Λευτέρησ Τςίλογλου
Ο δθλωςίασ (ςαν μυκιςτόρθμα)
Αθήνα 2016 1
Αφιερώμεται στομ αμώμυμο αγωμιστή της εποχής εκείμης, που με πίστη και αλτρουισμό αγωμίστηκε για μια μέα Ελλάδα ελεύθερη και καλύτερη απ’ αυτήμ που είχε γμωρίσει.
2
Περιεχόμενα 01. Ειςαγωγι - Θ πλθγι τθσ «διλωςθσ αποκιρυξθσ»……..……. 5 02. 1952- Νικιτασ ……………….……………………………………………… 8 03. Ειςαγωγικι τοποκζτθςθ ……………………………………………… 12 04. 1938. Μακθτισ γυμναςίου …………………………………………. 19 05. 1939 - Θ παρζα ωριμάηει ……………………………………………… 26 06. Ο Μίμθσ …………………………………………………………………….. 29 07. Το βάπτιςμα του πυρόσ ……………………………………………… 32 08. Μια νζα οργάνωςθ χτίηεται ………………………………………….. 36 09. Μια ςχζςθ επιςθμοποιείται …………………………………………. 39 10. 1940- Απϊλειεσ …………………………………………………………… 42 11. Οκτϊβρθσ του 40. Θ εκνικι ανάταςθ……………………………. 45 12. Θ εξαφάνιςθ του Αντϊνθ …………………………………………… 49 13. Ο γάμοσ του Νικιτα με τθ Μαριϊ ………………………………. 51 14. Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν τθ χϊρα…………………………. 53 15. Θ ζναρξθ τθσ αντιςταςιακισ δράςθσ …………………………… 57 16. Ρρωτακοφςτθκε το όνομα ΕΡΟΝ………………………………. 60 17. Θ προςπάκεια για οργάνωςθ κι αντίςταςθ ςυνεχίηεται… 62 18. Ο πυρινασ ςτθ Νζα Λωνία …………………………………………… 64 19. Μζρεσ χαράσ κι ελπίδασ ……………………………………………… 66 20. Θ τρομοκρατία ………………………………………………………….. 68 22. Θ δίκθ του ςτρατοδικείου……………………………………….. 73 23. Θ μαφρθ νφχτα ……………………………………………………….. 80 24. Θ άλλθ μζρα ……………………………………………………………. 83 25. Μια ςφντομθ ιςτορικι αναδρομι………………………………. 86 26. Ο προοδευτικόσ πολίτθσ μετά τθν απελευκζρωςθ… 96 27. Θ διλωςθ αποκιρυξθσ…………………………………………….. 100 28. Επιςτροφι ςτθν οικογζνεια ……………………………………… 104 3
29. Το επόμενο διάςτθμα ………………………………………………… 109 30. Τα πρϊτα χρόνια μετά τθν αποφυλάκιςι του …………. 114 31. Αργότερα……………………………………………………………………… 118 32. Το φάνταςμα επανεμφανίηεται …………………………………. 122 33. Το ςχζδιο παίρνει ςάρκα και οςτά……………………………….. 126 34. Θ εφαρμογι του ςχεδίου ………………………………………….. 132 35. Ο δικθγόροσ ……………………………………………………………….. 134 36. Επιτζλουσ αιςκάνεται απελευκερωμζνοσ ………………….. 137 37. Το δικαςτιριο …………………………………………………………….. 141 38. Θ ςυμπεριφορά των περιοίκων μετά τθν αποκάλυψθ….. 143 39. Ε π ί λ ο γ ο σ………………………………………………………………. 148 40. Ιταν αναπόφευκτθ θ πορεία; ……………………………………. 150
4
Ειςαγωγή 01. Η πλθγι τθσ «διλωςθσ αποκιρυξθσ» H διαβόθτθ «διλωςθ αποκιρυξθσ» ταλαιπϊρθςε με επϊδυνο τρόπο τθ χϊρα επί δεκαετίεσ, άνοιξε πλθγζσ ςε δεκάδεσ χιλιάδεσ ανκρϊπουσ και – γιατί να μθν το ποφμε - ςυντζλεςε με άμεςο ι ζμμεςο τρόπο ςτο κάνατο ι τθ ςυντόμευςθ τθσ ηωισ πολλϊν από αυτοφσ. Το φαινόμενο εμφανίςτθκε πριν από τθν κατοχι με τθν ίδρυςθ ςτθ χϊρα μασ του Λενινιςτικοφ κόμματοσ και τθν εμφάνιςθ του «μπαμποφλα του κομμουνιςτικοφ κίνδυνου». Ριρε όμωσ μεγάλεσ διαςτάςεισ μετά τθν απελευκζρωςθ από τουσ Γερμανοφσ και τθν ιττα τθσ Αριςτεράσ. Ππωσ ς’ όλα τα προβλιματα, ζτςι κι εδϊ, εμπλζκονται δυο παίκτεσ, που ςτθν περίπτωςι μασ είναι θ νικιτρια από τθν εμφφλιο Δεξιά ςυντθρθτικι παράταξθ και θ θττθμζνθ Αριςτερά. Με τουσ όρουσ Δεξιά και Αριςτερά εννοϊ περιςςότερο τισ θγετικζσ κυρίαρχεσ ελίτ τουσ. Θ μεν Δεξιά ζχοντασ τθν ζπαρςθ τθσ νίκθσ ικελε όλα τα λάφυρα δικά τθσ και τον οριςτικό διαςυρμό των αντιπάλων. Ρίςτευε – αφελϊσ - ότι ο θκικόσ διαςυρμόσ του αντιπάλου, κα ολοκλιρωνε τθν νίκθ και κα μονιμοποιοφςε τθν εξουςία τθσ, κα τθν ζκανε μονοκράτορα ς’ ζνα βαςίλειο υλικϊν και θκικϊν ερειπίων. Λάκοσ - από τθ γζννθςθ τθσ - αντιμετϊπιςθ, απόρροια κιόλασ του χαμθλοφ επιπζδου τθσ επικρατοφςασ τάςθσ μζςα ςτισ τάξεισ τθσ νικιτριασ δεξιάσ παράταξθσ. Γιατί όχι μόνο δεν καταπολεμοφςε τον αντίπαλο, αλλά αντίκετα τον ζκανε ςυμπακι ςτισ νζεσ γενιζσ που μεγάλωναν και διεκδικοφςαν να παίξουν το ρόλο τουσ μζςα ςτθν κοινωνία.
5
Γι’ αυτοφσ που δεν πρόλαβαν να ηιςουν τον εφιάλτθ και δεν ζχουν τισ αντίςτοιχεσ μνιμεσ, ςυνιςτϊ να καταφφγουν ςτα ςϊματα των εφθμερίδων τθσ εποχισ και να βρουν τα κατάπτυςτα αυτά κείμενα, να προςπακιςουν - ζςτω - νοερά να επικοινωνιςουν με τθν ατμόςφαιρα τθσ εποχισ και να φανταςτοφν τα δράματα των ανκρϊπων που αναγκάηονταν με βία να φτφςουν ολόκλθρθ τθν προθγοφμενθ ηωι τουσ. Τουσ ςυναγωνιςτζσ τουσ ςτουσ αγϊνεσ για τθ λευτεριά. Ενϊ ςυγχρόνωσ τουσ απομόνωνε κι ο προθγοφμενοσ κφκλοσ τουσ. Δφςκολο, αλλά όχι ακατόρκωτο εγχείρθμα. Κζλω - με λφπθ πραγματικι - να κριτικάρω τθ ςτάςθ τθσ Εκκλθςίασ, που δεν ςτάκθκε ουδζτερθ και πιρε κζςθ. Χϊριςε με ευκολία το ποίμνιο τθσ ςε αμνοφσ και ερίφια. Είναι χαρακτθριςτικό ότι ςε απομονωμζνα ακροατιρια όπωσ τα χωριά, που οι αναγνϊςτεσ των εφθμερίδων ιταν πολλοί λίγοι, οι «δθλϊςεισ μετανοίασ» κατοίκων του χωριοφ διαβάηονταν από τον παπά ςε κάποιο ενδιάμεςο ςθμείο τθσ κείασ λειτουργίασ. Ο ευτελιςμόσ να ζχει, βλζπεισ και… «τθν χάρθ του Κυρίου». Πμωσ, υπάρχει και θ άλλθ όψθ του νομίςματοσ. Ροια ιταν θ ςτάςθ τθσ άφρονοσ θγεςίασ του ΚΚΕ; Με τισ ενζργειεσ και τα εγκλθματικά τθσ λάκθ, άφθςε ξεκρζμαςτουσ τουσ άμοιρουσ οπαδοφσ τθσ ςτθν εκδικθτικι μανία των δολοφονικϊν ορδϊν. Θ κφρια απαςχόλθςι τθσ ιταν θ διατιρθςθ τθσ κομματικισ 6
εξουςίασ και θ - εν τθ γενζςει τθσ - εξουδετζρωςθ κάκε απόπειρασ αμφιςβιτθςθσ του αλάκθτοφ τθσ. Μθ ομολογθμζνθ, αλλά εκ των πραγμάτων υπαρκτι, απαίτθςθ από τουσ οπαδοφσ τθσ, για ανζνδοτθ αντίςταςθ ςε κάκε υποχϊρθςθ. Είναι χαρακτθριςτικό πϊσ αντιμετωπιηόταν ο άμοιροσ οπαδόσ που δεν άντεχε τθν ακολουκία των πιζςεων κι ζβαηε μια υπογραφι. Απομόνωςθ, προδοςία, ξεφτιλιςμόσ. Το ΚΚΕ απαιτοφςε από τουσ οπαδοφσ του να γίνουν υπεράνκρωποι, δεν ικελε να δεχκεί ότι οι αντοχζσ του κακενόσ ζφταναν ςε κάποιο όριο και ότι πίςω από κάκε άτομο υπιρχαν οικογζνειεσ, αδζλφια, παιδιά, που αντιμετϊπιηαν τισ ςυνζπειεσ, ςτο επάρατο αξίωμα τθσ οικογενειακισ ενοχισ. Το κόμμα δε βγικε οφτε μια φορά, μ’ ζναν οποιοδιποτε τρόπο να δείξει μιαν ανοχι, μια ςυμπαράςταςθ, ζνα παρθγορθτικό χάδι ςτισ πλθγωμζνεσ ψυχζσ. Συνζχιηε επί χρόνια να δίνει μια εξαρχισ καταδικαςμζνθ μάχθ, που ιταν βοφτυρο ςτο ψωμί των πιο ακραίων ςτοιχείων. Κι όταν ιρκε θ ϊρα τθσ κατάρρευςθσ, αμετανόθτοι κρφφτθκαν ςτισ φιλόξενεσ «ςοςιαλιςτικζσ δθμοκρατίεσ», αφινοντασ ςτο ζλεοσ τουσ οπαδοφσ, που πίςτεψαν ςτα οράματα τθσ Εκνικισ Ανεξαρτθςίασ και μιασ δικαιότερθσ κοινωνίασ. Θ διακιρυξθ του ςυνκιματοσ, το όπλο παραπόδα, ιταν και θ εφγλωττθ δικαιολογία πάνω ςτθν οποία πάτθςαν οι ακραίοι κφκλοι των νικθτϊν για μια φαινομενικι νομιμοποίθςθ τθσ ςυνζχιςθσ των πάςθσ φφςεωσ διωγμϊν. Το αφιγθμα που ακολουκεί αποπειράται να περιγράψει κάποια πλευρά αυτισ τθσ τραγωδίασ.
7
02. 1952 - Νικιτασ Το υποςχζκθκε ςτον εαυτό του εκείνθ τθ ςτιγμι. Άλλθ φορά από το δρόμο τθσ οδοφ Μαγνθςίασ, δεν κα ξαναπεράςει. Ορκίηεται - ςε ό,τι μζςα του απζμεινε ιερό - ότι δεν είναι φόβοσ. Πχι! Είναι ςιχαςιά. Ωσ εδϊ και μθ παρζκει! Το ποτιρι ξεχείλιςε. Ακοφσ εκεί; Ο τιποτζνιοσ άνκρωποσ, ο υπθρζτθσ κάκε αποχρϊςεωσ αφζντθ, το ςκατό τθσ ςυνοικίασ, ζγινε κι αυτό… τιμθτισ! Τι αναποδογφριςμα αξιϊν ζχει τελικϊσ επζλκει ςτθν κοινωνία μασ πια, Κεζ μου ; Είχε κόψει τα πολλά τα πάρε-δϊςε με αρκετοφσ από τουσ παλαιοφσ γνωςτοφσ του. Με λίγουσ είχε εκ των πραγμάτων φιλικζσ επαφζσ, αφοςιωμζνοσ ολοκλθρωτικά ςτθν εξαςφάλιςθ των αναγκαίων για τθ ςυντιρθςθ τθσ οικογζνειασ του. Σιμερα κακϊσ περνοφςε ςτο δρόμο να παραδϊςει τα παποφτςια ς’ ζναν πελάτθ του, ο Μπάμπθσ ο κοντόσ, που ςτθ ηωι του δεν αξιϊκθκε ποτζ να ςταυρϊςει γυναίκα, που με τα λίγα μόνο μποφόρ κλεινόταν απ’ το φόβο ςτο καβοφκι του, ο ψοφοδεισ και ο μονίμωσ απϊν ςτα προςκλθτιρια όλων των προθγοφμενων χρόνων, πετάχτθκε με φόρα ζξω από το καφενείο και μ’ ζνα παράξενο, αλλά τόςο πλθγωτικό κράςοσ εισ επικοον όλων απευκυνόμενοσ προσ αυτόν του είπε: - Ασ το διάολο ρε προδότθ ! Δε γουςτάρουμε να περνάσ απ’ τθ γειτονιά μασ! Οφτε ζνα βλζμμα δεν του ζριξε. Δεν άξιηε καν τον κόπο. Ρολφ περιςςότερο να του απαντιςει. Εκείνο που τον πλιγωςε ιταν το αδιάφορο ζωσ εχκρικό φφοσ των υπόλοιπων καμϊνων, ζνασδυο από τουσ οποίουσ ςε προθγοφμενα χρόνια ιταν άνκρωποι με τουσ οποίουσ είχε κοινζσ μνιμεσ και διάφορα πάρε δϊςε όλων των φφςεων. Είναι φανερό ότι κάποιοσ χαμερπισ και 8
κακόβουλοσ τον είχε δαςκαλζψει και τον ϊκθςε να λειτουργιςει ζτςι, αμείβοντάσ τον μ’ ζνα καραφάκι. Ροτζ από μόνοσ του δε κα ιταν ικανόσ να πάρει τζτοια πρωτοβουλία. Δεν ιταν ςτισ προδιαγραφζσ του κάτι τζτοιο. Ροιόσ και γιατί του ιταν άγνωςτο Αυτά ςτισ ηωντανζσ κι επί τόπου εντυπϊςεισ. Πταν μετά ο πρϊτοσ κυμόσ και θ αγανάκτθςθ είχαν κάπωσ καταλαγιάςει μζςα του, ςκζφτθκε το πράγμα πιο ψφχραιμα. Είναι ςωςτι θ τακτικι να δθμιουργεί μόνοσ του απαγορευμζνεσ περιοχζσ ςτο ίδιο του τον τόπο; Δθλαδι κα επιτρζψει, θ απάνκρωπθ ςυμπεριφορά μερικϊν κοντόφκαλμων ςυμπατριωτϊν του, να περάςει ςτισ κακθμερινζσ του ςυνικειεσ; Αν το δεχκεί αυτό, ποια κα είναι θ τελικι κατάλθξθ; Θ πλιρθσ απομόνωςι και θ αναγκαςτικι του μεταςτζγαςθ ςε νζο τόπο κατοικίασ. Πχι, όχι! Δε κα τουσ κάνει αυτι τθ χάρθ! Ρρζπει να το ςκεφτεί καλά. Δεν είναι και μόνοσ. Ζχει γυναίκα και δυο παιδιά. Ραιδιά που εδϊ γεννικθκαν και είδαν το φωσ τθσ ηωισ. Εδϊ πζραςαν τα λίγα χρόνια τθσ ηωισ τουσ και δεν ξζρει αν ζχει το δικαίωμα για μια βίαιθ μεταφφτευςι τουσ ς’ ζνα νζο τόπο. Μετά, πϊσ να το κάνουμε, εδϊ είναι κι ο δικόσ του τόποσ, είναι το πατρικό ςπίτι ςτο οποίο γεννικθκε, εδϊ είναι θ εκκλθςία που βαφτίςτθκε, που παντρεφτθκε και επιπλζον είναι από τουσ πρϊτουσ κατοίκουσ τθσ ςυνοικίασ. Εδϊ είναι και ο τάφοσ των αγαπθμζνων του γονιϊν. Πχι, λοιπόν! Δε κα τουσ κάνει το χατίρι. Ρρζπει να οπλιςτεί με τθν αναγκαία υπομονι και ψυχραιμία. Άλλωςτε με ποιο δικαίωμα και με τι προςόντα τα βάηουν μαηί του; Επιτζλουσ ασ του πει κάποιοσ ποιό είναι το ζγκλθμα που ζκανε κι ασ βγουν οι αδζκαςτοι αυτοί ειςαγγελείσ να τον κζςουν ενϊπιον των ευκυνϊν του. Είναι και το άλλο, που μόνο από μζςα του κα το 9
ςκεφτεί και ποτζ δε κα το πει φωναχτά γιατί δεν ταιριάηει και ςτο χαρακτιρα του: - Ελάτε εδϊ, ρε άτεγκτοι κατιγοροι! Γιατί δεν κοιτάτε τισ δικζσ ςασ τισ φωλιζσ; Ρότε κάνατε κάτι καλό ι κακό για να ςασ κρίνουν οι άλλοι; Μια ηωι χωμζνοι ςτθν αςφάλεια τθσ ςιωπισ, πϊσ τϊρα ςθκϊνετε κεφάλι και κρίνετε τον άλλον; Ζξω απ’ το χορό πολλά τραγοφδια λεσ. Τότε όλα είναι εφκολα. Κα ικελα να ςασ δω ςτα δφςκολα κι αυτά δεν τα δοκιμάςατε. Βγάλτε λοιπόν τϊρα το ςκαςμό… Ευτυχϊσ από τθν πλευρά τθσ οικογζνειασ του τα πράγματα είχαν μια τακτοποιθμζνθ θρεμία και ςτακερότθτα. Με τθ δουλειά του τα κουτςοκατάφερνε για τα ςτοιχειϊδθ ζξοδα. Εκ των πραγμάτων αναγκάςτθκε να ςυνεχίςει το επάγγελμα του πατζρα του, αφοφ θ τρφπα που ονόμαηε μαγαηί κι ο αναγκαίοσ εξοπλιςμόσ και τα εργαλεία του τςαγκάρθ ιταν διακζςιμα. Ασ είναι καλά θ αγαπθμζνθ του Μαριϊ! Ιταν ζνα παλικάρι, ζνασ ακλόνθτοσ βράχοσ ςτιριξθσ όλων και κυρίωσ του ίδιου. Σαν κυνθγθτικό ςκυλί μυριηόταν τισ δυςκολίεσ που αντιμετϊπιηε και ιταν πάντα ζτοιμθ να δϊςει τισ δικζσ τθσ μάχεσ και λφςεισ. Για τθ Μαριϊ ο Νικιτασ, ο άντρασ τθσ, ιταν θ μεγάλθ και μοναδικι αγάπθ ςτθ ηωι τθσ, που ποτζ δε κα ςβιςει. Θ ακάνατθ ραπτομθχανι Σίνγκερ που κλθρονόμθςε από τθ ςυγχωρεμζνθ μάνα τθσ, τθν ζβγαηε αςπροπρόςωπθ ςτα πάντα. Τα ροφχα των παιδιϊν και τα δικά τθσ, μικροδιορκϊςεισ για τα δικά του και ςιγά ςιγά απλωνόταν, ωσ καλι μοδίςτρα ςτθ 10
γειτονιά. Ανοίγματα, ςτενζματα, μπαλϊματα, καμιά ρόμπα, τςόνταρε κετικά ςτον οικογενειακό προχπολογιςμό. Είχε ιδθ ςτακεροφσ πελάτεσ και φιλοδοξοφςε ζνα ευρφτερο άνοιγμα ςτθν απαςχόλθςι τθσ. Ρεριςςότερο όμωσ άξιηε θ ψυχολογικι τθσ ςτιριξθ ςτισ μζχρι τϊρα επιλογζσ του. Ράντα με το μζροσ του, πάντα να ςυμφωνεί μαηί του και να τον ςτθρίηει. Αλίμονο αν δεν είχε κι αυτιν. Δεν ξζρει αν κα άντεχε τον πολφπλευρο πόλεμο που αντιμετϊπιηε από πρϊθν φίλουσ, ςυντρόφουσ, αλλά και από τουσ μόνιμουσ αντιπάλουσ. Ο τυχαίοσ κι αςτόχαςτοσ άνκρωποσ, ξεχνϊντασ τα δικά του αμαρτιματα, πολφ εφκολα αρπάηεται από τθ δυνατότθτα να μεταφζρει τ’ απωκθμζνα του ςε ζναν τρίτο ςτόχο κι εκεί να ρίξει πάνω του όλα τα βάρθτα του κόςμου. Ο άνκρωποσ χωρίσ αξιόλογο πνευματικό υπόβακρο, ρζπει εφκολα προσ τθν κριτικι, αλλά απεχκάνεται με πάκοσ τθν αυτοκριτικι. Ραντρεφτθκαν λίγο πριν τθν ζναρξθ τθσ κατοχισ μετά από μια δυνατι ςχζςθ κι ο γάμοσ τουσ ςτεφανϊκθκε με δυο πανζμορφα παιδιά. Θ Ελενίτςα γεννικθκε ζνα χρόνο μετά κι ο μικρόσ Κϊςτασ ιρκε ςτθ ηωι ςτο διάςτθμα που άρχιηαν οι ςκλθρζσ προςωπικζσ του περιπζτειεσ. Για τα παιδιά του κα πολεμιςει με δόντια και με νφχια. Δεν είναι όλοι ανεφκυνοι. Γφρω του υπάρχει ζνασ μικρόσ ζςτω κφκλοσ ανκρϊπων με κατανόθςθ και μπζςα, που ςεβάςτθκαν τθν ιδιωτικι του ηωι κι όχι μόνο. Τον ςτιριξαν φζρνοντάσ του δουλειζσ και ςυςτινοντάσ και ςε άλλουσ. Μςωσ ςε λίγο καιρό κάνει και το επαγγελματικό άλμα, ανοίγοντασ ζνα αξιοπρεπζσ κατάςτθμα ςτον κεντρικό εμπορικό δρόμο, το Φαρδφ.
11
03. Ειςαγωγικι τοποκζτθςθ Αυτόσ ο τόποσ πζραςε πολλζσ κακουχίεσ. Δεν αναφζρομαι ςτα δεινά από τουσ ξζνουσ κατακτθτζσ, που ςε διάφορεσ εποχζσ τον διαγοφμιςαν και ροφφθξαν όλο τον ανκό του ςε ανκρϊπινεσ ηωζσ και υλικά αγακά. Αυτζσ οι περιπτϊςεισ ερμθνεφονται εφκολα και απαντϊνται ςυχνά και παντοφ ςτισ ιςτορίεσ των διαφόρων λαϊν. Πχι! Εγϊ αναφζρομαι ςτουσ εςωτερικοφσ διχαςμοφσ, ςτισ εμφφλιεσ διαμάχεσ, που πλιγωςαν τθν πατρίδα ακόμα και πριν από δθμιουργία του επίςθμου Ελλθνικοφ κράτουσ και επαναλιφκθκαν πολλζσ φορζσ ςε μεταγενζςτερεσ φάςεισ. Ροιο είναι το πιο παράξενο ; Αν κάποιοσ ενςκιψει ςτθ μελζτθ αυτϊν των περιπτϊςεων κα δει ότι τα μίςθ, το ακϊο αίμα, οι διαρπαγζσ και τα πιο ειδεχκι εγκλιματα ςυνζβθςαν τότε. Ναι! Μεταξφ ςυμπατριωτϊν, γειτόνων κι αδελφϊν. Θ ςυνζπεια αυτισ τθσ διαπίςτωςθσ είναι να νιϊςει κανείσ ντροπι κι απογοιτευςθ. Αυτό ιταν το κίνθτρο να γραφεί αυτό το βιβλίο. Να αναδείξει και να καταδικάςει το κλιβερό φαινόμενο των εμφφλιων ςπαραγμϊν, ελπίηοντασ ζςτω και αχνά - να βοθκιςει ςτθν κατεφκυνςθ να μθν επαναλθφκοφν τα ίδια φαινόμενα ςτο μζλλον. Βεβαίωσ ζχω τθ ςυνείδθςθ τθσ ουτοπίασ του ιςχυριςμοφ μου, αλλά ασ επιτρζψω ςτον εαυτό μου τθ χλωμι ελπίδα ότι θ ζκκλθςθ αυτι κα ςυμβάλει ζςτω και αμυδρϊσ. Μζςα ςτον άνκρωπο βρίςκονται εν υπνϊςει όλα τα προπατορικά ελαττϊματά του. Θ διαβίωςθ του ςε κοινωνία μαηί με άλλουσ ίςωσ να τα εξοβζλιςε, κα ιςχυριηόταν κάποιοσ. Ρροςωρινά, ναι. Αλλά με τθν πρϊτθ ευκαιρία που δίνεται, ηωντανεφουν αλϊβθτα με όλθ τθν ανκρωποφαγικι τουσ 12
ζνταςθ. Ρλεονεξία, αχορταγιά και αρπακτικότθτα! Αυτό είναι το υπόβακρο που οπλίηει ζνα, ίςωσ φιλιςυχο προθγουμζνωσ, ανκρϊπινο ον, να γίνει ςφαγζασ, να μετατραπεί ςε ζναν κατά ςυρροι δολοφόνο ςυνανκρϊπων του. Ο πολιτιςμόσ είναι λίαν επίπλαςτοσ. Ρολφ ςυχνά κι εφκολα παραμερίηεται κάτω από τα ςφμβολα μιασ κρθςκείασ ι το λάβαρο μιασ ιδεολογίασ ι το όραμα ενόσ μιςότρελου θγζτθ. Αναλογιςτείτε τα πολλαπλά παραδείγματα που ηοφμε όλοι, ακόμα και ςτισ μζρεσ μασ και κρυμμζνοι πίςω από ζνα πζπλο δικεν ψυχρισ αδιαφορίασ ζχουμε γίνει απλοί παρατθρθτζσ των εγκλθμάτων κατά του ανκρϊπου και των δθμιουργθμάτων του. Μερικζσ φορζσ κιόλασ είναι δφςκολθ και θ επζμβαςι μασ Μετά τθν απελευκζρωςθ τθσ χϊρασ από τθν γερμανοϊταλικι κατοχι και τθν παγίωςθ του κράτουσ τθσ δεξιάσ, ηιςαμε ςτθ χϊρα τραγικζσ κι ακραίεσ καταςτάςεισ. Θ αυτοκτονικι ςτάςθ τθσ θγεςίασ του ΚΚΕ, που είχε κλείςει τ’ αυτιά τθσ και δεν άκουε τα βογγθτά του λαοφ, τον Γολγοκά που ο κάκε προοδευτικόσ πολίτθσ κακθμερινά ανζβαινε, ζγινε το αποτελεςματικό εργαλείο ςτα ςχζδια τθσ δεξιάσ για τθν εξόντωςθ και τον εξοςτρακιςμό των αριςτερϊν αγωνιςτϊν. Το ΚΚΕ προςθλωμζνο ςτον ιδεολογικό ςτόχο τθσ κατάλθψθσ τθσ εξουςίασ, όπλιηε με επιχειριματα τθν δεξιά να ςυνεχίηει απτόθτθ τον αφανιςμό των απλϊν πολιτϊν. Ρρζπει ξεκάκαρα να τονιςτεί ότι εκείνο που περιςςότερο ενδιζφερε τθν θγεςία του ιταν να διατθριςει και να επαλθκεφει με κάκε ευκαιρία και με κάκε μζςο τθν εξουςία τθσ ςτα εναπομείναντα κουρζλια των οπαδϊν τθσ, πλουταίνοντασ ζτςι τθν ατζλειωτθ φάλαγγα των κυμάτων. Αναρωτικθκαν άραγε ποτζ όλοι αυτοί οι θγζτεσ, πριν τουσ ςκεπάςει το χϊμα, αν είναι οι ίδιοι - ςε ζνα ποςοςτό - οι θκικοί αυτουργοί αυτϊν των εγκλθμάτων τόςων και τόςων αγνϊν αγωνιςτϊν; 13
Ασ επικαλεςτϊ τθ φτωχι μου μνιμθ. Βλζπεισ ζχω δυο μειονεκτιματα. Ρρϊτον, ςτθν εποχι που αναφζρομαι ιμουν μικρόσ και δεφτερον, θ δικι μου οικογζνεια, μθ ζχοντασ ανακατευκεί φανερά με τα γεγονότα, γλφτωςε από τισ μεγάλεσ περιπζτειεσ. Ζχω όμωσ και δφο πλεονεκτιματα. Ρρϊτον, τθν ζντονθ περιζργειά μου για τα ςυμβαίνοντα γφρω μου και δεφτερον, τα επόμενα χρόνια πρόλαβα να ρωτιςω αρκετοφσ που ζηθςαν τα γεγονότα από κοντά και οι διθγιςεισ τουσ, όςο κι αν επθρεάηονται από το προςωπικό ςτοιχείο, μου ζδωςαν μια εικόνα των ςυμβάντων. Κυμάμαι τισ κατά καιροφσ ςυλλιψεισ από τθ γειτονιά ανκρϊπων, που χωρίσ να δϊςουν καμιά αφορμι, ςτζλνονταν ςε ξερονιςια, όπου υπιρχαν ενεργά ςτρατόπεδα εξόριςτων. Αυτζσ οι ςυλλιψεισ ιςυχων οικογενειαρχϊν είχαν περιςςότερο προλθπτικό χαρακτιρα. Να ςυνετίςουν τουσ ίδιουσ, αλλά και να φοβίςουν τουσ υπόλοιπουσ, ότι όπου να είναι ζρχεται θ ςειρά τουσ. Είχαν εφεφρει δε, ζνα ακόμα χρθςτικό γι’ αυτοφσ και καταπιεςτικό για τουσ υπόλοιπουσ και τα κφματα, κόλπο. Δε ςε απελευκζρωναν. Σου ζδιναν «άδεια» να πασ ςτο ςπίτι ςου, αλλά ανά πάςα ςτιγμι με το ζτςι κζλω του ντόπιου νωματάρχθ μποροφςεσ να επιςτρζψεισ ςτο χϊρο του «εκνικοφ ςωφρονιςμοφ». Βεβαίωσ και κατά τακτά χρονικά διαςτιματα, να δίνεισ το «παρϊν» ςτο αςτυνομικό τμιμα τθσ γειτονιάσ ςου. Κυμάμαι τα ψυχρά γομάρια, με το κραςφ φφοσ τθσ εξουςίασ, να βροντοχτυπάνε τθν πόρτα ςου - ακόμα και τθ νφχτα - για να ςου δϊςουν τθν πρόςκλθςθ επίςκεψθσ ςτο τμιμα τθσ Αςφάλειασ που τότε ιταν ςτο τζρμα τθσ Λάςονοσ «δι’ υπόκεςιν ςασ». Αυτό δεν ιταν τίποτε άλλο από μια ακόμα εκδιλωςθ του κλίματοσ τρομοκράτθςθσ. Εκεί ςε αυτζσ τισ προςκλιςεισ χιλιάδεσ πατριϊτεσ βρζκθκαν μπροςτά ςτο χονδροειδι εξανδραποδιςμό τθσ προςωπικότθτασ τουσ. Σου ζδιναν ζνα 14
δαχτυλογραφθμζνο κείμενο με τον τίτλο «Διλωςθ αποκιρυξθσ», που ζπρεπε να υπογράψεισ ενϊπιον τουσ. Και όχι μόνο. Αντίγραφό του με δικά ςου ζξοδα να το δθμοςιεφςεισ ςε μια από τισ τοπικζσ εφθμερίδεσ. Αυτζσ οι δθλϊςεισ λαμβάνονταν τισ περιςςότερεσ φορζσ εφκολα, αλλά αν υπιρχε κάποια αντίρρθςθ ζμπαινε ςτο γραφείο το «όργανο» με το ηωςτιρα ςτα χζρια και ςε ζκανε χωρίσ ειςαγωγζσ τουλοφμι ςτο ξφλο. Αν παρ’ όλα αυτά δε ςυνετιηόςουν, με ςυνοπτικζσ διαδικαςίεσ μεταφερόςουν ςιδθροδζςμιοσ ςαν δζμα ςτο νθςί. Τθν υπθρεςία τθν ενδιζφερε περιςςότερο να «ςπάει» επϊνυμα ςτελζχθ τθσ αριςτεράσ και θ διλωςι τουσ να γίνεται παράδειγμα για τουσ υπολοίπουσ. Ζτςι για χρόνια οι ςελίδεσ των εφθμερίδων ζχουν αδιακόπωσ και με μικρζσ διαφοροποιιςεισ αυτζσ τισ ςτερεότυπεσ δθλϊςεισ. Πποιοσ ζχει τθν περιζργεια μπορεί να τισ βρει ςτα «ςϊματα» των εφθμερίδων: «Ο κάτωκι υπογεγραμμζνοσ ………… …..….. δθλϊ εκελουςίωσ ότι αποκθρφςςω, μετά βδελυγμίασ το ξενοκίνθτο ΚΚΕ και τισ παραφυάδεσ αυτοφ ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΕΡΟΝ. Δθλϊνω ότι από τοφδε και ςτο εξισ τίκεμαι ςτο πλευρό τθσ Εκνικισ Κυβερνιςεωσ αναφωνϊν ηιτω θ ΕΛΛΑΣ…» ι ςε μικρζσ άλλεσ παραλλαγζσ. 15
Είναι φανερό ότι οι δθμοςιεφςεισ διαβάηονταν από τουσ πολίτεσ και ςε πρϊτθ φάςθ ςχολιάηονταν από μερικοφσ χαιρζκακουσ κι άκαπνουσ εξυπνάκθδεσ… - Να, κι αυτόσ ανζνθψε και είδε το φωσ του! Το τραγικότερο όλων, που ςχεδόν ζχει ξεχαςτεί, είναι ο ρόλοσ τθσ Εκκλθςίασ ςτθν υπόκεςθ αυτι. Στα χωριά, που οι εφθμερίδεσ δεν ζφταναν, οι δθλϊςεισ μετανοίασ διαβάηονταν από τουσ ιερείσ, αφοφ είχε φροντίςει ο χωροφφλακασ να φτάςει ςτα χζρια τουσ, κατά τθ διάρκεια τθσ κείασ λειτουργίασ, λίγο πριν το μυςτιριο τθσ κείασ κοινωνίασ. Ναι! Ο ευτελιςμόσ να γίνει τζλειοσ. Αλλά γίνεται εμείσ οι παράξενοι και πολλάκισ λοξοδρομοφντεσ ςτθ ςκζψθ, να μθ βάλουμε το ερϊτθμα; Ευτελιςμόσ, αλικεια, ποιοφ άραγε ; Θ απάντθςθ ςε αυτό το ερϊτθμα ζχει δυο όψεισ κι ασ αποπειρακοφμε να τισ δοφμε με δυο λόγια: Από τθ μια θ ψευδαίςκθςθ των δυνάμεων τθσ εξουςίασ ότι με μια διλωςθ εξουδετερϊνεται ο «αντίπαλοσ» ιδιαίτερα όταν αυτι ζχει υφαρπαγεί με όπλο τισ απειλζσ και εκφοβιςμό. Πμωσ αγαπθτζ μου, θ εςωτερικι μετάλλαξθ ενόσ ατόμου κζλει πολλά περιςςότερα από το φόβο. Μςωσ κιόλασ αυτό το μζςο να δρα ςε τελικι ανάλυςθ - αντίκετα με τθν αρχικι επιδίωξθ. Ακόμα περιςςότερο αυτοί που χρθςιμοποίθςαν τζτοιεσ μεκόδουσ δεν ζλαβαν υπόψθ τθν επίδραςθ που μπορεί να ζχουν ς’ ζναν ουδζτερο τρίτο παρατθρθτι των ςυμβαινόντων και ςε μια νζα γενιά που μεγάλωνε κι ζβλεπε αυτό το κυνθγθτό. Δεν υπολόγιςαν το αίςκθμα τθσ αυκόρμθτθσ κι ανκρϊπινθσ αλλθλεγγφθσ, που εμφανίηεται γι’ αυτόν που κυνθγιζται για τισ ιδζεσ του. Είναι χαρακτθριςτικό ότι θ δεξιά ςε όλεσ τισ εκλογικζσ αναμετριςεισ μζχρι τον Ραπάγο δεν κατόρκωςε να κερδίςει ποτζ τισ εκλογζσ. Το εκλογικό τθσ ποςοςτό ιταν ςυνεχϊσ μειοψθφικό. Τα ςχζδιά τθσ για τθν εξαφάνιςθ του 16
κομμουνιςτικοφ κινδφνου δεν ευοδϊκθκαν. Μςωσ αυτό να ζγινε αργότερα και για άλλουσ λόγουσ, που δεν είναι τθσ ϊρασ να αναλυκοφν. Πμωσ υπάρχει και θ άλλθ όψθ του νομίςματοσ. Ροια ιταν θ άποψθ και θ ςτάςθ τθσ εν πολλαίσ αμαρτίασ περιπεςοφςθσ θγεςίασ του αριςτεροφ κόμματοσ. Αφοφ άφθςε απροςτάτευτα και εκτεκειμζνα τα μζλθ και οπαδοφσ τθσ, χωρίσ να το πει κακαρά, μα οφτε και να το διαψεφςει, κεωροφςε τθν κάτω απ’ αυτζσ τισ ςυνκικεσ υφαρπαχκείςα υπογραφι, ωσ πράξθ προδοςίασ ι άφθνε αυτό να εννοθκεί και εκ των πραγμάτων ζτςι αντιμετωπιηόταν από τουσ υπόλοιπουσ οπαδοφσ. Εντάξει! Το πρόβλθμα είναι ιδιαίτερο κι αφορά το κάκε άτομο ξεχωριςτά. Υπιρχε το κζμα τθσ προςωπικισ αξιοπρζπειασ, θ αγάπθ και πίςτθ ςτθ δικι ςου ιδεολογία, το ατομικό πείςμα, θ εν γζνει άρνθςθ ςτθ πίεςθ και τον καταναγκαςμό, αλλά δεν μπορείσ απ’ όλουσ τουσ ανκρϊπουσ να ζχεισ τισ ίδιεσ απαιτιςεισ. Για τον κακζνα το όριο τθσ αντοχισ ςτθν πίεςθ και ςτα βαςανιςτιρια είναι διαφορετικό. Από νωρίσ ζπρεπε να αφεκοφν τα περικϊρια για διαφορετικζσ προςεγγίςεισ ι τουλάχιςτον να δοκεί γραμμι για ανκρϊπινθ ςυμπεριφορά και κατανόθςθ ςτουσ υποχωριςαντεσ και όχι απ’ τθ μια ςτιγμι ςτθν άλλθ ν’ αντιμετωπίηονται ωσ εχκροί και μιάςματα. Μόνο για τθν ιςτορία να αναφζρω ότι πάνω ςτθν πλάτθ των υπογραψάντων ςε άλλθ φάςθ αργότερα παίχτθκαν και παιχνίδια τακτικισ, όποτε άνευ αρχισ και ςυνζπειασ κρίκθκε αυτό χριςιμο. Αναφζρω τθν εποχι τθσ διάςπαςθσ του ΚΚΕ, μετά το 1968, όταν δινόταν ανθλεισ μάχθ για να κερδθκοφν οι οπαδοί. Μιλθμζνα ςτελζχθ πιγαιναν ςε αδρανοποιθμζνουσ πρϊθν οπαδοφσ και μ’ ζνα φφοσ επίςθμου εξομολογθτι ζλεγαν ςτον πλθγωμζνο οπαδό, που ηοφςε για χρόνια τθν «ντροπι του δθλωςία» ότι: το κόμμα εξζταςε τθν περίπτωςι ςου και 17
ςυγχωρεί τθν παλαιά πράξθ ςου. Το τραγικό είναι ότι αντί να τουσ πετάνε με κλωτςιζσ ζξω από το ςπίτι ειςζπρατταν με δζοσ τθν «προςωπικι τιμι» που τουσ ζκαναν. Δυςτυχϊσ είναι ςχεδόν νόμοσ. Στο ςφάλμα, το αμάρτθμα για να ολοκλθρωκεί, απαιτεί πάντα δυο παίκτεσ.
18
04. 1938 - Μακθτισ γυμναςίου Ο Νικιτασ, πιγαινε ςτθ δεφτερθ τάξθ του γυμναςίου κάτω ςτο Βόλο, μια που θ ςυνοικία του, θ Νζα Λωνία, νζοσ οικιςμόσ με πρόςφυγεσ από διάφορεσ περιοχζσ τθσ Μικράσ Αςίασ και του Ρόντου, κα αργοφςε πολλά χρόνια ν’ αποκτιςει δικό τθσ γυμνάςιο. Το κτίριο του γυμναςίου ιταν κοντά ςτθν πλατεία Ελευκερίασ και κάκε μζρα ποδαρόδρομο περνϊντασ τθ γζφυρα του Κραυςίδωνα, από το Φαρδφ, ζφτανε ς’ ζνα μιςάωρο ςτο ςχολειό του. Κεωροφςε τον εαυτό του από τα τυχερά παιδιά, που προχωροφςαν πζρα από το τετρατάξιο δθμοτικό. Μςωσ ςτθ φάςθ αυτι τα παιδιά τθσ ςυνοικίασ του, που πιγαιναν ςτο Γυμνάςιο, να μετριόνταν ςτα δάχτυλα του ενόσ χεριοφ. Δεν ιταν θ ζλλειψθ ενδιαφζροντοσ για ςπουδζσ. Το αντίκετο κα ζλεγα. Απλϊσ μετά τθ μικραςιατικι καταςτροφι, μετά τισ απϊλειεσ τόςων και τόςων ςυγγενϊν, με τθ βίαιθ μετακίνθςθ τουσ από τθν αρχικι τουσ κοίτθ, είχαν εκ των πραγμάτων ιεραρχιςει διαφορετικά τισ άμεςεσ ανάγκεσ. Εργαςία για τθν εξαςφάλιςθ του ψωμιοφ τθσ οικογζνειασ κι ζνα κεραμίδι να βάλουν το κεφάλι τουσ μζςα. Σπουδζσ; Μςωσ αργότερα Οι δικοί του, ασ τουσ ζχει καλά ο κεόσ, μοναχογιό τον είχανε, ζκαναν το ςκατό τουσ παξιμάδι για να μπορζςει να ςυνεχίςει τισ ςπουδζσ του. Και τισ ςυνζχιηε με πείςμα κι ελπίδα ότι ςτο μζλλον κα ζρκουν καλφτερεσ μζρεσ. Δεν ιταν κι ο καλφτεροσ μακθτισ τθσ τάξθσ, αλλά όχι και μζτριοσ. Ρερνοφςε τισ τάξεισ, ποτζ μζχρι τϊρα δεν ζμεινε μετεξεταςτζοσ και προςπακοφςε με φιλότιμο να μθν πάνε χαμζνα τα ζξοδα που ζκαναν οι δικοί του. Βλζπεισ εκείνθ τθν εποχι οι μακθτζσ ζπρεπε να πλθρϊνουν τα ετιςια δίδακτρα, να αγοράηουν τα βιβλία και τα άλλα 19
χρειαηοφμενα του μακθτι. Μολφβια, κοντυλοφόροι, πζνεσ, μελάνι, γόμα, χάρτεσ, τετράδια ιχνογραφίασ. Για κολατςιό ζπαιρνε από το ςπίτι μια φζτα ψωμί και λίγεσ ελιζσ ι εναλλακτικά, αλλά ςπάνια, λίγθ φζτα. Είναι παράξενοσ ο τρόποσ, που μζςα ς’ ζνα ςφνολο άγνωςτων αρχικά μεταξφ τουσ παιδιϊν, δθμιουργοφνται οι μικρότερεσ παρζεσ και εν τζλει γίνεται θ επιλογι των ςτενότερων φίλων. Υπάρχει μια μυρωδιά ταιριάςματοσ που οικοδομείται πάνω ςε λεπτομζρειεσ τζτοιεσ, που αν αποπειρακείσ να τισ περιγράψεισ εκ των υςτζρων, κα δυςκολευτείσ αφάνταςτα. Ο Νικιτασ κόλλθςε με τρία παιδιά από τισ τρεισ γωνιζσ τθσ πόλθσ. Προςφυγικά ςτη Ρήγα Φεραίου
Ο
Τάςοσ ζνα καλοντυμζνο κι ευγενικό παιδί, που ο πατζρασ του ιταν γιατρόσ και το ςπίτι τουσ ιταν κοντά ςτθν εκκλθςία του Αγίου Κωνςταντίνου. Ο Μίμθσ που κακόταν ςτθν περιοχι του παλαιοφ λιμεναρχείου κι ο πατζρασ του είχε μια κζςθ ςτα ψαράδικα ςτθν αρχι τθσ οδοφ Αργοναυτϊν κι ζβγαηε ζνα καλό ειςόδθμα. Ο Κωςτισ κακόταν ψθλά ςτθν οδό Λωλκοφ. Θ οικογζνεια του είχε ζνα μεγάλο περβόλι όπου καλλιεργοφςαν όλα τα ηαρηαβατικά, λίγεσ ελιζσ για το λάδι τουσ και μερικά οπωροφόρα δζντρα. Μαηί με τα χριςιμα για τθ ηωι τουσ οικόςιτα ηϊα, όπωσ κότεσ, χινεσ κι ζνα γουροφνι. Με κόπο τα 20
κουτςοφζρνανε κι είχαν τθ φιλοδοξία ο γιοσ τουσ να γίνει πάςθ κυςία - γιατρόσ. Οι αιτίεσ προςζγγιςθσ δεν ιταν ίδιεσ ςε όλουσ. Οι φιλίεσ δε γίνονται μόνο από το ταίριαςμα των χαρακτιρων. Ρολλζσ φορζσ οι πιο δεμζνεσ φιλίεσ οφείλουν τθν ανάπτυξι και τθ διατιρθςι τουσ ςτθν αρχι τθσ ςυμπλθρωματικότθτασ. Εκείνο που λείπει ςτον ζνα και υπάρχει ςτον άλλο είναι ιςχυρό κίνθτρο. Καυμαςμόσ; Ηιλεια; Χρθςιμότθτα; Μςωσ όλα μαηί κι άλλα ακόμα ςτοιχεία απροςδιόριςτα. Ο Τάςοσ κι ο Κωςτισ τθν βρικαν μεταξφ τουσ ςφντομα, γιατί από νωρίσ ςυναντικθκαν ς’ ζνα γάμο και φάνθκε ότι οι μάνεσ τουσ είχαν μια ςυγγζνεια. Αυτι ιταν θ αφορμι να αρχίςουν να ςυηθτοφν και ςτθν πορεία είδαν πωσ ταίριαηαν κι οι προτιμιςεισ τουσ. Τον Μίμθ τον πλθςίαςαν ςιγά-ςιγά όταν παραδζχτθκαν ότι είναι ο καλφτεροσ ςτθν τάξθ ςτα κεωρθτικά μακιματα. Βλζπεισ ζγραφε, με απόςταςθ από τουσ άλλουσ, τισ καλφτερεσ εκκζςεισ και ιταν αξεπζραςτοσ ςε γνϊςεισ ιςτορίασ, τόςο που καμιά φορά κι ο κακθγθτισ ρωτοφςε τθ γνϊμθ του. Ο Νικιτασ άργθςε να μπει ςτθν ομάδα, κυρίωσ γιατί τα παιδιά από τθ Νζα Λωνία ιταν ακόμα λίγο ςτο περικϊριο. Θ απότομθ είςοδοσ τόςου κόςμου – των μικραςιατϊν προςφφγων - ςτθν πόλθ τρόμαξε τουσ ντόπιουσ κατοίκουσ. Φοβικθκαν ότι κα χάςουν τισ δουλειζσ τουσ, ότι κα χρειαςτεί να ςτερθκοφν πράγματα για να τουσ ςυντθριςουν και γενικά ο φόβοσ, που αυτόματα δθμιουργεί το νζο και άγνωςτο που πικανϊσ διαταράξει τισ ιςορροπίεσ τόςων και τόςων χρόνων. Μα μζςα ςε μια πόλθ που ζςφυηε από ηωι κι ανάπτυξθ, τα εργατικά χζρια των προςφφγων φάνθκαν ςτθν πορεία χριςιμα και αναγκαία. Ρροϊόντοσ του χρόνου, ό νζοσ πλθκυςμόσ ζδειξε ότι είναι φιλιςυχοσ, εργατικόσ και προοδευτικόσ και ςιγά-ςιγά 21
με τισ πάντα υπάρχουςεσ κλιβερζσ εξαιρζςεισ κάποιων κακοπροαίρετων - κζρδιςε τθ κζςθ του ςτθν τοπικι κοινωνία. Ο Νικιτασ είχε ζνα χαρακτθριςτικό που εκτιμικθκε από τουσ άλλουσ τρεισ κι αυτό δεν ιταν θ θρεμία του χαρακτιρα του και θ ςοβαρότθτά του, ςτοιχεία εξαρχισ δεδομζνα, αλλά θ παράξενθ για τουσ άλλουσ ικανότθτα να λφνει τα προβλιματα τθσ γεωμετρίασ, ζνα από τα πιο δφςκολα μακιματα του ςχολείου. Για το χαρακτθριςτικό αυτό δε χρειάςτθκε να διαβάηει κάτι περιςςότερο απ’ όςο διάβαηαν οι άλλοι. Ιταν ζνα φυςικό χάριςμα, μια αίςκθςθ ιδιαίτερθ του χϊρου των τριϊν διαςτάςεων, ςυνδυαςμζνθ με τθν κοινι λογικι. Κι όμωσ αυτό το απλό χαρακτθριςτικό ιταν θ αφορμι να τον προςεγγίςουν οι άλλοι τρεισ και να τον εντάξουν ςτον κφκλο τουσ. Ο ίδιοσ το κεϊρθςε τιμι και προςπάκθςε με πείςμα να φανεί αντάξιοσ αυτισ τθσ τιμισ. Στθν αρχι οι ςυναντιςεισ τουσ ιταν μόνο ςτο ςχολείο, αλλά ςτθ ςυνζχεια ςε μζρεσ αργιϊν, κυρίωσ Κυριακζσ άρχιςαν, ςαν ομάδα να ςυναντϊνται και ς’ άλλα μζρθ, όπωσ ςτθν παραλία για να κάτςουν ς’ ζνα από τα καφενεία, ς’ ζνα από τα παγκάκια ςτο πάρκο, ςτθν αμμουδιά του Άναυρου ι ς’ άλλα μζρθ. Στθν αρχι οι ςυηθτιςεισ ιταν για τα μακιματα, τουσ κακθγθτζσ και τισ ιδιοτροπίεσ τουσ, τα «κζλω» και τα όνειρά τουσ για το μζλλον, για τισ οικογζνειεσ και τ’ αδζλφια τουσ. Μα ςτθ ςυνζχεια οι ςυηθτιςεισ διευρφνκθκαν ςτα φλζγοντα κοινωνικά κζματα τθσ εποχισ τουσ. Μια από τισ πρϊτεσ αφορμζσ που τουσ δόκθκε ιταν όταν ο γυμναςιάρχθσ ζκανε παρατιρθςθ ςτον Μίμθ γιατί δεν ζχει ακόμα γραφτεί ςτθν ΕΟΝ, τθν οργάνωςθ τθσ νεολαίασ του Μεταξά. Οι άλλοι τρεισ είχαν γραφεί, αφοφ κεωρικθκε από όλουσ ωσ υποχρεωτικι διαδικαςία ι ζτςι - ωσ αυτονόθτθπαρουςιάςτθκε από τουσ αρμόδιουσ κακθγθτζσ. Τϊρα μόλισ 22
ςυνειδθτοποιοφςαν ότι υπάρχουν κι άλλεσ πλευρζσ ςτο κζμα, που δεν είχαν περάςει κακόλου απ’ το μυαλό τουσ. Τον ρϊτθςαν να τουσ εξθγιςει τι ςυμβαίνει. Ασ μεταφερκοφμε νοερά ςτθν εποχι που μιλάμε, όπου οι πλθροφορίεσ είναι λίαν περιοριςμζνεσ και θ αυκαιρεςία τθσ εξουςίασ δεδομζνθ, τόςο που οι εντολζσ τθσ να κεωροφνται υποχρεωτικζσ για τθ μεγάλθ πλειοψθφία. Μόνεσ πθγζσ πλθροφορίασ οι ελεγχόμενεσ από τθ λογοκριςία εφθμερίδεσ. Ζπρεπε να είςαι ψαχτιρι για να βρίςκεισ άλλουσ εναλλακτικοφσ δρόμουσ πλθροφόρθςθσ. Ο Μίμθσ τουσ εξιγθςε αναλυτικά ότι τίποτα δεν τον υποχρεϊνει να γραφεί ςτθν νεολαία κι ζτςι δε κα το κάνει ποτζ. Είχε βλζπεισ το χάριςμα λόγου, μια ιδιαίτερθ ηωντάνια και πεικϊ. Επικαλζςτθκε ανκρϊπινα δικαιϊματα αναγνωριςμζνα από διεκνείσ οργανιςμοφσ και κατζλθξε: - Εγϊ, με τίποτα δε κα φορζςω τθ ςτολι κι ασ κόψει το κεφάλι του ο γυμναςτισ. Τόςεσ και τόςεσ φορζσ μζχρι τϊρα μ’ ζχει απειλιςει. Λδιαιτζρωσ αλλά και δθμόςια. Πμωσ να το ξζρετε. Δεν τον φοβάμαι!» Για λίγο ζπεςε μια παράξενθ ςιωπι. Ρρϊτθ φορά ζμπαιναν ςε τζτοιου είδουσ διλιμματα. Ρρϊτοσ ςτθ ςυνζχεια μίλθςε ο Τάςοσ, ο γιοσ του γιατροφ: 23
- Εγϊ που γράφτθκα χωρίσ να ξζρω αυτιν τθν πλευρά δεν κα πάω, παιδιά, να ηθτιςω να με ξεγράψουν. Αυτό δεν το τολμάω κι ίςωσ και να μθν το κζλω. Αλλά μπορϊ να ςασ δϊςω μια υπόςχεςθ. Άλλθ φορά δεν κα εμφανιςτϊ ςε εκδιλωςι τουσ. Αυτι τθ ςτάςθ κράτθςαν πάνω κάτω κι οι δυο υπόλοιποι ο Κωςτισ και ο Νικιτασ. Θ ςυηιτθςθ πάνω ς’ αυτό το κζμα, χωρίσ από τθν αρχι να το ςυνειδθτοποιιςουν, τουσ ζδεςε περιςςότερο και αναβάκμιςε τθν αρχικι τουσ φιλία ςε βακφτερεσ ρίηεσ. Το επόμενο ςτάδιο ιταν τα φιλολογικά απογεφματα που γίνονταν ςτο πάρκο κάκε Σάββατο. Σ’ όλα ςχεδόν τα ςπίτια υπιρχαν κάποια βιβλία. Συμφωνοφςαν για το επόμενο Σάββατο τον πεηογράφο ι τον ποιθτι με τον οποίο κα αςχολθκοφν. Μςωσ ο Νικιτασ να είχε τισ μικρότερεσ ευκαιρίεσ, αλλά με το πείςμα που πάντα τον διζκρινε δεν άφθνε να φανεί αυτό το χάντικαπ του. Δανειηόταν από γνωςτζσ οικογζνειεσ, ρωτοφςε αριςτερά δεξιά, κάπου βρικε μζροσ που είχαν τθ Μεγάλθ Ελλθνικι Εγκυκλοπαίδεια, πιγαινε ςυχνά ςτθν πλοφςια βιβλιοκικθ του ςυλλόγου των Τριϊν Λεραρχϊν, που ιταν προσ το τζλοσ τθσ οδοφ Δθμθτριάδοσ κι όχι μόνο δεν φάνθκε θ αρχικι υςτζρθςι του, αλλά από ζνα ςθμείο και μετά ζγινε ζνασ από τουσ πρωταγωνιςτζσ ςτισ ςυηθτιςεισ αυτϊν των «φιλολογικϊν απογευμάτων». Το ποιοτικό άλμα ςτθ μεταξφ τουσ ςχζςθ ζγινε όταν ο Μίμθσ τουσ ζφερε ζνα πρόχειρα τυπωμζνο βιβλίο και τουσ εξομολογικθκε ότι είναι του κείου του Αντϊνθ, δικθγόρου ςτθν πόλθ, που τϊρα είναι ςε εξορία από το κακεςτϊσ του Μεταξά ςτθν Ανάφθ. Ο τίτλοσ του τουσ ταρακοφνθςε! «Το κομμουνιςτικό μανιφζςτο» Κάτι απ’ ζξω απ’ ζξω είχαν ακοφςει, ςαν κάτι το απαγορευμζνο κι επικίνδυνο, αλλά τίποτα περιςςότερο. Οι 24
τρεισ ιταν από οικογζνειεσ ςυντθρθτικζσ ι ακριβζςτερα οικογζνειεσ μακριά από τζτοιεσ αςχολίεσ κι ενδιαφζροντα. - Το πιρα κρυφά από τθ βιβλιοκικθ του κείου μου. Ιταν παραχωμζνο ςε μια γωνιά. Κανείσ δεν το ξζρει κι αλίμονο μου αν το μάκει ο πατζρασ μου. Βλζπεισ φοβάται μθν τον πετάξουν ζξω απ’ τθν ψαραγορά και τότε κλάψτα Χαράλαμπε. Κανείσ δε μίλθςε για λίγο. Ρρϊτοσ, πετάχτθκε με κάρροσ ο Νικιτασ: - Δεν μου το δίνεισ να το πάρω μια μζρα ςτο ςπίτι μου; Μια ματιά κζλω να του ρίξω. - Δεν ξζρω Νικιτα. Φοβάμαι μθ μποφμε ςε περιπζτειεσ. - Σου υπόςχομαι ότι κα προςζξω. Ζχε μου εμπιςτοςφνθ. Αφριο κα ςου το επιςτρζψω. Ρράγματι κράτθςε τθν υπόςχεςι του. Τθν άλλθ μζρα το επζςτρεψε ςτον Μίμθ, ανζπαφο με αςφάλεια λζγοντασ ότι το ξεφφλλιςε μόνο λίγο. Θ αλικεια είναι ότι το καταβρόχκιςε ςελίδα προσ ςελίδα κι θ εντφπωςθ, που του ζκανε ιταν ςυγκλονιςτικι. Θ απολυτότθτα των ςυλλογιςμϊν τον ςυνεπιρε και τον κζρδιςε με το πρϊτο. Συγχρωτιηόταν με τθ δφναμθ και τον ενκουςιαςμό τθσ νιότθσ. Το ζνιωςε απόλυτα δελεαςτικό. Ικελε διακαϊσ να βρει ςυνομιλθτι και γνϊςτθ του βιβλίου και να το ςυηθτιςει. Άλλον από τον Μίμθ δεν ζβλεπε. Κάποια ςτιγμι κα του το προτείνει.
25
05. 1939 - Η παρζα ωριμάηει Θ ομάδα των τεςςάρων φίλων ζφταςε, χωρίσ απϊλειεσ, ςτθν τρίτθ τάξθ του γυμναςίου. Ραρζμεινε ςυμπαγισ, χωρίσ διαφωνίεσ κι αντικζςεισ. Μάλιςτα ςτισ καλοκαιρινζσ διακοπζσ ςυνεχίςτθκαν τα φιλολογικά απογεφματα του Σαββάτου, που πζρα από τον αρχικό φιλολογικό χαρακτιρα τουσ διευρφνκθκαν τϊρα και ςε ςυηθτιςεισ πάνω ςε φιλοςοφικά ρεφματα, κοινωνικά προβλιματα και εκ των πραγμάτων ςτισ πολιτικζσ καταςτάςεισ τθσ ςυγκυρίασ. Εκεί φάνθκαν και οι διαφορζσ ςτισ απόψεισ τουσ. Ενϊ όλοι τιρθςαν τθν υπόςχεςι τουσ να μθν πατιςουν ξανά ςε εκδιλωςθ τθσ ΕΟΝ, οι διαφορζσ φάνθκαν ςτα πολιτικά ηθτιματα. Είναι χαρακτθριςτικό το γεγονόσ ότι το βιβλίο που ζφερε ο Μίμθσ και το ροφφθξε το ίδιο βράδυ ο Νικιτασ, δεν ηθτικθκε να διαβαςτεί από τουσ άλλουσ δυο. Μάλιςτα ο Τάςοσ, ζνα τυπικά κρθςκευόμενο άτομο, διλωςε εξαρχισ ότι οι ιδζεσ του ςοςιαλιςμοφ και τθσ επανάςταςθσ δεν τον καλφπτουν. Πμωσ το ξεκακάριςε από τθν αρχι με ςαφινεια - Σασ αγαπϊ ωσ φίλουσ, τιμϊ τουσ χαρακτιρεσ ςασ, ξζρω τθν αγνότθτα των προκζςεων ςασ και κζλω θ όμορφθ παρζα μασ να ςυνεχίςει να υπάρχει και να λειτουργεί. Μάλιςτα τον Λοφλιο, πζραςαν όλοι μαηί ζνα τριιμερο ςτο κτιμα του Κωςτι που ςυνδυάςτθκε με εξορμιςεισ πάνω ςτο βουνό του Ρθλίου και εξερευνιςεισ ςε μζρθ που ο Νικιτασ για πρϊτθ φορά ζβλεπε με τα ίδια του τα μάτια και όχι από περιγραφζσ τρίτων. Καλά κα ιταν το τριιμερο να διαρκζςει περιςςότερο, αλλά λθςμόνθςα να πω πωσ τθν καλοκαιρινι περίοδο ο Νικιτασ εργαηόταν ςτθ λογιςτικι υπθρεςία του εργοςταςίου Γκλαβάνθ, όπου ζνασ από τουσ λογιςτζσ ιταν ο 26
νονόσ του. Ζπρεπε να φροντίςει για τα ζξοδα τθσ επόμενθσ ςχολικισ χρονιάσ. Δεν ικελε να επιβαρφνει τουσ δικοφσ του άλλο. Θ ςυηιτθςθ με τον Μίμθ για το «κομμουνιςτικό μανιφζςτο» ζγινε κι εκεί είδε ότι κι ο Μίμθσ το είχε δεόντωσ μελετιςει. Μάλιςτα με ςυνωμοτικό φφοσ για να μθν καταλάβουν οι άλλοι δυο, του ζδωςε και μια αντικυβερνθτικι προκιρυξθ που κατάγγελνε το μεταξικό κακεςτϊσ λζγοντάσ του ότι τθ βρικε ςτο δρόμο. Ζτςι ανάμεςα ςτουσ δυο - Μίμθ και Νικιτα - άνοιξε ζνα νζο κανάλι επικοινωνίασ και χωρίσ καν να το ςυηθτιςουν κρατικθκε μυςτικό από τουσ άλλουσ δυο. Και μια από τισ μζρεσ αυτισ τθσ τελευταίασ ςχολικισ χρονιάσ, ςυνζβθ κάτι που χωρίσ να το ξζρει κα επθρζαηε τθ ηωι του όλα τα επόμενα χρόνια. Φεφγοντασ απ’ το ςχολείο ανζβαινε ποδαρόδρομο προσ το ςπίτι του, ςτθ Νζα Λωνία. Ενϊ ςυνικωσ περπατοφςε κατά μικοσ τθσ κεντρικισ οδοφ τθσ 2ασ Νοεμβρίου κι ζφτανε ςτο ποτάμι, αυτι τθ μζρα πιρε τθν πρϊτθ παράλλθλο τθσ, τθν οδό Μικραςιατϊν. Λίγο πριν φτάςει ςτο ποτάμι ς’ ζνα παράκυρο ενόσ ςπιτιοφ, που οι κουρτίνεσ ιταν τραβθγμζνεσ είδε δυο όμορφα μάτια να τον κοιτάηουν. Τόςο, μα τόςο βακιά ιταν θ εντφπωςθ που του ζκαναν! Σταμάτθςε κι αυτόσ να τα παρατθριςει. Θ ςάκα ςτον ϊμο, το πθλίκιο ςτο κεφάλι και ακίνθτοσ ς’ αυτι τθ κζςθ. Το λογικό ιταν, αμζςωσ να πζςει θ κουρτίνα και θ μορφι να εξαφανιςτεί. Τίποτα τζτοιο δε ςυνζβθ. Αντίκετα! Δυο νζοι άνκρωποι κάκονται ακίνθτοι κι αλλθλοπαρατθροφνταν με προςθλωμζνα τα βλζμματα ο ζνασ ςτο πρόςωπο του άλλου. Κάποια ςτιγμι ο Νικιτασ ζκανε μια απαλι κίνθςθ υπόκλιςθσ και νόμιςε πωσ υπιρξε ανταπόκριςθ μ’ ζνα διςτακτικό χαμόγελο ςτο πρόςωπο τθσ κοπζλασ. Αυτό ιταν. Στθν θλικία τουσ και τθν εποχι που μιλάμε, το ςυμβάν ερμθνεφτθκε ωσ ςυναίνεςθ. 27
Από τθ μζρα εκείνθ και μετά ο δρόμοσ ζγινε το μόνιμο πζραςμά του. Πχι μόνο όταν πιγαινε ι ερχόταν από το ςχολείο, αλλά και με κάκε άλλθ ευκαιρία. Χάλαςε ςόλεσ να ανεβοκατεβαίνει το δρόμο, να κάκεται ςτθ κζςθ που ςυνζβθ το γεγονόσ, μα όλεσ οι προςπάκειεσ πιγαν ςτράφι. Το γλυκό πρόςωπο που ςφραγίςτθκε ανεξίτθλα ςτθ μνιμθ του δεν εμφανίςτθκε οφτε μια φορά. Ρίεςε το μυαλό του να βρει ζναν τρόπο να μάκει πλθροφορίεσ, αλλά όςεσ φορζσ τόλμθςε να χτυπιςει τθν πόρτα, ζχοντασ φτιάξει ςτο μυαλό του μια ψεφτικθ δικαιολογία, ανταπόκριςθ δε βρικε. Πμωσ ποτζ δεν ζπαψε να ενδιαφζρεται για το κορίτςι του παράκυρου και ποτζ δεν ζςβθςε θ ελπίδα ότι κάποια ςτιγμι οι δρόμοι τουσ κα διαςταυρωκοφν. Θ εικόνα τθσ ςφραγίςτθκε μζςα του...
28
06. Ο Μίμθσ Από μικρόσ ο Μίμθσ αγαποφςε τον κείο Αντϊνθ, τον αδελφό του πατζρα του. Ρρϊτον, γιατί κάκε φορά που ερχόταν ςτο ςπίτι του είχε κι από ζνα δωράκι. Πχι τίποτα ιδιαίτερο, αλλά ποτζ δεν τον ξεχνοφςε. Λίγεσ καραμζλεσ, μια ςοκολάτα, ζνα τόπι. Αργότερα βιβλιαράκια με ποιιματα, ιςτορίεσ και παιδικοφσ ιρωεσ. Τον ζβγαηε αςπροπρόςωπο ςτθ γειτονιά με ό,τι διάβαηε από νωρίσ και διθγόταν ςτισ εςπερινζσ ςυγκεντρϊςεισ των παιδικϊν του φίλων ςτθ γειτονιά. Αλλά δεν τον αγάπαγε μόνο γι αυτό. Του άρεςε ο τρόποσ που μίλαγε, που είχε τόςεσ γνϊςεισ και με υπομονι απαντοφςε πάντα ς’ όλεσ τισ ερωτιςεισ που του ζκανε. Αργότερα ζμακε ότι είναι δικθγόροσ κι ανφπαντροσ. Θ ιδιαίτερθ αδυναμία που του είχε ο Μίμθσ, ίςωσ να οφειλόταν πωσ ο ίδιοσ δεν είχε δικά του παιδιά. Πταν μεγάλωςε λίγο, κατάλαβε ότι ο κείοσ του ιταν μπλεγμζνοσ ςτα πολιτικά, αριςτερόσ, οργανωμζνοσ ςτο ΚΚΕ και γι’ αυτό ιταν από τουσ πρϊτουσ ςτο Βόλο που το κακεςτϊσ του Μεταξά τον ζςτειλε εξορία. Ο πατζρασ του προφανϊσ τον αγαποφςε και υπογείωσ ςυμμεριηόταν τισ απόψεισ του, αλλά επιςιμωσ ςε δθμόςιουσ χϊρουσ, πάντα διαχϊριηε τθ κζςθ του. Ιξερε ότι ςε διαφορετικι περίπτωςθ κα τον πζταγαν ζξω απ’ τθν αγορά. Κι αυτό δεν το διακινδφνευε με τίποτα, ζχοντασ τισ οικογενειακζσ υποχρεϊςεισ με το γιο του Μίμθ και τθν κατά δυο χρόνια μικρότερθ κόρθ του, τθν Αφροδίτθ. Ο Μίμθσ από τθν αρχι ενδιαφζρκθκε να ςυνδεκεί με τουσ κφκλουσ του κείου του. Χωρίσ να ρωτιςει πατζρα ι μάνα, γεμάτοσ περιζργεια, πιρε κρυφά το κλειδί του ςπιτιοφ του και 29
μπικε μζςα ξεςκονίηοντασ τα πάντα. Εκεί βρικε το κομμουνιςτικό μανιφζςτο και το πιγε ςτουσ φίλουσ του. Ζψαξε για άλλα χαρτιά ι ονόματα γνωςτϊν και φίλων, αλλά ςτον τομζα αυτόν δεν πζτυχε τίποτα. Μόνο μιλϊντασ με τθ μάνα του κάποια ςτιγμι ςε αδιάφορο ςτιλ και με κάποια άςχετθ αφορμι ζμακε για μια μεγαλοκοπζλα, που ο κείοσ του ζκανε ςυχνά παρζα. Τθν ιξερε, άνια τθν ζλεγαν, όπωσ ιξερε και το ςπίτι τθσ. Ζπρεπε να βρει μια δικαιολογία για να τθν πλθςιάςει. Θ μεγάλθ επικυμία ενόσ ανκρϊπου για κάτι – λζνε - ανοίγει κλειςτζσ πόρτεσ. Με κάρροσ χτφπθςε τθν πόρτα του ςπιτιοφ τθσ και τθσ είπε ότι είναι ο ανιψιόσ του Αντϊνθ. Χάρθκε! Τον δζχτθκε με προκυμία μζςα και τον ρϊτθςε τι κζλει. Ετοιμόλογοσ τθσ απάντθςε - Δεν ξζρεισ ίςωσ πόςο αγαπϊ τον κείο μου. Κι αυτόσ μ’ αγαπάει. Στο ςπίτι παρότι ρϊτθςα πολλζσ φορζσ για να μάκω νζα του, ο πατζρασ μου αποφεφγει να μου απαντιςει. Εγϊ όμωσ καίγομαι να μάκω νζα του. Κι ιρκα ςε ςζνα. Δεν είμαι μικρό παιδί πια και μ’ ενδιαφζρουν όλα γι’ αυτόν. Θ άλλθ για λίγο χρόνο ζμεινε διςτακτικι, αλλά μετά του μίλθςε: - Λίγα πράγματα ξζρω κι εγϊ, Μίμθ. Βλζπεισ υπάρχουν τόςοι περιοριςμοί και ζλεγχοι τθσ αλλθλογραφίασ που τα γράμματα του Αντϊνθ είναι ςπάνια και προςεκτικά ςτο περιεχόμενό τουσ. Μόνο γενικά και ουδζτερα λόγια. Αυτό γίνεται γιατί αν κρίνουν ότι κάτι δεν τουσ αρζςει, ειδοποιοφν τον εξόριςτο ότι το γράμμα δεν εςτάλθ και κατακρατικθκε από τθν υπθρεςία. Ο κείοσ ςου μου ςτζλνει αραιά και ποφ κανζνα γράμμα. Το ίδιο φαντάηομαι κάνει και ςτον πατζρα ςου. - Ο πατζρασ μου αρνείται κάκε κουβζντα για το κζμα, παρά το γεγονόσ ότι πολλζσ φορζσ τον ρϊτθςα. Πμωσ κζλω να ξζρεισ ότι 30
ο κείοσ Αντϊνθσ είναι ο αγαπθμζνοσ μου και κα ξζρεισ επίςθσ ότι κι εγϊ είμαι ο αγαπθμζνοσ ανιψιόσ του. - Το ξζρω γιατί ςτισ ςυηθτιςεισ που κάναμε πάντα ζλεγε καλά λόγια για ςζνα. Για λίγεσ ςτιγμζσ επεκράτθςε αμιχανθ ςιωπι, αλλά ο Μίμθσ δε κρατικθκε και πζταξε τθν κουβζντα: - άνια δεν είμαι πια μικρό παιδάκι. Τρζχω τα δεκάξι και ζχω κάνει ςχετικά διαβάςματα. Μθ με υποτιμάσ. Κζλω και μπορϊ να βοθκιςω ςε ότι χρειάηεται. Απλϊσ δεν ξζρω ποιά πόρτα να χτυπιςω. Ηθτϊ τθ βοικειά ςου. Θ άνια δεν του απάντθςε αμζςωσ κι ζςτρεψε τθ ςυηιτθςθ ρωτϊντασ τον για το ςχολείο, τουσ βακμοφσ του και τα μελλοντικά του ςχζδια. Με ευχαρίςτθςθ και με δεδομζνθ τθν ικανότθτά του να διθγείται τθν ενθμζρωςε για τα πάντα. Θ άλλθ ζδειξε να τον εκτιμά. Λίγο πριν φφγει του είπε: - Άκου Μίμθ. Το Σάββατο προσ το βράδυ κα ζρκουν εδϊ δυο τρεισ φίλοι για παρζα και λίγθ ςυηιτθςθ. Αν μπορείσ και κζλεισ ζλα κι εςφ. - Κα ζρκω. Στουσ δικοφσ μου κα πω ότι κα πάω ςτο ςινεμά. - Εντάξει κα ςε περιμζνω.
31
07. Το βάπτιςμα του πυρόσ Ο Μίμθσ μετροφςε ϊρα με τθν ϊρα να ζρκει θ ςτιγμι του ραντεβοφ ςτο ςπίτι τθσ άνιασ. Δεν ιταν κανζνασ χαηόσ. Ιξερε ότι τϊρα κα μπει για τα καλά ςτο παιχνίδι κι ζνιωκε γι’ αυτό μια παράξενθ διζγερςθ. Άκουγε το χτφπο τθσ καρδιάσ του. Το ικελε όμωσ πολφ. Από καιρό το είχε αποφαςίςει. Κα αφιερϊςει τον εαυτό του ςτον αγϊνα του λαοφ για τθν πραγμάτωςθ των ονείρων του. Εκφραςτικότεροσ φορζασ των ςυμφερόντων δεν μποροφςε να είναι καλλίτεροσ από το κόμμα τθσ εργατικισ τάξθσ. Ο αγαπθμζνοσ του κείοσ από χρόνια είναι ενταγμζνοσ ς’ αυτό. Κι αυτόσ κα ακολουκιςει τα βιματά του. Δεν είναι ανιξεροσ και αφελισ. Γνωρίηει ότι αυτι θ επιλογι είναι επικίνδυνθ και μπορεί να ζχει ςοβαρζσ ςυνζπειεσ. Αλλά για αυτό το ςκοπό - ναι! - κα μποροφςε να γίνει και ολοκαφτωμα. - Το ανθλεζσ κυνθγθτό που υφίςτανται οι οπαδοί του ΚΚΕ από τουσ κρατοφντεσ δεν είναι μια ακόμα απόδειξθ ότι το κόμμα αυτό είναι ο αυκεντικότεροσ εκπρόςωποσ των ςυμφερόντων του λαοφ; μονολόγθςε από μζςα του Χτφπθςε τθν πόρτα τθσ άνιασ με καρδιοχτφπι. Θ ίδια ιρκε και του άνοιξε: - Καλϊσ τον! Τον υποδζχτθκε μ’ ζνα ηεςτό χαμόγελο, που ζςπαςε λίγθ από τθν αγωνία που τον διακατείχε. Μζςα ςτο ςαλόνι υπιρχε ακόμα ζνα άτομο. Θ άνια ζκανε τισ ςυςτάςεισ. Αυτόσ λεγόταν Γιάννθσ και δοφλευε ςτο μθχανουργείο του Σταματόπουλου. Ζνα παλικάρι με αδρά χαρακτθριςτικά γφρω ςτα τριάντα, με χζρια ςκλθρά και κάλουσ, ηυμωμζνα μζςα ςτθ ςκλθρι δουλειά. Αυτό το ζνιωςε με τθ χειραψία που αντάλλαξαν. Θ άνια τον 32
ενθμζρωςε ότι περιμζνουν ακόμα δυο άτομα που είναι να ζρκουν από ςτιγμι ςε ςτιγμι. Ρράγματι δε χρειάςτθκε να περιμζνει πολφ. Σε δυο λεπτά χτφπθςε το ρόπτρο. Πταν άνοιξε θ πόρτα μπικαν κι οι δυο μαηί. Ο ζνασ, ςοβαρόσ με κουςτοφμι ςυςτικθκε με το όνομα Δθμιτρθσ. Στθ ςυνζχεια ζμακε ότι ιταν δάςκαλοσ, που όμωσ δεν είχε διοριςτεί ποτζ ςε ςχολείο. Θ δεφτερθ ιταν μια κοπζλα γφρω ςτα είκοςι πζντε, που δοφλευε ωσ κλωςτοχφαντουργόσ ςτο εργοςτάςιο των αδελφϊν Ραπαγεωργίου. Μετά τισ πρϊτεσ ςυςτάςεισ, θ άνια ςζρβιρε λίγουσ μεηζδεσ και ζβαλε ςτο τραπζηι ζνα μπουκάλι τςίπουρο, βεβαίωσ ςε ποςότθτεσ και ποικιλία ανάλογεσ τθσ εποχισ. Αμζςωσ φάνθκε ότι τθν πρωτοβουλία των κινιςεων δεν τθν ζχει θ ςπιτονοικοκυρά, αλλά ο δάςκαλοσ. Αυτόσ κα είναι ο κακοδθγθτισ ςκζφτθκε ο Μίμθσ κι αμζςωσ προςθλϊκθκε να ακοφει τι λζει. Κι ο δάςκαλοσ ζδειξε ιδιαίτερο ενδιαφζρον για τον Μίμθ. Τον ρϊτθςε τι νζα ζχει από τον κείο του, αλλά δεν είχε καμιά πλθροφορία να του δϊςει. Τον ρϊτθςε για το ςχολειό, πϊσ πάει ςτα μακιματα, για τουσ φίλουσ και τισ αςχολίεσ τουσ. Απαντοφςε πρόκυμα και ςκζφτθκε ότι αυτό είναι φυςιολογικό, αφοφ αυτόσ είναι μάλλον ο καινοφριοσ ςτθν 33
παρζα και οι άλλοι ζπρεπε να πάρουν τισ αναγκαίεσ πρϊτεσ πλθροφορίεσ γι’ αυτόν. Μετά ενθμζρωςαν τουσ άλλουσ, ο μθχανουργόσ και θ κλωςτοχφαντουργίνα για τισ ςυνκικεσ εργαςίασ ςτουσ χϊρουσ δουλειάσ, τισ ςυηθτιςεισ που ζκαναν με ςυναδζλφουσ και ότι ςφντομα κα ζχουν νζα για ανκρϊπουσ που ενδεχομζνωσ κα μποροφςαν ν’ ανοίξουν παρτίδεσ. Ο Γιάννθσ ζκλειςε τθ ςυηιτθςθ λζγοντασ: - Τα πράγματα, Δθμιτρθ, μζςα ςτο εργοςτάςιο μζρα με τθ μζρα γίνονται όλο και πιο δφςκολα. Ο επιςτάτθσ και τα τςιράκια του ελζγχουν κάκε κίνθςθ, τρομοκρατϊντασ τουσ πάντεσ και τα πάντα. Εμζνα ιδθ με ςτραβοκοιτάηουν και φοβάμαι πωσ ςφντομα κα βρεκϊ εκτόσ. Δεν το ζχουν ςε τίποτα να μ’ εξωπετάξουν. Ράντωσ ςε ςυηθτιςεισ που ζκανα με φίλουσ, ζξω βζβαια από το εργοςτάςιο, οι άνκρωποι τϊρα κουμπϊνονται περιςςότερο γιατί απ’ όλεσ τισ μπάντεσ μυρίηει πωσ οδεφουμε ςε χειροτζρευςθ τθσ κατάςταςθσ. Τόςο ςτθν Ευρϊπθ, όςο και ςτθ χϊρα μασ. Ο Δθμιτρθσ ζκανε το κλείςιμο: - Ζχεισ δίκιο Γιάννθ. Ρράγματι πθγαίνουμε προσ χειροτζρευςθ τθσ κατάςταςθσ, μα αυτό, τθ μόνθ ςυνζπεια που κα ζχει για μασ, είναι να αυξάνει και τισ ευκφνεσ και τα κακικοντά μασ. Σαν πρωτοπόροι, ςαν γνιςιοι εκφραςτζσ των ςυμφερόντων του λαοφ και ειδικότερα τθσ εργατικισ τάξθσ, ςε μασ πζφτει το μεγαλφτερο βάροσ να παλζψουμε, με περιςςότερο πείςμα, να απλωκοφμε ςε ευρφτερουσ κφκλουσ, να φζρουνε ςτισ γραμμζσ μασ νζο κόςμο, με ενεργθτικότθτα και όρεξθ για προςφορά. Κόςμο που κα χρειαςτοφμε ςτθν πορεία και τουσ αγϊνεσ που προβλζπονται. Ζκανε μια μικρι ςτάςθ και ςτθ ςυνζχεια ζςτρεψε το βλζμμα του προσ τον Μίμθ: 34
- Σιμερα είχαμε τθ χαρά να υποδεχτοφμε ςτθν ομάδα μασ ζνα νζο μζλοσ. Ελπίηουμε να προςφζρει πολλά ςτον αγϊνα μασ ςτο μζλλον. Ασ ζχουμε πάντα τα μάτια μασ ανοιχτά και τθν προςοχι μασ ιδιαίτερα αυξθμζνθ. Θ Αςφάλεια ζχει παντοφ απλϊςει τα δίχτυα τθσ με πράκτορεσ, που δίνουν ςυνεχϊσ αναφορζσ ςτουσ ανωτζρουσ τουσ. Δεν επιλζγουμε όποιον κι όποιον. Στο κζμα αυτό κα είμαςτε αυςτθροί. Ο κακζνασ από μασ ασ χτίςει το δικό του κφλακα κι ασ κρατάει μόνοσ του τισ επαφζσ. Οι ςυνωμοτικοί κανόνεσ κα πρζπει να τθροφνται με κρθςκευτικι ευλάβεια που λζνε. Αν κάποιον τον καλζςουν ςτθν αςφάλεια ι για κάποιο λόγο πζςει ςτα χζρια τθσ, το ζχουμε πει πολλζσ φορζσ. Δεν ξζρει τίποτα, δεν είδε τίποτα, δε γνωρίηει κανζναν από μασ. Θ τιμι κι θ αφοςίωςθ ςτθν οργάνωςθ είναι από τα πρϊτα κακικοντα. Αλίμονο αν παραβοφμε αυτοφσ τουσ όρουσ. Αν ςτο ενδιάμεςο των ςυναντιςεων μασ κάποιοσ χρειαςτεί κάτι από μζνα, ασ αφιςει μια ειδοποίθςθ ςτθ άνια κι εγϊ κα φροντίςω. Ζνασζνασ ασ φφγουμε τϊρα. Εςφ Μίμθ κάτςε. Σε κζλω λίγο ακόμα. Μθ φφγεισ…
35
08. Μια νζα οργάνωςθ χτίηεται Ο Μίμθσ δεν ζχαςε κακόλου καιρό. Από τθν επόμενθ μζρα ζβαλε εμπρόσ το ςχζδιο του. Ζψαξε πρϊτα να μάκει τι γίνεται με τισ ξαδζλφεσ του. Τότε πλθροφορικθκε από τθ μάνα του, ότι θ Αντιγόνθ ζδωςε λόγο μ’ ζνα νζο παιδί που δοφλευε ςτθ κεραμουργεία Τςαλαπάτα και κακόταν ςτα Ραλαιά. Για τθν Ελζνθ δεν ξζρει τίποτα. Μάλλον είναι ςτο χωριό τθσ, τον Άγιο Λαυρζντθ. Θ Μαριϊ γθροκομοφςε τθ γιαγιά τθσ ςτο υηόμυλο, αλλά αυτι πρόςφατα πζκανε και θ κοπζλα γφριςε πίςω. ϊτθςε για πλθροφορίεσ τθ μάνα του. Αυτι αυτόματα του απάντθςε: - Ξζρεισ που κάκεται. Κοντά ςτο ποτάμι, τον Κραυςίδωνα. Αλλά γιατί κάνεισ όλεσ αυτζσ τισ ερωτιςεισ ; Ζπρεπε να βρει μια δικαιολογία - Κζλω, ρε μάνα, να κάνω για τθ γιορτι μου μια ςυγκζντρωςθ. - Α ! Εντάξει τότε. Κα ςου ετοιμάςω εγϊ μεηζδεσ και ίςωσ ζνα γλυκό. Ζτςι το ςχζδιο μπικε ςε εφαρμογι. Ο ίδιοσ ζκανε τισ προςκλιςεισ βρίςκοντάσ τουσ ςτα ςπίτια τουσ κι όπου τον ζπαιρνε, ζκανε μια προκαταρκτικι νφξθ για τον απϊτερο ςτόχο του. Στον ςυμμακθτι του, Νικιτα, που είχε περιςςότερθ άνεςθ του είπε πάνω-κάτω τθν απϊτερθ ςτόχευςι του. Εκεί βρικε πρόκυμα αυτιά. Το ίδιο ζγινε και με ζνα γειτονόπουλο, τον Στάκθ, που γνωρίηονταν από τθ μικρι παιδικι θλικία και του είχε πλιρθ εμπιςτοςφνθ. Βρικε τισ ξαδζλφεσ, είπε ςτθν Ρόπθ από τθ γειτονιά κι ζτςι ςυγκεντρϊκθκε ζνασ λογικόσ αρικμόσ. Μζςα από αυτοφσ κα άγρευε τα μζλθ τθσ δικισ του ομάδασ. Ζφταςε θ μζρα τθσ γιορτισ κι ο Μίμθσ ιταν ςε υπερδιζγερςθ. Κα ζρκουνε οι καλεςμζνοι του ι κάποιοι που τουσ 36
ψιλοενθμζρωςε για τον απϊτερο ςτόχο του ι κα κάνουν νερά; Κι όμωσ όλα πιγαν κατ’ ευχι κι ακόμα περιςςότερο. Κάτι που δε μποροφςε αυτόσ να ξζρει. Θ μεγάλθ ςφμπτωςθ. Κακϊσ ο Νικιτασ μπικε ςτο δωμάτιο, που ιδθ βρίςκονταν μζςα αυτοί που ζφταςαν νωρίτερα, ζπεςε από τα ςφννεφα. Στο πρόςωπο τθσ εξαδζλφθσ του Μίμθ, τθσ Μαριϊσ, είδε τθ γλυκιά μορφι του παρακφρου, που τον ςφράγιςε με τθν πρϊτθ ματιά, που μάταια τθν αναηθτοφςε τόςεσ μζρεσ και είχε εξαφανιςτεί, λεσ κι τθν είχε καταπιεί ζνα αόρατο κεριό. Θ ζκπλθξθ και θ χαρά τθσ ςυνάντθςθσ ιταν αμοιβαία, αφοφ αποτυπϊκθκε και ςτο πρόςωπο τθσ κοπζλασ. Αμζςωσ ςυςτικθκαν και δόκθκαν οι εξθγιςεισ τθσ εξαφάνιςθσ. Τθν ίδια χαρά ζνιωςε κι ο Μίμθσ γιατί και οι δυο ιταν αγαπθμζνα του πρόςωπα. Στθ ςυνζχεια οι δυο τουσ, λίγο αςχολικθκαν τουσ άλλουσ. Στθ αρχικι κζςθ που κάκιςαν παρζμειναν μζχρι το τζλοσ τθσ βραδιάσ, ςυηθτϊντασ μεταξφ τουσ κι ανταλλάςςοντασ όλεσ τισ ιδιωτικζσ τουσ πλθροφορίεσ. Θ διάκεςθ να γνωριςτοφν καλφτερα ιταν βακιά και θ Μαριϊ του το είπε: - Χρειάςτθκε να φφγω για τθ γιαγιά μου ςτο υηόμυλο, μα τθν εικόνα ςου να με κοιτάηεισ ςτο παράκυρο, τθν πιρα μαηί μου. Δεν ιξερα ποιόσ είςαι, πϊσ λζγεςαι να ςου ςτείλω ζνα μινυμα κι άφθςα τθν ελπίδα ςτθν Ραναγία ότι κα μου δϊςει ςτο μζλλον μια ευκαιρία να ςε ςυναντιςω. Να που θ παράκλθςι μου ειςακοφςτθκε! Αυτόσ τθσ εξομολογικθκε ότι χάλαςε ζνα ηευγάρι ςόλεσ περνϊντασ και ξαναπερνϊντασ από το δρόμο τθσ. Ρόςεσ φορζσ χτφπθςε τθν πόρτα τθσ κι από ζνα ςθμείο και μετά άφθςε τθν ελπίδα ςτθν τφχθ. Να που κι αυτι του χαμογζλαςε. Κάποια ςτιγμι ο Μίμθσ άρχιςε να μιλάει για το κζμα που τον ενδιζφερε και εκ των πραγμάτων θ προςοχι όλων ςυγκεντρϊκθκε εκεί. Είχε το χάριςμα ο μπαγάςασ. Θ εμφάνιςι 37
του, το χρϊμα τθσ φωνισ του, θ ιδιαίτερθ ικανότθτα να περιγράφει καταςτάςεισ, θ αφοςίωςθ ςε ότι πίςτευε ςε κζρδιηαν και με το παραπάνω. Ιταν γεννθμζνοσ θγζτθσ! Βρικε γόνιμο ζδαφοσ ςε πρόκυμεσ νεανικζσ ψυχζσ, με δφναμθ ψυχισ και διάκεςθ προςφοράσ, αλλά προσ το παρόν ζμεινε ςε γενικότθτεσ και ςτθν επιδίωξθ ξυπνιματοσ ςυνειδιςεων. Σε άλλθ φάςθ και κατ’ αρχιν ςε ατομικζσ επαφζσ, κα αναφερόταν με λεπτομζρειεσ ςτθν ανάγκθ δθμιουργίασ οργανωτικισ δομισ για τουσ αγϊνεσ των θμερϊν που ςίγουρα ζρχονται.
38
09. Μια ςχζςθ επιςθμοποιείται Μετά το τζλοσ τθσ γιορτισ ζπρεπε ο κακζνασ να πάει ςτο ςπίτι του. Ο Μίμθσ, γεμάτοσ ενκουςιαςμό από τθν επιτυχία τθσ προςπάκειασ του, προςφζρκθκε να ςυνοδεφςει μια από τισ ξαδζλφεσ του γιατί θ ϊρα ιταν προχωρθμζνθ. Για τθν Αντιγόνθ δεν ζμπαινε κζμα, αφοφ τθ ςυνόδευε ο αρραβωνιαςτικόσ τθσ ο Αντϊνθσ. Πταν πρότεινε να πάει τθ Μαριϊ ςπίτι, αυτι του απάντθςε αμζςωσ: - Άςε Μίμθ! Ευχαριςτϊ. Δε χρειάηεται. Το κανόνιςα μόνθ μου. Κα με ςυνοδεφςει ο Νικιτασ, που ο δρόμοσ του είναι και προσ το δικό μου ςπίτι. Άλλθ υποχρζωςθ δεν υπιρχε. Οι υπόλοιποι ιταν γειτονόπουλα και δεν υπιρχε πρόβλθμα. Κα πιγαιναν μόνοι τουσ. Ανακουφίςτθκε γιατί ικελε ατάκα κι επί τόπου να μείνει μόνοσ του και να κάνει μια ανακεφαλαίωςθ των όςων ςυνζβθςαν. Να τα αξιολογιςει και να ςχεδιάςει τισ επόμενεσ κινιςεισ του. Σε ποιοφσ τελικϊσ κα απευκυνκεί; Μιπωσ ζπρεπε πρϊτα να ηθτιςει τθ ςυμβουλι του κυρίου Δθμιτρθ ; Δεν είχε προθγοφμενθ εμπειρία, αλλά για να ςιγουρευτεί ότι πατάει καλά κα κοιτάξει να τον βρει. Ροφ του είπε ότι ςυχνάηει; Τα δειλινά ςτο καφενείο τθσ παραλίασ. Κα πάει και μάλιςτα αφριο κιόλασ. Ο Νικιτασ και θ Μαριϊ άρχιςαν να ανεβαίνουν προσ τθν Νζα Λωνία με τθν εςωτερικι διάκεςθ να ακουμπιςει ο ζνασ τον άλλο. Τθ πρωτοβουλία τθν πιρε ο Νικιτασ πιάνοντασ το χζρι τθσ Μαριϊσ. Βρικε ανταπόκριςθ. Τα δάχτυλα τθσ μπλζχτθκαν κι ζςφιξαν τα δάχτυλα του Νικιτα και όταν ζςτρεψαν τα πρόςωπα μζςα ςτο ςκοτάδι διζκρινε δυο μάτια ςαν φωτιά να τον κοιτάηουν με προςμονι. Ζςκυψε διςτακτικά και τα χείλια του 39
απλϊσ ακοφμπθςαν ςτα δικά τθσ, που τα ζνιωςε να καίνε. Τθν αγκάλιαςε και τθσ ψικφριςε ςτο αυτί: - Είςαι το κορίτςι μου! Να ξζρεισ ότι από δω και πζρα, οι δρόμοι μασ ςυναντικθκαν και δε κα χωρίςουν ποτζ και για τίποτα. Θ άλλθ δεν το είπε με λόγια. Μόνο τα μάτια τθσ πετάγανε φωτιζσ και το ςυγκαταβατικό βλζμμα τθσ υπζγραφε νοερά τον παντοτινό όρκο πίςτθσ κι αγάπθσ. Χϊριςαν ζξω απ’ το ςπίτι τθσ, που ζρθμο μζχρι τϊρα ςτζγαηε τθ μοναξιά τθσ μετά τα αλλεπάλλθλα χτυπιματα τθσ μοίρασ που διαδοχικά δζχτθκε μζςα ςε λίγα χρόνια. Τϊρα όμωσ κα είχε ζναν άνκρωπο να ςτθριχτεί και γιατί όχι, να τον ςτθρίξει. Ναι! Με όλθ τθ δφναμθ τθσ ψυχισ τθσ. Ενϊ τόςο πολφ το ικελε δεν τόλμθςε να τον καλζςει μζςα. Σε κανζνα δεν είχε να δϊςει λόγο. Τον ίδιο μόνο φοβικθκε μθν τυχόν παρεξθγιςει το κάρροσ τθσ. Πμωσ από μζςα τθσ ψικφριςε: - Τϊρα που ςε βρικα κα βροφμε καιρό για τα πάντα. Αλικεια πϊσ γίνεται με μια ματιά μόνο και από μακριά να ςυμβαίνει τζτοια απόλυτθ επικοινωνία ψυχϊν; Μςωσ κι αυτό να είναι ζνα από τα πολλά μυςτιρια τθσ ανκρϊπινθσ φφςθσ. Για αυτοφσ, που ντε και καλά επιμζνουν ςε υλικζσ αποδείξεισ, κα μποροφςαμε να επικαλεςτοφμε επικοινωνία μζςω 40
θλεκτρομαγνθτικϊν κυμάτων ςτθν περιοχι του ορατοφ ι και όχι φωτόσ, οςμϊν ςωμάτων, θχόχρωμα φωνισ κι ό,τι άλλο περνάει απ’ το μυαλό του κακενόσ. Εκείνο που με τίποτα δεν μπορείσ να αρνθκείσ είναι τα ιςτορικά παραδείγματα που υπάρχουν ςε κείμενα που εξιςτοροφν ειδφλλια και ιςτορίεσ αγάπθσ αυτισ τθσ μορφισ. Τισ επόμενεσ μζρεσ θ ςχζςθ τουσ προχϊρθςε κι άλλο. Θ Μαριϊ μζςα ςτα λίγα χρόνια τθσ ηωισ τθσ είχε «προλάβει» να γευτεί τραγωδίεσ, με τισ απανωτζσ απϊλειεσ αγαπθμζνων προςϊπων, που όμωσ ενδυνάμωςαν τον χαρακτιρα τθσ και τθν ωρίμαςαν, ωσ ανκρϊπινθ παρουςία, ςτθν αντιμετϊπιςθ καταςτάςεων. Ο Νικιτασ μετά από λίγεσ μζρεσ τθν παρουςίαςε ςτουσ γονείσ του. Μετά το αρχικό ξάφνιαςμα και τον ενδόμυχο φόβο που πάντα διακατζχει ζνα γονζα για το ςπλάχνο τουσ, είδαν τθν επιμονι του γιοφ τουσ, αλλά και εκτίμθςαν τθν κοπζλα, οπότε τθν δζχτθκαν ςτο ςπίτι. Για τθν εποχι εκείνθ, αυτό ιςοδυναμοφςε με αρραβϊνα.
41
10. 1940- Απϊλειεσ Ο πόλεμοσ ςτα ευρωπαϊκά μζτωπα ιδθ μαινόταν, ο αρικμόσ των νεκρϊν ανερχόταν ςε δεκάδεσ χιλιάδεσ, θ επικετικότθτα του ναηιςτικοφ κακεςτϊτοσ και θ βαριά πολεμικι μθχανι του γζμιηε με τρόμο τισ χϊρεσ τθσ Ευρϊπθσ. Τα τφμπανα του πολζμου άρχιςαν να ακοφγονται και ςτθ χϊρα μασ. Θ επικετικότθτα του φαςιςτικοφ κακεςτϊτοσ τθσ Λταλίασ ζδειχνε τθν ζντονθ επικυμία του Μουςολίνι να μιμθκεί τον Χίτλερ ςτισ κατακτιςεισ νζων εδαφϊν. Μια χϊρα φτωχι, με ανοιχτζσ πλθγζσ, από τθν ζλλειψθ των δθμοκρατικϊν κεςμϊν και οικονομικι δυςπραγία, δφςκολα κα μποροφςε να μείνει εκτόσ του πεδίου των εχκροπραξιϊν. Ο ορίηοντασ ιταν ςκοτεινόσ. Αυτό το διάςτθμα ο Νικιτασ είχε κι άλλεσ ζγνοιεσ που αφοροφςαν τθν οικογζνειά του. Ιδθ είχε παρατθριςει τον τελευταίο καιρό τθν κοφραςθ, αποτυπωμζνθ ςτο πρόςωπο του πατζρα του. Δεν ιταν ιδιαίτερα μεγάλοσ, αλλά τον είχαν τςακίςει οι κακουχίεσ τθσ ηωισ, μετά τον ξερριηωμό από τθν πατρίδα. Πταν κατόρκωςαν να φτάςουν ςτθν Ελλάδα ιρκαν μόνο με τα ροφχα που φοροφςαν και τον μικρό Νικιτα ενόσ ζτουσ μωρό, ζχοντασ αφιςει πίςω τα πάντα. Ανκρϊπουσ ςυγγενείσ και περιουςία. Στο Βόλο δοφλεψε, όπου υπιρχε ηιτθςθ και εκτιμικθκε θ εργατικότθτα και θ προκυμία του για εργαςία. Δυςτυχϊσ παρά τθ ςφοδρι επικυμία τουσ να δϊςουν αδελφάκια ςτον Νικιτα αυτό δεν ζγινε δυνατό κι ζτςι ο Νικιτασ ςυγκζντρωςε όλθ τθν προςοχι και τθν αγάπθ τουσ. Μζςα ςτισ διάφορεσ δουλειζσ που είχε κάνει για να εξαςφαλίςει το ψωμί τθσ οικογζνειασ του, ο πατζρασ του Νικιτα είχε κθτεφςει λίγουσ μινεσ βοθκόσ ς’ ζνα τςαγκάρικο 42
του Βόλου, τα χζρια του ζπιαναν και το μάτι του ζκοβε. Ζτςι δεν άργθςε να μπει ςτα μυςτικά τθσ τζχνθσ. Δεν αφζκθκε ςτθν τφχθ. Στθ μικρι αυλι του ςπιτιοφ ζφτιαξε με τα ίδια τα χζρια του μια παράγκα, που φιλόδοξα τθν ονόμαςε μαγαηί κι εκεί άρχιςε να το λειτουργεί ωσ μπαλωματάδικο αγοράηοντασ από το αφεντικό του τα πρϊτα μεταχειριςμζνα εργαλεία τθσ δουλειάσ. Εργατικόσ με τισ ανάγκεσ να τον πιζηουν ςιγά-ςιγά ςτζριωςε εκεί μζςα αποκλειςτικά. Θ δουλειά του εκτιμικθκε από τθ φτωχολογιά τθσ γειτονιάσ. Αυτό το μαγαηί, τουσ ζηθςε όλα τα χρόνια και πολλζσ φορζσ ο Νικιτασ βοθκοφςε τον πατζρα του κι ζτςι είχε μια πρϊτθ ιδζα από τα μυςτικά τθσ δουλειάσ. Ρου αργότερα κα του φαινόταν χριςιμθ Πταν θ υγεία του πατζρα του χειροτζρεψε αναγκάςτθκαν να ηθτιςουν τθ βοικεια των γιατρϊν. Θ γνωμάτευςθ ιταν ότι θ καρδιά του είχε προβλιματα κι ότι δεν πρζπει να κουράηεται. Ρϊσ όμωσ κα μποροφςε αυτό να γίνει; Ο Νικιτασ πρότεινε να ςταματιςει το ςχολείο και ν’ αναλάβει αυτόσ το μαγαηί, αλλά ςυνάντθςε τθν κάκετθ άρνθςθ πατζρα και μάνασ: - Σε καμία περίπτωςθ, είπε ο πατζρασ του και δίπλα ςιγοντάριςε και θ μάνα, εςφ κα ςυνεχίςεισ το ςχολείο. Αλλά τα πράγματα, όπωσ είναι γνωςτό, δεν τα κακορίηουν μόνο οι ανκρϊπινεσ επικυμίεσ. Υπιρξαν εξελίξεισ ραγδαίεσ. Ζνα πρωινό ο βαςανιςμζνοσ πατζρασ δεν ξφπνθςε από τον φπνο του. Το χτφπθμα για τον Νικιτα και τθν ζρμθ τθ μάνα του ιταν ζνασ κεραυνόσ. Εκ των πραγμάτων, μετά από τισ πρϊτεσ μζρεσ του οδυρμοφ τθσ μάνασ, ιρκε θ ςκλθρι πραγματικότθτα. Ρϊσ κα ηιςουν ςτθ ςυνζχεια, αφοφ άλλοι πόροι δεν υπιρχαν; Για το πρϊτο διάςτθμα τςόνταρε ο αδελφόσ τθσ μάνασ του, ο λογιςτισ, μα κι αυτόσ είχε οικογζνεια με παιδιά κι αυτό δε μποροφςε να ςυνεχιςτεί. Ιταν το τζλοσ τθσ ςχολικισ χρονιάσ όπου με επιτυχία ολοκλιρωνε τον τζταρτο χρόνο ςτο γυμνάςιο. 43
Τϊρα τα δεδομζνα είχαν πια αλλάξει. Για να ςυνεχίςει τισ ςπουδζσ τθν επόμενθ χρονιά ιταν πολφ δφςκολο. Το κζμα το ςυηιτθςε και με τουσ τρεισ φίλουσ, που ιρκαν ςτθν κθδεία του πατζρα του για ςυμπαράςταςθ, αλλά δεν είχαν τον τρόπο να τον καλφψουν οικονομικά. Άλλωςτε και να του το πρότεινε κάποιοσ, είναι αμφίβολο αν ο Νικιτασ κα το δεχόταν. Χωρίσ να τον ρωτιςει ο Μίμθσ ζφερε από το μαγαηί του πατζρα του ψάρια και κατά το ζκιμο τραπζηωςαν τουσ λίγουσ φίλουσ και γείτονεσ. Θ Μαριϊ παροφςα προςπακοφςε μ’ όλθ τθν καλι κζλθςθ να βοθκιςει τθν κατάςταςθ. Ζβαλε ζνα χζρι ςτθν κουηίνα και τισ ετοιμαςίεσ και ο Νικιτασ τθν είχε από καιρό ςυςτιςει ςτθ μάνα, ωσ το κορίτςι του. Πλα αυτά χωρίσ να λάβουμε υπόψθ τισ ραγδαίεσ εξελίξεισ των επόμενων μθνϊν και τισ τραγικζσ ςυνζπειεσ που κα είχαν ςτθν πλειοψθφία των Ελλινων και ςτουσ ίδιουσ. Ενϊ θ τετράδα ιταν ενωμζνθ και ςτακερι, θ ςχζςθ του με τον Μίμθ είχε προφανϊσ και μια επιπλζον διάςταςθ. Μετά τθν αναλυτικι ςυηιτθςθ που είχαν κάνει για το βιβλίο του κομμουνιςτικοφ μανιφζςτου, μετά τθν αρχικι ενθμερωτικι ςυνάντθςθ ςτθ γιορτι του Μίμθ ςτο ςπίτι του, ςτθ ςυνζχεια ζγιναν οριςμζνεσ ςυηθτιςεισ και ςε πιο πρακτικά κζματα. Συγκεκριμζνα ο Μίμθσ του μίλθςε πωσ υπάρχουν δυο τρία άτομα που ςυμφωνοφν να δθμιουργιςουν μια πιο δεμζνθ ομάδα, που κα ζχει ςκοπό να οργανϊςει τουσ λαϊκοφσ αγϊνεσ που απαιτοφνται και που οι επερχόμενεσ εξελίξεισ κα τουσ καταςτιςουν αναγκαίουσ. Ο Νικιτασ ςυμφϊνθςε βάηοντασ όμωσ ζναν προςωπικό όρο. Ασ αφιςουν προσ το παρόν απζξω τθ Μαριϊ. Ο ζνασ από τουσ δυο φτάνει ! Πμωσ ο κάνατοσ του πατζρα, πάγωςε εκ των πραγμάτων για λίγο καιρό τισ εξελίξεισ. 44
11. Οκτϊβρθσ του 40. Η εκνικι ανάταςθ Από τθ μζρα που θ Λταλία μασ κιρυξε τον πόλεμο, ςυνάντθςε το ομόκυμο ΟΧΛ του λαοφ μασ. Μια, λεσ με αυτοματικό τρόπο, ανάταςθ φτεροφγιςε μζςα ςτισ ψυχζσ όλων των Ελλινων. Εμπρόσ τον κίνδυνο για τθν κατάλυςθ τθσ ακεραιότθτασ και ανεξαρτθςίασ τθσ πατρίδασ, οι εν υπνϊςει ςυνειδιςεισ ξφπνθςαν και ορκϊκθκαν ςαν απόρκθτο φροφριο απζναντι ςτθν απειλι. Ξεπζραςαν τισ όποιεσ πολιτικζσ διαφορζσ, υπερκάλυψαν τισ εγγενείσ ελλείψεισ ςε προετοιμαςία και υλικό κι ζνα κφμα αγνοφ πατριωτικοφ ενκουςιαςμοφ κυριάρχθςε απ’ άκρου εισ άκρον ςε κάκε γωνιά τθσ πατρίδασ μασ.
Μετά τον πρϊτο φυςικό αιφνιδιαςμό, οι αρχικά ανοργάνωτεσ ελλθνικζσ δυνάμεισ βρίςκουν το βθματιςμό τουσ, αναχαιτίηουν αρχικά τθν προκλθτικι επίκεςθ των Λταλϊν και ςτθ ςυνζχεια προελαφνουν νικθφόρα κατακτϊντασ νζα εδάφθ ςε πόλεισ και χωριά, που ηουν κι αναπνζουν από αιϊνεσ, Ζλλθνεσ. Κάποια ςτιγμι θ οικογζνεια του Μίμθ ειδοποιικθκε ότι ο Αντϊνθσ κατζφταςε ελεφκεροσ ςτο Βόλο. Πλοι ζτρεξαν γεμάτοι χαρά να τον υποδεχκοφν. Ο αδελφόσ του, πατζρασ του Μίμθ, 45
τον αγκάλιαςε με αγάπθ και μετά πιρε ςειρά ο Μίμθσ για τον οποίον ο κείοσ του ιταν ζνα ςχεδόν μυκικό πρόςωπο. Βλζπεισ ο Αντϊνθσ ζλλειπε ςε υποχρεωτικζσ διακοπζσ πάνω από δυο χρόνια ςε νθςί. Ροιοσ να πρωτοπρολάβει να ρωτιςει για τα νζα του. Μα, ο Μίμθσ καιγόταν να του πει τα δικά του. Μόνο που ζπρεπε να τον βρει μόνο. Δε γινόταν μπροςτά ςτουσ άλλουσ. Ζτςι ζκανε αναγκαςτικά υπομονι να ζρκει θ κατάλλθλθ ςτιγμι. Είπαν τα πάντα, κάκιςαν ςτο οικογενειακό τραπζηι, ζφαγαν ό,τι καλφτερο είχε ςιμερα θ ψαραγορά και ιπιαν λευκό κραςί. Μετά από όλα αυτά ο Αντϊνθσ είπε: - Να πάω και ςτο ςπίτι μου ρε παιδιά ! Να δω ςε τι κατάςταςθ βρίςκεται και να τθν αράξω λίγο. Είμαι και κουραςμζνοσ. - Βεβαίωσ! είπε θ μάνα, ςτάςου να ςου δϊςω το κλειδί. Ρετάχτθκε ο Μίμθσ: - Να ςε βοθκιςω να μεταφζρεισ τα πράγματά ςου. - Μα… μόνο ζνα βαλιτςάκι ζχω. - Αυτό! Κα το πάρω εγϊ! Τότε για πρϊτθ φορά, τον παρατιρθςε πιο προςεκτικά: - ε Μίμθ, παιδάκι ςε άφθςα και ςε βρίςκω ολόκλθρο παλικάρι! Εντάξει πάμε μαηί να μου πεισ και τθν πρόοδο ςτο ςχολείο ςου. Ζτςι, από το δρόμο, ο Μίμθσ άρχιςε να του περιγράφει όλα όςα αυτόσ ζηθςε και είχε τθν εικόνα των ςυμβάντων. Του είπε ότι κρυφά μπικε ςτο ςπίτι του, απ’ τθν περιζργεια να δει τα πράγματά του, του είπε για το κομμουνιςτικό μανιφζςτο και τθν τρομερι εντφπωςθ, που του προκάλεςε. Πτι το διάβαςε κι ο κολλθτόσ του ςυμμακθτισ Νικιτασ και ότι ζκαναν αναλυτικι ςυηιτθςθ πάνω ςτο βιβλίο. Στθ ςυνζχεια ζφταςε ςτο κρίςιμο ςθμείο. Του είπε για τθν ζντονθ επικυμία του να βοθκιςει πιο ουςιαςτικά τον αγϊνα. 46
- ϊτθςα δικεν τυχαία τθ μάνα μου αν ζχεισ κάποιουσ γνωςτοφσ και μου είπε για τθ άνια. Εδϊ ο Δθμιτρθσ τον ςταμάτθςε απότομα: - Τθν βρικεσ; Τι κάνει; Του περιζγραψε τθ ςυγκζντρωςθ ςτο ςπίτι τθσ και το ρόλο του Δθμιτρθ. Μόλισ αναφζρκθκε το όνομά του ο Αντϊνθσ τον ςταμάτθςε: - Ροιοσ είναι αυτόσ; - Δεν τον ξζρεισ; Αυτόσ μου ζδωςε τθν εντφπωςθ ότι γνωρίηεςτε καλά. - Μςωσ να μθ κυμάμαι. Κάνε μου μια χάρθ. Ριγαινε ςτο ςπίτι τθσ άνιασ κι ενθμζρωςζ τθν για τον ερχομό μου. - Ράω αμζςωσ να τθν φζρω! Ζτρεξε μζχρι το ςπίτι τθσ άνιασ κι ιταν τυχερόσ γιατί μόλισ είχε γυρίςει απ’ ζξω. Τθσ είπε το νζο κι θ άλλθ πζταξε απ τθ χαρά τθσ: - Ζνα λεπτό να πάω ςτθν τουαλζτα κι ζρχομαι.. Ανκρϊπινο. Ικελε να περιποιθκεί, ζςτω και πρόχειρα, τθν εμφάνιςι τθσ. Με βιαςτικό βιμα φτάςανε γριγορα ςτο ςπίτι του Αντϊνθ κι θ άνια ζπεςε ςτθν αγκαλιά του με μια οικειότθτα που ξεπερνοφςε τθν απλι φιλία. Ο Αντϊνθσ ιταν λίγο ςυγκρατθμζνοσ, ίςωσ λόγω τθσ παρουςίασ του ανιψιοφ. Το πρϊτο που ζκανε ιταν να ρωτιςει τθ άνια: - Ζχουμε πολλά να ποφμε, μα πριν πεσ μου γι’ αυτόν τον Δθμιτρθ. - Μου είπε ότι γνωρίηεςτε από τθ φοιτθτικι ςασ περίοδο. Μου διθγικθκε μια ςειρά κοινζσ ςασ ιςτορίεσ, που αρκετζσ τισ ιξερα κι από δικζσ ςου περιγραφζσ. Τον πίςτεψα χωρίσ να περάςει απ’ το μυαλό ζςτω και μια αμφιβολία. - Εγϊ πάντωσ δεν τον κυμάμαι. Για περίγραψζ μου τα χαρακτθριςτικά του. 47
Τον περιζγραψε όςο πιο αναλυτικά γίνεται κι ο Μίμθσ ςυμπλιρωνε όπου χρειαηόταν. Του είπαν ότι αυτόσ ιταν ο κακοδθγθτισ όλων των πυρινων που ιξεραν, ότι ςε αυτόν ζδιναν αναφορά για τα πάντα. Γνωρίηει ανκρϊπουσ, ονόματα, ςτζκια τα πάντα. Ο Αντϊνθσ είπε: - Ασ μθ βιαςτοφμε να βγάλουμε ςυμπεράςματα. Μόλισ εμφανιςτεί ςε κάποιον απ’ τουσ δυο ςασ να μου τον φζρετε χωρίσ κακυςτζρθςθ εδϊ. Ο Μίμθσ τον κακθςφχαςε - Ξζρω το ςτζκι του. Είναι ς’ ζνα καφενείο τθσ παραλίασ. Σιμερα κιόλασ κα πάω να τον βρω. Ο Αντϊνθσ δεν ζκανε κοινωνοφσ τθ άνια και τον Μίμθ, τθσ εςωτερικισ ανθςυχίασ, που ιδθ τον κατζτρωγε. Αςαφείσ πλθροφορίεσ, που κυκλοφόρθςαν ςτθν εξορία, ζλεγαν ότι το μεταξικό κακεςτϊσ είχε διαβρϊςει τουσ κομματικοφσ μθχανιςμοφσ ζωσ τα υψθλά κλιμάκιά τουσ και πρζπει να είναι αρκετά επιφυλακτικοί με τα νζα πρόςωπα που εμφανίηονται από το πουκενά. Πχι! Δεν πρζπει να τουσ ανθςυχιςει χωρίσ κακόλου ςτοιχεία. Κα το ξεκακαρίςει το κζμα αμζςωσ γιατί εδϊ παίηονται ςοβαρά κζματα και πρζπει να προφυλάξει ανκρϊπουσ και τισ ηωζσ τουσ.
48
12. Η εξαφάνιςθ του Αντϊνθ Ο Μίμθσ πζραςε και ξαναπζραςε από το καφενείο τθσ παραλίασ, αλλά ο Δθμιτρθσ δεν κακόταν ςτθ ςυνικθ κζςθ του ι ςε άλλθ. Πταν γφριςε ςτο ςπίτι, θ άνια ιταν πάλι εκεί. Τουσ ανακοίνωςε το αποτζλεςμα τθσ προςπάκειάσ του. Τότε εκείνθ είπε: - Ρϊσ δε το ςκζφτθκα; Κάποια ςτιγμι μου ζδωςε ζναν αρικμό τθλεφϊνου, αλλά μου είπε μόνο ςε ζκτακτθ ανάγκθ να το χρθςιμοποιιςω. Τϊρα είναι αυτι θ ανάγκθ. Ράω ςτο φαρμακείο τθσ γειτονιάσ μου που ζχει τθλζφωνο και είναι γνωςτόσ μου να τον καλζςω. Ρεριμζνετζ με κα γυρίςω... Ρράγματι ςε λίγο επζςτρεψε: Ριρα τθλζφωνο. Μια άγνωςτθ φωνι το ςικωςε και με ρϊτθςε ποιόν ηθτάω. Τον κφριο Δθμιτρθ του λζω. Ροιόσ τον ηθτάει μου απαντά. Μια φίλθ του, θ άνια, του απαντϊ. Τότε μόνο μου είπε, ότι ςτο κφριο Δθμιτρθ ςυνζβθ κάτι ζκτακτο οικογενειακό και ζφυγε για το χωριό του. Κα λείψει μερικζσ μζρεσ. Αυτό ιταν. Τίποτα περιςςότερο. Τθν άλλθ μζρα με πείςμα και απορία ο Μίμθσ πζραςε δεκάδεσ φορζσ πάνω-κάτω ςτο καφενείο. Τηίφοσ. Δεν άντεξε. Μπικε μζςα και ρϊτθςε το γκαρςόνι. Δεν ιξερε τίποτα κι αυτόσ. Θ τελευταία εξζλιξθ ιρκε ςε λίγεσ μζρεσ, ςχεδόν απροειδοποίθτα. Με μια ζμμεςθ κι ίςωσ αμφιςβθτοφμενθ πλθροφορία ο κείοσ 49
Αντϊνθσ εξαφανίςτθκε με τθ ςειρά του. Ζνα ιδιόγραφο ςθμείωμα που εντόπιςε ο Μίμθσ πάνω ςτο γραφείο του κείου του, τον ενθμζρωνε ότι τον ειδοποίθςαν να πάει κάπου ςε ειδικι αποςτολι εκ μζρουσ του κόμματοσ. Το γεγονόσ να μείνει κρυφό και μόλισ διαβάςει το ςθμείωμα να το καταςτρζψει και διακριτικά να ενθμερϊςει τον πατζρα του και τθ άνια. Πτι το ςθμείωμα ιταν αλθκινό δεν υπιρχε καμιά αμφιβολία. Το γράψιμο του κείου Αντϊνθ ιταν χαρακτθριςτικό και εφκολα αναγνωρίςιμο. Μζςα ςτο ςπίτι υπιρχαν κι άλλα δικά του κείμενα από τθν επαγγελματικι του απαςχόλθςθ. Δικογραφίεσ, πρόχειρα κείμενα και άλλα. Δεν ζμπαινε λοιπόν ηιτθμα, ιταν αυκεντικό. Κάτι απροςδιόριςτο κι ανεξιγθτο τον οδιγθςε να παρακοφςει τισ εντολζσ του αγαπθμζνου κείου του. Το ζκρυψε ς’ ζναν από τουσ τόμουσ τθσ εγκυκλοπαίδειασ που υπιρχαν ςτθ βιβλιοκικθ. Ενθμζρωςε ωσ όφειλε τον πατζρα του και τθ άνια, που ζμειναν με τθν ζκπλθξθ ςτο πρόςωπο. Ρεριςςότερο θ άνια. Ο πατζρασ ιταν ςυνθκιςμζνοσ με τισ παραξενιζσ του αδελφοφ του. Άλλωςτε ίςωσ να ιταν καλφτερα που κα βρίςκεται μακριά. Στθ άνια ανίχνευςε μια απόχρωςθ παράπονου και πίκρασ, που τθν παράτθςε χωρίσ ζναν ςφντομο χαιρετιςμό από κοντά. Και ςτον ίδιον ζμειναν ερωτιματα και πίκρεσ γιατί τον ικελε αυτι τθν εποχι δίπλα του, ωσ ζμπειρο ςυμβουλάτορα, ςε πράγματα που είχε ςτο μυαλό του.
50
13. Ο γάμοσ του Νικιτα με τθ Μαριϊ Ο Μίμθσ ανζβθκε ςτθ Νζα Λωνία και είδε το φίλο του Νικιτα. Αυτόσ δεν ιταν κακόλου ςε καλι φάςθ. Ζδινε αγϊνα για να ηιςει, αλλά του ανακοίνωςε κι ζνα ευχάριςτο νζο. Κα παντρευτεί τθν ξαδζλφθ του Μαριϊ, παρά το γεγονόσ ότι ο πόλεμοσ είναι φουντωμζνοσ. - Αγαπιόμαςτε Μίμθ και με το κάνατο του πατζρα, τα βγάηουμε δφςκολα πζρα. Λζμε να πάμε ςτο χωριό τθσ. Ζχει ζνα χωραφάκι δίπλα ςτο ποτάμι. Κα το κάνω μπαξζ, κάτι να μασ δίνει κι εκεί κα βάλουμε καμιά κοτοφλα, να περάςουν οι δφςκολεσ μζρεσ. - Χαίρομαι, αλλά κα μου κάνεισ τθν τιμι να είμαι ο κουμπάροσ ςου. Ο Νικιτασ το δζχτθκε με ευχαρίςτθςθ. Στθ ςυνζχεια ο Μίμθσ τον ενθμζρωςε για τον ερχομό του κείου του Αντϊνθ. Για τθν παράξενθ εξαφάνιςθ του Δθμιτρθ και τθ νζα αναχϊρθςθ του κείου του. Για τον Δθμιτρθ είχε μιλιςει μόνο ςτον Νικιτα και ςε κανζναν άλλο. Για το ςθμείωμα κουβζντα. - Και για πότε ο γάμοσ; ρϊτθςε, αλλάηοντασ τθν κουβζντα - Σε δυο Κυριακζσ ςτθ Βαγγελίςτρα. Σε παρακαλϊ, επειδι ζχω τρεχάματα πολλά, ειδοποίθςε εςφ τον Τάςο και τον Κωςτι. Μια απλι τελετι ςτθν εκκλθςία κα είναι. Δεν είναι καιρόσ για γιορτζσ και γλζντια. Δεν μποροφςε να του πει το λόγο που υπιρχε βιάςθ για το γάμο. Με τθ Μαριϊ τα είχανε βρει εντελϊσ κι ανάμεςα τουσ υπιρχε πλιρθσ επικοινωνία κι εμπιςτοςφνθ. Νζα παιδιά, παρά τα προςωπικά προβλιματα, παρά τισ δυςμενείσ εξελίξεισ και τον πόλεμο, που άρχιςε ςτο Αλβανικό μζτωπο, οι νεανικζσ ορμζσ δεν ζχουν ςταματθμό. Μζςα ςτο ςπίτι τθσ Μαριϊσ ζνα 51
βράδυ δεν κρατικθκαν και θ Μαριϊ του δόκθκε χωρίσ αναςτολζσ. Κι ιταν πολφ όμορφα και νιϊςανε ςα μια ψυχι. Εκεί ο Νικιτασ τθσ το υποςχζκθκε και τϊρα ιρκε θ ςτιγμι - Σφντομα Μαριϊ μου κα ςε πάω ςτθν Εκκλθςία να ευλογιςει κι ο κεόσ τθ ςχζςθ μασ. Και θ άλλθ χαμογζλαςε ευτυχιςμζνθ. Του είχε πλιρθ εμπιςτοςφνθ. Βλζπεισ από καιρό ιταν μόνθ, ςαν καλαμιά ςτον κάμπο. Μικρι, με τραγικό τρόπο ζχαςε ςε αγροτικό ατφχθμα και τουσ δυο γονείσ τθσ. Ζτςι θ ηωι τθν ανάγκαςε από νωρίσ να αντιμετωπίςει μόνθ όλεσ τισ καταςτάςεισ. Κι αυτό τθν ζκανε δυνατι κι αυτάρκθ. Ο Νικιτασ ιταν ζνα λαχείο και ιξερε να το εκτιμιςει. Θ αγάπθ που ζνιωςε από τθν πρϊτθ ςτιγμι γι αυτόν ιταν βακιά, ολοκλθρωτικι, απ’ αυτζσ που ςου ςφραγίηουν για πάντα τθ ηωι. Ο γάμοσ ζγινε ςτθν εκκλθςία με τουσ λίγουσ φίλουσ και των δυο. Γλζντι δεν επακολοφκθςε, λόγω τθσ εποχισ και τθσ ζνδειασ των δυο οικογενειϊν. Τίποτα δε φάνθκε παράξενο. Θ μάνα του μόνο είχε κάνει δυο λαμαρίνεσ πολίτικο ςάμαλι και από μια δυομιςάρα νταμιτηάνα ιπιαν όλοι από ζνα ποτθράκι καλό τςίπουρο. Ο Νικιτασ κζλοντασ να λειάνει τθν ατμόςφαιρα τουσ είπε - Μθ ςτεναχωριζςτε! Το γλζντι ςασ το χρωςτάω. Κα γίνει όταν θρεμιςουν τα πράγματα.
52
14. Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν τθ χϊρα Θ προζλαςθ των ελλθνικϊν ςτρατευμάτων μζςα ςτθν Αλβανία δεν μποροφςε να ςυνεχιςτεί. Θ επίκεςθ των γερμανικϊν ςτρατευμάτων ςτθ Μακεδονία ιταν ςκλθρι και ανάγκαςε τα παιδιά μασ να υποχωριςουν. Μετά από θρωικι αλλά άνιςθ αντίςταςθ θ χϊρα δζχτθκε το μοιραίο. Κάποιοσ ανζλαβε και το κλιβερό κακικον να υπογράψει τθν παράδοςθ. Θ χϊρα ιταν πλζον υπό ξζνθ κατοχι. Οι Γερμανοί και οι Λταλοί ιταν αυτοί που ζλεγχαν όλεσ τισ δομζσ τθσ εξουςίασ και επζβαλαν ςε πρϊτθ φάςθ όλουσ τουσ όρουσ τουσ. Μια από τισ πρϊτεσ ενζργειεσ των κατακτθτϊν ιταν να οικειοποιθκοφν όλο τον πλοφτο τθσ χϊρασ, κυκλοφορϊντασ ανεξζλεγκτα πλθκωριςτικό χριμα και ςυγκεντρϊνοντασ όλα τα διακζςιμα τρόφιμα κι αγακά τθσ χϊρασ. Ρροφανισ ςυνζπεια ιταν να πζςει πείνα ςτον πλθκυςμό, κυρίωσ ςτισ πόλεισ, με χιλιάδεσ ακϊα κφματα, που αβοικθτα πζκαιναν ακόμα και ςτουσ δρόμουσ, ενϊ ο πλθκωριςμόσ να κάνει πρακτικά αδφνατθ τθν αγορά βαςικϊν αγακϊν από τον μζςο πολίτθ. Ο Νικιτασ και θ Μαριϊ εγκαίρωσ μετακόμιςαν ςτο χωριό και ο Νικιτασ ζπεςε με τα μοφτρα να μετατρζψει το χωράφι ςε μπαξζ. Ιδθ τα φυτά που είχε βάλει ετοιμάηονταν να δϊςουν 53
τουσ πρϊτουσ καρποφσ. Πςο μποροφςε τον βοθκοφςε θ Μαριϊ, αλλά ςφντομα φάνθκε ότι ζρχεται το πρϊτο παιδί. Ο Νικιτασ τθσ είπε να κάτςει ςτο ςπίτι και αυτι αρκζςτθκε ςτο να ταΐηει τα λίγα ηωντανά που ζτρεφαν ςτθν αυλι. Μια κατςίκα, ζνασ κόκορασ, λίγεσ κότεσ και δυο πάπιεσ. Μαηί τουσ είχαν και τθ μάνα του Νικιτα, που όμωσ μετά τθν απϊλεια του άντρα τθσ είχε απότομα καταπζςει, λεσ και βιαηόταν να πάει να ςυναντιςει τον άντρα τθσ, που ζφυγε νωρίτερα. Ο ερχομόσ μια νζασ ηωισ, τθσ κόρθσ τουσ γζμιςε όλουσ χαρά. Θ γιαγιά πρόλαβε να τθν βάλει ςτθν αγκαλιά τθσ, αλλά μετά από δυο μζρεσ τουσ αποχαιρζτθςε για πάντα. Τθν ζκλαψαν και τθν ζκαψαν ςτον οικογενειακό τάφο, που είχε ςτο χωριό θ οικογζνεια τθσ Μαριϊσ. Κι ζτςι ζκλειςε και για τουσ δυο θ υπόκεςθ τθσ προθγοφμενθσ γενιάσ. Τϊρα με τον ερχομό τθσ κόρθσ που τθ βάφτιςαν ςε λίγο Ελζνθ, το όνομα τθσ γιαγιάσ, άνοιγε τθν ιςτορία τθσ μια νζα γενιά. Δυο νζοι άνκρωποι, δυνατοί, με όνειρα για πρόοδο και προκοπι, με δυνατι αγάπθ να τουσ ςυνδζει, ζδιναν τθν κακθμερινι μάχθ για τθν επιβίωςι τουσ ενϊ τθ χϊρα τθν ζςκιαηε θ ςκλθρι εξουςία των ναηιςτϊν. Πμωσ, ιταν παιδιά τθσ πόλθσ και μόλισ πζραςαν οι ςκλθρζσ μζρεσ τθσ πείνασ άρχιςαν να ςκζφτονται τθν επιςτροφι τουσ ςτο Βόλο. Νζα είχαν λίγα και μόνο από τον Μίμθ, που κάκε τόςο εφριςκε τρόπο να τουσ ενθμερϊνει για ό,τι καινοφριο ςυνζβαινε. Άνκρωποσ δραςτιριοσ ο Μίμθσ, γεμάτοσ ενδιαφζρον κι αγάπθ για τουσ ςυνανκρϊπουσ του, οργάνωςε ομάδα και ζδωςε ςτισ δφςκολεσ εκείνεσ μζρεσ τον αγϊνα του επιςιτιςμοφ. Ο πατζρασ του είχε μια βάρκα και ςυχνά ζβγαιναν με δυο τρεισ ςυντρόφουσ απ’ το λιμάνι για ψάρεμα. Π,τι ψάρια ζβγαηαν τα μοίραηαν ςε φτωχζσ οικογζνειεσ που είχαν επιλζξει. 54
Ο πατζρασ του, που από μζςα του ςυμφωνοφςε και του άρεςε, του ζβαηε δικεν τισ φωνζσ - Μικρζ, μου κάνεισ ακζμιτο ςυναγωνιςμό. Δε κα ςου δίνω τθ βάρκα πια. Κα τθ βγάλω ςτθν ξθρά και κα τθν κλειδϊςω ςτθν αποκικθ. Ροτζ όμωσ δεν το επιχείρθςε. Γιατί από μζςα του χαιρόταν. Ο κείοσ του Αντϊνθσ δεν εμφανίςτθκε μζχρι τϊρα, αλλά – άγνωςτο πϊσ - κυκλοφοροφςε μια φιμθ ότι είναι ςε κομματικι αποςτολι. Εκείνοσ που εμφανίςτθκε κάποια ςτιγμι ιταν ο κφριοσ Δθμιτρθσ. Δεν τον είδε άμεςα ο Μίμθσ, αλλά ζμακε πωσ επιςκζφτθκε τθ άνια κι εξιγθςε τθ μακρόχρονθ απουςία του. Ριγε ςτο χωριό του, κάπου ςτθ Κεςπρωτία, γιατί θ μάνα του ιταν μόνθ και βαριά άρρωςτθ. Τθν φρόντιςε όςο μποροφςε, αλλά κάποια ςτιγμι τθν ζχαςε. Ζπρεπε να μείνει για να ξεκακαρίςει με τουσ ςυγγενείσ κάποια κλθρονομικά κζματα. Μεςολάβθςε θ πείνα κι ζκρινε πιο αςφαλζσ να μείνει ςτο χωριό. Μόλισ πζραςε θ επιςιτιςτικι κρίςθ επζςτρεψε ςτο Βόλο, που τον αγαποφςε ςαν πατρίδα του. Τον ίδιο το Μίμθ, τον είδε κάποια ςτιγμι ςτο γνωςτό του ςτζκι γιατί τον ζτρωγε θ περιζργεια τι ςυνζβθ με το κείο του. Του απάντθςε πωσ δεν ξζρει τίποτα, μα πρζπει να είναι προετοιμαςμζνοσ για όλα. Μζςα ςτο κίνθμα πρζπει να είςαι ανά πάςα ςτιγμι ςτθ διάκεςθ των εντολϊν του κόμματοσ. 55
Δεν είχε να του προςάψει τίποτα, μα του ζμενε μια αδιευκρίνιςτθ πικρι γεφςθ. Μςωσ κα πρζπει να είναι λίγο προςεκτικόσ και κάποια πράγματα ασ τα κρατιςει μόνο για τον εαυτό του. Ο Δθμιτρθσ ςφντομα, τον εξιτάριςε για δραςτθριοποίθςθ. - Ζχω πλθροφορίεσ Μίμθ, ότι ςτθν Ακινα υπάρχει οργανωτικόσ οργαςμόσ. Στο τομζα τθσ νεολαίασ ςτθν Ακινα δθμιουργικθκαν πολλζσ οργανϊςεισ και μάλιςτα τϊρα γίνονται διεργαςίεσ να περάςουν όλεσ κάτω από ζναν κοινό φορζα. Ρρζπει να κάνουμε μια ςυγκζντρωςθ ςτο ςπίτι τθσ άνιασ. Εμείσ που ιμαςταν πρωτοπόροι δε μπορεί να μείνουμε εκτόσ παιχνιδιοφ. Μζςω αυτισ κα ςε ειδοποιιςω. Μςωσ ςε λίγεσ μζρεσ να ζχω κι άλλα νζα από τθν Ακινα. Οι επαφζσ είναι δφςκολεσ κι αυτό το ξζρεισ πολφ καλά. - Εντάξει, αν με ειδοποιιςετε κα ζρκω. - Να ειδοποιιςεισ και τουσ άλλουσ.
56
15. Η ζναρξθ τθσ αντιςταςιακισ δράςθσ Κάτι ενοχλοφςε τον Μίμθ, αλλά δεν μποροφςε να προςδιορίςει τί. Μια ατμόςφαιρα – ζνα είδοσ ςκιάσ - είχε καταςκθνϊςει μζσ ςτο μυαλό του. Θ εμφάνιςθ του Αντϊνθ, θ ταυτόχρονθ εξαφάνιςθ του Δθμιτρθ και μετά το αντίςτροφο, του κάκιςαν αςικωτο βάροσ ςτο ςτομάχι. Δε ςυναντικθκαν ποτζ μεταξφ τουσ και αξιοςθμείωτο είναι ότι ο κείοσ του είχε δθλϊςει ότι το όνομά του δεν του κυμίηει τίποτα. Πμωσ υπάρχει ζνα παράκυρο εξιγθςθσ και να μθν είναι βιαςτικόσ ςτα ςυμπεράςματα. Ρολφ «όμορφο» για να είναι τυχαίο. Θ αλικεια να λζγεται. Αυτόσ είναι απομονωμζνοσ, δεν ζχει κακόλου επαφζσ με άλλα άτομα του κομματικοφ μθχανιςμοφ οφτε επαφζσ και πθγζσ πλθροφόρθςθσ. Πμωσ για καλό και για κακό ασ κρατιςει ζξω από τθν ενθμζρωςθ του Δθμιτρθ ονόματα και φίλουσ από τθν πόλθ. Ασ τουσ κρατάει για κάκε ενδεχόμενο μυςτικοφσ απ’ όλουσ. Μςωσ οι πυρινεσ αυτοί να του φανοφν χριςιμοι ςτο μζλλον. Ο Μίμθσ ζνιωςε τθν ανάγκθ να μιλιςει μ’ ζνα δικό του άνκρωπο, να του πει τουσ ενδοιαςμοφσ του, να ανοίξει τθν καρδιά του, ν’ ακοφςει και μια δεφτερθ γνϊμθ. Μια παρακίνθςθ ικελε. Μζςα του θ διάκεςθ για δράςθ κι αντίςταςθ τον ζκαιγε ςαν υψθλόσ πυρετόσ. Πμωσ ασ μθν κάνει τθν αποκοτιά, που του ζρχεται ςτο μυαλό για μια επίκεςθ αυτοκτονίασ. Τζτοιεσ ενζργειεσ ςυμβαίνουν άπαξ, ίςωσ να προκαλοφν ςυγκυριακι εντφπωςθ, αλλά ςφντομα ξεχνιοφνται ι αποςιωποφνται. Χωρίσ να υπάρχει ςυνζχεια και εντζλει δε βοθκάνε τον γενικότερο ςκοπό. Χρειάηεται προετοιμαςία, οργάνωςθ και μακροπρόκεςμθ προοπτικι. Για να διϊξουν τουσ Γερμανοφσ κα 57
χρειαςτεί μαηικι προςπάκεια κι ενζργειεσ αυτοκυςίασ, ςυνδυαςμζνα κι αυτά με τισ εξελίξεισ ςτα άλλα μζτωπα του πολζμου Είχε καιρό ν’ ακοφςει νζα από τον αγαπθμζνο του φίλο Νικιτα και τθ ξαδζλφθ του τθ Μαριϊ. Ρρζπει να πάει να τουσ δει. Ξζρει ότι δίνουν τθν προςωπικι τουσ μάχθ ςτο υηόμυλο. Αφριο κιόλασ κα πάρει το τρζνο. Ζχει μεσ το μυαλό του δυο τρία πράγματα να ςυηθτιςει. Πταν τον είδαν, χαρζσ κι αγκαλιζσ. Βλζπεισ ιταν και κουμπάροσ τουσ. Ριρε ςτθν αγκαλιά του τθ μικροφλα Ελζνθ και ηιλεψε λίγο. Πμωσ γι’ αυτόν δεν ιταν καιρόσ για τζτοια. Κάποια ςτιγμι θ Μαριϊ πιγε να τακτοποιιςει τθν κόρθ τθσ κι ο Μίμθσ άρχιςε να του εξιςτορεί όςα ςυνζβθςαν. Είπε ακόμα για τθν παράξενθ εξαφάνιςθ του κείου του και τουσ ενδοιαςμοφσ του για τον Δθμιτρθ. Του είπε για τισ διεργαςίεσ που γίνονται ςτθν Ακινα για οργανωμζνθ αντίςταςθ ενάντια ςτον κατακτθτι και κατζλθξε - Στο λζω κακαρά Νικιτα, ότι δε μπορϊ να μείνω απακισ ςτθ ςκλαβωμζνθ χϊρα μασ. Μζχρι να ζχουμε νζα από τθν Ακινα, ζχω κάποιεσ πρϊτεσ ιδζεσ. Κα δθμιουργιςουμε ανεξάρτθτουσ πυρινεσ με νζουσ που κζλουν να αντιςτακοφν ςτο κατακτθτι. Κα χρειαςτοφμε κάκε είδουσ εφόδια και χϊρουσ που κα τα αποκθκεφουμε. Εκ των πραγμάτων κα χρειαςτοφμε όπλα. Από 58
ανκρϊπουσ που ζχουν ι να κλζψουμε από Λταλοφσ και Γερμανοφσ. Δεν εννοϊ κάτι αυτοκτονικό. Μόνο προετοιμαςία και αναμονι για εξελίξεισ. - Δε μπορϊ να πω ότι δεν μ’ ενδιαφζρει, αλλά να λάβεισ υπόψθ ςου ότι πια δεν είμαι μόνοσ. Ζχω γυναίκα και τθ μικρι Ελενίτςα. Ζναν όρο βάηω. Εγϊ είμαι μζςα, αλλά θ Μαριϊ να μθν μπλεχτεί. - Π,τι πεισ αδελφζ. Λεσ εγϊ να μθν τo καταλαβαίνω; - Α! Και κάτι ακόμα. Μθν ενθμερϊνεισ το Δθμιτρθ για τα ςχζδιά ςου. Εντάξει είναι ωσ πθγι των πλθροφοριϊν. Ασ τον βλζπεισ, αλλά ςυνεργάτεσ και ςχζδια κράτα τα για τον εαυτό ςου. Εδϊ ςτο ςπίτι τθσ γιαγιάσ υπάρχει ζνα ραδιόφωνο ξεχαςμζνο. Μςωσ χρειαςτεί να το αναςτιςει κάποιοσ, που ξζρει. Μπορείσ να το πάρεισ. Κα είναι χριςιμο να παρακολουκοφμε τισ εξελίξεισ από ξζνουσ ςτακμοφσ. Επίςθσ ο πατζρασ τθσ Μαριϊσ είχε μια καραμπίνα, που πιγαινε κάκε τόςο κυνιγι. Αν νομίηεισ ότι είναι χριςιμθ πάρτθ κι αυτι. Σκζφτομαι να γυρίςω ςτθ Νζα Λωνία τϊρα που κάπωσ διορκϊκθκαν τα πράγματα. Επίςθσ, κα προςπακιςουμε να νοικιάςουμε το πατρικό τθσ Μαριϊσ ςτο Βόλο. Να ζχουμε ζνα ειςόδθμα από εκεί. Αν ςου πζςει ςτο δρόμο κανζνασ, ασ μασ ζχεισ υπ’ όψθ ςου.
59
16. Πρωτοακοφςτθκε το όνομα ΕΠΟΝ Ραρά τθν ενεργθτικότθτα του Μίμθ και τθ διακαι επικυμία του για δράςθ ςτθν πράξθ για μεγάλο διάςτθμα δεν υπιρξε καμιά εντυπωςιακι πρόοδοσ. Άκουε ανελλιπϊσ ξζνουσ ςτακμοφσ - BBC και άλλουσ - ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τισ εξελίξεισ ςτο Ανατολικό μζτωπο, κρατοφςε επιφυλακτικι επαφι με τον Δθμιτρθ κι ανζμενε με αδθμονία. Ραρά τθν πίεςθ του να γίνει ςυγκζντρωςθ του πυρινα του για να τουσ μιλιςει το ανζβαλε κι εφριςκε ςυνεχϊσ δικαιολογίεσ. ωτοφςε για εξελίξεισ και ζπαιρνε με τθ ςειρά του αςαφείσ απαντιςεισ. Από το κείο του κανζνα μινυμα, καμιά ζνδειξθ αν ηει ι όχι. Επανειλθμμζνωσ ρωτοφςε και τθ άνια μα οφτε κι αυτι είχε τθν παραμικρι ζνδειξθ ηωισ. Τότε άρχιςε μζςα του να βάηει το ενδεχόμενο να τον κακάριςαν για κάποιο λόγο. Σε όποια κομματικι αποςτολι και να είχε αποςταλεί ςτουσ δικοφσ του ανκρϊπουσ κα ζδεινε μια, ζςτω και ζμμεςθ ζνδειξθ. Εκεί ςτθ φάςθ τθσ αποκάρρυνςθσ με ζναν απρόςμενο τρόπο, από εντελϊσ άςχετο δρόμο του ζφταςε θ πλθροφορία ότι ζνασ φοιτθτισ από τισ Μθλιζσ ζχει πλθροφορίεσ και μάλλον είναι ςταλμζνοσ από τα κεντρικά. Μανιωδϊσ ζψαξε και βρικε άκρθ. Μζςω τρίτου που κανόνιςε ραντεβοφ τον ςυνάντθςε ς’ ζνα ςτζκι επί τθσ οδοφ Ρολυμζρθ. Συςτικθκε και ιταν ανυπόμονοσ και βιαςτικόσ, ζτςι που ο φοιτθτισ κουμπϊκθκε προσ ςτιγμι. Πμωσ όταν του διθγικθκε αναλυτικά όλα όςα είχαν ςυμβεί, κατάλαβε ότι ζπεςε ςε πλοφςια φλζβα να προωκιςει τθν αποςτολι του. Του είπε: - Κόψε εντελϊσ τθν επαφι ςου μ’ αυτόν τον Δθμιτρθ. Δεν ζχω ακοφςει ποτζ τ’ όνομά του, οφτε με ενθμζρωςαν από πάνω για 60
τθν φπαρξθ του. Κα ςου δϊςω λίγο υλικό. Αν ζχεισ τρόπο τοπικό πολλαπλαςίαςε το και άρχιςε να μοιράηεισ χζρι- χζρι. Αν βρεισ τυπογραφείο και μπορείσ να τυπϊςεισ αντίτυπα δϊςε και ςε μζνα και μοίραςε ςε γειτονιζσ. Ζλα αφριο το απόγευμα. Κα πάμε ςε μια γιάφκα να ςου δείξω τθ μζκοδο αναπαραγωγισ αντιτφπων με οινόπνευμα. Να ξζρεισ ότι κα υπάρξουν αντιδράςεισ και να προφυλάξεισ τον εαυτό ςου. Ρροσ το παρόν δεν ζχουμε, ωσ νεολαία ΕΡΟΝ, προςανατολιςμό για ζνοπλθ δράςθ, αλλά αρπαγζσ τροφίμων και παντόσ υλικοφ είναι ςτο πρόγραμμα. Να βροφμε ζναν αποκθκευτικό χϊρο να τα βάηουμε. - Κα κοιτάξω. Ζχω μια περίπτωςθ, μα χρειάηεται να δίνουμε ζνα μικρό νοίκι Ρροσ το παρόν κα βγάλω μερικά χειρόγραφα αντίτυπα. - Αυτό μπορεί να ρυκμιςτεί. Νοίκιαςε το, αλλά μόνο εςφ να το ξζρεισ. Δεν ζχαςε χρόνο. Συνεννοικθκε με τθν ξαδζλφθ του και τον Νικιτα, λζγοντασ πωσ κζλει να νοικιάςει το ςπίτι ς’ ζνα γνωςτό του, που ιρκε απ’ τθν Ακινα και ςυμφϊνθςαν ςτισ λεπτομζρειεσ. Θ Μαριϊ ιταν χαροφμενθ που ζνα ακόμα ποςό κα ζμπαινε ςτο ςπίτι, ενϊ ο Νικιτασ κοίταξε λοξά τον φίλο του, αλλά δεν τόλμθςε να τον ρωτιςει. Ενδόμυχα υποπτευόταν ότι κάποιο λάκκο ζχει θ φάβα. Το άφθςε γι’ αργότερα όταν κα ζβλεπε μόνο του το Μίμθ, χωρίσ τθν παρουςία τθσ γυναίκασ του. Ζπρεπε πάςθ κυςία να τθν κρατιςει απ’ ζξω. 61
17. Η προςπάκεια για οργάνωςθ κι αντίςταςθ ςυνεχίηεται Ο Νικιτασ δεν χρειάςτθκε να περιμζνει πολφ. Πταν τθν επόμενθ μζρα πιγε να παραδϊςει το κλειδί του ςπιτιοφ ςτον ενοικιαςτι, εκείνοσ που τον περίμενε απ’ ζξω δεν ιταν ο άγνωςτοσ από τθν Ακινα, αλλά ιταν ο ίδιοσ ο Μίμθσ. Ζτςι τουσ δόκθκε θ ευκαιρία για μια λεπτομερι ςυηιτθςθ. Για τον Μίμθ ο Νικιτασ, ιταν το πρόςωπο που εμπιςτευόταν περιςςότερο από κάκε άλλον γι’ αυτά που τον ζκαιγαν. Ζτςι τον ενθμζρωςε με το νι και με το ςίγμα για τθ νζα του επαφι με τον φοιτθτι απ’ τισ Μθλιζσ. Του είπε για τθ δθμιουργία τθσ ΕΡΟΝ και τα νζα κακικοντα που μπαίνουν από δω και πζρα. - Εγϊ είμαι ο ενοικιαςτισ κι αυτό κα το ξζρεισ μόνο εςφ κι εγϊ. Κα είναι θ γιάφκα μασ. Ρρζπει να δϊςουμε τθ μάχθ τθσ πείνασ του απλοφ λαοφ, τθ ςυγκζντρωςθ κάκε χριςιμου υλικοφ ςτο μζλλον και τθν θκικι προετοιμαςία τθσ νεολαίασ για τθν ανάγκθ του αγϊνα. Να τϊρα είναι θ ευκαιρία να γίνει ςυγκζντρωςθ των επαφϊν ςου ςτθ Νζα Λωνία. Μθ φοβάςαι. Εγϊ κα ζρκω να μιλιςω. Ο Νικιτασ τον κοίταξε προβλθματιςμζνοσ χωρίσ να μιλά. Πταν άνοιξε το ςτόμα του με κακαρι φωνι του είπε: - Φίλε μου Μίμθ ςου ζχω ξαναπεί ότι προςωπικά είμαι διακζςιμοσ για τον αγϊνα. Ο διςταγμόσ μου, που φαντάηομαι ότι μυρίηεισ, είναι θ ζγνοια μου για τθ Μαριϊ και τθν κόρθ μου. Κα ςτο πω κακαρά. Ρροτιμϊ να βρεισ ζνα άλλο ςπίτι που δε ςυνδζεται με τθ Μαριϊ. Μζχρι να γίνει αυτό όμωσ κα μπορείσ να το χρθςιμοποιείσ, αλλά νοίκι από ςζνα δεν είναι δυνατόν να παίρνουμε. Για τθ ςυγκζντρωςθ των επαφϊν μου ςτθ ςυνοικία μου δεν ζχω αντίρρθςθ. Ιδθ ζχω κάνει λίγθ δουλειά. Υπάρχουν 62
κάποια πρόκυμα άτομα. Κα το κανονίςω και κα ςε ειδοποιιςω. Εκείνο που κζλουμε από τθν κακοδιγθςθ, είναι να μασ περιγράψουν τα ςυγκεκριμζνα κακικοντα, ςε ποιεσ ενζργειεσ μποροφμε να προβοφμε και τι προοπτικζσ υπάρχουν. Ρροφανϊσ και μια ζγκυρθ ενθμζρωςθ για τθν πορεία του πολζμου. - Κα ζχω νζα επαφι και τα πράγματα κα ξεκακαρίςουν. Κι εγϊ κζλω τζτοια ενθμζρωςθ, αλλά μθν περιμζνεισ προσ το παρόν πολλά. Με προςπάκεια και κόπο οργανϊκθκε ςε ςπίτι κοντά ςτθν Ανάλθψθ, ο πυρινασ τθσ ΕΡΟΝ ςτο Βόλο. Εννζα άτομα, ανάμεςά τουσ ο Ρζτροσ, φοιτθτισ από τισ Μθλιζσ, επίςθμοσ απεςταλμζνοσ από τθν Ακινα και δυο ακόμα φοιτθτζσ Βολιϊτεσ, ο ζνασ τθσ ΑΣΟΕΕ κι ό άλλοσ τθσ Νομικισ Ακθνϊν, ζνασ Βολιϊτθσ φοιτθτισ ςτθ Γεωπονικι Κεςςαλονίκθσ, ο Μίμθσ, που είχε φζρει και τον Στάκθ, αφοφ τον είχε δαςκαλζψει να μθν το πει πουκενά. Για τουσ υπόλοιπουσ δεν είχε ιδζα προσ το παρόν κι οφτε υπιρξαν εκατζρωκεν ςυςτάςεισ. Βαςικόσ ομιλθτισ ιταν ο Ρζτροσ. Τουσ ενθμζρωςε για τθ δθμιουργία τθσ ΕΡΟΝ, τισ βαςικζσ ιδεολογικζσ κζςεισ, τα κακικοντα τθσ ςθμερινισ ςυγκυρίασ και κυρίωσ τθν προετοιμαςία για τισ μελλοντικζσ εξελίξεισ - Θ πορεία των μαχϊν ςτο ανατολικό μζτωπο και ο θρωιςμόσ του ςοβιετικοφ λαοφ ασ γίνει παράδειγμα για όλθ τθν ανκρωπότθτα. Και δείχνει τθ δφναμθ των λαϊν απζναντι ςτισ δυνάμεισ του ναηιςμοφ και του φαςιςμοφ. Θ ηυγαριά του αγϊνα δείχνει ότι κλείνει προσ τθν πλευρά των ςυμμαχικϊν δυνάμεων. Στθ νζα φάςθ πρζπει να είμαςτε ζτοιμοι για τα μεγαλφτερα κακικοντα που κα προκφψουν. Εμείσ κα αγωνιςτοφμε να προετοιμάςουμε τθν νεολαία τθσ πατρίδασ για τα νζα αυτά κακικοντα... 63
18. Ο πυρινασ ςτθ Νζα Ιωνία Ο Νικιτασ ςτθ Νζα Λωνία, είχε κακαρό μζτωπο και ζχαιρε γενικισ εκτίμθςθσ. Κι αυτό για πολλοφσ λόγουσ. Ρρϊτον, ιταν γνιςιο παιδί τθσ ςυνοικίασ, που είχε ζρκει μωρό από τ’ άγια χϊματα τθσ Μικράσ Αςίασ κι οι ςυγχωρεμζνοι γονείσ του, εργατικοί και αξιοπρεπείσ τον μεγάλωςαν με αγάπθ και ςτοργι. Δεφτερο, ιταν μορφωμζνο παιδί, που πιγαινε καλά ςτα γράμματα και τζτοιοι δεν ιταν πολλοί εκείνθ τθν εποχι ςτο ςυνοικιςμό. Τρίτο, μετά το κάνατο των γονζων του, μικροπαντρεμζνοσ και με παιδί ζδινε τθ μάχθ τθσ επιβίωςθσ, εκεί ςτθν παραγκοφλα που ιταν το μπαλωματίδικο του πατζρα του. Είχε άνεςθ προςζγγιςθσ ανκρϊπων και κεωροφνταν άνκρωποσ εμπιςτοςφνθσ. Δεν του πιρε πολφ χρόνο να κάνει τισ επαφζσ που αυτόσ επζλεξε και να βρει τθν ανταπόκριςθ που επικυμοφςε. Σ’ ζνα ςπίτι ςε μια πάροδο ςτο φψοσ τθσ Μαιάνδρου, επιλζχκθκε να γίνει θ πρϊτθ ομαδικι ςυγκζντρωςθ, που κυρίωσ κα είχε το χαρακτιρα γνωριμίασ κι ενθμζρωςθσ. Ο Μίμθσ είχε ειδοποιθκεί και ιταν παρϊν. Τα άτομα ιταν οκτϊ. Με τον Νικιτα και τον Μίμθ ςυμπλθρωνόταν θ δεκάδα. Ο Νικιτασ ςφςτθςε τον Μίμθ με το ψευδϊνυμο Άνκιμοσ, χωρίσ καμιά άλλθ λεπτομζρεια, κι ζκανε μια ςφντομθ ειςαγωγι για τθ ςκοπιμότθτα τθσ ςυγκζντρωςθσ. - ... Θ γειτονιά μασ δεν μπορεί να μείνει αμζτοχθ ςτο εκνικό κάλεςμα. Αγαπάμε τον τόπο, πονοφμε γι’ αυτόν και είμαςτε αποφαςιςμζνοι για τισ κυςίεσ που κ’ απαιτθκοφν, για ν’ αποκτιςει τθν ανεξαρτθςία του.
64
Στθ ςυνζχεια ζδωςε το λόγο ςτον Μίμθ. Και ς’ άλλεσ κζςεισ ζχουμε μιλιςει για το ταλζντο του Μίμθ να εντυπωςιάηει τουσ ακροατζσ του. Τουσ μίλθςε για τθ ςκλαβιά τθσ χϊρασ, τθν βάναυςθ ςυμπεριφορά των κατακτθτϊν, τθν ανάγκθ του αγϊνα που πρζπει να ενιςχυκεί για τθν απελευκζρωςθ τθσ χϊρασ από τουσ ξζνουσ δυνάςτεσ. Μετά ζγινε πιο ςυγκεκριμζνοσ. Μίλθςε για τθ δθμιουργία τθσ ΕΡΟΝ και το πανελλινιο άπλωμά τθσ. Ζδωςε το κλίμα τθσ αιςιοδοξίασ για τθν πορεία των μαχϊν ςτα πολεμικά μζτωπα, τονίηοντασ ιδιαίτερα τον θρωιςμό των ςοβιετικϊν ςτρατευμάτων που ξεκακαρίηουν τα εδάφθ τθσ ΕΣΣΔ από τουσ ναηιςτζσ και τθν προοπτικι τθσ τελικισ νίκθσ. - ... Με τθ βεβαιότθτα τθσ μελλοντικισ νίκθσ, πρζπει να προετοιμάςουμε το ζδαφοσ για τθν επόμενθ μζρα. Ρρζπει όταν θ χϊρα κάποτε απελευκερωκεί να είναι ζνασ άλλοσ τόποσ, όπου κα βαςιλεφει θ δικαιοςφνθ, θ ιςότθτα κι ο ςεβαςμόσ ςτον άνκρωπο. Είςτε τυχεροί γιατί ςτθ ςυνοικία ςασ ζχετε ζνα εκλεκτό μζλοσ του κινιματοσ τθσ αντίςταςθσ ςτον κατακτθτι. Βεβαίωσ μιλάω για τον φίλο μασ τον Νικιτα. Αυτόσ είναι εξουςιοδοτθμζνοσ να εκπροςωπεί τθν πρωτοπόρα ΕΡΟΝ ςτθ γειτονιά ςασ. Μπικαν κακικοντα μοιράςματοσ υλικοφ, ςυγκζντρωςθσ τροφίμων για τουσ ενδεείσ, προςζγγιςθσ με προςοχι νζων ανκρϊπων και επιςιμανςθ: Οργανωτικι δομι κατά τριάδεσ. Μυςτικότθτα από τουσ κατακτθτζσ και τουσ εγχϊριουσ πράκτορζσ τουσ. Καλι δφναμθ ςυναγωνιςτζσ! Θ λευτεριά δε κ’ αργιςει!
65
19. Μζρεσ χαράσ κι ελπίδασ Μετά από ςχεδόν τζςςερα ςχεδόν χρόνια ςκλαβιάσ από τουσ ξζνουσ κατακτθτζσ ιρκε το πλιρωμα του χρόνου. Θ είδθςθ κυκλοφόρθςε ςαν αςτραπι ςτθν πόλθ. - Οι Γερμανοί φεφγουν. Οι ςφμμαχοι κερδίηουν τον πόλεμο… Κάποιοι ενκουςιϊδεισ ανζβθκαν ςτα καμπαναριά των εκκλθςιϊν και χτυποφςαν χαρμόςυνα τισ καμπάνεσ. Απ’ όλεσ τισ γειτονιζσ τθσ πόλθσ κόςμοσ κατζβθκε ςτθν πλατεία του Δθμοτικοφ κεάτρου με πανό και ςυνκιματα να γιορτάςει τθ νίκθ των ςυμμάχων και μετά ζκανε παρζλαςθ χαράσ κατά μικοσ τθσ παραλίασ. Επιτζλουσ, μωρζ αδελφζ, κα ζρκουν και για μασ καλφτερεσ μζρεσ. Τθ γενικι χαρά όμωσ ςκίαηε ο υπόγειοσ ανταγωνιςμόσ των οργανϊςεων, αλλά λόγω του όγκου επικράτθςε το μπλοκ των δυνάμεων του ΕΑΜ-ΕΡΟΝ. Ζδειξε όπωσ ότι θ ςφρραξθ δε κα αργιςει να ζρκει. Τα γεγονότα ςτθν Ακινα ιταν αδιάψευςτθ ζνδειξθ των προκζςεων. Μετά τθν ιττα του Δεκζμβρθ άρχιςε ςε πανελλινια κλίμακα το πογκρόμ εναντίον τθσ Αριςτεράσ. Ο Νικιτασ ιταν ανιςυχοσ και το είπε ςτον αδελφό του Μίμθ: - Ζρχονται δφςκολεσ μζρεσ Μίμθ. Ρροφφλαξε λίγο τον εαυτό ςου. 66
Θ Μαριϊ ιταν ςε προχωρθμζνθ εγκυμοςφνθ, αλλά ο Νικιτασ ιξερε το ατςάλι από το οποίο ιταν φτιαγμζνθ θ γυναίκα του. Κα άντεχε ςε δυςκολίεσ. Λόγω των παιδιϊν τθν είχε με το ηόρι κρατιςει μακριά από τθ φανερι δράςθ, υποπτευόμενοσ από νωρίσ ότι θ ςυμμετοχι του ςε οργάνωςθ, δεν μπορεί να μθν ζχει ςυνζπειεσ ςτο μζλλον. Και τϊρα οςμιηόταν πωσ προςεγγίηει αυτι θ ςτιγμι. Ξζνα ςτοιχεία, άγνωςτα ςτθν περιοχι κυκλοφοροφςαν κυρίωσ ςε κεντρικοφσ δρόμουσ κατά ομάδεσ πλιρωσ εξοπλιςμζνοι και τρομοκρατοφςαν με λόγια και πράξεισ τουσ απλοφσ πολίτεσ. Δεν ιταν λίγα τα επειςόδια που δεν ζμεναν ςτισ απειλζσ. Είχαν πυροβολιςει εν ψυχρϊ άοπλουσ πολίτεσ, με τθν αυκαίρετθ δικαιολογία ότι τουσ απείλθςαν και ζδειξαν επικετικζσ διακζςεισ εναντίον τουσ. Το αξιοςθμείωτο είναι ότι κάποιοι τουσ ενθμζρωναν ποφ και ποιοφσ να χτυπιςουν. Είχαν τθν απόλυτθ ςτιριξθ των επίςθμων αρχϊν αςφαλείασ που μετά από αρκετι περίοδο ςιωπισ και λοφφασ ςτθ δφςκολθ περίοδο τθσ ςκλαβιάσ, βγικαν πάλι ςτθν πιάτςα με ενιςχυμζνθ τθ διάκεςθ να χτυπιςουν με κάκε τρόπο και μζςο τισ εαμικζσ δυνάμεισ. Υπιρξαν δυςτυχϊσ από τουσ μονίμωσ υπάρχοντεσ ανεγκζφαλουσ οι «δικαιολογίεσ» κι «αφορμζσ» τζτοιων αποτρόπαιων πράξεων.
67
20. Η τρομοκρατία Μζρα με τθ μζρα θ κατάςταςθ χειροτζρευε. Ειδιςεισ για πράξεισ αυτοδικίασ ζρχονται από όλεσ τισ γωνιζσ τθσ χϊρασ, αλλά και μζςα ςτθν ίδια τθν πόλθ. Ζνοπλεσ ςυμμορίεσ αφθνιαςμζνεσ λειτουργοφςαν με τθν ανοχι των επίςθμων αρχϊν. Βρικαν ευκαιρία για λεθλαςίεσ και «επίλυςθ» όλων των προςωπικϊν διαφορϊν με βάςθ τθν αρχι του ιςχυρότερου. Ζτςι ο τρόμοσ και θ αγωνιϊδθσ αναμονι για το τι κα επακολουκιςει κυριαρχοφν πάνω ςτθν πόλθ. Θ εξζλιξθ ζγινε ζνα βράδυ όταν ζνα απόςπαςμα χωροφυλάκων ζηωςαν το ςπίτι κι αφοφ ζςπαςαν τθν πόρτα ςυνζλαβαν τον Νικιτα. Αυτόσ γνωρίηοντασ τισ εξελίξεισ είχε προετοιμάςει ψυχολογικά τθ Μαριϊ να μθν τθσ ζρκει κατακζφαλα ςτθν κατάςταςθ που βριςκόταν. Σε ζνα ι δυο μινεσ κα ζφερνε ςτθ ηωι το δεφτερο παιδί τουσ. Αλλά ιξερε από πριν πόςο ςκλθρόπετςθ ιταν και τθσ είχε εμπιςτοςφνθ. Τον οδιγθςαν κατευκείαν ςτισ φυλακζσ του ιγα Φεραίου και εκεί βρζκθκε εμπρόσ ςτθ μεγάλθ ζκπλθξθ. Ιδθ τον είχαν προφτάςει ο Μίμθσ, ο μθχανουργόσ Γιάννθσ, που εργαηόταν ςτου Σταματόπουλου, ο Νϊντασ που εργαηόταν ςτου Τςαλαπάτα και δυο άλλα παιδιά από τθ γειτονιά του Μίμθ. Ιταν φανερό ότι κάποιοσ ζδωςε τα ονόματα και ςτθν απομόνωςθ που τϊρα βρίςκονταν απάντθςθ ςε αυτό το ερϊτθμα δε μποροφςε να δοκεί. Από το μυαλό του Νικιτα πζραςε θ ςκζψθ και το ψικφριςε ςτον Μίμθ: - Ο Δθμιτρθσ; Δεν προλάβανε και πολλά. Μια ομάδα από ςωματϊδεισ άνδρεσ με κουκοφλεσ ςτα πρόςωπά τουσ ενζςκθψαν ςαν 68
καταιγίδα πάνω τουσ κρατϊντασ ρόπαλα, αλυςίδεσ και ηωςτιρεσ κι άρχιςαν ζνα ανελζθτο ξυλοδαρμό, χωρίσ να προςζχουν ποφ χτυπάνε και πόςο. Πταν μετά από ϊρα αποχϊρθςαν, άφθςαν πίςω τουσ ανκρϊπινα ερείπια με ςοβαροφσ τραυματιςμοφσ. Οι ιχοι που ακοφγονταν ιταν μόνο βογγθτά και ςτα ςϊματα ανοιχτζσ πλθγζσ που αιμορροοφςαν. Αυτοί που μποροφςαν, ζςτω και ςερνόμενοι, να μετακινθκοφν προςπάκθςαν να βοθκιςουν τουσ υπόλοιπουσ. Θ ζκκλθςθ του Μίμθ προσ τουσ εξωτερικοφσ φφλακεσ για ιατρικι βοικεια ςυνάντθςε τθν πλιρθ αδιαφορία τουσ. Λεσ και απευκυνόταν ςε κωφοφσ. Σφντομα ςυνειδθτοποίθ ςε το μάταιο τθσ προςπάκειασ και κοίταξε τι μπορεί να γίνει μεταξφ τουσ. Λίγα πράγματα, όπωσ προςπάκεια να ςταματιςουν τισ αιμορραγίεσ από ανοιχτζσ πλθγζσ. Στθν κατάςταςθ που ιταν, θ αλλθλοςτιριξθ κα ιταν το μόνο επιτρεπτό μζςο. Κρεβάτια και ςτρϊματα δεν υπιρχαν. Ζτςι ακοφμπθςαν ςτουσ τοίχουσ και κατά δυάδεσ ςτιριηε ο ζνασ τον άλλο. Ο Μίμθσ βρζκθκε με τον Νικιτα. Οι δυο τουσ δεμζνοι με φιλία χρόνων, ηυμωμζνθ ςε κοινζσ εμπειρίεσ, που ςτθ ςυνζχεια δυνάμωςε με τθ ςυγγενικι ςχζςθ, αφοφ ο Μίμθσ πάντρεψε τον Νικιτα με τθν ξαδζλφθ του, είχαν πλιρθ τθ μεταξφ τουσ εμπιςτοςφνθ. Τότε και ψικυριςτά ςτο αυτί του ομολόγθςε τθν υποψία του: 69
- Ο Δθμιτρθσ ιξερε όλθ τθ ςφνκεςθ τθσ ομάδασ που βρίςκεται τϊρα εδϊ. Δεν ξζρω, αλλά θ υποψία είναι μζςα ςτο μυαλό μου. Μθν το πεισ προσ το παρόν ςτουσ άλλουσ, μζχρι να ξεκακαρίςει το πράγμα. Κρφωναν και κουβζρτεσ δεν υπιρχαν. Το μόνο που τουσ απόμεινε είναι να κάνουν υπομονι, αναμζνοντασ εξελίξεισ. Τθν άλλθ μζρα φαίνεται ότι ιρκαν κάποιοι από τουσ ςυγγενείσ, αλλά δεν τουσ άφθςαν να τουσ δοφνε, ίςωσ να μθ δουν τθν κατάςταςι τουσ, αλλά ιρκαν μερικά είδθ απ’ αυτοφσ. Τί κράτθςαν οι φφλακεσ και τί τουσ ζδωςαν από τα είδθ αυτά, μόνο οι ίδιοι κα ιξεραν. Εκείνο που ζχει ςθμαςία είναι ότι οι απ’ ζξω τουσ ςκζφτονται κι αυτό τουσ ανζβαςε τθν ψυχολογία. Θ χκεςινι εφόρμθςθ των βαςανιςτϊν, που χτυποφςαν αδιακρίτωσ, ιταν κι αυτι ζνα είδοσ ψυχολογικισ προετοιμαςίασ γι’ αυτά που κα επακολουκοφςαν. Ρράγματι κατά το μεςθμζρι μπικε ςτο δωμάτιο που τουσ είχαν όλουσ, ζνασ βλοςυρόσ μζςθσ θλικίασ ςτρατιωτικόσ και τουσ διάβαςε τθν κατθγορία. Άλλα αντ’ άλλων. Σενάρια φανταςτικά βγαλμζνα από νοςθροφσ εγκεφάλουσ. Ο Μίμθσ, ωσ αρχθγόσ και οι άλλοι ωσ δρϊντα μζλθ αντεκνικισ ςυμμορίασ δθμιοφργθςαν παράνομο παραςκευαςτιριο πυρομαχικϊν κι επιςκευισ όπλων ςτθν οικία του κείου του Αντϊνθ, γνωςτοφ παλαιόκεν ατόμου διαπνεομζνου από αντεκνικζσ αντιλιψεισ, θ ςφλλθψθ του οποίου εκκρεμεί. Εντόσ των θμερϊν κα μεταχκοφν ςτο ζκτακτο ςτρατοδικείο τθσ Λαρίςθσ, να λογοδοτιςουν για τισ πράξεισ τουσ. Ρράγματι ζτςι κι ζγινε. Στο ςτρατιωτικό όχθμα που τουσ μετζφερε ςτθ Λάριςα προςτζκθκαν και δυο γυναίκεσ που κρατοφνταν ςε άλλο χϊρο. Τότε εκεί ζμακαν ότι ςτθν ίδια δικογραφία περιλαμβάνονταν κι αυτζσ. Θ άνια και θ Αντιγόνθ του Νϊντα. Άγνωςτο γιατί αυτζσ και όχι άλλεσ. Τουσ πιγαν ςτισ 70
φυλακζσ, που ιταν παλαιότερα μπαρουταποκικθ των Τοφρκων και τϊρα χρθςιμοποιοφνταν ωσ τόποσ κράτθςθσ. Συγγενείσ κάποιων από τουσ κατθγοροφμενουσ ιρκαν επιςκεπτιριο. Μζςα ς’ αυτοφσ ιταν και θ Μαριϊ. Ο Νικιτασ αντζδραςε κάκετα: - Ρρϊτθ και τελευταία φορά! Δε κα ξανάρκεισ να με δεισ. Εςφ κα αφοςιωκείσ ςτα παιδιά μασ. Μθν ανθςυχείσ δε κα κάνω τρζλεσ. Κζλω να επιςτρζψω ςφντομα κοντά ςασ. - Μθν ανθςυχείσ, αγάπθ μου, για μζνα. Ζρχεται ςτο ςπίτι και με βοθκάει θ Αφροδίτθ, θ αδελφι του Μίμθ. Δε μπορϊ να ς’ αφιςω μόνο ςου. Με δικθγόρο τι κα κάνουμε; Ο πατζρασ του Μίμθ ιδθ όριςε κάποιον. Και ζνασ ακόμα που δεν τον ξζρω. - Εγϊ δε χρειάηομαι δικθγόρο. Άλλωςτε ανάμεςά τουσ υπάρχουν πολλά κοράκια που δικεν ζχουν τρόπο να ςε ακωϊςουν με χρθματιηόμενουσ ςτρατοδίκεσ. Ασ το πάνω μου κι ζχε μου εμπιςτοςφνθ. Ξζρεισ πόςο ς’ αγαπϊ και δε κζλω να ςε χάςω. Ριγαινε πίςω ςτο Βόλο και οπλίςου με υπομονι. Τα μάτια ςου δεκατζςςερα για τα παιδιά μασ. Άλλοσ δρόμοσ δεν υπάρχει. Σε παρακαλϊ να μ’ ακοφςεισ. Ιδθ από τθν πρϊτθ μζρα δεςμοφφλακεσ τουσ πλθςίαςαν και τουσ είπαν ότι με κάποιεσ λίρεσ χρυςζσ μποροφν να τουσ ςϊςουν. Στθν αναμπουμποφλα και το χάοσ ηωντανεφουν όλα τ’ αρπακτικά ηϊα βλζποντασ τθν ευκαιρία να «διαμοιράςουν τα ιμάτια των εςταυρωμζνων». Ρόςα ςπίτια και χωράφια πουλικθκαν μπιρ-παρά ςτουσ ζξυπνουσ - τισ περιςςότερεσ φορζσ μάταια - και πόςεσ τζτοιεσ ματωμζνεσ περιουςίεσ δθμιουργικθκαν για να τισ χαίρονται αργότερα οι άμοιροι απόγονοί τουσ; Είναι κι αυτό ζνα από τα παρεπόμενα των ανϊμαλων περιόδων. Και δεν αναφζρομαι ςε περιουςίεσ που δθμιουργικθκαν ςτθ μαφρθ αγορά και τθν αυκαίρετθ αρπαγι 71
από ςπίτια κάκε χριςιμου υλικοφ μζςου. Αναφζρομαι ςτθ μάταιθ προςπάκεια οικογενειϊν να ςϊςουν το παιδί τουσ Ο Νικιτασ, λίγο πολφ είχε ξεκακαριςμζνα τα πράγματα μζςα του. Άςκοποι θρωιςμοί δε χρειαηόταν. Ιξερε το μζγεκοσ τθσ δικισ του ςυμμετοχισ. Μικρά πράγματα. Συμμετοχι ςε ςυνεδριάςεισ πυρινων, προςθλυτιςμό νζων μελϊν, ςτθν ιδιαίτερθ γειτονιά του κυρίωσ, διακίνθςθ προπαγανδιςτικοφ υλικοφ, μοίραςμα χζρι- χζρι αλλά τθ νφχτα και ςε ευαίςκθτουσ χϊρουσ. Από όπλα θ κυνθγθτικι καραμπίνα του πεκεροφ του, που ιταν και χαλαςμζνθ. Με ιδιαίτερθ ανακοφφιςθ είχε παρατθριςει ότι άτομα που αυτόσ είχε μυιςει ςτον αγϊνα από τθν ιδιαίτερθ γειτονιά του δεν υπιρχαν ανάμεςα ςτουσ ςυλλθφκζντεσ. Ζτςι μζςα ςτ’ άλλα δεν είχε και το αμάρτθμα πωσ είχε πάρει κι άλλουσ ςτο λαιμό του. Ιταν ξεκάκαρο. Το χτφπθμα προιλκε από πουλάκι τθσ κάτω πόλθσ και μάλιςτα, από άνκρωπο, που ιξερε τθ ςφνκεςθ τθσ αρχικισ πρϊτθσ ςυνεδρίαςθσ. Εκεί βρίςκεται θ πθγι των πλθροφοριϊν. Μςωσ φανεί ςτθ δίκθ ποιοσ ιταν ο προδότθσ. Αν και μζςα του ιταν πειςμζνοσ ιδθ για το όνομά του.
72
21. Η δίκθ του ςτρατοδικείου Δεν χρειάςτθκαν πολλζσ θμζρεσ αναμονισ. Ειδοποιικθκαν από ζναν δεςμοφφλακα ότι ςε δυο μζρεσ κα περάςουν ςτρατοδικείο. Ο Μίλτοσ πάντα ενκουςιϊδθσ και αιςιόδοξοσ ιταν ζτοιμοσ να δϊςει τθ μάχθ του μζςα ςτο ςτρατοδικείο, αλλά ςυγχρόνωσ είχε τθν ευαιςκθςία να μθ δϊςει γραμμι. Το είπε κακαρά: Ο κακζνασ να κάνει αυτό που νομίηει και πιςτεφει. Πλοι είχαν λίγο ι πολφ πλθροφορίεσ για τθν παρωδία των δικϊν και τισ εξοντωτικζσ ποινζσ που απονζμονταν με το παραμικρό ςτουσ κατθγορθμζνουσ. Ακόμα ιξεραν και για τισ εκτελζςεισ που γίνονται ςτο Καηανάκι πίςω από το παλαιό νεκροταφείο του Βόλου, ςτθ Νζα Λωνία. Δεν ιταν ϊρα γι’ αςτεία, αλλά για περιςυλλογι και ψυχραιμία. Σε αυτζσ τισ ακραίεσ ςυνκικεσ ξεδιπλϊνονται και οι χαρακτιρεσ των ανκρϊπων. Ο φόβοσ, θ λιποψυχία είναι ανκρϊπινα χαρακτθριςτικά και αλίμονο ςτον άςχετο και απάνκρωπο να τα υποτιμάει και με εφκολθ κρίςθ ζξω απ’ το χορό να καταδικάηει. Ο πατζρασ του Μίμθ όριςε τον καλφτερο δικθγόρο τθσ πόλθσ και παρότι άνκρωποσ ζμπειροσ τθσ αγοράσ, του ζδωςε αφελϊσ είκοςι χρυςζσ λίρεσ μπαίνοντασ ςτα χρζθ για να ςϊςει το παιδί του. Πμωσ δεν ιξερε ότι ο Μίμθσ ιταν αποφαςιςμζνοσ να γίνει ολοκαφτωμα. Δεν ιταν ζξω από τα πράγματα, δεν ιταν άμοιροσ 73
του αδιζξοδου δρόμου που ακολουκεί, αλλά πϊσ να το κάνουμε. Κάποιοι γεννικθκαν για να είναι πάνω απ’ το μζςο όρο. Κι εδϊ κρφβεται θ φςτερθ ανεπάρκεια τθσ θγεςίασ. Τα καλφτερα μυαλά και τα πιο ατρόμθτα παλικάρια ςτικθκαν με περθφάνια απζναντι ςτα εκτελεςτικά αποςπάςματα πιςτεφοντασ ειλικρινά ότι ανοίγουν το δρόμο για καλφτερεσ μζρεσ ςτο λαό μασ. «Ευτυχϊσ» δε ηουν για να δουν τθ διάψευςθ των ελπίδων τουσ. Ζτςι όταν ςφρκθκαν ςτο δικαςτιριο είδαν ηωντανά τθν τυφλι δικαιοςφνθ να επαλθκεφει τ’ όνομά τθσ. Ζνασ μόνο μάρτυσ κατθγορίασ, άγνωςτοσ ςε όλουσ, μ’ ζνα ψυχρό πρόςωπο δθμίου επαναλάμβανε ςχεδόν λζξθ προσ λζξθ το κατθγορθτιριο λεσ και το είχε αποςτθκίςει. Ψευδομάρτυρασ που είχε ζρκει απ’ το πουκενά κι αμζςωσ μετά τθν άτιμθ αποςτολι του κα εξαφανιηόταν. Πταν τζλειωςε ο ςυνιγοροσ του Μίμθ του ηιτθςε να δείξει ποιοσ είναι ο πελάτθσ του κι αυτόσ ζδειξε τον Γιάννθ. Τόςο ενθμερωμζνοσ. Ο πρόεδροσ του ςτρατοδικείου όμωσ επζπλθξε τον ςυνιγορο ότι κάνει παραπλανθτικζσ ερωτιςεισ. Ιρκε θ ϊρα των απολογιϊν και πρϊτοσ ο φερόμενοσ ωσ αρχθγόσ. Ο Μίμθσ είχε επιμελϊσ προετοιμάςει τθν απολογία του. Θ ευφράδεια του, το αποφαςιςτικό του φφοσ, ο καταγγελτικόσ του λόγοσ ενόχλθςε ςφντομα τουσ ςτρατοδίκεσ, που του αφαίρεςαν αμζςωσ το λόγο. Αυτοί είχαν το μαχαίρι αυτοί και το πεπόνι. Δεν ιταν μζρεσ να ηθτιςεισ το δίκιο ςου. Θ εξουςία ζβγαηε όλα τ’ απωκθμζνα τθσ πάνω ςτουσ αριςτεροφσ. Θ άνια είπε πωσ οι ςυγκεντρϊςεισ που ζγιναν ςπίτι τθσ ιταν τθν περίοδο τθσ Γερμανικισ κατοχισ και ς’ αυτοφσ αναφερόμαςταν. Ο Γιάννθσ είπε ότι ζκανε μόνο το κακικον του απζναντι ςτθν πατρίδα και τίποτα άλλο. Ο Νικιτασ αρνικθκε τθ ςυμμετοχι ςε πράξεισ που ζλεγε το κατθγορθτιριο και είπε ότι 74
το μόνο που επικυμεί είναι να επιςτρζψει ςτθν οικογζνειά του και το δεφτερό του παιδί που από μζρα ςε μζρα ζρχεται ςτθ ηωι. Οι υπόλοιποι αρνικθκαν κάκε ςχζςθ με τθν υπόκεςθ. Οι αγορεφςεισ των ςυνθγόρων πολφ μικρι επίδραςθ είχαν ςτουσ ςτρατοδίκεσ κι αυτό το ζβλεπεσ από τθν ελάχιςτθ προςοχι που ζδιναν ςτα λόγια τουσ. Οι αποφάςεισ ιταν προειλθμμζνεσ και λίγο επθρεάηονταν από τθ διαδικαςία τθσ δίκθσ. Μετά από ςφντομθ «διάςκεψθ των δικαςτϊν» ανακοινϊκθκε θ απόφαςθ, που με βάςθ το κλίμα και τισ ςυνικειεσ των θμερϊν, δεν είχε κάτι το παράξενο και μθ αναμενόμενο. Πμωσ ζπεςε ωσ κεραυνόσ ςτα αυτιά των κατθγοροφμενων κι ιδιαίτερα των ςυγγενϊν τουσ. Ρζντε καταδίκεσ εισ κάνατον, δφο ςε ιςόβια και οι άλλοι ακϊοι. Εκείνθ τθ ςτιγμι κανείσ δεν ιξερε μια μικρι λεπτομζρεια. Οι τρεισ – Μίμθσ, άνια και Γιάννθσ - παμψθφεί εισ κάνατον και οι υπόλοιποι δυο - Νικιτασ και Στάκθσ - με ψιφουσ τρεισ ζναντι δφο. Αυτό κα είχε τθ ςθμαςία του και κα φαινόταν ςε λίγεσ θμζρεσ. Σε λίγεσ ϊρεσ οι καταδικαςκζντεσ επζςτρεψαν ςτισ φυλακζσ του Βόλου. Εκεί ζγινε το πρϊτο επιςκεπτιριο των ςυγγενϊν. Δάκρυα κι απόγνωςθ. Δεν ιταν ξεκάκαρο ποιόσ παρθγορεί ποιόν. Οι ζξω τουσ μζςα ι το ανάποδο. Ο πατζρασ του Μίμθ ερείπιο ζλεγε ςτο γιο του: - Μα ο αλιτθσ, ο απατεϊνασ, το κακίκι του κερατά! Του ζδωςα είκοςι χρυςζσ και μου υποςχζκθκε ότι κα ςε ςϊςει! Κα γυρίςω τα πάντα ανάποδα για να ςε ςϊςω. - Άςε πατζρα. Π,τι είναι να γίνει κα γίνει. Ρρόςεχε τθ μαμά και τθν Αφροδίτθ, απάντθςε ο Μίμθσ, αλλά εκείνοσ ιταν ζξαλλοσ. Να χάςει το γιο του; Αδφνατο! Θ άνια κρατοφνταν ςε άλλο χϊρο χϊρια από τισ άλλεσ γυναίκεσ και ιταν μόνθ. Δεν είχε δικοφσ τθσ ανκρϊπουσ. Εκείνοσ για τον οποίο ζτρεφε ζνα κρυφό τρυφερό αίςκθμα και μια 75
αμυδρι ελπίδα να ςυνδζςει μαηί του τθν τφχθ τθσ, ο Αντϊνθσ, είχε χωρίσ καμιά προειδοποίθςθ μια μζρα εξαφανιςτεί. Στθν αρχι ιλπιηε ότι ίςωσ να πιγε κάπου ςε αποςτολι με το κόμμα, αλλά όταν οι μζρεσ περνοφςαν χωρίσ κανζνα νζο του, όλο τθσ αυξανόταν θ πεποίκθςθ ότι τον ζφαγαν μπαμπζςικα. Επειδι δεν ιταν ςίγουρθ, δεν ζκανε κοινωνό αυτϊν των ςκζψεων, τον ανιψιό του τον Μίμθ κι άφθνε το κζμα ςε εκκρεμότθτα. Ο δεςμόσ τουσ μζχρι τϊρα δεν είχε προλάβει να ολοκλθρωκεί. Μερικά τρυφερά φιλιά και μια αόριςτθ ατμόςφαιρα ότι ςτο μζλλον κα ηιςουν μαηί. Αν οι υποψίεσ τθσ ιταν αλθκινζσ, αν τον ςκότωςαν, ασ ςκοτϊςουν κι αυτι. Δεν ζχει νόθμα να ςυνεχίηει μια ηωι μόνθ κι ζρθμθ. Το μόνο κακικον τϊρα ιταν να ςυνεφζρει όςο τθσ ιταν μπορετό τθν Αντιγόνθ που απ’ τθ ςτιγμι που άκουςε τθν καταδίκθ βριςκόταν ςε κατάςταςθ ςοκ. Τθσ ζδινε ελπίδα ότι κάτι κα γίνει και δε κα εφαρμοςτεί θ απόφαςθ. Τι άλλο μποροφςε να κάνει κι αυτι θ κακομοίρα που από μζςα τθσ είχε παραδϊςει τα όπλα αλλά δεν ικελε να το ομολογιςει ςτθν Αντιγόνθ. Ο Νικιτασ ζβλεπε μπροςτά του τθ ςκοτεινιά, αλλά ζπρεπε να κρατιςει τθν ψυχραιμία του και να εμψυχϊςει κατά το δυνατόν τθν ετοιμόγεννθ αγαπθμζνθ του Μαριϊ. Οπλίςτθκε με το τελευταίο απόκεμα ψυχραιμίασ κι αντιμετϊπιςε τθ Μαριϊ, προετοιμάηοντασ τθν για τα χειρότερα. 76
- Μαριϊ μου, γλυκιά μου γυναίκα, ςε ςζνα αφινω τα παιδιά μου. Σου ζχω πλιρθ εμπιςτοςφνθ. Ξζρω ότι δεν μπόρεςα να ςτακϊ άξιοσ ςφηυγοσ και πατζρασ, αλλά δε φταίω μόνο εγϊ. Οι γενικζσ εξελίξεισ με καπάκωςαν και με παρζςυραν μαηί τουσ. Είναι άδικο, αλλά τί μποροφμε εμείσ να κάνουμε; Πμωσ να ςου πω τθν αμαρτία μου. Μζςα μου ηει μια ελπίδα ότι δε χάκθκαν όλα. Κάτι κα γίνει. Εςφ κάνε υπομονι και δείξε πόςο δυνατι γυναίκα είςαι! Τθ δεφτερθ μζρα, ο Μίμθσ τον πλθςίαςε με όρεξθ για ςυηιτθςθ. Ιξερε ότι ιταν λίγο πριν από τθν τελικι λφςθ και κάκιςε προςεκτικά να τον ακοφςει. Άρχιςε αμζςωσ να μιλάει ςιγά, αλλά με αποφαςιςτικότθτα κοντά ςτ’ αυτί του: - Κοίτα Νικιτα. Τα πράγματα ζφταςαν ςτο αμιν κι εςφ είςαι ο πιο ςτενόσ μου φίλοσ. Ιταν μεγάλθ θ τιμι για μζνα που ιςουν φίλοσ μου. Να το ξζρεισ αυτό! Άλλωςτε αργότερα δεκικαμε και με ςυγγενικοφσ δεςμοφσ και το ενδιαφζρον μου για ςζνα μεγάλωςε. Εγϊ ξζρω μάλλον τθ μοίρα μου. Κα με ςτιςουν ςτον τοίχο να κορζςουν τθ λφςςα που τουσ ζχει κυριεφςει. Δε μετανιϊνω για τίποτα. Αν θ ηωι γφριηε πίςω τα ίδια κα ζκανα. Εμζνα με ςφράγιςε θ φπαρξθ του κείου μου Αντϊνθ. Ιμουν απ’ τθν αρχι προετοιμαςμζνοσ και για τθ χειρότερθ εκδοχι. Τϊρα θ κρίςιμθ ϊρα ζφταςε. Ο Νικιτασ αποπειράκθκε να τον διακόψει, μα ο Μίμθσ κάκετα τον απζτρεψε: - Άςε με να τελειϊςω δυο τρία πράγματα που κζλω να ςου πω. Δε κα ζχω πολλζσ ευκαιρίεσ αργότερα. Εςφ, υπάρχει μια πικανότθτα, να τθ γλυτϊςεισ. Εγϊ κα χαρϊ για ςζνα. Ζχεισ οικογζνεια και παιδιά κι είναι κρίμα να μείνουν τόςο νωρίσ χωρίσ πατζρα. Αν αυτό γίνει και μείνεισ ηωντανόσ, ζχω μια απαίτθςθ από ςζνα. Θ ςφλλθψθ τθσ ομάδασ μασ δεν είναι κακόλου τυχαία. Ροιοί ιξεραν αυτό το ςυνδυαςμό των 77
ονομάτων; Ο μάρτυρασ κατθγορίασ ιταν ζνασ αχυράνκρωποσ που ζμακε το μάκθμά του νεράκι και πζραν τοφτου δεν ιξερε που πάνε τα τζςςερα. Υπιρξε ςαφϊσ καταδότθσ και μάλιςτα πλιρθσ γνϊςτθσ των ανκρϊπων με τουσ οποίουσ ερχόμουν ςε επαφι. Ζχω τθν ευκφνθ και παίρνω ςτο λαιμό μου κι άλλουσ ςυντρόφουσ. Ο Νικιτασ δεν κρατικθκε. Το ςτόμα του άνοιξε αυτόματα: - Μθ λεσ τζτοια πράγματα! Κα βγάλεισ κι από πάνω ζνοχο τον εαυτό ςου; Πχι Μίμθ. Εςφ ζκανεσ το κακικον ςου καλφτερα απ’ όλουσ. Μθ… Ο Μίμθσ τον διζκοψε πριν να τελειϊςει: - Δεν ζχουμε πολφ χρόνο. Άςε με να τα πω όλα. Ζχω μια υποψία ποιοσ είναι ο προδότθσ. Για μζνα είναι ο κακοδθγθτισ μασ ςτθν αρχι, ο Δθμιτρθσ, ο δικεν δάςκαλοσ. Θ ςυμβουλι μου είναι μθν πάρεισ δεδομζνο τίποτα απ’ ό,τι γνωρίηουμε γι’ αυτόν. Τελικά ιταν ζνα φίδι που ειςχϊρθςε ςτισ γραμμζσ μασ. Μια ςκζψθ με κυνθγάει τον τελευταίο καιρό. Πταν ρϊτθςα το κείο Αντϊνθ για τον Δθμιτρθ δεν τον ιξερε κακόλου. Με τθν ολιγοιμερθ «εξαφάνιςι» του επιδίωξε να μθ γίνει ςυνάντθςθ μαηί του. Φαίνεται ςτο διάςτθμα αυτϊν των θμερϊν φρόντιςε να τον εξαφανίςει. Δυςτυχϊσ τότε δεν τα ςυνδφαςα ςτο μυαλό μου, όμωσ εγκαίρωσ ςταμάτθςα να τον πλθροφορϊ από διαίςκθςθ και μόνο. Κι ζτςι ςϊκθκαν μια ςειρά παιδιά, όπωσ κι ο δικόσ ςου πυρινασ. Γιατί ςτα λζω όλα αυτά τϊρα; Νιϊκω τθν ενοχι, αλλά και τθν αδικία. Ρρζπει ο κφριοσ αυτόσ να πλθρϊςει το τίμθμα τθσ προδοςίασ του. Ριρα ανκρϊπουσ ςτο λαιμό μου. Κοίτα μθν τυχόν μπορζςεισ να κάνεισ κάτι ςτο μζλλον. - Εντάξει Μίμθ ςτο υπόςχομαι! Αν βεβαίωσ κα ζχω τθν ευκαιρία.. Είπε το πρϊτο ψζμα ςτον καλφτερο, τον πιο αγαπθμζνο φίλο του! Ιξερε ότι κα γλυτϊςει τθν εκτζλεςθ, όπωσ ιξερε ότι ο 78
Μίμθσ περνάει τισ τελευταίεσ ϊρεσ του. Κι αυτό με τίποτα δεν μποροφςε να τ’ ομολογιςει. Ο αρχιφφλακασ των φυλακϊν ιγα Φεραίου ιταν κολλθτόσ φίλοσ του κείου του, που ιταν λογιςτισ κι όταν τον φϊναξαν ςτο γραφείο για τθ ςυμπλιρωςθ κάποιων γραφειοκρατικϊν ςτοιχείων, όπωσ ζγινε και με όλουσ τουσ ςυγκατθγοροφμενουσ τθσ υπόκεςθσ του είπε κακαρά: - Μθν ανθςυχείσ, δεν είςαι ςτθ λίςτα για εκτζλεςθ. - Μα πϊσ ; - Δεν ξζρετε, αλλά εγϊ διάβαςα τθν απόφαςθ. Σε κάνατο είναι καταδικαςμζνοι παμψθφεί τρεισ. Εςφ δεν είςαι μζςα ς’ αυτοφσ. Θ απόφαςθ για ςζνα είναι τρεισ κατά δφο και μζχρι τϊρα αυτζσ οι καταδίκεσ που δεν είναι παμψθφεί δεν εκτελζςτθκαν. Ράντα μετατρζπονται ςε ιςόβια. Σε παρακαλϊ μζχρι τθν τρίτθ μζρα να μθν ςου ξεφφγει κουβζντα. Σου ζκανα τθν ενθμζρωςθ αυτι γιατί εκτιμϊ το κειο ςου» - Ροιοι είναι οι τρεισ;» - Αρκετά ςου είπα και τςιμουδιά.
79
22. Η μαφρθ νφχτα Το ζνιωκεσ από νωρίσ το απόγευμα. Μια ζνταςθ κυριαρχοφςε ςτθν ατμόςφαιρα τθσ φυλακισ. Πχι μόνο ςτουσ κρατοφμενουσ αλλά και ςτο προςωπικό τθσ. Ζκτακτεσ ςκοπιζσ ςτισ πόρτεσ και ςτα ευαίςκθτα ςθμεία του περιβάλλοντοσ χϊρου. Ενϊ νωρίσ ακοφςτθκε το ςιωπθτιριο κανζνασ δε κοιμόταν. Πμωσ όλοι ιταν ξφπνιοι, μια βουβαμάρα ιταν απλωμζνθ ςαν πζνκιμο ςεντόνι πάνω ςτθ φυλακι. Μζςα ςτο κάλαμο ζνα ςχεδόν βουβό αναφιλθτό κάποιου από τουσ καταδικαςμζνουσ ζςπαγε τθ ςιωπι. Λίγο πολφ όλοι το είχαν μυριςτεί. Σιμερα κα τουσ πάρουν, ςτο μζςο τθσ νφχτασ, πριν τα ξθμερϊματα. Μςωσ το ίδιο άγρυπνθ να ιταν και μια μικρι ομάδα φαντάρων ςε άλλο χϊρο, που κα ζπαιηαν το ρόλο του εκτελεςτικοφ αποςπάςματοσ. Κανζνασ δε χαιρόταν, αλλά και κανείσ δεν τολμοφςε να αποτολμιςει τθν ζςτω αμυδρι αντίρρθςθ. Θ εντολι ιρκε από ψθλά και θ ςυμμόρφωςθ ςε αυτιν ιταν αυτονόθτθ. Κατά τισ τρεισ το πρωί, αρκετά πριν το ξθμζρωμα ακοφςτθκαν κόρυβοι από το άνοιγμα τθσ βαριάσ ςιδερζνιασ πόρτασ και το μουγκρθτό του ςτρατιωτικοφ αυτοκινιτου να μπαίνει ςτον προαφλιο χϊρο. Χωροφφλακεσ με δυνατζσ φωνζσ να μοιράηουν διαταγζσ αριςτερά και δεξιά. Στο κάλαμο μπικε ςιωπθρόσ και κατθφισ ο αρχιφφλακασ και φϊναξε δυο ονόματα: Μίμθσ Χωματάσ και Γιάννθσ Ρετρόπουλοσ. Να ετοιμαςτοφν για τθν εφαρμογι τθσ απόφαςθσ του δικαςτθρίου. Ψφχραιμοι και οι δυο προχϊρθςαν μπροςτά ενϊ ζνασ ςτεναγμόσ ανακοφφιςθσ βγικε από το ςτόμα του Στάκθ. Ο Νικιτασ αμίλθτοσ, αλλά τα δάκρυα να τρζχουν απ’ τα μάτια του προχϊρθςε και τουσ
80
αγκάλιαςε ζναν- ζναν χωρίσ να πει κουβζντα. Τα μάτια ζλεγαν ολόκλθρθ ιςτορία. Ο Μίμθσ του ψικφριςε ςτ’ αυτί: - Μθν ξεχάςεισ… Τα τελευταία λόγια του Μίμθ προσ όλουσ ιταν: - Κουράγιο αδζλφια ! Κα ζρκουν καλφτερεσ μζρεσ. Σασ φιλϊ όλουσ και να με κυμάςτε! Αυτι ιταν θ τελευταία φορά που ο Νικιτασ είδε τον Μίμθ ηωντανό, μα ι εικόνα του ιταν φυλαχτό ςε μια απόρκθτθ γωνιά τθσ καρδιάσ του. Εκείνο που τϊρα δεν ιξερε κι αργότερα κα το μάκαινε είναι ότι μόλισ ανζβθκαν ςτο ςτρατιωτικό όχθμα εκεί ςε μια γωνιά χλωμι κι αμίλθτθ τουσ περίμενε θ άτυχθ άνια. Χωρίσ να ποφνε κουβζντα ζδεςαν ςφιχτά τα χζρια, ενϊ από τθν ζξω μεριά με άγρυπνα μάτια τουσ παρακολουκοφςαν οι χωροφφλακεσ. Κι άρχιςε θ πορεία προσ τα πάνω. Μπικαν ςτθ Νζα Λωνία από τθν Αναπαφςεωσ κι αφοφ ξεπζραςαν το νεκροταφείο ζφταςαν ςτον τόπο τθσ εκτζλεςθσ. Το απόςπαςμα τουσ περίμενε ιδθ. Πλοι αμίλθτοι και το ζγκλθμα ςε λίγο με τισ εντολζσ του αξιωματικοφ ολοκλθρϊκθκε. Ζχω τθν απορία, που κανείσ δε κα μπορζςει να μου απαντιςει. Ζχουν περάςει πολλά χρόνια και το πικανότερο όλοι, οι με οποιοδιποτε ρόλο ςυμμετζχοντεσ, να μθν είναι πια ηωντανοί. Πμωσ όλα τα χρόνια που ηοφςαν, αλικεια, τι ςκζψεισ ζκαναν; Τι εξομολογικθκαν ίςωσ ςε δικοφσ τουσ ανκρϊπουσ; 81
Υπιρξαν τφψεισ; Θ ςυνικθσ δικαιολογία «εντολζσ εκτελοφςαμε» αλάφρυναν κακόλου τισ ςυνειδιςεισ τουσ; Αν ιταν κρθςκευόμενοι το είπαν ςτον εξομολόγο τουσ; Τι τουσ είπε αυτόσ; Ζβλεπαν εφιάλτεσ κι αν ναι ποιό ιταν το περιεχόμενό τουσ. Τα πρόςωπα των αδίκωσ εκτελεςκζντων περιλαμβάνονταν ς’ αυτοφσ; Ερωτιματα! Ερωτιματα χωρίσ απαντιςεισ που μαηί με μια ςειρά άλλα προςπακοφν να γίνουν εφιάλτθσ ςε μζνα. Γιατί τόςοσ πόνοσ; Γιατί τόςεσ ηωζσ άξιων ανκρϊπων κοπικαν τόςο νωρίσ κι απότομα;
82
23. Η άλλθ μζρα Το πρωί, θ χωροφυλακι ειδοποίθςε τουσ ςυγγενείσ να παραλάβουν τισ ςοροφσ των εκτελεςμζνων για ταφι. Εκεί εμφανίςτθκε θ τραγικότθτα των ανϊμαλων καταςτάςεων. Τθ ςορό τθσ άνιασ κανείσ δεν ηιτθςε να τθν παραλάβει μζχρι τθν άλλθ μζρα κι ζτςι αδιάβαςτθ παραχϊκθκε ς’ ζναν ανϊνυμο τάφο. Οι οικογζνειεσ των δυο άλλων, μετά από μια ςφντομθ τελετι, με παρόντεσ μόνο τουσ ςτενοφσ ςυγγενείσ, κάφτθκαν ςτο νεκροταφείο. Θ εκτζλεςι τουσ ανακοινϊκθκε με δελτίο τφπου ςτισ εφθμερίδεσ για τουσ τυπικοφσ λόγουσ εφαρμογισ των αποφάςεων, αλλά και για παραδειγματιςμό όςων κα είχαν τθ «φιλοδοξία» να κάνουν κάτι. Ασ βγάλουν το ςκαςμό κι ασ κάτςουν ςτ’ αυγά τουσ. Στθ φυλακι ιρκε θ μικρι Αφροδίτθ να παραλάβει τα πράγματα του αδελφοφ τθσ και εξιγθςε το λόγο που κζλει να δει τον Νικιτα. Μζςα ςτθν απάνκρωπθ γενικι ατμόςφαιρα υπάρχουν και ευαιςκθςίεσ. Τθσ δόκθκε θ άδεια. Εκεί του ανακοίνωςε ότι τθ μζρα τθσ ταφισ του αδελφοφ τθσ, θ ξαδζλφθ τθσ και γυναίκα του Μαριϊ γζννθςε με τθ βοικεια τθσ μαμισ ζνα υγιζςτατο αγοράκι. Θ Αφροδίτθ τον ενθμζρωςε, μαυροφορεμζνθ και δακρυςμζνθ: - Θ Μαριϊ μου ηιτθςε να ςου πω ότι για λίγεσ μζρεσ δεν μπορεί να κατζβει να ςε δει. Και να μθν ανθςυχείσ, όλα είναι εντάξει. Χωρίσ να το κζλει του ιρκαν δάκρυα ςτα μάτια: - Σε ευχαριςτϊ Αφροδίτθ που μασ παραςτάκθκεσ ςε αυτζσ τισ δφςκολεσ για όλουσ μασ ςτιγμζσ. Ρεσ ςε παρακαλϊ ςτουσ δικοφσ ςου πωσ οι τελευταίεσ ςκζψεισ του Μίμθ ιταν για ςασ.
83
Ο κάνατοσ και θ ηωι είναι άρρθκτα δεμζνα μαηί. Μια ατζλειωτθ αλυςίδα κρίκων, που δεν ζχει αρχι, οφτε και τζλοσ. Δεν πρόλαβε όμωσ ο Νικιτασ να δει τθ γυναίκα και τον γιο του. Με ςυνοπτικζσ διαδικαςίεσ πιρε μεταγωγι ςτισ φυλακζσ τθσ Κζρκυρασ, όπου μετά κόπου και βαςάνων ζφταςε και εκεί τον ζβαλαν ςτο κάλαμο των μελλοκανάτων. Αυτό που ιξερε και ιλπιηε να είναι αλικεια ότι για γραφειοκρατικοφσ μόνο λόγουσ ακόμα θ μετατροπι τθσ ποινισ του δεν είχε ολοκλθρωκεί. Ραρ’ ότι ιξερε, ανκρϊπινο είναι, να ζχει μια ανθςυχία. - Λεσ ο αρχιφφλακασ ςτο Βόλο να μθν ιξερε καλά τθν περίπτωςι μου; Λεσ μια από τισ επόμενεσ νφχτεσ να χτυπιςει θ καμπάνα και για μζνα; Θ ανθςυχία αυξανόταν όταν οι εκτελζςεισ εκεί ςυνεχίηονταν με τουσ ςυνικεισ ρυκμοφσ. Ρζραςαν μζρεσ για να φτάςει ςτθ φυλακι θ απάντθςθ ςτο γράμμα που είχε ςτείλει απ’ τθν πρϊτθ μζρα ςτθ Μαριϊ του. Πταν ζφταςε γζμιςε από χαρά. Οι δικοί του ιταν καλά κι ο γιοσ του αχόρταγοσ ςυνεχϊσ βυηαίνει, αλλά και δυναμϊνει. Του ζλειπαν αφόρθτα και τον διακατείχε θ αγωνία πϊσ τα βγάηουν πζρα χωρίσ πόρουσ, αλλά τϊρα δεν μποροφςε να βοθκιςει ζτςι κι αλλιϊσ τθν κατάςταςθ. Μια μζρα τον κάλεςαν ςτα γραφεία τθσ φυλακισ και του ανακοίνωςαν επιςιμωσ τθ μετατροπι τθσ ποινισ του ςε ιςόβια. Αυτό δεν του ζλυνε προσ το παρόν κανζνα πρόβλθμα, αλλά του ζφυγε, όπωσ και να πεισ, θ αγωνία τθσ κάκε νφχτασ με τισ νζεσ κάκε φορά εκτελζςεισ. Από τθν πρϊτθ μζρα ςτο ςφντομο προαυλιςμό τον πλθςίαςαν άλλοι πολιτικοί κρατοφμενοι να τον ενθμερϊςουν για τισ ςυνκικεσ, τί πρζπει να προςζχει και ποφ να απευκυνκεί αν ζχει κάποιο πρόβλθμα. Κατάλαβε ότι κι εδϊ υπάρχει μυςτικι οργανωμζνθ κομματικι δράςθ. Κα μποροφςε να του φανεί χριςιμθ ςτο μζλλον, μα από τισ πρϊτεσ κιόλασ μζρεσ μζςα του ωρίμαηε θ ςκζψθ να αποτοξινωκεί από τζτοιεσ 84
δραςτθριότθτεσ. Ευγενικά και με ςεβαςμό τουσ εξιγθςε ότι δεν κζλει πλζον τζτοιεσ ςχζςεισ. Κζλει από δω και πζρα να περπατιςει ανεξάρτθτοσ και μόνοσ ςτθ ηωι. Κι εδϊ ιταν το μεγάλο του λάκοσ. Σε ςυνκικεσ οριακζσ και μεγάλων αντικζςεων αν δεν είςαι με τθ μία πλευρά, είςαι αυτόματα με τθν άλλθ. Ουδετερότθτα και μθ ςυμμετοχι είναι λόγια του αζρα. Ζννοιεσ μθ κατανοθτζσ. Αντικειμενικά είςαι με τον εχκρό. Αλλά ο κακομοίρθσ ιταν νζοσ και δεν είχε προθγοφμενεσ εμπειρίεσ κομματικισ ηωισ και ιδιαίτερα ςε ςυνκικεσ φυλακισ. Θ πρϊτθ ορατι αντίδραςθ ιταν θ πλιρθσ απομόνωςι του. Δεν τον πλθςίαηε κανζνασ να του μιλιςει. Με το γνωςτό αςαφι τρόπο ενθμζρωςθσ, ςτόμα με ςτόμα, χαρακτθρίςτθκε παράξενοσ, ιδιόμορφοσ και ςε προζκταςθ ίςωσ επικίνδυνοσ. Αυτόσ κα ικελε απλζσ φιλικζσ ςχζςεισ με δυο τρείσ που κα επζλεγε, αλλά δε βρικε κανζναν πρόκυμο. Θ γραμμι τουσ είχε περάςει παντοφ, χωρίσ εξαιρζςεισ. Τραγικό κι απάνκρωπο! Αλλά μθ ςασ φαίνεται παράξενο. Θ απομόνωςθ απ’ τθ ηωι δθμιουργεί παράξενεσ εμμονζσ. Γνϊριηε από άμεςθ πθγι, που είχε λάβει θ ίδια μζροσ, ότι υπιρξαν και αφαιρζςεισ ηωισ από ςυγκρατοφμενουσ και «ςυντρόφουσ» ςτο όνομα τθσ υπεράςπιςθσ του κομματικοφ ςυμφζροντοσ, όπωσ το ερμινευε θ εκεί θγεςία. Το ςυμφζρον του κόμματοσ είναι πάνω απ’ όλα και όλουσ. 85
24. Μια σύντομη ιστορική αναδρομή Μετά τθν αποχϊρθςθ των Γερμανϊν από τθν Ελλάδα, κα περίμενε κανείσ να αρχίςει μια νζα εποχι για τθ χϊρα. Στα χρόνια τθσ Κατοχισ ο λαόσ μασ ζηθςε πολλά δεινά και άντεξε. Κα φάνταηε αυτονόθτο γεγονόσ να αρχίςει μια νζα εποχι για τθ χϊρα, ζνασ άνεμοσ χαράσ και δθμιουργίασ να επικρατιςει απ’ άκρου εισ άκρο τθσ. Μια – ςφντομα και με δθμοκρατικζσ διαδικαςίεσ - εκλεγμζνθ κυβζρνθςθ να πάρει ςτα χζρια τθσ τα θνία τθσ εξουςίασ. Με βάςθ τισ πρϊτεσ ανάγκεσ αλλά και τισ λιγοςτζσ υπάρχουςεσ οικονομικζσ δυνατότθτεσ, να βάλει μια τάξθ, να εξορκολογιςει τουσ ςτόχουσ ςτουσ τομείσ τθσ μελλοντικισ ανοικοδόμθςθσ. Να τιμωριςει - όχι με εκδικθτικότατα αλλά μόνο προσ παραδειγματιςμό - τουσ ςυνεργαςκζντεσ με τον κατακτθτι και τουσ παρανόμωσ πλουτιςαντεσ κατά τθν Κατοχι. Αντικζτωσ, να τιμιςει δεόντωσ - αξιολογϊντασ τθ δράςθ τουσ - όλουσ εκείνουσ που πάλεψαν από οποιοδιποτε μετερίηι για τθν απελευκζρωςθ τθσ πατρίδασ. Αλίμονο, όμωσ! Τα πράγματα δεν εξελίχκθκαν κακόλου ζτςι. Μια αλυςίδα πράξεων από διάφορα φανερά ι κρυφά κζντρα εξουςίασ, που το κακζνα ζκανε τουσ δικοφσ του λογαριαςμοφσ, άνοιξαν τον αςκό του Αιόλου. Τα γεγονότα που ακολοφκθςαν τθν απελευκζρωςθ ιταν πιο οδυνθρά και από τα χρόνια τθσ ξενικισ κατοχισ. Το ελλθνικό αίμα ςυνζχιςε να χφνεται αςταμάτθτα, μόνο που τϊρα κφτεσ και κφματα ιταν ςυμπατριϊτεσ μασ Ζλλθνεσ. Άρχιηε θ χειρότερθ και θ πιο βαςανιςτικι μορφι του πολζμου: Θ εμφφλια διαμάχθ. 86
Υπάρχουν κάποια αντικειμενικά δεδομζνα που πρζπει από τθν αρχι να υπογραμμιςτοφν. Θ ευρφτερθ αριςτερά βγαίνει από τθν κατοχι με πλοφςια και κετικι προίκα: Ουςιαςτικι ςυμμετοχι ςτα αντιςταςιακά ςυμβάντα, ζνα πανελλινιασ εμβζλειασ πυκνό δίκτυο οργανϊςεων του Ε.Α.Μ. και τθσ Ε.Ρ.Ο.Ν, ςτισ τάξεισ των οποίων είναι ενταγμζνο μεγάλο πλικοσ αξιόλογων ανκρϊπων κάκε προζλευςθσ και θλικίασ με ιδιαίτερθ ζμφαςθ και δφναμθ ςτισ τάξεισ τθσ νζασ γενιάσ. Συγχρόνωσ, διακζτει ζνα ζνοπλο και μπαρουτοκαπνιςμζνο παρακλάδι, τον Ε.Λ.Α.Σ. Ζχει λοιπόν όλα τα εχζγγυα αλλά και τθν «καλι ζξωκεν μαρτυρία» να μπει με το ςπακί τθσ ςτο κοινοβουλευτικό παιχνίδι που κα ζπρεπε να επακολουκιςει. Αντίκετα, θ δεξιά ζχει αφετθριακά λιγότερεσ αντίςτοιχεσ δυνατότθτεσ. Διακζτει όμωσ πολλοφσ ζμπειρουσ και παρόντεσ ςυμμάχουσ με ςαφείσ ςτόχουσ και με πλιρθ αίςκθςθ και πληροφόρηςη τθσ επερχόμενθσ νζασ παγκόςμιασ ιςορροπίασ και κατανομισ των δυνάμεων. Ζνα μειονζκτθμα για τθ δεξιά είναι ότι, το ςυνεργαςκζν με τον κατακτθτι τμιμα του λαοφ προζρχεται δυςτυχϊσ, κυρίωσ από τισ τάξεισ τθσ. Οι Άγγλοι, με εμπειρίεσ αιϊνων ςτθ χειραγϊγθςθ λαϊν, ςτινουν με δεξιοτεχνία προκλιςεισ-παγίδεσ, ςτισ οποίεσ θ άπειρθ και αφελισ αριςτερά πζφτει ςυνεχϊσ μζςα. Σ’ αυτι τθ φάςθ θ θγεςία τθσ Αριςτεράσ είναι ανεπαρκισ, ωσ προσ τον τεράςτιο ιςτορικό ρόλο που είχε κλθκεί να διαδραματίςει 87
Αργότερα, όταν αναλαμβάνει ο Νίκοσ Ηαχαριάδθσ, γίνεται και επικίνδυνθ. Με ςυρροι λακϊν, παραλείψεων και πρωτοβουλιϊν - με αποκορφφωμα τθν ζνοπλθ ανταρςία ςτα βουνά αυτοπυρπολεί τθν πλοφςια προίκα τθσ και γίνεται άκυρμα ςτα χζρια των Άγγλων, που ςφντομα αντικακίςτανται από τα νζα αφεντικά, τουσ Αμερικάνουσ. Θ αποχϊρθςθ των εαμικϊν υπουργϊν από τθν Εκνικι Κυβζρνθςθ, θ αποχι από τισ εκλογζσ του 1946 για τθν ανακεωρθτικι Βουλι, το λευκό ψθφοδζλτιο ςτο δθμοψιφιςμα για το βαςιλιά ιταν βοφτυρο ςτο ψωμί τθσ δεξιάσ. Ζτςι, αυτι, χωρίσ ουςιαςτικό αντίπαλο, καταλαμβάνει τουσ βαςικοφσ τομείσ τθσ εξουςίασ και αρχίηει τθν προπαγάνδα ότι θ αριςτερά με τθν «δεκεμβριανι ςτάςθ» επεδίωξε τθν εξ εφόδου κατάλθψθ τθσ εξουςίασ. Πλα αυτά ζφεραν τον απλό κόςμο ςε απόγνωςθ και τον μετζτρεψαν ςε εφκολθ λεία ςτο κυνθγθτό που ακολοφκθςε. Βεβαίωσ τθν αριςτερά τθν ζπνιγε το δίκιο. Τα πράγματα τα κακόριηαν τϊρα οι ξζνοι, οι φερτοί, οι άκαπνοι, οι ενδοτικοί ςτον κατακτθτι. Θ θγεςία τθσ όμωσ δεν είχε το αναγκαίο απόκεμα ιςτορικισ γνϊςθσ, υπομονισ και καρτερίασ. Δεν είχε προ οφκαλμοφ τισ μακροπρόκεςμεσ εξελίξεισ. Ηοφςε με βάςθ τθν επικαιρότθτα και τθν ςυναιςκθματικι φόρτιςθ τθσ ςυγκυρίασ, τθν ενςτικτϊδθ αντίδραςθ τθσ κακθμερινισ πίεςθσ των επιμζρουσ τοπικϊν γεγονότων. Να μθν ξεχνάμε ότι ςτο 88
ευκφγραμμο μυαλό μερίδασ τθσ θγεςίασ υπιρχε και το όνειρο τθσ εξ εφόδου κατάλθψθσ τθσ εξουςίασ, καταχωνιαςμζνο ςε μια γωνιά του μυαλοφ με τθν πίεςθ τθσ τελικισ αποςτολισ. Θ αριςτερά, αντί να ςυγκρατεί τον απλό και αγανακτιςμζνο οπαδό τθσ, που δεν είχε φυςικά μπροςτά του τθ ςυνολικι εικόνα, αντί να οργανϊνει ςτθ βάςθ το μακροπρόκεςμο παιγνίδι τθσ μαηικισ πάλθσ – και ςτο επίπεδο αυτό είχε προφανι πλεονεκτιματα από τον αντίπαλο - επζτρεπε πράξεισ αυτοδικίασ και αντεκδίκθςθσ, που αρκετζσ ζγιναν και με τθ ςυγκατάκεςι τθσ και μετζφερε τθν πάλθ του λαοφ ςτο γιπεδο του αντιπάλου, εκεί που προφανϊσ αυτόσ πλεονεκτοφςε. Είναι ςωςτό το επιχείρθμα ότι, θ δεξιά δε ςεβάςτθκε τισ ςυμφωνίεσ, είναι ςωςτό ότι επιδόκθκε ςε ζνα κφμα τρομοκρατικϊν και δολοφονικϊν ενεργειϊν και ςε πογκρόμ διϊξεων. Το να εξθγοφμε όμωσ με αυτόν τον τρόπο τα γεγονότα είναι μια ρθχι, επίπεδθ και βολικι ερμθνεία. Το κρίςιμο ερϊτθμα είναι: - Εςφ τι κάνεισ ςτισ κρίςιμεσ ϊρεσ; Ζτςι, μετά τθ ιττα ςτθ μάχθ τθσ Ακινασ, μετά τθ ςχεδόν ομαδικι αποχϊρθςθ των μαχθτϊν προσ τα βόρεια, το επίςθμο κακεςτϊσ άρχιςε να οργανϊνεται: Άμυνα και επίκεςθ! Αντικειμενικόσ ςτόχοσ, θ ενοχοποίθςθ τθσ αριςτεράσ και ςτθ ςυνζχεια, θ με κάκε τρόπο απομόνωςθ κι εξόντωςι τθσ. Κάποιο οργανωμζνο κζντρο ρφκμιηε με μαεςτρία και ςειρά όλα τα βιματα που ακολοφκθςαν. Ρρϊτα ζγινε το μεγάλο ξεκακάριςμα. Πλοι πζραςαν από ψιλό κόςκινο. Το ψιφιςμα Κ’ Ρερί εξυγιάνςεωσ των δθμοςίων υπθρεςιϊν ο αναγκαςτικόσ νόμοσ 512, που αφοροφςε όλουσ τουσ φορείσ που εφάπτονταν με τον κρατικό μθχανιςμό, το ψιφιςμα ΜΚ’ Ρερί ελζγχου 89
νομιμοφροςφνθσ των υπάλλθλων, ζγιναν τα κατάλλθλα εργαλεία ςτα χζρια αυκαίρετων και προκατειλθμμζνων κριτϊν. Με τθν ευκαιρία αυτι λφκθκαν όλεσ οι εκκρεμείσ προςωπικζσ αντικζςεισ του παρελκόντοσ, περιουςιακζσ διαφορζσ, προςωπικζσ ι επαγγελματικζσ αντιηθλίεσ και ότι άλλο μπορεί να φανταςτεί κάποιοσ. Αρκοφςε μια αυκαίρετθ καταγγελία του οιουδιποτε και αμζςωσ κινθτοποιείτο ο μθχανιςμόσ του εξωπετάγματοσ. Συγχρόνωσ ςτινεται ζνασ πυκνόσ ιςτόσ απαγορεφςεων, ελζγχων για να μθν περάςει ςτουσ «μθχανιςμοφσ τθσ εξουςίασ» κανζνασ παλαιόσ αριςτερόσ, κανζνασ φιλικά προςκείμενοσ και κάκε ανιξεροσ και ακϊοσ ςυγγενισ όλων αυτϊν. Το Γ’ Ψιφιςμα, τα «μζτρα τάξεωσ», ο διαβόθτοσ νόμοσ 509 ζγιναν θ αιχμι του δόρατοσ για τισ ανθλεείσ διϊξεισ που ακολοφκθςαν. Θ ςιγουριά όμωσ του κακεςτϊτοσ ότι πιρε όλα τα μζτρα για τθν ιττα τθσ αριςτεράσ, τελικά δεν επαλθκεφτθκε ςτθ μακροπρόκεςμθ προοπτικι, υποδεικνφοντασ εκ των πραγμάτων τισ πολλαπλάςιεσ δυνατότθτεσ τθσ ειρθνικισ αντιμετϊπιςθσ των προκλιςεων. Τακτικι δφςκολθ, αλλά οι θγζτεσ ςτα δφςκολα κρίνονται. Θ κάκε εξουςία ζχει τθν ψευδαίςκθςθ ότι τα αναγκαςτικά μζτρα, θ βία και θ αυκαιρεςία είναι το ελιξίριο τθσ ακαναςίασ τθσ. Οποία όμωσ ψευδαίςκθςθ! Τελικϊσ τίποτα δεν είναι μόνιμο, τίποτα δεν είναι οριςτικό και τελεςίδικο. Μζςα από τον 90
πυκνό ιςτό των απαγορεφςεων, μζςα από τα αλλεπάλλθλα τείχθ των δυςκολιϊν, θ ηωι βρίςκει, αόρατα με το γυμνό μάτι ςτθν αρχι, μονοπάτια για να ειςχωριςει και να δθμιουργιςει τουσ πρϊτουσ κφλακεσ τθσ επόμενθσ φάςθσ. Ζτςι είναι θ ηωι! Ειπϊκθκε ότι θ Λςτορία δεν επαναλαμβάνεται. Κι όμωσ, αυτό κάνει ςυνεχϊσ. Θ παγκόςμια ιςτορία είναι μια αλυςίδα επαναλιψεων. Εντάξει! Σε άλλο κάκε φορά επίπεδο, για να μθν πάω κόντρα ςτουσ «ςοφοφσ», αν και προςωπικά δεν είμαι ςίγουροσ για αυτό. Τα προτεριματα και τα ελαττϊματα του ανκρϊπου υπιρχαν από τθν εποχι του Κάιν, φτάνουν μζχρι τισ μζρεσ μασ και μάλλον κα ςυνεχίςουν απτόθτα ςτο μακρινό μζλλον, ίςωσ εμπλουτιηόμενα με τθν πρόοδο τθσ τεχνολογίασ. Σ’ όλθ τθ διάρκεια τθσ οκταετίασ 1945-1952, θ χϊρα «κυβερνάται» από αςκενείσ και αδφνατεσ κυβερνιςεισ ςυνεργαςίασ διαφόρων κομμάτων, εννοείται πλθν του Κ.Κ.Ε.. Άτολμεσ και άβουλεσ καταναλϊνονται ςε μια ατζλειωτθ ςειρά διαβουλεφςεων για τθν κατανομι των υπουργείων και των άλλων νευραλγικϊν κζςεων υπό τθν υψθλι και αποφαςιςτικι εποπτεία του βαςιλιά, Γεωργίου Β’. Δεν πρζπει να ξεχνάμε ότι πίςω διακριτικά, τα νζα αφεντικά οι Αμερικάνοι κινοφν τα νιματα και δεν εμφοροφνται από τθν απολυτότθτα του Τςόρτςιλ και του κφκλου του. Ζχουν πιο ρεαλιςτικι αντίλθψθ και επιμζνουν για ςυνεργαςία όλων των κομμάτων. Ο Σοφοκλισ Βενιηζλοσ, υποταγμζνοσ ςτα κελεφςματα του παλατιοφ, δεν κζλει να ζχει τα πακιματα του μεγάλου πατζρα του. Ανυποχϊρθτα αντικομμουνιςτισ, αντιδρά ςε κάκε προςπάκεια των ανκρϊπων, κυρίωσ γφρω από τον Νικόλαο Ρλαςτιρα, να βρεκεί ζνα modus vivendi. Ραραπλιςια ςτάςθ κρατά και ο Γεϊργιοσ Ραπανδρζου. Ρρωκυπουργοί ζρχονται και 91
παρζρχονται: Γεϊργιοσ Ραπανδρζου, Νικόλαοσ Ρλαςτιρασ, Στυλιανόσ Γονατάσ, Αλζξανδροσ Διομιδθσ, Κωνςταντίνοσ Βοφλγαρθσ, Σοφοκλισ Βενιηζλοσ, Κεμιςτοκλισ Σοφοφλθσ, Κωνςταντίνοσ Τςαλδάρθσ… Πμωσ, ενϊ οι κυβερνιςεισ είναι άβουλεσ και άτολμεσ, οι μθχανιςμοί τθσ καταςτολισ, ο ςτρατόσ, τα ςϊματα αςφαλείασ λειτουργοφν ςαν καλοκουρντιςμζνο ρολόι. Τα ζκτακτα ςτρατοδικεία, οι εκτελζςεισ, οι εκτοπίςεισ, οι αυτοδικίεσ και άλλεσ, πάςθσ φφςεωσ αυκαιρεςίεσ βρίςκονται ςτθν θμεριςια διάταξθ. Το πρόβλθμα του δοςιλογιςμοφ ανοίγει για λίγο, μετά από αφόρθτεσ πιζςεισ ακόμα και ςυμμάχων μασ, επιβάλλονται κάποιεσ ςυμβολικζσ τιμωρίεσ αλλά ςφντομα κλείνει οριςτικά και τελεςίδικα. Στισ κρίςιμεσ ϊρεσ θ δθμιουργία «εςωτερικϊν ρθγμάτων» ςτθν Εκνικι παράταξθ είναι περιττι πολυτζλεια. Μςα-ίςα, αργότερα, όταν τα πράγματα χόντρυναν με το «δεφτερο αντάρτικο», οι δυνάμεισ που ςυνεργάςτθκαν με τον κατακτθτι, εμβαπτιηόμενεσ ςτθν κολυμπικρα του Σιλωάμ, εντάςςονται ςτο «εκνικό μζτωπο» και παίηουν με ιδιαίτερθ κζρμθ το ρόλο τουσ. Αργότερα γίνονται αποδζκτεσ και των αντιςταςιακϊν ευεργετθμάτων από τα οποία a priori ζχουν αποκλειςτεί οι δυνάμεισ του Ε.Α.Μ. Μόλισ πάνε να κερδίςουν ζδαφοσ οι φωνζσ, μζςα ςτισ αςτικζσ δθμοκρατικζσ δυνάμεισ, που μιλάνε για λικθ, μζτρα 92
κατευναςμοφ και επιείκειασ, ότι φτάνει πια ο αδελφικόσ αλλθλοςκοτωμόσ, ότι πρζπει να γίνει μια εκνικι ςυνεννόθςθ, ζνα νζο κφμα ςυλλιψεων «καταςκόπων», με τουσ αντίςτοιχουσ αςυρμάτουσ, ζρχεται να ακυρϊςει κάκε προςπάκεια. Ο φόβοσ τθσ ςυνοδοιπορίασ επιςείεται, ωσ ςυνεχισ απειλι, μπαμποφλασ ςυνενοχισ. Οι τεχνθτζσ οξφνςεισ τρζφουν τουσ βρικόλακεσ. Θ Αςφάλεια - με αρκετά ςυηθτιςιμο τρόπο - ζχει ςτο χζρι τουσ διάφορουσ παράνομουσ μθχανιςμοφσ, και όποτε κεωρεί χριςιμο ι αναγκαίο αναςφρει κάποιον από αυτοφσ ςτθν επιφάνεια. Πταν αργότερα αρχίηουν οι αποςτολζσ από το Βουκουρζςτι για να υπενκυμίηουν και να διαιωνίηουν τθν εξουςία τθσ εξόριςτθσ θγεςίασ τότε, λεσ και θ αςτυνομία να ζχει τακτικό ραπόρτο, κάνει τα κατάλλθλα χτυπιματα ςτον κατάλλθλο χρόνο και τόπο, διαιωνίηοντασ και αυτι με τθν ςειρά τθσ το κλίμα των διωγμϊν και τθσ μιςαλλοδοξίασ. Ρράξεισ απόγνωςθσ και απελπιςίασ. Αδικαιολόγθτεσ ωςτόςο, είναι και οι πράξεισ αντιποίνων που ακολουκοφν. Το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να ρίχνουν λάδι ςτθ φωτιά. Γιατί τα αντίποινα οδθγοφν ςτθν επόμενθ ανταπάντθςθ. Ζτςι ο φαφλοσ κφκλοσ ςυνεχίηεται και τελικϊσ κερδιςμζνοσ βγαίνει αυτόσ που υλικά και ςτρατιωτικά ζχει το πάνω χζρι. Χαρακτθριςτικό παράδειγμα είναι θ δολοφονία του υπουργοφ Δικαιοςφνθσ Χριςτου Λαδά. Είναι τραγικά εντυπωςιακό το πογκρόμ που ακολοφκθςε αυτι τθ δολοφονία. Στζναξε από κορμιά ο πίςω τοίχοσ του νοςοκομείου τθσ Σωτθρίασ, ο «ςυνικθσ τόποσ» εκτελζςεων ςτο Γουδι. Ο τοίχοσ τθσ μάντρασ είναι ςίδερο, λζει ο ποιθτισ απεικονίηοντασ δραματικά το άδικο αίμα που ζτρεξε.
93
Σ’ όλεσ τισ εκλογζσ που ζγιναν μζχρι το 1952, κανζνα κόμμα δεν ςυγκζντρωςε τθν κοινοβουλευτικι πλειοψθφία και πολφ περιςςότερο τθν απόλυτθ πλειοψθφία του λαοφ. Ραρά το κλίμα τθσ τρομοκρατίασ, τισ χιλιάδεσ εκτοπίςεισ και εκτελζςεισ, παρά τον εμφφλιο που μαίνεται ςτα βουνά, παρά το παγκόςμιο αρνθτικό κλίμα του Ψυχροφ Ρολζμου, τα δεξιά κόμματα, με τυπικό εκπρόςωπο το Λαϊκό Κόμμα του Κωνςταντίνου Τςαλδάρθ, ποτζ δεν μπόρεςαν να πάρουν πλειοψθφικό ποςοςτό. Μόνο ο Αλζξανδροσ Ραπάγοσ, με το φωτοςτζφανο του ςτρατάρχθ, κατόρκωςε να πάρει τθν κοινοβουλευτικι πλειοψθφία, εκβιάηοντασ προθγουμζνωσ τθ Βουλι να αλλάξει το εκλογικό ςφςτθμα ςε πλειοψθφικό. Αρωγοί ς’ αυτό βρζκθκαν παράγοντεσ των αςτικϊν δθμοκρατικϊν κομμάτων και κάποιοι υςτερόβουλοι από αυτοφσ βλζποντασ το ρεφμα, για να μθν μείνουν εκτόσ νυμφϊνοσ, προςχϊρθςαν ςτα ψθφοδζλτια του Ελλθνικοφ Συναγερμοφ. Ζνασ από αυτοφσ ιταν και ο αρχθγόσ του Δθμοκρατικοφ Σοςιαλιςτικοφ Κόμματοσ Γεϊργιοσ Ραπανδρζου. Ο Ραπάγοσ εξαφάνιςε τουσ παλαιοκομματικοφσ του Λαϊκοφ Κόμματοσ. Μια νζα εποχι άρχιηε για τθν χϊρα και τθν οικονομικι αναςυγκρότθςι τθσ. Τϊρα υπιρχαν τα εργαλεία να παρκοφν ριηοςπαςτικά μζτρα, ζνα εκ των οποίων ιταν θ επιτυχθμζνθ υποτίμθςθ τθσ δραχμισ από το Σπφρο Μαρκεηίνθ. Μπαίνει το ερϊτθμα: Ροιεσ είναι οι ςυνκικεσ ηωισ, οι όροι διαβίωςθσ ενόσ ανκρϊπου που αγωνίςτθκε μζςα από το 94
μεγάλο ρεφμα του εαμίτικου κινιματοσ ι τοποκετικθκε κετικά απζναντι ς’ αυτόν το χϊρο; Να διευκρινίςουμε από τθν αρχι ότι δεν μιλάμε για τουσ ακτιβιςτζσ τθσ παράταξθσ, αυτοφσ που ιδθ είναι κλειςμζνοι ςτισ φυλακζσ και εξορίεσ, οφτε γι’ αυτοφσ που ακολοφκθςαν τθν αδιζξοδθ μάχθ ςτα βουνά. Θ αλικεια είναι ότι αρκετοί από αυτοφσ ζφταςαν ς’ αυτι τθν επιλογι, για λόγουσ αυτοςυντιρθςθσ, από τα κυνθγθτά, βρικαν ςτο βουνό το τελευταίο καταφφγιο αφοφ όμωσ προθγουμζνωσ μια ςειρά λακϊν, ζδωςε λαβι και κάρροσ ςτα διατεταγμζνα όργανα, που ςφντομα μετατράπθκαν ςε κυνθγοφσ κεφαλϊν.
95
25. Ο προοδευτικόσ πολίτθσ μετά τθν απελευκζρωςθ Μιλάμε για τθ μεγάλθ μάηα των δθμοκρατικϊν ανκρϊπων που τουσ ςυγκίνθςε ο αγϊνασ για τθν Εκνικι Απελευκζρωςθ από το βάρβαρο κατακτθτι, το όραμα και θ ελπίδα για μια δικαιότερθ κοινωνία μετά τθν απελευκζρωςθ, τθ μεγάλθ εκείνθ – ίςωσ πλειοψθφικι – μάηα που είδε και εκτίμθςε τουσ αγϊνεσ και τθ δράςθ του εαμίτικου μετϊπου. Τϊρα, ζπρεπε ζνασ τζτοιοσ άνκρωποσ να ξαναρχίςει τθ ηωι του, να βρει μια δουλειά, να κρζψει τα παιδιά του, να τα μορφϊςει και να τουσ εξαςφαλίςει ζνα καλφτερο μζλλον. Πμωσ θ πορεία των γεγονότων τον τοποκετοφςαν μζςα ςτθ μζγγενθ των εξελίξεων και τον ανάγκαηαν εκ των πραγμάτων να πάρει κζςθ. Οι αντιδράςεισ ιταν ποικίλεσ. Για λόγουσ, εφκολα κατανοθτοφσ, πολλοί αναγκάςτθκαν να διακόψουν κάκε οργανωτικι ςφνδεςθ με τισ εαμίτικεσ οργανϊςεισ. Βεβαίωσ υπιρξε μεγάλοσ αρικμόσ πιςτϊν που ζδειξαν αξιοκαφμαςτθ επιμονι ςτα ιδανικά τουσ, άντεξαν όλθ τθν κλίμακα των πιζςεων και ζγιναν τροφι τθσ εκδικθτικισ μανίασ των αντιπάλων. Πμωσ όλοι οι άνκρωποι δεν είναι ίδιοι, όλοι δεν ζχουν τισ ίδιεσ αντοχζσ. Και επιπλζον δε ςζρνουν πίςω τουσ τισ ίδιεσ υποχρεϊςεισ. Ο ςυνεπισ και πείςμων αναγκάηεται να απομονωκεί, να μπει ςτο περικϊριο τθσ κοινωνίασ και αργότερα να περάςει ςτθν παρανομία. Τϊρα θ ςκζψθ του επικεντρϊνεται ςτθν επιβίωςι του και όχι ςτο δθμιουργικό προβλθματιςμό. Αυτόσ ο αριςτερόσ δεν χτίηει τϊρα οράματα, προςπακεί να μείνει ηωντανόσ, αγωνίηεται να επιβιϊςει. Το Κ.Κ.Ε, που εκ των πραγμάτων είναι ο κορμόσ του ΕΑΜ, αναγκάηεται να ςτθριχτεί ςτουσ επίμονουσ, τουσ πιςτοφσ, τουσ 96
δοκιμαςμζνθσ εμπιςτοςφνθσ. Αυτό ζχει τισ αναπόφευκτεσ ςυνζπειεσ ςτο επίπεδο τθσ ικανότθτασ παραγωγισ πολιτικισ ςκζψθσ, νθφάλιασ αντιμετϊπιςθσ τθσ κακθμερινότθτασ, του οραματιςμοφ τθσ μακρόχρονθσ προοπτικισ. Διότι τα αναγκαία προτεριματα δε ςυγκατοικοφν ςτο ίδιο άτομο. Ο κακζνασ με τα ιδιαίτερα χαρακτθριςτικά του. Ρόςοι και πόςοι από αυτοφσ τουσ πιςτοφσ δε βρζκθκαν με ψθλά το κεφάλι απζναντι ςτα εκτελεςτικά αποςπάςματα πλουτίηοντασ – δυςτυχϊσ - τον ατζλειωτο κατάλογο των κυμάτων τθσ ςυγκυρίασ και τθσ ανικανότθτασ των θγετϊν τουσ. Ρολφ λίγοι δθμιουργοφν νζα ταυτότθτα και ηωι, ξεφεφγοντασ τισ δυςάρεςτεσ ςυνζπειεσ, ςτα πρϊτα πζτρινα χρόνια. Κάποιοι άλλοι κατορκϊνουν να διαφφγουν ςτο εξωτερικό, με χαρακτθριςτικό παράδειγμα τθν αξιόλογθ φουρνιά νζων και προικιςμζνων ανκρϊπων, που με τθν ομπρζλα τθσ γαλλικισ πρεςβείασ και ειδικότερα του Οκτάβιου Μερλιζ κατορκϊνουν να φτάςουν ςτο Ραρίςι. Ρολλοί από αυτοφσ ζκαναν αξιοςθμείωτθ ςταδιοδρομία τα επόμενα χρόνια. Οι περιςςότεροι όμωσ ζμειναν ςτο εςωτερικό αναγκαςμζνοι να αντιμετωπίςουν κατά πρόςωπο τθ νζα κατάςταςθ. Οι κρατοφντεσ, ευκαιρίασ δοκείςθσ, επιδιϊκουν τον εξανδραποδιςμό κάκε προοδευτικοφ ανκρϊπου, τθν υλικι και θκικι εξακλίωςι του. Η υπογραφι διλωςθσ μετανοίασ ζγινε ςθμάδι και κριτιριο. Από τθν αποκζωςθ, εν μια νυκτί, ο αγωνιςτισ και ιρωασ γινόταν δακτυλοδεικτοφμενοσ και, γιατί όχι, πράκτορασ και προδότθσ. Τα ςκλθρά και δφςκολα χρόνια ζχουν και τισ αντίςτοιχεσ αντιμετωπίςεισ Πποιοσ δεν αντζχει τισ ςυνζπειεσ των διωγμϊν βάηει μια υπογραφι αποκιρυξθσ. Αυτόσ που ενϊ από μζςα του παραμζνει αναλλοίωτοσ, προςπακεί να γίνει ανϊνυμοσ, ηει με 97
τθν «πίκρα τθσ ντροπισ», αντιμετωπίηει το φτφςιμο των παλαιϊν ςυντρόφων, αποχωρεί από το «χϊρο» και μπαίνει ςτο ςτίβο τθσ κακθμερινισ βιοπάλθσ. Ο άλλοσ κζτει τισ υπθρεςίεσ του ςτα νζα αφεντικά. Θ προϊςτορία του τον ζχει διαρκϊσ υπόλογο, αναγκαςμζνο να επαλθκεφει ςυνεχϊσ κι αδιαλείπτωσ τθ μεταμζλειά του. Ο αριςτερόσ αυτϊν των χρόνων αντιμετϊπιηε ζνα πυκνό πλζγμα αποκλειςμϊν. Δεν μποροφςε να είναι δθμόςιοσ υπάλλθλοσ, οφτε εργαηόμενοσ ςε υπθρεςία εποπτευόμενθ αμζςωσ ι εμμζςωσ από το κράτοσ. Χιλιάδεσ τζτοιοι υπάλλθλοι βρζκθκαν ςτο δρόμο, διωγμζνοι με βάςθ τα ψθφίςματα τθσ εποχισ. Για πολλά χρόνια ο αποκλειςμόσ αυτόσ επεκτεινόταν και ςτον ιδιωτικό τομζα, όπωσ επιχειριςεισ, εργοςτάςια εμπορικά καταςτιματα κ. α. Υπάρχουν κι άλλοι αποκλειςμοί. Ο αριςτερόσ δεν μπορεί να βγάλει διαβατιριο και να ταξιδεφςει νόμιμα ςτο εξωτερικό, δεν μπορεί να εκδϊςει άδεια οδιγθςθσ αυτοκινιτου. Για ζνα διάςτθμα δεν μπορεί να μετακινείται νομίμωσ εντόσ τθσ χϊρασ από πόλθ ςε πόλθ και για περιςςότερα χρόνια ςτισ βόρειεσ παραμεκόριεσ περιοχζσ. Κάκε τόςο, με περιοδικότθτα και ς’ όλο το μικοσ και πλάτοσ τθσ χϊρασ, γίνονται νζα μαηζματα για εξορίεσ ςτα νθςιά ςτοχεφοντασ ςτθ διατιρθςθ του κλίματοσ εκφοβιςμοφ. Άνκρωποι, που με χίλια βάςανα ςτινουν μια 98
δουλειά, εξορίηονται αφινοντασ πίςω μόνουσ και απροςτάτευτουσ, γυναίκεσ και παιδιά. Πταν κάποτε επιςτρζφουν, υπόκεινται ςτο ιδιότυπο κακεςτϊσ αδείασ επιτιρθςθσ, ζτςι ϊςτε με το πρϊτο ςτραβοπάτθμα ι με τθν παραξενιά του ντόπιου επιτθρθτι να ξαναγυρίςουν ςτο νθςί. Πμωσ ζνα πρζπει να υπογραμμίςουμε. Ροτζ οι μθχανιςμοί βίασ και καταπίεςθσ δεν είναι τζλειοι. Ειδικότερα όταν, λόγω τθσ φφςθσ του ρόλου τουσ ςτελεχϊνονται και από αποβράςματα και προβλθματικοφσ τφπουσ τθσ κοινωνίασ. Εκείνο που πρζπει να ςθμειϊςουμε - και αυτό το κεμελιϊνω από προςωπικι πείρα - είναι: Πςο ςφιχτοί κι αν είναι οι καταπιεςτικοί νόμοι, όςο αυςτθρζσ κι αν καταγράφονται οι πολλαπλζσ απαγορεφςεισ, όςο κι αν τα εμπόδια φαίνονται προσ ςτιγμι αξεπζραςτα, πάντα για τον καταπιεηόμενο κα υπάρξει ζνα παράκυρο ελπίδασ, μια διζξοδοσ διαφυγισ, ζνα χζρι βοικειασ από ζνα ςυνάνκρωπο. Αυτι θ βοικεια δεν οφείλεται τισ περιςςότερεσ φορζσ ςε υπόγειεσ ιδεολογικζσ ςυμπάκειεσ. Είναι θ φυςικι και αυκόρμθτθ αντίδραςθ του ηϊντοσ όντοσ να εκδθλϊςει τθν αλλθλεγγφθ του ςτον κυνθγθμζνο, τον αδικοφμενο. Αυτό που ςε άλλθ ευκαιρία το ονόμαςα: το ςφνδρομο του Ηορό. Από αυτοφσ τουσ αποκλειςμοφσ και τα κυνθγθτά πολλοί εαμίτεσ οδθγικθκαν ςε άλλα επαγγζλματα, όπωσ μικροζμποροι, μικροβιοτζχνεσ, ελεφκεροι επαγγελματίεσ, φροντιςτζσ και λογιςτζσ. Μια ςειρά ονόματα επιχειρθματιϊν των τελευταίων χρόνων ζχουν τθν αφετθρία τουσ ς’ αυτοφσ αποκλειςμοφσ.
99
26. Η διλωςθ αποκιρυξθσ Μζςα ςτθν περιοριςμζνθ ηωι τθσ φυλακισ, όπου όλα ςυμβαίνουν ενϊπιον όλων, τίποτα δε μζνει κρυφό. Κάκε διεφκυνςθ φυλακισ ζχει πολλά «μάτια» για να κρατάει υπό τον ζλεγχο τθσ τθν κατάςταςθ. Δεν αναφζρομαι ςτουσ δεςμοφφλακεσ, που αυτι είναι ζτςι κι αλλιϊσ θ δουλειά τουσ. Θ διεφκυνςθ διακζτει πάντα πλθροφοριοδότεσ μεταξφ των κρατουμζνων ς’ όλθ τθν κλίμακα τθσ εςωτερικισ κομματικισ ιεραρχίασ. Θ πλθροφορία, για τθν απομόνωςθ του Νικιτα, ζφταςε εγκαίρωσ ςτ’ αυτιά τθσ διεφκυνςθσ και καταγράφτθκε ςτο φάκελο τθσ εςωτερικισ του ηωισ. Θ μεγαλφτερθ δυςκολία ιταν για τον ίδιο τον Νικιτα. Είπαμε, εντάξει δε κζλει κομματικζσ ςυνδζςεισ, αλλά όχι και να μθν υπάρχει ζνασ άνκρωποσ να ανταλλάςςει δυο κουβζντεσ. Θ απομόνωςθ του ςτοίχιηε. Θ ομάδα ςυμβίωςθσ είχε τθ δυνατότθτα να μοιράηει επιπλζον τρόφιμα που ζφερναν ςυγγενείσ επιςκζπτεσ γιατί το ςυςςίτιο ιταν φτωχό και πάντωσ κατϊτερο από τισ ανάγκεσ ςωςτισ ςίτιςθσ ενόσ ανκρϊπινου οργανιςμοφ. Του ζλειπαν εντελϊσ αλλαξιζσ με εςϊρουχα και κάκε είδοσ προςωπικισ υγιεινισ. Από τθ δικιά του ομάδα ςυμβίωςθσ δεν περίμενε τίποτα. Του κακοφάνθκε αυτι θ ςυμπεριφορά, αλλά δε γινόταν να ρίξει τα μοφτρα του και να ηθτιςει βοικεια. Ιταν και κζμα προςωπικισ περθφάνιασ. Άλλωςτε υπιρχε και το ενδεχόμενο να μθ βρει καμιά ανταπόκριςθ ι και να μπλζξει Ζτςι ζηθςε τουσ επόμενουσ μινεσ με τθν υγεία του ςε χαμθλι πτιςθ, τθν ψυχολογία του ςτο άπατο βάρακρο και το ςκοτάδι να του κρατάει κλειςτζσ όλεσ τισ διεξόδουσ. Είχε αραιι 100
αλλθλογραφία με τθ Μαριϊ του, ςτθν οποία ωραιοποιοφςε αρκετά τισ καταςτάςεισ που ηοφςε, για να τθν κακθςυχάηει και τα νζα απ’ το Βόλο ιταν καλά ι αυτό τουλάχιςτον ζλεγαν τα γράμματά τθσ. Συνεχϊσ τθσ ζδινε ελπίδεσ ότι θ κατάςταςθ κα καλυτερζψει και ότι ςφντομα κα βρεκεί κοντά τουσ να ηιςουν επιτζλουσ ςαν οικογζνεια. Δεν τολμοφςε να ηθτιςει κάτι ξζροντασ και τθν κατάςταςθ εκεί, μα υπιρχε μια αιςιόδοξθ είδθςθ ότι τθν βοθκοφςε θ οικογζνεια του Μίμθ. Στουσ δζκα μινεσ τον κάλεςαν για δεφτερθ φορά από το γραφείο του διευκυντι. Με το εφλογο καρδιοχτφπι μπικε μζςα. Ρζρα απ’ αυτόν ςε δυο καρζκλεσ πλάγια ιταν δυο κουςτουμαριςμζνοι τφποι που μφριηαν από απόςταςθ για αςφαλίτεσ. - Κάτςε Νικιτα! του είπε με ιρεμθ φωνι ο διευκυντισ και του ζδειξε τθ μόνθ άδεια καρζκλα. Τι ςυμβαίνει με ςζνα ; Γιατί είςαι μαλωμζνοσ μ’ όλουσ; - Με κανζναν δε μάλωςα. Εγϊ το είπα κακαρά και ξάςτερα και μζςα ςτο δικαςτιριο. Το μόνο που κζλω είναι να γυρίςω ςτθν οικογζνεια μου. Τι κάνουν οι άλλοι είναι δικό τουσ κζμα. - Ροια είναι θ γνϊμθ ςου για τθν ξενοκίνθτθ εξζγερςθ των κατςαπλιάδων ςτα βουνά να ςκλαβϊςουν τθ χϊρα μασ ςτουσ ϊςουσ κομμουνιςτζσ. - Δεν είχα και δεν ζχω καμιά ςχζςθ με αυτά τα πράγματα. Ρροφανϊσ δε ςυμφωνϊ ότι τα προβλιματα λφνονται με πολζμουσ. Οι δυο αςφαλίτεσ αμίλθτοι ακροατζσ μόνον τθσ ςυηιτθςθσ, άκουγαν όμωσ προςεχτικά τισ απαντιςεισ. Ρζραςε ζνα εξάμθνο χωρίσ εξελίξεισ κι ζνα πρωινό τον κάλεςαν πάλι ςτο γραφείο του διευκυντι. Εκεί βριςκόταν ζνα τρίτο άγνωςτο πρόςωπο, που φαινόταν ότι ζχει τον πρϊτο λόγο. 101
Χωρίσ κακυςτζρθςθ άρχιςε να μιλάει, μπαίνοντασ κατευκείαν ςτο ψθτό: - Κφριε, Νικιτα Τςαλίδθ, γνωρίηετε τθν απόφαςθ τθσ δικαιοςφνθσ για το πρόςωπό ςασ. Ιταν κάνατοσ. Το κράτοσ όμωσ ςε ςασ φζρκθκε με ευςπλαχνία και μετζτρεψε τθν ποινι ςε ιςόβια. Σ’ όλθ τθ διάρκεια τθσ φυλακίςεϊσ ςασ δείξατε καλι διαγωγι και οι αρμόδιεσ αρχζσ αποφάςιςαν - ειδικά για ςασ - να επιςτρζψετε ςτθν οικογζνειά ςασ. Βεβαίωσ κάτω από οριςμζνεσ ςυνκικεσ. Ρρϊτον πρζπει να ζχουμε ζνα επίςθμο δείγμα τθσ μεταμζλειάσ ςασ και δεφτερον τθν αμετακίνθτθ υπόςχεςι ςασ, ότι κα απζχετε αυςτθρϊσ από κάκε πολιτικι ενζργεια οποιουδιποτε χρϊματοσ. Να ςασ διευκρινίςω κάτι για να είμαςτε ςαφείσ και να μθν υπάρξουν παρεξθγιςεισ. Θ ποινι ςασ, κφριε, δεν καταργείται. Απλϊσ αναςτζλλεται. Δθλαδι αν οι τοπικζσ αρχζσ κρίνουν ότι παρενζβεισ τουσ όρουσ που ςου ορίςτθκαν, κα επιςτρζψεισ εδϊ. Ο Νικιτασ δεν ιξερε το υπόβακρο αυτισ τθσ πρωτοβουλίασ. Ο μθχανιςμόσ δίωξθσ των αριςτερϊν που ιταν ςτακερόσ και δυνατόσ ανεξαρτιτωσ των ςυχνϊν κυβερνθτικϊν αλλαγϊν είχε κάνει βιματα προςαρμογισ. Ζδινε τϊρα τθ μάχθ τθσ ψυχολογικισ ιττασ τθσ Αριςτεράσ κι αυτό κα γινόταν πιο εφκολο, αν ςε κάκε χϊρο ζπαιρνε δθλϊςεισ μετανοίασ από τα επϊνυμα τοπικά ςτελζχθ. Μζςα ςτα πλαίςια αυτισ τθσ τακτικισ ιταν μάλλον και το ςθμερινό διάβθμα. Ιδθ ο Νικιτασ από καιρό, είχε κζςει ςτον εαυτό του μια ςειρά ερωτιματα για τθν πορεία που ακολουκικθκε. Δεν γνϊριηε βζβαια γεγονότα και δεν είχε ανκρϊπουσ να τα ςυηθτιςει. Απλϊσ κλωκογφριηαν ςτο μυαλό του με κυρίαρχθ τθν επικυμία τθσ επιςτροφισ ςτθν οικογζνειά του. Ο γιοσ του κα ζκλεινε τα δυο του χρόνια κι ακόμα δεν τον είχε αντικρφςει. Ζτςι ιταν και ψυχολογικά ζτοιμοσ για μια λφςθ. Δεν ζχαςε χρόνο κι απάντθςε αμζςωσ: 102
- Δζχομαι! Να μου εξαςφαλίςετε μόνο μζςον να επιςτρζψω ςτθν πόλθ μου. Κατάλαβα ότι ηθτάτε διλωςθ αποκιρυξθσ. Δϊςτε μου το κείμενο να το υπογράψω. Αυτι θ άμεςθ απάντθςθ ικανοποίθςε τον υπθρεςιακό παράγοντα, που του είπε: - Κα χρειαςτοφν μερικζσ μζρεσ για τισ γραφειοκρατικζσ διαδικαςίεσ και όλα κα γίνουν. Λδοφ το κείμενο τθσ διλωςθσ. Του ζριξε μια βιαςτικι ματιά κι ζβαλε από κάτω τθ τηίφρα του. Ιξερε ότι, απ’ αυτι τθ ςτιγμι, ζριχνε μια ταφόπλακα ςτο παρελκόν του, μα αν αναλογιςτείσ πόςεσ αλλαγζσ ςυνζβθςαν αυτά τα χρόνια, ίςωσ αυτό ιταν μια λφςθ. Από φζρελπισ νζοσ με εςωτερικι φιλοδοξία και όρεξθ να προχωριςει ςτα γράμματα και ίςωσ να ςπουδάςει παραπάνω, κα γινόταν εντζλει μπαλωματισ ςτθν παράγκα, που ζλεγε μαγαηί αφοφ οι οικογενειακζσ υποχρεϊςεισ δεν του άφθναν κι άλλα περικϊρια. Θ κφρια επιδίωξθ, να γυρίςει ςτθν οικογζνειά του κι αυτό ιλπιηε ςφντομα να ςυμβεί.
103
27. Επιςτροφι ςτθν οικογζνεια Εξαντλθμζνοσ από τθν πολφμθνθ φυλάκιςθ του και μετά από ζνα ταξίδι που κράτθςε δυο ολόκλθρεσ μζρεσ, χτφπθςε τθν πόρτα του ςπιτιοφ του. Πταν άνοιξε θ πόρτα θ Μαριϊ ζβαλε τισ χαροφμενεσ φωνζσ: - Ιρκε ο μπαμπάσ μασ ! Κι ζπεςε ςτθν αγκαλιά του. - Νικιτα μου, γλυκζ μου! Επιτζλουσ γφριςεσ κοντά μασ! Κι αυτόσ ανταποκρίκθκε με κζρμθ, αλλά ςφντομα ξεπιδθςε θ απωκθμζνθ επικυμία του: - Τα παιδιά; - Τα ζχω βάλει για φπνο. Γι αυτά είναι αργά… Κζλεισ να τα ξυπνιςω; Δίςταςε λίγο και μετά είπε: - Πχι! Άςτα να κοιμθκοφν. Κα τα δω το πρωί. Ευκαιρία να ςουλουπωκϊ και λίγο. Αν με δουν ζτςι κα τρομάξουν. - Ωραία! Ανάβω τθν γκαηιζρα να ηεςτάνω νερό και φζρνω τθ ςκάφθ. Τον ζτριψε ϊρα να φφγει θ μυρουδιά τθσ φυλακισ. Το πράςινο ςαποφνι μοςχομφριηε και για πρϊτθ φορά μετά τθ ςφλλθψθ του ζνιωςε ςαν άνκρωποσ. Του ζφερε αλλαξιά και τςίμπθςε κάτι πρόχειρο. Πταν ζπεςε ςτο κρεβάτι οι αντοχζσ του είχαν τελειϊςει. Μόνο αγκαλιάςτθκαν ςφιχτά και ςφντομα τον πιρε ο φπνοσ. Θ άλλθ ςιωπθλά είχε μπει ςε ςκζψεισ. Τον είδε και τρόμαξε. Βζβαια προςπάκθςε να μθν το δείξει. Ετοιμόρροποσ ιταν. Αδφνατοσ με τα κόκκαλα του να διακρίνονται κακαρά, χλωμόσ, με τα μάτια χωμζνα μζςα.
104
Ρρϊτθ μου δουλειά να τον δυναμϊςω, να τον ςτθρίξω, να ξαναγίνει ο αγαπθμζνοσ μου Νικιτασ , είπε από μζςα τθσ Είναι ηιτθμα αν κοιμικθκε μια ϊρα. Σθκϊκθκε όρκια κι άρχιςε να φτιάχνει πρωινό. Σιμερα κα είχαν τθγανίτεσ και ςτο ντουλάπι υπιρχε ζνα μιςογεμάτο βάηο με μζλι. Κα αρζςει και ςτα παιδιά. Δοφλευε πυρετικά να προλάβει πριν ξυπνιςουν τα παιδιά, αλλά ςε λίγο βγικε απ’ το δωμάτιο θ Ελενίτςα, θ κόρθ τθσ. Τθ ρϊτθςε: - Ροιοσ κοιμάται δίπλα μαμά; - Ο πατζρασ ςου γλυκιά μου, ο πατζρασ ςου! Αυκόρμθτα ζβγαλε μια κραυγι χαράσ που τον ξφπνθςε. Μιςοςθκϊκθκε ςτο κρεβάτι και τθν κοίταξε. Μπροςτά του ιταν ζνα όμορφο κοριτςάκι με γλυκό πρόςωπο, ψθλό, λεπτό, ζδειχνε ότι κα μετεξελιχκεί ςε ωραία κοπζλα. Κάποια δευτερόλεπτα αμθχανίασ και μετά θ μικρι με ανοιχτι αγκαλιά ζτρεξε κι αγκάλιαςε τον πατζρα τθσ: - Ρατεροφλθ μου γλυκζ, επιτζλουσ ιρκεσ! Με πολφ κόπο ςυγκράτθςε τα δάκρυα που του ζρχονταν ςτα μάτια. Τθν αγκάλιαςε. Εκείνθ τθ ςτιγμι αγουροξυπνθμζνοσ ο δίχρονοσ Νικόλασ μπικε ςτο δωμάτιο, κοίταξε με απορία προσ το μζροσ του άγνωςτου και γυρνϊντασ τθ μάνα του είπε: - Ρεινάωωωω.. - Ναι, μωρό μου ζχω ςτρϊςει το τραπζηι και παίρνοντάσ τον αγκαλιά τον πλθςίαςε ςτον Νικιτα λζγοντάσ του γεμάτθ περθφάνια: - Αυτόσ είναι ο γιοσ μασ Νικιτα! Ριγε να τον πάρει αγκαλιά κι ο μικρόσ δυςαναςχζτθςε μπροςτά ςτον άγνωςτο. Δεν του κακοφάνθκε. Ιξερε πωσ κα χρειαςτεί καιρόσ να κερδίςει τα παιδιά του μετά τθν αναγκαςτικι απουςία του. Κάκιςαν γφρω απ’ το τραπζηι κι ο Νικιτασ ξεχείλιηε από ευτυχία. Θ εικόνα, οι γεφςεισ, τα λόγια 105
των παιδιϊν, το γλυκό και προςτατευτικό βλζμμα τθσ γυναίκασ, του, είχαν λείψει τόςο και τϊρα ζπαιρνε λαίμαργα μεγάλεσ ανάςεσ ελπίηοντασ, μάταια βεβαίωσ, να καλφψει το κενό των δυο και περιςςότερο χρόνων ςε ςυνκικεσ αποκλειςμοφ από εχκροφσ μα, δυςτυχϊσ, και από φίλουσ. Λεροτελεςτία! Τα παιδιά με τισ δικζσ τουσ ζγνοιεσ και προτεραιότθτεσ απόφαγαν ςφντομα και - κατά το ςυνικιο - ρϊτθςαν τθ μάνα τουσ: - Να πάμε ςτθ Χρυςοφλα μαμά να παίξουμε; Κα ζχει ξυπνιςει τϊρα. - Μόνο αφοφ φιλιςετε τον πατζρα ςασ. Ζνιωςε άβολα αλλά και ςυγκίνθςθ τα παιδικά χειλάκια να τον αςπάηονται ςτο μάγουλο. Ανταπόδωςε με κζρμθ το φιλί. Ιταν ςάρκα από τθ ςάρκα του. Ζνιωκε τόςο περιφανοσ, αλλά και γεμάτοσ ευκφνεσ και προβλιματα. Αποφαςιςμζνοσ να δϊςει τισ μάχεσ του και να τα βγάλει πζρα. Μετά μια μικρι ςιωπι από τθν αναχϊρθςθ των παιδιϊν το λόγο πιρε θ πρακτικι Μαριϊ για να τον ενθμερϊςει: - Σε περίμενα. Ιξερα ότι κα ζρκεισ και χαίρομαι πολφ γι’ αυτό. - Ρϊσ το ιξερεσ; ρϊτθςε με απορία ο Νικιτασ - Με ενθμζρωςε θ κουτςομπόλα τθσ γειτονιάσ θ κυρά Φεβρωνία. Διάβαςαν τθ διλωςθ ςου ςτθ Κεςςαλία και τον Ταχυδρόμο προχκζσ. - Το πρόλαβαν κιόλασ! Εςζνα πϊσ ςου φάνθκε; - Εγϊ είμαι με τον άντρα μου. Πτι εςφ κάνεισ είναι καλά καμωμζνο. Αρκετά βαςανίςτθκεσ. Ιταν καιρόσ να γυρίςεισ ςτθν οικογζνειά ςου. Ροιοσ ζχει τα μοφτρα να ςε κρίνει; Τϊρα είναι ο καιρόσ να αφοςιωκοφμε ςτθν ανατροφι και τθν πρόοδο των παιδιϊν. Τα λόγια τθσ γυναίκασ του ιταν βάλςαμο ςτθν αναςτάτωςθ που του δθμιοφργθςε θ είδθςθ τθσ δθμοςίευςθσ ςτισ τοπικζσ 106
εφθμερίδεσ. Τι διαφορετικό άλλωςτε, μωρζ, μποροφςε να περιμζνει; Κα τθν κρατοφςαν μυςτικι; Είχε πάρει τθν απόφαςθ του κι ζπρεπε να αντζξει το τίμθμα και τισ ςυνζπειεσ του. Γφριςε τθν κουβζντα ςε πιο πρακτικά κζματα, προςπακϊντασ να ξεπεράςει τθν είδθςθ: - Εςφ πϊσ τα ζβγαλεσ πζρα μόνθ ςου με τα παιδιά ; Ρεράςαμε κι άςχθμεσ μζρεσ Νικιτα. Είχα πρϊτα τθν αγωνία για τθ δικι ςου τφχθ, αλλά ζπρεπε να προςγειωκϊ και να βρω πθγζσ για να ηιςουμε. Ρρϊτον να ευλογοφμε τθν οικογζνεια του Μίμθ, που μου ςτάκθκε καλφτερα απ’ όλουσ. Λδιαίτερα θ Αφροδίτθ. Μθν ξεχνάσ ότι είμαςτε και ςυγγενείσ, αλλά απ’ όταν ζχαςαν τον γιο τουσ ςε κεωροφν λίγο και δικό τουσ. Ασ τουσ ζχει ο κεόσ καλά και να τουσ δίνει κουράγιο ειδικά ςτο κείο μου και πατζρα του Μίμθ που είναι πια πολφ πεςμζνοσ. Μια μζρα να πάμε ςπίτι τουσ. - Ναι! Το ικελα κι εγϊ πολφ. Κα πάμε. - Μετά πιρα κι άλλεσ πρωτοβουλίεσ. Το πατρικό μασ ςτθ Μικραςιατϊν το νοίκιαςα και παίρνω ζνα μικρό αλλά ςτακερό νοίκι. - Εκεί που ςε είδα για πρϊτθ φορά ! - Ναι! τον επιβεβαίωςε ςυγκινθμζνθ. - Πμωσ, ςυνζχιςε, άςε να τελειϊςω. Το χωράφι ςτο ιηόμυλο το νοίκιαςα ςε ζναν γνωςτό τθσ οικογζνειασ με τθ ςυμφωνία να μου ςτζλνει κάκε χρόνο ζνα τςουβάλι ςαράντα οκάδων ςτάρι. 107
Ράω ςτο μφλο και τ’ αλζκω. Δε μασ φτάνει, μα είναι κι αυτό κάτι. Τα παιδιά μεγαλϊνουν χωρίσ προβλιματα υγείασ. Δόξα τω Κεϊ. Κι θ Σίνγκερ δουλεφει. Ρζρςι μου χάλαςε και τθν πιγα ς’ ζνα μάςτορα ςτα Ραλαιά και μου τθ ςυνζφερε. Να το ξζρεισ! Θ γυναίκα ςου ζγινε καλι μοδίςτρα. Μζχρι καινοφρια φορζματα ράβω! - Χαίρομαι με τα νζα ςου. Ιξερα ότι είςαι παλικάρι και δε κα ζμενεσ με ςταυρωμζνα τα χζρια. Αυτι θ ςκζψθ με ςτιριηε εκεί που ιμουν. Τϊρα λζω ν’ ανοίξω το μαγαηί και ν’ αναηθτιςω τουσ πρϊτουσ πελάτεσ. Ξζρω ότι κα δυςκολευτϊ, μα είμαι αποφαςιςμζνοσ να μπω πάλι ςτθ ηωι, που μου ςτζρθςαν αυτά τα χρόνια.
108
28. Το επόμενο διάςτθμα Δεν ιταν κανζνασ χαηόσ ο Νικιτασ. Ιξερε ότι κα υπάρξουν προβλιματα, μα ιλπιηε ότι με το πείςμα του και τθ ςτιριξθ τθσ άξιασ Μαριϊσ κα τα ξεπεράςει. Το πρϊτο ςυμβάν ιταν θ επίςκεψθ τθσ Αφροδίτθσ ςτο ςπίτι τουσ μόλισ ζμακε για τθν άφιξι του. Ζπεςαν ο ζνασ ςτθν αγκαλιά του άλλου και δε μπόρεςαν να ςυγκρατιςουν τα δάκρυά τουσ. Πταν καταλάγιαςαν οι πρϊτεσ εντυπϊςεισ, θ Αφροδίτθ του μίλθςε για τθν οικογζνειά τθσ: - Με τθν εκτζλεςθ του Μίμθ ςτο ςπίτι ζπεςε μαφρο πζπλο. Μια κατάςταςθ μόνιμου πζνκουσ που κακθμερινά κατατρϊει τον πατζρα και τθ μάνα. Ραρά τισ επανειλθμμζνεσ μου προςπάκειεσ δεν επανιλκαν. Μςωσ αν τουσ δεισ να βοθκιςεισ να το ξεπεράςουν. - Κζλω πολφ να τουσ δω και να με ειδοποιιςεισ όταν αυτό γίνει μπορετό. - Εντάξει, κα τουσ το πω. - Κζλω να ς’ ευχαριςτιςω για τθ βοικεια ςου ςτθν οικογζνειά μου όλο αυτό το διάςτθμα. - Δεν ζκανα τίποτα. Θ Μαριϊ είναι θ αγαπθμζνθ μου ξαδζλφθ. Μθν το ξεχνάσ αυτό. Υπάρχει κι άλλθ ςυγγενικι ςχζςθ που ίςωσ να μθν τθν ξζρεισ. Εγϊ είμαι θ νονά του γιου ςου. Του δϊςαμε τ’ όνομα του πατζρα τθσ Μαριϊσ. - Χαίρομαι ακόμα περιςςότερο, γιατί εςφ ξζρεισ ότι ο Μίμθσ ιταν ο καλφτεροσ μου φίλοσ, ζνασ αδελφόσ ςτθν πραγματικότθτα. - Το ξζρω γιατί κι αυτόσ το ίδιο ς’ αγαποφςε. Σε λίγεσ μζρεσ ζγινε αυτι θ ςυνάντθςθ ςτο ςπίτι του Μίμθ. Θ μάνα δε ςταμάτθςε να κλαίει, ο πατζρασ πεςμζνοσ πράγματι 109
τον κοίταηε μ’ ζνα λυπθμζνο και ςυγχρόνωσ κουραςμζνο βλζμμα. Ζφαγαν καλά και κάποια ςτιγμι οι γυναίκεσ βγικαν ςτθν αυλι να αςχολθκοφν με τα παιδιά. Τότε ο Νικιτασ του περιζγραψε λζξθ προσ λζξθ τθν ςυνομιλία που είχαν με τον Μίμθ μια μζρα πριν τθν εκτζλεςι του. Του είπε για το άτομο που τουσ πρόδωςε και πωσ αυτόσ ίςωσ είναι και ο υπαίτιοσ τθσ εξαφάνιςθσ του αδελφοφ του Αντϊνθ. Του είπε τθν υπόςχεςθ που ζδωςε ςτον Μίμθ να ψάξει να τον βρει. Ο πατζρασ του Μίμθ ζμεινε κατάπλθκτοσ - Ϊςτε ζτςι λοιπόν το τζρασ μου ζφαγε γιο, αδελφό και τθν κοπζλα του. Για πεσ μου ό,τι ξζρεισ γι αυτόν. - Σε μασ παρουςιάςτθκε ωσ αδιόριςτοσ δάςκαλοσ. Το μικρό του όνομα είναι Δθμιτρθσ, αλλά κι εδϊ δεν είμαι κακόλου ςίγουροσ. Ζχω πολλζσ αμφιβολίεσ αν τα ςτοιχεία αυτά είναι πραγματικά. Ο Μίμθσ τον εφριςκε αν χρειαηόταν ςτο καφενείο τθσ παραλίασ με Κ. Καρτάλθ. Εγϊ τον είδα μια μόνο φορά ςτο ςπίτι τθσ άνιασ. Είναι χαρακτθριςτικό ότι όλοι οι ςυλλθφκζντεσ ιταν ςε αυτι τθ ςυνάντθςθ. Οι δικζσ μου επαφζσ που είχα ςτθ Νζα Λωνία δεν ζπακαν τίποτα. Κφριε Λεωνίδα εγϊ ςϊκθκα και όπωσ ίςωσ κα μάκατε, ςτισ φυλακζσ τθσ Κζρκυρασ υπζγραψα διλωςθ μετανοίασ. Και πράγματι είμαι αποφαςιςμζνοσ να μείνω ςτθν άκρθ. Πμωσ μζνει ζνα ιερό υπόλοιπο. Ζχω μια θκικι υποχρζωςθ που κζλω να μείνει μόνο ςε ςασ. Ζδωςα υπόςχεςθ ςτον Μίμθ να τον ξετρυπϊςω και να τον τιμωριςω. Αυτό δεν το ξζρει κανείσ άλλοσ, οφτε θ γυναίκα μου. Αυτά. - Εντάξει παιδί μου! Κα ςεβαςτϊ το μυςτικό ςου, αλλά κα ζχω κι εγϊ τα μάτια μου ανοιχτά. Αν κάτι μάκω κα ςτο πω αμζςωσ. 110
Δεν πρόλαβε να χαρεί τθν ελευκερία του και τθν επόμενθ κιόλασ μζρα ζνα «όργανο» ιρκε για να κυροκολλιςει ςτθν πόρτα του μια πρόςκλθςθ τθσ αςφάλειασ με τθν αςαφι ζκφραςθ δια υπόκεςίν ςασ ςτο τμιμα Αςφαλείασ τθσ οδοφ Λάςονοσ. Του ιρκε να κατεβάςει καμιά Χριςτοπαναγιά, μα αμζςωσ θ φωνι τθσ λογικισ τον απζτρεψε. - Ρότε; - Γράφει, κφριε από κάτω. Μελζτθςε καλφτερα το χαρτί και είδε. Αφριο κιόλασ! Δεν ανθςφχθςε τθ Μαριϊ, που ζλειπε από το ςπίτι. Κα πάει να ξεκακαρίςει τα πράγματα. Δεν κα ηει με τθν απειλι να κρζμεται ςυνεχϊσ επί τθσ κεφαλισ του. Μςωσ να ιταν από τουσ πρϊτουσ που ζφταςαν ςτθν Αςφάλεια. Ζδειξε ςτον εξωτερικό φρουρό τθν πρόςκλθςθ κι εκείνοσ τθν ενθμζρωςε: - Στον πρϊτο όροφο, αριςτερά, γραφείο του διοικθτι. Εκεί ο βοθκόσ του είπε να περιμζνει γιατί ο διοικθτισ δεν ιρκε ακόμα. Κάκιςε αμίλθτοσ ςτον πάγκο που υπιρχε και παρατθρϊντασ γφρω, αναλογίςτθκε πόςεσ εκατοντάδεσ ψυχζσ αυτά τα χρόνια κρυμματίςτθκαν μζςα ςτουσ χϊρουσ αυτοφσ, τί είδαν τα μάτια τουσ και πόςεσ κραυγζσ απόγνωςθσ απορρόφθςαν αυτοί οι ψυχροί τοίχοι. Πχι δε κα επιτρζψει το κρυμματιςμό μιασ ακόμα. Απορροφθμζνοσ ς’ αυτζσ τισ ςκζψεισ μόνο με τθ φωνι αντιλιφκθκε τον διοικθτι δίπλα του: - Νωρίσ-νωρίσ ιρκεσ ςτο ραντεβοφ Τςαλίδθ; - Ναι! Ικελα να ξεμπλζξω απ’ αυτιν τθν υποχρζωςθ. - Ζλα μζςα. Κάκιςε ςτθν πολυκρόνα του και του ζδειξε τθν άδεια απζναντι καρζκλα. - Κάτςε να είςαι άνετοσ. Κακυςτζρθςε αρκετά κάνοντασ ότι ψάχνει τα χαρτιά του κι όταν μίλθςε του είπε: 111
- Νικιτα δεν πιςτεφω να ξζχαςεσ ότι θ αναςτολι τθσ ποινισ ςου είναι υπό όρουσ; - Δεν το ξζχαςα κακόλου, κφριε Διοικθτά! Ζτςι λειτουργϊ και ςυμπεριφζρομαι. - Ζμακα ότι μια από τισ πρϊτεσ επιςκζψεισ ςου ιταν ςτο ςπίτι του Μίμθ, ςυγκατθγοροφμενοφ ςου, που εκτελζςτθκε με βάςθ απόφαςθ του δικαςτθρίου. Δεν ζπρεπε να τον εκπλιςςει θ γνϊςθ των κινιςεϊν του. Αναμενόμενο ιταν να παρακολουκοφνται όλα τα βιματά του. Με ςτακερι κι αποφαςιςτικι φωνι του απάντθςε: - Κα γνωρίηετε κφριε διοικθτά ότι θ οικογζνεια του φίλου μου του Μίμθ είναι ςτενι ςυγγενισ τθσ γυναίκασ μου. Ικελα να ευχαριςτιςω τθν κόρθ του που είναι και θ νονά του γιοφ μου. Τθρϊ με ευλάβεια τουσ όρουσ και τθν υπογραφι που ζβαλα και τθ δθμοςιεφςατε ςτισ τοπικζσ εφθμερίδεσ, δεν τθν ζβαλα ελαφρά τθ καρδία. Ιξερα τισ ςυνζπειεσ, όπωσ κα τισ ξζρετε και ςεισ. Ζχω μεγάλα οικονομικά προβλιματα και πρζπει να δϊςω αγϊνα να ηιςω τα παιδιά μου. Από μζνα δεν κινδυνεφετε. Αφιςτε με ιςυχο και μθν μ’ ενοχλείτε. - Δθλαδι μασ απειλείσ ; - Κακόλου. Το αντίκετο. Σασ ηθτϊ να με αφιςετε ιςυχο. - Το τι κα κάνουμε είναι δικι μασ δουλειά και δε κα μασ το πεισ εςφ. Θ ςθμερινι επαφι ιταν μια υπενκφμιςθ κι ζνα 112
ξεκακάριςμα ότι για κάκε βιμα ςου κα ενθμερϊνομαι εγκαίρωσ. Αυτά! Ριγαινε! Ικελε να απαντιςει μα ςυγκράτθςε τον εαυτό του. Το μόνο που είπε ιταν: - Αντίο… Το κατάλαβε πολφ καλά. Ρίςω του κα ζχει μια ςκιά που κα καταγράφει τθ ηωι του. Βεβαίωσ τον ενοχλεί, αλλά ς’ αυτό δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Πμωσ από τθ γνϊςθ τθσ ιςτορίασ ξζρει ότι τίποτα δεν είναι μόνιμο και παντοτινό. Στο μζλλον ίςωσ πολλά μπορεί ν’ αλλάξουν. Τθν ιεράρχθςθ των ςτόχων του τθν ζχει ξεκακαρίςει από τθν αρχι: Ρρϊτα θ οικογζνεια και θ εξαςφάλιςθ των όρων για τθν καλυτζρευςθ των ςυνκθκϊν τθσ ηωισ τθσ. Θ μόρφωςθ και το μζλλον των παιδιϊν του. Δεφτερον, θ ανακάλυψθ του ςατανά που τουσ πρόδωςε και πιρε ςτο λαιμό του νζεσ ηωζσ. Κα πρζπει ςτθν περίπτωςθ που τον ανακαλφψει να ζχει ςκεφτεί τον τρόπο τθσ τιμωρίασ. Αυτόσ κα εξαρτθκεί από τισ ςυνκικεσ που κα επικρατοφν τότε. Τρίτον, θ εναςχόλθςι του με τα πολιτικά δρϊμενα ζχει κλείςει οριςτικά ανεξαρτιτωσ των μελλοντικϊν εξελίξεων. Του φτάνει και του περιςςεφει θ δόςθ που πιρε και θ δίκαιθ κρίςθ των τρίτων απζναντι ςτο πρόςωπό του. Πςο κι αν προςπακιςεισ να το αγνοιςεισ είναι ανκρϊπινθ θ γεφςθ τθσ πίκρασ που ςου απομζνει.
113
29. Τα πρϊτα χρόνια μετά τθν αποφυλάκιςι του Στα χρόνια που ακολοφκθςαν γνϊριςε όλθ τθν γκάμα των ανκρϊπινων ςυμπεριφορϊν. Το κυνθγθτό τθσ εξουςίασ με πολλοφσ εμφανείσ κι αφανείσ τρόπουσ. Αυτό δεν τον ενοχλοφςε, τουλάχιςτον ψυχολογικά. Ιταν αναμενόμενο και τουσ ζδωςε με πολλοφσ τρόπουσ, αποςτομωτικζσ απαντιςεισ. Τιρθςε με προςοχι τουσ όρουσ τθσ αποφυλάκιςθσ και ποτζ δεν βρικαν αφορμι και ευκαιρία να τον βρουν μπόςικο ςε κάποιο μζτωπο, αλλά ςτισ απόπειρεσ τουσ για νζεσ παραχωριςεισ ιταν κάκετα ανζνδοτοσ. Ωσ εδϊ και μθ παρζκει. Κάποια ςτιγμι μάλιςτα διακινδφνευςε και τθν πρόκλθςθ: - Αν νομίηετε ότι δεν τθρϊ τουσ όρουσ να με ςτείλετε πίςω! Είχε τθν υποψία ότι τζτοιου είδουσ πρωτοβουλίεσ δεν ιταν ςτθ δικαιοδοςία τουσ πλζον. Βλζπεισ θ περίοδοσ των κατά καιροφσ μαηικϊν ςυλλιψεων είχε παρζλκει. Μόνο ςε ζκτακτεσ περιπτϊςεισ και κυρίωσ ςυλλαμβάνονταν κάποιοι για καταςκοπία όπωσ αυτοί που ςτζλνονταν από το Βουκουρζςτι, αφοφ ο μθχανιςμόσ αποςτολισ ιταν πλιρωσ διαβρωμζνοσ απ’ τουσ κφκλουσ τθσ Αςφάλειασ. Ακόμα κι αυτοφσ που επεδίωκαν με κάκε τρόπο τθ διαιϊνιςθ του κλίματοσ τρομοκρατίασ και ζνταςθσ. Και όμωσ, παρά τισ μόνιμεσ εμφανίςεισ του φαινομζνου, οι θγζτεσ του κόμματοσ δε ςταμάτθςαν να ςτζλνουν νζα κφματα ςτο ςτόμα του λφκου, παραςζρνοντασ όμωσ μαηί όλουσ τουσ ανιξερουσ ντόπιουσ που ζρχονταν ςε επαφι. Ζτςι θ πρόκλθςθ δεν βρικε ανταπόκριςθ που για λίγο φοβικθκε πωσ μπορεί να ζχει. Πμωσ υπιρξε και θ τραγικι παρεξιγθςθ. Φίλοσ του είπε: 114
- Μου είπαν Νικιτα ότι ςυχνά περνάσ το κατϊφλι τθσ Αςφάλειασ. Μιπωσ ς’ αρζςει; Μιπωσ δίνεισ αναφορά για τα ςυμβαίνοντα ςτον κφκλο ςου; Του ιρκε το αίμα ςτο κεφάλι. Να λοιπόν! Πχι μόνο δθλωςίασ και προδότθσ, ζγινε και πράκτορασ τθσ Αςφάλειασ. - Γεια ςτάςου ρε Μίλτο, μόνοσ μου πάω; Με καλοφν ςυνεχϊσ για ανάκριςθ. - Α! Ζτςι εξθγείται. Τουσ το είπα εγϊ. Ο Νικιτασ δεν είναι δυνατόν να γίνει χαφιζσ. Ζτςι κατάλαβε πολφ καλά το κουτςομπολιό που γίνεται πίςω από τθν πλάτθ του. Κα ζπρεπε να το περιμζνει και να είμαι ψυχολογικά ζτοιμοσ να το αντζξει. Πμωσ δεν ιταν και πζτρα. Εκείνο που περιςςότερο τον ενοχλοφςε και τον πλιγωνε ιταν θ ςυμπεριφορά μερικϊν από τουσ παλαιοφσ ςυντρόφουσ. Οι αντιδράςεισ ποίκιλαν, από αποφυγι χαιρετιςμοφ ςτο δρόμο ι ςτο καφενείο, που ςπανίωσ πιγαινε, μζχρι άμεςθ εκτόξευςθ κατθγοριϊν κατά πρόςωπο. Κα μποροφςε να τουσ δϊςει αποςτομωτικζσ απαντιςεισ, αλλά μζχρι τϊρα ποτζ δεν το ζκανε ίςωσ για λόγουσ που ζχουν ςχζςθ με τον χαρακτιρα του, αλλά προφανϊσ και από λόγουσ προφφλαξθσ του εαυτοφ του. Ιξερε καλά τισ δόλιεσ μεκόδουσ που χρθςιμοποιεί θ Αςφάλεια για να παγιδεφςει άτομα. Μπορεί αυτόσ να ιταν βαλτόσ να τον προκαλζςει και θ αντίδραςι του να μεταφερκεί καταλλιλωσ ςε αυτιά 115
ενδιαφερόμενων. Ζκανε υπομονι. Ζνα ςπορ ςτο οποίο είχε αρκοφντωσ εξαςκθκεί. Ζςφιγγε το δόντια να ςυγκρατιςει τα νεφρα του και να μθν παραςυρκεί. Ρολλζσ οι προκλιςεισ, ειδικά ςε μια περίπτωςθ πρϊθν ςυντρόφου, από αυτοφσ που για ζνα διάςτθμα κακοδθγοφςε. Κα μποροφςε με όλθ τθν άνεςθ να τον βάλει ςτθ κζςθ του λζγοντασ: - Βρε καρραλζε κθφινα του γλυκοφ νεροφ, αν ηεισ και δεν βλζπεισ τα ραδίκια από τθν ανάποδθ το οφείλεισ και ςε μζνα! Το ξζρεισ; Δε ςκζφτθκεσ βρε θλίκιε ότι από τθν ομάδα τθσ Νζασ Λωνίασ που ςυνεδριάηαμε δεν πιάςτθκε κανζνασ; Δεν ςκζφτθκεσ ποιοσ κράτθςε το ςτόμα του κλειςτό; Εντάξει, δεν το ςκζφτθκεσ! Ξζχαςεσ, βρε άκλιε, τθν καταδίκθ μου ςε κάνατο και τθν τριιμερθ αναμονι ςτθ φυλακι ότι από ςτιγμι ςε ςτιγμι κα με πάνε ςτο Καηανάκι; Ζχεισ ιδζα τι είναι αυτι θ εμπειρία; Κα ςου το πω κακαρά, γιατί το αδφνατο μυαλό ςου δεν μπορεί να το καταλάβει. Ναι, βρε κόπανε! Ιταν θ ςυνειδθτι επιλογι μου! Θ μετριοπακισ απολογία μου, είχε το αποτζλεςμα θ καταδίκθ μου ςε κάνατο να γίνει με ψιφουσ τρεισ κατά δφο. Σκζφτθκεσ βρε κοκορόμυαλε, μζςα από τθν αςφαλι διαβίωςι ςου κοντά ςτθν οικογζνειά ςου, τί πζραςα εγϊ τρία χρόνια ςτο κολαςτιριο τθσ Κζρκυρασ; Δε μιλάω για τα κοράκια τθσ εξουςίασ. Αυτό ίςωσ μπορείσ να το φανταςτείσ. Μιλϊ, βρε χαμζνε, για τθ ςυμπεριφορά απζναντί μου από τουσ απάνκρωπουσ ομοϊδεάτεσ ςου! Εςείσ είςτε, μωρζ, που επαγγζλλεςτε τθν κοινωνία τθσ ιςότθτασ και τθσ δικαιοςφνθσ; Να τθ χζςω αυτι τθν κοινωνία! Δε ςασ γουςτάρω κακόλου. Τελεία και παφλα! Πμωσ ασ μθ γελιόμαςτε. Τίποτα απ’ αυτά δε κα τα πει φωναχτά. Κα πνίξει τθν πίκρα του και κα προχωριςει ςτακερά με βάςθ ςτισ δικζσ του προτεραιότθτεσ. Ζχει πια εμπειρία τθσ 116
ελαφρότθτασ των ανκρϊπων, τθν επιδερμικι αφομοίωςθ των γεγονότων και τον εφκολο τρόπο που παραςφρονται από κενόδοξουσ φωνακλάδεσ. Πμωσ ασ μθν είναι παραπονιάρθσ. Μζςα ςτθν ακολουκία τζτοιων αικων ςυμπεριφορϊν ςυνάντθςε ςυγχρόνωσ και περιπτϊςεισ άδολθσ ςυμπαράςταςθσ και ανκρϊπινθσ ςυμπεριφοράσ. Πχι μόνο από φίλουσ, αλλά κι από άλλουσ ανκρϊπουσ που ποτζ δε κα το περίμενε. Δόξα τω Κεϊ! Μια ςειρά κάτοικοι τθσ Νζασ Λωνίασ τον ςτιριξαν ςτα πρϊτα δφςκολα χρόνια που προςπακοφςε να αναςτιςει το μαγαηί του. Με πείςμα, με επιμονι και κακαρζσ ςχζςεισ μπόρεςε να εξαςφαλίςει τα ςτοιχειϊδθ για τθ διαβίωςθ τθσ οικογζνειασ. Δεν ιταν κακόλου εφκολο, όςο εκ των υςτζρων ακοφγεται. Στισ ςυνκικεσ τθσ εποχισ ιταν ζνασ Γολγοκάσ, που ζπρεπε να ανζβει με μόνθ ςυμπαραςτάτθ τθ γυναίκα του Μαριϊ. Και τον ανζβθκε! Αγκομαχϊντασ αλλά τον ανζβθκε.
117
30. Αργότερα Χωρίσ να γίνει καμιά ριηικι πολιτικι αλλαγι, θ πορεία του χρόνου και θ όλο και μεγαλφτερθ χρονικι απόςταςθ από τα τραγικά γεγονότα του εμφφλιου ςπαραγμοφ, εκ των πραγμάτων ιταν τα αίτια τθσ χαλάρωςθσ τα αυςτθρϊν αςτυνομικϊν μζτρων. Ελαττϊκθκε με μζτρα λικθσ και ο αρικμόσ των κρατουμζνων κι εξόριςτων. Να διευκρινιςτεί ότι αυτό δεν ζγινε από αιςκιματα καλοςφνθσ των δυνάμεων τθσ ανωμαλίασ, αλλά ιταν και ςυνζπεια, από τθ μια των αδιάκοπων αγϊνων του λαοφ για αμνθςτία και από τθν άλλθ αποτζλεςμα των εξελίξεων ςε διεκνζσ επίπεδο. Σθμαντικό ρόλο ζπαιξε το γεγονόσ ότι ςτθ χϊρα μασ άρχιςε μια περίοδοσ ανάπτυξθσ, ζςτω κουτςισ, που απαιτοφςε θρεμία και καταλάγιαςμα των παλαιϊν πακϊν. Πμωσ από τουσ ακραίουσ κφκλουσ τθσ ανωμαλίασ ςυνεχίηονταν οι προςπάκειεσ δθμιουργίασ εντάςεων με διαδοχικζσ προβοκάτςιεσ και ςυνεχι παρακολοφκθςθ και ενόχλθςθ όλων, που κατά τθν αυκαίρετθ δικι τουσ κρίςθ κα μποροφςαν να γίνουν εμπόδιο ςτα υποχκόνια ςχζδιά τουσ. Σε αυτά τα χρόνια ο Νικιτασ άνοιξε τα φτερά του. Είχε δίπλα του τθν εγγφθςθ. Θ αγαπθμζνθ του Μαριϊ, που ςικωνε και με 118
επιτυχία όλεσ τισ υποχρεϊςεισ τθσ ανατροφισ των παιδιϊν, του νοικοκυριοφ, τθσ ςωςτισ διατροφισ όλων, ενϊ ςυγχρόνωσ τςόνταρε ςτα οικονομικά του ςπιτιοφ με το νοίκι από το πατρικό τθσ και τα ζςοδα από τθν άςκθςθ τθσ μοδιςτρικισ. Ροφ εφριςκε το χρόνο και το κουράγιο να τα φζρνει βόλτα όλα αυτά, μόνο θ ίδια το ιξερε. Αγόγγυςτα, χωρίσ ποτζ να εκφράςει κανζνα παράπονο, με το χαμόγελο ςτα χείλθ, γζμιςε με ικανοποίθςθ τθ ψυχι του Νικιτα κι ευλογοφςε τθ μζρα που ςυναντικθκαν οι δρόμοι τουσ. Ιξερε. Θ Μαριϊ είναι το δϊρο του κεοφ, που του το ζςτειλε για να ιςοφαρίςει τισ άςχθμεσ περιπζτειεσ των προθγοφμενων χρόνων. Τα παιδιά τουσ μεγάλωναν, λάτρευαν τον πατζρα τουσ παρά το γεγονόσ ότι τουσ αφιζρωνε λίγο χρόνο απ’ τθ ηωι του. Δικαιολογίεσ υπιρχαν, αλλά άντε να πείςεισ ζνα νζο παιδί, ότι θ οποιαδιποτε άλλθ αςχολία είναι ςοβαρότερθ από να τθν αφιερϊνει ς’ αυτοφσ. Θ Ελζνθ, άριςτθ μακιτρια ςε δυο χρόνια κα τζλειωνε το γυμνάςιο και προβλθματιηόταν για το ποια καριζρα κα ακολουκιςει. Θ επικρατζςτερθ επικυμία τθσ ιταν να πάει ςτθν Ραιδαγωγικι Ακαδθμία τθσ Λάριςασ να γίνει δαςκάλα, ζνα επάγγελμα που λάτρεψε από μικρι κι αυτό οφειλόταν ςτθ δαςκάλα που είχε ςτο 7ο δθμοτικό ςχολείο δυο χρονιζσ. Ο πατζρασ τθσ ενδόμυχα ικελε πανεπιςτιμιο, αλλά δεν τόλμθςε να τθσ το πει. Δεν ιταν ςωςτό να τθν επθρεάςει και να τθσ 119
επιβάλλει τθ κζλθςι του. Μετά από ςυηιτθςθ με τθ γυναίκα του, ςφάλιςε οριςτικά το ςτόμα του ςτο κζμα. Είχε τθν ευαιςκθςία να ςεβαςτεί τθν επικυμία του παιδιοφ του Οι δουλειζσ του πιγαιναν από το καλό ςτο καλφτερο, γιατί αρκετόσ κόςμοσ εκτίμθςε τθν εργατικότθτα του, τθν ιρεμθ οικογενειακι ηωι και τθ ςεμνότθτά του. Κάποια ςτιγμι το τόλμθςε κι ζκανε το άλμα. Νοίκιαςε ζνα ευρφχωρο μαγαηί ςτο Φαρδφ, τον κεντρικό κι εμπορικό δρόμο τθσ Νζασ Λωνίασ και ζβαλε μζςα και εμπόρευμα από ζτοιμα παποφτςια που προμθκεφτθκε από τισ γνωςτζσ τθν εποχι Ελλθνικζσ βιομθχανίεσ υποδθμάτων, αλλά ςυνζχιςε να καταςκευάηει και τα χειροποίθτα δικά του. Χρειάςτθκε να υπογράψει γραμμάτια, αλλά θ δικιά του θ Μαριϊ του ζδινε κάρροσ και τον παρότρυνε: - Νικιτα μου, κα τα καταφζρεισ! Είμαι βζβαιθ για τισ ικανότθτζσ ςου. Εγϊ και οι φίλοι μασ κα ςου κάνουμε τθν καλφτερθ δωρεάν διαφιμιςθ. Με αρκετι δυςκολία ςε πρϊτθ φάςθ κι αγωνία αν κα μπορζςει να εξυπθρετιςει τισ οικονομικζσ υποχρεϊςεισ που ανζλαβε, ςτουσ επόμενουσ μινεσ ανταμείφκθκε και ο κφκλοσ εργαςιϊν ξεπζραςε τισ προςδοκίεσ του. Υπιρξαν δυςκολίεσ, όπωσ θ ηιλεια των ανταγωνιςτϊν, οι κακίεσ αυτϊν που το ζπαιηαν εκ του αςφαλοφσ επαναςτάτεσ και άτεγκτοι κριτζσ των άλλων, αλλά και ςυνεχείσ παρατθριςεισ των οργάνων τθσ χωροφυλακισ για ελλείψεισ, παραλείψεισ και πρόςτιμα. Ζκλειςεσ πζντε λεπτά αργότερα, δεν άςπριςεσ τθν Τρίτθ το πεηοδρόμιό ςου κι άλλα τζτοια θχθρά εγκλιματα από το «όργανο»-αφζντθ τθσ γειτονιάσ. Με τθν κάκε φορά ψφχραιμθ και πυροςβεςτικι αντίδραςθ ξεπερνοφςε ζνα-ζνα τα εμπόδια. ίηωςε ςαν ζνασ πετυχθμζνοσ μαγαηάτορασ, άνκρωποσ εμπιςτοςφνθσ και ςυνεπισ ςτισ οικονομικζσ του υποχρεϊςεισ. Το ίδιο διάςτθμα θ Μαριϊ 120
εκμεταλλεφτθκε τον κενό χϊρο που δθμιουργικθκε ςτο ςπίτι με τθν αναχϊρθςθ του Νικιτα κάνοντασ μια ζξυπνθ και φτθνι ανακαίνιςθ εγκατζςτθςε εκεί το δικό τθσ εργαςτιρι. Ριγαινε κι εδϊ καλά, κακιερωμζνθ ωσ καλι μοδίςτρα. Τθσ ζγινε και μια πρόταςθ που τθν ζβαλε ςε ςκζψεισ. Ζνασ εργολάβοσ του Βόλου με πολλζσ δουλειζσ τθσ ζκανε τθν πρόταςθ να δϊςει το πατρικό τθσ ςπίτι αντιπαροχι με τθ ςυμφωνία να πάρει δυο διαμερίςματα ορόφου κι ζνα από τα καταςτιματα του ιςογείου. Το ςυηιτθςε με τον άντρα τθσ κι εκείνοσ ςφμφωνοσ καταρχιν τθσ είπε όμωσ: - Εςφ κα αποφαςίςεισ τελικά. Μόνο κζλω να εξαςφαλιςτείσ δζνοντάσ τον μ’ ζνα κακαρό ςυμβόλαιο και ριτρεσ για τθν τιρθςι του. Ζτςι κι ζγινε. Θ πολυκατοικία άρχιςε να χτίηεται. Κι οι δυο με λφπθ ζβλεπαν το ςπίτι να γκρεμίηεται. Στθ Μαριϊ το πατρικό τθσ με τόςεσ μνιμεσ από τουσ δικοφσ τθσ. Επειςόδια και χαρζσ από τα ευτυχιςμζνα χρόνια. Αλλά και λφπεσ από τισ απϊλειεσ που αργότερα ιρκαν. Στον Νικιτα θ εικόνα τθσ όμορφθσ Μαριϊσ να τον κοιτάηει γλυκά από τθ ςθκωμζνθ κουρτίνα. Αλλά δε γινόταν και διαφορετικά. Τα παιδιά μεγαλϊνουν, μαηί και οι υποχρεϊςεισ.
121
31. Το φάνταςμα επανεμφανίηεται Τα παιδιά μεγάλωναν και φυςικό είναι να ζχουν τισ απαιτιςεισ τουσ. Ικελαν τισ Κυριακζσ μια βόλτα ςτθν παραλία. Να κάνουν μια βόλτα ςτο νυφοπάηαρο. Να κάτςουν μετά ς’ ζνα από κζντρα εκεί για ζνα αναψυκτικό ι ζνα υποβρφχιο. Δε μποροφςαν να τουσ το αρνοφνται ςυνζχεια. Ζτςι κάποιεσ Κυριακζσ οικογενειακϊσ ζπαιρναν το λεωφορείο και κατζβαιναν ςτθν παραλία. Σε μια απ’ αυτζσ ζπεςε πάνω ςτο… φάνταςμα. Ο Μίμθσ του είχε πει πολλζσ λεπτομζρειεσ για τον Δθμιτρθ. Πμωσ δεν του είχε ομολογιςει κάτι που είχε κάνει ο ίδιοσ με δικι του πρωτοβουλία. Ιξερε για τα ραντεβοφ του Μίμθ και Δθμιτρθ ςτο παραλιακό καφενείο και μια φορά τουσ είδε για λίγο να μιλάνε κακιςμζνοι ςε ζνα τραπεηάκι. Του ζμεινε θ φυςιογνωμία του. Οι μετζπειτα υπόνοιεσ, δικζσ του και του Μίμθ, τον προφφλαξαν να μθν ςυναντθκεί ποτζ μαηί του. Ζτςι δεν τον ιξερε ςε άμεςθ μεταξφ τουσ ςυνάντθςθ. Κακϊσ προχωροφςαν ιρεμα κι ζφταναν ςτθ ςτροφι Κ. Καρτάλθ και Αργοναυτϊν το βλζμμα του αςυναίςκθτα ςτράφθκε ςτο εςωτερικό του καφενείου. Τότε τον είδε! Τα χρόνια που είχαν περάςει είχαν αφιςει ςίγουρα τα ίχνθ του, αλλά τα βαςικά χαρακτθριςτικά υπιρχαν και παρζμεναν αναλλοίωτα. Γελοφςε και ζπαιηε τάβλι με κάποιον άλλον. 122
Ράγωςε! Σταμάτθςε απότομα και θ χλωμάδα ςτο πρόςωπό του δε μποροφςε να περάςει απαρατιρθτθ από τθ Μαριϊ. Με επιμονι τον ρϊτθςε τι ςυμβαίνει. Ο Νικιτασ με προςπάκεια προςπάκθςε να καλυφκεί - Τίποτα! Μια μικρι ηαλάδα ζνιωςα. Ιταν κάτι περαςτικό, τϊρα είμαι καλά. Θ Μαριϊ που τον ιξερε ςαν κάλπικθ δεκάρα, δεν τον πίςτεψε, αλλά και δεν μποροφςε να εκμαιεφςει κακαρι απάντθςθ ιδιαίτερα τϊρα που ιταν μαηί τουσ τα παιδιά. Από μζςα τθσ ςκζφτθκε, κα τον ρωτιςω μετά ςτο ςπίτι. Θ ζξοδοσ δεν πιγε καλά. Ρροςπάκθςε να μθν καταλάβουν τίποτα τα παιδιά, αλλά δεν μπορείσ να διατάηεισ τον εαυτό ςου κι αυτόσ να υπακοφει τυφλά. Το μυαλό του πετοφςε πια αλλοφ. Άρχιςε να κάνει ςχζδια. Αφριο κα πάει να ςυναντιςει τον πατζρα του Μίμθ. Ο κυρ Κόδωροσ άνκρωποσ τθσ αγοράσ κα τον ςυμβουλζψει καλφτερα. Πταν επζςτρεψαν ςτο ςπίτι θ Μαριϊ τον ζτρωγε με τα μάτια, μα δεν ικελε να τον πιζςει πολφ: - Σου πζραςε θ ηάλθ; Είςαι καλφτερα τϊρα; Ιξερε πωσ οι ερωτιςεισ ιταν προςχθματικζσ, γιατί ςτθν πραγματικότθτα ιταν μια ζμμεςθ ζκκλθςθ να τθσ ανοιχτεί, μα δε γινόταν να τθν ενθμερϊςει, ιδιαίτερα όταν οφτε ο ίδιοσ δεν ιξερε πϊσ πρζπει ν’ αντιδράςει και ποιόν δρόμο πρζπει να ακολουκιςει. Το ηιτθμα είναι κρίςιμο και χρειάηεται χρόνο, ςκζψθ και βοικεια. Ασ κρατιςει το ςτόμα του κλειςτό. Το μόνο που βρικε να τθσ πει ιταν: - Εντάξει Μαριϊ μου, πζραςε. Μια ςτιγμι το ζνιωςα και πζραςε. Είχε ανιςυχο φπνο και ςθκϊκθκε νωρίσ. Μόλισ ιρκε ςτο μαγαηί ο υπάλλθλοσ που πριν λίγο καιρό είχε προςλάβει, του είπε: 123
- Ρρζπει να πάω κάτω ςτθν πόλθ ς’ ζναν προμθκευτι μου. Ρρόςεχε εςφ το μαγαηί και τζλειωςε τα φόντια που ςου ζδωςα χκεσ. - Εντάξει κφριε Νικιτα. Μείνετε ιςυχοσ. Ριρε το λεωφορείο και κατζβθκε ςτο Δθμοτικό Κζατρο. Στα ψαράδικα ζψαξε τον κυρ Κόδωρο κι όταν τον βρικε του είπε πωσ κζλει να μιλιςουν. - Ράμε απζναντι ςτο καφενείο να πιοφμε με τθν θςυχία μασ ζναν καφζ, του είπε αυτόσ. Εκεί τον ενθμζρωςε με το νι και με το ςίγμα για τα χκεςινά. Ο πατζρασ του Μίμθ ςυγκινικθκε - Το κτινοσ ηει και βαςιλεφει κι οι δικοί μου ζλιωςαν ςτουσ τάφουσ τουσ. Κα το φάω το ςκυλί. Δε κα μου γλυτϊςει! - Πχι κυρ Κόδωρε! Είναι ςατανάσ. Αν μασ πάρει χαμπάρι κα εξαφανιςτεί. Ρρϊτα πρζπει να μάκουμε ςτοιχεία γι’ αυτόν. Πνομα, οικογζνεια, τί επάγγελμα ζκανε, τί κάνει τϊρα και μετά κα ςκεφτοφμε τθ δικι μασ απάντθςθ. - Άςτο αυτό πάνω μου. Ξζρω τον ιδιοκτιτθ του καφενείου και ζνα από τα γκαρςόνια είναι καλόσ μου πελάτθσ. - Με τρόπο να μθν καταλάβουν τι κζλουμε. Εκεί μζςα αυτόσ ζδενε κι ζλυνε τόςα χρόνια. - Μθ με υποτιμάσ! Κι εγϊ άνκρωποσ τθσ πιάτςασ είμαι. Ξζρω να χειριςτϊ καταςτάςεισ. Σε δυο μζρεσ κ’ ανζβω εγϊ πάνω ςτο μαγαηί ςου. Το απόγευμα που δεν ζχω δουλειά κα ςου πω τι ζχω κάνει. Άντε ςτο καλό τϊρα. Στο χωριςμό ο κακζνασ ζμεινε με τθ δικι του αναςτάτωςθ. Ο κυρ Κόδωροσ με τθν επικυμία να τον αρπάξει ςτα χζρια του και να τον κάνει κομματάκια. Δεν ιταν ο οποιοςδιποτε άνκρωποσ. Ιταν αυτόσ που του άρπαξε ότι καλφτερο είχε ςτθ ηωι. Τον μοναχογιό του και τον αδελφό του, το καμάρι τθσ οικογζνειάσ του ςε μόρφωςθ, ςε γνϊςεισ και πίςτθ ςε ζνα 124
ιδανικό. Το ζχει κι απωκθμζνο ςτα κρίςιμα χρόνια, ςτθν πραγματικότθτα, τον απαρνικθκε. Δεν είχε το κάρροσ να τον ςτθρίξει και κάκε φορά ςε όλουσ τουσ χϊρουσ διαχϊριηε τθ κζςθ του απ’ αυτόν. Ζχει ελαφρυντικά, αλλά θ πράξθ παραμζνει και γράφτθκε, ωσ αμάρτθμα ςτθν ψυχι του: Τον απαρνικθκε ό,τι και να πεισ. Τι να πει για το γιο του, το καμάρι του, το ςτιριγμά του! Ατρόμθτοσ, αταλάντευτοσ ζγινε ολοκαφτωμα για τθν πατρίδα και του αφαίρεςαν τθ ηωι άνκρωποι που δεν τον ζφταναν οφτε ςτισ μφτεσ των παπουτςιϊν του. Τόςο άδικοσ, τόςο απάνκρωποσ ο κάνατόσ του, που φωνάηει κι εκδίκθςθ ηθτάει. Αυτζσ ιταν οι πρϊτεσ ςκζψεισ του κυρ Κόδωρου. Ο Νικιτασ βριςκόταν ςε άλλο μικοσ κφματοσ. Είναι χρεωμζνοσ με τθν ιερι υπόςχεςθ που ζδωςε ςτον αγαπθμζνο Μίμθ. Θ γνωριμία μαηί του ιταν ό,τι καλφτερο του ζχει τφχει. Δεν του επιτρζπεται να μείνει άπραγοσ, όχι μόνο γιατί το οφείλει ςτον Μίμθ. Είναι θ ανάγκθ να ικανοποιθκεί το αίςκθμα τθσ δικαιοςφνθσ, ότι κάποια ςτιγμι μετά τθν Φβρθ ζρχεται θ ϊρα τθσ Νζμεςθσ. Πμωσ υπάρχουν πλικοσ περιοριςμοί. Να αφαιρζςει ηωι δεν το νιϊκει ωσ δικαίωμά του, δεν είναι ςτθν ιδιοςυγκραςία του ακόμα και τϊρα που όλα βοοφν υπζρ τθσ. Αυτό πρζπει να το ξεκακαρίςει ςτον κυρ Κόδωρο μθν ζχουμε καμιά παρεξιγθςθ. Θ ιδανικι λφςθ κα ιταν να παραδοκεί ςτθν δικαιοςφνθ και τουσ πάγιουσ κεςμοφσ για να αναλάβουν να τον τιμωριςουν. Πμωσ ςτθν τρζχουςα πολιτικι κατάςταςθ αυτό φαντάηει ωσ καρικατοφρα. Ρρζπει να ςκεφτεί εναλλακτικζσ λφςεισ, που κα είναι μπορετζσ με βάςθ τισ ςθμερινζσ δυνατότθτεσ, αλλά και τισ θκικζσ αρχζσ που κακοδθγοφν ωσ τϊρα τθ ηωι του. Υπζρβαςθ ςε αυτζσ, του είναι αδφνατθ.
125
32. Το ςχζδιο παίρνει ςάρκα και οςτά Ππωσ το υποςχζκθκε ςε δυο μζρεσ ο κυρ Κόδωροσ λίγο ηωντανεμζνοσ εμφανίςτθκε ςτο κατϊφλι του μαγαηιοφ του. Χωρίσ να χάςει ςτιγμι του είπε: - Ζχω νζα! - Σε ακοφω. - Μου τα είπε όλα ο φίλοσ μου, ιδιοκτιτθσ του καφενείου. Να το ζχεισ υπόψθ ςου, του υποςχζκθκα πλιρθ εχεμφκεια. Λοιπόν, ο άνκρωπόσ μασ είναι ςυνταξιοφχοσ τθσ Χωροφυλακισ με εφφθμεσ μνείεσ για ςθμαντικι προςφορά ςτθν πατρίδα και παραςθμοφορθμζνοσ ακόμα κι απ’ τουσ βαςιλείσ. Αποςτρατεφτθκε με το βακμό του ταξίαρχου. - Εμ! βζβαια! Ριρε τθν αμοιβι του που ζφαγε τόςουσ ανκρϊπουσ. - Άςε να ςτα πω όλα. Εκεί, ςτο καφενείο, είναι το ςτζκι του, τον φυςάει τον παρά, αλλά είναι γεροντοπαλίκαρο. Δεν παντρεφτθκε ςτθ ηωι του και διατθρείται καλά ςτθν υγεία του. Κάκεται ς’ ζνα ςπίτι ψθλά ςτθν Λωλκοφ, ςε ζνα κάκετο δρομάκι απζναντι από τθν Νομαρχία. - Ωραία! Ζχουμε όλα τα ςτοιχεία. Ασ ςκεφτοφμε τϊρα τι κα κάνουμε. - Χωράει εδϊ ςυηιτθςθ Νικιτα; Κα τον κακαρίςω εγϊ με τα ίδια μου τα χζρια! Αυτό το τομάρι μου ςκότωςε γιο κι αδελφό. - Και πϊσ κα φανεί θ ενοχι του, κυρ Κόδωρα; Ρϊσ κα νιϊςουν δικαιωμζνοι οι ακϊοι νεκροί μασ ; - Δε ξζρω τι μου λεσ. Εγϊ κα πάρω αφριο ζνα χαςαπομάχαιρο και κα του κόψω το κεφάλι.
126
- Και μετά κα ςυλλθφκείσ για φόνο και κ’ αφιςεισ τθ γυναίκα ςου και τθν Αφροδίτθ μόνεσ κι απροςτάτευτεσ. Δεν είναι λφςθ ο φόνοσ. Ρρζπει ιρεμα να ςκεφτοφμε άλλθ λφςθ, που κα νιϊςουμε και δικαιωμζνοι. Μθν είςαι βιαςτικόσ κι απόλυτοσ. - Ρεσ μου άλλθ λφςθ να τθν ακοφςω και να ςυμφωνιςω μαηί ςου. - Άςε να το ςκεφτϊ λίγο και κα ςε ειδοποιιςω. Δφςκολα ο κυρ Κόδωροσ πείςτθκε να κάνει υπομονι, όμωσ κάποια ςτιγμι του εκμαίευςε το λόγο του ότι δε κα κάνει τίποτα μόνοσ του, μζχρισ ότου ο Νικιτασ να του προτείνει μια εναλλακτικι πρόταςθ. Αυτόσ ζςτυβε το κεφάλι του δυο μζρεσ χωρίσ να βρει λφςθ, που από τθ μια κα ικανοποιοφςε τον ορμθτικό - και δικαιολογθμζνα - κυρ Κόδωρο και από τθν άλλθ να προςτάτευε τισ οικογζνειεσ από τισ ςυνζπειεσ των πράξεϊν του. Τθ δολοφονία του τθν απζκλειςε εξαρχισ για πολλοφσ λόγουσ. Δεν μπορείσ να αφαιρείσ ανκρϊπινεσ ηωζσ. Τότε κα γίνεισ κι εςφ ζνα με αυτοφσ τουσ ςατανάδεσ. Στο φόνο καμιά δικαιολογία δε χωράει Δεν ταίριαηε ςτο χαρακτιρα του. Δεν ταίριαηε ςτισ αρχζσ του και κα ζκανε κάκε προςπάκεια να αποτρζψει τον κυρ Κόδωρο που ζχει τζτοιου είδουσ προκζςεισ. Πμωσ πρζπει να βρει πειςτικι εναλλακτικι πρόταςθ. Σκζφτθκε τθν απαγωγι ι ζνα γερό ξυλοφόρτωμα, αλλά υπιρχαν δυςκολίεσ τεχνικισ φφςεωσ που ιταν δφςκολο να υπερπθδθκοφν. Το καλφτερο κα ιταν να ομολογιςει δθμοςίωσ τα εγκλιματα του και να ηθτιςει ςυγχϊρεςθ. Θ πικανότθτα ενόσ τζτοιου ενδεχόμενου ιταν προφανϊσ μθδαμινι. Δε μπορείσ να ηθτάσ από αναίςκθτα γαϊδοφρια να νιϊςουν τφψεισ για τισ απαίςιεσ πράξεισ τουσ. Το πικανότερο είναι να νιϊκουν ίςωσ και υπερθφάνεια γι αυτζσ. Τότε ζλαμψε μζςα ςτο μυαλό του θ ιδζα. Να τον βγάλουν ανωνφμωσ ςτο μεϊντάνι. Να κάνουν δθμόςια γνωςτι τθν 127
εγκλθματικι του δράςθ. Αυτι ασ είναι θ εκδίκθςι τουσ. Δεν πρόλαβε να κατζβει ςτθ ψαραγορά για να μεταφζρει τθν ιδζα του και πρωί-πρωί τςουπ, ο κυρ Κόδωροσ κατζφταςε ςτο μαγαηί του: - Σε περίμενα Νικιτα χτεσ και δε φάνθκεσ. Θ υπομονι μου, να ξζρεισ, εξαντλείται. Τον ζβαλε ςτο ιδιαίτερο δωμάτιο να κάτςει. Ραράγγειλε ςτο καφενείο καφζδεσ, ζβγαλε από το ντουλάπι τα νόςτιμα κουλουράκια τθσ δικιάσ του να τον γλυκάνει κι άρχιςε με υπομονι να του εξθγεί ότι θ βιαςφνθ και οι λφςεισ «χαςαπομάχαιρο» όχι μόνο δε κα ικανοποιιςουν τθ δικαίωςθ των νεκρϊν, αντίκετα κα δθμιουργιςει νζα αλυςίδα ενόχων. Του μιλοφςε αρκετι ϊρα για να κατευνάςει τθν εφλογθ ορμι του και ςτο τζλοσ κατζλθξε: - Άκου τι ςκζφτθκα κυρ Κόδωρε. Στθν κατοχι, ο δικόσ ςου ο Μίμθσ μου ζμακε τθν τεχνικι του οινοπνεφματοσ. Δθλαδι, πϊσ να αναπαράγεισ πιςτά ζνα κείμενο ςε πολλά αντίτυπα. Λζω να κάτςω να γράψω μια ςφντομθ εξιςτόρθςθ των κατορκωμάτων του «κυρίου» Δθμιτρθ μασ και αφοφ βγάλω ζνα μεγάλο αρικμό αντιτφπων κα τα μοιράςουμε παντοφ, ςε καίρια ςθμεία και να τα ςτείλουμε και ςτισ εφθμερίδεσ. Τι λεσ; Ο κυρ Κόδωροσ τον κοίταξε με ξινιςμζνο φφοσ φανερά μθ ικανοποιθμζνοσ. - Και το κτινοσ κα τθ βγάλει ζτςι κακαρι; Σιγά τθ ηθμιά! Κα του κάνουμε τα μοφτρα κρζασ! Τζλοσ πάντων. Βάλτο ςε εφαρμογι, αλλά κζλω αντίτυπα να τα μοιράςω κι εγϊ. Μετά, ανάλογα με τισ εξελίξεισ, βλζπουμε. Υπόςχεςθ για το μζλλον δε μπορϊ να ςου δϊςω. Το καταλαβαίνεισ ότι ικελα κάτι δραςτικότερο. Χρειάςτθκε δυο τρεισ μζρεσ για να ςυντάξει το κείμενο. Ρροςπάκθςε να είναι ςφντομο και περιεκτικό. Ρρϊτα 128
περιζγραψε πωσ τα χρόνια τθσ κατοχισ ζδραςε προβοκατόρικα ςε βάροσ τθν Αντίςταςθσ, ζχοντασ ειςχωριςει με φπουλο τρόπο ςτισ γραμμζσ τθσ ςε αγαςτι ςυνεργαςία με τον κατακτθτι. Πτι είναι υπεφκυνοσ για τθν εξαφάνιςθ ατόμων που κα ανακάλυπταν τον προδοτικό του ρόλο και ότι πρζπει θ κοινωνία να τον τιμωριςει. Αποδίδοντασ ζτςι το δίκαιο για τουσ νεκροφσ που πιρε ςτο λαιμό του. Ζγραψε ακόμα και για τθν υπόκεςθ του δικθγόρου Αντϊνθ Χειμωνά. Αυτόσ ευκφνεται για τθν εξαφάνιςθ του. Επίςθσ, μετά τθν απελευκζρωςθ καταςκεφαςε με ψευδομάρτυρεσ ενόχουσ που ςτισ ανϊμαλεσ ςυνκικεσ τθσ εποχισ ςτοίχιςαν ηωζσ ακϊων νζων ανκρϊπων. Ανζφερε τθν περίπτωςθ τθσ άνιασ του Μίμθ και του Γιάννθ, που εκτελζςτθκαν με αποφάςεισ των εκτάκτων ςτρατοδικείων. Στο ςθμείο αυτό μπικε ςε δίλθμμα. Κα αναφζρει ονόματα, οπότε ςτοχοποιεί τθν προζλευςθ του κειμζνου ι όχι; Δυο ςτοιχεία ζπαιξαν ρόλο ςτθν αναγκαιότθτα αυτισ τθσ αναφοράσ. Ρρϊτον κα είναι ευκολότερο ζτςι να ικανοποιθκεί ο κυρ Κόδωροσ κι φςτερα ζπρεπε να κεμελιωκεί το ςυμπζραςμα ότι ο ςυνταξιοφχοσ Δθμιτρθσ Ραπαδθμθτρόπουλοσ υπιρξε ςυνεργάτθσ των Γερμανϊν και είναι ζνοχοσ για το χαμό ανκρϊπινων ηωϊν. Ρριν αρχίςει το τφπωμα το διάβαςε ςτον κυρ Κόδωρο κι αυτόσ ςτυφά είπε: - Χμ ! Για να δοφμε… 129
Θ Μαριϊ μφριηε ότι κάτι ςυμβαίνει, αλλά παρά τισ επανειλθμμζνεσ απόπειρεσ να μάκει κάτι, ο Νικιτασ παρζμενε ςφίγγα δεν ζλεγε κουβζντα. Ζκανε υπομονι γιατί τον αγαποφςε, γιατί ιταν ςίγουρθ, πωσ μετρθμζνοσ κακϊσ είναι, δε κα κάνει καμιά τρζλα. Ο Νικιτασ ζβαλε ςε εφαρμογι το ςχζδιο. Στρϊκθκε ςτθ δουλειά ςτο πίςω μζροσ του μαγαηιοφ, ενϊ όταν τφπωνε ζςτελνε τον υπάλλθλο εκτόσ μαγαηιοφ, δικεν ςε κελιματα. Κόντευε ςε διακόςια αντίτυπα όταν κατζφκαςε πάλι ο πατζρασ του Μίμθ. Βιαηόταν. Του ιταν αδφνατο να περιμζνει κι άλλο Θ επικυμία για εκδίκθςθ μζςα του τον ζκαιγε. - Δϊςτα μου! Κα τα μοιράςω εγϊ. - Δε γίνονται ζτςι αυτζσ οι δουλειζσ κυρ Κόδωρε. Ζχω ζτοιμουσ δυο φάκελουσ για τισ εφθμερίδεσ «Κεςςαλία» και «Ταχυδρόμο». Κα τα πετάξω εγϊ κάτω απ’ τθν πόρτα τουσ. Εςφ ξυπνάσ μαφρα μεςάνυχτα λόγω τθσ δουλειάσ ςου. Ράρε λοιπόν αυτό το μάτςο και μοίραςζ το ςτα μαγαηιά τθσ παραλίασ πριν ακόμα ανοίξουν κι ζχει κίνθςθ. Αν δεισ κόςμο κάνε τον αδιάφορο. Εγϊ κα μοιράςω Λάςονοσ και Δθμθτριάδοσ. Το κατάλαβεσ; Ρεσ το να τ’ ακοφςω. - Εντάξει, εγϊ ςτθν παραλία. Αλλά να ξζρεισ. Αυτόν εγϊ κα τον φάω ςτο τζλοσ. Αυτό λζει θ φωνι μζςα μου. Πλα τ’ άλλα για μζνα είναι λόγια του αζρα. - Ρροσ το παρόν, κάνε αυτό που ςου είπα. - Αφριο πρωί-πρωί!
130
33. Η εφαρμογι του ςχεδίου Σχεδόν δεν κοιμικθκε, παρότι ζπεςε από νωρίσ για φπνο. Δεν ικελε να δϊςει ςτο κζμα αυτό εξθγιςεισ ςτθ γυναίκα του. Πταν δίπλα του άκουςε τθ ρυκμικι ανάςα τθσ Μαριϊσ και κατάλαβε ότι είχε κοιμθκεί, ςθκϊκθκε προςεκτικά να μθν τθν ξυπνιςει, ντφκθκε και πιγε ςτο μαγαηί. Ριρε το δζμα που είχε ετοιμάςει και άρχιςε να κατεβαίνει προσ τθν πόλθ. Ιξερε ακριβϊσ το δρομολόγιο, που κα ακολουκοφςε. Θ πόλθ ιταν ζρθμθ, αλλά προχωροφςε προςεκτικά ςτθν άκρθ του δρόμου μθν τυχόν ζχει καμιά ανεπικφμθτθ ςυνάντθςθ. Άφθνε από ζνα αντίτυπο ςε κάποιεσ εμφανείσ κζςεισ, πζραςε από τα γραφεία των εφθμερίδων κι ζριξε τουσ φακζλουσ κάτω απ’ τθν πόρτα τουσ. Σε μια ϊρα θ αποςτολι του είχε ολοκλθρωκεί με επιτυχία και ευχαριςτθμζνοσ, αλλά και λίγο κουραςμζνοσ επζςτρεψε χωρίσ απρόοπτα ςτο μαγαηί. Σε λίγο κα το άνοιγε κανονικά. Ρερίμενε και τον κυρ Κόδωρο να του δϊςει αναφορά για τθ δικιά του αποςτολι. Πμωσ εδϊ ζπεςε ζξω. Πταν πια ηωντάνεψε ο δρόμοσ και οι κακθμερινοί εργάτεσ άρχιςαν να κατεβαίνουν για τισ δουλειζσ τουσ, όταν το πρϊτο αςτικό λεωφορείο ανζβθκε από τθν πόλθ, αντί για τον κυρ Κόδωρο, ζνα ςτρατιωτικό όχθμα πάρκαρε εμπρόσ ςτο δρόμο και μια ομάδα αγριεμζνοι κι ζνοπλοι μπάτςοι μπικαν με φόρα ςτο μαγαηί. Ζμεινε κατάπλθκτοσ. Ρριν ακόμα ςυνειδθτοποιιςει το ςυμβάν, δυο απ’ αυτοφσ του πζραςαν τισ χειροπζδεσ και οι άλλοι άρχιςαν ν’ αναςτατϊνουν τα πάντα. Ιταν αμίλθτοι, παρά τισ επανειλθμμζνεσ φορζσ, που τουσ ηιτθςε εξθγιςεισ. Ζνασ απ’ αυτοφσ ζφερε ςτον επικεφαλισ τα υπολείμματα από τα ςφνεργα τθσ αναπαραγωγισ και δυο τρία 131
αποτυχθμζνα αντίγραφα. Βλαςτιμθςε για τθν επιπολαιότθτά του. Φζρκθκε ςαν πρωτάρθσ και αδαισ. Καλά να πάκει! Εν τω μεταξφ οι περίοικοι κατάλαβαν ότι κάτι γίνεται ςτο μαγαηί του Νικιτα κι άρχιςαν περίεργοι να μαηεφονται κοντά ςτθν πόρτα. Αφοφ κεϊρθςαν ότι θ ζρευνα τουσ ολοκλθρϊκθκε, οι αςφαλίτεσ πιραν τον Νικιτα με τισ χειροπζδεσ και επιβιβάςτθκαν όλοι ςτο όχθμα. Ο Νικιτασ πρόλαβε κι είπε ς’ ζνα γείτονα του: Ενθμζρωςε τθ Μαριϊ. Ξεκίνθςαν προσ τα κάτω. Μςωσ να ιξερε τον προοριςμό. Ρράγματι ςταμάτθςαν ςτο κτίριο τθσ Γενικισ Αςφάλειασ και με τισ χειροπζδεσ τον οδιγθςαν ςτον αξιωματικό υπθρεςίασ, όπου καταγράφτθκαν τα ςτοιχεία του και ό,τι ενοχοποιθτικά ςτοιχεία βρζκθκαν ςτο κατάςτθμά του. Στθ ςυνζχεια τον ζκλειςαν ςε ζνα δωμάτιο χωρίσ να του ποφνε κουβζντα. Ηιτθςε ενθμζρωςθ γιατί ζγινε θ ςφλλθψι του και το όργανο που τον κλείδωνε ςτο δωμάτιο του είπε: - Αργότερα, όταν ζρκει ο διοικθτισ κα μάκεισ. Κάκιςε ςτθν μοναδικι καρζκλα που είχε το δωμάτιο κι άρχιςε να αναρωτιζται τί ςτο καλό να ςυνζβθ. Στον ίδιο δεν ςυνζβθ τίποτα. Γφριςε πίςω χωρίσ κανζνα απρόοπτο. Τότε; Μάλλον ςτον κυρ Κόδωρο κα ςυνζβθ κάτι. Τί και πϊσ, άγνωςτο. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να περιμζνει. Υπομονι και ψυχραιμία, ψικφριςε από μζςα του. Τι να κάνει και τι να ςκζφτεται θ Μαριϊ; Δεν τθν φοβάται, ζχει εμπειρίεσ ανάλογεσ. 132
Σε δυο τουλάχιςτον ϊρεσ ξεκλείδωςε θ πόρτα κι ζνασ μπάτςοσ τον οδιγθςε ενϊπιον του διοικθτι. Εκείνοσ βλοςυρόσ και επικετικόσ ςυγχρόνωσ του είπε ςε αυςτθρό φφοσ: - Αγαπθτζ Νικιτα Τςαλίδθ, δε κα θςυχάςουμε τελικά από ςζνα! Πταν άνοιξεσ το μαγαηί είπαμε πωσ κα πάψεισ να μασ απαςχολείσ, αλλά ωσ ςυνικωσ με τα κομμοφνια ποτζ δεν πρζπει να είςαι ςίγουροσ. Κοίταξα αναλυτικά το φάκελό ςου. Δυςτυχϊσ θ παλαιά ποινι ςου με κυβερνθτικι απόφαςθ - μζτρα κατευναςμοφ τα λζνε οι θλίκιοι - αμνθςτεφτθκε και δε μπορϊ να ςε κάνω δζμα να ςε ςτείλω εκεί, που καλά ξζρεισ. Πμωσ υπζπεςεσ ςε νζο αδίκθμα και κα υποςτείσ τισ ςυνζπειεσ του νόμου. - Ροιο είναι το νζο αδίκθμα κφριε διοικθτά ; Για εξθγείςτε μου; - Συκοφάντθςθ ακϊου ατόμου, διαςπορά ψευδϊν ειδιςεων, ρφπανςθ του περιβάλλοντοσ και κα δοφμε ποιεσ άλλεσ κατθγορίεσ. Ιδθ το ςυκοφαντθμζνο άτομο υπζβαλλε μινυςθ. Εγϊ είμαι ο άνκρωποσ του νόμου και λειτουργϊ με βάςθ αυτι τθ μινυςθ.
133
34. Ο δικθγόροσ Το απόγευμα του ζβγαλαν τισ χειροπζδεσ και του ζδωςαν ζνα πιάτο φαγθτό. Θ ζκπλθξθ ιταν θ επόμενθ επίςκεψθ. Ιρκε ςτο δωμάτιο ο μθνυτισ ζξαλλοσ πνζων μζνεα για το γεγονόσ: - Ιξερα πόςο φπουλο φίδι είςαι, αλλά δεν κα τθ γλυτϊςεισ κάκαρμα από μζνα. Ιρκε θ ϊρα να πλθρϊςεισ. Τθν πρϊτθ φορά τθ γλφτωςεσ και κακϊσ. Τϊρα όμωσ δε κα τθ βγάλεισ κακαρι. Ανίχνευςε τθν ανθςυχία του. Ζτςι και μόνο ερμθνεφεται θ λφςςα εναντίον του. Δεν ζχαςε τθν ευκαιρία και του είπε: - Εςφ είςαι αυτόσ που πρζπει να φοβάςαι. Ζνασ πατζρασ, ζνασ αδελφόσ ι φίλοσ των κυμάτων ςου κάποια μζρα κα ςε κακαρίςει. Να φοβάςαι και τθ ςκιά ςου από δω και πζρα. Σε κάκε μζρα, ςε κάκε δρόμο, ςε κάκε ςτιγμι. Μόνο αν εξαφανιςτείσ, πασ ςε άλλθ χϊρα κι αλλάξεισ όνομα μπορεί να τθ γλυτϊςεισ. Αν και πάλι αμφιβάλλω. Κάποια ςτιγμι κακομοίρθ μου κα ςε πνίξουν οι τφψεισ, αν μζςα ςου υπάρχει κανζνα υπόλειμμα ανκρϊπου. Σου ςυνιςτϊ ν’ αυτοκτονιςεισ. Ο άλλοσ εκτόσ εαυτοφ του ζδωςε μια μπουνιά, μα αμζςωσ επενζβθςαν οι άλλοι. Βλζπεισ οι ςυνκικεσ είχαν αλλάξει αρκετά και μια τζτοια είδθςθ δεν μποροφςε να κλειςτεί εφκολα ςτουσ τζςςερεισ τοίχουσ. - Εγϊ κα ςε μθνφςω αλιτθ για αναίτια επίκεςθ εναντίον μου μζςα ςτο τμιμα. Κζλω να δω τον διοικθτι. Βριςκόμαςταν ςτο 1958 πια. Σε λίγο του επζτρεψαν επιςκεπτιριο με τθ γυναίκα του. Ανιςυχθ για τον άντρα τθσ, τον ενθμζρωςε ότι απζξω περιμζνουν θ κεία τθσ και θ Αφροδίτθ.
134
- Μου είπαν ότι ςυνζλαβαν και τον κείο χκεσ αργά το βράδυ ςτθν παραλία να μοιράηει ανατρεπτικά φυλλάδια. Είχε ζνα ελαφρφ καρδιακό επειςόδιο και κα τον πάνε ςτο Νοςοκομείο. Ρεσ μου τι ςυνζβθ. - Κα ςτα πω όλα και με τθ ςειρά. Ρριν όμωσ κζλω να κάνεισ μια δουλειά. Ψάξε και βρεσ ζναν δικθγόρο. Το όνομα του είναι Τάςοσ Αναγνϊςτου. Ρεσ του για μζνα κι ότι πρόκειται για τον ςυμμακθτι μασ. Τον Μίμθ Χειμωνά. - Κα κοιτάξω. Τι άλλο χρειάηεςαι - Να προςζχεισ τα παιδιά και να μθν τα φζρεισ εδϊ. Μθ με δοφνε κλειςμζνο μζςα. Μθν ανθςυχείσ! Ριςτεφω ότι θ υπόκεςθ κα λιξει ςε λίγεσ μζρεσ. Στο δωμάτιο αυτό ζβγαλε τθν νφχτα. Ραρωνυχίδα με βάςθ τισ αναμνιςεισ και τθ γενικι απομόνωςθ τθσ Κζρκυρασ. Το πρωί ο φρουρόσ που ιταν ςτθν πόρτα τον πιγε να κάνει τθν τουαλζτα του και κατά τισ δζκα το πρωί είχε μια ςυγκινθτικι ςυνάντθςθ. Ραρά τα χρόνια που είχαν περάςει, ςχεδόν μια εικοςαετία, τον αναγνϊριςε αμζςωσ. Ο ςοβαρόσ και πάντα καλοντυμζνοσ Τάςοσ. Αγκαλιάςτθκαν με κζρμθ και ο άλλοσ βιαςτικά του είπε: - Κάνε μου ςφντομα μια περίλθψθ από τα γεγονότα. Κζλω να ζχω προσ το παρόν μια ιδζα γιατί το μεςθμζρι κα ςε πάνε ςτθν ειςαγγελία ν’ αποφαςίςει για τθν τφχθ ςου ο υπεφκυνοσ ειςαγγελζασ. Πςο του ιταν μπορετό, του περιζγραψε το ρόλο του ςυνταξιοφχου αςτυνομικοφ Αντϊνθ Ραπαδθμθτρόπουλου ςτα 135
χρόνια τθσ Κατοχισ και αμζςωσ μετά τθν απελευκζρωςθ, τθν υπόςχεςθ που είχε δϊςει ςτον Μίμθ το βράδυ πριν τθν εκτζλεςι του και ότι κάποια ςτιγμι τον ξαναείδε. Δεν ιταν ςτθ λογικι του με τον ίδιο τρόπο να πάρει εκδίκθςθ κι αποφάςιςε τουλάχιςτον τον θκικό διαςυρμό του. Π,τι ζγινε, ζγινε ςε ςυνεννόθςθ με τον πατζρα του Μίμθ και ότι όταν ο προδότθσ τον επιςκζφτθκε χκεσ εδϊ ενϊπιον του οργάνου τον γρονκοκόπθςε. Ο Τάςοσ κάκιςε για λίγο ςκεφτικόσ και μετά του είπε - Δεν είναι ϊρα να κάνω κρίςθ ςτα γεγονότα. Αυτό κα γίνει αργότερα. Λογικά δεν υπάρχει αδίκθμα για το οποίο ο ειςαγγελζασ κα ςε προφυλακίςει. Θ προςπάκειά μου κα είναι να οριςτεί για τθν υπόκεςθ δικάςιμοσ. Μζχρι τότε κα ζχουμε καιρό για όλα. Θ γνϊμθ μου είναι ότι μια δθμοςιότθτα ςτα ςυμβάντα ςίγουρα κα βοθκιςει. - Ιδθ ζςτειλα το κείμενο ςτισ εφθμερίδεσ. - Εντάξει! Ζχω γνωςτοφσ εκεί. Κα φροντίςω το ςυμβάν να ζχει τθν απαραίτθτθ δθμοςιότθτα. Εν τω μεταξφ εγϊ φεφγω για τα δικαςτιρια. Πταν ςε μεταφζρουν κα είμαι εκεί. Να ξζρεισ χάρθκα πολφ που με ςκζφτθκεσ. Αμζςωσ κυμικθκα τα όμορφα νεανικά μασ χρόνια. Κα δϊςουμε αν χρειαςτεί κάκε μάχθ. Μθν ανθςυχείσ πάντωσ. Θρζμθςε. Στο τζλοσ όλα κα πάνε καλά.
136
35. Επιτζλουσ αιςκάνεται απελευκερωμζνοσ Ο Τάςοσ επαλθκεφτθκε. Ο ειςαγγελζασ άφθςε ελεφκερο τον Νικιτα και όριςε δικάςιμο ςε δυο μινεσ. Θ περίπτωςθ του πατζρα του Μίμθ διαχωρίςτθκε, γιατί για λόγουσ υγείασ παρζμεινε ςτο νοςοκομείο. Πμωσ οι λαίμαργεσ εφθμερίδεσ δεν ζχαςαν τθν ευκαιρία. Είδαν ψωμί ςτθν υπόκεςθ και ζδωςαν μεγάλθ δθμοςιότθτα ςτο κζμα. Ο Νικιτασ ζδωςε τρεισ ςυνεντεφξεισ ςε εφθμερίδεσ με τθν πρζπουςα ςοβαρότθτα κυρίωσ τιμϊντασ τθ μνιμθ του φίλου του Μίμθ Χειμωνά, τθσ άνιασ και του Γιάννθ. Το παράδοξο είναι ότι παρά τθν προςπάκεια των δθμοςιογράφων να ξετρυπϊςουν τον Δθμιτρθ Ραπαδθμθτρόπουλο αυτό δεν κατζςτθ ποτζ δυνατό. Ο ςυνταξιοφχοσ χωροφφλακασ είχε εξαφανιςτεί από τθν πόλθ. Κάτι που το ςυνικιηε, όταν για κάποιο λόγο ςτριμωχνόταν. Μόνο που αυτι τθ φορά θ εξαφάνιςι του κα ιταν μάλλον οριςτικι, αφοφ φάνθκε κακαρά κι ζγινε ςε όλουσ γνωςτόσ ο προδοτικόσ του ρόλοσ ςτθν κατοχι. Είχε ο κερατάσ αναπτυγμζνο το ζνςτικτο τθσ αυτοςυντιρθςθσ. Μια από τισ πρϊτεσ εκδθλϊςεισ μετά το τζλοσ τθσ κράτθςθσ, ιταν θ πρόςκλθςθ του Τάςου ςτο ηεφγοσ Νικιτα-Μαριϊσ να επιςκεφκοφν το ςπίτι του. Οι γονείσ του Τάςου είχαν πια φφγει από τθ ηωι πριν χρόνια. Το πατρικό του ςτον Άγιο Κωνςταντίνο ιταν ανακαινιςμζνο. Εκεί ο Νικιτασ ζμακε, ότι ο Τάςοσ είναι παντρεμζνοσ με μια φιλόλογο, διοριςμζνθ ςτο 2Ο Γυμνάςιο του Βόλου κι ότι ζχουν μια χαριτωμζνθ κοροφλα τεςςάρων ετϊν. Εκεί τον περίμενε μια ακόμα ευχάριςτθ ζκπλθξθ. Ραρϊν ςτθ βραδιά ιταν ο παιδίατροσ Κωςτισ ο τελευταίοσ από τθν νεανικι αχϊριςτθ παρζα. Είχε πραγματοποιιςει το όνειρο των γονιϊν 137
του να γίνει γιατρόσ. Ανφπαντροσ ακόμα. Χωρίσ οι άντρεσ να μποροφν να υποπτευκοφν τθ ςφνκετθ ςκζψθ μιασ γυναίκασ, μόλισ θ Μαριϊ το άκουςε, τον φαντάςτθκε ηευγάρι δίπλα του τθν εξαδζλφθ τθσ Αφροδίτθ: - Ταιριάηουν! Κα το φροντίςω, είπε από μζςα τθσ. Ο Νικιτασ πολφ χαροφμενοσ που μετά τόςα και τόςα χρόνια, ζβλεπε, με μεγάλθ ευχαρίςτθςθ, δυο από τουσ φίλουσ του να ζχουν πραγματοποιιςει τα όνειρά τουσ. Ο Κωςτισ πιρε αμζςωσ τθν πρωτοβουλία: - Τθν άλλθ Κυριακι ςασ καλϊ ςτο πατρικό μου. Το ξζρετε! Είναι ζνα αγροτικό ςπίτι, αλλά το κτιμα είναι όμορφο γι’ αυτό να ζρκετε από το πρωί μαηί με τα παιδιά ςασ. Ρετάχτθκε, δικεν διςτακτικά, θ Μαριϊ και είπε: - Μπορϊ να φζρω τθ ξαδζλφθ μου Αφροδίτθ; Το ξζρετε, είναι θ αδελφι του Μίμθ. - Με μεγάλθ μου ευχαρίςτθςθ, είπε ο Κωςτισ Ο Νικιτασ τθσ ζριξε ζνα εξεταςτικό βλζμμα αλλά δεν είπε τίποτα και ςε λίγο το ξζχαςε. Ρόςο είναι πίςω ςε τζτοια το μυαλό των αντρϊν! Θ βραδιά πζραςε με ιδιαίτερθ ςυγκίνθςθ για τουσ άντρεσ. Ζφεραν ςτθν επιφάνεια και ςυηιτθςαν όλεσ τισ μνιμεσ των εφθβικϊν χρόνων, τα λογοτεχνικά απογεφματα του Σαββάτου και τισ ατζλειωτεσ ανταλλαγζσ απόψεων πάνω ςε ποικίλα τα κοινωνικά κζματα τθσ εποχισ. Θ ζλλειψθ του Μίμθ ιταν εμφανισ, ςαν ζνα πζνκιμο πζπλο να ςκεπάηει τθν ατμόςφαιρα. Ο Μίμθσ ιταν αυτόσ που πάντα άνοιγε, διεφκυνε τθ ςυηιτθςθ 138
κι ζκλεινε ςτο τζλοσ το κζμα. Αυτό το είχαν από τότε δεχκεί ςαν δεδομζνο. Τθν παρατιρθςθ τθν ζκανε ο Τάςοσ: - Αλικεια με τα προςόντα του τί κα μποροφςε να είναι ςιμερα ο Μίμθσ; Και μάλιςτα αναρωτιζμαι τί υπθρεςίεσ μποροφςε να προςφζρει ςτθν πατρίδα. Ζνα ερϊτθμα που από καιρό βαςάνιηε τθ ςκζψθ του Νικιτα, μόνο που αυτόσ το ζβλεπε και από άλλθ διάςταςθ που ίςωσ δεν απαςχολοφςε το μυαλό του Τάςου. Ριο ςυγκεκριμζνα, εκείνθ τθν περίοδο, με τθν ζξαρςθ τθσ Εκνικισ Αντίςταςθσ, ο ανκόσ τθσ ελλθνικισ νεολαίασ δονικθκε από τα κθρφγματα τθσ Εκνικισ Ανεξαρτθςίασ, του αγϊνα για τθν απελευκζρωςθ τθσ χϊρασ από τον ξζνο ηυγό και τθν οικοδόμθςθ μια κοινωνίασ δικαιότερθσ κι αναπτυγμζνθσ. Ρόςα λαμπρά μυαλά ςκοτϊκθκαν ςτισ μάχεσ με τον κατακτθτι; Ρόςοι ςτικθκαν με κάρροσ και αυταπάρνθςθ απζναντι ςτα εκτελεςτικά αποςπάςματα. Αλλά δεν ιταν μόνο αυτοί. Μετά τθν αποχϊρθςθ των Γερμανϊν πόςεσ χιλιάδεσ, γεμάτοι όνειρα κι αγάπθ για τθν πρόοδο τθσ πατρίδασ νζοι αφανίςτθκαν ςτον Εκνικό διχαςμό και τισ αγριότθτεσ του Εμφφλιου, με ποικίλουσ κι απάνκρωπουσ τρόπουσ, οπότε εκ των πραγμάτων ανακφπτει θ ερϊτθςθ. Μιπωσ το επίπεδο των ανκρϊπων που αςχολικθκαν ςτθ ςυνζχεια με τθν πολιτικι διαχείριςθ τθσ χϊρασ ζχει τθ ρίηα του και κακορίςτθκε από τθν απϊλεια αυτϊν των ανκρϊπων τθσ πρϊτθσ διαλογισ ; 139
Οι δυο γυναίκεσ τα βρικαν ςφντομα μεταξφ τουσ, μιλϊντασ για τα παιδιά, αλλά και ακοφγοντασ τουσ άντρεσ να επαναφζρουν ςτθ μνιμθ τουσ περιςτατικά τθσ νεανικισ τουσ περιόδου. Ιταν μια ηθλευτι παρζα, που δζκθκε ςτα εφθβικά χρόνια και θ ζγκαιρθ ανίχνευςθ των διαφορϊν τουσ ςε βαςικά κοινωνικά και ιδεολογικά δεν ζςπαςε τουσ φιλικοφσ δεςμοφσ, παράδειγμα για αντίςτοιχεσ ςθμερινζσ καταςτάςεισ.
140
36. Το δικαςτιριο Θ υγεία του κυρ Κόδωρου βελτιϊκθκε, μα ιταν πια χτυπθμζνοσ βαριά. Τα χρόνια που βάρυναν τθν πλάτθ του, μαηί με τισ τραγικζσ απϊλειεσ αγαπθμζνων προςϊπων, είχαν αφιςει βακιά τα ςθμάδια πάνω του. Οι γυναίκεσ του τον πρόςεχαν ςαν τα μάτια τουσ, μα ο χρόνοσ δε γυρίηει πίςω. Θ Αφροδίτθ, με το ζτςι κζλω, φόρεςε ποδιά και μπικε ςτο μαγαηί παρά τισ φωνζσ των δικϊν τθσ και εκ των πραγμάτων λόγω και των ςυνκθκϊν επζβαλε τθν άποψι τθσ. Μια φίλθ τθσ από τθ γειτονιά τθν αποπιρε - Καλζ πϊσ κα ςε πλθςιάςει άντρασ ; Κα μυρίηεισ ψαρίλα! Το επζςτρεψε ςτο ίδιο φφοσ: - Ασ προτιμιςει αυτζσ που βρωμάνε πουτανίλα! Θ αλικεια είναι ότι το κζμα τθν απαςχολοφςε, ιδιαίτερα μετά τθν Κυριακι που μαηί με τθν Μαριϊ και τον Νικιτα πιγαν ςτο κτιμα του γιατροφ, ψθλά ςτθν Λωλκοφ. Τθν είχε προετοιμάςει θ Μαριϊ: - Είναι κοφκλοσ ςου λζω. Μθν τον αφιςεισ ςε χλωρό κλαρί! Ταιριάηετε πολφ! Δεν είχε τζτοια τόλμθ, αλλά και δε χρειάςτθκε κιόλασ. Πταν ο Νικιτασ τθ ςφςτθςε ςτον Κωςτι και ζγινε θ πρϊτθ ςυνάντθςθ των βλεμμάτων, ςαν να υπιρξε μια αόρατθ ςε τρίτουσ, αλλά όχι για τουσ ίδιουσ γλυκιά αςτραπι, που τουσ ζνωςε. Είναι μερικά πράγματα που γίνονται αυτόματα, λεσ κι ζνα τρίτο χζρι ι νουσ είχε εργαςτεί πριν ϊρεσ και ϊρεσ για να τα προετοιμάςει. Από τθν πρϊτθ ςτιγμι το ζμπειρο μάτι τθσ Μαριϊσ είδε πωσ δε χρειάηεται κανζνα δικό τθσ ςπρϊξιμο. Θ μζρα κφλιςε όμορφα και επιβεβαίωςε ότι παρά τισ εμφανείσ κοινωνικζσ διαφορζσ, παρά τουσ διαφορετικοφσ όρουσ 141
ανατροφισ και το κυριότερο, παρά τισ εγκαίρωσ διαπιςτωμζνεσ διαφορζσ ςτισ αντιλιψεισ τουσ ςε κρθςκευτικά, πολιτικά και κοινωνικά «πιςτεφω», οι δεςμοί τθσ νεανικισ φιλίασ ιταν δυνατότεροι και τϊρα κατανάλωναν με λαιμαργία τθν τρυφερότθτα που τουσ ζλειψε τόςα χρόνια. Ο Νικιτασ είχε χρόνια να νιϊςει τόςο ευτυχιςμζνοσ, όςο ςιμερα. Ζνιωκε δε ακόμα καλφτερα όταν θ γυναίκα του, τον ενθμζρωςε για τθν ευτυχι κατάλθξθ τθσ πρωτοβουλίασ τθσ να φζρει ςτο ςπίτι του Κωςτι τθν Αφροδίτθ: - Καλά πϊσ; Εγϊ δεν πιρα χαμπάρι; - Αν περιμζναμε από τουσ άντρεσ τζτοιεσ πρωτοβουλίεσ, χαιρετιςμοφσ ςτον πλάτανο... Οι μιςζσ γυναίκεσ κα είχαν μείνει γεροντοκόρεσ. Ρερίμενε ςε λίγεσ μζρεσ εξελίξεισ. Εγϊ κα είμαι θ μια κουμπάρα. Ασ φροντίςει αυτόσ τθ δικι του πλευρά. Θ μζρα που είχε οριςτεί θ δίκθ για τθ μινυςθ πλθςίαηε. Ο δικθγόροσ του τον ενθμζρωςε ότι αν δεν εμφανιςτεί ο μθνυτισ θ υπόκεςθ κα κεωρθκεί περατωκείςα. Ρράγματι τθ μζρα εκείνθ ζξω από το δικαςτιριο βρζκθκαν όλοι οι ενδιαφερόμενοι πλθν ενόσ. Ο μθνυτισ Δθμιτρθσ Ραπαδθμθτρόπουλοσ δεν προςιλκε. Ιταν όμωσ εκεί όλθ θ οικογζνεια του Μίμθ κι ο γιατρόσ Κωςτισ. Τυπικϊσ ο Τάςοσ κι ο Νικιτασ διλωςαν παρόντεσ όταν ιρκε θ ςειρά τουσ κι εκφωνικθκαν τα ονόματα, αλλά λόγω τθσ απουςίασ του μθνυτι ο δικαςτισ κιρυξε τθν υπόκεςθ περατωκείςα. Ο Νικιτασ ιξερε ότι τα δικά του λόγια για το κάκαρμα ζπαιξαν τον κακοριςτικό τουσ ρόλο ςτθν αυτοεξαφάνιςι του, ότι δε κα τθ βγάλει κακαρι αν μείνει ςτθν πόλθ πλζον, αλλά δε χρειαηόταν να το παινευτεί ςτουσ άλλουσ που βρίςκονταν μζςα ςτθν καλι χαρά. Για να γιορτάςει το γεγονόσ και να ευχαριςτιςει τον Τάςο πρότεινε ςτθν παρζα να πάνε όλοι ςτο εςτιατόριο του Μεταφτςι. 142
- Ασ κεράςω για τθν ακϊωςι μου! Θ πρόταςθ ζτυχε τθν ομοκυμία όλων και εκεί ςτθ μζςθ του φαγθτοφ όταν ζγινε μια πρόποςθ από τον Νικιτα, θ Αφροδίτθ κοπζλα ϊριμθ και περιφανθ ςθκϊκθκε κι ζκανε μια διλωςθ που τουσ άφθςε όλουσ κατάπλθκτουσ: - Ηθτϊ τθν ευχι των δικϊν μου και τθ δικι ςασ ςυγκατάκεςθ. Εγϊ κι ο Κωςτισ, που ντρζπεται να το πει, αποφαςίςαμε να παντρευτοφμε. Ο γιατρόσ δίπλα τθσ κοφναγε ςυμφωνϊντασ το κεφάλι. Ζπεςε γενικό χειροκρότθμα και ο κυρ Κόδωροσ μ’ ζνα επιτζλουσ πλατφ χαμόγελο ςτα χείλθ είπε: - Με τθν ευχι μου παιδιά! Να πεκάνω ευχαριςτθμζνοσ. Ζχαςα το γιόκα μου, μα θ τςαπερδόνα μου τον αναπλθρϊνει επαξίωσ!
143
37. Η ςυμπεριφορά των περιοίκων μετά τθν αποκάλυψθ Ρρζπει να ειπωκεί, ότι αρκετοί γείτονεσ και φίλοι, από νωρίσ μετά τθν επιςτροφι του από τισ φυλακζσ, αντιμετϊπιςαν τον Νικιτα με φιλικι κι ανκρϊπινθ διάκεςθ, με κατανόθςθ για τθν υποχϊρθςθ του, του ζδωςαν δουλειά όταν οι ανάγκεσ ιταν επιτακτικζσ. Και από αυτόν τον κόςμο ζηθςε κι αργότερα ζκανε τα άλλα επαγγελματικά του ανοίγματα. Πμωσ δεν ιταν όλοι ζτςι. Υπιρξαν και άςχθμεσ ςυμπεριφορζσ, όπωσ γιουχαΐςματα κακϊσ περνοφςε από ςτζκια, πλθροφορίεσ που του ζρχονταν για ςχόλια υποτιμθτικά που ειπϊκθκαν ςε δθμόςιεσ και ιδιωτικζσ ςυηθτιςεισ από διάφορουσ, που εφκολα κα μποροφςε να τουσ κολλιςει ςτον τοίχο, αλλά ποτζ δεν το ζκανε. Τον πρϊτο καιρό βριςκόταν κάτω από τθ δαμόκλεια απειλι, ότι μπορεί να επιςτρζψει ςτο κολαςτιριο τθσ Κζρκυρασ και δεν ιξερε ποιον να εμπιςτευκεί και ποιον όχι. Αργότερα, τον άφθναν αδιάφορο όλα αυτά ζχοντασ γνωρίςει το βάκοσ τθσ μικρότθτασ μερικϊν ανκρϊπων. Πλα αυτά τα χρόνια οι ςκζψεισ αυτζσ τον παίδευαν, όπωσ το χρζοσ του απζναντι ςτουσ ςυναγωνιςτζσ του, που είχαν προςφζρει τον εαυτό τουσ ολοκαφτωμα για τθν πατρίδα. Στθ μνιμθ τουσ γονάτιηε με ευλάβεια και ςεβαςμό! Πμωσ για τθν προςωπικι του ςυνζχεια είχε πάρει τισ οριςτικζσ αποφάςεισ. Ασ αςχολθκοφν άλλοι με τα γενικά ενδιαφζροντα τθσ κοινωνίασ. Πχι πωσ δεν τον αφοροφν, αλλά το μερίδιο του το ζδωςε. Τόςο μπόρεςε και φτάνει. Ασ παραμερίςει, αφινοντασ ελεφκερο το πεδίο, για τισ νζεσ γενιζσ που ζρχονται και ελπίηει να είναι καλφτερεσ από τισ προθγοφμενεσ. Βεβαίωσ ακόμα είναι νωπζσ οι μνιμεσ του 144
εμφφλιου ςπαραγμοφ και οι ςυνζπειζσ του ςε όλουσ, μα ιδιαίτερα ςτθν πλευρά των θττθμζνων. Σε αυτι τθ φάςθ κα αςχολθκεί με τθν οικογζνειά του, με τθν επαγγελματικι του απαςχόλθςθ και ιδιαίτερα με το μζλλον των παιδιϊν του Θ κόρθ του Ελζνθ φζτοσ τελειϊνει το γυμνάςιο κι ζχει πάρει τθν απόφαςι τθσ. Κα γίνει δαςκάλα. Ο ίδιοσ κα προτιμοφςε κάτι άλλο, μα δεν του επιτρζπεται να παρζμβει ςτο όνειρό τθσ. Ο γιοσ του δεν είναι τόςο φανατικόσ ςτα γράμματα μα ελπίηει πωσ αργότερα κα βρει το δρόμο του. Στθν τελικι περίπτωςθ που τίποτα δεν κα τον εμπνεφςει κα τον βάλει ςτο μαγαηί. Καμιά δουλειά δεν είναι ντροπι. Ζχει καλοφσ φίλουσ ςτθ ςυνοικία του, κυρίωσ ανκρϊπουσ που εκτίμθςαν τθ ςυμπεριφορά του τα δίςεκτα χρόνια, αλλά πιο δεμζνοσ αιςκάνεται με τουσ δυο νεανικοφσ του φίλουσ, τον Τάςο και τον Κωςτι, αφοφ ςτθ ςυνζχεια άνοιξαν και ςυγγενικοφσ δεςμοφσ. Θ Μαριϊ και ο Τάςοσ ιταν οι κουμπάροι ςτο γάμο τθσ Αφροδίτθσ και του Κωςτι. Κάποια μζρα ο Νικιτασ είχε μια απρόβλεπτθ επίςκεψθ ςτο μαγαηί. Ζνασ μεςιλικασ τθσ ςυνοικίασ του με τον οποίο δεν ζτυχε να ζχει μζχρι τϊρα πάρε-δϊςε, του ςυςτικθκε: - Με λζνε Αντϊνθ Ρερδικάρθ και είμαι ο γραμματζασ τθσ οργάνωςθσ τθσ ΕΔΑ ςτθ Νζα Λωνία. Γνωρίηουμε τουσ αγϊνεσ και τισ περιπζτειεσ που είχεσ όλα αυτά τα χρόνια και κζλω να ςου πω, πωσ κα ιταν τιμι μασ να μπεισ ςτισ γραμμζσ μασ και να βοθκιςεισ τον αγϊνα που δίνει ο λαόσ για μια καλφτερθ δθμοκρατία ςτθ χϊρα. - Σ’ ευχαριςτϊ Αντϊνθ, αλλά να ςου πω ότι προςωπικά δεν ενδιαφζρομαι για κομματικι ζνταξθ. - Δθλαδι Νικιτα δε ς’ ενδιαφζρει αν θ χϊρα κα βαδίηει προσ τθν πρόοδο ; 145
Ανζβθκε το αίμα ςτο κεφάλι του κι αυκόρμθτα του ιρκε να τον πετάξει ζξω, μα ζμπειροσ ςτισ προκλιςεισ και ψφχραιμοσ ςτθ ςκζψθ του δεν αντζδραςε. Μόνο αυτό του είπε: - Εφχομαι εςείσ να πάτε καλά γιατί θ προθγοφμενθ γενιά τα ζκανε ςκατά. - Νικιτα δεν πρζπει να υποτιμάμε τθ ςυμβολι του κόμματοσ και να μθν αναγνωρίηουμε τον θγετικό ρόλο του. Αυτό ιταν και είναι ο φάροσ των επιτυχϊν αγϊνων. - Για ςτάςου για τθν ΕΔΑ μιλάσ εκείνα τα χρόνια; - Μθν κάνεισ το χαηό. Θ ΕΔΑ δεν υπιρχε τότε. Μιλάω για το τιμθμζνο ΚΚΕ. - Και τόςεσ χιλιάδεσ παλικάρια που χάκθκαν; - Οι αγϊνεσ ζχουν κφματα. Οι κυςίεσ είναι το αλάτι που νοςτιμίηει το φαγθτό. - Α! Ζτςι. Τϊρα κατάλαβα. Δε μ’ ενδιαφζρει κφριε! Να πάτε ςτο καλό. - Καλά τουσ είχα πει, αλλά δε μ’ άκουςαν … - Τι τουσ είχατε πει, αγαπθτζ μου; - Το προφανζσ, κφριε μαγαηάτορα: Δεν περιμζνουμε και πολλά από ζναν ςυμβιβαςμζνο και αμετανόθτο δθλωςία ! Ρίεςε αφάνταςτα τον εαυτό του να δείχνει ψφχραιμοσ, μα όταν ο απρόςκλθτοσ επιςκζπτθσ ζφυγε, χωρίσ να το κζλει, τα μάτια του γζμιςαν δάκρυα κι ζφυγε βιαςτικά ςτο πίςω μζροσ του μαγαηιοφ όπου ιταν το θςυχαςτιριο του. Κάκιςε ςτθν καρζκλα γιατί δεν τον κρατοφςαν τα πόδια του και ςαν κινθματογραφικι ταινία πζραςαν από μπροςτά του οι 146
τελευταίεσ ςτιγμζσ λίγο πριν τθν εκτζλεςθ του Μίμθ. Θ μεγαλοςφνθ και θ κατανόθςθ που ζδειχνε ςτουσ ςυντρόφουσ του, θ εςωτερικι του ανκρωπιά και τα τεράςτια προςόντα του. Θ ςφγκριςθ με τον προθγοφμενο επιςκζπτθ ζγινε αυτόματα και ιταν αβυςςαλζα. Ναι!, είπε τα λουλοφδια που είχαν πετάξει το κεφάλι τουσ πιο ψθλά από τουσ άλλουσ εφκολα ψαλλιδίςτθκαν ςτισ μαφρεσ μζρεσ. Μςωσ αυτό να εξθγεί και το επίπεδο, με τισ απαραίτθτεσ εξαιρζςεισ, του ςθμερινοφ ςτελεχικοφ δυναμικοφ. Πχι δε κα τουσ κάνει τθ χάρθ να παίξουν μαηί του. Μζςα του κρατάει αλϊβθτο το νεανικό του όνειρο και το ηει κακθμερινά ςτο περιοριςμζνο επίπεδο τθσ οικογζνειάσ του και των λίγων παιδικϊν φίλων. Διατθρεί τθν ελπίδα πωσ μια επόμενθ γενιά, καλφτερθ από τισ προθγοφμενεσ, κα το υλοποιιςει προςαρμοςμζνο βζβαια ςτουσ όρουσ και τισ ςυνκικεσ τθσ εποχισ.
147
38. Ε π ί λ ο γ ο σ Γνωρίηω ότι εκ των πραγμάτων, ιμουν απόλυτοσ. Είναι εφκολο να κάνεισ κριτικι εκ των υςτζρων, με γνϊςθ όλων των ςτοιχείων και με τθν ψυχραιμία τθσ χρονικισ απόςταςθσ. Το δφςκολο είναι τότε, ςτθ διάρκεια τθσ τζλεςθσ των πράξεων, πάνω ςτθ βράςθ των γεγονότων με τθ ςυναιςκθματικι φόρτιςθ των ςτιγμϊν και τθν πίεςθ των αναγκϊν, να μπορείσ να εγερκείσ ψθλότερα από τισ εφιμερεσ επιρροζσ, να ζχεισ ςφαιρικι αντίλθψθ όλων των δεδομζνων και τθν ικανότθτα τθσ λιψθσ κρίςιμων αποφάςεων. Ο ρόλοσ αυτόσ απαιτεί ιδιαίτερεσ ικανότθτεσ και άνκρωποι με τζτοιεσ ιδιότθτεσ ςπανίηουν ςτθ ηωι. Άρα υπάρχουν ελαφρυντικά και δικαιολογίεσ, μόνο που ανάμεςα ςτο άριςτο και το κάκιςτο ενδεχόμενο υπάρχουν άπειρεσ άλλεσ διαβακμίςεισ και θ κριτικι που γίνεται είναι για το πόςο κοντά ι μακριά οι πράξεισ βρίςκονται κοντά ςτο ιδανικό αποτζλεςμα. Εφαρμόηοντασ αυτι τθν οπτικι κεϊρθςθ ςτθ κρίςθ των γεγονότων μποροφμε να ιςχυριςτοφμε ότι θ εν γζνει ςυμπεριφορά των ανκρϊπων που αποφάςιηαν από τθν πλευρά τθσ αριςτεράσ ιταν πολφ πιο κοντά ςτο κάκιςτο παρά ςτο άριςτο. Στα πολιτικά δρϊμενα το ηθτοφμενο δεν ιταν θ κατάκτθςθ ι όχι τθσ εξουςίασ. Με τθν ζνταςθ των αντικζςεων μπικαν ςτθ ηυγαριά χιλιάδεσ ηωζσ, αρκετζσ από τισ οποίεσ κα είχαν, με πιο ςυνετι αντιμετϊπιςθ, διαςωκεί. Εκεί βρίςκεται το ζνα μζροσ τθσ ευκφνθσ. Το άλλο είναι, ότι οι αγϊνεσ και οι κυςίεσ εκατοντάδων ςυνελλινων ςτθ διάρκεια τθσ κατοχισ, με λάκοσ χειριςμοφσ αναλϊκθκαν αδίκωσ και λθςμονικθκαν με λανκαςμζνεσ 148
ενζργειεσ μετά τθν αποχϊρθςθ των Γερμανϊν. Πλθ θ προίκα των αγϊνων τθσ Εκνικισ Αντίςταςθσ παραμερίςτθκε αδίκωσ και χρωματίςτθκε από τθ βιαςφνθ που οδιγθςε ςτα γεγονότα του Δεκζμβρθ. Θ δεξιά τα ονόμαςε ςτάςθ ενάντια ςτο κακεςτϊσ και με βάςθ αυτι τθ γραμμι οδιγθςε τθν θγεςία τθσ αριςτεράσ ςε όξυνςθ κι όχι καταλλαγι τθσ αντιπαράκεςθσ. Εδϊ πρζπει να τονιςτεί πωσ το κζντρο που χειριηόταν τισ πρωτοβουλίεσ και τισ πολιτικζσ τθσ παράταξθσ τθσ δεξιάσ ιταν ςε πολφ καλφτερο επίπεδο, αν και είχε ζνα ςθμαντικό χάντικαπ. Το χαμθλό επίπεδο του προςωπικοφ που του ανατζκθκε θ εφαρμογι αυτισ τθσ πολιτικισ. Στθν αριςτερά ςυνζβαινε το αντίκετο.
149
39. Ήταν αναπόφευκτθ θ πορεία; Πταν το κόμμα τθσ αριςτεράσ, ςτα χρόνια τθσ γερμανικισ κατοχισ, φψωςε τθ ςθμαία τθσ Εκνικισ Ανεξαρτθςίασ από τον ξζνο δυνάςτθ, ςυγκζντρωςε κάτω από τον ιςτό τθσ ό,τι καλφτερο, ςε ποιότθτα και εφροσ, διζκετε εκείνθ τθν εποχι θ χϊρα. Τθν ίδια ανταπόκριςθ ςυνάντθςε και το αυταρχικό και βάναυςο ςταλινικό κακεςτϊσ, όταν χρθςιμοποίθςε το ίδιο επιχείρθμα ςτον πατριωτικό πόλεμο ενάντια των ναηιςτϊν. Στο μυαλό όμωσ τθσ κομματικισ θγεςίασ, από τθν αρχι υπιρχε θ αποςιϊπθςθ του ςτόχου. Αυτόσ ιταν το κακικον που ζχει, από τθ φφςθ του, ζνα Λενινιςτικό κόμμα: θ κατάλθψθ τθσ εξουςίασ και θ εγκακίδρυςθ του κομμουνιςμοφ. Ζτςι όταν φάνθκε ςτον ορίηοντα θ βεβαιότθτα για τθν ιττα του Άξονα, μπικε ςε εφαρμογι το ουδζποτε ομολογθμζνο ςχζδιο: «Ξεκακάριςμα του τοπίου». Ζπρεπε το ςτρατιωτικό ςκζλοσ του ΕΑΜ, δθλαδι ο ΕΛΑΣ να γίνει, όχι απλϊσ θ κυρίαρχθ ζνοπλθ δφναμθ ςτθ χϊρα, μα αν είμαι δυνατόν θ μόνθ και αποκλειςτικι. Ζτςι όλεσ οι άλλεσ οργανϊςεισ και τοπικζσ ομάδεσ ανταρτϊν, διάφορεσ παλαιζσ και νζεσ πολιτικζσ προςωπικότθτεσ, ςτρατιωτικοί παράγοντεσ ζπρεπε να κάνουν τθν υποχρεωτικι και βίαιθ επιλογι τουσ. Στθ κατεφκυνςθ αυτι, ςτο όνομα αυτισ τθσ ςκοπιμότθτασ ζγιναν άλογεσ διϊξεισ, δολοφονικθκαν αναιτίωσ άνκρωποι, καταςτράφθκαν ακϊεσ ηωζσ και ϊκθςαν πολλοφσ - κζςει ςυμμάχουσ - να αναηθτιςουν καταφφγιο ςε ακραίεσ ςυντθρθτικζσ οργανϊςεισ. Το χάςμα, που αργότερα πλθμμφριςε με αίμα, άρχιςε να διευρφνεται. Αυτι θ πολιτικι «πλοφτιςε» αρικμθτικά το ανκρϊπινο δυναμικό τισ τάξεισ του ΕΛΑΣ, αλλά διζκοψε τισ άφκονεσ 150
ςχζςεισ ςυμμαχίασ με δθμοκρατικζσ δυνάμεισ τισ οποίεσ ϊκθςε βιαίωσ ςε ακραίεσ και ςυντθρθτικζσ οργανϊςεισ. Διαχϊριςε τον πολιτικό κόςμο ςε δυο αντίπαλα και εχκρικά ςτρατόπεδα, που ετοιμάηονταν για τθ μοιραία μελλοντικι ςφγκρουςθ. Τα Δεκεμβριανά ιταν θ επίςθμθ πρεμιζρα τθσ λυςςαλζασ διαμάχθσ, που επακολοφκθςε. Σε οποιοδιποτε ςκεπτόμενο άνκρωπο ορκϊνεται αδυςϊπθτο το ερϊτθμα: Ιταν αναπόφευκτθ αυτι θ πορεία; Δφςκολα τα υποκετικά ςενάρια, μα μια φωτιςμζνθ θγεςία, που κα προετοίμαηε το λαό από νωρίσ ςτθ μόνθ κατεφκυνςθ τθσ μαηικισ κι ολόπλευρθσ πάλθσ, με ιςχυρό φορτίο υπομονισ ςτισ προκλιςεισ, που ζτςι κι αλλιϊσ κα υπιρχαν και κάκετθ απαγόρευςθ των αντιποίνων ίςωσ να είχε κάποιεσ πικανότθτεσ επιτυχίασ. Μςωσ ! Λαμβάνοντασ υπόψθ τον καταμεριςμό των ηωνϊν επιρροισ ςτθ Γιάλτα, που δεν ιταν εξαρχισ γνωςτόσ.
151