Μ
ε την τιμή του πετρελαίου να έχει φτάσει στα ύψη σε συνδυασμό με την γενικότερη και συνεχιζόμενη οικονομική κρίση, το ζήτημα της θέρμανσης κυριολεκτικά «καίει» φέτος τους Έλληνες, οι οποίοι αναζητούν πιο οικονομικές λύσεις για να ζεσταθούν. Με δεδομένο όμως το χαμηλό κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, πολλοί προσανατολίζονται σε ηλεκτρικές συσκευές θέρμανσης. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνουν οικονομία έως και 70% σε σχέση με τους παραδοσιακούς καυστήρες πετρελαίου. Ιδιαιτέρως δημοφιλή σε χώρες του εξωτερικού είναι τα λεγόμενα
πάνελ υπέρυθρης θέρμανσης που υπόσχονται χαμηλή κατανάλωση ρεύματος, εύκολη τοποθέτηση και αισθητική, ενώ πολλοί επιλέγουν και τους θερμοπομπούς, που έχουν χαμηλό κόστος αγοράς, άμεση απόδοση και γρήγορη εγκατάσταση. Ξυλόσομπες, λέβητες ξύλου, ενεργειακά τζάκια είναι μόνο μερικές από τις λύσεις που μπορεί να δώσει η καύση των ξύλων. Οι αντλίες θερμότητας και οι λέβητες ιόντων είναι άλλες δύο εναλλακτικές λύσεις που προτιμούνται τα τελευταία χρόνια. Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, το μέλλον της θέρμανσης τοποθετείται στην αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, άποψη που
υπερασπίζονται ένθερμα όσοι έχουν μια πιο οικολογική αντίληψη του ενεργειακού προβλήματος που ήδη αντιμετωπίζει ο πλανήτης. Η καύση της βιομάζας, του λεγόμενου πέλετ, η χρήση ηλιακών συλλεκτών, αλλά και η εξοικονόμηση ενέργειας μέσω μιας αποτελεσματικότερης μόνωσης των κτιρίων είναι επιλογές που κερδίζουν συνεχώς έδαφος στις προτιμήσεις των καταναλωτών. Η «Άποψη του Νότου» βρίσκεται για άλλη μια φορά κοντά στο αναγνωστικό κοινό με μία έρευνα αγοράς και με οικονομικές προτάσεις θέρμανσης έτσι ώστε να επιλέξετε αυτήν που ταιριάζει καλύτερα στις ανάγκες σας. Επιμέλεια Ενθέτου: Αλκμήνη Γιαμπουλάκη
Πηγές: thermansipress.gr, naftemporiki.gr
26
Ενθ. 2
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2014
Στο λογαριασμό της θέρμανσης
Μικρές κινήσεις μεγάλη εξοικονόμηση
Α
κόμη κι αν έχουμε επιλέξει μία όχι και τόσο οικονομική μέθοδο θέρμανσης, όπως είναι για παράδειγμα το πετρέλαιο, υπάρχουν σημαντικά περιθώρια εξοικονόμησης ενέργειας και συνεπώς εξοικονόμησης χρημάτων μέσω απλών βημάτων, τα οποία μπορεί να φαίνονται «μικρές παρεμβάσεις», ωστόσο ο συνδυασμός τους μπορεί να μας εξασφαλίσει σημαντική οικονομική ελάφρυνση.
τερικές σωληνώσεις της κεντρικής θέρμανσης. � Βάλτε έξυπνα παράθυρα και υαλοστάσια (ιδίως στα βόρεια ανοίγματα). � Προσδιορίστε τις εγκαταστάσεις θέρμανσης που θα χρειαστείτε αφού πρώτα εφαρμόσετε όλες τις επεμβάσεις εξοικονόμησης ενέργειας.
Ποια είναι όμως αυτά τα απλά βήματα;
� Συντηρείτε την εγκατάσταση θέρμανσης στο τέλος του χειμώνα. Έτσι βελτιώνεται η απόδοση, μειώνεται η κατανάλωση καυσίμων και η ρύπανση της ατμόσφαιρας και ο εξοπλισμός έχει μεγαλύτερη διάρκεια ζωής. � Εγκαταστήστε θερμοστάτες χώρου εάν έχετε μονοκατοικία. Σε πολυκατοικίες πρέπει να γίνει ταυτόχρονη εγκατάσταση σε συνδυασμό με θερμομετρητές. Η θερμοστατική ρύθμιση της θέρμανσης βελτιώνει τις συνθήκες άνεσης και μειώνει την κατανάλωση. � Ρυθμίστε τον θερμοστάτη σε χαμηλότερη θερμοκρασία το βράδυ ή όταν απουσιάζετε για αρκετές ώρες. Για κάθε βαθμό που χαμηλώνετε τον θερμοστάτη εξοικονομείτε 1-2% σε ενέργεια. � Απομονώνετε τους χώρους που δε χρησιμοποιούνται ρυθμίζοντας τον διακόπτη στα σώματα του καλοριφέρ. � Ανοίγετε τις κουρτίνες και τα σκίαστρα στα νότια παράθυρα για να επιτρέπετε στον ήλιο να περάσει στους εσωτερικούς χώρους. � Κλείνετε τα εξωτερικά παραθυρόφυλλα το βράδυ ή όταν φυσάει πολύ. � Κλείνετε την πεταλούδα της καμινάδας του τζακιού όταν δεν το χρησιμοποιείτε. � Εξαερώνετε περιοδικά τα καλοριφέρ. Μην τα σκεπάζετε. � Με καλή θερμομόνωση επιτυγχάνετε σημαντική οικονομία σε ενέργεια και χρήματα. � Μονώστε τη σκεπή, την πυλωτή, το λέβητα και τις εξω-
� Αποφύγετε να κλείνετε εντελώς την εγκατάσταση θέρμανσης κάθε φορά που φεύγετε από το σπίτι για λίγο. Η δαπάνη ενέργειας για την συντήρηση της θερμοκρασίας ενός σπιτιού στα επιθυμητά επίπεδα είναι σαφώς μικρότερη από την δαπάνη που χρειάζεται για να ζεσταθεί ξανά ο χώρος εξ αρχής. Επίσης, όταν λειτουργεί η θέρμανση καλό είναι να μην υπάρχουν ανοιχτά παράθυρα και πόρτες. Καλό επίσης είναι να απομονώσουμε την λειτουργία της θέρμανσης σε κάποιους χώρους που δεν χρησιμοποιούμε συνεχώς. � Δεν πρέπει η θερμοκρασία που επιλέγουμε για το χώρο, να υπερβαίνει τους 20 με 21 βαθμούς Κέλσιου. Υψηλότερη θερμοκρασία προκαλεί μάλλον δυσφορία παρά άνεση, και τεράστια διαφορά στη κατανάλωση καυσίμου.
� Στις ώρες του ύπνου, η ιδανική θερμοκρασία του χώρου πρέπει να είναι 3 με 4 βαθμούς χαμηλότερη από αυτήν που διατηρούμε τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας. � Ποτέ δε σκεπάζουμε τα θερμαντικά μας σώματα με καλύμματα. Αν μας φαίνονται αντιαισθητικά είναι προτιμότερο να δαπανήσουμε κάτι παραπάνω και να αγοράσουμε διακοσμητικά σώματα. Αλλιώς καίμε πετρέλαιο και δεν αφήνουμε τη ζέστη να διαχυθεί μέσα στο χώρο μας. � Για να μειώσουμε τις απώλειες του χώρου μας, πρώτα και κύρια πρέπει να φροντίσουμε για τη μόνωση του σπιτιού μας. Η μετάδοση θερμότητας από ένα χώρο προς ένα άλλο εξαρτάται από το μέσο που τα χωρίζει και από τη θερμοκρασιακή τους διαφορά. Έτσι, ανεξάρτητα από τη μόνωση που έχουμε, όσο πιο υψηλή είναι η θερμοκρασία του χώρου μας και όσο πιο χαμηλή η θερμοκρασία περιβάλλοντος, τόσο μεγαλύτερες οι απώλειες θερμότητας και άρα τόσο μεγαλύτερη η κατανάλωση πετρελαίου για να διατηρούμε τη θερμοκρασία μας σταθερή. Και ενώ για τη θερμοκρασία περιβάλλοντος δεν μπορούμε να κάνουμε και πολλά πράγματα, τη θερμοκρασία του χώρου μας μπορούμε να τη μειώσουμε. Μια θερμοκρασία των 20C είναι ικανοποιητική για έναν χώρο. Κάθε βαθμός πάνω από τους 20C αυξάνει τις απώλειες, και συνεπώς την κατανάλωση, περίπου 7%. � Αφήνουμε την ηλιακή ακτινοβολία να μπει μέσα στο σπίτι μας κατά τη διάρκεια της ημέρας, ενώ τα βράδια κλείνουμε και τα παντζούρια αλλά και τις κουρτίνες, μειώνοντας έτσι τη διαφυγή θερμότητας προς το περιβάλλον. Επίσης, είναι προτιμότερο να ανοίγουμε όλα τα παράθυρα μια φορά την ημέρα για να αερίζεται το σπίτι, παρά να έχουμε συνεχώς μια μικρή χαραμάδα ανοιχτή. Είναι λοιπόν προφανές ότι μπορούμε να μειώσουμε τον ενεργειακό μας λογαριασμό, χωρίς να ξοδέψουμε χρήματα ή τουλάχιστον πολλά χρήματα, μέσω «μικρών» κινήσεων που εάν τις ακολουθήσουμε θα δούμε σταδιακά μια μείωση στο κόστος μας, χωρίς καταρχήν να έχει χρειαστεί να δαπανήσουμε παρά ένα μικρό σχετικά ποσό.
Σόμπες: Ηλεκτρικές, Υγραερίου, Κηροζίνης
Οικονομικές αλλά με μέτρο Οι εύκολες και φθηνές επιλογές θέρμανσης, ως επί το πλείστον, κοστίζουν ακριβά στη χρήση τους, ενώ αντίθετα τα συστήματα που προσφέρουν οικονομικές και αξιόπιστες συνθήκες θέρμανσης έχουν υψηλότερο κόστος αγοράς και εγκατάστασης. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι ηλεκτρικές σόμπες θέρμανσης, καθώς και τα υπόλοιπα είδη σομπών (υγραερίου, κηροζίνης), τα οποία έχουν κερδίσει σημαντικό έδαφος στην ελληνική αγορά λόγω οικονομικής κρίσης. Οι καταναλωτές πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν αγοράζουν προϊόντα θέρμανσης, καθώς συχνά υπάρχει κίνδυνος προώθησης προϊόντων με παραπλανητικούς ισχυρισμούς για πολύ μεγάλη εξοικονόμηση ενέργειας και χρημάτων. Προκειμένου να επιλέξουμε το κατάλληλο σύστημα θέρμανσης πρέπει να είμαστε σε θέση να συγκρίνουμε όμοια χαρακτηριστικά (π.χ. απόδοση συστημάτων, κόστος ενέργειας κλπ.) και να λαμβάνουμε υπ’ όψιν όλες τις συναφείς παραμέτρους (φόροι, επιφάνεια θέρμανσης, κόστος τοποθέτησης και συντήρησης κλπ.). Δεδομένου της μεγάλης πια διαφοράς από την κατανάλωση πετρελαίου, η επιλογή ενός τέτοιου θερμαντικού ηλεκτρικού σώματος σήμερα φαντάζει ελκυστική, ιδίως στις περιπτώσεις που θέλουμε να ζεστάνουμε έναν μικρό χώρο για έναν φοιτητή ή έναν ηλικιωμένο. Στα θετικά της λύσης αυτής είναι και το πολύ χαμηλό κόστος αγοράς, εάν υποθέσουμε ότι το σπίτι δεν διαθέτει κανένα σύστημα θέρμανσης. Σφραγίζοντας κατά το δυνατόν τις χαραμάδες και τα κενά σε πόρτες και παράθυρα, ένας μικρός χώρος μπορεί να ζεσταθεί αρκετά ικανοποιητικά με ένα αερόθερμο ή μία μικρή ηλεκτρική θερμάστρα, και με πραγματικό κόστος 10-20 λεπτά του ευρώ ανά ώρα λειτουργίας. Οι σόμπες αλογόνου έχουν τιμές από 40-80 ευρώ, ωστόσο, η αξιοπιστία τους δεν είναι
αντίστοιχη με αυτήν των σομπών χαλαζία. Οι τιμές των σομπών υγραερίου από την άλλη κυμαίνονται από τα 100-200 ευρώ για ένα χώρο 80-120 τ.μ. Το μεγάλο τους μειονέκτημά τους, ωστόσο, παραμένει η ασφάλεια. Η εξέλιξη της τεχνολογίας πάντως έχει βοηθήσει και σ’ αυτό τον τομέα και ως εκ τούτου οι σόμπες υγραερίου έχουν καταστεί ιδανικές (και οικονομικά και αποδοτικά) για περιπτώσεις όπου υπάρχει ανάγκη θέρμανσης κάποιου εξωτερικού χώρου. Οι σόμπες κηροζίνης έχουν το προφανές μειονέκτημα της ακριβής καύσιμης ύλης κι έτσι δεν βρίσκονται ψηλά στις προτιμήσεις των καταναλωτών. Ο,τι κι αν επιλέξετε, καλό θα ήταν να πρόκειται για προσωρινή και συμπληρωματική λύση θέρμανσης, διαφορετικά το κόστος από την κατανάλωση ρεύματος θα είναι ιδιαίτερα υψηλό και άρα ασύμφερο.
Ενθ. 3
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2014
27
Ηλιακά συστήματα:
Συμπλήρωμα στην θέρμανση αλλά και στην… τσέπη μας!
Τ
α ηλιακά συστήματα θέρμανσης, παρόλο που δεν αποτελούν λύση στην οποία θα μπορούσαμε να στηριχθούμε εξ ολοκλήρου για τη θέρμανση του σπιτιού μας, αρχίζουν να προσελκύουν ολοένα και περισσότερο το ενδιαφέρον, καθώς μπορούν να συμβάλουν στη θέρμανση μιας κατοικίας, σε ποσοστό που μπορεί να φτάσει έως και το 40%.
Λειτουργία
Η βασική αρχή της λειτουργίας της ηλιακής θέρμανσης, η οποία συχνά συναντάται και με την ονομασία «Ηλιακή υποβοήθηση θέρμανσης» (λόγω του ότι λειτουργεί υποστηρικτικά), είναι η τοποθέτηση ηλιακών συλλεκτών στην ταράτσα ή τη στέγη του κτιρίου, οι οποίοι ζεσταίνουν νερό. Το ζεστό νερό, στη συνέχεια, αποθηκεύεται σε ένα boiler και στη συνέχεια χρησιμοποιείται για την ενίσχυση της θέρμαν-
σης του κτιρίου. Το ίδιο σύστημα παράγει και ζεστό νερό!. Ένα τέτοιο σύστημα, δεδομένου ότι η απόδοσή του εξαρτάται από τις συνθήκες ηλιοφάνειας, μπορεί να συμβάλει στο μέγιστο βαθμό κατά την αρχή και το τέλος της χειμερινής περιόδου (Οκτώβριο, Νοέμβριο, Μάρτιο, Απρίλιο) όταν οι ημέρες και οι ώρες ηλιοφάνειας είναι περισσότερες και οι ανάγκες της λειτουργίας του κεντρικού συστήματος θέρμανσης είναι μικρές. Ειδικά για την περιοχή της Κρήτης όπου ο ήλιος είναι σχεδόν καθημερινός επισκέπτης ακόμα και τις χειμωνιάτικες ημέρες, θα μπορούσε να αποτελέσει μία πραγματικά πολύ οικονομική – και οικολογική – λύση. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ένα σύστημα ηλιακής θέρμανσης μπορεί να τοποθετηθεί όχι μόνο σε νέες κατοικίες αλλά και σε παλιές ενώ η εξοικονόμηση ενέργειας που γίνεται εγγυάται την γρήγορη απόσβεση της χρηματικής του αξίας.
Συνδυασμός με υπόλοιπες μορφές θέρμανσης
Ένα σύστημα ηλιακής θέρμανσης μπορεί να συνδυαστεί με λέβητα, ενεργειακό τζάκι ή και αντλία θερμότητας αέρα-νερού για μέγιστη οικονομία. Θα πρέπει να τονιστεί ότι η αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας συνδυάζεται ιδανικά με την ενδοδαπέδια θέρμανση
αλλά και την χρήση fan coils, δεν συνίσταται όμως στην περίπτωση όπου ήδη χρησιμοποιούνται κλασσικά θερμαντικά σώματα. Μάλιστα, σε νέες κατοικίες στις οποίες πρόκειται να εγκατασταθεί ενδοδαπέδια θέρμανση, η εγκατάσταση ηλιακού συστήματος θέρμανσης συστήνεται ανεπιφύλακτα, καθώς σε συνδυασμό με την παραπάνω εξασφαλίζει ακόμα μεγαλύτερη απόδοση αλλά και οικονομία!
28
Ενθ. 4
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2014
Θερμομόνωση:
Εξοικονομήστε ενέργεια, απόδοση και χρήματα!
Η
θερμομόνωση ενός κτιρίου, προσφέρει ουσιαστικά σε αυτό ένα «δίχτυ προστασίας» έτσι ώστε το χειμώνα να μειώνεται ο ρυθμός με τον οποίο η θερμότητα διαφεύγει από το κτίριο και το καλοκαίρι να μειώνεται ο ρυθμός με το οποίο η θερμότητα εισάγεται σε αυτό. Με το τρόπο, αυτό επιτυγχάνεται μείωση της κατανάλωσης ενέργειας με την οποία τροφοδοτούνται τα διάφορα συστήματα θέρμανσης και ψύξης των κτιρίων. Είναι γνωστό ότι, ανάμεσα σε δύο σώματα με διαφορετικές θερμοκρασίες, προκαλείται μία συνεχής ροή θερμότητας από το θερμότερο προς το ψυχρότερο, κάτι που συμβαίνει το χειμώνα από το εσωτερικό του κτιρίου προς τον εξωτερικό κρύο αέρα, αλλά και το καλοκαίρι, από τον εξωτερικό θερμό αέρα προς το δροσερότερο εσωτερικό του κτιρίου. Αυτή η ροή θερμότητας είναι αδύνατο να εμποδιστεί τελείως και μπορεί, μόνο, να περιοριστεί ως προς την ένταση και τη διάρκειά της. Αυτό γίνεται εφικτό με τη θερμομόνωση του κτιρίου η οποία επιβραδύνει την ταχύτητα ανταλλαγής θερμότητας μέσα από τις επιφάνειες (τοίχους, στέγες, πατώματα, κουφώματα) που χωρίζουν περιοχές ή χώρους διαφορετικής θερμοκρασίας. Στη σύγχρονη εποχή, που οι κτιριακές κατασκευές είναι περισσότερο σύνθετες και ελαφρότερες από τα παραδοσιακά πέτρινα κτίρια του παρελθόντος, την προστασία από τις θερμικές μεταβολές ανέλαβαν τα διάφορα τεχνητά συστήματα ελέγχου, όπως η κεντρική θέρμανση και ο κλιματισμός. Οι ενεργειακές πηγές όμως – ουσιαστικά το πετρέλαιο – έπαψαν να είναι φτη-
Υπέρυθρη θέρμανση:
Προσιτή και αξιόπιστη επιλογή Τα πάνελ υπέρυθρης ακτινοβολίας αποτελούν μια τεχνολογία που αναπτύχθηκε σε πρώτο στάδιο στις χώρες της Σκανδιναβίας, όπου οι ανάγκες για θέρμανση είναι πολύ μεγάλες. Τα τελευταία χρόνια, όμως, έχει αρχίσει να κερδίζει έδαφος και στη χώρα μας, αφού μια συσκευή υπέρυθρης ακτινοβολίας μπορεί να λύσει μια και καλή το ζήτημα της θέρμανσης ενός νοικοκυριού. Η βασική ιδέα πίσω από τη λειτουργία των πάνελ υπέρυθρης ακτινοβολίας είναι η μετάδοση θερμότητας μέσω ακτινοβολίας στα σώματα και τα αντικείμενα, τα οποία με αυτό τον τρόπο παραμένουν στεγνά και μεταδίδουν θερμότητα. Πρόκειται για μια τεχνολογία με αρκετές καινοτομίες, η οποία στην ουσία περιλαμβάνει την εκπομπή υπέρυθρης θερμότητας στο ίδιο μήκος κύματος με αυτή που εκπέμπει ο ήλιος, αλλά και το ανθρώπινο σώμα. Με τη συγκεκριμένη τεχνολογία, τα στερεά σώματα, (άνθρωποι, ζώα, αντικείμενα) θερμαίνονται απευθείας, χωρίς να απαιτείται η θέρμανση του ενδιάμεσου αέρα. Με αυτό τον τρόπο, οι απώλειες της θερμικής ενέργειας είναι πρακτικά μηδενικές, αφού η υπέρυθρη θερμότητα μεταφέρεται ομοιογενώς στα σώματα, ακόμη κι αν δεν υπάρχει
νές και όλοι συνειδητοποιούμε πλέον τη μεγάλη σημασία της θερμομόνωσης στην εξοικονόμηση ενέργειας. Όλα τα κτίρια που κατασκευάστηκαν στην Ελλάδα μετά το 1980 είναι μονωμένα βάσει του Κανονισμού Θερμομόνωσης, όμως σχεδόν όλα τα κτίρια που έχουν κατασκευαστεί πριν από το 1980 ( σχεδόν το 82% των κτιρίων στην Ελλάδα) δεν έχουν μόνωση.
Κουφώματα
Τα κουφώματα έχουν σημαντικό ρόλο στην ενεργειακή κατανάλωση για θέρμανση και ψύξη των χώρων γιατί από αυτά μεταφέρεται μεγάλη ποσότητα ενέργειας. Το χειμώνα χάνεται θερμότητα από μέσα προς τα έξω, ενώ το καλοκαίρι εισέρχεται θερμότητα από το ζεστό εξωτερικό περιβάλλον. Η διαδικασία αυτή μπορεί να ελαχιστοποιηθεί με τη χρήση κατάλληλα κατασκευασμένων, ενεργειακά αποδοτικών παραθύρων. Η αντικατάσταση των παλιών παραθύρων με νέα, ενεργειακά αποδοτικά με διπλά τζάμια, αν και έχει κάποιο κόστος, μπορεί να ανατρέψει κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό την κακή ενεργειακή απόδοση του κτιρίου, με πολλαπλά οφέλη, ενεργειακά-περιβαλλοντικά και οικονομικά. Στην προσπάθεια για μεγαλύτερη εξοικονόμηση ενέργειας και ως εκ τούτου χρημάτων μέσω της θερμομόνωσης έρχεται να προστεθεί και η μεγάλη ποικιλία και εξειδίκευση στις μονώσεις ταρατσών. Ως ένα από τα πιο εκτεθειμένα σημεία ενός σπιτιού, η ταράτσα μπορεί να αποτελεί το «αδύναμο» σημείο μιας οικοδομής κυρίως στους μήνες εκείνους που παρατηρούνται ακραία καιρικά φαινόμενα που απαιτούν επιπλέον δαπάνη ενέργειας, είτε θέρμανσης είτε ψύξης. Χρειάζεται, ωστόσο, διεξοδική έρευνα αγοράς γιατί υπάρχουν πολλά διαφορετικά υλικά για τη μόνωση ταρατσών και το κόστος τους εξαρτάται από την αντοχή τους.
ενδιάμεσος αέρας. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι η θέρμανση με υπέρυθρες αναπτύχθηκε από ιατρικούς επιστήμονες και αξιοποιείται για τις αποστολές του ανθρώπου στο διάστημα, τις θερμοκοιτίδες, τις σάουνες αλλά και μια ποικιλία από θεραπευτικές εφαρμογές. Σχετικά με το οικονομικό κομμάτι, οι λύσεις είναι πολλές, άλλες προσιτές από μόλις 80 ευρώ (για χώρους έως 20 τ.μ.) και άλλες πιο ακριβές, με κόστος που μπορεί να φτάσει τα 700 ευρώ (για μεγαλύτερους χώρους). Οι συγκεκριμένες συσκευές πάντως εξελίσσονται διαρκώς και βελτιώνονται, αποτελώντας ένα προϊόν που αναπτύσσεται στην αγορά και βρίσκει θέση ολοένα και σε περισσότερα σπίτια των Ελλήνων καταναλωτών. Στα υπέρ της υπέρυθρης ακτινοβολίας είναι πως μας ζεσταίνει, διατηρεί τους μυς σε φόρμα, βοηθάει στην αποβολή των τοξινών, ενώ απαλλάσσει τους τοίχους και τον χώρο από υγρασία, υδρατμούς και μικρόβια, χωρίς να ξηραίνει τον αέρα της ατμόσφαιρας όπως τα θερμαντικά αέρος. Στα μειονεκτήματα της υπέρυθρης θέρμανσης είναι ότι θέρμανση των προσώπων και των αντικειμένων γίνεται κατά κύριο λόγο με την απευθείας έκθεση στην ακτινοβολία, δύσκολα όμως ζεσταίνεται ο χώρος για να συσσωρεύσει δευτερογενώς θερμότητα και να την ακτινοβολεί. Η ζεστασιά τους γίνεται αισθητή αμέσως, εάν βάλουμε σε λειτουργία το πάνελ και σταθούμε μπροστά του, όπως μας ζεσταίνει ο ήλιος στο πρόσωπο και το σώμα μια κρύα μέρα του χειμώνα, αλλά αν παρεμβληθεί εμπόδιο η ζεστασιά δυσκολεύεται να φτάσει σε εμάς. Το «πρόβλημα» αυτό λύνεται όμως με μια πολύ καλή μελέτη του χώρου πριν από την αγορά και εγκατάσταση των πάνελ.
Ενθ. 5
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2014
29
Ενεργειακό τζάκι:
Δίκαια στην κορυφή! Ε
νεργειακό ονομάζεται το τζάκι εκείνο που η εστία του είναι κλειστού τύπου, είναι κατασκευασμένη από μαντέμι ή ατσάλι και μεταφέρει την θέρμανση που παράγεται από υλικό που καίγεται (ξύλα, pellets, αέριο-γκάζι) στον χώρο μέσω τον τοιχωμάτων της, είτε σε αέρα, είτε σε νερό. Τα ενεργειακά τζάκια έχουν αποδόσεις της τάξεως του 70% και πάνω (έναντι μόλις 10%-15% των συμβατικών) και συνδυάζονται πάντα με ρυθμιζόμενη καύση. Υπάρχουν τα αερόθερμα ενεργειακά τζάκια και τα θερμοδυναμικά. Τα αερόθερμα είναι εκείνα των οποίων οι εστίες έχουν κατά κανόνα ενσωματωμένο θερμοθάλαμο και λειτουρ-
γούν με βεβιασμένη κυκλοφορία του αέρα. Θερμοδυναμικό ενεργειακό τζάκι είναι αυτό στο οποίο ο αέρας που ζεσταίνεται μεταφέρεται στο χώρο με φυσική ροή, δηλαδή χωρίς τη βοήθεια κάποιου βεντιλατέρ. Οι εστίες αυτές δουλεύουν με τον ελκυσμό που δημιουργείται μέσα στον θερμοθάλαμο, που κατασκευάζεται μαζί με την επένδυση και μπορούν να δεχτούν προαιρετικά οποιοδήποτε βεντιλατέρ, είτε αυτό είναι για τη βεβιασμένη κυκλοφορία (αε-
ρόθερμο) είτε για τη διανομή του ζεστού αέρα σε άλλα δωμάτια, όσο μακριά και αν είναι αυτά. Στην αγορά διατίθενται πολλά είδη ενεργειακού τζακιού: Υπάρχουν, για παράδειγμα, τζάκια τα οποία καίνε ξύλο, άλλα που καίνε pellet, αέριο ή και νερό. Σε περίπτωση που υπάρχει η δυνατότητα τοποθέτησης καμινάδας, όλες οι επιλογές είναι ανοιχτές. Διαφορετικά, μπορεί κανείς να εγκαταστήσει μια μικρή καμινάδα που θα έχει έξοδο στο μπαλκόνι, μόνο που σε αυτή την περίπτωση οι επιλογές ως προς το καύσιμο περιορίζονται στο pellet. Όσον αφορά στο κόστος, ρόλο παίζουν διάφοροι παράγοντες, όπως η επιλογή των υλικών, η διακόσμηση, το προϊόν καύσης κτλ. Ένα μέσο πάντως κόστος κυμαίνεται από 2.000 ευρώ και πάνω.
Σε περίπτωση που έχουμε ήδη συμβατικό τζάκι η αναβάθμισή του σε ενεργειακό είναι εφικτή, με ένα κόστος βέβαια που δεν είναι αμελητέο, κάνετε όμως απόσβεση από τα πρώτα κιόλας χρόνια. Η διαφορά είναι μεγάλη καθώς το παραδοσιακό τζάκι ζεσταίνει μόνο τοπικά, όπου φτάνει η ακτινοβολία. Επιπλέον η καμινάδα λειτουργεί σαν ένας αγωγός που ρουφάει μέσα από το σπίτι τεράστιες ποσότητες αέρα (από 200- 400 m3 ανά
ώρα) με αποτέλεσμα να το κρυώνει. Άλλωστε χαρακτηρίζονται από τη χαμηλή απόδοση ενέργειας 10-15%, ενώ η φωτιά δεν ελέγχεται παρά μόνον από το πόσα ξύλα του βάζουμε. Εν κατακλείδι, τα παραδοσιακά τζάκια ρυπαίνουν πολύ το περιβάλλον. Υπάρχουν μετρήσεις που αποδεικνύουν ότι ένα παραδοσιακό τζάκι που καίει καυσόξυλα ρυπαίνει το περιβάλλον όσο ένας καυστήρας μιας μέσης πολυκατοι-
κίας. Από την άλλη μεριά τα ενεργειακά τζάκια θερμαίνουν αέρα γύρω από τα τοιχώματά τους και τον διανέμουν στον χώρο. Ταυτόχρονα λειτουργούν με μικρή και ελεγχόμενη κατανάλωση ξύλου (ή όποιου άλλου καυσίμου), ενώ αξιοποιούν πάνω από το 70% της θερμογόνου απόδοσης του ξύλου. Γι’ αυτό έχουν και περιορισμένες εκπομπές ρύπων, ενώ η εξελιγμένη τεχνολογία τους τα καθιστά ασφαλή.
30
Ενθ. 6
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2014
Αντλίες θερμότητας:
Επένδυση του μέλλοντος
Τ
ο μέλλον είναι στις αντλίες θερμότητας αλλά πιθανόν ο περισσότερος κόσμος να αργήσει να τις ανακαλύψει. Το κόστος αγοράς και εγκατάστασης είναι υψηλό αλλά η εξοικονόμηση χρημάτων που επιτυγχάνεται με τα συστήματα αυτά –της τάξεως του 60% και άνω- θα υποχρεώσουν ίσως πολλούς να διερευνήσουν συντόμως την συγκεκριμένη αγορά. Επίσης ολοένα και περισσότερες εταιρίες δραστηριοποιούνται στις αντλίες θερμότητας, επομένως είναι πολύ πιο εύκολο για τον καταναλωτή να κάνει μια έρευνα αγοράς και να επιλέξει μέσα από μια μεγάλη ποικιλία προϊόντων και τιμών. Η διαφορά ενός συστήματος τύπου αντλίας θερμότητας, είτε χρησιμοποιεί τη θερμοκρασία του αέρα (αντλία αέρα/νερού) είτε τους εδάφους (γεωθερμική αντλία) για να μεταφέρει τη θερμότητα, είναι πως λειτουργεί πολύ πιο αποτελεσματικά και εξοικονομεί περισσότερη ενέργεια. Πληρώνετε μόνο ένα μικρό ποσό ρεύματος, αλλά πρόκειται για μία επένδυση που αποδίδει. Και αυτό διότι οι αντλίες θερμότητας χαρακτηρίζονται από μεγάλο βαθμό απόδοσης (COP), ο οποίος για τις αντλίες αέρα-νερού κυμαίνεται από 2,5 έως 3 ενώ στην περίπτωση των γεωθερμικών αντλιών (νερού – νερού) μπορεί να φτάσει και το 5. Αυτό σημαίνει ότι μία αντλία αέρα – νερού με COP=3, για κάθε kWh ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνει, αποδίδει 3 kWh θερμικής ενέργειας. Ειδικά εάν το σύστημα λειτουργεί αρκετές ώρες με το νυχτερινό τιμολόγιο το κόστος πέφτει σημαντικά, ενώ μεγάλη εξοικονόμηση μπορούμε
να επιτύχουμε στην περίπτωση που η αντλία συνδυαστεί με ενδοδαπέδια θέρμανση αντί για σώματα καλοριφέρ. Για να δούμε όμως στην πράξη τι εξοικονόμηση μπορούμε να έχουμε εάν χρησιμοποιήσουμε μία αντλία θερμότητας αέρα – νερού για τη θέρμανσή μας, αξίζει να κάνουμε μία σύγκριση με το πετρέλαιο, για ένα σπίτι πχ 100 τ.μ με ετήσιες ανάγκες θέρμανσης 7.000 kWh.Για να πάρει το συγκεκριμένο σπίτι τις 7.000 kWh θερμικής ενέργειας, απαιτούνται περίπου 945 λίτρα πετρελαίου, τα οποία θεωρώντας μία μέση φετινή τιμή στα 1,3 ευρώ, έχουν κόστος περίπου 1.229 ευρώ. Στην περίπτωση της αντλίας θερμότητας τώρα, εάν θεωρήσουμε συντελεστή απόδοσης ίσο με 3, οι 7.000 kWh θερμικής ενέργειας απαιτούν την κατανάλωση 2.333 περίπου kWh ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες θε-
ωρώντας μέσο κόστος 0,18 ευρώ/ kWh (πρόκειται για μία ενδεικτική τιμή για το ρεύμα καθώς αυτή επηρεάζεται από παράγοντες όπως πχ αν χρησιμοποιούμε νυχτερινό τιμολόγιο κάποιες ώρες ή από το σε ποια κλίμακα κατανάλωσης ανήκουμε), έχουν συνολικό κόστος 490 ευρώ. Το κόστος για μία μέση αντλία θερμότητας κυμαίνεται από 4.000 ευρώ και άνω, δηλ. πρόκειται για ένα σύστημα αρκετά ακριβότερο τόσο από τα παραδοσιακά συστήματα πετρελαίου, φυσικού αερίου όσο και από τα νέα σχετικά συστήματα όπως αυτά που καίνε πέλλετ. Ωστόσο, βάσει του παραπάνω παραδείγματος μπορεί κανείς εύκολα να συμπεράνει ότι η απόσβεση του αρχικού κόστους γίνεται αρκετά γρήγορα. Ειδικά εάν πρόκειται για νέα κατοικία, οι άνθρωποι του χώρου εκτιμούν ότι η εγκατάσταση αντλίας θερμότητας είναι από τις πλέον συμφέρουσες λύσεις.
Σόμπες πέλλετ: Οι σόμπες pellet χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες. Υπάρχουν οι αερόθερμες σόμπες, οι οποίες καίνε αυτόματα το pellet που έχουν στη δεξαμενή τους και ζεσταίνουν το χώρο μας εγχέοντας ζεστό αέρα, και οι σόμπες pellet καλοριφέρ ή νερού, οι οποίες ενώνονται με το σύστημα θέρμανσης του σπιτιού και με τα σώματα καλοριφέρ και μπορούν να εγκατασταθούν σε οποιοδήποτε σημείο ενός σπιτιού. Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει αποθηκευτικός χώρος για το pellet όπου ανάλογα με τη συσκευή, ο χώρος αυτός μπορεί να είναι ενσωματωμένος ή ξεχωριστός. Οι αερόθερμες σόμπες pellet λειτουργούν με τη γνωστή μέθοδο της παραγωγής ζεστού αέρα μέσω της καύσης. Σε ορισμένες αερόθερμες σόμπες pellet υπάρχουν παραπάνω από μία έξοδοι θερμού αέρα, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να διοχετευθεί αέρας και σε άλλους χώρους. Τα κύρια πλεονεκτήματά τους είναι: η υψηλή απόδοση θερμότητας, η αυτονομία και ασφάλεια, η οικονομικότερη καύση, η καθαρή και εύκολη χρήση, η γρήγορη και εύκολη τοποθέτηση και τέλος η φιλικότητα προς το περιβάλλον. Από την άλλη, μια σόμπα pellet νερού ή καλοριφέρ ουσιαστικά έχει παρόμοια λειτουργία με αυτή του λέβητα, με τη διαφορά ότι η εγκατάστασή της δεν απαιτεί κάποιον ξεχωριστό χώρο αλλά μπορεί να εγκατασταθεί σε οποιοδήποτε σημείο του σπιτιού (αρκεί να υπάρχει παροχή ρεύματος και κάποιο σημείο από όπου θα μπορεί να εξάγεται ο καπνός). Οι σόμπες pellet νερού δεν θερμαίνουν άμεσα το χώρο μέσω θερμού αέρα αλλά συνδέονται με το σύστημα θέρμανσης του σπιτιού και μέσω της καύσης pellet ζεσταίνει το νερό, το οποίο στη συνέχεια με τη βοήθεια του κυκλοφορητή διοχετεύεται στα θερμαντικά σώματα του σπιτιού. Επιπρόσθετα η εγκατάσταση μιας σόμπας pellet δεν απαιτεί καμία παρέμβαση στα υφιστάμενα αρχιτεκτονικά σχέδια. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι σόμπες pellet νερού, όπως άλλωστε και οι αερόθερμες, διαθέτουν αυτοματισμούς για ευκολία και προγραμματισμό στη χρήση. Για παράδειγμα, υπάρχει η δυνατότητα ενεργοποίησης από απόσταση με κινητό τηλέφωνο ή μόντεμ στέλνοντας σήμα για τον προγραμματισμό της θέρμανσης. Αναφορικά με τις τιμές, αυτές διαμορφώνονται ανάλογα με τον τύπο και τη ισχύ κάθε συσκευής. Κατά μέσο όρο μια σόμπα pellet αέρα κοστίζει από 1.000 ευρώ, ενώ στην περίπτωση των σομπών pellet καλοριφέρ το κόστος αυξάνεται.
Ενθ. 7
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2014
Ηλεκτρικοί λέβητες:
Σύγχρονη και εύκολη κεντρική θέρμανση
Ο
ι ηλεκτρικοί λέβητες είναι συσκευές οι οποίες λειτουργούν με ηλεκτρικό ρεύμα και η λειτουργία τους βασίζεται στον παραδοσιακό τρόπο θέρμανσης του νερού των θερμαντικών σωμάτων (καλοριφέρ, ενδοδαπέδια θέρμανση, fan coil). Η μονάδα του λέβητα, η οποία έχει διαστάσεις μικρότερες από τα συνηθισμένα σώματα καλοριφέρ, συνήθως τοποθετείται στο εσωτερικό του σπιτιού, έτσι ώστε να επιτυγχάνονται μηδενικές απώλειες και παράλληλα να υπάρχει καλύτερος έλεγχος του μηχανήματος. Ενδεικτικά, μπορούμε να αναφέρουμε ότι για ένα διαμέρισμα 50 – 100 τετραγωνικών, απαιτείται λέβητας ονομαστικής ισχύος 8 KW ενώ για κατοικίες με εμβαδό έως και 180 τ.μ η απαιτούμενη ισχύς φτάνει τα 14 KW. Ωστόσο, στην περίπτωση της ενδοδαπέδιας θέρμανσης, όπου η απαιτούμενη θερμοκρασία του νερού είναι χαμηλότερη, η απαιτούμενη ισχύς πέφτει ακόμη και στο μισό κι έτσι επιτυγχάνουμε ακόμα μεγαλύτερη εξοικονόμηση. Όσον αφορά τη λειτουργία τους, οι ηλεκτρικοί λέβητες είναι ολοκληρωμένες μονάδες που περιλαμβάνουν τρία ηλεκτρικά στοιχεία, γενικό διακόπτη, κυκλοφορητή, θερμοστάτη ασφαλείας, ηλεκτρονικό έλεγχο, πίνακα λειτουργιών, μανόμετρο, θερμόμετρο και κλειστό δοχείο διαστολής, ενώ ο συντελεστής απόδοσής τους φτάνει το 99%. Δηλαδή, μετατρέπουν την ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώνουν σε θερμική χωρίς σχεδόν καθόλου απώλειες.
Εγκατάσταση και κόστος
Δεν απαιτείται πολύ μεγάλο κόστος ή μεγάλης έκτασης εργασίες για την εγκατάσταση ενός ηλεκτρικού λέβητα. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η σύνδεση του λέβητα με τον κεντρικό πίνακα της θέρμανσης, ενώ για το δισωλήνιο σύστημα απαιτείται πιο μεγάλη επέμβαση: κοπή από τις στήλες του παλιού δισωλήνιου συστήματος και σχηματισμός οδεύσεων προς ένα κεντρικό σημείο από όλα τα σώματα. Όσον αφορά το κόστος, η τιμή αγοράς ενός ηλεκτρικού λέβητα ξεκινά από τα 700 ευρώ (στην περίπτωση μονοφασικής συσκευής μικρής ισχύος) και μπορεί να φτάσει έως και τα 2.000 ευρώ (τριφασικός λέβητας μεγάλης ισχύος για κάλυψη μεγαλύτερων κατοικιών). Στο κόστος θα πρέπει να συνυπολογιστούν και τα έξοδα για τις παρεμβάσεις που περιγράφηκαν παραπάνω και οι οποίες απατούνται για την εγκατάσταση του λέβητα. Αυτό που θα πρέπει να σημειωθεί επίσης όσον αφορά την εγκατάστασή τους είναι ότι ηλεκτρικοί λέβητες ισχύος έως 10 KW μπορούν να λειτουργήσουν και με μονοφασική και με τριφασική παροχή. Μοντέλα μεγαλύτερης ισχύος, ωστόσο, τα οποία απαιτούνται για μεγάλες ανάγκες θέρμανσης, απαιτούν τριφασική παροχή. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα εύκολο,
γρήγορο στην εγκατάσταση σύστημα θέρμανσης και αρκετά οικονομικό, ιδίως για κατοικίες που θέλουν να αλλάξουν το ήδη υπάρχον σύστημα θέρμανσης με κάτι καλύτερο σε απόδοση ή/και σε χρήματα.
31
32
Ενθ. 8
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2014
Καυστήρες πέλλετ:
Υψηλές αποδόσεις – χαμηλό κόστος
Η
εξέλιξη της τεχνολογίας επιτρέπει πλέον την αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για οικιακή θέρμανση και μάλιστα με εντυπωσιακά αποτελέσματα όσον αφορά την απόδοση. Οι καυστήρες με καύσιμο βιομάζα (pellet) αποτελούν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, γιατί είναι σύγχρονες συσκευές θέρμανσης, οι οποίες χαρακτηρίζονται από υψηλή τεχνολογία ενώ παράλληλα προσφέρουν αυτονομία θέρμανσης και μειωμένους ρύπους.
Καυστήρες πέλλετ
Άλλη μία οικονομική λύση για θέρμανση, τουλάχιστον σε σχέση με το πετρέλαιο, αποτελούν οι καυστήρες βιομάζας (πέλλετ). Οι καυστήρες πέλλετ (pellet) χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερα υψηλές αποδόσεις, δεν μολύνουν σχεδόν καθόλου το περιβάλλον και ανάλογα με το μοντέλο μπορούν να παράγουν μεταξύ 10.000 και 60.000 Btu ανά ώρα. Επειδή οι συγκεκριμένοι καυστήρες καίνε τα υπολείμματα ξύλου τόσο αποτελεσματικά, δεν χρειάζεται να υπάρχει μία κανονική καπνοδόχος, καθώς η εξαγωγή των καπνών μπορεί να γίνει μέσω μιας μικρής τρύ-
Κόστος Οι περισσότεροι καυστήρες πέλλετ κοστίζουν από 1.700€ περίπου και πάνω. Αναφορικά με την τιμή του πέλλετ ως καυσίμου, αυτή είναι σίγουρα πιο συμφέρουσα από την αντίστοιχη του πετρελαίου, ενώ χονδρικά το κόστος του ανέρχεται σε 250-350 ευρώ ανά τόνο.
πας στον τοίχο από ένα σωλήνα που καταλήγει σε εξωτερικό χώρο. Οι καυστήρες πέλλετ μπορούν να χρησιμοποιήσουν μία υπάρχουσα καπνοδόχο, αλλά συνήθως χρειάζεται να τροποποιηθεί προκειμένου να περνάει ο σωλήνας απ’ όπου θα γίνεται η εξαγωγή του καπνού. Τροφοδοσία των καυστήρων και καύση των πέλλετ Ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα των καυστήρων πέλλετ είναι ότι δεν χρειάζονται ανεφοδιασμό τόσο συχνά όσο άλλες συσκευές που καίνε ξύλα. Ανάλογα με τη συσκευή αλλά και τις ανάγκες σε θέρμανση, ο ανεφοδιασμός με πέλλετ ποικίλλει από μια φορά την ημέρα μέχρι δύο φορές την εβδομάδα ανάλογα με το μοντέλο καυστήρα και τις θερμαντικές σας ανάγκες. Για να γίνει ο ανεφοδιασμός απλώς τοποθετούνται τα πέλλετ σε μια χοάνη, η οποία κρατά μεταξύ 15 και 60 κιλά και από εκεί ένας μηχανισμός τα μεταφέρει στο εσωτερικό του καυστήρα. Το κάψιμο των πέλλετ μέσα στον καυστήρα είναι συνήθως βολικό, τακτοποιημένο και ασφαλές και τα πέλλετ συμπιέζονται και τοποθετούνται σε σάκους για να μπορείτε να έχετε μία καθαρή και εύκολη αποθήκευση για την άνετη διαχείριση τους. Οι καυστήρες πέλλετ ουσιαστικά δεν βγάζουν καπνό και παράγουν λιγότερη μυρωδιά από άλλες συσκευές καύσης ξύλου. Όσοι σκέφτονται την επιλογή του καυστήρα πέλλετ για τη θέρμανσή τους, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι επειδή οι συγκεκριμένες συσκευές αποτελούνται από πολλά κινούμενα μέρη χρειάζονται συντήρηση και καθαρισμό για να λειτουργούν σωστά (μια φορά τον χρόνο) αλλά αυτή είναι σχετικά εύκολη και φτηνή. Ωστόσο, επειδή απαιτούν ηλεκτρικό, πρέπει επιπρόσθετα να υπολογιστεί το πόσο επιπλέον ρεύμα θα καταναλώνουν.