Ανακοίνωση στο συνέδριο της εμδιετ

Page 1

Βασίλης Ευαγγελίδης 1980

Τεχνολογία και αγροτική κοινωνία από το 1950 ως το

ΤΕΧΝΟΛΟΓΊΑ ΚΑΙ

ΑΓΡΟΤΙΚΉ ΚΟΙΝΩΝΊΑ ΑΠΌ ΤΟ 1950 ΩΣ ΤΟ 1980

Από το 1950 και μετά, η ίδρυση της ΔΕΗ και του ΟΤΕ, και η εισαγωγή νέας τεχνολογίας και μηχανών επιταχύνουν όσο ποτέ άλλοτε τον καταμερισμό της εργασίας στην αγροτική Ελλάδα - διαμορφώνουν μια εσωτερική αγορά και προωθούν την εμπορευματοποίηση. Η εκβιομηχάνιση είναι μια επαναστατική δύναμη για τη γεωργία (ηλεκτρισμός, κινητήρας εσωτερικής καύσης, αντλίες, κυλινδρόμυλοι, τσιμέντο, σιδηροκατασκευές, συγκοινωνίες, εγγειοβελτιωτικά έργα, χημική βιομηχανία, ελκυστήρες, κ.λπ.). Το ζωικό κεφάλαιο αντικαθίσταται από

το

κεφάλαιο

μηχανών

και

εργαλείων,

επιτρέποντας

την

αποτελεσματικότερη αξιοποίηση του εδαφικού κεφαλαίου. Δίπλα στη βάσιμη θέση ότι υπάρχει αλληλεξάρτηση ανάμεσα στην τεχνολογική εξειδίκευση και τον καταμερισμό της εργασίας, θέτουμε το ερώτημα για τα όρια του τεχνολογικού εκσυγχρονισμού και για τα εμπόδια που βρήκε η διείσδυση της τεχνολογίας στην αγροτική Ελλάδα του 20ου αιώνα. Η απάντηση που επιχειρούμε αναφέρεται τελικά στην μη-συμπληρωματική και ανεπαρκή παρουσία του κλάδου των μηχανοκατασκευών, της εγχώριας παραγωγής μηχανών για τη γεωργία, με αποτέλεσμα τη συνύπαρξη νέας και παλιάς τεχνολογίας.

ΣΤΟΝ

ΠΡΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΌ ΑΓΡΟΤΙΚΌ ΧΏΡΟ

η τεχνολογία στηριζόταν

περισσότερο α) στα ζώα εργασίας, β) στη μυϊκή δύναμη, όπως π.χ. στους υπαίθριους ελιόμυλους που επιβίωναν ακόμη τουλάχιστον ως τη δεκαετία του 1940, γ) στην αιολική ενέργεια, π.χ. στους αλεστικούς ανεμόμυλους της Σερίφου, δ) στην υδραυλική ενέργεια, π.χ. στις νεροτριβές που διοχέτευαν το νερό μέσα από το βαγένι, κ.λπ. Στην ύπαιθρο και στην ορεινή χώρα υπήρχε μια μακραίωνη παράδοση υδροκίνησης, που περιλάμβανε μαντάνια, νεροτριβές και νεροπρίονα. Το μαντάνι στη Σαμαρίνα χρησίμευε για το πλύσιμο και το βάψιμο των ρούχων. Ο εκσυγχρονισμός προχωρούσε αργά, μέσα από την εισαγωγή του ιπποκίνητου μαγγανιού και του ιππήλατου σιδηρόδρομου, ενώ από τα τέλη [1]


Βασίλης Ευαγγελίδης 1980

Τεχνολογία και αγροτική κοινωνία από το 1950 ως το

του 19ου, εισάγονται το βαρύ ατμάροτρο για εκχερσώσεις, οι θεριστικές, αυτοδετικές, χορτοκοπτικές μηχανές, οι αντλίες υψηλής πίεσης και κυρίως ο κινητήρας εσωτερικής καύσης. Ο Χρυσός Ευελπίδης, μια πολύτιμη πηγή για τη γεωργία του μεσοπολέμου, αναφέρει την ύπαρξη 9.536 ελαιουργείων, από τα οποία τα 1.986 ήταν μηχανοκίνητα, και τα υπόλοιπα ιπποκίνητα και υδροκίνητα. Υπήρχαν επίσης οινοποιίες, οινοπνευματοποιίες, κονσερβοποιίες, αλευρόμυλοι, ορυζόμυλοι, τυροκομεία, υδροπρίονες για την παραγωγή ξυλείας, κ.λπ. Στη μετάβαση από το 19ο στον 20ο αιώνα διαδόθηκε ο ατμόμυλος, συνυπάρχοντας όμως με τις ανεμοκίνητες και υδραυλικές εγκαταστάσεις, όπως τα υδροκίνητα λιοτρίβια. Μια άλλη μορφή συνύπαρξης ήταν ανάμεσα στους χειροκίνητους αργαλειούς και στις κλωστοϋφαντουργίες που ήταν η πιο διαδεδομένη βιομηχανία μεταποίησης. Με την ανάπτυξη εμπορεύσιμων καλλιεργειών, όπως ο καπνός, το λάδι, το βαμβάκι, τα κηπευτικά, τα γαλακτοκομικά κ.λπ., και με τη διάδοση της μεταποίησης, των συγκοινωνιών και του εμπορίου αναπτύσσονται εμπορικά και βιομηχανικά κέντρα, και η κλειστή οικονομία της αυτάρκειας παραμερίζεται. Η δυνατότητα αποθήκευσης αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για το εμπόριο και εξυπηρετείται με την κατασκευή δεξαμενών από μπετόν αρμέ για λάδι, κρασί, μπύρα κ.λπ. αλλά και πύργων ψύξεως, όπως λ.χ. του Σαντορίνη. Ανάλογες υπηρεσίες προσφέρουν τα φορτηγά αυτοκίνητα αλλά και ο ηλεκτρισμός, που μέχρι το 1940 είχε φτάσει σε 450 χωριά.

Η

ΕΠΟΧΉ ΤΩΝ ΔΗΜΌΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΏΝ ΚΟΙΝΉΣ ΩΦΈΛΕΙΑΣ

To 1933 λειτουργούσαν στην Ελλάδα 383 ηλεκτροπαραγωγικές επιχειρήσεις, οι μεγαλύτερες από τις οποίες βρίσκονταν στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, την Πάτρα, τα Χανιά, το Ηράκλειο, την Καλαμάτα, τον Πύργο, το Αγρίνιο, τα Γιάννενα, τη Λάρισα, το Βόλο, τη Βέροια, την Καβάλα, την Ξάνθη και τη Λίμνη Ευβοίας. [2]


Βασίλης Ευαγγελίδης 1980

Τεχνολογία και αγροτική κοινωνία από το 1950 ως το

Ωστόσο, η ελληνική ύπαιθρος παρέμενε απομονωμένη κυρίως εξαιτίας του ορεινού εδάφους και της ανά μονάδα δαπάνης για την κατασκευή δρόμων. Μεταπολεμικά, οι νέοι επιστήμονες ζητούσαν ανοικοδόμηση, εκβιομηχάνιση και αλλαγή του κοινωνικού συστήματος. Από το 1947 η χώρα δεχόταν υλική και οικονομική ενίσχυση με βάση το Δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ. Το 1950 ιδρύθηκε η ΔΕΗ και το 1952 συνεχίζονταν οι εργασίες κατασκευής σε όλο το εθνικό δίκτυο. Μέχρι την επόμενη χρονιά η ΔΕΗ είχε συντάξει έναν προκαταρκτικό κατάλογο πόλεων και χωριών που εντάσσονταν στο εθνικό δίκτυο διανομής ηλεκτρισμού. Το 1954 λειτούργησαν το ΑΗΕ Αλιβερίου και το ΥΗΕ Λούρου, η γραμμή μεταφοράς Αλιβέρι-Αθήνα και το ΥΗΕ Άγρα. Το 1955 ακολούθησε το ΥΗΕ του Λάδωνα, ενώ μέχρι τον Αύγουστο του 1956 η ΔΕΗ είχε ηλεκτροδοτήσει επαρχιακά κέντρα με πληθυσμό περίπου 800.000, τροφοδοτώντας τις ΗΕ Αθήνας-Πειραιά, Πατρών, Ιωαννίνων, Άρτας, Έδεσσας, Αιγίου, Πρέβεζας, Θεσσαλονίκης και πολλές άλλες. Μέχρι το 1968 είχαν εξαγοραστεί συνολικά 415 τοπικές ηλεκτρικές επιχειρήσεις, ενώ από το 1956 είχε καθιερωθεί φθηνό οικιακό τιμολόγιο που επέτρεπε τη χρήση ηλεκτρικής κουζίνας, καθώς τα τιμολόγια των τοπικών εταιρειών ήταν απαγορευτικά για τη χρήση μαγειρείων. Ο εξηλεκτρισμός αποτελούσε το βασικό θέμα εμπορικών εκθέσεων όπως της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, ενώ το δεύτερο πρόγραμμα εξηλεκτρισμού ξεκινούσε το 1955 με τα εγκαίνια του ΥΗΕ του Μέγδοβα ή Ταυρωπού. Ο ηλεκτροφωτισμός των επαρχιακών δρόμων και των σπιτιών των χωριών, το αυτοκίνητο, ο κινηματογράφος και το ραδιόφωνο, οι οικιακές συσκευές, η κουζίνα, ο φωτισμός με νέον, το ηλεκτρικό σίδερο και το τηλέφωνο έδιναν πλέον στην ύπαιθρο την ευκαιρία να ξανακερδίσει τα παιδιά της, ενίσχυαν τον καταμερισμό εργασίας και την εσωτερική αγορά. Ταυτόχρονα, η γεωργία κάνει το άλμα από την εκτατική στην εντατική καλλιέργεια, με αρκετές όμως ταξικές διαφοροποιήσεις. Στο αγροτικό σπίτι διείσδυσε πρώτα ο ηλεκτροφωτισμός και το ραδιόφωνο, ακολούθησαν το ηλεκτρικό ψυγείο και η κουζίνα, και αργότερα το πλυντήριο. [3]


Βασίλης Ευαγγελίδης 1980

Τεχνολογία και αγροτική κοινωνία από το 1950 ως το

Η πιο διαδεδομένη συσκευή ήταν το ραδιόφωνο, ενώ σε όλη την Ελλάδα η ΔΕΗ διοργάνωνε επιδείξεις ηλεκτρικών μαγειρείων, φθάνοντας μέχρι τα ημιαστικά κέντρα και προωθώντας τα προϊόντα των επιχειρήσεων ηλεκτρικών συσκευών. Ωστόσο, ακόμη και το 1958, περίπου 5.200 κωμοπόλεις και χωριά στερούνταν ηλεκτρισμό. Η βιομηχανική ανάπτυξη στην ύπαιθρο ευνοήθηκε από την παρουσία της ΔΕΗ, όπως συνέβη κυρίως στην Πτολεμαΐδα και την Κοζάνη, με την προσθήκη χημικής βιομηχανίας κ.λπ. Ωστόσο, το βασικό εμπόδιο για την ανάπτυξη ήταν η απουσία ικανοποιητικών υποδομών στον τομέα των μηχανοκατασκευών και της μηχανουργίας. Έτσι, με προμήθειες τεχνολογικού εξοπλισμού από το εξωτερικό, ο εξηλεκτρισμός προχώρησε υπερνικώντας φυσικά εμπόδια, σε όλες τις περιφέρειες της χώρας, με ραγδαία αύξηση της κατανάλωσης, διατηρώντας όμως το χάσμα ανάμεσα στην ύπαιθρο και την Αθήνα. Το ενεργειακό ισοζύγιο διαμορφωνόταν κυρίως από την κατανάλωση στον τομέα των μεταφορών, στη βιομηχανία, και στον οικιακό τομέα. Ενώ η κατανάλωση στη γεωργία και στην ύπαιθρο υστερούσε σημαντικά. Ρηξικέλευθες καινοτομίες, όπως η μηχανοργάνωση, φάνηκαν απαραίτητες για τον ορθολογική ανάπτυξη του εθνικού δικτύου της ΔΕΗ.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΊΑ

ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΟΠΟΊΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΑΊΘΡΟΥ

H αυτοκίνηση ενισχύθηκε κυρίως από τη δεκαετία του 1960, όταν κατασκευάστηκε

η

εθνική

οδός

Αθήνας-Θεσσαλονίκης.

Η

ίδρυση

συνεταιρισμών λεωφορείων που ονομάστηκαν ΚΤΕΛ, η ενθάρρυνση των επαγγελματικών οχημάτων και των αγροτικών, η παρουσία βιομηχανιών αμαξωμάτων όπως η ΒΙΑΜΑΞ, η διάδοση των τρίκυκλων, των φορτηγών, των ταξί, συνέβαλαν στην αύξηση της παραγωγικότητας. Παράλληλα, στην ύπαιθρο διαδόθηκαν οι ελκυστήρες, τα μηχανήματα συγκομιδής, οι θεριζοαλωνιστικές μηχανές. [4]


Βασίλης Ευαγγελίδης 1980

Τεχνολογία και αγροτική κοινωνία από το 1950 ως το

Στα τέλη του 20ου αιώνα αρχίσαμε πλέον να μιλάμε για τη μανία του Έλληνα για το αυτοκίνητο. Το αυτοκίνητο ήταν η ειδοποιός διαφορά στην κατανάλωση των ανώτερων εισοδηματικά στρωμάτων στις αγροτικές και ημιαστικές περιοχές. Οι δαπάνες για αυτοκίνητο αποτελούσαν το 1974 μια πολύ σημαντική συνιστώσα του προϋπολογισμού των νοικοκυριών που είχαν μέσες μηνιαίες αγορές πάνω από 20.000 δρχ. Αντίθετα, κανένα νοικοκυριό με συνολικές μηνιαίες αγορές κάτω από 10.000 δρχ. δεν δαπανούσε χρήματα για την αγορά αυτοκινήτου. Έτσι, το 1974 ένα πολύ μικρό ποσοστό (2,6%) των αγροτικών νοικοκυριών είχε αυτοκίνητο. Σημαντική ήταν και η συμβολή του τηλεφώνου στην αστικοποίηση της χώρας, αφού οι τηλεπικοινωνίες είχαν εισαχθεί από πολύ νωρίς, ήδη από τον 19ο αιώνα. Όμως από το 1950 και μετά δημιουργείται ο ΟΤΕ που εγκαθιστά αυτόματα

τηλεφωνικά

κέντρα

σε

όλες

τις

πόλεις

(Οργανισμός

Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος Α.Ε., 1963), ενώ στην ύπαιθρο λειτουργούν κοινοτικά τηλεφωνεία και χειροκίνητα τηλεφωνικά κέντρα, τα οποία με την επέκταση των υπεραστικών δικτύων θα μετατραπούν σταδιακά σε αυτόματα. Μια πρωτογενής πηγή για τη σύνθεση της ιδιωτικής κατανάλωσης, το βαθμό διάδοσης της νέας τεχνολογίας και για το φαινόμενο της αστικοποίησης αποτελούν οι Οικογενειακοί Προϋπολογισμοί (Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, 1961 και 1969). Το 1957-58 η κατανάλωση ηλεκτρισμού στην Αθήνα ήταν αισθητά μεγαλύτερη σε σύγκριση με τη Θεσσαλονίκη και τις άλλες πόλεις, κατ' αναλογία με τις αυξημένες δαπάνες των αθηναϊκών νοικοκυριών. Παρόμοιες διαφορές υπήρχαν στις δαπάνες για αυτοκίνητα και για τηλεπικοινωνίες. Επίσης, στις μικρές πόλεις, με πληθυσμό 10-30 χιλιάδες κατοίκους, όπως ήταν η Κομοτηνή, η Κέρκυρα, η Μυτιλήνη, η Κατερίνη, η Χίος, τα Τρίκαλα, το Αγρίνιο, η Καρδίτσα, η Κόρινθος, τα Γιαννιτσά, η Έδεσσα κ.λπ., το 1/5 περίπου των κατοίκων δήλωναν γεωργοί, κτηνοτρόφοι, ψαράδες, κ.λπ. Το 1963-64, στην έρευνα που είχε διεξαχθεί σε ημιαστικά και αγροτικά κέντρα,

διαπιστώθηκε

ότι

η

μεγάλη

πλειοψηφία

των

νοικοκυριών

χρησιμοποιούσε καυσόξυλα στην κουζίνα, ή πετρέλαιο, υγραέριο και άλλα [5]


Βασίλης Ευαγγελίδης 1980

Τεχνολογία και αγροτική κοινωνία από το 1950 ως το

μέσα. Αντίθετα, ελάχιστα νοικοκυριά διέθεταν ηλεκτρική κουζίνα. Σχεδόν όλοι χρησιμοποιούσαν το ηλεκτρικό ρεύμα αποκλειστικά για φωτισμό. Ούτως ή άλλως, λιγότερο από το 1/3 του δείγματος των νοικοκυριών διέθεταν ηλεκτρικό ρεύμα για φωτισμό. Η συντριπτική πλειοψηφία, πάνω από τα 2/3 του δείγματος φωτίζονταν ακόμα με πετρέλαιο. Οι κάτοικοι του χωριού προτιμούσαν το φωτιστικό πετρέλαιο από το πολυδάπανο ηλεκτρικό φως, γιατί είχαν συνηθίσει να προμηθεύονται το φωτιστικό πετρέλαιο στο μπακάλικο της γειτονιάς έναντι ελαιολάδου. Μέσα στην περίοδο 1964-1974 παρατηρήθηκε σημαντική άνοδος του ποσοστού των νοικοκυριών που χρησιμοποιούσαν ηλεκτρισμό για το μαγείρεμα στις αστικές (54,1%) και ημιαστικές περιοχές (20,0%), αλλά η ηλεκτρική πρόοδος ήταν πολύ βραδύτερη στις αγροτικές κουζίνες (από 0,4% ανήλθε σε 3,7% το 1974). Η πιο εντυπωσιακή μετάβαση στις αγροτικές περιοχές, την ίδια περίοδο, συντελέστηκε από τα καυσόξυλα στο υγραέριο, αφού «το ποσοστό που χρησιμοποιούσε καυσόξυλα μειώθηκε δραστικά σε 8,5%, ενώ το ποσοστό που χρησιμοποιούσε υγραέριο υψώθηκε κατακόρυφα σε 86,4%» (Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, 1977). Εξάλλου, ακόμα και το 1961, σε μερικές περιοχές της Χώρας «υφίστανται ομάδες νομάδων κτηνοτρόφων, οι οποίοι, μη έχοντες συνήθως μόνιμόν τινα εγκατάστασιν, μετακινούνται από τας πεδινάς προς τας ορεινάς περιοχάς και τανάπαλιν, αναλόγως της περιόδου του έτους» (Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, 1966, σ. 22). Οι αντιστάσεις λοιπόν ήταν πιο σθεναρές μεταξύ των νομάδων, π.χ. οι Κουτσόβλαχοι και οι Κουπατσαραίοι βοσκοί απέκτησαν αγροτικά αυτοκίνητα, ασφαλτοστρωμένους δρόμους, πλατφόρμες μεταφοράς κοπαδιών, μόνιμες γούρνες και μόνιμες στάνες, πολύ αργά, μετά το 1980 (Chang, 1993). Είναι γεγονός βέβαια ότι από το 1950 και μετά, διαπιστώνουμε μια ραγδαία αύξηση στη χρήση ελκυστήρων και θεριζοαλωνιστικών συγκροτημάτων, στην εισαγωγή

χορτοσυλλεκτικών,

μηχανών,

στη

διάδοση

εκκοκκιστικών,

των

σπαρτικών,

βενζινοκίνητων,

πετρελαιοκίνητων

ηλεκτροκίνητων αντλιών κ.λπ., κυρίως στις πεδινές περιοχές. [6]

εκκολαπτικών και


Βασίλης Ευαγγελίδης 1980

Τεχνολογία και αγροτική κοινωνία από το 1950 ως το

Ωστόσο, μια σειρά από περιφέρειες στερούνται βασικών υποδομών και χαρακτηρίζονται από το κράτος προβληματικές, π.χ. ο νομός Κυκλάδων (εκτός Μυκόνου, Σύρου, Πάρου), η επαρχία Γυθείου – Οιτύλου και Επιδαύρου Λιμηράς της Λακωνίας, οι «πυροπαθείς κοινότητες» του νομού Ηλείας, η επαρχία Ελασσόνας του νομού Λαρίσης, η Λάκα Σουλίου, η επαρχία Βοΐου Κοζάνης, η επαρχία Οροπεδίου του νομού Λασιθίου, η επαρχία Σφακίων και Σελίνου... (Πατέλλης, 1978). Δεν είναι καθόλου τυχαία η μείωση του αγροτικού πληθυσμού από 47% το 1951 στο 30% το 1981, και η αντίστοιχη αύξηση του αστικού πληθυσμού από 38% στο 58% μέσα στο ίδιο διάστημα. Ακόμα και το 1974, ο μέσος όρος μηνιαίων δαπανών ήταν μικρότερος κατά 30% στις αγροτικές περιοχές σε σχέση με τις αστικές, ενώ η κατανάλωση στο χωριό αφορούσε κυρίως είδη διατροφής (41,5%) και υπολειπόταν σε άλλους τομείς, όπως π.χ. της στέγασης, ύδρευσης, καυσίμων και φωτισμού (16,0%), ή των διαρκών αγαθών οικιακής χρήσης (7,2%), των μεταφορών και επικοινωνιών (6,0%). Την ίδια περίοδο, μόλις που άρχισαν τ’ αγροτικά νοικοκυριά ν’ αποκτούν ηλεκτρικές συσκευές, κυρίως ηλεκτρικό ψυγείο και τηλεόραση. Το 1974 το 90,2% των αστικών νοικοκυριών του δείγματος είχαν ηλεκτρικό ψυγείο, ενώ τα μισά αγροτικά νοικοκυριά δεν είχαν ακόμη αποκτήσει. Υπήρχε επίσης ένα 40,2% των αγροτών του δείγματος που δεν διέθεταν ούτε τηλέφωνο, ούτε ηλεκτρικό ψυγείο, ούτε πλυντήριο, ούτε τηλεόραση, ούτε αυτοκίνητο. Στην έρευνα του ΕΚΚΕ στα τέλη της δεκαετίας του 1970, αισθητή διαφορά μεταξύ των δειγμάτων υπήρχε στην κεντρική θέρμανση (1,5% στο αγροτικό, 8,5% στο ημιαστικό αλλά 65% στο αστικό δείγμα). Κι ενώ ο θερμοσίφωνας ήταν διαδεδομένος κυρίως στο αστικό δείγμα της έρευνας, το γκάζι ήταν πολύ πιο συχνό στο αγροτικό. Η διείσδυση της τηλεόρασης στο ελληνικό σπίτι δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί το 1980, καθώς στην ύπαιθρο ο αριθμός των αγροτικών νοικοκυριών που είχαν τηλεόραση μόλις που ξεπερνούσε τα 4/5 του συνόλου (Γκιζέλης κ.α. 1980).

[7]


Βασίλης Ευαγγελίδης 1980

Τεχνολογία και αγροτική κοινωνία από το 1950 ως το

Συμπερασματικά, η αστικοποίηση της υπαίθρου προωθήθηκε, κυρίως από το 1950 και μετά, παράλληλα με την εισαγωγή του ηλεκτρισμού, του τηλεφώνου, του ραδιοφώνου και του αυτοκινήτου στην ενδοχώρα της Ελλάδας. Από το σπίτι μέχρι το χωράφι, ο τεχνολογικός εκσυγχρονισμός συντέλεσε στην αποδόμηση του κοινωνιολογικού τύπου του χωρικού και στην ανάδυση της νέας ταυτότητας του αγρότη και της αγρότισσας, χάρη στο νέο καταμερισμό της εργασίας. Ωστόσο - παρά την εμφάνιση καινοτόμων κλάδων, όπως λ.χ. η τηλεόραση, το τρανζίστορ, οι ραδιοπομποί, οι ηλιακοί θερμοσίφωνες - η διαδικασία της εκβιομηχάνισης παρεμποδίστηκε από την καθυστέρηση των υποδομών στις μηχανοκατασκευές, δηλαδή από την έλλειψη μονάδων παραγωγής μηχανών, μηχανουργείων. Το άμεσο αποτέλεσμα της μη αυτοδύναμης τεχνολογικής ανάπτυξης διαφαίνεται πιο ξεκάθαρα στη μειωμένη αποδοτικότητα του κλάδου της κτηνοτροφίας, στη μειωμένη παραγωγή κρέατος (Μπαμπανάσης και Σούλας, 1976), και στην επακόλουθη επιβράδυνση της αύξησης του εθνικού εισοδήματος και της προόδου στον αγροτικό τομέα.

ΑΝΑΦΟΡΈΣ 

Γκιζέλης, Γ., Μυριζάκης,

Ι., Πασσά - Γαρδίκη, Ο., Τεπέρογλου, Α.

(1980). Πολιτιστικές δραστηριότητες στο πλαίσιο της οικογένειας. Πρώτα 

αποτελέσματα

μιας

έρευνας.

Επιθεώρηση

Κοινωνικών

Ερευνών, β΄ και γ΄ τετράμηνο 1980. Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος (1966). Αποτελέσματα της Απογραφής Γεωργίας-Κτηνοτροφίας της 19 Μαρτίου 1961, Τόμος 1.

Αθήναι. Εθνική Στατιστική

Υπηρεσία

της

Ελλάδος

(1961).

Έρευνα

Οικογενειακών Προϋπολογισμών, Διεξαχθείσα εις τας αστικάς περιοχάς 

της Ελλάδος κατά το 1957/58. Αθήναι. Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της

Ελλάδος

(1969).

Έρευνα

Οικογενειακών Προϋπολογισμών, Διεξαχθείσα εις τας ημιαστικάς και αγροτικάς περιοχάς της Ελλάδος κατά το 1963/64. Αθήναι.

[8]


Βασίλης Ευαγγελίδης 1980

Εθνική

Τεχνολογία και αγροτική κοινωνία από το 1950 ως το

Στατιστική

Υπηρεσία

της

Ελλάδος

(1977).

Έρευνα

Οικογενειακών Προϋπολογισμών 1974, Επίπεδον διαβιώσεως – 

Ιδιωτικόν εισόδημα και δαπάναι. Αθήναι. Μπαμπανάσης, Σ. και Σούλας, Κ. (1976). Η Ελλάδα στην περιφέρεια

των αναπτυγμένων χωρών. Αθήνα: Θεμέλιο. Οργανισμός Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος Α.Ε. (1963). Έκθεσις επί του Ισολογισμού και των Πεπραγμένων έτους 1962, Ενδεκάτη Οικονομική

Χρήσις. Αθήναι. Πατέλλης, Γ. (1978). «Στοιχεία του ελληνικού αγροτικού χώρου», στα:

Τεχνικά Χρονικά, Αύγουστος 1978, έτος 47. Chang, C. (1993). “Pastoral Transhumance in the Southern Balkans as a Social Ideology: Ethnoarcheological Research in Northern Greece”, American Anthropologist, 95 (3), pp. 687-703.

[9]


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.