HÍBRIDO υβριδικές αστικές περιπλανήσεις
Αλέξανδρος Τζιαμπίρης
Επιβλέπων καθηγητής
Σπύρος Παπαδόπουλος
Ερευνητικό θέμα Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ΒΟΛΟΣ 2019
Πε ρ ι ε χό με ν α
Εισαγωγή
7
ΜΕΡΟΣ Α Στον δρόμο για την αστική περιπλάνηση
9
ΜΕΡΟΣ Β Μοντέλα αστικής περιπλάνησης
17
ο flâneur
19
ο περιπλανώμενος φωτογράφος
33
το dérive
47
ο σύγχρονος πλάνης
53
ο χαρτογράφος
63
ΜΕΡΟΣ Γ Αστικές περιπλανήσεις
81
έξοδος 1
85
έξοδος 2
109
έξοδος 3
137
Επίλογος
174
Βιβλιογραφία
177
Ε ισ αγωγή
Στις μέρες μας, οι κάτοικοι των πόλεων αποτελούν πλέον το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού και το ποσοστό αναμένεται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο κατά τις επόμενες δεκαετίες. Οι πόλεις συνιστούν το περιβάλλον όπου κάθε μέρα μετακινούμαστε, εργαζόμαστε ή διασκεδάζουμε, τον τόπο όπου λαμβάνει χώρα η πλειοψηφία των πρακτικών μας, από τις πιο διεκπεραιωτικές έως τις πλέον ασυνήθιστες. Με ποιον τρόπο, όμως, βιώνουμε την πόλη ως πεδίο της καθημερινότητάς μας; Η παρούσα ερευνητική εργασία επικεντρώνεται στην έννοια της περιπλάνησης ως μέθοδο ανάγνωσης και βίωσης του αστικού τοπίου. Έναυσμά της αποτελούν οι προσωπικές περιπλανήσεις σε τρεις ευρωπαϊκές πόλεις και τα ερωτήματα που προέκυψαν γύρω από την αστική εμπειρία. Η θεωρητική προσέγγιση της έρευνας έχει ως σημείο εκκίνησης τον flâneur, την παρισινή φιγούρα που έκανε την εμφάνισή της κατά την περίοδο ανάδυσης της μεγαλούπολης και θεωρείται αρχετυπική μορφή της αστικής περιπλάνησης. Αφού μελετηθεί ο τρόπος με τον οποίο ο flâneur εισάχθηκε ως λογοτεχνικό μοτίβο από τον Charles Baudelaire στα μέσα του 19ου αιώνα και αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης του Walter Benjamin στις αρχές του 20ου, παρουσιάζεται η μετεξέλιξή του κατά τις δεκαετίες που ακολούθησαν. Παράλληλα, εξετάζεται η εμφάνιση πρόσθετων αστικών μοντέλων τα οποία πρότειναν νέες μορφές περιήγησης στην πόλη και εμπλούτισαν ακόμη περισσότερο την έννοια της περιπλάνησης. Η ερευνητική διαδικασία συμπληρώνεται από την καταγραφή και περιγραφή της περιπλανητικής εμπειρίας κατά τη διάρκεια της κατοίκησης στο Πουέρτο ντε λα Κρους, τη Λισαβόνα και τη Μαδρίτη για συνολικό διάστημα δεκαπέντε μηνών. Το υβριδικό μοντέλο αστικής περιπλάνησης που υιοθετήθηκε, εμπεριέχει στοιχεία των υπό εξέταση ιστορικών μοντέλων, ενώ το κείμενο, η φωτογραφία, το σουβενίρ και η χαρτογράφηση αποτελούν τα μεθοδολογικά εργαλεία αυτής της απόπειρας που έχει ως απώτερο σκοπό τη μετάδοση της βιωμένης εικόνας, του χαρακτήρα και της ατμόσφαιρας των τριών πόλεων.
7
ΜΕΡΟΣ A στον δρόμο για την αστική περιπλάνηση
Περί περπατήματος Η διαχρονική αξία μιας χωρικής πρακτικής
1. Francesco Careri, Walkscapes: El andar como práctica estética, Barcelona, 2013, σ. 15. 2. Rebecca Solnit, Wanderlust: A history of walking, New York, 2001, σ. 3. 3. Careri, ό.π., σ. 15. 4. Michel de Certeau, Επινοώντας την καθημερινή πρακτική: Η πολύτροπη τέχνη του πράττειν, Κική Καψαμπέλη (μτφ.), Αθήνα, 2010, σ. 253. 5. Careri, ό.π., σ. 40. 6. ό.π., σ. 115.
Το περπάτημα αποτελεί μία δεξιότητα η οποία κατακτιέται με δυσκολία κατά τους πρώτους μήνες της ζωής ενός ανθρώπου, ωστόσο αργότερα γίνεται μια πράξη υποσυνείδητη, φυσική και αυτόματη.1 Μία καθημερινή ενέργεια που συνιστά την «πιο προφανή αλλά και αδιευκρίνιστη πράξη στον κόσμο».2 Η ιστορία του ανθρώπου είναι μια ιστορία περπατήματος, μετακίνησης και περιπλάνησης. Είναι εμφανής η σημασία του περπατήματος για τον ανθρώπινο πολιτισμό από τα πιο αρχαία του στάδια. Για τον πρωτόγονο άνθρωπο, η πράξη της διάσχισης του χώρου πήγασε από την ανάγκη εύρεσης της τροφής και των πληροφοριών που ήταν απαραίτητες για την επιβίωσή του. Ωστόσο, με την ικανοποίηση των πρωταρχικών αυτών αναγκών, το περπάτημα μετατράπηκε σε συμβολική πράξη η οποία επέτρεψε στον άνθρωπο να κατοικήσει τον κόσμο.3 Η περιπλάνηση σε κενούς, αχαρτογράφητους χώρους, χωρίς συγκεκριμένο προορισμό και με μοναδικό σκοπό την επιβίωση, έδωσε τη θέση της στον νομαδισμό και το περπάτημα ως τρόπο ζωής. Τα βήματα του περιπατητή διαπλέκονται πλάθοντας χώρους, υφαίνοντας τους τόπους. Η πεζοπορική κινητικότητα δεν προσδιορίζεται τοπικά, απεναντίας, εκείνη χωρικοποιεί.4 Η πράξη του περπατήματος, αν και δεν συνιστά μια φυσική, χωρική κατασκευή, υποδηλώνει έναν μετασχηματισμό του τόπου και των νοημάτων του. Η φυσική παρουσία του ανθρώπου σε έναν χώρο, αλλά και η ποικιλία των ερεθισμάτων που λαμβάνει από αυτόν καθώς τον διασχίζει, συνιστούν μορφές μετασχηματισμού του τοπίου. Παρόλο που τα ίχνη που αφήνουν δεν είναι απτά, τροποποιούν πολιτισμικά το νόημα του χώρου κι επομένως τον ίδιο τον χώρο. Πριν τη νεολιθική εποχή και την ανέγερση των μενίρ, -επιμήκεις πέτρες τοποθετημένες στο έδαφος, δίχως ακόμη επαρκώς διευκρινισμένο ρόλο- η μοναδική συμβολική αρχιτεκτονική, ικανή να τροποποιήσει το περιβάλλον ήταν η πράξη του περπατήματος, μια πράξη ταυτόχρονα αντιληπτική και δημιουργική, η οποία αποτελεί ανάγνωση αλλά και γραφή του εδάφους.5 Μια ενέργεια η οποία παρόλο που δεν αφήνει μόνιμα ίχνη, δρώντας μόνο επιφανειακά, μπορεί να επιτύχει αλλαγές πολύ σπουδαιότερες από αυτές των κατασκευασμένων έργων.6
10
Μια σύντομη ιστορία των πόλεων Από την αστική επανάσταση στην αστικοποίηση
Η πόλη είναι ένα φαινόμενο πολύ μακράς διάρκειας, ένα φαινόμενο καθολικό το οποίο αναμιγνύει όλα τα επίπεδα του πραγματικού οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό, πολιτισμικό. Είναι ποικίλες οι απόψεις σχετικά με το ποιοι αρχαίοι οικισμοί μπορούν πραγματικά να θεωρηθούν πόλεις, ενώ από την άλλη, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να αποδεικνύουν ποιες συνθήκες οδήγησαν στη δημιουργία των πρώτων πόλεων. Ωστόσο, κομβικό σημείο θεωρείται το πέρασμα από τον νομαδικό τρόπο ζωής και την τροφοσυλλεκτική συμπεριφορά στην εγκατάσταση σε μόνιμους οικισμούς και την κατοχή και καλλιέργεια γης, μία διαδικασία που ο Vere Gordon Childe όρισε ως Νεολιθική Επανάσταση. Λόγω της αυξανόμενης κοινωνικής πολυπλοκότητας που σχετίζεται με τη μόνιμη εγκατάσταση, η Νεολιθική Επανάσταση οδήγησε σε μια δεύτερη, την Αστική.7 Οι μικροί, βασισμένοι στη συγγένεια, αγροτικοί οικισμοί μετεξελίχθηκαν σε μεγάλες, πολυσύνθετες αστικές κοινωνίες.
7. Vere Gordon Childe, Man makes himself, London, 1936. 8. Βασίλης Ψαρράς, «Neo-flaneur: Καλλιτεχνική χαρτογράφηση των αστικών non-places και new media arts», 2011: https://www. cact.gr/uploads/files/ eoflaneur-bill_psarras_ teliko. pdf
Η μετάβαση αυτή πραγματοποιήθηκε σε διαφορετικές περιόδους και υπό διαφορετικές συνθήκες στα διάφορα μέρη του κόσμου. Η μορφή που απέκτησαν οι πόλεις στο πέρασμα του χρόνου είναι ποικίλη και επηρεάστηκε από ένα πλήθος παραγόντων όπως η γεωγραφία, το κλίμα, η οικονομία, η θρησκεία κ.α. Σε κάθε περίπτωση, η πόλη στην προβιομηχανική της μορφή, συγκέντρωνε το εμπόριο και τη βιοτεχνία και αποτελούσε τον πυρήνα της οικονομίας και της διοίκησης, ένα πολιτιστικό αλλά και θρησκευτικό κέντρο. Από την ανάπτυξη των πρώτων πόλεων μέχρι και τον 18ο αιώνα, άσχετα με τη μορφή και το μέγεθός τους, διατηρούνταν μία σχετική ισορροπία μεταξύ της μεγάλης πλειοψηφίας του πληθυσμού που ασχολούνταν με τη γεωργία και κατοικούσε στις αγροτικές περιοχές και των κατοίκων των πόλεων όπου η οικονομική δραστηριότητα βασιζόταν στο εμπόριο και τη μεταποίηση σε μικρή κλίμακα. H διαμορφωμένη, εδώ και αιώνες, ισορροπία, εντέλει έσπασε με τον ερχομό της Αγροτικής και της Βιομηχανικής Επανάστασης. Η ανάπτυξη της σύγχρονης βιομηχανίας, από τα τέλη του 18ου αιώνα και μετά, οδήγησε στη μαζική αστικοποίηση και την εμφάνιση νέων μεγάλων πόλεων. Οι αλλαγές τόσο σε οικονομική όσο και σε πολιτισμική κλίμακα υπήρξαν τεράστιες. Αγροτικά πλήθη άρχισαν να συρρέουν στις πόλεις και τα εργοστάσια αποτέλεσαν το νέο εργασιακό περιβάλλον. Η έννοια της πόλης έδωσε τη θέση της στην έννοια της μεγαλούπολης με ό,τι αυτό συνεπάγεται: ανάπτυξη του σιδηροδρόμου και του τραμ, συσσώρευση εμπόρων στις στοές, καθιέρωση των μεγάλων καταστημάτων και συνωστισμό των ανθρώπων στα πεζοδρόμια. H εξέλιξη της τεχνολογίας, η έννοια της ταχύτητας, της μεγαλούπολης και του πλήθους αποτέλεσαν το πρώτο κράμα του μοντερνισμού.8
11
Μια νέα, μάλλον παράξενη κατάσταση Το πλήθος στην αναδυόμενη μεγαλούπολη
9. Jean-Luc Pinol, Ο κόσμος των πόλεων τον 19ο αιώνα, Ιωάννα Δουράμπεη – Έφη Κάννερ (μτφ.), Αθήνα, 2000, σ. 65. 10. Walter Benjamin, Σαρλ Μπωντλαίρ: Ένας λυρικός στην ακμή του καπιταλισμού, Γιώργος Γκουζούλης (μτφ.), Αθήνα, 2002, σ. 46. 11. George Simmel, Mélanges de philosophie relativiste: Contribution à la culture philosophique, Alix Guillain (μτφ.), Paris, 1912, σ. 26-27, στο Benjamin, Σαρλ Μπωντλαίρ, σ. 46. 12. Edgar Allan Poe, Nouvelles histoires extraordinaires, Charles Baudelaire (μτφ.), Paris, 1887, σ. 89, στο Benjamin, Σαρλ Μπωντλαίρ, σ. 62.
Οι πόλεις διέγειραν την κοινωνική φαντασία σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Για ορισμένους ήταν τερατώδεις, για άλλους, κάποτε μάλιστα για τα ίδια πρόσωπα, -γιατί ο αστικός νέος κόσμος γοήτευε και συγχρόνως τρόμαζε- αντιπροσώπευαν την ελπίδα για έναν πιο πολιτισμένο κόσμο. Η έκρηξη του φαινομένου της αστικοποίησης επιστράτευσε κάθε είδους επιχειρηματολογία, επικριτική ή επαινετική. Τροφοδότησε κάθε είδους όνειρα, αλλά και κάθε είδους εφιάλτες.9 Μέσα σε αυτό το νέο σκηνικό, το πλήθος και η ζωή στην αναδυόμενη μεγαλούπολη άρχισαν να αποτελούν αντικείμενο μελέτης και έμπνευσης για τους φιλοσόφους και τους λογοτέχνες της εποχής. Όπως γίνεται αντιληπτό σε πολλές από τις πρώτες αναφορές, δημιουργήθηκε μια νέα, μάλλον παράξενη κατάσταση που ήταν ίδιον των μεγαλουπόλεων.10 Ο Georg Simmel διαπιστώνει πως «οι αμοιβαίες σχέσεις των ανθρώπων στις μεγαλουπόλεις … διακρίνονται από μια σαφή υπεροχή της δραστηριότητας του ματιού σε σχέση μ’ εκείνη της ακοής. Η κύρια αιτία γι’ αυτό είναι τα δημόσια μέσα συγκοινωνίας. Πριν από την ανάπτυξη των λεωφορείων, των σιδηροδρόμων, των τραμ στον 19ο αιώνα, οι άνθρωποι δεν βρίσκονταν αναγκασμένοι να κοιτάζονται επί πολλά λεπτά ή και ώρες χωρίς να απευθύνουν τον λόγο ο ένας στον άλλον».11 Η Αγγλία υπήρξε χωρίς αμφιβολία το λίκνο της πρώτης αστικοποίησης. Ανάμεσα στις παλαιότερες εκδοχές του μοτίβου του πλήθους βρίσκεται το διήγημα του Edgar Allan Poe “Ο άνθρωπος του πλήθους” (1840) που διαδραματίζεται στο Λονδίνο. Σε αυτή την αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, ο πρωταγωνιστής της ιστορίας αρχικά παρατηρεί, μέσα από το παράθυρο ενός κεντρικού καφενείου, την κίνηση του τεράστιου λονδρέζικου πλήθους, παρουσιάζοντας με ιδιαίτερη λεπτομέρεια την φυσική υπόσταση αλλά και την συμπεριφορά όσων περνούν από μπροστά του. Οι ομοιομορφίες στις οποίες υποτάσσονται οι μικροαστοί ζώντας μέσα . στο πλήθος υπερτονίζονται η εμφάνισή τους είναι σχεδόν πανομοιότυπη. Ακόμη πιο εκπληκτική είναι η περιγραφή του πλήθους ως προς τον τρόπο με τον οποίο κινείται: «Οι περισσότεροι περαστικοί παρουσίαζαν μια ικανοποιημένη, πολυάσχολη συμπεριφορά κι έμοιαζαν να σκέφτονται μονάχα πως θ’ ανοίξουν δρόμο μέσα στο πλήθος … Άλλοι, που δεν έπαυαν να αποτελούν μια πολυάριθμη κατηγορία, ήταν αεικίνητοι, είχαν ξαναμμένα πρόσωπα και μιλούσαν και χειρονομούσαν προς τον εαυτό τους, λες και ένιωθαν μόνοι, ακριβώς λόγω της πυκνότητας που παρουσίαζε η ομήγυρη».12 Οι άνθρωποι συμπεριφέρονται σαν να μην μπορούσαν πια να εκφραστούν παρά μόνο με τα αντανακλαστικά τους. Όλη αυτή η κίνηση μοιάζει ακόμη λιγότερο ανθρώπινη επειδή γίνεται λόγος μόνο για ανθρώπους. Όταν φρακάρει το πλήθος, δεν είναι επειδή το σταματά η κυκλοφορία των
12
οχημάτων, -αυτή δεν αναφέρεται πουθενά- αλλά επειδή μπλοκάρεται από άλλα πλήθη. Κινούμενος σε ανάλογο ύφος, ο Friedrich Engels γράφει για το λονδρέζικο πλήθος στο έργο του “Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία” (1845): «Ήδη η οχλαγωγία των δρόμων έχει κάτι το αποκρουστικό, κάτι που εναντίον του εξεγείρεται η ανθρώπινη φύση … Προσπερνούν ορμητικά ο ένας τον άλλον, σαν να μην είχαν τίποτε κοινό, καμία απολύτως σχέση μεταξύ τους, κι όμως η μόνη συμφωνία μεταξύ τους είναι η σιωπηρή εκείνη, ότι καθένας μένει στην πλευρά του πεζοδρομίου που έχει στα δεξιά του, έτσι ώστε τα δύο διασταυρούμενα ρεύματα του συνωστισμού να μην ανακόπτουν το ένα το άλλο. κι όμως δεν περνάει από το νου κανενός να αφιερώσει στον άλλον έστω μια ματιά».13
13. Friedrich Engels, Die Lage der arbeitenden Klasse in England: Nach eigner Anschauung und authentischen Quellen, Leipzig, 1848, σ. 36-37, στο Benjamin, Σαρλ Μπωντλαίρ, σ. 137. 14. Benjamin, ό.π., σ. 137.
Από την περιγραφή του Engels γίνεται φανερό ότι το πλήθος τον θορυβεί, του προκαλεί μια ηθική αντίδραση. Παράλληλα δημιουργείται και μια . άλλη, αισθητική τον δυσαρεστεί ο ρυθμός με τον οποίο οι διαβάτες προσπερνούν ο ένας τον άλλο.14 Η στάση αυτή είναι ενδεικτική του τρόπου που αντιμετώπισε τις συντελούμενες αλλαγές στην πόλη, μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Για πολλούς κατοίκους, η νέα πραγματικότητα δεν ήταν ευχάριστη και έπρεπε να συμφιλιωθούν μαζί της.
13
ΜΕΡΟΣ Β μοντέλα αστικής περιπλάνησης
o flâneur
Από το περπάτημα στην αστική περιπλάνηση Η εμφάνιση της φιγούρας του flâneur
Παρατηρητή, φιλόσοφο, flâneur – αποκαλέστε τον όπως επιθυμείτε … είναι ο ζωγράφος της περαστικής στιγμής και όλων των ιχνών της αιωνιότητας που περιλαμβάνει.1
- Charles Baudelaire
21
1. Charles Baudelaire, The painter of modern life and other essays, Jonathan Mayne (μτφ. & επιμ.), London, 1964, σ. 4-5. 2. Walter Benjamin, Σαρλ Μπωντλαίρ: Ένας λυρικός στην ακμή του καπιταλισμού, Γιώργος Γκουζούλης (μτφ.), Αθήνα, 2002, σ. 147. 3. ό.π., σ. 145. 4. Edgar Allan Poe, Nouvelles histoires extraordinaires, Charles Baudelaire (μτφ.), Paris, 1887, σ. 102, στο Benjamin, Σαρλ Μπωντλαίρ, σ. 58. 5. Jean-Luc Pinol, Ο κόσμος των πόλεων τον 19ο αιώνα, Ιωάννα Δουράμπεη – Έφη Κάννερ (μτφ.), Αθήνα, 2000, σ. 66.
Η σχέση του ανθρώπου με την πόλη άλλαξε σε τεράστιο βαθμό κατά τον 19ο αιώνα, καθώς είχε πλέον να του προσφέρει νέες πρακτικές και εμπειρίες. Ωστόσο, δεν πρόκειται για κάτι που συνέβη από τη μια στιγμή στην άλλη, αλλά για μία πολυσύνθετη διαδικασία. Ίσως η καθημερινή όψη ενός κινούμενου πλήθους να παρουσίαζε ένα θέαμα στο οποίο το μάτι υποχρεώθηκε πρώτα να προσαρμοστεί. Μετά το ξεπέρασμα αυτού του προβλήματος, θα ήταν μάλλον ευπρόσδεκτη για το άτομο κάθε ευκαιρία να επαληθεύσει τη νέα του κατάκτηση.2 Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Poe στο προαναφερόμενο έργο του “Ο άνθρωπος του πλήθους” φαίνεται να διαισθάνεται κάτι απειλητικό στο θέαμα που προσφέρει το ανθρώπινο πλήθος3, αλλά από την άλλη, ο αφηγητής του διηγήματος το παρακολουθεί συνεπαρμένος. Η πλοκή της ιστορίας αλλάζει δραστικά, όταν την προσοχή του τραβά ένας άγνωστος ηλικιωμένος άνδρας και αποφασίζει να εγκαταλείψει το καταφύγιό του, βγαίνοντας στον δρόμο με σκοπό να τον ακολουθήσει. Στο σημείο αυτό, η καταγραφή του πλήθους από έναν αποστασιοποιημένο παρατηρητή δίνει τη θέση της στην ενεργό συμμετοχή του στην υπόθεση. Η παρακολούθηση συνεχίζεται για ώρες, καθώς ο άγνωστος ρυθμίζει τη διαδρομή του με τέτοιο τρόπο ώστε να παραμένει στη μέση του πλήθους. Όσο περισσότερο τον παρατηρεί ο αφηγητής, τόσο πιο πολύ αυξάνεται η περιέργειά του, καταλήγοντας να τον ακολουθεί σχεδόν εμμονικά, ως τις πρώτες πρωινές ώρες. Εντέλει συνοψίζει στη διάγνωση του: «Αυτός ο γέρος … αρνείται να βρεθεί μόνος. Είναι ο άνθρωπος του πλήθους».4 Μέσα από το σύντομο διήγημά του, ο Poe προσφέρει στον αναγνώστη ένα είδος κοινωνικής ανάλυσης της εποχής του, όπου αναγνωρίζονται με σαφήνεια αναδυόμενα αστικά φαινόμενα όπως το πλήθος, το περπάτημα, η παρατήρηση και η περιπλάνηση. Όταν η αστικοποίηση άρχισε να εμφανίζεται στην ηπειρωτική Ευρώπη, οι παρατηρητές που ασχολούνταν με το φαινόμενο είχαν ήδη επισκεφθεί τις αγγλικές πόλεις ή είχαν διαβάσει κείμενα που διαμόρφωναν τις αντιλήψεις τους για την πόλη.5 Ο Poe επηρέασε άμεσα τον Charles Baudelaire, o οποίος αφιέρωσε αρκετά χρόνια στη μετάφραση του μεγαλύτερου μέρους των κειμένων του στα γαλλικά. Το παρισινό πλήθος -όπως συνέβη με το λονδρέζικο πλήθος και τον Poe- ενέπνευσε τον Baudelaire ο οποίος μέσα από το έργο του προσπάθησε να συλλάβει την ουσία της νεωτερικότητας. Στο δοκίμιό του για τον Constantin Guys “Ο ζωγράφος της μοντέρνας ζωής” (1863) εισήγαγε τη λογοτεχνική φιγούρα του flâneur ως τον καλλιτέχνη-ποιητή της μοντέρνας μητρόπολης. Ετυμολογικά, ο όρος προέρχεται από το γαλλικό ρήμα flâner το οποίο σημαίνει περιπλανιέμαι, τριγυρίζω, χασομερώ, ενώ δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία στα αγγλικά ή σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα. στα ελληνικά αποδίδεται συνήθως ως πλάνης. Η αστική περιπλάνηση αποτέλεσε ένα από τα κύρια αφηγηματικά εργαλεία στο έργο του Baudelaire, ο οποίος επιχείρησε να ανάγει τον flâneur σε ήρωα της μοντέρνας ζωής. Περιπλανώμενος δίχως συγκεκριμένο σκοπό, αφημένος στην εντύπωση της στιγμής, ο flâneur
22
χάνεται μέσα στο πλήθος και πηγαίνει εκεί που τον οδηγεί η περιέργειά του, χωρίς να έχει κανέναν προορισμό. Με τη στάση του ανθρώπου που δοκιμάζει μια απόλαυση, αφήνει το θέαμα του πλήθους να επιδρά επάνω του. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Baudelaire: «Το πλήθος είναι το στοιχείο του, όπως ο αέρας είναι το στοιχείο του πουλιού και το νερό εκείνο του ψαριού. Το πάθος και η τέχνη του είναι να παντρεύεται με το πλήθος. Για τον τέλειο περιπλανώμενο, για τον παθιασμένο παρατηρητή, είναι μια απέραντη απόλαυση να μπορεί να εγκατασταθεί μέσα στη μάζα, στο μεταβλητό, στην κίνηση, στο φευγαλέο και στο άπειρο».6
6. Baudelaire, ό.π., σ. 9. 7. ό.π., σ. 9. 8. Benjamin, ό.π., σ. 64. 9. ό.π., σ. 146.
Ο flâneur αποτελεί τον παρατηρητή της νεωτερικότητας, ο οποίος μέσω της περιπλάνησής του βιώνει και επεξεργάζεται το αστικό περιβάλλον, το απεικονίζει μέσα από το πεδίο της τέχνης του και διαμορφώνει μια κριτική ματιά απέναντι στις καθημερινές έννοιες της ομοιομορφίας, της ταχύτητας και της ανωνυμίας της μοντέρνας ζωής. Αναζητεί τα ερεθίσματα που έχει να του προσφέρει το πλήθος, αλλά ταυτόχρονα δεν επιθυμεί να γίνει μέρος του. Ενώ προέρχεται από αυτό, διαφέρει και διαχωρίζεται από τη μάζα και τον κυρίαρχο αστικό τρόπο ζωής. Δεν αφήνει τον εαυτό του να απορροφηθεί από τη φαντασμαγορία του εξωτερικού κόσμου . καθώς διατηρεί συνεχώς την ατομικότητά του είναι ένα «πρίγκηπας που 7 χαίρεται παντού το ινκόγκνιτό του». Παράλληλα, ο πλάνης χρειάζεται ελεύθερο χώρο και δεν θέλει να στερηθεί την ιδιωτική του σχόλη. Παραμένει αργόσχολος καθότι είναι άνθρωπος με προσωπικότητα. Έτσι όταν γύρω στο 1840, θεωρείται για ένα διάστημα καθώς πρέπει να βγάζει κανείς βόλτα χελώνες στις στοές, ο πλάνης τις αφήνει πρόθυμα να καθορίζουν το ρυθμό του. Διαμαρτύρεται έτσι ενάντια στην παραγωγική διαδικασία και τον καταμερισμό εργασίας, που μετατρέπει τους ανθρώπους σε ειδικούς.8 Στέκεται απέναντι στην ορμή της εκβιομηχάνισης και την ταχύτητα που υπαγορεύεται σε όλα τα επίπεδα, πράττοντας μια συνειδητή αντίσταση. Ο ρυθμός αυτός του πλάνητα έρχεται να αντιπαρατεθεί στον ρυθμό του πλήθους όπως το περιγράφει ο Poe. Παρόλο που ο «άνθρωπος του πλήθους», ως αστικός περιπλανητής, έχει κοινά στοιχεία με τον flâneur του Baudelaire, χαρακτηρίζεται από μία μανιακή, αγχώδη συμπεριφορά καθώς περιπλανιέται στο πολυπληθές Λονδίνο, το οποίο δεν παρέχει άνεση χώρου και αβίαστη κίνηση. Από το παράδειγμά του Poe μάλλον κάποιος συμπεραίνει τι θα έπρεπε να απογίνει ο πλάνης μόλις του αφαιρείτο το περιβάλλον στο οποίο ανήκει.9 Η φιγούρα του flâneur, όπως την ανέπτυξε ο Baudelaire, συμβολίζει έναν τρόπο ζωής και σκέψης που θα μπορούσε να λάβει χώρα στο Παρίσι του 19ου αιώνα και τον τύπο κοινωνίας που αυτό αντιπροσώπευσε. Δεν τον βρίσκουμε ούτε πριν, αλλά ούτε και μετά.
23
Ο flâneur ως αντικείμενο μελέτης Ο Walter Benjamin και το Σχέδιο εργασίας περί στοών
Δεν είναι δύσκολο, μέσω της δικής μας περιπλάνησης, να ανασυγκροτήσουμε μια εργάσιμη μέρα του Benjamin. Καταφθάνοντας με το μετρό, θα πρέπει να ανέβαινε στην επιφάνεια περνώντας από την τεχνοτροπίας Art Nouveau είσοδο της οδού 4 Septembre και θα διέσχιζε τη στοά Choiseul, εξερχόμενος στην κατάφυτη πλατεία de Louvois, η γαλήνια ηρεμία της οποίας τερματίζεται αιφνίδια στην οδό Richelieu. Διερχόμενος τις λωρίδες κυκλοφορίας της, κατέληγε στην ασφάλεια της Bibliothèque Nationale ... Όταν κουραζόταν από την ανάγνωση, ένας μικρός περίπατος με αφετηρία τη βιβλιοθήκη ξετύλιγε εμπρός του την όψη ολόκληρου του κεντρικού Παρισιού, πρώτα και κυρίως, τις εναπομείνασες στοές στις οποίες ανακάλυψε μια μικρογραφία του νεωτερικού κόσμου: Choiseul, Viviennne, Colbert, Puteaux, Havre, Panoramas, Joufrey, Verdeau, Princes, Brady, Prado, Caire, Bourg l’Abée, Grand-Cerf, Vero-Dodat.10
- Susan Buck-Morss
25
10. Susan Buck-Morss, Η διαλεκτική του βλέπειν: Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν και το Σχέδιο εργασίας περί στοών, Μανόλης Αθανασάκης (μτφ.), Ηράκλειο, 2011, σ. 522. 11. Benjamin, ό.π., σ. 44. 12. ό.π., σ. 83.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, ο Walter Benjamin επιχείρησε να συντάξει μία φιλοσοφική μελέτη για την ιστορία του 19ου αιώνα και τη σημασία της για την κοινωνία και τον πολιτισμό της σύγχρονής του μεσοπολεμικής εποχής. Συλλέγοντας μανιωδώς εικόνες και σημειώσεις, ανέτρεξε στο λογοτεχνικό έργο των Honoré de Balzac, Edgar Allan Poe και Marcel Proust, στις αναλύσεις του Karl Marx, και στις παρατηρήσεις του σύγχρονού του Georg Simmel. Ωστόσο τη σημαντικότερη αναφορά για τον Benjamin αποτέλεσε o Baudelaire, οδηγώντας τον σε μία τεράστια μελέτη για τον Γάλλο ποιητή και κατ’ επέκταση για το Παρίσι του 19ου αιώνα. Μέσω της μακροχρόνιας σπουδής του, ο Benjamin κατέληξε να ορίσει το Παρίσι ως την πρωτεύουσα της νεωτερικότητας και τoν flâneur ως το εμβληματικό αρχέτυπό της. Έτσι, η έννοια του flâneur από λογοτεχνική φιγούρα του 19ου αιώνα μετατράπηκε σε αντικείμενο θεωρητικής μελέτης κατά τον 20ο. Στο κείμενό του “Ο πλάνης” (1938) καθώς και στη νεότερη επεξεργασμένη του μορφή “Ορισμένα μοτίβα στον Baudelaire” (1939), ο Benjamin εκθέτει ένα σώμα ιδεών που αναπτύσσονται εξελικτικά γύρω από αυτή την παρισινή μορφή. Υποστηρίζει πως ο πλάνης υπήρξε γέννημα του μοντερνισμού και της Βιομηχανικής Επανάστασης -αλλά ταυτόχρονα και ενσάρκωσή τους- ενώ τον αντιμετωπίζει ως πραγματικό πρόσωπο στη Γαλλία του 19ου αιώνα. Παράλληλα, και ο ίδιος μέσα από τους περιπάτους του κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Παρίσι, ενσάρκωσε τη φιγούρα του flâneur και χρησιμοποίησε την αστική περιπλάνηση ως εργαλείο για την εξαγωγή κοινωνικών και αισθητικών παρατηρήσεων. Προσπαθώντας να «διαβάσει» τη σύγχρονη μητρόπολη, οδηγήθηκε στη διχοτόμησή της στο μέσα και το έξω, στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Έψαξε το ανάλογό της και το βρήκε στην παρισινή στοά, την οποία ανήγαγε σε σύμβολο της πόλης. Συνιστώντας τον πυρήνα της αστικής ζωής και μια μικρογραφία της κοινωνίας, η στοά αποτέλεσε, σύμφωνα με τον Benjamin, τον ιδανικό χώρο της περιπλάνησης. Χαρακτηριστικό σημείο της βαρύτητας που απέδωσε στις στοές, αποτελεί ο τίτλος του μείζονος συγγραφικού του έργου για την κουλτούρα του 19ου αιώνα, “Σχέδιο εργασίας περί στοών” (1927-1940), το όποιο έμεινε ημιτελές λόγω της αυτοκτονίας του. Η φιγούρα του flâneur εμπλουτίστηκε από τον Benjamin, καθώς χαρακτηρίζει τον πλάνητα «βοτανολόγο της ασφάλτου»11 που νιώθει σαν στο σπίτι του ανάμεσα στις προσόψεις των κτιρίων, ενώ πηγαίνοντας ένα βήμα παρακάτω την ιδιότητα του αστικού παρατηρητή, τον περιγράφει ως ντετέκτιβ που αναπτύσσει μορφές αντίδρασης οι οποίες ταιριάζουν με τον ρυθμό της μεγαλούπολης. Ακόμη τονίζει πως με τον flâneur η απόλαυση της θέασης γιορτάζει τον θρίαμβό της.12 Η ευχαρίστηση της επισκόπησης της αστικής ζωής συνδυάζεται με τη γνώση που απορρέει από την εις βάθος επιθεώρησή της. Η ερμηνευτική πρόθεση με την οποία ο πλάνης αντικρίζει το αστικό περιβάλλον, τον διαφοροποιεί από τους υπόλοιπους περιπατητές της πόλης. Κατά τις αρχικές του καταχωρήσεις, ο Benjamin φαινόταν να επικροτεί αυτόν τον δημόσιο προσανατολισμό του flâneur, καθώς και τους
26
δημόσιους χώρους της πόλης και το πλήθος που κινείται δια μέσου αυτών.13 Ωστόσο, μετά τη δεκαετία του ‘20, το σκηνικό στη μεγαλούπολη . άρχισε να μεταβάλλεται αναπόφευκτα και η φιγούρα του flâneur. Το αστικό τοπίο σημαδεύτηκε από μια σειρά σημαντικών πολεοδομικών, αρχιτεκτονικών και αισθητηριακών αλλαγών. Η σύντομη ημιζωή των τεχνολογιών και των εμπορευμάτων, η γρήγορη μεταστροφή στο στυλ και στη μόδα, βιώθηκε στον ακμαίο καπιταλισμό σαν ραγδαία χρονική εξασθένιση. Αν ύστερα από έναν αιώνα οι πρώτες στοές έμοιαζαν με προϊστορικές, αυτό οφειλόταν στις τρομακτικά γρήγορες αλλαγές που επέφερε στο αστικό τοπίο η βιομηχανική τεχνολογία.14 Ταυτόχρονα η οικονομική βάση είχε πλέον μεταβληθεί δραστικά, ενώ οι αρχές επιτάχυνσης της μαζικής παραγωγής είχαν εκχυθεί στους δρόμους, διεξάγοντας «πόλεμο κατά της flânerie». Όπως γράφει η Le Temps το 1936: «Το ανθρώπινο ρεύμα έχει χάσει την ευγένεια και την ηρεμία του. Τώρα είναι ένας χείμαρρος, που σε στριφογυρνά, σε σπρώχνει, σε ρίχνει πίσω, σε τραβά δεξιά κι αριστερά».15 Παρ’ ότι οι μεταφορές με τη χρήση μηχανών ήταν ακόμη σε στοιχειώδες στάδιο ανάπτυξης, κινδύνευε ήδη κανείς να χαθεί στη θάλασσα. Το ύφος του Benjamin, επηρεασμένο από τα γεγονότα της δεκαετίας του ‘30, έγινε σαφώς επικριτικό και λειτούργησε ως προειδοποίηση προς τους διανοούμενους «πλάνητες» της εποχής του. Περιέγραψε τις πιο μοντέρνες μορφές αυτού του κοινωνικού τύπου: ο ρεπόρτερ, ένας flâneur που έγινε ντετέκτιβ, βγαίνει περιπολία, ο φωτορεπόρτερ τριγυρνά σαν κυνηγός έτοιμος να πυροβολήσει.16 Ο flâneur αποτελούσε πλέον το πρωτότυπο μιας νέας μορφής έμμισθου απασχολουμένου, ο οποίος παρήγαγε ειδήσεις, λογοτεχνία και διαφημίσεις για τους σκοπούς της ενημέρωσης, της ψυχαγωγίας και της πειθούς. Ταυτόχρονα, ο πλάνης, ως μποέμ, μεταβλήθηκε σε μια ατραξιόν των καφέ. Παρατηρούμενος από το κοινό ενώ «εργάζεται» χασομερώντας, έβγαζε την ίδια την έννοια του αγοραίου περίπατο. Μέσω της τελευταίας του εξευτελιστικής ενσάρκωσης, ως άνθρωπος-σάντουιτς, πληρωνόταν για να διαφημίζει τις ατραξιόν του μαζικού πολιτισμού ή τις παραπλανητικές κατασκευές της κυρίαρχης ιδεολογίας.17
13. Buck-Morss, ό.π., σ. 470. 14. ό.π., σ. 99, 166. 15. Walter Benjamin, Gesammelte Schriften, 7 τόμοι, Rolf Tiedemann και Herman Schweppenhäuser (επιμ.), με τη συνεργασία των Theodor W. Adorno και Gershom Scholem, Frankfurt, 1972, τόμος V, σ. 547, στο Buck-Morss, Η διαλεκτική του βλέπειν, σ. 524. 16. Buck-Morss, ό.π., σ. 472. 17. ό.π., σ. 472-473. 18. ό.π., σ. 525. 19. Benjamin, Gesammelte Schriften, τόμος V, σ. 436, στο Buck-Morss, Η διαλεκτική του βλέπειν, σ. 474.
Όπως παρατηρεί η Susan Buck-Morss, το ουτοπικό στοιχείο της flânerie ήταν φευγαλέο.18 Στο τέλος, ο flâneur απορροφήθηκε από τον καπιταλισμό και εξέφρασε παραδειγματικά τον τρόπο ύπαρξης σε μία κοινωνία μαζικής παραγωγής και κατανάλωσης. Ο πλάνης, που καυχήθηκε για την ευφυΐα του, προπορευόταν των συγχρόνων του ως προς το ότι πρώτος έπεσε θύμα εκείνου που έκτοτε τύφλωσε πολλά εκατομμύρια ανθρώπων.19
27
Η τελευταία κατοικία του πλάνητα Από την εμπορική στοά στο πολυκατάστημα
Είναι ένα μεγαλειώδες γνώρισμα του Poe ότι εγγράφει στην πρώτη κιόλας περιγραφή του πλάνητα τη φιγούρα του τέλους του.20
- Walter Benjamin
29
20. Benjamin, Σαρλ Μπωντλαίρ, σ. 65. 21. ό.π., σ. 65. 22. Anne Friedberg, Window shopping: Cinema and the postmodern, Berkeley / Los Angeles / London, 1993, σ. 37.
Όταν με την ανάπλαση του Παρισιού από τον Haussmann, οι εμπορικές στοές άρχισαν να χάνουν την αρχική τους λάμψη, ήρθαν να καταλάβουν τη θέση τους στην αστική πραγματικότητα, τα πολυκαταστήματα (grand magasins). Εν μέσω μιας έκρηξης πρωτοφανούς υλικής αφθονίας, πωλούσαν προϊόντα μαζικής παραγωγής με ταχύτατους ρυθμούς και αποτελούσαν τους νέους ναούς της κατανάλωσης για την ανερχόμενη αστική τάξη. Ο Benjamin εντοπίζει τη μετάβαση από τη στοά στο πολυκατάστημα και τη θεωρεί κομβικό σημείο στη μελέτη του για τον flâneur. Αναγνωρίζει το πολυκατάστημα ως το ξεπεσμένο ανάλογο του δρόμου και το χαρακτηρίζει ως το τελευταίο καταφύγιο του πλάνητα. Στο κείμενό του “Ο πλάνης” αναφέρει χαρακτηριστικά: «Αν η στοά είναι η κλασική μορφή του εσωτερικού προς το οποίο εξομοιώνεται ο δρόμος για τον πλάνητα, το πολυκατάστημα είναι η παρηκμασμένη μορφή του. Το πολυκατάστημα είναι η τελευταία πιάτσα του πλάνητα. Αν στην αρχή ο δρόμος είχε γίνει γι’ αυτόν εσωτερικό, τούτο το εσωτερικό γινόταν τώρα δρόμος, και ο πλάνης περιπλανιόταν μέσα στον λαβύρινθο των εμπορευμάτων όπως άλλοτε σ’ εκείνον της πόλης».21 Τα κτίρια και οι προσόψεις τους ανάγονται σε πάγκους εμπορευμάτων και οι δρόμοι της πόλης σε διαδρόμους ανάμεσά τους. Η αποστασιοποιημένη παρατήρηση του πλάνητα δίνει τη θέση της στη θέαση των εμπορευμάτων, τα οποία αρχίζει να ποθεί, χάνοντας έτσι την κριτική ουδετερότητα που διέκρινε τη ματιά του και του παρείχε την ανεξαρτησία του. Σε αυτό το σημείο, ο Benjamin ανακηρύσσει τον θάνατο του flâneur - τουλάχιστον στην αρχική και «αυθεντική» του μορφή. Ωστόσο, η Anne Friedberg, στο πλαίσιο της μεταγενέστερης συζήτησης για τη θηλυκή εκδοχή του πλάνητα, παρατηρεί πως «το πολυκατάστημα ίσως υπήρξε, όπως το έθεσε ο Benjamin, το τελευταίο καταφύγιο του flâneur, αλλά ταυτόχρονα αποτέλεσε το πρώτο για τη flâneuse».22 Στο πολυκατάστημα, η flâneuse απέκτησε τη σχετική ελευθερία να εμπλακεί με τις απολαύσεις της θέασης, της περιπλάνησης και της κοινωνικοποίησης εντός ενός ασφαλούς περιβάλλοντος το οποίο, αν και δημόσιο, καλλιεργούσε την αίσθηση του κλειστού και ελεγχόμενου. Εντούτοις, είναι διακριτή η διαφορά ανάμεσα σε αυτήν την περιπλάνηση και στην άσκοπη παρουσία του flâneur στους δρόμους της πόλης. Η σύνδεση της γυναίκας-πλάνητος με τον καταναλωτισμό καθιστά αμφίβολο το κατά πόσο μπορεί να αποσυνδεθεί ψυχολογικά από την έλξη των αγαθών που διατίθενται προς πώληση, επιστρέφοντας τη συζήτηση στο σημείο που την άφησε ο Benjamin. Σε κάθε περίπτωση, η μελέτη της φιγούρας του flâneur δε σταμάτησε με την ανακήρυξη του θανάτου του από τον Benjamin. Ακόμη και ο ίδιος, σε μεταγενέστερες καταχωρήσεις του, περιέγραψε τις πιο μοντέρνες μορφές που πήρε ο πλάνης στην εποχή του. Παράλληλα, το πολυκατάστημα εξελίχθηκε και προσαρμόστηκε στις ριζικές αλλαγές της οντολογίας τόσο του καπιταλισμού όσο και του αστικού περιβάλλοντος. Έτσι, η εξασθένιση του δημόσιου βίου στις πόλεις και η μεταβολή των καταναλωτικών συνηθειών οδήγησε, κυρίως κατά το δεύτερο μισό
30
του 20ου αιώνα, στη μετάβαση από το πολυκατάστημα στο εμπορικό κέντρο.
31
o περιπλανώμενος φωτογράφος
Μια νέα, μηχανική σύλληψη της πραγματικότητας Η εφεύρεση της φωτογραφίας
Ανάμεσα σε αναρίθμητες χειρονομίες, όπως το γύρισμα του διακόπτη, το ρίξιμο στη σχισμή, το πάτημα του κουμπιού κλπ., το κλικ του φωτογράφου ήταν ιδιαίτερα πλούσιο σε συνέπειες. Ένα πάτημα με το δάχτυλο ήταν αρκετό ώστε να συλλάβει ένα γεγονός για απεριόριστο χρόνο.23
- Walter Benjamin
35
23. Benjamin, Σαρλ Μπωντλαίρ, σ. 149. 24. Paul Delaroche, στο Stephen Bann, Paul Delaroche: History painted, London, 1997, σ. 4. 25. Charles Baudelaire, Oeuvres complètes II: Texte établi et annoté par YvesGérard Le Dantec, Paris, 1932, σ. 224, στο Benjamin, Σαρλ Μπωντλαίρ, σ. 165. 26. Susan Sontag, Περί φωτογραφίας, Ηρακλής Παπαϊωάννου (μτφ.), Αθήνα, 1993, σ. 17. 27. ό.π., σ. 16-17. 28. Christian Metz, Essais sur la signification au cinéma, Paris, 1968, σ. 53
Η διαχρονική επιδίωξη πολλών ζωγράφων για ρεαλιστική αναπαράσταση του κόσμου, κατορθώθηκε εντέλει, με μοναδική επιτυχία, με την εφεύρεση της φωτογραφίας τον 19ο αιώνα. Κατά τις δεκαετίες που ακολούθησαν την παραγωγή των πρώτων φωτογραφιών, οι φωτογραφικές διεργασίες βελτιώθηκαν και απέκτησαν ευρύτερη εφαρμογή, στερώντας από τη ζωγραφική μεγάλο μέρος του ιστορικού της σκοπού να παρέχει μια ακριβή καταγραφή του παρατηρήσιμου κόσμου. Ήταν τέτοιος ο εντυπωσιασμός της εποχής, ώστε ο Paul Delaroche να πει την ιστορική φράση «Από σήμερα η ζωγραφική πέθανε».24 Παρ’ όλα αυτά, η φωτογραφία συνάντησε αρκετούς πολέμιους, οι οποίοι την κατηγόρησαν ως μία απρόσωπη μηχανική απεικόνιση της πραγματικότητας που δε μπορούσε να θεωρηθεί τέχνη. Συντασσόμενος με αυτή την άποψη, ο Baudelaire κατακεραύνωσε του λάτρεις της φωτογραφίας και υποστήριξε πως αυτή μπορεί να ιδιοποιείται ανενόχλητη τα εφήμερα πράγματα, που δικαιούνται μια θέση μέσα στα αρχεία της μνήμης μας, αρκεί να σταματάει πριν από την περιοχή του άπιαστου και του φανταστικού, πριν από εκείνη της τέχνης.25 Αφήνοντας στην άκρη αυτό το ψευτοδίλημμα, αν η φωτογραφία είναι τέχνη ή όχι, οφείλουμε να εστιάσουμε στην πιο σημαντική και ίσως γνησιότερη ιδιότητά της. Η φωτογραφία συλλαμβάνει την πραγματικότητα, την . αποτυπώνει η κάμερα τεκμηριώνει, προσφέρει αποδείξεις. Κάτι για το οποίο ακούμε αλλά αμφιβάλλουμε, φαίνεται αποδεδειγμένο όταν μας επιδειχθεί μια φωτογραφία του. Η φωτογραφική απεικόνιση μπορεί ενίοτε να παραμορφώνει, πάντοτε όμως βγαίνει το συμπέρασμα πως κάτι υπάρχει ή υπήρξε, που μοιάζει με αυτό το οποίο απεικονίζεται.26 Όποιοι κι αν είναι οι περιορισμοί ή οι αξιώσεις κάθε φωτογράφου, η φωτογραφία -οποιαδήποτε φωτογραφία- φαίνεται να έχει μια πιο αθώα και κατά συνέπεια ακριβέστερη σχέση με την ορατή πραγματικότητα από τα άλλα μιμητικά αντικείμενα. Ό,τι έχει γραφτεί για ένα πρόσωπο ή ένα γεγονός είναι σίγουρα μια ερμηνεία, όπως είναι και οι χειροποίητες εικαστικές προτάσεις, σαν τους πίνακες και τα σχέδια. Από την άλλη, οι φωτογραφικές εικόνες δεν μοιάζουν να είναι προτάσεις για τον κόσμο, όσο τμήματά του, μινιατούρες της πραγματικότητας. που ο καθένας μπορεί να φτιάξει ή να αποκτήσει.27 Το να παίρνει κανείς φωτογραφίες, συνιστά έναν τρόπο επικύρωσης της εμπειρίας. Το κλικ της μηχανής μετατρέπει το βίωμα σε εικόνα. Το ερώτημα όμως που πλανάται διαχρονικά είναι κατά πόσο η φωτογραφία μπορεί να αποτελέσει, παράλληλα, ένα αφηγηματικό μέσο αυτής. Σε μια πρώτη προσέγγιση, μέσα σε μία φωτογραφία παρατηρείται η απουσία ικανού χρόνου, στοιχείο κρίσιμο στην αφήγηση. Εντούτοις, όπως ισχυρίστηκε και ο Christian Metz: «Μια μεμονωμένη φωτογραφία δεν είναι ικανή να αφηγηθεί τίποτα! Γιατί λοιπόν, δια μιας περίεργης επαγωγής δύο φωτογραφίες η μία δίπλα στην άλλη, είναι αναγκασμένες να διηγηθούν κάτι; Το να περάσεις από τη μία φωτογραφία στις δύο, ισοδυναμεί με το να περάσεις από την εικόνα στη γλώσσα».28 Οι φωτογραφίες ως τυπωμένες αποδείξεις των πρακτικών μας, ως συλληφθέντα γεγονότα, μπορούν να αποτελέσουν μία διαφορετική μέθοδο εξιστόρησης, ένα
36
οπτικό κείμενο που όπως και το γραπτό, διαθέτει τη δυνατότητα της αφήγησης.
29. Sontag, ό.π., σ. 63.
Σε ό,τι αφορά την περιπλάνηση στην πόλη, τα ευρήματα του flâneur του Baudelaire βρίσκουν παραδείγματα στα φωτογραφικά στιγμιότυπα που πήραν το 1890 ο Paul Martin στους δρόμους του Λονδίνου και στην ακρογιαλιά και ο Arnold Genthe στην Chinatown του Σαν Φρανσίσκο, -χρησιμοποιώντας και οι δύο κρυμμένες κάμερες- στο Παρίσι του λυκόφωτος του Eugène Atget με τους λιωμένους δρόμους και τα φθαρμένα επαγγέλματα, στα δράματα σεξ και μοναξιάς που απεικονίζονται στο βιβλίο του Brassai “Paris de nuit” (1933), στην εικόνα της πόλης σαν θέατρο καταστροφής στο “Naked city” (1945) του Weegee.29
37
Η ένοπλη έκδοση του μοναχικού περιπατητή Ο φωτογράφος flâneur Eugène Atget
Έχει ειπωθεί αρκετά δίκαια για τον Atget ότι φωτογράφιζε (ερημωμένους δρόμους του Παρισιού) σαν σκηνές εγκλήματος. Η σκηνή του εγκλήματος είναι ερημωμένη επίσης. φωτογραφίζεται για τη θεμελίωση αποδείξεων.30
- Walter Benjamin
41
30. Sontag, ό.π., σ. 172. 31 ό.π., σ. 26. 32. Benjamin, Gesammelte Schriften, τόμος V, σ. 188, στο Buck-Morss, Η διαλεκτική του βλέπειν, σ. 135. 33. Edmund White, The flâneur: A stroll through the paradoxes of Paris, London, 2001, σ. 41. 34. ό.π., σ. 41.
Οι κάμερες ξεκίνησαν να δημιουργούν ένα αντίγραφο του κόσμου τη στιγμή που το ανθρώπινο τοπίο είχε αρχίσει να υφίσταται ιλιγγιώδεις ρυθμούς μεταβολών.31 Στο γύρισμα του 19ου αιώνα, το Παρίσι, όπως το έζησε ο Baudelaire και αποτέλεσε την πηγή της έμπνευσής του, γινόταν σταδιακά παρελθόν. Η χρηματοδοτούμενη από το κράτος νέα πολεοδομία, που αποτέλεσε την ενασχόληση του βαρόνου Haussmann, αυτού του «καλλιτέχνη της κατεδάφισης»,32 «ανακαίνισε» το αστικό περιβάλλον αλλάζοντας τη διευθέτηση των κτιρίων και των δρόμων. Η εκκαθάριση των φτωχομαχαλάδων διέσπασε τις γειτονιές της εργατικής τάξης και μετατόπισε στα προάστια την άσχημη εικόνα και τις ανθυγιεινές συνθήκες ζωής. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ο Eugène Atget, ένας από τους πρωτοπόρους της τέχνης της φωτογραφίας, ξεκίνησε το 1897 ένα μεγάλο όπως αποδείχθηκε έργο - τη συλλογή φωτογραφιών για το παλιό Παρίσι. Ενσαρκώνοντας τη φιγούρα του φωτογράφου flâneur, ο Atget τριγυρνούσε αποφασισμένος να καταγράψει κάθε γωνιά της πόλης πριν αυτή εξαφανιστεί για χάρη των σύγχρονων «βελτιώσεων».33 Κουβαλώντας τη βαριά και μεγάλη φωτογραφική του μηχανή, μαζί με τις γυάλινες φωτογραφικές πλάκες, αποθανάτισε το Παρίσι που άλλαζε και χανόταν. Είναι χαρακτηριστική η επιλογή του να αποφεύγει σκηνές από το γεμάτο ζωντάνια, σύγχρονο τμήμα της πόλης που συχνά βρισκόταν σε απόσταση αναπνοής, προτιμώντας τις νοσταλγικές γωνιές της. Οι φωτογραφίες του αποτυπώνουν την πόλη στις διάφορες εκφάνσεις της. Στενά δρομάκια και αυλές στο ιστορικό κέντρο, μαζί με τα παλιά κτίριά, -ορισμένα από τα οποία σύντομα επρόκειτο να κατεδαφιστούνθαυμαστά παλάτια, γέφυρες και αποβάθρες στις όχθες του Σηκουάνα, καταστήματα με τις βιτρίνες τους. Ακόμη φωτογράφιζε κλιμακοστάσια και αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες στις προσόψεις των κτιρίων καθώς και τα εσωτερικά των διαμερισμάτων. Εκτός από την αρχιτεκτονική και το αστικό περιβάλλον, το ενδιαφέρον του τραβούσαν τα πρόσωπα της πόλης, ευγενείς, μικροπωλητές, συλλέκτες αντικειμένων και πόρνες, αλλά και οι υπαίθριες αγορές και οι λαϊκές διασκεδάσεις. Οι απομακρυσμένες περιοχές και οι περιφερειακές γειτονιές, στις οποίες οι φτωχοί και άστεγοι αναζητούσαν πλέον καταφύγιο, εμπλούτιζαν ακόμη περισσότερο τα εικονογραφικά του θέματα. Συνεχίζοντας τις φωτογραφήσεις μέχρι τον θάνατό του το 1927, ο Atget κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα τεράστιο φωτογραφικό αρχείο της εικόνας και της αίσθησης του Παρισιού του 19ου αιώνα, τη στιγμή της δραματικής του μεταμόρφωσης. Ως ενσάρκωση του «επιστημονικού flâneur»34 εξέλιξε την έννοια της περιπλάνησης και αποτέλεσε ίσως την πρώτη ένοπλη έκδοση του μοναχικού παρατηρητή στην οποία αναφέρθηκε, μερικές δεκαετίες αργότερα, η Susan Sontag στη συλλογή δοκιμίων “Περί φωτογραφίας” (1977): «Στην πραγματικότητα, η φωτογραφία καθιερώθηκε πρώτα ως μια προέκταση του ματιού του μεσοαστού flâneur, του οποίου τη νοοτροπία περιέγραψε ο Badeulaire. Ο φωτογράφος είναι μια ένοπλη έκδοση του
42
μοναχικού παρατηρητή που κάνει αναγνώριση, στήνει ενέδρα, περιπολεί την αστική κόλαση, ο ηδονοβλεψίας που κάνοντας βόλτες ανακαλύπτει την πόλη σαν ένα τοπίο από φιλήδονες ακρότητες. Ειδικευμένος στις χαρές του κοιτάγματος, βαθύς γνώστης της συμπάθειας, ο flâneur βρίσκει τον κόσμο “γραφικό” … Ο flâneur δεν προσελκύεται από τις επίσημες πραγματικότητες της πόλης αλλά από τις άσχημες γωνιές της, τους αγνοημένους πληθυσμούς της. μια ανεπίσημη πραγματικότητα πίσω από την πρόσοψη της αστικής ζωής, την οποία ο φωτογράφος “συλλαμβάνει” όπως ο ντετέκτιβ συλλαμβάνει έναν εγκληματία».35
35. Sontag, ό.π., σ. 62-63.
43
το dérive
Μια νέα μορφή αστικής περιπλάνησης Οι Καταστασιακοί και το dérive
Ένα ή περισσότερα άτομα κατά τη διάρκεια μιας ορισμένης περιόδου αφήνουν τις σχέσεις τους, τις δουλειές τους, τις ασχολίες του ελεύθερού τους χρόνου, και όλα τα άλλα συνήθη κίνητρά τους για κίνηση και δράση, καθιστώντας τον εαυτό τους ελεύθερο στα ερεθίσματα του περιβάλλοντος και τις συναντήσεις που θα προκύψουν σε αυτό.36
- Guy Debord
49
36. Guy Debord, «Théorie de la dérive», Internationale Situationniste, Paris, 2/1958, σ. 19. 37. Sadie Plant, The most radical gesture: The Situationist International in a postmodern age, London / New York, 1992, σ. 11. 38. Guy Debord, «Definitions», Internationale Situationniste, Paris, 1/1958, σ. 13. 39. ό.π., σ. 13.
Κατά τις δεκαετίες που ακολούθησαν τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τα συντρίμμια που άφησε πίσω του, σε όλα τα επίπεδα, σταδιακά αποκαταστάθηκαν. Η υλική φτώχεια, σε μεγάλο βαθμό, ξεπεράστηκε και ο κόσμος εισήλθε σε μία εποχή οικονομικής ευημερίας και τεχνολογικών επιτευγμάτων. Ωστόσο, ο καπιταλιστικός τρόπος ζωής και η κοινωνία της μαζικής κατανάλωσης, στην πλήρη ανάπτυξή τους, επέφεραν την αποξένωση των ατόμων και επηρέασαν την ποιότητα των ανθρώπινων σχέσεων. Εντός αυτού του κοινωνικού πλαισίου, έκανε την εμφάνισή της τη δεκαετία του 1950, η ομάδα των Καταστασιακών. Αποτέλεσμα μιας μακράς περιόδου ζυμώσεων, ανακατατάξεων και συγχωνεύσεων, γεννήθηκε επισήμως τον Ιούλιο του 1957 με την ίδρυση της Καταστασιακής Διεθνούς (Internationale Situationniste) στο Cosio της Ιταλίας. Αποτελούμενη από θεωρητικούς, καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες και άλλους επιστήμονες, η οργάνωση άσκησε έντονη κριτική στις πρακτικές του προηγμένου καπιταλισμού και επιδίωξε την ανασύσταση της καθημερινής ζωής. Οι Καταστασιακοί υποστήριξαν ότι ο πρωταρχικός στόχος του επικρατούντος συστήματος της εποχής τους, ήταν η έκφραση των κοινωνικών σχέσεων μέσω της ανταλλαγής ή της κατανάλωσης των αντικειμένων. Θεωρούσαν πως η σύγχρονή τους κοινωνία ήταν κατασκευασμένη από μεμονωμένες στιγμές και εικόνες, μέσω των οποίων οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να βιώσουν πραγματικά τη ζωή. μία «κοινωνία του θεάματος», όπως την χαρακτηρίζει ο Guy Debord μέσα από το ομώνυμο έργο του. Η ανεξάρτητη εμπειρία και τα αυθεντικά βιώματα είχαν χαθεί, ενώ δημιουργούνταν συνεχώς νέες ανάγκες και μια συνεχής επιθυμία που δεν ικανοποιούνταν ποτέ. Η πληθώρα επιλογών που προσφερόταν στα άτομα ήταν ήδη προεπιλεγμένη με τέτοιο τρόπο ώστε ο καταναλωτής να μην έχει εντέλει τη δυνατότητα μιας καθαρά προσωπικής επιλογής. Ο ελεύθερος χρόνος, ο πολιτισμός, η τέχνη, η διασκέδαση και η γνώση, είχαν δομηθεί ως εμπορεύματα, προκαθορισμένα «πακέτα» προς κατανάλωση, με αποτέλεσμα η αποξένωση να επεκταθεί μέχρι τις πιο προσωπικές στιγμές των ανθρώπων.37 Η ανατροπή της παγιωμένης αυτής κατάστασης, σύμφωνα με τους Καταστασιακούς, δε μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο μέσω της θεωρίας. Κεντρική ιδέα και πρότασή τους, για την κατάλυση της κοινωνίας του θεάματος, υπήρξε η δόμηση καταστάσεων τις οποίες ο Debord όρισε ως στιγμές ζωής, συγκεκριμένα και σκόπιμα κατασκευασμένες από τη συλλογική οργάνωση μιας ενιαίας ατμόσφαιρας και ενός παιχνιδιού γεγονότων.38 Οι άνθρωποι έπρεπε να δημιουργήσουν οι ίδιοι τις καταστάσεις που τους προσδιορίζουν, συμμετέχοντας ενεργά στη ζωή και όχι παρακολουθώντας, αποστασιοποιημένοι, ένα προκατασκευασμένο θέαμα. Μία από τις κύριες μεθόδους των Καταστασιακών ήταν η ψυχογεωγραφία, η μελέτη δηλαδή των συγκεκριμένων επιπτώσεων του συνειδητά ή μη, οργανωμένου γεωγραφικού περιβάλλοντος στα συναισθήματα και τη συμπεριφορά των ατόμων.39 Με τον τρόπο αυτό, θεωρούσαν ότι θα
50
συνειδητοποιήσουν πως ελέγχεται η καθημερινή ζωή, θα αφυπνίσουν τη συνείδηση των ατόμων και θα δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες για τη δόμηση όλο και περισσοτέρων καταστάσεων. Βασική πρακτική της ψυχογεωγραφίας αποτέλεσε το dérive, μια επαναστατική συμπεριφορά που ορίστηκε ως η τεχνική της γρήγορης μετάβασης μέσα από ποικίλες ατμόσφαιρες.40 Το dérive δεν είχε σκοπό την απλή κατανάλωση εικόνων. Αντιθέτως, επιζητούσε το συνολικό βίωμα που προκαλεί η εναλλαγή τους, καθώς ο περιπλανώμενος διασχίζει διαφορετικές περιοχές, με διαφορετικές ατμόσφαιρες, σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Αποσκοπούσε όχι μόνο στην ανάγνωση της πόλης, αλλά και στην ανακατασκευή του νοήματός της, στη δημιουργία ενός προσωπικού περιβάλλοντος.
40. ό.π., σ. 13. 41. Βασίλης Ψαρράς, «Επαυξάνοντας τον καλλιτέχνη-flaneur: “Βοτανολογώντας”, “υφαίνοντας” και “συντονίζοντας” γεωγραφίες της αστικής εμπειρίας», 2014: https://www.researchgate.net /profile/Bill_Psarras/ publication/308229411.pdf
Μέσω του dérive, o αστικός περιπατητής βίωνε την περιπλάνηση ενεργοποιώντας όλες του τις αισθήσεις. Έτσι, ως αισθητική πρακτική, διαφοροποιήθηκε από τη flânerie, η οποία αποτελεί κυρίως μία οπτική εμπειρία - με τον flâneur η απόλαυση της θέασης γιορτάζει το θρίαμβό της. Οι συμμετέχοντες στο dérive έπαιρναν μέρος σε ένα «παιχνίδι», μια συλλογή στοιχείων -εικόνες, μυρωδιές, ατμόσφαιρες, τοποθεσίες- τα οποία αποκτούσαν νέα αξία, όντας απορριφθέντα από την κοινωνία του θεάματος. Έτσι, οι Καταστασιακοί ριζοσπαστικοποίησαν το περπάτημα, δίνοντάς πολιτικό νόημα στην αστική περιπλάνηση. Κράτησαν αποστάσεις από τη φιγούρα του flâneur, τον οποίο θεωρούσαν έναν παθητικό, αποστασιοποιημένο παρατηρητή του αστικού θεάματος.41 Για αυτούς το περπάτημα θεωρήθηκε μια πράξη κατάληψης του αστικού τοπίου - μια ενεργή μέθοδος που θα διακόψει την παθητική θεώρηση της ζωής ως θέαμα.
51
ο σύγχρονος πλάνης
Μεταξύ φυσικού και ψηφιακού Η ανάδυση ενός υβριδικού χώρου
Που είναι ο τόπος για το φανταστικό, τώρα που ο ψηφιακός χώρος δε ξεχωρίζει πλέον από τον φυσικό;42
- Adriana de Souza e Silva
55
42. Adriana de Souza e Silva, «From simulations to hybrid space: how nomadic technologies change the real», Technoetic Arts, 1:3/2003, σ. 215. 43. Daniel Molina, «Twitter es el cerebro colectivo de nuestra época», 2015: https://medium.com/ @rayovirtual/twiter-es-elcerebro-colectivo-de-nuestra -%C3%A9pca-76d57ee421eb 44. de Souza e Silva, ό.π., σ. 216. 45. Κατερίνα Διαμαντάκη, «Μεσοποιημένοι τόποι και χώροι», Ζητήματα Επικοινωνίας, 18-19/2014. 46. ό.π. 47. ό.π.
Η ραγδαία τεχνολογική πρόοδος που συντελέστηκε στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, μετασχημάτισε την αστική καθημερινότητα και άλλαξε τον τρόπο που βιώνουμε τον κόσμο γύρω μας. Μέσω της χρήσης των εξελιγμένων κινητών συσκευών στις οποίες ενσωματώθηκε το Διαδίκτυο, δομήθηκε μια νέα κατάσταση στην οποία είναι δυνατή η κίνηση του ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον ταυτόχρονα με την πλοήγηση στον κυβερνοχώρο. Έτσι, αναδύθηκε ένας υβριδικός χώρος ως αποτέλεσμα της συγχώνευσης φυσικού και ψηφιακού, πραγματικού και δυνητικού, υλικού και άυλου. Στις μέρες μας, βιώνουμε ήδη μια αμφίβια εμπειρία στην οποία έχουμε το ένα πόδι στον κόσμο των ατόμων και το άλλο στον κόσμο των bits και των οθονών.43 Ενώ κινούμαστε μπορούμε να αναζητούμε πληροφορίες στον Ιστό, να παίζουμε ένα online παιχνίδι, να κοινοποιούμε μια φωτογραφία στο διαδικτυακό μας προφίλ, να διαβάζουμε μια κριτική για το μέρος που πρόκειται να επισκεφθούμε. H Adriana de Souza e Silva χαρακτηρίζει ως νομαδικό τον υβριδικό χώρο που δημιουργείται από τη συνεχή κινητικότητα των χρηστών, οι οποίοι ως σύγχρονοι νομάδες κυριολεκτικά μεταφέρουν μαζί τους τον εικονικό κόσμο.44 Η μέχρι πρότινος συζήτηση περί διαχωρισμού φυσικού και ψηφιακού χώρου μοιάζει αρκετά παρωχημένη, αν αναλογιστούμε πως μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων μας στις σύγχρονες πόλεις λαμβάνει χώρα στο σημείο τομής τους (in-between). Οι δύο χώροι αλληλοδιαπερνούν ο ένας τον άλλο, καθώς οι άνθρωποι πλοηγούνται στα offline και online δίκτυά τους, και πολλοί ανθρώπινοι δεσμοί λειτουργούν παράλληλα και στον ψηφιακό και στον φυσικό χώρο, χρησιμοποιώντας οποιοδήποτε μέσο είναι διαθέσιμο ανά πάσα στιγμή. Τις περισσότερες φορές η εμπειρία αυτή βιώνεται ως ένα συνεχές, όπου οι χρήστες δε διακρίνουν ξεκάθαρα τη διαφορά μεταξύ των δύο χώρων.45 Επί της ουσίας, ο υβριδικός χώρος αναδύεται όταν ο χρήστης δεν χρειάζεται πλέον να αποσυνδεθεί. Η διαρκής συνδεσιμότητα θολώνει τα όρια μεταξύ των δύο επιπέδων, ενώ το ανθρώπινο μυαλό σταδιακά προσαρμόζεται σε μια νέα χωρική συνείδηση που παράγεται μέσω αυτής της νέας πραγματικότητας και η οποία δεν είναι ούτε αμιγώς εικονική ούτε αμιγώς φυσική.46 Η συνεχώς αυξανόμενη χρήση των υπηρεσιών εντοπισμού θέσης μοιάζει να κάνει ακόμη πιο ασαφή τα όρια μεταξύ πραγματικού και δυνητικού. Μέσω εφαρμογών και λειτουργιών όπως το Google Maps και το Street View, μπορεί εύκολα κάποιος να λάβει οδηγίες πλοήγησης ή να ταξιδέψει εικονικά σε γεωγραφικές τοποθεσίες, ενώ παράλληλα κυκλοφορεί στον φυσικό χώρο. Οι άνθρωποι αποκτούν πλέον ισχυρότερη επίγνωση των τόπων, οι οποίοι εμπλουτίζονται διαρκώς με δεδομένα που παρέχονται από τους χρήστες ή από το ίδιο το σύστημα. Ο ψηφιακός ιστός δημιουργεί ένα ολοένα και πυκνότερο στρώμα πληροφορίας το οποίο επικάθεται πάνω στον δομημένο και υλικό ιστό της πόλης, έτσι ώστε αυτό που έως τώρα ήταν αμιγώς ψηφιακό να συγχωνεύεται οντολογικά με την ύλη που το εμπεριέχει.47
56
Το άθροισμα των παραπάνω δεδομένων, τα οποία στοιχειοθετούν την υβριδική συνθήκη, σηματοδοτεί τον θεμελιώδη μετασχηματισμό της σχέσης του ανθρώπου με τον χώρο και την τεχνολογία. Το σύγχρονο πολυπαραμετρικό περιβάλλον, προσφέρει νέες επιλογές αλλά απαιτεί και νέες προσεγγίσεις. Η αντίληψη πως ο υβριδικός χώρος είναι κάτι στο οποίο έχουμε την επιλογή να μην εισέλθουμε, παραμένοντας στον κόσμο της γήινης πραγματικότητας, μοιάζει δύσκολο να υλοποιηθεί στην πράξη, καθώς ο βαθμός διείσδυσής του σε όλο το φάσμα των καθημερινών μας πρακτικών είναι μια αδιαμφισβήτητη αλήθεια. Η πραγματική πρόκληση, στη σημερινή διαμορφωμένη κατάσταση, είναι η προσαρμογή στα νέα δεδομένα με τέτοιο τρόπο ώστε να επιτευχθεί η ανασύσταση και ο επαναπροσδιορισμός του αστικού νοήματος.
57
Περιπλανήσεις της σύγχρονης συνθήκης Ο flâneur στον 21ο αιώνα
Ενώ ο flâneur ήταν πάντα ενσωματωμένος στην πόλη, οι περιπλανήσεις του cyberflâneur ήταν εξ’ ορισμού άυλες. Τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας κατέστησαν δυνατό, για τον cyberflâneur, να δραστηριοποιηθεί στους πραγματικούς χώρους της πόλης.48
- Conor McGarrigle
59
48. Conor McGarrigle, «Forget the flâneur», 2013: https://ses.lbrary.usyd.edu. au//bitstream/2123/9647/1/ forgetflaneur.pdf 49. Δημήτρης Χαρίτος, «Τα μέσα επικοινωνίας δι’ εντοπισμού και οι επιδράσεις τους ως προς την κοινωνική αλληλόδραση στο περιβάλλον της σημερινής πόλης», Ζητήματα Επικοινωνίας, 5/2007, σ. 47. 50. Michael Hardey, «The city in the age of Web 2.0: A new synergistic relationship between place and people», Information, Communication & Society, 10:6/2007, σ. 871-877. 51. Michel de Certeau, Επινοώντας την καθημερινή πρακτική: Η πολύτροπη τέχνη του πράττειν, Κική Καψαμπέλη (μτφ.), Αθήνα, 2010, σ. 244247.
Στο πέρασμα του χρόνου, ο flâneur, η λογοτεχνική αυτή φιγούρα που ξεκίνησε την πορεία της από τις παρισινές στοές του 19ου αιώνα, πραγματοποίησε πολύ μεγαλύτερες διαδρομές και αποτέλεσε το αντικείμενο συχνών ερμηνειών και αναλύσεων. Ακολουθώντας τις αλλαγές -οικονομικές, κοινωνικές, πολιτιστικές, τεχνολογικές- που έφερνε η κάθε εποχή, υπέστη αρκετούς μετασχηματισμούς και μεταμορφώσεις. Διαρκώς μετεξελισσόμενος, αποκτούσε κάθε φορά νέα χαρακτηριστικά, αλλά και αναγκαζόταν να αποχωριστεί πολλά από τα αρχικά του. Διατήρησε όμως, ως διαχρονική, δομική σταθερά του, την ροπή στην περιπλάνηση και την ανάγκη για ανάγνωση και ερμηνεία του χώρου. Σήμερα, οι επίδοξοι πλάνητες καλούνται να περιπλανηθούν εντός του υβριδικού αστικού τοπίου που χαρακτηρίζεται από τις πανταχού παρούσες κινητές συσκευές και την υπερπληθώρα πληροφορίας που πηγάζει από τη διαρκή συνδεσιμότητά τους. Ο υβριδικός χαρακτήρας προκύπτει από τον συνδυασμό της εμπειρίας του φυσικού περιβάλλοντος με μία συνθετικά κατασκευασμένη αναπαράσταση του χώρου που παρουσιάζεται στον χρήστη μέσω της διεπιφάνειας της συσκευής.49 Το κρίσιμο ερώτημα που ανακύπτει στην παρούσα διαμορφωμένη συνθήκη, είναι κατά πόσο η χρήση των κινητών συσκευών και των ενσωματωμένων σε αυτές τεχνολογιών εντοπισμού θέσης και χαρτογράφησης, επαυξάνει το αστικό νόημα δημιουργώντας νέους βιωμένους χώρους και καταστάσεις ή απλώς μας αποσυνδέει από τη φυσική πραγματικότητα. Σε πρώτη ανάγνωση, οι κάτοικοι της πόλης φαίνεται να αποκτούν μια διαφορετική χωρική αντίληψή της μέσω της χρήσης των φορητών συσκευών. Ο Michael Hardey υποστηρίζει πως τα εξελιγμένα ψηφιακά μέσα προσφέρουν νέες χωρικές αναπαραστάσεις οι οποίες είναι απαραίτητες για την κατανόηση της κινητής και ετερογενούς ζωής της πόλης. Τα χωρικά δεδομένα ενημερώνονται συνεχώς και μπορούν εύκολα να υποστούν επεξεργασία, να συνδυαστούν με πρόσθετο υλικό και εντέλει να απεικονιστούν σε διαδικτυακές υπηρεσίες όπως το Google Maps, Google Earth και Bing Maps. Σύμφωνα με τον Hardey, η νέα αυτή χαρτογραφία παρέχει ανανεωμένα επίπεδα πληροφορίας, αλλά και το πραγματικό αστικό περίγραμμα.50 Η συγκεκριμένη αντίληψη της πόλης παραπέμπει σε αυτό που ο Michel de Certeau περιγράφει ως βλέμμα του Ικάρου καθώς παρατηρεί τη Νέα Υόρκη από την κορυφή του World Trade Center. Σε αυτό το ύψος, ο αστικός παρατηρητής, τοποθετημένος σε απόσταση, μετατρέπεται σε αναγνώστη που μπορεί να διαβάσει σαν ένα διαφανές κείμενο την πολυσύνθετη υφή της πόλης, τη σκοτεινή και αδιαπέραστη κινητικότητά της. Ωστόσο, ο de Certeau υποστηρίζει πως η άποψη αυτή δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία παράσταση, ένα τέχνασμα της οπτικής, ένα θεωρητικό ομοίωμα που δεν λαμβάνει υπόψη τις πραγματικές αστικές πρακτικές. Η αληθινή εμπειρία της πόλης βρίσκεται κάτω, στο επίπεδο του δρόμου, εκεί όπου οι περιπατητές, ως άνθρωποι της καθημερινής πρακτικής, γράφουν το πραγματικό αστικό κείμενο, μια πολλαπλή ιστορία διαμορφωμένη από θραύσματα τροχιάς και αλλοιώσεις χώρων.51
60
Ο κίνδυνος που ελλοχεύει από την άκριτη χρήση των τεχνολογιών ασύρματης επικοινωνίας και των συστημάτων εντοπισμού είναι προφανής. H πραγματική εικόνα της πόλης απειλείται με αντικατάσταση από το οπτικό ομοίωμά της, καθώς οι χρήστες εξερευνούν τον αστικό χώρο μέσω των ψηφιακών του αναπαραστάσεων. Όπως τονίζει ο William Saletan, είμαστε τόσο εξαρτημένοι από τις κινητές συσκευές που βασιζόμαστε σε αυτές ακόμη και για να μεταφράσουμε τον φυσικό κόσμο.52 Με αυτόν τον τρόπο, οι χρήστες απομακρύνονται από την υποκειμενική εμπειρία του χώρου που προσφέρει η πρακτική του περπατήματος και γίνονται καταναλωτές προκατασκευασμένων αντικειμενικών μοντέλων. Δεν παράγουν πλέον τα δικά τους αστικά κείμενα, παρά μόνο εντοπίζουν τα κείμενα των άλλων.
52. William Saletan, «The mind-BlackBerry problem», 2008: https://slate. com/technology/2008/10/heyyou-cell-phone-zombie-getoff-the-road.html 53. McGarrigle, ό.π.
Σε αυτό το κρίσιμο σταυροδρόμι, ο flâneur μπορεί να αποτελέσει το κατάλληλο αστικό μοντέλο που θα ανταποκριθεί στις αναδυόμενες προκλήσεις. Η έντονα κριτική ματιά και η αντιληπτική συμπεριφορά του, συνιστούν τα κατάλληλα χαρακτηριστικά για τη διαχείριση της υβριδικής αστικής συνθήκης. Παρά την κριτική που έχει δεχθεί ως ένας ξεπερασμένος, αποστασιοποιημένος, παθητικός, αρσενικός παρατηρητής,53 η σημερινή εκδοχή του δεν αποτελεί πλέον έμφυλη φιγούρα και υιοθετεί την απαιτούμενη ενεργητική στάση απέναντι στην υπερπληθώρα ερεθισμάτων και πληροφοριών. Ο σύγχρονος πλάνης διαθέτει την ικανότητα να διακρίνει πως παρόλο που οι τεχνολογίες των φορητών συσκευών προσφέρουν νέες δυνατότητες όπως η εικονική περιήγηση στους δρόμους μιας πόλης ή η εύρεση τοποθεσιών εντός αυτής, δεν μπορούν, σε καμία περίπτωση, να αναπαράγουν ή να αντικαταστήσουν την πραγματική βίωση του αστικού τοπίου. Επομένως τις αντιμετωπίζει κριτικά και τις χρησιμοποιεί ως εργαλεία για να επαυξήσει την εμπειρία του καθώς διασχίζει τον φυσικό χώρο. Μέσα από τη διάδρασή του με αυτές, παρατηρεί και ερμηνεύει το πολυδιάστατο αστικό περιβάλλον, εισάγοντας ένα νέο είδος υβριδικής περιπλάνησης. Η γνώση της πόλης που πηγάζει από την πρακτική του περπατήματος, δίνει στον flâneur τη δυνατότητα να ανακαλύψει τα κρυμμένα αστικά κείμενα, που τα ψηφιακά μέσα, αν και ιδιαίτερα εξελιγμένα, αδυνατούν να εντοπίσουν και να αναγνώσουν. Η μετεξέλιξη και ο επαναπροσδιορισμός της έννοιας του flâneur στο υβριδικό αστικό περιβάλλον του 21ου αιώνα, δείχνουν να πηγάζουν από τη συγχώνευση της αντιληπτικής ικανότητας και κριτικής στάσης του πρωταρχικού πλάνητα, και του ενεργητικού χαρακτήρα της θεωρίας των Καταστασιακών και της ψυχογεωγραφίας. Ο πλάνης των ημερών μας προσπαθεί να ξαναδώσει βαρύτητα στον φυσικό χώρο του αστικού περιβάλλοντος μέσω της περιπλάνησής του, ενώ εκμεταλλεύεται την τεχνολογία με δημιουργικό τρόπο, ώστε να πετύχει μια βαθύτερη ανάγνωση της πόλης και να εξάγει συμπεράσματα για αυτή. Έτσι θα μπορούσαμε να πούμε πως αντιδρά στη δίχως νόημα, άμετρη χρήση της τεχνολογίας και των ψηφιακών μέσων που χαρακτηρίζει την εποχή μας, όπως οι παρισινοί πλάνητες του 19ου αιώνα, μέσω του αργού ρυθμού τους αντιδρούσαν στην επιτάχυνση που υπαγορευόταν σε όλες τις εκφάνσεις της αστικής καθημερινότητας.
61
ο χαρτογράφος
Αναπαραστάσεις του γεωγραφικού χώρου Από τις χαραγμένες διαδρομές στη συμβατική χαρτογραφία
Οι χάρτες είναι χαραγμένοι σε βράχους, σκαλισμένοι στην άμμο, ζωγραφισμένοι σε περγαμηνές, τυπωμένοι σε χαρτί, προβαλλόμενοι στην οθόνη του υπολογιστή. Δεν δείχνουν απλώς τον κόσμο. δείχνουν την αντίληψή μας για το τι πρέπει να είναι ο κόσμος.
- Matthew Edney
65
54. Ευανθία Μιχαηλίδου, «Ιστορία της Χαρτογραφίας», 2004: http://portal.survey. ntua.gr/main/courses/ cartography/gencarto /documentation/history2.pdf 55. Francesco Careri, Walkscapes: El andar como práctica estética, Barcelona, 2013, σ. 35. 56. Μιχαηλίδου, ό.π. 57. ό.π.
Η χαρτογράφηση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας εδώ και χιλιάδες χρόνια. Η αδυναμία εποπτείας του γεωγραφικού χώρου οδήγησε στην επινόηση της αναπαράστασής του, στην αρχή μέσω απεικονίσεων του πλησιέστερου περιβάλλοντος και στη συνέχεια του ευρύτερου.54 Οι άνθρωποι δημιούργησαν και χρησιμοποίησαν τους χάρτες ως βασικά εργαλεία για τον καθορισμό και την ερμηνεία του χώρου και την περιήγησή τους στον κόσμο. Tα παλαιότερα σχέδια που έχουν βρεθεί σκαλισμένα σε σπηλιές και θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως χάρτες προέρχονται από την Παλαιολιθική εποχή. Η μετακίνηση με σκοπό την αναζήτηση τροφής ή πληροφοριών που ήταν απαραίτητες για την επιβίωση, δημιούργησε την ανάγκη αποτύπωσης των δρομολογίων αλλά και της θέσης σημαντικών χαρακτηριστικών του τοπίου, όπως κοιλάδες, πηγές, λόφοι κ.α. Μία από τις πρώτες αναπαραστάσεις ενός τέτοιου συστήματος διαδρομών αποτελεί ο «χάρτης» της Bedolina που έχει εντοπιστεί χαραγμένος σε έναν βράχο της κοιλάδας Val Carmonica, στη βόρεια Ιταλία. Ο χάρτης αυτός απεικονίζει τις συνδέσεις της καθημερινής ζωής ενός παλαιολιθικού οικισμού και ανάμεσα στα διάφορα σχήματα μπορούν να αναγνωριστούν άνθρωποι σε δράση, μονοπάτια, βαθμίδες, καλύβες, χωράφια και ζώνες για τα ζώα.55 Ιδιαίτερο ενδιαφέρον ανάμεσα στους ποικίλους αναπαραστατικούς τρόπους των «πρωτόγονων» χαρτογραφήσεων, παρουσιάζουν οι χάρτες των Εσκιμώων και των Αζτέκων. Οι Εσκιμώοι έχουν επιλέξει τα στοιχεία που θα απεικονίσουν με βάση τη σπουδαιότητα που έχουν για αυτούς και όχι βάσει του μεγέθους τους. Παράλληλα, η κλίμακα είναι υπολογισμένη με βάση τη διάρκεια πλοήγησης και έτσι το μέγεθος μιας απόστασης στον χάρτη δεν απεικονίζει το μήκος της, αλλά τον χρόνο που απαιτήθηκε για να διανυθεί. Από την άλλη, οι Αζτέκοι έχουν δώσει βαρύτητα στην αποτύπωση των ιστορικών γεγονότων ενός τόπου, αφήνοντας σε δεύτερο πλάνο την απόδοση της γεωμετρίας του γεωγραφικού χώρου. Οι χάρτες τους είναι κατά βάση διακοσμητικοί και απεικονίζουν στοιχεία όπως δάση, ποτάμια, ναούς και ανθρώπινες φιγούρες με εικονογραφικό τρόπο.56 Τα πρώτα δείγματα χαρτών που φαίνεται να κατασκευάστηκαν με τη χρήση κάποιων αρχών της γεωμετρίας προέρχονται από τη Μεσοποταμία. Στη συνέχεια, οι αρχαίοι Έλληνες με τη συστηματική συμβολή της επιστήμης άρχισαν μια νέα εποχή στη χαρτογραφία. Οι γεωγραφικές παρατηρήσεις τους προέκυπταν σχεδόν αποκλειστικά από τα ναυτικά εμπορικά ταξίδια και οι μετρήσεις γίνονταν με τη χρήση κλασικών οργάνων και τη βοήθεια κατάλληλων υπολογισμών.57 Κατά τον Μεσαίωνα, η χαρτογραφία ξέφυγε από την επιστημονική αντιμετώπιση -με εξαίρεση τους Άραβες- και επηρεάστηκε από τη χριστιανική αντίληψη του κόσμου. Βασικές πηγές της γεωγραφίας αποτελούσαν πλέον οι διηγήσεις των ταξιδιωτών-προσκυνητών, οι θρύλοι και οι ιστορίες με θρησκευτικό περιεχόμενο. Οι πρώτοι μεσαιωνικοί χάρτες περιλάμβαναν μόνο τις ευθύγραμμες διαχαράξεις διαδρομών, -κυρίως σε τόπους προσκυνήματος- ανέφεραν τους
66
σταθμούς που έπρεπε κανείς να κάνει και μετρούσαν τις αποστάσεις σε ώρες ή μέρες. Επιπλέον, άρχισαν να προστίθενται σχέδια όπως καράβια, ζώα, τέρατα, φυτά, μικρογραφίες πόλεων και άλλα παρόμοια στοιχεία, αφηγηματικά σχήματα που κοσμούσαν τους χάρτες και σημείωναν τις πράξεις απ’ όπου προέκυπταν.58
58. de Certeau, ό.π., σ. 292293.
Από τον 15ο έως τον 17ο αιώνα, ο χάρτης άρχισε να αυτονομείται, εξαλείφοντας σιγά σιγά τις ζωγραφικές απεικονίσεις.59 Η επιστροφή στις ελληνικές αφετηρίες της χαρτογραφίας ήταν πλέον γεγονός. Μεταμορφωμένοι από την ευκλείδεια και κατόπιν περιγραφική γεωμετρία, οι χάρτες περιείχαν στο ίδιο σύστημα προβολής δύο πολύ διαφορετικά στοιχεία: τα δεδομένα που παρέχονταν από μία παράδοση -όπως η Γεωγραφία του Πτολεμαίου- και τα δεδομένα που προέρχονταν από τους θαλασσοπόρους.60
61. Μιχαηλίδου, ό.π.
59. ό.π., σ. 293. 60. ό.π., σ. 293-294.
62. Ιωάννης Καραγιαννίδης, «Ιστορία της Χαρτογραφίας», Στρατιωτική επιθεώρηση, Μαρ.-Απρ. 2008, σ. 135.
Η σύγχρονη εποχή της χαρτογραφίας τοποθετείται στα μέσα του 18ου αιώνα, όταν όλες οι χαρτογραφικές εργασίες άρχισαν να γίνονται με επιστημονικές μεθόδους και οι χάρτες που καταρτιζόταν ήταν πλέον περισσότερο ακριβείς και λεπτομερείς. Η σταδιακή επέκταση των Ευρωπαίων σε ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο και η προσπάθεια εξερεύνησης του εσωτερικού των ηπείρων είχαν ως αποτέλεσμα τις αποτυπώσεις όλο και μεγαλύτερων περιοχών και την εμφάνιση εθνικών χαρτών.61 Παρ’ όλα αυτά, μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μόλις το 10% του κόσμου είχε χαρτογραφηθεί με επαρκή λεπτομέρεια.62 Μεταπολεμικά, η ραγδαία ανάπτυξη της αεροφωτογράφισης και των συσκευών μέτρησης αποστάσεων, καθώς και η χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών οδήγησαν τη χαρτογραφία στο απόγειό της. Έκτοτε, όλο και περισσότερες επιστήμες και τεχνολογίες χρησιμοποιούν τους χάρτες ως μέσα έρευνας και μελέτης. Ανεξάρτητα από τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν στο πέρασμα του χρόνου, η διαδικασία της χαρτογράφησης απαιτούσε μία σειρά παραδοχών και επιλογών εκ μέρους των χαρτογράφων, οι οποίες εξέφραζαν την εκάστοτε θεώρηση του κόσμου και εξυπηρετούσαν τους σκοπούς -πολιτικούς, οικονομικούς, θρησκευτικούς, στρατιωτικούςδημιουργίας των χαρτών. Με αυτόν τον τρόπο, κάθε χάρτης αποτελούσε μία διαφορετική, υποκειμενική ερμηνεία και απεικόνιση του χώρου. Στις μέρες μας, με την τελειοποίηση των χαρτογραφικών πρακτικών και τη δυνατότητα άμεσης προβολής ολόκληρου σχεδόν του πλανήτη στις οθόνες των συσκευών μας, οι χάρτες δεν αποτελούν πλέον αναπαραστάσεις του πραγματικού κόσμου, αλλά τείνουν να μεταβληθούν, στην αντίληψή μας, ως η ίδια η πραγματικότητα.
67
Ανατρεπτικές αστικές απεικονίσεις Οι ψυχογεωγραφικοί χάρτες των Καταστασιακών
Οι χάρτες του Debord απεικονίζουν μια κατακερματισμένη πόλη που είναι το αποτέλεσμα των πολλαπλών αναδιαρθρώσεων μιας καπιταλιστικής κοινωνίας αλλά και η ίδια η μορφή μιας ριζοσπαστικής κριτικής αυτής της κοινωνίας ... δομούνται σαν μια αφήγηση ανοιχτή σε πολυάριθμες αναγνώσεις.63
- Tom McDonough
69
63. Tom McDonough, «Situationist Space», Guy Debord and the Situationist International: Texts and documents, Tom McDonough (επιμ.), Cambridge, Massachusetts / London, 2002, σ. 253-254. 64. Alison Sant, «Redefining the basemap»: http://intelligentagent.com /archive/ia6_2_interactivecity_ sant_baseline.pdf
Έχοντας διακηρύξει πως η πράξη είναι περισσότερο σημαντική από τη διατύπωση οποιασδήποτε θεωρίας ή ιδεολογίας, οι Καταστασιακοί επιδίδονταν στην αστική περιπλάνηση. Τα dérives τους συνήθως διαρκούσαν μία ημέρα -κάποιες φόρες από μερικές ώρες έως και ολόκληρες ημέρες- και εκτείνονταν από μία μικρή συνοικία, με τη δική της ατμόσφαιρα, έως μεγάλα τμήματα της πόλης. Παρόλο που το ενδιαφέρον τους ήταν η ίδια η πράξη της περιπλάνησης, σε πολλές περιπτώσεις προχωρούσαν και στην αποτύπωσή της. Ένα από τα πιο αξιοσημείωτα δείγματα απεικόνισης του dérive αποτελεί το έργο του Ralph Rumney “The learning tower of Venice” (1957) το οποίο ολοκληρώθηκε στη Βενετία με σκοπό να υποβληθεί προς δημοσίευση για το πρώτο τεύχος της Internationale Situationniste. O Rumney δημιούργησε ένα ιδιαίτερο κολλάζ της πόλης, έναν συνδυασμό φωτογραφιών και μικρών κειμένων, ως αποτέλεσμα της περιπλάνησής του στις διάφορες γειτονιές της, ενόσω ακολουθούσε τα βήματα του συγγραφέα Alan Ansen. Παρ’ όλα αυτά, η βασικότερη μέθοδος που χρησιμοποιήσαν οι Καταστασιακοί για την καταγραφή των αστικών περιπλανήσεων ήταν η σύνταξη χαρτών. Οι επονομαζόμενοι ψυχογεωγραφικοί χάρτες, κατασκευαζόταν από μνήμης μετά το πέρας της περιπλάνησης, φιλτράροντας με αυτόν τον τρόπο τις σημαντικές ενότητες από αυτές που δεν παρουσίαζαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Με τους χάρτες αυτούς, οι Καταστασιακοί επιχειρούσαν να επέμβουν στη λογική της πόλης, να απομακρυνθούν από τους κανόνες της συμβατικής χαρτογραφίας και να οικοδομήσουν μια εναλλακτική γεωγραφία που θα ευνοεί τους περιθωριοποιημένους και συχνά απειλούμενους χώρους του αστικού τοπίου.64 Το πρώτο σημαντικό παράδειγμα ψυχογεωγραφικού χάρτη είναι ο “Guide psychogeographique de Paris” (1955) που δημιούργησε ο Debord μέσω περιπλανήσεων στο Παρίσι. Αποτελεί ένα κολλάζ περιοχών του ιστορικού κέντρου της πόλης -κομμένα κομμάτια από επίσημους χάρτες- οι οποίες αναδιατάσσονται και σχηματίζουν ένα «αστικό αρχιπέλαγος». Οι διάφορες περιοχές διασπείρονται στον χάρτη για να φανεί η διανοητική απόσταση μεταξύ τους, σε αντιπαραβολή με την πραγματική απόσταση, ενώ είναι τοποθετημένες με τρόπο που δεν έχει να κάνει με τον προσανατολισμό, αλλά με τη διαδρομή η οποία ακολουθήθηκε. Κάθε περιοχή του χάρτη αντιπροσωπεύει μία διαφορετική ατμόσφαιρα, ενώ πολλές περιοχές της πόλης δεν απεικονίζονται καθόλου, εφόσον δεν παρουσίασαν κάποια δυναμική κατά τη διάρκεια της περιπλάνησης. Τα διάσπαρτα κομμάτια συνδέονται μεταξύ τους με κόκκινα βέλη τα οποία δείχνουν την κίνηση του περιπλανώμενου και δημιουργούν αλληλουχίες περασμάτων ανάμεσα στις διάφορες «ενότητες ατμοσφαιρών». Τα έντονα κόκκινα βέλη τοποθετούνται για να δείξουν τις πιο συχνές μεταβάσεις. Από τον χάρτη απουσιάζει εσκεμμένα η κλίμακα, ώστε να δοθεί έμφαση στην ατμόσφαιρα μιας περιοχής και όχι στο πραγματικό μέγεθός της. Έτσι μία μικρή γειτονιά εμφανίζεται μεγαλύτερη από μία ολόκληρη συνοικία, αν διαθέτει ισχυρότερη ατμόσφαιρα.
70
Μία δεύτερη εκδοχή, επίσης σχεδιασμένη από τον Debord, αποτελεί το “The naked city” (1957), η πλέον διάσημη εικόνα που προέκυψε από τους Καταστασιακούς και ίσως όχι άδικα.65 Ο Debord ονόμασε έτσι τον χάρτη εκφράζοντας την πεποίθηση ότι η αστική εξερεύνηση είναι εξίσου ερωτική με την εξερεύνηση ενός γυναικείου σώματος. Παρουσιάζει την ίδια ανατρεπτική λογική απεικόνισης με το “Guide psychogeographique de Paris” αποτελώντας και αυτό ένα κολλάζ από 18 γειτονιές του Παρισιού, παρουσιασμένο σε μία απλούστερη και πιο συνεκτική μορφή. Είναι φανερή η αίσθηση της σύνθεσης, αποτέλεσμα όχι μόνο της στυλιστικής βελτίωσης αλλά και της αποκρυστάλλωσης της ψυχογεωγραφικής θεώρησης και της ανάγκης να γίνει ξεκάθαρη η μορφή του καταστασιακού αστικού μοντέλου.66
65. Simon Sadler, The Situationist city, Cambridge, Massachusetts / London, 1999, σ. 60. 66. ό.π., σ. 88. 67. ό.π., σ. 60. 68. Sant, ό.π.
Αμφότεροι οι χάρτες αυτοί, ταυτόχρονα θρηνούν την απώλεια του παλιού Παρισιού, προετοιμάζουν για τον ερχομό της πόλης του μέλλοντος, εκθέτουν τις δομές και τις χρήσεις της πόλης, κριτικάρουν την παραδοσιακή μέθοδο χαρτογράφησης και ερευνούν τη σχέση ανάμεσα στη γλώσσα, την αφήγηση και τη γνώση.67 Αμφισβητώντας την έννοια της αντικειμενικότητας και αντιτιθέμενοι στη φαινομενικά παντοδύναμη προοπτική του πλανιμετρικού χάρτη, παρέχουν ένα χρήσιμο παράδειγμα απεικόνισης μιας υποκειμενικής άποψης της πόλης.68
71
Υβριδικές όψεις της πόλης Η χαρτογράφηση στην εποχή των locative media
Δημιουργούμε μοναδικά, πλεγμένα μοτίβα ταξιδιών εντός της πόλης. Στις λεπτομέρειες των ψηφιακών μας ιχνών μπορούμε να βρούμε εκφραστικές ποιότητες παρόμοιες με εκείνες των γραμμών ενός μολυβιού.69
- Jeremy Wood
75
69. Jeremy Wood, «My ghost»: http://www. jeremywood.net/my-ghost. html 70. Χαρίτος, ό.π., σ. 55.
Στο υβριδικό αστικό τοπίο του 21ου αιώνα, η κυρίαρχη παρουσία των τεχνολογιών κινητής επικοινωνίας και εντοπισμού θέσης αποτελεί μία αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα. Η χρησιμοποίηση των νέων αυτών μέσων δείχνει να πηγαίνει ένα βήμα παρακάτω την πρακτική της περιπλάνησης, καθώς επιτρέπει την ψηφιακή καταγραφή της εμπειρίας και την μετέπειτα επεξεργασία των δεδομένων που έχουν συλλεχθεί. Επιπρόσθετα, το αποτέλεσμα της αποτύπωσης μπορεί να εξωτερικευθεί και να διαδοθεί με ευκολία σε άλλους χρήστες σε πραγματικό χρόνο. Η σύγκλιση των παραπάνω δυνατοτήτων έχει οδηγήσει στην έννοια των μέσων επικοινωνίας δι’ εντοπισμού ή locative media, τα οποία δεν περιορίζονται στη συσχέτιση με συγκεκριμένες τοποθεσίες, αλλά δίνουν έμφαση στην επικοινωνία μεταξύ των χρηστών και την κοινωνική αλληλεπίδραση με τον τόπο και την τεχνολογία. Τα ψηφιακά αυτά μέσα, επι-τίθενται σε πραγματικούς τόπους, ενεργοποιώντας αληθινές κοινωνικές δραστηριότητες και συμμετοχικές δράσεις.70 Παράλληλα, βρίσκουν εφαρμογή σε ένα εύρος καλλιτεχνικών πρακτικών οι οποίες συνθέτουν τον τομέα της locative art. Οι καλλιτέχνες του συγκεκριμένου πεδίου πειραματίζονται με τη χρήση των locative media στην περιπλάνηση και προσπαθούν να ερμηνεύσουν το αστικό τοπίο μέσα από νέες προσεγγίσεις. Αντιμετωπίζουν τον χώρο ως έναν καμβά στον οποίο εγγράφουν τις καλλιτεχνικές τους εκφράσεις, αξιοποιώντας τις τεχνολογίες των έξυπνων φορητών και φορετών συσκευών. Σε πολλά έργα είναι σαφής η τάση των καλλιτεχνών να υιοθετήσουν αρχές των Καταστασιακών και τη λογική της ψυχογεωγραφίας. Χαρακτηριστική περίπτωση καλλιτέχνη της locative art αποτελεί ο Jeremy Wood ο οποίος επιχειρεί μία διαφορετικού τύπου χαρτογράφηση, χρησιμοποιώντας τα GPS δεδομένα της γεωγραφικής του θέσης. Στη σειρά έργων “My Ghost” (2006-2016) το ψηφιακό ίχνος των καθημερινών μετακινήσεών του στην πόλη του Λονδίνου, σε εύρος 16 ετών, αποτυπώνεται σε ανατρεπτικούς χάρτες διαδρομών οι οποίοι ταυτόχρονα συνιστούν μία προβολή των προσωπικών στιγμών του καλλιτέχνη. Παρόμοια λογική ακολουθεί και η Esther Polak η οποία εκμεταλλευόμενη τις δυνατότητες του GPS επιχειρεί μία νέα ανάγνωση του αστικού τοπίου. Στο πλέον χαρακτηριστικό της έργο “Amsterdam RealTime” (2002) εξερευνήθηκαν οι διαδρομές των κατοίκων της ολλανδικής πρωτεύουσας σε διάστημα δύο μηνών. Οι συμμετέχοντες ήταν εξοπλισμένοι με μία φορητή συσκευή ανίχνευσης της γεωγραφικής τους θέσης και τα δεδομένα της πορείας κάθε χρήστη μπορούσαν να στέλνονται σε πραγματικό χρόνο σε έναν κεντρικό δέκτη. Με την απεικόνιση των δεδομένων σε μαύρο φόντο, εμφανίστηκαν γραμμές οι οποίες στο σύνολό τους κατασκεύασαν έναν χάρτη της πόλης δημιουργημένο από τους ίδιους της τους κατοίκους. Ο χάρτης αυτός δεν περιλάμβανε δρόμους ή οικοδομικά τετράγωνα, παρά μόνο τις καθαρές κινήσεις των χρηστών. Mε αυτόν τον τρόπο, η Polak κατάφερε να φέρει στο φως, μέσω της οπτικοποίησης, τον αόρατο, νοητικό χάρτη της πόλης που έχει κάθε κάτοικος στο μυαλό του και καθορίζει τον τρόπο που κινείται εντός αυτής.
76
Όπως παρατηρεί ο Πάνος Δραγώνας: «Στο σύγχρονο αστικό τοπίο, τα γεγονότα αποκτούν μεγαλύτερη σημασία από τα κτήρια, ο χρόνος αποτελεί σημαντικότερη παράμετρο από τον χώρο και τα δίκτυα κυριαρχούν των μεμονωμένων αντικειμένων … Οι κυρίαρχες συμβάσεις χαρτογράφησης δείχνουν αδύναμες να αποτυπώσουν τα νέα χαρακτηριστικά των πόλεων και να συμβάλουν στην αντιμετώπιση των αδιεξόδων τους».71 Έτσι, η νέα αυτή χαρτογραφία απομακρύνεται από τις συμβατικές μεθόδους και την προσπάθεια επιβολής του χάρτη ως μία μοναδική, αντικειμενική εικόνα του χώρου. Χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες των ψηφιακών μέσων επιχειρεί μία εναλλακτική χαρτογράφηση η οποία δεν παρουσιάζει μία στατική εκδοχή της πόλης, αλλά αναπαριστά τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι καταλαμβάνουν και χρησιμοποιούν τον αστικό χώρο. Δίνοντας έμφαση στα αστικά γεγονότα και τις βιωμένες εμπειρίες, στοχεύει στην αποκάλυψη του πραγματικού πορτραίτου της ζωής στην πόλη, όπως ορίζεται από την ανθρώπινη κίνηση εντός της επικράτειάς της.
71. Πάνος Δραγώνας, «Χάρτες διαφυγής», Κοντέινερ, 6/2010, σ. 29.
77
ΜΕΡΟΣ Γ αστικές περιπλανήσεις
αστικές περιπλανήσεις Πουέρτο ντε λα Κρους - Λισαβόνα - Μαδρίτη
1. Jan Gehl, Η ζωή ανάμεσα στα κτήρια: Χρησιμοποιώντας το δημόσιο χώρο, Γαρυφαλλιά Κατσαβουνίδου – Παρασκευή Ταράνη (μτφ.), Βόλος, 2013, σ. 17.
Οι περιπλανήσεις έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της κατοίκησης στις τρεις πόλεις για χρονικό διάστημα δεκαπέντε μηνών, μεταξύ 2015 και 2018. Και στις τρεις περιπτώσεις, ο λόγος της διαμονής ήταν η συμμετοχή στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα κινητικότητας φοιτητών Erasmus+. Η επιστροφή, κάθε φορά, σήμαινε την παραμονή και συνέχιση των σπουδών για ορισμένη περίοδο εντός Ελλάδος, μέχρι την επόμενη «έξοδο».
2. Filipa Matos Wunderlich, «Walking and rhythmicity: Sensing urban space», Journal of urban design, 13(1)/2008, σ. 132.
Το διάστημα της εμπειρίας σε κάθε πόλη ήταν τέτοιο ώστε η εκεί δραστηριότητα να κινείται μεταξύ της παροδικής επίσκεψης και της μόνιμης κατοίκησης. Σύμφωνα με τον Jan Gehl οι δραστηριότητες στον δημόσιο χώρο μπορούν να χωριστούν σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: τις αναγκαίες που πραγματοποιούνται κάτω από όλες τις συνθήκες, τις προαιρετικές που λαμβάνουν χώρα μόνο κάτω από ευνοϊκές συνθήκες και τις κοινωνικές.1 Επιπρόσθετα, η Filipa Matos Wunderlich διακρίνει τρεις τύπους περπατήματος: τον σκόπιμο, τον περιπλανώμενο και τον εννοιολογικό.2 Σημαντικό μέρος της καθημερινής κίνησης ανήκε στην πρώτη κατηγορία της αναγκαστικής επιτέλεσης που συνήθως χαρακτηρίζει έναν μόνιμο κάτοικο. Παρόλο που ο σκοπός αυτών των δραστηριοτήτων δεν ήταν η εξερεύνηση της πόλης, εξακολουθούσαν να αποτελούν έναν τρόπο βίωσής της. Από την άλλη, υπήρξε διαρκής τάση για περιπλάνηση και ανακάλυψη, μια συμπεριφορά που ταιριάζει περισσότερο με τη λογική του προσωρινού επισκέπτη. Έτσι, υιοθετώντας πολλά από τα στοιχεία των μοντέλων περιπλάνησης που εξετάστηκαν στην προηγούμενη ενότητα, επιχειρήθηκε η συνεχής ανάγνωση και ερμηνεία του αστικού περιβάλλοντος. Στην παρούσα ενότητα θα λάβει χώρα η καταγραφή και περιγραφή της προσωπικής αυτής περιπλανητικής εμπειρίας μέσω του κειμένου, της φωτογραφίας, του σουβενίρ και της χαρτογράφησης, έχοντας ως απώτερο στόχο τη μετάδοση της βιωμένης εικόνας, του χαρακτήρα και της ατμόσφαιρας των τριών πόλεων.
82
Μαδρίτη
Λισαβόνα
Πουέρτο ντε λα Κρους
83
έξοδος 1
Θεσσαλονίκη Βαρκελώνη Τρίκαλα
Πουέρτο ντε λα Κρους
έξοδος 1 Τρίκαλα Θεσσαλονίκη Βαρκελώνη
Πουέρτο ντε λα Κρους
έξοδος 1
Πουέρτο ντε λα Κρους (Τενερίφη)
XΩΡΑ Ισπανία ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ Κανάριες Νήαοι ΕΠΑΡΧΙΑ Σάντα Κρους ντε Τενερίφε ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ 30.000 κάτοικοι ΕΚΤΑΣΗ 8,73 km2 ΠΥΚΝΟΤΗΤΑ 3.436 κάτοικοι / km2 ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ 152 ημέρες Σεπ. 2015 - Φεβ. 2016 ΙΔΡΥΜΑ ΦΟΙΤΗΣΗΣ Universidad Europea de Canarias ΕΔΡΑ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ Λα Οροτάβα
Ξημερώματα Δευτέρας, αεροδρόμιο Μακεδονία, αίθουσα αναχωρήσεων. Η ανακοίνωση για καθυστέρηση μιας ώρας ελάχιστα φάνηκε να επηρεάζει το έτσι κι αλλιώς μακρινό ταξίδι. Δεκατέσσερις ώρες αργότερα κι αφού προηγήθηκαν δύο πτήσεις και μία ενδιάμεση στάση στη Βαρκελώνη, η άφιξη στην Τενερίφη ήταν πλέον γεγονός. Παρόλο που δεν κατευθυνόμουν σε ένα μέρος εντελώς άγνωστο οπτικά καθώς είχε προηγηθεί η αναζήτηση των σχετικών πληροφοριών, η πρώτη εικόνα του νησιού υπήρξε αρκετά ισχυρή. Έχοντας την ιδιαιτερότητα να ανήκει διοικητικά στην Ευρώπη αλλά γεωγραφικά στην Αφρική, η Τενερίφη αποτελεί ένα ιδιαίτερο κράμα φυσικών και ανθρωπογενών στοιχείων που εντυπωσιάζει και παραξενεύει τον επισκέπτη. Επιπλέον ιδιομορφία συνιστά η κατανομή του πληθυσμού σε διάφορες, οργανωμένες σε μικρή μεταξύ τους απόσταση πόλεις, η οποία προσφέρει αρκετές εναλλακτικές ως προς τον τόπο κατοικίας. Η τελική εγκατάσταση στο Πουέρτο ντε λα Κρους (Puerto de la Cruz) αντί για την έδρα του πανεπιστημίου Λα Οροτάβα (La Orotava) βασίστηκε στην ευκολία εύρεσης βραχυχρόνιας κατοικίας λόγω του τουριστικού χαρακτήρα της πόλης και στην ύπαρξη καλύτερου δικτύου πρόσβασης στα μεγάλα αστικά κέντρα του νησιού. Η μικρή απόσταση μεταξύ των δύο πόλεων (4 χλμ.) ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τη συγκεκριμένη επιλογή. Όπως συμβαίνει σε κάθε αντίστοιχη περίπτωση, οι πρώτες μέρες περιλάμβαναν τα διαδικαστικά ζητήματα της μετακόμισης σε έναν νέο τόπο και μια πρώτη επαφή με την πόλη. Με το πέρας αυτής της σύντομης περιόδου ξεκίνησε η πραγματική αστική περιπλάνηση, άλλοτε γυρνώντας με συγκεκριμένο στόχο, αναζητώντας τα σημαντικά αξιοθέατα και άλλοτε κινούμενος χωρίς ιδιαίτερο σκοπό, αφήνοντας τα ερεθίσματα του τόπου να καθορίσουν τη διαδρομή μου. Συνήθης πρακτική κατά τη διάρκεια των περιπλανήσεων υπήρξε η λήψη φωτογραφιών, καταγράφοντας τα ποικίλα στοιχεία που μου τραβούσαν την προσοχή. μία αρχιτεκτονική λεπτομέρεια, ένα γιγαντιαίο κτίριο ξενοδοχείου, μία συστοιχία πολύχρωμων σπιτιών, μία εντυπωσιακή παραλία. Ταυτόχρονα, αρχικά ως αστείο και στη συνέχεια ως πρόκληση -και ενίοτε εμμονή- ξεκίνησα να κοινοποιώ στο Instagram μία φωτογραφία για κάθε ημέρα, δημιουργώντας ένα διαδικτυακό αρχείο στιγμιοτύπων της παραμονής και περιπλάνησης στην Τενερίφη. Η μικρή έκταση του Πουέρτο ντε λα Κρους σε συνδυασμό με τη σχεδόν καθημερινή παρουσία στη Λα Οροτάβα, σύντομα επέκτεινε την ακτίνα της περιπλάνησης, δημιουργώντας ένα δίπολο ανάμεσα στην έδρα της κατοικίας και την έδρα του πανεπιστημίου. Μία δεύτερη επέκταση έλαβε χώρα λόγω των επισκέψεων στις δύο μεγαλύτερες πόλεις του νησιού Σάντα Κρους ντε Τενερίφε (Santa Cruz de Tenerife) -ή απλώς Σάντα
88
Κρους για τους ντόπιους- και Λα Λαγούνα (La Laguna). εύκολα προσβάσιμες και σε μικρή μεταξύ τους απόσταση, αποτέλεσαν το κατάλληλο έδαφος για περαιτέρω αστική εξερεύνηση. Παράλληλα, το εξαιρετικά ενδιαφέρον φυσικό περιβάλλον οδήγησε σε συχνές εξορμήσεις στις παραλίες και τα βουνά του νησιού και περιπλανήσεις στα ορεινά ή παραθαλάσσια χωριά και τις μικρότερες πόλεις. Με αυτόν τον τρόπο, η περιπλανητική πρακτική εντέλει αναπτύχθηκε σε όλη την επικράτεια της Τενερίφης, εμπλουτίζοντας σημαντικά τη συνολική εμπειρία κατοίκησης.
I. Πουέρτο ντε λα Κρους II. Λα Οροτάβα III. Σάντα Κρους ντε Τενερίφε
Ωστόσο, η βίωση ενός τόπου και η αίσθηση που κουβαλάμε αφήνοντάς τον, δεν είναι μόνο τα κτίρια, οι δρόμοι και οι πλατείες ή τα στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος. Την ίδια -αν όχι μεγαλύτερη- σημασία έχουν οι άνθρωποι που συναντάμε, με τους οποίους μοιραζόμαστε μικρές ή μεγάλες στιγμές και κάποιοι συνεχίζουν να αποτελούν κομμάτι της ζωής μας και μετά την αποχώρηση.
IV. Λα Λαγούνα
Έτσι, η πρώτη αυτή «έξοδος» υπήρξε πολλά περισσότερα από τις μοναχικές περιπλανήσεις και την ατομική εξερεύνηση των διαφόρων πόλεων. Ήταν οι νυχτερινές έξοδοι στο Πουέρτο ντε λα Κρους με τη Basak και τον Stefan, οι αρχιτεκτονικοί περίπατοι και οι βόλτες στην παραλία με την Cristina, τα barraquito3 στη Λα Οροτάβα και το φαγητό στα guachinche4 με τον Enrique και τη Lara, οι βραδιές στη Λα Λαγούνα και τα ξενύχτια στο καρναβάλι της Σάντα Κρους με την Έλλη, τη Θεοδώρα, την Ίριδα και τη Σπυριδούλα, ο επεισοδιακός γύρος του νησιού με ένα βαν και συνεπιβάτες εκτός των τεσσάρων, τον Μιχάλη, την Τζωρτζίνα, τον Migua και τον Victor. Αποσπάσματα αυτών των εμπειριών και της βιωμένης μέσω της περιπλάνησης εικόνας της Τενερίφης παρουσιάζονται στο υλικό που ακολουθεί στη συνέχεια.
3. Τυπικό κανάριο ρόφημα που περιέχει καφέ, συμπυκνωμένο ζαχαρούχο γάλα και αφρόγαλα. Σε ορισμένες παραλλαγές του προστίθεται κανέλα, λεμόνι και λικέρ 4.Τυπικός κανάριος χώρος, ευρύτερα διαδεδομένος στην Τενερίφη, όπου σερβίρεται τοπικά παραγόμενο κρασί συνοδευμένο από παραδοσιακά φαγητά
89
92
Το πρώτο πρωινό ξύπνημα. Η πρώτη ανατολή από τη βεράντα του ξενοδοχείου. Ώρα Τενερίφης 7:24 π.μ.
93
94
Μαύρο και γαλάζιο, άμμος και θάλασσα. Σε αυτή τη μικρή πόλη το φυσικό τοπίο ξεπερνά κάθε ανθρώπινη κατασκευή.
95
96
Πλακόστρωτοι δρόμοι, απότομες ανηφόρες. Τουρίστες με χάρτες στα χέρια. Η La Orotava σας καλωσορίζει. Ίσως αυτό που ψάχνετε να είναι ακριβώς μπροστά σας.
97
98
Εδώ τα παιδιά της Santa Cruz βρίσκουν ακόμη χώρο για παιχνίδι. Στις γειτονιές πλάι στο Βarranco de Santos. Μακριά από τις θορυβώδεις λεωφόρους του κέντρου.
99
100
Ο γύρος του νησιού σε επτά ημέρες. Candelaria, El Medano, Icod de los Vinos, Garachico, Teide, Masca, Anaga. Οδηγώντας ένα βαν εννέα θέσεων. Έλλη, Θεοδώρα, Ίρις, Μιχάλης, Σπυριδούλα, Migua, Victor. Κι εκείνη.
101
102
Τελευταίο μπάνιο με την Cristina. Τελευταία ευκαιρία. Άλλη μια χαμένη ευκαιρία...
103
104
Ημέρες καρναβαλιού. Τα βράδια όλη η La Laguna ξεφαντώνει στη Santa Cruz. Έτσι εξηγούνται οι απελπιστικά άδειοι δρόμοι της πόλης. Άραγε τι να ντυθώ και σήμερα;
105
106
Όταν η διαδρομή τελειώνει, έχοντας αυτή την αίσθηση που μονάχα οι ταξιδιώτες γνωρίζουν, ένα είναι σίγουρο. μετά από τόσα χιλιόμετρα, τόσες εικόνες, τόσες εμπειρίες. Οφείλουμε να επιστρέψουμε στον τόπο, για να τον θαυμάσουμε και πάλι.
107
έξοδος 2
Μαδρίτη Τρίκαλα
Λισαβόνα Αθήνα
έξοδος 2 Τρίκαλα Αθήνα Μαδρίτη
Λισαβόνα
έξοδος 2
Λισαβόνα
XΩΡΑ Πορτογαλία ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ Λισαβόνας ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ 507.000 κάτοικοι ΕΚΤΑΣΗ 100,05 km2 ΠΥΚΝΟΤΗΤΑ 5.067 κάτοικοι / km2 ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ 143 ημέρες Φεβ. 2017 - Ιουλ. 2017 ΙΔΡΥΜΑ ΦΟΙΤΗΣΗΣ Universidade Lusíada de Lisboa ΕΔΡΑ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ Λισαβόνα
Έναν χρόνο μετά την επιστροφή από Τενερίφη και τη συνέχιση των σπουδών -και των περιπλανήσεων- στην Ελλάδα, είχε φτάσει και πάλι η ώρα για αναχώρηση. Ο προορισμός εξίσου μακρινός με τον προηγούμενο, ένα βήμα από τις ακτές του Ατλαντικού. Χτίζοντας παράδοση με τις καθυστερήσεις πτήσεων και προλαβαίνοντας οριακά την ανταπόκριση από Μαδρίτη, κατάφερα να φτάσω δίχως περαιτέρω προβλήματα στην πορτογαλική πρωτεύουσα. Από την πρώτη στιγμή η Λισαβόνα φρόντισε να με εισάγει στη «σκληρή» πραγματικότητά της: τις απίστευτα έντονες κλίσεις του εδάφους. Παρόλο που ο μύθος μιλάει για επτά, στην πραγματικότητα η πόλη είναι κτισμένη σε αρκετά περισσότερους λόφους, στην επικράτεια των οποίων συγκεντρώνονται οι πλέον χαρακτηριστικές της συνοικίες. Η ανάβαση από τη στάση του μετρό έως τη γειτονιά του ξενοδοχείου, κουβαλώντας τις βαριές αποσκευές, υπήρξε πραγματική πρόκληση. Παρόλη την κούραση του ταξιδιού, μία πρώτη περιπλάνηση στη γύρω περιοχή ήταν επιβεβλημένη. Καθώς η εύρεση κατοικίας δεν αποδείχθηκε δύσκολη υπόθεση, ήδη από τις πρώτες ημέρες διέθετα όλο τον χρόνο για αστική εξερεύνηση και ανακάλυψη. Η εγγύτητα της περιοχής κατοικίας στον κεντρικό αστικό ιστό αποτέλεσε ευνοϊκή συνθήκη για την επιτέλεση πεζών διαδρομών, ενώ στην περίπτωση που κάποια περιοχή ενδιαφέροντος βρισκόταν σε μεγάλη απόσταση ή οι καιρικές συνθήκες δεν ήταν κατάλληλες, το εκτεταμένο δίκτυο συγκοινωνιών ερχόταν να δώσει τη λύση. Οι λόφοι της Λισαβόνας που αρχικά έμοιαζαν δυσπρόσιτοι, εντέλει αποδείχθηκαν ο ισχυρότερος πόλος έλξης. Οι πορείες μέχρι την κορυφή τους και τα διάσημα miradouro5, διασχίζοντας τους στενούς πεζόδρομους της Alfama, της Graça και της Santa Catarina ή τους φαρδιούς δρόμους της Baixa και την εμβληματική λεωφόρο Avenida da Liberdade, αποτέλεσαν τον κανόνα των περιπλανήσεων. Ενίοτε, επιλεγόταν η χρήση του παραδοσιακού τραμ που η αργή άνοδός του ως το τέλος της διαδρομής προσέγγιζε σε μεγάλο βαθμό την εμπειρία της πεζής ανάβασης. Όπως συνέβη και στην περίπτωση της Τενερίφης, το υγρό στοιχείο αποτέλεσε κυρίαρχο συστατικό του αστικού περιβάλλοντος και έντονα βιωμένη εικόνα, καθώς η πόλη είναι χτισμένη στη βόρεια όχθη του Τάγου. Το μεγάλο πλάτος του ποταμού, που στο σημείο αυτό απέχει λίγα χιλιόμετρα από τις εκβολές του στον Ατλαντικό, προσδίδει στη Λισαβόνα χαρακτήρα παραθαλάσσιας πόλης. Το μεγαλύτερο μέρος του παρόχθιου μετώπου είναι κατάλληλα διαμορφωμένο ώστε να καλεί τον περιπατητή να το διασχίσει και να το εξερευνήσει, ενώ η μήκους μερικών χιλιομέτρων Γέφυρα της 25ης Απριλίου (Ponte 25 da Abril) που συνδέει την πόλη με τη γειτονική Αλμάντα (Almada) και τη νότια όχθη
112
αποτελεί εμβληματική ανθρώπινη κατασκευή που συμπληρώνει το φυσικό τοπίο της περιοχής. Η παρουσία των πανεπιστημιακών εγκαταστάσεων εντός του πολεοδομικού ιστού, στην ιστορική συνοικία Μπελέμ (Belém), δημιούργησε μία δεύτερη περιπλανητική εστία σε άμεση γειτνίαση με το δυτικό παρόχθιο μέτωπο της πόλης. Παράλληλα, η συχνή πεζή διέλευση από τις περιοχές που μεσολαβούσαν ανάμεσα στην κατοικία και το πανεπιστήμιο, επέκτεινε ακόμη περισσότερο τη συγκεκριμένη ζώνη περιπλάνησης. I. Λισαβόνα (Κέντρο)
Λόγω της μεγάλης έκτασης του ιστορικού κέντρου και της συγκέντρωσης συνοικιών με μεγάλο ενδιαφέρον εντός της επικράτειάς του, η επίσκεψη περιφερειακών περιοχών υπήρξε σπάνιο φαινόμενο. Εξαίρεση αποτέλεσαν οι μεμονωμένοι χώροι πολιτισμού όπως μουσεία και αίθουσες τέχνης και η σχετικά νεόδμητη περιοχή της διεθνούς έκθεσης Expo ’98 που περιλαμβάνει σημαντικά δείγματα σύγχρονης αρχιτεκτονικής.
II. Μπελέμ
Εντέλει, η δεύτερη αυτή εμπειρία κατοίκησης διαφοροποιήθηκε σημαντικά σε σχέση με την πρώτη, λαμβάνοντας χώρα στην έκταση ενός μόνο αστικού περιβάλλοντος, με υπερπολλαπλάσιο πληθυσμό και έκταση και εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά. Αν και δεν είναι δυνατό να υποστηριχθεί πως σε διάστημα πέντε μηνών εξερευνήθηκε κάθε γωνιά της Λισαβόνας, -πράγμα αδύνατο ακόμη και για έναν μόνιμο κάτοικο- οι συνεχείς και εκτεταμένες περιπλανήσεις κατάφεραν να συνθέσουν μία εικόνα της πόλης και των διαφορετικών ατμοσφαιρών της, σε επίπεδο που ξεφεύγει από αυτό της τουριστικής επίσκεψης.
5. Λέξη της Πορτογαλικής που χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα υπερυψωμένο σημείο από το οποίο είναι δυνατό να παρατηρηθεί ένα εκτεταμένο τοπίο. Το σημείο αυτό μπορεί να είναι τεχνητό, όπως ένας πύργος παρατήρησης ή φυσικό, όπως η κορυφή ενός λόφου. Η Λισαβόνα αριθμεί περισσότερα από 30 φυσικά και τεχνητά miradouro, με πιο δημοφιλή τα Miradouro da Graça, Miradouro de Santa Catarina, Miradouro de São Pedro de Alcântara και Elevador de Santa Justa.
Σε αυτή τη διαμορφωμένη εικόνα και αίσθηση, περίοπτη θέση πέρα από τα εμβληματικά κτίρια, τα πανοραμικά miradouro ή το εντυπωσιακό φυσικό τοπίο, κατέχουν τα αγαπημένα στέκια της πόλης. Ως ενδιάμεσες στάσεις κατά τη διάρκεια των πολύωρων περιπλανήσεων ή εστίες διασκέδασης, χαλάρωσης και κοινωνικής συναναστροφής, οι χώροι αυτοί κατάφεραν να αποτελέσουν εξίσου σημαντικά στοιχεία της αστικής εμπειρίας, όντας στενά συνδεδεμένοι με έντονα βιωμένες περιοχές και γεγονότα.
III. Αλμάντα
113
116
Μια από τις πρώτες και πιο χαρακτηριστικές εικόνες. Σημείο μηδέν, κλασικός τόπος συναντήσεων, η περιοχή που διασχίστηκε περισσότερο από κάθε άλλη. Συμμετρική και μεγαλοπρεπής, η Praça do Comércio μοιάζει με την κεφαλή της Λισαβόνας που ατενίζει τον Τάγο.
117
118
Χαμένοι και πάλι στον λαβύρινθο της Alfama. Παρόλα αυτά αντιστεκόμαστε στη χρήση του GPS. Μονάχα έτσι ανακαλύπτεις το απροσδόκητο. Αν καταφέρουμε να προσανατολιστούμε, θα καταλήξουμε για abatanado στο Pois.
119
120
Όταν νυχτώσει, λίγο μετά τη γέφυρα, ο κόσμος θα περιμένει υπομονετικά για να μπει στην “πανσιόν του έρωτα”. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα θα ανοίξουμε κι εμείς το δικό μας erotic bar και θα το ονομάσουμε Abacaxí. Έτσι συμφωνήσαμε με την Ίριδα, ένα βράδυ Τετάρτης στο Pensão Amor.
121
122
Το άκουσα της λέξης Belém προκαλεί στον καθένα διαφορετικούς συνειρμούς. Για τους λάτρεις της ιστορίας και της αρχιτεκτονικής σημαίνει Mosteiro dos Jerónimos και Torre de Belém. Για τους φίλους της γεύσης φέρνει στο νου το γλυκό-σύμβολο της Πορτογαλίας, το pastel de nata ή pastel de Belém. Θα συμφωνήσω με τους δεύτερους. Σκέτη ποίηση...
123
124
Rafael Toral + Ryan Jewell live στις 11 μ.μ. Η ανάβαση του λόφου της Graça μοιάζει κάθε φορά με μαρτύριο. Απόψε το αργό, μικροσκοπικό τραμ που ξέρει να τρυπώνει στους στενούς ανηφορικούς δρόμους, θα δώσει τη λύση.
125
126
Ο καιρός έχει ζεστάνει πια για τα καλά. Έφτασε η στιγμή που περιμέναμε από τις πρώτες μέρες στην πόλη. Ξανανοίγει το Rio Maravilha στο LX Factory. Απ’ την ταράτσα του, η Γέφυρα της 25ης Απριλίου μοιάζει να βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής. Θαρρείς πως μ’ ένα άπλωμα του χεριού θα καταφέρεις να την ακουμπήσεις.
127
128
Τρεις μήνες στη Λισαβόνα κι ακόμη δεν αξιώθηκα να πάω στο Κάστρο του Αγίου Γεωργίου. Απόψε όμως δεν παίρνει άλλη αναβολή. Uma noite no Castelo, μια βραδιά στο Κάστρο. Η περιγραφή είναι σαφής: ευκαιρία που δίνεται μια φορά τον χρόνο.
129
130
Πόσα απογεύματα και πόσα βράδια στο miradouro της Santa Catarina… Δοκιμάζοντας vinho do Porto με την Inés, την Elvire και τον Charles, ακούγοντας τους πλανόδιους μουσικούς με την Ursula, πίνοντας μπύρες στο quiosque με τον Μηνά και την Ίριδα, βλέποντας το ηλιοβασίλεμα με την Κατερίνα, αποχαιρετώντας τη Ζωή και τη Βασιλική.
131
132
13 Ιουνίου, η σημαντικότερη μέρα του χρόνου. Απόψε όλη η Λισαβόνα θα ξενυχτήσει γιορτάζοντας τον πολιούχο της Santo António. Η μυρωδιά της ψητής σαρδέλας άρχισε ήδη να πλημμυρίζει τους δρόμους της πόλης.
133
134
Απογευματινός περίπατος στο ποτάμι. Το περπάτημα στις όχθες του Τάγου δημιουργεί μια περίεργη αίσθηση δροσιάς, ακόμη και τις ζεστές μέρες του Ιουλίου. Στάση στα πλατώματα της Ribeira das Naus. Χαζεύοντας για τελευταία φορά τα πλοία που περνούν και το ηλιοβασίλεμα. Τρώγοντας τα καλύτερα pastel de nata της Λισαβόνας, αγορασμένα από τη γειτονική Manteigaria.
135
έξοδος 3
Μαδρίτη Τρίκαλα Αθήνα
έξοδος 3
Τρίκαλα Αθήνα
Μαδρίτη
έξοδος 3
Μαδρίτη
XΩΡΑ Ισπανία ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ Κοινότητα της Μαδρίτης ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ 3.207.000 κάτοικοι ΕΚΤΑΣΗ 604,45 km2 ΠΥΚΝΟΤΗΤΑ 5.306 κάτοικοι / km2 ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ 142 ημέρες Σεπ. 2017 - Φεβ. 2018 ΙΔΡΥΜΑ ΦΟΙΤΗΣΗΣ Universidad de Alcalá ΕΔΡΑ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ Αλκαλά ντε Ενάρες
Η παραμονή στην Ελλάδα επιστρέφοντας από την εμπειρία της Λισαβόνας αποδείχτηκε εξαιρετικά σύντομη. Δύο μήνες μετά, βρισκόμουν και πάλι με βαλίτσες στα χέρια περιμένοντας την πτήση για Μαδρίτη. Αυτή τη φορά το πρόγραμμα δεν περιλάμβανε ενδιάμεσους σταθμούς, πολύωρες αναμονές και καθυστερήσεις. Όλα κύλησαν ομαλά και τρεισήμισι ώρες μετά την απογείωση από Αθήνα έφτασα στην ισπανική πρωτεύουσα, ανυπόμονος για όσα θα έφερνε η τρίτη αυτή εξόρμηση. Για το πρώτο διάστημα μέχρι την εύρεση μόνιμης κατοικίας, επιλέχθηκε η λύση του Airbnb. Η ολιγοήμερη συγκατοίκηση με μια οικογένεια από την Ουρουγουάη αποδείχτηκε η καλύτερη εισαγωγή για την πολυπολιτισμικότητα της Μαδρίτης. Ο πληθυσμός των τριών και κάτι εκατομμυρίων κατοίκων αποτελείται κυρίως από Ισπανούς και Λατινοαμερικάνους που σε συνδυασμό με τα μικρότερα ποσοστά από χώρες της Ευρώπης και των άλλων ηπείρων, δημιουργεί μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πολυμορφία. Έχοντας επισκεφθεί τη Μαδρίτη ως τουρίστας, κάποια χρόνια νωρίτερα, είχα μία σχετική αίσθηση των συνοικιών της και ήξερα που να κινηθώ για την αναζήτηση κατοικίας. Εφόσον ο αρχικός στόχος της διαμονής σε κάποια κεντρική περιοχή αποδείχτηκε αδύνατος για διάστημα μόνο μερικών μηνών, εντέλει επιλέχθηκε η συνοικία Tetuán στα βόρεια της πόλης. Τα βασικά πλεονεκτήματά σε σχέση με τις υπόλοιπες επιλογές ήταν η λογική απόσταση από το κέντρο και η εύκολη πρόσβαση στον σιδηροδρομικό σταθμό Atocha, την αφετηρία του τρένου για το πανεπιστήμιο. Τις ημέρες των μαθημάτων, οι περιπλανήσεις στη Μαδρίτη ήταν σπάνιες, καθώς περνούσα τις περισσότερες ώρες στο Αλκαλά ντε Ενάρες (Alcalá de Henares), είτε ευρισκόμενος στις πανεπιστημιακές εγκαταστάσεις, είτε εξερευνώντας την αρκετά μικρή σε σχέση με την πρωτεύουσα πόλη. Τις υπόλοιπες ημέρες, έχοντας ως σημείο έναρξης το Tetuán, συνήθως κατευθυνόμουν προς το κέντρο με σκοπό να ανακαλύψω τις αμέτρητες συνοικίες του. Εξαιτίας της απόστασης, τις περισσότερες φορές χρησιμοποιούσα το μετρό, φτάνοντας μέχρι μία κεντρική στάση και συνεχίζοντας από εκεί πεζός την περιπλάνηση στην πόλη. Η διαφορά στην κλίμακα, τόσο σε σχέση με τις πόλεις της Τενερίφης όσο και με τη Λισαβόνα, ήταν τεράστια και οι διαθέσιμες επιλογές εμφανώς περισσότερες. Έτσι, πολλές περιπλανήσεις ξεκινούσαν νωρίς το μεσημέρι και έφταναν στο τέλος τους ώρες αργότερα, έχοντας διανύσει αρκετά χιλιόμετρα και έχοντας βιώσει τις διαφορετικές ατμόσφαιρες κάθε γειτονιάς και συνοικίας. Σε μία λίστα που μοιάζει να μην έχει τέλος ξεχωρίζουν οι γειτονιές Malasaña, La Latina, Lavapiés και Barrio de las Letras με τους στενούς
140
πλακόστρωτους δρόμους, τα μικροσκοπικά μαγαζιά και τις χαρακτηριστικές πολύχρωμες κατοικίες, η εμβληματική λεωφόρος Gran Vía με τα πανύψηλα κτίρια και τις φωτεινές επιγραφές που θυμίζουν τοπίο αμερικάνικης μεγαλούπολης και η πλατεία Puerta de Sol, σημείο μηδέν της πόλης και πάντοτε γεμάτη από κόσμο. Ακόμη, το τεράστιο πάρκο Retiro, μια όαση δροσιάς και χαλάρωσης εντός του αστικού ιστού, η αριστοκρατική συνοικία Salamanca με το ορθοκανονικό σύστημα δρόμων και η καταπράσινη λεωφόρος Paseo del Prado που περιλαμβάνει πλήθος ιστορικών κτιρίων και τα σημαντικότερα μουσεία της πόλης. Οι περιπλανήσεις στην περιοχή κατοικίας και τις γύρω συνοικίες ήταν περιορισμένες και οι περισσότερες διαδρομές σχετιζόταν με τις αναγκαίες, καθημερινές δραστηριότητες. Ως σχετικά νεόδμητες περιοχές με συγκροτήματα κατοικιών και ψηλά κτίρια γραφείων, δεν προσέφεραν ερεθίσματα ικανά να τις μετατρέψουν σε περιπλανητικές εστίες. Επιπλέον, παρότι στην πόλη υπάρχει το υγρό στοιχείο, ο ποταμός Μανθανάρες (Manzanares) δε διέρχεται από το κέντρο της και είναι χαρακτηριστικό ότι δεν πραγματοποιήθηκε κάποια διαδρομή στις όχθες του. Παρά τα φιλόδοξα έργα ανάπλασής που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια, η προσέλευση κατοίκων από μη γειτονικές περιοχές εξακολουθεί να είναι περιορισμένη, ενώ λόγω της χαμηλής στάθμης του νερού αποτελεί συχνά αντικείμενο σχολιασμών και αστείων.
I. Puerta del Sol II. Tetuán III. Atocha
Όσον αφορά τους ανθρώπους, χάρη στην προαναφερόμενη πολυεθνικότητα ήρθα σε επαφή με άτομα από χώρες όλων των ηπείρων. Άτομα που συχνά υπήρξαν συνοδοιπόροι στις πολύωρες αστικές εξερευνήσεις, συμφοιτητές με τους οποίους μοιραστήκαμε αμέτρητες ώρες στα αγαπημένα στέκια, μόνιμοι κάτοικοι που ήταν διατεθειμένοι με χαρά να δείξουν τις κρυμμένες γωνιές της πόλης, σχέσεις που έδωσαν ιδιαίτερο νόημα στη συνολική εμπειρία της Μαδρίτης. Σημαντική διαφοροποίηση σε σχέση με τις δύο προηγούμενες εμπειρίες κατοίκησης υπήρξε η ακούσια καταγραφή των καθημερινών διαδρομών μέσω του GPS του κινητού τηλεφώνου και της εφαρμογής Google Maps. Η μετέπειτα ανακάλυψη αυτών των δεδομένων έδωσε τη δυνατότητα χαρτογράφησης των πεζών περιπλανήσεων στην πόλη. Στους χάρτες που ακολουθούν οι διαδρομές παρουσιάζονται ομαδοποιημένες ανά δώδεκα ημέρες, ενώ σε κάθε ημέρα αντιστοιχεί ένα διαφορετικό χρώμα. Ο τελικός χάρτης περιλαμβάνει το σύνολο των διαδρομών για τις 142 ημέρες παραμονής στη Μαδρίτη.
141
158
Αναμνήσεις ενός τουρίστα. Ξανακάνοντας τις ίδιες διαδρομές. Paseo del Prado, Calle de Atocha, Plaza Mayor, Puerta del Sol. Ο Tío Pepe σας καλωσορίζει. Bienvenidos a Madrid.
159
160
Έξοδος αριστερά προς Malasaña. Στενοί δρόμοι, λιγοστά αυτοκίνητα, πολύχρωμα κτίρια, αγαπημένα στέκια. La Vía Lactea, Ojalá, In Dreams, Kikekeller, Malpica. Και τελευταίο, μια κατηγορία μόνο του, το Café de la Luz. Φιλίες, γνωριμίες, ραντεβού, έρωτες, αποχωρισμοί, όλα εδώ.
161
162
Τα χρώματα του φθινοπώρου έκαναν την εμφάνισή τους στο Retiro. Ο καιρός ωστόσο είναι με το μέρος μας. Δεν πρόκειται να χαλάσει το πολυεθνικό μας πικνίκ. Ελλάδα, Μεξικό, Περού, Πολωνία, Γερμανία, Ισπανία και Πορτογαλία θα κοντραριστούν σε μια άτυπη μάχη γεύσεων.
163
164
Κατηφορίζοντας από τη Malasaña ή την Chueca στη λεωφόρο Gran Vía, θαρρείς πως ξαφνικά μεταφέρθηκες σε άλλον κόσμο. Οι αργοί ρυθμοί κι η χαλαρότητα δίνουν τη θέση τους στην πολυκοσμία, τη γρήγορη κίνηση αυτοκινήτων, τα πανύψηλα κτίρια, τις τεράστιες φωτεινές επιγραφές. Συνδυασμός ταυτόχρονα ελκυστικός και αποκρουστικός, όνειρο αλλά και εφιάλτης.
165
166
Ένας ακόμη περίπατος με τη Λυδία ξεκινάει. Ανακαλύπτοντας τις μυστικές γωνιές της πόλης. Διασχίζοντας τις συνοικίες και τις γειτονιές του κέντρου. Άραγε πόσα χιλιόμετρα να καταγράψαμε παρέα;
167
168
Μεσημέρια Κυριακής στη La Latina. Χαζεύοντας τα εμπορεύματα στην υπαίθρια αγορά El Rastro, μπλοκαρισμένος στην αργή κίνηση του πλήθους. Με την περιπλάνηση να ολοκληρώνεται πίνοντας μπύρες στην ταράτσα του El Viajero.
169
170
- Μονάχα με τους φίλους σου γυρνάς και τους δείχνεις την πόλη. Μαζί μου πότε θα περάσεις μια μέρα στη Μαδρίτη; - Εντάξει λοιπόν! Στις 10 π.μ. να είσαι έτοιμη. Αύριο η μέρα ανήκει αποκλειστικά σε σένα.
171
172
Αεροδρόμιο Barajas, Terminal 4. Αναμένοντας την πτήση IB3150 προς Αθήνα. Εισιτήριο χωρίς επιστροφή. H αποχώρηση μοιάζει κάθε φορά και πιο δύσκολη.
173
Επίλ ο γο ς
Όπως είδαμε στη θεωρητική προσέγγιση της έρευνας, την περίοδο ανάδυσης της νεωτερικότητας και των ριζικών αλλαγών που επέφερε στην καθημερινότητα των ανθρώπων, η πρακτική του περπατήματος μέσω της φιγούρας του flâneur και της αστικής περιπλάνησης, αποτέλεσε έναν τρόπο ανάγνωσης της μεγαλούπολης και βίωσης της νέας εμπειρίας αλλά και μια μορφή αντίστασης στη διαμορφωμένη πραγματικότητα. Καθώς οι πόλεις μεταβάλλονταν σύμφωνα με τα πρότυπα που έφερνε η κάθε εποχή, ο flâneur ως αστικό δημιούργημα προσαρμοζόταν συνεχώς στα νέα δεδομένα, διατηρώντας ως διαχρονική, δομική του σταθερά τη ροπή στην περιπλάνηση και την ανάγκη για εξερεύνηση και ερμηνεία του χώρου. Στα μέσα του 20ου αιώνα, όταν ο καπιταλιστικός τρόπος ζωής είχε φτάσει πλέον στην πλήρη ανάπτυξή του, η εμφανιζόμενη ομάδα των Καταστασιακών πρότεινε το dérive, μια νέα, περισσότερο ενεργή μορφή αστικής περιπλάνησης με την οποία επιδίωξε την ανασύσταση της καθημερινής εμπειρίας και τον επαναπροσδιορισμό του αστικού νοήματος. Παράλληλα, μέσω της δημιουργίας των ψυχογεωγραφικών χαρτών προχώρησε στην ανατρεπτική απεικόνιση των περιπλανητικών πρακτικών της. Στη σύγχρονη αστική συνθήκη που η κυριαρχία του διαδικτύου και των κινητών συσκευών οδήγησε στην ανάδυση ενός υβριδικού χώρου, ο χαρακτήρας της αστικής περιπλάνησης έχει μεταβληθεί εκ νέου. Οι πλάνητες της εποχής μας διατηρώντας στοιχεία τόσο από τον flâneur όσο και από τους Καταστασιακούς, αντιμετωπίζουν κριτικά τις εξελιγμένες τεχνολογίες και τις χρησιμοποιούν με δημιουργικό τρόπο ώστε να επαυξήσουν την αστική εμπειρία και να πετύχουν μια βαθύτερη ερμηνεία της πόλης και των φαινομένων της. Έτσι γίνεται κατανοητό πως η αστική περιπλάνηση και η επιθυμία για εξερεύνηση και ανακάλυψη αποτέλεσαν διαχρονικές αξίες στο πέρασμα των χρόνων, παρόλο που σε πολλές περιπτώσεις οι συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί δεν ευνοούσαν την επιτέλεσή τους. Σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, προωθείται εντατικά η πεζή κίνηση στην πόλη, μακριά από την παντοδυναμία του αυτοκινήτου και της γρήγορης μετακίνησης και η επανεξέταση των μεθόδων σχεδιασμού του δημόσιου χώρου. Η εμπειρία στην Τενερίφη, τη Λισαβόνα και τη Μαδρίτη απέδειξε πως οι περιοχές που έχουν σχεδιαστεί λαμβάνοντας υπόψη τους ανθρώπους που κινούνται στους χώρους ανάμεσα στα κτίρια και τους χρησιμοποιούν είναι εντέλει και αυτές που σε προκαλούν-προσκαλούν να τις διασχίσεις και σε «κρατούν» κοντά τους. Επιπλέον, μέσω της προσωπικής επιτέλεσης αποδείχθηκε πως η περιπλάνηση ακολουθώντας τα ερεθίσματα του τόπου, τις αισθήσεις και το ένστικτό μας, χωρίς την
174
ανάγκη κάποιου τουριστικού οδηγού ή προτεινόμενης λίστας, αποτελεί το ιδανικό μέσο για την ανάγνωση και βίωση του αστικού τοπίου. Ύστερα από τόσα καταγεγραμμένα χιλιόμετρα θα μπορούσε να λεχθεί με σιγουριά πως οι πόλεις είναι εδώ, μεγαλώνουν, αλλάζουν, προσαρμόζονται και περιμένουν να τις εξερευνήσουμε, να ανακαλύψουμε τις κρυμμένες τους γωνιές και να δημιουργήσουμε τις δικές μας βιωμένες εικόνες και εμπειρίες. Εξάλλου, καμία πόλη δε χαρακτηρίζεται από μία καθολική, παντοδύναμη εικόνα. Απεναντίας, απαρτίζεται από τόσες εικόνες όσοι και οι άνθρωποι που κυκλοφορούν στην επικράτειά της.
175
βιβλιογραφία
Βι βλ ί α
- Bann, Bann, Stephen, Stephen, Paul Paul Delaroche: Delaroche: History History painted painted,, London, London, 1997. 1997. - Baudelaire, Baudelaire, Charles, Charles, The The painter of modern life and other essays essays,, Jonathan Jonathan Mayne Mayne (μτφ. (μτφ. καικαι επιμ.), επιμ.), London, London, 1964. 1964. - Benjamin, Benjamin,Walter, Walter,Σαρλ Σαρλ Μπωντλαίρ: Μπωντλαίρ: Ένας Ένας λυρικός λυρικός στην στην ακμή του καπιταλισμού, καπιταλισμού Γιώργος , Γιώργος Γκουζούλης Γκουζούλης (μτφ.), (μτφ.), Αθήνα, Αθήνα, 2002. 2002. - Buck-Morss, Buck-Morss, Susan, Susan, Η διαλεκτική του βλέπειν: Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν καικαιτοτοΣχέδιο Σχέδιοεργασίας εργασίαςπερί περί στοών, στοών, Μανόλης Μανόλης Αθανασάκης Αθανασάκης (μτφ.), Ηράκλειο, Ηράκλειο, 2011. 2011. - Careri, Careri,Francesco, Francesco,Walkscapes: Walkscapes: ElEl andar andar como como práctica estética estética,, Barcelona, Barcelona, 2013. 2013. - Childe, Childe,Vere VereGordon, Gordon,Man Manmakes makeshimself himself, , London, London,1936. 1936. - dede Certeau, Certeau, Michel, Michel, Επινοώντας Επινοώντας την την καθημερινή καθημερινή πρακτική: πρακτική: Η πολύτροπη πολύτροπη τέχνη τέχνη τουτου πράττειν, πράττειν Κική , Κική Καψαμπέλη Καψαμπέλη (μτφ.), (μτφ.), Αθήνα, Αθήνα, 2010. 2010. - Friedberg, Friedberg,Anne, Anne,Window Windowshopping: shopping: Cinema Cinema and and the postmodern postmodern,, Berkeley Berkeley / Los / Los Angeles Angeles / London, / London, 1993. 1993. - Gehl, Gehl, Jan, Jan, Η Η ζωή ζωή ανάμεσα ανάμεσα στα κτήρια: Χρησιμοποιώντας το δημόσιο χώρο, χώρο Γαρυφαλλιά , Γαρυφαλλιά Κατσαβουνίδου Κατσαβουνίδου – Παρασκευή – Παρασκευή ΤαράνηΤαράνη (μτφ.), Βόλος, (μτφ.), 2013. Βόλος, 2013. - McDonough, McDonough,Tom, Tom,«Situationist «Situationistspace», space», Guy Guy Debord Debord and and the Situationist SituationistInternational: International:Texts Textsand and documents, documents, Tom Tom McDonough (επιμ.), (επιμ.), Cambridge, Cambridge, Massachusetts Massachusetts / London, / London, 2002, 2002, σ. σ. 241-265. 241-265. - Metz, Metz, Christian, Christian, Essais Essais sur sur la la signification signification au au cinéma cinéma,, Paris, Paris, 1968. 1968. - Pinol, Pinol,Jean-Luc, Jean-Luc,ΟΟκόσμος κόσμος των των πόλεων πόλεων τον τον 19ο 19ο αιώνα αιώνα,, Ιωάννα Δουράμπεη Δουράμπεη – Έφη – Έφη Κάννερ Κάννερ (μτφ.), (μτφ.), Αθήνα, Αθήνα, 2000. 2000. - Plant, Plant, Sadie, The most radical gesture: The Situationist International in in a postmodern a postmodern age, age London , London / New / New York, York, 1992. 1992. - Sadler, Sadler,Simon, Simon,The The situationist situationist city city, , Cambridge, Cambridge, Massachusetts / London, London, 1999. 1999. - Solnit, Solnit, Rebecca, Rebecca, Wanderlust: Wanderlust: A A history history of of walking walking,, New New York, York, 2001. 2001. - Sontag, Sontag,Susan, Susan, Περί Περί φωτογραφίας φωτογραφίας, , Ηρακλής Ηρακλής Παπαϊωάννου (μτφ.), Αθήνα, Αθήνα, 1993. 1993. - White, White, Edmund, Edmund, The The flâneur: flâneur: A stroll through the paradoxes of Paris Paris,, London, London, 2001. 2001.
178
Ά ρθ ρα π ερ ι ο δ ι κ ών
-dedeSouza SouzaeeSilva, Silva,Adriana, Adriana,«From «From simulations simulations to to hybrid hybrid space: how nomadic nomadic technologies technologies change change thethe real», real», Technoetic Technoetic Arts, Arts 1(3)/2003, , 1(3)/2003, σ. 209-221. σ. 209-221. -Debord, Debord,Guy, Guy,«Théorie «Théoriede de la la dérive», dérive», Internationale Internationale Situationniste Situationniste,, 2/1958, 2/1958, σ. σ. 19-23. 19-23. -Debord, Debord,Guy, Guy,«Definitions», «Definitions», Internationale Internationale Situationniste, Situationniste1/1958, , 1/1958, σ. 13-14. σ. 13-14. -Hardey, Hardey,Michael, Michael, «The «The city city in theinage theof age Web of 2.0:Web A new 2.0: synergistic A new relationship synergisticbetween relationship placebetween and people», placeInformation, and people», Communication Information, & Society, Communication 10(6)/2007, & Society σ. 867-884. , 10(6)/2007, σ. 867-884. -Wunderlich, Wunderlich,Filipa FilipaMatos, Matos, Walking «Walkingand andrhythmicity: rhythmicity: Sensing Sensing urban space, space», Journal Journal of urban of urban design, design 13(1)/2008, , 13(1)/2008, σ. 125-139. σ. 125-139. -Διαμαντάκη, Διαμαντάκη,Κατερίνα, Κατερίνα,«Μεσοποιημένοι «Μεσοποιημένοι τόποι τόποι και και χώροι», χώροι», Ζητήματα Επικοινωνίας, Επικοινωνίας 18-19/2014. , 18-19/2014. -Δραγώνας, Δραγώνας,Πάνος, Πάνος,«Χάρτες «Χάρτεςδιαφυγής», διαφυγής»,Κοντέινερ, Κοντέινερ6/2010, , 6/2010,σ.σ.29. 29. -Καραγιαννίδης, Καραγιαννίδης,Ιωάννης, Ιωάννης, «Ιστορία «Ιστορία της της Χαρτογραφίας», Χαρτογραφίας», Στρατιωτική επιθεώρηση, επιθεώρηση Μαρ.-Απρ./2008, , Μαρ.-Απρ./2008, σ. σ. 118-137. 118-137. -Χαρίτος, Χαρίτος,Δημήτρης, Δημήτρης, «Τα «Τα μέσα μέσα επικοινωνίας επικοινωνίας δι’ δι’ εντοπισμού εντοπισμού και οι επιδράσεις επιδράσεις τους τους ως ως προς προςτην τηνκοινωνική κοινωνικήαλληλόδραση αλληλόδρασηστο στο περιβάλλον τηςτης σημερινής σημερινής πόλης», πόλης», Ζητήματα Ζητήματα Επικοινωνίας, Επικοινωνίας 5/2007, , 5/2007, σ. σ. 46-61. 46-61.
179
Δ ι α δ ί κ τυο
-McGarrigle, McGarrigle,Conor, Conor,«Forget «Forgetthe theflâneur», flâneur»,2013: 2013: https://ses.library.usyd.edu.au//bitstream/2123/9647/1/forget https://ses.library.usyd.edu.au//bitstream/2123/9647/1/forget flaneur.pdf flaneur.pdf -Molina, Molina,Daniel, Daniel,«Twitter «Twitteres eselel cerebro cerebro colectivo colectivo de de nuestra época», 2015: 2015: https://medium.com/@rayovirtual/twitter-es-el-cerebro-colectivo-dehttps://medium.com/@rayovirtual/twitter-es-el-cerebro-colectivonuestra-%C3%A9poca-76d57ee421eb de-nuestra-%C3%A9poca-76d57ee421eb -Saletan, Saletan,William, William,«The «Themind-BlackBerry mind-BlackBerryproblem», problem»,2008: 2008: https://slate.com/technology/2008/10/hey-you-cell-phone-zombie-gethttps://slate.com/technology/2008/10/hey-you-cell-phone-zombieoff-the-road.html get-off-the-road.html -Sant, Sant,Alison, Alison,«Redefining «Redefiningthe thebasemap»: basemap»: http://intelligentagent.com/archive/ia6_2_interactivecity_sant_ http://intelligentagent.com/archive/ia6_2_interactivecity_sant_ baseline.pdf baseline.pdf -Wood, Wood,Jeremy, Jeremy,«My «Myghost»: ghost»: http://www.jeremywood.net/my-ghost.html http://www.jeremywood.net/my-ghost.html -Μιχαηλίδου, Μιχαηλίδου,Ευανθία, Ευανθία,«Ιστορία «Ιστορίατης τηςΧαρτογραφίας», Χαρτογραφίας»,2004: 2004: http://portal.survey.ntua.gr/main/courses/cartography/gencarto/ http://portal.survey.ntua.gr/main/courses/cartography/gencarto/ documentation/history2.pdf documentation/history2.pdf -Ψαρράς, Ψαρράς, Βασίλης, Βασίλης, «Επαυξάνοντας «Επαυξάνοντας τον τον καλλιτέχνη-flaneur: “Βοτανολογώντας”, “Βοτανολογώντας”, “υφαίνοντας” “υφαίνοντας” και και “συντονίζοντας” “συντονίζοντας” γεωγραφίες γεωγραφίες της αστικής της αστικής εμπειρίας», εμπειρίας», 2014: 2014: https://www.researchgate.net/profile/Bill_Psarras/publication/ https://www.researchgate.net/profile/Bill_Psarras/publication/ 308229411.pdf 308229411.pdf -Ψαρράς, Ψαρράς, Βασίλης, Βασίλης, «Neo-flaneur: «Neo-flaneur: Καλλιτεχνική Καλλιτεχνική χαρτογράφηση χαρτογράφηση των αστικών non-places καικαι new media arts», 2011: αστικών non-places new media arts», 2011: https://www. cact.gr/uploads/files/eoflaneur-bill_psarras_teliko. pdfpdf https://www. cact.gr/uploads/files/eoflaneur-bill_psarras_teliko.
180
Π ηγέ ς ε ι κ ό ν ω ν
σ. 14, σ. 15
Stanley Kubrick, The New York subway: https://www.mcny.org/story/riding-subway-stanley-kubrick
σ. 20
John Clarke, Man with umbrella standing at the junction of Nassau Street, Grafton Street and Suffolk Street: http://catalogue.nli.ie/Record/vtls000168170
σ. 24
Patrice de Moncan, Christian Mahout, Passage Panoramas at the beginning of the century: http://www.presidentsmedals.com/Entry-13860
σ. 28
Vlasenko, Passage des Panoramas: https://en.wikipedia.org/wiki/Arcade_(architecture)
σ. 34
Weegee, Time is short: https://www.moma.org/collection/works/51320artist_ id=1842&locale=en&page=1&sov_referrer=artist
σ. 38
Arnold Genthe, Chinatown San Francisco: https://mashable.com/2015/11/10/arnold-genthe-chinatown/ ?europe=true#ce4uZ7HsEgql
σ. 39
Brassai, Paris after dark No.27: https://www.imaging-resource.com/news/2014/01/07/ the-piercing-eye-of-brassai-a-brief-history-of-a-masterphotographer
σ. 40
Eugène Atget, Place de Thorigny: https://www.art.com/products/p24618472353-sa-i7931920/ eugene-atget-place-de-thorigny.htm?upi=PNA4BA0&POConfi gID=4989995
σ. 44, σ. 45
Eugène Atget, Place Pigalle: http://www.getty.edu/art/collection/objects/63605/eugeneatget-place-pigalle-french-1925/?dz=0.5000,0.3863,0.73
σ. 48
J.R. Eyerman, Opening night screening of first color 3-D movie “Bwana Devil”, Paramount Theater, Hollywood, CA: http://time.com/3878055/3-d-movies-revisiting-a-classic-lifephoto- of-a-rapt-film-audience/
σ. 54
Kallel Gomes, Catedral da Sé: https://www.instagram.com/p/BpkkiebH3cv/
σ. 58
https://www.digitaltrends.com/mobile/how-to-use-google -maps/
des
181
σ. 64
Bedolina Map: https://alchetron.com/Bedolina-Map
σ. 68
Guy Debord, The naked city: https://paulwalshphotographyblog.wordpress.com/2013/07/ 08/the-naked-city/
σ. 72
Ralph Rumney, The learning tower of Venice: http://www.royalbooklodge.com/en/publications/the-leaningtower-of-venice/
σ. 73
Guy Debord, Guide psychogéographique de Paris: https://durruti23.tumblr.com/image/102490885915
σ. 74
Jeremy Wood, My ghost 2012: http://www.jeremywood.net/artworks/my-ghost2012.html
σ. 78
Jeremy Wood, My ghost 2016: http://www.jeremywood.net/artworks/my-ghost2016.html
σ. 79
Esther Polak, Amsterdam Realtime: https://waag.org/en/event/designing-city-health-andwellbeing
* Όπου δεν υπάρχει αναφορά σε πηγή, οι εικόνες προέρχονται από το προσωπικό αρχείο
182