H ζωή μου είχε καταντήσει πια μια περιπέτεια για δύο ψυχές, που η μοίρα μάλλον είχε διαγράψει από πολύ νωρίς το πεπρωμένο τους. Οι δρόμοι μας δύσκολοι. Μονοπάτια μοναχικά που είχαν σαν αποτέλεσμα πάντα την συνεχή πάλη επιβίωσής μας. Διλήμματα που κάθε στιγμή βασάνιζαν το μυαλό μου, για μένα την Αγγελική, αλλά και για το μέλλον της μικρής μου Βασιλικής. Η αγωνία μου στο έπακρον. Οι οικονομικές συνθήκες είχαν αλλάξει δραματικά, ζώντας πάντα με τον κίνδυνο της οικονομικής καταστροφής. Αυτή σημάδευε την ζωή μου. Είχα πιστέψει σε υποσχέσεις ανθρώπων που νόμιζα πως μ’ αγαπούσαν. Κι όμως αυτά τα ανθρωποειδή τέρατα είχαν καταφέρει να με εγκλωβίσουν σε μια πλασματική ζωή. Με κίνδυνο της ζωής μου, προσπάθησα να ξεγλιστρήσω πολλές φορές από τις παγίδες που μου έστηναν. Απορώ πώς τα κατάφερνα. Με την δύναμη που αντλούσα από την αγάπη μου για κείνη. Γι αυτήν καθημερινά ζούσα και ανέπνεα. Ήταν η Βασιλική μου, ένα πλάσμα με τόσο όμορφα χαρακτηριστικά. Τα γαλάζια της μάτια ήταν η θάλασσα