Τα φαινόμενα απατούν

Page 1

Λεστέρης Τσίλογλοσ Τα φαινόμενα απατούν

Αθήνα 2016 [1]


[2]


Περιεχόμενα 1. Ο χαρακτιρασ του ανκρϊπου

5

2. Η γνωριμία

7

3. Το ταξίδι ςτισ Σπζτςεσ

10

4. Η αμφικυμία

14

5. Φροφδεσ ελπίδεσ

19

6. Απόπειρα νζασ επαφισ

20

7. Η επανάλθψθ

22

8. Το αναπάντεχο κι θ προδοςία

25

9. Προετοιμαςία

27

10. Η νζα ηωι

30

11. Η ανία τθσ επανάλθψθσ

33

12. Ευκαιρία αλλαγισ

37

13. Η κοινωνικι υποχρζωςθ

40

14. Το τόλμθμα

45

15. Έκκλθςθ ςυγχϊρεςθσ

48

16. Προςπάκεια διόρκωςθσ

51

17. Η αδιαλλαξία ραγίηει

54

18. Έρωτασ ξανά

58

19. Θάνατοσ: Τζλοσ κι αρχι

61

20. Επανζνωςθ

64

21. Χάπι εντ

69 [3]


[4]


1. Ο χαρακτιρασ του ανκρϊπου

Κάποιοι βγάηουν βιαςτικά ςυμπεράςματα για τον χαρακτιρα και τθν ποιότθτα των ανκρϊπων που βρίςκονται γφρω τουσ ι γνωρίηουν ςτθν πορεία τθσ ηωισ τουσ. Σα ςυμπεράςματα αυτά εδράηονται κυρίωσ ςτα εξωτερικά χαρακτθριςτικά του ανκρϊπου ι ζςτω ςε κάποιεσ εξωτερικζσ αντιδράςεισ του. Δεν είναι αςφαλισ αυτόσ ο δρόμοσ! Εντάξει, παίηει ρόλο θ εξωτερικι εμφάνιςθ, το ντφςιμό του, θ κακαριότθτα του ςϊματοσ του. Αλλά ξζρεισ πόςεσ πειναςμζνεσ κι ανελζθτεσ φαινεσ κυκλοφοροφν ςτθν πιάτςα, που είναι εξωτερικά φροντιςμζνεσ και μυρίηουν μοςχοςάπουνο; Όχι, ο χαρακτιρασ του ανκρϊπου κακορίηεται από μια ςειρά εξωτερικοφσ κι εςωτερικοφσ παράγοντεσ και δείκτεσ που κάποιοι είναι άμεςα εμφανείσ, αλλά οι κυριότεροι, είναι καλά κρυμμζνοι και εκδθλϊνονται μόνο ςε ειδικζσ ςυνκικεσ και άρα για τθν ανίχνευςθ τουσ απαιτοφν τθ βάςανο του χρόνου και τθν κοινι ςυμβίωςθ. Ο άνκρωποσ, με το μυαλό που διακζτει, μπορεί να διατθρεί κρυμμζνα εντόσ του, ςτοιχεία του χαρακτιρα του που είναι ελεγχόμενα, να φορά μια μάςκα, ςτθν οποία να αναδεικνφονται μόνο τα ςτοιχεία που αυτόσ ζχει επιλζξει. Τπάρχει και κάτι περιςςότερο. Μζςα ςτον κακζνα μασ υπάρχουν εν υπνϊςει ςυνιςτϊςεσ του χαρακτιρα μασ που είναι άγνωςτεσ και ςε μασ τουσ ίδιουσ. Μποροφν να μείνουν κοιμιςμζνεσ μζχρι το τζλοσ τθσ ηωισ μασ χωρίσ ποτζ να εμφανιςτοφν, αλλά κάτω από τθν κατάλλθλθ αφορμι μποροφν να εκδθλωκοφν

[5]


ορμθτικά και με επικετικότθτα. Σελικϊσ για να γνωρίςεισ πραγματικά ζναν άνκρωπο χρειάηεςαι

πολλαπλζσ και πολφχρονεσ ςυνκικεσ

διαβίωςθσ. Μζςα ςτα ςθμαντικά ι αςιμαντα περιςτατικά τθσ κοινισ ςυμβίωςθσ κα αποκαλυφκοφν ίςωσ απρόβλεπτεσ ςυνιςτϊςεσ.

[6]


2. Η γνωριμία Σον ξεχϊριςε ςτο πάρτι τθσ κολλθτισ τθσ. Ψθλόσ, όμορφοσ, περιποιθμζνοσ, με ςίγουρεσ κινιςεισ καλόσ χορευτισ, τθν εντυπωςίαςε. Χόρεψε μαηί του, αντάλλαξαν κοινοτυπίεσ που λζγονται μεταξφ δυο ανκρϊπων που πρωτογνωρίηονται και κατάλθξε ςτο ςυμπζραςμα: Μ’ ενδιαφζρει ο τφποσ! Ασ δϊςω τθν ευκαιρία ςτον εαυτό μου να τον ξαναδϊ. Σο ‘φερε από δω, το ‘φερε από κει, ςτο τζλοσ τα κατάφερε. Αυτόσ νόμιςε ότι ο ίδιοσ πιρε τθν πρωτοβουλία να τθσ το ηθτιςει. Ρϊτθςε τθν άλλθ μζρα τθ δικιά τθσ, για το ποιόν του ανκρϊπου, αλλά δεν ζμακε κάτι το ουςιαςτικό. Μίμθ τον λζνε, είναι ξάδερφοσ που ςυνάντθςε ςε μια οικογενειακι μάηωξθ και αυτοπροςκλικθκε ςτο πάρτι. Λόγοι ευγζνειασ δεν τθσ άφθναν περικϊρια ν’ αρνθκεί. Δεν γνωρίηει κάτι το ουςιαςτικό. Οι γονείσ του είναι μια χαρά άνκρωποι, ςφμφωνα με τα λεγόμενα τθσ μάνασ τθσ. Κανονίςτθκε μεταξφ τουσ μια νζα ςυνάντθςθ κι είδαν μαηί μια ταινία ςτο ςινεμά για τθν οποία υπιρχαν αντιφατικζσ πλθροφορίεσ. Μετά πιγαν για ζνα ποτό και με τθν ευκαιρία αντάλλαξαν τισ πρϊτεσ εντυπϊςεισ για το ζργο. Αυτόσ ζκανε ςθμαντικζσ κι ενδιαφζρουςεσ παρατθριςεισ πάνω ςτον χαρακτιρα τθσ πρωταγωνίςτριασ, ςχολίαςε ζξυπνα ατάκεσ τθσ, ζμεινε ςε περιςτατικά που ςτθν ίδια πζραςαν ςχεδόν απαρατιρθτα. Δεν ςυμφωνοφςε ντε και καλά ς’ ότι ζλεγε, αλλά αυτά είχαν ζναν ειρμό κι ζδειχναν άνκρωπο παρατθρθτικό και με βάκοσ. Αυτι προςεκτικι μθν πει καμιά ςαχλαμάρα ζμεινε ςτο επίπεδο των δικϊν του παρατθριςεων, χωρίσ ν’ ανοίξει κάποιεσ άλλεσ πλευρζσ [7]


που ς’ αυτιν ζκαναν εντφπωςθ. Σου ζδωςε ενςυνειδιτωσ όλθ τθν πρωτοβουλία και θ ςυμπεριφορά του ιταν ςυμπεριφορά ενόσ τηζντλεμαν. Η πρϊτθ αυτι ςυνάντθςθ τθσ άφθςε κετικζσ εντυπϊςεισ. Παρά τθν επιμονι τθσ να μοιραςτοφν τα ζξοδα τθσ κοινισ εξόδου τουσ αυτόσ ιταν ανζνδοτοσ. Πλιρωςε ο ίδιοσ τα πάντα, κάτι που τθν ίδια δεν τθν ικανοποίθςε γιατί ςτθν αντίλθψι τθσ κυρίαρχο ςτοιχείο ιταν θ ιςότθτα ςτισ υποχρεϊςεισ αλλά και ςτα δικαιϊματα. Καλά, είπε από μζςα τθσ, κα κακαρίςω εγϊ τθν επόμενθ φορά. Σθ

δεφτερθ

φορά

μπικαν

ςτο

επίπεδο

των

προςωπικϊν

εκμυςτθρεφςεων. Οι ερωτιςεισ πζφτανε ςαν το χαλάηι. Ποιεσ είναι οι μζχρι τϊρα εμπειρίεσ τθσ από άνδρεσ; Είναι ςίγουρο ότι κρατικθκε. Δεν του ανοίχκθκε με τθν πρϊτθ ςε λεπτομζρειεσ. Αρκζςτθκε να του πει γενικότθτεσ, αλλά και χωρίσ αναςτολζσ. Δεν το ζπαιξε παρκζνα, γνϊριςε άνδρεσ, ζχει εμπειρίεσ μαηί τουσ, αλλά μζχρι τϊρα δεν ζχει ταρακουνθκεί από καμιά περίπτωςθ. Αυτι ιταν κι θ κακαρι αλικεια. Η ςυηιτθςθ δεν ιταν μονόλογοσ. Σο ίδιο κι αυτι, προςπάκθςε μ’ αντίςτοιχεσ ερωτιςεισ να τον ξεψαχνίςει χωρίσ ιδιαίτερθ επιτυχία. Σο ζπαιξε περπατθμζνοσ κι ζμπειροσ, αλλά όλα πάνω του τθσ μφριηαν ςτραβάδι: Κα ςε ξαφνιάςω, μικρζ, εκεί που δεν το περιμζνεισ. Όταν προλαβαίνοντασ τα πράγματα κακάριςε το λογαριαςμό ςτο φαγάδικο που είχαν κακίςει, αυτόσ ςτραβομουτςοφνιαςε και δεν του άρεςε κακόλου θ πρωτοβουλία τθσ. Ήταν προφανζσ ότι το ηιτθμα δεν ζμενε ςτο επίπεδο τθσ ευγζνειασ. Ήταν κάτι περιςςότερο. Είχε ςχζςθ με τθν αντίλθψθ ότι υπάρχει διαβάκμιςθ. Άλλο άνδρασ κι άλλο γυναίκα. Σα περί ιςότθτασ είναι ξιπαςμζνεσ και όχι επικυμθτζσ για τον ίδιο αντιλιψεισ. [8]


Σθσ το ’παιξε παραπονοφμενοσ και αρκετζσ μζρεσ ανάμεςά τουσ επικράτθςε ςιγι αςυρμάτου. Δεν πιρε καμιά πρωτοβουλία ν’ ζρκει ς’ επαφι μαηί του. Η αλικεια είναι ότι θ ίδια ικελε μια ςτρωμζνθ ςχζςθ. Ξζρεισ, άνκρωπζ μου, τι ςπάνιο είδοσ είναι ςιμερα ο ςωςτόσ άνδρασ ςτθν κοινωνία μασ;

Είχε ανάγκθ από ζναν άνδρα, είχε ςωματικι

ςτζρθςθ και δεν ιταν δα και καλόγρια. Μεγάλωςε μζςα ςε περιβάλλον που τθσ δόκθκε θ δυνατότθτα να ςχθματίςει ελεφκερα δικό τθσ χαρακτιρα ι ζτςι τουλάχιςτον πίςτευε. Και κριτιρια επιλογισ των ανκρϊπων γφρω τθσ. Θεωροφςε τον εαυτό τθσ μοντζρνο, ςφγχρονο απελευκερωμζνο από παλαιζσ αντιλιψεισ κι αναςτολζσ. Αλλά, να μθν το παρακάνουμε, δεν κα ζβγαινε και ςτθ γφρα για τον πρϊτο τυχόντα. Ήκελε ζναν ςφντροφο ςε όλα τα επίπεδα, να μοιραςτεί μαηί του τα όνειρα και τισ φιλοδοξίεσ τθσ, να τον ςυνδράμει ςτα δικά του όνειρα, να ηιςουν τθ δικι τουσ περιπζτεια. Ο χρόνοσ αδυςϊπθτοσ περνοφςε και τα περικϊρια ςτζνευαν. Ζνα ςθμαντικό ςτοιχείο, γι’ αυτιν είναι θ ερωτικι ζλξθ και το ςωματικό ταίριαςμα. Όμωσ είχε ςυγχρόνωσ κάποιεσ ςτακερζσ και πάνω ς’ αυτζσ ιταν ανυποχϊρθτθ. Δεν ανεχόταν ο άνδρασ να τθσ το παίηει τςάμικο ταμπάκο. Ήκελε μια ιςότιμθ κι ανοιχτι ςχζςθ, ελεφκερθ, χωρίσ κατ’ αρχιν δεςμεφςεισ εκτόσ αν - κοινι ςυναινζςει αποφαςίςουν κάτι περιςςότερο. Μζςα τθσ προςευχόταν να βρει ζναν άνκρωπο που κα τθν ςυγκλονίςει, να τον λατρζψει και να δϊςει ςάρκα και οςτά ςτο κρυφό απωκθμζνο τθσ να γίνει μάνα. Σόςα χρόνια αυτό δεν κυνθγάει κάκε φορά που φτιάχνει μια ςχζςθ;

[9]


3. Το ταξίδι ςτισ Σπζτςεσ

Μετά μια αναμονι αρκετϊν θμερϊν το τθλεφϊνθμα ιρκε. Ήταν ευγενικόσ ςαν να μθν ςυνζβθ τίποτα. - Ροφ ιςουν τόςεσ μζρεσ; Δεν είχα κακόλου νζα ςου. - Ζλειπα ςε ταξίδι. Οφτε εςφ όμωσ τθλεφϊνθςεσ! - Τζλοσ πάντων, κα βρεκοφμε να τα ποφμε; Είςαι το Σαββατοκφριακο να πάμε Σπζτςεσ; Δίςταςε μόνο μερικά δευτερόλεπτα και τθσ απάντθςε κετικά. Ο ίδιοσ ςυνζχιςε τότε. - Ειςιτιρια και ξενοδοχείο κα κανονίςω εγϊ. - Μ’ ζναν όρο. Τα ζξοδα κα τα μοιραςτοφμε. Από τθν άλλθ άκρθ τθσ γραμμισ άκουςε ζνα ςιγανό ξεφφςθμα κι ζνα ξζψυχο «εντάξει». Ράλι τα ίδια! Σθν Παραςκευι το βράδυ φτάςανε ςτο νθςί με ταχφπλοο και τακτοποιικθκαν ςε μια κοντινι πανςιόν. Ασ μθν είμαι ψυχρι κι αρνθτικι μαηί του, είπε με τον νου τθσ. Ασ του δϊςω μια ευκαιρία να με πλθςιάςει. Άλλωςτε και για μζνα τθν ίδια αποτελεί μια αναγκαία ευκαιρία. Εκείνο το βράδυ ζφαγαν ς’ ζνα παραλιακό εςτιατόριο προσ το παλαιό λιμάνι, ενϊ γφρω τουσ, παρά τθν κάποια βαβοφρα που επικρατοφςε, θ ατμόςφαιρα ιταν ρομαντικι. Σο περιβάλλον, θ όμορφθ βραδιά, το κραςί που ιπιαν ιταν κίνθτρα επικυμίασ για ζρωτα. - Ράμε ςτο δωμάτιο, τθσ πρότεινε. Είμαι πολφ κουραςμζνοσ, γιατί οφτε χκεσ κοιμικθκα.

[10]


Θα προτιμοφςε ζναν ρομαντικό περίπατο ςτθν επιςτροφι δίπλα ςτθ κάλαςςα, αλλά αυτόσ ιταν βιαςτικόσ. Με δικι τθσ προτροπι πιραν ζνα αμαξάκι μ’ άλογο κι εκεί ακοφγοντασ το ρυκμικό ιχο από τισ οπλζσ του αλόγου, τον αγκάλιαςε και τον φίλθςε με κζρμθ, ενϊ ςυγχρόνωσ χϊκθκε χωρίσ επιφυλάξεισ ςτθν αγκαλιά του. Όταν μπικαν ςτο δωμάτιο αυτι βιαςτικι κι απαιτθτικι πζταξε όλα τα ροφχα τθσ κι ολόγυμνθ μπροςτά του ιταν ψυχολογικά ζτοιμθ για τα πάντα. Όταν είδε τθ διςτακτικότθτα από τθ μεριά του και τα ηϊα μου αργά, πιρε θ ίδια όλεσ τισ πρωτοβουλίεσ και μ’ ζναν άτςαλο τρόπο τον ζγδυςε κι ζπεςε μαηί του με φόρα ςτο κρεβάτι ςκεπάηοντάσ τον με το βάροσ του ςϊματοσ τθσ. Είδε και τθν δικι του ςωματικι διζγερςθ. Δεν άφθςε τθν ευκαιρία να πάει χαμζνθ. Κάκιςε πάνω του κι αναηιτθςε απεγνωςμζνα τθν κορφφωςθ που τόςο, εδϊ και καιρό, είχε ςτερθκεί. Δεν είχε χρόνο ν’ ανιχνεφςει τισ δικζσ του αντιδράςεισ. Αφζκθκε ςτο δρόμο που τθν οδθγοφςαν τα ζνςτικτά τθσ και ςε λίγο είδε ότι ο άλλοσ από κάτω τθσ ζλιωνε και ζνα βογκθτό του τθσ ζδειξε ότι πρόωρα τελείωςε. Η ίδια δεν είχε προλάβει και πολλά πράγματα. Η ζξαψθ ιταν ζξαψθ, αλλά θμιτελισ και παραπονεμζνθ. Αν είχε μια ελπίδα για επανάλθψθ, γριγορα αυτι πζκανε άδοξα γιατί ςε λίγο άκουςε τθ ρυκμικι του αναπνοι που ζδειχνε ότι τον πιρε ο φπνοσ.

Σθσ ιρκε ζντονθ θ

επικυμία να τον ταρακουνιςει, ν’ απαιτιςει και το δικό τθσ μερίδιο απ’ τθν

πίτα.

Αντίκετα

αναηιτθςε

απεγνωςμζνα

λόγουσ

να

τον

δικαιολογιςει. Ήταν πολφ κουραςτικι θ ςθμερινι μζρα! «Κι αφριο μζρα του κεοφ είναι, καλι μου! Κάνε λίγθ υπομονι». Αλλά ο φπνοσ, παρά τθν επικυμία τθσ, δεν ερχόταν να τθν ςυντροφεφςει. Μ’ ανοιχτά

[11]


τα μάτια ςκεφτόταν ϊρεσ κι ίςωσ προσ το ξθμζρωμα να ζχαςε τθν επαφι με το περιβάλλον και να ζπεςε ς’ ζναν ανιςυχο φπνο. Όταν το πρωί ξφπνθςε είδε ότι ιταν μόνθ ςτο κρεβάτι. Ζκανε ζνα ντουσ, ντφκθκε βιαςτικά και βγικε ζξω αναηθτϊντασ τον. Ήταν ςτθν Ντάπια κι ζπινε τον καφζ του. ΢θκϊκθκε να τθν υποδεχκεί και τθν ρϊτθςε τι ικελε για πρωινό. Η ηεςτι του υποδοχι ανζςτειλε τθν επικετικι τθσ διάκεςθ και καταλάγιαςε τθν αρχικι τθσ απόφαςθ να τον κατςαδιάςει. Για τα χκεςινοβραδινά δεν τθσ είπε κουβζντα, λεσ κι όλα κφλιςαν ομαλά και φυςιολογικά. Σου πρότεινε μ’ όλθ τθν καλι διάκεςθ: - Κζλεισ να πάρουμε το καραβάκι και να πάμε ςτουσ Αγίουσ Ανάργυρουσ ςιμερα; - Δεν ξζρω το μζροσ, αλλά αν ς’ αρζςει πάμε. - Ζχει εκεί μζροσ να φάμε, κα γυρίςουμε αργά το βράδυ. Ζτςι κι ζγινε. Αργά το μεςθμζρι χϊκθκαν βακφτερα ςτο δάςοσ, βρικαν ζνα ιςυχο μζροσ κάτω από τα πεφκα, κακάριςαν λίγο χϊρο και ςτρϊςανε τισ ψάκεσ. Όταν ξάπλωςαν δίπλα-δίπλα αυτόσ τθν πρόλαβε: - Να ςου πω κάτι. Οι πρωτοβουλίεσ ζχουν τθ χάρθ τουσ, αλλά θ γυναίκα πρζπει να κρατάει τθ κζςθ τθσ. - Δεν κατάλαβα τι εννοείσ, μου το κάνεισ λιανά. - Χκεσ ιςουν πολφ επικετικι. Αυτά ςε μζνα δεν μ’ αρζςουν. Πλα πρζπει να ζρχονται με τθ ςειρά και με τάξθ. Ο άνδρασ είναι ο άνδρασ! Αυτόσ πρζπει να ‘χει τον πρϊτο λόγο. Σθν ξενζρωςε εντελϊσ. Ρζςαμε ςε μαλάκα, είπε από μζςα τθσ. Δεν κα του δϊςω άλλθ ευκαιρία. Όμωσ ο νεαρόσ τϊρα είχε τα κζφια του. Άρχιςε να τθν φιλάει. ΢τθν αρχι τρυφερά, αλλά όλο και γινόταν πιο επικετικόσ.

Σθσ

ιρκε να τον

ςταματιςει, αλλά

τϊρα ιταν

αςυγκράτθτοσ. Είχε όλθ τθν πρωτοβουλία και τθσ ηιτθςε πράγματα [12]


που δεν τα ζνιωκε ανικικα, αλλά, μα το κεό, να ζρκουν με τθν ςειρά, ςτθν ϊρα τουσ, φυςιολογικά. Όταν του ηιτθςε επιτακτικά να ςταματιςει αυτόσ δεν χαμπάριςε τίποτα. Ήταν θ ςειρά του; Σθν πόνεςε, ζνιωςε ότι ςτθν πραγματικότθτα ιταν βιαςμόσ, αλλά κι αυτι φταίει που φτάςανε εδϊ τα πράγματα. Δεν αντζχω το ςκάνδαλο. Ασ μθν βάλω τισ φωνζσ, ασ το υποςτϊ λοιπόν. Αλλά αν με ξαναδεί να με γράψει. Αυτά που τθσ ζκανε ζφταναν ςτα όρια τθσ ανωμαλίασ. Σο τραγικό ιταν αλλοφ. Από ζνα ςθμείο και μετά χωρίσ να το επιδιϊκει, άρχιςε να ςυμμετζχει ςτα ςυμβάντα και να νιϊκει μια πρωτόγνωρθ θδονι. Λεσ να ‘μαι κι εγϊ λίγο ανϊμαλθ; Η κορφφωςθ που χκεσ τθσ ζλειψε ιρκε απρόςκλθτθ να τθν επιςκεφκεί ςιμερα και μάλιςτα διπλι και τρίδιπλθ. - Ζτςι κάνουν ζρωτα οι άνδρεσ, κορίτςι μου! - Εντάξει, ασ γυρίςουμε ςτθν πανςιόν τϊρα! Σου απάντθςε με τόνο και φφοσ ότι ςαφϊσ είναι ενοχλθμζνθ. Σο δεφτερο βράδυ πζραςε χωρίσ κάτι το αξιοςθμείωτο, θ ίδια δεν είχε όρεξθ για τίποτα, ίςωσ μζτραγε ϊρεσ να τελειϊςει το διιμερο. Σθν Κυριακι το πρωί του ηιτθςε, με μια ψεφτικθ δικαιολογία, να γυρίςουν πιο γριγορα ςτθν Ακινα. Δεν του καλάρεςε θ πρόταςθ, αλλά δεν ιταν από αυτοφσ που παρακαλάνε. Φρόντιςε ο ίδιοσ τθν αλλαγι των ειςιτθρίων κι όταν ζφταςαν ςτον Πειραιά, χωρίςανε ψυχρά μ’ ζναν τυπικό χαιρετιςμό. ΢το πρόςωπό του διάβαςε απορίεσ αλλά δεν του ‘δωςε ευκαιρία να εξθγθκοφνε για οτιδιποτε. Και θ ίδια ικελε χρόνο να ςκεφτεί και να μετριςει τισ εντυπϊςεισ του διιμερου πάνω τθσ.

[13]


4. Η αμφικυμία Η πρϊτθ ςκζψθ τθσ ιταν: Δεν ταιριάηουν τα χνϊτα μασ. Αυτόσ είναι ζνα εγωιςτικό γαϊδοφρι που φροντίηει μόνο για τθν πάρτθ του. Δεν ξζρει κακόλου τθν ανάγκθ τθσ γυναίκασ για τρυφερότθτα, για παραμφκι. Πχι! Χρειάηεται μαχαίρι, οριςτικό ξζκομα μαηί του. Αλλά πάλι όταν ςτο μυαλό τθσ ζφερνε τθν εμπειρία μζςα ςτο δάςοσ, μια ανατριχίλα τθν διαπερνοφςε. Ποτζ δεν είχε διανοθκεί να επιτρζψει ςε κάποιον να τθσ φερκεί με τζτοιο χυδαίο τρόπο, αλλά πϊσ να το κάνουμε, θ ςυμπεριφορά του είχε και το αλατοπίπερο τθσ. - Δεν κα του ξανατθλεφωνιςω με τίποτα. Ράει τζλειωςε. Να μθν νομίςει το γαϊδοφρι ότι ζχουμε τθν ανάγκθ του. Τζτοιοι άνδρεσ κυκλοφοροφν χιλιάδεσ ςτθν αγορά. Με τθν πρϊτθ γφρα βρίςκω όςουσ κζλω. Πζραςαν αρκετζσ μζρεσ χωρίσ κανζνα ςιμα του. Σο ’παιηε δφςκολοσ ο Άνδρασ.

Πχι δεν κα του τθλεφωνιςω εγϊ. Δεν κα τον

παρακαλζςουμε κιόλασ. Ζλα όμωσ που τθν ζτρωγε θ απορία: Αλικεια τί να ςκζφτεται για μζνα. Κα μ’ ζχει κεωριςει διακζςιμθ για τισ ανϊμαλεσ ορζξεισ του; Αν με πάρει τθλζφωνο κα δεχτϊ να ιδωκοφμε, αλλά αποκλειςτικά μόνο για ςυηιτθςθ, αυςτθρά κα τον κρατιςω μακριά μου.

Ζλα όμωσ που το τθλζφωνο δεν ερχόταν. Μζρα με τθ

μζρα τθσ ζγινε ζμμονθ ιδζα. Ασ το διάολο ο φαλλοκράτθσ! Κζλει να μου το παίξει κυρίαρχοσ, αλλά δεν κα του περάςει. Σελικϊσ, θ περιζργεια και ίςωσ άλλεσ κρυφζσ παρορμιςεισ, νίκθςαν τισ αναςτολζσ τθσ. Σθν πρωτοβουλία για το τθλεφϊνθμα τθν πιρε θ [14]


ίδια. Η άλλθ άκρθ τθσ γραμμισ ακοφςτθκε ψφχραιμθ. ΢αν να ιταν αυτονόθτο, χωρίσ να νιϊκει καμιά ανάγκθ να αιτιολογιςει τθν πολυιμερθ ςιωπι τθσ πρότεινε κατ’ ευκείαν νζα ζξοδο. - Καλά τόςεσ μζρεσ δεν αιςκάνκθκεσ τθν ανάγκθ για ζνα τθλεφϊνθμα; - Αυτά δεν ςυηθτοφνται από μακριά, κορίτςι μου. Άλλωςτε τθν τελευταία φορά εςφ είχεσ κατεβάςει μια οκά μοφτρα και ζδειχνεσ ενοχλθμζνθ. Δεν μ’ αρζςουν όλα αυτά, αλλά τζλοσ πάντων, γουςτάρω να ξαναβρεκοφμε. Όταν τζλειωςε θ ςυνομιλία ιξερε ότι είχε κάνει λάκοσ να τον ξαναπάρει. Σο κτινοσ αντί ν’ απολογθκεί, ζςτω να δείξει λίγθ ενοχι, ηιταγε και τα ρζςτα. Πχι κφριζ μου δεν κα γίνω εγϊ το ςκεφοσ τθσ προςωπικισ ςου θδονισ. Πλθ μου θ ηωι, οι αρχζσ μου, το μορφωτικό μου επίπεδο, θ οικογενειακι παράδοςθ δεν μου αφινουν περικϊρια να γίνω ζνα παιχνιδάκι ςτα χζρια ςου. Δεν κα πάει ςτο ραντεβοφ που κανόνιςαν! Όχι δεν κα του δϊςει κι αυτιν τθν ικανοποίθςθ. Όμωσ, αφοφ ςυμφϊνθςε; Δεν είναι ςωςτό να μθν εμφανιςτεί Άλλωςτε θ ςυνάντθςθ είναι ςε δθμόςιο χϊρο. Αρκεί να μθν του επιτρζψει ν’ απλϊςει χζρι πάνω τθσ. Όταν ςυναντθκικανε τα μάτια του ζπεςαν εξεταςτικά πάνω τθσ, αναηθτϊντασ τισ άκρεσ των ςκζψεων και διακζςεϊν τθσ, αλλά αυτι βάηοντασ όλθ τθν εςωτερικι τθσ δφναμθ το ζπαιξε ουδζτερθ ζωσ αδιάφορθ. Μίλθςαν περί ανζμων και υδάτων ενϊ από μζςα τθσ ο κυμόσ ζβραηε. Πόςο πολφ ικελε να τον ςιχτιρίςει, να τον βάλει ςτθ κζςθ του, να του πει κατάμουτρα ότι δεν τον ζχει ανάγκθ, ότι τζτοια πρόςτυχα φερςίματα ςαν αυτά ςτουσ Αγίουσ Αναργφρουσ αυτι δεν τα ςθκϊνει κι θ ςυμπεριφορά του δεν είναι ςυμπεριφορά ανκρϊπου που ςζβεται τθν προςωπικότθτα τθσ ςυντρόφου του. Είναι ςυμπεριφορά [15]


ενόσ άξεςτου κι απολίτιςτου, ενόσ ηϊου που λειτουργεί μόνο με τα ζνςτικτά του. Σίποτα, από αυτά, δεν τόλμθςε να πει. Σον άκουγε να μιλάει με μια ςιγουριά κι ζναν ενοχλθτικό εφθςυχαςμό.

Δεν του

πζραςε του γάιδαρου από το μυαλό ότι ενοχλικθκα. Ι είναι θλίκιοσ ι είναι εντελϊσ αναίςκθτοσ. Σο μόνο που τόλμθςε να τον ρωτιςει ιταν: - Καλά πωσ αντιλαμβάνεςαι τθ ςχζςθ μεταξφ μασ; Κα ’κελα να ξζρω τι βλζπεισ ςτο πρόςωπό μου. - Άκου να δεισ, τθσ απάντθςε. Πταν ανοίξαμε παρτίδεσ δεν ανταλλάξαμε όρκουσ πίςτθσ, οφτε δϊςαμε υποςχζςεισ μόνιμθσ ςυμβίωςθσ. Να ξζρεισ από τθν αρχι κάτι: Μιςϊ τισ φεμινίςτριεσ και τθ λογικι τουσ. Είναι καταδικαςμζνεσ από χζρι να διεκδικοφν το τίποτα και ςτο τζλοσ να μζνουν με το παράπονο τθσ ανολοκλιρωτθσ ςχζςθσ. Ανζραςτεσ, γεμάτεσ λογικι, δεν κα ηιςουν ποτζ τθν ζκςταςθ που ζνασ άνδρασ κα μποροφςε να τουσ χαρίςει. Ρολφ φοβάμαι ότι ανικεισ κι εςφ ς’ αυτι τθ ςυνομοταξία. Κρίμα, γιατί μζςα ςου, όπωσ είδα, είναι κρυμμζνο με εκατό πζπλα αναςτολϊν και ςυμβάςεων, ζνα θφαίςτειο ςχεδόν ϊριμο να εκραγεί. Δεν ζχω καμιά όρεξθ να παίξω το ρόλο του Φρόιντ. Σε μζνα κακοδθγθτισ μου είναι μόνο τα ζνςτικτα κι οι επικυμίεσ μου! Σθν κατατρόμαξε αυτι θ ωμι ειλικρίνεια και τθν άφθςε άφωνθ. Αυτι, που περθφανευόταν για τον «προχωρθμζνο χαρακτιρα» τθσ, για τισ μοντζρνεσ απόψεισ τθσ! Σο μόνο που μπόρεςε να αντιπαρατάξει ςτθν κραςφτθτά του, ιταν αυτά τα λόγια που ςτα ίδια τθσ τ’ αυτιά ακουςτικανε ςαν παιδικό παράπονο. - Μζςα ςτο δάςοσ μου φζρκθκεσ ςαν ηϊο, δεν ρϊτθςεσ αν κζλω να κάνω αυτά που τόλμθςεσ πάνω ςτο ςϊμα μου.

[16]


- Δεν αντιλιφκθκα τθν αντίδραςι ςου, αντίκετα ςτα αυτιά μου θχοφν ακόμα τα μουγκρθτά τθσ ευχαρίςτθςισ ςου! Σθσ ιρκε να τον ςκαμπιλίςει. Μα είναι τόςο χοντρόπετςο γαϊδοφρι, κεζ μου; Σι τολμάει ο ςιχαμζνοσ και τθσ λζει; Αυτι δεν είχε ποτζ ξανακάνει τζτοια πράγματα κι αν κζλεισ ςτισ ςυηθτιςεισ με φίλεσ τθσ είχε κάκετα τονίςει ότι ποτζ των ποτϊν δεν κα επιτρζψει ς’ άνδρα να τθσ ηθτιςει τζτοια πράγματα. Σθν ίδια ςτιγμι από το μυαλό τθσ πζραςε θ ςκζψθ: Τότε γιατί βρίςκεται πάλι μαηί του; Γιατί ςτθν πραγματικότθτα περίμενε μ’ αγωνία το τθλεφϊνθμά του. Σϊρα που τα ξανάφερνε ςτο μυαλό τθσ βεβαίωσ του ζδειξε τθν ενόχλθςι τθσ, αλλά κυμικθκε ότι φοβοφμενθ το ςκάνδαλο δεν ζβαλε τισ φωνζσ και τϊρα που ξανάρχονταν τα γεγονότα ςτο μυαλό τθσ το κυρίαρχο αίςκθμα που ζνιωκε ιταν θ ανατριχίλα, θ τελικι τθσ ευχαρίςτθςθ και, ναι, τα βογκθτά που ιταν πραγματικά κι όχι με τθ ςυνθκιςμζνθ προςποίθςθ που πολλζσ φορζσ υπάρχει. - Ζχεισ μια απαράδεκτθ αντίλθψθ για τθν γυναίκα, υποτιμάσ τθν ςφντροφό ςου, τθ χρθςιμοποιείσ μόνο για τισ ορζξεισ ςου. - Σου είπα τθν άποψθ μου. Ριγαινε ςτο ςπίτι και κράτα αλϊβθτεσ τισ αρχζσ ςου. Πταν επικυμιςεισ κάτι διαφορετικό, είμαι ςτθ διάκεςι ςου. Κρίμα γιατί γουςτάρω να ξαναβρεκοφμε μαηί, χωρίσ ταμποφ κι αναςτολζσ. Ζχεισ πάνω ςου κάτι που μ’ αρζςει! - Άντε ςτο διάολο τομάρι! Είναι θ τελευταία φορά. Αν με ξαναδείσ γράψε με! Σον παράτθςε ςφξυλο κι ζφυγε τρζχοντασ. Με τισ ςκζψεισ τθσ ανάκατεσ κι αμφίκυμεσ. Θυμικθκε τθν ζκφραςθ τθσ μάνασ τθσ: Μεγάλθ μπουκιά να φασ, μεγάλθ κουβζντα μθ λεσ!. Η αλικεια είναι ότι αυτόσ εκδιλωςε ντόμπρα τον χαρακτιρα του, απλϊσ ςτθν ίδια αυτά δεν [17]


ταιριάηανε. Ζχει και κάποιο δίκιο. Δεν εκδιλωςε με πράξεισ και με λόγια τθν απζχκειά τθσ ςτισ πρωτοβουλίεσ του. Δεν του ζδειξε με ξεκάκαρο τρόπο ότι δε γουςτάρει κάτι τζτοια. Ο άλλοσ τα κεωρεί φυςικά κι αυτονόθτα. Σι αδιζξοδο! Επιτζλουσ βρικε ζναν άνδρα που να τθν απογειϊνει κι αυτόσ τθσ βγικε ςατράπθσ.

[18]


5. Φροφδεσ ελπίδεσ Πιρε τθλζφωνο ζνα παλαιό τθσ φλερτ με το απϊτερο ςχζδιο να ανοίξει πάλι παρτίδεσ μαηί του. Η κρυφι τθσ πρόκεςθ να ξεπεράςει τον άλλο, που θ κφμθςι του τθσ είχε γίνει βρόχοσ, χωρίσ όμωσ να ςυνειδθτοποιεί τθν αιτία αυτισ τθσ ενόχλθςθσ. Ο άλλοσ δζχτθκε μ’ όλθ τθ κζρμθ και προκυμία τθν νζα πρόςκλθςθ. Όταν βρεκικαν μαηί ςυμπεριφζρκθκαν κι οι δυο ςαν να μθν είχαν ποτζ διακόψει. Σο ίδιο βράδυ, ςτο διαμζριςμα του, του δόκθκε μ’ όλθ τθ διάκεςθ να ξαναβρεί τθν άκρθ του χαμζνου νιματοσ. Σηίφοσ! Όλα τθσ φάνθκαν ςαν νερόβραςτθ ςοφπα. Σο ςτοιχειό των Αγίων Αναργφρων τθν κυνθγοφςε ανελζθτα. Δεν ζφταιγε αυτόσ. Ζκανε φιλότιμθ προςπάκεια. Ήταν ευγενικόσ, ιταν τρυφερόσ, προςπάκθςε μ’ όλεσ τισ δυνάμεισ του να τθ φζρει ςτο αμιν. Όμωσ εισ μάτθν. Ο κόμποσ που τθν είχε δζςει ο άλλοσ δεν λυνότανε τόςο εφκολα, όςο αυτι νόμιηε. Ζγινε μια επαναλθπτικι προςπάκεια ςε νζα ζξοδο. Ο παλαιόσ δικόσ τθσ είχε όλθ τθν καλι διάκεςθ, ιταν φανερό ότι ζτρεφε γι’ αυτιν τα καλφτερα αιςκιματα, αλλά θ νζα εμπειρία ςτισ ΢πζτςεσ είχε ανοίξει τον αςκό του Αιόλου μζςα τθσ και τα κριτιρια τθσ είχαν άρδθν αλλάξει. Ήταν ο κακομοίρθσ χαμζνοσ από χζρι. Μια λφςθ μόνο απζμενε. Να επιςτρζψει ςτθν πθγι τθσ ηωισ διατθρϊντασ όμωσ τα υπολείμματα τθσ αξιοπρζπειάσ τθσ.

[19]


6.

Απόπειρα νζασ επαφισ

Ζνασ μόνο τρόποσ υπιρχε. Η ςυνάντθςθ τουσ να κεωρθκεί τυχαία. Δεν άντεχε τθν ντροπι να του ηθτιςει θ ίδια να ξαναβγοφν. Διζξοδο αναηιτθςε μζςα από τθν κολλθτι τθσ. Όταν εκείνθ τθ ρϊτθςε τι ςυμβαίνει μεταξφ τουσ κρατικθκε και δεν άφθςε τον εαυτό τθσ ελεφκερο. Άλλωςτε κι θ ίδια ιταν τόςο μπερδεμζνθ και δεν ιξερε ποφ πατοφςε και ποφ βριςκόταν. Όλα τ’ άφθςε ςτο φλου. Βεβαίωσ δεν μποροφςε να κρφψει το γεγονόσ ότι τα πράγματα μεταξφ τουσ είχαν προχωριςει, αλλά τϊρα βριςκόντουςαν ςε νεκρό επίπεδο. - Κατάλαβα, είπε θ κολλθτι τθσ. Τα ’χετε τςουγκρίςει κι ο ζνασ κρατάει μοφτρα ςτον άλλον. Κα παίξω εγϊ το ρόλο του ενδιάμεςου. Άφθςε το ςε μζνα. - Πμωσ να μθν καταλάβει τίποτα. - Μθ τα κεσ κι όλα δικά ςου. Και το ςκυλί χορτάτο και το ψωμί ολόκλθρο! Κα ςκεφτϊ πϊσ κα το φζρω. Ρερίμενε τθλζφωνό μου! Η αγωνία τθσ μθν παρεξθγθκεί θ πρωτοβουλία τθσ ιταν ςτο κατακόρυφο. Από μζςα τθσ μια απόφαςθ γινόταν όλο και πιο ξεκάκαρθ. Πρζπει ν’ αποδεςμευτϊ από τον τφπο ι να παραδοκϊ άνευ όρων. Η εκκρεμότθτα με ςκοτϊνει. Ποιο ςυμπζραςμα κα ζβγαλε θ κολλθτι τθσ; Σθσ άφθςε περικϊρια να καταλάβει ότι ζχει πιαςτεί ςτα δίχτυα του τφπου; Σϊρα ςτθν αναμονι των εξελίξεων ζπρεπε να ξεκακαρίςει μζςα τθσ τι κζλει από τθν νζα ςυνάντθςθ. Δεν υπάρχουν περικϊρια για αναβολι των τελικϊν αποφάςεων. Σο πρόβλθμα είναι ότι μπορεί να ςκζπτεται [20]


τϊρα που είναι μόνθ τθσ ψφχραιμα. Σι κα γίνει όμωσ όταν βρεκεί μπροςτά του; Σουλάχιςτον, ασ καταλιξει αυτι τι κζλει και τι επιηθτάει από αυτι τθ ςχζςθ. Βρε, που ζμπλεξα θ καθμζνθ!. Αυτι που υπερθφανευόταν για τον ορκολογιςμό τθσ! Αυτι που θ ςιγουριά τθσ ςτα κζματα των ςχζςεων μεταξφ των δυο φφλων ιταν ξεκάκαρεσ κι οριςτικζσ.

[21]


7. Η επανάλθψθ Σο τθλεφϊνθμα δεν άργθςε να ζρκει. Ήταν από τθν κολλθτι τθσ. - Θ ςυνάντθςθ κα γίνει ςτο ςπίτι μου. Πταν του είπα απζξω-απζξω για ςζνα αμζςωσ ζδειξε τθν διάκεςθ να ςε ςυναντιςει. Δεν χρειάςτθκαν ειςαγωγζσ και φιοριτοφρεσ. Ο άνκρωποσ γουςτάρει να ςε δει. Μθν γίνεςαι και ςυ παράξενθ και λεπτολόγα. Αν κζλεισ, βουρ ςτον πατςά. Σθσ ιρκε να γελάςει με τθν τελευταία αποςτροφι. Ήταν ευχαριςτθμζνθ από τθν ανταπόκριςι του κι από τθν εντφπωςθ που άφθςε ςτθ δικιά τθσ. Αυτι ιταν ςίγουρθ. Γουςτάρει ο άνκρωποσ μαηί ςου, τθσ είχε τονίςει. Ετοιμάςτθκε ψυχολογικά για τθν ςυνάντθςθ και τθν ςυηιτθςθ που κα ’κανε μαηί του. Όταν βρζκθκε απζναντί του το ’παιξε ψφχραιμθ κι ευγενικι. Η ζκπλθξθ ιρκε από τθν μεριά τθσ κολλθτισ τθσ: - Μου ςυνζβθ, παιδιά, κάτι ςοβαρό κι ζκτακτο. Ρρζπει να πάω κάπου για δικά μου ντράβαλα και δεν μπορϊ να το αναβάλω. Εςείσ κάτςετε εδϊ. Δικοί μου άνκρωποι είςτε κι οι δυο. Εγϊ μάλλον κ’ αργιςω. Ελπίηω να με ςυγχωριςετε, δεν γίνεται διαφορετικά. Αν πεινάςετε ζχει το ψυγείο πράγματα. Δεν ξζρει πϊσ αυτουνοφ του φάνθκε θ εξζλιξθ, αλλά τθσ ίδιασ τθσ ιρκε λίγο άβολα. Δεν πιςτεφω να το κεωριςει προςχεδιαςμζνο!, είπε από μζςα τθσ. Η δικιά τθσ κα τθσ το ζλεγε. Βλζποντασ τθν αντίδραςθ του άλλου διάβαςε ςτο πρόςωπό του τθν ίδια ζκπλθξθ. Μπορεί να ιταν αλικεια, αλλά μπορεί να είναι και πρωτοβουλία τθσ απότρελθσ δικιάσ τθσ. Εκείνο που ιταν ςίγουρο είναι πωσ οι δυο τουσ βρίςκονται ενϊπιοσ

[22]


ενωπίω και τϊρα πρζπει μόνοι κι αυτόνομοι να βγάλουν τα κάςτανα από τθ φωτιά. Εκείνο που τόλμθςε να πει ιταν: - Και τϊρα τι γίνεται; - Εςφ να μου πεισ που προκάλεςεσ τθ ςυνάντθςθ. - Δεν πιςτεφω να νομίηεισ ότι κανόνιςα να μείνουμε και μόνοι; Ναι! Ικελα να βρεκϊ μαηί ςου ν’ ανιχνεφςω τα αιςκιματα που κα μου προκαλζςει θ παρουςία ςου. Αλλά όμωσ είμαι τόςο μπερδεμζνθ μζςα μου! Δεν ξζρω τι κζλω και τι πρζπει ν’ αποφφγω. Μου ζχεισ δθμιουργιςει μπερδεμζνεσ επικυμίεσ και ηιτθςα τθν ευκαιρία να τα ξεκακαρίςω. - Τα πολλά λόγια είναι φτϊχια. Ζλα καλι μου να τθ βροφμε μαηί. Φτάνει θ δολοφονικι λογικι ςου. Άφθςε τον εαυτό ςου να χαρεί τθν επαφι μαηί μου. Αφοφ τόςο το κεσ. Το διαβάηω ςτο πρόςωπό ςου. Μθν κρατιζςαι άλλο. Εντάξει κα ςεβαςτϊ τισ ευαιςκθςίεσ ςου. Στο λζω κακαρά και ξάςτερα : Σε κζλω, ςε κζλω πολφ! Αν υπιρχε ζςτω και κάποιοσ διςταγμόσ αυτι θ ξεκάκαρθ πρόταςι του, τθσ ζκοψε τα πόδια. Κάκε αντίςταςθ και κάκε αναςτολι πιγαν περίπατο. Ζπεςε μ’ όλθ τθν δφναμθ ςτθν αγκαλιά του κι άκουςε τον εαυτό τθσ να λζει χωρίσ καμιά ντροπι: - Είμαι δικιά ςου! Κάνε μου ό,τι κζλεισ! Σθσ φζρκθκε με πρωτοφανι γι’ αυτόν τρυφερότθτα. Ζνιωςε τόςο όμορφα μαηί του που ςε κάποια ςτιγμι αυκόρμθτα βγικε από μζςα τθσ θ φράςθ: - Σ’ αγαπάω, ρε τςόγλανε. - Επιτζλουσ, γλυκιά μου, το κατάλαβεσ. Είδεσ ότι, με βάςθ τα δικά ςου κριτιρια, ιμουν ςεμνόσ και μζςα ςτισ προδιαγραφζσ ςου.

[23]


- Ε! κάκε τόςο ασ προχωροφμε και λίγο παραπζρα. Δεν κα είναι και του κανατά το πράγμα. - Εςζνα, παιδί μου, δεν ςε πιάνω οφτε ςτο κρφο οφτε ςτθ ηζςτθ. Μετά από κάμποςθ ϊρα που γφριςε θ ξαδζλφθ τουσ βρικε αγκαλιαςμζνουσ να κοιτάηονται με λατρεία.

[24]


8. Το αναπάντεχο κι θ προδοςία Ήταν αναμφιςβιτθτο ότι τον επικυμοφςε με μια ζνταςθ, που τθσ προκαλοφςε φόβο. Δεν ιταν ςίγουρθ ότι κάλυπτε όλα τα κριτιρια που ηθτοφςε από τον άνδρα που κα γίνει ο μόνιμοσ ςφντροφοσ τθσ ηωισ τθσ, αλλά ς’ αυτι τθ φάςθ θ ερωτικι ζλξθ κι επικυμία ςκορποφςε όλεσ τισ άλλεσ αναςτολζσ. Σο ςϊμα τθσ τον αποηθτοφςε, αλλά ςυχνά θ φφςθ τθσ δουλειάσ του τον είχε μακριά από τθν πόλθ. Πάντα αναρωτιόταν τι κάνει ςτισ διάφορεσ πόλεισ που επιςκζπτονταν. Η ηιλια τθν περικφκλωνε αλλά θ προςωπικι τθσ αξιοπρζπεια δεν τθσ επζτρεπε να τθν εκδθλϊνει. Απλϊσ ρουφοφςε μυςτικά όλεσ τισ αρνθτικζσ τθσ ςυνζπειεσ. Κάποια ςτιγμι ςυνειδθτοποίθςε ότι τον μινα που πζραςε δεν είχε τθν κανονικι περίοδο, κάτι ςτο οποίο πάντα ιταν τακτικι. Πχι ρε, γαμϊτο! Αυτό μου ’λειπε τϊρα. Ζκανε το πρόχειρο τεςτ και ιταν κετικό. Ζπρεπε να βάλει τα πράγματα κάτω και να τα δει ψφχραιμα και ςοβαρά. Σα χρονικά περικϊρια να γίνει μάνα είχαν αρκετά ςτενζψει. Απζκλειςε εξαρχισ το ενδεχόμενο να κάνει βίαιθ διακοπι τθσ κφθςθσ. Όχι, το ικελε το παιδί και κα το κρατοφςε ο κόςμοσ να χαλάςει. Πρϊτα ικελε να βεβαιωκεί, και θ πρϊτθ τθσ πράξθ ιταν θ επίςκεψθ ς’ ζναν γυναικολόγο. Αυτόσ επιβεβαίωςε το γεγονόσ που ιδθ ιταν ςε εξζλιξθ. Κα του το πω κατάμουτρα κι ασ κόψει το λαιμό του. Εγϊ το παιδί κα το κάνω αςχζτωσ τθσ δικισ του αντίδραςθσ. Όταν τον είδε τθν επόμενθ φορά του το ’πε αμζςωσ. Αυτόσ κορυβικθκε.

[25]


- Μία είναι θ λφςθ. Κα πάμε μαηί ςτο γιατρό και κα κάνεισ ζκτρωςθ. Χιλιάδεσ γίνονται κάκε μζρα. Ιμαςταν άτυχοι κι απρόςεκτοι. Εγϊ κα αναλάβω τισ οικονομικζσ υποχρεϊςεισ που κα ζχει θ επζμβαςθ. Σθσ ιρκε να του δϊςει μια μπουνιά, να τον βάλει κάτω και να τον κομματιάςει: - Άςε, ρε κουβαρντά τα λεφτά ςου για άλλεσ χριςεισ. Από μζνα είςαι πια ςβθςμζνοσ. Αυτόσ κζλθςε να υπεραςπίςει τον εαυτό του: - Εξαρχισ ςου είχα ξεκακαρίςει ότι δε γουςτάρω δεςμεφςεισ κι άλλα τζτοια. Τθν ζβριςκα μαηί ςου. Γοφςταρα να το κάνουμε, αλλά μθ ηθτάσ περιςςότερα. Εγϊ είμαι ταξιδιάρικο πουλί κι ζχω μπροςτά μου πολφ δρόμο ακόμα. Γάμοι και μόνιμεσ δεςμοί δεν μου ταιριάηουν. Ξθγθκικαμε; Η αλικεια είναι πωσ απ’ τθ μεριά του είχε δίκαιο. Αυτι ηοφςε ςτα ςφννεφα λογαριάηοντασ ότι το παιδί που κα ’ρκει κα αλλάξει τα δεδομζνα. Δεν ξφπνθςε τίποτα μζςα του. Ήταν ζνασ νεκρόσ ςυναιςκθματικά άνκρωποσ και το φταίξιμο ιταν αποκλειςτικά δικό τθσ. Τποδουλϊκθκε από τισ επικυμίεσ τθσ, ενϊ οι άνκρωποι είναι πολλά περιςςότερο. Σϊρα πρζπει να βαδίςει μόνθ τθσ κάνοντασ ανακατανομι των προτεραιοτιτων. Σου είπε τθν τελευταία κουβζντα: - Αντίο λοιπόν. Ελπίηω ςτο μζλλον να μθ ςυναντθκοφν ξανά οι δρόμοι μασ!

[26]


9. Προετοιμαςία Ζπρεπε να δει ιρεμα όλεσ τισ ςυνιςτϊςεσ του προβλιματοσ. Οι γονείσ τθσ, οι φίλοι, θ δουλειά τθσ, οι νζεσ οικονομικζσ υποχρεϊςεισ. Όμωσ μζςα τθσ είχε ιδθ αρχίςει να ογκϊνεται μια αποφαςιςτικότθτα πρωτόγνωρθ για τθν ίδια που τθ γζμιηε εμπιςτοςφνθ για τον εαυτό τθσ κι ελπίδα για το μζλλον. Η είδθςθ ότι κα γίνει ανφπαντρθ μάνα ςυνάντθςε ποικίλεσ αντιδράςεισ. Η δικι τθσ μάνα ξίνιςε τα μοφτρα τθσ: - Υπάρχουν γφρω μασ ςυγγενείσ, φίλοι, γείτονεσ κι όλοι κα αναρωτθκοφν. Ροιοσ είναι ο κφριοσ που του κάκιςεσ; Να αναλάβει τισ ευκφνεσ του! Εςφ νομίηεισ ότι είςαι μόνθ ςου ς’ αυτιν τθν κοινωνία. Τι κα πω ς’ όλουσ που κα ρωτάνε, μου λεσ ξεμυαλιςμζνθ; - Άκου μια και καλι, μάνα, και χϊνεψε το. Δεν κα πεισ τίποτα γιατί άλλωςτε δεν ξζρεισ. ΢ίξε το λάκοσ ςτθν κόρθ ςου. Αν ντρζπεςαι γι’ αυτιν, πεσ μου. Μςωσ χρειαςτεί ν’ ανοίξω δικό μου ςπιτικό. Ενθμζρωςε με, γιατί δεν υπάρχουν και μεγάλα χρονικά περικϊρια. Σότε θ μάνα τθσ κατάλαβε τθν οριςτικι απόφαςθ του παιδιοφ τθσ και είδε ότι θ αντίδραςθ τθσ ιταν χωρίσ περιεχόμενο: - Είςαι με τα καλά ςου που κα φφγεισ από δω; Είςαι το παιδί μου για όλα, ςτα καλά και τα κακά. Κα είμαι δίπλα ςου. Το εγγονάκι μου κα μεγαλϊνει μακριά από μζνα; Εςφ τϊρα πρόςεχε το παιδί που μεγαλϊνεισ μζςα ςου. Τα άλλα ασ τα ςε μζνα. Η ζκπλθξθ ιρκε απ’ τον πατζρα τθσ. Δε ρϊτθςε τίποτα. Πϊσ και τι. Σο μόνο που ςχολίαςε ιταν. - Επιτζλουσ να προλάβω κι εγϊ ζνα εγγόνι!

[27]


Η αντίδραςι του, τθσ ιταν μια παρθγοριά. Μπράβο πατζρα!, είπε από μζςα τθσ. ΢το περίγυρο άφθςε να το καταλάβουν όταν φανεί από τα πράγματα. Σότε κα ςκεφτόταν τι κα τουσ πει. ΢τθν κολλθτι τθσ υπιρχε μόνο μια εκκρεμότθτα. Σθσ το ‘πε κακαρά, δεν γινόταν και διαφορετικά. - Με τον δικό ςου τελείωςα. Μθ ρωτάσ το γιατί και το διότι. Δεν ταιριάξανε τα χνϊτα μασ. Ο κφκλοσ ζκλειςε. Κι όλα αν γίνεται να μείνουν, προσ το παρόν, μεταξφ μασ. - Εντάξει! Π,τι πεισ. Εςφ είςαι θ φίλθ μου. Ο άλλοσ μου είναι αδιάφοροσ. Πμωσ, μθ λζμε, ςκάω από περιζργεια. Αναμζνω κάποια ςτιγμι να ξανοιχτείσ και να μου τα πεισ. - Είναι πολφ νωρίσ ακόμα. ΢τθ δουλειά τθσ δεν κα υπιρχε πρόβλθμα. ΢το γραφείο που εργαηόταν ςτο υπουργείο υπιρχε ιδθ μια ανφπαντρθ μάνα και αυτό δεν παραξζνεψε κανζναν, οφτε ακουςτικανε, τουλάχιςτον μπροςτά τθσ, αρνθτικά ςχόλια. Άρα το κλίμα ιταν κετικό και μάλιςτα από τθν ιδθ μάνα κα μάκαινε όλεσ τισ γραφειοκρατικζσ διαδικαςίεσ που κα ςυναντοφςε ςτθν πορεία. Η ίδια είχε πάρει τισ οριςτικζσ αποφάςεισ τθσ. Με το γνωςτό κφριο δεν κα επιδιϊξει καμιά επαφι. Σελείωςε οριςτικά. Και ν’ αλλάξει ςτθν πορεία άποψθ δεν κα του δϊςει ευκαιρία να τθν πλθςιάςει. Δεν κα παραδεχόταν ποτζ ότι είναι ο πατζρασ του παιδιοφ τθσ. Δεν άξιηε κάτι τζτοιο. Σα πράγματα πιραν το δρόμο τουσ. Η αλικεια είναι πωσ ς’ αυτι τθ φάςθ χρειαηόταν ανυπερκζτωσ τθ μάνα τθσ. Σθν εμπειρία τθσ ςτο μεγάλωμα ενόσ νζου ανκρϊπου, τθν οικονομικι ςτιριξθ ςτα αυξθμζνα ζξοδα που κα χρειαςτοφν. Μια κουβζντα ιταν ότι κα φφγει απ’ το ςπίτι. Δε μπορεί πια να είναι τόςο ανεφκυνθ. ΢ε λίγο καιρό κα γινόταν μάνα. [28]


Όχι, αυτά είναι αςτείεσ αντιδράςεισ. ΢το γιατρό τθ ςυνόδευε θ μάνα τθσ και ςτθ δεφτερθ επίςκεψθ που κάνανε μαηί μάκανε το φφλο του παιδιοφ. ΢ε λίγουσ μινεσ κα φζρει ςτον κόςμο ζνα κοριτςάκι! Άρχιςε ν’ ανακαλφπτει καινοφργια, πρωτόγνωρα αιςκιματα. Αυτό το πλάςμα που μεγάλωνε μζςα τθσ ιταν ςάρκα τθσ ςάρκασ τθσ, ιταν το παιδί τθσ. Πρζπει να γίνει πιο υπεφκυνθ, πιο οργανωτικι. Αναρωτικθκε από μζςα τθσ: Χριςτζ μου, πϊσ πιάςτθκα τόςο κορόιδο; Ρϊσ επζτρεψα ςτον εαυτό μου να υποδουλωκϊ απ’ τα ζνςτικτά μου; Πχι, ο κφριοσ δεν άξιηε τα αιςκιματα που νόμιηα ότι ζτρεφα γι’ αυτόν. Ππωσ δεν αξίηει να ’ναι ο πατζρασ τθσ κόρθσ μου. Υπάρχει θ βιολογικι ςυμβολι του, αλλά ποτζ των ποτϊν δε κα το παραδεχτϊ,

οφτε κα επιτρζψω ιατρικι

επαλικευςθ του γεγονότοσ. Ο κφριοσ δεν αξίηει μία. Ο πατζρασ του παιδιοφ μου κα είναι και κα παραμείνει επταςφράγιςτο μυςτικό.

[29]


10. Η νζα ηωι Ρφκμιςε τα τθσ άδειάσ τθσ ςτθν εργαςία. Η εγκυμοςφνθ είχε πάει καλά, δεν χρειάςτθκε να μείνει κακόλου ςτο κρεβάτι. Οι πόνοι ιρκαν ξαφνικά και πιγε ςτθν κλινικι με τθ ςυνοδεία μόνο τθσ μάνασ τθσ. Με φυςιολογικό τοκετό ζφερε ςτθ ηωι τθν κόρθ τθσ κι ζνιωςε πράγματι αλλιϊσ. Αυτό το πλαςματάκι που δαγκϊνει και ρουφάει το ςτικοσ μου είναι όλο δικό μου. Είναι θ κόρθ μου! Ζχω τθν ευκφνθ και τθν υποχρζωςθ τθσ ανατροφισ τθσ. Κα δϊςω όλεσ μου τισ δυνάμεισ ς’ αυτό το κακικον. Η μάνα τθσ δεν ζφυγε ςτιγμι από κοντά τθσ. Ο πατζρασ τθσ είχε κατουρθκεί απ’ τθ χαρά του. Κι όταν κάποια ςτιγμι γφριςε τθ δεφτερθ μζρα θ μάνα ςπίτι να τον φροντίςει, λίγο τθσ ζβαλε τισ φωνζσ: - Γφρνα πίςω ςτθ κόρθ μασ που ςε χρειάηεται. Μωρό είμαι εγϊ; Μπορϊ να φροντίηω τον εαυτό μου. Κα γυρίςετε όλοι μαηί όταν το επιτρζψει ο γιατρόσ. Εγϊ κα ςασ περιμζνω. Σα είπε όλα ςτθν κόρθ τθσ, όταν γφριςε μετά τθν ολιγόωρθ απουςία τθσ. Ζνιωςε βακειά μζςα τθσ τουσ δυνατοφσ δεςμοφσ που ενϊνει μια οικογζνεια τα μζλθ τθσ και είπε μζςα τθσ: Αυτό δεν πρζπει ποτζ να το ξεχάςω! Όλοσ ο χρόνοσ ςτθ ςυνζχεια αφιερϊκθκε ςτθ κόρθ τθσ. Σθν βφηαξε όλο το διάςτθμα που κατζβαηε γάλα. Ήξερε ότι αυτό είναι το ςωςτό και για το παιδί τθσ ιταν διατεκειμζνθ να κάνει τα πάντα. Δίπλα τθσ, μόνιμο και χριςιμο ςυμπαραςτάτθ είχε τθ ζμπειρθ μάνα τθσ. Σθσ χρεωςτοφςε μια εξιγθςθ, αλλά ςυνεχϊσ το ανζβαλε γι’ αργότερα. Κόπθκε απ’ όλεσ τισ παρζεσ τθσ, δεν είδε ψυχι για μινεσ, δεν είχε οφτε μια ζξοδο, ζςτω και μόνθ. Η μόνθ «διαςκζδαςθ» που επζτρεψε αυτό το [30]


διάςτθμα ςτον εαυτό τθσ ιταν λίγθ τθλεόραςθ, όταν θ μικρι κοιμόταν ιρεμθ ςτο κρεβατάκι τθσ ανάμεςα ςε δυο γεφματα. Αυτό όμωσ δε ςιμαινε ότι δεν είχε ανάγκεσ ςωματικζσ, ότι δεν τθσ ζλειπαν οι παρζεσ, οι ζξοδοι. Απλϊσ θ νζα ηωι που μεγάλωνε δίπλα τθσ ιταν προσ το παρόν ζνα αντίδοτο ςτθν απομόνωςθ και τθ ςτζρθςθ. Μζχρι πότε όμωσ; Ήδθ τα ερωτιματα ορκϊνονταν μπροςτά τθσ αμείλικτα κι άρχιηαν να τθν περικυκλϊνουν. Η αλικεια είναι ότι το κζμα τθσ παντρειάσ ξεπεράςτθκε με τον ερχομό του παιδιοφ. Δεν ιταν ςτισ προκζςεισ τθσ να βάλει βάςανα ςτο κεφάλι τθσ. Εκτόσ κι αν οι εξελίξεισ το επιβάλλουν και βρεκεί ςτο δρόμο τθσ ο άνκρωποσ που κα τθσ εμπνεφςει δυνατά αιςκιματα. Βζβαια πάντα κα είχε τθν ανάγκθ τθσ αντρικισ ςυντροφιάσ. Θα ζβλεπε ςτθν πορεία τι κα γίνει. Κάτι μζςα τθσ τϊρα ιταν ξεκάκαρο. Ό,τι αν γίνει κα είναι αποτζλεςμα δικισ τθσ επιλογισ. Με τον ερχομό τθσ κόρθσ τθσ, οι κοινωνικζσ ςυμβατικότθτεσ ξεπεράςτθκαν από τα πράγματα. Με τθν πρϊτθ που βγικε για ζνα καφζ ιταν θ κολλθτι τθσ. Σο πρϊτο που τθ ρϊτθςε ιταν για τον πατζρα τθσ κόρθσ τθσ. Αρνικθκε κάκετα ότι ο πατζρασ ιταν ο ξάδερφοσ τθσ. Θόλωςε όςο μποροφςε τα νερά. Μίλθςε για μια παράλλθλθ ςχζςθ που είχε το ίδιο διάςτθμα και δεν ξζρει, οφτε τθν ενδιαφζρει, ποιοσ είναι ο πατζρασ του παιδιοφ τθσ. Εκείνο που μόνο ξζρει είναι ότι θ κόρθ είναι όλθ δικι τθσ και δε κζλει να τθ μοιραςτεί με κανζναν. Η κολλθτι τθν ενθμζρωςε ότι είχε τθλζφωνο από τον ξάδερφο, που ρϊταγε γι’ αυτι, αλλά του είπε πωσ δεν ξζρει τίποτα αφοφ ζχαςε τθν επαφι μαηί τθσ. Η ίδια από ενδιαφζρον τον ρϊτθςε τι γίνεται μεταξφ τουσ, αλλά δεν πιρε καμιά ουςιαςτικι πλθροφορία.

[31]


- Με τθ δικι ςου είχαμε κάποιο δεςμό, αλλά το πράγμα δεν προχϊρθςε. Άλλωςτε θ φίλθ ςου αποδείχκθκε πολφ παραδοςιακι κι αυτό ςε μζνα δεν ταιριάηει. Ζτςι το τζλοσ ιρκε απ’ τα πράγματα. Σεςτάριςε τισ αντιδράςεισ ςτισ πλθροφορίεσ που άκουςε και με χαρά είδε τθ μικρι επίδραςθ που είχαν πάνω τθσ. - Ναι! Ζτςι είναι. Είχαμε ζναν ολιγόχρονο δεςμό αλλά πάει τελείωςε. Η ςυηιτθςθ ςυνεχίςτθκε με περιγραφζσ ςτιγμϊν από τθ κόρθ τθσ και ςτθ διάρκειά αυτισ τθσ ςυηιτθςθσ ςυνειδθτοποίθςε κι θ ίδια πόςο παραδοςιακι μάνα είναι. Ζχει δίκιο ο άλλοσ, είπε μζςα τθσ. Ήταν παραδοςιακι κι όχι «μοντζρνα και ςφγχρονθ» λζξεισ με τισ οποίεσ βαπτίηουν τθν τεμπελιά και τθν ζλλειψθ ςτοιχειϊδουσ υπευκυνότθτασ και γιατί όχι το φόβο αρκετζσ ςθμερινζσ κοπζλεσ. Ζπρεπε να πάρει αποφάςεισ και πρωτοβουλίεσ. Η κόρθ τθσ είχε κλείςει τον πρϊτο τθσ χρόνο και θ ίδια είχε επιςτρζψει ςτθ δουλειά με το μειωμζνο ωράριο που δικαιοφταν. Ασ είναι καλά θ μάνα τθσ. Πρόςεχε τθν εγγόνα τθσ καλφτερα κι από τθν ίδια. ΢υμπαραςτάτθ για όλεσ τισ εξωτερικζσ δουλειζσ είχε τον πατζρα τθσ. Από αυτιν τθν πλευρά ιταν καλυμμζνθ. Με τ’ άλλα τι κα γίνει. Δεν κα είναι όλθ τθ ηωι τθσ κλειςμζνθ μζςα ςτο ςπίτι. Πρζπει να ξανοιχτεί ςε παλαιοφσ, αλλά και νζουσ κφκλουσ. Για παρζα, για ςυντροφιά και γιατί όχι για τισ ανάγκεσ που ζνιωκε ωσ νζα γυναίκα. Είχε δικαίωμα ςε μια ελεγχόμενθ ερωτικι ηωι. Κι αν θ τφχθ επιτζλουσ τθσ χαμογελάςει να βρει, ζςτω κακυςτερθμζνα τον άνκρωπό τθσ. Η φπαρξθ του παιδιοφ τθσ ιταν ζνα δεδομζνο που εκ των πραγμάτων δυςκόλευε τθν κατάςταςθ. Αλλά τϊρα που είχε δικό τθσ παιδί, δεν βουρλιηόταν κιόλασ. Ασ τα κι όπωσ ζρκουν.

[32]


11. Η ανία τθσ επανάλθψθσ Σον τελευταίο καιρό ιταν βαρφκυμοσ. Σίποτε δεν τον ευχαριςτοφςε. Άλλεσ φορζσ τρελαινόταν απ’ τθν αδθμονία τθσ νζασ ςυνάντθςθσ, τθν ζναρξθ μιασ νζασ περιπζτειασ, μα τϊρα μια κοφραςθ τον είχε κατακυριεφςει. Χρόνια τϊρα ιταν ζνασ ενςυνείδθτοσ και φανατικόσ κυνθγόσ τθσ ερωτικισ περιπζτειασ. Η κφρια αιτία ιταν θ ανδρικι αναςφάλεια για το ρόλο που διαδραματίηει ο άνδρασ ςε μια ςχζςθ. Είχε αναπτυγμζνο το ζνςτικτο του κυνθγοφ και αρωγό ςτθν επιτυχία τθ φφςθ τθσ δουλειάσ του, που του ζδιναν ευκαιρίεσ ςυνεχϊν ταξιδιϊν και νζων γνωριμιϊν. Ήταν τολμθρόσ για να μθν πω κραςφσ. Αυτι θ κραςφτθτα, που ο ίδιοσ ονομάτιηε τόλμθ και ικανότθτα είχε τ’ αποτελζςματά τθσ. Πολυάρικμεσ ευκαιρίεσ κάκε είδουσ είχε ςτο προςωπικό του παλμαρζ

και εμπειρίεσ κάκε μορφισ που του

φοφςκωναν τθν αυτοπεποίκθςθ και του δθμιουργοφςαν τθν αίςκθςθ ότι είναι κάτοχοσ ειδικϊν ικανοτιτων. Αναηθτοφςε τον κίνδυνο, κινοφνταν ςτα όρια του ξεςπάςματοσ ενόσ ςκανδάλου, αλλά μζχρι τϊρα δεν είχε ςτο ενεργθτικό του καμιά νίλα που ςυμβαίνει ςε τζτοιεσ περιπτϊςεισ. Εκμεταλλεφτθκε ςτο ζπακρο τθν ελαφρομυαλιά κάποιων γυναικϊν που λειτουργοφν με οδθγό μόνο τισ ορμόνεσ τουσ και δεν υπολογίηουν οικογζνειεσ, άνδρεσ και παιδιά, αφοφ αναγορεφουν τθ ςαρκικι απόλαυςθ ςε υπζρτατο ςκοπό τθσ ηωισ τουσ. Νεαρζσ τθσ επαρχίασ που αναηθτοφςαν

απεγνωςμζνα τθν

περιπζτεια,

παντρεμζνεσ με παράπονα από τουσ άνδρεσ τουσ, ανικανοποίθτεσ, περίεργεσ για το κάτι άλλο, του ζτυχαν ςτθ διάρκεια αυτισ τθσ ηωισ. Όλα όμωσ ζχουν τα όριά τουσ. Κάκε μζρα κρζασ-κρζασ, το βαριζςαι [33]


αδελφζ μου ςτο τζλοσ. Κςωσ βριςκόταν ςτο κατϊφλι μιασ καμπισ. Απλϊσ δεν το είχε ακόμα καταλάβει. Με τθν Σηζνθ, τθν κολλθτι τθσ ξαδζλφθσ του, τα πράγματα είχαν μια άλλθ μυρωδιά. Πρϊτα-πρϊτα θ Σηζνθ είχε δικι τθσ προςωπικότθτα και δεν υπζκυψε, χωρίσ αντιρριςεισ, ςτθ γοθτεία του, κάτι που γι’ αυτόν ιταν αδιανόθτο. ΢υνεχϊσ διεκδικοφςε κάτι, ςυνεχϊσ τον ζφερνε ςε αμιχανθ κζςθ, δεν ιταν ντε και καλά διακζςιμθ όταν αυτόσ γοφςταρε. Ερωτικά τον γζμιηε, όχι γιατί δεν ιταν εφκολθ, αλλά ςαν γυναίκα είχε εκείνο το νακ που τον άναβε με τθν πρϊτθ. Κολλθμζνθ όμωσ ς’ αναςτολζσ περνοφςε από

φίλτρο

κάκε επικυμία τθσ κι αυτό τον

ζςπαγε εντελϊσ. Πρζπει όμωσ να το παραδεχκεί. Είχε μια ποιότθτα που ςπάνια ςυναντάσ και κάποιεσ αρχζσ που δεν υπερζβαινε με τίποτα. ΢το τζλοσ του ζβγαλε και το φαςοφλι τθσ εγκυμοςφνθσ κι αυτό ιταν το καμπανάκι για το οριςτικό τζλοσ ςτθ ςχζςθ τουσ: Μα είμαι εγϊ κυρά μου για τζτοια πράγματα; Ξαφνικά να κλειςτϊ ςε ζνα ςπίτι και να ξεςκατϊνω μωρά; Είμαι εγϊ άνκρωποσ να δθμιουργιςω μια μικροαςτικι οικογζνεια με όλεσ τισ δεςμεφςεισ που αυτό ςυνεπάγεται; Πχι καλι μου, δε κα πάρω! Εγϊ είμαι φτιαγμζνοσ γι’ άλλα και ςυ κζλεισ να καταντιςω ςαν ζνασ από τουσ χιλιάδεσ γνωςτοφσ κι αγνϊςτουσ που βλζπω γφρω μου, δοφλουσ των υποχρεϊςεϊν τουσ. Σθσ ζδωςε τθν εναλλακτικι δυνατότθτα να διακόψει τθν κφθςθ και να ςυνεχίςουν απτόθτοι, αλλά αυτι όταν άκουςε τθν πρόταςθ αντζδραςε ςαν να τθ χτφπθςε κεραυνόσ. Σον ζςβθςε κυριολεκτικά απ’ το χάρτθ. Καλά, ιταν τόςο παράλογο αυτό που τθσ πρότεινε; Από εκείνθ τθ μζρα δεν είχε κανζνα νζο τθσ. Η αλικεια είναι ότι για ζνα μεγάλο διάςτθμα κι ο ίδιοσ απζφευγε τα γνωςτά λθμζρια μθν ζχει καμιά ανεπικφμθτθ [34]


ςυνάντθςθ κι εφκολα καλφφτθκε ςαν άνδρασ, γιατί πάντα διατθροφςε εφεδρικζσ λφςεισ με γυναίκεσ. Ήταν διαπιςτωμζνοσ και επιτυχθμζνοσ εραςτισ ςτθν πιάτςα. Σον ςιγότρωγε όμωσ θ περιζργεια. Αλικεια τι ζγινε τελικά με εκείνο το ςτραβόξυλο; Ποια λφςθ τελικά ζδωςε; Από τα πράγματα με βάςθ και τθν ςυμβατικότθτά τθσ που ιταν κυρίαρχο ςτοιχείο του χαρακτιρα τθσ κα αναγκάςτθκε να προςφφγει μόνθ τθσ ςτθ λφςθ που αυτόσ ζγκαιρα τθσ πρότεινε. Θα ικελε να μάκει λεπτομζρειεσ, αλλά προσ το παρόν δεν καιγόταν κιόλασ. Μια προςπάκεια που ζκανε ςτθ ξαδζλφθ τθσ δεν ζδωςε αποτελζςματα.

Άςε μθ μπλζκεισ περιςςότερο,

ςυμβοφλευςε τον εαυτό του. Πζραςαν οι μινεσ, ςυμπλιρωςε ςχεδόν δυο χρόνια από τθ διακοπι μαηί τθσ κι θ πλθγι αντί να κλείνει κακοφόρμιςε και πιγαινε προσ το χειρότερο. Σε κακό μπελά ζπεςα ο μαλάκασ. Χζςτα όλα και παράτα τα, ρε κακομοίρθ. Ροφ πασ να μπλζξεισ τϊρα; Ενϊ θ φωνι τθσ λογικισ ιταν κακαρι και του ζδειχνε το δρόμο, το δρόμο τθσ εξαφάνιςθσ, αυτόσ ςαν πεταλουδίτςα γυρόφερνε γφρω απ’ τθ φωτιά με τον κίνδυνο να τςουρουφλιςτεί τελικϊσ ο ίδιοσ. Προςπάκθςε μζςα από το γνωςτό τθλζφωνο να ζρκει ς’ επαφι μαηί τθσ αλλά ο αρικμόσ ιταν απενεργοποιθμζνοσ. Μια ακόμα προςπάκεια με το ςτακερό που βρικε από τισ πλθροφορίεσ δεν απζδωςε καρποφσ. Φαίνεται άλλαξε όλα τα νοφμερά τθσ. ΢αφζσ μινυμα ότι ικελε να κόψει κάκε επαφι με το παρελκόν. Αντί να ςυνετιςτεί αυτόσ πείςμωςε περιςςότερο. Αναηιτθςε τθ διεφκυνςθ κατοικίασ και κάποια μζρα τθν ζςτθςε απ’ ζξω μθν τυχόν και τυχαία μπει ι βγει από το ςπίτι τθσ. Δεν ιξερε τι κα τθσ πει. Μάλλον απλϊσ κα τθν δει και κα φφγει. Δεν άντεχε

[35]


τθν απόρριψθ. Θα του ζςπαγε το θκικό. Κςωσ να μθν ελζγξει τθν αντίδραςι του και να ‘χουμε κανζνα επειςόδιο. Παρά τθν αναμονι δυο και πάνω ωρϊν θ Σηζνθ δεν εμφανίςτθκε. Κάποιοι μπικαν και κάποιοι βγικαν από τθν πολυκατοικία τθσ, ανάμεςα ςτουσ οποίουσ ιταν και μια θλικιωμζνθ με το καροτςάκι ενόσ μωροφ. Δεν πζραςε απ’ το μυαλό του καμιά ςκζψθ και δεν ζδωςε εκείνθ τθ ςτιγμι τθ ςθμαςία που ζπρεπε. Αργότερα κα το ξανάφερνε ςτθ ςκζψθ του.

[36]


12. Ευκαιρία αλλαγισ Η Σηζνθ ιταν ς’ αδιζξοδο. Δεν ιταν ςτον χαρακτιρα τθσ να μθν ζχει κοινωνικζσ ςχζςεισ, να είναι αδιάκοπα κλειςμζνθ ςτο ςπίτι. Σουσ πρϊτουσ μινεσ ο ερχομόσ τθσ κόρθσ ανζςτειλε κάκε άλλθ επικυμία. Αφοςιϊκθκε ολοκλθρωτικά ς’ αυτιν. Όταν όμωσ πζραςε ο καιρόσ κι άρχιςε πάλι να πθγαίνει ςτθ δουλειά τθσ, όταν άκουγε ι ζβλεπε γφρω τθσ τισ δραςτθριότθτεσ των άλλων ς’ αντίκεςθ με τον εαυτό τθσ, ιταν λογικό να ξυπνιςουν μζςα τθσ παλαιζσ επικυμίεσ και ςυνικειεσ. Δεν είχε τθν αφόρθτθ πίεςθ που δθμιουργεί θ φπαρξθ ενόσ παιδιοφ. Οι γονείσ μ’ ευχαρίςτθςθ είχαν αναλάβει το κφριο βάροσ των κακθμερινϊν υποχρεϊςεων. Κςα- ίςα θ μάνα τθσ τθν παρότρυνε: - Μθν κλείνεςαι ςτουσ τζςςερεισ τοίχουσ του ςπιτιοφ! Ανοίξου λίγο, βρεσ παρζεσ, ξζδωςε λίγο. Σου χρειάηεται κακαρόσ αζρασ. Σο ζνιωκε κι θ ίδια, αλλά τϊρα είχαν αλλάξει τα δεδομζνα. Σο παιδί που απόκτθςε εκτόσ γάμου ίςωσ ζφερνε ς’ αμθχανία κάποιουσ. Κι αν όχι, πάντα κα υπιρχε θ ανάγκθ να δίνει απαντιςεισ ςτισ απορίεσ κι ερωτιςεισ που οι άλλοι κα τθσ ζκαναν. Όμωσ ζτςι δεν είναι θ ηωι; Κάκε μασ πράξθ ζχει το αντίτιμο τθσ. Αυτι επζλεξε να γεννιςει το παιδί - και καλά ζκανε - αλλά το ηιτθμα, τουλάχιςτον ςτθν αρχι δεν μποροφςε να περάςει ςτο ντοφκου. Μια ςθμαντικι εξζλιξθ ιταν θ πρόςκλθςθ που ζλαβε μια μζρα από τθν πρϊθν κολλθτι τθσ. Παντρευόταν. Δεν φταίει που το μακαίνει τθν τελευταία ςτιγμι. Η ίδια επζλεξε τθν απομόνωςθ. Ειλικρινά χάρθκε πολφ για το νζο και αμζςωσ τθν πιρε τθλζφωνο για να τθν ςυγχαρεί. [37]


- Δε φταίω που το μακαίνεισ μζςω τθσ πρόςκλθςθσ, αλλά εςφ ξζκοψεσ κάκε επαφι και το ςεβάςτθκα. Είναι μια μεγάλθ ιςτορία αλλά ευτυχϊσ, μετά κάποια ςκαμπανεβάςματα, ελπίηω ότι κα ζχει τελικά καλι κατάλθξθ. Σε περιμζνω ςτο γάμο ανυπερκζτωσ. Να ιδωκοφμε από κοντά να ςου πω και να μου πεισ τα νζα ςου. Αλικεια, τι κάνει θ κόρθ ςου; Φαντάηομαι κα ’χει μεγαλϊςει πια. Σθσ είπε μζςεσ άκρεσ για τθν κόρθ τθσ και ηιτθςε να κλείςουν ραντεβοφ να τα πουν από κοντά. - Τηζνθ αυτζσ τισ μζρεσ δεν προλαβαίνω ν’

αναπνεφςω κακόλου.

Πλα πρζπει να περάςουν απ’ τα χζρια μου. Άςε μετά το γάμο κα ςε πάρω τθλζφωνο μόλισ μπορζςω. Ήταν θ πρϊτθ ευκαιρία να βρεκεί με γνωςτοφσ τθσ ανκρϊπουσ μετά το γεγονόσ που άλλαξε τθ ηωι τθσ. Καλά ςτο γραφείο δεν αντιμετϊπιςε τθν ίδια κατάςταςθ; Δεν ιταν ίδια ακριβϊσ. Εκεί ερχόταν ς’ επαφι με τουσ ςυναδζλφουσ ςτθ διάρκεια ενόσ ωραρίου και τζρμα. Δεν είχε ανοίξει ποτζ ιδιαίτερεσ κοινωνικζσ παρτίδεσ μαηί τουσ. Μετά το ςχόλαςμα ο κακζνασ επζςτρεφε ςτο ςπίτι του και ηοφςε ςτο δικό του κφκλο φίλων και γνωςτϊν.

Μετά,

θ προΰπαρξθ μιασ άλλθσ

ανφπανδρθσ μάνασ, τουσ είχε ψυχολογικά προετοιμαςμζνουσ. Δεν υπιρξαν αδιάκριτεσ ερωτιςεισ και άρα και θ ανάγκθ δφςκολων κι αμιχανων απαντιςεων. Σϊρα ςτο γάμο τθσ κολλθτισ τθσ τα πράγματα κα ιταν διαφορετικά. ΢ίγουρα ανάμεςα ςτουσ καλεςμζνουσ κα είναι κι θ ςκατοπαρζα από τα ςχολικά χρόνια, άνκρωποι που παλαιότερα ηιςανε αρκετά πράγματα μαηί, είχαν κοινζσ εμπειρίεσ κι αναμνιςεισ. Ζπρεπε να είναι ψυχολογικά προετοιμαςμζνθ για ξεψάχνιςμα. Σθσ πζραςε απ’ το μυαλό ν’ αποφφγει αυτιν τθν υποχρζωςθ, αλλά αμζςωσ το απζρριψε χωρίσ δεφτερθ ςκζψθ. Δεν κα γίνω καλόγρια, δεν κα [38]


αποκοπϊ απ’ τον κόςμο. Οφτε ντρζπομαι για το παιδί μου. Αντίκετα είμαι γεμάτθ και περιφανθ. Βεβαίωσ, αν ο ερχομόσ τθσ κόρθσ τθσ ςυνοδευόταν και με τθν παρουςία ενόσ αγαπθμζνου ςυντρόφου τότε θ κατάςταςθ κα ’ταν πολφ καλφτερα αλλά δεν γίνεται να τα ’χεισ όλα. Πχι κα πάω, κα πάω και κ’ αντιμετωπίςω κατά μζτωπο τισ ερωτιςεισ. Εκτόσ βεβαίωσ απ’ το επταςφράγιςτο μυςτικό για το ποιοσ είναι ο πατζρασ του παιδιοφ. Σότε και μόνο τότε, ςαν αςτραπι, πζραςε απ’ το μυαλό θ ςκζψθ: Ξάδερφοσ τθσ δεν είναι; Το πικανότερο να ’ναι κι αυτόσ ςτο γάμο. Αυτό τθν αναςτάτωςε, όςο κι αν μζχρι τϊρα διατθροφςε τθν ψυχραιμία τθσ. Γαμϊτο, αυτό είναι πρόβλθμα! Πμωσ, μζχρι πότε κ’ αποφεφγω ν’ αντιμετωπίηω τθν κατάςταςθ; Είναι ευκαιρία να ξεκακαρίςουν κάποια πράγματα.

[39]


13. Η κοινωνικι υποχρζωςθ Κακϊσ πλθςίαηε θ μζρα του γάμου θ εςωτερικι τθσ

ταραχι

ανζβαινε, κάτι που ιταν αναμενόμενο. Προετοιμάςτθκε επιμελϊσ. Πιγε κομμωτιριο, ζκανε τθν αναγκαία αποτρίχωςθ που για καιρό είχε αμελιςει, αγόραςε κατάλλθλα καινοφργια

ροφχα και εγκαίρωσ

ςτικθκε ζξω από τθν εκκλθςία. Η νφφθ ζρχεται ςτο τζλοσ, αλλά ανάμεςα ςτουσ καλεςμζνουσ ςυνάντθςε πολλοφσ παιδικοφσ φίλουσ και γνωςτοφσ. Φιλιά, χαμόγελα αλλά ευτυχϊσ δεν υπιρχε χρόνοσ για ςυηθτιςεισ. Απλϊσ, τα γνωςτά κι αναμενόμενα: - Ροφ είςαι ςυ καλζ; Εξαφανίςτθκεσ από προςϊπου τθσ γθσ. Να βρεκοφμε να τα ποφμε. Σότε τον πιρε το μάτι τθσ να τθν πλθςιάηει. - Ψυχραιμία, Τηζνθ!, είπε από μζςα τθσ. -Τηζνθ τι κάνεισ; Χρόνια ζχω να ςε δω. Εςφ, όςο περνάν τα χρόνια, βρε παιδί μου, ομορφαίνεισ κι άλλο! Τι ζκανεσ όλο αυτό τον καιρό; - Γεια ςου Μίμθ. Καλά είμαι, τίποτα ιδιαίτερο. Εκείνθ τθ ςτιγμι ο ερχομόσ τθσ νφφθσ ςυγκζντρωςε τθν προςοχι όλων και τθν ζςωςε από τθ ςυνζχεια τθσ ςυηιτθςθσ. Όλοι τρζξανε κοντά ςτθν πρωταγωνίςτρια τθσ μζρασ. Εκείνοσ επζμενε: - Κα τα ποφμε μετά ςτο κζντρο! Ωχ!, είπε από μζςα τθσ. Κα μπλζξω εδϊ. Μιπωσ κα ’ταν καλφτερα να τθν κάνω. Σιωπθλά να εξαφανιςτϊ; Πμωσ κι αυτό είναι αδιζξοδο. Ράλι απομόνωςθ; Μοναξιά και τίποτα άλλο. Μιπωσ είναι ευκαιρία να ςπάςω τθν απομόνωςι μου; [40]


Ανάμεςα ςτουσ καλεςμζνουσ είναι μια ςειρά παιδικοί τθσ φίλοι. Όχι κα τον αντιμετωπίςει κατά πρόςωπο. Ζχει από καιρό πάρει τισ αποφάςεισ τθσ. Ασ ξεκακαρίςει το τοπίο! Ζτςι βρζκθκε μαηί με τουσ φίλουσ τθσ ςε κοινό τραπζηι. Ο άλλοσ κακόταν ςτο τραπζηι των ςυγγενϊν τθσ νφφθσ. Αμζςωσ μια φίλθ τθ ρϊτθςε: - Τι ζχω μάκει Τηζνθ, ζγινεσ μαμά; - Ναι! Ζχω μια όμορφθ και απαιτθτικι κόρθ. Μπικε ςτθ ςυηιτθςθ μια τρίτθ: - Καλά πότε παντρεφτθκεσ και δεν το πιραμε χαμπάρι. Δεν κάλεςεσ κανζναν; - Μα δεν το μάκατε; Θ Τηζνθ δεν παντρεφτθκε, το παιδί το ζκανε εκτόσ γάμου! - Μπράβο, ρε Τηζνθ! Σε παραδζχομαι! Ρόςεσ από μασ κα τολμοφςαν κάτι τζτοιο! Οι δικοί ςου πωσ το πιραν; - Μια χαρά. Ικελαν εγγόνι και τουσ το ζδωςα. - Κι ο πατζρασ; - Α, αυτό είναι δικό μου μυςτικό. Θ κόρθ μου είναι όλθ δικιά μου. Δε κζλω να τθν μοιραςτϊ με κανζναν - Να ςε ρωτιςω κάτι. Ρϊσ το ςκζφτθκεσ κι ζκανεσ αυτό το τόλμθμα; - Για να παντρευτϊ κάποιον πρζπει να μου κάνει κλικ. Ακόμα δεν βρικα το κατάλλθλο πρόςωπο. Μπορεί να τον βρω αργότερα. Σαν γυναίκα όμωσ τα παραγωγικά χρόνια ζχουν τα όρια τουσ και δεν ικελα αργότερα να βρεκϊ μόνθ ςτθ ηωι. Τϊρα ζχω μια κόρθ και το αίςκθμα αυτό με γεμίηει! - Σωςτά τα λζει θ Τηζνθ. Μζςα ςτο μυαλό όλων μασ πιςτεφω ότι περνάνε τζτοιεσ ςκζψεισ. Εγϊ προςωπικά τθν παραδζχομαι και μακάρι να είχα το κάρροσ τθσ. [41]


Μετά απ’ αυτιν τθ ςυνομιλία το ενδιαφζρον για τθν ίδια κορζςτθκε, το κζμα άλλαξε κι ατμόςφαιρα για τθν ίδια ιταν καταλαγιαςμζνθ. Σϊρα επιτζλουσ ζνιωκε μια αυτοπεποίκθςθ που τθν είχε χάςει τελευταία. Καλά ζκανα και δεν ζφυγα. Θ ανάγκθ των εξθγιςεων καλφφτθκε με τον καλφτερο τρόπο. Σότε και μόνο τότε τον αντιλιφκθκε πίςω τθσ. Σι είχε προλάβει ν’ ακοφςει ιταν άδθλο. - Ροιοσ λοιπόν είναι ο πατζρασ τθσ κόρθσ ςου; Σθσ ψικφριςε όταν ιρκε πολφ κοντά τθσ, ζτςι ϊςτε να τ’ ακοφςει μόνο αυτι. - Φαντάηομαι άκουςεσ, ότι θ κόρθ μου είναι δικιά μου και δεν τθν μοιράηομαι με κανζναν. - Ναι αλλά χρειάςτθκε κι ζνασ άνδρασ! ΢υνζχιςε λίγο επικετικά και με μια δφςκολα αποκρυπτόμενθ ζνταςθ κι αδθμονία: - Αυτοί είναι είδοσ που κυκλοφορεί εν αφκονία ςτθν κοινωνία μασ! Για όποια επικυμεί εφκολα και χωρίσ κακόλου κόπο βρίςκει ζνα δότθ. Άκουγε τον εαυτό τθσ και δε πίςτευε ςτα ίδια τθσ τ’ αυτιά ότι τα ζλεγε όλα αυτά. Και δεν ιταν μόνο αυτό. Ζνιωκε ψφχραιμθ, ςαν να κυκλοφοροφςε ςτισ φλζβεσ τθσ κρφο αίμα. Καιρό είχε να αιςκανκεί ζτςι. Μόλισ λίγο ξανοίχτθκε και βρζκθκε κοντά ςε δικοφσ τθσ ανκρϊπουσ ξαναβρικε τθ χαμζνθ αυτοπεποίκθςι τθσ. Ζτςι τθν ιξερε ο κφκλοσ τθσ κι θ απομόνωςθ για ζνα διάςτθμα, τθν είχε μετατρζψει ς’ ζνα κλειςτοφοβικό άτομο. Όχι δεν τθσ άξιηε κάτι τζτοιο. Ο άλλοσ επζμενε: - Μου οφείλεισ εξθγιςεισ και δε κα περάςει αυτό ντοφκου! Χωρίσ να το καταλάβουν είχαν απομακρυνκεί από τουσ άλλουσ και μποροφςαν να μιλάνε χωρίσ το φόβο ανεπικφμθτων ακροατϊν. [42]


- Ροιοσ είναι, ςε ξαναρωτάω ο πατζρασ του παιδιοφ ςου; - Ράντωσ ζνα είναι ςίγουρο. Εςφ δεν είςαι άξιοσ γι’ αυτόν το ρόλο! Σο αιςκάνκθκε ςαν βουρδουλιά ςτο πρόςωπο. Ζνιωςε το αίμα του να ζρχεται όλο ςτο κεφάλι. Η Σηζνθ απτόθτθ ςυνζχιςε: - Άλλωςτε, να ξζρεισ, ακολοφκθςα τθ ςυμβουλι ςου. Ριγα ςτο γιατρό και το ζριξα. Απλϊσ ςε γλφτωςα από τθν υποχρζωςθ να πλθρϊςεισ τα ζξοδα. Για τθν αναγκαία δαπάνθ κακάριςα μόνθ μου. Μετά ςκυλομετάνιωςα, αλλά ιταν πια αργά. Σφντομα όμωσ βρικα ζναν νζο βιολογικό αντικαταςτάτθ. Εςφ είςαι πολφ μικρόσ κι ανίκανοσ για τζτοιου είδουσ υποχρεϊςεισ. Ζτςι δεν ζλεγεσ; Ο άλλοσ ιταν κατακόκκινοσ. Από οργι και κυμό; Από ντροπι και μετάνοια; Μόνο ο ίδιοσ ιξερε, αν κι οφτε αυτό ιταν ςίγουρο. - Τηζνθ από τότε που χωρίςαμε ζχει κυλίςει πολφ νερό ςτο ποτάμι. Είμαι πια άλλοσ άνκρωποσ. Κζλεισ το πιςτεφεισ, κζλεισ δεν το πιςτεφεισ. Με κοφραςε το κυνθγθτό των εφιμερων εμπειριϊν, είμαι ζτοιμοσ για κάτι μόνιμο κι οριςτικό. - Σου εφχομαι να το βρεισ ςφντομα. Το ξζρεισ καλφτερα από μζνα ότι οι άνκρωποι δεν είναι τόςο ϊριμοι ν’ αρπάηουν τθν ευκαιρία όταν αυτι είναι μπροςτά τουσ. Πταν το καταλαβαίνουν είναι αργά πια! - Με μασ τουσ δυο τι γίνεται; - Το κεφάλαιο αυτό ζκλειςε οριςτικά και το ζχεισ, φαντάηομαι, καταλάβει. - Δεν μ’ ζπειςεσ να το ξζρεισ. Κα με ξαναβρείσ ςτο δρόμο ςου! - Να τον διαςχίηεισ όποτε κζλεισ, δθμοκρατία ζχουμε. Δεν μπορϊ να ςτο απαγορεφςω. Όταν αργότερα βρζκθκε μόνθ τθσ, ζδινε ςυγχαρθτιρια ςτον εαυτό τθσ. Αντιμετϊπιςε τθν κατάςταςθ καλφτερα απ’ ότι μποροφςε. [43]


Κάνοντασ ζναν απολογιςμό ςθμείωςε. Με τουσ φίλουσ τθσ τα πιγε πολφ καλά Από δω και πζρα κ’ αρχίςει τα τθλζφωνα και κα ξαναηεςτάνει τισ ςχζςεισ τθσ. Είναι καιρόσ να ςπάςει τθν εκελοφςια απομόνωςι τθσ. Με τον άλλον, το εφεφρθμα που τθσ ιρκε ςτο μυαλό για το δότθ ιταν θ καλφτερθ λφςθ που κα μποροφςε να ςκεφτεί. Βζβαια θ τελευταία κουβζντα του ίςωσ εμπεριείχε μια απειλι, αλλά τθσ προξζνθςε εντφπωςθ ο ιςχυριςμόσ του ότι είναι αποφαςιςμζνοσ ν’ αλλάξει.

Είναι δυνατόν ν’ αλλάξει το γαϊδοφρι, ο αναίςκθτοσ και να

γίνει άνκρωποσ; Αλλά ζνα είναι ςίγουρο. Δεν μ’ αφοροφν οι αποφάςεισ του κυρίου. Είναι δικόσ του λογαριαςμόσ. Αν όμωσ τολμιςει να μπει με το ζτςι κζλω ςτθ ηωι μου κα τον ςυντρίψω.

[44]


13. Το τόλμθμα Κα το κάνω, είπε από μζςα τθσ. Ασ το διάολο, μια ηωι κρατιζμαι. Ζχω χρόνια ςτζρθςθσ. Κζλω αντρικι αγκαλιά, ζςτω και χωρίσ το αναγκαίο αίςκθμα. Να νιϊςω μζςα μου κάποιον, ν’ ανταλλάξω χάδια και φιλιά. Κα κρατιςω τθν ανωνυμία μου. Δεν κα βρεκεί ζνασ άνδρασ να μυρίςει ότι είμαι διακζςιμθ; Ντφκθκε ανάλογα και δεν πιρε τ’ αυτοκίνθτό τθσ. Μετακινικθκε με ταξί και κοντά ςτα μεςάνυχτα πιγε ςε περιοχι που δεν ςυνικιηε να πθγαίνει παλαιότερα, ς’ ζνα ςχετικά ιςυχο μπαρ, ελπίηοντασ ότι δεν κα ςυναντιςει κανζναν γνωςτό. Κάκιςε μόνθ ςτον πάγκο και παράγγειλε ζνα ποτό. Από μακριά φαινόταν ότι δεν ςυνοδεφεται. Κοίταηε αριςτερά- δεξιά μιπωσ ςταμπάρει κανζναν ενδιαφζροντα τφπο. Ήδθ είχε προκαλζςει τθν προςοχι. Παρόλα αυτά κανείσ δεν τθν πλθςίαηε να πιάςει μαηί τθσ ςυηιτθςθ. Προκαλοφςε φόβο ι μιπωσ νόμιηαν ότι είναι πόρνθ που βρίςκεται ςε αναηιτθςθ πελάτθ; - Να ςε κεράςω ζνα ποτό; Ακοφςτθκε μια φωνι από πίςω τθσ. Γφριςε και ιταν ζνασ βαρβάτοσ, ςίγουροσ για τθ γοθτεία του, νεαρόσ. ΢ε φυςιολογικζσ ςυνκικεσ ιταν από τισ περιπτϊςεισ, που κα τον ζςτελνε ςτο διάολο, χωρίσ δεφτερθ κουβζντα, αλλά τϊρα τα πράγματα ιταν διαφορετικά. Βγικε ςτθ γφρα γι’ αναηιτθςθ περιπζτειασ και δεν ιταν ςε κζςθ να ψιλοκοςκινίηει τισ καταςτάςεισ. Απάντθςε: - Γιατί όχι, αρκεί να τελειϊςω το δικό μου.

[45]


΢τρογγυλοκάκιςε δίπλα τθσ, ςκεπτόμενοσ αςφαλϊσ ότι ζπεςε ςε τεφαρίκι. ΢υμβαίνουν αυτά, να ζρχονται ςτα μπαρ γυναίκεσ ξζμπαρκεσ να ηθτάνε τθν περιπζτεια. Αυτόσ κα τθσ τθν πρόςφερε. Άλλωςτε ιταν μαναράκι πρϊτθσ κατθγορίασ. Σθν τρζλανε με ερωτιςεισ να μάκει προςωπικά τθσ ςτοιχεία. Απζφευγε τισ παγίδεσ, μιλϊντασ περί ανζμων και υδάτων. Ο άλλοσ, περπατθμζνοσ, ζπιαςε το νόθμα: - Ρεσ μου ζνα όνομα να ςε φωνάηω. Το δικό μου είναι Μπάμπθσ κι είναι αλθκινό. - Ελζνθ με λζνε. - Κζλεισ να πάμε μια βόλτα ζξω; - Ροφ ζχεισ τ’ αυτοκίνθτο. Κα γοφςταρα λίγο κάλαςςα, ν’ ακοφω το κφμα να ςκάει δίπλα μου - Ζγινε! Ξζρω ζνα ιδανικό για τθν περίπτωςθ μζροσ. Όταν βρζκθκαν μόνοι τουσ, ο άλλοσ βιαςτικόσ ηιταγε τα πάντα. - Γίνε λίγο τρυφερόσ, δεν είμαι καμιά του δρόμου. Δείξε μου ότι ξζρεισ να κατακτάσ μια γυναίκα. Εντάξει για ζρωτα ιρκαμε αλλά κα ικελα να μου ςυμπεριφερκείσ ςαν να ‘μαι το κορίτςι ςου. Παίρνοντασ τισ αναγκαίεσ προφυλάξεισ, του δόκθκε μ’ όλθ τθν καλι διάκεςθ, χωρίσ να του πει κουβζντα ότι ζχει χρόνια να βρεκεί με άνδρα. Η αλικεια είναι ότι φζρκθκε ςαν κφριοσ και τθν ανζβαςε ψθλά. Ναι! Ζφταςε δυο φορζσ ςτο αμιν και το ευχαριςτικθκε διπλά γιατί τθν απελευκζρωςε κι από τθν ψευδαίςκθςθ ότι μόνο ο άλλοσ ιταν ικανόσ για κάτι τζτοιο. Όχι! Ο τυχαίοσ Μπάμπθσ ιταν καλόσ, τθν ςεβάςτθκε, ίςωσ κατάλαβε τθ ςτζρθςι τθσ, ίςωσ κι αυτόσ είχε ανάγκθ από ζνα ανκρϊπινο πλθςίαςμα κι όχι από τισ άφκονεσ πλθρωμζνεσ επιλογζσ που εφκολα ςυναντάσ ς’ όλα τα μζρθ. Σθσ το είπε ςτο τζλοσ:

[46]


- Εντάξει, ςζβομαι τθν επικυμία ςου για ανωνυμία. Δε ςου ηθτϊ τίποτα. Πμωσ ζνα ζχω να ςου πω. Μαηί ςου πζραςα υπζροχα. Κα ικελα να ξαναβρεκοφμε. Γράψε το δικό μου τθλζφωνο κι όποτε εςφ διαλζξεισ και κζλεισ, να ξζρεισ ότι είμαι ςτθ διάκεςι ςου. Καταλαβαίνω ότι κα ζχεισ δικοφσ ςου περιοριςμοφσ και εμπόδια και το ςζβομαι. Πμωσ κα μποροφςαμε να βριςκόμαςτε κάκε τόςο. - Ρζραςα όμορφα, Μπάμπθ, μαηί ςου. Ιςουν κφριοσ και πρζπει να το παραδεχτϊ και καλόσ εραςτισ. Δεν κα χακοφμε. Ζτςι κι ζγινε. Όταν με αςφάλεια βρζκθκε μόνθ τθσ ςτο ςπίτι τα ςκζφτθκε όλα απ’ τθν αρχι. Με το παράτολμο αυτό βιμα που ζκανε δεν περίμενε τίποτα ιδιαίτερο. Κςα- ίςα το πικανότερο ενδεχόμενο ιταν ζνα φιάςκο ι μια ξεφτίλα. Δεν ιταν κακόλου ζτςι τελικά τα πράγματα. Ο

νεαρόσ

τθ

ςεβάςτθκε,

τθσ

φζρκθκε

τρυφερά,

ιξερε

να

ςυμπεριφερκεί ςε μια γυναίκα, δεν εκμεταλλεφκθκε τθν ευκολία με τθν οποία του δόκθκε και ςεβάςτθκε τθν επικυμία τθσ για ανωνυμία. Σο ςθμαντικότερο ιταν το άλλο. Σθν απελευκζρωςε από τθν αντίλθψθ ότι ο άλλοσ μόνο μποροφςε, με τισ ακραίεσ ςυμπεριφορζσ του, να τθν ξεκλειδϊςει. Όχι ιταν μια κανονικι γυναίκα με όλεσ τισ αναγκαίεσ ορμονικζσ λειτουργίεσ. Κα τον πάρω τθλζφωνο κάποια ςτιγμι. Γιατί όχι;

[47]


15. Έκκλθςθ ςυγχϊρεςθσ Μπικε ςτθ ρουτίνα τθσ κακθμερινότθτασ, αλλά απελευκερωμζνθ από μια ςειρά φόβουσ κι αναςτολζσ που τθν τυράννθςαν τα τελευταία χρόνια. Βγικε με φίλουσ και φίλεσ. Η αρχικι περιζργεια για τθν κόρθ τθσ ςιγά-ςιγά καταλάγιαςε. Μάλιςτα εμφανίςτθκε με τθν κόρθ τθσ ςτα γενζκλια παιδιοφ τθσ παρζασ τθσ και ςκζφτθκε ότι ωρίμαςε θ κατάςταςθ να κάνει ςυγκζντρωςθ ςτο ςπίτι ςε μια ομάδα επιλεγμζνων φίλων. Με τον νεαρό που τθν απογείωςε ξαναβρζκθκε και το κλίμα διατθρικθκε απαράλλακτο. Ζνασ ιταν ο κίνδυνοσ. Ο μικρόσ να ςοβαρεφςει τα πράγματα, να τθν ερωτευκεί και να ηθτιςει κάτι περιςςότερο από τθν ανάγκθ τθσ ςωματικισ επαφισ. Διατθρικθκε θ ανωνυμία, αλλά μζχρι πότε; Θα πρζπει να αναηθτιςει λφςθ μόνιμθ και νόμιμθ από άποψθ κοινωνικισ αποδοχισ. Σθν επανάςταςι τθσ τθν ζκανε. Σϊρα ιρκε θ ϊρα να προςγειωκεί ςτθν πραγματικότθτα. Να βρει ζνα ςφντροφο ςτθ ηωι τθσ κι ζνα πατζρα για τθν κόρθ τθσ. Και, γιατί όχι,

ίςωσ να τθσ

χαρίςει ζνα αδελφάκι. Ήξερε

από προςωπικι

εμπειρία πόςο άςχθμο είναι να ’ςαι μοναχοπαίδι. Ποφ να βρίςκεται κρυμμζνοσ ζνασ τζτοιοσ άνδρασ; Ζπρεπε να κόψει το νιμα με τον μικρό. Ήταν μια αδιζξοδθ ςχζςθ που το μοναδικό υπζδαφοσ που τθν ςυνζδεε μαηί του ιταν θ ερωτικι τθσ ςτζρθςθ. Κςωσ να μθν τον ξαναπάρει τθλζφωνο. Δεν βάηει υπογραφι, αλλά αυτι είναι ςιμερα θ επικυμία τθσ. Εκεί που τα πράγματα είχαν μπει ςε μια ςειρά κι θ ίδια είχε απαλλαγεί από τα ςυμπλζγματα ανθςυχιϊν και φόβων, να ςου φάντθσ

[48]


μπαςτοφνι ο Μίμθσ απζναντι τθσ, επίμων, απαιτθτικόσ, γεμάτοσ με ερωτιςεισ: - Μθν ζχεισ ψευδαιςκιςεισ ότι πίςτεψα τα παραμφκια που μου είπεσ τθν προθγοφμενθ φορά. Μζςα μου μια δυνατι φωνι λζει ότι θ κόρθ ςου είναι και παιδί μου. Άλλωςτε το ζψαξα το πράγμα και οι θμερομθνίεσ επαλθκεφουν τον ιςχυριςμό μου. Υπάρχει αςφαλισ μζκοδοσ, αν κζλεισ να επαλθκεφςουμε τον ιςχυριςμό μου. Ρροσ κεοφ, δεν εκβιάηω καταςτάςεισ, οφτε είναι ςτισ προκζςεισ μου να ςου δθμιουργιςω κι άλλα προβλιματα, πζρα απ’ αυτά που ιδθ ςου δθμιοφργθςα. - Αφοφ το κζτεισ ζτςι θ επικυμία μου είναι να εξαφανιςτείσ από τθ ηωι μου. Σου δόκθκε απλόχερα θ ευκαιρία κι εςφ τθν κλϊτςθςεσ με τον πιο χοντροκομμζνο κι απάνκρωπο τρόπο. Άρα είςαι κομμζνοσ από χζρι. - Ζχεισ του κόςμου τα δίκια και ςτο τόνιςα. Μθ φοβάςαι. Από μζνα δεν κα αντιμετωπίςεισ άλλα προβλιματα. Πμωσ, χωρίσ καμιά δζςμευςθ, χωρίσ καμιά υποχρζωςθ δϊςε μου μια ευκαιρία να ςου δείξω πόςο δραςτικά ζχω από καιρό αλλάξει. Ρρζπει να το πιςτζψεισ πωσ απζναντί ςου ζχεισ να κάνεισ μ’ ζναν νζο άνκρωπο κι αυτό κα το διαπιςτϊςεισ μόνο αν μου δϊςεισ μια νζα ευκαιρία. -

Στο είπα κακαρά και με πολλοφσ τρόπουσ ότι για μζνα είςαι

ςβθςμζνοσ. Είχεσ τθν ευκαιρία, αλλά τθν ζφτυςεσ. - Πλοι οι άνκρωποι κάνουν λάκθ και το παραδζχομαι. Μετάνιωςα πικρά και ηθτάω από τα βάκθ τθσ ψυχισ μου ςυγνϊμθ. -

Στο είπα και φαίνεται πωσ τ’ αυτιά ςου δε λειτουργοφν κανονικά.

Με μζνα τζλοσ. Σου εφχομαι αλλοφ να βρεισ τθν ευτυχία που αναηθτάσ. Άλλωςτε με τθν αλλαγι που ζγινε ςτισ απόψεισ ςου, όπωσ ιςχυρίηεςαι, [49]


δε κα δυςκολευτείσ να πείςεισ ζνα κορίτςι να γίνει ςφντροφοσ ςτθ ηωι ςου. Άνκρωποσ με πείρα κι ικανότθτεσ είςαι. Κα ςε παρακαλοφςα να μθν με ξαναενοχλιςεισ. Όταν επιτζλουσ ζμεινε μόνθ διαιςκανόταν ότι, παρά το κοφτό κι απόλυτο όχι που του είπε μ’ όλουσ τουσ τρόπουσ, κα είχε με τον κφριο αυτόν κακά ξεμπερδζματα.

[50]


16. Προςπάκεια διόρκωςθσ Είχε παρακολουκιςει το παιδί τθσ Σηζνθσ, όταν θ μάνα τθσ το ζβγαηε ςυχνά ςτο κοντινό πάρκο για ζναν περίπατο. Η όψθ του, τα χαρακτθριςτικά του όλα, μαηί με τθ διαίςκθςθ που δονοφςε εντόσ του, φϊναηαν ότι ιταν το δικό του παιδί. Μζχρι τϊρα ιταν διακριτικόσ και δεν ζδωςε καμιά αφορμι να γίνει αντιλθπτι θ παρουςία του. Όμωσ καμιά αμφιβολία δεν είχε πια για τον πατζρα του παιδιοφ. Ήταν και δικό του! Ζνιωςε καινοφργια αιςκιματα μζςα του. Πόςο βαςανιςτικά ικελε να το ςφίξει ςτθν αγκαλιά του, να το χαϊδζψει τρυφερά, να το κανακεφςει, να του πει: Εγϊ, μωράκι μου, είμαι ο πατζρασ ςου. Και ς’ αγαπϊ πολφ-πολφ μζςα απ’ τθν καρδιά μου. Αλλά τα είχε κάνει κάλαςςα και τϊρα παίδευε το μυαλό του πωσ κα βρει τρόπουσ να ανοίξει δρόμουσ επικοινωνίασ με τθν Σηζνθ. Εκεί παιηόταν το παιχνίδι. Προσ το παρόν ιταν απολφτωσ αρνθτικι μαηί του. Δεν μποροφςε επ’ άπειρον ν’ ανεχκεί αυτι τθ ςυμπεριφορά. Θα ζδινε με πολιτιςμζνο τρόπο τθ μάχθ να κερδίςει, ωσ φυςικόσ πατζρασ, τα δικαιϊματα αλλά - γιατί όχι - και τισ υποχρεϊςεισ που αυτό ςυνεπάγεται. Ήκελε και τθ μάνα του παιδιοφ. Μετά τθν περιπλάνθςθ τόςων και τόςων ετϊν, του ζμενε θ ανάμνθςθ τθσ Σηζνθσ. Είχε μια ποιότθτα που δεν τθν ςυνάντθςε ξανά, παρά τισ άφκονεσ περιπτϊςεισ που βρζκθκαν ςτο δρόμο του. Αν όμωσ αυτόσ ο δρόμοσ δεν ζφερνε αποτζλεςμα, κα γνϊριηε και τθν άλλθ πλευρά. Θα διεκδικοφςε το παιδί του πάςθ κυςία. Ζπρεπε να τθν ενθμερϊςει εγκαίρωσ.

[51]


΢τισ ευκαιρίεσ που του δόκθκαν μζχρι τϊρα τθσ το ’πε κακαρά ότι άλλαξε. Ότι κζλει να νοικοκυρευτεί, να φτιάξει μαηί τθσ μια οικογζνεια και ν’ αφοςιωκεί ςτο παιδί του, να του δϊςει αδελφάκια, να μεγαλϊςει δίπλα ςτον πατζρα του. Αν αυτόσ ο τρόποσ δεν αποδϊςει τελικϊσ, τότε κα είναι αναγκαςμζνοσ από τα πράγματα να διεκδικιςει τα δικαιϊματά του αλλιϊσ. Τπάρχουν δικθγόροι, υπάρχουν δικαςτιρια, υπάρχουν νόμοι. Όμωσ ςαν τελευταίο όπλο. Μθν τα κάνει πάλι ςαλάτα. Σισ προκζςεισ του ζπρεπε να τισ γνωςτοποιιςει ςτθν Σηζνθ. Να μθν ζχει τθν ψευδαίςκθςθ ότι πζραςε θ φτθνι δικαιολογία που του πάςαρε. Σότε ςκζφτθκε να βάλει πάλι μεςολαβθτι τθν ξαδζλφθ του. Με τθν πρϊτθ ευκαιρία τθν ςυνάντθςε. Εκείνθ δεν μποροφςε ν’ αρνθκεί. Σθσ εξιγθςε αναλυτικά τθν κατάςταςθ. Σθσ είπε για τθν ειλικρινι μεταμζλεια του, αφοφ πρϊτα παραδζχτθκε πωσ φζρκθκε ωσ αχρείοσ. Από τότε κφλιςε πολφ νερό ςτο ποτάμι. Σθν εξόρκιςε να πιςτζψει ότι απζναντί τθσ ζχει ζναν τελείωσ αλλαγμζνο άνκρωπο. - Τθν αγαπϊ ξαδζλφθ, όχι μόνο γιατί είναι θ μάνα του παιδιοφ μου. Τθν αγαπϊ ςαν όμορφθ κι επικυμθτι γυναίκα με όλα τα προτεριματα του χαρακτιρα τθσ. Εγϊ φταίω και το παραδζχομαι. Ζκανα τθ μαλακία και ζχαςα τθν Τηζνθ μζςα απ’ τα χζρια μου. Είμαι διατεκειμζνοσ να κάνω ό,τι κυςίεσ χρειαςτοφν για να τθν κερδίςω πάλι. Ζνα να ξζρεισ, αλλά προσ το παρόν αυτό είναι μόνο για ςζνα. Κα κάνω υπομονι, κα επιμείνω όςο χρόνο χρειαςτεί,

αλλά να ’ςαι ςίγουρθ. Δεν κα

παραιτθκϊ ποτζ από τθ διεκδίκθςθ του παιδιοφ μου κι αν φτάςει ςτα άκρα κα αλλάξω ςυμπεριφορά ςτο τζλοσ. Το παιδί μου ζχει δικαίωμα να ζχει πατζρα. Θ εκκρεμότθτα αυτι καλφτερα να λυκεί τϊρα που το παιδί είναι μικρό και δεν καταλαβαίνει ακόμα τι ςυμβαίνει. Σε ικετεφω,

[52]


βάλε τα δυνατά ςου για μια κετικι κατάλθξθ. Δεν κζλω τραβιγματα πάςθσ φφςεωσ. Ρεσ τθσ το. Μασ ενϊνουν πια δεςμοί αίματοσ και δεν μπορεί να τουσ αγνοιςει. Μετά, τθν αγαπάω και κζλω να τθν κάνω ευτυχιςμζνθ. Ακόμα, πεσ τθσ, δεν ζχει το δικαίωμα να ςτερεί ςτθν κόρθ μασ τον φυςικό τθσ πατζρα. Σε λίγα χρόνια κα βρεκεί μπροςτά ςτισ ερωτιςεισ του παιδιοφ και δεν κα ’χει να δϊςει τισ απαντιςεισ.

[53]


17. Η αδιαλλαξία ραγίηει Ζτςι κι ζγινε. Οι δυο φίλεσ ςυναντικθκαν κι θ ξαδζλφθ τθσ τα είπε χαρτί και καλαμάρι. - Είναι αποφαςιςμζνοσ να ςε κερδίςει. Στο λζω: Δε κα ξεμπλζξεισ εφκολα απ’ αυτόν. Είδα ςτον ξάδερφο μου ζνα πείςμα και μια επιμονι αφάνταςτθ. Εγϊ με το μζροσ ςου είμαι. Εςφ είςαι θ καλι μου φίλθ κι ενδιαφζρομαι πϊσ κα εξελιχκοφν τα πράγματα. Αυτόσ επιμζνει ότι είναι πια άλλοσ άνκρωποσ. Μιπωσ κα ζπρεπε να του δϊςεισ μια ελεγχόμενθ δεφτερθ ευκαιρία; Μετά πρζπει να ςκεφτείσ το επιχείρθμα του ότι θ κόρθ ςου ζχει δικαίωμα να ζχει πατζρα. Καλι μου, αποφάςιςε ό,τι κατεβάςει θ κοφτρα ςου. Μεγάλθ γυναίκα είςαι πια. Κάκιςε αναγκαςτικά και το ςκζφτθκε. Όςο κι αν ικελε να το παρακάμψει ιταν πραγματικό πρόβλθμα και δεν μποροφςε επ’ άπειρον να το αναβάλει. Είχε κι αυτι το δικό τθσ πείςμα. Είχε πάρει τισ αποφάςεισ τθσ ότι δεν είναι ικανόσ για πατζρασ του παιδιοφ τθσ. ΢τθν κρίςιμθ φάςθ φζρκθκε με τον χειρότερο τρόπο. Όχι!, Όχι! Δεν κα ζπεφτε εφκολα κφμα ςτα παρακάλια του. Σόςο καιρό ιταν εξαφανιςμζνοσ και ηοφςε τθν άςωτθ ηωι του. Σϊρα που κατάλαβε τθν ατιμία του πιςτεφει πωσ με μια ςυγνϊμθ όλα κα ςβιςουν ςαν να μθν ςυνζβθ τίποτα. Όχι κφριζ μου. Δεν κα δοκιμάςεισ απ’ το φαγθτό που τϊρα ορζγεςαι. Όμωσ ιταν κι θ αντίκετθ πλευρά και πρζπει κι αυτιν να τθ ςτακμίςει. Όςο κι αν για χίλιουσ λόγουσ το αρνείται ξζρει πολφ καλά ότι αυτόσ είναι ο πατζρασ τθσ κόρθσ τθσ. Είναι ο άνκρωποσ που οικιοκελϊσ ζκανε ζρωτα μαηί του, ο μοναδικόσ άνκρωποσ, που ζςτω όχι πωσ του άξιηε, [54]


τθσ ενζπνευςε δυνατά αιςκιματα κι ζντονθ ερωτικι ζλξθ. Σθν κρίςιμθ ςτιγμι φάνθκε μικρόσ και τράπθκε ςε φυγι. Ναι, όλα αυτά είναι γεγονότα, αλλά τόςα χρόνια δεν επαλικευςε το γεγονόσ ότι οι άνδρεσ είναι ανϊριμοι και κζλουν χρόνο να ωριμάςουν, αν αυτό τελικά γίνει δυνατό; Ιςχυρίηεται ότι άλλαξε. Αλλάηει όμωσ ο λφκοσ; Πάντα κα είναι το γνωςτό επικετικό ηϊο. Τπάρχει και το πιςτό λυκόςκυλο. Είναι λίγο άδικθ. Κι αν πραγματικά άλλαξε; Κι αν από μζςα του αναδφκθκε ζνασ νζοσ άνκρωποσ; Γιατί κάτι τζτοιο εξαρχισ να το αποκλείςει; Είναι και το άλλο. Κάποια ςτιγμι κα βρεκεί μπροςτά ςτο πρόβλθμα. Όταν θ κόρθ τθσ μεγαλϊςει λίγο και αρχίςει τισ ερωτιςεισ είναι ςε κζςθ να δϊςει τισ απαιτοφμενεσ πειςτικζσ απαντιςεισ; Θα νιϊκει το ίδιο άνετα με τα άλλα παιδιά; Δεν δικαιοφται να ’χει ζναν πατζρα; Μιπωσ πρζπει να βάλει λίγο νερό ςτο κραςί τθσ; Μιπωσ θ πίκρα τθσ παλιάσ προδοςίασ κολϊνει υπερβολικά τθν κρίςθ τθσ; Μζρεσ ολόκλθρεσ τα γυρόφερνε ςτο μυαλό τθσ. ΢τουσ γονείσ τθσ δεν είπε ακόμα κουβζντα. Ήδθ τουσ είχε κρατιςει απζξω από κάκε πλθροφορία κι αυτό τθν ζκανε να νιϊκει άςχθμα, ιδιαίτερα ςτθ μάνα τθσ που είχε αναλάβει το μεγαλφτερο βάροσ των υποχρεϊςεων τθσ κόρθσ τθσ. Κάποια ςτιγμι πιρε τθν απόφαςθ. Θα τον ςυναντοφςε για να ξεκακαρίςει μαηί του μερικά πράγματα. Σο ραντεβοφ, με τθ βοικεια τθσ κολλθτισ τθσ, κλείςτθκε εφκολα. Η ςυμφωνία ιταν κα ςυναντθκοφν διερευνθτικά οι δυο τουσ και να κάνουν μια πρϊτθ ςυηιτθςθ. Όταν βρζκθκαν και πάλι ο ζνασ απζναντι ςτον άλλο θ αμθχανία ιταν κυρίαρχθ και ςτουσ δυο. Η ςυηιτθςθ άνοιξε με δικι του πρωτοβουλία - Κζλω από τθν αρχι να ςου ηθτιςω ςυγνϊμθ για τθ ςυμπεριφορά μου. Ιμουν απαράδεκτοσ. Δυςτυχϊσ ο χρόνοσ δε γυρίηει πίςω. Είςαι το [55]


καλφτερο πράγμα που μου ζτυχε μζχρι τϊρα. Κζλω πολφ να με πιςτζψεισ. Θ προθγοφμενθ ηωι μου αποτελεί πια παρελκόν. Ιταν ζνα αδιζξοδο

κυνθγθτό

άςκοπων

εμπειριϊν.

Και

επειδι

ζβριςκα

ανταπόκριςθ, τα μυαλά μου πιραν αζρα. Νόμιηα, ο θλίκιοσ, ότι κάτι κατόρκωνα. Τϊρα κατάλαβα ότι όλα αυτά ιταν αζρασ κοπανιςτόσ. Είμαι αποφαςιςμζνοσ για μια νζα πορεία. Να ςου πω, Τηζνθ, και κάτι. Τα χρόνια περνάνε κι είναι ϊρα και για τουσ δυο, να χτίςουμε μια μόνιμθ και ςτακερι φωλιά. Α! Να ςου πω και κάτι ακόμα. Τθν κόρθ μασ τθν είδα από μακριά να τθν βγάηει περίπατο θ μάνα ςου. Δεν πλθςίαςα, οφτε διανοικθκα να ενοχλιςω, αν κι θ επικυμία μου να τθ ςφίξω ςτθν αγκαλιά μου ζφερνε πόνο. Ιμουν διακριτικόσ. Σθν Σηζνθ τθν διαπζραςε θλεκτρικό ρεφμα με τθν τελευταία πρόταςθ. Ζπρεπε αμζςωσ να του κόψει το βιχα. Πρζπει πάςθ κυςία θ κόρθ τθσ να μείνει μακριά, ςτο απυρόβλθτο. Ζτςι αμζςωσ ζβαλε τα πράγματα ςτθ ςωςτι τουσ κζςθ: -

Τθν ζκφραςθ «θ κόρθ μασ» να μθν τθν ξαναχρθςιμοποιιςεισ.

Λςχφουν ςτο ακζραιο όςα ςου είπα τθν προθγοφμενθ φορά. Το παιδί είναι μόνο δικό μου, ολόδικό μου και δεν ζχω ςκοπό να το μοιραςτϊ με κανζναν άλλον. Το γεγονόσ ότι τθν παρακολοφκθςεσ, ζςτω κι από μακριά με ενόχλθςε πολφ και να μθν επαναλθφκεί. Στο λζω κακαρά ότι κα το κεωριςω αιτία να μθν ξαναϊδωκοφμε. Τπιρξε μεταξφ τουσ μια ζνταςθ που κράτθςε χρόνο και για αρκετά λεφτά επικράτθςε μια βαριά ςιωπι. ΢ε παλαιά εποχι τα λόγια τθσ κα ιταν αιτία πολζμου, αλλά τϊρα ι δεν τον ζπαιρνε ι ο χαρακτιρασ του πράγματι είχε υποςτεί κεμελιακι μεταβολι. Η πρωτοβουλία του ζςωςε τθν κατάςταςθ από οριςτικι ριξθ.

[56]


- Εντάξει δζχομαι τουσ όρουσ που κζτεισ. Δε κζλω να τα ςπάςουμε, ασ διατθριςουμε τθ μεταξφ μασ επαφι. Χρειάηομαι τθν παρζα ςου. Κάποια ςτιγμι ςτθν πρϊτθ φάςθ μου είπεσ αυκόρμθτα, χωρίσ να ςε ρωτιςω εγϊ, ότι μ’ αγαπάσ. Ε! λοιπόν τϊρα ςτο λζω εγϊ. Σ’ αγαπϊ Τηζνθ, ςε χρειάηομαι, είμαι μόνοσ, ζχω πολφ χρόνο να βρεκϊ με γυναίκα, δεν μπορϊ πια αυτζσ τισ ανοφςιεσ περιπζτειεσ. Όςο κι αν αυτά τα λόγια ςε άλλθ φάςθ κα τ’ αντιμετϊπιηε με κάποιο ςνομπιςμό, ςτθν ίδια προξζνθςαν κετικι εντφπωςθ και δεν μποροφςε να περάςουν απαρατιρθτα. Σο είχε λθςμονιςει. Πράγματι το είχε πει, γιατί εκείνθ τθ ςτιγμι αυτό ζνιωκε. Σϊρα ιρκε θ ςειρά του. Δεν μποροφςε να είναι αδιάφορθ. Ο άνκρωποσ ςε κάποια φάςθ τθσ ενζπνευςε δυνατά αιςκιματα, του κάκιςε με δικι τθσ κζλθςθ και το κυριότερο - κζλει δε κζλει - ιταν ο πατζρασ του παιδιοφ τθσ. Δεν ικελε να κόψει τα νιματα, μποροφςαν να βλζπονται κι ότι βγάλει ο χρόνοσ. Ζτςι του το είπε: -Μπορεί να κάνουμε παρζα μ’ ζναν όρο. Κ’ αφιςεισ τθν κόρθ μου απ’ ζξω. Κα ψάξουμε μεταξφ μασ τι μπορεί να γίνει. Συμφωνείσ; Μποροφςε να κάνει κι αλλιϊσ; - Εντάξει Τηζνθ. Κα ςεβαςτϊ το πλαίςιο που επζβαλεσ! ΢τθ ςυνζχεια το κλίμα θρζμθςε, μίλθςαν για αδιάφορα κζματα, ενϊ ο Μίμθσ από μζςα του ζβραηε από τθν αδθμονία για τθ μελλοντικι πορεία τθσ ςχζςθσ τουσ.

[57]


18. Έρωτασ ξανά Ο χρόνοσ κφλιςε ομαλά χωρίσ ςυνταρακτικζσ αλλαγζσ. Κάποια ςτιγμι που θ ατμόςφαιρα ιταν κατάλλθλθ ζδωςαν διζξοδο ςτθν καταπιεςμζνθ ανάγκθ για ςωματικι επαφι που ζνιωκαν κι οι δυο τουσ. - Ζχω μινεσ να κάνω ζρωτα με γυναίκα, τθσ είπε αυτόσ. Με βάςθ τθν προϊςτορία και τισ προδιαγραφζσ του, αυτό ιταν γεγονόσ. Εκείνθ δεν του είπε κουβζντα για τον νεαρό με τον οποίο κάκε τόςο, αλλά αραιά κι ανϊνυμα βριςκόταν για τον ίδιο λόγο. Είχε ιδθ αποφαςίςει ότι ζπρεπε να κόψει αυτιν τθν περιςταςιακι επαφι που ξεκίνθςε από ςωματικι ανάγκθ και μόνο. Ήταν ςε κάποια φάςθ χριςιμοσ, αλλά φτάνει πια. Δεν ιταν καμιά μικρι κοπελίτςα, χωρίσ ευκφνεσ και ςυγκρατθμό. Με τον Μίμθ ιταν αλλιϊσ. Κάποια φάςθ τον αγάπθςε και πϊσ να το κάνουμε, ςε άλλουσ δεν κα τ’ ομολογοφςε ποτζ, αλλά ιταν ο πατζρασ τθσ κόρθσ τθσ, το καλφτερο πράγμα που ζκανε ποτζ ςτθ ηωι τθσ. Μετά λίγο καιρό θ ςχζςθ τουσ προχϊρθςε ζνα βιμα παραπάνω. ΢ε μια ςυνάντθςι τουσ ςε δθμόςιο χϊρο είχε για πρϊτθ φορά και τθν κόρθ τθσ μαηί. Δεν το ζκανε επίτθδεσ. Η μάνα τθσ ςυνόδευε τον πατζρα τθσ ςε μια επίςκεψθ ςτο γιατρό και το παιδί δε μποροφςε να μείνει μόνο του. Βεβαίωσ υπιρχε θ δυνατότθτα να αναβάλλει το προςυμφωνθμζνο ραντεβοφ, αλλά δεν τ’ ζκανε. Απλϊσ άλλαξε ο τόποσ ςυνάντθςθσ. Μιπωσ αυτό δεν ιταν μια ζνδειξθ τθσ βακμιαίασ αλλαγισ που γινόταν μζςα τθσ; Η κόρθ τθσ δεν ιταν πια μωρό. Μζρα με τθ μζρα μεταςχθματιηόταν ςε μια όμορφθ και ζξυπνθ κοπελίτςα, που τθ γζμιηε χαρά και υπερθφάνεια. [58]


Ο Μίμθσ δεν κρατιόταν. Σθν ζπαιρνε ςτθν αγκαλιά του, τθν φιλοφςε, τθν ζπαιηε. Όλο το χρόνο θ μικρι ςυγκζντρωςε αποκλειςτικά τθν προςοχι του. Η ίδια ζγινε κομπάρςα, αλλά δεν τθν πείραηε τόςο πολφ. Σουσ παρατθροφςε και τουσ δυο και κζλοντασ και μθ διζκρινε τισ ομοιότθτεσ ανάμεςα τουσ. Πράγμα φυςικό αφοφ ιταν πατζρασ κι κόρθ. Όταν θ ςυνάντθςθ τζλειωςε και θ Σηζνθ με τθν κόρθ τθσ γφριςε ςτο ςπίτι τθσ δζχτθκε τθλζφωνο από τον Μίμθ: - Σ’ ευχαριςτϊ Τηζνθ, ιταν μια τόςο γλυκιά ςυνάντθςθ. Δεν μπορϊ να πω με λόγια τα αιςκιματα που ξφπνθςαν μζςα μου. Είναι τόςο όμορφο πλάςμα! Δεν τόλμθςε να πει τθν ζκφραςθ που ερχόταν ςτα χείλθ του: «θ κόρθ μασ». Κςωσ όμωσ το ζλεγε θ κζρμθ των λόγων του. Κςωσ να φάνθκε θ άκρατθ χαρά που ζηθςε μαηί τθσ. Αυτι θ πρϊτθ ςυνάντθςθ με το παιδί του ιταν θ ςταγόνα που ξεχείλιςε το ποτιρι. Ζπρεπε να ςπάςει τα εμπόδια που οι δικζσ του ελαφρομυαλιζσ τον εμπόδιηαν να ηιςει με τθν Σηζνθ και τθν κόρθ του ςαν οικογζνεια. Πάνω ς’ αυτόν τον ςτόχο κα ςυγκζντρωνε τθν προςοχι του. Σουσ ικελε μαηί του. Κάκε μζρα που κα περνοφςε χωρίσ τισ γυναίκεσ του, κα ιταν μια απϊλεια από αυτό που του αναλογοφςε ςαν ευτυχία. ΢τθν Σηζνθ καλάρεςαν τα λόγια για τθν κόρθ τθσ. ΢’ όλουσ τουσ ανκρϊπουσ αρζςει ο καλόσ λόγοσ. Δεν είναι απαραίτθτα θ κακϊσ εννοοφμενθ ματαιοδοξία, είναι φυςικι ανταπόκριςθ ςτθν ανάγκθ που ζχει ο άνκρωποσ για επαλικευςθ. Πρόςεχε ςαν τα μάτια τθσ τθν ανατροφι του παιδιοφ, είχε τθν αμζριςτθ βοικεια από τουσ γονείσ τθσ και το αποτζλεςμα ιταν κετικό με τθν γενικι παραδοχι όλων. Η ςκζψθ ιρκε μόνθ τθσ. Μιπωσ είναι απόλυτθ και δογματικι ςτον αρνθτιςμό τθσ απζναντι ςτον Μίμθ; Εντάξει, του είχε πολλά ράμματα [59]


ςτθ γοφνα του, μα όλοι οι άνκρωποι δεν ζχουν δικαίωμα ςτο λάκοσ; Πζρναγε τθ φάςθ που οι άνδρεσ ςυμπεριφζρονται ςαν θλίκια κοκόρια, αναηθτϊντασ χωρίσ αρχζσ, τθν άςκοπθ επαλικευςθ τθσ «ανδρικισ υπεροχισ» τουσ. Μα ζρχεται κι εποχι τθσ ωρίμανςισ τουσ. Είχε ιδθ ενδείξεισ ότι ο Μίμθσ καταλάγιαςε, άλλαξε άρδθν ςυμπεριφορά κι ιταν πια άλλοσ άνκρωποσ. Όχι όμωσ! Πρζπει ακόμα να περάςει πολλά τεςτ μζχρι να τον δεχκεί πάλι κοντά τθσ. Θα βάδιηε βιμα-βιμα μζχρι να πάρει τισ οριςτικζσ τθσ αποφάςεισ.

[60]


19. Ο κάνατοσ: τζλοσ κι αρχι Σο γεγονόσ ιρκε τόςο απότομο και τραγικό. Ενϊ βριςκόταν ςτθ δουλειά τθσ ςτο υπουργείο το τθλεφϊνθμα άλλαξε πλιρωσ το ςκθνικό. Η απεγνωςμζνθ φωνι τθσ μάνασ τθσ να ηθτάει βοικεια τθν ταρακοφνθςαν και τθν ζφεραν μπροςτά ςτισ επϊδυνεσ αλλαγζσ που δεν τισ ςκζφτεςαι προθγουμζνωσ κεωρϊντασ ότι οι δικοί ςου άνκρωποι είναι άτρωτοι. - Μωρό μου, ο πατζρασ ςου κάτι ζπακε και δεν επικοινωνεί μαηί μου. Ζλα ςε παρακαλϊ όςο πιο ςφντομα μπορείσ! Σο διαιςκάνκθκε. Ο μπαμπάσ ζπακε εγκεφαλικό κι θ μάνα τα ζχαςε. Πιρε αμζςωσ τισ πρϊτεσ βοικειεσ κι ζφυγε όςο πιο γριγορα μποροφςε για το ςπίτι. Σο μυαλό τθσ ιταν χαμζνο από τθν απρόβλεπτθ εξζλιξθ, αλλά εκείνθ ιλπιηε ςτθν πιο αιςιόδοξθ προοπτικι: Κα το ξεπεράςει! Είναι δυνατόσ ο μπαμπάσ. ΢κζφτθκε τθν κόρθ τθσ, μζςα ςτο χαμό τθσ μάνασ κι θ ανθςυχία τθν περικφκλωςε. Ζφταςε ςτο ςπίτι πριν το νοςοκομειακό κι ο πατζρασ τθσ είχε χάςει τελείωσ τισ αιςκιςεισ του. Η μάνα τθσ τθν αγκάλιαςε απεγνωςμζνα και με πρόςωπο γεμάτο δάκρυα τθσ είπε - Τον χάςαμε γλυκιά μου τον μπαμπά! - Σφνελκε και ςυγκρατιςου! Ροφ είναι το παιδί; - Στο δωμάτιό του. Εκεί τθσ είπα να πάει. Ζτρεξε ςτο δωμάτιο κι ανοίγοντασ τθν πόρτα είδε το κλαμζνο πρόςωπο τθσ κόρθσ τθσ, το φοβιςμζνο βλζμμα τθσ, να κάκεται ςτο κρεβάτι με τθν πλάτθ ςτον τοίχο, να ςφίγγει ςτθν αγκαλιά τθσ τθν [61]


αγαπθμζνθ τθσ κοφκλα. Κατάλαβε θ μικρι ότι κάτι κακό ςυνζβθ. Δεν προςτατεφτθκε όςο ζπρεπε και χρειαηόταν. Αλλά τι να προκάνει θ καθμζνθ θ μάνα μου όταν βλζπει τον άνκρωπό τθσ να χάνεται; Σθν ζςφιξε ςτθν αγκαλιά τθσ και τθσ είπε παρθγορθτικά: - Πλα κα πάνε καλά μωρό μου. Θ μαμά είναι κοντά ςου! Εκείνθ τθ ςτιγμι τον ςκζφτθκε. Η παρουςία ενόσ άνδρα ςτο ςπίτι ιταν χριςιμθ κι αναγκαία. ΢υγκρατικθκε μθν κάνει κάτι βιαςτικό και πρόωρο. ΢ε λίγο ακοφςτθκε θ ςειρινα του νοςοκομειακοφ. Πιγε τθν κόρθ τθσ ςτθ διπλανι γειτόνιςςα και μαηί με τθν μάνα μπικαν να ςυνοδζψουν τον πατζρα ςτο νοςοκομείο. Δεν ςυνιλκε ποτζ. Ο γλυκόσ τθσ πατζρασ, ο γεμάτοσ αγάπθ, τρυφερότθτα και κατανόθςθ ζφυγε από κοντά τουσ. Δεν ξανάκουςε τθ φωνι του. Εκείνθ που ιταν ερείπιο ιταν θ μάνα τθσ. Θα χρειαηόταν μζρεσ να ςυνζλκει και ν’ αναλάβει πάλι τθν εγγόνα τθσ. Αναγκαςτικά πιρε ολιγοιμερθ άδεια απ’ τθ δουλειά τθσ. Ενϊ θ ίδια δεν ενθμζρωςε τον Μίμθ για τισ ραγδαίεσ εξελίξεισ ιρκε το δικό του τθλζφωνο. Είχαν πια επαφι μεταξφ τουσ: - Ροφ είςαι εξαφανίςτθκεσ, ζχω μζρεσ να ζχω νζα ςου. Κι εγϊ ζμπλεξα αυτζσ τισ μζρεσ με τθ δουλειά αλλά ςε είχα ςτο μυαλό μου ςυνζχεια! Αναγκάςτθκε να του πει τα πάντα. Ο άλλοσ γεμάτοσ παράπονο αλλά κι ενοχζσ τθσ είπε: - Καλά δεν με ειδοποίθςεσ να βοθκιςω; Καλι μου, τα ειλικρινι μου ςυλλυπθτιρια. Με τθν κόρθ ςου τι ζγινε; Ρρζπει να ςε δω οπωςδιποτε! Να περάςω από εκεί; - Πχι, κα ςε δω το απόγευμα ςτο πάρκο.

[62]


Η αλικεια ιταν ότι κάτι ζπρεπε να κάνει. ΢ε λίγο κα επζςτρεφε ςτθ δουλειά κι ζπρεπε να ρυκμίςει όλεσ τισ εκκρεμότθτεσ. Η μάνα τθσ είναι ςε κζςθ να μείνει μόνθ; Σο πιο ςθμαντικό: Σθν κόρθ τθσ ποιοσ κα τθν κρατάει όςο κα είναι ςτθ δουλειά; Η μάνα ακόμα κρθνοφςε τον άνδρα τθσ και ζμπαινε το ερϊτθμα αν κα το ξεπερνοφςε. Να πάρει γυναίκα ςτο ςπίτι ι να ςτείλει τθν κόρθ τθσ ςε παιδικό ςτακμό; Όλα αυτά ζπρεπε να λυκοφν και μάλιςτα ςφντομα. Επίςθσ, τι κα γίνει με τθ μεγάλθ εκκρεμότθτα: Ζχει καταλιξει μζςα τθσ ποια λφςθ κα δοκεί με τον Μίμθ;

[63]


20. Επανζνωςθ ΢το απογευματινό ραντεβοφ με τον Μίμθ ςτο πάρκο αναγκαςτικά πιρε μαηί τθσ τθ μικρι. ΢υνεννοικθκε με τθ μάνα τθσ ότι τθν πάει μια βόλτα. Όταν τθν είδε και πάλι, αυτόσ τθν ζςφιξε με δφναμθ ςτθν αγκαλιά του και τθσ είπε λόγια παρθγορθτικά. Αλλά και παράπονα που δεν τον ειδοποίθςε ςτθν κρίςιμθ φάςθ. Η μικρι παρατθροφςε ςιωπθλι τθ μάνα και τον κφριο που τθσ μιλοφςε. - Καλι μου δεν με κεωρείσ ακόμα δικό ςου άνκρωπο! Μζχρι πότε κα κρατιςει το παράλογο πείςμα ςου; Μζχρι πότε κα με κρατάσ μακριά απ’ τθν κόρθ μου; Τι πρζπει άλλο να κάνω για να ςε πείςω; Η Σηζνθ δεν είχε το κουράγιο να απαντιςει με το ςυνικθ αρνθτικό τρόπο. Κςωσ λόγω του χαμοφ του πατζρα κι όλων όςων ακολοφκθςαν, ίςωσ, χωρίσ να το καταλαβαίνει, ωρίμαηε μζςα τθσ το κζμα. Εντάξει θ ανεξαρτθςία, εντάξει θ προςωπικι αξιοπρζπεια, αλλά δεν μπορεί επ’ άπειρο να είναι ςαν ζρθμθ και μόνθ καλαμιά ςτον κάμπο. Είχε ανάγκθ μιασ ςτιριξθσ. Δεν μποροφςε να κρατάει το Μίμθ μακριά από τθν κόρθ τθσ. Ιδιαίτερα τϊρα που κα λείπει θ ανδρικι παρουςία του παπποφ μζςα από το ςπίτι. ΢το διάςτθμα που τθν κλωκογφριηαν αυτζσ οι ςκζψεισ ο Μίμθσ απτόθτοσ και επίμονοσ άνοιγε τουσ πρϊτουσ δρόμουσ επικοινωνίασ με το παιδί τθσ. Η αγάπθ του γι’ αυτό φαινόταν από μακριά και δεν γινόταν να το αγνοιςει. Ζτςι εκείνθ τθ ςτιγμι πιρε τθν απόφαςι τθσ. -Μίμθ ασ περάςω απ’ το ςπίτι ν’ αφιςω το παιδί ςτθ μάνα μου κι ασ πάμε οι δυο μασ κάπου ιςυχα να ςυηθτιςουμε. [64]


- Π,τι κεσ εςφ! Από μζςα του ζνιωςε ότι ζφταςε θ ϊρα τθσ αλικειασ. Δεν ικελε να εκβιάςει τα πράγματα. Θα άφθνε όλθ τθν πρωτοβουλία ςτθν Σηζνθ. Σον άφθςε απ’ ζξω και πιγε μζςα ν’ αφιςει τθν κόρθ τθσ. Όταν γριγορα επζςτρεψε, του πρότεινε ζνα ιςυχο μζροσ κι αυτόσ τθν πιγε χωρίσ αντίρρθςθ με το αυτοκίνθτο εκεί. Κάκιςαν κι θ ςτιγμι ιταν οριακι και για τουσ δυο. - Ρράγματι, κάποια ςτιγμι ςου είπα ς’ αγαπϊ γιατί ζτςι ζνιωκα. Στθν κρίςιμθ ςτιγμι εςφ ελαφροπατοφςεσ και δε φάνθκεσ άξιοσ των περιςτάςεων. Αυτό το ξζρεισ και ιδθ το ζχεισ παραδεχκεί. Εγϊ, κόντρα ςτισ ςυμβατικότθτεσ, με μεγάλο προςωπικό κόςτοσ γζννθςα το παιδί μου. Θ ζκπλθξι μου ιταν το πόςο καλά δζχτθκαν το γεγονόσ οι γονείσ μου. Θ κόρθ μου ιταν θ χαρά του καθμζνου του πατζρα μου και από τθν πλευρά του δεν αντιμετϊπιςα κανζνα πρόβλθμα. Αυτό δε ςθμαίνει ότι ο άλλοσ κφκλοσ γφρω μου δεν με τρζλανε με τθν περιζργεια και τισ ερωτιςεισ

του.

Πμωσ

ιμουν

αποφαςιςμζνθ

και

πειςματάρα

περιςςότερο απ’ ότι νόμιηα. Πχι εφκολα, αλλά ςωςτά και με όλεσ τισ δυςκολίεσ ανάκρεψα, πιςτεφω ςωςτά, το παιδί μου, κάτω από τισ δεδομζνεσ ςυνκικεσ. Μετά εμφανίςτθκεσ εςφ και τα πράγματα επανιλκαν πιο πιεςτικά απ’ ότι όταν ιςουν κυριολεκτικά χαμζνοσ. Μου ζδωςεσ ενδείξεισ ότι άλλαξεσ. Ελπίηω να ‘ναι αλικεια και θ αλλαγι να ‘ναι οριςτικι και μόνιμθ. Μπορϊ να ςυνεχίςω ςτο ίδιο μοτίβο, αλλά είναι ςτθ μζςθ δυο ςτοιχεία που δεν μπορϊ να αγνοιςω. Θ κόρθ μου, που τθν αγαπϊ πάνω απ’ όλα, ζχει δικαίωμα να ζχει πατζρα κι αυτόσ είςαι εςφ! Θρζμθςε, άλλωςτε το ιξερεσ απ’ τθν αρχι. Αλλά και κάτι επιπλζον. Μζςα μου αναγεννικθκαν και αιςκιματα για ςζνα.

[65]


Άνκρωποσ είμαι, ζχω και αδυναμίεσ. Απλϊσ θ ηωι μ’ ανάγκαςε να ςκλθρφνω λίγο. ΢’ αυτι τθ μακροςκελι εξομολόγθςθ ο άλλοσ κακόταν ςιωπθλόσ αλλά όχι αδιάφοροσ. Αυτό φαινόταν απ’ τα δακρυςμζνα μάτια του και το ςοβαρό του φφοσ. Αποφαςιςτικά πιρε το λόγο: - Ζχεισ απόλυτο δίκιο καλι μου να μου τα ςζρνεισ. Δεν δικαιοφμαι να ‘χω παράπονα από ςζνα. Με τον εαυτό μου τα ζχω που ςτερικθκα αυτά τα χρόνια εςζνα και τθν κόρθ μου. Τϊρα κα πρζπει να χαροφμε αυτά που ςτερθκικαμε. Μασ τα χρωςτάει θ ηωι. Να ςου πω κάτι. Ροτζ δεν είχα τθν παραμικρι αμφιβολία ότι θ κόρθ ςου είναι το παιδί μου. Από τθ ςτιγμι που ςυνειδθτοποίθςα τθ μαλακία μου ιξερα τον χαρακτιρα ςου. Δεν κα δολοφονοφςεσ το πλάςμα που άρχιηε να ηει μζςα ςου. Πταν κιόλασ είδα το παιδί μια εςωτερικι φωνι το ζλεγε: «Είναι το παιδί ςου θλίκιε!» Απλϊσ δεν ικελα με βιαςτικζσ αντιδράςεισ να ςου δθμιουργιςω κι άλλα προβλιματα. Ιλπιηα να ωριμάςει το πρόβλθμα μζςα ςου από μόνο του. Και να! Ζφταςε αυτι θ ϊρα. Και τϊρα τι κάνουμε; Ροια είναι τα πρϊτα βιματά μασ; - Κα ενθμερϊςουμε πρϊτα τθ μάνα μου. Να πάει το κζμα ςιγά-ςιγά. Μετά να το ανακοινϊςουμε ςτουσ άλλουσ ςυγγενείσ και φίλουσ. Σκζφτομαι το πρωί θ κόρθ μασ, να πθγαίνει ςε παιδικό ςτακμό. Αλικεια, με τουσ δικοφσ ςου τι γίνεται; Και οι δυο το παρατιρθςαν: Για πρϊτθ φορά χρθςιμοποίθςε πλθκυντικό. Η κόρθ «μασ». Δεν γινόταν διαφορετικά. Από δω και πζρα κα τθ μοιραηόταν με τον φυςικό τθσ πατζρα. - Δεν ζχω και τισ καλφτερεσ ςχζςεισ μαηί τουσ. Ο τρόποσ τθσ ηωισ μου το προθγοφμενο διάςτθμα με αποξζνωςε από αυτοφσ. Κακϊσ, αλλά αυτι είναι θ κακαρι αλικεια. Ηω μόνοσ μου, ωσ εργζνθσ και ςπανίωσ [66]


τθλεφωνϊ ςτθ μάνα μου. Αυτά πρζπει ν’ αλλάξουν τϊρα. Τϊρα που κα φτιάξω τθ δικι μου οικογζνεια δεν είναι ςωςτό να μθν ζχω ςχζςεισ μαηί τουσ. Σα λόγια τουσ, χωρίσ να το καταλαβαίνουν, προδιζγραφαν τισ ραγδαίεσ εξελίξεισ που ζρχονταν. Ήταν φυςιολογικό. -Ράμε ςτο ςπίτι μου, του είπε θ Σηζνθ. Πλα με το μαλακό, ασ το πάνω μου. Όταν μπικαν ςτο ςπίτι θ μάνα τθσ τουσ υποδζχτθκε ευγενικά αλλά και με τθν απορία ςτο πρόςωπο. Δεν ιταν ςφνθκεσ να φζρνει θ κόρθ τθσ άνδρεσ ςτο ςπίτι κι ζτςι θ απορία ιταν ηωγραφιςμζνθ ςτο πρόςωπό τθσ. - Το παιδί που είναι; -Το ζβαλα να κοιμθκεί. Ιταν πτϊμα από το παιγνίδι. -Λοιπόν μάνα, κάτςε ςτθν καρζκλα κι άκου ψφχραιμα. Αυτόσ εδϊ είναι ο Μίμθσ. Γνωριηόμαςτε πολλά χρόνια. Αυτόσ είναι ο πατζρασ τθσ εγγονισ ςου. -Τι λεσ κορίτςι μου! Και γιατί δεν εμφανίςτθκε προθγουμζνωσ ν’ αναλάβει τισ ευκφνεσ του; Κακϊσ! Ρολφ κακϊσ! -Δεν φταίει ο Μίμθσ μάνα. Δεν το ιξερε άλλωςτε. Είναι μπερδεμζνθ υπόκεςθ για να ςτθν ξεκακαρίςω με λίγα λόγια. Σιγά- ςιγά κα ςτα πω όλα. Ο Μίμθσ κακόταν αμίλθτοσ ςαν βρεγμζνθ γάτα. Ήξερε ότι τα ζχει κάνει ςκατά κι ζπρεπε να υποςτεί τισ ςυνζπειεσ: -Ακοφςτε, μάνα τθσ Τηζνθσ. Οφτε τ’ όνομά ςασ ξζρω… Επενζβθ θ Σηζνθ: - Δζςποινα τθ λζνε.

[67]


Ακοφςτε, κυρά Δζςποινα. Ζχετε του κόςμου τα δίκια να ζχετε παράπονα από μζνα. Αλλά, όςο περνάει απ’ το χζρι μου κα επανορκϊςω. Τθν κόρθ ςασ τθν αγαπϊ πολφ και ειλικρινά και κα βάλω τα δυνατά μου να τθν κάνω ευτυχιςμζνθ. Θ εγγονι ςασ είναι και παιδί μου και το ςτερικθκα εντελϊσ. Ζχει δικαίωμα να ‘χει πατζρα και τϊρα τον βρικε. Νιϊκω μζςα μου τόςθ αγάπθ γι’ αυτι και πρζπει να προςζξω μθν τθν πνίξω. Η Σηζνθ κολακευμζνθ απ’ τα λόγια του, παρατιρθςε ότι τα μάτια τθσ μάνασ τθσ ιταν γεμάτα δάκρυα. -΢ε μάνα. Αντί να χαίρεςαι κλαισ; -Χαίρομαι παιδί μου, αλλά ςκζφτομαι τον πατζρα ςου που δεν πρόλαβε αυτι τθ χαρά. Ροτζ δεν ςου είπε μια κουβζντα, αλλά πϊσ να το κάνουμε, ιταν ζνασ κρυφόσ καθμόσ του. Σθν τελευταία κουβζντα τθν αιςκάνκθκε ςαν μαχαιριά θ Σηζνθ, αλλά ο χρόνοσ δεν γυρίηει πίςω. Κάκε πράξθ του ανκρϊπου, ιδιαίτερα όταν ξεφεφγει από τα κακιερωμζνα, ζχει τισ ςυνζπειζσ τθσ. Σθν τφψθ αυτι κα τθν ζςερνε πάνω τθσ τα υπόλοιπα χρόνια.

[68]


21. Χάπι ζντ ΢τον κφκλο των γνωςτϊν και φίλων θ είδθςθ ζπεςε ςαν βόμβα. Αλλά γριγορα αφομοιϊκθκε, ιδιαίτερα όταν ο απζριττοσ και ςχεδόν κλειςτόσ γάμοσ τουσ ςτθν εκκλθςία, ςφράγιςε τθν νζα τουσ ςχζςθ. Σϊρα ιταν οικογζνεια κι ο Μίμθσ ρουφοφςε όλα που είχε ςτερθκεί. Εφκολα βρικε δρόμουσ επικοινωνίασ με τθν κόρθ του και κάλυπτε ςιγάςιγά τα κενά τθσ προθγοφμενθσ απουςίασ του. Σο ίδιο εκδθλωτικόσ και κερμόσ ιταν και ςτθν Σηζνθ. Ναι! Ήταν ζνασ καινοφριοσ άνκρωποσ. ΢τθν εργαςία του, θ ςθμερινι του κζςθ δεν απαιτοφςε τισ προθγοφμενεσ πολυιμερεσ απουςίεσ του ςτθν επαρχία και τα ωράρια τθσ εργαςίασ του ιταν ανκρϊπινα και του άφθναν αρκετό χρόνο να τον αφιερϊςει ςτθν οικογζνεια. Είχε κατακτιςει και τθ μάνα τθσ, που με τον καιρό ξανάβριςκε τον προθγοφμενο δραςτιριο εαυτό τθσ και πρόςφερε χριςιμεσ κι απαραίτθτεσ υπθρεςίεσ μζςα ςτο ςπίτι. Εκεί είχε εγκαταςτακεί κι αυτόσ, μετά τθν παράκλθςθ τθσ Σηζνθσ να μθν αφιςει μόνθ τθν μάνα τθσ. - Είναι πιο φυςιολογικό για το παιδί μασ να ‘ναι κοντά ςτθ γιαγιά του, παρά ςτα χζρια μιασ άγνωςτθσ ξζνθσ γυναίκασ. Αυτό κυρίωσ τον είχε πείςει. Η μόνθ εκκρεμότθτα ιταν θ ψυχρότθτα με τθν οικογζνεια του Μίμθ. Παρά τισ φιλότιμεσ προςπάκειεσ τθσ Σηζνθσ να ςπάςει τον πάγο που υπιρχε ανάμεςά τουσ, αυτό δεν ζγινε κατορκωτό. Δεν είχε ςχζςθ με το γάμο τθσ με τον Μίμθ. Σο πρόβλθμα είχε παλαιότερεσ ρίηεσ, ςε χρόνια πριν ακόμα γνωριςτοφν. Από τθ μζρα που τον γνϊριςε κακόταν μόνοσ του κι όλα τα χρόνια οι αναφορζσ ςτουσ δικοφσ του ιταν ςπάνιεσ για να μθν πει ανφπαρκτεσ. ΢τθν [69]


προςπάκειά τθσ να βρει εξθγιςεισ ςυνάντθςε ζνα τείχοσ ςιωπισ και ςταμάτθςε να ψάχνει. Από τον ίδιο δεν είχε, μετά τθν νζα ςυμβίωςθ τουσ, κανζνα παράπονο. Ήταν φιλόςτοργοσ πατζρασ, τρυφερόσ ςφντροφοσ κι επαρκισ εραςτισ. Δεν μποροφςε να ‘χει περιςςότερεσ απαιτιςεισ.

[70]


[71]


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.