Κ ΑΛ Υ Μ Ν Ι Α Κ Α Χ Ρ Ο Ν Ι Κ Α
Πίνακας εξωφύλλου: Γεώργιος Α. Οικονόμου (1861-1935) (Φωτογράφιση πίνακα: Αντώνιος Στ. Οικονόμου) Φωτογραφία οπισθόφυλλου: Νικόλαος Σμαλιός Πίνακες εσωτερικών σελίδων: Μαρία Μ. Μπιλλήρη Φωτογραφίες: Στάθης Κλήμης, Γιάννης Κουλλιάς, Μιχάλης Κουτελλάς, Μιχάλης Πάου, Νικόλαος Σμαλιός Διακοσμητικά σχέδια: Νικολέτα Σ. Ρήγα Ηλεκτρονική επεξεργασία - Σελιδοποίηση: Γ. Δροσάκης Επιμέλεια εκτύπωσης: Γιώργος Δροσάκης
ISSN 1108-152-X
c ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ ΚΑΛΥΜΝΟΥ “ΑΙ ΜΟΥΣΑΙ”, ΚΑΛΥΜΝΟΣ 2011
ΤΗΛ.: 22430 29443, 852 00 ΚΑΛΥΜΝΟΣ
Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο Υ “Α Ι Μ Ο Υ Σ Α Ι” Β Ρ Α Β Ε Ι Ο Α Κ ΑΔ Η Μ Ι Α Σ Α Θ Η Ν Ω Ν
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΟΜΟΣ ΙΘ΄ ΣΕΙΡΑ ΕΚΔΟΣΗΣ 38
ΧΟΡΗΓΙΑ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ
ΚΑΛΥΜΝΟΣ 2011
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Έ
νας ακόμη τόμος των «Καλυμνιακών Χρονικών», ο δέκατος ένατος στη σειρά, έρχεται να προστεθεί στους προηγούμενους, καρπός και αυτός μιας γόνιμης εκδοτικής δραστηριότητας του Αναγνωστηρίου που ξεκίνησε εδώ και τριάντα περίπου χρόνια. Ούτε με τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις δε θα μπορούσαμε να φανταστούμε την επιτυχημένη διαδρομή του ιστορικού μας Σωματείου, όταν άρχιζε τη νέα του πορεία με τη δεύτερη επανίδρυσή του. Οι τριάντα εννιά συνολικά εκδόσεις του αποτελούν ασφαλώς σπουδαίο επίτευγμα. Και ο παρών τόμος ακολουθεί την ίδια περίπου θεματική διάταξη με τους προηγούμενους. Μέσα από τις σελίδες του κάνουν την εμφάνισή τους, μαζί με καθιερωμένους πια συνεργάτες μας, και νεώτεροι. Και αυτό μας δίνει ιδιαίτερη χαρά. Όλοι τους καταθέτουν τη δική τους πνευματική συνεισφορά, καθιστώντας έτσι τα «Καλυμνιακά Χρονικά» συνισταμένη, θα λέγαμε, της εκδοτικής παραγωγής του τόπου μας. Οι δυσμενείς οικονομικές συγκυρίες καθιστούν δύσκολη την εξεύρεση πόρων για τις εκδόσεις μας. Αυτό όμως σε καμιά περίπτωση δε μας αποθαρρύνει. Πιστεύουμε ότι για μια τέτοια προσπάθεια, μοναδική στα εκδοτικά χρονικά του τόπου μας, θα βρίσκεται πάντα διέξοδος, με τη συμπαράσταση όλων εκείνων, που αναγνωρίζουν το μέγεθος αυτής της προσφοράς του Αναγνωστηρίου. Με τις σκέψεις αυτές θεωρούμε υποχρέωση μας να ευχαριστήσουμε όσους μας στήριξαν όλα αυτά τα χρόνια. Τον τέως Νο-7-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
μάρχη και σημερινό Περιφερειάρχη κ. Γιάννη Μαχαιρίδη, για το ένθερμο και διαχρονικό του ενδιαφέρον, τον Δήμο Καλυμνίων και τους εκάστοτε Δημάρχους, και, βέβαια, τον Οργανισμό Πολιτιστικής Ανάπτυξης Δωδεκανήσου, που, και με τη νέα του μορφή, ως Τμήμα Πολιτισμού Δωδεκανήσου της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, δεν παρέλειψε και πάλι να μας συνδράμει οικονομικά και στην παρούσα έκδοση. Τέλος, να ευχαριστήσουμε τα μέλη και τους φίλους του Αναγνωστηρίου, γιατί, χάρη στη δική τους συμπαράσταση αντλούμε δυνάμεις, για να συνεχίσουμε το έργο που αναλάβαμε. Το Διοικητικό Συμβούλιο
Σύμβουλοι
Χατζηδάκης Κ. Κυριάκος, Πρόεδρος
Βεργής Κ. Σταύρος
Μηνέττος Ε. Κωνσταντίνος, Αντιπρόεδρος
Κουντούρη – Γερακιού Θέμις
Γιαμαίος Ν. Παναγιώτης, Γραμματέας
Κουτούζη – Καπελλά Φανή
Θεοφιλίδης Γ. Ιωάννης, Ταμίας
Μαύρου Π. Καλλιόπη Πατανά Ι. Θέμις Πουγούνιας Μ. Ιωάννης Χατζηθεοδώρου Ι. Γεώργιος
-8-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ
“Το Καστρί στον Εμπορειό: Βιγλάτορας της θάλασσας μέσα στους αιώνες” Φωτογραφία: Μιχάλης Κουτελλάς
-9-
Τέλενδος: Λουτρά Αγίου Βασιλείου Φωτογραφία: Μιχάλης Κουτελλάς
Μιχάλης Ι. Κουτελλάς Αρχαιολόγος ης 4 Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων
ΛΟΥΤΡΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΠΡΩΤΟΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΣΤΗΝ ΚΑΛΥΜΝΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΕΛΕΝΔΟ Συμβολή στη μελέτη και κατανόηση της λειτουργίας των βυζαντινών λουτρών
Σ
τον ελλαδικό χώρο εγκαταστάσεις λουτρών που διέθεταν ζεστό και κρύο νερό γνωρίζουμε ότι υπήρχαν ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους1 ενώ δημόσια λουτρά μαρτυρούνται τουλάχιστον από τα μέσα του 5ου π. Χ. αιώνα2. Οι Ρωμαίοι ασχολήθηκαν ιδιαίτερα με την κατασκευή λουτρικών εγκαταστάσεων3, οι οποίες αποτελούσαν βασικό στοιχείο των πόλεών τους, μια και γι’ αυτούς η συμμετοχή στα λουτρά συνιστούσε καθημερινή συνήθεια. Οι κάτοικοι της 1. Όπως π. χ. αυτά των ανακτόρων της Τίρυνθας και της Κνωσού. Brödner 1992, σ. 2-6. Ξ. Σκαρπιά-Χόιπελ, Λουτροθεραπεία και αναψυχή (Ιστορική εξέλιξη των λουτρών), Θεσσαλονίκη 1996, σ. 9-10. Weber 1996, σ. 22 κ. ε. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 9. 2. R. Ginouvès, Balaneutiké, Researches sur le bain dans l’antiquité greque, Paris 1962, σ. 6. Nielsen 1990, σ. 6-7. Yegül 1992, σ. 24-29. Weber 1996, σ. 23 κ. ε. Η παλαιότερη αναφορά στις πηγές γίνεται για ένα λουτρό των μέσων του 5ου αι. π. Χ. στην Ολυμπία, ωστόσο αρχιτεκτονικά λείψανα δημόσιων λουτρών μάς σώζονται μόλις από τον 4ο αι. π. Χ. στον Πειραιά, την Ερέτρια και τα Υβλαία Μέγαρα, βλ. R. Ginouvès, ό. π. Nielsen 1990, σ. 6-7. Yegül 1992, σ. 24-29. Weber 1996, σ. 23 κ. ε. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 9, υποσημ. 6. 3. Μερικές από τις πιο σημαντικές μονογραφίες των τελευταίων χρόνων σχετικά με τις ρωμαϊκές θέρμες και με ζητήματα αναφορικά με τη λειτουργία τους είναι οι εξής: École Française de Rome, “Les thermes romains”, στο Actes de la table ronde organisée par l’École française de Rome, Rome 11-12 Νovembre 1988 (CEFR 142, Rome 1991). Weber 1996. G. Fagan, Bathing in Public in the Roman World, Ann Arbor 1999. Nielsen 1990. Yegül 1992.
-11-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, συνεχίζοντας την παράδοση αυτή –ειδικά κατά τους πρώτους αιώνες της βυζαντινής ιστορίας– επεδείκνυαν ιδιαίτερη φροντίδα για την περιποίηση του σώματός τους. Μεγάλα και μικρά λουτρικά συγκροτήματα εξυπηρετούσαν σε κάθε πόλη την ανάγκη όχι μόνο σωματικής καθαριότητας, αλλά συνάμα κοινωνικής συναναστροφής και αναψυχής για άνδρες και γυναίκες4. Στους χώρους αυτούς γίνονταν συναντήσεις των πολιτών, οι οποίοι αντάλλασσαν απόψεις και σχολίαζαν τα νέα της ημέρας. Η ύπαρξη λουτρών θεωρείται από τους βυζαντινούς συγγραφείς ως χαρακτηριστικό πόλης μεγάλης και ευδαίμονος και γι’ αυτό τα λουτρικά οικοδομήματα κατείχαν ιδιαίτερη θέση μέσα στις πόλεις5. Βέβαια η αλλαγή της κοσμοθεωρίας της αυτοκρατορίας υπό την επίδραση του Χριστιανισμού και οι γενικότερες ανακατατάξεις στο κοινωνικό σύστημα και στον τρόπο ζωής, περιόρισαν τη χρήση των λουτρών, τα οποία όμως εξακολούθησαν να αποτελούν σημαντικό γεγονός της καθημερινής ζωής6. Στα βυζαντινά χρόνια οι λουτρικές εγκαταστάσεις είναι οικοδομήματα περιορισμένων κυρίως διαστάσεων. Πρόκειται για βαλανεία (balnea)7, μικρά δηλαδή λουτρά, τα οποία –σε αντίθεση 4. Κουκουλές 1951, σ. 444-457. M. Pasquinucci, (επιμέλεια), Τ����������������������� erme romane e vita quotidiana, Modena 1987. C. Mango, Βυζάντιο, Η Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, μετάφραση στην ελληνική Αθήνα 1988, σ. 99. Δ. Ναλπάντης, Ο καλλωπισμός στο Βυζάντιο, Αρχαιολογία και Τέχνες 31 (Ιούνιος 1989), σ. 19. Μουτζάλη 1989, σ. 23. Nielsen 1990, σ. 144-146. Yegül 1992, σ. 32-40. Ευγενίδου 2000, σ. 69. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 12. 5. Κουκουλές 1951, σ. 421, υποσημ. 6, σ. 428. Μουτζάλη 1989, σ. 25. 6. Μουτζάλη 1989, σ. 25. Ευγενίδου 2000, σ. 65. Κουκουλές 1951, σ. 421, υποσημ. 6. 7. Θέρμες ονομάζονται τα μεγάλα συγκροτήματα λουτρών των ρωμαϊκών αυτοκρατορικών χρόνων, ενώ βαλανεία χαρακτηρίζονται τα μικρότερα οικοδομήματα, τα οποία περιλαμβάνουν μόνο τους απαραίτητους για το λουτρό χώρους. Για τις ονομασίες, την παραπάνω διάκριση των όρων και την κατάταξη σε κατηγορίες των λουτρικών εγκαταστάσεων, βλέπε: D. Krencker – E. Krüger – H. Lehmann – H. Wachtler, Die Trieser Kaiserthermen, τ. I, Augsburg 1929, σ. 174-187. W. L. MacDonald, The Architecture of the Roman Empire, II. An Urban Appraisal, Yale 1986, σ. 213. Nielsen 1990, σ. 114-116. Γούναρης 1990, σ. 3, υποσημ. 1. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 211, υποσημ. 6. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 9.
-12-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
με τα προγενέστερα μεγάλα ρωμαϊκά συγκροτήματα – διαθέτουν μόνο τους απαραίτητους για το λουτρό χώρους. Αυτά έφεραν διάφορες ονομασίες, όπως βαλανείον, βαλανειόν, λουτρόν, λούσμα, λοετρόν, βαλνιάριον, βανιάριν κ. ά.8 Οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες, αλλά και πλούσιοι γενναιόδωροι πολίτες, φρόντιζαν για την ανέγερση δημόσιων λουτρών9. Παράλληλα υπήρχαν τα ιδιωτικά λουτρά ή αλλιώς πριβάτα10 και τα εκκλησιαστικά11. Η χρήση των λουτρών γινόταν με την καταβολή του ανάλογου αντίτιμου, που ονομαζόταν επίλουτρο ή βαλανικό (balneaticum)12 και το ύψος του κυμαινόταν ανάλογα με την εκάστοτε χρονική περίοδο. Υπήρχαν όμως και περιπτώσεις, όπου η πολιτεία προσέφερε τη δυνατότητα δωρεάν χρήσης των λουτρών στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα13.
Γούναρης 2000, σ. 203. Για τα βυζαντινά λουτρά και τη χρήση του όρου βαλανείον από τους Βυζαντινούς συγγραφείς βλέπε Κουκουλές 1957, σ. 419-467. 8. Κουκουλές 1951, σ. 429-432. 9. Κουκουλές 1951, σ. 421-422, 426. Μουτζάλη 1989, σ. 23. 10. Κουκουλές 1951, σ. 426-427. Μουτζάλη 1989, σ. 23, υποσημ. 7, 8. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 239, υποσημ. 130, 131. Πλούσιοι πολίτες ήταν συχνά και ιδιοκτήτες πολυτελών ιδιωτικών λουτρών 11. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται: Α) Εκείνα που είναι ιδρυμένα πλησίον κάποιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής, στη δικαιοδοσία της οποίας ανήκαν και Β) αυτά που ανήκουν σε μοναστήρια. Τα πρώτα προορίζονταν για δημόσια χρήση, κυρίως από τους άπορους και σχετίζονται με τον φιλανθρωπικό θεσμό της διακονίας του 6ου μ. Χ. αιώνα, βλέπε σχετικά: P. Magdalino Church, Bath and Diakonia in Medieval Constantinople, στο έργο Church and People in Byzantium, Birmingham, 1990, σ. 167-169, 178-184. Nielsen 1990, σ. 98-99, 114, 116. Yegül 1992, σ. 320. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 240-241, υποσημ. 136, 139-143, όπου και σχετική βιβλιογραφία. Τα μοναστηριακά προορίζονταν κυρίως για τη λούση των μοναχών, αλλά και λαϊκών, βλέπε σχετικά: Ορλάνδος 1958, σ. 58-59, 97. Κουκουλές 1951, σ. 426, υποσημ. 4, σ. 427. Μουτζάλη 1989, σ. 23. A������������������������������������ ������������������������������������� . ���������������������������������� Berger���������������������������� , Μοναστηριακά και ιερά λουτρά, Τα λουτρά στην αρχαιότητα και στο Βυζάντιο, περιοδικό Επτά Ημέρες της Καθημερινής της 13 Μαΐου 2001, σ. 19. 12. Κουκουλές 1951, σ. 459. Nielsen 1990, σ. 131-135. Χατζηδημητρίου 2000, σ. Γούναρης 1990, σ. 11, υποσημ. 37. Γούναρης 2000, σ. 203. 13. Κουκουλές 1951, σ. 457, 459. Γούναρης 1990, σ. 38, υποσημ. 128. Nielsen 1990, σ. 133-134. Yegül 1992, σ. 33-34. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 13. Βλέπε και παραπάνω, υποσημ. 11.
-13-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ – ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ – ΟΡΓΑΝΩΣΗ
Τ
ο βυζαντινό λουτρό ως οικοδόμημα διατηρεί τη λειτουργική τεχνογνωσία, καθώς και τους κύριους χώρους του ρωμαϊκού λουτρού14, που είναι: το αποδυτήριο (apodyterium, vestibulum), η αίθουσα του ψυχρού λουτρού (frigidarium), η αίθουσα του χλιαρού λουτρού (tepidarium) και τέλος η αίθουσα του θερμού λουτρού (caldarium). Οι αντίστοιχοι χώροι στους βυζαντινούς ονομάζονταν αποδυτόν ή απόδυτρον, ψυχρολούσιον, χλιαροψύχιον και ζεστόν ή θερμόν15. Συνήθως στα βυζαντινά λουτρά συναντώνται τρεις κυρίως χώροι, οι οποίοι ανάλογα μπορεί να είναι: α) Αποδυτήριο, αίθουσα ψυχρού και αίθουσα θερμού λουτρού ή β) Αποδυτήριο, αίθουσα χλιαρού και αίθουσα θερμού λουτρού. Στα μικρά λουτρά το αποδυτήριο και το ψυχρό λουτρό συστεγάζονταν στον ίδιο χώρο, που είχε έτσι διπλό ρόλο. Σε λουτρά της μεσοβυζαντινής περιόδου (11ου-13ου αιώνα) διαμορφώνεται, μετά την αίθουσα του θερμού λουτρού, ιδιαίτερος χώρος με ορθογώνια αβαθή δεξαμενή, την κολυμβήθρα, κόλυμβο ή δεξαμενή16. Οι μεγάλες κεντρικές αίθουσες των λουτρών, όπως και κάποιοι μικρότεροι βοηθητικοί χώροι, ήταν συνήθως στεγασμένες με θόλους που έφεραν ομφαλούς, δηλαδή κυκλικά 14. Γι’ αυτό έχει επικρατήσει στους μελετητές και η σχετική λατινική ορολογία. Για τους προαναφερθέντες κύριους χώρους των λουτρών, βλέπε σχετικά: Μουτζάλη 1989, σ. 24. Nielsen 1990, σ. 153-160. Γούναρης 1990, σ. 205. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 10. Για την λειτουργία, την τεχνική και τις θερμοκρασίες στους χώρους του λουτρού στα ρωμαϊκά χρόνια βλέπε: Brödner 1992. Rebuffat 1990, σ. 3. Νielsen 1990, σ. 17-18, 156. Yegül 1992, σ. 38-39, 368-376. 15. Κουκουλές 1951, σ. 433-435. Μουτζάλη 1989, σ. 26. 16. Ορλάνδος 1958, σ. 59-64, εικ. 92-94, σ. 100-107, εικ. 112-115. Χ. Μπούρας, Ένα βυζαντινό λουτρό στη Λακεδαίμονα, ΑΕ 1982, σ. 110. ΑΔ 38 (1983): Β2, Χρονικά, σ. 245-249, σχ. 1, 2, πίν. 109β. Μουτζάλη 1989, σ. 26, πίν. 1, 2. Ευγενίδου 2000, σ. 67, 69, εικ. 8, 9, 10, 13, 14.
-14-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
ανοίγματα εξαερισμού17. Προκειμένου να φωτίζονται, αλλά και να ζεσταίνονται καλύτερα οι χλιαροί και θερμοί χώροι διευθετούνταν συνήθως στη νότια ή στη νοτιοδυτική πλευρά των λουτρικών εγκαταστάσεων, ώστε να εκμεταλλεύονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το φυσικό φως και την ηλιακή θερμότητα κατά τις απογευματινές ώρες στις χειμωνιάτικες ημέρες18. Προς την ίδια κατεύθυνση ανοίγονταν και τα παράθυρα για τον φωτισμό των αιθουσών αυτών, τα οποία ήταν μικρών διαστάσεων και φράσσονταν με υαλοπίνακες (τζάμια)19. Υπήρχαν δύο ειδών λουτρικά συγκροτήματα, τα απλά και τα διπλά ή αλλιώς δίδυμα20. Στα διπλά γινόταν ταυτόχρονη χρήση από άνδρες και γυναίκες, χωρίς βέβαια μεταξύ τους επαφή. Αυτά διέθεταν πανομοιότυπους χώρους, που όμως δεν επικοινωνούσαν 17. Κουκουλές 1951, σ. 434. Ορλάνδος 1958, σ. 61, 63. Nielsen, 1990, σ. 99. Γούνα ρης 1990, σ. 19, σχ. 3α. Αραπογιάννη 1993, σ. 141. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 219. Στο κτίσιμο των θόλων ενσωματώνονταν πήλινα επιμήκη αγγεία (τα λεγόμενα σπαθεία), ώστε λόγω του εσωτερικού κενού αυτών, να γίνεται ελαφρύτερη η όλη κατασκευή. 18. Για την αρχή αυτή βλέπε τη σχετική υπόδειξη του Ρωμαίου συγγραφέα, αρχιτέκτονα και μηχανικού Βιτρούβιου, που έζησε τον 1ο π. Χ. αιώνα (Vitruvius, De Arhitectura, V.10.1, VI.4.1. Ι, έκδοση υπό P. Mardaga, Paris 1979). Επίσης: S. Charitonidis – R. Ginuvès, Bain romain de Zevgolatio près de Corinthe, BCH 79 (1955), σ. 105. X. Mπακιρτζής, Ανασκαφή Πολυστύλου Αβδήρων, ΠΑΕ 1983, σ. 14, εικ. 1, πίν. Α. I. Nielsen 1990, σ. 33–C 269, εικ. 214. Γούναρης 1990, σ. 4, υποσημ. 4. Αραπογιάννη 1993, σ. 137. Αθανασούλης 19961997, σ. 210-211, υποσημ. 5. Γούναρης 2000, σ. 203. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 10. Βέβαια ο προσανατολισμός αυτός δεν αποτελούσε πάντοτε απαράβατο κανόνα. 19. Βλέπε: Κουκουλές 1951, σ. 441. Ορλάνδος 1958, σ. 63. P. Sodini - K. Kolokotsas, Aliki, II: La basilique double, Etudes Thasiennes X (1984), σ. 188. Weber 1996, σ. 51. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 233. Υαλοπίνακες (τζάμια) χρησιμοποιούνταν στο κλείσιμο παραθύρων από τα μέσα περίπου του 1ου μ. Χ. αιώνα. Τα μεγάλα υαλόφρακτα παράθυρα που υπήρχαν στα ρωμαϊκά λουτρά, πέρα από τον φωτισμό που παρείχαν, βοηθούσαν και στη θέρμανση των χώρων. βλέπε σχετικά, J. W. Ring, Windows, Baths and Solar Energy in the Roman Empire, AJA 100 (1996), σ. 717-724. Σε δύο από τα τρία λουτρά της νήσου Τελένδου, του Αγίου Χαραλάμπους και του οικοπέδου αδελφών Λουλουδιά (βλέπε παρακάτω), διατηρούνται μικρά, πολεμιστροειδή παράθυρα στη νότια πλευρά αυτών. 20. Κουκουλές 1951, σ. 437, 443. Α. Ξυγγόπουλος, Βυζαντινός λουτρών εν Θεσσαλονίκη, Επετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής ΑΠΘ, τ. Ε’ (1955), σ. 83-97. ΑΔ 28 (1973): Β2, Χρονικά, σ. 482-483, πίν. 445. Μουτζάλη 1989, σ. 25. Γούναρης 1990, σ. 38. Ε. ΚουρκουτίδουΝικολαΐδου – Α. Τούρτα, Περίπατοι στη Βυζαντινή Θεσσαλονίκη, Αθήνα 1997, σ. 87-88, εικ. 98. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 14. J. P. V. D. Badson, Ρωμαίες Γυναίκες, μετάφραση στην ελληνική Αθήνα 1984, σ. 348-353.
-15-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
μεταξύ τους και είχαν ξεχωριστές εισόδους, αλλά κοινό υποδαπέδιο σύστημα θέρμανσης, για λόγους οικονομίας. Στα απλά ο διαχωρισμός των δύο φύλων αντιμετωπιζόταν με διαφορετικά ωράρια λειτουργίας για άνδρες και διαφορετικά για γυναίκες21. Στη ρωμαϊκή εποχή ήταν σύνηθες το κοινό λουτρό μέσα σε μεγάλες πισίνες. Με την επικράτηση όμως του Χριστιανισμού καθιερώθηκε η ατομική λούση σε μικρούς, ατομικούς λουτήρες (πυέλους), γεγονός που γενικεύτηκε από τον 4ο αιώνα και μετά22. Πέρα βέβαια από τους νέους ηθικούς κανόνες που επέβαλε ο Χριστιανισμός, οικονομικοί λόγοι, αλλά και λόγοι υγιεινής οδήγησαν στη χρήση μικρών και ατομικών λουτήρων23. Τέτοιοι λουτήρες, ορθογώνιοι ή συνηθέστερα ημικυκλικοί σε κάτοψη και ενταγμένοι σε ανάλογες ημικυκλικές κόγχες, υπήρχαν στις αίθουσες του ψυχρού και του θερμού λουτρού24.
ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΘΕΡΜΑΝΣΗΣ ΤΩΝ ΛΟΥΤΡΩΝ (εικ. 1, 2)
Τ
η θέρμανση του λουτρού εξασφάλιζε ένα σύστημα κυκλοφορίας θερμού αέρα κάτω από τα δάπεδα και στο εσωτερικό των τοίχων των αιθουσών. Αυτό επιτυγχανόταν 21. Μουτζάλη 1989, σ. 25. Ο διαχωρισμός των φύλων στη χρήση των λουτρών επιβλήθηκε για λόγους ηθικής, βλέπε σχετικά: Κουκουλές 1951, σ. 459-462. J. P. V. D. Badson, ό. π., σ. 351-353. Nielsen 1990, σ. 147-148. Yegül 1992, σ. 33. Χατζηδημητρίου 2000, ό. π. 22. R. Ginuvès, Sur un aspect de l’évolution des bains en Grèce vers le IVe siècle de notre ère, BCH 79 (1955), σ. 136, 145-152. Nielsen 1990, τ. 1, σ. 24, 116. Αραπογιάννη 1993, σ. 155, υποσημ. 28. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 237-238, υποσημ. 122, 124, 125. Γούναρης 2000, σ. 202, 207. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 13-14, υποσημ. 56. Λαμπροπούλου – Μουτζάλη 2003-2004, σ. 329. 23. Βλέπε σχετικά: Nielsen 1990, ό. π. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 238-240, υποσημ. 132-134. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 13-14, υποσημ. 57. 24. Κουκουλές 1951, σ. 438. G. Hornbostel-Hüttner, Studien zur römischen Nischenarchitektur, Studies of the Dutch Arcaeological and Historical Society, τ. IX, Leiden 1979, σ. 95-119. Αθανασούλης ���������������������������������������������������������������������������� 1996-1997, σ. 212, 221, υποσημ. 49, σ. 227, υποσημ. 76. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 10-11, 23-25, υποσημ. 80.
-16-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
-17-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
με υπόκαυση25. Οι Ρωμαίοι υιοθέτησαν από τους Έλληνες και τελειοποίησαν το σύστημα αυτό26, το οποίο συνέχισαν και οι Βυζαντινοί. Πρόκειται για ένα σύστημα κεντρικής θέρμανσης, όπου ο θερμός αέρας παραγόταν από την καύση ξύλων σε ειδικά διαμορφωμένη κάμινο κάτω από το λουτρό και λειτουργούσε ως εξής: Κάτω από τα δάπεδα των αιθουσών του χλιαρού (tepidarium) και του θερμού λουτρού (caldarium) διαμορφώνεται ο υπόγειος χώρος της υπόκαυσης, ύψους 0,65-1 μ., καθώς τα δάπεδα στηρίζονται πάνω σε πυκνά διαταγμένα όρθια στηρίγματα – στυλίδες (pilae), που αποτελούνται από επάλληλα τοποθετημένες τετράγωνες ή στρογγυλές οπτοπλίνθους27. Επάνω τους ακουμπά 25. Κουκουλές 1951, σ. 437-441. Degbomont 1984, σ. 97-165. Nielsen 1990, σ. 14-20, 161-162. Yegül 1992, σ. 356-389. Brödner 1992, σ. 18-23. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 225-233. Αραπογιάννη 1993, σ. 141-143. Γούναρης 2000, σ. 205-207. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 11-12. Λαμπροπούλου – Μουτζάλη 2003-2004, σ. 322-324. 26. Τα παλιότερα παραδείγματα θέρμανσης με υπόκαυση είναι αυτά των λουτρών της Γόρτυνας στην Αρκαδία (3ος π. Χ. αιώνας) και της Ολυμπίας (2ος π. Χ. αιώνας). βλέπε σχετικά: Brödner 1992, σ. 6-12. Weber 1996, σελ. 47. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 9, υποσημ. 7, 8. Σύμφωνα με τον Πλίνιο (Naturalis Historia ΙX.168), το υπόκαυστο αποτελεί εφεύρεση κάποιου Caius Sergius Orata. Για μια συνοπτική παρουσίαση των ρωμαϊκών λουτρών και του τρόπου λειτουργίας τους, βλέπε W. Heinz, Baden, Salben und Heilen in der römischen Antike, Augst���������������������������������������������������������������������������� ��������������������������������������������������������������������������������� 1993, σ. 8-23. Ξ. Σκαρπιά-Χόιπελ, ό. π., σ. 19-26. Η μετάδοση της τεχνογνωσίας στην κατασκευή λουτρών από τους Έλληνες στους Λατίνους, οφειλόταν στη συχνή επαφή που είχαν αναπτύξει οι δύο λαοί λόγω των πολλών ελληνικών αποικιών της Μεγάλης Ελλάδας και της Σικελίας. 27. Οι στυλίδες κατασκευάζονταν από επάλληλα τοποθετημένες οπτοπλίνθους, προκειμένου να αντέχουν στις υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύσσονταν σε αυτούς τους χώρους. Για την περιγραφή και τους τύπους των πήλινων στυλίδων, βλέπε Degbomont 1984, σ. 97106. Τετράγωνες και κυλινδρικές στυλίδες χρησιμοποιούνταν στα ρωμαϊκά και παλαιοχριστιανικά λουτρά, και σε κάποιες περιπτώσεις συνδυαστικά στο ίδιο λουτρό, όπως π. χ. στο λουτρό στην Μπρεξίδα του Μαραθώνα (Αραπογιάννη 1993, εικ. 19, 24, σ. 168), στο βαλανείο του συγκροτήματος του Οκταγώνου των Φιλίππων (Γούναρης 1990, σ. 16-26, σχ. 1, πίν. 7, 8α) και στο βαλανείο της βασιλικής του Αγίου Πέτρου στη Νέα Αγχίαλο Θεσσαλίας (Θεσσαλία, Ιστορία και Πολιτισμός, Ανθολόγιο Πρακτικών του 1ου Διεθνούς Συνεδρίου Ιστορίας και Πολιτισμού της Θεσσαλίας, Λάρισα 9-11 Νοεμβρίου 2006, έκδοση Περιφέρειας Θεσσαλίας, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 95-96). Οι κυλινδρικές στυλίδες, αποτελούμενες από κυκλικές οπτοπλίνθους, χρησιμοποιούνταν συχνότατα στα παλαιοχριστιανικά λουτρά του ελλαδικού χώρου, βλέπε σχετικά: Γ. Σωτηρίου, Αι Χριστιανικαί Θήβαι της Θεσσαλίας, ΑΕ 1929, σ. 49-51, εικ. 52. R. S. Young, An industrial district of ancient Athens, Hesperia 20 (1951), σ. 280, 283. Π. Λαζαρίδης, Άγιος Κωνσταντίνος, ΑΔ 25 (1970), τ. Β: Χρονικά,
-18-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
το δάπεδο (suspensura), που αποτελείται από επάλληλες στρώσεις πήλινων πλακών (σε κάποιες περιπτώσεις χρησιμοποιούνται και μαρμαρόπλακες) και υδραυλικού κονιάματος (κουρασανίου)28. Προκειμένου να ζεσταίνεται καλύτερα ο θερμός χώρος (caldarium) του λουτρού διαμορφωνόταν ενδιάμεσο κενό στους κάθετους τοίχους, πίσω από την επένδυσή τους, ώστε να επιτρέπεται η κυκλοφορία του ζεστού αέρα από τον υπόκαυστο υποδαπέδιο χώρο και στο ενδιάμεσο κενό των όρθιων τοίχων (εικ. 1 και 2). Αυτό επιτυγχανόταν με δύο τρόπους: Α) Με την επένδυση των τοίχων από ορθογώνιες πήλινες πλάκες, στερεωμένες είτε με συμφυείς εγκάρσιες μαστοειδείς προεξοχές (tegulae mammatae), είτε με ξεχωριστά ενδιάμεσα κεραμικά κυλινδρικά πηνία (intercapedines), για να υπάρχει το απαραίτητο κενό μεταξύ τοίχου και επένδυσης29. Β) Τοποθετούνταν σε σειρά όρθιοι πήλινοι κυλινδρικοί ή ορθογώνιοι αεραγωγοί σωλήνες (tubuli), πίσω από την επένδυση των τοίχων30. Τις εξωτερικές τοιχοποιίες διατρυπούσαν επίσης πήλινοι αεραγωγοί σωλήνες (tubuli), ο προορισμός των οποίων ήταν να βοηθούν στον εφελκυσμό, το «τράβηγμα» και κυκλοφορία του θερμού αέρα (λόγω διαφοράς εσωτερικής – εξωτερικής θερμοκρασίας), με αποτέλεσμα την σ. 265. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 225, υποσημ. 61, 62, σ. 237. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 21, εικ. 12. 28. Degbomont������������������������������������������������������������������������ 1984, σ. 114. ��������������������������������������������������������� Nielsen 1990, σ������������������������������������������ ������������������������������������������� .����������������������������������������� 161. Αραπογιάννη 1993, σ. 141, 155. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 226. Πρόκειται για μίγμα αποτελούμενο από ασβέστη, άμμο και τριμμένο κεραμίδι. 29. Το σύστημα θέρμανσης και των τοίχων εφαρμοζόταν συνήθως μόνο στο caldarium, για την επίτευξη υψηλότερης θερμοκρασίας σε σχέση με το tepidarium. Για το σύστημα αυτό βλέπε σχετικά: Degbomont 1984, σ. 136-139. Nielsen 1990, σ. 14-15. Yegül 1992, σ. 363-365. Αραπογιάννη 1993, σ. 141-143, εικ. 11, 12, σ. 168. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 226-227, υποσημ. 70-73, σ. 233, υποσημ. 104. Γούναρης 1990, σ. 17-18, 20-21, 25-26 και ειδικά τις υποσημειώσεις 58 και 60. Γούναρης 2000, σ. 205-206, εικ. 336, 337. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 11, υποσημ. 20. 30. Για τους tubuli βλέπε σχετικά: Degbomont 1984, σ. 140-146. Nielsen 1990, σ. 14-15. Γούναρης 1990, σ. 17-18. Yegül 1992, σ. 363-365. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 11, υποσημ. 21. Σύμφωνα με την E. Brödner (Brödner 1992, σ. 21), το σύστημα θέρμανσης με tegulae mammatae εμφανίζεται στα τέλη 2ου – αρχές 1ου π. Χ. αιώνα, ενώ αυτό των tubuli την εποχή του Αυγούστου (27 π. Χ. – 14 μ. Χ.).
-19-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
καλύτερη θέρμανση του χώρου31. Σε ένα ή περισσότερα σημεία του υποδαπέδιου χώρου υπήρχαν τοξωτά στόμια πυροδότησης (praefurnia)32, στα οποία άναβε φωτιά για την παραγωγή της απαραίτητης θερμότητας. Από εκεί ο θερμός αέρας διαχεόταν κάτω από το δάπεδο και κατευθυνόταν στη συνέχεια στο ενδιάμεσο κενό των κάθετων τοίχων, ζεσταίνοντας έτσι το λουτρό (εικ. 1). Επάνω ή κοντά στα στόμια πυροδότησης ήταν κατασκευασμένοι οι λουτήρες του θερμού λουτρού και οι χάλκινοι λέβητες για τη θέρμανση του νερού33. Κάρβουνα, ξύλα, ακόμη και πετρέλαιο, που ονομαζόταν τότε μηδικόν πυρ, χρησιμοποιούνταν ως καύσιμη ύλη34. Από τα ξύλα προτιμούνταν αυτά από ελιά για να μην εκλύεται μεγάλη ποσότητα καπνού, ενοχλητικού οπωσδήποτε αλλά και επικίνδυνου για τα γειτονικά οικοδομήματα35. Στους θερμούς χώρους των λουτρών αναπτύσσονταν 31. Γούναρης 1990, σ. 17-18, υποσημ. 60, όπου και σχετική βιβλιογραφία. Αραπογιάννη 1993, σ. 141. Τέτοιοι αεραγωγοί σωλήνες διατηρούνται στο Λουτρό του οικοπέδου αδελφών Λουλουδιά και στο Λουτρό του Αγίου Χαραλάμπους στην Τέλενδο (βλέπε αναλυτικά παρακάτω). 32. Degbomont 1984, ����������������������������������������������������������������� σ���������������������������������������������������������������� . 61, 74-96. Nielsen ��������������������������������������������������� 1990, ������������������������������������� σ������������������������������������ . ���������������������������������� 162. Yegül 1992, ����������������� σ���������������� . 368-373. Br��� ö�� dner 1992, σ. 18-20. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 227-232. Λαμπροπούλου – Μουτζάλη 2003-2004, σ. 324, σχ. 4. Τα στόμια πυροδότησης διευθετούνταν κάτω από τους λουτήρες (πυέλους) του θερμού οίκου (caldarium) των λουτρών. 33. Κουκουλές 1951, σ. 437. Degbomont 1984, σ. 85, εικ. 139. Γούναρης 1990, σ. 27, υποσημ. 97. ��������������������������������������������������������������������������� Nielsen 1990, σ������������������������������������������������������������ ������������������������������������������������������������� .����������������������������������������������������������� 16. Yeg��������������������������������������������������� ������������������������������������������������������ ü�������������������������������������������������� l������������������������������������������������� 1992, σ. 373-374. Αραπογιάννη 1993, σ. 141. Γούναρης 2000, σ. 205-206, εικ. 336-337. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 11, 24. Ένας άλλος τρόπος θέρμανσης του νερού ήταν η testudo��������������������������������������������������� ���������������������������������������������������������� alvei��������������������������������������������� �������������������������������������������������� , μία χάλκινη κατασκευή, που αποτελούσε προέκταση της πυέλου έως πάνω από τη φωτιά. Για το σύστημα αυτό βλέπε: Degbomont 1984, σ. 61, 85, εικ. 137. M. Pasquinucci, Terme romane e vita quotidiana, Modena 1987, σ. 13, 48. Nielsen 1990, σ. 16. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 231, υποσημ. 96. 34. Κουκουλές 1951, σ. 441. Nielsen 1990, σ. 19-20. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 231, υποσημ. 95. Ευγενίδου 2000, σ. 64. 35. Για να προστατευτούν τα γειτονικά των λουτρών κτίσματα είχαν θεσπιστεί από τους Βυζαντινούς ειδικές διατάξεις, οι οποίες καθόριζαν τις απαραίτητες αποστάσεις των λουτρών από τις οικίες της περιοχής. Βλέπε σχετικά, Β. Τουρπτσόγλου-Στεφανίδου, Περίγραμμα βυζαντινών οικοδομικών περιορισμών. Από τον Ιουστινιανό στον Αρμενόπουλο και η προβολή τους στη νομοθεσία του νεοελληνικού κράτους, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 117-122, σχ. 3.
-20-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
υψηλές θερμοκρασίες36. Στην ατμόσφαιρα η θερμοκρασία έφτανε τους 50-55 βαθμούς Κελσίου, ενώ στο νερό των δεξαμενών τους 40. Στα θερμαινόμενα δάπεδα των αιθουσών του χλιαρού και του θερμού λουτρού ανερχόταν ως τους 57 βαθμούς Κελσίου, με αποτέλεσμα οι λουόμενοι να μπορούν να περπατήσουν σε αυτά μόνο με ξύλινες παντόφλες ή σανδάλια με ξύλινη σόλα37. Η πρόσβαση στους θερμούς χώρους γινόταν με ενδιάμεσες στενές εισόδους, οι οποίες συνήθως έκλειναν με υφασμάτινα παραπετάσματα (βηλόθυρα), για την αποφυγή απωλειών θερμότητας38. Η λειτουργία των λουτρών απαιτούσε μεγάλες ποσότητες νερού, το οποίο προερχόταν από τα υδραγωγεία για τις μεγάλες πόλεις, ενώ για τις μικρότερες από δεξαμενές και πηγάδια. Το νερό αποθηκευόταν σε υπερυψωμένη δεξαμενή και διοχετευόταν με σωλήνες στους χώρους του λουτρού39. Εξελιγμένο ήταν και το σύστημα αποχέτευσης του χρησιμοποιημένου νερού, που γινόταν με πήλινους αγωγούς, που διέτρεχαν τα λουτρά.
36. A. Jorio, Sistema di riscaldamento nelle antiche terme pompeiane, Bullettino della Commissione Archeologica Comunale di Roma 86 (1978-1979), σ������������������������� �������������������������� . 186-189. J. Delain, Recent Research on Roman Baths, Journal of Roman Archaeology 1 (1988), σ. 22-25. Nielsen 1990, σ. 18, σημ. 48. Brödner 1992, σ. 108-109. Yegül 1992, σ. 368-376. Γούναρης 1990, σ. 24, υποσημ. 82. Γούναρης 2000, σ. 205. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 12. 37. Κουκουλές 1951, σ. 439. Nielsen 1990, σ. 18, σημ. 47, σ. 141-142, εικ. 46. Γούναρης 1990, σ. 24, υποσημ. 82. Γούναρης 2000, σ. 205-207, εικ. 338. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 12. Σε μερικά λουτρά εικονίζονται στο ψηφιδωτό δάπεδο ένα ζευγάρι τέτοια σανδάλια, ως υπενθύμιση των λουομένων, για να μην καούν τα πόδια τους (Γούναρης 1990, υποσημ. 82 στη σ. 24, όπου και σχετικά παραδείγματα). 38. Κουκουλές 1951, σ. 435. R. Ginuvès, Sur un aspect de l’évolution des bains en Grèce vers le Ive siècle de notre ère, BCH 79 (1955), σ. 135 κ. ε. Γούναρης 1990, σ. 15, υποσημ. 52, 22, 23. Αραπογιάννη 1993, σ. 143, υποσημ. 18. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 223, υποσημ. 56. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 12. Λαμπροπούλου – Μουτζάλη 2003-2004, σ. 323. 39.
Γούναρης 2000, σ. 205.
-21-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΕΛΕΣΗΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΛΟΥΤΡΟΥ
Σ
την απλούστερη μορφή τους τα ρωμαϊκά και τα βυζαντινά λουτρά περιελάμβαναν κατά σειρά, την αίθουσα του ψυχρού λουτρού, την αίθουσα του χλιαρού λουτρού και την αίθουσα του θερμού λουτρού. Η διάταξη αυτή εναρμονίζεται με την πορεία των λουομένων κατά τη διαδικασία του λουτρού40. Η πρώτη στη σειρά αίθουσα, ήταν το αποδυτήριο (apodyterium, vestibulum), το οποίο λειτουργούσε ως χώρος υποδοχής, όπου άλλαζαν τα ρούχα τους οι επισκέπτες. Αυτό διέθετε κατά μήκος των τοίχων του πάγκους και ερμάρια, χτισμένα ή ξύλινα, για την τοποθέτηση των ενδυμάτων. Στη συνέχεια οι λουόμενοι έμπαιναν στην αίθουσα του ψυχρού λουτρού (frigidarium). Συνήθως στα μικρά βυζαντινά λουτρά το αποδυτήριο και το ψυχρό λουτρό συστεγάζονταν στον ίδιο χώρο, που είχε έτσι διπλό ρόλο. Εδώ υπήρχαν ορθογώνιες ή ημικυκλικές κόγχες, με μικρές δεξαμενές κρύου νερού, όπου έκαναν το κρύο μπάνιο τους στο τέλος της λουτρικής διαδικασίας. Αυτός ο χώρος είχε ιδιαίτερη σημασία, καθώς από εδώ εισέρχονταν οι λουόμενοι στον καθαυτό χώρο των λουτρών και εδώ παρέμεναν μετά το μπάνιο τους, για τις συναναστροφές τους. Στη συνέχεια μετέβαιναν στην αίθουσα του χλιαρού λουτρού (tepidarium). Η παραμονή στο χλιαρό λουτρό, βοηθούσε στο να προσαρμόζεται προοδευτικά το σώμα από τη χαμηλή 40. Για τη λουτρική διαδικασία, η οποία θεωρείται ότι στα ρωμαϊκά και τα παλαιοχριστιανικά χρόνια παραμένει στα βασικά χαρακτηριστικά της η ίδια, βλέπε σχετικά: Κουκουλές 1951, σ. 448-455. Δ. Ναλπάντης, Ο καλλωπισμός στο Βυζάντιο, Αρχαιολογία και Τέχνες 31 (Ιούνιος 1989), σ. 19-20. Rebuffat 1990, σ. 3. Yegül 1992, σ. 38-39. Αθανασούλης 19961997, σ. 235. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 12-13. Η λουτρική διαδικασία, με πορεία των λουομένων από τον ένα χώρο στον άλλο μέχρι το θερμό λουτρό και επιστροφή μέσω των ίδιων πάλι χώρων στο σημείο εκκίνησης, καθιέρωσε και την αρχιτεκτονική διαμόρφωση των περισσότερων μικρών λουτρών, ειδικά των βυζαντινών, τα οποία και ανήκουν στο λεγόμενο «εν σειρά» τύπο. βλέπε σχετικά: Γούναρης 1990, σ. 7-8. Γούναρης 2000, σ. 203. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 235. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 10, 17. Λαμπροπούλου - Μουτζάλη 2003-2004, σ. 320-321.
-22-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
θερμοκρασία του κρύου λουτρού σε αυτή του επόμενου σταδίου, του θερμού λουτρού και αντίστροφα, κατά την επιστροφή τους. Εδώ αλείφονταν με λάδι, κρασί ή άλλες αρωματικές ουσίες, προκειμένου να προφυλάξουν το δέρμα τους από εξανθήματα. Ακολούθως οι λουόμενοι εισέρχονταν στο θερμό διαμέρισμα (caldarium), όπου γινόταν και η κύρια διαδικασία του λουτρού. Η αίθουσα αυτή διέθετε ημικυκλικές ή ορθογώνιες κόγχες, στις οποίες υπήρχαν ατομικές δεξαμενές με ζεστό νερό. Εδώ τρίβονταν με τρίπτρα, σπαρτία και σπόγγους, χρησιμοποιώντας νιτρικά άλατα, φυσικές γαίες και αργότερα σαπούνι. Έπειτα ξεπλένονταν μέσα στους ατομικούς λουτήρες. Οι λουόμενοι μπορούσαν να κάνουν και ατμόλουτρο, λόγω των υδρατμών από τους θερμαινόμενους λουτήρες που υπήρχαν εδώ και από την εξάτμιση του νερού που υπερχείλιζε από αυτούς και έπεφτε πάνω στο καυτό δάπεδο. Σε κάποιες περιπτώσεις με το caldarium συνδεόταν ένας μικρότερος χώρος, ο οποίος προοριζόταν για ξηρή εφίδρωση (laconicum ή sudatorium). Μετά το θερμό λουτρό οι επισκέπτες, ακολουθώντας αντίστροφη πορεία, επανέρχονταν στην αίθουσα του ψυχρού λουτρού, όπου έπαιρναν το κρύο μπάνιο τους εντός των εκεί λουτήρων. Έπειτα σκουπίζονταν, αλείφονταν με μύρα ντύνονταν και εξέρχονταν του κτιρίου, καθαροί και χωρίς τον κίνδυνο να αρρωστήσουν, μια και το σώμα τους είχε πλέον προσαρμοστεί στη θερμοκρασία του εξωτερικού χώρου. Στη συνέχεια και εφόσον του λουτρό διέθετε την απαραίτητη υποδομή, οι λουόμενοι μετέβαιναν στα διαμερίσματα ανάπαυσης στον όροφο, όπου έπιναν ποτά, έτρωγαν και χαλάρωναν. Ο κάθε λουόμενος κουβαλούσε μαζί του τον απαραίτητο ατομικό λουτρικό εξοπλισμό, που περιελάμβανε υφάσματα, ενδύματα, πετσέτες, σπόγγους, μεταλλικούς κάδους νερού, μεταλλικές ξύστρες για την απομάκρυνση του ιδρώτα και του ελαίου από το δέρμα, μυροδοχεία, ελαιοδοχεία, νιτρικά άλατα και
-23-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
σαπούνια41. Οι ώρες λειτουργίας των βυζαντινών λουτρών θεωρείται ότι ήταν ίδιες με αυτές των ρωμαϊκών42. Τα ρωμαϊκά λουτρά άνοιγαν την 8η ή 9η ώρα της ημέρας (δηλαδή 1-2 το μεσημέρι) και έκλειναν με τη δύση του ήλιου. Συνηθιζόταν δηλαδή να παίρνουν το λουτρό τους πριν το γεύμα ή το δείπνο. Στην περίπτωση όμως των απλών λουτρών, που δεν είχαν ξεχωριστούς χώρους για άνδρες και γυναίκες, αυτά λειτουργούσαν και κατά τις πρωινές ώρες, προκειμένου να εξυπηρετηθούν και τα δύο φύλα. Από τον 3ο μ. Χ. αιώνα αρχίζουν ορισμένα λουτρά να παραμένουν ανοιχτά και μετά τη δύση του ήλιου, ενώ από τον 4ο αιώνα συνηθίζεται και η νυχτερινή λειτουργία των λουτρών43. Σε κάθε λουτρό υπήρχε εξειδικευμένο προσωπικό44, για την εξυπηρέτηση των λουομένων. Υπεύθυνος για τη λειτουργία των ανδρικών λουτρών ήταν ο βαλανεύς ή βαλανευτής (balneator), ενώ για τα γυναικεία λουτρά η βαλανεύτρια. Ο εγκαύστης, καμινάς, καμινάτης ή υποκαυστής (fornacator) ήταν αυτός που άναβε τα υπόκαυστα για τη θέρμανση του λουτρού. Ο ιματιοφύλακας (capsarius) φρόντιζε για τη φύλαξη των ρούχων των λουομένων. Ο λουτράρης, λούστης, περιχύτης ή παραχύτης (perfusor) τους εφοδίαζε με χλιαρό ή κρύο νερό, βοηθούσε στο ξέπλυμά τους και φρόντιζε για την απόρριψη του ρυπαρού νερού. Υπήρχαν ακόμη ο αλείπτης (unctor) για την επάλειψη του σώματος των λουομένων με αρωματικά έλαια και ο δρωπακιστής (alipilus), για την αποτρίχωσή τους. 41. Κουκουλές 1951, σ. 446-451.������������������������������������������������������ Nielsen 1990, σ�������������������������������������� ��������������������������������������� . 1����������������������������������� 42-143. Yegül 1992, σ�������������� ��������������� . 33-34. Brödner 1992, σ. 16-108. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 12. 42. Κουκουλές 1951, σ. 442-443. Γούναρης 1990, σ. 14, υποσημ. 49. Nielsen 1990, σ. 135-138. Yegül 1992, σ. 33. Brödner 1992, σ. 129. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 13-14. 43. Κουκουλές 1951, σ. 441-443. Γούναρης 1990, ό. π. Nielsen 1990, σ. 136, σημ. 16-18. Yeg����������������������������������������������������������������������������������� ü���������������������������������������������������������������������������������� l��������������������������������������������������������������������������������� 1992, σ. 33. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 13-14. Η συνήθεια αυτή αναφέρεται στις γραπτές πηγές και επιβεβαιώνεται από την ανακάλυψη μεγάλου αριθμού πήλινων λυχναριών σε λουτρά. 44. Κουκουλές 1951, σ. 446-448, 453, 457-458. Μουτζάλη 1989, σ. 27. Χατζηδημητρίου 2000, σ. 13. Nielsen 1990, σ. 127-130.
-24-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
-25-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΚΑΙ ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΤΩΝ ΛΟΥΤΡΩΝ ΤΗΣ ΚΑΛΥΜΝΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΕΛΕΝΔΟΥ
Ο
ι πρώτοι αιώνες της βυζαντινής ιστορίας (πρωτοβυζαντινοί χρόνοι ή αλλιώς παλαιοχριστιανική ος εποχή, 4 - 7ος μ. Χ. αιώνας) αποτέλεσαν περίοδο μεγάλης ακμής για την Κάλυμνο45. Οι σημαντικότεροι οικισμοί βρίσκονταν κοντά στη θάλασσα, η οποία εξυπηρετούσε τη διεξαγωγή του διαμετακομιστικού εμπορίου και τις μετακινήσεις. Οι ειρηνικές συνθήκες που επικρατούσαν στην ανατολική Μεσόγειο, εξασφάλιζαν τις απαραίτητες προϋποθέσεις ανάπτυξης και προόδου. Ακμαίοι οικισμοί στην Κάλυμνο υπήρχαν στην κοιλάδα του Βαθύ (με σημαντικότερο αυτόν εκατέρωθεν του κόλπου του λιμανιού της Ρίνας), στην παραλία Καντούνι, στον κόλπο του Εμπορειού και κατά μήκος των ανατολικών ακτών της νήσου Τελένδου. Την ιδιαίτερη μάλιστα ανάπτυξη του τόπου επιβεβαιώνουν οι τριανταπέντε παλαιοχριστιανικές εκκλησίες, που ανεγέρθηκαν κατά τον 5ο και κυρίως τον 6ο αιώνα στην Κάλυμνο και τα παρακείμενά της νησάκια, για να στεγάσουν την χριστιανική λατρεία. Ανάμεσα στα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα των οικισμών είναι ορατά τέσσερα συνολικά συγκροτήματα λουτρικών εγκαταστάσεων (εικ. 3), από τα οποία μόνο ένα βρίσκεται στην Κάλυμνο (στον Εμπορειό), ενώ τα υπόλοιπα τρία στις ανατολικές ακτές της 45. Γενικά για την περίοδο αυτή της καλυμνιακής ιστορίας βλέπε: Κουτελλάς 1998, σ. 35-36. Κουτελλάς 2006, σ. 30. Για τις παλαιοχριστιανικές βασιλικές βλέπε: Karabatsos 1994. Κουτελλάς 1998 (τις σχετικές παρουσιάσεις). Μ. Κουτελλάς, Οι παλαιοχριστιανικές βασιλικές της Καλύμνου, Corpus, Αρχαιολογία – Ιστορία των Πολιτισμών, τεύχος 49 (Μάιος 2003), σ. 74-85. Για τους παλαιοχριστιανικούς οικισμούς βλέπε: Κουτελλάς 1998, σ. 89, 128-130. Μ. Κουτελλάς, Παλαιοχριστιανικός οικισμός νήσου Τελένδου. Πρώτα συμπεράσματα της πρόσφατης (2000–2002) ανασκαφικής έρευνας, Καλυμνιακά Χρονικά ΙΕ’ (2003), σ. 223-234. Επίσης, Μ. Κουτελλάς, Παλαιοχριστιανικός οικισμός στην Τέλενδο: Πρώτα συμπεράσματα της πρόσφατης (2000-2001) ανασκαφικής έρευνας, συλλογικός τόμος Χάρις Χαίρε, Μελέτες στη μνήμη της Χάρης Κάντζια, τ. Β, Αθήνα 2004, σ. 373-388.
-26-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
νήσου Τελένδου, όπου υπήρχε εκτεταμένος παραθαλάσσιος οικισμός. Στην παρούσα μελέτη η Τέλενδος αντιμετωπίζεται ως αναπόσπαστο τμήμα της Καλύμνου, καθώς πέρα από την άμεση γειτνίαση των δύο νησιών (ενδιάμεση απόσταση 750 μέτρα), σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, η Τέλενδος μάλλον ήταν ενωμένη με τις δυτικές ακτές της Καλύμνου μέχρι τα μέσα του 6ου μ. Χ. αιώνα, οπότε και λόγω ισχυρού σεισμού το ενδιάμεσο χερσαίο τμήμα καταβυθίστηκε46. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός της ανυπαρξίας (ή πιο σωστά μη εντοπισμού μέχρι σήμερα) λουτρικών εγκαταστάσεων στην κοιλάδα του Βαθύ, παρά την επιβεβαιωμένη ανάπτυξη της περιοχής, όπως δείχνει ο εντυπωσιακός αριθμός πρωτοβυζαντινών μνημείων. Ειδικά στον εκτεταμένο παραθαλάσσιο οικισμό του λιμανιού της Ρίνας, όπου διατηρούνται σε καλή κατάσταση οικίες, ναοί και ταφικά κτίσματα, εντούτοις δεν μπορεί να ταυτιστεί –με τα μέχρι στιγμής δεδομένα– κάποιο από τα υπάρχοντα κτίσματα με λουτρό. Δυστυχώς σε κανένα από τα τέσσερα γνωστά πρωτοβυζαντινά λουτρά της Καλύμνου και της Τελένδου δεν έχει διεξαχθεί ακόμη ανασκαφική έρευνα, με αποτέλεσμα οποιαδήποτε μελέτη γι’ αυτά να στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στα ορατά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, γεγονός που όπως είναι φυσικό περιορίζει την εξαγωγή 46. Πρόκειται για το φοβερό σεισμό του 554 μ. Χ., τον οποίο περιέγραψε ο ιστορικός Αγαθίας 1974 [Αγαθίας Σχολαστικός, Ιστορία ΙΙ, 16 (έκδοση Β. Νiebuhr, CSHB, Bonn 1828), σ. 98-100, καθώς και Αγαθίου Σχολαστικού, Ιστοριών Β’, 16 (έκδοση R. Keydell, CFHB II, Berlin 1967), σ. 61-62. Για χρονολόγηση του σεισμού το έτος 551, βλ. Α. Cameron, Agathias 1, Oxford 1970, σ. 138-139]. Η ανασκαφική τεκμηρίωση του σεισμού και των επιπτώσεών του στην Κάλυμνο πραγματοποιήθηκε κατά την διάρκεια σωστικών ανασκαφών σε τμήματα του παραθαλάσσιου παλαιοχριστιανικού οικισμού της Τελένδου (οικόπεδα Εμμ. Ολυμπίτη, Ειρ. Ζερβού και Παντ. Λουλουδιά) από τον γράφοντα, κατά το χρονικό διάστημα 2000-2002, βλέπε σχετικά: Μ. Κουτελλάς, Παλαιοχριστιανικός οικισμός στην Τέλενδο: Πρώτα συμπεράσματα της πρόσφατης (2000-2001) ανασκαφικής έρευνας, συλλογικός τόμος Χάρις Χαίρε, Μελέτες στη μνήμη της Χάρης Κάντζια, τ. Β, Αθήνα 2004, σ. 374, 376, 378-381. Επίσης, Μ. Κουτελλάς, Παλαιοχριστιανικός οικισμός νήσου Τελένδου. Πρώτα συμπεράσματα της πρόσφατης (2000-2002) ανασκαφικής έρευνας, Καλυμνιακά Χρονικά ΙΕ’ (2003), σ. 224, 226, 230-231.
-27-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
περισσότερων και οπωσδήποτε ασφαλέστερων συμπερασμάτων γι’ αυτά. Σχετικά με αυτή την κατηγορία μνημείων της Καλύμνου και της Τελένδου έχουν γίνει μέχρι σήμερα μόνο σύντομες και περιορισμένες αναφορές από μελετητές47. Διεξοδικότερη παρουσίασή τους επιχειρείται για πρώτη φορά στην παρούσα μελέτη. Όλα τα λουτρά αποτελούν περιορισμένων διαστάσεων καμαροσκέπαστα κτίσματα, χωρισμένα σε επιμέρους διαμερίσματα, που επικοινωνούν μεταξύ τους. Περιλαμβάνουν δε μόνο τους βασικούς και απαραίτητους χώρους των λουτρικών εγκαταστάσεων. Η έλλειψη όμως ανασκαφικών τεκμηρίων καθιστά επισφαλή την ακριβή ερμηνεία και ταύτιση των χώρων αυτών. Στις τρεις από τις τέσσερις περιπτώσεις (Λουτρό Εμπορειού στην Κάλυμνο, Λουτρό οικοπέδου αδελφών Λουλουδιά και Λουτρό Αγίου Βασιλείου στην Τέλενδο) βασικό χαρακτηριστικό αυτών αποτελούν οι ημικυκλικές κόγχες που προεξέχουν στην ανατολική και δυτική πλευρά τους. Μόνο σε μία περίπτωση (Λουτρό Αγίου Χαραλάμπους στην Τέλενδο) δεν υπάρχουν τέτοιες κόγχες, αλλά μόνο ορθογώνια διαμερίσματα. Προγενέστερες της παλαιοχριστιανικής περιόδου λουτρικές εγκαταστάσεις στην Κάλυμνο, έχουν διαπιστωθεί μόνο στην περιοχή Πάνορμος και συγκεκριμένα στις νότιες παρυφές του ελληνιστικού – ρωμαϊκού οικισμού στη θέση Δάμος. Πρόκειται για ορθογώνιας κάτοψης οικοδόμημα των αυτοκρατορικών ρωμαϊκών χρόνων, το οποίο εξυπηρετούσε τις ανάγκες του παρακείμενου οικισμού και αποτελεί τον πρόδρομο των μεταγενέστερων λουτρών του νησιού. Για το λόγο αυτό και προκειμένου να γίνει κατανοητή η μορφολογική εξέλιξη των 47. Ι. Βολανάκης, Παλαιοχριστιανικά μνημεία Δωδεκανήσου, Ι Ρόδος - ΚάλυμνοςΤέλενδος, Αντίδωρον Πνευματικόν, τιμητικός τόμος εις τον καθηγητήν Γ. Κονιδάρην, Αθήνα 1981, σ. 63. Ι. Βολανάκης, Τα παλαιοχριστιανικά μνημεία της Τελένδου, Καλυμνιακά Χρονικά Γ (1982), σ. 57-60. Ι. Βολανάκης, Συμβολή στην έρευνα των χριστιανικών μνημείων των νήσων Καλύμνου και Τελένδου, Καλυμνιακά Χρονικά Ι (1992), σ. 204. Karabatsos 1994, σ. 303-305, 315-316. Κουτελλάς 1998, σ. 90, 96-97, 102-103.
-28-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
λουτρών της Καλύμνου, θα ακολουθήσει μία σύντομη παρουσίαση και αυτής της λουτρικής εγκατάστασης στην παρούσα μελέτη.
ΚΑΛΥΜΝΟΣ Ρωμαϊκό Λουτρό Δάμου (εικ. 4, 5)
Σ
το μέσον της κοιλάδας του Πανόρμου, στις νότιες παρυφές του ελληνιστικού – ρωμαϊκού οικισμού της θέσης Δάμος48, βρίσκονται τα ερείπια επιβλητικού λουτρού49 (εικ. 4, 5), σε oρατό ύψος, που φτάνει τα 3,80 μ. Η τοιχοδομία του αποτελείται από αργολιθοδομή, ισχυρό ασβεστοκονίαμα και καλοδουλεμένους κροκαλοπαγείς λίθους, στα περιθυρώματα και στις γωνίες των τοίχων. Το πάχος των τοίχων είναι ±1 μ. Το οικοδόμημα καλύπτεται από παχύ στρώμα επιχώσεων και έχει ελάχιστα ερευνηθεί50. Το σχήμα της αποσπασματικής κάτοψής του (εικ. 5) είναι ορθογώνιο, εξωτερικών διαστάσεων 16,50Χ13 μ. Ένας εγκάρσιος τοίχος με κατεύθυνση Βορράς – Νότος το χωρίζει σε δύο άνισου πλάτους πτέρυγες. Η δυτική, που είναι και η μεγαλύτερη (εσωτερικές διαστάσεις 14,50Χ5,65 μ.), πρέπει να ήταν χωρισμένη σε δύο διαμερίσματα. Από αυτά το βόρειο είναι πολύ στενό (4Χ1,90 48. Οι πρόσφατες συστηματικές ανασκαφές στον Δάμο έφεραν στο φως μέρος του αρχαίου οικισμού της περιοχής, βλέπε σχετικά, Ν. Διαμαντής, Μια πρώτη παρουσίαση των αρχαιολογικών ανασκαφών στο Δάμο Καλύμνου, Καλυμνιακά Χρονικά ΙΓ’ (1999), σ. 301312 και ΑΔ 51 (1996): Χρονικά, σ. 697-698. Βλέπε επίσης: Κουτελλάς 1998, σ. 50-51. Κουτελλάς 2006, σ. 44-45. 49. ΑΔ 29 (1973-74): Β2, Χρονικά, σ. 980-981. Dreliossi 1994, σ. 821. Κουτελλάς 1998, σ. 51-52. Παλαιότερα οι κάτοικοι της περιοχής πίστευαν, ότι το ερειπωμένο οικοδόμημα αποτελούσε χριστιανικό ναό (βλέπε σχετικά, Γ. Κουκούλης, Η Κάλυμνα της Ιστορίας, Αθήνα 1982, σ. 52). 50. Η ολιγοήμερη ανασκαφή που πραγματοποιήθηκε από την Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία, διήρκεσε από τις 20 έως τις 25 Μαΐου 1974 [ΑΔ 29 (1973-74): Β2, Χρονικά, σ. 980-981] και δυστυχώς δε συνεχίστηκε.
-29-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
μ.), ενώ το νότιο πολύ μεγαλύτερο (12Χ4 μ.). Οι τοίχοι του τελευταίου καλύπτονται από παχύ στρώμα ασβεστοκονιάματος εσωτερικά και υδραυλικό κονίαμα (κουρασάνι) εξωτερικά. Στο μέσον της ανατολικής πλευράς του ανοίγεται ημικυλινδρική κόγχη51 (διαμέτρου 1,38 και βάθους 0,95 μ.). Δύο είσοδοι στο βόρειο άκρο του εσωτερικού διαχωριστικού τοίχου οδηγούν στην ανατολική πτέρυγα του λουτρού. Η βόρεια είσοδος έχει πλάτος 1,25 μ. και διατηρεί στη θέση του μονολιθικό υπέρθυρο, διαστάσεων 2,40Χ0,90Χ0,35 μ., με υπερκείμενο ανακουφιστικό τόξο. Η νότια είσοδος, της οποίας δε διατηρείται το υπέρθυρο, έχει πλάτος 1,15 μ. Η ανατολική πτέρυγα είναι στενότερη από την δυτική (εσωτερικές διαστάσεις 14,50Χ4,45 μ.). Εσωτερικά πρέπει να χωριζόταν σε τρία διαμερίσματα, όπως δείχνουν οι γενέσεις εσωτερικών διαχωριστικών τοίχων στη δυτική πλευρά της. Οι εσωτερικές διαστάσεις τους, αρχίζοντας από το βορειότερο, υπολογίζονται σε 4,45Χ4 μ. το πρώτο, 4,45Χ4,65 το δεύτερο και 4,45Χ4,40 μ. το τρίτο. Στην κορυφή του κατά μήκους διαχωριστικού τοίχου του λουτρού, διατηρούνται οι γενέσεις των κτιστών ημικυλινδρικών καμαρών που στέγαζαν τις δύο πτέρυγες. Στη δυτική μάλιστα πλευρά του τοίχου είναι ορατές και οι δοκοθήκες στήριξης του ξυλοτύπου της δυτικής καμάρας. Η ύπαρξη σοβατισμένου στηθαίου πάνω από τις δοκοθήκες υποδηλώνει, ότι πιθανώς υψωνόταν όροφος υπεράνω της δυτικής πτέρυγας. Ταύτιση των επιμέρους χώρων του λουτρού, όπως και λόγος 51. Το κάτω μέρος της καλύπτεται από επιχώσεις, γι’ αυτό και δεν είναι δυνατό να εξακριβωθεί αν προοριζόταν για την τοποθέτηση λουτήρα (πυέλου) [������������������������ S. Charitonidis – R. Ginuvès, Bain romain de Zevgolatio près de Corinthe, BCH 79 (1955), σ. 106-107, εικ. 1. G. Hornbostel – Hüttner, Studien zur römischen Nischenarchitektur, Studies of the Dutch Archaeological and Historical Society, τ. ΙΧ, Leiden 1979, σ. 95-119. ΑΔ 20 (1965): Β1 – Χρονικά, σ. 173. ΑΔ 40 (1985): Β1 – Χρονικά, σ. 11, 111, πίν. 10, σχ. 2, 3. I. Nielsen, ό. π., σ. 158.], λύχνων φωτισμού ή κάποιου αγάλματος θεού (R. Meiggs, Roman Ostia, Oxford 1973, σ. 104, 404. C. Vermeule, Greek Sculpture and Roman Taste, Ann Arbor 1977, σ. 61, 94. Γούναρης 1990, σ. 15-16, υποσημ. 53. Δ. Δαμάσκος, Γλυπτά στα ρωμαϊκά λουτρά, Τα λουτρά στην αρχαιότητα και στο Βυζάντιο, περιοδικό Επτά Ημέρες της Καθημερινής της 13 Μαΐου 2001, σ. 13-17).
-30-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
για το σύστημα θέρμανσής του, δεν μπορούν να γίνουν χωρίς συστηματική ανασκαφική έρευνα. Το μόνο που μπορούμε να υποθέσουμε, είναι ότι σύμφωνα με το γενικό σχήμα της κάτοψής του, το λουτρό πιθανότατα ανήκει στον λεγόμενο “εν σειρά”52 τύπο, στον οποίο οι εσωτερικοί χώροι διατάσσονται πάνω σε έναν άξονα. Ο προσανατολισμός του βαλανείου υποδεικνύει, ότι αυτό ακολούθησε τον σχετικό κανόνα, σύμφωνα με τον οποίο οι χλιαροί και θερμοί χώροι των λουτρών διευθετούνταν προς τα νοτιοδυτικά, ώστε να φωτίζονται και να θερμαίνονται καλύτερα κατά τις χειμωνιάτικες ημέρες53. Τις ανάγκες της λουτρικής εγκατάστασης σε νερό εξυπηρετούσε η ορθογώνιας κάτοψης (εξωτερικές διαστάσεις 4,90Χ4,50 μ.) υδατοδεξαμενή στη θέση Συκομεριά54, που βρίσκεται σε απόσταση περίπου 40 μ. προς Βορράν. Αυτή είναι κατασκευασμένη από μεγάλους ασβεστολιθικούς δόμους και χρησιμοποιείται έως και σήμερα55. Στοιχεία για την ακριβή χρονολογική τοποθέτηση του λουτρού δεν υπάρχουν. Οπωσδήποτε πάντως αυτό συνδεόταν οργανικά με τον οικισμό του Δάμου και τη διάρκεια ζωής του (αρχές 3ου π. Χ. 52. Σε αυτόν τον τύπο λουτρικής εγκατάστασης ο λουόμενος μετέβαινε διαδοχικά από τον ένα χώρο στον άλλον μέχρι την αίθουσα του θερμού λουτρού (caldarium) και στο τέλος διερχόταν πάλι από τους ίδιους χώρους μέχρι την έξοδό του από το οικοδόμημα. Γι’ αυτή την κατηγορία λουτρών βλέπε: D. Krencker – E. Krüger – H. Lehmann – H. Wachtler, Die Trieser Kaiserthermen, τ. I, Augsburg 1929, σ. 256, εικ. 236. Γούναρης 1990, σ. 7-8. Γούναρης 2000, σ. 203. 53. X. Mπακιρτζής, Ανασκαφή Πολυστύλου Αβδήρων, ΠΑΕ 1983, σ. 14, εικ. 1, πίν. Α. I. Νielsen, ό. π., σ. 33-C 269, εικ. 214. Γούναρης, ό. π., σ. 4. Ξ. Αραπογιάννη, Το ρωμαϊκό βαλανείο στην Μπρεξίδα του Μαραθώνος, ΑΕ 132 (1993), σ. 137. Για την αρχή αυτή βλέπε Vitruvius, De Arhitectura, V.10.1, VI.4.1. Ι (έκδοση υπό P. Mardaga, Paris 1979). 54. Ρεΐσης 1913, σ. 59. 55. Η υδατοδεξαμενή αυτή προμηθεύεται νερό από τον υδροφόρο ορίζοντα της υπερκείμενης περιοχής του Δάμου, μέσω υπόγειας σήραγγας, από την οποία διατηρείται η κτιστή οξυκόρυφη έξοδός της στις κρημνώδεις νότιες παρυφές του πλατώματος του αρχαίου οικισμού. Για τις υπόγειες σήραγγες στην αρχαία Ελλάδα βλέπε: Ε. Vanderpool, The Archanian Aquaduct, Χαριστήριον εις Α. Κ. Ορλάνδον 1 (1965), σ. 166-175. H. Kienast, Wasser im antiken aus dem Leichtweiss, Institut für wasserbau der Technischen Universitat Brauschweig 71 (1981), σ. 48-55.
-31-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
-32-
ΧΡΟΝΙΚΑ
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
αιώνα - 2ος μ. Χ. αιώνας)56. Η μορφολογία του σε συνδυασμό με την έλλειψη χώρου παλαίστρας57 υποδεικνύει, ότι μπορούμε με πιθανότητα να το χρονολογήσουμε στον 1ο-2ο μ. Χ. αιώνα.
Λουτρό παραλίας Εμπορειού (εικ. 6-9)
Ο
παραθαλάσσιος οικισμός του Εμπορειού αποτελεί τη βορειότερη κατοικημένη περιοχή της Καλύμνου. Σε όλο το μήκος της παραλιακής ζώνης υπάρχουν αρχαιολογικές ενδείξεις, που πιστοποιούν ότι κατά τους πρωτοβυζαντινούς χρόνους υπήρχε εδώ εκτεταμένος οικισμός58, μέρος του οποίου καλύπτεται πλέον από τη θάλασσα. Σήμερα είναι ορατά λιγοστά τμήματα οικοδομημάτων, τα θεμέλια από μία εκκλησία κάτω από το νεότερο ναό του Αγίου Γεωργίου και τα απομεινάρια ενός λουτρού. Επίσης, επί της βραχώδους κορυφής ανατολικά της παραλίας, βρίσκεται ο Ευρυόθολος, ένα μεγάλο ακέραιο καμαροσκεπές κτίσμα, εξωτερικών διαστάσεων 10,05Χ6,75 μ. και ύψους 4 μέτρων59. Το λουτρό (εικ. 6-9)60 βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της παραλιακής ζώνης και σε απόσταση 30 μ. από τη θάλασσα. Διατηρείται αποσπασματικά και σε ύψος από λίγα εκατοστά, 56. Ν. Διαμαντής, Μια πρώτη παρουσίαση των αρχαιολογικών ανασκαφών στο Δάμο Καλύμνου, Καλυμνιακά Χρονικά, ΙΓ (1999), σ. 302-303. 57. Από τον 1ο μ. Χ. αιώνα η παλαίστρα δεν αποτελούσε πάντα αναγκαίο συμπλη ρωματικό στοιχείο των λουτρών. βλέπε, F. Kretzscher, Die������������������������������ ����������������������������� Entwcklungsgeschichte�������� ������� des���� ��� Antiken Bades und das Bad auf den Magdalensberg, Düsseldorf 1961, σ. 32-35. Έτσι σε άλλα λουτρά υπάρχει και σε άλλα όχι. Βλ. επίσης, D. Krencker – E. Krüger – H. Lehmann – H. Wachtler, ό. π., σ. 186. 58. Για τα εναπομείναντα αρχαιολογικά κατάλοιπα και τα μνημεία της περιοχής βλέπε: Karabatsos���������������������������������������������������������������������������� 1994, σ. 315-316. Κουτελλάς 1998, σ. 89-91. Μ. Κουτελλάς, Οι παλαιοχριστιανικοί καμαροσκεπείς τάφοι της Καλύμνου, Καλυμνιακά Χρονικά ΙΣΤ (2005), σ. 452-453, 467, εικ. 24. Κουτελλάς 2006, σ. 70-71. 59. Ο Ευρυόθολος, ως προς τη μορφή, ομοιάζει με τους παλαιοχριστιανικούς υπέργειους καμαροσκεπείς τάφους, που υπάρχουν στην Κάλυμνο και την Τέλενδο, βλέπε σχετικά, Μ. Κουτελλάς, Οι παλαιοχριστιανικοί καμαροσκεπείς τάφοι της Καλύμνου, Καλυμνιακά Χρονικά ΙΣΤ’ (2005), σ. 453, 467, εικ. 24. 60. Karabatsos 1994, σ. 315-316. Κουτελλάς 1998, σ. 90.
-33-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
μέχρι και 2,60 μ. Το εσωτερικό του καλύπτουν επιχώσεις και τμήματα από την ανωδομή που έχουν καταπέσει. Η τοιχοποιία του αποτελείται από αδροδουλεμένους λίθους, κατά τόπους οπτόπλινθους και παχύ συνδετικό ασβεστοκονίαμα, που περιέχει ψιλό χαλίκι. Οι εξωτερικές διαστάσεις του είναι 11,20Χ9,30 μ. Το πάχος των τοίχων του είναι 0,80 μ. Είναι χωρισμένο εσωτερικά σε επί μέρους διαμερίσματα, τα οποία επικοινωνούν μεταξύ τους με στενές εισόδους. Στα ανατολικά και στα δυτικά τα διαμερίσματά του απολήγουν σε ημικυκλικές αψίδες, διαφορετικών διαστάσεων, στις οποίες σίγουρα υπήρχαν κτιστές ημικυκλικές δεξαμενές (πύελοι). Δίπλα στην ανατολική πλευρά του οικοδομήματος (απόσταση 0,40 μ.) υπάρχει ημιερειπωμένη υπόγεια καμαροσκεπής κατασκευή. Αυτή έχει εσωτερικές διαστάσεις 2Χ2 μ. και στο μέσον της νότιας πλευράς της υπήρχε άνοιγμα πλάτους 0,60 μ., το οποίο έχει φραχτεί σε υστερότερη φάση. Προς το παρόν και χωρίς ανασκαφική έρευνα είναι αδιευκρίνιστο αν αυτό σχετίζεται με χώρο όπου άναβε φωτιά για τη θέρμανση του λουτρού61 ή πρόκειται για υδατοδεξαμενή ή κάποιο αποθηκευτικό χώρο. Ο κύριος άξονας του λουτρού βρίσκεται σε διεύθυνση Ανατολή – Δύση. Ένας εγκάρσιος εσωτερικός τοίχος σε διεύθυνση Βορράς – Νότος, χωρίζει το οικοδόμημα σε δύο πτέρυγες. Η ανατολική, σύμφωνα με τα ορατά στοιχεία, αποτελείται από μία ορθογώνια αίθουσα, ένα συνεχόμενο με αυτή στενό διάδρομο και ένα στενόμακρο διαμέρισμα που απολήγει σε ημικυκλική κόγχη στην ανατολική πλευρά του. Η ορθογώνια αίθουσα έχει εσωτερικό πλάτος 2,30 μ. και σώζεται σε μήκος 2,30 μ., καθώς λείπει η ανατολική πλευρά της. Η στέγασή της γινόταν με κτιστή καμάρα, 61. Σε αυτό συνηγορεί και η θέση της κατασκευής σε επαφή με την κόγχη του βορειοανατολικού διαμερίσματος του λουτρού. Τα στόμια πυροδότησης (praefurnia) διευθετούνταν κάτω από τους λουτήρες (πυέλους) του θερμού οίκου (caldarium) των λουτρών, βλέπε: Degbomont 1984, σ. 61, 74-96. Nielsen 1990, σ. 162. Yegül 1992, σ. 368-373. Brödner 1992, σ. 18-20. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 227-232. Λαμπροπούλου – Μουτζάλη 20032004, σ. 324, σχ. 4.
-34-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
όπως φαίνεται από τον σωζόμενο τοίχο της δυτικής πλευράς, που είναι καμπύλος στο άνω μέρος του (εικ. 6). Στη νότια πλευρά της υπάρχει, φραγμένο σε μεταγενέστερη φάση, άνοιγμα πλάτους 1,10 μ. εσωτερικά και 0,80 εξωτερικά. Ίσως πρόκειται για την αρχική εξωτερική είσοδο του λουτρού, η οποία καταργήθηκε αργότερα, προκειμένου να ανοιχτεί άλλη στην κατεστραμμένη πλέον ανατολική πλευρά ή στη νότια πλευρά του παρακείμενου στα δυτικά στενού διαδρόμου. Ο διάδρομος αυτός έχει μήκος 2,30 και πλάτος 1,10 μ. και επικοινωνεί με την παραπάνω αίθουσα μέσω εισόδου πλάτους 1 μ. Ο διάδρομος οδηγεί στα βόρεια σε είσοδο πλάτους 0,65 μ. προς το στενόμακρο διαμέρισμα με την ημικυκλική κόγχη. Οι εσωτερικές διαστάσεις του τελευταίου είναι 1,40 μ. πλάτος Χ 2,70 μήκος, χωρίς την κόγχη. Αυτή έχει άνοιγμα 1 μ. και βάθος επίσης 1 μ. Στη νοτιοανατολική γωνία του ο στενός διάδρομος διαθέτει είσοδο πλάτους 0,75 μ., που οδηγεί στη δυτική πτέρυγα του λουτρού. Η δυτική πτέρυγα, σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, φαίνεται ότι αποτελεί έναν μεγάλο ενιαίο ορθογώνιο χώρο, εσωτερικών διαστάσεων 7Χ4 μ. Στο νότιο άκρο της δυτικής πλευράς της διαθέτει μία μεγάλη ημικυκλική κόγχη, ανοίγματος 1,70 και βάθους 2 μ. Ακριβής ταύτιση της χρήσης των τριών χώρων του λουτρού μπορεί να γίνει μόνο κατόπιν ανασκαφικής διερεύνησης. Σύμφωνα όμως με την ύπαρξη των δύο διαμερισμάτων με κόγχες, μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι τρεις κύριοι χώροι μάλλον αντιστοιχούν με αποδυτήριο, ψυχρό οίκο (frigidarium) και θερμό οίκο (caldarium).
-35-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
-36-
ΧΡΟΝΙΚΑ
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
-37-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
Η
ΧΡΟΝΙΚΑ
ΤΕΛΕΝΔΟΣ
περίοδος των πρώτων μεταχριστιανικών αιώνων (πρωτοβυζαντινή ή παλαιοχριστιανική περίοδος) αποτελεί την εποχή της μεγαλύτερης ανάπτυξης της Τελένδου, όπως υποδηλώνει το πλήθος των μνημείων, που διατηρούνται κυρίως στις ανατολικές ακτές της (ερείπια οικημάτων, έξι εκκλησίες, τρία λουτρά, υπέργειοι καμαροσκεπείς τάφοι)62, όπου και απλωνόταν πολυάνθρωπος οικισμός. Η μεγάλη ανάπτυξη της περιοχής οπωσδήποτε σχετίζεται με τη θάλασσα, καθώς φαίνεται, ότι εδώ υπήρχε ευπρόσιτος και ασφαλής λιμένας, που εξυπηρετούσε ασφαλώς τη διεξαγωγή του διαμετακομιστικού εμπορίου.
Λουτρό οικοπέδου Λουλουδιά (εικ. 10-13)
Τ
α ερείπια του πρωτοβυζαντινού αυτού λουτρού63 (εικ. 10-13) βρίσκονται στο νότιο άκρο του σύγχρονου παραθαλάσσιου οικισμού της Τελένδου, εντός του οικοπέδου ιδιοκτησίας των αδελφών Ιωάννη και Πανορμίτη Λουλουδιά και σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα. Η κατάσταση διατήρησής του είναι αποσπασματική. Υπάρχουν τμήματα από τοιχοποιίες, που διατηρούνται μέχρι το ύψος της στέγης, ενώ άλλα έχουν εξαφανιστεί τελείως. Ανατολικά, βόρεια και νότια του λουτρού έχουν οικοδομηθεί σχεδόν σε επαφή με αυτό διάφορα σύγχρονα 62. Για τα μνημεία της Τελένδου βλέπε: Ι. Βολανάκης, Τα παλαιοχριστιανικά μνημεία της Τελένδου, Καλυμνιακά Χρονικά Γ’ (1982), σ. 55-63. Karabatsos�������������������������� ������������������������������������ 1994, σ. 297-315. Κουτελλάς 1998, σ. 95-111. Κουτελλάς Ο οχυρωμένος οικισμός του Αγίου Κωνσταντίνου Τελένδου, περιοδικό Καλυμνιακά Χρονικά ΙΓ’ (1999), σ. 313-327. Μ. Κουτελλάς, Η παλαιοχριστιανική βασιλική της «Αγίας Τριάδας» στην Τέλενδο, Καλυμνιακά Χρονικά ΙΔ’ (2001), σ. 245–259. Μ. Κουτελλάς, Οι παλαιοχριστιανικοί καμαροσκεπείς τάφοι της Καλύμνου, Καλυμνιακά Χρονικά ΙΣΤ (2005), σ. 452-453, 456, 467-468. Κουτελλάς 2006, σ. 73-80. 63. Ι. Ρ. Ραγκαβής, Τα Ελληνικά, τόμος τρίτος, εν Αθήναις 1854, σ. 397. Ι. Βολανάκης, ό. π., σ. 59-60. Karabatsos 1994, σ. 305. Κουτελλάς 1998, σ. 96.
-38-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
κτίσματα, ενώ στο εσωτερικό του υπάρχουν δέντρα και φυτά64. Πρόκειται για ορθογώνιας κάτοψης οικοδόμημα, διαστάσεων 12,75Χ14,20 μ., με μία μεγάλη ημικυκλική αψίδα στο νότιο τμήμα της δυτικής πλευράς του. Η τοιχοδομία του οικοδομήματος αποτελείται κυρίως από αδροδουλεμένους λίθους και ισχυρό συνδετικό ασβεστοκονίαμα. Χρήση ορθογώνιων οπτόπλινθων έχει γίνει σε καμάρες και στην ανωδομή της νότιας πλευράς του κτίσματος (εικ. 10-12). Πήλινοι αεραγωγοί (tubuli) διατρυπούν τους σωζόμενους τοίχους σε πολλά σημεία (εικ. 12). Ο προορισμός των σωλήνων αυτών ήταν να βοηθούν στον εφελκυσμό, το «τράβηγμα» του θερμού αέρα (λόγω διαφοράς εσωτερικής – εξωτερικής θερμοκρασίας), με αποτέλεσμα την καλύτερη κυκλοφορία και θέρμανση του χώρου αυτού65. Ο κατά μήκος άξονας του οικοδομήματος έχει διεύθυνση Βορράς – Νότος. Το λουτρό, σύμφωνα με τα ορατά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, αποτελείται από δύο τμήματα, βόρειο και νότιο. Το βόρειο τμήμα αποτελείται από επιμέρους μικρά καμαροσκεπή διαμερίσματα, ορθογώνιας κάτοψης, τα οποία επικοινωνούν μεταξύ τους. Δυστυχώς όμως, λόγω της αποσπασματικής διατήρησης των τοιχοδομιών τους, δεν είναι εφικτή η εξαγωγή συμπερασμάτων, όσον αφορά τον αριθμό και τη μορφολογία τους. Μόνο ένα από αυτά, στο μέσον της βόρειας πλευράς, διατηρείται 64. Καθώς ο χώρος χρησιμεύει ως κήπος της οικογένειας στην οποία ανήκει το οικόπεδο, όπου περιλαμβάνεται το λουτρό. 65. Συνήθως οι αγωγοί αυτοί τοποθετούνταν πίσω από την επένδυση των κάθετων τοίχων με ορθογώνιες πήλινες πλάκες, στερεωμένες στους τοίχους είτε με συμφυείς εγκάρσιες μαστοειδείς προεξοχές (tegulae mammatae), είτε με ξεχωριστά ενδιάμεσα κεραμικά πηνία (intercapedines), για να υπάρχει το απαραίτητο κενό μεταξύ τοίχου και επένδυσης, ώστε να επιτρέπεται η κυκλοφορία του ζεστού αέρα από τον υπόκαυστο υποδαπέδιο χώρο στο ενδιάμεσο κενό των όρθιων τοίχων και να ζεσταίνεται έτσι καλύτερα ο χώρος του θερμού οίκου. Για το σύστημα αυτό βλέπε σχετικά: Αραπογιάννη 1993, σ. 141-143, εικ. 11, 12, σ. 168. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 226-227, υποσημ. 70-73, σ. 233, υποσημ. 104. Γούναρης 1990, σ. 17-18, 25-26 και ειδικά την υποσημείωση 60, όπου και αναφορά σε παραδείγματα λουτρών με τέτοιου είδους σωζόμενο σύστημα θέρμανσης. Γούναρης 2000, σ. 205-206, εικ. 336, 337. Στο λουτρό του οικοπέδου αδελφών Λουλουδιά δε διατηρούνται απομεινάρια από την επένδυση των τοίχων.
-39-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
-40-
ΧΡΟΝΙΚΑ
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
-41-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ολόκληρο. Αυτό έχει διαστάσεις 2,70Χ1,35 μ. και διαθέτει είσοδο πλάτους 0,80 μ. στη νότια πλευρά του και πολεμιστροειδές παράθυρο στη βόρεια. Οπωσδήποτε όμως αυτά συνιστούν το τμήμα με τα πρώτα διαμερίσματα, που συναντούσε ο επισκέπτης του λουτρού μετά την είσοδό του σε αυτό. Το νότιο τμήμα του λουτρού αποτελείται από μία μεγάλη ορθογώνια αίθουσα, διαστάσεων 4,55Χ7,90 μ. Η αίθουσα αυτή απολήγει στα δυτικά σε προεξέχουσα μεγάλη ημικυκλική αψίδα, διαμέτρου 3,70 και βάθους 2,25 μ. Ο νότιος τοίχος, πάχους 0,82 μ., ο οποίος σώζεται σε ολόκληρο σχεδόν το ύψος του, αποτελείται από συνεχόμενες μεγάλες τοξωτές κόγχες. Από αυτές τις κόγχες διατηρούνται οι τρεις και έχουν άνοιγμα 1,60-1,70 μ. και βάθος 0,43 μ. Στις δύο από αυτές ανοίγονται και μικρά ορθογώνια παράθυρα.
Λουτρό Αγίου Βασιλείου (εικ. 14-17)
Σ
ε απόσταση 20 μ. βορειοανατολικά της παλαιοχριστιανικής βασιλικής του Αγίου Βασιλείου, βρίσκονται τα ερείπια ενός μικρού κτιριακού συγκροτήματος λουτρού (εικ. 14-17)66. Το ότι πρόκειται για λουτρό, επιβεβαιώνουν –εκτός από τη μορφή του– και οι πήλινοι αεραγωγοί (tubuli) μέσα στους τοίχους του, για τη διευκόλυνση της κυκλοφορίας του θερμού αέρα. Για την ακρίβεια πρόκειται για δύο οικοδομήματα, τα οποία αντιπροσωπεύουν δύο ανεξάρτητες οικοδομικές φάσεις, με παρόμοια διαμορφωμένη κάτοψη, διαφορετικές όμως διαστάσεις. 66. Αρχικά ο Ι. Βολανάκης το είχε χαρακτηρίσει ως μαρτύριο (Ι. Βολανάκης, Παλαιοχριστιανικά μνημεία Δωδεκανήσου, Ι Ρόδος-Κάλυμνος-Τέλενδος, Αντίδωρον Πνευματικόν, τιμητικός τόμος εις τον καθηγητήν Γ. Κονιδάρην, Αθήνα 1981, σ. 63), αργότερα ως βασιλική [Ι. Βολανάκης, Τα παλαιοχριστιανικά μνημεία της Τελένδου, Καλυμνιακά Χρονικά Γ (1982), σ. 57] και τελικά ως λουτρώνα [Ι. Βολανάκης, Συμβολή στην έρευνα των χριστιανικών μνημείων των νήσων Καλύμνου και Τελένδου, Καλυμνιακά Χρονικά Ι (1992), σ. 204]. Βλέπε επίσης Karabatsos 1994, σ. 304 και Κουτελλάς 1998, σ. 102-103.
-42-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
Και στα δύο ο κατά μήκος άξονας έχει διεύθυνση Βορράς – Νότος. Σε πολύ καλύτερη κατάσταση διατηρείται το νεότερο λουτρό (εικ. 14-16), το οποίο έχει κατασκευαστεί στα νότια του αρχικού και μάλιστα επί του νοτίου τμήματος αυτού. Η τοιχοποιία αποτελείται από αδροδουλεμένους λίθους και ισχυρό συνδετικό ασβεστοκονίαμα. Οι τοιχοποιίες του αρχικού λουτρού, πάχους 0,60 μέχρι 0,80 μ., διατηρούνται σε κατάσταση θεμελίων και μόλις που διακρίνεται αποσπασματικά το περίγραμμα της κάτοψής του. Οι εξωτερικές διαστάσεις του είναι 13,10Χ11,75 μ. Σύμφωνα με τις ορατές ενδείξεις φαίνεται ότι αποτελείται από τέσσερις κύριους χώρους. Η είσοδος σε αυτό πρέπει να βρισκόταν στη νότια πλευρά, όπου υπήρχε στενόμακρη αίθουσα που προεξείχε του περιγράμματος του λουτρού και αποτελούσε μάλλον το χώρο υποδοχής, το αποδυτήριο. Στη συνέχεια υπάρχει ορθογώνια αίθουσα, εσωτερικών διαστάσεων 2,80Χ5,50 μ. Στα βόρεια αυτής βρίσκεται η κεντρική αίθουσα του λουτρού, που είναι και η μεγαλύτερη. Αυτή έχει διαστάσεις 3,40Χ10,50 μ. και διαθέτει από μία ημικυκλική κόγχη αντιδιαμετρικά στην ανατολική και δυτική πλευρά, βάθους 1,50 και 2,60 μ. αντίστοιχα. Εσωτερικά των κογχών αυτών πρέπει να υπήρχαν κτιστές δεξαμενές για την εξυπηρέτηση των λουομένων. Συνεχόμενη με την κεντρική είναι η τραπεζιόσχημης κάτοψης βόρεια αίθουσα του λουτρού, διαστάσεων 2,80-3Χ6,80 μ. Δυτικά αυτής διατηρούνται λείψανα τοίχου, τα οποία ίσως ανήκουν σε κάποιο βοηθητικό χώρο του λουτρού. Το νότιο λουτρικό συγκρότημα είναι και το καλύτερα διατηρημένο. Αυτό είναι μικρότερο σε διαστάσεις από το προηγούμενο. Το πλάτος του είναι 6,10 μ., ενώ το σωζόμενο μήκος του 8,45 μ. Το πάχος των τοίχων του κυμαίνεται από 0,50 μέχρι 0,70 μ. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες ενδείξεις αποτελείται από τρία διαμερίσματα. Η είσοδός του βρισκόταν στο νότιο διαμέρισμα, στην ανατολική ή στη νότια πλευρά του. Οι εσωτερικές του διαστάσεις είναι 3,80Χ2,35 μ. Κατά μήκος της δυτικής και τμήματος της -43-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
-44-
ΧΡΟΝΙΚΑ
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
-45-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
νότιας πλευράς, υπάρχει εσωτερικά κτιστό θρανίο πλάτους 0,70 μ., το οποίο θα χρησίμευε για να κάθονται οι λουόμενοι. Στο μέσο του βόρειου τοίχου ανοίγεται στενή είσοδος, πλάτους 0,50 μ., που οδηγεί στην κεντρική αίθουσα. Αυτή έχει τραπεζιόσχημη κάτοψη, διαστάσεων 4,20Χ2,25-2,60 μ. και διαθέτει από μία ημικυκλική κόγχη αντιδιαμετρικά στην ανατολική και δυτική πλευρά, βάθους 1,80 και 1,60 μ. αντίστοιχα και βάθους 1,20 μ. Το λουτρό και στις δύο οικοδομικές του φάσεις σχετιζόταν οπωσδήποτε με τον παρακείμενο παλαιοχριστιανικό ναό του Αγίου Βασιλείου και τις οικοδομικές του φάσεις67. Ο Άγιος Βασίλειος οικοδομήθηκε στα τέλη του 5ου – αρχές του 6ου αιώνα, καταστράφηκε από το σεισμό του έτους 554 και επισκευάστηκε μετά απ’ αυτόν. Κατά τον 7ο αιώνα εγκαταλείφθηκε και ερειπώθηκε, για να επισκευαστεί ξανά στους μεσοβυζαντινούς χρόνους (τέλη 10ου αιώνα). Αναφορικά με τη χρονολόγηση των δύο φάσεων του λουτρού είναι προς το παρόν δύσκολο και χωρίς ανασκαφική διερεύνηση, να βεβαιωθεί με ποιες από τις τρεις οικοδομικές φάσεις του ναού ταυτίζονται, δηλαδή την 1η και τη 2η ή τη 2η και την 3η. Το σχήμα της κάτοψης, που είναι παρόμοιο και στις δύο οικοδομικές φάσεις, δεν παρέχει ασφαλείς χρονολογικές ενδείξεις. Λουτρά με συμμετρική διάταξη των χώρων τους, εκατέρωθεν μίας κεντρικής αίθουσας με μεγάλες αντιδιαμετρικά διαταγμένες κόγχες, υπάρχουν στα ρωμαϊκά, στα παλαιοχριστιανικά, αλλά και στα μεσοβυζαντινά χρόνια68. Το λουτρό και στις δύο φάσεις του οπωσδήποτε ανήκε στη δικαιοδοσία της μεγάλης παλαιοχριστιανικής βασιλικής του Αγίου Βασιλείου. Αυτό πιθανότατα προοριζόταν για δημόσια χρήση, κυρίως από τα άπορα μέλη της χριστιανικής κοινότητας και σχετίζεται με τον φιλανθρωπικό θεσμό της διακονίας του 67. Karabatsos 1994, σ. 297-303. Κουτελλάς 1998, σ. 100-101. 68. Βλέπε ενδεικτικά: Μουτζάλη 1989, σ. 24-25, πίνακας 2. ΑΔ 44 (1989): Β2, Χρονικά, σ. 365-366, πίν. 194β. Λαμπροπούλου – Μουτζάλη 2003-2004, σ.343-345, εικ. 1, σχ. 2, 3.
-46-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
6ουμ. Χ. αιώνα69.
Λουτρό Αγίου Χαραλάμπους (εικ. 18-21)
Σ
ε απόσταση 150 περίπου μέτρων βόρεια της παλαιοχριστιανικής εκκλησίας του Αγίου Βασιλείου, βρίσκεται το συγκρότημα ενός ακόμη παλαιοχριστιανικού λουτρού (εικ. 18-21)70. Στη νότια πλευρά αυτού είναι προσκολλημένο το ημιερειπωμένο ναΰδριο του Αγίου Χαραλάμπους, το οποίο προστέθηκε μεταγενέστερα στο λουτρό71. Πρόκειται για το καλύτερα απ’ όλα διατηρημένο λουτρό, οι τοίχοι του οποίου σώζονται μέχρι το ύψος της στέγης. Νεότερες προσθήκες αποτελούν αμελέστερης κατασκευής τοιχοποιίες, που έχουν γίνει στο ανώτερο τμήμα των αρχικών τοίχων, καθώς και το κλείσιμο της θύρας επικοινωνίας, ανάμεσα στο μεσαίο και το δυτικό διαμέρισμα του κτίσματος. Πρόκειται για περίπου ορθογώνιας κάτοψης οικοδόμημα, από το περίγραμμα του οποίου προεξέχει ένα ορθογώνιο τμήμα στη νότια πλευρά. Ημικυκλικές κόγχες, προεξέχουσες του περιγράμματος, δεν υπάρχουν, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα παλαιοχριστιανικά λουτρά της Τελένδου και της Καλύμνου. Οι εξωτερικές διαστάσεις του είναι 10,50Χ5 μ. Η τοιχοδομία του 69. Karabatsos 1994, σ. 304-305, υποσημ. 118. Για το θεσμό της διακονίας και την ίδρυση λουτρών πλησίον παλαιοχριστιανικών βασιλικών, βλέπε σχετικά: P. Magdalino Church, Bath and Diakonia in Medieval Constantinople, στο έργο Church and People in Byzantium, Birmingham, 1990, σ. 167-169, 178-184. Γούναρης 1990, σ. 38, υποσημ. 128. Nielsen 1990, σ. 98-99, 114, 116. Yegül 1992, σ. 320. Αθανασούλης 1996-1997, σ. 240241, υποσημ. 136, 139-143, όπου και σχετική βιβλιογραφία. 70. Ι. Βολανάκης, Τα παλαιοχριστιανικά μνημεία της Τελένδου, Καλυμνιακά Χρονικά Γ (1982), σ. 59-60. Κουτελλάς 1998, σ. 96-98. 71. Ο Ι. Βολανάκης (ό. π., σ. 60) θεωρεί ότι πρόκειται για διαμέρισμα του λουτρού, το οποίο μετατράπηκε σε ναΰδριο. Το γεγονός όμως ότι οι τοίχοι του ναϋδρίου απλά ακουμπούν σε αυτούς του λουτρού, χωρίς να «δένουν» οργανικά με αυτούς, σε συνδυασμό με την ανυπαρξία ενδιάμεσης θύρας επικοινωνίας –έστω και φραγμένης– πιστοποιούν ότι πρόκειται ξεκάθαρα για μεταγενέστερη προσθήκη.
-47-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
αποτελείται κυρίως από αδροδουλεμένους λίθους και ισχυρό συνδετικό ασβεστοκονίαμα. Χρήση οπτόπλινθων έχει γίνει μόνο στις καμάρες της στέγης και στα σφαιρικά τρίγωνα που υποβάσταζαν τον χαμηλό τρούλο. Χαμηλά κτιστά πεζούλια υπάρχουν εξωτερικά των τοίχων. Το πάχος των τοίχων κυμαίνεται από 0,65 έως και 0,75 μ. Το οικοδόμημα αποτελείται από τρεις διαδοχικές στη σειρά αίθουσες, σε άξονα διεύθυνσης Ανατολή – Δύση. Η πρώτη είναι η ανατολική αίθουσα, από την οποία γινόταν και η είσοδος στο λουτρό, από τη βόρεια πλευρά της. Οι εσωτερικές διαστάσεις της είναι 1,55Χ3,20 μ., με την ανατολική όμως πλευρά να προεξέχει του περιγράμματος του λουτρού προς τα βόρεια. Η στέγασή της γινόταν με κτιστή καμάρα. Διαθέτει δύο στενά πολεμιστροειδή παράθυρα στην ανατολική και νότια πλευρά της. Θύρα πλάτους 0,75 μ. οδηγεί στην επόμενη προς τα δυτικά αίθουσα. Δύο πήλινοι αεραγωγοί (tubuli) διατρυπούν την ανατολική εξωτερική πλευρά της Η μεσαία αίθουσα έχει ορθογώνια κάτοψη, διαστάσεων 1,80Χ2,70 μ. και στεγαζόταν επίσης με κτιστή καμάρα. Στη νότια πλευρά της διαθέτει στενό πολεμιστροειδές παράθυρο. Θύρα πλάτους 0,80 μ. οδηγεί στη δυτική αίθουσα του λουτρού, που είναι και η μεγαλύτερη όλων. Η δυτική αίθουσα περιλαμβάνει τρεις επιμέρους χώρους, ο καθένας από τους οποίους διέθετε και διαφορετικό τρόπο στέγασης. Ο κεντρικός έχει διαστάσεις 2,55Χ2,80 μ. και στεγαζόταν με χαμηλό τρούλο, που πατούσε πάνω σε πλινθόκτιστα σφαιρικά τρίγωνα. Στη νοτιοανατολική γωνία του διαθέτει στενό ορθογώνιο παράθυρο, πλάτους 0,35 μ. Ο δυτικός χώρος έχει διαστάσεις 1,35Χ2,80 μ. και ήταν καμαροσκεπής. Στη δυτική πλευρά αυτού ανοίγεται εξωτερική είσοδος, πλάτους 0,96 μ. Καμαροσκεπής ήταν και ο νότιος χώρος, που έχει διαστάσεις 1,32Χ1,45 μ. Ένα στενό πολεμιστροειδές παράθυρο υπάρχει στη νότια πλευρά του τελευταίου. Ο παραπάνω τριμερής διαχωρισμός συμβαδίζει με -48-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
τη βασική διαμόρφωση των βυζαντινών λουτρών, τα οποία απαρτίζονται κυρίως από τρεις βασικούς χώρους, το αποδυτήριο, τον ψυχρό ή τον χλιαρό οίκο (ανάλογα με το λουτρό) και τον θερμό οίκο. Η πρώτη από τα ανατολικά αίθουσα πρέπει να αποτελούσε το αποδυτήριο των λουομένων. Το περίεργο όμως είναι ότι διαθέτει δύο πήλινους αεραγωγούς (tubuli) στην ανατολική εξωτερική πλευρά της. Η μεσαία πιθανότατα προοριζόταν για το ψυχρό λουτρό, όπως εξάγεται από την ανυπαρξία πήλινων αεραγωγών για την κυκλοφορία του ζεστού αέρα. Η δυτική, που είναι η τελευταία και η μεγαλύτερη απ’ όλες αίθουσα, προοριζόταν οπωσδήποτε για το θερμό λουτρό. Πήλινοι κυλινδρικοί αεραγωγοί (tubuli) διατρυπούν το πάχος της τοιχοποιίας τις γωνίες των καμαρών και τα σφαιρικά τρίγωνα του τρούλου, εκτός από δύο αεραγωγούς, που διατρυπούν οριζόντια και διαμπερώς τη νότια εξωτερική πλευρά του θερμού οίκου (εικ. 20). Ο προορισμός των σωλήνων αυτών ήταν να βοηθούν στον εφελκυσμό, το «τράβηγμα» του θερμού αέρα (λόγω διαφοράς εσωτερικής – εξωτερικής θερμοκρασίας), με αποτέλεσμα την καλύτερη κυκλοφορία και θέρμανση του χώρου αυτού72. Το νότιο καμαροσκεπές τμήμα του θερμού οίκου πιθανότατα φιλοξενούσε κτιστή δεξαμενή λουτρού, όπως ίσως και το δυτικό τμήμα. Στο δυτικό τμήμα όμως ανοίγεται εξωτερική είσοδος, η οποία όμως μάλλον δεν αποτελεί μέρος της αρχικής κατασκευής, αλλά μεταγενέστερη διαμόρφωση και γι’ αυτό δεν βρίσκεται ακριβώς στο μέσον του εκεί τοίχου. Βέβαια μόνο με ανασκαφική έρευνα θα έλθουν στο φως ακριβή στοιχεία για την ασφαλή ταύτιση των χώρων του λουτρού, τον τρόπο λειτουργίας του και την ακριβέστερη χρονολόγησή του. Σε μεταγενέστερους χρόνους προστέθηκε στη νοτιοανατολική εξωτερική γωνία του λουτρού ένας μικρός μονόχωρος ναός, εσωτερικών διαστάσεων 5,85 μ. μήκος, χωρίς την αψίδα, επί 2,95 πλάτος. Το ναό οι ντόπιοι τιμούν στο όνομα 72. Για το σύστημα αυτό βλέπε παραπάνω, υποσημείωση 65. Και στο εν λόγω λουτρό, όπως και σε αυτό του οικοπέδου αδελφών Λουλουδιά, δε διατηρούνται απομεινάρια από την επένδυση των τοίχων.
-49-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
-50-
ΧΡΟΝΙΚΑ
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
-51-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
του Αγίου Χαραλάμπους73. Από αυτόν λείπει εξ’ ολοκλήρου η στέγη του. Η είσοδός του βρίσκεται στο νότιο τοίχο. Στα ανατολικά απολήγει σε τρίπλευρη αψίδα. Ως βόρειος τοίχος του ναού έχει χρησιμοποιηθεί ο προϋπάρχων του λουτρού (το ίδιο και για τμήμα του δυτικού τοίχου). Δεν είναι γνωστός ο ακριβής χρόνος ανέγερσης του ναϋδρίου, ούτε επίσης αν τελικά η κατασκευή του ολοκληρώθηκε ποτέ. Μιχάλης Ιωάννου Κουτελλάς Αρχαιολόγος
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ – ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΑΔ: Αρχαιολογικόν Δελτίον. ΑΕ: Αρχαιολογική Εφημερίς. AJA: American Journal of Archaeology BCH: Bulletin de Correspondance Hellénique CFHB: Corpus Fontium Historiae Byzantinae CSHB: Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae ΠΑΕ: Πρακτικά Αρχαιολογικής Εταιρείας Αγαθίας Σχολαστικός, Ιστορία ΙΙ, 16, έκδοση Β. Niebuhr, CSHB, Bonn 1828.
Αγαθίου Σχολαστικού, Ιστοριών Β’, 16, έκδοση R. Keydell, CFHB II, Berlin 1967.
ΑΔ 25 (1970), Β: Χρονικά, σ. 265. ΑΔ 28 (1973): Β2, Χρονικά, σ. 482-483, πίν. 445. ΑΔ 29 (1973-74): Β2, Χρονικά, σ. 981. ΑΔ 40 (1985): Β1, Χρονικά, σ. 11, 111, πίν. 10, σχ. 2, 3. 73.
Κουτελλάς 1998, σ. 98.
-52-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
ΑΔ 44 (1989): Β2, Χρονικά, σ. 365-366, πίν. 194β. ΑΔ 51 (1996): Χρονικά, σ. 697-698. Αραπογιάννη 1993: Ξ. Αραπογιάννη, Το ρωμαϊκό λουτρό στην Μπρεξίδα του Μαραθώνος, ΑΕ 132 (1993), σ. 133-186.
Βολανάκης Ι., Παλαιοχριστιανικά μνημεία Δωδεκανήσου, Ι Ρόδος-
Κάλυμνος-Τέλενδος, Αντίδωρον Πνευματικόν, τιμητικός τόμος εις τον καθηγητήν Γ. Κονιδάρην, Αθήνα 1981, σ. 41-63.
Βολανάκης Ι., Τα παλαιοχριστιανικά μνημεία της Τελένδου, Καλυμνιακά Χρονικά Γ (1982), σ. 55-63.
Βολανάκης Ι., Συμβολή στην έρευνα των χριστιανικών μνημείων των νήσων Καλύμνου και Τελένδου, Καλυμνιακά Χρονικά Ι (1992), σ. 173-211.
Γούναρης 1990: Γ. Γούναρης, Το βαλανείο και τα βόρεια προσκτίσματα του Οκταγώνου των Φιλίππων, Αθήναι 1990.
Γούναρης 2000: Γ. Γούναρης, Εισαγωγή στην Παλαιοχριστιανική Αρχαιολογία, Α’ Αρχιτεκτονική, β’ έκδοση Θεσσαλονίκη 2000.
Δαμάσκος Δ., Γλυπτά στα ρωμαϊκά λουτρά, Τα λουτρά στην αρχαιότητα και στο Βυζάντιο, περιοδικό Επτά Ημέρες της Καθημερινής της 13 Μαΐου 2001, σ. 13-17.
Διαμαντής Ν., Μια πρώτη παρουσίαση των αρχαιολογικών ανασκαφών στο Δάμο Καλύμνου, Καλυμνιακά Χρονικά ΙΓ’ (1999), σ. 301-312.
Ευγενίδου 2000: Δ. Ευγενίδου, Στο λουτρό: μια απολαυστική εμπειρία,
συλλογικός τόμος Περί Υδάτων, το νερό στο Βυζάντιο, Αθήνα 2000, σ. 63-69.
Θεσσαλία, Ιστορία και Πολιτισμός, Ανθολόγιο Πρακτικών του 1ου Διεθνούς Συνεδρίου Ιστορίας και Πολιτισμού της Θεσσαλίας, Λάρισα 9-11 Νοεμβρίου 2006, έκδοση Περιφέρειας Θεσσαλίας, Θεσσαλονίκη 2009 Κουτελλάς Μ., Κάλυμνος, Ιστορία – Αρχαιολογικοί Χώροι – Μνημεία (4η π.
-53-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Χ. χιλιετία έως 1523 μ. Χ.), Αθήνα 1998.
Κουκούλης Γ. Ν., Η Κάλυμνα της Ιστορίας, Αθήνα 1982. Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου Ε. –Τούρτα Α., Περίπατοι στη Βυζαντινή Θεσσαλονίκη, Αθήνα 1997.
Κουτελλάς 1998: Μ. Κουτελλάς, Κάλυμνος, Ιστορία – Αρχαιολογικοί Χώροι – Μνημεία, Αθήνα 1998.
Κουτελλάς Μ., Ο οχυρωμένος οικισμός του Αγίου Κωνσταντίνου Τελένδου, περιοδικό Καλυμνιακά Χρονικά ΙΓ’ (1999), σ. 313-327.
Κουτελλάς Μ., Οι παλαιοχριστιανικές βασιλικές της Καλύμνου, περιοδικό CORPUS 49 (Μάιος 2003), σ. 74-85.
Κουτελλάς Μ., Παλαιοχριστιανικός οικισμός νήσου Τελένδου. Πρώτα συμπεράσματα της πρόσφατης (2000–2002) ανασκαφικής έρευνας, Καλυμνιακά Χρονικά ΙΕ’ (2003), σ. 223-234.
Κουτελλάς Μ., Παλαιοχριστιανικός οικισμός στην Τέλενδο: Πρώτα
συμπεράσματα της πρόσφατης (2000-2001) ανασκαφικής έρευνας, συλλογικός τόμος Χάρις Χαίρε, Μελέτες στη μνήμη της Χάρης Κάντζια, τ. Β, Αθήνα 2004, σ. 373-388.
Κουτελλάς Μ., Οι παλαιοχριστιανικοί καμαροσκεπείς τάφοι της Καλύμνου, Καλυμνιακά Χρονικά ΙΣΤ’ (2005), σ. 447-470.
Κουτελλάς 2006: Μ. Κουτελλάς, Κάλυμνος, Ιστορία – Αρχαιολογία – Πολιτισμός, Κάλυμνος 2006.
Κουκουλές 1951: Φ. Κουκουλές, Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός, τ. Δ’, εν Αθήναις 1951.
Λαμπροπούλου – Μουτζάλη 2003-2004: Ά. Λαμπροπούλου – Αφ. Μουτζάλη, Πρωτοβυζαντινό λουτρό στην Πάτρα, τεκμήρια για την επιβίωση της πόλης κατά τους Σκοτεινούς Χρόνους, Σύμμεικτα 16 (2003-2004), σ. 315-356.
Λαζαρίδης Π., Άγιος Κωνσταντίνος, ΑΔ 25 (1970), τ. Β, σ. 265-267.
-54-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
Μουτζάλη 1989: Αφ. Μουτζάλη, Η φροντίδα για την καθαριότητα του
σώματος και τα λουτρά των Βυζαντινών, Αρχαιολογία και Τέχνες, τεύχος 31 (Ιούνιος 1989), σ. 23-27.
Mπακιρτζής X., Ανασκαφή Πολυστύλου Αβδήρων, ΠΑΕ 1983, σ. 13-19. Μπούρας Χ., Ένα βυζαντινό λουτρό στη Λακεδαίμονα, ΑΕ 1982, σ. 99-112. Ναλπάντης Δ., Ο καλλωπισμός στο Βυζάντιο, Αρχαιολογία και Τέχνες 31 (Ιούνιος 1989), σ. 17-22.
Ξυγγόπουλος Α., Βυζαντινός λουτρών εν Θεσσαλονίκη, Επετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής ΑΠΘ, τ. Ε’ (1955), σ. 83-97.
Ορλάνδος 1958: Αν. Ορλάνδος, Μοναστηριακή Αρχιτεκτονική, Αθήνα 1958.
Ραγκαβής Ι. Ρ., Τα Ελληνικά, ήτοι περιγραφή γεωγραφική, ιστορική,
αρχαιολογική και στατιστική της αρχαίας και νέας Ελλάδος, τόμος τρίτος, εν Αθήναις 1854, σ. 388-398 (το τμήμα που αφορά την Κάλυμνο και την Τέλενδο).
Ρεΐσης Δ., Περιγραφή της νήσου Καλύμνου, Αθήναι 1913. Σωτηρίου Γ., Αι Χριστιανικαί Θήβαι της Θεσσαλίας, ΑΕ 1929, σ. 1-160. Σκαρπιά-Χόιπελ Ξ., Λουτροθεραπεία και αναψυχή (Ιστορική εξέλιξη των λουτρών), Θεσσαλονίκη 1996.
Τουρπτσόγλου-Στεφανίδου Β., Περίγραμμα βυζαντινών οικοδομικών
περιορισμών. Από τον Ιουστινιανό στον Αρμενόπουλο και η προβολή τους στη νομοθεσία του νεοελληνικού κράτους, Θεσσαλονίκη 1998.
Χατζηδημητρίου 2000: Αθ. Χατζηδημητρίου, Αλιβέρι, συμβολή στην αρχαιολογική έρευνα της περιοχής, Αθήνα 2000.
Badson J. P. V. D., Ρωμαίες Γυναίκες, μετάφραση στην ελληνική Αθήνα 1984.
Berger A., Μοναστηριακά και ιερά λουτρά, Τα λουτρά στην αρχαιότητα και
-55-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
στο Βυζάντιο, περιοδικό Επτά Ημέρες της Καθημερινής της 13 Μαΐου 2001, σ. 19.
Brödner 1992: E. Brödner, Die Römischen Thermen und das antike Badewesen, Darmstadt 19922.
Cameron Α., Agathias 1, Oxford 1970. Charitonidis S. – Ginuvés R., Bain romain de Zevgolatio près de Corinthe, BCH 79 (1955), σ. 102-120.
Delain J., Recent Research on Roman Baths, Journal of Roman Archaeology 1 (1988), σ. 11-32.
Degbomont J. M., Hypocaustes. Le chauffage par hypocauste dans l’habitat privé. De la prace St. Lambert à Liège à l’Aula Palatina de trèves, Études et recherches archéologiques de l’Université de Liège No 17, Liège 1984.
Dreliossi A., λήμμα Calimno στην Εnciclopedia dell’ Arte Antica Classica e Orientale I, Secondo Supplemento 1971-1994, A – Carro, Roma 1994, σ. 820-823.
École Française de Rome, “Les thermes romains”, στο Actes de la table ronde organisée par l’École française de Rome, Rome 11-12 Νovembre 1988 (CEFR 142, Rome 1991).
Fagan G., Bathing in Public in the Roman World, Ann Arbor 1999. Ginuvès R., Sur un aspect de l’évolution des bains en Grèce vers le IVe siècle de notre ère, BCH 79 (1955), σ. 135-152.
Ginuvès R., Balaneutiké, researches sur le bain dans l’ antiquité grecque, Paris 1962.
Heinz W., Baden, Salben und Heilen in der römischen Antike, Augst 1993. Hornbostel-Hüttner G., Studien zur römischen Nischenarchitektur,
Studies of the Dutch Arcaeological and Historical Society, τ. IX, Leiden 1979.
Jorio A., Sistema di riscaldamento nelle antiche terme pompeiane,
-56-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
Bullettino della Commissione Archeologica Comunale di Roma 86 (19781979), σ. 167-189.
Karabatsos 1994: V. Karabatsos, The Early Christian Churches of
Kalymnos and Telendos, συλλογικός τόμος Κάλυμνος Ελληνορθόδοξος Ορισμός του Αιγαίου, Αθήνα 1994, σ. 259-262.
Kienast H., Wasser im antiken aus dem Leichtweiss, Institut für wasserbau der Technischen Universitat Brauschweig 71 (1981), σ. 48-55.
Krencker D. – Krüger E. – Lehmann H. – Wachtler H., Die Trieser Kaiserthermen, τ. I, Augsburg 1929
Kretzscher F., Die Entwcklungsgeschichte des Antiken Bades und das Bad auf den Magdalensberg, Düsseldorf 1961, σ. 32-35.
MacDonald W. L., The Architecture of the Roman Empire, II. An Urban Appraisal, Yale 1986.
Magdalino P. Church, Bath and Diakonia in Medieval Constantinople, στο έργο Church and People in Byzantium, Birmingham, 1990, σ. 165-188.
Mango C., Βυζάντιο, Η Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, μετάφραση στην ελληνική Αθήνα 1988.
Meiggs R., Roman Ostia, Oxford 1973. Nielsen 1990: Nielsen I., Thermae et Balnea. The Architecture and Cultural History of Roman Public Baths, Aarchus 1990.
Pasquinucci M., (επιμέλεια), Τerme romane e vita quotidiana, Modena 1987.
Rebuffat 1990: Rebuffat R., Vocabulaire thermal, Actes de la table ronde organisée par l’École Francaise de Rome sur les Thermes
Romains, Paris 1990, σ. 1-32. Ring J. W., Windows, Baths and Solar Energy in the Roman Empire, AJA 100 (1996), σ. 717-724.
-57-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Sodini P. - Kolokotsas K., Aliki, II: La basilique double, Etudes Thasiennes X (1984).
Vanderpool Ε., The Archanian Aquaduct, Χαριστήριον εις Α. Κ. Ορλάνδον 1 (1965), σ. 166-175.
Vermeule C., Greek Sculpture and Roman Taste, Ann Arbor 1977. Weber 1996: M. Weber, Antike Badekultur, München 1996 Vitruvius, De Arhitectura, V.10.1, VI.4.1. Ι, έκδοση υπό P. Mardaga, Paris 1979.
Yegül 1992: F. Yegül, Baths and Bathing in Classical Antiquity, Cambridge 1992.
Young R. S., An industrial district of ancient Athens, Hesperia 20 (1951), σ. 279-283.
-58-
Μιχάλης Ι. Κουτελλάς Αρχαιολόγος 4ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων
Φωτογραφίες Μιχάλης Ι. Κουτελλάς - Νικόλαος Σμαλιός
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΗΝ ΠΟΘΙΑ ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΕΧΝΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΝΕΟΤΕΡΗ ΚΑΛΥΜΝΟ
Α
φορμή για τη σύνταξη της παρούσας μελέτης στάθηκε η πρωτοβουλία του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του μητροπολιτικού ναού της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού να ξεκινήσει μία προσπάθεια αντιμετώπισης των σοβαρών προβλημάτων που παρουσιάζει το μνημείο, λόγω αφ’ ενός της παλαιότητάς του και αφ’ ετέρου της οικοδόμησής του επί των προσχώσεων της παραθαλάσσιας ζώνης της Πόθιας. Τα προβλήματα αυτά αφορούν τη συντήρηση των επιτοίχιων ζωγραφικών πινάκων, των εικόνων του μαρμάρινου τέμπλου, του επισκοπικού θρόνου και του άμβωνα, τον καθαρισμό του στρώματος λαδομπογιάς που καλύπτει τις εσωτερικές επιφάνειες του ναού, την καθαίρεση και αποκατάσταση των αποσαθρωμένων
-59-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ασβεστοκονιαμάτων, καθώς και των κατά τόπους ρηγματώσεων των εξωτερικών επιφανειών, τη συντήρηση του μαρμάρινου δαπέδου του ναού, των βοτσαλωτών αύλειων χώρων και των ξύλινων πορτών και παραθύρων, τον εντοιχισμό των αντιαισθητικών καλωδίων της ηλεκτρολογικής εγκατάστασης και τέλος την υγρομόνωση της στέγης. Τα παραπάνω καθιστούν επιτακτική την ανάγκη άμεσων επεμβάσεων για τη συντήρηση και διάσωση αυτού το τόσο σημαντικού ιστορικού, θρησκευτικού και πολιτιστικού μνημείου για τη νεότερη Κάλυμνο. Στα πλαίσια αυτής της γενικότερης προσπάθειας εντάσσεται και η κήρυξη του ναού ως ιστορικού διατηρητέου μνημείου, χρήζοντος ειδικής προστασίας, λόγω της ιδιαίτερης ιστορικής και πολιτιστικής σημασίας του. Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί τη μελέτη που κατατέθηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού, προκειμένου να τεκμηριωθεί η αναγκαιότητα κήρυξης του ναού ως ιστορικού διατηρητέου μνημείου.
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Ο μητροπολιτικός ιερός ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού1 βρίσκεται στο μέσον της παραλιακής ζώνης του λιμανιού της Πόθιας, πρωτεύουσας της νήσου Καλύμνου. Ανάμεσα σε αυτόν και τη θάλασσα παρεμβάλλονται στα ανατολικά το κτίριο της παλιάς Ναυτεμπορικής Σχολής (σήμερα Ναυτικό και Λαογραφικό Μουσείο), ενώ στα νότια το παλιό ιταλικό 1. Κ. Φλέγελ., Η Νήσος Κάλυμνος, Κωνσταντινούπολη 1896, σ. 25-26. Δ. Ρεΐσης, Περιγραφή της νήσου Καλύμνου, Αθήνα 1913, σ. 29. Γ. Χαραμαντάς, Η νήσος Κάλυμνος της Δωδεκανήσου, συμβολή στην εκκλησιαστικό-ιστορική έκφρασή της, Αθήνα 1989, σ. 222223. Αλ. Γουλάκη-Βουτυρά, Το εργαστήριο μαρμαρογλυπτικής του Ιωάννη Χαλεπά, Θεσσαλονίκη 1989, σ. 100-104. Μ. Κουτελλάς, Κάλυμνος, Ιστορία – Αρχαιολογία – Πολιτισμός, Κάλυμνος 2006, σ. 49-50. Σ. Τρικοίλης, Νεότερη ιστορία της Καλύμνου – κοινωνική διαστρωμάτωση, Αθήνα 2007, σ. 234-235.
-60-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
Διοικητήριο (σήμερα στεγάζει τα γραφεία της Περιφερειακής Ενότητας Καλύμνου). Νότια του ναού διαμορφώνεται εκτεταμένος αύλειος χώρος, καλυμμένος από βοτσαλωτή διακόσμηση. Στο νοτιοανατολικό τμήμα της αυλής βρίσκεται το υπερύψηλο μαρμάρινο κωδωνοστάσιο, στην κορυφή του οποίου είναι τοποθετημένο ρολόι. Η κατασκευή του ναού πραγματοποιήθηκε κατά τη δεκαετία του 18602. Συνδέεται δε με τη γενικότερη οικονομική και καλλιτεχνική ακμή της Καλύμνου κατά το β΄ μισό του 19ου αιώνα, η οποία οφείλεται κατά κύριο λόγο στη μεγάλη ανάπτυξη της σπογγαλιείας και του σπογγεμπορίου στο νησί3. Για το λόγο αυτό μάλιστα δόθηκε ιδιαίτερη επιμέλεια στην κατασκευή και διακόσμηση του ναού αυτού. Μάλιστα ο άμβωνας και ο επισκοπικός θρόνος κατασκευάστηκαν με τη συνδρομή των σφουγγαράδων, όπως αναφέρεται σε επιγραφή στη βάση του άμβωνα (βλέπε παρακάτω). Στα πλαίσια της γενικότερης ανάπτυξης του νησιού η Πόθια αναδεικνύεται ως η νέα πρωτεύουσα της Καλύμνου, στη θέση της Χώρας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα στην ανύψωση της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος σε μητροπολιτικό ναό το 1889, με Πράξη του πρώτου Μητροπολίτη Λέρου και Καλύμνου, Χρύσανθου Βυζάντιου4. 2. Πρόκειται δηλαδή για κτίσμα της περιόδου της Τουρκοκρατίας (1523-1912), κατά την οποία προβλεπόταν σε σχετική διάταξη του τουρκικού δικαίου, ότι εγκρινόταν η ανέγερση νέου χριστιανικού ναού μόνο αν αυτός κτιστεί επάνω σε παλιότερο και στις ίδιες διαστάσεις με αυτόν, βλέπε σχετικά: Χ. Κουτελάκης, Ιστορική και αρχαιολογική διερεύνηση του ναού «Παναγιά του Κάστρου» Λέρου, συλλογικός τόμος Η Παναγιά του Κάστρου, Αθήνα 1989, σ. 62-63, υποσημ. 67. Η πρακτική αυτή αναφέρεται στο αρ. 53 έγγραφο της Δημογεροντίας Καλύμνου, του 1892, βλέπε σχετικά, Κ. Χατζηδάκης, Από την έρευνα των αρχείων της Δημογεροντίας Καλύμνου, Καλυμνιακά Χρονικά, τόμος Ε’ (1985), σ. 276-278. Στην περίπτωση βέβαια του Χριστού δεν τηρήθηκε η σχετική διάταξη, καθώς διατηρήθηκε ο μικρός προϋπάρχων ναός στα δυτικά του μεγάλου. 3. Στα περισσότερα νησιά του Αιγαίου υπάρχει οικονομική άνεση από τον 18ο αιώνα, ενώ η παρουσία των Οθωμανών γίνεται σκιώδης, με αποτέλεσμα να κτιστούν κατά εκατοντάδες νέες μεγάλες εκκλησίες, μέσα από τις οποίες προβάλλεται και η ίδια η κοινότητα. βλέπε σχετικά, Χ. Μπούρας, Βυζαντινή και μεταβυζαντινή αρχιτεκτονική στην Ελλάδα, Αθήνα 2001, σ. 264, 282. 4. Γ. Χαραμαντάς, ό. π., σ. 114, 223.
-61-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Στο μαρμάρινο υπέρθυρο της δυτικής εισόδου του ναού υπάρχει εγχάρακτη επιγραφή, στην οποία αναγράφεται «Αυγούστου, 1 / 1861». Η χρονολογία αυτή οπωσδήποτε αναφέρεται στην έναρξη των οικοδομικών εργασιών και όχι στην αποπεράτωση του ναού, η οποία ολοκληρώθηκε λίγα χρόνια αργότερα, μέσα στη δεκαετία όμως του 18605.
Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ Ο ναός του Σωτήρος Χριστού ανήκει στον αρχιτεκτονικό τύπο της μονόκλιτης τρουλαίας βασιλικής6, με ενσωματωμένα νεοκλασικά αρχιτεκτονικά στοιχεία, τα οποία τον καθιστούν ως μοναδικής αξίας αρχιτεκτονικό κόσμημα του νησιού. Πρόκειται για ορθογώνιας κάτοψης οικοδόμημα, με ενιαίο εσωτερικά κυρίως ναό. Οι εξωτερικές διαστάσεις του είναι 28,70 μέτρα μήκος (μαζί με την αψίδα του Ιερού Βήματος), επί 14,50 μέτρα πλάτος. Η στέγαση του κυρίως ναού γίνεται με κτιστή ημικυλινδρική καμάρα, στο μέσον της οποίας υψώνεται ψηλός και ογκώδης ημισφαιρικός τρούλος. Αυτός στηρίζεται πάνω σε ψηλό δωδεκάεδρο τύμπανο, το οποίο διαθέτει ισάριθμα μονόλοβα 5. Αυτό εξάγεται από το υπ’ αρ. 101, της 11ης Ιουνίου 1864 Πρακτικό του Δημοτικού Συμβουλίου (βλέπε Βιβλίο Πρακτικών και Αλληλογραφίας Δημοτικού Συμβουλίου Καλύμνου ετών 1864-1885, σ. 70-71 και σ. 73), όπου γίνεται λόγος για την αναγκαιότητα κατασκευής των θυρών, των παραθύρων και των σοβάδων, προκειμένου να εγκαινιασθεί ο ναός του Σωτήρος Χριστού. Σε άλλο έγγραφο της Δημαρχίας, της 24 Φεβρουαρίου 1865 (Βιβλίο Πρακτικών, σ. 111, αρ. 11), αναγράφεται λογαριασμός πληρωμών στους Ρόδιους μαστόρους Αναστάσιο Γερασίμου και Δημητρίου Παναγιώτου, οι οποίοι εργάζονταν τότε στο ναό. Ευχαριστώ τον αρχιτέκτονα Γιάννη Σταυρόπουλο για τη σχετική υπόδειξη και παροχή φωτογραφίας του εγγράφου. 6. Τον 18ο αιώνα προτείνεται από τους Πατριάρχες η επαναφορά στη ναοδομία της βασιλικής ως αρχιτεκτονικού τύπου για τους νέους ναούς. Συγκεκριμένα πρόκειται για έμπνευση του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Χρύσανθου Νοταρά (1663-1731) και του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Καλλίνικου Δ’ (β’ μισό 18ου αιώνα), που συνεχίζει την παράδοση του Χρύσανθου. βλέπε σχετικά: Χ. Μπούρας, Ο αρχιτεκτονικός τύπος της βασιλικής κατά την Τουρκοκρατία και ο Πατριάρχης Καλλίνικος, Εκκλησίες μετά την Άλωση, τ. Α’, Αθήνα 1979, σ. 159-166.
-62-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
παράθυρα. Ανάμεσα στα παράθυρα, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά, υπάρχουν διακοσμητικοί ανάγλυφοι πεσσίσκοι ιωνικού ρυθμού. Το τύμπανο με τη σειρά του πατά επί τεσσάρων σφαιρικών τριγώνων τα οποία είναι εγκιβωτισμένα σε κτιστό ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο που υπερέχει εξωτερικά της καμάρας της στέγης του ναού. Τα σφαιρικά τρίγωνα στηρίζονται πάνω σε τέσσερις κτιστούς πεσσούς, ενσωματωμένους στους πλευρικούς τοίχους του οικοδομήματος. Οι πεσσοί αυτοί επιστέφονται από κορινθιακού ρυθμού κιονόκρανα, από τα οποία και ξεκινούν τα τέσσερα τόξα που ορίζουν της βάση του τρούλου. Τα τόξα, τα γείσα, η βάση του τρούλου, τα περιγράμματα των ζωγραφικών πινάκων και ορισμένων παραθύρων είναι τονισμένα με ανάγλυφη και γραπτή διακόσμηση Στα βόρεια ο ναός διαθέτει πρόσκτισμα, εξωτερικών διαστάσεων 11,50Χ3,50 μ. Αυτό επικοινωνεί με το ναό μέσω ενδιάμεσης εισόδου, αλλά διαθέτει και ξεχωριστή εξωτερική είσοδο, από την πλευρά της ανοιχτής στοάς στα δυτικά. Χρησιμεύει δε ως βοηθητικός – αποθηκευτικός χώρος για τις ανάγκες του ναού. Παράλληλα από την ανατολική εσωτερική πλευρά του ξεκινά το κλιμακοστάσιο ανόδου προς το υπερώο – γυναικωνίτη. Στη θέση του νάρθηκα στα δυτικά διαμορφώνεται ανοιχτή στοά με υπερκείμενο υπερώο – γυναικωνίτη7. Οι διαστάσεις της είναι 4Χ14,50 μέτρα. Αυτή στηρίζεται στα ανατολικά επί της τοιχοποιίας του κυρίως ναού, ενώ στα δυτικά επί πέντε μαρμάρινων αρράβδωτων κιόνων, από τους οποίους οι δύο ακραίοι έχουν ενσωματωθεί στους εκεί ογκώδεις γωνιακούς πεσσούς. Η στέγαση της στοάς γίνεται με τέσσερα γοτθικού τύπου σταυροθόλια. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο στεγάζεται και το υπερώο – γυναικωνίτης που είναι ανοιχτός προς την μεριά του κυρίως 7. Η αρχιτεκτονική αυτή μορφολογία χαρακτηρίζει τη ναοδομία του 18ου και 19ου αιώνα στο νησί της Καλύμνου και περιλαμβάνει αρκετά τέτοια παραδείγματα, όπως ο ναός της Παναγίας Χαριτωμένης στη Χώρα (1794), ο ναός του Αγίου Χαραλάμπους στη Χώρα (1868), του Ταξιάρχη επίσης στη Χώρα (1893) και του Αγίου Γεωργίου στον Πάνορμο (1888).
-63-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ναού, λειτουργώντας ως εξώστης, για την παρακολούθηση των τελουμένων τελετουργιών. Η Μεταμόρφωση του Σωτήρος διαθέτει συνολικά τέσσερις εξωτερικές εισόδους. Από αυτές, δύο βρίσκονται στη δυτική πλευρά, μία στη νότια και μία παράπλευρη στα νότια του Ιερού Βήματος. Η κύρια είσοδος είναι αυτή της νότιας πλευράς, η οποία επιστέφεται από μαρμάρινη περίτεχνη κορνίζα με ανάγλυφη σπείρα. Αριστερά της υπάρχει εντοιχισμένη αρχαία ανάγλυφη επιτύμβια στήλη8, ενώ στα δεξιά της μαρμάρινη επιγραφή9. Παράθυρα ο ναός διαθέτει συνολικά τριάντα τέσσερα. Στο ανατολικό μέρος του ναού διαμορφώνεται ο χώρος του Ιερού Βήματος. Αυτό είναι υπερυψωμένο κατά τρεις βαθμίδες σε σχέση με τον κυρίως ναό. Στο μέσο του κυριαρχεί η μεγάλη αψίδα ή κόγχη η οποία εσωτερικά και εξωτερικά είναι ημικυκλική. Στο κέντρο της υπάρχει μονόλοβο παράθυρο. Εσωτερικά της αψίδας υπάρχει υπερυψωμένο σύνθρονο, με τον επισκοπικό θρόνο στη μέση και εκατέρωθεν μαρμάρινα καθίσματα για τον κλήρο10. Το εσωτερικό δάπεδο του ναού είναι στρωμένο με δίχρωμες πλάκες, από λευκό και βαθυγάλαζο μάρμαρο, εναλλάξ τοποθετημένες σε ρομβοειδή διάταξη. Στο κέντρο υπάρχει ακτινωτό ομφάλιο, εγγεγραμμένο σε διπλό πλαίσιο, κυκλικό εσωτερικά και ρομβοειδές εξωτερικά. Τις εξωτερικές επιφάνειες των τοίχων κοσμούν ανάγλυφα διακοσμητικά, όπως ενσωματωμένοι ημικίονες και πεσσοί (απλού και ιωνικού ρυθμού), τόξα, κορνίζες, τυφλά μονόλοβα παράθυρα, οδοντωτές ταινίες περιμετρικά της κορυφής της στέγης και του τρούλου. Τις κορνίζες της στέγης, του τρούλου και του Ιερού Βήματος επιστέφουν διακοσμητικές σειρές με ημικυκλικά 8. Χρονολογείται στο 2ο-1ο π. Χ. αι. βλέπε σχετικά: M. Segre, Tituli Calymnii, περιοδικό Annuario della Scuola Archeologica di Atene VI���������������������������������������� ������������������������������������������ –��������������������������������������� VII������������������������������������ (1944–45), σ. 209, αρ. 220. Γ. Κουκούλης, Η Κάλυμνα των Επιγραφών, Αθήνα 1980, σ. 411, αρ. 243. 9. Πρόκειται για τιμητικό ψήφισμα προς την Ιασό και Ιασείς δικαστές, που χρονολογείται στον 3ο π. Χ. αι. βλέπε σχετικά: M. Segre, ό. π., σ. 62-64, αρ. 31. Γ. Κουκούλης, ό. π., σ. 60, αρ. 33. 10. Πρόκειται για προσθήκη των τελευταίων χρόνων.
-64-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
κεραμίδια. Περιμετρικά ο ναός φέρει εξωτερικά στο κάτω μέρος του επένδυση από πωρολιθικές πλάκες, οι οποίες αποτελούν προσθήκη των νεοτέρων χρόνων.
Ο ΓΛΥΠΤΟΣ ΔΙΑΚΟΣΜΟΣ
Την αρχιτεκτονική διακόσμηση της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος συμπληρώνουν αρμονικά τρεις μαρμαρόγλυπτες κατασκευές, το επιβλητικό τέμπλο, ο περίτεχνος επισκοπικός θρόνος και ο άμβωνας, που δεσπόζουν και κοσμούν το εσωτερικό του ναού. Το μεγαλοπρεπές μαρμάρινο τέμπλο προκαλεί το δέος και τον θαυμασμό του προσκυνητή, περίτεχνα σκαλισμένο από τον φημισμένο σε όλη τη Βαλκανική από το Βουκουρέστι μέχρι τη Σμύρνη και τον Πειραιά Τήνιο μαρμαρογλύπτη Ιωάννη Χαλεπά11, πατέρα του διάσημου γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά. Αποτελεί έργο μοναδικής καλλιτεχνικής πνοής και έκφρασης, το οποίο κατασκευάστηκε στα 1877, όπως αναφέρεται σε σχετικό συμφωνητικό του 187712 και πιστοποιεί και η εγχάρακτη 11. Για τον Ιωάννη Χαλεπά και τα έργα του βλέπε σχετικά, Αλ. Γουλάκη-Βουτυρά, Το εργαστήριο μαρμαρογλυπτικής του Ιωάννη Χαλεπά, Θεσσαλονίκη 1989. Για το τέμπλο της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στην Κάλυμνο βλέπε σ. 100-104. Ο Ι. Χαλεπάς, εκτός από τον μητροπολιτικό ναό του Σωτήρος Χριστού στην Πόθια, εργάστηκε και σε άλλους ναούς της Καλύμνου το 1877, όπως στον Άγιο Χαράλαμπο Χώρας όπου έφτιαξε το τέμπλο και στην Παναγία Χαριτωμένη τον άμβωνα (Αλ. Γουλάκη-Βουτυρά, ό. π., σ. 104-107). 12. Πρόκειται για συμφωνητικό της 19ης Ιανουαρίου του 1877 (βλέπε Βιβλίο Πρακτικών και Αλληλογραφίας Δημοτικού Συμβουλίου Καλύμνου ετών 1864-1885, σ. 273, 276), μεταξύ των Δημογερόντων και του αρχιτέκτονα (όπως αναφέρεται) Ιωάννου Χαλεπά για την κατασκευή του τέμπλου του Ιερού Ναού του Σωτήρος Χριστού. Στο συμφωνητικό αναφέρεται το υλικό κατασκευής (μάρμαρο Τήνου και Πεντέλης), το στίλβωμα και το συνολικό κόστος, που ήταν 1750 αργυρά μετζίτια ισοδύναμα με 350 χρυσές οθωμανικές λίρες, (1 χρυσή λίρα = 5 αργυρά μετζίτια). Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ως εγγυητής της συμφωνίας τίθεται ο Καλύμνιος ζωγράφος Σακελλάριος Μαγκλής, ο οποίος και ανέλαβε δύο χρόνια μετά την εικονογράφηση του ναού (βλέπε παρακάτω). Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν στα τέλη του ιδίου έτους, όπως βεβαιώνεται σε προσθήκη της 12 Δεκεμβρίου 1877, στο τέλος του ίδιου εγγράφου. Το σημαντικό αυτό έγγραφο δημοσιεύτηκε από τον
-65-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
επιγραφή στη βόρεια παρειά της Ωραίας Πύλης, η οποία αναγράφει «ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΑΛΕΠΑΣ ΕΠΟΙΕΙ 1877». Το τέμπλο κλείνει εγκάρσια το ανατολικό τμήμα του κυρίως ναού, σε ολόκληρο το πλάτος του, οριοθετώντας τον χώρο του Ιερού Βήματος. Είναι ευθύγραμμο σε διάταξη και κάθετο. Παρουσιάζει μορφολογικά στοιχεία της νεοκλασικής καλλιτεχνικής τεχνοτροπίας. Οι επιφάνειές του είναι στιλβωμένες. Κατά τόπους στα ανάγλυφα διακοσμητικά μέρη του το τέμπλο είναι επιχρυσωμένο, ενώ οι μεγαλύτερες επιφάνειες έχουν αφεθεί στο φυσικό τους χρώμα. Καθ’ ύψος χωρίζεται σε τέσσερις κύριες διακοσμητικές ζώνες, πάνω από την τρίβαθμη βάση του. Αυτές πλαισιώνουν αρμονικά τριάντα ενσωματωμένες αγιογραφίες. Η πρώτη (κατώτερη) ζώνη αποτελείται από στενούς ορθογώνιους πεσσίσκους και πλατιά θωράκια, το εσωτερικό των οποίων αποτελείται από βαθυγάλαζου χρώματος μάρμαρο, για τη δημιουργία χρωματικής αντίθεσης με τα υπόλοιπα μέρη του που συνίστανται από λευκό μάρμαρο. Η δεύτερη ζώνη περιλαμβάνει ραδινούς ημικίονες κορινθιακού ρυθμού, οι οποίοι πλαισιώνουν τις έξι μεγάλες δεσποτικές εικόνες. Πάνω από αυτές υπάρχει πλατύ προεξέχον γείσο με σειρά από ανάγλυφα στεφάνια και στο μέσον αυτού τα αποκαλυπτικά γράμματα Α και Ω κάτω από το υπερέχον αέτωμα με τον ακτινοβόλο θεϊκό οφθαλμό στο κέντρο, πάνω από την Ωραία Πύλη. Η τρίτη ζώνη περιλαμβάνει στο μέσον κορινθιακού ρυθμού κιονόκρανο και τις εικόνες του Δωδεκαόρτου ανά ζεύγη, με αετωματικές σταυροφόρες επιστέψεις. Η τέταρτη ζώνη φέρει εννέα συνολικά εικόνες προφητών, πλαισιωμένες από κιονίσκους και περίτεχνη ανάγλυφη σπειροειδή φυτική διακόσμηση. Στην κορυφή του τέμπλου υπάρχει ημικυκλικό πλαίσιο με την προτομή του Χριστού, το οποίο χρησιμεύει ως βάση του εκεί μαρμάρινου σταυρού. Δανιήλ Ζερβό σε δύο συνέχειες στην εφημερίδα ΑΡΓΩ ΤΗΣ ΚΑΛΥΜΝΟΥ, στα φύλα 213 και 214 των μηνών Μαρτίου και Απριλίου 2008, με αναλυτική μεταγραφή του μετά διευκρινιστικών σχολίων.
-66-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
Στη βόρεια πλευρά του ναού βρίσκεται ο μαρμάρινος άμβωνας, ενσωματωμένος στην εκεί τοιχοποιία. Πρόκειται για πενταεδρική κατασκευή, στην κάθε έδρα της οποίας και ανάμεσα σε κορινθιακούς ημικιονίσκους, υπάρχει από μία απεικόνιση του Χριστού με σκηνές από τα θαύματά του. Το κάτω μέρος του άμβωνα αποτελεί ημιχωνοειδής, επίσης πενταεδρική κατασκευή, η επωνομαζόμενη «γλάστρα», διακοσμημένη με ανάγλυφα φυτικά σχέδια. Στη βάση του άμβωνα, κάτω από τη στενή απόληξη με τα οξυκόρυφα ανάγλυφα φύλλα, υπάρχει προμετωπίδα με εγχάρακτη επιγραφή, που αναφέρει «ΔΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΤΩΝ / ΣΦΟΥΓΓΑΡΑΔΩΝ ΘΡΟΝΟΥ ΚΑΙ / ΑΜΒΩΝΟΣ ΕΝ ΕΤΕΙ 1875 ΙΟΥ / ΛΙΟΥ 10». Από αυτήν πιστοποιείται ότι τόσο ο θρόνος, όσο και ο άμβωνας κατασκευάστηκαν κατά την ίδια χρονιά, από το ίδιο εργαστήριο μαρμαρογλυπτικής, δύο χρόνια πριν το τέμπλο. Σύμφωνα με την προφορική μαρτυρία του Τήνιου μαρμαρογλύπτη Ιωάννη Φιλιππότη13, θεωρούνται έργα του Τήνιου γλύπτη Φίλιππου Ρήγου, γνωστού με το παρατσούκλι Σκούγιος. Ο επισκοπικός θρόνος φέρει κατά τόπους επιχρυσώσεις, στα ανάγλυφα μέρη του. Αντιδιαμετρικά του άμβωνα, στη νότια πλευρά του ναού είναι τοποθετημένος ο επισκοπικός θρόνος14. Διαθέτει τρίβαθμη βάση, πλαϊνά συμπαγή ερεισίχερα - παραπέτα με ανάγλυφο φυτικό διάκοσμο, ψηλό ερεισίνωτο και επιστέφεται από βαρύ πολυγωνικό κιβώριο. Το κιβώριο αποτελείται από τρεις βαθμίδες, διακοσμημένες με ολόγλυφα και ανάγλυφα ανθέμια, τρούλο σε μορφή ανθοκάλυκα και σταυρό στην κορυφή. Τα ερεισίχερα – παραπέτα φέρουν στο κέντρο της εξωτερικής επιφάνειάς τους και εντός ανάγλυφου πλαισίου, από ένα μεγάλο ανάγλυφο άνθινο κόσμημα και άλλα μικρότερα στις τέσσερις γωνίες. Ανάγλυφα �������������������������������������������������������������������������������������� . Βλέπε σχετικά, Αλ. Γουλάκη-Βουτυρά, ό. π., σ. 102-103 υποσημειώσεις 52, 55. Για τον άμβωνα βλέπε αναλυτικά τις σελίδες 102-103 του εν λόγω βιβλίου της συγγραφέως. Ο Ι. Φιλιππότης κατασκεύασε και τον μαρμαρόγλυπτο επισκοπικό θρόνο στο ναό του Αγίου Στεφάνου στην Πόθια, όπως πιστοποιεί εγχάρακτη επιγραφή στο πλάι αυτού. 14. Βλέπε σχετικά, Αλ. Γουλάκη-Βουτυρά, ό. π., σ. 103-104.
-67-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
φύλλα άκανθας καλύπτουν τη στενή εξωτερική τους πλευρά. Στη βάση τους υπάρχει από ένας σε κάθε πλευρά ημίσωμος γλυπτός λέοντας, από τους οποίους ο αριστερός παριστάνεται σε επαγρύπνηση, ενώ ο δεξιός κοιμισμένος. Και ο επισκοπικός θρόνος φέρει κατά τόπους επιχρυσώσεις, στα ανάγλυφα μέρη του.
Η ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΔΙΑΚΟΣΜΗΣΗ Τη διακόσμηση του ναού ολοκληρώνουν υψηλής ποιότητας αναγεννησιακής τεχνοτροπίας ζωγραφικές συνθέσεις, οι οποίες συνδυάζονται αρμονικά με τη συνολική αρχιτεκτονική διαμόρφωση και το γλυπτό διάκοσμο του ναού, δημιουργώντας ένα μοναδικά υποβλητικό κλίμα θρησκευτικής ευλάβειας και κατάνυξης. Πρόκειται για ζωγραφικούς πίνακες και εικόνες των μεγάλων Καλυμνίων ζωγράφων του 19ου και 20ου αιώνα, Σακελλάριο Μαγκλή, Γεωργίου Οικονόμου, Τιμόθεου Κουρούνη, Μιχαήλ Αλαχούζου και άλλων, που καθιστούν το μητροπολιτικό ναό του Σωτήρος μοναδική πινακοθήκη υψηλής αισθητικής αξίας. Συνολικά το εσωτερικό του ναού κοσμούν 68 συνολικά παλαιές αγιογραφίες, οι οποίες βρίσκονται: 30 στο τέμπλο (μαζί με τη συρόμενη της Ωραίας Πύλης), 2 στο θόλο πάνω από το τέμπλο, 1 εντός του Ιερού Βήματος (οι υπόλοιπες 6 αποτελούν σύγχρονες δημιουργίες), 5 στον τρούλο (Παλαιός των Ημερών και Ευαγγελιστές), 6 στη νότια πλευρά, 1 στον επισκοπικό θρόνο, 8 στη βόρεια πλευρά, 5 στον άμβωνα, 1 στη δυτική πλευρά, 1 στο δυτικό τμήμα του θόλου, 6 επί του στηθαίου του υπερώου – γυναικωνίτη, 1 στο προσκυνητάρι και 1 στο ισόγειο του βόρειου προσκτίσματος. Δύο πρακτικά της Δημογεροντίας Καλύμνου, της 8ης
-68-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
Ιουνίου 187915 αναφέρονται στην αγιογράφηση του ναού από τον φημισμένο σε Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη και όλη την Ανατολή, Καλύμνιο ζωγράφο Σακελλάριο Αντ. Μαγκλή (1844-1886)16, ο οποίος ανέλαβε επίσης την επιχρύσωση του τέμπλου, του επισκοπικού θρόνου και του άμβωνα. Δυστυχώς όμως ο πρόωρος θάνατος του καλλιτέχνη το 1886, σε ηλικία μόλις 42 ετών, δεν του επέτρεψε να ολοκληρώσει το έργο που είχε αναλάβει. Η συνέχιση της αγιογράφησης ανατέθηκε έξι χρόνια μετά, το 1892, στον άλλο μεγάλο Καλύμνιο ζωγράφο και μαθητή του Μαγκλή, τον Γεώργιο ����������������������������������� . Με το πρώτο, που έχει αριθμό 73, το Δημοτικό Συμβούλιο αποφασίζει να αναλάβει η Κοινότητα την ευθύνη του συμβολαίου με τον ζωγράφο Σακελλάριο Αντ. Μαγκλή για την εικονογράφηση του Ιερού Ναού του Χριστού, υπέρ της οποίας είχε διενεργηθεί έρανος μεταξύ των πολιτών για να συγκεντρωθούν τα αναγκαία χρήματα. Στο ίδιο πρακτικό αναφέρεται και η αμοιβή του καλλιτέχνη, 450 χρυσές οθωμανικές λίρες, που είναι ένα αρκετά σημαντικό ποσό για την εποχή εκείνη. Είναι αξιοπρόσεκτο το γεγονός ότι η εικονογράφηση στοίχισε στην Κοινότητα πολύ περισσότερα από την κατασκευή του μαρμάρινου τέμπλου (βλέπε παραπάνω, υποσημείωση αρ. 10). Το δεύτερο πρακτικό, που έχει τον αριθμό 74 και την ίδια ημερομηνία με το πρώτο, είναι το συμβόλαιο μεταξύ της Κοινότητας και του Καλλιτέχνη. Σ’ αυτό αναφέρεται ο αριθμός των εικόνων που θα ζωγραφιστούν και είναι πάνω από πενήντα, η θέση που θα τοποθετηθούν, ο τρόπος πληρωμής του καλλιτέχνη και ο χρόνος αποπεράτωσης του έργου, που είναι δύο χρόνια. Για τα εικονιζόμενα πρόσωπα, εκτός από τις προβλεπόμενες από την εκκλησιαστική παράδοση εικόνες σε συγκεκριμένες θέσεις, όπως π.χ. Παντοκράτορας, Ευαγγελιστές κλπ, για τις υπόλοιπες αφήνεται ελεύθερος ο καλλιτέχνης να επιλέξει τι θα εικονίζουν. Ακόμη αναφέρεται ότι η Ωραία Πύλη θα ζωγραφιστεί δωρεάν, δηλαδή θα είναι αφιέρωση - προσφορά του καλλιτέχνη. Στο τέλος του συμβολαίου υπογράφουν οι Δημογέροντες και ο καλλιτέχνης. Για τα παραπάνω έγγραφα βλέπε: Γ. Πατέλλης, Η καλλιτεχνική παράδοση στην αγιογράφηση των ναών της Καλύμνου, οι μεγάλοι Καλύμνιοι ζωγράφοι, συλλογικός τόμος Κάλυμνος Ελληνορθόδοξος Ορισμός του Αιγαίου, Αθήνα 1994, σ. 540, αλλά κυρίως την παρουσίασή τους από τον Δανιήλ Ζερβό στην εφημερίδα ΑΡΓΩ ΤΗΣ ΚΑΛΥΜΝΟΥ, στα φύλα 236 και 237 των μηνών Φεβρουαρίου και Μαρτίου 2010, στη στήλη ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ. Εξαίρετη είναι η αναλυτική μεταγραφή μετά διευκρινιστικών σχολίων των παραπάνω εγγράφων, που ο κος Δανιήλ Ζερβός είχε την καλοσύνη να μου αποστείλει. 16. Για το Σ. Μαγκλή βλέπε: Κ. Φλέγελ., Η Νήσος Κάλυμνος, Κωνσταντινούπολη 1896, σ. 25-26. Αθ. Ταρσούλη, Δωδεκάνησα, τ. Β’, Αθήνα 1948, σ. 232-234. Τα σχετικά άρθρα των Θ. Καβάσιλα, Γ. Ζερβού, Μ. Καλαβρού, στο Καλυμνιακό Ημερολόγιο, συλλογικός τόμος μελετών, επιμέλεια Θ. Καβάσιλας, Αθήνα 1958, σ. 35-43. Γ. Ζερβός, Ιστορικά Σημειώματα, Αθήνα 1961, σ. 193-195, 197. Γ. Χαραμαντάς, Χώρα, η πρώτη πρωτεύουσα της νήσου Καλύμνου, κομμάτια και σελίδες από την ιστορία της και την παράδοσή της, Αθήνα 1989, σ. 57-59. Γ. Πατέλλης, ό. π., σ. 539-545. Π. Θεοδωρίδου-Μαμή, Οι μεγάλοι Καλύμνιοι αγιογράφοι, στη συλλογική έκδοση Ιστορία και Πολιτισμός της Καλύμνου, 4000 π. Χ. – 1947 μ. Χ., Αθήνα 1997, σ. 189-190. Σ. Τρικοίλης, ό. π., σ. 397-398.
-69-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Οικονόμου (1861-1935)17, ο οποίος και ολοκλήρωσε το έργο την εικονογράφηση του ναού και την επιχρύσωση του τέμπλου, του άμβωνα και του επισκοπικού θρόνου18. Έργα του Σακελλαρίου Μαγκλή είναι ο Παντοκράτορας στον τύπο του Παλαιού των Ημερών και οι τέσσερις Ευαγγελιστές στον τρούλο, ο Χριστός, η Παναγία, ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής στο τέμπλο, ο όρθιος Χριστός ευλογών με τον ουράνιο Πατέρα Εποπτεύοντα, ο Τελώνης με τον Φαρισαίο και ο Άγιος Γρηγόριος σε πίνακες της βόρειας πλευράς του ναού, ο Καλός Σαμαρείτης, ο Ιώβ και η Έξωση των Πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο σε πίνακα της νότιας πλευράς. Τα περισσότερα έργα του Μαγκλή είναι αντίγραφα έργων διάσημων ζωγράφων, εκτός από τον Παντοκράτορα και τους τέσσερις Ευαγγελιστές στον τρούλο. Για τις μορφές μάλιστα των Ευαγγελιστών, όπως και του Προδρόμου, χρησιμοποίησε ως φυσιογνωμικά μοντέλαγνωστά του πρόσωπα19. 17. Για το Γ. Οικονόμου βλέπε: Κ. Φλέγελ., ό. π., σ. 26. Αθ. Ταρσούλη, ό. π., σ. 234-236. Τα σχετικά άρθρα των Θ. Καβάσιλα και Γ. Ζερβού, στο Καλυμνιακό Ημερολόγιο, ό. π., σ. 44-46. Γ. Ζερβός, ό. π., σ. 195-197. Γ. Χαραμαντάς, ό. π., σ. 60-61. Γ. Πατέλλης, ό. π., σ. 546-549. Π. Θεοδωρίδου-Μαμή, ό. π., σ. 191-192. Σ. Τρικοίλης, ό. π., σ. 398. 18. Με το υπ’ αρ. 145 συμβόλαιο, της 28ης Φεβρουαρίου 1892 (Βιβλίο Πρακτικών, σ. 139-140), το οποίο φέρει την έγκριση του Μητροπολίτη Χρύσανθου, η Κοινότητα Καλύμνου και η Επιτροπή του ιερού ναού της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος αναθέτουν στον Γεώργιο Οικονόμου να συμπληρώσει την εικονογράφηση και τη διακόσμηση του ναού εντός δύο ετών. Αναφέρεται επίσης ο αριθμός των εικόνων και ποιες θα είναι αυτές. Συγκεκριμένα αναλαμβάνει να ζωγραφίσει: Στο τέμπλο εικοσιπέντε εικόνες (του Αγίου Βασιλείου, του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, δώδεκα των Αποστόλων, έξι Προφητών, άλλες τρεις δικής του επιλογής, μία του Αγίου Μανδηλίου και στην κορυφή του τέμπλου τον Εσταυρωμένο), στον άμβωνα πέντε εικόνες επιλογής του, επί του επισκοπικού θρόνου μία του Χριστού ως Μεγάλου Αρχιερέα, επί του γυναικωνίτη τα διακοσμητικά και έξι εικόνες της Παλαιάς Δι αθήκης δικής του επιλογής και τέλος να χρυσώσει το τέμπλο, τον άμβωνα, τον επισκοπικό θρόνο (που δεν πρόλαβε να κάνει ο Μαγκλής), τον γυναικωνίτη και ό,τι άλλο χρειάζεται επιχρύσωμα και τέλος (όπως αναφέρεται σε πλαϊνή σημείωση του εγγράφου) να χρωματίσει και διακοσμήσει δύο κοσμήματα, ένα πάνω από το τέμπλο και ένα πάνω από το παγκάριο. Η αμοιβή του καλλιτέχνη ορίζεται στα 270 χρυσά εικοσάφραγκα. Στο τέλος του συμβολαίου υπογράφουν οι δημοτικοί σύμβουλοι, οι Δημογέροντες, η Επίτροποι του ναού και ο καλλιτέχνης ζωγράφος. Ευχαριστώ τον αρχιτέκτονα Γιάννη Σταυρόπουλο για την παροχή φωτογραφίας του εν λόγω εγγράφου. 19. Για το Μάρκο το γιατρό Απόστολο Τυλιανάκη, για το Λουκά το δάσκαλο Φιλλαο Καλαβρό, για το Ματθαίο τον Παπά-Θεοφάνη, για τον Ιωάννη τον πεθαμένο παππού του πα-
-70-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
Ο Γεώργιος Οικονόμου φιλοτέχνησε τον Άγιο Βασίλειο, τον Αρχάγγελο Μιχαήλ, τους δώδεκα Αποστόλους, έξι μετάλλια και τρεις ολόσωμους Προφήτες, το Άγιον Μανδήλιον με την προτομή του Χριστού και τον Εσταυρωμένο στο τέμπλο, πέντε εικόνες με τον Χριστό να ευλογεί στο κέντρο και εκατέρωθεν σκηνές από τα θαύματά του στον άμβωνα, μία του Χριστού ως Μεγάλου Αρχιερέα στην πλάτη του επισκοπικού θρόνου, τα διακοσμητικά και έξι εικόνες της Παλαιάς Διαθήκης επί του γυναικωνίτη, δύο ρομβοειδή διακοσμητικά, ένα πάνω από το τέμπλο με τις σκηνές της δημιουργίας της Εύας και της πάλης των Αγγέλων με τον δράκοντα του σκότους και ένα πάνω από το παγκάριο με την εικόνα του Χριστού, τη Γέννηση και την Αποκαθήλωση20 σε πίνακες της βόρειας πλευράς του ναού, τον Ιησού έμπροσθεν του Πιλάτου και τον Επιτάφιο Θρήνο σε πίνακες της βόρειας πλευράς. Από τις υπόλοιπες αγιογραφίες του ναού, ο Μιχαήλ Αλαχούζος (1870-1934)21 φιλοτέχνησε τον όρθιο Προφήτη Ηλία, ο Τιμόθεος Κουρούνης22 το Νυμφίο κι ένας ζωγράφος με δυσδιάγνωστη υπογραφή το Χριστό και τη Μοιχαλίδα του 1964, σε πίνακες της βόρειας πλευράς, ο Μ. Κουφός το Χριστό προσευχόμενο στον Κήπο της Γεθσημανής σε πίνακα του 1916 στη νότια πλευρά, η Ιερά Σκήτη Αγίας Άννας στο Άγιο Όρος την Πλατυτέρα ανάμεσα σε δύο αγγέλους έργο του 1966 στο Ιερό Βήμα και ο Τήνιος Ι. Ζωγράφος την εικόνα της Μεταμορφώσεως στο προσκυνητάρι.
πά-Σακελλάρη τον Παλιόσμαλο, ενώ για τον Πρόδρομο τον άνδρα της αδελφής του παπάΛεβέντη, βλέπε σχετικά: Καλυμνιακό Ημερολόγιο, ό. π., σ. 42. Γ. Πατέλλης, ό. π., σ. 541. 20. Για το έργο του αυτό, που αντιγράφει το ομώνυμο έργο του Βαν Ντάικ, ο ζωγράφος βραβεύτηκε με έπαινο από την Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου, βλέπε σχετικά: Καλυμνιακό Ημερολόγιο, ό. π., σ. 44. Γ. Χαραμαντάς, ό. π., σ. 60. Γ. Πατέλλης, ό. π., σ. 546, 549. Π. Θεοδωρίδου-Μαμή, ό. π., σ. 191. Σ. Τρικοίλης, ό. π., σ. 398. 21. Αθ. Ταρσούλη, ό. π., σ. 236-238. Καλυμνιακό Ημερολόγιο, ό. π., σ. 47-51. Γ. Ζερβός, ό. π., σ. 197. Γ. Πατέλλης, ό. π., σ. 550-555. Π. Θεοδωρίδου-Μαμή, ό. π., σ. 193-194. 22. Γ. Πατέλλης, ό. π., σ. 557. Π. Θεοδωρίδου-Μαμή, ό. π., σ. 196.
-71-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Ο ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ
Τόσο το δάπεδο της ανοιχτής στοάς στη δυτική πλευρά του ναού, όσο και ο μεγάλος αύλειος χώρος, καλύπτονται από περίτεχνα βοτσαλωτά. Αυτό της δυτικής στοάς αποτελείται από βότσαλα λευκού και μαύρου χρώματος και περιλαμβάνει μεγάλα ορθογώνια πλαίσια, τα οποία στο εσωτερικό τους περικλείουν φυλλόσχημες συνθέσεις, ένα δικέφαλο αετό, αγγεία και ιχθύες. Δίπλα (βόρεια) του δικέφαλου αετού που βρίσκεται έμπροσθεν της εισόδου του ναού, υπάρχει και βοτσαλωτή επιγραφή με τη χρονολογία 1880, έτος κατασκευής του βοτσαλωτού δαπέδου. Ολόκληρη η νότια αυλή είναι καλυμμένη με βοτσαλωτό. Αυτό αποτελείται από δύο πανομοιότυπα μεγάλα ορθογώνια διάχωρα, τα οποία φέρουν στο κέντρο από ένα δεκαεξάκτινο αστέρι, περικλειόμενο από μαιάνδρους, σπείρες, φυτικά διακοσμητικά στις γωνίες και ταινιωτά πλαίσια. Τα βασικά χρώματά τους είναι το λευκό και το μαύρο, ενώ με ερυθρό τονίζονται ορισμένα κεντρικά σημεία των διακοσμητικών σχεδίων. Το δυτικό τμήμα του βοτσαλωτού είναι έργο του 1900, όπως αναφέρει σχετική επιγραφή έμπροσθεν της νότιας εισόδου του ναού. Σε αυτήν αναγράφεται «ΕΝ ΕΤΕΙ 1900 / ΕΠΙΤΡΟΠΕΥΟΝΤΟΣ / Η. Ι. ΚΑΡΠΑΘΙΟΥ». Το ανατολικό τμήμα κατασκευάστηκε αρκετά χρόνια αργότερα, το 1989, σύμφωνα με βοτσαλωτή επιγραφή στην ανατολική πλευρά του, έμπροσθεν του κωδωνοστασίου, που αναφέρει «ΕΝ ΕΤΕΙ 1989 / ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΕΝΟΡΙΤΩΝ / ΚΑΙ Β. Ε. ΚΑΡΠΑΘΙΟΥ». ΤΟ ΚΩΔΩΝΟΣΤΑΣΙΟ Την εξωτερική μεγαλοπρέπεια της εκκλησίας του Χριστού συμπληρώνει το μνημειακό μαρμάρινο κωδωνοστάσιο, το οποίο είναι οικοδομημένο σε απόσταση 10,50 μέτρων, στο
-72-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
ανατολικό άκρο του νότιου αύλειου χώρου. Αυτό δεν είναι σύγχρονο με το ναό, αλλά αποτελεί μεταγενέστερη προσθήκη, που χρονολογείται στις αρχές του 20ου αιώνα. Δίπλα στη βόρεια πλευρά του κωδωνοστασίου υπάρχει ειδικά διαμορφωμένος και υπερυψωμένος χώρος, όπου έχει στηθεί μαρμάρινη προτομή του Πατριάρχη Δημητρίου Α’. Το κωδωνοστάσιο αποτελείται από τρεις τετραεδρικές στάθμες ή επίπεδα, το πλάτος των οποίων μειώνεται προοδευτικά προς τα πάνω. Η κατώτερη στάθμη, που είναι και η μεγαλύτερη σε ύψος, συνιστά ουσιαστικά μία ενιαία βάση, κτισμένη κατά το ψευδοϊσόδομο σύστημα τοιχοδομίας, με εναλλάξ στρώσεις μαρμαροπλίνθων διαφορετικού ύψους. Στη δυτική πλευρά της βρίσκεται η εντυπωσιακή νεοκλασική είσοδος για τον εσωτερικό χώρο, όπου περιλαμβάνεται η κλίμακα ανόδου. Στην κορυφή φέρει προεξέχον γείσο, το οποίο υποστηρίζεται από μικρά φουρούσια, διακοσμημένα στο κάτω μέρος με ανάγλυφα ανθέμια. Η μεσαία στάθμη περιλαμβάνει από ένα δίλοβο παράθυρο σε κάθε πλευρά με υπερκείμενο διάτρητο κυκλικό φεγγίτη με χριστόγραμμα, γωνιακές παραστάδες και αετωματική επίστεψη. Στη στάθμη αυτή έχουν τοποθετηθεί και οι μεταλλικές καμπάνες. Η υψηλότερη στάθμη αποτελεί απλούστερη απόδοση της μεσαίας και σε αυτήν ενσωματώνεται μεγάλο τετράπλευρο ρολόι. Η στάθμη αυτή επιστέφεται από μαρμάρινο σταυρό. Το κωδωνοστάσιο υπέστη σοβαρές ζημιές λόγω του ισχυρού σεισμού της Σαντορίνης το 1956, που έπληξε και την Κάλυμνο23. Οι ζημιές επισκευάστηκαν από τον Τήνιο μαρμαρογλύπτη Ιωάννη Φιλιππότη24. Δυστυχώς όμως οι επιδιορθώσεις δεν έλυσαν τα προβλήματα και έτσι το 2002, για την άρση της επικινδυνότητας και του επισφαλούς χαρακτήρα της κατασκευής, μεγάλο μέρος του κωδωνοστασίου καθαιρέθηκε και 23. Βλέπε σχετικά, Καλυμνιακό Ημερολόγιο, επιμέλεια έκδοσης Θ. Καβάσιλας, Αθήνα 1958, εικόνα στη σελίδα 108. 24. Βλέπε σχετικά, Αλ. Γουλάκη-Βουτυρά, ό. π., σ. 102, υποσημείωση 52.
-73-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
επανακατασκευάστηκε στην αρχική μορφή του από το εργαστήριο του Τήνιου γλύπτη Ιωάννη Κυραρίνη, με τη συνδρομή του Δήμου Καλυμνίων, επί δημαρχίας Δημητρίου Διακομιχάλη και της εκκλησίας. Η αναμνηστική επιγραφή στη δυτική πλευρά του, πάνω από την είσοδο, αναφέρει «ΧΑΡΙΤΙ ΘΕΙΑ ΑΝΑΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΘΗ / ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΗΝΙΟ ΓΛΥΠΤΗ Ι. Α. ΚΥΡΑΡΙΝΗ / ΣΩΤΗΡΙΩ ΕΤΕΙ 2001 / ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΕΙ ΔΗΜΟΥ ΚΑΛΥΜΝΙΩΝ / ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΠΙΣΤΩΝ / ΜΕΡΙΜΝΗ / ΠΡΩΤΟΣΥΓΚΕΛΟΥ Ι. Μ. ΚΑΛΥΜΝΟΥ / ΑΡΧΙΜ. ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΑΛΕΥΡΟΦΑ / ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΥ Ι. Ν. Μ. Σ. ΧΡΙΣΤΟΥ / ΑΠΟ 1-1-1968 / ΚΑΙ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ / ΜΙΧΑΗΛ Κ. ΜΠΑΛΑΛΗ / ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΙΧ. ΖΩΓΡΑΦΑΚΗ / ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ Ι. ΠΕΡΡΑΚΗ / ΠΑΝΟΡΜΙΤΟΥ Σ. ΤΗΛΙΑΚΟΥ». Μιχάλης Ιωάννου Κουτελλάς Αρχαιολόγος
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γουλάκη-Βουτυρά Αλ., Το εργαστήριο μαρμαρογλυπτικής του Ιωάννη Χαλεπά, Θεσσαλονίκη 1989.
Ζερβός Γ., Ιστορικά Σημειώματα, Αθήνα 1961. Ζερβός Δ., δημοσιεύσεις στην εφημερίδα ΑΡΓΩ ΤΗΣ ΚΑΛΥΜΝΟΥ, φύλα 213 και 214 των μηνών Μαρτίου και Απριλίου 2008, 236 και 237 μηνών Φεβρουαρίου και Μαρτίου 2010, στη στήλη ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ.
Θεοδωρίδου-Μαμή Π., Οι μεγάλοι Καλύμνιοι αγιογράφοι, στη συλλογική έκδοση Ιστορία και Πολιτισμός της Καλύμνου, 4000 π. Χ. – 1947 μ. Χ., Αθήνα 1997, σ. 187-197.
-74-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
Καλυμνιακό Ημερολόγιο, συλλογικός τόμος μελετών, επιμέλεια Θ. Καβάσιλας, Αθήνα 1958.
Κουκούλης Γ., Η Κάλυμνα των Επιγραφών, Αθήνα 1980. Κουτελάκης Χ., Ιστορική και αρχαιολογική διερεύνηση του ναού «Παναγιά του Κάστρου» Λέρου, συλλογικός τόμος Η Παναγιά του Κάστρου, Αθήνα 1989, σ. 43-85.
Κουτελλάς Μ., Κάλυμνος, Ιστορία – Αρχαιολογία – Πολιτισμός, Κάλυμνος 2006.
Μπούρας Χ., Βυζαντινή και μεταβυζαντινή αρχιτεκτονική στην Ελλάδα, Αθήνα 2001.
Μπούρας Χ., Ο αρχιτεκτονικός τύπος της βασιλικής κατά την Τουρκοκρατία και ο Πατριάρχης Καλλίνικος, Εκκλησίες μετά την Άλωση, τ. Α’, Αθήνα 1979, σ. 159-166.
Πατέλλης Γ., Η καλλιτεχνική παράδοση στην αγιογράφηση των ναών της Καλύμνου, οι μεγάλοι Καλύμνιοι ζωγράφοι, συλλογικός τόμος Κάλυμνος Ελληνορθόδοξος Ορισμός του Αιγαίου, Αθήνα 1994, σ. 536-560.
Ρεΐσης Δ., Περιγραφή της νήσου Καλύμνου, Αθήνα 1913. Segre M., Tituli Calymnii, περιοδικό Annuario della Scuola Archeologica di Atene VI–VII (1944–45).
Ταρσούλη Αθ., Δωδεκάνησα, τ. Β’, Αθήνα 1948. Τρικοίλης Σ., Νεότερη ιστορία της Καλύμνου – κοινωνική διαστρωμάτωση, Αθήνα 2007.
-75-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Φλέγελ Κ., Η Νήσος Κάλυμνος, Κωνσταντινούπολη 1896. Χαραμαντάς Γ., Η νήσος Κάλυμνος της Δωδεκανήσου, συμβολή στην εκκλησιαστικό-ιστορική έκφρασή της, Αθήνα 1989.
Χατζηδάκης Κ., Από την έρευνα των αρχείων της Δημογεροντίας Καλύμνου, Καλυμνιακά Χρονικά, τόμος Ε’ (1985), σ. 275-282.
Χαραμαντάς Γ., Χώρα, η πρώτη πρωτεύουσα της νήσου Καλύμνου, κομμάτια και σελίδες από την ιστορία της και την παράδοσή της, Αθήνα 1989.
-76-
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
-77-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
-78-
ΧΡΟΝΙΚΑ
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
-79-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
-80-
ΧΡΟΝΙΚΑ
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
-81-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
-82-
ΧΡΟΝΙΚΑ
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
-83-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
-84-
ΧΡΟΝΙΚΑ
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
-85-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
-86-
ΧΡΟΝΙΚΑ
Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Α
-87-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
-88-
ΧΡΟΝΙΚΑ
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
ΙΣΤΟΡΙΑ
Το Μεγάλο Κάστρο της Χώρας και ο Προφήτης Ηλίας στο φως του χειμωνιάτικου ήλιου Φωτογραφία: Γιάννης Κουλλιάς
-89-
Αγ. Κωνσταντίνος Τελένδου Φωτογραφία: Μιχάλης Πάου
Δανιήλ Α. Ζερβός
Η ΚΑΛΥΜΝΟΣ ΥΠΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ (1822-1830) Από τα Αρχεία της Εθνικής Παλιγγενεσίας
Σ
τις 7 Δεκεμβρίου 1855, η τότε Βουλή, υπό την προεδρία του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, αποφάσισε ότι ήταν ανάγκη να τυπωθούν σε βιβλίο τα διάφορα χειρόγραφα πρακτικά παλαιότερων Βουλών και Εθνικών Συνελεύσεων, καθώς και άλλα διάφορα ιστορικά έγγραφα από την εποχή του Αγώνα, που βρισκόντουσαν στη Βιβλιοθήκη της Βουλής και κινδύνευαν να καταστραφούν. Η απόφαση εκείνη υλοποιήθηκε το 1857 με την έκδοση του πρώτου τόμου με τον τίτλο ΑΡΧΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑΣ ΜΕΧΡΙ ΤΗΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ, και ακολούθησε το 1862 ο δεύτερος τόμος. Από το 1971 η Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων έκαμε επανέκδοση των δύο τόμων και μέχρι το 2000 εξέδωσε και άλλους 18, το όλον 20 τόμους, οι οποίοι έχουν μεταφερθεί και σε ψηφιακά αρχεία και είναι διαθέσιμοι από το διαδίκτυο. Ψάχνοντας σ’ αυτά τα αρχεία βρήκα αρκετές αναφορές για την Κάλυμνο και άλλα νησιά της Δωδεκανήσου τις οποίες, πιστεύοντας πως έχουν αρκετό ενδιαφέρον, θα προσπαθήσω να παρουσιάσω στη συνέχεια. Η Κάλυμνος, αν και επισήμως δεν έλαβε μέρος στην Επανάσταση του 1821, είχε περιληφθεί στο υπό σύσταση ελληνικό κράτος. Από έγγραφα των Αρχείων της Ελληνικής Παλιγγενεσίας (Α.Ε.Π.) φαίνεται ότι από το 1822 η Κάλυμνος και άλλα νησιά της Δωδεκανήσου εθεωρούντο μέρος της ελληνικής -91-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
επικράτειας. Μάλιστα η Κάλυμνος με τη Λέρο, την Πάτμο και την Ικαρία αποτελούσαν μια ενιαία διοικητική ενότητα (Επαρχία) του ελληνικού κράτους. Στην Πάτμο, πρωτεύουσα της Επαρχίας, είχε εγκατασταθεί Έπαρχος, διορισμένος από την ελληνική διοίκηση, ο οποίος διοικούσε την Επαρχία, υπαγόμενος στους ‘‘Ἁρμοστὰς τῶν νήσων τοῦ Αἰγαίου Πελάγους Κυκλάδων τε καὶ Σποράδων’’, δηλαδή πληρεξουσίους αντιπροσώπους της Κυβέρνησης και, κατά κάποιο τρόπο, ανώτερους γενικούς Διοικητές, των νησιών του Αρχιπελάγους. Στις 3 Μαΐου 1822 η ‘‘Υπερτάτη Διοίκησις’’ διορίζει τους ‘‘Ἁρμοστάς’’ και στέλνει στους κατοίκους των νησιών το παρακάτω έγγραφο, που αντιγράφω από την σελίδα 8 του 13ου τόμου των Α.Ε.Π. : Μινιστέριον τῶν Ἐσωτερικῶν Ὁ Μινίστρος τῶν Ἐσωτερικῶν Πρὸς τοὺς κατοίκους τῶν νήσων τοῦ Αἰγαίου Πελάγους Κυκλάδων τε καὶ Σποράδων Ἐν Κορίνθῳ τῇ 3 Μαΐου 1822 Ἡ Ὑπερτάτη Διοίκησις, διὰ τὰς κατὰ τῶν ἐχθρῶν προνοητικὰς ἐνασχολήσεις της, ἀνέβαλε πρὸς ὀλίγον τὴν ὁποίαν, μόλις συσταθεῖσα, ἐμελέτα καὶ κατὰ πᾶσαν τὴν Ἑλληνικὴν Ἐπικράτειαν νὰ καταστήσῃ εὐνομίαν. Αἱ ρηθεῖσαι κατεπείγουσαι φροντίδες της δὲν τὴν ἐμπόδισαν, μ᾿ὅλον τοῦτο, ἀπὸ τοῦ νὰ κήδεται καὶ νὰ συνιστᾷ τὴν καλὴν τάξιν καὶ εὔνομον εὐταξίαν εἰς πᾶσαν ἐλευθέραν ἑλληνικὴν γῆν. Τὰ θαλάσσια τῶν ἐχθρῶν κινήματα ἐβράδυναν ἕως τοῦ νῦν ἐκείνην τῶν νήσων· ἤδη δὲ, ἁρμόδιον κρίνουσα τὸν παρόντα καιρὸν διὰ νὰ ἐκτελέσῃ τὸν ὁποῖον ἀπ᾿ἀρχῆς πρὸς τὴν ὄντως εὐδαιμονίαν αὐτοῦ ἐμελέτα σκοπόν, εἰσάγει εἰς αὐτὰς διοίκησιν προσωρινήν, σύμφορον καὶ σύμφωνον κατὰ πάντα μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Γενικοῦ Διοργανισμοῦ τῆς Ἐθνικῆς Διοικήσεως. Καὶ ἐπὶ τούτῳ διὰ σεβαστῆς αὐτῆς ἐπιταγῆς, ἐκδοθείσης τῇ
-92-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
1 Μαΐου ὑπ᾿ἀρ. 1180, διορίζει ἁρμοστὰς καὶ ἐξαποστέλλει πρὸς ὑμᾶς τοὺς κυρίους: τὸν σοφολογιώτατον βουλευτὴν κύριον Βενιαμὶν Λέσβιον, τὸν ἐξοχώτατον Μινίστρον τοῦ Δικαίου κύριον Κωνσταντῖνον Μεταξᾶ, τὸν φιλογενέστατον κύριον Νικόλαον Οἰκονόμου καὶ τὸν φιλογενέστατον κύριον Βασίλειον Νικολάου Γκίνην, ἄνδρας ἱκανοὺς καὶ ἀξίους εἰς τὸ ὁποῖον ἐνεπιστεύθησαν ἔργον. Εἰς αὐτοὺς δίδεται ἔγγραφος ὁ ὀργανισμὸς τῆς διοικήσεως τῶν νήσων σας, τὸν ὁποῖον θέλουσι ἐνεργήσει κατὰ τὰς ἐπιταγὰς καὶ ὁδηγίας τῆς Ὑπερτάτης Διοικήσεως. Κάτοικοι τῶν νήσων ! Ὁ τρόπος τὸν ὁποῖον παρεδέχθη ἡ ὑπερτάτη Διοίκησις καὶ μὲ τὸν ὁποῖον διοικεῖ τὴν Ἑλληνικὴν Ἐπικράτειαν, μιμουμένη τὰ εύνομούμενα καὶ σοφὰ τῆς Εὐρώπης Ἔθνη, εἶναι ὁ μόνος ὅστις δύναται νὰ μᾶς καταστήσῃ εὐδαίμονας· διὰ ν᾿ἀποκατασταθῆτε καὶ ὑμεῖς τῷ ὄντι τοιοῦτοι, ἀπαιτεῖται ἐκ μέρους σας πατριωτικὴ ὑπόκλισις καὶ τελεία ὑποταγὴ εἰς ὅσα διὰ τῶν εἰρημένων ἁρμοστῶν ἡ Ὑπερτάτη Διοίκησις διορίζει. Ἕλληνες ὄντες, εἶμαι βέβαιος ὅτι θέλετε δείξει τὴν ἀνάλογον προθυμίαν εἰς τοῦς ἐπωφελεῖς σκοπούς καὶ τὴν προσήκουσαν εὐπείθειαν εἰς τὰς προσταγὰς τῆς Ὑπερτάτης Διοικήσεως. Ἐπὶ τοῦ νώτου: Ἀριθ. 470. Μινιστέριον τῶν Ἐσωτερικῶν. Πρὸς τοὺς κατοίκους τῶν νήσων τοῦ Αἰγαίου Πελάγους, Κυκλάδων τε καὶ Σποράδων. ἐν Κορίνθῳ τῇ 4 Μαΐου 1822. Στην αρχή, κατά την πρώτη οργάνωση του νεοσύστατου κράτους, τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους είχαν χωριστεί σε έξι Αντεπαρχίες, μία των οποίων αποτελούσαν τα τέσσερα νησιά Πάτμος, Ικαρία, Λέρος και Κάλυμνος με πρωτεύουσα την Πάτμο. Στις 4 Μαΐου 1822 διορίστηκε Αντέπαρχος Πάτμου κ.λπ. ο Αθανάσιος Αντωνιάδης. Στη σελ. 22 του 10ου τόμου των Α.Ε.Π. υπάρχει το σχετικό έγγραφο:
-93-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ΣΩΜΑ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΝ Ἀ. 1232 τοῦ Πρωτοκόλλου. ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΥ Διατάττει Ὁ κύριος Ἀθανάσιος Ἀντωνιάδης διορίζεται ἀντέπαρχος Πάτμου, Ἰκαρίας, Λέρου και Καλύμνου. Ὁ μινίστρος τῶν Ἐσωτερικῶν νὰ ἐνεργήσῃ τὴν παροῦσαν διαταγήν. Ἐν Κορίνθῳ τῇ δ’ Μαΐου ,αωκβ΄ Ἀ. Μαυροκορδᾶτος Ἀθανάσιος Κανακάρης Ἀναγνώστης Παπαγιαννόπουλος Ἰωάννης Λογοθέτης Ὁ Μινίστρος Ἀρχιγραμ. Ἐπικρατείας και τῶν Ἐξωτερικῶν ὑποθέσεων Θ. Νέγρης Με παρόμοιο έγγραφο της ίδιας ημερομηνίας και αριθμό πρωτοκόλλου 1238, διορίζεται Αντέπαρχος Σύμης, Τήλου και Νισύρου ο Ιωάννης Ψαράκης. Ο Αθανάσιος Αντωνιάδης τον Αύγουστο του 1822 πηγαίνοντας προς την Πάτμο, έστειλε από τη Νάξο μια επιστολή-αναφορά προς τους Αρμοστές των νησιών, η οποία έχει πιστεύω ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αντιγράφω από τη σελίδα 140 του 15ουΑΒ τόμου των Α.Ε.Π.: Ἀρ. 81
Προσωρινὴ Διοίκησις τῆς Ἑλλάδος Πρὸς τοὺς σεβαστοὺς ἁρμοστὰς τῶν Ἑλληνικῶν νήσων. Μὲ τὴν παροῦσαν μου σᾶς ἀναφέρω, ὅτι ἐνῶ ἦμιν εἰς τὴν ν. Σαντορίνην, εἰς τὰς 11 τοῦ παρόντος οἱ φρουρὰ τῆς
-94-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
νέας συσταθήσεις Καγγελαρίας των, ἔλαβον τὴν αὐθάδιαν ληστρικῶς μὲ ἐπερικήκλοσαν, ἐπῆραν τὸ σπαθί μου ἀπὸ τὴν μέσην μου, φοβερίζοντάς με καὶ νὰ συκόσουν καὶ τὴν ζωήν μου, τὸ ὁποῖον τὸ ἐπῆγαν εἰς τὴν ῥηθήσαν Καγγελαρίαν των. Εἰς τὰς 12 τοῦ ἰδίου μισεύοντας ὡς φυγᾶς δὲν ἠμπόρεσα νὰ πάρω τὰ πράγματά μου. Ἔδωσα τοῦ πλοιάρχου Χαραλάμπη Μακρῆ Ποταμιανοῦ ἕν ζεῦγος πιστόλες μὲ τὰ κουμπούρια καὶ μὲ τὴν ζώνην ἀπὸ μαῦρο βιδέλο ὑαλιστερό, διὰ νὰ τὲς κατεβάσῃ εἰς τὸν λημένα, τὲς ὁποῖες γνωρίζοντάς τες ὅτι εἶναι ίδικές μου καὶ αὐτὲς τὲς ἐκράτησαν εἰς τὴν Καγγελαρίαν των. Διὸ σᾶς παρακαλῶ σὺν Θεῷ φθάνοντας εἰς ν. Σαντορίνην νὰ φροντίσετε τὴν περιλαβὴν τοῦ σπαθιοῦ μου καὶ τῶν πιστόλων ἀπὸ τὴν Καγγελαρίαν, ὁμοίως καὶ ἀπὸ τὸν οἶκον τῆς κυρὰ Πεταλάδενας ἓν βαουλάκι μὲ τὰ φορέματά μου, καὶ ἓν χαράρη (ἤτι μεγάλο σακὶ) μὲ ροῦχα τοῦ κημησιοῦ καὶ λοιπὰ καὶ παρακαλῶ σας, μὲ πρώτην σίγουρην εὐκαιρίαν νὰ μὲ τὰ στείλετε εἰς τὴν ν. Πάτμον. Οἱ ἐπίτροποι καὶ προσορινοὶ διοικητὲ τῆς ν. Λέρου ἀπὸ τὰς 9 τοῦ παρόντος ὑπ᾿ἀριθ. 144 μὲ γράφουν, ὅτι ἡ ν. Κάλημνος τάχα νὰ ἐξαναπροσκύνησεν εἰς τοὺς τυράνους καὶ λοιπὰ ὡς ἡ γραφή των διαλαμβάνει. Τῶν Καλυμνίων τὰ πλοιάρια περιφαίρονται εἰς ὅλας τὰς νήσους καὶ ἐκβάλλουν σφουγγάρια και, ἂν εἶναι ἀληθηνὸν ὅτι αὐτοὶ εἶναι σπηγόνοι, βλάπτουν μεγάλως τὴν Πατρήδαν. Ἐστοχάσθην δὲ ἀναγκαιότατον, ὅσα πλοιάρια περιφαίρονται χωρὶς διαβατύρια τῆς Ἑλληνικῆς Διοικήσεως διὰ νὰ ἐμποδίζονται, ἕος ὅτου νὰ ἐδοποιήσωμεν τὴν Ὑπερτάτην Διοίκησιν καὶ νὰ μᾶς διατάξει, τὶ πρέπει νὰ κάμωμεν περὶ τούτων καθὼς καὶ εἰς τὰς 22 τοῦ ἰδίου ἡδοποίησα τὸν ἐδῶ κύριον ἔπαρχον καθὼς καὶ τὸν κ. ἁντέπαρχον τῆς Νίου νὰ βαστάζουν αὐτὰ τὰ πλοιάρια χωρὶς διαβατύρια τῆς Διοικήσεως ὅσα εἶναι, ἕως διαταγὴν νὰ λάβωμεν ἀπὸ τὸ ἀνίκον μέρος, καὶ σᾶς παρακαλῶ, ἐνγράφως νὰ μὲ ἀποκρίθητε, τὶ μέλλει γενέσθαι περὶ τούτων τῶν πλοιαρίων. Πρὸς τούτοις σᾶς παρακαλῶ θερμῶς διὰ νὰ μὲ δώσετε -95-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
μερικὰ χρήματα διὰ τὰ ἔξωδα ταξηδίου μου ἕως τὴν ν. Πάτμο νὰ μισεύσω κατὰ τὴν διαταγήν σας. Μὲ ὅλον τὸ ανίκον σέβας ὑποσημειοῦμαι. 1822 ἐν Νάξο τῇ 28 Αὐγούστου Ὁ ἀντέπαρχος Πάτμου καὶ λοιπῶν Ἀθ. Ἀντωνιάδης Κομιζόπουλος Για το περιεχόμενο της επιστολής αυτής θα μπορούσαμε να κάνουμε μερικές παρατηρήσεις: 1. Από την κακοποίηση της ελληνικής γλώσσας στην επιστολή φαίνεται ότι ο Αντέπαρχος δεν ήταν και τόσο εγγράμματος. 2. Δεν αναφέρει τίποτε για την αιτία της σύλληψης και του αφοπλισμού του από τη φρουρά της Σαντορίνης. Γιατί άραγε τον συνέλαβαν; 3. Η καταγγελίες των Λέριων, ότι η Κάλυμνος ‘‘ἐξαναπροσκύνησεν εἰς τοὺς τυράννους’’ και ότι τα καλύμνικα σφουγγαράδικα καΐκια περιφερόμενα στα ελληνικά νησιά έκαναν κατασκοπία υπέρ των Τούρκων, είναι πολύ βαριές και σοβαρές. Άραγε ήταν βάσιμες; ή μήπως ήταν συκοφαντικά αποκυήματα της φαντασίας και των εχθρικών προς τους Καλύμνιους αισθημάτων κάποιων Λέριων; Μια προσέγγιση απάντησης ίσως μπορεί να γίνει από μιαν άλλη επιστολή προς τους Αρμοστές, γραμμένη ένα μήνα αργότερα από την Πάτμο, από κάποιον Αναστάσιο Χατζή Αντωνίου Ποριώτου, όπως υπογράφει, ο οποίος πρέπει να είχε κάποιο δημόσιο αξίωμα (μάλλον Γραμματέας), αφού αναφέρει ότι γράφει την επιστολή ‘‘ἐκτελῶν τὰ χρέη’’ του. Επειδή πιστεύω ότι και η επιστολή αυτή έχει αρκετό ενδιαφέρον την παραθέτω, αντιγράφοντας από τη σελίδα 169 του 15ουΑΒ τόμου των Α.Ε.Π.: Ἐκ Πάτμου τῇ 29 Σεπτεμβρίου 1822 Πρὸς τοὺς εὐγενεστάτους κυρίους ἁρμοστὰς τῶν νήσων. Καὶ προχθὲς σᾶς ἔγραψα ἐν συντόμῳ τὰ περὶ τῆς καταστάσεως τῆς νήσου ταύτης καὶ πάλιν σήμερον ἐκτελῶν τὰ χρέη μου -96-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
ἀναγκαῖον ἐστοχάσθην νὰ σᾶς ξαναγράψω. Ἔστω γνωστὸν εἰς τὴν εὐγένειάν σας, ὅτι σήμερον ἔλαβον γράμμα παρὰ τοῦ ἀντεπάρχου εὑρισκομένου εἰς Λέρον ὅστις μὲ γράφει διὰ τὰς νήσους Λέρον καὶ Κάλυμνον, ὅτι ἔκαμον τὰς συνάξεις των ὅλας καὶ τὰς ἔχουν ἑτοίμους διὰ νὰ τὰ παραδώσουν εἰς χεῖρας σας μὲ τὸν ἐρχομόν σας. Ἀντιφερόμενοι μόνον εἰς τὰς πρέζας μὲ πρόφασιν νὰ δωθοῦν πρῶτον ἀπὸ τὰς ἄλλας νήσους καὶ μάλιστα ἀπὸ τὴν Πάτμον, καὶ ἔπειτα προθύμως νὰ τὰς παραδώσουν καὶ αὐτοί. Ὁ ἀντέπαρχος ἡσυχάζει εἰς Λέρον εὐχάριστος κατὰ τὸ γρἀμμα του. Καὶ ταῦτα μὲν περὶ καταστάσεως Λέρου καὶ Καλύμνου. Ἐὰν δὲ ἐρωτήσετε περὶ τῆς νήσου ταύτης τῆς Πάτμου δηλαδὴ διὰ τὴν μεγάλην των ἀνεξαρτησίαν καὶ διὰ τὰ μάταια καὶ ὑπερήφανα φρονήματά των μέχρι τῆς ὥρας οὔτε ἔμαθον, ἀλλ᾿ οὔτε ἐμπορῶ νὰ μάθω, ἂν ἐσύναξαν τὶ ἢ ὄχι. Μόλις μανθάνω τὶ ἀπὸ τὸν κοινὸν λαόν, οἵτινες μὲ ἀγανάκτησιν γογγύζουν καθ᾿ ἑκάστην κατὰ τῶν προυχόντων διὰ τὰς τυραννίας των, ἐξηγούμενοι εἰς ἐμένα κᾄποτε καὶ διὰ τὰς μεγάλας πρέζας, ἃς ἐδὼ κατὰ καιροὺς ἔκαμαν, αἱ ὁποῖαι καθὼς καλὰ ἐπληροφορήθην ἀπὸ τοὺς ἰδίους καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιον μακαριώτατον ἀληθινὰ εἶναι μεγάλης ποσότητος. Ὁ κοινὸς λαὸς ἐδῶ ἀκούσαντες τὴν ὑποδοχὴν τὴν μεγάλην τοῦ ἀντεπάρχου ὁποῦ τοῦ ἔκαμαν εἰς Λέρον καὶ Κάλυμνον ὀργίζονται οὐ μικρὸν κατὰ τῶν ἐνταῦθα προὐχόντων ἐξομολογούμενοι μὲ ἀγανάκτησίν των εἰς ἐμένα τὸν ἴδιον καὶ περιμένοντες ἀνυπομόνως τὸν ἐρχομόν σας πρὸς ἐξοικονόμησιν κάθε ὑποθέσεως καὶ ἔλλειψιν κάθε σκανδάλου ταραχοποιοῦ. Κατὰ τὰ γραφόμενα τοῦ ἀντεπάρχου ἐπιθυμοῦσε νὰ ἔλθῃ ἐνταῦθα διὰ νὰ ἐκτελέσῃ τὰς διαταγάς σας, ἀλλ᾿ ἐμποδίζεται δικαίως φοβούμενος οὐ μόνον δευτέραν ἐξορίαν ἀλλὰ καὶ ἔτι χείρω. Αὐτὰ εἶναι τὰ περὶ τῆς νήσου Πάτμου, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀξιοδάκρυτα τῇ ἀληθείᾳ καὶ διὰ τοῦτο ὁ ἐρχομὸς σας μὲ τὸ νὰ εἶναι τὸ μόνον ἰατρικὸν, εἶναι τῷ ὄντι ἀναγκαιότατος καὶ ὠφελιμότατος. Ἐπειδὴ μόνη ἡ νῆσος αὕτη εἶναι ἡ πρωτεύουσα -97-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
κατὰ τὴν ἀνωμαλίαν καὶ εἶναι ἡ ἐλεεινοτέρα ἀπὸ ὅλας τὰς ἄλλας, καθὼς ἐν καιρῷ ἐρχόμενοι σὺν Θεῷ περὶ πάντων θέλετε πληροφορηθῇ καὶ παρ᾿ἄλλων, καὶ μάλιστα παρὰ τῆς ἰδίας του μακαριότητος, ὅστις σᾶς εὔχεται μετὰ τοῦ θεοφιλεστάτου ἁγίου Λέρνης. Ἄνευ τινὸς ἄλλου σᾶς ταπεινοπροσκυνῶ καὶ ὑποσημειοῦμαι. Ὁ εὐπειθέστατός σας δοῦλος Ἀναστάσιος Χ΄΄ Ἀντωνίου Ποριώτου Ἐπὶ τοῦ νώτου: Τοῖς φιλογενεστάτοις κυρίοις μοι κυρίοις ἁρμοσταῖς τῶν Νήσων, ὅπου ἂν εὑρίσκονται. Παρατηρούμε ότι στην Πάτμο υπήρχε οργή και αγανάκτηση του ‘’ἁπλοῦ λαοῦ’’ κατά των προυχόντων εξαιτίας της παρουσίας του Αντεπάρχου, με τον οποίο φαίνεται ότι οι προύχοντες ήταν σε αντίθεση, ενώ ο λαός τον υποστήριζε. Ακόμη παρατηρούμε ότι τόσο η Κάλυμνος όσο και η Λέρος, αφενός ‘‘ἔκαμον τὰς συνάξεις των ὅλας’’, προφανώς εννοεί ότι μάζεψαν τα χρήματα που τους ζητήθηκαν από τη Διοίκηση, αφετέρου επιφύλαξαν ενθουσιώδη υποδοχή στον Έλληνα Αντέπαρχο. Για τις ‘‘πρέζες’’, που αναφέρει ότι στην καταβολή τους διαφώνησαν Καλύμνιοι και Λέριοι και ζήτησαν να δοθούν πρώτα από τους Πάτμιους και μετά να δώσουν και εκείνοι, δεν μπόρεσα να βρω τι ήταν. Υποθέτω ότι ήταν το προϊόν εράνου, δηλαδή εθελοντικές προσφορές των νησιωτών για τον Αγώνα. Η απαίτηση όμως που πρόβαλαν Καλύμνιοι και Λέριοι φανερώνει ότι υπήρχε μια σχέση αντιπαλότητας μεταξύ των κατοίκων της Πάτμου, πρωτεύουσας της Επαρχίας, και των κατοίκων των άλλων νησιών. Η ενθουσιώδης υποδοχή των ελληνικών αρχών στην Κάλυμνο και η πρόθυμη συλλογή χρημάτων για τον Αγώνα, νομίζω ότι δε συμβιβάζονται με ‘‘προσκύνημα’’, δηλαδή υποταγή στους Τούρκους και διενέργεια κατασκοπίας υπέρ αυτών, χωρίς βέβαια
-98-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
να αποκλείονται και κάποιες μεμονωμένες περιπτώσεις κακών Καλύμνιων, που από ιδιοτέλεια είχαν γίνει όργανα των Τούρκων. Έτσι η απόφαση του Αντεπάρχου, μετά την καταγγελία των Λέριων, να λάβει μέτρα κατά των σφουγγαράδικων που δεν είχαν ελληνικά διαβατήρια, μπορεί να ήταν δικαιολογημένη. Μια άλλη, πιστεύω λογική, υπόθεση είναι ότι εξαιτίας των τότε συνθηκών και δυνατοτήτων επικοινωνίας διαδιδόντουσαν από το ένα νησί στο άλλο διάφορες ανυπόστατες φήμες, οφειλόμενες όχι απαραίτητα σε δόλο, αλλά και σε παρανοήσεις ή αυθαίρετα συμπεράσματα και γενικεύσεις. Την εποχή εκείνη στη Σύμη και τα άλλα, νοτίως της Κω, μικρά νησιά, που βρισκόντουσαν υπό τη διαρκή απειλή της οθωμανικής στρατιωτικής ισχύος της Ρόδου, φαίνεται ότι επικρατούσε προβληματισμός για το αν θα έπρεπε να δεχτούν τις ελληνικές αρχές, τεκμήριο της συμμετοχής τους στην Επανάσταση, ή να μείνουν υποταγμένοι στον Πασά της Ρόδου. Στα Α.Ε.Π. υπάρχει μια επιστολή χωρίς ημερομηνία αλλά με μόνη χρονολογική ένδειξη το ότι περιλαμβάνεται μεταξύ των εγγράφων των Β΄ και Γ΄ περιόδων της Ελληνικής Διοίκησης, δηλαδή μεταξύ των ετών 1822-1824, γραμμένη από Συμιακούς και απευθυνομένη στην Υπερτάτη Βουλή. Νομίζω ότι πρέπει να έχει γραφεί την άνοιξη του 1822, λίγο πριν πάει στη Σύμη ο Αντέπαρχος Ψαράκης. Την αντιγράφω από τη σελ. 264 του 12ου τόμου των Α.Ε.Π. : 248 Ἀνάγκη ἀποστολῆς ἁρμοστῶν εἰς νήσους Δωδεκανήσου δι̉ ἀποκατάστασιν τάξεως (Α. Διὰ χειρὸς Σίμου Κωνσταντίνου) Ὑπερτάτη Βουλὴ Ἡμεῖς οἱ ὑπογεγραμμένοι πατριῶται τῆς νήσου Σύμης ἀναγγέλλομεν ὅτι τινὲς κακότροποι καὶ Τουρκόφρονες, μὲ τὸ μέσον τῆς ἀπάτης καὶ δολιότητος, ἔκαμαν νὰ προσκυνήσῃ εἰς τὸν ἄσπονδον τύραννον τοῦ ἔθνους ἡ πατρίς μας Σύμη, καὶ ὁμοῦ μὲ αὐτὴν ἡ Χάλκη καὶ ἡ Κάλυμνος, κλονεῖται δὲ καὶ -99-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ἡ Λέρος· ἀρχηγὸς καὶ διδάσκαλος τῆς ἀπάτης ταύτης εἶναι ὁ ἡγούμενος τοῦ ἐν Σύμῃ μοναστηρίου Πανερημιώτου καὶ ὁ Νικήτας Κλαδάκης καὶ Νικόλαος Χάλας. Τὸ παράδειγμα τοῦτο, Ὑπερτάτη Βουλή εἶναι κάκιστον καὶ ὀλεθριώτατον· πρὸς τούτοις, ὁ κοινὸς ἐχθρὸς ἐμπορεῖ νὰ συνάζῃ ναύτας ἀπὸ τὰς νήσους, ὅσαι ὑπέκυψαν πάλιν εἰς τὸν τυραννικὸν ζυγόν. Διὰ τοῦτο εἶναι ἀνάγκη νὰ παραστήσετε εἰς τοὺς λαοὺς τούτους τὴν ἐξ ἀπάτης ἀτοπίαν των καὶ νὰ τοὺς ἀνακαλέσετε εἰς τὴν ἐθνικὴν ὁμοφροσύνην· τὸ ὁποῖον εὐκόλως θέλει γένει, ὅταν παρρησιασθῶσιν ἐκεῖ οἱ ἁρμοσταὶ· εἶναι ὄμως χρεία προσοχῆς, διὰ νὰ μὴν παρασυρθῶσιν ἀπὸ τοὺς ὑποκεκρυμμένους ἀπατεῶνας. Ὄθεν, ἂν ἡ Ὑπερτάτη Βουλὴ τὸ ἐγκρίνῃ, προβάλλω ἑμαυτὸν πρόθυμον ν̉ ἀκολουθήσω ἐκεῖ τοὺς ἁρμοστάς, ἐγὼ ὁ ὑπογεγραμμένος Σῖμος, διὰ νὰ τοὺς χρησιμεύσω ὡς ὁδηγός, γνωρίζων πάντα τὰ τρέξαντα. Μένομεν δὲ μὲ ὅλον τὸ σέβας Οἱ πατριῶται Σῖμος Κωνσταντίνου Παρασκευᾶ Μαλαμοῦ Χριστόφορος ἱεροδιάκονος Κοντῆς Σταυριανὸς Ἰωάννης Γιανναρᾶς Χατζη-Δημήτρης Παπᾶ Ὁ ἱερομόναχος Διονύσιος ὡς Ο Κωνσταντ~ης Κάλλογλου ως αὐτόπτηςτων τρεχόντων αὐτόπτης τῶν τρεχόντων περί Σύμης Μια άλλη επιστολή προς τους Αρμοστές των νησιών, γραμμένη το καλοκαίρι του 1822 από τον Αντέπαρχο της Σύμης Ιωάννη Ψαράκη, στη Σαντορίνη, όπου πήγε πιστεύοντας ότι εκεί θα τους συναντούσε, βάζει πιστεύω τα πράγματα στη σωστή τους θέση. Αντιγράφω από τις σελίδες 114-115 του τόμου 15ΑΒ των Α.Ε.Π. Σαντωρίνη.
Τῇ 4 Ἰουλίου 1822, Πάτμον
Εὐγενέστατοι κύριοι ἁρμοσταὶ τῶν νήσων Μετὰ τὸν μισευμόν μου ἀπὸ Τῆνον τῇ 28 προπαρελθόντος -100-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
ἐκατευωδώθην εἰς Πάτμον μὲ τὸν ἀντέπαρχον αὐτῆς. Κοινῶς ὅλοι μοῦ ἐμπόδιζαν τὸν πηγεμόν μου εἰς Σύμην φοβούμενοι μήπως μᾶς παραδώσουν εἰς τοὺς Τούρκους ὄντες εἰς αὐτοὺς προσκυνημένοι. Καταφρονήσας δὲ κάθε κίνδυνον, ἔχων καὶ συστατικὰ γράμματα τοῦ μακαριωτάτου Ἀλεξανδρίας ἠκολούθησα τὸν δι̉ ἐκεῖ πλοῦν μου ὁμοῦ μὲ τοὺς ἀνθρώπους μου. Εἰς τὰς 3 παρελθόντος ἔφθασα εἰς Σύμην καὶ καλέσας τοὺς ἐγκατοίκους εἰς πρώτην καὶ βαν συνέλευσιν, παρὼν καὶ ὁ Ἡγούμενος Πανερμιώτου ἀνέγνωσα τὰ τῆς Διοικήσεως καὶ τῆς σεβασμιότητός της διάφορα ἐντάλματα τὰ ὁποῖα ἤκουσαν μὲ εὐχαρίστησιν, πλὴν ἐπρόκριναν νὰ μείνουν ἀκόμη οἰκονομικῶς εἰς τὴν ὑποταγὴν τοῦ Διοικητοῦ τῆς Ρόδου κατὰ τὸ φαινόμενον, διὰ τὰ κατεπείγοντα αἴτια, ἅπερ φανερώνει τὸ Κοινόν των εἰς τὴν ἐν Κορίνθῳ Διοίκησιν. Ἐσυνείσφερον δὲ διὰ προσωρινήν των συνεισφορὰν γρόσια 1000 ὡς τὸ ἀποδειχτικόν. Εἰς τὰς 8 τοῦ ἰδίου διέβην εἰς Ἐπισκοπίαν (σημ. Δ.Α.Ζ. Επισκοπία ή Επισκοπή λεγόταν τότε η Τήλος), ὅπου καλέσας τοὺς ἐγκατοίκους τοῦ Μικροῦ Χωρίου εἰς τὸ Μεγαλιότερον ἀνέγνον παῤῥησίᾳ πάντων τὰ διάφορα ἐντάλματα, ἅπερ ἤκουσαν καὶ ἐδέχθησαν μὲ εὐχαρίστησιν. Δὲν ἔλειψα νὰ τοὺς παρακινήσω καὶ νὰ τοὺς φέρω εἰς φιλοτιμίαν μὲ κάθε λόγους ἐριθιστικοὺς διὰ τὴν περισσοτέραν συνεισφοράν, καὶ οὕτω διὰ προσωρινήν των συνεισφορὰν μοὶ ἐμέτρησεν τὸ Κοινόν γρόσια 3142, καὶ διωρίσας ἐφόρους διὰ τὰ χρειώδη ἐδιέβην τῇ 15 τοῦ αὐτοῦ εἰς Νήσηρον. Περιέτρεξα εἰς τὰ 3 χωρία Νίκαια, Μπουργὼ καὶ Μανδράκι, ἐνθουσίασα τὸν λαὸν καὶ καλέσας τοὺς ἐγκριτοτέρους εἰς ἓν ἐνήργησα τὰ χρειώδη ὡς εἰς Ἐπισκοπίαν. Ὅθεν καὶ αὐτοῦ μοὶ ἐμέτρησαν προσωρινὴν συνεισφορὰν των γρόσια 1000 ὡς τὸ ἀποδειχτικὸν καὶ κατοιχήσας τοὺς διορρισθέντας ἐφόρους τὰ χρηώδη. Ἀλλ̉ ὡσὰν ὁποῦ ὁ διοικητὴς τῆς Ρόδου Σουκιοὺρ μαθὼν τὴν διατριβήν μας εἰς αὐτὰς τὰς νήσους ἀρμάτωσε τὴν γαλιώταν (σημ. Δ.Α.Ζ.: Η γαλιότα ήταν μικρό και γρήγορο πλοίο, κωπήλατο και ταυτόχρονα ιστιοφόρο με 16 ως 32 κουπιά και δύο -101-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
πανιά, οπλισμένο με ένα ή δύο μικρά κανόνια) καὶ καράββι διὰ νὰ μᾶς πιάσῃ. Ἐπαρακινήθην καὶ ἀπὸ τοὺς ἐγκατοίκους εἰς τοιαύτην περίστασιν, νὰ παραμερίσω. Ἐμίσευσα τῇ 26 δι̉ ἐδῶ στοχαζόμενος νὰ εἶσθε ἡ σεβασμιότης σας. ............................. Σᾶς προσκυνῶ μ̉ ὅλον τὸ σέβας καὶ μένω. Ὁ δοῦλος σας Ἰω. Ψαράκης Δηλαδή οι Συμιακοί, που το νησί τους βρίσκεται πολύ κοντά στην πανίσχυρη τότε Ρόδο, προκρίνουν να μείνουν ακόμη οικονομικά υποταγμένοι στους Τούρκους ‘‘κατὰ τὸ φαινόμενον’’, εξηγούν τις αιτίες αυτής της στάσης τους με επίσημη αναφορά της Κοινότητάς τους στην ελληνική διοίκηση, και ταυτόχρονα μαζεύουν και στέλνουν χρήματα για τον Αγώνα. Πιστεύω ότι αυτό δεν είναι «προσκύνημα»! Το 1823 η Β΄ Εθνική Συνέλευση στο Άστρος με ψήφισμα της 16ης Απριλίου 1823 (αριθ. πρακτικού ΛΗ’, σελίδα 128 του 3ου τόμου των Α.Ε.Π.), τροποποίησε το νόμο του 1822 για τη διοικητική οργάνωση του κράτους και θέσπισε νέο διοικητικό σύστημα στα πλαίσια του οποίου καταργήθηκαν οι αντεπαρχίες και η επικράτεια χωρίστηκε σε επαρχίες. Σε κάθε επαρχία διορίζονται από την κεντρική διοίκηση ένας Έπαρχος, ένας Γενικός Γραμματέας, που είναι και αναπληρωτής του Επάρχου και ένας Αστυνόμος, ο οποίος στα νησιά και τις παράλιες επαρχίες εκτελεί και τα χρέη του Λιμενάρχη. Επίσης εκλέγονται από τους κατοίκους ένας Επιστάτης των προσόδων και ένας Επιστάτης των εξόδων. Ο τρόπος της εκλογής τους είναι έμμεσος με εκλέκτορες. Σε κάθε χωριό, κωμόπολη και πόλη της Επαρχίας εκλέγονται από ένας μέχρι τέσσερεις Δημογέροντες, ανάλογα με τον αριθμό των οικογενειών των κατοίκων. Η εκλογή είναι άμεση, με ψηφοφορία από λαϊκή συνέλευση. (Νόμος ΙΒ’, σελίδες 128-132 του 3ου τόμου των Α.Ε.Π.). Σύμφωνα με το νέο οργανισμό το Βουλευτικό, μετά από -102-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
εισήγηση του Εκτελεστικού, χώρισε τα νησιά του Αιγαίου σε δεκατρείς Επαρχίες. Η σχετική αναφορά υπάρχει στα πρακτικά του Βουλευτικού της 2ας περιόδου, συνεδρίαση της 4ης Μαΐου 1823. Αντιγράφω το σχετικό απόσπασμα από τις σελίδες 12 και 13 του 2ου τόμου των Α.Ε.Π. : Τῇ δ΄ Μαΐου ................................................... ....................... Ἔτι σήμερον ἐστάλησαν εἰς τὸ Ἐκτελεστικὸν τὰ ἀκόλουθα προβουλεύματα: . . . . . . . . . . Ἔτι ἄλλο ὑπ᾿ ἀριθ. 16, περί διαιρέσεως εἰς ἐπαρχίας τοῦ Αἰγαίου Πελάγους, τὴν ὁποίαν τὸ Βουλευτικὸν ἔκρινε κατὰ τὸν ἀκόλουθον τρόπον, καὶ ἔπεμψε τὴν σημείωσιν εἰς τὸ Ἐκτελεστικὸν. Κυκλάδες 1. Νάξος, Πάρος, Ἀντίπαρος 2. Τῆνος 3. Μύκονος καὶ Σύρα 4. Ἄνδρος 5. Σαντορίνη, Ἀστυπαλιά, Ἀνάφη 6. Τζέα, Θερμιά, Σέριφος 7. Σίφνος, Μῆλος, Κίμωλος 8. Ἴος, Ἀμουργός, Σίκινος, Πολύκανδρος Σποράδες 9. Σάμος 10. Πάτμος, Λέρος, Κάλυμνος, Ἰκαρία
-103-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
11. Σκόπελος, Σκῦρος, Σκίαθος, Λιδρόμια 12. Κάσσος 13. Κάρπαθος, Σύμη, Ἐπισκοπή, Νίσυρος και Χάλκη ............................................... . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .Ὁ α΄ Γραμματεὺς τοῦ Βουλευτικοῦ Ἰω. Σκανδαλίδης Παρατηρούμε ότι και πάλι τα τέσσερα νησιά, Πάτμος, Λέρος,Κάλυμνος και Ικαρία, συναποτελούν μία Επαρχία, ενώ η Αστυπαλιά περιλαμβάνεται στις Κυκλάδες μαζί με τη Σαντορίνη και την Ανάφη, η Κάσος είναι μόνη της μία Επαρχία και η Κάρπαθος μαζί με τη Σύμη, την Τήλο, τη Νίσυρο και τη Χάλκη συναποτελούν μία Επαρχία. Στη συνεδρίαση της 10ης Μαΐου 1823 το Βουλευτικό εγκρίνει τελικά να διοριστεί Έπαρχος Πάτμου κ.λπ ο Μιχαήλ Παρίσης. Από αλληλογραφία μεταξύ Εκτελεστικού και Βουλευτικού τις ημέρες που προηγήθηκαν φαίνεται ότι υπήρξε συνωστισμός υποψηφίων για τη θέση του Επάρχου Πάτμου. Το Βουλευτικό στη συνεδρίασή του της 6ης Μαΐου 1822 επέλεξε με ψήφους 28 τον Ιωάννη Μαυρογένη, έναντι 20 ψήφων του Παύλου Σιδέρη (Α.Ε.Π. τόμος 2ος, σελ. 16-18). Αυθημερόν έστειλε στο Εκτελεστικό πρόταση διορισμού του Μαυρογένη (Α.Ε.Π. τόμος 2ος, σελ. 436437). Τρεις ημέρες μετά, στις 9 Μαΐου, το Εκτελεστικό απαντά προτείνοντας αντικατάσταση του Μαυρογένη από το Μιχαήλ Παρίση (Α.Ε.Π. τόμος 10ος, σελ. 60-61), τον οποίο εγκρίνει τελικά και το Βουλευτικό. Από το έγγραφο που στάλθηκε στο Εκτελεστικό (Α.Ε.Π. τόμος 2ος, σελ. 439-440) αντιγράφω το σχετικό απόσπασμα:
-104-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Ἀριθ. 27 ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΥ Πρὸς τὸν ἐκλαμπρότατον Πρόεδρον τοῦ Ἐκτελεστικοῦ Ἐν τῇ σημερινῇ συνελεύσει τοῦ Βουλευτικοῦ, ἀνεγνώσθη τὸ προβούλευμα τοῦ ἐκτελεστικοῦ ὑπ᾿ἀριθ. 328 καὶ ἡμέραν 9 Μαΐου, ἀναφερόμενον εἰς διαφόρους ἐκλογὰς ἐπάρχων, εἰς ὅ, σκέψεως γενομένης ἐν τῷ Βουλευτηρίῳ, ἐνεκρίθησαν ὡς ἀκολούθως: . . . . . . . . . . . . . . . . , ὁμοίως καὶ εἰς Πάτμον, Λέρον Κάλυμνον καὶ Ἰκαρίαν ἐγκρίνει τὸν παρὰ τοῦ Ἐκτελεστικοῦ προβαλλόμενον κύριον Μ. Παρίσην. ............................................... ........................... Τῇ 10 Μαΐου 1823 ἐν Τριπολιτσᾷ Ὁ Πρόεδρος τοὺ Βουλευτικοῦ
Ὁ α’ Γραμματεύς τοῦ Βουλευτικοῦ
Ἰω. Ὀρλάνδος
Ἰω. Σκανδαλίδης
Μια επιστολή των προκρίτων της Πάτμου προς την Κυβέρνηση σταλμένη το Νοέμβριο του 1823 έχει πιστεύω ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αντιγράφω από τις σελίδες 377 και 378 του 13ου τόμου των Α.Ε.Π. : Σεβαστὸν Ὑπουργεῖον Τὸ ἐπίτηδες σταλθὲν μύστικον (σημ. Δ.Α.Ζ.: Το μίστικο ή σεμπέκι ήταν τύπος τριίστιου πολεμικού πλοίου 60–80 κόρων, οπλισμένου με 6–10 κανόνια) τοῦ καπετὰν Ν. Σκορδῆ, περιελθὸν τὰς ὑπολοίπους ἐπαρχίας, τελευταῖον ἔφθασε -105-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
κατ᾿αὐτὰς καὶ εἰς τὰ ἐδῶ, φέρον τὰς ὑπερτίμους διαταγὰς τῆς Σεβαστῆς Διοικήσεως, τὰς ὁποίας ἀσμένως δεξάμενοι μετὰ τοῦ καθήκοντος ἐγκολπώθημεν σεβάσματος. Ἡ πολυχρόνιος ὅμως ἀπουσία καὶ διατριβὴ εἰς τὰς λοιπὰς νήσους Λέρον καὶ Κάλυμνον καὶ ἄχρι τοῦδε τοῦ κυρίου ἐπάρχου μας παρεμποδίζει μεγάλως τὸ ἄμεσον ἐργοδιωκτικὸν τῶν ἐθνικῶν ὑποθέσεων, μολονότι ὅσον τὸ ἀπὸ μέρος μας δὲν ἐλείψαμεν κάθε εὔκαιρον καὶ σύντομον προσπάθησιν. Ἡ ὅσον τάχος ἀναγκαία ἀποστολή τοῦ παραστάτου, κατὰ τὴν διαταγὴν τοῦ τῆς ἐκλογῆς νόμου, οὐδὲ ἡμᾶς διέλαθε. Μάλιστα ἐν τῇ πρώτῃ παρουσίᾳ τοῦ ρηθέντος ἐπάρχου μας, κοινῶς ἐγένετο ἡ ἐκλογὴ τοῦ αὐτοῦ παραστάτου. Καὶ ἑπομένως παρεπόμενον ἦτον τῆς εὐγενείας του, κατὰ τὴν ἡμετέραν ψῆφον, νὰ τελειοποιήσῃ τὰ περὶ αὐτοῦ καὶ τῆς δασμοφορίας χρειώδη, μὲ τὴν σύμψηφον γνώμην καὶ τῶν ἄλλων νήσων, πρὸς τοὺς προκρίτους τῶν ὁποίων παραυτίκα ἔκτοτε ἐγράψαμεν ἅπαξ καὶ δὶς τὰ περὶ τούτων χρειωδέστατα· καὶ εἰσέτι ἀγνοοῦμεν τὰ παρ᾿αὐτῶν πραχθέντα. Ὅθεν διὰ κάθε μέλλουσαν ἀναβολὴν δι᾿ἐπίτηδες πλοιαρίου εξαποστέλλομεν τὰ αὐτὰ γράμματα τῷ εἰς Λέρον εὑρισκομένῳ ἐπάρχῳ μας καὶ ἡ εὐγενία του ἂς φροντίσῃ τὰ τελειότερα τοῦ χρέους του, καθ᾿ὅτι ἐν καιρῷ ἡμεῖς διεπραξάμεθα μετὰ σπουδῆς τὸ ἀνῆκον τοῦ χρέους μας. Ὁ ἔγγραφος διορισμὸς τοῦ ἐπιβάλλοντος μέρους μας γρόσια ἑκατὸν πεντήκοντα ἑτοίμως ἐπεραιώθη, καὶ ἐσημειώθη. Ὁ ἀριθμὸς ὅμως ὁποσοῦν δύσφορος διὰ τὴν ὑπέρογκον ποσότητα, καὶ μάλιστα, ὡς πρὸς τὰς παρούσας δεινὰς περιστάσεις καὶ ἐλλείψεις τοῦ χρηματικοῦ καταντᾷ ἐπιφορτικὸν τὸ χρῆμα ὡς οὐκ ἄλλοτέ ποτε οὐδὲ ἐπὶ τῶν ἡμερῶν αὐτῶν τοῦ τυράννου· τὸ δὲ κατ᾿ἀναλογίαν δυνάμεως μετριώτερον καὶ ἀνεκτότερον φαίνεται. Ἐν τοσούτῳ ὑποκλινῶς ὑποσημειούμεθα. Οἱ Πρόκριτοι τῆς Ἐπαρχίας Πάτμου Ἐν Πάτμῳ τῇ 13 Νοεμβρίου 1823 Μὲ κατώδυνον ἡμῶν καρδίαν ἀναφερόμεθα ὡς ἐν συνόψει ὅτι αἱ καθημεριναὶ ἐπισυμβαίνουσαι ἁρπαγαὶ ἀπὸ τοὺς -106-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
περιερχομένους πειράτας Γραικοὺς εἶναι ἀπερίγραπται. Τὰ πέριξ νησία καὶ τὰ πατριωτικὰ ἡμῶν πλοιάρια ἀκαταπαύστως καταδυναστεύονται ἀπὸ τοὺς αὐτοὺς καλοὺς πατριώτας καὶ Ἕλληνας καὶ ὄχι μόνον ἁρπάζουσι τοὺς ἐργατικοὺς βόας τῶν μοναστηρίων καὶ πτωχῶν γεωργῶν, ὡς καὶ τὰ λοιπὰ βοσκήματα, ἀλλὰ καὶ μυρία ἄλλα ἀποτελοῦσιν ἀνουσιουργήματα πάντη ἀνήκουστα καὶ διόλου ἐναντία τῆς ἰδίας αὐτῆς ἀνθρωπότητος. Ἑνὶ λόγῳ τραγικὰ καὶ δακρύων ἄξια ἀπεκαταστήθησαν τὰ καθ᾿ ἡμᾶς, σχεδὸν τὰ πράγματα τρέχει εἰς ἐσχάτην ἀθλιότητα καὶ ἀπόγνωσιν. Ἐφ᾿οἷς ὡς ἐπάναγκες εἰδοποιουμένη ἡ Σεβαστὴ Διοίκησις καὶ λυγκηδὸν ἐφορῶσα τὰ πόρρω πεπείσμεθα ὅτι προβλεπτικῷ τῷ ὄμματι θέλει λάβει τὴν ἀναγκαίαν πρόνοιαν εἰς τὴν τούτων ὡς οἶδε κατάργησιν πρὸς κοινὴν παραμυθίαν καὶ ἀναψυχήν. (Σφραγὶς) Οἱ ἴδιοι Παρατηρούμε ότι, ενώ η επιστολή είναι προφανώς γραμμένη στην Πάτμο από Πάτμιους, φέρει υπογραφή ‘‘Οἱ Πρόκριτοι τῆς Ἐπαρχίας Πάτμου’’. Φαίνεται δηλαδή ότι οι πρόκριτοι της Πάτμου θεωρούσαν ότι εκπροσωπούσαν ολόκληρη την Επαρχία. Επίσης διαφαίνεται μια όχι καλή σχέση τους με τον Έπαρχο τον οποίο εμμέσως πλην σαφώς κατηγορούν για αμέλεια και πλημμελή εκτέλεση των καθηκόντων του. Δεν λείπουν και τα παράπονα για τη υπέρογκη, όπως τη χαρακτηρίζουν, φορολόγηση, καθώς και ο υπαινιγμός, ότι τόσο βαριά δεν ήταν ούτε από τους Τούρκους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το υστερόγραφο, από το οποίο φαίνεται ότι στα ελληνικά νησιά, ίσως και στα μικρασιατικά παράλια όπου τα περισσότερα χωριά ήταν κατοικημένα από Έλληνες, έκαναν ληστρικές επιδρομές ελληνικά πλοία, και ως πειρατές λεηλατούσαν τα ζώα των κατοίκων. Δεν τολμώ να σκεφθώ, ούτε σαν υποθετικό ενδεχόμενο, ότι αυτά ήταν πλοία αγωνιστών της Επανάστασης, που μ’ αυτόν τον τρόπο εξασφάλιζαν την τροφοδοσία τους και το . . .εισόδημά τους. Ακόμη από την επιστολή φαίνεται ότι η Κυβέρνηση υπενθυμίζει -107-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
στην Επαρχία ότι καθυστερεί να εκλέξει και να στείλει τον ‘‘Παραστάτη’’ της, δηλαδή έναν εκλεγμένο αντιπρόσωπο της Επαρχίας στην έδρα της Κυβερνήσεως, και πρέπει να συντομεύουν. Η εκλογή των Παραστατών σύμφωνα με το νόμο ΙΖ’ που θέσπισε η Α΄ Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου και τροποποίησε η Β΄ στο Άστρος (αριθ. πρακτικού ΛΘ΄., σελίδες 132-134 του 3ου τόμου των Α.Ε.Π.) γινόταν έμμεσα με εκλέκτορες. Η σχετική διάταξη αντιγραμμένη από τη σελίδα 133 ορίζει: ................................................ Β΄. Αἱ ἀπαιτούμεναι ἐκλογαὶ τῶν παραστατῶν νὰ γίνωσιν οὕτως: Εἰς ἕκαστον χωρίον ὁ λαὸς νὰ ἐκλέξῃ κοινῶς εὐυπολήπτους ἄνδρας· ὅλοι δ᾿αὐτοὶ οἱ ἐκλεχθέντες, φέροντες ἔγγραφα ἀποδεικτικὰ τῶν χωρίων των μὲ τὰς ὑπογραφὰς τῶν πλειοτέρων κατοίκων, νὰ συνέλθωσιν εἰς τὴν πρωτεύουσαν τῆς ἐπαρχίας, ἡ ὁποία νὰ ἐκλέξῃ κοινῶς εὐυπολήπτους ἄνδρας, ἐφοδιάζουσα μὲ ἐνδεικτικὰ ἔγγραφα, ἐπίσης· καὶ τότε, ὅλοι ὁμοῦ αὐτοὶ οἱ ἐκλεκταὶ νὰ ἐκλέξωσιν ἕνα ἐνιαύσιον παραστάτην, μεταξὺ τῶν ἐμφρονεστέρων καὶ ἠθικωτέρων ἐπαρχιωτῶν, μὲ τῶν πλειοτέρων τὰς ψήφους· ἡ δὲ ψῆφος ἑκάστου τῶν ἐκλεκτῶν μετρεῖται μὲ τὴν ποσότητα τῶν οἰκογενειῶν, ἀπὸ τὰς ὁποίας εἶναι ἐκλεγμένος. Γ’. Ἑκάστη ἐπαρχία, ἔχουσα ἀριθμὸν κατοίκων ἥττονα τῶν εἴκοσι πέντε χιλιάδων, ἀνὰ ἕνα παραστάτην, καὶ μείζονα τῶν εἴκοσι πέντε, ἀνὰ δύο νὰ ἐκλέγωσιν. ................................................ Η απάντηση των προκρίτων ρίχνει την ευθύνη της καθυστέρησης πάλι στον Έπαρχο, λέγοντας ότι έχουν ήδη εκλέξει τον Παραστάτη αλλά εκείνος καθυστερεί να ολοκληρώσει τη διαδικασία εξασφαλίζοντας και τη σύμφωνη ψήφο των άλλων νησιών. Φαίνεται δηλαδή και εδώ ότι οι πρόκριτοι της Πάτμου θεωρούσαν ότι αυτοί εκπροσωπούν την Επαρχία και οι κάτοικοι -108-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
των άλλων νησιών όφειλαν να συμφωνούν με τις δικές τους επιλογές. Πρέπει να μη συμφωνούσαν τα νησιά στο πρόσωπο του Παραστάτη. Άλλον να ήθελαν οι Πάτμιοι και άλλον οι Καλύμνιοι και οι Λέριοι. Για την Ικαρία δε γίνεται καμιά αναφορά. Ίσως ο Έπαρχος, που βρισκόταν στη Λέρο και Κάλυμνο, για μεγάλο χρονικό διάστημα προσπαθούσε να συμβιβάσει τα . . . ασυμβίβαστα. Την υπόθεση ότι διαφωνούσαν οι νησιώτες για το ποιος θα είναι ο Παραστάτης τους ενισχύει μια αναφορά στα πρακτικά του Βουλευτικού της 2ας περιόδου, συνεδρίαση της 3ης Απριλίου 1824, απόσπασμα των οποίων αντιγράφω από τις σελίδες 261 και 262 του 2ου τόμου των Α.Ε.Π. : Τῇ 3 Απριλίου ἐν Κιβερίῳ Ἐν τῇ σημερινῇ συνελεύσει τοῦ Βουλευτικοῦ, ἀντιπροεδρεύοντος τοῦ ἁγίου Βρεσθένης κυρίου Θεοδωρήτου, ἀνεγνώσθησαν τὰ χθεσινὰ πρακτικά. ............................................. ... Ἔτι ἀνεγνώσθη συστατικὸν ἔγγραφον ἀπὸ μόνην τὴν νῆσον Λέρον καὶ Κάλυμνον, δι᾿οὗ συσταίνουσι παραστάτην των τὸν κύριον Σταυριανὸν Ζαμπιτόπουλον· ἐπειδὴ ὅμως δὲν εἶναι τακτικῶς ἐκλεγμένος, συναινέσει καὶ τῶν ἄλλων νήσων, δηλαδὴ τῆς πρωτευούσης νήσου Πάτμου καὶ Ἰκαρίας, κατὰ τὸν περὶ ἐκλογῆς νόμον, οὐκ ἐγένετο δεκτὸς ἐν τῷ βουλευτηρίῳ. ............. . .............................. ..... Ὁ α΄ Γραμματεὺς Ἰω. Σκανδαλίδης Φαίνεται δηλαδή ότι η διαφορά δε γεφυρώθηκε και τέσσερεις μήνες αργότερα η Λέρος και η Κάλυμνος έστειλαν δικό τους Παραστάτη, που όμως δεν έγινε δεκτός. Δυστυχώς δε βρήκα άλλη πληροφορία για το θέμα αυτό και έτσι δε γνωρίζουμε πως τελικά -109-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
διευθετήθηκε. Από ένα μεμονωμένο έγγραφο του Αυγούστου 1822, προφανώς υπόλοιπο από κάποιο οικονομικό κατάστιχο με καταχωρίσεις εξόδων, διαβάζουμε στη σελίδα 63 του 16ου τόμου των Α.Ε.Π. : (φ. 44ν) ἔξοδα διάφ. Αὔγουστος (1822) Μεταφέρονται γρόσ. 945 27 ............................................. 2 πτωχῶν Καλυμνιώτων, ἀπεφυγον ἀπὸ τὸν ἐχθρικὸν στόλον 6 ............................................. Φαίνεται ότι κάποιοι Καλύμνιοι είχαν στρατολογηθεί από τους Τούρκους ως ναύτες στο στόλο τους και κάποιοι απ’ αυτούς δραπέτευσαν και κατέφυγαν στην Πελοπόννησο, άποροι πρόσφυγες. Τον Απρίλιο του 1823 παρουσιάζεται στη Β’ Εθνική Συνέλευση στο Άστρος ένας προϋπολογισμός εξόδων και εσόδων του έτους (σελίδες 113-128 του 3ου τόμου των Α.Ε.Π.), στον οποίο είναι ενδιαφέρον να δούμε τη συμβολή όσων νησιών της Δωδεκανήσου μετέχουν στο υπό συγκρότηση ελληνικό κράτος: Ἔσοδα νήσων Ἀπό Σάμον . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . γρόσια # Πάτμον . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . # # Λέρον . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . # # Κάλυμνον . . . . . . . . . . . . . . . . . .. . . . . . # # Νίσυρον και Δῆλον (σημ. Δ.Α.Ζ. Τῆλον) # # Κάρπαθον . . . . . . . . . . . . . . . . . . . # # Ἀστυφαλιὰν . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
#
250.000 16.000 16.000 16.000 18.000 30.000 8.000
............................ ................. # Κάσον . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
-110-
#
1.500
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
# Ἰκαρίαν . . . . . . . . . . . . . . . . . .. . . . . .
#
2.000
Υποθέτοντας ότι η συμμετοχή κάθε νησιού ήταν ανάλογη της οικονομικής ευρωστίας του, παρατηρούμε ότι Πάτμος Λέρος και Κάλυμνος βρισκόντουσαν περίπου στην ίδια οικονομική κατάσταση. Η Κάρπαθος ήταν πολύ πιο πλούσια, ενώ η Αστυπαλιά, η Κάσος και η Ικαρία φτωχότερες. Είναι αξιοπρόσεκτη η απουσία από τον κατάλογο της Σύμης και της Χάλκης. Φαίνεται ότι τελικά δεν έμειναν υπό ελληνική διοίκηση. Το 1825, προκειμένου να δημοπρατηθούν προς ενοικίαση οι πρόσοδοι του κράτους, μια επιτροπή που είχε οριστεί για να εκτιμήσει το αναμενόμενο ύψος τους καταθέτει στη Βουλή το πόρισμά της, το οποίο παρουσιάζεται κατά τη συνεδρίαση της 9ης Μαρτίου 1825. Στη σελίδα 161 του 7ου τόμου των Α.Ε.Π. διαβάζουμε το απόσπασμα που αφορά τα νησιά μας:
Κατάλογος τῶν προσόδων καὶ τελωνίων τῆς ἐπικρατείας ἑκάστης ἐπαρχίας ........................................... Κάλυμνος . . . . . . . . .. . . . . .τὰ τελώνια # 12.000 Λέρος . . . . . . . . . . ... . . . . . .τὰ τελώνια # 5.000 Πάτμος 2.500 . . . . . . . . . . . . ... . . . .. . .τὰ τελώνια # 700 Παρατηρούμε ότι από την Κάλυμνο προβλέπονται περισσότερα έσοδα από όσα από τη Λέρο και Πάτμο μαζί, και μάλιστα μόνο από τελωνειακούς δασμούς. Άλλα νησιά της Δωδεκανήσου δεν εμφανίζονται στον πίνακα. Ίσως κάποια να ήταν τόσο φτωχά, ώστε να μην αναμένονται έσοδα από αυτά και κάποια να είχαν πάψει πια να ελέγχονται από την ελληνική διοίκηση και να είχαν επανέλθει
-111-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
υπό την οθωμανική κυριαρχία. Την εποχή εκείνη, 1825, Έπαρχος στην Επαρχία Πάτμου κ.λπ. είναι ο Δημήτριος Αρβανιτόπουλος. Δε βρήκα στα Α.Ε.Π. καμιά πληροφορία για το πότε διορίστηκε και μέχρι πότε έμεινε. Το μόνο που υπάρχει γι̉ αυτόν είναι μια καταγγελία εναντίον του από τους Καλύμνιους, για την οποία διαβάζουμε στα πρακτικά του Βουλευτικού της Γ΄ περιόδου στις σελίδες 292-293 του 7ου τόμου των Α.Ε.Π.: Περίοδος Γ΄, 1825 Ἰουλίου 25, Συνεδρίασις ἔκτακτος 203 Προεδρία τοῦ κυρίου Πανούτζου Νοταρᾶ Α΄. ........................................ ........................ Β’. Ἀνεγνώσθη καὶ ἄλλο ὑπ᾿ἀρ. 10035 ἐγκλεῖον καὶ τρεις ἀναφορὰς τῶν Καλυμνίων, παραπονουμένων διὰ τὰς καταχρήσεις τοῦ ἐκεῖ Ἐπάρχου των Δ. Ἀρβανιτοπούλου. Τὸ Ἐκτελεστικὸν προβάλλει νὰ μετακαλεσθῇ ἐνταῦθα ὁ ἔπαρχος διὰ νὰ δώσῃ λόγον τῶν πράξεών του. Ἐνέκρινε καὶ τὸ Βουλευτικὸν τὴν πρότασιν τοῦ Ἐκτελεστικοῦ διὰ τοῦ προβουλεύματός του ὑπ᾿ ἀρ. 800. Γ΄. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ............... Ὁ Πρόεδρος τοῦ Βουλευτικοῦ Ὁ Β΄ Γραμματεὺς Πανοῦτζος Νοταρᾶς Ἀνδρέας Παπαδόπουλος
Άραγε τι είδους καταχρήσεις έκανε ο Έπαρχος στην Κάλυμνο, για τις οποίες έγιναν εναντίον του όχι μία ούτε δύο, αλλά τρεις αναφορές παραπόνων προς τη διοίκηση; Δυστυχώς δεν μπόρεσα να βρω πληροφορίες για το βίο και την πολιτεία του συγκεκριμένου Επάρχου. Η υπόθεση πάντως απασχόλησε ξανά τη διοίκηση, Βουλευτικό και Εκτελεστικό. Έτσι στη συνέχεια των πρακτικών -112-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
του Βουλευτικού της Γ΄ περιόδου διαβάζουμε στις σελίδες 294296 του 7ου τόμου των Α.Ε.Π.: Περίοδος Γ΄, 1825 Συνεδρίασις 205, Ἰουλίου 25 Προεδρία τοῦ κυρίου Πανούτζου Νοταρᾶ Μετὰ τὴν ἀνάγνωσιν τῶν πρακτικῶν τῆς 27 τοῦ παρόντος Α΄. Ἐπροβλήθη νὰ ἐμποδισθῶσιν ἐδῶ οἱ κατήγοροι τοῦ Ἐπάρχου τῆς Ἐπαρχίας Πάτμου, ἕως οὗ νὰ ἔλθῃ ὁ προσκληθεὶς ἔπαρχος. Ἐνεκρίθη ἡ πρότασις, ὅθεν καὶ ἐστάλη προβούλευμα πρὸς τὸ Ἐκτελεστικὸν ὑπ᾿ἀρ. 807. Β΄. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ............... Ὁ Πρόεδρος τοῦ Βουλευτικοῦ Ὁ Β΄ Γραμματεὺς Πανοῦτζος Νοταρᾶς Ἀνδρέας Παπαδόπουλος και συνέχεια στις σελίδες 296-297 του ίδιου τόμου Περίοδος Γ΄, 1825 Ἰουλίου 31, Συνεδρίασις 206 Προεδρία τοῦ κυρίου Πανούτζου Νοταρᾶ Μετὰ τὴν ἀνάγνωσιν τῶν προχθεσινῶν πρακτικῶν Α΄. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ............... Γ΄. Ἀνεγνώσθη καὶ ἕτερον ὑπ᾿ἀρ. 10207 ἀποκριτικὸν ὅτι διετάχθησαν οἱ ἐγκαλοῦντες τὸν Ἔπαρχον Πάτμου νὰ μείνωσι ἐνταῦθα ἕως οὗ νὰ ἔλθῃ αὐτὸς καὶ ν᾿ἀπολογηθῇ. Δ΄. Ἀνεγνώσθη καὶ ἕτερον ὑπ᾿ἀρ. 10260, εἰς τὸ ὁποῖον ἐγκλείεται ἀναφορὰ τῶν πληρεξουσίων τῆς νήσου Καλύμνου· ζητεῖ δὲ τὸ Ἐκτελεστικὸν τὴν γνώμην τοῦ Βουλευτικοῦ εἰς τὰ ἀναφερόμενα τῶν Καλυμνίων. Ἀνεγνώσθη καὶ ἡ ἀναφορὰ τῶν ἰδίων, οἵτινες παρακαλοῦσι νὰ τοὺς δοθῇ ἡ ἄδεια ν᾿ ἀπέλθουν εἰς τὴν ἐπαρχίαν των, ἐπειδὴ καὶ θέλουν χρησιμεύσει πολὺ εἰς τὴν συνάθροισιν τοῦ ἐράνου, ὅστις ὡς πρὸς τὴν νῆσόν των εἶναι πολὺ βαρύς, ἐπειδὴ ἡ Κάλυμνος διωρίσθη νὰ πληρώσῃ -113-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
γρόσια 15.000, ἐν ᾧ αἱ ἄλλαι νῆσοι τῆς αὐτῆς ἐπαρχίας πλέον μεγαλύτεραι ἐπληρώθησαν ὀλιγώτερον. Ἀνεγνώσθησαν καὶ αἱ ἀναφοραὶ τῆς Ἐπαρχίας Πάτμου κατὰ τοῦ Ἐπάρχου των Δημητρίου Ἀρβανιτοπούλου, ὁμοίως καὶ ἡ τοῦ ἐπάρχου ἀπολογητική. Ἀπεφασίσθη νὰ δοθῇ ἡ ἄδεια εἰς τοὺς πληρεξουσίους νὰ ἀπέλθωσιν εἰς τὴν ἐπαρχίαν των, ὅταν δὲ φθάσῃ ὁ κατηγορούμενος ἔπαρχός των ἐδῶ, νὰ ἔλθωσι καὶ αὐτοί. Περὶ δὲ τοῦ ἐράνου ἐκρίθη εὔλογον νὰ πληρώσωσι μόνον 10.000. Καὶ περὶ τούτων ἐστάλη προβούλευμα ἀποκριτικὸν εἰς τὸ Ἐκτελεστικὸν ὑπ᾿ ἀρ. 812. Ε΄. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ............... Ὁ Πρόεδρος τοῦ Βουλευτικοῦ Ὁ Β΄ Γραμματεὺς Πανοῦτζος Νοταρᾶς Ἀνδρέας Παπαδόπουλος Φαίνεται ότι οι κατηγορίες κατά του Επάρχου για ‘‘καταχρήσεις’’ ήταν αρκετά σοβαρές, αφού τις αναφορές τους οι Καλύμνιοι δεν τις έστειλαν στη διοίκηση με κάποιον απεσταλμένο απλό μεταφορέα, αλλά με ειδικούς πληρεξούσιους, οι οποίοι ασφαλώς θα υποστήριξαν και προφορικά τις κατηγορίες και γι̉ αυτό τους ζητήθηκε να μείνουν εκεί μέχρι να προσέλθει και ο κατηγορούμενος Έπαρχος. Αξιοπρόσεκτη επίσης είναι η έμμεση ‘‘εκ του πλαγίου’’ διαμαρτυρία των Καλύμνιων για το ποσό που τους ζητήθηκε να μαζέψουν με έρανο από την Κάλυμνο, το οποίο όντως πρέπει να ήταν υπέρογκο, αφού χωρίς δεύτερη κουβέντα μειώθηκε κατά 33%. Στην αρχή του έτους 1826 οι σφουγγαράδες της Καλύμνου είχαν μια διένεξη με τον ενοικιαστή του τελωνείου, ο οποίος εισέπραττε τους δασμούς (τελώνια) επί των διακινουμένων από το λιμάνι αγαθών. Η υπόθεση με αναφορά του Τελώνη έφθασε μέχρι την κεντρική διοίκηση και απασχόλησε τα δύο σώματά της, Βουλευτικό και Εκτελεστικό. Έτσι από τα πρακτικά του Βουλευτικού διαβάζουμε στις σελίδες 415-416 του 7ου τόμου των Α.Ε.Π.: -114-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Τῇ 8 Ἰανουαρίου 1826, Συνεδρίασις 303 Προεδρία τοῦ κυρίου Πανούτζου Νοταρᾶ Μετὰ τὴν ἀνάγνωσιν τῶν πρακτικῶν τῆς 5 τοῦ παρόντος Α΄. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ............... Ζ΄. Ἀνεγνώσθη καὶ ἄλλο ὑπ᾿ ἀρ. 15744, εἰς τὸ ὁποῖον ἐγκλείεται ἀναφορά τοῦ Ὑπουργείου τῆς Οἰκονομίας ὑπ᾿ ἀρ. 3879 ἐμπεριέχουσα ἀντίγραφον ἀναφορᾶς τοῦ τελώνου τῆς νήσου Καλύμνου, διὰ τῆς ὁποίας οὗτος λέγει ὅτι οἱ Καλύμνιοι εἰσάγοντες εἰς τὴν νῆσον σπογγάρια ἱκανά, ἅτινα ἐκφέρουσιν ἐκ τῆς θαλάσσης, δὲν δίδουσι εἰς τὸν τελώνην τὸ νόμιμον δόσιμον προτείνοντες νὰ περιμένῃ ἕως ὅτου νὰ πωληθῶσιν· ἀλλ᾿ αὐτὸς, ἐπιστηριζόμενος εἰς τὸ δικαίωμα τῆς εἰσαγωγῆς, ἀπαιτεῖ τελώνιον κα πρὸ τῆς πωλήσεως. Το Ἐκτελεστικόν, πρὶν ἀποφασίσῃ τί, θὰ περιμένῃ πρότερον τὴν γνώμην τοῦ Βουλευτικοῦ. Δὲν ἔγινε δεκτὴ ἡ αἴτησις τοῦ τελώνου, ἐπειδὴ καὶ τὰ σπογγάρια δὲν εἰσάγονται εἰς τὴν Κάλυμνον ἀγοραζόμενα ἀπ᾿ ἄλλο μέρος, ἄλλ᾿ εἶναι προϊὸν τῶν κόπων τῶν Καλυμνίων. Ὅθεν ἐστάλη ἀπάντησις διὰ προβουλεύματος ὑπ᾿ ἀρ. 1134 σύμφωνος μὲ ταύτην τὴν ἀπόφασιν. Η΄. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ............... Η με αρ. 1134 απάντηση του Βουλευτικού προς το Εκτελεστικό υπάρχει στη σελίδα 394 του 8ου τόμου των Α.Ε.Π. και είναι η εξής: Ἀριθ. 1134 ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΤΟ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΝ ΣΩΜΑ Πρὸς τὸ Σεβαστὸν Ἐκτελεστικὸν Εἰς ἀπάντησιν τοῦ ὑπ᾿ἀρ. 15744 προβουλεύματος τοῦ Σ. τούτου Σώματος τὸ Βουλευτικὸν δὲν ἐγκρίνει τὴν αἴτησιν τοῦ -115-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ἐνοικιαστοῦ τῶν προσόδων τῆς Καλύμνου διὰ νὰ λαμβάνῃ τελώνιον ἀπὸ τὰ εἰσαγόμενα σπογγάρια, ἐπειδὴ αὐτὰ δὲν εἶναι πραγματεία ἀγορασμένη ἀπὸ ἄλλο μέρος καὶ εἰσαγομένη εἰς τὴν Κάλυμνον, ἀλλ᾿εἶναι προϊόντα τῶν κόπων τῶν κατοίκων. Τῇ 8 Ἰανουαρίου 1826, ἐν Ναυπλίῳ Ὁ Πρόεδρος Ὁ Α΄ Γραμματεὺς
Στη συνέχεια, από τα πρακτικά του Βουλευτικού διαβάζουμε στις σελίδες 430-433 του 7ου τόμου των Α.Ε.Π. : Τῇ 29 Ἰανουαρίου 1826, Συνεδρίασις 316 Προεδρία τοῦ κυρίου Πανούτζου Νοταρᾶ Μετὰ τὴν ἀνάγνωσιν τῶν πρακτικῶν τῆς 5 τοῦ παρόντος Α΄. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .......................... Ζ΄. Ἀνεγνώσθη ἄλλο ὑπ᾿ ἀρ. 16153 εἰδοποιητικὸν ὅτι διετάχθη τὸ Ὑπουργεῖον τῆς Οἰκονομίας διὰ νὰ ἐνεργήσῃ τὴν γνώμην τοῦ Βουλευτικοῦ τοῦ νὰ μὴ λαμβάνωσι οἱ ἐνοικιασταὶ τοῦ τελωνίου τῆς Καλύμνου τελωνιακὸν δικαίωμα ἀπὸ τὰ σπογγάρια. Η΄. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .......................... Ὁ Πρόεδρος τοῦ Βουλευτικοῦ Ὁ Α΄ Γραμματεὺς Πανοῦτζος Νοταρᾶς
Έτσι η υπόθεση είχε αίσιο τέλος για τους σφουγγαράδες της Καλύμνου, αφού το αίτημα του Τελώνη δεν έγινε δεκτό από τη διοίκηση. Το έτος 1828 κατεβαίνει στην Ελλάδα και αναλαμβάνει την διακυβέρνησή της ο Ιωάννης Καποδίστριας. Από τις πρώτες ενέργειές του είναι να απαντήσει σε 28 ερωτήματα, που του απηύθυναν οι πρέσβεις των προστάτιδων δυνάμεων για την Ελλάδα και -116-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
τις ελληνικές περιοχές σχετικά με την κατάσταση που επικρατούσε πριν και μετά την Επανάσταση ως προς τον πληθυσμό, τη διοίκηση, τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, τις σχέσεις των κατοίκων με τους Τούρκους, κ.λπ. Στις απαντήσεις, που περιλαμβάνονται στις σελίδες 236 – 295 του 4ου τόμου των Α.Ε.Π., υπάρχουν δύο αναφορές για την Κάλυμνο. Η μία στην απάντηση του Α΄ ερωτήματος και η άλλη στην απάντηση του ΚΔ΄. Τις αντιγράφω μαζί με τα ερωτήματα: Ἐρώτημα Α΄ Πόσος ὁ ἀριθμὸς ἑκατέρων, καὶ τῶν Ἑλλήνων καὶ τῶν Μουσουλμάνων, πρὶν τοῦ ἔτους 1821, εἰς καθὲν τῶν τμημάτων τῆς ξηρᾶς καὶ τῶν νήσων τῆς Ἑλλάδος; Πόσος εἶναι καὶ τὴν σὴμερον ὁ ἀριθμὸς καὶ ποία ἡ ἀναλογία αὐτῶν εἰς τὰ αὐτὰ τμήματα; .............................................. ..................... Πίναξ ἀφορῶν τὸ Α΄ ἐρώτημα Ἀναλογική ποσότης τοῦ πλήθους τῶν Ἑλλήνων καὶ Τούρκων Σημείωσις. Χρεωστοῦμεν καὶ αὖθις νὰ κάμωμεν τὴν παρατήρησιν, ὅτι οἱ σημειούμενοι ἀριθμοὶ εἶναι μόνον οἱ ὡς ἔγγιστα καὶ ὁριστικώτερον νὰ τοὺς ἐκθέσωμεν δὲν ἐδυνήθημεν. .............................................. ..............................................
-117-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ΝΗΣΟΙ Μέχρι τοῦ 1821
Τὴν σήμερον
Χριστιανοὶ Τοῦρκοι Χριστιανοὶ Τοῦρκοι .. . . . . . . . . . . . . . . . . . Λέρος . . . . . . . . 5.000 4.000 Κάλυμνος . . . . . 6.000 4.800 Νίσυρος . . . . . . . 4.000 3.300 Τῆλος . . . . . . . . 3.000 2.800 Χάλκη . . . . . . . . 1.200 Σύμη . . . . . . . . . 8.000 4.500 Κάρπαθος . . . . . 7.500 Καστελόριζον . . 2.500 Τῶν κατοίκων τῆν νήσου Λέρου, ὡς καὶ τῶν ἀκολούθων, ὁ ἀριθμὸς ἠλαττώθη ἐκ τῆς μετοικεσίας. Αἱ ὀκτὼ δὲ αὗται νῆσοι ἦσαν ὑπὸ τὴν διοίκησιν τοῦ μπέη τῆς Ρόδου. ............................................. Ερώτημα ΚΔ΄ Ποῖαι αἱ κατὰ τὴν Ἑλλάδα ὀθωμανικαὶ ἀρχαί, ἀπὸ τὸ πασᾶν ἕως τὸν κοτζάμπασην; Ποία ἡ ἐξουσία των καὶ ποία ἡ ἔκτασις τῆς δικαιοδοσίας (jurisdiction) τοῦ Καπιτὰν πασᾶ ἐπὶ τῶν νήσων τοῦ Ἀρχιπελάγους; ............................................. ...................... Αἱ νῆσοι: Λέρος, Κάλυμνος, Νίσυρος, Τῆλος, Χάλκη, Κάρπαθος, Σύμη καὶ Καστελόριζον ὑπήγοντο εἰς τὸν μπέην τῆς Ρόδου, ὅστις ἔστελλεν εἰς αὐτὰς ζαμπίτηδες. Ἐν τοσούτῳ εἶχον καὶ τοὺς προεστῶτάς των, ἀπολάβουσαι τὸ δικαίωμα τοῦ νὰ τοὺς ἐκλέγωσι. ............................................. ...................... -118-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Τον Απρίλιο του 1828 ο Καποδίστριας δημοσιεύει ένα ψήφισμα, με το οποίο υλοποιώντας μια απόφαση της Γ΄ Εθνικής Συνέλευσης της Τροιζήνας, αναδιοργανώνει τη διοικητική διαίρεση της Ελλάδος. Αντιγράφω από τις σελίδες 333-334 του 4ου τόμου των Α.Ε.Π. : Ἀριθ. 1698 Ψήφισμα Ι΄
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ Ο ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Ἐπειδὴ ἡ ἐν Τροιζῆνι Γ΄ ἐθνικὴ Συνέλευσις ἐγνώρισε τὴν ἀνάγκην τοῦ νὰ ὁροθετηθῇ καὶ νὰ διοργανισθῇ τὸ ἐσωτερικὸν τῆς Ἐπικρατείας, κατὰ τὸν προσφορώτερον ὡς πρὸς τὴν δημόσιον οἰκονομίαν τρόπον · Καὶ ἐπειδὴ ἡ ἀνάγκη αὕτη γίνεται καθ᾿ ἑκάστην τόσον μᾶλλον ἐπαισθητή, καθ᾿ὅσον ἡ Κυβέρνησις ἔχει χρείαν τῶν μέσων, δι᾿ὧν νὰ δυνηθῶσιν οἱ κάτοικοι τῆς ἐπικρατείας νὰ ἀπολαύσωσι τὰ καλὰ, τὰ πηγάζοντα ἀπὸ τακτικὴν δημόσιον οἰκονομίαν· Ἀκούσας καὶ τὴν γνώμην τοῦ Πανελληνίου, κατ᾿αὐτὴν Ψηφίζει Ἄρθρον 1. Ἡ Πελοπόννησος περιλαμβάνει ἑπτά τμήματα. Τὸ α΄ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .......................... 2. Αἱ νῆσοι περιλαμβάνονται, ὁμοίως, εἰς ἓξ τμήματα. Τὸ α΄, περιλαμβάνει τὴν Σκίαθον, τὴν Σκόπελον, τὴν Σκῦρον, τὰ Ἡλιοδρόμια, τὰ Ψαρὰ καὶ τὰς παρακειμένας νήσους· φέρει δὲ τὸ ὄνομα Βόρειοι Σποράδες. Τὸ β΄, τὴν Σάμον, Κάλυμνον, Λέρον, Πάτμον, Ἰκαρίαν και τὰς παρακειμένας νήσους· φέρει δὲ τὸ ὄνομα Ἀνατολικαὶ Σποράδες. Τὸ γ΄, τὴν Ὕδραν, τὰς Σπέτσας, Πόρον, Αἴγιναν, Σαλαμῖνα και τὰς παρακειμένας νήσους· φέρει δὲ τὸ ὄνομα Δυτικαὶ -119-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Σποράδες. Τὸ δ΄, τὴν Σύραν, Σέριφον, Θερμία, Τσέαν, Ἄνδρον, Τῆνον, Μύκονον και τὰς παρακειμένας νήσους· φέρει δὲ τὸ ὄνομα Βόρειοι Κυκλάδες. Τὸ ε΄, Τὴν Νάξον, Πάρον, Ἴον, Σίκινον, Πολύκανδρον, Μῆλον, Κίμηλον, Σίφνον, και τὰς παρακειμένας νήσους· φέρει δὲ τὸ ὄνομα Κεντρικαὶ Κυκλάδες. Τὸ ς΄, περιλαμβάνει τὴν Σαντορίνην, Ἀνάφην, Άστυπαλαίαν, Κάσον, Κάρπαθον καὶ τὰς παρακειμένας νήσους· φέρει δὲ τὸ ὄνομα Νότιοι Κυκλάδες. 3. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ......................... Ἐν Ναυπλίῳ τῇ 13 Ἀπριλίου 1828 Ὁ Κυβερνήτης Ἰ. Ἀ. Καποδίστριας Ὁ Γραμματεὺς τῆς Ἐπικρατείας (Τ. Σ.) Σ. Τρικούπης Παρατηρούμε ότι δεν περιλαμβάνονται οι: Σύμη, Νίσυρος, Χάλκη και Τήλος, που η πρώτη Προσωρινή Διοίκηση είχε περιλάβει μεταξύ των Επαρχιών της ελληνικής επικράτειας ως Επαρχία Σύμης, τόσο στη διαίρεση του 1822, μετά από απόφαση της Α΄ Εθνικής Συνελεύσεως, όσο και του 1823 μετά από απόφαση της Β΄ Εθνικής Συνελεύσεως. Αυτό προφανώς επιβεβαιώνει την υπόθεση που διατυπώνεται πιο πάνω, ότι τα νησιά αυτά δεν περιλαμβανόντουσαν πλέον μεταξύ των ορίων του υπό αναγνώριση ελληνικού κράτους, αλλά είχαν επιστρέψει από τότε στην οθωμανική κυριαρχία. Αυτό άλλωστε είναι λογικό, λόγω της μικρής τους απόστασης τόσο από τη Ρόδο όσο και από την Κω, που ήταν κέντρα σημαντικής οθωμανικής ισχύος. Επίσης παρατηρούμε ότι τα τέσσερα νησιά που συναποτελούσαν την Επαρχία Πάτμου περιλαμβάνονται στο β΄ νησιωτικό τμήμα μαζί με τη Σάμο, υπό την διοίκηση της οποίας προφανώς υπήχθησαν με το όνομα Ανατολικές Σποράδες. -120-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Εν όψει της σύγκλισης της Δ΄ Εθνικής Συνελεύσεως στο Άργος, το καλοκαίρι του 1829, ο Κυβερνήτης ζήτησε από τις Επαρχίες να εκλέξουν και να στείλουν πληρεξουσίους, ορίζοντας ως ημέρα έναρξης της Συνελεύσεως την 25 Ιουνίου (τόμος 4ος σελ. 47 των Α.Ε.Π.). Πολλές Επαρχίες αμελούν να εκλέξουν πληρεξουσίους, κάποιες άλλες, μεταξύ των οποίων και η Πάτμος με την Κάλυμνο, τη Λέρο και την Ικαρία, δεν εκλέγουν πληρεξουσίους αλλά αναθέτουν τις πληρεξουσιότητές τους στον ίδιο τον Κυβερνήτη (τόμος 4ος των Α.Ε.Π., υποσημείωση στη σελ. 49). Ίσως τοπικές αντιπαλότητες και εγωισμοί δυσκόλευαν την εκλογή και η ανάθεση της εκπροσώπησης της Επαρχίας στον Κυβερνήτη βρέθηκε ως η εύκολη συμβιβαστική λύση. Ούτε ο ‘‘δικός μας’’ ούτε ο ‘‘δικός τους’’! Ο Καποδίστριας έστειλε τότε σε όλες τις Επαρχίες μια αυστηρή εγκύκλιο (αρ. 12369/16-5-1829, τόμος 4ος σελ. 49 των Α.Ε.Π.), τονίζοντας την ανάγκη να πραγματοποιηθεί η Συνέλευση και εξηγώντας ότι δεν είναι δυνατό να είναι ο ίδιος πληρεξούσιος κάποιας Επαρχίας, αλλά πρέπει κάθε Επαρχία να έχει τους δικούς της πληρεξουσίους αντιπροσώπους. Έτσι εκλέγονται τελικά πληρεξούσιοι από τις Επαρχίες, πηγαίνουν στο Άργος και αρχίζει η Συνέλευση με πανηγυρική προκαταρκτική συνεδρίαση στις 11 Ιουλίου 1829. (τόμος 4ος, σελίδες 55-73 των Α.Ε.Π.). Πληρεξούσιοι της Επαρχίας Πάτμου, Λέρου, Καλύμνου και Ικαρίας είναι οι Ιωάννης Καρπαθάκης και Ποθητός Νικολαΐδης (τόμος 4ος, σελίδες 73-77 των Α.Ε.Π.), και οι δύο Πάτμιοι, που αναφέρονται σε μεταγενέστερα έγγραφα ως πληρεξούσιοι εκπρόσωποι της Πάτμου σε τοπικά συμβούλια και συνελεύσεις της Τετρανήσου. Άραγε είχαν ξεπεραστεί οι διανησιωτικές, ενδοεπαρχιακές αντιπαλότητες ή η Πάτμος, ως θρησκευτικό κέντρο και επικεφαλής των τεσσάρων νησιών, όρισε τους πληρεξουσίους ερήμην των άλλων; Δεν μπόρεσα να βρω απάντηση. Οπωσδήποτε όμως είναι περίεργο το να έχουν εκλεγεί από όλους τους κατοίκους της Επαρχίας, και τα τέσσερα νησιά, και οι δύο πληρεξούσιοι Πάτμιοι και να μην είναι ο ένας τουλάχιστο Καλύμνιος ή Λέριος, δεδομένου ότι την -121-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
εποχή εκείνη υπήρχαν τόσο στην Κάλυμνο όσο και στην Λέρο, δεν ξέρω για την Ικαρία, αρκετοί μορφωμένοι πολίτες, ικανοί, κατάλληλοι και πρόθυμοι να εκπροσωπήσουν την Επαρχία και να υποστηρίξουν τα συμφέροντά της. Το 1830, όταν με το πρωτόκολλο του Λονδίνου της 22ας Ιανουαρίου/3ης Φεβρουαρίου 1830 αναγνωρίστηκε η ελευθερία και ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους (άρθρο 1ο), και καθορίστηκαν τα σύνορά του (άρθρο 2ο), τα νησιά που βρίσκονται ανατολικότερα της Αμοργού (26ο ανατολικό γεωγραφικό μήκος), μεταξύ των οποίων και η Κάλυμνος, έμειναν απέξω. Σύμφωνα με το 7ο άρθρο οι ελληνικές αρχές αποσύρθηκαν από όσα νησιά είχαν μείνει έξω από τα σύνορα. (Διονυσίου Α. Κόκκινου Η Ελληνική Επανάστασις, 1969, τόμος 6ος, σελ. 436-438). Έτσι τα νησιά μας επανήλθαν υπό την οθωμανική κυριαρχία. Δανιήλ Α. Ζερβός Φυσικός, τ. Λυκειάρχης
-122-
Ο ναός του Τιμίου Προδρόμου στο Πορτέλλι του Κάστρου της Χώρας Φωτογραφία: Μιχάλης Πάου
Πόθια και Χωριό Πίνακας: Μαρία Μπιλλήρη
Κυριάκου Κ. Χατζηδάκη
ΟΙ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΣΤΗ ΡΟΔΟ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ
Τ
Προλογικά
ο 1850, στα πλαίσια διοικητικής αναδιάρθρωσης του τουρκικού κράτους, η Ρόδος γίνεται η έδρα της Γενικής Διοίκησης του Αρχιπελάγους. Γενικός Διοικητής τοποθετήθηκε ο Moussa Safety Pacha, που ως τότε υπηρετούσε στη Δαμασκό, ενώ πιο πριν προΐστατο του Υπουργείου των Οικονομικών στην Κωνσταντινούπολη. Την ίδια περίπου χρονιά το Υπουργείο των Εξωτερικών της Αγγλίας αναβαθμίζει το μέχρι τότε υποπροξενείο του στη Ρόδο σε προξενείο. Για να μπορεί έτσι να παρεμβαίνει πιο αποτελεσματικά στην τουρκική διοίκηση, προκειμένου να διασφαλίζει τα αγγλικά συμφέροντα, αλλά και να περιορίζει τις τουρκικές αυθαιρεσίες σε βάρος των νησιωτών. Είναι χαρακτηριστικό πάντως ότι ο νέος Γενικός Διοικητής, απευθυνόμενος προς τον πρεσβευτή της Αγγλίας στην Κωνσταντινούπολη Stratford Canning1, τον διαβεβαιώνει ότι «θα διοικεί βασιζόμενος σε ανθρωπιστικές αρχές και θα διατηρεί εγκάρδιες σχέσεις με τους προξένους της Αυτής Μεγαλειότητος»2. 1. Δυναμικός διπλωμάτης, είχε χαρακτηριστεί ως «η φωνή της Αγγλίας στην Ανατολή». Από το ίδιο πόστο παλαιότερα είχε διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του νέου ελληνικού κράτους. 2. Από έγγραφο του προξένου της Αγγλίας στη Λάρνακα Niven Kerr αριθ.5/15-4-1849.
-125-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Φαίνεται πάντως, πως ο Moussa Safety Pacha παραμένει στη Ρόδο για λίγο χρονικό διάστημα γιατί το 1854 βλέπουμε να υπηρετεί στη θέση αυτή ο Ισμαήλ Πασσάς 3 Στην αρμοδιότητα του Αγγλικού Προξενείου της Ρόδου ανήκαν όλα τα νησιά που βρίσκονταν στην δικαιοδοσία της Γενικής Διοίκησης του Αρχιπελάγους, δηλαδή τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου μέχρι τη Σάμο και την Ικαρία, οι Νότιες Σποράδες – τα σημερινά δηλαδή Δωδεκάνησα – και η Κύπρος. Τα χρόνια εκείνα οι κατά τόπους προξενικές Αρχές της Αγγλίας ήταν υποχρεωμένες να ενημερώνουν, σε τακτά χρονικά διαστήματα, το Αγγλικό Υπουργείο των Εξωτερικών (Foreign Office) για τη γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε στους τόπους της δικαιοδοσίας τους. Οι λόγοι για τους οποίους συντάσσονταν οι σχετικές εκθέσεις είναι προφανείς. Η κοσμοκράτειρα τότε Αγγλία ήθελε να έχει μια εικόνα της περιοχής, ιδιαίτερα βέβαια των πλουτοπαραγωγικών πηγών, της οικονομίας και του εμπορίου. Τον Απρίλη του 1859 ο Άγγλος Πρόξενος στη Ρόδο Robert Campbell υποβάλλει έκθεση του για το νησί που καλύπτει την πενταετία 1854-1858. Αποδέκτες του πολυσέλιδου κειμένου (114 χειρόγραφες σελίδες ) είναι ο Υπουργός των Εξωτερικών της Αγγλίας James Harris και ο πρεσβευτής της ίδιας χώρας στην Κωνσταντινούπολη Henry Buliver4. **** Άγγλος πρόξενος, απαντώντας σε συγκεκριμένο ερωτηματολόγιο της προϊσταμένης του Αρχής, μας παρέχει, ανάμεσα στα άλλα, ενδιαφέροντα στοιχεία και πληροφορίες για διάφορες πτυχές της οικονομικής και κοινωνικής ζωής του νησιού.
Ο
3. Αυτό αναφέρει ο Γάλλος περιηγητής και αρχαιολόγος Victor Guerin που επισκέφθηκε τη Ρόδο εκείνη τη χρονιά. Στο βιβλίο του “L’ ile de Rhodes” αναφέρει ακόμα ότι γνώρισε τον Άγγλο πρόξενο Robert Campbell, από τον οποίο πήρε πολλές πληροφορίες για το νησί. (Βλ. Μανώλη Παπαϊωάννου: “Ρόδος και Νεώτερα Κείμενα”, εκδόσεις “Δωδώνη”, Αθήνα-Γιάννινα, 1989, σελ. 22 & 28) 4. Είχε διαδεχθεί τον Stratford Canning λίγους μήνες νωρίτερα
-126-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Ανάμεσα λοιπόν στα θέματα με τα οποία καταπιάνεται είναι και οι υγειονομικές συνθήκες που επικρατούσαν εκείνη την πενταετία στη Ρόδο. Αναφερόμενος κατ’ αρχήν στη φυσική κατάσταση των κατοίκων, ο Robert Campbell σημειώνει πως, χάρη στο θαυμάσιο κλίμα του νησιού, οι άνθρωποι έχουν γενικά καλή υγεία και είναι μακρόβιοι. Και τούτο, όπως σημειώνει, παρά τα μειονεκτήματα που προκύπτουν από το φτωχό βιοτικό τους επίπεδο, από τους γάμους τους σε μικρή ηλικία και, όσον αφορά στους Έλληνες, από τις μεγάλες και συνεχείς νηστείες. Χαρακτηριστικό μάλιστα είναι το παράδειγμα που αναφέρει, μιας Τουρκάλας που πέθανε το 1858, σε ηλικία 128 χρόνων!..Μπορούσε, όπως γράφει, να μαγειρεύει και να φροντίζει τον εαυτό της μέχρι τα τελευταία της… Από όσα γράφει ο Άγγλος Πρόξενος, δεν υπήρχε καμιά φροντίδα εκ μέρους της τουρκικής διοίκησης για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των κατοίκων. Ούτε και κάποια ουσιαστική πρόνοια για τους ανήμπορους και τους άπορους. «Αυτό που είναι ακόμη χειρότερο», γράφει στην έκθεση του, «είναι πως οι άνθρωποι πέφτουν στα χέρια Ελλήνων και Ευρωπαίων τσαρλατάνων (quacks), αυτοαποκαλούμενων γιατρών, στους οποίους επιτρέπεται να παρέχουν φάρμακα και να αποδεκατίζουν ατιμώρητα τα ανύποπτα θύματα τους…» Ο Robert Campbell σημειώνει πως εύκολα θα μπορούσε να δοθεί ένα τέλος σ’ αυτή την κατάσταση, αν οι τοπικές Αρχές απαιτούσαν να προσκομίζουν το δίπλωμα τους όλοι εκείνοι που επιχειρούσαν να ασκήσουν το ιατρικό επάγγελμα.
Δ
****
εν γνωρίζουμε βέβαια πως ήταν η κατάσταση στα μικρότερα, προνομιούχα και αυτοδιοικούμενα νησιά των Νότιων Σποράδων, εκείνη την περίοδο. Ο πρόξενος αναφέρει πως οι τοπικές Δημογεροντίες εισέπρατταν τότε και «φόρους για κοινωνικούς σκοπούς». Πάντως, λίγα χρόνια αργότερα, με την -127-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
οικονομική άνθιση λόγω του σπογγεμπόριου, στην Κάλυμνο για παράδειγμα, αρχίζει να οργανώνεται πιο ουσιαστικά η κοινωνική πρόνοια, στα πλαίσια μιας ευνομούμενης πολιτείας. Με τα “φιλανθρωπικά δικαιώματα” που καθιερώνει η Δημογεροντία, μπορεί να παρέχει δωρεάν εκπαίδευση στους νέους και δωρεάν επίσης ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στους κατοίκους της. Όσον αφορά στη Ρόδο, ο R. Campbell, σε μια από τις ενότητες της έκθεσης του με τίτλο «Φιλανθρωπικά Ιδρύματα» (Benevolent Institutions), γράφει: «Με εξαίρεση κάποιες άθλιες καλύβες για τους λεπρούς κοντά στην ακτή, ένα περίπου μίλι δυτικά του Νεοχωρίου, όπου στριμώχνονται οι δυστυχισμένες αυτές υπάρξεις, οι οποίες παίρνουν κάπου – κάπου λίγα πιάστρα από τη Διοίκηση, αλλά που ζούνε κυρίως από τις ευκαιριακές προσφορές των περαστικών, και εκτός επίσης από μια κουζίνα, απ’ όπου διανέμεται σούπα σε άπορους Μουσουλμάνους τρεις φορές την εβδομάδα, κανένα άλλο θεοσεβές ή φιλανθρωπικό ίδρυμα δεν υπάρχει στο νησί… Δεν υπάρχει νοσοκομείο, θεραπευτήριο (infirmary) ή άσυλο. Κουτσοί, τυφλοί, τρελοί και γέροντες αφήνονται όλοι στην μοίρα τους…»
Η
****
μόνη υγειονομική υπηρεσία που λειτουργούσε στη Ρόδο εκείνα τα χρόνια ήταν το Λοιμοκαθαρτήριο (Quarantine Station), ή, όπως αλλιώς το έλεγαν, το Λαζαρέττο5. Ήταν ένας σταθμός απομόνωσης κάτω από τον έλεγχο ενός διευθυντή και ενός Ευρωπαίου γιατρού. Βρισκόταν σε απόμακρο μέρος του λιμανιού6 και εκεί γινόταν ο έλεγχος των πλοίων 5. Ξενική ονομασία από το πρώτο, ως φαίνεται, λοιμοκαθαρτήριο που λειτούργησε το 1594 στη νησίδα Άγ. Λάζαρος της Βενετίας. 6. Από όσα ανφέρει ο Guerin το Λοιμοκαθαρτήριο πρέπει να βρισκόταν στο μέσον απόμακρου μώλου, στα δεξιά γι΄ αυτόν που εισερχόταν στο λιμάνι.
-128-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
που εισέπλεαν στο λιμάνι, ιδιαίτερα εκείνων που προέρχονταν από τα παράλια της Αφρικής. Ήταν μια περίοδος που η επιδημία πανούκλας μαινόταν ακόμα σε κείνα τα μέρη, και ιδιαίτερα στη Βεγγάζη. Αν λοιπόν τα πλοία δεν ήταν εφοδιασμένα με καθαρά υγειονομικά έγγραφα, έμπαιναν σε καραντίνα στο σταθμό απομόνωσης για δεκαπέντε μέρες, μέχρις ότου τους χορηγηθεί η άδεια ελευθεροεπικοινωνίας. Χωρίς αυτήν, πληρώματα και επιβάτες ούτε έρχονταν σε επικοινωνία με τους κατοίκους, ούτε μπορούσαν να πλεύσουν ελεύθερα προς άλλα νησιά του Αρχιπελάγους. Να προσθέσουμε εδώ ότι και στα γύρω νησιά (Κάσο, Κάρπαθο, Σύμη, Καστελλόριζο κ.α), αλλά και στα «πάνω» νησιά7 των Νότιων Σποράδων υπήρχε ένας υπάλληλος που έλεγχε τα υγειονομικά έγγραφα των πλοίων, προκειμένου να επιτρέψει ή όχι την ελευθεροεπικοινωνία με τους ντόπιους. Για το Λοιμοκαθαρτήριο πάντως της Ρόδου ο Άγγλος πρόξενος αναφέρει πως, πέραν του αυστηρού ελέγχου που γινόταν εκεί, οι εγκαταστάσεις του βρισκόντουσαν «σε άθλια κατάσταση βρωμιάς και παραμέλησης..» Αλλού πάλι σημειώνει: «Με εξαίρεση τον εμβολιασμό από το γιατρό του Λοιμοκαθαρτηρίου προς όλους, έτσι όπως απευθύνονται σ’ αυτόν για το συγκεκριμένο σκοπό, καμιά άλλη ιατρική φροντίδα δεν παρέχεται από την κυβέρνηση στην κοινότητα..»
Έ
****
να από τα πιο σημαντικά στοιχεία της πενταετούς έκθεσης του R. Campbell είναι η πληθώρα των στατιστικών πινάκων που παραθέτει και που είναι αποτέλεσμα 7. Τα “πάνω” και τα “κάτω” νησιά. Έτσι αποκαλούσαν τα νησιά που βρίσκονται πάνω και κάτω από την Κω.
-129-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
προσωπικής του κυρίως έρευνας. Και τούτο γιατί, όπως και ο ίδιος παρατηρεί.. «Σχεδόν καθόλου δεν τηρούνται Μητρώα, πρακτικά ή αρχεία σ’ αυτά τα νησιά και, καθώς οι Αρχές, ως εκ τούτου, αρνούνται γενικά να δίνουν πληροφορίες8 για τοπικά ζητήματα, ακόμα και όταν συμβαίνει να έχουν κάποια στοιχεία – κάτι που είναι σπάνιο – πρέπει να τα παίρνει κανείς με μεγάλο κόπο από πολυάριθμες ιδιωτικές πηγές, και κατόπιν να εξετάζονται σχολαστικά για να προσεγγίσει κανείς την ακρίβεια..» Ακόμα και ο επίσημος κυβερνητικός κατάλογος για τον πληθυσμό, βάσει του οποίου εισπράττονταν οι φόροι, χρονολογείτο, όπως γράφει ο πρόξενος, από την εποχή της έκδοσης του Tanzimate9. Ήταν, όπως παραδέχονταν και οι Οθωμανοί αξιωματούχοι, πολύ ακατάστατος. «Όμως», γράφει στην έκθεση του ο Άγγλος πρόξενος, «από τις πιο σωστές πληροφορίες που μπόρεσα να συγκεντρώσω από νοήμονα άτομα και από δικές μου παρατηρήσεις, ο πληθυσμός αυτού του νησιού ανέρχεται στις 30.000 ψυχές περίπου και τον αποτελούν: Τούρκοι: 7.000 Έλληνες: 20.000 Εβραίοι: 2.000 Ευρωπαίοι: 400 Σύνολο: 30.000
8. Οι Δημογεροντίες των νησιών απέφευγαν να δώσουν στοιχεία επειδή υποπτεύονταν πως ο κατακτητής θα επέβαλλε νέα μέτρα σε βάρος τους. 9. Μεταρρυθμιστικό διάταγμα του 1839, επί Μαχμούτ του Β΄, με το οποίο ξεκίνησε μια μακρά περίοδος αναδιοργάνωσης του τουρκικού κράτους.
-130-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Από το συνολικό πληθυσμό της Ρόδου οι 15.600 κάτοικοι (από τους οποίους 1.000 Τούρκοι) ζούσαν στα σαράντα τέσσερα10 χωριά της Ρόδου, ενώ οι υπόλοιποι 14.400 κατοικούσαν στην παλιά μεσαιωνική πόλη11 και στα προάστια (μαράσια) Συγκεκριμένα στην παλιά πόλη ζούσαν: Τούρκοι: 6.000 Εβραίοι: 2.000 Σύνολο: 8.000 Στα οκτώ μαράσια διέμεναν: Έλληνες : 6.000 Ευρωπαίοι: 400 Σύνολο: 6.400 **** Ανάμεσα λοιπόν στους πίνακες που παραθέτει ο πρόξενος της Αγγλίας είναι και ένας που δείχνει τους θανάτους κατά εθνότητα, αλλά και τις αιτίες που τους προκάλεσαν, στην διάρκεια των ετών 1854-1858. Μόνο που, λόγω αντικειμενικών δυσκολιών, όπως αναφέρει ο ίδιος, τα στατιστικά δεν αναφέρονται σ’ ολόκληρο το νησί, αλλά περιορίζονται στον πληθυσμό της πόλης και των μαρασιών. Δηλαδή σε ένα σύνολο, όπως προαναφέραμε 14.400 κατοίκων. 10.
Ο Guerin, το 1954, κάνει λόγο για 47 χωριά.
11. Στην παλιά πόλη, που οι κάτοικοι συνήθιζαν να τη λένε “Κάστρο”, διέμεναν μόνο Τούρκοι και Εβραίοι, προνόμιο που διατηρούσαν από το 1522. Οι Φράγκοι που είχαν εκεί καταστήματα και αποθήκες, καθώς και οι Έλληνες, μόνο την ημέρα είχαν το ελεύθερο να μπαίνουν. Με την δύση του ηλίου, έπεφτε μια κανονιά, Έλληνες και Φράγκοι έφευγαν , οι πύλες του Κάστρου έκλειναν και οι γέφυρες σηκώνονταν, για να ανοίξουν και πάλι το πρωί. Το ίδιο γινόταν και την Παρασκευή, στις ώρες της προσευχής των Τούρκων. Οι χριστιανοί ήταν υποχρεωμένοι να βγαίνουν από την πόλη. Κάθε φορά που έκλειναν οι πύλες, ιδιαίτερα οι Έλληνες έπρεπε να βρίσκονται έξω από το Κάστρο. Γιατί όπως γράφει ο Guerin: “Αλοίμονο τότε στο Ραγιά που θα συλλαμβανόταν μέσα στα τείχη. Καταδικαζόμενος για πρώτη φορά σε πρόστιμο, θα καταδικαζόταν σε περίπτωση υποτροπής σε σκληρό ξυλοδαρμό....” (Μ. Παπαϊωάννου : Ρόδος και Νεώτερα Χρόνια, ο.π σελ. 84)
-131-
Οι θάνατοι στην πόλη και στα μαράσια της Ρόδου την πενταετία 1854-1858
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
-132-
ΧΡΟΝΙΚΑ
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Ο Campbell σημειώνει πως το έτος1856,206 άνθρωποι, τα περισσότερα παιδιά,είχαν πεθάνει από βλογιά ( small pox ), από το μήνα Απρίλη μέχρι τον Αύγουστο, οι θάνατοι από την οποία συμπεριλαμβάνονται στις οξείες ασθένειες (acute diseases), στον πίνακα που παραθέσαμε. Με βάση τον παραπάνω πίνακα, ο μέσος όρος των θανάτων της πενταετίας 1854-1858, (αφαιρώντας τα 206 θύματα της βλογιάς του 1956,) έχει ως εξής: Από οξείες ασθένειες : Από χρόνιες ασθένειες : Από γεράματα : Βρεφική ηλικία : Από ατυχήματα :
52 31 19 30 4
Σύνολο :
136
Σχετικά με την έρευνα που έκανε για να συντάξει τα στατιστικά με τους θανάτους ο Άγγλος πρόξενος γράφει στην έκθεση του: «Στον παραπάνω πίνακα, που περιορίζεται όπως είναι μόνο στην πόλη και στα προάστια της Ρόδου, λυπάμαι που δεν περιλαμβάνονται οι γεννήσεις και οι γάμοι, αφού δεν τηρούνται γι αυτά ληξιαρχικά βιβλία… Ούτε στα χωριά τηρούνται αυτού του είδους τα βιβλία..» ****
Τ
ο 1856 ήταν μια τραγική χρονιά για τη Ρόδο. Και τούτο γιατί στα 206 θύματα της βλογιάς ήρθαν να προστεθούν οι εκατοντάδες κάτοικοι της παλιάς πόλης που έχασαν τη ζωή τους στις 6 Νοεμβρίου 1856, στη φοβερή έκρηξη της πυριτιδαποθήκης που υπήρχε στα υπόγεια της εκκλησίας του Αγίου Ιωάννη… -133-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Λένε πως η έκρηξη , που ισοπέδωσε τα πάντα, προκλήθηκε από ένα κεραυνό. Όπως γράφει ο Guerin, για την αποθήκη αυτή υπήρχε φήμη από την εποχή των Ιπποτών ότι κάπου βρίσκεται, χωρίς ποτέ να εντοπισθεί η θέση της. Το 1854, είχε εφιστήσει την προσοχή του τότε Γενικού Διοικητή Ισμαήλ πασσά για τον κίνδυνο, που εγκυμονούσε για την πόλη η ύπαρξη της και γι’ αυτό όφειλε να την εντοπίσει. « Ο Θεός μπορεί μόνο να γνωρίζει το που βρίσκεται η αποθήκη για την οποία μιλάτε …..», απάντησε στον Guerin «με μουσουλμανική ξενοιασιά». Είναι ενδιαφέροντα τα όσα γράφει ο Γάλλος περιηγητής, για το θέμα αυτό στο βιβλίο του12 Τραγικός απολογισμός της τρομερής εκείνης έκρηξης ήταν να βρουν οικτρό θάνατο οχτακόσοι (800) περίπου άνθρωποι(!)13 και να καταστραφούν τρακόσα (300) σπίτια. «Το μεγαλύτερο μέρος των θανάτων», γράφει στην έκθεση του ο R. Campbell, «που προκλήθηκαν απ’ αυτό το θλιβερό γεγονός, μπορεί να αποδοθεί στην απάθεια του Γενικού Διοικητή που διέταξε να κλειστούν οι πύλες της πόλης με την δύση του ηλίου, όπως συμβαίνει σε κανονικές περιστάσεις, αντί να στείλει άνδρες να βγάλουν εκείνους που βρίσκονται θαμμένοι κάτω από τα χαλάσματα των πεσμένων σπιτιών…» Οι συνέπειες για την πόλη της Ρόδου ήταν ολέθριες. Και να φανταστεί κανείς πως, περίπου ένα μήνα νωρίτερα, στις 12 Οκτωβρίου 1856, ένας μεγάλος σεισμός είχε συγκλονίσει ολόκληρο το νησί και είχε προκαλέσει εκτεταμένες καταστροφές.
12.
Μ. Παπαϊωάννου : ο.π. σελ. 28
13. Οι θάνατοι από την έκρηξη δεν συμπεριλαμβάνονται στον σχετικό πίνακα που συνέταξε ο Campbel . Στο τέλος παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από την έκθεση του.
-134-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Όπως αναφέρει ο Άγγλος πρόξενος: «Προκάλεσε σημαντικές καταστροφές στην πόλη και ακόμη περισσότερες στα χωριά, πολλά από τα οποία καταστράφηκαν ολοσχερώς, ενώ το μεγαλύτερο μέρος από τα άλλα είναι τόσο πολύ γκρεμισμένα ώστε να μην είναι κατοικήσιμα..»
Από την έκθεση του Άγγλου προξένου, όπου αναφέρεται ο αριθμός των θυμάτων από τη μεγάλη έκρηξη της πυριτιδαποθήκης στην παλιά πόλη της Ρόδου.
** * Επίλογος ι υγειονομικές συνθήκες στη Ρόδο την περίοδο 1854-1858 είναι μια μόνο πτυχή της έκθεσης του προξένου Robert Campbell. Η γενικότερη περιγραφή του νησιού, οι πλουτοπαραγωγικές πηγές, η οικονομία και το εμπόριο, η τουρκική διοίκηση, οι κοινωνικές συνθήκες και γενικά η κατάσταση που επικρατούσε τότε στο νησί, καθιστούν αυτή την έκθεση σημαντική πηγή πληροφόρησης για τον φιλερεύνο αναγνώστη. Σε συνδυασμό μάλιστα με όσα καταγράφει, από την περιήγηση του στη Ρόδο το 1854, ο Γάλλος Αρχαιολόγος Victor Guerin, αλλά και με άλλες πηγές, η πενταετής αυτή έκθεση του Άγγλου προξένου ρίχνει ακόμη περισσότερο φως σ’ εκείνη την περίοδο. Η έκδοσή του αρχειακού αυτού υλικού του Αγγλικού
Ο
-135-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
προξενείου της Ρόδου, που θα περιλαμβάνει και τις αντίστοιχες εκθέσεις για τα άλλα νησιά των Νότιων Σποράδων, είναι μέσα στους στόχους μας. Η επεξεργασία των κειμένων (μετάφραση και σχολιασμός) βρίσκεται ήδη προς το τέλος της. Ελπίζουμε η προσπάθεια μας σύντομα να ευοδωθεί… ΙΖ΄ Πολιτιστικό Συμπόσιο Δωδεκανήσου Ρόδος, 1-3 Ιουλίου, 2011
Κυριάκος Κ. Χατζηδάκης τ. Λυκειάρχης Πρόεδρος Αναγνωστηρίου Καλύμνου
(Η εργασία αυτή αφιερώνεται στη μνήμη της καλής Καλυμνιάς Νίκης Θεοδώρου, που με πολλή αγάπη για τον τόπο της, με ιστορικό και ερευνητικό ενδιαφέρον, συγκέντρωσε όλο αυτό το πολύτιμο αρχειακό υλικό και μου το εμπιστεύτηκε για την αξιοποίηση του. Κ.Χ.)
Απόσπασμα εγγράφου του Άγγλου προξένου Robert Cambell με την υπογραφή του.
-136-
Φωτογραφία: Στάθης Κλήμης
Σφουγγαράδικα στο λιμάνι της Καλύμνου αρχές του περασμένου αιώνα
Γιάννη Νικολάου Ρήγα
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΝΑΥΤΙΚΗ ΜΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Χ
ρόνια τώρα, παλιά κιτρινισμένα χαρτιά, όχι ξεχασμένα,μα δυστυχώς παραμελημένα, κλεισμένα στα συρτάρια μου, περίμεναν υπομονετικά να ασχοληθώ μαζί τους. Επί τέλους, τώρα, έχοντας λίγο ελεύθερο χρόνο, κατάφερα να τα ξεφυλλίσω και, με χαρά μου, είδα να ξετυλίγονται στις σελίδες τους παλιές ναυτικές ιστορίες, με πρωταγωνιστές άξιους και τολμηρούς Καλύμνιους σφουγγαράδες. Κατέγραψα τα ιστορούμενα γεγονότα σε ένα κείμενο, χωρισμένο σε δύο ενότητες. που η πρώτη απ’ αυτές αναφέρεται στην επιχείρηση ανέλκυσης, στο 1847, των ναυαγίων του τουρκοαιγυπτιακού στόλου στο Ναβαρίνο (1827) και η δεύτερη σε ένα ναυάγιο του 1861, με ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την Κάλυμνο της εποχής εκείνης. Σκέφτηκα, πως δεν πρέπει άλλο να μένουν φυλαγμένα, μια που το Αναγνωστήριό μας μου δίνει τη δυνατότητα να τα μοιραστώ με κάθε συμπατριώτη μας, που ενδιαφέρεται και που ίσως θελήσει να προσθέσει, να συμπληρώσει ή και να διορθώσει τις πληροφορίες, τις παρατηρήσεις και τα σχόλια, που συνοδεύουν τα κείμενα αυτά, που γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό τα παραθέτω, όπως ακολουθούν.
-139-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Α) ΚΑΛΥΜΝΙΟΙ ΣΦΟΥΓΓΑΡΑΔΕΣ ΣΤΟ ΝΑΒΑΡΙΝΟ
Ν
ύχτα της 20ής Οκτωβρίου 1827. Μόλις τέλειωσε η ναυμαχία του Ναυαρίνου.1 Μια ναυμαχία δραματική, που «πρόσθεσε στο χάρτη της Ευρώπης το εθνικό Κράτος της ελεύθερης Ελλάδας».2 Ξημερώνοντας η επόμενη μέρα βρίσκει τα ήρεμα πια νερά στο περήφανο Νιόκαστρο, στον κόλπο του Ναυαρίνου, να κρύβουν στον κόρφο τους τα συντρίμμια σχεδόν ολόκληρου του τουρκοαιγυπτιακού στόλου3. Κι’ έμειναν εκεί κρυμμένα, για αρκετά χρόνια, γιατί ήταν δύσκολο το εγχείρημα της ανέλκυσής τους, με τα μέσα της εποχής εκείνης. Χρειάζονταν ικανοί, δυνατοί, τολμηροί και ριψοκίνδυνοι δύτες, για να εντοπίζουν τα ναυάγια και να εκτελούν την επιχείρηση της ανέλκυσής τους, μια επιχείρηση αναγκαία και πολύ σημαντική για το νεοσύστατο τότε Ελληνικό Κράτος, γιατί τα «λάφυρα» αποτελούσαν χρήσιμο πολεμικό υλικό, αλλά και σημαντικό οικονομικό πόρο4. Αρκεί στην περίπτωση αυτή να αναφερθεί, ότι στη ναυαρχίδα του Αιγυπτιακού στόλου, με το όνομα “Moharem Bey”, υπήρχαν χρυσά νομίσματα, για μισθοδοσία 30.000 περίπου αξιωματικών και ναυτών, καθώς και
1. Ορθότερος θεωρείται ο τύπος ΝΑΒΑΡΙΝΟ, αλλά επικρατέστερος και συνήθης ΝΑΥΑΡΙΝΟ (Για την ιστορία και τα τοπωνύμια της Πύλου: Δ. Παπαδήμα, έκδ. 2005). 2. Ελένης Ε. Κούκου, «Η ναυμαχία του Ναυαρίνου και οι ξένες δυνάμεις».3. Στη ναυμαχία του Ναυαρίνου οι δυνάμεις των Τούρκων υπέστησαν σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή. Οι απώλειές τους ήσαν τραγικές. Βυθίστηκαν 60 πολεμικά πλοία του στόλου τους και πολλά άλλα ανατινάχτηκαν και βυθίστηκαν από τους ίδιους, για να μη πέσουν στα χέρια των συμμάχων, ενώ οι σύμμαχοι δεν έχασαν κανένα πλοίο (Ηλία Μυσιρλή: Η Πύλος στη διαδρομή των αιώνων, έκδ. 2003, σελ. 123 και Ελένης Ε. Κούκου: Πρακτικά Α! Συνεδρίου Πολιτιστικού Συλλόγου Πύλου, σελ. 53).4. Σχετική αναφορά γίνεται στον κρατικό προϋπολογισμό του Κυβερνήτη της Ελλάδος Ι. Καποδίστρια, για το έτος 1928 (Παύλου Πετρίδη: Νεοελληνική Πολιτική Ιστορία, τ. Α!, σελ. 353).-
-140-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
πολύτιμοι λίθοι και λάφυρα5. ΄Ηταν όμως ήδη γνωστό σε όλους, πως οι φημισμένοι σφουγγαράδες της Καλύμνου, τολμηροί και ριψοκίνδυνοι, όργωναν τους σκοτεινούς βυθούς ολόκληρης της Μεσογείου. Γι’ αυτό ο ένδοξος πυρπολητής της Ελληνικής επανάστασης, Κωνσταντίνος Κανάρης είχε με καμάρι στο καράβι του, για βοηθό του, ως τολμηρό και ικανότατο βουτυχτή, τον Καλύμνιο σφουγγαρά Ιωάννη Καλογιάννη6. Και ο Δημήτριος Υψηλάντης, με επιστολή του, στις 18 Ιουνίου 1821, αναζητά Καλύμνιους «ικανούς, αξίους και επιτηδείους βουτικτάδες», για να ανασύρουν κανόνια και άλλα πολεμικά λάφυρα, από τούρκικα πλοία, βυθισμένα από τους πυρπολητές μας στο λιμάνι της Ερεσού Μυτιλήνης7. ΄Ηταν λοιπόν πολύ φυσικό και αναμενόμενο, η δύσκολη αυτή και επικίνδυνη αποστολή, να ανατεθεί σε Καλύμνιους σφουγγαράδες.Και πράγματι, στις 9 Δεκεμβρίου 1847, υπογράφεται γι’ αυτό το σκοπό το συμφωνητικό, που ακολουθεί αυτούσιο και στο οποίο καθορίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, ως εξής: Συμβόλαιον. Ο υποφαινόμενοι πλοίαρχοι εσυμφωνήσαμεν με τον εργολάβον να υπάγομεν το ερχόμενον καλοκαίριον δια να εκβυθίσωμεν τα εν τω λιμένι του Νεοκάστρου πράγματα του πυρποληθέντος τουρκικού στόλου, με τους εξής όρους: Α. Ο εργολάβος ωφείλει να προμηθεύση εις τους ρηθέντας
5.
Ιωάννη Χ. Μπαϊμπάκη: Χαμένοι θησαυροί στην Ελλάδα, έκδ. Αρχέτυπο, 2005, σελ 97.
6. ΄Ιωνα Δραγούμη: Μαρτύρων και Ηρώων αίμα – έκδ. 1973, σελ. 60. 7. Η πολύ ενδιαφέρουσα αυτή Επιστολή Υψηλάντη δημοσιεύτηκε από τον κ. Δανιήλ Α. Ζερβό, στα «Καλυμνιακά Χρονικά».
-141-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
πλοιάρχους τα σχοινία και τους μακαράδαις, όσα ήθελον χρειασθεί εξ ιδίων του, χωρίς να υπόκεινται οι πλοίαρχοι εις ουδεμίαν πληρωμήν, μεθ’ ών και τον στατήρα. B. O εργολάβος οφείλει να χορηγήσει εις τους πλοιάρχους την πυρίτιδα, στάμναις και τσιμπούκια διά την μίναν και να πληρώνει έκαστος των πλοιάρχων το αναλογούν εις αυτόν μέρος, και ο εργολάβος επίσης. Γ. Εξ όλου και του οποιουδήποτε πράγματος ό ήθελεν εκβυθισθή, να λαμβάνει ο εργολάβος εκ του ημίσεως (διότι το άλλο ήμισυ θα λαμβάνει η Ελληνική Κυβέρνησις)8 να λαμβάνει το πέμπτον, αριθ. 1/5, τα δε άλλα τέσσερα πέμπτα αριθ. 4/5 οι πλοίαρχοι. Δ. Η διανομή των εκβυθιζομένων πραγμάτων θέλει γίνεσθαι κατά παν Σάββατον, χωρίς τινος προφάσεως εξ οποιουδήποτε μέρους. Ε. Οι ρηθέντες πλοίαρχοι θέλουν εργάζεσθαι ο καθείς ιδιαιτέρως, και οποιαδήποτε έξοδα ήθελον συμβή, να πληρώνει ο καθείς ιδιαιτέρως αναλόγως του μεριδίου του, πλην των σχοινίων και μακαράδων, καθώς διαλαμβάνει το α΄ άρθρον της παρούσης συμφωνίας. ΣΤ. Ούτε ο εργολάβος, ούτε οι πλοίαρχοι δύνανται να στείλωσιν άλλο πλοίον προς εκβύθισιν, ειμη έν μόνον, οποιονδήποτε θελήσει ο εργολάβος, αλλά και αυτό θέλει υπόκειται εις τους ιδίους όρους. Ζ. Ο εργολάβος οφείλει να δώσει μίαν μόνον μαούναν, την οποίαν θέλουν μεταχειρίζεσθαι όλοι οι πλοίαρχοι, ο καθείς ιδιαιτέρως, και εάν εκ μέρους του εργολάβου, ή εκ μέρους των πλοιάρχων συμβή πρόσχημά τι προς ζημίαν της εκβυθίσεως να υπόκειται ο αίτιος εις πληρωμήν χιλίων αριθ. 1.000 δραχμών. Η. Οι εκβυθισταί ωφείλουσι να δουλεύουσιν έως τας δέκα πέντε αριθ. 15 Σεπτεμβρίου, και τότε αμέσως, αφού λογαριασθώσι να αναχωρώσιν, εκτός εάν κανείς θελήσει να μείνη ακόμη είναι 8.
Η αναφορά αυτή επιβεβαιώνει τον επίσημο κρατικό χαρακτήρα της επιχείρησης.-
-142-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
δεκτός. Τότε μόνον δεν είναι υπεύθυνοι να δουλεύωσιν έως τότε, όταν αποδειχθεί ότι δεν έχει ο λιμήν προς εκβύθισιν πράγματα9. Θ. Εάν εκ μέρους του εργολάβου ήθελε συμβή κανέν εμπόδιον προς ζημίαν των εκβυθιστών να πληρώνει ο εργολάβος εις αυτούς τα έξοδα όλα και τας ζημίας των. Ι. και τελευταίον, εάν τις των πλοιάρχων κλέψη ό,τι δήποτε εκβυθισθέν πράγμα, και αποδειχθεί η κλοπή, να πληρώνει έπειτα δεκαπλασίως την αξίαν του. ΄Η εάν τις εξ αυτών αρνηθή να έλθη προς εκβύθισιν να πληρώνει εις τον εργολάβον δι’ αποζημίωσιν τέσσαρας χιλιάδας αριθ. 4.000 δραχμάς. ΄Οθεν προς πίστωσιν εγένετο το παρόν συμβόλαιον εις τέσσερα όμοια υπογεγραμμένα παρ’ όλων ημών και του εργολάβου, εξ ών έκαστος θέλει κρατεί έν. Εγένετο εν Αθήναις την εννάτην 10βρίου του χιλιοστού οκτακοσιοστού τεσσαρακοστού εβδόμου έτους, ημέραν τρίτην της εβδομάδος. Ο εργολάβος - Αντί του εργολάβου Γεωργίου Γιαλάφου, Ν. Καμπούρης. Οι πλοίαρχοι : Ν. Κορφιάς – Ιωάννης Κουτζουράης, Θέμελης Κουφός (;), γραφόμενος δια Ιωάννου Κουτρούλη, Θεόδωρος Δρόσου Χη”Θεοδώρου, Ιω” διακομιχάλης, γιώργης διακομιχάλης, Θεοφίλης Μουζουράκης, τα ανο στεργούνται γεώργηος καραφυλις(;) ιπόσχουμε και εδώ υπογράφομε δια χειρός μου10.
9. Παρά το γεγονός ότι το συμφωνητικό προβλέπει επιχείρηση ενός έτους, φαίνεται ότι εργασίες επαναλήφθηκαν και πολύ αργότερα, πάλι με Καλύμνιους δύτες. Η «Εφημερίς των παίδων», στο τεύχος Οκτωβρίου 1868, αναφέρει κατά λέξη: «τον χιτώνα τούτον (σ.σ. προφανώς αναφέρεται στο σκάφανδρο) μεταχειρίζονται ήδη και οι ημέτεροι Καλύμνιοι εις την Πύλον, προς ανεύρεσιν και ανύψωσιν κανονίων και άλλων πραγμάτων, ευρισκομένων εις τα σκάφη του κατά το 1827 πυρποληθέντος και βυθισθέντος τουρκικού στόλου». Το σκάφανδρο είχε ήδη αρχίσει να χρησιμοποιείται για τη σπογγαλιεία, στη Σύμη από το 1863 και στην Κάλυμνο από το 1866. 10. Ευχαριστώ θερμά τον αγαπητό φίλο κ. Δανιήλ Α. Ζερβό, για την πολύτιμη βοήθειά του στην ανάγνωση του κειμένου σε πολλά σημεία του και, ειδικότερα, στα δυσανά-
-143-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Β) ΑΠΟ ΕΝΑ ΝΑΥΑΓΙΟ ΤΟΥ 1861
Σ
τις 11 Αυγούστου 1861, ένα πλοίο εμπορικό, με το όνομα «Ουρανία», ξεκινά από την Τεργέστη, φορτωμένο με διάφορα εμπορεύματα, με προορισμό την Κάλυμνο και τη Σύμη.Τη νύχτα όμως της 21 προς 22 Αυγούστου και ενώ το πλοίο βρίσκεται στη νησίδα ΄Ανυδρο11, εξ αιτίας σφοδρής θαλασσοταραχής, βυθίζεται και ο πλοίαρχος χάνεται, ενώ τα λοιπά μέλη του πληρώματος διασώζονται και υποβάλλονται στη διαδικασία της ανάκρισης, ενώπιον του «Προξενικού Πράκτορα της Υψηλής Πύλης», στη Σαντορίνη. Από τα σχετικά Πρακτικά, που ακολουθούν, αναδεικνύονται εναργέστατα οι δραματικές συνθήκες με τις οποίες ταξίδευαν οι ναυτικοί μας, αλλά ταυτόχρονα μας δίνεται και μια εικόνα επίσημη, για τα εισαγόμενα τότε στην Κάλυμνο εμπορεύματα και, συνακόλουθα, για την οικονομική ευεξία των Καλυμνίων της εποχής εκείνης. Παράλληλα όμως και κυρίως, αναδεικνύει, για μια ακόμα φορά, την τόλμη και ικανότητα των Καλύμνιων δυτών, αφού «κολυμβηταί Καλύμνιοι», με πλοίαρχο τον Καλύμνιο Ιωάννη Δρόσου Κουλλιά, χρειάστηκαν για να ανασύρουν τα «ναυαγισμένα» εμπορεύματα από το βυθισμένο πλοίο.Ας παρακολουθήσουμε όλο το ιστορικό εκείνου του ναυαγίου, μέσα από τα ίδια τα πρακτικά του Προξενικού Γραφείου της Σαντορίνης, όπως αυτά ακολουθούν αυτολεξί:
γνωστα ονόματα των πλοιάρχων. 11. ΄Ανυδρος (ή Αμοργοπούλα): Ακατοίκητη νησίδα, ανάμεσα σε Αμοργό και Σαντορίνη. ...............................................................................
-144-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
1) ΄Ε κ θ ε σ ι ς Σήμερον, στην εικοστήν έκτην Αυγούστου του έτους χιλιοστού οκτακοσιοστού εξηκοστού πρώτου, ημέραν σάββατον της εβδομάδος ώραν 5ην μετά μεσημβρίαν εν Θήρα επαρουσιάσθηκαν αυτοπροσώπως εις το Γραφείον του Αυτοκρατορικού Οθωμανικού Πρακτορείου, ενόπιον ημών του Προξενικού Πράκτορος της Υψηλής Πύλης Μιχαήλ Γύζη και των προσυπογραφομένων μαρτύρων ο Γραμματεύς του ναυαγισθέντος εμπορικού πλοίου Βομβάρδας υπό σημαίαν Οθωμανικήν, ονομαζομένου Ουρανία τόνων 105, πλοιαρχουμένου υπό του Ιωάννου Μαδραγού εκ Σύμης, Καρίας Κωνσταντίνος Κοζάς, μετά των Ναυτών Αντωνίου Κοζά, Γεωργίου Κοζά, Νικολάου Μηλία, Νικολάου Βότζη, Μιχαήλ Γεωργίου Κρουμαδιά, Γεωργίου Αρφαρά, Βασιλείου Καρανίκα και δύω επιβατών, Γεωργίου Ιωαννίδου και Αντωνίου Αγγελίδου, οίτινες κατέθεσαν ενόρκως τα εξής: Το ρηθέν πλοίον εφόρτωσεν εκ Τεργέστης διάφορα εμπορεύματα, ήτοι Ζάχαριν, Καφφέδας, Σίδηρον, υφάσματα, ασκάμα, ατσάλια, σχοινία, μπακίρια κατεργασμένα, υαλικά. Καθέκλαις, τάβλαις και άλλα είδη δια να μεταφερθώσι εις Κάλυμνον και Σύμην, αναχωρήσαμεν δε εκείθεν την 11/23ην ισταμένου μηνός με ούριον άνεμον δια τον προς ον όρον μας χωρίς να προσορμισθώμεν εις κανέν μέρος περί δε το μεσονύκτιον της 21 προς την 22 τρέχοντος μηνός εξακολουθούντος να πνέη σφοδρού ανέμου Μαϊστρου τραμουντάνα και υπάρχοντος εν ταυτώ σκότου υπερβολικού, το πλοίον αίφνης εκτύπησεν εις τον ύφαλον της Ανύδρου, ο οποίος δεν αναφέρεται εις τους χάρτας και αμέσως εβυθήσθη από την πλώραν μέχρι του πρυμνού ιστού, ακολούθως δε εξηκολούθη να βυθίζεται και το υπόλοιπον, ώστε μη δυνάμενοι να μεταχειρισθώμεν κανέν μέσον σωτηρίας ειμή μόνον να σώσωμεν την ζωήν μας, ομοφώνως άπαντες μετά του πλοιάρχου απεφασίσαμεν να επιβιβασθώμεν εις την λέμβον του πλοίου ίνα αποβιβασθώμεν εις εν μέρος της ΄Ανυδρου καθώς και απεβιβάσθημεν εκεί αμέσως ως ευρισκόμεθα, μείναντος εντός του -145-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
πλοίου μόνον του πλοιάρχου, ως μη θέλοντος κατ’ ουδένα τρόπον να έλθη και ούτος μεθ’ ημών, αλλά μας είπεν ας επιστρέψει η λέμβος να με παραλάβει, επιστρέψασα δε η λέμβος με τρεις εξ ημών καίτοι σφοδρού του ανέμου δια να τον παραλάβη, ευρέθη το πλοίον εντελώς βυθησμένον, ο δε πλοίαρχος μ’ όλας τας καταβληθείσας προσπαθείας δεν ευρέθη. επομένως η λέμβος επέστρεψεν με μεγάλην δυσκολίαν και με κίνδυνον μέγα και διαμείναμεν άπαντες την νύκταν αυτήν εις το ύπεθρον. Δεν ηδυνήθημεν δε να διασώσωμεν τα ναυτιλιακά έγγραφα ούτε άλλο τι έγγραφον ή πράγμα. Την επιούσαν ημέραν παρετηρήθη τω όντι ότι το πλοίον ήτον εντελώς βυθισμένον, αλλά δυστυχώς δεν εδυνήθημεν να μεταχειρισθώμεν κανέν μέσον όντος του μέρους εκείνου εις ό απεβιβάσθημεν ερήμου και ακατοικήτου, διαμείναμεν εκεί από τις 22 μέχρι σήμερον την πρωίαν ότε κατά καλήν μας τύχην προσορμίσθη έν πλοιάριον πέραμα12 Ελληνικόν εξ Αμοργού ονομαζόμενον ΄Αγιος Κωνσταντίνος πλοιαρχούμενον από τον Γεώργιον Βασάλον, επί του οποίου επιβιβασθέντες εφθάσαμεν ενταύθα σήμεραν περί την μεσημβρίαν εις τον κατά την Γωνίαν όρμον όπου ελημενίσθη το πλοίον και εξελθόντες διευθύνθημεν εις το Πρακτορείον τούτο δια να αναγγείλωμεν ταύτα. Καθ’ όλον δε το διάστημα της διαμονής μας εις το μέρος αυτό της ΄Ανυδρου, η τροφή μας ήτον από χοχλιούς και χόρτα. Ταύτα εκθέτομεν συνοπτικώς κατά χρέος δια τα περαιτέρω και δια να χρησιμεύση όπου δει. Ούτω συνετάχθη η παρούσα έκθεσις, ήτις αναγνωσθείσα ευκρινώς, υπεγράφη μόνον υπό των υποφαινομένων, των Μαρτύρων και ημών, των δε λοιπών Νικολάου Μηλιά, Νικολάου Βότζη και Μιχαήλ Κρουμαδιά, εβεβαίωσαν μεν αλλά δεν υπέγραψαν αγράμματοι όντες ως ομολόγησαν. (Υπογραφές): Κ. Κοζάς, Αντώνιος Κ. Κοζάς, Γεώργιος Κοζάς,
12.
Πέραμα = τύπος ιστιοφόρου πλοίου (βρατσέρα).
-146-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Γεώργιος Αρφαράς, Βασίλειος Καρανίκας. Επιβάται:Γ. Ιωαννίδης, Αντώνιος Αγγελίδης.2) Προς τον κ. Προξενικόν Πράκτορα της Υ. Πύλης εν Θήρα Επειδή το υπό σημαίαν οθωμανική εμπορικόν πλοίον Βομβάρδα ονομαζόμενον Ουρανία τόνων 105 εναυάγησεν κατά την 21 προς την 22 τρέχοντος μηνός, ως γνωρίζετε εκ της σημερινής εκθέσεώς μας. Επειδή πρόκειται ν’ αναχωρήσωμεν ήδη αμέσως και άνευ αναβολής με 3 αλιευτικά πλοιάρια σπόγγου13 εις το μέρος ένθα εναυαγίσθη το ρηθέν πλοίον ίνα προσπαθήσωμεν να διασώσωμεν ό,τι δυνηθώμεν εκ των πραγματειών και λειψάνων αυτού προς το συμφέρον των εχόντων δικαίωμα, και επειδή είμεθα ξένοι ενταύθα και δεν γνωρίζομεν τον τόπον και τους κατοίκους διά ταύτα παρακαλούμεν υμάς Κύριε Πράκτωρ να μας χορηγήσητε την συνδρομήν σας καθώς και τα αναγκαία χρήματα δια τροφήν μας. Επιφυλαττώμεθα δε ακολούθως μετά την επιστροφήν μας ενταύθα να βεβαιώσωμεν κατά τους νομίμους τύπους όσα εξεθέσαμεν εις την έκθεσίν μας. Με την επιφύλαξιν παντός δικαιώματος και ούτινος άλλου ανήκει υποφαινόμεθα ευσεβάστως. Εν Θήρα την 26 Αυγούστου 1861 Το πλήρωμα του ειρημένου πλοίου Κ. Κοζάς, Βασίλειος Καρανίκας, Γεώργιος Αρφαράς, Αντώνιος Κοζάς. Δια τους αγραμμάτους Νικόλαον Μηλιάν, Νικόλαον Βότζην και Μιχαήλ Γ. Κρουμαδιάν κατ’ αίτησίν των Ι. Α. Δελένδας. Οι επιβάται: Γ. Ιωαννίδης, Αντώνιος Αγγελίδης. Δια το ακριβές της αντιγραφής 13. Ηδη υποδηλώνονται οι Καλύμνιοι δύτες – σπογγαλιείς, οι οποίοι θα ανασύρουν τα εμπορεύματα από το ναυάγιο, όπως θα φανεί και στα τελευταία δύο πρακτικά που ακολουθούν.-
-147-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Εν Θήρα την 29ην Σεπτεμβρίου 1861 – Γ. Π. Ο Προξενικός Οθωμανικός Πράκτωρ Σφραγίδα κυκλική και υπογραφή Μιχ. Γύζης 3) Ημείς Μιχαήλ Γύζης Προξενικός Πράκτωρ της Υ. Πύλης εν Θήρα Λαβόντες υπ’ όψιν την υπό σημερινήν ημερομηνίαν αίτησιν του πληρώματος και επιβατών του ναυαγισθέντος οθωμανικού πλοίου η Ουρανία, διορίζομεν τον Κύριον Βικέντιον Κοκκάκην ίνα απέλθη μετ’ αυτών και των αλιευτικών πλοίων14 εις το μέρος όπου εναυαγίσθη το ρηθέν πλοίον δια να επιστατή και επαγρυπνή δι’ όλων των δυνατών μέσων εις την διάσωσιν των πραγματειών κλπ. Εν Θήρα την 26 Αυγούστου 1861 Ο Προξενικός Πράκτωρ: (Τ. Σ.) Μιχαήλ Γύζης Δια το ακριβές της αντιγραφής Εν Θήρα την 29ην Σεπτεμβρίου 1861 Γ. Π. Ο Προξενικός Οθωμανικός Πράκτωρ (Κυκλική σφραγίδα και υπογραφή): Μιχαήλ Γύζης 4) Σήμερον την 28 Αυγούστου του 1861 έτους εν Θήρα επαρουσιάσθη αυτοπροσώπως εις το ενταύθα Οθωμανικό Πρακτορείον ενώπιον ημών του Προξενικού πράκτορος Μιχαήλ Γύζη ο Κύριος Γεώργιος Βασάλος εξ Αμοργού όστις εξέθεσεν επί παρουσία και των υπογραφομένων μαρτύρων ότι κατά την 26 τρέχοντος ελιμενίσθη εις την έρημον και ακατοίκητον ΄Ανιδρον το υπό την διοίκησίν του πλοίον πέραμα υπό Ελληνικήν Σημαίαν άγιος Κωνσταντίνος τόνων 4.87/94 και παρέλαβεν απ’ εκεί δέκα ανθρώπους οίτινες είχον ναυαγήσει εις τον εκεί ύφαλον με την υπό Οθωμανική Βομβάρδα και τους μετέφερεν με το πλοίον του αυτό ενταύθα αυθημερόν περί την Μεσημβρίαν, εις ένδειξιν 14.
Προφανώς εννοεί τα σπογγαλιευτικά Καλύμνικα πλοία.
-148-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
υπογράφονται μόνον οι μάρτυρες μεθ’ ημών καθό αγραμμάτου όντος του ρηθέντος πλοιάρχου ως ομολόγησεν. Οι μάρτυρες: Πέτρος Δαργέντας, Ι. Α. Δελένδας. Ο Προξενικός Πράκτωρ: (Τ. Σ.) Μιχαήλ Γύζης.Δια το ακριβές της αντιγραφής Εν Θήρα την 29ην Σεπτεμβρίου 1861 Σ. Π. Ο Προξενικός Οθωμανικός Πράκτωρ (Κυκλική σφραγίδα και υπογραφή): Μιχαήλ Γύζης Κατάλογος των όσων πραγματειών έλαβεν ο πλοίαρχος Ιωάννης Δρόσου Κουλλιάς εις την αναλογίαν του 23……(;)15 138 τόπια Αμερικάνικου πανίου, 25 τόπια Μανταπολάμι,16 2 τενεκέδες Μποϊά, 1 βαρέλι Μποϊά, 1 αλαμαρίναν, 50 πανέρια, 4 ομβρέλαις, 80 πιάτα. Β. Κ.17 1 Κάσα Γυαλικά, 11 τόπια Καναβάτσον, 233 Σακκία Σκάϊα, ½ τόπι Μουσαμά, 37 λάμνες Σίδερα, 27 Δρεπάνια, 25 λάμνες Σίδερα φαρδιές, 9 Καθέκλαις, 79 κομμάτια Κανάβιον18, 120 Πάκα νήματα, 280 φύλλα τενεκέδες, 26 Βιδέλλα ηργασμένα, 221 οκ. Μπακίρι, 30 καθέρνα19 χαρτί του γραψίματος, 2 Κατάστιχα άγραφα, 60 κομμάτια λιγαδούρες, 7 Βαρέλια καρφί, 29 Βαρέλια ρούμι, 25 Κούλκομα20 σχοινί, 138 οκ. Ατσάλι, 25 τουζίνες 15. Ατυχώς, η φθορά του εγγράφου στο σημείο αυτό, δεν επιτρέπει την ανάγνωση μιας λέξης που ακολουθεί. 16. Μανταπολάμι = Εξελληνισμένη απόδοση του γαλλικού �������������������� madapolam����������� , που αντιστοιχεί σε ένα μαλακό κολλαρισμένο λευκό βαμβακερό ύφασμα (χασέ). 17. Προφανώς πρόκειται για τα αρχικά του Βικέντιου Κοκκάκη, ο οποίος, όπως ήδη ελέχθη, ορίστηκε ως επόπτης της επιχείρησης. 18. Πρέπει να εννοεί κατεργασμένη κάνναβη, της οποίες οι ίνες ήταν τότε σημαντική πρώτη ύλη, για σχοινιά και χοντρά υφάσματα. 19.
Πρόκειται, κατά πάσα πιθανότητα, για τύπο συσκευασίας του χαρτιού.
20. Κούλκομα (κόρκωμα) = τρόπος συσκευασίας των σχοινιών, από το εργοστάσιο, σε σχήμα ρόδας.
-149-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
καλημοκέρια21, 23 τόπια Μπέλλαις, 18 όμοιαι χρωματισμέναι, 14 γυναικεία φορέματα λινά, 16 τόπια φόδρες, 6 τόπια μπουγασί22, 3 τόπια Σόφι, 4 τόπια Σαντέδες, 21 μάτσον κλωστήν, 5 τόπια φανέλλα φόδρα, 26 τόπια βαμμένα πανία, 6 τόπια τσήτι, 40 τουζίνες μανδήλια διαφόρων χρωμάτων, 40 οκ. τσήτια παρακοπαί, 40 κομμάτια Μποξαλίκια, 23 Μανδήλια του λαιμού, 10 Κομμάτια χασέδες Βαμμένοι, 13 Μανδήλια Μεταξωτά, ¼ τσόχα παστάφι, 60 τόπια χασέδες, 70 τόπια Αμερικής, 20 Βιβλία έντυπα.Εν Θήρα την 27ην Σεπτεμβρίου 1861. Σ. Π. Ο Προξενικός Πράκτωρ: Μιχαήλ Γύζης Δια το ακριβές της αντιγραφής Εν Θήρα την 27 Σεπτεμβρίου 1861 Οθωμανικός Προξενικός Πράκτωρ (Κυκλική σφραγίδα και υπογραφή): Μιχ. Γύζης Κατάλογος των όσων πραγματειών έλαβον οι κολυμβηταί Καλύμνιοι δια το ήμισυ μερίδιόν των από το ναυαγισθέν πλοίον η Ουρανία του πλοιάρχου Ιωάννου Μανδραγιού: 138 τόπια Αμερικάνικου πανίου, 25 τόπια χασέδες, 2 τενεκέδες Μποϊά, 1 βαρέλι Μποϊά, 1 αλλαμαρίναν, 50 πανέρια, 4 ομβρέλαις, 80 πιάτα. Β. Κ. 1 Κάσα Γυαλικά, 11 κομμάτια Καναβάτσον, 233 Σακκέτα Σκάϊα, ½ Κομμάτι Μουσαμά, 37 λάμνες Σίδερο, 27 Δρεπάνια, 25 λάμνες Σίδερον, 9 καθέκλαις λυγιά, 79 (κομ)άτια κανάβιον, …. Πάκα νήματα, …. φύλλα τενεκέδες, … Βιδέλλα ηργασμένα,.. οκ. Μπακίρι, 30 καθέρνα χαρτί του Γραψίματος, 2 Κατάστιχα άγραφα, 60 Κομμάτια λιγαδούρες, 7 Βαρέλια καρφί, 29 Βαρέλια 21. Καλημοκέριον (καλεμικέριον) = λεπτό και διαφανές γυναικείο κάλυμμα της κεφαλής (τσεμπέρι). 22. Βαμβακερό ή λινό ύφασμα με βαθύ κόκκινο χρώμα. (Τα ερμηνευτικά σχόλια οφείλω στον κ. Δανιήλ Αντωνίου Ζερβό).
-150-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
ρούμι, 25 Κόλκομα σχοινί, 138 οκ. ατσάλι, 25 τουζούνες καλημοκέρια, 23 τόπια Μπέλλαις, 18 όμοιαι χρωματισμέναις, 14 γυναικεία φορέματα λινά, 16 τόπια φόδρες, 6 τόπια μπουγασί, 3 τόπια Σόφι, 4 τόπια Σαντέδες, 21 πάκον κλωσταίς, 5 τόπια φανέλλα φόδρα, 26 τόπια βαμμένα …, 6 τόπια τσήτι, 40 τουζίνες μανδήλια διαφόρων χρωμάτων, 40 οκ. τσήτια παρακοπαί, 40 κομμάτια Μποξαλίκια, 23 όμοια μικρότερα,10 κομμάτια Χασέδες, 70 τόπια πανία Αμερικής, 20 βιβλία έντυπα. Εν Θήρα την 27ην Σεπτεμβρίου 1861 Ο Προξενικός (Πράκτωρ) Μιχ. Γύ(ζης) Συμφωνητικό καλής εκτέλεσης των συμφωνηθέντων μεταξύ της πλοιοκτησίας (Κ. Κοζάς & Σία) και του πλοιάρχου Ιωάννου (Γ)Κουλιά Οι υποφαινόμενοι Κύριος Ιωάννης Γκουλιάς και Σία αφ’ ενός και αφ’ ετέρου ο Κύριος Κωνσταντίνος Κοζάς και Σία, σήμερον εθεωρήσαμεν κάθε μεταξύ μας λογ/σμόν τροφών και διανομής της διασώσεως των πραγματειών της ναυαγισθείσης βομβάρδας η Ουρανία, ως το μεταξύ συμφωνητικόν το οποίον μένει εις τα αρχεία του Οθωμανικού τούτου Πρακτορείου και εξοφλούμεν, μη έχων ο είς την παραμικράν απαίτησιν παρά του άλλου. Δι’ ό έγινε το παρόν διπλούν, ίνα έκαστον των μερών κρατή ανά έν, προς χρήσιν του. Εν Θήρα την 28 7μβρίου 1861 Υπ. Κ. Κοζάς Α. Αγγελίδης, μάρτυς Αριθ. 546
Το Τελωνείον Θήρας
Δηλοποιείται, ότι τα εις τον παρόντα κατάλογον διάφορα εμπορεύματα είναι εκ του ναυαγισθέντος οθωμανικού πλοίου Βομβάρδα του Πλοιάρχου Ιωάννου Μανδραγού διασωθέντων δε τούτων και μεταφερθέντων, εις την Ελληνικήν Γολέταν του -151-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
πλοιάρχου Ιω. Σιγάλα. Μεταφέρονται διά κάλυμνον, είναι άπαντα θαλασσοβρεγμένα και άπαντα υποκείμενα εις το εισαγωγικόν τέλος. Εν Θήρα την 30 7βρίου 1861 Ο Τελώνης Θήρας Κυκλική σφραγίδα Υπογραφή δυσανάγνωστη. Τελειώνοντας, θέλω να ευχαριστήσω θερμά τον αγαπητό φίλο κ. Δανιήλ Αντωνίου Ζερβό, ικανότατο γνώστη της παλαιογραφίας και τον αγαπητό φίλο και συμμαθητή μου κ. Κυριάκο Κ. Χατζηδάκη, για την πολύτιμη συνεργασία και βοήθειά τους. Κάλυμνος, Οκτώβριος 2010
Γιάννης Νικολάου Ρήγας Συμβολαιογράφος
Αποσπάσματα από τις εκθέσεις του “Προξενικού Οθωμανικού Πράκτορα” της Θήρας, για το ναυάγιο του 1861.
-152-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Συμφωνητικό καλής εκτέλεσης των συμφωνηθέντων μεταξύ πλοιοκτησίας (Κ. Κοζάς & Σία) και πλοιάρχου Ιωάννου (Γ) Κουλιά.
Απόσπασμα από την “Εφημερίδα των Παίδων” (1868), που ονομάζει το σκάφανδρο “βουτηκτήριον χιτώνα¨.
-153-
Φωτογραφία: Νικόλαος Σμαλιός
« Κανονισμός τ™ν Tν Καλύμνῳ Σχολ™ν »της 5ης Αυγούστου του 1912. Του Κιρκή Πανορμίτη Σχολικού Συμβούλου Π. Ε.
Η ιστορία της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Κάλυμνο κατά την περίοδο της Ιταλοκρατίας αφετηρία της έχει τις ταυτόχρονα με την κατάληψη του νησιού, 29 Απριλίου 1912, διακηρύξεις του αντιναυάρχου Ernesto Presbitero, σύμφωνα με τις οποίες απευθυνόμενος προς τη Δημογεροντία και τους κατοίκους του νησιού δήλωνε: «... ’Από σήμερον παύει π@σα Tξουσία τ\ς ’Οθωμανικ\ς Κυβερνήσεως Tπί τ\ς νήσου, _ ‚ποία ὑπό τήν Tπιτήρησιν τ\ς ’Ιταλικ\ς Κυβερνήσεως θά α‰τοδιοικ\ται ...» και «... 2) ‘Η διοίκησις δύναται νά διατηρήσῃ τούς Tν sσχύϊ Tπί τουρκικ\ς Κυβερνήσεως φόρους. Τό προϊόν συμπεριλαμβανομένων καί τ™ν τελωνείων καί ’Υγειονομολιμεναρχείου εὑρίσκεται εsς τήν διάθεσιν τ\ς διοικήσεως διά τά σχολεrα1, τήν ὑγιεινήν, τόν φωτισμόν καί διά τήν κατασκευήν μι@ς σημαίας τ\ς τοπικ\ς χωροφυλακ\ς...»2. Στη βάση των διακηρύξεων του Ιταλού αντιναυάρχου και
1. Η υπογράμμιση δική μου. 2. Βλ. Α(ρχείο) Δ(ημογεροντίας) Κ(αλύμνου), Βιβλίο πράξεων Δημογεροντίας έτους 1912, αριθμ. πράξ. 2/29 Απριλίου 1912, πρβλ. Ιππ. Φραγκόπουλος, Ιστορία,της Καλύμνου, τ. Β΄, Αθήνα χ. χ. ε., σ. 83, 84.
-155-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
του νέου καθεστώτος που διαμορφώθηκε3, η Εφορο-Δημαρχία προχώρησε στη σύνταξη του «Κανονισμοῦ τ™ν Tν Καλύμνῳ Σχολ™ν ». Πράξη κορυφαία, καθόλου τυχαία και που, μετά βεβαιότητας, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ήταν αποτέλεσμα αναγκαιότητας και η οποία έδινε σαφές προβάδισμα στην εθνική ταυτότητα της εκπαίδευσης και στις εθνικές παραδόσεις. Ο «Κανονισμός τ™ν Tν Καλύμνῳ Σχολ™ν»4 της 5ης Αυγούστου του 1912 αποτελείται από 14 κεφάλαια, τα οποία περιέχουν 181 άρθρα στο σύνολό τους. Είναι γραμμένος με μελάνι χρώματος μαύρου, από δύο γραφείς, με αισθητή διαφορά στο γραφικό τους χαρακτήρα. Η γραφή του είναι επιμελημένη, ευανάγνωστος και εγγίζει τα όρια της καλλιγραφίας. Καταλαμβάνει δεκαοκτώ φύλλα γραμμένα εμπρός και πίσω, με γραφή που ακολουθεί τη σειρά των σελίδων από 251 έως και 287. Συντάχθηκε στην Κάλυμνο και δεν γνωρίζουμε ποιοί ήταν οι συντάκτες του. Αναμφίβολα, όπως προκύπτει από τη μελέτη του, στην ομάδα εργασίας σύνταξης του συμμετείχαν πολίτες ευπαίδευτοι και εκπαιδευτικοί που ήταν γνώστες των εκπαιδευτικών θεμάτων. Είναι καταχωρημένος στο επίσημο βιβλίο πράξεων της Εφορο-Δημαρχίας του 3. Κρίνουμε απαραίτητο να αναφέρουμε ότι, όταν καταλήφτηκε η Κάλυμνος από του Ιταλούς, το νησί αποτελούσε αυτόνομη και αυτοδιοικούμενη πολιτεία και πριν αλλά και με το νέο καθεστώς της Ιταλικής κατοχής, τυπικά τουλάχιστο και για αρκετό χρονικό διάστημα, ένεκα της ρευστής και αβέβαιης πολιτικής κατάστασης. Με πολύ καλά δομημένη την τοπική κοινωνία, η οποία είχε εκφρασμένη την πολιτική της βούληση με δημοκρατικές διαδικασίες, κατόρθωνε, εκτός των άλλων, να παρέχει δωρεάν παιδεία σ’ όλους, χωρίς καμμία διάκριση και να διατηρεί την εκπαίδευση καλά οργανωμένη και σε υψηλό επίπεδο, παρά τα προβλήματα των καιρών. Πρβλ. J. Stefanopoli, Les iles de l’ Egee. Leurs privilèges, Athènes 1912, σ. 37 κ.ε., Αντ. Τσακαλάκης, Τα ελληνικά νησιά Κύπρος και Δωδεκάνησος, εκδόσεις Gutenberg, Αθήναι 1967, σ. 24,. Σπ. Λουκάτος, « Η ζωή και η δράση των Ελλήνων στα Δωδεκάνησα. Η κατάληψη των Δωδεκανήσων από τους Ιταλούς », Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ.ΙΕ΄ (Νεώτερος Ελληνισμός, από το 1913 έως το 1941) εκδ. Εκδοτικής Αθηνών, Αθήνα 1978, σ. 469, 470. 4. Βλ. Α.Δ.Κ., Βιβλίο πράξεων Εφορο-Δημαρχίας έτους 1912, σ. 251-287.
-156-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
έτους 1912 ανυπόγραφος, ίσως για ευνόητους λόγους, και είναι βέβαιο ότι τέθηκε σε ισχύ αμέσως μετά τη σύνταξή του.5 Στην προσπάθειά μας να επισημάνουμε τα κυριότερα σημεία του κανονισμού διαβλέπουμε ότι από την αρχή του, ξεκινώντας από την κάθετη εσωτερική διαίρεση του σχολικού δικτύου,6 όριζε τους τύπους των σχολείων της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης ανάλογα με το φύλο των μαθητών σε «’Αστικές Σχολές» για τα αγόρια, «Παρθεναγωγεῖα» για τα κορίτσια και σε «’Αδιαίρετα»,7 όπου οι συνθήκες δεν επέτρεπαν το διαχωρισμό αυτό. Καταγράφει εξαρχής το δημοσυντήρητο8 σχολικό δίκτυο του νησιού της περιόδου αυτής και αναφέρει ότι τον Αύγουστο του 1912, στο νησί της Καλύμνου λειτουργούσαν τρία εξατάξια 5. Βλ. Α..Δ..Κ., Κ(ώδικας) Α(λληλογραφίας) Δ(ημογεροντίας) Κ(αλύμνου) έτους 1913, αριθμ. 60/23 Δεκεμβρίου 1913, σ. 281, όπου σε επιστολή που απευθύνει ο Δήμαρχος του νησιού προς το Δ/ντή της Νικηφορείου Ελληνικής Σχολής, διαφαίνεται χαρακτηριστικά το πνεύμα και η διάθεση εφαρμογής του κανονισμού. Μεταξύ άλλων δε αναφέρει: «Πρό πολλοῦ Aπεστάλη ὑμrν κανονισμός τ™ν Σχολ™ν Καλύμνου, Tγγριθείς καί ψηφισθείς ὑπό τοῦ δημοτ. Συμβουλίου. Τόν κανονισμόν τοῦτο ὀφείλει νά Tφαρμόζῃ π@ς διευθυντής οtασδήτινος Σχολ\ς καί Tπακριβ™ς νά συμμορφ™νται μέ τά Tν α‰τῷ διαλαμβανόμενα, καί ο‰δείς δικαιοῦται καθηγητής a δάσκαλος νά παρεκκλίνῃ α‰τοῦ. Δυστυχ™ς μετά λύπης _μ™ν μεγάλης βλέπομεν …τι τινές τ™ν διδασκόντων, Tν ταrς καθ’ _μ@ς Σχολαrς περιφρονοῦντες κανονισμούς, καί συνεπ™ς τάς Aρχάς αwτινες Tθέσπισαν α‰τούς, προβαίνουν εsς Vκτροπα κινήματα Aπάδοντα ο‰ μόνον εsς κανονισμούς, Aλλά καί εsς α‰τήν τήν κανονικήν λειτουργίαν τ\ς Σχολ\ς, καί καθημέραν Aκούονται προστριβαί μεταξύ τ™ν διδασκόντων γινόμενοι οὓτω Aφορμή Tξωτερικ™ν Tπικρίσεων…’Οφείλει καί ὑποχρεοῦται [το διδακτικό προσωπικό] Cνευ Aντιρρήσεων καί προστριβ™ν πρός τήν Διεύθυνσιν νά τηρῇ Tπακριβ™ς τόν Tγκριθέντα καί ψηφισθέντα κανονισμόν καί ο‰δέ κατά κεραίαν νά παρεκκλίνῃ α‰τοῦ ....». 6. Βλ. Κ. Τσουκαλάς, Εξάρτηση και αναπαραγωγή. Ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα ( 1830 – 1922 ), μτφρ. Πετροπούλου Ι. – Τσουκαλάς Κ., εκδ. Θεμέλιο, σειρά Ιστορική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 1922, σ. 386, 387. 7. Βλ. Κανονισμός, ο.π., σ. 251, άρθρο 1. 8. Όπως προκύπτει από τον κώδικα αλληλογραφίας της Δημογεροντίας, εκτός των δημοσυντήρητων σχολείων που προαναφέραμε, στο νησί την περίοδο αυτή λειτουργούσαν και τρία ιδιωτικά σχολεία τα οποία είχαν 240 μαθητές και 4 δασκάλους. Βλ. Α.Δ.Κ., Κ.Α.Δ.Κ. έτους 1912, σ. 228, 229.
-157-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
δημοτικά σχολεία αρρένων, ένα στη Χώρα και δύο στην Πόθια, δύο εξατάξια παρθεναγωγεία, ένα στη Χώρα και ένα στην Πόθια, ένα τετρατάξιο μεικτό στο Βαθύ και ένα τριτάξιο στην Εμπροσθινή θέση9. Μετά την καταγραφή των σχολείων του νησιού10, δεσπόζον και κυρίαρχο στοιχείο του κανονισμού αποτελεί ο συγκεκριμενοποιημένος σκοπός και στόχος της εκπαίδευσης που θέτει από την αρχή του στα άρθρα 2 και 3 και σύμφωνα με τα οποία: «... Σκοπός τ™ν σχολείων Καλύμνου καθ’ …λου μέν εyναι _ Vμμεσος Aγωγή καί παιδεία τ™ν τροφίμων α‰τ™ν, sδία δέ τό μέν τ™ν ’Αστικ™ν Σχολ™ν προτίθεται νά μορφώσῃ διά Χριστιανικ\ς 9. Εκτός από τα παραπάνω αναφερόμενα δημοτικά σχολεία, δημοσυντήρητα και ιδιωτικά, στο νησί της Καλύμνου την περίοδο αυτή λειτουργούσε και «...δ) Xν Γυμνάσιον περιλαμβάνον τρεrς Γυμνασιακάς τάξεις καί τήν τρίτην Σχολαρχείου ». Βλ. Κανονισμός, ο.π. σ. 251, άρθρο 1. 10. Ολοκληρωμένη εικόνα της εκπαιδευτικής κατάστασης του νησιού, αμέσως μετά την κατάληψή του από τους Ιταλούς, μας παρέχει η απαντητική επιστολή του δημάρχου Καλύμνου προς το γενικό Πρόξενο της Ελλάδος στη Ρόδο, με την οποία του περιγράφει την όλη κατάσταση που επικρατούσε στο νησί και στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρεται: «...1) ‘Ο πληθυσμός τ\ς Καλύμνου Aποτελεrται Aπό 25.000 περίπου κατοίκους πάντες ‘Ἕλληνες τό γένος, Tκ τ™ν ‚ποίων 200 περίπου εyναι ‘Ἕλληνες ὑπήκοοι, Τοῦρκος δέ ο‰δείς………………………… 4) 8 Uξαταξίους Aστυκάς σχολάς Aρρένων μέ 6 διδάσκαλους Uκάστη καί σύνολον μαθητ™ν περί τούς 900, 1 ‘Ελληνικήν σχολήν μέ τρεrς τάξεις γυμνασιακάς καί τήν Aνωτέραν τοῦ Σχολαρχείου μέ μαθητάς 150 Tν τῇ ‚ποία διδάσκουσιν 4 πτυχιοῦχοι καί 2 τελειόφοιτοι τοῦ ’Εθνικοῦ Πανεπιστημίου, 1 τριτάξιος σχολή Tν τῇ Tξοχῇ μέ 40 μαθητάς καί 1 διδάσκαλον καί 3 sδιωτικαί σχολαί μέ προσωπικόν διδασκάλων Tν …λῳ 4 καί μαθητάς περί τούς 240. ‘Έν Uξετάξιον Παρθεναγωγεrον μέ 7 διδασκαλίσσας καί 1 διδάσκαλον καί μαθητρίας περί τάς 150 5) 27 διδάσκαλοι κοινοτικοί και 4 sδιωτικοί 6) 10 διδασκαλίσσας 7) μαθηταί κοινοτικ™ν σχολ™ν περί τούς 1100, sδιωτικ™ν δέ περί τούς 240 8) μαθήτριαι περί τάς 600 9) _ δαπάνη τ™ν κοινοτικ™ν σχολ™ν Aνέρχεται εsς 2000 εsκοσόφραγκα. 10) τά σχολεrα συντηροῦνται Aπό τό κοινοτικόν ταμεrον...» Βλ. Α.Δ.Κ., Κ.Α.Δ.Κ. έτους 1912, αριθμ. 58/1 Σεπτεμβρίου 1912, σ. 228, 220
-158-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
^θικ\ς καί ‘Ελληνοπρεποῦς Aγωγ\ς τούς παίδας τοῦ λαοῦ, νά Aναπτύξῃ διά τέ τ\ς ε‰μεθόδου διδασκαλίας συμμέτρως καί κανονικ™ς τό τέ πνεῦμα καί τό σ™μα α‰τ™ν ›ς Aτόμων, νά χορηγήσῃ α‰τοrς ›ς μέλεσι τ\ς κοινωνίας τήν συνείδησιν τ™ν κανονικ™ν Tν γένει καθηκόντων α‰τ™ν, νά μεταδώσῃ τάς πρός περαιτέρω μόρφωσιν Aπολύτως Aναγκαίας Tν τῷ βίῳ στοιχειώδεις γνώσεις καί δεξιότητας, νά Tνισχύσῃ τήν πρός τό Aγαθόν Aγάπην α‰τ™ν …………… ……………………………………………………………………… ……………………………………………… Προορισμός Cρα τ™ν Σχολ™ν _μ™ν εyναι _ διάπλασις χρηστ™ν καί Tναρέτων πολιτ™ν ὑπέρ τ\ς οsκογενείας τε καί κοινωνίας καί πολιτείας, Aληθ™ν χριστιαν™ν ὑπέρ τ\ς Tκκλησίας καί ε‰δοκίμων Tργατ™ν ὑπέρ τοῦ Vθνους καί τ\ς Tπιστήμης. Κεφάλαιον Γον Cρθρον 3ον Στοιχεrα πρός διάπλασιν τοῦ σώματος εyναι _ Aνόργανος καί Tνόργανος γυμναστική, _ κατά τούς κανόνας τ\ς Σχολικ\ς Aγωγ\ς οsκοδομία τ™ν σχολικ™ν tδρυμάτων, _ διατήρησις καί καθαριότητα τ™ν σχολικ™ν σκευ™ν καί Tπίπλων καί τ™ν πέριξ, ‚ τακτικός Aερισμός τ™ν αsθουσ™ν τ\ς διδασκαλίας, αt κανονικαί κατά τάς Uορτάς παύσεις, τά διαλείμματα, οt περίπατοι, αt Tκδρομαί καί διακοπαί. Στοιχεrα δέ πρός Aρμονικήν Aνάπτυξιν τ™ν ψυχικ™ν δυνάμεων καί μόρφωσιν _θικοῦ χαρακτ\ρος εyναι: α) αt γνώσεις, aτοι τά πράγματα καί αt μορφαί, εsς Eς Aνήκουσι τά Tν τῷ Aναλυτικῷ προγράμματι Aναφερόμενα μαθήματα. β) Αt δεξιότητες, εsς Eς Aνήκουσιν _ γραφή, _ sχνογραφία, _ γυμναστική, _ μουσική, διδασκό-
-159-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
μεναι Tν πάσαις ταrς σχολαrς, καί τά Tργόχειρα διδασκόμενα Tν τῷ Παρθεναγωγείῳ. γ) Τά διδακτικά μέσα, οzα εyναι ƒργανα φυσικ\ς καί χημείας, παρασκευάσματα διαφόρων Aντικειμένων, Tκμάγματα, σφαrραι, εsκόνες, χάρται, κ.τ.λ. καί δ) οt ποιναί καί Aμοιβαί».11 Προτεραιότητα και ιδιαίτερη σημασία δίδεται, αμέσως μετά τη στοχοθεσία, στην κατά το δυνατό ορθότερη εκμετάλλευση του σχολικού χρόνου. Ορίζει τη διάρκειά του διδακτικού έτους σε δέκα μήνες, με έναρξη την 1η Σεπτεμβρίου και λήξη στις 30 Ιουνίου του επόμενου έτους. Διαιρεί το σχολικό έτος σε δύο εξάμηνα, το χειμερινό και το θερινό και τα σχολικά μαθήματα να τελειώνουν στις 15 Ιουνίου. Οι υπόλοιπες δεκαπέντε ημέρες του Ιουνίου προορίζονταν για την έκδοση των αποτελεσμάτων, τη σύνταξη των αναλυτικών προγραμμάτων και την επιλογή των διδακτικών βιβλίων που έπρεπε η Εφορο-Δημαρχία να προμηθευτεί και να παραγγείλει έγκαιρα και με δικά της έξοδα.12 Το καθημερινό πρόγραμμα των σχολείων περιλάμβανε πρωινή και απογευματινή εργασία, εκτός του απογεύματος της Πέμπτης. Τα μαθήματα διαρκούσαν από τις 8 το πρωί μέχρι τις 12 η ώρα το μεσημέρι για την πρωινή εργασία και από τις 2 μετά το μεσημέρι μέχρι τις 4 μετά το μεσημέρι για την απογευματινή εργασία. Από 1ης Μαΐου το ωρολόγιο πρόγραμμα άρχιζε κατά μία ώρα νωρίτερα για την πρωινή εργασία και κατά μία ώρα αργότερα για την απογευματινή. Μετά από κάθε διδακτική ώρα ακολουθούσε δεκάλεπτο διάλειμμα, εκτός του δεύτερου πρωινού και πρώτου απογευματινού, που η διάρκειά τους ήταν δεκαπε11. 12.
Βλ. Κανονισμός, ο.π., σ. 251, 252, άρθρα 2, 3. Αυτόθι, σ. 252, άρθρο 4..
-160-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
ντάλεπτη.13 Με ιδιαίτερη αναφορά στην κατά όσο το δυνατό σωστότερη αξιοποίηση των ημερών εργασίας, κατονομάζει μία - μία χωριστά τις ημέρες αργίας των σχολείων, οι οποίες ήταν όλες καθαρά θρησκευτικές εορτές.14 Στην προσπάθειά του να τακτοποιήσει τα τυπικά διοικητικά θέματα των σχολείων, ώστε η λειτουργία τους να είναι απρόσκοπτη και ομαλή, καθορίζει και στην παραμικρή λεπτομέρεια το χρόνο και τον τρόπο εγγραφής, μεταγραφής, απόλυσης μαθητών15 καθώς και έναρξης και παρακολούθησης των μαθημάτων.16 Ο σχολαστικός προσδιορισμός υποχρεώσεων και καθηκόντων των μαθητών, όλων των σχολείων, αποτελεί πρωταρχικής σημασίας θέμα για τον κανονισμό17. Η μεταξύ τους συμπεριφορά, η ατομική τους καθαριότητα και περιβολή18, η στάση τους μέσα και έξω από το σχολείο, καθορίζεται λεπτομερέστατα.19 Η μη συμμόρφωση των μαθητών προς όσα από τον κανονισμό ορίζονταν είχε σαν αποτέλεσμα την επιβολή πειθαρχικών 13. Αυτόθι, σ. 253, άρθρο 5. 14. Αυτόθι, σ. 253, άρθρο 6. 15. Βλ. Κανονισμός, ο.π. σ. 254-256, άρθρα 7-14 και 16-20 16. Αυτόθι, σ. 255, άρθρο 16. Ειδικά για το θέμα της παρακολούθησης των μαθημάτων αναφέρεται: «...Πάντα τά Tν τῷ προγράμματι μαθήματα εsσίν ὑποχρεωτικά π@σι τοrς μαθηταrς πλήν τοῦ tεροῦ μαθήματος, …περ δέν εyναι ‹ποχρεωτικόν διά τούς Uτεροδόξους. ‘Επομένως ο‰δενί μαθητῇ Tπιτρέπεται νά εyναι Aκροατής a νά παρακολουθῇ κατ’ Tκλογήν μαθήματα τινά». 17. Αυτόθι, σ. 256-258, άρθρα 21-32. 18. Αυτόθι, σ. 257, άρθρο 25, όπου: «... Εsς τούς μαθητάς τ\ς Α΄, Β΄, Γ ΄ ’Αστικ\ς Tπιβάλλεται νά φέρωσιν ‚μοιομόρφους Tμπροσθέλας. Πάντες οt μαθηταί πασ™ν τ™ν σχολ™ν ὑποχρεοῦνται νά φέρωσιν ‚μοιόμορφον πιλίκιον φέρον τό μονόγραμμα τ\ς οsκείας σχολ\ς…» 19. Αυτόθι, σ. 259, 260, άρθρα 33-45.
-161-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ποινών.20 Οι ποινές επιβάλλονταν: «... α) δι’ Aταξίαν, β) δι’ Aμέλειαν, γ) δι’ Aπείθειαν ».21 Σε αντίθεση με τις ποινές, στους επιμελείς και υπάκουους μαθητές «... πλήν διά τοῦ βαθμοῦ Tν τοrς μαθήμασι καί διαγωγῇ διακρίσεως καί τοῦ Tπαίνου, …στις Tξαιρετικ™ς Aπονέμεται τοrς χρηστοrς καί Tπιμελέσι μαθηταrς, ο‰δεμίαν Cλλην τιμητικήν διάκρισιν a Aμοιβήν Aπονέμει τοrς μαθηταrς _ Σχολή, Tπιθυμοῦσα νά Tμφυτεύῃ εsς τήν καρδίαν τ™ν μαθητ™ν τήν Tπιθυμίαν καί Aγάπην πρός τήν διάπραξιν τοῦ Aγαθοῦ, χάριν α‰τοῦ τούτου τοῦ Aγαθοῦ».22 Καθοριστικής σημασίας γεγονός για την όλη εκπαιδευτική πορεία των μαθητών ήταν η τακτική παρακολούθηση των μαθημάτων, η οποία ήταν υποχρεωτική και ο αριθμός των επιτρεπομένων απουσιών περιορισμένος.23 Ιδιαίτερη βαρύτητα ο κανονισμός αποδίδει στις εξετάσεις των μαθητών, τις οποίες θεωρούσε βασικό μέσο ελέγχου της όλης σχολικής εργασίας. Γι’ αυτό και εφιστούσε προσοχή στον τρόπο διεξαγωγής τους. Τις διαχωρίζει δε σε εξετάσεις προόδου, που επραγματοποιούντο κατά τις τελευταίες ημέρες του Ιανουαρίου ή τις πρώτες του Φεβρουαρίου και σε προαγωγικές ή απολυτήριες
20. Αυτόθι, σ. 263, άρθρο 53. Οι ποινές επιβαλλόταν κλιμακωτά και καθοριζόταν σε: «Παραίνεσις κατ’ sδίαν a Tπιτίμησις Tνώπιον τ\ς τάξεως ὑπό τοῦ γονέως. β) Ορθοστασία.. γ) Στέρηση τοῦ διαλείμματος. δ) Κράτησις μετά την 12ην a την 4η μ.μ. Tπί _μίσειαν (1/2) a καί μίαν ὥραν. ε) Πρόσκαιρος Aποβολή. στ) Διαρκής Aποβολή Tντός τοῦ σχολικοῦ Vτους. ζ) ’Αποβολή διά παντός Aπό τ™ν σχολ™ν». 21. Αυτόθι, σ. 260, άρθρο 46. 22. Αυτόθι, σ. 264, άρθρο 65. 23. Βλ. Κανονισμός, ο.π., σ. 264, 265, άρθρα 66-68.
-162-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
που γινόταν τον Ιούνιο.24 Ειδικότερα, «...αt χειμεριναί Tξετάσεις Tν Bπάσαις ταrς Σχολαrς εsσί μόνον γραπταί: Tξετάζονται δέ Tν μέν τῷ Γυμνασίῳ Eπαντα τά μαθήματα, Tν δέ ταrς λοιπαrς Σχολαrς Tν μέν τ\ Βα, Γη, Δη καί Εη Tξετάζονται Uλληνικά μετά συνθέσεως καί μαθηματικά. Tν δέ τῇ Xκτῃ Eπαντα τά μαθήματα».25 Όσον αφορά στις εξετάσεις του τέλους του σχολικού έτους, ο τρόπος διεξαγωγής τους διαφοροποιείται. Συγκεκριμένα, «... αt θεριναί Tξετάσεις εsσίν Tν Bπάσαις ταrς Σχολαrς γραπταί καί προφορικαί. Προφορικ™ς Tξετάζονται πάντες οt μαθηταί μόνον Tν ταrς ’Ελληνικοrς, Tν δέ τοrς λοιποrς μαθήμασιν οt μαθηταί διαιροῦνται εsς τμήματα Aνάλογα τ™ν μαθημάτων». 26 Ο τρόπος αξιολόγησης,27 τόσο της προφορικής επίδοσης όσο και των γραπτών δοκιμίων των εξετάσεων, ορίζει να γίνεται με βάση τη βαθμολογική κλίμακα 0-10 για όλες τις σχολές.28 Άξιο παρατήρησης και αναφοράς τυχαίνει το γεγονός ότι, εκτός από τη βαθμολογία της επίδοσης και της προόδου, με την ίδια βαθμολογική κλίμακα γινόταν και η αξιολόγηση της διαγωγής των μαθητών.29 24. Αυτόθι, σ. 265, άρθρο 69. 25. Αυτόθι, άρθρο 72. 26. Αυτόθι , άρθρο 73. 27. Λεπτομέρειες για τον τρόπο βαθμολόγησης Βλ. Κανονισμός, ο.π., σ. 269-272, άρθρα 89-100. 28. Βλ. Κανονισμός, ο.π., σ. 269, άρθρο 88, όπου για τη χρησιμοποιούμενη βαθμολογική κλίμακα αναφέρεται: «... βαθμοί τήν Tν τοrς μαθήμασιν πρόοδον τ™ν μαθητ™ν δεικνύοντες εyναι οt Tξ\ς: ’Άριστα = 9 1/2 - 10 Σχεδόν καλ™ς = 5 - 5,49 Λίαν καλ™ς = 7 1/2 - 9,49 Μετρίως = 3 - 4,99 Καλ™ς = 5 1/2 - 7,49 Κακ™ς = 0». 29. Αυτόθι, όπου για τη διαγωγή αναφέρεται «...βαθμοί δέ τήν διαγωγήν τ™ν μαθητ™ν χαρακτηρίζοντες εyναι: 10 καί 9 = Κοσμιωτάτη 5 = Σχεδόν Καλή 8 και 7 = Κοσμία 4= Κακή 6 = Καλή 5=6 = Καλή 4 = Κακή ».
-163-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Ένας από τους λόγους για τους οποίους ο «Κανονισμός τ™ν Tν Καλύμνῳ Σχολ™ν» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πρωτοποριακός, είναι και το ότι μεταξύ των εμπλεκομένων στην εκπαιδευτική διαδικασία, ίσως για πρώτη φορά θεσμοθετημένα, ιδιαίτερη θέση έχουν οι γονείς και οι κηδεμόνες των μαθητών. Με συγκεκριμένα καθήκοντα και καθορισμένες υποχρεώσεις προς τους μαθητές, αλλά και ορισμένη στάση συμπεριφοράς προς τους εκπαιδευτικούς και το σχολείο, εμπλέκονται και δραστηριοποιούνται όπου και όπως πρέπει.30 Όπως αναφέρεται στο ΙΒ΄ κεφάλαιο του κανονισμού, το πρόσωπο που κατείχε δεσπόζουσα και καθοριστικής σημασίας θέση σε κάθε σχολείο του νησιού ήταν ο Διευθυντής. Υπεύθυνος για την ομαλή λειτουργία του σχολείου, το συντονισμό της σχολικής ζωής και «... διά τήν Tν γένει πορείαν α‰τ\ς»,31 έπρεπε, «... παρέχων Uαυτόν ὑπόδειγμα χριστιανικοῦ βίου καί φιλοπονίας, συμπεριφέρεται πρός πάντας Tν γένει ε‰πρεπ™ς καί κατά τρόπον Aμείωτον, τηροῦντα τήν γοητείαν καί σπουδαιότητα τοῦ ὑψηλοῦ Aξιώματος».32 Υπεύθυνος επίσης για όσα ήθελαν συμβεί στο σχολείο του και κύρια για την πορεία του εκπαιδευτικού έργου, ήταν υποχρεωμένος να φροντίζει για την ακριβή εφαρμογή του αναλυτικού προγράμματος και την πιστή τήρηση όσων προέβλεπε ο κανονισμός. Σε περίπτωση δε μη συμμόρφωσης και ανυπακοής, ήταν υποχρεωμένος να το αναφέρει στην Εφορο-Δημαρχία, προ8 και 7 = Κοσμία 5 = Σχεδόν καλή 30. Βλ. Κανονισμός, ο.π., σ. 272, 273, άρθρα 101 - 102. 31. Αυτόθι, σ. 274, άρθρο 114. 32. Αυτόθι, σ. 275, άρθρο 119.
-164-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
κειμένου να ληφθούν τα κατά περίπτωση αναγκαία μέτρα.33 Προκειμένου να έχει άμεση εικόνα του μαθήματος που γινόταν από τους δασκάλους του σχολείου του, ο κανονισμός του παρείχε το δικαίωμα να παρακολουθεί τη διδασκαλία των εκπαιδευτικών του Σχολείου του μια φορά την εβδομάδα και «... ποιεrται κατ’ sδίαν Uκάστῳ …σας Cν νομίζῃ Aναγκαίας παρατηρήσεις Aποσκοπούσας τήν τε Tπί τό ε‰μεθοδώτερον τροπήν τ\ς διδασκαλίας καί τήν Aναγκαίαν μεταξύ τ™ν μαθημάτων sσορροπίαν».34 Επιπρόσθετα δε, μια φορά κάθε μήνα και έκτακτα όποτε προέκυπταν θέματα που το απαιτούσαν, να καλεί σε συνεδρίαση το διδακτικό προσωπικό του σχολείου, για να συζητήσουν θέματα «...περί τε τ\ς βελτιώσεως τ\ς διδασκαλίας καί τ\ς ^θικ\ς μορφώσεως τ\ς παιδευομένης νεολαίας καί περί παντός …,τι συμβάλλεται εsς την εὔρυθμον καί κανονικήν λειτουργίαν τ\ς Σχολ\ς ».35 Εκτός από όσα προαναφέραμε, όσο αφορά στο κεφάλαιο «Καθήκοντα καί δικαιώματα Διευθυντ™ν», ο κανονισμός προέβλεπε ακόμα ότι ο διευθυντής ήταν υπεύθυνος για την τήρηση των βιβλίων του αρχείου του σχολείου του.36 33. Αυτόθι, σ. 277, άρθρο 133. 34. Αυτόθι, σ. 275, άρθρο 121. 35. Αυτόθι, άρθρο 122. 36. Ενδεικτικό στοιχείο καλής διοικητικής οργάνωσης των σχολείων του νησιού και μάλιστα σε περίοδο κατοχής, αποτελούν τα βιβλία που έπρεπε να έχει το αρχείο της κάθε σχολής και τα οποία έπρεπε να τηρούνται ενημερωμένα. Ειδικότερα το αρχείο της κάθε σχολής έπρεπε να τηρεί: α) Το βιβλίο Μητρώου, στο οποίο εκτός από τον αύξοντα αριθμό εγγραφής του κάθε μαθητή, αριθμός που ήταν ίδιος καθόλη τη διάρκεια της φοίτησής του στο σχολείο, έπρεπε να είναι καταχωρημένα κατά σειρά το ονοματεπώνυμό του, το όνομα της πατρίδας του, η ηλικία του, το επάγγελμα του πατέρα του, το θρήσκευμά του, τα στοιχεία εγγραφής του, οι βαθμοί και η διαγωγή του. Επιπλέον δε να σημειώνονται ακόμα και «... ψυχολογικά χαρακτηριστικά α‰τοῦ, …σα aθελον δυνηθῇ νά δηλώσουν οt γονεrς κατά τήν Tγγραφήν ...» καθώς επίσης και οι αξιοσημείωτες πράξεις του μαθητή. β) Το Μαθητολόγιο, γ) Το Βαθμολόγιο, δ) Το Βιβλίο Πιστοποιητικών Σπουδής, ε) Το
-165-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Εκείνο όμως το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί επίσης σημείο ιδιαίτερης σημασίας και αναφοράς, είναι όσα αναφέρονται στην περίπτωση εκείνη κατά την οποία ο διευθυντής «... ’Έμπειρος ὤν τ™ν Tν ‘Ελλάδι σχολικ™ν νόμων37 ὑποδεικνύει τῇ Tκπαιδευτικῇ ’Αρχῇ τά δέοντα Tν περιπτώσει καθ’ cν σιγ@ ‚ παρών κανονισμός».38 Βαρύνουσας και καθοριστικής σπουδαιότητας κεφάλαιο για τον κανονισμό αποτελεί το αναφερόμενο στα καθήκοντα του εκπαιδευτικού προσωπικού των σχολείων. Προσδιορίζοντας σαφέστατα τα θέματα που το αφορούσαν, θεωρούσε σαν πρώτα και απαραίτητα στοιχεία συγκρότησης της προσωπικότητάς του κάθε εκπαιδευτικού καθώς και της καταλληλότητάς του, για το σοβαρό επάγγελμα που αναλάμβανε, την «Cμεπτον διαγωγήν» και τη «μεθοδικήν tκανότητα».39 Με εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας για τους δασκάλους 26 έως 30 ώρες, ήταν υποχρεωμένοι να προσέρχονται στο σχολείο πέντε λεπτά τουλάχιστον πριν την έναρξη των μαθημάτων40 και να ενεργούν όπως όριζε ο κανονισμός κατά το χρονικό διάστημα
Βιβλίο Παρουσίας του διδακτικού προσωπικού, στ) Το Βιβλίο διδασκομένης ύλης, ζ) Το Βιβλίο των Πρακτικών, η) Το Ημερολόγιο, θ) Το βιβλίο εισερχομένων και εξερχομένων εγγράφων, ι) Το Βιβλίο των Απολυτηρίων, ια) Το Κτηματολόγιο της σχολής και ιβ) Ο Κανονισμός και το Αναλυτικό Πρόγραμμα. Βλ. Κανονισμός, ο.π. σ. 278, άρθρο 139. 37. Η υπογράμμιση δική μου 38. Βλ. Κανονισμός, ο.π., σ. 278, άρθρο 138. 39. Αυτόθι, σ. 280, άρθρο 146. 40. Το εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας των διευθυντών, σε σχέση με το αντίστοιχο των δασκάλων, ήταν μειωμένο κατά 6 έως 8 ώρες, με την υποχρέωση όμως να «... προσέρχονται εsς τήν Σχολήν Tνωρίτερον τ™ν Cλλων καί Aπέρχονται τελευταrοι, χρησιμοποιοῦντες τάς ὥρας τ\ς Aναπαύσεως α‰τ™ν διά τήν Tποπτείαν Tν γένει, τήν Aκριβ\ τήρησιν τ™ν βιβλίων καί τήν Tσωτερικήν καθόλου λειτουργίαν τ\ς Σχολ\ς ». Βλ. Κανονισμός, ό.π. σ. 280, άρθρο 147.
-166-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
της παραμονής τους στο σχολείο.41 Συχνές είναι οι αναφορές του σχετικού κεφαλαίου του κανονισμού σε παιδαγωγικές αρχές και μέτρα, και ως προς τον τρόπο διδασκαλίας αλλά και ως προς τη συμπεριφορά και στάση που έπρεπε να τα τηρούν οι δάσκαλοι προς τους μαθητές τους. Συγκεκριμένα δε και ως προς τη στάση και συμπεριφορά των δασκάλων προς τους μαθητές, έπρεπε να «...εyναι α‰στηρ™ς Aκόλουθοι Tν π@σι τοrς παιδαγωγικοrς μέτροις, τά ‚ποrα λαμβάνουσι, προσέχοντες μήτε νά Aντιφάσκωσιν Uαυτοrς, μήτε νά Aναιρ™σιν …,τι α‰τοί ὥρισαν ». Ειδικότερα δε, «...ο‰δέποτε Aπογοητεύουσιν μαθητήν Tκφράζοντες βεβαιότητα περί μή προβιβασμοῦ α‰τοῦ, Aλλ’ ὑποδεικνύοντες τό καθ\κον α‰τοῦ προτρέπουσιν Aεί καί θαρρύνουσιν, wν’ Aναπληροr τάς Tλλείψεις του». 42 Έδινε ιδιαίτερη σημασία στην παιδαγωγική αρχή του « Tποπτικ™ς διδάσκειν », γι’ αυτό όφειλαν απαράβατα οι δάσκαλοι να χρησιμοποιούν κάθε εποπτικό μέσο που υπήρχε στο σχολείο, προκειμένου η διδασκαλία να γίνεται όσο το δυνατόν εποπτικότερη και η επίτευξη του επιδιωκόμενου διδακτικού σκοπού κατορθωτή.43 Επειδή λάβαινε υπόψη το γεγονός ότι ο κάθε μαθητής 41. Αυτόθι, σ. 281, άρθρα 148 – 154. 42. Βλ. Κανονισμός, ο.π. σ. 282, άρθρα 156 και 160. 43. Όπως ανέφερε το σχετικό άρθρο, οι δάσκαλοι «... ‚φείλουσιν Aεί νά προσαγάγωσι τοrς μαθηταrς π@ν τό ὑπάρχον Tν τῇ σχολῇ διδακτικόν μέσον καί ƒργανον εuτε εsκών, εuτε ὀρυκτόν a Cλλον φυσικόν Aντικείμενον, εuτε διάγραμμα εyναι τοῦτο, μή παραλείποντες νά προσαγάγωσι τοrς μαθηταrς πρός Tποπτικωτέραν διδασκαλίαν καί καλυτέραν κατανόησιν διάφορα φυτά, Cνθη, Vντομα, σπόρους σιτηρ™ν καί λοιπ™ν δημητριακ™ν καρπ™ν, εuτε ὀφθαλμούς καί σπλάγχνα διαφόρων ζώων [sic], προκειμένου περί διδασκαλίας τ\ς φυτολογίας, ζωολογίας, ορυκτολογίας, φυσικ\ς πειραματικ\ς καί χημείας». Βλ. Κανονισμός, ο.π., σ. 282, άρθρα 157.
-167-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
αποτελούσε και μια προσωπικότητα ιδιαίτερη και ξεχωριστή, καθώς και τη διαφορετικότητα του συνόλου των μαθητών της κάθε τάξης, όριζε ότι οι δάσκαλοι «... Aποφεύγουσι νά Tπιβαρύνωσι τούς διδασκομένους διά πολλ\ς ὓλης, μέτρον Tν τούτῳ Vχοντες ο‰χί τούς ε‰φυεστέρους, Aλλά τήν …λην τάξιν». Όσο δε για τις κατ’ οίκον εργασίες έπρεπε να «... τηροῦσι τό προσ\κον μέτρον Tν τῇ Tπιβαλλομένῃ γραφικῇ κατ’ οuκον Tργασίαν.».44 Χαρακτηριστικό του σχετικού κεφαλαίου αποτελεί ο τρόπος με τον οποίο έπρεπε οι δάσκαλοι να τοποθετούν τους μαθητές στην τάξη «... ὥστε καί τό φ™ς νά προσπίπτῃ ›ς _ παιδαγωγική ‚ρίζει καί οt Aνήσυχοι καί ζωηροί ›ς καί οt Aμελέστερον καί νωθρότερον διακείμενοι νά κάθηνται Aεί Tν καταφανεr θέσει, καί οt Vχοντες Aσθεν\ τήν …ρασιν νά τοποθετ™νται πλησίον τοῦ μελανοπίνακος ...».45 Πρωτοτυπία θα μπορούσε να θεωρηθεί το γεγονός ότι επιτρεπόταν η παράδοση ιδιαιτέρων μαθημάτων46 σε μαθητές, αρκεί να το γνώριζε ο διευθυντής του σχολείου, ο οποίος με τη σειρά του το σημείωνε «... Tν τῷ Tπί τούτῳ τηρουμένῳ Tλέγχῳ τ\ς sδιωτικ\ς διδασκαλίας ...»47 και αρκεί να τηρούνταν όσα προ44. Βλ. Κανονισμός, ο.π., σ. 282, άρθρo 159. 45. Aυτόθι, σ. 281, άρθρο 149. 46. Πρβλ. Γ.Θ. Βεργωτής, ‘Η Tκπαίδευσις εsς τήν ν\σον Ρόδον, Αθήναι 1972, σ. 4447, Ηρακλ. Μ. Καραναστάσης, Η παιδεία στην Κω, Αθήνα 1979, σ. 46-56, Π.Ι. Σαμαράς, Η εκπαίδευση στη Λέσβο, Μυτηλήνη 1948, σ. 36-55, όπου και κανονισμοί λειτουργίας σχολείων αντίστοιχων περιοχών. 47. Στην κρίση και δικαιοδοσία του διευθυντή του κάθε σχολείου ήταν το να επιτρέπει ή όχι στους δασκάλους του σχολείου να κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα. Συγκεκριμένα, «...δικαιουμένη [η διεύθυνση] πρός τούτοις νά Aπαγορεύσῃ μάθημα τι Tξωτερικόν, Cν _ Tξωτερική Tργασία τοῦ διδάσκοντος, ὑπερβαίνει Tν συνόλῳ τάς 15 ὥρας καθ’ Uβδομάδα, aτοι 21/2 ὥρας καθ’ Uκάστη. ‘Ο περιορισμός ούτος Aποβλέπει εsς τήν Aνακούφισιν τ™ν διδασκόντων καί τήν καλλιτέραν προπαρασκευήν α‰τ™ν Tν τῷ διδακτικῷ α‰τ™ν Vργῳ πρός ƒφελος τ™ν διδασκομένων καί προαγωγήν Tν γένει τ™ν σχολείων». Βλ. Κανονισμός,
-168-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
έβλεπε σχετικά ο Κανονισμός48. Εκτός των άλλων, αξίζει επίσης να επισημάνουμε όσα αναφέρονταν στην τήρηση της ιεραρχίας και στο σεβασμό που έπρεπε να δείχνουν προς την «’Ανωτέραν Σχολικήν ’Αρχήν». Επίσης, στο κλίμα που έπρεπε να επικρατεί στις μεταξύ τους σχέσεις, ώστε «... Eπαντες οt διδάσκοντες, ζ™σιν Tν ‚μονοίᾳ καί Aγάπῃ Aποφεύγοντες παντί σθένει τάς Tν τῇ Σχολῇ Vριδας ...»49. Γενικά, εκείνο το οποίο αποτελούσε απαράβατη υποχρέωση και καθήκον κάθε εκπαιδευτικού, ήταν η πλήρης συμμόρφωση προς τις διατάξεις του κανονισμού, η πιστή τήρηση και εφαρμογή του ωρολογίου και αναλυτικού προγράμματος και η υπακοή στις όποιες παρατηρήσεις ή οδηγίες του διευθυντή του σχολείου, που αναφέρονταν σε θέματα μεθόδου διδασκαλίας ή παιδονομίας.50 Η μη τήρηση και εφαρμογή από τους εκπαιδευτικούς όσων προέβλεπε ο κανονισμός, είχε σαν αποτέλεσμα την επιβολή ποινών. Οι επιβαλλόμενες πειθαρχικές ποινές ήταν: α) νουθεσία, β) επιτίμηση, γ) πρόστιμο από 2 έως 15 φράγκα και δ) πρόστιμο από 15 φράγκα μέχρι και κράτηση όλου του μισθού. Τις ο.π., σ. 283, άρθρο 164. 48. Χαρακτηριστικό της ευαισθησίας με την οποία η Εφορο-Δημαρχία αντιμετώπιζε τα θέματα της εκπαίδευσης αποτελεί το γεγονός ότι, μετά τους διορισμούς των δασκάλων και με την έναρξη του σχολικού έτους 1912 - 1913, στην προσπάθειά της να προφυλάξει αλλά και να επανακαθορίσει ακριβώς όσα προέβλεπε ο κανονισμός για τα ιδιαίτερα μαθήματα, αποφάσισε με πράξη της ότι: «...Ο‰δείς τ™ν Tν Tνεργεία διδασκάλων τ\ς Κοινότητος δικαιοῦται νά Vχῃ πλέον τ™ν δύο προγυμνάσεων ›ρ™ν. 2) ’Απαγορεύεται εsς πάντα διδάσκαλον νά προγυμνάζῃ τούς μαθητάς Tκείνους οἵτινες Aνήκουσιν εsς τάς τάξεις εsς τάς ‚ποίας ‚ προγυμναστής διδάσκαλος διδάσκει τό ‘Ελληνικόν μάθημα καί οtονδήποτε μάθημα ...». Βλ. Α.Δ.Κ., Βιβλίο Πράξεων Εφορο-Δημαρχίας έτους 1912, αριθμ. πράξ. 68/30 Σεπτεμβρίου 1912, σ. 45. 49. Βλ. Κανονισμός, ο.π., σ. 284, άρθρο 168. 50. Αυτόθι, άρθρο 172.
-169-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
δύο πρώτες ποινές είχε δικαίωμα να τις επιβάλει ο διευθυντής του σχολείου, τις δε άλλες η Εφορο-Δημαρχία, μετά από σχετική έκθεση του διευθυντή και έγγραφη απολογία του υπό κατηγορία δασκάλου.51 Εκτός των προαναφερόμενων πειθαρχικών ποινών, ο κανονισμός προέβλεπε ακόμα και την ποινή της απόλυσης σε περιπτώσεις που: α) απουσίαζε αδικαιολόγητα πέρα των 12 ημερών, β) δεν αποδεχόταν το διορισμό του μέσα σε πέντε ημέρες, γ) είχε τιμωρηθεί πειθαρχικά δύο φορές κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους, δ) εισέπραττε δίδακτρα από τους μαθητές του ή τους εκβίαζε να του παρέχουν δώρα και ε) εάν η διαγωγή του αποδεικνυόταν ανήθικη και ανάξια του έργου του δασκάλου.52 Παρά το γεγονός ότι ο κανονισμός είχε συνταχθεί με πολύ περίσκεψη και προέβλεπε σχεδόν όλα τα θέματα που αφορούσαν στην οργάνωση, στη διοίκηση και στη γενικότερη λειτουργία των σχολείων, σε περίπτωση που προέκυπτε θέμα το οποίο δεν είχε προβλεφθεί, όριζε την επίλυσή του μετά από συνεννόηση του διευθυντή του σχολείου με την Εφορο-Δημαρχία, η οποία είχε και τον τελευταίο λόγο τις περισσότερες φορές.53 Ο «Κανονισμός τ™ν Tν Καλύμνῳ Σχολ™ν» της 5ης Αυγούστου του 1912, η ισχύς του οποίου οριζόταν από 1ης Σεπτεμβρίου 1912, συντάχθηκε με προοπτική πενταετίας.54 Παρόλ’ αυτά, το επόμενο σχολικό έτος, το Δημοτικό Συμβούλιο και ο Δήμαρ51. Βλ. Κανονισμός, ο.π., σ. 286, άρθρο 175. 52. Προτού η Εφορο-Δημαρχία αποφασίσει την απόλυση του υπό κατηγορία εκπαιδευτικού τον καλούσε σε έγγραφη ή προφορική απολογία, μέσα σε ορισμένη χρονική προθεσμία, προκειμένου να υποστηρίξει το βάσιμο ή όχι της κατηγορίας του. Βλ. Κανονισμός, ο.π., σ. 286, άρθρο 176, 179. 53. Βλ. Κανονισμός, ο.π., σ. 286, άρθρο 180. 54. Αυτόθι, άρθρο 181.
-170-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
χος του νησιού55 προέβηκαν σε ανασύνταξή του. Περιορίζοντας την έκτασή του, παραλείποντας τις αυτονόητες λεπτομέρειές του, τον καθιστούσαν πιο λειτουργικό και συγκεκριμενοποιημένο, εισάγοντας επιπλέον ένα νέο και πρωτόγνωρο για τα δεδομένα της εκπαίδευσης του νησιού θεσμό, αυτόν του « ’Επόπτου τ™ν Σχολ™ν ».56 Όπως οριζόταν από το σχετικό άρθρο του κανονισμού, «‘Ο ’Επόπτης Tκτελ™ν _μερησίως τό Tποπτικόν α‰τοῦ Vργον καθ\ κον Vχει νά Tγγράφῃ Tν sδιαιτέρῳ βιβλίῳ τάς καθημερινάς του παρατηρήσεις καί κατά δημηνίαν τουλάχιστον νά Aποστέλλῃ εsς τήν Δημαρχίαν Vκθεσιν περιλαμβάνουσαν τάς σπουδαιοτέρας σκέψεις, γνώμας πρός ταχυτέραν καί τελειοτέραν ρύθμισιν τ™ν σχολικ™ν τ\ς νήσου πραγμάτων».57 Επιπρόσθετα, ο επόπτης ήταν υποχρεωμένος να φροντίζει με τον διευθυντή του κάθε σχολείου για την ακριβή εφαρμογή του αναλυτικού και ωρολογίου προγράμματος, καθώς και «...περί τ\ς καλ\ς συμπεριφορ@ς τ™ν διδασκόντων πρός Aλλήλους».58
55. Βλ. Α.Δ.Κ., Βιβλίο Πράξεων Δημογεροντίας έτους 1913, «Κανονισμός τ™ν Tν Καλύμνῳ Σχολ™ν», σ. 295 - 306. Ο κανονισμός που ανασυντάχθηκε το 1913, περιελάμβανε 73 άρθρα τα οποία παραβάλλοντάς τα με τα αντίστοιχα του προηγούμενου κανονισμού είναι πανομοιότυπα. Η έγκριση και επικύρωσή του έγινε από το Δημοτικό Συμβούλιο την 1η Σεπτεμβρίου του 1913 και υπογράφεται από το Δήμαρχο Αριστείδη Μ. Κουρεμέτη και τους δημοτικούς συμβούλους Γεώργιο Γ. Χ΄΄Θεοδώρου, Α.Ι. Μαΐλη, Α.Μ. Ξυπολιτά και Μ. Τουλουμάρη. 56. Βλ. Α.Δ.Κ., Βιβλίο Πράξεων Δημογεροντίας έτους 1913, σ. 36, αριθμ. πραξ. 30/8 Ιουλίου 1913, όπου «...θέλοντες μετά τό Tνόν να τελειοποιήσωμεν τάς σχολάς τ\ς νήσουν _μ™ν, διορίζομεν τόν κ. ’Ιωάννη Κλ. Ζερβόν γενικόν Tπόπτην πασ™ν τ™ν Κοινοτικ™ν Σχολ™ν κατά τό σχολικόν Vτος 1913-14 μέ Tτήσιον μισθοδοσίαν Γροσίων Καλύμνου Xνδεκα χιλιάδων 11.000...». 57. Βλ. Α.Δ.Κ., Βιβλίο Πράξεων Δημογεροντίας έτους 1913, σ. 306, άρθρο 69. 58. Βλ. Κανονισμός, ο.π., άρθρο 70.
-171-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Εκείνο όμως το οποίο χαρακτήριζε ιδιαίτερα το έργο του νέου θεσμού ήταν η υποχρέωση του «....νά διδάσκῃ ἅπαξ τ\ς Uβδομάδος θεωρητικ™ς καί ὑποδειγματικ™ς παρόντων πάντων τ™ν διδασκόντων».59 Τις παρατηρήσεις που έκανε ή τις οδηγίες που έδινε ο επόπτης προς τους εκπαιδευτικούς και οι οποίες αφορούσαν θέματα διδακτικής μεθοδολογίας ή τήρησης του αναλυτικού προγράμματος, όφειλε να τις κάνει πάντοτε «sδιαιτέρως» και με τρόπο διακριτικό, «...τόν δέ προδήλως Aβέλτερον καί κακότροπον διδάσκαλον δικαιοῦται μετά τάς δεούσας παρατηρήσεις νά καταγγείλῃ εsς τήν προϊσταμένην Tκπαιδευτικήν Aρχήν».60 Κατά γενική εκτίμηση και με δεδομένη την αναφορά και το σχολιασμό μας στο σύνολο των διατάξεων του «Κανονισμού τ™ν Tν Καλύμνῳ Σχολ™ν» της 5ης Αυγούστου του 1912, ευθέως προκύπτει ότι συντάχθηκε στη βάση των παιδαγωγικών και διδακτικών αρχών και αντιλήψεων της εποχής. Το περιεχόμενό του αποκρυπτογραφεί το ιδεολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο έπρεπε να κινείται όλη η εκπαιδευτική διαδικασία. Αποτελεί τον καταστατικό χάρτη λειτουργίας όλων των σχολείων του νησιού και συγκεκριμένο σύστημα αναφοράς όλων των επί μέρους ενεργειών και πράξεων που καθόριζαν τον προσανατολισμό της εκπαίδευσης, λαβαίνοντας υπόψη του την ιστορία, τις παραδόσεις, την ψυχοσύνθεση των κατοίκων του νησιού και την ιδιομορφία του πολιτειακού καθεστώτος. Καθορίζει, σαφέστερα από ποτέ, τους ρόλους, τις σχέσεις και τις συμπεριφορές όλων των εμπλεκομένων στη διαδικασία της εκπαίδευσης. 59. 60.
Αυτόθι, άρθρο 71. Βλ. Κανονισμός, ο.π., σ. 306, 307, άρθρο 73.
-172-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Διατυπωμένος σε γλώσσα αυστηρά καθαρεύουσα, με επιλεγμένους και δόκιμους όρους, περιφρουρεί, ίσως από διαίσθηση και διορατικότητα, τον κύρια επιδιωκόμενο σκοπό της εκπαίδευσης. Μιας εκπαίδευση με καθαρά ελληνικό χαρακτήρα και ελληνική πολιτιστική ταυτότητα. Στη βάση αυτού του θεσμοθετημένου πλαισίου στηρίχθηκε, οργανώθηκε και οικοδομήθηκε, κατά κύριο λόγο, όλο το εκπαιδευτικό σύστημα στην Κάλυμνο, αμέσως μετά την κατάληψή της από τους Ιταλούς, με προϊσταμένη αρχή την Έφορο-Δημαρχία, την Εφορεία Σχολών και την εκάστοτε Δημαρχιακή Αρχή.
-173-
Μαράσι Αγίου Νικολάου Φωτογραφία: Στάθης Κλήμης
Αναστασίου Ν. Κουντούρη
ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΟΨΕΩΝ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΙΩΝ (1912-1943)
Η
πιο σημαντική, ίσως, εκπαιδευτική βαθμίδα, ως προς την επαγγελματική, κοινωνική και ιδεολογική εξέλιξη των νέων ανθρώπων, είναι η πανεπιστημιακή. Κοινή συνισταμένη των διάφορων ερευνητικών συνιστωσών είναι ότι η ανώτατη εκπαίδευση μπορεί να εξετασθεί αρτιότερα με έναν ευρύ τρόπο1. Στον όρο «ανώτατη εκπαίδευση» συμπεριλαμβάνονται, όπως έχει παρατηρηθεί, πλήθος θεμάτων και προβλημάτων, τα οποία χρήζουν διαφορετικής εξέτασης και ανάλυσης, ανάλογα με τα ιστορικά και τοπικά περιβάλλοντα2. Ένα από κυριότερα ζητήματα που θα έπρεπε να διερευνώνται εκτενώς είναι αυτό της στοχοθεσίας, στο ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο, κάθε προσπάθειας για εδραίωση πανεπιστημιακής εκπαίδευσης σε έναν τόπο και σε συγκεκριμένες ιστορικο-κοινωνικές συνθήκες. Η έννοια της ιδεολογίας (κοινωνικής, πολιτικής, εθνικής), με 1. Βλ. McCulloch G., « Κάνοντας μια νέα επίσκεψη στην ιστορική εμπειρία για την Ανώτατη Εκπαίδευση» Ιστορία της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, Πρακτικά 4ου Επιστημονικού Συνεδρίου Ιστορίας της Εκπαίδευσης, Μπουζάκης Σ. (επιμ.), εκδ. Guten������ berg, Πάτρα 2006. 2. Βλ. Rothblatt S. – Wittrock B., The European and American University Since 1800: Historical and Sociological Essays, New York: Cambridge University Press 1993.
-175-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
τις γνωστικές και αξιολογικές της πλευρές, έχει θεμελιώδη σημασία για την ουσιαστική και σφαιρική κατανόηση οποιασδήποτε εκπαιδευτικής διαδικασίας και δε θα έπρεπε να παραμελείται στη μελέτη της εκπαίδευσης, όπως έχει συμβεί στο παρελθόν3. Αγνόηση του ιδεολογικού παράγοντα μπορεί να οδηγήσει σε ατελείς ερμηνείες των εκπαιδευτικών φαινομένων, με ενδεχόμενο απότοκο την εξαγωγή πλημμελών συμπερασμάτων. Ο έλεγχος των πνευματικών ιδρυμάτων που κατασκευάζουν και μεταδίδουν γνώση και των ανθρώπων που εργάζονται και δημιουργούν σε αυτά είναι καθοριστικός παράγοντας στη διεκδίκηση της ιδεολογικής ηγεμονίας και την επιβολή εξουσίας4. Επομένως, κάθε μορφή αρχής που θέλει να επιβληθεί επιδιώκει με άμεσο ή έμμεσο τρόπο τον έλεγχο της εκπαίδευσης σε επίπεδο δομής, οργάνωσης και περιεχομένου5. Το ίδιο, ενδεχομένως σε μεγαλύτερο βαθμό, ισχύει και στην προσπάθεια για επιβολή και ενίσχυση εθνικής κυριαρχίας. Το σχολείο, καθώς και το πανεπιστήμιο, είναι από τους πλέον σημαντικούς μηχανισμούς συγκρότησης, εδραίωσης και αναπαραγωγής της εκάστοτε εθνικής ταυτότητας. Μέσω της λεγόμενης «εθνικής διαπαιδαγώγησης», επιχειρείται η νομιμοφροσύνη και η πολιτισμική ομοιογένεια των μελών του έθνους- κράτους. Καταβάλλεται προσπάθεια, δηλαδή, να ταυτιστεί η πολιτική ιδιότητα με την πολιτισμική. Στόχος της παρεχόμενης εκπαίδευσης στις διάφορες βαθμίδες της είναι η ανάδειξη της μοναδι3. Βλ. Banks O., Κοινωνιολογία της εκπαίδευσης, μτφ. Τάσος Βαρβέρης, εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1987, σελ. 20. 4. Βλ. Apple M., Εκπαίδευση και Εξουσία, μτφ. Φώτης Κοκαβέσης, εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 35. 5. Αυτό δεν υπονοεί σε καμιά περίπτωση υπεραπλουστευμένη σχέση υποταγής της εκπαίδευσης στην εκάστοτε εξουσία. Απλώς, υποστηρίζουμε ότι, μέσω της εκπαίδευσης, επιδιώκεται η υλοποίηση στοχεύσεων σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο, που κατευθύνονται από φορείς εξουσίας εκτός της εκπαιδευτικής κοινότητας.
-176-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
κότητας του έθνους, η εδαφική οριοθέτηση ή και η απαραίτητη, στο πλαίσιο διεκδικήσεων της εθνικιστικής ιδεολογίας, επέκτασή του, αλλά και η προβολή των κοινών ιστορικών βιωμάτων και των πολιτισμικών καταβολών που υποτίθεται ότι συνδέουν τους μαθητές. Στην εξεταζόμενη περίπτωση, πρέπει αρχικά να καταγραφεί το ιδεολογικό υπόβαθρο και το ιστορικό συγκείμενο της ιταλικής προσπάθειας για πανεπιστημιακή εκπαίδευση στα Δωδεκάνησα και, πιο συγκεκριμένα, στη Ρόδο, ώστε να καθίσταται ευκρινέστερη η ιταλική προσέγγιση στο ζήτημα της ανώτατης εκπαίδευσης. Γενικά, η εκπαιδευτική πολιτική των Ιταλών στα Δωδεκάνησα είχε δύο κεντρικούς, αλληλοσυμπληρούμενους άξονες. Βασική στόχευση ήταν να πληγεί η ελληνική εκπαίδευση, ενώ, ταυτόχρονα, επιδίωξη αποτελούσε η επιβολή της ιταλικής εκπαίδευσης στο πλαίσιο του αφελληνισμού, αφενός, και εξιταλισμού, αφετέρου, των Δωδεκανήσων. Στην κατεύθυνση αυτή κινήθηκαν και οι ενέργειες της Ιταλικής Διοίκησης, ως προς τον πανεπιστημιακό σχεδιασμό, στην αποδυνάμωση, δηλαδή, της σχέσης των Δωδεκανησίων νέων με τα ελληνικά πανεπιστήμια αλλά και στη συγκρότηση μηχανισμών παροχής ανώτατης εκπαίδευσης στα Δωδεκάνησα. Στη συγκεκριμένη εργασία, θα εστιάσουμε περισσότερο στο δεύτερο σκέλος. Η ιδέα για την ίδρυση Πανεπιστημίου στη Ρόδο υπήρχε από την αρχή της ιταλικής κατοχής των Δωδεκανήσων. Δημοσίευμα της ιταλικής εφημερίδας, “La Tribuna”, της 14ης Ιουλίου 1913, αναφέρεται στην πρόθεση της Ιταλικής Κυβέρνησης για ίδρυση Πανεπιστημίου στη Ρόδο. Από το 1913, λοιπόν, οι Ιταλοί οραματίζονταν τη δημιουργία Πανεπιστημίου στο νησί, με σχολές Ιατρικής και πολιτικών μηχανικών, για να μπορέσει η Ιταλία να συναγωνιστεί την πολιτιστική επιρροή της Αγγλίας και της Γαλ-
-177-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
λίας στη Μέση Ανατολή6. Κατόπιν ερώτησης του Έλληνα Πρέσβη στη Ρώμη, ο Υφυπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας είπε ότι η χώρα του έχει άλλες επείγουσες ανάγκες και δεν υπάρχει η πολυτέλεια διάθεσης χρημάτων για το συγκεκριμένο σκοπό7. Πράγματι, η οικονομική διάσταση αλλά και η επισφαλής, στο διεθνές διπλωματικό πεδίο, κατοχή των Δωδεκανήσων από τους Ιταλούς προέβαλλαν ισχυρά προσκόμματα. Αυτό, ωστόσο, δεν απομάκρυνε την ιταλική πολιτική από την ευρύτερη πολιτισμική αλλά και εκπαιδευτική εστίασή της. Στο σχεδιασμό για την ενίσχυση και τη σταδιακή κατίσχυση του ιταλικού πολιτισμού στη Ρόδο και στα υπόλοιπα νησιά εντασσόταν και η σύσταση της οργάνωσης “Dante Alighieri”8. Η οργάνωση είχε ως προϊστάμενό της, αρχικά, τον Ιταλό Δήμαρχο της Ρόδου, Α. Μπρίτζι9. Όσο η παρουσία των Ιταλών στα νησιά δεν είχε ισχυρά νομικά ερείσματα, υπήρχαν σημαντικοί ενδοιασμοί, ως προς την υλοποίηση συγκεκριμένων εκπαιδευτικών πολιτικών. Ωστόσο, αυτοί θα καμφθούν με την πάροδο του χρόνου. Καθοριστικό ρόλο στη 6. Βλ. Κοντάκος Α. - Παπαδόπουλος Σ., «Η εκπαίδευση στα Δωδεκάνησα μετά την ενσωμάτωση, 1947-1950», Πρακτικά 4ου Διεθνούς Συνεδρίου Ιστορίας της Εκπαίδευσης, Πάτρα 2006. 7. Βλ. Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.5/1913, υποφάκελος 1, επιστολή Πρέσβη Κακλαμάνου προς τον Υπουργό Εξωτερικών, Λ. Κορομηλά, αριθ. 1329, Ρώμη, 2/15 Ιουλίου 1913. 8. Στις 20-9-1916, ιδρύθηκε με την υποστήριξη της Ιταλικής Διοικήσεως ένα παράρτημα της μορφωτικής εταιρείας “Dante Alighieri”, με έδρα το ιπποτικό κατάλυμα της «Γλώσσας» της Ιταλίας. Η “Dante Alighieri” άνοιξε διάφορα σχολεία στη Ρόδο, με σκοπό τη διάδοση της ιταλικής γλώσσας και του ιταλικού πολιτισμού. 9. Βλ. Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.Α/5/1918, ειδικός φάκελος Νήσων Αιγαίου (Δωδεκάνησα), επιστολή Πρέσβη Ντάσσου προς το Υπουργείο Εξωτερικών, αριθ. 231, 25 Νοεμβρίου 1917. Ο Πρέσβης αναφέρει ότι «διά της συστάσεως του κομητάτου “Δάντε Αλιγέρη”» και με τη δημιουργία ιταλικών νυκτερινών σχολείων, οι Ιταλοί επιδιώκουν να εξασθενήσουν και να διώξουν το ελληνικό στοιχείο. Σύμφωνα με τον Πρέσβη, οι καταπατήσεις των εκκλησιαστικών και εκπαιδευτικών προνομίων των Ελλήνων στόχο έχουν την υποστασιοποίηση της ιταλικής ιδέας στην ελληνική Δωδεκάνησο.
-178-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
δραστική μεταβολή της ιταλικής εκπαιδευτικής πολιτικής διαδραμάτισαν δύο γεγονότα, η Συνθήκη της Λωζάννης του 1923, με την οποία εδραιωνόταν η ιταλική κατοχή των νησιών, και η ανάληψη της Διοίκησης των «Ιταλικών Νήσων του Αιγαίου», από τον ικανότατο διπλωμάτη και Γερουσιαστή, Μάριο Λάγκο. Μάλιστα, ο ίδιος ο Μουσολίνι επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την εκπαίδευση, καθώς επιθυμούσε ένα έθνος από πολεμιστές και τα αγόρια να γίνουν στρατιώτες που θα πολεμήσουν για τη δόξα της Ιταλίας. Οι νέοι της Ιταλίας διδάσκονταν ότι, μέσω του φασισμού, θα αναβιώσει η δόξα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας10. Άλλωστε, γενικά, τα ολοκληρωτικά καθεστώτα χρησιμοποιούν ξεκάθαρα τα σχολεία για τον έλεγχο των συνειδήσεων των μαθητών τους. Μέσω της διδασκαλίας και της οργάνωσης της εκπαίδευσης στα διάφορα επίπεδα, εμφυσούν στους μαθητές τη συμβατικότητα, την απόλυτη πειθαρχία και υποταγή στα προστάγματα των ανωτέρων καθώς και την άκριτη αποδοχή της υφιστάμενης τάξης πραγμάτων. Η αυτοέκφραση αποθαρρύνεται και δεν αφήνεται περιθώριο για διαφωνία με τους διδάσκοντες και τους μεγαλύτερους γενικά11. Ο Λάγκο οραματιζόταν την πολιτισμική επέκταση της Ιταλίας στην Ανατολή, μέσω των Δωδεκανήσων, γεγονός που θα εξυπηρετούσε και τις επεκτατικές ιταλικές βλέψεις. Η επιθυμία του ήταν να μετατραπεί η Ρόδος σε κέντρο ιταλικού πολιτισμού, με την ίδρυση στο νησί μιας ανώτατης ανατολικής σχολής. Ο Λάγκο ήθελε να περιορίσει την επίδραση της γαλλικής γλώσσας στα παράλια της Μ. Ασίας, ώστε «η ιταλική γλώσσα να κυριαρχήση και πάλιν εις την Ανατολήν (Levante)12.» Ωστόσο, οικονομικοί και 10. Για βασικές αρχές της φασιστικής εκπαίδευσης στην Ιταλία, βλ. Paluello L., Education in Fascist Italy, Western Printing Services, Bristol 1946. 11.
Βλ. Banks O., όπ.π., σελ. 239.
12. Βλ. Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.22/22.1/1927, τμήμα Β, έγγραφο Προξενείου Βερολίνου στο Υπουργείο Εξωτερικών, Βερολίνο, 7 Αυγούστου 1927.
-179-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
πολιτικοί λόγοι13 δεν επέτρεψαν στον Ιταλό Διοικητή να πραγματοποιήσει τα σχέδιά του. Η πολιτική του Λάγκο συνίστατο στη σταδιακή και προσεκτική επίτευξη των στόχων του. Επιθυμούσε να ελέγξει σταδιακά το εκπαιδευτικό τοπίο στα νησιά. Αυτό θα το επιχειρούσε με έναν εκπαιδευτικό κανονισμό. Ο σχεδιασμός αυτός προκύπτει από επιστολή του Κυβερνήτη προς τον Ιταλό Υπουργό Παιδείας, το 1924. Ο Λάγκο τονίζει ότι εδώ και αιώνες οι Έλληνες της Ανατολής έχουν οργανώσει με την Εκκλησία και τα σχολεία «την άμυνα της φυλής» τους και διατηρούν επαφές με την Ελλάδα, στο πλαίσιο της ιδεολογίας του αλυτρωτισμού14. Θεωρεί απαραίτητη τη διάσπαση αυτής της οργάνωσης, χωρίς να πληγεί ανοιχτά το παραδοσιακό πνεύμα των ορθόδοξων κοινοτήτων. Αυτό, σύμφωνα με τον Κυβερνήτη, θα μπορούσε να συμβεί με ένα σχολικό κανονισμό, με τον οποίο θα επιβαλλόταν αποτελεσματικός έλεγχος των βιβλίων και των εκπαιδευτικών, θα καθίστατο υποχρεωτική η διδασκαλία της ιταλικής γλώσσας και θα αναγνωρίζονταν επαγγελματικά δικαιώματα μόνο στους αποφοίτους των ιταλικών σχολείων ή μέσω εξετάσεων. Ταυτόχρονα, έκρινε απαραίτητη μια πιο ευρεία οργάνωση των σχολείων της Κτήσης, με εθνικούς στόχους τα Δωδεκάνησα και την Ανατολή15. Εντέλει, την 1η Ιανουαρίου του 1926, δημοσιεύθηκε στο επίσημο πληροφοριακό δελτίο της Κυβέρνησης των Νήσων του Αιγαίου, το μέχρι τότε επεξεργαζόμενο σχολικό διάταγμα16. Ο Κανονισμός στα 10 κεφάλαια και στα 75 άρθρα του αναδιοργάνωνε την εκπαίδευση των νησιών, θέτοντάς την ουσια13. Σε αρκετές περιπτώσεις ο Λάγκο αντιμετώπιζε τη δυσπιστία ή και τη διαφωνία των προϊσταμένων του στην Ιταλία. 14. Βλ. Ι.Α.Δ. Φ.193/1926, no. 5530, 20 jiugno 1924, M. Lago alla S.E. Il ministro della Pubblica Istruzione, e per conoscenza: S.E. Il ministro degli Affari Esteri.
15.
Αυτόθι.
16. Βλ. Ι.Α.Δ., Φ.139/1926, Decreto no. 1, Bolletino Ufficiale, Ordinamento delle scuole elementary e medie, 1 gennaio 1926.
-180-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
στικά υπό ιταλικό έλεγχο17. Μία από τις βασικότερες διαστάσεις της ιταλικής εκπαιδευτικής πολιτικής, όπως αυτή αναδεικνυόταν και από τον Κανονισμό, ήταν ο έλεγχος της μόρφωσης και του φρονήματος των διδασκόντων στα ελληνικά σχολεία. Στο πλαίσιο αυτό, θεσπίστηκε το Διδασκαλείο της Εκπαίδευσης (Istituto Magistrale) , στο οποίο υποχρεώνονταν να φοιτήσουν οι Δωδεκανήσιοι εκπαιδευτικοί. Οι Ιταλικές Αρχές προέτασσαν την ανάγκη για επιστημονική και παιδαγωγική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, αλλά, στην ουσία, στόχευαν να παράσχουν σε αυτούς μια παιδεία απαλλαγμένη από τις αρχές του ελληνικού «πατριωτισμού»18. Για να χορηγηθεί η εκπαιδευτική άδεια, έπρεπε οι Δωδεκανήσιοι εκπαιδευτικοί να ακολουθήσουν το τριετές πρόγραμμα του Διδασκαλείου19 και να πραγματοποιήσουν την πρακτική εξάσκησή τους σε βασιλικό σχολείο20 ή υποδεικνυόμενο από τις εκπαιδευτικές αρχές21. Καθί17. Πολλά κείμενα έχουν γραφτεί για το Σχολικό Κανονισμό (���������������� Ordinamento����� ���� Scolastico) και πολλές μεταφράσεις του κειμένου έχουν πραγματοποιηθεί από ιστορικούς και ιστοριοδίφες. Η πλέον αξιόλογη προσπάθεια είναι του Καθηγητή, Ζ. Τσιρπανλή, Η εκπαιδευτική πολιτική των Ιταλών στα Δωδεκάνησα 1912-1943, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2007. 18. Βλ. Τσιρπανλής Ζ., Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912 – 1943, εκδ. Τροχαλία, Υπουργείο Πολιτισμού – Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων, Ρόδος 1998, σελ. 145. 19. Το σχολικό έτος 1928 - 1929 ήταν το τελευταίο, κατά το οποίο διορίστηκαν απόφοιτοι ελληνικών διδασκαλείων, στο πλαίσιο μιας μεταβατικής περιόδου. Το Ινστιτούτο ξεκίνησε ως μονοτάξιο, για να γίνει το 1929 διτάξιο και το 1931 τριτάξιο, καθώς η Ιταλική Διοίκηση, συνειδητοποιώντας την επίδραση του Ινστιτούτου στη συνείδηση των φοιτούντων σε αυτό, θέλησε να διευρύνει το χρονικό διάστημα παραμονής των Δωδεκανησίων που επιθυμούσαν να γίνουν δάσκαλοι, επιτρέποντας τη φοίτηση σε αυτό ακόμα και αποφοίτων της Β΄ Γυμνασίου. Βλ. Καρανικόλας Α., Το εκπαιδευτικό πρόβλημα της Δωδεκανήσου, Αθήνα 1945, σελ. 16-17∙ Σταματίου Α., Η Δωδεκάνησος σκλάβα και ελεύθερη, Αθήνα 1958, σελ. 40-41. 20. Πρόκειται για ένα από τα τρία είδη σχολείου που προέβλεπε ο Σχολικός Κανονισμός. Τα βασιλικά σχολεία βρίσκονταν υπό τον πλήρη έλεγχο της Ιταλικής Διοίκησης και ακολουθούσαν ιταλικό αναλυτικό πρόγραμμα. 21. Βλ. Ι.Α.Δ., Φ.139/1926, Decreto no. 1, Bolletino Ufficiale, Ordinamento delle scuole elementary e medie, 1 gennaio 1926, άρθρα 26-32.
-181-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
σταται, επομένως, σαφές ότι, μέσω του Διδασκαλείου και του ανωτάτου επιπέδου εκπαίδευσης, η οποία παρεχόταν εκεί, η Ιταλική Διοίκηση είχε τη δυνατότητα να εξυπηρετήσει άρτια την πολιτική στοχοθεσία της. Με το Σχολικό Κανονισμό του 1926, ταυτόχρονα, θεσπίστηκε η υποχρέωση του διδακτικού προσωπικού για εξετάσεις στην ιταλική γλώσσα, καθώς και λήψη διπλώματος από το πανεπιστήμιο της Πίζας. Με το άρθρο 67 του Κανονισμού, οι εκπαιδευτικοί υποχρεώνονταν σε εξετάσεις, για να εφοδιαστούν τον «κανονικό και οριστικό» τίτλο διδακτικής επάρκειας για τα σχολεία των ιταλικών Νήσων του Αιγαίου22. Οι εξετάσεις είχαν τρία στάδια, στα οποία δινόταν, προφανώς, έμφαση στο βαθμό κατοχής της ιταλικής γλώσσας. Στο πρώτο στάδιο, ο εκπαιδευτικός καλείτο να συγγράψει σύντομη έκθεση σε θέμα που καθόριζε η εξεταστική επιτροπή. Στη συνέχεια, υπήρχε προφορική εξέταση, για να διαπιστωθεί η επαρκής γνώση της Ιταλικής και, τέλος, ο εκπαιδευτικός έπρεπε να συντάξει σχέδιο μαθήματος, το οποίο περιελάμβανε ανάγνωση, εξήγηση και γραμματική ερμηνεία σε κείμενο από αναγνωστικό βιβλίο, που υπεδείκνυε η επιτροπή. Ο εκπαιδευτικός που ανταποκρινόταν επιτυχώς σε αυτή τη δοκιμασία λάμβανε δίπλωμα, με το οποίο πιστοποιούταν η ικανότητα του για διδασκαλία στην Κτήση23. Η κίνηση αυτή εξυπηρετούσε πλήρως τα ιταλικά σχέδια, αφού ουσιαστικά υποχρέωνε τους Δωδεκανήσιους εκπαιδευτικούς να φοιτούν στο πανεπιστήμιο της Πίζας, όπου υπήρχαν πολλές δυνατότητες ελέγχου των εθνικών φρονημάτων τους. Η προσπάθεια για χειραγώγηση του διδακτικού προσωπικού των κοινοτικών σχολείων εντάθηκε τη δεκαετία του 1930. Ο 22. Βλ. Ι.Α.Δ., Φ. 498/1926, ανακοίνωση Γενικού Γραμματέα Εκπαίδευσης, Γ. Γκίτζι, με τίτλο «Εξετάσεις προς απόκτησιν τίτλου ικανότητος διά την διδασκαλίαν εις τας Νήσους του Αιγαίου». 23.
Αυτόθι.
-182-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Πρόξενος Παππάς προέβλεπε, το 1932, ότι η Ιταλική Εποπτεία της Εκπαίδευσης στα Δωδεκάνησα θα προχωρήσει σταδιακά στην πλήρη αντικατάσταση του εκπαιδευτικού προσωπικού, αρχικά από αποφοίτους του «Corso Magistrale» και, στη συνέχεια, από εκπαιδευτικούς που θα προέρχονται απευθείας από την Ιταλία24. Με αυτόν τον τρόπο, βαθμηδόν, θα εξυπηρετούνταν τα σχέδια της Ιταλικής Διοίκησης για τον έλεγχο του φρονήματος του διδακτικού προσωπικού των κοινοτικών σχολείων, χωρίς να υποχρεωθεί να προβεί σε ενέργειες που ενδεχομένως θα προκαλούσαν έντονες αντιδράσεις. Η μη ευόδωση των σχεδίων για ίδρυση πανεπιστημίου ενδεχομένως λειτούργησε καταλυτικά στο σχεδιασμό του Λάγκο για διοχέτευση των Δωδεκανησίων νέων στα ιταλικά πανεπιστήμια. Ένα από τα πλέον σημαντικά εκπαιδευτικά διατάγματα του Ιταλού Διοικητή στη συγκεκριμένη κατεύθυνση είναι το υπ’ αριθ. 152, της 31ης Αυγούστου του 1932, με το οποίο παρείχε τη διευκόλυνση σε όσους Δωδεκανήσιους ήταν εγγεγραμμένοι σε Πανεπιστήμιο του Εξωτερικού25 να εγγραφούν σε ιταλικό πανεπιστήμιο για τα έτη 1932-33, 1933-34. Με αυτόν τον τρόπο, όσοι εγγράφονταν για το έτος 1932-33 μπορούσαν να ωφεληθούν στην εξάσκηση του επαγγέλματός τους, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Διατάγματος, υπ’ αριθ. 122, της 3ης Ιουνίου 1930, χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να υποβληθούν σε εξετάσεις. Ουσιαστικά, ο Λάγκο, εκμεταλλευόμενος την ανάγκη για εργασία των νέων, τους ωθεί προς τα ιταλικά πανεπιστήμια26. Αν κάποιος δεν αποφάσιζε τη μετεγγραφή του στο καθορισμένο διάστημα, έπρεπε στη συνέχεια να φοιτήσει στο
24.
Βλ. Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.22/IIα/1932, έγγραφο Παππά προς το Υπουργείο Εξωτερικών.
25.
Στην ουσία «φωτογραφίζει» τα Πανεπιστήμια Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
26. Ήταν τόσο μεγάλο το ενδιαφέρον του Λάγκο για τους Δωδεκανήσιους φοιτητές στην Ιταλία, ούτως ώστε, κάθε χρόνο, τους επισκεπτόταν στο Πανεπιστήμιο της Πίζας, όπου συνέρρεε και το μεγαλύτερο πλήθος αυτών.
-183-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ιταλικό πανεπιστήμιο από την αρχή, χωρίς να του αναγνωρίζεται χρόνος φοίτησης στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Με αυτόν τον τρόπο, πετύχαινε σημαντικό πλήγμα στα ελληνικά γυμνάσια και τα πανεπιστήμια, συνεχίζοντας, ουσιαστικά, το έργο που ξεκίνησε από το 1929-1930. Οι προσπάθειες στην κατεύθυνση του εθνικού ελέγχου, μέσω της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, εντάθηκαν τα επόμενα χρόνια. Το Προξενείο της Ρόδου, σε έγγραφο προς το Υπουργείο των Εξωτερικών, τον Ιούλιο του 1936, αναφέρει ότι 24 Δωδεκανήσιοι εκπαιδευτικοί27 αναχώρησαν για την Ιταλία, με έξοδα της Ιταλικής Διοίκησης, όπως και το προηγούμενο έτος, για να παρακολουθήσουν ειδικά σεμινάρια στο Πανεπιστήμιο της Περούτζια και να επισκεφθούν τις κυριότερες πόλεις της Ιταλίας. Ο Πρόξενος αναφέρει ότι οι ιταλικοί κύκλοι διατυμπανίζουν πως η «αυτοκρατορική Ρώμη» εύκολα θα κατορθώσει να επηρεάσει τις συνειδήσεις των «απλοϊκών, ως επί το πλείστον, ανθρώπων τούτων» και θα τους καταστήσει πειθήνια όργανα της Ιταλίας28. Ο στόχος, επομένως, ήταν η αλλοίωση της εθνικής συνείδησης των εκπαιδευτικών και ο εξιταλισμός τους. Το γεγονός αυτό προβλημάτιζε ιδιαίτερα το Προξενείο Ρόδου, το οποίο απέστειλε και δεύτερο έγγραφο για τους εκπαιδευτικούς που είχαν μεταβεί στο Πανεπιστήμιο της Περούτζια. Ανησυχητική έβλεπαν την απήχηση του μέτρου, καθώς είχε προηγηθεί αποστολή εκπαιδευτικών και το προηγούμενο έτος, και την εκμετάλλευσή του από την ιταλική προπαγάνδα, η οποία διατυμπάνιζε την «ευεργετική και εκπολιτιστική» αποστολή της Ιταλικής Διοίκησης στα Δωδεκάνησα, για το εκπαιδευτικό προσωπικό των
27.
Συνημμένα αποστέλλεται και κατάλογος με τα ονόματα αυτών.
28. Βλ. Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.Α/10/8α/1938, έγγραφο Προξενείου Ρόδου προς το Υπουργείο Εξωτερικών, αριθ. 1051 Δ/1, 16 Ιουλίου 1936.
-184-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
σχολείων29. Η “Dante Alighieri”, όπως κατέγραψε η εφημερίδα “Messagero di����������������������������������������������������������� Rodi������������������������������������������������������ ���������������������������������������������������������� ”, στις 15 Αυγούστου του 1934, επεδίωκε την ίδρυση Ινστιτούτου ανώτατης μόρφωσης στη Ρόδο. Το συγκεκριμένο Ινστιτούτο θα στόχευε στην προσέλκυση Ελλήνων αλλά και ανατολιτών και θα αναδείκνυε καταφανώς τις σχέσεις της ιταλικής ιστορίας με την Ανατολή30. Στο πλαίσιο της μύησης των Δωδεκανησίων εκπαιδευτικών στην ιταλική εκπαίδευση και πολιτισμό, η “Dante Alighieri”, σε συνεργασία με τον Επόπτη Εκπαίδευσης, από το 1935, ξεκίνησε τη λειτουργία θερινών τμημάτων ανώτερης μόρφωσης. Αυτά είχαν διάρκεια δύο μηνών, πραγματοποιούνταν στη Ρόδο ή στην Ιταλία και ως αντικείμενό τους είχαν την ιταλική ιστορία, πολιτισμό, τέχνη και το φασιστικό καθεστώς31. Προφανής στόχος ήταν ο έλεγχος του φρονήματος των εκπαιδευτικών και ο αποτελεσματικότερος εξιταλισμός των νησιών. Η ικανοποιητική ανταπόκριση στον κύκλο μαθημάτων ανώτατης μόρφωσης, το 1935, ώθησε την “Dante Alighieri”, την επόμενη χρονιά, να επαναλάβει το εγχείρημα32. Αναλυτικές πληροφορίες για τη δράση του Ινστιτούτου Ανωτέρας Μορφώσεως 29. Βλ. Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.Α/10/8α/1938, έγγραφο Προξενείου Ρόδου προς το Υπουργείο Εξωτερικών, αριθ. 1255 Δ/1, 26 Ιουλίου 1936. 30. Βλ. Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.Α/22/IIα/1934, άρθρο «Messagero di Rodi» συνημμένο σε έγγραφο του Παππά στο Υπουργείο Εξωτερικών, αριθ. 1738, 23 Οκτωβρίου 1934. Ο Πρόξενος αναφέρει ότι είναι παλιό όνειρο του Λάγκο η ίδρυση Πανεπιστημίου και ότι για λόγους οικονομικούς θα στεγαστεί στο κτήριο που βρίσκεται ο σύλλογος “������������ Dante������� Aligh������ ieri”. 31. Βλ. Καρανικόλας Α., «Ιταλική εκπαιδευτική πολιτική και Δωδεκανήσιοι», Δωδεκανησιακή Επιθεώρηση, έτος Β΄, τεύχ. 2-4 (Φεβρουάριος – Μάρτιος – Απρίλιος 1948), σελ. 73. 32. Βλ. Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.38/1936, υποφάκελος 8, έγγραφο Πρόξενου Μεταξά προς το Υπουργείο Εξωτερικών, με θέμα «Περί δράσεως ιταλικής οργανώσεως Dante Alighieri εις Ρόδον», αριθ. πρωτ. 729/Θ/4, Ρώμη, 28 Απριλίου 1936.
-185-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Ρόδου έχουμε από την αναφορά του Προξένου Αργυρόπουλου προς το Υπουργείο Εξωτερικών, τον Οκτώβριο του 1936. Στο έγγραφο του Αργυρόπουλου δηλώνεται ότι η έναρξη των παραδόσεων για το ακαδημαϊκό έτος 1936-37 έγινε στις 3 Αυγούστου και τα μαθήματα διήρκεσαν ως τις 15 Σεπτεμβρίου. Η τελετή που πραγματοποιήθηκε ήταν εντυπωσιακή και συμμετείχαν σε αυτήν οι διοικητικές, στρατιωτικές και εκκλησιαστικές Αρχές της Δωδεκανήσου, με κάθε επισημότητα. Στο Ινστιτούτο δίδαξαν γνωστοί Καθηγητές από διάφορα Πανεπιστήμια της Ιταλίας, πολλοί εκ των οποίων ήταν φασίστες και φανατικοί ανθέλληνες, σύμφωνα με τον Αργυρόπουλο33. Πιο συγκεκριμένα, οι καθηγητές ήταν οι Carlo Anti, Καθηγητής Αρχαιολογίας και Πρύτανης του Πανεπιστημίου της Πάντοβας, ο Giuseppe Chiarelli, έκτακτος Καθηγητής του συντεχνιακού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Περούτζια, ο �������������������������������������������������� Francesco����������������������������������������� Coppola��������������������������������� ���������������������������������������� , Ακαδημαϊκός, Καθηγητής του Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης, ο Luciano Laurenzi, υφηγητής του Πανεπιστημίου της Μπολόνια, ο Valerio Mariani, υφηγητής της Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης, ο Mario���������������������������������������������������� ��������������������������������������������������������� Monti���������������������������������������������� ��������������������������������������������������� , υφηγητής του ιταλικού Δικαίου στα Πανεπιστήμια του Σάσσαρι και του Μπάρι, ο ��������������������������� Roberto�������������������� Paribeni����������� ������������������� , Ακαδημαϊκός, Καθηγητής της Αρχαιολογίας στο καθολικό Πανεπιστήμιο του Μιλάνου (φανατικός μισέλληνας, σύμφωνα με τον Πρόξενο), ο Giorgio Roletto, Καθηγητής της Οικονομικής Γεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο της Τεργέστης, και ο Giovanni Solanzo, τακτικός Καθηγητής της Μεσαιωνικής Ιστορίας στο καθολικό Πανεπιστήμιο του Μιλάνου (φανατικός φασίστας και καθολικός). Ως προς το περιεχόμενο των διδασκόμενων μαθημάτων, ο Πρόξενος καταγράφει: «Η κατευθυντήριος γραμμή της διδασκαλίας υπήρξεν εφέτος ως και πέρυσι η έξαρσις παντός Ρωμαϊκού και Ιταλικού επιτυγχανομένη διά της διαστροφής της αληθείας, της 33. Βλ. Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.38/1936, υποφάκελος 8, έγγραφο Αργυρόπουλου προς το Υπουργείο Εξωτερικών, με θέμα «Περί παραδόσεων Ινστιτούτου ανωτέρας μορφώσεως», αριθ. 1544, 12 Οκτωβρίου 1936.
-186-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
διαρκούς μειώσεως παντός Ελληνικού και της παραλείψεως της Βυζαντινής εποχής34.» Σημειώνεται, επίσης, ότι οι φοιτητές που παρακολούθησαν τα μαθήματα ήταν 142 από τους οποίους οι 51 Δωδεκανήσιοι, ενώ δόθηκαν και 38 υποτροφίες35. Στο πλαίσιο του μεγαλεπήβολου εκπαιδευτικού σχεδιασμού των Ιταλών για τα Δωδεκάνησα, εντασσόταν και η ίδρυση, στις 4 Αυγούστου 1935, μεγαλοπρεπούς βιβλιοθήκης στη Ρόδο, με την ονομασία “Biblioteca del Fiore”, η οποία υπήρξε ιδέα του Λάγκο από το 1928. Την επιμέλεια για την εγκατάσταση και τον καθορισμό λειτουργίας της βιβλιοθήκης είχε το Ιταλικό Ινστιτούτο Βιβλίου36. Οι κινήσεις αυτές έρχονται να επιβεβαιώσουν την πρόθεση των Ιταλών να επιταχύνουν και να ολοκληρώσουν την αφομοίωση των Δωδεκανήσων στη φασιστική αυτοκρατορία, μέσω ενός μεγαλεπήβολου σχεδίου πολιτισμικού ιμπεριαλισμού. Για την υλοποίησή του δαπανήθηκαν τεράστια ποσά και καταβλήθηκαν εργώδεις προσπάθειες, γεγονός που καταδεικνύει την επένδυση που πραγματοποιήσουν σε αυτό το εγχείρημα οι Ιταλικές Αρχές. Ιδιαίτερα, ως προς την ανώτατη εκπαίδευση, αν και κρίνουμε ότι είναι ένα πεδίο που χρήζει περαιτέρω διερεύνησης και μπορεί να αποδώσει σημαντικά ερευνητικά αποτελέσματα, μπορεί να ειπωθεί ότι, παρά τα εμπόδια και τις ματαιώσεις, οι Ιταλοί κατέβαλαν σημαντικά ποσά και υπηρέτησαν συντεταγμένο σχέδιο, στοχεύοντας στην πολιτισμική εξάπλωσή τους και στην αποδυνάμωση του ελληνικού στοιχείου αλλά και της γαλλικής επιρροής – ιδίως κατά την πρώτη περίοδο κατοχής των νησιών. Αν και δεν υπήρξε εντελώς αποτυχημένη η πολιτική τους, δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, ιδίως ως προς τον έλεγχο του φρονήματος
34.
Αυτόθι.
35.
Αυτόθι.
36.
Βλ. Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.Α/10/8/1935.
-187-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
των νέων αλλά και των εκπαιδευτικών της Δωδεκανήσου. Αναστάσιος Ν. Κουντούρης Φιλόλογος Δρ. Ιστορίας της Εκπαίδευσης ΠΗΓΕΣ Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.5/1913, υποφάκελος 1 Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.Α/5/1918, ειδικός φάκελος Νήσων Αιγαίου (Δωδεκάνησα) Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.22/22.1/1927, τμήμα Β Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.22/IIα/1932 Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.Α/22/IIα/1934 Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.Α/10/8/1935 Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.38/1936, υποφάκελος 8 Ι.Α. Υπ. Εξ., Φ.Α/10/8α/1938
Ιστορικό Αρχείο Δωδεκανήσου Ι.Α.Δ., Φ.139/1926 Ι.Α.Δ. Φ.193/1926 Ι.Α.Δ., Φ.498/1926 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Apple M., Εκπαίδευση και Εξουσία, μτφ. Φώτης Κοκαβέσης, εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1993. Banks O., Κοινωνιολογία της εκπαίδευσης, μτφ. Τάσος Βαρβέρης, εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1987. McCulloch G., «Κάνοντας μια νέα επίσκεψη στην ιστορική εμπειρία
-188-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
για την Ανώτατη Εκπαίδευση», Ιστορία της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, Πρακτικά 4ου Επιστημονικού Συνεδρίου Ιστορίας της Εκπαίδευσης, Μπουζάκης Σ. (επιμ.), εκδ. Gutenberg, Πάτρα 2006. Paluello L., Education in Fascist Italy, Western Printing Services, Bristol 1946. Rothblatt S. – Wittrock B., The European and American University Since 1800: Historical and Sociological Essays., New York: Cambridge University Press, 1993. Καρανικόλας Α., «Ιταλική εκπαιδευτική πολιτική και Δωδεκανήσιοι», Δωδεκανησιακή Επιθεώρηση, έτος Β΄, τεύχ. 2-4 (Φεβρουάριος – Μάρτιος – Απρίλιος 1948). Καρανικόλας Α., Το εκπαιδευτικό πρόβλημα της Δωδεκανήσου, Αθήνα 1945. Κοντάκος Α. - Παπαδόπουλος Σ., «Η εκπαίδευση στα Δωδεκάνησα μετά την ενσωμάτωση, 1947-1950», Πρακτικά 4ου Διεθνούς Συνεδρίου Ιστορίας της Εκπαίδευσης, Πάτρα 2006. Σταματίου Α., Η Δωδεκάνησος σκλάβα και ελεύθερη, Αθήνα 1958. Τσιρπανλής Ζ., Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912 – 1943, εκδ.
Τροχαλία, Υπουργείο Πολιτισμού – Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων, Ρόδος 1998. Τσιρπανλής Ζ., Η εκπαιδευτική πολιτική των Ιταλών στα Δωδεκά-
νησα 1912-1943, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2007.
-189-
Φωτογραφία: Μιχάλης Πάου
Γιάννη Θ. Πατέλλη
ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΣΤΗΝ ΚΑΛΥΜΝΟ Επιστολή των Καλυμνίων προς τον λοχαγό Βάϊς
Ό
ταν το 1912 οι Ιταλοί κατέλαβαν τα Δωδεκάνησα, τα οποία κατείχαν οι Τούρκοι από το 1522, οι κάτοικοί τους, γνήσιοι Έλληνες από αρχαιοτάτων χρόνων, δεν έπαψαν ούτε στιγμή να αγωνίζονται, όπως και επί τουρκοκρατίας, για την ανάκτηση της ελευθερία τους και την ένωσή τους με τον εθνικό κορμό. Ο αγώνας τους ενάντια στους νέους κατακτητές, Ευρωπαίους αυτή τη φορά, πέρασε από πολλά στάδια και πλησίασε προς τη δικαίωση του με τη λήξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Οι ελπίδες τους όμως, για πραγμάτωση του προαιώνιου πόθου της απελευθέρωσής τους, διαψεύστηκαν μετά την Μικρασιατική Καταστροφή και τις εθνικές περιπέτειες που ακολούθησαν. Η Ιταλία, από θέσεως ισχύος πλέον, προσπάθησε με κάθε μέσο και τρόπο να εξιταλίσει τους Δωδεκανησίους κλείνοντας τα ελληνικά κοινοτικά σχολεία, επιβουλευόμενη την Ορθόδοξη πίστη τους και ασκώντας αφόρητες πιέσεις για αλλοίωση του εθνικού τους φρονήματος. Η κατάσταση στα νησιά μας είχε φτάσει στο έσχατο όριο αντοχής και ο κίνδυνος πλήρους αφελληνισμού των κατοίκων ήταν άμεσος. Κατά περίεργη σύμπτωση της μοίρας η ίδια η Ιταλία, η οποία επεδίωκε να καταστήσει τα Δωδεκάνησα ιταλική κτήση, κατάφερε με τις επιλογές της να τα βγάλει από τη δύσκολη αυτή θέση. Στις 28 Οκτωβρίου 1940 οι Ιταλοί επιτέθηκαν εναντίον της Ελλάδας απαιτώντας να τους παραχωρηθεί, εκτός της Δωδεκανήσου, μέρος και της ίδιας της Ελληνικής Επικράτειας. Σε δύο μήνες ο Ελληνικός Στρατός διέλυσε το μύθο της μεγά λης στρατιωτικής δύναμης, που δήθεν αντιπροσώπευε η Ιταλία. -191-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Το φασιστικό καθεστώς, ο Μουσολίνι που το εκπροσωπούσε και ο Ιταλικός παράγοντας, έπαψαν να υπολογίζονται ως στρατιωτική αξία στα μάτια των συμμάχων τους Γερμανών και του Χίτλερ, ο οποίος υποχρεώθηκε να αποστείλει σημαντικές δυνάμεις για να καταλάβει ο ίδιος την Ελλάδα. Ακόμα, οι Ελληνικές νίκες στα Αλβανικά βουνά, συνέτειναν την αποσάθρωση του φασιστικού καθεστώτος στην Ιταλία και διευκόλυναν τους Συμμάχους να επιλέξουν τη Σικελία ως πρώτη περιοχή απόβασης στη γερμανοκρατούμενη Ευρώπη. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου τα Δωδεκάνησα βρέθηκαν, για ένα χρονικό διάστημα δύο ετών περίπου, στην ιδιάζουσα κατάσταση της διπλής κατοχής από Ιταλία και Γερμανία. Η άφιξη των Γερμανών στα Δωδεκάνησα έλαβε χώρα στα μέσα του 1943. Έχουν γραφεί αρκετά γύρω από τη σημαντική αυτή περίοδο του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου στη δίνη του οποίου βρέθηκαν τα νησιά μας και μαζί τους η Κάλυμνος. Τα περισσότερα εξιστορήθηκαν από πρόσωπα τα οποία έζησαν εκείνη τη δύσκολη περίοδο, είτε ως αναμνήσεις μιας περιόδου της ζωής τους είτε με μορφή, αρκετά φιλόδοξη, ιστορικού αποτυπώματος. Η προσέγγιση βέβαια σε ένα τόσο μεγάλο ιστορικό γεγονός δεν είναι έργο εύκολο, ανώδυνο και χωρίς κινδύνους. Όταν ο εξιστορών είναι ο ίδιος δημιουργός της ιστορίας έχει το πλεονέκτημα της αμεσότητας, υπάρχουν όμως κίνδυνοι να τονιστεί υπέρμετρα μια πλευρά εις βάρος της άλλης ή να αποσιωπηθούν γεγονότα και απόψεις κρίσιμες για την ιστορική επισκόπηση της συγκεκριμένης περιόδου. Η δημοσίευση, λοιπόν, κάθε νέου στοιχείου που προκύπτει βοηθά στην πολλαπλή προσέγγιση των γεγονότων, φωτίζει περισσότερο τα πράγματα, ελαχιστοποιώντας τους παραπάνω κινδύνους. Οι σκέψεις αυτές με ώθησαν να φέρω στο φως μια επιστολή που βρέθηκε, τυχαία, στο προσωπικό αρχείο και τα χαρτιά της αείμνηστης δασκάλας και διευθύντριας του Παρθεναγωγείου
-192-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Ευαγγελίας Μπίλλη.1 Απευθύνεται προς «Τον εκλαμπρότατον Διοικητήν των εν Καλύμνω Γερμανικών Δυνάμεων, Λοχαγόν Βάις» και έχει υπογραφή «Οι ολίγοι εναπομείναντες πλέον κάτοικοι Καλύμνου». Η επιστολή είναι αχρονολόγητος, γραμμένη σε γραφομηχανή εποχής και έχει μορφή αντιγράφου. Πρέπει να γράφτηκε το Φεβρουάριο του 1945, αφού στην αρχή αναφέρει για αποχή του λαού της Καλύμνου από τις εκλογές που προκήρυξε η Γερμανική Διοίκηση για εκλογή αντιπροσώπων στο «Λαϊκό Συμβούλιο Ρόδου». Το παραπάνω Συμβούλιο είχε θεσπισθεί, τον Ιανουάριο του 1945, από τη σκιώδη πλέον Ιταλική Διοίκηση Δωδεκανήσου, η οποία διεκπεραίωνε απλώς τις εντολές του Γερμανού Στρατιωτικού Διοικητή των νήσων. Δεν μπόρεσα να εντοπίσω τον συντάκτη της επιστολής. Μπορεί να γράφτηκε εξ ολοκλήρου από τη δασκάλα Ευαγγελία Μπίλλη ή να είναι προϊόν συνεργασίας της με άλλα πρόσωπα της «Εθνικής Ένωσης Καλύμνου». Το ποιος είναι ο συντάκτης όμως ελάχιστη σημασία έχει. Το σημαντικό, όπως θα διαπιστώσει και ο αναγνώστης, είναι οι αναμφισβήτητες αρετές της. Εντυπωσιάζει η διπλωματικότητα, η ευλυγισία και μεθοδικότητα στην ανάπτυξη των επιχειρημάτων καθώς και το αντιϊταλικό πάθος που διαχέεται στις σελίδες της. Ίσως, όμως, η πιο μεγάλη αρετή της επιστολή είναι ο τρόπος που διεξέρχεται τις σχέσεις δυνάστη και δυναστευομένων. Σκιαγραφεί και διεκτραγωδεί τον αγώνα του Καλυμνιακού λαού
1. Η δασκάλα Ευαγγελία Μπίλλη, μαζί με άλλες δασκάλες εκείνης της εποχής, εκτός από την έντονη πατριωτική τους δράση, δίδασκαν κρυφά στο σπίτι τα παιδιά της Καλύμνου την Ελληνική Γλώσσα όταν ο φασίστας διοικητής της Δωδεκανήσου Ντε Βέκι απαγόρευσε τη διδασκαλία της στα σχολεία της Καλύμνου. Κατά την διάρκεια του πολέμου υπήρξε μέλος της «Εθνικής Ένωσης Καλύμνου» και της «Λαϊκής Απελευθερωτικής Ένωσης Καλύμνου» που είχαν συστήσει πολλοί Καλύμνιοι πατριώτες, μαζί με τις δασκάλες Σεβαστή Μάγκου, Καλοτίνα Κουσκούτη, Βακίνα Σουλούνια, Θεμελίνα Ζερβού. Μετά την απελευθέρωση, το 1945, ανέλαβε διευθύντρια του Βουβαλείου Παρθεναγωγείου μέχρι τη συνταξιοδότησή της το 1961.
-193-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
κατά των Ιταλών κατακτητών ως συνολική πράξη αντίστασης. Υψώνει τον διαρκεί αυτόν αγώνα, από το 1912, στο ιερό βάθρο της θυσίας, χωρίς να αφήνει την παραμικρή σκιά για λιπόψυχους και μηδίσαντες που αναμφισβήτητα υπήρξαν. Τους αφήνει στην κρίση του μελλοντικού ιστορικού, στον οποίο η χρονική απόσταση θα επιτρέψει μια, πλέον αμερόληπτη, θεώρηση των πραγμάτων. Νομίζω όμως ότι μια σύντομη παράθεση ενός ιστορικού πλαισίου των πολεμικών γεγονότων του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, την κρίσιμη περίοδο που γράφτηκε η επιστολή, θα διευκολύνει τον αναγνώστη στην κατανόηση των όσων αυτή εξιστορεί. Βρισκόμαστε στο τέλος του 1944 όταν η πλάστιγγα του πολέμου είχε πλέον, εμφανώς, γύρει υπέρ των Συμμάχων και το τέλος του πολέμου πλησίαζε να γίνει πραγματικότητα. Οι Γερμανοί ευρισκόμενοι σε δύσκολη θέση από την δυσμενή γι’ αυτούς τροπή των πολεμικών επιχειρήσεων, με πολλές αμφιβολίες για τις πολεμικές ικανότητες των Ιταλών, όπως αναφέραμε παραπάνω, αλλά και για την πίστη των μέχρι τότε συμμάχων τους στα οράματα του ΄Αξονα, άρχισαν να αποστέλλουν δυνάμεις στα Δωδεκάνησα από τα μέσα του 1943. Στην αρχή στη Ρόδο και αμέσως μετά στα υπόλοιπα νησιά, υποψιασμένοι ότι πολύ σύντομα θα υπήρχαν εξελίξεις. Πράγματι λίγο μετά την απόβαση των συμμάχων στη Σικελία, την 10η Ιουλίου 1943, το παραπαίων ήδη φασιστικό καθεστώς Μουσολίνι ανατρέπονταν από τον Ιταλό Βασιλιά με τη σύμπραξη μεγάλου μέρους πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών. Ο στρατάρχης Μπαντόλιο σχημάτιζε κυβέρνηση και άρχιζε μυστικές διαπραγματεύσεις με τους συμμάχους. Αρχές Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους η νέα Ιταλική Κυβέρνηση υπόγραφε ανακωχή με τις συμμαχικές δυνάμεις ενώ οι Γερμανοί, οι οποίοι είχαν ήδη καταλάβει επίκαιρες θέσεις στην ιταλική χερσόνησο, αναλάμβαναν δράση κατά των πρώην συμμάχων τους και το βάρος του πολέμου κατά των συμμαχικών στρατευμάτων τα οποία συναντούσαν πλέον τη λυσσαλέα Γερμανική αντίσταση στην προσπάθεια προέλασής τους. -194-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Στα Δωδεκάνησα η Γερμανική αντίδραση κατά των πρώην συμμάχων τους Ιταλών, υπήρξε επίσης αποφασιστική. Οι Ιταλικές δυνάμεις στα νησιά μας, λόγω και της απόστασης από το μητροπολιτικό έδαφος, εμφανίστηκαν διχασμένες. Άλλες έμεναν πιστές στο ανατραπέν φασιστικό καθεστώς και άλλες προσπάθησαν να εκτελέσουν τις εντολές της νέας κυβέρνησης Μπαντόλιο. Η σύγχυση που επακολούθησε διευκόλυνε τους Γερμανούς να εκκαθαρίσουν σύντομα κάθε εστία αντίστασης των πιστών προς τη νέα Ιταλική Κυβέρνηση δυνάμεων. Πολλοί Ιταλοί αξιωματικοί και οπλίτες έχασαν τη ζωή τους από τους πρώην συμμάχους τους Γερμανούς. Η στρατιωτική ηγεσία της Δωδεκανήσου, στρατηγός Campioni και ναύαρχος Marscherba, συνελήφθησαν, μεταφέρθηκαν στη Βόρειο Ιταλία όπου οι Γερμανοί είχαν αναστήσει για λίγο το φάντασμα του Μουσολίνι σε μια σκιώδη κρατική υπόσταση, καταδικάστηκαν για εσχάτη προδοσία και εκτελέστηκαν. Οι Άγγλοι προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την προσωρινή αυτή αναταραχή στα Δωδεκάνησα και κατέλαβαν την οχυρωμένη Λέρο, τη λεγόμενη Μάλτα του Αιγαίου, στη συνέχεια δε την Κάλυμνο και την Κω. Οι Γερμανοί, απόλυτοι κύριοι πλέον του Αιγαίου, δεν ήταν δυνατόν να επιτρέψουν μια σοβαρή διάσπαση του μετώπου της νησιωτικής αλυσίδας και αντέδρασαν ακαριαία. Η Κως, αρχές Οκτωβρίου του ΄43, ανακαταλήφθηκε μετά σύντομη μάχη, ενώ η Κάλυμνος παραδόθηκε αμαχητί αφού οι Άγγλοι αποσύρθηκαν για να οχυρωθούν στη Λέρο. Άρχισε τότε η «μάχη της Λέρου» η οποία υπήρξε η πλέον σκληρή και φονική του Αιγαίου, μετά τη μάχη της Κρήτης. Ύστερα από σαράντα μέρες ανελέητων βομβαρδισμών και αιματηρών μαχών η Λέρος καταλήφθηκε από τους Γερμανούς μέσα Νοεμβρίου του 1943. Οι Γερμανοί, μετά την πλήρη επικράτησή τους στα Δωδεκάνησα, ενδιαφέρθηκαν κυρίως για τη στρατιωτική οχύρωσή της. Ίσως γιατί και οι ίδιοι άρχισαν να αντιλαμβάνονται την αρχή του επερχόμενου τέλους του πολέμου, άφησαν στα υπολείμματα -195-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
της διοικητικής μηχανής των Ιταλών τη σκιώδη διοικητική ευθύνη. Για τα προβλήματα της καθημερινής ζωής, των σκληρά δοκιμαζόμενων από το φάσμα της πείνας νησιωτών, έδειξαν πλήρη αδιαφορία. Είναι γεγονός ότι η Γερμανική κατοχή στα νησιά μας δεν υπήρξε τόσο οδυνηρή όπως σε άλλες περιοχές της χώρας μας. Έκαναν βέβαια κάποιες εκτελέσεις πατριωτών στην προσπάθειά τους να εμποδίσουν τις καταδρομές και τα σαμποτάζ, αλλά η εν γένει στάση τους χαρακτηρίστηκε από σημαντική ανοχή στις προσπάθειες των νησιωτών να υποκαταστήσουν, σε πολλά επίπεδα, την ανίσχυρη και αποδυναμωμένη πλέον διοικητική μηχανή των Ιταλών. Το ενδιαφέρον τους ήταν επικεντρωμένο στο στρατιωτικό τομέα ενώ έδειξαν αρκετή κατανόηση στη δημιουργία από τους νησιώτες επιτροπών, οι οποίες ανάλαβαν να αντιμετωπίσουν το σοβαρό επισιτιστικό πρόβλημα των κατοίκων και να επαναλειτουργήσουν τα σχολεία με πρόγραμμα εθνικό και γλώσσα Ελληνική. Στην Κάλυμνο ειδικά η «Επιτροπή Επισιτισμού και Εκπαιδεύσεως» αναγνωρίστηκε από τους Γερμανούς ως «Δημαρχία Καλύμνου» και της επετράπη να έχει επικοινωνία με την υπόλοιπη Ελλάδα, τα γειτονικά νησιά και την απέναντι Μικρασιατική ακτή. Η σχετική ελευθερία κινήσεων της επιτροπής, που εξασφαλίστηκε από τη Γερμανική Διοίκηση, τη διευκόλυνε να οργανώσει την φυγή χιλιάδων Καλυμνίων προσφύγων προς τη Μέση Ανατολή. Έτσι, μεγάλο μέρος του πληθυσμού του νησιού σώθηκε από το τρομακτικό φάσμα της πείνας που αντιμετώπιζε. Την 12η Νοεμβρίου 1944, μετά από ενέργειες των «λειψάνων της Ιταλικής εξουσίας στα Δωδεκάνησα», ο στρατιωτικός Διοικητής Δωδεκανήσου Γερμανός στρατηγός Wagener εξέδιδε διάταγμα «Περί ενεργού συμμετοχής του πληθυσμού της νήσου Ρόδου εις τα ζητήματα διακυβερνήσεως». Την 21η Ιανουαρίου 1945 επεξέτεινε το διάταγμα και στα υπόλοιπα νησιά της Δωδεκανήσου και ζητούσε από τους νησιώτες να στείλουν αντιπροσώπους, μετά από εκλογές, στο υπό ίδρυση «Λαϊκό Συμβούλιο Ρόδου». Για να -196-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
προλάβει δε πιθανή αντίδραση των νησιωτών, αφού ήδη γνώριζε ότι οι περισσότερες «Λαϊκές Επιτροπές» των Δωδεκανησίων, οι οποίες ασκούσαν πλέον την ουσιαστική εξουσία στα νησιά, δεν αναγνώριζαν τη σκιώδη Ιταλική διακυβέρνηση, διευκρίνιζε ότι σκοπός του υπό ίδρυση Συμβουλίου ήταν ακριβώς η «συνεργασία» στα προβλήματα διοίκησης. Οι νησιώτες όμως και βεβαίως οι Καλύμνιοι, δεν ήθελαν πλέον καμία επαφή με τους Ιταλούς, κήρυξαν αποχή από τις εκλογές και έστειλαν την επιστολή, για την οποία αναφερθήκαμε παραπάνω, προς το Γερμανό Διοικητή της Καλύμνου λοχαγό Βάϊς2. Ο λοχαγός Βάις, έφεδρος αξιωματικός, δασονόμος στο επάγγελμα, Καλβινιστής στο θρήσκευμα, καταγόταν από τα περίχωρα του Ανοβέρου. Είχε αναλάβει τη διοίκηση των Γερμανικών δυνάμεων της Καλύμνου προερχόμενος από τη Λέρο στην οποία υπηρετούσε μέχρι τότε. Ο Βάις, όπως ένα μεγάλο πλήθος από Γερμανούς αξιωματικούς και οπλίτες, διαφωνούσε κάθετα με το Χιτλερισμό, υπηρετούσε όμως την πατρίδα του με τη γνωστή πειθαρχία που χαρακτήριζε όλους τους ανθρώπινους κρίκους της γερμανικής στρατιωτικής μηχανής. Όπου όμως του το επέτρεπε το στρατιωτικό του καθήκον εκδήλωνε προς τους Καλυμνίους έναν ανεπιφύλακτο ανθρωπισμό που πήγαζε από το ήθος του, την οικογενειακή του παράδοση και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του. Στάθηκαν τυχεροί οι Καλύμνιοι, όσοι είχαν απομείνει αφού οι περισσότεροι έφυγαν πρόσφυγες στη Γάζα, γιατί είχαν διοικητή έναν αξιωματικό του ήθους και της ποιότητας του Βάις. 2. Πληροφορίες για την προσωπικότητα του λοχαγού Βάις μου έδωσε ο αείμνηστος βουλευτής και υπουργός Νικόλαος Μικέ Κουντούρης οποίος βρέθηκε στην Κάλυμνο κατά τη διάρκεια του πολέμου και γνώριζε Γερμανικά. Ο Νικόλαος Κουντούρης διατήρησε επαφή με το Βάις και μετά τη λήξη του πολέμου. Ο Βάις επισκέφθηκε την Κάλυμνο τη δεκαετία του ’60, προσκεκλημένος του Κουντούρη και έγινε δεκτός με ιδιαίτερα φιλικά αισθήματα και συγκίνηση από πολλούς Καλυμνίους τους οποίους γνώρισε και βοήθησε στη δύσκολη εκείνη περίοδο του πολέμου.
-197-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Προς το Γερμανό αυτό αξιωματικό απευθύνεται η επιστολή που ακολουθεί και θεωρήσαμε σκόπιμο να διατηρήσουμε τη γλώσσα- καθαρεύουσα- στην οποία είναι γραμμένη. ****
Προς τον Εκλαμπρότατον Διοικητήν των εν Καλύμνω Γερμανικών Δυνάμεων Λοχαγόν Βάϊς. Κατόπιν της απολύτως γενικής αποχής του λαού της Καλύ-μνου από τας προκηρυχθείσας εκλογάς αντιπροσώπων, διά το υπό των ιταλικών αρχών θεσπισθέν προ καιρού Λαΐκόν Συμβούλιον Ρόδου, αισθανόμεθα την υποχρέωσιν να σας διαφωτίσωμεν σχετικώς και προβαίνωμεν προς τούτο εγγράφως, διά να μη νομίσουν αι Γερμανικαί Στρατιωτικαί αρχαί ότι η αποχή αύτη του λαού της Καλύμνου είναι εκδήλωσις αντιγερμανική, πράγμα το οποίον θα μας έθλιβεν εξαιρετικά, διότι θα μας παρουσίαζεν ως αχαρίστους. Ζητούμεν λοιπόν την άδειαν όπως, με όλην την παρρησίαν και ειλικρίνειαν, σας είπωμεν τα εξής. Ο λαός της Καλύμνου εις ουδεμίαν, καθ οιονδήποτε τρόπον, σχέσιν, είναι πλέον δυματόν να έλθη με την ιταλικήν Διοίκησιν, διότι, εκτός τόσων άλλων ουσιωδεστάτων λόγων, είναι τελείως πεπεισμένος ότι, τίποτε καλόν δεν ειμπορεί ποτέ να περιμένη από ιταλούς. Τους εγνωρίσαμεν αρκετά κατά τα 33 χρόνια που μας εδυνάστευαν και εξετιμήσαμεν πολύ καλά τι αξίζουν. Τους εδέχθημεν με ύμνους και με άνθη, διότι τους ενομίσαμεν ως ελευθερωτάς, όπως και οι ίδιοι τότε προφορικώς και εγγράφως μας εδήλωσαν και ότι θα μας παρέδιδον εις τους κόλπους της λαχταρισμένης μας μητρός Ελλάδος, αλλά αυτοί, απαρνηθέντες τας επισήμους προφορικάς και γραπτάς δηλώσεις των και αθετήσαντες τας σχετικάς συνθήκας, με τους Τούρκους και κατόπιν με τους Έλληνας, κατεκράτησαν τα νήσους μας και βαθμηδόν απέβησαν δι ημάς απαίσιοι τύραννοι. Το νησί μας είναι ξηρόν και άγονον, αλλά χάρις εις την φιλοπονίαν και την προς αυτό αγάπην των κατοίκων του, το ευρήκαν οι Ιταλοί εις πλήρη κοινωνικήν και οικονομικήν ακμήν, -198-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
με ζηλευτήν οργάνωσιν, εξασφαλίζουσα εις όλους εν γένει τους κατοίκους δωρεάν λαμπράν εκπαίδευσιν, ιατρικήν περίθαλψιν και παροχήν φαρμάκων, με δημόσια ιδρύματα, λιμένα, Δημαρχιακόν μέγαρον, σχολικά κτίρια και εν γένει με όλας τας εκδηλώσεις αληθινού πολιτισμού. Μέσα σε λίγα χρόνια αυτοί οι δήθεν πολιτισμένοι, οι εν ονόματι της εξαπλώσεως του πολιτισμού κατακρατούντες τας νήσους μας, κατέβαλον λυσσώδεις προσπαθείας δια να μας εξουθενώσουν.
Ο Weiss σαν διοικητής Καλύμνου παραδίδεται στους συμμάχους (συλλογή: Peter Schenk)
Κατήργησαν όλα τα προνόμια της αυτοδιοικήσεως, τα οποία είχαμεν επί Τουρκίας, μας επέβαλαν βαρείς φόρους, επεβουλεύθησαν την θρησκείαν μας, εξηυτέλησαν τον κλήρον μας, εκήρυξαν αμείλικτον πόλεμον κατά της γλώσσης μας, της αθανάτου και περιλάμπρου μητρικής μας Ελληνικής γλώσσης, κατέλαβαν τα σχολικά μας κτίρια, τα οποία με τον αιματωμένον μας ιδρώτα εκτίσαμεν, τα εμόλυναν και τα ασχήμισαν με επιγραφάς επ ονόματι των πριγκήπων των και απηγόρευσαν απολύτως, όχι μόνον την διδασκαλίαν της Ελληνικής γλώσσης αλλά και απλώς την προφοράν μας και μόνης λέξεως Ελληνικής, εντός των -199-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ιδικών μας σχολείων. Απηγόρευσαν επί ποινή υπερωρίας, όπως τα τέκνα μας μεταβαίνουν εις τας Αθήνας διά τας σπουδάς των και μας εξεβίαζον να τα στέλλωμεν εις την Ιταλίαν, νομίζοντες οι αχαρακτήριστοι, ότι, κατ αυτόν τον τρόπον, θα εσπούσαν κάθε δεσμόν των ψυχών και των διανοιών μας με την Ελλάδα και θα τα έστρεφαν προς την Ιταλίαν.
Το σπίτι του Βάϊς στα Άλιντα. Ο ίδιος μαζί με άλλους Γερμανούς αξιωματικούς.
Κατ΄ αυτόν τον τρόπον κατεδικάσθησαν να ριφθούν εις τον αγώνα της ζωής γενεαί ολόκληροι τέκνων μας, χωρίς κανένα εφόδιον μορφώσεως και επιστήμης, με τον κίνδυνον να καταντήσουν ταπεινοί και περιφρονημένοι.
-200-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Εκτός τούτου οι αποτελούντες το προσωπικόν των δύο Γυμνασίων, αρρένων και θηλέων και επτά Παρθεναγωγείων και Δημοτικών σχολών ερρίφθησαν εις Ο υπολοχαγός Βάϊς στα Άλιντα της Λέρου. τους δρόμους και ηναγκάσθησαν, με θανάσιμον θλίψιν, να εγκαταλείψουν τα εστίας των και τας κτηματικάς των περιουσίας και με τας οικογενείας των, να διασπαρούν μακρυά από την λαχταρισμένην των Κάλυμνον, των παιδιών της οποίας την μόρφωσιν είχον τάξει ως προορισμόν της ζωής των. Αλλά δεν ηρκέσθησαν εις αυτά μόνον οι φωτοσβέται Ιταλοί. Απηγόρευσαν την καθ’ οιονδήποτε τρόπον χρήσιν του γαλανού χρώματος, διότι είναι το χρώμα της Εθνικής μας σημαίας και κατελαμβάνοντο από μανίαν ταύρου αντικρύζοντας κόκκινον ύφασμα, όταν αντίκρυζαν το γαλανόν χρώμα. Απηνής και αδιάκοπος διωγμός κατά παντός εμψύχου και αψύχου, το οποίον θα ήτο δυνατόν να μας υπενθυμίζη ότι είμεθα Έλληνες, ότι η Ελλάς είναι η Μητέρα μας. Απηγόρευσαν την γυμναστικήν από τα σχολεία μας, ελπίζοντες ότι θα μας καταστήσουν μαλθακούς και ατόλμους, ώστε να μην υπάρξη ποτέ κανένας φόβος, ότι θα υψώσωμεν κεφαλήν κατά των πιέσεων και των βαρβαροτήτων των. Έκλεισαν το αναγνωστήριον και την δημοσίαν βιβλιοθήκην μας προικισμένην, όχι μόνον με τα αθάνατα Ελληνικά συγγράμματα, αλλά και με τα εκλεκτά προϊόντα της διεθνούς φιλολογίας και διεθνή περιοδικά, εξήρθρωσαν τον κοινοτικόν -201-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
μας οργανισμόν, καταργήσαντες την Δημαρχίαν, το Δημαρχιακόν ειρηνοδικείον, το εκκλησιαστικόν δικαστήριον, τας σχολικάς εφορείας, την λιμενικήν και λοιπάς επιτροπάς και εν γένει κάθε είδος οργανώσεως και συστηματοποιήσεως. Από κοινωνικής απόψεως μετεχειρήσθησαν κάθε μέσον διά να μας εξαρθρώσουν, επεβουλεύθησαν την οικογενειακήν μας τιμήν, απεπλάνησαν δυστυχισμένα πλάσματα, εδελέασαν αδυνάτους χαρακτήρες, διά παροχήν ευνοιών και αργομισθιών και αντιθέτως κατεδίκασαν εις περιφρόνησιν και εδίωξαν διά φυλακίσεων, εξοριών και παντοειδών άλλων πιέσεων και εκβιασμών, εκείνους οι οποίοι δεν υπέκυπτον εις τας ανόμους θελήσεις των και δεν ήσαν πρόθυμοι να εξυπηρετήσουν τους ανομολογήτους σκοπούς των. Εμονοπώλησαν κάθε είδους εργασίαν και εμπόριον, προς όφελος μερικών Ιταλών υπαλλήλων, Φραγγολεβαντίνων, και των μετ αυτών μυστικώς συνεργαζομένων, οι οποίοι απέβησαν εις βάρος μας αληθείς πλουτοκράται καρχαρίαι. Υπό τύπον νομίμου απαλλοτριώσεως, με αποζημειώσεις μηδαμινάς, ή και χωρίς αποζημίωσιν, μας απεξένωσαν από τα πλέον προσοδοφόρα κτήματα μας και τα παρέδωσαν εις πειναλέους Ιταλούς αποίκους. Εν γένει, αληθινοί Ιταλοί τυραννίσκοι του μεσαίωνος και φωτοσβέσται, δεν αφήκαν κανένα μέσον το οποίον να μη μεταχειρισθούν, διά να μας καταντήσουν εις τοιαύτην εξουθένωσιν, ώστε ο τυχόν καποράλης ή απλούς καραμπινιέρης να θεωρή τον εαυτόν του αληθινόν καίσαρα και εξευτελίζη χωρίς λόγον, να κακομεταχειρίζεται και ενίοτε να κτυπά αγρίως Καλυμνίους οικογενειάρχας. Επί τέλους επήλθε ο παγκόσμιος πόλεμος, ο οποίος βέβαια επέβαλλεν εις τας Ιταλικάς αρχάς να λάβωσι τα δέοντα μέτρα προς υποστήριξιν των κατοίκων της νήσου μας, διά να αντιμετωπίσωσι τα φρικτά δεινά του πολέμου, εν τοσούτω καμία μέριμνα προς διευκόλυνσιν των εργασιών του λαού, προς υποστήριξιν και προστασίαν της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, απεναντίας αύξησις των πιέσεων, των διώξεων, των περιορισμών κάθε κινήσεως και εργασίας, εις τρόπον ώστε τα πάντα να παραλύουν, τα κτήματα μας να αποχερσωθούν και -202-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
να περιέλθωμεν εις απόγνωσιν. Εν τω μεταξύ όλοι οι Ιταλοί δεν δοκιμάζουν καμίαν στέρησιν, αλλά έχουν τα πάντα εν αφθονία, ενώ ο έκφυλος διοικητής των περνά τας ημέρας και τας νύχτας του ευωχούμενος και κρεπαλών, εν συντροφία νεαρών ιταλίδων διδασκαλισσών, με τα οποίας εγέμισαν τα σχολεία μας ΄διά να παιδαγωγίσουν τα αγνά και αμόλυντα τέκνα μας΄΄ Δεν είναι λοιπόν εκπλη κτικόν ότι, κατόπιν ενός τοιούτου πολυετούς συνεχούς μαρτυρίου, μέσα εις τας ψυχάς μας, μέσα εις τους εγκεφάλους μας, μέσα εις το μυελόν των οστέων μας, έχει ριζωθή άμετρος απέχθεια και περιφρόνησις προς τους Ιταλούς, την οποίαν ουδεμία ανθρωπίνη δύναμις ειμπορεί να μας την ξερριζώση. Εάν μετά το τέλος ενός τόσου αφαντάστως φρικαλέου πολέμου, ο οποίος ανέσκαψεν εκ θεμελίων όλην την οικουμένην και εθέρισεν και θερίζει ακόμη τας ακμαιοτέρας δυνάμεις του ανθρωπίνου γένους, εάν μετά τας δηλώσεις των αλληλομαχομένων Τιτάνων, οι οποίοι τόσον περιτράνως και οι μέν και οι δε, διεκήρυξαν κατ’ επανάλειψιν, ότι αγωνίζονται τον θανάσιμον υπέρτατον αγώνα, διά να αποκατασταθή επί τέλους εις όλον τον κόσμον νέα τάξις πραγμάτων, επί τη βάσει της δικαιοσύνης, της ελευθερίας και της ισότητος, εκείνοι οι οποίοι θα έλθωσιν να ρυθμίσωσιν την νέαν τάξιν των πραγμάτων μας καταδικάσουν να επιστρέψωμεν και πάλιν υπό την δυναστείαν των χρεωκοπημένων ψευτομαθητών του Νικολού Μακκιαβέλλη και οιουδήποτε άλλου δυνάστου, τότε, χωρίς κανένα απολύτως δισταγμόν, θα προτιμήσωμεν τον θάνατον, διά να μη μείνη ουδέν άλλο ίχνος της υποστάσεως μας παρά μόνον το τιμημένον όνομα ΚΑΛΥΜΝΟΣ, το οποίον και αυτό παρεμόρφωσαν οι δυνάσται μας. Όσον μικροί και ασήμαντοι και αν είμεθα οι Δωδεκανήσιοι, καμία δύναμις δεν ημπορεί να μας εμποδίση από του να αποθάνωμεν με τιμήν. Τι αξίαν θα έχει πλέον η ζωή όταν ύστερα από τόσας τρομακτικάς θυσίας και μαρτύρια παρουσιασθώσιν και πάλιν ρυθμισταί του κόσμου η αρπαγή, η δεσποτεία, η αδικία, ο ωμός υπολογισμός, η αναισχυντία και χρεωκοπήσουν πλέον τα ιδανικά της δικαιοσύνης, αλληλεγγύης αγάπης και ελευθερίας δεν θα είναι πλέον δυνατόν να υπάρξουν -203-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
κοινωνίαι συνανθρώπων, αλλά ορδαί αγρίων θηρίων, τα οποία, παρ’ όλην την φαινομενικήν πρόοδον των επιστημών και των τεχνών, δεν θα αποβλέπουν εις τίποτε άλλο παρά πώς να τελειοποιούν τα μέσα της καταστροφής και της ερημώσεως δια να εξολοθρεύουν αλλήλους. Απέναντι μιας τοιαύτης καταδίκης δεν τον φοβούμεθα τον θάνατον, τον οποίον αντικρύσαμεν ήδη υπό τόσας μορφάς. Είδαμεν τας κατοικίας μας να καταπίπτουν εις ερείπια, εκ των βομβών των αεροπλάνων και των οβίδων των πολεμικών πλοίων και να θάπτουν υπό τα ερείπιά των τους συνανθρώπους μας, τα υπάρχοντα μας να καταστρέφωνται, τα παιδιά και τους γέρους μας να ξεψυχούν μέσα εις τους δρόμους, τους αδελφούς μας να φεύγουν αλλόφρονες, εγκαταλείποντες τα πάντα, διά να περισώσουν ράκη ζωής, τι περισσότερον έχομεν να φοβηθώμεν; Και όμως δεν απελπιζόμεθα, διότι δεν είναι δυνατόν να μην επέλθη η ώρα της δικαιοσύνης, οιοσδήποτε και αν αποβή ο νικητής του πολέμου. Όσον αφορά την Γερμανίαν, εάν αποβή νικήτρια, ουδεμίαν έχομεν αμφιβολίαν ότι θα μας αποδόση δικαιοσύνην, διότι έχομεν προς τούτο αρκετά δεδομένα. Μετά τον θρυλλικόν αγώνα, ο οποίος εις τα άγρια βουνά της Ηπείρου και της Αλβανίας έθεσεν αντιμετώπους, αφ ενός τους αυτοκαλουμένους κληρονόμους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Ιταλούς και αφ ετέρου τους ολιγαρίθμους και πτωχούς Έλληνας, αμυνομένους και πάλιν υπέρ βωμών και εστιών, εναντίον υπούλων επιδρομέων, οι οποίοι, ενώ διά της Κυβερνήσεώς των διεκήρυττον με τον επισημότερον τρόπον, ότι εγγυώνται την ασφάλειαν και προστασίαν της Ελλάδος ολίγον κατόπιν, της επετέθησαν αιφνηδίως, φανταζόμενοι ότι θα έκαμναν ένα ευχάριστον στρατιωτικόν περίπατον μέχρις Αθηνών και θα έθεταν διά παντός υπό το πέλμα των ποδών των ολόκληρον την Ελλάδα. Όταν λοιπόν κατά τον αγώνα τούτον, οι μεν Έλληνες εκαλύφθησαν και πάλιν από άφθιτον δόξαν και τιμήν, οι δε ιταλοί απεκαλύφθησαν ποίοι πραγματικώς είναι και εξηυτελίσθησαν και πάλιν διά παντός, ο Φύρερ της Γερμανίας, μολονότι ευρέθη εις -204-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
την ανάγκην να σπεύση να σώση τους εξευτελισμένους συμμάχους του Ιταλούς από την καταστροφήν και κατέλαβε την Ελλάδα, καμφθείσαν ενώπιον των ακατασχέτων Γερμανικών δυνάμεων, εθεώρησε ζήτημα τιμής όπως, εις το διάγγελμά του, πλέξει το εγκώμιον των Ελλήνων και απεφάσισε την άμεσον απαλλαγήν και απόλυσιν των Ελλήνων αιχμαλώτων, προς βράβευσιν της ανδρείας των, πράγμα μοναδικόν εις την ιστορίαν του πολέμου. Οι Γερμανοί είναι ευθείς και ανδρείοι, και εκτιμούν τους ομοίους των, ενώ παριφρονούν κατά βάθος τους κακοπίστους και ανάνδρους, έστω και αν τους υποκρίνονται τον σύμμαχον. Έχουν πικράν πείραν του τι αξίζουν αι συμμαχίαι των ιταλών, οι οποίοι αλλάζουν φίλους και συμμάχους πολύ συχνότερα παρ’όσον αλλάζουν εσώρρουχα. Ενώ όμως τόσον πανηγυρικώς ο Φύρερ διετράνωνε τον θαυμασμόν και εκτίμισιν του και εκτίμισιν του και εβράβευσεν την ανδρείαν των Ελλήνων, εδημοσιεύετο δε το σχετικόν διάγγελμα του, εις αυτάς ταύτας τας Ιταλικάς εφημερίδας, οι ιταλοί των νήσων μας είχον την θαυμασίαν έμπνευσιν, χαρακτηριστικήν της ποταπής νοοτροπίας των, να οργανώσουν καρναβαλικάς παρελάσεις, παριστανούσας την κηδείαν της Ελλάδος, την οποίαν δήθεν αυτοί κατέλαβον και έρριψαν νεκράν διά παντός. Έξαλλοι από μανιώδη χαράν, ωριόμενοι, ουρλιάζοντες, γρυλλίζοντες, και χειρονομούντες ασέμνως και δαιμονιωδώς, περιήρχοντο τους δρόμους, περιφέροντες επί νεκροκρεββάτου το γελοιοποιημένον ομοίωμα της Ελλάδος νεκράς και δι’ απειλών και ξυλοκοπημάτων αναγκάζοντες τους δυστυχισμένους νησιώτας, θανασίμως λυπημένους, να λαμβάνουν μέρος εις τα κτηνώδη και μακάβρια Βακχανάλια των τα οποία θα εκείνουν τον αποτροπιασμόν και αυτών των Καννιβάλλων της Πολυνισίας! Που να πάρουν είδησιν, οι Λαζαρόνοι της Ιταλίας, ότι η Ελλάς δεν είναι δυνατόν να είναι νεκρά, διότι είναι αθάνατη! Η Ελλάς κλυδωνίζεται αλλά δεν βυθίζεται. FLUCTUAT NEC MERGITUR! ότι η Ελλάς υπήρξεν ανέκαθεν και θα υπάρχη αιωνίως, το σύμβολον του φωτός, της ανδρείας, της τιμής και του κάλλους. -205-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Εν τοσούτω ποία αντίθεσις και διαφορά μεταξύ των εκδηλώσεων του Φύρερ της Γερμανίας και των εκδηλώσεων των αντιπροσώπων του ιταλικού πολιτισμού εις το Αιγαίον. Εκτός της περιφανούς και τόσον τιμητικής διακηρύξεως του Φύρερ και ο υπουργός των εξωτερικών της Γερμανίας φον Ρίμπεντροπ εθεώρησεν σκόπιμον να κάμη από καιρού την δήλωσιν ότι, αι νήσοι του Ιονίου πελάγους και του Αιγαίου, ανήκουν εις την Ελλάδα, ενώ κατά την εποχήν εκείνην κατήχοντο υπό των Ιταλών. Εκτός αυτών και σεις οι Γερμανοί, διά τους οποίους ηκούαμεν από τους ιταλούς ότι είσθε ωμοί και θηριώδεις και εξολοθρεύετε τους κατοίκους των πόλεων τας οποίας κυριεύετε, αφ’ ότου κατελάβατε την νήσον μας, μολονότι απορροφημένοι από τας φροντίδας του διεξαγομένου πολέμου, εν τοσούτω εστρέψατε την προσοχήν σας και προς ημάς, μας απεδώσατε τα σχολεία μας, παρά τας ραδιούργους αντενεργείας των Ιταλών, μας αφήσατε ελευθέρους να διδάσκωμεν τα τέκνα μας εις την μητρικήν μας ελληνικήν γλώσαν, μας επιτρέπετε να ταξιδεύωμεν και εις αυτά ακόμη τα μέρη τα κατεχόμενα υπό των εχθρών σας, διά να ειμπορούμεν να εξευρίσκωμεν ότι θα ήτο δυνατόν, αποκλειστικώς προς συντήρησιν μας, μας παρεχωρήσατε και τρόφιμα εκ των προορισμένων διά τας στρατιωτικάς σας δυνάμεις και εκάματε κάθε ευκολίαν να μας έλθουν τοιαύτα εκ μέρους του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, χωρίς καμίαν επ αυτών αξίωσιν. Εκείνο όμως που μας συγκινεί και εξακολουθεί να μας συγκινεί ακόμη περισότερον και μας κάμνει να αισθανόμεθα αιωνίαν ευγνωμοσύνην προς τα γενναιόφρονα τέκνα της Γερμανίας, είναι ότι, όλως αυθορμήτως, μας επιτρέψατε να αναπετάσωμεν εις τα πλοιάρια μας, την τιμημένην γαλανόλευκον εθνικήν μας Ελληνικήν σημαίαν, εναντίον της οποίας τόσον και λυσσώδη αγώνα διεξάγουσιν οι Ιταλοί. Τώρα, υπό τα ταπεινομένα όματα των ιδίων Ιταλών, η γαλανόλευκος κυματίζει χαϊδευτικά και με το κυμάτισμα της μας φαίνεται ότι μας ψυθιρίζει: ΄έχετε θάρρος! η ώρα του καθαρμού επλησίασε΄΄εντός ολίγου ηνωμένοι μετά της μητρός σας ΕΛΛΑΔΟΣ θα ευρίσκεσθε τελειωτικώς και διά παντός -206-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
πλέον υπό την σκέπην της δεν θα είσθε πλέον ηναγκασμένοι να με κρύπτετε υπό τα προσκεφάλια σας δεν θα έχετε πλέον του ιταλούς να σας υποχρεώνουν να χαιρετάτε όρθιοι την καθημερινήν ύψωσιν και κατεβασμόν της ντροπιασμένης σημαίας των. Δε θα ξυλίζονται πλέον από τους Ιταλούς οι γέροντες και οι Ιερείς σας, διότι δεν θα προφθάνουν να σηκώνουνται αστραπιαίως εις το άκουσμα του σαλπίσματος, προς χαιρετισμόν της σημαίας των. Όλα αυτά επέρασαν και εντός ολίγου δεν θα τα ενθυμείσθε παρά ως ένα κακόν όνειρον. Έχετε υπομονήν! Αυτά ακούομεν να μας ψιθυρίζη η σημαία μας και μέσα στα καταπονεμένα στήθη μας αναγαλιάζει η παρηγοριά ότι, μπορεί να έλθη πάλιν καιρός όπου η πατρίδα μας δεν θα είναι πλέον μία ΄ΚΑΛΙΝΟ΄΄ όπως την παρεμόρφωσαν, σκλαβωμένη και μαραμένη, αλλά μία ΄ΚΑΛΥΜΝΟΣ΄΄ ελευθέρα και ανθισμένη σαν την παλιά, με το λιμάνι της γεμάτο από τα σπογγαλιευτικά της πλοία με τα οποία τα ατρόμητα παλικάρια της έφερναν τιμημένο ψωμί στους γονείς των και εις τα παιδιά των, τα σχολεία της θα καταρτίζουν και πάλιν τους εργάτας του φωτός και της προόδου και η Κάλυμνος θα μπορή να στέλλη όπως και πριν σε όλα τα γύρω νησιά και τας πόλεις δασκάλες, δασκάλους, ιατρούς και καλιτέχνας. Αι ιταλικαί πολιτικαί και στρατιωτικαί αρχαί των νήσων Λέρου Καλύμνου και Κώ, όταν επέδραμον οι Άγγλοι, όχι μόνον δεν προέβαλλον καμίαν αντίστασιν (δεν πολυαρέσουν οι αντιστάσεις και αι αιματοχυσίαι εις τους ιταλούς) αλλά και υπεδέχθησαν τους άγγλους ως συμμάχους των, δηλώσαντες ότι είναι με το μέρος του Βασιλέως της Ιταλίας και του Στρατηγού Μπαντόλιο. Δεν επέρασαν όμως πολλαί ημέραι και μετά τους Άγγλους κατέλαβον τα νήσους οι Γερμανοί και τότε όλοι οι ιταλοί συνελήφθησαν αιχμάλωτοι και το πλείστον εξ αυτών εστάλη μακράν των νήσων. Οι εναπομείναντες εξ αυτών, μόλις συνήλθον κάπως εκ του τρόμου των δεν εδυσκολεύθησαν να κάμουν νέαν δήλωσιν ότι, δεν είναι με το μέρος του Βασιλέως και του Μπαντόλιο, αλλά με την φασιστικήν δημοκρατίαν, επιφυλασσόμενοι βεβαίως να κάμουν διαφορετικήν και πάλιν δήλωσιν, εάν η ανάγκη ήθελε -207-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
το καλέσει. Η Ιταλική λοιπόν κυριαρχία επί των νήσων τούτων κατελύθη και δεν υφίσταται πλέον, παρά η δικαιώματι πολέμου στρατιωτική κατοχή των Γερμανών οι οιποίοι κάμνοντες χρήσιν του δικαιώματός των ημπορούν να δείξουν και πάλιν την γενναιοψυχίαν και καλήν διάθεσίν των, παραχωρούντες εις τους κατοίκους των τριών νήσων Λέρου, Καλύμνου και Κω, την άδειαν να προβώσιν, διά λαϊκών εκλογών, εις την εκλογήν Δημαρχιακών Σωματείων, διά τα οποία μας υπεραρκεί η Γερμανική αναγνώρισις και δεν έχομεν απολύτως ουδεμίαν ανάγκην της αναγνωρίσεως εκ μέρους των Ιταλικών αρχών μετά των οποίων κάθε δεσμός και σχέσις διεκόπη πλέον διά παντός. Τα Δημαρχιακά σωμετεία ταύτα θα μας διοικήσουν μέχρι τέλους του πολέμου, επί τη βάσει των προαιωνίων θεσμών και εθίμων μας και θα έχουν όλον το απαιτούμενον κύρος και δικαίωμα, να λαμβάνωσιν όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα προς αντιμετώπισιν της φοβεράς εκ του πολέμου καταστάσεως. Όσον αφορά τα υπολείματα των Ιταλικών πολιτικών και στρατιωτικών αρχών, τα οποία δεν επρόφθασαν να δραπετεύσουν ακόμη από την Κάλυμνον είναι πλέον ή βέβαιον ότι, ουδεμίαν θα τολμήσωσιν να προβάλωσιν αντίρρησιν, διότι όσον φουσκομένοι και αν ήσαν οι εγκέφαλοί των με το ΙΜΠΕΡΟ, το ΜΑΡΕ ΝΟΣΤΡΟΥΜ και το ΒΙΝΤΣΕΡΕΜΟ, αντελήφθησαν επί τέλους περί τίνος πρόκειται και θα ελογάριαζαν ως υπερτάτην ευτυχίαν, εάν ημπορούσαν να μας αποχωρισθούν και να μεταβούν οπουδήποτε, αρκεί να μην είναι πλησίον μας. Όσον αφορά ημάς του Καλυμνίους, οι οποίοι τόσον δικαιολογημένην απέχθειαν αισθανόμεθα προς τους Ιταλούς, δεν τρέφομεν κανένα αίσθημα εκδικήσεως προς αυτούς. Μας υπεραρκεί η ικανοποίησις ότι η μικρά ΕΛΛΑΣ , εξετίναξεν την λεοντήν από την ράχην της μεγάλης Ιταλίας, την εξηυτέλισε και απεκάλυψεν εις τα όμματα, πρώτα των συμμάχων της και ταυτοχρόνως όλου του κόσμου, τι αξίαν είχαν τα εννέα εκατομμύρια των λογχών της και αι λοιπαί κομπορρημοσύναι και οι θεατρινισμοί της. -208-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Απ’ εναντίας ως λαός πραγματικά ευγενικός, πολιτισμένος και με ανθρωπιστικά αισθήματα, δεν αισθανόμεθα παρά μόνον βαθύν οίκτο δια το κατάντημά των φανταζόμενοι τι τους περιμένει όταν, ύστερα από την Συβαριτικήν ζωήν που επέρασαν στα νησιά μας, εις βάρος μας, επιστρέψουν τώρα εις τας πατρίδας των, όπου, εν μέσω της αθλιότητας και της μιζέριας, δεν θα τους μένη άλλη παρηγοριά παρά η καταφυγή εις τα πατροπαράδοτα μανδολίνα. Διά τούτο είμεθα πρόθυμοι να διευκολύνομεν την αναχώρησίν των και να τους αποχαιρετίσωμεν με την ευχήν, ΝΑ ΜΗΝ ΤΟΥΣ ΞΑΝΑΔΟΥΜΕΝ ΠΛΕΟΝ ΚΑΤΑ ΠΡΟΣΩΠΟΝ. Σαν την χολέρα, σαν την πυρκαϊά, σαν τα ραγάνια των θαλασσών του ισημερινού, σαν αληθινή θεομηνία επέρασαν οι Ιταλοί από τα νησιά μας και τώρα περιμένωμεν με αγωνίαν, να μας αποδοθή δικαιοσύνη και να τελειώσουν πλέον οριστικώς τα μαρτύριά μας, εις τους κόλπους της μητρός μας ΕΛΛΑΔΟΣ. Αυτά ελάβομεν τα θάρρος και την τιμήν να σας εκθέσομεν, με κάθε δυνατήν συντομίαν. Ζητούμεν συγγνώμην δια την ωμήν παρρησίαν μας και είμεθα βέβαιοι ότι θα μας συγχωρήσετε όταν λάβητε υπ’ όψιν σας ότι επί 33 ολόκληρα χρόνια οι επίβουλοι και απαίσιοι Ιταλοί είχαν τις καρδιές μας και τα μυαλά μας μέσα στο γουδί και τα εκοπάνιζαν και επί τέλους ήλθετε σεις οι Γερμανοί και μας εδώσατε την ελευθερίαν, να ξεσπάσουμεν και ανακουφισθούμεν. Διατελούμεν μετά του οφειλομένου σεβασμού Οι ολίγοι εναπομείναντες πλέον κάτοικοι Καλύμνου **** Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν η επιστολή εστάλη τελικά προς το Βάις και αν έφτασε στα χέρια του. Ο αείμνηστος Ν. Κουντούρης, όταν τον ρώτησα, δεν είχε κάτι σχετικό υπ’ όψιν του για την επιστολή. Λίγη σημασία είχε άλλωστε πλέον. Το τέλος του πολέμου πλησίαζε και η Γερμανική κατοχή μετρούσε μέρες. Στις 8 Μαΐου 1945 ο Γερμανός στρατηγός Wagener υπέγραφε, στη Σύμη, την παράδοση των Γερμανικών φρουρών της Δωδεκανήσου -209-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
στους Άγγλους συμμάχους και το διοικητή του Ιερού Λόχου συνταγματάρχη Χριστόδουλο Τσιγάντε. Ο προαιώνιος πόθος των Δωδεκανησίων, για ένωση με τη μητέρα πατρίδα, εισερχόταν πλέον στο στάδιο της τελικής και οριστικής δικαίωσής του. Γιάννης Θ. Πατέλλης Επίτιμος Πρόεδρος του Αναγνωστηρίου Βιβλιογραφία 1. Ιωάννου. Ε. Γκίκα : Ο Μουσολίνι και η Ελλάδα, «Βιβλιοπωλείο της Εστίας» Αθήνα 1982. 2. Γεωργίου Σακελλαρίου : Το ημερολόγιο ενός Καλύμνιου δασκάλου. Κάλυμνος, 1980 Τόμος Β΄. 3. Γεωργίου Χατζηθεοδώρου : Στοιχεία ζημιών από τα Γερμανικά στρατεύματα, κατά τη διάρκεια της κατοχής τους στην Κάλυμνο. Καλ. Χρονικά Τόμος ΙΔ΄ Σελ. 201-222 4. Γιάννη Μ. Πουγούνια: Το αγωνιστικό πνεύμα της Καλύμνου, «Νικητάδαινας Ρεΐση: Η Κάλυμνος του νόστου και της καρδιάς μας» Σελ. 101-113, Κάλυμνος 2009 5. Ιπποκράτη Φραγκόπουλου : Η Δωδεκάνησος υπό Ιταλοκρατία, Αθήνα 1958 6. Του αυτού : Πως αντιμετωπίσθηκαν τα Δωδεκάνησα στρατιωτικά και πολιτικά κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, « Καλ. Χρονικά» Τόμος Ε΄ Σελ. 249-254. 7. Λένας Διβάνη-Φωτεινής Κωνσταντοπούλου : «Δωδεκάνησος, η μακρά πορεία προς την Ενσωμάτωση» Αθήνα 1996 8. Πανορμίτη Κιρκή : Η αρχή του τέλους της Ιταλικής κατοχής στην Κάλυμνο. Προσπάθειες για επανάταξη της εκπαίδευσης και επαναλειτουργίας των σχολείων. «Καλ. Χρονικά» Τόμος ΙΗ΄ Σελ. 155173 9. Σακελλαρίου Τρικοίλη, -Πολύμνιας Θεοδωρίου-Μαμμή, Μιχαήλ Κουτελλά, Αγγελικής Σ. Τρικοίλη, Θεόφιλού Τσουκαλά : Ιστορία και Πολιτισμός της Καλύμνου, Έκδοση Επαρχείου Καλύμνου.
-210-
Άη Φώτης Φωτογραφία: Μιχάλης Πάου
Το νησί της Τελένδου από τον Αη Γιάννη στο Μασούρι Φωτογραφία: Στάθης Κλήμης
Θεόφιλου Ν. Μονοκάνδηλου
Καπνοβιοτέχνες στην Κάλυμνο Το ιστορικό ενός παλιού προνομίου
Η
Κάλυμνος επί Ιταλοκρατίας διατηρούσε το προνόμιο, που ίσχυε και επί Τουρκοκρατίας, να εισάγουν καπνοβιοτέχνες καπνά σε φύλλα, να τα επεξεργάζονται και να τα διαθέτουν είτε ως κομμένο καπνό είτε ως χειροποίητα σιγαρέττα αφορολόγητα στην αγορά της Καλύμνου. Το εν λόγω προνόμιο διατηρήθηκε περίπου έως το 1937. Μετά την κατάργηση του, που αποσκοπούσε στην ενίσχυση της εν Ρόδω Ιταλικής καπνοβιομηχανίας Τ.Ε.Μ.Ι., το υπάρχον στοκ είχε αποζημιωθεί από τους Ιταλούς σε ευτελή αξία. Μετά την απελευθέρωση και την ενσωμάτωση της Δωδ/ σου με την Ελλάδα ο πατέρας μου, Νικόλαος Μονοκάνδηλος, συνέλαβε την ιδέα να επανακτήσει η Κάλυμνος αυτό το προνόμιο και τότε ζήτησε τη μεσολάβηση του πολιτευτή Νικολάου Κουντούρη, ο οποίος διατηρούσε καλές σχέσεις με σημαίνοντα στελέχη του κόμματος των Φιλελευθέρων και ο οποίος τον ενεθάρρυνε να προβεί στην αγορά καπνών διαβεβαιώνοντας τον, πως όταν θ’ αρχόντουσαν στο Τελωνείο Καλύμνου, θα ενεργούσε ώστε να παραληφθούν απρόσκοπτα και έτσι έγινε. Το εν λόγω γεγονός πληροφορήθηκαν και οι άλλοι καπνοβιοτέχνες και, αφού πήραν την ίδια υπόσχεση από τον κ. Κουντούρη, προέβησαν στην αγορά καπνών. Μετά παρέλευση ολίγου χρόνου οι καπνοβιοτέχνες μας είχαν συγκροτήσει σωματείο. Στον καθένα το Υπουργείο Εμπορίου χορηγούσε άδεια μια φορά τον χρόνο για ορισμένη ποσότητα καπνού για εισαγωγή, ανάλογη με την ποσότητα κατανάλωσης του καθενός.
-213-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Για την επεξεργασία καπνών σε φύλλα ασχολούνταν χαβανιτζήδες που έκοβαν τον καπνό, εργάτριες που προετοίμαζαν τα φύλλα καπνού για την κοπή, ειδικευμένες εργάτριες σιγαροποιοί και βοηθοί σιγαροποιών. Ο αριθμός των απασχολούμενων για την αγορά, επεξεργασία και πώληση των καπνικών προϊόντων ήταν σημαντικός για τα τότε δεδομένα της Καλύμνου και συνέβαλλε στην οικονομία του νησιού μας. Το εν λόγω προνόμιο καταργήθηκε οριστικά προς όφελος της καπνοβιομηχανίας της Ρόδου Τ.Ε.Μ.Ι. , που έμελλε κι αυτή να παύσει να λειτουργεί μετά την επέκταση στην αγορά της Δωδ/ σου των καπνικών προϊόντων των μεγάλων καπνοβιομηχανιών της Ελλάδας. Παραθέτω κατωτέρω ονόματα καπνοβιοτεχνών και καπνοκοπτών, όσων ενθυμούμαι: ΚΑΠΝΟΒΙΟΤΕΧΝΕΣ ΚΑΠΝΟΚΟΠΤΕΣ Μονοκάνδηλος Νικόλαος Σπανός Νικόλαος Ορφανός Θεόφιλος Γερακιός Μιχαήλ Γάτης Μιχαήλ Καρδούλιας Πανορμίτης Κουκιαΐνης Αντώνιος Καλικάτζαρος Δημήτριος Διλμπεράκης Ηλίας Ματθαίος Γεώργιος Τηλιακός Ιωάννης Καρδούλιας Ιωάννης Μαυρόστομος Ανδρέας Τριαντάφυλλος Θέμελης Σκυλλάς Παρασκευάς Ματθαίος Δημήτριος Μακρυλλός Νικόλαος Γλυνάτσης Ποθητός Μαυρόστομος Μικές Γάτης Γεώργιος Χριστοφής Χρήστος Εάν έχω λησμονήσει κάποιους, ζητώ συγνώμη από τα δικά τους πρόσωπα. Θεόφιλος Ν. Μονοκάνδηλος -214-
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Καπνοκόπτες και εργάτριες που προετοίμαζαν τα καπνά για την κοπή
Ο Νικόλαος Μονοκάνδηλος (όρθιος αριστερά) με καπνοκόπτες και σιγαροποιούς. Ανάμεσα τους : Λάμπου Ευδοκία, Καλικάτζαρος Δημήτρης, Γερακιός Μιχάλης, Καρδούλιας Ιωάννης, Κορφιά Θεμελίνα, Κουλιανού και Ελένη Κουτελλά
-215-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
-216-
ΧΡΟΝΙΚΑ
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
Η Βασιλοπούλα της Τελένδου Φωτογραφία: Μιχάλης Πάου
-217-
Φωτογραφία: Νικόλαος Σμαλιός
Γεωργίου Ι. Χατζηθεοδώρου Άρχοντος Μαΐστορος Μ.Χ.Ε Μουσικολόγου - τ. Γυμνασιάρχη
«Οι μουσικές καταγραφές των τραγουδιών Κω και Καλύμνου από τον Samuel Baud-Bovy αι οι σύγχρονες καταγραφές τους από τον Γεώργιο Χατζηθεοδώρου»* (Συσχέτιση)
Ως γνωστόν τα δημοτικά μας τραγούδια ,τα τραγούδια δηλαδή του λαού μας, έφθασαν σε μας από την εποχή της δημιουργίας τους,τόσο ο στίχος τους όσο και η μουσική τους, χάρις την προφορική παράδοση η οποία τα διατήρησε, θα έλεγα και τα τελειοποίησε, στο βαθμό που τα γνωρίζομε σήμερα. Από τις αρχές του ΙΘ΄ αιώνα τα δημοτικά μας τραγούδια, λόγω της αξίας τους κίνησαν το επιστημονικό ενδιαφέρον ξένων ερευνητών οι οποίοι και κατέγραψαν μόνο το ποιητικό τους κείμενο. Μετά τη μεταρρύθμιση της γραφής της εκκλησιαστικής μας μουσικής και της δυνατότητας που παρείχε πλέον αυτή για αναλυτική καταγραφή των μελών, άρχισαν να καταγράφονται και από Έλληνες με τη μουσική τους παρασημασμένη με τη Βυζαντινή μουσική σημειογραφία. Για το χώρο γενικά της Δωδεκανήσου, η πρώτη μεγάλη μουσική καταγραφή των τραγουδιών των νησιών της ήταν αυτή που πραγματοποίησε, πολύ αργότερα, ο περίφημος εθνομουσικολόγος Samuel Baud – Bovy, τα καλοκαίρια των ετών 1930,1931και 1933 και την οποία κατέθεσε στο κεφαλαιώδες για τη μουσική της περιοχής της Δωδεκανήσου δίτομο έργο του, Τραγούδια των Δωδεκανήσων (τομ. α΄ 1935, τομ. β΄ 1938). Σημειώνω ότι, πριν από αυτή την καταγραφή και την έκδοσή της είχε προηγηθεί η έκδοση των τραγουδιών της Κάσου από τους Ν. Μαυρή και Ευ. *Εισήγηση στο ΙΖ΄ Πολιτιστικό Συμπόσιο Δωδεκανήσου, Ρόδος 1-3 Ιουλίου 2011.
-219-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Παπαδόπουλο, με τίτλο Δωδεκανησιακή Λύρα, τομ.πρώτος,α΄ Κασιακή Λύρα, Πόρτ-Σάϊδ 1928,και πιο παλιά η δημοσίευση λίγων τραγουδιών της Σύμης και του Καστελλόριζου (βασικά λατρευτικών) από τους Ζαχαρία Χαβιαρά(τραγούδια της Σύμης) και τον Αχιλλέα Διαμαντάρα (τραγούδια του Καστελλόριζου) στο λογοτεχνικό περιοδικό «Πανδώρα (1849-71)και στη μουσική εφημερίδα «Φόρμιγξ»(1900-11).Στη συνέχεια υπήρξαν και νεότερες μουσικές καταγραφές τραγουδιών της Δωδεκανήσου που όμως δεν αφορούν τα τραγούδια του συνόλου των νησιών, αλλά μεμονωμένα, της Καλύμνου, Κω και Ρόδου. Επομένως, η μουσική καταγραφή των τραγουδιών της Δωδεκανήσου από τον Samuel Baud – Bovy , πέραν άλλων λόγων καθαρά μουσικολογικών, και μόνο εκ του γεγονότος ότι είναι η μόνη που αφορά τραγούδια του συνόλου των νησιών της Δωδεκανήσου, δίκαια θεωρείται η πληρέστερη που έχει πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα και πολύ καλά έκαμε ο Δήμος της Ρόδου που αποφάσισε και υλοποίησε την επανέκδοσή της πριν από λίγα χρόνια. Εκ προοιμίου πρέπει να πω, ότι θεωρώ πως η εργασία του Samuel Baud – Bovy εξεταζόμενη από μουσικολογικής πλευράς έγινε με όλους τους κανόνες της και τις απαιτήσεις της μουσικολογίας εκείνης της εποχής. Από μια όμως ενδελεχή εξέτασή της, ως εντελώς πρωτόλεια εργασία και παρά την αναμφισβήτητη σπουδαιότητά της, είναι φυσικό να παρουσιάζει ορισμένες ελλείψεις, αποκλίσεις και διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις σύγχρονες μουσικές καταγραφές. Οι αποκλίσεις αυτές εστιάζονται κυρίως στον αριθμό των καταγεγραμμένων τραγουδιών, στην καταγραφή της μελωδίας τους, στην πληρότητα ποιητικού τους κειμένου, καθώς και στην αναμφισβήτητη διαφοροποίηση που μπορεί να έχει προκύψει με την πάροδο του χρόνου σε μελωδίες και κείμενα που στηρίζονται βασικά στην προφορική παράδοση. Η εισήγησή μου θα επικεντρωθεί βασικά στα παραπάνω, καθώς και στη συγκριτική εξέταση των κοινών στοιχείων και των διαφορών που παρατηρούνται στα τραγούδια των νησιών -220-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
του βορείου συγκροτήματος της Δωδεκανήσου και συγκεκριμένα της Κω, Καλύμνου, μεταξύ της καταγραφής του Samuel Baud – Bovy και της δικής μου, που ,βασικά, έχει καταχωρισθεί στα δύο βιβλία μου Τραγούδια και σκοποί στην Κάλυμνο, Κάλυμνος 1989 και Τραγούδια και σκοποί στην Κω, Αθήνα 2009,καθώς και σε άλλες εργασίες μου. Σημειώνω, ότι εδώ για οικονομία χώρου, η αναφορά μου θα έχει εντελώς συνοπτική και γενική μορφή. Η πλήρης, ολοκληρωμένη και συμπληρωμένη σε κείμενο, βιβλιογραφία και με τα σχετικά μουσικά παραδείγματα, μορφή της Εισήγησής μου έχει κατατεθεί στο προεδρείο του Συμποσίου για τα Πρακτικά του. Τραγούδια της Καλύμνου ο Samuel Baud – Bovy κατέγραψε συνολικά μόλις 32 και 1 οργανικό σκοπό, έναντι των 165 τραγουδιών και 9 οργανικών σκοπών που κατέγραψα εγώ. Τραγούδια της Κω ο Samuel Baud – Bovy κατέγραψε 26 και 2 οργανικούς σκοπούς έναντι των 124 τραγουδιών και 6 οργανικών σκοπών που κατέγραψα εγώ. Η μεγάλη αυτή αριθμητική διαφορά σίγουρα φανερώνει ότι η έρευνα του Samuel Baud – Bovy υπήρξε εντελώς μικρή, για να μη πω πρόχειρη, πολύ περισσότερο, αφού θα ήταν δυνατόν να καταγραφεί πολύ μεγάλος αριθμός τραγουδιών που τότε λειτουργούσαν βιωματικά ζωντανά στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων εκείνης της εποχής. Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι ενώ τότε υπήρχε τεράστιος αριθμός πολύστιχων αφηγηματικών τραγουδιών (ο Richard Dawkins μας παραδίδει 40 στιχοπλακιές και η Κουτσουράδη 63 για την Κω, ο δε Γιάννης Ζερβός περισσότερα από 15), ο Samuel Baud – Bovy καταγράφει μόνο δυό τρία από αυτά και τα καταχωρεί με μία μελωδία όλα τους. Επίσης, σε ό,τι αφορά το κείμενο (στίχους) των τραγουδιών, υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά μεταξύ της καταγραφής της δικής μου και του Samuel Baud – Bovy ,αφού αυτός, όπως φαίνεται για λόγους έλλειψης χρόνου στην καταγραφή, αλλά και κόστους στην έκδοση, περιορίστηκε στην εντελώς ενδεικτική καταγραφή του. Από τα 32 τραγούδια της Καλύμνου, καταγραφής του Samuel Baud – Bovy, συνάντησα και κατέγραψα τα 22.Τα άλλα 10 -221-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
χάθηκαν (απώλεια 30%). Από 26 τραγούδια της Κω, συνάντησα και κατέγραψα μόλις 7. Τα άλλα χάθηκαν (απώλεια 70%). Χρησιμοποιώ ως όρο τη λέξη χάθηκαν με αρκετή επιφύλαξη, γιατί δεν αποκλείεται να μου διέλαθαν, όμως χαρακτηρίζω με τη λέξη αυτή το γεγονός ότι πλέον δεν ακούγονται αυτά τα τραγούδια σήμερα. Σημειώνω στο σημείο αυτό και τη διαπίστωση της μεγάλης διαφοράς διατήρησης των παλιών τραγουδιών στην Κάλυμνο, σε σχέση με την Κώ. Μια άλλη σοβαρή παράμετρος απόκλισης των τραγουδιών καταγραφής του Samuel Baud – Bovy και της δικής μου είναι η διαφοροποίηση μεταξύ πολλών από τα τραγούδια που συναντιούνται από κοινού στις δύο καταγραφές. Υπάρχουν τραγούδια που ασφαλώς είναι όμοια και όμως ελάχιστα θυμίζουν το ένα το άλλο από τη μια καταγραφή στην άλλη. Βέβαια το να τα ακούσαμε και να τα καταγράψαμε τόσο διαφορετικά μεταξύ μας, δεν νομίζω πως μπορεί να συνέβη. Την αιτία, πιστεύω, θα πρέπει να αναζητήσουμε στη διαφοροποίηση που αυτά υπέστησαν εν τω μεταξύ με την πάροδο του χρόνου από στόμα σε στόμα και από γενιά σε γενιά. Γνωρίζουμε άλλωστε όλοι μας, ότι δημοτικά τραγούδια στηρίζονται κυρίως στην προφορική παράδοση με αποτέλεσμα από της απαρχές τους να δέχονται διαφοροποιήσεις, βελτιώσεις, αλλοιώσεις, κ.λ.π., τις ημέρες μας. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι τη μεγαλύτερη διαφοροποίηση την παρουσιάζουν τα τραγούδια που δεν συνοδεύονται από μουσικά όργανα ή ακόμα και τα τραγούδια που έχουν ελεύθερη μελική έκφραση και χαλαρή ρυθμική αγωγή, στοιχεία που επιτρέπουν ευκολότερα τις όποιες προσωπικές αποδόσεις ή και παρεμβάσεις. Το είδος των τραγουδιών που ακόμα καλά κρατεί μεταξύ των δύο καταγραφών είναι τα τραγούδια του γάμου και της διασκέδασης, ίσως ακριβώς επειδή παρεμβαίνουν τα μουσικά όργανα που τα συνοδεύουν και δε επιτρέπουν στους ερμηνευτές μεγάλες απομακρύνσεις και ελευθεριότητες από το βασικό μελικό σχήμα . Άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο διαφοράς μεταξύ των δύο καταγραφών είναι σίγουρα η διάκριση και τοποθέτηση των -222-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
τραγουδιών σε τρόπους και κλίμακες. Το σημείο αυτό της καταγραφής ίσως είναι το πιο δύσκολο, δεδομένου ότι τα δημοτικά μας τραγούδια παρουσιάζουν πολλές ιδιορρυθμίες σε ότι αφορά την απόδοση των μικροδιαστημάτων τους, καθώς και την όλη λειτουργία της μελικής τους ανάπτυξης, οπότε απαιτείται πείρα και θα έλεγα κατά ένα μέρος και βιωματική γνώση τους, προκειμένου ο καταγραφέας να μπορέσει να τα τοποθετήσει στη σωστή τους κλίμακα. Η σωστή αυτή τοποθέτηση των τραγουδιών πρέπει να διευκρινίσω ότι είναι κεφαλαιώδους σημασίας ,γιατί σε ενάντια περίπτωση όχι μόνο δεν αποδίδεται σωστά το ύφος τους,αλλά μπορεί και να γίνουν εντελώς αγνώριστα. Εδώ ακριβώς στην καταγραφή του Samuel Baud – Boyv διακρίνεται κάποια αδυναμία, και τούτο, γιατί τα τραγούδια που ανήκουν στο χρωματικό γένος, δηλαδή χρησιμοποιούν χρωματικές ή φθορικές κλίμακες, οι οποίες στο αυτί του Ευρωπαίου μουσικού ακούγονται περίεργα, δυσκολεύουν ακόμα και πολύ έμπειρους καταγραφείς. Πολύ περισσότερο φυσικά θα δυσκολεύτηκε ο Samuel Baud – Boyv που για πρώτη φορά άκουγε τέτοιες κλίμακες, δεν γνώριζε καλά την ελληνική γλώσσα, ούτε ακόμα και τη Βυζαντινή μουσική, μέσα από τη γνώση της οποίας ασφαλώς θα έπαιρνε πολλά στοιχεία που θα τον βοηθούσαν καθοριστικά. Σημειώνω ότι τα τραγούδια της πατρίδας μας έχουν άμεση συνάρτηση με την εκκλησιαστική μας μουσικής, τη λεγόμενη Βυζαντινή. Ουσιαστικά πρόκειται για την ίδια μουσική με διαφορετική όμως στόχευση και χρήση. Έτσι ενώ η εκκλησιαστική της έκφραση είναι συντηρητική ως προς τα μοτίβα και τις ρυθμικές της εφαρμογές, στην κοσμική της, τα δημοτικά τραγούδια, όπως γράφει και ο μεγάλος Έλληνας ερευνητής μουσικολόγος Κωνσταντίνος Ψάχος,« κοσμικήν χροιάν, έχοντα, αναπτύσσονται διά σχημάτων και γραμμών διαφοροτρόπων και ποικιλοτέρων…» .Αλλώστε και ό ίδιος ο Samuel Baud – Bovy πολύ αργότερα,το 1984, γράφει ότι «η εκκλησιαστική και η κοσμική μουσική, μπορεί να πει κανείς πως είναι η ίδια γλώσσα με διαφορετική προφορά…» -223-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Συγκρίνοντας, λοιπόν, μερικά από τα τραγούδια της καταγραφής του Samuel Baud – Bovy με τις παραπάνω ιδιαιτερότητες, με τα αντίστοιχα τραγούδια της δικής μου καταγραφής, σαφώς διαπιστώνεται ότι ο Samuel Baud – Bovy δεν μπόρεσε πολλά από αυτά να τα τοποθετήσει επακριβώς στην κατηγορία που ανήκουν. Έτσι σε άλλη κλίμακα τα τοποθετεί εκείνος και σε άλλη εγώ, προκειμένου να διαφυλάξω τα στοιχεία που κατά την άποψή μου τα χαρακτηρίζουν. Μια άλλη διαφορά της καταγραφής του Samuel Baud–Bovy είναι ότι εγώ τα καταγράφω και με τη Βυζαντινή μουσική σημειογραφία, ενώ Samuel Baud – Bovy μόνο με την ευρωπαϊκή. Εδώ έχει γίνει από πιο παλιά πολύ συζήτηση και έχουν υπάρξει πολλές διχογνωμίες για το ποια από τις δύο γραφές αποδίδει καλύτερα τα δημοτικά τραγούδια, δίχως να δοθεί μέχρι σήμερα οριστική απάντηση. Προσωπικά πιστεύω ότι πρέπει να γράφονται παράλληλα και με τις δύο μουσικές γραφές, αφού κατά την άποψή μου η μια συμπληρώνει την άλλη και βέβαια δίνεται με τον τρόπο αυτό η δυνατότητα να μπορούν να τα διαβάσουν όλοι που γνωρίζουν μόνο τη μια από τις δύο γραφές. Πέραν αυτών και σε ό,τι αφορά την ύλη της συλλογής του Samuel Baud – Bovy, όπως αυτός την κατέθεσε στη δίτομη εργασία του, μας πληροφορεί ότι επέλεξε μόνο αυτά που του φάνηκαν ότι ήταν δωδεκανησιακά. Όμως βλέπουμε στη συλλογή του να υπάρχουν και τραγούδια, όπως π.χ.το Γιαρούμπι που όχι μόνο δωδεκανησιακό δεν είναι, αλλά ούτε καν δημοτικό.Το ίδιο συμβαίνει και για πολλά άλλα βέβαια της συλλογής του που δεν μπορούν να θεωρηθούν ως δωδεκανησιακά! Τελειώνοντας την σύντομη αυτή αναφορά μου επιθυμώ να καταθέσω και μια παλιά και ξαναδιατυπωμένη μου σκέψη -πρόταση. Πιστεύω ότι θα πρέπει κάποτε να αναληφθεί προσπάθεια συγκέντρωσης όλων των παλαιών και νεοτέρων καταγραφών των δωδεκανησιακών μας τραγουδιών, και να γίνουν και άλλες, ξεχωριστά για κάθε νησί.Μετά να ακολουθήσει επί του συνόλου τους και πάνω σε απόλυτα επιστημονική βάση-224-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
εδώ μπορεί να συμβάλει θετικά το Πανεπιστήμιο Αιγαίουσυγκριτική μουσικολογική τους και όχι μόνο, εξέταση , ώστε να οριοθετηθεί η τοπική τους ιδιαιτερότητα και η σχέση τους με τα λοιπά τραγούδια της Ελλάδας ή ακόμα και ομόρων χωρών της Μεσογείου. Έτσι ώστε να καταδειχθεί πλήρως ο πλούτος τους, που κατά την άποψή μου, στο είδος του (νησιωτικά-θαλασσινά τραγούδια) είναι από τους πλέον σημαντικούς όχι μόνο Ελλάδας αλλά και ολόκληρης της Μεσογείου. Ένας απίστευτα μεγάλος, ιδιαίτερος και ποικίλος μουσικός πλούτος της παράδοσής μας που έρχεται από το βάθος χρόνου χιλιετηρίδων, για να μας βεβαιώσει ότι ήμασταν και θα είμαστε για πάντα ΄Ελληνες, και που ζητά την επιστημονική αναγνώρισή του. Έγραψα στην Κάλυμνο στις 10 -7-2011 Γεώργιος Ι. Χατζηθεοδώρου
-225-
Φωτογραφία: Στάθης Κλήμης
Δρόσος και Γιάννης Μιχ. Πουγούνιας
Ο Άι-Νικόλας της Χαλής Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας φτωχός γέρος, και είχε παιδί, που του τό’στειλε ο Θεός σε μεγάλη ηλικία. Πάνω στη γέννα πέθανε η γυναίκα του, έμεινε μοναχός του με το μωρό, το μεγάλωσε εκείνος, μάνα και πατέρας μαζί… Μόνη του χαρά και παρηγοριά το παιδί του, που μεγάλωνε σαν κυπαρισσάκι… Έμενε πέρα στη Χαλή, μακριά απ’ την χώρα και τους ανθρώπους, σ’ ένα μικρό φτωχικό σπιτάκι, στην άκρη του μικρού χωραφιού του, όπου, εκτός από τις ελιές, φύτευε στο μικρό άδειο κομμάτι λίγα απ’όλα τα ζαρζαβατικά, για την οικογένειά του. Τα λίγα που περίσσευαν τα πουλούσε στη χώρα, έτσι πορεύονταν κι εξασφάλιζε το ψωμί για τον ίδιο και για το παιδί του. Παρηγοριά κι απαντοχή του είχε ακόμα το μικρό εκκλησάκι τ’άι-Νικόλα, που τό’χε κτίσει ο πατέρας του μεσ’στο χωραφάκι του πλάι στο σπιτάκι του. Μέσα στα «σπιτάκια», το δικό του και τ’άι-Νικόλα, έζησε ο πατέρας του, γεννήθηκε και γέρασε και ο ίδιος, γεννήθηκε και μεγαλώνει και το παιδάκι του, ο Δρόσος, και είναι τώρα δέκα χρονών. Κάθε χρόνο ο γέρος μας έκανε μεγάλη γιορτή, την ημέρα της Χάρης του Αγίου, καλούσε έναν σεβάσμιο γέρο παπά απ’ τη χώρα και λειτουργούσε στο εκκλησάκι. Ερχόταν και πολύς κόσμος, χωριανοί, απ΄ την Πόθια και χωρικοί απ’ τα γύρω χωριά. Μετά απ’ τη θεία λειτουργία, άπλωνε στις πεζούλες τα υφαντά – τα είχε υφάνει στον αργαλειό η μακαρίτισσα η γυναίκα του – , τις γέμιζε με όλα τ’ αγαθά, που μάζευε απ’ τα δέντρα του, απ’ τις κότες του, απ’ τη γη του… Πρώτα πίναν τον καφέ τους και ύστερα έτρωγαν και έπιναν το κεχριμπάρι, πού’φτιαχνε ο ίδιος απ’ τις λιγοστές ρίζες στ’αμπέλι -227-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
του – έπιναν, με ευχές για συχώριο της μακαρίτισσας και για την υγεία του γερο - Νικόλα και του παιδιού του του Δρόσου… Εφέτος όμως δεν ήταν καθόλου καλή χρονιά, ούτε ρετσίνα έκαμε, οι κότες του δε γεννούσαν, ούτε είχε χρήματα να τ’αγοράσει. Είναι πολύ στενοχωρημένος, που δεν μπορεί να κάμει κι εφέτος μεγάλη γιορτή για τον Άγιό του… Μπήκε ο Δεκέμβρης. Το βράδυ λέει ο γέρος στο αγοράκι του: -- Δρόσο, παιδάκι μου, δεν έχω άλλον στον κόσμο από σένα. Όμως φέτος είχαμε κακοχρονιά, και χρήματα δεν έχουμε καθόλου, ν’αγοράζαμε τ’απαραίτητα για τη γιορτή του Αγίου…. Είναι όμως κρίμα να μην κάμουμε και φέτος πανηγύρι στη Χάρη Του… Θέλεις, αγοράκι μου, να πάμε στη χώρα, να σε πουλήσω σε κανέναν πλούσιο, και, με τα χρήματα που θα πάρουμε, να κάμουμε τη γιορτή τ’άι-Νικόλα;.. Και ο Άγιος θα σε προστατεύει πάντα στη ζωή σου… -- Θέλω, πατέρα, για το χατίρι του Αγίου μας….. Κι έρχονται λοιπόν στη χώρα, το πρωί την άλλη μέρα. Περπατούσαν στους δρόμους, και φώναζε ο γέρος: «Πουλώ ένα σκλαβάκι…» Περνούν κι έξω απ’ το παλάτι. «Πουλώ ένα σκλαβάκι…»,φωνάζει ο γερο-Νικόλας… Στο παλάτι, ο βασιλιάς είχε μια κόρη, πανέμορφη, οκτώ χρονών κοριτσάκι…Ήταν όμως το καϋμένο πάντα θλιμμένο – δεν είχε ούτε αδερφάκι, ούτε συντροφάκι της ηλικίας της, να παίζουν μαζί… Ακούει ο βασιλιάς, απ’το παράθυρό του, όπου καθόταν σκεφτικός για τη θλίψη της κόρης του, ακούει ξαφνικά τον γέροΝικόλα να διαλαλεί την «πραμάτεια» του, φωνάζει τον καμαριέρη του, του λέει να κατέβει, να φέρει πάνω τον γέρο και το παιδάκι. Κι έτσι έγινε. Βλέπει ο βασιλιάς το Δροσάκι, όμορφο και έξυπνο αγοράκι, σκάρταρε απ’ τη χαρά του…Ρωτά τον γέρο γιατί πουλεί το παιδάκι του, του απαντά εκείνος ότι το κάνει για τη γιορτή τ’ Άι-Νικόλα. -228-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
Τότε ο βασιλιάς διατάσσει τον ταμία του παλατιού να πιάσει και να δώσει στον γέρο μας δέκα χιλιάδες φλουριά, και του λέει, θα κρατήσει στο παλάτι το Δροσάκι, να παίζει με την κορούλα του, και στη Χάρη τ’ Άι – Νικόλα, σε λίγες μέρες, θα’ρτουν στο εκκλησάκι του κι εκείνος και η κόρη του και το Δροσάκι… Δε λέγεται η χαρά του γέρου μας για την τύχη του παιδιού του και για την τιμή να’ρτει στο εκκλησάκι του ο ίδιος ο βασιλιάς, και ακόμα που θα φέρει μαζί του και το αγοράκι του… Χαρές μεγάλες έκαμε και η βασιλιοπούλα, σαν είδε τ’ όμορφο και καλό αγοράκι, να’χει κι εκείνη ένα συντροφάκι, να παίζουν παζί… Και περνούσαν οι μέρες και οι μήνες, κι ήταν όλοι ευτυχισμένοι, και το πανηγύρι πια εκείνο, με το βασιλιά και τη βασιλιοπούλα του, θα μείνει αξέχαστο στην Πόθια και στα γύρω χωριά… Πέρασαν έτσι τέσσερα χρόνια. Η βασιλιοπούλα έγινε δώδεκα χρονών, και το αγοράκι δεκατεσσάρων…Ήταν και τα δυο παιδιά αγαπημένα μεταξύ τους σαν αδερφάκια, και ευτυχισμένα… Αλλά, μια μέρα, ο Δρόσος λέει στο βασιλιά ότι έχει νοσταλγήσει το σπιτάκι τους (κι όμως ο πατέρας του ερχόταν ταχτικά στο παλάτι κι έβλεπε το παιδάκι του), πεθύμησε να δει την εκκλησιά τ’άι-Νικόλα, το χωραφάκι τους και τα ζωάκια τους. Ζητά λοιπόν από το βασιλιά, να του δώσει μερικά από τ’αρνάκια και τα κατσικάκια του βασιλικού κοπαδιού, να τα βόσκει εκείνος στα βασιλικά λιβάδια, να νομίζει πως βρίσκεται στο χωράφι τους… Ο βασιλιάς δεν του χαλά χατήρι, κι έτσι τα μεσημέρια, μετά το σχολείο, ο Δρόσος έβοσκε τα ζώα μερικές ώρες, και τ’απόγευμα γύριζε στο παλάτι, και διάβαζαν μαζί με τη βασιλιοπούλα τα μαθήματά τους και άλλα ωραία βιβλία… Ένα μεσημέρι, εκεί που έβοσκε τα ζώα ο Δρόσος και κάθησε πάνω στη χλόη, να φάει, στη σκιά κάτω από μια μεγάλη -229-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
εληά, να!, μπροστά του ένας γέρος. -- Καλό μου παιδί, να καθήσω κοντά σου, να φάω λίγο ψωμάκι, που πεινάω;… -- Κάθησε, παππού, να φας όσο θέλεις και να πιεις νερό, να ξεδιψάσεις. Να πάρεις και μαζί σου φαγητό και νερό για το δρόμο… Κάθεται κοντά του ο γέρος, κάνει το σταυρό του, τρώει και πίνει νεράκι, ευφραίνεται. -- Ο Θεός και ο άι-Νικόλας κοντά σου, παιδάκι μου, λέει ο γέρος….Σου δίνω την ευχή μου, όποιον φιλάς να χρυσώνει το μάγουλό του…Αύριο το πρωί, που θα χύσεις νερό με το μαστραπά στη βασιλιοπούλα να πλυθεί, σκύψε και φίλησέ την στο μάγουλο…. Αυτά του λέει ο γέρος, και σηκώνει το δεξί του χέρι και τον ευλογεί – και αμέσως γίνεται άφαντος!.. Τη στιγμή που τον ευλογούσε, κοίταξε καλά ο Δρόσος τον γέροντα, και τότε μόνο αναγνώρισε τον Άγιο Νικόλαο, όπως είναι στην εικόνα Του, στο εκκλησάκι τους… Την άλλη μέρα λοιπόν, το πρωί ο Δρόσος, αφού έχυσε νερό από το μαστραπά, στο λαβουμάνο να πλυθεί η βασιλιοπούλα, πιέζει τον εαυτό του, και σκύβει και φιλά τη βασιλιοπούλα στο μάγουλο – από την ντροπή του κόντεψε να ρίξει απ’τα χέρια του το μαστραπά….Αμέσως το ένα μάγουλο της κόρης εχρύσωσε!... Την άλλη μέρα τη φιλά στο άλλο μάγουλο, χρυσώνει κι αυτό… Έτσι, πέρασαν ακόμα μερικά χρόνια, η βασιλιοπούλα έγινε μια πανέμορφη κόρη, η φήμη της για την ομορφιά και την καλωσύνη της και για τα χρυσά της μάγουλα, απλώθηκε σε όλον τον κόσμο. Έφτασε ώς την Αγγλία, και το βασιλιόπουλό της έρχεται το ίδιο και ζητά τη βασιλιοπούλα απ’ τον πατέρα της. Η βασιλιοπούλα όμως δε θέλει να τον παντρευτεί, λέει στον πατέρα της ότι θέλει να παντρευτεί τον Δρόσο. -230-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
Τότε ο βασιλιάς βγάζει διαταγή και λέει: «Όποιος από τους δυο μνηστήρες γυρίσει πιο πλούσιος από ένα ταξίδι, αυτός θα παντρευτεί τη θυγατέρα μου». Αρματώνει λοιπόν ο βασιλιάς ένα καράβι, το φορτώνει με εμπορεύματα και το δώνει στο βασιλιόπουλο – προτιμούσε αυτό για γαμπρό του, μόνο και μόνο επειδή είχε βασιλικό αίμα –, δώνει και στον Δρόσο ένα άδειο παλιοκάϊκο, και τους λέει να ταξιδέψουν, να πάνε όπου θέλουν, και όποιος προκόψει πιο πολύ θα πάρει τη βασιλιοπούλα… Φεύγουν μαζί απ’το λιμάνι της Πόθιας και τα δυο πλεούμενα. Σε δυο λεφτά, το καράβι ξεπερνά το καΐκι, το βασιλιόπουλο, κοροϊδεύοντας τον Δρόσο, του φωνάζει: -- Έχε γεια, Δρόσο, με το παλιοκάϊκό σου…. Ο Δρόσος επήγαινε αργά, μ’ένα μικρό πανί που είχε η βάρκα του. Περνά απ’έξω απ’τη Χαλή.., να!.., πάνω στα βράχια ο γέρος, ο Άγιος Νικόλαος. Φωνάζει του Δρόσου, φέρνει τη βάρκα κοντά στα βράχια, πηδά μέσα ο γέροντας σαν να’ταν παλληκαράκι, κάθεται στο τιμόνι. Φτερό γίνεται η βάρκα με τέτοιον τιμονιέρη. Ξεπερνά το καράβι. -- Έχε γεια, βασιλιόπουλο…, του φωνάζει ο Δρόσος. Ο γέρος λέει στον Δρόσο ότι η Πόλη έχει ανάγκη από αλάτι. Πάνε λοιπόν σ’ένα ξερονήσι, μαζεύουν απ’ τις λακκούβες στα βράχια το αλάτι (το χειμώνα, με τις φουρτούνες, γεμίζουν οι λακκούβες με θάλασσα, το καλοκαίρι στεγνώνουν με τον καυτό ήλιο, μένει κάτω το αλάτι), γεμίζουν τη βάρκα. Αμέσως έρχονται στην Πόλη, το μοσκοπουλά ο Δρόσος… Έρχεται ύστερα και το βασιλιόπουλο στην Πόλη, πουλά το εμπόρευμα που του’χε δώσει ο βασιλιάς, πέφτει όμως, μετά, στις διασκεδάσεις, με γυναίκες, στα χαρτιά, χάνει τα χρήματα που πήρε, χάνει τον χρυσό σταυρό του και το χρυσό του ρολόι, παίρνει δανεικά, χάνει και το καράβι, παίρνει κι άλλα δανεικά με υποθήκη -231-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
τον εαυτό του, χάνει και γίνεται σκλάβος σ’έναν πλούσιον έμπορο. Δουλεύει στο μαγαζί του δωρεάν, κάνοντας τις βαριές δουλειές, μέχρι να ξεχρεωθεί στον έμπορο… Στο μεταξύ, ο Δρόσος, κάνοντας βόλτα στο λιμάνι, βλέπει το καράβι, έρχεται, ανεβαίνει πάνω, να δει το βασιλιόπουλο. Μόνο ένας ναύτης βρίσκεται στο καράβι, τον ερωτά για το αφεντικό του, του τα λέει όλα, το και το… Έρχεται γρήγορα ο Δρόσος στο μαγαζί του εμπόρου, αγοράζει το καράβι, εξαγοράζει και το βασιλιόπουλο, πληρώνοντας και το υπόλοιπο χρέος του. Ο Άι-Νικόλας είχε αλλάξει λίγο την όψη του Δρόσου, για να μην τον αναγνωρίσει το βασιλιόπουλο. Του λέει λοιπόν ο Δρόσος: -- Για να σε λευτερώσω, πρέπει να σε σφραγίσω… Δέχεσαι;… -- Δέχομαι…, απαντά ο εγγλέζος. Και ο Δρόσος τονε σφραγίζει με τη σφραγίδα του στο μπράτσο. -- Τώρα θα’μαι δικός σου δούλος…, λέει το βασιλιόπουλο. -- Όχι!, θα είσαι λεύτερος!.., του λέει ο Δρόσος και του φανερώνεται. Κλαίοντας ο εγγλέζος, του φιλά το χέρι, ο Δρόσος τον αγκαλιάζει. -- Θα είσαι αδερφός μου, του λέει, και φεύγουν απ’ το μαγαζί. Πάνε σ’ ένα μαγαζί που πουλούσε πίσσες και κατράμια, αγοράζει ο Δρόσος και γεμίζει τη βάρκα, τη δίνει στο βασιλιόπουλο. -- Είναι δικά σου…, του λέει. Θα γυρίσουμε πίσω στη χώρα μας, έχει ανάγκη από πίσσα και κατράμι ο ταρσανάς, θα τα μοσκοπουλήσεις… Ύστερα πάει ο Δρόσος σε διάφορα καλά μαγαζιά της Πόλης, αγοράζει απ’ όλα τα καλά και γεμίζει το καράβι – είναι τώρα δικό του… Την άλλη μέρα φεύγουν και τα δυο πλεούμενα, η βάρκα με τον εγγλέζο και το καράβι με τον Δρόσο και τον Άι-Νικόλα στο τιμόνι… -232-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
Σε μια μέρα, το καράβι φτάνει στη Χαλή, έρχεται κοντά στα βράχια, πηδά έξω ο γέροντας, αφού του φίλησε το χέρι ο Δρόσος και ο γέροντας τον ευλόγησε. Απ’ τα βράχια, φωνάζει του Δρόσου: -- Να με καλέσεις στους γάμους σου… Ύστερα κατευθύνεται προς την εκκλησιά του, εξαφανίζεται… Μετά από λίγο, μπαίνουν μέσα στο λιμάνι της Πόθιας. Από μακρυά, προτού ν’ αράξουν, ο βασιλιάς και η βασιλιοπούλα βλέπανε με τα κιάλια νά’ ρχεται το καράβι και πολύ πιο πίσω η βάρκα. Και οι δυο περίμεναν ότι θα’ταν μέσ’ στο καράβι το βασιλιόπουλο. – Βέβαια, η βασιλιοπούλα επίστευε ότι ο Δρόσος, και με τη βάρκα, θα είχε προκόψει πιο πολύ από το βασιλιόπουλο, θα’ φερνε περισσότερα χρήματα…. Όταν αράζει λοιπόν το καράβι, βλέπουν τον Δρόσο μπροστά στην πλώρη, να τους χαιρετά, κουνώντας το χέρι του χαρούμενος. Πετά απ’ τη χαρά της και η βασιλιοπούλα, και τον χαιρετά κι εκείνη χαρούμενα, και με τα δυο της χέρια… Βγαίνει ο Δρόσος έξω τους λέει τι έγινε…, χαρές η βασιλιοπούλα, που αγαπούσε από μικρή το Δρόσο… Κι ο βασιλιάς, κατά βάθος, χάρηκε.., προτιμούσε τον Δρόσο για γαμπρό του, αλλά, πάλι, ήθελε ν’ ακούσει με τ’ αυτιά του από το ίδιο το βασιλιόπουλο τα καμώματά του… Σε μισή ώρα έρχεται και το καΐκι με το βασιλιόπουλο. Ντροπιασμένο, δε λέει τίποτα. Πάντοτε ήτανε ύπουλοι και τιποτένιοι οι Εγγλέζοι. Τότε πιάνει ο Δρόσος το χέρι του εγγλέζου, ανασηκώνει το μανίκι του, βλέπουν όλοι τη σφραγίδα που του είχε βάλει ο Δρόσος στην Πόλη.. Χαρούμενοι όλοι!.. Οι άνθρωποι του λιμανιού αδειάζουν το καράβι, φορτώνουν στις βασιλικές άμαξες τα καλά που έφερε ο Δρόσος από την Πόλη για την αγαπημένη του βασιλιοπούλα, φεύγουν για το παλάτι… Το βασιλιόπουλο της Αγγλίας, ντροπιασμένο, μπήκε στο καράβι που τον έφερε, φεύγει για την πατρίδα του… Σε λίγες μέρες, γίνονται οι γάμοι του Δρόσου και της -233-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
βασιλιοπούλας, 40 μέρες και 40 νύχτες…. Ο καϋμένος ο γέρο-πατέρας του πετούσε απ’ τη χαρά του… Πάνω στις σκουτούρες και στη χαρά του γάμου, ο Δρόσος ξέχασε να καλέσει τον γέρο Άι-Νικόλα… Την πρώτη νύχτα λοιπόν του γάμου, μόλις ξάπλωσαν, να!.., μπροστά τους ο Άι-Νικόλας. --Δεν το περίμενα από σένα, Δρόσο, να μη με καλέσεις στο γάμο σου…, του λέει με παράπονο. Ο Δρόσος, ντροπιασμένος και λυπημένος, ζητά συγνώμη απ’ τον Άγιο. -- Εντάξει.., σε συγχωρώ.., λέει ο γέροντας. Αλλά θα μου δώσεις τα μισά απ’ όλα όσα σου έχει δώσει ο βασιλιάς… -- Άι μου Νικόλα, Σου δίνω το μισό βασίλειο και ό,τι άλλο θέλεις… -- Θέλω και τη μισή νύφη!.., απαντά εκείνος. Χωρίς δισταγμό, ο Δρόσος λέει: -- Μετά χαράς, Άγιέ μου.., χαλάλι Σου ολόκληρη… -- Όχι.., τη μισή μόνο θέλω.., επιμένει. Τότε ο Δρόσος σηκώνει το σπαθί του, χτυπά στη μέση τη γυναίκα του, για να την κόψει στα δυο… Αμέσως, από κει που χτύπησε, βγαίνει ένα φίδι μεγάλο, ορμά στον Δρόσο, να τον καταπιεί. Αρπάζει ο Άι-Νικόλας το σπαθί του Δρόσου και χτυπά το φίδι και το σκοτώνει… Τά’ χουν χαμένα ο Δρόσος και η γυναίκα του. -- Γιαυτό ήθελα να ρθω στο γάμο σας, τους εξηγεί ο Άγιος, και γιαυτό ήρθα και ακάλεστος. Ήξερα για το φίδι, και ότι θα’ βγαινε τη νύχτα, όταν θα κοιμόσουνα, Δρόσο, και θα σ’ έτρωγε… Χαλάλι σου, όλα, παιδί μου. Είναι δικά σου όλα, και τ’ αξίζεις. Να’στε αγαπημένοι κι ευτυχισμένοι με πολλά και καλά παιδιά… Τους ευλογεί και αμέσως εξαφανίζεται… Κι έτσι, έζησαν ο Δρόσος και η βασιλιοπούλα, μαζί με τα παιδιά τους και τους παππούδες τους, καλά κι εμείς καλύτερα… ( Από την ανέκδοτη Συλλογή τους με καλύμνικα παραμύθια )
-234-
Μια γωνιά στη Χώρα από τα περασμένα ... Φωτογραφία: Στάθης Κλήμης
Φωτογραφία: Μιχάλης Πάου
Γιάννη Αντ. Χειλά
Ο χορός του «πιασμένου μηχανικού»
Ε
κεί στις Βούες, κάτω από την ενορία του Αη-Χαράλαμπου, στο Χωριό της Κάλυμνος, σ’ έναν μεγαλοκαφενέ – ταβέρνα όπου σύχναζαν πάντα κεφάτες και γλεντζέδικες σφουγγαροπαρέες, ένας χορός έχει στηθεί με μπροστελλάτη* παλιό πιασμένο μηχανικό*. Ψηλά από τη γειτονιά της Κοκχαλαριάς, κατέβηκε σκαλί-σκαλί, κούτσα-κούτσα με τα δυο μπαστούνια ο Νικόλας η « Καπερναούμ». Από τα είκοσι δυο του – ήταν τώρα κοντά σαρανταπεντάρης αλλά έδειχνε γέρος καταπονημένος – χτυπήθηκε βαριά στην « Μηχανή ». Σα(β)ούρα, άχρηστος, σακατεμένος απ’ τη μέση και κάτω, έμεινε κοντά δύο χρόνια ακίνητος στο κρεβάτι σαν τον παραλυτικό της Καπερναούμ. Κόντευε να σαπίσει. Τά ’κανε όλα πάνω του, ψιλά χοντρά. Ήταν όμως γερός οργανισμός, αγαπούσε τη ζωή και είχε πίστη στο Θεό. Δεν το έβαλε κάτω, το πάλεψε με τα πρακτικά πού’καναν τότες στους πιασμένους μηχανικούς ( χώσιμο σε πυρωμένους αμμόλακχους στις αμμουδερές παραλίες των Λιναριών και του Καντουνιού, εντριβές, ασκήσεις- γυμναστική κ.α. ) και κατάφερε να νεστουλωθεί, σαν από θαύμα. Γι αυτό τού ’βγαλαν και το παρατσούκλι, ο Νικόλας η « Καπερναούμ ». Τώρα με τα τσουρμαρίσματα που καλοσύνεψαν και ζεστάθηκαν οι καιροί, λασκάρισαν τα μαργωμένα* κόκχαλά του, έκανε κουράγιο και παρά το ότι το σπίτι του ήταν ψηλά, πάνω στα ψηλώματα τ’ Αη- Χαράλαμπου, κατέβαινε στην ταβέρνα να ξελεγράνει* λίγο, να πιει ένα ποτήρι κρασί με φίλους, να ξαναθυμηθεί τα παλιά.
-237-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Σαν ήταν στα καλά του, μαγγιόρος πρωτομηχανικός κι είχε γερά ποδάρια, ήταν αετός· πετούσε! Κανένας δεν τον έπιανε στο χορό. Δεν ήταν να πάρει καπάρο –μπροστάντζες* απ’ τον καπετάνιο στις ταβέρνες, στα βιολιά, στο χορό και στο τραγούδι τα ξόδευε, χωρίς να λυπάται. Καθώς κουτσοπίνει το κρασάκι του με φίλους, απόμαχους της δουλειάς και της ζωής, βλέπει τα νιάτα να χοροπηδούν στη μέση της ταβέρνας. Καίγονται τα μέσα του για την κατάντια του, η ματιά του δακρύζει, γίνεται βουβή θάλασσα της Μαντρούχας και βαριαναστενάζει: -Σαν ήμουνα καλά ηχόρευγα κι ηγλέντου τη ζωή μου τώρα θωρώ τους νιούς στη θέση μου, ραγίζεται η ψυχή μου. Απ’ τις σκέψεις του τον ταρακουνά το κάλεσμα του λεβέντη του Μικέ, της Νεμικάλας της συντέκνισσάς του ο γιος, που φαίνεται πως νιώθει τον νταλκά του. - Για σήκω μπάρμπα- Νικολή μαζί μας να χορέψεις. και με τις νότες του βιολιού τα πάθη να μερέψεις. Έλα, για σένα τα βιολιά γλυκό σκοπό θα παίξουν, να σου λαφρώσουν τη καρδιά,να πεις τραγούδια που σ’ αρέσουν. -Ευχαριστώ σε ρε Μικέ, δε σου χαλώ χατίρι με τον πατέρα σου μαζί βουτθούσαμε στο ίδιο τρεχαντήρι, μα…δέ βλέπεις τα χάλια μου, πάει η λεβεντιά μου νιώθω να φεύγει μου η ζωή και καίγεται η καρδιά μου! Αχ, να μπορούσα να σταθώ, μια σούστα να χορέψω, πάνω στις νότες του βιολιού , να σβήσω να τελέψω! Ο Νικόλας τελικά τ’αποφασίζει. Σηκώνεται μουδιασμένος, μπαίνει μπροστελλάτης της χορευταλάδικης παρέας, αρπάζει το μαντήλι που του προσφέρει ο Μικές, το σφίγγει γερά. Στ’ άλλο χέρι το ροζιασμένο αγρελομπάστουνο του γίνεται ποκούμπι*. Ο γερο –Μαγριπλής, το πρώτο βιολί του Χωριού, γνώριζε τον Νικόλα. Χρόνια τον μεράκλωνε με το δοξάρι του σαν τον συνόδευε στα ολονύκτια γλεντοκόπια του. Τώρα τον βλέπει πάλι έτοιμο για χορό. Γνωρίζει την κατάστασή του. Πιάνει τις νότες του σκοπού -238-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
που ταιριάζει, ρίχνει ματιά στο συντροφικό λαούττο και το βιολί του αρχίζει να κελαηδά τον αργόσυρτο παθιάρικο σφουγγαράδικο σκοπό. « ή Μηχανικός θα γίνω ή στον νάμμο θα ’πομείνω… ή στο νάμμο θα ’πομείνω ή Μηχανικός θα γίνω… ψάρευε κολαουζέρη με το γράδο εις το χέρι κι όμορφα να με γυμνάσεις τα ποδάρια μη μου σπάσεις…» Κι ο κουτσός, ο πιασμένος Μηχανικός τραβά μερακλίδικα , παθιασμένα τον κάβο του χορού. Οι άλλοι τον ’ποβαστούν. Καταφέρνει να κάμει κάποια βήματα. Δείχνει ότι ήξερε από χορό. Τον συνεπαίρνουν οι μνήμες και τα παλιά τα μεγαλεία. Ξεθαρρεύει όμως, ξεχνά την κατάστασή του και πάει να κάμει ένα τσάκισμα, ένα τσαλίμι μα δεν του λυγάνε τα ρημάδια τα κουλάδια. Είναι βαριά σαν μολύβι, ασήκωτα! Τα χέρια δεν αντέχουν, το μπαστούνι ξεστρατίζει και το σώμα σωριάζεται βαρύγδουπα στο πάτωμα. Στο μαγαζί όλες οι παρέες κέρωσαν. Όλων τα μάτια στον Νικόλα. Τα όργανα πήγαν να σταματήσουν, μα ο πεσμένος μηχανικός φωνάζει με πείσμα. - Βαράτε μωρέ. Δεν τέλεψε η γύρα μου. ΄Εχω ψυχή ’κόμα μέσα μου! Η «Καπερναούμ» απλώνει το χέρι, χουφτώνει ξανά το μπαστούνι, σφίγγει το μαντήλι σαν μέγγενη. Το σώμα του τρέμει σαν το ψάρι στο καμάκι. Ο ιδρώτας τρέχει φουντάνες*. Αγώνας κι αγωνία, πείσμα και πάλεμα, ώσπου καταφέρνει να ξαναστουλωθεί, έτοιμος να συνεχίσει το χορό. Στην ματιά του λαβωμένου αετού της θάλασσας, σπινθηρίζει « τ’ άστρι της Τραμουντάνας», που τον καλεί να χαράξει ρότα για νέα σφουγγαροτάξιδα. Ανακούφιση στην ταβέρνα. - Μπράβο σου μωρέ Νικόλα, τα κατάφερες. Που να ποθάνει ο χάρος, πανάθεμά τονε. Άιντε πάλι στο χορό να δούμε που θα μας πάει τούτη η παλιοζωή! Τα όργανα ξεσπάθωσαν, τα τέλια έβγαζαν φωτιές. Το -239-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
σφουγγαροσυνάφι γλεντοκοπούσε, χαιρόταν τις χαρές της στεριανής ζωής, πριν λύσουν παλαμάρι για αρμενίσματα σε πέλαγα κακοπέρατα που τελειωμό δεν έχουν και… που δεν γνώριζε κανένας τους αν ποτές θα φτάσει ή αν θα γυρίσει πίσω ζωντανός από το βούτθος! - Βάλε μας κάπελα* κρασί, να φάμε και να πιούμε του χρόνου θα γυρίσουμε*, ποιος ξέρει αν θα ζούμε; - « Παρέες της Κοκχαλαριάς, τσούρμο του Θεοδόση, χορεύετε, χορεύετε ώσπου να ξημερώσει…! » Ψηλά στις καστρογειτονιές του ρημαγμένου μεσαιωνικού Κάστρου της Χώρας οι άλιωτες ψυχές των προγόνων, που… ή δεν ήθελαν οι ίδιοι να βουλιάξουν ή γιατί δεν τους άφηναν… οι ζωντανοί νά ’βρουν ανάπαυση, άκουσαν τα όργανα, ανασηκώθηκαν απ’ τον ανεξύπνητο ύπνο τους και ροβόλησαν να συναπαντήσουν τους άλλους ποθαμένους στα κοιμητήρια του Ταξιάρχη και της Παναγιάς της Λιμνιώτισσας. Εκεί, ανάμεσα στα μνημούρια των προγόνων έσμιξαν, αχνογέλασαν· τόσα χρόνια είχαν να ιδωθούν! Θυμήθηκαν όμως και τους άμοιρους, τους κολασμένους συντρόφους σφουγγαράδες που έσκασαν στη Μηχανή και τους έθαψαν αλειτούργητους στα βρουκαλακιασμένα ξερονήσια και τις μαύρες ερημιές της Μπαρμαριάς, άναψαν τα θυμιατά κι έριξαν στ’ αμπελοκάρβουνα μπόλικο λιβάνι, να το πάρει το τραμουντανέλι και να τους το πάει κεια κάτω, να το μυρίσουν μπας και γαληνέψει η φουρκισμένη ψυχή τους, τι ήταν όλο παράπονο και πίκρα γιατί τους παράφηκαν και κανένας πια στο νησί δεν τους νοιαζόταν. Εκεί τους παραπέταξαν κι εκεί θα έμεναν για πάντα! Τα παιχνίδια στην ταβέρνα δεν έλεγαν να σταματήσουν. Το γλεντοκόπι καλά κρατούσε. Μερακλώθηκαν κι οι μερακλήδες αποθαμένοι πρόγονοι, μες στ’ άγρια μεσάνυχτα κι άρχισαν κι αυτοί το χορό που είχαν αφήσει ατέλειωτο σαν ζούσαν και… οι τυχεροί αλαφροΐσκιωτοι περαστικοί, που εξ ώρας περνούσαν όξω απ’ τα νεκροταφεία, άκουγαν το μελιστάλακτο, όλο παράπονο τραγούδι τους, ώσπου « μέρωσε η μέρα, χάραξε η αυγή και λάλησαν τα πουλιά, λάλησαν οι περδικοπούλες, ξύπνησε κι ο -240-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
αφέντης κι αγκάλιασε κορμί κυπαρισσένιο κι άσπρονε λαιμό …» Ο Ανατολίτης ήλιος ψήλωσε, οι χρυσαχτίνες του σαΐτεψαν μέσα από τις πολεμοθυρίδες τα ριζιμιά του Κάστρου κι έλουσαν με φως τους ασβεστολουλακένιους περιστερώνες του Χωριού. Απόσπασμα από τη λογοτεχνική πολιτισμική καταγραφή: «Βιγλάτορες στα ριζιμιά του Κάστρου Χώρας Καλύμνου» **** Γλωσσάρι: ικανούκια = δεκανίκια κάπελας = ταβερνιάρης καπάρο – μπροστάντζες : προκαταβολή απ’ τα συμφωνηθέντα μαργωμένα: = παγωμένα, ξυλιασμένα, άκαμπτα μηχανικός = δύτης που βουτά με το σκάφανδρο μπροστελλάτης=αυτός που πρώτος σέρνει το χορό ξελεγραίνω = ξεδίνω, διασκεδάζω ’ποκούμπι = αποκούμπι, στήριγμα φουντάνες = μεγάλη ροή υγρών. ( φουντάνες το νερό, το αίμα, τα δάκρυα κ.α) « του χρόνου θα γυρίσουμε…;» = εδώ εννοούν οι σφουγγαράδες το γυρισμό απ’ το επικίνδυνο και παράτολμο, σφουγγαράδικο ταξίδι για το οποίο ετοιμάζονται να φύγουν.
Ιστορικά στοιχεία για το «χορό του Μηχανικού» Τη μοναδική και συγκλονιστική αυτή σκηνή του χορού του «πιασμένου μηχανικού», το πάθος και την αγωνία του να σταθεί -241-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
όρθιος στη ζωή, την ένιωθε στα κατάβαθα της ψυχής και του νου του ο Καλύμνιος καθηγητής της Σωματικής Αγωγής Θεοφίλης Κλωνάρης. Είδε αμέτρητους πιασμένους σφουγγαράδες, ναυάγια της ζωής, λαβωμένους σταυραετούς της θάλασσας, να προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους μ’ ένα μπαστούνι ή με τα ικανούκια*, περιφρονεμένοι μες στην ανέχεια, χωρίς καμιά κοινωνική φροντίδα, αποκομμένοι από κάθε χαρά της γλετζέδικης σφουγγαράδικη ζωής κι οι πιότεροι αυτοαπομονωμένοι, να ντρέπονται για την οικτρή κατάντια τους. Και πού τα λεφτά για παραγγελιά χορού; Τα όργανα – τα παιχνίδια για να κουρδίσουν τις χορδές τους και να βρουν τον τόνο έπρεπε ν’ ακούσουν τον ήχο της χρυσής λίρας ή το θρόισμα του χιλιάρικου! Κάποιοι όμως μερακλήδες απ’ αυτούς, κανείς δεν μπορεί να το αποκλείσει, λάβαιναν μέρος σε γλεντοκόπια, σε χαρές των παιδιών τους (γάμους αρρεβώνες κ.τ.λ.) και σηκώνονταν με τη βοήθεια της παρέας για να κάμουν μερικά βήματα, να θυμηθούν τα περασμένα τους. Χορός παραδοσιακός όμως του «Μηχανικού», στη μορφή που εκτελείται - χορεύεται σήμερα, όπως μαρτυρούν οι παλιοί, δεν υπήρχε μέχρι το 1952-53. Ο Θεοφίλης Κλωνάρης λοιπόν, γιος του πρωτομηχανικού – μαγγιόρου σφουγγαρά Παντελή Κλωνάρη έζησε από κοντά, συμμετείχε κιόλας, μες στους γλεντζέδικους καφενέδες και στις ταβέρνες του Χωριού, τα γλεντοκόπια, τα τραγούδια, τους χορούς, τα ολονύχτια ξεφαντώματα των σφουγγαράδων, τις μέρες που τσουρμάριζαν κι ετοιμαζότανε για τα πολύμηνα σφουγγαροτάξιδα. Ζυμωμένος μες στην σφουγγαράδικη και νησιώτικη παράδοση της αγαπημένης του Καλύμνου, σαν βρισκόταν στην Αθήνα, φοιτητής στην Γυμναστική Ακαδημία, γνωρίστηκε και συνεργάστηκε με το Χορευτικό Συγκρότημα της Δώρας Στράτου και έγινε από τους πρώτους και βασικούς χορευτές της. ΄Εχοντας μέσα του ζωντανά τα βιώματα των σφουγγαράδων αποφασίζει να δώσει συγκεκριμένη μορφή, κίνηση χορευτική στην τραγική προσωπικότητα του πιασμένου μηχανικού. Λεβέντικη δωρική μορφή, παράλληλα με χάρη ιωνική στις -242-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
κινήσεις, χορευταλάς ο ίδιος, καταφέρνει την ώρα του χορού, με τη «γλώσσα του σώματος» να υποχρεώνει τα όργανα- βιολιά, πράγμα πρωτόγνωρο, να τον παρακολουθούν και μπροστελάτης να τα οδηγεί εκεί που εκείνος επιθυμούσε, για να εκτελέσει άψογα τις φιγούρες - το ρόλο του, σαν κορυφαίος του Χορού σε αρχαία τραγωδία και να παρουσιάζει με μοναδικό, ανεπανάληπτο και απαράμιλλο τρόπο το τρέμουλο του πιασμένου σφουγγαρά με τα σακατεμένα ποδάρια, τα μετέωρα βήματά του, το παλαντζάρισμα του κορμιού απ’ την σπασμένη μέση και τα μουδιασμένα μέλη, το πάθος της ματιάς του, την έκφραση του προσώπου του που τό ’σκαψε η αλμύρα, το πέσιμο, το ανόρθωμα, το πέταμα του μπαστουνιού, το τελικό ξεσπάθωμα- ξεδώσιμο σε χορευτικά βήματα κυκλωτικού συντροφικού χορού, βήματα χαράς, κεφιού, που γίνεται λύτρωση για τον ίδιο το χορευτή πρώτα, αλλά και κάθαρση για τους θεατές, που βιώνουν μαζί του τη « … μίμηση πράξεως, σπουδαίας και τελείας…» ( Απ’ τον ορισμό της τραγωδίας…)
Ο χορός του πιασμένου μηχανικού, με εμπνευστή και πρωταγωνιστή στις φιγούρες και τα χορευτικά βήματα τον Θεοφίλη Κλωνάρη, πάνω στο σκοπό του σφουγγαράδικου τραγουδιού «ή Μηχανικός θα γίνω ή στο νάμμο θα ’πομείνω…» και με το συγκρότημα της Δώρας Στράτου, αμέσως συγκινεί, εντυπωσιάζει, γίνεται πασίγνωστος σε περιοδείες στην Ευρώπη, μελετάται και καθιερώνεται σαν γνήσιος θαλασσινός χορός που εκφράζει το τραγικό μεγαλείο της σφουγγαροσύνης και ιδιαίτερα των Καλύμνιων σφουγγαράδων. Σήμερα ο χορός αυτός αποτελεί απαραίτητο στοιχείο κάθε σφουγγαράδικης, και φολκλορικής παρουσίασης στην Κάλυμνο, αλλά και παντού…. Νέοι χορευτές προσπαθούν να αναστήσουν αυτό το πάθος του πιασμένου μηχανικού που σέρνει το χορό. -243-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Κάποιοι καταφέρνουν να το αγγίξουν..! Αλησμόνητο όμως θα μείνει, όπως ομολογούν όλοι που το βίωσαν, το αξεπέραστο πάθος των πρώτων εκείνων εκτελέσεων από το δημιουργό του τον Θεοφίλη Π. Κλωνάρη. Μνήμη σφουγγαράδων Αφιέρωση στο δημιουργό του χορού του « πιασμένου μηχανικού», Θεοφίλη Παντ. Κλωνάρη Κάλυμνος, Μαγιάπριλο του 2011 Γιάννης Αντ. Χειλάς Δάσκαλος Υπεύθυνος Ναυτικού – Σπογγαλιευτικού Μουσείου Καλύμνου
Φωτογραφία: Μιχάλης Πάου
-244-
Το “χρυσόμαλλον δέρας” των σφουγγαράδων... Φωτογραφία: Μιχάλης Πάου
Φωτογραφία: Μιχάλης Πάου
Μερκούριου Βολονάκη
«Κόρη που ‘φαίνεις στ’ αργαλειό…» Συμβολή στην υφαντική της Καλύμνου
1.Εισαγωγικά
Η
Υφαντική, τέχνη πανάρχαια,1 είναι συνδεδεμένη στενά με τον άνθρωπο σ’όποια φυλή ή χώρα κι αν ανήκει αυτός. Δείγματα υφαντών απαντούν σε πολλούς λαούς. Οι Αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν την Ἐργάνην Ἀθηνᾶ2 προστάτιδα της τέχνης του αργαλειού, καθώς αυτή είχε υφάνει τα ενδύματα των Θεών. Η υφάντρα, αποτελεί στερεότυπο μοτίβο που απαντά τόσο στον Όμηρο, όσο και στο Δημοτικό Τραγούδι. Στον Όμηρο αποκτά ηθικό περιεχόμενο ως έννοια ταυτόσημη της γυναικείας πίστης και αφοσίωσης. 3 1. Το παλαιότερο δείγμα Υφαντικής, χρονολογείται από το 7.160π. Χ ˙ πρόκειται για μια τελετουργική μάσκα που ευρέθη σε σπηλιά του Νοτίου Ισραήλ˙ βλ. σχετικά Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου- Βόλφ., Ὁ ἀργαλειός˙ πρῶτα βήματα στήν τεχνική τῆς Ὑφαντικῆς, Ἀθήνα ά.έ., σελ.15. 2. βλ. ενδεικτικά, Πλουτ., Ἠθ., 99Α:« τήν γάρ Ἐργάνην αἱ τέχναι πάρεδρον, οὐ τήν Τύχην ἔχουσιν»˙ Suid. : «ἐργάνη ἡ Ἀθηνᾶ, παρ’ὅσον ἔφαρός ἐστι τῆς τῶν γυναικῶν ἐργασίας, ταύτῃ παρά Ἀθηναίοις καί Σαμίοις εἴρηται». 3. Η Πηνελόπη, προσμένοντας τον γυρισμό του Οδυσσέα ύφαινε κατά τη διάρκεια της ημέρας και ξύφαινε τη νύχτα το σάβανο του γερο-Λαέρτη: Στησάμενη μέγαν ἱστόν ἐνί μεγάροισιν ὕφαινε, λεπτόν καί περίμετρον˙ ἄφαρ δ’ἡμῖν μετέειπε˙ κοῦροι, ἐμοί μνηστῆρες, ἐπεί θάναι δῖος Ὀδυσσεύς, μίγνετ’ἐπειγόμενοι τόν ἐμόν γάμον εἰς ὅ κε φᾶρος ἐκτελέσω, μή μοι μεταμώνια νήματ’ ὄληται, Λαέρτῃ ἥρωϊ ταφήϊον, εἰς ὅτε κεν μιν μοῖρ’ὀλοή καθέλῃσι τανηλεγέος θανάτοιο, μή τις μοι κατά δῆμον Ἀχαιϊάδων νεμεσήσῃ
-247-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Ύφαιναν οι Νύμφες4 , οι Μάγισσες5 και οι ηρωϊδες των Ομηρικών Έργων. Ορισμένες από αυτές μάλιστα κεντούσαν παραστάσεις περίτεχνες στα έργα τους6. Υφαίνοντας τραγουδούσαν τις χαρές τους ή έκλαιγαν τα πάθη τους. Στη Δημώδη ποίηση, υμνείται από τη Μούσα η άξια και προκομμένη υφάντρα. Βέβαια, ο τύπος του αργαλειού που περιγράφεται από τον Όμηρο διαφέρει από τον καθούμενο αργαλειό που γνωρίζουμε εμείς σήμερα. Στην Αρχαιότητα ως γνωστόν υπήρχε ο όρθιος αργαλειός που αποτυπούται σε παραστάσεις σε αγγεία7, στον οποίο η γυναίκα ύφαινε περπατώντας. Χρησιμοποιήθηκε δε κυρίως για αἴ κεν ἄτερ σπείρου κεῖται πολλά κτεατίσσας. ὣς ἔφαθ’, ἡμῖν δ’αὖτ’ἐπεπείθετο θυμός ἀγήνωρ. Ἔνθα καί ἠματίη μέν ὑφαινέσκεν μέγαν ἱστόν, νύκτας δ’ἀλλύεσκεν ἐπεί δαΐδας παραθεῖτο. Ὅμηρ., Ὀδύσ., β, στιχ. 94-105 4. Ο Ερμής όταν συνάντησε τη Νύμφη Καλυψώ για να της αναγγείλει την απόφαση των Θεών να επιστρέψει τελικά ο Οδυσσέας στην πατρίδα του, τη βρήκε να υφαίνει: «… ἡ δ’ἔνδον ἀοιδιάουσ’ ὀπί καλῇ ἱστόν ἐποιχομένη χρυσείῃ κερκίδ’ ὕφαινεν». Ὅμηρ., Ὀδύσ., ε, στιχ. 61-62. 5. Η Μάγισσα Κίρκη τραγουδούσε στο νησί της εργαζόμενη ταυτόχρονα στον αργαλειό, όταν την άκουσαν ο Ευρύλοχος και οι σύντροφοί του: «ἔσταν δ’ ἐν προθύροισι θεᾶς καλλιπλοκάμοιο, Κίρκης δ’ ἔνδον ἄκουον ἀειδούσης ὀπί καλῇ ἱστόν ἐποιχομένης μέγαν ἄμβροτον, οἷα θεάων λεπτά τε καί χαρίεντα καί ἀγλαά ἔργα πέλονται». Ὅμηρ., Ὀδύσ., κ, στιχ. 220-223. 6. Η Ίριδα, απεσταλμένη του Δία, βρήκε την Ωραία Ελένη να υφαίνει στο γυναικωνίτη του ανακτόρου της, χλαίνη διπλή και κεντητή: «τήν δ’ εὗρ’ ἐν μεγάρῳ˙ ἡ δέ μέγαν ἱστόν ὕφαινε, δίπλακα πορφυρέην, πόλεως δ’ ἐνέπασσεν ἀέθλους, Τρώων θ’ ἱπποδάμων καί Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων οὓς ἕθεν εἵνεκ’ἔπασχον ὑπ’ Ἄρηος παλαμάων˙» Ὅμηρ., Ἰλ., Γ΄, στιχ. 125-127. 7. Υπάρχουν σχετικές παραστάσεις σε αγγεία, όπως σε ερυθρόμορφο σκύφο του 440 π. Χ. που ευρίσκεται στο Chiusi Museo Civico˙ εικονίζεται η Πηνελόπη μπροστά στον όρθιο αργαλειό της˙
-248-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
την ύφανση κουβερτών και χαλιών8. Μεταγενέστεροι τύποι αργαλειού είναι ο αργαλειός του λάκκου και ο καθούμενος αργαλειός. Σ’αυτούς του δύο τύπους αργαλειού, η υφάντρα αξιοποιεί κατά τη διάρκεια της εργασίας της, τόσο τα χέρια, όσο και τα πόδια˙ βασική διαφορά των δύο προαναφερθέντων τύπων είναι ότι ο πρώτος τοποθετείται μέσα σε λάκκο, όπου και κάθεται η γυναίκα που υφαίνει9. Υπάρχουν άλλοι δύο τύποι αργαλειού, περισσότερο σύγχρονοι˙ ο επιτραπέζιος και ο σχοινιάτικος, στον οποίο η υφάντρα τραβώντας ένα σχοινί μετακινεί τη σαΐτα από το ένα άκρο του ανυφαντικού στο άλλο, αντί να τη ρίχνει με το χέρι10. Ο αργαλειός υπήρχε σε κάθε ελληνικό σπίτι. Η τέχνη της Υφαντικής μεταβιβαζόταν από γενιά σε γενιά˙ οι κοπέλες μαθήτευαν κοντά στις μανάδες τους κι έφτιαχναν πολύ νωρίς την προίκα τους, υφαίνοντας καθημερινά κατά τη διάρκεια του χειμώνα – οπότε και οι αγροτικές δουλειές ήταν πολύ περιορισμένες – ή όποτε έβρισκαν ελεύθερο χρόνο απ’τις υπόλοιπες ασχολίες τους. Ύφαιναν είδη ενδύσεως, όπως πουκάμισα, μαντίλια, κ.ά.˙ είδη για την επίστρωση του πατώματος των σπιτιών, όπως κιλίμια, κ.ά.˙ δισάκια για να παίρνουν οι αγρότες νερό και κολατσιό στο χωράφι κ. ά. Η Υφαντική συνδέθηκε με την γέννηση, τον θάνατο, τις χαρές και τις λύπες της ζωής˙ ταυτόχρονα, προσφέρει και εθνική αυτογνωσία, καθώς στα διακοσμητικά της θέματα με τις χρωματικές εναλλαγές βλέπουμε τις αρχαιοελληνικές και βυζαντινές καταβολές, αλλά και τις επιδράσεις από τις πολιτισμικές επαφές με Ανατολή και Δύση11. 8. 9.
βλ. σχετικά Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου-Βόλφ, ό.π., σελ. 17. Βλ. και Ἐρατοῦς Αγγελοπούλου-Βόλφ, ό.π., σελ. 18.
10. βλ. Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου-Βόλφ, ό.π., σελ. 18-19. Ο όρθιος αργαλειός σήμερα καλείται ἀνδρομιδίσιος ἢ χαραρίσιος. 11. Βλ. Κίτσου Μακρή, Υφαντική, Νεοελληνική Λογοτεχνία, Αθήνα 1969, σελ. 125127. «Η υφαντική, έτσι καθώς συνταιριαζόταν στον αργαλειό, τα παλιά τα χρόνια, με τις χρωματικές διαβαθμίσεις και τα εντυπωσιακά διακοσμητικά μοτίβα, με το άπλωμα του
-249-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
2. Πρώτες ύλες-Βαφική-Κατεργασία
Ω
ς πρώτη ύλη στην υφαντική, οι γυναίκες της Καλύμνου χρησιμοποιούσαν, ως επί το πλείστον, διάφορα κομμάτια από παλιά ρούχα, παλιά υφάσματα, κορδέλες, λουριά και γενικά κουρέλια. Από μπαμπάκι, λινάρι και κουρέλια έκαναν το νήμα. Το στημόνι που χρησιμοποιούσαν για τα πανιά ήταν κλωστή, ενώ για τα χράμια ως στημόνι είχαν το μπαμπάκι.12 Το μαλλί, ήταν το υλικό που χρησιμοποιούσαν κατά κόρον, λόγω του ότι μπορούσαν να το προμηθευτούν εύκολα από τους βοσκούς. Το αγόραζαν λίγο μετά το Πάσχα, τότε που οι βοσκοί κούρευαν τα αρνιά και τα κατσίκια τους. Έπειτα ακολουθούνταν μία συγκεκριμένη κατεργασία: έριχναν το μαλλί σε ένα καζάνι με βραστό νερό, πατώντας το παράλληλα για να φύγουν οι ακαθαρσίες. Μετά, το άφηναν στην ήλιο για να ξεραθεί, το ξέξαιναν με τα χέρια και ήταν έτοιμο να το υφάνουν. Πολλές φορές για καλύτερο καθάρισμα, ειδικά όταν είχε πολλά αγκάθια, το περνούσαν από τα χτένια. Μετά το τέλος της υφάνσεως, συνήθιζαν να το πατούν για να πυκνώσει.13 τραγουδιού της ανυφάντρας, ήταν μια κατάκτηση τέχνης, ο αντίλαλος και η δίψα της ομορφιάς». Δημητρίου Σταμ΄΄ελου, Νεοελληνική Λαϊκή Τέχνη, πηγές προσανατολισμού και κατακτήσεις από τον ΙΣΤ΄΄ αιώνα ως την εποχή μας, Αθήνα 1993, σελ.178 12. «Τα υφάσματα γίνονται με τον αργαλειό, πάνες και χράμια. Τα υλικά τους είναι από μαλλί και από πανιά. Στις πάνες ως στεμόνι βάζουμε κλωστή, στα χράμια το στεμόνι είναι από παμπάκι.» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 1628, σ.60-62(συλλογή Εμμανουήλ Σαρικά, Κάλυμνος 1971) « Χρησιμοποιούσαμε το μαλλί, το λινάρι και το μπαμπάτσι, τα κουρέλια, για να κάμουμε το νήμα του αργαλειού» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 1838, σ.77-78(συλλογή Ευαγγελίας Λαμπαδαρίου, Χώρα Καλύμνου 1972-73) 13. «Το μαλλί το πλύνουμε, το ξεραίνουμε, το ξαίνουμε με τα χέρια και ύστερα το κλώθουμε. Αφού το φάνωμε στο διάσιμο, τα μάλλινα τα πατούμε με τα πόδια για να πυκνώσουν.» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 1628, σ.60-62(συλλογή Εμμανουήλ Σαρικά, Κάλυμνος 1971) «το μαλλί πρώτα το πλύναμε, το στεγνώναμε και το ξαίναμε. Άμα θέλαμε (ν) α κάμουμε καλό χράμι τα περνούσαμε ‘πο τα χτένια, ξύλα μακριά και έχουσι σαν χτένι (δ)ιπλό, πάνω σ’αυτά ηκαθαρίζαμε το μαλλί» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 1838, σ.77-78(συλλογή Ευαγγελίας Λαμπαδαρίου, Χώρα Καλύμνου 1972-73) «Τό μαλλί που ‘φαίναμε τα χράμια τσαι τα άλλα ηγοράζαμέ ντο ‘πο τους βοσκούς τσειά μετά το Πάσχα. Ήθελαν οι βοσ-
-250-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
Όσον αφορά στη βαφική των υφασμάτων, οι Καλυμνιές γυναίκες δεν έκαναν οι ίδιες την παρασκευή των χρωμάτων, αλλά αγόραζαν έτοιμες μπογιές από τα μικρομάγαζα, που τις έφερναν κυρίως από την Αθήνα. Την πουλούσαν σε μικρά πακέτα, σχεδόν σε όλα τα χρώματα. Σε ένα καζάνι έριχναν 10 κιλά νερό, το έβραζαν μαζί με δύο πακετάκια χρώματος και αλάτι και το σκάλιζαν με ένα ξύλο. Έπειτα έριχναν το ύφασμα, το οποίο και διαποτιζόταν με το χρώμα και αφού το έβγαζαν το άφηναν στον ήλιο για να ξεραθεί. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός, ότι απέφευγαν το μαύρο έτοιμο χρώμα, ενώ αντ’αυτού έκαναν χρήση του δέρματος των αρνιών και των κατσικιών με μαύρο τρίχωμα.14 σοί α κουρέψου (ν)τα ‘ρνιά τους τσαι τις κατσίτσες τους τσ’ηπουλούσα (ν)το μαλλί. ‘Μεις μπρι το πάμε στην ανεφαντού ηπλύναμέ (ν)το καλά-καλά α φύει ο μαλλόρουπφος(ακαθαρσίες)» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ 2174, σ.163-164(συλλογή Μαρίας Καπελλά, Χώρα Καλύμνου 1973-74) « Τα πρωτινά ηκάναμε μονασές μας τις περλοές μας και τα προικιά μας. Όντα ήθελε α μπει η άνοιξη κι ηκουρέβγα ντ’αρνιά ηθέλαμε α γοράσουμε το μαλλί α κάμουμε τα χράμια μας. Ηπέρναμε που λες το μαλλί και κατά πρώτο ηκαθαρίζαμέ ντο. Ηβράζαμε μπόλικο νερό κι ηπετούσαμέ ντα μέσα κι ημπουνούσαμέ ντα α καθαρίσουσι. Προχού όμως α κάμουμε φτη τη δουλειά ήπρεπε α το ξεγκατθίσουμε και α βγάλουμε τις βιρβιλιές. Ύστερις ηπλώναμέ ντο στον ήλιο α στεγνώσει να το ξάνουμε. Ότι ρουχαλάκι πλιο, οι κακομοίρες, ήτο άχρηστο, ηκόβγαμέ ντο λουρζά, κουρέλια δηλαδής, και ητυλίαμέ ντα κουβάρζα και υφαίναμε στον αργαλειό κι ηκάναμέ ντα πολύχρωμες κουρελούες. Με τη τρίχα πάλι τω κατσικιώ ηκάναμε τις τριχούες. Φτα το ψο πολύ ηκάνα ντα στο Βαθύ.» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2728, σ. 52-53(συλλογή Μαρίας Σεβαστοπούλου, Χώρα Καλύμνου 1976) 14. «Τα χρώματα τα κάνουμε με τη μπογιά, μπλε, κότσινο, πράσινο, κίτρινο, μαύρο, βυσσινί. Τη βαφή τη γοράζουμε έτοιμη που τα μαγαζά. Βράζουμε το νερό και ύστερα ρίχτουμε τη μπογιά μέσα. Ύστερα ρίχτουμε το ύφασμα μέσα στο τέζερο. Το αφήνουμε να πάρη 2-3 χόχλους, το βγάζουμε και το ξεραίνομε. Έτσι βάφουμε όλα τα χρώματα. Βάζουμε σε δέκα κιλά νερό δύο πακάκια μπογιά» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 1628, σ. 62-63(συλλογή Εμμανουήλ Σαρικά, Κάλυμνος 1971) « Ήκαμνε τσαι μόστρες η νεφαντού μαύρες ‘πο μαύρο μαλλί. Είχε τσαι μαύρες κατσίτσες τσαι μαύρα αρνιά τσ’ηπαίρνα (ν)το μαλλί (ν) τους για τις μόστρες. ‘Γω ηπροτιμούσα την ανεφαντού τη Στούπενα, Θεός συγχωρέσοι τη, γιατί ήκαμνε καλή δουλειά. Ύφαινε μεστά τα χράμια. Στο τέλος που’θελε α τελειώσει ήβαλε τα χράμια μέσα σ’ένα καζάνι με κρητικό σαπούνι ξυσμένο στο (ν)τροξύστη τσαι με χοχλαστά νερά. Ησκάλιζε τα χράμια μ’ένα ξύλο α φύει ο μαλλόρουπφος. Όμμα ηθέλαμε α κάμουμε καμμιά κότσινη κουβέρτα, είτε άλλο χρώμα, ηβάφαμέ (ν)τες. Ηβράζαμε νερό με αλάτι, ύστερις ηρίχναμε τη μπογιά τσ’ηβάλαμέ μέσα στο καζάνι τη (γ) κουβέρτα τσ’ησκαλίζαμέ (ν)τη με ξύλο τσ’ηβάφουντο» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2174, σ.167168(συλλογή Μαρίας Καπελλά, Χώρα Καλύμνου 1973-74)
-251-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
3. Αργαλειός α. Ο σκελετός
Τ
ο σταθερό πλαίσιο πάνω στο οποίο εφαρμόζουν τα διάφορα εξαρτήματα του αργαλειού, καλείται σκελετός. Η κατασκευή του είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων, όπως οι κατά τόπους συνήθειες, η ικανότητα του κατασκευαστή, ο χώρος που μπορεί να διατεθεί για το στήσιμό του και φυσικά η οικολογία του τόπου απ’ όπου ο κατασκευαστής θα προμηθευτεί τις απαραίτητες πρώτες ύλες.15 Συνήθως, όσο καιρό διαρκούν οι γεωργικές εργασίες, τόσο τα τμήματα όσο και τα εξαρτήματα από τα οποία αποτελείται, εναποτίθενται στην αποθήκη είτε κρεμασμένα στον τοίχο, όπως π.χ. το χτένι και οι σαΐτες, είτε ακουμπισμένα στο έδαφος, όπως π.χ. το αντί. Το στήσιμο του σκελετού γίνεται ως εξής: Αρχικά τοποθετούν τα χοντρά ξύλινα στηρίγματα,16 που απ’ τη μέση και κάτω είναι τα τέσσερα πόδια του αργαλειού˙ αυτά ανά δύο έχουν περαστεί σε δύο οριζόντια χοντρά πλατύξυλα17 δεξιά και αριστερά. Ψηλότερα, υπάρχουν άλλα δύο παράλληλα καδρόνια18 που σχηματίζουν με τα 15.
Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου-Βολφ, ό.π., σελ. 20. Για την προμήθεια των ξύλων που αποτελούν την πρώτη ύλη για την κατασκευή του τελάρου του αργαλειού από δένδρα ανήκοντα στην χλωρίδα της περιοχής.
16.
Η Ἐρατώ Ἀγγελοπούλου-Βολφ, τα ονομάζει ὄρθια: «(...) Σέ κάθε μερί ἐφαρμόζουν κατακόρυφα ἀπό δύο μικρότερα ξύλινα δοκάρια, τά ὄρθια, πού μπαίνουν μπροστά στά μεριά. Τα ὄρθια, πού συνήθως σχηματίζουν τά πόδια τοῦ αργαλειοῦ...» ( ό.π., σελ. 21). Η Ἄλκη Κυριακίδου-Νέστορος, τα ονομάζει στύλια: «Τά ποδάρια συνεχίζονται πρός τά ἐπάνω μέ τά τέσσερα στύλια...»(ό.π., σελ. 15).
17.
Στην Κρήτη αποκαλούνται μεργιά˙ βλ. σχετικά Ἰωάννου Χαβάκη, ό.π., σελ. 11˙ Εὐαγγελίας Κ. Φραγκάκι, ό.π., σελ. 15˙ η Ἐρατώ Ἀγγελοπούλου-Βολφ, τα ονομάζει μεριά ή σκάμνες (ό.π., σελ. 21) ˙ η Ἄλκη Κυριακίδου-Νέστορος, τα ονομάζει απλώς ὁριζόντια ξύλα( ό.π., σελ. 15).
18.
Στην Κρήτη αποκαλούνται κορώνες˙ βλ. σχετικά Ἰωάννου Χαβάκη, ό.π., σελ. 12 ή κορατσίνες˙ βλ. σχετικά Εὐαγγελία Κ. Φραγκάκι, ό.π., σελ. 15˙ η Ἐρατώ Ἀγγελοπούλου -Βολφ, τα αποκαλεί επίσης κορῶνες (ό.π., σελ. 21) ˙
-252-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
πλατύξυλα δύο ορθογώνια. Το πλάτος του αργαλειού εσωτερικά μόλις υπερβαίνει το ένα μέτρο.19 Στα πλατύξυλα καρφώνουν χοντρά σανίδια,20 πάνω στα οποία βάζουν δύο μεγάλες πλάκες για να σταθεροποιείται ο αργαλειός και να μην κινείται καθώς υφαίνει η γυναίκα. Αυτά τα στοιχεία συγκροτούν τον σκελετό του αργαλειού, το σταθερό ικρίωμα δηλαδή, πάνω στο οποίο τοποθετούνται τα βοηθητικά εξαρτήματα που επιτρέπουν στην υφάντρα την επιτέλεση του έργου της. β. Άλλα εξαρτήματα του αργαλειού. Ο σκελετός του αργαλειού στηρίζεται πάνω σε δύο ζευγάρια πόδια, στοιχισμένα απόλυτα μεταξύ τους. Περίπου μισό μέτρο πίσω από το δεύτερο ζευγάρι καρφώνεται επάνω στα καδρόνια21 19.
Πρόκειται για αργαλειό στον οποίο η υφάντρα ασκεί την τέχνη της καθιστή και κατά συνέπεια το πλάτος του δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από το άνοιγμα των χεριών της. Αυτός είναι ο λόγος που όταν υφαίνουν κιλίμια ή κουβέρτες υφαντές που στρώνονται σε διπλό κρεββάτι, τις υφαίνουν σε δύο ή τρία ισομεγέθη κομμάτια, τα οποία στη συνέχεια ενώνουν μεταξύ τους. Απεναντίας, στον όρθιο αργαλειό που κατ’ εξοχήν χρησιμοποιείτο στην Αρχαία Ελλάδα, η υφάντρα μπορούσε να παράγει υφαντά πολύ μεγάλου πλάτους, αφού εργαζόταν περπατώντας˙ βλ. σχετικά Ὀδύσ. ε, στιχ. 61-62: «... ἡ δ’ ἔνδον ἀοιδιάουσ’ ὀπί καλῇ ἱστόν ἐποιχομένη χρυσείῃ κερκίδ’ ὕφαινεν», (Φωτ., Λεξικόν, σχόλ. λ. ἐποιχόμεναι): «αἱ γάρ ἡρωΐδες ὀρθαί ὕφαινον».
20.
Η Ἄλκη Κυριακίδου-Νέστορος, τα ονομάζει καθιστά: «...(τα δύο οριζόντια ξύλα συνδέονται) με δύο περαστά σανίδια, τά καθιστά» (ό.π., σελ. 15) ˙ η Εὐαγγελία Κ. Φραγκάκι, τα ονομάζει κλειδιά, τα οποία στερεώνουν τον σκελετό μέσω πύρων: «Τά δύο μεριά συνδέονται μεταξύ τους μέ 2 ξύλα πλάτους 10 πόντους και πάχους 3 πόντους, πού λέγονται κλειδιά. Ἡ ὅλη σύνδεση τοῦ σκελετοῦ γίνεται μέ κυλινδρικά ξυλαράκια, τούς πύρους» ( ό.π., σελ. 15-16 )˙ η Ἐρατώ Ἀγγελοπούλου-Βολφ, τα ονομάζει επίσης κλειδιά, τα οποία σφίγγουν με σφήνες: «Τά δύο αὐτά πλαϊνά «Π» πού πλαισιώνουν τόν ἀργαλειό δεξιά κι ἀριστερά, συγκρατοῦνται μεταξύ τους μέ τά κλειδιά, ἐγκάρσιες ὁριζόντιες δοκούς πού δένουν στέρεα ὅλο τό σκαρί. Εἶναι πάντα περαστά καί «κλειδώνουν», δηλαδή σφίγγουν, μέ ξύλινες σφῆνες ἢ πύρους» (ό.π., σελ. 21).
21.
Τα καδρόνια βρίσκονται ψηλότερα και είναι παράλληλα προς τα πλατύξυλα που ενώνουν κάθε ένα πόδι του μπροστινού ζεύγους με αυτό που βρίσκεται ακριβώς πίσω του.
-253-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ένα γερό ξύλο22 από όπου εξαρτώνται δύο καρελόψυχες23 που χρησιμεύουν για να κινούνται τα μιτάρια πάνω-κάτω. Πίσω από το ξύλο με τα μιτάρια και παράλληλα προς αυτό, καρφώνεται ένα άλλο ξύλο, από το οποίο είναι δεμένο το ξυλόχτενο.24 Σχηματικά ομοιάζει προς αντεστραμμένο Π. Τα δύο κάθετα ξύλα που μαζί με τα οριζόντια χτενόξυλα συναπαρτίζουν το ξυλόχτενο, δένονται στο ξύλο. Μεταξύ των δύο χτενόξυλων τοποθετείται το χτένι. Τα δύο χτενόξυλα είναι μεν παράλληλα, αλλά δεν είναι ισομεγέθη˙ το επάνω – το αποκαλούμενο πανώξυλο25 είναι υπερυψωμένο – σε σχέση με το κάτω που καλείται κατώξυλο26– και φαρδύτερο στο μέσον, ώστε να μπορεί η υφάντρα να το πιάνει και να χτυπά το πανί. Ανάμεσα στα χτενόξυλα τοποθετείται το χτένι. Το χτένι27 αποτελείται από δύο βέργες παράλληλες μεταξύ τους, ανάμεσα στις οποίες τοποθετούνται τα δόντια του χτενιού, τα γοφιά, που απέχουν το ίδιο το ένα από το άλλο. Σε μία απόσταση μισού μέτρου περίπου από το ξυλόχτενο, τοποθετείται το αντί. Πρόκειται για ένα ξύλο κυλινδρικού σχήματος, η δεξιά άκρη του οποίου έχει 22.
Ο Ἰωάννης Χαβάκης, αναφέρει ότι «τά μιτάρια κρεμοῦνται πάνω στή“βέργα τῶν μιταριῶν”, πού βρίσκεται τοποθετημένη στήν εἰδική ἐντομή τῆς κορώνας, λίγο παρά πίσω ἀπό τή βέργα τοῦ πετάλου καί λίγο πιό μπροστά ἀπό τή βέργα-στέγη τοῦ ἀργαλειοῦ (ό.π., σελ. 15) ˙ η Ἄλκη Κυριακίδου-Νέστορος, το ονομάζει ἀλιμπουταριά (ό.π., σελ. 16) ˙ η Ἐρατώ Ἀγγελοπούλου -Βολφ, το ονομάζει «βέργα τ’ οὐρανοῦ» ( ό.π., σελ. 30).
23.
Ο Ἰωάννης Χαβάκης, τις ονομάζει καβαλάρηδες και καρδιές ( ό.π., σελ. 15) ˙ η Άλκη Κυριακίδου-Νέστορος, τις αποκαλεί καρούλια ( ό.π., σελ. 16)˙ η Ἐρατώ Ἀγγελοπούλου -Βολφ, τις ονομάζει επίσης καρούλια ( ό.π., σελ. 30).
24.
Εξαιτίας του σχήματός του καλείται και πέταλο˙ βλ. σχετικά, Ἰωάννου Χαβάκη, ό.π., σελ. 13˙ Εὐαγγελίας Κ. Φραγκάκι, ό.π., σελ. 16˙ Ἐρατοῦς ἈγγελοπούλουΒολφ, ό.π., σελ. 26.
25.
Το πανώξυλο ονομάζεται και πανωμάσελο˙ βλ. σχετικά Ἰωάννου Χαβάκη, ό.π., σελ. 13˙ Εὐαγγελίας Κ. Φραγκάκι, ό.π., σελ. 16˙ Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου-Βολφ, ό.π., σελ. 27.
26.
Το κατώξυλο ονομάζεται και κατωμάσελο˙ βλ. σχετικά Ἰωάννου Χαβάκη, ό.π., σελ. 13˙ Εὐαγγελίας Κ. Φραγκάκι, ό.π., σελ. 16˙ Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου-Βολφ, ό.π., σελ. 27.
27.
Για τα είδη των χτενιών, βλ. Εὐαγγελίας Κ. Φραγκάκι, ό.π., σελ. 17. -254-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
ως απόληξη μία τετραεδρική κεφαλή. Κάθε πλευρά αυτής της κεφαλής έχει μία τρύπα,28 που λειτουργεί ως υποδοχή του σφίχτη. Κατά μήκος του κυλινδρικού σώματος του αντιού, υπάρχει ένα αυλάκι29 όπου εφαρμόζει ο γκάρδιος, στερεώνοντας το στημόνι στο πισαντί.30 Το αντί αυτό, βρίσκεται προς το μέρος που κάθεται η υφάντρα, δηλαδή το εμπρόσθιο μέρος του αργαλειού και γι’ αυτό καλείται προσάντι. Το προσάντι γυρίζει μέσω της κουρούνας˙ αυτή το τεζαρίζει σταθεροποιώντας το μ’ ένα σχοινί περαστό απ’ την οπή που έχει στη μία άκρη της˙ δένεται στο πόδι του αργαλειού. Των αυτών διαστάσεων με το προσάντι είναι το πισάντι, δηλαδή το αντί που βρίσκεται στο πίσω μέρος του αργαλειού και έχει το βηλάρι. Το πισάντι έχει στην αριστερή πλευρά την τετραεδρική κεφαλή. Το πισάντι εφαρμόζει κι αυτό σε δύο κουρούνες στους πίσω στύλους και συνήθως στο ίδιο ύψος – ή και λίγο ψηλότερα – από το αντί.31 Το μήκος του πισαντιού, όπως και του προσαντιού, ισούται με το φάρδος του αργαλειού. Ένα παλούκι κοντό που έχει τρύπα στο επάνω μέρος, είναι ο σφίχτης. Λειτουργεί ως μοχλός και μπαίνει σε μία από τις τέσσερις τρύπες της κεφαλής του αντιού. Καθώς υφαίνουμε, πιέζουμε το σφίχτη. Έτσι γυρίζει το αντί και το πανί μαζεύεται πάνω του, ενώ γκαρδιώνεται και το στημόνι. Ο σφίχτης είναι που κρατάει καλά τεντωμένο το στημόνι και ακίνητο το αντί. Μια φαρδιά σανίδα είναι τοποθετημένη πίσω από το προσάντι.
28.
Οι τρύπες αυτές βρίσκονται σε τέτοια διάταξη ώστε να μην επικοινωνούν μεταξύ τους.
29.
Στην Κρήτη καλείται αὐλακός˙ βλ. Εὐαγγελίας Κ. Φραγκάκι, ό.π., σελ. 16.
30.
Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου-Βολφ, ό.π., σελ. 25˙ ο Ἰωάννης Χαβάκης, γράφει για την Κρήτη: «(...) ἕνα λεπτό καί βαθύ αὐλάκι μέσα στό ὁποῖο μπαίνει ὁ“γκάρδιος” – ἕνας λεπτός κυλινδρικός, ἰσόπαχος, ξύλινος στειλεός, πού χρησιμεύει γιά νά στερεώνη το ἀνυφαντικό πάνω στό ἀντί» (ό.π., σελ. 12) ˙ η Εὐαγγελία Κ. Φραγκάκι, γράφει: «(γκάρδιοι είναι) 2 καλαμάκια πολύ λεπτά καί ἴσια, πού μπαίνουν μέσα στούς αὐλακούς τῶν ἀντῶν» (ό.π. , σελ. 17).
31.
Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου-Βολφ, ό.π., σελ. 26.
-255-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Αυτό είναι το κάθισμα32 της υφάντρας. Από τα κυριότερα εξαρτήματα του αργαλειού είναι τα μιτάρια. Αυτά ἀνεβοκατεβάζουν τά κλωνιά τοῦ στημονιοῦ κατά στρώματα, δημιουργώντας τό στόμα μέσα ἀπό τό ὁποῖο περνάει ἡ σαΐτα μέ τό ὑφάδι.33 Τα μιτάρια γίνονται πάντα σε ζεύγη. Το κάθε ένα από αυτά πλέκεται ανάμεσα σε δύο μιταρόβεργες, οι οποίες είναι ξύλινες και το μήκος τους ισούται με το πλάτος του αργαλειού. Η επάνω μιταρόβεργα χρησιμεύει για το κρέμασμα των μιταριών στον αργαλειό, ενώ η κάτω τα συνδέει με τις πατήθρες. Το μιτάρι αποτελείται από πολλά μεμονωμένα μάτια34 ή θηλιές, απ’ όπου περνούν τα κλωνιά του στημονιού.35 Για την κατασκευή των μιταριών χρειάζεται χονδρό νήμα. Τοποθετούνται (τα μιτάρια) κάθετα και παράλληλα μεταξύ τους και κρέμονται από τα καρούλια. Ανάλογα με το πιο ποδαρικό πατά η υφάντρα, το ένα μιτάρι σηκώνεται και το άλλο κατεβαίνει. Με την κίνησή τους ανοιγοκλείνουν το βηλάρι, κι έτσι μπορεί η υφάντρα περνώντας τη σαΐτα της να υφάνει. Για το καλό τέντωμα του στημονιού απαραίτητη είναι η ύπαρξη ενός βαριδιού. Το βαρίδι το περνάνε πάνω από το πισαντί
32.
Ο Δημ. Λουκόπουλος, την ονομάζει πάτο ( Πῶς ὑφαίνουν καί ντύνονται οἱ Αἰτωλοί, Ἀθήνα 1927, σελ. 22)˙ στην Κρήτη ονομάζεται κωλοσάνιδο˙ βλ. Ἰωάννου Χαβάκη, ό.π., σελ. 13˙ Εὐαγγελίας Κ. Φραγκάκι, ό.π., σελ. 16˙ σανίδα˙ βλ. Ἰωάννου Χαβάκη, ό.π., σελ. 13˙ και τελαροσάνιδο˙ βλ. Εὐαγγελίας Κ. Φραγκάκι, ό.π., σελ. 16.
33.
Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου -Βολφ, ό.π., σελ. 29.
34.
Στην Κρήτη ονομάζονται ἀγγύλες˙ βλ. Ἰωάννου Χαβάκη, ό.π., σελ. 32.
35.
Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου-Βολφ, ό.π., σελ. 218. Ο Ἰωάννης Χαβάκης, αναφέρει πώς γίνεται το «μίτωμα» του στημονιού στην Κρήτη: «Τά μιτάργια μπορεῖ κανείς νά τά παρομοιάσῃ μέ δίχτια. Ἀποτελοῦνται ἀπό πολλές διπλές ἀγκύλες, σέ σχῆμα ὀκτώ, πού καλοῦνται «θελιές» ἢ καλύτερα ἀπό διπλούς κρίκους, τοποθετημένους σέ μακρά συστοιχία. Κάθε κρίκος εἶναι μέ τό ἕνα του ἄκρο περασμένος μέσα στόν ἄλλο. Ἔτσι σχηματίζουν κι οἱ δύο μαζί μεταξύ τους μιάν ἀγκύλη σέ ἀτελῆ σύνδεσι. Μέ τό ἄλλο τους ἄκρο εἶναι ὁ καθένας πάγια στερεωμένος σε ἕνα πλεχτό νημάτινο στέλεχος, πού λέγεται «ἀθίμιτος». Ἔτσι τά μιτάργια δέν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρά μιά σειρά ἀπό διπλές θελιές, πού τίς ὁρίζουν ἀπό τά δύο ἄκρα οἱ ἀθίμιτοι καί πού σχηματίζουν στή μέση τους μία ἀγκύλη. Μέ τήν ἀγκύλη αὐτή «μιτώνεται» κάθε κλωστή τοῦ στημονιοῦ» (ό.π., σελ. 15).
-256-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
και το αφήνουν να κρέμεται πίσω από τον αργαλειό. Τα ποδαρικά36, τέλος, βρίσκονται κάτω από τα πόδια της υφάντρας. Κάθε ένα από τα ποδαρικά είναι δεμένο με σχοινί από τη μπροστινή άκρη του με τη μέση του κάθε μιταριού, ενώ η πίσω (άκρη) ακουμπά στο πάτωμα. Τα ποδαρικά συνδέονται και μεταξύ τους με σχοινί που περνά κάθετα από το ένα στο άλλο μέσα από τις τρύπες37 που έχουν.38 γ. Εργαλεία υφάνσεως.
38
Προηγήθηκε λεπτομερής περιγραφή του σκελετού του καθιστού αργαλειού, των εξαρτημάτων του και της λειτουργίας τους. Εκτός των προαναφερθέντων, υπάρχουν και τα εργαλεία που χρησιμοποιεί η υφάντρα κατά την επιτέλεση της εργασίας της, τα οποία αν και δεν αποτελούν εξαρτήματα του αργαλειού, είναι απαραίτητα για την ύφανση. Αυτά είναι τα ακόλουθα: 1. η τανύστρα Η τανύστρα μπαίνει στις τρύπες του πισαντιού για να το ακινητοποιήσει όταν τελειώσει το βηλάρι. Είναι ένα μακρύ ξύλο – πάνω από δύο μέτρα μάκρος – που ξεκινά
36.
Συνήθως ονομάζονται πατῆθρες˙ στην Κρήτη καλούνται πατητῆρες˙ βλ. Ἰωάννου Χαβάκη, ό.π., σελ. 16˙ Εὐαγγελίας Κ. Φραγκάκι, ό.π., σελ. 16˙ η Ἄλκη Κυριακίδου-Νέστορος, τις ονομάζει πατῆτρες ( ό.π., σελ. 16).
37.
Κάθε ποδαρικό έχει δύο τρύπες, οι οποίες επικοινωνούν μεταξύ τους ευρισκόμενες σε ευθεία διάταξη.
38. « Εργαλεία: α. Μιτάρζα: τα ξύλα μέσα όπου ηβάζαμε το νήμα β. Μαλαθούνι: καλάθι για το στημόνι γ.Τούμπανο: τριχιά για τα μασούρζα δ. Χτένια ε. Στρίφτης: για να σφίγγη τον αργαλειό. Δίχως αυτό (δ)ε μπορείς (ν)α δουλέψεις στ. Αντί: κάθετο ξύλο προς το στρίφτη ζ. Μασούτθα: σαΐτα η. Μασουράτσα: που ηπερνούσαμε στη μασούτθα θ. Πατητήρες: το μέρος όπου πατούσαμε ι. Τσίκλα: σί(δ)ερο, που ηλύγιζε, για να τεντώνη το πανί (ν)α μη ζαρώνη ια. (Δ)ίπλα στη γωνιά απ’έξω υπήρχε ένα ξύλο που το λέαμε κουρούνα, για να τεντώνεται το όξω νήμα ιβ. Δύο καλάμια για τη σταύρωση ιγ. Μαχαιρά(δ)ες: ξύλα σαν τροχαλίες που κρατούσασι τα μιτάρζα» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2174, σ.167-168(συλλογή Μαρίας Καπελλά, Χώρα Καλύμνου 1973-74)
-257-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
από την κεφαλή του πισαντιού και ακουμπά στο πάτωμα φτάνοντας μέχρι το μπροστινό πόδι του αργαλειού». Με την τανύστρα παραμένει τεντωμένο το υφαντό σε όλο του το πλάτος και γι’ αυτό το λόγο βρίσκεται πάντα κοντά στην άκρη του φάσιμου, στο σημείο δηλαδή που χτυπιέται με το χτένι. 2. οι σαΐτες Μοιάζουν με βάρκες που δεν έχουν καρίνα. Είναι ξύλινες, σκαμμένες στη μέση. Το μήκος τους είναι γύρω στους 20 πόντους και το φάρδος τους στο πλατύτερο σημείο 4 πόντοι. Κατά μήκος έχουν μία βέργα, τη μασουρίστρα,γύρω απ’ την οποία περιστρέφεται το νήμα (υφάδι). Η μασουρίστρα στερεώνεται αριστερά σε μία τρυπίτσα και δεξιά ακουμπά σε μία εγκοπή και στερεώνεται με μία μικρή σφήνα. Με τις σαΐτες επιταχύνεται η ύφανση, αφού διευκολύνουν το πέρασμα του υφαδιού μέσα απ’ το στόμα του στημονιού, αφού κατά μήκος της μίας πλευράς της, η σαΐτα έχει μία τρυπίτσα απ’ όπου ξετυλίγεται το υφάδι, καθώς η υφάντρα τη ρίχνει εναλλάξ απ’ τη μια άκρη του στημονιού στην άλλη.
3. η πανέρα Είναι τοποθετημένη στα δεξιά της υφάντρας, πάνω στη σανίδα που κάθεται. Περιέχει τα μασουράκια που είναι γεμάτα με νήμα και τα χρωματιστά τσουκλάκια υφάδι που χρησιμοποιούν για την ύφανση πολύχρωμων υφαντών. Στην πανέρα βάζει η υφάντρα και τα άδεια μασουράκια, το ψαλλίδι και τις σαΐτες που χρησιμοποιεί.
-258-
4. η βελόνα
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
Είναι μια μεγάλη βελόνα, η μύτη της οποίας είναι στρογγυλεμένη. Χρησιμοποιείται από την υφάντρα για να κεντά καθώς υφαίνει˙ περνά το υφάδι του ξομπλιού από το μάτι της βελόνας και ξομπλιάζει, εντά δηλαδή το υφαντό καθώς το υφαίνει. 5. η τουνούκλα Είναι η γνωστή ρόκα, πάνω στην οποία έβαζαν το μαλλί. Ηταν ένα ξύλο αμυγδαλιάς, τριχαλωτό και το κατασκεύαζαν οι άντρες.39 6. το αδράχτι Πάνω στο αδράχτι τύλιγαν το μαλλί ή το νήμα. Αυτό το κατασκεύαζαν οι μαραγκοί του νησιού.40
39. «(Μ)πρι(ν) ‘πο φτο όμως ήπρεπε να κάμουμε τη (ν)τουνούκλα: ηπσάναμε την (ν)τουνούκλα, ηβάζαμε το μαλλί πάνω. Αυτό που βγάζαμε ‘πο το χτένι, το λανάρι το βάζαμε στην (ν)τουνούκλα» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 1838, σ.77(συλλογή Ευαγγελίας Λαμπαδαρίου, Χώρα Καλύμνου 1972-73) « Ύστερις αφού ηθέλαν α στεγνώσουσι ηκάμναμέ (ν)το τουλούπσα-τουλούπσα ηβάλαμέ (ν)το στη (ν)τουνούκλα(ρόκα). Με το εξί σέρι ηβαστούσαμε το αρζάχτι τσαι με το αριστερό τη (ν)τουνούκλα. Ητραβούσαμε το μαλλί όσο χοντρό ηθέλαμε. Όμμα ηθέλαμε α κάμουμε τα δίμιτα, τις χοντρές ρασές, τις πατητές ητραβούσαμε χοντρό ργούϊ, το μαλλί που τραβιέται από την τουνούκλα. Οι ψιλές ρασές, οι κουβέρτες τσαι τα άλλα ηθέλασι ψιλό ργούϊ. Η ντουνούκλα ήτο ένα ξύλο μακρύ και ‘πο πάνω είσε τρία ξύλα σα χαλιά και κια πάνω ηστερεώναμε πάνω το μαλλί. Με το σέρι μας ητυλίαμε λίο-λίο μαλλί κι ‘ηκάναμέ ντο νήμα» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2728, σ.52-53(συλλογή Μαρίας Σεβαστοπούλου, Χώρα Καλύμνου 1976) «Το αντιλιάϊ ηκάμνα (ν)το οι άντρες μας το ίδιο τσαι τη (ν)τουνούκλα. Φτα ήτο εύκολο α γίνουσι. Τη (ν) τουνούκλα ηκάμνα (ν)τη ‘πο ένα ξύλο αμυγδαλιάς. Ήτο τσα τριχαλωτό, ηξύνα (ν)το τσ’ήτο κατάλληλο γι’αυτή την εργασία» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2174, σ. 170(συλλογή Μαρίας Καπελλά, Χώρα Καλύμνου 1973-74) 40. « Ύστερις ηπσάναμε το αργάχτι, όπου τυλί(γ)αμε το μαλλί ή το νήμα » Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 1838, σ.78(συλλογή Ευαγγελίας Λαμπαδαρίου, Χώρα Καλύμνου 197273) « Ητραβούσαμε το μαλλί ‘πο τη (ν)τουνούκλα τσ’ητυλίου (ν)το πάνω στο αργάχτι. Στους μαραγκούς ηκάμνα μας το αργάχτι» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2174, σ.164-165(συλλογή Μαρίας Καπελλά, Χώρα Καλύμνου 1973-74) « Μετά το ξάσιμο ήπρεπε α το γνέσουμε. Το γνέσιμο ηένουντο με τη ντουνούκλα και το αργάχτι. Το νήμα ητυλίουντο πάνω στο
-259-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
7. το ντυλιάι (τυλιγάδι) Εκεί έβαζαν το νήμα όταν γέμιζε το αδράχτι. Το έκαναν κουβάρια και μετά το πήγαιναν στον αργαλειό. Το τυλιγάδι το έφτιαχναν οι άντρες.41 8. το ράμμα Πρόκειται για μία ζώνη πάνινη που την έβαζαν οι υφάντρες στη μέση τους, για να τοποθετούν την τουνούκλα.42 9. τα μασουράκια Με αυτά μάζευαν την κλωστή.43 αργάχτι. Το νήμα ηκάναμέ ντο κουβάρζα κι υφαίναμε με φτα τα άσπρα μας τα Καλύμνικα χράμια» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2728, σ. 52-53(συλλογή Μαρίας Σεβαστοπούλου, Χώρα Καλύμνου 1976) 41. «Αφού ηγέμιζε το αργάρτι ηπαίρναμε το νήμα και το τυλί(γ)αμε στο ντυλιάϊ. Το νήμα αυτό το βρέχαμε κάνα-δυο ώρες, το βγάλλαμε και το στραγγίζαμε στον ήλιο, βγάλλαμε το νήμα ‘πο το ντυλιάϊ στεγνό και το τυλί(γ)αμε σε θηλάκια. Το ργούϊ(έργο) λοιπό(ν) ήτο έτοιμο για να φατθή» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 1838, σ.78(συλλογή Ευαγγελίας Λαμπαδαρίου, Χώρα Καλύμνου 1972-73) « Όμμα ηγέμιζε το αργάχτι ‘πο το μαλλί ητυλίαμε (ν)το πάνω στο αντυλιάϊ(τυλιγάδι). Από το αντυλιάϊ ύστερις ηκάμναμέ (ν) το κουβάρζα τσ’ηπααίναμέ (ν)τα στην ανεφαντού α τα ‘φάνει στον αργαλειό. Τη (γ) κλωστή η ανεφαντού ητύλιέ (ν)τη πάνω στην ανέμη τσαι μετά ήμπαινε τσ’ηχτύπα τον αργαλειό. Όσο πσο δυνατά ηχτύπα τον αργαλειό τόσο πσο μεστά ηγίνουντο τα χράμια» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2174, σ.164-166(συλλογή Μαρίας Καπελλά, Χώρα Καλύμνου 197374) 42. «… ένα ράμμα(ζώνη) στη μέση μας ‘πο πανί και τη περνούσαμε στη μέση μας» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 1838, σ.79(συλλογή Ευαγγελίας Λαμπαδαρίου, Χώρα Καλύμνου 197273) 43. « Πρώτα - πρώτα ηπαίρναμε το στημόνι. Το στημόνι το καλαμίζαμε, πάνω σε καλάμια το περνούσαμε, το σέρναμε στο (ν)τοίχο και ήτο έτοιμο. Μόλις σέρναμε το νήμα, το πρεματίζαμε, το περνούσαμε μέσα, ετοιμάζαμε τα μασουράκια, πανί ή νήμα, και ηρχίζαμε εργασία.» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 1838, σ.77-79(συλλογή Ευαγγελίας Λαμπαδαρίου, Χώρα Καλύμνου 1972-73)
-260-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
10.το χτένι Από το χτένι περνούσαν την κλωστή και έτσι επιτύγχαναν την ύφανση.44 δ. Ύφανση Μόλις στηθεί ο σκελετός του αργαλειού και προτού αρχίσει η υφάντρα την εργασία της, χρειάζεται μια προετοιμασία, η οποία ακολουθεί τα εξής στάδια: 1. καλάμισμα Μετά το καλάμισμα τα γνέματα είναι πλέον έτοιμα να διαστούν.
2. διάσιμο «Διάσιμο εἶναι ἡ προετοιμασία τῶν νημάτων τοῦ στημονιοῦ καί ἡ διευθέτησή τους κατά ἕναν ἰδιάζοντα τρόπο γιά ν’ ἀποτελέσουν τό διασίδι πού θά μπεῖ στόν ἀργαλειό σά στημόνι».45 Ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει το ίδιασμα του στημονιού είναι καθοριστικός για την μετέπειτα εργασία της υφάντρας, καθώς ένα στημόνι που δεν έχει τυλιχτεί καλά, που η σταύρωση των νημάτων του δηλαδή δεν είναι η ιδανική ή τα κλωνιά που το απαρτίζουν δεν έχουν τεντωθεί ισομερώς, όχι μόνον δημιουργεί προβλήματα στην ύφανση, αλλά είναι σχεδόν άχρηστο. 44. « Το χτένι είναι που περνάς την κλωστή και ‘φαίνεις. Τα μασουράκια μαζεύουν την κλωστή. Η μασούττα είναι που περνάμε την κλωστή, το μασούρι» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 1628, σ.61(συλλογή Εμμανουήλ Σαρικά, Κάλυμνος 1971) 45.
Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου-Βόλφ, ό.π., σελ. 64˙ επιγραμματικοί σχεδόν ορισμοί του διασίμου παρατίθενται από τους Ἄλκη Κυριακίδου-Νέστορος, ό.π., σελ. 17˙ Ἰωάννου Χαβάκη, ό.π., σελ. 29˙ Εὐαγγελία Κ. Φραγκάκι, ό.π., σελ. 42.
-261-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Το διάσιμο είναι μια εργασία λεπτή, δύσκολη και απαιτητική˙ Στην Κρήτη, οι καλές ιδιάστριες έπαιρναν μεγάλη αμοιβή και η φήμη τους ξεπερνούσε τα στενά όρια του χωριού τους.46 Απαραίτητο σύνεργο του διασίματος ήταν η ιδιάστρα, ένα λεπτό σανίδι που είχε 2-3 παράλληλες σειρές τρύπες απ’ όπου περνούσε η γυναίκα που ίδιαζε τα νήματα. Στις άκρες το σανίδι αυτό είχε χερούλια.47 Το στημόνι, προτού ιδιαστεί, έχει τυλιχθεί σε κουβάρια, τα οποία τοποθετούνται στα κουτάκια της πινακωτής,48 απ’ όπου ξετυλίγονται δίχως να μπερδευτούν. Η όλη διαδικασία του διασίματος γίνεται ως εξής: «Η γυναίκα που ίδιαζε περνούσε από τις τρύπες της ιδιάστρας τα νήματα και κομποδένοντας τις άκρες τους τις περνούσε στο πρώτο παλούκι από αριστερά. Προχωρούσε βαστώντας στο ένα χέρι την ιδιάστρα και στο άλλο το μάτσο με τις κλωστές που ήτανε τεντωμένες γερά. Έτσι που ήταν τεντωμένες όλες μαζί, τις περνούσε στο αντικρυνό του παλούκι, δηλαδή στο πρώτο δεξιά. Γύρναγε πίσω 46.
βλ. σχετικά Εὐαγγελίας Κ. Φραγκάκι, ό.π., σελ. 42.
47.
Ο Δημ. Λουκόπουλος, περιγράφοντας την ιδιάστρα, λέει πως αυτή ήταν ελλειπτικού σχήματος: «Αὐτή εἶναι μιά σανιδίτσα μέ σχῆμα γεωμετρικῆς ἔλλειψης καί λαβές στίς δύο ἄκρες. Στό περιθώριό της ἔχει τρυπίτσες κι ἀπό κάθε μία περνοῦσε κι ἕνα γνέμα, (...)»(Πῶς ὑφαίνουν…, σελ. 18-19 ) ˙ ο Ν. Δημητρίου, γράφει: «(Χρησιμοποιείται) ἕνα σανίδ’, μακρύ ὣς τρία μέτρα και πλατύ ὣς 10 πόντους, μέ 22 ἕως 24 τρύπες σ’ ὅλο τό μῆκος του, 10 ἕως 12 πόντους μακριά ἡ μιά ἀπό τήν ἄλλη. Ἰσάριθμα κομμάτια μπανέλλας, ἀπό παλιά ὀμπρέλλα ἢ κομμάτια βέργας, χοντρῆς ἴσα μέ τό πάχος τοῦ μολυβοκόντυλου. Τό μάκρος τῶν κομματιῶν αὐτῶν ὣς 25 πόντους. (...) Ἀπό τήν κάθε μιά τρύπα περνάει μια «μπανέλλα» (ἢ ἕνα κομμάτι βέργας) καί τό μπήχνει στερεά μέσα στή γῆ, κατακόρυφα» (ό.π., σελ. 135) ˙ η Ἐρατώ Ἀγγελοπούλου-Βολφ, την ονομάζει διάστρα: «Σύνεργο ξύλινο (διαστάσεων περίπου 30x4 εκ.) διαφόρων σχημάτων πού ἔχει πάντα δύο παράλληλες σειρές ἀπό τρύπες» ( ό.π., σελ. 44).
48.
Ο Δημ. Λουκόπουλος, αναφέρει ότι τα κουβάρια του στημονιού τοποθετούνται σε τσουκαλοπίνακα ή –ελλείψει αυτών– σε ειδικά σκαμμένες μικρές γοῦρνες (Πῶς ὑφαίνουν …, σελ. 16) ˙ η Βασιλική Ρόκου, αναφέρει επίσης ότι τα κουβάρια του στημονιόυ τοποθετούνται στις θήκες μιάς πινακωτής ( Η Υφαντική. Οικιακή Βιοτεχνία στο Μέτσοβο˙ 18ος – 20ος αι., Ιωάννινα 1999, σελ 254) ˙ η Ἐρατώ Ἀγγελοπούλου-Βολφ, αναφέρει ότι τα κουβάρια του νήματος τοποθετούνται σε κατσαρόλα ή σε βαθύ δοχείο (ό.π., σελ. 65).
-262-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
και τύλιγε τις κλωστές στο δεύτερο παλούκι από αριστερά απ’ όπου τις μετέφερνε τεντωμένες απέναντι, στο δεύτερο παλούκι δεξιά. Αυτό το έκανε συνέχεια μέχρι να φτάσει στο τελευταίο παλούκι της αριστερής σειράς˙ εκεί θα γίνει το σταύρωμα. Για το σταύρωμα χρειάζεται άλλο ένα παλούκι που βρίσκεται μπηγμένο δίπλα49 στο τελευταίο από αριστερά. Η γυναίκα στο παλούκι αυτό σταυρώνει ένα προς ένα όλα τα νήματα50 και ύστερα πισωγυρίζει κάνοντας την ίδια ακριβώς δουλειά, αλλά ακολουθώντας ανάστροφη πορεία, δηλαδή από τα δεξιά προς τα αριστερά ίσα με που να φτάσει στο πρώτο παλούκι αριστερά απ’ όπου ξεκίνησε. Έκανε όσες στράτες51 χρειάζονταν ιδιάζοντας». Τα κουβάρια που χρησιμοποιούνταν για το διάσιμο του στημονιού καταγής, ήταν τοποθετημένα – όπως προαναφέρθηκε – σε μία πινακωτή. Καθώς η ιδιάστρα επιτελούσε το έργο της τραβώντας σιγά-σιγά τα κουβαριασμένα νήματα, χρειαζόταν ιδιαίτερη προσοχή, ώστε αυτά να μην πεταχτούν έξω. Για ίδιασμα του στημονιού μέχρι το σημείο που γίνεται η σταύρωση, «περνούσι τα νήματα στα παλουκάτσια ‘πο κάτω τους, τσαι στο σημείο της σταύρωσης του παλουκιού που είναι σε ίσια ευθεία με το στερνό, περνούσι τα νήματα ‘που το προτελευταίο παλουκάτσι. Στο τελευταίο παλουκάτσι το φέρνουμε μια βόρτα τσ’ύστερις το γυρίζουσι στο προτελευταίο, αλλά πάνω ‘που το τελευταίο. Ξανά τσαι ξανά το ίδιο έως να φτάσουσι στο πρώτο. Το κάμουμε πάλι βόρτες μέχρι να ξαναφτάσουμε στο τελευταίο παλούτσι. Μόλις κάμουμε όσα νήματα θέλουμε, δένουμε την άκρη στο πρώτο παλούτσι»52 Το ίδιασμα τελείωνε στο σημείο της σταύρωσης των κλωνιών 49. 50. 51.
Δηλαδή σε πολύ κοντινή απόσταση. Για τον τρόπο σταύρωσης των κλωνιών του στημονιού κατά το διάσιμο, βλ. Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου-Βολφ, ό.π., σελ. 67-68. Δηλαδή πηγαινοερχόταν
52. Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2174, σ.164-166(συλλογή Μαρίας Καπελλά, Χώρα Καλύμνου 1973-74)
-263-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
του στημονιού, όπου – όπως αναφέρθηκε ήδη – δένονταν οι άκρες των νημάτων, ώστε να μην φαίνονται οι κόμποι στο ύφασμα. Η απόσταση από τον πρώτο στον τελευταίο πάσσαλο της ίδιας κατακόρυφης σειράς, καθορίζει το μήκος του στημονιού και κατ’ επέκταση του υφαντού, ενώ η απόσταση μεταξύ δύο αντικριστών πασσάλων, ισούται με το πλάτος του. 3.μάζεμα του βηλαριού «Εἶναι τό τύλιγμα τοῦ διασιδιοῦ στό πίσω ἀντί τοῦ αργαλειοῦ».53 Μόλις τελειώσει η διαδικασία του διασίματος των κλωνιών του στημονιού, τα νήματα μαζεύονται πλεξούδα. Οι τυλίχτρες ήταν δύο ξύλα που στο επάνω μέρος τους σχημάτιζαν διχάλα. Το αντί είναι ένα ξύλο κυλινδρικού σχήματος, που στην αριστερή άκρη του φέρει τετραεδρική κεφαλή, σχήματος παραλληλεπιπέδου. Το γκάρδιο, λεπτή βέργα που τοποθετείται στη σχισμή που υπάρχει κατά μήκος του αντιού για να συγκρατεί το στημόνι, το περνούσαν στο σημείο της σταύρωσης του διασίμου. Το διπλωμένο στημόνι μ’ αυτόν τον τρόπο χωριζόταν σε δύο επίπεδες επιφάνειες, οι οποίες διατηρούνταν σε παράλληλη μεταξύ τους θέση με τη βοήθεια των καλαμιδιών. Στην Κρήτη χρησιμοποιείται το ροστέλ(λ)ο, ένα είδος χτενιού με αραιά δόντια, το οποίο χειρίζεται η δεύτερη από τις τρεις γυναίκες που μετέχουν στο τύλιγμα του διασιδιού, κρατώντας το στη θέση του, ανάμεσα δηλαδή στο μπροσταντί και το πισαντί, ώσπου να ολοκληρωθεί η διαδικασία. «Τό ροστέλλο τό καρφώνει στό διασίδι πού ἔρχεται, αναγκάζοντάς το (το διασίδι) νά ἐκτείνεται καθ’ ὅλον τό πλάτος τοῦ ροστέλλου, διότι βεβαίως τό
53.
Ἄλκης Κυριακίδου-Νέστορος, ό.π., σελ. 17˙ βλ. και Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου Βολφ, ό.π., σελ. 70. -264-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
διασίδι ἔρχεται μάτσο (μαζευτό)».54 Η όλη διαδικασία είναι αυτή που προαναφέρθηκε, με τη διαφορά ότι τα σταυροκάλαμα τοποθετούνται στην θέση τους – ανάμεσα στο ροστέλλο και το πισαντί, παράλληλα μεταξύ τους και ανάμεσα στις κλωστές που έχουν σταυρωθεί κατά το διάσιμο – μόλις φθάσει το τελείωμα του διασιδιού στο ροστέλλο.55 Το τύλιγμα του διασιδιού στο πισαντί, εκτός από κόπο, απαιτεί και μεγάλη προσοχή, καθώς τα νήματα του στημονιού θα πρέπει να είναι εξίσου τεντωμένα. Η άκρη του διασιδιού στο τέλος θα πρέπει να βρίσκεται σχεδόν στον πάγκο της υφάντρας. Το μήκος του στημονιού από το πισαντί ως το μπροσταντί, είναι αυτό που απαιτείται για το μίτωμα και το χτένιασμα. 4. Μίτωμα «Εἶναι τό πέρασμα τῶν κλωνιῶν τοῦ στημονιοῦ στά μιτάρια κατά προκαθορισμένη σειρά».56 Το μίτωμα ακολουθούσε πάντοτε το μάζεμα του βηλαριού. « Είχασι δύο μιτάρια. Το μιταρόνημα φτο ήτο σε ζευγάρζα που βάζασι σε δύο ξύλα, παράλληλα. Το νήμα ήτο κάθετο σε φτα τα ξύλα, ενώ στη μέση τω(ν) αντικριστώ(ν) είσε θηλειά. Το σκέδιο ήμοιαζε με οχτάρι.»57
54.
Εὐαγγελίας Κ. Φραγκάκι, ό.π., σελ. 44. Πρβλ. Ἰωάννου Χαβάκη, όπου περιγράφεται η χρήση του ροστέλου στην Κρήτη για το ξεχώρισμα των δεκαδιών του διασιδιού, πριν την τοποθέτησή του στο πισαντί (ό.π., σελ. 31). Η Ἄλκη ΚυριακίδουΝέστορος, αναφέρει ότι «ἡ τυλίχτρα (γυναίκα) περνᾷ τίς κλωστές τοῦ διασιδιοῦ μία-μία ἀπό τά δόντια τῆς τσουγκράνας», την οποία κρατεί μέχρι το τέλος της όλης διαδικασίας η μία από τις τρεις γυναίκες που μετέχουν ( ό.π., σελ. 17).
55.
βλ. σχετικά Εὐαγγελίας Κ. Φραγκάκι, όπου υπάρχει αναλυτική περιγραφή της όλης διαδικασίας. (ό.π., σελ. 44-45).
56.
Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου-Βολφ, ό.π., σελ. 75˙ βλ. και Ἄλκης ΚυριακίδουΝέστορος, όπου το μίτωμα το ονομάζει και μπούρλιασμα (ό.π., σελ. 17).
57.
Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2174, σ.164-166(συλλογή Μαρίας Καπελλά, Χώρα Καλύμνου 1973-74)
-265-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Η διαδικασία του μιτώματος, αν και είναι σχετικά απλή, απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, αφού είναι καθοριστική για τη μετέπειτα πορεία της υφάνσεως. 5. χτένιασμα: Το χτένιασμα, «ἡ περαμάτιση τῶν κλωνιῶν τοῦ στημονιοῦ δηλαδή στό χτένι μέ τή σειρά πού ἔρχονται ἀπό τά μιτάρια»,58 αποτελεί το καταληκτικό – όχι ήσσονος σημασίας όμως – στάδιο προετοιμασίας της υφάνσεως.59 Από τα προαναφερθέντα, γίνεται φανερή η σημασία του στημονιού. «Τό στημόνι στήν ὕφανση εἶναι ὅτι τό χωράφι στή γεωργία. Γιά νά ἔχῃς ἀπόδοση σ’ αὐτή, πρέπει τό χωράφι νά εἶναι καλό. Γιά νά ἔχῃς ἀπόδοση στήν ὕφανση σέ ποσότητα καί ποιότητα, πρέπει νά ἔχῃς καλό στημόνι».60 Με την περάτωση των σταδίων προετοιμασίας της υφάνσεως, αρχίζει η τοποθέτηση των εξαρτημάτων του αργαλειού, στο ήδη στημένο τελάρο του.
4. Είδη υφαντών
Η
τεχνική κατασκευής των υφαντών, οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιήθηκαν καθώς και τα διακοσμητικά τους θέματα, αποτελούν τους τρεις βασικούς παράγοντες για την κατάταξή τους σε κατηγορίες61. 58.
Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου-Βολφ, ό.π., σελ. 78.
59. «Στο χτένι ήμαστο δύο (γ)υναίτσες. Η μια για να δίνει τις κλωστές που έχουσι περάσει ‘που τα μιτάρια στην άλλη που πσάνει τις κλωστές τσαι τις περνά ‘πο τις σχισμές του χτενιού» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2174, σ.164-166 (συλλογή Μαρίας Καπελλά, Χώρα Καλύμνου 1973-74) 60.
Ἐρατοῦς Ἀγγελοπούλου-Βολφ, ό.π., σελ. 78.
61. βλ. και Ἄλκης Κυριακίδου – Νέστορος, η κατάταξη της οποίας περιλαμβάνει τέσσερις κατηγορίες: 1. Εἴδη ὑφαντῶν ἀνάλογα μέ τήν τεχνική κατασκευής τους. 2. Εἴδη ὑφαντῶν ἀνάλογα μέ τά χρησιμοποιούμενα υλικά, τό σχέδιο καί τό χρῶμα. 3. Εἴδη ὑφαντῶν ἀνάλογα μέ τήν προέλευσή τους και 4. Εἴδη ὑφαντῶν ἀνάλογα μέ τή
-266-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
α. Είδη υφαντών βάσει της τεχνικής κατασκευής τους. Η τεχνική κατασκευής των υφαντών, εξαρτάται από τον αριθμό των μιταριών που χρησιμοποιεί η υφάντρα κατά την επιτέλεση της εργασίας της, από το μίτωμα, από τις πατήθρες που μεταχειρίζεται και από τον αριθμό των κλωστών που περνούν από κάθε θύρα του χτενιού.62 Βάσει της τεχνικής κατασκευής τους επίσης, τα υφαντά διακρίνονται σε σαϊτιάρικα, σ’ αυτά δηλαδή που υφαίνονται με τη σαΐτα και σε μασουρωτά, στα οποία το υφάδι είναι τυλιγμένο σε μασούρια. β. Είδη υφαντών βάσει των υλικών κατασκευής.63
χρήση τους (ο.π. σελ. 23-29). 62. «Για να ‘φάνεις μονά, χρειάζεσαι δύο μιτάρια και δύο ποδαρικά, ενώ σε κάθε πέρασμα τω(ν) δοντιώ(ν) του χτενιού περνιέται μια μόνο κλωστή˙ είναι εύκολο και το κάνουμε για τα μαλλινοσέντονα και τις πάνες μας» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2174, σ.166 (συλλογή Μαρίας Καπελλά, Χώρα Καλύμνου 1973-74) «Για τα δίμιτα θες τέσσερα μιτάρια, τέσσερα ποδαρικά, και δύο κλωστές σε κάθε πέρασμα τω(ν) δοντιώ(ν) του χτενιού˙ δίμιτα ήτο τα χοντρά ρούχα, οι χραμίες, οι κουβέρτες και οι κουρελού(δ)ες» « Τα υφάσματα που κάμνομε είναι μονά(χράμια), δίμιτα(χοντρά) και κουρελούδες» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 1628, σ.62 (συλλογή Ευαγγελίας Λαμπαδαρίου, Χώρα Καλύμνου 1972-73) « Ήφαινε τις χοντρές ρασές, τις ψιλές ρασές για τη βόρτα τσαι για την εκκλησά. Με φτες ητυλίαμε τα παιτζά μας. Ήκαμνέ μας τσαι τα δίμιτα, τις κουβέρτες, τα ατθοδίμιτα. Ήφαινέ (ν)τα σε φύλλα-φύλλα, τσ’ύστερις ηένωνέ (ν)τα. Δύο φύλλα για μονό κρεββάτθι, τρία φύλλα για διπλό κρεββάτθι.» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2174, σ.166 (συλλογή Μαρίας Καπελλά, Χώρα Καλύμνου 1973-74) 63. «Είχαμε τα χράμια, τις ρασές, τις τριχούες. Τη ντρίχα τω γκατσικώ ηκάμναμέ ντη τριχούες, ‘μμέ, κουκχουλώματα τω σφουγγαράω μας χοντρά-χοντρά α βράζουσι. Τα χράμια πάλι τα Καλύμνικα είναι ‘πο των αρνιώ τη ντρίχα τσαι είναι πλιο, χοχλάζεις το σειμώνα. Τις χραμίες ηστρώναμέ ντες χάμω τσ’ήβραζε καλά η κατζά. Τα ψιλά-ψιλά ήτο οι ψιλές ρασές. Όσες είχασι ψιλές ρασές ήτο οι πσο καλές νοικοτσυρές. Ητυλίαμε με ‘φτες τα παιτζά μας, όμμα ηπααίναμε στην εκκλησά» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2174, σ. 167 (συλλογή Μαρίας Καπελλά, Χώρα Καλύμνου 1973-74) «Τα κουρέλια ηπηαίναμεν στον αργαλειό τσ’ηκάναμε τις κουρελούες. Στο Βαθύ ήτο ένας πολύ σπουδαίος τεχνίτης που’ κανε τις τρισές. Αυτές ήτο καμωμένες ‘πο τρίσες κατσίκας ή σοίρου τσ’ηστρώναμεν ή χάμε ή ησκεπαζούμαστο» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2729, σ.74(συλλογή Αγγελικής Γεωργιάδου, Κάλυμνος 1976)
-267-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
γ. Είδη υφαντών βάσει των διακοσμητικών τους θεμάτων. Η καταγραφή των σχεδίων των υφαντών της υπό εξέτασιν περιοχής, καταδεικνύει ότι αυτά είναι επαναλαμβανόμενα. Πρόκειται για τα σχέδια που κυριαρχούν σε κάθε τόπο. Οι παραλλαγές που υπάρχουν αφορούν στο χρώμα και στο μέγεθος των σχημάτων. Μια έμπειρη υφάντρα αυτοσχεδιάζει, συνδυάζοντας κατάλληλα τα χρώματα που έχει στη διάθεσή της. Ο λαϊκός τεχνίτης διαφέρει από τον προσωπικό δημιουργό, γιατί πρέπει ν’ακολουθήσει πιστά την παράδοση˙ γι’αυτό και τα έργα του είναι της αυτής τεχνοτροπίας και του ιδίου πνεύματος64. Τα θέματα είναι κυρίως γεωμετρικά˙ ακόμα και τα άνθη παρουσιάζονται γεωμετρικά. Το αυτό συμβαίνει και με τις παραστάσεις, όπως είναι π.χ. ένα πουλί, ο κορμός του οποίου είναι τριγωνικός ή μια γλάστρα τετραγωνισμένη. Θέματα που για έναν απλό παρατηρητή είναι καθαρά γεωμετρικά, για το λαό μπορεί να απεικονίζουν ζώα. Ο Franz Boas εξετάζοντας τους λόγους για τους οποίους δόθηκαν λαϊκές ονομασίες στα διακοσμητικά θέματα, 64. βλ. σχετικά, Ἄλκης Κυριακίδου – Νέστορος, ό.π., σελ. 48.«Είχαμε υφαντά που τα τσεντούσαμε από άκρη σ’άκρη, άλλα με σκέτθο κέντημα στο κεφαλάρι, άλλα ριγωτά, άλλα με πολλά χρώματα, δηλαδής παρδαλά, πσο μεστά(πυκνά), όπως οι βελέντζες τσαι πσο αραιά. Λογιώ(ν)-λογιώ(ν)» «Ως στολίσματα πάνω στα υφάσματα κάνουμε γραμμές πλατειές με διάφορα χρώματα, με το ίδιο μαλλί αλλά χρωματιστό. Πλεκτά κάνουμε σακκάκια αντρικά(ζελέδες), φανέλλες, κάλτσες και φούστες, κ.α. Κεντήματα κάμνουμε πάνω στις μπλούζες διάφορα λουλλούτζια. Εις τα παλαιά πουκάμισα κάνανε κορδέλλες, σταυροβελονιά. Κεντούσι σχέδια από διάφορα ζώα και από φυτά» « ‘Μεις πατές μας ητσεντούσαμε τσεντήματα διάφορα, ημπλέκαμε κράτσες με τη βολόνα. Εγώ όμμα ήμου λεύτερη ητσεντούσα τα τραπεζομάντηλά μου, τα ρούχα μου που ‘βαζα ‘πο μέσα, κορδέλες, ένα σωρό πράματα. Πρώτα ηκάμναμε τσαι τα τσεμπέρζα. Ηφέρνασι το ρούχο ‘πο τη (μ)Πόλη, τη Σμύρνη τσαι τα ηκάμνα (ν)τα. Ητεντώνασι τα τουλπάνια στα τελάρα τσ’ησταμπώνα (ν)τα με διάφορες στάμπες, στεφάνια, γλάστρες με λουλούτζα, αετούς, τσαι πολλά άλλα. Ύστερις ηβγάλα (ν)τα ‘πο τα τελλάρα, τσ’ηνεώνα (ν)τα, τα άφηναν για να στεγνώση η μπογιά. Μετά ηπουλούσα (ν) τα. Ητσεντούσαμε τα πουκάμισα του καβατζού τσαι τα μισοφόρζα με σταυροβελονιά ή με γαϊτανάτσι. Το ίδιο ηκάμναμε τσαι στων αντρώ τα ιλέτσια» Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2174, σ. 167 (συλλογή Μαρίας Καπελλά, Χώρα Καλύμνου 1973-74)
-268-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αυτό οφείλεται στην εύπλαστη λαϊκή φαντασία και στην ικανότητα που έχει ο άνθρωπος να βρίσκει ομοιότητες εκεί που δεν υπάρχουν. 65
5. Δεισιδαίμονες Αντιλήψεις
Ο
λαός από τη δεισιδαιμονική66 του παράδοση έχει ορισμένες προλήψεις, δηλαδή αντιλήψεις που δεν βασίζονται στην λογική και αποδίδοντας υπερφυσικές ιδιότητες σε αντικείμενα, αποδέχεται ότι μπορεί να φέρουν σ’ αυτόν ατυχία ή ευδαιμονία. Κακές επιδράσεις στη ζωή του μπορεί να έχουν και κάποιες ενέργειες ή συμπτώσεις, τις οποίες χρειάζεται να αποφεύγει.67 Η «πίστη» στις προλήψεις είναι βαθιά ριζωμένη στον άνθρωπο και έτσι τηρεί με σχολαστικότητα ενέργειες που είναι ικανές να αποτρέψουν την κακή ώρα, τη βασκανία και τη γρουσουζιά. Η υφαντική, μια τέχνη ιδιαίτερα κουραστική, που απαιτεί επιδεξιότητα, συνδέεται με προλήψεις,68 όπως αυτές που αναφέρονται παρακάτω: (α) Ο αργαλειός στήνεται το Δεκέμβριο, οπότε και έχουν τελειώσει οι γεωργικές ασχολίες. Κατά τη διάρκεια του δωδεκαημέρου δεν ύφαιναν γιατί φοβούνταν τα καλικαντζάρια
65. 66.
67. 68.
Franz Boas, Primitive Art, Oslo 1927, σελ. 33 κ. εξ. Κατά τον Δημήτριο Σ. Λουκᾶτο, «Δεισιδαιμονίες εἶναι οἱ ἀνθρώπινες δοξασίες γιά����������������������������������������������������������������������� τήν������������������������������������������������������������������� ���������������������������������������������������������������������� ἐχθρική����������������������������������������������������������� ������������������������������������������������������������������ μᾶλλον���������������������������������������������������� ���������������������������������������������������������� παρουσία������������������������������������������� ��������������������������������������������������� καί��������������������������������������� ������������������������������������������ ἐπενέργεια���������������������������� �������������������������������������� τῶν������������������������ ��������������������������� δαιμόνων��������������� ����������������������� καί����������� �������������� τῶν������� ���������� δαιμο������ νικῶν, οἱ “ἀπό τῶν δαιμόνων φόβοι”». (ό.π., σελ. 240). Δημητρίου Σ. Λουκάτου, ό.π., σελ. 240. Βλ. σχετικά Ἰφ. Διδασκάλου, «Ὁ ἀργαλειός καί οἱ προλήψεις του», Ἑλληνική Λαϊκή Τέχνη, τεῦχ. 2, Ἀθήνα 1971, σελ. 120-122˙-Αλεξάνδρου Κων. Αδαμίδη, Βοϊακή Λαογραφία. Ο Αργαλειός – Τα Τραγούδια του και οι Προλήψεις του, Θεσσαλονίκη 1991.
-269-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
που έμπαιναν στους αργαλειούς και τα έκαναν μαντάρα. (β) Το ίδιασμα είναι μια εργασία πολύ κοπιαστική που απαιτεί ιδιαίτερη επιδεξιότητα. Μόλις τελειώσει το διάσιμο και βγάλουν τα καρφιά, κλείνουν αμέσως τις τρύπες που αυτά άφησαν στο έδαφος, ώστε να βουλώσουν τα κακά στόματα. (γ) Αφού τελειώσουν το διάσιμο, κάνουν πλεξούδα το διασίδι, ανοίγουν την πόρτα του σπιτιού και το πετούν μέσα. (δ) Έχει σημασία η ημέρα που θα αρχίσει κάποιος να υφαίνει. Μπορεί να ξεκινήσει οποιαδήποτε μέρα από Δευτέρα μέχρι Σάββατο,69 εξαιρουμένης της Τρίτης. (ε) «Το υφαντό αβγαταίνει καθώς περνούν οι μέρες και κάποια στιγμή ο “γκάρδιος πέφτει”. Αυτό σημαίνει και το τέλος της ύφανσης. Η υφάντρα τρέχει, αρπάζει τον γκάρδιο, τον δαγκώνει και βγαίνει στο μπαλκόνι για να δει ποιόν θα συναντήσει πρώτα˙ εκείνον που θα δει θα τον παντρευτεί κι αν είναι παντρεμένος θα ακούσει χαρούμενο νέο που θα έχει να κάνει με τ’ όνομά του». (στ) Μόλις τελειώσει η ύφανση και φθάσει η στιγμή που θα κόψουν το βηλάρι, η υφάντρα φωνάζει: «“Καθήστε όλοι κάτω”. Υπακούουν όλοι για να μην τους κοπούν τα χρόνια». Συνήθως το κόψιμο του βηλαριού γίνεται το βράδυ, «οπότε και κάθονται οι άνθρωποι και τα ζωντανά του σπιτιού». (ζ) Απ’ τη στιγμή που θα τελειώσει η ύφανση, μέχρι να ξεκινήσουν νέα, αφήνουν ένα κομμάτι πανί στο ξυλόχτενο του αργαλειού. «Δεν πρέπει το ξυλόχτενο να είναι άδειο, γιατί θ’ αδειάσει (= θα ερημώσει) και το σπίτι». (η) «Δε ρίνουμε ποτέ διασίδι το Σάββατο, γιατί το ύφασμα που θα γίνει με στημόνι από διασίδι σαββατοφτιαγμένο, γίνεται σάβανο˙ θα πεθάνει δηλαδή κάποιος απ’ το σπίτι της υφάντρας».
69.
Η Κυριακή θεωρείται μέρα αργίας, αφιερωμένη στο Θεό και γι’ αυτό το λόγο ποτέ δεν υφαίνουν την Κυριακή. Επίσης, τηρούν την αργία όλων των μεγάλων εορτών.
-270-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
6. Δημώδης Ποίηση
Η
ποίηση σε συνδυασμό με τη μελωδία, αποτελεί τον πλέον πρόσφορο τρόπο για την εξωτερίκευση των αισθημάτων και των συναισθημάτων του ανθρώπου.70 «Στήν ἱστορία τοῦ πολιτισμοῦ πρώτη ἐμφανίζεται ἡ προφορική ἀπρόσωπη ποίηση, πού στήν πρωτόγονη ἔκφρασή της συνδέεται ἀξεχώριστα μέ τή μουσική καί τό χορό».71 Το ελληνικό δημοτικό τραγούδι αποτελεί μία από τις δύο βασικές κατηγορίες72 της λαϊκής ποίησης, καθώς «ἀντιπροσωπεύει τήν πιό γνήσια πηγή τοῦ νεοελληνικοῦ λυρισμοῦ, ἀπό τήν ὁποία γονιμοποιήθηκε και θράφηκε ἡ καλύτερη παράδοση τῆς νεώτερης προσωπικῆς ποίησης».73 Μολονότι είναι πολύ δύσκολο, αν όχι ακατόρθωτο, να βρεθεί ένας ορισμός του δημοτικού τραγουδιού καθολικά αποδεκτός, αφού στην κατηγορία αυτή ανήκουν Μνημεῖα τοῦ Λόγου,74 τα οποία παρουσιάζουν ομοιότητες, αλλά και διαφορές, θα μπορούσε κανείς να πει ότι (δημοτικό) τραγούδι είναι «... ἡ διά μουσικῆς καί λόγου ἔρρυθμος ἔκφρασις διαφόρων ἰσχυρῶν συναισθημάτων,
70.
Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, Δημοσιεύματα τοῦ Λαογραφικοῦ Ἀρχείου, ἀριθ. 7, Ἑλληνικά Δημοτικά Τραγούδια (Ἐκλογή), τόμ. Α΄, Ἐν Ἀθήναις 1962, σελ. ε΄ ˙- βλ. και Γεωργ. Κ. Σπυριδάκη, Ἑλληνική Λαογραφία (Λαϊκός Πολιτισμός τῶν Νεωτέρων Ἑλλήνων), τεῦχ. Δ΄ (Δημοτική Ποίησις), Ἐν Ἀθήναις 1975, σελ. 1.
71.
Ἐρατοσθένη Γ. Καψωμένου, τό Ἑλληνικό Δημοτικό Τραγούδι˙ ἡ αἰσθητική, ὁ μύθος καί ἡ ἰδεολογία του, Ρέθυμνο 1978, σελ. 1.
72.
«Ἡ δεύτερη κατηγορία ἀντιστοιχεῖ στά τραγούδια πού εἶναι ἀλλιῶς γνωστά μέ τούς ὅρους “λαϊκά” ἢ “ρεμπέτικα” τραγούδια τῶν ἀστικῶν κέντρων, (...)»,Ἐρατοσθένη Γ. Καψωμένου, ό.π., σελ. 1- βλ. και Γεωργ. Κ. Σπυριδάκη, ό.π., σελ. 5, Ι. Για τα ρεμπέτικα τραγούδια βλ. ειδικώτερα Ἠλία Πετροπούλου, Ρεμπέτικα Τραγούδια. Λαογραφική ἔρευνα, Ἀθῆναι 1968, σελ. 14 και εξ.˙ Στ. Δαμιανάκου, Κοινωνιολογία τοῦ Ρεμπέτικου, Ἀθήνα 2003².
73. 74.
Ἐρατοσθένη Γ. Καψωμένου, ό.π., σελ. 2. Ο όρος προέρχεται από τον ορισμό της Επιστήμης της Λαογραφίας, όπως αυτός διατυπώθηκε από τον Νικόλαο Πολίτη το 1909.
-271-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ἡ ὁποία πολλάκις καί μάλιστα εἰς τόν λαόν, συνοδεύει τάς ἐρρύθμους τοῦ σώματος κινήσεις κατά τήν ἐργασίαν ἢ τόν χορόν».75 Πρόκειται για ανώνυμες συνθέσεις ατόμων με διανοητική δημιουργικότητα76 την οποία έχει κάθε χρήστης μιας γλώσσας, ο οποίος σχηματίζει δικές του φράσεις, τηρώντας γραμματικούς και συντακτικούς κανόνες. Η δημιουργικότητα σε συνδυασμό με την ικανότητα, προϋποθέτουν απόλυτη εξοικείωση με τα στοιχεία της παράδοσης.77 Οι συνθέτες του δημοτικού τραγουδιού, οι αρχές του οποίου θα μπορούσαν να αναζητηθούν στη μεταγενέστερη αρχαιότητα,78 εκφράζουν με το έργο τους τις αντιλήψεις και τα αισθήματα της κοινότητας στην οποία ανήκουν. «Ὁ δημιουργικός φορέας τῆς παράδοσης (κατά τόν ὅρο τοῦ Σουηδοῦ λαογράφου C.W. von Sydow) δέν «θυμᾶται» ἁπλῶς, οὔτε ἀναπαράγει αὐτούσιες καί ἀπαράλλαχτες μορφές (ὅπως μπορεῖ νά κάνουμε ἐμεῖς, ἂν ἀποστηθίσουμε, π.χ., ἕνα δημοτικό τραγούδι ἀπό κάποιο βιβλίο), ἀλλά ἐκτελεῖ ἢ πραγματώνει (he/she performs) δημιουργικά τά προϊόντα τῆς τέχνης του, συνθέτοντάς τα ἀπό ἐπιμέρους στοιχεῖα τῆς παράδοσής του (π.χ. μετρικές ἑνότητες, μελωδικούς σχηματισμούς, ἀφηγηματικά στοιχεῖα καί μοτίβα, τυπικές φράσεις - μ’ ἄλλα λόγια ἁπλούστερα ἢ συνθετότερα ποιητικά ἢ/ καί μουσικά σημεῖα)...».79 Δεν θα υπεισέλθουμε, βέβαια, σε στοιχεία γλώσσας και 75.
Στιλπ. Π. Κυριακίδου, Ἑλληνική Λαογραφία. Μέρος Α΄. Μνημεῖα τοῦ Λόγου,Ἐν Ἀθήναις 19652, σελ. 44.
76.
Στο έργο Γ. Μπαμπινιώτης, Γλωσσολογία και Λογοτεχνία. Από την τεχνική στην τέχνη του λόγου, Αθήνα 19912, σελ. 239-240, η δημιουργικότητα ορίζεται ως «η ικανότητα του ανθρώπου να δημιουργεί (να παράγει ως ομιλητής και να καταλαβαίνει ως ακροατής) άπειρες νέες προτάσεις».
77.
Γ.Μ. Σηφάκη, Γιά μιά Ποιητική τοῦ Ἑλληνικοῦ Δημοτικοῦ Τραγουδιοῦ, Ἡράκλειο 1988, σελ. 31-32.
78.
Ἀκαδημία Ἀθηνῶν..., ό.π., σελ. η΄ - Γεωργ. Κ. Σπυριδάκη, ό.π., σελ. 7-11. Πρβλ. Ἐρατοσθένη Γ. Καψωμένου, ό.π., σελ. 7 κ. εξ.
79.
Γ.Μ. Σηφάκη, ό.π., σελ. 32.
-272-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
σύνταξης, ή σε μια προσπάθεια αναλύσεως των δομών επιφανείας των δημοτικών τραγουδιών, δηλαδή σε στοιχεία τεχνικής και σε στερεότυπα επαναλαμβανόμενα εκφραστικά σχήματα, αφού όλα αυτά είναι έξω από τους σκοπούς της παρούσης εργασίας. Η ρευστότητα που επικρατεί μεταξύ των ορίων των διαφόρων κατηγοριών, καθιστά αδύνατη τη χρησιμοποίηση ενιαίων κριτηρίων για την κατάταξή τους. Ο Ν. Πολίτης, βάσει αυστηρών θεματικών και λειτουργικών επιστημονικών κριτηρίων, προτείνει δεκατέσσερις (14) κατηγορίες δημοτικών τραγουδιών. Ο Στίλπων Κυριακίδης προτείνει τρεις (3) βασικές κατηγορίες, με βάση τον τρόπο ποιητικής επεξεργασίας, ενώ ο Δ. Λουκᾶτος ταξινομεί τα δημοτικά τραγούδια σε επτά (7) κατηγορίες, εξετάζοντας την τεχνοτροπία και την λειτουργία τους.80 Το δημοτικό τραγούδι – ανάλογα με την κατηγορία στην οποία ανήκει – καταγράφει όλες τις εκδηλώσεις του βίου του ανθρώπου. Ενδεικτικά αναφέρονται οι τρεις σταθμοί του κύκλου της ζωής (γέννηση-γάμος - θάνατος), η ξενιτειά, η εργασία, η αγάπη, η εξιστόρηση μαχών και γεγονότων αφορώντων σε πρόσωπα ιστορικά κλπ.81 Τα τραγούδια του αργαλειού κατατάσσονται στα Εργατικά.82 Η υφάντρα τραγουδά «εξυμνώντας» τον αργαλειό της, τα διάφορα εξαρτήματα του οποίου περιγράφει, χρησιμοποιώντας κοσμητικά επίθετα ή προσφωνώντας τα, σαν να έχουν ανθρώπινη υπόσταση. Στον αργαλειό όμως δεν τραγουδήθηκαν μόνον υφαντικά83 τραγούδια, αλλά και της αγάπης, θέματα των οποίων είναι η ομορφιά της υφάντρας και του αγαπημένου της, το πάθος του έρωτα κλπ. Το μεγαλύτερο ποσοστό του ελλαδικού χώρου από άποψη 80.
Eρατοσθένη Γ. Καψωμένου, ό.π., σελ. 4 κ. εξ.
81.
Στιλπ. Π. Κυριακίδου, ό.π., σελ. 48.
82.
Σύμφωνα με την ταξινόμηση του Ν. Πολίτη. Ο Στιλπ. Κυριακίδη, ό.π., σελ. 54,
83.
τα κατατάσσει στα «κυρίως ᾄσματα», ενώ ο Δ. Λουκᾶτος, Εἰσαγωγή στήν Ἑλληνι κή Λαογραφία, Ἀθήνα 19924, σελ. 94, στα «κοινωνικά». Ο όρος ανήκει στον Στιλπ. Κυριακίδη, ό.π., σελ. 54.
-273-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
γεωμορφολογίας του εδάφους, είναι ορεινό και άγονο. Οι δύσκολες συνθήκες ζωής των Ελλήνων, οι οποίες κατά καιρούς επιτείνονταν από εχθρικές επιδρομές, ανάγκασαν πολλούς νέους να ξενιτευτούν σε μια προσπάθεια καλυτέρευσης της ζωής τους. Η μετανάστευση είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείται με υφέσεις και εξάρσεις από την ελληνιστική περίοδο – οπότε ο πληθυσμός έφευγε από την μητροπολιτική Ελλάδα και εγκαθίστατο στις πόλεις των παραλίων της Μικράς Ασίας, της Αιγύπτου και της Συρίας που είχαν πρόσφατα ιδρυθεί, μέχρι τα μέσα σχεδόν του περασμένου αιώνα, την εποχή που ακολούθησε τον Β΄ ΄Παγκόσμιο Πόλεμο δηλαδή.84 Η ξενιτειά περιγράφεται με μελανά χρώματα από τη «λαϊκή Μούσα», ενώ υπάρχουν περιπτώσεις που θεωρείται χειρότερη και από το Χάρο: «Παρηγοριά ’χ’ ο θάνατος και λησμοσύν’ ο Χάρος, ο ζωντανός ο χωρισμός παρηγοριά δεν έχει (....)» Οι γυναίκες που έμεναν πίσω, προσμένοντας βασανιστικά την επιστροφή προσφιλών προσώπων, καθώς ύφαιναν τραγουδούσαν τον «μισεμό» τους, τις δυσκολίες της ζωής στον «ξένο τόπο», κλπ. Κλείνοντας αυτή την εξαιρετικά ευσύνοπτη προσέγγιση του δημοτικού τραγουδιού και προτού παραθέσουμε στίχους τραγουδιών που ανήκουν στις κατηγορίες των «Ἐργατικῶν», της «Ἀγάπης» και της «Ξενιτειᾶς» και σχετίζονται με την δουλειά στον αργαλειό, αξίζει να τονίσουμε ότι το δημοτικό τραγούδι καλλιεργήθηκε συστηματικά και ωρίμασε σταδιακά, ιδίως κατά την μακρά περίοδο της Τουρκοκρατίας. «Ἀποτέλεσε δε» – και εξακολουθεί να αποτελεί – «τόν αὐθεντικότερο φορέα τῆς ἑλληνκῆς λαϊκῆς κουλτούρας καί τό μοναδικό σχεδόν μέσο παιδείας, μέ τό ὁποῖο ὁ λαός ἀντιμετώπισε τούς ποικίλους κινδύνους ἀλλοτρίωσης καί κατάφερε νά περισώσει τήν ἐθνική
84.
Γεωργ. Κ. Σπυριδάκη, ό.π., σελ. 328.
-274-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
και πολιτιστική του φυσιογνωμία».85 « Κόρη που ‘φαίνεις στ’αργαλειό και ‘φαίνεις και ξεφαίνεις τον νου μου συ το (μ)παίρνεις»86 « Ήτο ξακουστές οι ανεφαντού(δ)ες για την ομορφσά τους ‘πο τα πολύ παλιά χρόνια, γι’αυτό και πολλοί νεαροί τις ‘γαπούσασι και τους τραγου(δ)ούσασι: «Κόρη που ‘φαίνεις στ’αργαλειό που ‘φαίνεις και ξεφαίνεις που ‘φαίνεις και ξεφαίνεις και το νου μου μου το (μ)παίρνεις. Χριστέ να σπάση τ’αργαλειό (ν)α βζής (ν)α κάμης βόρτα (ν)α βζής (ν)α κάμης βόρτα για να σε (δ)ω στη (μ)πόρτα»87; « Ηνυχτοξημερώνουντο οι κοπελλούες ά κάμου τα προικιά τους κι ηλέασι τα καλημερίσματα ά παρηγοριούνται που ηλείπασι οι αρμαστοί (αρραβωνιαστικοί) τους στο έρμο το ταξί» «Κόρη που ‘φαίνεις αργαλειό τσε φαίνεις τσε ξεφαίνεις τσε μένα την καρδούλα μου την έχεις μα(γ)εμένη. Έ για μόλα, έ για λέσα γειά σου θάλασσα μπαμπέσα. Πλουμίστρα τσε υφανταρζά θε ναύρω ν’αγαπήσω,
85.
Ἐρατοσθένη Γ. Καψωμένου, ό.π., σελ. 12.
86. Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 1628, σ.62 (συλλογή Εμμανουήλ Σαρικά, Κάλυμνος 1971). Για την συγκεκριμένη στροφή που αφορά στην υφαντική, εντύπωση προκαλεί η ποικιλία των παραλλαγών, ήτοι των διαφορετικών γλωσσικών μορφών. 87. Βλ. σχετικά, Λουκάτος Δ., Εισαγωγή στην Ελληνική Λαογραφία, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 19924, σ.170-173
-275-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
εσύ τα έχεις τσε τα δυό πώς να σε λησμονήσω»; 7.Επίλογος
Σ
ημαντικό διακοσμητικό ρόλο επιτελούν, για το εσωτερικό του σπιτιού τα πολύχρωμα υφαντά(χαλιά και καλύμματα) ή τα κεντήματα των επιφανειών, που βγαίνουν από τη χειροτεχνία των γυναικών με πρακτική σκοπιμότητα, αλλά και με φιλοκαλία και αγάπη. Η κατάλληλη επένδυση των εσωτερικών χώρων του σπιτιού μεταβάλλει και το πιο φτωχοκάλυβο σε ζεστό και αγαπητό χώρο και είναι πάντα ένα κατόρθωμα η τέχνη της κάθε νοικοκυράς. Ο αργαλειός είναι το μικρό εργαστήρι του σπιτιού, που προμηθεύει τα μάλλινα και τα βαμβακερά καλύμματα, για το πάτωμα, τους τοίχους, τα κρεβάτια και τα έπιπλα, όπως τα προμηθεύει και στον ίδιο τον άνθρωπο τόσο για το ντύσιμο όσο και για το στολισμό του. Η ομορφιά και τα χρώματα των υφαντών του σπιτιού κάνουν το σπιτικό «περίβλημα» ισάξιο του σωματικού ντυσίματος, αλλά και χώρο ψυχικής ευφορίας και αξιοπρέπειας. Πριν από τον αργαλειό είχε χρησιμοποιηθεί το πλέξιμο, η πρώτη χειροτεχνία για δαπεδοστρώματα και ντύσιμο, και ήρθε τελευταίο το κέντημα, που είναι η καθαυτό καλλιτεχνική απασχόληση των γυναικών. Πλέξιμο, ύφανση και κέντημα είναι οι τρεις μορφές σπιτικής χειροτεχνίας, που ντύνουν τον άνθρωπο και στολίζουν το σπίτι. Είναι γυναικεία έργα που ήδη από την εποχή του Ομήρου βρίσκονταν σε υψηλή βαθμίδα πολιτισμού. Βολονάκης Μερκούριος Υποψήφιος Διδάκτωρ Λαογραφίας Πανεπιστημίου Αθηνών.
-276-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
8.Β ι β λ ι ο γ ρ α φ ί α Ι.-
ΠΗΓΕΣ Αρχαίες
•
Homeri, Opera, Recognoverunt brevique adnotatione critica instruxerunt David B. Monro et Thomas W. Allen, tom. I, Oxford University Press 19203 (rep. 197812). Homeri, Opera, Recognovit brevique adnotatione critica instruxit Thomas W. Allen, tom. III, Oxford University Press 19172 (rep. 197611). Homeri, Opera, Recognovit brevique adnotatione critica instruxit Thomas W. Allen, tom. IV, Oxford University Press ed. altera 197511.
• •
ΙΙ.-
Λ Ε Ξ Ι Κ Α – ΜΥΘΟΛΟΓΙΕΣ
•
Ελληνική Μυθολογία, Έκδ. Εκδοτικής Αθηνών, (Γενική Εποπτεία Ι.Θ. Κακριδής), τόμ. 5, Αθήνα 1987. Liddell Henry George and Scott Robert, Greek – English Lexicon with a supplement, Oxford University Press 1940⁹ (rep. 1968⁷). Photii Patriarchae, Lexicon, ed. Christos Theodoridis, Walter de Gruyter Berlin – New York 1998. Suidae Lexicon (Λεξικόν Σοῦδας), edidit Ada Adler, edition Stereotypa editionis primae MCMXXXI, B.G. Teubner Stuttgart.
• • •
ΙΙΙ. ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΣ ΥΛΙΚΟ-ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ ΕΝΑΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΣΤΟ ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
• • • • • • • •
Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ.778 (συλλογή Μαρίας Κουτούζη, Κάλυμνος 1968-1969) Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ.888 (συλλογή Ποσειδώνος Ζαϊρη, Κάλυμνος 1969) Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ.1628(συλλογή Εμμανουήλ Σαρικα, Κάλυμνος 1971) Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ.1838(συλλογή Ευαγγελίας Λαμπαδαρίου, Χώρα Καλύμνου 1972-73) Π.Α.Σ.Λ. χφ.αρ.2174 (συλλογή Μαρίας Καπελλά, Χώρα Καλύμνου 1973-74) Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ. 2569 (συλλογή Αντωνίας Κορφιάτη, Κάλυμνος 1974) Π.Α.Σ.Λ.χφ.αρ.2728(συλλογή Μαρίας Σεβασταπούλου, Χώρα Καλύμνου 1976) ΠΑ.Σ.Λ.χφ.αρ.2729(συλλογή Αγγελικής Γεωργιάδου, Κάλυμνος 1976)
-277-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ΙV-
ΚΑΤ’ ΕΠΙΛΟΓΗΝ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
•
Ἀγγελοπούλου-Βολφ Ἐρατοῦς, Ὁ ἀργαλειός˙ πρῶτα βήματα στήν τεχνική τῆς Ὑφαντικῆς, Ἐκδόσεις Δόμος, Ἀθήνα α. ε. Αδαμίδης Κωνσταντίνος, Ο Αργαλειός – Τα Τραγούδια του και οι Προλήψεις του, Θεσσαλονίκη 1991. Δημητρίου Νικόλαος, «Ἡ ὑφαντική τέχνη στή Σάμο», Λαογραφία, Τόμος ΚΗ΄, Ἐν Ἀθήναις 1972, σελ. 125-158. Δράκος Ν., Για το γλωσσικό ιδίωμα της Καλύμνου, εκδ. Αναγνωστήριο Καλύμνου «Αι Μούσαι», Αθήνα 1982 Κουκούλης Γ., Η Κάλυμνα της Ιστορίας, Αθήνα 1982 Κυριακίδου-Νέστορος Ἄλκη, Τά ὑφαντά τῆς Μακεδονίας καί τῆς Θράκης, Ἀθήνα 1965. Λουκᾶτος Δημήτριος, Εἰσαγωγή στήν Ἑλληνική Λαογραφία, Ἐκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Ἀθήνα 19924. Λουκόπουλος Δημ., Πῶς ὑφαίνουν καί ντύνονται οἱ Αἰτωλοί, Ἔκδ. Ἱστορικῆς καί Λαογραφικῆς Βιβλιοθήκης, ἀρ. 1, Ἀθήνα 1927. Μακρῆς Κίτσος, Ὑφαντική Νεοελληνική Χειροτεχνία, Ἀθήνα 19692. Μακρῆς Κίτσος, Νεοελληνική Χειροτεχνία, ἔκδ. Ἐθνικῆς Τραπέζης τῆς Ἑλλάδος. Ρόκου Βασιλική, Η Υφαντική Οικιακή Βιοτεχνία στο Μέτσοβο˙ 18ος αι.20ος αι., Εκδ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Ιωάννινα 1989. Σταμέλος Δημήτριος, Νεοελληνική Λαϊκή Τέχνη. Πηγές, προσανατολισμοί καί κατακτήσεις ἀπό τόν ΙΣΤ΄ αἰῶνα ὡς τήν ἐποχή μας, Ἀθήνα 19933. Τρικοίλης Σ. κ.α., Ιστορία και Πολιτισμός της Καλύμνου, εκδ. Επαρχείο Καλύμνου, α.ε. Φραγκάκι Εὐαγγελία Κ., Ἡ Λαϊκή Τέχνη τῆς Κρήτης. 3. Ὑφαντική καί Βαφική, Ἀθῆναι 1974. Φραγκόπουλος Ιππ., Ιστορία της Καλύμνου, τομ. Α-Β, Αθήνα 1952 Frazer James, Primitive Art, Oslo 1927. Χαβάκης Ιωάννης, Ὁ κρητικός ἀργαλειός καί τά κρητικά μεσαιωνικά καί μεταμεσαιωνικά ροῦχα, Ἡράκλειον Κρήτης 1955. Χατζημιχάλη Ἀγγελική, Ἑλληνική Λαϊκή Τέχνη – Σκῦρος, Ἀθῆναι 1957.
• • • • • • • • • • • • • • • • • •
-278-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
Εικ. 1 Αργαλειός (φωτ. Βολονάκης Μερκούριος)
-279-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Εικ. 2 Αργαλειός (φωτ. Βολονάκης Μερκούριος)
Εικ. 3 Η Πηνελόπη καθισμένη μπροστά στον όρθιο αργαλειό της. Διακρίνεται το σάβανο του γερο-Λαέρτη. Πλάϊ της όρθιος ο Τηλέμαχος (Φωτ. από το έργο Ελληνική Μυθολογία, τόμ. Ε΄, Εκδ. Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1987).
-280-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
Εικ. 4 Γυναίκα υφαίνει σε καθούμενο αργαλειό. Διακρίνονται η ανέμη και η σβίγα. (Φωτ. Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης).
Εικ. 5 Καθιστός αργαλειός, ανέμη και είδη υφαντών. (Φωτ. Λαογραφικού Μουσείου Κορίνθου).
-281-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Εικ. 6 Γριά με τουνούκλα και αδράχτι (Π.Α.Σ.Λ.χ.φ.α. 2728, συλλογή Μαρίας Σεβαστοπούλου, σ. 56).
Εικ. 7 Μίτωμα (Φωτ. Από το έργο της Άλκης Κυριακίδου-Νέστορος, Τα υφαντά της Μακεδονίας και της Θράκης, Αθήνα 1964).
-282-
Γιάννη Κουλλιά
Οι αδερφές (Μονόπρακτο)
ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Πρωτοκόρη, Γεροντοκόρη αδερφή, καθηγήτρια Γαλλικών. ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ:
Η ισορροπία της οικογένειας.
ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Η μικρότερη της οικογένειας. ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Ο τρις παντρεμένος οδοστρωτήρας της οικογένειας, χήρα. Μία κυρία περιποιείται το σαλόνι της και χτυπάει το κουδούνι. Πηγαίνει στην πόρτα και την ανοίγει. ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Καλώς τη Φανερούλα! ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Τι έγινε ρε Γιαννούλα; Να ανησυχώ; ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Η Στασούλα είναι έτοιμη να πουλήσει το οικόπεδο του Μασουριού και να δώσει τα φράγκα του στον Πανορμίτη την Σαϊτσά ν΄ ανοίξει μπαράκι! (αγανακτισμένα) ΦΑΝΕΡΟΎΛΑ: Τι; Από πού κι ως πού; ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Τη πλεύρισε εδώ κι ένα μήνα και της ήταξε γάμο! ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Τι; Θα κάουμε γαμπρό την Σαϊτσά; Ποιος σου το ΄πε; ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Η ίδια πριν μισή ώρα. ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Την ηλίθια. Σκέφτεται τέτοιο πράγμα;
-283-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ:Του το κρύβει για έκπληξη και μετά ’πο ένα χρόνο θα την παντρευτεί! ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Τι κάνουμε; ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Όπου να ’ναι έρχεται η Ζαχαρούλα να δούμε ίντα που θα κάουμε. ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Ένας νταβαζής ήλειπε ’πο την οικογένεια! Χτυπάει το κουδούνι και μπαίνει άλλη μία αδερφή. Ανοίγει η Γιαννούλα την πόρτα ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Πέρνα να δούμε τα χάλια μας.. ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Αρί ίντα που’ γινε και μου’ κοψες τα ποδάρια; ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Λοιπόν αερφή, η Στασούλα είναι στα σκαριά να πουλήσει το οικόπεδο του Μασουριού και να δώκει τα φράγκα στον Πανορμίτη τη Σαϊτσά να’ νοίξει μπαρ. ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Τιιιι; ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Φτό πού’ κουσες. ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Θα δώκει τα φράγκα του Μασουριού στην Σαϊτσά; (έκπληκτη) ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Ναι ρε Ζαχαρούλα! ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Εε ρε θα κάμω φόνο! ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Τα μπλέξανε εδώ κι ένα μήνα και της ήταξε γάμο μετά που θα του κάμει το μπαρ. Πέρναγα από το συμβολαιογράφο και ήβγαινε σκαρταρισμένη έξω! Κουβέντα στην κουβέντα μου το ξεφούρνησε. ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Ε ρε σήμερα δεν το γλιτώνει το καρύδωμα!
-284-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Ρε αυτή είναι επικίνδυνη! ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Σε λίγο θα ρθει από δω. Να της την πέσουμε μπας και ξεννοήσει! ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Ε ρε σήμερα θα κάμω φόνο! Αύριο θα γράψουσι οι εφημερίδες: Ο θάνατος της χαζοβιόλας! ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Και πώς καταδέχτηκε αυτή να’ ναι μαζί του; ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Φτάσε στα 45 με δίχως άντρα και πες μου μετά. ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Ηκαλοπήαν οι σπουδές. Να μην ήτο κόμα της Γαλλικής; Χτυπάει το κουδούνι, ανοίγει η Γιαννούλα και μπαίνει η Στασούλα ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Έλα ρε Στασούλα μου και μας λώλλανες! ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Σεβαστή παρακαλώ! Ααα...γιατί είστε όλες μαζί καλέ; ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Τους είπα για αυτά που μου’ πες. ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Θα σας το έλεγα σε όλες μαζί αλλά με πρόλαβε η Γιαννούλα. Ααχ αδερφούλες μου είμαι ευτυχισμένη! Βρήκα το νόημα της ζωής σε αυτόν τον άντρα. Σε ένα χρόνο, αφού γνωριστούμε καλύτερα θα παντρευτούμε! Δεν είναι ένα θαύμα αυτό που μου συμβαίνει; ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Θαύμα ή τραύμα; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Θαύμα Ζαχαρούλα μου, θαύμα! ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Τι άντρας είναι μαρή φτος που πρώτα ξεκοκκαλίζει την περιουσία της νύφης και μετά τάζει γάμο;
-285-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Ένας άντρας που γνωρίζει τις δυσκολίες του γάμου και θέλει να σιγουρευτεί ......και να μη με εκθέσει με ένα διαζύγιο.Ένας προσγειωμένος άντρας! ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Και σύ μια απογειωμένη που πιστεύεις ένα φυλακόβιο. Μαρή δεν καταλαβαίνεις ότι ο άνθρωπος σε θέλει για την περιουσία σου; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Δική μου είναι ότι θέλω την κάνω! ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Έτσι και σηκωθώ τώρα ολόρτη θα σε πατήσω στο λάρυγγα! (άγρια) Που’ σαι ρε μάννα να δεις τα καμώματά σου! ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Καλά ρε Στασούλα! Δεν λυπάσαι εμάς που τσιτσιριζόμαστε κάθε μήνα να τα φέρουμε βόλτα με τη φοιτήτριά μας, και λυπάσαι ένα βαρυποινίτη ζιγκολό; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Δεν έχετε δίκιο. Απλά πήρε τη ζωή του λάθος και ατύχησε συναισθηματικά. Δικαιούται μία δεύτερη ευκαιρία και πρέπει να του τη δώσω. Άλλωστε από την στιγμή που ανοίξαμε την καρδιά μας ο ένας στον άλλον, η ζωή μας έχει γίνει παράδεισος. ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Και πρέπει να του δώσεις την προίκα της Ζαχαρούλας μας για να ευτυχήσεις; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Αααα ..να με συγχωρείς! Εγώ φταίω που γραψε η μάννα όλα τα σπίτια και τα οικόπεδα στην πρωτοκόρη; ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Ρε άπονο πλάσμα, μου’ ταξες για δε μου’ ταξες το πατρικό του Μασουριού μετά θάνατο στην κόρη μου; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Στο’ ταξα! ...σε περίπτωση που δεν φτιάξω τη ζωή μου. ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Και την ήφτιαξες με το βαρυποινίτη;
-286-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Αχ είναι καλός Ζαχαρούλα μου! Με προσέχει, με αγαπά, μου λέει γλυκόλογα, θα πάμε ταξίδια, έχει γυμνασμένο σώμα και θα κάνουμε και παιδάκι. ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Δεν τον γλιτώνω τον φόνο! (έκπληκτη) ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Με 5 χρόνια στην οστεοπόρωση θα κάμεις παιδί ρε Στασούλα; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Α μην το λες. Η επιστήμη κάνει θαύματα στις μέρες μας. Κι αν ω μη γένοιτο κάτι στραβώσει, θα νοικιάσουμε, συγγνώμη, θα υιοθετήσουμε ένα! Ένα παιδί θέλει και πατέρα και μάννα! ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Ηταχτοποίησε τα 5 πού’ χει, το έχτο τον ημάρανε!Μαρί ξέρεις ότι ήτανε νταβαζής στην Τρούμπα; Τα Καλυμνάκια ηπηαίνασι με ραντεβού! ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Κατ’ αρχάς, το διαζύγιο από τη γυναίκα του δεν το έχει πάρει! ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Αυτός δεν είναι που’ νοιξε το μπαράκι στον Άη Μάμμα με τις Ρωσσίδες και τις μαύρες; ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Στα εγκαίνιά του, μια Κυριακή του Πάσχα, ηβγάλασι τα ανάμια όλη η αφρόκρεμα 3 η ώρα το πρωί, ποιος πελάτης θα πρωτοεξυπηρετηθεί; ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Τη γιαγιά του Χωριού αυτός δεν την ήστειλε στο νοσοκομείο; ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Στον πισινό του δεν έχει μια σφαίρα από κυνηγητό της αστυνομίας; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Τι μου λέτε βρε παιδιά; ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: : Την αλήθεια Στασούλα μου! Όποτε ητσαντίζουντο μικρός ήσφαζε ένα πετεινό για εχτόνωση!
-287-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ :Τις φλέβες του δεν τις ήκοψε 2-3 φορές για να εκβιάσει τη μάννα του να του δώκει φράγκα; ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Ούλο του το σώμα δεν έχει καμμιά εκατοστή σκάγια από ένα τσομπάνο που του κλεβε αρνιά; ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Δεν πήρε μέχρι χρήματα για δολοφονία; αλλά μπρόλαβε και πέθανε ο παρ ολίγον δολοφονημένος; ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Το σπίτι της αερφής του δεν το ’ καψε ’ πό τα νεύρα του που δεν ήβρε φράγκα; ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Δεν ημαχαίρωσε μια μαύρη στο μάουλο, γιατί ηνόμιζε ότι τον ήκλεβε; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Τι μου λέτε βρε παιδιά; ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ:Την αλήθεια Στασούλα μου! Την συγχωρεμένη την πρώτην του γυναίκα, παραλίο δεν θα την ήσφαζε; ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Συνέχεια δεν μπαινοβγαίνει στις φυλακές για ναρκωτικά; ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Δεν ηκοιμούντο μια εποχή σ’ ένα τάφο κι ηκόψασι οι νεκροί’ πο δίπλα του; ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Την δουλειά του πατέρα του δεν την ήχασε στο ζόγο; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Ελάτε βρε παιδιά! Μην πιστεύετε ότι ακούτε, η κοινωνία είναι κακιά! ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Δηλαδή ρε Στασούλα ήμαστε εμείς οι στρίγλες που θέλουμε να δυστυχήσεις στη ζωή σου και είναι αυτός ο καλός; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Όχι ρε Γιαννούλα μου, αλλά δεν πρέπει και εγώ να εκμεταλλευθώ τις ευκαιρίες που μου δίνει η ζωή; -288-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Μπράβο ρε κοπέλλα μου! Να εκμεταλλευθείς, όχι να σε εκμεταλλευθούνε! Άμα για κάθε ευκαιρία, ηχάριζε η Ζαχαρούλα μας ’ πο ένα σπίτι, θα χαμε 3 σπίτια χασούρα μέχρι τώρα. ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Έχει άδικο η Φανερούλα; Η μήπως ήπρεπε να πληρώσω τον κάθε ταμνά με ένα σπίτι; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Δεν έχει άδικο..αλλά δεν πρέπει να δώσω μια ευκαιρία σε κάποιον που με κάνει ευτυχισμένη; ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Κάτσε ρε Στασούλα! Και πόσο πρέπει να πληρώσεις έναν άντρα για να τον έχεις δίπλα σου; Δως του κανα ψίχουλο στην αρχή να τον δοκιμάσεις και βλέπεις. Άν το αξίζει κάμε του το κομματάκι μετά. ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Κι άμα δεις ότι είναι άξιος για το κομματάκι και σ΄αγαπάει πραγματικά, δως του και ολόκληρη την πίτθα. ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ:Μόνο πίτθα; ....και την πίτθα, και τη σαλάτα και το κυρίως πιάτο και το φρούτο και το ψυγείο και ότι θες ρε παιδί μου ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Έχουμε άδικο; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Δεν έχετε άδικο ...αλλά ..δεν πρέπει να του συμπαρασταθώ; ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Ανοίγοντάς του ένα μπαρ με άσπρες μαύρες και κίτρινες δυστυχισμένες; Θέλει τα φτα ο Θεός ρε Στασούλα μου; ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Ηξεχάσατε ότι ο Θέμελής μας ήπηε 3-4 φορές σε κείνο το μπαρ; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Τιιιι; Πήγε ο γυιος σου (βλέπει την Ζαχαρούλα) σε τέτοιο μπαρ; Έχασα πάσα ιδέα για τον Θέμελη!
-289-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Μαρί ξεκαρφωμένη,... ήχασες πάσα ιδέα για το γυιο μου που ήπηε σαν κοπέλλι στις γυναίκες; ...και δεν έχεις να κάμεις με τον εαυτό σου που ετοιμάζεσαι να νοίξεις σε ένα εγκληματία ένα παλιόμπαρο; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Μα δεν θα είναι τέτοιο μπαρ, θα είναι σοβαρό! Θα το διαφημίσουμε στα ραδιόφωνα και στις τηλεοράσεις, θα δώσω προσκλήσεις σε όλους τους πολιτικούς, τους καθηγητές και στους φορείς των συλλόγων! Θα το ονομάσουμε «mon amour» να θυμίζει την αγάπη μας. ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Και γιατί δεν το γράφεις στο όνομά σου και να τον βάλεις να το δουλεύει εκείνος; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Α πα πα! Για να τρέχω με την εφορία; Θεός φυλάξοι! ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Τότε γράψε το πάνω μου να το διαχειρίζομαι εγώ και όταν δούμε ότι είναι άξιος να το κρατήσει τότε του το μεταβιβάζω. ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Και να νομίσει ότι δεν του έχω εμπιστοσύνη; Δεν γίνονται αυτά. ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Και πώς κολλάει η καθηγήτρια Γαλλικών με τον βαρυποινίτη; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Όπως η λαίδη με τον αλήτη! Αυτό δεν είναι και το αγαπημένο μου μίκυ μάους; ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Δεν τον γλιτώνω τον φόνο σήμερα.. ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Απορώ πως δεν σε χτύπησε ακόμα! ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Με ψιλοχτύπησε ... αλλά στα νεύρα του. ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Πως σε χτύπησε;
-290-
Λ A Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Άργησα μια φορά να του πάω φαγητό και μου έδωσε ένα χαστούκι από τα νεύρα του. Δεν ήταν κάτι σημαντικό! ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Πόσες φορές έγινε αυτό συνολικά; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Συνολικά απο την αρχή, αρχή; ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Από την αρχή- αρχή. ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Από την αρχή-αρχή 1....2....3...4 φορές και μία φορά που με κλώτσησε... αλλά πάνω στα νεύρα του. Όχι κάτι σημαντικό! ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Και πόσα χρήματα του έδωσες μέχρι τώρα; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: 1500 ευρώ να ντυθεί και να παπουτσωθεί, άλλα 1000 για να φτιάξει την μηχανή του και άλλες 2000 για να πληρώσει το ρεύμα και το νερό που ήτανε κομμένα. Να μην τον δείτε ρε αδερφές ντυμένο και παρφουμαρισμένο! Έτσι αθλητικός που είναι σαν ηθοποιός μοιάζει! ΦΑΝΕΡΟΥΛΑ: Και περνά η Βικτωρούλα μας με τρεις κι εξήντα; ..και διαθέτεις τα χιλιάρικα σου σε ένα χασικλή; ΣΤΑΣΟΥΛΑ:Αααα.. Αυτά ήταν απαραίτητα για να μπορώ να τον κυκλοφορήσω! ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Δεν τον γλιτώνω το φόνο σήμερααα... ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Ρε Στασούλα! Τί άντρας είναι αυτός που δέρνει και κλωτσά μια μορφωμένη γυναίκα χωρίς λόγο; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Ζόρικος! Οn viril! ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Και ο άντρας ο δικός μου, της Φανερούλας και οι πρώην της Ζαχαρούλας μας δεν ήταν άντρες επειδή δεν μας δέρνανε;
-291-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ΣΤΑΣΟΥΛΑ; Ήτανε ...αλλά... ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ: Αλλά; ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Αλλά δεν ήτανε ζόρικοι! ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Δεν τον γλιτώνω τον φόνο σήμερα! ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Άλλαξα αδερφές! Νοιώθω τη ζωή να βράζει μέσα μου! Η γυναίκα μέσα μου φωνάζει : ζήσε τη ζωή που σου ανήκει, πιάσε το απόλυτο αρσενικό από τα κέρατα και μην το αφήσεις με τίποτα! Μόνο στον εαυτό σου έχεις υποχρέωση! ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Τώρα που θα σε πιάσει το απόλυτο θηλυκό από το σκουλί και θα σε ματζήσει θα δεις. Σηκώνεται να την πιάσει και τρέχουνε γύρω γύρω. ΣΤΑΣΟΥΛΑ: Τι έπαθες Ζαχαρούλα μου; ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Θα σε κάμω μαρή λωλλή κι ανέραστη να κούεις Ζαχαρούλα και να σε ψάνει τσιλιό. Χτυπάει το κινητό της Στασούλας, σταματά το κυνηγητό και απαντά στο τηλέφωνο ΣΤΑΣΟΥΛΑ: (γλυκά) Έλα αγάπη μου... ....(έξαλλα) Τιιιιιιι; Γύρισες στην γυναίκα σου; Ααχ αδερφές μου, παρηγορείστε με. ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ: Έλα αγάπη μου ηρέμησε! (την αγκαλιάζει, ενώ οι υπόλοιπες σταυροκοπιούνται κράζοντας Δόξα σοι ο Θεός)
-292-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
-294-
ΧΡΟΝΙΚΑ
Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Η Μ Α Τ Α
ΠΕΖΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ
Φθινοπωρινά γαλήνια στον κόλπο του Εμπορειού Φωτογραφία: Μιχάλης Πάου
-295-
Εκκλησάκια στο Κάστρο της Χώρας: Άγιος Νικόλαος και Κοίμηση της Θεοτόκου Φωτογραφία: Γιάννης Κουλλιάς
Γιάννη Μ. Πουγούνια
Η Φανίτσα1 «Πάλι λαχανίδες έχομε;…», γκρινιάζει ο Αντωνάκης, μόλις είδε το φαγητό που έβαζε η μάνα του στα πιάτα. «Δε λες ένα ευχαριστώ στον Θεό, παιδί μου, που κατάφερε ο μπαμπάς να βρει κι αυτές!» «Άλλα παιδιά δεν έχουν ούτε λαχανίδες στο σπίτι τους», λέει ο πατέρας. «Επήγα στα περιβόλια, και με χίλια παρακάλια μου δώσανε ξανά λαχανίδες. Κι αυτές τις δίνουν πανάκριβα, ούτε κρέας φιλέτο να ήτανε…». Κάνουν το σταυρό τους, ο πατέρας, καθηγητής θεολόγος, η μάνα και τα τέσσερα παιδιά τους – το μεγαλύτερο ο Αντώνης, δέκα χρονών, κι αρχίζουν το μεσημεριανό φαγητό. Σε λίγο, τα πιάτα όλα είχαν αδειάσει… «Το λάδι τελειώνει πάλι», λέει η μάνα. «Ένα δάκτυλο έχει μείνει μέσ’ στο μπουκάλι…» «Δύσκολες μέρες…», αναστενάζει ο πατέρας. «Ο Θεός να βάλει το χέρι Του, να τελειώσει σύντομα ο Πόλεμος…» Τα παιδιά κάνουν το σταυρό τους και σηκώνονται. Και, σαν αστραπή, πετιούνται έξω απ’ το σπίτι, να βρούνε τους συντρόφους τους. «Το βράδυ θα δοκιμάσω πάλι. Θα ξαναπάω στον μαυραγορίτη. Θα τον παρακαλέσω να μου δώσει ένα τενεκέ λάδι. Πιστεύω να τα καταφέρω αυτήν τη φορά…» 1
Από την ανέκδοτη συλλογή του παιδικών διηγημάτων «Παιδικά της Κατοχής».
-297-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
«Και πώς θα τα καταφέρεις τώρα με τον αντίχριστο;..» «Θα του δώσω το χρυσό μου ρολόι…» (Ήταν παλιό ρολόι της τζέπης, χρυσό, με χοντρή χρυσή καδένα. Κειμήλιο οικογενειακό. Το είχε φέρει ο πατέρας του από τη Ρωσία, όπου είχε στρωμένη καλή δουλειά, στα προεπαναστατικά χρόνια. Χιλιάδες μετανάστες, μόνο από την πόλη του Αντωνάκη, είχε στη χώρα του τσάρου: Ήταν φτωχομάνα τότε η αγία Ρωσία…) Η γυναίκα πετιέται πάνω στο κάθισμά της: «Το ρολόι σου; Μα αυτό είναι κειμήλιο από τον πατέρα σου. Έπειτα, αυτό κάνει μια ολόκληρη περιουσία, και θα το δώσεις για ένα τενεκέ λάδι;» «Τα παιδιά, Μαρία, είναι χλωμά, σκελετωμένα…Δεν πρέπει να τους λείψει, τουλάχιστο το λάδι…Τα ρολόγια ξαναγίνονται – μπόρα είναι και θα περάσει…» *** Ο Αντωνάκης είναι το πιο ζωηρό παιδί της γειτονιάς, ανάμεσα στα συνομήλικά του. Στο τρέξιμο, στο πήδημα, στις σκανταλιές, δεν μπορεί κανένα άλλο παιδί να του παραβγεί…Σε όλα τα παιχνίδια είναι ο αρχηγός. Αλλά είναι και επιδέξιος και εφευρετικός. Φτιάχνει μπάλες με παλιά πανιά, για όλη τη μικροπαρέα της γειτονιάς, φτιάχνει καραγκιόζηδες με χαρτόνι, που χοροπηδάνε σ’ ένα μικροσκοπικό ξύλινο μονόζυγο – και τι δε μηχανεύεται;… Ένα απόγευμα, μικροί και μεγάλοι συντρόφοι ένοιωσαν έντονη μυρωδιά καμένου λάστιχου, και είδαν να βγαίνει μαύρος καπνός μέσα από τα ερείπια ενός γκρεμισμένου από τους βομβαρδισμούς σπιτιού. Ετρόμαξαν όλοι και τρέχουν να δουν τι συμβαίνει. Μπαίνουν μέσα στα χαλάσματα. Μια λαστιχένια ρόδα, κρεμασμένη μ’ ένα σύρμα, καιγόταν. Και ο Αντωνάκης τους υποδέχεται, γελαστός και με μουτζουρωμένο το πρόσωπο του. Αφού κάηκε το λάστιχο, έμεινε ο μεταλλικός κύλινδρος. -298-
Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Η Μ Α Τ Α
Αυτόν ήθελε ο Αντώνης μας. Είχε έτοιμο μπροστά του ένα ωραιότατο «κύλιντρο». Με αυτό θα εθάμπωνε όλους τους φίλους του. Ήταν λεπτό, λείο και ολοστρόγγυλο, θα κυλούσε άνετα. Όχι σαν του Αριστείδη (είναι ο αντίπαλός του στην αρχηγία της παρέας) που’ ναι χοντρό και βαρύ και γεμάτο «κόμπους», που συνέχεια σκοντάφτει πάνω τους ο «γαζουνάς»..θα φτιάξει ο Αντωνάκης κι ένα «γαζουνά» ωραίο, με σκληρό σύρμα, για να μη λυγίζει. Και τότες θα κυλά το «κύλιντρο» του, καμαρωτός – καμαρωτός μπροστά στα έκθαμβα μάτια τού Αριστείδη και των άλλων παιδιών. Ε, κάπου – κάπου, θα τους δίνει να κάνουν κι εκείνα καμιά βόρτα – τι στο καλό αρχηγός είναι;…Και, βέβαια, θα δίνει και στον αδελφό του το Γιάννη και στη μεγαλύτερη αδελφή του την Πόπη – τα καταφέρνει μια χαρά, αν και είναι μόνο έξι χρονών. Στην άλλη του αδελφούλα, τη Ζωίτσα, τεσσάρων χρονών, θα της το δίνει κι εκείνης να το κυλάει με τα χεράκια της μεσ’ στην αυλή τους. Γιατί η Ζωίτσα είναι η αδυναμία τού Αντώνη. Αλλά και όλοι στην οικογένεια αγαπούν ξέχωρα τη Ζωίτσα, που’ ναι το πιο μικρό. Και είναι πολύ όμορφο κοριτσάκι. Με γαλανά ματάκια και κάτι ξανθές μπουκλίτσες γύρω στο κεφαλάκι του. Αλλά κι άλλη μια αδυναμία έχει ο Αντώνης, τη Φανή. Η Φανίτσα είναι ένα πολύ όμορφο κι αυτό κοριτσάκι, οκτώ χρονών. Είναι δυο μήνες που ήρτε στη γειτονιά τους μαζί με τη μάνα της. Αμέσως κατέκτησε την καρδιά τού Αντώνη. Ίσως γιατί μοιάζει καταπληκτικά με τη Ζωίτσα του. Και η Φανίτσα είναι ολόξανθη, με χρυσές μπούκλες και κάτι μεγάλα πράσινα μάτια. Αυτά τα μάτια έκαμαν αμέσως εντύπωση στον Αντώνη και σ’ όλα τα παιδιά. Αλλά και στους μεγάλους: Είναι τόσο θλιμμένα και τρομαγμένα… Όλων των παιδιών τα μάτια, μα και των μεγάλων, είναι τρομαγμένα και θλιμμένα, τα μαύρα αυτά χρόνια τού Πολέμου και της Κατοχής. Όμως της Φανίτσας τα ματάκια μια μόνιμη θλίψη κι ένας συνεχής φόβος τα σκιάζουν πάντα. Ακούστηκε ανάμεσα στους μεγάλους πως ήρθαν εδώ στήν -299-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
πόλη, να κρυφτούν, να ξεχαστούν από τους συνεργάτες των Γερμανών, που πουλούσαν τη συνείδησή τους, τους συμπατριώτες τους και την ίδια την Πατρίδα στους τυράννους, με αντάλλαγμα χρυσές λίρες και την καλοπέρασή τους. Αυτό γινόταν σε όλη την Ελλάδα, και πλημμύρισαν οι πόλεις και μάλιστα η Αθήνα από τους χωρικούς, που ένοιωθαν μέσ’ στην πόλη πιο μεγάλη ασφάλεια… Και στο χωριό λοιπόν της Φανίτσας δεν τους άφηναν σε χλωρό κλαρί οι «γερμανοτσολιάδες». (Τους έλεγαν έτσι τους «έλληνες» συνεργάτες των Γερμανών , γιατί φορούσαν ένα είδος φουστανέλας – μολύνοντας την ηρωική αντρική στολή των στεριανών ηρώων τής Τουρκοκρατίας και της Επανάστασης του Εικοσιένα). Τον πατέρα της Φανίτσας (πήρε τ’ αφτί τού Αντώνη να λέει ο πατέρας του στη μάνα του) τον εσκότωσαν οι γερμανοτσολιάδες, αφού τον εβασάνισαν πολλή ώρα, μέσα στο σπίτι τους, μπροστά στα μάτια της γυναίκας του και του κοριτσιού του…Το.. έγκλημα του;: είχε πολεμήσει στην Πίνδο για την Ελλάδα, κατά των Ιταλών, και συνέχισε να πολεμά τους κατακτητές, μέσα στις πόλεις και στα βουνά, για την λευτεριά της Ελλάδας, στην πανίερη Εθνική μας Αντίσταση… Μια λύπη και μια βαθειά αγάπη για τη Φανίτσα χύθηκαν μεσ’ στην ψυχή τού Αντώνη, ακούγοντας τα τρομερά αυτά πράγματα… Είχε και τρεις αδελφούς η Φανή, πολύ πιο μεγάλους της. Οι δύο σκοτώθηκαν, οι μεγαλύτεροι, στην Πίνδο, για την Ελλάδα. Και ο τρίτος, 18 χρονών παλικάρι, εδούλευε στην Αντίσταση. Μετέφερνε μηνύματα και ό,τι άλλο στους αντάρτες. Τελικά, όταν τον εμυρίστηκαν οι χαφιέδες, ανέβηκε κι έμεινε στο βουνό. Πολεμούσε τους γερμανούς και τους τσολιάδες, σαν μεγάλος; Ζει και πολεμά για την «τρισάκριβη τη Λευτεριά»; Σκοτώθηκε;…- κανένας δεν ξέρει… *** Και στη Φανίτσα λοιπόν έδινε ο Αντωνάκης το κύλιντρό -300-
Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Η Μ Α Τ Α
του, να παίξει, να χαρεί…Και, κάθε φορά, η Φανίτσα του το ανταπέδιδε μ’ ένα χαμόγελο, και τα πράσινα ματάκια της φωτίζονταν χαρούμενα. Έπαυαν να’ ναι θλιμμένα. Και ο Αντωνάκης ένοιωθε τότε μια παράξενη χαρά μέσα του… Αλλά έχει και επιχειρηματικό πνεύμα ο Αντωνάκης μας! Γιατί τ’ άλλα παιδιά του ζητούσαν επίμονα να κάνουν βόλτες με το κύλιντρό του. Δεν έπαιρνε σειρά να παίξει κι εκείνος. Και τότε σκέφτηκε να βάλει…τέλη κυκλοφορίας, ή μάλλον ενοίκιο. Και η ταρίφα ήταν μια φούχτα λουμπουνάρια (λούπινα) ή μια φούχτα ξερά σύκα ή τρία χαρούπια ή δέκα αμύγδαλα για τρεις βόρτες γύρω – γύρω στο μεΐτάνι της γειτονιάς. Κι έτσι περιορίστηκε η ……ζήτηση του κύλιντρου. Στη Φανίτσα όμως το’ δινε πάντα….δωρεάν. Αντίθετα μάλιστα, μοιραζόταν μαζί της, και με τ’ αδέρφια του, τα….κέρδη. Γιατί μερικά παιδιά ήτανε… πλούσια: είχανε στο σπίτι τους λουμπουνάρια, άλλα πάλι σύκα ή χαρούπια, και όλα είχαν αμύγδαλα. Και με τ’ αμύγδαλα, εκτός του ότι ήταν ζηλευτή τροφή, έπαιζαν κιόλας μ’ αυτά: Τα έβαζαν χάμω, στη σειρά, και τα σημάδευαν είτε με τους βώλους, είτε με τις «αμάδες». Αλλά, γενικά, ήταν τ’ αμύγδαλα το ανταλλάξιμο είδος σε όλα τα παιχνίδια τους, κάτι δηλαδή σαν το χρήμα και τις χρυσές λίρες των μεγάλων. Έτσι οι πιτσιρικάδες και έπαιζαν μεταξύ τους με τ’ αμύγδαλα και έβαζαν κάτι στο στόμα τους, που πάντα πεινασμένο ήταν… *** Ένα απόγευμα, Απρίλης ήταν και Σαρακοστή, μοσκοβόλαγε ο αγέρας λουλούδια απ’ τις γλάστρες στις αυλές και τους κήπους, αγριολούλουδα στα χωράφια και πορτοκαλολεμονανθούς στα περβόλια… Ζαλισμένος ο Αντωνάκης από τις ευωδιές και από το παιχνίδι με το κύλιντρο, τράβηξε πέρα από τα τελευταία σπίτια, μπήκε στο χωματόδρομο, με τα χωράφια πλάι του να τρέχουν προς τα πίσω. Όταν κουράστηκε, σταμάτησε να πάρει ανάσα. Και τότε, τι βλέπει; σ’ ένα χωράφι δεξιά του, λίγο πιο πέρα απ’ το χωματό-301-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
δρομο, πήχτρα οι κουκιές. Και κατάφορτες λυγίζουν προς τη γη, απ’ τον πολύν καρπό, κι ήταν κάτι θεόρατα κουκιά! Κόβει ένα τ’ ανοίγει, πέντε μεγάλες και τρυφερές ψύχες, τις καταβροχθίζει με απόλαυση. Ξαναπιάνει το κύλιντρό του τρέχει τώρα πιο γρήγορα, επιστρέφοντας στο μεϊτάνι τής γειτονιάς του. Τον περίμεναν με αγωνία δεκαπέντε παιδιά, για να κάμουν κι εκείνα τη βόλτα τους. Μαζί τους και τα δυο του μεγάλα αδέρφια και η Φανίτσα. Τους ανακοινώνει θριαμβευτικά, αλλά και συνωμοτικά, την ανακάλυψή του. Αληθινό κελεπούρι. Και αποφασίζεται στα γρήγορα η….. επιδρομή… Μπροστά ο Αντώνης με τον κύλιντρο και πίσω του ο Αριστείδης— τον έχει παραδεχτεί τον Αντώνη για αρχηγό— και τ’ άλλα τα παιδιά. Φτερά είχαν τα πόδια τους. Βγαίνουν απ’ την πόλη. Πάνε τώρα πιο σιγά. Κοιτάζουν γύρω τους τα χωράφια. Σε όλον το χωματόδρομο, στις άκρες, μαργαρίτες κίτρινες και ασπρολούλουδα και παπαρούνες φλόγινες. Τα κορίτσια, μαζί και η Φανίτσα, χασομερούν και μαζεύουν λουλούδια. Όταν γέμισαν τα χεράκια τους, τρέχουν να προφτάσουν τ’ αγόρια. Φτάνουν στο χωράφι με τα κουκιά. Τα κορίτσια ακουμπούν τα λουλούδια πάνω στο φράχτη. Και, όλοι μαζί, ρίχνονται, με χαρούμενα ξεφωνητά, απάνω στις κουκιές, ωσάν ακρίδες πεινασμένες. *** Ήταν όλα γύρω όμορφα και γαλήνια. Απόγευμα γλυκό τ’ Απρίλη. Τα χελιδόνια σπαθίζουν τον αγέρα, διάφορα μικροπούλια χαμοπετούν και κελαϊδούν χαρούμενα, γλυκά, και από πάνω ένας ουρανός, καλωσυνάτος σαν ασπρομάλλης παππούς, χαμογελά βλέποντας τα παιδιά, με τα χαρούμενα δικά τους κελαδήματα, να τρέχουν εδώ, να πηδούν εκεί, και να κόβουν τα κουκιά. Να τ’ ανοίγουν και να τρώνε ασταμάτητα τις λαχταριστές ψύχες. Μερικά παιδιά, τα πιο μικρά, εχόρτασαν και σταμάτησαν.
-302-
Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Η Μ Α Τ Α
Τ’ άλλα συνεχίζουν. Ο Αντωνάκης βρίσκεται πάντα κοντά στη Φανίτσα. Όταν βρει κανένα πιο όμορφο κουκί, ίσιο και μεγάλο και τρυφερό, της το δίνει. Εκείνη το παίρνει ανταποδίδοντάς του ένα χαμόγελο, και ο Αντώνης νοιώθει μέσα του μια παράξενη χαρά. Βλέπει και τα ματάκια της Φανίτσας, όταν του χαμογελά, ν’ αστράφτουν χαρούμενα, να μην έχουν πια εκείνη τη θλίψη… Εχόρτασε και η Φανίτσα και σταματά. Κι όλα τ’ άλλα παιδιά είχαν χορτάσει, και σταμάτησαν. Και ο … αρχηγός παίρνει το λόγο: «Ε…, εντάξει. Καλά ήτανε. Καλά φάγαμε μεις… ,τώρα να κόψουμε κι άλλα, να τα πάρουμε στα σπίτια μας, να φάνε και οι γονείς μας και τ’ αδέρφια μας». Όλα τα παιδιά ξαναρίχνονται στη … συγκομιδή κουκιών. Χαρούμενα όλων τα προσωπάκια τους. Τα χεράκια τους γεμίσανε κι αυτά κουκιά, όσα μπορούσαν να χωρέσουν. Ξαναδίνει το σύνθημα ο αρχηγός , για την αναχώρηση τώρα: « Εντάξει, παιδιά .., καλά περάσαμε.., ωραία ήταν. Πάμε τώρα σπίτια μας. Κι όποτε τα ξαναεπιθυμήσουμε, ερχόμαστε πάλι…» Τώρα, στην επιστροφή, δεν μπορεί να κυλά το κύλιντρο. Το περνά στους ώμους του, χώνει το γαζουνά στη βρακοζώνη του, παίρνει τα κουκιά του στις φούχτες του, και πάνε να ξεκινήσουν. Όλα τα παιδιά ξεκίνησαν, η Φανίτσα μένει ακίνητη. Γυρίζει, την κοιτάζει ο Αντώνης. Τα κουκιά πέφτουν απ’ τα χέρια του, όπως και της Φανίτσας είχαν πέσει στο χώμα. Ορμά κοντά της, την πιάνει απ’ τους ώμους, τη βλέπει πολύ χλωμή. Πιο χλωμή από ό,τι ήταν μέχρι λίγο πριν, όπως είναι όλα τα παιδιά της Κατοχής, από την κακοπέραση και την αβιταμίνωση. «Τι έχεις Φανίτσα μου;», τι ρωτά ανήσυχος. «Δε νοιώθω καλά…», λέει και καθίζει πάνω σε μια πέτρα, ακουμπώντας στο φράχτη. Τρομάζει ο Αντώνης, σκύβει κοντά της.
-303-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
« Αντωνάκη…», ψελλίζει μόνο η Φανίτσα. Γέρνει στο πλάι το κεφαλάκι της με τις χρυσές μπούκλες. Τα θλιμμένα πράσινα ματάκια της, που ήταν λίγο πριν χαρούμενα, τώρα κλειστά. Για πάντα… «Φανίτσα..», φωνάζει ο Αντωνάκης σπαρακτικά. Την πιάνει από τους ώμους. Κλαίει με λυγμούς. Πιάνει το κεφαλάκι της, το κρατά όρθιο. Κλειστό το στοματάκι της, που του χάριζε το γλυκό χαμόγελό της, κλειστά τα θλιμμένα, τα πράσινα ματάκια της, που τον ελούζανε με το φως τους. Πού να το ‘ξερε ο Αντώνης ότι τα κουκιά, για μερικούς, είναι θανατηφόρα. Ότι τα κουκιά, που είχε ανακαλύψει εκείνος, θα σκότωναν τη Φανίτσα, τη Φανίτσα του. Και θα’ κλειναν για πάντα τα υπέροχα, τα θλιμμένα πράσινα ματάκια της!… Γιάννης Μ. Πουγούνιας
(Στη μνήμη του Λυκειάρχη μου, μακαρίτη Αντώνη Γ. Μαμμή, ο οποίος μου είχε αφηγηθεί το θάνατο από κουκιά μιας γειτονοπούλας του στην Κατοχή)
-304-
Μιχάλη Γ. Κώτη
Θαλασσινή Τραγωδία
Ε
ίχε περάσει πάνω από μισάωρο που είχαμε αφήσει το λιμάνι της Σύμης, με προορισμό τη Ρόδο. Πηγαίναμε για δουλειές με τον πατέρα μου. Κάπου ανάμεσα στον πρώτο κάβο της Τουρκίας και στο νοτιοανατολικό της Σύμης που καταλήγει σε δυο τρία ερημονήσια, βλέπω τον πατέρα μου να κινεί το κεφάλι πέρα δώθε, στο πρόσωπό του να σχηματίζονται μορφασμοί και γκριμάτσες και από μέσα του να βγάζει βαθύ αναστεναγμό. « Τι έχεις πατέρα, τι σου συμβαίνει; », τον ερωτώ. Εκείνος αναστέναξε ακόμα πιο βαθιά, οι γκριμάτσες και οι μορφασμοί στο πρόσωπό του πολλαπλασιάστηκαν και, συνεχίζοντας να κινεί το κεφάλι, αποκρίνεται: «Κάθε που περνώ αυτά τα νερά, γιέ μου, μου έρχονται στο νου θύμησες και αναμνήσεις που μου μαυρίζουν την καρδιά!» Αυτά κατάφερε να πει και τόνε πήρε το παράπονο. τα μάτια του βούρκωσαν, σχηματίστηκαν κόμποι τα δάκρυα και κύλησαν στα ζαρωμένα του μάγουλα. « Κάτι το συνταρακτικό θα πρέπει να συνέβηκε στο μέρος αυτό, για να σε αναστατώσει τόσο!... Εάν δεν σε πειράζει, θα ήθελα να το ακούσω. Έπειτα, θα είναι και ένας τρόπος για να σπάσει η μονοτονία και η ανία του ταξιδιού. Τι λες; » « Δε θα σου χαλάσω το χατίρι, γιέ μου, αν και ξέρω ότι θα μελαγχολήσω με το ανασκάλεμα ενός τόσο θλιβερού γεγονότος που συνέβη πριν από περίπου μισό αιώνα. Ήμουνα ναύτης στο ιταλικό επιβατηγό πλοίο “Φιούμε”, όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος », άρχισε να αφηγείται ο πατέρας μου με κείνη την παραστατικότητα -305-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
που χαραχτηρίζει το λόγο του θαλασσινού. «Έκανε τη γραμμή Δωδεκανήσου, που ήταν τότες υπό ιταλική κατοχή. Με το έμπα του πολέμου έστησε στην πλώρη ένα μικρό πυροβόλο όπλο, για την ασφάλειά του, όπως ισχυριζόταν ο καπετάνιος του. Κάτι, όμως, που εθεωρείτο παράνομο και απαγορευόταν από το διεθνή ναυτικό κανονισμό. «Ανάλαβε να μας συνετίσει το υποβρύχιο “Παπανικολής”, αυτό ακούστηκε πως ήταν. Σε ένα ταξίδι μας, θυμάμαι, πρόβαλε στην επιφάνεια και ο πλοίαρχός του είπε στο δικό μας με ύφος αυστηρό να βγάλει το πυροβόλο, γιατί απαγορεύεται σε επιβατηγό να το έχει. Δυστυχώς δεν το βγάλαμε!... «Για δεύτερη φορά προβάλλει, ύστερα από μέρες, σε κάποιο άλλο ταξίδι μας, και κάνει προσεχτικό τον καπετάνιο μας, με ύφος αυστηρότερο τώρα: “Την τρίτη φορά θα σου ρίξω τορπίλη απροειδοποίητα, έτσι και δε σεβαστείς τους διεθνείς κανονισμούς και εξακολουθήσεις να έχεις το πυροβόλο στημένο στην πλώρη σου. Και είναι κρίμα να πάρεις τόσες αθώες ψυχές στο λαιμό σου!” Αυτά είπε και το υποβρύχιο βούλιαξε στα μαύρα νερά της θάλασσας. «Εμείς συνεχίσαμε δυστυχώς να ταξιδεύομε με το πυροβόλο στημένο στην πλώρη τού Φιούμε. Κι έγινε αυτό αιτία να συμβεί ένα από τα τραγικότερα πολύνεκρα ναυάγια της εποχής εκείνης. Μαυρόντυσε σπίτια και σπίτια, οικογένειες πολλές, της Δωδεκανήσου κυρίως. «Όλα ήταν έτοιμα για αναχώρηση από το λιμάνι τής Ρόδου. Για ένα ταξίδι συνηθισμένο, που δε διέφερε από εκατοντάδες προηγούμενα. Τίποτε δεν προμήνυε τον ερχομό θλιβερών γεγονότων. Αντίθετα μάλιστα, όλα, και ιδιαίτερα οι καλές καιρικές συνθήκες, υπόσχονταν ταξίδι ονειρικό σε πλήρωμα και επιβάτες. Μύριζε άνοιξη. Θάλασσα, ουρανός και αέρας συναγωνίζονταν σε καλοσύνη... Θάλασσα - λάδι σε ταψί, ουρανός - καθρέφτης, αγέρι - χάδι βελούδινο! Κι ένας ήλιος που μοίραζε θαλπωρή!... «Λίγο πριν λύσουμε κάβους, βλέπω να έρχεται προς -306-
Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Η Μ Α Τ Α
το μέρος μου ο σύντεκνός μου από την Τήλο με τα δυο παιδιά του: τη δεκάχρονη βαφτιστικιά μου Ειρήνη και τον πεντάχρονο αδερφούλη της Γιώργο. «Σύντεκνε», μου λέει με παρακλητικό τόνο στη φωνή του, «επειδή δεν τέλειωσα τις δουλειές μου και τα παιδιά θέλουν να πάνε στη μητέρα τους, σου τα εμπιστεύομαι. Δεν μπορώ να τα κρατήσω και δεμένα. Παιδιά είναι, βλέπεις, και δεν κάνουν μακριά από τη μάνα!... «Φυσικό ήταν να μη φέρω αντίρρηση. Απεναντίας ένιωσα χαρά!... Είχα καιρό να τα δω και χάρηκα που θα τα είχα κοντά μου για περίπου πέντε ώρες. Εξάλλου, ήμουνα βέβαιος ότι δε θα με στενοχωρούσαν. Αν και παιδιά, τα χαραχτήριζε απίστευτη φρονιμάδα!» ***
Σ
ταμάτησε για λίγο την αφήγηση, τόσο, όσο χρειάζεται κανείς να πάρει το νεροπότηρο και να βρέξει το στεγνό λαρύγγι του με μερικές γουλιές δροσερό νερό. Και το είχε απόλυτη ανάγκη... Είχε στεγνώσει, βλέπεις, από την κουραστική για την ηλικία του κουβέντα. «Λύσαμε κάβους και ξεκινήσαμε για το καταραμένο εκείνο πολύνεκρο ταξίδι. Κατέβασα τα παιδιά στην καμπίνα μου, τους έδωσα από μια σοκολάτα και ανέβηκα για υπηρεσία στη γέφυρα. Παρακάλεσα τον καπετάνιο (εκείνος μου παραχώρησε την άδεια) να τα επισκέφτομαι κάθε μισή ώρα. Μάλιστα, δεν είχε περάσει ούτε πεντάλεπτο από την τελευταία επίσκεψή μου σ’ αυτά. Ήταν ήσυχα. Κάθονταν στο κρεβάτι και η βαφτιστικιά μου έλεγε στον αδερφούλη της παραμύθι κι εκείνος την άκουγε προσεχτικά. «Βρισκόμασταν κάπου εδώ που βρισκόμαστε τώρα, ανάμεσα στα τούρκικα παράλια και σε ’κείνα εκεί τα ερημονήσια που βλέπεις στο βάθος δεξιά, (“Σεσκλιά” ονομάζονται), όταν δεχτήκαμε αιφνίδια μια τορπίλη και έκοψε το πλοίο στα δύο. Σκηνές φρίκης ακολούθησαν!... Και ο πιο σκληρός άνθρωπος θα
-307-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
λύγιζε θωρώντας τούτες τις τραγικές εικόνες κι ακούοντας τις ανατριχιαστικές κραυγές... Και πέτρινες καρδιές θα ραγίζαν!» «Να βλέπεις αλλού σώματα διαμελισμένα κι αλλού άντρες και γυναίκες να ψάχνουν απεγνωσμένα τους δικούς τους!... Αλλού νεκρά ανθρώπινα κουφάρια να επιπλέουν στην επιφάνεια κι αλλού να παίρνουν τον κατήφορο και να τα τρώει το μαύρο σκοτάδι του βυθού!.... Και από παντού να φτάνουν ώς τ’ αυτί σου κραυγές αγωνίας και απελπισίας και ουρλιαχτά φόβου και τρόμου και πόνου και πίκρας! Και τριγύρω το πρόσωπο της θάλασσας κόκκινο από το αίμα των τραυματισμένων και μαζί μαυριδερό από τα πετρέλαια και τα λάδια τού πλοίου, που ετοιμαζόταν να μας αποχαιρετήσει κομμένο στα δύο, για να βρεθεί κατοπινά στο σκοτεινό βυθό και ν’ αναπαυτεί εκεί για πάντα. «Αν θυμάμαι καλά, μπρος από διακόσιοι πενήντα άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους!... Δωδεκανήσιοι οι πολλοί: Κώοι, Καλύμνιοι, Λεριοί, Πάτμιοι και αρκετοί Ιταλοί στρατιώτες της Ναυτικής Βάσης τής Λέρου. Ναι, ναι, καλά άκουσες, γιέ μου, τάφος υγρός έγινε ο καταραμένος τούτος τόπος σε περισσότερους από διακόσιους πενήντα συνανθρώπους μας! « Δεν κατάλαβα ’κείνη τη στιγμή », συνεχίζει ο πατέρας μου, με φανερά ζωγραφισμένο τον πόνο στο πρόσωπό του, «πως βρέθηκα από τη γέφυρα στο κατάστρωμα του πλωριού κομματιού. Όταν συνειδητοποίησα ότι ήμουνα καλά, (Άγιο, φαίνεται, είχα..., γλύτωσα από βέβαιο θάνατο, αφού η τορπίλη πέρασε δυο μέτρα πλάι μου!...) έτρεξα στην καμπίνα μου που είχα αφημένα τα δυο παιδιά. Τα παίρνω αγκαλιά κι ανεβαίνουμε στο κατάστρωμα του μπαταρισμένου στην αριστερή πλευρά μπροστινού κομματιού του πλοίου. «Παίρνω στην αγκαλιά μου το μικρό και πέφτουμε στη θάλασσα δίχως σωσίβια (μέσα σ’ εκείνο τον πανικό πού να βρεθεί σωσίβιο!...) Σαν βρεθήκαμε στο νερό, τόνε στήριξα στις πλάτες μου, κρατώντας με από τους ώμους με τα δυο μικρά χεράκια του. Την ίδια στιγμή έπεσε και η βαφτιστικιά και κολυμπούσε πλάι -308-
Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Η Μ Α Τ Α
μας. Η θάλασσα ήταν σχετικά ήρεμη. Ένα ελαφρύ αγέρι σήκωνε ανεπαίσθητο κυματισμό »
Σ
***
ταμάτησε και πάλι την αφήγηση, για ελάχιστα δευτερόλεπτα τώρα. Πήρε βαθύ ανασασμό, αναστέναξε βαθιά και στη στιγμή συνέχισε: «Όλα πήγαιναν καλά στην αρχή. Κολυμπούσαμε προς τη στεριά – ήταν περίπου δυο μίλια μακριά μας –, με τον μικρό σκαρφαλωμένο στις πλάτες μου και τη βαφτιστικιά μου πλάι μας. Ο ήλιος ψηλά, πελώριος φωτεινός δίσκος, μας χάριζε θαλπωρή με τις ζεστές αχτίνες του, το κυματάκι ασήμαντο μας έσπρωχνε προς τη στεριά και το αγέρι ελαφρύ και δροσερό έμοιαζε με απαλό χάδι. «Δυστυχώς, μια ώρα μετά όλα άλλαξαν!... Ο καιρός τώρα άρχισε να βάζει από τη στεριά, τον είχαμε με άλλα λόγια κόντρα μας. Ο ουρανός να στοιβάζει μαύρα σύννεφα και να κρύβουν τον άρχοντα της μέρας, το ελαφρύ δροσερό αγέρι να μεταμορφώνεται σε αγριοκαίρι και το κύμα να μεγαλώνει ανησυχητικά, να γίνεται επικίνδυνο. Θέλεις η αλλαγή προς το χειρότερο των στοιχείων της φύσης, θέλεις η κούραση, θέλεις και τα δυο, τα παιδιά άρχισαν να κουράζονται!... Ιδιαίτερα η βαφτιστικιά δεν άντεχε άλλο από μόνη της να κολυμπά. Και δεν έλεγε να φανεί πλεούμενο για βοήθεια!... Και μήτε καταφέραμε να βρούμε κανένα βαρέλι, ξύλο, ή οτιδήποτε τέλος πάντων που να πλέει για να πιαστεί η μικρή. Βούλιαζε για λίγο η άτυχη και ξαναπρόβελνε. «Αυτό στο τέλος συνέβαλε στο να χάσει ολότελα τις δυνάμεις της, δεν άντεχε άλλο, και σε μια στιγμή τη θωρώ να βουλιάζει και να παίρνει τα κάτω. Στη στιγμή κατεβάζω από την πλάτη μου το αγοράκι, (μπορούσε να επιπλέει για λίγο μόνο του, όπως το ίδιο μου είπε), κάνω βουτιά, την αρπάζω από τα μαλλιά και τη φέρνω στην επιφάνεια. «Μου ’μολογά την άθλια κατάσταση στην οποία βρίσκεται. Κι εγώ σαν λύση της προτείνω να πάρει τη θέση του αδερφούλη -309-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
της και το μικρό να μ’ αγκαλιάσει από μπροστά και να περάσει τα χεράκια του από το λαιμό μου. Αυτό κι έγινε. Σαν δυο τσαμπιά σταφύλια – τόνα από το θώρακα και τ’ άλλο από τις πλάτες – κρέμονταν τα δυο παιδιά. «Όμως, φυσικό ήταν αυτό να με κουράσει, με αποτέλεσμα να μην αντέχω άλλο και να βουλιάζουμε και οι τρεις. Λέω στη βαφτιστικιά με πόνο στην καρδιά και με τρόπο που να μην καταλάβει ο μικρός: “Να σας σώσω και τους δυο είναι αδύνατο..., το βλέπεις και η ίδια!... Θα πρέπει να περιοριστεί το βάρος που κρατώ... Πώς όμως;... Εάν συνεχίσουμε έτσι, θα πνιγούμε στο τέλος και οι τρεις!... «Η μικρούλα φαίνεται ότι κατάλαβε τι ήθελα να πω. Κλαίει, ουρλιάζει, χτυπιέται!... Και έτσι κλαμένη και με φωνή όλο πόνο, πίκρα και θλίψη, που όμως δεν άφηνε το παραμικρό περιθώριο παρερμηνείας, αποκρίνεται: “Ή και τους δυο, νονέ, ή κανένα! «Βαθιά μαχαιριά τα λόγια της μικρής στην κουρασμένη καρδιά μου! Ενεργοποιώ όσες δυνάμεις μού απόμεναν και καταβάλλω νέες προσπάθειες για το σωσμό των παιδιών. Αντέχω, όμως, για λίγο μόνο!... Οι δυνάμεις μου με πρόδωσαν, με εγκατέλειψαν εξολοκλήρου και βουλιάζουμε τώρα και οι τρεις. Με υπεράνθρωπη υπερπροσπάθεια ξαναερχόμαστε στην επιφάνεια. Αυτό επαναλήφθηκε δυο τρεις φορές απανωτά. Και ο πιο αισιόδοξος θεατής, βλέποντάς μας, θα ’μολογούσε δίχως τον παραμικρό δισταγμό ότι αυτό δε θα κρατήσει για πολύ!... «Και δυστυχώς δεν κράτησε!... Δεν έφτανε η δική μου εξάντληση, τώρα βλέπω να νιώθουν εξαντλημένα και τα δυο μικρούλια, ιδιαίτερα το αγοράκι. Σε μια στιγμή μάλιστα γλιστρούν τα μικρά χεράκια του από τους ώμους μου και το παιδικό σωματάκι σαν πολύκιλο βαρύδι κατηφορίζει προς το βυθό. Σπρώχνω από τις πλάτες μου με κάπως βίαιο τρόπο τη βαφτιστικιά, εισπνέω βαθιά και γεμίζω τα πνευμόνια μου με αέρα, χώνω το κεφάλι στο νερό και κατηφορίζω, κυνηγώντας το αγόρι. Το έφτασα..., κατάφερα να το σώσω!... Αυτό επαναλήφθηκε άλλες δυο φορές. Ύστερα από
-310-
Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Η Μ Α Τ Α
υπεράνθρωπες προσπάθειες τα κατάφερα και πάλι. «Όμως, ένιωθα να έχω εξαντληθεί ολότελα, να με έχουν εγκαταλείψει τελείως οι δυνάμεις μου. Την επόμενη φορά δεν τα κατάφερα... Το έβλεπα να κατηφορίζει προς το βυθό, μα δεν είχα τις απαραίτητες δυνάμεις να το φτάσω. Μάταια προσπάθησα..., με είχαν προδώσει δυστυχώς οι δυνάμεις μου!... Είχα καταναλώσει και το τελευταίο οξυγόνο που υπήρχε στα πνευμόνια μου, δίχως όμως αποτέλεσμα. Μάλιστα, λίγο έλειψε να πνιγώ κι εγώ από ασφυξία!... Μόλις που κατάφερα να φτάσω στην επιφάνεια με μισοχαμένες τις αισθήσεις μου! «Και δεν έφτανε αυτό... Τα χειρότερα συνέβησαν στη συνέχεια. Ανεβαίνοντας στην επιφάνεια, ψάχνω να δω τη βαφτιστικιά μου. Πουθενά δεν τη βλέπω. Χώνω το κεφάλι μου στο νερό και τι λες αντίκρισαν τα μάτια μου, γιέ μου!... Κατηφόριζε η άτυχη προς το βυθό, ακολουθώντας το αδερφάκι της. Κι εγώ τα έβλεπα με δάκρυα στα μάτια και αβάσταχτο πόνο στην καρδιά, ανήμπορος να τους προσφέρω βοήθεια. Δευτερόλεφτα μετά τα δυο μικρά σωματάκια χάθηκαν στα μαύρα σπλάχνα της θάλασσας. Η στενοχώρια μου δεν περιγράφεται... Δεν μπορούσα να αναπνεύσω!... Ο πόνος και η πίκρα μου φούσκωσαν την καρδιά, την ένιωθα μπαλόνι έτοιμο να σπάσει. Ιδιαίτερα όταν σκέφτηκα πώς θα αντικρίσω τους άμοιρους γονείς! Και το αρχικό δάκρυ έγινε κλάμα στη συνέχεια, θρήνος στο τέλος. Και δε σταμάτησε ίσαμε τη στιγμή που με περιμάζωξε ένα πλοιάριο και μαζί με άλλους διασωθέντες μάς μετέφερε στη Σύμη για τις πρώτες βοήθειες. «Και το χειρότερο για τους άτυχους γονείς... Τα άψυχα κορμάκια των παιδιών δε βρέθηκαν παρά τις πολυήμερες έρευνες που έγιναν από αέρα και θάλασσα. Ο βυθός, δυστυχώς για τους γονείς, έγινε ο τάφος για τα μικρά σωματάκια τους. Και έκλαιγαν και οδύρονταν για τη διπλή ατυχία τους!...» Αναστέναξε και πάλι βαθιά ο ηλικιωμένος άντρας.
-311-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
«Πέρασαν πολλά χρόνια για να σβήσουν οι φριχτές εκείνες εικόνες από τη μνήμη μου», είπε, κι από τα γαλανά μάτια του έτρεξε κόμποι το δάκρυ! Έμεινε για λίγο σιωπηλός και με έκφραση στο πρόσωπο ανθρώπου που σκέφτεται σαν κάτι να θέλει να πει. Και πράγματι κάτι είχε να πει, κάτι ήθελε να συμπληρώσει. Με λέξεις που έβγαιναν μια μια, αργά και απαλόφωνα. «Αυτό που μέχρι σήμερα, γιέ μου, δεν μπορώ να ερμηνεύσω είναι, εάν ο πνιγμός της βαφτιστικιάς μου οφειλόταν στο γεγονός ότι είχε χάσει τις δυνάμεις της, ή εάν το έκανε σκόπιμα, θέλοντας ν’ ακολουθήσει τον αδερφούλη της στην άλλη ζωή...», λέει και το δάκρυ τώρα ποτάμιζε στα κουρασμένα μάγουλά του! *** εν το κρύβω ότι ένιωσα παγωνιά στην καρδιά από την άκρως συγκινητική και ανατριχιαστική ιστορία, που με τόση γλαφυρότητα, αλλά και με πόνο πολύ, μου διηγήθηκε ο πατέρας μου. Βουβός και μελαγχολικός πήρα βαθιά ανάσα, έβγαλα βαθύ αναστεναγμό, μόρφασα από λύπη και πόνο και κίνησα το κεφάλι λέγοντας, απευθυνόμενος στον πικραμένο θαλασσινό: «Φτωχέ μου πατέρα, δεν πρέπει να νιώθεις την παραμικρή τύψη. Έπραξες το καθήκον σου και με το παραπάνω, με πραγματική αυτοθυσία, με κίνδυνο κι αυτής ακόμα της ζωής σου!» Εκείνος δεν απάντησε. Άφησε μόνο να χαραχτεί στα φρυμένα χείλη του που τρεμόπαιζαν, ελαφρύ όλο θλίψη και πόνο μειδίαμα. Ένα μειδίαμα ανεξιχνίαστο, που δεν μπορούσες να καταλάβεις τι έκρυβε στο βάθος του! Μιχάλης Κώτης
Δ
Σημείωση: Τρίτο Πανελλήνιο Βραβείο μετά χρηματικού επάθλου, με τον τίτλο «Μακάβρια Ιστορία», στο διαγωνισμό διηγήματος που διοργάνωσε το Λογοτεχνικό Τμήμα του Πολιτιστικού Οργανισμού Πειραιά.
-312-
Φωτογραφία: Στάθης Κλήμης
Πίνακας: Μαρία Μπιλλήρη
Δάφνης - Μαρίας Βουβάλη
Το Στάχυ
Ήλιε γλυκέ, που βλασταίνεις το σπόρο του μόχθου μου, κάρπιζε τη σοδειά μου. Εκείνος που ταΐζει τα πετεινά τ’ ουρανού, ανθίζει τη γη και για μένα. Αντίκρυ στέκουν στο γαλανό νερό, της θάλασσας την προίκα, τ’ αγέρωχα βουνά. Αντίκρυ στα μαργαριτάρια του βυθού και στη ζωντανή ομορφάδα του, που θρέφει το νησί, πληθαίνει κι ο καρπός της γης. Μικρός ο τόπος. Κι όταν μες στης οικογένειας την αγκαλιά δεν είναι ναυτικός, εργάτης της γης αντρώνεται. «Η σπορά είναι σιτάρι, για να κάνετε καθάριο ψωμί, ν’ αποτυπώνεται στο πρόσωπο», είπε. Εκείνος. Πρωί γλυκοχάραξε. Πρωί-πρωί ξεκίνησε, της γης ο πλασμένος, μαζί μ’ ένα σύντροφο καλό, το χώμα για να σπείρει. Κι ήταν η μέρα φωτεινή, τα φύλλα νοτισμένα, τα συννεφάκια δροσερά, και η καρδιά ανοιγμένη. Όμορφα μάτια καρτερούν στο σπίτι σαν γυρίσει. Γείτονες, φίλοι καρδιακοί σε τούτης της ζωής την τραχιά πορεία, μοχθούσαν μαζί, μιλούσαν ενωμένοι σαν αδέρφια στη γη λόγια γλυκά, για να δώσει, ν’ αναστήσει τις φαμίλιες τους. Και μοιράζονταν τα γεννήματά της. Αγάπη. Οι γεωργοί κεντούν, η γη μεγαλουργεί, κι Εκείνος λατρεύει. Τον πλασμένο άνθρωπό του. Οχτώβρης ο μήνας της σποράς, με την αγνή βροχή να σταλάζει αργά πάνω στα δέντρα, το χώμα και τα κεραμίδια των σπιτιών. Με το απαλό αεράκι να γλιστρά μες απ’ τα κιτρινισμένα φύλλα, και να τα ξεκολλά αργά από τη βάση τους με μια νότα γαλήνης. -315-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Με τα απαλά κυματάκια να σκαλίζουν τα νερά και να σταλάζουν αόρατα στο πρόσωπο, με μια μυρωδιά φρέσκου βυθού. Οχτώβρης θρέφει τα χωράφια, τους δίνει τροφή να γεννηθούν και τον κόσμο να ευφράνουν ξανά. Για να ’ρθει τον Μάη η ώρα του θερισμού, να γλυκάνει ο καιρός από το μέλι των λουλουδιών, να ροδίσει στο γέρμα του ο ήλιος φωτίζοντας τον ασυννέφιαστο ουρανό, και να πεταρίσουν από χαρά οι ψυχές για την γεμάτη, κριθαρένια σοδειά τους. Το κριθάρι. Ο μεστός πόρος της ζωής τους. Αυτό γνώριζαν οι γεωργοί. Η χαρά στο τραπέζι. Οι χαμογελαστές μανάδες, τα παιδιά που ροβολούσαν στα μαράσια στο άκουσμα του ονόματός τους, οι ομορφάδες της νιότης που κοκκίνιζαν στα βλέμματα των παλληκαριών, τα παιδιά, τα εγγόνια, τα δισέγγονα, ένα γύρο, το ευτυχισμένο φαγητό με το ψωμί στη μέση. Γλυκό, κεχριμπαρένιο κριθάρι, φρέσκο, ζυμωμένο με την ψυχή τους. Η περιουσία τους, το χρυσάφι για έναν ολόκληρο χρόνο. Κύκλους έπλεκαν οι χρόνοι με τα στάχυα, κύκλους χαράς, με τον ουρανό και τη γη καθάριο προσκυνητάρι. Κύκλους χάραζαν κι οι γεωργοί στην καρδιά τους, προσμένοντας μ’ αδημονία. Κι όταν ερχόταν η στιγμή, με καρδιοχτύπι έτρεχαν να θαυμάσουν το χωράφι τους το χρυσαφένιο κάτω απ’ τον φωτισμένο θόλο τ’ ουρανού. Το χαλί από τα λυγερά στάχυα με το κίτρινο σώμα τους να μην χορταίνει τον καιρό, μ’ έτοιμους τους καρπούς τους. Καρδιοχτύπι. Ψωμί, σώμα, κόρα στιβαρή του κορμιού και γλυκιά ψίχα της ψυχής! Σύμβολο του ανθρώπου! Χρυσά μαλλιά κυμάτιζαν. Κι ένα τραχύ χέρι όλο ελπίδα ψαχούλευε τα παχουλά άγανα να μυρίσει τον καρπό. Σήμερα, αύριο, η γη είναι δική του. Αγαπημένοι οι φίλοι στοίβαζαν στα σπήλια -316-
Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Η Μ Α Τ Α
τούς χαρούμενους, κοινούς σωρούς τους για να προσφέρουν, να μοιραστούν το ψωμί όλου του χρόνου. Να μοιραστούν ισόμερα, σπειράκι να μην λείψει. Εκείνος που ταΐζει τα πετεινά τ’ ουρανού, ανθίζει τη γη και για μένα. Αλλά μόνο μια φορά θα ’ρθεί το θάμα. Θ’ ανθίσει μέσα στις αγνές ψυχές σαν ρόδο, και θ’ αγαλλιάσει τα πρόσωπα των πιστών. «Η σπορά είναι σιτάρι, για να κάνετε καθάριο ψωμί, ν’ αποτυπώνεται στο πρόσωπο», είπε. Σαν ήρθαν μήνες τραχιοί και δύσκολοι, πικρή ξημέρωσε και η άνοιξη στης γης τα μονοπάτια. Βγήκε το άγανο αχαμνό, το στάχυ μαραμένο. Και οι δυό φίλοι οι καρδιακοί εγίνανε κομμάτια. Ραγισμένες καρδιές θρηνούσανε αντάμα για τη συμφορά. Δίχως στον ήλιο μοίρα, δίχως το γέννημα της γης, η φαμελιά πώς θα τραφεί; Πικρός αγέρας φυσούσε και σβάρνιζε τα σπαρτά, κι εκείνα σαν ξέπνοα κοιτούσαν τον ουρανό, με τη ζωή στα σπλάχνα τους χαμένη. Αργά οι φίλοι σύραν τα βήματα, βαριά σαν αλυσίδες. Φτάσαν στα σπίτια του χωριού και στα στενά δρομάκια. Ποια να ’ταν η παρηγοριά, ποιο να ’ταν το απάγκιο! Μήπως ο ήλιος ο ζεστός, οι μύρτοι, τα θυμάρια, η θάλασσα, μάνα η γαλανή ολοτρόγυρα στη γη τους; Των γονιών τα γλυκά λόγια, της γυναίκας η αγκαλιά ή των παιδιών το χάδι;
Ψωμί, ζωή, ευλογία, Δώρο Θεού αγιασμένο στα χέρια των θνητών, Αρχέγονη χαρά τριπλή, Ψωμί, κρασί και λάδι.
Αυτό ζητούσαν. Κι απάγκιο της διάφανης ψυχής τους ήταν η εκκλησιά. Όμορφος, ταπεινός ο ηγούμενος, σαν ντροπαλά ανθισμένος κήπος. Αγνές, αόρατες ψυχές πήγαν, τον βρήκαν, και μια θλιμμένη, ανήσυχη απορία λάλησε η φωνή τους, «γιατί;» Και τότε, καμπάνες αντηχήσαν στο χωριό. Αγνές, αόρατες -317-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ψυχές γεμίσαν την πλατεία, κινήσαν αντάμα οι χωρικοί κι οι φαμελιές παράκληση ν’ αποτείνουν και θεία ικεσία. Λιτανεία στη γη. Ψαλμουδιές αντήχησε ο αγέρας, σαν κρινάκια που προσκυνούν ευλαβικά τον Δημιουργό τους.: «Κύριε, με τη ροδόπεπλη αυγή και τα φωτοστέφανα των δειλινών Σου στέρξε, μη μας αφήσεις μοναχούς στης στέρησης το μαύρο βράδυ. Κύριε, με τη μάνα καστανή γη και την αδελφή γαλάζια θάλασσά Σου στέρξε, μη μας αφήσεις μισερούς στης πείνας την κατάμονη ερημιά». Και μια φορά, ήρθε το θάμα. Άλλαξε το στάχυ της σοδειάς. Αγάπη. Οι γεωργοί κεντούν, η γη μεγαλουργεί, κι Εκείνος λατρεύει. Τον πλασμένο άνθρωπό του. «Η σπορά είναι σιτάρι, για να κάνετε καθάριο ψωμί, ν’ αποτυπώνεται στο πρόσωπο», είπε. Και σαν ήρθε ο Μάης, πλούσιο το στάρι ξεχείλισε στους θερισμένους σωρούς, και σαν έφτασε ο Ιούλης άφθονα τα σπειριά γεμίσαν τ’ αλώνια. Κι ήταν το ψωμί τους γλυκό, λευκό και νόστιμο, σαν τη γλυκιά ψυχή τους. Κι ήταν η ευχαριστία τους ανθισμένος ουρανός, που πάνω του καθόταν παντοτεινά ο Πανάγαθος Δημιουργός τους.
Σ.Σ.: Στοιχεία του θρύλου, είναι παρμένα από το πολύ όμορφο βιβλίο τής Μαρίας Μαγκλή και της Θεμελίνας Καπελλά «Λαογραφικά Καλύμνου», έκδοση του Λυκείου Ελληνίδων.
-318-
Φωτογραφία: Νικόλαος Σμαλιός
ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΛΥΜΝΟ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ
Φωτογραφία: Γιάννης Κουλλιάς
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Εσπερινός του Αη Φώτη Φωτογραφία: Νικόλαος Σμαλιός
-322-
Η Κάλυμνος της διασποράς μέσα από τα «Καλυμνιακά Χρονικά» -Οι ιστορίες και οι άνθρωποι(Εισήγηση του Γιάννη Θ. Πατέλλη στο ΙΣΤ΄ Συμπόσιο Δωδεκανήσου στον Πειραιά από 5-8 Νοεμβρίου 2009).
Μ
ε την κυκλοφορία του 18ου τόμου τους, τα Κ Χ συμπληρώνουν, φέτος, 30 χρόνια συνεχούς και συνεπούς παρουσίας στο εκδοτικό γίγνεσθαι του Δωδεκανησιακού χώρου. Ήταν φυσικό η θεματολογία τους να κυριαρχείται από ενότητες αφιερωμένες στην ιστορία, λαογραφία, αρχαιολογία και γλωσσολογία, οι οποίες αποτελούν άλλωστε τον κύριο κορμό των ανακοινώσεων, των, ανά διετία, διεξαγομένων Πανδωδεκανησιακών Συμποσίων. Δεν λείπουν όμως και εργασίες οι οποίες διαπραγματεύονται θέματα τέχνης, οικονομίας, αλλά και αφιερώματα στη ζωή και τη δράση των απόδημων Καλυμνίων. Όταν, κατά αληθοφανείς υπολογισμούς, στην υπόλοιπη Ελλάδα, την Αμερική και την Αυστραλία, βρίσκονται εγκατεστημένοι περίπου 40.000 Καλύμνιοι, με σημερινό πληθυσμό γηγενών περίπου 17.000, γίνεται κατανοητό το μέγεθος και το ειδικό βάρος της «άλλης Καλύμνου». Στο φετινό συμπόσιο, το πρώτο που διεξάγεται εκτός των νησιωτικών ορίων, με συμβολικό στόχο να ερευνηθεί και να αναδειχθεί το συνολικό γίγνεσθαι της «άλλης Δωδεκανήσου», που ζει και δραστηριοποιείται μακράν της πατρώας γης, θεώρησα κι εγώ σκόπιμο να αναφερθώ με λίγες αδρές γραμμές στην «Κάλυμνο της διασποράς» με κύρια πηγή πληροφοριών τα Κ Χ. Η επιλογή μου αυτή δεν έχει σχέση με τοπικιστικά σύνδρομα. Απλά η Κάλυμνος, στο θέμα της μετανάστευσης, έχει να παρουσιάσει ιδιάζοντα αίτια και σημαντικές ιδιαιτερότητες από τα υπόλοιπα νησιά της
-323-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Δωδεκανήσου. Ως εκ τούτου έχει σημαντικό ενδιαφέρον η επισήμανση των αιτίων και των διαφορών αυτών. Η Κάλυμνος, ένα σχετικά μεγάλο νησί αλλά βραχώδες, με έκταση περίπου 109 τετραγωνικά χιλιόμετρα, διαθέτει μόλις 2.000 περίπου αρδευόμενα στρέμματα στις κοιλάδες Βαθύ, Πάνορμος και Πόθια. Τα εσπεριδοειδή, κατά κύριο λόγο, τα λίγα δημητριακά, το μέλι, το λάδι, τα κηπευτικά, καθώς και οι λιγοστές ποίμνες γιδοπροβάτων, μπορεί να αποτελούν τη συνισταμένη της ανθρώπινης ευτυχίας στη Παλαιά Διαθήκη, δεν θα μπορούσαν όμως να αποτελέσουν τη μοναδική πηγή πορισμού για τους κατοίκους ενός άγονου νησιού. Από πολύ νωρίς, ήδη από τα μέσα του 18ου αιώνα ο Καλύμνιος στρέφεται προς τη μόνη δυνατή πηγή επιβίωσης που απλώνεται μπροστά του, τη θάλασσα. Ψαράς και κυρίως τολμηρός σφουγγαράς ρίχνεται με το πάθος του απελπισμένου στην επικίνδυνη αλλά προσοδοφόρο αυτή ενασχόληση. Τον ευνοεί και η βιομηχανική επανάσταση στη Δύση με την αυξημένη ζήτηση του παράξενου αυτού θαλασσινού προϊόντος. Η κάθοδος στα πλούσια αλιευτικά πεδία της Αφρικής από το 1860 και η εφαρμογή του σκαφάνδρου στη σπογγαλιεία το 1869, παρά τα πολλά θύματα που προκαλεί, δημιουργεί έκρηξη παραγωγής σφουγγαριών. Ο Κάρολος Φλέγελ κατονομάζει το 1860 είκοσι τρεις καλά οργανωμένους σπογγεμπορικούς οίκους σε ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις1. Η Κάλυμνος αυγατίζει πληθυσμιακά δεχόμενη και ένα ικανό μεταναστευτικό ρεύμα, κυρίως από γειτονικά νησιά. Οι 5.000 κάτοικοι του 1825 γίνονται 7.600 το 1850 και 19.000 το 1900. Διακινήσεις πληθυσμών και εποικισμοί είναι σύνηθες φαινόμενο στον ελληνικό χώρο κατά τη διαδρομή των αιώνων. Η προσέλκυση όμως μεταναστών από ένα άγονο νησί όπως η Κάλυμνος, παράδοξο εκ πρώτης όψεως, 1. Καρόλου Φλέγελ « Πατριάρχης Άνθιμος » Σάμος 1896, σελ. 27-28. Επειδή η έκδοση είναι σπάνια και δυσεύρετη αναφέρουμε τους οίκους γιατί έχουν σημαντικό ενδιαφέρον. Άμστερνταμ Ν. Κόκκινος, Βιέννη Θ. Διαμαντής, Γεώργιος Κουρεμέτης, Βρυξέλλες Αφοί Ζερβού, Λειψία Αντ. Μαγκλής, Λιβόρνο Αφοί Τουλουμάρη, Λονδίνο Αφοί Συμεών και Νικ. Βουβάλης, Μαδρίτη Δ. Αλεξιάδης και Γ. Μπουλαφέντης, Μόναχο Θέμελης Ζερβός, Μόσχα Αντώνιος Μπιλλήρης και Γεώργιος Σκουμπουρδής, Οδησσός Αφοί Πατέλλη, Αγ. Πετρούπολη Γιάννης Πουγούνιας και Γιάννης Τηλιακός, Στοκχόλμη Τσάππος, Θεοδωρίδης, Στουτγγάρδη Νικόλαος Κωλέττης, Τεργέστη Θεόφιλος Κουτρούλης, Φρανκφούρτη Αφοί Ηλιάδη και Καλκούτα Ινδιών Μιχαήλ Πελεκάνος.
-324-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
δείχνει το μέγεθος της οικονομικής ευρωστίας που αρχίζει να αποκτά το νησί. Στον Κανονισμό της Δημογεροντίας του 1894 υπάρχει μεγάλος αριθμός επιθέτων, περίπου το 20% από αυτούς που τον υπογράφουν, με βάση τον τόπο καταγωγής τους: Αιγινίτης, Αμοργίνος, Ζαγοριανός, Καριώτης, Καρπάθιος, Καστελλοριζιός, Ολυμπίτης, Κώτης, Λέριος, Ροδίτης, Σάμιος, Νισύριος, Συμιακός, Τηλιακός, Χαλκίτης, κ.λ.π2. Παρ’ όλα αυτά στα τέλη του 19ου αιώνα δημιουργείται το πρώτο ισχυρό μεταναστευτικό ρεύμα από την Κάλυμνο προς τη Ρωσία κυρίως. Κύρια αιτία η προσπάθεια αποφυγής του σφουγγαράδικου επαγγέλματος το οποίο, με την εφαρμογή του σκαφάνδρου, προκαλεί μεγάλο αριθμό θανάτων αλλά και παράλυτων, σωστά ανθρώπινα ερείπια, που κατακλύζουν το νησί και προκαλούν σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα. Δημιουργούνται έτσι και οι πρώτες μεγάλες εστίες μεταναστών στην Οδησσό, την Αγία Πετρούπολη αλλά και άλλες ρωσικές μεγαλουπόλεις. Κατά τον Γιάννη Γεράκη, παλιό σφουγγαρά, λαϊκό ποιητή και συγγραφέα, τις «Σφουγγαράδικες ιστορίες» του οποίου εξέδωσε η «Ένωση Καλυμνίων Αττικής», οι πρώτοι Καλύμνιοι οι οποίοι έφτασαν στη Ρωσία ήταν, τι άλλο, πλανόδιοι έμποροι σφουγγαριών. Αναφέρονται τα ονόματα δύο του Λεωνίδα Πατέλλη και του Φίλιππα Χατζηθεοδώρου. Σιγά-σιγά όμως έφτασαν και άλλοι δημιουργώντας μικρές βιοτεχνίες υποδηματοποιίας κυρίως, τις λεγόμενες «Μαστερσκάγιες». Άλλοι πάλιν ανοίγουν ζαχαροπλαστεία και καφενεία, τις λεγόμενες «Τσαϊνάγιες». Γύρω στο 1900 οι εγκατεστημένοι Καλύμνιοι στη Ρωσία υπολογίζονται σε 2000 περίπου με ανθούσες επιχειρήσεις και σημαντική οικονομική δύναμη. Κατά τον Γιάννη Γεράκη πάντα, δεν υπήρχε ρωσική πόλις που να μην υπήρχαν Καλύμνιοι. Από την Αγία Πετρούπολη ως το Μπακού της Κασπίας, και από τον Αρχάγγελο μέχρι το Χαρμπίν της Ματζουρίας και το Βλαδιβοστόκ στην Άπω Ανατολή. Από την Πετρούπολη μάλιστα μεταπήδησαν, κυρίως ως σπογγέμποροι στην Σκανδιναβία. Με την έναρξη του Α΄ παγκόσμιου πολέμου, το 1914, η Καλυμνιακή παροικία στην Πετρούπολη γνωρίζει μέρες οικονομικής ακμής. Αναφέρονται περί τα 50-60 καταστήματα, σφουγγαράδικα, εστιατόρια, τσαϊνάγιες, παντουφλατζίδικα. Με την έκρηξη όμως της Οκτωβριανής Επανάστασης, το 1917, συντελείται η μεγάλη ανατροπή. 2.
«Κανονισμός της Δημογεροντίας Καλύμνου» Έκδοση Αναγνωστηρίου 2002
-325-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Τα πάντα χάθηκαν μέσα σε λίγους μήνες. Διαλύθηκαν οικογένειες, τινάχτηκαν στον αέρα περιουσίες και αρχοντικά φτιαγμένα με ιδρώτα και αίμα από το μηδέν, έγιναν στάχτη ελπίδες και όνειρα μιας ζωής στη ξενιτιά. Πολλοί πέρασαν τα σύνορα της Φινλανδίας είτε νόμιμα είτε ως δραπέτες και έσωσαν μόνο το τομάρι τους. Όσοι έμειναν, και δεν ήταν λίγοι, ζούσαν με το φόβο, την ανασφάλεια και τους διωγμούς. Αρκετοί έφυγαν εξόριστοι στη Σιβηρία και χάθηκαν τα ίχνη τους. Ένα σημαντικό χρονικό σταχυολογημένο από διηγήσεις απογόνων των εκατοντάδων οικογενειών των Καλυμνίων της Ρωσίας, που με πολύ κόπο, επιμέλεια και μεράκι, συνέλεξε η αείμνηστη Κατίνα Ροδίτη βρίσκονται δημοσιευμένα στον 16ο Τόμο των Κ Χ. Ακόμα η Μαρία Ζαίρη στον ίδιο τόμο με την εργασία της « Μικρασιάτες στην Κάλυμνο, οι άνθρωποι και ο πολιτισμός» και με τα «Ρωσίας ενθυμήματα» δίνει ζωηρόχρωμες εικόνες από δύο ξεχωριστές σελίδες ιστορίας από το αέναο μεταναστευτικό ταξίδι του Καλύμνιου μέσα στο χρόνο. Θα ήθελα να κλείσω τις δραματικές σελίδες του βιβλίου «Καλύμνιοι μετανάστες στη Ρωσία» με μια πολύ σύντομη αναφορά στην περιπετειώδη ζωή του Μιχαήλ Γεράκη εξαδέλφου του Γιάννη Γεράκη που ανέφερα παραπάνω. Ο Μιχάλης Γεράκης γεννήθηκε στην Κάλυμνο το 1989 και μετά το τετρατάξιο Γυμνάσιο, στα 15 του, πηγαίνει στη Σμύρνη για να παρακολουθήσει οικονομικά μαθήματα στη Σχολή Μπάξερ. Μετά την αποφοίτησή του γυρίζει στην Κάλυμνο αλλά δεν καταφέρνει να πάρει διαβατήριο από τις Τουρκικές Αρχές. Μέσω Φαρμακονησίου φτάνει λαθρομετανάστης στον Πειραιά και από εκεί φεύγει για την Αγία Πετρούπολη. Καταπιάνεται με το εμπόριο πολύτιμων λίθων και χρυσού και δημιουργεί μια μικρή περιουσία. Οι γλυκές λευκές νύχτες της Ρωσικής μεγαλούπολης τελειώνουν άδοξα με την Οκτωβριανή Επανάσταση, όχι μόνο για τους Καλύμνιους της Ρωσίας, τα Ρουσσάκια μας όπως τους αποκαλούσαν στον νησί, αλλά και για τον Μιχάλη Γεράκη. Το 1919 αποτυγχάνει να περάσει τα Φινλανδικά σύνορα. Εξασφαλίζει με γενναία δωροδοκία ένα πολύτιμο εισιτήριο με τον υπερσιβηρικό και φτάνοντας στο Μινσκ παραμένει δύο χρόνια. Όλο αυτό τον καιρό συντηρείται με χρήματα που εξασφαλίζει πουλώντας βελόνες για ράψιμο, που είχε την πρόνοια να πάρει μαζί του σ’ ένα μικρό κασελάκι. Από το Μινσκ φτάνει στο Χαρπίν της Μαντζουρίας και παραμένει για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Αποφασίζει να γυρίσει στο
-326-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
νησί του με την ελπίδα να προλάβει ζωντανούς τους γέροντες γονείς του. Μέσω φιλικού προσώπου μαθαίνει για ένα ελληνικό εμπορικό πλοίο που θα περνούσε από Τιεντσίν, προερχόμενο από Ιαπωνία, με προορισμό την Ευρώπη. Καταφέρνει έγκαιρα να φτάσει στο Μαντζουριανό λιμάνι επιβιβάζεται στο πλοίο και μέσω Μαδαγασκάρης και Κέιπ-Τάουν φτάνει στο Χερβούργο μετά 41 μέρες. Αργότερα εξιστορώντας τις περιπέτειές του στο γιο του, το σημερινό δικηγόρο και φίλο Μικέ Γεράκη από τον οποίο άντλησα κι εγώ όλα αυτά τα στοιχεία, του τόνιζε την έκπληξή του όταν στην αποβάθρα της Μαδαγασκάρης άκουσε δύο μεσήλικες να συζητούν ελληνικά. Τελικά ο ένας ήταν Καλύμνιος και ο άλλος, τι άλλο, Κεφαλλονίτης. Ο Μιχάλης Γεράκης θα δοκιμάσει τη τύχη του και στην Αμερική. Το 1925 φτάνει στη Νέα Υόρκη και δουλεύει για ένα διάστημα στο λογιστήριο του γνωστού ξενοδοχείου ΓουόλντωφΑστόρια, ενώ το μεγάλο κραχ του 1929 τον βρίσκει στη Φλώριδα, στην Καλυμνιακή παροικία του Τάρπον Σπρινγκς. Στην Κάλυμνο θα επιστρέψει το 1937 και κατά τη διάρκεια του μεταβατικού σταδίου της «Καλυμνιακής Πολιτείας» μέχρι την ανάληψη της διοίκησης της Καλύμνου από τους Άγγλους, το 1945, ο Γεράκης θα είναι πρόεδρός της. Τη σταδιοδρομία του ο Καλύμνιος αυτός, ο βγαλμένος λες από τις σελίδες των μυθιστορημάτων του Ιουλίου Βερν, θα τελειώσει ως καθηγητής Αγγλικών, στα Γυμνάσια της Καλύμνου, μετά την Ενσωμάτωση. Ήταν φυσικό η πρώτη Καλυμνιακή παροικία στο Νέο Κόσμο να έχει άμεση σχέση με το σφουγγάρι και τη σπογγαλιεία. Καλύμνιοι σφουγγαράδες, μαζί με Συμιακούς, Χαλκίτες και Αιγινίτες, φτάνουν στο Τάρπον Σπριγκς την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα για να δοκιμάσουν την τύχη τους στα άγνωστα νερά του Κόλπου του Μεξικού. Γρήγορα το μικρό ψαροχώρι των δυτικών ακτών της Φλώριδας μετατρέπεται σε σημαντικό σπογγαλιευτικό κέντρο παραγωγής και εμπορίας σφουγγαριών. Τη νέα σχετικά, αλλά πλούσια σε ανθρώπινα μηνύματα ιστορική διαδρομή των Καλυμνίων μεταναστών του Τάρπον Σπρινγκς, περιγράφει η Καλυμνιά δασκάλα της διασποράς Μαρία Παντελή στον 4ο Τόμο των Κ Χ. Η Ιταλική κατοχή από το 1912, οι πιέσεις για εξιταλισμό που θα ακολουθήσουν και θα λάβουν δραματικές διαστάσεις τη δεκαετία του 30, θα έχει για την Κάλυμνο τις τραγικές συνέπειες που είχε και στα υπόλοιπα Δωδεκάνησα. Ο πληθυσμός εξωθείται στη μετανάστευση. Η
-327-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Κάλυμνος από 25.000 κατοίκους το 1913 θα πέσει στις 15.000 μετά 4 χρόνια. Καθώς η πόρτα της Ρωσίας έχει κλείσει ο Καλύμνιος μετανάστης στρέφεται κυρίως προς τον, πολλά υποσχόμενο, Νέο Κόσμο. Στην αρχή προς τη Φλώριδα, ως σπογγαλιευτικό κέντρο, λίγο αργότερα παίρνει το δρόμο προς τον βιομηχανικό βορρά, Γκέρυ, Οχάιο, Πενσιλβάνια και δευτερευόντως στη Νέα Υόρκη. Ταυτόχρονα στην Ευρώπη και ιδιαίτερα της μεγάλες Ευρωπαϊκές πόλεις, Λονδίνο, Παρίσι, Μόναχο, Βρυξέλλες, Μαδρίτη, Σκανδιναβικές πρωτεύουσες, υπάρχουν πάντα ικανές παροικίες, κλαδιά από τις παλιές ρίζες της εποχής των πρώτων σπογγεμπορικών οίκων. Στον 16ο Τόμο των Κ Χ η Άρτεμις Σκουμπουρδή, για παράδειγμα, παραθέτει σελίδες από την, εν πολλοίς, άγνωστη ζωή της παροικίας των Καλυμνίων της Μαδρίτης. Η απελευθέρωση και η Ενσωμάτωση βρίσκει την Κάλυμνο, όπως άλλωστε όλα τα νησιά, διαλυμένη. Ο άλλοτε υπερήφανος σπογγαλιευτικός στόλος δεν υπάρχει πλέον. Τα περισσότερα σπίτια είναι ερείπια από τους βομβαρδισμούς, υδραγωγείο δεν υπάρχει και οι λιγοστοί δρόμοι είναι εγκαταλελειμμένοι και αδιάβατοι. Παρά τις προσπάθειες ανασυγκρότησης, παρά την εργώδη ανασύσταση, μέρους έστω του αλιευτικού στόλου, οι μεταναστευτικές τάσεις του πληθυσμού, τα αμέσως επόμενα χρόνια, παίρνουν διαστάσεις ομαδικής φυγής. Τον Καλύμνιο μετανάστη σπρώχνει στον εκπατρισμό, όπως άλλωστε σε όλα τα υπόλοιπα νησιά μας, η στερημένη ζωή. Για να εξοικονομήσει τα ναύλα του καταφεύγει ακόμα και σε τοκογλύφους. Δεν γνωρίζει που πηγαίνει, τη γλώσσα του νέου τόπου διαμονής, τις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας. Καταφεύγει στην αρχή, για να επιβιώσει, στις πιο επικίνδυνες και βαριές δουλειές και η προσαρμογή του στη νέα χώρα είναι δύσκολη. Το πρώτο μεγάλο κύμα μεταναστών κατευθύνεται προς την Αμερική όπως είναι φυσικό. Υπάρχουν ήδη κάποιες προϋποθέσεις όπως η προπολεμική μαγιά μεταναστών, συγγενείς, φίλοι, γείτονες, με τις μυθώδεις διηγήσεις για το αμερικανικό όνειρο και τις ανέσεις του αμερικάνικου τρόπου ζωής. Ακόμα υπάρχει και η Φλώριδα που προσφέρει στον Καλύμνιο ευκαιρίες απασχόλησης στο επάγγελμα που γνωρίζει καλά, του δύτη και του σφουγγαρά. Σημαντικό εμπόδιο είναι βέβαια η ύπαρξη της πολυπόθητης πρόσκλησης από το συγγενή και η
-328-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
χρονοβόρα διαδικασία έγκρισής της από το «Ιμιγκρέσιο». Με την Αυστραλία τα πράγματα είναι πιο απλά. Στο νησί καταφθάνει το 1953 κλιμάκιο της περίφημης ΔΕΜΕ ( Διακυβερνητικής Επιτροπής Μετανάστευσης Ευρώπης), με επικεφαλής Αυστραλό διπλωματικό υπάλληλο. Επιλέγονται σταδιακά περίπου 4.000 άτομα κατά πλειοψηφία κάτω των 40 ετών. Εάν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι η απογραφή του 1951 έδειχνε για την Κάλυμνο 14.000 κατοίκους και μεταναστεύει, μόνο προς μία χώρα, το ένα τρίτο του πληθυσμού και μάλιστα το πλέον παραγωγικό κομμάτι του, η μοίρα του νησιού φαινόταν προδιαγεγραμμένη και όμοια με τα υπόλοιπα αδελφά νησιά. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η ιδιαιτερότητα της Καλύμνου. Δεν εγκαταλείπεται το νησί. Ενώ οι μετανάστες δουλεύουν σκληρά στα αφιλόξενα δάση, τις μίνες και τις οικοδομές της Βόρειας Αυστραλίας, στήνεται γρήγορα μια αερογέφυρα ανάμεσα Κάλυμνο και Ντάργουιν και ένα μεγάλο μέρος του μόχθου τους μεταφέρεται σε επενδύσεις στο νησί. Πιο χαρακτηριστικό είναι ακόμα το γεγονός ότι πολλοί απ’ αυτούς αφού εξασφάλισαν άνετη διαβίωση στο Ντάργουιν, νοίκιασαν τα ακίνητά τους, γύρισαν στην Κάλυμνο, σκάρωσαν καΐκια και ξανάγιναν ψαράδες και σφουγγαράδες. Στον 4ο τόμο των Κ Χ υπάρχει εκτενής αναφορά για τους Καλυμνίους του Ντάργουιν καθώς και χαιρετισμός του τότε πρωθυπουργού της πολιτείας της Β. Αυστραλίας Πωλ Εύριγχαμ ο οποίος τονίζει : «Οι Καλύμνιοι της Αυστραλίας έκαμαν το Ντάργουιν και το βόρειο άκρο της Αυστραλίας ένα καλύτερο τόπο για να ζήσει κανείς». Ακόμα έγινε επίσημη αδελφοποίηση του Ντάργουιν και της Καλύμνου με τελετές και επίσημες επισκέψεις των Δημοτικών Αρχών και στις δυο πόλεις αντίστοιχα. Άλλωστε περίπου κάθε 4 χρόνια επισκέπτονται την Κάλυμνο πολυμελείς αντιπροσωπείες των κομμάτων της Β. Αυστραλίας, προς άγρα ψήφων, αφού οι τοπικές εκλογές κρίνονται πάντοτε από τις επιλογές του Καλυμνιακού στοιχείου του Ντάργουιν. Σήμερα, στην εποχή μας, πολλά παιδιά μεταναστών, τρίτης και τέταρτης γενιάς κατέχουν επίζηλες θέσεις στις επιστήμες, την επιχειρηματικότητα και την πολιτική, σε χώρες όπως η Αμερική και η Αυστραλία. Παρ’ όλα αυτά η νοοτροπία του Καλύμνιου μετανάστη δεν έχει αλλάξει σημαντικά. Και σήμερα ακόμα, όταν η τουριστική σεζόν δεν πάει καλά στο νησί, η αερογέφυρα με Ντάργουιν ή Νέα Υόρκη λειτουργεί αδιάκοπα. Αρκετοί Καλύμνιοι θα πεταχτούν ως την Αμερική
-329-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ή το Ντάργουιν, για να εργαστούν κανένα εξάμηνο «στις μπογιές» ή τις οικοδομές, συμπληρώνοντας στα γρήγορα το εισόδημά τους. Ο Καλύμνιος ολιγαρκής, δεν αποβλέπει σε μεγάλες περιουσίες, δεν εννοεί να εκπατριστεί οριστικά για να αποδειχθεί κεφαλαιούχος. Η αγάπη προς το νησί του αποτελεί την πρώτη προτεραιότητα της ζωής του. Η μετανάστευση, «ευλογία ή κατάρα», όπως και να την χαρακτηρίσει κανείς είναι ένα φαινόμενο κοινωνικό με πολλά αίτια και πανάρχαιες ιστορικές ρίζες. Όπως συμβαίνει συνήθως με όλες τις κοινωνικές ανακατατάξεις αποτελεί φαινόμενο προς μελέτη και ανάλυση σε διάφορες διατριβές και άρθρα. Πέραν όμως από τις ψυχρές στατιστικές, τους αριθμούς, τις μελέτες, τις οικονομικές επιπτώσεις, υπάρχουν οι άνθρωποι. Και επειδή οι ιστορίες των ανθρώπων διασώζονται μόνο στα βιβλία, τα Κ Χ αποτυπώνουν ένα μεγάλο μέρος από το πολύτιμο αυτό κομμάτι της ιστορίας του τόπου μας. Γιάννης Θ. Πατέλλης Πρόεδρος Αναγνωστηρίου Καλύμνου «Αι Μούσαι» Συγγραφέας
Βιβλιογραφία: 1. Καλυμνιακά Χρονικά, Τόμος Γ’ Αθήνα 1982. Γ. Σακελλαρίδη «Από το Α’ Συνέδριο των Αποδήμων Δωδεκανησίων» σελ. 158-162. Μιχ. Ιορδ. Κινδύνη «Τάρπον Σπρινγκς Φλώριδα» Σελ. 162-164. 2. Κ Χ Τόμος Δ’ Αθήνα 1984. «Αφιέρωμα στους ξενιτεμένους μας» σελ. 140-173 3. Κ Χ Τόμος Θ’ Αθήνα 1990 Αναστασίας Κορκολή « Η μετανάστευση από τη Κάλυμνο- Θέσεις και εκτιμήσεις» σελ. 406-417. 4. Κ Χ Τόμος Ι’ Αθήνα 1992 Μιχαήλ Ιορδ. Κινδύνη «Μια αξιόλογη Καλυμνιά του Τάρπον Σπρινγκς» σελ. 326-329. 5. Κ Χ Τόμος ΙΓ΄ Αθήνα 1999 Γιάννη Θ. Πατέλλη «Γιάννης Κάννης- Ο Καλύμνιος βουλευτής του Καναδά» σελ. 346. Θεόφιλου Τσουκαλά «Καλυμνιακή Φωνή της Αυστραλίας» σελ. 367. 6. Κ Χ Τόμος ΙΔ΄ Αθήνα 2001 «Ο Μητροπολίτης Χονγκ-Κονγκ Κος Νικήτας» σελ. 384. «Μιχαήλ Μπιλληράκης ο Καλύμνιος βουλευτής της Φλώριδα» σελ 403.
-330-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
7. Κ Χ Τόμος ΙΣΤ΄ Κάλυμνος 2005 Άρτεμις Σκουμπουρδή «Οι Καλύμνιοι στην Ισπανία» σελ. 473-492. Κατερίνας Ροδίτη «Η Μαστροσκάγια, Ρωσία καταφύγιο Καλυμνίων κατά τα έτη 1870-1920» σελ. 493-504. Κωνσταντίνου Μηνέττου «Σοφία Γερ. Χριστοφίλη η πρώτη Ελληνίδα δασκάλα στο Nassau-Bahamas» σελ. 505-512. 8. Γιάννη .Δ Γεράκη «Σφουγγαράδικες Ιστορίες» Ένωση Καλυμνίων Αττικής Αθήνα 1999. 9. Νικητάδαινας Ι. Ρεΐση-Καλλιόπης Ι. Μαύρου «Η Κάλυμνος του νόστου και της καρδιάς μας» Κάλυμνος 2009.
-331-
Φανή Καπελλά - Κουτούζη
Γεράσιμος Κλεάνθους Ζερβός
(1872 -1934) Ένας σχεδόν άγνωστος λόγιος και βαθιά θρησκευόμενος Καλύμνιος της διασποράς.
Γεράσιμος Κλ. Ζερβός Φωτογραφία απ’ τη Βομβάη, το 1907
-333-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Προλογικό σημείωμα
Έ
να δυσάρεστο οικογενειακό γεγονός του περσινού καλοκαιριού του 2010, το οποίο δευτέρωσε μάλιστα, δεν ήταν «αμιγές καλού»: Δύο διαδοχικές διαρρήξεις στο παλιό πατρικό σπίτι, στην Αγία Τριάδα, μας έφεραν-εμένα και τις αδελφές μου- μπροστά σ’αυτό το γνώριμο σε πολλούς, αποκρουστικό θέαμα του λεηλατημένου σπιτιού και η αίσθηση της καταφυγής που νοιώθουμε για το σπίτι του ο καθένας μας ,βγήκε βαριά τραυματισμένη. Συγχρόνως μας αποκαλύφθηκαν, με βίαιο τρόπο βέβαια, θησαυροί κάποιου άλλου είδους, μας αποκαλύφθηκαν τα πολύτιμα για μας σωθικά του σπιτιού μας κι’αυτό ήταν τελικά το «καλό», το κέρδος μας, όταν μπορέσαμε να το αξιολογήσουμε. Γιατί δεν είχε μείνει βιβλιοθήκη, γραφείο, συρτάρι, ντουλάπι, που να μην είχε αναποδογυριστεί και αδειάσει στη μέση των δωματίων. Όμως, όταν βρίσκεσαι ξαφνικά μπροστά στο παρελθόν σου, με τις ψυχές και τις ζωές των δικών σου ανθρώπων, μέσα απ’τις φωτογραφίες, τα γράμματα, τα ημερολόγια, τις σημειώσεις, τα λογής ντοκουμέντα, τα ποτισμένα με τον πόνο και το μεγαλείο της ανθρώπινης μοίρας, σε παραφυλάει ένας συναισθηματικός κίνδυνος, λες και ο αιώνας που μεσολάβησε ανάμεσα σ’αυτά και σε σένα είχε ξαφνικά μηδενιστεί. Ο κίνδυνος έγινε περιπέτεια όταν δεν μπορέσαμε ν’αντισταθούμε και να κάνουμε μια απλή, αποστασιοποιημένη, μηχανική τακτοποίηση αλλά βουτήξαμε στα βαθιά! Πρωταγωνιστική μορφή που αναδύθηκε μέσα από έναν όγκο κειμένων του, ο πατέρας της μάνας μας, Γεράσιμος Κλεάνθους Ζερβός. Εκατοντάδες τα γράμματα του από την ξενιτειά , τις μυθοποιημένες στο μυαλό μας Ινδίες, -αγγλική κτήση τότε,στη γιαγιά και τα πέντε παιδιά του, τον Νικηφόρο(Νίκα), τον Κλεάνθη, τη Φανή, τον Γιάννη(Τζων) και τη Θεμελίνα. Μεγάλος ήταν και ο όγκος των χειρόγραφων θρησκευτικών κηρυγμάτων -334-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
του, καθώς ήταν επίσημος ιεροκήρυκας της εκκλησίας. Σκόρπια κι’αυτά στα πατώματα, είχε διατηρηθεί όμως ακόμα το ευλαβικό δίπλωμα τους και η ιδιαίτερη φροντίδα της αρχιτεκτονικής της κάθε σελίδας. Ο καταιγισμός των συναισθημάτων από την ανάγνωση των πρώτων σελίδων και η χαρακτηριστική μυρωδιά του πολυκαιρίτικου υπεραιωνόβιου χαρτιού, ήταν σα να μας προκαλούσαν να τα πάρουμε στα χέρια μας και να κοινωνήσουμε με το περιεχόμενό τους. Όχι πως δε γνωρίζαμε την ύπαρξη αυτών των ντοκουμέντων αλλά κι’ εμείς δεν ξέραμε το γιατί, δεν τα είχαμε αγγίξει ποτέ! Ακόμα κι’ η κόρη του, η μάνα μας ,μόνο από μακριά τα κοιτούσε και λύγιζε η φωνή της όταν αναφερόταν στον πατέρα της και τα ενθυμήματά του. Γνωρίζαμε ωστόσο πολλά για τον παππού μας από διηγήσεις της γιαγιάς και των παιδιών του και κοντινών συγγενών .Καθώς όμως δεν τον είχε γνωρίσει κανένα του εγγόνι, δεν είχαμε ολοκληρωμένη την εικόνα της προσωπικότητάς του. Και τώρα, βρισκόμασταν μπροστά σ’έναν καθάριο καθρέφτη αυτής της ψυχής και της προσωπικότητας, χωρίς σκιές, χωρίς καμία σκοπιμότητα να τον έχει υποχρεώσει να τροποποιεί τις σκέψεις και τις απόψεις του, μια που τα περισσότερα από τα γραπτά του απευθύνονταν μόνο στο άλλο μισό της ψυχής του, τη σύζυγό του Άννα, το γένος Ρεΐση. Όλα αυτά θα μπορούσαν να ήταν μια ιδιωτική υπόθεση και μάλιστα συνηθισμένη για ελληνικές νησιώτικες οικογένειες, όπου ανέκαθεν ο ξενιτεμός μελών της ήταν ο κανόνας. Οι σκέψεις αυτές ανατράπηκαν καθώς προχωρούσε η ανάγνωση.. Δεν ήταν συνηθισμένα κείμενα .Ούτε η προσωπική του αλληλογραφία με τη γιαγιά ούτε οι επιστολές προς τον πατέρα του ούτε τα κηρύγματά του. Μια σειρά αρετές των κειμένων αυτών μας έπεισαν πως βρισκόμασταν μπροστά σε μια ξεχωριστή περίπτωση ενός ανθρώπου με πλατειά μόρφωση, με χριστιανική πίστη σε κάθε έκφανση και περίσταση της ζωής του, με τάλαντο συγγραφικό, με θαυμαστή γνώση της ελληνικής γλώσσας, με -335-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ιδέες τόσο προοδευτικές για την ισότητα της γυναίκας και του άνδρα και με τις απτές αποδείξεις για τον αγώνα που έδινε να πείσει τη σύντροφό του γι’αυτήν την πίστη του και με όλα τα γράμματα τούτα ποτισμένα με τον καϋμό της ξενιτειάς, σε μια τόσο μακρινή χώρα, τις Ινδίες… Η δύναμη των κειμένων έκαμψε τα ηθικά διλήμματα μας, γιατί υπήρξαν και τέτοια. Η αλληλογραφία π.χ με τη γιαγιά ήταν τόσο προσωπική υπόθεση! Όμως η απόσταση του αιώνα και κυρίως το περιεχόμενο των επιστολών μάς έπεισαν ότι δεν έπρεπε να επιστρέψουν στη σιωπή του πολυταξιδεμένου μπαούλου, για χρήση μόνο ιδιωτική. Κάτι έχουν να προσφέρουν και να πουν σκεφτήκαμε, σε όσους αναγνώστες των Χρονικών θελήσουν να τα διαβάσουν. Χάρη χρωστώ και στον πρόεδρο τον κ. Χατζηδάκη για την αποτελεσματική, πειστική του παρέμβαση και τις πρώτες εντυπώσεις που διατύπωσε για τα κείμενα. Σειρά λοιπόν έχουν τα κείμενα, που νομίζω ότι δε χρειάζονται άλλες συστάσεις .Ένα δείγμα από κάθε κατηγορία, με την αυθεντικότητα και την πάσα αλήθεια που αποπνέουν ,θα παραδοθούν στην κρίση των αναγνωστών: 1. Ένας λόγος εκφωνηθείς στην κατάθεση του θεμελίου λίθου της Νικηφορείου Ελληνικής Σχολής. 2. Μια επιστολή - απάντηση προς τον πατέρα του παπά Κλεάνθη. 3. Μια συνομιλία μ’έναν Ινδό φιλόσοφο και τέλος, 4 και 5 δύο προσωπικά γράμματα , απ’ τις πολλές δεκάδες που υπάρχουν, στη σύζυγό του Άννα . Ένα σύντομο μόνο βιογραφικό του συγγραφέα τους ,του Γεράσιμου Κλ. Ζερβού, που θα βοηθήσει τους αναγνώστες να κατανοήσουν το περιεχόμενό τους, θα προηγηθεί, με στοιχεία από σχετικές αναφορές δύο πνευματικών ανθρώπων, του φιλολόγου, ποιητή , συγγραφέα και κριτικού λογοτεχνίας Δ.Ν. Τριανταφυλλόπουλου και του δικού μας αείμνηστου φιλολόγου, γυμνασιάρχη και δάσκαλου της ελληνικής διασποράς Νικολαου.Μ.Δράκου. Φανή Καπελλά-Κουτούζη Ιούνιος 2011
-336-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
Γεράσιμος Κλ. Ζερβός Ο δεύτερος γιος του παπά Κλεάνθη Ζερβού. Τα άλλα πέντε παιδιά του ήταν: Ο Σακελλάρης Ζερβός, γιατρός, ο Γιάννης Ζερβός, φιλόλογος-ποιητής, και οι κόρες του Ελένη, σύζυγος Γεωργίου Σωτηρίου, η Μαρία, σύζυγος Ηλία Πελεκάνου, και η Καλλιόπη, σύζυγος Θεμιστοκλή Ολυμπίτη. Ο Γεράσιμος δε σπούδασε γιατί δεν το επέτρεπαν τα οικονομικά του πατέρα, που ήδη σπούδαζε γιατρό τον πρώτο γιο του, τον Σακελλάρη. Πηγαίνει στον θείο του Νικηφόρο Ζερβό, στο Λίβερπουλ της Αγγλίας και εκεί προσλαμβάνεται στην εταιρεία των Αδελφών Ράλλη, γνωστών μεγαλεμπόρων βαμβακιού. Αυτοί τον στέλλουν στις Ινδίες το 1890, όπου ήταν η έδρα τους και μένει εκεί είκοσι χρόνια, με μεσοδιαστήματα επιστροφής στην πατρίδα .Συναναστρέφεται και γίνεται στενός φίλος του Α.Πάλλη, του Α.Εφταλιώτη, του Γ. Ψυχάρη, του Π. Βλαστού και άλλων πνευματικών προσωπικοτήτων της εποχής εκείνης, που υπηρετούσαν στην ίδια εταιρεία,από τους οποίους δεν υστερούσε σε γνώση και κριτική σκέψη. Οι ανάγκες όμως της οικογένειας δεν του επέτρεψαν να τις αξιοποιήσει δημόσια. Με αυτούς τους συντρόφους διατήρησε αλληλογραφία για πολλά χρόνια σε θέματα γλώσσας, λογοτεχνίας ,φιλοσοφικών αναζητήσεων. Διαβάζει συνεχώς και συγκροτεί μια βιβλιοθήκη με σπάνιες εκδόσεις των αρχαίων Ελλήνων κλασσικών και με θεολογικά, ιστορικά, ψυχολογικά και λογοτεχνικά βιβλία και στην αγγλική γλώσσα, καθώς ήταν τέλειος γνώστης της .Γνωρίζει ακόμα Γαλλικά, Γερμανικά ,Ιταλικά και Σανσκριτικά…. «Λαμπρός ήταν και ο προφορικός του λόγος, ιδιαίτερα σε θρησκευτικά κηρύγματα, που το πρώτο, στην Παναγιά του Χωριού, μου χάρισε εντονότατη την πρώτη συγκίνηση, από λόγιο ομιλητή.», γράφει γι΄ αυτόν ο Ν. Δράκος.
-337-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
A!
Ένα ιστορικό κείμενο
Λόγος εκφωνηθείς στην κατάθεση του θεμελίου λίθου της Νικηφορείου Ελληνικής Σχολής, από τον Γεράσιμο Κλεάνθους Ζερβό, ανιψιό του δωρητή και ιδρυτή της Ν.Ε.Σχολής, Νικηφόρου Σ. Ζερβού.(1848- 1906) Κάλυμνος 26 Οκτωβρίου 1905 Πανιεριότατε, Πανοσιολογιότατε, Αδελφοί συμπολίτες, «Και τους είπα: Σεις βλέπετε τη δυστυχία που μας κρατεί. .Πως η Ιερουσαλήμ είν’ έρημη και οι πόρτες της πυρπολημένες. Ελάτε να χτίσουμε το τείχος της Ιερουσαλήμ και να μη μας μένει πια η εντροπή. Και τους είπα: Το χέρι του θεού το αγαθό είναι επάνω μου. Ας σηκωθούμε κι’ ας οικοδομήσουμε» (Νεεμίας Β 1718) 1. Ο σπουδαστής της ιεράς γραφής έρχεται συχνά σε σκηνές και τόπους, τόσο ζωηρά ιστορημένους απ’ τα πρόσωπα που έλαβαν μέρος στο μεγάλο και θαυμάσιο εκείνο δράμα της ανθρώπινης ιστορίας, που έπαιξε ο περιούσιος λαός του Ισραήλ, όπου σταματά η ψυχή και η διάνοιά του με την ίδια ιερή φρικίαση που αισθάνεται μπρος στ’αθάνατα έργα της Ποίησης ή της Τέχνης ή την αποκάλυψη της Αλήθειας. Οι αιώνες που μας χωρίζουν, η αλλαγή της όψης της γης σε κάθε κλάδο επιστήμης και τέχνης και βιομηχανίας και ηθικοκοινωνικής ζωής και διεθνούς πολιτείας, δεν ισχύουν (μπορούν) να κτίσουν πέπλον αδιάσπαστον, μπρος στην παντοδύναμη διάνοια του ανθρώπου, που γοργότερη απ’ την αστραπή αναπαριστά τις σκηνές που είδε το μάτι το φυσικό ή της ψυχής το μάτι, των περασμένων καιρών.
-338-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
Μια τέτοια συγκινητική σκηνή από το μεγάλο δράμα της ιστορίας του Ισραήλ μας αναπαριστάνουν τα λόγια του Νεεμία, του μεγάλου πατριώτη που ανεφάνη στα χρόνια του Αρταξέρξη, βασιλέως τηςΠερσίας, από τα 465-425π.Χ Απ’ τον καιρό του Ναβουχοδονόσορ που κυρίευσε την Ιερουσαλήμ στας αρχάς του 6ου αιώνος π.Χ και πήρεν αιχμαλώτους στην Βαβυλώνα όλο το αριστοκρατικό αίμα και όλους τους σοφούς και καλούς τεχνίτες και μόνον τους γεωργούς αφήκεν για να σκάβουν τη γη, πέρασαν εκατόν πενήντα χρόνια δουλείας και ντροπής για τους εξορίστους και δυστυχίας και ερημιάς για τους υπόλοιπους που είχαν μείνει στην κατερειπωμένη και περιφρονημένη Ιερουσαλήμ. Πενήντα χρόνια όμως δεν πέρασαν από την αιχμαλωσία κι’ο Κύρος, ο βασιλιάς της Περσίας κυρίεψε τη Βαβυλώνα και εξεδικήθη την καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Οι εξόριστοι Ιουδαίοι ανέλαβαν τότε σχετικήν ελευθερίαν και καραβάνια ολόκληρα προσκυνητών που η θρησκεία και η πατρίδα ήταν γι’αυτούς η μόνη χαρά κι’ σκοπός της ζωής, άρχισαν να κατεβαίνουν από δύσβατους κι’έρημους δρόμους, στ’άγια χώματα, να ιδούν την εγκαταλειμμένη Ιερουσαλήμ, την ονειρευτήν πόλιν του Δαυίδ, όπου έμελλε μια μέρα να στηθεί αιώνιος ο θρόνος του και να λάμψει το φως της στους εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένους. Οι Ιουδαίοι ήσαν λαός προικισμένος μ’ευφυΐαν μεγάλην και αμέσως ως το επέτρεψεν η περίστασις εφάνησαν και χρησιμοποιήθησαν τα φυσικά τους προσόντα. Πολλοί από τους εξορίστους προόδευαν στα γράμματα και την νομομάθεια και το πλουτοφόρο εμπόριο. Η ικανότης τους εξετιμάτο από το κράτος και πολλοί ανέβαιναν σε θέσεις εμπιστευτικές και στις βασιλικές αυλές ακόμα. Απ’ αυτούς πρέπει να ήτο και ο Νεεμίας. Θα διεκρίθη στην επαρχιακή υπηρεσία και σιγά-σιγά τόσον απέσπασε την εύνοια του βασιλέως όπου ηξιώθη να γίνει υπασπιστής αυλικός του και να υπηρετεί στο τραπέζι το βασιλικό. Ο Νεεμίας πάντα μ’ενδιαφέρον ζητούσε να μάθει -339-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
νέα από τη γλυκιά πατρίδα. .Στο εικοστό έτος της βασιλείας Αρταξέρξη ήλθεν ο Αναή, ένας από τους αδελφούς του και άλλοι άνδρες απ’ τη φυλή του Ιούδα και τον βρήκαν στο παλάτι των Σούσων και του είπαν πως, όσοι έμειναν εκεί στη χώρα από την αιχμαλωσία, ευρίσκοντο σε δυστυχία μεγάλη και ονειδισμό και τα τείχη της Ιερουσαλήμ ήσαν γκρεμισμένα και οι πύλες της είχαν καταστραφεί από την φωτιά. Κι’η θλίψη που αισθάνετο στην ψυχή του, του κινούσε τους λογισμούς νύχτα μέρα πώς να φέρει παρηγοριά στη δόλια του πατρίδα .Και κάθησε και πένθησε μέρες, νηστεύοντας και προσευχόμενος ενώπιον του θεού του ουρανού. Και προσευχήθη θερμά και πήρε θάρρος η ψυχή του και πρόσμενε την κατάλληλη ώρα. Μια μέρα που κερνούσε τον βασιλέα στο τραπέζι επάνω όπου εκάθητο με την παλλακή του, ο Νεεμίας είχε στο πρόσωπο ζωγραφισμένο τον πόνο, τη θλίψη και τη μελαγχολία της νοσταλγίας. Στρέφει και του λέει ο βασιλιάς: «Γιατί είναι έτσι θλιμμένο το πρόσωπό σου και δε συγκρατείς τη λύπη σου»; Ο Νεεμίας απαντά: «Δεν είναι άλλο τίποτε παρά λύπη της καρδιάς ,ο βασιλιάς μου ζήτω»! Λέει εν συνεχεία ο Νεεμίας με θάρρος: «Πώς θέλει η μεγαλειότης σου να μην είναι θλιμμένη η καρδιά μου αφού η φτωχή μου η πατρίδα βρίσκεται σε τέτοια συμφορά και δυστυχία; Δος μου την άδεια να πάω να κτίσω την πύλη που κείνται τα μνημεία των πατέρων μου, δος μου βοήθεια να πάω να ξαναχτίσω τα γκρεμισμένα τείχη της Ιερουσαλήμ». Κι’ ο βασιλιάς του χορηγεί την άδεια, τον στέλλει νομάρχη εκεί κάτω με διαταγές στους βασιλικούς δασάρχες και τους διοικητές του κράτους, πέραν από τον Ευφράτη ποταμό, να τον συνδράμουν και να τον αφήσουν ελεύθερο στο δρόμο και στο έργο του. Και φτάνει στην Ιερουσαλήμ, την πόλη των ονείρων του. Και σηκώνεται νύχτα εκείνος και ολίγοι άνδρες μαζί του, να παν γύρω στα γκρεμισμένα τείχη της Ιερουσαλήμ. Τα απομνημονεύματα του Νεεμία είναι τα προσωπικότερα χρονικά που μπορεί να συναντήσει κανείς και οι λεπτομέρειες της τυπογραφίας και των συγκινήσεων τόσο ζωηρές που η φαντασία -340-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
μας χωρίς δυσκολία μπορεί να παρακολουθήσει τη νυχτερινή εκείνη περιήγηση. Ήταν τόσο μαγική που και οι φρουροί δεν πήραν είδηση πού πήγε και για ποιο σκοπό. Και στους Ιουδαίους και στους εντίμους και στους στρατηγούς και στους υπολοίπους που δούλευαν στα έργα δεν το ανήγγειλε ως τότε. Μόνος του με πεζούς ανθρώπους πήγε να δει και να μάθει με τα ίδια του τα μάτια την κατάσταση των πραγμάτων, πριν τους εμπιστευθεί και τους αναγγείλει τον ιερό σκοπό και τον κρύφιο πόθο της ψυχής του. Τέλος τους προσκαλεί και τους λέγει: «Σεις βλέπετε αυτή τη δυστυχία στην οποία είμεθα. Πως η Ιερουσαλήμ είναι έρημη και οι πύλες της πυρπολημένες .Ελάτε , αδελφοί, να χτίσουμε το τείχος της Ιερουσαλήμ. Ας σηκωθούμε και ας οικοδομήσουμε». Εμπρός, ας σηκωθούμε και ας οικοδομήσουμε! Τα λόγια αυτά έπρεπε να είναι το σύνθημα κάθε ανθρώπου και κάθε κοινωνίας που ποθεί να συντελεστεί ένα έργο καλό. Του κακού ο καρπός φυτρώνει εύκολα, μα του καλού ο καρπός αυξάνει ανάμεσα σε τόσες δυσκολίες και έχει τόσες συνθήκες ενάντιες να νικήσει ,πριν ανοίξει τον αγκαθένιο κάλυκά του στου ήλιου το θαλπερό φως, που συγκινεί και ενθουσιάζει την ψυχή του παρατηρητή της ανθρώπινης φύσης, που θέλει ν’αγωνιστεί στης προόδου το δρόμο. Πόσοι κρύφιοι πόθοι, πόσος ενθουσιασμός της ώρας, πόσοι στοχασμοί, πόση εγκράτεια προσκαίρων επιθυμιών, πόση συγκράτηση του κατώτερου εγωισμού, πόση αγάπη της πατρίδας και του γένους του απαιτούνται να καλλιεργηθούν στην ψυχή του ανθρώπου, που να σηκωθεί ως ο Νεεμίας και να πει στους αδελφούς του: Εμπρός ας σηκωθούμε και ας οικοδομήσουμε! Πολλοί σκέπτονται χίλια καλά για τον τόπο τους. Έχουν υψηλές ιδέες και φιλοδοξίες για τη φυλή τους, σχεδιάζουν μεγαλεπήβολα σχέδια. Ποθούν ίσως να κάνουν έργα καλά και μεγάλα. Αλλά ο άνθρωπος που έχει ωριμάσει ο στοχασμός του, έχει λάβει τη σάρκα της πραγματικότητας και έχει βγει να πει το «Εμπρός ας σηκωθούμε και ας οικοδομήσουμε», είναι από τη γενεά εκείνη που χτίζουν τις πολιτείες και τις κοινωνίες και στρώνουν το δρόμο της προόδου, της οποίας σκοπός και παράγων -341-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
αμοιβαίος είναι η δικαιοσύνη και η ελευθερία του πνεύματος, η υγιής ζωή, σωματική και ψυχική, κάθε ανθρωπίνου όντος. Ο Νεεμίας δεν αρκέσθη στη δόξα και την ευμάρεια της βασιλικής αυλής. Ο Νεεμίας ζούσε μ’ένα ευγενικό ιδεώδες: Την ανάσταση της νεκρωμένης και θαμμένης Ιερουσαλήμ. «Η δοξασμένη μου πατρίδα είναι έρημη και εγκαταλειμμένη. Η φωνή του θεού του ουρανού μιλεί στην καρδιά μου. Σύρε να πας να βοηθήσεις τη φτωχή σου πατρίδα, να χτίσεις τα τείχη της ζηλεμένης Ιερουσαλήμ. Οι πατριώτες σου που ζουν κει πέρα είναι φτωχοί, δυστυχισμένοι, τυραννημένοι εργάτες. .Θέλουν θάρρος, θέλουν αρχηγό να τους εμπνεύσει τον ενθουσιασμό, να βάλει τη φωτιά στην παγωμένη ψυχή τους, να θυσιάσει καιρό και χρήμα και ζωή, να επιστατήσει να ξαναχτιστούν τα τείχη τα πέτρινα και τ’άλλα τα κοινωνικά που υπερασπίζουν και αυξάνουν την εσωτερική ζωή την ευγενέστερη του ανθρώπου ύπαρξη και του δίδουν το χαρακτήρα που διακρίνει κάθε έθνος και λαό» Νύχτα μέρα στοχάζεται τη δυστυχία της πατρίδας. Ονειρεύεται στον ύπνο του. Μελετά, ακούει φωνές εσωτερικές: «Να αυτή είναι η αποστολή σου. Εσύ θα σηκωθείς να πας να χτίσεις τα τείχη της Ιερουσαλήμ». Αχ, πως θ’άλλαζε της γης η όψη αν, εκείνοι τουλάχιστον από μας που φιλοδοξούν να είναι οι αρχηγοί στην κοινωνία, άκουαν αυτήν την εσωτερική φωνή κι’ακούοντας την, έζωναν τη μέση τους και έμπαιναν στο δρόμο και στο έργο που τους καλεί. 2. Τέτοιος ένας ωραίος καρπός που χύνει το φως του αυτή τη χαρούμενη μέρα υπακοής στην εσωτερική φωνή, είναι και αυτή η ιερά οικοδομή που, με τις ευχές της εκκλησίας μας και του θεού την ευλογία και του λαού όλου την αγαλλίαση, θεμελιώνεται σ’αυτήν την ωραία θέση του φωτόλουστου νησιού μας. Τιμά την εκκλησία μας το γεγονός ότι το πρώτον έργο που έχει υψίστη σημασία για την πατρίδα μας ανεγείρει ένας ταπεινός λειτουργός της. Η ξενιτειά όπου έζησε τα καλλίτερα χρόνια της ζωής του τού έθρεψε την αγάπη στην πατρίδα, που, -342-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
όπως την ετίμησε με τη σεμνή ζωή του, παντού όπου εκλήθη , τώρα την στολίζει με την ευρύχωρο και ωραία οικοδομή που θα υψωθεί φάρος περίλαμπρος, αγάπης και φιλοπατρίας μνημείο και φιλοτιμίας δια μέλλοντας ευεργέτας. Δεν είναι μεγαλέμπορος ο οποίος αφού εκέρδισεν και εχόρτασε τα χρήματα στο πλουτοφόρο εμπόριο, φιλοδόξησε ν’αφήσει μνημείο της γενναιοδωρίας του. Δεν είναι από τους πλούσιους οικοκυρούς, οι οποίοι αφού εμοίρασαν στους εαυτούς τους τα καλλίτερα κτήματα της νήσου και έζησαν πλουσιοπάροχα τις οικογένειές τους και έχτισαν μέγαρα και εφύτεψαν περιβόλια για τη γενεά τους, θυμήθησαν και την φτωχή τους πατρίδα να χτίσουν ένα δημόσιο έργο. Αλλά είναι ένας απλούς ιερεύς, ο οποίος από μετρίου μισθού οικονομίας μακράς υπηρεσίας στα ξένα, προσφέρει με τόση γενναιότητα το πρώτο κοινωφελές έργο που βλέπει η πατρίδα μας να χτίζεται από ένα συμπολίτην. Γιατί και πώς συμβαίνει αυτό το φαινόμενο; Γιατί, έπρεπε φαίνεται, την αρετή της αυτοθυσίας των κόπων και ιδρώτων μας δια τους αδελφούς μας να μας διδάξει με τόσον γενναίον παράδειγμα ο λειτουργός του θεού. Ηθέλησεν και αυτός, ως ο Νεεμίας εκείνος να μας πει: «Εμπρός ας σηκωθούμε και ας οικοδομήσουμε».Ήκουσε την εσωτερική φωνή και πρώτος βάλλει τον ακρογωνιαίον λίθον των κοινωφελών ιδρυμάτων, απαραίτητα σε κάθε κοινωνία που θέλει ν’αγωνισθεί σήμερον τον σκληρόν αλλ’ένδοξον αγώνα της υπάρξεως και της προόδου. Και τώρα, φίλοι συμπολίτες, που ήλθε ο Νεεμίας και μας φωνάζει με φωνή που βγαίνει απ’ τα βάθη της ψυχής: «….Σεις βλέπετε τη δυστυχία όπου βρισκόμαστε .Εμπρός, ας σηκωθούμε και ας οικοδομήσουμε, να μη μας μένει πια η εντροπή»…δε θα φιλοτιμηθούμε και δε θα συγκινηθούμε από τον ιερό εκείνο ενθουσιασμό, όπως οι πατριώτες του Νεεμία και δε θα χτίσουμε κι’εμείς το μέρος που η θέση και η ικανότης μας μάς επιτρέπει, από το τείχος της δικής μας Ιερουσαλήμ; Φίλοι, ποτέ μόνο ένα άτομο δεν μπορεί να χτίσει ολόκληρο τείχος. Οι ανάγκες του τόπου μας φωνάζουν και μόνον όταν ο καθένας μας τις αισθανθεί -343-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
όπως αισθάνεται τις ιδιωτικές του ανάγκες, θα φυσήσει νέα πνοή στην πρόοδο της κοινωνίας μας. Απ’ όλες τις ανάγκες μια χτυπά στη δική μου ψυχή, η έλλειψη Παρθεναγωγείου, ευπροσώπου και με τις συνθήκες που απαιτεί η υγιεινή και η εκπαίδευση των κορών. Πονεί η καρδιά μου και ντρέπομαι για την πόρωση της κοινωνίας μας, όταν περνώ και βλέπω τις τρυφερές κόρες, που αύριο θα κληθούν να γίνουν οι δημιουργοί της νέας γενεάς μας, στριμωγμένες σε χτίρια με τοίχους ρυπαρούς, σε δωμάτια σκοτεινά και με τζάμια σπασμένα, χωρίς μια πιθαμή αυλή να βγουν οι κόρες να πάρουν αέρα, να παίξουν, να γυμναστούν, να αισθανθούν τη χαρά της παιδικής των ηλικίας. Πονεί η καρδιά μου όταν συλλογίζομαι την έλλειψη της κοινωνικής υπερηφάνειας, όταν πολλοί από μας είμεθα έτοιμοι και ξοδεύομεν ποσά γενναία δια να χτίσουμε σπίτια ευάερα και ευρύχωρα στις αδελφές μας, τις κόρες μας και στις ανιψιές μας αλλά για τις κόρες ολονών μας, φτωχών και πλουσίων, δεν αισθανόμεθα την ανάγκην, χάριν της υγείας των, να φροντίσουμε να κτισθεί η κατάλληλη οικοδομή. Φίλοι, πόσες, άραγε, κόρες παίρνουν το σπέρμα της ασθενείας από τ’ανήλια σχολεία και τα κρυερά και σκοτεινά δωμάτια, όπου, ωχρά από τον μαθησιακόν άλλωστε φόβον, περνούν την τρυφερή τους ηλικία; Και στις μέλλουσες μητέρες των τέκνων μας πρέπει να στηρίζεται η ελπίδα της μελλούσης γενεάς. Αν ο καθένας από μας, κύριοι, ήτο πρόθυμος να καταβάλει μόνο 1% από τα όσα έχει να εξοδεύσει για τις κόρες του και τις αδελφές του, ,η νήσος μας θα είχε παρθεναγωγείο για το οποίο ο καθένας μας θα ησθάνετο υπερηφάνεια και το οποίο θα έδιδε προίκα μεγαλύτερη , για πάντα, στις κόρες που θα είχαν την τύχη να περνούν την παιδικήν τους ηλικίαν εκεί, παρά το μικρόν χρηματικόν ποσόν της συνδρομής μας. Εμπρός, λοιπόν συμπατριώτες, ας σηκωθούμεν και ας οικοδομήσουμε.Το λαμπρό παράδειγμα της φιλοπατρίας του αρχιμανδρίτου Νικηφόρου Ζερβού ας μας ηλεκτρίσει, ας μας ενθουσιάσει και ας ελπίσουμε ότι γρήγορα πολύ οι γενναίοι -344-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
δωρητές θα φανούν να χτίσουν και κείνοι με δικά τους έξοδα ή με κοινή συνδρομή και την πλευράν του τείχους που λέγεται παρθεναγωγείο. Και άλλα μέρη του τείχους μας μένουν αλλά η ώρα παρέρχεται και δε θέλω να καταχρασθώ την καλοσύνη που είχατε να με ακούσετε. Ευλογημένο να είναι το όνομα του Πανάγαθου Θεού ο οποίος αξίωσε τον πιστόν λειτουργόν του κι’εμάς εδώ όλους να δούμεν τη χαρμόσυνη αυτή τελετή που προοιωνίζεται τη χαραυγή νέας εποχής κοινωνικής φιλοτιμίας και φιλανθρωπίας στην πατρίδα. Ο Θεός να του χαρίζει χρόνια πολλά και πανευφρόσυνα, να βλέπουν τα μάτια του το καλόν έργο που τον εφώτισε ο Πανάγαθος Πατέρας να κάνει. «Ος δ’ αν ποιήσει και διδάξει ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών. *** Σημείωση: Ο Νικηφόρος Ζερβός είχε γυρίσει στην Κάλυμνο άρρωστος πια, από το Λίβερπουλ, το 1903 και έζησε ως τις 12 Μαΐου του1906. Μόλις που πρόλαβε δηλ. να δει τελειωμένο το κτίριο και την αρχή των ξυλουργικών εργασιών. Είχε προλάβει όμως να προβεί και σε μια άλλη ευεργετική πρωτοβουλία: Στη συλλογή συνδρομών για να αρχίσει η οικοδόμηση του παρθεναγωγείου, το οποίο τελικά ονομάστηκε «Βουβάλειον Παρθεναγωγείον» αφού ο Νικ. Βουβάλης κατέβαλε στην κοινότητα όλα όσα είχαν δαπανηθεί για το κτίριο, από την πρωτοβουλία του αρχιμανδρίτη Νικηφόρου Ζερβού. Φ.Κ.
-345-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Β! Ένα ξεχωριστό γράμμα ξενιτεμένου γιου προς τον πατέρα του, στην Κάλυμνο του 1907.
Βομβάη, 22 του Μάρτη, 1907
Σεβαστέ μου πατέρα*, Έλαβα τα γράμματά σου στις 9 και 15 του περασμένου και χάρηκα πολύ για την καλήν υγείαν σου και των δικών μας όλων. Κι’ εγώ είμαι πολύ καλά και σας στέλλω τους εγκάρδιούς μου ασπασμούς. Πολύ χάρηκα με την απόφασή σου ν’ακούσεις τη φανερή κλήση του Θεού. Εγώ αν σου έγραψα με δισταγμό, ήτο γιατί δεν ήθελα σε τέτοιο λεπτό ζήτημα συνειδήσεως να σε προτρέψω ή αποτρέψω, χωρίς να μείνει η όλη ευθύνη και εκλογή στη δική σου σκέψη και απόφαση. Ο Θεός να σε φωτίζει με το άγιό του Πνεύμα, που πιστεύω ότι υπάρχει ζωντανό και αιώνιο και φωτίζει τους πιστούς μαθητάς του Χριστού. Ο Θεός να ευλογεί το λόγο που θα βγαίνει απ’ τα χείλη σου για διδαχή και ν’ακούει τις προσευχές και δεήσεις σου. Ξύπνα με τη Γραφή στο χέρι σου και πλάγιαζε πάλι με τ’ άγιο βιβλίο. Εκεί μέσα, από τη Γένεση και την Αποκάλυψη, φυσά η πνοή του Θείου Πνεύματος. Νοιώσε την αναγέννηση την αληθινή, με τη χάρη του Χριστού. Βγάλε τον παλιό άνθρωπο του κόσμου και νοιώσε τον άνθρωπο της εσωτερικής, της πνευματικής ζωής. Η προσευχή να είναι όχι μόνο με τα λόγια των άλλων αλλά και δική σου συνομιλία, αντιμέτωπη με το Πνεύμα, το πανταχού παρόν και τα πάντα πληρούν. Αγωνία της ψυχής που γδύθηκε τα βάρη της σάρκας και ζητά από τον Θεό και ποιητή της αιτήματα δίκαια και ταπεινά. Νίκησε τις αδυναμίες τις ανθρώπινες, όσο μπορείς, με τη βοήθεια του Θεού και να γίνεις ο αληθινός ιερέας του Χριστού. Του αμαρτωλού το στήριγμα, τ’άρρωστου η παρηγοριά, του φτωχού η ελπίδα.
-346-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
Να είσαι πάμπτωχος! Να μη συλλογίζεσαι, ο Θεός θα στέλλει τα προς το ζην. Μην πωλήσεις υπηρεσία σου για βάπτισμα ή αγιασμό. Πεντάρα να μη δέχεσαι. Να κρατάς ταμείο εισφορών για τους φτωχούς ή την εκκλησία αλλά μην πωλήσεις το βάπτισμα ούτε την εξομολόγηση! Μη δέχεσαι λειτουργίες στα εξωκκλήσια …(Ακολουθούν δύο δυσανάγνωστες λέξεις)…η στενή ιδέα της λατρείας, σε τόπους ιερούς. Σπούδαζε, μελέτα ,η αγάπη να γεμίζει την καρδιά σου. Ο πόθος να σώζεις ψυχές από την αμαρτία να θερμαίνει την πατρική σου ψυχή. Μην ανησυχείς το μυαλό σου στις θεωρίες και τα δόγματα. Είναι υψηλά και βαθύτατα φιλοσοφήματα αλλά εσύ έχε την πίστη την απλοϊκή. Η αγάπη του Χριστού είναι η μεγαλύτερη και η απλούστερη θεολογία. Ο Θεός βοηθός σου και να σ’ευλογεί τις επίλοιπες ημέρες της ιεροσύνης σου. Τι ωραία που το λέει η εκκλησία μας «Χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών, ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά, και καλήν απολογίαν, την επί του φοβερού βήματος του Χριστού αιτησόμεθα» Εξέλεξες « την αγαθήν μερίδα » και αν φανείς καλός στην κλήση σου, όπως πιστεύω, τα παιδιά σου και τα εγγόνια σου θα ευλογούν τα γεράματά σου και την μνήμη σου, όταν σε καλέσει ο κύριός και Θεός σου. Με άπειρη αγάπη και λαχτάρα Ο υιός σου Γεράσιμος * Πατέρας: Παπά- Κλεάνθης Σακ. Ζερβός(1846-1921). Από τους πρώτους Καλύμνιους που πήγαν στο Πανεπιστήμιο Αθηνών επί Όθωνος για να σπουδάσει φιλολογία .Δίδαξε κατόπιν τα ελληνικά γράμματα στην Κάλυμνο και σ’άλλα νησιά. Διετέλεσε κατά καιρούς Δημογέρων, Δικαστής, Διευθυντής της Ελληνικής Σχολής. Αργότερα , στο πρώτο γήρας, χειροτονήθηκε ιερέας και κατόπιν υπηρέτησε ως Αρχιερατικός Επίτροπος. Δε δέχτηκε ποτέ -347-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
πράγματι οποιαδήποτε αμοιβή για τα μυστήρια που τελούσε ούτε είχε μισθό εφημερίου. Φ.Κ
Από την επιστολή προς τον πατέρα του.
Γ! Ένα ιδιότυπο κήρυγμα Από μια πόλη της Ινδίας,,14η Μαρτίου 1902 Αγαπημένη μου, Στο περιβολάκι ήταν καθισμένοι ο Ινδός καλόγηρος και ο Ρωμιός χριστιανός και ένας άλλος Ινδός αφουκράτο την ομιλία. Ο Ινδός καλόγηρος μιλούσε για την ευσέβεια πως σ’όλο τον κόσμο είναι μία: Ο φόβος του Θεού και η αγάπη του, η αφοσίωση του ανθρώπινου νου στον δημιουργό του σύμπαντος, αυτή είναι η ύψιστη ευδαιμονία. Όλα τ’άλλα είναι ψεύτικα στον κόσμο και μόνο πίκρα φέρνουν και στεναγμούς στο τέλος. Και έλεε τα παραμύθια της θρησκείας του με πίστη στην ουσία. Η αγιοσύνη, αυτή είναι η πιο μεγάλη αρετή και, όποιος την έχει, καθαρίζει την ψυχή του και ο νους του βλέπει τη θεία μεγαλοσύνη.
-348-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
Τότε ο Ρωμιός άρχισε μια ιστορία που την ξέρει ο κόσμος 19 αιώνες τώρα. Του μιλούσε του Ινδού για τον υιό της Παρθένου, πως μόνο σαν έγινε τριάντα χρόνων βγήκε στον κόσμο να διδάξει. Πως πήγε στην έρημο σαράντα μέρες και νίκησε τον πειρασμό, πως ήρθε στη θάλασσα της Τιβεριάδος και ευρήκε τον Πέτρο τον ψαρά και τον αδελφό του τον Ανδρέα και έπειτα πώς ετραβούσε η μαγική του παρουσία τα πλήθη πίσω του και τους εδίδασκε στα όρη και τις ακρογιαλιές. Αφουκράτο την ιστορία ο Ινδός και έλαμπε το πρόσωπό του «Πόσο όμορφα και γλυκά τα λέεις τα λόγια σου. Εμελέτησες πολύ για του Θεού την ουσία και μέσα στην καρδιά σου είναι κάτι απ’ τον Θεό. Έλα στη Βομβάη και θα σε πάρω να μιλήσεις σ’όλους τους Πανδίτες(τους διαβασμένους) να τους κάμεις ένα ανάγνωσμα στην Άρια Σαμάζ και θα σου κάμουν τιμή μεγάλη. Με λουλούδια θα σε ράνουν και θα σε στολίσουν και θα σε πάρουν γύρω-γύρω στην πόλη μέσα. Έχεις μέσα σου την αγάπη του Θεού και την απλότητα που μαγεύει τα πλήθη. Σε εκατό χιλιάδες Ευρωπαίους είσαι ο ένας! Καταλαβαίνεις την ψυχή μας και μας συμπαθείς. Τέτοιους ανθρώπους εμείς τους αγαπούμε ως το τέλος της ζωής μας και τους λατρεύουμε. Έχω μεγάλη χαρά που σε γνώρισα. Τόσα χρόνια κανείς άλλος Ευρωπαίος δε μου μίλησε όπως εσύ. Αφού ζήσεις παντρεμένος κάμποσα χρόνια, στα γεράματά σου άφησε τον κόσμο και κήρυττε το λόγο του Θεού»! Κι’ ο Ρωμιός με κρύο κεφάλι και θερμή καρδιά εδέχετο τα κολακευτικά λόγια με μετριοφροσύνη κι’έχαιρε που το όνομα του Χριστού έφερε ενθουσιασμό σ’έναν Ινδό φιλόσοφο. Κι’όλη αυτή η ομιλία εγίνετο στη χινδή διάλεκτο. Πολλές φορές σαν μιλώ με διαβασμένους μου λεν: « τέτοιους ανθρώπους θέλουμε να μας διδάσκουν τον χριστιανισμό και την μεταρρύθμιση». Θαρρείς πως δεν θα μπορούσα να γενώ ιεραπόστολος; Μούδωκε τη σπίθα, φαίνεται, ο Θεός. Μα έχω και τη φλόγα της αγνής αγάπης σου που μ’έσωσε από την αμαρτία. Και μια μέρα θα γίνουμε και οι δυο δούλοι του Θεού, ν’αγωνισθούμε στον κόσμο -349-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
μέσα με την αμαρτία και να προσπαθούμε να δείχνουμε το καλό παράδειγμα. Κι’ Θεός θα μας στείλει ευτυχία γιατί τα χείλη μας θα ευλογούν το όνομά του, μες τη γαλήνη ή την τρικυμία της ζωής. Θάρρος, αγάπη μου, Ο Γεράσιμός σου.
Δ!
Η Άννα Ζερβού - Ρεΐση με τον γιο της Κλεάνθη
Δ΄
Βομβάη, 2 Γενάρη 1914
Αγαπημένη μου, Έλαβα τέσσερά σου γράμματα όλα μαζί, από τις 23 Νοέμβρη ως 3 Δεκέμβρη και των παιδιών, που τους έγραψα. Αυτό ήταν μια απροσδόκητη ευχαρίστηση για μένα να λάβω γράμμα σου μόνο σε δεκάξι μέρες, ενώ συνήθως κάμνουν είκοσι τέσσερις. Τα διάβασα όλα και τα ξαναδιάβασα ως τώρα τέσσερις
-350-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
φορές. Όλα τα νέα σου, από τη χαρούμενη είδηση της γέννησης του πρώτου μου ανιψιού, τη μοίραση των δώρων, το επεισόδιο του αρραβώνα του Κλέμπη τα διάβασα με ευχαρίστηση κι’ενδιαφέρον και σα να αισθάνθηκα ολιγότερο μακριά από σας σήμερα. Τόσο η περιγραφή σου μούφερε στο νου την κοινωνία μας και το σπίτι μας και τη δική μας βαθιά πνευματική επικοινωνία, σημάδι της ζωντανής και τέλειας αγάπης, που ο καιρός τη δυναμώνει και την αυξάνει ,σαν έναν πλάτανο δίπλα σ’ένα αέναο ποτάμι. Άννα μου ,δυο σκέψεις με χτυπούν στα γράμματά σου και θα σου τις πω με αγάπη γιατί σε θέλω ν’αυξάνεις την ελευθερία πούναι το καλλίτερο δώρο του Θεού κι’ σκοπός της ανθρώπινης ύπαρξης. Είν’αυτές: Αποφάσισες από μια ευλογημένη ορμή της ψυχής σου να κάμεις κάτι καλό που εγώ ή δε σκέφτηκα ή κι’αν το σκέφτηκα τό’κρινα αλλοιώτικα. Μου είπες μια φορά τους λόγους σου και εξέφρασες την ελπίδα ότι δεν ήθελε μου κακοφανεί. Βλέπω όμως πως και σ’αυτά τα γράμματα εκφράζεις το φόβο σου. Γιατί, Άννα μου ,να μην έχεις τη βεβαιότητα πως εγώ δεν είναι δυνατόν ποτέ μου να δυσαρεστηθώ με μια σου ευγενή ,απλή ένδειξη λεπτότητος στους δικούς μας που εγώ από μακριά έτυχε να μην καλοζυγίσω. Είμαστε δυο σύντροφοι της ζωής, ίσοι κι’αγαπημένοι. Είμαι γω ο πρεσβύτερος της συντροφιάς, the senior partner,όπως λεν οι Άγγλοι. Δεν είμαι όμως και τόσο φοβερός άνθρωπος ώστε να έχεις αμφιβολία πως ό,τι κάμεις λογικό και με σκέψη, θα με λυπήσει ποτέ. Αρκεί ότι αισθάνεσαι τη λεπτότητα να μου εξηγείς τέτοια μικρά πράγματα, τα οποία μ’ευχαριστούν να μαθαίνω όπως και τις ελάχιστες λεπτομέρειες της ζωής σου και των παιδιών μας. Αλλά σε θέλω να το κάνεις χωρίς φόβο, σα δέσποινα τιμημένη μου που ξέρεις πως τίποτις δε με δυσαρεστεί ούτε είναι δυνατό να με δυσαρεστήσει ό,τι κάνεις με σκέψη ή από ορμές ευγένειας και καλοσύνης. Αυτά σου τα γράφω αναφορικά με τους φόβους σου για την καλή σου σκέψη να χαροποιήσεις όλους τους δικούς μας ,τα Χριστούγεννα. Επίσης για το αίτημα της εξαδέλφης σου να γίνεις -351-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
νανά του παιδιού της. Γιατί όχι; Αυτά είναι κοινωνικές υποχρεώσεις που πρέπει να γίνονται. Μπορείς να της το αρνηθείς κι’αν το ήθελες; Όχι, γιατί θα μας έλεγαν ότι δεν τους καταδεχούμαστε και γνωρίζεις τις ιδέες μου περί της ισότητος και της δικαιοσύνης. Λοιπόν να γίνεις νανά του παιδιού της ξαδέλφης σου και μάλιστα αφού έχεις υποχρέωση στον εξάδελφο για τις προμήθειες που έχει την καλοσύνη να σου κάμνει. Όσο για το άλλο, ν’αφήνεις την ψυχή σου να εκφράζεται ελεύθερα να ξεσκά και να παίρνει αέρα. Γιατί κι’εγώ πλεια δυνάμωσα στην καρτερία και στον αγώνα και αισθάνομαι πως θα παίρνω τα λόγια σου σαν που διαβάζω μεγάλους ποιητές που ζωγραφίζουν τα αιώνια αισθήματα της ανθρώπινης ψυχής και θα συγκινούμαι αλλά δε θα γονατίζω στις τραγικές στιγμές. Συμπέρασμα, πως σε θέλω να αισθάνεσαι ελεύθερη ψυχή. Η αγάπη μου αγνότερο δώρο και τιμαλφέστερο θα μπορεί να σου προσφέρει την αληθινή ελευθερία ,την ειλικρίνεια και την απλότητα των μεγάλων ψυχών. Αν είμαι ο κύριός σου, υπό μια άποψη που κι’ ο νόμος κι’ η θρησκεία κυρώνει ,είμαι όμως κι’ τέλειος σύντροφος της αγάπης και σε θέλω να αισθάνεσαι το χάρισμά μου αυτό,αν δε θέλεις να τόχεις ως δικαίωμά σου. Η αγάπη μου θέλει να σ’εξυψώσει. Είναι τόσο τρανή που τίποτις εξωτερικό χάρισμα δε θεωρώ αντάξιό σου. Στολίδια και πολύτιμα πράματα θα έχω πολλά να σου χαρίσω. Μα αγάπη κ ι’εκτίμηση της ψυχής σου έχεις , όση, μόνο οι μεγάλες ηρωίδες των μεγάλων ποιητών έχουν απολαύσει. Ο δεσμός μας είναι άρρηκτος, ανώτερος, μυστικότερος από τους κοινούς, που η συνήθεια και η συνθήκη φτιάχνει στην κοινωνική ζωή .Γι’αυτό θέλω να αισθάνεσαι την ελευθερία εκείνη που η αγάπη κι’ αμοιβαία λατρεία κάμνει άξιες τις ψυχές μας να αισθάνονται. Είσαι η δέσποινά μου κι’ας είμαι ο κύριός σου. «Η δε αγάπη έξω βάλλει τον φόβον»…… Στα παιδιά θα γράψω εξάπαντος την άλλη εβδομάδα. Ασπασμούς γλυκείς σ’όλους τους δικούς μας και γλυκοφίλησέ μου το νέο μου ανιψάκι….Αν το νομίζεις σωστό -352-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
βάλε το Νίκα μας ανάδοχο ως αντιπρόσωπο του πατέρα. Είναι, βλέπεις, το καμάρι που έχω να μ’αντιπροσωπεύει κιόλα. Ελπίζω πω κι’εσύ θα το χαρείς αυτό. Ο γιος μας είναι συ και γω. Τί λαχτάρα που αισθάνομαι αυτές τις μέρες για τα παιδιά μας αλλά και τί καρτερία και γαλήνη, με πίστη στο Θεό για το μέλλον. Θέλω να κανονίσουμε τη ζωή μας με φρόνηση και σοφία, δείχνοντας την αξία της πνευματικής δράσης που γίνεται, όχι από ανάγκη αλλά από πεποίθηση κι’εκλογή. Γλυκοφίλησέ μου τον Νίκα,τον Κλεάνθη, την όμορφη Φανή και το καλό Γιαννάκι. Σε φιλώ μ’αγάπη ψυχής Γεράσιμος E! Aπόσπασμα γράμματος απ’ τη Βομβάη
Βομβάη, 25 Φεβρουαρίου 1914
….Πέρασεν ο χειμώνας μας για πάντα πλεια κι’άρχισε το ζεστό καλοκαιράκι, ούτε κρύο ούτε ζεστό, καλό για τα μαραμένα από τη ζέστη κορμιά. Σήμερα το πρωί έβλεπα τα πυκνόφυλλα δέντρα του Κούπερετζ, με ανανεωμένο, πράσινο το φύλλωμά τους και θυμούμαι την άνοιξη στην πατρίδα πού’ χω εικοσιτρία χρόνια να τη δω! Μήτ’ άνοιξη μήτε Λαμπρή μήτε πρωτοχρονιά, τις εποχές που ο άνθρωπος αισθάνεται μ’όλον τον κόσμο το γύρισμα της μεγάλης κίνησης στη φύση και στη κοινωνική μας ζωή. …..Καμμιά φορά στοχάζομαι τη ζωή μου και λέω τι παράξενος έμπορος που υπήρξα και είμαι τώρα ακόμη! Πόσοι έμποροι, ήθελα να ξέρω, υπάρχουν στον κόσμο που σπουδάζουν μ’αγάπη σ’όλη τους τη ζωή τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Βρίσκω μέσα μου ίχνη της αρχαίας ελληνικής ψυχής. Κάποτε στρέφω πίσω χιλιάδες χρόνια κι’αισθάνομαι μιαν εξακολούθηση της δύναμης και της ζωής του πνεύματος που μου ενετύπωσε την ιδέα της αθανασίας και της αιωνιότητος. Κι’έχω μπροστά μου
-353-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
τη μικρή φωτογραφία της κάρτας του Σακελλάρη που δείχνει τα Λινάρια και το Καντούνι με τα κύματα ασπραφρισμένα που ξεσπούν στις ωραίες ακρογιαλιές και λέω: Να, σαν κι’αυτή τη θάλασσα που δεν άλλαξε από τον καιρό που οι ναύτες οι Καλύμνιοι συνόδεψαν τον βασιλιά Αγαμέμνονα στην Τροία,το ίδιο και οι ελληνικές ψυχές δεν άλλαξαν και στα νησιά τα παινεμένα και στα ηπειρώτικα χωριά και της Μακεδονίας τα βουνά και τις κοιλάδες ζουν κι’αντιλαλούν τους πόθους της φυλής πού’ χυσε τόση λάμψη και ομορφιά διανοητική και αισθητική στον κόσμο! Μ’αυτές τις σκέψεις παρηγορούμαι που εγώ Έλλην εξόριστος κρατώ ακόμη ως ευαγγέλιά μου, δίπλα στο νέο ευαγγέλιο, τις βίβλους της φυλής μου. Αυτά είναι οι περγαμηνές της αριστοκρατικής μου καταγωγής, μπρος στις οποίες δε θα προτιμούσα ούτε τους τίτλους ούτε τα μεγαλεία κανενός άλλου έθνους στον κόσμο! Μ’αυτές τις σκέψεις κλείω το πρώτο μου γράμμα γιατί έχω να γράψω και στους άλλους. Φίλησέ μου μ’αγάπη τον Νίκα και τον Κλεάνθη και την Φανή και το Γιαννάκι μου….. Και με πολλά θερμά φιλιά
Μ’αγάπη Γεράσιμος
Επιμέλεια κειμένων:Φανή Καπελλά- Κουτούζη Ιούνιος 2011
-354-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
Από επιστολή προς τη σύζυγό του Άννα.
Η οικογένεια του Γερ. Κλ. Ζερβού και της Άννας, το γένος Ρεΐση, σε φωτογραφία του γνωστού Καλύμνιου φωτογράφου Χατζηαριστείδη. Κατά σειρά ηλικίας: Νικηφόρος, Κλεάνθης, Φανή, Γιάννης (Τζων), Θεμελίνα.
-355-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Η “Ralli Brs” είχε την έδρα της στο Λονδίνο. Ιδρύθηκε το 1810 στην ευρύτερη περιοχή του Λεβάντε και γύρω στα 1814 το κέντρο εντοπίζεται στη Μάλτα. Το 1819 μεταφέρθηκε στο Λονδίνο, όπου και έμεινε μέχρι την πώλησή της, το 1961. Είχε επεκταθεί σ’ όλο τον κόσμο και στην Ινδία, όπου είχαν εμπορικές συναλλαγές με την Ιαπωνία. Η εταιρεία είχε δημιουργήσει μια κουλτούρα, η οποία ήταν μοναδική και κάλυπτε όλες τις πλευρές των δραστηριοτήτων της, μέχρι τον τρόπο ζωής των υπαλλήλων της. Στη φωτογραφία ο Γεράσιμος Κλ. Ζερβός, με τη διοίκηση και το προσωπικό της Ralli Brs
-356-
Νικήτα Σκ. Καραφυλλάκη
ΚΑΛΥΜΝΙΟΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ - ΑΝΩΝΥΜΟΙ ΕΥΕΡΓΕΤΕΣ
Ο
τόπος καταγωγής καθώς και η συνείδηση των κοινών δεσμών αίματος, γλώσσας, θρησκείας, παραδόσεων και ηθών συνθέτουν την έννοια της πατρίδας. Όσο ισχυρότεροι και ανθεκτικότεροι αποδεικνύονται οι δεσμοί αυτοί μεταξύ των μελών της, στο χρόνο και στις κρίσιμες περιόδους της ζωής τους, τόσο πιο στέρεα θεμελιώνεται ο πολιτικός και κοινωνικός τους βίος. Τόσο καλύτερα αντιμετωπίζονται και επιλύονται προβλήματα που αναφύονται και εμπόδια που ορθώνονται μπροστά τους. Η συνείδηση αυτή, από τότε που η χώρα μας απέκτησε την ανεξαρτησία της και την αυτογνωσία της ως Έθνος, πριν από 200 περίπου χρόνια, επιβεβαιώνεται με πολλούς τρόπους. Με τις θυσίες των παιδιών της στους απελευθερωτικούς και κοινωνικούς αγώνες. Με το μόχθο, την προκοπή και την ανάδειξή τους σε όλους τους τομείς της επιστημονικής, πνευματικής και οικονομικής ζωής, εντός και εκτός συνόρων, που έδωσαν τη δυνατότητα να συμβάλουν ουσιαστικά στην εδραίωση της ελευθερίας της, στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και στη δυνατότητα ανάπτυξης και προόδου της μεγαλύτερης ή ιδιαίτερης πατρίδας τους. Το χρέος των Ελλήνων προς την κοινή πατρίδα εκπληρώνεται διαχρονικά σε όλη την περίοδο της νεότερης ιστορίας της και σε όλες τις περιοχές της, από τη μακρινή Ήπειρο μέχρι τα δικά μας Δωδεκάνησα. Επώνυμοι και ανώνυμοι είχαν την τύχη, τη
-357-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
δυνατότητα ή την ευκαιρία να υπηρετήσουν κοντά στο ατομικό και το συλλογικό συμφέρον και να ευεργετήσουν τον τόπο τους. Αρκετοί το έπραξαν με τις πνευματικές και καλλιτεχνικές δημιουργίες τους, άλλοι με τις φωτεινές επιστημονικές μελέτες τους, πολλοί με τις λαμπρές δωρεές και τα κοινωφελή έργα τους και αναρίθμητοι, θυσιάζοντας ό,τι πολυτιμότερο είχαν, την ίδια τη ζωή τους, για την ελευθερία της. Η ιδιαίτερη πατρίδα μας, η Κάλυμνος, κατέχει ξεχωριστή θέση, γιατί, αναλογικά με τα πληθυσμιακά της δεδομένα και τις αντικειμενικές περιβαλλοντικές και οικονομικές της δυνατότητες, ανέδειξε ένα πλήθος ευεργετών, με το ευρύτερο περιεχόμενο που δώσαμε παραπάνω στην έννοια της ευεργεσίας. Ξεχωρίζουν βέβαια οι πολύ μεγάλοι δωρητές και καλλιτέχνες, τα πολλά αξιόλογα πνευματικά της τέκνα που σμίλεψαν νου και ψυχή και φρόνημα σε δύσκολες εποχές της μακρόχρονης δουλείας των νησιών μας, καθώς και οι πρωτεργάτες στους αγώνες για τη διατήρηση και προαγωγή των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων και των θρησκευτικών ελευθεριών σ’ ολόκληρη τη Δωδεκάνησο. Εκτός όμως από τους πολλούς και μεγάλους επώνυμους ευεργέτες, για τους οποίους δίκαια σεμνύνεται κάθε Καλύμνιος, υπάρχει και μια δεύτερη κατηγορία ανώνυμων, μικρών και αφανών ευεργετών, που ξεχασμένοι και περιφρονημένοι δεν βρήκαν κάποιον να τους αφιερώσει λίγα ταπεινά λόγια ευγνωμοσύνης για ό,τι με περισσή αγάπη και άδολο πατριωτισμό πρόσφεραν στα φοβερά χρόνια της πείνας και της ανέχειας, στη διάρκεια, στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια αλλά και στη συνέχεια, μέχρι σήμερα, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη του τόπου, στην προκοπή και την ευημερία των συνανθρώπων τους. Κι αυτοί δεν είναι άλλοι από τους μετανάστες μας. Αναρίθμητες οικογένειες στο νησί μας, όπως και σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, στήριξαν κυριολεκτικά την επιβίωση, την προκοπή και το μέλλον τους στους ομογενείς, στην κάθε λογής βοήθειά τους. Σ’ εκείνους που είχαν την τύχη να βρεθούν μακριά -358-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
από την ιδιαίτερη πατρίδα τους, πριν και μετά από την σκοτεινή περίοδο του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Πολλά από τα νησιά μας, και κατεξοχήν η Κάλυμνος, είχαν και εξακολουθούν να έχουν χιλιάδες μετανάστες σε κάθε γωνιά της γης και ιδιαίτερα στην Αμερική και την Αυστραλία. Ξενιτεμένοι από τα νεανικά τους χρόνια για καλύτερη προσωπική και οικογενειακή ζωή, που δεν μπορούσαν οι άγονοι βράχοι μας να τους προσφέρουν, παρέμεναν ψυχικά και πνευματικά δεμένοι με τον αγαπημένο τους τόπο, τα προσφιλή συγγενικά και φιλικά τους πρόσωπα. Ζούσαν και ανέπνεαν καθημερινά με τη σκέψη και την καρδιά κοντά τους. Κι όταν ήρθαν τα μαύρα χρόνια του πολέμου να προστεθούν σ’ εκείνα της μακρόχρονης σκλαβιάς των νησιών μας, επέδειξαν πρωτοφανή αισθήματα έμπρακτης αγάπης και αλληλεγγύης και βοήθησαν ολόκληρες οικογένειες να επιβιώσουν και να ονειρεύονται ένα πιο ανθρώπινο, φωτεινό και αισιόδοξο μέλλον. Στη μνήμη αυτών των πολλών Ανώνυμων Ευεργετών που, σε μεγάλο βαθμό, βοήθησαν γενικότερα την πατρίδα μας να σταθεί στα πόδια της, με τις γενναιόδωρες προσφορές τους στο κοινωνικό σύνολο και την ανεκτίμητη οικονομική στήριξη και αρωγή στις πολυμελείς οικογένειές τους, από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα, αφιερώνεται, σαν ταπεινή πεζή μπαλάντα, το κείμενο αυτό. Αφού το έργο τους, όμοιο με εκείνο των «άδοξων ποιητών» του Καρυωτάκη, «κανένας όμως δεν ανιστορεί και το έρεβος εσκέπασε βαρύ»1. Τους το οφείλουμε, όπως οφείλουμε σε κάθε εθνική επέτειο να καταθέτουμε δάφνες στους πεσόντες ήρωες σ’ όλους τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες της Χώρας μας. Θυσίασαν κι αυτοί ένα μεγάλο μέρος της ζωής τους, για να δώσουν χαρά,
1.
Από το ποίημά του «Μπαλάντα στους άδοξους ποιητές των αιώνων».
-359-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
κουράγιο κι ελπίδα στο πατρικό, στο αδελφικό, στο συγγενικό σπίτι. Για να σηκώσουν λίγο ψηλότερα την πατρίδα, για να της δώσουν τη θέση που της αρμόζει στους νεότερους δύσκολους καιρούς. Πρόκειται για όλους εκείνους τους φτωχούς αλλά τολμηρούς μετανάστες μας που αναζήτησαν καλύτερη τύχη τα τελευταία 150 χρόνια σε ξένες χώρες, για να δουν καλύτερες μέρες αυτοί και τα παιδιά τους. Εκεί, μόνοι και αβοήθητοι, άγλωσσοι και ανεπάγγελτοι, με μοναδικά όπλα την εργατική τους δύναμη, την αφοσίωσή τους στις χριστιανικές και οικογενειακές παραδόσεις του τόπου τους, την τιμιότητα και την εργατικότητά τους, μέσα από μύριες δυσκολίες και κάτω από συνθήκες σκληρής εκμετάλλευσης στα πρώτα τους βήματα, μπόρεσαν να προσαρμοστούν σιγά-σιγά, να επιβιώσουν και να προκόψουν. Αγάπησαν τις μακρινές δεύτερες πατρίδες τους, γιατί τους έδωσαν τις ευκαιρίες να αναδείξουν το δυναμισμό και τη δημιουργικότητά τους και αγαπήθηκαν απ’ αυτές, γιατί συνέβαλαν στην οικονομική τους ανάπτυξη. Η Αίγυπτος, η Ρωσία, από το 1870 μέχρι το 1917, η Αμερική στη συνέχεια, η Γαλλία, το Βέλγιο, ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Γερμανία και πολλές αφρικανικές χώρες φιλοξένησαν χιλιάδες έλληνες μετανάστες, ανάμεσά τους και πολλούς συμπατριώτες μας. Είναι όλοι τους οι νεότεροι «Αργοναύτες» που αναζήτησαν το δικό τους χρυσόμαλλο δέρας στα πέρατα της Οικουμένης. Μέσα από πολλές και απρόβλεπτες περιπέτειες και συμπληγάδες μπόρεσαν να το αποκτήσουν, γιατί έτσι είδαν και πίστεψαν τη σταθερή και αποδοτική εργασία τους στα ξένα οι περισσότεροι, και τις ευκαιρίες πλουτισμού που μπόρεσαν να εκμεταλλευτούν οι λιγότεροι. Υπηρετώντας τους στόχους των «Καλυμνιακών Χρονικών» θα περιοριστούμε εδώ στους δικούς μας. Στους Καλύμνιους της Διασποράς, στους ομογενείς μας, και ειδικότερα σ’ εκείνους της Αμερικής και της Αυστραλίας που βοήθησαν δυναμικά και αποτελεσματικά, μαζί με τους σφουγγαράδες και τους ναυτικούς -360-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
μας, να σταθεί στα πόδια του το νησί, στη δυσκολότερη περίοδο της νεότερης ιστορίας του, μετά τη λαίλαπα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετανάστες, ναυτικοί και σφουγγαράδες είναι οι τρεις πυλώνες που κράτησαν γερά και σήκωσαν ψηλά έναν άγονο και ξερό βράχο του Αιγαίου και τον κατέστησαν πνευματικό και καλλιτεχνικό φάρο σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, προκαλώντας το θαυμασμό και επιβάλλοντας τον καθολικό σεβασμό. Για τους «Τρυγητές του Μεσογειακού Βυθού», τους Σφουγγαράδες μας, έχουν άξια γραφεί πολλά. Για τους «Ήρωες της Ξενιτιάς», τους μετανάστες μας, στους οποίους δεν οφείλουμε λιγότερα, υπάρχουν βέβαια αρκετές αναφορές και διάσπαρτα αφιερώματα, ελάχιστα όμως για να προβάλουν, να τιμήσουν και να ανταποδώσουν ως ευγνωμοσύνη το μέγεθος της ευεργεσίας τους. Συνήθως τους θυμόμαστε, όταν ζητάμε σε κρίσιμες εθνικές περιστάσεις τη συστράτευση και την οικονομική τους βοήθεια, ή ακόμα χειρότερα, ως άρχοντες, την ψήφο και τη φιλοξενία τους. Για να τους ξεχάσουμε, όταν πια δε θα τους έχουμε ανάγκη.
Πανοραμική άποψη της Καλύμνου στη διάρκεια των μεταναστεύσεων των κατοίκων της στις αρχές του 20ού αιώνα.
-361-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Ρίχτηκαν κι αυτοί σε άλλου είδους βάθη και πελάγη. Πάλεψαν σκληρά, στερήθηκαν στα ωραιότερα χρόνια της ζωής τους αγαθά, χαρές και απολαύσεις. Έζησαν για πολύ μακριά από τα προσφιλή τους πρόσωπα. Αφιερώθηκαν ψυχικά και σωματικά στην προσπάθεια της επιβίωσης και στον αγώνα της επιτυχίας, για να μπορέσουν στη συνέχεια να σταθούν χρήσιμοι στις οικογένειες και στην πατρίδα τους. Στερήθηκαν, υπέφεραν, εργάστηκαν εξαντλητικά για πολλά χρόνια σε μεταλλεία και χαλυβουργεία, σε οικοδομές και σιδηροδρόμους, σε βαριές βιομηχανίες, σε διπλές βάρδιες. Δημιούργησαν δικές τους επιχειρήσεις και το περίσσευμα της δουλειάς και του μόχθου τους το πρόσφεραν με γενναιοδωρία στις οικογένειές τους, για να μη στερηθούν οι δικοί τους ό,τι έλειψε απ’ αυτούς, ή το αποταμίευσαν, για να το επενδύσουν στην πατρίδα και να δημιουργήσουν προϋποθέσεις παλιννόστησης, όταν οι συνθήκες θα το επέτρεπαν. Με την αλληλεγγύη τους, ιδιαίτερα στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, διέσωσαν περιουσιακά στοιχεία - κτήματα, σπίτια, οικογενειακά σκεύη και κειμήλια - φτωχών βιοπαλαιστών που μπροστά στο φάσμα της πείνας και του θανάτου, θα ήσαν υποχρεωμένοι να τα δώσουν για λίγο αλεύρι ή λάδι, ενώ με τα εμβάσματά τους τόνωσαν την τοπική αγορά, έδωσαν κι άνοιξαν δουλειές, περιορίζοντας σημαντικά το μεταναστευτικό ρεύμα που θα ερήμωνε το νησί από το πιο σφριγηλό ανθρώπινο δυναμικό, τη νεολαία του. Συνήθως οι προβολείς της ιστορίας ρίχνουν άπλετο φως στα προβεβλημένα μέλη κάθε κοινωνίας, στους προικισμένους, στους ισχυρούς, στους αρχιτέκτονες του εθνικού οικοδομήματος, σ’ εκείνους που με τις δράσεις και τα έργα τους καθορίζουν, διαμορφώνουν, κτίζουν τις τύχες και το μέλλον της. Στην αφάνεια ή στη σκιά τους παραμένουν αναρίθμητοι εργάτες, απλοί και ταπεινοί οικοδόμοι, που τοποθετούν ωστόσο κι αυτοί το μικρό αλλά τόσο σημαντικό λιθαράκι τους στη θεμελίωση, στη δόμηση της κοινής πατρίδας. Χωρίς τη βοήθειά τους, δε θα μπορούσαν οι πρώτοι να επιτύχουν τους στόχους, να πραγματώσουν τα όνειρά
-362-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
τους. Αφορμή γι’ αυτό το αφιέρωμα στάθηκαν, εκτός από τα οικογενειακά βιώματα και τις προσωπικές εμπειρίες μιας ολόκληρης ζωής, και πολλά γράμματα και αναρίθμητες αναφορές, διηγήσεις και περιγραφές από την περίοδο του 1940 ως τα σήμερα πάνω στο σχετικό θέμα, μέσα από τα οποία αναδύεται ανάγλυφη η ξεχασμένη αυτή αλήθεια. Για να κατανοήσει κανείς το μέγεθος της προσφοράς των ομογενών μας στα πρώτα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια της μιζέριας, της ταπείνωσης, της φτώχιας και της εξαθλίωσης, θα πρέπει να περιγραφούν νωρίτερα οι κοινωνικές και προπάντων οι οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν στο νησί μας στη διάρκεια και μερικά χρόνια μετά τον καταστροφικό πόλεμο. Δεν μπορεί η νέα γενιά να φανταστεί πόσο έχει απομακρυνθεί η σημερινή Κάλυμνος από κάθε άποψη, όχι μόνο χρονολογικά αλλά και περιβαλλοντικά, μορφωτικά, κοινωνικά, οικονομικά, ακόμα και γλωσσικά, από το νησί της 10ετίας του ’40. Από την εποχή που, περνώντας μέσα από την τριπλή κατοχή, ιταλική, γερμανική και αγγλική, ζούσε τη δυσκολότερη περίοδο της ιστορίας της. Τότε που ο παρανοϊκός πόλεμος δεν άφησε τίποτε όρθιο και σκόρπισε παντού οδύνη, πόνο και στεναγμό. Όταν υποχρεώθηκαν εκατοντάδες οικογένειες, μπροστά στα οικονομικά αδιέξοδα, στο φάσμα της πείνας και του θανάτου, να εγκαταλείψουν τις εστίες και τα υπάρχοντά τους και να ζήσουν για δύο ολόκληρα χρόνια στην προσφυγιά της Μέσης Ανατολής. Όταν πολλοί με καθημερινό κίνδυνο της ζωής τους διέσχιζαν με πανί και κουπί ολόκληρο το Αιγαίο, με κίνδυνο να ναυαγήσουν και να πνιγούν ή να συλληφθούν από τους γερμανούς, ως δήθεν κατάσκοποι. Για να δώσουν και να πάρουν ανταλλάξιμα αγαθά από τα ελεύθερα νησιά της μεγάλης πατρίδας, ικανοποιώντας βασικές ανάγκες για την επιβίωση των οικογενειών τους. Όταν έσκαβαν κι έσπερναν κάθε σπορίδι στα βουνά του ορεινού νησιού τους, για ν’ ανάψει μια φορά την εβδομάδα ο φούρνος από τις «κλαοφόρες» νοικοκυρές -363-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
με τις πολυμελείς φαμελιές τους για τον επιούσιο άρτο. Τότε που για πολλούς ένα κομμάτι ψωμί άξιζε όσο τίποτε άλλο. Την εποχή που σπίτια και κτήματα φτωχών βιοπαλαιστών χάθηκαν για ένα πινάκιο φακής Αλλά και όταν πέρασε το μεγάλο κακό, αφήνοντας πίσω του τη γλυκιά γεύση της λευτεριάς και της ενσωμάτωσης των νησιών μας με την Ελλάδα, ενός πόθου αιώνων, για την πραγμάτωση του οποίου προπύργιο στάθηκε η Κάλυμνος με τους αγώνες και τις θυσίες των παιδιών της, τα πράγματα δεν άλλαξαν από τη μια μέρα στην άλλη. Τα ελεύθερα Δωδεκάνησα δεν βρήκαν το μητρικό γάλα που θα τα βοηθούσε να σταθούν γερά στα πρώτα τους αδέξια βήματα στο καινούργιο περιβάλλον. Η καθημαγμένη Ελλάδα, μετρώντας τις τεράστιες πληγές που της άφησαν οι κατακτητές, στις οποίες ήρθαν να προστεθούν καινούργιες και βαθύτερες από τον εμφύλιο σπαραγμό, δεν μπόρεσε να προσφέρει καμιά ουσιαστική βοήθεια. Έτσι μόνα τους ανέλαβαν να επουλώσουν τις δικές τους πληγές. Αλλά πώς; Η κατάσταση ήταν τραγική. Ιδιαίτερα στην Κάλυμνο που δεν είχε ευνοηθεί από τη φύση να διαθέτει μέσα και πόρους που θα της επέτρεπαν να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις πρωτόγνωρες περιστάσεις και να κτίσει σιγά- σιγά ένα σταθερό και αισιόδοξο μέλλον. Ο προπολεμικός επαγγελματικός, κοινωνικός και οικονομικός ιστός είχε καταστραφεί εντελώς. Όλα έπρεπε να ξεκινήσουν από την αρχή. Το 1945, με τη λήξη του πολέμου, η Κάλυμνος ήταν βυθισμένη στο σκοτάδι. Το ιταλικό ηλεκτρικό εργοστάσιο κοντά στην Αγορά φώτιζε για λίγες ώρες μερικά σπίτια στην Πόθια. Μοναδικό ασφαλτοστρωμένο κομμάτι σ’ ολόκληρο το νησί ήταν η κεντρική του Πλατεία στο λιμάνι. Οι στενοί δρόμοι στην πόλη λιθόστρωτοι και χωματένιος ο μοναδικός οδικός άξονας που συνέδεε την πρωτεύουσα, την Πόθια, με το Χωριό και τους οικισμούς των Ελιών, των Μυρτιών και του Μασουριού. Οι κάτοικοι της Πόλης και του Χωριού που ήσαν υποχρεω-
-364-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
μένοι, εξαιτίας της έλλειψης νερού, να παραθερίζουν σε καλύβες τους άνυδρους καλοκαιρινούς μήνες, στη δυτική πλευρά του νησιού, όπου υπήρχαν περιβολίσια πηγάδια, πηγαινοέρχονταν στις δουλειές τους με τα πόδια ή με τα λίγα προπολεμικά ταξί που ξεκινούσαν με μανιβέλα ή σπρώξιμο. Στο νησί κυκλοφορούσε ένα ΙΧ, της «Κυράς», της χήρας του μακαρίτη μεγάλου ευεργέτη του νησιού Ν. Βουβάλη. Χειροκίνητα κάρα εξυπηρετούσαν τις επαγγελματικές μεταφορικές ανάγκες του νησιού στην Πόθια και πολλές δεκάδες γαϊδούρια και μουλάρια τη μεταφορά των οικοδομικών υλικών και την άντληση νερού από τα μαγγανοπήγαδα του Βαθύ και των Ελιών. Στα σχολεία που λειτουργούσαν μέχρι τότε προστέθηκε κι ένα πλήρες εξατάξιο, το «Τραχωματικό», κοντά στο Ταπητουργείο που κρίθηκε αναγκαίο, για τη φοίτηση και θεραπεία των παιδιών που από έλλειψη μέσων καθαριότητας είχαν προσβληθεί από τη σχετική νόσο. Η έτοιμη βιοτεχνική ένδυση και υπόδηση ήταν άγνωστη σ’ ολόκληρη τη Χώρα. Μόνο υφάσματα μπορούσε να βρει κανείς στα καταστήματα του Μικέ Μπαϊραμίδη, των αδελφών Στ. και Νικ. Γαλουζή και του Σακ. Κασσάρα. Τα μοδιστράδικα και τα τσαγκαράδικα κάλυπταν τις μεταποιητικές ανάγκες. Η ραπτομηχανή στο σπίτι υπήρξε το πολυτιμότερο εργαλείο στα χέρια κάθε νοικοκυράς. Τα παιδιά κι όχι μόνο, σχεδόν στο σύνολό τους, κυκλοφορούσαν με παράταιρα μπαλωμένα παντελόνια και «πουκαμίσες», από παλιά μεταποιημένα ρούχα των γονιών τους. Τα παπούτσια, όσα τα είχαν, τα φύλαγαν για την εκκλησία. Το κρέας, στις καλύτερες των περιπτώσεων, έμπαινε στα σπίτια μια φορά την εβδομάδα ή το δεκαπενθήμερο. Για το ψωμί έπρεπε να σκαφτεί και να φυτευτεί κάθε «σπορί» γόνιμης γης από το ένα ως το άλλο άκρο του νησιού. Εγκαταλειμμένα αλώνια συναντούν ακόμα και σήμερα κυνηγοί και ορειβάτες σε πλαγιές, ακόμα και σε κορυφές των βουνών του νησιού, που σιωπηλά κι ερειπωμένα μαρτυρούν τη σκληρή βιοπάλη των γονιών μας στον αγώνα της επιβίωσης.
-365-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Η πείνα άφηνε καθημερινά τα ίχνη της. Πολλά παιδιά έπασχαν από δυσμορφίες, καχεξίες και αδενοπάθειες. Στα σχολεία πρόσφεραν αλευροποιημένο γάλα ως ρόφημα στο πρώτο διάλειμμα, για να αποτραπούν τα χειρότερα. Τίποτε δεν περίσσευε. Τα πάντα ανακυκλώνονταν. Για τα ελάχιστα σκουπίδια υπήρχαν ένα στο Χωριό και δύο-τρία στην Πόθια απορριμματοφόρα που δεν ήσαν τετράτροχα αλλά…τετράποδα. Λίγα συμπαθητικά γαϊδουράκια, στα οποία η υπηρεσία καθαριότητας της Δημαρχίας τοποθετούσε στα σκαρδέλια2 των σαμαριών τους, δεξιά και αριστερά, μικρούς ξύλινους κάδους. Μοναδικές στιγμές, για να ξεχνούν οι μεγάλοι τα προβλήματα και τις δυσκολίες στον καθημερινό αγώνα επιβίωσης είχαν τα θρησκευτικά πανηγύρια και τα «πισπερίσματα», τους γάμους και τα βαφτίσια. Οι μικροί, ζώντας στον κόσμο τους, μακριά από τα βάσανα και τις σκοτούρες των γονιών τους είχαν τα παιχνίδια, δικές τους χειροποίητες κατασκευές και επινοήσεις της πλούσιας δημιουργικής φαντασίας τους που καμιά σχέση δεν έχουν με τα σημερινά. Οι μπάλες των αγοριών, δεμένα κοψίδια σφουγγαριών και πανιών. Οι κούκλες των κοριτσιών μορφοποιημένα κουρέλια. Το πρωί ξεκινούσαν για το σχολείο νηστικά ή με λίγα ξερά σύκα στην τσέπη τους, ή με μια φέτα ψωμί με αλατόλαδο. Τα γλυκά τους στερεοποιημένα σιρόπια από ζάχαρη. Τα ανυπέρβλητα οικονομικά προβλήματα, οι στερήσεις και η φτώχια έσπρωχναν ολοένα και περισσότερους νέους στη θάλασσα και στο σφουγγάρι, για να θρηνεί ξανά το νησί αρκετά θύματα κάθε χρόνο. Πολλοί άρχισαν να βλέπουν ως μοναδική διέξοδο τον εκπατρισμό τους. Μέσα σ’ αυτή τη ζοφερή εικόνα, την ανέλπιδη κατάσταση, που ράγιζε τις καρδιές και λύγιζε τις αντοχές, που δεν άφηνε περιθώρια αισιοδοξίας και προοπτικής για ένα καλύτερο αύριο, άρχισαν να καταφθάνουν, να πέφτουν ως «μάννα εξ ουρανού»,
2.
Σκαρμός στο σαμάρι των ζώων, στον οποίο έδεναν βάρη για μεταφορά.
-366-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
ως δώρο κι ευλογία Θεού, τα «τσέκια» και τα «πάκα» από την Αμερική, για να καλύψουν βασικές ανάγκες κι ελλείψεις, να ανακουφίσουν, να δώσουν κουράγιο, δύναμη και χαρά σε πάρα πολλές οικογένειες που είχαν συγγενικά πρόσωπα και που ο πόλεμος δεν επέτρεπε, σ’ όλη του τη διάρκεια, καμιά επικοινωνία μεταξύ τους. Μόνο όσοι γεύτηκαν τη βοήθεια και την αλληλεγγύη των απόδημων συμπατριωτών μας την εποχή εκείνη μπορούν να εκτιμήσουν το μέγεθος της ευεργεσίας τους. Μια βοήθεια που διαχύθηκε σ’ ολόκληρη την καλυμνιακή κοινωνία, όπως συνέβη και αργότερα, μετά τη δεκαετία του 50, με το συνάλλαγμα των χιλιάδων μεταναστών μας από τη μακρινή Αυστραλία. Σ’ όλους αυτούς οφείλει σε μεγάλο βαθμό η Κάλυμνος το σημερινό της θαύμα, τη θέση και την προκοπή της. Γιατί το θαυμασμό προκαλεί στον κάθε επισκέπτη του νησιού πώς σ’ έναν τόσο άγονο και βραχώδη τόπο μπορούν να επιβιώνουν και να προοδεύουν τόσοι πολλοί, όταν μεγαλύτερα και ευφορότερα νησιά μετρούν λιγότερους και φτωχότερους κατοίκους. Στην αρχή του Πολέμου, όπως αναφέρεται σ’ ένα γράμμα της 16ης Ιανουαρίου 1941 από την Αμερική, επιτρεπόταν μόνο η αποστολή χρημάτων, ενώ απαγορευόταν από την κατοχική Ιταλική Αρχή η αποστολή δεμάτων. Προφανώς, γιατί την ενδιέφερε το συνάλλαγμα, και μάλιστα το ισχυρό αμερικανικό δολάριο, ενώ τα δέματα με ρουχισμό και τρόφιμα έθιγαν την εθνική τους περηφάνια στα μάτια των υπηκόων τους. Πολλά όμως γράμματα με χρηματικό περιεχόμενο δεν έφθαναν ποτέ στους παραλήπτες τους, με αποτέλεσμα να διακοπεί η αποστολή τους και εκατοντάδες οικογένειες να υποφέρουν ακόμα περισσότερο. Η πείνα και οι αρρώστιες θέριζαν καθημερινά για πέντε ολόκληρα χρόνια μικρούς και μεγάλους. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας και την παράδοση της Γερμανίας και Ιαπωνίας, οι θαλάσσιες συγκοινωνίες ξανάγιναν ασφαλείς και οι εθνικές, τραπεζικές και διακρατικές υπηρεσίες -367-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
άρχισαν να επαναλειτουργούν και να τίθενται στην εξυπηρέτηση των πολιτών. Από το 1945 αποκαθίσταται ο μοναδικός τρόπος επικοινωνίας με τον εξωτερικό κόσμο της εποχής εκείνης για τα νησιά μας, που είναι η αλληλογραφία. Καταφθάνουν σε καθημερινή βάση επιστολές, δέματα κι επιταγές από τους συγγενείς της Αμερικής που γίνονται δεκτά με ενθουσιώδεις πανηγυρισμούς από τους στερημένους και πληγωμένους από τα δεινά του πολέμου παραλήπτες τους, με τα οικονομικά και ψυχολογικά προβλήματα, τις απερίγραπτες δυσκολίες και το αβέβαιο μέλλον. Οι ταχυδρομικοί υπάλληλοι Νικόλαος Εργάς, Χριστόδουλος Ζωγραφάκης και Σπύρος Τρικοίλης είναι τα πιο ευπρόσδεκτα και αγαπητά πρόσωπα στο νησί. Διανύουν καθημερινά πολλά χιλιόμετρα σε όλες τις ενορίες της πόλης και του Χωριού, μεταβαίνουν και στους πιο μακρινούς οικισμούς, για να δώσουν και να πάρουν χαρά. Η εμφάνισή τους από μακριά, με τον βαρύ ταχυδρομικό φύλακα, βγάζει όλες τις καλυμνιές έξω από τα σπίτια τους να τους προϋπαντήσουν, να τους καλωσορίσουν, να τους κεράσουν, με την αγωνία και την ελπίδα ζωγραφισμένη στα ταλαιπωρημένα από τις κακουχίες πρόσωπά τους. Βιώνουν και οι ίδιοι ως οικογενειάρχες τα προβλήματά τους και φροντίζουν τις περισσότερες φορές να μην τις απογοητεύουν. Χαίρονται στη χαρά τους και υποφέρουν στη λύπη τους. Είναι οι «τρεις μάγοι» με τα «δώρα» τους, που δεν είναι σμύρνα, λίβανος και χρυσός, αλλά γράμματα, πάκα και τσέκια, που αναγγέλλουν από μακριά, καλώντας τες με τα μικρά τους ονόματα. Κι εκείνες, μαζί με τις ευχές και τις ευχαριστίες τους, τους προσφέρουν γενναιόδωρα μέσα από την καρδιά τους το φιλοδώρημα, όταν αυτό που παίρνουν έχει «ουσιαστικό» περιεχόμενο. Από τα φιλοδωρήματα των ανοιχτοχέρηδων συμπατριωτών τους ομολογούσαν πως είχαν ένα δεύτερο μηνιάτικο που πολλές φορές ξεπερνούσε εκείνο που αντιπροσώπευε ο μισθός τους. Τα «γράμματα» του τέλους και της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου αποτυπώνουν σ’ ένα βαθμό πιστά και γλαφυρά τις -368-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
συνθήκες, τα προβλήματα και τις ανάγκες που αντιμετώπιζαν οι συμπατριώτες μας στη δεκαετία του ’40. Όσες επιστολές έχουν ως αποστολέα κατοίκους του νησιού, περιγράφουν τη δεινή οικονομική τους κατάσταση, τον υποσιτισμό και τα προβλήματα υγείας των παιδιών τους, τις καταστροφές του πολέμου, τις ανύπαρκτες ευκαιρίες απασχόλησης, τη φτώχια και την κακομοιριά που δέρνουν τους πολλούς και ιδιαίτερα τους νέους, που τους υποχρεώνουν να στρέφονται στο σφουγγάρι, να ναυτολογούνται σε ποντοπόρα πλοία ή να μεταναστεύουν. Κι όσα γράμματα προέρχονται από το εξωτερικό, ζητούν με αγωνία να πληροφορηθούν ό,τι έχει σχέση με τη σωματική και ψυχική υγεία των δικών τους, τις ανάγκες και τις ελλείψεις τους σε είδη διατροφής, ένδυσης και νοσηλείας. Και προσπαθούν, στο μέτρο του δυνατού, να καλύψουν όσα μπορούν περισσότερα, στερούμενοι συχνά οι ίδιοι πολλά, ή παρατείνοντας τον επαναπατρισμό τους, για να μπορέσουν να προσφέρουν μεγαλύτερη βοήθεια στους πάσχοντες συγγενείς τους. Αφιερώνοντας το κείμενο αυτό στον Ανώνυμο Μετανάστη της Καλύμνου, ανώνυμα θα πρέπει να αναφερθούμε σε μαρτυρίες και χαρακτηριστικά αποσπάσματα αλληλογραφίας. Μέσα από την απλότητα του λόγου και της γραφής ανθρώπων που στην πλειοψηφία τους δεν αξιώθηκαν ούτε το δημοτικό να τελειώσουν, ο σημερινός αναγνώστης θα μπορέσει να σχηματίσει αμυδρή εικόνα των αναγκών και των προβλημάτων της περιόδου εκείνης, γενικότερα του επιπέδου διαβίωσης των συμπατριωτών μας. Να κατανοήσει τα έκδηλα συναισθήματά τους κάθε φορά που κάποιες απ’ αυτές τις ανάγκες τους μπορούσαν για λίγο έστω να ικανοποιηθούν, κάποιες πληγές να επουλωθούν, με την ελπίδα ότι το αύριο θα είναι καλύτερο και το εφιαλτικό χθες, παρελθόν χωρίς επιστροφή. Τότε που η βοήθειά τους, στη δεκαετία του 40, στάθηκε μέρος του μηχανισμού στήριξης και διάσωσης της τοπικής κοινωνίας και αργότερα, στις δεκαετίες που ακολούθησαν μέχρι και σήμερα, μοχλός ανάπτυξης και προόδου της Καλύμνου.
-369-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Θα πρέπει να σημειώσουμε καταρχάς ότι από το 1936 η Ιταλία, επί Γενικού Διοικητή De Vecchi, εγκαταλείποντας κάθε πρόσχημα, ανακηρύσσει τη Δωδεκάνησο αποικία της με το όνομα «Ιταλικά Νησιά του Αιγαίου»3 και επιβάλλει παντού τη χρησιμοποίηση της νέας ονομασίας τους. Έτσι και στην αλληλογραφία από και προς Δωδεκάνησα αναγράφεται υποχρεωτικά ως τόπος αποστολής και προορισμού η καινούργια διεύθυνση, με την προαιρετική προσθήκη της λέξης Dodecanese.
(Καλύμνιοι μετανάστες πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.)
Σε γράμμα, με ημερομηνία 13 Νοεμβρίου 1945 από το Gary Indiana της Αμερικής, συμπατριώτης αποστολέας ζητεί να πληροφορηθεί, πρώτον, αν πήραν οι συγγενείς του τα 100 δολ. που στάλθηκαν από τις… 14 Αυγούστου(!)4 κι έπειτα την κατάσταση του κτήματός του και των δέντρων που φύτεψε λίγο πριν φύγει. Για να εκτιμήσει κανείς την αγοραστική αξία που αντιπροσώπευε το χρηματικό ποσό των 100 δολ., αρκεί να σημειωθεί η αντιστοιχία του ενός δολαρίου με 15 δραχμές, ή με 50 ιταλικές λιρέτες που αργότερα, κατά το 1947, με τις συνεχείς υποτιμήσεις 3.
Isole Italiani dell’ Egeo ( Dodecanese)
4. Πέντε μέρες μετά τη ρίψη της δεύτερης ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα της Ιαπωνίας που σήμανε το τέλος του πολέμου.
-370-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
του ιταλικού νομίσματος έφθασε τις 400 ιταλικές λιρέτες το δολάριο. Την εποχή που το μεροκάματο του εργάτη ήταν γύρω στις 50 λιρέτες ή στις 15 δραχμές5, μόλις το ελληνικό νόμισμα αντικατέστησε το ιταλικό. Όταν το κιλό το κρέας στοίχιζε 7-8 δρχ. και ο μισθός του υπαλλήλου δεν ξεπερνούσε τις 300 δρχ. Στην ίδια επιστολή ο δωρητής συμβουλεύει να του μετατρέπουν τα κιλά και τις οκάδες6 σε πάουντς, κάτι που δεν ξέρει ο ίδιος να κάνει και τους πόντους σε ίντσες7, προκειμένου να αγοράζει τα κατάλληλα μεγέθη, ή να του βάζουν στα γράμματά τους τα μήκη σε κλωστές. Από επιστολή της 10ης Ιουνίου του 1946 μαθαίνουμε ότι δεν επιτρέπεται προσωρινά η αποστολή δεμάτων βάρους μεγαλύτερου από δύο πάουντς (περίπου 1 κιλό)8, ούτε καινούργιων ρούχων στα Δωδεκάνησα(;). Το μέτρο αυτό κράτησε μέχρι την υπογραφή της Συνθήκης παραχώρησης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου στο Παρίσι. Από τη χρονολογία αυτή και για ένα χρόνο θα επιτραπεί η αποστολή δεμάτων βάρους μέχρι 11 πάουντς. Αξίζει εδώ να παρατεθεί αυτούσιο απόσπασμα από το γράμμα αυτό που δείχνει την αγάπη και τις θυσίες, στις οποίες υποβάλλονταν οι καλύμνιοι για να προσφέρουν αμέριστα τη βοήθειά τους. «…Γράφετέ μου τις ανάγκες σας ελεύθερα χωρίς ντροπή. Τώρα σας βοηθούμε εμείς, αργότερα θα μας βοηθάτε εσείς. Έτσι είναι η ζωή. Για σας εργάζομαι σε δύο δουλειές. Έρχομαι από το εργοστάσιο και συνεχίζω να δουλεύω στην πόλη…». 5. Από επιστολή της 16 Σεπτ. 1947, για μια αγοραπωλησία, με τις αλλεπάλληλες υποτιμήσεις της δραχμής, μαθαίνουμε ότι το δολάριο ισοδυναμούσε με 8.000 δρχ!
6. Τα Δωδεκάνησα, λόγω της Ιταλικής κατοχής, είχαν ως μονάδα βάρους το χιλιόγραμμο, όταν η Ελλάδα εξακολουθούσε να χρησιμοποιεί την οθωμανική μονάδα μάζας, την οκά, με τα 400 δράμια της ( 1 οκά= 1,280 γρ.) 7. Ίντσα: υποδιαίρεση της γιάρδας, μονάδας μήκους των ΗΠΑ. Μία γιάρδα ισοδυναμεί με 0,914μ.. και μία ίντσα με 2,54 εκ. 8.
Ένα pound= 453 γρ.
-371-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Δεν υπάρχει επιστολή από ομογενείς στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια που να μην περιέχει ένα χαρτονόμισμα από 5 δολ. και πάνω και να μην προαναγγέλλει την προετοιμασία ή την αποστολή ενός καινούργιου δέματος με τρόφιμα, φάρμακα, ρουχισμό και πολλά άλλα χρήσιμα οικιακά αντικείμενα και δώρα. Παράλληλα σε κάθε γράμμα τους προσπαθούν να δίνουν κουράγιο κι ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο στους βασανισμένους και ταπεινωμένους από τα δεινά του πολέμου συμπατριώτες τους. Δηλώνουν σε όλους τους τόνους ότι ή σκέψη και η καρδιά τους βρίσκεται καθημερινά στην αγαπημένη τους Κάλυμνο και ότι ζουν και αναπνέουν με την προσδοκία να αξιωθούν σύντομα να φιλήσουν τα άγια χώματά της. Να κλείσουν σφιχτά στην αγκαλιά τους συγγενείς και φίλους και να ξαναζήσουν στιγμές και έθιμα που τους στέρησε για πολλά χρόνια η μακρινή ξενιτιά. Μόνον όσοι έζησαν, έστω για λίγο, μακριά από τον τόπο όπου είδαν το πρώτο φως της ζωής και γεύτηκαν τις μοναδικές χαρές, τα βιώματα και τις ομορφιές των αθώων παιδικών χρόνων, μπορούν να νιώσουν το βάθος και την ένταση των συναισθημάτων του ξεριζωμού και του νόστου. Τον πόθο και τη λαχτάρα για ό,τι άφησαν πίσω τους. Έτσι, σ’ ένα συγκινητικό γράμμα, με ημερομηνία 14 Φεβρουαρίου Καθαρά Δευτέρα του 1947, διαβάζουμε πως οι συμπατριώτες μας τηρούν τα έθιμα και τις παραδόσεις του νησιού μας: «…Βγαίνουμε κι εμείς στο ύπαιθρο, έξω από την πόλη, την Καθαρά Δευτέρα κι ενώ έχουμε και του πουλιού το γάλα, θα προτιμούσαμε να τρώγαμε ελιές και καμπιλιές9 στις εξοχές της Καλύμνου...» Και σ’ ένα δεύτερο, της 29ης Απριλίου, Μεγάλη Πέμπτη του 1948: «…Κι εδώ στην Αμερική ζυμώνουμε τη Μεγάλη Πέμπτη φτάζυμα που δεν έχουν όμως τη νοστιμιά του καλύμνικου, γιατί δε βρίσκουμε το παραδοσιακό προζύμι, πλάθουμε κουλούρια και βάφουμε κόκκινα αυγά…».
9. Κάμπιλο, ψυχανθές με νόστιμα τρυφερά βλαστάρια.
-372-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
Από επιστολή της 23ης Μαρτίου του 1946 παίρνουμε την πληροφορία πως στάλθηκαν σε συγγενείς 150 δολάρια μέσω Καΐρου και πως χάρηκαν για την αγορά της ελιάς της Μούγκρενας10 με τη συμβουλή να τη «νεωρεύουν11 και να τη φροντίζουν». Χαρακτηριστικό παράδειγμα της έκρυθμης κατάστασης και της αλλοτρίωσης των ηθών στα χρόνια του πολέμου είναι η περίπτωση που αναφέρεται σε γράμμα της 16ης Σεπτ. 1947 από μια μετανάστρια, που ενδιαφέρεται να πουλήσει σπίτι της στην Κάλυμνο. Πήρε γράμμα από συμπατριώτισσά της που το κατέλαβε και εγκαταστάθηκε αυθαίρετα μέσα, με το οποίο την ενημερώνει πως «το σπίτι ανήκει σε μένα, διότι το γλίτωσα από τους Γερμανούς και για να το παραδώσω ζητάω 800 δολάρια!» Ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητές τους οι μετανάστες μας στην Αμερική ενισχύουν με κάθε τρόπο τις οικογένειές τους και τις βοηθούν να εξοφλούν τα χρέη τους, να προικίζουν τα κορίτσια τους, να επισκευάζουν τα σπίτια τους, να εξοπλίζουν τα μαγαζιά και τα εργαστήριά τους, να αγοράζουν για λογαριασμό τους κατοικίες και κτήματα, γιατί στόχος και πόθος τους είναι πάντοτε η επιστροφή στην πατρίδα. Έτσι με το ζεστό μεταναστευτικό χρήμα σιγά-σιγά το νησί ξαναβρίσκει τον προπολεμικό οικονομικό βηματισμό του, με την αρωγή και της σπογγαλιείας, από την Άνοιξη του 1948 και την αδειοδότηση 90 σπογγαλιευτικών σκαφών, για τα παράλια της Β. Αφρικής από την Αγγλική Κυβέρνηση, που αφορούσε, στη συντριπτική πλειοψηφία της, την Κάλυμνο. Αλλά δεν ήταν μόνο η τακτική και σημαντική εισροή συναλλάγματος με τα «γράμματα» και τα «τσέκια» που ενίσχυε την τοπική αλλά και την εθνική οικονομία. Φιλί ζωής 10. Πρόκειται για μεμονωμένα καρποφόρα δέντρα που με βάση το Οθωμανικό Δίκαιο φυτεύονταν από ακτήμονες σε ξένες ιδιοκτησίες και αποτελούσαν περιουσιακό τους στοιχείο. 11. Νεωρεύω= επισκέπτομαι για έλεγχο
-373-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
αποτελούσαν για πολλές οικογένειες και τα «πάκα» με το πλούσιο και ποικίλο περιεχόμενό τους. Μια ή δυο φορές τη βδομάδα μεγάλη ανθρώπινη ουρά σχηματιζόταν από τις καλυμνιές που περίμεναν χαμογελαστές και ανυπόμονες το πάκο τους έξω από την «Πόστα», το Ταχυδρομείο, που στεγαζόταν στο επαρχιακό μέγαρο, απέναντι από το σημερινό Ναυτικό Μουσείο, όπου μετέβαινε ειδικός τελωνειακός υπάλληλος για τον έλεγχο και τον εκτελωνισμό των δεμάτων και την είσπραξη του ειδικού δασμού εισαγωγής, από τον οποίο το ελληνικό κράτος είχε ένα πρόσθετο, καθόλου ευκαταφρόνητο έσοδο. Το περιεχόμενό τους το ήξεραν τις περισσότερες φορές από πριν με κάθε λεπτομέρεια, μέσα από τα γράμματα των συγγενικών τους προσώπων. Και τι δεν περιείχαν τα πάκα εκείνα! Από βελόνες και κλωστές μέχρι φουστάνια και παντελόνια! Από καραμέλες, γλυκά και σοκολάτες μέχρι βούτυρο και κονσέρβες! Από μολύβια και τετράδια μέχρι σχολικές σάκες για τα παιδιά! Στη μνήμη μας μένουν ακόμα ζωντανές οι εικόνες του περιεχομένου, της τάξης και της καλαισθησίας των δεμάτων εκείνων, που, ανάμεσα σε πολλούς συμπατριώτες μας, είχαμε την τύχη να παίρνουμε σε τακτά διαστήματα από την Αμερική. Όλα τους μαρτυρούσαν την αγάπη, την έγνοια και τη φροντίδα των ξενιτεμένων μας να δώσουν χαρά, να προβλέψουν και να καλύψουν όσο γίνεται περισσότερες ανάγκες. Αλεύρι, ζάχαρη και ρύζι σε ολόκληρα σακιά, όταν άρχισε να επιτρέπεται η αποστολή τους! Από ασπιρίνες μέχρι καθάρσιο! Ακόμα και συνταγές θεραπείας ασθενειών, από τις οποίες υπέφεραν οι δικοί τους! Αξίζει στο σημείο αυτό να παρατεθούν δύο αποσπάσματα επιστολών, τα οποία αναλυτικά αναφέρονται στο περιεχόμενο των ταχυδρομικών δεμάτων της περιόδου εκείνης, που αποκαλύπτουν τις πραγματικές ή τις υποτιθέμενες ελλείψεις και τις ανάγκες που είχαν και τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι συγγενείς των μεταναστών μας, εδώ στο νησί, με τη λήξη του Πολέμου. Στο πρώτο, με ημερομηνία 17 Φεβρουαρίου 1946, διαβάζουμε: -374-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
«…Εντός της επιστολής εσωκλείω 50 δολ. Σας έστειλα ένα μικρό μπαούλο με 11 πάον ρύζι, 10 κουτιά γάλα, 1 κουτί καγιασά, 3 πάον μπιζέλια, 10 πάον ζάχαρη, 1 κουτί κακάο, 2 πάον φακές, 5 πάον αλεύρι, 6 σαπούνια προσώπου, και 6 των ρούχων, 1 μποξ σταφίδες, 4 πάον μακαρόνια, 27 τεμάχια γλυκά, 1 μηχανή ξυρίσματος με 10 λιμπίες, πέντε τετράδια, 1 κούκλα, 1 ελαφάκι, δύο γομολάστιχες, 4 μάπες, 3 κουτιά λούστρο, 5 φυτίλια στόφας, 6 διαλίστρες και χτένια, 1 ψαλίδι, 12 καρέλια κλωστή, 4 δακτυλήθρες, 3 ζεύγη καλτσοδέτες, βελόνες μηχανής, και χεριού,, ρόμπες, νυχτικά, 6 γιάρδες κάμποτο, κάλτσες, μισοφόρια, κούννες, σπορικά…Και σ’ ένα δεύτερο, με ημερομηνία 14 Ιουλίου 1946, που μεταξύ άλλων, δίνονται και ιατρικές οδηγίες: «…Σ’ ένα πάκο 11 πάον σας στέλλω δύο παντελόνια ,οδοντόπαστες, παραμάνες, καρέλια, ,γυναικεία φορέματα και κάλτσες, γλικάνισο ,παντόφλες, κορδέλες, ένα τσιππί, κουλούρια,4 γιάρδες τσίτι, δύο διαλίστρες, μία μποτίλια ασπιρίνες,δυόμιση τουζίνες κινίνο κάψουλες, καθάρσιο δια μεγάλους, ένα κουτί χάπια δια σιναχώματα, ένα πακέτο παμπάκι ένα τυλιχτάρι τσιρότο, δύο πακετάκια γάζα, το ένα είναι δια πληγάς να τρίβουν την ακαθαρσίαν. Δεν επιτρέπεται να πάρετε καθαρτικόν εάν έχετε πόνον εις την κοιλιακήν χώραν. Σας έστειλα και δύο πακάκια φάρμακα. Το ένα περιέχει 200 κόκκινες κάψουλες για την αναιμία, ένα μπουκαλάκι χάπια για τις αχιβάδες εις τα έντερα και 200 άσπρες κάψουλες για την αδενοπάθεια των παιδιών. Το άλλο πακετάκι περιέχει 4 μπουκαλάκια, δύο με πενισιλίνη και δύο με ορούς physiological salt12.Σας γράφω και ένα πρακτικόν φάρμακον δια τους αδένας. Να κοπανίσετε μαύρες ελιές με τα κουκούτσια τους και να τα κάμετε κατάπλασμα, να τις αφήσετε να ξημερωθούν στο γώμα». Από το δεύτερο εξάμηνο του 1946 που έληξε ο περιορισμός του βάρους και του περιεχομένου των δεμάτων άρχισαν να καταφθάνουν μπαούλα με τρόφιμα και ρουχισμό και σακιά 12.
Φυσιολογικό αλάτι
-375-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ολόκληρα με άλευρα, ρύζι και ζάχαρη. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν σήμερα και πολλές άλλες διάσπαρτες πληροφορίες σε γράμματα της εποχής εκείνης, όπως η περίπτωση που οι καλυμνιές δε φορούσαν φουστάνια με κοντό μανίκι και η θεία από την Αμερική έγραφε: «…Γιατί δεν βάζεις τα φορέματα που σου στέλλω; Δεν σημαίνει τίποτα που είναι τα χέρια γυμνά από τον άγκωνα και έξω. Το ξέρουν ότι είναι από το Εξωτερικόν. Εδώ σπάνια βρίσκεις στα μαγαζιά φόρεμα μακρυμάνικο». «…Με τα πολλά στελλώματα στο Εξωτερικόν, ό,τι παρουσιαστεί σε είδη πρώτης ανάγκης, ό κόσμος εδώ το ξεπαστρεύει αμέσως. Από το πρωί ως το βράδυ κάθομαι σειρά έξω από το μεγαλύτερο κατάστημα για να βρω αυτά που θέλω». «…Είδα να μου γράφετε ότι ελάβατε ένα μικρό πάκο άδειο με δύο ποντικότρυπες πάνω. Ύστερα από τόσο καιρό να στείλουμε τα κουλούρια να χαρευτούν τα παιδιά, τα έφαγαν οι ποντικοί, αφού είναι ένας χρόνος όπου κάθονται στις αποθήκες». «…Οι γυναικείες κάλτσες χωρίς ραφή πίσω13 γίνονται ανάρπαστες .Μια φορά την εβδομάδα παρουσιάζονται. Να ’σαι εδώ να βλέπεις τη σειρά των γυναικών, μια ώρα πριν ανοίξουν τα μαγαζιά, να δεις και να φρίξεις ο κόσμος όπου συνάζεται». «…Δεν πήρατε ακόμα το πάκο με τα παπούτσια! Περίεργο! Έχει περάσει ένας ολόκληρος χρόνος. Θα έχει χαθεί». «…Σου εσωκλείω τις αγκλαβές αλλά έχω και το χαρτί που γράφει πόσο είναι το φάρδος του κομματιού, από την πεζούλα της συκιάς
13. Για τους νεότερους: Μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’50 η νάιλον γυναικεία κάλτσα έφερε ραφή στο πίσω μέρος και καλτσοδέτη ψηλά. Η απρόσεκτη τοποθέτηση ή χαλάρωσή της παραμόρφωνε το πόδι, κάτι που δεν κολάκευε τη φιλάρεσκη από τη φύση της γυναίκα.
-376-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
και κάτω είναι ένα ζεύγος βοδιών14». Τις Κυριακές και τις γιορτές μπορούσε κανείς εύκολα να ξεχωρίσει τα παιδιά των οικογενειών που είχαν τα δύσκολα εκείνα χρόνια συγγενείς στο εξωτερικό απ’ αυτά που φορούσαν στην εκκλησιά, προκαλώντας συχνά τη ζήλεια των άλλων που τ’ αποκαλούσαν χλευαστικά «αμερικανάκια». Με τη λήξη της δεκαετίας του ’40 η οικονομική κατάσταση των νησιών μας βελτιώνεται σημαντικά. Η Ελλάδα με το τέλος του Εμφυλίου και την εφαρμογή του Σχεδίου Μάρσαλ σε χώρες που αγωνίστηκαν εναντίον του Άξονα, είχε αρχίσει την ανοικοδόμησή της και παράλληλα να παίρνει μέτρα ενίσχυσης της δωδεκανησιακής οικονομίας με τη θεσμοθέτηση του αδασμολόγητου των εισαγόμενων προϊόντων από το εξωτερικό και τη στήριξη της σπογγαλιείας μέσω της Αγροτικής Τράπεζας. Όμως, με την εξαίρεση μιας τάξης εμπόρων που ανέδειξε το νέο φορολογικό καθεστώς και των επαγγελμάτων γύρω από το σφουγγάρι, οι πολλές και μεγάλες φαμελιές του νησιού εξακολουθούσαν να στενάζουν εξαιτίας της ανεργίας και της φτώχιας. Ιδιαίτερα οι νέοι δεν έβλεπαν καμιά διέξοδο στο μέλλον τους πέρα από το να μπαρκάρουν στα καράβια ή να μεταναστεύσουν. Έτσι, από τα μέσα της δεκαετίας του ’50, με τη ραγδαία ανάπτυξη της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας και το «άνοιγμα» της Αυστραλίας, η Κάλυμνος χρόνο με το χρόνο αιμορραγεί. Αδειάζει από το πιο ζωντανό κομμάτι του εργατικού δυναμικού της κι όχι μόνο. Αναλφάβητοι, απόφοιτοι του Δημοτικού Σχολείου, του Νικηφορείου Γυμνασίου και της Μέσης Εμπορικής Σχολής, έμπειροι ναυτικοί, τεχνίτες κι επαγγελματίες, καλλιτέχνες και επιστήμονες που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις καινούργιες μεταπολεμικές συνθήκες, αναζητούν την τύχη τους έξω από 14. Ζεύγος βοδιών: Μικρή αγροτική μονάδα μήκους, που τη χρησιμοποιούσαν αγρότες που δεν είχαν ιδέα από τις καθιερωμένες μονάδες του μέτρου, του πήχη ή της γιάρδας. Θα πρέπει να ισοδυναμούσε περίπου με 2,5 μέτρα.
-377-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
το φτωχό και άγονο νησί τους. Στην Αθήνα, τον Πειραιά, τη Ρόδο και σε άλλες περιοχές της Χώρας μας, στα ελληνόκτητα ποντοπόρα καράβια και προπάντων στις μακρινές πολιτείες της Αυστραλίας.15 Τα ελληνικά επιβατηγά πλοία- υπερωκεάνια στην εποχή τους- «Πατρίς» «Ελληνίς», «Μαριάννα», «Αυστραλίς» και άλλα ευρωπαϊκά σαπιοκάραβα, μικρότερα από τα σημερινά ακτοπλοϊκά πλοία, μεταφέρουν κατά χιλιάδες τους Έλληνες στο Πέρθυ, τη Μελβούρνη και το Σύδνεϋ. Ανάμεσά τους και πολλούς συμπατριώτες μας που για πρώτη φορά έφευγαν μακριά από τα σπίτια τους. Μόνον η εικόνα μιας μέρας του Φθινοπώρου του 1955 έξω από το Λιμεναρχείο της Καλύμνου μπορεί να βοηθήσει τη φαντασία μας να συλλάβει το δράμα που βίωναν κατ’ επανάληψη αναρίθμητες οικογένειες. Περισσότεροι από 500 νέοι, σε αμφίθυμη ψυχολογική κατάσταση, θλιμμένοι για ό,τι προσφιλές άφηναν πίσω τους αλλά και οπλισμένοι με διάθεση περιπέτειας, με αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση για την επιτυχία τους, ανυποψίαστοι για τις δυσκολίες που θα συναντούσαν και το μετέωρο βήμα που επιχειρούσαν, μ’ ένα μικρό βαλιτσάκι στο χέρι, περιμένουν το πλοίο της γραμμής που θα τους μεταφέρει στον Πειραιά και από ’κει στη μακρινή Αυστραλία. Τους κατευοδώνουν με βουρκωμένα μάτια γονείς, αδέλφια, φίλοι και συγγενείς αλλά και χιλιάδες συμπατριώτες τους. Σ’ έναν αποχωρισμό που δεν ήξεραν όλοι τους, αν θα είχαν την τύχη να ξανασμίξουν, όπως δυστυχώς θα συνέβαινε σε πολλές περιπτώσεις. Ήταν μια εικόνα σαν εκείνη στο «Ξεκίνημα των Σφουγγα-
15.
Με τη λήξη του β΄ παγκόσμιου πολέμου η Αυστραλία, μεγαλύτερη σε έκταση από την Ευρώπη και με πληθυσμό λιγότερο από 8 εκ. κατοίκους, με το φόβο να δεχτεί τεράστια μεταναστευτικά κύματα από τα γειτονικά πυκνοκατοικημένα ασιατικά κράτη, εφαρμόζει ειδική μεταναστευτική πολιτική, προκειμένου να εισρεύσουν στη Χώρα περισσότεροι από 4 εκ. λευκοί ευρωπαίοι, ανάμεσά τους και εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες.
-378-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
ράδων» κάθε χρόνο, που ερχόταν να προσθέσει καινούργια δάκρυα, πόνο, αγωνία και φόβο σε κάθε καλύμνικο σπίτι. Ο νέος προορισμός μετοικεσίας των Ελλήνων, πολύ πιο μακρινός από εκείνον της Αμερικής, θύμιζε κάτι παρόμοιο μ’ ένα ταξίδι στον «Άλλο Κόσμο». Και τα καραβάνια των μεταναστών διαδέχονταν το ένα το άλλο. Και συνεχίζονται από την εποχή των αποίκων των αρχαίων προγόνων μας στα παράλια της Ιωνίας και της Ιταλίας μέχρι και σήμερα! Μόνον οι τόποι και οι χρόνοι αλλάζουν. Η μοίρα της Φυλής παραμένει ίδια. Λίγο αργότερα θα προστεθούν και άλλες χώρες που ζητούν φτηνό εργατικό δυναμικό, ο Καναδάς, το Βέλγιο, το Κονγκό, η Ροδεσία, η Νότια Αφρική που θα συμβάλουν στην «αφαίμαξη» του πληθυσμού πολλών περιοχών της Χώρας μας και της ιδιαίτερης πατρίδας μας.
Εκατοντάδες Καλύμνιοι μεταναστεύουν στην Αυστραλία κατά κύματα στη 10ετία του ΄50
Τα καλυμνόπουλα, μόνα κι άβγαλτα τα περισσότερα, θα διασχίζουν θάλασσες και ωκεανούς για έναν ολόκληρο μήνα μέχρι να φθάσουν στους καινούργιους τόπους της «Επαγγελίας». Πίσω τους ξέρουν ότι αφήνουν αγαπημένα πρόσωπα με πολλές και μεγάλες αγωνίες και προσδοκίες. Θα συναντήσουν ξαστεριές και καταιγίδες, μπονάτσες και τρικυμίες, ψύχη και καύσωνες, για να ξεμπαρκάρουν κάποτε πεινασμένοι κι εξαντλημένοι στη
-379-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
νέα «πατρίδα». Θα τους παραλάβουν οι Αρχές, θα τους ελέγξουν υγειονομικά και με τη βοήθεια διερμηνέων θα τους οδηγήσουν στους εργατικούς προορισμούς. Οι αυστραλοί συμπολίτες τους δε θα σταθούν ιδιαίτερα φιλόξενοι απέναντί τους. Θα τους θεωρούν κατώτερους, θα τους έχουν στο περιθώριο και θα τους κατηγορούν για πολλά χρόνια πως ήρθαν στη χώρα τους για να τους πάρουν τις δουλειές και να τους οδηγήσουν στην ανεργία. Θα πληροφορηθούν για το μεγάλο κόστος των ενοικίων και θα υποχρεωθούν να συγκατοικήσουν πολλά άτομα, ακόμα και οικογένειες αργότερα, σε σπίτια με κοινή κουζίνα και τουαλέτα! Πού καιρός για να σκεφτούν αυτούς που άφησαν πίσω τους αλλά και τι να γράψουν που να τους καθησυχάσει και να τους δώσει κουράγιο, δύναμη κι ελπίδα. Αλλιώς τα περίμεναν κι αλλιώς τα βρήκαν. Ανεπάγγελτοι καθώς ήταν οι περισσότεροι, δε γνώριζαν τέχνες που θα τους εξασφάλιζαν πιο ανθρώπινες συνθήκες εργασίας.΄Ετσι υποχρεώθηκαν να επαναλάβουν την ιστορία των ομοεθνών τους της Αμερικής, πριν από πολλές δεκαετίες. Να κατεβούν σε ορυχεία, να ανεβούν ως εργάτες και μπογιατζήδες σε γέφυρες και πολυκατοικίες, να πλένουν πιάτα εστιατορίων, να κυνηγούν καγκουρό και λαγούς και να πουλούν το κρέας τους, να δουλεύουν σε χωματουργικές εργασίες και οικοδομές, σε δασικές καλλιέργειες και ζαχαροκάλαμα, σε αγροκτήματα και φάρμες, σε αποχετευτικά δίκτυα. Οι λίγες ώρες της ξεκούρασης και του ύπνου υπήρχαν για να ανακτούν τις δυνάμεις τους, να παρασκευάζουν το φαγητό τους και να ονειρεύονται την πατρίδα και τα αγαπημένα πρόσωπα που άφησαν πίσω τους. Δεν έβρισκαν χρόνο να γράψουν δυο λόγια, αλλά και ούτε είχαν τη διάθεση να στείλουν ένα γράμμα χωρίς περιεχόμενο… Είχαν τόσες σκέψεις και τόσα προβλήματα να αντιμετωπίσουν. Τόσα έξοδα να καλύψουν. Γιαυτό, μετά από κάθε μπάρκο, ακολουθούσαν πάντοτε μερικοί φρικτοί μήνες σιωπής που μάτωναν τη σκέψη και ράγιζαν τις καρδιές των συγγενών τους στο -380-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
νησί, που δεν ήξεραν αν τα παιδιά τους παρέμεναν ζωντανά. Ήταν για τους μετανάστες ένα διάστημα προσαρμογής, στερήσεων και εξουθενωτικής δουλειάς, όπου θ’ αντίκριζαν το σκληρό πρόσωπο της ξενιτιάς και θα καταλάβαιναν ότι η ζωή εκεί δεν ήταν σπαρμένη με ροδοπέταλα. Θα γίνουν υποκείμενα εκμετάλλευσης, μέχρις ότου μάθουν στοιχειώδη αγγλικά και γνωρίσουν καλύτερα την αγορά εργασίας. Θα κάνουν αιματηρές οικονομίες, θα φυλάξουν στα μύχια της καρδιάς και του νου τις κακουχίες, θα κρατήσουν μακριά και μυστικά από το σπίτι τούς κόπους, τις στερήσεις και τα βάσανά τους, μέχρις ότου δώσουν μηνύματα παρηγοριάς και αισιοδοξίας, συνοδευόμενα από γενναιόδωρα συναλλαγματικά εμβάσματα, με την αυστραλιανή λίρα μέχρι το 1965 και με το δολάριο Αυστραλίας μετέπειτα. Σαν ανοιξιάτικα χελιδόνια, μετά από αρκετό καιρό, που θα φανεί αιώνας στα σπίτια τους, θα ’ρθουν τα πρώτα γράμματα στις οικογένειές τους να δώσουν τέλος στην αγωνία, να κυλίσει το πρώτο δάκρυ χαράς, να χαραχθεί στα χείλη του πατέρα, της μάνας, των αδελφών, το πρώτο χαμόγελο, που θα γίνει ακόμα πλατύτερο με το άνοιγμα και το περιεχόμενό τους. Με τον καιρό θα φροντίσουν να μάθουν την αγγλική γλώσσα.Θα συνεργαστούν σιγά-σιγά με ομοεθνείς τους. Θα δημιουργήσουν και θ’ ανοίξουν δικές τους δουλειές. Θα στραφούν στο εμπόριο και θ’ αναλάβουν εργολαβίες. Θ’ ανοίξουν δικά τους εστιατόρια και μικρές επιχειρήσεις. Θα στείλουν προσκλήσεις και θα φέρουν κοντά τους συγγενικά τους πρόσωπα. Θα πείσουν φίλους και γνωστούς ν’ ακολουθήσουν το δρόμο τους και θα τους στηρίξουν στα πρώτα τους βήματα. Θ’ ανταλλάξουν φωτογραφίες με φτωχά κορίτσια από την πατρίδα, θα προτείνουν και θα δεχτούν συνοικέσια για την αποκατάστασή τους. Έτσι θα γλυκάνουν τον πόνο και τη μοναξιά τους και θα δημιουργήσουν νέα δεδομένα, καινούργιες προοπτικές σ’ ολόκληρο το νησί. Τους πρώτους μετανάστες στη νέα ήπειρο θα ακολουθήσουν κύματα αποδημίας -381-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
σε τέτοιο βαθμό που βάσιμα μπορεί να υποστηρίξει κανείς σήμερα πως μια άλλη Κάλυμνος, βρίσκεται στο Ντάργουιν, στο Σύδνεϋ, στη Μελβούρνη και σε άλλες πόλεις της Αυστραλίας. Δεν υπάρχει πια καλύμνικο σπίτι που να μην έχει έξω από την πατρίδα ένα δικό του μετανάστη. Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου, στην ξηρά και στη θάλασσα, ανεξάρτητα από κλιματολογικές συνθήκες, γλώσσες και εργασίες, ο καλύμνιος μετανάστης θα δώσει το παρόν. Ο Αίολος και ο Ποσειδώνας, ακόμα και ο Ξένιος Δίας δε θα σταθούν πάντοτε φιλικοί απέναντί του. Θα αντιμετωπίσει «φουρτούνες» και «ναυάγια»16, θα συναντήσει φιλικούς «Λωτοφάγους» αλλά και εχθρικούς «Λαιστρυγόνες». Θα κινδυνέψει να παρασυρθεί 17 από κάθε λογής θέλγητρα «όπως Ιθάκης επιλήσεται16 ». Θα αγωνιστεί, θα παλέψει σκληρά, θα ξεπεράσει ανυπέρβλητα εμπόδια, μα στο τέλος θα πετύχει. Θα ζήσει πολλές φορές μακριά από την οικογενειακή του εστία περισσότερα χρόνια και από το μυθικό Οδυσσέα και δε θα έχει σε κάποιες περιπτώσεις την τύχη εκείνου ν’ αντικρύσει από μακριά της πατρίδας «καπνόν 17 αποθρώσκοντα17 ». Αυτό έγινε στην Αμερική, σε δυσκολότερες εποχές, αυτό επαναλήφθηκε στην Αυστραλία και σε άλλες χώρες. Θα ζήσει σε κοινόβια, θα εργαστεί εξαντλητικά, θα υποφέρει το βασανιστικό συναίσθημα του αποχωρισμού και του νόστου, αλλά θα γευτεί στο τέλος τη χαρά και την ικανοποίηση της επιτυχίας. Με την πάροδο του χρόνου και με το επιχειρηματικό και εμπορικό ελληνικό του δαιμόνιο ο καλύμνιος μετανάστης, από τη δεκαετία του ’60 και δώθε, της Αμερικής, του Καναδά, της Αφρικής, του Βελγίου, της Γερμανίας και της Αυστραλίας της πρώτης ή δεύτερης γενιάς, θα εγκαταλείψει αφεντικά και προστάτες, μεροκάματα και εξαρτημένες εργασίες και θα στήσει
16. Για να ξεχάσει την πατρίδα. ( Ομήρου Οδύσσεια, Ραψ. α , στ. 57 ) 17. Καπνό να ανεβαίνει από αναμμένη αθρακιά. (Ομήρου Οδύσσεια, Ραψ α, στ. 58)
-382-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
δικές του επιχειρήσεις. Θα αναδειχθεί με τον καιρό σε ισχυρό οικονομικό παράγοντα, θα στηρίξει και θα μορφώσει τα παιδιά του και θα βοηθήσει όλα τα μέλη της ευρύτερης οικογένειάς του, όπως τη νιώθουμε και την εννοούμε στη Χώρα μας. Θα αναδείξει αξιόλογα πολιτικά, πνευματικά και οικονομικά στελέχη. Θα επενδύσει στη γενέτειρα πατρίδα του. Θα αναπαλαιώσει, θα ανακαινίσει, θα κτίσει ή θα αγοράσει σπίτια στους γονείς, στ’ αδέλφια, στα παιδιά του. Το συνάλλαγμα, με την είσοδο της δεκαετίας του ’60, ρέει άφθονο στο νησί από τους ναυτικούς, τη σπογγαλιεία και τους μετανάστες. Οι δουλειές ανοίγουν, το εμπόριο ανθεί και μια καινούργια Κάλυμνος αναδύεται μέσα από τις στάχτες της. Έργα υποδομής κατασκευάζονται, οι μακρινοί οικισμοί συνδέονται με επαρχιακό οδικό δίκτυο, η πρωτεύουσα επεκτείνεται σ’ όλη την κοιλάδα μέχρι το Χωριό, η εξοχή του Πανόρμου οικοδομείται για παραθερισμό και μόνιμη διαμονή. Ολόκληρο το νησί ηλεκτροδοτείται. Τα χειροκίνητα κάρα αντικαθίστανται από μηχανοκίνητα οχήματα. Μοτοποδήλατα και ιδιωτικά αυτοκίνητα πλημμυρίζουν τους δρόμους του νησιού. Το μεταναστευτικό κύμα περιορίζεται σημαντικά και πολλοί ξενιτεμένοι μας, νοσταλγοί και αθεράπευτοι λάτρες της πατρικής εστίας, της πέτρας, του θυμαριού και της αρμύρας, θα παλιννοστούν ή θα επισκέπτονται ως προσκυνητές τον ιερό τους βράχο. Όπως χάρισαν στην ξενιτιά τη δική τους τεχνογνωσία στην οικοδομή και σε πολλές άλλες δραστηριότητες, καθώς και τα πολιτισμικά τους αγαθά, έτσι και θα μεταφέρουν στον τόπο τους την πείρα, την εργατικότητα, την οργάνωση, τη συνέπεια και την υπευθυνότητα που απόκτησαν εκεί. Πήραν κι έδωσαν. Ευεργετήθηκαν αλλά και συνέβαλαν στην ανάπτυξη, την πρόοδο και την ευημερία της μακρινής νέας πατρίδας τους. Δύσκολα μπορεί να προσδιοριστεί το ισοζύγιο, να γίνει σήμερα η αποτίμηση της ευεργεσίας της μιας ή της άλλης πλευράς. Κανείς δεν ξέρει ποια θα ήταν η θέση και η εικόνα της σημερινής Αυστραλίας χωρίς -383-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
τους Ευρωπαίους μετανάστες της, μεταξύ των οποίων ξεχωριστή θέση κατέχει το ελληνικό στοιχείο.
Η σημερινή Κάλυμνος, με βασικούς συντελεστές της προόδου της τους σφουγγαράδες, τους ναυτικούς αλλά και τ’ “αποδημητικά” παιδιά της.
Οι καλύμνιοι της διασποράς, φεύγοντας δεν άφησαν πίσω τους την πατρίδα. Την «κουβάλησαν μαζί τους». Διατήρησαν στην ξενιτιά το γλωσσικό τους ιδίωμα, οργανώθηκαν σε συλλόγους, κράτησαν τα ήθη και τα έθιμά τους, χόρεψαν νησιώτικους και στεριανούς ελληνικούς χορούς, τραγούδησαν δωδεκανησιακούς αλλά και ρεμπέτικους και λαϊκούς σκοπούς. Ξαναβρήκαν την εθνική τους υπόσταση και περηφάνια. Παρέμειναν γνησιότεροι και αγνότεροι πατριώτες. Διατήρησαν περισσότερο το ορθόδοξο χριστιανικό πνεύμα και το ελληνικό τους φρόνημα απ’ όλους εμάς που μείναμε στην πατρίδα. Απόκτησαν αυτοπεποίθηση κι εμπιστοσύνη στις δυνατότητές τους και παράλληλα μπόρεσαν να ενταχθούν σε κοινωνίες με διαφορετικές πολιτισμικές παραδόσεις από τις δικές τους. Κέρδισαν με την εργατικότητα, την ευσυνειδησία
-384-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
και το δημιουργικό τους πνεύμα την αναγνώριση, την εκτίμηση και την εμπιστοσύνη των χωρών που τους δέχτηκαν και τους ενσωμάτωσαν. Πόλεις ολόκληρες αδελφοποιήθηκαν με την Κάλυμνο. Όλα αυτά δεν ήρθαν από μόνα τους. Δεν κατακτήθηκαν εύκολα και μέσα σε λίγο χρόνο. Χρειάστηκε πολυετής προσωπικός αλλά και συλλογικός αγώνας και θυσίες. Η επανένταξη του καλύμνιου μετανάστη , που αποφασίζει μετά από πολλά χρόνια να επαναπατριστεί, θα αποδειχθεί εξίσου δύσκολη μ’ εκείνη της ξενιτιάς στα πρώτα του βήματα. Δε θα βρει την πολιτική, οικονομική και κοινωνική οργάνωση της δεύτερης πατρίδας του. Δε θα προσαρμοστεί εύκολα, γλωσσικά, εθιμικά κι επαγγελματικά, σ’ ένα περιβάλλον που δεν του θυμίζει ούτε το ξένο ούτε το παλιό γνώριμο δικό του. Θα νιώσει μετέωρος και παρείσακτος στον τόπο που τον γέννησε. Θα διερωτηθεί, μήπως θα ήταν καλύτερα να σκέπτεται, να οραματίζεται, να ταξιδεύει και να ποθεί την πατρίδα από μακριά, όπως την άφησε, παρά να τη βιώνει από κοντά. Να συνεχίζει το «ταξίδι», παρά να αγκυροβολεί στην «Ιθάκη» του. Αλλά το συναίσθημα, με τις πολύ βαθύτερες ρίζες στην ανθρώπινη φύση μας, τον κρατά δέσμιο στον τόπο που αντίκρισε για πρώτη φορά το φως της ζωής του. Η μετανάστευση δεν αποδείχτηκε ούτε άσπρη ούτε μαύρη. Το γκρίζο χρώμα της το βλέπουν και το βιώνουν όσοι τη ζουν και νιώθουν ξένοι σε δυο πατρίδες. Αλλά και η Χώρα μας που για πολλές δεκαετίες αιμορραγεί καθημερινά και δίνει για υιοθεσία τα παιδιά της, αδυνατώντας να τα κρατήσει και να τα συντηρήσει η ίδια, βιώνει σήμερα ανάμικτα συναισθήματα. Δέχεται ευγνώμονα τη βοήθειά τους, αντιμετωπίζει και δίνει λύσεις σε οικονομικά της προβλήματα, αλλά παράλληλα βλέπει με πόνο να χάνεται το πιο ζωντανό εργατικό και πνευματικό δυναμικό της που θα μπορούσε να την οδηγήσει ταχύτερα στον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη. Ο μετανάστης, παρά τις δικαιολογημένες πικρίες του για τη
-385-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
φτωχή κι ανήμπορη μάνα, έκανε και εξακολουθεί να κάνει το καθήκον του στην Πατρίδα. Μπορούμε όλοι μας να φανταστούμε ποια θα ήταν η εικόνα της Χώρας μας χωρίς τη δική του οικονομική – κι όχι μόνο- αιμοδοσία. Δεν ξέρω αν η Ελλάδα, ευγνωμονούσα, έστησε κάπου ένα μνημείο, έναν ανδριάντα στο όνομα του άγνωστου, του αφανούς μετανάστη, ακολουθώντας το παράδειγμα της προγονικής παρακαταθήκης που αφιέρωνε μνημεία σε επώνυμους και ανώνυμους ήρωες, ευεργέτες και προστάτες. Η Κάλυμνος, πάντως, ως Δήμος, με το μεγαλύτερο ίσως πανελλήνια ποσοστό ομογενών της διασποράς αλλά και με βάση το μέγεθος της στήριξης και της συμβολής που γνώρισε στους χαλεπούς καιρούς και της ανεκτίμητης συμβολής τους στην πρόοδο και την ευημερία της, οφείλει να διαφυλάξει στη συλλογική της μνήμη την ιστορία, τις περιπέτειες, τα προβλήματα, τους καημούς, τα όνειρα και τις επιτυχίες τους. Η ίδρυση και λειτουργία ενός Μεταναστευτικού Μουσείου, όπου θα συγκεντρωθεί και θα διαφυλαχτεί κάθε σχετικό γραπτό, φωτογραφικό και ηχητικό υλικό, συνιστά δικό μας καθήκον, όπως και δικό μας χρέος είναι η ανέγερση ενός Μνημείου, πλάι στον Καλύμνιο Ήρωα Σφουγγαρά, αφιερωμένο Στον Ανώνυμο Καλύμνιο Μετανάστη-Ευεργέτη. Είναι πράξεις ευγνωμοσύνης που θα ικανοποιούν το κοινό αίσθημα και θα υπενθυμίζουν στις επερχόμενες γενιές της Καλύμνου πως δεν έχουν θέση στη μνήμη και στην ψυχή τους μόνον οι επώνυμοι δωρητές και ευεργέτες της - ανάμεσα στους οποίους άλλωστε υπάρχουν και πολλοί μετανάστες - αλλά και όλοι εκείνοι που στο πέρασμα των αιώνων, «ταπεινοί και άδοξοι ποιητές» της προκοπής και του μεγαλείου της, στάθηκαν άξια τέκνα της.Νικήτας Σκ. Καραφυλλάκης Επίτιμος Σχολικός Σύμβουλος Α/θμιας Εκπ/σης
-386-
Φωτογραφία: Γιάννης Κουλλιάς
Φωτογραφία: Μιχάλης Πάου
Χρίστου Εμμ. Παπαδόπουλου
ΚΑΛΥΜΝΙΟΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ ΣΕ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΗΣ ΛΕΡΟΥ (Η ανεκτίμητη προσφορά τους)
Η
παρουσία Καλύμνιων εκπαιδευτικών στα σχολεία της Λέρου ξεπερνά ίσως τον ένα αιώνα, αφού, σε σχετικό ονομαστικό πίνακα των δασκάλων, που δίδαξαν στη Λέρο, στην περίοδο 1902-19371*,ξεχωρίζουμε αρκετά ονόματα Καλύμνιων εκπαιδευτικών (Μ. Σκαρδάσης, Ι. Αμοργίνος, Ε. Τηλιακού, Π. Πικραμένου, Ε. Κουλιανού, Ν. Κορτέση, Σ. Κουλιανός, Μ. Μάρακας κ.ά). Μια παράδοση, που συνεχίστηκε και μεταπολεμικά, μετά την απελευθέρωση των νησιών μας από τον ξένο ζυγό και που συνεχίζεται επαξίως μέχρι σήμερα, με την πολύτιμη παρουσία Καλύμνιων εκπαιδευτικών, όλων των βαθμίδων, στα σχολεία του νησιού μας. Δεν ευτύχησα να έχω δασκάλους μου κάποιον, από όσους αναφέρονται στον ανωτέρω ονομαστικό πίνακα, γιατί είχα την ατυχία, τη χρονιά ακριβώς που γράφτηκα στην Α΄ Δημοτικού (1937), να κλείσουν οι Ιταλοί κατακτητές τα ελληνικά σχολεία, να απολύσουν τους δασκάλους μας και να αντικαταστήσουν το διδακτικό προσωπικό, στο σύνολό του, με Ιταλούς δασκάλους, φερμένους από την Ιταλία. Θυμάμαι όμως ζωηρά τον μεγαλύτερο αδελφό μου, που είχε προλάβει την λειτουργία των ελληνικών σχο*
Μανόλη Α. Ήσυχου, φιλολόγου « Το πανόραμα της Λέρου». Λέρος 1989 – σ. 190.
-389-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
λείων, καθώς και θείους και θειάδες μου, που μιλούσαν με σεβασμό και ευγνωμοσύνη για τους ευσυνείδητους και σοφούς Καλύμνιους δασκάλους, κοντά στους οποίους είχαν την καλή τύχη να μαθητεύσουν. Από το Δημοτικό σχολείο λοιπόν, όπως είναι φυσικό, δεν έχω αναμνήσεις και βιώματα ευχάριστα, αφού μόνον Ιταλούς δασκάλους γνώρισα, που άλλο πρόγραμμα και σκοπό δεν είχαν, παρά να μας εξιταλίσουν και εκκαθολικίσουν, χρησιμοποιώντας άλλοτε επίπλαστη καλωσύνη και ευγένεια και άλλοτε απροκάλυπτα τη βία. Σκληρός και βίαιος, ενσυνείδητος και φανατικός μισέλλην και με μια χονδρή βέργα από λυγαριά πάντοτε στο χέρι, ήταν ο αλήστου μνήμης Ιταλός δάσκαλος Vito Mastronardi, που τον έχω περιγράψει σε επιστολή μου προς την εφημερίδα των Αθηνών «Το Βήμα» της 08/08/2006, σ. 6. Είχα όμως την καλή τύχη, αληθινή ευλογία, να γνωρίσω, μετά την απελευθέρωση των νησιών μας, από τις πρώτες Γυμνασιακές τάξεις, εκλεκτούς καθηγητές, που στην πλειονότητά τους ήταν Καλύμνιοι, οι οποίοι συνέχισαν επαξίως την παράδοση, που είχε δημιουργηθεί δεκαετίες πιο πριν, να επανδρώνουν δηλ. Καλύμνιοι εκπαιδευτικοί, κατά το πλείστον, τα σχολεία της Λέρου. Θεωρώ λοιπόν ευτύχημα το γεγονός ότι, μέσω των «Καλυμνιακών Χρονικών», μου δίδεται η ευκαιρία να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου στους αλησμόνητους εκείνους παιδαγωγούς μας, που μας έδωσαν τα φώτα, καλλιεργώντας το πνεύμα και την ψυχή μας μαστορικά, ώστε να αγαπήσουμε, να διατηρήσουμε και να μεταλαμπαδεύσουμε όσα κράτησαν με θυσίες πολλές, τίμησαν και δόξασαν, με λόγια και με έργα, εκείνοι. Καιρός όμως να κλείσω τον σύντομο αυτό πρόλογο και να μπω στο θέμα μου, αναγράφοντας τα τίμια και σεμνά ονόματά τους και το έργο τους, όχι με πέννα και μελάνι στο χαρτί, αλλά πάνω σε Πεντελικό μάρμαρο, αιώνιο κι ακατάλυτο, με χρυσό και με σμίλη.
-390-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
Κι ας αρχίσω πρώτα από τον αλησμόνητο Γυμνασιάρχη μας Νομικό (Μικέ) Ζαΐρη. Ανοίγω το «Πανόραμα της Λέρου» στη σελίδα 189 και αντικρύζω σε παληά φωτογραφία τη σεπτή μορφή του. Συγκινημένος διαβάζω τη λεζάντα: «Νομικός Ζαΐρης και Καλλιόπη Μαλαχία-Ζαΐρη. Παντρεύτηκαν το Φεβρουάριο του 1932 και το 1935 έφυγαν στην Αθήνα, γιατί ο αλησμόνητος Γυμνασιάρχης απολύθηκε από τους Ιταλούς αναγκαστικά».
Οι καθηγητές με τους τελειοφοίτους του Γυμνασίου Λέρου (1950) Καθήμενοι : από δεξιά 1ος Μ. Ζερβός (γυμναστής), 3ος Μ. Σαμάρκος (φιλόλογος), 5ος Ν. Ζαΐρης (γυμνασιάρχης) και 8ος Ε. Μελάς (μαθηματικός).
Είχε ο αείμνηστος τη μεγάλη χαρά και ικανοποίηση να επανέλθει ως Γυμνασιάρχης, αμέσως μετά τον πόλεμο (1945) στο Γυμνάσιο Λέρου και να παραμείνει επαξίως στη θέση του έως τη συνταξιοδότησή του. Ο αξέχαστος και σεβαστός Γυμνασιάρχης μας, χαρακτηριστικός τύπος και υπογραμμός παλαιού εκπαιδευτικού, αυστηρός τηρητής των νόμων και των εντολών, τυπικότατος, με σακκάκι και γραβάτα χειμώνα – καλοκαίρι, ακόμη και στην περίοδο των διακοπών, αυστηρός ακόμη στο θέμα της συμπεριφοράς των μαθητών, δεν συγχωρούσε ποτέ να κυκλοφορούμε, μετά την
-391-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
δύση του ηλίου, χωρίς κηδεμόνα, τονίζοντας πάντοτε και υπογραμμίζοντας στην διδασκαλία του τον στίχο του μεγάλου τραγικού Ευριπίδη, από την «Ιφιγένειαν εν Ταύροις»: «Κλεπτών γάρ η νύξ, της δ’ αληθείας το φως», στ. 1026. Αυστηρή απαγόρευση ακόμη αποτελούσε το να κυκλοφορούμε, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, χωρίς το καθιερωμένο μαθητικό πηλήκιο με την κουκουβάγια και την επιγραφή εκατέρωθεν: “Γ-Λ” (Γυμνάσιον Λέρου). Εάν καμιά φορά, από βιασύνη ή αφηρημάδα, τύχαινε να βγούμε ακάλυπτοι και είχαμε την ατυχία να τον συναντήσουμε, μας αποδοκίμαζε με μια αυστηρή ματιά, χωρίς να ανταποκρίνεται στον χαιρετισμό μας, αν και συνοδευόταν με μια βαθειά υπόκλιση και μια ζωντανή, νεανική κραυγή. Μετά την απόλυσή του, όπως είδαμε, από τους Ιταλούς, βρήκε καταφύγιο στην Μητέρα Πατρίδα, όπου τοποθετήθηκε από το ΥΠΕΠΘ ως καθηγητής φιλόλογος στο Γυμνάσιο Κοζάνης. Έφθασε στη θέση του μες στο καταχείμωνο, με σφοδρή κακοκαιρία. Σε ερώτηση των συναδέλφων του, πώς πέρασε στο ταξίδι, απάντησε: «Τρικυμία, μεγάλη τρικυμία!», οπότε ο Γυμνασιάρχης χαμογέλασε και ευγενικά τον ρώτησε: «Νησιώτης είσαι;». Έτσι, με την απάντησή του, που θύμιζε θάλασσα, απεκάλυψε την νησιώτικη καταγωγή του. Όλα τα χρόνια της υπηρεσίας του ως Γυμνασιάρχης στο Γυμνάσιο της Λέρου δίδασκε Αρχαία και Νέα Ελληνικά στους τελειοφοίτους (Στ΄ Τάξη). Παρά την αυστηρότητά του, στη διδασκαλία του ήταν ευχάριστος και το μάθημά του συνοδευόταν πάντοτε με χιούμορ επιτυχημένο. Δεν κρατούσε ποτέ βαθμολόγιο και ήταν αξιοθαύμαστος για την καταπληκτική μνήμη του, ώστε να μας εξετάζει όλους, σε τακτά διαστήματα και να μην αδικεί κανένα στη βαθμολογία. Ποτέ δεν έδωσε αφορμή για σχόλια στην κοινωνία της Λέρου και ήταν από όλους ανεξαιρέτως αγαπητός και σεβαστός. Σοβαρός όπως πάντα, ρωτούσε την Λεριά χωριάτισσα, που -392-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
προμήθευε στην οικογένεια ολόφρεσκα αυγά: «Είναι φρέσκα τα αυγά;». Εκείνη, θέλοντας να κάνει επίδειξη των γραμματικών γνώσεών της, απαντούσε με στόμφο: «Της ημερός, δάσκαλέ μου, της ημερός!..». Με τέτοια αποφθέγματα και ανάλογα περιστατικά εποίκιλλε ο αείμνηστος την διδασκαλία του. Πολύ ευλαβείτο τους Τρεις Ιεράρχας, ο εορτασμός των οποίων φρόντιζε να πραγματοποιείται με εξαιρετική μεγαλοπρέπεια. Στον πανηγυρικό εσπερινό, με την καθιερωμένη χοροστασία του εκάστοτε Μητροπολίτου και τη συμμετοχή ολόκληρου του διδακτικού και μαθητικού δυναμικού του νησιού μας, ήταν ο μόνιμος αναγνώστης των Προφητειών, που τις απέδιδε άριστα με την στεντόρεια φωνή του, ανεβασμένος στο παραθρόνιον, «εις επήκοον πάντων», με τον κατάλληλο χρωματισμό της φωνής του, την καθαρή του άρθρωση και το ανάλογο ύφος, χωρίς μικρόφωνα και μεγάφωνα. Χαρακτηριστικό της γενικής εκτίμησης, που έτρεφε προς το πρόσωπο του αλησμόνητου Γυμνασιάρχου ολόκληρη η κοινωνία του νησιού μας, είναι και το γεγονός, ότι ο πρώτος πολίτης, εκλεγμένος Δήμαρχος Λέρου Μανώλης Μαλαχίας, με χαράν και προθυμίαν έδωσε την συγκατάθεσή του, ο άψογος και ανεπίληπτος, κατά πάντα, Καλύμνιος εκπαιδευτικός να λάβει ως σύζυγον την αγαπημένη πρωτοθυγατέρα του. Ο αείμνηστος Μανώλης Μαλαχίας, καταξιωμένος Δήμαρχος Λέρου, αφήκεν εποχήν, αφού ώς τις μέρες μας οι γεροντότεροι συνόδευαν το καλό του όνομα με το τετράστιχο: Μανώλη Μαλαχία, σου πρέπει η Δημαρχία. Σου πρέπει να δικάζεις, τους νόμους για να σιάζεις. Ο αξέχαστος και από όλους σεβαστός Γυμνασιάρχης μας, αρκετά χρόνια μετά την συνταξιοδότησή του, πλήρης ημερών, αφήκε -393-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
την τελευταία του πνοή στο νησί μας, που το αγάπησε και το υπηρέτησε με αφοσίωση σε όλη του τη ζωή. Ως εκπαιδευτικός, που έζησε απαρέγκλιτα και με συνέπεια όσα χρηστά και επωφελή είχε διδάξει, αφήκε σ’ εμάς παρακαταθήκη το λαμπρό του παράδειγμα, τύπον και υπογραμμόν, «ίνα επακολουθώμεν τοις ίχνεσιν αυτού». «Κάλαμον γραμματέως οξυγράφου» θα έπρεπε να διαθέτω, για να δώσω μιάν αμυδρή εικόνα, να σκιαγραφήσω και να υμνήσω επάξια την φωτεινή μορφή του σοφού καθηγητού μας Μιχαήλ Σαμάρκου. Φοβάμαι, πως όσο κι αν προσπαθήσω, κάπου θα τον αδικήσω και, σαν δάσκαλος, θα επιτιμήσει την αναξιότητά μου με μόνο το σπινθηροβόλο και διαπεραστικό βλέμμα του. Αυτοπαρηγορούμαι όμως στη σκέψη πως, με την τόση αγάπη, που μου είχε και με την τόση συγκατάβαση, που έδειχνε στις ατέλειές μας, τον φαντάζομαι να με χτυπά στοργικά στην πλάτη και εκτιμώντας την αγαθή μου πρόθεση, να με παροτρύνει ευγενικά λέγοντας: «Όση πέφυκεν η προαίρεσις δίδου». Με αγαθή την προαίρεση λοιπόν ας προχωρήσω, χαράσσοντας στο χαρτί το ταπεινό γραπτό μου, σαν ευλαβικό μνημόσυνο, «θυμίαμα εύοσμον» στη μνήμη του, ελάχιστο ‘ευχαριστώ’ στα πολλά, στα πλείστα «‘ανθ’ ών παρ’ αυτού ευηργετήθην».
Ο
«πρύτανις» των Καλύμνιων εκπαιδευτικών όσων υπηρέτησαν, κατά καιρούς, στα Σχολεία της Λέρου υπήρξεν αναμφισβήτητα ο φιλόλογος καθηγητής Μιχαήλ Σαμάρκος. Γεννημένος στην Κάλυμνο, στα 1907, νεώτατος προσελήφθη από την Εφορεία Σχολών Λέρου ως καθηγητής στο τότε Ημιγυμνάσιο και μετέπειτα Γυμνάσιον Λέρου, όπου παρέμεινε μια ολόκληρη ζωή. Σταδιοδρόμησε μονίμως στο νησί μας, τ’ αγάπησε αυτό και τους ανθρώπους του και αγαπήθηκε από ολόκληρη την Λεριακή κοινωνία. Ο αείμνηστος Μιχαήλ Σαμάρκος δεν υπήρξε μόνον ο σοφός
-394-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
καθηγητής, αλλά και ο αγνός και θερμός πατριώτης, που, σε χρόνους χαλεπούς, δεν δίστασε ακόμη και τη ζωή του να διακινδυνεύσει, προκειμένου να υπηρετήσει, με ευσυνειδησία και συνέπεια, τις αρχές και τα ιδανικά του. Αλλά ας πάρω τα πράγματα με τη σειρά τους. Είχα την καλή τύχη να τον γνωρίσω και να εκτιμήσω τα πολλά και σπάνια προσόντα, με τα οποία ήταν προικισμένος, μόλις πάτησα το κατώφλι του Γυμνασίου. Η σχολική χρονιά 1944-45 ήταν για μένα περίοδος πνευματικής χαράς, συγκινήσεων, αλλά παράλληλα και αφόρητης πείνας. Ήταν ακριβώς ο φοβερός εκείνος χειμώνας, που οι Γερμανοί, φευγάτοι από όλη την υπόλοιπη Ελλάδα και τα Βαλκάνια οριστικά (Φθινόπωρο 1944), δεν ξέρω για ποιο λόγο, είχαν αποκοπεί ή αποκλεισθεί και παρέμειναν μόνο στα Δωδεκάνησα και στην Κρήτη, μέχρι την λήξη του πολέμου (1945). Οι σύμμαχοι τότε προέβησαν σε στενό αποκλεισμό των νησιών μας από θαλάσσης και αέρος, τα νησιά άρχισαν να στερούνται ακόμη και τα βασικά και στοιχειώδη και άρχισαν να σημειώνονται οι πρώτοι θάνατοι από ασιτία. Την τελευταία στιγμή, μας έσωσε κυριολεκτικά από βέβαιο θάνατο ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός. Και όμως, μέσα στη γενική απόγνωση και απελπισία, τα σχολεία μας «Ελληνικαί Σχολαί Λέρου», όπως ήταν ο τίτλος, με Γενικό Διευθυντή τον αείμνηστο καθηγητή Μιχαήλ Σαμάρκο, εξακολουθούσαν να λειτουργούν κανονικά, στην Αγία Μαρίνα, στεγασμένα σε ιδιωτικό οίκημα, θεμελιωμένο κυριολεκτικά μέσα στη θάλασσα, στο κτήριο όπου στεγάζεται σήμερα η Αγροτική Τράπεζα, γιατί τα ωραία νεοκλασσικά, σχολικά μας κτήρια είχαν όλα καταστραφεί τελείως από τους συνεχείς βομβαρδισμούς των Γερμανών, στα 1943. Θυμάμαι, που η τάξη μας βρισκόταν στον 1ο όροφο, είχε δυο παράθυρα, το βορεινό πάνω στο κύμα και πολλές φορές, όταν ο άνεμος έπιανε και ξεπερνούσε τα 9 και 10 μποφόρ, τα παράθυρα βογγούσαν και η αγριεμένη θάλασσα έσκαγε με ορμή πάνω στα τζάμια (τόσο ψηλά έφθανε!), που σχημάτιζε πολύχρω-
-395-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
μους, εντυπωσιακούς και γραφικούς καταρράκτες. Ο αλησμόνητος καθηγητής, ο ευσυνείδητος μέχρις αυτοθυσίας, σοφός εκπαιδευτικός, ο φωτισμένος και αλύγιστος Μιχαήλ Σαμάρκος, μέσα στην αφόρητη πείνα, χλωμός και εξαντλημένος ο ίδιος*, όχι μόνον τηρούσε μέχρι κεραίας το πρόγραμμά του, αλλά καθημερινώς φρόντιζε να μας διαβάζει, με το μοναδικό ύφος του, μερικές σελίδες από το βιβλίο «Για την Πατρίδα» της Πηνελόπης Δέλτα και όταν ολοκληρώθηκε αυτό, συνέχισε με «Τον καιρό του Βουλγαροκτόνου», για να τονώνει, τις δύσκολες εκείνες ημέρες, την φιλοπατρία μας και να νοιώθουμε άφοβοι και υπερήφανοι σαν Έλληνες, ζωντανεύοντας μέσα μας τις δόξες και τα μεγαλεία της φυλής μας. Σαν δάσκαλος και παιδαγωγός ο αλησμόνητος Μιχαήλ Σαμάρκος ήταν άριστος. Μεθοδικός, σοβαρός χωρίς να του λείπει το χιούμορ, με απεριόριστο κύρος στην κοινωνία, στον εκπαιδευτικό κόσμο και στο σύνολο των μαθητών του, επεβάλλετο με την απλή παρουσία του, χωρίς παρατηρήσεις, επιπλήξεις και τιμωρίες. Ήταν τόσο το κύρος του και το πλήθος των γνώσεών του,
* Στο σημείο αυτό θα ήθελα να καταγράψω ένα γεγονός, για να γνωρίσουν οι νεώτερες
μαθητικές γενιές κάτω από ποιες συνθήκες υποσιτισμού και στερήσεων δάσκαλοι και μαθητές μετείχαν στην εκπαιδευτική διαδικασία, τα δύσκολα εκείνα κατοχικά χρόνια. Κάποια απ΄ αυτές τις ημέρες λοιπόν, ζήτησε να επισκεφθεί το Σχολείο μας ο Ελβετός εκπρόσωπος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, ο οποίος επέβλεπε, κάθε μήνα, την δίκαιη και κανονική διανομή των αποστελλομένων τροφίμων. Η είδηση μας χαροποίησε πολύ, μας ενθουσίασε γιατί ελπίζαμε σε κάποιο ιδιαίτερο δώρο (σε κάτι φαγώσιμο βέβαια) από τον εξουσιοδοτημένο, επίσημο διαχειριστή των πολύτιμων τροφίμων. Ο καθηγητής μας και διευθυντής των σχολών έδωσε εντολή σ΄ έναν συμμαθητή μας, μόλις εμφανισθεί στην πόρτα ο υψηλός επισκέπτης, να αναφωνήσει ζωηρά: Vive la Suisse! κι εμείς όλοι εν χορώ να κραυγάσουμε: Vive!. Η υποδοχή έγινε άψογα και επιτυχημένα. Πόση όμως απογοήτευση μας περίμενε, όταν τον ακούσαμε να παραγγέλλλει στον κλητήρα της Δημαρχίας, που τον συνόδευε με μια κούτα μπισκότα υπό μάλης: “Δώσε από ένα (1) μπισκότο σε κάθε παιδί!”. Μέσα σ΄ εκείνη την αβάσταχτη πείνα, τι να μας κάνει ένα μπισκότο; Ολόκληρη η κούτα δεν θα μας χόρταινε! Καταβροχθίσαμε το μπισκότο, σχεδόν αμάσητο, μα νομίζω ούτε τις θερμίδες, που κάψαμε φωνάζοντας το “Vive” δεν αναπληρώσαμε!...
-396-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
που, παιδιά τότε, του αποδίδαμε υπερφυσικές ιδιότητες!. Τόση επίδραση ασκούσε στις αθώες και αγνές ψυχές μας! Άριστος στην επιστήμη του, γλωσσομαθής (κατείχε, μιλούσε κι έγραφε άνετα την ιταλική και τη γαλλική), συμπλήρωνε το ευρύτατο πεδίο των γνώσεών του με ξένα δημοσιεύματα και κατά την διδασκαλία του χρησιμοποιούσε εγχειρίδια εκδόσεων Λειψίας, Παρισίων, Ρώμης κ.λπ., με ξενόγλωσσα σχόλια κορυφαίων ξένων φιλολόγων διεθνούς κύρους. Είχα την ευτυχία να τον έχω για δεύτερη και τρίτη φορά καθηγητή, μετά τον πόλεμο, στις δυο προτελευταίες τάξεις (Δ΄ και Ε΄) των Γυμνασιακών σπουδών μου. Το μάθημά του χάρμα. Πνευματική πανδαισία. Διατηρούσε πάντοτε μια μικροσκοπική ατζέντα, που ήταν το βαθμολόγιό του. Μόλις τέλειωνε η εξέταση του μαθητού, καταχωρούσε την ημερομηνία και τον βαθμό σε κλασματική μορφή: Στην θέση του αριθμητή η ημερομηνία, στη θέση του παρονομαστή ο βαθμός με αρχαιοελληνική γραφή. Εκτός αναλυτικού προγράμματος, μας παρείχε πρακτικές γνώσεις. Μας έμαθε π.χ. πώς συντάσσεται μια αίτηση προς οποιαδήποτε Αρχή, τους τίτλους προσαγορεύσεως και τους τύπους, όταν απευθυνόμεθα σε εκκλησιαστικές και πολιτικές Αρχές, με τον τίτλο κάθε Αξιωματούχου κ.ά.. Μα το όνομα Μιχαήλ Σαμάρκος φέρνει στη σκέψη κάθε Λεριού όχι μόνο τον υποδειγματικό δάσκαλο, αλλά και τον θερμό και αφοσιωμένο πατριώτη, που με όση θέρμη και ενθουσιασμό υπηρέτησε το ιερό λειτούργημα του παιδαγωγού και δασκάλου, άλλο τόσο δόθηκε ολοκληρωτικά και υπηρέτησε, με αυταπάρνηση και αυτοθυσία, το άλλο μεγάλο και πρωταρχικό ιδανικό του, την Μητέρα Πατρίδα Ελλάδα, όχι μόνο με πύρινους λόγους, που έκαναν πολλά μάτια να δακρύσουν, αλλά και σαν συντονιστής, ιθύνων νους και «ψυχή» κατασκοπευτικού κλιμακίου, από προπολεμικά ακόμη, εναντίον των Ιταλών κατακτητών, μέχρι την κατάρρευση της Ιταλίας (1943) και εν συνεχεία σ’ όλη τη διάρκεια της -397-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Γερμανικής κατοχής των νησιών μας, μέχρι την λήξη του πολέμου (1945). Την πατριωτική του δράση έχει περιγράψει ο ίδιος, μετά τον πόλεμο, στο εξαίρετο βιβλίο του «Λέρος, η Μάλτα του Αιγαίου», Αθήναι 1974. Πρόκειται για μια τεκμηριωμένη, αυθεντική και αμερόληπτη παρουσίαση και καταγραφή των ιστορικών γεγονότων, σε πολλά από τα οποία πρωτοστάτησε ο ίδιος, που όμως από μετριοφροσύνη τα αντιπαρέρχεται, όπου είναι δυνατόν, κι άλλοτε τα αποσιωπά τελείως. Δεν αναφέρει π.χ. πουθενά την παράτολμη και παρακινδυνευμένη απόφαση, να εγκαταστήσει τον περίφημο ασύρματο και τον χειριστή, ασυρματιστή Ιερολοχίτη, μέσα στο σπίτι του, στην Αγία Μαρίνα, που δεν βρίσκεται σε κάποια απόκεντρη γωνιά, αλλά αντιθέτως στο πιο πολυσύχναστο σημείο και ακριβώς απέναντι από το νεοκλασσικό αρχοντόσπιτο, το οποίο είχαν επιτάξει, με την κατάληψη της Λέρου (16/11/1943), οι Γερμανοί και μάλιστα εκεί είχε στεγασθεί η διοίκηση της Ασφάλειας, τα περιβόητα και φοβερά �������������������������������������� SS������������������������������������ , με διοικητή τον αγέρωχο και αγέλαστο λοχαγό Κλάους. Έτσι, με απόλυτη ψυχραιμία, απτόητος και σε απόσταση ελάχιστων μέτρων από τους Γερμανούς, έκανε ο αείμνηστος σιωπηλά και αθόρυβα το πατριωτικό του καθήκον. Με τον ιστορικό αυτό ασύρματο μετεδίδοντο πολύτιμες πληροφορίες από την Λέρο, που αποτελούσε μεγάλη ναυτική και αεροναυτική βάση, απ’ ευθείας στο συμμαχικό στρατηγείο της Μέσης Ανατολής, στο Κάϊρο. Ο ασυρματιστής Ιερολοχίτης θα έπρεπε, κάποιες στιγμές, να κυκλοφορήσει στο νησί και να διανύσει μεγάλες αποστάσεις πεζός, εντός και εκτός πόλεως, για να επιτύχει επαφή με συνδέσμους ή για να έχει άμεση αντίληψη και προσωπική εκτίμηση προσώπων και καταστάσεων. Ο κίνδυνος να συλληφθεί από τους Γερμανούς σε κάποιο «μπλόκο» ήταν άμεσος. Ο συντονιστής της όλης προσπάθειας και αρχηγός του κλιμακίου Μιχαήλ Σαμάρκος είχε φροντίσει από πριν, τον είχε εφοδιάσει με πλαστό δελ-
-398-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
τίο ταυτότητος, που τον παρουσίαζε γέννημα και θρέμμα Λεριό, τον είχε ντύσει βοσκό και με μαλλιά και γένια μακρυά καθώς κυκλοφορούσε, μπορούσε να ξεγελάσει και ντόπιους!. Με τον τρόπο αυτό, το γενναίο παλληκάρι μπορούσε να ασκεί το κατασκοπευτικό έργο του ανεμπόδιστα και ακίνδυνα, για τον ίδιο και για ολόκληρο το δίκτυο. Ο χρόνος δεν έσβησε από τη μνήμη των Λεριών την προσφορά του μεγάλου πατριώτη και δασκάλου. Σε σχετικό ρεπορτάζ, μόλις πρόσφατα, στην εφημερίδα «Λεριακά Νέα» της 30/11/2010 (σελ. 8), διαβάζουμε: «Σημαντική υπήρξε η συμβολή των ντόπιων Δωδεκανησίων, που χρησιμοποιούνταν ως οδηγοί ή κατάσκοποι. Με κίνδυνο της ζωής τους έκρυβαν ή φυγάδευαν Άγγλους ������� Commandos��������������������������������������������������������� και τους άνδρες του Ιερού Λόχου και τους παρείχαν πληροφορίες για τον εχθρό. Στη Λέρο είχε οργανωθεί τότε ένα αξιόλογο δίκτυο κατασκοπίας με συντονιστή τον αείμνηστο καθηγητή Μιχαήλ Σαμάρκο, στο οποίο συμμετείχαν και οι: Γεώργιος Σαμάρκος κ.λπ….». Στην προηγούμενη σελίδα (7) της ίδιας εφημερίδας, διαβάζουμε: «Ο καθηγητής Μιχαήλ Σαμάρκος, συντονιστής τότε του δικτύου κατασκοπίας στη Λέρο, υπογραμμίζει στο βιβλίο του «Λέρος, η Μάλτα του Αιγαίου»: «… Οι λεβέντες μας Ιερολοχίτες προκάλεσαν το δρεπάνι του θανάτου, με αλώνι τη Λέρο κι όλη τη Δωδεκάνησο!... Η παρουσία τους στα νησιά μας, μετά τη νίκη, βοήθησε τον αγώνα μας, στραγγάλισε τις ραδιουργίες της διπλωματίας και απομάκρυνε τα λαίμαργα νύχια της οριστικά από τ’ άγια βράχια μας!». Οι αγώνες και οι θυσίες του μεγάλου πατριώτη και παιδαγωγού δικαιώθηκαν. Η ημέρα της απελευθέρωσης και της ενσωμάτωσης των νησιών μας στην Μητέρα Πατρίδα Ελλάδα ήταν η ευτυχέστερη μέρα της ζωής του. Όμως, όπως λέει και η Κρητική μαντινάδα: «Ό,τι στον κόσμο γεννηθεί έχει αρχή και τέλος…». Έτσι, στις 26/04/1984, έπαψε να χτυπά μια γενναία, ατρόμητη και παλληκαρίσια καρδιά. Ο καθηγητής Μιχαήλ Σαμάρκος κη-
-399-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
δεύθηκε στο νησί μας μέσα σε γενικό πένθος, καταξιωμένος και τιμημένος από ολόκληρη την Λεριακή κοινωνία. Αλλά και από την Ελληνική Πολιτεία και από Συμμαχικές Κυβερνήσεις δέχθηκε ανώτατες τιμητικές διακρίσεις. Αν και πέρασαν τόσα χρόνια από την εκδημία του, ζει ανάμεσά μας μέσα από τις σελίδες του μοναδικού βιβλίου του, όπου στον πρόλογο, γραμμένον από τον ίδιο, στις 24/03/1974, διαβάζουμε με συγκίνηση την λακωνική και βαρυσήμαντη φράση: «Έχω τη συναίσθηση ότι έκαμα το χρέος μου…». Το βιβλίο αυτό, εξαντλημένο τελείως, εδώ και πολλά χρόνια, επανεκδόθηκε στα 2001. Από την Β΄ έκδοση (σ. 8) αντιγράφω τις παρακάτω δυο σειρές, που με εκφράζουν απόλυτα: «Ο Μιχαήλ Σαμάρκος υπήρξε για τη Λέρο πραγματικό διαμάντι, που, ακόμα και μετά το θάνατό του, αποτελεί παράδειγμα ήθους, θάρρους και αυτοθυσίας». Από χρόνια τώρα, έχω πάνω στο γραφείο μου την αναμνηστική φωτογραφία, που βγάλαμε με τους καθηγητές μας οι τελειόφοιτοι του Γυμνασίου Λέρου, στα 1950. Στην πρώτη σειρά, καθήμενοι, ο Γυμνασιάρχης μας, δεξιά του ο φιλόλογος καθηγητής και ιερεύς Δημήτριος Χολέβας, που, μέσα στη δίνη του εμφυλίου, βρέθηκε από τα μέρη της Λαμίας στο Γυμνάσιο της Λέρου, όπου υπηρέτησε και ως εφημέριος του Αγίου Νικολάου Λακκίου και στη συνέχεια οι λοιποί καθηγητές μας, όλοι νέοι και ακμαίοι τότε και όλοι μακαρίτες σήμερα. Τους καλημερίζω κάθε πρωί και ζητώ την ευχή τους, πριν αρχίσω τις συνήθεις απασχολήσεις μου. Ξεχωρίζω πάντοτε την ευγενική μορφή του Καλύμνιου καθηγητού μας των μαθηματικών αείμνηστου Εμμανουήλ Μελά, από τους πρώτους εκπαιδευτικούς, που έφθασαν μεταπολεμικά στο Γυμνάσιό μας, που αγάπησαν το νησί μας και τους ανθρώπους του και συνήψαν ακατάλυ-
-400-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
τους και παντοτεινούς οικογενειακούς και κοινωνικούς δεσμούς. Ο Εμμανουήλ Μελάς, άριστος επιστήμων και δάσκαλος μεθοδικός, ξεχώριζε για την ευγένειά του, την καλωσύνη του και την άκρα ευσυνειδησία του. Στη συμπεριφορά του προς όλους άψογος, συνιστούσε τον σεβασμό μας, όχι μόνον προς κάθε μεγαλύτερο, αλλά και μεταξύ των συμμαθητών μας. Ως φοιτητής στην Αθήνα, μετείχε ενεργά σ’ όλες τις πατριωτικές εκδηλώσεις των Δωδεκανησίων, που σκοπό είχαν να κρατούν διεθνώς στην επικαιρότητα ζωντανό το Δωδεκανησιακό ζήτημα, με τελικό σκοπό την απελευθέρωση των νησιών μας και με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου (1940) ήταν από τους πρώτους, που κατετάγησαν εθελοντές και επάνδρωσαν το ηρωικό Σύνταγμα των Δωδεκανησίων. Στον ιερό εκείνο αγώνα υπηρέτησε στην πρώτη γραμμή, ως ασυρματιστής. Πολλές φορές, μας είχε διηγηθεί ο ίδιος περιπέτειες και γεγονότα από το μέτωπο. Λεπτός και αεικίνητος, δεν καθόταν ποτέ στην έδρα, ούτε κρατούσε ποτέ βαθμολόγιο. Είχε καταπληκτική μνήμη, είχε «ζυγίσει» με ακρίβεια τον καθένα μας και βαθμολογούσε αμερόληπτα και δίκαια. Χαρακτηριστικό του η αυστηρότης στην τάξη, που σ’ όλη τη διάρκεια του μαθήματος δεν ακουόταν ούτε ο παραμικρός ψίθυρος. Απαιτούσε και πετύχαινε πάντα να αποσπά την προσοχή μας με την μεθοδικότητα και τον κατάλληλο διδακτικό τρόπο, που μας παρουσίαζε κάθε τι νέο. Έτσι, πετύχαινε ακόμη και οι αδιάφοροι στα μαθηματικά μαθητές, που είχαν χαράξει πορεία προς τις θεωρητικές επιστήμες, να τον παρακολουθούν με ενδιαφέρον. Χαρακτηριστικό της ευσυνειδησίας του και της αγάπης του προς την Φύση, είναι το γεγονός, ότι ενώ είχε τη δυνατότητα να κατοικεί στην πόλη, προτιμούσε τη διαμονή στο ωραίο, δίπατο, εξοχικό σπίτι του με αμπέλι, στα Άλινδα, διανύοντας καθημερινά την μεγάλη απόσταση με τα πόδια, χειμώνα – καλοκαίρι, ανεξαρτήτως καιρού, χωρίς να καθυστερήσει ποτέ, ούτε λεπτό από το ωράριό του στο σχολείο. Από τον δάσκαλο πατέρα του είχε κληρονομήσει όλα τα προσόντα του τέλειου δασκάλου και ήταν ο αλησμόνητος καθηγητής η ενσάρκωση της υπευθυνότητος και της ευσυνειδησίας. Τον θυ-401-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
μόμασθε πάντα και τη μνήμη του θα συνοδεύει εσαεί η ευγνωμοσύνη μας και ο σεβασμός μας. Για την θρησκευτική μας κατάρτιση και την αγάπη μας προς τον Χριστό και την Ορθοδοξία πολλά οφείλουμε στον Καλύμνιο Θεολόγο καθηγητή, παιδί ιερέως και ιερέα μετά, Σπυρίδωνα Κουλιανό. Νεαρός ακόμη, πρωτοδιόριστος έφθασε στο νησί μας, αμέσως μετά τον πόλεμο (1945), με την πρώτη ομάδα εκπαιδευτικών, που στάλθηκαν τότε από το ΥΠΕΠΘ να καλύψουν τα πολλά κενά, που υπήρχαν στα σχολεία μας. Ευσυνείδητος και τακτικός στο λειτούργημά του, συνεπής πάντοτε στο ωράριό του, δεν θυμάμαι να είχε απουσιάσει ποτέ, ούτε ώρα, από το καθήκον του. Τηρούσε με ευλάβεια το μικρό βαθμολόγιό του, όπου καταχωρούσε με ακρίβεια την ημερομηνία εξετάσεως του μαθητή και τον βαθμό, είτε προφορική ήταν η εξέταση, είτε αποτέλεσμα γραπτού διαγωνίσματος. Μας ήθελε μελετηρούς και αν καταφέρναμε να αποδώσουμε το μάθημα όπως ακριβώς ήταν στο βιβλίο, το άριστα (20) ήταν εξησφαλισμένο!. Τη θρησκευτική αγωγή μας συμπλήρωνε ως κατηχητής και ιεροκήρυξ, όπου, χρόνια ολόκληρα, διηύθυνε και δίδασκε στα Κατηχητικά μας σχολεία, προσφέροντας πολύτιμο έργο, τόσο στην Παιδεία, όσο και στην Εκκλησία, ανιδιοτελώς. Λάτρευε την ιδιαιτέρα του πατρίδα και ύστερα από πολυετή και γόνιμη υπηρεσία στη Λέρο, ζήτησε και μετετέθη στην Κάλυμνο, από όπου και συνταξιοδοτήθηκε ως Λυκειάρχης. Επιθυμία του ήταν να ιερωθεί. Χειροτονήθηκε ιερέας και, επί σειρά ετών, διετέλεσε Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Ι. Μητροπόλεώς μας. Ο αείμνηστος Πρωτοπρεσβύτερος Σπυρίδων Κουλιανός εις το «άνω θυσιαστήριον ιερατεύων», τώρα, και «την άϋλον λειτουργίαν τελούμενος», δέεται και ικετεύει τον Κύριον «ενώπιος ενωπίω» για όλους εμάς, σαν στοργικός πατέρας και δάσκαλος.«Επί τίνα επιβλέψω, αλλ’ ή επί τον ταπεινόν και ησύχιον;».
-402-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
Τα ιερά αυτά λόγια έρχονται στη θύμησή μου, όταν, στη σχολική φωτογραφία, αντικρύζω τη γλυκειά μορφή του υποδειγματικού εκπαιδευτικού και ανθρώπου, του Καλύμνιου καθηγητού Σωματικής Αγωγής (Γυμναστή), αείμνηστου Μιχαήλ Ζερβού. Κύρια χαρακτηριστικά του: η ευγένεια, η ευσυνειδησία και η αφοσίωση στο καθήκον μέχρις αυτοθυσίας, παρά το επισφαλές της υγείας του. Θερμή η αγάπη του προς την Εκκλησία και φιλακόλουθος καθώς ήταν, έψαλλε οσάκις είχαμε εκκλησιασμό, με την γλυκειά και ταπεινή φωνή του, χωρίς περιττές κινήσεις, μορφασμούς και επιδειξιομανία. Διάβαζε πάντοτε τον Απόστολο, αργά και κατανυκτικά, στεκάμενος σοβαρός δίπλα σε αναμμένη λαμπαδίτσα, κολλημένη σε καλογυαλισμένο μανουάλι, στημένο στη μέση του ναού και όχι από το Αναλόγιο, όπως συνηθίζεται, παράτυπα δυστυχώς, σήμερα στις εκκλησίες μας. Έτσι, θυμάμαι, στο μέσον του ναού, διαβάζαμε κι εμείς, παιδιά τότε, τον Απόστολο, με δάσκαλο τον ταπεινό επίσης και αλησμόνητο, ιεροψάλτη τότε στη Λέρο, Εμμανουήλ Καζαβούλη, τον μετέπειτα ιερέα της Ψερίμου Γερμανό. Μια και τον ανέφερα, να τονίσω, ότι ο ανιδιοτελής και αξιοπρεπέστατος εκείνος γόνος της Καλύμνου, ο μακαρίτης παπα-Γερμανός, από ζήλο και αγάπη προς τη βυζαντινή μουσική, είχε συγκεντρώσει ολόκληρο όμιλο από καλλίφωνα παιδιά της Λέρου και τους δίδασκε, επί χρόνια, πρακτικά και θεωρητικά, την εκκλησιαστική μουσική μας, κάθε Κυριακή απόγευμα στο σπίτι του, χωρίς καμμιά απολύτως αμοιβή! Δεν δεχόταν, με κανένα τρόπο, ούτε το παραμικρό δώρο!. Ακόμη λοιπόν ένας Καλύμνιος – παράδειγμα ανιδιοτελούς προσφοράς, δάσκαλος πραγματικός χωρίς τίτλους, που μας αφήκε μάθημα ζωής αξιομίμητο από μικρούς και μεγάλους. Σκέπτομαι, πολλές φορές, και διερωτώμαι: Τι ψυχές, αλήθεια, είχαν οι άνθρωποι εκείνοι, που τους βλέπαμε, παιδιά τότε εμείς, να ζουν και να κυκλοφορούν ανάμεσά μας, χωρίς ποτέ να φαντασθούμε τι εσωτερικό πλούτο έκρυβαν μέσα τους οι τόσο απλοί και -403-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ταπεινοί εκείνοι, αφανείς, αληθινοί πνευματικοί αδάμαντες!. Πώς να τους εκφράσουμε την ευγνωμοσύνη μας και πώς να ανταποδώσουμε το ελάχιστο στα πολλά και ανεκτίμητα, που τους οφείλουμε; Ας τους δώσουμε αυτό, που μπορούμε: Μιάν υπόσχεση ασφαλή και βεβαία, αιώνια και πηγαία, πως θα διατηρήσουμε εσαεί στα φυλλοκάρδια μας τις ιερές μορφές τους. «Εάν επιλάθωμαί σου, Ιερουσαλήμ, επιλησθείη η δεξιά μου. κολληθείη η γλώσσά μου τω λάρυγγί μου, εάν ου μή σου μνησθώ». Χρίστος Ε. Παπαδόπουλος (συνταξιούχος εκπαιδευτικός)
-404-
Μαρίας Μ. Μπιλλήρη
Μιχαήλ Σ. Καραβοκυρός: Ένας αφανής ήρωας στους «Δίκαιους των Εθνών». -Τριάντα εννιά χρόνια από το θάνατό του-
Ο
Μιχαήλ Καραβοκυρός του Σωκράτους και της Αφροδίτης το γένος Κουλλιά, γεννήθηκε στην Κάλυμνο, τον Σεπτέμβρη του 1892. Αδέρφια του ο Γιώργος, πατέρας του Σπύρου Καραβοκυρού και της Θέμιδος Καραβοκυρού - Ζαΐρη και η Μαρία Καραβοκυρού, σύζυγος Βασιλείου Μπιλλήρη, μητέρα του Μιχαήλ Μπιλλήρη.
-405-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Στο άμεσο οικογενειακό περιβάλλον βίωσε την έννοια του δικαίου, καθώς διακεκριμένοι υπηρέτες της νομικής επιστήμης υπήρξαν τόσο ο πατέρας του Σωκράτης Καραβοκυρός όσο και ο θείος του Μιλτιάδης, ο οποίος διατέλεσε γραμματέας του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως (1880 -1895) με πλούσιο συγγραφικό έργο. Πολλά από τα νομικά συγγράμματα του με μεγάλη πλέον συλλεκτική αξία βρίσκονται στη βιβλιοθήκη της Νομικής Σχολής Αθηνών, ενώ λίγα αντίτυπα σώζονται και στην βιβλιοθήκη του Πνευματικού Κέντρου Καλύμνου. Ο ήδη ισχυρός αξιακός κώδικας με τον οποίο μεγάλωσε εμπλουτίστηκε με το χριστιανικό πνεύμα που του ενέπνευσε η θεία του, από την πλευρά της μητέρας του, Μαγδαληνή, ιδρύτρια της ιεράς μονής Άργους. Στα πρώτα χρόνια της εφηβείας, στην νεαρή ηλικία των 15 χρόνων, ο θάνατος του πατέρα του τον ανάγκασε να αναζητήσει ένα καλύτερο μέλλον, κοντά σε συγγενείς του στην Ρωσία. Εκεί δούλεψε σκληρά, ανδρώθηκε και δημιούργησε την δική του οικογένεια. Παντρεύτηκε την Φάνια Ντόλτζερ κι απέκτησε 2 παιδιά: Την Μαρία και το Σωκράτη. Κάποια στιγμή όμως, το 1936, διωγμένος από το καθεστώς του Στάλιν, εγκαταστάθηκε στη Ρίγα της Λετονίας, όπου ξεκινώντας πάλι από το μηδέν, δημιούργησε με πολύ μόχθο ένα εργοστάσιο παρασκευής χαλβά. -406-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
Η εισβολή των Γερμανών στη Ρίγα, το 1941, είναι γι αυτόν το ξεκίνημα ενός μοναχικού και άδολου αγώνα υπεράσπισης των ιδανικών του, στο πρόσωπο δοκιμαζόμενων ανθρώπων, που τελειώνει το 1943 στην Τεργέστη. Είκοσι χρόνια μετά το θάνατό του, οι διασωθέντες απ’ αυτόν Εβραίοι, συγκεντρώνονται στην Ιερουσαλήμ κι αφηγούνται στο Yad Vashem την απίστευτη ιστορία της δράσης αυτού του ανθρώπου που γι’ αυτούς αποκτά μυθικές διαστάσεις. Στο Yad Vashem, ένα συγκρότημα 180.000 m2 όπου με τα κτίρια, τα μουσεία, τα μνημεία, τους κήπους, τις βιβλιοθήκες κτλ. η μνήμη του ολοκαυτώματος διατηρείται ολοζώντανη, το όνομα του Μιχαήλ Καραβοκυρού είναι χαραγμένο στον Τοίχο Τιμής. Ο Τοίχος Τιμής, ο οποίος δεν είναι παρά ένα μνημείο αφιερωμένο σε όλους αυτούς που βοήθησαν τη διάσωση των Εβραίων, περιλαμβάνει ένα μακρύ κατάλογο ονομάτων αυτών που το εβραϊκό έθνος αποκάλεσε Δικαίους των Εθνών. Ο τίτλος του Δικαίου των Εθνών για τον Μιχαήλ Καραβοκυρό παραδόθηκε από τον Ισραηλινό πρόξενο Τεβέτ στα παιδιά του Σωκράτη Καραβοκυρό και Μαρία Λορεντζέττι, κατά τη διάρκεια μιας λιτής αλλά συναισθηματικά φορτισμένης τελετής στη Ρώμη, το 1995.
-407-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Η Μαρία Λορεντσέττι με πολλή χαρά μοιράστηκε την τιμή με την υπόλοιπη οικογένεια, στην Κάλυμνο. Όσο όμως και αν πέρασε καιρός, αισθάνομαι την ανάγκη να καταγραφεί με κάποιο τρόπο αυτή η διάκριση, αφού πιστεύω ότι δημιουργεί ένα πραγματικό πρότυπο πανανθρώπινης αντίληψης. Θέλω να θυμάμαι και να θυμίζω ότι ομορφιά στη ζωή δεν είναι μόνο η επιτυχία κι η κατάκτηση, αλλά και η προσφορά… Και δεν σταματώ να εντυπωσιάζομαι, όσο σκέφτομαι τη ζωή αυτού του ανθρώπου που πάλεψε με τον εαυτό του και νίκησε το φόβο, για να υπηρετήσει τον Άνθρωπο, παραδίδοντας όχι μόνο στα παιδιά του, αλλά και σ’ όλες τις επόμενες γενιές, μαθήματα δύναμης, μέσα από τον αυτοσεβασμό, την ταπεινοφροσύνη και την αυτοθυσία. Μαρία Μ. Μπιλλήρη, Ζωγράφος
Το δημοσίευμα του περιοδικού “Attualita”.
-408-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
Η ακριβής μετάφραση του αφιερώματος που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της εβραïκής κοινότητας “Αttualita”, το Νοέμβριο του 1995, είναι η παρακάτω: « Ένας Ελληνο-ιταλός “Δίκαιος των Εθνών” Δάκρυα ανησυχίας και θάρρους Πενήντα χρόνια μετά, βραβείο στη μνήμη του γενναίου Μιχαήλ Καραβοκυρού ». Δεν είχαν περάσει ούτε 24 ώρες από την είσοδο των Γερμανών στη Ρίγα, και το κυνήγι των Εβραίων είχε ήδη αρχίσει από σπίτι σε σπίτι.Ο κ.Μιχαήλ, Έλληνας στην καταγωγή, χριστιανός ορθόδοξος, Ιταλός όμως στο διαβατήριο γιατί το νησί του στην Δωδεκάνησο ήταν ιταλοκρατούμενο, φιλοξενούσε στο σπίτι του μια οικογένεια Εβραίων λόγω της υποχρεωτικής συγκατοίκησης που είχε επιβάλλει η Ρωσία 2 χρόνια νωρίτερα. Οταν έφθασαν οι Λετονοί στρατιώτες, άγριοι και μεθυσμένοι, δεν είχε κανένα δισταγμό. Έβγαλε μια ιταλική σημαία και φώναξε: «Εδώ είναι ιταλικό έδαφος.Για να μπείτε μέσα, πρέπει να περάσετε πάνω από το πτώμα μου». Οι στρατιώτες, βρισκόμενοι σε σύγχυση, έφυγαν, και προς στιγμή, στο σπίτι του Καραβοκυρού, ο φόβος λιώνει. Μα είναι μόνο η αρχή.Έχοντας επιλέξει να βοηθήσει φίλους και συγγενείς Εβραίους, η οικογένεια του Καραβοκυρού έχει αγγιχθεί αμέτρητες φορές από το θάνατο.Ο Μιχαήλ, ένας άνθρωπος ειλικρινής, εργατικός, γνήσιος εραστής του καθήκοντος και της τιμιότητας, ένας μεγάλος αγωνιστής που έμαθε να ξανανασταίνεται κάθε φορά που η ιστορία με επαναστάσεις και κατασχέσεις του αναιρούσε σχεδόν τα πάντα, δεν μπορεί να υποφέρει την αδικία.Γι αυτό, για δύο ολόκληρα χρόνια, χρησιμοποιεί το χάρισμά του με τις φιλίες που είχε αποκτήσει ( του αρχιεπίσκοπου, των εργατών του που δούλευαν στο -409-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
εργοστάσιο χαλβά, βασιζόμενος στην καλή τους θέληση, γειτόνων και συνεργατών) για να βοηθήσει, να συνδράμει, να κρύψει, ολόκληρες οικογένειες Εβραίων. Αρκετοί που φιλοξενήθηκαν σπίτι του γλύτωσαν ως εκ θαύματος από τις επιδρομές των SS. Άλλοι ήταν κρυμμένοι με φίλους, στο εργοστάσιο, στο πίσω μέρος των αποθηκών.Ο Μιχαήλ Καραβοκυρός, δημιουργεί ένα δίκτυο βοήθειας παρέχοντας τρόφιμα, επεμβαίνοντας για να βγάλει ένα παιδί απο την υποχρεωτική εργασία και φροντίζοντας έτσι ώστε να έχει συνεχή επαφή με το γκέτο. Μα είναι επικίνδυνο. Η κόρη του Μαρία που ζει σήμερα στο Μιλάνο, θυμάται με συγκίνηση κι αφηγείται τα δεινά αυτών των μηνών.Μας λέει για μια ημιπαράνομη ζωή, ιδωμένη μέσα από τα μάτια του κοριτσιού που έβλεπε τη ζωή και την εργασία του πατέρα της μέσα από την ανιδιοτελή αυτή επιλογή.Κάποτε, αφού είχε καταφέρει να σώσει κάποιον,φυγαδεύοντάς τον με γερμανικό αυτοκίνητο, βρήκε έκπληκτος την κόρη του, επιστρέφοντας στο σπίτι, να κλαίει μπροστά στα εικονίσματα.Της είπε: «Ξέρω πως διακινδυνεύω τη ζωή όλων σας, αλλά αν δεν το κάνω,θα είμαι κι εγώ σαν κι αυτούς τους κατά συρροήν δολοφόνους, κι εσύ, μια μέρα θα με περιφρονήσεις». Ένα χειμωνιάτικο πρωινό του 1942 τον κατήγγειλαν ως Εβραίο και τον έβαλαν κι αυτόν στο γκέτο.Αυτή τη φορά, ο Μιχαήλ, δεν γλυτώνει το ξύλο των SS.Ομως, υποστηρίζει, ότι ένα μικρό εβραιόπουλο είναι ένα νόθο παιδί του που δεν παρουσίαζε στην κοινωνία από ντροπή.Πέρασε μία εβδομάδα μέχρι να αναγνωριστεί ότι ανήκει στην Αρεία φυλή και να αφεθεί ελεύθερος. Αλλά ακόμα και μετά από αυτό το περιστατικό, δεν σταματάει τη δράση του με τη βοήθεια προς τους Εβραίους. Μόνο τον Ιούλιο του 1943 ο Μ. Καραβοκυρός αποφασίζει να εγκαταλείψει τη χώρα. Στην πραγματικότητα, ένας Ιταλός διπλωμάτης τον προειδοποιεί ότι επειδή η ιταλογερμανική συμμαχία έπνεε τα λοίσθια, το ιταλικό διαβατήριο δεν του εξασφαλίζει πια καμιά προστασία .Έτσι, η οικογένεια μετακομίζει στην Τεργέστη, όπου για μια ακόμη φορά, μετά -410-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
τις 8 του Σεπτέμβρη, θα φιλοξενήσει ένα ζευγάρι Εβραίων που γνώρισε λιγες εβδομάδες πριν. Ο Μιχαήλ Καραβοκυρός (σήμερα Michele Caravokiro) πέθανε στην Ιταλία το 1972, στην ηλικία των 80 χρόνων. Είκοσι χρόνια μετά, μερικοί από τους Εβραίους που έσωσε και κυκλοφορούσαν ελεύθεροι πια στη Λετονία, μαζεύτηκαν στο Ισραήλ, και περιέγραψαν τον μύθο τους στο Yad Vashem. To δίπλωμα του Δικαίου των Εθνών έχει παραδοθεί στην κόρη του Μαρία και τον εγγονό του Paolo Lorenzetti, ( γραμματέα του Ευρωπαϊκού Κινήματος των Φεντεραλιστών που εδρεύει στο Μιλάνο) ο οποίος συνεχίζει μέχρι σήμερα τόσο πολιτικά όσο και πολιτιστικά να πρεσβεύει τα ίδια ιδανικά της δικαιοσύνης και της αδελφοσύνης που ο παππούς του, πενήντα χρόνια πριν, υπηρετούσε σε πολύ πιο δύσκολες συνθήκες.»
-411-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
To Δίπλωμα του Δικαίου των Εθνών που απονεμήθηκε μετά θάνατον στον Μιχαήλ Καραβοκυρό
-412-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
Απόσπασμα καταλόγου με τα ονόματα “Δικαίων των Εθνών”, ελληνικής καταγωγής. Ανάμεσά τους και ο Μιχαήλ Καραβοκυρός
-413-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Αχταπολόημα... Φωτογραφία: Μιχάλης Πάου
-414-
Γεωργίου Μιχ. Βούη
Η ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΗ ΠΑΡΟΙΚΙΑ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ
Τ
(Ένα σύντομο ιστορικό)
ο γεγονός ότι η παροικία των Καλυμνίων της Ρόδου, τυγχάνει να είναι η πολυπληθέστερη σε σχέση με άλλες Δωδ/κές ή μη, δεν είναι τυχαίο γεγονός, δεν ξεκίνησε δηλ. χωρίς αιτία και αφορμή, ως δια μαγείας. Έχει την δική της ιστορία, και σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία ιδρύθηκε πριν από 150 χρόνια, ίσως και παλαιότερα, ακολουθώντας ένα εσωτερικό μεταναστευτικό πρόγραμμα, καθαρά περιστασιακό, επί εποχής Όθωνος. Τότε, ως γνωστόν, η Τουρκοκρατούμενη Δωδ/σος πέρασε σε τροχιά ανάπτυξης, με ξεκίνημα τη Ρόδο. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, την εποχή εκείνη, θεώρησε σκόπιμο να παραχωρήσει κάποια δικαιώματα αυτοδιοίκησης (μακτού) και ελευθερίας στην παιδεία (Δημοτική εκπαίδευση). Οι Καλύμνιοι την εποχή εκείνη έσπευσαν να μορφώσουν τα παιδιά τους, να γίνουν εκπαιδευτικοί ελληνοδιδάσκαλοι, και να καλύψουν έτσι θέσεις, σε κοινοτικά σχολεία, σε χωριά και στη πόλη. Η Κεντρική Αστική Σχολή της Ρόδου που ανεγέρθηκε με δωρεές Δωδ/σίων της Αιγύπτου, κυρίως, άρχισε να λειτουργεί το 1875. Την εποχή εκείνη, πολλοί Δωδ/σιοι, κυρίως Καλύμνιοι, αλλά κι από άλλα νησιά του Αιγαίου όπως η Σάμος, η Σαντορίνη, η Αμοργός, η Ίος, η Μυτιλήνη, Χίος, Σκόπελος, κ.α. ασκούσαν εμπόριο σαν εμποροπλοίαρχοι, για να διαθέσουν γεωργικά κ.α. προϊόντα. Όλοι ήσαν περαστικοί, όμως υπήρξαν και κάποιοι που επέλεξαν να εγκατασταθούν στα μέρη μας για πάντα. Γι’ αυτό βλέπουμε να υπάρχουν σήμερα ανάμεσα μας οικογένειες με οικογενειακά ονόματα που θυμίζουν τόπο καταγωγής, όπως -415-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Καλύμνιου, Καρπάθιου, Συμιακού, Κασιώτη, Τηλιακού, Νισύριου, Χαλκίτη, Λεριού, Πατενιώτη, Κώτη, Καστελοριζιού, καθώς και Σαμιώτης, Σαλονικιός, Νιώτης, Αμοργίνος, Μυτιληνιός, Μηλιανός, Χιώτης, Σαμίου, Σαμιωτάκης, Σκοπελίτης, Σαντορινιός, Τενεδιός, κ.α. Σύμφωνα με τα στοιχεία στη διάθεση μας, μπορέσαμε να διαπιστώσουμε ότι ο πρώτος πάροικος από Κάλυμνο, δεν ήταν έμπορος, αλλά εκπαιδευτικός, ελληνοδιδάσκαλος όπως ελέγοντο τότε, ήτο δε ο Γιώργος Καληδόνης γέννημα, θρέμμα της Καλύμνου. Την χρονική αυτή περίοδο, τέλη του 19ου αιώνα, παιδιά δυτών σφουγγαράδων διορίστηκαν σε κοινοτικά σχολεία του νησιού της Ρόδου αλλά κι’ αλλού, όπως στην Όλυμπο Καρπάθου, στο Καστελόριζο, Σύμη, και στα χωριά. Αξίζει να αναφέρουμε όλα όσα γνωρίζουμε για τον πρώτο ελληνοδιδάσκαλο Καλύμνιο Γεώργιο Καληδόνη. Γεννήθηκε στην Κάλυμνο, στο Άργος το 1845. Ο πατέρας του Ποθητός ήταν δύτης, σφουγγαράς βουτηχτής. Η μητέρα ονομάζετο Θάλεια – Καλλιόπη (ονόματα δύο Μουσών). Ο νεαρός Γ. Καληδόνης, εφοίτησε στο Α΄ Γυμνάσιο Αθηνών, ως υπότροφος της οικογένειας Ολυμπίτη (Καρπαθιακής γενιάς), απ’ όπου απεφοίτησε το 1863. Κατά τη παραμονήν του στην Αθήνα, ευτύχησε να δει με τα μάτια του τον θρυλικό Κανάρη, ήρωα του 21 και πρωθυπουργό της νέας Ελλάδας. Νεότατος, ήρθε στη Ρόδο το 1893, νυμφεύτηκε την πανέμορφη και πολύ νεότερη του, 15 χρονών Σεβαστή Παπαοικονόμου, από το χωριό Αφάντου Ρόδου (1878 - 1956). Απέκτησαν εννέα παιδιά από τα οποία επέζησαν πέντε. Η ΕλένηΚαλλιόπη, η Κατερίνα, ο Κλεάνθης, ο Σταύρος και ο Αναστάσιος. Υπηρέτησε την εκπαίδευση της Ρόδου επί 54 έτη, διδάσκοντας στα χωριά Αφάντου, Ψίνθο, Καλλιθιές, Αγ. Ισίδωρο, Μεσαναγρό, Κατταβιά, Σάλακο, Κοσκινού, Μαλώνα, Μάσαρη, και πιθανότατα και σε άλλες κοινότητες του νησιού. Η Κεντρική Εκπαιδευτική Επιτροπή της Ελλάδος του απένειμε το 1922 τον -416-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
τίτλο του ελληνοδιδασκάλου «δια την ειδικότητα αυτού εν τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσης». Το 1924 εδημοσιεύσε παροιμίες, εις το ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ του καθηγητή Ευσταθίου Λαγκάνη (εκ Μονολίνθου) και συνέταξε λεξικό ομοίων λέξεων το 1930, που υποβλήθηκε στην Ακαδημία Αθηνών. Μαζί με την θυγατέρα του δασκάλα Ελένη-Καλλιόπη, εδημοσίευσε εργασίες στο ημερολόγιο του ΠΑΡΡΟΔΙΑΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΑΜΕΡΙΚΗΣ «ΑΠΟΛΛΩΝ». Στα γηρατειά του, το Ελληνικό κράτος θέλοντας να τον τιμήσει, του έδωκε σύνταξη, κάτι που τον έκαμε να χαρεί πολύ. Επιδίδοντας του το δίπλωμα τιμής, ο τότε Πρόξενος της Ελλάδας στη Ρόδο, Δημήτρης Παπάς, τον προσεφώνησεν ως πρύτανη των διδασκάλων της Δωδεκανήσου. Έφυγεν από τη ζωή σε ηλικία 95 ετών, στις 21 Ιουνίου 1940, με ακμαίες τις σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις, και φορτωμένος από πολλές τιμητικές διακρίσεις. Ακόμη και άρρωστος - στο κρεβάτι – μάζευε γύρω τους μαθητές και τους δίδασκε. Το εκπαιδευτικό του έργο, συνέχισαν τα παιδιά του Ελένη – Καλλιόπη, Κατίνα και Σταύρος. Στη ΡΟΔΙΑΚΗ, το έτος 1968, ο ιδρυτής αυτής, αείμνηστος Εμμ. Καλαμπίχης, μαθητής του από την Μαλώνα, αφιερώνει ένα ύμνο στον δάσκαλο του, εις ένδειξη ευγνωμοσύνης για όσα αυτός του δίδασκε στα παιδικά του χρόνια. Την εκπαιδευτική παράδοση αυτού του υπέροχου ανθρώπου, συνέχισαν και άλλα μέλη της οικογένειας του Καληδόνη, καθώς και ο σύζυγος της κόρης του Κατίνας, ο Μιχαήλ Νικολάου (απεβίωσε νέος το 1946), ο σύζυγος της εγγονής του Βαρβάρας ο δάσκαλος Βασίλης Νικολάου, του Μιχάλη και της Κατίνας. Εδώ τελειώνει η ιστορία του Ελληνοδιδασκάλου, και συνεχίζω, με αναφορά σε ονόματα, που ίδρυσαν την Καλυμνιακή παροικία, η οποία σήμερα (Ιούνιος 2010) ξεπερνά σε αριθμό ψυχών α, β, και γ΄ γενιάς τις 8.000. Πρωτοπόροι και ιδρυτές της Καλυμνιακής Παροικίας Ρόδου, την οποίαν από το 1947-1948 μέχρι των ημερών μας -417-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
εκπροσωπεί ο Σύλλογος Καλυμνίων Ρόδου «Ο Αγ. Παντελεήμων», είναι οι πιο κάτω οικογένειες: Στα τέλη του 19 αι. εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Ρόδο η οικογένεια Εμμαν. Συμεών (σύζυγος του η Ροδίτισσα κόρη της οικογένειας Δρακίδου. Το αρχοντικό του βρίσκεται στην συνοικία της Μητρόπολης, απέναντι από τη σημερινή Λέσχη του Αθλητικού Συλλόγου «Ο Διαγόρας». Την ίδια σχεδόν εποχή, αρχές του 20στού αι. εγκαταστάθηκε στη Ρόδο ο Γαλλοδιδάσκαλος στο Βενετόκλειο Γυμνάσιο, Γιώργος Τηλιακός, γνωστός για την μεγάλη πατριωτική του δράση. Περίπου την ίδια εποχή, ήρθε κι εγκαταστάθηκε στη Ρόδο ο γιατρός Σπύρος Καραβοκυρός με την σύζυγό του Ελισάβετ, γέννημα θρέμμα της Κωνσταντινούπολης, με τις δύο – πανεύμορφες – κόρες τους Άννα και Ελένη που παντρεύτηκαν με αξιωματούχους Ιταλούς. Ο σύζυγος της Άννας , Λιμενάρχης Δωδ/ σου Ναύαρχος Aquilino Montagnaro είναι αυτός που φρόντισε ώστε να κατασκευαστεί το νέο λιμάνι και το Τελωνείο, που χάρις στο έργο αυτό , αναπτύχθηκεν ο Ροδιακός τουρισμός. Στα τέλη της Τουρκοκρατίας, μετά το 1912, οπότε τα Δωδεκάνησα έγιναν Ιταλική κτήση, αρκετές ήταν οι οικογένειες Καλυμνίων, ή μεμονωμένα άτομα, που εγκαταστάθηκαν μόνιμα στη Ρόδο. Δεν είναι δυνατό να γίνει αναφορά σε όλα, όμως, από τα υπάρχοντα στοιχεία που έχουμε, αναφέρουμε κάποια ονόματα, γνωστά στη κοινωνία μας. Αναστασία Μαΐλη, μαία, και οι κόρες της Έλλη (φιλόλογος) κατόπιν σύζυγος Μανώλη Σγουρομμάτη, και Κατερίνα, μαία, κατόπιν σύζυγος Γιάννη Νίττη. Μάνα και κόρη Κατίνα, πνίγηκαν σε τορπιλισμό γαζολίνου έξω από την Κω, επιστρέφοντας από Κάλυμνο για Ρόδο, το 1943. Κόρη του Ιωάννη Νίττη και της Κατερίνας Μαΐλη, είναι η γνωστή για την πολιτιστική της δράση Κατερίνα, σύζυγος του Μερκούριου Καλσίμπρη και από την δεύτερη σύζυγο του το γένος Πετρούλη, η επίσης ακούραστη σε φιλανθρωπικά έργα Μαριάννα Ν. Κολώνα. Ακόμα οι τρεις αδελφοί Σουλούνια, ο πατέρας μου -418-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
πλοίαρχος Μιχάλης Βούης, ο φωτογράφος Θέμελης Μίξης, οι αδελφές Μαρία, Θεμελίνα και Αργυρή Σκυλλά, η οικογένεια Σπλαγκούνια,κ.α. Ως γνωστόν, μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου πολέμου, και πολύ προηγούμενα κατά τη δεκαετία 1920-1930 το ρεύμα από την Κάλυμνο πήρε διαστάσεις μετανάστευσης. Τότε είχαμε τους αδελφούς , γιατρούς Νικόλα και Λάζαρο τους Τηλιακούς, τον γιατρό Σίμο Λαμπαδάριο, Νεοκλή Καλαβρό οφθαλμίατρο, τους γιατρούς Μιχ. Μελά, Ντίνο Μελά, Σακελλάρη Ψαρομπά, οικογένεια Σπλαγκούνια, Μιχ. Καραβέλλα, κ.α. Αργότερα προστέθηκαν οι πρόσφυγες της Μ. Ανατολής και αργότερα οι οικογένειες Συμβολαιογράφου Σακελλάρη Μαΐλη, Σπ. Καραβοκυρού, αρχιτέκτονα, Μαγριπλή Νικ., Ν. Καραβοκυρού ιατρού, οικογένειες Σκόνη, Τσουκάλη, Ζερβού, Σαρούκου γιατρού, Μπαΐράμη, και πολλών άλλων. Το 1948 ιδρύθη επίσημα με απόφαση Πρωτοδικείου Ρόδου, ο Σύλλογος Καλυμνίων Ρόδου, που αργότερα, επί προεδρίας Γιάννη Μπαΐράμη, πήρε το όνομα του προστάτη Αγίου Παντελεήμονος του ιαματικού. Η εισροή στη Ρόδο πολλών προσφύγων από τη μέση Ανατολή αύξησε τον αριθμό των εποίκων από Κάλυμνο, και σήμερα ξεπερνά τις 8.000 ψυχές α΄, β΄ , και γ΄ γενιάς. Τυγχάνει, με την θεία βούληση, να είμαι ο μοναδικός επιζών από εκείνους που με την υπογραφή τους ίδρυσαν τον ιστορικό μας Σύλλογο. Με πολλή περηφάνεια, μπορώ να πω ότι ο Σύλλογος μας, επί σειρά ετών, ήτο ο πρωτοπόρος σε πολιτιστική δράση παροικιακός φορέας που πολλά έχει προσφέρει στον πολιτισμό και την παράδοση της Δωδεκανήσου. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΙΧ. ΒΟΥΗΣ Αρθρογράφος – Συγγραφέας – Λάτρης της Καλύμνου, του πατρογονικού μου Βράχου Ιούλιος 2010
-419-
Η Ακτή στον όρμο της Χαλής Φωτογραφία: Γιάννης Κουλλιάς
Κώστα Μηνέττου
ΤΟ ΑΞΙΑΚΟ ΥΠΟΣΤΡΩΜΑ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΙΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΗ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΤΟΥ 1925
Η
μετανάστευση των Δωδεκανησίων έχει μακρά και ενδιαφέρουσα ιστορία. Για τους Ροδίους ιδιαίτερα, έχει την αρχή της στον 7ο π.Χ. αιώνα, όταν, αξιοποιώντας τότε την επίκαιρη γεωγραφική και γεωπολιτική θέση του νησιού τους, επιδόθηκαν στη ναυτιλία και διέπρεψαν στην ναυσιπλοΐα και στο εμπόριο στη λεκάνη της Μεσογείου, την Προποντίδα και τον Εύξεινο Πόντο. Πέτυχαν έτσι πληθυσμιακή, οικονομική και επιχειρηματική «υπεραιμία», που τη διοχέτευσαν σε αποικιακή εκτόνωση. Στη νεότερη ιστορία και μέχρι τη μικρασιατική καταστροφή του 1922, οι Ρόδιοι χωρικοί, γεωργοί και εργάτες γίνονται εποχιακοί μετανάστες τους καλοκαιρινούς και πρώτους φθινοπωρινούς μήνες και βρίσκουν εργασία στην «Ανατολή», όπως ονόμαζαν τα απέναντι μικρασιατικά παράλια. Στα τέλη του 19ου αιώνα αρκετοί Ρόδιοι μεταναστεύουν σε Αργεντινή, Βραζιλία και Βόρεια Αμερική για αναζήτηση εργασίας. Την ίδια περίοδο Ρόδιοι αλλά και άλλοι Δωδ/σιοι, μαζί και άλλοι αιγαιοπελαγίτες νησιώτες και Κύπριοι μεταναστεύουν στην Αυστραλία, στην αρχή κατά ομάδες των 5-6 ατόμων και αργότερα, μετά το 1952, μαζικά και οικογενειακά. Η μετανάστευση αυτή των νεότερων χρόνων χαρακτηρίζε-
-421-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ται ως μετανάστευση «αναιμίας» και οφειλόταν στη σκλαβιά, την ανεργία, τη φτώχεια, την εξαθλίωση. Ένας τέτοιος μετανάστης ξεκίνησε το 1925 από τη Ρόδο με μερικούς συμπατριώτες του για την Αυστραλία, με σκοπό να εργαστεί και να θρέψει τη φαμελιά του. Ταξίδεψε με ένα ατμόπλοιο-σαπιοκάραβο, το «Αμαζονία» και έκαμε τρεις ολόκληρους μήνες για να φτάσει την Αυστραλία. Το εφιαλτικό ταξίδι με το «Αμαζονία» αλλά και τα παθήματα του τους πρώτους μήνες της ξενιτιάς, τα αφηγήθηκε σε ένα ποίημα-αφήγημα-ταξιδιογράφημα, αποτελούμενο από 350 δεκαπεντασύλλαβα δίστιχα. Παρουσίαση και σχολιασμό του ποιήματος, που βρίσκεται στα χέρια μου, είχα την ευκαιρία να κάμω στο ΙΣΤ’ Πανδωδεκανησιακό Συμπόσιο (Αθήνα 2009). Στην εργασία μου αυτή θα επιχειρήσω να αναδείξω το πολιτισμικό αξιακό υπόστρωμα του συγκεκριμένου μετανάστη, που θεωρώ κοινό για όλους τους Δωδ/σιους μετανάστες της εποχής εκείνης και αποδεικνύεται από την όλη ζωή και πολιτεία τους στα ξένα. Παραθέτοντας δίστιχα, όπως είναι αριθμημένα στο ποίημα, θα επισημάνω αξίες, αρχές και στάσεις ζωής ενσταλαγμένες και ενσωματωμένες στην ίδια την ύπαρξη των μεταναστών μας, που καθόρισαν τη συμπεριφορά και δράση τους στην ξενιτιά.
ΠΙΣΤΗ ΣΤΟ ΘΕΟ
Σ
ε περισσότερα από δέκα δίστιχα γίνεται αναφορά στο Θεό. Επαναλαμβάνεται συχνά το «έχει ο Θεός», ένδειξη βαθιάς πίστης και μαζί έκφραση εμπιστοσύνης και βεβαιότητας στη βοήθειάΤου. Η έκφραση «εκάμαμεν το σταυρό μας» που χρησιμοποιεί ο μετανάστης στην αρχή κάθε ενέργειας, κάθε εργασίας, κάθε νέας προσπάθειας είναι κι αυτή δείγμα βαθιάς θρησκευτικότητας, -422-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
απλοϊκά θεωρημένης και βιωμένης. Η επίκληση του Θεού, με όποια γλωσσική διατύπωση επιχειρείται, μας επιτρέπει να την εκλάβουμε άλλοτε ως προσευχή, άλλοτε ως παράκληση, άλλοτε ως ευχαριστία. 4: Έχει ο Θεός κι η Παναγία λίγα για να κερδίσω και την γλυκιάν πατρίδαν μου πάλιν να χαιρετήσω. 7:
Και τον σταυρό μας εκάμαμεν και ήλθαμεν στη Χώραν σε συλλογήν επέσαμεν όλοι παιδιά μας τώρα.
133: Ως το Κολόμβον ήλθαμεν όλοι μας με υγείαν έχει ο Θεός και παρεκεί μέχρι την Αυστραλίαν. 182: Μα ο Θεός βοήθησεν ελυπήθη τα παιδιά μας ήλθαμεν στην Αυστραλία όλοι με την υγειάν μας. 196: Ημείς δε ταξιδεύομεν πάλι με Αμαζονία έχει ο Θεός μην εύρομεν και άλλη τρικυμία. 251: Μα ο Θεός βοήθησεν έπαψεν η τρικυμία και εμάς δε ελυπήθηκε πούχαμεν απελπισία. 298: Όλα αυτά τα έκανα σαν ήμουν στο χωργιό μου η πτώχεια δε με έκαμεν να κάμω το Σταυρόν μου. 299:
Μα ο Θεός βοήθησεν κι είχαμεν πατριώτες εάν όμως δεν είχαμεν τι θα γινόταν τότε;
324:
Φίλοι σας αποχαιρετώ από την Αυστραλία έχει ο Θεός να σμίξωμεν όλοι μας στην Πατρίδα.
337: Είχα δε την υπομονήν είχα και την ελπίδα, με του Θεού την δύναμιν έπιασα εργασία.
-423-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
ΠΑΤΡΙΔΑ-ΓΕΝΕΘΛΙΟΣ ΤΟΠΟΣ
Η
πατρίδα για το μετανάστη είναι «γλυκιά». Αυτό το επίθετο χρησιμοποιεί για να δηλώσει τη θλίψη του στον αποχωρισμό της. Το αίσθημα της γλύκας από τη μια και της πίκρας από την άλλη τον συνεπαίρνει, όταν την σκέφτεται στις δύσκολες ώρες και μέρες της ξενιτιάς. Η ίδια γλυκιά γεύση τον γεμίζει όταν τη λαχταρά, τη νοσταλγεί. Η ξενιτιά γι αυτόν είναι κάτι το προσωρινό, είναι ένα αναγκαίο κακό. Όνειρό του η επιστροφή κοντά της, έστω κι αν είναι σκλαβωμένη, έστω κι αν είναι δύσκολη η ζήση σ’ αυτήν. 4: Έχει ο Θεός κι η Παναγιά λίγα για να κερδίσω και την γλυκιάν πατρίδαν μου πάλιν να χαιρετίσω. 12:
Να μας γυρίσει τα χαρτιά πάλιν στην Αυστραλίαν τότε απεχωρίσθημεν που την γλυκιάν πατρίδα.
138:
Κάποτε εγυρίζαμεν μέσα στην Πολιτείαν και τακτικά εσκευούμεσθον όλον για την Πατρίδα.
309:
Όλον τον κόσμον εγύρισα κι ήλθα στην Αυστραλία, εδώ δε απελπίστηκα πως δεν θα ιδώ πατρίδα.
324:
Φίλοι σας αποχαιρετώ από την Αυστραλίαν, έχει ο Θεός να σμίξωμεν όλοι μας στην Πατρίδα.
Γ’ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
Π
αρά το γεγονός ότι σε λίγα δίστιχα βρίσκουμε αναφορά στην οικογένεια, όμως αυτά είναι αρκετά για να μας δείξουν την αγάπη και την αφοσίωση του μετανάστη σ’ αυτήν. Ενδιαφέρεται για την υγεία των δικών του και βρίσκεται
-424-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
σε τακτική επιστολική επικοινωνία μαζί τους, για να τους ενημερώνει, να τους παρηγορεί, να τους ενθαρρύνει. Παρένθετα, μετά το 346 δίστιχο, γράφει : «Σύγγαμβρε …………… Διάβασέ το και δώστο της αγαπημένης μου Κόρης». Εμπιστεύεται έτσι το πολύτιμο στιχούργημά του στο πιο αγαπημένο του πρόσωπο, την κόρη του, ως κειμήλιο και ιερή παρακαταθήκη. Επιπλέον, δε μπορεί να μην αξιολογήσει κανείς το γεγονός ότι ο τριακονταετής ξενιτεμός του, με τα μύρια όσα «πάθη» της ξενιτιάς, γίνεται για την οικογένεια του και μόνο. 127: Και βάλατε ενέχυρον όλα τα πράγματά σας και πως απεχωρίσθητε γυναίκες και παιδιά σας. 142:
Γράμματα δεν λαμβάνομεν παιδιά που την Πατρίδα να μάθομεν τι γίνονται, αν έχουν την υγείαν.
143:
Ημείς δε όλον γράφομεν όπου και αν σταθούμεν γονείς, γυναίκες και παιδιά και τα παρηγορούμεν.
182:
Μα ο Θεός βοήθησεν ελυπήθη τα παιδιά μας, ήλθαμεν στην Αυστράλια όλοι με την υγειάν μας.
Δ’ ΠΑΙΔΕΙΑ – ΜΟΡΦΩΣΗ
Θ
εωρεί τον εαυτό του να βρίσκεται σε μειονεκτική θέση, επειδή, λόγω φτώχειας, δε μπόρεσε να σπουδάσει, άλλα έμεινε στις γνώσεις του δημοτικού. Στους στίχους του διακρίνουμε πάθος για τα «ελληνικά σχολεία», τη λειτουργία των οποίων θέλει να συνεχίζεται έστω με οικονομικές θυσίες των μεταναστών. Η εξασφάλιση της «δωρεάν παιδείας» διατυπώνεται από μέρος του ως παράκληση αλλά και παραίνεση – προτροπή προς τους μετανάστες συμπατριώτες του με το: «τας συνδρομάς σας στέλλετε». -425-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
Πιστεύει στην αξία της μόρφωσης και στη δύναμη της Παιδείας, στην επίδραση του βιβλίου, που μπορούν να κάμουν το παιδί περισσότερο προσεκτικό και στοχασμένο στη ζωή του. 311: Κι άλλα πολλά θα έγραφα δεν ήμουν σπουδαγμένος, μόνον που το δημοτικό ήμουνα εβγαλμένος. 312: ραν. 313:
Σχολεία τότε δεν είχεν όπως έχομεν τώρα, ο πατέρας μου ήτον πτωχός δεν με έστειλεν στην Χώραν. Παιδιά όσοι ευρισκόμεθα μακράν που την πατρίδαν πάντοτε να ενθυμούμεθα όλοι μας τα Σχολεία.
314:
Παιδιά όσοι εργάζεσθε κι έχετε εργασίαν, τας συνδρομάς σας στέλλετε στα ελληνικά σχολεία.
315:
Διότι εξενιτεύθημεν όλοι που την πατρίδα κι αν δεν πηγαίνουν συνδρομές θα κλείσουν τα σχολεία.
316:
Μαθητικός δε σύλλογος ηγέρθη στο χωργιό μας , πρέπει δε να αποστείλομεν όλοι τον οβολό μας.
317:
Παιδιά να τον συνδράμομεν όλοι με την καρδιά μας, που δωρεάν διαβάζουνε εφέτος τα παιδιά μας.
318:
Λυπούμαι που δεν γράφτηκα δια να είμαι μέλος η πτώχεια δε με έκαμεν θε να γραφτώ στο τέλος.
343:
Να το τυπώσω ήθελα να εκδοθούν βιβλία να το διαβάζουν τα παιδιά εις όλα τα σχολεία.
-426-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
Ε’ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ-ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
Σ
ε αρκετά δίστιχά του χαιρετίζει την εκδήλωση συμπαράστασης και αλληλεγγύης των παλαιότερων ελλήνων μεταναστών απέναντι στους νεότερους συμπατριώτες. Ο ίδιος που, όπως γράφει, δανείστηκε τα ναύλα του για το ταξίδι της Αυστραλίας, συμμετέχει στον έρανο για να μη μείνουν στην Αίγυπτο δυο συμπατριώτες του, που δεν είχαν χρήματα να βγάλουν εισιτήριο. Εξαίρει την προσφορά της «ελληνικής λέσχης» στο Φρέμεν (πρώτο λιμάνι της Αυστραλίας ) να φιλοξενήσει τους ταλαίπωρους μετανάστες του «Αμαζονία», που βρέθηκαν σε απόγνωση, να τους εξασφαλίσει διαμονή και να μεριμνήσει για εύρεση εργασίας και θεωρεί πολύτιμη τη βοήθεια των Ελλήνων και στις άλλες πόλεις που κατέληξαν. Κάπου στο ποίημα εκφράζει τη λύπη του για την έλλειψη ενεργού υποστήριξης σε μετανάστη συνταξιδιώτη, ο οποίος, αποτολμώντας να καταγγείλει τις απάνθρωπες συνθήκες του ταξιδιού, γίνεται δέκτης σκαιάς και βάναυσης συμπεριφοράς από τον καπετάνιο του «Αμαζονία». Ο ίδιος θα ήθελε σίγουρα να βοηθήσει, όμως είναι ήδη στην 5η δεκαετία της ζωής του, αρκετά κουρασμένος, καταπονημένος από τη ξενιτιά και το τελευταίο δραματικό ταξίδι. 85: Οι δύο απεφασίσθησαν έξω δια να εβγούνε εράνους δε έκαμαμεν και εκείνους βοηθούμεν. 193:
Η λέσχη η ελληνική τους είπεν θα φροντίσει και εργασίαν δια αυτούς πολύ θα προσπαθήσει.
194:
Τους έδειξε δωμάτιον όλοι για να κοιμούνται τους είπε μη πικραίνονται ούτε να συλλογούνται.
241:
Ο Νίκος τότε εζήτησεν έναν διερμηνέα κανένας δεν ηθέλησεν απ’ όλην την παρέαν.
-427-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
242:
ΧΡΟΝΙΚΑ
Ο Καπιτάνος εμπρόβαλεν ως άγριον θηρίον με τις κλωτσιές τον έσυρνεν και του ‘δινεν και ξύλον.
244:
Λυπούμαι εις το έθνος μας, εις την Χριστιανοσύνην εκείνην την ώραν έπρεπεν που κατιτί να γίνει.
299:
Μα ο Θεός βοήθησεν κι είχαμεν πατριώτες, εάν όμως δεν είχαμεν τι θα γινόταν τότες;
ΣΤ’ ΕΝΤΙΜΟΤΗΤΑ
Ο
μετανάστης δανείστηκε χρήματα για να ζήση την οικογένεια του και για τα εισιτήρια και έξοδα του ταξιδιού του και μάλιστα με επαχθείς όρους. Το χρέος αυτό γίνεται για τον ίδιο ένας πνιγηρός βρόγχος, ένας καθημερινός του εφιάλτης. Στη σκέψη της υποθήκευσης των περιουσιακών του στοιχείων στην πατρίδα «καίγεται η καρδιά μου», γράφει χαρακτηριστικά. Η ψυχική του ηρεμία αποκαθίσταται μόνον όταν, μετά από σκληρή δουλειά στη ξενιτιά, κατορθώνει να ξεπληρώσει τα χρέη του, τα δανεικά. 139:
Που βάλαμεν ενέχυρον όλα τα πράγματα μας, σπίτια, χωράφια, βαμβακιές και καίγεται η καρδιά μας
337:
Είχα δε την υπομονήν, είχα και την ελπίδα, με του Θεού τη δύναμιν έπιασα εργασίαν.
338:
Και έστειλα τα ναύλα μου που καίαν την καρδιά μου διότι είχα ενέχυρον όλα τα πράγματά μου.
-428-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
Ζ’ ΑΝΤΟΧΗ ΣΤΙΣ ΚΑΚΟΥΧΙΕΣ
Η
αντοχή στις κακουχίες του τρίμηνου ταξιδιού με τα τόσα επεισόδια, με τη στέρηση ή την αλλοιωμένη τροφή, τον μαρτυρικό ύπνο, τις απανωτές τρικυμίες και τα υπόλοιπα, δε στερούν από το μετανάστη την ελπίδα πως θα μπορέσει με τη βοήθεια του Θεού, να φτάσει στον προορισμό του. Λυπάται, εξοργίζεται και εσωτερικά επαναστατεί βλέποντας απάνθρωπες συμπεριφορές (καπετάνιου, γιατρού κ. άλλων) αντίθετες με τις αρχές και τα πιστεύω του˙ όμως κάνει υπομονή, γιατί πρέπει να φτάσει στην Αυστραλία. Το μετανάστη στενοχωρεί ιδιαίτερα η απόλυτη μοναξιά της ξενιτιάς, η έλλειψη συγγενικών ή φιλικών προσώπων, που συνεπάγεται στέρηση ψυχικής επικοινωνίας, αυτής που εκτονώνει, εμψυχώνει, θεραπεύει από τους καημούς του ξενιτεμού. 93:
Παιδιά όλοι να γράψετε στα σπίτια σας ένα γράμμα στ’ αμπάργια πως πλαγιάζομεν επάνω εις το σύρμα.
94:
Τη νύχτα που πλαγιάζαμεν όλα τα φώτα σβούσαν και τα ποντίκια έρχονταν στα πόδια μας δαγκούσαν.
103:
Αν αρωτούν οι ακροαταί δια την πέρασήν μας μόλις είμεσθε εν ζωή μόνον με την ψυχή μας.
105:
Κρέας και αν ετρώγαμεν μέσα με τα σκουλήκια και λόπια αν μαγείρευεν κι εκείνα σαν χαλίκια.
106:
Μα το φαί μας το άλλαζεν μια μέρα τη βδομάδα η αλλαγή του τι ήτον μία μακαρονάδα.
107:
Παράδες εγώ δεν είχα προσφάϊ άλλο να πάρω και δια τούτο έτρωγα τον βρώμιο μπακαλιάρο.
327:
Ποτέ μου δε θα λησμονώ τα φετεινά ρεζίλια,
-429-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
όπου το Πάσχα έκαμα μόνον με σταφύλια. 328:
Δεν είχα φίλον, συγγενή ουτ’ ένα χωργιανό μου για να του πω τα πάθη μου, να πω και τον καημό μου.
336:
Εγώ δε ενθυμόμουνα τα πάθη της Βραζιλίας και είχα την υπομονή εδώ στην Αυστραλία.
337:
Είχα δε την υπομονή είχα και την ελπίδα, με του Θεού την δύναμιν έπιασα εργασία.
Η’ ΕΡΓΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Π
ενήντα μέρες από την άφιξή του στην Αυστραλία αδυνατεί να βρει εργασία, αφού, λόγω της μεγάλης οικονομικής κρίσης, χιλιάδες άνθρωποι παραμένουν άνεργοι. Άδικα περιμένει μαζί με άλλους διακόσιους να βρει μεροκάματο στο «Μολυβάδικο» όπως το ονομάζει – ορυχείο μολύβδου – αν και γνωρίζει τους κινδύνους που διατρέχει η υγεία του από τη φύση της δουλειάς. Η έκφραση «από ολίγον έλειψε τα λογικά να χάσω» στο στίχο 301 δείχνει την απόγνωση ενός ανθρώπου που είτε γεωργός στο χωριό του, κυρίως καπνοπαραγωγός, είτε ως μετανάστης - εργάτης σε Αργεντινή, Βραζιλία και Β. Αμερική βιώνει την εργασία ως πράγμα ιερό, στοιχείο συστατικό της ίδιας της ύπαρξής του. 184: Τα έργα εσταμάτησαν δεν έχει εργασίες κι ημείς εδώ ευρισκόμεθα όλοι σ’ απελπισίες. 276:
Μόνον το Μολυβάδικον όπου τραβά εργάτες κόσμος δε έπεσεν πολύς εγέμισαν οι στράτες.
281:
Διακόσιοι όλοι είμεσθον έξω από την πόρταν ποιος να ακούσει τ’ όνομα και ποιος να τρέξει πρώτα.
286:
Γράφω δε και δηλώνω το μέσα στη νέαν Ρόδον -430-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
πως δω το μολυβάδικο έχει μεγάλον φόβον. 301:
Πενήντα μέρες έκαμα δουλειάν δια να πιάσω από ολίγον έλειψεν τα λογικά να χάσω.
302:
Μερονυχτίς εσκευόμουνα πού πρέπει να βαδίσω πίσω να στρέψω άναυλος αυτό θα αποφασίσω.
337:
Είχα δε την υπομονήν είχα και την ελπίδα, με του Θεού την δύναμιν έπιασα εργασία.
338:
Και έστειλα τα ναύλα μου που καίαν την καρδιά μου διότι είχα ενέχυρον όλα τα πράγματά μου.
Θ’ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ Χαρακτηρίζει «παλιομασχαράδες» κάποιους που έκλεψαν τον ίδιο και άλλους συνταξιδιώτες του. Όπου αναφέρεται στην πράξη της κλοπής και στους δράστες, διαβλέπει κανείς την έντονη αποδοκιμασία του. Περισσότερο μάλιστα αποδοκιμάζει την επιτηδευμένηκαμουφλαρισμένη εξαπάτηση και κλοπή, απ’ ότι την άμεση και φανερή. Σε κάποια δίστιχά του δείχνει επίσης να απεχθάνεται την προδοσία και να προσδοκά ή να επιχαίρει για την τιμωρία του προδότη-καταδότη. 66:
Η αστυνομία ήτανε δυο μαύροι Αραπάδες πέντε λίρες μου κλέψανε οι παλιομασχαράδες.
76:
Κλέπτης δεν συνελήφθηκεν παιδιά ο Διαμαντούλης και δια τούτο έγινεν η φασαρία ούλη.
77:
Σαν πήραν εις τη φυλακήν αυτόν τον Διαμαντούλην
-431-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
τότε ελευθερώθημεν οι επιβάτες ούλοι. 88:
Ως και ο τροφοδότης μας κι αυτός ήταν Αρμένιος κι αυτός δε συνελήφθηκεν κλέπτης φανερωμένος .
62:
Παιδιά όλοι προσέχετε που έναν Ικαριώτη επήγεν και επρόδωσεν ένα παιδί Κυπριώτη.
63:
Αλλ’ όμως έφαγεν κι αυτός επάνω στη ψημένη μ’ αυτές δεν ευχαριστήθηκε και άλλες περιμένει.
108:
Ανταρσίαν εκάμαμεν υπέρ του τροφοδότη είχε και μέσα μυστικόν Γιαν…….τον προδότην.
Ι’ ΕΘΝΙΚΕΣ – ΦΥΛΕΤΙΚΕΣ – ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ Τόσο κατά τη διάρκεια του ταξιδιού όσο και κυρίως τους πρώτους μήνες της παραμονής του στην Αυστραλία βιώνει πλείστες όσες διακρίσεις εθνικές και κοινωνικές. Τον πληγώνουν, τον εξοργίζουν και τον κάνουν να τις καυτηριάζει και να τις αποδοκιμάζει έντονα. Μια αντίφαση που διαφαίνεται στα γραφόμενα του, όταν αναφέρεται στους « Αρμένιους» και τους «Αραπάδες» με γενικευμένους χαρακτηρισμούς, οφείλεται σε παραβατικές συμπεριφορές συγκεκριμένων προσώπων, με τα οποία είχε υποχρεωτικά κάποιες δοσοληψίες σχετικές με το ταξίδι του. 86:
Ευθύς δε ως ανέλαβεν παιδιά η εταιρία αμέσως κατεδίωξεν όλην την Αρμενία.
87:
Αρμένιος ήταν ο Μάγειρας και όλοι οι οπαδοί του και όταν αυτόν εδιώξανε επήγαν όλοι μαζίν του.
88:
Ως και ο τροφοδότης μας κι αυτός ήταν Αρμένιος
-432-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
κι αυτός δε συνελήφθηκεν κλέπτης φανερωμένος. 295:
Μαύρους δε μας φωνάζουνε όπου και αν σταθούμε και δεν μπορούμεν δι αυτό δουλειάν δια να ευρούμεν.
216:
Πρέπει να ‘χεις υπομονήν και μιαν κοιλιάν μεγάλην ότι κι αν σου λέγουνε συ κούνα το κεφάλι.
297:
Και τότε ίσως εργαστείς εδώ στην Αυστραλία Που πλάτη-φουρ μας λέγουνε πάνω στην εργασία.
300:
Μέσα στο Μολιβάδικον όλους μας περιπέζουν και βγάζουν όλους τους γραικούς να παίρνουν τους
310:
Εγγλέζους . Οι Αυστραλέζοι φίλοι μου όπου μας απαντήσουν εν θέλουν ούτε να μας ιδούν ούτε να μας μιλήσουν.
ΙΑ’ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ – ΞΕΝΙΤΙΑ
Ε
ίναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον να δούμε τις απόψεις για τη μετανάστευση και την ξενιτιά ενός Δωδ/σιου που την έζησε στο πετσί του από την ηλικία των 13 χρόνων μέχρι τα 61 του χρόνια. Αργεντινή, Βραζιλία, Β. Αμερική, Ανατολή, Αυστραλία τον γέμισαν με εμπειρίες μοναδικές αλλά και του επέτρεψαν να βιώσει και να διαπιστώσει προβλήματα που παρουσιάζουν γενικότητα και διαχρονικότητα. Προβλήματα που και σήμερα εμφανίζονται και στους τόπους προέλευσης και στους τόπους εγκατάστασης μεταναστών. Η φτώχεια και η σκλαβιά οδήγησε το Ρόδιο χωρικό στη μετανάστευση. « Μαύρα τα σωτικά μου», γράφει, τον έκαμαν τα βάσανα της Αυστραλίας. «Ερημιά» και « έρημα μέρη» αποκαλεί τους τόπους της μακρινής ηπείρου. Σ’ αυτή την απόλυτη μοναξιά βρίσκει παρηγοριά στο να -433-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
αποτυπώσει στο χαρτί όσα είδε και έζησε στο ταξίδι του με το «Αμαζονία» και τους πρώτους μήνες της παραμονής του στην Αυστραλιανή ήπειρο. 298:
Όλα αυτά τα ήκουα σαν ήμουν στο χωργιό μου η πτώχεια δε με έκαμεν να κάμω τον Σταυρό μου.
309:
Όλον τον κόσμον εγύρισα κι ήλθα στην Αυστραλία εδώ δε απελπίστηκα πως δε θα ιδώ πατρίδα.
323:
Τα τωρινά μου βάσανα πολύ με σιγκινήσαν την έρημην την ξενιτιάν εμέν την επροικίσαν.
326:
Θα λησμονήσω άραγε κι αυτά τα βάσανά μου η Αυστραλία μου έκαμεν μαύρα τα σωτικά μου.
332:
Σαν ακούσω την Αυστράλια, στέκουμαι, συλλογούμαι και τακτικά στην τύχη μου όλο παραπονούμαι.
333:
Που μ’ έριξεν στην ερημιάν, στα έρημα τα μέρη δουλειάν να μην ημπορώ να βρω χειμώνα, καλοκαίρι.
349:
Μόνος και μόνος κάθομαι μέσα στην κάμαράν μου η πέννα δε και το χαρτί είναι η συντροφιά μου.
Από τα επιλεγμένα δίστιχα που παραθέσαμε αλλά κι από ολόκληρο το ποίημα, αβίαστα προκύπτει η διαπίστωση ότι ο Ρόδιος μετανάστης του 1883 και του 1925 πιστεύει σε αξίες και αρχές συνταυτισμένες με τα πιστεύω και τις συνεργατικές αρετές της ελληνικής ορθόδοξης χριστιανικής κοινωνίας της εποχής του, αν και σκλάβος για έξι περίπου αιώνες. Η πίστη στο Θεό, η αγάπη προς την πατρίδα, η αφοσίωση στην οικογένεια, η έφεση στη μόρφωση, η πίστη στη δύναμη της Παιδείας, η εντιμότητα στις ανθρώπινες σχέσεις, η αλληλεγγύη και αλληλοβοήθεια, η εργατικότητα-συμφυής με την ανθρώπινη -434-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
ύπαρξη, η αποδοκιμασία και απόρριψη παραβατικών συμπεριφορών, η επιστράτευση της ανθρώπινης αντοχής στις δυσκολίες, η απόλυτη αντίθεση και απαρέσκεια σε εθνικές, φυλετικές, και κοινωνικές διακρίσεις συνιστούν για το μετανάστη αξιακό κεφάλαιο υψηλής απόδοσης. Οι ίδιες αξίες και αρχές συνοδεύουν και τους μεταγενέστερους Δωδ/σιους μετανάστες, που μαζικά, μετά το 1952, εγκαταλείπουν τα νησιά, παίρνοντας το δρόμο της Αμερικής, του Καναδά, της Αυστραλίας. Με τέτοιο αξιακό κεφάλαιο, εφοδιασμένοι στην πλειονότητά τους, έγιναν δύναμη ανάπτυξης και προόδου για τις χώρες εγκατάστασης και πηγή εισροής χρημάτων για το φτωχό γεννησιμιό τόπο, που αγωνιζόταν μετά την ενσωμάτωσή του, να προκόψει και να ευημερήσει. Χιλιάδες Δωδ/σιοι ομογενείς ζουν σήμερα σε πολλές χώρες της γης κι αποτελούν ζωντανά δημιουργικά κύτταρα των κοινωνιών τους. Μετανάστες 3ης και 4ης γενιάς είναι φυσικό η συνείδηση ελληνικότητάς τους να είναι ξεθωριασμένη, διαφοροποιημένη σε σύγκριση με εκείνων της πρώτης. Έστω κι έτσι όμως τον ξενιτεμένο Ελληνισμό τον χρειαζόμαστε, τον έχουμε ανάγκη και οφείλουμε ως Ελληνική Πολιτεία αλλά και τοπικές κοινωνίες να κρατήσουμε ανοικτά, διάπλατα τις γέφυρες επικοινωνίας μαζί του. Ας μη ξεχνάμε τους αγώνες των Δωδ/σίων στην Αμερική και τη συμβολή τους στην απελευθέρωση των νησιών μας το 1945. Το αφήγημα ποίημα εκτός από πρωτογενές ιστορικό υλικό είναι και μια επιβεβαίωση της άποψης ότι η μετανάστευση και η ξενιτιά σίγουρα πληγώνουν, πονούν, στοιχίζουν απώλειες σε νιάτα, δύναμη, χέρια και μυαλά. Δεν παύουν όμως να ανοίγουν δρόμους, να προσφέρουν ευκαιρίες να παρέχουν διεξόδους. Είναι μια επιπλέον απόδειξη ότι οι Δωδ/σιοι μετανάστες δεν πήγαν στη ξενιτιά αποστεωμένοι και αποφλοιωμένοι από πολιτισμικό αξιακό φορτίο, δε ντρόπιασαν τον Ελληνισμό. Αντίθετα μ’ ένα υπόστρωμα Ορθοδοξίας, πατριωτισμού, ήθους και αρετής καταξίωσαν αξίες, αρχές και στάσεις ζωής διαχρονικά ενσωματωμένες -435-
ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ
στην ιδιοσυγκρασία του Έλληνα – Δωδ/σιου. Κων/νος Εμμ. Μηνέττος Επίτιμος Σχολικός Σύμβουλος Δημοτικής Εκπ/σης
-436-
Α Π Ο
Τ Η Ν
Κ Α Λ Υ Μ Ν Ο
Τ Η Σ
Δ Ι Α Σ Π Ο Ρ Α Σ
Ω Παναγιά Κυραψηλή και κάμε το το θάμα α ρτούμε σα ν’ αντρόϋνο στη χ’ χάρη σ΄ Σου αντάμα Φωτογραφία: Νικόλαος Σμαλιός
-437-