ΑΠΟ ΤΙΣ ΟΥΤΟΠΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΣΤΗΝ "ΟΥΤΟΠΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ"

Page 1

Α Π Ο Τ ΙΣ Ο Υ ΤΟ Π ΙΚ ΕΣ ΠΟΛΕΙΣ Σ ΤΗ Ν «Ο Υ ΤΟ Π ΙΑ Τ Η Σ ΔΙΑΔΙΚ ΑΣ ΙΑΣ » : ΣΤΟ «ΚΑΤΩΦΛΙ» ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΠΟΛΗΣ

ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ: ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2017 1


2


Α Π Ο Τ ΙΣ Ο Υ ΤΟ Π ΙΚ ΕΣ ΠΟΛΕΙΣ Σ ΤΗ Ν «Ο Υ ΤΟ Π ΙΑ Τ Η Σ ΔΙΑΔΙΚ ΑΣ ΙΑΣ » : ΣΤΟ «ΚΑΤΩΦΛΙ» ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΠΟΛΗΣ ΡΟΖΑΝΑ ΑΡΓΥΡΩ

ΧΑΡΧΑΡΙΔΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ

3


Ευχαριστούμε πολύ την καθηγήτριά μας Εύη Αθανασίου για την καθοδήγησή της στην εκπόνηση της ερευνητικής μας εργασίας. Ευχαριστούμε τις φίλες μας, Ιωάννα, Κωνσταντίνα, Σίσσυ, Στελίνα για τον εμπλουτισμό της σκέψης που μας χάρισαν μέσα από τις αέναες συζητήσεις. Ευχαριστούμε τις οικογένειες μας για την στήριξή τους. Τέλος, ευχαριστούμε το σχήμα μας την Επιτροπή Αγώνα φοιτητών αρχ/κής | ΕΑΑΚ που μας έμαθε να “περπατάμε”.

4


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΕΡΟΣ Α Α1α| Χαρτογραφώντας την έννοια της ουτοπίας Α1β| Κατηγοριοποιήσεις της ουτοπίας Α2| Χρονική περιήγηση στην ουτοπία Α2α| Από την αρχαιότητα μέχρι το 19ο αιώνα Α2β| Οι ιδανικές πολιτείες του 20ου αιώνα Α3| Συμπεράσματα

ΜΕΡΟΣ Β Β1α| Προσεγγίζοντας τον χώρο στην σύγχρονη πόλη Β1β| Ο χώρος στη σύγχρονη «πόλη – επιχείρηση» Β1γ| Η τριμερής διαλεκτική του χώρου στον Henri Lefebvre Β1δ| Η σημασία της καθημερινής ζωής κατά τον Lefebvre Β2| Ο καθημερινός άνθρωπος του Henri Lefebvre Β3| Το δικαίωμα στην πόλη: Από την «πόλη- εμπόρευμα» στην «πόλη- έργο» Β4α| Προς την «ουτοπία της διαδικασίας» Β4β| Το χωρικό παιχνίδι ως μέσο απελευθέρωσης Β4γ| Η χειραφετητική διάσταση της συλλογικής φαντασίας

Σελίδα

7-9

Σελίδα 13-15 Σελίδα 16-19 Σελίδα 20 Σελίδα 21-32 Σελίδα Σελίδα

33-42 43-44

Σελίδα Σελίδα Σελίδα

49-51 52-58 59-60

Σελίδα Σελίδα Σελίδα

61-63 64-67 68-72

Σελίδα

73-79

Σελίδα Σελίδα

80-83 84-885


Β5| Χωρικές αναπαραστάσεις ελευθερίας: Τόποι, δρόμοι, περάσματα Β5α| Τόποι ελευθερίας Β5β| Δρόμοι ελευθερίας Β5γ| Περάσματα ελευθερίας Β6| Στο κατώφλι προς μια «ουτοπία της διαδικασίας» Β7| Συμπεράσματα

ΜΕΡΟΣ Γ Γ1| Εισαγωγή Γ2| Το κατειλημμένο αυτοδιαχειριζόμενο πάρκο Ναυαρίνου Γ3| Η γιορτή της εξέγερσης στο πάρκο Γκεζί ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΑΝΤΙ-ΕΠΙΛΟΓΟΥ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

6

Σελίδα 89 Σελίδα 90-91 Σελίδα 92-93 Σελίδα 94-95 Σελίδα 96-99 Σελίδα 100-101

Σελίδα 103-105 Σελίδα 106-143 Σελίδα 121-144 Σελίδα 145-152 Σελίδα 153-156 Σελίδα 157-167


ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η παρούσα ερευνητική εργασία θα επιχειρήσει να προσεγγίσει την έννοια της ουτοπίας και την εν δυνάμει διαδικασία περιγραφής ενός σύγχρονου ουτοπικού οράματος, εξετάζοντας την ουτοπία από τη σκοπιά των χειραφετητικών δυνατοτήτων που κυοφορεί και τον τρόπο με τον οποίο αυτές μπορούν να αναδυθούν και να συμβάλλουν στην παραπάνω διαδικασία. Η μελέτη αυτή θα πραγματοποιηθεί υπό το πρίσμα της σημασίας του χώρου της πόλης και του ρόλου που αυτός κατέχει ως πεδίο διαμόρφωσης των κοινωνικοπολιτικών συνθηκών και των κοινωνικών σχέσεων. Η πόλη αποτελεί κομβικό στοιχείο στην έρευνά μας γιατί συνιστά μια δυναμική κοινωνική κατασκευή, ένα ζωντανό «κοινωνικό έργο» που δημιουργείται, μετασχηματίζεται και βιώνεται από τους ανθρώπους (Lefebvre, 2007). Στο χώρο της πόλης αναδύονται οι δυνατότητες που γεννιούνται από τις αντιφάσεις του ίδιου του συστήματος, οι οποίες μπορούν να συμβάλλουν στη διαδικασία προσέγγισης μιας ουτοπίας στο σήμερα. Στην εργασία μας δεν επιδιώκεται η πλήρης και αναλυτική περιγραφή αυτής της διαδικασίας, αλλά η ανάδειξη των στοιχείων που ενυπάρχουν στην πόλη και είναι ικανά να συγκροτήσουν τους όρους για τη ψηλάφηση ενός άλλου μέλλοντος για την κοινωνία και την πόλη. Η διερεύνηση του θέματος έχει βασιστεί σε βιβλιογραφικές αναφορές, αρθρογραφία και διαδικτυακές πηγές, καθώς και στη μελέτη παραδειγμάτων (case study) για την κατά το δυνατόν πληρέστερη τεκμηρίωση της εργασίας μας. Η συνδυαστική αυτή έρευνα άπτεται των επιστημονικών πεδίων της αστικής γεωγραφίας και πολεοδομίας καθώς και κοινωνιολογικών θεωριών για την ερμηνεία και την παραγωγή του χώρου της πόλης. Για την προσέγγιση αυτή έχουν επιλεγεί τρεις βασικοί μελετητές: ο γεωγράφος David Harvey, ο κοινωνιολόγος Henri Lefebvre και ο αρχιτέκτονας Σταύρος Σταυρίδης. Η ερευνητική εργασία αποτελείται από τρία μέρη. Αρχικά, στο πρώτο μέρος επιχειρείται μια προσπάθεια ορισμού της ουτοπίας καθώς και κατανόησης των προϋποθέσεων για την εμφάνισή της ως ιστορικά ενδογενές στοιχείο των ανθρώπινων κοινωνιών. Στη συνέχεια, παρουσιάζονται ορισμένες κατηγοριοποιήσεις του όρου σύμφωνα με τις αναλύσεις διαφόρων μελετητών. Αντιπαραβάλλονται από την μία πλευρά, οι ονειρικές τάσεις φυγής από την πραγματικότητα μέσω κυρίως της παθητικής αναπόλησης ενός ένδοξου παρελθόντος, και από την άλλη πλευρά οι τάσεις χειραφέτησης που προκύπτουν μέσω της αμφισβήτησης και της υπέρβασης του παρόντος προς την αναδόμηση και τη δημιουργία ενός καλύτερου μέλλοντος. 7


Για την κατά το δυνατόν καλύτερη κατανόηση του χαρακτήρα της ουτοπίας επιδιώκεται μια ιστορική περιήγηση των ουτοπικών οραμάτων εκκινώντας από την Πολιτεία του Πλάτωνα και την Ουτοπία του Thomas More, συνεχίζοντας με τις θεωρίες των ουτοπικών σοσιαλιστών (Saint-Simon, Fourier, Owen) και φθάνοντας μέχρι και τον 20ο αιώνα και τα ρεύματα των Le Corbusier, Frank Lloyd Wright, α-πολεοδομιστών και Καταστασιακών. Έπειτα, στο δεύτερο μέρος, αξιοποιώντας τις θεωρητικές αναλύσεις των μελετητών που προαναφέρθηκαν, γίνεται ανάλυση του χώρου της πόλης ως πεδίο, πολιτικά φορτισμένο όπου αναδεικνύονται οι κοινωνικές σχέσεις, οι οποίες την κάθε συγκεκριμένη ιστορική στιγμή διαμορφώνουν το χώρο της πόλης αλλά και διαμορφώνονται από αυτόν. Γίνεται αναφορά, με βάση τις αναλύσεις του Lefebvre, στη σημασία της καθημερινής ζωής και του καθημερινού ανθρώπου, καθώς και στο πιο «βασικό και παραμελημένο ανθρώπινο δικαίωμα, το δικαίωμα στην πόλη» (Harvey, 2013). Μέσω της ανάδειξης της αναγκαιότητας ύπαρξης του δικαιώματος στην πόλη ως το δικαίωμα που προτρέπει στη διεκδίκηση μιας «ανανεωμένης» πόλης αλλά και καλύτερης κοινωνίας, πραγματοποιείται μια αναζήτηση της διαδικασίας προσέγγισης αυτής της νέας κοινωνίας. Σύμφωνα με τον Harvey, η διαδικασία αυτή βασισμένη στις δυνατότητες που γεννά η καθημερινή ζωή, θα οριστεί ως η «ουτοπία της διαδικασίας». Η χειραφετητική δύναμη της συλλογικής φαντασίας και του παιχνιδιού, καθώς και η ομορφιά της γιορτής μέσα στην πόλη, θα αποτελέσουν τα αναγκαία εργαλεία για την ανάπτυξη των δυνατοτήτων αλλαγής της υπάρχουσας πραγματικότητας. Στη συνέχεια, βάσει του ιδιαίτερα σημαντικού ρόλου που, κατά τον Σταυρίδη, διαδραματίζει το συλλογικό φαντασιακό στη διαμόρφωση χωρικών αναπαραστάσεων ελευθερίας, διερευνώνται αφενός οι δυνατότητες και αφετέρου τα όρια που κάθε τέτοια αναπαράσταση δύναται να έχει. Μέσω αυτής της ανάλυσης, αναδεικνύονται εκείνες οι χωρικές αναπαραστάσεις που εν δυνάμει θα λειτουργήσουν ως τόποι συνάντησης και επικοινωνίας, ως «κατώφλια» που θα συμβάλλουν στη διαδικασία προσέγγισης της σύγχρονης ουτοπίας. Τέλος, στο τρίτο μέρος με βάση τα παραπάνω θεωρητικά εργαλεία επιλέγονται δύο κινηματικές πρωτοβουλίες που εκδηλώθηκαν στον ευρωπαϊκό χώρο την τελευταία δεκαετία, η κατάληψη του πάρκου Ναυαρίνου στην Αθήνα (2009) και το κίνημα Γκεζί στην Κωνσταντινούπολη (2013). 8


Τα παραδείγματα αυτά διερευνώνται υπό το πρίσμα της λειτουργίας τους ως χωρικά «κατώφλια» που διαρρηγνύουν την κανονικότητα της πόλης και αποτελούν θραύσματα του μέλλοντος στον υπάρχοντα χώρο και χρόνο. Δομούν έστω και ψηγματικά λοιπόν, ένα δυναμικό δίκτυο περασμάτων προς μια χειραφετική κοινωνία. Μια διαρκή κίνηση-διαδικασία προς τη σκιαγράφηση ενός σύγχρονου ουτοπικού οράματος που θα προκύψει δυναμικά μέσα από τις ίδιες τις δυνατότητες που αναδύονται στο πεδίο της πόλης. Έχοντας επίγνωση ότι μια ερευνητική εργασία δεν μπορεί να καλύψει όλο το εύρος της συζήτησης γύρω από το χαρακτήρα, την κοινωνικοπολιτική λειτουργία της ουτοπίας και τον τρόπο προσέγγισής της στο σήμερα, ευελπιστούμε ότι η εργασία μας θα αποτελέσει ένα γόνιμο βήμα στον αναγκαίο σήμερα διάλογο για την ψηλάφηση ενός σύγχρονου «ουτοπικού» σχεδίου βασισμένο στις κοινωνικές ανάγκες και την ανθρώπινη χειραφέτηση.

9


10


ΜΕΡΟΣ Α

11


12


Α1| Α ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΟΥΤΟΠΙΑΣ

«Ένας χάρτης του κόσμου που δεν περιλαμβάνει την Ουτοπία δεν αξίζει ούτε μια ματιά μας, γιατί αφήνει απ’ έξω την μοναδική χώρα στην οποία φτάνει πάντα η ανθρωπότητα. Κι όταν φτάνει εκεί η ανθρωπότητα, αγναντεύει πιο πέρα και, βλέποντας μια χώρα καλύτερη, σαλπάρει. Η πρόοδος είναι η πραγματοποίηση των Ουτοπιών» Oscar Wilde

13


ΜΕΡΟΣ Α1| Α Έτος 1516 και το ταξίδι προς τα αχαρτογράφητα και βαθιά νερά της ουτοπίας ξεκινά με τον Thomas More να εκδίδει το ομώνυμο έργο του, ορίζοντας έτσι τη ληξιαρχική πράξη της έννοιας αυτής. Μιας έννοιας με χαρακτηριστικά χαμαιλέοντα, χάρη στην πολυμορφική της διάσταση και στο μεγάλο εύρος αναζητήσεων στο οποίο μπορεί να φτάσει. Τι είναι άραγε η ουτοπία; Πώς μπορούμε να τη σκιαγραφήσουμε περιεκτικά κι εύστοχα ώστε να δώσουμε ένα σαφή και ορθό ορισμό; Ο προβληματισμός μας αυτός, μας στρέφει αυτόματα στο να αναμετρηθούμε με ερωτήματα όπως «για ποιο λόγο και κάτω από ποιες συνθήκες συγκροτήθηκαν οι εκάστοτε ουτοπίες ανά τους καιρούς; Σε τι ανάγκες ήρθαν να απαντήσουν;». Ο Ευτύχης Μπιτσάκης αναφέρει χαρακτηριστικά πως «σε περιόδους αστάθειας, πολέμων, κοινωνικών συγκρούσεων, τότε που η επίγεια ζωή γίνεται περισσότερο δύσκολη και το σύστημα των αξιών κλονίζεται ή καταρρέει, τότε οι άνθρωποι αναζητούν καταφύγιο πέρα από την πραγματική ζωή, σε έναν κόσμο που θα έδινε ελπίδα και νόημα στην εφήμερη ύπαρξή τους» (Μπιτσάκης, 1995, 19). Η επιθυμία του ανθρώπου να ξεφύγει από την υφιστάμενη πραγματικότητα, να φανταστεί και να πλάσει τα πράγματα και τις καταστάσεις έτσι όπως θα μπορούσαν να είναι, αρνούμενος το πώς είναι πραγματικά, αποτελεί την αφετηριακή γραμμή της ουτοπίας. Η άρνηση αυτή που εκφράζεται ακόμα και μέσα από την ίδια την ετυμολογία της λέξης (ου + τόπος) είναι που μας κάνει να ξεκινάμε περιγράφοντας την ουτοπία μέσα από έναν αντιορισμό. «Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ουτοπία είναι ένα ιδεατό σχεδίασμα ανέφικτης πολιτείας. Το ουτοπικό σχέδιο δεν είναι πραγματοποιήσιμο.» (Μπιτσάκης, 1995, 20). Όχημα της ουτοπίας, είναι η σκέψη που ενεργοποιεί την φαντασία να δημιουργήσει κόσμους και αναπαραστάσεις-εικόνες, μέσα στις οποίες το υποκείμενο καλύπτει τις ανάγκες και τις επιθυμίες που δεν μπορεί να καλύψει στον υλικό, πραγματικό κόσμο. Πρόκειται στην ουσία για μια διαδικασία αλλαγής που αρχίζει να περιγράφεται καθώς ο άνθρωπος αναγνωρίζει την ανάγκη να υπερβεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων και να προβεί σε σύσταση και περιγραφή νέων κοινωνικών μοντέλων. Για αυτό και οι ουτοπίες αποτέλεσαν, αποτελούν και θα συνεχίσουν να αποτελούν απαραίτητο συστατικό στοιχείο όλων των κοινωνιών. 14


ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΟΥΤΟΠΙΑΣ Καθώς λοιπόν, το στοιχείο του φαντασιακού δε γνωρίζει ούτε όρια, ούτε συγκεκριμένες φόρμες και καλούπια, είναι πλέον λογικό ότι η μορφή της κάθε ουτοπικής σύλληψης δεν μπορεί να συγκεκριμενοποιηθεί με κανένα αυστηρό κριτήριο και είναι πάντοτε μοναδική και ανεπανάληπτη. Επομένως, κάθε αναπαράσταση προκύπτει μέσα από τη αμφισβήτηση και αποδόμηση ορισμένων στοιχείων της πραγματικότητας και μέσω αυτής της διαδικασίας αποκτά σάρκα και οστά στην εκάστοτε περίπτωση. Εδώ λοιπόν, εντοπίζεται η κριτική αμφισβήτηση, ως το χειραφετητικό στοιχείο της έννοιας της ουτοπίας. Μια κριτική αμφισβήτηση ωστόσο, που είναι το σημείο εκκίνησης αυτής της διαδικασίας και όχι η ίδια η διαδικασία στο σύνολό της. «Το να αισθανόμαστε πως ο κόσμος είναι άδικος δε σημαίνει απαραίτητα πως έχουμε διαμορφώσει την εικόνα της ουτοπίας για να τον αντικαταστήσουμε […] αυτό είναι το αφετηριακό μας σημείο: η απόρριψη ενός κόσμου που αισθανόμαστε ότι είναι εσφαλμένος, η άρνηση ενός κόσμου που τον θεωρούμε αρνητικό. Από εκεί πρέπει να πιαστούμε.» (Holloway, 2006, 20). Όμως, όσο άυλος και άμορφος μπορεί να θεωρείται ο ουτοπικός κόσμος, στην ουσία, είναι εκεί. Και συνεπώς ο μη τόπος μέσω του όχι εδώ, στην ουσία κραυγάζει πως «είμαι εδώ και προσπαθώ να ακουστώ». Εκφράζει πείσμα και αναζήτηση για κάτι νέο, κάτι πιο όμορφο. Έναν κόσμο των ιδεών.

εικόνα 1| επεξεργασμένο φωτογραφικό υλικό

15


Α1| Β ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΥΤΟΠΙΑΣ

Η έννοια της ουτοπίας θέτει λοιπόν, μια αφετηρία προβληματισμού μιας παγιωμένης κάθε φορά πραγματικότητας που κρίνεται και αμφισβητείται. Αυτή η διαδικασία όμως, δεν αρκεί. Η εμμονή στην άρνηση, η διαρκής αποδόμηση που οδηγεί στην απόρριψη και μόνο των υφιστάμενων ταυτοτήτων, το συνεχές όχι και η συνεπαγόμενη αδράνεια, ελλοχεύει κινδύνους αποπροσανατολισμού από τις δυνατότητες που μπορεί να προσφέρει ο κόσμος των ιδεών. Αν η κριτική και η συνεπαγόμενη αμφισβήτηση δεν πυροδοτήσουν την δημιουργική σκέψη προς τη συγκρότηση μιας θετικής αφήγησης, ενός ναι, μιας απελευθερωτικής αναπαράστασης και ταυτότητας, τόσο σε συλλογικό όσο και σε ατομικό επίπεδο, η ουτοπία χάνει τα χειραφετητικά και τα θετικά της χαρακτηριστικά. Μετατρέπεται έτσι, σε μια δίνη αντίδρασης ως τέτοιας, χωρίς εν τέλει καμία προτροπή για αλλαγή. «Το υποκείμενο πράττει επαναστατικά όχι όταν αρνείται αφηρημένα την ταυτότητα διαμέσου της οποίας επιχειρεί να το συγκροτήσει ο καπιταλισμός, αλλά όταν επιχειρεί να αυτοπροσδιοριστεί, να συγκροτήσει δηλαδή τη δική του suigeneris1 ταξική/αταξική ταυτότητα. Χωρίς τη, μέσα από την πράξη, στόχευση της μετατροπής της απροσδιόριστης σε προσδιορισμένη υποκειμενικότητα, το δυνάμει των ατομικών και συλλογικών υποκειμένων δεν μπορεί να μετατραπεί στην επαναστατική ενέργεια τους» (Χρύσης, 2009, 61). Επομένως, η κάθε ουτοπία καλείται να αποκτήσει υπόσταση για να μπορέσει να περιγράψει την θετική έκβαση της ιστορίας.

Το suigeneris αποτελεί μια λατινική έκφραση η οποία περιγράφει στην ουσία ότι κάτι φέρει κυριολεκτικά την έννοια του δικού του είδους ή γένους ή ότι συγκροτείται από χαρακτηριστικά μοναδικά, τέτοια που δεν μπορούν να ενσωματωθούν σε κάποιο υπάρχον ευρύτερο σχήμα ή έννοια. Ο όρος χρησιμοποιείται κατά κόρον στην επιστήμη της νομικής καθώς και στη φιλοσοφία. 1

16


ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΥΤΟΠΙΑΣ

Από τη στιγμή, λοιπόν, που η ουτοπία σχηματίζεται, καλείται να επιλέξει ανάμεσα σε δύο μονοπάτια που μπορεί να πάρει. Είτε το μονοπάτι μιας αφηρημένης και γενικής αφήγησης που πλανάται στο φαντασιακό ως ένα είδωλο που λειτουργεί ως υποκατάστατο του εξωτερικού κόσμου, λαμβάνοντας υπόψη μόνο μερικώς την ιστορική εξέλιξη της ανθρωπότητας και του ανθρώπου, είτε ως μια αναπαράσταση γειωμένη στην υλική πραγματικότητα μέσα στην οποία γεννιέται. Σε αυτή την περίπτωση προσδιορίζονται οι συνθήκες και οι προϋποθέσεις σύμφωνα με τις οποίες θα μετρήσουμε βήματα στον υπάρχοντα κόσμο, στο τώρα που ζούμε εδώ και όχι κάπου αλλού, προκειμένου όντως να θέσουμε μια κατεύθυνση προς μια κοινωνία σύμφωνα με τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας. Βάσει αυτού του χαρακτηριστικού γνωρίσματος που προσδιορίσαμε μόλις, έχει προκύψει πλήθος κατηγοριοποιήσεων ως προς τις διαφορετικές μορφές και τον χαρακτήρα που μπορούν να πάρουν οι ουτοπίες. Ο Lewis Mumford (1895-1990) για παράδειγμα, τις διακρίνει σε ουτοπίες φυγής και σε ουτοπίες ανασυγκρότησης. Όταν μιλάμε για τις πρώτες, αναφερόμαστε σε μια τάση για εγκατάλειψη και απαλλαγή από τις υπάρχουσες δυσκολίες της ζωής. Αφήνοντας τον κόσμο ως έχει, καταφεύγουμε στο να πλάσουμε την επιθυμητή εικόνα χωρίς καμία γείωση στην υφιστάμενη πραγματικότητα. Στην αντίπερα όχθη, οι δεύτερες, όπως υποδηλώνει και το όνομά τους, θέτουν τους ρεαλιστικούς όρους ανασυγκρότησης της υπαρκτής κοινωνίας, με τους περιορισμούς αλλά παράλληλα και με τις δυνατότητες που ξεπηδούν μέσα από αυτή. Σκιαγραφούν κι αυτές το επιθυμητό ιδεατό το οποίο όμως, σε αντίθεση με τις πρώτες, έρχονται να το προσγειώσουν στην πραγματικότητα της καθημερινότητας και της ζωής τους. Δεν εφησυχάζονται στη διαφυγή από τον κόσμο αλλά προσπαθούν να τον αλλάξουν στην ουσία του. Έτσι λοιπόν, «Στις μεν, κτίζουμε ανέφικτους πύργους στον αέρα˙ στις δε, συμβουλευόμαστε έναν τοπογράφο, έναν αρχιτέκτονα κι έναν κτίστη και προχωρούμε στο κτίσιμο του σπιτιού που καλύπτει τις ουσιώδεις ανάγκες μας. όσο μπορούν να τις ικανοποιήσουν σπίτια καμωμένα με πέτρα και λάσπη» (Mumford, 1998, 18). 17


ΜΕΡΟΣ Α1| Β Ο Ernst Bloch (1885-1977), βαθιά επηρεασμένος από τον μαρξισμό, προτείνει μια οντολογική θεμελίωση της ουτοπίας, η οποία εντάσσεται στην φιλοσοφική παράδοση που θεμελίωσε ο ίδιος ο Marx, σύμφωνα με την οποία «η αλλαγή στη φιλοσοφία μετατρέπεται σε φιλοσοφία αλλαγής του κόσμου».2 Διακρίνει τις ουτοπίες σε αφηρημένες και συγκεκριμένες. Αφηρημένες είναι οι ουτοπίες οι οποίες καμία συνάφεια δεν έχουν με την πραγματικότητα για αυτό και ο ίδιος τις απορρίπτει. Εξετάζοντας διεξοδικά την έννοια της πιθανότητας3 ως μια συνθήκη που κρατά την ανθρώπινη σκέψη ενεργοποιημένη και σε επαγρύπνηση και δίνει την ευκαιρία στη γέννηση ενός καινούριου κόσμου, στρέφεται στις συγκεκριμένες ουτοπίες που είναι αυτές οι οποίες δεν έχουν χάσει τη σχέση με την πραγματικότητα, αλλά αποτελούν μια πιθανότητα η οποία περιμένει να αναδυθεί. Μια πιθανότητα που κρύβεται τόσο μέσα στον άνθρωπο, όσο και στην φύση. Έτσι, λοιπόν, τονίζει την ανάγκη να σκεφτούμε ποιες είναι οι πραγματικές μας επιθυμίες. «Πρέπει να σκεφτούμε πάνω σε αυτό. Όχι πια έξω από κάθε συνάφεια μέσα σε μια αφηρημένη Ουτοπία, αλλά μέσα στην καινούργια ιδέα μιας συγκεκριμένης Ουτοπίας όπως μας την έχει δείξει ο Marx, μιας Ουτοπίας που δεν είναι πλέον Ουτοπία διότι είναι συγκεκριμένη˙ δεν έχει χάσει τη θέα της πραγματικότητας.» (Bloch, 1985, 32). Η Μaria Luisa Berneri (1918-1949) προχωρά σε ένα διαφορετικό μοτίβο οργάνωσης και διάκρισης των διάφορων ουτοπιών, διακρίνοντάς τες σε εξουσιαστικές κι αντιεξουσιαστικές. Στις εξουσιαστικές εντάσσει όλα αυτά τα πρότυπα μοντέλα, σύμφωνα με τα οποία οι εκάστοτε ουτοπιστές ευαγγελίζονται έναν κόσμο απαλλαγμένο από το υφιστάμενο καταπιεστικό πλαίσιο στο οποίο έδρασαν. Όμως, ο κόσμος αυτός αν και απελευθερωμένος από τα αντιδραστικά και καταπιεστικά συστήματα οργάνωσης της ζωής, καταλήγει να λειτουργεί με εξίσου αυταρχικό τρόπο. Και αυτό συμβαίνει καθώς το προτεινόμενο ρυθμιστικό μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης για να λειτουργεί σωστά πρέπει να εφαρμόζεται αυστηρά και ομοιόμορφα από το σύνολο της κοινωνίας. «Οι φιλόσοφοι έχουν απλά ερμηνεύσει τον κόσμο με διάφορους τρόπους. Το θέμα είναι να τον αλλάξουμε» (από το έργο του Marx «Η αθλιότητα της φιλοσοφίας», 1990). 2

«Η πιθανότητα δε γίνεται πραγματικότητα από μόνη της. Ο άνθρωπος πρέπει να τη συλλάβει. Ο ίδιος ο Marx πίστευε σε μια «τάση» αλλά όχι ότι η ιστορία αναπόφευκτα οδηγεί σε μια αταξική κοινωνία. […] Αλλά μόνο η πιθανότητα κρατάει τον κόσμο από την νεκρική ακαμψία και επιτρέπει σε έναν καλύτερο κόσμο να γεννηθεί.» (Bloch, 1985, 50). 3

18


ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΥΤΟΠΙΑΣ Στις εξουσιαστικές ουτοπίες συνεπώς, αυτό που συμβαίνει είναι η εγκαθίδρυση ενός κράτους πιο διαλλακτικού από το ήδη υπάρχον αυταρχικό. Δεν παύει όμως να είναι κράτος. Ένα κράτος που καταργεί τη μοναδική ταυτότητα του κάθε ανθρώπου στο βωμό της ομοιομορφίας του ιδεατού κόσμου. Η ίδια αναφέρει χαρακτηριστικά πως «Το αυταρχικό ουτοπικό κράτος δεν επιτρέπει να υπάρχει προσωπικότητα ισχυρή και ανεξάρτητη, που να διανοείται την αλλαγή ή την εξέγερση. Αφού οι ουτοπικοί θεσμοί θεωρούνται τέλειοι, εξυπακούεται ότι δεν επιδέχονται βελτίωση. Το ουτοπικό κράτος είναι ουσιαστικά στατικό(η έμφαση δική μας) και δεν επιτρέπει στους πολίτες του να αγωνιστούν για, ή έστω να ονειρευτούν, μια καλύτερη ουτοπία». (Berneri, 1999, 15). Στην αντίπερα όχθη τοποθετεί τις αντιεξουσιαστικές ουτοπίες, οι οποίες έρχονται να αναμετρηθούν με το ζήτημα του κράτους, με στόχο όμως, να εναντιωθούν συνολικά σε αυτό και τα συγκεντρωτικά χαρακτηριστικά που φέρει, και να το ανατρέψουν. Η Berneri τις θεωρεί απελευθερωτικές, καθώς δεν ιεραρχούν την περιγραφή μιας συγκεκριμένης και άκαμπτης δομής (όσο ριζοσπαστική και να φαντάζει αυτή), αλλά την ανάδειξη βασικών αρχών και ιδεωδών που πρέπει να σκιαγραφούν και διαπνέουν μια αναπαράσταση ελευθερίας. Προτείνουν δηλαδή, όχι έναν κόσμο αλλά την αναγκαία μεθοδολογία προκειμένου να προκύψει αυτός ο κόσμος, στον οποίο «ο κάθε άνθρωπος είναι μοναδικός (η έμφαση της συγγραφέα) και όχι ένας ανάμεσα στους πολλούς.» (Berneri, 1999, 16). Μέσα από τις κατηγοριοποιήσεις που μόλις περιγράφηκαν, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι όντως η έννοια της ουτοπίας, δεν αποτελεί αξιακά κάτι προωθητικό για το κοινωνικό γίγνεσθαι, αλλά επιδέχεται μια συνολική κριτική. Μια κριτική σύμφωνα με την οποία σε κάθε περίπτωση αναδεικνύονται τόσο τα «θετικά» όσο και τα «αρνητικά» στοιχεία, όσον αφορά το συνολικό σκεπτικό με το οποίο δομήθηκε η κάθε ουτοπία, καθώς και το προτεινόμενο μοντέλο που διαμορφώνεται ως ιδανικό στην εκάστοτε περίπτωση. Για να κατανοήσουμε όμως την όποια φυγή ή ανασυγκρότηση, γενικότητα ή συγκεκριμενοποίηση, εξουσία ή αντι-εξουσία αξίζει να περιηγηθούμε σε ορισμένες βασικές ουτοπίες, να παρατηρήσουμε την δομή και το πνεύμα που αναδεικνύουν και να κάνουμε τους δικούς μας εντοπισμούς τόσο σε σχέση με τα στοιχεία απελευθέρωσης όσο και με τα στοιχεία ενσωμάτωσης που μπορεί να προωθούν.

19


Α2| ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΗΝ ΟΥΤΟΠΙΑ

Στην παρούσα ενότητα θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε την ιστορική εξέλιξη των ουτοπικών θεωρήσεων στη δυτική σκέψη, ξεκινώντας από την αρχαιότητα και φτάνοντας μέχρι τον 19ο αιώνα και τους ουτοπικούς σοσιαλιστές. Έπειτα, θα περάσουμε στον 20ο αιώνα, που με την ανάδειξη της πολεοδομίας ως επιστημονικό πεδίο, συγκροτούνται μεγάλες αφηγήσεις ιδανικών κοινωνιών που εστιάζουν στην περιγραφή της χωρικής δομής και οργάνωσης της εκάστοτε ιδανικής πόλης. Αν και δε θα χαρακτηρίζαμε ουτοπιστές τους δημιουργούς των μεγάλων αυτών αφηγήσεων, οι προτάσεις τους αποτέλεσαν κάθε φορά «πειράματα» χωρικής αποτύπωσης ενός ουτοπικού οράματος και σύνδεσής του με την κλίμακα της πόλης. Έτσι, θα αναφερθούμε κομβικά σε ορισμένα ενδεικτικά παραδείγματα από κάθε ιστορική περίοδο, τα οποία σημάδεψαν και καθόρισαν την πορεία της ουτοπικής σκέψης. Εξάλλου η ιστορική εξέλιξη του ουτοπικού λόγου αναλύεται σε εκδόσεις όπως αυτές της Berneri (1999), του Mumford (1998) και άλλων μελετητών. Λαμβάνοντας υπόψη την ιστορική συγκυρία στην οποία αναπτύχθηκε το κάθε ουτοπικό όραμα, θα εξετάσουμε πώς αυτή επηρέασε συνολικά το χαρακτήρα και το περιεχόμενό του. Παράλληλα, θα διερευνήσουμε τι ρόλο κατέχει ο κάτοικος της εκάστοτε ουτοπικής κοινωνίας, καθώς και τις κοινωνικές σχέσεις που παράγονται εντός αυτής, ενώ τέλος, θα αναζητήσουμε το χωρικό πλαίσιο που περιγράφεται σε κάθε ουτοπία και ποια είναι η σημασία αυτού στη συγκρότηση του εκάστοτε ουτοπικού οράματος. Η επεξεργασία αυτή θα μας βοηθήσει στη συνέχεια της εργασίας να αναγνωρίσουμε τις σύγχρονες νοηματοδοτήσεις του όρου ουτοπία και να αναζητήσουμε τη «διαδικασία» προσέγγισης ενός ουτοπικού οράματος στο σήμερα.

20


ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 19ο ΑΙΩΝΑ

ΠΟΛΙΤΕΙΑ | ΠΛΑΤΩΝΑΣ Η Πολιτεία του Πλάτωνα ως μια πρωτόλεια μορφή ουτοπικής σκέψης, χρονολογείται χονδρικά μετά το τέλος του μακροχρόνιου και καταστροφικού Πελοποννησιακού πολέμου (431-404 π.Χ.). Ο Πλάτων, σύμφωνα με τον Mumford, γράφει εν μέσω συντριπτικής ήττας των Αθηνών σε ένα τοπίο μιας πόλης ρημαγμένης και πλήρως εξασθενημένης, πολιτικά και οικονομικά. Σε αυτό το κοινωνικό περιβάλλον αποσύνθεσης, ήττας και κρίσης, και εξαιτίας της δυσαρέσκειας που αυτό προκαλούσε, η αναζήτηση μιας ουτοπίας, μιας κοινωνικής αλλαγής ήταν σχεδόν αναπόφευκτη. (Mumford, 1998, 28). Ο Πλάτων τοποθετεί την Πολιτεία του στο πραγματικό έδαφος της Αθήνας, το οποίο από άποψη χωρική πληρούσε όλα τα κριτήρια για να αναπτυχθεί μια αυτόνομη και αυτάρκης πόλη. Συγκεκριμένα, ο Mumford αναφέρει: «από γεωγραφική άποψη, η ιδανική πολιτεία ήταν μια πόλη και η γύρω περιοχή της, δηλαδή μια πόλη που είχε γύρω της ύπαιθρο επαρκή για να παρέχει στο μεγαλύτερο μέρος τους τα τρόφιμα που χρειάζονταν οι κάτοικοί της. και βολικά τοποθετημένη δίπλα στη θάλασσα.» (Mumford, 1998, 30). Ο Πλάτωνας περιορίστηκε απλά στην τοποθέτηση της ιδανικής του πολιτείας στον εδαφικό χάρτη και δεν επεδίωξε καμία περαιτέρω περιγραφή του τρόπου που δομείται ο χώρος της πόλης αυτής στο εσωτερικό της. Στο κείμενο του εκλείπουν αναφορές σχετικά με τη χωρική δομή και συγκρότηση της ιδανικής τους πολιτείας, ενώ αντίθετα, επέλεξε να εστιάσει στις οικονομικές και διοικητικές αρχές που θα την διέπουν, πράγμα που υποδηλώνει τους έντονους προβληματισμούς του νεαρού τότε φιλοσόφου. «Η κοινωνία του Πλάτωνα βλασταίνει από τις ανάγκες της ανθρωπότητας. επειδή κανένας μας δεν είναι αυτάρκης και έχουμε όλοι πολλές ανάγκες. και αφού υπάρχουν πολλές ανάγκες, πρέπει να τις καλύπτουν πολλών ειδών άνθρωποι. Όταν όλοι αυτοί οι βοηθοί, εταίροι και συνεργάτες συγκεντρώνονται σε μια πόλη, το σύνολο των κατοίκων ονομάζεται κράτος. και έτσι τα μέλη του εργάζονται και ανταλλάσσουν μεταξύ τους αγαθά προς αμοιβαίο όφελος» (Mumford, 1998, 32). 21


ΜΕΡΟΣ Α2| Α

Ο Πλάτων οραματιζόταν μια πόλη που θα υπάρχει ίση διανομή των αγαθών και κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας, μια πόλη με ένα τόσο υψηλό βιοτικό επίπεδο που δε θα χαρακτηρίζεται ούτε από ελλείψεις αλλά ούτε και από υπερβολές. Στην πολιτεία αυτή θα επικρατεί η απόλυτη σταθερότητα, προκειμένου να αποφευχθούν οι επαναστάσεις και οι αιματηρές αλλαγές. Τόσο ο πλούτος όσο και η φτώχεια, εξορίζονται από αυτήν εξαιτίας της ανατρεπτικής διάθεσης που μπορούν να επιφέρουν στους ανθρώπους. Για την εύρυθμη λειτουργία, όμως, της αληθινής πολιτείας θεωρείται από τον Πλάτων απαραίτητη και η άσκηση της απόλυτης εξουσίας. Όλα θα ελέγχονται από τους λίγους, τους άριστους και ο Νόμος θα είναι αυστηρός και αδιαμφισβήτητος. Η δημοκρατία αντικαθίσταται, ως ιδανικό πολίτευμα, από την αριστοκρατία. Μάλιστα, ο απόλυτος έλεγχος που ασκείται από τους φύλακες της πόλης είναι υψίστης σημασίας και απαιτεί αποχή από όλα τα άλλα χειρωνακτικά έργα. Οι δούλοι, οι γυναίκες, τα άτομα με αναπηρία, τα παιδιά, δεν αναγνωρίζονται ισάξια στην κοινωνική πυραμίδα, ούτε με βάση τις ανάγκες τους, αλλά ούτε και με βάση την προσφορά τους. Έτσι, ο καταμερισμός της εργασίας που επιβάλλεται κάνει αναπόφευκτη την ύπαρξη ταξικών διαφοροποιήσεων (Καραλή, 2014, 28-35). Τόσο η ταξική ανισότητα όσο και το απόλυτο κράτος και οι νόμοι που επιβάλλονται από τους «άριστους» στους υπόλοιπους κατοίκους είναι στοιχεία που, σύμφωνα με την Berneri, θα κατέτασσαν την ουτοπία του Πλάτωνα στις εξουσιαστικές ουτοπίες.

Σύμφωνα με την Καραλή (2014), μετά την Πολιτεία του Πλάτωνα ο Χριστιανισμός ως ένας καθησυχαστικός μύθος εγκλώβισε την ουτοπική σκέψη για δεκαπέντε σχεδόν αιώνες. Η ουτοπία ως ο χώρος και ο χρόνος της ιδεατής πραγματικότητας μεταφέρεται στη μετά θάνατον κατάσταση, στον παράδεισο, ως προσωπικό επίτευγμα του καθενός ανάλογα με τις επιλογές του. Οι ελπίδες και τα οράματα του ανθρώπου για κοινωνική αλλαγή παραμένουν για αρκετούς αιώνες καθηλωμένες στα χέρια του Θεού (Καραλή, 2014).

22


ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 19ο ΑΙΩΝΑ

ΟΥΤΟΠΙΑ | THOMAS MORE

Το πρώτο παράδειγμα ουτοπικής σκέψης των νεώτερων χρόνων είναι το έργο Ουτοπία (1516) του Thomas More (1480-1535), ο οποίος εισήγαγε και τον όρο από τα ελληνικά (ου + τόπος). «Μολονότι ο More έγραψε κατά τη διάρκεια της γαλήνης που προηγείται απ’ τη θύελλα, είχε πλήρη συναίσθηση των κοινωνικών και πολιτικών προβλημάτων που απαιτούσαν λύση» (Berneri, 1999, 62). Ως παιδί της Αναγέννησης και μέσα από την επιστροφή στους αρχαίους και ιδιαίτερα στην Πολιτεία του Πλάτωνα, εξέφρασε την ανάγκη κοινωνικής αλλαγής στο πραγματικό πεδίο των ανθρώπινων σχέσεων, έναντι της στάσης αναμονής είτε του θανάτου, είτε της Δευτέρας Παρουσίας, που επέβαλλε η θρησκευτική πίστη μέχρι τότε. «Από γεωγραφικής απόψεως, η νήσος Ουτοπία υπάρχει μόνο στη φαντασία του More. […] Στο νησί υπάρχουν πενήντα τέσσερις πόλεις. […] Η πρωτεύουσα Αμαυρωτία βρίσκεται πολύ κοντά στο κέντρο. και η κάθε πόλη διοικεί τη γύρω ύπαιθρο σε ακτίνα τριάντα χιλιομέτρων. οπότε ξαναβρίσκουμε κι εδώ ως μονάδα της πολιτικής ζωής την πόλη και την περιφέρεια της.» (Mumford, 1998, 52). Παρατηρούμε ότι ο More υιοθετεί πολλά στοιχεία από την Πολιτεία του Πλάτωνα όσον αφορά τη σχέση πόλης-υπαίθρου. Πέρα, όμως, από την γενική πολεοδομική συγκρότηση, επεδίωξε να περιγράψει χωρικά και τις ίδιες τις πόλεις, επηρεασμένος από τη δομή των πόλεων της εποχής του. «Οι πενήντα τέσσερις πόλεις της νήσου είναι πανομοιότυπες και κάθε κάτοικος μετακινείται με ευκολία μέσα στον αστικό χώρο. […] Τα σπίτια είναι όμοια μεταξύ τους, με μια είσοδο στον δρόμο και έναν κήπο στο πίσω μέρος.» (Paquot, 1998, 30-31).

23


ΜΕΡΟΣ Α2| Α Όλο το νησί είναι για τον More κατά κάποιο τρόπο, σαν μια οικογένεια. Η οικονομία στηρίζεται στη γεωργία, η οικογένεια αποτελεί τη βάση της κοινωνική δομής, κανείς δεν τεμπελιάζει και οι Ειρηνοδίκες φροντίζουν για αυτό. Η εργασία είναι μόνο έξι ώρες τη μέρα προκειμένου να υπάρχει άπλετος ελεύθερος χρόνος για την καλλιέργεια του πνεύματος με τη μελέτη των επιστημών και των γραμμάτων. Στην Ουτοπία δεν υπάρχει ατομική ιδιοκτησία4. Τα προϊόντα κατανέμονται με βάση τις ανάγκες χωρίς τη μεσολάβηση του χρήματος και η φτώχεια εκλείπει. Καταργώντας τη φτώχεια, όμως, καταφέρνει να εξοστρακίσει από την ιδανική του πολιτεία, όπως και ο Πλάτωνας, την επαναστατική σκέψη5. Επιπλέον, στην Ουτοπία κάθε τι υπόκειται στον έλεγχο της πολιτείας. Όποιος αμφισβητήσει την απόλυτη εξουσία, παραβεί τους νόμους και προβεί σε έγκλημα, η πολιτεία τον τιμωρεί αυστηρά μετατρέποντας τον σε δούλο. Η εξουσία βρίσκεται στα χέρια των Δημάρχων, οι οποίοι απαλλάσσονται από όλα τα υπόλοιπα καθήκοντα τους, ενώ από την άλλη υπάρχουν οι χειρώνακτες. Όπως και στον Πλάτωνα, έτσι και στον More, ο καταμερισμός της εργασίας και η διάκριση της σε χειρωνακτική και πνευματική, αποτελεί τον όρο υπό τον οποίο αναδύονται οι εξουσιαστικές σχέσεις αυτών που κυβερνούν και αυτών που κυβερνούνται. Αλλά, ακόμα και στην ίδια την κοινωνική οργάνωση υπάρχουν οι εξουσιαστικές αυτές σχέσεις6. Σύμφωνα με την Καραλή, «το κοινωνικό πρότυπο που προτάσσεται, παρότι εξισώνει οικονομικά τους ανθρώπους, εξακολουθεί να στηρίζει την κοινωνική ιεραρχία και να αναδύει σχέσεις κοινωνικής ανισότητας, εφόσον στο ιδανικό του νησί, υφίσταται, πέρα από την απόλυτη κρατική εξουσία, η οριστική διάκριση των ανθρώπων, μέσω και εξαιτίας της ύπαρξης διαφορετικών τάξεων» (Καραλή, 2014). «Είμαι απόλυτα πεπεισμένος πως ποτέ δε θα πετύχετε δίκαια κατανομή των αγαθών και ικανοποιητική οργάνωση της ανθρώπινης ζωής, αν δεν καταργήσετε πρώτα την ατομική ιδιοκτησία» (More, 1984, 59). 4

«οι ζητιάνοι είναι τα πιο καβγατζίδικα στοιχεία της κοινότητας. Ποιός είναι πιθανότερο να επαναστατήσει παρά αυτός που είναι δυσαρεστημένος από τις συνθήκες της τωρινής ζωής του; Ποιός θα διακατέχονταν από δυνατότερη ορμή να φέρει τα πάνω κάτω με την ελπίδα της προσωπικής ωφέλειας, παρά εκείνος που δεν έχει τίποτα να χάσει;» (More, 1984, 52). 5

«Κάθε σπιτικό, είναι υπό την επιτροπεία του πιο ηλικιωμένου άντρα. Οι γυναίκες είναι υποταγμένες στους άντρες τους, τα παιδιά στους γονείς τους, και οι νέοι γενικά στους ηλικιωμένους» (More, 1984, 77). 6

24


ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 19ο ΑΙΩΝΑ Η Berneri συμπληρώνει λέγοντας ότι «η λύση που προσέφερε [ο More] ήταν τελείως διαχωρισμένη από την πραγματικότητα. Ήταν ένα όνειρο φυγής και συνάμα μια σάτιρα των θεσμών και της κυβέρνησης τα οποία ζούσε» (Berneri, 1999, 62). Θα λέγαμε λοιπόν, ότι η Ουτοπία του More προσανατολίζεται σε μια «ουτοπία φυγής» παρά σε μια «ουτοπία ανασυγκρότησης» (κατηγοριοποίηση του Mumford). Στην περίοδο της Αναγέννησης διατυπώθηκαν μερικές ακόμα ουτοπίες [όπως η Πολιτεία του ήλιου του Campanella (1602), η Νέα Ατλαντίδα του Bacon (1627)]. Επιλέγουμε να μην αναφερθούμε εκτενώς σε αυτές καθώς θεωρούμε ότι η Ουτοπία του Thomas More αποτελεί χαρακτηριστικό έργο της ουτοπικής σκέψης της περιόδου αυτής και μας δίνει μια αντιπροσωπευτική εικόνα για το ευρύτερο πνεύμα που χαρακτήριζε τα ουτοπικά οράματα αυτής της εποχής.

εικόνα 2| το νησί Ουτοπία του More

Ο Μπιτσάκης αναφέρει σχετικά: «Οι ουτοπίες της Αναγέννησης είναι προ-θεωρητικές συλλήψεις ενός κόσμου που αναδύεται μέσα από την κατάρρευση της μεσαιωνικής φεουδαρχίας. Είναι οι πρώτες, ανώριμες μορφές συνείδησης των επιδιώξεων και του ρόλου της αστικής τάξης. Ο ιστορικός τους ρόλος ήταν συνολικά θετικός: ανέλυσαν κριτικά τις αντιφάσεις και τα αδιέξοδα της φεουδαρχικής κοινωνίας και συνέβαλαν στη συνειδητοποίηση της χρησιμότητας της επιστήμης, της τεχνικής, των γραμμάτων και των τεχνών, άρα στην ανάπτυξη των νέων παραγωγικών δυνάμεων.» (Μπιτσάκης, 1995, 31). 25


ΜΕΡΟΣ Α2| Α

ΟΥΤΟΠΙΚΟΙ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΕΣ

Στην ουτοπική παράδοση υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα στον 17ο και στον 19ο αιώνα. Τρεις αιώνες μετά την Ουτοπία του More, στις αρχές του 19ου αιώνα εμφανίστηκαν νέες ουτοπικές προτάσεις από τους Henri de Saint-Simon, Charles Fourier και Robert Owen. Αυτοί θα αποτελέσουν τους κύριους εκπροσώπους του ρεύματος του ουτοπικού σοσιαλισμού που επεδίωξε με πρωτόλειο τρόπο να αναδείξει τις αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος στο πρώιμο στάδιο του, αλλά δε κατάφερε να θεμελιωθεί σε επιστημονική βάση. Οι εν λόγω απόψεις, λοιπόν, διατυπώθηκαν κατά τη βιομηχανική επανάσταση, σε μια περίοδο σταδιακής επικράτησης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής ο οποίος οδήγησε και στη δημιουργία μιας νέας τάξης που αποτελεί την καρδιά της παραγωγικής μηχανής του συστήματος, την εργατική τάξη. Πρόκειται για μια περίοδο αλλαγών που χαρακτηρίζεται από την ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας και της επιστήμης που οδήγησαν στη συγκρότηση βιομηχανικών κοινωνιών στα νέα αστικά κέντρα που διαμορφώθηκαν. Οι τεράστιες δυνατότητες που γεννήθηκαν ενώ θα μπορούσαν να αποβούν ωφέλιμες για την κοινωνική πλειοψηφία, οδήγησαν στην όλο και μεγαλύτερη εξαθλίωση και εκμετάλλευση της. Ο Mumford αναφέρεται εύστοχα στην περίοδο αυτή: «Εκείνες οι μηχανές, που τα προϊόντα τους ήταν τόσο πολλά ώστε μπορούσαν να ντύσουν όλους τους ανθρώπους. εκείνες οι καινούριες μέθοδοι γεωργίας και τα καινούρια γεωργικά εργαλεία, που υπόσχονταν σοδειές πλούσιες, επαρκείς για να θρέψουν όλους τους ανθρώπους. τα ίδια τα όργανα, που έμελλε να δώσουν σ’ ολόκληρη την κοινότητα την φυσική βάση για μια καλή ζωή, αποδείχθηκαν πως ήταν μόνο και μόνο όργανα βασανισμού για την τεράστια πλειονότητα του πληθυσμού, που δεν κατείχε ούτε γη ούτε κεφάλαιο» (Mumford, 1998, 84-85). 26


ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 19ο ΑΙΩΝΑ

HENRI DE SAINT-SIMON [1760-1825]

H ανάλυση του Saint-Simon αναπτύχθηκε αμέσως μετά την Γαλλική Επανάσταση και χαρακτηρίζεται από τον Ένγκελς ως ευφυής: «Το να αντιληφθείς, όμως, πως η Γαλλική Επανάσταση υπήρξε ταξική αντιπαράθεση, όχι μόνο ανάμεσα στους ευγενείς και την αστική τάξη, μα και ανάμεσα στους ευγενείς, τους αστούς και τους μη κατέχοντες, αποτελούσε για το 1802 μια ανακάλυψη από τις πιο μεγαλοφυείς.» (Engels, 2006, 95). Ο Saint-Simon ήταν ο πρώτος που μίλησε για την ανάγκη υπέρβασης της αναρχίας στην παραγωγή με μια ορθολογικά σχεδιασμένη οικονομία, καθώς και για την αναγκαιότητα τερματισμού της ταξικής πάλης. Το κλειδί, όμως για τον Saint-Simon τόσο της κοινωνικής οργάνωσης, όσο και της παύσης του διαχωρισμού πλουσίων-φτωχών, δεν είναι η αλλαγή του συστήματος παραγωγής, αλλά η καλύτερη διαχείριση του μέσα από μια ομάδα μορφωμένων αστών που θα οδηγήσουν το κράτος σε ευημερία. Αν και ο Saint-Simon ενδιαφερόταν για την τύχη «της πιο πολυάριθμης και της πιο φτωχής τάξης», στην κοινωνία που οραματιζόταν κυρίαρχη θέση κατείχαν η επιστήμη (οι μορφωμένοι της εποχής) και η βιομηχανία (οι δραστήριοι αστοί εργοστασιάρχες, έμποροι και τραπεζίτες της εποχής). Μέσω της καθοδήγησης αυτών των «πεφωτισμένων» ανθρώπων θα μπορούσε να επιτευχθεί «η κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο» (φράση που εισήγαγε ο Saint-Simon και υιοθετήθηκε στη συνέχεια από το μαρξισμό) (Μηνακάκης, 2016, 56). Ο Saint-Simon επικεντρώθηκε σε μια κοινωνική και επιστημονική ανάλυση και δεν οραματίστηκε τη χωρική μορφή της ουτοπικής του κοινωνίας. Είχε δηλώσει την επιθυμία του να λειτουργήσει σε μεγάλη κλίμακα, δίνοντας έμφαση στην αξία των μεγάλων έργων (grands travaux). Μια τέτοια ιδέα, ήταν η πρόταση του για ένα πρόγραμμα γενικής βελτίωσης των συνθηκών ζωής και του χώρου της Γαλλίας (Μαναηλόγλου, 2005). 27


ΜΕΡΟΣ Α2| Α

CHARLES FOURIER [1773-1837]

Όπως ο Saint-Simon, έτσι και ο Charles Fourier ήταν παιδί της Γαλλικής επανάστασης. Για τον Fourier, το θέμα της ανισότητας μεταξύ των ανθρώπων ερμηνευόταν ως αποτέλεσμα της ύπαρξης πληθώρας παθών που καθορίζουν, εν τέλει, τις ζωές τους. Σύμφωνα με την Καραλή, στη σκέψη του δεν ήταν απαραίτητη η κατάργηση της διαφοράς και η παύση της ανισότητας, αλλά η αποδοχή τους. Θεωρούσε πως αλλάζοντας την κοινωνική δομή θα διαμόρφωνε την απόλυτη ισορροπία στην συνύπαρξη μεταξύ διαφορετικών ανθρώπων και παράλληλα, θα κινητοποιούσε όλα τα πάθη προκειμένου οι άνθρωποι να ζουν ελεύθερα. Έτσι θα εκπλήρωνε τον προσδοκώμενο του στόχο: την κοινωνική αρμονία εν μέσω της ανισότητας. «Σύμφωνα με τη θεωρία του Fourier, η παγκόσμια αρμονία θα ερχόταν βαθμιαία μέσα σε επτά ιστορικές περιόδους. Την εποχή που διατυπώνει τη θεωρία του η ανθρωπότητα βρίσκεται ανάμεσα στην τέταρτη (την περίοδο της βαρβαρότητας) και την πέμπτη περίοδο (την περίοδο του πολιτισμού). Η περίοδος αυτή του πολιτισμού χαρακτηρίζεται από την ανεξέλεγκτη ατομική ιδιοκτησία, ενώ στην επόμενη περίοδο, την περίοδο του γκαραντισμού7, θα αποκατασταθούν μια σειρά περιορισμών και εγγυήσεων. Έτσι, το χάος και η αναρχία της πόλης θα αντικατασταθούν τότε από μια απόλυτη τάξη.» (Benevolo, 1977, 231).

όρος που εισήγαγε ο Benevolo για να προσδιορίσει μια περίοδο που θα χαρακτηρίζεται από την εγγύηση εφαρμογής όλων των νόμων. 7

8

Συνθέτη λέξη από τη σύντμηση των λέξεων φάλαγγα και μοναστήρι.

28


ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 19ο ΑΙΩΝΑ

Η πόλη της περιόδου αυτής θα χωρίζεται σε τρεις ζώνες. Η πρώτη θα περιέχει την κεντρική πόλη, η δεύτερη τα προάστια και τα εργοστάσια, και η τρίτη τις λεωφόρους και τα περίχωρα. Στην κεντρική πόλη κάθε σπίτι πρέπει να διαθέτει αυλή ή κήπο που να είναι ίσοι με την χτισμένη επιφάνεια. Αυτοί οι αδόμητοι διαμορφωμένοι χώροι πρέπει να είναι διπλάσιοι στα «προάστια» και τριπλάσιοι στα «περίχωρα». Στην ιεραρχημένη αυτή ιδανική πόλη του Fourier, κεντρικό και μοναδικό κτίριο είναι το φαλανστήριο8 [εικόνα 3]. Οι κάτοικοι μέσα σε αυτό είναι οργανωμένοι με βάση τη «φάλαγγα», μια ομάδα 1500-1600 ατόμων. H «φάλαγγα» είναι μια πόλη-μινιατούρα, χωρίς ανοιχτούς δρόμους, εκτεθειμένους στο φυσικό περιβάλλον, αλλά με καλυμμένους διαδρόμους που προσφέρουν επικοινωνία σε όλα τα μέρη του κτιρίου. Ο κεντρικός χώρος της «φάλαγγας» που αφιερώνεται στη δημόσια χρήση, αποτελείται από αίθουσες εστίασης, βιβλιοθήκες, μελετητήρια, χώρους λατρείας κ.ο.κ. και οι εκατέρωθεν πτέρυγες στεγάζουν τα εργαστήρια και τις αίθουσες υποδοχής των επισκεπτών. Πρόκειται, λοιπόν, για μικρές αυτάρκεις και αυτοδιοικούμενες κοινότητες ανθρώπων που ζουν και εργάζονται με κατάλληλο καταμερισμό και σχέδιο. Επιπλέον, αποτελούν μια κοινότητα που κατά βάση «καταναλώνει αυτά που παράγει» και βασίζεται σε ένα κοινοβιακό κοινωνικό πρότυπο όπου πρωταγωνιστεί η συλλογικότητα και η κοινοκτημοσύνη. Η λεπτομερής και πολύπλευρη πρόταση του Fourier σε σχέση με το χώρο της πόλης θα αποτελέσει σημαντική συμβολή για την πολεοδομική πρακτική που θα ακολουθήσει (Benevolo, 1977, 231-233).

εικόνα 3| αναπαράσταση του φαλανστηρίου του Fourier

29


ΜΕΡΟΣ Α2| Α

ROBERT OWEN [1771-1855] Αν και οι απόψεις του Βρετανού Owen υστερούσαν σε φαντασία έναντι εκείνων των Γάλλων ουτοπιστών, έχουν ξεχωριστό ενδιαφέρον και κατάφεραν να επηρεάσουν στην πράξη τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων. Σύμφωνα με τον Owen, η ρίζα του κοινωνικού κακού βρισκόταν στην έλλειψη μόρφωσης. Έτσι, στην μελλοντική του κοινωνία η διαπαιδαγώγηση, η εκπαίδευση και η ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου καταλαμβάνουν σημαίνουσα θέση. Έχοντας εμπειρία από τη διεύθυνση μεγάλων βιομηχανικών μονάδων, αποπειράθηκε να εφαρμόσει τη θεωρία του στο βαμβακοκλωστήριο του Νιου Λάναρκ στη Σκοτία στα μέσα της δεκαετίας του 1810. Εφαρμόζει μια σειρά μέτρων που βελτιώνουν τις συνθήκες ζωής των εργατών και εξασφαλίζουν ίσα δικαιώματα σε όλους. Τέτοια μέτρα ήταν η μείωση του ωραρίου, η κατάργηση της παιδικής εργασίας, η εξασφάλιση αξιοπρεπούς κατοικίας, διατροφής, ένδυσης και ψυχαγωγίας, η ίδρυση ταμείου εργατικής πρόνοιας και περίθαλψης (Μηνακάκης, 2016, 58-59). Το 1825 θα αγοράσει εγκαταστάσεις στην Ιντιάνα των ΗΠΑ, και θα ιδρύσει ένα πρότυπο κοινόβιο, που ονομάστηκε «Νέα Αρμονία» και επιβίωσε έως το 1829 [εικόνα 4]. Η πειραματική πόλη που πρότεινε ο Owen αποτελείται από παροικίες πληθυσμού περίπου 1000 ατόμων. Όλα τα κτίρια θα είναι συγκεντρωμένα γύρω από μια μεγάλη πλατεία με σχήμα παραλληλογράμμου, η οποία έχει πάρει τη θέση του εξουσιαστικού πυρήνα παλιότερων ουτοπικών σχεδίων. Στις τέσσερις πλευρές γύρω από την πλατεία θα βρίσκονται τα διαμερίσματα, τα καταστήματα, το νοσηλευτήριο, ενώ στο κεντρικό κτίριο θα βρίσκονται η εκκλησία, το σχολείο, η κουζίνα και η τραπεζαρία. Η πρότασή του Owen είναι και η πρώτη προσπάθεια ολοκληρωτικού σχεδιασμού, από τους πολιτικούς και οικονομικούς συλλογισμούς, μέχρι τον λεπτομερή σχεδιασμό των φυσικών στοιχείων και τον υπολογισμό του κόστους κατασκευής (Βαΐου και Χατζημιχάλης, 2012, 41). 30


ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 19ο ΑΙΩΝΑ Αν προσπαθήσουμε να κάνουμε μια αποτίμηση σε σχέση με τους ουτοπικούς σοσιαλιστές, θα παρατηρήσουμε ότι μεταξύ των Saint-Simon, Fourier και Owen υπάρχουν αξιοπρόσεκτα κοινά στοιχεία. Και στους τρεις υπάρχει σταθερή και έντονη παρουσία των ιδεών της κοινοκτημοσύνης και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Η οργάνωση των μελλοντικών τους κοινωνιών θεμελιώνεται στον ορθό λόγο και στην αναζήτηση της απόλυτης αρμονίας, ιδιαίτερα σε πλευρές που αφορούσαν τη σχέση πόλης-υπαίθρου, βιομηχανίας-αγροτικής οικονομίας, χειρωνακτικής-πνευματικής εργασίας. Επιπλέον, η επιστήμη και η τεχνική, ως επακόλουθα της επίδρασης που είχαν οι μεγάλες εφευρέσεις της εποχής στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων, κατέχουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο και στρέφουν την οπτική των ουτοπιστών κυρίως προς το ελπιδοφόρο μέλλον παρά προς το «καλό» παρελθόν, προς τις «ουτοπίες ανασυγκρότησης» παρά προς τις ρομαντικές «ουτοπίες φυγής» (κατηγοριοποίηση του Mumford). Όσον αφορά τον χωρικό σχεδιασμό των ουτοπικών πόλεων, παρατηρούμε ότι και στους τρεις ουτοπικούς σοσιαλιστές κυριαρχεί η επιθυμία να ξεπεραστεί ο διαχωρισμός μεταξύ πόλης και υπαίθρου. Δίνεται έμφαση στην μικρή κλίμακα και στον περιορισμένο αριθμό κατοίκων ως απάντηση στην ανεξέλεγκτη ανάπτυξη των πόλεων. Οι προτάσεις των ουτοπικών σοσιαλιστών δεν οραματίζονται ιδανικές πόλεις, αλλά εστιάζουν περισσότερο σε «οικογενειακές κατασκευές», σε ιδανικές κοινότητες (Μαναηλόγλου, 2005).

εικόνα 4| αναπαράσταση της Νέας Αρμονίας του Owen

31


ΜΕΡΟΣ Α2| Α

Σε κάθε περίπτωση, η ουτοπική θεωρία των Saint-Simon, Fourier και Owen άσκησε μεγάλη επιρροή στους μεταγενέστερους στοχαστές τόσο ως προς τον πολεοδομικό σχεδιασμό, όσο και ως προς την οργάνωση της ίδιας της ζωής των ανθρώπων μέσα στην πόλη που τότε είχε αρχίσει να μετασχηματίζεται ριζικά. Οι χωρικές διαστάσεις που πήραν οι προτάσεις των ουτοπικών σοσιαλιστών συνέβαλαν στην ανάδυση της πολεοδομίας ως επιστήμης.

Ακολουθούν ο Marx και ο Engels, οι οποίοι αν και δε χαρακτηρίζονται συνήθως ουτοπιστές, συνέβαλαν καθοριστικά με τη θεωρία τους στην περιγραφή μιας καλύτερης κοινωνίας. Αν και διαφώνησαν με τους ουτοπικούς σοσιαλιστές, άντλησαν σημαντικά στοιχεία από αυτούς για την ανάπτυξη της μαρξιστικής θεωρίας. Έκριναν ότι οι ιδέες τους ήταν ανεπαρκείς λόγω των ορίων που τους έθετε η ίδια η εποχή στην οποία έζησαν και έτσι, επιχείρησαν να θεμελιώσουν την ιδέα του σοσιαλισμού σε επιστημονική και όχι ουτοπική βάση. «Στην ανωριμότητα της καπιταλιστικής παραγωγής, στην ανωριμότητα των τάξεων, αντιστοιχούσαν ανώριμες θεωρίες» (Engels, 2006, 91). Ο μαρξισμός είχε τίποτα το ουτοπικό; Όπως στις θεωρίες των ουτοπικών σοσιαλιστών υπήρχαν στοιχεία ρεαλιστικά και επιστημονικά, αντίστοιχα και ο μαρξισμός δεν είναι απαλλαγμένος από το ουτοπικό στοιχείο. «Ουτοπικό ως προς τη δυνατότητα να γεννάει μέσα από την κριτική του ίδιου του καπιταλισμού, τις δυνατότητες αυτός να ανατραπεί και μέσα από τις στάχτες του να εκκινήσει η οικοδόμηση ενός μη υπαρκτού τόπου: του βασιλείου της ελευθερίας.» (Φουρίκος, 2015, 29). Η επίδραση της κομμουνιστικής θεωρίας την περίοδο που εμφανίστηκε και μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, αλλά και η επίδραση που ασκούσαν στις κοινωνίες τους όλοι οι προγενέστεροι ουτοπικοί στοχαστές αποδεικνύει μια διαρκή ανάγκη κριτικής της πραγματικότητας και απόδρασης από αυτήν.

32


ΟΙ ΙΔΑΝΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ Η τεχνολογική έκρηξη σε συνδυασμό με το νέο μοντέλο παραγωγικής και οικονομικής οργάνωσης που εδραίωσε το καπιταλιστικό σύστημα (ήδη από τον 19ο αιώνα), γέννησαν πρωτόγνωρες συνθήκες και ανάγκες στον άνθρωπο της νεωτερικότητας από το πρώτο κιόλας μισό του 20ου αιώνα. H ραγδαία ταχύτητα ανάπτυξης στις μεταφορές, τις επικοινωνίες και τις τεχνολογικές καινοτομίες οδήγησε στην υπερσυσσώρευση του πληθυσμού στα μητροπολιτικά κέντρα προκαλώντας αντίξοες συνθήκες διαβίωσης για την πληττόμενη κοινωνική πλειοψηφία. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι η όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων που αποτελεί απειλή για το κεφάλαιο σε περίπτωση ξεσπάσματος πιθανής εξέγερσης. Στα πλαίσια λοιπόν της αποφυγής ενός τέτοιου ενδεχομένου, συγκροτούνται οράματα ουτοπικών πόλεων που, με εργαλείο την τεχνολογία της εποχής, θα συμβάλλουν στην διανομή των πόρων με τέτοιο τρόπο ώστε να αποφευχθεί η οποιαδήποτε κοινωνική εξέγερση και συνάμα θα μπορέσουν να εξασφαλίσουν την καλύτερη δυνατή παραγωγή προς όφελος του κεφαλαίου και των κατόχων των μέσων παραγωγής (Μαναηλόγλου, 2005). Ταυτόχρονα όμως, στην Σοβιετική Ένωση η σοσιαλιστική σκέψη του προηγούμενου αιώνα τροφοδότησε επαναστατικά οράματα που επιδιώκουν να αποτυπώσουν πλέον απτά στο πραγματικό κόσμο μια ιδανική κοινωνία, στοχεύοντας στην εξάλειψη της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Οι προτάσεις των ουτοπικών σοσιαλιστών σε συνδυασμό με την μαρξική ανάλυση σύμφωνα με την οποία «η ουτοπία μεταλλάσσεται πλέον σε επιστημονική πρακτική που έχει τη δυνατότητα να αντιλαμβάνεται τόσο τα πραγματικά αίτια της εκμετάλλευσης, όσο και τους τρόπους άρνησής της» (Καραλή, 2014, 59), πυροδοτούν την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 με απώτερο σκοπό τη συγκρότηση ενός κόσμου ιδανικού που θα χρωματίζεται από ισότητα.

33


ΜΕΡΟΣ Α2| Β

Μια ισότητα που επιτυγχάνεται με την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας και την κατανομή των αγαθών βάσει των αναγκών του κάθε ανθρώπου. Κι εδώ ο ρόλος της τεχνολογίας είναι καταλυτικός, καθώς αποτελεί το μέσο εκείνο το οποίο «θα απελευθερώσει τους ανθρώπους από την καθημερινή πάλη για επιβίωση και θα οδηγήσει ακόμα και στην ολική εξάλειψη της εργασίας και τελικά στην ειρηνευμένη ύπαρξη, όπου ο απελευθερωμένος από την αγωνιώδη πάλη για επιβίωση άνθρωπος θα μπορεί να αναπτύξει τις ανώτερες του ποιότητες» (Ρόζος, 2011, 19). Αν και με διαφορετικές αφετηρίες, στόχους και ιδανικά, τόσο η περίπτωση της καπιταλιστικής μεγαλούπολης όσο και η περίπτωση του υπαρκτού σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση θέτουν σε άμεση προτεραιότητα την ανάγκη υλοποίησης ενός χωρικού σχεδίου που θα στοχεύει στην ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών που αναδεικνύονται στην κάθε περίπτωση. Ο ρόλος του αρχιτέκτονα πλέον, αποσπάται από το αντικείμενο της κατοικίας-μονάδας κι επικεντρώνεται στην οργάνωση ενός ολοκληρωμένου πολεοδομικού σχεδίουπρότασης που θα αναδεικνύει τις προσδοκώμενες αξίες και ποιότητες ζωής. Τόσο στην περίπτωση του δυτικού κόσμου όσο και στην περίπτωση των χωρών του υπαρκτού σοσιαλισμού «[..]η αρχιτεκτονική αναλάμβανε πια το ρόλο του μετασχηματιστή της πραγματικότητας των πόλεων με κύριο εργαλείο τον ορθό λόγο του τεχνολογικού πολιτισμού» (Ρόζος, 2011, 20) και μέσω ενός συνολικού προγραμματισμού οργάνωσης της πόλης συνέβαλε στην ανάδειξη ενός σύγχρονου προτύπου ζωής σύμφωνα με το «μοντέρνο πνεύμα», το πνεύμα της εποχής αυτής. «Όλοι μαζί, ας επιθυμήσουμε, ας συλλάβουμε και ας δημιουργήσουμε τη νέα δομή του μέλλοντος, που θα δοξάσει την αρχιτεκτονική και τη γλυπτική και την ζωγραφική σε μια νέα ενότητα και που μια μέρα θα σηκωθεί προς τον ουρανό από τα χέρια εκατομμυρίων εργατών ως το κρυστάλλινο σύμβολο μίας νέας πίστης» Ο καθεδρικός του σοσιαλισμού, μανιφέστο Bauhaus, 1919 34


ΟΙ ΙΔΑΝΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ

Η «ΛΑΜΠΕΡΗ ΠΟΛΗ» ΤΟΥ LE CORBUSIER

Ο Charles-Édouard Jeanneret-Gris, γνωστός με το όνομα Le Corbusier (1887-1965), αποτέλεσε έναν από τους πιο γνωστούς αρχιτέκτονες της περιόδου, ο οποίος εργάστηκε πάνω στην οργάνωση του τρόπου ζωής στη βιομηχανική πόλη, προτείνοντας το δικό του μοντέλο ιδανικής πολιτείας. Για αυτόν, η ουτοπική πόλη συγκροτείται στη βάση των τεχνολογικών επιτευγμάτων της σύγχρονης περιόδου και μάλιστα εντός των πλαισίων που θέτει το καπιταλιστικό σύστημα. Ο ίδιος άλλωστε, αναφέρει στο έργο του πως «Όλα εξαρτώνται από την προσπάθεια που θα καταβάλουμε και την προσοχή που θα δώσουμε σε αυτά τα ανησυχητικά συμπτώματα. Αρχιτεκτονική ή επανάσταση. Μπορούμε να αποφύγουμε την επανάσταση» (Le Corbusier, 2004, 243). Η ιδανική πόλη του Le Corbusier, γνωστή και ως «Λαμπερή Πόλη» ή «Η πόλη που ακτινοβολεί» (Ville Radieuse) οργανώνεται το 1930 σύμφωνα με μια ιεραρχική δομή [εικόνα 5]. Το κέντρο της συγκροτείται από πανύψηλους γυάλινους ουρανοξύστες οι οποίοι στεγάζουν τα «πεφωτισμένα μυαλά», την υψηλή διανόηση με άλλα λόγια, που είναι υπεύθυνη για την ευημερία και την ποιοτική ζωή στην πόλη. Η πλειοψηφία του πληθυσμού κατοικεί σε περίκλειστα, εξαώροφα κτήρια, με βεράντα και κοινόχρηστους, ημιυπαίθριους χώρους για κάθε κατοικία, έτσι ώστε μέσω της ίδιας της κατοίκησης να διασφαλίζεται η επικοινωνία και να ζυμώνονται οι διαπροσωπικές σχέσεις των κατοίκων στην κλίμακα της πολυκατοικίας9.

Η λογική οργάνωσης των κατοικιών στην μοντέρνα πόλη του Le Corbusier επαναφέρει στη σκέψη τα πρότυπα μοντέλα συλλογικής κατοίκησης του Charles Fourier, γνωστά και ως φαλανστήρια. 9

35


ΜΕΡΟΣ Α2| Β Η συνολική οργάνωση της πόλης πραγματοποιείται με ορθολογισμό και διάκριση των λειτουργιών στο αστικό τοπίο της πόλης (διαμονή, αναψυχή-ελεύθερος χρόνος, εργασία, κυκλοφορία), ενώ η φύση αντιμετωπίζεται ως ένα ακόμα αρχιτεκτονικό στοιχείο, απόλυτα ελέγξιμο μεν, ιδιαίτερα σημαντικό δε, καθώς συμβολίζει τον υγιεινό τρόπο ζωής σε αντίθεση με τη βρώμικη βιομηχανική πόλη.

εικόνα 5| η “Λαμπερή πόλη” του Le Corbusier

36


ΟΙ ΙΔΑΝΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ

Η BROADACRE CITY ΤΟΥ FRANK LLOYD WRIGHT

Την ίδια στιγμή στις ΗΠΑ, ο αρχιτέκτονας Frank Lloyd Wright (1867-1959) έχοντας ως ιδεολογική βάση τις ιδέες του Thomas Jefferson περί αποκεντρωμένης δημοκρατίας, προτείνει το 1932 ένα άλλο μοντέλο ιδανικής πόλης το οποίο και αυτό με τη σειρά του, θέτει τα θεμέλιά του στα τεχνολογικά επιτεύγματα της εποχής και τη δύναμη της φύσης (ως πηγή αυτάρκειας και αυτοσυντήρησης του ανθρώπου). Σύμφωνα με τον Wright, η ιδανική πόλη θα βρίσκεται παντού και πουθενά και μάλιστα «θα είναι μία πόλη τόσο διαφορετική από την αρχαία πόλη ή από οποιαδήποτε σημερινή, που ίσως να μην μπορούμε καν να την αναγνωρίσουμε […] θα χτιστεί μόνη της, τυχαία» (Wright, 1999, 174). Η ουτοπική του πόλη, γνωστή και ως Broadacre City, προωθεί την ιδέα της αποκέντρωσης, όπου κάθε κάτοικος της πόλης, από τη στιγμή που γεννιέται δικαιούται 4 στρέμματα γης (1 acre) στα οποία καλείται όχι μόνο να κτίσει την κατοικία του αλλά και να παράγει τα απαραίτητα αγαθά ώστε να μπορεί να ζει με αυτάρκεια. Βασική προϋπόθεση για την επίτευξη αυτού του μοντέλου αποτελεί η χρήση υψηλής τεχνολογίας για τη γεφύρωση των τεράστιων αποστάσεων.

εικόνα 6| η Broadacre city του Frank Lloyd Wright

37


ΜΕΡΟΣ Α2| Β

Η «ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΠΟΛΗ» ΤΩΝ Α-ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΣΤΩΝ Σε αντίθεση με το όραμα της ιδανικής πόλης του Le Corbusier και του Wright, που βρίσκουν αποτύπωση εντός των καπιταλιστικών ορίων, στην μετεπαναστατική Σοβιετική Ένωση η αφήγηση της αταξικής κοινωνίας προϋποθέτει τον ολοκληρωτικό μετασχηματισμό της πόλης και τη συγκρότηση μιας τέτοιας δομής ικανής να καταρρίψει κάθε κοινωνικό διαχωρισμό και ιεράρχηση. Η τοποθέτηση αυτή, σε συνδυασμό με την επιδίωξη αμφισβήτησης του δίπολου ύπαιθρος-πόλη10 και την σταδιακή εκβιομηχάνιση της χώρας, έρχεται να εκφραστεί με την βασική ιδέα της Γραμμικής Πόλης που προτείνει το 1920 το ρεύμα των α-πολεοδομιστών [εικόνα 7]. Σύμφωνα με αυτή, η πυρηνική, ιεραρχική πόλη απορρίπτεται και η οικιστική οργάνωση πραγματοποιείται κατά μήκος των δικτύων διανομής και μεταφοράς που επιδιώκουν να γεφυρώσουν τις μεγάλες αποστάσεις που προκύπτουν, έτσι ώστε όλοι να έχουν πρόσβαση ισότιμη τόσο στις αστικές δομές όσο και στην φύση. «Η μπροστινή πόρτα να οδηγεί στην πόλη και η πίσω στη φύση. Όχι πια διαχωρισμός σε ζώνες κατοίκησης ανάλογα με το κοινωνικό και οικονομικό στάτους καθενός, αλλά όλοι ίσοι στη σειρά. Όχι πια κάτοικοι της πόλης ή κάτοικοι της υπαίθρου, αλλά και τα δύο μαζί την ίδια στιγμή. Εργάτες και αγρότες στον ίδιο τόπο» (Ρόζος, 2011, 27).

εικόνα 7| η “Γραμμική πόλη” των α-πολεοδομιστών

38


ΟΙ ΙΔΑΝΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ

Είναι γεγονός, ότι από τις καπιταλιστικές κοινωνίες του δυτικού κόσμου μέχρι και τον υπαρκτό σοσιαλισμό της Σοβιετικής Ένωσης, οι μεγάλες αφηγήσεις συνδέονται πλέον άμεσα με την έννοια της πόλης κι επιδιώκουν να πάρουν σάρκα και οστά μέσω ενός συνολικού πολεοδομικού σχεδίου. Σίγουρα η ουτοπική πολιτεία εντός των καπιταλιστικών πλαισίων διαφέρει σε πολύ μεγάλο βαθμό από την ουτοπική πολιτεία που περιγράφεται σε μια αταξική κοινωνία, καθώς οι αρχές πάνω στις οποίες ζυμώνονται τα δύο οράματα είναι εκ διαμέτρου αντίθετες. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι κατά τον 20ο αιώνα οι μεγάλες αφηγήσεις καθρεφτίζουν την πίστη και την αισιοδοξία τον ανθρώπου στην επιστημονική και τεχνολογική εξέλιξη που θα συμβάλει στην περιγραφή μιας άλλης ζωής, είτε αυτό ορίζεται στον καπιταλισμό είτε στο σοσιαλισμό. Το ζήτημα είναι όμως, κατά πόσο η συνολική αναδόμηση μιας πόλης και κατ’ επέκταση μιας κοινωνίας μπορεί να είναι έργο ενός αρχιτέκτονα, μιας μικρής ομάδας αρχιτεκτόνων ή μιας κεντρικής εξουσίας και του κεφαλαίου. Αν θέσουμε ως βασική παραδοχή ότι «τόσο η κοινωνία, όσο και η πόλη, αποτελούν πολυδιάστατα διαδραστικά συστήματα, τα οποία διαμορφώνει τόσο η ιστορική παράδοση, όσο και η κάθε ατομική απόφαση» (Μαναηλόγλου, 2006, 16) μπορούμε τελικά να μιλήσουμε για έναν κόσμο ιδανικό όταν σε κάθε περίπτωση, πλάθεται και ζυμώνεται από τους λίγους κι εκλεκτούς (την εκάστοτε ελίτ) και δεν αποτελεί προϊόν συλλογικής δράσης των ίδιων ανθρώπων που ζουν σε αυτήν; Όπως πολύ εύστοχα επισήμανε και ο ίδιος ο Engels «πως μπορεί το ένα και μοναδικό άτομο να ελπίζει να επιβάλει την δική του ιδέα στην ιστορία;» (Engels, 2003, 30)

Σύμφωνα με τον Karl Marx: «το ξεπέρασμα του ανταγωνισμού ανάμεσα στην πόλη και την ύπαιθρο είναι μία από τις πρώτες προϋποθέσεις του (ανώτερου) κοινωνικού τρόπου ζωής». 10

39


ΜΕΡΟΣ Α2| Β

Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΑΚΗ ΠΟΛΗ

Το τέλος της δεκαετίας του ’50 και οι αρχές του ’60 στο δυτικό κόσμο χαρακτηρίζονται από την ραγδαία επιτάχυνση της αστικοποίησης και την επέκταση των ορίων των πόλεων μέσω του φαινομένου της προαστιοποίησης όπου οι πόλεις χάνουν πλέον εντελώς τις ανθρώπινες διαστάσεις τους. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο γεννιέται το 1957 η Καταστασιακή Διεθνής. Η Καταστασιακή Διεθνής ή Καταστασιακοί είναι ένα καλλιτεχνικό κίνημα στην Ευρώπη που συγκροτήθηκε από την Διεθνή Λετριστική, το Φαντασιακό Μπάουχαους και την Ψυχογεωγραφική Επιτροπή Λονδίνου και αποτελούταν από θεωρητικούς, καλλιτέχνες, ακαδημαϊκούς, αρχιτέκτονες, πολιτικούς και άλλους. Η δράση τους επηρέασε την πολιτική γραμμή της Αριστεράς καθώς και τα γεγονότα που ξέσπασαν τον Μάιο του 1968. Ήταν μια ομάδα των 40 έως 75 ατόμων με κυριότερους εκφραστές τους Guy Debord, Asger Jorn, Constant Nieuwenhuys και διαλύθηκε το 1972. Άσκησε πολύ έντονη κριτική στην καπιταλιστική εκμετάλλευση και στην παρακμή της καθημερινής ζωής στην πόλη, που έφερνε η ταχεία αστικοποίηση αλλά, παράλληλα μέσω των προτάσεων της, όρισε καινούργια πεδία ενδιαφέροντος για το χώρο της πόλης και τον τρόπο ζωής των ανθρώπων μέσα σε αυτή. Όσον αφορά τη θεωρία που ανέπτυξαν, όπως αναφέρουν και οι ίδιοι οι Kαταστασιακοί: «Κεντρική ιδέα μας είναι η κατασκευή καταστάσεων, δηλαδή η συγκεκριμένη κατασκευή πρόσκαιρων χώρων ζωής και ο μετασχηματισμός τους σε μια ανώτερη ποιότητα γεμάτη πάθος. Πρέπει να δημιουργήσουμε μια επέμβαση που θα κατευθύνεται από τους πολύπλοκους παράγοντες δύο μεγάλων συνιστωσών, που βρίσκονται σε διαρκή αλληλεπίδραση: το υλικό σκηνικό της ζωής και τις συμπεριφορές που το γεννούν και το ανατρέπουν.» (Internationale Situationniste, 1999, 41).

40


ΟΙ ΙΔΑΝΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ

Οι καταστασιακοί υποστήριζαν ότι η εξερεύνηση της πόλης και η δημιουργία προσωπικών ή συλλογικών «καταστάσεων» θα μπορέσει να ικανοποιήσει τις πρωταρχικές ανάγκες και επιθυμίες του ατόμου, υπονομεύοντας έτσι την «κοινωνία του θεάματος» όπως στοχευμένα χαρακτήριζε ο Debord, την εμπορευματοποιημένη κοινωνία που είχε εγκαθιδρυθεί στις μεγαλουπόλεις. Έτσι, οι κάτοικοι θα απελευθερώνονταν από τους προκατασκευασμένους ρόλους και θα γινόντουσαν από απλοί θεατές, ενεργοί δράστες και κατασκευαστές της ζωής τους.

εικόνα 8| αναπαράσταση του ψυχογεωγραφικού χάρτη του Παρισιού του Debord

41


ΜΕΡΟΣ Α2| Β Το βασικό πρόγραμμα τους για την καταστασιακή πόλη περιγράφεται από την «ενιαία πολεοδομία» (unitary urbanism), η οποία ορίζεται «από τη χρήση του συνόλου των τεχνών και των τεχνικών, ως μέσων που συντελούν σε μια ολοκληρωμένη σύνθεση του περιβάλλοντος» (Internationale Situationniste, 1999, 41). Βασικό στοιχείο της θεώρησης αυτής είναι η δυναμική σχέση με τις συμπεριφορές των ανθρώπων και έτσι, η «ψυχογεωγραφική έρευνα»11 αποτελεί πρωτεύον μεθοδολογικό εργαλείο για τους καταστασιακούς. Βασική πρακτική της ψυχογεωγραφίας είναι η περιπλάνηση (dérive), σαν μέθοδος αστικής εξερεύνησης, ενώ τα αποτελέσματα της καταγράφονταν στους λεγόμενους «ψυχογεωγραφικούς χάρτες»12. Πρόκειται λοιπόν, για ένα μη προγραμματισμένο, παιγνιώδες ταξίδι στο αστικό σκηνικό, που εξαρτάται από τις επιθυμίες και τις ψυχολογικές παραμέτρους του άτομου, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Η αντιμετώπιση της πόλης ως σκηνικό της περιπλάνησης, τη καθιστά άθροισμα σκηνογραφικών ενοτήτων (γειτονιών) οι οποίες αποτελούνται από σκηνικά (κτίρια) στο ενδιάμεσο των οποίων αναπτύσσεται, αυτό που οι καταστασιακοί αποκαλούν «ατμόσφαιρα» (ambiance). Αυτόματα η προγραμματισμένη χρήση των κτιρίων και του δημόσιου χώρου, ως πεδία κοινωνικής δράσης, αναιρείται και αντικαθίσταται από τα μικροκλίματα της ατμόσφαιρας που δημιουργεί, ανά πάσα στιγμή, ο περιπλανώμενος. Η «ενιαία πολεοδομία», λοιπόν, θεωρεί το χώρο της πόλης πεδίο ενός αληθινά ομαδικού παιχνιδιού. Δεν διαχωρίζεται από τον σημερινό χώρο των πόλεων για να δημιουργήσει κάτι νέο, αλλά βασίζεται στην εμπειρία αυτού του χώρου. Κηρύσσει το διαρκή αστικό μετασχηματισμό και αντιτίθεται στο ρίζωμα των ανθρώπων σε κάποια σημεία της πόλης. Είναι ένα «κατώφλι» που αποσκοπεί στη διαμόρφωση ενός πεδίου πειραματισμού του κοινωνικού χώρου των μελλοντικών πόλεων.

«Η μελέτη των συγκεκριμένων νόμων και επιδράσεων του (συνειδητά ή όχι διαμορφωμένου) γεωγραφικού περιβάλλοντος, το οποίο επιδρά άμεσα στην συναισθηματική συμπεριφορά των ατόμων» (Internationale Situationniste, 1999, 42). 11

Οι ψυχογεωγραφικοί χάρτες ήταν αποσπασματικές, υποκειμενικές αναπαραστάσεις διαδρομών στην πόλη, που πρότειναν μια διαφορετική ανάγνωση του αστικού τοπίου, όπως βιώθηκε εφήμερα από τον πλάνητα. 12

42


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Κλείνοντας το πρώτο μέρος θα θέλαμε να κρατήσουμε ορισμένα συμπεράσματα από την ανάλυση των ουτοπικών θεωριών που παραθέσαμε, τα οποία θα φανούν χρήσιμα για το δεύτερο μέρος της ερευνητικής μας εργασίας και την προσπάθεια σκιαγράφησης ενός ουτοπικού οράματος στο σήμερα. Οι ουτοπίες που αναπτύξαμε παραπάνω χαρακτηρίζονται από βασικές ποιοτικές διαφορές μεταξύ τους. Ορισμένες αποτέλεσαν απλά μια ονειρική φυγή από τη ζοφερή πραγματικότητα, ενώ άλλες επεδίωξαν να περιγράψουν ένα οργανωμένο κοινωνικό ή και χωρικό μοντέλο. Ορισμένες ανέδειξαν την ανάγκη ύπαρξης κοινωνικής ισότητας και δικαιοσύνης, μιλώντας μέχρι και για την κατάργηση κάθε εξουσίας (και Κράτους) γι αυτό και αναγνωρίστηκαν ως χειραφετητικές (όπως τα οράματα των ουτοπικών σοσιαλιστών). Άλλες, ενώ αμφισβήτησαν την υφιστάμενη εξουσία, μίλησαν για την εγκαθίδρυση μιας διαφορετικής μορφής εξουσίας, ενδεχομένως πιο σκληρής και άκαμπτης από την υπάρχουσα, για αυτό χαρακτηρίστηκαν αυταρχικές και συντηρητικές (όπως η Πολιτεία του Πλάτωνα και η Ουτοπία του More). Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε το γεγονός ότι κάθε ουτοπική σύλληψη γέννησε προβληματισμούς και ενεργοποίησε τη σκέψη των ανθρώπων της κάθε εποχής ως προς καίρια κοινωνικά ζητήματα και πως αυτά θα μπορούσαν να επιλυθούν. Τέλος, οι περισσότερες αν όχι όλες οι ουτοπίες που αναλύσαμε έχουν ένα κοινό γνώρισμα. Αποτέλεσαν μια προκαθορισμένη και τετελεσμένη πρόταση, μια προαποφασισμένη και άκαμπτη δομή, μια «ιδανική» κοινωνία (ή και πόλη) εκ του μηδενός, που αδυνατούσε να αλληλεπιδράσει τόσο με τις δυνατότητες της εκάστοτε πραγματικότητας, όσο και με τους ίδιους τους ανθρώπους, τους χρήστες των εν δυνάμει ουτοπικών τους πολιτειών. 43


ΜΕΡΟΣ Α3

Σε αυτό το σημείο, αξίζει να επισημανθεί η ποιοτική διαφορά στις ιδέες που ανέπτυξαν οι Καταστασιακοί σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες ουτοπίες που αναλύθηκαν, καθώς δεν συγκρότησαν ένα καθορισμένο ουτοπικό μοντέλο αλλά επιδίωξαν να αναδείξουν τις δυνατότητες που ενυπάρχουν στον αστικό χώρο αναγνωρίζοντας τον καθημερινό άνθρωπο ως το δρόν υποκείμενο που θα αξιοποιήσει αυτές τις δυνατότητες προς το μετασχηματισμό σε μια πόλη που θα ικανοποιεί τις ανάγκες και τις επιθυμίες του ανθρώπου. Είναι αρκετό λοιπόν, ένα προκαθορισμένο πρότυπο για τον προσδιορισμό μιας σύγχρονης ουτοπίας ή θα μπορούσε να απορρέει μέσα από την υπάρχουσα συνθήκη της πόλης; Τι πεδία δυνατοτήτων ενυπάρχουν σε αυτήν την αστική πραγματικότητα για μια διαδικασία προσέγγισης ενός μέλλοντος χειραφέτησης; Ποιος είναι ο ρόλος και η σημασία του χώρου της πόλης σε αυτήν την εξελικτική πορεία; Αρκεί τελικά, ο ένας ή οι λίγοι οραματιστές να αναδομήσουν το μέλλον μιας ολόκληρης κοινωνίας ή αυτό τελικά θα προκύψει ως συλλογικό έργο δημιουργικής δραστηριότητας και συμμετοχής όλων των κατοίκων που ζουν μέσα σε αυτήν;

44


45


46


ΜΕΡΟΣ Β

47


48


Β1| Α ΠΡΟΣΕΓΓΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΧΩΡΟ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΟΛΗ Η έννοια του χώρου και ο τρόπος με τον οποίο αυτός παράγεται αποτελούν ζητήματα κομβικής σημασίας προκειμένου να μπορέσουμε να κατανοήσουμε, τόσο το πώς οργανώνεται η ζωή στην πόλη, όσο και την αλληλεπίδραση του καθημερινού ανθρώπου με το χώρο στον οποίο αυτός ζει, κινείται και δρα, βιώνει την εμπειρία της πόλης συνολικά. Ο χώρος, υποστηρίζει ο Lefebvre, δεν αποτελεί ένα «κενό δοχείο» το οποίο απλά περιμένει να υποδεχτεί χρήσεις, δραστηριότητες και κοινωνικές πρακτικές. Αντιθέτως, βάσει της συνολικής του ιστορικής εξέλιξης, καθορίζει τις παραπάνω παραμέτρους σε πολύ μεγάλο βαθμό, επηρεάζει κι επηρεάζεται από αυτές [εικόνα 9]. Έτσι, η παραγωγή του χώρου δεν είναι μια αυθόρμητη διαδικασία που προκύπτει αθώα κι αυτοσχέδια, αλλά σκιαγραφείται και χρωματίζεται από στρατηγικές και πολιτικές πλευρές καθοριστικής σημασίας. Δεν είναι ένα ουδέτερο έδαφος, αλλά αποτελεί ένα δυναμικό πεδίο δράσης και διάδρασης, ένα βιωμένο τόπο διαρκών ζυμώσεων κι επεξεργασιών. Όπως λένε η Βαΐου και ο Χατζημιχάλης, «[…] ο χώρος δεν είναι κάτι έξω από την κοινωνία, κάτι που περιμένει να ανακαλυφθεί κάπου εκεί, αλλά ο χώρος παράγεται από την κοινωνία, εμπεριέχει τις και εμπεριέχεται στις κοινωνικές σχέσεις και γι’ αυτό είναι βαθύτατα πολιτικός» (Βαΐου, Χατζημιχάλης, 2012, 11). εικόνα 9| διαγραμματική απεικόνιση του χώρου

49


ΜΕΡΟΣ Β1| Α

Πώς λοιπόν, βάσει της παραπάνω συνθήκης, αποτιμάται η αστική ζωή της πόλης; Ένα βασικό στοιχείο το οποίο φροντίζει να επισημάνει ο Lefebvre μέσα από την έρευνα του είναι ο μετασχηματισμός της πόλης κατά την εκβιομηχάνιση από έργο συλλογικό σε «πόλη-εμπόρευμα», στην οποία κυριαρχεί πια η ανταλλακτική και όχι η χρηστική της αξία. «Η πόλη γίνεται τόπος κατανάλωσης αλλά και πεδίο κατανάλωσης του τόπου.» (Lefebvre, 2007, 169). Μέσω του καπιταλισμού η «ακινησία» του χώρου σπάει καθώς, πλέον αυτός ομογενοποιείται προκειμένου να μπορεί να κατατμηθεί, να χωριστεί σε κομμάτια γης (οικόπεδα), να πωληθεί και να αγοραστεί. Με αυτόν τον τρόπο η πόλη διασπάται σε ένα σύνολο χώρων με λειτουργίες τέτοιες ώστε να επιφέρουν την αξία στην οποία έχουν πουληθεί [εικόνα 10]. Όπως υποστηρίζει ο Σταυρίδης στην εισαγωγή του στο έργο του Lefebvre Δικαίωμα στην πόλη (2007, σ.9):

«Χώρος ταυτόχρονα ομοιογενής και εξαρθρωμένος είναι ο χώρος της σύγχρονης πόλης, χώρος τον οποίο συνέχει η καπιταλιστική κεντρικότητα (η οργάνωση των κέντρων εμπορίου αλλά και των χώρων λήψης των αποφάσεων) αλλά και διασκορπίζει η γενικευμένη εμπορευματοποίηση και οι κοινωνικοί διαχωρισμοί όπως αποτυπώνονται στο σώμα της πόλης. Κέντρο και περιφέρεια της πόλης, κεντρικότητα και διάχυση των χωρικών σχέσεων, οχυρωμένα εμπορικά κέντρα και προάστια δορυφόροι ή παραγκουπόλεις, συνιστούν την πόλωση του αστικού ως πόλωση καταστατική, πόλωση που γεννούν οι δυνάμεις του νεο–καπιταλισμού.»

50


ΠΡΟΣΕΓΓΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΧΩΡΟ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΟΛΗ

εικόνα 10| η πυκνή δόμηση του αστικού τοπίου της Αθήνας ενδεικτικό παράδειγμα της κατάτμησης και πώλησης του χώρου 51


Β1| Β Ο ΧΩΡΟΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ “ΠΟΛΗ-ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ” Η τάση αυτή που διέβλεπε ο Lefebvre έχει μετατραπεί σε κυρίαρχη πραγματικότητα στα πλαίσια του σύγχρονου καπιταλισμού μετατρέποντας την πόλη σε πεδίο εκμετάλλευσης και κερδοφορίας για το κεφάλαιο. Η παγκόσμια κρίση των τελευταίων χρόνων αποτελεί δομικό στοιχείο του καπιταλιστικού συστήματος και η προσπάθεια υπέρβασης της από την σκοπιά του κεφαλαίου περιλαμβάνει την καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων ως αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της διαδικασίας με αποτυπώσεις στον χώρο της πόλης. Οι σύγχρονες πόλεις αναλαμβάνουν ενεργό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη και έτσι, ο σχεδιασμός του αστικού χώρου αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα και πολυπλοκότητα και χρησιμοποιείται ως εργαλείο επίτευξης αυτής της ανάπτυξης που ευαγγελίζονται. Έτσι, προκειμένου ο αστικός χώρος να αποτελέσει προνομιακό πεδίο άσκησης νεοφιλελεύθερων πρακτικών, η πόλη μετασχηματίζεται σε «πόλη - επιχείρηση».

52

«Θα μπορούσαμε να περιγράψουμε την λειτουργία της πόλης – επιχείρησης ως εξής: σήμερα η κυρίαρχη πολιτική θέλει τις πόλεις να συμμετέχουν σε έναν διεθνή ανταγωνισμό για την προσέλκυση επενδύσεων, επιτελικών λειτουργιών μεγάλων επιχειρήσεων, διεθνών εκδηλώσεων και επισκεπτών» (Βουρεκάς, 2009). Οι πολιτικές στρατηγικές της «πόλης – επιχείρησης» συχνά ντύνονται με τον μανδύα της ευημερίας και της υπόσχεσης μιας καλύτερης ποιότητας ζωής για τους κατοίκους της. Με μια προσεκτικότερη ματιά όμως, φαίνεται ότι όχι μόνο αυτός ο ισχυρισμός δεν ισχύει, αλλά αντίθετα η ιεράρχηση της οικονομικής ανταγωνιστικότητας έχει σα συνέπεια την όξυνση των κοινωνικών φαινομένων και των χωρικών ανισοτήτων ακόμα και μέσα στην ίδια την πόλη [εικόνα 11 ].


εικόνα 11| η αντίθεση στο αστικό τοπίο του Ρίο ΝτεΤζανέιρο. Στο “δρόμο” του εκσυγχρωνισμού για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2016

53


ΜΕΡΟΣ Β1| Β Οι περιοχές που θεωρούνται το οικονομικό κέντρο της πόλης, όσον αφορά στην συγκέντρωση των νέων παραγωγικών δραστηριοτήτων, αλλά και αυτές που προορίζονται για την προσέλκυση τουρισμού και επισκεπτών εξασφαλίζουν υψηλής ποιότητας αστικό περιβάλλον και αποκτούν αναγνωρισιμότητα μέσω από επιβλητικές αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις. Πέρα από τα μεγάλα αυτά έργα αστικής αναγέννησης, η σύγχρονη πόλη προκειμένου να αυξήσει την κερδοφορία της περιορίζει στο ελάχιστο τη δημόσια παρέμβαση στην οργάνωση του χώρου και υποβαθμίζει συνεχώς το δημόσιο χώρο της πόλης. Ο δημόσιος χώρος γίνεται πεδίο εκμετάλλευσης για τις επιδιώξεις του κεφαλαίου και επελαύνει σε αυτόν η ιδιωτική πρωτοβουλία. Βασικό συστατικό για την ιδιωτική παρέμβαση είναι η συνειδητή υποβάθμιση των επιλεγμένων περιοχών έτσι ώστε η διαδικασία της «εξυγίανσης» (gentrification) να φαντάζει ως φυσικό επακόλουθο ακόμα και αν συνεπάγεται βίαιη αλλαγή της φυσιογνωμίας των περιοχών αυτών με την εκδίωξη των παλαιότερων κατοίκων, την αλλαγή των χρήσεων γης, την αύξηση της επιτήρησης και του ελέγχου (ενδεικτικό παράδειγμα που εντοπίζεται στην ίδια την πόλη Θεσσαλονίκης αποτελεί η περίπτωση της Βαλαωρίτου, που από περιθωριοποιημένη και παραμελημένη γειτονιά στο κέντρο της πόλης, μετασχηματίστηκε σε έναν από τους πιο διάσημους πόλους έλξης νυχτερινής ζωής και διασκέδασης που μέχρι και σήμερα αποδίδει μεγάλα κέρδη στις επιχειρήσεις που επένδυσαν και συνεχίζουν να επενδύουν στη συγκεκριμένη περιοχή [εικόνες 13-16]). εικόνα 12 | το οικονομικό κέντρο της πόλης

54


Ο ΧΩΡΟΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ “ΠΟΛΗ-ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ”

εικόνες 13-16 | η περιοχή Βαλαωρίτου, ενδεικτικό παράδειγμα εξευγενισμού για επιχειρηματική ανασυγκρότηση μέσω επενδύσεων ιδιωτικού τομέα

55


ΜΕΡΟΣ Β1| Β

Οι «εξευγενισμένες» γειτονιές, με τις πολύ ψηλές αξίες γης που αποκτούν απευθύνονται σε ένα πολύ συγκεκριμένο και κατά κανόνα μικρό κομμάτι των κατοίκων της πόλης. Στην πιο έντονη μορφή τους οι γειτονιές αυτές συγκροτούν περιτοιχισμένες κοινότητες των υψηλών κοινωνικών στρωμάτων, τις λεγόμενες gated communities. Το τοπίο του πλούτου συνυπάρχει με το τοπίο της φτώχειας και της εξαθλίωσης, καθώς η ύπαρξη των πρώτων βασίζεται και προϋποθέτει την ύπαρξη των δεύτερων. Έτσι, στον αντίποδα των gated communities στέκουν τα ghetto, υποβαθμισμένες, περιθωριοποιημένες περιοχές, καταφύγιο όσων έχουν πεταχτεί στα όρια της πόλης και της κοινωνίας [εικόνα 17] Όλα τα παραπάνω αποτελούν τις σύγχρονες νεοφιλελεύθερες πολιτικές πάνω στο χώρο της πόλης και δηλώνουν ξεκάθαρα την άρρηκτη σχέση πόλης και κοινωνίας που συμπυκνώνεται εύστοχα στα λόγια του Lefebvre, ότι «η πόλη είναι η προβολή της κοινωνίας πάνω στο έδαφος» (Lefebvre, 2007). Έτσι λοιπόν, στην εικόνα της πόλης και στους μετασχηματισμούς αυτής, μπορούμε να διακρίνουμε τις αλλαγές και τους μετασχηματισμούς της κοινωνίας.

56


Ο ΧΩΡΟΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ “ΠΟΛΗ-ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ”

εικόνα 17 | Οι φαβέλες στην Βραζιλία συνιστούν ένα είδος ghetto που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις πολυτελείς εγκαταστάσεις της υψηλής κοινωνίας που με τη σειρά τους συγκροτούν ένα είδος gated community

57


εικόνα 18 | “Εξευγενισμός”: Η εγκατάλειψη και η υπονόμευση του χώρου σε αντίθεση με τα οργανωμένα οικοδομικά συγκροτήματα

58


Β1| Γ Η ΤΡΙΜΕΡΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΣΤΟΝ HENRI LEVEBVRE

Ο Lefebvre προσπαθώντας να δώσει τη δική του ερμηνεία για το χώρο, τον μεταφράζει ως ένα ενδιάμεσο εργαλείο, μια διαμεσολάβηση μέσω της οποίας χειραγωγούνται και πλάθονται συνειδήσεις και κοινωνικές σχέσεις μέσα σε αυτόν. «Είναι ένα μέσο στα χέρια κάποιου, ατομικό ή συλλογικό, δηλαδή μιας εξουσίας (π.χ. ενός Κράτους), μιας κυρίαρχης τάξης (της αστικής τάξης) ή μιας ομάδας που μπορεί να αντιπροσωπεύει ολόκληρη την κοινωνία ή και να κατέχει τα κύρια αντικείμενά της» (Lefebvre, 2007, 214). Αναδεικνύει έτσι, το παιχνίδι παραγωγής της πόλης από την εκάστοτε εξουσία και τον τρόπο με τον οποίο ο χώρος στρατηγικά γίνεται εργαλείο, ώστε να επιδρά πάνω στους πληθυσμούς, να θέτει όρια και να πλάθει συγκεκριμένες ταυτότητες και πρότυπα. Ο Lefebvre προτείνει λοιπόν, μια τριμερή διαλεκτική με την οποία επιδιώκει να προσεγγίσει μια κοινωνική θεωρία του χώρου σε πολλαπλά επίπεδα αλληλένδετα μεταξύ τους. Μια τριμερή διαλεκτική η οποία αναλύεται στα εξής παρακάτω σημεία:

59


ΜΕΡΟΣ Β1| Γ Α) Στις χωρικές πρακτικές και τον υλικό χώρο, που είναι στην ουσία η πραγματικότητα της πόλης στα πλαίσια της απλής παρατήρησης (για παράδειγμα μια πόρτα, μια γέφυρα, ένα τοπόσημο) και όχι του βιώματος αλλά και οι συνήθεις συμπεριφορές εντός αυτής (όπως για παράδειγμα μια αγοραία συναλλαγή, μια αφηρημένη εργασιακή διαδικασία, μετακινήσεις κλπ). Β) Στις αναπαραστάσεις του χώρου, τις κυρίαρχες δηλαδή, αντιλήψεις που συγκροτούν τις ιδέες μας σχετικά με το τι είναι δυνατόν. Εδώ μιλάμε κυρίως για την ανάπτυξη ενός κώδικα επικοινωνίας, ενός συντακτικού (όπως είναι οι χάρτες για παράδειγμα που ακολουθούν ένα συγκεκριμένο συμβολικό σύστημα) από το χώρο των επιστημόνων, των πολεοδόμων, των τεχνοκρατών και γενικότερα όλων εκείνων που ορίζουν τι είναι χώρος. Γ) Στους χώρους της αναπαράστασης, τις χωρικές ποιότητες που παράγονται μέσα από την ίδια την κίνηση και τη δραστηριότητα των κατοίκων. Ο βιωμένος χώρος με άλλα λόγια, που αναπαρίσταται μέσα από νέα σύμβολα και εικόνες που πλάθονται από τη φαντασία και την επιθυμία των κατοίκων, των χρηστών, αλλά και των φιλοσόφων και των καλλιτεχνών να οραματιστούν μια άλλη πόλη. Τη λεγόμενη «πόλη- έργο» (όπως χαρακτηριστικά την αναφέρει ο Lefebvre), η οποία συγκροτείται μέσα από την ίδια την καθημερινή ζωή.

60


Β1| Δ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ LEFEBVRE «Η απαίτηση για ζωηρότερο φως πηγάζει πάντοτε από την καθημερινή ζωή, από την αναγκαιότητα που νιώθει ο καθένας να εναρμονίσει το ρυθμό του- ρυθμό πεζοπόρου- με την πορεία του κόσμου. Υπάρχουν περισσότερες αλήθειες στο εικοσιτετράωρο της ζωής ενός ανθρώπου απ’ ό,τι σε όλες τις φιλοσοφίες» (Vaneigem, 2002, 16).

6161


ΜΕΡΟΣ Β1| Δ Εντός της πόλης ζει και αναπτύσσεται πάντα μια άλλη πόλη που, όπως λέει ο Lefebvre, προσφέρει στους ανθρώπους την κίνηση, το απρόοπτο, το πιθανό και τις συναντήσεις. Μια πόλη που συγκροτείται από την κίνηση και τις επαναλαμβανόμενες δραστηριότητες των κατοίκων που διαμορφώνουν το χώρο αλλά, παράλληλα, επηρεάζονται και διαμορφώνονται και οι ίδιοι από αυτόν. Μια πόλη που σκιαγραφείται από τις εμπειρίες, τα βιώματα, τα ερεθίσματα που λαμβάνουμε μέσα από την ίδια την καθημερινή μας δραστηριότητα. «Η επανάσταση της καθημερινής ζωής βασίζεται στις αντιθέσεις της καθημερινής ζωής, σε ένα είδος αντιθετικού δίπτυχου (η έμφαση της συγγραφέα) όπου η μια μεριά αναπαριστά τη μιζέρια της καθημερινής ζωής, τα ανιαρά, βαρετά καθήκοντα […]. Η άλλη πλευρά απεικονίζει τη δύναμη της καθημερινής ζωής, […], τον αγώνα ανάμεσα σε αυτά που υιοθετούνται και αυτά που δεν υιοθετούνται.» (Βαΐου, Χατζημιχάλης, 2012, 277). Εδώ εντοπίζεται και η σημασία της καθημερινής ζωής ως προς το πώς διαμορφώνει παγιωμένες συμπεριφορές και κινήσεις μέσα στην πόλη. Από τη μία εντοπίζεται η μονοτονία μιας ρουτίνας, η επανάληψη, το άγχος που επιβάλλουν οι γρήγοροι ρυθμοί ζωής στις σύγχρονες πόλεις. Μέσα όμως, στη σύγχρονη αστική πραγματικότητα πραγματοποιούνται και τυχαία συμβάντα, συναντήσεις που ίσως δεν ελέγχονται και δεν έχουν προβλεφτεί και που μέσω αυτών αναδύεται η μαγεία της αποδέσμευσης από το «καθημερινό». «Η αστική περιπλάνηση αποτελεί μια διαδικασία συνάντησης και συνεχούς ανακάλυψης του δημόσιου χώρου, συγκεντρώνει σχέσεις ανάλογα πάντα με το αστικό σκηνικό και τις επιθυμίες του ατόμου καθώς και τις διαφορετικές κοινωνικές πρακτικές που εμφανίζονται και κάποιες φορές τοποθετούνται εκτός των προτύπων του σύγχρονου καπιταλιστικού κόσμου.» (Κομπρεσέρ, 2011). Μήπως λοιπόν, η έννοια της ουτοπίας στο σήμερα, αρχίζει να χτίζεται και να πλάθεται μέσα από αυτή την καθημερινή δραστηριότητα; Μήπως για να μπορέσουμε να μιλήσουμε για ένα ουτοπικό όραμα και να το περιγράψουμε, πρέπει τελικά να αναζητήσουμε τις απαντήσεις στην απλή καθημερινή συμπεριφορά και στο πώς αυτή δύναται να τροφοδοτήσει τη σκέψη μας και να μας στρέψει να ανακαλύψουμε τις δυνατότητες που ζυμώνονται στο πεδίο της πόλης και που περιμένουν να αξιοποιηθούν με τον κατάλληλο τρόπο;

62


Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ LEFEBVRE

εικόνα 19| Οι καθημερινές κινήσεις μέσα στην αστική πραγματικότητα της πόλης 63


Β2|Ο ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ HENRI LEFEBVRE

“Ο άνθρωπος πρέπει να είναι καθημερινός, αλλιώς δεν θα είναι άνθρωπος” (Lefebvre, 2011) Στην προσπάθεια προσέγγισης ενός ουτοπικού οράματος πέρα από την σημασία του χώρου, και ο ίδιος ο άνθρωπος κατέχει κομβικό ρόλο, καθώς είναι αυτός από τον οποίο και για τον οποίο περιγράφεται το μέλλον μιας καλύτερης ζωής. Στην ιστορική αναδρομή και ανάλυση που κάναμε στο πρώτο μέρος του κειμένου, παρατηρήσαμε ότι οι περισσότερες αν όχι όλες οι ουτοπίες που γράφτηκαν αποτέλεσαν έργο ενός ή έστω πολύ λίγων ανθρώπων οι οποίες απευθύνονταν όμως, στο μεγάλο κοινωνικό σύνολο, όλη την υπόλοιπη ανθρωπότητα. Μπορεί η προσέγγιση μιας ουτοπίας, η περιγραφή μιας ιδανικής πόλης να είναι προϊόν ατομικό, αντικείμενο επεξεργασίας ενός αρχιτέκτονα ή μιας ομάδας αρχιτεκτόνων ή μήπως είναι απαραίτητη η συμβολή και η ενεργή συμμετοχή των ίδιων των κατοίκων για την διαμόρφωσή αυτής της εν δυνάμει ουτοπικής πόλης;

εικόνα 20| Ελεύθερη αναπαράσταση της κίνησης του καθημερινού ανθρώπου στην πόλη 64


Ο ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ HENRI LEFEBVRE

εικόνα 21| Η απελευθέρωση της ανθρώπινης σκέψης

Σύμφωνα με τον Lefebvre, μέσα από την καθημερινή ζωή οι άνθρωποι μπορούν να ερμηνεύσουν και να κατανοήσουν καλύτερα την πραγματικότητα. Είναι το κατάλληλο πεδίο για την διερεύνηση των κοινωνικών σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ των ανθρώπων που ζουν σε μια πόλη. Για τον Σταυρίδη, ο άνθρωπος της μεγαλούπολης βιώνει το «μητροπολιτικό σοκ», καθώς οι καθημερινές κοινωνικές σχέσεις που αναπτύσσονται είναι πλήρως απρόσωπες, επικρατεί ο ατομικισμός και το προσωπικό συμφέρον και ο άνθρωπος νιώθει ξένος μεταξύ ξένων, χωρίς προοπτική για επικοινωνία και ουσιαστική αλληλεπίδραση με τους κατοίκους της ίδιας πόλης. Αυτό οδήγησε σταδιακά στην υποβάθμιση της αξίας της καθημερινής επαφής και στην ταύτιση μέχρι και των απλών καθημερινών σχέσεων με τη μιζέρια, το άγχος και τις υποχρεώσεις (Σταυρίδης, 1997).

65


ΜΕΡΟΣ Β2

Οι άνθρωποι όμως, όπως αναφέρει και ο Lefebvre έχουν την δυνατότητα να ανατρέψουν τις αλλοτριωτικές συνθήκες της καθημερινότητας και να προχωρήσουν στην «απόαλλοτρίωση» (χειραφέτηση) της ζωής τους. Μέσα από την αναγνώριση ότι η καθημερινή ζωή είναι ταυτόχρονα αλλοτριωμένη και μη αλλοτριωμένη, δηλαδή ότι στο εσωτερικό της υπάρχουν τόσο οι τάσεις υποταγής όσο και οι τάσεις χειραφέτησης, οι οποίες είναι διαλεκτικά συνδεδεμένες, ο καθημερινός άνθρωπος πρέπει να γίνει ο άνθρωπος της πράξης, γιατί σύμφωνα με τον Lefebvre, μόνο η πράξη θα τον καταστήσει ικανό να ελευθερωθεί από την αλλοτρίωση. Ο άνθρωπος της πράξης όμως, δεν μπορεί να επιτελέσει αυτόν του το ρόλο ως ατομικότητα. Μόνο μια συλλογική προσπάθεια, ένας συλλογικός νους, το συλλογικό υποκείμενο έχει τη δυναμική να διεκδικήσει αλλά και εν τέλει να υλοποιήσει το όραμα για μια άλλη κοινωνία. «Όλες τις κοινωνικές ομάδες που η κεντρική εξουσία απομονώνει […] και τις περιθωριοποιεί […], μαζί με την εργατική τάξη μπορούν, κατά τον Lefebvre, να αποτελέσουν τα υποκείμενα της αλλαγής προς μια διαφορετική κοινωνία.» (Βαΐου, Χατζημιχάλης, 2012, 88). Η προσέγγιση αυτής της νέας κοινωνίας δε μπορεί βέβαια να μην περάσει μέσα από την αξιοποίηση των δυνατοτήτων του σήμερα, των προοπτικών της καθημερινής ζωής. Η ύπαρξη αυτής της διπλής πρόθεσης των δρώντων υποκειμένων να συλλάβουν ένα απελευθερωτικό μέλλον μέσα από τον μετασχηματισμό του παρόντος τους δίνει τη δύναμη να συσχετίζουν την πραγματικότητα με την ουτοπία και να μετατρέψουν τον αστικό χώρο σε ένα πειραματικό εργαστήριο νέων κοινωνικών σχέσεων.

66


εικόνα 22| Η ανθρώπινη καθημερινή δραστηριότητα ως στοιχείο απελευθέρωσης και αποαλλοτροίωσης

67


Β3| ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ: ΑΠΟ ΤΗΝ “ΠΟΛΗ-ΕΜΠΟΡΕΥΜΑ” ΣΤΗΝ “ΠΟΛΗ-ΕΡΓΟ”

«Το δικαίωμα στην πόλη εκδηλώνεται ως υπέρτατη μορφή των δικαιωμάτων: δικαίωμα στην ελευθερία, στην εξατομίκευση μέσα στην κοινωνικοποίηση, στην κατοικία και το κατοικείν. Το δικαίωμα στο έργο (στη συμμετοχική δραστηριότητα) και το δικαίωμα στην προσοικείωση (εντελώς διαφορετικό από το δικαίωμα στην ιδιοκτησία) εξυπονοούνται μέσα στο δικαίωμα στην πόλη.» (Lefebvre, 2007, 175).

68


ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ: ΑΠΟ ΤΗΝ “ΠΟΛΗ-ΕΜΠΟΡΕΥΜΑ” ΣΤΗΝ “ΠΟΛΗ-ΕΡΓΟ”

Ο Lefebvre αναγνωρίζοντας την κρίση που βίωνε η πόλη έχοντας μετατραπεί σε «πόληεμπόρευμα», προσπάθησε να αναδείξει τις θεμελιώδεις αντιφάσεις που αντιστοιχούσαν σε αυτήν γιατί μέσα από τις συγκεκριμένες αντιφάσεις θα γεννιόντουσαν οι δυνατότητες για τη ρήξη και τον ριζικό μετασχηματισμό της ίδιας της πόλης. Επεξεργάστηκε ένα νέο μοντέλο πόλης, την «πόλη-έργο» που θα παραχθεί συλλογικά από τους ίδιους τους κατοίκους της σύμφωνα με τις πραγματικές τους ανάγκες. Στην προσπάθεια του να ανακαλύψει αυτές τις ανάγκες συνειδητοποίησε ότι πέρα από τις ανθρωπολογικά και κοινωνικά επεξεργασμένες ανάγκες, υπάρχουν και κάποιες ανάγκες ιδιότυπες. “Πρόκειται για την ανάγκη δημιουργικής δραστηριότητας, ανάγκη έργου […], για τις ανάγκες πληροφόρησης, συμβολισμού, φαντασίας, για την ανάγκη δραστηριοτήτων αναψυχής.» (Lefebvre, 2007, 136). Τέλος, επικεντρώθηκε στην ανάγκη της πόλης και της αστικής ζωής που θα συμβάλλουν στην ανάδειξη της μετασχηματιστικής δυναμικής που κρύβει η καθημερινή ζωή των ανθρώπων για τη δημιουργία μιας πόλης από και για αυτούς, δηλαδή στην υλοποίηση εν τέλει της «πόλης-έργου».

69


ΜΕΡΟΣ Β3

Η «πόλη-έργο» αποτέλεσε την απαραίτητη συνθήκη για την ανάπτυξη από τον Lefebvre του αιτήματος για το δικαίωμα στην πόλη. O Lefebvre επιδιώκοντας να εξηγήσει τη σημασία του δικαιώματος αυτού λέει:

Μέσα σε δύσκολες συνθήκες, στους κόλπους αυτής της κοινωνίας που δεν μπορεί να τους αντιταχθεί αποτελεσματικά κι ωστόσο τους φράζει την πορεία, ανοίγουν το δρόμο τους ορισμένα δικαιώματα που ορίζουν τον πολιτισμό [...]. Τα δικαιώματα τούτα που δεν είναι αναγνωρισμένα γίνονται σιγά σιγά εθιμικά, προτού εγγραφούν στους τυποποιημένους κώδικες. Αν ενταχθούν στην κοινωνική πρακτική, θ’ αλλάξουν την πραγματικότητα: το δικαίωμα στην εργασία, στη μόρφωση και στην εκπαίδευση, στην υγεία και στη στέγη, στον ελεύθερο χρόνο, στη ζωή. Ανάμεσα σε τούτα τα υπό διαμόρφωση δικαιώματα συγκαταλέγεται το δικαίωμα στην πόλη ([…] στην αστική ζωή, […], στους τόπους συναντήσεων και ανταλλαγών, στον ρυθμό ζωής και στη χρησιμοποίηση του χρόνου που θα επιτρέπουν την πλήρη και ολοκληρωμένη χρήση των στιγμών και τόπων κ.λπ.)» (Lefebvre, 2007, 181). Απέναντι στην ομογενοποίηση, τον τεμαχισμό και την «καπιταλιστική κεντρικότητα» της «πόληςεμπορεύματος», ο Lefebvre έρχεται να εγκαθιδρύσει μια νέα συνθήκη μέσω του αιτήματος για το δικαίωμα στην πόλη. Έρχεται να προτείνει μια άλλη κεντρικότητα, την «κεντρικότητα του παιχνιδιού» (έννοια που εισήγαγαν και οι Καταστασιακοί). Αυτό το νέο κέντρο θα ικανοποιεί την ανάγκη για κοινωνική ζωή, την ανάγκη για συνάντηση και επικοινωνία, την ανάγκη για ελεύθερο χρόνο και την ελευθέρια στη διαφορετικότητα. «Το δικαίωμα στην πόλη σημαίνει λοιπόν την εγκαθίδρυση ή επανεγκαθίδρυση μιας χωρο-χρονικής ενότητας, μιας συγκέντρωσης, αντί ενός τεμαχισμού» (Lefebvre, 2007, 202).

70


ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ: ΑΠΟ ΤΗΝ “ΠΟΛΗ-ΕΜΠΟΡΕΥΜΑ” ΣΤΗΝ “ΠΟΛΗ-ΕΡΓΟ”

εικόνα 23| Η αναζήτηση της πόλης-έργου 71


ΜΕΡΟΣ Β3 Το δικαίωμα στην πόλη δεν είναι τελικά ένα απλό τυπικό δικαίωμα στο φυσικό αστικό χώρο αλλά αναδύθηκε για τον Lefebvre ως «έκκληση» αλλά και «απαίτηση». Σύμφωνα με τον Harvey, η έκκληση (κραυγή) του δικαιώματος στην πόλη ήταν «η απάντηση στον υπαρξιακό πόνο μιας κρίσης μαρασμού που υφίστατο η καθημερινή ζωή στην πόλη» και η απαίτηση (αίτημα) ήταν «ένα πρόσταγμα να κοιτάξει κανείς κατάματα την κρίση και να δημιουργήσει μια εναλλακτική ζωή στην πόλη, λιγότερο αποξενωμένη, περισσότερο εποικοδομητική και παιχνιδιάρικη αλλά, όπως ισχύει πάντα με τον Λεφέβρ, συγκρουσιακή και διαλεκτική, ανοιχτή σε διεργασίες, σε αντι¬παραθέσεις (τρομακτικές και ευχάριστες), καθώς και στην αέναη αναζήτηση της αδιάγνωστης καινοτομίας» (Harvey, 2013, 23). Το πρόταγμα του δικαιώματος στην πόλη αν και στην εποχή που διατυπώθηκε θεωρήθηκε ανέφικτο θεωρούμε ότι συνεχίζει να παραμένει επίκαιρο. Έχει πολιτική και κοινωνική διάσταση, και «προτρέπει στη διεκδίκηση του χώρου της πόλης ως χώρο πραγμάτωσης μιας νέας ανανεωμένης αστικότητας, χωρίς τους αποκλεισμούς της καπιταλιστικής κοινωνίας και τους χώρους και χρόνους που αυτή παράγει» (Βαΐου και Χατζημιχάλης, 2012, 91). Αναφέρεται σε μια νέα αστική συνθήκη και αποζητά μια ολοκληρωτικά ανανεωμένη κοινωνία, ικανή να διεκδικεί. Μήπως, λοιπόν, το δικαίωμα στην πόλη αποτελεί κυρίαρχο αίτημα για να πορευτούμε προς το μέλλον της ανθρώπινης χειραφέτησης;

72

εικόνα 24| Αναπαράσταση του βιβλίου “αόρατες πόλεις” του Italo Calvino


Β4| Α ΠΡΟΣ ΤΗΝ “ΟΥΤΟΠΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ”

«Ο κύριος λόγος για τον οποίο έχει γίνει τόσο δύσκολο να εντοπίσουμε την ουτοπία σε ένα μέλλον τόσο άμεσα συνδεδεμένο με το παρόν, μέσω ενός εφικτού μετασχηματισμού, είναι ότι οι εικόνες του παρόντος δεν συνδέονται με ενέργειες και διαδικασίες αλλαγής. Το αποτέλεσμα είναι η ουτοπία να μετατοπίζεται περαιτέρω στη σφαίρα της φαντασίας. Αν και αυτό έχει το πλεονέκτημα της απελευθέρωσης της φαντασίας από περιορισμούς σχετικά με το τι είναι δυνατό-και της ενθάρρυνσης της ουτοπίας να απαιτεί το αδύνατοέχει και το μειονέκτημα να αποκόπτει την ουτοπία από τη διαδικασία της κοινωνικής αλλαγής και αντίστοιχα να αποκόπτει την κοινωνική αλλαγή από τα ερεθίσματα που μπορούν να δώσουν οι εικόνες της ουτοπίας» (η μετάφραση δική μας) (Harvey, 2000, 200).

73


ΜΕΡΟΣ Β4| Α

Όπως επισημαίνει παραπάνω ο David Harvey (1935), η πραγματικότητα της σύγχρονης πόλης δεν ευνοεί τις συνθήκες και τις προϋποθέσεις ώστε να ζυμωθούν στην ανθρώπινη συνείδηση ελπιδοφόρες εικόνες που προωθούν την αλλαγή προς μια απελευθερωτική κοινωνία και πόλη. Ωστόσο, βαθιά επηρεασμένος και από το έργο του Lefebvre, ο Harvey αναγνωρίζει αυτή την κατάσταση ως μια πρόκληση να διερευνήσει τις δυνατότητες που προκύπτουν μέσα από τις υπάρχουσες αντιφάσεις στο αστικό τοπίο της σύγχρονης μεγαλούπολης. Αυτές τις δυνατότητες επιλέγει να τις συνθέσει και να δομήσει μια «διαδικασία» που δύναται να υπάρξει μέσα στην πόλη και να αποτελέσει το συντακτικό της σύγχρονης ουτοπίας που οραματίζεται. Η λέξη «διαδικασία» εδώ δε χρησιμοποιείται τυχαία, καθώς έχει εξέχουσα σημασία στο έργο του. O Harvey ορίζει την ουτοπία που οραματίζεται ως «ουτοπία της διαδικασίας» (utopianism of process). Όπως και για τον Lefebvre, έτσι και για τον Harvey, το κλειδί για την περιγραφή της δικής του ουτοπίας είναι ο καθημερινός άνθρωπος που βιώνει την πόλη τόσο σε προσωπικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, καθώς αυτός είναι που θα υλοποιήσει τη λεγόμενη διαδικασία προς το ουτοπικό όραμα στο οποίο οι έννοιες του χώρου και του χρόνου είναι βασικές συνθήκες. «Αν ο χώρος και ο χρόνος αντιμετωπίζονται ως κοινωνικές δομές (υπονοώντας την απόρριψη των απόλυτων θεωριών που αποδίδονται στον Νεύτωνα και τον Καρτέσιο), τότε η παραγωγή του χώρου και του χρόνου πρέπει να ενσωματωθούν στην ουτοπική σκέψη. Η αναζήτηση είναι συνεπώς, σε αυτό που ονομάζω «διαλεκτική ουτοπία» (dialectical utopianism), (η μετάφραση δική μας), (Harvey, 2000, 182).

74


ΠΡΟΣ ΤΗΝ “ΟΥΤΟΠΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ”

εικόνα 25| Οι έτερες καταστάσεις μέσα στην πόλη συγκροτούν την “Ουτοπία της Διαδικασίας”

75


ΜΕΡΟΣ Β4| Α Ο Harvey αναγνωρίζει την πόλη ως έναν ζωντανό οργανισμό στον οποίο αντανακλώνται κι αλληλεπιδρούν τα χαρακτηριστικά κάθε στοιχείου που τον συγκροτεί. «Καθώς παράγουμε συλλογικά τις πόλεις μας, παράγουμε συλλογικά και τους εαυτούς μας. […] Καθένας από μας έχει κάτι να σκεφτεί, να πει, να κάνει για αυτό. Το πώς η ατομική και η συλλογική φαντασία μας δουλεύει είναι κομβικό προκειμένου να ορίσουμε τη διαδικασία της αστικοποίησης. Η κριτική αντανάκλαση των φαντασιώσεών μας συνεπάγεται, παρόλα αυτά, τόσο την αντιμετώπιση της κρυμμένης ουτοπίας, όσο και την αναστήλωσή της, ώστε να δράσουμε συνειδητά ως αρχιτέκτονες της δικής μας μοίρας και όχι σαν αβοήθητες μαριονέτες του θεσμικού κι ευφάνταστου κόσμου στον οποίο κατοικούμε» (η μετάφραση δική μας), (Harvey, 2000, 169). Εδώ συνεπώς, έγκειται και η σημασία της λέξης διαδικασία, καθώς ο Harvey (όπως αντίστοιχα και ο Lefebvre) δεν αναδεικνύει ένα συγκεκριμένο μοντέλο ως το εν δυνάμει ουτοπικό αλλά υποστηρίζει ότι το όποιο όραμα θα πρέπει να προκύψει από τον ίδιο τον άνθρωπο-δημιουργό του χώρου και της κοινωνίας.

εικόνα 26| Η αναζήτηση της κρυμμένης ουτοπίας

76


ΠΡΟΣ ΤΗΝ “ΟΥΤΟΠΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ” Εδώ αξίζει να επισημανθεί ότι ο Harvey δεν δέχεται την έννοια της ουτοπίας ως χειραφετητική αξιακά. Τουναντίον, στέκεται ιδιαίτερα κριτικός απέναντι σε αυτή, αναδεικνύοντας το γεγονός ότι η διαδικασία αναζήτησης πρότυπων κοινωνικών και χωρικών μοντέλων έχει περάσει πλέον και στη σφαίρα της επίσημης αφήγησης, κι επισημαίνει τα όρια καθώς και τα αντιδραστικά σε ορισμένες περιπτώσεις χαρακτηριστικά που δύναται να πάρουν αυτές οι αφηγήσεις. Τονίζει πως στις επίσημες ουτοπίες που προτείνονται από ρεύματα όπως για παράδειγμα η Νέα Πολεοδομία (New Urbanism), κυριαρχεί η ενσωμάτωση στα καταναλωτικά πρότυπα του καπιταλισμού καθώς και η αξιοποίηση εννοιών όπως η κοινότητα, που λειτουργούν τελικά ως «πανάκεια» και συγκροτούν χωρικά μοντέλα στα πρότυπα κλειστών θυλάκων αναπαραγωγής συγκεκριμένων ταυτοτήτων [εικόνα 27]. Έτσι καταλήγουν να μη δίνουν ουσιαστικά επίλυση σε καίρια κοινωνικά ζητήματα της εποχής όπως η φτωχοποίηση και η αστική παρακμή και να συγκρουστούν με αυτά (Harvey, 1997). Για αυτό και όταν μιλά υπό το πρίσμα της χειραφετητικής δύναμης της ουτοπίας, δεν την προσδιορίζει ως μια μορφή παγιωμένη και στατική, αλλά αναφέρεται σε μια «διαλεκτική ουτοπία» η οποία θα αναδύεται μέσα από τις υφιστάμενες δυνατότητες του παρόντος και πάνω σε αυτές θα εδραιώνεται και θα αποκτά υπόσταση. εικόνα 27| Η πόλη “Celebration” στην Φλόριντα της Αμερικής ως ένα ενδεικτικό παράδειγμα της “Νέας Πολεοδομίας”

77


ΜΕΡΟΣ Β4| Α

Με ποιον τρόπο περιγράφεται λοιπόν, η συγκεκριμένη διαδικασία στον βιωμένο χώρο της πόλης; Ανακαλώντας από την μνήμη μας την τριμερή διαλεκτική του χώρου κατά τον Lefebvre, την οποία ήδη παρουσιάσαμε σε προηγούμενη ενότητα, δεχόμαστε ως παραδοχή ότι ο αστικός χώρος γίνεται αντιληπτός σε πολλαπλά επίπεδα. Αντιλαμβανόμαστε έτσι την πόλη βάσει των γεωμετρικών της χαρακτηριστικών αλλά και των συναισθημάτων που μας γεννά. Βάσει ενστίκτων αλλά και κινήσεων-δράσεων. Βάσει αντικειμενικών αλλά και υποκειμενικών κριτηρίων. Μέσω της μεταβολής, της εναλλαγής, αλλά και της σύγκρουσης αυτών των «σχημάτων» προκύπτουν, κατά τον Σταυρίδη, οι λεγόμενες «έτερες καταστάσεις» στο χώρο που είτε υπάρχουν μέσα στην υφιστάμενη κανονικότητα είτε συγκρούονται με αυτή και λειτουργούν ως «ενδιάμεσα», ως καταστάσεις απρόβλεπτες. «Σε κάθε περίπτωση ο ενδιάμεσος χώρος και χρόνος προσφέρει στον περαστικό ένα πεδίο συνάντησης με κάτι που ίσως δεν είχε εξαρχής προβλέψει, κάτι διαφορετικό, άλλο, αλλιώτικο, έτερο. […] Τέτοιοι τόποι όπου εκφράζεται το έτερο αποτελούν ουσιαστικά το χωρικό αποτέλεσμα της τάξης πραγμάτων που καθημερινά δοκιμάζεται.» (Κομπρεσέρ, 2011, 53). Ποια είναι συνεπώς τα απαραίτητα εργαλεία ώστε να εντοπίσουμε τα συγκεκριμένα γεγονότακαταστάσεις που γεννιούνται μέσα στον αστικό ιστό, λειτουργούν ως «ασυνέχειες» στο χώρο και καλλιεργούν τις δυνατότητες και τις ευκαιρίες για αλλαγή, καθώς έρχονται σε ρήξη με την υφιστάμενη κανονικότητα της πόλης [εικόνα 28]; Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα την αναζητάμε προσανατολιζόμενες στις αναλύσεις που ξεκινάνε να επεξεργάζονται οι καταστασιακοί και ο Lefebvre, και εξελίσσονται μέχρι και σήμερα από σύγχρονους όπως ο Harvey και ο Σταυρίδης, πάνω στη χειραφετητική δύναμη της φαντασίας και του παιχνιδιού μέσα στην πόλη, την ομορφιά της γιορτής που παράγεται και συνδέεται με την εφευρετικότητα του παιχνιδιού και της δημιουργικής δράσης του ανθρώπου στο χώρο.

78


ΠΡΟΣ ΤΗΝ “ΟΥΤΟΠΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ”

εικόνα 28| “Ρήγματα” της καθημερινότητας: τα παραδείγματα του Πάρκου Ναυαρίνου και της εξέγερσης στο πάρκο Γκεζί

79


Β4| Β ΤΟ ΧΩΡΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ

εικόνα 29| Βηματίζοντας στους μετέωρους χώρους που γεννά το παιχνίδι

“Ας γίνει το παιχνίδι μου μάθηση και η μάθηση παιχνίδι μου”13 Johan Huizinga από http://en.wikipedia.org/wiki/Homo_Ludens

13

80


ΤΟ ΧΩΡΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ

Ο Homo Ludens (Άνθρωπος του παιχνιδιού) είναι ένας όρος που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο έργο του Ολλανδού θεωρητικού Huizinga. Κατά τον Huizinga, το παιχνίδι και η ευχαρίστηση που αυτό προσφέρει διαδραματίζουν κυρίαρχο, πρωταρχικό ρόλο στην διαμόρφωση «επίγειων πολιτισμών». Και αυτό διότι το παιχνίδι αποτελεί μια αυθόρμητη, δημιουργική διαδικασία που συγκεντρώνει τα εξής χαρακτηριστικά: α) Ελευθερία β) Μη συμβατικούς τρόπους ζωής και συμπεριφοράς, γ) Μη συμβατικές χωροχρονικές συνθήκες, δ) Απόλυτη και ανώτερη τάξη, ε) Αδιαφορία για τα υλικά αγαθά και το κέρδος.14 Έτσι, υποστηρίζοντας την ενστικτώδη φύση του παιχνιδιού και την διασκέδαση που αυτό προσφέρει ο Huizinga το αναγνωρίζει ως ανάγκη. Την παραπάνω προσέγγιση, όπου το παιχνίδι, ως μια διαδικασία διαισθητική και αυθόρμητη ενεργοποιεί ενδόμυχα ένστικτα, υποστήριξε και το ρεύμα των Καταστασιακών, όπως έχουμε ήδη αναφέρει στην πρώτη ενότητα της εργασίας μας. Ανάγοντας το στο πεδίο της πόλης, αναδεικνύουν την ανάγκη ο αστικός χώρος να αντιμετωπίζεται ως ένα πεδίο αληθινά συλλογικού παιχνιδιού, άρρηκτα συνδεδεμένου με την καθημερινή ζωή. «Η θεμελιώδης διάκριση που πρέπει να ξεπεραστεί είναι αυτή που ξεχωρίζει το παιχνίδι από την καθημερινή ζωή. […] το παιχνίδι πρέπει να εισβάλλει και να κατακτήσει ολόκληρη τη ζωή κομματιάζοντας τις αλυσίδες που το κρατούν περιορισμένο σε ένα συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.» (Internationale Situationiste, 1999, 54).

Στο βιβλίο του Huizinga με τίτλο Homo Ludens: a study of the play-element in culture, που δημοσιεύθηκε το 1938, ο Ολλανδός θεωρητικός εστιάζει κυρίαρχα στο στοιχείο του παιχνιδιού ως προς το πώς επηρεάζει τη διαμόρφωση πολιτισμών, κάνοντας αναφορά στα παραδείγματα του γλύπτη, του αρχιτέκτονα και του ζωγράφου που τους χαρακτηρίζει ο αυθορμητισμός της δημιουργίας αλλά παράλληλα χαρακτηρίζονται από πειθαρχία και ικανότητα του χεριού. 14

81


ΜΕΡΟΣ Β4| Β

Θα συμφωνήσουμε σε μεγάλο βαθμό με τον τρόπο που το παιχνίδι προσεγγίζεται ως χειραφετητικό μέσο ενεργοποίησης της συνείδησης του ανθρώπου μέσα στην πόλη από τους Καταστασιακούς. Ωστόσο, το σημείο που μας προβληματίζει, είναι ότι στο συγκεκριμένο ρεύμα γίνεται λόγος για τον χειραφετητικό χαρακτήρα του σε μια μετεπαναστατική κοινωνία. Γιατί όμως, ο απελευθερωτικός χαρακτήρας του παιχνιδιού να μην μπορεί να πάρει σάρκα και οστά στον ήδη υπάρχοντα χώρο; Και γιατί μέσω αυτού να μην μπορούν να αναδειχθούν οι δυνατότητες που ενυπάρχουν στην πόλη καθώς και η προοπτική για μια άλλη κοινωνία; Κρατώντας λοιπόν, ως βάση το σκεπτικό των Καταστασιακών για τον απελευθερωτικό χαρακτήρα του παιχνιδιού στρεφόμαστε στις μεταγενέστερες αναλύσεις του Lefebvre και του Harvey, οι οποίοι αντιμετωπίζουν το παιχνίδι ως μέσο ανάδειξης των χειραφετητικών χαρακτηριστικών του υφιστάμενου χώρου στον υπάρχοντα χρόνο.

«Από την αρχή, η ιδέα του φαντασιακού χωρικού παιχνιδιού που πετυχαίνει συγκεκριμένους κοινωνικούς και ηθικούς σκοπούς μπορεί να μετασχηματιστεί στην ιδέα ενός δυνατού, απεριόριστου, ανοιχτού πειραματισμού με τις δυνατότητες των χωρικών μορφών. Αυτό επιτρέπει την εξερεύνηση μιας ευρείας γκάμας ανθρωπίνων δυνατοτήτων (διαφορετικών μοντέλων συλλογικής ζωής, σχέσεων φύλου, κατανάλωσης, παραγωγής, σχέσης με την φύση κλπ). Με αυτόν τον τρόπο, για παράδειγμα, ο Lefebvre κατασκευάζει το δικό του όραμα για την παραγωγή του χώρου.» (η μετάφραση δική μας), (Harvey, 2000, 192).

82


ΤΟ ΧΩΡΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ

Για τον Lefebvre, όπως αναφέρει και ο Harvey, η νέα-πόλη θα προκύψει μέσα από την παιγνιώδη δημιουργική δραστηριότητα των ίδιων των κατοίκων της. Η ανάκτηση της κεντρικότητας του παιχνιδιού στην αστική συνθήκη είναι αυτή που θα συμβάλλει κατά τον Lefebvre στη σύνθεση ανταλλαγής και χρήσης και ταυτόχρονα στο ξεπέρασμά τους από μια νέα συνθήκη. Είναι αυτή τελικά, που θα επανανοηματοδοτήσει την αξία της ζωής ως έργο τέχνης. Όπως αναφέρει ο Σταυρίδης στην εισαγωγή του στο έργο του Lefebvre, Δικαίωμα στην πόλη (2007, σ.10): «Στο παιχνίδι είναι δυνατό να αρθεί ο διασκορπισμός χωρίς να καθίσταται η ενότητα, η κοινή αναφορά, όρος ελέγχου και κανονικοποίησης. Στο παιχνίδι ο ομοιογενής και τεμαχισμένος χώρος της πόλης μπορεί να συλλέγει σε τόπους προσαρμοσμένους στην ανανεωμένη γιορτή που συνδέεται ουσιαστικά με την εφευρετικότητα του παιχνιδιού».

εικόνα 30| Η παιγνιώδης δημιουργική δραστηριότητα των ανθρώπων μέσο απελευθέρωσης

83


Β4| Γ Η ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ

εικόνα 31| Ο άνθρωπος της πράξης χρειάζεται την φαντασία για να δημιουργήσει

«Γιατί αλήθεια το φανταστικό να οδηγεί μονάχα έξω από το πραγματικό, αντί να γονιμοποιεί την πραγματικότητα; Όταν η σκέψη χάνεται μέσα στο και από το φανταστικό, τότε χειραγωγείται. Το φανταστικό είναι επίσης κοινωνικό γεγονός. Μήπως οι ειδικοί δεν επικαλούνται την παρέμβαση της φαντασίας και του φανταστικού, όταν επευφημούν «τον άνθρωπο της σύνθεσης»;» (Lefebvre, 2007, 165)

84


Η ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ

Ποιος είναι άραγε ο ρόλος της φαντασίας ως χειραφετητικό όργανο που θα συμβάλλει στην περιγραφή μιας άλλης πραγματικότητας; Όπως λέει και ο Lefebvre, αναζητούμε μια κοινωνία μέσα στην οποία «[…] η τέχνη μπορεί να γίνει πράξη και ποίηση σε κοινωνική κλίμακα: η τέχνη του να ζεις μέσα στην πόλη σαν έργο τέχνης.» (Lefebvre, 2007, 174). Στην οικοδόμηση αυτού του οράματος, η φαντασία που δεν εμμένει μονάχα στη σφαίρα του φαντασιακού, που δε λειτουργεί ως φυγή από την πραγματικότητα, αλλά σχεδιάζει για το πραγματικό, για το «τώρα» μπορεί να συμβάλλει στην διαδικασία προς μια απελευθερωτική κοινωνία. Το φανταστικό, παρόλο που τοποθετείται τελείως αντιδιαμετρικά με το πραγματικό, το προϋποθέτει. Και αυτό διότι χωρίς την ύπαρξη του πραγματικού, το φανταστικό δεν μπορεί να συλληφθεί ως ξεπέρασμα του πρώτου. Επομένως, ο ρόλος του φαντασιακού στοιχείου είναι να αναμετριέται με τα στοιχεία της πραγματικότητας, που αμφισβητούνται από τον άνθρωπο, και να διερευνά εναλλακτικές προτάσεις για το «ξεπέρασμα» αυτής της πραγματικότητας. Κατά τον Περικλή Παυλίδη, «[…] ειδοποιό γνώρισμα της φαντασίας είναι η νοητή απομάκρυνση από την πραγματικότητα […] η φαντασία λειτουργεί ως συνεκτικός δεσμός μεταξύ των επιθυμιών μας για συγκεκριμένα πράγματα ή καταστάσεις και των ανεπαρκών δυνατοτήτων μας να τις ικανοποιήσουμε.» (Παυλίδης, 2010-2011).

85


ΜΕΡΟΣ Β4| Γ Στο επίπεδο του χώρου, η έννοια της φαντασίας σύμφωνα με τον Benjamin (όπως αναφέρεται στο Σταυρίδης, 2010), αποκτά υπόσταση μέσω μιας αναπαράστασης, μιας εικόνας. Η εικόνα, είναι το συστατικό της που αποτελεί η ίδια τη συνθήκη ενός τρόπου σκέψης. Έτσι λοιπόν, η φαντασία που σχηματοποιείται από εικόνεςσκέψεις είναι αυτή που επιζητά να ανακαλύψει μέσω αυτών των εικονιστικών συσχετίσεων ένα πεδίο δυνατοτήτων που είναι αποτυπωμένο στη φυσιογνωμία και το χαρακτήρα του κόσμου. Κυρίαρχο ρόλο εδώ αποκτά η χωρική εμπειρία και η μνήμη-βίωμα του ανθρώπου, τα οποία λειτουργούν ως θραύσματα που συνδυάζονται στο υποσυνείδητο και πλάθουν την επιθυμία για αλλαγή, για ένα άλλο όραμα. Όπως λέει και ο Σταυρίδης για τον Benjamin, «[…] η φαντασία, εξαιτίας της δύναμής της να συσχετίζει αποσπάσματα της όψης του κόσμου, εξαιτίας της δύναμής της να συγκρίνει θραύσματα πράξεων και όχι έργα διαφορετικών στόχων, μπορεί να αποκαλύπτει ενδεχομενικότητες. Η φαντασία έτσι εννοημένη διακόπτει την ολοκλήρωση, αναγνωρίζει σταυροδρόμια και όχι τέρματα, επομένως μπορεί να αναφέρεται στη σχέση παρελθόντος και μέλλοντος όχι σαν μια αναλογική σχέση.» (Σταυρίδης, 2010, 158).

εικόνα 32| Το συλλογικό φαντασιακό συλλέγει θραύσματα της μνήμης και τα σχηματοποιεί

86


Η ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ Το συλλογικό φαντασιακό λοιπόν, πλάθεται μέσω των εικόνων πoυ ανακαλούνται από την μνήμη ως κομμάτια ενός συνολικού πάζλ που συντίθεται από το πλήθος των διαφορετικών καταστάσεων στην πόλη. Διαφορετικές καταστάσεις που περιγράφονται από τόπους στους οποίους εκφράζεται το «έτερο» και συγκροτούν το χωρικό αποτέλεσμα της τάξης πραγμάτων που δοκιμάζεται και αμφισβητείται. «Κάπως έτσι o δημόσιος χώρος, η κουλτούρα, η πόλη ορίζεται μέσα από τις αντιθέσεις, τις αντιφάσεις και την ετερότητα που καθημερινά παράγει.» (Κομπρεσέρ, 2011). Την ετερότητα αυτή και την αποθέωση του συλλογικού φαντασιακού με χειραφετητικά χαρακτηριστικά ο Lefebvre την εντοπίζει και την αναδεικνύει στα κοινωνικά κινήματα. Επηρεασμένος βαθιά από τα γεγονότα του Μάη του ’68, αναδεικνύει όπως μας λέει και ο Σταυρίδης, την επανεδιεκδίκηση της μετασχηματιστικής δύναμης της φαντασίας15 που τούτο το κίνημα πρόβαλε μέσω και του μετασχηματισμού του χώρου σε ένα χώρο που παραλαμβάνει και διαδίδει μηνύματα ανατρεπτικά κι επαναστατικά και μετατρέπεται τελικά σε ένα συνολικό πολιτικό αγώνα διεκδίκησης και ανατροπής που συγκρούεται με την υφιστάμενη τάξη πραγμάτων.

Ο Μάης του ’68 στη Γαλλία αναγνωρίστηκε ως ένα από τα πιο γνωστά και σημαντικά κινήματα που συνδέθηκαν με τη διεκδίκηση του χώρου και του επαναπροσδιορισμού του ως μέσο ανάδειξης και γνωστοποίησης της εξέγερσης. «Η φαντασία στην εξουσία» αποτέλεσε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά συνθήματα στους δρόμους της πόλης. 15

87


ΜΕΡΟΣ Β4| Γ

«[…]η φαντασία αποκτά χωρική έκφραση, συνδέει το όραμα ενός μέλλοντος ελευθερίας με λιγότερο ή περισσότερο συγκεκριμένες αναπαραστάσεις του χώρου οι οποίες κατευθύνουν τις πρακτικές των επαναστατών. Ο μετασχηματισμός του παρόντος που διεκδικεί η επανάσταση φιλτράρεται μέσα από αναπαραστάσεις του μέλλοντος, προϊόντα μιας επαναστατικής φαντασίας. Μιας φαντασίας που προκειμένου να συλλάβει το μέλλον είναι αναγκασμένη να κοιτάζει στο παρελθόν, αντλεί την ιδεολογική της δύναμη από την απαίτηση για δικαίωση ενός παρελθόντος καταπίεσης» (ΚΟΜΠΡΕΣΕΡ, 2013)

εικόνα 33| Η φαντασία γεννά δυνατότητες για τον οραματισμό ενός μέλλοντος ελευθερίας

88


Β5| ΧΩΡΙΚΕΣ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ: ΤΟΠΟΙ, ΔΡΟΜΟΙ, ΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Όπως είδαμε και παραπάνω, σύμφωνα με τον Lefebvre, το συλλογικό φαντασιακό προσπαθεί να προεικονίσει και να σκιαγραφήσει ένα μέλλον χωρίς περιορισμούς και δεσμεύσεις που επιβάλλουν όσοι κατέχουν την εξουσία, ένα μέλλον χειραφέτησης και απελευθέρωσης από το υπάρχον εκμεταλλευτικό σύστημα. Στην προσπάθεια αυτή σημαντικό ρόλο θα επιτελέσει και η αναπαράσταση του χώρου, δηλαδή, η φανταστική σχηματοποίηση του μελλοντικού χώρου της απελευθέρωσης. Σύμφωνα με τον Σταυρίδη, «είναι τρεις μάλλον οι τρόποι με τους οποίους η συλλογική φαντασία μορφοποίησε την όψη του μέλλοντος ως συνθήκη απελευθέρωσης ενεργοποιημένη από την νεωτερική έφοδο, αν κριτήριο για την διάκρισή τους αποτελεί η αναπαράσταση του χώρου που δίνει στην φανταστική κατασκευή το χαρακτήρα της» (Σταυρίδης, 2010, 158). Οι αναπαραστάσεις ελευθερίας, λοιπόν, είναι α/οι τόποι, β/οι δρόμοι και γ/τα περάσματα ελευθερίας.

89


Β5| Α ΤΟΠΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ Ο τόπος ελευθερίας είναι σύμφωνα με τον Σταυρίδη, ο χώρος μιας απελευθερωμένης και απελευθερωτικής επικράτειας στον οποίο θα συμβαίνει η ανθρώπινη απελευθέρωση. Πρόκειται για μια ιδανική πολιτεία στο εσωτερικό της οποίας οι άνθρωποι θα μπορούν να ζουν ελεύθεροι, αλλά παράλληλα θα είναι εντελώς αποκομμένοι από τους «έξω», τους «άλλους». Ο Σταυρίδης αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η ιδανική απελευθερωμένη πόλη είναι κλειστή στον εαυτό της, και οφείλει να αυτοσυντηρηθεί, να θωρακιστεί και να διαφυλάξει τη διαφορά της από το έξω.» (Σταυρίδης, 2010, 160). Σε αυτήν την πρώτη εκδοχή ο χώρος εννοείται ως ένα άθροισμα, ή σύνολο από αυτούς τους «τόπους–δοχεία», όπου ο κάθε τόπος είναι αυτόνομος και αυτοτελής από τους υπόλοιπους. Ρίχνοντας μια ματιά στις ουτοπίες που προσπαθήσαμε να αναλύσουμε στο πρώτο μέρος, παρατηρούμε τόσο στην αναγεννησιακή ιδανική πολιτεία του Thomas More, όσο και στα ουτοπικά οράματα των ουτοπιστών σοσιαλιστών του 19ου αι., όπως τα φαλανστήρια του Fourier, μια τέτοια εντοπισμένη χωρικά, εύτακτη ιδανική πολιτεία [εικόνες 34-35]. Έναν «τόπο» που η χωρική τάξη και η αυστηρή οργάνωση για τους εντός σε συνδυασμό με την ασφαλή οριοθέτηση από τους έξω αποτέλεσαν κεντρικά στοιχεία για την αναπαράσταση της ελευθερίας. Η περιτειχισμένη ελευθερία ταυτίστηκε εύκολα με την ασφάλεια αλλά παράλληλα με τον έλεγχο και την απομόνωση από κάθε τι διαφορετικό. Οι ιδανικές αυτές πόλεις αποτέλεσαν τόπους υποδούλωσης τόσο για τους μέσα, όσο και για αυτούς που βρίσκονται έξω από αυτήν.

90


εικόνες 34-35 | Η ουτοπία του More και το φαλανστήριο του Φουριέ ως ενδεικτικά παραδείγματα “Τόπων Ελευθερίας”

91


Β5| Β ΔΡΟΜΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

Σε αντίθεση με τη φανταστική εικόνα της απελευθερωμένης επικράτειας, η τεχνολογική έκρηξη από τις αρχές του 20ου αιώνα και η ραγδαία ανάπτυξη που αυτή έφερε στις μεταφορές και στην επικοινωνία φθάνει στο απόγειο της την νεωτερική μητρόπολη. Κάνει την εμφάνιση της, λοιπόν, μια άλλη χωρική αναπαράσταση της ελευθερίας, η αναπαράσταση της διαρκούς και ανεμπόδιστης μετακινησιμότητας. Όπως αναφέρει και ο Σταυρίδης, σε τούτη τη φανταστική μορφοποίηση της μελλοντικής απελευθέρωσης, η ελευθερία αναπαρίσταται ως αποδέσμευση από τον τόπο. Ο χώρος τούτης της απελευθέρωσης εκτείνεται απεριόριστα και σημαδεύεται από ένα δίκτυο από πιθανές τροχιές στις οποίες μπορούν να κινούνται ελεύθερα οι άνθρωποι. Ο χώρος δεν νοείται πλέον σαν ένας οριοθετημένος τόπος, αλλά σαν ένα ομοιογενές και άπειρο σύνολο το οποίο σχηματοποιούν οι ροές κίνησης που το διαπερνούν. Εικόνες αυτής της ανεμπόδιστης μετακινησιμότητας μας προσφέρει η εμπειρία του βουλεβάρτου του 19ου αιώνα [εικόνα 36], καθώς και η εξέλιξη του στην υπερταχεία λεωφόρο του 20ου αιώνα, τα οποία επηρέασαν καθοριστικά το αστικό τοπίο των μητροπόλεων. Οι λεωφόροι αποτέλεσαν ένα νέο υπόδειγμα ελευθερίας μέσα στην πόλη, το οποίο όμως ήρθε σε αντίθεση με την ελευθερία της περιπετειώδους αναζήτησης στα άγνωστα στενά μιας πόλης-λαβυρίνθου. Η περιπλάνηση μέσα στο αστικό τοπίο ήρθε να αντικατασταθεί από την απρόσκοπτη μετακινησιμότητα μέσα στην πόλη αλλά σε μια συνθήκη πλήρους τάξης και οργάνωσης. Οι δρόμοι ελευθερίας μπορεί να προσέφεραν απελευθέρωση από έναν ορισμένο τόπο αλλά συνέχισαν να διαμορφώνουν χώρους μιας προκαθορισμένης και ελεγχόμενης κίνησης, η οποία καθήλωσε τους ανθρώπουςκάνοντας τους παθητικούς χρήστες του χώρου και όχι πρωταγωνιστές στον τρόπο που θα τον οικειοποιηθούν και θα τον επανανοηματοδοτήσουν με στόχο μια μελλοντική απελευθέρωση.

92


εικόνα 36| Τα Βουλεβάρτα του Παρισιού ως ενδεικτικό παράδειγμα “Δρόμου Ελευθερίας”

93


Β5| Γ ΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

Περνώντας στην τρίτη μορφή αναπαράστασης του χώρου, ο Σταυρίδης επισημαίνει ότι η ελευθερία «εμφανίζεται στη διάνοιξη περασμάτων, στη γέννηση διασταυρώσεων, στην παραγωγή περιοχών με περατά όρια στις οποίες το κυρίαρχο απελευθερωτικό στοιχείο θα είναι η επικοινωνία.» (Σταυρίδης, 2010, 158). Αυτή η τρίτη εκδοχή έρχεται να υπερβεί τα σύνορα, τα όρια και τους διαχωρισμούς. Ο χώρος εδώ είναι ένα σύμπλεγμα από διαβάσεις, «ένα αρθρωτό συνεχές» που στις αρθρώσεις αυτές αναδεικνύεται η προοπτική της γέννησης ιδανικών πεδίων συνάντησης. Η γιορτή στο δημόσιο χώρο, οι υπαίθριες αγορές, εκδηλώσεις και συναθροίσεις είναι εμπειρίες που καταλαμβάνουν προσωρινά μεταβατικούς χώρους στο αστικό τοπίο, όπως ο δρόμος ή η πλατεία [εικόνα 37]. Πρόκειται για περάσματα ελευθερίας καθώς δεν αποτελούν πια πεδία μιας ατέρμονης μετακινησιμότητας αλλά λειτουργούν ως χώροι συνάντησης και επικοινωνίας μεταξύ των κατοίκων της πόλης. Τέτοιους χώρους-περάσματα φαντάστηκαν και οι καταστασιακοί εξερευνώντας την πόλη μέσω της περιπλάνησης και της δημιουργίας «καταστάσεων» που ενεργοποιούν την τυχαιότητα και το παιγνιώδες. Πέρα από αυτούς, και ο Lefebvre αναζητά μέσω της «ανανεωμένης γιορτής» την ιδέα της «πόλης-έργο», μια πόλη που πλάθεται ως έργο συλλογικό από τους ίδιους τους κατοίκους της μέσω της ελεύθερης δημιουργικότητας της καθημερινής ζωής.

94


εικόνα 37| Η δημιουργική διαμαρτυρία της καλλιτεχνικής ομάδας 1000 Gestalten για το G20,μέσω μιας performance στο δημόσιο χώρο του Αμβούργου γεννά τη γιορτή στο δημόσιο χώρο και συγκροτεί ένα “πέρασμα ελευθερίας”

95


Β6| Γ ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΠΡΟΣ ΜΙΑ “ΟΥΤΟΠΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ” Σύμφωνα με την παραπάνω ανάλυση των τριών χωρικών αναπαραστάσεων της ελευθερίας από το συλλογικό φαντασιακό, επιλέγουμε να εστιάσουμε στην τρίτη εκδοχή, τα περάσματα ελευθερίας. Η συγκεκριμένη χωρική αναπαράσταση δεν έγκειται στα πλαίσια μιας ελεγχόμενης χωρικά τάξης, γεγονός που επιτρέπει η προσέγγιση του μέλλοντος να είναι ένα συλλογικό προϊόν των ίδιων των ανθρώπων που θα ζήσουν σε αυτό. Τα περάσματα ελευθερίας για τον Σταυρίδη αποτελούν ενδιάμεσους χώρους στους οποίους λαμβάνει χώρα μια μετάβαση. Αυτούς τους μεταβατικούς χώρους τους ορίζει ως «κατώφλια». Ας δούμε, λοιπόν, πιο συγκεκριμένα τι είναι το «κατώφλι» και τι ρόλο μπορεί να επιτελέσει στη διαμόρφωση των όρων για την προσέγγιση ενός μέλλοντος απελευθέρωσης και χειραφέτησης.

96

Αν ακούσει κανείς τον όρο «κατώφλι» έχει την αίσθηση ότι πρόκειται απλά για ένα όριο ανάμεσα σε δύο χώρους. Αν αναλογιστεί όμως, πιο προσεκτικά θα δει πως σε αυτό το όριο συντελείται μιας ελάχιστης μεν καθοριστικής δε διάρκειας μετάβαση από κάτι σε κάτι άλλο. Έτσι το «κατώφλι» έχει μια διακριτή υπόσταση ανάμεσα στον χώρο «προέλευσης» και «προορισμού», ανάμεσα στο πριν και το μετά. Κατέχει το δικό του χώρο αλλά και χρόνο. Διακόπτει τη χωροχρονική συνέχεια και ροή και σηματοδοτεί μια περιοχή μετεωρισμού. Μια περιοχή στην οποία πραγματοποιείται το πέρασμα από μια πρότερη σε μια μεταγενέστερη κατάσταση. Στο «κατώφλι» χάνεται η πρότερη ταυτότητα ως μια κλειστή και απαραβίαστη συνθήκη και στην αναμονή ενός νέου προσδιορισμού η ταυτότητα είναι ανοιχτή στην ενδεχομενικότητα. Ο Σταυρίδης λέει χαρακτηριστικά:


ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΠΡΟΣ ΜΙΑ “ΟΥΤΟΠΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ”

εικόνα 38| Το κατώφλι ως πέρασμα ελευθερίας γεννά ενδεχομενικότητες

«Το κατώφλι διακόπτει την ασφάλεια και την προβλεψιμότητα της διαδρομής. Μπροστά του χάσκει το «ενδεχόμενο» σαν πύλη ικανή να απορροφήσει ή να απελευθερώσει. Ανάμεσα σε δύο επικράτειες με προσδιορισμένο περιεχόμενο, ένα κατώφλι, δεσμός και όριο μαζί, επιβλέπει, μορφοποιεί και επομένως μόνιμα μετασχηματίζει την επικοινωνία μας. Εκεί λοιπόν μπορούν να συμβούν συναντήσεις. Σε τούτο τον ενδιάμεσο τόπο, εκεί που τα χαρακτηριστικά και οι ρόλοι αναστέλλονται, εκεί που η απόσταση διαμορφώνει το πεδίο της συνάντησης, εκεί μπορεί να αναβλύσει και η ριζική ετερογένεια της αμφισβήτησης» (Σταυρίδης, 1999, 97). 97


ΜΕΡΟΣ Β6

Έτσι λοιπόν, τα «κατώφλια» μπορούν να συγκροτήσουν τόπους διακριτούς από την κανονικότητα της πόλης. Όπως εξηγεί και ο Σταυρίδης, «είναι τόποι πραγματικοί στην καρδιά μιας σύγχρονης πόλης, που στεγάζουν, το αλλιώτικο, το έτερο. Είναι χώροι πραγματικοί, που όμως συνιστούν ένα είδος αντιδιάταξης, υλοποιημένης ουτοπίας στην οποία όλες οι πραγματικές χωρικές διατάξεις, όλες οι άλλες χωρικές διατάξεις που συναντά κανείς στο εσωτερικό μιας κοινωνίας, ταυτόχρονα αναπαρίστανται, αμφισβητούνται και ανατρέπονται» (Σταυρίδης, 2002, 375). Επομένως, τα «κατώφλια» ως θραύσματα μιας υλοποιημένης ουτοπίας θα έχουν εξέχοντα και καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία προσέγγισης μιας σύγχρονης ουτοπίας, σε μια «ουτοπία της διαδικασίας», όπως επισημαίνει και παραπάνω ο Harvey. Ως χώροι όπου αναπτύσσονται μορφές κοινωνικότητας που ξεφεύγουν από το κυρίαρχο πρότυπο των κοινωνικών σχέσεων, αμφισβητώντας τις κυρίαρχες τάσεις εξουσίας, εκμετάλλευσης και ατομικισμού και καλλιεργώντας την ισότητα, την αλληλεγγύη και τη συλλογικότητα, θα συμβάλλουν στη σκιαγράφηση ενός μέλλοντος βασισμένο στη χειραφέτηση και την κοινωνική απελευθέρωση.

98


ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΠΡΟΣ ΜΙΑ “ΟΥΤΟΠΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ”

εικόνα 39| Διαγραμματική αναπαράσταση του κατωφλιού

99


Β7| ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Συνοψίζοντας την ανάλυση που κάναμε παραπάνω, καταλήγουμε πως ένα ουτοπικό όραμα στο σήμερα δε θα μπορούσε να είναι ένα προδιαγεγραμμένο και άκαμπτο μοντέλο στα πρότυπα των ουτοπιών που αναπτύχθηκαν στο πρώτο μέρος της εργασίας μας και που έτσι κι αλλιώς δεν είχαν τα περισσότερα ούτε πρακτική εφαρμογή, ούτε έδειχναν απαραίτητα προς μία απελευθερωτική προοπτική. Και αυτό διότι αναγνωρίζουμε ότι για την περιγραφή μιας σύγχρονης ουτοπίας στην οποία η πόλη θα επαναπροσδιοριστεί ως πόλη-έργο είναι αναγκαία η ενεργή συμμετοχή και η δημιουργική δράση του απλού ανθρώπου της πόλης. Του ανθρώπου που καλείται να εντοπίσει τις δυνατότητες και τις ευκαιρίες της καθημερινής του ζωής, μέσω των οποίων θα προβεί σε μια διαδικασία αλλαγής της πραγματικότητας προς μια διαφορετική κατάσταση και θα γίνει ο ίδιος δημιουργός του χώρου και της κοινωνίας στην οποία θα ζήσει. Έτσι προσδιορίζεται η λεγόμενη «ουτοπία της διαδικασίας» ως μια δυναμική κίνηση που με εργαλεία της τη συλλογική φαντασία και το δημιουργικό παιχνίδι, έρχεται σε άμεση ρήξη με την υφιστάμενη κανονικότητα. Μέσα από αυτή τη ρήξη και τη σύγκρουση αναδύονται χώροι μέσα στην πόλη που λειτουργούν ως περάσματα, ως κατώφλια προς την αναζήτηση νέων κοινωνικών σχέσεων και προτύπων, νέων ταυτοτήτων, νέων χωρικών δομών [εικόνα 40]. Πρόκειται για αυτούς τους ενδιάμεσους χώρους οι οποίοι αν και δε συγκροτούν από μόνοι τους μια ολοκληρωμένη ουτοπική σύλληψη, ενέχουν το ουτοπικό στοιχείο της αμφισβήτησης της υπάρχουσας πραγματικότητας και της επιθυμίας για το έτερο, αποτελώντας δομικά στοιχεία της διαδικασίας που προσπαθούμε να περιγράψουμε. Μένει μόνο όλα αυτά τα χωρικά «θραύσματα» να συνδεθούν προκειμένου να διασχίσουμε τα μονοπάτια προς την αναζήτηση μιας σύγχρονης ουτοπίας, δημιούργημα του ανθρώπου για τον άνθρωπο. εικόνα 40| Δεκέμβρης του ‘08: κατάληψη της Λυρικής Σκηνής και οικειοποίηση του δημόσιου χώρου από τους διαδηλωτές

100


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ εικόνα 41| Το πανό έξω από την κατειλημμένη Λυρική Σκηνή το Δεκέμβρη του ‘8. “Θέατρο Δρόμου: Τέχνη μας η Εξέγερση

«Αν έχει νόημα να αναζητήσουμε ένα μέλλον της ανθρώπινης χειραφέτησης, ένα μέλλον ισότητας κι αλληλεγγύης, σήμερα όσο ποτέ είναι απαραίτητο να διδαχτούμε από τους τρόπους που η ανάγκη όσο και τα όνειρα των ανθρώπων γεννούν μετέωρους χώρους της ετερότητας, καθώς εξερευνούν μικρές και μεγάλες ρήξεις στην τυποποιητική περίμετρο της ζωής τους.» (Σταυρίδης, 2010, 259) 101


ΜΕΡΟΣ Γ

101


102


ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η χειραφέτηση ως διαδικασία και όχι ως κατάσταση εμφανίζεται δυνητικά σε χώρους και χρόνους ανοιχτούς προς την ριζική ετερότητα. Τελικά, αυτό που χρειαζόμαστε είναι γέφυρες, περάσματα, σταυροδρόμια προς ένα διαφορετικό μέλλον. Και αν οι χωρικότητες της χειραφέτησης μπορεί να γίνουν αντιληπτές ως κατώφλια προς την ετερότητα, αυτό σημαίνει πως μέσω της κατοίκησης και της δημιουργίας κατωφλιών, για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του Benjamin, η επανάσταση θα «ξεμαγεύσει την πόλη» (Σταυρίδης, 2011).

Που αναζητά κανείς την ουτοπία; Είναι γεγονός ότι ήδη από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα μπορούμε να εντοπίσουμε ένα ιδιαίτερα μεγάλο κι ευρύ πλήθος ουτοπικών αφηγήσεων που επαγγέλλονται τον δικό τους ιδανικό κόσμο. Κατά την περίοδο της νεωτερικότητας κι έπειτα μάλιστα, οι αφηγήσεις αυτές επιδιώκουν πλέον να προσδώσουν και μια υλική χωρική αποτύπωση ,γειωμένη στο επίπεδο της πόλης που θα περιγράφει το εκάστοτε ιδανικό μοντέλο οργάνωσης. Είναι όμως όλες οι ουτοπίες αξιακά χειραφετητικές απλά και μόνο επειδή ευαγγελίζονται ένα διαφορετικό πλαίσιο από το ήδη υπάρχον; Έχει γίνει ήδη αναφορά στο γεγονός ότι η έννοια της ουτοπίας, περνώντας πλέον και στις επίσημες αστικές αφηγήσεις, έχει αποκτήσει ποικίλες ερμηνείες και προσεγγίσεις που οδήγησαν και συνεχίζουν να οδηγούν στη σύσταση ουτοπικών οραμάτων ως αμιγώς χωρικά μοντέλα τα οποία περισσότερο λειτουργούν διαχειριστικά απέναντι στα κοινωνικά επίδικα της εποχής, παρά αναζητούν απαντήσεις και λύσεις απέναντι στα σύγχρονα κοινωνικά ζητήματα. Υιοθετούν τελικά χαρακτηριστικά κλειστότητας κι εσωστρέφειας αναπαράγοντας συγκεκριμένα κοινωνικά πρότυπα και ταυτότητες ενώ πολλές φορές καταλήγουν να λειτουργούν ως αντιδραστικοί θύλακες που καλλιεργούν τις κοινωνικές ανισότητες που απαντώνται στο πεδίο της πόλης. 103


ΜΕΡΟΣ Γ1

Εκκινώντας από αυτή την προσέγγιση δεν αναζητούμε τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης ουτοπίας σε τέτοιου είδους περιχαρακωμένες ιδανικές κοινότητες αλλά στρεφόμαστε σε γεγονότα που αναδύονται μέσα στον υπάρχοντα αστικό χώρο. Σε αυτές τις ενδιάμεσες καταστάσεις που λειτουργούν ως «κατώφλια» μιας χειραφετητικής χωρικότητας που προκύπτουν και παράγονται δυναμικά «από τα κάτω», από τους ίδιους τους απλούς καθημερινούς ανθρώπους οι οποίοι ζουν και βιώνουν την σκληρή πραγματικότητα της πόλης. Αυτές οι καταστάσεις στην πόλη δεν υπόκεινται σε συγκεκριμένα χωρικά καλούπια. Διότι, όπως λέει και ο Σταυρίδης «η χειραφέτηση δεν είναι μια κατάσταση, αλλά μια διαδικασία. […] Η χειραφέτηση είναι παρούσα με αμφίσημο τρόπο σε αγώνες σκορπισμένους στο χώρο και το χρόνο. Μπορεί να υπάρξουν πρακτικές που δυνητικά οδηγούν στην ελευθερία, αλλά δεν μπορεί να υπάρξουν δεδομένες περιοχές ελευθερίας» (Σταυρίδης, 2011). Έτσι λοιπόν, αναζητούμε αυτές τις χωροχρονικές ετερότητες στην πόλη μέσα από την μελέτη δύο ενδεικτικών παραδειγμάτων διεκδίκησης του δημόσιου χαρακτήρα αστικών χώρων οι οποίοι τείνουν να ιδιωτικοποιηθούν. Αν και τα δύο παραδείγματα διαφέρουν αισθητά, εμπεριέχουν χαρακτηριστικά που μπορούν να τα αναδείξουν ως αυτές τις χωρικές ετερότητες μέσα στην πόλη. Πρόκειται για την κατάληψη του Πάρκου Ναυαρίνου στην Αθήνα το 2009, και το το κίνημα Γκεζί που ξέσπασε στην Κωνσταντινούπολη το 2013. Με αυτό τον τρόπο επιδιώκουμε να προσεγγίσουμε τόσο τις δυνατότητες όσο και τα όρια της κάθε κατάστασης ξεχωριστά, αλλά κυρίως να εντοπίσουμε τα χειραφετητικά χαρακτηριστικά μιας συλλογικής διεκδίκησης στα πλαίσια της άμεσης σύνδεσης με το δημόσιο χώρο της πόλης και της δημιουργικής ανησυχίας που καλλιεργείται εντός αυτού. Να παρατηρήσουμε πως αποδομήθηκαν οι υπάρχουσες ταυτότητες κι επιδιώχθηκαν να συγκροτηθούν νέες υβριδικές μέσα από την αλληλεπίδραση και την επικοινωνία των διαφορετικών ανθρώπων που συναντήθηκαν, υπερασπίστηκαν και οικειοποιήθηκαν τον κοινό δημόσιο χώρο στον οποίο έδρασαν. Να αντιληφθούμε αυτές τις καταστάσεις ως στοιχεία ενός συνολικού «δικτύου περασμάτων» όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Σταυρίδης και τελικά να κατανοήσουμε πώς αυτές συνθέτουν την λεγόμενη «πόλη των κατωφλιών», στην οποία ο κάθε άνθρωπος είναι ποιητής και αρχιτέκτονας του χώρου στον οποίο ζει και δρα, καθώς και πρεσβευτής μιας απελευθερωτικής κοινωνίας (Σταυρίδης, 2011).

104


ΠΑΡΚΟ ΝΑΥΑΡΙΝΟΥ

105


«Το πάρκινγκ τους, πάρκο μας» «Το πάρκο είναι και θα παραμείνει όμορφο! Η αλληλεγγύη είναι το όπλο μας.»

106


ΤΟ ΚΑΤΕΙΛΗΜΜΕΝΟ ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΖΟΜΕΝΟ ΠΑΡΚΟ ΝΑΥΑΡΙΝΟΥ

ΧΩΡΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Η κατάληψη του πάρκου Ναυαρίνου πραγματοποιείται στη γειτονιά των Εξαρχείων, μια περιοχή που ιστορικά συνδέεται με τη ριζοσπαστική αναζήτηση και τη νεολαιίστικη έκφραση. Γι αυτό είναι σημαντικό να εξετάσουμε πως ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της συγκεκριμένης περιοχής επηρέασε την έκβαση του χωρικού αυτού αγώνα διεκδίκησης του δημόσιου χώρου. Από τη δεκαετία του ‘70 έως σήμερα η συνοικία των Εξαρχείων χαρακτηρίζεται από έντονη πολιτικοποίηση και καθημερινή παρουσία ανθρώπων του κινήματος, καθώς σε αυτή συγκεντρώνονται γραφεία και στέκια οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και του αναρχικού χώρου. Κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης, τα Εξάρχεια λειτούργησαν ως ένας αξιοπρόσεκτος πόλος συγκέντρωσης πολιτικά υποκινούμενων εντάσεων και συγκρούσεων. Ξεκινώντας με το ίδιο το γεγονός που σηματοδότησε την απαρχή της ίδιας της Μεταπολίτευσης (δηλαδή, την Εξέγερση του Πολυτεχνείου του 1973) έως και την εξέγερση του 2008, καθώς και πληθώρα ενδιάμεσων γεγονότων, τα Εξάρχεια προσέλκυαν χωρικές συγκρούσεις αυτού του τύπου. Μέσα σε αυτήν την περίοδο, η περιοχή περιείχε περίπου κάθε μορφή βίαιης μαζικής σύγκρουσης: από θεαματικές γενικευμένες συγκρούσεις στο δρόμο μέχρι μικροσυμπλοκές μικρότερης κλίμακας αλλά μεγαλύτερης συχνότητας μεταξύ νεολαίας και αστυνομίας (Βραδής, 2015). Πρόκειται λοιπόν, για έναν τόπο που χαρακτηρίζεται από πολύ έντονη κοινωνική και πολιτική ζωή. Η ιστορία, οι συλλογικές και ατομικές εμπειρίες και μνήμες αυτού του τόπου είναι εγγεγραμμένες τόσο στον ιδιωτικό όσο κυρίαρχα στο δημόσιο χώρο των Εξαρχείων, τον οποίο κάτοικοι και επισκέπτες έχουν οικειοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό. Στο συλλογικό φαντασιακό των χρηστών αυτού του χώρου, τα Εξάρχεια έχουν αποτυπωθεί ως ένας τόπος αγώνα και διεκδίκησης μιας καλύτερης κοινωνίας. 107


ΜΕΡΟΣ Γ2 Το πάρκο Ναυαρίνου σχετίζεται άμεσα με την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008, καρδιά της οποίας ήταν τα Εξάρχεια, και συχνά αποκαλείται το «πάρκο του Δεκέμβρη» (Vradis and Dalakoglou, 2010). Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι ένα τέτοιο εγχείρημα λαμβάνει χώρα στο μέρος αυτό καθώς η δυναμική που γέννησε η εξέγερση ενδυνάμωσε την ύπαρξη συλλογικών ριζοσπαστικών πρωτοβουλιών υπεράσπισης του δημόσιου χώρου της πόλης. Έτσι, στο κατειλημμένο πάρκο «εξελίσσεται ένα πείραμα αυτοοργάνωσης και εναλλακτικής παραγωγής του υπαίθριου δημόσιου χώρου» (Σταυρίδης, 2010, 230). ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ Στις 7 Μαρτίου 2009 η Πρωτοβουλία Κατοίκων Εξαρχείων μαζί με πλήθος κόσμου αποφασίζουν να μετατρέψουν ένα οικόπεδο που λειτουργούσε μέχρι πρότινος ως πάρκινγκ σε πάρκο. Το οικόπεδο ανήκει στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΤΕΕ) το οποίο το 1990 επιλέγει, αντί να προχωρήσει στην οικοδόμηση του, να το προσφέρει στο δήμο Αθηναίων προκειμένου να γίνει πλατεία, ζητώντας να αποζημιωθεί με τίτλο μεταφοράς συντελεστή δόμησης σε άλλη ιδιοκτησία του. Ενώ το δημοτικό συμβούλιο αποδέχεται ομόφωνα την πρόταση του ΤΕΕ, δεν προχωρά ποτέ στην υλοποίηση της δέσμευσης του με αποτέλεσμα το οικόπεδο να μισθώνεται για 18 χρόνια σε επιχείρηση πάρκινγκ. Με τη λήξη της μίσθωσης το 2008 επανέρχονται στο προσκήνιο συζητήσεις για ανέγερση κτιρίου στο χώρο του οικοπέδου. Αυτό κινητοποιεί άμεσα την Πρωτοβουλία Κατοίκων Εξαρχείων που μαζί με άλλους κατοίκους της περιοχής και όχι μόνο καταλαμβάνουν το οικόπεδο και οργανώνουν την άμεση μετατροπή του σε πάρκο. «Όλοι εμείς, κάτοικοι των Εξαρχείων και άλλων γειτονιών της Αθήνας, κρίνοντας πως με τη δημιουργία πάρκου στο χώρο του πρώην πάρκινγκ […] θα βελτιωθεί σημαντικά η ποιότητα ζωής στην πόλη μας, σπάσαμε τα τσιμέντα, φυτέψαμε […] δέντρα, δημιουργώντας έναν ελεύθερο χώρο πρασίνου, έκφρασης και παιχνιδιού»16.

απόσπασμα από την πρώτη ανακοίνωση της διαχειριστικής συνέλευσης του πάρκου στον ιστότοπο <http://parkingparko.espivblogs.net/2009/03/12/μια-λεμονιά-ανθίζει-στη-γειτονιά/>. 16

108


ΤΟ ΚΑΤΕΙΛΗΜΜΕΝΟ ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΖΟΜΕΝΟ ΠΑΡΚΟ ΝΑΥΑΡΙΝΟΥ

εικόνα 43| η κατάληψη του πρώην πάρκινγκ από πληθώρα κόσμου της γειτονιάς και όχι μόνο

109


ΜΕΡΟΣ Γ2

«Το πάρκο είναι ένας χώρος δημιουργικότητας, χειραφέτησης και αντίστασης, ανοικτός σε διάφορες πρωτοβουλίες, όπως πολιτικές, πολιτιστικές και αντικαταναλωτικές. Ταυτόχρονα, φιλοδοξώντας να είναι ένας κήπος της γειτονιάς που φιλοξενεί μέρος της κοινωνικής ζωής των κατοίκων της, είναι πέρα από οποιαδήποτε λογική κερδοσκοπίας ή ιδιοκτησίας και λειτουργεί ως χώρος για παιχνίδι και περπάτημα, συνάντηση και επικοινωνία, αθλητισμό, δημιουργικότητα και κριτική σκέψη. Το πάρκο αψηφά περιορισμούς που σχετίζονται με διαφορετικές ηλικίες, εθνικότητες, εκπαιδευτικό επίπεδο, κοινωνική και οικονομική θέση.» (η μετάφραση δική μας), (http://parkingparko.espivblogs.net/englishfrench/about-the-park).

Το παραπάνω απόσπασμα από κείμενο σχετικά με το πάρκο αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα για τον τρόπο που το συγκεκριμένο εγχείρημα επιδίωξε να λειτουργήσει. Οι άνθρωποι που συμμετείχαν σε αυτό προσπαθώντας να εκφράσουν αρχικά τη δυσαρέσκειά τους απέναντι στην απουσία κρατικής μέριμνας για την έλλειψη πρασίνου και δημόσιων χώρων σε διάφορες περιοχές της Αθήνας, πήραν την κατάσταση στα χέρια τους και διαμόρφωσαν συλλογικά ένα ελεύθερο δημόσιο πάρκο. Ανέδειξαν τη δυναμική που κρύβεται στην καθημερινή ζωή που, σύμφωνα με τον Lefebvre, θα οδηγήσει στην «επανάσταση της καθημερινής ζωής» κατά την οποία, ο απλός καθημερινός άνθρωπος, ο άνθρωπος της πράξης θα μπορέσει να ανατρέψει τις αλλοτριωτικές συνθήκες της καθημερινότητας του και θα διαμορφώσει συλλογικά τη ζωή του μέσα στην πόλη με βάση τις πραγματικές ανάγκες και επιθυμίες του.

110


ΤΟ ΚΑΤΕΙΛΗΜΜΕΝΟ ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΖΟΜΕΝΟ ΠΑΡΚΟ ΝΑΥΑΡΙΝΟΥ

εικόνα 44| η χωρική διαμόρφωση του πάρκου Ναυαρίνου

111


ΜΕΡΟΣ Γ2

ΤΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ ΝΑΥΑΡΙΝΟΥ Αν αναζητήσουμε τα υποκείμενα αυτά που συμμετείχαν σε αυτό το ιδιαίτερο εγχείρημα θα συνειδητοποιήσουμε ότι το βασικό υποκείμενο ήταν ένα πολυπληθές, αντιφατικό και ανομοιογενές σύνολο. Οι πρωταγωνιστές, που μπορεί να διέφεραν από μέρα σε μέρα, δεν προερχόντουσαν μόνο από κάποιες συγκεκριμένες κομματικές ομάδες αλλά ήταν απλοί καθημερινοί άνθρωποι. Ακόμα και στις πολιτικές συλλογικότητες που συμμετείχαν δεν υπήρχε σαφής πολιτικός και ταξικός καθορισμός αλλά συνύπαρξη συλλογικοτήτων που έχουν αναφορά τόσο στον αριστερό όσο και στον αναρχικό-αντιεξουσιαστικό χώρο. Τέλος, απουσίαζε οποιαδήποτε μορφή ιεραρχίας ή ηγετικής ομάδα ςκαθώς όλοι και όλες συμμετείχαν ισάξια στις συνελεύσεις που πραγματοποιούνταν και οι αποφάσεις παίρνονταν πλειοψηφικά και σύμφωνα με τις αρχές της άμεσης δημοκρατίας. Στις συνελεύσεις κυριαρχούσε η πολλαπλότητα των ηλικιών, η ισότιμη συμμετοχή των δύο φύλων και η, σχετικά μικρή αλλά υπαρκτή, συμμετοχή μεταναστών και μεταναστριών. Όλα τα παραπάνω στοιχεία διαμόρφωσαν ένα συλλογικό υποκείμενο που συνέβαλε καθοριστικά στην εξέλιξη που έλαβε το εγχείρημα του πάρκου καθώς συνυπήρχε αρμονικά και ανέπτυξε σχέσεις ισότητας, σεβασμού και αλληλεγγύης (Ανδρίτσος, 2011).

112


ΤΟ ΚΑΤΕΙΛΗΜΜΕΝΟ ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΖΟΜΕΝΟ ΠΑΡΚΟ ΝΑΥΑΡΙΝΟΥ

εικόνα 45| ποικιλομορφία, ανομοιογένεια αλλά και αρμονική συνύπαρξη μεταξύ των συμμετεχόντων

113


ΜΕΡΟΣ Γ2

ΤΟ ΠΑΡΚΟ ΩΣ ΕΝΑ «ΚΑΤΩΦΛΙ» ΜΙΑΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΜΕΝΗΣ ΧΩΡΙΚΟΤΗΤΑΣ «Όσους από μας αναζητούν την αυτονομία στη ζωή τους και όχι την υποταγή, να μην αφήσουμε κανέναν υπαίθριο χώρο στην τσιμεντένια ζούγκλα της πόλης να μετατραπεί στο όνομα της «ανάπλασης» σε χώρο εγκλεισμού, ελέγχου και εμπορικής εκμετάλλευσης. Σπάμε τα τσιμέντα και τα κελιά. Κάνουμε τα πάρκινγκ πάρκα ζωντανά» (απόσπασμα από κείμενο της συνέλευσης του πάρκου) Το πάρκο αποτελεί μια ιδιότυπη μορφή χωρικής αντίστασης και αυτό οφείλεται κυρίαρχα στην πολυμορφία των υποκειμένων που συμμετείχαν σε αυτό και στις οριζόντιες κοινωνικές σχέσεις που ανέπτυξαν σύμφωνα με τον τρόπο που λαμβάνονταν οι αποφάσεις καθώς και στην ανοιχτότητα του στην αμφισβήτηση, στο διάλογο, στο διαφορετικό. Ανέδειξε έτσι, τη δυναμική του δικαιώματος στην πόλη ως το δικαίωμα που, για τον Lefebvre, περιλαμβάνει και συνδέει όλα τα δικαιώματα. Ο Σταυρίδης αναφέρει χαρακτηριστικά σε συνέντευξη του στο περιοδικό An Architektur (2010): «Αυτό το δικαίωμα δεν εξαντλείται στο ζήτημα της ελεύθερης πρόσβασης στους χώρους της πόλης […] ούτε πρόκειται απλώς για την ανάγκη να έχεις το δικό σου σπίτι […]. Πρόκειται για κάτι που περιλαμβάνει όλα αυτά τα αιτήματα αλλά επίσης πηγαίνει πέρα από αυτά […]. Για τον Lefebvre, το δικαίωμα στην πόλη είναι το δικαίωμα να δημιουργείς την πόλη ως ένα συλλογικό έργο τέχνης. Η πόλη, ως εκ τούτου, μπορεί να παραχθεί μέσα από συναντήσεις που δημιουργούν χώρο για νέα νοήματα, νέες αξίες, νέα όνειρα, νέες συλλογικές εμπειρίες». Ένας τέτοιος χώρος θα μπορούσε να είναι και το πάρκο Ναυαρίνου.

114


ΤΟ ΚΑΤΕΙΛΗΜΜΕΝΟ ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΖΟΜΕΝΟ ΠΑΡΚΟ ΝΑΥΑΡΙΝΟΥ

εικόνα 46| καλλιτεχνικό δρώμενο για τους “μικρούς αλλά και μεγάλους φίλους” του πάρκου

115


ΜΕΡΟΣ Γ2

Από την πρώτη κιόλας μέρα που πραγματοποιήθηκε η κατάληψη του χώρου και ξεκίνησαν οι εργασίες διαμόρφωσης του πάρκου κυριάρχησε μια διάθεση γιορτής και παιχνιδιού σε κάθε δράση που λάμβανε χώρα εκεί. Οι συμμετέχοντες αφαίρεσαν ολομόναχοι την υπάρχουσα άσφαλτο με σφυριά και φτυάρια, διαμόρφωσαν παρτέρια για τη φύτευση δέντρων αλλά και τη δημιουργία μικρών περιβολιών για την κάλυψη καθημερινών αναγκών σε φρούτα και λαχανικά, κατασκεύασαν αυτοσχέδια καθίσματα και σχεδίασαν έναν αμφιθεατρικό χώρο για συγκεντρώσεις, συζητήσεις και εκδηλώσεις και έναν χώρο προορισμένο για παιδική χαρά. Μόλις ο χώρος άρχισε να παίρνει μορφή το πάρκο κατακλύστηκε από πολύμορφες δραστηριότητες, όπως προβολές, συλλογικές κουζίνες, δράσεις αφιερωμένες στα παιδιά, καλλιτεχνικές παρεμβάσεις με γκράφιτι στους περιμετρικούς τοίχους του πάρκου, εκδηλώσεις που αφορούν κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα και άλλα πολλά. Όλες αυτές οι παράλληλες δράσεις αναδείκνυαν την παιγνιώδη δημιουργική δραστηριότητα των συμμετεχόντων και την ανάπτυξη ενός συλλογικού φαντασιακού για την παραγωγή αυτού του αστικού, δημόσιου χώρου, επιδιώκοντας να προσεγγίσουν την ιδέα της πόλης-έργου που οραματίστηκε ο Lefebvre. Το πάρκο αποτέλεσε μια χωρική εμπειρία μέσα στην πόλη απαλλαγμένη από την καθιερωμένη και επιβαλλόμενη χωρική και χρονική τάξη και άρα έναν «ενδιάμεσο χώρο», ανοιχτό στην ενδεχομενικότητα της γέννησης νέων, απρόβλεπτων σχέσεων και συναντήσεων.

116


Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΖΩΗΣ

εικόνες 48-51

Η ΑΝΑΝΕΩΜΕΝΗ ΓΙΟΡΤΗ

εικόνες 52-55

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ

εικόνες 56-60

117

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΓΚΡΑΦΙΤΙ

εικόνες 61-63

117


ΜΕΡΟΣ Γ2 Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΕΓΧΕΙΡΗΜΑΤΟΣ Μετά από μερικούς μήνες από την κατάληψη του χώρου, το διαμορφωμένο πλέον πάρκο άρχισε να χάνει σταδιακά το ζωντανό και ανοιχτό χαρακτήρα του καθώς στις συνελεύσεις που πραγματοποιούνταν αντί οι αποφάσεις για τον τρόπο λειτουργίας του πάρκου να λαμβάνονται συλλογικά όπως μέχρι πρότινος, επιβάλλονταν αυθαίρετα και επιτακτικά οι απόψεις μιας συγκεκριμένης ομάδας ατόμων αποκλείοντας έτσι την πλειοψηφία των κατοίκων της γειτονιάς και των υπόλοιπων συμμετεχόντων. Αυτό το γεγονός δημιουργούσε μια διαρκή πόλωση η οποία διαμόρφωσε μια συνθήκη εσωστρέφειας και κλειστότητας για το πάρκο. «Μια περιοχή που θα μπορούσε να περικλείει όλους αυτούς που προέκυψαν από την αυθόρμητη συνύπαρξη της τοπικής ετερογένειας και της πολιτικής πολυμορφίας, έχει μετατραπεί σε μια κλειστή κοινότητα, όπου η ύπαρξη του “άλλου” έχει μειωθεί με διάφορους τρόπους και διαδικασίες πόλωσης. Αυτή η συνύπαρξη ήταν η δύναμη του πάρκου που αγωνίστηκε με τις τοπικές αρχές και καθιέρωσε το πάρκο ως ελεύθερο και ανοιχτό δημόσιο χώρο τον Μάρτιο του 2009. Αυτή η πολυμορφία των ανθρώπων και των ιδεολογιών ήταν η κυρίαρχη γραμμή άμυνας του πάρκου.» (η μετάφραση δική μας) (Avdikos, 2011). Το πάρκο Ναυαρίνου δε δημιουργήθηκε ούτε για να ανήκει σε μια συγκεκριμένη ομάδα ή κοινότητα, ούτε για να αποτελέσει ένα «θύλακα ελευθερίας». Η ύπαρξη αποτελεσματικότητας στα πρότυπα των κλειστών και περιχαρακωμένων «νησίδων ελευθερίας» που κάποιοι ευαγγελίζονται είναι κάτι που χρειάζεται να τεθεί υπό αμφισβήτηση. Ο Σταυρίδης στην συνέντευξη στο περιοδικό An Architektur (2010), εμφανίζεται «καχύποπτος ή επιφυλακτικός όσον αφορά την ιδέα ότι εμείς μπορούμε να χτίσουμε τους δικούς μας μικρούς θύλακες της ετερότητας, τα δικά μας μικρά απελευθερωμένα οχυρά, τα οποία θα μας προστατεύουν από την εξουσία του κράτους. Δεν εννοώ ότι δεν είναι σημαντικό να χτίζουμε κοινότητες αντίστασης αλλά, αντί να τις διαμορφώνουμε ως απομονωμένους θύλακες, εμείς πρέπει να προσπαθήσουμε να τις δούμε ως δυνητικά δίκτυα αντίστασης, που συλλογικά εκπροσωπούν ένα μέρος του αγώνα.»

εικόνα 47

118

Το πάρκο Ναυαρίνου είναι ένα ιδιότυπο πείραμα όπου συναντήθηκε ένα πολύμορφο και ετερογενές πλήθος ανθρώπων. Όπως ανέφεραν και στα κείμενα τους οι συμμετέχοντες «Θέλουμε το πάρκο να αποτελέσει μία νησίδα με προοπτικές κοινωνικής εξάπλωσης και διάχυσης αντισυστημικών απαντήσεων και προταγμάτων σε ευρύτερες κοινωνικές ομάδες».


ΤΟ ΚΑΤΕΙΛΗΜΜΕΝΟ ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΖΟΜΕΝΟ ΠΑΡΚΟ ΝΑΥΑΡΙΝΟΥ

Παρά τις αρχικές αυτές προθέσεις των συμμετεχόντων το πάρκο μετατράπηκε σταδιακά σε μια περιχαρακωμένη νησίδα απομακρύνοντας έτσι την πλειοψηφία των χρηστών του χώρου. Παρόλα αυτά, παραμένει διακύβευμα στη βάση της συλλογικής μνήμης που αναπτύχθηκε, ο επαναπροσδιορισμός του ανοιχτού και πολύμορφου χαρακτήρα του, η επαναλειτουργία του ως ένα «κατώφλι», ένα «πέρασμα» προς μια ριζική ετερότητα που, κατά τον Σταυρίδη, θα μπορούσε να συμβάλει στη διαδικασία μετασχηματισμού του παρόντος σε ένα μέλλον χειραφέτησης.

εικόνα 64| η μετατροπή του πάρκου σε περιχαρακωμένη “νησίδα ελευθερίας”

119


120


ΠΑΡΚΟ ΓΚΕΖΙ

121


122 εικόνα 65| Στιγμιότυπο από τα επεισόδια κατά τη διάρκεια της κατάληψης του πάρκου. “Το θέμα δεν είναι το πάρκο, ακόμα δεν το κατάλαβες;


Γ3 | Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ ΓΚΕΖΙ ΧΩΡΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

εικόνα 66| χάρτης αναπαράστασης της “Κομμούνας” στο πάρκο και της γειτνίασής του με την πλατεία Ταξίμ

Πριν προχωρήσουμε στην περιγραφή και την ανάλυση του κινήματος που ξέσπασε το καλοκαίρι του 2013 στο πάρκο Γκεζί στην Κωνσταντινούπολη, με αφορμή την δήλωση για μετατροπή του πάρκου σε εμπορικό κέντρο, αξίζει να σταθούμε και να επισημάνουμε ορισμένες βασικές χωρικές ποιότητες της περιοχής που επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τόσο το χαρακτήρα του αγώνα που ξέσπασε, όσο και τις κοινωνικές σχέσεις που ζυμώθηκαν και αναπτύχθηκαν μεταξύ των διαδηλωτών κατά τη διάρκεια του κινήματος. Το πάρκο Γκεζί τοποθετείται σε μια θέση ιδιαίτερα κομβικής γεωγραφικής, πολιτικής αλλά και πολιτισμικής σημασίας στο κέντρο του αστικού τοπίου της Κωνσταντινούπολης. Βασικό στοιχείο της τοποθεσίας του είναι η άμεση γειτνίασή του με την πλατεία Ταξίμ, τόπο-ορόσημο για πληθώρα κινηματικών γεγονότων που έλαβαν χώρα στην Κωνσταντινούπολη, και σημείο κατατεθέν για τον αγώνα υπεράσπισης του πάρκου από τους διαδηλωτές [εικόνα 66]. 123


ΜΕΡΟΣ Γ3

Πιο συγκεκριμένα, «η πλατεία Ταξίμ αποτελεί έναν διαταξικό τόπο συνάντησης και σύγκρουσης καθώς γύρω της χωροθετούνται αφενός ακριβά ξενοδοχεία, εστιατόρια και μπαρ αλλά ταυτόχρονα είναι διάχυτη η μυρωδιά από τα κεμπατζίδικα και συνυπάρχουν οι πλανόδιοι, οι flaneur, οι vaganbond, οι παράξενοι μοναχοπεριπατητές, οι λαθραίοι, οι εγχώριοι και αλλοδαποί τουρίστες.» (urban anarchy, 2014, 232). Συγκροτεί έτσι, ένα είδος υβριδικού δημόσιου χώρου που προκύπτει μέσα από την κίνηση χιλιάδων ανθρώπων που συναντώνται εκεί, τη διασχίζουν και την βιώνουν καθημερινά (εκτιμάται ότι 2 εκατομμύρια περίπου άνθρωποι διαβαίνουν σε καθημερινή βάση την πλατεία). Ιδιαίτερα γνωστή για την καθημερινή διασκέδαση, τα φλερτ, τον ελεύθερο χρόνο αλλά και για ορισμένες παρεκκλίνουσες συμπεριφορές, η ευρύτερη περιοχή του πάρκου και της πλατείας εκφράζει ένα τόπο ποικίλων ταυτοτήτων και δραστηριοτήτων που έρχονται να μετασχηματίσουν το χώρο και να αποτελέσουν μια «έτερη» κατάσταση ανάμεσα στην κανονικότητα του κέντρου της πόλης. Η αίσθηση της ετερότητας που εκφράζει η πλατεία ενισχύεται ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι η πλατεία Ταξίμ είναι φορτισμένη στο συλλογικό φαντασιακό ως ένας συμβολικός τόπος αγώνων και συγκρούσεων στην πόλη (ενδεικτικό το παράδειγμα της πρωτομαγιάς το 1977 η οποία σημαδεύτηκε με το θάνατο 34 διαδηλωτών). Έτσι «[…] συγκροτείται ένα αμφίσημο χωρικό κατώφλι (η έμφαση δική μας), έτοιμο θα λέγαμε να εκραγεί εδώ και πολύ καιρό.» (urban anarchy, 2014, 233).

124


εικόνα 67| η πλατεία Ταξίμ, πόλος κίνησης και συνάντησης για πληθώρα διαφορετικών ταυτοτήτων 125


ΜΕΡΟΣ Γ3

ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ “Μαθαίνω ότι οι μπουλντόζες μπαίνουν στο πάρκο Γκεζί και κόβουν τα δέντρα και τότε σκέφτηκα ότι θα πάω αλλά, μάλλον υπέθετα, ότι θα ήμασταν μόνο καμιά πενηνταριά άτομα, η αστυνομία πάλι θα μας επιτεθεί και δεν θα γίνει τίποτα και θα γυρίσω σπίτι μου. […] Έτσι λοιπόν, οι μπάτσοι συνέχισαν να επιτίθενται και το βράδυ πριν την εξέγερση υπήρχαν περίπου 3000 άτομα με σκηνές και σκεφτόμασταν ότι η αστυνομία δεν μπορεί να επιτεθεί σε 3000 άτομα, και όμως ξανά μας επιτέθηκαν. Την επόμενη μέρα ήμασταν πολύ κουρασμένες και κουρασμένοι, ήδη κοιμόμασταν τέσσερις νύχτες στο πάρκο, είχαμε φτιάξει ήδη την «πλατφόρμα Ταξίμ» και καλέσαμε συγκέντρωση στις 19.00, ξανά στο πάρκο, αλλά είχαμε αυτό το συναίσθημα απόγνωσης ότι πάλι θα μας επιτεθούν. Και είμαστε στο πάρκο και έχει μαζευτεί άπειρος κόσμος ήταν φανταστικό, κανένας δεν το περίμενε, και ακολούθησαν οδομαχίες για 16 ώρες με την αστυνομία. Μόνο εκείνη τη νύχτα οι μπάτσοι έριξαν 9 τόνους δακρυγόνων και ξόδεψαν όλο το ετήσιο στοκ, ήταν απίστευτο, δεν μπορούσες να περπατήσεις στο δρόμο διότι η άσφαλτος ήταν γεμάτη από τα κάνιστρα των δακρυγόνων» (Ζεϊνό, 2014:19).”

126


εικόνα 68| Οι διαδηλωτές μπλοκάρουν την εισβολή των μπουλντόζων στο πάρκο Γκεζί

127


ΜΕΡΟΣ Γ3

Αρχές του έτους 2013 και η μετατροπή του πάρκου Γκεζί σε εμπορικό και ψυχαγωγικό κέντρο με σκοπό την ανάδειξή του σε σύμβολο επιχειρηματικότητας της Κωνσταντινούπολης περνάει πλέον στη σφαίρα της επίσημης αφήγησης. Απέναντι στην ιδιωτικοποίηση του Γκεζί, οι κάτοικοι της γειτονιάς αντιδρούν. Έτσι τον Μάιο του ίδιου έτους καταλαμβάνουν το πάρκο κι εγκαθίστανται σε αυτό, προκειμένου να μην επιτρέψουν το ξερίζωμα των δέντρων, την καταστροφή του και την ανέγερση του προβλεπόμενου εμπορικού κέντρου. Στις 31 Μαΐου, ενώ πλήθος κόσμου κοιμάται, η αστυνομία εισβάλλει στο πάρκο κι επιτίθεται με δακρυγόνα. Εικόνες φρίκης γεμίζουν τα διαδίκτυο και μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα πλήθος κόσμου συγκεντρώνεται στο Γκεζί μετατρέποντας έναν αγώνα διεκδίκησης δημόσιου χώρου σε μια κοινωνική εξέγερση. «Στην αρχή ήταν μια διαμαρτυρία ενάντια στην καταστροφή του πάρκου αλλά ξαφνικά και άμεσα άλλαξε χαρακτήρα και έγινε διαμαρτυρία ενάντια στην κρατική τρομοκρατία και την αστυνομική βαρβαρότητα.» (Jourdan and Maeckelbergh, 2013).

128


Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ ΓΚΕΖΙ

εικόνα 69| Η προτεινόμενη ιδέα για μετατροπή του πάρκου σε εμπορικό κέντρο

129


ΜΕΡΟΣ Γ3

Για πολλές μέρες ακολουθεί μια σειρά αντίστοιχων γεγονότων με την αστυνομία να πραγματοποιεί όλο και πιο σκληρές επιθέσεις, ενώ παράλληλα με το πλήθος του κόσμου που συγκεντρώνεται στο πάρκο και στη συνέχεια που επεκτείνεται και στην πλατεία Ταξίμ για να απωθήσει την αστυνομία, να αυξάνεται όλο και πιο πολύ. Συγκροτείται έτσι η «Κομμούνα Γκεζί» (όπως ονομάστηκε από τους ίδιους τους διαδηλωτές), η οποία μέρα με την μέρα μαζικοποιούνταν διαρκώς κι επεκτείνονταν και σε ευρύτερες περιοχές της πόλης, όπως η Μπέηογλου και η Μπεσίκτας. Η κυβέρνηση προχωράει σε προπαγανδιστική επίθεση ισχυριζόμενη ότι υπάρχουν προβοκάτορες ανάμεσα στους διαδηλωτές (urban anarchy, 2014, 129), χωρίς όμως να πετυχαίνει να διασπάσει το πλήθος των διαδηλωτών. Μέχρι που στις 15 Ιούνη ο πρωθυπουργός Ερντογάν, σε συγκέντρωση του κόμματός του στην Άγκυρα, δηλώνει πως αν οι διαδηλωτές δεν εγκαταλείψουν το πάρκο η αστυνομία θα εισβάλλει σε αυτό και θα τους επιτεθεί. Το απόγευμα του Σαββάτου η αστυνομία μπαίνει βίαια στο πάρκο εκτοξεύοντας 150.000 δακρυγόνα και 3000 τόνους νερού [εικόνα 70]. Την επόμενη μέρα το πάρκο είχε καταληφθεί ολοκληρωτικά από την αστυνομία.

130


Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ ΓΚΕΖΙ

εικόνα 70| Η αστυνομία επιτίθεται βίαια με τόννους νερού στους χιλιάδες διαδηλωτές

131


ΜΕΡΟΣ Γ3

«Είμαι φεμινιστής. Είμαι μαζί και Αλεβίτης και Κούρδος και Γκέι. Αρχικά, ως lgbt κίνημα ήμασταν εδώ από την πρώτη μέρα γιατί δε θέλαμε να κοπούν τα δέντρα. Τα δέντρα και η σκιά τους, το πάρκο Γκεζί γενικά αποτελεί ένα σύμβολο. Το να παίρνεις μέρος σε αυτή την ιστορική στιγμή είναι από μόνο του πολύ σημαντικό για εμάς. Ως lgbt κοινότητα πάντα μας συμπεριφέρονται σαν του «άλλους». Είμαστε λοιπόν εδώ για να δείξουμε ότι υπάρχουμε και δεν είμαστε αόρατοι,[…]Ο αγώνας είναι πολύ όμορφος. Οι άνθρωποι είναι πολύ εγκάρδιοι μεταξύ τους και υπάρχει έντονα το αίσθημα της αλληλεγγύης αυτή τη στιγμή.» (Jourdan & Maeckelbergh, 2013). 132


Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ ΓΚΕΖΙ

Η ετερογένεια και η ποικιλομορφία των ανθρώπων που κατέβηκαν στο δρόμο και συμμετείχαν στο κίνημα Γκεζί αποτέλεσε χαρακτηριστικό στοιχείο του συγκεκριμένου αγώνα. Και αυτό, καθώς η ιδιωτικοποίηση του πάρκου ήταν απλώς μια αφορμή ώστε μεγάλο πλήθος κοινωνικών ομάδων να ξεσηκωθεί και να αντιδράσει απέναντι στη συνολική αυταρχικότητα της κυβέρνησης Ερντογάν και του Τουρκικού Κράτους ευρύτερα. Έτσι στο πάρκο Γκεζί και στην πλατεία Ταξίμ συναντήθηκε ένας μεγάλος αριθμός συλλογικοτήτων και κοινωνικών ομάδων, κάθε μορφής καταπιεσμένοι και καταπιεσμένες που στα πλαίσια ενός κοινού αγώνα υπεράσπισης των δικαιωμάτων τους διασταυρώθηκαν σε έναν κοινό τόπο, συνυπήρξαν και αλληλεπίδρασαν μεταξύ τους, επηρέασαν κι επηρεάστηκαν ο ένας από τον άλλον και συγκρότησαν τελικά μια κοινότητα που ξεπερνούσε τις ιδιαίτερες πολιτιστικές, έμφυλες, πολιτικές ταυτότητες του καθενός και της καθεμιάς. «Οι ταυτότητες ρευστοποιούνται στην Κομμούνα του Γκεζί. Ομοφυλόφυλοι, λεσβίες, τρανσέξουαλ, κούρδοι, αλεβίτες, άθεοι, άνεργοι, επισφαλώς εργαζόμενοι, φοιτητές, αριστεροί, κομμουνιστές, αναρχικοί, κεμαλιστές, αντικαπιταλιτστές, μουσουλμάνοι αλληλεπιδρούν σε μια οργισμένη γιορτή.

133


ΜΕΡΟΣ Γ3 Οι χούλιγκαν παρακολουθούν σεμινάρια από φεμινιστικές και lgbtq ομάδες ενάντια σε ομοφοβικά και σεξιστικά συνθήματα, οι κεμαλιστές περιφρουρούν τις θρησκευτικές γιορτές των αντικαπιταλιστών μουσουλμάνων και οι αριστεριστές και αναρχικοί συνυπάρχουν μετά από χρόνιες διαμάχες.» (urban anarchy, 2014, 128). Κι εδώ ακριβώς είναι που αποκτούν υπόσταση τα λόγια του Σταυρίδη για το πώς οι ενδιάμεσες καταστάσεις που συγκρούονται με την αστική κανονικότητα, όπως ένα κίνημα πόλης, μπορεί να λειτουργήσουν ως κατώφλια προς μια απελευθερωτική πραγματικότητα, ως «[…] τόποι μιας χειραφετητικής κουλτούρας μόνον όταν οι άνθρωποι που τους κατοικούν αποδέχονται, διακινδυνεύοντας, η ετερότητα να επιδρά διαμορφωτικά στην ταυτότητά τους»17. Μέσα σε αυτή τη διάχυση των ορίων των διαφορετικών ταυτοτήτων είναι που προκύπτουν οι νέες «υβριδικές» ταυτότητες ως αναζήτηση για μια άλλη κοινωνία, στα πλαίσια των δυνατοτήτων της υφιστάμενης ζωής και πραγματικότητας.

εικόνα 72|Η ποικιλομορφία και η ετερογένεια των ταυτοτήτων ,πηγή γέννησης και συγκρότησης νεων 17

από μετάφραση κειμένου του Σταύρου Σταυρίδη στον ιστότοπο http://ratnet-blog2.blogspot.gr/2011/04/blog-post.html

134


εικόνες 73-76 εικόνες 77-81 εικόνες 82-87

Η ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΗ

ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ

135 εικόνες 88-93

135

Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΖΩΗΣ

Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ


ΜΕΡΟΣ Γ3

Η ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΤΙΚΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΚΟΥ

«Για μένα το Gezi ήταν ένας τρόπος επικοινωνίας.» (Zucker, 2014) «αυτή τη στιγμή στο πάρκο οι άνθρωποι ψέλνουν, τραγουδούν και οργανώνουν εργαστήρια. Δύο φορές τη ημέρα γίνονται εργαστήρια γιόγκα για παράδειγμα, και υπάρχει και ένα εργαστήρι ζωγραφικής που μόλις είδα. Ο κόσμος διαβάζει βιβλία και οι εκδοτικοί οίκοι βοηθούν στην καμπάνια, ο κόσμος και οι εκδοτικοί οίκοι φέρνουν βιβλία στο πάρκο και διανέμονται δωρεάν. Οι άνθρωποι μιλάνε μεταξύ τους, δεν είναι μόνο για πολιτικά αλλά κυρίως για τη ζωή τους και είναι κάτι σαν ένας ζωντανός χώρος την τελευταία εβδομάδα, τον οποίο έπρεπε να αγωνιστούμε σκληρά για να τον σώσουμε και τώρα είναι δικός μας.» (Jourdan & Maeckelbergh, 2013)

εικόνα 94| Το μέγαλείο της εξέγερσης 136


Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ ΓΚΕΖΙ

εικόνα 95| Το συλλογικό πικ νικ στα πλαίσια της “Κομμούνας” του πάρκου Γκεζί

137


ΜΕΡΟΣ Γ3

Σύμφωνα με τον Castells, η έννοια του κοινωνικού κινήματος πόλης διαφέρει από τα απλά κινήματα πόλης. Δεν αποτελεί μια απλή παράσταση διαμαρτυρίας, μια καθιερωμένη διαδήλωση. Μέσω των κοινωνικών κινημάτων πόλης ο υπάρχων αστικός χώρος αμφισβητείται ως προς τον συνολικό του χαρακτήρα κι επιχειρείται μια νέα επανοηματοδότησή του. «Τα κοινωνικά κινήματα πόλης είναι φορείς αστικοχωρικού μετασχηματισμού, δηλαδή πρόκειται για κοινωνικά κινήματα τα οποία αντιτιθέμενα στη σημασία μιας καθορισμένης χωρικής δομής, δοκιμάζουν νέες αστικές λειτουργίες και μορφές.» (Castells, 1983). Αυτό συνέβη και στο κίνημα Γκεζί. Το σύνολο των ανθρώπων που συγκεντρώθηκε εκεί, πέραν της αντιπαράθεσης που αντιμετώπισε με την κρατική εξουσία και τις δυνάμεις καταστολής, έγινε δημιουργός κι εγκαθιδρυτής μιας νέας καθημερινότητας που θεμελιώνονταν στη συλλογική δράση και την μεταξύ τους αλληλεγγύη. Οι διαφορετικές ταυτότητες και ο χαρακτήρας των εξεγερμένων, ο τρόπος επικοινωνίας που ανέπτυξαν ήρθαν να συγκρουστούν και να μετασχηματιστούν έστω κι εφήμερα. Αναδείχθηκαν έτσι, νέες κοινωνικές σχέσεις μεταξύ τους, που αποτυπώθηκαν και στον ίδιο το χώρο, συνθέτοντας την παρτιτούρα της εξεγερμένης καθημερινής ζωής μέσα στο πάρκο Γκεζί και την πλατεία Ταξίμ [εικόνα 96].

138


Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ ΓΚΕΖΙ

εικόνα 96| Η εξεγερμένη καθημερινή ζωή στην κατασκήνωση της “Κομμούνας”

139


ΜΕΡΟΣ Γ3

Λαμβάνοντας υπόψη την πολιτική διάσταση του αστικού τοπίου, και τον τρόπο με τον οποίο ο χώρος λειτουργεί για να παράξει συγκεκριμένα πρότυπα και κοινωνικές σχέσεις προς όφελος πάντα μιας εξουσίας (θέση που αναλύσαμε ήδη στο δεύτερο μέρος της εργασίας μας) διαπιστώνουμε πως σε μια τέτοια στιγμή εξέγερσης το πλαίσιο τροποποιείται. Κάθε προσωπικό αντικείμενο, στους συλλογικούς ρυθμούς που έχει εγκαθιδρυθεί μέσα στην «Kομμούνα» μοιράζεται και τα πάντα γίνονται κοινά. Η δημιουργική φαντασία των διαδηλωτών ενεργοποιήθηκε από το πεδίο του δρόμου και της σύγκρουσης μέχρι και μέσα στην ίδια την καθημερινή ζωή τους στο πάρκο. Στήνονται αυτοσχέδια φαρμακεία, έπιπλα, μια αυτοσχέδια βιβλιοθήκη [εικόνα 97], παιχνίδια και όλα αυτά τα δημιουργήματα «ντύνονται» από μουσική και χορό. «Ένας πιανίστας φέρνει το πιάνο του, δίνονται αυτοσχέδιες μουσικές παραστάσεις, θεατρικά δρώμενα και χορευτικές μιλόνγκες. Όλα τα σώματα βγαίνουν στο δρόμο και κατασκευάζουν μια ανώνυμη αλλά εξαιρετικά προσωπική αρχιτεκτονική που πηγάζει από τους εξεγερμένους ρυθμούς και την καθημερινότητα του κοινού χώρου.» (urban anarchy, 2014, 210).

140


Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ ΓΚΕΖΙ

εικόνα 97| Οι κατασκηνωτές στήνουν αυτοσχέδιο φαρμακείο και η βιβλιοθήκη στο χώρο του πάρκου

141


ΜΕΡΟΣ Γ3

Αυτή η επιθυμία για δημιουργία και ανάδειξη ποιοτήτων ζωής που έχουν να κάνουν με την ιδέα της κοινότητας, του δημόσιου, του συλλογικού είναι που κορυφώθηκε στον συνολικό αγώνα που εκφράστηκε στο κίνημα Γκεζί, εκεί όπου «ο κόσμος […] απώθησε τους μπάτσους από την πλατεία Ταξίμ και η ατμόσφαιρα γρήγορα μεταστράφηκε σε μια ανεπανάληπτη διονυσιακή γιορτή». (urban anarchy, 2014, 129). Έτσι αναδύθηκαν νέα σύμβολα στη συνείδηση του κόσμου που μέσα από τον κοινό τους αγώνα μετέτρεψαν το πάρκο Γκεζί σε ένα εύφορο πεδίο για επικοινωνιακούς και συμβολικούς πειραματισμούς, συνθέτοντας έτσι ένα νέο συλλογικό φαντασιακό. Η έννοια της συλλογικότητας ξεπέρασε της έννοια της ατομικότητας όχι καταρρίπτοντας τη δεύτερη, αλλά δίνοντας της χώρο να εκφραστεί στα πλαίσια μιας κοινοτικής ζωής κι ενός συλλογικού προτύπου ζωής. «Δεν υπάρχει εσύ κι εγώ, υπάρχει επανάσταση.»18 Μια επανάσταση που συνδέθηκε με την αμφισβήτηση της παγιωμένης καθημερινότητας και ανέδειξε ένα πρωτόγνωρο πείραμα συλλογικής ζωής, εκφρασμένης μέσα από τη δημιουργική φαντασία και το παιγνιώδες του κάθε εξεγερμένου ανθρώπου στο δημόσιο χώρο της πόλης, με μια δυναμική που εκδηλώθηκε σε 67 πόλεις της Τουρκίας και ακούστηκε σε 35 διαφορετικές χώρες που εξέφρασαν την αλληλεγγύη στον αγώνα αυτό, συγκροτώντας μια μαζική και δυναμική «διαδικασία» αλλαγής και ανατροπής.

18

Σύνθημα σε τοίχο στην πλατεία Ταξίμ (Ιούνιος 2013)

142


εικόνα 98| Η μουσική της εξέγερσης απέναντι στην καταστολή της αστυνομίας

143


εικόνα 99| Το κίνημα του πάρκου Γκεζί αγκαλιάζεται και ακούγεται σε πολά μέρη του κόσμου

144


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

145


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Φτάνοντας στην ολοκλήρωση της ερευνητικής εργασίας είναι χρήσιμο να αντλήσουμε ορισμένα βασικά συμπεράσματα, που προκύπτουν από τη διεξαγωγή της έρευνάς μας σε σχέση, αφενός με τον τρόπο που δύναται να δομηθεί και να συγκροτηθεί ένα σύγχρονο ουτοπικό όραμα, ως μια δυναμική διαδικασία που αναδύεται και παράγεται μέσα από τις ίδιες τις δυνατότητες της σημερινής πραγματικότητας, και αφετέρου με το πώς ο ίδιος ο χώρος της πόλης συνδέεται άμεσα με το εν δυνάμει αυτό ουτοπικό όραμα, ως ένα πολιτικά φορτισμένο πεδίο διεκδίκησης και διαπάλης. Η επιλογή των δύο παραδειγμάτων που χρησιμοποιήσαμε δεν αποσκοπούσε τόσο στην ενδελεχή περιγραφή και περαιτέρω ανάλυση τους ως εγγενείς καταστάσεις υπεράσπισης του δημοσίου χώρου της πόλης, αλλά κυρίως στο γεγονός ότι αποτέλεσαν χαρακτηριστικές κι ενδεικτικές εκφράσεις στο υλικό αστικό τοπίο οι οποίες, έστω και ψηγματικά, λειτούργησαν ως μονοπάτια περιπλάνησης και αναζήτησης μιας απελευθερωτικής κοινωνίας. Μετασχηματίστηκαν σε καταστάσεις που αναδύθηκαν μέσα στον υπάρχοντα αστικό ιστό και κατόρθωσαν να αποτελέσουν κομμάτια ενός συνολικού χάρτη χειραφέτησης που θα περιγράφει την ουτοπία της διαδικασίας, ως μια διαρκή και διαλεκτική πορεία που πλάθεται συναρτήσει του χώρου, του χρόνου και των καθημερινών ανθρώπων της πόλης στα πλαίσια της συλλογικής δράσης τους. Εδώ αξίζει να επισημανθεί ότι παρόλο που το πάρκο Ναυαρίνου και το κίνημα Γκεζί κατατάσσονται στις ευρύτερες κατηγορίες των καταλήψεων δημόσιων χώρων και των κοινωνικών κινημάτων πόλης αντίστοιχα, ο λόγος που ξεχώρισαν ως παραδείγματα κι εν τέλει επιλέχθηκαν, ήταν κατά βάση διότι και τα δύο συνδέθηκαν σε πολύ μεγάλο βαθμό με τον χώρο στον οποίο έδρασαν και υπερασπίστηκαν, επανοηματοδοτώντας τον, μετασχηματίζοντας τον σε πολλαπλά επίπεδα, μέχρι ακόμα και σε επίπεδο πρακτικό ως προς τις χρήσεις και τις λειτουργίες του. Επίσης το γεγονός ότι συγκροτήθηκαν πάνω σε μια κοινή αφετηρία διεκδίκησης (την υπεράσπιση δηλαδή ενός δημόσιου πάρκου της πόλης από την προβλεπόμενη ιδιωτικοποίησή του) αλλά στη συνέχεια μετεξελίχθηκαν σε δύο διαφορετικές καταστάσεις σύγκρουσης με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ταυτότητας που το καθένα υιοθέτησε, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο να παρατηρήσουμε και να συγκρίνουμε αυτή την εξέλιξη της κάθε κατάστασης και να απομυζήσουμε τελικά, αφενός τις δυνατότητες και αφετέρου τα όρια της καθεμιάς.

146


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Τόσο η κατάληψη του πάρκου Ναυαρίνου στην Αθήνα, όσο και το κίνημα Γκεζί στην Κωνσταντινούπολη, αποτελούν ζωντανά παραδείγματα που εξέφρασαν πρακτικές εμποτισμένες με την συλλογική επιθυμία ενός κοινωνικού υποκειμένου να υπερασπιστεί και να διεκδικήσει το δημόσιο χώρο. Έναν δημόσιο χώρο ο οποίος, στα πλαίσια της σύγχρονης καπιταλιστικής κρίσης που βιώνουμε μέχρι και σήμερα υποτιμάται αισθητά ως τέτοιος, κι εν τέλει τείνει να μετατρέπεται σε ένα ακόμα εμπόρευμα προς πώληση και συνολικά σε ένα πεδίο κερδοφορίας που συμβάλει στην επιχειρηματική ανασυγκρότηση και ανάκαμψη του κεφαλαίου. Η αντίσταση των ανθρώπων απέναντι σε αυτή τη λογική ιδιωτικοποίησης κι εμπορευματοποίησης του δημόσιου χώρου της πόλης και στις δύο περιπτώσεις πυροδότησε καταστάσεις μέσα στο κέντρο της εκάστοτε αστικής μητροπολιτικής ζωής, οι οποίες ήρθαν να αναμετρηθούν και να συγκρουστούν με την υφιστάμενη κανονικότητα, εκφράζοντας τελικά ένα συνολικό αντιπρόταγμα της καθημερινής ζωής, στραμμένο στις αξίες της συλλογικής δράσης και της κοινότητας. Συνεπώς, ο χειραφετητικός χαρακτήρας και τον δύο παραδειγμάτων, καθώς και η ουτοπική πρακτική που αυτά εξέφρασαν έγκειται κυρίαρχα στο γεγονός ότι αποδόμησαν στην ουσία τη θέση περί χωρικής έκφρασης της απελευθέρωσης βάσει ενός συγκεκριμένου και παγιωμένου μοντέλου, βάσει μιας γεωγραφίας με τη μορφή ορισμένων ελεύθερων περιοχών, προσδιορισμένες από μια αναγνωρίσιμη περίμετρο. Λειτούργησαν ως ενδιάμεσες καταστάσεις, ως χωροχρονικά «κατώφλια» που εξέφρασαν μια δυναμική κίνηση και όχι μια στατική μορφή. Δεν πρότειναν μια καλά προσχεδιασμένη αποκρυστάλλωση και δομή της πόλης και της κοινωνίας που τελικά, είτε διαφεύγει στο χώρο του ονείρου, είτε λειτουργεί ως απλός μεταρρυθμιστής αλλαγής στα πλαίσια της πραγματικότητας. Αντιθέτως, αποτέλεσαν υβριδικές καταστάσεις στις οποίες ζυμώθηκαν πρωτόγνωρες κοινωνικές εμπειρίες και λειτούργησαν ως πειραματικά εργαστήρια μέσα στα οποία έλαβαν μορφή και υπόσταση νέες συμπεριφορές, υλοποιήθηκαν καινούριες αξίες και συγκροτήθηκαν νέα υποκείμενα δράσης και ταυτότητες. Αποτέλεσαν αυτά τα ψήγματα αμφισβήτησης κι εκ νέου νοηματοδότησης του χώρου από τους ίδιους τους απλούς καθημερινούς ανθρώπους κι εν τέλει της παραγωγής του ως έργο συλλογικό, ως έργο τέχνης στο οποίο αποτυπώθηκαν οι σχέσεις αλληλεγγύης μεταξύ των ανθρώπων που συναντήθηκαν σε έναν κοινό χώρο και διεκδίκησαν το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση και δημιουργία.

147


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Τόσο η κατάληψη του πάρκου Ναυαρίνου στην Αθήνα, όσο και το κίνημα Γκεζί στην Κωνσταντινούπολη, αποτελούν ζωντανά παραδείγματα που εξέφρασαν πρακτικές εμποτισμένες με την συλλογική επιθυμία ενός κοινωνικού υποκειμένου να υπερασπιστεί και να διεκδικήσει το δημόσιο χώρο. Έναν δημόσιο χώρο ο οποίος, στα πλαίσια της σύγχρονης καπιταλιστικής κρίσης που βιώνουμε μέχρι και σήμερα υποτιμάται αισθητά ως τέτοιος, κι εν τέλει τείνει να μετατρέπεται σε ένα ακόμα εμπόρευμα προς πώληση και συνολικά σε ένα πεδίο κερδοφορίας που συμβάλει στην επιχειρηματική ανασυγκρότηση και ανάκαμψη του κεφαλαίου. Η αντίσταση των ανθρώπων απέναντι σε αυτή τη λογική ιδιωτικοποίησης κι εμπορευματοποίησης του δημόσιου χώρου της πόλης και στις δύο περιπτώσεις πυροδότησε καταστάσεις μέσα στο κέντρο της εκάστοτε αστικής μητροπολιτικής ζωής, οι οποίες ήρθαν να αναμετρηθούν και να συγκρουστούν με την υφιστάμενη κανονικότητα, εκφράζοντας τελικά ένα συνολικό αντιπρόταγμα της καθημερινής ζωής, στραμμένο στις αξίες της συλλογικής δράσης και της κοινότητας. Συνεπώς, ο χειραφετητικός χαρακτήρας και τον δύο παραδειγμάτων, καθώς και η ουτοπική πρακτική που αυτά εξέφρασαν έγκειται κυρίαρχα στο γεγονός ότι αποδόμησαν στην ουσία τη θέση περί χωρικής έκφρασης της απελευθέρωσης βάσει ενός συγκεκριμένου και παγιωμένου μοντέλου, βάσει μιας γεωγραφίας με τη μορφή ορισμένων ελεύθερων περιοχών, προσδιορισμένες από μια αναγνωρίσιμη περίμετρο. Λειτούργησαν ως ενδιάμεσες καταστάσεις, ως χωροχρονικά «κατώφλια» που εξέφρασαν μια δυναμική κίνηση και όχι μια στατική μορφή. Δεν πρότειναν μια καλά προσχεδιασμένη αποκρυστάλλωση και δομή της πόλης και της κοινωνίας που τελικά, είτε διαφεύγει στο χώρο του ονείρου, είτε λειτουργεί ως απλός μεταρρυθμιστής αλλαγής στα πλαίσια της πραγματικότητας. Αντιθέτως, αποτέλεσαν υβριδικές καταστάσεις στις οποίες ζυμώθηκαν πρωτόγνωρες κοινωνικές εμπειρίες και λειτούργησαν ως πειραματικά εργαστήρια μέσα στα οποία έλαβαν μορφή και υπόσταση νέες συμπεριφορές, υλοποιήθηκαν καινούριες αξίες και συγκροτήθηκαν νέα υποκείμενα δράσης και ταυτότητες. Αποτέλεσαν αυτά τα ψήγματα αμφισβήτησης κι εκ νέου νοηματοδότησης του χώρου από τους ίδιους τους απλούς καθημερινούς ανθρώπους κι εν τέλει της παραγωγής του ως έργο συλλογικό, ως έργο τέχνης στο οποίο αποτυπώθηκαν οι σχέσεις αλληλεγγύης μεταξύ των ανθρώπων που συναντήθηκαν σε έναν κοινό χώρο και διεκδίκησαν το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση και δημιουργία.

148


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Η ζωηρή φαντασία, τόσο των ανθρώπων που συμμετείχαν στην κατάληψη του πάρκου Ναυαρίνου, όσο και των εξεγερμένων του κινήματος Γκεζί, ήρθε να αποτυπωθεί μέσω της πρωτοτυπίας και των δημιουργικών ανησυχιών που καλλιεργήθηκαν κι εκφράστηκαν στην κάθε περίπτωση με τρόπο μοναδικό. Η αξιοποίηση του κάθε υλικού για την κατασκευή επίπλων ακόμα κι αμφιθεατρικού χώρου στην περίπτωση του πάρκου Ναυαρίνου, δημιούργησαν και στις δύο περιπτώσεις τέτοιες χωρικές ποιότητες που στο συλλογικό φαντασιακό συνδέθηκαν με την δύναμη της αυτοοργάνωσης, της συλλογικής δράσης και της κοινοτικής ζωής στα πλαίσια της αλληλεγγύης και της συνεργασίας, μετατρέποντας το σύνολο του χώρου σε μια ανεπανάληπτη γιορτή, σε μια γιορτή της καθημερινής ζωής. Και το πιο σημαντικό είναι ότι αυτή η φαντασία, που πυροδότησε την ανάγκη για δημιουργία και προσέδωσε αυτή τη γιορτινή ατμόσφαιρα στην κάθε περίπτωση, προέκυψε μέσα από την διάχυση των ορίων των διαφορετικών ταυτοτήτων των υποκειμένων που συναντήθηκαν εκεί και ζυμώθηκαν στην αναζήτηση νέων ταυτοτήτων μέσα από την από κοινού τους δράση. Έτσι, προέκυψε ένα είδος χειραφέτησης, η οποία, σύμφωνα και με τον Σταυρίδη «[…] θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή όχι ως εγκαθίδρυση μιας νέας συλλογικής ταυτότητας, αλλά ως θεμελίωση των μέσων για την ελεύθερη διαπραγμάτευση ανάμεσα στις αναδυόμενες ταυτότητες» (Σταυρίδης, 2011). Αυτή η συνθήκη, γέννησε την ενδεχομενικότητα στον κάθε τόπο και ανέδειξε έτσι τις δυνατότητες που δύναται να αναδυθούν από τις αντιφάσεις της ίδιας της κοινωνίας και να αποτυπωθούν ακόμα και μέσα στον ίδιο το χώρο, ως ετερότητες της κανονικότητας, ως «κατώφλια-περάσματα» προς μια άλλη απελευθερωτική ζωή.

εικόνα 100| Το κατώφλι

149


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Ωστόσο δε γίνεται να παραλειφθούν ορισμένες ποιοτικές διαφορές που έχουν να κάνουν με το εγγενή χαρακτήρα που απέκτησε καθένα από τα δύο παραδείγματα που περιγράφηκαν. Αν και τα δύο, όπως ήδη προαναφέρθηκε, εκκίνησαν από μια κοινή αφετηρία διεκδίκησης και υπεράσπισης ενός δημόσιου πάρκου, η τροπή και η εξέλιξη που πήραν στη συνέχεια ήταν εντελώς διαφορετική. Πιο συγκεκριμένα, η υπεράσπιση του πάρκου Ναυαρίνου αποτέλεσε όντως μια αυθόρμητη συλλογική πρωτοβουλία στα πλαίσια μιας σειράς αντίστοιχων αυτοσχέδιων και αυθόρμητων ενεργειών που ξεπήδησαν εκείνη την περίοδο στην Αθήνα ως απόρροια των γεγονότων του Δεκέμβρη του ‘08. Ενεργειών που προσέδωσαν νέα χαρακτηριστικά στην έμπρακτη διεκδίκηση του δημόσιου χώρου. Έτσι λοιπόν και το πείραμα του πάρκου, ως γέννημα μιας συνολικής εξέγερσης στο πεδίο της πόλης, συγκρότησε ένα ιδιόμορφο πρότυπο καθημερινής ζωής στην βάση της αυτενέργειας, της συμμετοχής, της οικειοποίησης του υπαίθριου δημόσιου χώρου. Αποτέλεσε μια ρωγμή στην πόλη, καθότι οργανώθηκε εκτός του λειτουργικού προγράμματος της πόλης, ως ένας χώρος ρευστός, μη ομογενοποιημένος, ως ένας χώρος απροσδιόριστος, εφήμερος και συνεπώς απρόβλεπτος. Παρόλα αυτά, καθώς το συγκεκριμένο πείραμα προχωρούσε κι εδραιώνονταν μέσα στο χώρο της πόλης, οι αρχές πάνω στις οποίες δομήθηκε άρχισαν να τίθενται υπό αμφισβήτηση και τελικά να εκλείπουν. Το πάρκο Ναυαρίνου σταδιακά έχασε την πολυποίκιλτη ταυτότητα που είχε συγκροτήσει. Κατέληξε από μια ανοιχτή διαδικασία να λειτουργεί ως συνέλευση μιας μόνο αναρχικής συλλογικότητας που απέκλεισε την ελευθερία έκφρασης και συνδιαμόρφωσης σε διαφορετικές συλλογικότητες και ατομικότητες που συμμετείχαν, μετατράπηκε σταδιακά σε κοινότητα μιας συγκεκριμένης μόνο ταυτότητας κι εν τέλει μέχρι και σήμερα λειτουργεί στα πρότυπα ενός «απελευθερωμένου θύλακα» αναδεικνύοντας σχέσεις περιχαράκωσης και όχι ώσμωσης με το περιβάλλον τους. Σίγουρα δεν παύει να είναι ένας χώρος ο οποίος, φορτισμένος πια στη συλλογική μνήμη πολλών ανθρώπων με το όραμα μιας εναλλακτικής κοινοτικής ζωής, φέρει μια ταυτότητα κοινωνικού πειραματισμού και ζύμωσης ιδεών και νέων αξιών που ενδεχομένως περιμένει να αναδυθεί και πάλι με τα χαρακτηριστικά του ενδιάμεσου χώρου-περάσματος που συγκροτήθηκε στην πρώτη φάση του.

150


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Αν λοιπόν, το πάρκο Ναυαρίνου αναγιγνώσκεται ως μια έκφανση της ευρύτερης κοινωνικής αμφισβήτησης της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου και αποτέλεσε πτυχή των συνεπειών του κοινωνικού αγώνα που ξέσπασε στο πεδίο της πόλης (Δεκέμβρης ’08), ο αγώνας του πάρκου Γκεζί ήταν αυτός που «γέννησε» τέτοιου είδους καταστάσεις μέσα στο αστικό τοπίο της Κωνσταντινούπολης και όχι μόνο. Ο κοινωνικά και πολιτικά φορτισμένος χώρος, στον οποίο ξέσπασε το κίνημα, επέδρασε στο συλλογικό νου των εξεγερμένων ως μια επιπλέον δύναμη ενίσχυσης της δυναμικής του αγώνα. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τη σκληρή καταστολή του κράτους και της κυβέρνησης απέναντι στους υπερασπιστές του πάρκου, λειτούργησε με τρόπο αντιδιαμετρικό σε σχέση με το εγχείρημα Ναυαρίνου. Το συλλογικό υποκείμενο που συγκροτούνταν μέρα με τη μέρα, διευρύνονταν όλο και περισσότερο, κι εμπλουτίζονταν διαρκώς με νέες ταυτότητες που έφεραν στο προσκήνιο νέα αιτήματα τα οποία συνδέθηκαν με τον αγώνα υπεράσπισης του πάρκου, ώστε τελικά να ξεπηδήσει ένα συνολικό κοινωνικό κίνημα με ευρύτερα πολιτικά χαρακτηριστικά κι αναβαθμισμένα αιτήματα. Ο δημόσιος χώρος μετατράπηκε σε ένα είδος ανοιχτής συνέλευσης με οριζόντιες σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων που συμβίωναν σε ένα πρωτότυπο είδος κατασκήνωσης, μια μορφή «Κομμούνας». Μεταμορφώθηκε σε πεδίο δοκιμών συλλογικής και ατομικής έκφρασης που επεκτάθηκε συνολικά μέσα στην πόλη με την καθολικότητα και τη γιορταστική αυτενέργεια που οραματίστηκε ο Lefebvre, σκορπίζοντας ένα σωρό εφήμερες καταστάσεις εντός κι εκτός ορίων της πόλης. Καταστάσεις που λειτούργησαν ως κρίκοι μιας αλυσιδωτής αντίδρασης, μιας «διαδικασίας» αμφισβήτησης της υπάρχουσας κανονικότητας, κι ανάδειξης μιας επιθυμίας για αλλαγή. Ενός αναδυόμενου ονείρου που απέκτησε υπόσταση και έδωσε ώθηση για τη διεκδίκηση μιας νέας χειραφετητικής ουτοπίας για τον άνθρωπο, ξεπερνώντας τα όρια του τοπικού και λαμβάνοντας διαστάσεις μιας συνολικής γιορτινής εξέγερσης στα ευρύτερα νερά του παγκόσμιου αρχιπελάγους.

151


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ «Χωρίς αμφιβολία, εκείνες τις μέρες οι εξεγερμένοι ήταν σε μεγάλο βαθμό κυρίαρχοι της παραγωγής του αστικού χώρου της μητρόπολης, ήταν οι κυρίαρχοι της πόλης. Κι αν κυρίαρχος είναι αυτός που κατέχει την δυνατότητα αλλαγής του κανόνα, τη δυνατότητα εγκαθίδρυσης μιας εξαίρεσης, τότε οι εξεγερμένοι ήταν κυρίαρχοι της παραγωγής του χώρου τους, ήταν κυρίαρχοι παραγωγοί μιας τομής στην καθημερινή ζωή της πόλης. Για πολλούς ήταν ένα παιχνίδι εξουσίας. Η μαγεία της κυριαρχίας στο δρόμο, στον απόλυτο δηλαδή δημόσιο χώρο, κυριεύει ακόμα και τον πιο συνεπή αντιεξουσιαστή. Για ακόμη περισσότερους όμως ήταν μια αλλαγή της καθημερινής ζωής πέρα από κάθε φαντασία. Κεντρικός σχεδιασμός και στρατηγική, πόσο μάλλον «κοινή», ως προς τις κινήσεις στο έδαφος της πόλης αλλά και τις δράσεις γενικότερα τις πρώτες μέρες δεν υπάρχει, ψήγματα όμως θα εμφανιστούν στον απόηχο των γεγονότων. Το λόγο έχει η μνήμη και η εμπειρία από παρόμοιες καταστάσεις μα πάνω από όλα η αποφασιστικότητα και οι πράξεις χιλιάδων που βρέθηκαν μαζί στο δρόμο. Είναι άλλωστε κι αυτός ένας τρόπος να παράγεται ο χώρος» (urban anarchy, 2010, 96). Καταληκτικά, μπορούμε να πούμε ότι μια «διαλεκτική ουτοπία της διαδικασίας» που επιδιώξαμε να προσεγγίσουμε στην παρούσα εργασία, δύναται να λάβει ποικίλες εκφράσεις στο πεδίο της πόλης, εκφράσεις που ανάλογα με το χαρακτήρα και το περιεχόμενό τους πλάθουν και προωθούν σε διαφορετικό βαθμό και όρια τις αντίστοιχες δυνατότητες-κινήσεις προς μια απελευθερωμένη κοινωνία. Τα σενάρια που μπορούν να προκύψουν σε σχέση με τον οραματισμό αυτής της κατάστασης στο πεδίο της πόλης είναι πολλά κι εκφρασμένα ποικιλοτρόπως. Το μοντέλο προς αξιοποίηση των ενδιάμεσων χωρών στο πεδίο της πόλης (όπως το πάρκο Ναυαρίνου) μπορεί να γεννήσει μια πόλη υβριδική και αλλιώτικη, ανάμεσα στο χθες, το σήμερα και το αύριο. Οι πολλαπλές εστίες ανατροπής της κυρίαρχης κανονικότητας με ποικίλους τρόπους ναι μεν είναι ένα μέσο που κινεί διαδικασίες δυναμικές προς επεξεργασία ενός «έτερου» προτύπου ζωής σε μια απελευθερωτική πόλη και κοινωνία, αλλά είναι επαρκές όταν τέτοιου είδους εγχειρήματα δεν συνδέονται διαλεκτικά με μια ολοκληρωμένη διαδικασία ανατροπής της κανονικότητας που θα προϋπέθετε ταυτόχρονες ριζικές αλλαγές στο κοινωνικό σύστημα; Μήπως τελικά η επιθυμητή ουτοπία θα πραγματοποιηθεί, όταν αυτές οι πολλαπλές «ενδιάμεσες» καταστάσεις παύσουν να λειτουργούν ως διακριτές οντότητες κι εδραιώσουν μια νέα κανονικότητα; Μια κανονικότητα που θα ξεπηδήσει μέσα από την ομορφιά της ενεργής διεκδίκησης του χώρου ως δημιουργικό πεδίο δράσης του ανθρώπου, ως ένα έργο τέχνης που θα αναζητά τη σύγχρονη ουτοπία μέσω της υπεράσπισης του δικαιώματος στην πόλη. Γιατί όπως είπε και ο Don Mitchell «οι σκέψεις μας για ένα εξιδανικευμένο δημόσιο χώρο είναι σημαντικές. Ορίζουν το πώς αγωνιζόμαστε και με ποιο στόχο. Καθοδηγούν τις επιθυμίες μας […] Η ουτοπία μπορεί να είναι αδύνατη, αλλά η προοδευτική πάλη προς αυτήν δεν είναι» (2003, 233). 152


ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

153


«Είναι στον ορίζοντα… κάνω δύο βήματα, απομακρύνεται δύο βήματα. Κάνω δέκα βήματα και ο ορίζοντας τρέχει δέκα βήματα μακριά. Όσο και να περπατάω, δεν θα τη φτάσω ποτέ. Τι χρησιμεύει τότε η ουτοπία; Σ’ αυτό χρησιμεύει: στο να περπατάς.

154


ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ Μπορεί κανείς να αναζητήσει στην ουτοπία μια φυγή από την πραγματικότητα. Μπορεί κανείς να αναζητήσει στην ουτοπία έναν αψεγάδιαστο κόσμο, μια ιδανική πολιτεία. Μπορεί κανείς όμως, να αναζητήσει στην ουτοπία μια δυναμική κίνηση, μια διαρκή εξελικτική διαδικασία που ξεδιπλώνεται συνεχώς μέσα από τη δράση του απλού ανθρώπου και την χειραφετητική δύναμη που υποβόσκει στην καθημερινή ζωή της πόλης. Γιατί τελικά η απάντηση δεν εντοπίζεται στις μεγάλες αφηγήσεις εν γένει, αλλά στην ανάγκη και την επιθυμία που γεννούν τέτοιου είδους αφηγήσεις. Στα όνειρα και την ελπίδα των ανθρώπων να ζήσουν διαφορετικά σε μια κοινωνία απελευθέρωσης και στη ζωηρή φαντασία που πυροδοτεί και τρέφει σκέψεις για μια εναλλακτική τροπή της υφιστάμενης πραγματικότητας. Όπως αναφέρει και ο Lefebvre, «δεν υπάρχει σκέψη δίχως ουτοπία. Γιατί αλλιώς ευχαριστιόμαστε να παρατηρούμε, να επικυρώνουμε αυτά που βρίσκονται μπροστά στα μάτια μας. Δεν πάμε μακρύτερα, στεκόμαστε με τα μάτια καρφωμένα πάνω στο πραγματικό λέγοντας: είμαστε ρεαλιστές... αλλά δεν σκεφτόμαστε! Δεν υπάρχει σκέψη που δεν εξερευνά μια πιθανότητα, που δεν προσπαθεί έναν προσανατολισμό.» (Lefebvre, 2007, 243). Συνεπώς, αν έχει νόημα να αναζητήσει κανείς ένα μέλλον της ανθρώπινης χειραφέτησης, ίσως σήμερα πιο πολύ από ποτέ είναι απαραίτητο να διδαχθεί από τους τρόπους που η ανάγκη και τα όνειρα των ανθρώπων γεννούν ενδιάμεσους χώρους που διαρρηγνύουν την υφιστάμενη πραγματικότητα. Οι χώροι αυτοί δεν είναι συγκεκριμένα κτίρια της πόλης, γιατί στην ουσία δεν υπάρχουν αλλά συμβαίνουν, ιδρύονται ως περάσματα από το οικείο στο διαφορετικό, το έτερο. Εξερευνούν άλλοτε μικρότερες και άλλοτε μεγαλύτερες ρήξεις με την τυποποιημένη περίμετρο της υφιστάμενης καθημερινότητας και ζωής κι έρχονται να πλάσουν νέες ταυτότητες, νέες ποιότητες και αξίες ζωής. Έτσι, φέρνουν σε επαφή διαφορετικές επικράτειες της εμπειρίας, της φαντασίας, της μνήμης, που αποκτούν σημασία ανάλογα με το εκάστοτε υποκείμενο που τις κατοικεί. Με αυτόν τον τρόπο η διερεύνηση για το χώρο γίνεται μια διερεύνηση πολιτική που δύναται να εκφραστεί στα πλαίσια ενός μεγάλου εύρους συμπεριφορών και κοινωνικών αντιδράσεων. Από μια πρωτοβουλία αυτοοργάνωσης ενός δημόσιου χώρου μέχρι και την αποθέωση της γιορτινής ατμόσφαιρας μέσα από ένα κίνημα, μια κοινωνική εξέγερση, μέσα στην ομορφιά που βρίσκεται στους δρόμους. Εκείνοι οι «μετέωροι χώροι της ετερότητας» είναι που θα ενεργοποιήσουν τη σκέψη μας και θα συγκροτήσουν τις απαραίτητες δυνάμεις που θα δώσουν ώθηση για μια νέα έφοδο στον ουρανό. Μέχρις ότου οι έτερες καταστάσεις του παρόντος να αποτελέσουν οικείες στιγμές του μέλλοντος και κομμάτια ενός χάρτη που δείχνει τον ανεξερεύνητο δρόμο προς την ουτοπία της απελευθέρωσης. Μια ουτοπία που θα υπερασπίζεται το δικαίωμα στην πόλη. Μια ουτοπία ανθρώπινη και καθημερινή. 155


Πόλεις και ουρανός «Τι έννοια έχει αυτό το συνεχές χτίσιμο; Ποιος είναι ο στόχος μιας υπό κατασκευή πόλης αν όχι μια πόλη; Ποιο είναι το πρόγραμμα που ακολουθείτε, ποιο είναι το σχέδιο;» «Θα σου το δείξουμε στο τέλος της μέρας· τώρα δεν μπορούμε να διακόψουμε», απαντούν. Η δουλειά σταματά το δειλινό. Η νύχτα κατεβαίνει πάνω από το εργοτάξιο. Είναι μια νύχτα γεμάτη αστέρια. «Να το σχέδιο μας», λένε. Αόρατες Πόλεις

156 εικόνα 101| Οι πόλεις των ονείρων μας


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

157


ΞΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -Benevolo, Leonardo (1977) Βιομηχανική επανάσταση, βιομηχανική πόλη, Αθήνα: Νέα σύνορα. -Berneri, Marie-Louise (1999) Περιήγηση στην ουτοπία, Αθήνα: Νησίδες. -Bloch, Ernst (1985) Ουτοπία κι Επανάσταση, Αθήνα: Έρασμος. -Calvino, Italo (2004) Οι αόρατες πόλεις, Αθήνα: Καστανιώτη. -Castells, Manuel (1983) The city and the grassroots. A cross cultural theory of urban social movement, London: Edward Arnold Pub. Ltd. -Engels, Friedrich (2006) Σοσιαλισμός ουτοπικός και επιστημονικός, Αθήνα: Μαρξιστικό βιβλιοπωλείο. -Engels, Friedrich (2003) Για το ζήτημα της κατοικίας, Αθήνα: Σύγχρονη εποχή. -Harvey, David (2013) Εξεγερμένες πόλεις, Από το δικαίωμα στην πόλη στην επανάσταση της πόλης, Αθήνα: ΚΨΜ. -Harvey, David (2000) Spaces of hope, Edinburgh: Edinburgh university press. -Holloway, John (2006) Ας αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να καταλάβουμε την εξουσία, Το νόημα της επανάστασης σήμερα, Αθήνα: Σαββάλας. -Huizinga, Johan (2016) Homo Ludens: A Study of the Play Element in Culture, Kettering: Angelico Press. -Internationale Situationniste (1999) Το ξεπέρασμα της τέχνης, Αθήνα: ύψιλον. -Le Corbusier (2004) Για μια αρχιτεκτονική, Αθήνα: Εκκρεμές. -Lefebvre, Henri (2007) Το δικαίωμα στην πόλη, Χώρος και Πολιτική, Αθήνα: Κουκίδα. -Marx, Carl (1990) Η αθλιότητα της φιλοσοφίας, Αθήνα: Αναγνωστίδης. -Marx, Carl, Engels, Friedrich (2011) Μανιφέστο του κομμουνιστικού κόμματος, Αθήνα: Σύγχρονη εποχή. -Mitchell, Don (2003) The Right to the city. Social justice and the fight for public space, New York: The Guilford Press. -More, Thomas (1984) Η ουτοπία, Αθήνα: Κάλβος. -Mumford, Lewis (1998) Η ιστορία των ουτοπιών, Αθήνα: Νησίδες. -Paquot,Thierry (1998) Η ουτοπία ή το παγιδευμένο ιδεώδες, Αθήνα: Scripta. -Vaneigem, Raoul (2002) Η επανάσταση της καθημερινής ζωής, Αθήνα: Άκμων. -Wright, Frank Lloyd (1999) The Disappearing City, στο: Frampton,Kenneth, Μοντέρνα αρχιτεκτονική, Ιστορία και κριτική, Αθήνα: Θεμέλιο. 158


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -Βαΐου, Ντίνα, Χατζημιχάλης, Κωστής (2012) Ο χώρος στην αριστερή σκέψη, Αθήνα: Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, Νήσος. -Παυλίδης, Περικλής (2010-2011) Γνωσιολογικά Ζητήματα της Παιδείας, Θεσσαλονίκη: Τμήμα Εκδόσεων ΑΠΘ. -Σταυρίδης, Σταύρος (2002) Από την πόλη οθόνη στην πόλη σκηνή, Αθήνα: Ελληνικά γράμματα. -Σταυρίδης, Σταύρος (2010) Μετέωροι χώροι της ετερότητας, Αθήνα: Αλεξάνδρεια. -Χρύσης, Αλέξανδρος (2009) Για τη διαλεκτική εξουσίας και επανάστασης, Αθήνα: ΚΨΜ. -Urban anarchy (2010) Αθήνα ανοχύρωτη πόλη, χωρική ανάλυση της εξέγερσης του Δεκέμβρη 2008, Θεσσαλονίκη: Urban anarchy. -Urban anarchy (2014) Ινσταμπούλ, η πιο όμορφη πόλη, ο εξεγερμένος κοινός χώρος, Θεσσαλονίκη: Urban anarchy.

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ -Βραδής, Αντώνης (2015) Εδαφικότητα, κυριαρχία και το χωρικό συμβόλαιο των Εξαρχείων, στο Urban Conflicts, Θεσσαλονίκη: εργαστήριο «συναντήσεις και συγκρούσεις στην πόλη», σ. 386-397. -Ζεϊνό, Τσίσκε (2014) Ινσταμπούλ η πιο όμορφη πόλη: εξέγερση στο Γκεζί, Crochett, Τεύχος 00, σ. 18-21. -Κομπρεσέρ (2011) Eνδιάμεσοι χώροι, χρόνοι, περιπλανήσεις, μηχανισμοί σκέψης, Κομπρεσέρ, Τεύχος 1, Αθήνα, σ. 50-54. -Κομπρεσέρ (2013) Editorial: Για την πόλη και την επανάσταση, Κομπρεσέρ, Τεύχος 5, Αθήνα, σ. 5-7. -Μηνακάκης, Βασίλης (2016) Ο κομμουνισμός πριν τον Μαρξ, Τετράδια Μαρξισμού, Τεύχος 1, Αθήνα, σ. 51-68. -Μπιτσάκης, Ευτύχης (1995) Ο χαρακτήρας και η κοινωνική λειτουργία της ουτοπίας, Ουτοπία, Τεύχος 17, Αθήνα, σ. 19-44. -Σταυρίδης, Σταύρος (1997) Εμπειρία της μεγαλούπολης και ετερότητα, Ουτοπία, Τεύχος 23, Αθήνα, σ. 55-70. 159


-Σταυρίδης, Σταύρος (1998) Οι χώροι της ουτοπίας και η ετεροτοπία: Στο κατώφλι της σχέσης με το διαφορετικό, Ουτοπία, Τεύχος 31, Αθήνα, σ. 51-66. -Σταυρίδης, Σταύρος (1999) Μπρεχτική αποστασιοποίηση και ετερότητα: οι μετέωροι τόποι των κατωφλιών, Σύγχρονα θέματα, Τεύχοι 71-72, Αθήνα, σ. 94-98. -Σταυρίδης, Σταύρος (1999) Προς μια ανθρωπολογία του κατωφλιού, Ουτοπία, Τεύχος 33, Αθήνα, σ. 107121. -Φουρίκος, Κώστας (2015) Ουτοπικός και επιστημονικός σοσιαλισμός, ο κομμουνισμός από την ουτοπία στην επιστήμη, Αναιρέσεις, Τεύχος 27, Αθήνα, σ. 22-29. -Harvey, David (1997) The New Urbanism and the Communitarian Trap, Harvard Design Magazine, Τεύχος 1, Harvard: Mit Press, σ.1-3. -Stavrides, Stavros (2014) Emerging Common Spaces as a Challenge to the City of Crisis, στο Crisis-spaces Athens and beyond, Αθήνα: Σύνθεση, σ. 209-214.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ -Βουρεκάς, Κώστας (2009) Η πόλη σαν επιχείρηση, Αθήνα: Μετσόβιο Πανεπιστήμιο, τμήμα αρχιτεκτόνων μηχανικών. -Γεωργάκη Κόλλια, Ειρήνη (2016) Ουτοπία και κοινωνική χειραφέτηση: ο ρόλος της φαντασίας στο Σπινόζα, Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, σχολή Οικονομικών και Πολιτικών Σπουδών, τμήμα Πολιτικών Επιστημών. -Καραλή, Κλειώ (2014) Η μαρξιστική κριτική της ουτοπίας και οι σύγχρονες προεκτάσεις της: θεωρητικές και κοινωνιολογικές παράμετροι, Αθήνα: Πάντειο πανεπιστήμιο, τμήμα κοινωνιολογίας. -Μαναηλόγλου, Ελευθερία (2005) Ουτοπικές θεωρίες για την πόλη και ολοκληρωτικός σχεδιασμός, Αθήνα: Μετσόβιο πανεπιστήμιο, τμήμα αρχιτεκτόνων μηχανικών. -Ρόζος, Αναστάσιος (2011) Κατασκευάσιμη ουτοπία, Αθήνα: Μετσόβιο πανεπιστήμιο, τμήμα αρχιτεκτόνων μηχανικών. -Σκορδούλη, Μαρία (2015) Κατώφλια περιπλάνησης στο έργο του Walter Benjamin, Κρήτη: Πολυτεχνείο Κρήτης, τμήμα αρχιτεκτόνων μηχανικών. 160


ΑΡΘΡΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ -Ανώνυμο (2009) Μια λεμονιά ανθίζει στη γειτονιά, <http://parkingparko.espivblogs.net/2009/03/12/μιαλεμονιά-ανθίζει-στη-γειτονιά/> τελευταία επίσκεψη: 12/09/2017. -Ανώνυμο (2009) About the park, <http://parkingparko.espivblogs.net/englishfrench/about-thepark/>τελευταία επίσκεψη: 12/09/2017. -Ανδρίτσος, Θάνος (2011) Το Πάρκο Ναυαρίνου και η Πλατεία Συντάγματος. Μια συζήτηση για τον κομμουνισμό, <https://ilesxi.wordpress.com/2011/11/24/το-πάρκο-ναυαρίνου-και-η-πλατεία-συντά/> τελευταία επίσκεψη12/09/2017. -Λυκογιάννη, Ρούλη (2006) Η καθημερινή ζωή στο έργο του Ανρί Λεφέβρ, <https://www.academia. edu/10646593/Η_Καθημερινή_Ζωή_στο_έργο_του_Ανρί_Λεφέβρ>, τελευταία επίσκεψη: 01/09/2017. -Σταυρίδης, Σταύρος (2011) Χειραφετητικές χωρικότητες και η «πόλη των κατωφλιών», <http://ratnet-blog2.blogspot.gr/2011/04/blog-post.html>, τελευταία επίσκεψη: 14/09/2017. -Avdikos, Vasilis (2011) The political closeness of open public space; reflections from Parko Navarinou in Athens, <http://docplayer.net/49691980-The-political-closeness-of-open-public-space-reflections-from-parko-navarinou-in-athens.html>, τελευταία επίσκεψη 12/09/2017. -De Angelis, Massimo, Σταυρίδης, Σταύρος (2010) Σχετικά με το νόημα των κοινών, Πέρα από τις Αγορές και τα Κράτη: το communing ως μια συλλογική πρακτική, <http://www.rebelnet.gr/articles/view/on-thecommons>, τελευταία επίσκεψη 12/09/2017. -Jourdan, B., Maeckelbergh, M. (2013) Taksim Commune: Gezi Park and the uprising in Turkey, <www. globaluprisings.org>, τελευταία επίσκεψη 14/09/2017. -Vradis, Antonis, Dalakoglou, Dimitris (2010) After December: spatial legacies of the 2008 Athens uprising, <http://uppingtheanti.org/journal/article/10-after-december-spatial-legacies-of-the-2008-athens-uprising>, τελευταία επίσκεψη: 12/09/2017. -Zucker, L.(2014) Reclaim the Urban Commons: Instabul’s First Squat, <http://roarmag.org/ (2014/04/25)>, τελευταία επίσκεψη: 14/09/2017.

161


ΠΗΓΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ ΜΕΡΟΣ Α 1| http://eranistis.net/wordpress/wp-content/uploads/2014/01/Utopia-in-Four-Movemens.jpg 2| https://i.gr-assets.com/images/S/compressed.photo.goodreads.com/hostedimages/ 1466977796i/19537232._SY540_.png 3| https://i.pinimg.com/originals/6c/85/f5/6c85f59914aa249b6a22c894a4713f89.jpg 4| https://c1.staticflickr.com/5/4066/4371092204_f50294c884_b.jpg 5|https://thecharnelhouse.org/wp-content/uploads/2014/06/le-corbusiers-1924-utopian-proposalthe-ville-radieuse-has-clearly-influenced-a-platitude-of-different1.jpg 6|http://www.mediaarchitecture.at/architekturtheorie/milton_keynes/content/the_living_city_by_ frank_lloyd_wright.jpg 7|https://rosswolfe.files.wordpress.com/2015/08/ivan-leonidov-proposal-for-a-residential-strip-inthe-linear-city-of-magnitogorsk-19301.jpg?resize=440%2C192 8|http://rpi-cloudreassembly.transvercity.net/wp-content/uploads/2012/09/original-nakedcity.jpg ΜΕΡΟΣ Β 9| διάγραμμα από προσωπικό αρχείο 10| https://www.iliasoikonomakis.com/8-1-2-urban-sprawl-suffix 11| http://noticias.band.uol.com.br/cidades/noticias/?id=100000475754 Εικόνες Βαλαωρίτου 12| http://www.kathimerini.gr/856248/gallery/epikairothta/ellada/to-teleytaio-prasino-astiko-peirama 13| http://www.greece-is.com/thessaloniki/experience/places/ 14| http://harpasblog.blogspot.gr/2014/03/blog-post.html 15| http://www.oneman.gr/keimena/diaskedash/2310/ta-fagadika-sthn-valawritoy-antexoyn-akoma.3388401.html 162


16|http://3.bp.blogspot.com/-2cd5yhc-5wY/UzhUzLW-1dI/AAAAAAAAWnA/c3LH_MBUrgw/s1600/BeFunky_IMG_1381.jpg+-+%CE%91%CE%BD%CF%84%CE%AF%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE% BF.jpg 17| https://www.quora.com/What-is-the-meaning-of-%E2%80%9Cfavela%E2%80%9D-in-Brazil-Howmany-favelas-are-there-in-Brazil-today 18| https://it.pinterest.com/pin/440226932299088332/ 19| http://pozzanghere.tumblr.com/post/65805815744 20| http://www.brwnpaperbag.com/marion-barraud/ 21| http://pda.vietbao.vn/The-gioi-tre/Chang-trai-co-biet-tai-photoshop-theo-phong-cach-sieuthuc/120536239/475/ 22| http://concurso.cidadeemmovimento.org/finalistas/31/ 23|https://www.google.gr/url?sa=i&rct=j&q=&esrc=s&source=images&cd=&ved=0ahUKEwjQjYy3zdXWAhXB5xoKHbSGCtoQjxwIAw&url=http%3A%2F%2Fwww.johncoulthart.com%2Ffeuilleton%2F2015%2F06%2F29%2Fmikhail-viesels-invisible-cities%2F&psig=AOvVaw20oktl1W1SygHkiINXvLU3&ust=1507159667405743 24| http://www.cittainvisibili.com/en/portfolio/isaura-watercolor.html 25| από προσωπικό αρχείο 26| http://lamonomagazine.com/los-montajes-surrealistas-de-gilbert-garcin/ 27| https://www.thoughtco.com/what-is-new-urbanism-177642 28| κολάζ επεξεργασμένο από τις γραφούσες 29| http://www.postcart.com/libri-dettaglio.php?id=68&ln=en 30| http://lamonomagazine.com/los-montajes-surrealistas-de-gilbert-garcin/ 31| http://www.ecole-art-aix.fr/web-photo-analyse-d-images-de 32| https://it.pinterest.com/pin/168462842284072045/ 33| http://lamonomagazine.com/los-montajes-surrealistas-de-gilbert-garcin/ 34| https://www.goodreads.com/book/show/18414.Utopia 35| http://tesco-faenza.blogspot.gr/2012/09/falansterio-inaugurazione-domenica-30.html

163


36| https://lafabriquejpc.wordpress.com/2017/01/23/la-loi-du-7-juillet-2016-relative-a-la-liberte-dela-creation-a-larchitecture-et-au-patrimoine-et-lurbanisme-patrimonial-conference-paris-26-janvier2017/ 37| https://plus.google.com/+KunstnuernbergDeKunst 38|https://ifigeneiasiafaka.com/category/%CF%84%CE%B5%CF%87%CE%BD%CE%B5%CF%83-%CF%8 6%CF%89%CF%84%CE%BF%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%B9%CE%B1/gilbert-garcin/ 39| διάγραμμα από προσωπικό αρχείο 40| https://parallhlografos.files.wordpress.com/2011/04/december-10-2008.jpeg 42| http://apeleftheromenilyriki.blogspot.gr/ ΜΕΡΟΣ Γ 42[εξώφυλλο]|https://www.flickr.com/photos/alepouda/3336067841/in/album-72157614870493181/ 43| https://www.flickr.com/photos/alepouda/3336073911/in/album-72157614870493181/ 44| http://voidnetwork.gr/wp-content/uploads/2016/09/Navarinou-Occupied-Park-of-Exarchia.jpg 45|http://1.bp.blogspot.com/_khNk342q5jc/TLVP2xmew8I/AAAAAAAAATU/G41QmnP1lR8/s1600/ IMG_1018.jpg 46|http://1.bp.blogspot.com/_khNk342q5jc/TMtJYuIVynI/AAAAAAAAAWs/7wrlUvXa_qI/s1600/ IMG_7508.JPG 47|http://www.inexarchia.gr/sites/default/files/imagecache/whole_page/wysiwyg_imageupload/1/ inexarchia_parko3.jpg 48| https://www.flickr.com/photos/alepouda/3336071739/in/album-72157614870493181/ 49| https://www.flickr.com/photos/alepouda/3336070419/in/album-72157614870493181/ 50| https://www.flickr.com/photos/alepouda/3336076239/in/album-72157614870493181/ 51| https://www.flickr.com/photos/alepouda/3336903270/in/album-72157614870493181/ 52| http://voidnetwork.gr/wp-content/uploads/2016/08/inexarchia_parko13.jpg 53| https://www.flickr.com/photos/alepouda/3336905438/in/album-72157614870493181/ 54|http://www.inexarchia.gr/sites/default/files/inexarchiagr-parko-nauarinou-provoli-tainias_0.jpg

164


55|http://4.bp.blogspot.com/-ZbM2OVVU0hY/TZnd1at6g6I/AAAAAAAAEoo/xNg14TLrmZ8/s1600/_ MG_8382.jpg 56|http://3.bp.blogspot.com/_khNk342q5jc/TLVB6XLWiBI/AAAAAAAAASk/DdpyFdlotkY/s1600/ DSCN1075.JPG 57|http://2.bp.blogspot.com/_khNk342q5jc/TMtMTb8btLI/AAAAAAAAAW0/B1bF2muIA6c/s1600/ DSC_9123.NEF 58|http://3.bp.blogspot.com/_khNk342q5jc/TNwPmTe3III/AAAAAAAAAXg/uxphphrAF70/s1600/%25CE %25A0%25CE%2591%25CE%25A1%25CE%259A%25CE%259F%2B1.jpg 59|http://3.bp.blogspot.com/_khNk342q5jc/TMtJXuTXoHI/AAAAAAAAAWc/_QFsrq7R6jM/s1600/ DSC_9151.NEF.jpg 60|http://3.bp.blogspot.com/_khNk342q5jc/TMtJXQ2cp7I/AAAAAAAAAWU/amyS1WAf1zw/s1600/ DSC_9084.NEF.jpg 61| http://www.mixanitouxronou.gr/wp-content/uploads/2017/04/%CE%B5%CE%BE-%CE%BA%CE%B1 %CE%B9-%CE%BC%CE%AD%CF%83%CE%B1.jpg 62| http://www.inexarchia.gr/sites/default/files/ergasies-sto-parko-inexarchia6.jpg 63| http://www.mixanitouxronou.gr/wp-content/uploads/2017/04/P1900103-%CF%83%CF%80%CF%8C %CF%81%CE%BF%CE%B9.jpg 64| https://admin.citiesintransition.eu/wp-content/uploads/2015/01/Exarchia-illegal-park8.jpg Το πάρκο Γκεζί 65| https://www.theatlantic.com/photo/2013/06/riot-police-retake-istanbuls-taksim-square/100532/ 66 | αναπαράσταση από προσωπικό αρχείο 67| https://www.americamagazine.org/arts-culture/2017/09/27/why-do-they-dislike-us-americanturkey-seeks-answer 68| https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/6/6e/POMA_Bulldozer_Hijacked_by_Carsi_at_ Gezi_protests.jpg 69| Ινσταμπούλ, η πιο όμορφη πόλη. Διαθέσιμο σε: https://issuu.com/urbananarchy/docs/istanbul_the_ most_beautiful_city

165


70| http://siyasihaber3.org/valilige-gore-polis-onur-yuruyusune-orantili-mudahale-etmis 71| http://www.newsit.gr/kosmos/xaos-kai-pali-stin-toyrkia-dakrygona-kai-antlies-neroy-gia-na-dialythoyn-ta-plithi-dekades-syllipseis-kai-traymaties/1614409/ 72| Κολάζ φωτογραφιών που συντέθηκε από τις γραφούσες 73| https://gr.pinterest.com/pin/482377810058417048/ 74| https://it.pinterest.com/pin/407505466253375361/ 75| http://www.turkishnews.com/en/content/category/business/page/13/ 76| https://twitter.com/direngeziparki?lang=el 77| https://www.buzzfeed.com/ryanhatesthis/36-surreal-and-defiant-photos-from-istanbuls-occupygezi?utm_term=.of7wZeXJv#.yjWNxW489 78| https://gr.pinterest.com/pin/545005992379216759/ 79| https://paxus.files.wordpress.com/2013/06/ballet-and-tear-gas.jpg 80| https://gr.pinterest.com/pin/239676011391973839/ 81|http://kalpherzamansoldanatar.tumblr.com/post/51734166336/bakbuasansorturk-taksim-gezi-park%C4%B1nda-direni%C5%9F 82| https://onedio.com/haber/bursa-da-herkes-e-gezi-davasi-363407 83| http://gawker.com/what-is-going-on-in-turkey-and-do-i-really-need-to-care-511018243 84| https://gr.pinterest.com/pin/312578030365405779/ 85| https://i.pinimg.com/originals/7d/12/37/7d12377620dfc566a6963712a197c63f.jpg 86| https://www.theguardian.com/artanddesign/gallery/2014/dec/29/photographer-of-the-year-2014bulent-kilic-in-pictures 87| https://onedio.com/haber/berkin-bugun-ugurlaniyor-267358 88| https://i.pinimg.com/originals/4b/89/d2/4b89d2e66d9289cfa8699fa4cc639473.jpg 89| https://journal-neo.org/2015/09/21/has-turkey-become-a-fascist-state/ 90| https://www.flickr.com/photos/44402741@N07/8990534457/ 91|http://1.bp.blogspot.com/-UOC4lWsUhVY/UbWRDAMd5JI/AAAAAAAAEsY/Z76uxxRIekw/s1600/ diren-gezi-eb55-0447-6ff9-FD31-999C-401B.jpg

166


92| http://duvardakisesler.com/image/52227938009#_=_ 93| https://i.pinimg.com/originals/f1/67/39/f16739e38b9ea12ef4841f11ae846f39.jpg 94| https://gr.pinterest.com/pin/211458144976739190/ 95|https://i.pinimg.com/736x/01/58/30/0158304cbfa03a098bc6414b9d10658c--tablescapes.jpg 96| https://fotojournalismus.tumblr.com/page/306 97| κολλάζ φωτογραφιών που συντέθηκε από τις γραφούσες 98| https://i.pinimg.com/originals/b2/08/6a/b2086af530348cb5ce73388a95814d3e.jpg 99| φωτογραφία από προσωπικό αρχείο ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 100| φωτογραφία από προσωπικό αρχείο ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ 101| σύνθεση φωτογραφίας από τις γραφούσες

167


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.