Public citying alexandra tiligadi

Page 1

1

Η πόλη μέσα από τους δημόσιους χώρους της Τηλιγάδη Αλεξάνδρα

Η περίπτωση της Πάτρας.


2


ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΑΚΑΔ. ΈΤΟΣ 2013-2014

Ερευνητική Εργασια

Public city_ing Η πόλη μέσα από τους δημόσιους χώρους της. Η περίπτωση της Πάτρας.

ΤΗΛΙΓΑΔΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ Επιβλέπων Καθηγητής :Δημήτρης Γιαννίσης

3


Θα ήθελα να ευχαριστήσω την οικογένεια μου για την συνεχή υποστήριξή της, τους καθηγητές μου για την πολύτιμη βοήθεια τους και τέλος όλους όσους ερεύνησαν και ερευνούν το δημόσιο χώρο και συνεχίζουν να συμβάλλουν στην κατανόησή του.

4


Προβληματισμός Διαπίστωση πολλών, ειδικών και μη, είναι ότι η άναρχη, έντονη και απρογραμμάτιστη οικιστική ανάπτυξη που σημειώθηκε μεταπολεμικά στην Ελλάδα, είναι η βασική αιτία της έλλειψης δημόσιων χώρων στον πολεοδομικό ιστό των σημερινών ελληνικών πόλεων, συμπεριλαμβανομένης και της πόλης της Πάτρας. Η έννοια του δημόσιου δεν αναφέρεται μόνο στο χώρο της πόλης, αλλά και στις σχέσεις και έννοιες που τον προσδιορίζουν και αναπτύσσονται μέσα σε αυτόν. Παρ’ όλους τους μετασχηματισμούς στη μορφή της πόλης, με το πέρασμα των εποχών, οι δημόσιοι χώροι παραμένουν σταθερά στοιχεία που σηματοδοτούν την κάθε εποχή και προσδίδουν στην πόλη ταυτότητα και χαρακτήρα. Η συγκρότηση και εξέλιξη της πόλης γίνεται μέσω της εμφάνισης και εξέλιξης των δημόσιων χώρων. Οι δρόμοι, οι πλατείες και οι δημόσιοι κοινόχρηστοι υπαίθριοι χώροι δεν είναι το κενό υπόλοιπο ανάμεσα στα κτήρια, ούτε το περίσσευμα ανάμεσα στα οικοδομικά τετράγωνα. Ο ελεύθερος, ανάμεσα στα κτήρια, χώρος κίνησης, συνάντησης, συνάθροισης και επικοινωνίας είναι

η αρχιτεκτονική έκφραση

της κοινότητας και

της συλλογικής

ταυτότητας του δημοσίου. Ο σχεδιασμός λοιπόν για την πόλη δεν αναφέρεται μόνο στον σχεδιασμό των κτηρίων, είναι κατεξοχήν και σχεδιασμός του δημόσιου χώρου. Η γεωμετρία, η σύνταξη, η διαμόρφωση και ο εξοπλισμός των δρόμων, των πλατειών, των κοινόχρηστων υπαίθριων και εσωτερικών δημόσιων χώρων συγκροτούν ταυτόχρονα ένα ξεχωριστό αντικείμενο συνθετικής επέμβασης αλλά και το πλαίσιο μέσα στο οποίο γεννιέται, οργανώνεται και συντονίζεται η αρχιτεκτονική των επιμέρους κτηρίων. Με το πέρασμα του χρόνου, οι ελεύθεροι δημόσιοι χώροι γίνονται φορείς όχι μόνο της παρούσας κοινότητας ανθρώπων και κτισμάτων αλλά και σημείο αναφοράς της συλλογικής μνήμης και αλληλοσυνδέονται με την συνείδηση της πόλης. Ο δημόσιος χώρος προσδιορίζεται από την θέση του μέσα στην πόλη αλλά και από τη ζωή των κατοίκων της. Είναι ενδιαφέρουσα η σχέση που συναντάται ανάμεσα στον τρόπο αντιμετώπισης του και την ουσιαστική αξία που αυτός έχει για την πόλη, μέσω των σχεδιαστικών διαδικασιών αλλά και ως προς τον τρόπο που εντυπώνεται και περιγράφεται στις ανθρώπινες αισθήσεις. Η πρόσβαση στο δημόσιο χώρο είναι μια μετάβαση από τον ευρύτερο χώρο της πόλης σε έναν πιο συγκεκριμένο, με πεπερασμένες διαστάσεις, ιδιαίτερη μορφή και χαρακτήρα. Η θέση που βρίσκονται οι δημόσιοι χώροι μέσα στην πόλη-χωρικό δίκτυο και η πορεία που ακολουθούμε από και προς αυτούς καθορίζει συχνά τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και «διαβάζουμε» το αστικό περιβάλλον, με σκοπό να το κατανοήσουμε και να είμαστε σε θέση να το να το περιγράψουμε. Αυτή η ανάγκη η οποία πηγάζει κυρίως μέσα από την αναζήτηση της αίσθησης του προσανατολισμού κατά την κίνησή μας, σε στενά ή και ευρύτερα όρια, καθώς και της κατάληξης «αστικών διαδρομών», συντελεί στην αναγνωσιμότητα της πόλης. Ποια είναι λοιπόν η σχέση που έχουμε με τους δημόσιους χώρους και ποια είναι τα χαρακτηριστικά και η δομή αυτών των χώρων που προσδιορίζουν την πόλη;

Υπόθεση ερευνητικής εργασίας-Στόχος Αντικείμενο της παρούσας ερευνητικής εργασίας αποτελεί η διερεύνηση του δίπολου πόλη – δημόσιος χώρος, μέσα από τους τρόπους αλληλοεπίδρασης των ανθρώπινων δραστηριοτήτων με τους δημόσιους χώρους και το αστικό

5


περιβάλλον. Ειδικότερα στα πλαίσια μιας Αρχιτεκτονικής Σχολής, ο δημόσιος χώρος αναφέρεται και συζητιέται κάθε φορά από διαφορετική σκοπιά, ενισχύοντας την άποψη ότι αποτελείται από πολλές ξεχωριστές πτυχές. Αναρωτήθηκα ως προς τους τρόπους λειτουργίας του, τις δραστηριότητες που περιλαμβάνει, ελκύει, αναπτύσσει αλλά και το πώς οι διάφορες κοινωνικές και ηλικιακές ομάδες δρουν μέσα σε αυτόν, τον αξιοποιούν και τον διαμορφώνουν σύμφωνα με τις ανάγκες, τις αξίες και τα συμφέροντά τους. Κύρια κινητήρια δύναμη της έρευνας αποτελεί η ανάγκη να κατανοήσουμε το τι πραγματικά είναι ο δημόσιος χώρος, μέσα από τις διαφορετικές ερμηνείες που μπορούμε να του προσδώσουμε -ως χρήστες αλλά και ως μελετητέςκαι αν μπορούν αυτές οι ερμηνείες να συνυπάρξουν και να τον ορίσουν. Να προβληματιστώ και να προβληματίσω ως προς την ταυτότητα που αυτός προσδίδει στην πόλη, καθώς και τις δυναμικές που εκδηλώνονται σε αυτόν αλλά και τον τρόπο αντιμετώπισής του. Ένα ακόμη μέλημα είναι η αμφισβήτηση και η αναθεώρηση της προσέγγισης του δημοσίου χώρου τόσο σχεδιαστικά όσο και σε επίπεδο καθημερινής αντίληψης και δράσης μέσα σε αυτόν. Επειδή αποτελεί ένα αντικείμενο μελέτης με ποικίλα χαρακτηριστικά, οριοθετεί ένα ευρύ πεδίο συζητήσεων και αντιπαραθέσεων γύρω από την φύση του, τις χρήσεις που εμφανίζονται σε αυτόν, τον σχεδιασμό αλλά και την ελευθερία ή μη που αυτός αποπνέει. Επιπλέον, η επιλογή του συγκεκριμένου θέματος, έγινε με την ελπίδα ότι μέσα από αυτή τη διαδικασία θα γίνει αντιληπτή και η εικόνα του σύγχρονου ανθρώπου για το περιβάλλοντα χώρο. Οι διαφορετικές ομάδες χρηστών, οι ανθρώπινες δραστηριότητες που συνδέονται με το δημόσιο χώρο, οι επιλογές των διαδρομών που ακολουθούν στην πόλη καθώς και η «αποτύπωση» του αστικού δημόσιου χώρου είναι τα βασικά θέματα που προσπαθεί να προσεγγίσει και να ερμηνεύσει η παρούσα εργασία. Σε πρώτο επίπεδο, επιδιώκοντας να κατανοηθεί η έννοια της πόλης και του δημόσιου χώρου, έγινε μια βιβλιογραφική αναζήτηση, των γενικών εννοιών, της ιστορικής εξέλιξης και των κοινωνικών θεωριών που πλαισιώνουν τις έννοιες αυτές. Θέλοντας να θέσω σε εφαρμογή τα στοιχεία που προέκυψαν, σε δεύτερο επίπεδο, διεξήγαγα μια μέθοδο ανάγνωσης του δημόσιου χώρου των πόλεων, η οποία αποτελεί ένα εργαλείο ερμηνείας του δημόσιου χώρου και των αλληλοεπιδράσεων του με τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Αναγνωρίζοντας τον αστικό χώρο ως ένα μωσαϊκό πολλών διαφορετικών επιπέδων ανάγνωσης, γίνεται μία προσπάθεια καταγραφής του με διαφορετικά φίλτρα ανάγνωσης, προκειμένου να γίνει πιο εύκολα αντιληπτή η «εικόνα» της πόλης. Παράλληλα, ο τρόπος διεξαγωγής της μελέτης στηρίζεται και στην μέθοδο των ερωτηματολογίων που θα δοθούν σε κατοίκους αλλά και περαστικούς. Ως πεδίο εφαρμογής της συγκεκριμένης μεθοδολογίας, επιλέχθηκε η πόλη της Πάτρας, που αποτελεί μια πόλη σε μετασχηματισμό όσον αφορά την σχέση της με το δημόσιο χώρο, ενόψει των τελευταίων κινητοποιήσεων με σκοπό τη βελτίωση του.

Μεθοδολογία-Δομή ερευνητικής εργασίας Η δομή της ερευνητικής εργασίας περιλαμβάνει αρχικά την βιβλιογραφική αναζήτηση με σκοπό την διερεύνηση της έννοιας της πόλης και του δημόσιου χώρου από ετυμολογική, ιστορική, κοινωνική και αρχιτεκτονική προσέγγιση μέσα από την εξέλιξη της πόλης. Έπειτα με βάση τα βιβλιογραφικά δεδομένα διεκπεραιώθηκε μια μελέτη για την εύρεση μεθόδου ανάγνωσης της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους της. Αυτή η μέθοδος στηρίχθηκε τόσο στην ανάγνωση του δημόσιου χώρου από το μελετητή όσο και από την ανάγνωση των κατοίκων και περαστικών, με τη χρήση

6


ερωτηματολογίων. Η δομή της μεθοδολογίας αναλύεται στη συνέχεια. Διαδικασία ανάγνωσης και καταγραφής των δημόσιων χώρων της πόλης. 

Επιλογή πόλης (στη συγκεκριμένη εργασία _ η πόλη της Πάτρας)

Μελέτη της εξέλιξης της πόλης μέσα από ιστορική και πολεοδομική αναδρομή

Μελέτη και καταγραφή των γνωρισμάτων της υπό μελέτη πόλης

Παρατήρηση των δημόσιων χώρων της πόλης μέσω επιτόπιας έρευνας  Ανάγνωση του δημόσιου χώρου από τον μελετητή:  Καταγραφή αναλογίας δημόσιου και ιδιωτικού χώρου στην πόλη  Καταγραφή των διαφορετικών καταστάσεων του δημόσιου χώρου στον πολεοδομικό ιστό/συμβολικός χάρτης.  Δημόσιοι εξωτερικοί χώροι  Δημόσιοι εσωτερικοί χώροι  Διαχωρισμός δημόσιου χώρου του αστικού ιστού ανάλογα με τον τύπο λειτουργίας  Λειτουργίες οικονομικού χαρακτήρα  Λειτουργίες κοινωνικού χαρακτήρα  Λειτουργίες συμβολικού χαρακτήρα  Ανάγνωση του δημόσιου χώρου την πόλης από κατοίκους/περαστικούς. με τη χρήση ερωτηματολογίων.  Πρώτο μέρος ερωτηματολογίων-προσωπικά στοιχεία συμμετέχοντα.  Δεύτερο μέρος ερωτηματολογίων-σχέση με την πόλη.  Τρίτο μέρος ερωτηματολογίων-αποτύπωση προσωπικής αντίληψης της εικόνας της πόλης σε χάρτη

7


8


Abstract The current research project is occupied with the understanding and identification of a city’s public space. A process of identification, observation and enlistment is researched and specifically applied on the city of Patras. The tool of research and shaping of such a methodology is primary bases on a library research with reference to the city and the public space. In order to apply the –derived from the methodology application- results, a method of identifications of the cities’ public spaces is conducted, which at the end consists a interpretation tool for the public space and its interaction with the human activities. By identifying the public space as a mosaic of many different levels of identification-where these levels derive from the adoption of more points of view, the many interpretations of the public space are allowed and this facilitates the easiest perception of the city’s image.

9


Περιεχόμενα Προβληματισμός........................................................................................................................................................................ 5 Υπόθεση ερευνητικής εργασίας-Στόχος.................................................................................................................................. 5 Μεθοδολογία-Δομή ερευνητικής εργασίας............................................................................................................................. 6 Abstract....................................................................................................................................................................................... 9 Αστικός χώρος _ Γενικές έννοιες και Ορισμοί...................................................................................................................... 15 α. Άστυ _ πόλη...................................................................................................................................................................... 16 β. Αστικός χώρος................................................................................................................................................................. 16 γ. Δημόσιος _ Ιδιωτικός........................................................................................................................................................ 17 δ. Εξωτερικός _ Εσωτερικός................................................................................................................................................. 17 Α. κεφάλαιο – Πόλη.................................................................................................................................................................. 21 α.1 Η έννοια της πόλης........................................................................................................................................................ 22 α.2 Ιστορικές προσεγγίσεις του αστικού χώρου............................................................................................................... 27 α.3 Κοινωνικές θεωρίες για την έννοια του αστικού χώρου............................................................................................. 31 α.4 Σύγχρονα αστικά φαινόμενα........................................................................................................................................ 32 α.5 Σχέση με την πόλη.......................................................................................................................................................... 35 α.5.1 Βιωματική σχέση με την πόλη................................................................................................................................ 39 α.5.2 Περιστασιακή σχέση με την πόλη......................................................................................................................... 40 α. 6 Η εξέλιξη της ελληνικής πόλης στη σημερινή της μορφή......................................................................................... 42 Β. κεφάλαιο - Δημόσιος Χώρος............................................................................................................................................. 47 β.1 Η έννοια του δημόσιου χώρου...................................................................................................................................... 48 β.1.1 Προσέγγιση υπό το πρίσμα της αρχιτεκτονικής.................................................................................................. 49 β.1.2 Κοινωνιολογική Προσέγγιση.................................................................................................................................. 50 β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης..................................................................................................................................... 51 β.2.1 Χαρακτηριστικά στοιχεία του δημόσιου χώρου................................................................................................... 53 β.2.1.1 Εσωτερικός δημόσιος χώρος........................................................................................................................ 53 β.2.1.2 Εξωτερικός δημόσιος χώρος......................................................................................................................... 54 β.2.2 Σχέση αστού και δημόσιου χώρου........................................................................................................................ 62 β.2.3 Τυπικές λειτουργίες του δημόσιου χώρου............................................................................................................. 66 β.3 Η αλλαγή του δημόσιου χώρου................................................................................................................................... 70 β.3.1 Ο ρόλος του δημόσιου χώρου............................................................................................................................. 70

10


β.3.2 Η εξέλιξη της ζωής στην πόλη μέσα από τη χρήση των δημόσιων χώρων..................................................... 70 β.3.3 Η εικόνα του δημόσιου χώρου στις ελληνικές πόλεις από τον 19ο αιώνα έως σήμερα................................ 75 Γ. κεφάλαιο – Μέθοδος αναγνώρισης της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους_ Η περίπτωση της Πάτρας.... 79 γ.1 Μεθοδολογία εξαγωγής συμπερασμάτων για τους δημόσιους χώρους της πόλης............................................ 80 γ.1.1 Μελέτη της εξέλιξη της πόλης μέσα από ιστορική και πολεοδομική αναζήτηση.............................................. 81 γ.1.2 Καταγραφή των γνωρισμάτων μιας πόλης......................................................................................................... 81 γ.1.3 Ανάγνωση του δημόσιου χώρου από τον μελετητή........................................................................................... 82 γ.1.4 Ανάγνωση του δημόσιου χώρου από κατοίκους/περαστικούς. με τη χρήση ερωτηματολογίων................. 83 Δομή των ερωτηματολογίων...................................................................................................................................... 83 γ.1.5 Συσχετισμός διαφορετικών αναγνώσεων της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους της..................... 84 γ.2 Παρατήρηση των δημόσιων χώρων της Πάτρας...................................................................................................... 85 γ.2.1 Γενικά στοιχεία........................................................................................................................................................ 85 γ.2.2 Η εξέλιξη της πόλης................................................................................................................................................. 85 γ.2.3 Καταγραφή των γνωρισμάτων της πόλης της Πάτρας..................................................................................... 94 γ.2.4 Ανάγνωση του δημόσιου χώρου από τον μελετητή......................................................................................... 102 γ.2.1.1 Ιδιωτικός και Δημόσιος χώρος της Πάτρας............................................................................................... 102 γ.2.1.2 Συμβολικός χάρτης των δημόσιων χώρων της πόλης της Πάτρας......................................................... 104 γ.2.1.3 Λειτουργίες του δημόσιου χώρου της πόλης της Πάτρας....................................................................... 106 γ.2.5 Ανάγνωση του δημόσιου χώρου από κατοίκους/περαστικούς. με τη χρήση ερωτηματολογίων................. 113 γ.2.6 Συσχετισμός διαφορετικών αποτυπώσεων των δημόσιων χώρων της Πάτρας.............................................. 122 Συμπεράσματα........................................................................................................................................................................ 135 Παράρτημα Αποτυπώσεων στην πόλη της Πάτρας..........................................................................................................138 Βιβλιογραφία........................................................................................................................................................................... 168

11


12


”Η πόλη αναπνέει, κοιμάται, ξυπνά, βάζει παλτό, κρατά ομπρέλα, και το καλοκαίρι γδύνεται πλάι στη θάλασσα. Ο θαυμασμός μου για την πόλη δεν τελείωνε, καθώς ανακάλυπτα καινούργιους δρόμους, πλατείες, κήπους, δασάκια, εργοστάσια, συνοικίες. Ατέλειωτοι, ολόισιοι δρόμοι, παράλληλοι, οριζόντιοι και κάθετοι, με γεωμετρική ακρίβεια, σού έδιναν την εντύπωση ότι αποτελείς μέλος μιας ανώτερης κοινωνίας, που έχει τη δύναμη να επιβάλλει τη δική της τάξη… .Άραγε πού να εδράζει ο παντοδύναμος νους αυτής της κοινωνίας…;” (Μίκης Θεοδωράκης -Ιούνιος του ’37)

13


14


Γενικές Έννοιες Αστικός χώρος

15


Γενικές Έννοιες-Αστικός χώρος

Αστικός χώρος _ Γενικές έννοιες και Ορισμοί Κατά τη διάρκεια της βιβλιογραφικής αναζήτησης με στόχο την προσέγγιση της έννοιας του αστικού δημόσιου χώρου σε σχέση με την πόλη αναδεικνύονται οι εξής έννοιες: «άστυ_ αστικός χώρος _ δημόσιος _ ιδιωτικός _ εσωτερικός _ εξωτερικός», έννοιες οι οποίες αναδύονται στο πλαίσιο της ιστορικής και πολιτικής εξέλιξης των πόλεων και της κοινωνίας. Καθίσταται απαραίτητος ο προσδιορισμός των παραπάνω εννοιών με στόχο να αναδυθεί το πλαίσιο το οποίο σκιαγραφείται με την έννοια του αστικού χώρου.

α. Άστυ _ πόλη «άστυ (το)…η κυρίως πόλη σε αντίθεση με τα προάστια και την ύπαιθρο ˙… Η λέξη άστυ αντιτίθετο ως προς τη χρήση της λέξης αγρός, πόλης, ακρόπολις. άστυ – πόλη – αστός. Το άστυ είναι πανάρχαια ελληνική λέξη που απαντά ήδη στις μυκηναϊκές επιγραφές.. Το άστυ ως «αστικό κέντρο, αστική περιοχή, ανεπτυγμένη περιοχή κατοικούμενη από αστούς» αντιετίθετο, στην αρχαιότητα, προς το αγρός/ αγροί «αγροτική περιοχή, επαρχία», προς το ακρόπολις (ή άκρα της πόλις) «το υψηλότερο τμήμα της πόλης, οχυρό, φρούριο» και προς το πόλις «η πόλη ως πολιτική έννοια». Από το άστυ πλάστηκε το αστ-ός… και από αυτό το αστ-ικός.. Τελικά η λέξη άστυ αντικαταστάθηκε από τη λέξη πόλη…». (Μπαμπινιώτης, 2008, σ. 301) «Πόλις / πτόλις σημ. ‘Φρούριο, κάστρο‘.- πόλη (η)…1(επίσ.) ο οικισμός με πληθυσμό άνω των 10.000 κατοίκων,, ο οποίος είναι μεγαλύτερος από το χωριό και την κωμόπολη 2. (γενικά) το σύνολο μεγάλου αριθμού οικημάτων, κτηρίων με πληθυσμό σαφώς μεγαλύτερο από αυτόν του χωριού, ο οποίος αναπτύσσει ποικίλες εμπορικές, βιομηχανικές, διοικητικές κλπ. δραστηριότητες: πυκνοκατοικημένη/ αραιοκατοικημένη/ πολυάνθρωπη/ επαρχιακή… 7. ΙΣΤ.. πόλη – κράτος κοινωνικοπολιτική δομή στην αρχαία Ελλάδα, όπου κάθε πόλη, με το άστυ και τη χώρα της λειτουργούσε ως αυτόνομη κρατική οντότητα με ιδιαίτερη κοινωνική, οικονομική, στρατιωτική και διοικητική οργάνωση. Επίσης, (λογ.) πόλις (πόλεως)… Παράγ. Πολί-της, πολι-τεία, πολιτ-ισμός, πολιτ-εύομαι κ.ά. Η λέξη πόλις δήλωνε εξαρχής την οχυρή-ισχυρή ακρόπολη, όπου βρίσκονταν οι ιεροί χώροι των κατοίκων, καθώς και την κοινωνική συγκρότησή της ως αποτέλεσμα της δράσης των πολιτών…». (Μπαμπινιώτης, 2008, σ. 1439)

β. Αστικός χώρος «αστικός, -η, -ό 1. Αυτός που σχετίζεται με το άστυ, την πόλη και τους κατοίκους της, κατ’ αντιδιαστολή προς αυτόν που σχετίζεται με την επαρχία και τις αγροτικές περιοχές... ΦΡ. Αστικό κέντρο η σχετικά μεγάλη πόλη ˙ (ειδικότερα) η πόλη που συγκεντρώνει την οικονομική ζωή της ευρύτερης περιοχής στην οποία ανήκει… 2. Αυτός που αναφέρεται στο εσωτερικό μιας πόλης, που γίνεται ή κινείται εντός των ορίων της… ΑΝΤ. Υπεραστικός… 4. Αυτός που χαρακτηρίζει τους αστούς ή παράγεται από αυτούς…». (Μπαμπινιώτης, 2008, σ. 229) «χώρος (ο) 1.(α) (γενικά) το πλαίσιο (τοπικό, φυσικό, κοινωνικό) μέσα στο οποίο υπάρχει ή/και δρα (κάποιος /κάτι)… ΣΥΝ. Τόπος, περιβάλλον (β) (ειδικότερα) περιοχή ή τμήμα περιοχής … ΦΡ. (α) δημόσιος χώρος περιοχής πόλεως (λ.χ. δρόμοι, πλατείες, πάρκα κλπ.) όπου κινούνται και έχουν ελεύθερη πρόσβαση πολλοί άνθρωποι, καθώς και το κτήριο κάθε δημόσιας υπηρεσίας… ΑΝΤ. Ιδιωτικός, προσωπικός χώρος… 2. κενό διάστημα, τμήμα ευρύτερου συνόλου, το οποίο δεν καταλαμβάνεται από κάποιον/κάτι…3. (ειδικότερα) έκταση εδάφους, θάλασσας ή αέρα με συγκεκριμένη λειτουργία… ΣΥΝ. Μέρος, τόπος, διάστημα… 5. (ειδικότερα) στεγασμένη ή μη έκταση, κτίσμα ή τμήμα κτίσματος που προορίζεται για

16


Γενικές Έννοιες-Αστικός χώρος συγκεκριμένη δραστηριότητα... 6. Οποιαδήποτε έκταση που μπορεί να γίνει αισθητή μέσα από τις διαστάσεις της (μήκος, πλάτος, ύψος)… 7. (ειδικότερα) η τρισδιάστατη έκταση, την οποία συσχετίζεται και συνδέεται άμεσα με τον χρόνο (βλ. λ. χωροχρόνος), συναποτελώντας με αυτόν τις δύο ιδιότητες της εξωτερικότητας σε σχέση με τη σκέψη, η έννοια του χώρου προσδιορίζει μια αντικειμενική και καθολική μορφή της ύπαρξης και εκφράζει την τάξη κατά την οποία συνυπάρχουν τα αντικείμενα και τα συστήματα του πραγματικού κόσμου, καθώς και τη θέση, τις διαστάσεις, το μέγεθος, την έκταση και τις αποστάσεις τους (β) (στον Καντ) ο χώρος και ο χρόνος αποτελούν τις a priori μορφές της αντιληπτικής ικανότητας…». (Μπαμπινιώτης, 2008, σσ. 1978-1979)

γ. Δημόσιος _ Ιδιωτικός «δημόσιος, -α, -ό… 1. Αυτός που σχετίζεται με το κοινό, με τον λαό, που υπάρχει για το σύνολο του λαού… ΣΥΝ. κοινός, κοινόχρηστος ΑΝΤ. Ιδιωτικός, ατομικός ˙ … (ι) δημοσίας χρήσεως (συντομ. Δ.χ.) ως χαρακτηρισμός για κάτι που διατίθεται για χρήση από το κοινωνικό σύνολο ή για την εξυπηρέτησή του: αυτοκίνητο / τουαλέτες – ΑΝΤ. Ιδιωτικής χρήσεως (Ι.Χ.) 2. Αυτός που διεξάγεται ενώπιον του λαού, που γίνεται ανοιχτά και τα κοινό έχει τη δυνατότητα να παρακολουθήσει ( ή και να λάβει μέρος)... ΣΥΝ. ανοιχτός… 3. (ειδικότερα) (α) αυτός που σχετίζεται με το κράτος, που αποτελεί περιουσία του και ελέγχεται από αυτό…». (Μπαμπινιώτης, 2008, σ. 472) «ιδιωτικός, -α, -ό… 1. (α) αυτός που ανήκει σε ιδιώτη, που δεν ανήκει στο κράτος… ΑΝΤ. δημόσιος, κρατικός… (β) αυτός που σχετίζεται με ιδιώτη (και όχι με το κράτος ή ομάδα προσώπων)…2 (συνεκδ.) αυτός που εργάζεται σε ιδιωτική επιχείρηση ή για λογαριασμό ιδιώτη… 3. Αυτός που αφορά ή απευθύνεται σε συγκεκριμένο άτομο ή ομάδα ατόμων και όχι στο κοινό…». (Μπαμπινιώτης, 2008, σ. 771)

δ. Εξωτερικός _ Εσωτερικός «εξωτερικός, -ή, -ό 1. (α) αυτός που βρίσκεται έξω… ΑΝΤ. Εσωτερικός…2. αυτός που γίνεται έξω, όχι σε εσωτερικό χώρο… 5. εξωτερικό (το) (ί) η έξω επιφάνεια κτηρίου, αντικειμένου κ.λπ. …ΣΥΝ. (για κτήριο) πρόσοψη ΑΝΤ. εσωτερικό...7. αυτός που αναφέρεται σε ό,τι περιβάλλει το άτομο, κατ› αντιδιαστολή προς τον εαυτό του…» (Μπαμπινιώτης, 2008, σ. 635).Ο «υπαίθριος», «εξωτερικός» ή «ανοικτός» δημόσιος χώρος δεν αποτελεί μόνο ένα από τα κυριότερα συστατικά της ίδιας της πόλης, αλλά συμβάλλει ουσιαστικά στη διεξαγωγή της δημόσιας ζωής συνδεόμενος άρρηκτα με αυτήν. «εσωτερικός,-ή, -ό 1. αυτός που βρίσκεται εντός, μέσα σε (κάτι)…ΣΥΝ. εσώτερος, ενδότερος ΑΝΤ εξωτερικός…5. εσωτερικό (το) (α) το μέσα μέρος, τμήμα ή επιφάνεια, κατ› αντιδιαστολή προς την εξωτερική όψη…» (Μπαμπινιώτης, 2008, σ. 679).Ο «κλειστός» ή «εσωτερικός» δημόσιος χώρος αποτελεί υποσύνολό των «δημοσίων πραγμάτων». Ειδικότερα, τα δημόσια πράγματα περιλαμβάνουν, αφενός, τα «κοινόχρηστα» -κατηγορία στην οποία εντάσσεται ο υπαίθριος δημόσιος χώροςκαι, αφετέρου, τα δημόσια «πράγματα ειδικής χρήσης», όπου εντάσσεται ο κλειστός ή εσωτερικός δημόσιος χώρος. Δεδομένης της δυσκολίας παγίωσης ενός ορισμού για τον αστικό χώρο κρίνεται αναγκαίο, σε αυτό το σημείο, να γίνουν τουλάχιστον κάποιες παραδοχές ως προς τον προσδιορισμό και την κατηγοριοποίηση του. Με τη βοήθεια των παραπάνω ορισμών, ως αστικός χώρος θεωρείται το πλαίσιο (τοπικό, φυσικό, κοινωνικό) που σχετίζεται με την πόλη –ένα ενιαίο σύστημα δομών, λειτουργιών και σχέσεων στο οποίο το «δημόσιο» και το «ιδιωτικό», καθώς και το «έσω» και το «έξω» συνυπάρχουν, αλληλοτροφοδοτούνται και εξελίσσονται παράλληλα. Αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν την βιωματική αντίληψη του ανθρώπου για το χώρο. Κατά τον Kostof, τα όρια μεταξύ δημοσιότητας και ιδιωτικότητας του χώρου είναι δυσδιάκριτα και το ιδιοκτησιακά ιδιωτικό (π.χ. κατοικία , κατάστημα) διαμορφώνει το ιδιοκτησιακά δημόσιο

17


Γενικές Έννοιες-Αστικός χώρος (πλατεία, δρόμος) και αντίστροφα (Kostof, 1992, σ. 123). Συνεπώς, δεν μπορεί να εξαιρεθεί από τον αστικό χώρο κανένα από τα παραπάνω στοιχεία. Μάλιστα, ο Rossi, στο βιβλίο του «Η Αρχιτεκτονική της Πόλης», μελετά συγκεκριμένα τον χώρο κατοικίας ως «έναν αστικό συντελεστή που προέχει στη σύνθεση της πόλης.». (Barthes, 1986) Ο αστικός χώρος είναι πιο εύκολα αντιληπτός αν θεωρηθεί ένα ευρύτερο σύνολο που χωρίζεται σε δύο υποσύνολα σύμφωνα με το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς, το δημόσιο και το ιδιωτικό. Ακολουθώντας την ίδια συλλογιστική πορεία, προκύπτει και ένας δεύτερος διαχωρισμός του αστικού χώρου σε δύο άλλα υποσύνολα, το εξωτερικό και το εσωτερικό. Το δημόσιο υποσύνολο αποτελεί συμπλήρωμα του ιδιωτικού και η αναλογία τους ποικίλει από πόλη σε πόλη καθώς και από τη μία εποχή στην άλλη. Το ίδιο ισχύει και για τον εσωτερικό και τον εξωτερικό χώρο. Τα ζεύγη των υποσυνόλων τέμνονται μεταξύ τους και χωρίζουν τον αστικό χώρο σε τέσσερις κατηγορίες, το δημόσιο εξωτερικό χώρο, τον δημόσιο εσωτερικό χώρο, τον ιδιωτικό εξωτερικό χώρο και τον ιδιωτικό εσωτερικό χώρο. Η σχηματική τους προσέγγιση δίνεται στο διάγραμμα. (Πολονύφης, Πάτρα 2010) Στην πόλη εκπληρώνονται οι κοινωνικές και χωρικές προϋποθέσεις για μια ιδιαίτερης ποιότητας ζωή. Εδώ δημιουργείται, ζει και εξελίσσεται η αστική κουλτούρα. Εδώ, η αστική έννοια επηρεάζει τον άνθρωπο, διαμορφώνει τον χώρο και συνθέτει το δικό της τοπίο. Περαιτέρω, η έννοια του αστικού χώρου έχει δύο όψεις. Από τη μία, είναι η απτή, η υλική απόδειξη της ύπαρξης, της θέσης και της διάταξης των δομών, συστημάτων και μηχανισμών της πόλης, ενώ από την άλλη είναι η κοινωνική οργάνωση (συμβολικό πλαίσιο οργάνωσης, αστική κουλτούρα, ήθη, έθιμα, θεσμοί και πολίτευμα) που υπαγορεύει στην αντιληπτική ικανότητα του ανθρώπου την ερμηνεία των συνθηκών που επικρατούν στην πόλη.

Εικόνα  1.Σύνολο αστικού χώρου

18


19


20


Α. κεφάλαιο – Πόλη

Εικόνα  3.Chinese artist Lu Xingian’s City DNA. The artist used Google Earth images

21


Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.1 Η έννοια της πόλης

Α. κεφάλαιο – Πόλη α.1 Η έννοια της πόλης «Η πόλη είναι λόγος και αυτός ο λόγος είναι πραγματικά μία γλώσσα: η πόλη μιλάει στους κατοίκους της, εμείς μιλάμε την πόλη μας, την πόλη όπου βρισκόμαστε απλώς με το να μένουμε μέσα σ’ αυτήν, με το να περιπλανιόμαστε σ’ αυτήν, με το να την κοιτάζουμε». (Barthes, 1986) Οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν: «Πόλις, άνθρωποι εσίν».1 Η πόλη είναι οι κάτοικοι της, ένας ζωντανός οργανισμός. Είναι ο τόπος μέσα στον οποίο ζούμε την καθημερινότητά μας και λειτουργούμε ατομικά αλλά και συλλογικά. Ως πόλη λοιπόν, δεν εννοούμε μόνο το σχεδιασμένο περιβάλλον αλλά και τις κοινωνικές σχέσεις και δομές που την συνθέτουν. Ο χαρακτήρας της με την πάροδο των χρόνων αλλάζει μορφή, ανάλογα με τη δομή της κοινωνίας της. «Αλλάζει, λοιπόν, όταν η κοινωνία στο σύνολό της αλλάζει. [...] Η πόλη εξαρτάται επίσης, [...] από σχέσεις αμεσότητας, από τις απευθείας σχέσεις μεταξύ προσώπων και ομάδων που συνθέτουν την κοινωνία» (Lefebve, Δικαίωμα στην Πόλη - Χώρος και πολιτική, 1977, σ. 63) Η έννοια της πόλης έχει ορισθεί ήδη από τα χρόνια της αρχαίας Ελλάδας ως μια οργανωμένη ομάδα ανθρώπων που είχε θεσπισμένους νόμους και ήταν εγκαταστημένη σε έναν τόπο. Η λέξη «άστυ» ήταν αυτή που προσδιόριζε την πόλη ως υλική οντότητα και η λέξη «πόλις» σήμαινε τους ανθρώπους της πόλης που τους ένωναν πολιτικοί δεσμοί αλλά συχνά και την ίδια την πόλη ως υλική οντότητα. Η έννοια της λέξης αυτής ωστόσο μερικές φορές σήμαινε και εκείνα τα υλικά στοιχεία της πόλης, την περιοχή δηλαδή της πόλης που αντιπροσώπευε τους δεσμούς των κατοίκων μεταξύ τους. Σιγά σιγά δηλαδή, η «πόλις» και το «άστυ, ταυτίστηκαν. Επεκτείνοντας κάπως τα όρια της αναζήτησης, διαπιστώνουμε πως ήδη από την εμφάνιση των αστικών κέντρων και για πολλούς αιώνες, η πόλη περικλειόταν από τείχος (άστυ) και περιμετρικά αυτού, μετά από απόσταση ασφαλείας για στρατηγικούς λόγους, μέσα στο τοπίο βρισκόταν το προάστιο (προ + άστυ). Το τοπίο, που χωρικά άνηκε στο τελευταίο, είχε αρχικά το ρόλο της αγροτικής παραγωγής. (εικ. 3) Μεσολάβησε μια πληθώρα από πολεοδομικά μοντέλα, μέσα από τα οποία μπορούμε να μελετήσουμε τη συσχέτιση τοπίου και πόλης, τη σταδιακή αποίκηση του τοπίου και την εγκαθίδρυση του ως μέρος της πόλης, και αργότερα ως τοπίο αναψυχής. Από την εποχή των Ανακτόρων και των Αναγεννησιακών κήπων, σε αυτή των Γραφικών τοπίων, στις Κηπουπόλεις και μέχρι τη σύσταση των Μητροπόλεων και των Μητροπολιτικών πάρκων τους, η ταυτόχρονη αναφορά των δύο οντοτήτων μπορεί να συνοψιστεί σε δύο κεντρικούς άξονες. Ο πρώτος, χαρακτηρίζεται από την σημειακή εναπόθεση του τοπίου στην πόλη, ενώ ο δεύτερος και σχετικά πιο σύγχρονος, από την αντίληψη της πόλης στο σύνολο της ως ένα σύγχρονο τοπίο (αστικό τοπίο). (εικ. 4)

1. http://www.oikipa.gr/index/index.php?option=com_content&task=view&id=102&Itemid=65

22


Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.1 Η έννοια της πόλης

Εικόνα  4. Αρχαία Ελληνική πόλη

Εικόνα  5. Η πόλη του Leon Krier (Spiro Kostof_ The City assembled _ The elements of Urban Form Through History)

Τα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα της έννοιας της πόλης είναι η ιστορία, το μέγεθος, η ταχύτητα, η μορφή, η πυκνότητα και η ποικιλομορφία. Αναλυτικότερα, η ιστορία μιας πόλης ξεκινά από την ανάγκη δημιουργίας ενός περιβάλλοντος για το κοινωνικό σύνολο και την επιλογή του τόπου (ο τόπος καθορίζει την μορφή της πόλης - παραποτάμια πόλη, φυσικό λιμάνι, αμυντική περιοχή, κατά μήκος μιας κορυφογραμμής, στην πλαγιά ενός βουνού ή στην κορυφή ενός λόφου) για την ίδρυση του και γράφεται με βάση τις πολιτικές, οικονομικές, πολιτισμικές και πληθυσμιακές μεταβολές της κοινωνίας αυτής, καθώς και από τους μορφολογικούς μετασχηματισμούς της δομής της.

23


Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.1 Η έννοια της πόλης

Παρατηρώντας κανείς τις πόλεις από ψηλά μπορεί να εξηγήσει τη διαφορετικότητα και την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης επίδρασης σε κάθε πόλη, στα πλάτη των δρόμων, τα μεγέθη των οικοδομικών τετραγώνων και των κτηρίων τους, στην διανομή των ανοιχτών δημόσιων χώρων. Η αστική δομή των πόλεων -το DNA τους- αποτελεί το αποτύπωμα των ροών και των δυνάμεων που καθορίζουν την καθημερινή μας ζωή. Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψιν την άμεση σχέση και επιρροή μεταξύ της αστικής δομής και της καθημερινότητάς μας, αρχιτέκτονες και πολεοδόμοι στοχεύουν, μέσα από την μελέτη της μορφής και των εμπειρικών μεταβλητών των πόλεων, να βελτιώσουν την υπάρχουσα κατάσταση, επεξεργάζοντας τις μορφές και κάνοντας έξυπνες και αναγκαίες μεσολαβήσεις ώστε να προάγουν την σωστή ανάπτυξη της πόλης. Θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε την πόλη σαν μία εξίσωση με σημαντικότερες μεταβλητές: τον αστικός ιστός και τους ανθρώπους.

Πόλη = αστικός ιστός + άνθρωποι Όπου αστικός ιστός = ιδιωτικός + δημόσιος χώρος ή = μάζα + κενό.2

Οι μεταβλητές είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους, καθώς οι άνθρωποι έχουν ανάγκη το κτίσιμο κτηρίων όμως χωρίς την ύπαρξη τους, τα κτήρια χάνουν το σκοπό δημιουργίας τους. Το κενό δεν είναι το υπόλοιπο αλλά μία μεταβλητή που μπορεί να διαχωρίζει και να ενώνει, να επηρεάζει συσχετίσεις και να καθορίζει ταυτότητες.

Εικόνα  6. Σχηματική απεικόνιση της πόλης και των συνθετικών της στοιχείων.

Ο όρος πόλη περιέχει μία ποικιλία πραγμάτων όπως δρόμους, πεζοδρόμια, κτίρια και ταυτότητες αλλά και πάρκα, αναμνήσεις και δίκτυα προσωπικών σχέσεων. Η Sander-cock αναφέρει χρησιμοποιώντας μια ιδιαίτερα ποιητική γλώσσα, «Οι πόλεις δεν είναι ούτε οργανισμοί, ούτε μηχανές. Είναι μαζί σάρκα και πέτρα. Είναι ‘χτισμένη σκέψη’. Είναι δοχεία ονείρων και επιθυμιών, ελπίδων και φόβων. Είναι σύνολα από κοινότητες, κοινότητες συμφερόντων, καθώς και κοινότητες τόπων. Αόρατες κοινότητες των νεκρών και αυτών που δεν έχουν ακόμα γεννηθεί.» (Λέφας, 2008, σ. 193) Η πόλη αποτελεί ένα τοπίο κατασκευασμένο, όπως όλα τα τοπία, που αποτελείται από σκυρόδεμα και συμμετέχει σε μια σειρά διαδικασιών, όχι ιδιαίτερα διαφορετικών από αυτών που συντελούνται σε ένα φυσικό περιβάλλον. Σαφώς δεν 2. ή = δημόσιος εξωτερικός + δημόσιος εσωτερικός + ιδιωτικός εξωτερικός + ιδιωτικός εσωτερικός

24


Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.1 Η έννοια της πόλης

αποτελεί ένα τοπίο πράσινο ή υγιεινό, και σε πολλές περιπτώσεις ούτε καν όμορφο, αλλά σίγουρα είναι τμήμα ενός ευρύτερου (οίκο)συστήματος επαναλαμβανόμενων στοιχείων, δράσεων και συσχετίσεων. Τα «πλήρη» και τα «κενά» τμήματα του αστικού ιστού δημιουργούν ένα πλέγμα που δομεί την πόλη, προσδίδοντάς της χαρακτηριστική μορφή που την καθιστά αναγνωρίσιμη, και ανάλογα με τις συνθήκες,

βιώσιμη

από τον

άνθρωπο. Ως πλήρη νοούνται τα κτίρια και τα οικοδομικά τετράγωνα, ενώ ως κενά, ο ανοιχτός δημόσιος χώρος.3 (εικ. 6) Τα αστικά κενά θεωρούνται

κατ’ εξοχήν χώροι δημόσιας ζωής και κοινωνικής ανταλλαγής. Η τυπολογία

τους καθορίζεται από τη σχέση με τα μέτωπα που τα περιβάλλουν. Η χωρική διάρθρωση, η υλικότητα, το πράσινο κι ο αστικός εξοπλισμός αποτελούν τα κύρια στοιχεία διαμόρφωσης τους.

Εικόνα  7. Κενά τμήματα της πόλης

3. Ο Camillo Sitte στο βιβλίο του City Planning According to Artistic Principles αναφέρει: «Εμείς σήμερα έχουμε στη διάθεση μας τρία κύρια συστήματα για να κατασκευάσουμε τις πόλεις: το ορθογώνιο, το ακτινωτό και το τριγωνικό σύστημα[…]Όλα αυτά τα συστήματα έχουν καλλιτεχνική αξία ίση με το μηδέν, γιατί μοναδικός τους σκοπός είναι η προσπάθεια οργάνωσης του οδικού δικτύου• είναι λοιπόν ένας σκοπός καθαρά τεχνικός. Ένα οδικό δίκτυο χρησιμεύει αποκλειστικά στην κυκλοφορία και δεν είναι έργο τέχνης, γιατί δεν μπορεί ν’ αγκαλιαστεί με μια ματιά, δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό στο σύνολο του παρά μονάχα αν το δούμε στο χάρτη. […]Από καλλιτεχνική λοιπόν άποψη, μας είναι αδιάφορο. Παρουσιάζει καλλιτεχνικό ενδιαφέρον μόνο εκείνο που μπορεί να αγκαλιαστεί με μια ματιά, που μπορεί να γίνει αμέσως αντιληπτό. Για παράδειγμα ένας δρόμος, μια πλατεία»

25


Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.1 Η έννοια της πόλης

Κατά τον Rem Koolhas στη «Γενική πόλη» (Koolhaas, 1995, σ. 1252), το κενό είναι ο ουσιαστικός χώρος της πόλης και αυτό που νοείται ως δημόσιο. Το δημόσιο είναι το τοπίο πάνω στο οποίο γεννιούνται και αναπτύσσονται κοινωνικά φαινόμενα. Ο χώρος αυτός της δημόσιας σφαίρας περιγράφεται διαφορετικά από τον Giambattista Nolli,4 το 1748 μέσα από την κάτοψη της Ρώμης όταν του ζητήθηκε από τον πάπα Βενέδικτου 14ου. Συγκεκριμένα, μέσα από το επαναστατικό για την εποχή του διάγραμμα σχεδιάζει το συμπαγές (μαύρο) και το κενό (λευκό) και συγκαταλέγει στο δεύτερο όλους τους εσωτερικούς χώρους των δημοσίων κτηρίων. Το αποτέλεσμα είναι μία πολύ σαφής εικόνα του ελεύθερα προσπελάσιμου χώρου της πόλης, που ταυτόχρονα ανατρέπει την ταύτιση του ανοικτού-κλειστού με το δημόσιο-ιδιωτικό. Ο Nolli με λίγα λόγια αποτυπώνει το προφανές που όλοι μας βιώνουμε καθημερινά και που δεν συνειδητοποιούμε κάτω από την κυριαρχία της μορφής.

Εικόνα  8.The New Plan of Rome by Giambattista Nolli, 1748

4. Ο Giambattista Nolli, είναι γνωστός για τον χάρτη της Ρώμης που εικονογράφησε από το 1736 μέχρι το 1748 όπου και ολοκληρώθηκε. Υπό την αιγίδα του Πάπα Βενέδικτου του 14ου οριοθέτησε 14 παραδοσιακές συνοικίες ενώ ο χάρτης του αυτός αποτελούσε την μακράν πιο ακριβή περιγραφή της Ρώμης που είχε δημιουργηθεί μέχρι τότε. (http://en.wikipedia.org/wiki/Giambattista_Nolli).

26


α.2 Ιστορικές προσεγγίσες του αστικού χώρου

Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.2 Ιστορικές προσεγγίσεις του αστικού χώρου Η έρευνα αυτή οφείλει να ξεκινήσει από τη στιγμή που η αντίληψη του ανθρώπου για τον χώρο της πόλης απομακρύνεται από το μύθο και την θρησκευτική αντίληψη και για πρώτη φορά τον σχεδιάζει επιστημονικά, με εργαλείο του, δηλαδή, τις γεωμετρικές διαστάσεις και βασισμένος σε κοινωνικές ανάγκες. Στο άστυ της αρχαίας Ελλάδας και προς τα τέλη 6ου αιώνα π.Χ. παρατηρείται για πρώτη φορά η οργάνωση ανθρώπων σε μια ενιαία πολιτική κοινότητα, την πολιτεία, που «απομακρύνεται από την παραδοσιακή αγροτική σφαίρα και στηρίζεται στη συζήτηση –για τα δημόσια θέματα-, δηλαδή στον ορθό λόγο που πραγματώνεται εν κοινώ στην αγορά. Τα καινούργια χαρακτηριστικά του σύμπαντος (κυκλική όψη και σφαιρικότητα) επεκτείνονται και στην κοινωνική οργάνωση του κόσμου, όπου η αγορά αποτελεί τον κεντρικό τόπο της νέας αντίληψης» (Νικολαΐδου, 1993, σσ. 27-28). Σε χωρικό επίπεδο, η συμμετρία των θέσεων προς την «δημόσια εστία», την αγορά, αντανακλάται, σε κοινωνικό επίπεδο, στην ισότητα και στην ισονομία των πολιτών. (εικ. 8) Κατά τη διάρκεια του 5ου αιώνα π.Χ. όμως επικρατούν οι ιπποδάμειες αντιλήψεις για την πόλη, δηλαδή η χρησιμοποίηση του καννάβου ο οποίος ισοκατανέμει σε ορθογώνια τμήματα τον αστικό χώρο και στο κέντρο βάρους του τετραγώνου τοποθετεί τους δημόσιους χώρους της αγοράς και των ιερών. Μέσω του τετραγωνισμού και της ορθοκανονικότητας, ο προσανατολισμός συμπίπτει με τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και το άστυ συνδέεται σε μεταφυσικό επίπεδο με τον κόσμο. Κατά τον Mumford, ο Ιππόδαμος είχε συνειδητοποιήσει ότι «η μορφή της πόλης είναι η μορφή της κοινωνικής της τάξης και για να αναπλάσεις τη μία είναι αναγκαίο να εισάγεις τις κατάλληλες αλλαγές και στην άλλη» και ότι «ο πολεοδομικός σχεδιασμός δεν χρειάζεται να ανταποκρίνεται σε έναν πρακτικό σκοπό αλλά σ’ έναν ιδανικό στόχο», έχοντας ως σκοπό «μια πιο ορθολογική κατανομή των κοινωνικών πόρων». (Mumford, 1961, σ. 202) Σε αντίθεση με τον Κλεισθένη, ο Ιππόδαμος θεωρεί τον αστικό χώρο συγκεκριμένη απεικόνιση του πολιτικού. (εικ. 9) Σε θεωρητικό επίπεδο, η οργάνωση του άστεως αποτέλεσε το έναυσμα για την επιστήμη της κοινωνιολογίας. Για τον Πλάτωνα η ολότητα και η ισορροπία δεν βρίσκονται στα επιμέρους άτομα αλλά στο κοινωνικό σύνολο. Η πόλη είναι ένα γεωμετρικό απόλυτο, ένα οργανωμένο, αρμονικό και συμμετρικό «όλον», όπου ο πολίτης, μέσω της εξειδίκευσης, ταιριάζει σαν μηχανικό εξάρτημα. Το «αγαθό» διατηρείται ως στοιχείο μέσω των ολοκληρωτικών ελέγχων και της πειθαρχίας στους νόμους. Το σωστό μέγεθος της πόλης αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ευταξία και την ευνομία των πολιτών. Τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά του αστικού χώρου είναι η άμυνα και η ιερότητα. (Νικολαΐδου, 1993, σσ. 34-38) Η ρωμαϊκή πόλη αποτελεί προϊόν μίξης αρχαιοελληνικών και ετρουσκικών επιρροών, στο οποίο ενσωματώνονται οι κοινωνικοπολιτικές αντιλήψεις της νέας αυτοκρατορίας. Ο επεκτατισμός και η επιβολή της ρωμαϊκής τάξης και ειρήνης προβάλλονται μέσω της μεγαλοπρέπειας και της επιβλητικότητας στον σχεδιασμό των αποικιών. Η οργάνωση της πόλης ξεκινούσε από τον σχεδιασμό αμυντικών οχυρώσεων και πολεοδομικά υιοθετούνταν κατά κανόνα το ιπποδάμειο σύστημα. Στο σημείο τομής των δύο κεντρικών αξόνων Ανατολής-Δύσης και Βορρά-Νότου τοποθετείται το συμβολικό κέντρο του κόσμου, το forum, (εικ. 10) που σε κοινωνικό επίπεδο ήταν συνδυασμός της ελληνικής ακρόπολης και της ελληνικής αγοράς. Συγκεκριμένα, «η γέννηση του Forum της Ρώμης οφείλεται σε γεωγραφικές και ιστορικές συγχρόνως αιτίες. Η γεωγραφική μορφολογία υπαγόρευσε αρχικά το σχεδιασμό μονοπατιών και ύστερα δρόμων, αυτή καθόρισε τους περιφερειακούς δρόμους χωρίς να υπάρχει κανένα καθαρά πολεοδομικό σχέδιο» (Aldo, 1991, σ. 171). Κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. η λειτουργία του εμπορίου χωροθετείται αποκλειστικά στο forum του Τραϊανού και ο υπόλοιπος χώρος γεμίζει από βασιλικές, ναούς, αψίδες και αγάλματα (Venturi, Scott Brown, & Izenour, 1977, σ. 117).

27


Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.2 Ιστορικές προσεγγίσες του αστικού χώρου

Στο Μεσαίωνα κατ’ αντίθεση, η ευρωπαϊκή πόλη χαρακτηρίζεται από την παντελή απουσία πρασίνου, με μόνους ανοιχτούς χώρους πλατείες για συγκεντρώσεις, ενώ οι μόνοι σχεδιασμένοι πράσινοι χώροι συναντώνται στο εσωτερικό των μοναστηριακών συγκροτημάτων σαν καθαρά λειτουργικοί περίκλειστοι κήποι. Οι πόλεις, κατά τον μεσαίωνα, εξελίσσονται στον ίδιο χώρο, με προσθήκες, κατεδαφίσεις και ανοικοδομήσεις στον αστικό ιστό των προγενέστερων της κλασικής περιόδου, κατά τα πρότυπα της «ιδεατής Ιερουσαλήμ». (Νικολαΐδου, 1993, σ. 52) Η μεσαιωνική πόλη (εικ. 11) είναι μια πόλη «εντός των τειχών», ως επέκταση των οχυρώσεων ενός πύργου ή ενός μοναστηριού. Στο δημόσιο χώρο επικρατούσε η πειθαρχία, η τάξη και η ασφάλεια και σε κάποιες περιπτώσεις παρατηρείται λειτουργικός διαχωρισμός των περιοχών (εμπόριο, κληρικοί, παλάτι). Ο καθεδρικός ναός κατέχει κεντρική θέση στον χώρο και την καθημερινή ζωή των πολιτών. Σε αντιδιαστολή, το απομονωμένο από τα εγκόσμια μοναστήρι, πήρε τη σκυτάλη από το κάστρο και ο μοναχισμός ταυτίστηκε με την άρχουσα τάξη του φεουδαρχισμού. Με την Αναγέννηση, αναβιώνουν και ανθίζουν ιδέες και αξίες, από τις οποίες θα προκύψουν τα γνωστότερα παραδείγματα κλασσικής σύνθεσης του χώρου. Τα πρότυπα των κυριότερων αυτών τάσεων σχεδιασμού του χώρου μέχρι και τον 19ο αιώνα είναι κατά σειρά τρία, οι ιταλικές αναγεννησιακές villas, οι γαλλικοί κήποι μπαρόκ και η αγγλική σχολή τοπίου. Επαναφέρονται τα πρότυπα της κλασικής παιδείας και ο ορθός, επιστημονικός λόγος αντικαθιστά το θεοκρατικό. Επίκεντρο της ζωής στην αναγεννησιακή πόλη (εικ. 12) θεωρείται ο άνθρωπος και «παγιώνεται η αντίληψη ότι η ανθρώπινη κοινωνία είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας» 5 (Νικολαΐδου, 1993, σ. 63). Την αρχιτεκτονική σκέψη επηρέασε σε μεγάλο βαθμό το συγγραφικό έργο του Βιτρούβιου. Πολεοδομικά, εμφανίζεται η αισθητική αξία της προοπτικής και αρχιτεκτονικά, αυτές της αρμονίας, της μνημειακότητας και της ισορροπίας. Οι δημόσιοι χώροι διακοσμούνται με έργα τέχνης που διέπονται από ρεαλισμό στην απεικόνιση του ανθρώπινου σώματος και της φύσης. Ο αστικός χώρος αναπτύσσεται σε ομόκεντρους κύκλους, στο κέντρο των οποίων δεσπόζει η πλατεία στην οποία καταλήγουν οι ακτινωτοί άξονες δρόμων. Κυρίαρχο ρόλο σε αυτόν είχαν τα δημόσια κτήρια, τα παλάτια και οι επαύλεις, οι οποίες αντιπροσώπευαν την συγκέντρωση της εξουσίας στις νεοεμφανιζόμενες αριστοκρατικές δομές. Εμφανίζεται μια αλλαγή στην αντίληψη του τοπίου, από τον κλειστό και συμβολικό χώρο στον απεριόριστο. Η περίοδος του Μπαρόκ (μέσα 16ου με μέσα 18ου αιώνα) είναι η εποχή της πρωταρχικής συσσώρευσης του κεφαλαίου, των θρησκευτικών αντιθέσεων, των πολιτικών αντιπαραθέσεων και της παγίωσης της αποικιακής εξάπλωσης. Η πολιτική εξουσία καθορίζει την οργάνωση και τη μορφή της πόλης. Αρχιτεκτονικά, η τάξη και η αυστηρή γεωμετρική οργάνωση του αστικού χώρου, ο αφαιρετικός συμβολισμός και η λεπτότητα συναντούν τη διακόσμηση, την θεατρικότητα και την υπερβολή .Οι κήποι όμως, πλαισιώνουν και τις επαύλεις και στη Γαλλία (jardin du Luxembourg), τάση που συνεχίζεται και στη διάρκεια του 17ου αιώνα. Τον 17ο αιώνα πρωτοεμφανίζονται οι προορισμένοι και δημιουργημένοι για το κοινό κήποι και θριαμβεύουν τα πάρκα. Επικρατούν οι μεγάλες τοπό-συνθέσεις όπου η κατοικία αποτελεί μέρος του όλου τοπίουκήπου και όχι αντίστροφα, ενώ έντονη είναι και η παρουσία του νερού. Η πόλη, ως συνέχεια των αναγεννησιακών σχηματισμών, αντιμετωπίζεται ως ένα ενιαίο οργανικό σύνολο και αρχίζει να δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στον αστισμό και το χαρακτήρα της ως κέντρου όλων των εξουσιών.

5. «Σε αυτήν αναφέρονται οι πρώτες προσπάθειες για τον σχεδιασμό της ευρωπαϊκής μεσαιωνικής πόλης. Την κεντρική θέση καταλαμβάνει ο ναός του Σολομώντα, περιτριγυρισμένος από τρία ομόκεντρα τείχη».

28


α.2 Ιστορικές προσεγγίσες του αστικού χώρου

Εικόνα  9. Η περιοχή της Αρχαίας Αγοράς κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ.

Εικόνα  11.Το Forum της Ρώμης. Εικόνα  13.Αναπαράσταση της αναγεννησιακής Ρώμης.

Κεφάλαιο Α - Πόλη

Εικόνα  10. Το ιπποδάμειο πολεοδομικό σύστημα της Μιλήτου

Εικόνα  12. Οργάνωση μεσαιωνικής πόλης. Εικόνα  14. Σικάγο, αρχές 2ου αιώνα, πρότυπο βιομηχανικής πόλης.

29


Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.2 Ιστορικές προσεγγίσες του αστικού χώρου

Εικόνα  2.Τον 18ο αιώνα, λόγω της Βιομηχανικής Επανάστασης, οι πόλεις μετατρέπονται σε μεγαλουπόλεις. Λόγω της

βιομηχανικής παραγωγής παρατηρείται συσσώρευση κεφαλαίου και εργατικού δυναμικού στις πόλεις. Οι νέες αξίες της πόλης-μηχανής είναι η αποτελεσματικότητα, η λειτουργικότητα και η αποδοτικότητα. Σε κοινωνικό επίπεδο, ο αστικός χώρος παύει πια να συμβολίζει την εικόνα του κόσμου και γίνεται το πλαίσιο της αντιπαράθεσης μεταξύ μιας ανερχόμενης αστικής τάξης και της κοινωνικής συνείδησης της εργατικής (Νικολαΐδου, 1993, σσ. 68-69). Στη βιομηχανική πόλη, (εικ. 13) η κοινωνική ανισότητα και ο ταξικός ανταγωνισμός εκφράζεται στην διάσπαση της ενότητας του αστικού χώρου σε υποβαθμισμένες εργατικές συνοικίες στα αστικά κέντρα, βιώσιμα εργατικά προάστια και πολυτελή προάστια. Ταυτόχρονα, η απεριόριστη οικονομική ανάπτυξη σε βάρος του φυσικού περιβάλλοντος οδήγησε στην μείωση των χώρων πράσινου και την αντικατάσταση τους από δημόσιους χώρους εκτόνωσης και ελέγχου της μάζας. Τον 19ο αιώνα, οι αστικοί υπαίθριοι χώροι υπόκεινται σε δραστικές μεταβολές, αυξάνονται και αναπτύσσονται. Δημιουργούνται πολλά καινούρια δημόσια αστικά πάρκα στο Παρίσι (Bois de Boulogne 1852), στο Λονδίνο (Royal Parks: Sir James, Regents 1830) και αλλού. Το αστικό τοπίο συνεχίζει να είναι θεαματικό, τώρα όμως προς τη δόξα του έθνους και όχι του μονάρχη όπως πριν. Την ίδια περίοδο στην Αμερική, ίσως ο μεγαλύτερης φήμης αρχιτέκτονας τοπίου ο Frederick Law Olmstead, μαζί με τον Βρετανό Calvert Vaux, σχεδιάζει μεταξύ άλλων το Riverside Estate στο Illinois και το Central Park της Νέας Υόρκης. Προπορεύεται από την τότε αντίληψη του μεμονωμένου αστικού πάρκου με τη σύλληψη της πόλης και της υπαίθρου σε ενιαίο σχεδιασμό. Καθιερώνει λοιπόν μια ενιαία αντίληψη για τον χώρο αναψυχής μιας πόλης (Βοστώνη). Τα πάρκα μιμούνται τη φύση και επιδεικνύον μεγάλη σχεδιαστική προσαρμοστικότητα στις φυσικές συνθήκες αλλά με τεράστιες εδαφικές και βλαστικές τεχνητές αναμορφώσεις. Εικόνα  15.Διάχυτη πόλη

Στην εποχή μας, παρατηρείται το φαινόμενο της αστικής διάχυσης, ως αποτέλεσμα της εξάπλωσης των πόλεων δίχως σαφή όρια, και της δημιουργίας προαστίων που ανταγωνίζονται το κέντρο. Στη σύνθεση του αστικού τοπίου επικρατούν τα οδικά δίκτυα και οι χώροι στάθμευσης, ενώ τα ιδιόκτητα θεματικά πάρκα έχουν αναλάβει το ρόλο της πλατείας (Venturi, Scott Brown, & Izenour, 1977, σ. 118). Η διαμόρφωση της πόλης είναι μία συνεχής διαδικασία, στην οποία κυρίαρχο παράγοντα αποτελεί η αγορά, αφήνοντας τον

πολεοδομικό

σχεδιασμό

σε

δεύτερη

μοίρα.

Τα

πολυπληθή σύμβολα στο χώρο συγκροτούν μια ετερογενή εικόνα που προκαλεί δυσκολία στην αποκωδικοποίηση του συνόλου. Το άσχημο και ασαφές αστικό τοπίο αντανακλά την αποσπασματικότητα των κοινωνικών σχέσεων, αφού η πόλη μετατρέπεται σε ζωτικό μπέρδεμα για τους πολίτες.

30


α.3 Κοινωνικές θεωρίες για την έννοια του αστικού χώρου

Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.3 Κοινωνικές θεωρίες για την έννοια του αστικού χώρου Η Ευρωπαϊκή Θετικιστική Προσέγγιση έχει ως κύριους εκφραστές τον Tönnies, τον Durkheim και τον Weber. Ο πρώτος διαχωρίζει και μελετάει δύο ιδεατούς τύπους κοινωνικών σχέσεων που αφορούν την κοινότητα και την κοινωνία βασισμένος στην εξελικτική μετάβαση «από το γένος στην κοινότητα, από την κοινότητα στην πόλη, από την πόλη στην μεγαλούπολη και, τέλος, στην παγκόσμια πηγή» (Νικολαΐδου, 1993, σσ. 165-166). Ο δεύτερος παρατηρεί ότι στις προβιομηχανικές κοινότητες των οργανικών διαδικασιών δημιουργείται μηχανική αλληλεγγύη, ενώ στις βιομηχανικές κοινωνίες που χαρακτηρίζονται από τις μηχανικές διαδικασίες διαμορφώνεται οργανική αλληλεγγύη και υποστηρίζει ότι οι δυσμενείς συνθήκες στην πόλη οφείλονται στην κακή εφαρμογή του καταμερισμού εργασίας. Ο τελευταίος πραγματοποιεί μια ιστορική προσέγγιση στον ιδεατό τύπο της πόλης, ως τον κατεξοχήν τόπο συνάντησης της τεχνικής με την κουλτούρα, και διακρίνει τις πόλεις σε παραγωγικές και καταναλωτικές. Σε μία προσπάθεια επαναπροσδιορισμού της μαρξιστικής θεωρίας, ο Weber καθιστά το άτομο ικανό να καθορίσει τις κοινωνικές αλλαγές. Μεταγενέστερα η μελέτη των Rex και Moore (Rex & Moore, 1697) επηρέασε τον Pahl, ο οποίος γενικεύοντες την νέο-βεμπεριανή προσέγγιση, θεωρεί ότι οι πόλεις αποτελούν κοινωνικο-χωρικά συστήματα και ότι οι αστικές συνθήκες είναι αποτέλεσμα ιδιαίτερων μορφών κοινωνικοπολιτικών συγκρούσεων. Σε μικρο-κλίμακα αστικής ζωής και ψυχολογίας, σημαντική μελέτη αποτελεί αυτή του Simmel (Simmel, 1950, σσ. 409-424), όπου εξετάζεται η συμπεριφορά του ανθρώπου στη μητρόπολη ως μέρους του κοινωνικού συνόλου. Σε αντίθεση με τις εξελικτικές απόψεις, η θεωρία του ιστορικού και διαλεκτικού υλισμού των Marx και Engels αντιμετωπίζει την πόλη ως παράγωγο μιας συγκεκριμένης κοινωνικής δομής, όπου η οργάνωση του αστικού χώρου καθορίζεται από τη διαδικασία της παραγωγής. Σύμφωνα με τη Μαρξιστική Ερμηνεία, η όξυνση της αντίθεσης πόλης – υπαίθρου εντείνεται από τον διαχωρισμό της εργασίας σε πνευματική και χειρωνακτική. Ο καταμερισμός και η απόλυτη εξειδίκευση δημιουργούν άνιση κατανομή εργασίας, ατομικής ιδιοκτησίας και σύγκρουση ταξικών συμφερόντων, ενώ διαμορφώνουν τον μονοδιάστατο άνθρωπο που αποκόπτεται από τη φύση και την διαδικασία της δημιουργίας. Ως λύση του προβλήματος της εργατικής κατοικίας και του εν γένει κοινωνικού ζητήματος, προτείνεται η εξάλειψη της αντίθεσης πόλης-υπαίθρου, η εξαφάνιση του κεφαλαιοκρατικού συστήματος και η μη διατήρηση των μεγαλουπόλεων. Μεταγενέστερα, οι Lefebvre και Lojkine διατυπώνουν την άποψη, ότι τα παραπάνω ζητήματα μπορούν να ξεπεραστούν μόνο μέσω της διαμόρφωσης αστικής συνείδησης ενάντια σε ένα καταπιεστικό κράτος. Σε αντίθεση ο Castells θεωρεί το κράτος υπεύθυνο για τον σχεδιασμό και τον προγραμματισμό του σύγχρονου αστικού χώρου ως λύση στο συνολικό πρόβλημα της κατοίκησης (Νικολαΐδου, 1993, σσ. 171-178). Η Οικολογική Προσέγγιση της πόλης, εξετάζει την ανθρώπινη οικολογία ως μέρος του συνόλου, στο οποίο συνυπάρχουν και αλληλεπιδρούν ο άνθρωπος με τη φύση και τους υπόλοιπους έμβιους οργανισμούς. Μέσα από τη μελέτη των διαδικασιών ανταγωνισμού-σύγκρουσης και προσαρμογής-αφομοίωσης παρακολουθείται η εξέλιξη του οργανισμού της πόλης. Η θεωρία της σχολής του Chicago, με κύριους εκφραστές τον Park, τον Burgess και τον McKenzie, αναλύει την οικολογική οργάνωση των συστημάτων με βάση τις διαδικασίες της συγκέντρωσης, της κεντρικότητας, της εξειδίκευσης, της εισβολής, της διαδοχής, της αποκέντρωσης, της τυποποίησης και τέλος της κυριαρχίας. Στο πλαίσιο αυτής της θεωρητικής προσέγγισης προτείνονται τρεις τύποι οργάνωσης του αστικού χώρου. Το μοντέλο των ομόκεντρων ζωνών του Burgess, το μοντέλο τον τομέων του Hoyt και το μοντέλο των πολλαπλών πυρήνων των Harris και Ullman. Παρά την περιορισμένη αναφορά στις γενεσιουργές αιτίες των αστικών φαινομένων, η μελέτη του Wirth (Wirth, 1939, σσ. 251-278) εμβαθύνει κοινωνιολογικά στο φαινόμενο του αστισμού, που απορρέει από το μέγεθος, την πυκνότητα, τη διάρκεια και την πληθυσμιακή ανομοιογένεια.

31


Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.3 Κοινωνικές θεωρίες για την έννοια του αστικού χώρου

Στις αρχές του 20ου αιώνα είχε γίνει επιτακτική η ανάγκη αντιμετώπισης των κοινωνικών προβλημάτων στις πόλεις. Οι σύνεδροι του τέταρτου CIAM (1933) απέδωσαν το χάος του αστικού χώρου στην κακή ποιότητα του περιβάλλοντος, που οφείλεται στην έλλειψη προγραμματισμού, την επικράτηση του ιδιωτικού συμφέροντος και τον κατακερματισμό της γης. Στη συνέχεια, πρότειναν τη λειτουργική διάρθρωση της πόλης σε τέσσερις βασικές ζώνες (κατοικίας, εργασίας, αναψυχής και κυκλοφορίας), καθώς και την επαναφορά της ανθρώπινης κλίμακας στο χώρο, την εξέταση του τελευταίου συναρτήσει του συνόλου και τον συγκερασμό του ατομικού συμφέροντος με τη συλλογική δράση. Αυτή η λειτουργική προσέγγιση της πόλης, η οποία επικυρώθηκε με την έκδοση της Χάρτας των Αθηνών το 1943 (Corbusier, 1987), πρεσβεύει τη γεωμετρική συμμετρία και την λειτουργική ακρίβεια, τον ορθολογισμό, την ικανοποίηση αναγκών και την διατήρηση της ισορροπίας. Ειδικότερα, το αρχιτεκτονικό έργο πέρα από την πρόθεση του μοντέρνου κινήματος να προάγει την επιστημονική σκέψη και την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης παγκοσμίως όφειλε να εκφράζει τη λογική και την τεχνολογία της εποχής. Ο στείρος ορθολογισμός με στόχο την οικονομικότερη εκμετάλλευση του αστικού χώρου συνέβαλλε στην διάσπαση της ενότητας του αστικού ιστού, στην απομόνωση των κατοίκων, στη μείωση της ποικιλίας των δημιουργικών σχέσεων και δράσεων στο χώρο και στην ένταση των κοινωνικών ανισοτήτων.

α.4 Σύγχρονα αστικά φαινόμενα

Εικόνα  16.Διάχυτη πόλη

32


α.4 Σύγχρονα αστικά φαινόμενα

Κεφάλαιο Α - Πόλη

Ο αστικός ιστός είναι ένας χώρος οικειοποιημένος, κωδικοποιημένος, που έχει υποστεί χρήσεις, συνήθειες, ρυθμίσεις, που δεν είναι προπαντός ελεύθερος και σε καμία περίπτωση κενός. Είναι αποτέλεσμα σχέσεων ανάμεσα σε οικονομικές δραστηριότητες, κοινωνικές δομές, πολιτιστικές αξίες καθώς και το φυσικό τους υπόβαθρο που μεταβάλλεται μέσα στον χρόνο. Είναι χώρος δυναμικός, με τον άνθρωπο δράστη και επηρεαζόμενο, όχι θεατή αλλά παράγοντα δημιουργίας, κοινωνικά και λιγότερο άμεσα ατομικά. Το αστικό τοπίο είναι με την έννοια αυτή, καθρέπτης της εξέλιξης της πόλης, της μορφής και της μεταμόρφωσης του χώρου της, της ζωής και του πολιτισμού. Είναι η φυσιογνωμία της πόλης, η εικόνα και η φαντασία της στο χρόνο. (Ανανιάδου - Τζημοπούλου, 1992, σ. 7). Αποτελεί ταυτόχρονα το πεδίο καθημερινότητας αλλά και πλαίσιο συμβολικό. Τα στοιχεία που συγκροτούν μια πόλη είναι ένα μεγάλο αστικό σύνολο μέσα στο οποίο ζει και αναπτύσσεται η ανθρώπινη κοινωνία. Για την περιγραφή μίας πόλης χρησιμοποιούμε συγκεκριμένη γεωγραφική θέση, όρια και διοικητικές, νομικές και οικονομικές λειτουργίες. Περιλαμβάνει ένα συγκεκριμένο αριθμό πληθυσμού στον οποίο παρέχει ό,τι χρειάζεται, όπως κατοικία, εργασία, ψυχαγωγία, προϊόντα, υπηρεσίες, ασφάλεια, μέσα μεταφοράς και υποδομές. Αξίζει σε αυτό το σημείο να σημειωθεί όμως ότι οι πόλεις ξεπερνούν κατά πολύ την έκταση που καταλαμβάνουν τα υλικά στοιχεία που τις συγκροτούν. Οι πόλεις είναι τεχνήματα τα οποία έγιναν κατανοητά τα τελευταία χρόνια, με βάση τις έννοιες στις οποίες αναφέρθηκε αρχικά ο Heidegger και κυρίως τις έννοιες του τόπου και του χώρου. Μέσα στο αντιφατικό και απροσδιόριστο οικιστικό συνονθύλευμα του σήμερα που αποδίδεται με τους όρους, όπως «μετάπολις», «αστικές συγκεντρώσεις», αλλά και άλλους όπως «edge cities», «neocities», ή «technoburbs», οι κοινοί άνθρωποι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι ζουν μέσα στις πόλεις ακόμα και αν κατοικούν δεκάδες χιλιόμετρα μακριά από τον «παραδοσιακό» πυρήνα τους. Στο μυαλό αυτών υπάρχει κάτι το οποίο είναι ταυτόχρονα ασαφές αλλά και συγκεκριμένο. Υπάρχει μια «θάλασσα κτισμάτων», η οποία όπως και η ίδια η θάλασσα έχει ασαφή όρια όμως όλοι την αναγνωρίζουμε καθώς και ένα σύνολο σχέσεων, δεσμών και ευκαιριών. (Λέφας, 2008, σ. 191) Η δομή της σύγχρονης πόλης αλλά και ο τρόπος με τον οποίο την αντιλαμβανόμαστε έχει αλλάξει ριζικά. Από την εποχή που ο Le Corbusier οραματίστηκε την πόλη ως μία «αστική μηχανή» η οποία απλώνεται ελεύθερα στο φυσικό τοπίο μέχρι τη σύγχρονη εποχή, το τοπίο της πόλης έχει υποστεί πολλές αλλαγές. Οι αλλαγές αυτές οδήγησαν στη σημερινή μορφή του, ως ένα άναρχο και αποσπασματικό μεικτό τοπίο το οποίο διακρίνεται από μία ασάφεια και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της παγκοσμιοποίησης. Οι αλλαγές στη δομή των σύγχρονων πόλεων που γνώρισαν τους ρυθμούς της βιομηχανικής ανάπτυξης συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών σχετίζονται με τον μετασχηματισμό του υπάρχοντος αστικού περιβάλλοντος και όχι με την επέκτασή του. Οι πόλεις – αστικές δομές εξακολουθούν να διαθέτουν κέντρα, περιοχές που διαχωρίζονται με βάση τις κοινωνικές τάξεις αλλά και έντονες διακρίσεις ανάμεσα σε λειτουργικές ζώνες. Η διαφορά στην υπάρχουσα δομή των πόλεων είναι ότι αυτή πλέον χαρακτηρίζεται από μια σειρά νέων αστικών φαινομένων όπως η αυξανόμενη κατασκευή εμπορικών κέντρων, η δημιουργία ολοένα και περισσότερων αστικών κενών, η ραγδαία μεταμόρφωση των περιοχών κατά μήκος των ακτών, η εγκατάλειψη βιοτεχνιών στην περιφέρεια κ.ά. Όλα αυτά τα νέα φαινόμενα γίνονται ακόμα πιο έντονα καθώς ο αριθμός τους συνεχώς αυξάνεται, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται όλο και περισσότερα αστικά κενά. Ως απόρροια των μεγάλων αυτών αλλαγών που υπέστη η δομή των σύγχρονων πόλεων, εμφανίζεται ένα άλλο αστικό φαινόμενο, αυτό της δημιουργίας εγκαταλειμμένων από τη βιομηχανία, από τα δίκτυα σιδηροδρόμων και από λιμάνια περιοχών. Πρόκειται για περιοχές μη οργανωμένες, με έντονη ανάμειξη αστικών λειτουργιών και οι οποίες βρίσκονται σε μία ενδιάμεση κατάσταση και σε μία διαδικασία αλλαγής

33


Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.4 Σύγχρονα αστικά φαινόμενα

ταυτότητας. Ταυτόχρονα, παρ’ όλους τους μετασχηματισμούς στη μορφή και τη δομή της πόλης, με το πέρασμα των εποχών, οι δημόσιοι χώροι, παραμένουν σταθερά στοιχεία, που σηματοδοτούν την κάθε εποχή και προσδίδουν στην πόλη ταυτότητα και χαρακτήρα. Εικόνα  17.Εγκαταλελειμμένη βιοτεχνία

Εικόνα  19.Εγκαταλειμμένα εργοστάσια

Εικόνα  21. Εγκατάλειψη παλαιότερων υποδομών

34

Εικόνα  18. Δημόσιο κτήριο

Εικόνα  20.Σιδηροδρομικές γραμμές_Πάτρα

Εικόνα  22. Νέοι ψευτο-δημόσιοι χώροι


Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.5 Σχέση με την πόλη

α.5 Σχέση με την πόλη Κάθε πόλη αποτελείται από μια σειρά εικόνων, οι οποίες δημιουργήθηκαν από κάποιο σημαντικό αριθμό πολιτών. Τέτοιες ομαδικές εικόνες είναι απαραίτητες για ένα άτομο έτσι ώστε να λειτουργήσει σωστά μέσα στο περιβάλλον του και να συνεργαστεί με τους συνανθρώπους του. Το περιεχόμενο των εικόνων της πόλης μπορεί εύκολα να κατανεμηθεί σε πέντε κατηγορίες στοιχείων, τις διαδρομές, τα όρια, τις περιοχές, τους κόμβους και τα τοπόσημα, σύμφωνα με τον Kevin Lynch. (Lynch, The image of the city, 1960, σσ. 46-90) Τα μονοπάτια-διαδρομές (paths) είναι κανάλια κατά μήκος των οποίων ο άνθρωπος κινείται.6 Για πολλούς ανθρώπους οι διαδρομές αποτελούν κυρίαρχα στοιχεία για την εικόνα της πόλης. «Οι άνθρωποι παρατηρούν την πόλη ενώ την διασχίζουν, και κατά μήκος των διαδρομών τα υπόλοιπα στοιχεία του περιβάλλοντος τοποθετούνται και σχετίζονται.»

Εικόνα  23. Κατηγορίες στοιχείων της πόλης_ Kevin Lynch

Τα όρια (edge) είναι γραμμικά στοιχεία που δεν χρησιμοποιούνται ή θεωρούνται διαδρομές από τον περιπατητή. Είναι όρια μεταξύ δύο φάσεων, τα οποία σπάνε τη συνέχεια. Τα όρια, αν και πιθανόν όχι τόσο κυρίαρχα όσο τα μονοπάτια, είναι για πολλούς ανθρώπους σημαντικά χαρακτηριστικά οργάνωσης της πόλης, ιδιαίτερα στο ρόλο που κατέχουν να συγκρατούν γενικές περιοχές. Οι περιοχές (district) είναι μεσαία προς μεγάλα τμήματα της πόλης, νοούνται σαν να έχουν δύο διαστάσεις, στις οποίες ο παρατηρητής «εισέρχεται» νοητικά και είναι αναγνωρίσιμες έχοντας ένα κοινό, προσδιορισμένο χαρακτήρα. Πάντα αναγνωρίσιμες από το εσωτερικό, χρησιμοποιούνται επίσης ως εξωτερική αναφορά αν είναι ορατές από το εξωτερικό. Οι κόμβοι (nodes) είναι στρατηγικά σημεία σε μια πόλη πάνω στα οποία ο άνθρωπος μπορεί να εισέλθει. Μπορεί να είναι κύριες συνδέσεις, σημεία διακοπής της κίνησης, ένα πέρασμα ή η σύγκλιση μονοπατιών, σημεία μετάβασης από τη μία δομή στην άλλη. Ή μπορεί να είναι απλώς συγκεντρώσεις, οι οποίες αποκτούν σημασία από κάποια συμπύκνωση χρήσης, ιδιαίτερου χαρακτήρα όπως μια κλειστή πλατεία. Τα τοπόσημα (landmarks) αποτελούν μία άλλη μορφή στοιχείου αναφοράς, μόνο που σε αυτή την περίπτωση το άτομο δεν εισέρχεται μέσα του, είναι εξωτερικά. Είναι κατά κύριο λόγο απλά αντικείμενα, ένα κτίριο, μια πινακίδα, ένα μαγαζί ή ένα βουνό. Κάποια τοπόσημα είναι μακρινά, συνήθως φαίνονται από πολλές γωνίες και αποστάσεις, ενώ άλλα είναι κατά κύριο λόγο τοπικά, είναι ορατά μόνο από περιορισμένες τοποθεσίες και από ορισμένες απόψεις.

6

Αυτά μπορεί να είναι δρόμοι, πεζοδρόμια, γραμμές διέλευσης, κανάλια σιδηρόδρομοι.

35


Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.5 Σχέση με την πόλη

Ο Norberg-Schultz, εμπνεόμενος από το έργο του Kevin Lynch, αναγνωρίζει ως βασικά τυπολογικά σχήματα του υπαρξιακού χώρου τους τόπους (places), τους δρόμους (paths) και τις περιοχές (domains). (Κοντοράτος, 1983, σ. 91) Κανένα όμως από τα παραπάνω στοιχεία δεν δρα μόνο του. Το ένα αλληλεπιδρά με το άλλο ή εμπεριέχει το ένα το άλλο σε κάποιο βαθμό. Όλα μαζί διαμορφώνουν την εικόνα της πόλης και υποστηρίζουν τη σημασία τους στη νοητική αναπαράσταση της. Τα στοιχεία όμως αυτά δεν είναι τα μοναδικά που επηρεάζουν τη δημόσια εικόνα της πόλη, υπάρχουν άλλες επιρροές όπως η κοινωνική σημασία μιας περιοχής, οι λειτουργίες της, η ιστορία της ή ακόμα και το όνομα της πόλης. Αναλύοντας τα αποτελέσματα της δουλειάς του, ο Lynch υπέθεσε ότι θα είναι σε θέση να παρατηρεί τι είναι αυτό που γίνεται στο δομημένο περιβάλλον μιας πόλης που είναι σημαντικό για τους κατοίκους της. Μία από τις καινοτομίες του Lynch είναι η έννοια του «ευανάγνωστου τόπου» (place legible), μιας οπτικής ποιότητας της νοητικής εικόνας της πόλης. Με τον όρο «ευανάγνωστο τοπίο» ο Lynch εννοεί την ευκολία με την οποία τα κομμάτια μιας πόλης μπορούν να αναγνωριστούν και να οργανωθούν σε ένα συνεκτικό σχέδιο. «Όπως αυτή η εκτυπωμένη σελίδα, αν είναι ευανάγνωστη, μπορεί να θεωρηθεί οπτικά σαν ένα σύνολο από αναγνωρίσιμα σύμβολα.» H σαφήνεια και η αναγνωσιμότητα είναι κάποια από τα σημαντικά χαρακτηριστικά μιας όμορφης πόλης, επίσης ιδιαίτερης κοινωνικής σημασίας είναι η αστική κλίμακα, ο χρόνος και η πολυπλοκότητα. (Lynch, The image of the city, 1960, σσ. 2-3) Για να γίνει αυτό κατανοητό δεν πρέπει να θεωρήσουμε την πόλη ως ένα πράγμα από μόνο του, αλλά πρέπει να την κατανοήσουμε μέσα από τους κατοίκους της. Πολλές φορές η αντίληψη για την πόλη δεν υφίσταται ολόκληρη, αλλά είναι κομματιασμένη, αποσπασματική και αναμεμειγμένη με άλλες ανησυχίες. Κάθε κάτοικος συνδέεται στενά με κάποιο κομμάτι της πόλης και η εικόνα του για αυτό είναι γεμάτη αναμνήσεις και νοήματα. Κάθε κάτοικος δεν είναι απλά παρατηρητής του θεάματος της πόλης, αλλά αποτελεί τμήμα αυτής μαζί με τους άλλους κατοίκους. Για να κατανοηθεί η δομή μιας πόλης δημιουργήθηκε μια στρατηγική, η δημιουργία της περιβαλλοντικής εικόνας, μια γενικευμένη νοητική εικόνα του εξωτερικού φυσικού κόσμου που βρίσκεται στην κατοχή του κάθε ατόμου. Αυτή η νοητική εικόνα είναι προϊόν τόσο της άμεση αίσθησης του περιβάλλοντος όσο και της μνήμης μια προηγούμενης δραστηριότητας και χρησιμοποιείται για να ερμηνεύει πληροφορίες και να καθοδηγεί μελλοντική δράση. Ο Lynch για να διαπιστώσει την αναγνωσιμότητα μια πόλης διεξήγαγε κάποια πειράματα, τα οποία αποτελούνταν από συνεντεύξεις από τους κατοίκους και από αυτόνομη έρευνα. Ένα από τα βασικά ζητούμενα των συνεντεύξεων ήταν η δημιουργία σκαριφηματικού χάρτη για την πόλη, με λεπτομερή περιγραφή διαδρομών μέσα στην πόλη και μια σειρά από μέρη που ξεχωρίζουν και είναι πιο ζωντανά στο μυαλό του χρήστη. Υπήρχε μια καλή συσχέτιση μεταξύ του χάρτη και των συνεντεύξεων, αν και σε μερικές περιπτώσεις υπήρχαν κάποιες διαφορές, τα βασικά στοιχεία της πόλης εμφανίζονταν κατά βάση και στις δύο μορφές. Οι χάρτες αυτοί, παρόλ› αυτά, φαίνεται να έχουν χαμηλότερα όρια, αφού στοιχεία που εμφανίζονται λιγότερο συχνά στις συνεντεύξεις σχεδόν εξαφανίζονται από τα σκίτσα, και γενικά όλα τα στοιχεία σχεδιάζονται λιγότερο συχνά από ότι αναφέρονται στις συνεντεύξεις. Επιπλέον, τα σκίτσα τείνουν να δίνουν σημασία περισσότερο στις διαδρομές και να παραλείπουν μέρη που είναι δύσκολο να σχεδιαστούν και να εντοπιστούν, παρόλο που τα σημεία αυτά είναι αναγνωρίσιμα. Αλλά αυτές οι ελλείψεις είναι μικρής σημασίας και μπορούν να ρυθμιστούν. Η σύνθεση των χαρτών όσο αφορά την αναγνώριση στοιχείων είναι πολύ κοντά με αυτή των προφορικών συνεντεύξεων.

36


α.5 Σχέση με την πόλη

Κεφάλαιο Α - Πόλη

Εικόνα  24.Συγκριτικοί χάρτες στοιχείων που προκύπτουν από διαφορετικές περιπτώσεις αφηγήσεων για τη Βοστώνη, το New Jersey και το Λος Άντζελες από μια σειρά αναζητήσεων και ερευνών για τις πόλεις αυτές από τον Kevin Lynch.

37


Κεφάλαιο Α - Πόλη

Εικόνα  25. Βιωματική σχέση με τη πόλη Εικόνα  26.Περιστασιακή σχέση με τη πόλη

38

α.5 Σχέση με την πόλη


α.5 Σχέση με την πόλη

Κεφάλαιο Α - Πόλη

Η σχέση του ανθρώπου με την πόλη μπορεί να διαχωριστεί σε βιωματική σχέση (εικ. 25) όταν περιγράφεται η σχέση μεταξύ κατοίκου και πόλης και σε περιστασιακή σχέση (εικ. 26) όταν αναφέρεται στη σχέση που αποκτά ένας περιστασιακός κάτοικος ή τουρίστας της πόλης.

α.5.1 Βιωματική σχέση με την πόλη «Αντιμετωπίζω την πόλη με το σώμα μου. Τα πόδια μου μετράνε το μήκος της στοάς και το πλάτος του τετραγώνου. Το βλέμμα του ασυνείδητα προβάλει το σώμα μου στην πρόσοψη του καθεδρικού ναού, όπου περιπλανιέται πάνω από τα καλούπια και τα περιγράμματα, ανιχνεύοντας το μέγεθος των εσοχών και των εξοχών. Το βάρος του σώματός μου συναντά τη μάζα της θύρας του καθεδρικού, και το χέρι μου αρπάζει την πόρτα καθώς εισέρχομαι στο σκοτεινό κενό από πίσω. Βιώνω εγώ ο ίδιος την πόλη, και η πόλη υφίσταται μέσω της ενσωματωμένης εμπειρίας μου. Η πόλη και το σώμα μου συμπληρώνει και καθορίζει το ένα το άλλο. Εγώ κατοικώ στην πόλη και η πόλη κατοικεί μέσα μου.» (Pallasma, 2005, p. 40) Βιωματική σχέση με την πόλη αποκτά κάποιος όταν την ζει και κατοικεί σ’ αυτήν. Κάτοικος σε έναν τόπο είναι ένα πρόσωπο το οποίο διατηρεί κατοικία και διαμένει σε αυτόν τον τόπο. Αυτός που ζει την πόλη και κυκλοφορεί μέσα σε αυτή. Η πόλη ζει καθημερινά, αλλάζει, μεταμορφώνεται και παρασύρει στο ρυθμό της και τους κατοίκους της. «Δεν είμαστε απλώς παρατηρητές αυτού του θεάματος αλλά είμαστε κομμάτι της πόλης, πάνω στη σκηνή με τους άλλους συμμετέχοντεςκατοίκους.» (Lynch, The image of the city, 1960, σ. 2) Οι κάτοικοι αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της, χωρίς αυτούς παύει να υφίσταται και τελικά «πεθαίνει». Ο κάτοικος της πόλης γίνεται εξερευνητής, εξαιρετικά κινητικός, κοιμάται και εργάζεται σε διαφορετικά μέρη, οι φίλοι και οι συγγενείς του δεν μένουν πια στον ίδιο δρόμο. Ο κάτοικος χρησιμοποιεί όλο το τοπίο και κινείται μέσα σε αυτό για καλύψει της ανάγκες τους, να εργαστεί, να διασκεδάσει και να συναναστραφεί με τους υπόλοιπους κατοίκους. Τις περισσότερες φορές η κίνηση που πραγματοποιεί είναι επαναλαμβανόμενη, αλλά δεν έχει σε όλο της το μήκος την ίδια συναισθηματική ένταση. Για παράδειγμα, σε συνεντεύξεις κατοίκων, που αναφέρονται στο βιβλίο του Kevin Lynch «Τhe image of the city», οι κάτοικοι περιέγραφαν τη διαδρομή από το σπίτι στην δουλειά τους, και υπήρχε μια σταδιακή μείωση ζωντάνιας των εντυπώσεων καθώς πλησίαζαν προς το κέντρο της πόλης. Κοντά στο σπίτι υπήρχε μεγάλη λεπτομέρεια στην περιγραφή του φυσικού τοπίου, της βλάστησης και των ανθρώπων, υπήρχαν δείγματα για το καθημερινό ενδιαφέρον και την ευχαρίστηση. Πλησιάζοντας προς το κέντρο η εικόνα γινόταν πιο γκρίζα, πιο αόριστη (Lynch, The image of the city, 1960, σ. 41). H αποτύπωση της διαδρομής μιας πόλης μπορεί να είναι εξασθενημένη σε σημεία, υπάρχουν όμως σίγουρα στοιχεία τα οποία είναι έντονα χαραγμένα στη μνήμη του κατοίκου μιας πόλης. Οι άνθρωποι παρατηρούν την πόλη καθώς κινούνται μέσα σε αυτή. Η κίνηση στους αυτοκινητόδρομους και το σύστημα των δρόμων είναι κυρίαρχα στοιχεία στη μνήμη τους. Αυτό συμβαίνει λόγο της καθημερινής εμπειρίας, της καθημερινής μάχης ή ευχαρίστησης, των κατοίκων με τα στοιχεία αυτά, που επανέρχονται στη μνήμη είτε ως θετική είτε ως αρνητική ατμόσφαιρα. Επομένως, σε ένα «θολό» περιβάλλον υπάρχουν πάντα κάποια στοιχεία που ξεπροβάλλουν και κατά βάση σχετίζονται με την επαναληπτικότητα αλλά και με τον βαθμό έντασης που προκαλούν. Αναφερόμαστε λοιπόν, στην καθημερινή εμπειρία του κατοίκου στην πόλη που ζει. Η πόλη είναι ένας ζωντανός οργανισμός που αποτελείται από χιλιάδες κομμάτια. Κάθε στιγμή, υπάρχουν περισσότερα στοιχεία σε μια πόλη από αυτά που μπορεί να δει το μάτι και να ακούσει το αυτί, στοιχεία που περιμένουν να ανακαλυφθούν. Τίποτα δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό από μόνο του, πάντα πρέπει να τοποθετηθεί στο περιβάλλον του και να συσχετιστεί με αυτό. Η σειρά γεγονότων που οδηγούν σε αυτό, σχετίζεται με την εμπειρία του παρελθόντος. Η εμπειρία αυτή είναι που κάνει κάθε κάτοικο να έχει μια σχεδόν μοναδική εμπειρία της πόλης του. Κάθε

39


Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.5 Σχέση με την πόλη

πολίτης έχει ή είχε αναπτύξει δεσμούς με κάποιο κομμάτι της, έτσι η εικόνα που έχει για εκείνο το κομμάτι είναι γεμάτο με αναμνήσεις και νοήματα. Ο κάτοικος επομένως, είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με το περιβάλλον που ζει και κινείται. Μπορεί να θεωρηθεί μια μονάδα αλλά σίγουρα δεν πρέπει να υποτιμηθεί η ατομικότητα και η ιδιαιτερότητα του κάθε ατόμου. Οι κάτοικοι είναι αυτοί που βιώνουν την πόλη σε όλη την οντότητά της και επηρεάζονται άμεσα από τις αλλαγές της. Η άποψη του για την πόλη μπορεί αλλάξει με την πάροδο του χρόνου, καθώς η ίδια η πόλη αλλάζει, αλλά σίγουρα οι αναμνήσεις του είναι αυτές που δεν θα ξεχαστούν εύκολα.

α.5.2 Περιστασιακή σχέση με την πόλη Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού (1994) (World Tourism Organization – WTO) ο τουρισμός περιλαμβάνει : «τις δραστηριότητες των ατόμων που ταξιδεύουν και διαμένουν σε περιοχές εκτός του συνηθισμένου περιβάλλοντος τους, για χρονικό διάστημα μικρότερο του ενός συνεχόμενου έτους, για αναψυχή, επαγγελματικούς ή άλλους λόγους». Υπάρχουν δύο τύποι περιήγησης και εξερεύνησης μιας πόλης. Στην πρώτη περίπτωση άτομα νεαρής ηλικίας ταξιδεύουν σε διάφορες περιοχές του κόσμου, ενώ παράλληλα εργάζονται και αποκτούν εμπειρίες από την επαφή τους με διαφορετικές κοινωνίες και πολιτισμούς. Τα ταξίδια αυτά, αποτελούν τη συνέχεια των περιηγητικών ταξιδιών των προηγούμενων αιώνων. Στη δεύτερη περίπτωση, το κίνητρο μπορεί να είναι καθαρά πολιτιστικό, π.χ. η επίσκεψη ενός διάσημου μνημείου ή πόλης με πλούσιο πολιτισμό(Ακρόπολη, Παρίσι). Συχνά σχετίζεται με εκπαιδευτικούς σκοπούς, π.χ. επίσκεψη σε διάσημα πανεπιστήμιο, βιβλιοθήκες των ανεπτυγμένων χωρών του κόσμου, η παραμονή για κάποιο χρονικό διάστημα σε μια πόλη για εκπαιδευτικούς λόγους. Οι τουρίστες που επιδιώκουν την περιήγηση και τη γνωριμία με νέους τόπους, λαούς ή πολιτισμούς καταγράφονται ως τουρίστες που αναζητούν το διαφορετικό ή την περιήγηση. Οι τύποι τουριστών στην περίπτωση αυτή αποτελούν μια δυναμική σύνθεση της διαμορφωμένης προσωπικότητας τους. Οι τουρίστες είναι άρα εκφραστές των κοινωνικών, ψυχολογικών, οικογενειακών κ.α. προτύπων που τους διαφοροποιούν από τα άλλα άτομα, κατατάσσοντας τους σε κάποια συγκεκριμένη κοινωνική κατηγορία ή αποδίδοντας τους ένα ιδιαίτερο κοινωνικό ρόλο. Στο ταξίδι επιλέγουν όλα τα χαρακτηριστικά και τις υπηρεσίες που αποτελούν για αυτούς σημεία αναφοράς των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους. Εφόσον οι επιλογές τους, τους οδηγούν σε μια συγκεκριμένη περιοχή στην οποία βρίσκουν όσα αναζητούν, ταυτίζονται ψυχικά με αυτή θεωρώντας πως είναι δυνητικά κάτοικοι της, και συχνά υπερασπίζονται τη διατήρηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της από κάθε τύπου οργανωμένη τουριστική ανάπτυξη που θεωρούν καταστροφική. Η στάση του τουρίστα προς το τοπίο βρίσκεται κάπου ανάμεσα στο βίωμα του τόπου αυτού μέσα από τις αισθήσεις (και κυρίως από την οπτική εμπειρία) και στη διαθεσιμότητα ή προσπάθεια του τουρίστα να εκτιμήσει τα ουσιώδη στοιχεία της ταυτότητας του τοπίου στα πλαίσια των δικών του αναμνήσεων. Το πώς ο επισκέπτης-τουρίστας μιας πόλης αντιλαμβάνεται την πόλη αυτή, αντικατοπτρίζεται στη θεματολογία των φωτογραφιών του και στην διαμόρφωση της εικόνας για την πόλη που επισκέπτεται. Η φωτογραφία αποτελεί τη μαρτυρία της σχέσης που αναπτύσσεται μεταξύ αυτού που φωτογραφίζει με το θέμα της φωτογραφίας. Η περιστασιακή σχέση που δημιουργούν οι άνθρωποι με τις εν λόγω πόλεις είναι πολύ σημαντική καθώς πολλές φορές ολόκληρες πόλεις κτίζονται ή προσαρμόζονται στις απαιτήσεις και τις επιθυμίες των τουριστών με σκοπό την οικονομική τους ανάπτυξη από τον τουρισμό.

40


α.5 Σχέση με την πόλη

Κεφάλαιο Α - Πόλη

Εικόνα  27. Σχέση τουρίστας και πόλη

Εικόνα  28. West Bay at night. Φωτογραφία από τον Pygmalion Karatzas

41


Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.6 Η εξέλιξη της ελληνικής πόλης στη σημερινή της μορφή

α. 6 Η εξέλιξη της ελληνικής πόλης στη σημερινή της μορφή Ο 19ος αιώνας θεωρείται σταθμός στην πολεοδομική εξέλιξη της ελληνικής πόλης. Μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Ελληνικού κράτους (1830), σε πολλές πόλεις που μέχρι τότε, ως μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, είχαν καταστραφεί και εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους τους και είχαν αποδιοργανωθεί οικονομικά και κοινωνικά, αρχίζει σταδιακά η ανοικοδόμηση και η αναδιάρθρωση τους, σύμφωνα με τις σύγχρονες ευρωπαϊκές αντιλήψεις. (Τσακόπουλος, 1997, σ. 31) Ο πρώτος σταθμός στην εξέλιξη της ελληνικής πόλης έχει ως αφετηρία τις αρχές του 19ου αιώνα, και καλύπτει την περίοδο διακυβέρνησης του Καποδίστρια και του Όθωνα. Ο Ιωάννης Καποδίστριας, ως πρώτος κυβερνήτης του ελληνικού κράτους, είχε ως βασικό στόχο τη δημιουργία ενός ισχυρού κρατικού μηχανισμού, με σκοπό να ελέγξει και να οργανώσει τις πόλεις διοικητικά, οικονομικά και πολεοδομικά, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές αντιλήψεις των δυτικών προτύπων. Για να πετύχει το στόχο του ανέθεσε την πολεοδομική οργάνωση σε στρατιωτικούς μηχανικούς, κυρίως Γάλλους ή ετερόχθονες Έλληνες. (Τσακόπουλος, 1997, σ. 33) Στη συνέχεια επί Όθωνα, σχεδιάστηκαν «νέες πόλεις» και εισήχθη για πρώτη φορά από Βαυαρούς αρχιτέκτονες και γεωμέτρες, η γεωμετρία (ορθογωνικός κάναβος) στον πολεοδομικό ιστό των ελληνικών πόλεων. Ο σχεδιασμός των «νέων πόλεων» εκτός του ότι είχε ως σκοπό την διευθέτηση του χώρου, συμβόλιζε και την ρήξη με το ‘σκοτεινό’ παρελθόν και τις πόλεις της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. (Τσακόπουλος, 1997, σ. 35) Ως δεύτερος σταθμός εξέλιξης των ελληνικών πόλεων θεωρείται η περίοδος από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Την περίοδο αυτή και ιδιαίτερα κατά την διακυβέρνηση του Χαρίλαου Τρικούπη, έγινε προσπάθεια εσωτερικής ανασυγκρότησης των ελληνικών πόλεων. Υλοποιήθηκαν πολλά δημόσια κοινωνικά έργα (λιμάνια, οδικά δίκτυα, αγορές), τα οποία συνέβαλαν στην ανάπτυξη της οικονομίας μέσω του εμπορίου, ενώ παράλληλα υπήρξαν αλλεπάλληλες μετακινήσεις αγροτικών πληθυσμιακών ομάδων προς τα αστικά κέντρα με σκοπό την εύρεση εργασίας. (Τσακόπουλος, 1997, σσ. 36-39) Η αύξηση του πληθυσμού στα αστικά κέντρα είχε ως αποτέλεσμα αφενός μεν τις συνεχείς επεκτάσεις των σχεδίων πόλεων, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι στεγαστικές ανάγκες, αφετέρου δε επηρέασε τη σύσταση της κοινωνίας η οποία διχάστηκε, δεδομένου ότι ένα μέρος της δεν μπορούσε να αφομοιώσει τον σύγχρονο δυτικό τρόπο ζωής, και να συμβιβαστεί με την ανομοιογένεια που προέκυψε λόγω της ανάμειξης αγροτικού και αστικού πληθυσμού, με αποτέλεσμα την ύπαρξη κοινωνικών εντάσεων.7 Η Μικρασιατική καταστροφή (1922), θεωρείται ο τρίτος σταθμός εξέλιξης των ελληνικών πόλεων. Οι μετακινήσεις μεγάλου αριθμού προσφύγων επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη των πόλεων, δεδομένου ότι δεν επιβλήθηκε μόνο μια νέα κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα λόγω του οξύτατου στεγαστικού προβλήματος, αλλά υπήρξαν νέες συνεχείς επεκτάσεις των πολεοδομικών σχεδίων με κύριο χαρακτηριστικό τις αυθαίρετες κατασκευές-οι οποίες νομιμοποιούνταν αργότερα με διάφορες ρυθμίσεις - και κατ’ επέκταση την άναρχη ανάπτυξη των πόλεων. (Γκιζελή, 1997, σ. 42) Ως επόμενος σταθμός στην εξέλιξη της ελληνικής πόλης, θεωρείται η δεκαετία 1957-1967, περίοδος εκμοντερνισμού της χώρας, κατά την οποία οι ελληνικές πόλεις προσπάθησαν και πάλι να ανασυγκροτηθούν μετά τις καταστροφικές συνέπειες του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου (1939 - 1945) και του εμφυλίου πολέμου (1946 - 1949). Παρατηρήθηκε αλματώδης ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Υλοποιήθηκαν μεγάλα έργα υποδομής (αυτοκινητόδρομοι, πανεπιστήμια, εργατικές κατοικίες). Στα αστικά κέντρα, η συσσώρευση του αγροτικού πληθυσμού με σκοπό την εύρεση εργασίας ήταν πολύ μεγάλη (Αίσωπος & Σημαιοφορίδης, Η σύγχρονη ελληνική πόλη - Metapolis 2001, 2001, σ. 20). Λόγω όμως της επείγουσας ανάγκης για στέγαση του νέου πληθυσμού αλλά και καθαρά οικονομικών λόγων η πρωτοβουλία δόθηκε 7. http://www.fhw.gr/chronos/12/gr/1833_1897/society/index.html

42


α.6 Η εξέλιξη της ελληνικής πόλης στη σημερινή της μορφή

Κεφάλαιο Α - Πόλη

Εικόνα  29.Εικόνα της Αθήνας παλαιότερα

Εικόνα  30.Η εξέλιξή της Αθήνας στη σημερινή της μορφή

43


Κεφάλαιο Α - Πόλη

α.6 Η εξέλιξη της ελληνικής πόλης στη σημερινή της μορφή

σε ιδιώτες εργολάβους οι οποίοι ανέλαβαν την κατασκευή πολυκατοικιών με την μέθοδο της αντιπαροχής (φαινόμενο που δεν υπήρχε στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες). Εξυπηρετώντας διάφορα μικρά ή μεγάλα συμφέροντα προχώρησαν σε καταπατήσεις, παράνομες οικοπεδοποιήσεις και σε αυθαιρεσίες (προσθήκες ορόφων, κάλυψη των ακάλυπτων χώρων κ.α). Η έλλειψη σχεδιασμού και η αδυναμία του κρατικού προγραμματισμού και ελέγχου είχαν ως συνέπεια την άναρχη επέκταση των πόλεων (Αίσωπος & Σημαιοφορίδης, Η σύγχρονη ελληνική πόλη - Metapolis 2001, 2001, σ. 36). Η συνεχής επανάληψη της πολυκατοικίας, ως πολεοδομική μονάδα, οδήγησε στην αλλοίωση της μορφής του αστικού τοπίου. Υπήρξαν αφενός μεν χωρικές αλλαγές (μείωση δημόσιων χώρων κ.α) αλλά και διαφοροποίηση στις κοινωνικές σχέσεις (αποκοπή των ενοίκων από τον δημόσιο χώρο) (Βογιατζόγλου, Καρύδης, Κολώνας, Κοτέα, & Φιλιππίδης, 2000, σ. 141). Με την επιβολή της δικτατορίας στην Ελλάδα (1967), τελείωσε και η περίοδος εκμοντερνισμού των ελληνικών πόλεων. Μια νέα περίοδος ξεκίνησε μετά την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (τότε Ε.Ο.Κ), το 1981, οπότε άρχισε να γίνεται εμφανής η επιρροή των στοιχείων του μετα-μοντερνισμού και στις ελληνικές πόλεις, γεγονός που αφενός μεν επηρέασε θετικά την πορεία της διατήρησης της φυσιογνωμίας των ελληνικών πόλεων, καθώς πάρθηκαν μέτρα για την προστασία των ιστορικών κέντρων, των νεοκλασικών κτιρίων και των μνημείων, αφετέρου δε συνέβαλε στην αφύπνιση των αρχιτεκτόνων. Την περίοδο αυτή διαμορφώθηκε ένα νέο οικονομικό και κοινωνικό πλαίσιο (Αίσωπος & Σημαιοφορίδης, Η σύγχρονη ελληνική πόλη - Metapolis 2001, 2001, σ. 22). Στις αρχές του 21ου αιώνα, οι ελληνικές πόλεις, δεχόμενες τόσο τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης όσο και τις προκλήσεις των ταχύτατων τεχνολογικών εξελίξεων, έχουν πλέον χάσει πολλά στοιχεία τα οποία σχετίζονταν με την ιστορία και τον πολιτισμό τους. Η εισροή μεταναστών από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα (1990), η οποία συνεχίζεται μέχρι και τις μέρες μας, δεν διαφοροποίησε μόνο την σύσταση της ελληνικής κοινωνίας αλλά αλλοίωσε μορφολογικά, πολεοδομικά και αισθητικά τις πόλεις (Αίσωπος & Σημαιοφορίδης, Η σύγχρονη ελληνική πόλη - Metapolis 2001, 2001, σ. 36). «Οι πόλεις, χάνοντας τη στατική μορφή που είχαν στους περασμένους αιώνες, αδυνατούν πια να υπακούσουν στο καθορισμένο σχήμα, στην κλειστή περίμετρο και την διαρρηγνύουν, ξεχύνονται προς κάθε κατεύθυνση που προσφέρεται για πρόχειρη επέκταση, αμορφοποιούνται» (Ζήβας, 1997, σ. 21). Παρόλα αυτά, αν και υπάρχει έντονη αισθητική παρακμή, οι ελληνικές πόλεις έχουν ένα χαρακτηριστικό που τις κάνει διαφορετικές από τις άλλες δυτικοευρωπαϊκές πόλεις, είναι ζωντανές. «το ά-μορφο, α-όριστο, και ά-τοπο ελληνικό αστικό τοπίο υποτάσσει κάθε αισθητικό – άρα και μορφικό – λόγο, στην αναζήτηση δραστηριοτήτων. Παρόλο που είναι α-σχεδίαστο, παραμένει εξαιρετικά ζωντανό» (Αίσωπος & Σημαιοφορίδης, Η σύγχρονη ελληνική πόλη - Metapolis 2001, 2001, σ. 28) Συμπερασματικά, υπάρχουν κάποιες βασικοί παράμετροι που επιδρούν στο μετασχηματισμό της σύγχρονης ελληνικής πόλης, εστιάζοντας κυρίως στα στοιχεία εκείνα που συνθέτουν την εικόνα του αστικού χώρου. Μια πρώτη σημαντική ομάδα τέτοιων παραμέτρων συνδέεται με την ενδογενή δυναμική των πόλεων. Είναι γεγονός ότι οι επάλληλες στρώσεις (layers) ή στοιβάδες του αστικού ιστού, που διαμορφώθηκαν στο πέρασμα των αιώνων, καθώς επίσης και το αποτέλεσμα που προκύπτει από τη συναρμογή τους, αποτελούν βασικό παράγοντα διαφοροποίησης ή ποικιλομορφίας στο αστικό τοπίο.

44


Κεφάλαιο Α - Πόλη

45


46


Β.κεφάλαιο Δημόσιος Χώρος «Οι δημόσιοι χώροι αποτελούν ένα παράθυρο στην ψυχή της πόλης» (Zukin, 1995)

47


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.1 Η έννοια του δημόσιου χώρου

Β. κεφάλαιο - Δημόσιος Χώρος β.1 Η έννοια του δημόσιου χώρου Ως δημόσιο χώρο εννοούμε τον δομημένο ή άκτιστο χώρο (ή το πλέγμα των χώρων) της πόλης που βρίσκεται έξω από την ιδιωτική περιοχή κατοικίας και αποδίδεται στην κοινότητα, στην κοινή χρήση. Κατά συνέπεια, ο δημόσιος χώρος, εσωτερικός ή υπαίθριος, διαμορφώνεται με τρόπο που να εξυπηρετεί και να εκφράζει το κοινωνικό σύνολο από το οποίο παράγεται, είναι δηλαδή ένα υλικό κοινωνικό προϊόν. Το πλέγμα των υπαίθριων δημόσιων χώρων αποτελεί την συνεκτική ύλη της πόλης και το εργαλείο αντίληψης και συνοχής της. Η δημιουργία του δημόσιου χώρου έχει προκύψει κάθε φορά από στοιχεία που προέρχονται από διαφορετικούς τομείς σκέψης, την επιστήμη, τις τέχνες, την φιλοσοφία, τις κοινωνικές ανάγκες και πρακτικές και αποτελεί την έκφραση της συλλογικής ταυτότητας με όρους χώρου. Ο δημόσιος χώρος είναι μια έννοια που προσλαμβάνεται και ερμηνεύεται διαφορετικά από τον καθένα. Διαφέρει ανάλογα με τα άτομα, τις ομάδες και τον πολιτισμό και επηρεάζεται από τα ατομικά βιώματα τις αντιλήψεις και τον τρόπο ζωής σε αυτόν. Περιλαμβάνει όλους τους ελεύθερους χώρους που προορίζονται για κοινή χρήση, τους δρόμους, τις πλατείες, τα πεζοδρόμια, τους χώρους πρασίνου, κ.α. Εκεί δημιουργούνται ατομικές και συλλογικές σχέσεις και διαμορφώνεται η συλλογική μνήμη. Πρόκειται για έναν καθημερινό και αναγκαίο χώρο που αποκτά νόημα, όρια και λειτουργίες κατόπιν επεμβάσεων του ανθρώπου που τον βιώνει.

Εικόνα  31. Πηγή:http://biomimicrykth.blogspot.gr/2012/05/urban-life-in-public-spaces.html

48


β.1 Η έννοια του δημόσιου χώρου

Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.1.1 Προσέγγιση υπό το πρίσμα της αρχιτεκτονικής Ο υπαίθριος δημόσιος χώρος, ιδωμένος μέσα στο αστικό πλαίσιο, αποτελεί υποσύνολο του «αστικού χώρου». Με αυτή την έννοια, οι ορισμοί και οι σημασιοδοτήσεις του αστικού χώρου από μελετητές της πόλης έχουν ιδιαίτερη σημασία. Ο Krier, μιλώντας περί αστικού χώρου (urban space), αναφέρει πως αυτός απαρτίζεται από όλους τους τύπους χώρων που βρίσκονται ανάμεσα στα κτίρια των πόλεων και των γύρω περιοχών τους, χώρους απολύτως οριοθετημένους από μία ποικιλία όψεων, χώρους με καθαρά και ευανάγνωστα γεωμετρικά χαρακτηριστικά. Ο ίδιος, για να στηρίξει τον ορισμό του αστικού χώρου, τον αντιπαραθέτει με το «φωτογραφικό αρνητικό» του, τον «εσωτερικό ιδιωτικό χώρο», αυτόν που βρίσκεται μέσα από τις όψεις, καθώς θεωρεί ότι αυτό το δίπολο - εσωτερικός / εξωτερικός, ή ιδιωτικός / δημόσιος χώρος- διέπεται από παρόμοιους νόμους, τόσο ως προς τη λειτουργία όσο και τη μορφή. Χαρακτηριστικά, αναφέρει πως ο εσωτερικός χώρος όντας προφυλαγμένος από τις καιρικές και περιβαλλοντικές συνθήκες είναι ένα σύμβολο ιδιωτικότητας ενώ τον εξωτερικό χώρο συνηθίζουμε να τον βλέπουμε σαν ένα ανοιχτό πεδίο για κίνηση χωρίς εμπόδια, με διακριτές δημόσιες, ημι-δημόσιες και ιδιωτικές ζώνες. Σύμφωνα με τα παραπάνω είναι σαφές, πρώτον, ότι ο υπαίθριος δημόσιος χώρος ορίζεται ως υποσύνολο του αστικού χώρου και δεύτερον, ότι γίνεται αντιληπτός πάντοτε σε σύγκριση ή σε συνδυασμό με τον ιδιωτικό χώρο. Δεν είναι λίγοι οι μελετητές που προσπάθησαν να δώσουν μία ερμηνεία στον αστικό δημόσιο χώρο. Εξάλλου, η έννοια προσλαμβάνει, ορισμένες φορές, ερμηνείες συσχετισμένες με χωρικές και χρονικές παραμέτρους. Για τον αρχιτέκτονα Τ. Παπαϊωάννου (Παπαϊωάννου, σ. 19), ο δημόσιος χώρος χαρακτηρίζεται ως «ο κοινωνικός πυκνωτής ανθρώπων που συνδιαμορφώνουν το κοινωνικό γίγνεσθαι». Κτισμένος ή ως κενό στον αστικό ιστό, είναι κυρίως ο χώρος συνύπαρξης, επικοινωνίας και κοινών δράσεων των πολιτών και μόνο μέσα από την παρουσία και εύρυθμη λειτουργία του δικαιώνεται ο παραπάνω χαρακτηρισμός. Ως ‘Πυρήνας’ αναφέρεται στα κείμενα των μοντερνιστών και συγκεκριμένα, μια άποψη του 8ου CIAM είναι ότι, «το τοπίο του Πυρήνα (η καρδιά της πόλης) είναι ουσιαστικά ένα αστικό τοπίο. Είναι ένας χώρος όπου η αστική έκφραση της πόλης κορυφώνεται»

8

Ο αρχιτέκτονας του κινήματος Walter Gropius παρατηρεί «ο πιο σημαντικός παράγοντας

στην κατασκευή του Πυρήνα είναι η σχέση ανάμεσα στους όγκους των κτηρίων και στους περικλειόμενους ανοιχτούς χώρους» (Gropius, p. 53). Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι τα αστικά κέντρα δεν είναι μόνο τόποι συνάντησης των ντόπιων, αλλά και μπαλκόνια από τα οποία μπορούν να κοιτούν τον κόσμο ολόκληρο, όπως μας προτείνει ο Γιώργος Σημαιοφορίδης. Ο J.B. Jackson από την άλλη, παρατηρεί ότι οι μεσαιωνικές πόλεις είχαν, φυσικά, κάποιους δημόσιους χώρους αλλά «ποτέ δε διαφύλασσαν και, φυσικά, δε σχεδίασαν έναν ανοιχτό χώρο μέσα στην πόλη για έναν τόσο ασαφή σκοπό, όπως η αναψυχή» (Jackson, p. 206). Δυστυχώς σήμερα η διάσπαση του αστικού χώρου στα επιμέρους στοιχεία του, όπως παρατηρείται, και η πληθώρα πληροφοριών, δραστηριοτήτων και ερεθισμάτων έχουν οδηγήσει στη σταδιακή αποδιοργάνωση του δημοσίου χώρου. Σε αυτόν τον υποβιβασμό του δημοσίου, η αρχιτεκτονική καλείται να επανασυνθέσει και να προτείνει χώρους όπου θα εκφραστεί η συλλογική δράση των πολιτών και θα αποτελέσουν υποδοχείς συλλογικής συνείδησης και συλλογικής μνήμης.9 8. Το 8ο CIAM (1951) πήρε το συμβολικό τίτλο ‘Η καρδιά ης πόλης’ και ως σημαντικό υπότιτλο ‘Προς τον εξανθρωπισμό της αστικής ζωής’, Γ. Σημαιοφορίδης, σ.202, Για το τοπίο και τους ανοικτούς δημόσιους χώρους 9. Ο Α. Κωνσταντινίδης αναφέρεται σε τέτοιου είδους χώρους με τον όρο ‘δοχεία ζωής’ .

49


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.1 Η έννοια του δημόσιου χώρου

β.1.2 Κοινωνιολογική Προσέγγιση Ο αστικός χώρος υπό το πρίσμα της κοινωνιολογικής προσέγγισης έχει αποτελέσει ζωτικό στοιχείο για τη λειτουργία της πόλης και αντικείμενο μελέτης ανά τα χρόνια. Σύγχρονες κοινωνικές θεωρίες για τον αστικό χώρο έχουν επιχειρηθεί από διάφορους κοινωνιολόγους, φιλοσόφους, αρχιτέκτονες και πολεοδόμους, οι οποίοι αναγιγνώσκουν, παρατηρούν και καταγράφουν το δημόσιο χώρο της πόλης. Από τις μελέτες τους, που έχουν σαν αντικείμενο τις κοινωνικές επαφές που πραγματοποιούνται μέσα στην πόλη, προκύπτουν οι θεωρίες τους για τον αστικό χώρο.10 Ο δημόσιος χώρος, όπως τον συλλαμβάνουν οι Lewis Mumford (Mumford, 1961) και Jane Jacobs (Jacobs, 1961) είναι ένας τόπος «αστικού δράματος» και «χορού του δρόμου», ένας κοινωνικός τόπος ο οποίος άτακτα και αυθόρμητα αποκτά τις κοινωνικές ποιότητές του. Δεν είναι λίγοι οι ερευνητές που διακρίνουν αυτήν την κοινωνική διάσταση του αστικού δημόσιου χώρου, ενώ πολλοί από αυτούς θεωρούν πως αυτή η υπόστασή του είναι η σημαντικότερη από όλες. Για την J. Jacobs το «δημόσιο» εκφράζει την ίδια την κοινωνία. Πρόκειται για ένα τόπο συνεχών και απρόσμενων συναντήσεων, συμπλοκών, διαδράσεων, αντιπαραθέσεων και διαλόγων (Jacobs, 1961). Κάθε χώρος, όπου επιτελούνται δραστηριότητες που αφορούν στη δημόσια ζωή, είναι δημόσιος, τόσο από λειτουργικής πλευράς, όσο και ως προς την προσπελασιμότητά του από διάφορες κοινωνικές ομάδες. Ο δημόσιος χώρος, ως προς το κοινωνικό πλαίσιο, εμπεριέχει και άλλες έννοιες, όπως αυτή του κοινού ενδιαφέροντος από όλους για όλους, της συμμετοχής και της οικειοποίησης από το κοινό. Το δημόσιο περιβάλλον είναι χώρος που επηρεάζει άμεσα και ουσιαστικά τη δημόσια ζωή και, ως εκ τούτου, πρέπει να εξυπηρετεί αλλά και να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για το κοινό συμφέρον. Η κοινωνική έννοια του δημόσιου χώρου, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και πολυπλοκότητα, συνδέοντας το δημόσιο περιβάλλον της πόλης με τη δημόσια ζωή των πολιτών, ένα δίπολο που αφορά την παρούσα εργασία. O N. Larco, αναφερόμενος στον αστικό χώρο και, κατ’ επέκταση, στον δημόσιο αστικό χώρο, διαφωνεί με αυτούς που προσδιορίζουν το «αστικό» με βάση τις μορφολογικές του συνιστώσες, διατυπώνοντας πως η φόρμα δεν έχει σημασία, αλλά «… το αστικό είναι πρώτιστα μία κοινωνική συνθήκη» (Larco, 2003, pp. 42-47) Συγκεκριμένα, διατυπώνει: «… η συγκέντρωση των δυνητικών και αναγκαστικών αλληλεπιδράσεων είναι αυτή που καθιστά ένα τόπο αστικό» (Larco, 2003, p. 42). Με άλλα λόγια, οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, οι διαδράσεις μεταξύ των υποκειμένων, είναι κυρίαρχο γνώρισμα του αστικού, σωστότερα του δημόσιου αστικού περιβάλλοντος. Αυτές οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις δεν είναι άσχετες με τη δημόσια ζωή και τη λειτουργία της· αντιθέτως, πρόκειται για το κύριο συστατικό τους. Σε πολλές προσεγγίσεις της έννοιας, παρατηρείται μία έμφαση στο συλλογικό, κοινωνικό χαρακτήρα του αστικού δημόσιου περιβάλλοντος. Ο δημόσιος χώρος επομένως, ορίζεται ως ο χώρος μέσα στον οποίο εγγράφεται η δημόσια σφαίρα της κοινωνίας.

10. Ο F. Tonnies μιλά για δυο τύπους κοινωνικών σχέσεων, την κοινότητα και την κοινωνία. Με τον πρώτο όρο αναφέρεται στην εσωτερική και συνήθως ασυνείδητη έκφραση, που προκύπτει από κοινά ήθη, ιδεώδη και κουλτούρα, και χαρακτηρίζεται από σταθερότητα και διάρκεια. Ως κοινωνία, ορίζει τις οργανωμένες τυπικές απρόσωπες κοινωνικές σχέσεις, που προκύπτουν από ορθολογικά κριτήρια και χαρακτηρίζονται από ορθολογική σκέψη και υπολογισμό, που ουσιαστικά αυτή παραπέμπει στην έννοια της πόλης.

50


β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης Η έννοια της πόλης αναφέρεται τόσο στο υποκείμενο που ζει σε αυτή, όσο και στον αστικό χώρο που η ίδια, στο σύνολό της, αποτελεί (Νικολαΐδου, 1993, σ. 267). Συνδυάζει τις δυο σφαίρες και τις φέρνει σε επαφή. Μάλιστα, όσο πιο στενή γίνεται αυτή η σχέση, όσο δηλαδή μεγαλύτερη αλληλεπίδραση και ανταλλαγή στοιχείων υπάρχει μεταξύ τους, τόσο περισσότερο κοινωνική χαρακτηρίζεται η ζωή στον αστικό χώρο (Aldo, 1991, σ. 120). Ο δημόσιος αστικός χώρος είναι δημιούργημα της κοινωνίας που τον διαμόρφωσε και τον χρησιμοποιεί και αντικατοπτρίζει αυτή την ίδια την κοινωνία, τις ανάγκες, τις αντιλήψεις, τα οράματα και τον πολιτισμό της, έτσι όπως εκφράσθηκαν σε διάφορες ιστορικές περιόδους κι όπως εκφράζονται και σήμερα. Οι δημόσιοι ελεύθεροι χώροι μιας πόλης – οι δρόμοι, οι πλατείες, οι κήποι, τα πάρκα, τα προαύλια των εκκλησιών, οι αρχαιολογικοί χώροι – είναι αυτοί που με τη μορφή , τις διαστάσεις, τις αναλογίες τις προοπτικές που δημιουργούν και τα κτίρια που τους περιβάλλουν, συνθέτουν τελικά την εικόνα της πόλης, αυτήν που ο κάθε κάτοικος – πολίτης προσλαμβάνει και βιώνει καθημερινά και ο κάθε επισκέπτης συναποκομίζει επιστρέφοντας στη δική του πόλη (Α. Ζήβας, Μάρτιος 2004). Είναι οι χώροι που συγκροτούν τον αστικό ιστό, το στημόνι δηλαδή πάνω στο οποίο υφαίνεται η μορφή, η ζωή και η ιστορία της πόλης. Σε αυτούς τους χώρους ζούμε και κυκλοφορούμε καθημερινά, σε αυτούς συγκεντρωνόμαστε, όταν θέλουμε, εκεί μπορούμε να αναπαυτούμε, να ονειροπολήσουμε ή και να μαγευτούμε από τη θέα που προσφέρουν, από τις φυγές και τους άξονες, να βιώσουμε την ομορφιά της αρχιτεκτονικής, όπου και όσο υπάρχει, να προσεγγίσουμε το ύφος και τον χαρακτήρα του κάθε χώρου και τον ρόλο του στη συγκρότηση της πόλης. Είναι ακόμη οι χώροι της συλλογικής μνήμης της πόλης και των πολιτών. Στο δημόσιο αστικό τοπίο ενυπάρχουν ορατά και αόρατα «σημάδια», αποτυπώματα της παρουσίας των ατόμων, της ιστορίας του χώρου και του χρόνου που περνά, είναι οι χώροι στους οποίους έχουν διαδραματισθεί, ή και διαδραματίζονται σήμερα, γεγονότα ξεχωριστά, οι χώροι στους οποίους κι εμείς οι ίδιοι ζήσαμε κάποτε ιστορικές στιγμές, στιγμές που σημάδεψαν ίσως την ίδια μας τη ζωή. Η συλλογική μνήμη ως κοινωνικό χαρακτηριστικό του δημόσιου αστικού χώρου είναι σημαντική καθώς, αφενός, συμβάλλει στην συνοχή του κοινωνικού συνόλου - και η κοινωνική συνοχή είναι απαραίτητη για την ύπαρξη δημόσιας ζωής και, αφετέρου, με αυτόν τον τρόπο, τα άτομα συνδέονται με τον αστικό δημόσιο χώρο. Άλλωστε, τόσο η συλλογική όσο και η ατομική μνήμη μας προσδιορίζουν ως μέρος του «όλου», ως μέλη μία ομάδας, ενός κοινωνικού συνόλου. Υπόδειγμα τόπου που εγείρει μνήμες είναι κάθε ανοικτός δημόσιος χώρος, μία πλατεία, ένας δρόμος, το κέντρο της πόλης, τόποι όπου βρίσκονται εγγεγραμμένα τα βιώματα και οι δράσεις του κοινωνικού συνόλου. Για ορισμένους η απώλεια της μνήμης ισούται με απώλεια της ταυτότητας. (Porter, 2004, p. 118)Χαρακτηριστικό παράδειγμα τόπων που στερούνται συλλογικής μνήμης είναι οι περιοχές που αναπτύχθηκαν γρήγορα -π.χ. νεόδμητες περιοχές στα προάστια των σύγχρονων πόλεων- και ως αποτέλεσμα, όχι σπάνια, στερούνται της αστικής ποιότητας, στερούνται αστικότητας. Η καλλιτεχνική ποιότητα και αισθητική του δημόσιου χώρου, των στοιχείων που περιέχονται σε αυτόν και του άμεσου περιβάλλοντός του, όπως προκύπτει από τη γενική του εικόνα, ο συνολικός χαρακτήρας και το ύφος του , έχουν άμεση σχέση με τη συμπεριφορά των πολιτών, ατομικά και συλλογικά, μέσα σε αυτούς τους χώρους. Η έννοια του δημόσιου χώρου μπορεί διαφορετικά να οριστεί και ως μια συλλογική περιοχή δημόσιας χρήσης, όπου κάθε άνθρωπος στο προσωπικό του επίπεδο βιώνει διαφορετικά την εμπειρία της πόλης, η οποία διαθέτει μια μοναδικότητα, δηλαδή δεν είναι ίδια με καμιά άλλη. Κοιτάζοντας πίσω στην ιστορία παρατηρείται ότι, πριν διογκωθεί ο αστικός χώρος, η

51


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

Εικόνα  32. Berlin, Armelle Caron French artist Εικόνα  33. Berlin Armelle Caron French artist 2

52

β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης


β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

πόλη είχε ένα απλό και κατανοητό σημασιολογικό περιεχόμενο, στραμμένο στο κέντρο της και οργανωμένο σε ανθρώπινα μέτρα, μολονότι ο αρχιτεκτονικός και πολεοδομικός σχεδιασμός, εμπεριείχε περισσότερο συμβολικές αναφορές. Σήμερα ο αστικός χώρος μοιάζει να έχει χάσει την έντονη συμβολική του διάσταση, διατηρεί πάντως τη μοναδικότητά του. Σε συμβολικό επίπεδο, η οργάνωση συνδέεται με την ιστορική μνήμη. Η αναφορά ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν εκφράζεται μέσα από τις έννοιες του παλιού και του καινούργιου. Μέσα από αυτή τη συσχέτιση-σύγκριση, ο άνθρωπος (υποκειμενικό) γνωρίζει την πόλη (αντικειμενικό) και έρχεται σε επαφή με την κουλτούρα του κοινωνικού της συνόλου (συλλογικό).

β.2.1 Χαρακτηριστικά στοιχεία του δημόσιου χώρου Μέσα από την αρχιτεκτονική μελέτη για τους δημόσιους χώρους η αρχιτεκτονική δεν ανταποκρίνεται μόνο σε λειτουργίες αλλά γεννάει και η ίδια άλλες. Επομένως, ο σχεδιασμός του δημόσιου χώρου έχει δύο βασικές ιδιαιτερότητες καθώς από τη μία οι αρχιτέκτονες καλούνται να παράγουν ένα σύνθετο αποτέλεσμα μεγάλης εμβέλειας μέσα από την διάταξη απλών σχετικά στοιχείων διαφόρων κατηγοριών (τονίζεται έτσι το πρόβλημα του συντονισμού και της σύνθεσης ανάμεσα στις κλίμακες του σχεδιασμού), και από την άλλη μεριά καλούνται να διαμορφώσουν τον χώρο έτσι ώστε να επιτρέπει ένα μεταβαλλόμενο και ανοικτό συνδυασμό χρήσεων, και όχι να σχεδιάσουν ένα χώρο που ανταποκρίνεται μόνο σε ένα περιορισμένο λειτουργικό πρόγραμμα. Ο δημόσιος χώρος αναλύεται σε βασικά στοιχεία που τον αποτελούν ανάλογα πως αναγνωρίζεται στον αστικό ιστό.

β.2.1.1 Εσωτερικός δημόσιος χώρος Ο εσωτερικός δημόσιος χώρος αποτελείται κυρίως από τα δημόσια κτήρια, από δημόσιες υπηρεσίες είτε από κτήρια με δημόσια χρήση που η προσπέλαση τους είναι ελεύθερη. Τα δημόσια κτήρια αποτέλεσαν ανέκαθεν αντικείμενο ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής σκέψης, αφού θεωρούντο πάντα σημαντικά τοπόσημα της πόλης. Υποδηλώνουν τη βιωματική σχέση των κατοίκων της με το χώρο και το χρόνο. Ο χώρος επηρεάζει τον τρόπο ζωής των κατοίκων και επηρεάζεται από αυτόν, και κάθε επέμβαση στα δημόσια κτήρια αντανακλά τη στάση του ατόμου απέναντι στο κοινωνικό σύνολο. Όπως αναφέρει ο Τάσης Παπαϊωάννου στο κείμενο του Παπαϊωάννου «Θα αντισταθούμε στην πόλη – θέαμα;» το δημόσιο κτήριο αποτελεί την «κρυστάλλωση της ίδιας της ζωής». Ο δημόσιος χώρος αποτέλεσε τον υποδοχέα της κοινωνικής ζωής και δράσης στην πορεία του χρόνου. Τα δημόσια κτήρια φέρουν τη δική τους «αυτόνομη» αξία, αλλά και μια ακόμα, πιο σημαντική, ως προς τη σχέση τους με την πόλη. (Aldo, 1991, σ. 120) Το πέρασμα του χρόνου επιτάσσει νέες μορφές και το κτήριο μαρτυρά την εναλλαγή των κοινωνικών και αστικών χαρακτηριστικών της οποιασδήποτε χρονικής περιόδου, αλλά και αντιστρόφως, η αρχιτεκτονική κάθε εποχής επηρεάζει τον πολιτισμό μιας κοινωνίας. Όμως το δημόσιο κτήριο δεν είναι απλά ένας υποδοχέας δράσεων και γεγονότων, αλλά με τη σειρά του και το ίδιο, ως χωρική οντότητα, δημιουργεί νέες δράσεις και τροφοδοτεί νέα γεγονότα. Η σχέση κτηρίου και πόλης είναι δυναμική και απρόβλεπτη και σε πολλές περιπτώσεις οι λειτουργίες τους μπλέκονται και τα όρια τους συγχέονται. Ο χαρακτήρας των δημόσιων κτηρίων σχετίζεται άμεσα με τον τρόπο που η πόλη πραγματοποιεί τη δημόσια ζωή της, η οποία εκφράζεται συνολικά στη δημόσια σφαίρα. Η δημόσια και ιδιωτική σφαίρα εκφράζουν μορφές συλλογικής και ατομικής ζωής, προσδιορίζοντας το ευρύτερο περιβάλλον μέσα στο οποίο εντάσσονται τα κτήρια. Η θέση, η μορφή, η διάταξη των κτηρίων είναι τα αυτά τα χαρακτηριστικά που διαμορφώνουν το δημόσιο χαρακτήρα

53


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

των κτιρίων σε σχέση με την πόλη. Σχετίζονται με τη συμβολική διάσταση του σχεδιασμού και τη συλλογική ζωή που αναπτύσσεται μέσα στα κτήρια. Τα κτήρια αναλύονται με βάση το βαθμό πρόσβασης στο εσωτερικό αλλά και στο άμεσο εξωτερικό περιβάλλον τους, το δίκτυο ανοιχτών και κλειστών χώρων τους, την αναγνωσιμότητα και την πολεοδομική και αρχιτεκτονική κλίμακα. καθώς και τη σχέση τους με το χρόνο, στο πέρασμα του οποίου μπορεί να μεταβάλλεται η συμβολική τους διάσταση. Τα δημόσια κτήρια εμφανίζονται ως σύμβολα στην πόλη και λειτουργούν αναπόφευκτα ως αρχιτεκτονικό πρότυπο με σημαντικό παιδευτικό ρόλο. Η πόλη δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς δημόσια κτίρια και τα δημόσια κτίρια, χωρίς την πόλη καθώς η σχέση κτιρίου-πόλης είναι αμφιμονοσήμαντη, δυναμική και απρόβλεπτη, και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου οι λειτουργίες τους εμπλέκονται και τα όριά τους γίνονται δυσδιάκριτα. Η λειτουργική αυτή ώσμωση όταν υπάρχει είναι ευεργετική, ανοίγοντας το κτίριο προς την κοινότητα. Με την παρουσία τους, τα δημόσια κτήρια μέσα στην πόλη, δρουν καταλυτικά δημιουργούν τάσεις οργανώνουν τον αστικό ιστό, δίνουν μια συνοπτική αλλά αντιπροσωπευτική εικόνα της πόλης. Η εικόνα ενός σημαντικού κτηρίου, είναι που αισθανόμαστε, που βιώνουμε και που μας δίνει ένα μέτρο αντίληψης του συνολικότερου αστικού ιστού.

β.2.1.2 Εξωτερικός δημόσιος χώρος Στις αρχές του 20 ου αιώνα οι αρχιτέκτονες τοπίου Olmstead και Nolen έδωσαν για πρώτη φορά έναν πλήρη κατάλογο με τις απαραίτητες, για την σύγχρονη πόλη, κατηγορίες αστικών υπαίθριων χώρων και χώρων πρασίνου. (Ο κατάλογος δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ‘’Charities and the Commons’’. M. Scott, 1969, σελ. 71-72.) Ο κατάλογος περιλάμβανε τις ακόλουθες έξι κατηγορίες χώρων:Δρόμοι, βουλεβάρτα και λεωφόροι – πάρκα (parkways) i.

Πλατείες, κοινόχρηστο πράσινο (commons), δημόσιοι κήποι

ii.

Παιδικές χαρές τριών κατηγοριών: για μικρά παιδιά, παιδία σχολικής ηλικίας και για εφήβους

iii.

Μικρά πάρκα γειτονίας

iv.

Μεγάλα πάρκα μέσα στην πόλη και

v.

Μεγάλα πάρκα έξω από την πόλη.

Ήδη ορισμένοι από τους παραπάνω τύπους, πχ. Parkways και commons δεν συναντώνται στις σημερινές πολεοδομικές μελέτες και εφαρμογές. Νέοι τύποι κυριάρχησαν, π.χ. πεζόδρομοι και παρκοπεζόδρομοι, ενώ ιστορικοί τύποι που είχαν ξεχαστεί για αιώνες, όπως οι τύποι της Ελληνιστικής και Ρωμαϊκής αγοράς, επανεμφανίζονται σήμερα σε προτάσεις αρχιτεκτόνων και πολεοδόμων. Οι τύποι των αστικών υπαίθριων χώρων αναδύονται μέσα από τις αντιλήψεις και τα πρότυπα πολεοδομικής οργάνωσης και καθημερινής ζωής που επικρατούν σε μία δεδομένη ιστορική εποχή. Ο ρόλος τους μέσα στο πολεοδομικό περιβάλλον εξαρτάται από το χαρακτήρα, τη λειτουργία της πόλης καθώς και το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτή αναπτύσσεται και εξελίσσεται. Τα δίκτυα των αστικών υπαίθριων χώρων (δρόμοι, πλατείες, κήποι, πάρκα), η πλοκή τους μέσα στο δομημένο ιστό της πόλης και η ένταξη τους στο φυσικό περιβάλλον εκφράζουν και προσδιορίζουν ταυτόχρονα την ταυτότητα της πόλης. Μέσα στην ιστορική εξέλιξη της πόλης, ένα δίκτυο υπαίθριων χώρων μπορεί να αυτονομηθεί από της ιστορικές συνθήκες μέσα στις οποίες δημιουργήθηκε και να ενταχθεί οργανικά στην νέα ανάπτυξη της πόλης προσλαμβάνοντας νέες χρήσεις και σημασίες, άλλες φορές καταστρέφεται ή εγκαταλείπεται.

54


β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

Εικόνα  34.Δημόσιος εσωτερικός χώρος Εικόνα  35. Δημόσιος εξωτερικός χώρος

55


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

56 Εικόνα  36. Δημόσιοι εξωτερικοί και εσωτερικοί χώροι

β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης


β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

Η δύναμη της αντίστασης ορισμένων τύπων δημόσιων υπαίθριων χώρων στο χρόνο, η ελαστικότητα και προσαρμοστικότητα τους σε αλλαγές κοινωνικοοικονομικών και πολιτιστικών συνθηκών, καθώς και η λειτουργία τους ως διαρκούς πηγής άντλησης ιδεών και προτύπων καθιστούν αναγκαία τη διαχρονική εξέταση τους. Διότι ενώ τα στοιχεία που προσδιορίζουν τη μορφή τους συνδέονται άμεσα με το πλαίσιο μέσα στο οποίο αρχικά εμφανίστηκαν, η εκάστοτε λειτουργία τους (δηλαδή ένταξη στο πολεοδομικό περιβάλλον) συσχετίζεται με τις εγγενείς δυνατότητες προσαρμογής τους στις αλλαγές του παραπάνω πλαισίου. Μέσα από τη διαχρονική εξέταση των δημόσιων υπαίθριων χώρων και χώρων πρασίνου παρατηρεί κανείς ορισμένες ομοιότητες ή διαφορές στην τυπολογία που είναι δυνατόν να συσχετιστούν με ομοιότητες ή διαφορές στα κυρίαρχα χαρακτηριστικά των αντίστοιχων πλαισίων ανάπτυξης. Για παράδειγμα όταν η κλίμακα της πόλης είναι περιορισμένη και η αυτονομία της τονισμένη αναφερόμαστε σε δίκτυα υπαίθριων χώρων που έχουν διαμορφωθεί ‘οργανικά’, Αντίθετα όταν η κλίμακα της πόλης είναι μεγάλη και η ίδια ανήκει σε ένα κράτος με ισχυρή κεντρική διοίκηση αναφερόμαστε συνήθως σε δίκτυα αξονικά και ιεραρχημένα, με εξειδικευμένες χρήσεις και θεατρικό χαρακτήρα. Στην σημερινή πόλη οι περισσότερες κατηγορίες δημόσιων υπαίθριων χώρων συνυπάρχουν κάτω από διαφορετικές εκφράσεις και αρχές σχεδίασης, είναι λίγες όμως οι περιπτώσεις που συγκροτούν δίκτυα. Η έλλειψη και ο κατακερματισμός των υπαίθριων χώρων αναψυχής και πρασίνου αναγνωρίζονται σήμερα ως προβλήματα εγγενή της ίδιας της σύγχρονης πόλης. Η επάρκεια και η συγκρότηση ενός δικτύου υπαίθριων χώρων και πρασίνου που είναι σήμερα ζητούμενο σε μία πολεοδομική μελέτη αποτελούσε συνήθως μόνιμο χαρακτηριστικό της προβιομηχανικής πόλης. Κατά γενική ομολογία των ερευνητών που ασχολούνται με το αστικό περιβάλλον, οι μορφές του «δρόμου» και της «πλατείας» είναι τα κυριότερα συστατικά του υπαίθριου δημόσιου χώρου. Ουσιαστικά, οι δύο αυτές αστικές φόρμες είναι από τις παλαιότερες και διαχρονικότερες και θεωρούνται, παραδοσιακά, η «πεμπτουσία» του δημόσιου χώρου της πόλης. «Η πλατεία, μαζί με τον εμπορικό δρόμο, είναι το κορύφωμα της αστικής ζωής σε κάθε πόλη, εδώ και χιλιάδες χρόνια, από την εμφάνιση του οικισμού». (Σαρηγίαννης, 1999, σ. 25) Οι δρόμοι και οι πλατείες αποτελούν από την αρχή κύρια συστατικά στοιχεία του οικισμού ή της πόλης. Αποτελούν τους κατ’ εξοχήν χώρους δημόσιας ζωής και κοινωνικής ανταλλαγής, η δε εικόνα τους αντικατοπτρίζει το χαρακτήρα της πόλης στην οποία ανήκουν. Διάφορες μεταβολές στο ρόλο της πόλης και του κράτους σημειώνονται σημαντικές κοινωνικές ανακατατάξεις μέσα στην πόλη. Οι πεζοδρομήσεις υπαιθρίων χώρων αποτελούν τις πιο συνηθισμένες παρεμβάσεις στις κεντρικές περιοχές. Τις περισσότερες φορές όμως μεταφέρουν το πρόβλημα της στάθμευσης των αυτοκινήτων στις γειτονικές περιοχές.

57


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

β.2.1.2.α Πλατεία και Δρόμος: ως οι βασικοί εκφραστές του Όπως αναφέρθηκε νωρίτερα, ο δημόσιος χώρος ορίζεται σε σύγκριση με τον ιδιωτικό εσωτερικό χώρο, τυπικό μοντέλο του οποίου είναι αναμφίβολα η κατοικία. Ο R. Krier παρομοιάζει, λοιπόν, το δρόμο και την πλατεία της πόλης με το διάδρομο και το κεντρικό δωμάτιο της κατοικίας, υποστηρίζοντας πως τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά αυτών των χώρων είναι τα ίδια, ενώ η διαφορά τους έγκειται στις διαστάσεις των «τοίχων» που τα περιβάλλουν και τα οριοθετούν καθώς και στα διαφορετικά μοτίβα λειτουργίας και κυκλοφορίας, τα οποία τα χαρακτηρίζουν. (Krier, 1991, σ. 15) Ο C. Moughtin αντίστοιχα αναφέρει: «…Η πλατεία είναι [για την πόλη] ότι ακριβώς είναι το atrium για το οικογενειακό σπίτι. Είναι το καλά εφοδιασμένο και απόλυτα τακτοποιημένο κυρίως δωμάτιο του σπιτιού, το δωμάτιο υποδοχής…». (Moughtin, 2003) Η P. Korosec-Serfaty και η ερευνητική ομάδα της, παρατηρούν ότι δύσκολα μπορεί κανείς να δώσει συγκεκριμένο ορισμό ώστε να κατηγοριοποιηθούν οι υπαίθριοι δημόσιοι χώροι, τονίζοντας πως αν και υπάρχει διαφοροποίηση λόγω μορφής, σχήματος, διάταξης αλλά και λειτουργίας, όλοι μοιράζονται την κοινή «δημόσια» φύση. Οι παραπάνω διαπιστώσεις αλληλοσυμπληρώνονται και οδηγούν στο συμπέρασμα ότι μία από τις βασικές προσεγγίσεις του δρόμου και της πλατείας γίνεται με βάση τη σύνδεση και ταυτόχρονα την αντιπαράθεσή τους με τον εσωτερικό ιδιωτικό χώρο. Όσον αφορά την πλατεία, πρόκειται για ένα αστικό σχηματισμό που παράγεται από τη συγκέντρωση κτιρίων γύρω από ένα ανοικτό χώρο, είναι ένα είδος εσωτερικής αυλής, με ποικίλες συμβολικές αξίες. Συνηθέστερα έχει σκληρή επιφάνεια για δάπεδο και παραδοσιακά βρίσκεται στο κέντρο της πόλης: «… “Πλατεία οδός”, το αρχικό της όνομα: κέντρο της πόλης». Ιδωμένη ως δημόσιος χώρος μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο, η πλατεία ορίζεται από ερευνητές όπως ο J. B. Jackson και ο K. Lynch, ως «…μία αστική φόρμα στην οποία μαζεύονται τα άτομα για παθητική διασκέδαση» και ως «…μία προτεινόμενη εστία δραστηριοτήτων στην καρδιά μίας εντατικής αστικής περιοχής». Ο Lynch συνεχίζει: «…Τυπικά θα είναι πλακοστρωμένη, περίκλειστη από υψηλής πυκνότητας κατασκευές και περιτριγυρισμένη από δρόμους ή θα είναι σε επαφή με αυτούς. Εμπεριέχει χαρακτηριστικά τα οποία θα προσελκύσουν ομάδες ατόμων και θα διευκολυνθούν οι συναντήσεις». (Lynch, A Theory of Good City From Cambridge, 1981, p. 443) Οι παραπάνω ορισμοί διατυπώνονται περισσότερο με βάση τη λειτουργία και λιγότερο με βάση τη μορφή. Αν και τα δύο αυτά χαρακτηριστικά είναι εκείνα που προσδιορίζουν την πλατεία -όπως και τις περισσότερες αστικές φόρμες-, η λειτουργία είναι αυτή που συνδέει την αστική πλατεία με τις δραστηριότητες της δημόσιας ζωής, αναδεικνύοντας τον κοινωνικό της ρόλο. Η πλατεία είναι ένας τόπος αυτόνομος και, σε αντιδιαστολή με ένα δρόμο που αποτελεί πέρασμα, η ίδια είναι χώρος για στάση και δραστηριότητα.

58


β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

Β - Δημόσιος Χώρος Εικόνα  37. Χώρος Κεφάλαιο πλατείας, Prague, Czech Republic

59


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

Αντιλαμβανόμαστε το δρόμο ως κεντρικό επεισόδιο της πόλης, που όμως στην μοντέρνα πολεοδομία υπέστη την μεγαλύτερη υποβάθμιση της ιστορικής του πολυπλοκότητας. Υπερτέθηκε στις αστικές δομές και λύοντας τεχνοκρατικά και μονοσήμαντα το πρόβλημα της κυκλοφορίας του αυτοκινήτου διέκοψε την αστική συνέχεια. Από τον Serlio ως τον Haussmann, ο δρόμος ως «θέατρο» υπήρξε το χαρακτηριστικό γνώρισμα της δημιουργίας της ευρωπαϊκής πόλης. Ο δρόμος αποτελεί το προϊόν της εξάπλωσης ενός οικισμού, από τη στιγμή που τα σπίτια αρχίζουν σταδιακά να κτίζονται σε κάθε ελεύθερο χώρο γύρω από την πλατεία. Αποτελεί τον κάναβο για την κατανομή της γης και δίνει πρόσβαση σε μεμονωμένα κομμάτια της. Σπάνια λειτουργεί ως ένας αυτόνομος, αποκομμένος χώρος, αλλά συνήθως γίνεται αντιληπτός ως μέρος ενός δικτύου δρόμων. Έχει έναν σαφέστερο λειτουργικό χαρακτήρα από την πλατεία, η οποία γίνεται φορέας χαλαρότερης δραστηριότητας και πιο ευχάριστος τόπος για να περνά την ώρα του κανείς. Στο δρόμο βρισκόμαστε ακούσια, καθώς αποτελεί πέρασμα για άλλους προορισμούς. Αν και τα λειτουργικά του χαρακτηριστικά είναι προφανή, το μορφολογικό του υπόβαθρο μπορεί να γίνει κατανοητό μόνο όταν τον διασχίσουμε.

60


β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

Εικόνα  38. Η οδός Αθηνάς, 1923. ο Βασίλης Τσακυράκης

61

Εικόνα  39.Δρόμος Νέα Ιόρκη 1975


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

β.2.2 Σχέση αστού και δημόσιου χώρου Η ανάγκη συνεύρεσης του ατόμου με άλλα άτομα ή ομάδες με στόχο την αλληλεπίδραση μεταξύ τους, είτε παθητική –βλέπω, ακούω– είτε ενεργητική –συμμετέχω–, αποτελούν σημαντικό κίνητρο για την ανάπτυξη δραστηριοτήτων στην πόλη. Πέρα από την τυχαία συνεύρεση των ανθρώπων στο δημόσιο χώρο, η εκδήλωση της συλλογικότητας αποτελούσε ανέκαθεν ένα σημαντικό παράγοντα κοινωνικής συνοχής. «Είναι γενικά αποδεκτό ότι οι άνθρωποι και οι δραστηριότητες τους προσελκύουν άλλους ανθρώπους. Ο κόσμος προσελκύεται από το κόσμο.» 11. (Gehl, Life between buildings:Using Public Space, 2006) Επομένως, η διάρθρωση του δημόσιου χώρου δημιουργεί το υπόβαθρο που επιτρέπει πυκνώσεις και αραιώσεις δραστηριοτήτων, ενώ η συγκρότηση των ορίων του χώρου άλλοτε τις διευκολύνει και άλλοτε τις εμποδίζει. Ο αστικός εξοπλισμός, οι τοίχοι, τα εμπόδια, το πράσινο, η υψομετρική διαφορά έχουν τη δυνατότητα ταυτόχρονα να συγκεντρώνουν τις ανθρώπινες δραστηριότητες ή να τις διασκορπίζουν, να τις ενσωματώνουν ή να τις απομονώνουν, να τις έλκουν ή να τις απωθούν, να τις διευκολύνουν ή να τις εμποδίζουν. Εκτός από την ανάπτυξη κάθε μορφής συλλογικότητας, ο σχεδιασμός του χώρου καθορίζει και το βαθμό οικειοποίησης του από τον άνθρωπο. Η σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ του ατόμου και του αστικού χώρου είναι σχέση βιωματική. Οι ιστορικές μνήμες με τις οποίες είναι φορτισμένος ένας τόπος, η αίσθηση της ανθρώπινης κλίμακας ή η καθημερινή επαφή με ένα συγκεκριμένο χώρο, αποτελούν αιτίες που συντελούν στη δημιουργία δεσμών λειτουργικής, ψυχολογικής και κοινωνικής φύσης, που θεμελιώνουν σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ του δημόσιου χώρου και του ανθρώπου. Η ανάγνωση του αστικού ιστού συχνά αποδεικνύεται μια πολύπλοκη διαδικασία εξαιτίας των διαπλεγμένων υφάνσεων του. Ο αστικός χώρος περικλείει διαφορές και ιδιαιτερότητες, από την συνύπαρξη των οποίων, ωστόσο, προκύπτουν και οι απαραίτητες δυνάμεις που τον ενεργοποιούν. Σύμφωνα με τον Henry Lefebvre, το άστυ συναθροίζει όλα εκείνα τα ενδεχόμενα (ζώντες οργανισμούς, τεχνολογία και πλούτο, έργα πολιτισμού, τρόπους ζωής, παραγωγικές διαδικασίες, ρήξεις της καθημερινότητας), που είτε ως αμοιβαίως αποκλειόμενα, επειδή είναι ασυμβίβαστα, είτε ως συσχετιζόμενα, επειδή έχουν κοινά σημεία, συνθέτουν, τελικά, ένα «κέντρο προσέλκυσης και ζωής» (Lefebve, La révolution urbaine, 1970, σσ. 118-119). Αυτά τα ενδεχόμενα, πράγματα, αντικείμενα, άνθρωποι, καταστάσεις, ως μεμονωμένα αλλά και ως συνεργαζόμενα στοιχεία ολοκληρώνουν τη συνολική εμπειρία της πόλης. Η δομή του αστικού ιστού εμπεριέχει το αποτύπωμα του συλλογικού, ενώ αποτελεί και ένα μέσο σύνδεσης του ατόμου με το κοινωνικό σύνολο. Ο άνθρωπος, ως το κύτταρο της ζωής της πόλης, μέσα από τους κοινωνικοοικονομικούς μηχανισμούς, παράγει χώρο και ο χώρος λειτουργεί ως μέσο και ως σημασία τόσο για τη ρύθμιση των διαπροσωπικών σχέσεων όσο και για την επικοινωνία των ανθρώπων. «Η εμπειρία του χώρου είναι, συνεπώς, κοινωνικά κατασκευασμένη και η πόλη ως χώρος συνδέει το υποκειμενικό με το αντικειμενικό και το συλλογικό». 12 Συμπληρωματικά, χώρος αποτελεί μία σύνθετη υλική πραγματικότητα, της οποίας η ευκλείδεια γεωμετρική δομή είναι επενδυμένη με ψυχολογικές, κοινωνικές και πολιτισμικές παραμέτρους, που της προσδίδουν μία δυναμική ανθρωποκεντρική ποιότητα. (Γερμανός, 1993, σ. 29) Ο δημόσιος χώρος, συνεπώς, λειτουργεί ως συλλέκτης των κοινωνικών – πολιτικών – οικονομικών δομών μέσα από ενέργειες ανθρώπων που ερμηνεύουν τις παραπάνω δομές. Παράλληλα ο αστός προσλαμβάνει τα ερεθίσματα (οπτικά, ακουστικά, οπτικά, οσμητικά), τα οποία τον οδηγούν να 11. Όπως και ο William H. Whyte είχε επισημάνει 7 χρόνια πριν στο βιβλίο του The Social Life of Small Urban Spaces, «αυτό που προσελκύει περισσότερο τους ανθρώπους είναι οι άλλοι άνθρωποι» . 12. http://www.reconstruction.gr/actions_dtls.php/25

62


β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

εξελιχθεί και να τοποθετηθεί στην κοινωνία του, αναπτύσσει βιωματικές εμπειρίες, «χτίζοντας» ένα καινούργιο – προσωπικό χώρο, τον τόπο. Η δράση και η αντίδραση στο δημόσιο χώρο της πόλης, μπορεί να λειτουργήσει ως μέσο ανταλλαγής των ιδιαίτερων στοιχείων που έχει και δίνει αντίστοιχα ο χώρος και το άτομο. Ο τρόπος χρήσης του χώρου κατά την περιπλάνηση, δηλαδή η αποσύνθεση του σε στοιχεία και η εύρεση νέων χρήσεων ή εννοιών μπορεί να προσδώσει μεταβλητότητα στον δημόσιο χώρο, η οποία εν συνεχεία να επιφέρει νέα δεδομένα σε αυτόν. Ενισχύοντας τα παραπάνω, προσεγγίζεται το σχεδιαστικό μοντέλο MOP.13 Η συμπεριφορά του χρήση στο χώρο εξαρτάται τόσο από τις προσωπικές του επιλογές όσο και από τα ήδη υπάρχοντα κατεστημένα αλλά και επηρεάζεται από τη μορφή του χώρου και τη δομή του. (Γκολογκίνα, 2011, σ. 447) Συνεπώς, μπορεί να ερμηνευτεί και παράλληλα να υποκινηθεί από τη μορφολογία του χώρου. Επομένως, κρίνεται σημαντική η ενίσχυση των συμπεριφορών της συμμετοχής και της δημιουργίας στον χώρο, ειδικά εκείνες που ενθαρρύνουν την διττή ταυτότητα του αστού στον δημόσιο χώρο «θεατή – θεάματος». Πρωτεύον στόχος είναι η προσέλκυση του ατόμου στον δημόσιο χώρο και η επαφή του με το περιβάλλον, μέσω της οποίας προτρέπεται η συλλογή ερεθισμάτων. Τα ερεθίσματα αυτά θα προκαλέσουν στο άτομο συναισθήματα που είτε θα το αποτρέψουν ή θα το παρακινήσουν για περαιτέρω ανακάλυψη. Δευτερεύον στόχος είναι η συμμετοχική δημιουργίας στον χώρο, δηλαδή το άτομο να είναι «θέαμα», μέσω της μοναδικότητας του, λειτουργώντας ως πομπός νέων δεδομένων. Προκειμένου να λειτουργεί ο δημόσιος χώρος με αυτούς τους στόχους, προτείνονται αντικείμενα- εξοπλισμός στάσης και ξεκούρασης, που παρατείνουν την παραμονή η οποία μπορεί να ενισχυθεί από το αυθόρμητο και το τυχαίο.

Εικόνα  40. Διαγραμματική αναπαράσταση των μορφολογικών στοιχείων μέσα από τις συμπεριφορές του αστού στο δημόσιου χώρο

13. Morphology – Operation – Performance που αντίστοιχα μεταφράζονται μορφολογία – συμπεριφορά - ερμηνεία

63


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

Συνακόλουθα, στο δημόσιο χώρο υπάρχει μία μείξη ανθρώπινων δραστηριοτήτων που επηρεάζονται από μια σειρά συνθηκών. Το υλικό περιβάλλον είναι μία από αυτές και επηρεάζει τις δραστηριότητες σε ποικίλο βαθμό και με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Κατά τον Jan Gehl (Gehl, Life between buildings:Using Public Space, 2006, pp. 11-12), οι συλλογικές δραστηριότητες στις οποίες λαμβάνει μέρος ο άνθρωπος στο δημόσιο χώρο μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε τρεις κατηγορίες, καθεμία από τις οποίες θέτει πολύ διαφορετικές απαιτήσεις στο υλικό περιβάλλον: α. αναγκαίες δραστηριότητες β. προαιρετικές δραστηριότητες γ. κοινωνικές δραστηριότητες Οι αναγκαίες δραστηριότητες περιλαμβάνουν εκείνες που είναι περισσότερο ή λιγότερο αναγκαστικές – πηγαίνω σχολείο ή στη δουλειά, βγαίνω για ψώνια, περιμένω ένα λεωφορείο ή ένα πρόσωπο, τρέχω για διάφορες δουλειές- με άλλα λόγια, όλες εκείνες τις δραστηριότητες όπου οι εμπλεκόμενοι είναι, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, απαραίτητο να συμμετέχουν. Σε γενικές γραμμές, οι καθημερινές δραστηριότητες και ασχολίες ανήκουν σε αυτήν την ομάδα. Ανάμεσα σε όλες τις δραστηριότητες, αυτή η ομάδα περιλαμβάνει τη μεγάλη πλειονότητα αυτών που σχετίζονται με το περπάτημα. Αυτές οι δραστηριότητες είναι αναγκαίες, το αν θα συμβούν ή όχι, πολύ λίγο επηρεάζεται από το υλικό πλαίσιο, επίσης πραγματοποιούνται καθ όλη τη διάρκεια του έτους, και είναι λίγο έως πολύ ανεξάρτητες από το εξωτερικό περιβάλλον και οι συμμετέχοντες σε αυτές δεν έχουν επιλογή. Οι προαιρετικές δραστηριότητες, δηλαδή εκείνες στις οποίες συμμετέχουμε εάν το επιθυμούμε και εφόσον ο χρόνος και ο τόπος τις καθιστούν εφικτές. Αυτή η κατηγορία περιλαμβάνει δραστηριότητες όπως το να κάνεις μια βόλτα για καθαρό αέρα, να καθίσεις απολαμβάνοντας τη ζωή ή να βγεις για να χαρείς τον ήλιο. Αυτές οι δραστηριότητες πραγματοποιούνται μόνο όταν οι εξωτερικές συνθήκες είναι ευνοϊκές, όταν ο καιρός και ο τόπος το επιτρέπουν και είναι οι περισσότερες από τις ψυχαγωγικές δραστηριότητες που είναι ιδιαίτερα ευχάριστο να τις πραγματοποιούμε στον υπαίθριο χώρο και εξαρτώνται κυρίως από τις υλικές συνθήκες του εξωτερικού περιβάλλοντος. Κοινωνικές είναι όλες εκείνες οι δραστηριότητες που εξαρτώνται από την παρουσία άλλων ανθρώπων στους δημόσιους χώρους και περιλαμβάνουν τους χαιρετισμούς και τις συνομιλίες, τις ποικίλες συλλογικές δραστηριότητες, το παιχνίδι των παιδιών και τέλος την πιο διαδεδομένη κοινωνική δραστηριότητα, τις ουδέτερες επαφές, δηλαδή το να βλέπεις και να ακούς απλώς άλλους ανθρώπους. Αυτές οι δραστηριότητες θα μπορούσαν να ονομαστούν επακόλουθες επειδή σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις προκύπτουν και εξελίσσονται σε σχέση με τις άλλες κατηγορίες, επειδή οι άνθρωποι είναι στον ίδιο χώρο, συναντιούνται, διασταυρώνονται ή απλώς βρίσκονται ο ένας στο οπτικό πεδίο του άλλου. Οι κοινωνικές δραστηριότητες συμβαίνουν αυθόρμητα, γι αυτό υποστηρίζονται έμμεσα όταν υπάρχουν καλύτερες συνθήκες στους δημόσιους χώρους για να λαμβάνουν χώροι οι αναγκαίες και οι προαιρετικές δραστηριότητες.

64


β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

Μια σύνοψη των γενικών παρατηρήσεων και ερευνών που έχουν γίνει δείχνει ότι οι άνθρωποι και η ανθρώπινη δραστηριότητα αποτελούν το κύριο αντικείμενο της προσοχής και του ενδιαφέροντος. Ακόμη και η μέτρια μορφή επαφής, απλώς το να βλέπει κανείς, να ακούει ή να βρίσκεται κοντά σε άλλους ανθρώπους φαίνεται να προσφέρει μεγαλύτερη ικανοποίηση και να επιδιώκεται περισσότερο από όλα τα άλλα θελκτικά στοιχεία που προσφέρονται στους δημόσιους χώρους των πόλεων και των περιοχών κατοικίας. Η σημασία της βελτίωσης της ποιότητας στις καθημερινές και κοινωνικές δραστηριότητες μέσα στις πόλεις όπως σημειώνει ο William H. Whyte στο βιβλίο του The social Life of Small Spaces μπορεί να παρατηρηθεί εκεί όπου καθιερώθηκαν πεζόδρομοι ή ζώνες ελεύθερες από κυκλοφορία αυτοκινήτου σε υπάρχουσες αστικές περιοχές, με αυτόν τον τρόπο με πολύ απλές παρεμβάσεις μπορούν να βελτιωθούν σημαντικά οι χρήσεις του αστικού χώρου. Σε αρκετά παραδείγματα οι βελτιωμένες υλικές συνθήκες έχουν οδηγήσει σε εντυπωσιακή αύξηση του αριθμού των πεζών, και άμεσα σε αύξηση του μέσου χρόνου παραμονής στον υπαίθριο χώρο και σε ένα σημαντικά ευρύτερο φάσμα υπαίθριων δραστηριοτήτων. Αυτές οι δραστηριότητες είναι αναγκαίες, το αν θα συμβούν ή όχι, πολύ λίγο επηρεάζεται από το υλικό πλαίσιο, επίσης πραγματοποιούνται καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, και είναι λίγο έως πολύ ανεξάρτητες από το εξωτερικό περιβάλλον και οι συμμετέχοντες σε αυτές δεν έχουν επιλογή. Όταν οι δημόσιοι χώροι είναι φτωχοί σε ποιότητα, μόνο

οι

απολύτως

αναγκαίες

δραστηριότητες

πραγματοποιούνται για παράδειγμα εάν δίνεται η επιλογή μεταξύ του να περπατήσεις σε έναν εγκαταλελειμμένο δρόμο ή σε έναν δρόμο που έχει ζωή, οι περισσότεροι άνθρωποι στις περισσότερες περιπτώσεις, θα επιλέξουν το δεύτερο. Παρατηρώντας τα σημεία που οι άνθρωποι επιλέγουν για να καθίσουν στους δημόσιους χώρους, καταλαβαίνει κανείς ότι τα παγκάκια που παρέχουν μια καλή θέα των δραστηριοτήτων που συμβαίνουν στο γύρω περιβάλλον, χρησιμοποιούνται περισσότερο από τα παγκάκια με λιγότερη ή καμία θέα προς τους άλλους. Επομένως το μοτίβο των δραστηριοτήτων στους δημόσιους χώρους τη πόλης και στις περιοχές κατοικίας επηρεάζεται σε κάποιο βαθμό από το σχεδιασμό του υλικού περιβάλλοντος. Εικόνα  41. Διάγραμμα κίνησης πεζών πριν και μετά την πεζοδρόμηση μίας οδού

65


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

β.2.3 Τυπικές λειτουργίες του δημόσιου χώρου Οι χρήσεις του δημόσιου χώρου αποτελούν, στην ουσία, τους τρόπους με τους οποίους η δημόσια ζωή παίρνει μορφή και είναι ζωτικής σημασίας τόσο για τον ίδιο το χώρο όσο και για τους χρήστες του. Μόνον όταν ένας χώρος πραγματικά χρησιμοποιείται μπορεί να διατηρηθεί σε καλή κατάσταση, να διαφυλάξει τις ποιότητές του αλλά και να λειτουργήσει προς όφελος της ζωής της πόλης και του κοινωνικού συνόλου. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει όφελος από ένα δημόσιο χώρο που απλά υπάρχει αλλά παραμένει κενός από δραστηριότητα διότι αυτό σημαίνει κενός από ανθρώπινη παρουσία ενώ σε μία ακραία αθροιστική κατάσταση κενών δημόσιων χώρων σε μία πόλη, είναι πιθανόν να επέλθει απώλεια συνοχής για το κοινωνικό σύνολο. Αν και στην εποχή μας η δημόσια δραστηριότητα έχει, εν μέρει, μεταφερθεί σε άλλα περιβάλλοντα που λειτουργούν η ανάγκη για ζωντανούς δημόσιους χώρους δεν έχει εκλείψει. Οι λειτουργίες του δημόσιου χώρου μαζί με τη μορφολογία του αποτελούν τα δύο βασικότερα κριτήρια ταξινόμησής του, σύμφωνα με τους μελετητές του αστικού χώρου. Ο C. Moughtin αναφέρει: «Υπάρχουν δύο βασικές μέθοδοι κατηγοριοποίησης της πλατείας - με βάση τη λειτουργία και [με βάση] τη μορφή». (Moughtin, 2003, σ. 87) Δεν είναι λίγες οι μελέτες που έχουν γίνει σχετικά με την ταξινόμηση δημόσιων χώρων και κυρίων των πλατείων από αρχιτέκτονες, πολεοδόμους και ιστορικούς του αστικού χώρου, ως προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση.14 Μελετητές του 20ου αιώνα (β’ μισό) όπως οι P. Zucker, R. Krier, M. Webb, S. Kostof, C. Moughtin και άλλοι κατηγοριοποίησαν συστηματικά τα στοιχεία του δημόσιου χώρου με μορφολογικά και λειτουργικά κριτήρια. Βασικά πορίσματα των προαναφερθέντων μελετών, ως προς την μορφολογική ταξινόμηση της πλατείας -η οποία αποτελεί, στην ουσία, το «πρότυπο» του δημόσιου χώρου αναδεικνύονται, λοιπόν, οι τύποι της κλειστής (closed), της εξαρτημένης ή κυριαρχούμενης (dominated), της πυρηνικής (nuclear), της ομαδοποιημένης (grouped), της άμορφης (amorphous) πλατείας, καθώς επίσης, ως προς το σχήμα, της ορθογωνικής ή τετράγωνης, της κυκλικής, ημικυκλικής ή ελλειψοειδούς, της τριγωνικής, της τραπεζοειδούς και της πλατείας σχήματος “L” (Krier, 1991). Οι τυπικές χρήσεις ανάλογων χώρων καθορίζονται, συνήθως, είτε από την εκάστοτε πολιτεία, δεοντολογικά, είτε, εμπειρικά, δηλαδή με βάση τις κοινωνικές πρακτικές και συμπεριφορές των χρηστών.15 Η παρακάτω τυπολογική θεώρηση των χρήσεων γίνεται με βάση τα εμπειρικά κριτήρια. Οι κατηγοριοποιήσεις αυτές άλλοτε έγιναν από τη λειτουργία και άλλοτε από τη μορφή ενός δημόσιου χώρου. Σε μια πρώτη κατηγοριοποίηση προβαίνει ο J.Oosterman με βάση το πότε εμφανίστηκε ιστορικά ο κάθε τύπος λειτουργίας, σύμφωνα με τον οποίο, ένας αστικός δημόσιος χώρος εξυπηρετεί: α. Λειτουργίες ιερού χαρακτήρα (sacracy functions) β. Λειτουργίες χαρακτήρα προστασίας (safety functions) γ. Λειτουργίες χαρακτήρα δημοκρατίας (democracy functions) 14. Η αρχή τοποθετείται στις αρχές του 15ου αιώνα, όταν ο L. B. Alberti παρουσίασε πρώτος, με συστηματικό τρόπο, ορισμένες αρχές που διέπουν την οργάνωση του αστικού χώρου, θεωρώντας την πλατεία οργανικό τμήμα της πόλης. Η πρώτη ταξινόμηση πλατειών έγινε από τον Camillo Sitte τον 19ο αιώνα. 15. Ο χαρακτηρισμός ενός χώρου από τις τοπικές αρχές ως «χώρος αναψυχής» (δεοντολογία) δεν συνάδει πάντοτε με την πραγματική χρήση του χώρου, π.χ. «χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων» (εμπειρία).

66


β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

δ. Λειτουργίες εμπορευματικού χαρακτήρα (commerce functions) ε. Λειτουργίες κυκλοφοριακού χαρακτήρα (traffic functions) Κατάλληλο παράδειγμα για την πρώτη κατηγορία θα μπορούσε να είναι η πλατεία ενός ναού, για τη δεύτερη κατηγορία το περιτειχισμένο κομμάτι μίας πόλης, για την τρίτη κατηγορία η αρχαία ελληνική Αγορά, ενώ ο χώρος της αγοράς μίας πόλης και ένας σύγχρονος αυτοκινητόδρομος, αποτελούν παραδείγματα για την τέταρτη και πέμπτη κατηγορία, αντίστοιχα. 16 Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε για την πόλη του Rotterdam και με βάση στοιχεία που προέκυψαν από την εμπειρική γνώμη των κατοίκων, ο Wentholt ξεχώρισε τρεις κατηγορίες χρήσεων για τους υπαίθριους δημόσιους χώρους. Αυτές, παρά τον σύγχρονο χαρακτήρα της έρευνας, μπορούν να θεωρηθούν διαχρονικές. Συγκεκριμένα, οι τρεις κατηγορίες είναι οι εξής: α. Χρηστικές λειτουργίες (utilitarian functions) β. Επικοινωνιακές λειτουργίες (communicative functions) γ. Ψυχικές λειτουργίες (psychic functions) Εξάλλου, μετά από σχετική έρευνα που διεξήγαγε ομάδα γάλλων αρχιτεκτόνων και κοινωνιολόγων, προέκυψε το παρακάτω συμπέρασμα: «Οι δημόσιοι [εξωτερικοί] χώροι εξυπηρετούν το σύνδεσμο μεταξύ στοιχείων του κτισμένου περιβάλλοντος [χρηστική λειτουργία], είναι τόποι συνεύρεσης και συναναστροφής των ανθρώπων [επικοινωνιακή λειτουργία] και ... διακηρύττουν τις αξίες της αστικής κουλτούρας [συμβολική λειτουργία]». (Billiard, 988, σ. 111) Παρατηρούμε πως υπάρχει ταύτιση μεταξύ των απόψεων του Gehl και του Wentholt καθώς και των ταύτιση δύο λειτουργικών κατηγοριών -των χρηστικών και των επικοινωνιακών λειτουργιών- στην τυπολογική θεώρηση των γάλλων με αυτή του Wentholt, ενώ στους πρώτους, ως τρίτος τύπος εμφανίζεται η συμβολική λειτουργία, η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί παραπλήσια με τις ψυχικές λειτουργίες του Wentholt. Διερευνώντας τις χρήσεις του δημόσιου χώρου της πλατείας, ο S. Kostof αναφέρεται στον πολεοδόμο Joseph Stubben, συγγραφέα του “Der Stadtebau“17 ο οποίος κάνει τον εξής διαχωρισμό για τις πλατείες, ως προς την λειτουργία: α. Πλατείες κυκλοφορίας: πρόκειται για σύγχρονους κυκλοφοριακούς κόμβους με σχήμα συνηθέστερα κυκλικό ή πολυγωνικό. β. Πλατείες δημόσιας χρήσης: πρόκειται για πλατείες που περιλαμβάνουν αγορά, πολιτιστικές εκδηλώσεις κ.α.

16. Είναι, γεγονός ότι το εμπόριο υπήρξε η δραστηριότητα που ανέκαθεν πυροδότησε τη δημόσια ζωή τροφοδοτώντας, περισσότερο από κάθε άλλη, τον δημόσιο χώρο με ζωντάνια. Η ελάττωση των εμπορικών συναλλαγών στο δημόσιο χώρο, η μεταφορά του εμπορίου σε κλειστούς εξειδικευμένους τόπους, από τον 18ο αιώνα και μετά συνέβαλλε καθοριστικά στην μείωση της συλλογικής δραστηριότητας στον αστικό χώρο και στην υπονόμευση της δημόσιας ζωής. 17. Πρόκειται για ένα βασικό εγχειρίδιο για τον αστικό σχεδιασμό που γράφτηκε στα τέλη του 19ου αιώνα.

67


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

γ. Πλατείες αγγλικού τύπου: εδώ ανήκουν οι πλατείες-τοπία, αυτές που πρωτοεμφανίστηκαν στη Βρετανία του 18ου-19ου αιώνα και εισήγαγαν τη φύση μέσα στην πόλη, οι οποίες προορίζονταν κύρια για περίπατο. δ. Αρχιτεκτονικές πλατείες: πρόκειται για τις πλατείες-μνημεία ή τις πλατείες που περιβάλλουν ένα μνημειώδες κτίριο, πλατείες που είναι κτισμένες γύρω από ένα σύμβολο και αποκτούν έτσι και οι ίδιες έναν εξαιρετικό, συμβολικό συχνά, χαρακτήρα. (Kostof, 1992) Αυτή η κατηγοριοποίηση είναι σχετικά «συγκεχυμένη» όσον αφορά τη λειτουργία και τη μορφή. Παρόλα αυτά, μέσα από τις παραπάνω κατηγορίες εμφανίζονται οι χρήσεις κυκλοφοριακού, κοινωνικού, εμπορευματικού και πολιτιστικού χαρακτήρα, καθώς και οι χρήσεις αναψυχής -οι οποίες θα μπορούσαν να ενταχθούν στις κοινωνικές χρήσεις- και, τέλος, οι χρήσεις συμβολικού χαρακτήρα. Ο S. Kostof προσεγγίζει το ζήτημα της ταξινόμησης ως προς τη λειτουργία λαμβάνοντας υπόψην την κοινωνική της ιστορία: α. Αστικό-πολιτικό κέντρο: Στην κατηγορία αυτή βρίσκουμε δημόσιους χώρους οι οποίοι είχαν ως κύριες χρήσεις το εμπόριο και την πολιτική με τη σημασία που είχε στους αρχαίους χρόνους.18 Επίσης οι θρησκευτικές δραστηριότητες περιλαμβάνονται στην κατηγορία αυτή. β. Πλατεία στρατιωτικών εκδηλώσεων: Πρόκειται για δημόσιους χώρους που λειτούργησαν για την επίδειξη της αμυντικής ετοιμότητας ενός τόπου, ακόμα και για στρατιωτικές παρελάσεις κ.α. (π.χ. πλατείες που οικοδομήθηκαν από τον Α. Χίτλερ). γ. Πλατεία άθλησης/ παιχνιδιού.19 Το δημόσιο θέαμα, στη ροή της ιστορίας, πέρασε από το αρχαίο αμφιθέατρο στην πολύ λειτουργική κεντρική πλατεία. δ. Πλατεία κυκλοφορίας: Πρόκειται για πλατείες-κυκλοφοριακούς κόμβους, με άλλα λόγια πλατείες με ειδική διαμόρφωση, π.χ. σταυροδρόμια, ώστε να ευνοείται η κυκλοφορία και όχι η συγκέντρωση. ε. Πλατεία γειτονιάς: εντάσσονται οι περιπτώσεις πλατειών μετά την περίοδο της Αναγέννησης, οι οποίες είναι περισσότερο συγκεντρωτικές, με ομοιόμορφα όρια τις συνεχόμενες όψεις κατοικιών. Η κύρια χρήση τους ήταν η εμπορική, ενώ πολλές φορές κτίζονταν από εμπόρους, για ιδιωτικά συμφέροντα.20 Μια κατηγοριοποίηση που περιλαμβάνει τα σημαντικά στοιχεία όλων των παραπάνω παραδοχών είναι η παραδοχή του Blauw, Η τυπολογία λειτουργιών του δημόσιου χώρου χωρίζεται σε: α. Λειτουργίες οικονομικού χαρακτήρα β. Λειτουργίες κοινωνικού χαρακτήρα 18. Κλασικά παραδείγματα, η αρχαία ελληνική Αγορά και το ρωμαϊκό Forum. 19. Η τάξη των ευγενών, έως και πριν από τον 18ο αιώνα επιδιδόταν σε αστικά παιχνίδια, των οποίων το υπόβαθρο υπήρξε μία πλατεία με κανονικό συνήθως σχήμα (π.χ. σκάκι με ανθρώπους-πιόνια πάνω σε μία πλατεία-σκακιέρα). 20. Places Royales του Παρισιού

68


β.2 Ο δημόσιος χώρος της πόλης

Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

γ. Λειτουργίες συμβολικού χαρακτήρα i. Λειτουργίες πολιτιστικού χαρακτήρα ii. Λειτουργίες Πολιτικού Χαρακτήρα Στις λειτουργίες οικονομικού χαρακτήρα συγκαταλέγονται οι χρηστικές λειτουργίες του Wentholt και οι λειτουργίες εμπορευματικού χαρακτήρα κατά Oosterman, οι πλατείες δημόσιας χρήσης του Stubben, το αστικό-πολιτικό κέντρο και η πλατεία γειτονιάς του S. Kostof. Το καλύτερο παράδειγμα που μπορεί να δοθεί είναι αυτό του δημόσιου χώρουαγοράς μίας πόλης. Ανοικτές και κλειστές αγορές, σκεπαστοί εμπορικοί πεζόδρομοι, εφήμερα παζάρια, λαϊκές αγορές σε δρόμους και πλατείες της πόλης, αλλά και, στη σύγχρονη εποχή, πλατείες με καφέ, μπαρ, εστιατόρια, «εμπορικά κέντρα» πόλεων κ.α., όλα είναι χώροι που εξυπηρετούν λειτουργίες οικονομικού χαρακτήρα. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, πως στους χώρους αυτούς αποκλείονται άλλες λειτουργίες. Αντίθετα, οι χρήσεις οικονομικού χαρακτήρα, το εμπόριο με την ευρεία έννοια (προϊόντα και υπηρεσίες) συνδυάζεται, συνήθως, με άλλες δραστηριότητες της δημόσιας σφαίρας, όπως οι κοινωνικές. Στις λειτουργίες κοινωνικού χαρακτήρα εντάσσονται και οι επικοινωνιακές λειτουργίες κατά Wentholt, οι πλατείες δημόσιας χρήσης και αγγλικού τύπου, ίσως, εν μέρει, και οι αρχιτεκτονικές πλατείες κατά J. Stubben ενώ, για ακόμα μία φορά, εντάσσονται εδώ τα αστικά-πολιτικά κέντρα του S.Kostof, αλλά και οι πλατείες άθλησης/ παιχνιδιών, οι πλατείες κυκλοφορίας και οι πλατείες γειτονιάς του ιδίου. Αναφερόμενοι στο δημόσιο χώρο, θα λέγαμε πως επικοινωνιακές ή κοινωνικές λειτουργίες φιλοξενούνται και σε κλειστούς δημόσιους χώρους ή σε ιδιωτικούς χώρους «δημόσιας χρήσης» και, γενικά, οπουδήποτε δίνεται η δυνατότητα συνάθροισης και συναναστροφής κοινωνικών ομάδων. Οποιαδήποτε χρήση του δημόσιου χώρου εμπεριέχει μορφές συμβολισμού στην τρίτη κατηγορία. Οι δύο κύριες υποκατηγορίες που διακρίνονται είναι οι λειτουργίες «πολιτιστικού χαρακτήρα» και οι λειτουργίες «πολιτικού χαρακτήρα». Συγκεκριμένα οι λειτουργίες «πολιτιστικού χαρακτήρα» αναφέρονται σε λειτουργίες που συνδέονται με δημόσιους χώρους στους οποίους λαμβάνουν χώρα δραστηριότητες πολιτιστικού ή θρησκευτικού χαρακτήρα21 ενώ οι λειτουργίες «πολιτικού χαρακτήρα» εμπεριέχονται δημόσιοι χώροι που εμπεριέχουν πολιτικό συμβολισμό, όπως

πλατεία ενός

δημαρχείου ή πλατείες στις οποίες γίνονται πολιτικές συγκεντρώσεις ή διαμαρτυρίες. Η παραπάνω τυπολογική θεώρηση των τυπικών λειτουργιών του δημόσιου χώρου - πρωτίστως του υπαίθριου- θεωρείται ακριβής και κατάλληλη. Παρόλα αυτά, είναι φανερό πως ένας δημόσιος χώρος σπάνια μπορεί να έχει αποκλειστικά μία και μόνο χρήση. Εξάλλου η πολυλειτουργικότητα είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του αστικού δημόσιου περιβάλλοντος, το οποίο, όταν εκλείψει, οδηγεί σε αντίστοιχη ελάττωση της δημόσιας δραστηριότητας: «Οι πιο επιτυχημένες αστικές πλατείες αν και μπορεί να έχουν μία κυρίαρχη χρήση για την οποία η κάθε μία είναι γνωστή και με βάση την οποία κατηγοριοποιούνται, είναι συχνά αυτές που υποστηρίζουν τη δραστηριότητα μέσω της ποικιλίας των χρήσεων...». (Moughtin, 2003, σ. 88)

21. Ανάλογα παραδείγματα είναι οι πλατείες μπροστά από ναούς που γίνονται χώροι τελετών και έκφρασης θρησκευτικών αξιών ή λ.χ. ένα υπαίθριο αμφιθέατρο, μία αστική πλατεία όπου συγκεντρώνεται κόσμος για μία γιορτή, μία συναυλία κ.τ.λ.

69


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.3 Η αλλαγή του δημόσιου χώρου

β.3 Η αλλαγή του δημόσιου χώρου «Με τον καιρό η πόλη μεγαλώνει πάνω στον εαυτό της, αποκτά συνείδηση και μνήμη του εαυτού της. Στην κατασκευή της παραμένουν τα αρχικά στοιχεία του σχηματισμού της, αλλά με το πέρασμα του χρόνου, η πόλη τα συγκεκριμενοποιεί και τα μεταβάλλει.» 22 (Aldo, 1991, σ. 19)

β.3.1 Ο ρόλος του δημόσιου χώρου Οι αλλαγές στην αντίληψη περί δημόσιου αστικού χώρου και ιδιωτικού

διαφέρουν, ανάλογα με τις οικονομικές,

κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες κάθε εποχής και διαμορφώνουν την εικόνα της πόλης και τον χαρακτήρα της. Στις σύγχρονες πόλεις εντοπίζονται δύο επίπεδα στα οποία ο ρόλος του δημόσιου χώρου είναι πολύ σημαντικός. Το πρώτο είναι διαχρονικό, από την αρχαιότητα έως σήμερα, και αφορά το δημόσιο χώρο ως υποδοχέα της δημόσιας/κοινωνικής ζωής. Το δεύτερο συνδέεται με τα περιβαλλοντικά προβλήματα των σύγχρονων αστικών κέντρων (πυκνή δόμηση, πυκνό και κορεσμένο οδικό δίκτυο, ρύπανση, έλλειψη πρασίνου) και το ρόλο του δημόσιου χώρου στην αντιμετώπισή τους. Ως κοινωνικός χώρος διαμορφώνεται συνήθως σύμφωνα με τις αντιλήψεις αυτών που έχουν τη δύναμη να τον διαμορφώσουν (πχ. κρατικοί φορείς, ισχυρές κοινωνικές ομάδες) και όχι από τους απλούς πολίτες. «Ο κοινωνικός χώρος [...] εκτός του ότι είναι ένα μέσο παραγωγής είναι επίσης ένα μέσο ελέγχου, και κατά συνέπεια της κυριαρχίας, της δύναμης» (Lefebvre, 1991, σ. 26). H σημασία του είναι αναγκαία εφόσον είναι ένας χώρος συλλογικής μνήμης και περιλαμβάνει ένα μεγάλο τμήμα της καθημερινότητα μας, για καθέναν από εμάς, ο τρόπος δηλαδή με τον οποίο γίνεται αντιληπτός, διαφέρει από άτομο σε άτομο, από ομάδα σε ομάδα, από πολιτισμό σε πολιτισμό. Συμπερασματικά, η πόλη αποτελείται από ένα άθροισμα ποικίλων χώρων, χώροι με έντονο δημόσιο αλλά και επίσημο χαρακτήρα (κεντρικές πλατείες), χώροι ιδιωτικής διαχείρισης, χώροι κενοί (χωρίς κάποια χρήση ή καθημερινή φυσική παρουσία), χώροι με έντονα στοιχεία μνήμης, χώροι υπό κατάληψη από διάφορες κοινωνικές ομάδες. Αποτελείται δηλαδή από ένα σύνολο ιδιαίτερα ετερογενές και αντιθετικό. Πρέπει λοιπόν, ακριβώς λόγω της πολυμορφίας της η πόλη να αντιμετωπίζεται σαν ένας ζωντανός οργανισμός σε εξέλιξη και συνεχή διαμόρφωση και ο δημόσιος χώρος ακόμη περισσότερο, καθώς αποτελεί μια αφηρημένη έννοια, δεν καθιστά έναν απολύτως χωρικό όρο, όσο την έννοια ενός χώρου «δημιουργικής σύγκρουσης, ελεύθερης πληροφόρησης, ανταλλαγής γνώσης και πληροφοριών. Είναι χώρος συνάντησης και κοινωνικοποίησης των ανθρώπων (Xατζή, 2009, σ. 15) και ο ο χώρος που διαμορφώνεται ο τρόπος ζωής στην πόλη, η ποιότητα ζωής.

β.3.2 Η εξέλιξη της ζωής στην πόλη μέσα από τη χρήση των δημόσιων χώρων Οι δημόσιοι χώροι αποτελούσαν από τους αρχαίους κιόλας χρόνους σημαντικό μέρος της δημόσιας ζωής των

22. Ο Rossi γράφει: «Στον αστικό σχεδιασμό κάθε πράγμα πρέπει να εκφράζει με τη μεγαλύτερη πιστότητα την ίδια τη ζωή του συλλογικού οργανισμού που είναι η πόλη. Στη βάση αυτού του οργανισμού βρίσκεται η αρχή της διάρκειας του σχεδίου της πόλης. Η έννοια της διάρκειας είναι βασική στη θεωρία του Poète και έχει ιδιαίτερη σημασία στην ανάλυση του Lavedan. Η ανάλυση του Lavedan, με την ανάμιξη στοιχείων από τη γεωγραφία και την ιστορία της αρχιτεκτονικής, μπορεί να θεωρηθεί ως μία από τις πιο ολοκληρωμένες αναλύσεις που διαθέτουμε. Για τον Lavedan η διάρκεια είναι το γενεσιουργό στοιχείο του σχεδίου της πόλης.»

70


β.3 Η αλλαγή του δημόσιου χώρου

Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

ανθρώπων.23 Οι εκδηλώσεις της καθημερινής ζωής της αρχαίας πόλης φανερώνουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργούσε η αρχαία κοινότητα: ανταλλαγές, συναντήσεις, συζητήσεις και γιορτές. Στη μεσαιωνική πόλη χαρακτηριστικό στοιχείο ήταν ο απόλυτα οριοθετημένος, κλειστός χώρος, οι οχυρώσεις, οι εκκλησίες και τα μοναστήρια. Αυτό είχε ως φυσικό επακόλουθο να αποδοθεί μεγάλη σημασία στην ανοιχτή πλατεία της αγοράς. Η ζωή των πολιτών κυλούσε στο δρόμο όπου προσφέρονταν ποικίλες «ατραξιόν». Ο κόσμος δημιουργούσε κύκλους γύρω από γελωτοποιούς, ταχυδακτυλουργούς και γενικότερα όσους πρόσφεραν δημόσιο θέαμα. Από τον14ο αιώνα παρατηρήθηκε άνοδος του κοινωνικού και πνευματικού βίου στην Ευρώπη, εξαιτίας της ανακάλυψης νέων χώρων και την ανάπτυξη των γραμμάτων και των τεχνών. Στην αναγέννηση ο υπαίθριος χώρος αποκτά μεγάλη σημασία και μετατρέπεται σε βασικό στοιχείο ενοποίησης του αστικού χώρου. Δεν είναι τυχαίο πως η ιδανική πόλη αναπαρίσταται συμβολικά με τη δομή ενός κύκλου με μια πλατεία στο κέντρο και τους δρόμους ακτινωτά διατεταγμένους. Ο 18ος αιώνας αποτελεί σταθμό για την οικονομική και κοινωνική ζωή στην Ευρώπη με την ανάπτυξη του καπιταλιστικού συστήματος παραγωγής. Η πόλη πλέον επεκτείνεται έξω από τα όρια του τείχους ενώ οι δρόμοι και οι πλατείες πλέον υπάγονται σε συστήματα αξόνων και διαμορφώνονται με γεωμετρικά σχήματα. «Ήταν η εποχή της ανοικοδόμησης μεγαλόπρεπων κήπων.(...) Οι ανέσεις της πόλης διαχύθηκαν πέρα από ενός μικρού ελιτιστικού κύκλου σε ένα ευρύτερο κοινωνικό φάσμα(...) Έκτοτε η λέξη «δημόσιο» προσέλαβε το μοντέρνο νόημά της και επομένως σήμαινε όχι μόνο έναν τομέα της κοινωνικής ζωής που βρισκόταν πέρα του χώρου της οικογένειας και των στενών φίλων, αλλά επίσης και το γεγονός ότι αυτός ο δημόσιος χώρος γνωστών και ξένων συμπεριλάμβανε ποικιλία ανθρώπων». Οι μεγαλοπρεπείς πλατείες που σχεδιάστηκαν δεν αποσκοπούσαν στο να συγκεντρώνουν δραστηριότητες από τους γύρω δρόμους. Η πλατεία για τις ανώτερες κυρίως τάξεις είχε μνημειακό χαρακτήρα. Η ζωή σαν θέατρο επιβεβαιωνόταν και από τη συμπεριφορά στον δρόμο-πασαρέλα. Ο περίπατος εκείνη την εποχή θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες απολαύσεις, η ιδέα της μετακίνησης μέσα από μεγαλοπρεπή κτίρια όπου η παρατήρηση δεν συνδέεται με τα αξιοθέατα αλλά με τους άλλους ανθρώπους. Ο 20ος αιώνας βρίσκει τις πόλεις της Ευρώπης να προσπαθούν να στεγάσουν πληθυσμό εκατομμυρίων κατοίκων. Η δομή της πόλης αλλάζει ριζικά. Ο κοινόχρηστος χώρος, ουσιαστικά το κενό μεταξύ των κτιρίων, έπαψε να προσελκύει δραστηριότητες. Η επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων δε θύμιζε την ανάγκη για αναγνώριση που χαρακτήριζε τους δημόσιους τρόπους τον18ο αιώνα. Άρχισε να επικρατεί η ανασφάλεια και ο φόβος μέσα στο πλήθος. Η ανοικοδόμηση που ακολούθησε μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, σε συνδυασμό με την εμφάνιση του αυτοκίνητου στις πόλεις στις αρχές του 20ου αιώνα, έφερε σε δεύτερη μοίρα τη συζήτηση για το δημόσιο χώρο των πόλεων. Όμως, μετά το 1970, η μόλυνση και η καταπάτηση των δρόμων και των πλατειών από το αυτοκίνητο, το οποίο έκανε αισθητή την αλλαγή του χαρακτήρα του δημόσιου χώρου στο πέρασμα του χρόνου, επανέφερε στο προσκήνιο τη συζήτηση του δημόσιου χώρου θέτοντας ζητήματα όπως η αστική ποιότητα και οι συνθήκες ζωής της πόλης (Gemzøe & Gehn, 2003). Ο χαρακτήρας της ζωής στην πόλη υπόκειται σε αλλαγές σύμφωνα με την αλλαγή του τρόπου ζωής και της κοινωνικής κατάστασης. Ο δημόσιος χώρος, παρ’ όλες τις αλλαγές της μορφής της χρήσης του μέσα από την ιστορία, αποτελούσε πάντα ένα χώρο συνάντησης, εμπορίου και κυκλοφορίας. Στο παρελθόν, όπου όλες οι μετακινήσεις πραγματοποιούνταν με το περπάτημα, οι τρεις αυτές λειτουργίες του χώρου βρίσκονταν σε ισορροπία. Οι πεζοί χρησιμοποιούσαν τους χώρους της πόλης για να συναντηθούν, να ανταλλάξουν απόψεις, να πραγματοποιήσουν τις αγορές τους και να 23. Στις αρχαίες ελληνικές και ρωμαϊκές πόλεις οι κύριοι κοινόχρηστοι χώροι της Αγοράς αντανακλούσαν τις βασικές λειτουργίες της Δημοκρατίας.

71


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.3 Η αλλαγή του δημόσιου χώρου

μετακινηθούν στα διάφορα μέρη της πόλης (Gemzøe & Gehn, 2003) . Φωτογραφίες που έχουν τραβηχτεί εκείνη την εποχή παρουσιάζουν τους δημόσιους χώρους και τους δρόμους, γεμάτους με ανθρώπους που χρησιμοποιούν τους χώρους αυτούς σε καθημερινή βάση για να κάνουν τις δουλειές τους. Σε μια κοινωνική κατάσταση όπου η δημόσια ζωή κυριαρχείται από δραστηριότητες όπου λαμβάνουν χώρα αναγκαστικά σε συγκεκριμένους χώρους, η ποιότητα του δημόσιου χώρου δεν αποτελεί ζήτημα. Οι άνθρωποι θα χρησιμοποιήσουν το χώρο άσχετα με την ποιότητα που προσφέρει γιατί απλά δεν έχουν άλλη επιλογή. Αυτή η κατάσταση και ο χαρακτήρας του δημόσιου χώρου παρατηρείται μέχρι σήμερα σε πόλεις με λιγότερο αναπτυγμένες οικονομίες (Gehl, Public Spaces for a changing Public Life). Όμως, στις αρχές του 20ου αιώνα, κυρίως στις βιομηχανοποιημένες πόλεις, οι συνθήκες χρήσης του δημοσίου χώρου άλλαξαν. Οι νέες μορφές κυκλοφορίας, εμπορίου και επικοινωνίας ήταν τόσο ριζικές ώστε να διακόψουν αιώνες παράδοσης για το πως οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν την πόλη (Gemzøe & Gehn, 2003). Η κυκλοφορία του αυτοκινήτου στην πόλη αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό, φτάνοντας σε σημείο ανοιχτοί δημόσιοι χώροι να αποτελούν χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων και όχι αξιοποιήσιμο δημόσιο χώρο της πόλης. Επιπλέον, εμπορικές χρήσεις συγκεντρώθηκαν σε μεγάλα καταστήματα και συγκροτήματα κτηρίων (mall) τα οποία βρίσκονται μακριά από το κέντρο της πόλης όπου είναι εύκολη η πρόσβαση με το αυτοκίνητο. Με αυτό τον τρόπο, οι δημόσιοι χώροι της πόλης άλλαξαν το ρόλο και το χαρακτήρα τους, καθώς οι άνθρωποι δεν χρησιμοποιούν πλέον το χώρο της πόλης για τις καθημερινές τους δραστηριότητες όπως παλαιότερα. Η χρήση του δημόσιου χώρου γίνεται όλο και περισσότερο ένα ζήτημα ενδιαφέροντος και επιλογής, με την ποιότητα του χώρου να αποτελεί σημαντικό παράγοντα για το θάνατο ή τη ζωή των μοντέρνων πόλεων (Gehl, Public Spaces for a changing Public Life).

Πολλές μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις άρχισαν να πραγματοποιούν ένα οργανωμένο σχέδιο ανάκτησης και ανάπλασης των δημόσιων χώρων τους. Οι επεμβάσεις αυτές αφορούν δρόμους και πλατείες του κέντρου των πόλεων που πεζοδρομοποιούνται ή επέτρεψαν μερικώς τη χρήση του αυτοκινήτου, δημιουργώντας με αυτό τον τρόπο ιδανικές συνθήκες για πεζοπορία και δραστηριότητες αστικής αναψυχής στο κέντρο της πόλης. Μέσα από αυτές τις παρεμβάσεις γίνεται πιο κατανοητό το θέμα της ποιότητας του αστικού χώρου και των συνθηκών ζωής στην πόλη. Η ανάκτηση των δημόσιων χώρων του κέντρου της πόλης, οι οποίοι έχουν καταληφθεί από το αυτοκίνητο είτε ως χώροι κυκλοφορίας είτε ως χώροι στάθμευσης, προσφέρει στους κατοίκους την ευκαιρία να απολαύσουν την πόλη τους. Αυτό το γεγονός γίνεται πιο αντιληπτό με το παράδειγμα της Κοπεγχάγη στην οποία από το 1968 μέχρι σήμερα άρχισαν να επανασχεδιάζουν το δημόσιο χώρο της.

72


β.3 Η αλλαγή του δημόσιου χώρου

Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

Εικόνα  42. Κεντρικός δρόμος της Κοπενγάχης κατά την περίοδο των Χριστουγέννων ζωγραφισμένο από τον Erik Henningsen.1880. Εικόνα  43. Ο ίδιος δρόμος της Κοπενγάχης, ο οποίος έχει καταληφθεί από αυτοκίνητα 1960.

73


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.3 Η αλλαγή του δημόσιου χώρου

Η παρακάτω εικόνα δείχνει μέσα από μια γραφική παράσταση την αλλαγή του χαρακτήρα της ζωής στην πόλη κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Αρχικά, οι δρόμοι της πόλης πλημμύριζαν από ανθρώπους που χρησιμοποιούσαν τους χώρους της πόλης για τις καθημερινές τους δραστηριότητες, η εικόνα αλλάζει προς το τέλος του αιώνα, όπου οι καθημερινές ασχολίες έχουν μεταφερθεί σε εσωτερικούς χώρους, ενώ έχει αυξηθεί η εκλεκτική χρήση του δημόσιου χώρου ως χώρου αναψυχής. Οι δραστηριότητες αναψυχής έχουν θέσει ψηλά τον πήχη όσο αναφορά την ποιότητα του χώρου των πόλεων και μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες: πρώτον, οι παθητικές δραστηριότητες στάσης, όπως το να κάτσεις να παρακολουθήσεις τη ζωή της πόλης από ένα παγκάκι ή μια καφετέρια, και δεύτερον, οι ενεργητικές αθλητικές δραστηριότητες όπως το skating (Gehl, Public Spaces for a changing Public Life). Το γράφημα παρουσιάζει την εμφάνιση του αυτοκινήτου καθώς και την έναρξη του προγράμματος για την ανάκτηση των δημόσιων χώρων το 1968, ενώ στην αρχή το αυτοκίνητο κυριαρχούσε στους δημόσιους χώρους, σταδιακά εφαρμόστηκε η στρατηγική της μείωσης της κυκλοφορίας του αυτοκινήτου και της ανάπλασης των δημόσιων χώρων.

Εικόνα  44. Η αλλαγή του ρόλου του δημόσιου χώρου

74


β.3 Η αλλαγή του δημόσιου χώρου

Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.3.3 Η εικόνα του δημόσιου χώρου στις ελληνικές πόλεις από τον 19ο αιώνα έως σήμερα. «Με ελάχιστες εξαιρέσεις, στην ελληνική πόλη δεν υπάρχουν σχεδιασμένοι δημόσιοι χώροι. Δημόσιοι χώροι είναι τα υπολείμματα του κτισμένου, [...]. Ιδιοποιημένοι δρόμοι, ασχεδίαστες δημόσιες πλατείες, [...], ‘παράξενοι’ ασχεδίαστοι χώροι ακατάλληλοι, υπό συμβατικούς όρους, για κοινωνική χρήση, [...] Το τυχαίο και το ασχεδίαστο των ελληνικών δημόσιων χώρων εμπεριέχει και το ευάλωτο της ύπαρξής τους, την πιθανότητα κατάληψής τους από ξένες χρήσεις, ιδιωτικής μορφής, που μπορεί να οδηγήσουν στη μείωση της σημασίας και του ρόλου τους και, τελικά, στην κατάργησή τους. Οι δημόσιοι χώροι της ελληνικής πόλης [...] πυκνότητες χωρίς νομική υπόσταση, [...] ανά πάσα στιγμή, μπορεί να εξαφανιστούν» (Αίσωπος & Σημαιοφορίδης, Η σύγχρονη ελληνική πόλη - Metapolis 2001, 2001, σ. 40). Στη σημερινή συγκυρία της πολύ-επίπεδης κρίσης που διανύει η χώρα, η διαταραχή των θεσμών, των κοινωνικών δομών και σχέσεων, του οικονομικού συστήματος αποτυπώνεται στο δημόσιο χώρο με την αδιαφορία, την εγκατάλειψη, τη ρύπανση, τις εντάσεις, τις αντιθέσεις και τις συγκρούσεις που συνθέτουν την εικόνα του. Κύριο χαρακτηριστικό της ελληνικής πόλης είναι ο αποξενωμένος δημόσιος χώρος που χρησιμοποιείται μόνο για τη μετακίνηση των κατοίκων της και δεν προσφέρει χώρο επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων. Στις ελληνικές πόλεις, μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα, ο σχεδιασμός των δημόσιων χώρων προβλεπόταν από το πολεοδομικό σχέδιο. Οι δημόσιοι χώροι εκτός του ότι βοηθούσαν στον προσανατολισμό μέσα στην πόλη ήταν χώροι κοινωνικής συνεύρεσης και αναπαραγωγής της ιστορίας, χώροι με ταυτότητα. Εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα είτε του κράτους, είτε κάποιων κοινωνικών ομάδων που ασκούσαν εξουσία. «Ένας τέτοιος χώρος επανδρώνεται σύμφωνα με τα διατάγματα της εξουσίας, με κάποια αυθαιρεσία, [...] είναι συγχρόνως ιδεολογικός, αφού είναι πολιτικός και γνωστικός [...]» (Lefebve, Δικαίωμα στην Πόλη - Χώρος και πολιτική, 1977, σ. 207). Τις επόμενες δεκαετίες μετά τις συνεχείς επεκτάσεις των σχεδίων πόλεων που γίνονταν χωρίς προγραμματισμό και κρατικό έλεγχο και που εφαρμόζονταν προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα οξύτατα στεγαστικά ζητήματα που δημιουργούνταν από τις μετακινήσεις των διαφόρων πληθυσμιακών ομάδων, δεν υπήρχε πρόβλεψη για τη δημιουργία δημόσιων χώρων, οι οποίοι άρχισαν να αμφισβητούνται.«Λόγω του επιτακτικού χαρακτήρα της διαδικασίας, ούτε το κράτος ούτε οι αρχιτέκτονες, αφιέρωσαν χρόνο ή προσοχή στο σχεδιασμό του δημόσιου χώρου που παρέμεινε ασχεδίαστος και παραμελημένος και αντιμετωπίστηκε ως το υπόλειμμα του ιδιωτικού» (Αίσωπος Γ. , Νέο αστικό τοπίο υπό κατασκευή, 2007). Μετά τα μέσα του 20ου αιώνα, και ιδιαίτερα μετά το 1960 η αστικοποίηση στην Ελλάδα, δόθηκε πάνω στο μοντέλο της πολυκατοικίας. Αυτός ο κτηριακός τύπος εξυπηρέτησε μεν τις ανάγκες της εποχής για άμεση στέγαση αφαίρεσε όμως το ενδιαφέρον για το δημόσιο χώρο. Οι υπαίθριοι δημόσιοι χώροι άρχισαν να συρρικνώνονται αφενός μεν λόγω της πίεσης με σκοπό την μεγαλύτερη δομημένη επιφάνεια, αφετέρου δε λόγω της αυξημένης χρήσης των αυτοκινήτων, όμως παρόλα διατήρησαν τη λειτουργία τους. Στις μέρες μας όμως, σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από ταχύτητα, διάχυση και πολυ-διάσπαση, δεν υπάρχουν πλέον οι δημόσιοι χώροι με την παραδοσιακή έννοια του «από- κοινού». «Την παραδοσιακή έννοια του από-κοινού, δημόσιου χώρου, υποκαθιστά η περισσότερο ακαθόριστη έννοιά του. [...] Η πόλη εκδιπλώνεται χωρίς αυτό το διάκενο που καλεί τον διάλογο, τη διαλεκτική, την ιδιότητα του πολίτη, και μαρτυρεί κατ’ αυτόν τον τρόπο μια νέα σχέση με την κοινότητα» (Scoffier, 2000, σ. 35).

75


Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

β.3 Η αλλαγή του δημόσιου χώρου

«Η θεμελιωτική αφήγηση της δυτικής πόλης, όπως εκφέρεται από τις πρώτες σελίδες της ‘Πολιτείας‘ για να προσδιορίσει την πόλιν ως το χώρο ενός συμβολαίου μέσω του οποίου οι άνθρωποι συγκεντρώνονται και είναι αλληλέγγυοι, για να αντιμετωπίσουν τη φύση, φαίνεται να σαρώνεται οδυνηρά από την πραγματικότητα. [...]. Αναδύεται μια πόλη εντός της οποίας δεν υπάρχει πλέον ο δημόσιος χώρος» (Scoffier, 2000, σ. 37). Έχει υπάρξει μεγάλη διαφοροποίηση όχι μόνο ως προς την έννοια αλλά και ως προς τη μορφή και τη χρήση των δημόσιων χώρων.«Ο χώρος, είναι λοιπόν ένα είδος σχήματος, [...], κοινού στις διάφορες δραστηριότητες, στις καταμερισμένες εργασίες, στην καθημερινότητα, στις τέχνες, στους χώρους που έγιναν από τους αρχιτέκτονες και τους πολεοδόμους. [...] Πρόκειται λοιπόν για ένα χώρο συγχρόνως αφηρημένο, συγκεκριμένο, ομογενή και εξαρθρωμένο, […] Η αναπαραγωγή αυτή πραγματοποιείται μέσω ενός σχήματος αναφορικού στην υπάρχουσα κοινωνία, η οποία έχει σαν βασικό χαρακτηριστικό το να είναι συνδεμένη-διαχωρισμένη, διαλυμένη διατηρώντας μια ενότητα. Ο αισθητισμός, είναι αυτός που ενοποιεί τα λειτουργικά κομμάτια ενός διαχωρισμένου χώρου, πραγματοποιώντας έτσι τον ομογενή και κομματιασμένο χαρακτήρα του» (Lefebve, Δικαίωμα στην Πόλη - Χώρος και πολιτική, 1977, σ. 210).Η σύγχρονη ελληνική πόλη, διαμορφωμένη από την αδιάκοπη επανάληψη της πολυκατοικίας, μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί κατ’ εξοχήν ιδιωτική πόλη. Μάλιστα λόγω του συστήματος παραγωγής της, μέσω της αστικής μονάδας της πολυκατοικίας, πρόκειται για μια πόλη σε μεγάλο βαθμό ομοιογενή και ισόνομη, στην οποία οι διαφοροποιήσεις του ιδιωτικού παραμένουν δυσδιάκριτες. Βασισμένους στη χωρική του υπόσταση ο ελληνικός δημόσιος χώρος είναι ένα συνταίριασμα γεγονότων. Οι πολυκατοικίες, η αστική μονάδα δηλαδή που δημιουργεί την πόλη, υποστηρίζουν την κατάσταση αυτή μέσω της διάπλασής τους. Στοές, μπαλκόνια, ρετιρέ, ταράτσες, τέντες, πέργκολες και ημιτελείς μπετονένιοι σκελετοί συγκροτούν ένα μαλακό όριο μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού και επιτρέπουν την αδιάκοπη ανταλλαγή τους. Το ιδιωτικό γίνεται δημόσιο και το δημόσιο γίνεται ιδιωτικό. Η αντίληψη του ελληνικού δημόσιου χώρου, όχι ως πρωτογενή, αλλά ως δευτερογενή χώρου, ως υπολείμματος του κτισμένου, ως περισσεύματος του ιδιωτικού. Πρόκειται ουσιαστικά για το αποτέλεσμα της πρόσθεσης αποσπασμάτων στον ίδιο τόπο στο βάθος του χρόνου. Έτσι συνυπάρχουν η κίνηση, η στάση , το πράσινο, το εμπόριο, η αναψυχή, ακόμα και η στάθμευση. Αλληλοσχετιζόμενα σε εκ των προτέρων απρόβλεπτες αναλογίες. Ο ελληνικός δημόσιος χώρος συναντάται σε πολλαπλές παραλλαγές. Δρόμοι, πλατείες, διαπλατύνσεις δρόμων, πεζοδρόμια, αστικές προκυμαίες, πεζόδρομοι ή άλλοι χώροι, ιδιόμορφοι και υπό συμβατικούς όρους, ακατάλληλοι να χρησιμοποιηθούν ως χώροι συλλογικότητας και κοινωνικής επαφής. Σ’ αυτούς τους χώρους που δεν διατηρούν συμβατικά χαρακτηριστικά σύστασης και οργάνωσης, η λειτουργία και η ύπαρξή τους βασίζεται στη συνύπαρξη των διαφόρων προγραμματικών τμημάτων τους, στο σωστό μοίρασμα της σημασίας και της έκτασης που το καθένα καταλαμβάνει, ώστε να φθάσουν στη διάρκεια του χρόνου μέσα από προσθήκες, αφαιρέσεις και μετασχηματισμούς σε μια ασταθή ισορροπία. Το κυριότερο συστατικό του ελληνικού δημόσιου χώρου είναι η απρογραμμάτιστη δομή του, αμέσως τίθεται το ερώτημα αν μιλάμε για μια περίπτωση αταξίας, απουσίας τάξης (Αίσωπος Ι. , Μάρτιος 2004). Τα τελευταία χρόνια εξαιτίας των επιδράσεων της παγκοσμιοποίησης και του καπιταλιστικού συστήματος που εδραίωσε, οι παραδοσιακοί δημόσιοι χώροι έχουν αντικατασταθεί από νέους ψευτο - δημόσιους χώρους, καθώς το μεγαλύτερο μέρος της καθημερινότητάς μας το περνάμε σε εντελώς διαφορετικούς χώρους δημόσιας χρήσης: αεροδρόμια, τράπεζες, πολυκαταστήματα, στους δρόμους, στο διαδίκτυο.«Ο καπιταλισμός και ο νεοκαπιταλισμός παρήγαγαν τον αφηρημένο χώρο, ο οποίος περιλαμβάνει τον ‘κόσμο των προϊόντων’ τη λογική τους, τις παγκόσμιες στρατηγικές τους, καθώς και τη δύναμη του χρήματος και της πολιτικής κατάστασης» (Lefebvre, 1991, σ. 53).Οι νέοι χώροι είναι απρόσωποι, δεν έχουν καμιά ιστορία. Χαρακτηρίζονται μόνο από κίνηση και ταχύτητα (Sennett, 1999, σ. 29). Απλά υπάρχουν, χωρίς

76


β.3 Η αλλαγή του δημόσιου χώρου

Κεφάλαιο Β - Δημόσιος Χώρος

να περιέχουν οργανικά στοιχεία, προσεγγίζονται ως το αντίθετο της ουτοπίας. «Άν ένας τόπος μπορεί να οριστεί ως τόπος σχέσεων, ιστορίας και ταυτότητας, τότε ένας τόπος που δεν μπορεί να οριστεί ως τόπος σχέσεων, ιστορίας και ταυτότητας, θα είναι μη-τόπος. [...] είναι ο μετα-μοντερνισμός που δημιουργεί τους μη-τόπους, δηλαδή τόπους οι οποίοι δεν ενσωματώνουν τους προηγούμενους τόπους: αντί αυτού καταγράφονται, κατατάσσονται, προάγουν με την ιδιότητά τους ‘τόπους μνήμης‘ και παραπέμπουν σε μια οριοθετημένη και συγκεκριμένη θέση» (Auge, 1995, σσ. 77-78). Οι άνθρωποι δεν «ζουν» σ’ αυτούς τους χώρους, απλά τους χρησιμοποιούν. Μέσα σ’ αυτούς υπάρχει ανωνυμία η οποία καλύπτει όλες τις κοινωνικές διακρίσεις, ενώ ταυτόχρονα οι κοινωνικές σχέσεις είναι στιγμιαίες, προσωρινές. «Οι χώροι αυτοί αποκρύπτουν τις ανισότητες στην πρόσβαση σύμφωνα με τις κοινωνικές διαφορές και επιπλέον αρνούνται οποιαδήποτε κοινωνική συγκέντρωση» (Auge, 1995, σ. 94).

77


78


Γ. κεφάλαιο Μέθοδος αναγνώρισης της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους της Η πόλη της Πάτρας

Εικόνα  45.Η πόλη της Πάτρας_ Προσωπικό Αρχείο

79


Κεφάλαιο Γ - Μέθοδος ανάγνωσης της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους της

Γ. κεφάλαιο – Μέθοδος αναγνώρισης της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους της_ Η περίπτωση της Πάτρας Οι πόλεις δεν είναι σταθερά και αμετάβλητα στοιχεία αλλά είναι ζωντανοί μεταβαλλόμενοι οργανισμοί. Η αδιάλειπτη επαναδιαπραγμάτευση του αστικού χώρου έχει μετατρέψει την πόλη σε ένα είδος «παλίμψηστου», δηλαδή σε μια επιφάνεια επικαλυμμένη από αναρίθμητα κομμάτια διαφορετικών ιστοριών, τόσο υλικά (διάταξη δομικών στοιχείων, κ.ά.) όσο και άυλα (χαρτογραφικοί κάνναβοι και αναμνήσεις), κανένα εκ των οποίων δεν μπορεί να ερμηνευθεί απομονωμένο από τα υπόλοιπα. Η εικόνα του αστικού τοπίου μεταβάλλεται συνεχώς καθώς το διασχίζουμε. Και στο τέλος της περιπλάνησης μας, αυτό που τελικά εντυπώνει μέσα μας την πόλη είναι ένα ‘κινηματογραφικό’ αφήγημα που δημιουργείται μέσα από το πλέξιμο εικόνων, ήχων και συναισθημάτων. Ο άνθρωπος, είτε ως κάτοικος είτε ως περαστικός, αποτελεί μέρος της αστικής σκηνής στην οποία οι υπάρχοντες χώροι είτε τον ελκύουν, είτε τον απωθούν και άλλοτε τους προσπερνά αδιάφορα. Τι είναι αυτό που καθιστά τους δημόσιους χώρους της πόλης ελκυστικούς; Είναι οι διαφορετικές πτυχές και οι διαδοχικές στρώσεις στο σώμα του. Μπορούν αυτές να αναδειχθούν και να προβληθούν ως ενεργά σημεία αναφοράς της πόλης που -συνδεδεμένα με το παρελθόν τους, την ιστορία της πόλης και την καθημερινή ζωή των κατοίκων- αποκρυπτογραφούν το μύθο της αστικής σκηνής ή να την αποδυναμώσουν αντίστοιχα. Επομένως κάθε αστικός δημόσιος χώρος της πόλης συνεισφέρει στο σχηματισμό της «εικόνας» της. Από τα παραπάνω, είναι σαφές, πως για να παρατηρήσει και να κατανοήσει κανείς το σύνθετο ζήτημα των πόλεων, ένα από τα ζητούμενα θα ήταν να καταγράψει τα χαρακτηριστικά του δημοσίου χώρου ως χώρους που δραστηριοποιείται ο άνθρωπος. Στην εργασία αυτή επιχειρούμε να διαβάσουμε την Πάτρα, ως μια ελληνική πόλη με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που φιλοξενεί όμως κοινούς προβληματισμούς, με άλλες ελληνικές πόλεις, για το δημόσιο χώρο της. Στο πρώτο μέρος αυτού του κεφαλαίου περιγράφεται η μεθοδολογία για την ανάγνωση και καταγραφή του δημόσιου χώρου της πόλης με σκοπό την εξαγωγή συμπερασμάτων. Ενώ στο δεύτερο μέρος περιγράφεται η υλοποίηση αυτής της μεθόδου στην πόλη της Πάτρας, μέσα από την ιστορική και πολεοδομική ανάλυσή της και παρατήρησης της σύγχρονης μορφής των δημόσιων χώρων σχετικά με τις ανθρώπινες δραστηριότητες που φιλοξενούν. Εν συνεχεία όλες αυτές οι παρατηρήσεις χαρτογραφούνται και ανασυνθέτονται πραγματοποιώντας ποικίλες αναγνώσεις της πόλης. Συνεπώς, δημιουργείτε ένα κολάζ σημείων και διαδρομών αναφορικά με τα επίπεδα «σχέσεων» που αναπτύσσονται στον αστικό χώρο σχετικά με τον πολιτισμό, τις δραστηριότητες, τις δράσεις και κάθε έκφανση της αστικής πραγματικότητας.

γ.1 Μεθοδολογία εξαγωγής συμπερασμάτων για τους δημόσιους χώρους της πόλης. Ένας σίγουρος τρόπος για να γνωρίσεις μια πόλη είναι να ακολουθήσεις τα βήματα των κατοίκων της. Η εικόνα μιας πόλης δεν είναι αυτή που υπάρχει στα βιβλία αλλά αυτή που συνθέτεται από μικρότερες εικόνες, αυτές των ανθρώπων που την απαρτίζουν. Κάθε ανθρωπογενής χώρος περιέχει πολλά νοήματα, όσο κοινότυπος και αν φαίνεται από πρώτη όψη, επομένως μπορεί να «διαβαστεί» όπως διαβάζεται ένα βιβλίο, διότι αποτελεί την ασυναίσθητη αυτοβιογραφία μας ή την αυτοβιογραφία του πολιτισμού μας. Μέσα από την «ανάγνωση» ενός χώρου αντιλαμβανόμαστε τις προτιμήσεις μας, τις επιδιώξεις μας, τα αισθήματα μας, τους φόβους μας, τις αναμνήσεις μας, τις διαθέσεις μας κ.τ.λ. Για την αναγνώριση και κατανόηση της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους, θεωρήθηκε σημαντική η διεξαγωγή μιας τεκμηριωμένης δομής διαδικασίας ανάγνωσης, παρατήρησης και καταγραφής των δημόσιων χώρων της. Η

80


Κεφάλαιο Γ - Μέθοδος ανάγνωσης της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους της

μεθοδολογία στηρίχθηκε στη βιβλιογραφική έρευνα για την πόλη και τον δημόσιο χώρο, που έγινε στο πρώτο και δεύτερο κεφάλαιο της παρούσας ερευνητικής εργασίας, καθώς και σε ποικίλες αναγνώσεις του δημόσιου χώρου με ορισμένα εργαλεία ανάγνωσης τόσο από τον ερευνητή όσο και από τα αποτελέσματα ερωτηματολογίων. Η μεθοδολογία περιγράφεται στα επόμενα στάδια:

γ.1.1 Μελέτη της εξέλιξη της πόλης μέσα από ιστορική και πολεοδομική αναζήτηση. Εφόσον γίνει η επιλογή της πόλη που θα ερευνηθεί πρέπει να γίνει μια αρχική μελέτη της πόλης όσον αναφορά την εξέλιξη της μέσα από ιστορική και πολεοδομική αναζήτηση με τη χρήση βιβλιογραφικών αναφορών, άρθρων, μελετών και χαρτογραφικού υλικού, προκειμένου να αποτυπωθεί η θέση και η σημασία των δημόσιων χώρων στην εξελικτική πορεία της πόλης, ώστε να γίνει φανερό στον ερευνητή η δομή και η σημασία των δημόσιων χώρων της συγκεκριμένης πόλης καθ’ όλη την εξελικτική της πορεία.

γ.1.2 Καταγραφή των γνωρισμάτων μιας πόλης. Έπειτα γίνεται μια καταγραφή των γνωρισμάτων της πόλης αναφορικά με τον πολεοδομικό ιστό, τον προσανατολισμό, το οδικό δίκτυο και την κατοικία, τα όρια της πόλης φυσικά ή τεχνητά, τις περιοχές της πόλης και την ποιότητα του δημόσιου χώρου.

81


Κεφάλαιο Γ - Μέθοδος ανάγνωσης της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους της

γ.1.3 Ανάγνωση του δημόσιου χώρου από τον μελετητή. Στη συνέχεια γίνονται από το μελετητή ποικίλες αναγνώσεις του δημόσιου χώρου βάσει διαφορετικών κριτηρίων. Η πρώτη καταγραφή 24 γίνεται σύμφωνα με το ιδιοκτησιακό καθεστώς του αστικού χώρου. Όπως έχει αναφερθεί νωρίτερα (γενικές έννοιες στην αρχή της εργασίας), ο αστικός χώρος της πόλης μπορεί να γίνει αντιληπτός πιο εύκολα αν θεωρηθεί ένα ευρύτερο σύνολο που χωρίζεται σε δύο υποσύνολα σύμφωνα με το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς, το δημόσιο και το ιδιωτικό, καθώς και ένας δεύτερος διαχωρισμός του αστικού χώρου σε δύο άλλα υποσύνολα είναι αυτός του εξωτερικού και του εσωτερικού. Επομένως, προκύπτουν δύο κατηγορίες δημόσιου χώρου αυτού του δημόσιου εξωτερικού και δημόσιου εσωτερικού χώρου, όπως αντίστοιχα δύο και για τον ιδιωτικό.

Εικόνα  46. Διάγραμμα κατηγοριοποίησης αστικού χώρου

Μέσα από αυτήν την καταγραφή γίνεται φανερή η αναλογία του δημόσιου και ιδιωτικού χώρου στην πόλη καθώς και η εικόνα του ελεύθερα προσπελάσιμου χώρου της από τον άνθρωπο. Στην δεύτερη καταγραφή της πόλης γίνεται μια προσπάθεια να αποτυπωθεί η εικόνα της πόλης με αφαιρετικό τρόπο ανάλογα με την υπόσταση των δημόσιων χώρων που εμφανίζεται στον πολεοδομικό ιστό. Μέσα από αυτήν την προσπάθεια με τη χρήση συμβόλων, τα διαφορετικά στοιχεία που συντελούν τον δημόσιο χώρο καταγράφονται δημιουργώντας μια γενική αίσθηση των διαφορετικών κατηγοριών δημόσιων χώρων που συνυπάρχουν. Η τοποθέτηση τους αυτή προσπαθεί να συσχετιστεί με την πραγματική κατάσταση της πόλης, όσων αφορά τα γνωρίσματα της που έχουν καταγραφεί αρχικά. Οι κατηγοριοποιήσεις αφορούν τους δημόσιους εξωτερικούς χώρους οι οποίοι περιλαμβάνουν τις ράγες σιδηροδρομικών σταθμών, τις κύριες και δευτερεύουσες αρτηρίες, τους πεζόδρομους, στοές και σκάλες, τις αστικές πλατείες, τους χώρους πρασίνου, τα προαύλια εκκλησιών, τους χώρους άθλησης, αναψυχής, ανάπαυσης, τους αρχαιολογικούς χώρους και τους χώρους χωρίς αστική χρήση καθώς και τους δημόσιους εσωτερικούς χώρους οι οποίοι περιλαμβάνουν τα κτήρια δημόσιας χρήσης, τα κτήρια εκπαίδευσης τις δημόσιες υπηρεσίες, τα κτήρια δημοσίας διοίκησης, τα ιστορικά κτήρια, τα μουσεία και τα ιδιωτικά κτήρια δημόσιας χρήσης.

24. Η καταγραφή αυτή έχει βασιστεί στην αντίστοιχη αποτύπωση που είχε πραγματοποιηθεί από τον Giambattista Nolli, το 1748 για τη Ρώμη. Συγκεκριμένα, στο διάγραμμα σχεδιάζει το συμπαγές (μαύρο) και το κενό (λευκό) και συγκαταλέγει στο δεύτερο όλους τους εσωτερικούς χώρους των δημοσίων κτηρίων. Το αποτέλεσμα είναι μία πολύ σαφής εικόνα του ελεύθερα προσπελάσιμου χώρου της πόλης, που ταυτόχρονα ανατρέπει την ταύτιση του ανοικτού-κλειστού με το δημόσιο-ιδιωτικό.

82


Κεφάλαιο Γ - Μέθοδος ανάγνωσης της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους της Η τρίτη καταγραφή γίνεται στους δημόσιους χώρους, οι οποίοι αποτυπώθηκαν στις δύο προηγούμενες καταγραφές. Γίνεται μια προσπάθεια διαχωρισμού τους ανάλογα με τις λειτουργίες, χρήσεις που λαμβάνουν. Σύμφωνα με την παραδοχή του Blauw

25

που αναφέρονται στο δεύτερο κεφάλαιο της ερευνητικής, οι λειτουργίες του δημόσιου

χώρου κατηγοριοποιούνται σε λειτουργίες οικονομικού, κοινωνικού και συμβολικού χαρακτήρα που η τελευταία κατηγορία εμπεριέχει τις λειτουργίες πολιτιστικού και πολιτικού χαρακτήρα. Στις λειτουργίες οικονομικού χαρακτήρα συγκαταλέγονται οι δημόσιοι χώροι της πόλης που επιτελούν τις χρηστικές λειτουργίες ένωσης του κτισμένου χώρου και του άκτιστου καθώς επίσης και οι ημερήσιες λαϊκές αγορές, παζάρια, τα εμπορικά κέντρα, οι χώροι εμπορικών δραστηριοτήτων και οι πλατείες γειτονίας περιτριγυρισμένες με καφέ, μπαρ, εστιατόρια. Στις λειτουργίες κοινωνικού χαρακτήρα συμπεριλαμβάνονται οι χώροι δημόσιας χρήσης, τα περάσματα, οι χώροι εκπαίδευσης ή δημιουργίας, χώροι παιχνιδιών και παιδικές χαρές καθώς και οι χώροι αθλητισμού, αναψυχής και ανάπαυσης και γενικώς οπουδήποτε δίνεται η δυνατότητα συνάθροισης και συναναστροφής κοινωνικών ομάδων. Τέλος οποιαδήποτε χρήση του δημόσιου χώρου εμπεριέχει μορφές συμβολισμού βρίσκεται στην τρίτη κατηγορία, συγκεκριμένα βρίσκονται δημόσιοι χώροι στους οποίους λαμβάνουν χώρα δραστηριότητες πολιτιστικού ή θρησκευτικού χαρακτήρα, καθώς και χώροι που γίνονται πολιτικές συγκεντρώσεις ή διαμαρτυρίες ή χώροι που συνδέονται με πολιτικά δρώμενα όπως το Δημαρχείο και ο υπαίθριος χώρος του.

γ.1.4 Ανάγνωση του δημόσιου χώρου από κατοίκους/περαστικούς. με τη χρήση ερωτηματολογίων. Προκειμένου να διαπιστωθεί ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι που σχετίζονται με την πόλη αντιλαμβάνονται τους δημόσιους χώρους της και εν συνεχεία ποια είναι τα στοιχεία που συνθέτουν ώστε να σχηματίσουν την δική τους εικόνα για την πόλη, εφαρμόζεται η μέθοδος των ερωτηματολογίων, τα οποία μοιράζονται σε άτομα διαφορετικής ηλικίας, επαγγέλματος, επιπέδου μόρφωσης αλλά και διαφορετικού είδους σχέσης με την πόλη (κάτοικοι/ επισκέπτες). Μέσα από την καταγραφή των διαφορετικών χρηστών στον δημόσιο χώρο και την ποικιλία των αναγκών τους, μπορούν να δημιουργηθούν κατηγορίες με δεδομένο την ηλικίας τους που αποτελούνται από ομάδες οι οποίες συμπεριφέρονται με παρόμοιο τρόπο.

Δομή των ερωτηματολογίων. Τα ερωτηματολόγια που μοιράστηκαν χωρίζονται σε τρεις ενότητες. Η πρώτη ενότητα αποτελείται από μια σειρά ερωτήσεων προσωπικών στοιχείων των συμμετεχόντων αναφορικά με την ηλικία, το φύλο, την μονιμότητα της διαμονής τους και το επίπεδο μόρφωσης των συμμετεχόντων. Η δεύτερη ενότητα αποτελείται από μια σειρά ερωτήσεων αναφορικά με τη σχέση τους με την πόλη που ερευνάται, την οικειότητα, την ασφάλεια που νιώθουν σ’ αυτήν, επιπλέον ζητάει από τα άτομα που συμμετέχουν στην έρευνα να υποδείξουν τα στοιχεία που τους βοηθάνε να προσανατολιστούν στην πόλη, τα σημεία αναφοράς που τους θυμίζουν ή την συμβολίζουν για αυτούς αλλά και να ξεχωρίσουν τα ποιο σημαντικά, κατά τη γνώμη τους, στοιχεία της πόλης (που επισκέπτονται και μη). Τέλος, η τρίτη ενότητα δεν έχει την μορφή ερωτήσεων αλλά αποτύπωσης της προσωπικής αντίληψης της εικόνας της πόλης τους στο χάρτη από τους ίδιους τους συμμετέχοντες αναφορικά με τον χώρο κατοικία τους και εργασίας - ιδιότητας τους, με την πιο χαρακτηριστική τους διαδρομή μέσα στην πόλη και με τα σταθερά τους σημεία στάσης στην πόλη. Έτσι διατυπώνεται μία μοναδική για τον καθένα αποτύπωση της προσωπικής σχέσης του με την πόλη και το δημόσιο χώρο της. Η συγκέντρωση όλων αυτών των προσωπικών αποτυπώσεων και η μεταξύ τους σύνδεση, θα αποτελέσει την προσπάθεια καταγραφής της γενικότερης νοητικής εικόνας της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους της. 25. Η κατηγοριοποίηση των λειτουργιών των δημόσιων χώρων της πόλης του Blauw είναι αυτή που περιλαμβάνει τα σημαντικά στοιχεία όλων των άλλων παραδοχών των τJ.Oosterman, Wentholt, Gehl, S. Kostof, J. Stubben κ.τ.λ. και γι αυτό το λόγο είναι αυτή που επιλέχθηκε.

83


Κεφάλαιο Γ - Μέθοδος ανάγνωσης της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους της

γ.1.5 Συσχετισμός διαφορετικών αναγνώσεων της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους της. Η ανάγνωση του αστικού ιστού συχνά αποδεικνύεται μια πολύπλοκη διαδικασία εξαιτίας των πεπλεγμένων υφάνσεων του. Ο αστικός χώρος περικλείει διαφορές και ιδιαιτερότητες, από την συνύπαρξη των οποίων, προκύπτουν και οι απαραίτητες δυνάμεις που τον ενεργοποιούν. Αυτά τα ενδεχόμενα, πράγματα, αντικείμενα, άνθρωποι, καταστάσεις, ως μεμονωμένα αλλά και ως συνεργαζόμενα στοιχεία ολοκληρώνουν τη συνολική εμπειρία της πόλης. Τα μεμονωμένα στοιχεία στην πράξη αποτελούν εργαλεία ανάγνωσης για παράδειγμα οι ηλικιακές ομάδες, είτε ο συμβολικός χάρτης, η επίδραση των οποίων εκφράζεται μέσα από τις διαφορετικές αποτυπώσεις. Απώτερος σκοπός είναι η χρήση αυτών των αποτυπώσεων ως διαδοχικά πρίσματα, η εναλλαγή των οποίων στη σειρά επιτρέπει κάθε φορά διαφορετική θεώρηση του δημόσιου χώρου. Το πλήθος των πρισμάτων και η αλληλουχία τους επιλέγεται από τον εν δυνάμει παρατηρητή ή ερευνητή ανάλογα με το αντικείμενο της μελέτης του και την εξαγωγή των αποτελεσμάτων που σκοπεύει να ερευνήσει. Αποτελέσματα των συσχετισμών που θα προκύψουν είναι ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι κατοικούν τον δημόσιο χώρο, όπως αυτός εμφανίζεται στον αστικό ιστό βάσει της δομής, της κλίμακας, της θέσης, του τύπου και της συχνότητας του. Για παράδειγμα η αποτύπωση των περιοχών της πόλης σε συνδυασμό με τον συμβολικό χάρτη των δημόσιων χώρων μπορεί να εμφανίσει τις διαφορετικές ποιότητες των δημόσιων χώρων που εμπεριέχει ή δεν εμπεριέχει η κάθε περιοχή. Τα συμπεράσματα από τον συνδυασμό των αποτυπώσεων μπορεί να χρησιμοποιήσει ένας αρχιτέκτονας στο πλαίσιο της ανάπλασης των δημόσιων χώρων της εν λόγω περιοχής. καθώς και από απλούς παρατηρητές που δείχνουν ενδιαφέρον για την πόλη τους όπως επίσης και από κοινωνιολόγους ή ανθρωπολόγους, που ερευνούν τη σχέση των ανθρώπων με το δημόσιο χώρο της πόλης. Οι τελευταίοι μπορούν να συνδυάσουν τον συμβολικό χάρτη της πόλης που ερευνούν, με μίας ή και όλων των ηλικιακών ομάδων αποτυπώσεις και να μπορέσει να εξάγει πορίσματα για τη σχέση των ανθρώπων με το δημόσιο χώρο και συγκεκριμένα, ποιους χώρους προτιμούν ή χρησιμοποιούν οι άνθρωποι ανά ηλικία.

84


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

γ.2 Παρατήρηση των δημόσιων χώρων της Πάτρας Για την ολοκλήρωση της παρούσας εργασίας θεωρήθηκε σημαντική η έρευνα πεδίου και η ανάλυση της πραγματικής κατάστασης με σκοπό την ενδυνάμωση και την επιβεβαίωση της βιβλιογραφικής μελέτης και της περιγραφής της διαδικασίας μεθόδου. Συχνά προτείνεται ότι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος ανάγνωσης της πόλης είναι μέσα από την επαναληπτική, καθημερινή κίνηση διαμέσου των χώρων της πόλης, με τη βοήθεια της διαδοχικής όρασης, δηλαδή της επαναλαμβανόμενης ακολουθίας αστικών σκηνών που προσφέρει η εμπειρία αυτή, όχι μόνο στον περιηγητή αλλά και στον κάτοικο της πόλης. Από τη σκοπιά αυτή, θέλησα να κάνω τη δική μου, προσωπική προσπάθεια για την ανάγνωση της πόλης της Πάτρας, με στόχο να γίνει σαφής η εικόνα της πόλης, να κατανοηθεί δηλαδή ο τρόπος με τον ο οποίο οι άνθρωποι (κάτοικοι / επισκέπτες) την ζουν και την αντιλαμβάνονται.

γ.2.1 Γενικά στοιχεία Η Πάτρα, πρωτεύουσα του Νομού Αχαΐας θεωρείται το τρίτο μητροπολιτικό κέντρο της Ελλάδας αποτελώντας το μεγαλύτερο οικονομικό, εμπορικό και συγκοινωνιακό κέντρο της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας και η ύπαρξη του λιμανιού την καθιστά κομβικό σημείο για την επικοινωνία της χώρας με τη Δυτική Ευρώπη. Είναι κτισμένη ανάμεσα στον Πατραϊκό κόλπο και το Παναχαϊκό Όρος και αναπτύσσεται κυρίως κατά το γραμμικό άξονα Βορρά-Νότου και λιγότερο κατά τον άξονα Ανατολής-Δύσης.

γ.2.2 Η εξέλιξη της πόλης Ξεκινώντας με μια ιστορική αναδρομή για την πόλη των Πατρών, δίνεται μια γενική εικόνα για τη μορφή της πόλης και για το πώς αναπτύχθηκε το ευρύτερο μέτωπο, που αρχικά αποτελούσε την ύπαιθρο. Κλασσική περίοδος. Η περιοχή της Πάτρας αρχικά αποτελείτο από τρεις οικισμούς: την Αρόη(περιοχή Κάστρου), την Άνθεια(περιοχή Συχαινών-Βούντενης) και την Μεσσάτιδα(περιοχή Αχάια Κλάους). Ο Πατρέας, αφού κυρίευσε την Αρόη και τους γύρω αγροτικούς οικισμούς( Άνθεια-Μεσσάτιδα) περί το 550 π.Χ., επί Πεισιστράτου ενώνει τους τρεις οικισμούς και την ονόμασε Πάτρα από το όνομά του. (Βρεττός, 1998, σ. 19). Η πόλη δε θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε αυτά τα χρόνια αφού σε αντίθεση με πόλεις της Ανατολικής Αχαΐας δε θα ιδρύσει αποικίες στην κάτω Ιταλία και δεν θα συμμετάσχει στους Περσικούς Πολέμους ενώ έμμεση θα είναι η συμμετοχή της στους Πελοποννησιακούς πολέμους. Η ιστορική αυτή πληροφορία επιβεβαιώθηκε πρόσφατα από σωστικές ανασκαφές που έχουν πραγματοποιηθεί στην Κάτω Πόλη και αναδεικνύουν τμήμα των μακρών τειχών που κατασκευάστηκαν για να ενώσουν την πόλη με το λιμάνι για την εξυπηρέτηση των πολεμικών επιχειρήσεων των Αθηναίων ενώ ανασκαφές που έχουν πραγματοποιηθεί κυρίως στην Άνω Πόλη αναδεικνύουν τάφους, επιτύμβιες επιγραφές, αναθηματικά ανάγλυφα και ελάχιστα οικιστικά κατάλοιπα. Ελληνιστική περίοδος. Κατά την ελληνιστική περίοδο η Πάτρα πρωτοστατεί στη ίδρυση της Αχαϊκής Συμπολιτείας μαζί με τις πόλεις Δύμη, Φαρές και Τριταία. Αργότερα στην Αχαϊκή Συμπολιτεία προσχωρούν και άλλες πόλεις. Η πόλη αποκτά πολιτική επιρροή και επεκτείνεται προς τη θάλασσα χωρίς όμως να φτάνει σε αυτήν. Η καταστροφή της Κορίνθου από τους Ρωμαίους θα σημάνει το τέλος της ελληνιστικής εποχής και μια νέα περίοδο στρατηγικής και οικονομικής σπουδαιότητας για το λιμάνι και την πόλη.

85


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας Ρωμαϊκή περίοδος. Το 147 π.Χ. η Ελλάδα υποκύπτει τους Ρωμαίους, τα πρώτα χρόνια της ρωμαϊκής σκλαβιάς η πόλη υπέφερε αρκετά, μέχρι τον ερχομό του Οκταβιανού Αυγούστου όμως είναι η αρχή της «χρυσής εποχής» της, εφόσον εκτιμάται η γεωγραφική θέση της μεταξύ Ανατολής και Δύσης και αναγνωρίζεται μέσω τις δυνατότητες της ως λιμάνι, σε σημαντικό στρατιωτικό, εμπορικό και διαμετακομιστικό κέντρο. Το 67 μ.Χ παρουσίασε μεγάλη εμπορική και βιομηχανική δραστηριότητα και εξωραΐστηκε με θαυμάσια οικοδομήματα (Αρχαίο Ωδείο, Υδραγωγείο) ,τα οποία περιγράφει ο Παυσανίας στα “Αχαϊκά” του, και έγινε μεγάλο κοσμοπολίτικο κέντρο. Σημαντική είναι η άποψη του Ι. Παπαποστόλου ότι οι Ρωμαίοι ανέπτυξαν την πόλη βάσει σχεδίου. Το σχέδιο όμως αυτό , σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις είναι μια συνέχεια των υπαρχουσών τάσεων τα παλιάς πόλης. Όλοι σχεδόν οι μεγάλοι, αλλά και πολλοί δευτερεύοντες δρόμοι της Πάτρας παρουσιάζουν ελληνιστικές στρώσεις. Είναι γνωστό ότι οι Ρωμαίοι διατήρησαν, σε όσα παλιά ελληνιστικά οικιστικά κέντρα του ανατολικού κόσμου εγκαταστάθηκαν, την υπάρχουσα πολεοδομική διάταξη. Ορισμένοι παλιοί δρόμοι φαίνεται ότι απλώς διευρύνθηκαν. Το οδικό δίκτυο απαρτίζεται από οδούς που έχουν κατεύθυνση συμβατικά από Βορρά προς Νότο και από Ανατολή προς Δύση, αλλά η γραμμή της πορείας τους καθορίστηκε από την εδαφική μορφή. Τα δεδομένα αυτά μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι στη συνάντηση των δύο κεντρικών αρτηριών της πόλης ο χώρος είχε, όπως συνήθως, επισημότητα και δημόσιο χαρακτήρα. (Παπαποστόλου, 1971)Το 14 π.Χ. ιδρύεται Ρωμαϊκή αποικία στην πόλη και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την εδραίωση του ρόλου της πόλης ως μιας από τις σημαντικότερες της περιόδου φτάνοντας στο απόγειο της το 2ο αιώνα μ.Χ. Χαρακτηριστικά είναι τα ευρήματα δημόσιων έργων και μνημείων μεγάλης κλίμακας όπως το ρωμαϊκό υδραγωγείο και η ρωμαϊκή γέφυρα.

Εικόνα  47. Θέσεις των σημαντικότερων μνημείων της πόλης

86


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας Τουρκοκρατία. Το 1447 οι Τούρκοι την καταλαμβάνουν και μέχρι το 1821 οι Πατρείς επαναστάτησαν έξι φορές. Το φρούριο της Πάτρας έμεινε στα χέρια των Τούρκων μέχρι την 18 Οκτωβρίου 1828. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας η Πάτρα καταλάμβανε σε έκταση την περιοχή της σημερινής Άνω πόλης ενώ μόλις λίγα χρόνια πριν την απελευθέρωση επεκτάθηκε προς το δυτικό τμήμα. Η Πάτρα είναι η τελευταία πόλη που απελευθερώνεται από τους Τούρκους. Μετά την απελευθέρωση ανοικοδομείται η πόλη και το 1828 ο Καποδίστριας αναθέτει στον μηχανικό Στ. Βούλγαρη το σχέδιο πόλεως, που ολοκληρώθηκε το 1829. Μέχρι το 1864 η οικονομική ζωή είναι απόλυτα συνδεδεμένη με την καλλιέργεια και το εμπόριο της σταφίδας, της οποίας αποτελεί το πρώτο κέντρο εξαγωγής. Το πρώτο εργοστάσιο ιδρύθηκε το 1840 και ήταν ένα νεροκίνητο κλωστήριο, ενώ το 1857 λειτούργησε το πρώτο ατμοκίνητο εργοστάσιο για την παραγωγή γλυκόζης. Στη συνέχεια λειτούργησαν μεγάλες βιομηχανικές μονάδες, οι οποίες έδωσαν εργασία σε χιλιάδες εργάτες και συνέβαλαν στην οικονομική άνθιση της περιοχής. (Μαρασλής, 1983, σσ. 21-22) Όσον αφορά στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή της Πάτρας, αυτή αποτελείτο κυρίως από καλλιεργήσιμη γη και έλη. Στις αρχές του εικοστού αιώνα ξεκινά η οικοδόμηση των πρώτων βιλλών στην περιοχή των Ιτεών. Το 1881 άρχισε η κατασκευή του σύγχρονου λιμανιού. Το Σχέδιο Πόλεως του Σταμάτη Βούλγαρη. Μετά την προσάρτηση της Πάτρας στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος τον Απρίλιο του 1829, ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας προσβλέποντας σε μια γενικότερη οικονομική ανάπτυξη της χώρας, θέλησε να ανοικοδομήσει τις σημαντικότερες πόλεις της τότε Ελλάδας. Οι πολεοδομικές δραστηριότητες άρχισαν το 1828 από τις πόλεις της Πελοποννήσου. Στις 29 Οκτωβρίου 1828 ο Καποδίστριας δίνει εντολή στο μηχανικό του γαλλικού στρατού Σταμάτη Βούλγαρη να συντάξει το Σχέδιο Πόλεως

26

της Πάτρας, με απώτερο στόχο την εξέλιξη της πόλης σε βασικό λιμάνι της χώρας. Ο Βούλγαρης ανέλαβε την πολεοδομική αναμόρφωση της Άνω Πόλης, Σχεδίασε μια συμμετρική πόλη, βασισμένη στην υπάρχουσα πολεοδομική δομή, την Άνω πόλη. Ταυτόχρονα χαράζει ένα καινούργιο τμήμα στη θέση της πεδιάδας, που ξεκινά από το νότιο τμήμα του κάστρου και εκτείνεται στο δυτικό παραθαλάσσιο χώρο, την Κάτω πόλη. Και τα δύο αυτά τμήματα αποτελούνταν από ορθογωνικού κυρίως σχήματος οικοδομικά τετράγωνα –εκτός από τις περιπτώσεις όπου η φυσική τοπογραφία επέβαλλε τραπεζοειδή σχήματα- που περιβάλλονταν από κάθετα διασταυρούμενους δρόμους. Αυτό το βασικό μορφολογικό χαρακτηριστικό του σχεδίου ενοποιεί τα δύο ξεχωριστά τμήματα της πόλης. Οι κυκλοφοριακές χαράξεις επέτρεπαν την επικοινωνία μεταξύ των δύο τμημάτων της πόλης και της ευρύτερης περιοχής. Η κάτω πόλη αποτελείτο από 41 οικοδομικά τετράγωνα ορθογωνικού σχήματος, περιελάμβανε τέσσερις πλατείες και οι δρόμοι σχεδιάζονται με μεγάλο πλάτος για να εξασφαλίζεται ο φυσικός αερισμός και φωτισμός της πόλης. Στην κάτω πόλη τοποθετούνται οι περισσότερες δημόσιες λειτουργίες, όπως το θέατρο, το χρηματιστήριο, το τελωνείο κ.ά. Στην παραλιακή ζώνη ο Βούλγαρης οραματίστηκε μια ελεύθερη περιοχή πρασίνου, προσφέροντας για την υλοποίησή της την αμοιβή του. (Τσονάκας, 1997, σ. 157)

26. Με τον όρο σχέδιο πόλεως χαρακτηρίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.1577/1985 (νέου Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού), το διάγραμμα, με τυχόν κανονισμό, που καθορίζει τους ειδικούς όρους δόμησης, τους κοινόχρηστους χώρους και τις επιτρεπόμενες χρήσεις σε κάθε τμήμα ή ζώνη του οικισμού. Το ουσιαστικό αντικείμενο του Σχεδίου Πόλεως είναι η απεικόνιση των ορίων ανάμεσα στις κοινόχρηστες και τις μη κοινόχρηστες επιφάνειες του οικισμού και συγχρόνως ο καθορισμός της θέσης του οικοδομικού όγκου. Ορίζονται δηλαδή οι ρυμοτομικές γραμμές που οριοθετούν τα οικοδομικά τετράγωνα και οι οικοδομικές γραμμές που εμφανίζουν υποχρεωτικό μπροστινό όριο οικοδομών. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Πάτρα είναι η πρώτη ελληνική πόλη που αποκτά Σχέδιο Πόλεως.

87


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας Η απόλυτη αξονική συμμετρία του πολεοδομικού ιστού, η διέλευση των σημαντικών αρτηριών από συμμετρικά τοποθετημένες πλατείες, οι οποίες εξυπηρετούν κυρίως αισθητικές θεωρήσεις, αλλά και πρακτικές ανάγκες, το κλειστό οικοδομικό σύστημα των οικοδομικών τετραγώνων, αποτυπώνουν την πολεοδομική τυπολογία, όπως αυτή διασώθηκε μέχρι και το τέλος σχεδόν του 19ου αιώνα.

Εικόνα  49.

Εικόνα  48. Η τυπολογία πλατείας και περίπτωσης δρόμου

Η σύνθεση της πόλης στο σχέδιο του Βούλγαρη αποτελεί ένα «κλειστό» σύστημα. Δημιουργείται από δυο διαφορετικές στρώσεις (layers). Το πρώτο είναι το ανοικτό σύστημα του ορθογώνιου καννάβου, ενώ το δεύτερο είναι συμμετρική τοποθέτηση των πέντε ίδιων πλατειών. Η εισβολή του δεύτερου επιπέδου στο «ανοικτό» και ισότροπο πρώτο και η επερχόμενη τροποποίηση των οικοδομικών τετραγώνων του, που βρίσκονται γύρω από τις πλατείες, από παραλληλόγραμμα σε σχήματος Γ, καθιστά το σύστημα «κλειστό» και ολοκληρωμένο ως προς το κέντρο του. Με τον τρόπο αυτό το σύστημα παύει να είναι ισότροπο και ιεραρχείται, με αποτέλεσμα, η ενδεχόμενη επέκταση του να μην γίνεται αυτονόητα. Επομένως το σχέδιο Βούλγαρη περιέχει τη λογική του Ιπποδάμειου συστήματος, αλλά δεν μένει μόνο σ’ αυτήν. Με βάση το «κλειστό» πλέον σύστημα σχεδιάζεται και η δόμηση των οικοδομικών τετράγωνων της πόλης. Η σχεδιαστική αντιμετώπιση του νέου ρόλου της πόλης φαίνεται από το είδος των χρήσεων γης που προβλέπονται για το νέο τμήμα, όπως είναι το χρηματιστήριο, το τελωνείο, τα δημόσια κτήρια και το θέατρο. Επιπλέον βασικό σημείο αναφοράς για τον Βούλγαρη ήταν το φρούριο της πόλης επομένως δικαιολογείται η επιλογή της προσθήκης ενός νέου τμήματος πόλης το οποίο μαζί με το παλιό αναπτύσσεται γύρω από το φρουριακό τοπόσημο. Το περίγραμμα της νέας πόλης είναι ένα ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο του οποίου ο προσανατολισμός καθορίζεται κυρίως από τα όρια του προς τη Δύση και την Ανατολή: την παλιά πόλη που φύεται στους πρόποδες του όρους Παναχαικού και το όριο με τη θάλασσα που αποτελούν και τα ισχυρότερα χαρακτηριστικά του γεωφυσικού υποβάθρου. Όσον αφορά τον χειρισμό της παραθαλάσσιας ζώνης ,ο Βούλγαρης, εφαρμόζοντας το ορθοκανονικό σύστημα αγνοεί τη μη κανονικότητα της ακτογραμμής. Η πρόσοψη της πόλης είναι ένα επίμηκες όριο αφήνοντας μια ζώνη κενού, μεταβλητού πλάτους, ανάμεσα στην πόλη και την ακτή και η ζώνη αυτή σχεδιάζεται ως ένα γραμμικό άλσος. Το σχέδιο Σωμπούρ. Το σχέδιο που τελικά εφαρμόστηκε αντί του Σχεδίου Βούλγαρη ήταν αυτό του Γάλλου μηχανικού Σωμπούρ, το 1836. (Δεσποινιάδου, 1998) Βασίζεται στις αρχές του Σχεδίου Βούλγαρη27 αλλά είναι μικρότερο σε έκταση. Η πόλη προσανατολίζει τα δύο τμήματά της (Άνω και Κάτω) με βάση το ανάγλυφο του εδάφους της και πλησιάζει και ακολουθεί παράλληλα την παραλία της. Διαφορά εντοπίζεται στις πλατείες καθώς αριθμητικά είναι λιγότερες και με

27. Διατηρήθηκε ο προσανατολισμός των δυο τμημάτων (ή η γωνία υπό την οποία τέμνονται) και ο κάνναβος των δρόμων

88


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας διαφορετική τυπολογία.28 Αντί των τεσσάρων οικοδομικών τετραγώνων, η πλατεία «εισβάλει» πλέον σε έξι, τα τέσσερα από τα οποία αποκτούν σχήμα Γ και τα άλλα δυο μένουν μισά. Το εμβαδόν της πλατείας διπλασιάζεται. Γίνεται επιμήκης με διεύθυνση προς την παλιά πόλη και τη θάλασσα, αποτελώντας στάση και πέρασμα ταυτόχρονα. Αρθρώνεται με βάση δυο επάλληλα συστήματα αξόνων, ένα εξαρτημένο από το σύστημα των δρόμων και ένα άλλο, δικό της, βάσει του οποίου τοποθετούνται στις μακρές πλευρές της δημόσια οικοδομήματα. Δίνει προσανατολισμό σε όλη την πόλη με την παραπάνω σαφή της διεύθυνση. Η επονομαζόμενη λοιπόν, πλατεία Γεωργίου Α΄ ήδη σχεδιάζεται ως η κεντρική πλατεία της πόλης. Το σύστημα του Βούλγαρη ήταν ‘κλειστό’. Αποτελούσε τη σύνθεση δύο στρώσεων, αυτής του ορθογώνιου καννάβου των οδών και αυτής των πέντε πλατειών. Στο σχέδιο του Σωμπούρ η πόλη αποκτά μια κεντρική πλατεία με μεγάλη έκταση ως διακριτό σημείο επί του καννάβου. Παράλληλα αποκτά δυνατότητα ανάπτυξης της συμμετρικά ως προς την πλατεία αυτή και παράλληλα στην παραλία, ανατολικά και δυτικά, ακολουθώντας το ‘ανοικτό’ σύστημα του καννάβου των οδών. Στο Σχέδιο Βούλγαρη υπάρχει η λογική του δομημένου ορίου, που ξεχωρίζει την πόλη από την φύση ενώ στο Σχέδιο Σωμπούρ το όριο της πόλης εμφανίζεται κυρίως ως δρόμος, δηλαδή ως χώρος κίνησης. Το σχέδιο Σωμπούρ εφαρμόζεται στην πράξη το 1836 και στην συνέχεια ακολουθούν σχέδια με τις παραπέρα επεκτάσεις της πόλης29 Η πόλη αναπτύσσεται παράλληλα προς την ακτή -ανατολικά και δυτικά της πλατείας Γεωργίου Α΄- όπου το προηγούμενο σχέδιο είχε αφήσει σαν «αναμονές» επέκτασης. Ανατολικά ο κάνναβος των δρόμων δεν διαφοροποιείται, ενώ δυτικά πυκνώνει.30 Κατά τα τέλη αυτής της δεκαετίας, το 1858, η Πάτρα απέκτησε και το σύμβολό της, τον περίφημο Φάρο, που ανήκε στην έκτη τάξη και που το 1864 γνώρισε αξιόλογες βελτιώσεις. Η μορφή του πολεοδομικού συγκροτήματος της Πάτρας χαρακτηρίζεται, στη γεωγραφική κλίμακα, από ένα παραλιακό οικιστικό σχηματισμό με βόρεια ανάπτυξη σχετικά πυκνοδομημένου ιστού και με νότια ανάπτυξη αραιότερου ιστού. Ο κύριος συμπαγής όγκος του οικιστικού σχηματισμού περιλαμβάνει το κέντρο και την παλιά πόλη, και αναπτύσσεται επίσης, ανατολικά στην ενδοχώρα. Γενικό χαρακτηριστικό της δομημένης περιοχής της Πάτρας είναι η γραμμική επέκταση του αστικού ιστού της, ο οποίος, σε συνδυασμό με το οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο, τείνει να δώσει έναν ακαθόριστο και άμορφο χαρακτήρα σε όλη την ευρύτερη πεδινή περιοχή μέχρι τους λοφώδεις όγκους της Πάτρας. Καθώς η κλίμακα της πόλης, άρα και η αντίληψή της αλλάζει, η σχετική αντιληπτική σημασία και θέση των συστατικών της στοιχείων μεταβάλλεται. Το κέντρο παραμένει σαφέστερο, γιατί κυκλοφορείται πυκνά, τακτικά και με τα πόδια, ενώ οι αστικές επεκτάσεις παραμένουν ασαφείς. Αλλά και στις παρυφές του κέντρου ορισμένα στοιχεία προσλαμβάνουν έναν τέτοιο ασαφή χαρακτήρα. 28. Από τις πέντε πλατείες, που υπήρχαν στην Κάτω πόλη στο σχέδιο Βούλγαρη, στο σχέδιο του Σωμπούρ υπάρχουν δυο. Η πρώτη υποκαθιστά ένα οικοδομικό τετράγωνο του καννάβου και μεταβάλει ένα τμήμα του ιδιωτικού χώρου σε δημόσιο, ενώ η δεύτερη αποτελεί αποφασιστική διεύρυνση του δημοσίου χώρου με υποχώρηση του ιδιωτικού. Η μια επομένως είναι ενταγμένη στον κάνναβο, ενώ η άλλη προσεγγίζει την τυπολογία των πλατειών του Σχεδίου Βούλγαρη, με επιπλέον όμως έμφαση. 29. Το σχέδιο του 1858, Το σχέδιο της Κάτω Πόλης (1866) και το σχέδιο της Άνω Πόλης (1867), Το σχέδιο του 1880, του 1882, ο χάρτης του μηχανικού Σ. Δ. Τζέτζου, το σχέδιο του 1886, του 1893, ο χάρτης του 1990, του 1905, 1910 (του αρχιτέκτονα Γ. Καραβέλα),το σχέδιο του 1925 30. Αιτία αυτού, ήταν η διάσπαση σε πολλές περιπτώσεις των αρχικών οικοδομικών τετραγώνων σε μικρότερα, λόγω των μεμονωμένων ιδιοκτησιών και η μετατροπή των εσωτερικών αυλών σε ενδιάμεσους δρόμους ή ακόμα χειρότερα η έγκριση κατάληψης για διάφορους λόγους (αποθήκες κτλ).

89


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

Εικόνα  50. Το σχέδιο του Βούλγαρη

Εικόνα  51. Το Σχέδιο Σωμπούρ

90


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

Χάρτες εξέλιξης Πατρών

Εικόνα  52. 1700, σχέδιο της πόλεως των Πατρών-Ενετική περίοδος και (Πέτρος Α. Συναδινός,«Πάτρα Πολιτισμός Ανάπτυξη Πολεοδομία») Εικόνα  53. Σχέδιο Βούλγαρη - Σωμπούρ Εικόνα  54. 1885, πρώτο ρυμοτομικό σχέδιο, Σταμάτης Βούλγαρης. (Αλέκος Μαρασλής (1978), “Πάτρα 1900”, εκδόσεις Λιβάνη.)

91


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

Εικόνα  55. 1900, Ρυμοτομικό σχέδιο, επέκταση. (Πέτρος Α. Συναδινός, «Πάτρα Πολιτισμός Ανάπτυξη Πολεοδομία»)

Εικόνα  56. Επεκτάσεις της πόλης της Πάτρας

92


93


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

γ.2.3 Καταγραφή των γνωρισμάτων της πόλης της Πάτρας. Η Πάτρα είναι μια πόλη, που για τον περισσότερο κόσμο είναι απόλυτα συνδεδεμένη με το καρναβάλι, με την διασκέδαση, το κέφι και την ‘τρέλα’ που μπορεί να προσφέρει εκείνη την εποχή. Είναι όμως και μια πόλη με δείγματα που φανερώνουν μια έντονη ιστορία και μια ισχυρή πολιτιστική κληρονομιά, στοιχεία που φανερώνονται σε όλο το φάσμα της αστικής δομής της. Η αστική δομή είναι αυτή που συγκεντρώνει όλα τα συμβάντα και τις ανθρώπινες δραστηριότητες σε ένα σαφές λειτουργικό σχήμα, στο οποίο οι δημόσιοι χώροι αποτελούν τα πιο σημαντικά στοιχεία του σχεδίου της πόλης και όλες οι άλλες λειτουργίες χωριοθετούνται στην πράξη γύρω από αυτούς τους χώρους και με μέτωπο στους δρόμους. Αυτή η αστική δομή συναντάται σχεδόν σε όλες τις παλιές πόλεις. Στην Πάτρα υπάρχουν τέτοια χαρακτηριστικά καθώς είναι εμφανής αυτή η τάση οι δημόσιοι χώροι και οι άξονες που τους συνδέουν να αποκτούν την χρήση οργανωτικής δομής, τέτοιας ώστε τα κτήρια, οι είσοδοι, οι σκηνές και όλες οι άλλες λειτουργίες να συγκεντρώνονται γύρω από αυτούς και να στέφονται το ένα προς το άλλο, όπως οι φίλοι γύρω από ένα τραπέζι. Η εικόνα της πόλης με μια πιο απομακρυσμένη ματιά, φαίνεται καθαρά διαχωρισμένη, στο κεντρικό τμήμα της το νότιο και το βόρειο. Όσο απομακρυνόμαστε από το κεντρικό τμήμα της πόλης το οποίο είναι κυρίως εμπορικού χαρακτήρα με δευτερεύουσα λειτουργία την κατοίκηση στους ανώτερους ορόφους των κτιρίων και με δημόσιους χώρους μεγάλης κλίμακας, η κλίμακα των αστικών πλατειών μικραίνει όμως συναντούνται συχνότερα χώροι πρασίνου και αναψυχής. Είναι εμφανής η σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ των διαφορετικών μορφών και διαφορετικής κλίμακας δημόσιων χώρων που εμφανίζονται στην πόλη, συνδιαλέγονται μεταξύ τους και λειτουργούν όλοι μαζί σαν ένα σύνολο στον αστικό χώρο της πόλης. Ο αστικός χώρος της Πάτρας αποτελεί ένα μωσαϊκό πολλών διαφορετικών επιπέδων ανάγνωσης και για να γίνει πιο κατανοητή η εικόνα του, διαμορφώθηκαν διαγράμματα με διαφορετικά φίλτρα ανάγνωσης. Εικόνα  57.Επίπεδα ανάγνωσης της πόλης της Πάτρας

94


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας Προσανατολισμός. Η φυσική οργανωτική δομή, το λογικό επακόλουθο των περιορισμών που θέτουν η ανθρώπινη κίνηση και το αισθητηριακό σύστημα είναι εκείνο που προσανατολίζει το άτομο μετωπικά και οριζόντια. Όταν οι δραστηριότητες συγκεντρώνονται κατά μήκος ενός δόμου, το άτομο είναι σε θέση, κάνοντας απλώς μια μικρή βόλτα, να κατανοήσει τι συμβαίνει στην περιοχή. Οι δημόσιοι χώροι αποτελούν την ίδια την ουσία του φαινομένου «πόλη», εφόσον σε ολόκληρη την ιστορία της ανθρώπινης κατοίκησης έχουν αποτελέσει τα βασικά στοιχεία γύρω από τα οποία οργανώθηκαν όλες οι πόλεις. Αυτή η απλή σχέση και η λογική χρήση των αρτηριών βασισμένες στο γραμμικό τρόπο της ανθρώπινης κίνησης και των δημόσιων χώρων βασισμένοι στη δυνατότητα του ματιού να εξερευνά μια περιοχή είναι τα στοιχεία που προσανατολίζουν το άτομο. Ο κάτοικος της Πάτρας σε γενική κλίμακα προσανατολίζεται εύκολα, από το γεγονός ότι η θέση και η εξέλιξη της πόλης γραμμικά καθώς και η γεωγραφική της θέση,(θαλάσσιο μέτωπο και λόφοι) είναι στοιχεία που διευκολύνουν στην απόκτηση μιας πρώτης εικόνας για αυτήν την πόλη. Οδικό δίκτυο/Κατοικία. Ο πρώτος χάρτης αφορά το κυκλοφοριακό δίκτυο της Πάτρας συσχετισμένο με τις δημόσιες χρήσεις. Η πόλη χαρακτηρίζεται από το μικτό δίκτυο με κύριες και δευτερεύουσες αρτηρίας σχεδιασμένες γραμμικά κατά μήκος όλης της πόλης. Στην αποτύπωση φαίνεται πως στο κέντρο, οι δρόμοι είναι πολυσύχναστοι και υπερτοπικής σημασίας, ενώ όσο κανείς απομακρύνεται από αυτό οι εμπορικές δραστηριότητες περιορίζονται σε τοπικού χαρακτήρα και δίνουν τη θέση τους στην κατοίκηση. Η κατανομή των χρήσεων αυτών επηρεάζει και επηρεάζεται σαφέστατα από τους κοινόχρηστους χώρους κάθε περιοχής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αναβάθμιση των οδών Ρήγα Φεραίου και Παντανάσσης μετά την πρόσφατη πεζοδρόμησή τους. 31 Στο διάγραμμα του οδικού δικτύου σημειώνονται οι σημαντικότεροι οδικοί άξονες. Οι διαβαθμίσεις στο πλάτος των γραμμών δηλώνουν τον τρόπο με τον οποίο ιεραρχείται το οδικό δίκτυο σε κύριες και δευτερεύουσες αρτηρίας. [Παράρτημα : 1. Οδικό δίκτυο] Η ύπαρξη της κατοικίας συναντάται σε εκτεταμένη μορφή σε όλο το φάσμα του ιστού της πόλης, από τις κεντρικές περιοχές μέχρι τις παρυφές των πολεοδομικών συγκροτημάτων και πέρα από αυτές, άλλοτε σχεδιασμένες περιοχές κατοίκησης σε ορθοκανονικό κάνναβο και άλλοτε άναρχα τοποθετημένες στον αστικό ιστό. Ένα χαρακτηριστικό που διακρίνει τις μετακινήσεις στην Πάτρα είναι το γεγονός ότι μπορεί να περπατηθεί όλο το κέντρο της σε 30 λεπτά με αποτέλεσμα οι αποστάσεις για τους πεζούς να γίνονται πιο μικρές και οι αισθητηριακές εμπειρίες περισσότερο έντονες. [Παράρτημα : 2. Πολεοδομικός ιστός]

31. Για την περιγραφή των χρήσεων γης χρησιμοποιήθηκε η «αναθεώρηση και επέκταση γενικού πολεοδομικού σχεδίου Δήμου Πατρέων», όπως εκπονήθηκε το Μάιο του 2006 από ομάδα μελέτης με επικεφαλής τον κύριο Α. Πανταζή

95


96

Τμήμα Αποτύπωσης: 1. Οδικό δίκτυο


Τμήμα Αποτύπωσης: 2. Πολεοδομικός ιστός

97


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

Όρια πόλης. Η θάλασσα και οι λόφοι, είναι τα φυσικά όρια της πόλης τα οποία αφήνουν λίγα περιθώρια αποφόρτισης του επιβαρυμένου οδικού δικτύου, ενώ η προβληματική σύνδεση της πόλης με το θαλάσσιο μέτωπο επιβαρύνεται λόγω της διέλευσης οχημάτων μέσω της παραλιακής οδού, αλλά και της μέχρι σήμερα ύπαρξης του λιμανιού. Οι ποταμοί Γλάκος και Χάραδρος αποτελούν άλλα δύο φυσικά όρια που κάνουν το ευρύτερο κεντρικό τμήμα της πόλης να είναι εμφανές. [Παράρτημα : 3. Όρια της πόλης της Πάτρας]

98


Τμήμα Αποτύπωσης: 3. Όρια της πόλης της Πάτρας

99


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

Περιοχές της Πάτρας Η Πάτρα αναπτύχθηκε στο κεντρικό τμήμα της βάσει του σχεδίου Πόλεως, όμως όλες οι άλλες περιοχές της αναπτύχθηκαν ως μικροί οικισμοί που όπως επεκτάθηκαν ενώθηκαν μεταξύ τους. Αυτές οι διαφορετικές περιοχές εμφανίζουν σαφώς διαφορετικά χαρακτηριστικά όχι μόνο στο πολεοδομικό σχέδιο αλλά και στον κοινωνικό και οικονομικό χαρακτήρα. [Παράρτημα : 4. Περιοχές της Πάτρας] Ποιότητα δημόσιου χώρου. Μια σειρά από ποιοτικές απαιτήσεις που τίθενται στον υπαίθριο δημόσιο χώρο, μερικές είναι γενικές και άλλες είναι πιο συγκεκριμένες απαιτήσεις, που αφορούν απλές, βασικές δραστηριότητες, όπως το να περπατάς, να στέκεσαι και να κάθεσαι, καθώς και το να βλέπεις, να ακούς και να μιλάς. Αυτές οι βασικές δραστηριότητες χρησιμοποιούνται ως σημείο εκκίνησης, διότι αποτελούν μέρος σχεδόν όλων των άλλων δραστηριοτήτων. Αν οι χώροι δημιουργούν ελκυστικές συνθήκες για να περπατάς, να στέκεσαι , να κάθεσαι, να ακούς και να μιλάς αυτό αποτελεί από μόνο του μια σημαντική ποιότητα, αλλά επίσης σημαίνει ότι ένα ευρύ φάσμα άλλων δραστηριοτήτων κ.λπ. – θα έχουν μια καλή βάση για να αναπτυχθούν. Αυτό συμβαίνει αφενός διότι πολλές ποιότητες είναι κοινές σε όλες τις δραστηριότητες, αφετέρου γιατί από τις πολλές μικρές καθημερινές δραστηριότητες μπορούν, με φυσικό τρόπο, να αναπτυχθούν οι πιο σύνθετες και μεγαλύτερου εύρους συλλογικές δραστηριότητες. Τα μεγάλα συμβάντα εξελίσσονται μέσα από πολλά μικρότερα. Η ποιότητα του δημόσιου χώρου είναι συνάρτηση της ευχέρειας χρήσης του, το οποίο σχετίζεται με τις ατομικές ελευθερίες που θεσπίστηκαν στον χώρο αυτό. Η πολλαπλότητα των επιπέδων του δημόσιου χώρου είναι συνάρτηση του μεγέθους των στοιχείων που τον αποτελούν και της εναλλαγής τους. Ταυτόχρονα ο χώρος προσδιορίζεται μορφολογικά, αισθητικά, λειτουργικά από το πλάτος, τα ην παρουσία ή όχι κτιρίων στις πλευρές του, το ύψος τους, τις χρήσεις γης. κ.τ.λ. Η οργάνωση του δημόσιου χώρου είναι καθοριστική για την λειτουργική επάρκεια της πόλης και η αξία του αναγνωρίστηκε με το πέρασμα των χρόνων. Ο δημόσιος χώρος της Πάτρας δεν έχει σημαντικές διαφορετικές ποιότητες, παρόλο αυτά με τις τελευταίες προσπάθειες που γίνονται για πεζοδρομήσεις η ανάδειξη των ήδη υπάρχων δημόσιων χώρων, έχει αρχίσει μια τάση επαναπροσδιορισμού του δημόσιου χώρου μέσα από την εμπορική δραστηριότητα.

100


Τμήμα Αποτύπωσης: 4. Περιοχές της Πάτρας

101


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

γ.2.4 Ανάγνωση του δημόσιου χώρου από τον μελετητή. Σε αυτό το στάδιο γίνονται από το μελετητή αναγνώσεις του δημόσιου χώρου με διαφορετικές οπτικές. γ.2.1.1 Ιδιωτικός και Δημόσιος χώρος της Πάτρας Η πρώτη καταγραφή 32 αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς του αστικού χώρου. Για την πραγματοποίηση της αποτύπωσης, με λευκό χρώμα αναφέρεται ο δημόσιος εσωτερικός και εξωτερικός χώρος της πόλης ενώ με μαύρο χρώμα, ο ιδιωτικός χώρος. Ως δημόσιος εξωτερικός χώρος θεωρήθηκαν οι δρόμοι (κύριες και δευτερεύουσες αρτηρίες), οι σιδηροδρομικές γραμμές, οι πεζόδρομοι, οι πλατείες, οι ανοιχτοί χώροι άθλησης, αναψυχής, ανάπαυσης, οι χώροι πρασίνου , τα προαύλια εκκλησιών, οι αρχαιολογικοί χώροι καθώς και οι χώροι χωρίς αστική χρήση που χρησιμοποιούνται όμως από τους πολίτες ως δημόσιοι χώροι και τα κενά οικόπεδα. Ως δημόσιοι εσωτερικοί χώροι θεωρήθηκαν τα κτήρια δημόσιας χρήσης(Εκκλησίες, Νοσοκομεία κ.τ.λ.), τα κτήρια εκπαίδευσης, οι Δημόσιες Υπηρεσίες, τα μουσεία, τα ιδιωτικά κτήρια δημόσιας χρήσης και τα σημεία αναχώρησης ή πρόσβασης στην πόλη. Από την αποτύπωση αυτή, έγινε μια πρώτη προσέγγιση με το αστικό δημόσιο χώρο, η οποία μας δείχνει την δυσαναλογία ανάμεσα στο δημόσιο και ιδιωτικό χώρο. Ο δημόσιος χώρος αποτελεί συμπλήρωμα του ιδιωτικού, ο οποίος εμφανίζεται στη μεγαλύτερη έκταση της πόλης. Στο κέντρο, ο δημόσιος χώρος εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα σε μικρότερη κλίμακα λόγω της συγκέντρωσης όλων των δημόσιων κτηρίων, υπηρεσιών και κεντρικών πλατειών συγκριτικά με το βόρειο και νότιο τμήμα του ιστού. Στο βόρειο τμήμα καθώς,κατά μήκος της παραλιακής ζώνης και στο πιο ορεινό μέρος της πόλης ο δημόσιος χώρος παρουσιάζεται σε μεγαλύτερη κλίμακα λόγο της μορφολογίας του εδάφους, σε σχέση με το νότιο τμήμα της που είναι περισσότερο πυκνοκατοικημένο. [Παράρτημα : 5. Ιδιωτικός και Δημόσιος χώρος της Πάτρας]

32. Η καταγραφή αυτή έχει βασιστεί στην αντίστοιχη αποτύπωση που είχε πραγματοποιηθεί από τον Giambattista Nolli, το 1748 για τη Ρώμη. Συγκεκριμένα, στο διάγραμμα σχεδιάζει το συμπαγές (μαύρο) και το κενό (λευκό) και συγκαταλέγει στο δεύτερο όλους τους εσωτερικούς χώρους των δημοσίων κτηρίων. Το αποτέλεσμα είναι μία πολύ σαφής εικόνα του ελεύθερα προσπελάσιμου χώρου της πόλης, που ταυτόχρονα ανατρέπει την ταύτιση του ανοικτού-κλειστού με το δημόσιο-ιδιωτικό.

102


Τμήμα Αποτύπωσης: 5. Ιδιωτικός και Δημόσιος χώρος της Πάτρας

103


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

γ.2.1.2 Συμβολικός χάρτης των δημόσιων χώρων της πόλης της Πάτρας Σε μία δεύτερη ανάγνωση γίνεται μια προσπάθεια να διαχωριστεί ο δημόσιος χώρος της Πάτρας στα επιμέρους χαρακτηριστικά στοιχεία του. Με τη χρήση συμβόλων, τα διαφορετικά στοιχεία που συντελούν τον δημόσιο χώρο καταγράφονται δημιουργώντας μια γενική αίσθηση των διαφορετικών κατηγοριών δημόσιων χώρων που συνυπάρχουν. Η τοποθέτηση τους αυτή προσπαθεί να συσχετιστεί με την πραγματική κατάσταση της πόλης, αναφορικά με τα γνωρίσματα της που έχουν καταγραφεί. Οι κατηγοριοποιήσεις αφορούν τους δημόσιους εξωτερικούς χώρους οι οποίοι περιλαμβάνουν τις ράγες σιδηροδρομικών σταθμών, τις κύριες και δευτερεύουσες αρτηρίες, τους πεζόδρομους, στοές και σκάλες, τις αστικές πλατείες, τους χώρους πρασίνου, τα προαύλια εκκλησιών, τους χώρους άθλησης, αναψυχής, ανάπαυσης, τους αρχαιολογικούς χώρους και τους χώρους χωρίς αστική χρήση και τους δημόσιους εσωτερικούς χώρους οι οποίοι περιλαμβάνουν τα κτήρια δημόσιας χρήσης, τα κτήρια εκπαίδευσης τις δημόσιες υπηρεσίες, τα κτήρια δημοσίας διοίκησης, τα ιστορικά κτήρια, τα μουσεία και τα ιδιωτικά κτήρια δημόσιας χρήσης. Η συγκεκριμένη αποτύπωση μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως ο δημόσιος χαρακτήρας, αν και στερείται μεγάλης κλίμακας, υπάρχει σε όλες τις μορφές του διασκορπισμένος σε όλο τον ιστό της πόλης. Ξεχωρίζουν οι τρείς σημαντικότερες πλατείες στο κεντρικό τμήμα (πλατεία Γεωργίου, πλατεία Όλγας και πλατεία Ψηλών Αλωνίων). Οι σημαντικότεροι αρχαιολογικοί χώροι βρίσκονται κυρίως στην Άνω πόλη, ενώ τα ιστορικά κτήρια είναι τοποθετημένα στις κύριες αρτηρίες και περιμετρικά των πλατειών. Μια επιπλέον παρατήρηση είναι πως ο χώρος πρασίνου περιορίζεται σε τρεις μεγάλες εκτάσεις στα όρια (Περιοχή Πλαζ, περιοχή Φάρου, περιοχή Δασυλλίου), ενώ στο κεντρικό τμήμα υπάρχει πράσινο μόνο στην οδό Κωνσταντινουπόλεως και τον πεζόδρομο Τριών Ναυάρχων. Τα δημόσια κτήρια και οι δημόσιες υπηρεσίες υπάρχουν στο κέντρο της πόλης δημιουργώντας ένα οργανωμένο σύνολο. Τέλος, παρατηρείται κατά μήκος όλου του ιστού η τοποθέτηση ιδιωτικών χώρων δημόσιας χρήσης σε όλους τους δημόσιους χώρους, με αποτέλεσμα να παίρνουν εμπορικό χαρακτήρα. [Παράρτημα : 6. Συμβολικός Χάρτης_ Χαρακτηριστικά στοιχεία δημόσιου χώρου]

104


Τμήμα Αποτύπωσης: 6. Συμβολικός Χάρτης_ Χαρακτηριστικά στοιχεία δημόσιου χώρου

105


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

γ.2.1.3 Λειτουργίες του δημόσιου χώρου της πόλης της Πάτραςκτήρα στον δημόσιο χώρο της Πάτρας Η τρίτη καταγραφή έγινε ανάλογα με τις λειτουργίες, που λαμβάνει ο δημόσιος χώρος οι οποίες χωρίζονται σε λειτουργίες οικονομικού, κοινωνικού και συμβολικού χαρακτήρα. 33 Στην πόλη της Πάτρας, ο κύριος εκφραστής του δημόσιου χώρου είναι οι πλατείες και οι πεζόδρομοι, που έχουν υλοποιηθεί τελευταία και κυριαρχεί το μοντέλο των πλατειών γειτονιάς που είναι περιτριγυρισμένες με καφέ, μπαρ και εστιατόρια. Από αυτό συμπεραίνουμε πως η οικονομική δραστηριότητα [Παράρτημα : 7.α Λειτουργίες Οικονομικού χαρακτήρα δημόσιου χώρου] εμφανίζεται εντονότερη και συχνότερα στο εμπορικό κέντρο και αραιότερη στο βόρειο και νότιο τμήμα της. αλλαγή εικόνας παρουσίασης Επιπλέον, ο κοινωνικός χαρακτήρας [Παράρτημα : 7.β Λειτουργίες Κοινωνικού χαρακτήρα δημόσιου χώρου] συναντάται στα σχολεία, στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, στα περάσματα και στις στοές, στις παιδικές χαρές κ.τ.λ. Γενικά, υπάρχει οπουδήποτε δίνεται η δυνατότητα συνάθροισης και συναναστροφής κοινωνικών ομάδων, με μια αυξανόμενη τάση όσο πλησιάζουμε στο κέντρο της πόλης. απαντάται στις περισσότερες από τις πλατείες, στους εμπορικούς πεζόδρομους, στις λαϊκές αγορές κ.τ.λ.. Από την καταγραφή αναφορικά με τον συμβολικό χαρακτήρα των λειτουργιών [Παράρτημα : 7.γ Λειτουργίες Συμβολικού χαρακτήρα δημόσιου χώρου], εμφανίζεται ο πολιτικός χαρακτήρας να συναντάται μόνο στην περιοχή του κέντρου και αποσπασματικά στο βόρειο τμήμα, ενώ ο πολιτιστικός χαρακτήρας να είναι διάσπαρτος σε όλο τον ιστό με μεγαλύτερη πυκνότητα στο κεντρικό και νότιο τμήμα. Ο θρησκευτικός χαρακτήρας είναι έντονος σε όλο τον αστικό ιστό δεδομένης της κατάστασης που υπάρχει σε κάθε γειτονία, η οποία διαχωρίζεται βάσει της εκκλησίας που υπάγεται, σε ενορίες. Είναι εύκολα αντιληπτό πως ο πολιτιστικός και θρησκευτικός χαρακτήρας είναι ομοιόμορφα κατανεμημένοι στην πόλη της Πάτρας καθώς η παρουσία τους είναι σημαντική σε κάθε γειτονία-συνοικία από την αρχή της δημιουργίας της. Επομένως, η κάθε γειτονιά ενισχύει και δημιουργεί συνθήκες τέτοιες ώστε να μπορέσουν να υπάρχουν λειτουργίες τέτοιου χαρακτήρα. 33. Στις λειτουργίες οικονομικού χαρακτήρα συγκαταλέγονται οι δημόσιοι χώροι της πόλης της Πάτρας που επιτελούν τις χρηστικές λειτουργίες ένωσης του κτισμένου χώρου και του άκτιστου καθώς επίσης και οι ημερήσιες λαϊκές αγορές, παζάρια, τα εμπορικά κέντρα, οι χώροι εμπορικών δραστηριοτήτων και οι πλατείες γειτονίας περιτριγυρισμένες με καφέ, μπαρ, εστιατόρια. Στις λειτουργίες κοινωνικού χαρακτήρα συμπεριλαμβάνονται οι χώροι δημόσιας χρήσης, τα περάσματα, οι χώροι εκπαίδευσης ή δημιουργίας, χώροι παιχνιδιών και παιδικές χαρές καθώς και οι χώροι αθλητισμού, αναψυχής και ανάπαυσης και γενικώς οπουδήποτε δίνεται η δυνατότητα συνάθροισης και συναναστροφής κοινωνικών ομάδων. Τέλος οποιαδήποτε χρήση του δημόσιου χώρου εμπεριέχει μορφές συμβολισμού βρίσκεται στην τρίτη κατηγορία, συγκεκριμένα βρίσκονται δημόσιοι χώροι στους οποίους λαμβάνουν χώρα δραστηριότητες πολιτιστικού ή θρησκευτικού χαρακτήρα, καθώς και χώροι που γίνονται πολιτικές συγκεντρώσεις ή διαμαρτυρίες ή χώροι που συνδέονται με πολιτικά δρώμενα όπως το Δημαρχείο και ο υπαίθριος χώρος του.

106


Τμήμα Αποτύπωσης: 7.α Λειτουργίες Οικονομικού χαρακτήρα δημόσιου χώρου

107


108

108

Τμήμα Αποτύπωσης: 7.β Λειτουργίες Κοινωνικού χαρακτήρα δημόσιου χώρου


Τμήμα Αποτύπωσης: 7.γ Λειτουργίες Συμβολικού χαρακτήρα δημόσιου χώρου

109


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

Συμπερασματικά, από τον συνδυασμό των αποτυπώσεων των τριών λειτουργιών του δημόσιου χώρου, γίνεται φανερό πως σπάνια ο δημόσιος χώρος μπορεί να φιλοξενεί αποκλειστικά μία και μόνο λειτουργία. Αποκτά μεγάλο ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς από τα διαγράμματα σε ποιες περιπτώσεις οι δημόσιοι χώροι στην Πάτρα είναι γνωστοί για μία κύρια χρήση και με βάση την οποία κατηγοριοποιούνται, παράλληλα όμως υποστηρίζουν αυτή τη δραστηριότητα μέσω της ποικιλίας των χρήσεων που λαμβάνουν. Για παράδειγμα πολλές πλατείες είναι γνωστές για τις παιδικές χαρές που διαθέτουν, όμως σε αυτές λειτουργούν καφέ και εστιατόρια για τους γονείς, επομένως η μία λειτουργία εξαρτάται από την ύπαρξη της άλλη. Οι λειτουργίες, δηλαδή εμπλέκονται και συνυπάρχουν στον ίδιο χώρο ή σε τμήματα αυτού είτε ταυτόχρονα είτε ξεχωριστά. Ο δημόσιος χώρος που βρίσκεται στο κέντρο λαμβάνει την μεγαλύτερη ένταση της οικονομικής, πολιτικής και πολιτιστικής λειτουργίας, λόγω της συγκέντρωσης της εμπορικής δραστηριότητας και των δημόσιων υπηρεσιών σε αυτό, ενώ όσο απομακρυνόμαστε γίνεται πιο εμφανής η κοινωνική λειτουργία με χαμηλότερα εμπορικά χαρακτηριστικά. Η ενσωμάτωση των διαφορετικών δραστηριοτήτων και λειτουργιών στους χώρους και γύρω από αυτούς επιτρέπει στους ανθρώπους, που τους χρησιμοποιούν να λειτουργούν μαζί και να υποκινούν και να εμπνέουν ο ένας τον άλλο. Επιπλέον, η μείξη των διαφορετικών λειτουργιών και των ανθρώπων μας επιτρέπει να κατανοούμε πως συγκροτείται και πώς λειτουργεί η κοινωνία που μας περιβάλλει καθώς και τη συχνότητα και το είδος των λειτουργιών του δημόσιου χώρου που συναντιούνται στις επιμέρους περιοχές της Πάτρας. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αναρίθμητες δυνατότητες συμμετοχής που δημιουργούνται στην αστική ζωή από την ύπαρξη του Πανεπιστημίου, οι οποίες συντελούν στην πολύτιμη συνεισφορά ενέργειας, ζωής και δραστηριοτήτων για την πόλη. Το εμπόριο, το ποδόσφαιρο, οι πολιτικές συγκεντρώσεις, οι θρησκευτικές δραστηριότητες, οι συναυλίες, το θέατρο, οι παραστάσεις, το καφέ, οι εκθέσεις, το παιχνίδι και ο χορός μπορούν να συνυπάρξουν σε έναν δημόσιο χώρο της πόλης. Αυτό έχει οδηγήσει σε μια πολύ μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών στις διάφορες δραστηριότητες. Παρόλη τη διάχυση των δημόσιων λειτουργιών στη πόλη, δεν παρατηρείται μια φυσική συνέχεια και ενοποίηση αυτών.

110


Τμήμα Αποτύπωσης: 7.δ Λειτουργίες δημόσιου χώρου (συνολικά)

111


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

Εικόνα  58.Οικειοποίηση. Πεζόδρομος Ρήφα Φεραιου. Εικόνα  59.Σκάλες Αγίου Νικολάου (Κοινωνικός Χαρακτήρας ηλικίες 20-30

112


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

γ.2.5 Ανάγνωση του δημόσιου χώρου από κατοίκους/περαστικούς. με τη χρήση ερωτηματολογίων. Τις παραπάνω χαρτογραφήσεις συμπληρώνουμε με καταγραφές προτιμήσεων και δραστηριοτήτων των κατοίκων μέσω ερωτηματολογίων για να διαπιστωθεί, ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι που σχετίζονται με την πόλη αυτή αντιλαμβάνονται τους δημόσιους χώρους κινούμενοι μέσα σε αυτούςΤα ερωτηματολόγια μοιράστηκαν σε άτομα διαφορετικής ηλικίας, επαγγέλματος, επιπέδου μόρφωσης αλλά και διαφορετικού είδους σχέσης με την πόλη (κάτοικοι/ επισκέπτες). Από τις απαντήσεις των ερωτηματολογίων, φαίνεται πως η αντιληπτική διαδικασία επηρεάζεται από το προφίλ κατοίκου. Μέσα από την καταγραφή των διαφορετικών χρηστών στον δημόσιο χώρο και την ποικιλία των αναγκών τους, δημιουργήθηκαν κατηγορίες με δεδομένο της ηλικίας τους που αποτελούνται από ομάδες οι οποίες συμπεριφέρονται με παρόμοιο τρόπο. Η δομή των ερωτηματολογίων δίνεται στο υποκεφάλαιο γ.1.4 Δομή ερωτηματολογίων.

Αποτελέσματα Ερωτηματολογίων για την πόλη της Πάτρας Από τις απαντήσεις των ερωτηματολογίων, τα οποία μοιράστηκαν στην πόλη της Πάτρας διαφαίνεται πως η αντιληπτική διαδικασία επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες. Πιο συγκεκριμένα, κάποιοι από τους βασικούς παράγοντες που γίνονται εύκολα αντιληπτοί από τη συγκεκριμένη μελέτη είναι η ηλικία και το μορφωτικό επίπεδο. [πίνακας 1] Όσοι από τους συμμετέχοντες είναι μόνιμοι κάτοικοι, έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει στην Πάτρα, όπως είναι φυσικό έχουν δημιουργήσει συναισθηματικούς δεσμούς με την πόλη, την αντιλαμβάνονται σαν μια μοναδική πόλη σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη, γνωρίζουν την ιστορία της συνεπώς στην αντιληπτική διαδικασία τους συμμετέχουν πολλά στοιχεία. Αντίθετα, οι επισκέπτες ή τουρίστες της πόλης δεν δένονται συναισθηματικά με την πόλη, μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις με κομμάτια αυτής που τους έχουν στιγματίσει παλαιότερα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αντιλαμβάνονται την πόλη διαφορετικά από τους υπόλοιπους, με πιο αντικειμενικούς παράγοντες. Αναλύοντας παρακάτω τις απαντήσεις στα ερωτηματολόγια, φάνηκαν τα παρακάτω αποτελέσματα. Οικειότητα / Ασφάλεια. Το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων αισθάνεται οικεία στην πόλη αυτή, [Πίνακας 2] αλλά μόνο οι μισοί σχεδόν από αυτούς αισθάνονται ασφάλεια στην Πάτρα. Από τον πίνακα 1 φαίνεται ότι οι συμμετέχοντες δεν νιώθουν ασφάλεια σε δημόσιους χώρους κυρίως τη νύχτα με ελάχιστο φωτισμό όπως στις περιοχές έξω από το κέντρο καθώς και στις στάσεις λεωφορείων. Επίσης πολλές απαντήσεις περιλαμβάνουν το παλιό και νέο λιμάνι της Πάτρας, το παλιό κολυμβητήριο στην Πλαζ, τις ράγες σιδηροδρομικών σταθμών, την άνω Πόλη, την περιοχή του Δασυλλίου και την ακτή Δυμαίων και άλλους εγκαταλελειμμένους χώρους. Η Πάτρα ως το λιμάνι προς την Ευρώπη την προηγούμενη δεκαετία δέχθηκε πολλούς μετανάστες οι οποίοι κατοίκησαν αυτές τις περιοχές και έγιναν περιοχές που ο κόσμος φοβάται να επισκεφτεί. Ένα σημαντικό στοιχείο προκύπτει από την ερώτηση που τους ζητήθηκε να απαντήσουν σε ποιο μέρος νιώθουν ασφάλεια, όπου ο κάθε συμμετέχοντας απάντησε πιο ειδικευμένα ανάλογα με τους δημόσιους χώρους που χρησιμοποιεί ή περνά καθημερινά μέσα από τις διαδρομές του στην πόλη. Προσανατολισμός. Οι περισσότεροι κάτοικοι αλλά και τουρίστες δήλωσαν ότι προσανατολίζονται εύκολα στην πόλη και δεν αποτελεί καθημερινό εμπόδιο στην μετακίνηση τους. Τα στοιχεία που τους βοηθούν να προσανατολιστούν είναι το κάθετο σύστημα αξόνων της Πάτρας με τους οριζόντιους και κάθετους άξονες, η θάλασσα και το βουνό, το λιμάνι, και οι κεντρικές πλατείες (την πλατεία Γεωργίου, την πλατεία Όλγας, τα Ψηλαλώνια κ.τ.λ.). Πρόκειται για έντονες εικόνες που αφορούν κατά βάση το κέντρο της πόλης, αποτελούν βασικές πλατείες, κύριους δρόμους αλλά και ολόκληρες περιοχές. Σε συνηθισμένες απαντήσεις για τον προσανατολισμό, οι συμμετέχοντες όσο αναφορά την ερώτηση του

113


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

Εικόνα  60. Περιοχή Μώλου

Εικόνα  61. Τοπόσημο_Άγιος Ανδρέας

Εικόνα  63. Το νέο αρχαιολογικό Μουσείο

Εικόνα  65.Σημαντική τοποθεσία_Αρχαίο Ωδείο Εικόνα  68.Τοπόσημο_Γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου

114

Εικόνα  62. Πλατεία Γεωργίου_Αγώνες Καρτ

Εικόνα  64. Τοπόσημο_Φάρος

Εικόνα  66.Σκάλες Αγ. Νικολάου

Εικόνα  67. Περιοχή Μαρίνας_Θεατράκι


ι

Πίνακας 2: Αποτελέσματα ερωτηματολογίων

προσανατολισμού συχνά αναφέρονται σε σημεία που είναι ορατά από πολλά σημεία μέσα στην πόλη, γεγονός το οποίο στο μεγαλύτερο μέρος δεν ισχύει για την πόλη της Πάτρας, αφού τα περισσότερα από τα στοιχεία αυτά είναι εμφανή μόνο σημειακά. Σημεία αναφοράς/Σημαντικές τοποθεσίες της Πάτρας. Στη συνέχεια ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να αναρωτηθούν ποιος είναι ο χώρος, το σημείο ή το κτήριο που τους θυμίζει την Πάτρα ως ένα σημεία αναφοράς γι› αυτούς όπως για παράδειγμα ένα σημείο συνάντησης, είτε μια εκκλησία είτε μια καθημερινή τους βόλτα, και ποια είναι η σημαντικότερη τοποθεσία μέσα στην πόλη γι αυτούς αναφορικά με την εμπειρική και ιστορική τους γνώση και αναφορικά με το βαθμό προσπελασιμότητα από αυτούς. Ως σημεία αναφοράς παρατηρούνται τα δύο σιντριβάνια στην πλατεία

Γεωργίου, ο μόλος και

οι σκάλες της Αγίου Νικολάου, οι κεντρικές πλατείες, το παλαιό Αρσάκειο, το θέατρο Απόλλων, ο Φάρος, η γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου καθώς και οι κεντρικές εκκλησίες αναφέρονται έντονα στα ερωτηματολόγια. Ενδιαφέρον προκύπτει

από

τις

απαντήσεις

που

αναφέρουν

συγκεκριμένα εμπορικά μαγαζιά ως σημεία αναφοράς όπως το ZARA στην οδό Μαιζώνος και Αγίου Νικολάου και άλλα όπως ο Παπασωτηρίου στην οδό Πατρέων και το καφέ Σταθμός κ.τ.λ. Θέτοντας ένα επόμενο βήμα εμβάθυνσης τέθηκε το ζήτημα του προσδιορισμού των σημαντικών τοποθεσιών μέσα στην πόλη. Η ερώτηση αυτή παρουσιάστηκε σε δύο σκέλη, διαχωρίζοντας τις τοποθεσίες αυτές ανάλογα με τον αν οι ερωτηθέντες τις επισκέπτονται ή όχι. Αναφορικά με τις επισκέψιμες τοποθεσίες τη σημαντικότερη θέση κατείχε η πλατεία Γεωργίου και στη συνέχεια το κάστρο της πόλης και η μαρίνα, η πλατεία Ψηλών Αλωνίων και ο μόλος της οδού Αγίου Νικολάου. Από την άλλη πλευρά, κυρίαρχη θέση στις σημαντικές τοποθεσίες της πόλης σύμφωνα με τους συμμετέχοντες, αλλά που αυτοί δεν επισκέπτονται, έχει το Αρχαίο Ρωμαϊκό Ωδείο που βρίσκεται στα όρια της παλιάς με την καινούρια πόλη. Στην συνέχεια βρίσκουμε το κάστρο, το οποίο θεωρείται αναμφισβήτητα σημαντική τοποθεσία όπως προκύπτει

115


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας Εικόνα  69. Σκαγιοπούλειο_ Χώρος πρασίνου

Εικόνα  70. Τριών Ναυάρχων_Χώρος πρασίνου

Εικόνα  71.Πλατεία Όλγας_Πράσινο πέρασμα

Εικόνα  72.Μονοπάτια Δασυλλίου

Εικόνα  75. Περιοχή Πλάζ_Χώρος άθλησης

Εικόνα  74. Περιοχή Πλάζ_Χώρος αναψυχής

Εικόνα  73.Πλατεία Γεωργίου Α΄

116


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας από τα ερωτηματολόγια αλλά αμφισβητείται η επισκεψιμότητα του. Επίσης, το νέο αρχαιολογικό μουσείο της πόλης φαίνεται να θεωρείται σημαντικό αλλά όχι ιδιαίτερα επισκέψιμο, γεγονός που προκαλεί έντονη σκέψη, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι πρόκειται για το πιο σύγχρονο αρχιτεκτονικό απόκτημα της πόλης. Ένα γενικό σχόλιο στο σημείο αυτό θα ήταν ότι οι απαντήσεις στις προκαθορισμένες ερωτήσεις των ερωτηματολογίων έχουν έλλειψη από προσωπικά στοιχεία. Οι απαντήσεις φαίνεται να ανακυκλώνονται και να είναι κάπως επιφανειακές και τυποποιημένες, παρόλα αυτά η νοητική εικόνα της Πάτρας είναι κατανοητή μέσα από τα ερωτηματολόγια. Προσωπική αποτύπωση της αντίληψης της εικόνας της Πάτρας των συμμετεχόντων. Σχετικά με το τρίτο μέρος των ερωτηματολογίων, σχεδιάζοντας οι συμμετέχοντες την προσωπική αντίληψη που έχουν με την πόλη, προβληματίζονται αρχικά και εν συνεχεία αναγνωρίζουν σημεία πάνω στο χάρτη που έχουν έντονη συναισθηματική αξία γι αυτούς. Ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να αναγνωρίσουν στον χάρτη της Πάτρας το τόπο κατοικίας, εργασίας αλλά και να σχηματίσουν μία στάση και μία κίνηση. Η στάση αφορά ένα σταθερό σημείο του συμμετέχοντα στη πόλη όπως ένα στέκι, μια καφετέρια, ένα χώρο αναψυχής ή ανάπαυσης, και η κίνηση αφορά την πιο χαρακτηριστική του διαδρομή. Κυρίως σε όλες τις απαντήσεις η διαδρομή που σχεδιάζουν έχει κατά βάση την ίδια ένταση σε όλο το μήκος της και αφορά είτε την διαδρομή που κάνουν από την κατοικία τους για την εργασία τους είτε μια διαδρομή βόλτας. Σε άλλες αποτυπώσεις φαίνονται καθαρά κάποια αναγνωρίσιμα σημεία μέσα στην πόλη, πλατείες, τοπόσημα και άλλα διακριτά σημεία. Σε αυτές περιπτώσεις η στάση που σχεδιάζουν είναι σε ιδιωτικά κτήρια που δεν μπορεί να αναγνωριστεί εύκολα ο χαρακτήρας τους καθώς δεν είναι γνωστά. Συνδυασμός επιμέρους προσωπικών αποτυπώσεων. Η κάθε μία από αυτές τις αποτυπώσεις είναι προσωπική και ίσως να μην γίνεται εύκολα κατανοητή, όμως αναμφισβήτητα αποτελούν ένα τμήμα της εικόνας της Πάτρας. Επιλέχτηκε ως κριτήριο η ηλικία, για την κατηγοριοποίηση αυτών των επιμέρους προσωπικών αποτυπώσεων, σε μια προσπάθεια να δημιουργηθεί μια γενική εικόνα των δημόσιων χώρων της Πάτρας από τους ανθρώπους που τους κατοικούν. Συνδυάζοντας αυτές, λοιπόν τις επιμέρους αποτυπώσεις, σχηματίζονται αποτυπώσεις ηλικιακών ομάδων, οι οποίες χρησιμοποιούνται σαν layers πάνω από τον αρχικό συμβολικό χάρτη ώστε να αποτελέσουν όλοι μαζί έναν συγκεντρωτικό νοητικό χάρτη της πόλης. Με αυτόν τον τρόπο γίνεται ευκολότερη η ανάγνωση και αναγνώριση των σημαντικών σημείων για την εικόνα που έχει αυτή την στιγμή η πόλη βάση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Οι αποτυπώσεις των ηλικιακών ομάδων με διαδρομές και σημείων είναι η εικόνα των χρηστών όπως οι ίδιοι αντιλαμβάνονται την εικόνα της Πάτρας, και μπορούν να γίνουν εύκολα κατανοητές αφού αποτυπώνουν σημεία εύκολα αναγνωρίσιμα που αναφέρονται στην πόλη. Στις αποτυπώσεις φαίνονται πως οι διαφορετικές ηλικιακές ομάδες προτιμούν χώρους και σημεία με διαφορετικές δραστηριότητες, είτε ίδιους χώρους με διαφορετικές χρήσεις. Στόχος της προσωπικής έρευνας με τη χρήση ερωτηματολογίων ήταν να διερευνηθεί η νοητική εικόνα, την οποία σχηματίζει ο κάθε άνθρωπος για την περιοχή που ζει, και στη συγκεκριμένη περίπτωση για την πόλη της Πάτρας. Αποτελεί στην ουσία τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται την πόλη, βιώνει την πραγματικότητα, οργανώνει τις δραστηριότητες του και τελικά νιώθει οικεία ή μη οικεία μέσα στο συγκεκριμένο χώρο. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι, αναφερόμαστε αρκετά συχνά σε πόλεις στις οποίες θα μας άρεσε να ζήσουμε, που μας δημιουργούν χαροποιούν είτε μας θλίβουν, που μας είναι δύσκολο να προσανατολιστούμε είτε να κινηθούμε, δηλαδή να σχηματίσουμε τον προσωπικό μας νοητικό χάρτη γι αυτές.

117


Εικόνα  77. Πλατεία Γεωργίου_ πολιτιστικές συγκεντρώσεις

Εικόνα  78. Περιοχή Φάρου

118

Εικόνα  76. Πλατεία Γεωργίου_πολιτικές συγκεντρώσεις

Εικόνα  79. Οδός Μαιζώνος_ κεντρικός εμπορικός δρόμος


119


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

Εικόνα  80. Πεζόδρομος Υφαίστου

120

Εικόνα  81. Σημείο Σκάλες Πατρέως & Υφαίστου


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

Εικόνα  82. - Εικόνα  83. Πεζόδρομος Ρήγα Φεραίου

Εικόνα  84. Πεζόδρομος Αγ. Νικολάου

Εικόνα  85.- Εικόνα  86.- Εικόνα  87. Περιοχή Πλάζ Εικόνα  88. Ποδηλατόδρομος- Περιοχή Πλαζ

121


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

γ.2.6 Συσχετισμός διαφορετικών αποτυπώσεων των δημόσιων χώρων της Πάτρας Παραπάνω αναφέρθηκαν τα συμπεράσματα από την παρατήρηση της κάθε αποτύπωσης. Τέλος, με σκοπό να δημιουργηθεί μια γενική εικόνα των δημόσιων χώρων της Πάτρας, όλες οι παραπάνω παρατηρήσεις τοποθετούνται σε έναν ενιαίο χάρτη, ο οποίος εμφανίζει τα διαφορετικά στοιχεία του δημόσιου χώρου στον αστικό ιστό αλλά και ξεχωριστά σε κάθε περιοχή της Πάτρας. Μπορούμε επίσης, να παρατηρήσουμε τη πόλη μέσα από τη ματιά 5 ηλικιακών ομάδων, την συχνότητα των διαφορετικών καταστάσεων του δημόσιου χώρου, την κλίμακα, την ποικιλία, τη δομή και τις διαφορετικού χαρακτήρα λειτουργίες. Η εναλλαγή των συνδυασμών των layers των 5 ηλικιακών ομάδων σε σχέση με τα layers των καταγραφών του δημόσιου χώρου μπορούν να μας δώσουν συμπερασμάτων για την κάθε ηλιακή ομάδα. Ιδιωτικός-δημόσιος χώρος + 5 ηλικιακές ομάδες. Η πρώτη θεώρηση του δημόσιου χώρου γίνεται από τον συνδυασμό της αποτύπωσης του ιδιωτικού και του δημόσιου χώρου της πόλης, με τις πέντε ηλικιακές ομάδες. Η πλειοψηφία των συμμετεχόντων κατοικούν έξω από το κέντρο της πόλης, με εξαίρεση τους περιστασιακούς κάτοικους και τους τουρίστες. Όσο αφορά την εργασία των συμμετεχόντων εμφανίζεται διάσπαρτη σε όλο τον ιστό της πόλης, σε μεγαλύτερο ποσοστό στο κέντρο της αλλά υπάρχει και δραστηριότητα ενώ απομακρυνόμαστε από αυτό. Τέλος, από αυτό τον συνδυασμό φαίνεται πως οι δραστηριότητες στους δημόσιους χώρους και των 5 ηλικιακών ομάδων συναντιούνται στο κέντρο, στο οποίο οι κινήσεις στο σύνολό τους εντοπίζονται εντονότερα. Οι στάσεις όλων των ηλικιακών ομάδων είναι διάσπαρτες κατά μήκος όλης της πόλης και σε δημόσιους αλλά και ιδιωτικούς χώρους. [Παράρτημα: Σύγκριση _ 5 ηλικιακές ομάδες (συνολικά), 6. Συμβολικός Χάρτης_Χαρακτηριστικά στοιχεία δημόσιου χώρου]

122


123


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

1 ηλικιακή ομάδα: 12-20 Η δραστηριότητα της ηλικιακής ομάδας των 12-20 ετών, καταγράφεται κυρίως στις πλατείες, σε οικόπεδα χωρίς χρήση, σε χώρους άθλησης (κολυμβητήρια, γήπεδα) και σε χώρους ψυχαγωγικού ενδιαφέροντος (cinema, καφέ, χώροι παιχνιδιού) που είναι όπως τους έχουμε κατατάξει, χώροι κοινωνικού χαρακτήρα. Η κοινωνική τους ζωή συναντιέται στους χώρους εκπαίδευσης και γύρω από αυτούς. Ο έφηβοι φαίνεται να έχουν ταυτίσει την πόλη σχεδόν ολοκληρωτικά με τον τόπο καταγωγής τους, και με τις προσωπικές τους συνήθειες, χωρίς να αναζητούν κάποια βαθύτερη σχέση με αυτή με αποτέλεσμα να αντιλαμβάνονται την Πάτρα εστιασμένα. Επιλέγουν οι στάσεις τους να είναι σε δημόσιους χώρους κυρίως κοινωνικού χαρακτήρα καθώς και σε ιδιωτικούς χώρους εμπορικού και ψυχαγωγικού χαρακτήρα. [Παράρτημα: Σύγκριση _ 12-20:1η ηλικιακή ομάδα, 6. Συμβολικός Χάρτης_Χαρακτηριστικά στοιχεία δημόσιου χώρου, 7.δ Λειτουργίες δημόσιου χώρου (συνολικά)]

124


125


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

2 ηλικιακή ομάδα: 20-30 Τα άτομα 20-30 ετών συχνάζουν περισσότερο σε χώρους πρασίνου καθώς και τους δημόσιους χώρους που βρίσκονται στο κέντρο της πόλης και συγκεκριμένα τους πεζόδρομους Ρήγα Φεραίου, Παντανάσσης, Ηφαίστου, Τριών Ναυάρχων, σε χώρους άθλησης, αναψυχής και ανάπαυσης. Η κίνηση τους απαντάται στις κύριες και δευτερεύουσες αρτηρίες καθώς έχει αρχίσει αυτή η ηλικία να εξερευνά την πόλη και τα “μυστικά” της. Η δραστηριότητα της δεύτερης ηλικιακής ομάδας είναι εμφανής σε όλο το εύρος της πόλης και όχι μεμονωμένα όπως της πρώτης. Η διαδρομή που περιγράφεται από τους συμμετέχοντες είναι μεγαλύτερη σε μήκος καθώς περιλαμβάνει κίνηση και με μεταφορικά μέσα προς το πανεπιστήμιο, το Τ.Ε.Ι. και άλλους πιο απομακρυσμένους προορισμός σε σχέση με το κέντρο. Φαίνεται η προτίμηση χώρων για πολιτικές και πολιτιστικές δράσεις στο κέντρο. Η κοινωνική ζωή των νέων συγκεντρώνεται κεντρικά και συγκεκριμένα στο δημόσιο χώρο οικονομικού χαρακτήρα (πεζόδρομος Ρήγα Φεραίου, Παντανάσσης, πλατεία Γεωργίου),

ενώ παράλληλα

καταδεικνύεται μια αυξημένη προτίμηση για στάσεις σε διάφορα τοπόσημα (Φάρος, Μαρίνα, Μώλος, Κάστρο, Δασύλλιο κ.τ.λ.). [Παράρτημα: Σύγκριση _ 20-30:2η ηλικιακή ομάδα, 6. Συμβολικός Χάρτης_Χαρακτηριστικά στοιχεία δημόσιου χώρου, 7.δ Λειτουργίες δημόσιου χώρου (συνολικά)]

126


127


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

3η ηλικιακή: ομάδα 30-50 Στην ηλικιακή ομάδα των 30-50 ετών, παρατηρείται μια ισοκατανομή της δραστηριότητας των ανθρώπων στον εξωτερικό και εσωτερικό δημόσιο χώρο, καθώς έχουν μια πιο σφαιρική αντίληψη της πόλης. Χρησιμοποιούν τόσο τα δημόσια κτήρια, τις δημόσιες υπηρεσίες, τις πλατείες, τους χώρους πρασίνου, τους αρχαιολογικούς χώρους και τους χώρους αναψυχής. Η τρίτη ηλικιακή ομάδα διανύει διαδρομές μεγαλύτερων αποστάσεων το οποίο μπορεί να οφείλεται στην χρήση αυτοκινήτου καθώς και στην επιλογή ο τόπος κατοικίας τους να είναι περισσότερο απομακρυσμένος από την “καρδιά” της πόλης. Οι στάσεις τους συναντώνται σε χώρους κοινωνικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος κυρίως αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις σε ιδιωτικούς χώρους δημόσιας χρήσης όπως Cinema Veso Mare, θέατρα, πολιτιστικοί σύλλογοι, εμπορικοί χώροι, συνεδριακά κέντρα. [Παράρτημα: Σύγκριση _ 30-50:3η ηλικιακή ομάδα, 6. Συμβολικός Χάρτης_Χαρακτηριστικά στοιχεία δημόσιου χώρου, 7.δ Λειτουργίες δημόσιου χώρου (συνολικά)]

128


129


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

4η ηλικιακή ομάδα: 50-70 Στην τέταρτη ηλικιακή ομάδα, φαίνεται μια αυξημένη προτίμηση σε πλατείες γειτονιάς. Επίσης, φαίνεται η μειωμένη κινητικότητα τους σε χώρους άθλησης και η αντικατάσταση τους από περιπάτους σε κεντρικά σημεία αλλά και σε παραλιακές περιοχές. Σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα η εμφάνιση της εργασίας είναι ελαττωμένη σε σχέση με τις προηγούμενες, ενώ παρατηρείται η τάση της διαδρομής να περιγράφει την κίνηση από την κατοικία σε έναν κοινωνικό χώρο. Όπως και στην πρώτη ηλικιακή ομάδα η δραστηριότητα αυτής της ομάδας παρατηρείται τμηματικά του αστικού ιστού, στις γειτονίες. [Παράρτημα: Σύγκριση _ 50-70:4η ηλικιακή ομάδα, 6. Συμβολικός Χάρτης_Χαρακτηριστικά στοιχεία δημόσιου χώρου, 7.δ Λειτουργίες δημόσιου χώρου (συνολικά)]

130


131


Κεφάλαιο Γ - Η πόλη της Πάτρας

5η ηλικιακή ομάδα: 70-90 Η τελευταία ηλικιακή ομάδα παρουσιάζει μια δραστηριότητα- κινητικότητα που περιορίζεται στις κεντρικές πλατείες και καφέ γειτονίας. Αυτή η ομάδα παρουσιάζει παρόμοια εικόνα με την ομάδα των 50-70, με μια αυξανόμενη δραστηριότητα όμως στο δημόσιο χώρο θρησκευτικού χαρακτήρα. [Παράρτημα: Σύγκριση _ 70-90:5η ηλικιακή ομάδα, 6. Συμβολικός Χάρτης_Χαρακτηριστικά στοιχεία δημόσιου χώρου, 7.δ Λειτουργίες δημόσιου χώρου (συνολικά)] Τέλος, παρατηρούμε ότι οι ηλικιακές ομάδες των 12-20, 50-70, 70-90 ετών παρουσιάζουν παρόμοια αντιμετώπιση στο δημόσιο χώρο αφού τον χρησιμοποιούν τμηματικά στις γειτονιές που κατοικούν, στην περιοχή του σχολείου, στην περιοχή της κατοικίας- εργασίας και στην περιοχή της ενορίας τους αντίστοιχα. Η ηλικιακή ομάδα των 50-70 επιλέγει η κατοικία τους να προσαρμόζεται κοντά στο χώρο εργασία τους σε αντίθεση με τις ηλικιακές ομάδες των 20-30, 30- 50 που επιλέγουν η κατοικία τους να είναι έξω από το κέντρο της Πάτρας, αλλά χρησιμοποιούν τους δημόσιους χώρους σε όλον τον ιστό της πόλης και κυρίως της παραλιακής ζώνης. Παρατηρείται πως οι χώροι στάσεις που επιλέγουν όλες οι ηλικιακές ομάδες εξαρτώνται από την άνεση και την ασφάλεια που τους προσφέρουν σε σχέση με τις δραστηριότητές τους και επικεντρώνονται κυρίως σε εμπορικά σημεία της πόλης, όπως καφετέριες, μαγαζιά, παιδότοποι, και όχι σε καθαρά δημόσιους χώρους. Με απλά λόγια όσο κεντρικότερος είναι ένας δρόμος στην πόλη, ανεξάρτητα από το εύρος του, προσελκύει περισσότερο δραστηριότητες, χρήσεις και κίνηση πεζών.

132


133


134


Συμπεράσματα Τα στοιχεία της πόλης που αποτελούν τα γνώρισμα της είναι το όνομά της, η ιστορία της, το μέγεθός της, η ταχύτητα ανάπτυξης της, η μορφή που έχει λάβει με το πέρασμα των χρόνων, η πυκνότητα της και η ποικιλομορφία των λειτουργιών της. Λαμβάνοντας υπόψη την τωρινή κατάσταση που πλήττει τον ελλαδικό χώρο λόγω της οικονομικής κρίσης, η παρούσα εργασία αναζητά το καινούριο πρότυπο συμπεριφοράς, μια συλλογική αντιμετώπιση που θα περιλαμβάνει τόσο την αρχιτεκτονική όσο και την πόλη. Σκοπός είναι η επισφράγιση της σχέση αρχιτεκτονικής, ανθρώπου και πόλης, και θα συμβάλει στην διατήρηση της αρμονικής τους συνύπαρξης. Ο άνθρωπος και η πόλη αλληλεπιδρούν και με τη βοήθεια της αρχιτεκτονικής-αρχιτεκτονικής σκέψης θα συσπειρωθούν και θα αντιμετωπίσουν τις όποιες δύσκολες καταστάσεις από κοινού. Για την προσέγγιση του συγκεκριμένου θέματος, διαχώρισα την εργασία μου σε δύο μέρη που αφορούσαν τους διαφορετικούς τρόπους έρευνας. Στο πρώτο μέρος, μέσα από βιβλιογραφική έρευνα, μελέτησα την πόλη και τον δημόσιο χώρο υπό το πρίσμα της κοινωνιολογικής και της αρχιτεκτονικής προσέγγισης ώστε να διερευνηθούν τα συστατικά του δημόσιου χώρου που τον απαρτίζουν μέσα από τις διάφορες τυπολογίες λειτουργιών και ανθρώπινων δραστηριοτήτων, σε θεωρητικό επίπεδο, χωρίς να υπάρχει δηλαδή η δυνατότητα ουσιαστικής εξερεύνησης και απόδειξης τους. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας μου, προσπάθησα να μελετήσω το θέμα μου και να αντιληφθώ την πρακτική εφαρμογή των όσων διάβασα, μέσα από έρευνα πεδίου, συγκεκριμένα στην πόλη της Πάτρας. Μέσα από μια ανακεφαλαίωση αυτών που ερευνήθηκαν, η σύγχρονη πόλη, όπως διαμορφώνεται μέσα από τις αρχιτεκτονικές και πολεοδομικές μελέτες, αλλά και μέσα από τους ίδιους τους ανθρώπους που την κατοικούν, με τα όποια προβλήματα παρατηρούνται σε αυτήν, αποτελεί το υπόβαθρο, το σταθερό σημείο αναφοράς για την μελέτη της συμπεριφοράς και της αντίληψης του ανθρώπου ως προς αυτήν. Στοιχεία που γίνονται εμφανή μέσα από τη μορφή που έχουν λάβει οι δημόσιοι χώροι της, οι οποίοι αποτελούν συστατικά του αστικού χώρου, διαφορετικά «τοπία» του ίδιου «τόπου», που καταγράφουν την δομή και τη εικόνα του. Τόσο ο σχεδιασμός τους, όσο και η «κατοίκησή» τους, αντικατοπτρίζουν αρχές, που διέπουν την οργάνωση και την ζωή στην πόλη, μέσα από τις ιστορικές αλλαγές που έχουν επέλθει, αποτελούν τον πιο αληθινό «καθρέφτη» της φυσιογνωμίας της πόλης, καθώς μεταφέρονται στον άνθρωπο - κάτοικο ή ταξιδιώτη ως μία φωτογραφική γενική απεικόνιση της πόλης. Φτάνοντας στο σημείο που όλα τα προηγούμενα στοιχεία φαίνεται να βρίσκουν την πρακτική τους εφαρμογή, η διεξαγωγή μιας τεκμηριωμένης μεθόδου φαίνεται ως ένα νέο εργαλείο ανάγνωσης της εικόνας της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους της. Η μεθοδολογία αναγνώρισης και καταγραφής των δημόσιων χώρων της πόλης στηρίχθηκε στο γεγονός πως τα ενδεχόμενα, πράγματα, αντικείμενα, άνθρωποι, καταστάσεις, ως μεμονωμένα αλλά και ως συνεργαζόμενα στοιχεία ολοκληρώνουν τη συνολική εμπειρία της πόλης. Τα μεμονωμένα αυτά στοιχεία αποτελούν διαφορετικά εργαλεία ανάγνωσης του δημόσιου χώρου, που λειτουργούν σαν διαδοχικά πρίσματα. Η εναλλαγή των οποίων στη σειρά επιτρέπει την εξαγωγή διαφορετικών συμπερασμάτων για τον αστικό δημόσιο χώρο. Λαμβάνοντας υπόψιν όλα τα παραπάνω στοιχεία, πραγματοποιήθηκε η συγκεκριμένη μεθοδολογία στην πόλη της Πάτρας, από την οποία προέκυψαν διαφορετικές αναγνώσεις της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους της σε πρώτο επίπεδο από το μελετητή και σε δεύτερο επίπεδο από τους ανθρώπους που την κατοικούν ή την επισκέπτονται. Οι αποτυπώσεις του ιδιωτικού-δημόσιου χώρου και των τυπολογιών χρήσεων του δημόσιου φανέρωσαν συμπεράσματα όπως την αναλογία του δημόσιου αστικού χώρου σε σχέση με τον ιδιωτικό χώρο, τον συσχετισμό, την πολυπλοκότητα

135


και την συχνότητα που εμφανίζονται διαφορετικού χαρακτήρα λειτουργίες στους δημόσιους χώρους σε σχέση με τον αστικό ιστό. Μέσα από την χαρτογράφηση αυτή διαπιστώθηκαν οι χώροι που διαθέτει η πόλη σαν δημόσιους χώρους αλλά και πόσο οι δραστηριότητες των ανθρώπων δρουν σε αυτούς με ποιους τρόπους αλλά και ποιούς άλλους χώρους χρησιμοποιούν. Επίσης, ο συμβολικός χάρτης των διαφορετικών ποιοτήτων του δημόσιου χώρου είναι εύκολα να κατανοηθεί και να επεξεργαστεί καθώς είναι μια πιο γενική θεώρηση του δημόσιου χώρου που παρουσιάζεται με μεγαλύτερο βαθμό γενίκευσης και αφαίρεσης. Αποτέλεσμα των συσχετισμών που προέκυψαν είναι ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι κατοικούν τον δημόσιο χώρο, όπως αυτός εμφανίζεται στον αστικό ιστό βάσει της δομής, της κλίμακας, της θέσης, του τύπου και της συχνότητας του. Η έρευνα έχει σκοπό την προσπάθεια ένταξης του ανθρώπου στο χώρο της πόλης, με την χρήση παρατηρήσεων και καταγραφών, επιχειρείται ο συνδιασμός των δύο προσεγγίσεων: αυτή της αστικής δομής και αυτή του ζωντανού στοιχείου της πόλης που είναι ο κάτοικος, αστός, περαστικός κλπ. Η πόλη αποτελεί το «σκηνικό» που εντυπώνεται μέσα από τις πολλαπλές ανθρώπινες δραστηριότητες, στην συνείδηση και την ψυχή των κατοίκων της. Η ανάγνωση της γίνεται μέσω των εναλλαγών της ποικιλίας των δημόσιων χώρων σε σχέση με τον ιδιωτικό χώρο, με τη δημιουργία δικτύου αξόνων και διαφορετικών τρόπων πρόσβασης και σημείων οπτικής φυγής σε φυσικά και τεχνητά τοπόσημα της πόλης. Στις περισσότερες περιπτώσεις, όμως ο δημόσιος χώρος παρατηρείται περισσότερο ως πέρασμα και όχι ως στάση, λόγω της αποσπασματικής τους δομής. Στην Πάτρα υπάρχουν αρκετοί δημόσιοι εγκαταλελειμμένοι ή μη σχεδιασμένοι χώροι οι οποίοι, όμως, δεν χρησιμοποιούνται είτε επειδή έχουν καταληφθεί από ομάδες που κυριαρχούν σ’ αυτούς, είτε λόγω κατεστραμμένης δομής. Η ερήμωση τους δημιουργεί μεγάλα αστικά κενά μεταξύ των περιοχών και αποδυναμώνει την ένωση των δραστηριοτήτων μεταξύ των διάσπαρτων δημόσιων χώρων. Παρόλα αυτά, λόγω του μικρού μεγέθους της πόλης, οι άνθρωποι βιώνουν το δημόσιο χώρο, αλλά χωρίς αυτός να διαθέτει σχεδιασμένα σημεία συλλογικής χρήσης. Προσπάθειες για να επιτευχθεί γεφύρωση ανάμεσα στους αποσπασματικούς δημόσιους τόπους διαφορετικού χαρακτήρα, με σκοπό τη συλλογική λειτουργία διαφορετικών συστατικών για την πόλη, έχουν πραγματοποιηθεί αλλά χωρίς κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα. Αυτό φαίνεται από τις τελευταίες κινητοποιήσεις για την πεζοδρομοποιήση του κέντρου, οι οποίες φανερώνουν την ανάγκη της Πάτρας για τη δημιουργία σύνδεσης των δημόσιων χώρων της, σε ένα οργανωμένο δίκτυο ώστε να μην λειτουργούν απομονωμένοι. Από τον συμβολικό χάρτη, φαίνονται οι υφιστάμενες κατηγορίες του δημόσιου χώρου της Πάτρας ο οποίος διαθέτει μια μεγάλη ποικιλία που δεν είναι αντιληπτή στην εμπειρία της πόλης καθώς βρίσκεται σε μικρή κλίμακα σε σχέση με τον ιδιωτικό χώρο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η δημοτική αρχή δεν έχει εξασφαλίσει μεγάλες εκτάσεις δημόσιων κοινόχρηστων περιοχών για κάθε γειτονιά της Πάτρας, αλλά σε διαφορετικές χρονικές περιόδους εξασφαλίζει μόνο μικρές εκτάσεις για ανάπλαση. Επομένως η προσπάθεια να λειτουργήσουν συνεκτικά αυτοί οι χώροι, σε σύνδεση και συνεργασία μεταξύ τους δεν μπορεί να συνδέσει τις διάσπαρτες χρήσεις του πολεοδομικού ιστού. Συμπερασματικά, μέσα από την διαδικασία της έρευνας, διαμορφώθηκε η εικόνα της πόλης μέσα από τους δημόσιους χώρους της και τα προβλήματα τα οποία την “ταλαιπωρούν”, επηρεάζοντας αρνητικά την περιβαλλοντική της εικόνα. Οι συνδυασμοί των αποτυπώσεων και οι κωδικοποιήσεις των απαντήσεων από τα ερωτηματολόγια, θα μπορούσαν να αποτελέσουν εφαλτήριο για μελλοντικές αρχιτεκτονικές προτάσεις και αναπλάσεις προκειμένου να «ζωντανέψουν» την περιβαλλοντική εικόνα των σύγχρονων αστικών χώρων και να περιορίσουν τα προβλήματα που εμφανίζονται σήμερα. Άλλωστε, ο σχεδιασμός λειτουργεί σαν μοχλός για τη σύσφιξη και την τόνωση των ανθρώπινων δεσμών και της συλλογικότητας. Παράλληλα, μπορούν να χρησιμοποιηθούν από απλούς παρατηρητές που δείχνουν ενδιαφέρον για

136


την πόλη τους όπως επίσης και από κοινωνιολόγους ή ανθρωπολόγους, που ερευνούν τη σχέση των ανθρώπων με το δημόσιο χώρο της πόλης. Η καταγραφική μέθοδος, θα μπορούσε να αποτελέσει εργαλείο ανάγνωσης και σύγκρισης των διαφορετικών δημοσίων χώρων και να αναδείξει πιθανές λύσεις για την συλλογική αντιμετώπιση των προβλημάτων του δημόσιου χώρου των πόλεων. Καταλήγοντας, η έρευνα που πραγματοποιήθηκε, προβληματίζει σχετικά με τις λύσεις που μπορούν να εφαρμοστούν στην Πάτρα, για την βελτίωση της σχέσης των ανθρώπων με το δημόσιο χώρο. Αρχικό βήμα θα ήταν η ανάπλαση των εγκαταλελειμμένων σημείων με σκοπό την επανάχρηση τους και επανένταξη τους στη ζωή της πόλης. Προτείνεται, η εξάπλωση ενός ευρύτερου πλέγματος δημοσίων τόπων, εσωτερικών και εξωτερικών, στην έκταση της Πάτρας, με την ταυτόχρονη διατήρηση ενός οργανωμένου κεντρικού δημοσίου δικτύου υπηρεσιών. Τα γρανάζια αυτού του πλέγματος θα είναι ο δημόσιος χώρος της κάθε γειτονίας. Το πλέγμα αυτό, θα παρέχει τις υποδομές για την ανάπτυξη ποικίλων δραστηριοτήτων που θα είναι αλληλένδετες και αλληλοϋποστηριζόμενες. Επομένως, οι δομές αστικής ανάπτυξης, δεν θα περιορίζουν τη σχέση των ανθρώπων με την πόλη όπως γίνεται σήμερα. Η δημιουργία αυτών των δημόσιων χώρων, θα δείξει την κατεύθυνση για την σχεδίαση με σκοπό την κατανόηση και την ικανοποίηση των αναγκών του σύγχρονου ανθρώπου. Όταν θα αρχίσουμε να δραστηριοποιούμαστε στο περιβάλλον στο οποίο ζούμε, τότε ίσως να καταφέρουμε να βρούμε την ταυτότητά μας, να νιώσουμε οικεία και τελικά να αρχίσουμε να παρατηρούμε τον χώρο τον οποίο βιώνουμε. Αυτή η εργασία ήταν για μένα -και ελπίζω να αποτελέσει και για όσους τη διάβασαν- έναυσμα για να αναγνωρίσω την πόλη μέσα από μια άλλη οπτική γωνία.

137


Παράρτημα: Αποτυπώσεις για την πόλη της Πάτρας 1. Οδικό δίκτυο 2. Πολεοδομικός ιστός 3. Όρια της πόλης της Πάτρας 4. Περιοχές της Πάτρας 5. Ιδιωτικός και Δημόσιος χώρος της Πάτρας 6. Συμβολικός Χάρτης_ Χαρακτηριστικά στοιχεία δημόσιου χώρου 7.α Λειτουργίες Οικονομικού χαρακτήρα δημόσιου χώρου 7.β Λειτουργίες Κοινωνικού χαρακτήρα δημόσιου χώρου 7.γ Λειτουργίες Συμβολικού χαρακτήρα δημόσιου χώρου 7.δ Λειτουργίες δημόσιου χώρου (συνολικά) 12-20: Αποτύπωση 1ης ηλικιακής ομάδας 20-30: Αποτύπωση 2ης ηλικιακής ομάδας 30-50: Αποτύπωση 3ης ηλικιακής ομάδας 50-70: Αποτύπωση 4ης ηλικιακής ομάδας 70-90 Αποτύπωση 5ης ηλικιακής ομάδας

138


139


140


141


142


143


144


145


146


147


148


149


150


151


152


153


154


155


156


157


158


159


160


161


162


163


164


165


166


167


Βιβλιογραφία Aldo, R. (1991). Η αρχιτεκτονικη της Πόλης. μετάφρ. Πετρίδου Βασιλική,Θεσσαλονίκη: University Studio Press. Auge, M. (1995). Non-places : Introduction to an Anthropology of Supermodernity. London & New York: Verso. Barthes, R. (1986). Semiology and the Urban.The city and the sign: An introduction to urban semiotics. Billiard, I. (988). Espaces Public. Paris: La Documentation Francaise. Corbusier, L. (1987). Η Χάρτα των Αθηνών. μετάφραση Κουρεμένος Σταύρος, Αθήνα: Ύψιλον. Gehl, J. (2006). Life between buildings:Using Public Space. Copenhagen: The Danish Archictetural Press. Gehl, J. Public Spaces for a changing Public Life. Copenhagen: The Royal Danish Academy of Fine Arts. Gemzøe, L., & Gehn, J. (2003). New City Spaces. Denmark: The Danish Architectural Press. Gropius, W. The human scale. Hannah, A. (1958). The Human Condition. Chicago: The University of Chicago. Hertzberger, H. (1993). Μαθήματα για Σπουδαστές της Αρχιτεκτονικής. Αθήνα: Εκδόσεις ΕΜΠ. Jackson, J. B. J.B. Jackson, The past and future park. όπως αναφέρεται στο Γ. Σημαιοφορίδης. Jacobs, J. (1961). The Death and Life of Great American Cities. New York: Vintage. Koolhaas, R. -O. (1995). S,M,L,XL «generic city». μετάφραση ώς η γενική πόλη από τον Γιάννη Αίσωπο, Rotterdam: 010publishers. Kostof, S. (1992). The city Assembled, the Elements of Urban Form through History. London: Bulfinch. Krier, R. (1991). Urban Space. London: Academy Editions. Larco, N. (2003). What is Urban?, Places. Paris: Editions du Moniteur. Lefebve, H. (1970). La révolution urbaine. Paris : Blackwell. Lefebve, H. (1977). Δικαίωμα στην Πόλη - Χώρος και πολιτική. Αθήνα: Παπαζήση. Lefebvre, H. (1991). The production of Space. Cambridge : Wiley-Blackwell.

168


Lynch, K. (1981). A Theory of Good City From Cambridge. Cambridge: MIT Press. Lynch, K. (1960). The image of the city. Cambridge: MA: The MIT Press. Moughtin, C. (2003). Urban Design: Street and Square. Oxford: Architectural Press. Mumford, L. (1961). The City in History. London: Secker and Warburg. Pallasma, J. (2005). The eyes of the skin: architecture and the senses. Chichester: Wiley-Academy. Porter, T. (2004). Archispeak. London: Spon Press. Rex, J., & Moore, R. (1697). Race, Community and Conflict. London: Oxford University Press. Scoffier, R. (2000). Η πόλη χωρίς το έξω . μετάφραση Βαγγέλης Μπιτσώρης - Αθήνα : Futura. Sennett, R. (1999). Η τυραννία της οικειότητας - Ο δημοσιος και ο ιδιωτικός χώρος στον δυτικό πολιτισμό. Αθήνα: Νεφέλη. Simmel, G. (1950). The Metropolis and Mental Life. New York: Free Press. Venturi, R., Scott Brown, D., & Izenour, S. (1977). Learning from Las Vegas. Cambridge: MA The MIT Press. Wirth, L. (1939). Urbanism as a Way of Life. Chicago: The University of Chicago Press. Xατζή, Β. (2009). Μητροπολιτική διακυβέρνηση στην Ευρώπη: Αστική ανάπτυξη και κοινωνικός έλεγχος στην σημερινή Βαρκελώνη. Αθήνα: Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο. Zukin, S. (1995). The cultures of cities. Oxford: Blackwell. Α. Ζήβας, Δ. (Μάρτιος 2004). Ο δημόσιος χώρος της πόλης. Η συγκρότηση, η λειτουργία και η παιδευτική του αποστολή. 13-14 Οκτωβρίου 2003,Αθήνα : Πρακτικά επιστημονικού συνεδρίου. Αίσωπος, Γ. (2007, Αύγουστος ). Νέο αστικό τοπίο υπό κατασκευή. Αίσωπος, Γ., & Σημαιοφορίδης, Γ. (2001). Η σύγχρονη ελληνική πόλη - Metapolis 2001. Αθήνα: Metapolispress. Αίσωπος, Ι. ( Μάρτιος 2004). Ο ελληνικός δημόσιος χώρος. Πρακτικά επιστημονικού συνεδρίου, Αθήνα 13-14 Οκτωβρίου 2003. Ανανιάδου - Τζημοπούλου, Μ. (1992). Αρχιτεκτονική Τοπίου: Σχεδιασμός Αστικών Χώρων. Θεσσαλονίκη: Ζήτη. Αραβαντινός, Α., & Κοσμάκη, Π. (1998). Υπαίθριοι χώροι στην πόλη. Αθήνα: Εκδόσεις Συμεών. Βογιατζόγλου, Ό., Καρύδης, Δ., Κολώνας, Β., Κοτέα, Μ., & Φιλιππίδης, Δ. (2000). Η πόλη στους νεότερους χρόνους -

169


Πρακτικά του Β› Διεθνούσ Συνεδρίου. Αθήνα: Εταιρία Μελέτης Νέου Ελληνισμού. Γερμανός, Δ. (1993). Χώρος και Διαδικασίες αγωγής. Αθήνα: Gutenberg. Γκιζελή, Β. (1997, Δεκέμβριος, Τεύχος 65). Η νεοελλληνική πόλη του μεσοπολέμου. Κοινωνικοί και πολεοδομικοί μετασχηματισμοί πριν και μετά την Μικρασιατική καταστροφή. Αρχαιολογία και Τέχνες . Γκολογκίνα, Έ. (2011). Κάνατε την πόλη βαρετή και τη ζωή γκρίζα, σύνθημα του Μάη του ‹68 ενός παιδιού;. Public Space Δημόσιος χώρος αναζητείται..... Δουκελλής, Π. Ν. (2005). Το ελληνικό τοπίο.Μελέτς ιστορικής γεωγραφίας και πρόσληψης του τόπου. Αθήνα: Εστία. Ζήβας, Δ. (1997). Τα μνημεία και η πόλη. Αθήνα: Libro. Κοντοράτος, Σ. (1983). Η εμπειρία του αρχιτεκτονικού χώρου και το σωματικό σχήμα. Αθήνα: Καστανιώτης. Λαλένης, Κ. (2004). Η εξασφάλιση του Δημόσιου Χώρου στις Ελληνικές Πόλεις. Νομοθετικές ρυθμίσεις και εφαρμογές. Αθήνα: Σύλλογος Ελλήνων Πολεοδόμων και Χωροτακτών. Λέφας, Π. (2008). Αρχιτεκτονική και κατοίκηση: από τον Heidegger στον Koolhaas. Αθήνα: Πλέθρον. Μπαμπινιώτης, Γ. (2008). Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Αθήνα: Κέντρο Λεξιλογίας Ε.Π.Ε. Έκδροση Γ. Νικολαΐδου, Σ. (1993). Η Κοινωνική Οργάνωση του Αστικού Χώρου. Αθήνα: Παπαζήση. Παπαδάτου-Γιαννοπούλου, Χ. (1991). Εξέλιξη του σχεδίου πόλεως των Πατρών 1829-1989. Πάτρας: Αχαικές Εκδόσεις. Παπαϊωάννου, Τ. Η αρχιτεκτονική του καθημερινού, , Σκέψεις για τη δημόσια αρχιτεκτονική. Αθήνα. Πατέστος, Κ. (1993, no. 27). Ο σχεδιαστος της πλατείας και η αρχιτεκτονική της πόλης. Θέματα Χώρων και Τεχνών . Πολονύφης, Ν. (Πάτρα 2010). Σύχρονοι αστικοί ελκυστές.Κινητικότητα και συγκέντρωση της αστικης ζωής.Η περιπτωση της Αθήνας του 2009. Ερευνητική Εργασία . Σαρηγίαννης, Μ. Γ. (1999, τ.13). Πλατείες: ο δημόσιος χώρος στα χρόνια της παρακμής. Αρχιτέκτονες . Τσακόπουλος, Π. (1997, Δεκέμβριος, τεύχος 65). Ελληνική πόλη και Νεοκλασικισμός: Η ελληνική πολεοδομία στον 19ο αιώνα. Αρχαιολογία και τέχνες . Χαστάογλου, Β. (1982). Κοινωνικές Θεωρίες για τον αστικό χώρο, Κριτική Ανάλυση. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Παρατηρητής.

170


Αρθρογραφία: ΑΙΣΩΠΟΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ: «Η έκλειψη του δημόσιου χώρου», Futura 05, 1998 – 99. ΑΝΤΩΝΑΚΑΚΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ «Παρατηρήσεις στο όριο επαφής δημόσιου και ιδιωτικού χώρου», Χρονικό ’73, σελ. 169 – 171. ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ: «Οι ημι-δημόσιοι / ιδιωτικοί χώροι της ανώνυμης κυκλαδίτικης αρχιτεκτονικής και η σημασία τέτοιου τύπου χώρων επικοινωνίας στον αστικό σχεδιασμό», Αρχιτεκτονικά Θέματα, 12/1978, σελ. 94 – 99. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ, ΧΡΗΣΤΟΣ «Localizing Border Lines: Negotiating Architectural Dispersion”, The Dispersed House, 2002. Ταγκαλίδου Τζέλα « Δημόσιες Στιγμές - Ο δημόσιος χώρος ως ιδιωτικός’’ από http://tinyurl.com/7bm74z Μάιος 2007 Φιλίτσα Δασκαλάκη, Κωστής Παπαϊωάννου ,Πρακτικά Διαφάνεια και Αρχιτεκτονική, Όρια και προκλήσεις, Συνέδριο «Η αντίληψη των ορίων, Διαφάνεια – Αδιαφάνεια – Ημιδιαφάνεια», σελ. 371 – 380. Σεϊτανίδης Γ. «Πράσινες πινελιές στην πόλη», Εφηµερίδα ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ, 7 Νοεµβρίου 2004 Σηµαιοφορίδης Γ. «Η επανάκτηση του ανοικτού χώρου της πόλης», Εφηµερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 17 Φεβρουαρίου 2002 Κοκκοβίκας, Κωνσταντίνος: «Από το Τσιβδί στην Magna Ruga και στο τεχνητό λιμάνι των Πατρών», Η Ημέρα, Σεπτέμβριος 2000. Αναστασόπουλος Νίκος: «Παλάλληλες αναγνώσεις», Αρχιτέκτονες τεύχος 63, Αθήνα 2007, σελ 71-75. Θέματα χώρου + τεχνών, τεύχος 36, «Κατοικίες και Δημόσιος χώρος στην Ελλάδα» Η αρχιτεκτονική ως τέχνη, τεύχος 2, «Δημόσιος χώρος, Κώστας Φιλίππου, Χρήστος Παπούλιας» Αρχιτέκτονες τεύχος 34-περίοδος Β, Ιούλιος /Αύγουστος 2002 « Το ιδιωτικό σύμπαν ως νέος δημόσιος τόπος;» Αρχιτεκτονικά θέματα, τεύχος 37, «Η αρχιτεκτονική του δημόσιου χώρου στην Ευρώπη» Δομές: Διεθνή επιθεώρηση αρχιτεκτονικής, τεύχος 2, «Κερδίζοντας τον Δημόσιο χώρο»

171


Ιστιότοποι: http://waua.wordpress.com/tag/semi-private-space/ http://www.academia.edu/895421/What_Makes_Public_Space_Public el.wikipedia.org www.eie.gr www.oasa.gr www.astynet.gr www.scribd.com

172


173


174


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.