E11803

Page 1

Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Κείμενα των: Στρατή Μπουρνάζου, Βασίλη Ζαρείφη, Γιάννη Μάρκοβιτς, Λουτσιάνα Καστελίνα, Γιώργου Σουβλή, Ντανιέλα Κιρόνι, Κώστα Αθανασίου, Ελένης Κοβάνη, Σίας Αναγνωστοπούλου, Νίκου Μπελαβίλα ΑΡ. ΦΥΛΛΟΥ 750

ΚΥΡΙΑΚΗ 15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

ΓΝΩΜΕΣ & ΙΔΕΕΣ - ΛΟΓΟΣ & ΤΕΧΝΕΣ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ: ΜΑΝΟΣ ΑΥΓΕΡΙΔΗΣ, ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, ΙΩΑΝΝΑ ΜΕΪΤΑΝΗ, ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ

Ο Τρυγητής των σχολείων ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΥ

O Ιούνης ήταν ο Θεριστής, ο Ιούλης ο Αλωνάρης, ο Αύγουστος ο Συκολόγος και ο Σεπτέμβρης ο Τρυγητής. Και απ’ όταν οι κοινωνίες μας άρχισαν να μπαίνουν στον ρυθμό της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, ο Σεπτέμβρης έγινε, αναντίρρητα, ο μήνας του σκολειού: της νέας χρονιάς, των σχολικών ειδών, του αγιασμού, των καινούργιων βιβλίων κ.ο.κ. Φέτος όμως έχουμε και άλλους —λιγότερους ρουτινιάρικους, μα και λιγότερους ευχάριστους— λόγους, να το λέμε: «διαθεσιμότητα» και μετατάξεις, καταργήσεις ειδικοτήτων στα τεχνικά λύκεια, νέος νόμος για το λύκειο, ολοήμερα σχολεία που καταργούνται, ΑΕΙ που αναστέλλουν τη λειτουργία τους και, βέβαια, η απεργία διαρκείας των καθηγητών από αύριο: ένα φάσμα καταιγιστικό, που κάνει, χωρίς καμιά αμφιβολία, τον Σεπτέμβρη που διανύουμε μήνα της παιδείας. Ξεκινάω από τον νόμο για την «αναδιάρθρωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης», που ψηφίστηκε την Τρίτη. Ας διακρίνουμε, σύμφωνα με όσα μάθαμε από την κοινωνιολογία της εκπαίδευσης, τέσσερα πεδία στα οποία μπορούμε να τον αποτιμήσουμε. Πρώτον, όσα διακηρύσσει ότι προτίθεται να κάνει. Δεύτερον, εκείνα που πραγματικά κάνει, πέρα από τις εξαγγελίες. Τρίτον, αυτά που δεν κάνει, τα ζητήματα που αφήνει απέξω. Τέταρτον, η πραγματικότητα στην οποία θα εφαρμοστεί. Σημείο, το τελευταίο, ιδιαίτερα κρίσιμο: στον πρόσφατο νόμο για τα ναρκωτικά, λ.χ., το μείζον δεν ήταν οι αδυναμίες ή οι ελλείψεις του, αλλά ότι με τις δεδομένες συνθήκες (συρρίκνωση κονδυλίων, κατάρρευση των δομών ψυχικής υγείας και εν γένει των δομών πρόνοιας, συνωστισμός στις φυλακές) οι θετικές διατάξεις του θα μείνουν, πιθανότατα, γράμμα κενό. Και στα τέσσερα πεδία, ο νόμος και η κυβέρνηση παίρνουν πολύ χαμηλό βαθμό. Θα εξηγήσω αμέσως το γιατί. α) Η συνολική κατεύθυνση του νόμου. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ο νέος Μπουρντιέ, αλλά απλώς προσεκτικός αναγνώστης της αιτιολογικής έκθεσης, για να αντιληφθεί την απουσία οράματος και συνεκτικής κατεύθυνσης. Ετερόκλητες διατάξεις, πασπαλισμένες με τις γνωστές αβλαβείς γενικότητες («αρμονική ανάπτυξη της προσωπικότητας» των νέων, «ένα σχολείο φιλικό προς τον μαθητή και ευχάριστο» κλπ. κλπ.), αοριστολογίες («θα πρέπει, βέβαια, να τονισθεί, ότι θα ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για τους μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες»), μαζί με κάμποσες αντιδραστικούρες — δεν ξέρω πώς αλλιώς να χαρακτηρίσω την απόφανση: «Δεν είναι παιδαγωγικώς και ηθικώς αποδεκτό να επιβραβεύεται στο σχολείο η οκνηρία» (προφανώς, εικονογραφείται εδώ η αντίληψη του «φιλικού» και «ευχάριστου» σχολείου, που αναφέρθηκε παραπάνω…). β) Τα συγκεκριμένα μέτρα. Συνοψίζοντας με λίγες λέξεις το νομοθέτημα, θα λέγαμε: Εξετάσεις, Εξετάσεις, Εξετάσεις. Αυτή είναι η βασική του αντίληψη: περισσότερες εξετάσεις, αυστηρότερες εξετάσεις. Είναι απολύτως βέβαιο, με βάση όλη την προγενέστερη εμπειρία, ότι η αντίληψη αυτή οδηγεί σε αποστέωση του λυκείου, στην ενίσχυση των πάσης φύσεως φροντιστηρίων, σε απώλεια του όποιου αυτόνομου ρόλου του, στον ακόμα εντονότερο ετεροπροσδιορισμό και την πρόσδεσή του στις εισαγωγικές για τα ΑΕΙ — κι ας λέει η αιτιολογική έκθεση ότι θέλει να του «προσδώσει παιδευτική αυτονομία»!

γ) Τι δεν κάνει. Αρκεί μια ματιά στα μαθήματα για να αντιληφθούμε πόσο απουσιάζουν από το «νέο λύκειο» οι ανάγκες της κοινωνίας του 21ου αιώνα. Φυσικά, είναι μεγάλη και απαιτητική συζήτηση ποιες είναι αυτές οι ανάγκες, ποιος τις καθορίζει, ποιους εξυπηρετούν κ.ο.κ. Ωστόσο, με όποιο κριτήριο και αν τις καθορίσουμε, οι δύο ώρες ξένης γλώσσας, οι δύο (προαιρετικές) ώρες πληροφορικής και η μία ή δύο ώρες «ερευνητικής εργασίας», σε σύνολο 35 ωρών, απεικονίζουν μια αντίληψη μακριά από τις υπαρκτές πραγματικότητες: τόσο της ανοιχτής γνώσης και πληροφορίας (κατά τη γνώμη μου, και από τις ανάγκες της αγοράς), όσο και μιας κοινωνίας σε βαθιά κρίση. δ) Η πραγματικότητα στην οποία θα λειτουργήσει αυτό το «αναδιαρθρωμένο λύκειο» είναι συντριπτική, σε δύο μέτωπα. Το πρώτο είναι τα σχολεία και οι εκπαιδευτικοί: με καθηγητές κακοπληρωμένους και συκοφαντημένους, με κενά στα σχολεία, με ισοπεδωμένα κονδύλια, ο κλοιός είναι ασφυκτικός. Θα σταθώ σε ένα μόνο σημείο: εν μια νυκτί, πάνω από 2.000 καθηγητές σε ΕΠΑΛ τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, καθώς καταργήθηκαν οι ειδικότητές τους, 46 συνολικά, (μηχανοτεχνίτες, βρεφονηπιοκόμοι, νοσηλευτές, κομμωτικής, ιατροί, γραφικών τεχνών κ.ά.). Η απόφαση, εκτός των άλλων (αυθαίρετη, ανάλγητη κλπ.) εκπαιδευτικά είναι σκανδαλώδης: οι 46 ειδικότητες δεν καταργήθηκαν με κανένα παιδαγωγικό κριτήριο, απλώς επειδή έπρεπε 2.000 άνθρωποι να καταργηθούν, και οι θέσεις τους και οι ίδιοι, σύμφωνα με τις τροϊκανές επιταγές (ταυτόχρονα, οι ειδικότητες αυτές, «μη απορροφήσιμες από την αγορά», κατά το Υπουργείο, προσφέρονται σεαντίστοιχα ιδιωτικά κέντρα…). Το δεύτερο επίπεδο, συνολικότερο και συντριπτικότερο, είναι της κοινωνίας, μιας κοινωνίας σε κρίση οικονομική και βιοτική. Αν σε παλιότερες εποχές ο πολλαπλασιασμός και η σκλήρυνση των εξετάσεων σήμαινε, κυρίως, όσα είπαμε παραπάνω (απαξίωση του λυκείου, ενίσχυση των φροντιστηρίων) σήμερα θα σημάνει και κάτι ακόμα, πολύ σημαντικό: την αύξηση των μαθητών που εγκαταλείπουν το λύκειο. Το 1999, σε πολύ καλύτερες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, οι καταιγιστικές αρσένειες εξετάσεις αύξησαν τη μαθητική διαρροή· σήμερα, που όλο το βιοτικό-κοινωνικό πλέγμα την ευνοεί ούτως ή άλλως, ο νόμος θα της δώσει γενναία ώθηση. Η κυβέρνηση, αντί να αντιλαμβάνεται —έστω με τα δικά της αξιακά και ιδεολογικά μέτρα— την εκπαίδευση ως δυνατότητα και εργαλείο υπέρβασης της κρίσης, τη βυθίζει πιο βαθιά στην κρίση, τη χρησιμοποιεί για ευτελείς επικοινωνιακούς λόγους. Θυμίζω, απλώς, τις αποστροφές Σαμαρά, προς τον μητροπολίτη Άνθιμο, στη ΔΕΘ, εναντίον εκείνων «που προσπαθούσαν να ξαναγράψουν τη σχολική ιστορία μας με απίστευτες στρεβλώσεις» και τους «ενοχλεί η «θρησκευτική παράδοση της Ορθοδοξίας» — τα οποία τώρα «τελείωσαν» (βλ. Κωστής Παπαϊωάννου και Δημήτρης Χριστόπουλος, «Μια εκπαιδευτική τερατογένεση», Η εφημερίδα των συντακτών, 12.9.2013). Σταματάω εδώ, με ένα τελικό σχόλιο· αντιγράφω: «Δυστυχώς, την ιδέα της δημοκρατικής εκπαίδευσης που καταπολεμά τις κοινωνικές ανισότητες κάθε μορφής έχει αντικαταστήσει σταθερά και συστηματικά η ιδέα της αριστείας. Παρακολουθούμε την αναβίωση, από τα σκονισμένα ντουλάπια του 19ου αι-

Από το «Αλφαβητάρι με τον ήλιο», 1919

ώνα, της ξεπερασμένης ιδεολογίας του κοινωνικού δαρβινισμού, στην οποία προσχωρούν, πρόθυμα θύματα, οι γονείς ανυποψίαστων δωδεκάχρονων παιδιών, με συνεχή φροντιστήρια και όλο και πιο δυσβάσταχτο οικονομικό κόστος. […] Σε αυτή τη “φυσική επιλογή” [με τον πολλαπλασιασμό των εξετάσεων και των αναγκαίων φροντιστηρίων] επιβιώνουν οι πλουσιότεροι και όχι οι “άριστοι”». Διαπίστωση που με τρομάζει, όχι μόνο λόγω της ευθυβολίας της, αλλά και επειδή δεν την άκουσα από εαακίτες ή καταληψίες, μαζί με το σύνθημα «Όχι παιδεία για λίγους κι εκλεκτούς, αγώνας ενάντια στους ταξικούς φραγμούς»· τα παραπάνω τα γράφει μια από τις εγκυρότερες ιστορικούς της ελληνικής εκπαίδευσης, που διακρίνεται μάλλον για τη νηφαλιότητα παρά την ακρότητά της, η Χριστίνα Κουλούρη («Η παιδεία σε καθεστώς “έκτακτης ανάγκης”», ηλεκτρονικό περιοδικό Χρόνος, τχ. 5). Με όλα αυτά, και πολλά ακόμα κατά νου, δεν χρειάζεται να εξηγήσω γιατί υποστηρίζουμε ολόθερμα την απεργία των καθηγητών που ξεκινάει αύριο. Αν ο πρώτος λόγος είναι η υπεράσπιση αυτού καθαυτού του δικαιώματος της απεργίας (που καταπατήθηκε με την πολιτική επιστράτευση του καλοκαιριού) και ο δεύτερος είναι ότι οι καθηγητές έχουν όλα τα δίκια (για τα μισθολογικά, τη διαθεσιμότητα, τις αυθαίρετες μεταθέσεις, το σχολείο συνολικά) ο τρίτος, και πολύ σοβαρός, είναι ότι η απεργία τους —και εξ υποκειμένου και εξ αντικειμένουαφορά την απαξίωση του δημόσιου σχολείου, την κατεδάφιση της δημόσιας παιδείας, τη συρρίκνωσή της ως κοινωνικό αγαθό. Και αυτό αφορά και τους καθηγητές και τους γονείς και τους μαθητές και πολλούς άλλους· τον κόσμο όλο.


30

Η ΑΥΓΗ • KYΡΙΑΚΗ 15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Πανελλαδικές στοιχειωμένες λέξεις ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΖΑΡΕΙΦΗ

Το καλοκαίρι του εβδομηνταοχτώ το έβγαλα στην Αθήνα — τότε δίναμε Πανελλήνιες στο τέλος του καλοκαιριού. Φροντιστήριο πήγαινα στη Νέα Σμύρνη, σε έναν σύντροφο που είχε σπουδάσει στο Πολυτεχνείο και μας έκανε όλα τα μαθήματα, εκτός από την έκθεση που μας έκανε ο μικρότερος αδελφός του, οικονομολόγος το επάγγελμα. Το φροντιστήριο είχε πέντε μαθητές-συντρόφους της τρίτης Λυκείου και μετά το μάθημα μεταμορφωνόταν σε τεχνικό γραφείο. Εγώ έμενα τότε στη Νίκαια και για να είμαι κάθε πρωί στις οκτώ στο φροντιστήριο έπρεπε να είμαι στο λιμάνι του Πειραιά στις εφτά και τέταρτο, να πάρω το λεωφορείο για τη Νέα Σμύρνη. Δεν με πείραζε το πρωινό ξύπνημα, ούτε που η φίλη μου και συντρόφισσα Καίτη τραγουδούσε σε όλη τη διαδρομή Καζαντζίδη, όσο το ότι μαζί μου, την ίδια

Ο Βασίλης Ζαρείφης είναι καθηγητής φυσικής. Διατηρεί το μπλογκ «123 λέξεις… Μιγαδικές ιστορίες μικρού μήκους» (http://ekatonikosieſta.wordpress.com/).

ώρα, κατέβαιναν στο λιμάνι όλοι οι υποψήφιοι επιβάτες-παραθεριστές-τουρίστες με προορισμό τις θάλασσες του Αιγαίου. Ζήλευα. Ψέματα να πω; Και παραλίγο να τα κάνω θάλασσα. Ένα ξημέρωμα, κάπου στα μέσα Αυγούστου, με βρήκε στο πλυσταριό της ταράτσας να παλεύω με την επανάληψη των ορίων και της συνέχειας των συναρτήσεων. Είχα φτάσει πια στα όριά μου, δεν άντεχα άλλο, σκεφτόμουν συνεχώς θάλασσες, νησιά και γλυκές ξέγνοιαστες τουρίστριες. Μπήκα αθόρυβα στο σπίτι, έβαλα σε ένα σακίδιο μαγιό, πετσέτα και δυο ρούχα, στην τσέπη ό,τι οικονομίες είχα από το χαρτζιλίκι της γιαγιάς και είπα: «Τέλος. Χρειάζομαι διακοπές». Κατέβηκα στο λιμάνι χωρίς να περάσω από την αφετηρία, μην τυχόν και η «Καίτη Καζαντζίδη» έχει κατέβει κι αυτή νωρίτερα, έβγαλα εισιτήριο, μπήκα στο πλοίο και βγήκα στο κατάστρωμα να απολαύσω αφ’ υψηλού τη ζωή – του λιμανιού, και όχι μόνο. Όταν η φωνή στο μεγάφωνο με απείλησε ότι το πλοίο θα αναχωρήσει εντός ολίγου και οι επιβάτες να τα μαζεύουν και να του δίνουν, κάπνιζα ήδη το τρίτο τσιγάρο, είχα αρχίσει να νιώθω ενοχές και αναρωτιόμουν αν

ανήκω στους επιβάτες ή τους επισκέπτες του πλοίου. Από μακριά έβλεπα την Καίτη να πηγαινοέρχεται πέρα δώθε στην αφετηρία. Λες και την άκουγα να τραγουδάει το «Περίμενα αλλά δεν ήρθες», μέχρι που μια παρέα φοιτητών στάθηκε δίπλα μου και άρχισε να μιλάει για πανεπιστήμια, συνεδριάσεις και κάθε είδους συνευρέσεις. Ζήλεψα. Ψέματα να πω; Μονολόγησα: «Δεν χρειάζομαι διακοπές. Συνέχειες χρειάζομαι». Και κατέβηκα από το πλοίο, για να πάρω το επόμενο λεωφορείο για φροντιστήριο. Δύο μήνες αργότερα η μάνα μου, η κυρά Νίκη, μου έλεγε: «Σου είχα τάξει πικάπ αν περάσεις στο Πανεπιστήμιο. Πάμε να στο πάρω». Κατεβήκαμε στο πολυκατάστημα του Πειραιά. Η μάνα μίλησε για λίγο με τον υπάλληλο και ύστερα με πλησίασαν. «Για τα χρήματά σας έχω αυτό το ωραιότατο πικάπ» είπε ο υπάλληλος και συνέχισε προσπαθώντας φιλότιμα να αποσπάσει την προσοχή μου από ένα σούπερ τρομερό στεροφωνικό τζι βι σι με δεκαοκτώ κουμπάκια, γαλαζοπράσινα φωτάκια και ήχο καμπάνα που μου είχε γυαλίσει στο απέναντι ράφι! Η μάνα το κατάλαβε. Με τράβηξε στην άκρη και μου

ψυθίρισε: «Δεν έχουμε λεφτά γι’ αυτό που γλυκοκοιτάς. Αν το θέλεις όμως, θα κάνεις εσύ υπομονή κι εγώ περικοπές και θα το πάρουμε αργότερα». Είπα από μέσα μου «Δεν χρειάζομαι πικαπ. Στερεοφωνικό χρειάζομαι», συμφώνησα και φύγαμε. Στενοχωρέθηκα. Ψέματα να πω; Το σκεφτόμουνα συνέχεια το σούπερ στερεοφωνικό. Την άλλη μέρα πήγα στον συνομήλικο ξάδελφό μου να ξεσκάσω. Μπαίνω σπίτι και τι να δω; Πάνω στο σερβάν ένα στερεοφωνικό δυο φορές σούπερ καλύτερο από τζι βι σι. «Τι είναι αυτό, ρε ξάδελφε;» τον ρωτάω. «Πήρα μεταγραφή στον Μαύρο Αετό, ξάδερφε, και μου έδωσαν κάτι λεφτουδάκια», μου απαντάει. Ζήλεψα. Ψέματα να πω; Και μονολόγησα: «Δεν χρειάζεται να γίνεις καθηγητής, ποδοσφαιστής έπρεπε να γίνεις». Από τότε μέχρι και σήμερα αυτές οι λέξεις, «διακοπές, συνέχειες, περικοπές», με στοιχειώνουν. Να, τελευταία ας πούμε, από το μονοφωνικό μου ραδιόφωνο βγαίνει κάθε τόσο μια κυβερνητική φωνή και μου λέει: «Οι καθηγητές δεν χρειάζονται διακοπές. Περικοπές χρειάζονται».

Οι νέοι εργαζόμενοι δέσμιοι της κρίσης ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΡΚΟΒΙΤΣ

Η οικονομική κρίση καλά κρατεί. Αισίως διανύουμε τον πέμπτο χρόνο της ύφεσης, με την κυβέρνηση να ευαγγελίζεται καλύτερες μέρες και τη νεολαία να αναρωτιέται εάν έτσι θα είναι η ζωή από εδώ και πέρα. Μια νεολαία που αδυνατεί να ονειρευτεί και να σχεδιάσει το μέλλον της. Πέραν της απαισιοδοξίας και της κατήφειας, καταγράφεται μια εξίσου σημαντική και ανησυχητική εξέλιξη στην ελληνική κοινωνία. Η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό εξωτερικής μετανάστευσης μέσα στην Ε.Ε. Μια εξέλιξη που διαμορφώνεται ως αναγκαστική και εκβιαστική επιλογή, εξωθώντας τη νεολαία σε αναζήτηση εργασίας και αποδεκτού επιπέδου ζωής «εκτός των τειχών», με πολλαπλές αρνητικές επιπτώσεις για την χώρα. Επιστημονικό και καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό ανοίγει τα φτερά του για την Εσπερία. Κυριαρχεί αίσθημα πικρίας για τη χώρα που δεν καταφέρνει να «κρατήσει τα παιδιά» της — για την «οικογένεια» που ανοίγει την πόρτα και δείχνει την έξοδο στα νιάτα της, με τους κυβερνώντες να παραμυθιάζονται και να αυθυποβάλλονται για τους τελεολογικούς τους μονόδρομους. Όσοι νέοι παραμένουν στην ημεδαπή αναζητούν απεγνωσμένα κάποια δουλειά απεμπολώντας δικαιώματα, αξιοπρέπεια και οράματα. Αντιμετωπίζουν τον αναφυόμενο εργασιακό Μεσαίωνα, την απαξίωση των γνώσεων τους, την αδιαφορία για τα συναισθήματά τους, τον τρόμο και την μισαλλοδοξία που «σπέρνεται» στην αγορά εργασίας.

O Γιάννης Μάρκοβιτς είναι δρ εργασιακήςοργανωσιακής ψυχολογίας

Λαμβάνοντας υπόψη τις παραπάνω διαπιστώσεις, μια εμπειρική μελέτη στοχεύει να αναδείξει πτυχές του προβλήματος και να εξάγει συμπεράσματα για το πώς αντιμετωπίζουν οι νέοι την εργασία τους στα «χρόνια της κρίσης». Ως εκ τούτου, διερευνήθηκε η επίδραση της οικονομικής κρίσης στο συναίσθημα της οργανωσιακής δέσμευσης των νέων εργαζομένων. Η οργανωσιακή δέσμευση είναι η δέσμευση σε έναν συγκεκριμένο οργανισμό, στους στόχους και στις επιδιώξεις του, στις στρατηγικές, πολιτικές και διαδικασίες της διοίκησής του. Δύο από τις κύριες πτυχές της δέσμευσης που απασχόλησαν την έρευνα είναι η θυμική δέσμευση, δηλαδή η συναισθηματική πρόσδεση, ταύτιση και εμπλοκή σε ένα οργανισμό («ο εργαζόμενος θέλει να παραμένει στον οργανισμό») και η δέσμευση λόγω συνέχειας, δηλαδή, τα κέρδη και οι ζημίες που υπάρχουν εάν φύγει ή μείνει ο εργαζόμενος στον οργανισμό («ο εργαζόμενος αναγκάζεται να παραμένει στον οργανισμό»). Η οικονομική κρίση έχει αρνητικά αποτελέσματα στις εργασιακές στάσεις και συμπεριφορές των ανθρώπων και μειώνει τη συναισθηματική ταύτισή τους με τον χώρο εργασίας. Από την άλλη, η δέσμευση λόγω συνέχειας αφορά στις «παράπλευρες απώλειες» του εργαζόμενου και στις προσωπικές θυσίες που έχει από την απόφασή του να φύγει από τη δουλειά. Αυτό σημαίνει ότι η οικονομική κρίση αυξάνει τη δέσμευση λόγω συνέχειας, γιατί η αγορά εργασίας, με τις ελάχιστες προοπτικές απασχόλησης, οδηγεί σε εργασιακό τέλμα τους νέους. Για την απόδειξη των παραπάνω, διεξήχθη εμπειρική ποσοτική έρευνα σε δύο δείγματα

εργαζομένων από τον ιδιωτικό τομέα: το πρώτο 882 άτομα (2004-2007) και το δεύτερο είναι 1.023 άτομα (2011-2012). Η έρευνα χρησιμοποίησε στοιχεία που συλλέχθηκαν κατά την προηγούμενη δεκαετία και παρουσιάστηκαν σε επιστημονικά περιοδικά του εξωτερικού (Journal of Vocational Behavior, International Journal of Cross-Cultural Management, International Public Management Journalκ.ά.) και στο σύνολό τους συγκεντρωθεί σε έναν τόμο (The committed workforce, επιμ. Yannis Markovits Cambridge Scholars Publishing, 2012). Τα δεδομένα της τρέχουσας δεκαετίας, μαζί με εκείνα της προηγούμενης είναι υπό αξιολόγηση στην ολοκληρωμένη τους μορφή (μεθοδολογία, στατιστικές αναλύσεις, αποτελέσματα, κ.λπ.) στο European Management Journal. Η ανάλυση των δεδομένων για τους νέους εργαζόμενους, όσοι και όσες είναι μεταξύ 20 και 30 χρονών (787 άτομα) έδειξε ότι η επιδείνωση της κοινωνικής, οικονομικής και εργασιακής κατάστασής τους έχει αρνητικές επιδράσεις στις εργασιακές συμπεριφορές τους. Συγκεκριμένα, από την έρευνα προέκυψε ότι η θυμική δέσμευση μειώνεται, καθώς τα συναισθήματα ταύτισης και εμπλοκής των εργαζομένων τσακίζονται από τα αρνητικά εργασιακά και κοινωνικά βιώματα. Από την άλλη όμως, η δέσμευση λόγω συνέχειας αυξάνεται, αντικατοπτρίζοντας την παγίδευση των εργασιακών συμπεριφορών και συναισθημάτων. Ο νέος εξωθείται να λειτουργήσει υπολογιστικά και βραχυπρόθεσμα, ερχόμενος σε αντίθεση με τις αναμενόμενες συμπεριφορές της ηλικίας του — επιλογές που πρέπει να λαμβάνονται αξιοποιώντας κατά βάση τη διαίσθηση και τον οραματισμό. Τα

παραπάνω αποτελέσματα είναι πολύ σημαντικά γιατί εξήχθησαν από νέους που εργάζονται. Όσοι και όσες απάντησαν στις δύο χρονικές περιόδους εργάζονταν σε κάποια επιχείρηση. Με άλλα λόγια, η επιδείνωση των εργασιακών συμπεριφορών κατά τη διάρκεια της κρίσης εμφανίζεται ξεκάθαρα σε άτομα που, έστω υπό τις παρούσες συνθήκες (6 στους 10 νέους είναι σήμερα άνεργοι), καταφέρνουν να έχουν μια εργασία σε αντίθεση με την πλειοψηφία των νέων που δεν το πετυχαίνουν. Οι οικονομικές επιλογές της κυβέρνησης στοχεύουν, μεταξύ άλλων, στον απομονωτισμό, την ιδιοτέλεια, τον ατομικισμό και τον κοινωνικό αυτοματισμό των νέων. Η παγίωσή τους οδηγεί στην κυριαρχία του «οικονομικού-ορθολογικού» ανθρώπου — στην κυριαρχία του «ανθρώπου-κτήνους». Η νεολαία, οι νέοι εργαζόμενοι, μέσα από την αντίσταση και τους διαρκείς αγώνες και συγκρούσεις, οφείλουν να διεκδικήσουν την ανάπτυξη των θετικών συναισθημάτων τους και την κατάκτηση των εργασιακών επιλογών και οραμάτων τους. Όσο βουλιάζουμε στην κρίση, τόσο οι νέοι θα εγκλωβίζονται εργασιακά, συνθλίβοντας τα θετικά τους συναισθήματα. Η εργασία αντί να «απελευθερώνει» τα ανθρώπινα συναισθήματα και να δημιουργεί συνεργατικές και κοινωνικές συμπεριφορές, θα φυλακίζει το μυαλό και την ψυχή του ανθρώπου. Στο χέρι μας είναι να αποτρέψουμε αυτή την εξέλιξη. Στο χέρι των νέων είναι να βρουν και να αναδείξουν το εργασιακό περιβάλλον του μέλλοντος, την εργασία που τους κάνει να ονειρεύονται και να σχεδιάζουν, την κοινωνία όπου το «μαζί» παραμερίζει το «μόνος».



Η ΑΥΓΗ • KYΡΙΑΚΗ 15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

32

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Ο θάνατος του παρελθόντος σημαίνει και θάνατο της ιδέας ενός διαφορετικού μέ Η Λουτσιάνα Καστελίνα μιλάει στα «Ενθέματα» για την εμπειρία του Il Manifesto, τον Λ. Μάγκρι, τη σημασία του Γκράμσι και τα συμβούλια του 21ου αιώνα. Επίσης, για τον κομβικό ρόλο ενός σύγχρονου αριστερού κόμματος στην υπέρβαση των ασυνεχειών του κινήματος, και τους κινδύνους της άμεσης δημοκρατίας. Και, τέλος, εκτιμά ότι η εκλογική επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί κορυφαίο γεγονός για ολόκληρη την ευρωπαϊκή Αριστερά. ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΗΣ ΛΟΥΤΣΙΑΝΑ ΚΑΣΤΕΛΙΝΑ ΣΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΣΟΥΒΛΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΝΤΑΝΙΕΛΑ ΚΙΡΟΝΙ

βοήθησε να αποφύγουμε οποιουδήποτε είδους σεχταριστική ή αυτοαναφορική συμπεριφορά.

w Υπήρξατε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της ομάδας που συσπειρώθηκε γύρω από την εφημερίδα Il Manifesto, έναν από τους σημαντικότερους πυρήνες διαφωνούντων κομμουνιστών στην Ευρώπη μετά το 1968. Θεωρείτε ότι υπάρχει κάτι στη συγκεκριμένη ιστορική εμπειρία το οποίο μπορεί να εμπνεύσει την σύγχρονη ευρωπαϊκή ριζοσπαστική Αριστερά; Κάθε εποχή έχει την ιδιαιτερότητά της. Θα ήταν λάθος να σκεφτούμε ότι αυτό το οποίο κάναμε με την εφημερίδα Il Manifesto και το Κόμμα Προλεταριακής Ενότητας για τον Κομμουνισμό (PdUP), τη δεκαετία του 1970, μπορεί να επαναληφθεί σήμερα. Είχαμε τότε την τύχη να βρισκόμαστε σε μια ιστορική συγκυρία όπου: Πρώτον, οι συσχετισμοί δύναμης για την Αριστερά, στην Ιταλία και στον υπόλοιπο κόσμο, ήταν ιδιαιτέρως ευνοϊκοί. Δεύτερον, έπειτα από τη δεκαετία του 1960, πλούσια σε εμπειρίες αγώνων, πολιτισμικών ζυμώσεων και θεωρητικών συζητήσεων, υπήρχε επιτέλους το πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη ιδεών που υπερέβαιναν τις ορθόδοξες και αποστεωμένες εκδοχές του μαρξισμού. Γι’ αυτό τον λόγο το Ιταλικό 1968, του οποίου αποτελούσαμε μέρος —παρότι διαφοροποιούμασταν σε σχέση με τις άλλες ομάδες της Νέας Αριστεράς, καθώς η ηγετική ομάδα μας είχε προηγουμένως υπηρετήσει επί μακρόν στις τάξεις του ΚΚΙ- ήταν ένα κίνημα καλλιεργημένο, καθόλου ενστικτώδες ή πρωτόγονο όπως ισχυρίστηκαν ορισμένοι. Και, τρίτον, υπήρχε στην ιταλική πολιτική σκηνή ένα κυρίαρχο αριστερό κόμμα (ΚΚΙ), έναντι του οποίου τηρούσαμε κριτική στάση, έχοντας, ταυτόχρονα, απόλυτη συνείδηση του κομβικού του ρόλου. Γι’ αυτό και πάντα είχαμε την αυτοαντίληψη μιας προσωρινής οργάνωσης: βασική μας επιδίωξη δεν ήταν να δημιουργήσουμε ένα μεγάλο κόμμα, ένα νέο κομμουνιστικό κόμμα, αλλά να συμβάλουμε σε μια επανίδρυση ολόκληρης της Αριστεράς. O στόχος αυτός δεν επετεύχθη: εν μέρει λόγω των λαθών μας, και σε μεγάλο βαθμό επειδή η σημαντικότερη πολιτική δύναμη την οποία είχαμε ως σημείο αναφοράς, το ΚΚΙ, μετά τον θάνατο του Μπερλινγκουέρ ήταν ανίκανη να αντιληφθεί τις νέες αντιφάσεις της εποχής (το περιβαλλοντικό ζήτημα, το ζήτημα του φύλου κλπ.) υπέστη μια εκφυλιστική διαδικασία, μέχρι τη διάλυση του. Και όμως, πιστεύω ότι η υπόθεση για την οποία αγωνιστήκαμε ήταν σωστή και

w Και όσον αφορά την ευρωπαϊκή Αριστερά σήμερα; Σε αντίθεση με τις πολιτικές δυνάμεις που γεννήθηκαν από το κύμα του 1968, τα αριστερά κόμματα και κινήματα της Ευρώπης δρουν σήμερα με δεδομένη τη βαριά ήττα της Αριστεράς, σε μια κατάσταση δυσμενή λόγω της εγγενούς αδυναμίας της αλλά και της εσκεμμένης αυτοκτονίας που διέπραξε. Κάθε κομμουνιστική εμπειρία, πλέον, έχει ακυρωθεί, σαν ο 20ός αιώνας να ήταν μόνο μια συσσώρευση λαθών και φρικαλεοτήτων, παραγνωρίζοντας εντελώς το ότι ήταν επίσης μια εποχή σημαντικών κατακτήσεων και επαναστάσεων (οι οποίες, αν και τελείωσαν με άδοξο τρόπο, όπως στην περίπτωση της Σοβιετικής Ένωσης, είναι πολύ καλύτερο που συνέβησαν καθώς μας βοηθούν να σκεφτούμε το αδιανόητο, πηγαίνοντάς μας πέρα από τα λιμνάζοντα ύδατα του παρόντος). Ποτέ το χάσμα γενεών δεν ήταν τόσο μεγάλο όσο αυτό που βιώνουμε σήμερα. Αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο βάρος, γιατί το παρελθόν πρέπει να επανεξεταστεί κριτικά, όχι να παραγνωριστεί. Η παραγνώριση του παρελθόντος είναι χρήσιμη μόνο σε αυτούς οι οποίοι ισχυρίζονται ιδιοτελώς ότι δεν υπάρχει τίποτε άλλο πέραν του παρόντος· ο θάνατος του παρελθόντος είναι ταυτόσημος με τον θάνατο της ιδέας ενός διαφορετικού μέλλοντος. Μόνο με την κατανόηση του τι συνέβη και πώς αυτό κατέστη εφικτό μπορούμε να δημιουργήσουμε όρους και προϋποθέσεις χειραφέτησης. Η «αρχαιολογία», και όχι η μελλοντολογία, είναι η οδός πρόσβασης στο παρόν, όπως σωστά έχει επισημάνει ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν. Σήμερα, ωστόσο, είμαστε αντιμέτωποι όχι μόνο με τη γενικευμένη κρίση των μαζικών κομμάτων τα οποία σφράγισαν τον 20ό αιώνα αλλά και με μια βαθιά κρίση της δημοκρατίας, η λειτουργία της οποίας βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στην ύπαρξη των κομμάτων αυτών και η οποία, παρ’ όλους τους περιορισμούς της, διασφάλιζε κάτι αναγκαίο: την πολιτικοποίηση των ανθρώπων. Αυτό το μοντέλο δεν λειτουργεί πλέον, και γι’ αυτό πρέπει να σκεφτούμε από την αρχή το ζήτημα της δημοκρατικής εκπροσώπησης. Είναι αναγκαίο, παρότι γνωρίζουμε ότι ο προηγμένος καπιταλισμός δεν προάγει την κοινωνική συσπείρωση —πέρα των μικρών διαστημάτων των εκδηλώσεων διαμαρτυρίας- αλλά κατακερματίζει το κοινωνικό σώμα, χρησιμοποιώντας μορφές χειραγώγησης πιο καταπιε-

στοχαστής του καιρού του, η σκέψη του οποίου ήταν αδιαχώριστη από την πορεία των μαζικών κινημάτων. Συμφωνείτε; Νομίζω ότι ο Άντερσον έχει δίκιο: η πιο σημαντική πτυχή της πολιτικής δράσης του Μάγκρι ήταν η συνεχής του προσπάθεια να συμβάλει, με κάθε πρόταση ή στρατηγική του, στην προαγωγή της θέσης του συλλογικού υποκειμένου. Συνεχής προτροπή του ήταν, παρότι ήμασταν ένα μικρό κόμμα (PdUP), οι επιλογές του οποίου κατέληξαν να έχουν επουσιώδη σημασία, να αντιλαμβανόμαστε τους εαυτούς μας σαν να ήμασταν μια μεγάλη δύναμη που είχε συναίσθηση των συνεπαγωγών των αποφάσεων που λάμβανε. Αυτό, προκειμένου μην εθιστούμε στη λογική της μειοψηφίας, της απλής προπαγάνδισης και της ιδεολογικής αφαίρεσης.

H Λουτσιάνα Καστελίνα την εποχή του Il Manifesto

στικές από ποτέ. Στις μέρες μας, ένα κατακερματισμένο πλήθος δεν μπορεί να υπερισχύσει παρά μόνο να εξεγερθεί. Για αυτό πρέπει να επιμείνουμε στο ζήτημα της οικοδόμησης μιας οργάνωσης η οποία να επιτρέπει το ρίζωμα σε εθνική κλίμακα αποφεύγοντας τις ασυνέχειες των κινημάτων, να διασφαλίζει την εσωτερική δημοκρατία αλλά να μην αρνείται την ανάγκη της ηγεσίας, μιας κοινής γνώσης, μιας κοινής κοσμοθέασης, ενός προγράμματος το οποίο θα μπορεί να απαντήσει αποτελεσματικά στην απώλεια νοήματος την οποία βιώνουμε σήμερα (και όχι μόνο να επιχειρεί να αποσπάσει τη συναίνεση σαν κάποιο τηλεοπτικό πρόγραμμα στη βάση κριτηρίων του τύπου «Μου αρέσει — Δεν μου αρέσει»). w Ο Πέρυ Άντερσον, στη νεκρολογία του για τον Λούτσιο Μάγκρι υποστήριξε πως υπήρξε ο μόνος σημαντικός επαναστάτης

w Θεωρείτε ότι η εκλογική επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να πυροδοτήσει την αναγέννηση και άλλων κομμάτων της ευρωπαϊκής Αριστεράς; Η εκλογική επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ είναι μοναδική στο είδος της (πάντως, παρότι γνωρίζω καλά την παλιά ελληνική αριστερά, ξέρω λίγα πράγματα για τη νέα, και λυπάμαι πολύ γι’ αυτό). Είμαι λιγότερο αισιόδοξη για τα υπόλοιπα κόμματα της ευρωπαϊκής Αριστεράς. Το Die Linke στη Γερμανία εμφανίστηκε σαν θαύμα, αλλά δυστυχώς λαβώθηκε γρήγορα από τη φθοροποιό εσωτερική κρίση. Επίσης, οι νίκες στην Ολλανδία ήταν πολύ ασταθείς. Πιστεύω ότι το να βρούμε τους νέους όρους ανασύνταξης του κόμματος είναι μια μακρά διαδικασία. w Ο Ταρίκ Αλί έχει επισημάνει ότι ο πραγματικός κίνδυνος για την Ευρώπη, στην παρούσα φάση, είναι η κυριαρχία «του εξτρεμιστικού κέντρου»: το αμάλγαμα των εφαρμοζόμενων νεοφιλελεύθερων πολιτικών από σοσιαλδημοκρατικά και χριστιανοδημοκρατικά κόμματα. Θεωρείτε ότι

Το μπλοκ του Κόμματος Προλεταριακής Ενότητας για τον Κομμουνισμό σε διαδήλωση, δεκαετία του 1970 (αρχείο εφ. «Unita»)


Η ΑΥΓΗ • KYΡΙΑΚΗ 15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

41

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

έλλοντος η λογική του «εξτρεμιστικού κέντρου» και οι κίνδυνοι για τα υπάλληλα στρώματα από τα μέτρα λιτότητας που επιβάλλει ισχύουν και για τις τελευταίες ιταλικές κυβερνήσεις; Δεν νομίζω ότι στην περίπτωση της Ιταλίας ο πραγματικός κίνδυνος είναι το «εξτρεμιστικό κέντρο». Ο κίνδυνος είναι κάτι πολύ σοβαρότερο: το τέλος της δημοκρατίας, και αυτό όχι βέβαια επειδή ανακαλύφθηκε κάποιο ανώτερο μοντέλο. Η κοινοβουλευτική μετα-δημοκρατία σήμερα θεωρητικοποίεται, ιδίως στο επίπεδο των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, με τη ρητορική επίφαση ότι τα παγκόσμια προβλήματα πλέον είναι τόσο σύνθετα που δεν μπορούν να αφεθούν στα κοινοβούλια. Υποστηρίζουν ότι το παν είναι οι τεχνοκράτες, ότι ο δημοκρατικός διάλογος μπορεί να φτάσει το πολύ μέχρι το επίπεδο των τοπικών κοινωνιών. Η μεγαλύτερη ζημιά που προξένησε η κυβέρνηση Mόντι —υποστηριζόμενη από το παραδοσιακό δημοκρατικό κατεστημένο, όχι από τα φασιστοειδή και τους φασίστες- ήταν ότι νομιμοποίησε αυτή τη λογική στα μάτια μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης. Όπως έγραφαν οι εφημερίδες, ήταν ένας ηγέτης που δεν ήταν μπλεγμένος με το κοινοβουλευτικό status quo, κάποιος ο οποίος δεν ενδίδει στις πιέσεις της κοινής γνώμης. Μια τέτοια επιχειρηματολογία, που πριν κάποια χρόνια θα ήταν παντελώς απορριπτέα, σήμερα είναι ευρέως αποδεκτή. Η Αριστερά δεν έχει καταφέρει να αρθρώσει έναν πειστικό και συνεκτικό αντίλογο, όπως διαπιστώνει κανείς εύκολα από τα αποθαρρυντικά αποτελέσματα των εκλογών, τη γεωμετρική αύξηση της αποχής και τα φαινόμενα τύπου Μπέπε Γκρίλο. Υπάρχουν πολλοί σήμερα, που παλιότερα ψήφιζαν Αριστερά, οι οποίοι λένε: —Εμένα τι μου χρειάζεται η δημοκρατία; Κοστίζει πολλά και δεν μου προσφέρει τίποτα! Γιατί να δίνω τόσα λεφτά για να μπορούν αυτοί οι «κύριοι» να φλυαρούν στο κοινοβούλιο; Εάν χρειαστεί, θα αντιδράσω μόνος μου.1 Πηγαίνουμε λοιπόν έναν αιώνα πίσω, όταν η διαμαρτυρία κατέληγε στο κάψιμο του δημαρχείου ως μεμονωμένη και παραδειγματική πράξη. Έχει έρθει το τέλος της πολιτικής διαμεσολάβησης, της συλλογικής δράσης, των κομμάτων, των συνδικάτων και των δημοκρατικών θεσμών; Αυτά τα φαινόμενα είναι πολύ πιο επικίνδυνα από προσωπικότητες όπως ο Μπερλουσκόνι ή ορισμένες νεοφασιστικές ομάδες. w Ποια θεωρείτε ότι είναι τα αίτια αυτής της κατάστασης; Βασικός λόγος είναι ότι επιτρέπουμε η δημοκρατία να συρρικνώνεται ολοένα και περισσότερο, να μαραζώνει, να ανάγεται σε μια μεμονωμένη εκλογική στιγμή, κάτι σαν τη ιερή στιγμή της Θείας Λειτουργίας. Σε αυτή την διαδικασία εκφυλισμού της δημοκρατίας, καθοριστικός υπήρξε και ο ρόλος των κομμάτων της Αριστεράς. Ωστόσο, πιστεύω ότι τα νέα κινήματα, όπως οι «Αγανακτισμένοι», πρέπει να είναι προσεκτικά. Είναι σωστό να λένε ότι «κανέ-

νας δεν μας εκπροσωπεί», αλλά όταν προσθέτουν, συχνά, «Δεν θέλουμε κανέναν να μας εκπροσωπεί», επικαλούμενοι μια απίθανη άμεση δημοκρατία νεο-αναρχικής έμπνευσης, ξεχνάνε κάτι βασικό: ότι είναι κομβικό να ανασυγκροτήσουμε σταθερές μορφές αντιπροσώπευσης και συμμετοχής, να δώσουμε ζωή σε νέες μορφές πολιτικής, αν δεν θέλουμε να καταλήξουμε σε μια λογική Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όπου στο τοπικό επίπεδο, όπως στα χαλιφάτα, υπήρχε σχετική αυτονομία, αλλά όλες οι κρίσιμες αποφάσεις λαμβάνονταν από την κεντρική εξουσία στην Κωνσταντινούπολη. w Έχετε μιλήσει για τη σημασία του Γκράμσι, και στη συγκεκριμένη συγκυρία… Ο Γκράμσι μπορεί να μας φανεί εξαιρετικά χρήσιμος. Ενώ εκθείαζε την προτεραιότητα της πολιτικής, επισημαίνοντας ότι το προλεταριάτο την είχε πολύ περισσότερο ανάγκη από ό,τι η αστική τάξη, την ίδια στιγμή είχε συνείδηση ότι υπήρχε ο κίνδυνος να μετατραπεί σε ένα νέο καταναγκασμό, μια αυτονομημένη δύναμη, μια γραφειοκρατία, μια ιδιοκτησία του κράτους από τις πολιτικές ελίτ. Γι’ αυτό δεν θεωρούσε τα εργοστασιακά συμβούλια ούτε όργανα εξέγερσης (όπως τα σοβιέτ) ούτε μεταβατικά όργανα που δημιουργούνται από τον αυθορμητισμό του κινήματος, αλλά όργανα άμεσης δημοκρατίας. Με άλλα λόγια, τα θεωρούσε μέσα για τη σταδιακή απονέκρωση του κράτους, δηλαδή μια μορφή μόνιμης οργάνωσης η οποία ολοένα και περισσότερο θα καταλαμβάνει τον χώρο της πραγματικής διακυβέρνησης, της διεύθυνσης της κοινωνίας. Για τους παραπάνω λόγους, τα κόμματα είναι δύσκολο να μη λειτουργούν ως «πρωτοπορία», επικεντρωμένα στο ζήτημα της κεντρικής εξουσίας, αλλά ως «συλλογικοί διανοούμενοι», με στόχο τη μείωση της απόστασης μεταξύ κυβερνώντων και κυβερνωμένων, το γεφύρωμα του χάσματος, το οποίο υπάρχει σήμερα —αλλά και πάντα— μεταξύ αυτών που γνωρίζουν, των περίφημων ειδικών, και αυτών που δεν γνωρίζουν. Ο Γκράμσι έθεσε το συγκεκριμένο ζήτημα με ρεαλιστικούς όρους, μη περιοριζόμενος στο επίπεδο της θεωρίας, πλησιάζοντας πολύ στην περίφημη ρήση του Λένιν, για «ένα κράτος όπου η κάθε μαγείρισσα θα μπορεί να το κυβερνά». Αυτή η αλλαγή πρέπει να γίνει και εντός του ίδιου του κόμματος: ο μόνος τρόπος να μετασχηματίσουμε τα κόμματα προς το καλύτερο είναι ακριβώς η καλλιέργεια του καθενός ξεχωριστά, η μείωση της απόστασης μεταξύ ηγεσίας και βάσης, η οποία σήμερα έχει γίνει μεγαλύτερη από ποτέ. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να ανακτήσουμε εκ νέου τα δημόσια αγαθά που έχουν κλαπεί. Εάν ασκούσα μια κριτική στο εξαιρετικά σημαντικό κίνημα ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του νερού, εδώ στην Ιταλία, και γενικότερα στους αγώνες σχετικά με την επανάκτηση των κοινών αγαθών, είναι το ότι δεν έχουν σκεφτεί επαρκώς την ανάγκη επαναδημιουργίας τέτοιων συμβουλίων, τα οποία θα είναι σε θέση να διαχειριστούν τα κεκτημένα των συγκεκριμένων αγώνων. Εάν δεν συμβεί κάτι τέτοιο σύντομα, θα κατασπαραχθούν από τους πεινασμένους γραφειοκράτες και τα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα.

1

Στην Ιταλία οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας «Κάντο μόνο σου» πολλαπλασιάζονται: λ.χ. οδηγοί φορτηγών ή ταξί, εργάτες ανεβαίνουν σε καμινάδες διαμαρτυρόμενοι.

ANTIKΛΙΜΑΚΑ

Ο Κόμης Μόντε-Κρίστο και η λήθη Στο βιβλίο του Ιστορίες από δω κι από κει (μτφ. Αχ. Κυριακίδης, εκδ. Opera), ο Χιλιανός συγγραφέας Λουίς Σεπούλβεδα, μιλώντας για τη χούντα του Πινοτσέτ ή την Καθολική Εκκλησία, λέει για τον εαυτό του: «Εγώ είμαι τέκνο του Κόμη Μόντε-Κρίστο και έμβλημά μου είναι: “Ούτε λήθη ούτε συγγνώμη”». Σήμερα, μέσα στα ερείπια της κοινωνίας, γίνεται όλο και περισσότερο φανερό ότι η λήθη αποτελεί βασικό όπλο στα χέρια των κυρίαρχων, ότι το παρελθόν και η μνήμη είναι βασικός εχθρός τους. Όπως όμως λέει μια σοφή κουβανέζικη παροιμία, «κανείς ποτέ δεν ξέρει το παρελθόν που τον περιμένει». Στο τελευταίο του βιβλίο, Αποκάλυψη, Ουτοπία, Ιστορία (εκδ. Πόλις), ο Αντώνης Λιάκος θυμάται τον Φώκνερ («Το παρελθόν δεν πεθαίνει. Δεν είναι καν παρελθόν»), για να αναφερθεί παρακάτω στις επιτροπές «αλήθειας και συμφιλίωσης» που δημιουργήθηκαν σε χώρες που βγήκαν από δικτατορίες, απαρτχάιντ κ.λπ. Σε μεγάλο βαθμό, αυτή η «συμφιλίωση» προαπαιτούσε και συνεπαγόταν τη λήθη για όσα είχαν συμβεί εκείνα τα μαύρα χρόνια: ας τα ανακαλέσουμε στη μνήμη, ας τα δημοσιοποιήσουμε, αλλά μετά ας τα ξεχάσουμε για πάντα. Η λήθη ήταν η απαραίτητη προϋπόθεση της ατιμωρησίας, που προσπάθησαν να επιβάλουν παντού οι δικτάτορες. Γι’ αυτό, μόνο ανακούφιση υπήρξε στις χώρες όπου τελικά έσπασαν αυτοί οι νόμοι της «συμφιλίωσης» και τελικά παραπέμφθηκαν σε δίκη δικτάτορες και βασανιστές (π.χ. Αργεντινή, Γουατεμάλα). Ωστόσο, όσο κι αν η τιμωρία βοηθάει στο αίσθημα της κάθαρσης, ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη πάει πέρα από την τιμωρία και την ατιμωρησία· η τιμωρία δεν συνεπάγεται αναγκαστικά τη συγγνώμη, δεν σημαίνει —τελικά— λήθη. Δύο ιστορίες, διαφορετικές μεταξύ τους: Η πρώτη: κυκλοφόρησε πρόσφατα το νέο βιβλίο του αργεντίνου ποιητή Χουάν Χέλμαν, με τίτλο Σήμερα, που άρχισε να το γράφει —ως κιβωτό μνήμης, ίσως— όταν ανακοινώθηκε η απόφαση του δικαστηρίου για τους αυτουργούς της δολοφονίας του γιου του. Τον Μάρτιο του 2011, δικαστήριο της Αργεντινής καταδίκασε από 20 χρόνια έως ισόβια έναν πρώην στρατηγό και τρεις πολίτες πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών του στρατού για τα βασανιστήρια και τις δολοφονίες στο παράνομο κέντρο κράτησης Αουτομοτόρες Ορλέτι, την εποχή της χούντας. Ο εικοσάχρονος γιος του Χέλμαν, Μαρσέλο, απήχθη μαζί με τη δεκαεννιάχρονη αδελφή του και τη σύζυγό του Μαρία Κλαούντια, τον Αύγουστο του 1976. Ο Μαρσέλο βασανίστηκε και εκτελέστηκε με μια σφαίρα στον αυχένα, κάποια στιγμή τον Οκτώβριο του 1976. Το πτώμα του τοποθετήθηκε σε ένα άδειο βαρέλι πετρελαίου, που το γέμισαν τσιμέντο και το έριξαν στον ποταμό Ρίο ντε λα Πλάτα· βρέθηκε τελικά στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Η Μαρία Κλαούντια, όταν την απήγαγαν, ήταν 19 ετών και οκτώ μηνών έγκυος. Μεταφέρθηκε στην

Ουρουγουάη (που εκείνη την εποχή είχε επίσης χούντα) όπου γέννησε. Τότε παρέδωσαν την κόρη της σε μια οικογένεια αστυνομικού, που δεν είχε παιδιά, ενώ η Μαρία Κλαούντια εκτέλεστηκε. Η σορός της δεν έχει βρεθεί. Το 2000, ο Χέλμαν βρήκε επιτέλους την εγγονή του που, όταν έμαθε την πραγματική ιστορία, αποφάσισε να πάρει το επώνυμο των πραγματικών της γονιών. Να υπενθυμίσουμε ότι τα δικαστήρια της Αργεντινής έχουν πλέον δικαιοδοσία να κρίνουν τις ποινικές υποθέσεις των θυμάτων του φρανκισμού, τις οποίες η Ισπανία έχει καταχωνιάσει στο σκοτάδι της «λήθης». Η δεύτερη περίπτωση — περίπτωση ατιμωρησίας, τούτη τη φορά, όχι όμως και λήθης: στις 29 Ιουνίου συμπληρώθηκαν 40 χρόνια από τη δολοφονία του αργεντίνου οπερατέρ Λεονάρδο Ένρικσεν. Ο Ένρικσεν ήταν απεσταλμένος της σουηδικής τηλεόρασης και κάλυπτε τις ταραγμένες μέρες του καλοκαιριού πριν από το πραξικόπημα του Πινοτσέτ. Τότε, 75 μέρες πριν από το πραξικόπημα του Πινοτσέτ, πραγματοποιήθηκε άλλο ένα –αποτυχημένο— πραξικόπημα κατά του Αλιέντε, στη διάρκεια του οποίου σκοτώθηκε ο Ένρικσεν, που, ωστόσο, κινηματογράφησε τη δολοφονία του. Το γεγονός το αποτυπώνει ο Βολφ Μπίρμαν, στην περίφημη «Μπαλάντα του οπερατέρ» (μτφ. Δ. Κούρτοβικ): «Στο Σαντιάγο, στης σφαγής τα χρόνια / πέσαν πολλοί και πού να βρεις ονόματα. / Και με μια λέξη να ποια είναι η Χιλή / κάποιος που ταινία γυρίζει τη σκηνή του φόνου του. / Τον βλέπεις ν’ ακουμπάει τ’ όπλο στο σαγόνι / και να σημαδεύει μ’ όλη του την ησυχία… / Ο οπερατέρ σημαδεύει το στρατιώτη / Ο στρατιώτης σημαδεύει την κάμερα / Κι ύστερα τραντάζεται η εικόνα, κόβεται το φιλμ. / Αχ! η δύναμη βγαίνει απ’ τις γροθιές κι όχι από πρόσωπα καλοσυνάτα / από στόμια βγαίνει η δύναμη / κι όχι από τα στόματα! / Κι αυτή είναι η πικρή αλήθεια της Unidad Popular»… Παρά τις πολύχρονες προσπάθειες της οικογένειας του Ένρικσεν και τον εντοπισμό του αυτουργού του φόνου, η χιλιάνικη δικαιοσύνη έχει κλείσει την υπόθεση· τώρα, η οικογένεια έχει αναγκαστεί να προσφύγει στη Διαμερικανική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. And thus the whirligig of time brings in his revenges, μας λέει ο Σαίξπηρ στη Δωδεκάτη νύχτα. Έχει ο καιρός γυρίσματα που εκδίκηση μας φέρνουν. Όμως το θέμα της ιστορικής μνήμης δεν είναι η εκδίκηση. Ο χρόνος της είναι μακρύς. Εκείνο που έχει σημασία είναι πως όσο και να προσπαθούν κάποιοι, το έργο της λήθης είναι τελικά σισύφειο. Η ιστορία δεν τελειώνει. ΚΩΣΤΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ


Η ΑΥΓΗ • KYΡΙΑΚΗ 15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

42

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Διατροφικά κάτοπτρα Σε αναζήτηση της ποιότητας H Ελένη Κοβάνη που μας αποχαιρέτισε στις 9 Αυγούστου, ήταν μια διαλεχτή φίλη, συντρόφισσα και επιστήμονας. Από τους Λαμπράκηδες μέχρι το ΚΚΕ εσωτερικού, την ΕΑΡ και τον ΣΥΡΙΖΑ, από την ΑΣΟΕΕ στη Ναντέρ και το Ινστιτούτο Αγρονομίας του Μονπελιέ μέχρι το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, η Ελένη ξεχώριζε για το ήθος, την επιστημοσύνη και το ουσιαστικό της έργο στους τομείς της αγροτικής κοινωνιολογίας, της πολιτισμικής οικολογίας, των δημόσιων χώρων και εν γένει του αγροτικού κόσμου. «Μικροκαμωμένη, αλλά θεόρατη· λιγομίλητη, αλλά ηχηρή και ρηξικέλευθη. Με μάτια φωτεινά αλλά και μελαγχολικά φώτιζε αόρατες πτυχές της σκέψης, οδηγώντας μας σε αόρατα μονοπάτια του ανθρώπινου πόνου», όπως είπε η Φραίη Καμούτση αποχαιρετώντας της (Εποχή, 1.9.2013). Σήμερα, Κυριακή 15 του Σεπτέμβρη, στα Χώστια Bοιωτίας, το χωριό όπου γεννήθηκε και τόσο αγάπησε (στα δημοτικά και τα πολιτιστικά του οποίου είχε έντονη παρουσία) γίνεται το μνημόσυνο της Ελένης. Δημοσιεύουμε αποσπάσματα από το τελευταίο της κείμενο (ολόκληρο, στην ηλεκτρονική έκδοση της «Αυγής» και στο μπλογκ των «Ενθεμάτων»). Το κείμενο (με τίτλο «Διατροφικά κάτοπτρα. Σε αναζήτηση της ποιότητας»), δημοσιεύεται στον συλλογικό τόμο Περί εντοπιότητας και ιδιοτυπίας των τροφίμων. Μια εδαφική προσέγγιση της ανάπτυξης των αγροτικών περιοχών, επιμ. Θεοδοσία Ανθοπούλου, Παπαζήσης, Αθήνα 2013. Ευχαριστούμε θερμά τον εκδότη και την επιμελήτρια του τόμου. ΣΤΡ.ΜΠ.

Καρποί και καιρικότητα Το μέλλον των εθνών εξαρτάται από τον τρόπο διατροφής τους Brilllat Savarin […] Από το σύνολο των μελετών διατροφικής, γαστρονομικής και γευστικής ιστορίας σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο αποδεικνύεται ότι από την αρχαιότητα έως την παραμονή της βιομηχανικής γεωργίας, σε όλη αυτή την καθ’ ημάς μακρά διάρκεια της κατά Δήμητρα γεωργίας υπάρχει

Θεόφιλος, «Μέγα Αρτοποιείον Γεωργίου Παναγιώτη Κοντοφούρναρη», 1933

ένας κοινός παρονομαστής του διατροφικού σύμπαντος κάθε γεωγραφικού χώρου. Πρόκειται για την οιονεί βεβαιότητα σύμφωνα με την οποία ό,τι η γη έδινε ως προϊόν από ποιοτική πλευρά, ό,τι δηλαδή είχε δοκιμαστεί ως φυσική ιδιότητα του κάθε φυτού και καρπού, μέσα από το πολύχρονο παιγνίδι γνωριμίας ανθρώπου και φυτικού είδους, αυτή η βεβαιότητα μετουσιωμένη σε αίσθηση ασφάλειας συνόδευσε αδιάλειπτα την εν λόγω μακρά διάρκεια. Το αυτό ισχύει για την περίπτωση των ειδών του ζωικού βασιλείου και για όσα εξ’ αυτών ορίσθηκαν σε κάθε πολιτισμό ίδιοι κανόνες κατανάλωσής τους. Τα παραπάνω προφανώς σε ημέρες και εποχές που οι σοδειές και οι εν γένει τροφοδότες φυσικές πηγές δεν είχαν πληγεί από κάποια θεομηνία φυσική ή ανθρώπινη καταστροφή. Έτσι, παρά το απρόβλεπτο του καιρού, το άστατο των μετεωρολογικών συνθηκών και παρά τους αιφνιδιασμούς εκ κοινωνικών καταστάσεων και ιστορικών περιπετειών, υπήρχε πάντα το αίσθημα βεβαιότητας ότι μετά την όποιας φύσεως καταιγίδα η γη, επιμελούμενη, πρώτη αυτή άνοιγε γενναιόδωρα το δρόμο της επιστροφής σε χρόνους και τόνους ρυθμών τάξης. Η καλύτερη έκφραση αυτής της βεβαιότητας είναι η τέχνη στο προβιομηχανικό σύμπαν σε όλες της τις μορφές όχι μόνον για το σύνολο των αγροτικών εργασιών, των προϊόντων της γης και της γύρω από το τραπέζι ευλογημένης στιγμής, αλλά και για τις ταπεινές κινήσεις που απαιτούν τα τροφικά παρασκευάσματα. Και σχετικά με το τελευταίο, ας σταθούμε σε ένα μόνον, από τη δική μας παράδοση, παράδειγμα: Από το πήλινο ειδώλιο της εποχής του χαλκού (στις Μυκήνες) με τη γυναίκα που ετοιμάζεται να ψήσει ένα καρβέλι ψωμί ως το ζύμωμα και το φούρνισμα του ψωμιού του Θεόφιλου στο Μέγα Αρτοποιείον.

Αναζήτηση διεξόδων Ο μεν άρτος ηδύς, το δε φενακίζειν προσόν έμβαμμα τοις άρτοις πονηρόν γίνεται1 Αθήναιος, «Δειπνοσοφιστές» Η βιομηχανική εποχή μάς εισάγει σε νέα φάση αναζήτησης της διατροφικής ποιότητας. Με τη μαζική βασικά χημική γεωργία ο

καρπός και το κάθε γεωργικό προϊόν γίνεται κομιστής κάτι επιστημονικά καινούργιου και θεωρητικά αναντίρρητα «ευεργετικού». Τούτο το επιστημονικά καινό επενδύεται διττά: με το όραμα κερδών μέσω της μεγιστοποίησης της παραγωγικότητας και με την, επί το ανθρωπιστικότερον, φιλοδοξία θρέψης περισσότερων πεινασμένων στομάτων. Ενσαρκωμένο δε στο σώμα του καρπού πιστεύτηκε ότι θα ήταν αόρατο, διακριτικό και εμφανέστατα σωτήριο. Η έκπληξη από την κατάληξη της εν λόγω ενσάρκωσης έγινε βίωμα καθημερινό· με τις ταπεινές αισθήσεις της γεύσης και της όσφρησης να αναρωτιούνται και να απορούν. Ο καρπός εν ολίγοις ο θρεμμένος και ποτισμένος με χημικά προκαλεί φόβο και αίσθηση κινδύνου. Και ο φόβος αυτός σήμανε την έναρξη της μοντέρνας φάσης αναζήτησης προϊόντος ποιότητας, τροφίμων και παρασκευασμάτων με, ει δυνατόν, μηδενική ή την ελάχιστη δυνατή ποσότητα χημικών ή όποιων άλλων επιβλαβών ουσιών. Η δε διατροφική κρίση του 2008 κατέδειξε κατά δραματικό, για άλλη μια φορά, τρόπο τα αδιέξοδα της εντατικής γεωργίας και της βιομηχανοποιημένης κτηνοτροφίας. Πέραν των καταστροφικών εντατικών μονοκαλλιεργειών για τις χώρες του Νότου, με την ξέφρενη υποβάθμιση φυσικών πηγών και την όλο και μεγαλύτερη ένδεια και τον αποκλεισμό εκατομμυρίων οικογενειών μικρών χωρικών, πέραν επίσης των γνωστών ανά την υφήλιο θεμάτων, της υποβάθμισης εδαφών, της ρύπανσης υδάτων, της μείωσης της βιοποικιλότητας κτλ, άλλο νέο πρόβλημα, άμεσα συνδεδεμένο με την διατροφική και περιβαλλοντική κρίση θα θέσει επί τάπητος κάποιο ζήτημα γνωστό αλλά αποσιωπημένο. Τη μεταφορά, οδική και αεροπορική, από τις πολυεθνικές εταιρίες προϊόντων από μία ήπειρο στην άλλη με μεγάλη κατανάλωση ενέργειας και αντίστοιχα μεγάλη εκπομπή CΟ2. Όπως παρατηρεί ο Μ. Calame, πρόκειται «για εκείνη την πλανητική οικονομία υπαγορευόμενη αποκλειστικά από το κέρδος, όπου οι πλουτισμοί παράγουν καινούργιες φτώχιες και νέες προλεταριοποιήσεις· όπου οι οικονομικές και τεχνικές πρόοδοι παράγουν καινούργιες μορφές ηθικής και ψυχικής καταπίεσης· όπου χάνουμε σε ποιότητα αυτό που κερδίζουμε σε ποσότητα·

όπου ένας επί μέρους οικονομικός ορθολογισμός προκαλεί έναν ολικά σφαιρικό ανορθολογισμό». Είναι επίσης γνωστό ότι οι προβληματισμοί αλλά και αντίστοιχες πρωτοβουλίες για άλλης μορφής ανάπτυξης της γεωργίας έχουν εκφραστεί τουλάχιστον στην Ευρώπη με ποικίλους τρόπους ήδη από τη δεκαετία ’70 . Θα λέγαμε ότι η πλέον δυναμική και εντυπωσιακή πρωτοβουλία σημειώθηκε με το φαινόμενο των νέων αγροτών (neo-ruraux), κυρίως νέων ατόμων που εγκαταλείπουν αστικά κέντρα για εγκατάσταση στην ύπαιθρο και απασχόληση στον πρωτογενή τομέα. Εργασίες, όπως αυτή η πρόσφατη του Dupin (2011) Voyages en France, δίνουν σαφή εικόνα, ακόμα και από απλή δημοσιογραφική ματιά, της σημασίας αυτών των πρωτοβουλιών στα αδιέξοδα της κρίσης. Θα ισχυριζότανε κανείς ότι στο πλαίσιο της Ε.E., η πλέον σημαντική αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής μπορεί να θεωρηθεί αυτή που ανέσυρε από τη λησμονιά τις λειτουργίες των αγροτών ως παραγωγών προϊόντων ποιότητας και ως διαχειριστών και προστατών του περιβάλλοντος. Τούτες τις λειτουργίες, τις οποίες η ΚΑΠ βάπτισε παραδόξως με το όνομα «νέες λειτουργίες των αγροτών», τις προόρισε κυρίως για τις «προβληματικές», «μειονεκτικές» περιοχές των ευρωπαϊκών χωρών, εκεί δηλαδή που η ερήμωση απειλούσε να αφανίσει και το τελευταίο ίχνος οικονομικού, κοινωνικού ιστού. […] Ωστόσο, όσο ενθαρρυντικά κι αν είναι τα μηνύματα των προσπαθειών εξασφάλισης και διάσωσης ποιοτικής τροφής, το σύνολο τοπίο των πρωτοβουλιών και τα αποτελέσματά του, σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, αποτελούν ένα τμήμα της όλης διατροφικής πραγματικότητας. Αν όντως, όπως καταγγέλλεται συχνά, η γνωστή πολυεθνική μεταλλαγμένων ελέγχει ήδη το συντριπτικό ποσοστό της διακίνησης σπόρων, σε τι μέτωπα πρέπει να στηριχθεί ο αγώνας για την ποιοτική διατροφή, την υγιεινή, επαρκή και δίκαια διανεμημένη έτσι ώστε να αποτραπούν οι ποικίλες απειλητικές αυθαιρεσίες στο τοπίο της πλανητικής διατροφής; Και για να επανέλθουμε στη χώρα μας, έχουμε πληθώρα καταστημάτων οικολογικών προϊόντων. Οι πρωτοβουλίες, ατομικές και συλλογικές, για προώθηση οικολογικής παραγωγής τροφίμων και αειφορικής γεωργίας δεν λείπουν. Αλλά, αλήθεια, πώς καταφέρνουμε να έχουμε τα μεγαλύτερα ποσοστά κατανάλωσης χημικών στην Ευρώπη; Πλουσιότατοι και ευφάνταστοι σχετικά με τις συνταγές αλλά τι γίνεται στο χωράφι και στους στάβλους εκτροφής ζώων; […] Αποτελεί κοινό τόπο να επαναλάβουμε ότι η αλλαγή μοντέλων γεωργικής παραγωγής και διατροφής αξιώνει άλλη νοοτροπία, άλλο σύστημα ηθικών αξιών. Άλλο φαντασιακό, θα έλεγε ο Καστοριάδης. […] ΕΛΕΝΗ ΚΟΒΑΝΗ 1 «ο μεν άρτος ηδύς/το δε έμβαμμα προς εξαπάτησιν πονηρόν».


Η ΑΥΓΗ • KYΡΙΑΚΗ 15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

43

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Σε αναζήτηση «Προστάτιδος Δυνάμεως» ΤΗΣ ΣΙΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ

Η κρίσιμη κατάσταση στη Συρία, και εν γένει στη Μέση Ανατολή, και η σπουδή με την οποία η ελληνική κυβέρνηση συντάχθηκε με τις ΗΠΑ θέτουν επιτακτικά το ερώτημα: Τι είδους εξωτερική πολιτική έχει η χώρα; Το δόγμα που με υπερηφάνεια διακινεί η κυβέρνηση («η Ελλάδα παράγοντας σταθερότητας και ειρήνης στην περιοχή») είναι κενό περιεχομένου, καλύπτοντας με στόμφο μια εντελώς ετεροπροσδιορισμένη, αντιδημοκρατική, και γι’ αυτό επικίνδυνη πολιτική. Τα κόμματα εξουσίας (Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ) τις τελευταίες δεκαετίες δεν παράγουν πολιτική, ούτε εσωτερική ούτε εξωτερική. Η ελληνική κυβέρνηση σήμερα επικαιροποιεί, σε νεοφιλελεύθερη εκδοχή, την παλαιά λογική των Προστάτιδων Δυνάμεων, με τις οποίες το εθνικό συμφέρον πρέπει να συμπλέει.Η ικανότητα της κυβέρνησης εξαρτάται από τον βαθμό καλής διερμηνείας της πολιτικής των Προστάτιδων σε μια αντιδημοκρατική, εθνικιστική διάλεκτο. Ένα έργο που έχει παιχτεί πολλές φορές, από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα, οδηγώντας τους μεν πολλούς σε εθνική καταστροφή, τους δε λίγους σε υψηλές πράξεις σωτηρίας! Η εξωτερική (και η εσωτερική) πολιτική της προσκόλλησης σε προστάτες, παρά τα εύσημα του ρεαλισμού που διεκδικεί, είναι ανεδαφική, αντεθνική και επικίνδυνη. Καταρχάς, διαμορφώνεται με τους γεωστρατηγικούς όρους και τα συμφέροντα του προστάτη, και όχι του μικρού εθνικού κράτους στο πλαίσιο της γειτονιάς του. Η ένταξη του εθνικού συμφέροντος στη γεωστρατηγική μιας Δύναμης το καθιστά ανεδαφικό, αποϊστορικοποιημένο και αποϊδεολογικοποιημένο: ενώ έχει οριστεί σε ιμπεριαλιστικό πλαίσιο, έχει αυτονομηθεί, αποκτώντας μια δική του εθνική ιστορικότητα που πρέπει να εμπνέει την εξωτερική πολιτική. Έτσι, η εξωτερική πολιτική διαμορφώνεται με τη ρητορική ενός μεγάλου εθνικού συμφέροντος (της ισχυρής Ελλάδας), και διεκδικείται με την παθητικότητα και την υποταγή που επιβάλλουν τα συμφέροντα της Προστάτιδας Δύναμης. Η ελληνική εξωτερική πολιτική, εν ολίγοις, διαμορφώνεται στο πλαίσιο του ρόλου του μικρομέγαλου, σε ανταγωνισμό με τον κατεξοχήν μικρομέγαλο της περιοχής: την Τουρκία. Η κυβέρνηση σήμερα θεωρεί ότι με το νέο μεγάλο όραμα –άξονας «Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας»– η ρακένδυτη Ελλάδα θα γίνει ξανά ισχυρή χώρα, μαζί με την Τουρκία, και εναντίον της συνάμα. Συμμερίζεται λοιπόν πλήρως αλλά και ανταγωνίζεται το ηγεμονικό, νεοφιλελεύθερο όραμα του Ερντογάν για την περιοχή (και για την Ελλάδα), και με αυτό το κριτήριο σύρεται πίσω από τη Γερμανία, σε ό,τι αφορά την εσωτερική πολιτική, και πίσω από τις ΗΠΑ, σε ό,τι αφορά την εξωτερική.

ρήνη. Το ερώτημα που τίθεται γιατί τα κινήματα στη Μέση Ανατολή, ενώ ξεκινούν από καταπιεσμένους και φτωχούς, συσπειρώνοντας μεσαία, προοδευτικά και αντικαθεστωτικά στρώματα, τελικά «θρησκειοποιούνται». Και αντί να οδηγήσουν στη δημοκρατία και τη χειραφέτηση οδηγούνται σε «θρησκευτικούς εμφυλίους». Η απάντηση μπορεί να αναζητηθεί στους τρόπους με τους οποίους εξακολουθεί να συνδιαλέγεται η «Δύση» (όπου και η Ρωσία και η Κίνα, όχι μόνο η ΗΠΑ και η ΕΕ, καθώς και οι τοπικοί δορυφόροι τους) με αυτή την περιοχή: με όρους μετώπων στη βάση φυλετικών και θρησκευτικών διαιρέσεων, όρους δηλαδή που υπονομεύουν τη δημοκρατία και επιτρέπουν την αναπαραγωγή ντόπιων πατερναλιστικών δυνάμεων, η εξουσία των οποίων –είτε σε αμοιβαιότητα είτε σε σύγκρουση με τη «Δύση»– ενισχύεται. Βασικό κλειδί για τον εκδημοκρατισμό και την ειρήνη, την αποθρησκειοποίηση της πολιτικής ζωής σε όλη τη Μέση Ανατολή, την εξουδετέρωση των προστάτιδων και πατερναλιστικών δυνάμεων, ντόπιων και διεθνών, είναι η λύση του Παλαιστινιακού με δημοκρατία και δικαιοσύνη, και για τους δύο λαούς. Κι αυτό γιατί το Παλαιστινιακό είναι «ο ιερός τόπος» αναπαραγωγής του φυλετισμού και των θρησκευτικών διαιρέσεων, ο «ιερός τόπος» αναπαραγωγής του παγκόσμιου και τοπικού ηγεμονισμού. Χωρίς τη λύση του, κάθε συζήτηση για τη Μέση Ανατολή είναι άνευ νοήματος. Θα παραμένει το «ευέλικτο ταμπόν» που προσαρμόζεται, με συγκρού-

Εξωτερική πολιτική και Αριστερά. Στη Μέση Ανατολή παίζονται εδώ και χρόνια, με διαφορετικούς τρόπους και ιστορικότητες, οι ίδιες αξίες που παίζονται και στη χώρα μας σήμερα: δημοκρατία, δικαιοσύνη και ει-

Η Σία Αναγνωστοπούλου διδάσκει ιστορία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

Aνρί Καρτιέ-Μπρεσό, «Cirque Fanni», 1953

σεις ή επιβεβλημένη ειρήνη, στις αντιπαραθέσεις των μεγάλων και μικρών δυνάμεων. Μια αντιιμπεριαλιστική εξωτερική πολιτική της Αριστεράς έχει ως προϋπόθεση τη διαμόρφωση μετώπων βάσει αρχών –δημοκρατία, δικαιοσύνη, ειρήνη–, και όχι στη βάση του ποιος πολεμά αποτελεσματικότερα τον κατεξοχήν ιμπεριαλιστή, τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. Ούτε η «Δύση» ούτε ο ιμπεριαλισμός έχουν σήμερα ένα και μοναδικό πρόσωπο: για την Αριστερά αυτό πρέπει να είναι ξεκάθαρο, διαφορετικά αναπαράγει εξ αριστερών τη λογική της Προστάτιδας Δύναμης. Η αριστερή εξωτερική πολιτική πρέπει να στοχεύει σε δύο κατευθύνσεις: στο κινηματικό και στο θεσμικό, σε πλήρη αμοιβαιότητα. Σε κινηματικό επίπεδο, ιδίως σε ό,τι αφορά τη Μέση Ανατολή, χρειάζεται σύσφιξη σχέσεων, εκτός όλων των άλλων, με το γυναικείο κίνημα, όσο και όπου υπάρχει, αλλά και προσπάθεια ανάδειξης –και με τη σύμπραξη της ευρωπαϊκής Αριστεράς– τέτοιων κινημάτων και ζητημάτων. Η δημοκρατία, επομένως ο αντιιμπεριαλισμός στη Μέση Ανατολή, περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, περνά από τη χειραφέτηση των γυναικών. Ταυτόχρονα, η δράση του ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής Αριστεράς για την εκ βάθρων αλλαγή των όρων συγκρότησης του διαλόγου με την περιοχή μας αποτελεί προτεραιότητα. Ο διάλογος με όρους οριενταλιστικών στερεοτύπων, που οξύνουν τις θρησκευτικές, εθνικές και φυλετικές αντιθέσεις ή δημιουργούν «ζώνες επιρροής» ανάλογα με ηθικού τύπου χαρακτηριστικά κάθε χώρας, ενισχύουν τον αυ-

ταρχισμό στην Ε.Ε., δημιουργώντας τον απαραίτητο κατακερματισμό για τη διείσδυση του νεοφιλελευθερισμού και του ιμπεριαλισμού στην περιοχή. Σε θεσμικό επίπεδο, ο ΟΗΕ μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό πεδίο διεκδίκησης μιας άλλης πολιτικής. Παρά την καταρράκωση του κύρους του λόγω της σύμπλευσής του με τον ιμπεριαλισμό, αποτελεί ωστόσο τον παγκόσμιο θεσμό όπου η Αριστερά πρέπει να δώσει μάχη, σε συμμαχία με τις χώρες που διεκδικούν δημοκρατία, δικαιοσύνη και ειρήνη, αλλά και υπό την πίεση των αντιιμπεριαλιστικών και φιλειρηνικών κινημάτων. Η μάχη πρέπει να δοθεί για τον ΟΗΕ αλλά και στον ΟΗΕ, για τη δημοκρατία και την ειρήνη στην περιοχή μας. Στον ΟΗΕ, όχι σε ρόλο Προστάτιδας Δύναμης του εθνικού συμφέροντος (όπως τον αντιμετωπίζουν συνήθως οι ελληνικές, αλλά και οι κυπριακές κυβερνήσεις), αλλά ως πεδίο άσκησης δικαίου. Για να ορίσουμε ωστόσο τα πεδία και τα μέσα μιας αντιιμπεριαλιστικής πολιτικής πρέπει να προσδιορίσουμε την εξωτερική πολιτική όχι με όρους εθνικού συμφέροντος, έτσι όπως το όρισαν οι κυρίαρχες δυνάμεις στο πλαίσιο του ιμπεριαλισμού, του Ψυχρού Πολέμου και της εθνικοφροσύνης, αλλά με όρους δημοκρατίας, δικαίου και κυριαρχικών δικαιωμάτων. Αν το αίτημα είναι δημοκρατία και δικαιοσύνη στην Ελλάδα και την περιοχή –και όχι ισχυρή Ελλάδα– τότε η εξωτερική πολιτική πρέπει να επαναπροσδιοριστεί με βάση αυτές τις αρχές, και όχι οι αρχές να κόβονται και να ράβονται στα μέτρα κάποιου αναλλοίωτου εθνικού συμφέροντος. Η εξωτερική πολιτική είναι προϊόν πολιτικών αποφάσεων, που έχουν ληφθεί δημοκρατικά, και όχι υπακοή σε μια ιερή εντολή που ορίζεται με θρησκευτικούς ή φυλετικούς όρους. Η αντιιμπεριαλιστική πολιτική δεν συγκροτείται με γνώμονα την αντιπαράθεση στους αντιπάλους του εθνικού συμφέροντος. Αυτό οδηγεί μοιραία σε αναζήτηση Προστάτιδας Δύναμης, υπονομεύοντας το διάβημα για τη συγκρότηση μιας αντιιμπεριαλιστικής εξωτερικής πολιτικής. Το Κυπριακό, τα ελληνοτουρκικά, η ονομασία της ΠΓΜΔ αποτελούν μείζονα ζητήματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, από την έκβαση των οποίων εξαρτάται η θέση της χώρας στην περιοχή αλλά και στη διεθνή κοινότητα. Η λύση τους δεν μπορεί να υπαγορεύεται από ένα «εθνικό δίκαιο» –έστω κι αν αυτό βαφτίζεται αριστερός πατριωτισμός– που υπακούει στη λογική και τις ανάγκες του ’50. Όταν η Αριστερά διεκδικεί, για παράδειγμα, διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία στην Κύπρο, πρέπει να γνωρίζει ότι αυτό προϋποθέτει ευθύ χτύπημα στον εθνικισμό και το εθνικό συμφέρον που παράχθηκε στο πλαίσιό του. Η χειραφέτηση, η ελευθερία και η ανεξαρτησία, ο αντιιμπεριαλισμός προϋποθέτουν, εντέλει, την ανάληψη της ευθύνης της Ιστορίας. Η Αριστερά είναι η δύναμη που μπορεί να κινητοποιήσει τους ανθρώπους ώστε να αντιμετωπίζουν την Ιστορία και τις διακυμάνσεις της ως ανοικτό πεδίο διεκδικήσεων, και όχι ως μοίρα. Η διεκδίκηση του αναλλοίωτου εθνικού συμφέροντος φτιάχνει εθνική μοίρα, η διεκδίκηση δημοκρατίας για τα θέματα πολιτικής –εσωτερικής και εξωτερικής– φτιάχνει Ιστορία.


Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

ΤΟ BLOG ΤΩΝ «ΕΝΘΕΜΑΤΩΝ»: enthemata.wordpress.com e-mail: enthemata@gmail.com

ΕΜΠ: ένας «ενοχλητικός» πυλώνας ελεύθερης γνώσης ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΜΠΕΛΑΒΙΛΑ

Ένας βορειοευρωπαίος δημοσιογράφος τηλεφώνησε προχθές στο απεργιακό κέντρο της Αρχιτεκτονικής Σχολής της Αθήνας. Ζήτησε στοιχεία για την απεργία των ΑΕΙ, για την κρίση και τις επιπτώσεις της στο ΕΜΠ, για τις απολύσεις του προσωπικού και τις οικονομικές περικοπές. Μιλούσαμε σχεδόν μία ώρα. Ήταν ένας ευγενικός άνθρωπος, απ’ αυτή την πάστα των δημοσιογράφων που σπανίζει στην Ελλάδα. Ενημερωμένος, έθετε δύσκολες ερωτήσεις, ψύχραιμες. Καταλάβαινα ότι δεν ήθελε να στρέψει τη συζήτηση κατά το δοκούν, ότι ανέμενε πειστικές απαντήσεις και ενδιαφέρουσες πληροφορίες. Βρέθηκα, έτσι, να αναζητώ επιχειρήματα, για μια όσο το δυνατόν αντικειμενική εξήγηση της πραγματικότητας, και ταυτόχρονα να εκπλήσσομαι από το μέγεθος του προβλήματος που δημιουργεί η άμεση απόλυση του 60% των υπαλλήλων του Πολυτεχνείου, όπως και η προαναγγελία ότι την ίδια τύχη θα έχει σύντομα το 40% των καθηγητών των ΑΕΙ. Γιατί μια κυβέρνηση απολύει την πλειοψηφία των υπαλλήλων του μεγαλύτερου τεχνολογικού ιδρύματος της χώρας; Το Πολυτεχνείο έχει εννέα ιστορικές σχολές. Εκπαιδεύει περί τους 20.000 προπτυχιακούς, μεταπτυχιακούς φοιτητές και υποψήφιους διδάκτορες. Λειτουργεί 125 ερευνητικά εργαστήρια, ένα σημαντικό τεχνολογικό-πολιτιστικό πάρκο στο Λαύριο ένα ερευνητικό κέντρο στο Μέτσοβο, τη μεγαλύτερη τεχνική βιβλιοθήκη της χώρας, ένα από τα καλύτερα κέντρα δικτύων. Διαθέτει μερικές από τις καλύτερες πανεπιστημιακές υποδομές των Βαλκανίων. Έχει υπεράριθμους υπαλλήλους; Η απάντηση είναι όχι. Αντίθετα χρειάζεται αύξηση θέσεων εργασίας περί το 10%. Έχει υπεράριθμους καθηγητές; Πάλι όχι. Έχει χάσει λόγω συνταξιοδοτήσεων σχεδόν τριακόσιες θέσεις καθηγητών και όλες τις θέσεις συμβασιούχων διδασκόντων. Ο καθηγητής Δημήτρης Δαμίγος έγραψε ένα ωραίο άρθρο με τίτλο «Ο ρόλος του υποστηρικτικού προσωπικού των ΑΕΙ και η “ωρολογιακή βόμβα” των διαθεσιμοτήτων” (http://www.pd.ntua.gr/?p=185). Αναφέρεται στα διεθνή στάνταρ αναλογίας φοιτητών και προσωπικού στα πανεπιστήμια, αποδεικνύοντας ότι τα ΑΕΙ μας υστερούν σε σχέση με αυτό. Από την πλευρά της κυβέρνησης δεν εμφανίζεται ούτε ένα στοιχείο το οποίο να τεκμηριώνει την

Ο Νίκος Μπελαβίλας διδάσκει στην Αρχιτεκτονική του ΕΜΠ

Peter de Francia, «Ο Προμηθέας κλέβει τη φωτιά», 1982

πολιτική απόφαση των απολύσεων Είναι σπάταλο το ΕΜΠ και πρέπει να γίνουν περικοπές; Ένα ίδρυμα που τα τελευταία είκοσι χρόνια δημιούργησε ένα υγιές αποθεματικό 55 εκατομμυρίων ευρώ χάρη στην έρευνα, αντλώντας κονδύλια από οπουδήποτε αλλού εκτός από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Παιδείας, ονομάζεται σπάταλο; Είναι κονδύλια τα οποία εισρέουν όχι χάρη στις κυβερνήσεις, αλλά χάρη στους καθηγητές και τους νέους ερευνητές του, από εγχώριες και διεθνείς πηγές προς τα ερευνητικά προγράμματα, και όλα αυτά «ανακυκλώνονται» πάλι στις σπουδές και στην έρευνα. Αντί λοιπόν να στηριχθεί αυτό το επιτυχημένο εγχείρημα, αντί να διαδοθεί, τιμωρείται. Με περικοπές μισθοδοσίας και απολύσεις, αλλά και με λεηλασία 30 εκατομμυρίων ευρώ του αποθεματικού του. Τα πτυχία του Πολυτεχνείου είναι καλά ή έχουν υποβαθμιστεί; Συστηματικά, από τον καιρό του κινήματος για το Άρθρο 16, οι εναλλασσόμενοι υπουργοί Παιδείας και τα μεγάλα ΜΜΕ πασχίζουν με πάθος να πείσουν την ελληνική κοινωνία πως το Πολυτεχνείο είναι ένα προβληματικό ίδρυμα με υποβαθμισμένα πτυχία. Η απάντηση είναι ότι αν δει κανείς το πρόγραμμα σπουδών, τους διδάσκοντες, τα εργαστήρια, την επαγγελματική, εκπαιδευτική, ερευνητική πορεία των αποφοίτων εντός και εκτός Ελλάδας, το ΕΜΠ είναι ένα ίδρυμα με υψηλό επίπεδο σπουδών και κύρος. Απλά, απλούστατα. Καθώς όμως αυτό δεν είναι πάντα ορατό στον εξωτερικό παρατηρητή, απέναντι σε

αυτή την οργανωμένη κατασυκοφάντηση υπάρχουν ακόμα πιο εύκολες απαντήσεις. Ας μιλήσουμε λίγο με τη γλώσσα όσων το κατηγορούν, των υπουργών και των ΜΜΕ. Θα τους λέγαμε, λοιπόν, ότι δεν υπάρχει ελληνική οικογένεια που να μην ονειρεύεται να δει το παιδί της φοιτητή του Πολυτεχνείου. Δεν υπάρχει μαθητής που θέλει να ακολουθήσει τεχνική κατεύθυνση και δεν επιθυμεί να εισαχθεί στο Πολυτεχνείο. Για να το πούμε απλά, πώς είναι δυνατόν η «αφρόκρεμα» των ελλήνων μαθητών να διεκδικεί με πάθος την εισαγωγή σε αυτό το τόσο προβληματικό κατά τους κρατούντες ίδρυμα; Πέρα από τις επιλογές των μαθητών, οι διεθνείς κατατάξεις αναδεικνύουν φέτος έξι ελληνικά ΑΕΙ, με κορυφαία το Πανεπιστήμιο Αθηνών και το ΕΜΠ, μεταξύ του άριστου 5% των πανεπιστημίων όλου του κόσμου, και το ΕΜΠ στον κατάλογο των δέκα καλύτερων στην Ευρώπη στον τομέα της έρευνας. Είναι δυνατόν, μετά από τρία χρόνια αφαίμαξης προσωπικού, περικοπών μισθών και διάλυσης να συμβαίνει αυτό; Και όμως, συμβαίνει. Είναι δυνατόν να μην ακούγεται αυτό σε κανένα δελτίο ειδήσεων; Και όμως, δεν ακούγεται. Φτάνουμε στο τέλος των ερωτήσεων και των απαντήσεων. Είναι δυνατόν το πλέον περιζήτητο τεχνολογικό ίδρυμα μας, με την οικονομική του αυτάρκεια, με το διεθνές του κύρος να οδηγείται εκ των πραγμάτων στη διάλυση ή στην παύση λειτουργίας του; Προσπαθήστε να θυμηθείτε ή αναζητήστε στις εγκυκλοπαίδειες και στο διαδίκτυο περισσότερους από έναν-δύο επιτυχημένους υπουργούς Παιδείας, που έγραψαν ιστορία στην εκπαίδευση, από την ίδρυση του ελληνικού κράτους ως σήμερα. Θα δυσκολευτείτε. Αν κάνετε το ίδιο με τους καθηγητές του

ΕΜΠ και τους αποφοίτους του έλληνες μηχανικούς, θα εκπλαγείτε από τον αριθμό όσων έβαλαν, όχι ένα αλλά πολλά λιθάρια, στην υπόθεση της επιστημονικής και τεχνολογικής εξέλιξης, της κοινωνικής προκοπής της χώρας μας. Αυτό λοιπόν το Πολυτεχνείο, της δωρεάν γνώσης, της καινοτομίας, της τεχνολογικής πρωτοπορίας, αλλά και της κοινωνικής ευαισθησίας, είναι μια παραγωγική αποτελεσματική επιστημονική «μηχανή» την οποία διαθέτει ο ελληνικός λαός. Αυτό επιχειρείται να φύγει από τη μέση. Να εξαλειφθεί ένας δημόσιος δημοκρατικός οργανισμός ο οποίος είναι σε θέση να συμβάλει στην έξοδο από την κρίση, στην κοινωνική και παραγωγική ανασυγκρότηση, όπως έπραξε άλλες δύο φορές, στον Πόλεμο και στη Δικτατορία. Δεν γίνεται ούτε κατά λάθος ούτε λόγω ανικανότητας των πολιτικών ηγεσιών. Για να ολοκληρωθεί η λεηλασία των αγαθών και των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, για να επιτύχει η πλήρης αφαίρεση του κοινού πλούτου από τον λαό μας, πρέπει να καταστραφούν ακόμη και οι βάσεις των δομών οι οποίες προστατεύουν και αξιοποιούν αυτό τον πλούτο, υλικό και άυλο. Πρέπει να καταρρεύσουν οι πυλώνες της ελεύθερης γνώσης, τα κεντρικά πανεπιστήμια της χώρας, που παράγουν ανθρώπους με γνώση και κρίση. Όσοι το απεργάζονται, αφελώς πιστεύουν ότι θα το πετύχουν. ΑΥΡΙΟ ΣΤΟΝ ΠΟΛΥΧΩΡΟ ΤΗΣ «ΑΝΟΙΧΤΗΣ ΠΟΛΗΣ»

Κόκκινα δάνεια και υφαρπαγή της μικροϊδιοκτησίας Συζήτηση με θέμα «Κόκκινα δάνεια και υφαρπαγή της μικροϊδιοκτησία» οργανώνεται στον πολυχώρο κοινωνικής αλληλεγγύης και πολιτισμού «Ανοιχτή Πόλη» (Μέγαρο Ερμής: Πανεπιστημίου 56, Εμμ. Μπενάκη 9 και Γαμβέτα 1, 1ος όροφος). Τη Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου, στις 8.00 μ.μ. Πληροφορίες: 210-3802055. Θα μιλήσουν: Κωστής Χατζημιχάλης (ομ. καθηγητής γεωγραφίας): «Για την υφαρπαγή γης και ακινήτων στην Ελλάδα των μνημονίων», Γιώργος Μ. Χατζηστεργίου (πολιτικός μηχανικός, συγγραφέας): «Εξολοθρευτής άγγελος της μικροϊδιοκτησίας», Κερασίνα Ραυτοπούλου (Τμήμα Οικονομικής Πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ): «Κόκκινα δάνεια και πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας», Τόνια Κατερίνη (Τμήμα Χωρικού Σχεδιασμού ΣΥΡΙΖΑ): «Για ένα σχέδιο κοινωνικών αντιστάσεων». Συντονίζει η Ελένη Πορτάλιου (Ανοιχτή Πόλη).


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.