Loose space: H αναζήτηση της χαλαρότητας στον χώρο

Page 1



Loose Space Η αναζήτηση της χαλαρότητας στο χώρο Διάλεξη Γαλίκα Άννα | Καμπάνη Άννα Επιβλέπων Παγώνης Θάνος Ε.Μ.Π. Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ιούνιος 2016



ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εισαγωγή . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 5 1.0 Θεωρίες για τον Χώρο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .10 2.0 Loose Space: Χαλαρός Χώρος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .20 2.1

Απαρχή και Εκφάνσεις του Χαλαρού Χώρου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 23

2.2

Η Χαλαρότητα του Χώρου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 27

2.3 Ιδιότητες του Χαλαρού Χώρου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .37

2.4

2.3.1

Δραστηριότητες στο Χαλαρό Χώρο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 37

2.3.2

Παροδικότητα - Περιοδικότητα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 43

2.3.3

Τάξη - Αταξία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .49

Looseness - Tightness: Μια Διαλεκτική Διαδικασία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 51

3.0 Μηχανισμός Παραγωγής του Χαλαρού Χώρου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 59 3.1

3.2

Οικειοποίηση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 65 3.1.1

Οικειοποίηση του Χώρου απ’ το Σώμα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 65

3.1.2

Οικειοποίηση του Χαλαρού Χώρου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 67

Αντίσταση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 75 3.2.1

Μορφές Αντίστασης. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 75

3.2.2

Η Ετερότητα ως Μέσο Αντίστασης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 83

4.0 Μια Εναλλακτική Συνθήκη Σχεδιασμού . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 95 4.1

Διαδικασίες Μετασχηματισμού του Αστικού Χώρου και Σχεδιασμός . . . . . . . . . . 97

4.2

Ο Χαλαρός Χώρος ως Εργαλείο Εφαρμογής της Αστικής Ανθεκτικότητας . . . . . 103

4.3

Αρχιτεκτονική Προσέγγιση του Χαλαρού Χώρου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 111

Επίλογος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .118 Παράρτημα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 124 Βιβλιογραφία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 134 3




«Ο χώρος είναι το αποτύπωμα του χρόνου στον κόσμο. Είναι η πραγμάτωση, η εγγραφή της συγχρονικότητας του εξωτερικού χρόνου σε μια σειρά από στιγμιότυπα και ρυθμούς της πόλης και του αστικού πληθυσμού. Κατά τη γνώμη μου ως κοινωνιολόγος, η πόλη πρέπει να αναθεωρηθεί και να αναδομηθεί από τα υπάρχοντα θραύσματά της καθώς οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι η πόλη είναι το ίχνος του ανθρώπου στον χρόνο. […] Πρέπει επομένως να οργανωθεί με γνώμονα τον άνθρωπο και τις ανάγκες του.» (Lefebvre, 1996)


LOOSE SPACE

ΕΙΣΑΓΩΓΉ

Η σύγχρονη αρχιτεκτονική χαρακτηρίζεται από μια ψευδαίσθηση. Είναι η ψευδαίσθηση του αρχιτέκτονα ότι σχεδιάζει το δημόσιο χώρο με βάση τις ανάγκες των χρηστών. Το αποτύπωμα αυτής της ψευδαίσθησης είναι η ανάδυση ενδιάμεσων χώρων, διάσπαρτων μέσα στην πόλη, που αιωρούνται στο μεταίχμιο μεταξύ σχεδιασμένου και μη σχεδιασμένου χώρου. Με άλλα λόγια, εντοπίζονται χώροι που οι χρήστες οικειοποιούνται με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που προβλέπει ο σχεδιασμός του αρχιτέκτονα. Συμπλήρωμα των παραπάνω αποτελεί η πρωτοβουλία του ίδιου του ανθρώπου να ορίσει το παρόν και το μέλλον του χώρου της καθημερινότητάς του. Αυτό επιτυγχάνεται σε ένα πρώτο στάδιο μέσω του εντοπισμού και στη συνέχεια της οικειοποίησης του χώρου για την κάλυψη αναγκών που δεν ικανοποιούνται από τον ήδη σχεδιασμένο χώρο. Αυτή η παρατήρηση εγείρει τον προβληματισμό ως προς τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τον δημόσιο χώρο και τις δυναμικές που εκδηλώνονται σε αυτόν. Ο δημόσιος χώρος αποτελεί ένα αντικείμενο μελέτης με πολλαπλά χαρακτηριστικά, που θεμελιώνεται με ένα ευρύ πεδίο συζητήσεων και αντιπαραθέσεων γύρω από την φύση του, τις χρήσεις που εμφανίζονται σε αυτόν, τον σχεδιασμό αλλά και την ελευθερία ή μη που αυτός αποπνέει. Προκύπτει έτσι η διερώτηση ως προς τους τρόπους λειτουργίας του και πώς ποικίλες κοινωνικές ομάδες δρουν μέσα του, τον οικειοποιούνται και τον διαμορφώνουν σύμφωνα με τις ανάγκες, τις αξίες και τα συμφέροντά τους.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

7


LOOSE SPACE

Συζητώντας

Μπαίνοντας και βγαίνοντας

Περπατώντας δίπλα

Στεκόμενοι στο πλάι

Κάνοντας ένα διάλειμμα εκεί κοντά

Στεκόμενοι στην πόρτα

Ψωνίζοντας δίπλα

Αλληλεπιδρώντας

Κοιτάζοντας βιτρίνες

Καθισμένοι πάνω

Καθισμένοι δίπλα

Κοιτάζοντας προς τα μέσα και προς τα έξω

Ακμές - εκεί που η πόλη συναντά το δρόμο

8

Πηγή: Gehl, J. (2013)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ


LOOSE SPACE

Κατά πόσο υποστηρίζει ο δημόσιος χώρος την ανάπτυξη σχέσεων μεταξύ των κοινωνικών ομάδων και γιατί υπάρχει ανάγκη οικειοποίησης του χώρου από αυτές; Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά αυτό βρίσκεται στον εντοπισμό απρόσμενων, μη σχεδιασμένων χώρων που φιλοξενούν ανάγκες και δραστηριότητες, οι οποίες δεν προβλέπονται στον σχεδιασμό της πόλης. Οι δραστηριότητες αυτές είτε συνυπάρχουν με τις προβλεπόμενες είτε βρίσκουν στέγη σε χώρους που αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε αχρησία. Ένα πλαίσιο που απαντά στα ερωτήματα αυτά είναι ο «χαλαρός χώρος» (loose space). Με τον όρο αυτό περιγράφονται ενδιάμεσοι χώροι μέσα στην πόλη, που φιλοξενούν απρόσμενες και μη σχεδιασμένες δραστηριότητες, ορισμένες από τις ανάγκες του χρήστη. Ο χαλαρός χώρος μπορεί βιβλιογραφικά να είναι μια πρόσφατη αναφορά, αλλά στην πραγματικότητα τέτοιοι χώροι μελετώνται ήδη από τη δεκαετία του ’60. Η έννοια της «χαλαρότητας» συνδέεται με χαρακτηριστικά όπως η ελευθερία επιλογής, η προσβασιμότητα και η δυνατότητα επιδίωξης ατομικών ή συλλογικών ενδιαφερόντων. Τέτοιοι χώροι, που συναντώνται συχνά μέσα στην πόλη, φαίνεται να προσελκύουν όλο και περισσότερους χρήστες και διαθέτουν μια προοπτική εξάπλωσης. Κύρια κινητήρια δύναμη της έρευνας, αποτελεί το ενδιαφέρον που παρουσιάζουν αυτοί οι χώροι. Να προβληματιστούμε και να προβληματίσουμε ως προς την εικόνα τους και τη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ αυτών και των διάφορων κοινωνικών ομάδων. Ταυτόχρονα τίθενται ερωτήματα ως προς τη δημιουργία των χώρων αυτών, τη φύση των δραστηριοτήτων που φιλοξενούν, τον τρόπο με τον οποίο οικειοποιούνται και εν τέλει αν αυτοί οι χώροι μπορούν να αποτελέσουν τη νέα πραγματικότητα της πόλης. Ένα επιπλέον ερώτημα είναι το σε ποιο βαθμό η «κρίση» είναι ένας παράγοντας που εντείνει αυτό το φαινόμενο και συνιστά στην εξάπλωσή του, γεγονός που συντελεί στο ιδιαίτερο ενδιαφέρον μελέτης του. Για να προσεγγίσουμε το ζήτημα του δημοσίου χώρου και την πολυπλοκότητα που τον χαρακτηρίζει, επιχειρήσαμε μια ανάγνωση σύγχρονων θεωριών για τον χώρο και τη σύνδεσή τους με την έννοια της «χαλαρότητας». Όλα αυτά, συνοδευόμενα από την καθημερινή μας παρατήρηση, συντέλεσαν σε μια προσωπική ανάγνωση του αστικού χώρου. Πεδίο αναφοράς αυτής της ανάγνωσης αποτέλεσε νοητά η πόλη της Αθήνας. Παρά την έλλειψη αναφορών σε συγκεκριμένους δημόσιους χώρους και περιοχές της πόλης, η σύνδεση έχει καταγραφεί μέσω του οπτικού υλικού το οποίο συνοδεύει τη διάλεξη και έχει τοποθετηθεί έτσι ώστε να λειτουργεί με τρόπο διαλεκτικό ως προς την αφήγηση για την επικοινωνία και τον αναστοχασμό επί των εννοιών που περιγράφονται. Σε δεύτερο επίπεδο, εστιάζουμε στην πόλη σε κρίση και εξετάζουμε το αν και πώς αυτοί οι χώροι μπορούν να αποτελέσουν εφαλτήριο ανασύστασής της με στόχο την ανθεκτικότητα μέσω του αστικού σχεδιασμού. Τέλος, ποιος είναι ο ρόλος του αρχιτέκτονα σε μια πόλη που αυτοδημιουργείται και δεν αποτελεί προϊόν σχεδιασμού; ΕΙΣΑΓΩΓΗ

9




LOOSE SPACE

«Ο χώρος δεν είναι ούτε σημείο αφετηρίας ούτε σημείο άφιξης, αλλά ένα ενδιάμεσο σημείο με όλες τις σημασίες αυτού του όρου, δηλαδή ένα μέσο κι ένα όργανο, ένα περιβάλλον και μια μεσολάβηση» (Lefebvre, 1977, σ.206).

12

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΩΡΟ


LOOSE SPACE

1.0

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΩΡΟ

Αρχικά, η λέξη «χώρος» είχε αυστηρά γεωμετρική σημασία, αυτή της «άδειας περιοχής». Άρα το να μιλήσουμε απευθείας για κοινωνικό χώρο δε θα ήταν λογικό. Με την έλευση της καρτεσιανής λογικής ο χώρος εισέρχεται στη σφαίρα του απόλυτου. Σαν αντικείμενο αντιτιθέμενο στο υποκείμενο, ο χώρος έρχεται να κυριαρχήσει κατακτώντας το σώμα και τις αισθήσεις. Ο πλατωνικός χώρος ενσαρκώνεται μέσα στην ύλη, τους αριθμούς και τις αναλογίες. Αυτός ο χώρος είναι άδειος, καθαρός και τόπος αριθμών και αναλογιών όπως αυτή της χρυσής τομής. Είναι οπτικός, θεαματικός και κατά συνέπεια σχεδιασμένος. Για τον Κant (αναφέρεται στο Lefebvre, 1977, σ.2) ο χώρος, εν μέρει σχετικός, θεωρείται ένα εργαλείο γνώσης που αποκολλάται από την σφαίρα του βιωματικού και εισέρχεται στη σφαίρα του συνειδητού. Έτσι, δημιουργείται ο πνευματικός χώρος που «αποτελεί τον τόπο για θεωρητικές αναζητήσεις που διαφέρουν από την κοινωνική πρακτική η οποία τοποθετείται ως κατακόρυφος άξονας, σημείο περιστροφής και αναφοράς της γνώσης» (Lefebvre, 1991, σ.6). «Ο χώρος δεν είναι ούτε σημείο αφετηρίας ούτε σημείο άφιξης, αλλά ένα ενδιάμεσο σημείο με όλες τις σημασίες αυτού του όρου, δηλαδή ένα μέσο κι ένα όργανο, ένα περιβάλλον και μια μεσολάβηση» (Lefebvre, 1977, σ.206). Ο χώρος γίνεται πλέον πολιτικό όργανο· ατομικό ή συλλογικό. Ένας τέτοιος χώρος είναι ιδεολογικός και γνωστικός. Ως τόπος και περιβάλλον ανάπτυξης στρατηγικών και αλληλοαντιμετωπίσεων έχει πάψει να είναι γεωγραφικά και γεωμετρικά ουδέτερος. Η αμεσότητα των δεσμών μεταξύ των ομάδων, μεταξύ των μελών των ομάδων και μεταξύ της

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΩΡΟ

13


LOOSE SPACE

κοινωνίας και της φύσης, ο οικειοποιημένος χώρος εκφράζει άμεσα, στο έδαφος, τις σχέσεις πάνω στις οποίες θεμελιώνεται η κοινωνική οργάνωση. Ο χώρος πλέον γίνεται οργανικός και επιτρέπει το «γενικευμένο κατακερματισμό των ομάδων, των λειτουργιών και των τόπων» (Lefebvre, 1977, σ.332). Ο χώρος και η κοινωνία είναι άμεσα συνδεδεμένα· είναι δύσκολο ο «χώρος» να γίνει αντιληπτός χωρίς κοινωνικό περιεχόμενο και, αντιστοίχως, η κοινωνία να γίνει αντιληπτή χωρίς τη χωρική συνιστώσα. Η σχέση αυτή μπορεί να κατανοηθεί καλύτερα ως μία αμφίδρομη διαδικασία κατά την οποία οι άνθρωποι (και οι κοινωνίες) δημιουργούν και μεταλλάσσουν τους χώρους ενώ την ίδια στιγμή επηρεάζονται από αυτούς με διάφορους τρόπους. Ο Dear και ο Wolch (αναφέρεται υποστηρίζουν ότι οι κοινωνικές σχέσεις μπορούν να δημιουργηθούν μέσω της κοινωνίας (πχ. όταν τα χωρικά χαρακτηριστικά επηρεάζουν τη μορφή του οικισμού), να παραχθούν από τον χώρο (πχ. όταν η «τριβή της

στο Carmona, 2003, σ106)

απόστασης» διευκολύνει ή παρεμποδίζει την ανάπτυξη διάφορων κοινωνικών πρακτικών). Έτσι, διαμορφώνοντας το χτισμένο περιβάλλον, οι σχεδιαστές επηρεάζουν τις δομές της ανθρώπινης δραστηριότητας και κοινωνικής ζωής. Ο Tilley (αναφέρεται στο Αυδίκος, 2010, σ.37) θεωρεί τον χώρο δισυπόστατο, το χώρο ως δεξαμενή της ανθρώπινης δράσης (container of action) και το χώρο ως μέσο της ανθρώπινης δράσης (medium of action). Η ειδοποιός διαφορά αυτών των δύο φαίνεται να είναι η έννοια του ανθρώπου στο χώρο. Η θεώρηση του χώρου σαν μέσο της ανθρώπινης δράσης συνάδει με αυτή του σχεσιακού χώρου. Σ’ αυτό το επίπεδο ο χώρος νοείται ως ένα αμφίδρομο-σχεσιακό μέσο, που υπόκειται σε συνεχείς και αλλεπάλληλες μεταμορφώσεις ακολουθώντας και επηρεάζοντας τη διαδικασία του κοινωνικού γίγνεσθαι. Χώρος και άνθρωπος δημιουργούν μια δυαδικότητα στο χρόνο, μια ενεργητική σχέση που η σημασία της δεν υπακούει σε έναν και μόνο κώδικα παραστατικότητας. Ο κοινωνικός χώρος είναι ένα προϊόν της κοινωνίας, απτό, που εμπίπτει πρώτα στην αίσθηση και άρα στην εμπειρική περιγραφή, πριν από κάθε άλλη θεωρητικοποίηση. Προκύπτει από ιστορίες και δραστηριότητες ή με άλλα λόγια από την εργασία και τον καταμερισμό αυτής. Με βάση αυτό είναι ο γενικός τόπος των παραγόμενων αντικειμένων, το πραγματοποιημένο, αντικειμενικοποιημένο και άρα λειτουργικό σύνολο των πραγμάτων που τον καταλαμβάνουν και των υποσυνόλων τους. Με άλλα λόγια ο «χώρος είναι το αντικειμενικό ή μάλλον η αντικειμενικοποίηση του κοινωνικού και κατά συνέπεια του πνευματικού» (Lefebvre, 1977, σ.205). Αυτός ο χώρος είναι ένας ειδικός και άρα ειδικευμένος χώρος έστω κι αν αυτό δεν γίνεται αντιληπτό. Είναι μια συγκυρία της παραγωγής σε μια καθορισμένη κοινωνία που μέσα της εκδηλώνονται αντιφάσεις και συγκρούσεις. Πιο συγκεκριμένα αυτές προέρχονται από το πρακτικό και κοινωνικό περιεχόμενό του. Στοχεύει στην εκλογίκευση, αλλά πρακτικά είναι εμπορευματοποιημένος και τεμαχισμένος, συνολικός και διαλυμένος.

14

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΩΡΟ


LOOSE SPACE

Κάθε κοινωνικός χώρος είναι το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας με πολλαπλές πτυχές και πολλές συμβαλλόμενες ροές, δηλωτικές και μη δηλωτικές, αντιλαμβανόμενες και άμεσα βιωμένες, πρακτικές και θεωρητικές. Εν συντομία, κάθε κοινωνικός χώρος έχει μια ιστορία, σταθερά θεμελιωμένη στη φύση, στις φυσικές συνθήκες που είναι πρωταρχικές και μοναδικές με την έννοια ότι πάντα και παντού περιέχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (τόπος, κλίμα κλπ.). Στην πραγματικότητα, ο κοινωνικός χώρος «ενσωματώνει» κοινωνικές πράξεις, τόσο ανεξάρτητων αλλά και συλλογικών αντικειμένων. Από τη σκοπιά αυτών των αντικειμένων, ο χώρος τους είναι ζωτικής σημασίας· μέσα σε αυτόν αναπτύσσονται, εκφράζονται και συναντούν εμπόδια και ύστερα φθείρονται. Από τη σκοπιά της γνώσης, ο κοινωνικός χώρος λειτουργεί σαν εργαλείο για την ανάλυση της κοινωνίας. Συνοψίζοντας, ο κοινωνικός χώρος, που είναι πρωταρχικά βιομορφικός και ανθρωπολογικός, τείνει να ξεπεράσει αυτή την αμεσότητα. Τίποτα δεν εξαφανίζεται τελείως, ούτε μπορεί ό,τι υφίσταται να ορίζεται αποκλειστικά και μόνο από ίχνη, μνήμες ή θραύσματα. Στον χώρο ό,τι προϋπήρχε συνεχίζει να θεμελιώνει ό,τι ακολουθεί. Για να παραχθεί ένας τέτοιος χώρος στην κοινωνία χρειάζεται χρόνος. Η οικειοποίηση ενός κοινωνικού χώρου είναι μια διαδικασία που πηγάζει αλλά και προορίζεται για την πόλη. Με άλλα λόγια παρατηρείται μια υπόγεια, καταπιεσμένη ζωή της πόλης που μέσω μιας γενεσιουργούς διαδικασίας θα ενεργοποιηθεί. Από αυτήν την άποψη ο κοινωνικός χώρος μπορεί να λειτουργήσει ως ένα εργαλείο ανάλυσης.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΩΡΟ

15


LOOSE SPACE

* ΧΩΡΙΚΉ ΠΡΑΚΤΙΚΉ (PERCEIVED) Το πρώτο μέρος της διαλεκτικής του Lefebvre, είναι η χωρική πρακτική μιας κοινωνίας. Αποκαλύπτεται μέσω της φυσικής και εμπειρικής αποκρυπτογράφησης του χώρου. Σε μια νεοκαπιταλιστική κοινωνία, ενσαρκώνει μια στενή σχέση μέσα στον αντιληπτό χώρο, μεταξύ της αστικής πραγματικότητας και της καθημερινότητας . Ορίζει την καθημερινότητα ως ρουτίνα ενώ την αστική πραγματικότητα μέσω των διαδρομών και των δικτύων που συνδέουν χώρους εργασίας, ιδιωτικής ζωής και ψυχαγωγίας. Η χωρική πρακτική συντελείται από μια προβολή στο χωρικό πεδίο όλων των στοιχείων της κοινωνικής πρακτικής. Σε αυτή τη διαδικασία αυτές διαχωρίζονται αλλά όχι ολοκληρωτικά ώστε η κοινωνία να εξακολουθεί να υπάγεται στην κοινωνική πρακτική. Ωστόσο δεν σημαίνει ότι επειδή η χωρική πρακτική διαθέτει συνεκτικότητα, διαθέτει και συνοχή. Η ιστορία του χώρου θα εξηγούσε την ανάπτυξη δικτύων που υπόκεινται στο πλαίσιο της πολιτικής. Αυτό συμβαίνει μέσω της μελέτης των φυσικών ρυθμών, την μετατροπή αυτών και την εγγραφή τους στον χώρο μέσω των ανθρώπινων πράξεων. Η ιστορία του χώρου επομένως αρχίζει με τους χωροχρονικούς ρυθμούς της φύσης, όπως μεταμορφώνεται από μια κοινωνική πρακτική, που επιβάλλει το «πλέγμα» της ψυχικής και κοινωνικής δραστηριότητας πάνω από τον φυσικό χώρο. Ο Lefebvre αναφερόμενος σε αυτόν τον χώρο τον χαρακτηρίζει ως «αντιληπτό χώρο», πρόκειται δηλαδή για το αποτέλεσμα των επιλογών ενός ανθρώπου στον χώρο.

ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΌΣ ΧΏΡΟΣ (LIVED) Ο Lefebvre (1991) περιγράφει τον παραστατικό χώρο ως χώρο των κατοίκων και των χρηστών όπως αυτοί των βιώνουν. Είναι ο παθητικά βιωμένος χώρος που η φαντασία επιδιώκει ν’ αλλάξει και να οικειοποιηθεί. Θεωρίες, ιδεολογίες και μεγάλο κομμάτι της αντίληψης της «σκέψης» του Lefebvre κυριαρχούν σ’ αυτόν τον χώρο. Ο αναπαραστατικός χώρος επικαλύπτει τον πραγματικό χώρο κάνοντας συμβολική χρήση των αντικειμένων του. Τα σλόγκαν και τα πανό διαμαρτυρίας του Μάη του ’68 που πλημμύρισαν τους δρόμους του Παρισιού αποτελούν μια συμβολική εκδήλωση αυτού του χώρου. Για τον Lefebvre δεν υπάρχουν κανόνες συνέπειας και συνοχής. Εκεί σχηματίζονται τα ιδανικά και κοινωνικά κινήματα. Επομένως αυτός ο χώρος τείνει σε λιγότερο ή περισσότερο συνεκτικά συστήματα μη-λεκτικών συμβόλων και σημάτων. Λόγω των πολλαπλών νοημάτων, ο Lefebvre αναφέρεται σε αυτόν ως τον «βιωμένο χώρο». Η ζωή δεν μπορεί να διαχωριστεί από την έννοια και το σύμβολο, ή να μειωθεί σε ένα απλό σύνολο διαπραγματεύσεων.

ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΆΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΏΡΟΥ (CONCEIVED) Οι αναπαραστάσεις του χώρου, κατά τον Lefebvre, είναι ο εννοιολογικός χώρος των σχεδιαστών, των επιστημόνων και των πολεοδόμων, που τείνει σε ένα σύστημα λεκτικών σημάτων . Οι αναπαραστάσεις του χώρου παίρνουν υλική υπόσταση· χάρτες, κατόψεις, μακέτες και σχέδια. Πρόκειται για τον συμβολικό χώρο. Συνεχίζοντας υποστηρίζει ότι οι αναπαραστάσεις του χώρου σχετίζονται με την ιστορία των ιδεολογιών. Αυτές μπορούν να μελετηθούν εξετάζοντας το πώς τα σχέδια ενός χώρου αλλάζουν στο πέρασμα του χρόνου. Στοιχεία, στα οποία δίνεται έμφαση σε αναπαραστάσεις του χώρου, χρησιμοποιούνται συνήθως ως σηματοδότες ιδεολογιών ή αναπαραστατικών χώρων. Οι αναπαραστατικοί χώροι κατέχουν σημαντικό ρόλο και συγκεκριμένη επιρροή στην παραγωγή του χώρου. Αυτοί οι χώροι «παρεμβαίνουν» μέσω της κατασκευής και της αρχιτεκτονικής τους, ως ένα σχέδιο εμβαπτισμένο σε ένα χωρικό συγκείμενο που απαιτεί αναπαραστάσεις που δε θα εξαφανιστούν σε συμβολικές ή φανταστικές σφαίρες. Αυτός ο χώρος μπορεί να προσφέρει καθοδήγηση για το πώς η σκέψη μπορεί να μετατραπεί σε δράση. Οι αναπαραστάσεις του χώρου είναι σίγουρα αφηρημένες, αλλά επίσης παίζουν ρόλο στην κοινωνική και πολιτική πρακτική. Οι καθιερωμένες σχέσεις μεταξύ αντικειμένων και ανθρώπων στον αναπαραστατικό χώρο υπόκεινται σε μια λογική που αργά ή γρήγορα θα τις διαλύσει εξαιτίας της έλλειψης συνέπειας που τις χαρακτηρίζει . Από την άλλη πλευρά, οι αναπαραστατικοί χώροι δεν χρειάζεται να υπακούν σε κανένα κανόνα συνέπειας ή συνοχής. Ένας τέτοιος χώρος είναι ζωντανός· έχει ένα κέντρο επιρροής και περικλείει το πνεύμα της δράσης, των βιωμένων καταστάσεων και επομένως υπαινίσσεται τον χρόνο. Συνεπώς οι αναπαραστάσεις του χώρου οφείλουν να έχουν μια συγκεκριμένη επιρροή στην παραγωγή του χώρου. Η επιρροή αυτή πραγματοποιείται με μέσα κατασκευής. Η αναπαράσταση περιλαμβάνει την περιοχή όπου η ιδεολογία και η γνώση σχεδόν δεν μπορούν να διαχωριστούν. Η ιδεολογία μετατρέπεται σε εργαλείο για την ανάλυση του χώρου· του χώρου που η κοινωνία δημιουργεί και αναγνωρίζει τον εαυτό της μέσα σ’ αυτόν. Είναι λογικό λοιπόν να συμπεράνουμε ότι η χωρική πρακτική, οι αναπαραστάσεις του χώρου και οι αναπαραστατικοί χώροι συνεισφέρουν με διαφορετικό τρόπο στην παραγωγή του χώρου σύμφωνα τόσο με τις ποιότητες και συνιστώσες που διαθέτουν, όσο και με την ιστορική περίοδο. Οι σχέσεις μεταξύ των τριών στιγμών του αντιληπτού, βιωμένου και συμβολικού χώρου δεν είναι ποτέ απλές ή σταθερές.

16

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΩΡΟ


LOOSE SPACE

ΧΩΡΙΚΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ιδανικά, φαντασία, θεωρία και οράματα

ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ καθημερινότητα, αστική πραγματικότητα

ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ σχέδια, χάρτες, μακέτες Πηγή:Milgrom, 2008, σ.270, Ανασχεδιασμός

Ο χώρος για τον Lefebvre (1991) δεν είναι ένα περιέχον αδιάφορο προς το περιεχόμενο, δεν είναι δηλαδή ένα «κενό δοχείο» στο οποίο έρχονται να εγκατασταθούν δραστηριότητες, κοινωνικές σχέσεις και πρακτικές, όπως υποστηρίζεται από τη φιλοσοφία, αλλά και από την πρακτική των πολεοδόμων και των κοινωνικών επιστημών. Αντίθετα καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τις δραστηριότητες, τις κοινωνικές σχέσεις και τις πρακτικές, μέσα από προηγούμενες φάσεις ανάπτυξής του. Η παραγωγή του δεν είναι λοιπόν μια «αθώα» παραγωγή. Εμπεριέχει πολλαπλές στρατηγικές και πολιτικές πρωταρχικής σημασίας. Συνεπώς, ο χώρος δεν είναι ένα αντικείμενο ανάμεσα στα άλλα, ούτε ένα προϊόν ανάμεσα σε άλλα προϊόντα. Ενσωματώνει τα αντικείμενα που παράγονται και περικλείει τις σχέσεις τους, τη συνύπαρξη και τη συγχρονικότητά τους. Είναι ένα αποτέλεσμα μιας ακολουθίας και ενός συνόλου ενεργειών κι έτσι δεν μπορεί να υποβαθμιστεί στη θέση του απλού αντικειμένου. Η τριμερής διαλεκτική* (dialectique de triplicate) όπως την ονομάζει, αποτελεί προσέγγιση μιας κοινωνικής θεωρίας του χώρου, όπου η κάθε πλευρά βρίσκεται σε σχέση με τις άλλες δύο, συνυπάρχουν και όλες μαζί συναποτελούν το χώρο. Οι τρεις πτυχές που αναγνωρίζει ο Lefebvre εξηγούν πώς βιώνεται ο δημόσιος χώρος ως ένα κοινωνικό περιβάλλον. Η χωρική διαλεκτική περιλαμβάνει όλες τις υλικές και κοινωνικές αλληλεπιδράσεις μέσα στον χώρο που παράγουν και αναπαράγουν συγκεκριμένες κοινωνικές δομές. Απλούστερα, αυτές οι διαλεκτικές είναι αυτό που «πραγματικά» συμβαίνει· έχουν άμεσες φυσικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Οι αναπαραστάσεις

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΩΡΟ

17


LOOSE SPACE

Υλικός Χώρος (χώρος της εμπειρίας)

Αναπαραστάσεις του χώρου

Χώροι της Αναπαράστασης

(χώρος της σύλληψης)

(βιωμένος χώρος)

Απόλυτος Χώρος

Τοίχοι, γέφυρες, πόρτες, σκάλες, πατώματα, ταβάνια, δρόμοι, κτήρια, πόλεις, βουνά ήπειροι, υδάτινοι όγκοι, τοπόσημα, φυσικά σύνορα και φραγμοί

Τοπογραφικοί και διοικητικοί χάρτες, Ευκλείδια γεωμετρία, περιγραφή τοπίου, μεταφορική χρηση εννοιών εγκλεισμού, ανοιχτού χώρου, τοποθεσιών και τοποθέτησης (positionality) (σχετικά εύκολη δυνατότητα διοίκησης και ελέγχου), -Νεύτωνας και Καρτέσιος

Αισθήματα ευχαρίστησης «γύρω από της εστία», αίσθηση ασφάλειας ή δυσφορίας από τον περίκλειστο χώρο, αίσθηση εξουσίας από την ιδιοκτησία, έλεγχος και κυριαρχία στο χώρο, φόβος για τους άλλους «εξω από τα όρια/το φράχτη», «τους κοινωνικά μη αποδεκτούς»

Σχετικός Χώρος (Χρόνος)

Σχετική γεωγραφική θέση, κυκλοφορία και ροές ενέργειας, νερού, αέρα, εμπορευμάτων, ανθρώπων, πληροφορίας, χρήματος, κεφαλαίου, επιταχύνσεις και ελάττωση των τριβών απόστασης...

Θεματικοί και τοπολογικοί χάρτες (πχ. του δικτύου μετρό του Λονδίνου), μη-Ευκλείδιες γεωμετρίες και τοπολογία, προοπτικά σχέδια, μεταφορική χρήση εννοιών εντοπισμένης γνώσης (situated knowledge), κίνησης, κινητικότητας, εκτοπισμού, επιτάχυνσης, χωρο-χρονικής συμπίεσης και αποστασιοποίησης, (δύσκολη η διοίκηση και ο έλεγχος - απαιτούν ανεπτυγμένες τεχνικές) -Αϊνστάιν και Riemann

Αγωνία μην αργήσεις στο μάθημα, έξαψη για το άγνωστο, εκνευρισμός όταν πέφτεις σε μποτιλιάρισμα, εντάσεις ή ευχαρίστηση από τη χωρο-χρονική συμπίεση, από την ταχύτητα, από την κίνηση

Σχεσιακός Χώρος (Χρόνος)

Ροές και πεδία ηλεκτρομαγνητικής ενέργειας, κοινωνικές σχέσεις, επιφάνειες προς ενοικίαση ή με οικονομικό δυναμικό, ήχοι, οσμές, και αρώματα που μεταφέρονται στο αεράκι

Σουρεαλισμός, υπαρξισμός, Ψυχο-γεωγραφίες, κυβερνοχώρος, μεταφορικές εξωτερικέυσεις δυνάμεων και εξουσιών (εξαιρετικά δύσκολη η διοίκηση και ο έλεγχος - θεωρία του χάους, διαλεκτική, εσωτερικές σχέσεις, κβανικά μαθηματικά) -Leibniz, Whitehead, Deleuze, Benjamin

Οράματα, φαντασιώσεις, επιθυμίες απογοητεύσεις, μνήμες, όνειρα, παραισθήσεις, ψυχικές καταστάσεις (πχ. αγοραφοβία, ίλιγγος, κλειστοφοβία)

Στον οριζόντιο άξονα, η τριμερής διαλεκτική του Lefebvre. Στον κάθετο άξονα, οι κατηγορίες κατά Harvey. Στα κελιά, παραδείγματα από τη γεωγραφία. Πηγή: Harvey, D. (2005), Ο χώρος ως λέξη κλειδί, Στο: Βαΐου, 2012, σ.150

18

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΩΡΟ


LOOSE SPACE

του χώρου είναι οι κοινωνικοί κώδικες μέσω των οποίων οι άνθρωποι συζητούν και κατανοούν τον υλικό χώρο και την χωρική διαλεκτική. Αυτές οι συμβάσεις περιλαμβάνουν ονόματα και περιγραφές των χώρων. Η αντίληψη των ανθρώπων για την πραγματικότητα της κοινωνικής ζωής φιλτράρεται από τον τρόπο που κατανοούν και γνωρίζουν τον χώρο. Αυτές οι αντιλήψεις περιλαμβάνουν πραγματικές τοποθεσίες ως συμβολικό τόπο, όπως και νοητικές εφευρέσεις νέων πρακτικών χωρικών διαλεκτικών: ιδανικούς, δυστοπικούς ή εναλλακτικούς κοινωνικούς και χωρικούς σχηματισμούς. Από την άλλη πλευρά, ο D.Harvey ήδη από το 1973 μέσω του βιβλίου του “Social Justice and the City” έθεσε τους όρους για έναν γόνιμο διάλογο περί χώρου. Σύμφωνα με αυτόν, ο χώρος μπορεί να κατηγοριοποιηθεί σε τρείς κύριες διαστάσεις: τον απόλυτο, τον σχετικό και τον σχεσιακό χώρο. Ο απόλυτος χώρος, ο χώρος του Νεύτωνα και του Καρτέσιου, είναι σταθερός και μέσα στο πλαίσιό του καταγράφουμε ή/και σχεδιάζουμε γεγονότα. «Συνήθως αναπαρίσταται ως ένα προϋπάρχον και αμετακίνητο πλέγμα που επιδέχεται κανονικοποιημένη μέτρηση και είναι ανοικτό σε υπολογισμό […] στον κόσμο του απόλυτου χώρου μπορούν να εξοβελιστούν όλες οι αβεβαιότητες και αμφισημίες και μπορούν ανεμπόδιστα να ευδοκιμήσουν οι ανθρώπινοι υπολογισμοί» (Αυδίκος, 2010, σ.34). Ο σχεσιακός χώρος, αντίθετα με τη μηχανιστική εκδοχή του απόλυτου και σχετικού, προτάσσει ότι η ταυτόχρονη συνύπαρξη ατόμων με κατεξοχήν διαφορετικές τροχιές (αντιλήψεις, βιώματα, ιδεολογίες, συμφέροντα κ.λπ.) δημιουργεί χώρους μοναδικούς που «δεν δύνανται να συγκριθούν ούτε να ακινητοποιηθούν βάσει σταθερών, δηλαδή βάσει θετικιστικών υπολογισμών» (Αυδίκος, 2010, σ35). Δεν υπάρχει πλέον ένας ομοιογενής χώρος παρά μόνο ετεροτοπίες. Υπάρχουν μόνο διαφορετικοί χώροι, έτεροι μεταξύ τους και μέσα σε αυτούς πολλαπλές πραγματικότητες διαμορφωμένες από τις ομάδες που τον οικειοποιούνται. Ο χώρος εδώ είναι σχετικός πρώτον γιατί υπάρχουν πολλαπλές γεωμετρίες που μπορεί κάποιος να λάβει υπόψη του και δεύτερον γιατί το χωρικό πλαίσιο εξαρτάται από εκείνο με το οποίο σχετίζεται αλλά και από το πλαίσιο αναφοράς του παρατηρητή. Στο ίδιο βιβλίο ο Harvey αναφέρει ότι «μπορούμε να φτιάξουμε εντελώς διαφορετικούς χάρτες σχετικών τοποθεσιών διαφοροποιώντας το αν οι αποστάσεις θα μετριούνται με όρους κόστους, χρόνου, διαχωρισμού μέσων μεταφοράς ή μπορούμε να διαταράξουμε τις χωρικές συνέχειες εξετάζοντας δίκτυα και τοπολογικές σχέσεις». Σύμφωνα με τον Harvey, «η σχεσιακή αντίληψη του χωροχρόνου» υποδηλώνει μια ιδέα εσωτερικών σχέσεων· οι εξωτερικές επιδράσεις εσωτερικεύονται σε συγκεκριμένες διαδικασίες, περίπου όπως το μυαλό απορροφά όλη την ύλη της εξωτερικής πληροφορίας και των ερεθισμάτων για να παράγει παράξενα σχήματα σκέψης, συμπεριλαμβανομένων των ονείρων και των φαντασιώσεων, όπως επίσης και τις απόπειρες ορθολογιστικού υπολογισμού.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΩΡΟ

19




*«Το δικαίωμα στην πόλη δεν αποτελεί απλώς μια διατύπωση του αιτήματος για γενικευμένη προσβασιμότητα στα αγαθά και τις υπηρεσίες που προσφέρει η πόλη. Δεν αποτελεί μια αναδιατύπωση του αιτήματος της δίκαιης αναδιανομής, που μπορεί από την έμφαση στο εισόδημα να μετατοπιστεί και σε μια διεκδίκηση του χώρου. Το δικαίωμα στην πόλη αναφέρεται σε μια διαφορετική κοινωνία πόλης, σε μια διαφορετική αστική συνθήκη, στην νέα κεντρικότητα της πόλης που θα παράγεται συλλογικά από τους κατοίκους της. Είναι μια πόλη που επανασυλλέγε τις διασκορπισμένες διαφορές, επιτρέπει πολλαπλές χρήσεις του χρόνου, άρα περιλαμβάνει πολλές ρυθμικότητες, και ενεργοποιεί την επινοητικότητα της φαντασίας ως δύναμη μετασχηματιστική. Συνιστά μια δυναμική συνθήκη ανάπτυξης του δικαιώματος στην πόλη. Ουτοπία και πραγματικότητα μαζί, αποτελούν μια διαδικασία εκδίπλωσης της ανθρώπινης χειραφέτησης, και όχι έναν αυτοσκοπό της αστικής συνθήκης». (Σταυρίδης (2007), εισαγωγή από «Το Δικαίωμα στην Πόλη»)


LOOSE SPACE

2.0

LOOSE SPACE ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ

2.1

ΑΠΑΡΧΗ ΚΑΙ ΕΚΦΑΝΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ

Ως ένα προϊόν αρχιτεκτονικής, η πόλη είναι μια κατασκευή στον χώρο, αλλά είναι σε τέτοια κλίμακα που μπορεί να γίνει αντιληπτή μόνο μέσα από συνεχή παρατήρηση στο πέρασμα του χρόνου. «Το σχέδιο της πόλης είναι άρα μια εφήμερη τέχνη που σε διαφορετικές περιπτώσεις και σε διαφορετικούς ανθρώπους, οι συχνότητες διακόπτονται, εγκαταλείπονται ή αντιστρέφονται» (Lynch, 1690, σ.2). Συχνά η αντίληψη που έχει κανείς για την πόλη δεν είναι ολοκληρωμένη αλλά αποσπασματική και γεμάτη θραύσματα. Πρέπει λοιπόν να αντιληφθούμε την πόλη όχι σαν μια αυτόνομη οντότητα αλλά μέσα από τους κατοίκους. Οι πόλεις περιλαμβάνουν μια ποικιλία δημόσιων χώρων που είναι ανοιχτοί για όλους και «στις καλύτερες περιπτώσεις αστικού περιβάλλοντος, εκτείνονται στο δικαίωμα πραγματοποίησης της επιθυμίας κάποιου, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα την παρουσία και τα δικαιώματα των άλλων» (Franc, 2007, σ.4). Αυτό που ο Lefebvre ονόμασε «δικαίωμα στην πόλη»*, περικλείει το δικαίωμα στην ελευθερία, στην εξατομίκευση, στην κατοίκηση και την κατοικία.

(1977)

Έτσι η πόλη κατά τον Lefebvre είναι το έργο, που πλησιάζει περισσότερο στο έργο τέχνης παρά στο απλό υλικό προϊόν. Αν υπάρχει παραγωγή της πόλης και των κοινωνικών σχέσεων μέσα στην πόλη, πρόκειται μάλλον για παραγωγή και αναπαραγωγή ανθρώπινων υπάρξεων από ανθρώπινες υπάρξεις, παρά για παραγωγή αντικειμένων. Η πόλη έχει μια ιστορία, είναι το έργο μιας ιστορίας, δηλαδή ανθρώπων που πραγματοποιούν αυτό το έργο. Οι συνθήκες που επιτρέπουν και ταυτόχρονα περιορίζουν τις δυνατότητες δεν αρκούν ποτέ για να εξηγήσουν αυτό

ΑΠΑΡΧΗ ΚΑΙ ΕΚΦΑΝΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ

23


LOOSE SPACE

ΕΡΓΑΣΙΑ

ΔΡΑΣΗ

ΟΙΚΟΣ ιδιωτικός χώρος

ΑΓΟΡΑ

V I TA

A CTI VA

πολιτικός χώρος της εμφάνισης

ΧΩΡΟΣ ΚΡΥΦΗΣ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ

Arendt, H., Η ανθρώπινη κατάσταση

24

LOOSE SPACE - ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ


LOOSE SPACE

που γεννιέται από αυτές και μέσα σ’ αυτές. Μέσα από μελέτες έχει γίνει πλέον αντιληπτό ότι οι συμβατικοί δημόσιοι χώροι δεν είναι οι μόνοι τόποι που οικειοποιούνται από τους ανθρώπους για να φιλοξενήσουν τις δραστηριότητές τους. Αυτοί οι «άλλοι» χώροι εντοπίζονται από τον ίδιο τον χρήστη και χρησιμοποιούνται για να καλύψουν ανάγκες και λειτουργίες πέραν αυτών για τις οποίες έχουν σχεδιαστεί. Κατά βάση είναι χώροι που ενθαρρύνουν την ελευθερία επιλογής και επιτρέπουν την επιδίωξη ατομικών ενδιαφερόντων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την προσπάθεια οργάνωσης του περιβάλλοντος από τον χρήστη και τη δημιουργία ευκαιριών για να κυνηγήσει τους στόχους του. Η ελευθερία επιλογής βρίσκεται στο επίκεντρο της ικανότητας του ανθρώπου να ανακαλύπτει δυνατότητες στο περιβάλλον του, όπως επίσης και τον χώρο που μπορεί να τις αξιοποιήσει. Στους αστικούς δημόσιους χώρους οι άνθρωποι επιδιώκουν μια πολύ πλούσια ποικιλία δραστηριοτήτων, που αρχικά δεν προορίζονταν για αυτές τις θέσεις. Μερικές φορές αυτές οι δραστηριότητες συμβαίνουν μαζί με πρωτογενείς, προβλεπόμενες χρήσεις, σε χώρους όπως το πεζοδρόμιο, ο δρόμος ή η πλατεία. Επίσης, σε άλλα σημεία όπου μια υπάρχουσα χρήση δεν υφίσταται πλέον, όπως σε ένα ερειπωμένο εργοστάσιο, ή ενδεχομένως δεν υπήρξε ποτέ, όπως δίπλα σε μια σιδηροδρομική γραμμή. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, μέσω των δραστηριοτήτων των ανθρώπων, οι χώροι γίνονται «χαλαροί». Στην «Ανθρώπινη Κατάσταση» η Hannah Arendt απεικονίζει μια αρχαία κοινωνία διαιρεμένη μεταξύ του οίκου, του ιδιωτικού, και της αγοράς, του πολιτικού «χώρου της εμφάνισης». Η διάκριση μεταξύ ιδιωτικής και δημόσιας ζωής χαρακτηρίζει τις τρεις μορφές της vita activa. Οι δύο πρώτες είναι η εργασία και η δράση. Στην ανάλυση της Arendt εισάγεται και μια τρίτη σφαίρα μεταξύ του ιδιωτικού χώρου της απόκρυψης, και του δημόσιου χώρου της εμφάνισης. Μια τρίτη σφαίρα που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε τον χώρο της κρυφής εμφάνισης. Δίνει χώρο για όσα δεν έχουν θέση ούτε στον δημόσιο ούτε στον ιδιωτικό τομέα.

ΑΠΑΡΧΗ ΚΑΙ ΕΚΦΑΝΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ

25



LOOSE SPACE

2.2

Η ΧΑΛΑΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

Η χαλαρότητα ορίζεται ως «η ικανότητα ενός χώρου να φιλοξενεί ένα μεγάλο εύρος αναγκών και επιθυμιών των χρηστών ταυτόχρονα» (Franc, 2007, σ.55). Περιλαμβάνει έννοιες που αντιστοιχούν στην αλλαγή των αναγκών των χρηστών και συνδέεται άρρηκτα με τις έννοιες της ευελιξίας και της προσαρμοστικότητας. Η ευελιξία αναφέρεται σ’ ένα χώρο που φιλοξενεί πολλαπλές χρήσεις και λειτουργίες και μπορεί εύκολα να μεταβληθεί. Ενώ η προσαρμοστικότητα αναφέρεται στην ικανότητα του χώρου να περικλείει διαφορετικές χρήσεις χωρίς ιδιαίτερες μεταβολές στα στοιχεία που τον συντελούν. Η χαλαρότητα εγγενώς περιλαμβάνει τόσο την προσαρμοστικότητα όσο και την ευελιξία σε μια δυνατότητα αλλαγής ώστε να φιλοξενεί νέες χρήσεις που μπορεί να προκύπτουν ανά πάσα στιγμή. Ένας χαλαρός χώρος είναι περισσότερο πιθανό να αναδυθεί στην πόλη αφού εκεί ενυπάρχουν οι απαραίτητες συνθήκες, κοινωνικές και φυσικές, που ενθαρρύνουν τη χαλαρότητα. Η ελεύθερη πρόσβαση σε ποικίλους δημόσιους χώρους, η ανωνυμία, η πολυκοσμία και η ρευστότητα του νοήματος αποτελούν συνθήκες που ευνοούν την χαλαρότητα. Συνεπώς «η πόλη είναι ο τόπος της επιθυμίας, της μόνιμης ανισορροπίας, ο τόπος διάλυσης της κανονικότητας, ο τόπος του παιχνιδιού και του απροσδόκητου» (Lefebvre, 1991, σ.129). H ποικιλία των ανοιχτών χώρων στην πόλη περιλαμβάνει τόσο τους σχεδιασμένους χώρους για συγκεκριμένη χρήση και λειτουργία, που όμως φιλοξενούν και άλλες δραστηριότητες, όσο και άλλους τύπους χώρων, που αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε αχρησία επίσημα, αλλά φιλοξενούν απρόσμενες λειτουργίες. Ποικίλοι απ’ αυτούς τους χώρους διαθέτουν ιδιαίτερα φυσικά χαρακτηριστικά που προσκαλούν τον άνθρωπο να τους οικειοποιηθεί.

Η ΧΑΛΑΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

27


LOOSE SPACE

Η χαλαρότητα του χώρου εξαρτάται εν μέρει από τη γενικότερη δομή του αστικού περιβάλλοντος. Μερικά είδη αστικών τύπων δημιουργούν περισσότερο περίπλοκες χωρικές διασυνδέσεις και αλληλεπιδράσεις, αλλά και επιλογές σε σχέση με άλλα. Μια μεγαλύτερη ποικιλία δρόμων και χρήσεων γης αποτελεί το έναυσμα για την ανάδυση του χαλαρού χώρου. Γειτονιές με πολλαπλές χρήσεις έχουν μεγαλύτερη διάρκεια στον χρόνο γιατί δεν έχουν μια αυστηρή και μονόπλευρη σχέση μορφής και λειτουργίας. Τα οικοδομικά τετράγωνα με πολλά ξεχωριστά κτήρια και εισόδους φέρνουν πιο συχνά σε επαφή τους ανθρώπους και προσδίδουν ποικιλία χρήσεων στους δρόμους που ανοίγονται. Επιπλέον οι γειτονιές που κτίζονται με γνώμονα την κλίμακα του ανθρώπου, τον ενθαρρύνουν να περπατά σ’ αυτές.

28

LOOSE SPACE - ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ


LOOSE SPACE

Ο χαλαρός χώρος προκύπτει σε πολλούς διαφορετικούς τύπους αστικού περιβάλλοντος, κάποιους προγραμματισμένους για συγκεκριμένες δραστηριότητες και άλλους χωρίς χρήση. Ωστόσο όλοι είναι ελεύθερα προσβάσιμοι. Δεν είναι απαραίτητα κτήρια, εκτός από τις περιπτώσεις που αυτά είναι εγκαταλελειμμένα. Το εύρος των σημείων αυτών ξεπερνά τον «ανοιχτό χώρο» του Lynch (1965), ο οποίος δεν έχει σαφή σχέση με την ιδιοκτησία, το μέγεθος και το είδος της χρήσης και μπορεί να συμπεριλάβει όλους τους κενούς, χαλαρούς και φαινομενικά άχρηστους χώρους μέσα στην πόλη. Η πιθανότητα επομένως να υπάρξει χαλαρότητα σε ένα χώρο ποικίλλει ανάλογα με τον τόπο και τον τύπο. Οι τύποι είναι οι κατηγορίες που οι πολιτισμοί έχουν αναπτύξει για να οργανώσουν τον κόσμο, τις πεποιθήσεις και τις δραστηριότητές τους (Franc, 2007, σ.2). Ορισμένοι τύποι είναι καθαρά φανταστικοί (παράδεισος, κόλαση, ουτοπία), άλλοι αναφέρονται σε είδη τόπων που βρίσκονται στη γη (παραλία, ποτάμι, δάσος, έρημος), και άλλοι προκύπτουν από ανθρώπινους χειρισμούς και κατασκευές (σπίτι, πάρκο, δρόμος, πεζοδρόμιο, πλατεία, παιδική χαρά, βιβλιοθήκη, εργοστάσιο, φυλακή). Οι τύποι καθορίζουν τις δραστηριότητες και τον τρόπο υλοποίησής τους. Τι κάνει κανείς και το πώς το κάνει διαφέρει σημαντικά ανάλογα με τον τύπο που καταλαμβάνει, με ορισμένα είδη να επιτρέπουν μεγαλύτερη ελευθερία επιλογής των δραστηριοτήτων και περισσότερα μέσα για την υλοποίησή τους. Ένας τρόπος για να σκεφτεί κανείς έναν τύπο είναι σαν ένα διασυνδεδεμένο σύνολο χαρακτηριστικών γνωρισμάτων της μορφής, της χρήσης και του νοήματος, συχνά ιδιαίτερα σε μια συγκεκριμένη κουλτούρα και ιστορική περίοδο. Είναι εν μέρει αυτά τα αλληλένδετα χαρακτηριστικά που μερικοί τύποι τόπων περιορίζουν περισσότερο την ανθρώπινη συμπεριφορά από άλλους και ως εκ τούτου περιορίζουν και τις δυνατότητες χαλαρότητας που μπορούν να προκύψουν. Μερικοί τόποι είναι εξ’ ορισμού πιο χαλαροί από άλλους· η χαλαρότητα προκύπτει από τις δραστηριότητες του ανθρώπου, με ή χωρίς επίσημη παρέμβαση από την πολιτεία και με ή χωρίς τα απαραίτητα φυσικά στοιχεία που υποστηρίζουν αυτήν την δραστηριότητα. Για να γίνει ένας τόπος χαλαρός, οι ίδιοι οι άνθρωποι πρέπει να αναγνωρίσουν τις δυνατότητες που συνδέονται με αυτόν και να κάνουν χρήση αυτών των δυνατοτήτων για τους δικούς τους σκοπούς, ακόμα κι αν χρειαστεί να αντιμετωπίσουν τους πιθανούς κινδύνους ενός τέτοιου εγχειρήματος. Προσβασιμότητα, ελευθερία επιλογής και φυσικά στοιχεία που ο άνθρωπος μπορεί να οικειοποιηθεί συμβάλλουν στην εμφάνιση του χαλαρού χώρου, αλλά δεν επαρκούν. Οι άνθρωποι δημιουργούν χαλαρούς χώρους μέσα από τις πράξεις τους. Η ανάδυση ενός χαλαρού χώρου εξαρτάται από την αναγνώριση των δυνατοτήτων του χώρου από τον άνθρωπο και τους ποικίλους βαθμούς δημιουργικότητας και αποφασιστικότητας να χρησιμοποιηθεί το υπάρχον και πιθανότατα να μεταμορφωθεί-μεταλλαχθεί με την προσθήκη νέων στοιχείων.

Η ΧΑΛΑΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

29


LOOSE SPACE

Θεατρικό παιχνίδι στην πλατεία

Οι δρόμοι, τα πεζοδρόμια και οι πλατείες της πόλης σχεδιάζονται για να εξυπηρετούν συγκεκριμένες δραστηριότητες. Ωστόσο παράλληλα φιλοξενούν και μια ποικιλία άλλων δραστηριοτήτων πέρα των προβλεπόμενων και αυτοί είναι οι χώροι που η πόλη θεωρεί στοιχεία κλειδιά της αστικότητας. Πρόσβαση, ελευθερία επιλογής, πυκνότητα και αλληλεπίδραση διαφορετικών ανθρώπων και δραστηριοτήτων είναι τα στοιχεία αυτά που υιοθετούν αντίστοιχοι ιδιωτικοί χώροι προσφέροντας τη δυνατότητα να συμβεί κάτι απροσδόκητο.

Παραδοσιακή εκδήλωση μεταναστών στην πλατεία

30

LOOSE SPACE - ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ


LOOSE SPACE

Οι εναπομείναντες χώροι της πόλης, που συχνά βρίσκονται στη δικαιοδοσία του δημοσίου και δεν έχουν ορισμένη χρήση, αποτελούν τόπους που μπορεί να δημιουργηθεί ένας χαλαρός χώρος. Υπάρχουν πέρα από τα όρια του οργανωμένου χώρου της πόλης και συχνά δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστικοί αισθητικά. Μπορεί να είναι δυσπρόσιτοι, ανώνυμοι και μυστικοί. Τέτοιοι χώροι είναι κατά βάση προσκείμενοι σε χώρους με αυστηρή και καθορισμένη χρήση. Το γεγονός αυτό επιτρέπει σε αυτόν τον χώρο την διείσδυση δραστηριοτήτων σε αναζήτηση στέγης. Τέτοιοι χώροι καταδεικνύουν τους ομοιογενείς, οργανωμένους, ελεγχόμενους, «επίσημους» δημόσιους χώρους της σύγχρονης πόλης. Ωστόσο, συχνά αγνοούνται και υποβιβάζονται ως «εγκαταλελειμμένες εκτάσεις», «εγκαταλελειμμένες περιοχές» και «αστικά κενά» (Shaw, 2009, σ.1). Αντιπροσωπεύουν την κοινωνικο-οικονομική εγκατάλειψη και έρχονται σε αντίθεση με την κυρίαρχη επιθυμητή εικόνα της πόλης. Επιτρέπουν ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων και αμφισβητούν τις περιορισμένες έννοιες στο πλαίσιο των υφιστάμενων συζητήσεων που αντιλαμβάνονται τη σχέση μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού χώρου και μεταξύ σχεδιασμένων και μη σχεδιασμένων χώρων ως διμερή.

Εγκαταλελειμμένο κτήριο ΙΚΑ στην Πειραιώς Πηγή: dpgr.gr

Η ΧΑΛΑΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

31


LOOSE SPACE

Η αρχική χρήση εγκαταλελειμμένων έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της και πλέον βρίσκονται σε αχρησία. Ορισμένες φορές οι τόποι αυτοί είναι εντελώς εγκαταλελειμμένοι από τους ιδιοκτήτες τους. Άλλες φορές η ιδιοκτησία δεν είναι ξεκάθαρη ή είναι υπό συζήτηση. Στην περίπτωση ερειπωμένων κατασκευών, μπορεί να υπάρχουν υπομνήσεις της προηγούμενης χρήσης. Τέτοιοι υπαινιγμοί σε συνδυασμό με σημάδια φθοράς προκαλούν μια αίσθηση ονειροπόλησης και προσφέρουν τη δυνατότητα να φανταστεί κανείς τι θα μπορούσε να είναι αυτό το μέρος.

Εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο καπνοβιομηχανίας «Κεράνης» Πηγή: lifo.gr

32

LOOSE SPACE - ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ


LOOSE SPACE

Τέταρτη Μπιενάλε της Αθήνας «AGORA» στο παλιό χρηματιστήριο Αθηνών στη Σοφοκλέους

Λόγω της έλλειψης συγκεκριμένων χρήσεων και δραστηριοτήτων, οι εναπομείναντες και εγκαταλελειμμένοι χώροι υπάρχουν έξω από τους ρυθμούς και τους κανόνες της πόλης. Αποτελούν το αρνητικό, το κενό της πόλης, του οποίου οι ποιότητες, μοναδικές ανάλογα με το συγκείμενό τους, συχνά παραβλέπονται μέσα στην πόλη μπροστά στην αδυσώπητη ανάπτυξη που καταλαμβάνει αυτούς τους χώρους. Χώροι πιθανώς περιθωριακοί ή σε διαδικασία αλλαγής μπορούν να αποτελέσουν την ασυνείδητη αναγέννηση της πόλης καθώς βρίσκονται στο μεταίχμιο μεταξύ οργανικού και ανόργανου, φυσικού και τεχνητού. Είναι χώροι ετερότητας, προσωρινά ελεύθεροι από περιορισμούς, που μπορούν να οικειοποιηθούν οι χρήστες.

Η ΧΑΛΑΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

33


LOOSE SPACE

Το κενό αντιπροσωπεύει μια σημαντική απώλεια για την πόλη, καθώς παρέχει μια συνειδητοποίηση που ποτέ δεν θα μπορούσε να προκύψει από τα τοπία της «πόλης ως θέαμα» (Shaw, 2009, σ.5). Ως συνέπεια απροσδιοριστίας και ασάφειας, το κενό είναι πιο ελεύθερο, πιο ανεκτικό και αντιπροσωπεύει χώρους για αυθόρμητες δραστηριότητες, για ένα μέλλον πέρα από περιοριστικές αστικές μορφές. Το κενό μπορεί αφενός να θεωρηθεί ως εσωστρεφής ερήμωση, μια υπαρξιακή και κοινωνιολογική εμπειρία της απώλειας. Από την άλλη πλευρά, η έννοια του κενού μπορεί επίσης να ερμηνευθεί θετικά· κενό σημαίνει πρωτίστως άδειο, αλλά επίσης ελεύθερο και άρα αποτελεί ένα χώρο με πολλαπλές δυνατότητες.

34

LOOSE SPACE - ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ


LOOSE SPACE

Δυνατότητες για πειραματισμό, μπορούν να προκύψουν από έλλειψη επιλογών, δηλαδή ο χαλαρός χώρος προσφέρει τόπο για δραστηριότητες που δεν έχουν θέση αλλού. Για παράδειγμα προσφέρει ένα χώρο για ύπνο σε άστεγους ή ένα χώρο εργασίας σε καλλιτέχνες. Μέσα σ’ ένα φάσμα συγκεκριμένων τύπων χώρου, με καθορισμένες λειτουργίες και κανονισμούς, εντοπίζεται πολύ μικρότερη δυνατότητα για καινοτομία και πειραματισμό. Μάλιστα, αυτό που ξεκινά ως μια μεμονωμένη και πιθανώς προσωρινή καινοτόμα ιδέα μπορεί στη συνέχεια να ισχυροποιηθεί και να ενστερνιστεί ευρέως.

Η ΧΑΛΑΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

35


Μία από τις βασικές λειτουργίες του δημόσιου χώρου είναι ένα σύμπλεγμα από άτυπες, μη-οργανικές κοινωνικές αλληλεπιδράσεις ή δραστηριότητες. Η έννοια της δραστηριότητας υπογραμμίζει τον διακριτό χαρακτήρα της αστικής εμπειρίας, δηλαδή τους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι αισθάνονται το αστικό τοπίο, κινούνται και ενεργούν μέσα σε αυτό. Η δραστηριότητα είναι μία σημαντική αλλά παραμελημένη διάσταση της εμπειρίας της αστικής κοινωνίας, και περιλαμβάνει μια μεγάλη γκάμα δράσεων που είναι αυθόρμητες, ανορθολογικές ή επίφοβες, και πολλές από αυτές απρόβλεπτες από τους σχεδιαστές ή τους άλλους χρήστες.


LOOSE SPACE

2.3

2.3.1

ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΣΤΟΝ ΧΑΛΑΡΟ ΧΩΡΟ

Οι δραστηριότητες που συμβαίνουν στον αστικό δημόσιο χώρο συχνά δημιουργούν μια διαλεκτική κριτική της σταθερότητας και ορθολογικότητας της σύγχρονης αστικής ζωής. Τέτοιες δραστηριότητες δεν είναι απολύτως αυθόρμητες, εκούσιες ή δημιουργικές. Η ποικιλομορφία τους διεγείρεται και διαμορφώνεται από την πολυπλοκότητα της καθημερινής αστικής κοινωνικής ζωής. Οι δραστηριότητες διαμορφώνονται από μια σειρά παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης της κατανόησης, των προσδοκιών, των επιθυμιών του κοινωνικού πλαισίου και τις σωματικές ικανότητες και κίνητρα. Τα άτομα αξιοποιούν αυτούς τους παράγοντες ως βάση για την προσαρμογή τους σε νέες και διαφορετικές καταστάσεις. Όπως ο Lefebvre, ο Bourdieu τονίζει ότι το κατοικείν, οι συνθήκες δηλαδή που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι στην καθημερινή τους ζωή και οι δημιουργικές, δραστήριες αντιδράσεις τους, συνυπάρχουν σε μια διαλεκτική σχέση. Οι ατομικές εμπειρίες δίνουν νόημα, μορφή και δυνατότητες στην καθημερινή τους ζωή. Η δραστηριότητα είναι ταυτόχρονα ένα προϊόν της καθημερινής ζωής, αλλά και ένας παραγωγός της. Ο De Certeau χαρακτηρίζει την κοινωνία «αποτελούμενη από δύο πρακτικές και καθεστώτα που λειτουργούν στο προσκήνιο και παρέχουν σταθερότητα, και αμέτρητες άλλες που οργανώνουν τις αναταραχές που υπάρχουν σε καταστάσεις έντασης· αυτές οι αναταραχές διαθλούν την τάξη στο προσκήνιο και φέρουν νέες έννοιες και πρακτικές στις δραστηριότητες» (αναφέρεται στο Stevens, 2007, σ.31). Ο χαλαρός χώρος συνδέεται άμεσα και με τον αφηρημένο χώρο του Lefebvre. Αυτός ο χώρος λειτουργεί με ένα ιδιαίτερα περίπλοκο τρόπο. Αρχικά, «περιλαμβάνει

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΣΤΟΝ ΧΑΛΑΡΟ ΧΩΡΟ

37


LOOSE SPACE

Πολλές από τις δραστηριότητες που γεννούν τη χαλαρότητα δεν είναι ούτε παραγωγικές ούτε αναπαραγωγικές. Αντίθετα μπορεί να σχετίζο-

ψυχαγωγία, την αναψυχή, την ελεύθερη έκφραση ή την κοινωνική αλληλεπίδραση. νται με την

38

LOOSE SPACE - ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ


LOOSE SPACE

ιδιοσυστατικές δυαδικότητες γιατί είναι την ίδια στιγμή δοχείο και αποτέλεσμα, παράγει και παράγεται. Πρόκειται για μια αρένα δραστηριοτήτων που εμπεριέχει εικόνες και σύμβολα. Είναι απεριόριστη γιατί είναι άδεια και ταυτόχρονα γεμάτη σχετικότητες και αντιφάσεις» (Lefebvre, 1991, σ.288). Αυτή η αρένα δηλώνει μια χαλαρότητα που σε συνδυασμό με την χωρική πρακτική του Lefebvre καθορίζει τη σχέση τοπικού και υπερτοπικού και την αναπαράσταση αυτής, τους αποσπασματικούς χώρους της καθημερινότητας και αντίθετα, χώρους ξεχωριστούς, επιθυμητούς και ανεπιθύμητους, ιερούς ή απαγορευμένους για κάποιες κοινωνικές ομάδες. Κάθε χώρος υπάρχει πριν την εμφάνιση ανθρώπων σε αυτόν. Οι άνθρωποι λειτουργούν τόσο συλλογικά όσο και ατομικά, στον βαθμό που αποτελούν μέλη ευρύτερων ομάδων, στην αναζήτηση χώρων σε αμφισβήτηση με απώτερο στόχο την οικειοποίησή τους. Αυτή η προγενέστερη ύπαρξη του χώρου καθορίζει τις πράξεις και την παρουσία του υποκειμένου. Ταυτόχρονα το ίδιο το υποκείμενο με τις πράξεις και την παρουσία του προϋποθέτει την ύπαρξη του χώρου αυτού αλλά την ίδια στιγμή την αρνείται. Με άλλα λόγια το υποκείμενο βιώνει τον χώρο σαν ένα εμπόδιο, μια «αντιστεκόμενη αντικειμενικότητα» (Lefebvre, 1991, σ.56). Έτσι η υφή του χώρου προσφέρει δυνατότητες όχι μόνο σε δραστηριότητες που δεν έχουν θέση αλλού, αλλά και σε χωρικές πρακτικές με σαφή και καθορισμένη χρήση. Ο χαλαρός χώρος χαρακτηρίζεται από την απουσία ή την αναστολή της αοριστίας που είναι κοινή σε τόπους με ειδικό προορισμό και περιορισμένες λειτουργίες. Η αοριστία της χαλαρότητας του χώρου, σε συνδυασμό με την ελεύθερη πρόσβαση, προσφέρει την ευκαιρία ανάπτυξης άλλων δυνατοτήτων όπως δραστηριότητες που δεν αναμένονται και που δεν έχουν καμία άλλη θέση, αλλά και δραστηριότητες που επωφελούνται από μια σχετική έλλειψη ελέγχου και οικονομικών περιορισμών. Η ελευθερία είναι προϋπόθεση του χαλαρού χώρου ώστε να είναι δυνατή η αναζήτηση πιθανών επιθυμητών επιδιώξεων . Η ελευθερία είναι επίσης συνέπεια του χαλαρού χώρου καθώς οι ενέργειες των ανθρώπων δημιουργούν περισσότερες δυνατότητες πολιτικής, εμπορικής ή πειραματικής φύσης. Η κοινωνία παραμένει μια αφηρημένη οντότητα χωρίς συγκεκριμένους χώρους μέσω των οποίων ενεργοποιείται. Για να θεωρηθεί ελεύθερη μια κοινωνία απαιτείται η ύπαρξη δημόσιων χώρων οι οποίοι είναι ανοιχτοί με πολλούς τρόπους. Πολλές από τις δραστηριότητες που γεννούν τη χαλαρότητα δεν είναι ούτε παραγωγικές ούτε αναπαραγωγικές. Αντίθετα μπορεί να σχετίζονται με την ψυχαγωγία, την αναψυχή, την ελεύθερη έκφραση ή την κοινωνική αλληλεπίδραση. Είναι σημαντικό λοιπόν να τονιστεί ότι ο χαλαρός χώρος είναι ένας χώρος αποκολλημένος από ελεγχόμενα και ομογενή, αισθητικά και σε επίπεδο συμπεριφοράς, περιβάλλοντα αναψυχής και καταναλωτισμού όπου τίποτα το απροσδόκητο δε μπορεί να συμβεί.

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΣΤΟΝ ΧΑΛΑΡΟ ΧΩΡΟ

39


LOOSE SPACE

ο Bourdieu τονίζει ότι το κατοικείν, οι συνθήκες δηλαδή που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι στην καθημερινή τους ζωή και οι δημιουργικές, δραστήριες αντιδράσεις τους, συνυπάρχουν σε μια διαλεκτική σχέση. Οι ατομικές εμπειρίες δίνουν νόημα, μορφή και δυνατότητες στην καθημερινή τους ζωή. Η

δραστηριότητα

είναι ταυτόχρονα ένα προϊόν της καθημερινής ζωής, αλλά και ένας παραγωγός της.

40

LOOSE SPACE - ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ


LOOSE SPACE

Σε ορισμένα μέρη, οι πολίτες έχουν μεγαλύτερη ελευθερία να επιδιώξουν τις δραστηριότητες που επιθυμούν σε σχέση με άλλα περισσότερο περιοριστικά. Άλλες φορές αξιολογούν την ελευθερία που τους δίνεται και αντιμετωπίζουν τις προβλεπόμενες κυρώσεις. Αυτό συμβαίνει ακριβώς επειδή οι δραστηριότητες που καθιστούν ένα χώρο χαλαρό διαφέρουν από τις πρωταρχικές, προβλεπόμενες και υπάρχει αμφιβολία ως προς τη νομιμότητα και την κοινωνική αποδοχή τους. Κατά βάση, χαλαροί χώροι δημιουργούνται εκεί που απαγορευμένες συμπεριφορές βρίσκουν θέση. Αυτές που απαιτούν ιδιωτικότητα αν όχι μυστικότητα και συμβαίνουν σε μέρη όχι εύκολα προσβάσιμα ή ορατά. Οι άνθρωποι συχνά αναζητούν χώρους που θα υποστηρίξουν τις πράξεις που θέλουν να επιδιώξουν. Έχοντας σαφή λειτουργικά ζητούμενα βρίσκουν χώρους που μπορούν να φιλοξενήσουν αυτές τις δραστηριότητες παρόλο που δεν είναι προγραμματισμένες. Επομένως η χαλαρότητα περιλαμβάνει το να ξεπεράσει κανείς τα όρια αυτού που θεωρεί επιτρεπτό να συμβεί στον δημόσιο χώρο. Ταυτόχρονα, εκφραστικές δραστηριότητες λαμβάνουν χώρα στους χαλαρούς χώρους. Τα μέρη στα οποία συγκεντρώνεται ο κόσμος προσφέρουν ευκαιρίες για επαφή και αλληλεπίδραση μεταξύ των ανθρώπων. Τόσο πολιτικές δραστηριότητες όσο και προσωπικά αισθήματα εκφράζονται στον δημόσιο χώρο μέσω αυθόρμητων κινήσεων. Οι συχνά άναρχες και απρόσμενες δραστηριότητες των ανθρώπων χαλαρώνουν κυρίαρχα νοήματα που χαρακτηρίζουν τους «αναπαραστατικούς χώρους» όπως τους αναφέρει ο Lefebvre. «Αυτός είναι ο χώρος που η φαντασία επιδιώκει να αλλάξει και να οικειοποιηθεί» (Lefebvre, 1991, σ.39). Η αίσθηση της ελευθερίας και της κλίσης του ανθρώπου να συμμετάσχει σε δράσεις που δεν προκύπτουν αλλού, οφείλεται εν μέρει στην ανωνυμία του αστικού δημόσιου χώρου. Στον δημόσιο χώρο μπορεί να ξεφύγει κανείς πιο εύκολα από τους περιορισμούς που συνήθως συνδέονται με γνωστές κοινωνικές θέσεις και ρόλους σε σχέση με μικρότερες κοινότητες όπου οι κάτοικοι γνωρίζονται μεταξύ τους. Στους χαλαρούς χώρους οι κινήσεις και οι πράξεις μπορεί να είναι τόσο απρόσμενες όσο και η ταχύτητα και η κατεύθυνση της κίνησης. Συχνά μόνο το να βρίσκεται κανείς σ΄ έναν τέτοιο χώρο, με την ποικιλία και αβεβαιότητα κινήσεων που διαθέτει, απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή και διαλλακτικότητα. Επί της ουσίας αυτό που χαλαρώνει είναι η κατανόηση και ανεκτικότητα του χρήστη σε σχέση με τον συνδυασμό του περιβάλλοντος με το σώμα, τη σκέψη και τις πράξεις ώστε να παραχθούν καινούργιες χωρικές εμπειρίες.

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΣΤΟΝ ΧΑΛΑΡΟ ΧΩΡΟ

41



LOOSE SPACE

2.3.2

ΠΑΡΟΔΙΚΟΤΗΤΑ - ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΤΗΤΑ

Κάθε χώρος είναι μοναδικός και διακριτός· καθίσταται με άλλα λόγια μια υπαρκτική ετερότητα (existent alterity) (Αυδίκος, 2010, σ.36) στο χρόνο. Υπαρκτική γιατί ο σχεσιακός χώρος δεν είναι ποτέ πάγιος, αλλά πάντοτε υπόκειται σε συνεχείς μετασχηματισμούς, και ετερότητα γιατί συνιστά μια μοναδική οντότητα στο χρόνο, που δεν επιδέχεται συγκρίσεις. Ο χρόνος δεν νοείται πλέον γραμμικά, παίρνει καλύτερα τεθλασμένες μορφές αναπαραγωγής μεταξύ του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος. Οι δραστηριότητες που καθιστούν ένα χώρο χαλαρό, μπορεί να είναι αυθόρμητες ή ακόμη και προγραμματισμένες. Μπορεί να συμβούν μόνο μια φορά ή και να συμβαίνουν τακτικά. Μπορεί να φαίνονται ασυνήθιστες στους περαστικούς ή να είναι μέρος της καθημερινότητας. Μπορεί να είναι διασπαστικές ή άτακτες. Ωστόσο κατά κανόνα είναι εφήμερες, είτε διαρκούν λίγα λεπτά, είτε μήνες, είτε ακόμη και χρόνια. Ακόμη κι αν είναι μακροπρόθεσμες συμβαίνουν χωρίς επίσημη κύρωση και βεβαιότητα συνέχειας και μονιμότητας. Μια χρήση ορίζεται ως προσωρινή όταν αυτοί που την προτείνουν αλλά όσοι εμπλέκονται σε αυτήν αναμένουν να είναι περιορισμένης διάρκειας. Τον χρονικό διάστημα μπορεί να ρυθμιστεί από ένα συμβατικό διακανονισμό με τον ιδιοκτήτη ενός συγκεκριμένου κτιρίου, χώρου ή οικοπέδου. Στις περισσότερες περιπτώσεις, όμως, οι προσωρινές χρήσεις αυτές δεν έχουν επίσημη βάση ως προς όλα. Όταν οι καθημερινές δραστηριότητες είναι σε καταστολή, η χαλαρότητα μπορεί να είναι παροδική ή ακόμη και να διαρκεί μόλις μερικά λεπτά. Άλλες ζώνες χαΠΑΡΟΔΙΚΟΤΗΤΑ - ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΤΗΤΑ

43


LOOSE SPACE

Η χαλαρότητα των χώρων ποικίλει σε σχέση με τον χρόνο. Πολλοί χώροι καλούνται μόνο να εξυπηρετήσουν κύριες λειτουργίες σε συγκεκριμένες ώρες της ημέρας, της εβδομάδας και του έτους, ενώ τις υπόλοιπες ώρες αυτές οι λειτουργίες βρίσκονται σε εκκρεμότητα, όπως και οι πρακτικές διαχείρισης των χρηστών και των ομάδων που τους διατηρούν. Με άλλα λόγια ο χώρος γίνεται διαθέσιμος για άλλες, πιο ανεπίσημες δραστηριότητες.

44

LOOSE SPACE - ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ


LOOSE SPACE

λαρότητας μπορεί να διαρκούν μακροπρόθεσμα ή ακόμα και επί μονίμου βάσεως. Ένα πάρκο ή ένα εγκαταλελειμμένο κτήριο μπορεί να έχει συγκεκριμένους ιδιοκτήτες αλλά στην πραγματικότητα και από κοινωνικής άποψης να αποτελεί έναν χαλαρό χώρο. Αντίθετα, η συνεχής κίνηση των ανθρώπων, των οχημάτων και των αντικειμένων σε δρόμους, πεζοδρόμια, διαδρόμους σταθμών και κατώφλια σπιτιών εμποδίζει κατά μία έννοια την προοπτική μιας μακροχρόνιας οικειοποίησης του χώρου αλλά ταυτόχρονα εγγυάται την διαθεσιμότητα για αυθόρμητες, μη προγραμματισμένες χρήσεις και δραστηριότητες. Επομένως η χαλαρότητα μπορεί να εξυπηρετήσει και ως διάλειμμα από την ρουτίνα της καθημερινότητας εφόσον εμφανίζεται σε αυθόρμητες και προαιρετικές δραστηριότητες, οι οποίες δεν ορίζονται χρονικά, σε διάρκεια και δομή. Όπως αναφέρεται από τον Lynch «η πιθανότητα ελευθερίας κινήσεων και έκφρασης παρατηρείται σε οποιοδήποτε μέρος όπου ο άνθρωπος δεν κατευθύνεται από επιτακτικούς σκοπούς» (αναφέρεται στο Franc, 2007, σ.16). Το χρονοδιάγραμμα των διερευνητικών και των παραβατικών ενεργειών του ανθρώπου συχνά απεικονίζει τη συνειδητή αντίδρασή του στην περιοδική χαλαρότητα ή σκληρότητα του χώρου. Πιο συγκεκριμένα, διαφορετικές ομάδες ανθρώπων αντιλαμβάνονται με διαφορετικό τρόπο έναν δεδομένο χώρο που διαθέτει στοιχεία χαλαρότητας και βρίσκεται στη διάθεσή τους. Αυτή η επιθυμητή ευελιξία και συμμετοχικότητα επιτυγχάνεται μέσω της χρονικής διευθέτησης των διαφορετικών δραστηριοτήτων, αποφεύγοντας έτσι πιθανές συγκρούσεις. Πρόκειται για μια συνεχή διαδικασία διαπραγμάτευσης και διεκδίκησης με στόχο την οικειοποίηση του χώρου. Παρόλο που εξ ορισμού οι παροδικές χρήσεις είναι δραστηριότητες περιορισμένης χρονικής διάρκειας, αφήνουν ίχνη και συχνά επηρεάζουν την περαιτέρω ανάπτυξη του τόπου. Οι προσωρινοί χρήστες γίνονται σε αυτήν την περίπτωση αυτοί που ανακαλύπτουν τον χώρο και τον κάνουν δημόσια γνωστό μέσω πρωτοβουλιών παροδικών χρήσεων με πολλαπλά αποτελέσματα. Σε πολλές περιπτώσεις η προσωρινή χρήση λειτουργεί στο ενδιάμεσο διάστημα μεταξύ προηγούμενης και επόμενης προσχεδιασμένης λειτουργίας. Με άλλα λόγια στους τόπους αυτούς οι προσωρινοί χρήστες και οι δραστηριότητές τους δεν έχουν σημαντική επιρροή στην μελλοντική ανάπτυξη του τόπου. Σε μια διαφορετική περίπτωση, η παρουσία μιας εφήμερης χρήσης μπορεί να δώσει ένα συγκεκριμένο ερέθισμα στην μελλοντική ανάπτυξη της περιοχής. Δύναται να επηρεάσει τον μελλοντικό προγραμματισμό, θέτοντας ένα παράδειγμα πιθανής χρήσης ή την φυσική εμφάνιση του χώρου σώζοντας κτήρια που σε άλλη περίπτωση θα κατεδαφίζονταν. Η εφήμερη χρήση μπορεί επίσης να παραμείνει στον τόπο και να μετασχηματιστεί σε μόνιμη χρήση. Εναλλακτικά μπορεί να ακολουθηθεί μια κατεύθυνση συμβίωσης της προσωρινής χρήσης με την επερχόμενη ανάπτυξη της περιοχής. Οι καθιερωμένες και οι παροδικές χρήσεις συνυπάρχουν σε μια σχέση αμοιβαιότητας.

ΠΑΡΟΔΙΚΟΤΗΤΑ - ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΤΗΤΑ

45


LOOSE SPACE

Για παράδειγμα, συχνά μια περιοχή δεν επιτρέπει τη διέλευση οχημάτων κάποιες ώρες της ημέρας ή κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες και

ασφαλείας απομονώνεται ένα μέρος μιας περιοχής για κάποιο χρονικό διάστημα. για λόγους

Οι μπάρες κυκλοφορίας στο εμπορικό τρίγωνο της Αθήνας

έξοδος

46

είσοδος

LOOSE SPACE - ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ


LOOSE SPACE

Για παράδειγμα, μια εφήμερη χρήση μπορεί να προσελκύσει ανθρώπους σε ένα εφήμερο γεγονός που στεγάζεται μια μόνιμη υποδομή υποστήριξης. Τα κίνητρα για να γίνει κανείς παροδικός χρήστης ποικίλουν αλλά όλοι έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό, βρίσκονται σε ένα μεταίχμιο· στον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ επίσημου και ανεπίσημου, προσχεδιασμένου και απρόβλεπτου. Παρατηρούνται πολυάριθμοι λόγοι για να γίνει κανείς παροδικός χρήστης. Μερικοί πολίτες γίνονται παροδικοί χρήστες σε μια προσπάθεια να επιδιώξουν έναν εναλλακτικό τρόπο ζωής, ενώ άλλοι κινητοποιούνται από την επιθυμία τους να πραγματοποιήσουν το όνειρό τους για μια ανεξάρτητη επιχείρηση. Αυτοί οι επιχειρηματίες ανήκουν συνήθως σε ομάδες αποκλεισμένες από το κοινωνικό-οικονομικό σύστημα και έτσι ο χώρος αυτός της ημι-νομιμότητας τους παρέχει ευκαιρίες απασχόλησης με ενίοτε προοπτική ενσωμάτωσης στην νόμιμη ζωή της πόλης. Με αυτόν τον τρόπο η παραοικονομία μετατρέπεται σε υποδοχέα. Αποτελεί το μεταιχμιακό στάδιο μετάβασης για ποικίλες περιθωριοποιημένες ομάδες. Συνοψίζοντας η πρωτοβουλία μιας εφήμερης δραστηριότητας μπορεί να επιφέρει ρίσκο. Παρόλα τα πλεονεκτήματα που μπορεί να διαθέτει ένας τόπος, πολλές συνθήκες είναι αβέβαιες και τα κριτήρια και οι κανόνες που ακολουθούν οι παροδικοί χρήστες είναι χωρίς αμφιβολία διαφορετικά από αυτά των συμβατικών χρηστών. Ωστόσο οι προσωρινοί χρήστες καταβάλουν ιδιαίτερη προσωπική προσπάθεια για να μετατρέψουν και να οικειοποιηθούν ένα χώρο. Επιπλέον η επιλογή του χώρου γίνεται περισσότερο σύμφωνα με αυτά που μπορεί να εμπνεύσει παρά με τις υπάρχουσες συνθήκες. Η αρχική ιδέα για μια χρήση μπορεί να μετατραπεί πλήρως σύμφωνα με τις ιδιότητες ενός τόπου. Ο τόπος εδώ γίνεται αντιληπτός ως μια απολυτότητα του αστικού περιβάλλοντος· οι χωρικές ποιότητες καθώς και τα αντικείμενα που βρίσκονται εκεί περνούν στην κατοχή του προσωρινού χρήστη. Δεν όλα είναι εξίσου σημαντικά, αλλά αποτελούν μέρος της ίδιας διαδικασίας. Το κρίσιμο στάδιο αυτής της διαδικασίας είναι η ανάμειξη ιδέας και χώρου στο σημείο όπου οι δύο γίνονται συνώνυμοι και κάτι νέο προκύπτει.

ΠΑΡΟΔΙΚΟΤΗΤΑ - ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΤΗΤΑ

47



LOOSE SPACE

2.3.3

ΤΑΞΗ - ΑΤΑΞΙΑ

Οι ενεργοί δημόσιοι χώροι εμπλουτίζουν τη ζωή της πόλης καθώς λειτουργούν ως χώροι ανάσας. Ωστόσο μερικοί δεν αξιοποιούνται στο έπακρο. Ενώ ορισμένοι κανόνες είναι απαραίτητοι για την διατήρηση της ασφάλειας σ’ ένα χώρο, ο υπερβολικός έλεγχος μπορεί να οδηγήσει σε χώρους κενούς χωρίς ίχνος ζωής. Μια συγκεκριμένη ποσότητα αταξίας μπορεί να ενθαρρύνει την δημιουργία νέων και ανατρεπτικών δραστηριοτήτων. Αυτό συμβαίνει όχι μόνο εξαιτίας του χαμηλού επιπέδου επίβλεψης και την έλλειψη κανονισμών, αλλά επίσης γιατί προσφέρει χώρους και υλικά που επεκτείνουν το πεδίο εφαρμογής των δράσεων. Οι χώροι αυτοί γεννούν τις δικές τους δραστηριότητες, τα δικά τους νοήματα και τις δικές τους επιδιώξεις, εν μέρει επειδή ξεφεύγουν από τις θεσμοθετημένες δομές της κοινωνίας. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Lynch, στους εγκαταλελειμμένους χώρους η εκτόνωση μιας άμεσης επιδίωξης του ανθρώπου επιτρέπει ελευθερία πνευματική και κυριολεκτική (αναφέρεται στο Franc, 2007, σ.259). Οι χώροι αυτοί είναι άτακτοι έως και άναρχοι και δεν υπακούν σε κανόνες. Ωστόσο υπάρχει η πεποίθηση ότι οι κοινωνικές μεταβολές, που μπορεί να προκαλέσουν αυτοί οι χώροι, οδηγούν σε κοινωνικές μετατοπίσεις που απειλούν την τάξη και την ασφάλεια ενός τόπου. Συνεκδοχικά, προκαλείται ένα αίσθημα φόβου που με τη σειρά του δημιουργεί ένα αίσθημα αβεβαιότητας η οποία έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη νέων διαδικασιών κοινωνικού ελέγχου και επιβολής της τάξης.

ΤΑΞΗ - ΑΤΑΞΙΑ

49


LOOSE SPACE

Θα μπορούσε κανείς να μιλήσει λοιπόν για μια «αισθητική της τάξης» που αναγνωρίζει και ταυτοποιεί τα δομικά χαρακτηριστικά που οδηγούν έναν χώρο να γίνεται αντιληπτός ως ασφαλής (Franc, 2007, σ.154). Ωστόσο δεν είναι μια διαδικασία αυταπόδεικτη καθώς μπορεί να υπάρξει χαλαρότητα στις χρήσεις και τις προσδοκίες του δημόσιου χώρου. Η απρόσμενη χαλαρότητα, με τη μορφή πτυχών της καθημερινότητας που είναι απροσδόκητες και διαφορετικές από την κανονικότητα της πόλης, συχνά χειραγωγείται και ελέγχεται. Επί της ουσίας αυτή είναι μια διαδικασία δράσης – αντίδρασης που προσπαθεί να προβλέψει και να διαχειριστεί την αλλαγή με στόχο την απόλυτη ταύτισή της με αυτό που θεωρείται αποδεκτό και επιτρεπτό σε ένα δημόσιο χώρο. Ταυτόχρονα γίνεται μια προσπάθεια να απορροφηθεί η ανεκτή διαφορετικότητα και να μεταμορφωθεί στις κανονικές και προγραμματισμένες προσδοκίες της δημόσιας ζωής. Η αισθητική της τάξης παρουσιάζει την επίφαση της λειτουργίας, της τάξης και της ασφάλειας, ενώ ταυτόχρονα εντοπίζει και προσαρμόζει, με ένα ρυθμιστικό τρόπο, τυχόν απρόβλεπτες περιπτώσεις. Αυτό που θα μπορούσε άρα να αποτελέσει την χαλαρότητα τίθεται σε αμφισβήτηση. Ωστόσο η αισθητική της τάξης υποδεικνύει την ανάγκη διαχείρισης και πρόληψης περαιτέρω συγκρούσεων. Αυτό εγείρει ένα δίλημμα με θετικές όσο και αρνητικές πτυχές. Ενώ η αισθητική της τάξης προβάλλει μια ιδεολογία βελτίωσης, ταυτόχρονα εξαλείφει την πιθανότητα της διαφορετικότητας. Έτσι η χαλαρότητα παύει να υπάρχει και ενσωματώνεται για ακόμη μια φορά σε ένα πρότυπο επιβολής της τάξης.

50

LOOSE SPACE - ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ


LOOSE SPACE

2.4

LOOSENESS - TIGHTNESS ΜΙΑ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Η χαλαρότητα, η οικειοποίηση του δημόσιου χώρου για απρογραμμάτιστες χρήσεις, προκύπτει από την ελευθερία επιλογής. Ωστόσο δεν υπάρχει δημόσιος χώρος που να είναι εντελώς ελεύθερος, και από την άλλη, υπάρχουν χώροι που είναι πάρα πολύ ελεύθεροι. Ακόμη και σε περιβάλλοντα όπου ταμπού, σχετικά με τους τρόπους ενδυμασίας ή η αλληλεπίδραση με τους ξένους είναι πλήρως χαλαρή, όπως παραλίες και καρναβάλια, η διαφυγή περιλαμβάνει την επίκληση άλλων κανόνων. Σε άλλες περιπτώσεις, ο σχεδιασμός και οι κανονισμοί καθιστούν συγκεκριμένες ενέργειες ή εκφράσεις πιο δύσκολες, αντί να τις προλαμβάνουν εντελώς. Ίσως είναι δελεαστικό να δει κανείς την χαλαρότητα και τη σκληρότητα ως δύο συνθήκες σε αντιπαράθεση και να διχοτομήσει τον αστικό χώρο αντίστοιχα. Στις προηγούμενες δεκαετίες αναδύθηκαν νέοι τύποι δημόσιου χώρου που αποθαρρύνουν ή απαγορεύουν τις δραστηριότητες που καθιστούν έναν χώρο χαλαρό. Από την άλλη πλευρά αστικοί δημόσιοι χώροι μπορεί να μοιάζουν χαλαροί, τόσο στους χρήστες όσο και στους ερευνητές, ακόμη κι αν υπάρχουν αυστηροί περιορισμοί στους χώρους αυτούς. Το όραμα και οι σχεδιασμένες ποιότητες ενός χώρου συχνά κυριαρχούν σε σχέση με άλλους τρόπους κατανόησης αυτού. Αυτό έχει ως απόρροια την απομάκρυνση του ενδιαφέροντος από την πραγματική οικειοποίηση του χώρου και τους περιορισμούς που υφίσταται. Έτσι δημιουργούνται απατηλά «ανοιχτοί χώροι» εφόσον η ανθρώπινη συμπεριφορά καθοδηγείται από μη χωρικά εργαλεία. Οι άνθρωποι συχνά θεωρούν ότι έχουν την ελευθερία να χρησιμοποιούν τους δημόσιους ανοιχτούς χώρους όπως επιθυμούν. Μπορεί να

LOOSENESS - TIGHTNESS: ΜΙΑ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

51


LOOSE SPACE

Οι προσομοιώσεις χαλαρότητας μπορεί στην πραγματικότητα να είναι αγωγοί διακριτικής σκληρότητας. Ο Crawford (αναφέρεται στο Franc, 2007, σ.24) υποστηρίζει ότι ο «ελεύθερος» χρόνος που δαπανάται «ανεπίσημα» σε ένα εμπορικό κέντρο έχει στην πραγματικότητα σχεδιαστεί προσεκτικά για να παρέχει μια προσομοίωση της ποικιλίας και του αυθορμητισμού της πραγματικής πόλης, ενώ ενθαρρύνει την κατανάλωση και την εξάλειψη άλλων περισπασμών. Όταν η σύγχρονη ζωή μετατρέπεται όλο και περισσότερο σε ρουτίνα, η επιθυμία των ανθρώπων για περιπέτεια αυξάνεται, ακόμη αν και η ίδια η έννοια της απόδρασης είναι συχνά στερεότυπη.

52

LOOSE SPACE - ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ


LOOSE SPACE

συμπεράνουν, ωστόσο, ότι οι δράσεις οι οποίες είναι γενικά αποδεκτές απαγορεύονται σε ορισμένους δημόσιους χώρους ή σε ορισμένες χρονικές περιόδους. Πολλοί χαλαροί χώροι μπορεί να θεωρηθούν ως ακίνδυνοι τόποι για να απελευθερωθεί η ένταση και οι οποίοι ρυθμίζονται προσεκτικά στο χρόνο και το χώρο. Αλλά η ελεγχόμενη και προγραμματισμένη «χαλαρότητα» δεν είναι χαλαρότητα. Οι άνθρωποι μπορούν να οικειοποιηθούν ένα χώρο μόνο μέσω χρήσεων που έχουν επιλέξει οι ίδιοι και εφόσον έχουν πλήρη πρόσβαση και ελευθερία επιλογής. Ένας χώρος είναι πιο χαλαρός από ό,τι ένας άλλος στο σημείο όπου ιδιαίτερα πρότυπα συμπεριφοράς, έλεγχοι και προσδοκίες αποφλοιώνονται και απρόβλεπτες δραστηριότητες επιδιώκονται. Η συζήτηση για την χρονική μεταβλητότητα της χαλαρότητας υπογράμμισε ότι τα διάφορα είδη των κοινωνικών και φυσικών ελέγχων μπορούν να μετατραπούν ή να απενεργοποιηθούν. Με την πάροδο του χρόνου συνήθως αυξάνεται η χαλαρότητα. Χαλαρά μέρη μπορεί να συμβάλουν σημαντικά στην ευελιξία της χρήσης ενός χώρου μετακινώντας αυτά τα μέρη μπορεί να αλλάξει σημαντικά το επίπεδο της χαλαρότητας. Η γραμμή μεταξύ των χώρων που προσφέρουν ευκαιρίες για τους ανθρώπους να επιλέγουν τις δικές τους χρήσεις και χώρων που περιορίζουν εκείνες τις ευκαιρίες λόγω του αδικαιολόγητου φόβου των ανθρώπων, είναι λεπτή και μεταβλητή και διαμορφώνεται ανάλογα με την τοποθεσία, τα ειδικά χαρακτηριστικά και τις τοπικές αντιλήψεις ενός συγκεκριμένου χώρου. Ακόμη και σε πολύ «σκληρές» και «αυστηρές» θεσμικές ρυθμίσεις, όπως οι φυλακές, τα νοσοκομεία, τα σχολεία και το σπίτι της οικογένειας, όπου οι κανόνες, οι έννοιες και η φυσική δομή είναι σαφείς και σχετικά σταθερές, οι άνθρωποι οικειοποιούνται χώρους για τους δικούς τους σκοπούς και αντιστέκονται ενεργά σε καθιερωμένα πρότυπα και κανονισμούς. Αυτό υποδηλώνει την αναγκαιότητα μιας πιο σύνθετης προσέγγισης· την κατανόηση της χαλαρότητας σε μια διαλεκτική, όπου χαλάρωση (looseness) και σκληρότητα (tightness) βρίσκονται σε δυναμική σχέση και εξελίσσονται συνεχώς η μία σε σχέση με την άλλη. Ορίζοντας τη χαλαρότητα με συγκεκριμένους χωρικούς, χρονικούς ή τροπικούς όρους, σχηματίζεται η μορφή, ο σκοπός και το νόημά της. Ωστόσο, «χαλαρότητα» είναι ακριβώς αυτό που δεν μπορεί να περιοριστεί. Μπορεί να προκύψει ως άμεση και απρόσμενη απάντηση σε ειδικούς περιορισμούς· αλλάζει και αναπτύσσεται σε βάθος χρόνου. Η σχέση μεταξύ χωρικής πρακτικής και κωδικοποίησης ελέγχου εντείνεται μέσω του δίπολου του «σκληρού»* (tight) και «χαλαρού» (loose) χώρου. Ο όρος σκληρός ερμηνεύεται ως αυστηρός και συμπαγής, ενώ ο χαλαρός ερμηνεύεται όχι μέσω της ομοιογένειας αλλά μέσω της απουσίας ορίων ή δεσμών. Ο σκληρός χώρος συναντάται εκεί όπου η ταυτότητα έχει σταθεροποιηθεί, σε αντίθεση με τον χαλαρό χώρο στον οποίο εκκολάπτεται.

LOOSENESS - TIGHTNESS: ΜΙΑ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

53


LOOSE SPACE

*Ο σκληρός χώρος, δομείται σαν ένα δέντρο, ιεραρχικά οργανωμένο και ταυτίζεται με ένα συμβατικό τρόπο ζωής. Ενώ η χαλαρότητα ταυτίζεται με τους τρόπους πρακτικής που έρχονται σε αντίθεση με τις δενδροειδείς δομές του ιεραρχικού ελέγχου. Πρόκειται για ένα διανυσματικό πεδίο (πολιτικό, οικονομικό, ιστορικό, κοινωνικό, πολιτισμικό και περιβαλλοντικό) πάνω στο οποίο κινούμαστε. Κάθε πραγματικός χώρος είναι μια μίξη των δύο σε μια σχέση ανταγωνισμού όπου συνεχώς επικαλύπτει το ένα το άλλο δημιουργώντας αναδιπλώσεις. Η αναδίπλωση αυτή είναι μια μεταιχμιακή συνθήκη που σχετίζεται με την αναγέννηση . Δεν πρόκειται για ένα όριο αλλά για μια νέα οπτική στον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ πραγμάτων, στοιχείων και σημείων. Η εστίαση αυτή στο «ενδιάμεσο» αποτελεί επίσης και έναν εναλλακτικό τρόπο αντίληψης διττών διαλεκτικών αντιφάσεων όπως αυτή της αναδίπλωσης. Έτσι ο χώρος δεν αντιλαμβάνεται ως ένα σταθερό πλαίσιο μέσα στο οποίο υπάρχουν αντικείμενα αλλά δομείται μέσα από τις ροές μεταξύ τους (Franc, 2007).

54

LOOSE SPACE - ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ


LOOSE SPACE

Μια απεικόνιση αυτής της «διττής πόλης» είναι η αντικατάσταση των δημόσιων χώρων με τεράστια εμπορικά κέντρα που αλλάζουν το αστικό τοπίο και μερικώς το αλλοιώνουν. Η έννοια «μη-τόπος» μπορεί να εφαρμοστεί σε αυτούς τους τύπους χώρων. Αυτή η προσέγγιση αντιλαμβάνεται ένα τόπο ως έναν χώρο με ταυτότητα, ιστορία και σχέσεις, δηλαδή το αντίθετο ενός «μη-τόπου». Θεωρώντας την χαλαρότητα ως μια διαλεκτική διαδικασία αποκαλύπτεται η ανάπτυξή της μέσω εντάσεων. Εντάσεων μεταξύ προγραμματισμένων και καθιερωμένων δραστηριοτήτων, κανόνων και εννοιών και εντάσεων που είναι απρόβλεπτες και μπορεί να δημιουργήσουν σύγκρουση. Η χαλαρή χρήση του αστικού χώρου προκαλεί συχνά τη συνειδητή αντίδραση των ανθρώπων κατά των κανόνων, των προσδοκιών και των περιορισμών. Οι συνήθειες και οι προσδοκίες της καθημερινής ζωής δίνουν σχήμα στα νέα είδη των επιθυμιών, δράσεων και διερμηνειών που χαλαρώνουν τους κανόνες και τους χώρους. Οι αντικρουόμενες ενέργειες χαλάρωσης και σκληρότητας δεν παραμένουν παθητικές αλλά βρίσκονται σε μια διαρκή αντιπαράθεση. Δεν προσπαθεί η μία να εξαλείψει κάθε ίχνος της άλλης. Αποτελούν, αντ’ αυτού, μια σύνθεση, μια νέα κατάσταση πραγμάτων που αντλεί ερεθίσματα από δύο αντίθετες οπτικές αλλά και που υπερβαίνει επίσης και τροποποιεί και τις δύο, έτσι ώστε νέοι ορισμοί των «δυνατό», «επιθυμητό», «αποδεκτό», «περίεργο» και «παραβατικό» αναδύονται. Οι προσπάθειες είναι συνεχείς και μεταμορφώνονται καθώς νέες περιοχές, κανόνες και έννοιες ανακαλύπτονται και οικειοποιούνται. Συνεχώς προκύπτουν νέες εντάσεις εφόσον νέοι κανονισμοί τίθενται σε εφαρμογή. Τα μέσα και οι τόποι της σκληρότητας αλλάζουν συνεχώς. Αν και οι περιορισμοί στη δημόσια ανοικτή χρήση του χώρου μερικές φορές προτιμώνται σε μεγάλο βαθμό, η πλειοψηφία των ελέγχων και κανόνων για τον χώρο εισάγονται για την καταπολέμηση συγκεκριμένων προκλήσεων για το status quo, τόσο υλικά όσο και ιδεολογικά. Κάθε νέα μορφή χαλαρότητας δημιουργεί κοινωνικές αντιθέσεις, αναδεικνύοντας άλλους παράγοντες που την εξουδετερώνουν και την περιορίζουν. Παρά τον δημόσιο χαρακτήρα ενός χώρου, το δικαίωμα να λαμβάνουν χώρα άλλες δραστηριότητες εκτός από εκείνες οι οποίες είναι αποδεκτές, αναμένονται και είναι προκαθορισμένες, δεν είναι κάθε άλλο παρά εγγυημένο. Χωρικά και παραστατικά όρια και ευκαιρίες είναι το προϊόν της συνεχούς διαπραγμάτευσης και αμφισβήτησης, καθώς οι άνθρωποι επιδιώκουν δραστηριότητες που οι ίδιοι επιλέγουν και οι αρχές επιτρέπουν ή περιορίζουν τις δραστηριότητες αυτές. Υπάρχει συνήθως κάποια αβεβαιότητα σχετικά με το τι είναι νόμιμο ή κοινωνικά αποδεκτό στο χαλαρό χώρο. Οι δράσεις που μπορούν να είναι γενικά αποδεκτές μπορεί να οδηγήσουν σε κυρώσεις σε ορισμένους δημόσιους χώρους ή σε συγκεκριμένες ώρες ή μπορεί να οδηγήσουν σε σύγκρουση με άλλους χρήστες. Οι άνθρωποι συνεχώς διερευνούν τους πιθανούς βαθμούς και τα είδη χαλαρότητας, είτε η δραστηριότητα είναι ήσσονος σημασίας (κάποιος κάθεται στο πεζοδρόμιο ή στέκεται

LOOSENESS - TIGHTNESS: ΜΙΑ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

55


LOOSE SPACE

Θεωρώντας την χαλαρότητα ως μια διαλεκτική διαδικασία αποκαλύπτεται η ανάπτυξή της μέσω εντάσεων. Εντάσεων μεταξύ προγραμματισμένων και καθιερωμένων δραστηριοτήτων, κανόνων και εννοιών και εντάσεων που είναι απρόβλεπτες και μπορεί να δημιουργήσουν σύγκρουση. Η χαλαρή χρήση του αστικού χώρου προκαλεί συχνά τη συνειδητή αντίδραση των ανθρώπων κατά των κανόνων, των προσδοκιών και των περιορισμών. Οι συνήθειες και οι προσδοκίες της καθημερινής ζωής δίνουν σχήμα στα νέα είδη των επιθυμιών, δράσεων και διερμηνειών που χαλαρώνουν τους κανόνες και τους χώρους.

56

LOOSE SPACE - ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ


LOOSE SPACE

γύρω) είτε καθαρά πολιτική, ενώ την ίδια στιγμή οι άλλοι άνθρωποι προσπαθούν να «σκληρύνουν» τον χώρο. Η χαλαρότητα, και κατά συνέπεια η ποικιλομορφία, η αλλαγή και ο κίνδυνος, εξακολουθούν να είναι δυνατά να συμβούν σε δημόσιους και οιονεί δημόσιους χώρους όπου οι αρχιτέκτονες και οι πολεοδόμοι προσπαθούν να ελέγξουν τη συμπεριφορά. Επιπλέον, είναι συχνές οι προσπάθειες για να αποκτήσει ο χώρος σκληρότητα, που εν τέλει δημιουργούν χαλάρωση ως αντίδραση ή αντίσταση και του δίνουν μορφή. Ακόμη, μέσα από τις δράσεις τους, οι άνθρωποι μπορούν να χαλαρώσουν τις φυσικές συνθήκες των χώρων καθώς και τις κοινωνικές και αναπαραστατικές συνθήκες.

LOOSENESS - TIGHTNESS: ΜΙΑ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

57





LOOSE SPACE

3.0

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ

Η χαλαρότητα του χώρου όπως αναφέρθηκε νωρίτερα προκύπτει από τις ενέργειες και τις πράξεις των ανθρώπων. Ωστόσο οι ενέργειες αυτές δεν είναι όλες της ίδιας μορφής ούτε εκφράζονται με τον ίδιο τρόπο. Κατά βάση πρόκειται για αντικρουόμενες δραστηριότητες που θεμελιώνονται σύμφωνα με το δίπολο της οικειοποίησης και της αντίστασης. Με άλλα λόγια, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι ο μηχανισμός παραγωγής του χαλαρού χώρου αποτελείται από ενέργειες οικειοποίησης και αντίστασης που είτε συνυπάρχουν είτε έρχονται σε σύγκρουση. Ο χαλαρός χώρος είναι εξ ορισμού ένας χώρος που έχει οικειοποιηθεί από τους ανθρώπους που αναζητούν να επιδιώξουν δραστηριότητες που δεν προβλέπονται σύμφωνα με το πρόγραμμα. Η οικειοποίηση αποτελεί άρα ένα κυρίαρχο χαρακτηριστικό του χαλαρού χώρου. Οι επιδιωκόμενες δραστηριότητες είναι μέρος της καθημερινής ζωής αλλά ανήκουν στις πτυχές που συχνά παραβλέπονται γιατί θεωρούνται απρόσμενες, παροδικές και άσκοπες. Η οικειοποίηση αυτής της μορφής συνιστά μια καλοήθη προσθήκη στην δημόσια ζωή. Δεν πρόκειται για αμφιλεγόμενες μορφές οικειοποίησης αλλά ίσως ελαφρώς παραβατικές. Οι άνθρωποι στις συνήθεις καθημερινές δραστηριότητες τους απλώς καταλαμβάνουν και κάνουν χρήση χώρων που επιτρέπουν μια ποικιλία δραστηριοτήτων που δεν ανήκουν στις προβλεπόμενες. Πολιτιστικές και κοινωνικές διαφορές μεταξύ των φορέων παρέχουν μια πρώτη ματιά για το πώς οι άνθρωποι αναγνωρίζουν διαφορετικές δυνατότητες μέσα στον χώρο και πώς τις αξιοποιούν διαφορετικά. Αυτό είναι δυνατό μόνο στον δημόσιο χώρο, όπου

ΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ

61


LOOSE SPACE

Ο Ι Κ Ε Ι Ο Π Ο Ι Η Σ Η

Α Ν Τ Ι Σ Τ Α Σ Η

62

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ


LOOSE SPACE

δεν υπάρχουν αυστηροί κανονισμοί σχετικά με τη χρήση, όπως πεζοδρόμια και δημόσιες σκάλες. Από την άλλη πλευρά μέσα από μια ποικιλία μηχανισμών, οι τρόποι συμπεριφοράς και οι έννοιες στον κοινωνικό χώρο συχνά καταστέλλονται. Εδώ η χαλαρότητα προκύπτει ως απάντηση. Η ίδια η πόλη και οι πολίτες αντιστέκονται. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η φυσική σκληρότητα είναι ο καταλύτης που εμπνέει και οδηγεί σε πράξεις αντίστασης. Αυτές οι πράξεις χαλαρότητας είναι συνειδητές. Σε αντίθεση με πραγματιστικές μορφές οικειοποίησης οι οποίες είναι βολικές, αβλαβείς και εύκολο να τις ανεχθεί κανείς, οι δραστηριότητες της αντίστασης διαθέτουν ένα ευρύ πολιτικό και ιδεολογικό συγκείμενο και αντίκτυπο. Η συμπεριφορά γίνεται τακτική με την έννοια ότι η χαλαρότητα αναλαμβάνει να εξυπηρετήσει ορισμένους σκοπούς. Οι πράξεις αντίστασης απεικονίζουν τον τρόπο με τον οποίο είναι διαμορφωμένος ο ανελαστικός χώρος και εξετάζουν τα όρια ανοχής του. Μέσω αυτών δημιουργούνται νέες πραγματικότητες που αποκλίνουν από την κανονικότητα της πόλης· αυτοί οι «έτεροι» τόποι αποτελούν έναν από τους μηχανισμούς παραγωγής της χαλαρότητας.

ΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ

63


*Για μεγάλο διάστημα οι φιλόσοφοι είχαν δεδομένη την ύπαρξη του απόλυτου χώρου, μαζί με ό,τι περιείχε: φιγούρες, σχέσεις και αναλογίες, νούμερα και λοιπά. Ενάντια σε αυτή τη θέση, ο Leibniz (αναφέρεται στο Lefebvre, 1991,σ.169) ισχυρίζεται ότι ο χώρος «από μόνος του», δεν είναι ούτε «τίποτα» αλλά ούτε και «κάτι» και ακόμη λιγότερο η ολότητα των πραγμάτων ή η μορφή του συνόλου τους. Για τον Leibnitz

ο χώρος ήταν, πράγματι, δυσδιά-

κριτος. Για να μπορέσει να διακριθεί «κάτι» στο χώρο, πρέπει να εισαχθούν άξονες και μία αρχή, καθώς και προσανατολισμός. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι ο Leibnitz ασπάζεται την «υποκειμενιστική» θέση σύμφωνα με την οποία ο παρατηρητής και τα σταθμά απαρτίζουν

η οικειοποίηση του χώρου είναι απαραίτητη.

το πραγματικό. Εν αντιθέσει, ο Leibnitz θέλει να υποστηρίξει ότι

Τι, λοιπόν, οικειοποιείται τον χώρο; Το σώμα, όχι τα σώματα γενικά, ούτε η σωματική υλικότητα, αλλά ένα συγκεκριμένο σώμα, ένα σώμα ικανό να υποδείξει κατεύθυνση με μια χειρονομία, να ορίσει την περιστροφή γυρνώντας, να οριοθετήσει και να προσανατολίσει τον χώρο. Έτσι, για τον Leibnitz ο χώρος είναι απόλυτα σχετικός, με αφηρημένες ποιότητες, που οδηγούν τη μαθηματική σκέψη να τον αντιμετωπίσει ως αρχετυπικό και με έναν συμπαγή χαρακτήρα (μέσα στον οποίο τα σώματα υπάρχουν και εκφράζουν την υλική τους υπόσταση).


LOOSE SPACE

ΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΣΗ

3.1

3.1.1

ΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ

Πώς ένα σώμα οικειοποιείται τον χώρο*; Ο μεταφορικός όρος «οικειοποίηση» είναι δανεισμένος από το καθημερινό βίωμα του χώρου ως ήδη οριοθετημένο, ως «οικειοποιημένο». Η σύνδεση μεταξύ χώρου ως «διαθέσιμου» και χώρου ως «οικειοποιημένου», όμως, δεν έχει τίποτε απλό ή προφανές. Δυστυχώς, μια μεταφορική έννοια δε μπορεί απλά να ερεθίσει τη σκέψη. Γνωρίζουμε ότι ο χώρος δεν είναι ένα προϋπάρχον κενό, που περιλαμβάνει μόνο τυπικές ιδιότητες. Το να γίνει αντικείμενο κριτικής και να απορριφθεί ο απόλυτος χώρος, είναι απλά η άρνηση μιας συγκεκριμένης αναπαράστασης, αυτής που ορίζει τον χώρο ως ένα δοχείο που περιμένει να γεμίσει με περιεχόμενο. Είμαστε λοιπόν υποχρεωμένοι να αναλογιστούμε μια αντιθετική υπόθεση. Μπορεί το σώμα με την ικανότητά του για δράση, και τις διάφορες ενέργειες του, να δημιουργήσει χώρο; Βεβαίως, αλλά όχι με την έννοια ότι η οικειοποίηση μπορεί να «κατασκευάσει» χώρο· μάλλον, υπάρχει μια άμεση σχέση μεταξύ σώματος και χώρου, μεταξύ της εγκατάστασης του σώματος στον χώρο και της οικειοποίησης του χώρου. Κάθε σώμα είναι χώρος και έχει τον χώρο του, παράγεται μέσα στον χώρο και παράγει αυτό τον χώρο. Αυτή είναι μια πραγματικά αξιοσημείωτη σχέση. Το σώμα με την ενέργειά του δημιουργεί ή παράγει το δικό του χώρο· αντιστοίχως, οι νόμοι του χώρου, που μπορούμε να πούμε ότι είναι νόμοι των διακρίσεων στο χώρο, κυριεύουν το σώμα και τις ενέργειές του. Οι κοινωνικές ανάγκες έχουν μια ανθρωπολογική βάση. Εν αντιθέσει και συμπληρωματικά, περιλαμβάνουν την ανάγκη για ασφάλεια και ανασφάλεια, την ανάγκη

ΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ

65


LOOSE SPACE

για βεβαιότητα και περιπέτεια, εκείνη της οργανωμένης εργασίας και του παιχνιδιού, την ανάγκη για το προβλεπόμενο και το απροσδόκητο, την ομοιότητα και τη διαφορά, την απομόνωση και τη συνάντηση, την ανταλλαγή και την επένδυση, την ανεξαρτησία και την επικοινωνία, των άμεσων και των μακροπρόθεσμων προοπτικών. Ο άνθρωπος έχει την ανάγκη να δει, να ακούσει, να αγγίξει, να γευτεί και την ανάγκη να συγκεντρώσει αυτές τις αισθήσεις σε έναν «κόσμο». Σε αυτές τις ανθρωπολογικές ανάγκες, που είναι και κοινωνικά επεκτεινόμενες (οι οποίες κάποιες φορές διαχωρίζονται άλλες φορές ενώνονται, αλλού συμπιεσμένες και αλλού είναι υπερτροφικές), μπορούν να προστεθούν συγκεκριμένες ανάγκες που δεν ικανοποιούνται από τις εμπορικές και πολιτιστικές υποδομές οι οποίες φειδωλά λήφθηκαν υπ’ όψιν από τους πολεοδόμους.

66

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ


LOOSE SPACE

3.1.2

ΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ

Η πόλη, ως οικειοποιημένος χώρος περιλαμβάνει και προσδιορίζει οικειοποιημένους χώρους. Είναι η προβολή της κοινωνίας πάνω στο έδαφος, δηλαδή όχι μόνο πάνω στο αισθητό πεδίο, αλλά πάνω στο ιδιότυπο επίπεδο που αντιλαμβάνεται και συλλαμβάνει η σκέψη και που ορίζει την πόλη και το αστικό. Αυτό που εγγράφεται και προβάλλεται δεν είναι μόνο μια απώτερη τάξη, μια κοινωνική σφαιρικότητα, ένας τρόπος παραγωγής, ένας γενικός κώδικας, αλλά και ένας χρόνος ή χρόνοι, ρυθμοί. Το κοινωνικό επίπεδο τοποθετείται πάνω από την πόλη και ταυτόχρονα μέσα στην πόλη. Η κοινωνική δομή παρουσιάζεται μέσα στην πόλη, εκεί γίνεται αισθητή και εκεί σηματοδοτεί μια νέα τάξη πραγμάτων. Αντίστροφα, η πόλη είναι κομμάτι του κοινωνικού συνόλου· αποκαλύπτει τους θεσμούς, τις ιδεολογίες, επειδή τις εμπεριέχει, τις ενσαρκώνει στην αισθητή ύλη. Η οικειοποίηση είναι μια βαθιά ανθρώπινη ενέργεια που συμβαίνει όταν ο άνθρωπος ασκεί το δικαίωμά του στην πόλη. Η οικειοποίηση περιλαμβάνει μια ολόκληρη σειρά από ψυχολογικές διαδικασίες δημιουργίας, χαλάρωσης, δράσης, ονειροπόλησης και μάθησης σύμφωνα με τα σχέδια και τις επιθυμίες κάθε ανθρώπου. Είναι η επικοινωνία και η κοινωνική σχετικότητα του αστικού χώρου, είναι αστική κουλτούρα και ζωντανή μνήμη. Η οικειοποίηση διαφέρει από άλλες πρακτικές όπως η απλή κατοχή γιατί συνεπάγεται συλλογική δραστηριότητα. Η κατοχή, για παράδειγμα μιας ιδιοκτησίας δεν συνεπάγεται απαραίτητα την οικειοποίηση, καθώς τα αντικείμενα μπορούν να παραμείνουν αμέτοχα. Με άλλα λόγια δεν χρειάζεται να είναι κανείς ο ιδιοκτήτης

ΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ

67


LOOSE SPACE

*Σε συνθήκες κρίσης, στην καρδιά μιας κοινωνίας που δεν μπορεί εξ ολοκλήρου να εναντιωθεί και απλά τα εμποδίζει, τα δικαιώματα που καθορίζουν τον πολιτισμό βρίσκουν τον δρόμο τους· μέσα, αλλά συχνά ενάντια στην κοινωνία, δίπλα αλλά και ενάντια στον πολιτισμό. Αυτά τα δικαιώματα, που δεν αναγνωρίζονται, σταδιακά γίνονται συ-

Θα μπορούσαν να αλλάξουν την πραγματικότητα

νήθη πριν εγγραφούν σε επισημοποιημένους κώδικες.

αν εισάγονταν σε κοινωνικές πρακτικές· το δικαίωμα στην εργασία, στην εκπαίδευση, στη μόρφωση, στην υγεία, στην κατοικία, στη ζωή. Μέσα σε αυτά τα δικαιώματα συμπεριλαμβάνεται και το δικαίωμα στην πόλη, στην αστική ζωή, στην ανανεωμένη κεντρικότητα, σε μέρη συνάντησης και ανταλλαγής, σε ρυθμούς ζωής και αξιοποίησης του χρόνου, επιτρέποντας την πλήρη και ολοκληρωμένη χρήση αυτών των στιγμών και μερών.

Ο Ι Κ Ε Ι Ο Π Ο Ι Η Σ Η

**Η ποικιλομορφία, η ανωνυμία και η έλλειψη εξοικείωσης με άλλα άτομα που συναντιούνται στην πόλη δίνουν στη δημόσια δραστηριότητα ένα διακριτό χαρακτήρα. Το περιορισμένο πεδίο γνώσης και συμμετοχής επιτρέπει στους ανθρώπους να ξεφύγουν από τις φυσιολογικές κοινωνικές συμπεριφορές και υποχρεώσεις με χαμηλό κίνδυνο έκθεσης. Μιας και τα άτομα δημοσίως δεν γνωρίζουν την κοινωνική θέση των άλλων ανθρώπων, τις δυνατότητες και τα κίνητρα, για να γνωρίζουν τον «πρέποντα» τρόπο να συμπεριφερθούν, η δραστηριότητα παρέχει έναν σχετικά χαμηλού ρίσκου τρόπο

να δοκι-

μαστούν τα όρια του άλλου.

68

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ


LOOSE SPACE

ενός αστικού χώρου για να τον οικειοποιηθεί. Οικειοποιείται ένα χώρο, αλλά και η πόλη οικειοποιείται εκείνον σε μια διαδικασία που πάντα λειτουργεί και στις δύο κατευθύνσεις. Η οικειοποίηση έχει μια συναισθηματική διάσταση που μετατρέπει τη σχέση σε ταυτοποίηση, είτε η πραγματικότητα έχει αλλάξει είτε όχι. Έτσι, οι ψυχοκοινωνικές διαδικασίες της οικειοποίησης του χώρου σχετίζονται με αστικές πολιτιστικές πρακτικές, αντιλήψεις, αναπαραστάσεις, επιθυμίες, αισθητική και συναισθήματα. Συνεπάγονται το κοινωνικό και προσωπικό φαντασιακό και τη διαλεκτική των σχέσεων μεταξύ του ατόμου και του αστικού χώρου. Η οικειοποίηση που προέρχεται από αυθόρμητες πρακτικές, είναι μέρος του αγώνα για το δικαίωμα στην πόλη*. Περιλαμβάνει συγχρόνως γνωστική, συναισθηματική, συμβολική και αισθητική εμπειρία, καθώς και ρητές καταστάσεις της εξουσίας που συνδέονται με τη λειτουργία της ιδιοκτησίας και του αποκλεισμού, αλλά και αναδυόμενες κοινωνικές πρακτικές που αντιμετωπίζουν τη διττότητα της πόλης, η οποία χαρακτηρίζεται από το χώρο του κατακερματισμού και της κοινωνικής ανισότητας. Ο χαλαρός χώρος δημιουργείται μέσω των δραστηριοτήτων των ανθρώπων. Δραστηριότητες που συμβαίνουν σε σχεδιασμένους ή δημόσιους χώρους, δημιουργούν περισσότερη ή λιγότερη ένταση και αποτελούν την καθημερινότητα της πόλης. Η ποικιλία χρήσεων και χρηστών στους χώρους αυτούς, όπως επίσης οι ευκαιρίες και προσβάσεις που προσφέρονται, αποκαλύπτουν τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η οικειοποίηση του αστικού χώρου σε καθημερινή βάση. Ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι αξιοποιούν καθημερινά τα φυσικά στοιχεία του δημόσιου χώρου είναι συχνά ιδιαίτερα δημιουργικός. Σε συνδυασμό με τις προβλεπόμενες χρήσεις, λαμβάνουν χώρα και απρόσμενες. Αυτές συνυπάρχουν παράλληλα και συχνά αλληλοκαλύπτονται δημιουργώντας στιγμιαίες εντάσεις και συγκρούσεις, οι οποίες στη συνέχεια βοηθούν στην συγκρότηση της ποικιλίας, της πυκνότητας και της ζωντάνιας της αστικής δημόσιας ζωής. Ορισμένες ενέργειες οικειοποίησης του χώρου διαρκούν μόλις λίγα λεπτά, άλλες ώρες ή ακόμη και ολόκληρη τη μέρα. Μπορεί να είναι αυθόρμητες και απρόσμενες ή να συμβαίνουν τακτικά. Συνεπώς, παρόλο που οι δραστηριότητες που καθιστούν ένα χώρο χαλαρό δεν προορίζονταν γι’ αυτόν κατά τη διαδικασία του σχεδιασμού, μπορεί να μετατραπούν σε προσδοκώμενες πτυχές της καθημερινής ζωής σε συγκεκριμένες περιοχές, ή ακόμη και να συμβάλλουν στη διαμόρφωση της ταυτότητας της περιοχής. Πεζοδρόμια, δρόμοι, σκαλιά και είσοδοι κτηρίων αποτελούν χώρους με εύκολη πρόσβαση, ανοιχτούς σε κοινή θέα και κατά γενική ομολογία ασφαλείς. Ενώ υπάρχει πιθανότητα ο άνθρωπος να ρισκάρει μέσα σε αυτούς, δεν είναι εγγενώς επικίνδυνοι χώροι**. Δεδομένου ότι είναι οι χώροι που προορίζονται για κυκλοφορία, ή βρίσκονται γειτονικά σε χώρους κυκλοφορίας, δεν απαιτείται ιδιαίτερη προσπάθεια για να ανακαλυφθούν ή να εντοπιστούν. Εμφανίζονται σε διαδροΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ

69


LOOSE SPACE

«η σημασία της χαλαρής εμπειρίας είναι μια συνεχής αμφιταλάντευση μεταξύ έντασης και απελευθέρωσης» *Ο Rojek σημειώνει ότι

(αναφέρεται στο Stevens, 2007, σ.74) .

Οι άνθρωποι απολαμβάνουν να καταλαμβάνουν το όριο.

70

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ


LOOSE SPACE

μές πολλών ανθρώπων μέσα στην πόλη, είτε για ένα διάλειμμα από την καθημερινότητα είτε για μια αγορά. Λαμβάνοντας υπόψη τις θέσεις τους, οι χώροι σε αυτό το τμήμα καταλαμβάνονται γενικά από πολλούς ανθρώπους και φιλοξενούν μια ποικιλία δραστηριοτήτων. Η ανάμιξη των χρήσεων είναι συνεργατική, εμπορικές δραστηριότητες αγοράς και πώλησης δημιουργούν ευκαιρίες για επαφή και επικοινωνία και διατήρηση και προβολή της πολιτιστικής ταυτότητας και των κοινωνικών δεσμών. Τα όρια των δημοσίων χώρων δεν παρέχουν την απόλυτη ελευθερία. Η οικειοποίηση των χώρων δεν είναι απαραίτητο ότι παρέχει ένα υψηλό βαθμό ελέγχου, και οι πολλές δραστηριότητες του δημόσιου χώρου έχουν αβέβαια αποτελέσματα. Επίπεδοι, ανοιχτοί ή μη ελεγχόμενοι χώροι μπορεί να φαίνονται χαλαροί, αλλά υπάρχουν όρια στο τι μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι εκεί, γιατί αυτές οι ρυθμίσεις στερούνται την ποικιλία και την επιλογή. Οι δημόσιοι χώροι προσφέρουν τόσο ευκαιρίες αλλά και κινδύνους λόγω της θολής και απροσδόκητης μεταιχμιότητας τους*. Κάτω από οριακές συνθήκες, εξακολουθούν να υπάρχουν κοινωνικές διακρίσεις και έλεγχος, αλλά είναι διαπραγματεύσιμες. Οι χρήστες των χαλαρών χώρων επιλέγουν τους χώρους αυτούς ακριβώς για την πυκνότητα, τη σχέση τους με άλλους χώρους και τις συμπληρωματικές δραστηριότητες που προκύπτουν, στην αναζήτηση για την ζωντάνια, τις γειτνιάσεις και επικαλύψεις που προσφέρει μια πόλη. Οι δραστηριότητες διαχέονται από τον ένα χώρο στον άλλο, από το εσωτερικό προς το εξωτερικό, από το πεζοδρόμιο στο δρόμο. Καταστήματα, υπηρεσίες και εστιατόρια επεκτείνουν τη δραστηριότητά τους σε παρακείμενους δρόμους και πεζοδρόμια. Όπως οι πωλητές στο πεζοδρόμιο, θολώνουν τα όρια μεταξύ των χώρων του εμπορίου και των χώρων κυκλοφορίας. Οι άνθρωποι απολαμβάνουν να καταλαμβάνουν το όριο, είτε κάθονται σε ένα τοίχο, είτε κρεμώντας τα στοιχεία προς πώληση. Μια πόλη που συνίσταται από χαλαρούς χώρους διαπερνά πέρα από το βλέμμα και τα αισθήματα. Η αλληλοεπικάλυψη των διαφορετικών δραστηριοτήτων και η χαλάρωση των ορίων μεταξύ των χώρων δημιουργούν οπτικά και αισθησιακά πλούσιες εμπειρίες: η μυρωδιά του φαγητού από έναν προμηθευτή στο δρόμο, ή ένα υπαίθριο εστιατόριο, ο ήχος της μουσικής από μια στοά, ή μια παράσταση δρόμου. Η πυκνότητα και η ανάμιξη χρήσεων, οι συναντήσεις μεταξύ των ανθρώπων που κινούνται κατά μήκος και εκείνων που στέκονται απαιτούν διαπραγμάτευση. Η χαλαρότητα μέσω της οικειοποίησης επιτυγχάνεται μέσω της συνεχούς κίνησης και της αλλαγής, όπως το πλήθος υποχωρεί και ρέει, όπως το μεσημέρι περνάει ή το φεστιβάλ δρόμου έρχεται στο τέλος του. ω Οι ψυχοκοινωνικές διαδικασίες που εμπλέκονται με την οικειοποίηση, έρχονται αντιμέτωπες με εμπόδια και δεν μπορούν να εξηγηθούν χωρίς να ληφθεί υπόψη το κοινωνικοοικονομικό συγκείμενο και οι τεχνολογικές μεταβολές. Η ταχύτητα των μετασχηματισμών αυτών σε κατοικημένες αστικές περιοχές, δεν πληροί τις χω-

ΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ

71


LOOSE SPACE

Η αλληλοεπικάλυψη των διαφορετικών δραστηριοτήτων και η χαλάρωση των ορίων μεταξύ των χώρων δημιουργούν οπτικά και αισθησιακά πλούσιες εμπειρίες.

72

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ


LOOSE SPACE

ρικές ανάγκες όλων των κοινωνικών ομάδων και δεν επιτρέπει στους ανθρώπους να συνδεθούν με τον χώρο. Αυτή η διαδικασία της αποοικειοποίησης σκληραίνει τον δημόσιο χώρο, με περιορισμούς που τίθενται σε σχέση με την κινητικότητα των ανθρώπων και την απομόνωσή τους σε χώρους που είναι αποξενωμένοι από την έννοια της πόλης ως σπιτιού, ως χώρου κατοίκησης. Όπως κινείται κανείς μέσα σ’ αυτούς τους χώρους, τα αντικείμενα θεωρούνται ως ευκαιρίες για χρήση και οικειοποίηση. Οι χαλαροί χώροι αποτελούν έναν κόσμο των αντικειμένων και επιφανειών που μας καλούν να τα δούμε, να αποκτήσουμε πρόσβαση σε αυτά και να τα αντιληφθούμε. Σε αντίθεση με την πόλη θέαμα, όπου όλα έχουν μια σωστή θέση, αυτοί οι χώροι είναι ανοιχτοί σε ερμηνείες παρουσιάζουν μια ευκαιρία δοκιμής πολλών άλλων ταυτοτήτων και τρόπων ύπαρξης, χωρίς διαμεσολάβηση από τις φυσικές, κοινωνικές και πολιτιστικές απαιτήσεις που συμμορφώνονται με τις περισσότερες άλλες αστικές περιοχές. Επιπλέον οι χαλαροί χώροι παρέχουν ένα τόπο για δραστηριότητες και συμπεριφορές για τις οποίες δεν παρέχεται καμία άλλη θέση στο αστικό τοπίο και οι οποίες εκπροσωπούν ένα χώρο κοινωνικής αντιστάθμισης, όπου η υπερβολική πίεση της κοινωνίας αποφορτίζεται και όπου η μη συμμόρφωση είναι αποδεκτή ως κάτι το φυσιολογικό. Ο Edensor (αναφέρεται στο Hudson, μ.π, σ.6) περιγράφει πως, στους χώρους αυτούς, «το σώμα απελευθερώνεται από τους συνηθισμένους ενσυνείδητους επιτελεστικούς περιορισμούς της πόλης». Αυτοί οι χώροι προσφέρουν επίσης ένα χώρο οικειοποίησης και κατοίκησης σε διαφορετικές κοινότητες, ξένες προς την κανονική ζωή της πόλης. Επιπλέον επισημαίνεται ότι αυτά τα «αστικά τοπία» είναι σημαντικά για την κοινωνία, επειδή παρέχουν μια εναλλακτική λύση για την ελεγχόμενη και σκόπιμη δημιουργία του αστικού χώρου τονώνοντας έτσι τη φαντασία. Η αίσθηση της αμοιβαιότητας που αναπτύσσεται μεταξύ των αντικειμένων και των χώρων στους οποίους βρίσκονται καθορίζεται από την διαδικασία παραγωγής τους ή από την πιθανότητα που έχουν τα αντικείμενα αυτά να ασκήσουν έλεγχο στους χώρους αυτούς ατομικά και κοινωνικά. Απ’ αυτήν την άποψη, η πόλη θεωρείται ως ένα προϊόν όπου οι κάτοικοι, θέλοντας και μη, απέχουν από τη διαδικασία παραγωγής του χώρου. Απ’ την άλλη, η πόλη ως έργο αντιπροσωπεύει ένα τομέα στον οποίο ο χώρος δεν υπόκειται στην λογική του κέρδους, για χάρη μιας συμβολικής αξίας ικανής να γεννήσει ένα αίσθημα κοινωνικής αμοιβαιότητας. Υπό αυτήν την έννοια η ρήξη μεταξύ ανθρώπων και παραγόμενου αστικού χώρου θα αναδυόταν για πρώτη φορά στην αρχή της διαδικασίας βιομηχανοποίησης της οποίας ο μηχανισμός τείνει να καταστείλει το αναφαίρετο δικαίωμα του Lefebvre στην πόλη. Σύμφωνα με τον Lefebvre (1977) η πόλη πρέπει να επαναδιεκδικηθεί μέσω μιας «ειρηνικής επανάστασης, ικανής να ελευθερώσει υποκειμενικότητες στον αστικό χώρο, με μια συμβολική ενέργεια συλλογικής επανοικειοποίησης που θα παλέψει να βρει μια σταθερή χωρική ερμηνεία». Σύμφωνα με τον De Certeau (αναφέρεται στο Laveratto, 2015, σ.6), η παραγωγή του

ΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ

73


LOOSE SPACE

δημόσιου χώρου δεν καθορίζεται μόνο από θεσμικές στρατηγικές σχεδιασμού και διαχείρισης αλλά επίσης διαμορφώνεται μέσα από αμέτρητες συλλογικές και ατομικές τακτικές που στοχεύουν την επαναδιεκδίκηση και οικειοποίηση του δημόσιου χώρου. Έτσι η προσοχή στρέφεται σταδιακά στις ανεπίσημες, αυθόρμητες ενέργειες του ανθρώπου. Σύμφωνα με έναν πετυχημένο και πρόσφατα εισαχθέντα όρο, ο Henry Shaftoe (αναφέρεται στο Laveratto, 2015, σ.8) υποστηρίζει ότι ο αστικός χώρος οφείλει απλώς να είναι «ευχάριστος». Να μπορεί δηλαδή να προσφέρει λειτουργικούς χώρους προς οικειοποίηση.

74

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΏΡΟΥ


LOOSE SPACE

ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

3.2

3.2.1

ΜΟΡΦΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

«Ο πραγματικά δημόσιος χώρος αψηφά την κατηγοριοποίηση. Πράγματι μπορεί να μην αναγνωρίζεται πραγματικά ως χώρος. Η ανοιχτότητά του σε ετερογενείς μεταβολές θα είναι τέτοια που δε θα έχει καθαρή μορφή και περατά όρια» (Franc, 2007, σ.223). Σε πόλεις σε όλο τον κόσμο, ομάδες ανθρώπων κατοικούν μικρούς χώρους μέσα στον αστικό ιστό, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θεωρούνται οριακοί σε σχέση με τα πιο κεντρικά και πολυσύχναστα τμήματα της πόλης. Οι τρόποι με τους οποίους οι άνθρωποι κατοικούν αυτούς τους τόπους αποτελούν μορφές αντίστασης ενάντια στις κυρίαρχες δυνάμεις της αστικής ανάπτυξης και στην αφομοίωση ενός «κανονικού» τρόπου ζωής, εργασίας και αναψυχής. Η υπακοή σε αυτές τις δυνάμεις θα σήμαινε την απώλεια της ταυτότητας του τόπου, των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και της μνήμης του. Ο χώρος και ο τόπος δεν πρέπει να διαχειρίζονται αυτόνομα, απομονωμένα από την κοινωνία, αλλά ως εμπλεκόμενοι παράγοντες της παραγωγής κοινωνικών σχέσεων. Επιπλέον θεωρείται ότι σχετίζονται με σχέσεις εξουσίας και σε μερικές περιπτώσεις με σχέσεις γνώσης-εξουσίας. Οι χωρικές σχέσεις και οι τόποι που σχετίζονται μ’ αυτές είναι πολλαπλές και αντικρουόμενες. Αυτό σημαίνει ότι ένας χώρος δε σημαίνει το ίδιο πράγμα σε διαφορετικές ομάδες χρηστών. Έτσι προκύπτει κατά τον Lefebvre (1991) μια συζήτηση για την ανοιχτή πιθανότητα αντίστασης σε ενδιάμεσους ή περιθωριακούς χώρους και τις δυνατότητες που διαθέτουν για τη διαμόρφωση ελεύθερων αναπαραστάσεων του χώρου. Συνεκδοχικά η προσοχή

ΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ

75


LOOSE SPACE

ΠΛΑΤΕΙΑ ΑΜΕΡΙΚΗΣ

Ο στιγματισμός αυτός ευνοεί τις κυρίαρχες

αγνοήσουν αυ«άλλους» ή να διαλύσουν

κοινωνικές ομάδες να τούς τους

τους τόπους που κατοικούν και συχνάζουν.

76

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ


LOOSE SPACE

μετατίθεται στα όρια μεταξύ των χώρων και στον τρόπο με το οποίο αυτά μπορούν να αρθούν. Οι ιδέες για αντίσταση και ειδικά με τη μορφή παραβατικού χαρακτήρα σε σχέση με την χωρικότητα της εξουσίας αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Σε αυτό το σημείο θα επανέλθουμε στον Lefebvre και την παραγωγή του χώρου. Ο Lefebvre διατηρεί την άποψη ότι η καθημερινότητα είναι ένα πεδίο πολιτικού αγώνα, ότι διαθέτει ετερογένεια μορφών και χώρους αντίστασης απέναντι στις κυρίαρχες σχέσεις εξουσίας και οι οποίοι αποτελούν τη βάση της πιθανής αλλαγής. Η χωρική διαλεκτική επομένως έρχεται να φωτίσει στιγμές αλληλοσυσχετίσεων αυτών των χώρων. Η παραγωγή του χώρου μέσω κοινωνικών σχέσεων συσχετίζεται με την παραγωγή και αναπαραγωγή που απορρέει από την χωρική πρακτική. Από την άλλη πλευρά οι αναπαραστάσεις του χώρου αποτελούν τις ηγεμονικές, ιδεολογικές αναπαραστάσεις που σχετίζονται με τον παραγόμενο χώρο. Ο Lefebvre λοιπόν, πιστεύει ότι μέσα στον καπιταλιστικό κοινωνικό σχηματισμό η χωρική πρακτική γίνεται αόρατη και μετατρέπεται μέσω των κυρίαρχων αναπαραστάσεων του χώρου στον αφηρημένο χώρο. Επομένως η αντίσταση σε αυτές τις κυρίαρχες κοινωνικές σχέσεις μπορεί να καταστήσει τον χώρο ορατό και πραγματοποιείται μέσω των αναπαραστατικών χώρων. Τέτοιοι χώροι όπως υπογραμμίζει ο Lefebvre (αναφέρεται στο Hetherington, 1997, σ.22) ενσαρκώνουν περίπλοκους συμβολισμούς, συχνά κωδικοποιημένους και συνδεδεμένους με τις αφανείς πτυχές της δημόσιας ζωής.

Ωστόσο οι χώροι αυτοί είναι τόποι παροδικών καταστάσεων και γεγονότων ακριβώς επειδή παρέχουν πιθανότητες αντίστασης σε περιθωριοποιημένες κοινωνικές ομάδες. Οι αναπαραστατικοί χώροι αποτελούν πρακτικές που συνδέονται με τον τόπο και τους ανθρώπους και έχουν τις ρίζες τους στις πραγματικότητες της καθημερινότητας. Πιο συγκεκριμένα απορρέουν από την σφαίρα της φαντασίας ως αντίσταση στα εγκόσμια και αποξενώνουν στοιχεία της καθημερινότητας. Με αυτήν την έννοια περικλείουν ένα ουτοπικό στοιχείο με τη μορφή επιθυμίας, βελτίωσης ή αλλαγής της κοινωνίας. Τέτοιες ενέργειες αντίστασης μπορεί να υπάρξουν και σε οργανωμένη μορφή με στόχο τη βελτίωση των συνθηκών σε περιθωριοποιημένες κοινότητες ή την αποτροπή της καταστροφής τους. Οι χρήστες των τόπων αυτών πέρα από την περιθωριοποίηση βιώνουν και τον στιγματισμό όσον αφορά την εθνικότητα ή τον τρόπο ζωής τους. Ο στιγματισμός αυτός ευνοεί τις κυρίαρχες κοινωνικές ομάδες να αγνοήσουν αυτούς τους «άλλους» ή να διαλύσουν τους τόπους που κατοικούν και συχνάζουν. Τέτοιες πρωτοβουλίες συχνά λαμβάνονται με πρόφαση το κοινό καλό μιας κοινότητας, ενώ ταυτόχρονα αποκλείουν όσους δε συμμορφώνονται με αυτές. Οι προσπάθειες αντίστασης σε αυτές τις πρωτοβουλίες θέτουν παράλληλα υπό αμφισβήτηση την έννοια της κοινότητας.

ΜΟΡΦΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

77


LOOSE SPACE

Στον περίγυρο της πλατείας Αμερικής συναντώνται αποκλειστικά καταστήματα με ξένες επιγραφές

Αν σε έναν χώρο αυτοί που έχουν στιγματιστεί γίνονται πλέον η πλειονότητα, τότε συνεκδοχικά στιγματίζεται και ο χώρος.

Η περιθωριοποίηση δεν ερμηνεύεται απαραίτητα μόνο γεωγραφικά. Συχνά πρόκειται για τόπους προσκείμενους ή εντός του κέντρου της πόλης και συναντώνται τόσο σε ανεπτυγμένες όσο και αναπτυσσόμενες κοινωνίες. Για την ακρίβεια η περιθωριοποίηση δεν αποτελεί πάντα ένα χαρακτηριστικό του τόπου, αλλά όπως υποστηρίζει ο Doron (αναφέρεται στο Franc, 2007, σ.172), είναι χαρακτηριστικό μιας ομάδας ανθρώπων ή των πρακτικών που αυτοί ασκούν σ’ ένα χώρο που μοιράζονται με άλλους. Ο κοινωνικός και χωρικός διαχωρισμός από την υπόλοιπη κοινωνία που χαρακτηρίζει αρκετές περιπτώσεις αντίστασης συχνά επιβάλλεται στους ανθρώπους και ιδιαίτερα σε μετανάστες και πρόσφυγες. Τυπικά οι άνθρωποι και οι πρακτικές είναι αυτοί που στιγματίζονται. Η κατάσταση αυτή συνήθως ανατρέπεται με την απομάκρυνση αυτών των χρηστών και την αλλαγή χρήσης του χώρου.

78

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ


LOOSE SPACE

Σε ορισμένες περιπτώσεις αρχιτέκτονες και καλλιτέχνες έρχονται να βοηθήσουν ομάδες που ο τόπος στον οποίο ζουν βρίσκεται σε κίνδυνο και συνεργαζόμενοι με αυτές παίρνουν μέρος σε ενέργειες αντίστασης. Σε αυτές τις προσπάθειες τα όρια καταρρίπτονται και οι καθιερωμένες προσεγγίσεις απορρίπτονται για χάρη περισσότερο πειραματικών μεθόδων που σχετίζονται κάθε φορά με τον τόπο. Έτσι ανακαλύπτονται νέοι περιθωριοποιημένοι τόποι και ομάδες και οργανώνονται φεστιβάλ ή εκθέσεις για να σταματήσουν τα σχέδια των αρχών. Η αντίσταση ανταποκρίνεται σε σταθερές φυσικές συνθήκες. Επιπλέον πολλές από τις ομάδες στις οποίες αναφερόμαστε είναι κατά κύριο λόγο αφανείς στον υπόλοιπο αστικό πληθυσμό, με αποτέλεσμα οι χώροι στους οποίους κατοικούν να αποκαλούνται «νεκρές ζώνες» (Franc, 2007, σ.172). Μια τέτοια ονομασία, σαν ένα είδος επίσημης διαγραφής του τόπου και όποιων βρίσκονται εκεί, αντιμετωπίζει τη συγκεκριμένη περιοχή ως «άδεια» και ως εκ τούτου είναι διαθέσιμη για περαιτέρω ανάπτυξη. Επίσης εμφανείς πράξεις αντίστασης μπορεί να πραγματοποιηθούν με στόχο να κάνουν τις κοινότητες και τα προβλήματά τους ορατά στο ευρύ κοινό και να ασκήσουν πίεση στις αρχές ώστε να αναγνωρίσουν την ύπαρξη τους και τα δικαιώματά τους. Παρόλα αυτά η λογική πίσω από αυτούς τους χώρους δεν είναι μια λογική απόλυτης αυτονομίας αλλά μια λογική που αναδύεται μέσα από τις αντιφάσεις της παραγωγής του κοινωνικού χώρου. Αυτές οι αντιφάσεις θεωρούνται κατά τον Lefebvre (1977) χαρακτηριστικές της καπιταλιστικής νεωτερικότητας. Συνεκδοχικά η παραγωγή του καπιταλιστικού χώρου στοχεύει στην ομογένεια και τη διατήρηση μιας ασάφειας που τον καθιστά αόρατο. Ωστόσο η διαδικασία αυτή παράγει επίσης και αντιθέσεις που οδηγούν σε θραύσματα και την παραγωγή του διαφορικού χώρου που επιτρέπει το ενδεχόμενο της ύπαρξης αντίστασης σε περιοχές που παραμένουν ανέπαφες από τις μορφές εμπορευματοποίησης. Οι αναπαραστατικοί χώροι περιλαμβάνουν την αξιοποίηση τόπων εγκαταλελειμμένων ή παραμελημένων οι οποίοι θεωρούνται ως θραύσματα παραγόμενα από εντάσεις εντός του αντιφατικού χώρου που μένει στην αφάνεια μέσω των αναπαραστάσεων του χώρου. Η χρήση τόπων που αποπνέουν αμφιβολία και αβεβαιότητα, τους προσδίδει μια πλεονεκτική θέση απ’ όπου η παραγωγή του χώρου μπορεί να γίνει ορατή και να ιδωθεί με κριτική ματιά (Hetherington, 1997, σ.23). Σύμφωνα με τον Lefebvre (1977) αυτός είναι ο ρόλος των ενεργειών αντίστασης, να καταστήσουν ένα χώρο ορατό στο σύνολό του. Με αυτόν τον τρόπο, παράλληλα αποκαλύπτονται οι κοινωνικές σχέσεις εξουσίας που λειτουργούν μέσα στην κοινωνία. Υπό αυτήν την έννοια, οι δραστηριότητες που σχετίζονται με την παραγωγή αναπαραστατικών χώρων μετατίθενται έτσι ώστε η περιθωριοποίηση να απελευθερωθεί. Περιθωριοποιημένες ομάδες, πρακτικές και τρόποι σκέψης βοηθούν στην παραγωγή της ταυτότητας αυτών των τόπων που χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγή των αναπαραστατικών χώρων. Με άλλα λόγια οι αναπαραστατικοί χώ-

ΜΟΡΦΕΣ ΑΝΤΙΙΣΤΑΣΗΣ

79


LOOSE SPACE

ροι είναι χώροι ελευθερίας. Αυτές οι άτυπες ζώνες μπορούν να βοηθήσουν στη διατήρηση πλήθους «άλλων», πολιτιστικών και κοινωνικών πρακτικών που καταδεικνύουν διάφορες εναλλακτικές λύσεις του οράματος για την πόλη. Παρέχονται έτσι δυνατότητες υπερβατικότητας και ανατροπής καθώς οι τόποι επανοικειοποιούνται, επαναπρογραμματίζονται και επαναχρησιμοποιούνται για νέες χρήσεις. Έχουν ήδη διεξαχθεί προσπάθειες να αναγνωριστούν ευρέως μερικές από τις χωρικές και κοινωνικές ποιότητες των νεκρών ζωνών σε σχεδιασμένους δημόσιους χώρους, ειδικά όταν αυτοί έχουν υποστεί ισχυρό διαχωρισμό και πολλές προσπάθειες εξυγίανσης. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι χώροι αυτοί ήταν περισσότερο δεκτικοί και ανοιχτοί σε ανθρώπους «νομάδες» παρά στους κατοίκους της περιοχής (Franc, 2007, σ.224). Κοιτάζοντας επίσης τη σχέση μεταξύ αντίστασης και παραβατικότητας σε συνδυασμό με την κοινωνική τάξη, μπορούμε να συμπεράνουμε ποιο είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που κάνει τους χαλαρούς χώρους να διαφέρουν. «Είναι χώροι εναλλακτικής τάξης, μιας τάξης που ενσαρκώνεται σε σχέση με την ένταση που υπάρχει στις σύγχρονες κοινωνίες μεταξύ των εννοιών της ελευθερίας, του ελέγχου και της πειθαρχίας» (Hetherington, 1997). Ωστόσο, έχει ενδιαφέρον στην υπάρχουσα ύφεση, με τις ελάχιστες προοπτικές που δίνονται στους σχεδιαστές, ότι υπάρχει ένας αυξημένος αριθμός ευκαιριών για παραβατικές πράξεις αντίστασης. «Η παραβατικότητα αξιοποιεί διαφορετικές στρατηγικές χρήσης του χώρου, ενθαρρύνοντας την εξερεύνηση ενός πεδίου κρυμμένου μέσα στα στεγανά των ορίων της αρχιτεκτονικής και του σχεδιασμού» (Shaw, 2009, σ.4). Αποκαλύπτει, επίσης, τα όρια και τους περιορισμούς αυτών των δύο πρακτικών, που αντιπροσωπεύουν μια χαμένη ευκαιρία, καθώς αρχιτέκτονες και πολεοδόμοι αποτυγχάνουν να μάθουν από τις υπερβατικές πράξεις που υπο-

δεικνύουν δημιουργικούς τρόπους κατοίκησης του χώρου. Στον αντίποδα, ο Hetherington (1997) τονίζει ότι ο Lefebvre δεν υπολογίζει ότι οι τόποι αντίστασης είναι επίσης και τόποι εναλλακτικών τρόπων τάξης και διάταξης (βλ. Παράρτημα Α). Έχουν δικούς τους κώδικες, κανόνες και σύμβολα και γεννούν τις δικές τους σχέσεις εξουσίας. Αυτή η αλληλεπίδραση μεταξύ αντίστασης και διάταξης έχει καίριο ρόλο στην κατανόηση της χωρικότητας της σύγχρονης κοινωνίας. Οι αναπαραστατικοί χώροι του Lefebvre είναι χώροι περιθωριακοί αλλά είναι επίσης χώροι ελεύθεροι που αντιτίθενται στην εξουσία. Εν ολίγοις η παράλειψη που εντοπίζεται είναι ότι ο Lefebvre στην προσέγγισή του δεν επιτρέπει την ανάπτυξη μιας διαλεκτικής σχέσης μεταξύ ελευθερίας και τάξης μέσα στους αναπαραστατικούς χώρους αλλά προτιμά να τους βλέπει αποκλειστικά ως χώρους ελευθερίας και αντίστασης. Η προώθηση των διαφορετικών τρόπων αλληλεπίδρασης με το χώρο και την ύλη

80

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ


LOOSE SPACE

έρχεται σε αντίθεση με τις πειθαρχημένες επιδιώξεις που ακολουθούνται συνήθως στους πιο αυστηρά περιοριστικούς από άποψη συμπεριφοράς χώρους. Μεγάλο κομμάτι του σύγχρονου αστικού χώρου ακολουθεί τη λογική της «μηχανικής επιστήμης», μέσω της οποίας ένα πρωταρχικό πλέγμα μπορεί να περιορίσει τα πράγματα και τους ανθρώπους και έτσι να επιτευχθεί η κοινωνική και χωρική τάξη (Franc, 2007, σ.251).

Αυτό το αποσπασματικό και αποσυνδεδεμένο χάος θραυσμάτων έρχεται σε αντίθεση με την παράταξη παρόμοιων χώρων, συχνά περιφραγμένων, στους οποίους συμβαίνουν μόνο επιθυμητές δραστηριότητες δημιουργώντας αυτό που ο ορίζεται ως ένα χωρικά και κοινωνικά διαιρεμένο κόσμο όπου άνθρωποι, κίνηση, δουλειά, κατοικία, πλούσιοι και φτωχοί τοποθετούνται σε μια μοναδική και απομονωμένη σε σχέση με τα άλλα θέση. Αυτές οι πειθαρχικές διαδικασίες συμβάλλουν στην έννοια του «καθαρισμού του χώρου», η οποία γεννήθηκε από μια αποστροφή για την εχθρότητα που προκύπτει από την ανάμειξη διαφορετικών κατηγοριών και εκδηλώνεται με τη μορφή μιας διαχωριστικής ώθησης (Franc, 2007, σ.252). Αυτοί οι «καθαροί» ή έντονα «ταξινομημένοι» χώροι έρχονται σε αντίθεση με άλλους ασθενώς «ταξινομημένους» χώρους με ασαφή όρια, που συνδέονται με την απελευθέρωση και την ποικιλομορφία. Με άλλα λόγια αντιτίθενται στους χαλαρούς χώρους όπου οι δραστηριότητες, τα αντικείμενα και οι άνθρωποι αλληλοεπιδρούν επιτρέποντας σε ένα ευρύ φάσμα συναντήσεων, αυτοδιαχείρισης και εκφραστικότητας να αναπτυχθεί. Ενώ στις Δυτικές πόλεις τέτοιοι χώροι εμφανίζονται όλο και πιο σπάνια, η τάση να επιτευχθεί μια φαινομενική χωρική τάξη η οποία διευκολύνει την αποτελεσματική και ορθολογική κυκλοφορία των εμπορευμάτων, το χρήμα και τις πληροφορίες ανατρέπεται από τη μαζική υπερπαραγωγή πραγμάτων και πληροφοριών και τα τεράστια πλεονάσματα. Αυτή η περίσσεια ύλης και νοήματος αποκαλύπτει την περιορισμένη ικανότητα της υπερ-σχεδιασμένης, εμπορευματοποιημένης και υπερβολικά κωδικοποιημένης πόλης να πείσει τους πολίτες να ακολουθήσουν τις προτιμώμενες έννοιες και πρακτικές. Ωστόσο οι χαλαροί χώροι αποτελούν παραδείγματα σημειολογικής και υλικής περίσσειας. Περιέχουν πολλαπλούς απείθαρχους πόρους με τους οποίους ο άνθρωπος μπορεί να παράξει νόημα και πρακτικές. Είναι κάθε άλλο παρά άχρηστοι χώροι όπου δε συμβαίνει τίποτα. Αποτελούν χώρους βαθιά ριζωμένους σε τοπικές πρακτικές. Αυτές οι συχνά παραβατικές επιδιώξεις επιβιώνουν εξαιτίας της έλλειψης επίβλεψης και κανονισμού και την ανοίκεια όψη τους. Ακαθόριστοι και προκλητικοί, οι χαλαροί χώροι είναι χώροι που η έννοια του αστικού εφαρμόζεται διαφορετικά.

ΜΟΡΦΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

81


LOOSE SPACE

1. Αγορά για εμπόριο 2. Αγορά για πολιτική 3. Περίβολος ιερού

Στην Αθηναϊκή Πολιτεία ο Αριστοτέλης, αμέσως μετά τη συζήτηση για την Πολιτεία του Πλάτωνα, εν συντομία σχολιάζει τις θεωρίες του Ιπποδάμου, του πατέρα της πολεοδομίας ο οποίος συστήνεται σαν αυτός «που εφηύρε τη διαίρεση των πόλεων σε τετράγωνα». Το σύστημά του αφορούσε μια πόλη με πληθυσμό δέκα χιλιάδες διαιρούμενο σε τρεις κατηγορίες· μία τάξη τεχνιτών, μία αγροτών και η τρίτη τάξη είναι αυτή που πολεμούσε για την πόλη και ήταν η ένοπλη τάξη. Χώρισε την πόλη σε τρία τμήματα, ένα ιερό, ένα δημόσιο και ένα ιδιωτικό· το θρησκευτικό για να παρέχονται οι προσφορές στους θεούς, το πολιτικό-διοικητικό για να παρέχει στην ένοπλη τάξη και το ιδιωτικό, που διαχειρίζονταν από τους αγρότες. Ο Αριστοτέλης επικρίνει την ουτοπία του Ιπποδάμου γιατί το προτεινόμενο σύστημα είναι αρκετά απόλυτο, αναφέροντας για παράδειγμα ότι οι ένοπλοι που δεν έχουν γη και οι αγρότες που δεν έχουν όπλα θα είναι σε μια δύσκολη θέση, ενώ οι τεχνίτες που δεν έχουν τίποτε από τα δύο θα καταλήξουν σκλάβοι. Η τριμερής διαίρεση όμως δεν διευκρινίζεται περεταίρω και δε θεωρητικοποιείται στην Πολιτεία. Ωστόσο πέρα από τη συζήτηση του Αριστοτέλη, μπορούμε εύκολα να δούμε τον τριμερή διαχωρισμό στα σχέδια του Ιππόδάμου για την πόλη της Μιλήτου, στην οποία τα κοινά παρουσιάζουν μια παρόμοια τριαδική ειδίκευση: εκτός από τον κάνναβο των κατοικιών, υπάρχουν αγορές για εμπόριο, η αγορά για την πολιτική και περίβολοι για τα ιερά.

82

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΏΡΟΥ


LOOSE SPACE

3.2.2

Η ΕΤΕΡΟΤΟΠΙΑ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι οι ερμηνείες που έχουν δοθεί μέχρι τώρα για το χαλαρό χώρο βρίσκονται κοντά στην έννοια της «ετεροτοπίας » και ότι είναι σημαντικό και παραγωγικό να προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε αυτά τα αστικά φαινόμενα μέσω αυτής της έννοιας. Ο χαλαρός χώρος έχει ετεροτοπικές εκφάνσεις, δηλαδή θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι ο χαλαρός χώρος και η ετεροτοπία είναι δύο έννοιες αλληλοκαλυπτόμενες. Ακολουθώντας την ιδέα της ετεροτοπίας προσφέρεται μια παραγωγική στρατηγική για να διερευνηθούν αυτές οι συνθήκες που παράγονται στους χώρους αυτούς. Ο Foucault (βλ. Παράρτημα Β) με τον όρο αυτόν περιέγραψε διάφορους θεσμούς και μέρη που διακόπτουν την προφανή συνέχεια και την κανονικότητα των απλών καθημερινών χώρων· ένας κόσμος εκτός κέντρου με σεβασμό στην κανονικότητα ή στους καθημερινούς χώρους, έναν χώρο που κατέχει πολλαπλές, αποσπασματικές ή ακόμη ασύμβατες έννοιες. Επειδή εισήγαγαν την ετερότητα στην κανονικότητα, στην ομοιότητα και στην επικαιρότητα της καθημερινής κοινωνίας, ο Foucault ονόμασε αυτά τα μέρη «ετερο-τοπίες», δηλαδή «έτεροι χώροι». Ο όρος επηρέασε την αρχιτεκτονική και την αστική θεωρία, ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, αλλά παρέμεινε μια πηγή σύγχυσης και συζήτησης από τότε. Οι ετεροτοπίες στεγάζουν όλες τις εξαιρέσεις στο κυρίαρχο μοντέλο πόλης. Μια ετεροτοπία είναι ο χώρος που συνδυάζει τη στασιμότητα του θύλακα και τη ροή ενός αγωγού και στην οποία η ισορροπία μεταξύ αυτών των δύο συστημάτων αλλάζει συνεχώς. Η λειτουργία της είναι να βοηθήσει να διατηρηθεί η σταθερότητα

Η ΕΤΕΡΟΤΟΠΙΑ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

83


LOOSE SPACE

Η

Π Ο Λ Η

Τ Ω Ν

Π Ε Ν Τ Ε

Τ Ε Τ Ρ Α Γ Ω Ν Ω Ν Robert Van Pelt

πηγή: De Cauter (2008), ανασχεδιασμός

Στη διαίρεση της πόλης του Ιπποδάμου σε ιερό, δημόσιο και ιδωτικό αναγνωρίζουμε την περιγραφή της πόλης από τον Robert Jan Van Pelt (αναφέρεται στο Cauter, 2008) ως την «πόλη των πέντε τετραγώνων». Σύμφωνα με τον Van Pelt η σύσταση της ελληνικής πόλης μπορεί να περιγραφεί με πέντε πεδία ή τετράγωνα. Το πρώτο είναι το κέντρο, ο τοίχος ή η διασύνδεση μεταξύ εντός και εκτός, παρουσιασμένο σαν ένα μεγάλο τετράγωνο που οριοθετεί τέσσερα άλλα τετράγωνα που περιέχονται μέσα σε αυτό. Εντός του κέντρου βρίσκονται ο οίκος, ή το ιδιωτικό σπίτι, η αγορά με τη στοά, η ακρόπολη με το ναό ή ιερό και η νεκρόπολη (νεκροταφείο) με την επιτύμβια στήλη. Με μια προσεκτικότερη εξέταση, όμως, αυτός ο διαχωρισμός των πέντε τετραγώνων φαντάζει παρόμοιος με τον τριμερή διαχωρισμό του Ιπποδάμου όταν συνδέουμε την Ακρόπολη με τη νεκρόπολη, βλέπουμε μια ζώνη μεταξύ του οίκου και της αγοράς, μια διαγώνια γραμμή στο σύστημα της «πενταμερούς πόλης» μεταξύ της οικονομίας και της πολιτικής. Αυτή η διαγώνια, ο ενδιάμεσος χώρος που εκτείνεται από το ναό μέχρι το νεκροταφείο, αντιπροσωπεύει τη σφαίρα των «έτερων χώρων»: το θέατρο, το στάδιο, την παλαίστρα, τον ιππόδρομο, το γυμναστήριο κλπ. Αυτός ο ενδιάμεσος χώρος αντιστοιχεί στην «τρίτη σφαίρα» ή τον «τρίτο χώρο» του Ιπποδάμου. Ο απλός και διακριτός διαχωρισμός του Ιπποδάμου είναι διαφωτιστικός. Περιέχει το γενικό κλειδί της θεωρίας της ετεροτοπίας: η ετεροτοπία είναι ο «τρίτος χώρος» στην τριάδα του Ιπποδάμου. Αυτός ο «τρίτος χώρος» δεν είναι ούτε πολιτικός (ή δημόσιος) ούτε οικονομικός (ή ιδιωτικός), αλλά μάλλον ένας ιερός χώρος, ή καλύτερα ένας «ιερατικός» χώρος. Αυτός ο ορισμός καθιστά ρητή την ετερότητα των έτερων χώρων (les espaces autres του Foucault). Ο έτερος χώρος είναι διαφορετικός από την οικονομία του οίκου και διαφορετικός από την πολιτεία της πόλης που εμφανίζεται στην αγορά: η ετεροτοπία είναι το έτερο της οικονομίας και το έτερο της πολιτείας.

84

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ


LOOSE SPACE

της πόλης ως ένα σύστημα αυτο-οργάνωσης. Σε ένα γραμμικό, λογικό, επιστημονικό αστικό σύστημα βοηθά να διατηρηθεί η δυναμική, η συνολική ισορροπία μεταξύ των δυναμικών πόλων που ορίζουν ένα σύστημα χειριζόμενη τις εξαιρέσεις. Σε μη γραμμικά συστήματα, διευκολύνει τη δυναμική ανισορροπία και τη γρήγορη μετατόπιση μεταξύ των αστικών μορφών. Για να μπορεί να εκπληρώνει αυτές τις λειτουργίες, η ετεροτοπία είναι έντονα διαφορετική και συνεχώς ροϊκή. Η σύνδεση με το έργο του Henri Lefebvre για την παραγωγή του χώρου είναι προφανής και αναπόφευκτη. Ο Lefebvre δεν προτείνει έναν διαχωρισμό του χώρου σε χρονικές περιόδους. Περισσότερο βλέπει τον χώρο να αποτελείται από τρεις «στιγμές» που συνυπάρχουν, αλληλοεπιδρούν και παράγονται η μία σε σχέση με την άλλη. Πρόκειται για τη χωρική διαλεκτική, που αναλύθηκε παραπάνω, η οποία εν ολίγοις μπορεί να οριστεί σαν τη διαδικασία παραγωγής του φυσικού χώρου (του χτισμένου περιβάλλοντος). Ο χώρος που βιώνεται, καταλαμβάνεται και μεταμορφώνεται από τους χρήστες του, όπως αντιλήφθηκε από τον Lefebvre, είναι αυτός που επικαλύπτει περισσότερο τις θεωρίες του Foucault για τον «σχεσιακό χώρο» και είναι ιδιαίτερα σημαντικός για την παραγωγή των ετεροτοπιών.

Η ΕΤΕΡΟΤΟΠΙΑ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

85


LOOSE SPACE

Την ίδια στιγμή, τα χαρακτηριστικά του φυσικού χώρου, σχηματοποιούν και ακόμη επιβάλλουν όρια σχετικά με το τι είδους αναπαραστατικοί χώροι μπορούν να παραχθούν εκεί. Μια αγορά ή ένα πολιτικό συλλαλητήριο έχουν πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά αν πραγματοποιούνται σε μία πλατεία ή ένα σοκάκι. Στην πραγματικότητα, οι φυσικοί περιορισμοί ενός στενού χώρου, όπως σε ένα σοκάκι, είναι πιθανόν να αποτρέψουν κάποια γεγονότα (αγορές ή πολιτικές συγκεντρώσεις), ενώ μπορεί να είναι ευνοϊκοί για την παραγωγή άλλων χώρων (πχ. οικειοποίηση του χώρου από εμπόρους ναρκωτικών). Αντίθετα, οι οικειοποιημένοι χώροι μπορούν να αφήσουν

ίχνη στο

δομημένο περιβάλλον και να αλλάξουν το φυσικό χώρο. Τα ίχνη μπορεί να είναι τόσο ελαφριά όσο μερικά κομμάτια χαρτιού, ή κάποια πλακάτ στο έδαφος, ή πιο μόνιμα όπως μια εκτροπή της κυκλοφορίας σε ορισμένες χρονικές περιόδους, μόνιμα παγκάκια ή ετικέτες στους τοίχους εάν η χωρική

οικειοποίηση γίνεται επαναλαμβανόμενη ή μόνιμη. Τα ίχνη μπορεί να είναι πιο ισχυρά εάν η κοινωνική σχέση είναι θεσμοθετημένη.

86

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ


LOOSE SPACE

Ο David Harvey (αναφέρεται στο Cauter, 2008, σ.80) ορίζει τους αναπαραστατικούς χώρους ως χώρους «δημοφιλών θεαμάτων, διαδηλώσεων, ταραχών». Αυτή η δήλωση ορίζει δύο από τα χαρακτηριστικά του αναπαραστατικού χώρου. Πρώτων επισημαίνει ότι αυτό που ο Lefebvre ονόμασε τρεις «στιγμές» του κοινωνικού χώρου, δεν είναι τριών ειδών χώροι, αλλά τρεις αλληλεξαρτώμενες εκφάνσεις της ίδιας μονάδας. Έτσι, επιστρέφοντας στο παράδειγμα του Harvey, ο φυσικός χώρος, ας πούμε μία πλατεία, δεν αλλάζει όταν καταλαμβάνεται από μία αγορά, μια πολιτική συγκέντρωση ή ένα καρναβάλι. Ωστόσο, οι κοινωνικές σχέσεις που λαμβάνουν χώρα στις διάφορες περιπτώσεις παράγουν διαφορετικές «βιωμένες στιγμές», δηλαδή διαφορετικούς αναπαραστατικούς χώρους. Οι ετεροτοπίες, ως αναπαραστατικοί χώροι, παράγονται από την παρουσία συγκεκριμένων κοινωνικών σχέσεων και του χώρους τους. Από τη στιγμή που οι κοινωνικές σχέσεις και η οικειοποίηση του φυσικού χώρου σταματήσουν, τόσο ο αναπαραστατικός χώρος όσο και η ετεροτοπία εξαφανίζονται. Η ετεροτοπία δεν είναι όμως άλλο ένα όνομα για τον «αναπαραστατικό χώρο». Το άνοιγμα που ανέφερε ο Lefebvre, στηρίζεται στην παραδοχή ότι ο χώρος δεν είναι ένα άεργο στήριγμα της κοινωνικής δράσης, αλλά συμμετέχει στην ίδια τη δράση. Η ετεροτοπία πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα, κάνοντας σαφές το πόσο κατακερματισμένη και ευκίνητη είναι η παραγωγή του χώρου. Η ικανότητα της ετεροτοπίας να «προβάλλει σε ένα πραγματικό τόπο αρκετούς χώρους», μπορεί σε μια πρώτη φάση να κατανοηθεί ως μια αναδιατύπωση της τριμερούς διαλεκτικής του Lefebvre. Ο Foucault, όμως, προσθέτει ότι οι ετεροτοπίες χαρακτηρίζονται από τη συνύπαρξη «αρκετών τόπων που είναι μεταξύ τους ασύμβατοι». Αυτό που κάνει τους «έτερους» χώρους ετεροτοπίες δεν είναι απλά το γεγονός ότι είναι «έτεροι» σε σχέση με την σταθερότητα του φυσικού χώρου, ούτε ότι είναι, σε διαφορετικό και μεταβαλλόμενο βαθμό, «αντι-χώροι» σε σχέση με άλλους κυρίαρχους. Αντίθετα, είναι «έτεροι» στο ότι προέρχονται από μια ατελείωτη σειρά διαφορών στο εσωτερικό του αναπαραστατικού χώρου. Οι ετεροτοπίες είναι χώροι στους οποίους εμφανίζεται ένα εναλλακτικό σύστημα τάξης· είναι οι «χώροι του έξω», οι χώροι «που είμαστε έξω από τον εαυτό μας». Είναι τόποι στους οποίους οι νέοι τρόποι διάταξης που αναδύονται, έρχονται σε αντίθεση με την κοινότυπη ιδέα της κοινωνικής τάξης που υπάρχει μέσα στην κοινωνία. Ως τόποι μιας εναλλακτικής διάταξης προκαλούν διαταραχές στους εγκαθιδρυμένους χώρους. Προσπαθούν να οργανώσουν, και αυτή η οργάνωση προέρχεται από μια ουτοπική άποψη της νεωτερικότητας ως μια άσκηση τόσο της ελευθερίας όσο και του ελέγχου σε όλη της την αμφισημία. Η ετεροτοπία οργανώνει ένα κομμάτι του κοινωνικού κόσμου με έναν διαφορετικό τρόπο από αυτόν που την περιβάλλει.

Η ΕΤΕΡΟΤΟΠΙΑ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

87


LOOSE SPACE

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ

*Το μεταίχμιο είναι το οριακό σημείο όπου μια εσωτερική και μια εξωτερική συνθήκη ανοίγει. Ο χώρος

ΔΙΑΣΠΟΡΑ

χαλαρώνει και επιτυγχάνεται ένα ευρύ φάσμα αντιλήψεων, κινημάτων και κοινωνικών συναντήσεων. Όπως σημειώνει ο Norberg-Schulz (αναφέρεται στο Stevens, 2007) «το άνοιγμα είναι το στοιχείο που ζωντανεύει τον χώρο, γιατί η βάση της ζωής είναι η αλληλεπίδρα-

ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

ΑΝΟΙΓΜΑ

ΑΥΞΗΣΗ

ση». Ένα μεταίχμιο είναι επίσης ένας περιορισμένος χώρος· ο σχεδιασμός του περιορίζει τη συμπεριφορά των ανθρώπων και τις αντιλήψεις τους. Λόγω αυτής της ενδιάμεσης ιδιότητας, τα μεταίχμια είναι πάντα χαλαρά και φιλοξενούν δραστηριότητες. Τα μεταίχμια δημιουργούν συνθήκες έντασης, μετάλλαξης ή όξυνσης καταστάσεων και θόλωσης των κοινωνικών κατηγοριών και κανόνων. Οι συνθήκες αυτές δημιουργούν μεταίχμιες στιγμές στην καθημερινή ζωή. Στα μεταίχμια, για παράδειγμα στα κατώφλια των σπιτιών, όπου ισορροπούν διαφορετικές ρυθμιστικές συμπεριφορές μεταξύ της δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας και μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού χώρου, οι άνθρωποι βιώνουν την απελευθέρωση τους από τους περιορισμούς στους χώρους που έχουν προκαθορισμένους ρόλους και δραστηριότητες. Πρόκειται για συστήματα μικρογεωγραφιών που δομούν ένα μεγάλο φάσμα κοινωνικών και σωματικών σχέσεων. Τα πιο πολυχρησιμοποιημένα όρια στην πόλη μπορούν να είναι χώροι ανεξέλεγκτων συναντήσεων με αγνώστους. Στα μεταίχμια ένας παρατηρητής «είναι πιθανό να αντιμετωπίσει ένα ξαφνικό κύμα πληροφοριών, μια ξαφνική διαστολή της προβολής και έκθεσής του, η οποία μπορεί (ή μπορεί και όχι) να μην ταιριάζει στις προθέσεις του» (Stevens, 2007). Οι δραστηριότητες που διαχέονται στα μεταίχμια δείχνουν ότι οι άνθρωποι δεν μειώνουν την επαφή μεταξύ τους. Αντιθέτως τα μεταίχμια επιτρέπουν στους ανθρώπους να ρυθμίζουν την έκθεσή τους προς το άγνωστο και τον κίνδυνο. Οι άνθρωποι έχουν διαφορετικές στάσεις και επιθυμίες ως προς την ελευθερία του δημόσιου χώρου. Δεν θέλουν όλοι να φτάσουν στα όρια. Κατά τη διάρκεια ενός μεταίχμιου σταδίου οι κανονικοί, φυσιολογικοί και ισχυροί ρόλοι, κανόνες και

ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ

ΑΠΩΘΗΣΗ

ΚΛΕΙΣΙΜΟ

ΜΕΙΩΣΗ

σχεσιακές καταστάσεις προσωρινά αναστέλλονται ή ανατρέπονται. Τα όρια γίνονται θολά, επιτρέποντας το συνδυασμό συνήθως ασύνδετων πραγμάτων και τη γεφύρωση αντιθέσεων που συχνά καθορίζουν την κοινωνική ζωή. Οι άνθρωποι, τα σύμβολα και τα αντικείμενα συναντώνται έξω από τα πολιτιστικά πλαίσια των φυσιολογικών σχέσεων. πηγή: Gehl (2013), ανασχεδιασμός 88

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ


LOOSE SPACE

Η ετεροτοπία δεν εντοπίζεται εύκολα μέσα σε ένα αναπαραστατικό σύστημα, αλλά ούτε και υπάρχει a priori. Η ετεροτοπία δεν υπάρχει στην τάξη των πραγμάτων αλλά στη διάταξη των πραγμάτων. Μπορεί να είναι τόσο οριακή, όσο και κεντρική, μπορεί να συνδέεται τόσο με την παραβατική περιθωριοποίηση όσο και με «σωφρονιστικούς» χώρους κοινωνικού ελέγχου και τέλειας τάξης. Αλλά και στις δύο περιπτώσεις η ετεροτοπία είναι μια συλλογή εκτοπισμένων, περιθωριακών, καινοφανών, μη αποδεκτών, ή αμφίσημων πραγμάτων. Είναι υποχρεωτικό σημείο περάσματος που γίνεται η βάση μια εναλλακτικής διάταξης αυτών των προϋποθέσεων. Μέσω της αντιπαράθεσής της με τους χώρους που την περιβάλλουν, αναγνωρίζεται ως ετεροτοπία. Οι ετεροτοπίες είναι χώροι του «όχι ακόμα», όπως ο Ernst Bloch τις έχει αποκαλέσει, χώροι που προσπαθούν να μετατρέψουν αυτό το «όχι ακόμα» στο «κάτι» αλλά δε μπορούν να ορίσουν τη θέση τους στην τάξη των πραγμάτων. Δημιουργούν έναν ουδέτερο τόπο που θεσπίζει ένα σύστημα διάταξης από ένα σύνολο παράλογου και διαφορετικού, που επιδιώκει να εκπροσωπήσει και να διατάξει τους χώρους σύμφωνα με τις απόψεις για το τι είναι καλό. Ο χώρος του ουδέτερου είναι ο χώρος της κοινωνικής αμφισημίας. Σύμφωνα με τον Foucault (1967) «οι ετεροτοπίες πάντα προϋποθέτουν ένα σύστημα ανοίγματος και κλεισίματος που τις απομονώνει και τις κάνει διάτρητες ταυτόχρονα». Αυτοί οι «έτεροι χώροι», ως εκ τούτου, συνδέονται και διαχωρίζονται ταυτόχρονα από τους τόπους που διαφέρουν. Μπορούμε να θεωρήσουμε αυτό το χαρακτηριστικό των ετεροτοπιών ως μια ένδειξη του σχεσιακού τους χαρακτήρα. Και μπορούμε να ονομάσουμε μεταίχμια* αυτές τις διευθετήσεις που ρυθμίζουν τη σχέση των ετεροτοπιών με τους περιβαλλόμενους χώρους κανονικότητας. Οι ετεροτοπίες μπορούν να συγκεκριμενοποιήσουν τις εμπειρίες ετερότητας, που ορίζονται από την πορώδη και διάτρητη περίμετρό τους που διαχωρίζει την κανονικότητα από την αποκλίνουσα συμπεριφορά. Τα μεταίχμια προσφέρουν προσεκτικές αλλά και απρόσμενες εκθέσεις που συνάδουν με αυτές του χαλαρού χώρου. Ακριβώς όπως τα κοινωνικά όρια δημιουργούν ασάφεια, διαταραχή και αυξημένη ευαισθησία, τα μεταίχμια μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου χώρου μπορούν να δημιουργήσουν νέες και άγνωστες αντιλήψεις και μπορούν να πλαισιώσουν νέες σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων που μοιράζονται τον ίδιο δημόσιο χώρο. Με τη διαμόρφωση οριακών χωρικών προϋποθέσεων μετασχηματισμού, έντασης, αντίθεσης, διαφυγής και κινδύνου, ενθαρρύνεται μια διαλεκτική σχέση διαμόρφωσης της ταυτότητας ενός χώρου και της αναδιοργάνωσης του. Τα μεταίχμια και οι δραστηριότητες δοκιμάζουν τα όρια του αποδεκτού και του επιθυμητού για την κοινωνική ζωή. Ένα «πάθος για αυτοσχεδιασμό», όπως ο Benjamin (αναφέρεται στο Σταυρίδης, 2007, περιγράφει αυτή τη δημόσια συμπεριφορά, διαπερνά και αρθρώνει τον αστικό χώρο, χαλαρώνοντας τις κοινωνικά προγραμματισμένες αντιστοιχίες με-

σ.175)

Η ΕΤΕΡΟΤΟΠΙΑ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

89


LOOSE SPACE

Έτσι, «ακριβώς όπως το σαλόνι επανεμφανίζεται στο δρόμο, με καρέκλες, τζάκι και τραπέζι, έτσι, μόνο πιο έντονα, ο δρόμος μεταναστεύει στο σαλόνι». Το πορώδες χαρακτηρίζει πάνω απ’ όλα τη σχέση μεταξύ του ιδιωτικού και του δημόσιου χώρου, καθώς και τη σχέση μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού χώρου. Ένα στιγμιαίο πορώδες βρίσκεται τη στιγμή που κάποιος τρώει στο δρόμο ή κοιμάται σε μια σκιερή γωνιά. Έτσι, φαίνεται ότι οι δράσεις διαχωρίζονται και ενώνονται μέσω στιγμιαίων διόδων. (αναφέρεται στο Σταυρίδης, 2007, σ.175)

* Ο όρος «έτεροι» (others) περιλαμβάνει αυτούς που είναι άγνωστοι ο ένας προς τον άλλο και αυτούς που είναι κοινωνικά και πολιτισμικά διαφορετικοί (Franc, 2007). Η έκθεση στον δημόσιο χώρο απαιτεί μια πολιτισμένη συμπεριφορά απέναντι στη διαφορετικότητα των άλλων, η οποία οδηγεί σε λιγότερο περιοριστικούς και απαιτητικούς κανόνες. Έτσι παρατηρούνται δύο τρόποι που οι έτεροι βοηθούν στην ύπαρξη χαλαρότητας σ’ ένα δημόσιο χώρο· επειδή μας αποφεύγουν και επειδή μας αποδέχονται.

90

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ


LOOSE SPACE

ταξύ λειτουργίας και τόπου. Αψηφώντας κάθε σαφή οριοθέτηση, οι χώροι διαχωρίζονται και ταυτόχρονα συνδέονται με τα πορώδη σύνορα, μέσω των οποίων η καθημερινή ζωή* παίρνει μορφή. Για τον Benjamin, το πορώδες δεν περιορίζεται σε χωρική εμπειρία. Η αστική ζωή δεν εμφανίζεται μόνο σε χώρους που επικοινωνούν μέσω διόδων («πόροι»), αλλά η ταχύτητα της ζωής δεν επιτρέπει τον διαχωρισμό των δράσεων και των καταστάσεων. Το πορώδες μπορεί να αντιληφθεί σα μία εμπειρία κατοίκησης, η οποία αρθρώνει την αστική ζωή, ενώ χαλαρώνει επίσης τα σύνορα που έχουν ανεγερθεί για να διατηρήσουν μια αυστηρή χωρική και χρονική κοινωνική τάξη. Υποθέτοντας μια αρχιτεκτονική κίνηση που υλοποιεί το πορώδες, φανταζόμαστε ανθρώπους να οριοθετούν μια περιοχή με σήμανση και όρια. Στην πολύπλοκη ζωή της πόλης, ωστόσο, η αρχιτεκτονική γίνεται πάνω απ’ όλα η τέχνη της δημιουργίας διόδων. Η προσπάθεια διαχωρισμού με μία πράξη σύνδεσης μπορεί να συνοψίσει την διπλή φύση του πορώδες ορίου, ένα όριο που μετατρέπεται σε μια πορώδη μεμβράνη, διαχωρίζει ενώ συνδέει περιοχές που συνορεύουν. Η θέση του έτερου και η σημασία της διαφοράς, της υβριδικότητας, της παραβατικότητας και της βεβαιότητας έχουν αποτελέσει σημαντικά πολιτικά καθώς και ακαδημαϊκά ζητήματα. Τα περιθώρια επαναξιολογούνται ως χώρος για την ενδυνάμωση των περιθωριοποιημένων και την σημασία των οριακών πρακτικών. Στην πραγματικότητα, τα περιθώρια έχουν γίνει χώροι αντίστασης της κοινωνικής τάξης. Οι ετεροτοπίες έχουν γίνει ο χώρος των έτερων απόψεων. Η τάση της αντιμετώπισης του «έτερου» ως έναν παράγοντα ικανό για ριζικό μετασχηματισμό, ως μια εναλλακτική θεώρηση της δικής μας λογικής σκέψης, αντιπροσωπεύει την προθυμία εξάλειψης της προκατελειμμένης ομοιογένειας και προβολής της τάσης για δημιουργία νέων χώρων, οι οποίοι όντας αντιλήψεις της χωρικότητας μπορούν να αμφισβητήσουν τους συμβατικούς τρόπους της ομοτοπίας. Στους περιθωριοποιημένους χώρους οι άνθρωποι μπορούν όχι μόνο να υποστηρίξουν τις απόψεις τους, αλλά και να ζήσουν μια διαφορετική, εναλλακτική ζωή, ελπίζοντας ότι οι λοιποί έτεροι* θα μπορέσουν να μοιραστούν το όραμά τους, ή τουλάχιστον να αποδεχτούν τις διαφορές τους. Εν ολίγοις, το μείζον θέμα της πολεοδομίας είναι η αξιοποίηση των περιθωρίων ως τόπων αντίστασης, διαμαρτυρίας και παραβατικότητας. Αν θέλουμε να ξεπεράσουμε την απλή πόλωση ανάμεσα στην ομοιογένεια και την ετερογένεια ή ανάμεσα στην τάξη και την αντίσταση, δε θα πρέπει να αναφερόμαστε σε τάξη αλλά σε διάταξη. Σε αντίθεση με τις παραδοσιακές κοινωνικές πρακτικές, οι οποίες βλέπουν την τάξη ως μία κατάσταση παρά σα μια διαδικασία, η διάταξη δεν είναι κάτι σταθερό αλλά είναι μια ροϊκή διαδικασία πλήρους αβεβαιότητας, ετερογένειας και αντίστασης. Η αντίσταση που εμφανίζεται στον χαλαρό χώρο και η ετεροτοπία είναι αλληλένδετες έννοιες με έναν περίπλοκο και χωρικά πολυσύνθετο τρόπο, μιας και θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι μέσω της αντίστασης δημιουργούνται οι χωρικές συνθήκες της ετεροτοπίας. Η ΕΤΕΡΟΤΟΠΙΑ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

91


LOOSE SPACE

92

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ


LOOSE SPACE

ΤΟ ΠΟΡΏΔΕΣ ΜΠΟΡΕΊ ΝΑ ΑΝΤΙΛΗΦΘΕΊ ΣΑ ΜΊΑ ΕΜΠΕΙΡΊΑ ΚΑΤΟΊΚΗΣΗΣ, Η ΟΠΟΊΑ ΑΡΘΡΏΝΕΙ ΤΗΝ ΑΣΤΙΚΉ ΖΩΉ, ΕΝΏ ΧΑΛΑΡΏΝΕΙ ΕΠΊΣΗΣ ΤΑ ΣΎΝΟΡΑ ΠΟΥ ΈΧΟΥΝ ΑΝΕΓΕΡΘΕΊ ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΑΤΗΡΉΣΟΥΝ ΜΙΑ ΑΥΣΤΗΡΉ ΧΩΡΙΚΉ ΚΑΙ ΧΡΟΝΙΚΉ ΚΟΙΝΩΝΙΚΉ ΤΆΞΗ. ΥΠΟΘΈΤΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΉ ΚΊΝΗΣΗ ΠΟΥ ΥΛΟΠΟΙΕΊ ΤΟ ΠΟΡΏΔΕΣ, ΦΑΝΤΑΖΌΜΑΣΤΕ ΑΝΘΡΏΠΟΥΣ ΝΑ ΟΡΙΟΘΕΤΟΎΝ ΜΙΑ ΠΕΡΙΟΧΉ ΜΕ ΣΉΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΌΡΙΑ. ΣΤΗΝ ΠΟΛΎΠΛΟΚΗ ΖΩΉ ΤΗΣ ΠΌΛΗΣ, ΩΣΤΌΣΟ, Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΉ ΓΊΝΕΤΑΙ ΠΆΝΩ ΑΠ’ ΌΛΑ Η ΤΈΧΝΗ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΊΑΣ ΔΙΌΔΩΝ. Η ΠΡΟΣΠΆΘΕΙΑ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΎ ΜΕ ΜΊΑ ΠΡΆΞΗ ΣΎΝΔΕΣΗΣ ΜΠΟΡΕΊ ΝΑ ΣΥΝΟΨΊΣΕΙ ΤΗΝ ΔΙΠΛΉ ΦΎΣΗ ΤΟΥ ΠΟΡΏΔΕΣ ΟΡΊΟΥ, ΈΝΑ ΌΡΙΟ ΠΟΥ ΜΕΤΑΤΡΈΠΕΤΑΙ ΣΕ ΜΙΑ ΠΟΡΏΔΗ ΜΕΜΒΡΆΝΗ, ΔΙΑΧΩΡΊΖΕΙ ΕΝΏ ΣΥΝΔΈΕΙ ΠΕΡΙΟΧΈΣ ΠΟΥ ΣΥΝΟΡΕΎΟΥΝ. (αναφέρεται στο Σταυρίδης, 2007, σ.175)

Η ΕΤΕΡΟΤΟΠΙΑ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

93





LOOSE SPACE

4.0

ΜΙΑ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ

4.1

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

Οι πόλεις βρίσκονται σε μια συνεχή διαδικασία εσωτερικής αλλαγής. «Κοινωνικές διαδικασίες από διαφορετικά χωρικά επίπεδα διαμορφώνουν αυτές τις μεταβολές· είτε πρόκειται για ατομικές ή συλλογικές επιλογές, είτε για μεγάλες κατασκευές και στρατηγικές ανάπτυξης» (Zivkovic, 2014, σ.274). Οι πόλεις συρρικνώνονται ή επεκτείνονται και αναπτύσσουν νέες μορφές και λειτουργίες. Ποτέ δεν βρίσκονται σε μια κατάσταση απόλυτης σταθερότητας καθώς πάντα υφίστανται αλλαγές και μεταπτώσεις σε διαφορετικά στάδια (Wikstrom, 2013, σ.15). Αυτές οι συνήθως άγνωστες κοινωνικές αλλαγές και μεταβολές αντιμετωπίζονται στις περισσότερες περιπτώσεις με άγχος και φόβο· μια όλο και συχνότερη κατάσταση λόγω αυτού που ο Γεωργαντζάς (2012) χαρακτηρίζει ως «σύγχρονη παροδικότητα». Το φαινόμενο αυτό δημιουργείται από τις συνεχείς αλλαγές στο κοινωνικό, οικονομικό, εκπαιδευτικό και πολιτικό σύστημα. «Η αλλαγή έστω και σε ένα μόνο τομέα επιφέρει επιπτώσεις και σε όλους τους υπόλοιπους (transition theory)» (Seelinger, 2013, σ.21). Εν ολίγοις αυτές οι κοινωνικές μεταβολές, που μπορεί να λαμβάνουν χώρα σε ένα ανώτερο επίπεδο από αυτό της καθημερινότητας, έχουν έντονο αντίκτυπο και ευρεία επιρροή. Η λέξη «μεταβολή» έχει ένα ακριβές περιεχόμενο μόνο στη βιολογία· όταν χρησιμοποιείται με κοινωνιολογική χροιά, είναι περισσότερο μια εικόνα, με μεταφορά, παρά μια έννοια. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως αυτή η «μεταβολή» χαρακτηρίζεται από πολλαπλές κρίσεις που περιπλέκονται οι μεν με τις δε, από τις οικονομικές κρίσεις και τις κρίσεις της πολιτικής οικονομίας, έως κρίσεις στην τέχνη, τη λογο-

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

97


LOOSE SPACE

TRANSITION THEORY

ΔΟΜΗ

Οι επίσημες, φυσικές, νομικές και οικονομικές πτυχές λειτουργίας που απαγορεύουν ή επιτρέπουν πρακτικές.

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Oι γνωστικές, αποδιοργανωτικές, κανονιστικές και ιδεολογικές πτυχές λειτουργίας που εμπλέκονται στο νοητικό υπόβαθρο των πρακτικών.

ΠΡΑΚΤΙΚΗ

H ρουτίνα, οι συνήθειες, οι διαδικασίες και τα πρωτόκολλα σύμφωνα με τα οποία ένα πρόσωπο, είτε πρόκειται για άτομο είτε για οργάνωση ή εταιρεία, διατηρεί τη λειτουργικότητα του κοινωνικού συστήματος.

πηγή: Wikstrom, A. (2013), ανασχεδιασμός

98

ΜΙΑ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ


LOOSE SPACE

τεχνία, τον κινηματογράφο, το θέατρο, την εκπαίδευση κλπ. Αυτές οι επιμέρους κρίσεις συμπυκνώνονται σε μία κυρίαρχη συνιστώσα που επηρεάζει σημαντικά την πόλη στο σύνολό της. Αυτό συμβαίνει γιατί αναδύονται νέες ιδέες από σχετικά απλές αλληλεπιδράσεις και τον αντίκτυπό τους. Συνοπτικά οι ιδέες αυτές περιγράφονται από την θεωρία της «ανάδυσης» η οποία λαμβάνει υπόψη της την τυχαιότητα και κατακρίνει τις γραμμικές σχέσεις και τις απόλυτες προβλέψεις (Seelinger, 2013, σ.16).

Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο παρατηρείται η ολοένα και αυξανόμενη ανάδυση χαλαρών χώρων. Ωστόσο, δεν είναι οι σύγχρονες αναπτυξιακές πρακτικές αυτές που διαμορφώνουν τους χώρους, αλλά αυθόρμητες διεργασίες που, αρχικά, δεν αγγίζουν την αρχιτεκτονική και την πολεοδομία. Παρόλα αυτά έχουν σαφείς επιπτώσεις στην αστική ανάπτυξη και τον αστικό πολιτισμό. Οι παροδικές χρήσεις είναι μια παραμελημένη δυναμική και μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο ως προσθήκη στην οικονομικά προσανατολισμένη ανάπτυξη. Οι χώροι που αποτυγχάνουν από την άποψη του παραδοσιακού σχεδιασμού είναι αυτοί που παρέχουν γόνιμο έδαφος για νέες ιδέες. Εκεί, δημιουργούνται νέα πεδία πειραματισμού, όπου το μοντέλο μιας αυστηρά δομημένης πόλης αποτυγχάνει. Αυτή η αυθόρμητη αστική αναδιοργάνωση είναι ο πυρήνας ενός διαφορετικού τύπου αστικότητας. Σε αυτόν τον πυρήνα, οι χαλαροί χώροι συναντώνται ως κυτταρικές δομές στον αστικό ιστό και έτσι προκύπτει η διερώτηση αν αυτές θα μπορούσαν σε ένα επόμενο στάδιο να αποτελέσουν ένα δίκτυο που θα αναγεννήσει τις νέες δομές της πόλης. Σε μια προσπάθεια να περιγραφεί ο αστικός χώρος ως μια διαδικασία και όχι σα μια σειρά από φυσικούς χώρους, ανακαλύπτονται πρακτικές που αντιτίθενται στη κυρίαρχη βούληση και καθορίζουν χωρικές έννοιες και χρήσεις. Αυτές οι πρακτικές σχηματοποιούν τον χώρο και δημιουργούν νέες χωρικές διαρθρώσεις μιας και τείνουν να παράγουν μεταιχμιακούς χώρους, αυτούς τους ενδιάμεσους χώρους που ενώνουν παρά διαχωρίζουν. Επειδή αυτή η περίμετρος της κανονικότητας είναι γεμάτη με συνδετικά/διαχωριστικά όρια, οι χαλαροί χώροι δεν είναι απλά χώροι ετερότητας, ή αποκλίνουσας συμπεριφοράς που αντιτίθεται στην κανονικότητα, αλλά χώροι στους οποίους η ετερότητα πληθαίνει και εξαπλώνεται σε χώρους κανονικότητας. Έτσι, οι χαλαροί χώροι σηματοδοτούν μια ώσμωση μεταξύ κατεστημένων ταυτοτήτων και εμπειριών που μπορούν να καταστρέψουν αυτές τις αυστηρές διατάξεις που εξασφαλίζουν την κοινωνική αναπαραγωγή. Μέσω των ωσμωτικών τους ορίων, οι χαλαροί χώροι εξαπλώνουν την αλλαγή. Η κρίση σε σχέση με την χαλαρότητα του χώρου λειτουργεί συμπληρωματικά. Η αστάθεια και η αβεβαιότητα που επικρατεί σε περιόδους κρίσης εντείνουν τα ερωτήματα σχετικά με τις ποιότητες του σχεδιασμένου χώρου, τις συμπεριφορές που αυτός επιτρέπει ή απαγορεύει και τον βαθμό στον οποίο ανταποκρίνεται σε πραγματικές ανάγκες. Εν ολίγοις είναι περισσότερο πιθανό σε τέτοιες στιγμές να

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

99


LOOSE SPACE

* Το «κολλάζ» που αναφέρεται στο «Collage City» των Collin Rowe και Fred Koetter (1978) είναι μια μέθοδος που αξιοποιεί τα

θραύσματα μέσα στην πόλη, διατηρώντας τα στο ακέραιο για να δημιουργήσουν μια κανονικότητα ή μια ετερότητα. Μέσω αυτού γίνεται μια διαλογή των στοιχείων της ήδη υπάρχουσας πόλης έτσι ώστε να διατηρηθούν αυτά που είναι χρήσιμα για τη λειτουργία της και να απομακρυνθουν αυτά που δε λειτούργησαν. Ταυτόχρονα επιτρέπεται να γίνει χρήση οποιωνδήποτε στοιχείων κρίνονται απαραίτητα από τον σχεδιαστή, επειδή η φύση του κολλάζ επιτρέπει την ανακύκλωση στοιχείων με κριτικό ή και εγκεφαλικό τρόπο. Το κολλάζ είναι μια μεθοδολογία, ένας μεσολαβητής, του οποίου η απαραίτητη επικόλληση μερών για την παραγωγή νοημάτων είναι η θεμελιώδης θεώρηση της αρχιτεκτονικής. Ο Rowe το χρησιμοποιεί για να λύσει τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί: «Επειδή το κολλάζ είναι μια μέθοδος που αντλεί τη δύναμή της από την ειρωνεία της, διότι φαίνεται να είναι μια τεχνική που χρησιμοποιεί πράγματα και ταυτόχρονα είναι επιφυλακτική απέναντι σε αυτά, είναι επίσης μια στρατηγική που επιτρέπει στην ουτοπία να αντιμετωπιστεί ως εικόνα, να αντιμετωπιστεί αποσπασματικά χωρίς να αποδεχτεί σα μια ολότητα. Αυτό μας οδηγεί στην πρόταση ότι το κολλάζ θα μπορούσε επίσης να είναι μια στρατηγική, η οποία υποστηρίζοντας την ουτοπική

ψευδαί-

σθηση του αναλλοίωτου και του αμετάκλητου, θα μπορούσε να τροφοδοτήσει μια πραγματικότητα

αλλαγής,

κίνησης, δράσης και ιστορίας».

100

ΜΙΑ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ


LOOSE SPACE

προκύψουν χαλαροί χώροι, που λειτουργούν στο μεταίχμιο μεταξύ άλλων χώρων. Επομένως, ανακύπτει το ερώτημα αν η κρίση μπορεί να αξιοποιηθεί δημιουργικά και να αποτελέσει εφαλτήριο αστικής ανασύστασης. Συχνά αρχιτέκτονες και πολεοδόμοι προσπαθούν να βρουν λύσεις προσαρμογής σε αυτές τις ποικίλης μορφής αλλαγές που έχουν σοβαρές επιδράσεις στις πόλεις. Ωστόσο σε πολλές περιπτώσεις παραμελείται η κοινωνική διάσταση του προβλήματος που περιλαμβάνει την περιθωριοποίηση και φτωχοποίηση κοινωνικών ομάδων, τον κοινωνικό αποκλεισμό και διαχωρισμό και άλλους τύπους αλλαγών. Η πρόκληση εδώ έγκειται στην ικανότητα των μελετητών να προβλέψουν τις επερχόμενες ανάγκες και τις μεταβολές που θα επιφέρουν. Σήμερα, η αρχιτεκτονική προσεγγίζει την πόλη με δυσκολία. Ο αρχιτέκτονας επικαλείται όλες τις επιστήμες: μαθηματικά, πληροφορική, φυσική, χημεία, πολιτική, οικονομία ακόμα και ψυχολογία και κοινωνιολογία. Εφαρμόζει εγκυκλοπαιδικές γνώσεις κι έτσι οι πρακτικές του παραμένουν πάγιες και περιορισμένες. Αυτό προκύπτει από την αδυναμία εκπόνησης ενός σχεδίου που δεν βασίζεται σε σημασίες αντιληπτές και βιωμένες από εκείνους που κατοικούν, αλλά με βάση το κατοικείν όπως το ερμηνεύουν οι αρχιτέκτονες. Ούτε ο αρχιτέκτονας, ούτε ο πολεοδόμος ούτε ο κοινωνιολόγος ή ο πολιτικός μπορούν με κανόνες να δημιουργήσουν εκ του μηδενός νέες μορφές και σχέσεις. Κανένας δε μπορεί να δημιουργήσει κοινωνικές σχέσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις υποβοηθούν κάποιες τάσεις να μορφοποιηθούν. Μόνο η κοινωνική ζωή στο σύνολό της διαθέτει τέτοιες αρμοδιότητες. Η πόλη συνδέεται με την κοινωνία και με τα καταστατικά της στοιχεία, ως μια ολότητα. Η πόλη αλλάζει όταν η κοινωνία αλλάζει· αλλά οι μεταλλάξεις της πόλης δεν είναι απλά παθητικά συμπτώματα της αλλαγής της κοινωνίας. Η πόλη εξαρτάται και από τις σχέσεις μεταξύ των ατόμων και των ομάδων που απαρτίζουν την κοινωνία. Δεδομένων των παραπάνω παρατηρήσεων, διερωτόμαστε ποια είναι η χρησιμότητα και η αναγκαιότητα των χαλαρών χώρων μέσα στην πόλη. Αποτελούν έναν μηχανισμό άμυνας της πόλης για την αντιμετώπιση κρίσεων; Είναι ικανοί να χρησιμοποιηθούν όχι μόνο ως εργαλείο κατανόησης αλλά και σχεδιασμού μιας ανθεκτικότερης πόλης; Μπορεί ο αρχιτέκτονας μέσω του χαλαρού χώρου να δημιουργήσει μια εναλλακτική συνθήκη σχεδιασμού, ή μόνο ο χρήστης είναι ικανός να μορφώσει την πόλη; Ποιος είναι ο ρόλος του αρχιτέκτονα σε μια πόλη που αυτοδημιουργείται; Στην προσπάθεια να απαντηθούν τα παραπάνω ερωτήματα επιχειρούμε μια διαλεκτική αντιπαράθεση αρχιτέκτονα και χρήστη μέσω μιας συνθήκης χαλαρότητας με την προοπτική της δημιουργίας μιας ανθεκτικής πόλης στις επερχόμενες μεταβολές. Έτσι, καταλήγουμε σε μια απρόσμενη μέθοδο «κολλάζ »* με τον αρχιτέκτονα και τον χρήστη να δημιουργούν επάλληλες σχεδιαστικές παρεμβάσεις στο χώρο.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

101



LOOSE SPACE

4.2

Ο ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Η πόλη και το αστικό περιβάλλον μπορούν να ιδωθούν σαν ένα «σύστημα» που συνεχώς εκτίθεται και έρχεται αντιμέτωπο με εσωτερικές και εξωτερικές αλλαγές. Πιο συγκεκριμένα ο Arefi (αναφέρεται στο Wikstorm, 2013, σ.15) υποστηρίζει ότι οι πόλεις και οι οργανισμοί έχουν ένα κύριο κοινό στοιχείο· την ικανότητα να απορροφούν και να προσαρμόζονται στην αλλαγή. Στην πόλη, όμως, παρατηρείται μια χρονική ανακολουθία ως προς την προσαρμοστικότητα του χώρου και των κοινωνικών δομών στην αλλαγή. Πιο συγκεκριμένα, ο σχεδιασμένος αστικός χώρος προσαρμόζεται με πολύ βραδύτερο ρυθμό σε σχέση με αυτόν της κοινωνικής μεταβολής. Έτσι ανακύπτει η έννοια της μεταβλητότητας και της προσαρμοστικότητας που επικεντρώνονται στην διατήρηση της ταυτότητας του χώρου παρά τις πολλαπλές αλλαγές που μπορεί να υποστεί. Η ανάγκη της πόλης να προσαρμόζεται και να απαντά στους εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες που την επηρεάζουν καθιστά την μεταβλητότητα πραγματική επιταγή. Η ανθεκτικότητα μετατρέπεται σε καίριο ζητούμενο για να μπορέσει η πόλη να επιβιώσει και να ξεπεράσει τις δυσκολίες. «Στον χώρο αυτές οι δύο έννοιες βρίσκουν εφαρμογή στον χαλαρό χώρο» (Wikstorm, 2013, σ.16). Με άλλα λόγια η χωρική ανθεκτικότητα υποδεικνύει την πιθανότητα ύπαρξης διαφορετικών χρήσεων, ρυθμιστικών παραγόντων και αλλαγών χωρίς να επηρεαστεί η ταυτότητα του χώρου, αλλά σε ένα παράλληλο επίπεδο. Άρα ένας ανθεκτικός χώρος είναι ένας χαλαρός χώρος που επιτρέπει τις επάλληλες εγγραφές δραστηριοτήτων, χρήσεων και αντικειμένων.

Ο ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

103


LOOSE SPACE

Θ Έ ΜΑ ΤΑ Α Ρ Χ Έ Σ Κ Α Ι Τ ΎΠ Ο Ι Τ Η Σ Α ΣΤ ΙΚ Ή Σ Α ΝΘ Ε ΚΤ ΙΚ Ό Τ Η Τ Α Σ

κύριο θέμα

τύπος ανθεκτικότητας

αρχές

ΣΤΑΘΕΡΉ ΠΌΛΗ

ΚΑΛΗ ΠΟΛΗ

ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΠΌΛΗ

εγκαταστάσεις (κενοί χώροι)

δημόσιος χώρος

χαλαρός χώρος

δυνατότητα

αλληλεγγύη - ευελιξία

αυθορμητισμός

χρόνος και χώρος εναλλαξιμότητα δομοστοιχείωση

δικαιώματα επαναφορά σχετικότητα επαναπροσέλκυση

πολλαπλότητα πολλαπλές παροδικότητες αυθορμητισμός βιωματική εμπειρία χρήστη

πηγή: Wikstrom, A. (2013), ανασχεδιασμός

104

ΜΙΑ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ


LOOSE SPACE

Συνεπώς «ο χαλαρός χώρος σχετίζεται με την αστική ανθεκτικότητα του δημόσιου χώρου, στον βαθμό που θολώνει τα όρια μεταξύ των αρχικών προβλεπόμενων χρήσεων και των απρόσμενων παροδικών και μη προγραμματισμένων χρήσεων» (Wikstorm, 2013, σ.16). Υποστηρίζεται μάλιστα, στην διεθνή βιβλιογραφία, ότι τέτοιοι χώροι που επιτρέπουν την ποικιλία, την ρευστότητα των νοημάτων, την πιθανότητα απεριόριστων λειτουργιών και την ευελιξία λαμβάνουν τον χαρακτηρισμό του «πετυχημένου» δημόσιου χώρου και συνιστούν στην ανθεκτικότητα και την μακροβιότητα της πόλης. Σε ένα επόμενο στάδιο θα μπορούσε να πει κανείς ότι «η χαλαρότητα του χώρου εισάγει την έννοια μιας αυθόρμητης και απρόσμενης ανθεκτικότητας» (Wikstorm, 2013, σ.17).

Αυτή η ανθεκτικότητα επικεντρώνεται σε στιγμιότυπα και παροδικότητες σε συνδυασμό με την βιωματική εμπειρία και τις δραστηριότητες του χρήστη. Με βάση αυτήν την παρατήρηση ο Arefi (αναφέρεται στο Zivkovic, 2014, σ.282) αναπτύσσει την θεωρία της «κινητικής πόλης» (kinetic city), η οποία σε συνδυασμό με την «καλή» και την «σταθερή» πόλη αποτελούν τις βασικές μορφές αστικής ανθεκτικότητας. Η «κινητική» πόλη αποτελεί κυρίως μέρος του εφήμερου, χαλαρού αστικού χώρου, όμως μπορεί τελικά να αποκτήσει μόνιμη μορφή και υπόσταση. Η χαλαρότητα είναι περισσότερο μια σχετική παρά απόλυτη έννοια· αναδύεται από τις αλληλοεξαρτήσεις των κοινωνικών συναντήσεων στον δημόσιο χώρο. Η χαλαρότητα αλλάζει μορφή και χαρακτηριστικά στο πέρασμα του χρόνου. Ιδανικά, καθαρά ή ουτοπικά περιβάλλοντα είναι αυτά που η δυνατότητα επερχόμενης αλλαγής και ανάπτυξης μηδενίζεται. «Ο χαλαρός χώρος μεταμορφώνεται κυκλικά με τον χρόνο» (Franc, 2007, σ.16). Χώροι που ξεκινούν ως σκληροί στη συνέχεια χαλαρώνουν μέσω της χρήσης και της παρόδου του χρόνου. Συχνά μάλιστα μπορεί το χρονικό διάστημα να είναι πάρα πολύ μεγάλο και η αρχική χρήση να έχει εγκαταλειφθεί και τα φυσικά στοιχεία του χώρου να έχουν αλλάξει. Και αντίστροφα, ορισμένοι χώροι μπορεί να ξεκινήσουν ως χαλαροί και στη συνέχεια για ποικίλους λόγους να γίνουν περισσότερο ελεγχόμενοι σε σχέση με την εμφάνισή τους ή τις επιτρεπόμενες χρήσεις. Με άλλα λόγια η χαλαρότητά τους ξεθωριάζει. Αυτό σημαίνει ότι ο αστικός ιστός υφίσταται μια διαδικασία συνεχούς επαναπροσδιορισμού που αποτελείται από αλλεπάλληλα στάδια χρήσης, λανθάνουσας χρήσης και επανάχρησης. Αυτός ο κύκλος πραγματοποιείται σε όλη τη διάρκεια ζωής ενός χώρου. Η καταγραφή των πολλαπλών χρήσεων, για ένα συγκεκριμένο χώρο, στη διάρκεια του χρόνου επιβεβαιώνει αυτόν τον κύκλο της σκληρότητας, χαλαρότητας και επανάχρησης. Στην αρχή οι χρήσεις σχεδιάζονται και προγραμματίζονται πολύ προσεκτικά αλλά στη συνέχεια χαλαρώνουν.

Ο ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

105


προσβασιμότητα παροχές

στρατηγική κλίμακα σταθεροποιηση

ασθενής

δυναμική

ισχυρή

LOOSE SPACE

καινοτομία δυνατότητες

προβλήματα ενοχλήσεις

συνδεσιμότητα ασθενής

ισχυρή

πηγή: Berkes, F., Colding, J. και Folke, C. (2003), ανασχεδιασμός

106

ΜΙΑ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ


LOOSE SPACE

O κύκλος ζωής του χαλαρού χώρου όπως περιεγράφηκε, σε μια μεγαλύτερη κλίμακα όπως αυτή της πόλης, ταυτίζεται με τον κύκλο ζωής ενός αστικού συστήματος. Παράλληλα, με δεδομένη την παρατήρηση ως προς την δυναμική ενός δικτύου χαλαρών χώρων που αγγίζει το επίπεδο του αστικού περιβάλλοντος, μπορούμε να επιχειρήσουμε έναν παραλληλισμό με τις σύγχρονες θεωρίες περί ανθεκτικότητας της πόλης καθώς πιστεύουμε ότι το εύρος επιρροής των χώρων αυτών έχει τη δυνατότητα να συμβάλλει στην βαθύτερη κατανόηση της δομής της πόλης και άρα στην βελτίωση της διαχείρισής της στο μέλλον. Ο Holling (2001) εισάγοντας την έννοια της παναρχίας (panarchy), υποστηρίζει ότι το μέλλον της πόλης είναι εγγενώς απρόβλεπτο και απορρίπτει την ιδέα ότι η βιωσιμότητα μπορεί να σχεδιαστεί με έναν ορθολογικό τρόπο. Μάλιστα υποστηρίζει ότι τα αποτελεσματικότερα μέσα για την επίτευξη της βιωσιμότητας είναι η ικανότητα για αυτό-οργάνωση και προσαρμογή. Έτσι προτείνεται ένα σχήμα για την κατανόηση της λειτουργίας και της βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας ενός συστήματος όπως η πόλη. Αυτό το σχήμα περιγράφεται ως κύκλοι προσαρμοστικότητας (adaptive cycles). Η θεωρία αυτή θεμελιώνεται στην παρατήρηση ότι ένα σύστημα στην διάρκεια της ζωής του περνά από αλλεπάλληλους κύκλους οργάνωσης κατάρρευσης και ανανέωσης. Πιο συγκεκριμένα πρόκειται για μια προσπάθεια να καταγραφούν τα στάδια αυτά της κυκλικής αλλαγής αποδεικνύοντας ότι όλα τα στάδια είναι εξίσου απαραίτητα και έχουν το καθένα δικό του ρόλο. Τα τέσσερα βασικά στάδια ενός κύκλου προσαρμοστικότητας είναι η αξιοποίηση, η συντήρηση, η απελευθέρωση και η αναδιοργάνωση. Σε ένα σύστημα, όπως είναι το αστικό, τα στάδια επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά. Τα δύο πρώτα, η αξιοποίηση και η συντήρηση οδηγούν σε μια κλιμάκωση που στη συνέχεια καθιστά το σύστημα ευάλωτο σε απρόβλεπτες καταστάσεις. Όταν συμβεί κάτι τέτοιο, απελευθερώνεται ένα αποθεματικό κεφάλαιο το οποίο παράγει νέες δυνατότητες.

Ο ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

107


προσβασιμότητα παροχές

στρατηγική κλίμακα σταθεροποιηση

ασθενής

δυναμική

ισχυρή

LOOSE SPACE

καινοτομία δυνατότητες

προβλήματα ενοχλήσεις

συνδεσιμότητα ασθενής

108

ισχυρή

ΜΙΑ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ


LOOSE SPACE

Με άλλα λόγια εφαρμόζοντας το σχήμα αυτό σε ένα αστικό σύστημα, η κρίση θα συνέπιπτε με την απελευθέρωση. Επί της ουσίας αποδεικνύεται όχι μόνο ότι η κρίση μπορεί να επιφέρει την ανανέωση αλλά και ότι είναι ένα από τα απαραίτητα στάδια γι’ αυτήν. Συνεκδοχικά ο χαλαρός χώρος θα τοποθετούταν στον κόμβο· στον ενδιάμεσο χώρο, στο μεταίχμιο μεταξύ κρίσης και αναδιοργάνωσης. Με βάση τα παραπάνω μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο χαλαρός χώρος πιθανότατα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένα εργαλείο για την ανάπτυξη της αστικής ανθεκτικότητας. Ωστόσο λαμβάνεται υπόψη και η παραδοχή ότι μια πόλη δε θα μπορέσει ποτέ να είναι πλήρως ανθεκτική και σε σταθερή κατάσταση καθώς όπως προαναφέρθηκε υφίσταται μια διαδικασία συνεχών μεταμορφώσεων. Αν όμως, γίνεται μια συνετή προσπάθεια ανάπτυξης των παραπάνω χαρακτηριστικών τότε ο αστικός σχεδιασμός θα βρεθεί ένα βήμα πιο κοντά στη δημιουργία πόλεων που είναι ταυτόχρονα επιθυμητές και αναγκαίες.

Ο ΧΑΛΑΡΟΣ ΧΩΡΟΣ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

109



LOOSE SPACE

4.3

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ

Το κυριότερο ζήτημα σε σχέση με τη θέση του αρχιτέκτονα απέναντι στο σχεδιασμό ενός χαλαρού χώρου έγκειται ακριβώς στον ορισμό του. Ο χαλαρός χώρος δημιουργείται μόνο από την αυθόρμητη αυτενέργεια του χρήστη. Επομένως οποιαδήποτε προσπάθεια σχεδιασμού από τον αρχιτέκτονα αναιρεί την ίδια τη χαλαρότητα. Παρόλο που θα μπορούσε να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι ο αρχιτέκτονας δεν έχει θέση στο σχεδιασμό, η πόλη απαρτίζεται από πολύπλοκες διεργασίες τις οποίες ο χρήστης δεν μπορεί να αντιληφθεί. Η κατανόηση της περιπλοκότητάς της είναι μια συνεχόμενη και αθροιστική διαδικασία. Οι ισχυρές ομάδες διαβάζουν το περιβάλλον τους διαφορετικά και επιβάλλουν τις αναγνώσεις τους σε άλλους. Έτσι, δύο αντικρουόμενες ερμηνείες της κοινωνικής λειτουργίας ενός τόπου μπορεί να υποβληθούν ταυτόχρονα δημιουργώντας σύγχυση στον χρήστη. Έτσι, ο αρχιτέκτονας βρίσκεται αντιμέτωπος με το δίλλημα της απραξίας έναντι της ανάληψης δράσης. Ως σχεδιαστές του χώρου, οι αρχιτέκτονες έχουν την ψευδαίσθηση ότι το σχέδιο ανταποκρίνεται πάντα στον χώρο. Συνεχώς, όμως, ο χώρος χαλαρώνει και γίνεται δεκτικός σε αυθόρμητα φαινόμενα με αποτέλεσμα η πόλη να σφύζει από τέτοιους μεταίχμιους χώρους που αναβλύζουν ζωτικότητα. Θα μπορούσαν οι πολεοδόμοι και οι αρχιτέκτονες να υιοθετήσουν την προσέγγιση κατά την οποία αφήνουν αυτούς τους χώρους και απομακρύνονται από τον πειρασμό να παρέμβουν στο μέλλον τους, μέσω του επανασχεδιασμού και της δημιουργίας στο εσωτερικό τους αυτού του στοιχείου που θα τους οριοθετήσει και θα τους δώσει μια συγκεκριμένη

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ

111


LOOSE SPACE

Οι αρχιτέκτονες και οι πολεοδόμοι διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη παραγωγή χαλαρών χώρων. Στις πόλεις όπου ζούνε πολλές πολιτισμικές ομάδες, η μία και μόνο χρήση του χώρου και οι περιοριστικοί κανόνες των δημόσιων χώρων, μπορούν να οδηγήσουν σε άδειους χώρους. Κάποιοι χώροι στερούνται δημόσιας χρήσης από τους πεζούς, ως αποτέλεσμα αστικών περιορισμών κοινωνικής δραστηριότητας. Εάν αυτοί οι χώροι μείνουν ανοιχτοί για δραστηριότητες, μπορούν εύκολα να οικειοποιηθούν από ένα ευρύ φάσμα δημόσιων χρηστών, συμπεριλαμβανομένων πωλητών, παιδιών, πεζών, παρατηρητών και ανθρώπων που συναντούν άλλους. Αυτή η τάση μπορεί να εφαρμοστεί σε οποιοδήποτε είδος αστικού χώρου, όπου οι κοινωνικές δραστηριότητες κρίνονται σημαντικές για την αστική δημόσια ζωή στο σύνολό της.

112

ΜΙΑ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ


LOOSE SPACE

αξία. Με αυτό τον τρόπο η διαμόρφωση του χώρου περνάει εξ’ ολοκλήρου στα χέρια του χρήστη, ο οποίος γίνεται ενεργός αρχιτέκτονας του δικού του περιβάλλοντος και όχι παθητικός αποδέκτης των πολιτικών αποφάσεων και του πολεοδομικού σχεδιασμού. Όταν ο χρήστης του χώρου επιθυμεί να δραστηριοποιηθεί μέσα σε αυτόν, τότε βρίσκει τα μέσα αλλά και το χώρο, που οικειοποιούμενος, θα ικανοποιήσει τις ανάγκες του. Είτε ο χώρος, με αρχιτεκτονικούς όρους, προσφέρεται, είτε δεν προσφέρεται για αυτό. Η πράξη αυτή μπορεί να λάβει μέρος οπουδήποτε, οποτεδήποτε και οπωσδήποτε. Αυτή παρατήρηση αμφισβητεί την πρόθεση του αρχιτέκτονα, ο οποίος μέσα από ένα συγκεκριμένο, σχεδιασμένο (ή υπερ-σχεδιασμένο(Carmona, 2010)) δημόσιο χώρο θεωρεί ότι επιτυγχάνει την καθοδήγηση του χρήστη σύμφωνα με τους υπολογισμούς και τις προβλέψεις του (λειτουργικές ή αισθητικές). Η ροπή του χρήστη προς την απρόβλεπτη αυτενέργεια υπερβαίνει κατά πολύ το πλαίσιο του σχεδιασμού του αρχιτέκτονα. Η παράβλεψη αυτή των υποδείξεων του αρχιτέκτονα, γεννάει ένα νέο χώρο, μέσα στον ήδη υπάρχων, ο οποίος πλέον ικανοποιεί τον χρήστη. Ο καθένας είναι σε θέση να διαβάσει τον χώρο, όπως είναι εκπαιδευμένος να διαβάζει ένα βιβλίο. Η ανάγνωση του χώρου σημαίνει να κατανοηθεί τι συμβαίνει σε αυτόν, τι έχει συμβεί ή τι πρόκειται να συμβεί σε αυτόν, τι σημαίνει, πώς κανείς πρέπει να συμπεριφέρεται σε αυτόν και πώς συνδέεται με άλλους χώρους. Η οικειοποίηση του χώρου από κοινωνικές ομάδες μετατρέπει τους αγνοημένους από τον αρχιτέκτονα χώρους σε χώρους ζωής και δημιουργικότητας, ενθαρρύνοντας τις πιθανότητες για ριζική κοινωνική αλλαγή. Ο Doron (αναφέρεται στο Shaw, υποστηρίζει ότι αυτές οι κοινότητες είναι αυτές που «παράγουν τον πραγματικό χώρο […] και δείχνουν την υπαινικτικότατα της αρχιτεκτονικής και της πολεοδομίας». Συνεχίζει υποστηρίζοντας ότι όσο οι πολεοδόμοι και οι αρ-

2009, σ.8)

χιτέκτονες αρνούνται να αναγνωρίσουν το λανθάνον δυναμικό, αυτοί οι χώροι παραμένουν σε μεταίωρη κατάσταση και αντιπροσωπεύουν μια χαμένη ευκαιρία λόγω της έλλειψης φαντασίας των αρχιτεκτόνων. Άρα δεν είναι κάτι παραβλέψιμο αλλά κάτι που οφείλει να αποτελέσει αντικείμενο συστηματικής μελέτης από τον αρχιτέκτονα. Μέσα από τη μελέτη τους αναδεικνύεται το μέλλον του δημόσιου χώρου, μιας και οι χαλαροί χώροι προτάσσουν νέες προοπτικές και νέες θεάσεις. Η προσέγγιση της πόλης μέσω των χαλαρών χώρων επιτρέπει μια καινούργια σκοπιά των ζητημάτων που αφορούν την πόλη, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να προτείνει και το μέλλον της. Η κλίμακα του χρήστη παρέχει δυνατότητες για μικρότερες παρεμβάσεις που δεν «υπερ-σχεδιάζουν» τον αστικό χώρο αλλά τον κάνουν περισσότερο προσαρμοσμένο στις ανάγκες του χρήστη χωρίς τον ορίζει απόλυτα, αλλά να τον κατευθύνει και να τον προσανατολίζει. Με αυτόν τον τρόπο ο αρχιτέκτονας δεν αποκλείεται από τη διαδικασία σχεδιασμού, άλλωστε είναι κάτι που εξ’ ορισμού του ανήκει, αλλά δίνει βήμα στις ανάγκες των χρηστών· δεν σχεδιάζει μόνο

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ

113


LOOSE SPACE

Εμπειρικά παραδείγματα χαλαρών χώρων δείχνουν ότι η προσαρμοστικότητα παίζει σημαντικότερο ρόλο από την ευελιξία. Το φυσικό περιβάλλον των δρόμων, για παράδειγμα ο χώρος του πεζοδρομίου, καθώς ενσωματώνει αλλαγές, προσαρμόζεται σε μια μεγάλη ποικιλία χρήσεων, χωρίς ιδιαίτερες φυσικές τροποποιήσεις. Αυτή είναι μια σημαντική πτυχή για να εξετάσει κανείς τον σχεδιασμό των δημόσιων αστικών χώρων.

114

ΜΙΑ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ


LOOSE SPACE

μέσω της δικής του θεώρησης των πραγμάτων αλλά διευρύνει το οπτικό του πεδίο σε εικόνες που μέχρι τότε ήταν άγνωστες. Ο σχεδιασμός του δημόσιου χώρου απαιτεί τον υπολογισμό και την εξυπηρέτηση διαφορετικών αναγκών πολλαπλών ατόμων. Ο σχεδιασμός και η διαχείριση, που εξυπηρετεί ορισμένες ανάγκες για φυσική και ψυχολογική άνεση, μπορεί να δημιουργήσει σημαντικούς περιορισμούς στην ικανοποίηση κάποιων αναγκών, και «αν οι δημόσιοι χώροι δώσουν προτεραιότητα σε ενός είδους ανάγκη, τότε οι άνθρωποι που δεν ικανοποιούνται από αυτή τη ανάγκη θα αναγκαστούν να απομακρυνθούν» (Stevens, 2007, σ.1). Είναι σημαντικό να κατανοηθούν όλες οι χρήσεις της πόλης, παρόλο που είναι αντισυμβατικές, γιατί ο ανοιχτός και δημόσιος χαρακτήρας του αστικού χώρου αντλεί τη σημασία του από την ευρύτητα των ανθρώπων μέσα σε αυτόν και την ποικιλία των δραστηριοτήτων που επιδιώκονται εκεί. Τα επιθυμητά χαρακτηριστικά του αστικού χώρου είναι αυτά που δεν περιορίζονται μόνο στην ικανοποίηση προκαθορισμένων πρακτικών λειτουργιών. Μπορεί επίσης να αφορούν τις δυνατότητες που μπορεί να παρέχει ο σχεδιασμός για τη διεύρυνση των εμπειριών και των δυνατοτήτων των ανθρώπων. Όπως έχουν αναφέρει οι Collin Rowe και Fred Koetter (1978), εφορμώμενοι από τις θεωρίες του Isaiah Berlin , η πόλη δεν μπορεί να είναι μόνο ένα πράγμα, μία μονοδιάστατη πρακτική αναπαράστασης. Αντιθέτως είναι ένα σύνολο πραγμάτων, είναι ένα πράγμα μεταξύ άλλων πραγμάτων, είναι μια συνισταμένη πολλών συνιστωσών διαμορφωμένων κατά το πέρασμα του χρόνου και μέσα από το πρίσμα του κοινωνικού συνόλου. Έτσι η πόλη δεν μπορεί να είναι μια αυτούσια δημιουργία των αρχιτεκτόνων και των πολεοδόμων, δεν είναι μία tabula rasa η οποία σχεδιάζεται εκ του μηδενός καλύπτοντας τις εκάστοτε ανάγκες των ανθρώπων. Είναι πολλά πράγματα και αυτό οφείλει να είναι· είναι οι επάλληλες εγγραφές του αρχιτέκτονα και του χρήστη και θραύσματα αυτών στον χώρο. Οτιδήποτε σχεδιάζεται δεν τελειώνει στην υλοποίηση αλλά επιδέχεται προσθήκες, αφαιρέσεις και αλλοιώσεις. Με άλλα λόγια οποιοσδήποτε χώρος είναι ικανός να μετατραπεί σε έναν χαλαρό χώρο. Ο χαλαρός χώρος, έτσι, δεν είναι μια λάθος προσέγγιση του αρχιτέκτονα, ούτε μια αποτυχία του σχεδίου. Συνεκδοχικά, γίνεται αναφορά σε ένα αέναο έργο, σε μια πόλη αποτελούμενη από χώρους διαρκώς μεταβαλλόμενους, διαμορφωμένους από τη συνεχώς ροϊκή κοινωνική δομή. Στο σχεδιασμό τα ηνία ενός χώρου βρίσκονται πάντα στα χέρια του αρχιτέκτονα όποια κι αν είναι η μεταβολή που έχουν επιφέρει οι ανάγκες του χρήστη. Συνοψίζοντας, ο αρχιτέκτονας, παρόλο που δεν μπορεί να επέμβει στην αξιοποίηση των χαλαρών χώρων, γιατί αναιρεί, με την προσπάθειά του να τους κατευθύνει, τις νέες προοπτικές που αναδύονται, μπορεί να τους παρατηρήσει και να τους μελετήσει. Οι πόλεις του μέλλοντος δεν είναι ένα σύστημα ανοργάνωτων, μη σχεδιασμένων χώρων, αντιθέτως καλύπτουν όλο και καλύτερα τις ανάγκες των χρηστών τους. Αυτό δε σημαίνει ότι μέσα σε αυτές δε θα προκύπτουν αυθόρμητα

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ

115


LOOSE SPACE

Σχέδια και αποφάσεις που προκαθορίζουν την οργάνωση του χώρου, είναι πιθανό να εμποδίσουν την ποικιλία των αναγκών των χρηστών, ιδιαίτερα αν οι αρχιτέκτονες δε γνωρίζουν εκ των προτέρων τις ανάγκες των χρηστών. Είναι επομένως απαραίτητο να επιτραπεί ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων στο δημόσιο χώρο. Όταν είναι ανοιχτοί σε δυνατότητες, οι αστικοί δημόσιοι χώροι, μπορούν να γεμίσουν με αυθορμητισμό και ποικιλομορφία, ζωντανεύοντας και εμπλουτίζοντας τις εμπειρίες της αστικής δημόσιας ζωής.

116

ΜΙΑ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ


LOOSE SPACE

μεταίχμια φαινόμενα, μιας και οι ανάγκες είναι συνεχώς μεταβαλλόμενες και η απρόβλεπτη οικειοποίηση του χώρου είναι αναπόφευκτη αλλά και επιθυμητή. Οι χαλαροί χώροι ανάγονται σε ζωτικής σημασίας δομές για την πόλη· δομές ικανές να δώσουν λύσεις σε καίρια χωρικά και κοινωνικά προβλήματα, τις οποίες ο αρχιτέκτονας οφείλει να παρατηρήσει σχολαστικά. Μόνο μέσω της μελέτης της αυθόρμητης καθημερινότητας μπορεί η αρχιτεκτονική να είναι η απάντηση στην οποιασδήποτε μορφής επερχόμενη κρίση.

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΧΑΛΑΡΟΥ ΧΩΡΟΥ

117




«Η αρχιτεκτονική είναι η σταθερή σκηνή που εξελίσσεται η ζωή του ανθρώπου. Είναι φορτισμένη από συναισθήματα γενεών, από πολιτικές ταραχές, από ιδιωτικές τραγωδίες, από διάφορα γεγο-

συλλογικό και το ιδιωτικό στοιχείο (κοινωνία και άτομο) αντιμάχονται και συγχέονται μέσα στην πόλη, όπου τα άτομα στην προσπάθειά τους να τακτοποιηθούν,

νότα παλιά και καινούργια. Το

δημιουργούν παράλληλα ένα

δικό τους μικρό, αλλά ευνοϊκό

περιβάλλον μέσα στο γενικό». (A.Rossi, 1991)


LOOSE SPACE

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Συνεπώς, μπορούμε να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι η πόλη συνεχώς επαναπροσδιορίζεται μέσω πολλαπλών και αλληλοσχετιζόμενων μηχανισμών, που εφορμώνται είτε από την ίδια την πόλη ως σύστημα, είτε από τις διαδικασίες σχεδιασμού. Ωστόσο, για να μπορέσει να προβλεφθεί το μέλλον της και να μην επιβληθεί η τυχαιότητα που ορίζεται από την αυτοδημιουργία, είναι επιτακτική η μελέτη του φαινομένου της αστικής ανθεκτικότητας. Παράλληλα, οι κύκλοι προσαρμοστικότητας γίνονται αντιληπτοί στο βιωμένο χώρο μέσω των χαλαρών χώρων που αναδύονται μέσα στην πόλη. Όπως αναλύθηκε, η εμφάνιση των χαλαρών χώρων υπαινίσσεται την εισαγωγή της πόλης σε ένα νέο κύκλο προσαρμοστικότητας. Πρακτικά η ιστορία της πόλης απαρτίζεται από πολλούς τέτοιους κύκλους. Παρατηρείται μια ιεραρχική κλιμάκωση αλληλεξαρτήσεων στα πολλαπλά επίπεδα της πόλης. Έτσι, γίνεται αντιληπτή η δυναμική των κύκλων προσαρμοστικότητας, οι οποίοι βρίσκονται σε συνεχή αλληλεπίδραση τόσο χωρικά όσο και χρονικά. Αυτή η αλληλοσυσχέτιση ερμηνεύεται με ένα μηχανισμό «ενθύμησης και επανάστασης» (Chelleri, 2010, σ.293) που μπορεί να προκαλέσει ραγδαία αλλαγή σε ένα κύκλο που είτε θα μεταπηδήσει σε ένα ανώτερο ή σε ένα κατώτερο επίπεδο. Η ενθύμηση διευκολύνει την ανανέωση και την αναδιοργάνωση καθώς ανακαλεί την μνήμη που έχει ενσωματωθεί σε έναν κατώτερο κύκλο. Επομένως σε περιόδους κρίσης ανακαλείται η μνήμη προηγούμενων καταστάσεων με στόχο τον εντοπισμό των κατάλληλων εργαλείων για την αντιμετώπισή τους. Συνεκδοχικά, ο δημόσιος

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

121


LOOSE SPACE

ενθύμηση (μακροπρόθεσμο στάδιο)

ΕΝ

ΔΙΆ Μ

ΕΣ

Ο

ΙΟ

ΆΔ ΣΤ

επανάσταση (βραχυπρόθεσμο και γρήγορο στάδιο)

122

ΕΠΙΛΟΓΟΣ


LOOSE SPACE

χώρος, ιδωμένος μέσα στο σύστημα της πόλης, φέρει τις μνήμες ενός σχεδιασμού και ταυτόχρονα δημιουργεί νέα, παράλληλα και αλληλοκαλυπτόμενα επίπεδα σχεδιασμού. Όμως, η πόλη δεν είναι ικανή χωρίς τον αρχιτέκτονα να μεταπηδήσει σε έναν επόμενο κύκλο και παραμένει εγκλωβισμένη σε μια αέναη επανάληψη. Μόνο με την εποπτική ματιά του αρχιτέκτονα, μπορεί επί της ουσίας να λειτουργήσει ο μηχανισμός ενθύμησης και επανάστασης, μιας και η μελέτη της πόλης τον εφοδιάζει με την απαραίτητη γνώση του παρελθόντος και της προοπτικής του μέλλοντος. Με βάση το σχήμα, παρατηρούμε ότι οι κύκλοι προσαρμοστικότητας είναι επάλληλοι. Δηλαδή, οι εξέλιξη της πόλης αποτελείται από παρελθοντικούς και παρόντες κύκλους οι οποίοι λειτουργούν θεμελιακά για τους μελλοντικούς. Άρα, λοιπόν οι κύκλοι προσιδιάζουν με ένα ιδιότυπο κολλάζ ισάξιων θραυσμάτων. Ο χαλαρός χώρος μπορεί να διανοίξει ένα παράθυρο ευκαιριών για καινοτομία και δημιουργία. Η καινοτομία αποτελεί ένα θεμελιώδες χαρακτηριστικό της προσαρμοστικότητας που σε συνδυασμό με τη μνήμη, επιτρέπει σε ένα σύστημα να αναδιοργανωθεί μέσω της ανθεκτικότητας. Έτσι θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο χαλαρός χώρος μπορεί να αποτελέσει μια εργαλειακή εφαρμογή ανανέωσης σε περιόδους κρίσης. Με ρόλο μηχανισμού άμυνας για την διατήρηση της σύστασης της πόλης, η χαλαρότητα του χώρου θεωρείται το ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ κρίσης και αναγέννησης. Η πόλη δεν είναι μόνο ένα αντικείμενο, μια σωρευτική ανακυκλωμένη μάζα θραυσμάτων. Αντιθέτως, η πολυπλοκότητά της, καταδεικνύει την ύπαρξη πολλαπλών κολλάζ σε όλα τα επίπεδά της, τα οποία τη μορφοποιούν. Οι συνιστώσες που τη διαμορφώνουν, δηλαδή ο χρήστης και ο αρχιτέκτονας, συνδιαλέγονται με την εγγενή της δυναμική για αλλαγή. Οι κύκλοι προσαρμοστικότητας βρίσκονται σε μια συνεχή διαλεκτική αντιπαράθεση, ένα πολύπλοκο κολλάζ, με χρήστη και αρχιτέκτονα να προσπαθούν να κρατήσουν τα ηνία και να βρουν τη θέση τους μέσα στην πόλη.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

123





LOOSE SPACE

Α

ΔΙΑΤΑΞΗ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΟΥΤΟΠΙΑΣ

Οι ουτοπίες, ως διάταξη μέσω της ομοίωσης, είναι τοποθετήσεις χωρίς πραγματικό τόπο. Είναι τοποθετήσεις που έχουν μια γενική σχέση άμεσης ή ανεστραμμένης αναλογίας με τον πραγματικό χώρο της κοινωνίας. Είναι η ίδια η κοινωνία τελειοποιημένη ή αλλιώς είναι η κοινωνία ανεστραμμένη, αλλά σε κάθε περίπτωση, οι ουτοπίες είναι απαραιτήτως θεμελιακοί μη-πραγματικοί χώροι. Οι ετεροτοπίες είναι «υλοποιημένες ουτοπίες» · είναι «υλοποιημένες τοποθετήσεις» που ταυτόχρονα αντιπροσωπεύουν, ανταγωνίζονται και αντιστρέφουν όλες τις άλλες τοποθετήσεις του περιβάλλοντος. Είναι υπεύθυνες για την εγγραφή και την ετερογένεια. Εμπλέκουν χρονικότητες διαφορετικές από αυτές που ασκούνται στο περιβάλλον τους (Cauter, 2008, σ.32) . Οι ετεροτοπικοί χώροι, γράφει ο Foucault, είναι «αντι-χώροι», ένα είδος αποτελεσματικά υλοποιημένων ουτοπιών, στις οποίες όλες οι υπόλοιπες πραγματικές τοποθεσίες ταυτόχρονα αναπαρίστανται, αμφισβητούνται και ανατρέπονται. Η ετεροτοπία εκτελεί διαφορετικές λειτουργίες σε σχέση με την κυρίαρχη τάξη. Ο Foucault διαφοροποιεί τις ετεροτοπίες της κρίσης, της αποκλίνουσας συμπεριφοράς, της ψευδαίσθησης και της ανταμοιβής. Ανάλογα με το σκοπό τους οι ετεροτοπίες χρησιμεύουν ως χώροι «απελευθέρωσης της πίεσης», αντανακλούν τις δυνάμεις της αλλαγής τοποθετώντας της έξω από την κοινωνία, σε ειδικά σχεδιασμένους χώρους, όπου η κοινωνική κριτική (πχ. θέατρα) και ενδιαφέρουσες ιδέες (πχ. βιβλιοθήκες) μπορούν να φιλτράρονται και να περιέχονται. Η ουτοπία έχει αποποιηθεί τα κρίσιμα χαρακτηριστικά της και έχει μετατραπεί

ΔΙΑΤΑΞΗ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΟΥΤΟΠΙΑΣ

127


LOOSE SPACE

σε ένα κυνήγι ομαλότητας και μείωσης των θυλάκων της διαφοράς (στοιχεία της ετερότητας). Η κριτική αφορά τη διπολικότητα του χώρου και της ύλης και την αποδυνάμωση των μετασχηματιστικών ιδιοτήτων του χτισμένου χώρου, ως σηματοδότης και εφαλτήριο δράσης. Μέσα σε έναν κατακερματισμένο χώρο και χώρο προαγωγής της τυφλής ομοιογένειας και του πολλαπλασιασμού του μη-τόπου, η μόνη δυνατότητα που φαίνεται να παραμένει εναπόκειται στο ανεξερεύνητο και το εξαιρετικό. Ιδωμένη μέσα από αυτό το πρίσμα, η ετεροτοπία φαντάζει ως ο μόνος πραγματοποιήσιμος χώρος της υλικότητας και της κοινωνικής δυνατότητας. Παρά τη βεβαιότητα που σηματοδοτείται από έναν ουτοπικό τρόπο σκέψης, οι ουτοπίες δεν περιέχουν τίποτε βέβαιο. Έχουν επιπτώσεις που προκύπτουν παρόλο το συνειδητό σχεδιασμό και ως αβέβαιες περιέχουν τόση αμφισημία όση προσπαθούν και να αποβάλλουν. Η αντίθεση, όμως, έγκειται στο ότι η κοινωνική αμφισημία, ως μια μορφή διάταξης, εκφράζεται ως βεβαιότητα. Οι σύγχρονες μορφές κοινωνικής διάταξης δεν αναπτύσσονται απευθείας από ουτοπικά ιδεώδη, που σχετίζονται με την καλή και διατεταγμένη κοινωνία, αλλά προκύπτουν από μια ετεροτοπική αβεβαιότητα, στην οποία η τάξη και η αταξία αναμιγνύονται σε μια ουτοπική πρακτική μεταξύ ιδεών για την ελευθερία και τον έλεγχο. Ο ουτοπισμός, δηλαδή οι ιδέες που προκύπτουν από τους φαντασιακούς χώρους αλλά και την πρόθεση για μια σωστή κοινωνία, περιλαμβάνει την εισαγωγή νέων ιδεών για την άμεση παραγωγή του κοινωνικού χώρου. Αυτός είναι ένας σημαντικός παράγοντας της κοινωνικής διάταξης. Αυτή η διαδικασία ενσωμάτωσης ουτοπικών ιδεών, δεν παράγει ουτοπία αλλά αναπτύσσεται σχεσιακά με την ετεροτοπία, η οποία διευκολύνει εναλλακτικούς τρόπους διάταξης της κοινωνίας μέσω της διαπλοκής με υπάρχουσες αναπαραστάσεις της κοινωνικής τάξης, κάτι που θα μπορούσε να περιγραφεί ως διαφορετικότητα, αμφισημία ή ετερότητα.

128

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ


LOOSE SPACE

Β

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΤΕΡΟΤΟΠΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ

Η ετεροτοπία προκύπτει από τη σύνδεση του «έτερου» και του «τόπου». Αρχικά ο όρος αυτός χρησιμοποιήθηκε σε ιατρικό συγκείμενο, περιγράφοντας έναν μετατοπισμένο, δυστοπικό ιστό, στις έρευνες του Meckel στις αρχές του 20ου αι (αναφέρεται στο Cauter, 2008). Από το 1920 και μετά, η ετεροτοπία εμφανίζεται στην ιατρική βιβλιογραφία για να περιγράψει ένα φαινόμενο που συμβαίνει σε έναν ασυνήθιστο τόπο, ή να περιγράψει μια χωρική μετατόπιση ενός ιστού που δεν επηρεάζει την ολική λειτουργία και ανάπτυξη του οργανισμού. Μέσα από αυτό τον ορισμό, η ετεροτοπία εκλαμβάνεται ως μία κατάσταση που υποδηλώνει μια θέση χωρικής και μορφολογικής ανωμαλίας. Ο Sigurd Lax υποστηρίζει ότι «η βιολογία, η ιατρική και η αρχιτεκτονική είναι όμοροι κλάδοι, οι οποίοι εκτός από την ανταλλαγή κοινών κατανοήσεων της μορφολογίας, ασχολούνται με τις ιδιαίτερα πολύπλοκες δομές και την επίδραση που έχουν στο περιβάλλον τους» (αναφέρεται στο Cauter, 2008) . Αυτό αντιπροσωπεύει τη μακροχρόνια αναλογία μεταξύ οργανισμών και της δομής και εσωτερικής λειτουργίας μιας πόλης ή ενός οικοδομήματος. Αλλά ενώ οι αρχιτέκτονες και οι πολεοδόμοι προβάλλουν τα σχέδιά τους, συχνά παίρνοντας τον οργανισμό ως σημείο εκκίνησης, οι γιατροί και οι παθολόγοι διερευνούν και ερμηνεύουν τα φαινόμενα που συμβαίνουν στο εσωτερικό του οργανισμού, ορίζοντας τη λεπτή γραμμή μεταξύ υγιεινού και ανθυγιεινού. Η σημασία της αναλογίας μεταξύ οργανισμών και αρχιτεκτονικής και πόλης σχετίζεται με την διάταξη των συστημάτων και αναλογικά των πόλεων και των αρχιτεκτονικών οικοδομημάτων ως υγιή, αν-

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΤΕΡΟΤΟΠΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ

129


LOOSE SPACE

θυγιεινά ή ανώμαλα. Η τελευταία πτυχή, αυτή της ανωμαλίας, είναι αυτή που τα διαφοροποιεί από την κανονική και σωστή τάξη των πραγμάτων, η οποία είναι το σημείο εκκίνησης ερμηνείας της έννοιας ετεροτοπίας. Ο όρος αυτός εμφανίστηκε για πρώτη φορά στον πρόλογο του «The order of things» του Michel Foucault το 1966. Στο συγκεκριμένο κείμενο ο Foucault άφησε να εννοηθεί ότι η ετεροτοπία συνδέεται περισσότερο με τη γλώσσα, παρά είναι εντοπίσιμη σε χώρους. Σε αυτό, η ετεροτοπία χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα όρια του φανταστικού, έναν χώρο στον οποίο οι σκέψεις μας συναντούν αντικείμενα και μοτίβα που δε μπορούν να εντοπιστούν ούτε να οργανωθούν. Με αυτή την έννοια ο Foucault θεώρησε την ετεροτοπία ως αντίθετη της ουτοπίας, ως ένα ακρώνυμο, ως ένα διαφορετικό πεδίο σκέψης και διάταξης. Παρόλα αυτά, και οι δύο όροι, ετεροτοπία και ουτοπία, παραμένουν εννοιολογικές και αφηρημένες δομές με λίγη σύνδεση με τον υλικό, φυσικό κόσμο των αντικειμένων. Ο Foucault με τον όρο αυτόν περιέγραψε διάφορους θεσμούς και μέρη που διακόπτουν την προφανή συνέχεια και την κανονικότητα των απλών καθημερινών χώρων· ένας κόσμος εκτός κέντρου με σεβασμό στην κανονικότητα ή στους καθημερινούς χώρους, έναν χώρο που κατέχει πολλαπλές, αποσπασματικές ή ακόμη ασύμβατες έννοιες. Επειδή εισήγαγαν την ετερότητα στην κανονικότητα, στην ομοιότητα και στην επικαιρότητα της καθημερινής κοινωνίας, ο Foucault ονόμασε αυτά τα μέρη «ετερο-τοπίες», δηλαδή «έτεροι χώροι». Ο όρος επηρέασε την αρχιτεκτονική και την αστική θεωρία, ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, αλλά παρέμεινε μια πηγή σύγχυσης και συζήτησης από τότε. Αυτές οι ερμηνείες της ετεροτοπίας, ως χώροι της διαφοράς, όμως, φέρουν μια βαθύτερη χροιά από εκείνη της απλής χωρικής μετατόπισης. Ενώ οι ιατρικές ετεροτοπίες, δεν έχουν γνωστές αιτίες, δεν έχουν δευτερογενείς επιδράσεις και δεν επηρεάζουν την ομαλή λειτουργία του οργανισμού στον οποίο εμφανίζονται, οι ετεροτοπίες του Foucault έχουν αντίκτυπο. Ο στόχος τους είναι να ανατρέψουν τις ιδρυτικές αρχές, να εναντιωθούν στην ομοιότητα και να αντανακλούν την αντίστροφη ή την άλλη πλευρά της κοινωνίας. Αυτοί είναι οι χώροι που προορίζονται για την ανωμαλία, την ετερότητα, την αποκλίνουσα συμπεριφορά. Τα γραπτά του Foucault ορίζουν τις ετεροτοπίες ως χώρους στους όποιους η τεχνολογία και η πειθαρχία της κοινωνικής τάξης καταρρέουν ή αναστέλλονται προσωρινά και αναδιατάσσονται (πχ. το σχολείο, ο στρατός κλπ.) ή ανακατασκευάζονται για τη δημιουργία νέων χώρων, όπου μικρόκοσμοι της κοινωνίας μεταλλάσσονται και προστατεύονται (μουσεία, χώροι πολιτιστικής κληρονομιάς). Οι ετεροτοπίες είναι χώροι όπου δεν είναι εμφανής ο διαχωρισμός μεταξύ δημόσιου-ιδιωτικού, είναι ένα εννοιολογικό ή φυσικό σύνορο ή όριο που ξεχωρίζει την ετεροτοπία από την καθημερινή ζωή, μια υποβολή κανόνων και πρακτικών που είναι εμφανή μέσα στην ετεροτοπία και μια αίσθηση ασύλου και ασφάλειας, τέτοια έτσι ώστε μια «νέα κοινωνία» να δημιουργηθεί μέσα από την ενσωμάτωση/το διαχωρισμό

130

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ


LOOSE SPACE

ή εσωτερικές/εξωτερικές διακρίσεις. Οι ετεροτοπολογίες του Foucault συνδυάζουν ένα ευρύ φάσμα ετεροτοπιών: χώρους, κοινωνικά ορισμένες χωροχρονικότητες, ακόμη και αντικείμενα που ο κοινός παρονομαστής τους είναι η ετερογένειά τους σε σχέση με τους χώρους και τις χρονικότητες που τα περικλείουν, ξεχωρίζοντας ως εξαιρέσεις του κανόνα. Ανταποκρίνονται όμως σε συγκεκριμένες αρχές, που στηρίζονται στις ιδιομορφίες τους, προκειμένου να λειτουργήσουν. Ως εκ τούτου η πολλαπλότητα των νοημάτων της ετερογένειας περιγράφει την ετεροτοπία ως αμφίσημη και καθαρά ανοιχτή έννοια που σχετίζεται γενικά με την εξαίρεση και την ανωμαλία. Αλλά μέσα σε αυτό βρίσκεται η κατανόηση της ετερογένειας ως κάτι εξαιρετικό, όχι μόνο από τη λανθασμένη θέση της, αλλά και λόγω της εγγενούς ετερότητας της. Μερικές φορές η λέξη ετεροτοπία έχει χρησιμοποιηθεί άμεσα, άλλες φορές έχει αντικατασταθεί με τον μεταίχμιο χώρο, παράδοξο χώρο ή τρίτο χώρο. Υπάρχουν στην πραγματικότητα πέντε τρόποι με τους οποίους τέτοιοι χώροι χρησιμοποιούνται: 1.Ως περιοχές που έχουν συσταθεί ως παράλογες ή παράδοξες, μέσω κοινωνικά υπερβατικών πρακτικών. 2.Ως περιοχές που είναι διφορούμενες και αβέβαιες λόγω της πολλαπλότητας των κοινωνικών εννοιών που συνδέονται με αυτές, συχνά όταν η έννοια ενός τόπου που έχει αλλάξει ή έχει ευρέως αμφισβητηθεί. 3.Ως περιοχές που έχουν κάποια αύρα μυστηρίου, κινδύνου ή παράβασης· χώροι που βρίσκονται, ίσως, στο περιθώριο. 4.Περιοχές που ορίζονται από την απόλυτη τελειότητα τους, που περιβάλλονται από χώρους που δεν χαρακτηρίζονται από αυτή.

5.Περιοχές που περιθωριοποιούνται μέσα στην κυρίαρχη κοινωνική

χωρικότητα. Στη διάλεξή του «Des Espaces Autres» το 1967 ο Foucault διατύπωσε τις αρχές που ορίζουν μια ετεροτοπία. Μια πρώτη αρχή είναι ότι δεν υπάρχει πιθανώς ούτε μια κουλτούρα στον κόσμο που να μην διαμορφώνει ετεροτοπίες. Αυτό είναι μια σταθερά σε κάθε ανθρώπινη ομάδα. Αλλά οι ετεροτοπίες διαφέρουν στη μορφή τους, και πιθανώς δε μπορεί να βρεθεί μια ενιαία μορφή ετεροτοπίας. Μπορούμε όμως να τις κατατάξουμε σε δύο βασικούς τύπους. Στις «πρωτόγονες» κοινωνίες υπάρχει μια μορφή ετεροτοπίας που ονομάζεται ετεροτοπία της κρίσης, δηλαδή υπάρχουν προνομιούχοι ή ιεροί ή απαγορευμένοι τόποι, που προορίζονται για άτομα που βρίσκονται, σε σχέση με την κοινωνία και το ανθρώπινο περιβάλλον που ζουν, σε κρίση. Αλλά αυτές οι ετεροτοπίες της κρίσης εξαφανίζονται σήμερα και αντικαθίστανται, με αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί ετεροτοπίες του αποκλεισμού. Σε αυτές τοποθετούνται άτομα με αποκλίνουσα συμπεριφορά σε σχέση με τον μέσο όρο Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΤΕΡΟΤΟΠΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ

131


LOOSE SPACE

ή τον κανόνα. Η δεύτερη αρχή των ετεροτοπιών είναι ότι ιστορικά, μια κοινωνία μπορεί να κάνει μια υπάρχουσα ετεροτοπία, ή μία που έχει σταματήσει να υπάρχει, να λειτουργεί με πολύ διαφορετικό τρόπο. Κάθε ετεροτοπία έχει μια σαφή και συγκεκριμένη λειτουργία μέσα σε μια κοινωνία και η ίδια ετεροτοπία μπορεί, ανάλογα με την κουλτούρα στην οποία υπάρχει, να έχει διαφορετικές λειτουργίες. Τρίτη αρχή. Μια ετεροτοπία έχει τη δύναμη να προβάλλει σε έναν τόπο πολλούς χώρους, πολλές τοποθετήσεις που είναι μεταξύ τους ασύμβατες. Τέταρτη αρχή. Οι ετεροτοπίες συχνά συνδέονται με χρονικά τμήματα, τα οποία ονομάζονται ετεροχρονισμοί. Η ετεροτοπία αρχίζει να λειτουργεί ολοκληρωμένα όταν οι άνθρωποι βρίσκονται σε ένα απόλυτο διάλειμμα από τον παραδοσιακό χρόνο. Σε γενικές γραμμές, σε μια κοινωνία όπως η δική μας οι ετεροτοπίες και ο ετεροχρονισμός οργανώνονται και διευθετούνται με έναν σχετικά πολύπλοκο τρόπο. Πέμπτη αρχή. Οι ετεροτοπίες προϋποθέτουν ένα σύστημα ανοίγματος και κλεισίματος, που ταυτόχρονα τις απομονώνει και τις κάνει διάτρητες. Έκτη αρχή. Το τελευταίο χαρακτηριστικό των ετεροτοπιών είναι ότι έχουν, σε σχέση με τον υπόλοιπο χώρο, μια λειτουργία. Η τελευταία ξετυλίγεται ανάμεσα σε δύο ακραίους πόλους. Είτε ο ρόλος τους είναι να δημιουργήσουν ένα χώρο ψευδαίσθησης που προβάλλει τον πραγματικό χώρο, είτε, εν αντιθέσει, να δημιουργήσει έναν άλλο χώρο, έναν πραγματικό χώρο, τέλειο, σχολαστικό, τόσο καλά οργανωμένο όσο ο δικός μας είναι ανοργάνωτος και ατελής. Αυτό δε θα ήταν η ετεροτοπία της ψευδαίσθησης, αλλά της ανταμοιβής. Η δυσαρμονία της ετεροτοπίας προκύπτει από τη διαφορά με άλλους χώρους, έτσι ώστε η παρουσία τους να παρέχει είτε μια ανησυχητική χωρική σχέση, είτε μια εναλλακτική αναπαράσταση των χωρικών σχέσεων. Συνοψίζοντας, ο ορισμός της ετεροτοπίας οδηγεί στα εξής συμπεράσματα: πρώτον, ότι η ετεροτοπία έχει συνεχώς μεταβαλλόμενα και πολλαπλά νοήματα ανάλογα με το που βρίσκεται. Δεύτερον η ετεροτοπία πάντα ορίζεται σχετικά με άλλους χώρους και ποτέ δεν είναι αυθύπαρκτη. Τρίτον, αν η ετεροτοπία αντιληφθεί σχεσιακά, πρέπει να έχει κάτι που θα τη ξεχωρίζει, κάτι που θα καθιστά υποχρεωτικό σημείο διέλευσης, αλλιώς οποιοσδήποτε χώρος θα ήταν έτερος ενός άλλου και τέταρτον, η ετεροτοπία δεν πρόκειται για αντίσταση ή τάξη, αλλά μπορεί να αναφέρεται και στα δύο, επειδή και τα δύο συνεπάγονται τη δημιουργία εναλλακτικών τρόπων διάταξης. Για τον Foucault υπάρχουν δύο τρόποι διάταξης: μέσω της ομοιότητας και μέσω της παρομοίωσης. Η τελευταία είναι αυτή που συνδέεται με την ετεροτοπία. Η διάταξη που αντιπροσωπεύεται από την ομοιότητα είναι και η συνηθέστερη. Οι κοινωνικές απαιτήσεις που έχουν διαμορφωθεί με την πάροδο του χρόνου υποθέτουν ότι κάποια πράγματα πηγαίνουν μαζί με μία συγκεκριμένη τάξη. Η

132

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ


LOOSE SPACE

παρομοίωση, όμως, αφορά την διάταξη που γίνεται μέσω της αντιπαράθεσης σημείων που πολιτισμικά φαίνονται ασύμβατα, είτε γιατί η σχέση τους είναι νέα, είτε απροσδόκητη. Η παρομοίωση συνίσταται από ένα απροσδόκητο ψηφιδωτό. Η παρομοίωση, ως ένας ακόμη τρόπος διάταξης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αμφισβητηθούν οι αρχές της αναπαράστασης. Αυτή η αναπαράσταση μπορεί να είναι σχετική με την αντίσταση ή τη παράβαση των πολιτιστικών προσδοκιών που διαμορφώνουν την ιδέα της κοινωνικής τάξης. Η ομοιότητα, λέει ο Foucault, «προϋποθέτει ένα πρωτογενές σημείο αναφοράς που καθορίζει και ταξινομεί», αντιγράφει τον εαυτό της βασισμένη στην ιδιότητα της μιμητικής. Η ομοιότητα εξυπηρετεί και κυριαρχείται από την αναπαράσταση. Στην παρομοίωση, από την άλλη πλευρά, το αρχικό σημείο αναφοράς εκλείπει. Τα πράγματα βρίσκονται έρμαια, σε μια ισοδύναμη περίπου σχέση το ένα με το άλλο χωρίς να είναι κανένα από αυτά ικανό να διεκδικήσει προνομιακή θέση ή να αποτελέσει μοντέλο για τα υπόλοιπα. Η ιεραρχία δίνει τη θέση της σε μια σειρά από πλευρικές σχέσεις. Αυτή είναι και η βασική αρχή της ετεροτοπίας για τον Foucault· τόποι που συγκεντρώνουν ετερογενείς συλλογές ασυνήθιστων πραγμάτων χωρίς να αποκτούν μια ενότητα ή μια τάξη μέσω της ομοιότητας. Αντ’ αυτού, η ταξινόμησή τους προέρχεται μέσω της παρομοίωσης, που παράγει, σε έναν σχεδόν αβέβαιο τόπο, συνδυασμούς που διαταράσσουν τη ροή της κανονικότητας. Μια άλλη αρχή της ετεροτοπίας, η οποία προέρχεται από τον ορισμό της ως αναπαράσταση μέσω της παρομοίωσης, είναι ότι υπάρχουν μόνο σε σχέση, δηλαδή έχουν προκύψει από τη διαφορετικότητά τους σε σχέση με τους άλλους χώρους και όχι από την ετερότητα που έχουν οι ίδιοι οι χώροι. Δεν είναι οι σχέσεις μέσα σε ένα χώρο η πηγή αυτής της ετεροτοπικής σχέσης. Είναι το πώς μια τέτοια σχέση φαίνεται απ’ έξω, από ένα διαφορετικό πρίσμα, αυτό που επιτρέπει στον χώρο να αντιληφθεί ως ετεροτοπικός.

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΤΕΡΟΤΟΠΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ

133


LOOSE SPACE

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Allen, C., Angeler, D., Garmestani, A., Gunderson, L., και Holling C.S. (2014), Panarchy: Theory and Application, Nebraska Cooperative Fish & Wildlife Research Unit, Staff Publications. Paper 127 Banerjee, T., Loukaitou-Sideris, A. (2011), Companion to Urban Design, Routledge Berkes, F., Colding, J. και Folke, C. (2003), Navigating social-ecological ecosystems: Building resilience for complexity and change, Cambridge University press Berlin, Ι. (1953), The Hedgehog and the Fox, Weidenfeld & Nicolson Borden, I., Kerr, J., Rendell, J. και Pivaro, A. (2000), The unknown city, Contesting architecture and social space, Cambridge Massachusetts, MIT Press Carmona, M. (2003), Public Spaces - Urban Spaces, Architectural Press Carmona, M. (2010), Journal of Urban Design, Routledge Carmona, M. και Tiesdell, S. (2006), Urban Design Reader, Architectural Press Chelleri, L. (2010), From “Resilient City” to urban resilience: a review essay on understanding and integrating the resilience perspective for urban systems, Documents d’ analisi Geografica De Cauter, L. και Michiel, Dehaene, M. (2008), Heterotopia and the city: Public space in a postcivil society, Routledge Dr. Ganis, M. (μ.π.), Planning adaptable and resilient cities: a “small world” paradigm, University of Queensland, School of Geography, Planning and Environmental Management Ellin, N. (1999), Postmodern Urbanism, Princeton Architectural Press Foucault, M. (1967), Διάλεξη: Des espaces autres (Of other spaces) Franc, Κ. και Stevens, Q. (2007), Loose space: Possibility and diversity in urban

life, Routledge Gehl, J. (2013), Ανθρώπινες Πόλεις, MBike Events and Digital Gehl, J. (2013), Η ζωή ανάμεσα στα κτήρια, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας Goonewardena, K., Kipfer, S., Milgrom, R. και Schmid, C. (2008), Space, Difference, Everyday Life Reading Henri Lefebvre, Routledge

134

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


LOOSE SPACE

Hetherington, K. (1997), The Badlands of Modernity: Heterotopia and Social Ordering, Routledge Holling, C.S. (1973), Resilience and Stability of Ecological Systems, Annual Review

of Ecology and Systematics, Vol. 4, σ.1-23 Holling, C.S. (2001), Understanding the Complexity of Economic, Ecological and

Social Systems, Ecosystem vol.4 Lefebvre, H. (1977), Το δικαίωμα στην πόλη, Παπαζήση Lefebvre, H. (1991), The Production of space, Blackwell Leveratto, J. (2015), Planned to be Reclaimed: Design strategies for spontaneous practices of spatial appropriation, Street Art & Urban creativity Scientific Journal, vol.1 Low, S. και Smith, N. (2006), The politics of public space, Routledge Lynch, K. (1960), The Image of the City, Cambridge Massachusetts, MIT Press Lynch, K. (1965), Τhe openness of open space, Cambridge Massachusetts, MIT press Lynch, K. (1975), Grounds for Utopia, Cambridge Massachusetts, MIT Press Massey, D. (1994), A Global Sense of Place, Στο: Space, Place and Gender. Minneapolis: University of Minnesota Press Neves, P.S., Simoes. D. (2015), Street Art & Urban Creativity, Scientific Journal, Urbancreativity.org Rossi, A. (1991), Η αρχιτεκτονική της πόλης, Θεσσαλονίκη, University Studio Press Rowe, C. και Koetter, F. (1978), Collage City, MIT Press Rowe, P. (1997), Civic Realism, Cambridge Massachusetts, MIT Press Seeliger, L. και Turok, I. (2013), Towards sustainable cities: Extending resilience

with insights from vulnerability and transition theory, article, open access sustainability Shaw, P. και Hudson, J. (μ.π), As Found: Contested uses within the ‘left-over’ spaces of the city Stevens, Q. (2007), The lucid city, Routledge

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

135


LOOSE SPACE

Wikstrom, A. (2013), The Challenge of change: Planning for social urban resilience, an analysis of contemporary planning aims and practices, Department of human geography, Stockholm University Zivkovic, Μ., Jovanovic, G. και Kondic, S. (2014), Flexible planning strategies of

sustainable city development, Architecture and civil engineering vol.12, No 3 Αpplegath, C. (2012), Future Proofing Cities: Strategies to help cities develop capacities to absorb future shocks and stresses, Resilientcity.org Αυδίκος, Β. (2010), Ο χώρος ως σχέση: Μεθοδολογικές προσεγγίσεις και πλαίσιο

έρευνας, ΓΕΩΓΡΑΦΙΕΣ, Νο 17 Βαΐου, Ν. και Χατζημιχάλης, Κ. (2012), Ο χώρος στην αριστερή σκέψη, Νήσος Γεωργαντζάς, N. (2012), Guest editorial on: Transformation and social change: human systems management Σταύρος Σταυρίδης, Heterotopias and the Experience of Porous Urban Space, Στο: Franc, Κ. και Stevens, Q. (2007), Loose space: Possibility and diversity in urban life, Routledge Χατζημιχάλης, Κ. (2012), Άνιση γεωγραφική ανάπτυξη και χωροκοινωνική δικαιοσύνη-αλληλεγγύη: Ευρωπαϊκές περιφέρειες μετά την οικονομική κρίση του 2009, ΓΕΩΓΡΑΦΙΕΣ, Νο 19, σ.11-40

136

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


Loose Space Αναζητώντας τη χαλαρότητα στο χώρο Διάλεξη Γαλίκα Άννα | Καμπάνη Άννα Επιβλέπων Παγώνης Θάνος Ε.Μ.Π. Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ιούνιος 2016


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.