Odoiporos ebook

Page 1

ΒΑΓΙΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

ΟΔΟΙΠΟΡΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΣΟΥ

ΠΟΊΗΣΗ

εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ



ΟΔΟΙΠΟΡΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΣΟΥ


ΣΕΙΡΑ: ποιηση στην Ελλαδα της κρισης, Νο XIII © Βαγια Γιαννακοπουλου ekdoseisdianisma@gmail.com


ΒΑΓΙΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

ΟΔΟΙΠΟΡΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΣΟΥ

ΠΟΊΗΣΗ

εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ



I


ο περίπατος της ζωής Η ζωή μοιάζει με έναν περίπατο στο βουνό, ανεβαίνεις την μπροστινή, και κατεβαίνεις την πίσω πλαγιά. Ανεβαίνεις άπειρος αλλά ξεκούραστος, με κύρια εφόδια την δύναμη και την αντοχή, μη βλέποντας την θέα της θάλασσας. Κατεβαίνεις έμπειρος αλλά κουρασμένος, με κύρια εφόδια την ισορροπία και την σύνεση, βλέποντας την θέα της θάλασσας, αλλά και το τέλος του περιπάτου.

8


χλιαρά αισθήματα Μάθαμε να αγαπάμε αδύναμα, να μισούμε μετρημένα, να θαυμάζουμε υπολογισμένα, να αισθανόμαστε χλιαρά. Τα αισθήματά μας αδύναμα, οκνηρά, όμοια με τις τελευταίες πνοές των ετοιμοθάνατων. Άνυδρα, ανήλιαγα, θλιβερά κακομοιριαμένα αισθήματα πεθαμένων ψυχών. Κι όμως κάπου άκουσα στη βοή που το πέρασμα των αιώνων αντηχεί για μεγάλα αισθήματα, απλών θνητών ανθρώπων. Ένας Ορέστης, ένας Μενέλαος, ένας Πάρης, μία Μήδεια, μία Κίρκη, μία Αντιγόνη, ένας Οιδίποδας, μία Πηνελόπη, ένας Λεωνίδας... H σφοδρότητα των αισθημάτων τους, τα έκανε αθάνατα, τραγούδι και έμπνευση στο διάβα του χρόνου. Δεν θέλω να ερωτεύομαι χλιαρά. Δεν θέλω να αγαπώ μετρημένα. Έχτισα ένα καυτό έρωτα στης ψυχής τα βάθη, και κάηκα μονάχη μου μες στην φωτιά μου.

9


η ανθοδέσμη της ζωής Στης ζωής μας το περβόλι καθώς μέσα περπατούμε, άγγελοι μα και διαβόλοι, κάθε βήμα ακολουθούνε. Οι άγγελοι μας τραγουδάνε, φως αγάπης μας κερνάνε, και μας σπρώχνουν οι διαβόλοι στον αγώνα και στην σχόλη. Και μαζεύουμε λουλούδια στης ζωής μας τα παρτέρια, ανθοδέσμη με τραγούδια, μια αγκαλιά μέσα στα χέρια. Στου περβολιού σου τα καλούδια την φροντίδα σου να δώσεις, μάζευε όμορφα λουλούδια, την ζωή σου πριν τελειώσεις. Την ψυχή σαν θ’ ακουμπήσεις πάνω στου Θεού τα χέρια, τα λουλούδια να φυτέψεις στου παραδείσου τα παρτέρια.

10


αναλογίσου την ομορφιά της φύσης Πανηγύρι έχει φύση, και ολάκερη γιορτάζει, φως, χαρά σ΄ όλη τη ζήση δες το γκρίζο ξεθωριάζει. Γιατί στέκεσαι θλιμμένος μες στης φύσης τη μαγεία; Νιώσε είσαι χαϊδεμένος απ’ την θεϊκή ευλογία. Δες ποια είναι η αλήθεια. Μην ζητάς την ευτυχία μες στα πλάνα παραμύθια, μες στα απλά είναι η αξία. Φύση, ο Θεός έχει ποιήσει με υπέρτατη σοφία, ομορφιά έχει χαρίσει να σκορπά την ευτυχία. Δες του κόσμου την σαγήνη μες στην ομορφιά της φύσης της αγάπης η απεραντοσύνη, Πώς μπορείς να αγνοήσεις; Μύρισε μαγιάτικα λουλούδια, Στο φως άνοιξε πατζούρια Άκου των πουλιών τραγούδια, του παράδεισου αγγελούδια.

11


Μες στης φύσης την χαρά κάτσε να αναλογιστείς, του Θεού την προσφορά και με φως να βαφτιστείς!

12


καλημέρα Μια καλημέρα θέλω μόνο να σου πω, την θλίψη να σκορπίσει στον αγέρα, φύλαξέ την στην καρδιά σου φυλαχτό, για να σε προστατεύει όλη μέρα. Μια καλημέρα, κράτησέ την συντροφιά, ήχος γλυκός, να σου χαρίζει μελωδία, τραγούδι μιας καρδιάς που σ αγαπά, φιλί, χάδι ψυχής, και αγάπης ευλογία.

13


η αδικία [χαϊκού] Αχ αδικία, βάναυσα πως ματώνεις ζωντανές καρδιές. Δηλητήριο στις ψυχές και αγκάθι θανατηφόρο. Φωτιά που καίει στην κάθαρση γυρεύει νερό να σβηστεί. Βόμβα κρυμμένη στα θεμέλια του κόσμου και περιμένει.

14



το κελάηδημα των πουλιών Γλυκά που χαϊδεύει τα αυτιά το κελάιδημα των πουλιών!... Την ψυχή ξαποσταίνουν. Ναι, επιτέλους!... Έφτασαν τα πουλιά έξω απ’ το παράθυρό μου. Μέσα στην τσιμεντένια, στην πνιγμένη στο καυσαέριο, στην βυθισμένη στην κίνηση των αυτοκινήτων και στην πολυκοσμία, γκρίζα, θλιβερή πόλη, η άνοιξη βρήκε και πάλι τον τρόπο να ακουστεί το τραγούδι της. Πάντα η άνοιξη βρίσκει τον τρόπο. Εδώ, σ’ αυτό το κεντρικό δημόσιο κτήριο, το θλιβερό, το απεχθές, το απόρθητο, αυτό που φυλάσσεται πανταχόθεν, σ’ ένα ξεχασμένο κήπο, στην πίσω πλευρά κατάφεραν να τρυπώσουν τα πουλιά και να τραγουδούν… Άκουσον, άκουσον! Απορίας άξιον! Πάντα η άνοιξη βρίσκει τον τρόπο.

16


Τα πουλιά, άγγελοι που υμνούν, τον ερχομό της άνοιξης. Έφτασαν να παρηγορήσουν την μοναξιά μου… Το γλυκό τους τραγούδι, ράπισμα όμως στη καρδιά μου και πόνος. Δεν ακούμε το τραγούδι μαζί.

17


μακριά σου Όσο βρίσκομαι μακριά σου είναι κόλαση για μένα μοναχά στην αγκαλιά σου νιώθω πάλι ευτυχισμένα. Δίχως τα γλυκά φιλιά σου, να καώ μες στη φωτιά σου όλα μοιάζουνε θλιμμένα τα όνειρα μου πληγωμένα. Στον παράδεισο κι αν πάω χωρίς να ‘σαι συ στο πλάι στη ψυχή μου θα πονάω. Συνεχώς σ΄ αναζητάει!

18


η αντάμωση Τι είναι αυτό που μου συμβαίνει; σαν την αράχνη, η αγάπη υφαίνει ιστό, κι επάνω του είμαι πιασμένη. Να εκεί η καρδιά μου σε προσμένει. Κάθομαι αποσβολωμένη, μαγεμένη, προσηλωμένη στο κάθε τί δικό σου, μόνη, μπερδεμένη, και πληγωμένη, από τις κουβέντες των χειλιών σου . Ο χρόνος έχει σταματήσει, και η καρδιά μου, θα χτυπήσει, μόνο όταν θα συναντηθούμε, γλυκά γλυκά ν’ ανταμωθούμε.

19


το φιλί Απ’ το φιλί σου το γλυκό στα σύννεφα αεροπετώ, και αεροχορεύω. Στα αυτιά μου ρέουν μελωδικά, ουράνιοι ήχοι, από εξωτικά πουλιά, κι αγάπης στίχοι. Βρύσες του έρωτα που κελαρύζουν, κι οι άγγελοι χαμογελούν, και το χορό αρχίζουν. Όλα γλυκαίνουν γύρω μου, και όλα χαμογελάνε, σαν να φωτίζει πιότερο, και όλα λαμποκοπάνε, αστράκια μες στην μέρα τριγύρω βλέπω, παίζουνε, σκορπίζουν στον αέρα. Γεύομαι μες στα χείλη σου, απ’ της καρδιάς το μέλι και της ψυχής σου το κρασί να με μεθύσει θέλει!..

20


ελευθερώνει ο έρωτας Ελευθερώνει ο έρωτας και ανεβάζει την ψυχή σε σφαίρες του ουρανού πολύχρωμες. Ελευθερώνει ο έρωτας καθώς θωρώντας απ’ τα ψηλά με μάτια νέα καθαρά κάτω του κόσμου τα χαμηλά Ελευθερώνει ο έρωτας καθώς μετράει το καιρό χαμένο, σαν σε καπνό στο τζάκι μέρας χειμωνιάτικης Ελευθερώνει ο έρωτας καθώς σε οδηγεί σε όνειρα χρυσά καθώς σε ταξιδεύει σε τόπους νέους, αταξίδευτους. Ελευθερώνει ο έρωτας καθώς σου δίνει φτερά να πετάς πάνω απ’ τ’ αστέρια καλοκαιριάτικης νύχτας,

21


να πετάς πάνω απ τις πεταλούδες μαγιάτικων κάμπων. Σκλαβώνει ο έρωτας. Σκλαβώνει ο έρωτας, καθώς σε δένει με τα βαριά δεσμά του άγριου, του ανελέητου, του αδυσώπητου, του ακατάπαυστου, τρόμου, του τρόμου, μήπως και κάποτε χαθεί.

22


η άνοιξη κι ο έρωτας Τον ερχομό σου Άνοιξη πολλοί ετραγουδήσαν, και κορυφαίοι ποιητές γλυκά το νε εξυμνήσαν. Είσαι του χρόνου η εποχή που σαν θα ξεπροβάλλει ακολουθούν τριαντάφυλλα, ανθίσματα και κάλλη. Δειλά δειλά μα αποφασιστικά τα άνθη θα ξυπνούνε και όλοι οι σπόροι που την γη βαθειά εκατοικούνε λουλούδια και όμορφα φυτά στο χώμα θα γεννούνε να θρέψουνε τα πλάσματα στην γη που κατοικούνε. Ο ήλιος χαϊδεύει ερωτικά της γης το κρύο σώμα να ζεσταθεί μέσα η καρδιά απ’ το βαρύ χειμώνα όπου την συντρόφευε με πάγους και με χιόνια να κελαηδήσουνε ξανά της άνοιξης τα αηδόνια. Ο έρωτας με λούλουδα, γέλια, γλυκά τραγούδια την άνοιξη ακολουθεί και στέκεται σιμά της να κλέψει πάντα προσπαθεί την άστατη καρδιά της τον πλάνεψαν τα κάλλη της η εξαίσια ομορφιά της. Την Άνοιξη λοιπόν κι εγώ θέλω να ακολουθήσω τον έρωτα που φύτρωσε στην κρύα την ψυχή μου θα τον φροντίσω στοργικά, και δεν θα λησμονήσω την φωνή: -«Αξίζω μία Άνοιξη στην άχαρη ζωή μου»

23


ερωτική πρόσκληση Ψάχνω να σε βρω, παντού σε αναζητώ, θα το παραδεχτώ, πολύ πως σε ποθώ. Μα νιώθω, να το ξέρεις, την άνοιξη πως φέρεις, χρώματα στην ψυχή μου, στο νου και στο κορμί μου. Μπα! Δεν θα υποκύψω! Μπα! Δεν θα το αφήσω το όνειρο να φύγει. Είναι η ζωή μας λίγη. Κι εσύ, το νιώθεις, φως μου, πως όταν είσαι μπρος μου, φέγγουν στο νου τ’ αστέρια, γελούν τα περιστέρια. Κάθε που με αγγίζεις, την σκέψη μου ορίζεις, όλη την ύπαρξή μου, όχι μόνο το κορμί μου. Πετάμε στα ουράνια, κοντά όταν βρεθούμε, με δίχως περηφάνια και οι δυο το μολογούμε.

24


Καθόλου μην τρομάζεις. Σχέδια μην αλλάζεις. Μη θέλεις να κρυφτείς για να προστατευτείς. Εγώ είμαι για σένα, του έρωτα η αλήθεια, δεν είμαι ένα ψέμα πλάσμα απ΄τα παραμύθια. Έλα λοιπόν, να ζήσεις, μαζί μου, το όνειρό μας, στην λήθη μην τ΄ αφήσεις, σφιχτά να το κρατήσεις. Σου δίνω την καρδιά μου, στα χέρια κράτησέ την, σκύψε και φίλησέ την, απελευθέρωσέ την.

25


ερωτευτήκαμε Ερωτευτήκαμε και δεν γίνεται να χωριστούμε πια το ξέρω πως χτυπάει τρελά η δική σου η καρδιά για μένα, και μόνο, σταθερά στο δικό μου το ρυθμό και με πάθος χρωματίζει στο όνομά μου, σε αγαπώ. Επίμονα, πεισματικά αρνείσαι να παραδεχτείς τον έρωτα που ανέτειλε, και επιδιώκεις να κρυφτείς σε ξένα μέρη σκοτεινά, σε άγνωστους τόπους ανούσια να χάνεσαι με κάλπικους ανθρώπους. Μα σκέφτομαι με το μυαλό σου μόνο, και αναπνέεις με την ανάσα μου και όλη την ύπαρξή μου εμπνέεις και ακολουθείς τα κύματα, που στέλνει η καρδιά μου, που σε οδηγούν ευθύβολα μέσα στην αγκαλιά μου ακόμη και χιλιόμετρα, να βρίσκεσαι μακριά μου. Τον έρωτα αγάπη μου, τα λόγια δεν τον χτίζουν τα πάντα από την ψυχή και το μυαλό αρχίζουν το άγγιγμα δε του κορμιού, που σε εντυπωσιάζει, απ την καρδιά και το μυαλό να ξέρεις πως πηγάζει.

26




III


το βάσανο του έρωτα Ο έρωτας είναι φυλακή και σκοτεινό μπουντρούμι, όπου μόνος φυλακίζεσαι, και ποιος να σε γλυτώσει, σαν η ψυχή σου κούρνιασε σε τούτο το λαγούμι, το σκίρτημα το νεανικό όταν η καρδιά σου νιώσει. Αντιπαλεύεις χίμαιρες και ξωτικά τα βράδια τον εαυτό σου, την ψυχή και την καρδιά να σώσεις, και ψάχνεις μες στα όνειρα του λυτρωμού τα χάδια, να τα γευτείς, να τα χαρείς, τον πόνο να ημερώσεις. Του έρωτα τα βέλη σαν σε λαβώσαν στην καρδιά, σε πνίγει τότε ο καημός, σε καίει του πόθου η φωτιά και δεν θα βρεις αναπαμό, ούτε θα βρεις αλλού γιατρειά παρά στην ποθητή αγκαλιά, μες της αγάπης τα φιλιά!!!

30


στα όνειρά σου θα κρυφτώ Γαλήνια,ονειρεμένα, σε βλέπω που κοιμάσαι, για έγνοιες και σκοτούρες καθόλου δεν λυπάσαι, η σκέψη σου κουράστηκε και μια στάση γυρεύει, η ηρεμία σου η γλυκιά τον κόσμο μου χαϊδεύει. Ο ύπνος σου είναι ελαφρύς και νεραϊδοπαρμένος, και στο όνειρο που σεργιανάς, δείχνεις ευτυχισμένος, για αυτό και ‘γω ακροπατώ στις μύτες μην ξυπνήσεις, και τη χαρά που σου λάχε, μην τύχει και αφήσεις. Γιατί μέσα από την χαρά που έχεις στην ψυχή σου τα χρώματα, τα αρώματα μοιράζομαι μαζί σου, τα νιώθω μέσα στην καρδιά χρυσά να λαμπυρίζουν και μου χαρίζουν ομορφιά, με αγάπη με στολίζουν. Θέλω σιγά, θέλω κρυφά στο όνειρο να τρυπώσω και από κινδύνους που κοντά ζυγώσαν να σε σώσω. Όλα αυτά τα ξωτικά, τα αερικά που γύρω σου χορεύουν, θέλουν να κλέψουν τα μυαλά, το νου σου να μαγεύουν. Στα όνειρά σου θα κρυφτώ, και μέσα στην ψυχή σου θα ψάξω για τα ξωτικά που τραγουδούν μαζί σου, ανάμεσα τους για να βρω, αν βρίσκεται κανένα που να ποθείς περισσότερο, από όσο ποθείς εμένα...

31


περίμενέ με στα όνειρα Στα όνειρά σου θα βρεθώ την πόρτα να μ’ ανοίξεις, κι αν είσαι μόνος θα σταθώ, θα ‘ρθω να με φιλήσεις. Μα αν στου ονείρου τη χαρά είσαι με άλλη συντροφιά, για πάντα θα σε αφήσω, δεν θα ξαναγυρίσω. Στα όνειρα μου τοίχο ψηλό, γύρω, ολόγυρα θα χτίσω εκεί μονάχη θα κλειστώ και θα σε λησμονήσω.

32


το χαμένο όνειρο Πήρα ένα πινέλο στα σύννεφα πέταξα και βάλθηκα να ζωγραφίζω του ονείρου τα χρώματα. Της ψυχής μου το όνειρο να το δεις, να θαυμάσεις, να το νιώσεις τον έρωτα. Να χαρείς, να γιορτάσεις, να χαμογελάσεις για μένα. Το πινέλο μου ξέφτισε και τα χρώματα σώθηκαν. Μα εγώ, δεν σταμάτησα και τα χέρια μου βούτηξα στης καρδιάς μου το αίμα. Με χεριές το απίθωνα, στον γαλάζιο αέρα. Στην καρδιά τα βουτούσα στον αέρα τα ακουμπούσα και ψιθυριστά σιγοτραγουδούσα το όνειρο. Και το αίμα μου σώθηκε… Και τα χέρια κουράστηκαν… Οι ελπίδες κρεμάστηκαν στις αχτίδες του ήλιου, Μια, μια αυτοκτόνησαν.

33


Και το έργο δεν τέλειωσε… Και το όνειρο χάθηκε… Αυτοπυρπολήθηκε… Άραγε, ένιωσες κάτι;…

34


έρωτας-παγίδα Την σκέψη μου φυλάκισες και την κρατάς κλεισμένη και την καρδιά ανάγκασες τη θλίψη να υπομένει. Να περιμένω μ έδεσες στου έρωτα το στρώμα, ανέλπιδα να εκλιπαρώ κι ένα σου βλέμμα ακόμα. Σαράκι έχω στην καρδιά, που τρώει τα σωθικά μου, αμάρτησα να σ΄ αγαπώ, τρελή η αποκοτιά μου Αγκάθια έχει η αγάπη αυτή, ματώνει η καρδιά μου και κλαίω μ’ αναφιλητά αφού είσαι μακριά μου. Έπεσα μες στην φάκα σου, χωρίς καμιά ελπίδα πως θα σωθώ, ο έρωτας σου ήτανε θανάσιμη παγίδα που έστησες μεθοδικά, προσεκτικά, υπολογισμένα, στης κόλασής σου την πυρά να καίγομαι για σένα. Αίθρια φύσαγε, μα στα ξαφνικά μέσα σε τρικυμία έπεσα, να με χτυπούν τα κύματα με λυσσαλέα βία, στην θάλασσα του λογισμού, μες στην απελπισία. Ν’ αναζητώ σανίδα να πιαστώ, να βρω τη Σωτηρία.

35


Το παιγνίδι στ’ αστέρια Χορεύω, τρέχω, παίζω, γελώ τα αστέρια γύρω μου ακουμπώ, στα χέρια τα πιάνω. Τι χαρά! Σου ρίχνω ένα στα χαμηλά. Αστέρια γύρω μου ένα θάμα αχ τόση λάμψη! με πιάνει κλάμα. Το κορμί στολίζω και τα μαλλιά, και ένα αστέρι σου πετώ ξανά. Στα πόδια σου πέφτει μπροστά, σκύβεις το πιάνεις και το πετάς. Γυρίζεις το βλέμμα σου ψηλά μια κοροϊδεύεις και μια γελάς. Γράφω με άστρα για σε μηνύματα, φτιάχνω καρδούλες και κοσμήματα. Κόβω κομμάτι απ΄ το φεγγάρι και στο πετάω στο μαξιλάρι. Ξυπνάς, παράξενα γύρω κοιτάς, -Πωπώ! Πωπώ! Κακός μπελάς! Κατέβα κάτω πίσω στη γη! Να μένεις πάνω, δεν ωφελεί! Απ΄ φεγγάρι πιάνω μιαν άκρη σε πετυχαίνω πάνω απ΄ το μάτι. -Πωπώ! Πωπώ! Κακός μπελάς! Φωνάζεις και άγρια με κοιτάς.

36


Σου λέω ανέβα, έλα εδώ, να παίζω μόνη θα βαρεθώ. Έχει τραμπάλες από αστέρια, κούνιες, κρυφτό κυνηγητό! Πλέκω μια σκάλα από αστέρια και στην πετώ για να ανεβείς. Μα εσύ ένα όπλο έχεις στα χέρια. Με σημαδεύεις και πυροβολείς! (Χαχαχα!!! Δεν πειράζει έχασες στο παιχνίδι!!!|)

37


Η γεύση της προδοσίας Συνάντησα τα μάτια σου, όμοια με του φιδιού. Σάστισα, δεν το περίμενα… Ο πόνος με έκανε να πιστέψω πως έχω πεθάνει. Τα δάκρυα, μου θύμισαν, πως είμαι ζωντανή. Τόσα πολλά δάκρυα δεν πίστευα πως υπάρχουν στο κόσμο. Δεν θύμωσα.. Έχω πάψει να θυμώνω με των άλλων τα καμώματα καιρό πριν… Μάζεψα σιγά, αργά, προσεκτικά, της καρδιάς τα θρύψαλα. Μετά γύρισα να σε κοιτάξω. Όλο και μίκραινες και μίκραινες και μίκραινες και μίκραινες… Μέχρις ότου έγινες τόσο μικρός που δεν μπορούσα να σε διακρίνω πλέον.

38


Έστρεψα την πλάτη μου. Δεν άξιζες ούτε καν να σε εκδικηθώ. Έμεινε μόνο στα χείλια μια πικράδα, η γεύση της προδοσίας.

39


Οδοιπόρος στην πόρτα σου Μέσα στο λιοπύρι, έβραζε ο τόπος γύρω, στάθηκα για λίγο στην πόρτα σου μια ανάσα να πάρω. Κρατούσα λουλούδια στα χέρια, ήλιο στην καρδιά, ντυμένη στα λευκά. Η κούραση μου, βράχος βαρύς, κάρφωνε τα πόδια μου στη γη. Με κυνήγησαν άγρια τα σκυλιά σου. Έστειλες και κάποιες πονηρές παραδουλεύτρες να με διώξουν. Ούτε ένα ποτήρι νερό δεν ήπια στην πόρτα σου. Φεύγω τώρα, έχε γεια! Την επόμενη φορά που θα περνάω θα φροντίσω ν’ αλλάξω δρόμο.

40


Τι ψάχνεις τώρα; Τώρα τι ψάχνεις για να βρεις, στάλα χαρά δεν μου έδωσες, το τραίνο χάσαμε της ηδονής, κι εμένα, εσύ με πρόδωσες. Έχω πια φύγει, δεν είμαι εδώ, κάπου στο σύμπαν έχω χαθεί, έχω πια πάψει να σε ποθώ, το όνομα σου έχει σβηστεί. Τι ψάχνεις τώρα και τι γυρεύεις, είναι αργά για να με βρεις, μάθε ξανά καρδιές όταν κλέβεις, τον πόνο του άλλου να σεβαστείς. Έχω πια φύγει!!! Απουσιάζω!!!.... και γνώμη διόλου, πια δεν αλλάζω!!!

41


Στη ζωή μου είσαι συμφορά! Μικρή που είναι η ζωή, και τρέχω να προφτάσω, να ζήσω τη χαρά ποθώ, στιγμή δεν θέλ’ να χάσω. Τα χρόνια πέρασαν γοργά, ωσάν τα χελιδόνια, άφησαν πίσω τους πολλά λούλουδα, μα και χιόνια. Έζησα πράγματα πολλά, χειμώνες, καλοκαίρια, αγώνες, που τους κέρδισα κι άλλους που έχω χάσει, νύχτες γλυκές, εξωτικές με πάνω μου τ’ αστέρια. Πίκρες καημούς και βάσανα σωρό έχω περάσει. Αγάπες, έρωτες και πάθη απ’ την ζωή περάσανε γλυκό κρασί, πικρό ψωμί, και μέλι με κεράσανε. Μια αγάπη εφηβική, μεγάλη, αγνή και θεϊκή αλήθεια απ΄αυτές που ζούνε μόνο μια φορά στα παραμύθια. Μια αγάπη ονειρεμένη, άγια, θεϊκή, μες στην ζωή με οδηγεί, με φυλάει, με προστατεύει, προσευχή. Και ένα πάθος ξωτικό απ΄όλα τ΄άλλα ξεχωριστό, θυσία μ΄είχε κάνει, στης κόλασης του το βωμό.

42


Όλα αυτά και άλλα πολλά μες στην καρδιά μου έχω, μου κάνουν πάντα συντροφιά και τα δεινά αντέχω. Ποιος δαίμονας; Μες στο μυαλό μου μπήκε ξαφνικά, και του έρωτα σου την σπορά έβαλε εκεί, με πονηριά. Και ενώ θα πρέπει να κοιτώ να συνεχίσω την ζωή μέσα στον ίδιο το σκοπό, πλήρης, σωστή και λογική. Βρίσκομαι τώρα ξαφνικά, μες την δική σου πυρκαγιά να τρέχω, για δε ξέρω πού. Είναι μια σκέτη συμφορά!

43


Η Πληγή Πήρα το κοφτερό μαχαίρι αυτό που μου δώρισες Εσύ Δημιουργέ και Πλάστη… Έσκισα την πληγή μου ως το κόκκαλο. Δεν ήταν η πρώτη φορά, και άλλες φορές το είχα επαναλάβει. Μυρμήγκια, σκουλήκια, ακαθαρσίες, και αίμα, αίμα ζωντανό, υγιές, κατακόκκινο. Καθάρισα όπως, όπως, στα γρήγορα ότι μπορούσα. Έραψα το δέρμα, επιφανειακά, αλλά αριστοτεχνικά, ώστε να μην μπορεί κανείς να διακρίνει την πληγή μου… Είχα αργήσει… Συνέχισα το δρόμο μου…

44


IV


Που να ακουμπήσω την θλίψη μου; Που να ακουμπήσω την θλίψη μου; Στον κήπο; Φοβάμαι μήπως και τα λουλούδια ξεραθούν. Στο ποτάμι; Φοβάμαι μήπως και τα νερά πικρίσουν. Στο δάσος; Φοβάμαι μήπως τα δένδρα λυγίσουν, φύλλα και κλαριά στο χώμα ακουμπήσουν. Στο βουνό; Φοβάμαι πως την θλίψη μου σαν την ακούσουν τα πουλιά θα χάσουν την γλυκιά λαλιά. Στη θάλασσα; Φοβάμαι μήπως σαν αγριέψει, κύμα φονιάς ίσως θεριέψει και το καράβι που αρμενίζει στα σπλάχνα μέσα της βυθίσει. Στον ουρανό; Φοβάμαι μήπως, μήπως τ αστέρια ξεκαρφωθούν και κάτω όλα σωριαστούν μην το φεγγάρι σβήσει, τη νύχτα που στολίζει.

46


Που να ακουμπήσω την θλίψη μου; Του έρωτα το βάσανο, παρηγοριά που να βρει; Αχ! Δεν βρίσκω πουθενά την θλίψη μου ν΄ αφήσω θα τηνε κρύψω στην καρδιά μαζί μ΄ αυτήν θα ζήσω. Μπορεί στο πέρασμα του χρόνου να γιατρευτεί η πληγή του πόθου. Γιατρός είναι ο χρόνος σαν λησμονιέται ο πόνος.

47


Το σ΄ αγαπώ που σου είπα Αυτό το σ΄ αγαπώ που σου είπα δεν ήταν μια λέξη της γλώσσας των ανθρώπων. Ήταν το φως από το χαμόγελο των αγγέλων σαν συναντούν τις σειρήνες στο λαμπύρισμα του φεγγαριού πάνω στης θάλασσας την όψη. Ήταν η πρώτη μα και η τελευταία σκέψη ενός ανθρώπου στο ταξίδι του, σε αυτό που ζωή ονομάζουμε. Ήταν μια ακτίνα που ταξιδεύει ακόμη και για πάντα ως εκεί που δεν υπάρχει τέλος. Ήταν ο ήχος του σύμπαντος κοντά στις παρυφές του απείρου την ώρα που επεκτείνεται και την ανυπαρξία την κάνει ύπαρξη.

48


Μπορείς Άκουσε. Το θρόισμα του σύμπαντος, στης καρδιά μου τους κτύπους. Άκουσε. Μαζί να το ακούσουμε… Ξέρω… Μπορείς… Το νιώθω πως μπορείς… Μα κι αν δεν μπορείς, πάρε τ΄ αυτιά μου και άκουσε… Δες, δες την αλήθεια. Δες, δες την ομορφιά. Δες την αγάπη. Μαζί να τα δούμε. Ξέρω πως μπορείς. Μα κι αν δεν μπορείς, πάρε τα μάτια μου για να βλέπεις. Νιώσε. Το αεράκι το γλυκό της αγάπης, μέσα στην πνοή μου. Ξέρω… Μπορείς… Το νιώθω πως μπορείς… Αγάπη. Χαρά. Ομορφιά. Άσε γυμνό το κορμί σου στον ήλιο της αγάπης και νιώσε την χαρά, αυτής της ζεστασιάς στο δέρμα

49


Μαζί να τα νιώσουμε. Ξέρω πως μπορείς… Αφήσου… Μην φοβάσαι… Το νιώθω… Ξέρω πως μπορείς… Μα κι αν δεν μπορείς, πάρε την ψυχή μου και νιώσε…

50


Να μην ξυπνήσω Τόσο πολύ σ’ αγαπώ, που καίγομαι όταν σε ποθώ, όλη τη νύχτα σ’ αναζητώ και δεν μπορώ να κοιμηθώ. Αχ Θεέ μου είναι βάσανο, τρανή είναι απελπισία, να θέλω λίγο βάλσαμο, να βρίσκω αδιαφορία. Δεν το μπορώ χωρίς εσέ, ούτε στιγμή να ζήσω. Πόνε μου εσύ και στεναγμέ, πώς να σε λησμονήσω; Η ερωτευμένη μου η καρδιά πονάει και υποφέρει, ψάχνει να βρει τη γιατρειά παρέα με άλλο ταίρι. Μα μόνο εσένα αγαπά, μόνο εσένα θέλει, λες και η δική σου αγκαλιά τάχατις στάζει μέλι;! Όλες οι ξένες αγκαλιές, με ρίχνουν στα σκοτάδια, ψεύτικες είναι παρηγοριές

51


και μένει η ψυχή μου άδεια. Μες στη δική σου αγκαλιά θαρρώ θα σπάσει η καρδιά, ανατριχιάζει το κορμί, αγαλλιάζει η ψυχή! Όταν θα έρθει με τη σειρά, και θα με πάρεις αγκαλιά, απ΄ το Θεό θα το ζητήσω. “Απ΄ του ονείρου τη χαρά, ποτέ να μην ξυπνήσω!”

52


Μαζί θα φύγουμε Της ψυχής μου το τραγούδι και το κλάμα συνάμα, άκουσε. Πέταξε από τα αυτιά σου τις φωνές που θέλουν να σε ξεστρατίσουν. Τα μάτια σφάλισε στο φως μονάχα, αγάπη που το λένε, και έλα. Πέτα πάνω από στεριές και θάλασσες. Έχει φτερά ο έρωτας. Χρόνια σε περιμένω για να έρθεις. Εδώ στην άκρη της γης, ένα βήμα πριν το ύστατο το βάραθρο του δικού μου κόσμου. Σαν φτάσεις, μαζί θα φύγουμε, και δεν θα γυρίσουμε ποτέ ξανά πίσω.

53


Χωρίς αγάπη πώς να ζήσω; Αγάπη! Σε ψάχνω από παιδί, σε αναζητώ πάνω στη γη, μα και στον ουρανό ψηλά, συνέχεια η ψυχή μου σε ζητά. Θέλω στον ίσκιο σου να ρθω, να κάτσω εκεί να ονειρευτώ. Δροσιά να βρω, να ξαποστάσω, την θλίψη μου να ξεπεράσω. Μα δεν σε βρίσκω πουθενά, όσο κι αν σε ψάχνει η καρδιά. Όνειρο είσαι απατηλό, στον κόσμο τούτο το θλιβερό, που οι έρωτες είναι συμφέρον ανθρώπων άπληστων και γέρων. Αγάπη μήπως είσαι λουλούδι; ή άραγε είσαι τραγούδι; Ρέεις στων γέλιων τα ρυάκια, μέσα στα παιδικά ματάκια; Μήπως να είσαι ηλιαχτίδα που μας χαρίζει την ελπίδα; Στην παγωνιά μην είσαι θέρμη να ζεσταθούμε λίγο οι έρμοι; Αγάπη σαν σε συναντήσω, ξωπίσω σου θα ακολουθήσω, με άνθη ψυχής θα σε στολίσω,

54


θα σε υψώσω ως τ’ αστέρια. Θα προσκυνήσω τα αγιοκέρια που ανάβουν οι προσκυνητές σου, οι φλογισμένοι οι εραστές σου. Αγάπη σαν σε συναντήσω, μες στην καρδιά μου θα σε κρύψω, ροδόνερο θα σε ποτίσω. ποτέ δεν θα σε εγκαταλείψω. «Χωρίς αγάπη πώς να ζήσω;» Κι όταν τον κόσμο αυτόν αφήσω, η ώρα σαν φτάσει να τον αποχαιρετήσω, στη καρδιά μου φυλαχτό θα σε κρατήσω. Γυμνή απ΄ αγάπη να μαι εκεί ‘πάνω; «Χωρίς αγάπη πώς να αποθάνω;»

55



η ποιητικη συλλογη οδοιπορος στην πορτα σου της Βαγιας Γιαννακοπουλου στοιχειοθετηθηκε & σελιδοποιηθηκε τον Ιουνιο του 2014 απο τις εκδοσεις δυανυσμα και κυκλοφορει δωρεαν σε ηλεκτρονικη μορφη στο διαδικτυο αριθμος εκδοσης |25|

εκδόσεις

ΔΙΆΝΥΣΜΑ



Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.