Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗΣ

Page 1


!

µ µ

µµ

, "

µ

.

µ

µ

µ

µ

µ

µ

,

µ ,

µ

"

...

"

" ,

96+

µ

µ

µ "

µ

µ (

µ

"

.

.

µ . µ

,

µ µ

µ µ

.

.

µ µ ,

µ

µ µ

µ

),

µ

µ µ .

.

µ

,

µ µ

, µ

.

µ

µ

µ

µ

µ

.


01

Καλιακμάνης Τηλέμαχος

02

Νικολαΐδη Αγγελίνα, Καφαντάρη Ισμήνη

03

Πατσιώτη Δήμητρα

04

Κούτουλα Κωνσταντίνα

05

Κουτίβα Λευκοθέα (Θένια)

06

Αλμπάνης Παναγιώτης

07

Φανού Αγγελική - Μαρία

08

Πάνου Μαρία

09

Τουμπανίδη Αναστασία

10

Κανονιέρη Γεωργία

11

Γκουρβέλου Χριστίνα

12

Αγρογιάννη Νεφέλη

13

Κοροωτζή Μαρούσα, Τσουτσάνης Ηλίας

14

Βασιλάκου Ελπίδα, Μουζάκας Βασίλης


Δεν θα άλλαζα ούτε μια πρόταση, ούτε μία λέξη μιας πρότασης, ούτε ένα γράμμα μιας λέξης μια πρότασης: «Τι εύκολα που τρεις νοηματικές αποχρώσεις μπορούν να διακρίνονται μέσα στη γλώσσα -για παράδειγμα, «ένα παράθυρο δίχως φως», «ένα σκοτεινό παράθυρο» κι «ένα παράθυρο με τα φώτα σβησμένα». Προσπαθήστε τώρα να εκφράσετε αυτές τις λεπτές διαφορές μέσω της σύνθεσης του φωτογράμματος. Είναι καν δυνατό; […] Το φωτόγραμμα μπορεί να δουλευτεί με μια ανεξαρτησία πολύ μικρότερη απ’ ό,τι η λέξη ή ο ήχος. Επομένως, η αμοιβαία εργασία φωτογράμματος και μοντάζ αποτελεί, στην πραγματικότητα, τη σε κλίμακα μεγέθυνση μιας διαδικασίας που ενυπάρχει σε όλες τις τέχνες. Ωστόσο, στο φιλμ η διαδικασία αυτή φορτίζεται σε τέτοιο βαθμό ώστε να μοιάζει να αποκτά μια καινούργια ποιότητα. Το πλάνο, θεωρούμενο πρώτη ύλη της σύνθεσης, παρουσιάζει αντίσταση μεγαλύτερη κι από εκείνη του γρανίτη, και η αντίσταση αυτή του προσιδιάζει. Η τάση για μια πλήρη, de facto αμεταβλητότητα που το πλάνο παρουσιάζει, είναι βαθιά ριζωμένη στην ίδια του τη φύση. Η αντίσταση αυτή έχει σε μεγάλο βαθμό καθορίσει τον πλούτο και την ποικιλία των μορφών και το στυλ του μοντάζ – γιατί το μοντάζ γίνεται το ισχυρότερο μέσο για μια πραγματικά δημιουργική αναδιαμόρφωση της φύσης. Έτσι ο κινηματογράφος είναι ικανός, περισσότερο από κάθε άλλη τέχνη, ν’ αποκαλύψει τη διαδικασία που πραγματώνεται, σε μικροσκοπική κλίμακα, σ’ όλες τις άλλες τέχνες.»

Sergei Eisenstein, Film Form, 1949, σελ. 8-9

Καλιακμάνης Τηλέμαχος











Ειδικό Εργαστήρι Σχεδιασμού, «Η Αθέατη Πλευρά» Σε μία προσπάθεια να ορίσουμε τον ορίζοντα, δημιουργήσαμε ένα σύστημα συνεχές και ατέρμονο. Ορίσαμε την ύπαρξη για να του επιτρέψουμε να ορίσει τα όρια μας, γιατί αλλιώς πως θα τα ξεπεράσουμε; Και αυτό παύει να υπάρχει σε συγκεκριμένο τόπο, αλλά επαναλαμβάνεται σε κυκλική τροχιά σε μία δικιά του διάσταση. Αρχίζουμε λοιπόν να μιλάμε για τον χρόνο και ερευνούμε την αιτιοκρατική του σχέση με όσα φανερώνει στο πέρασμά του. Μέσα απο τις σημειώσεις του Ταρκόφσκι, τα τελευταία πορίσματα της κβαντικής φυσικής και της μαθηματικής θεωρίας του Riemman ψάχνουμε να βρούμε τα ίχνη του χρόνου. Να κρατήσουμε αυτά που πρέπει να κρατηθούν. Ερχόμαστε να κάνουμε μία νεκροψία στο μέχρι τώρα νεκρό σύστημα της αρχιτεκτονικής, χωρίς προκατάληψη ή φόβο. Προσπαθούμε να πιάσουμε το νήμα από την αρχή ξεκινώντας από το τέλος. Τα ίχνη που χαράζει ο χρόνος είναι ήδη χαραγμεμα. Ποτέ δεν έχει περάσει ο χρόνος αυτού που θυμόμαστε. Και αυτό που θυμόμαστε μετουσιώνεται σε κάτι λανθάνον και άυλο. Σε μια ουσία... “τόσο θετική σαν μεταφυσική. Εκεί που μπορείς επιτέλους να πιστέψεις πως υπάρχεις και δεν υπάρχεις, πως ποτέ δεν υπήρξες. Δεν υπήρξε ο χρόνος κι η φθορά του”. “Η Σονάτα του σεληνόφωτος”, Γιάννης Ρίτσος

Νικολαΐδη Αγγελίνα, Καφαντάρη Ισμήνη



















Ο σχεδιασμός μέσα από ένα σύστημα επάλληλων τομών, οριζόντιων και καθέτων, στοιχειοθετεί ένα επίπεδο όρασης το οποίο αναδεικνύει χειρουργικά τις πρωταρχικές δομές του συνθετικού χώρου. Με απώτατο σκοπό την αναζήτηση νέων παραμέτρων ανάλυσης, η φανέρωση της γυμνής εσωτερικής ταυτότητας της δημιουργικής αρχιτεκτονικής σκέψης θα αποκαλύψει το ποιητικό άρρητο, εμφανίζοντας το ακατανόητο και μετουσιώνοντάς το σε κατανοητό. Με την ελευθερία και την πειθαρχία να συνυπάρχουν αλληλένδετα, η νοητική διεργασία λειτουργεί με τον ορισμό της αφηρημένης ιδέας, τον προσδιορισμό των αφαιρετικών σχημάτων και την κωδικοποίηση των διακριτών μορφών. Έτσι προσεγγίζοντας την αφηρημένη ιδέα με γραμμικό και επαγωγικό τρόπο, οι ιδιάζουσες αρχιτεκτονικές διεργασίες επικοινωνούνται και σαν κρυπτογραφικός κώδικας αυτής της ιδιότυπης γλώσσας, καταγράφονται στο χαρτί. Εντούτοις η ερμηνεία, η διερεύνηση και η ανάλυση της νοητικής διεργασίας ακολουθεί λογική και γραμμική εξελικτική πορεία. Μια φευγαλέα σκέψη που τυχαία ακινητοποιήθηκε, σχεδιαστικά σμιλεύτηκε και αρχιτεκτονικά μετουσιώθηκε, είναι η ώρα που το έργο περνά από την απ-ουσία στην παρ-ουσία. Η εγγραφή του χρόνου μέσα στο χώρο αποτελεί αρχιτεκτονική σύμβαση που ακολουθώντας τον συνθετικό βιορυθμό δημιουργεί μια νέα ετεροτοπία. Με καθοριστικής σημασίας την δημιουργική ποιητική φαντασία, η πνευματικότητα του έργου απευθύνεται στον κόσμο πέρα των αισθήσεων και ειδικότερα στην ακουστική τέχνη της μουσικής. Όντας συνυφασμένη με την χωρική της αντίληψη, συμπληρώνεται από ένα σημειωτικό σύνολο που παράγει νοήματα με δομική συνενοχή και προκαθορισμένη ομολογία, και συνδέεται με την αισθητηριακή αντίληψη της πραγματικότητας. Παράλληλα η σύνθεση ως πολυφωνικό και πολυδιάστατο αφήγημα, περιλαμβάνει την έννοια της αντίστιξης με την ταυτόχρονη συνήχηση μελωδιών που διερευνά τη χρονικότητα της αρχιτεκτονικής πράξης ρυθμαναλύοντας την ιδιάζουσα χωρικότητα της μουσικής. Με εργαλείο αποτύπωσης και παράστασης την γεωμετρία, χρονικά τμήματα και προβαλλόμενα θραύσματα εκρήγνυνται ως παραλληλισμοί για την δημιουργία ενός νέου τόπου με τις επιδράσεις του αισθητηριακού αυτού χωροχρόνου. Έτσι, η αποτύπωση της μουσικής χωρικότητας όντας στο ζενίθ της δημιουργίας, περνά από τα στάδια της πτύχωσης, του μετασχηματισμού, της αποκάλυψης και της ανάγνωσης μιας νέας αρχιτεκτονικής διάστασης φανερώνοντας την αθέατη πλευρά του πρότυπου σχεδίου. Ειδικότερα το σχέδιο ως ένας οργανισμός εν κινήσει, αποτελεί μια νοητική διεργασία σχηματοποίησης που αποκαλύπτει τις πρωταρχικές δομές του χώρου εμφανίζοντας μία διαλεκτική σχέση μεταξύ υπάρχουσας τοπογραφίας και πρότασης. Η ερμηνεία του ανοίκειου ως χωρική συνθήκη αποκαλύπτει ποιητικές τόπων που προσφέρουν άλλους τρόπους αναπαράστασης της πραγματικότητας με στόχο τη δημιουργία συνθετικών παραδειγματικών καταστάσεων που θα συμβάλλουν καθοριστικά σε ένα νέο τρόπο ανάγνωσης της σύνθεσης. Ωστόσο η εγκιβωτισμένη αφήγηση του σχεδίου αποκαλύπτει τον τρόπο μορφοποίησής του αναδεικνύοντας την εσωτερική νομοτέλεια του ρυθμού και της αντίστιξης της σύνθεσης. Με σχεδιαστικό κανόνα την πτύχωση, τη σύνταξη και την παλιλλογία των σχεδιαστικών γραμμών και σχημάτων, ανάγλυφων ή μη ορατών, αλλά και με τον τρόπο ισορρόπησής τους στο χώρο και το σχετικό τους μέγεθος , το σχέδιο περνά απο την απουσία στην παρουσία. Έλλογες σκέψεις νοητικών διεργασιών ακινητοποιούνται και σμιλεύονται σε κάθετες και οριζόντιες γραμμές και ανάγλυφες αναπαραστάσεις. Η συγκρότηση του συνόλου, η μορφή και η ποσότητα των στοιχείων απαρτίζουν την αρχιτεκτονική σύνθεση μετουσιώνοντας σε ορατή την μέχρι τώρα αθέατη σύμβαση του σχεδίου. Αντίστοιχα οι μορφολογικές και αφηγηματικές δομές του χώρου μέσα από συνθήκες χωρικής αναλογίας, προϋποθέσεις αρμονίας και γραμμικής προοπτικής ενοικούν την υπάρχουσα σύνθεση κινητοποιώντας την δημιουργικότητα και προσδιορίζοντας το ποιητικό άρρητο της αρχιτεκτονικής πραγματικότητας. Πράγματι, με γραμμικό και επαγωγικό τρόπο, η αποκάλυψη και η ανάγνωση των γραμμών και των σχημάτων ενώνονται δυναμικά και απρόβλεπτα, συνθέτοντας τα στοιχεία που απαρτίζουν την ποιητική αρχιτεκτονική φαντασία. Έτσι η αναζήτηση νέων παραμέτρων συνθετικής ανάλυσης και η φανέρωση της εσωτερικής ταυτότητας της δημιουργικής αρχιτεκτονικής σκέψης, καταφέρνει να αποκαλύψει το ποιητικό άρρητο, συντάσσοντας έτσι την αθέατη πλευρά της σύνθεσης. Πατσιώτη Δήμητρα











Η υπάρχουσα μητροπολιτική κατάσταση, ως ένας τρόπος αναπαράστασης της πραγματικότητας, αποτελεί την πρώτη ύλη της αρχιτεκτονικής δημιουργίας. Μέσα της κρύβει κόσμους οριοθετημένους από συνεχείς και αλλεπάλληλες κινήσεις μεταξύ χρόνου, και άχρονου, αγγίζοντας τα όρια του πραγματικού χώρου και της πνευματικής διάστασης αυτού. Ο κάτοικος πρωταγωνιστεί σε μια νέα δυναμική τοπογραφία και ο δημιουργός βρίσκεται ήδη στο κέντρο μιας διαδικασίας παρατήρησης και αναγνώρισης αυτής. Ο βαθμός εμπλοκής και το συναίσθημά του, οδηγούν σε μια συγκινησιακή υπέρβαση αυτής της τοπογραφίας, βασιζόμενη στη φαινομενολογία της ποιητικής σκέψης. Σταδιακά οι κόσμοι αυτοί ξεπροβάλλουν σαν θραύσματα άρρητων συσχετισμών και αναμνήσεων ενός πολιτισμού, μέσα από τη ματιά του δημιουργού και την ιδιαίτερη συγκίνηση που αυτή προσφέρει1. Το τοπίο μετασχηματίζεται, τεμαχίζεται και τα χιλιάδες κομμάτια του σκορπίζονται στο χρόνο και βρίσκουν το δρόμο τους μέσα από μια ξεχωριστή αφήγηση η οποία αποκαλύπτει τη νέα μητροπολιτική συνθήκη. Η επίδραση της ποιητικής φαντασίας, είναι η αμφισβήτηση της χρονικής πραγματικότητας, των κανόνων και των χωρικών σχέσεων μέσα από μια ευαισθησία που αποκαλύπτει την αθέατή τους πλευρά. Το φως και η σκιά, το νερό, το ανάγλυφο, το κενό, ακόμα και ο ίδιος ο πολιτισμός έρχονται σε σύγκρουση και ενώνουν τις ξεχωριστές διαστάσεις τους σε έναν πολυδιάστατο χώρο. Εξάλλου ο χώρος, έτσι όπως το συλλαμβάνει η φαντασία, είναι ένας χώρος βιωμένος αλλά αθέατος, ο οποίος αποκαλύπτεται και παίρνει νέο σχήμα μέσα από τη ζωντάνια της ποιητικής αφήγησης.2 Και η πολυπλοκότητα αυτού, προδίδει την εφήμερη φύση της πραγματικότητας. Κούτουλα Κωνσταντίνα

Ταρκόφσκι, Α., 1986. Σμιλεύοντας το χρόνο, Βελέντζaς, Σ. (μτφ.), Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα: 1987, σ. 38: Βλ. « […] αν ένας δημιουργός συγκινείται από το τοπίο και το διάλεξε ο ίδιος, αν του γεννά αναμνήσεις και του υποβάλλει συσχετισμούς, έστω υποκειμενικούς, τότε θα επηρεάσει το κοινό με ξεχωριστή συγκίνηση. […] » 2 Bachelard, G., 1982. Η ποιητική του χώρου, Βέλτσου Ε., Χατζηνικολή, Ι. Δ. (μτφ.), Εκδόσεις Χατζηνικολή, Αθήνα: 1982. σ. 25. 1


Η ΥΠΑΡΧΟΥΣΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ - ΕΡΜΗΝΕΙΑ - ΕΣΤΙΑΣΗ


Η ΕΓΚΙΒΩΤΙΣΜΕΝΗ ΑΦΗΓΗΣΗ ΜΕΤΡΟ - ΡΥΘΜΟΣ


Η ΕΓΚΙΒΩΤΙΣΜΕΝΗ ΑΦΗΓΗΣΗ ΔΟΜΗ

Η ΕΓΚΙΒΩΤΙΣΜΕΝΗ ΑΦΗΓΗΣΗ Η ΑΛΛΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ


Η ΕΓΚΙΒΩΤΙΣΜΕΝΗ ΑΦΗΓΗΣΗ ΑΝΤΙΣΤΙΞΗ


Η ΝΕΑ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΕΣΤΙΑΣΗ - ΚΙΝΗΣΗ - ΧΩΡΙΚΟΤΗΤΑ


ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ - ΑΝΑΔΙΠΛΩΣΗ - ΣΥΝΘΕΣΗ


Η ΝΕΑ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΘΡΑΥΣΜΑ - ΚΙΝΗΣΗ - ΑΦΗΓΗΣΗ



Η ΕΓΚΙΒΩΤΙΣΜΕΝΗ ΑΦΗΓΗΣΗ ΜΕΤΡΟ - ΡΥΘΜΟΣ




Χ-ω-ρογραφώντας

Απέναντι στο τοπίο σε νηφάλια απόσταση. Η παρουσία αναγνωρίζεται στη σφαίρα των αισθητηριακών ερεθισμάτων. Ο χρόνος σταματά αναγνωριστικά. Το μάτι αγωνίζεται να εστιάσει. Η κίνηση του, άναρθρα , δίνει ρυθμό στο χώρο και στην παρουσία υπεκφεύγοντας σε καταστάσεις λανθάνουσες, καταστάσεις μετάβασης από το πραγματικό στο φαντασιακό και σε δυνητικές ατμόσφαιρες που μπορεί να εμπεριέχει. Κρυσταλλικές αποτυπώσεις της χρονικής στιγμής. Ο χώρος που μας περιβάλλει και μας εμπεριέχει ανεβαίνει στην απάτητη κορυφή του ονείρου και μετουσιώνεται, εξαϋλώνεται. Μια ποιητικά ακίνδυνη αιώρηση σε έναν ζωντανό τόπο απόθεσης μνήμης. Ένα άλμα πίστης. Το κενό (και όλες οι πιθανές εκφάνσεις του) ως χώρος και ως συνθετική παράμετρος. Στην Aνατολική φιλοσοφία, αυτή του Ζεν, το κενό σαν βιωματική εμπειρία (Sunyata) τοποθετείται στην κορυφή της ιδεολογίας . Σύμφωνα με τον Δαλάι Λάμα «το κενό παρόλο που σημαίνει χωρίς εαυτό, χωρίς ενυπάρχουσα ύπαρξη εντούτοις την ίδια στιγμή είναι η βάση των πάντων. Η κενότητα είναι η φύση των πραγμάτων.» Σε κοντινή λογική, η ίδια η ιδέα του χώρου συνδέεται με τον κενό χώρο. Χώρος και ύλη, μια ατμόσφαιρα κατοίκησης, ο πρώτος με την αχρονικότητα του και η δεύτερη με τη διαχρονική της λειτουργία και πορεία. Η αθέατη πλευρά είναι εκεί για να την αγγίξεις, στον νου. Ασαφής και ακαθόριστη, πολλαπλών εκφάνσεων, ελεγχόμενη μονάχα από τη σκέψη. Ο χώρος ως κενό, ως μετάβαση και ταυτόχρονα ως πρωταγωνιστής στην πεμπτουσία της αρχιτεκτονικής πράξης. «Το κενό γίνεται λοιπόν η δυνατότητα διάνοιξης των ορίων ώστε να παραδώσει παλιές ή να παραλάβει νέες εγγραφές και πεδία που με τη σειρά τους ανοίγουν νέους κόσμους.» «Η σκέψη μπροστά από την θεϊκή γύμνια. Το αληθινό νόημα.» Καζαντζάκης , Ταξιδεύοντας Ιαπωνία-Κίνα Κατανοώ που υπάρχω. Ίσως ότι δεν υπάρχω πουθενά.

Κουτίβα Λευκοθέα (Θένια)









Στο Blow Up o Antonioni εμφανίζει μια διττή πραγματικότητα. Το ορατό και ευδιάκριτο που ορίζει το σκηνικό, τους χαρακτήρες και την βασική πλοκή και το μη ορατό ή αθέατο παράγοντα που εισβάλλει δίνοντας βάθος και ένταση. Η ανατρεπτική συνθήκη αναγκάζει τον πρωταγωνιστή να αξιοποιήσει τα εργαλεία και τις τεχνικές προσπαθώντας να έρθει πιο κοντά στο αθέατο. Αυτό το ζήτημα της αναζήτησης και της προσπάθειας καταγραφής των πρωταρχικών αξιών σε ένα μέσο, αφορά την άμεσα αρχιτεκτονική ως αναγνώριση ενός τόπου. Η αναζήτηση της αθέατης πλευράς βασίζεται σε ένα θέμα για την πόλη της Πάτρας ερμηνευμένη μέσα από αντιθέσεις φωτός-σκιάς, την σχέση γης-παρατηρητή-πόλης-ουρανού (Τομές) και διαστρεβλώσεων της προοπτικής του παρατηρητή. Αν τα παραπάνω στοιχειοθετούν μια τοπογραφία, τότε ο Ωρίων του Α. Εμπειρίκου έρχεται να δώσει προθετικότητα καθώς ο ποιητικός λόγος ενσωματώνει το φαντασιακό στοιχείο απαραίτητο στην δημιουργική εργασία. Η νέα αφήγηση εγκιβωτίζεται μέσω της αυτόματης γραφής (μεταφοράς του γραπτού λόγου σε σχέδιο), το σχέδιο αποκτά ενιαίο λεξιλόγιο με την τοπογραφία και συνδιαλέγεται με αυτή. Πολλαπλές τομές-θραύσματα του τοπίου αποκρυσταλλώνονται μαζί με την αφήγηση δημιουργώντας γραμμικές συνθέσεις. Τα τελικά παραγόμενα σχέδια αποκαλύπτουν μια νέα ορατή πλέον πλευρά του θέματος λειτουργώντας ως αφετηρίες για ένα νέο τρόπο σχεδιασμού. Αλμπάνης Παναγιώτης









ΣΧΕΔΙΟ 1 | POLISMOS Σύμπτυξη έρευνας προηγούμενου εξαμήνου, με θέμα τον επαναπροσδιορισμό της μητροπολιτικής κατάστασης του τόπου της Πάτρας. Σχεδιαστική αποτύπωση των εννοιών του εδάφους , της αναδίπλωσης και του αναχώματος ως στοιχεία του τόπου και η αντίληψη του ως σύνολο διαφορετικών πτυχών εδάφους και υλικοτήτων, σε κατάσταση συνεχούς αλληλεπίδρασης – σμίλευσης μεταξύ τους, με αποτέλεσμα τη δημιουργία χωρικών ποιοτήτων. ΣΧΕΔΙΟ 2 | BLOW UP Με το Blow up, του Michelangelo, ξεκινάει μια διαδικασία παρατήρησης και εμβάθυνσης - εστίασης στα σημεία, των οποίων η ανάλυση, θα προσεγγίσει μια νέα , κρυμμένη πραγματικότητα. ΣΧΕΔΙΑ 3-4 | ΑΠΟΓΥΜΝΩΣΗ Προσπάθεια απογύμνωσης, κάθαρσης από υφές και υλικότητες, με στόχο την ανάδυση σε πρώτο πλάνο, των γραμμικών σχηματισμών που υπάρχουν στο παρασκήνιο. ΣΧΕΔΙΟ 5 | ΤΟΜΗ Επανασύνδεση τομών για τη δημιουργία νέων παραστάσεων. Εξέλιξη των γραμμικών σχηματισμών σε σύνολο στρώσεων, για την μεταφορά συναισθημάτων και επικοινωνία αισθήσεων όπως το φως , η σκιά, το πλήρες και το κενό. ΣΧΕΔΙΑ 6-9| ΔΙΑΣΤΡΕΒΛΩΣΗ Από την τάξη στην αταξία. Προσπάθεια διαστρέβλωσης των προυπαρχόντων γραμμών και διαστάσεων. Δημιουργία νέων επιφανειών, γεννημένων από τη γεωμετρία ως το βασικό εργαλείο της σύνθεσης και ανάγνωσης του τοπίου αλλά και της νέας πραγματικότητας.

Φανού Αγγελική - Μαρία









Μέσω της αναζήτησης εξερευνούμε νέους τόπους. Φτιάχνουμε αναμνήσεις,γυρίζουμε πίσω με μια νέα εικόνα του τόπου. Τόπου μεταβλητού,εύπλαστου,μέρα με την μέρα διαφορετικού.Μέσω σχισμών εισβάλει το φως και δημιουργεί ένα νέο εσωτερικό περιβάλλον και έπειτα έρχεται και η θάλασσα που «τρώει» την ξηρά,μια νέα τοπογραφία δημιουργείται σιγά-σιγά.Και αυτή η «μικρή» σου παρέμβαση,αυτή η αφαίρεση και η δημιουργία νέου χώρου αλλάζει και εκείνη καθώς ο χρόνος περνά,διαμορφώνεται εκ νέου μέσω του φυσικού περιβάλλοντος.Και εσύ επιστρέφεις και είναι όλα τώρα μια ανάμνηση.Αυτά που θυμώσουν δεν είναι πλέον έτσι αλλά και οι επόμενες αναμνήσεις σου θα διαφέρουν και αυτές.Μόνο η όραση δεν είναι αρκετή,χρειάζεται και η ανάμνηση γι’αυτόν το νέο τόπο.Μαζί με το ορατό συνυπάρχει και το αόρατο.Σ’ αυτούς τους χώρους δίχως χώρο βρίσκεται ίσως αυτό που αναζητούμε.

Πάνου Μαρία







Επέλεξα να ασχοληθώ με την εργασία που έκανα στο δεύτερο έτος, στο μάθημα «Τοπίο και Πόλη». Προσπάθησα να βρω το λεξιλόγιο το οποίο θα αναδείξει τις μέχρι πρόσφατα άγνωστες οπτικές του πεδίου αυτού. Ξεκίνησα να ερμηνεύω την διπλή όψη της Πάτρας, εκείνη από το βουνό το οποίο με την παρουσία του διαταράσσει την ησυχία τού απόλυτα ορθοκανονικού αστικού ιστού - και εκείνη από την θάλασσα, η οποία πλησιάζει από την αντίθετη πλευρά. Στην διάρκεια της διεργασίας αυτής, με βοήθησε ένα απόσπασμα από το βιβλίο «Αόρατες Πόλεις» του Ίταλο Καλβίνο. Συγκεκριμένα, ξεχώρισα το κομμάτι που αναφέρεται στην πόλη Δέσποινα. Εκεί φαίνεται πόσο διαφορετικά προσεγγίζει κανείς μια πόλη, ανάλογα με τα βιώματα του και τις επιθυμίες του. Το τοπίο τελικά μπορεί να είναι φυσικό, όπως το Παναχαϊκό όρος σε αυτήν την περίπτωση, μπορεί όμως και να είναι τεχνητό, μουσικό, νοηματικό και πολλά άλλα. Κοινό σημείο αναφοράς όλων αυτών είναι ο παρατηρητής. Καθένας δηλαδή, αντιλαμβάνεται διαφορετικά τα στοιχεία που συνθέτουν το τοπίο. Αυτό εξαρτάται από τις εμπειρίες, την καταγωγή, την μνήμη, την αισθητική του παρατηρητή. Επομένως, το τοπίο είναι ένα χωρικό πλαίσιο, που περιλαμβάνει όχι μόνο το φυσικό περιβάλλον, αλλά και τον πολιτισμό που παράγεται μέσα σε αυτό. Τέλος, προσπάθησα να αποτυπώσω την φύση που με εκπρόσωπό της το παλαιό φρούριο στο Παναχαϊκό όρος, βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής, σχεδόν εξακόσα μέτρα, από την θάλασσα. Η αλληλεπίδραση αυτών των δύο δυνάμεων -βουνό και θάλασσααποκαλύπτει ότι στο ενδιάμεσο εμφανίζονται πρωτόγνωρες καταστάσεις. Μέσω αυτού του σχεδιασμού, επαναπροσδιορίζεται ο χαρακτήρας της πόλης και η σχέση της με το τοπίο.

Τουμπανίδη Αναστασία













Βλέπουμε παρά μόνο το ορατό. Το δέντρο είναι εκεί. Είτε φέρει μήλα, είτε ελιές,είτε βελανίδια, είτε πρόβατα. Σε κάθε έκφραση του, γύρω του θα απλώνονται οι τόποι με τις πραγματικότητες τους. Μιλώντας για πορτοκάλια ,οι υφές αποκαλύπτουν ένα νέο τόπο-μονοπάτι με αρχή, κατεύθυνση αλλά δίχως τέλος. Το δέντρο μοιάζει να πολλαπλασιάζεται αφού κυριαρχεί παντού μέσω της υφής. Τα σημεία μέσα στο μονοπάτι μετατρέπονται σε ευθείες δημιουργώντας νέα μονοπάτια – εγκιβωτισμούς. Αυτά μπορούν να υπάρξουν στο χώρο δημιουργώντας μια νέα πραγματικότητα. Κάθε οπτική και ένας νέος κόσμος ,όπως αυτός φαίνεται με τη βοήθεια της τρίτης διάστασης. Παρά τον εγκλωβισμό στις δύο διαστάσεις ο συνδυασμός των οπτικών οδηγεί σε κάτι που αποζητά την αφαίρεση. Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα με ευθείες και καμπύλες. Πραγματοποιώντας την αφαίρεση το σύμπλεγμα απομονώνεται. Υπάρχουν όμως ευθείες που μένουν αθέατες και αποκαλύπτονται παρά μόνο τη στιγμή που πρέπει. Τότε , η ανάγκη της αφαίρεσης ξαναεμφανίζεται. Μαζί με αυτήν εμφανίζεται και το δέντρο. Ποτέ δεν είχε φύγει. Ήταν παντού τελικά. Μαζί με το δέντρο εμφανίζεται και ένα κομμάτι της άλλοτε πραγματικότητας. Τώρα πιο αφαιρετικά από ποτέ αυτό που φάνταζε δέντρο είναι, όπως από την αρχή ήταν, δάσος. Όχι ως σύνολο δέντρων αλλά ως κάτι ενιαίο, ένα πλέγμα με προσδιορισμό στο τοπίο, με αρχή ,μέση και τέλος. Το μονοπάτι δεν έχει πια σημασία. Η τομή που γεννήθηκε δέιχνει όσα χρειάζονται. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Κανονιέρη Γεωργία







Η τοπογραφία, ο υφιστάμενος κάναβος, οι νέοι κάναβοι που προκύπτουν μέσω των οπτικών φυγών, των αθέατων φυγών. Διαγραμματικός αυτοσχεδιασμός μέσω πρόσθεσης και αλλαγής κλίμακας. “Κρεμάστε τους ανάποδα να δουν το ψέμα αλήθεια” Η μαθηματική αντιμετώπιση της μελέτης των οπτικών φυγών και η αντιστοίχιση του ψέματος με το θεατό και της αλήθειας με το αθέατο ως νέοι κάναβοι σχηματοποιούνται και μεταφράζονται σε χώρο. Μέσα από την διαδοχική σύνδεση των κανάβων επιτυγχάνεται από τον Α και τον Β να προκύψει ένας χώρος Γ όχι ένας χώρος ΑΒ, με αρχή ένα ‘καρέ πραγματικού’ και τέλος ένα ‘καρέ αθέατου’.

Γκουρβέλου Χριστίνα







Σταυρόγκιν: (...) Στην 'Αποκάλυψη ό άγγελος ορκίζεται ότι δε θα υπάρχει πλέον χρόνος. Κυρίλοβ: Το ξέρω. Πολύ σωστά λέγεται εκεί με σαφήνεια και ακρίβεια. Όταν φτάσει ολόκληρος ό άνθρωπος την ευτυχία, τότε δε θα υπάρχει πιά χρόνος γιατί δε χρειάζεται κανείς τίποτα. Πολύ σωστή σκέψη. Σταυρόγκιν: Που θα τον κρύψουνε λοιπόν; Κυρίλοβ: Πουθενά δε θα τον κρύψουν. Ό χρόνος δεν είναι αντικείμενο, μα ιδέα. Θα σβήσει στο μυαλό. Φ. Ντοστογιέφσκι, Οι δαιμονισμένοι

(…)Ό χρόνος κι η μνήμη συγχωνεύονται είναι σαν τις δύο πλευρές ενός νομίσματος. Είναι αρκετά φανερό ότι χωρίς το χρόνο δεν μπορεί κι ή μνήμη να υπάρξει. Ή μνήμη όμως είναι κάτι τόσο πολύπλοκο, πού κανένας κατάλογος των ιδιοτήτων της δεν θα μπορούσε να προσδιορίσει το σύνολο των εντυπώσεων με τίς όποιες μας επηρεάζει.(…) (…)Ό χρόνος δεν χάνεται χωρίς να αφήσει ίχνη, γιατί είναι κατηγορία υποκειμενική, πνευματική κι ό βιωμένος χρόνος μένει στην ψυχή μας σαν εμπειρία εν χρόνω.(…) Α. Ταρκόφσκι, Σμιλεύοντας το χρόνο

Διαβάζοντας το απόσπασμα από το κείμενο του Ντοστογιέφσκι, καθίσταται σαφές ότι ο χρόνος κατοικεί στο νου. Είναι ένα κατασκεύασμα του ανθρώπου, το οποίο δεν έχει χωρική αναπαράσταση. Όπως λέει ο Ταρκόφσκι ο χρόνος κι η μνήμη συγχωνεύονται είναι σαν τις δύο πλευρές ενός νομίσματος. Σε μία προσπάθεια μετάφρασης αυτού η φράση γεννηθήτω φως έρχεται στο νου, διότι πριν την ύπαρξη του φωτός δεν μετρούσε ο χρόνος. Κατ’ αυτόν το τρόπο εκεί σηματοδοτείται η αρχή του χρόνου, ο οποίος συνεχίζει αδιάκοπα να κινείται. Σε αντίθεση μ’ εμάς που είμαστε περαστικοί, αφού η ζωή μας διαρκεί παρά μόνο μια στιγμή. Ο χρόνος τρέχει παράλληλα με γεγονότα και στιγμές που εντυπώνονται στο μυαλό του καθενός μέσω της μνήμης, η οποία λειτουργεί σαν χοάνη που τις υποδέχεται. Ο Ταρκόφσκι αναφέρει πως ότι χωρίς το χρόνο δεν μπορεί και η μνήμη να υπάρξει, το οποίο είναι γεγονός διότι ο άνθρωπος δημιουργεί το κατασκεύασμα του χρόνου με σκοπό να του είναι αντιληπτός αλλά και για να μπορεί να εγκιβωτίσει τη μνήμη. Ο χρόνος δεν είναι ένα αντικείμενο, μα ιδέα. Θα σβήσει στο μυαλό… Αγρογιάννη Νεφέλη









«Οι άνθρωποι σφάλουν όταν πιστεύουν ότι έχουν ελεύθερη σκέψη. Και αυτή η άποψη εξαρτάται μόνο και μόνο από το γεγονός ότι έχουν συναίσθηση των πράξεων τους και ότι αγνοούν τις αιτίες από τις οποίες καθορίζονται. Κατά συνέπεια, αυτή είναι η ιδέα της ελευθερίας, ότι δηλαδή δεν πρέπει να ξέρουν τις αιτίες των πράξεων τους. Γιατί, όταν λένε ότι οι ανθρώπινες πράξεις εξαρτώνται από τη βούληση, δεν έχουν ιδέα τι ακριβώς σημαίνει αυτό. Διότι κανένας δεν ξέρει τι είναι η βούληση και πως κινεί το σώμα. Εκείνοι οι οποίοι υπερηφανεύονται για το αντίθετο και προσποιούνται ότι γνωρίζουν ποια είναι η κατοικία της ψυχής, προκαλούν είτε γέλιο είτε αποστροφή.» « Οι ιδέες δεν είναι σε καμία περίπτωση βέβαιες και επομένως μπορούμε να τις ονομάσουμε ψευδείς.» Σπινόζα Με στόχο την αλήθεια ρίχνεις το βλέμμα στο γύρω σου. Το γύρω αυτό, που ιδέες ανθρώπινου νου έπλασαν, ποτέ όμως με τη σοφία που ο Δημιουργός εμποίησέ φύσιν. Η σκέψη ωσάν ανελεύθερος πλάστης λαξεύει το γύρω υποκινούμενο από δύναμη αχαρτογράφητη. Βούληση. « Κανένας δεν ξέρει πως κινεί το σώμα ». Επιθυμίες άγνωστης προέλευσης. Ψίθυροι που ηχούν από τις ρωγμές του νου και μετουσιώνονται σε ιδέες. Το ασυνείδητο μετουσιώνεται σε συνειδητό. Σε ιδέα αβέβαιη. Ψευδή. Ψευδές και το σώμα που γεννάει. Και εμείς πεισματικά να στεκόμαστε πλάι του πασχίζοντας να αφουγκραστούμε μίαν αλήθεια. Διψασμένοι, τέμνουμε ψέμα στο ψέμα. Μάτια διάπλατα ανοιγμένα στο αθέατο που πασχίζει να γίνει θεατό. - Πως στα χέρια σου αφήνω το εδάφινο κορμί που με περιβάλλει; Πως τολμώ στο ψέμα που μου χάρισες να ψάξω για αλήθεια; [ Ψάξε ψάξε δε θα με βρεις? ] Κοροωτζή Μαρούσα – Τσουτσάνης Ηλίας











Η νέα μητρόπολη δεν είναι απλώς μία καλοσχεδιασμένη πόλη, αλλά ο μετασχηματισμός της αστικής ύπαρξης, μέσω της ψυχογραφίας των ανθρώπων. Η τοπογραφία, λίγο σχετίζεται με την πραγματικότητα της υλικότητας των αντικειμένων και του τοπίου, μιας και το τοπίο, δεν είναι μόνο αυτό. Το τοπίο παίρνει μορφή συνυπολογίζοντας τον προσωπικό συναισθηματικό μας κόσμο, τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την υπόσταση αυτής της αστικής μετάλλαξης. Οι διαφορετικές διαστάσεις που φανερώνονται, οι πτυχώσεις που αποκαλύπτονται, οι σχέσεις που αναδύονται, διαμορφώνουν μία διττή εικόνα που αφηγείται την ολότητα της νέας μητρόπολης. Το ορατό και το αόρατο αναβλύζουν μέσα από την συνύπαρξη του παλιού και του νέου, μέσα από την υλική και την ψυχική διάσταση του τόπου. Το συναίσθημα γίνεται μία πραγματικότητα. Η εικόνα της πόλης διαφοροποιείται από τον ψυχισμό του ατόμου, που τη βλέπει ή ζει μέσα σε αυτήν. Διαφέρει τόσο, που δε γίνεται αντιληπτό αν η αλλαγμένη μορφή της εικόνας της, είναι αυτή που την κάνει να φαίνεται έτσι ή αν το γεγονός ότι φαίνεται έτσι, αποτελεί την ίδια την εικόνα της. Βασιλάκου Ελπίδα - Μουζάκας Βασίλης



Η νέα μητρόπολη δεν είναι απλώς μία καλοσχεδιασμένη πόλη, αλλά ο μετασχηματισμός της αστικής ύπαρξης, μέσω της ψυχογραφίας των ανθρώπων. Η τοπογραφία, λίγο σχετίζεται με την πραγματικότητα της υλικότητας των αντικειμένων και του τοπίου, μιας και το τοπίο, δεν είναι μόνο αυτό. Το τοπίο παίρνει μορφή συνυπολογίζοντας τον προσωπικό συναισθηματικό μας κόσμο, τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την υπόσταση αυτής της αστικής μετάλλαξης. Οι διαφορετικές διαστάσεις που φανερώνονται, οι πτυχώσεις που αποκαλύπτονται, οι σχέσεις που αναδύονται, διαμορφώνουν μία διττή εικόνα που αφηγείται την ολότητα της νέας μητρόπολης. Το ορατό και το αόρατο αναβλύζουν μέσα από την συνύπαρξη του παλιού και του νέου, μέσα από την υλική και την ψυχική διάσταση του τόπου. Το συναίσθημα γίνεται μία πραγματικότητα. Η εικόνα της πόλης διαφοροποιείται από τον ψυχισμό του ατόμου, που τη βλέπει ή ζει μέσα σε αυτήν. Διαφέρει τόσο, που δε γίνεται αντιληπτό αν η αλλαγμένη μορφή της εικόνας της, είναι αυτή που την κάνει να φαίνεται έτσι ή αν το γεγονός ότι φαίνεται έτσι, αποτελεί την ίδια την εικόνα της.













µ

H "

µ

,

µ

µ I

". T µ

, µ

,

µ

µ µ

"

µ µ

µ µ

µ

. O µ

µ µ

µ

,

µ µ

,

µ

µ

,

µ

µ µ µ

µ µ

/

µ

µ

. . µ

" , µµ µ µ

µ

, µ

µ

.

.

,

µ

µ

µ ,

µ

.

. µ

"

,

-

µ

µ

, µ

,

,

,

µ "

µ

, µ

, µ µ

. .

,


01

Πατσιώτη Δήμητρα

02

Κοτζαμπασάκης Κωνσταντίνος

03

Ζολώτα Ευγενία - Μαρία

04

Νάτσιου Δήμητρα

05

Αγγελοπούλου Κωνσταντίνα

06

Παπακωνσταντίνου Σιλένα

07

Άνδρου Σοφία

08

Μπόβολου Ειρήνη

09

Σπηλιωτόπουλος Νίκος

10

Τόγια Μαργαρίτα

11

Σαπουντζή Αλεξάνδρα

12

Νικολαΐδη Αγγελίνα, Καφαντάρη Ισμήνη


Η μελέτη της χειραγώγησης του εδάφους οδηγεί σε ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις αναφορικά με τις ιδιότητες που ερμηνέυουν το τοπίο και τις χωρικές του διαστάσεις. Το δάσος ως πολυδιάστατο σημείο αναφοράς, πεδίο παρατήρησης και φαινόμενο μετασχηματισμού αποτελεί μια αλήθεια με πιθανότητες και όρια για κάθε αρχιτεκτονική πράξη. Γι΄αυτό και η αναζήτηση των συνθετικών συμβάσεων του ανάγλυφου του τοπίου και η διερεύνηση της αστικότητας του μητροπολιτικού σχεδιασμού επιτάσσει νέους τρόπους σχεδιαστικής προσέγγισης. Η κατάκτηση της εμπειρίας βρίσκεται σε λανθάνουσα κατάσταση στο ιστορικό πρότυπων αρχιτεκτονικών καταστάσεων προτείνοντας στρατηγικές παραμέτρων ανάλυσης για την ανάγνωση της βιογραφίας του τοπίου, την διεκδίκηση του ενδιάμεσου χώρου και την δημιουργία ενός νέου εδάφους. Η πόλη ως ένας τόπος οριακός συνδέει τις παλαιότερες ιστορικές εγγραφές διατηρώντας έντονα τις λειτουργικές και μορφολογικές ιδιορρυθμίες, τις πολιτιστικές καταβολές και τα γεωγραφικά της χαρακτηριστικά. Ως η πιο ολοκληρωμένη ενσάρκωση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς αποτελεί το έσχατο πλαίσιο αναφοράς, θεμελίωσης και μίμησης αρχιτεκτονικών παραδειγματικών νοημάτων καθώς εναρμονίζεται με το αποτύπωμα της ανθρώπινης παρουσίας και την μεταφορά των πρωταρχικών της αξιών στο χώρο και στο σύγχρονο πολιτισμό. Αντίστοιχα το φυσικό τοπίο, ως σημείο συνθετικής αναφοράς και ερμηνείας της πολιτιστικής αυτής συνδιαλλαγής, μετασχηματίζεται από πρωτογενής γραφή σε λανθάνουσα μεταγραφή χωρικών δομικών συστατικών, προσπαθώντας να κατακτήσει τον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ πολιτισμού και άκοσμου. Η πρωτόλεια διαλεκτική σχέση του ανοίκειου του τοπίου, με προϋποθέσεις αρμονίας, γραμμικής προοπτικής και με συμβάσεις συνθετικής αναλογίας, μετρικοποιείται και μετουσιώνεται σε κατανοητό, ενώ ως θραύσμα του βιωμένου και του φαντασιακού αποτελεί σύνθετη ιστορική συγκρότηση της πραγματικότητας. Παράλληλα τα μορφολογικά και αφηγηματικά μέσα του χώρου, συσχετιζόμενα εν κινήσει, δημιουργούν μια νέα βιωματική ποιητική πραγματικότητα μέσω μιας σειράς συντεθειμένων χωρικών συνθηκών και μεταβλητών συστημάτων. Η συνθετική χωρική ανατομία αναδεικνύει χειρουργικά τις πρωταρχικές δομές του χώρου εμφανίζοντας μια αμφισημία και αντίφαση στις άϋλες χωρικές του διαστάσεις. Οι συνθήκες διαφάνειας των παράλληλων κινήσεων του χώρου, με την χωροχρονική σκεπτικιστική σκέψη να επιτρέπει την ταυτόχρονη αντίληψη του, συνθέτουν νέες αντιληπτικές και εννοιολογικές πραγματικότητες δημιουργώντας μία διαλεκτική διαστρωμάτωση των επικαλυπτόμενων συνθετικών διεργασιών με πολλαπλές αναγνώσεις. Ακόμη, η δημιουργία νοητικών αποκαλυπτικών φαινομένων

αναγνωρίζει και ερμηνεύει την κρυπτότητα της εγκιβωτισμένης αφηγηματικής τεχνικής της χωρικής ποιητικής εμπειρίας. Η τέχνη της αφήγησης, αρθρωμένη στην πρόθεση της σωματικής και νοητικής μας διεργασίας καλείται να αναπαραστήσει απρόσβλητα την έννοια του χρόνου. Πυροδοτούμενη απο την λειτουργία της ακούσιας και ενεργητικής μνήμης αποτελεί εργαλείο πρόσληψης και ανάγνωσης της χωρικής πραγματικότητας και αναζήτησης ενος νέου αισθητού βιώματος. Συνεπώς ο ρυθμός πρόσληψης εικόνων κατακερματίζει την εμπειρία σε μια ακολουθία αποσπασμάτων, με την ογκοπλαστική διαμόρφωση του φαινομενικού αδρανούς να μελετάται υπό το πρίσμα της διαπραγμάτευσης της υφής και του ανάγλυφου της υπάρχουσας τοπογραφίας. Οι συνθετικές νοητικές διεργασίες συνυφαίνονται και εγγράφονται με το μορφολογικό τοπιακό αδρανές, τη χωρική της συνοχή και την τοπολογία της επιφάνειας, εξετάζοντας τις συνθήκες ενεργοποίησης για τη δημιουργία ενός μέχρι τώρα αθέατου και ποιητικά άρρητου, νέου εδάφους. Η σύνθεση της αρχιτεκτονικής πράξης περνώντας από τα στάδια της πρόσληψης της ενεργητικής μας θύμησης, της αναγνώρισης της βιωματικής εμπειρίας, της αποκάλυψης της χωρικής ανα-παράστασης και τέλος της εξέλιξης και σχηματοποίησης της εγκιβωτισμένης αφηγηματικής χωρικής διαδικασίας καταφέρνει να διεκδικήσει τον ενδιάμεσο χώρο της. Η μνήμη και η εμπειρία αποζημιώνει την άρρητη παραδειγματική διαδικασία και ως μιμητική συνθήκη περνά “από τον κολυμβητή στο κύμα” στοιχειοθετώντας μια χορογραφημένη κίνηση μιας οντολογικά στοχευμένης αρχιτεκτονικής παρέμβασης με τις επιδράσεις και τους παραλληρισμούς του αισθητηριακού χωροχρόνου. Έτσι η δημιουργία της νέας πραγματικότητας παίρνει μορφή σαν αρχιτεκτονική και παραδειγματική κατάσταση θέτοντας τα όρια της ερμηνευτικής συνύφανσης των πρωταρχικών στοιχείων της σύνθεσης που αναδεικνύουν τον σύγχρονο πολιτισμό. Πατσιώτη Δήμητρα









Η διερεύνηση μου ξεκινάει βασισμένη στην ταινία του Polanski, «Macbeth». Με ενδιαφέρον παρατηρώ τις σκηνές της ταινίας και αντιλαμβάνομαι πως ο Polanski δημιουργεί διαλεκτικές εικόνες που ορίζουν τον χώρο, τον τόπο, τον κάτοικο και τον πολιτισμό μέσα σε ένα μεγαλύτερο σύστημα. Ένα σύστημα που ονομάστηκε στα αρχαία χρόνια « κ ό σ μ ο ς », δηλαδή η τάξη του κόσμου, και αργότερα κατα τον Αριστοτέλη «φύσις». Οι μάγισσες οι οποίες συμβολίζουν το άγνωστο, την απαγορευμένη γνώση, την διεστραμένη σκέψη είναι αυτές που δεν κατοικούν στα όρια του προοδευτικού πολιτισμού, έτσι και στην ταινία κατοικούν σε τόπους «νεκρούς» και μη προσβάσιμους. Η σκηνή της προφητείας είναι μια πολύ σημαντική στιγμή, καθώς εκεί κατοικεί το νόημα της ανθρώπινης ενοχής. Σε έναν χώρο νεκρό.. Ξεκινάει με τον αντικατοπρισμό του πρωταγωνιστή πάνω από το καζάνι με το φίλτρο και αμέσως ξεκινάνε οι «παραισθήσεις» που στην πραγματικότητα είναι μια ενδοσκόπιση που συνοδεύεται από αλλεπάλληλους αντικατοπτρισμούς, που σπάνε τα όρια του χωροχρόνου, ερωτήματα για το εγώ, και καταλήγει σε έναν καθρέφτη, ο οποίος αντικατοπτρίζει το είδωλο κάποιου άλλου ανθρώπου. Ο Stanislaw Lem έγραψε στο Solaris: « Ένας κανονικός άνθρωπος. Τι είναι ένας κανονικός άνθρωπος; Κάποιος που δεν έχει κάνει ποτέ του έστω μια κακή πράξη; Έστω, αλλά οι σκέψεις του δεν είναι ανεξέλεγκτες; Μπορεί και να μην είναι. Ίσως όμως κάτι, ένα φάντασμα, ξύπνησε κάπου μέσα του πρίν από δέκα ή τριάντα χρόνια, κάτι που εκείνος απώθησε κι έπειτα ξέχασε, κάτι το οποίο δεν φοβάται, αφού ξέρει οτι ποτέ δεν θα το αφήσει να αναπτυχθεί και να τον οδηγήσει σε κάποια πράξη. Και τώρα, ξαφνικά, μέρα μεσημέρι, συναντά αυτό το πράγμα... αυτή τη σκέψη, που έχει πάρει σάρκα και οστά, έρχεται και προσκολλάται πάνω του, δεν μπορεί να καταστραφεί...». Ίσως αυτή η ιδέα-ενοχή είναι αυτή που μας στρέφει στο αποικιακό όνειρο του δυτικού πολιτισμού. Στην κατάκτηση του κόσμου, στην δημιουργία ενός παντοδύναμου όντος, που όμως χάνει την μάχη με τον ίδιο του το νού. Το πρώτο σχέδιο είναι διερευνητικού χαρακτήρα. Μια αναζήτηση εννοιών και σχέσεων που μπορούν να εκφραστούν με εικαστικό χαρακτήρα. Σκοπεύει στην αποκάλυψη της υπερβάτικης και άρρητης σχέσης του εαυτού μας, της πόλης και της φύσης. Είναι, δηλαδή, μια αποκαλυπτική διαδικασία που φωτίζει τον ενδιάμεσο τόπο, ως έναν χώρο αναγωγής, διάσπασης και επανόρθωσης. Μιας ανάπλασης της πόλης και του εαυτού μας. Την τομή του γνωστού και του άγνωστου. Σημαίνει την οικιοποίηση του φόβου, σε ένα περιβάλλον που ο άνθρωπος είναι ασφαλής από τον ίδιο του τον εαυτό. Δηλαδή εκτός της πόλης που χαρακτηρίζεται από στείρο ορθολογισμό και εγκλεισμό, αλλά ούτε στο άπειρο του χάους. Το τελευταίο σχέδιο μπορεί να διαβαστεί σαν μία διαδρομή του ανθρώπου, που ξεκινάει από την φύση που επιστρέφει παλί σε αυτή. Σημαντικοί είναι οι δύο κύκλοι πάνω δεξιά που εννοούν τον κήπο της εδέμ. Ο γεμάτος, όταν οι άνθρωποι τον κατοικούσαν και ο κενός, όταν οι άνθρωποι εκδιώχθηκαν από αυτόν και αναγκάστηκαν να τον ορίσουν. Η διαδρομή, λοιπόν, ξεκινάει απο την φύση σαν ολότητα, συνεχιζεί στην σύγχρονη πόλη, που κατοικούμε. Εμείς οι ίδιοι δημιουργούμε οπές στα «τείχη» που ξανα-ορθώσαμε και οδηγούμαστε στον ενδιάμεσο χώρο, που βρίσκεται η επιστημοκεντρική θεώρηση της φύσης. Η παρουσία μας (κύκλοι) εκεί θα παίξει καθοριστικό ρόλο, καθώς αυτή θα ρίξει το φώς της στην αθέατη πλευρά. Δηλαδή, τον κόσμο, την φύσις, τον εαυτό μας, τον σολάρις, το όλον που μας εμπεριέχει... Κοτζαμπασάκης Κωνσταντίνος





Η προφητεία μας δίνει το έναυσμα περεταίρω ανάλυσης της χειραγώγησης του εδάφους και τελικώς την προσπάθεια ορισμού του ενδιάμεσου χώρου ή αλλιώς «τοπίου». Η έρευνα μου στοχεύει στην ανάλυση του θεατρικού έργου και διερεύνηση των ερωτημάτων: Ποιος είναι ο ορισμός του ενδιάμεσου χώρου; Ποιες είναι οι προϋποθέσεις του νέου τοπίου που δημιουργείται και πως συνυπάρχουμε σε αυτό; Ποια είναι τα όρια φύσηςπολιτισμού και ποιος τελικά τα ορίζει; Η αρχική μου προσέγγιση στόχευε στην ερμηνεία από ηθικής σκοπιάς του μύθου του Μάκβεθ καθώς και στη σχεδιαστική απόδοση της προφητείας. Πιο αναλυτικά παρατηρούμε ότι το έργο δομείται με την ίδια συμπαντική νομοτέλεια της αρχαιοελληνικής κοσμοθεωρίας: ύβρις- άτις - νέμεσις - τίσης Στην τραγωδία του Σαίξπηρ η ηθική τάξη, η οποία είχε κατακερματιστεί από την αχαλίνωτη φιλοδοξία του Μάκβεθ και της γυναίκας του(αιδώς) με συνέπεια την βασιλοκτονία(ύβρις), αποκαθίσταται με την παρέμβαση του θείου (Μοίρας) με την μορφή της προφητείας των μαγισσών(άτις),την οργή και την εκδίκηση του Μάλκολμ, πρωτότοκου γιου του βασιλιά(νέμεσις) και τέλος με την τιμωρία του τέως βασιλιά, με την απόλυτη συντριβή του στο πεδίο μάχης (τίσης). Η προσπάθεια αντιμετώπισης της τραγωδίας με γνώμονα την φυσική αναγκαιότητα αποκατάστασης της ηθικής και μιας σχέσης αιτίου-αποτελέσματος, αποκαλύπτει τελικά δύο μόνο κύριους πρωταγωνιστές: τον πολιτισμό ή ανθρώπινη βούληση και την φύση ή «Κοσμική Δικαιοσύνη». Είναι αξιοπρόσεκτο πως και οι δύο πλευρές προσπαθούν να βρουν την ισορροπία ενώ ταυτόχρονα είναι οξύμωρο που μάχονται για την κυριαρχία τους ή μία στην άλλη. Από αρχιτεκτονικής πλευράς το πεδίο μάχης θα αποτελούσε την χωρική ερμηνεία αυτής της σύγκρουσης πολιτισμού-φύσης και ίσως την απάντηση στην εύρεση του ενδιάμεσου χώρου ή αλλιώς «τοπίου». Η έρευνα συνεχίζεται με την ανάλυση παραδειγμάτων «τοπίων» στην ποίηση και την τέχνη, όπου η ηθική νομοτέλεια είναι αρωγός στην κατάκτηση του ενδιάμεσου χώρου. Ξεκινώντας, αναφέρομαι στο ποίημα του Ανδρέα Εμπειρίκου «Άνδρος». Ο ποιητής πραγματοποιεί μία στερεογραφική αναπαράσταση της Άνδρου δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην επιστροφή του στο νησί. Η εξύψωση της ιδέας της επιστροφής αποκτά αξία καθώς επιδεικνύει διαρκώς μετασχηματιζόμενα οράματα με αποτέλεσμα το πατρικό νησί του ποιητή να παραμένει «ελλιπώς πλήρης» και να ανάγεται σε άπιαστη ιδέα. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται ένας νέος ενδιάμεσος χώρος που χαρακτηρίζεται από την «δράση», δηλαδή την συνεχή νοητική προσπάθεια προσέγγισης της Άνδρου - άπιαστης ιδέας. Η διαφορά με την προσέγγιση του δάσους Μπέρναμ που πολιορκεί τον ενδιάμεσο χώρο, βρίσκεται στην πρόθεση. Ο Εμπειρίκος δεν επιτίθεται προκειμένου να κατακτήσει το τοπίο, αλλά αντίθετα με ειρηνικές προθέσεις προσπαθεί να του προσδώσει αξία και με νοσταλγικό τόνο να το επαναπροσδιορίσει.

Στη συνέχεια θα μελετήσουμε τα έργα του υπερρεαλιστικού καλλιτέχνη Νίκου Εγγονόπουλου. Στο έργο του "Το πνεύμα της μοναξιάς", η προσέγγιση του ενδιάμεσου χώρου από τον ζωγράφο, φαίνεται να διακατέχετε από τέτοια ελευθερία που είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε την ηθική υπόσταση της ενέργειας. Ο «τόπος» του πίνακα αποτελεί προϊόν των αισθήσεων, χωρίς λογική συνάφεια και ειρμό υπερβαίνοντας έτσι τον ανθρώπινο νου. Ωστόσο μορφολογικά ο πίνακας θα λέγαμε ότι αποτελεί μία υπερρεαλιστική αναπαράσταση της προφητείας του Μάκβεθ, με την «ακρόπολη» στο λόφο ως τον πολιτισμό και την «ελιά» ως την φύση. Τέλος αξίζει να αναφέρουμε και την ρήση του Εγγονόπουλου ως ακόμα μία ερμηνεία του ενδιάμεσου χώρου: «Η ζωή και ο θάνατος και αναμεσίς η Τέχνη» Παράλληλα η έρευνα με οδήγησε και στην αντίληψη, ότι η κατάκτηση του ενδιάμεσου χώρου αποτελεί βεβήλωση της παρθένου κατάστασης στην οποία βρισκόταν ο «τόπος». Ο Πωλ Ρικέρ μέσω του δοκιμίου του, «Το κακό», προσπαθεί να μας αφυπνίσει για την πραγματική έννοια του κακού ενώ ταυτόχρονα αντικρούει την έννοια ως παγιωμένη αντίληψη. «Αμφότερες οι πράξεις θεωρούνται και εκλαμβάνονται απλά ως ‘κακό’ με την έννοια ότι κάτι αθώο, άσπιλο βεβηλώνεται από κάποιο εξωτερικό παράγοντα. Και τα δύο είδη πράξεων θεωρούνται απλώς ως ‘κακό΄, μία ακαθαρσία που μολύνει μία πιο παρθένο κατάσταση όπως η ειρήνη ή η υγεία.». Η ερευνητική πορεία τελειώνει με την προσπάθεια γεωμετρικής προσέγγισης της αφήγησης μέσω των τομών, της αφαιρετικής σχεδίασης και τελικώς της αποσύνθεσης των δύο αντιπάλων φύσης- πολιτισμού. Ο ενδιάμεσος χώρος πρόκειται για ένα πεδίο μάχης αντικρουόμενων συμφερόντων που με τους συνεχείς μετασχηματισμούς προσδίδεται η χωρική εμπειρία ή αλλιώς «αρχιτεκτονικό τοπίο». Χαρακτηριστικό παράδειγμα μελέτης αποτέλεσε η μάχη στα Γαυγάμηλα μεταξύ Μακεδόνων και Περσών. Η προσήλωση στην λεπτομερή σχεδίαση στρατηγικής του Μ. Αλεξάνδρου, έδωσε το πλεονέκτημα στην μάχη. Λαμβάνοντας αυτό υπόψιν, είναι απαραίτητη ύπαρξη στρατηγικής στη μάχη κατάκτησης του ενδιάμεσου χώρου, για να δημιουργηθεί “τοπίο”. Ζολώτα Ευγενία - Μαρία





Η «διαθέσεις» του τοπίου Η θεώρηση μας για το τοπίο αφορά αυτό που βλέπουμε να εκτείνεται μπροστά στα μάτια μας. Οι ανθρώπινοι πολιτισμοί το προσδιορίζουν χρησιμοποιώντας τη σκέψη ή τη δράση τους. Το τοπίο είναι αποτέλεσμα κοινωνικών δραστηριοτήτων, πολλαπλών και αλληλοεμπλεκόμενων. Η αντίληψή μας μπορεί να αλλάζει παρατηρώντας το με το πέρασμα του χρόνου και βλέποντας ή αφήνοντας αποτύπωμα σε αυτό. Η ιστορία που περνάει πάνω από έναν τόπο, τον διαβρώνει, τον αλλάζει, τον δοκιμάζει και αυτό συνεχίζεται επ’ άπειρον. Μπορούμε έτσι να πούμε πως ο τόπος αυτός είναι ο ίδιος; Το σημείο βέβαια δεν αλλάζει. Η τοπογραφία είναι η ίδια. Μπορεί όμως να πάψει να θυμίζει το αρχικό τοπίο που ίσως και κανείς να μην ξέρει πως είναι και να μην μπορεί να αναγνωρίσει. Και εδώ έρχεται η σύγκρουση για το αν η ιστορία έχει το δικαίωμα να αλλοιώνει έναν τόπο, αφού όλα τα πράγματα γύρω μας είναι ρευστά, ή αν πρέπει να τον προστατεύει από αλλοιώσεις και να τον κράτα όσο γίνεται πιο κοντά στην αρχική του μορφή. Η αλήθεια πάντα βρίσκεται κάπου στη μέση. Αρχικά πρέπει να σημειωθεί πως το κάθε τοπίο είναι πολύ διαφορετικό, μορφολογικά, και πως αυτό που μας απασχολεί είναι η σχέση του φυσικού τόπου με τον ανθρώπινο πολιτισμό. Κάποια τοπία χωρίς την ανθρώπινη παρέμβαση δεν μπορούν να αναδειχτούν ή και να εξελιχθούν, χωρίς όμως αυτό να συμβαίνει ότι οποιαδήποτε ανθρώπινη παρέμβαση είναι και σωστή. Και εδώ βρίσκεται το κομβικό σημείο όπου άνθρωπος και τοπίο πρέπει να συνεργαστούν. Δεν είναι δυνατόν η ανθρώπινη δραστηριότητα, λόγω συμφερόντων να συμπεριφέρεται με έναν τρόπο που αυτή θεωρεί σωστό σε κάθε τόπο που προσφέρεται για αλλαγή. Είναι προϋπόθεση να υπάρχει σεβασμός και κάθε αλλαγή να συμμορφώνεται με τις ανάγκες του κάθε τόπου και όχι το αντίστροφο. Μόνο έτσι η αλήθεια του τοπίου θα παραμείνει ζωντανή και οι αλλαγές που θα υφίσταται θα είναι ευνοϊκές και θα συμβαδίζουν με το χρόνο στον οποίο γίνονται. Στον Macbeth το δάσος που κινείται θα μπορούσε να είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα προς αυτή την κατεύθυνση. Το έδαφος ουσιαστικά μεταβάλλεται μετά από ανθρώπινη παρέμβαση και δημιουργεί μια νέα αρχιτεκτονική. Αυτός ο νέος τόπος είναι μια συμφιλίωση ανθρώπου και φύσης καθώς πλησιάζουν πιο κοντά και μπλέκονται μεταξύ τους. Είναι ένας συνδυασμός φύσης και πόλης αλλά ταυτόχρονα και μια αντίθεση μεταξύ αυτών των δύο. Με τα παρακάτω σχέδια εκείνο που προσπαθώ να πετύχω είναι η εμπειρία του χώρου να είναι τελείως διαφορετική μα η ουσία του να παραμένει εκεί. Καθώς το τοπίο από μόνο του έχει κάποιες διαβαθμίσεις αυτό που οφείλει να κάνει η αρχιτεκτονική είναι να τις αναδείξει. Στην αποτύπωση του δάσους αυτού αναπόσπαστο σημείο αποτελεί η κίνηση. Η κίνηση είναι χαρακτηριστικό της ανθρώπινης παρουσίας. Η κίνηση σε αυτή την περίπτωση αποτελεί το συνδετικό κρίκο μεταξύ ανθρώπου και τοπίου. Γίνεται προσπάθεια ώστε να αναδειχθεί το αποτύπωμα αυτό με διακριτικό αλλά ταυτόχρονα ξεκάθαρο τρόπο. Τα δέντρα μπερδεύονται με τα κατακόρυφα τεχνητά στοιχεία, το ανισόπεδο έδαφος συμπληρώνεται ή και διακόπτεται από τοιχία, κάποιες φορές το κατασκευασμένο υπερνικά το φυσικό ενώ κάποιες άλλες συμβαίνει το αντίθετο. Αυτό θεωρώ πως πρέπει να είναι και το πρωταρχικό μέλημα της αρχιτεκτονικής, η καλύτερη ανάμειξη δηλαδή αυτών των δύο ώστε να μην υπάρχει αλλοίωση αλλά εξέλιξη. Νάτσιου Δήμητρα





Με την φράση “Macbeth shall never vanquished be until great birnham wood to high dunsane hill shall come against him”, οι μάγισσες, στο έργο του Σαίξπηρ «Macbeth», θέλησαν να προειδοποιήσουν τον Macbeth για την υποκείμενη ήττα του. Συγκεκριμένα, είπαν ότι θα ηττηθεί όταν το δάσος Μπέρναμ φτάσει στη Δουνσιναία. Πως όμως κινείται ένα δάσος προς ένα κάστρο που βρίσκεται σε ένα λόφο; Αυτή είναι μια αναφορά στη διαλεκτική που υπάρχει ανάμεσα στη φύση και τον πολιτισμό. Τι νοείται όμως ως φύση, τι ως πολιτισμός και τι υπάρχει ανάμεσα τους; Η αρχική αδιάσπαστη ενότητα της φύσης υπέστη μια ρωγμή από μια νέα τεχνητή οντότητα, αυτή του πολιτισμού. Η φύση υπήρξε διαχρονικά χώρος υποδοχής του πολιτισμού, μέσω της δράσης του ανθρώπου σε αυτή. Ο ανθρώπινος νους αναζητά στη φύση την πολιτισμική εικόνα της νόησης του. Ο φυσικός και πολιτισμικός κόσμος αποτελούν προϊόντα μιας συνολικής διαδικασίας, στην οποία ο πρώτος μέσα στο χρόνο δημιουργεί το χωρικό πεδίο και είναι ο φορέας των χρονικών ρυθμών, ενώ ο δεύτερος προσθέτει σταδιακά καινούρια στοιχεία που μεταβάλλουν τον χώρο. Οι πόλεις και κατ’ επέκταση ο πολιτισμός, αποτελούν ανθρώπινα μορφώματα που συνεχώς μεταλλάσσονται στην αέναη πορεία του χρόνου. Το ενδιάμεσο στη φύση και τον πολιτισμό είναι το τοπίο. Το τοπίο είναι πολυδιάστατο. Έχει πολιτισμική, αντιληπτική, οικολογική και κοινωνική διάσταση. Συντίθεται από το φυσικό περιβάλλον και την επέμβαση του ανθρώπου σε αυτό. Υπάρχει μια αμφίδρομη σχέση του τόπου και του υποκειμένου το οποίο τον βιώνει. Είναι δηλαδή μια συνεχώς μεταβαλλόμενη πραγματικότητα εξαρτώμενη από τις άυλες και τις υλικές δράσεις των υποκειμένων, δηλαδή των ανθρώπων. Ο χώρος ως έννοια αφηρημένη αποκτά οντότητα με την παρουσία του ανθρώπου. Το τοπίο ωστόσο, δεν βρίσκεται σε μια αχρονική κατάσταση ισορροπίας, ανέγγιχτο από τα ρεύματα των γεγονότων. Είναι ένας τόπος φορτισμένος με τις ψυχικές συντεταγμένες του υποκειμένου και με τα συμφραζόμενα της ιστορίας. Είναι ένα προϊόν της νοσταλγικής κατασκευής, φέρει δηλαδή μνήμη. Τοπίο και μνήμη είναι έννοιες αναπόσπαστες από την ταυτότητα ενός τόπου. Ενώ ο χώρος είναι υλικός και εύκολα κατανοητός, καθώς είναι απτός και μετρήσιμος, ο τόπος είναι ταυτόχρονα και άυλος. Τα στοιχεία του τοπίου έχουν ταυτόχρονα δύο φύσεις, είναι και φυσικά και πολιτιστικά και εναπόκεινται διαρκώς σε μετασχηματισμό μεταξύ άυλου και υλικού. Ο άυλος και υλικός κόσμος μετασχηματίζονται διαρκώς. Κάθε τοπίο αφορά μια ανεξάρτητη οντότητα και μπορεί να δημιουργεί διαφορετικά συναισθήματα και εικόνες που συνδέονται και εμπλουτίζονται μετά την δημιουργία τους, με τις σχέσεις και τη μνήμη. Η μνήμη αποτελεί μια εγγραφή στο ασυνείδητο, ενώ είναι ξεκάθαρα συναισθηματική. Αποτελεί το συνδετικό κρίκο ενθύμησης του παρελθόντος, χωρίς το οποίο δεν υπάρχει τόπος, πολιτισμός ή σχέσεις. Το τοπίο ως υπόβαθρο της μνήμης ενσωματώνει θετικές και αρνητικές σκέψεις, ιδέες και συναισθήματα και πολλές φορές τα μετουσιώνει σε αντικείμενο με ιστορική συνείδηση και ουσία. Άρα το τοπίο είναι έργο του μυαλού, αφού βιώνεται, προσδιορίζεται και μεταλλάσσεται μέσω της μνήμης. Είναι ένας τόπος σύγκρουσης του φυσικού κόσμου με τον πολιτισμό, ένα πεδίο μάχης. Ωστόσο, καταλήγει να είναι ένας χώρος συνύπαρξης αυτών των δύο κόσμων που αλλάζει στο χρόνο και γίνεται αντιληπτός από τον άνθρωπο. Αγγελοπούλου Κωνσταντίνα





MACBETH

Ένα θεατρικό έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ γύρω από μια βασιλοκτονία. Μια τραγωδία με πρωταγωνιστή τον στρατηγό Μάκβεθ της Σκωτίας. Τρεις μάγισσες τον συμβουλέυουν και του διηγούνται την προφητεία ότι θα γίνει ο βασιλιάς της Σκωτίας. Έτσι επηρεασμένος από την αλλόφρονη φιλοδοξία του και τα λόγια της συζύγου του, δολοφονεί τον βασιλιά και καταλαμβάνει τον θρόνο. Οι μάγισσες όμως τον είχαν προειδοποιήσει ότι : Birnam Wood comes to Dunsinane= πριν το δάσος Μπέρναμ φθάσει στην Δουνσιναία. Ο Μάκβεθ δεν πρόκειται να ηττηθεί “πριν το δάσος Μπέρναμ φθάσει στην Δουνσιναία” Φυσικά με αυτή την πρόταση εννοούσαν τους καμουφλαρισμένους στρατιώτες κρατώτας κλαδιά από το δάσος Μπέρναμ που ήθελαν να πάρουν εκδίκηση. Μάκβεθ - προφητεία, ανατροπή, δάσος - σύγκρουση. Το δάσος είναι ο ενδιάμεσος χώρος. Δάσος που κινείται ,ένας κινούμενος χώρος ,αλλά για ποιον τόπο μιλάμε; Ένας τόπος “οριακός”, ένας τόπος αρχέγονος. Παρακολουθώντας το έργο μένεις άναυδος. Πόσο μάλλον από τις υπαρξιακές αποχρώσεις που είναι αισθητά έντονες. Από την αλαζονεία του και τον αυτοσκοπό του για την εξουσία και την προθυμία του για αιματοχυσία. Δεν χρησιμοποιεί έντονους φωτισμούς και μηχανισμούς, δεν θέλει να εντυπωσιάσει τον θεατή, αλλά να του δημιουργήσει ψευδαισθήσεις, να νιώσει το ατμοσφαιρικό περιβάλλον και τη βαναυσότητα. Τα κυρίαρχα χρώματα από την αίσθηση που σου αφήνει δεν μπορούν να είναι άλλα από άσπρο, μαύρο και κόκκινο. Άγριο, όμορφο αλλά και αφιλόξενο ταυτόχρονα δημιουργώντας σου ένα αίσθημα αβεβαιότητας, αστάθειας και οριακά τρέλας. Στη σκηνή που αρχίζει με την είσοδο της συζύγου του Μάκβεθ που κρατά ένα κερί στο σκοτάδι. Η γυναίκα του βρίσκεται σε ένα παραλήρημα, το οποίο, για τον θεατή, είναι απολύτως λογικό. Διότι αυτό το παραλήρημα είναι ξέσπασμα από όλες τις προηγούμενες δολοφονικές πράξεις τους. Η λαίδη Μάκβεθ προσπαθεί να καθαρίσει τα χέρια της μανιωδώς από τους φανταστικούς λεκέδες από το αίμα του βασιλιά Ντάγκαν — «Ακόμα μυρίζει αίμα εδώ, και όλα τα μυρωδικά της Αραβίας δεν θα μπορέσουν ποτέ να ξεπλύνουν τούτο το χεράκι»· και μιλά στον άνδρα της λέγοντάς του «Σουτ, σουτ, πρέπει να ενεργήσουμε σιγά», και όλα τα κομμάτια αυτού του παραληρήματος τελειώνουν με μιά φρικιαστική επωδό: "What is done cannot be undone". Η ζωή της λαίδης σβήνει όπως το κερί που κρατά ο άντρας της. Αποτυπώνοντας έτσι τον ψίθυρο της λαίδης στον Μάκβεθ για να τον παρακινήσει τελικά να κάνει τον φόνο, έπειτα τα ματωμένα χέρια , τις προφητείες των μαγισσών και το “κινούμενο” δάσος .Με τα την κατάλληλη τριάδα χρωμάτων, θολών εικόνων, προκαλώντας μία ένταση και αποδίδοντας τις σκοτεινές σκηνές. Με σκοπό να αποδώσω την άστατη ψυχική υγεία των πρωταγωνιστών και των σκοτεινών ψυχών τους. Εικόνες που προκαλούν προβληματισμό, και καθρεφτίζοντας την σκοτεινή πλευρά του καθενός, τον μυστήριο, τον αλαζόνα, τον ευάλωτο, άπληστο και καταδικασμένο να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των πιο σκοτεινών πράξεων του. Παπακωνσταντίνου Σιλένα



Ένα δάσος που κινείται. Το δάσος που κινείται. Το δάσος που κινείται και αλλάζει την ιστορία. Σημασία έχει η κίνηση του δάσους, η ιστορία και η μεταξύ τους σχέση. Έχοντας σαν πρώτες σκέψεις τις παραπάνω, αλλά και τους σχεδιαστικούς κανόνες και περιορισμούς (όπως η χρήση του λευκού, του μαύρου κι ενός μόνο ακόμα χρώματος) η διαδικασία της δημιουργίας πήρε το δρόμο της. Η επιλογή του επιπλέον χρώματος έγινε άμεσα και αυθόρμητα. Κόκκινο. Αναμενόμενο και συνηθισμένο θα πει κανείς, σχεδόν απαραίτητο και υποχρεωτικό για μια καλή ιστορία θα πει κάποιος άλλος. Έχοντας το ίδιο χρώμα με το αίμα μας, το κόκκινο έχει την τάση να δημιουργεί στον άνθρωπο την αίσθηση της ζωντάνιας, ταυτόχρονα του δράματος και πολλές φορές, θυμίζει την αγάπη. Χωρίς τη σκέψη μιας συγκεκριμένης ιστορίας ή ενός συγκεκριμένου δάσους ξεκίνησαν να δημιουργούνται οι πρώτες χωρικές καταστάσεις, τα πρώτα τοπία. Δέντρα χωρίς φύλλωμα, με γυμνά τα κλαδιά τους ήταν οι πρωταγωνιστές των εικόνων. Το πρώτο βήμα είχε γίνει. Τώρα έπρεπε να αποδοθεί η κίνηση των δέντρων αυτών. Η σύνθεση εξελισσόταν ακανόνιστα και απροσδιόριστα. Σκοπός ήταν να γίνεται αντιληπτή η κίνηση των δέντρων αλλά και η σημασία που έχει η κίνηση αυτή. Η σημασία της κίνησης σε κάθε τοπίο συμβολίζεται με το κόκκινο χρώμα. Κάθε φορά το δάσος έκανε τη κίνησή του με διαφορετικό τρόπο. Κάποιες φορές η δημιουργία πήγαζε από τη φαντασία, κάποιες άλλες από την ανάμνηση. Κοινό στοιχείο: η ευαισθησία. Πώς θα ήταν αν το δάσος περπάταγε; Πώς θα ήταν αν πέταγε; Πού βρισκόταν πριν το δάσος; Και γιατί κινείται; Ερωτήματα που γεννήθηκαν καθώς τα κλαδιά έκαναν τα πρώτα τους βήματα. Η κίνηση δεν είναι πάντα φανερή στο χώρο αλλά πάντα γίνεται αισθητή η παρουσία της. Δεν αποδίδεται πάντα με τα δέντρα να αλλάζουν θέση αλλά είναι φανερό πως το τοπίο μεταβάλλεται. Η αίσθηση της κινητικότητας κυριαρχεί. Στόχος του χώρου που σχεδιαζόταν ήταν το να προκαλεί ένταση, συγκίνηση ίσως και να φέρνει στο μυαλό κάποιες μνήμες. Ο συνδιασμός άσπρου και μαύρου έχει ταυτιστεί με τη διαχρονικότητα, την ανάμνηση και το κλασικό. Ίσως επειδή ασπρόμαυρες ήταν οι παλιές φωτογραφίες. Ίσως πάλι επειδή η αντίθεση του πιο φωτεινού και του πιο σκοτεινού χρώματος (αν θεωρήσουμε το άσπρο και το μαύρο ως χρώματα και όχι ως την απουσία τους) έχει την ικανότητα να γεννά τέτοιου είδους συναισθήματα. Ίσως. Χρησιμοποιώντας λοιπόν την οικειότητα του συνδιασμού αυτού και την δυναμικότητα του κόκκινου, η ιστορία απέκτησε ενδιαφέρον. Εκτός από τα χρώματα, σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι αναλογίες, τα μεγέθη και η ατμόσφαιρα. Η φύση παρουσιάζεται σαν να κρύβει κάποιο μυστήριο και συνήθως όχι πολύ ευχάριστο. Σε αυτό το κομμάτι έχει παίξει το ρόλο της η ταινία Macbeth και η αίσθηση που αφήνει το περιβάλλον και το κλίμα που επικρατεί σε αυτήν. Αν αφαιρέσει κανείς τη πλοκή από την ταινία και εστιάσει στην εικόνα, η γεύση που θα του μείνει θα είναι ένα τοπίο επιβλητικό, μια ατμόσφαιρα θολή και μια ήρεμη ένταση. Μέρη που προκαλούν νοσταλγία, μελαγχολία, γαλήνη και μυστήριο. Συνδιάζοντας λοιπόν όλες τις παραπάνω σκέψεις, ανακαλύφθηκαν τα νέα τοπία και έγιναν ο χώρος να κατοικήσουν αισθήματα, αναμνήσεις, ιδέες και ιστορίες. Άνδρου Σοφία



“Macbeth shall never vanquished be until great Birnham wood to high Dunsinane hill shall come against him.” Αυτά ήταν τα λόγια της προφητείας των μαγισσών στον Μάκβεθ. Εστιάζοντας σε αυτό το κομμάτι της τραγωδίας μπορούμε να φανταστούμε το τοπίο που προτείνουν οι μάγισσες, το δάσος που κινείται. Να αναλογιστούμε ποια θα μπορούσε να είναι η αρχιτεκτονική διάσταση της κίνησης του δάσους. Η ποίηση είναι ο στοχασμός των αισθήσεων και η αρχιτεκτονική πράξη είναι το εργαλείο για την αποτύπωση της ποιητικής εμπειρίας. Ένα εργαλείο που μας επιτρέπει να αναζητήσουμε μία σύνθεση που θα συμβάλλει σε ένα νέο τρόπο ανάγνωσης του τοπίου που βιώνουμε καθημερινά. Με μία πρώτη εικαστική προσέγγιση του τοπίου, το δάσος μπορεί να χωριστεί στο κομμάτι της φύσης και στο κομμάτι που κινείται, καθώς χρησιμοποιείται από τον άνθρωπο για να πλησιάσει το κάστρο, αναγνωρίζοντας τις δύο δυνάμεις που βρίσκονται στα δύο άκρα. Το δάσος και το κάστρο, την φύση και την πόλη. Με βάση το γραμμικό σχέδιο ως στοιχείο σύνθεσης επιδιώκεται να μεταφραστεί η σχέση των δύο αυτών δυνάμεων και πως μέσω αυτής της σχέσης προκύπτει ο λεγόμενος ενδιάμεσος χώρος. Το σχέδιο που πηγάζει από την αφήγηση της τραγωδίας είναι μέρος μία αρχιτεκτονικής γλώσσας που εστιάζει στην αφαίρεση, ως τρόπο ανάδειξης των ουσιωδών στοιχείων. Η τομή κάθετη και οριζόντια απεικονίζει τις διάφορες πλευρές που παρουσιάζονται∙ τις βασικές μορφές που προκύπτουν. Με εργαλείο αποτύπωσης την γεωμετρία, τις γραμμές και την αναλογία, συντάσσεται μία σύνθεση ενός «νέου τοπίου» και οι νέες χωρικές εμπειρίες προκύπτουν σε αυτό με τη σύγκρουση των δύο άκρων που διεκδικούν το ενδιάμεσο. Αυτοί οι σχηματισμοί και οι σχέσεις τους που αποτελούν το «νέο τοπίο» είναι στην ουσία, ένας επαναπροσδιορισμός του εδάφους. Οι μετασχηματισμοί που υφίσταται το έδαφος συγκροτούν μία νέα αφήγηση. Μία χωρική συνοχή που ξετυλίγει μία κυκλοφορία με διάφορες νέες απόψεις της υπάρχουσας τοπογραφίας. Μία χωρική εμπειρία αποκαλυπτική ως προς τη διαλεκτική σχέση της φύσης και του πολιτισμού, με κέντρο της τον ίδιο τον άνθρωπο, επισημαίνοντας τη σχέση του ανθρώπινου σώματος με το σώμα του τόπου Η νέα ερμηνεία εστιάζει στο γεγονός ότι ο άνθρωπος βιώνει το τοπίο μέσω των αισθήσεων και της κίνησης του σε αυτό. Προσπαθεί να δημιουργήσει μία πορεία σαν ίχνος στο φυσικό τοπίο με τις διάφορες ατμοσφαιρικές συνθήκες να αναδεικνύουν τα βασικά στοιχεία που επικρατούν σε αυτό, ώστε να επιτρέψουν διάφορους στοχασμούς στους κανόνες και τις σχέσεις του κόσμου που μας περιβάλλει. Η μορφή του ενδιάμεσου χώρου υλοποιείται με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι σαν να υπήρχε ανέκαθεν στο τοπίο. Η πρόταση δεν επεμβαίνει σε μεγάλο βαθμό στο φυσικό ανάγλυφο αλλά βρίσκεται σε αρμονία με αυτό. Σε αρμονία με την φύση που το περιβάλλει ενώ εισχωρεί σταδιακά στην πόλη – στον πολιτισμό. Με αυτόν τον τρόπο επιτρέπεται μία νέα βιωματική εμπειρία μέσω της οποίας γίνονται αντιληπτές όλες οι ποιότητες του χώρου , όπως και το πέρασμα από τον έναν κόσμο στον άλλον. Η ερμηνεία του ενδιάμεσου μέσω της αρχιτεκτονικής πράξης εκφράζει τον πολιτισμό και την σχέση τοπίου και παρατηρητή καθώς αναδείχνει το γύρω περιβάλλον ώστε πέρα από το να γίνεται κατανοητό, να αποτελεί βίωμα για αυτόν. Μπόβολου Ειρήνη





Το αντικείμενο ενδιαφέροντος μου βασίστηκε πάνω στην σχέση του δάσους Μπερνάμ και της Δουσιναίας. Αυτή η σχέση, δηλαδή αυτός ο τόπος είναι ο χώρος που δημιουργείται από την ύπαρξη των άλλων, ένας ενδιάμεσος χώρος. Είναι ένας τόπος στον οποίο τα πράγματα συνεχώς προσπαθούν να διεκπεραιωθούν , ένας τόπος ανατροπής και συμπλοκής. Στην ανατροπή του δάσους Μπερνάμ να φτάσει την Δουσιναία αυτός ο ενδιάμεσος χώρος ενθαρρύνει και επιτρέπει αυτή την μετάβαση από την μια κατάσταση στην άλλη. Ο ενδιάμεσος χώρος θέτει τους δικούς του κανόνες. Αυτός ο χώρος εξαρτάται από τα όρια των δυο καταστάσεων που τον δημιουργούν και η ύπαρξη του οφείλεται στην διαπραγμάτευση των δυο καταστάσεων. Όταν λοιπόν συμβαίνει η κίνηση του δάσους, δηλαδή του ενός εκ των δύο που ορίζουν τον ενδιάμεσο χώρο , τότε διαμορφώνεται ένα νέο δάσος που προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ δύο κόσμων. Στην ύπαρξη των δύο αυτών καταστάσεων , ο ενδιάμεσος χώρος δημιουργείται την στιγμή που το καθένα προσδιορίζεται με βάση τους ορούς του αλλού. Είναι ένας χώρος που υπάρχει μεταξύ δυο καταστάσεων με περιεχόμενο χωρίς απαραίτητα ο ίδιος να έχει δικό του περιεχόμενο αλλά να καθορίζεται από την διαπραγμάτευση του περιεχομένου των άλλων. Φυσικά αυτός με την σειρά του μπορεί να επαναπροσδιορίζει το περιεχόμενο αυτών των καταστάσεων την στιγμή που αυτοί καταφέρνουν να τον επηρεάσουν αλλά και να τους αμφισβητήσει. Τελικά ο ενδιάμεσος χώρος είναι ένα πεδίο οπού δρουν οι δυνάμεις διάφορων καταστάσεων στην προσπάθεια τους να ορίσουν την ύπαρξη τους και ως συνέπεια την ύπαρξη του ενδιάμεσου χώρου αν αυτή θα μπορούσε να υπάρξει.

Σπηλιωτόπουλος Νίκος





ΤΟΠΙΟ «Τοπίο είναι η προβολή της ψυχής ενός λαού πάνω στην ύλη.» Οδυσσέας Ελύτης Το τοπίο προσεγγίζεται ως ένα αντικείμενο πρόσληψης μέσω των ανθρώπινων αισθήσεων. Ένα βλέμμα αρκεί για τον ορισμό του. Η ίδια η αναγνώριση, η οριοθέτηση, η συμπερίληψη σε έναν ορίζοντα, κάνει αντιληπτή την ύπαρξη του τοπίου. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΡΑΞΗ Η αρχιτεκτονική πράξη ενεργοποιεί το τοπίο. Οριοθετεί ένα κομμάτι του απέραντου κόσμου, το συλλαμβάνει και το διαμορφώνει, επαναπροσδιορίζοντας τα νήματα που τη συνδέουν με αυτόν. ΕΝΔΙΑΜΕΣΟΣ ΧΩΡΟΣ Ο ενδιάμεσος χώρος είναι ο χώρος «υπό διεκδίκηση». Το πεδίο της δράσης. Τα πάντα συμβαίνουν εκεί και μερικές φορές ακόμη και οι ίδιες οι δράσεις είναι αυτές που τον ενεργοποιούν. ΜΑΚΜΠΕΘ Macbeth shall never vanquished be, until great birnam wood to high dunsinane hill shall come against him. Στην προσπάθεια να μεταφραστεί αρχιτεκτονικά το συγκεκριμένο τοπίο, το δάσος εμφανίζεται ως κατακόρυφα στοιχεία οργανωμένα σε κάναβο, ενώ ο λόφος ως παραμετρική μορφή. Στην συγκεκριμένη σκηνογραφία το δάσος προσεγγίζει τον λόφο μέσω της ίδιας του της σκιάς. Εμφανίζεται με αυτόν τον τρόπο το δίπολο φύσης πολιτισμού και η συνδιαλλαγή των δύο στον ενδιάμεσο χώρο μέσω της σκιάς. Κάθε μέρα, συγκεκριμένη ώρα, το δάσος «αγγίζει» τον λόφο. Τα λόγια των μαγισσών δεν λένε τίποτα παραπάνω από την περιγραφή του φαινομένου που συμβαίνει καθημερινά. Η προφητεία ερμηνεύεται από τον Μακμπεθ όπως εκείνος θέλει να την ακούσει, υπακούοντας στην πραγματικότητα στην δική του επιθυμία. Όπως το τοπίο αναγνωρίζεται μοναδικά στα μάτια του εκάστοτε παρατηρητή, έτσι και τα λόγια ερμηνεύονται από τον κάθε ακροατή. Τόγια Μαργαρίτα





Η διεκδίκηση του ενδιάμεσου χώρου Ο ενδιάμεσος χώρος δεν υπάρχει χωρίς τα στοιχειά που τον περιβάλουν. Ο Άδης (αυτός που δεν μπορείς να τον δεις) γνωρίζουμε ότι υπάρχει, λόγο της Περσεφόνης. Η Περσεφόνη δηλαδή, αποτελεί την απόδειξη της ύπαρξης του. Η ύπαρξη του ενδιάμεσου χώρου προϋποθέτει την αντιδιαστολή του με διαφορετικά στοιχειά. Μόνο αυτή η αντίθεση μας επιτρέπει να τον εντοπίσουμε. Η φύση που προϋπάρχει, με την μορφή του δάσους και η πόλη που δημιουργείται από τον ανθρώπινο παράγοντα, συνυπάρχουν εκατέρωθεν αυτού. Δημιουργούν δυο αντιθέτους πόλους, μεταξύ των οποίον εξελίσσετε όλος ο μετασχηματισμός. Ακόμη και η φύση δεν υπάρχει έξω από τον πολιτισμό. Η διεκδίκηση του ενδιάμεσου χώρου έχει ως αφετηρία την προφητεία των τριών μαγισσών. Η προφητεία που επιτρέπει στον πρωταγωνιστή να μάθει το μέλλον του, ουσιαστικά τον παρακινεί να την πραγματοποιήσει. Η ίδια η προφητεία είναι ο καταλύτης της διεκδίκησης, οι λέξεις δηλαδή μεταμορφώνουν την πραγματικότητα, όπως αναφέρει και ο Βιργίλιος. Σε μια αναλόγια θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι μάγισσες είναι ο ενδιάμεσος χώρος μεταξύ του Μακμπεθ και της προφητείας, το μεταίχμιο του προδιαγεγραμμένου μέλλοντος, με αυτό που διαμορφώνει από μόνος του ο πρωταγωνιστής του έργου. Αν οι μάγισσες δεν μετέφεραν την προφητεία στον Macbeth, τότε όλη η εξέλιξη του έργου θα ήταν διαφορετική. Ο Macbeth οδηγείται στα γεγονότα που προέβλεπε η προφητεία, διότι η ίδια τον παρότρυνε να φτάσει εκεί. Αν δεν άκουγε το μήνυμα τον μαγισσών δεν θα επιδίωκε να γίνει βασιλιάς και συνεπώς να ηττηθεί από το ‘’κινούμενο δάσος’’. Θα τολμούσα να πω, ότι στην δίκια μου μελέτη ο πρωταγωνιστής που μας αποκαλύπτει την σχέση φύσης/πόλης, προκαλεί όλους τους μετασχηματισμούς και δημιουργεί το νέο τοπίο, δεν είναι ο Μακμπεθ αλλά η προφητεία. Εστίασα στον αντιπαράθεση των τριών στοιχείων, φύσης ,ενδιάμεσου χώρου και πόλης. Πως συνυπάρχουν διατηρώντας την ταυτότητα τους και με ξεκάθαρα όρια μεταξύ τους και πως αυτή η ισορροπία έρχεται να ανατραπεί με την προφητεία. Οι δυο πόλοι συγκρούονται στον ενδιάμεσο χώρο, αλλάζοντας μια για πάντα την μορφολογία και των τριών παραγόντων. Σαν μια έκρηξη που θα παραμορφώσει τα στοιχειά που την δημιούργησαν ανεπανόρθωτα. Ο Georg Simmel στο βιβλίο του ‘’Το τοπίο’’ γραφεί, «Η φύση δεν τεμαχίζεται, είναι η ενότητα ενός όλου και τη στιγμή που κάτι θα αποσπαστεί από αυτή, παύει πλέον να αποτελεί κάτι το ολότελα φυσικό, και ο λόγος είναι ότι μπορεί να είναι «φύση» μονό στο πλαίσιο αυτής της δίχως όρια ενότητας, μόνο ως κύμα αυτού του συνολικού ρεύματος». Έτσι μετά την έκρηξη αυτή και την αποκοπή του φυσικού στοιχείου από το σύνολο, μέσω του ανασχηματισμού του, δεν έχουμε πλέον τρία διαφορετικά στοιχειά που συνυπάρχουν, αλλά μια εντελώς διαφορετική νέα συνθήκη, χωρίς ξεκάθαρο ορισμό. Το δάσος είτε μέσο των φύλλων που ο αέρας παρασέρνει προς το κάστρο, είτε με τα βέλη που οι πολεμιστές κατασκευάζουν από την ξυλιά του δάσους, διαπερνάει τον ενδιάμεσο χώρο, με τρόπο ίσως ανεπαίσθητο στο μάτι του απλού παρατηρητή, αλλά αλλάζει την σύνθεση του με τρόπο ανεπανόρθωτο. Η μάχη που λαμβάνει χώρο στο τοπίο, το πληγώνει περισσότερο από όσο νομίζουμε, το αναδιαμορφώνει, το αλλάζει. Η προφητεία ως υποκινητής των δράσεων αυτών, έχει καταφέρει να δημιουργήσει την έκρηξη, την σύγκρουση, την διεκδίκηση του ενδιάμεσου χώρου, που θα τον κατακτήσει η νέα μορφή- το μίγμα τον πρωτύτερων καθαρών στοιχείων. Σαπουντζή Αλεξάνδρα





Αν ένα τοπίο σε κατευθύνει ως προς τον σχεδιασμό του, τότε αυτό το οποίο σε κατευθύνει δεν γίνεται να είναι προϊόν του παρόντος. Θα πρέπει να έχει να κάνει με την ψυχή του τόπου, με την αφήγηση της ιστορίας του που υπάρχει πολύ πριν από την ύπαρξή μας. Έτσι αρχίζουμε να εμπιστευόμαστε τους μύθους, τα παραμύθια, τις τραγωδίες, γιατί ίσως αυτά καλύτερα μας παρουσιάζουν την αλήθεια που κρύβεται στο τοπίο. Οι άνθρωποι ανα τους αιώνες, εμπνευσμένοι από τα σκηνικά που τους έμελλε να ζήσουν, φαντάζονταν τον πρωταγωνιστή τους και τον έφερναν μαζί τους. Με αυτόν τον τρόπο ξεπερνούσαν τα όρια του χρόνου, βίωναν την αχρονικότητα. Το πλάσμα τους αυτό προϋπήρχε πολύ πιο πριν από αυτούς, υπήρχε ταυτόχρονα με αυτούς, καθώς η κάθε γενιά του προσθέτει και ένα χαρακτηριστικό, και θα υπάρχει πολύ πιο μετά από αυτούς. Συνεπώς όταν μιλάμε μαζί του, δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι σε ποιόν χρόνο του απευθυνόμαστε. Ο Μάκβεδ δεν πρόκειται να ηττηθεί «πρίν το δάσος Μπέρναμ φθάσει στη Δουνσιναία». Το δάσος κινείται απο τοτε που η γη ξεκίνησε να κινείται, αλλά με αργους ρυθμούς, σε πολλαπλές συχνότητες. Η προφητεία αποκαλύπτει ενα κομμάτι της αλήθειας που ακόμα δεν εχει πάρει χώρο στον δικό μας χρόνο. Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν η προφητεία εκπληρώθηκε απο τις πράξεις των ανθρώπων ή αν οι πράξεις εκπλήρωσαν την προφητεία. Αυτο που ίσως ξέρουμε είναι πως η Lady Macbeth δεν θα υπήρχε αν δεν υπήρχε η Αγαύη του Ευριπίδη. Μάλλον θα λέγαμε οτι ειναι η κόρη της. Έτσι, οι τρεις "μάγισσες" δεν θα υπήρχαν αν δεν υπήρχε ο Διόνυσος.Το δάσος λοιπον θα πρέπει να συνεχίσει να κινείται μέχρις ότου η γη σταματήσει να κινείται. Η όποια γη. Σε όποιον χρόνο. Στην δική μας περίπτωση λοιπόν, βλέπουμε να σκιαγραφείται στο προσκήνιο μια γυναικεία φιγούρα. Είτε αυτή είναι η Lady Macbeth που υποκινούσε τις αποφάσεις του άντρα της, θολωμένη από την φιλοδοξία της, είτε είναι η Αγαύη του Ευριπίδη, είτε οι τρείς «μάγισσες». Σε μια προσπάθεια να συνομιλήσουμε με αυτό το μυθικό πλάσμα, το αφήνουμε να μας κατευθύνει μέσα από το ποίημα «Γυναίκα» του Νίκου Καββαδία. Εστιάζουμε και το ακούμε. Συμπεραίνουμε πως ίσως το δάσος που κινείται είναι οι μαινάδες, είναι η ίδια η μεγαλομανία μας που σαν την φωτιά φουντώνει και καίει τα πάντα στο διάβα της, που αναζητά τον χώρο της να εκφραστεί. Έχουμε εγκλωβίσει τις μαινάδες μας, δεν έχουμε επιτρέψει την ύπαρξη αυτού του ενδιάμεσου συνδιαλεκτικού χώρου. Θα μπορούσαμε να αναγνωρίσουμε το βίωμα αυτού του χώρου στην τραγωδία μας, την στιγμή που η φύση (η Αγαύη) συναντά την πόλη (τον Πενθέα). Σε μια δικιά μας οπτική των πραγμάτων, κρατώντας την ουσία από όλα τα προηγούμενα, αλλά βάζοντας την προσωπική μας πινελιά στο τοπίο, αποστάζουμε απο το ποίημα την Μοίρα, τον Θάνατο και την Πέτρα. Η Μοίρα, ανέκαθεν αδιαίρετη έννοια με την ζωή. Το τυχαίο ή και μη τυχαίο σύνολο συγκυριών. Ο Θάνατος σαν ένας απόλυτος, στιγμιαίος καθαρισμός που αποσκοπεί στην μετουσίωση σε κάτι αέναο. Η Πέτρα, η επιστροφή σε κάτι αρχέτυπο, στο αιώνιο και το άφθαρτο. Το άναρθρο, το αθέατο, αυτό που προϋπάρχει, αυτό που αναζητάμε. Δεν μιλάμε για κάτι καινούργιο. Καθώς «1 Γενιά πηγαίνει και γενιά έρχεται η γη όμως παραμένει στον αιώνα. 2 Ό,τι έγινε, αυτό θα γίνει ξανά και ό,τι συνέβηκε, αυτό θα συμβεί ξανά και δεν είναι τίποτα καινούργιο κάτω από τον ήλιο. 3Δεν υπάρχει ανάμνηση εκείνον που έχουν γίνει, ούτε θα υπάρξει ανάμνηση όσων θα γίνουν ύστερα από αυτά σε εκείνους που πρόκειται να υπάρξουν έπειτα». Κοέλετ (Εκκλησιαστής) 1:4,9,11

Θα υπάρξουν όμως όσα ήδη είναι χαραγμένα στην γη. Νικολαΐδη Αγγελίνα, Καφαντάρη Ισμήνη


















Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.