

Ο
όρος «κλασικό» σε όλες τις εκφάνσεις της τέχνης αλλά και του ντιζάιν, της μόδας ή της αρχιτεκτονικής, σημαίνει πάντα αυτό που έχει νικήσει την μάχη με τον χρόνο, έχει ξεφύγει από μόδες και τάσεις, έχει αποδείξει την διαχρονική του αξία και την ικανότητα του να μην μπορεί η σκόνη του χρόνου να το σκεπάσει.
Το «κλασικό ροκ» δεν είναι απλώς ένας ήχος, είναι ένα σημείο αναφοράς. Είναι αυτό που έβαλε τις βάσεις για όσα ακολούθησαν, όχι μόνο για τους παραδοσιακούς ροκ ήχους με την ηλεκτρική κιθάρα σαν βάση αλλά και για άλλα μουσικά είδη και ιδιώματα που μπορεί να βασίστηκαν στους ηλεκτρονικούς ήχους ή στην ακουστική κιθάρα, στους ήχους του κόσμου ή στην τζαζ αλλά για να δημιουργηθούν και να εξελιχθούν κοίταξαν προς τα πίσω και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συναντήθηκαν με τον ήχο ή το attitude του κλασικού ροκ.
Το punk, το post-punk, το fusion, το heavy metal, ο συνδυασμός ήχων ροκ με την reggae ή το afrobeat, η electronica, οι folk μπαλάντες, το αφρικάνικο desert rock, βρήκαν στο κλασικό ροκ ένα μουσικό σύμπαν που εξερεύνησαν ή απλώς άκουσαν, ανακάλυψαν έναν θησαυρό από τον οποίο «δανείστηκαν» ένα κομμάτι ή απλώς επηρεάστηκαν.

Ακόμη και όσοι το αμφισβήτησαν και δεν ήταν και λίγοι, προσπάθησαν να το κάνουν αφού το γνώρισαν, το άκουσαν και τους επηρέασε, γιατί για να αμφισβητήσεις κάτι, πρέπει να το γνωρίζεις. Υπό αυτή την έννοια, το κλασικό ροκ θα είναι πάντα το άγιο δισκοπότηρο
κουλτούρας που
γενιά
ξανα-ανακαλύπτει
τρόπο, είναι
πάνε κάποια στιγμή να προσκυνήσουν, ακόμη κι αν δεν πιστεύουν κι αυτό γιατί ο μύθος των Pink Floyd και των Led Zeppelin, των Doors και των Rolling Stones, των Black Sabbath και των AC/DC αλλά και πολλών ακόμη θρυλικών συγκροτημάτων που θα βρείτε σε αυτή την έκδοση, είναι διαχρονικός. Μάκης Μηλάτος Σύμβουλος έκδοσης www.avopolis.gr
Aerosmith



68 The Rolling Stones
Black Sabbath



David Gilmour
The Doors





Με

Led Zep IV και Houses Of The Holy επικρατεί η γενική άποψη ότι τότε το συγκρότημα βρέθηκε στο αποκορύφωμά του. Εντάξει, δεν μπορώ να πω ποιο άλμπουμ είναι το κορυφαίο. Το πρώτο άλμπουμ ήταν μια πολύ καλή εισαγωγή για το τι ήταν η μπάντα. Επίσης, το άλμπουμ αυτό έχει πάρα πολλές ιδέες και με τον καιρό οι ιδέες αυτές αναπτύσσονταν περισσότερο. Όμως το τέταρτο άλμπουμ, σύμφωνοι, αυτό ήταν αληθινά σοβαρό, πραγματικά καλό. Η επικρατούσα αντίληψη είναι ότι το Led Zep IV ήταν μια αντίδραση στην αρνητική υποδοχή των προηγούμενων άλμπουμ. Έτσι το θυμάσαι κι εσύ – ότι η ανταπόκριση στο Led Zeppelin III ήταν ανεπαρκής; Από τον Τύπο, ναι. Οι δημοσιογράφοι δεν «έπιασαν» κανένα από τα άλμπουμ. Με το τρίτο άλμπουμ δεν κατάλαβαν γιατί γράφαμε ακουστική μουσική, παρόλο που αυτή ούτως ή άλλως υπήρχε σε όλο το πρώτο άλμπουμ. Αναρωτιόμουν, μα από πού έρχονται όλοι αυτοί οι άνθρωποι; Το κοινό πάντως έπιασε το νόημα. Με το κοινό τα πήγαμε σπουδαία επειδή οι Led Zeppelin σε συναρπάζουν με το πρώτο άκουσμα. Πιάνεις το νόημα: τι συμβαίνει, γιατί σε ψήνει, καθώς και το θαυμάσιο μουσικό βάθος. Οπότε με το τέταρτο άλμπουμ είχες την αίσθηση ότι επιτέλους είχατε χώσει τις κριτικές των δημοσιογράφων στο λαρύγγι τους; Είχαμε φτάσει πλέον σε ένα σημείο να μην τους δίνουμε καμία σημασία. Ακόμα και μετά το τρίτο άλμπουμ υπήρχαν ανόητα στοιχεία του τύπου στην Αμερική που έλεγαν, «Ω, η μπάντα είναι μια μόδα που θα περάσει». Κι εγώ σκεφτόμουν, «Θεέ και Κύριε, μα αυτό πια είναι γελοίο!» Όμως δεν είχε σημασία. Για τη δημιουργία του τέταρτου άλμπουμ, τον Δεκέμβριο του 1970, η μπάντα πήγε στο Headley Grange, στο Hampshire. Ήταν ένα μέγαρο, ένα παλιό βικτωριανό σπίτι, ένα υπέροχο και πολύ επιβλητικό μέρος. Μου άρεσε η ιδέα να είμαστε όλοι στο ίδιο σπίτι και να δουλεύουμε απομονωμένοι. Οι Fleetwood Mac έκαναν πρόβες εκεί αν και δεν ηχογράφησαν. Έτσι ήξερα ότι δεν θα υπήρχαν προβλήματα με το θόρυβο. Ήταν στην ύπαιθρο κι έτσι δεν θα άκουγες παράπονα από γείτονες. Φαινόταν ιδανικό. Ποιο ήταν το θέλγητρο να δουλεύετε αλλά και να μένετε εκεί; Μήπως το γεγονός ότι μπορούσατε να φτιάχνετε μουσική όποτε θέλατε, μέρα ή νύχτα, όποτε είχατε έμπνευση; Αυτή είναι όλη η ουσία. Ήταν ένα εργασιακό περιβάλλον. Αν δεν λειτουργούσε θα πηγαίναμε σε κάποιο στούντιο. Στην πραγματικότητα όμως ήταν σπουδαίο. Ενόσω περιοδεύαμε εξελίσσαμε τραγούδια. Αυτό το κάναμε εξαρχής, αλλά τώρα ήταν πλέον προφανές από τη μια συναυλία στην άλλη.

Ακολουθήσατε μια προσέγγιση αυτοσχεδιασμού γράφοντας και ηχογραφώντας το άλμπουμ; Ναι. Και εκμεταλλευτήκαμε την ακουστική του σπιτιού. Κατ’ αρχήν παίζαμε σε εκείνο το σαλόνι και ο John Bonham είχε στήσει ένα δεύτερο σετ από τύμπανα στο χολ που ήταν πολύ ψηλοτάβανο. Όταν αρχίσαμε να παίζουμε είπα, «Ωραία,

ακουστική του κτιρίου. Είχατε κάποιον τρόπο προετοιμασίας για να ηχογραφείτε ένα κομμάτι, προκειμένου να πετύχετε τη σωστή ατμόσφαιρα; Σε συλλογικό επίπεδο οπωσδήποτε. Έτσι καταφέραμε να ηχογραφήσουμε πολύ γρήγορα και αποτελεσματικά. Ανά πάσα στιγμή υπήρχαν μερικά τραγούδια που τα επεξεργαζόσουν. Όταν όμως δουλεύαμε κάποιο κομμάτι για να ηχογραφηθεί, ανεβάζαμε ταχύτητες για να λειτουργούν όλοι οι κύλινδροι μαζί και αφού άρχιζε να μαγειρεύεται η αληθινή ουσία του τραγουδιού τότε άρχιζες να ηχογραφείς. Ήταν πάρα πολύ εύκολο να φτάσεις σε αυτό το σημείο επειδή ήδη έχεις κάνει πρόβα, αλλά όταν είναι αναμμένο το κόκκινο φωτάκι του στούντιο η βιασύνη είναι ακόμα μεγαλύτερη. Καταλήξαμε σε αυτές τις εκτελέσεις πολύ σύντομα – μπορεί μόνο με μια χούφτα εκτελέσεις. Κι αν ένα τραγούδι δεν σας έβγαινε; Αν ένα τραγούδι άρχιζε να μας δυσκολεύει, αν η ουσία του δεν έβγαινε, σταματούσαμε και πιάναμε κάτι άλλο. Δεν προβάραμε πάρα πολύ. Είχαμε τα τραγούδια και τα είχαμε σωστά, οπότε εκεί υπήρχε κάποια ένταση του τύπου «Εκεί μπορεί να υπάρξει κάποιο λάθος. Όμως δεν θα υπάρξει επειδή όλοι θα το κάνουμε με συγκεκριμένο τρόπο και φυσικά θα λειτουργήσει!» Αυτό ήταν ένα κριτήριο για το πόσο καλοί ήταν όλοι σε αυτή την μπάντα. Αυτός είναι ο λόγος που θα μπορούσες να πετύχεις αυτά τα «χαρακτηριστικά» κομμάτια σε όλο το μουσικό φάσμα των Led Zeppelin. Κάθε τραγούδι είχε τον δικό του χαρακτήρα. Σε θεωρητικό επίπεδο δεν είχαμε να κάνουμε τίποτα επειδή σε μουσικό ήμασταν όλοι ικανοί να κάνουμε τα πάντα. Όλοι μαζί, εννοώ. Δεν χρειαζόμασταν να φέρουμε πνευστά και άλλα πράγματα. Όλα τα κάναμε μόνοι μας. Είχες την αίσθηση ότι με αυτό το άλμπουμ τεντώνατε το σκοινί; Ολόκληρη η ιστορία των Led Zeppelin είναι μια μουσική επέκταση. Νομίζω ότι από κάθε πλευρά υπήρξαμε πρωτοπόροι.





Βρετανία; Όταν οι υπόλοιποι στην μπάντα άκουσαν τις μίξεις του Sunset Sound δεν έπιασαν το νόημα. Οπότε είπα, «Εντάξει, θα το ξαναμιξάρουμε εδώ». Στο Sunset Sound, το σύστημα του πλέιμπακ ήταν πολύ φανταχτερό, πολύ ψηλά πρίμα, πολύ χαμηλά μπάσα. Όταν όμως γυρίσαμε εδώ και το ακούσαμε στο Olympic [στούντιο στο Λονδίνο] όπου οι μεσαίες συχνότητες στα ηχεία ήταν πολύ τονισμένες, ξαφνικά όλο το τονικό εύρος είχε εξαφανιστεί. Αυτό ήταν όλο – τα συστήματα των μόνιτορ σε κάθε στούντιο είχαν τεράστια διαφορά. Απλώς χρειαζόταν λίγη επεξεργασία στην εξισορρόπηση για να ακουστεί φανταστικά.



όλη ιστορία με το συνοδευτικό CD. Απλώς δίνει περισσότερες πληροφορίες, περισσότερα χρώματα. Πραγματικά πιστεύω πως είναι σημαντικό να δίνονται όλες οι επιπλέον πληροφορίες για το σύνολο της ζωής των Led Zeppelin στο στούντιο… για τους θαυμαστές. Ξέρω ότι τους αρέσει. Έδωσα μεγάλη προσοχή στο τι κυκλοφορούσε στην αγορά των πειρατικών σαν υλικό στο στούντιο, επειδή ήθελα να είμαι βέβαιος ότι αυτό που θα υπήρχε σε εκείνες τις κυκλοφορίες δεν κυκλοφορούσε ήδη. Ξέρω ότι έξω από την μπάντα κανείς άλλος δεν είχε ακούσει ποτέ
Το άλμπουμ επισήμως δεν έχει τίτλο, αλλά κυκλοφορούν διάφορα ονόματα: Led Zep IV, «Four Symbols», αλλά και «Zoso» από το σύμβολό σου… Νομίζω πως είναι καλό που όλοι το αποκαλούν αλλιώς. Το ότι κάποιοι το αποκαλούσαν με το σύμβολο [Zoso] ενοχλούσε τους υπόλοιπους στην μπάντα [γελάει]. Δεν υπήρχε όμως τέτοια πρόθεση. Τα αφεντικά στην Atlantic Records νόμιζαν ότι ένα άλμπουμ χωρίς τίτλο και χωρίς όνομα συγκροτήματος ισοδυναμούσε με εμπορική αυτοκτονία. Πράγματι. Επισκέφθηκα
μπορούσες να το κάνεις τώρα. Η όλη μαγεία και το μυστήριο θα είχαν χαθεί επειδή οι άνθρωποι θα είχαν αναρτήσει στο
κυκλοφόρησε εκείνο το τέταρτο άλμπουμ στις 8 Νοεμβρίου 1971, στο εξώφυλλο δεν υπήρχε ούτε όνομα μπάντας ούτε τίτλος. Ήταν δική μου ιδέα να μην υπάρχει τίτλος. Ήταν μια καινοτομία να κυκλοφορείς κάτι χωρίς τίτλο αντί να πουλάς κάτι μόνο χάρη στο όνομα.

μ’ αυτόν εδώ δεν βγάζεις άκρη. Όμως αυτό ήταν το σωστό. Το εξώφυλλο αυτού του άλμπουμ είναι πολύ κλασικό. Είναι αλήθεια ότι το εξώφυλλο του άλμπουμ το ανακάλυψε ο Robert σε κάποιο παλαιοπωλείο; Ναι. Όταν έμενα στο Pangbourne συνήθιζα να επισκέπτομαι τα παλαιοπωλεία και να αγοράζω διάφορα αγγλικά έπιπλα από τα τέλη του 19ου αιώνα. Σε εκείνη την περίπτωση είχε έρθει μαζί μου ο Robert και να σου αυτός ο πίνακας.
Το εξώφυλλο ήταν συμβολικό: ο πίνακας του ηλικιωμένου πάνω στον τοίχο ενός κατεδαφισμένου σπιτιού και πίσω του σύγχρονες πολυκατοικίες. Η ιδέα είναι ότι το παλιό ανοίγει δρόμο στο νέο. Εκείνα τα νέα κτίρια δεν μοιάζουν πια τόσο νέα. Αλλά αυτή ήταν η ιδέα.
Ο τρόπος που τοποθετήσατε αυτό το άλμπουμ – τα hard rock κομμάτια δίπλα στα ακουστικά είναι δεξιοτεχνικός. Φτιάχναμε άλμπουμ για την αγορά των άλμπουμ, κάπως έξω από τα ποπ σινγκλ. Έτσι νόμιζα πως ήταν σημαντικό να έχουμε τη ροή και την άνοδο και την πτώση της μουσικής και την αντίθεση, έτσι ώστε κάθε κομμάτι να έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο στο άλλο.
Τοποθετήσατε το Stairway To Heaven στο τέλος της πρώτης πλευράς του αυθεντικού LP. Δεν σκεφτήκατε να το βάλετε στο τέλος της δεύτερης σαν ένα επιβλητικό φινάλε; Όχι, όχι, όχι! Έπρεπε να τελειώνει με το Levee Breaks επειδή ήταν πολύ δυσοίωνο και πυκνό και θα τάραζε κάπως τους ακροατές. Αφού πρώτα τους είχες χαϊδέψει με το Stairway τώρα επρόκειτο να τους ταράξεις [γελάει]. Αυτή είναι η ουσία – να ξυπνάς όλα αυτά τα διαφορετικά συναισθήματα. Εκείνη η πρώτη πλευρά μπορεί να είναι η σπουδαιότερη πλευρά βινυλίου σε όλη την ιστορία της ροκ: Black Dog, Rock And Roll, The Battle Of Evermore, Stairway To Heaven. Πραγματικά, είναι αχτύπητη. Είναι καλή, έτσι; Όμως όλο

τη συνολική εικόνα του τι είναι αυτή η μπάντα σε μουσικό επίπεδο. Αυτές είναι πραγματικά ειλικρινείς ερμηνείες – ερμηνείες που τις αισθάνεσαι. Δεν χωράει αμφιβολία γι’ αυτό. Αν το τέταρτο άλμπουμ των Led Zeppelin ήταν το αριστούργημα της μπάντας, αυτό που ακολούθησε είναι το παραγνωρισμένο κλασικό τους: το Houses Of The Holy που κυκλοφόρησε στις 28 Μαρτίου 1973. Κατά μία έννοια επισκιάστηκε από αυτό που προϋπήρξε πριν από αυτό που ακολούθησε –τo IV και το μονολιθικό Physical Graffiti του 1975– αλλά περιείχε μερικά από τα πιο δυνατά κομμάτια που δημιούργησαν ποτέ
Ήξερες ότι τα παιδιά στο εξώφυλλο είναι ο Stefan Gates που σήμερα είναι τηλεπαρουσιαστής και αδελφός της Samantha; Εγώ είχα ακούσει ότι είναι η Sam Fox. Άρα δεν είναι αλήθεια; Η παλιά ιστορία με τη Sam Fox; Οι περισσότεροι την απορρίπτουν ως έναν ακόμα αστικό μύθο γύρω από τους Zeppelin. Νόμιζα πως είχε νόημα επειδή προφανώς εκείνη ανήκε σε κάποιο πρακτορείο σαν παιδί-μοντέλο και ούτω καθεξής.

Ίσως μπορείς να επιβεβαιώσεις μια άλλη ιστορία σχετικά με το Houses Of The Holy – ότι έγραψες το The Rain Song όταν o George Harrison παραπονέθηκε ότι οι Zeppelin δεν γράφουν ποτέ μπαλάντες. Όχι, αυτό δεν ήταν από τον George Harrison. Δεν μου το είπε εκείνος. Απλώς είχα ακούσει από κουτσομπολιά ότι είχε πει, «Α, οι Led Zeppelin δεν γράφουν μπαλάντες». Μπορεί να το παραφράζω, αλλά ήταν κάτι παρόμοιο. Μπορεί να το είχε πει για αστείο. Μπορεί να μην είχε ακούσει πολύ Led Zeppelin. Υπάρχει επίσης κάποια
ουρανό. «Είναι επιβλητικό, έτσι;»
ο Page. «Η αθωότητα και η ιδέα
σκεύη των οίκων της ιερότητας». Ο μύθος λέει ότι απορρίψατε την αρχική ιδέα του Storm Thorgerson της Hipgnosis και στραφήκατε στον άλλο σχεδιαστή της, τον Aubrey «Po» Powell. Εντάξει, τα πήγαμε καλύτερα με τον Po παρά με τον Storm, αλλά έτσι ήταν. Όταν δεν σου αρέσει ο ένας συνεργάζεσαι με τον άλλον.

Με όλο αυτό το βαρυφορτωμένο πρόγραμμα συναυλιών των Zeppelin στη δεκαετία του ’70 παίζοντας για τρεις ώρες, τι ήταν αυτό που σας έκανε να συνεχίζετε; Ήταν η μουσική που σας έφτιαχνε; Η διάρκεια συνεχώς αυξανόταν επειδή τη βρίσκαμε να παίζουμε. Θα μπορούσαμε να παίζουμε μόνο μιάμιση ώρα αλλά δεν το κάναμε. Κάθε βράδυ θέλαμε να τα δίνουμε όλα. Ήμασταν απολύτως αφοσιωμένοι στις αξίες αυτού που κάναμε. Ας μιλήσουμε για τη ζωή σας εκείνη την εποχή. Με όλη τη δουλειά, την επιτυχία κι όλα τα άλλα που τα συνόδευαν, νιώσατε ποτέ να χάνετε τον προσανατολισμό σας;
Όχι, τίποτα τέτοιο. Όλα ήταν μια φυσική πρόοδος. Εκ των υστέρων, αν κοιτάξεις το έργο που παράγαμε σκέφτεσαι, Μα πώς έγινε όλο αυτό; Ξέρεις, όμως, ήμασταν πολύ νέοι. Σήμερα δεν θα μπορούσα να αναλάβω τόσο όγκο δουλειάς – όλες αυτές τις περιοδείες, πέντε νύχτες την εβδομάδα και όλα τα άλλα. Αλλά τότε ήμουν νέος. Ήταν απολύτως φυσικό. Αυτό είναι όλο. Μήπως η φήμη των Zeppelin σε εκείνο το σημείο ήταν κάτι εξουθενωτικό, μπορεί και τρομακτικό; Όχι. Τότε το όλο κλίμα ήταν διαφορετικό, σωστά; Όταν μιλάς για όλο εκείνο το πάθος από τους θαυμαστές – ο τρόπος που το εκδήλωναν έκανε τις συναυλίες να γίνονται όλο και πιο μεγάλες. Μπορούσες επίσης να διαπιστώσεις από τις πωλήσεις των δίσκων ότι η δημοτικότητα ήταν τεράστια. Και αυτό ήταν η υλοποίησή της, να κάνεις μεγαλύτερες συναυλίες με την ανάλογη ανταπόκριση. Και αυτό δεν έφυγε ποτέ. Η πραγματικότητα των Led Zeppelin, όταν ανατρέχεις σε όλα αυτά, ήταν ότι το κοινό μεγάλωνε συνεχώς μέχρι που τελικά φτάσαμε στο Knebworth το 1980.

Ποιος άλλος εκτός από το συγκρότημα άκουγε τη μουσική πριν παρουσιαστεί για κυκλοφορία; Μήπως ο Ahmet Ertegün, το αφεντικό της εταιρείας σας; [Ξερά] Εκείνος έπαιρνε το ολοκληρωμένο άλμπουμ. Έτσι ήταν η φάση. Ήταν υπέροχο, επειδή ήταν τόσο εσωστρεφές. Ξέρεις ποιο ήταν το κλίμα ως προς αυτό που έπρεπε να κάνεις εκείνη την εποχή. Κυριολεκτικά αυτό που είχες να κάνεις ήταν να ηχογραφείς άλμπουμ, μετά να τα παρουσιάζεις έτοιμα –με το εξώφυλλο– και μετά να δίνεις κι άλλες συναυλίες. Η δισκογραφική εταιρεία δεν ήταν συνεχώς από πάνω σου. Δεν μπορούσε να είναι επειδή τους έλεγες, «Αυτό είναι και τέλος – αυτό είναι το νέο άλμπουμ». Και επειδή τα άλμπουμ των Led Zeppelin είχαν ζήτηση, δεν μπορούσε να περάσει το δικό τους. Δεν ήθελαν να παρεμβαίνουν. Επειδή καταλάβαιναν –και νομίζω το απέδειξε η ιστορία– ότι ξέραμε τι κάναμε.
Η δύναμή σας ήταν η δημοτικότητά σας; Ναι. Και όπως μπορείς να διαπιστώσεις από την ιστορία, η απόφαση να μην κυκλοφορούμε σινγκλ ήταν σωστή. Αυτό μας έδινε το πλεονέκτημα να κάνουμε αυτό ακριβώς που θέλαμε χωρίς να χρειάζεται να σκεφτόμαστε ποιο πρέπει να είναι το σινγκλ. Χωρίς να έχουμε κάποιον από την εταιρεία να μας λέει, «Πού είναι το σινγκλ;» Ή, ακόμα χειρότερα, να λέει, «Νομίζω ότι αυτό πρέπει να κάνετε!»
Οπότε δεν ανακατεύονταν ποτέ; Όχι. Το είχα ζήσει με τους Yardbirds και ήξερα ότι δεν ήταν το σωστό κλίμα. Ήσουν τόσο τελειομανής με τις επιχειρήσεις όσο με τη μουσική; Θεέ μου, όχι! Αλλά για να πω την αλήθεια, η τελειομανία εφαρμόζεται στα πάντα.


ανείς δεν μπορεί να επιλέξει πώς θα πεθάνει εκτός κι αν κάποιος έχει τάσεις αυτοκτονίας. Και μάλιστα αν αυτός ο κάποιος είναι ένας ροκ σταρ με έναν τρόπο ζωής που περιλαμβάνει υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και ξέφρενα πάρτι. Ωστόσο, πέρα απ’ αυτό, γύρω από την τοποθεσία του θλιβερού θανάτου του Bon Scott, του τραγουδιστή των AC/ DC, υπάρχει κάτι τρομακτικό σε μοναδικό βαθμό. Είναι μια συννεφιασμένη μέρα στις αρχές Δεκεμβρίου του 2004 και το Classic Rock κατευθύνεται προς το μοιραίο σκηνικό: τον αριθμό 67 της Overhill Road στο East Dulwich του νότιου Λονδίνου. Σε αυτό το μέρος πέθανε ο Bon και το πτώμα του βρέθηκε εγκαταλειμμένο σε ένα αυτοκίνητο Ρενώ 5, παρκαρισμένο στο δρόμο ακριβώς έξω από τη διεύθυνση αυτή σχεδόν πριν από 25 χρόνια. Δεν σκοπεύουμε να εξετάσουμε με περιέργεια τη σκηνή σαν μια παρέα ψυχάκηδων που κοιτάζουν σαν ξελιγωμένοι μια καραμπόλα, απλώς είχαμε την αίσθηση ότι έπρεπε να τσεκάρουμε πριν αρχίσουμε να γράφουμε αυτή την ιστορία. Μπορείτε να μας χαρακτηρίσετε μακάβριους, αν θέλετε. Εμείς το λέμε απλώς έρευνα. Παίρνει λίγη ώρα μέχρι να φτάσεις στο East Dulwich από το κέντρο της πόλης. Παίρνεις τη γραμμή του μετρό από τη
του 67 είναι μια πυκνή ζούγκλα από ρίζες, αγριόχορτα και λευκάγκαθα. Παντού υπάρχουν σκουπίδια. Στη γωνία διακρίνεται ένα καροτσάκι που κάποτε ήταν γεμάτο με ασβέστη, μόνο που έχει πλέον ξεραθεί και σχηματίζει κρούστα. Το μόνο στοιχείο από οτιδήποτε θυμίζει έστω και εξ αποστάσεως ροκ εντ ρολ, είναι ένα σκέιτμπορντ στερεωμένο στη βεράντα του διπλανού σπιτιού. Δεν υπάρχει ίχνος από την παρακαταθήκη του Bon Scott. Για μια στιγμή όμως… Μπροστά από τον αριθμό 67 υπάρχει μια ασημένια πλάκα γεμάτη χαρακιές. Αν διασχίσεις προσεκτικά το μονοπάτι και κοιτάξεις από κοντά, μπορείς να διακρίνεις μερικά ορνιθοσκαλίσματα συγκεντρωμένα γύρω από την επιγραφή «Διαμερίσματα 1-6». «Στον Bon από τον Björn στη Σουηδία»˙ «AC-Foxi-DC»˙ «Ronald και Frank από Γερμανία – γεια μας»˙ «στον Bon, Szmery από Πολωνία». Και αυτό είναι όλο. Τίποτα άλλο πέρα από το βόμβο ενός αεροπλάνου˙ τον μακρινό ήχο σχολιαρόπαιδων που παίζουν˙ το θρόισμα των ξερών βάτων. Η Overhill Road πρέπει να έχει αλλάξει σημαντικά από το 1980, τη χρονιά που πέθανε ο Bon. Απέναντι από τον αριθμό 67 υπάρχει ένα νέο συγκρότημα διαμερισμάτων που λέγεται Dawson Heights και που σίγουρα δεν υπήρχε πριν από δυόμισι δεκαετίες. Ο Ασιάτης ιδιοκτήτης ενός κοντινού μίνι μάρκετ ζει στη χώρα μόλις τρεις μήνες. Δεν κρύβει την έκπληξή του όταν μαθαίνει ότι ένας μεγάλος ροκ σταρ τίναξε τα πέταλα λίγο παρακάτω στο δρόμο. Ο καταστηματάρχης λέει ότι δεν
από το σφύριγμα της ενδοεπικοινωνίας, σαν παράσιτα από ένα κακά συντονισμένο ραδιόφωνο. Κάνεις μεταβολή με ένα ύφος παραίτησης και κατηφορίζεις ξανά το λόφο. Το ψιλόβροχο πλημμυρίζει την ατμόσφαιρα. Καθώς παλεύεις με την ομπρέλα σου, παρατηρείς τη σιλουέτα ενός κατακίτρινου σκυλιού χαραγμένου με στένσιλ πάνω στο πεζοδρόμιο. Τη συνοδεύει μια προειδοποίηση προς τους ιδιοκτήτες να μην αφήνουν τα κατοικίδιά τους να χέζουν στο πεζοδρόμιο: στη Σακούλα και στον Σκουπιδοτενεκέ. Όσο κι αν προσπαθείς δεν μπορείς να εμποδίσεις
καμία απάντηση

στρέψει στα χείλη σου. Στη Σακούλα και στον Σκουπιδοτενεκέ; Ακούγεται σαν γαμημένος τίτλος από τραγούδι του Bon Scott. Ο Ronald Belford Scott γεννήθηκε στις 9 Ιουλίου 1946 στο Kirriemuir της Σκωτίας. Το 1952 μετανάστευσε με την οικογένειά του στην Αυστραλία. Παράτησε το σχολείο στα 15 και δούλεψε σε διάφορες δουλειές μερικής απασχόλησης πριν αποφασίσει να ασκήσει το επάγγελμα του μουσικού. Ως ντράμερ-τραγουδιστής γνώρισε περιορισμένη επιτυχία αλλά ένα ατύχημα με μοτοσικλέτα έβαλε φραγμό στις φιλοδοξίες του. Μόλις αποθεραπεύτηκε, ο Bon έπιασε δουλειά σαν οδηγός ενός μικρού συγκροτήματος που λεγόταν AC/DC: τους γύριζε στους δρόμους της Μελβούρνης, σε χλοερά μονοπάτια, σε ερημικούς δρόμους και ακόμα παραπέρα. Όμως ο διακαής πόθος του Bon ήταν να ενταχθεί κανονικά και ενδόξως στους AC/DC αντί να
Μετά συνέβη εκείνο το ατύχημα με τη μοτοσικλέτα που τον κράτησε για ένα διάστημα εκτός σκηνής. Και όταν συνήλθε πήγε και προσχώρησε στους AC/DC. Τον αντικατέστησα στους Fraternity – και αυτή ήταν μια από τις πιο έντονες περιόδους διαπαιδαγώγησης στη ζωή μου. Χρωστάω πολλά στον Bon. »Αυτό που δεν συνειδητοποιούν πολλοί», συνεχίζει ο Barnes, «είναι ότι ήταν ένας R&B τραγουδιστής. Ο αγαπημένος του τραγουδιστής ήταν ο Sam Moore [των Sam & Dave]˙ έμοιαζαν πολύ στον τόνο της φωνής. Για μένα ο Bon έφερε κάτι που μετά το θάνατό του λείπει από τους AC/DC – το σκωπτικό χιούμορ. Ποτέ δεν μπορούσες να καταλάβεις αν γελούσε μαζί σου ή αν σε κορόιδευε. Η χημεία ανάμεσα σε αυτόν και τους αδελφούς Young [τους κιθαρίστες Angus και Malcolm] ήταν τόσο καλή όσο του Keith Richards με τον Mick Jagger. Δεν έχω ξαναδεί άλλους τόσο επικίνδυνους και ταυτόχρονα τόσο αστείους. Κι αυτό το έβλεπα συχνά σε κλαμπάκια στην Αυστραλία».
λωτική παρουσία», γράψαμε. «Ήταν αλαζονικός αλλά όχι επηρμένος, χυδαίος αλλά όχι αγροίκος. Ήταν σκληροτράχηλος αλλά με ένα μαλακό λευκό υπογάστριο. Ήταν ένας ήρωας, ένα ίνδαλμα, αλλά ήταν και ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας που ξάπλωνε κάτω από μια λιγδιασμένη μοτοσικλέτα μ’ ένα γαλλικό κλειδί στο χέρι». Όμως μην παίρνετε μόνο τα δικά μας λόγια τοις μετρητοίς. Ακόμα και σήμερα πολλοί από τους συναδέλφους του θυμούνται τον Bon με αγάπη. «Ήξερα τον Bon για πάρα πολλά

Ο Angry Anderson, ο ευέξαπτος τραγουδιστής των θρυλικών Αυστραλών Rose Tattoo με το ξυρισμένο κεφάλι, προσυπογράφει τα σχόλια του Barnes: «Ο Bon ήταν ένας τσιγγάνος, ένας αλητάμπουρας, ένας κουρσάρος, ένα κακό παιδί κι ένας παράνομος του ροκ εντ ρολ. Ήταν ένας γνήσιος ποιητής του δρόμου καταγράφοντας με τους στίχους και με την ερμηνεία του όλα όσα σκεφτόταν, αισθανόταν και τον ενδιέφεραν στη ζωή. Ήταν ο μοναδικός τραγουδιστής που κάλεσα ποτέ να τραγουδήσει στους Tattoo – όποτε θα γούσταρε». Ο παρών συντάκτης συνάντησε για πρώτη φορά τον Bon Scott τον Μάιο του 1976. Η μουσική εβδομαδιαία εφημερίδα Sounds είχε κάνει το πρωτοφανές βήμα να χρηματοδοτήσει μια μεγάλη βρετανική περιοδεία μιας άγνωστης μπάντας που λεγόταν AC/DC. Το πρόγραμμα του αυστραλέζικου συγκροτήματος στη Βρετανία ήταν 19 ημερομηνίες, με την πρώτη στις 11 Ιουνίου 1976 στο City Hall της Γλασκώβης, που κορυφώθηκαν στις 7 Ιουλίου στο Lyceum Ballroom του Λονδίνου. Η κίνηση της Sounds να υποστηρίξει ένα τόσο άγνωστο συγκρότημα ήταν πολύ τολμηρή. «Θυμάμαι ότι με είχε καλέσει η Atlantic [η τότε δισκογραφική εταιρεία των AC/DC] να δω μια ταινία –τότε δεν τις έλεγαν βίντεο– του Angus και των φίλων του τραβηγμένη στην Αυστραλία», θυμάται ο Alan Lewis, ένας συντάκτης της Sounds εκείνη την εποχή. «Και έπαθα τέτοια πλάκα που ήθελα να τους ακολουθήσω χωρίς δεύτερη σκέψη». Πριν αρχίσει η περιοδεία της Sounds και των AC/DC, που είχε τίτλο «Lock Up Your Daughter Summer Tour», με κάλεσαν σε μια συναυλία

Dulwich λεηλατήθηκε από αγνώστους. Έκτοτε κανείς δεν έχει ακούσει ξανά γι’ αυτόν. Πολλά έχουν αναφερθεί για το ρόλο του βρετανικού χέβι ροκ συγκροτήματος UFO στα γεγονότα που οδήγησαν στο θάνατο του Bon. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με κάποιες αναφορές, τη βραδιά που πέθανε ο Bon σκόπευε να συναντηθεί με τον τραγουδιστή του συγκροτήματος Phil Mogg και τον μπασίστα Pete Way στο Music Machine στο Camden. Ο παρών συντάκτης μάλιστα θυμάται ότι ο Peter Mensch, ο μάνατζερ των AC/DC εκείνη την εποχή, είχε φτάσει σε σημείο να κατακρίνει τον ξέφρενο τρόπο ζωής των UFO και να εκφράζει
δυσαρέσκειά
αρνητική επιρροή που
αυτό στον Bon. Προσφάτως το Classic Rock μίλησε εκτεταμένα με τον Pete Way και τον κιθαρίστα Paul Chapman ζητώντας την άποψή τους για το θάνατο του Bon. Για παράδειγμα, ο Chapman έχει να αφηγηθεί μια ενδιαφέρουσα ιστορία, η οποία αντικρούει την εκδοχή του βιογράφου του Scott, Walker, για τα τραγικά γεγονότα. Συγκεκριμένα, οι αναμνήσεις των δύο μελών των UFO διαφέρουν σημαντικά από πολλές αναφορές που έχουν δημοσιευτεί προηγουμένως. Και ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ο Way και ο Chapman ήταν χρήστες ηρωίνης και ότι οι μαρτυρίες τους μπορεί να είναι αναξιόπιστες, οι αναμνήσεις τους –τουλάχιστον στο Classic Rock– ακούγονται τουλάχιστον εξίσου αξιόπιστες όπως και κάθε άλλου. Το Classic Rock συνάντησε τον Way στο διαμέρισμα του τραγουδιστή των Waysted, Fin Muir, στο Milton Keynes. Είχαμε κανονίσει τη συνάντηση χάρη στην περίφημη φωτογραφία του Ross Halfin με τον Way να ποζάρει με τον Bon Scott στα παρασκήνια μιας συναυλίας των UFO στο Hammersmith Odeon (το σημερινό Apollo) τον Φεβρουάριο του 1980. Αυτή ήταν η τελευταία φωτογραφία του Bon πριν το θάνατό του και ο Way έχει ζωντανές αναμνήσεις από αυτό: «Ναι, έχετε δίκιο, ήμουν εγώ μαζί με τον Βon χαζολογώντας στα παρασκήνια. Ήμασταν φιλαράκια».


λεις να λες ότι ορισμένοι άνθρωποι έζησαν σε διαφορετικό κόσμο, ή δημιούργησαν έναν διαφορετικό κόσμο. Γράφεις κινηματογραφικά σενάρια για ανθρώπους όπως ο Bon Scott». Όπως λέει ο Way, ο θάνατος του Bon τον επηρέασε πολύ άσχημα: «Μου έδωσε και κατάλαβα. Και είναι αστείο επειδή χρειάστηκε να πεθάνει για να μάθει όλος ο κόσμος τους AC/DC. Ήταν, ας πούμε, κάτι ιδιαίτερο. Το πανκ ροκ σχεδόν τα κατάφερε, αλλά οι AC/DC κυριολεκτικά απογειώθηκαν. Ο Bon εκτόξευσε την καριέρα των AC/DC στο καλλιτεχνικό στερέωμα. Δεν μπορείς να αγοράσεις έναν Bon Scott. Να σου πω όμως, όταν περιοδεύαμε μαζί τους στις ΗΠΑ, κάθε βράδυ παρακολουθούσα τον Angus και τον Bon και σκεφτόμουν, ουάου! Ήταν σαν τυφώνας. Ήταν πολύ καλύτεροι από τους UFO κι εμείς έπρεπε να συνεχίζουμε και να τρέχουμε πίσω τους». Επανερχόμαστε στις μνήμες εκείνης της φωτογραφίας με τους Way και Bon στα παρασκήνια του Hammersmith Odeon τον Φεβρουάριο του 1980. Ο Way συνεχίζει: «Εμείς τώρα, σαν UFO, παίρναμε διάφορες ουσίες, εντάξει; Μετά τη συναυλία κάναμε χρήση ηρωίνης. Στο σημείο αυτό πρέπει να είμαι πολύ προσεκτικός. Ένας από τους τύπους που μας την έφερναν ήταν Αυστραλός και είχε έρθει μαζί με τον Bon. Και όπως ξέρετε, όταν παίρνεις κοκαΐνη και πίνεις μπορεί να αντιδράς βίαια. Αν όμως έχεις πάρει ηρωίνη πριν –κι εμείς παίρναμε ηρωίνη μετά τη συναυλία όπως κάναμε πάντα– και πίνεις, οι πιθανότητες είναι ότι σε κάποιο σημείο θα σε πάρει ο ύπνος και τότε παθαίνεις αναρρόφηση και πεθαίνεις». Έτσι, ο Way θυμάται ότι εκείνη την εποχή ο Bon έκανε παρέα με ένα βαποράκι. Θα έφτανε όμως σε σημείο να πει ότι ο Scott έκανε χρήση ηρωίνης στα παρασκήνια μαζί με τους UFO; «Πραγματικά δεν ξέρω», λέει ο Way σηκώνοντας τους ώμους, «αλλά σε γενικές γραμμές καταλαβαίνεις τα συμπτώματα. Επειδή εμείς κάναμε χρήση και ο Bon ήταν εκεί… και έπινε πολύ. Όμως, πολλοί άνθρωποι πίνουν υπερβολικά, αλλά αφού πιουν μετά ξερνάνε και ζουν για να πουν την ιστορία». Ποιος ήταν όμως εκείνος ο Αυστραλός που συνόδευε τον Bon; «O Joe Silver, ή όπως αλλιώς τον έλεγαν». [Στο σημείο αυτό ο Way μπερδεύεται: αυτό το όνομα είναι ένα αμάλγαμα των Joe Bloe/Joe King και Silver Smith˙ βλέπε τη συνέντευξη με τον Paul Chapman παρακάτω]. «Εντάξει, είχε διάφορα ονόματα. Πολλά διαφορετικά ονόματα. Πρόσεξε τώρα, μερικοί άνθρωποι πουλούν ναρκωτικά˙ δεν μπορείς να τους κατακρίνεις… Ήταν ένας συμπαθητικός τύπος. Όπως, ας πούμε, αν κάποιος πεθάνει σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα επειδή τα έπινε σε κάποιο μπαρ, δεν μπορείς να τα ρίχνεις στον μπάρμαν. Μόνο και μόνο επειδή κάποιος έχει κοκαΐνη ή ηρωίνη ή κάτι τέτοιο και το φέρνει στους φίλους σου… Δεν μπορείς να κατηγορείς κάποιον επειδή κάνει υπερβολές στη ζωή του. Και δυστυχώς, μάλλον αυτό συνέβη… Αν δεν είσαι επιδέξιος στην τέχνη της ηρωίνης, τότε χορεύεις με τον Διάβολο… Το Classic Rock προσπαθεί να πείσει τον Way να μιλήσει για τις ακριβείς αναμνήσεις του από το θάνατο του Bon. Και κάπως έτσι αναφέρεται για πρώτη φορά το όνομα του Paul Chapman. «Δέχτηκα ένα τηλεφώνημα», θυμάται ο Way. «Μου τηλεφώνησε ο Paul Chapman [τότε κιθαρίστας των UFO]. Είπε: “Pete, μόλις πέθανε o Bon. Κάποιος –η αστυνομία ή κάποιος άλλος– πρέπει να ενημερώσει το συγκρότημα”. Εγώ έχω τα τηλέφωνα στα σπίτια του Angus και του Malcolm. Κι έτσι σκέφτηκα να μην το πω στον Angus, ο Malcolm είναι ο πρώτος που πρέπει να το μάθει. Έτσι δίνω στον Chapman το τηλέφωνο του Malcolm. Τα πήγαινα πολύ καλά μαζί τους κι έτσι είχα τα τηλέφωνά
Way θυμάται με στοργή τον Bon σαν «έναν πολύ καλό άνθρωπο. Έναν πολύ καλό άνθρωπο. Έπινε ένα ποτό, γινόταν τύφλα και μετά ανέβαινε στη σκηνή και τραγουδούσε καλύτερα απ’ τον καθένα. Έτσι ήταν η νοοτροπία των AC/DC και ο Bon ταίριαζε απόλυτα σ’ αυτήν. Οι AC/DC έγραψαν το νόμο για το πώς πρέπει να παίζεται το ροκ εντ ρολ. Τόσο απλά. Και ο Bon ήταν υπέροχος. Τον έβλεπες πρωί πρωί με τη σερβιτόρα ή με κάποιαν άλλη και έλεγε: “Γυμνάστηκα μια χαρά την περασμένη νύχτα”. Έβγαινε από το ασανσέρ, χτυπούσε παλαμάκια κι έλεγε: “Ένα μεγάλο Jack Daniels”. Υπέροχος». Χωρίς να τον ρωτήσει κανείς, o Way ανακινεί το θέμα του θανάτου του Bon Scott. «Εγώ είμαι ακόμα ζωντανός, όχι όμως ο Bon. Δεν υποστηρίζω ότι πρέπει να υιοθετεί ή να προτείνει κανείς τον τρόπο ζωής του, αλλά οφεί-τους εκεί που έμεναν στο Λονδίνο. Και πραγματικά δεν ήθελα [να δώσω τον αριθμό στον Chapman]
δημοφιλής και αποδεκτή εκδοχή της ιστορίας του Bon Scott κάνει μια μεγάλη παράκαμψη. Ανακεφαλαίωση: ο Alistair Kinnear ανακάλυψε το πτώμα του Bon στο αυτοκίνητό του στις 7.45 το βράδυ της Τρίτης 19 Φεβρουαρίου. Ο Pete Way όμως υποστηρίζει ότι πληροφορήθηκε το θάνατο του Bon το πρωί της Τρίτης. Τι συνέβη λοιπόν; Πώς ο Paul Chapman ήξερε τόσο νωρίς ότι ο Bon είχε πεθάνει; Way: «Λοιπόν… [ξεροβήχει] ξέρεις… [η φωνή χαμηλώνει]. Να, ξέρεις ότι μερικούς τους παίρνει ο ύπνος και πνίγονται στο αυτοκίνητο. Πιθανώς ο Paul… Και πάλι πρέπει να είμαι πολύ προσεκτικός σε αυτό το σημείο. Ο Paul είναι από τους ανθρώπους που μπορεί να πίνουν όσο θέλουν και να παίρνουν όσα ναρκωτικά θέλουν. Θυμήσου ότι τον λέγαμε Tonka. Όμως ναι, εκείνος ήταν που μου τηλεφώνησε πρωί πρωί για να μου πει: “Μπορείς να μου δώσεις το τηλέφωνο κάποιου από την μπάντα, επειδή ο Bon είναι νεκρός”. Οπότε, μάλλον το ήξερε πριν απ’ όλους. Δεν γνωρίζω όμως την πραγματική φάση».
Μια εβδομάδα μετά τη συζήτησή μας με τον
Pete Way, το Classic Rock εντόπισε τον πρώην κιθαρίστα των UFO Paul Chapman στο σπίτι του στη Φλόριντα. Το Classic Rock γνώριζε τον Ουαλό μουσικό από παλιά και τον είχε συναντήσει για πρώτη φορά όταν έπαιζε στους ρόκερ της δεκαετίας του ’70 Lone Star. Oι αναμνήσεις του Chapman από το θάνατο του Bon Scott ακολουθούν αδιαλείπτως εκείνες του Way. Ο Chapman είναι πεπεισμένος πως ήταν ένας από τους τελευταίους που είδαν ζωντανό τον Bon. Ο Clinton Walker, o βιογράφος του Bon, παραδέχτηκε ότι ποτέ δεν πήρε συνέντευξη από τον Chapman για το βιβλίο του, εξηγώντας ότι η πλήρης περιγραφή δεν έχει εμφανιστεί μέχρι τώρα: «Ποτέ δεν μίλησα στον Chapman», λέει ο Walker, «αλλά σε συνεντεύξεις μαζί του έχω διαβάσει ότι δεν ρίχνει κάποιο φως και μάλιστα αμφισβητώ τους ισχυρισμούς του για τη στενή σχέση μαζί του.

πριν ο Alistair Kinnear «ανακαλύψει» το πτώμα του Bon στο Ρενώ 5 έξω από το διαμέρισμα στο East Dulwich το βράδυ της Τρίτης 19 Φεβρουαρίου 1980. «Θα σου πω ακριβώς τι συνέβη», απαντάει ανυπόμονα ο Chapman. «Εμείς [οι UFO] παίζαμε στο Hammersmith. Και ήρθε ο Bon και ήταν η δεύτερη ή η τρίτη βραδιά μας εκεί. Ο τύπος που ήταν μαζί με τον Bon εκείνη τη νύχτα ήταν κάποιος Joe Bloe, ένας Αυστραλός. Είχε αλλάξει επίσημα το όνομά του σε Joe King αλλά το αληθινό του όνομα ήταν Joe Bloe». Οι πραγματικές ημερομηνίες των συναυλιών των UFO στο Hammersmith ήταν 3, 4, 5 και 7 Φεβρουαρίου.
Ο Chapman συνεχίζει: «Παλιότερα ο Joe δούλευε για μένα˙ για περίπου έξι μήνες ήταν ο τεχνικός για τις κιθάρες μου. Θυμάμαι πώς τον είχα γνωρίσει. Στο Hammersmith υπήρχε ένα διαμέρισμα –ήταν το σπίτι του Joe– και ένας από τους τύπους εκεί έσπρωχνε πρέζα. Και έτσι, χμ, πήγαινα συχνά εκεί. Ο Joe έβγαινε με κάποια που την έλεγαν Silver Smith [η πρώην κοπέλα του Bon Scott]. Silver Smith και Joe King – όπως καταλαβαίνεις είναι αστεία ονόματα». (Στο βιβλίο του Clinton Walker για τον Bon Scott υπάρχει επίσης ένα πρόσωπο που λέγεται «Joe Furey» και έχει επαφές με τους UFO.)
«Θυμάμαι μια φορά που ο … [αναφέρει το όνομα πασίγνωστου Βρετανού μουσικού του προγκρέσιβ ροκ) σταμάτησε απ’ έξω με μια Ρολς Ρόις. Το διαμέρισμα βρισκόταν στο δεύτερο όροφο και ο Joe King κρέμασε την πρέζα –ήταν δεμένη σε ένα σκοινί και είχε μια πέτρα στη σακούλα για βαρίδι– και αμέσως μόλις την πέρασε μέσα από την οροφή της Ρολς ο τύπος αυτός έφυγε». Ο Chapman επανέρχεται στο θέμα μας: «Τέλος πάντων, ο Joe κατέληξε να δουλεύει για μένα για λίγο αν και δεν δούλευε όταν συνέβη αυτό με τον Bon. Έτσι, μερικές μέρες μετά τις συναυλίες μας στο Hammersmith, λίγο πριν πεθάνει ο Bon, συνάντησα ξανά τον Joe και τον Bon και τους είπα: “Γιατί δεν έρχεστε από το σπίτι μου;” Ζούσα στο Fulham, λίγο πιο έξω από την Wandsworth Bridge Road – όταν κοιτούσα από το παράθυρο έβλεπα στη μια πλευρά τη ζυθοποιία Young και στην άλλη το εργοστάσιο του τζιν Gordon. Το ιδανικό μέρος για να ζεις. Είπα λοιπόν στον Joe και στον Bon: “Γιατί δεν έρχεστε για επίσκεψη;” Ο Joe είπε: “Έχουμε σχεδόν ξεμείνει από πρέζα”. Και σ’ εκείνη τη φάση ο Bon έφυγε». Τα παραπάνω γεγονότα προφανώς συνέβησαν στη διάρκεια του απογεύματος ή νωρίς το βράδυ της Δευτέρας 18 Φεβρουαρίου. Ο Chapman προσθέτει: «Στην πραγματικότητα [ο Bon] πήγαινε να φέρει λίγη ακόμα πρέζα για εμάς. Όμως [ο Bon] δεν ξαναφάνηκε. Ο Bon δεν ήρθε ποτέ στο διαμέρισμά μου. Αφού περιμέναμε για πολλή
θυμάμαι
Joe να λέει: “Πρέπει να γυρίσω σπίτι”. Ο Joe και ο Bon είχαν νοικιάσει
μέρος
Bayswater ή στο Maida Vale, κάπου
τέλος πάντων, δεν θυμάμαι ακριβώς πού». [Ο Chapman μαλλον εννοεί
διαμέρισμα του Bon στη Victoria]. Επομένως, εκείνο το διάστημα ο Joe King και ο Bon Scott συγκατοικούσαν; «Ναι», επιβεβαιώνει ο Chapman. «Ο Joe ήταν κάτι σαν υπάλληλος του Bon. Τον φρόντιζε. Έτσι, όπως είπα, ο Bon έφυγε για εκεί που πήγε και μου είπε: “Θα σας δω στο σπίτι σου με το πράμα”. Ο Bon είχε το τηλέφωνό μου και όλες τις οδηγίες για να φτάσει στο διαμέρισμά μου στο Fulham». Εδώ είναι που παρεμβαίνει καταλυτικά ο παράγοντας διαφορά ώρας. Ο ισχυρισμός του Kinnear ότι ανακάλυψε το πτώμα του Bon Scott στις 7.45 –την Τρίτη 19 Φεβρουαρίου, όπως θυμόμαστε– έρχεται σε έντονη αντίθεση με την ανάμνηση του Chapman όταν πληροφορήθηκε το θάνατο του
νεκρός στις πέντε το πρωί ή κάπου εκεί. O Joe έφυγε από το διαμέρισμά μου στις επτά και μου τηλεφώνησε στις 10 ή στις 11. Το έμαθε κάποια στιγμή ανά μεσα σ’ εκείνες τις ώρες. Αλλά δεν έχω ιδέα πώς». Οι τελευταίες λέξεις του Classic Rock προς τον Chapman είναι: Άρα, λες ότι ο Bon ευχαρίστως αγόραζε ναρκωτικά για άλλους και μετά τους τα χάριζε. «Ήθελε να ξενυχτάει και να γλεντάει», επιμένει ο Chapman. «Αν έτσι θα μέναμε ξύπνιοι, τότε θα έκανε χρήση. Το μόνο που ήθελε ο Bon ήταν να παρτάρει ασταμάτητα».



Τίποτα δεν είναι ξεκάθαρο όταν πεθαίνει ένας ροκ σταρ. Δεν υπάρχει τέλος στις εικασίες και στη σύγχυση. Και γύρω από το θάνατο του Bon Scott υπάρχουν ακόμα πολλά ασυνήθιστα πράγματα και αναπάντητα ερωτήματα. Τα κυριότερα είναι: •Πού ακριβώς βρέθηκε το πτώμα του Bon Scott; Πότε το πληροφορήθηκε για πρώτη φορά η αστυνομία. Το Classic Rock μίλησε στο αστυνομικό τμήμα στη Lordship Lane που μας παρέπεμψε στο γραφείο τύπου της Μητροπολιτικής Αστυνομίας. Μας ενημέρωσαν ότι δεν υπήρχαν διαθέσιμες πληροφορίες επειδή ο θάνατος του Bon Scott δεν ήταν ύποπτος. Κατόπιν μιλήσαμε στην ιατροδικαστική υπηρεσία του Southwark και ρωτήσαμε αν μας επέτρεπαν την πρόσβαση στα αρχεία τους. Μας είπαν να υποβάλουμε ένα γραπτό αίτημα και το κάναμε. Στη συνέχεια απορρίφθηκε. Ένας εκπρόσωπος μας είπε: «Δυστυχώς δεν είστε αυτό που θα αποκαλούσαμε “κατάλληλα ενδιαφερόμενο πρόσωπο”, κοινώς ένας γονέας, μια σύζυγος, ένα παιδί ή κάποιος που ενεργούσε εκ μέρους του
που μπορεί να ήταν ο “Kinnear” αλλά η αίσθηση αυτή δεν βασίζεται σε κάποιο ακλόνητο στοιχείο, είναι απλώς μια διαίσθηση». Ο Walker δεν κατάφερε να εντοπίσει τον «αληθινό» Kinnear για το βιβλίο του. •Ο Alistair Kinnear –που μερικοί ισχυρίζονται ότι ήταν ροκ δημοσιογράφος και όχι μουσικός– μπορεί να έχει αλλάξει ταυτότητα. Ο εκλιπών συγγραφέας Mark Putterford, ο οποίος ήγειρε το ζήτημα της ηρωίνης στο θάνατο του Scott, λέγεται ότι γνώριζε το νέο όνομα του Kinnear. Μια πηγή ανέφερε στο Classic Rock ότι, την εποχή του θανάτου του Putterford πριν από 10 χρόνια, ο Putterford σχεδίαζε να προσεγγίσει τον Kinnear για μια επαυξημένη έκδοση του Shock To The System ( του βιβλίου του Putterford για τους AC/DC που εξερευνά τη σχέση τους με την ηρωίνη). Ένα από τα πράγματα που ο Putterford σχεδίαζε να ρωτήσει τον Kinnear ήταν ότι αν ήταν αρκετά νηφάλιος για να διασχίσει οδηγώντας το Λονδίνο, πώς ήταν τόσο μεθυσμένος ώστε να κοιμάται μέχρι το βράδυ της Τρίτης 19 Φεβρουαρίου; Μετά το θάνατο του Bon Scott, οι AC/DC μαζεύτηκαν. Οι Angus και Malcolm Young δεν μιλούν συχνά για τον παλιό τραγουδιστή τους, ο οποίος αντικαταστήθηκε από τον Brian Johnson για το άλμπουμ του 1980 Back In Black. Όταν το κάνουν περιστασιακά, οι αναμνήσεις τους είναι κυρίως χιουμοριστικές και ανεκδοτολογικές παρά συναισθηματικές και εγκάρδιες. Αυτό δεν είναι επίκριση, ίσως είναι ο καλύτερος τρόπος που έχουν βρει για να αντιμετωπίσουν τη θλίψη. Ο Αυστραλός τραγουδιστής Jimmy Barnes των διάσημων Cold Chisel δήλωσε πρόσφατα στο Classic Rock: «Κανείς δεν πληγώθηκε περισσότερο εκείνη την εποχή όσο τα παιδιά στους AC/DC, επειδή έχασαν έναν σπουδαίο φίλο κι έναν καλό τραγουδιστή. Μια κατώτερη μπάντα θα είχε καταρρεύσει αλλά εκείνοι επανήλθαν και συνέχισαν για να
ότι γνώρισα τον
και της επιθυμίας να πετύχουν». Αυτή η βασανιστική ιστορία θα διαιωνίζεται, όπως συμβαίνει από τότε που πέθανε. Κι έτσι, ας βάλουμε προσωρινά μια τελεία με μερικά λόγια από τον Bon Scott που κάποτε περιέγραψε εν συντομία τον εαυτό του με


έρεις που βρίσκεσαι; Βρίσκεσαι στο Μπορντώ, μωρό μου – κι είναι τόσο γαμηστερό όσο και η ζούγκλα. «Αυτοί είναι μάλλον οι πιο ευτυχισμένοι, οι πιο χαλαροί Γάλλοι που γνώρισα ποτέ», λέει ο Slash κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο του ξενοδοχείου. «Στους δρόμους υπήρχαν άνθρωποι που έπιναν μέχρι το πρωί. Θαρρείς και δεν δουλεύει κανείς». Είναι μέσα της εβδομάδας στην παγκόσμια πρωτεύουσα του κρασιού
περάσει κάμποσος καιρός από την τελευταία μας συνάντηση –συγκεκριμένα, τέσσερα χρόνια– και είμαστε έτοιμοι να μάθουμε τι συμβαίνει στον κόσμο του Slash. Επειδή όλο αυτό το μεσοδιάστημα συνέβησαν πάρα πολλά. Τους 18 μήνες ανάμεσα στο 2014-16 έδωσε περισσότερες από 150 συναυλίες σε όλο τον κόσμο. O Scott Weiland, o πρώην συνεργάτης του στους Velvet Revolver, πέθανε. Ο Chris Cornell, που είχε τραγουδήσει στο ντεμπούτο άλμπουμ του Slash, αυτοκτόνησε. Ο David Bowie, τον οποίο ο Slash συνάντησε για πρώτη φορά όταν ήταν οκτώ χρονών, πέθανε. Ο Lemmy, ένας παλιός και στενός του φίλος, έχασε τη ζωή του έπειτα από παρατεταμένη μάχη. Στην προσωπική του ζωή ο Slash πήρε διαζύγιο από την Perla, τη σύζυγό του για 13 χρόνια, και αναθέρμανε τη σχέση του με τη γυναίκα που έβγαινε στα 25 του. Α, και κάπου στην πορεία, οι γαμημένοι Guns N’ Roses επανασυνδέθηκαν. Ο Slash, ο δεξιοτέχνης της υποτίμησης, ο Κύριος Χαλαρός αυτοπροσώπως, σηκώνει τους ώμους. «Ήμουν απασχολημένος», λέει.
άνθρωποι που ανησυχούν όταν
μαζί τους. Για να μπορέσω να μιλήσω με τον Slash έπρεπε να υπογράψω ένα συμβόλαιο σύμφωνα με το οποίο αν κάτι πάει στραβά, αν συμβεί καμιά μαλακία εξαιτίας αυτών που θα γράψω, και οι GN’R χάσουν χρήματα, τα κερατιάτικα θα τα πληρώσει το Classic Rock. Όχι και μικρό πράγμα όταν έχεις να κάνεις με την τέταρτη πιο κερδοφόρα περιοδεία όλων των εποχών Τριγύρω επικρατεί

«Ναι, δηλαδή, το παίξιμο της κιθάρας, αυτό «Είναι ροκ εντ ρολ. Δεν χρειάζονται πολλά, όπως συσκέψεις και τέτοιες μαλακίες, για να γράψεις ένα τραγούδι. Είτε θα είναι καλό είτε όχι».


είναι για μένα. Είναι μια προέκταση του εαυτού μου, ένας τρόπος
»Μου αρέσει το γεγονός ότι μπορώ να βγαίνω και να παίζω κάθε μέρα. Μπορεί να με ενοχλεί το γεγονός ότι δεν μπορώ να
όπου τους είπαν να συγκεντρώσουν τα προσωπικά τους αντικείμενα και να φύγουν επειδή οι υπηρεσίες τους δεν ήταν πλέον απαραίτητες. Η εταιρεία, η TeamRock, είχε ρευστοποιηθεί και το προσωπικό δεν θα πληρωνόταν για τον Δεκέμβριο. Την ώρα που το προσωπικό αποχωρούσε από το γραφείο στο Hamilton, οι διαχειριστές κυριολεκτικά άλλαζαν τις κλειδαριές στις πόρτες. Δυο μέρες αργότερα βρισκόμουν ακόμα σοκαρισμένος στο σπίτι μου. Εργαζόμουν στο Classic Rock από το 2004. Δεν είχα ιδέα τι θα
προσωπικό της TeamRock. Ωστόσο, μια από αυτές που ξεχώρισαν ήταν το τηλεφώνημα του Slash στο σπίτι μου – μια μικρή προσωπική χειρονομία που δεν είχε ανάγκη να κάνει. Και δεν σταμάτησε εκεί. Περίπου ένα μήνα αργότερα, με το Classic Rock ξανά σε κυκλοφορία –εξαγορασμένο από την εκδοτική Future, την προηγούμενη έδρα μας– μου έστειλε ένα email. «Γεια σου», έλεγε, «απλώς τσεκάρω για να μάθω. Πώς πάνε τα πράγματα;» Απ’ έξω μπορεί να φαίνεται ότι όλοι είμαστε φίλοι με τους ροκ σταρ για τους οποίους γράφουμε, αλλά επιτρέψτε μου να σας πληροφορήσω ότι αυτό δεν συμβαίνει






«Ήταν πολύ θλιβερό όταν το έμαθα», λέει τώρα. «Ήταν σε φάση, γαμώτο, δεν έχουν απομείνει και πολλά περιοδικά και με σας, παιδιά, είχα μια σχέση. Έτσι πραγματικά χάρηκα που τελικά η φάση είχε αυτή την έκβαση…» Σίγουρα, λέω, αλλά δεν ήταν ανάγκη να τηλεφωνήσεις… Σηκώνει τους ώμους

για

Ο Mick Rock, ο πρώτος μόνιμος συντάκτης του Classic Rock, ήταν ένας από τους «αλητάμπουρες του Τύπου» που αναφέρθηκαν στο κομμάτι Get In The Ring από το Use Your Illusion, κάτι που τον έφερε κοντύτερα στην ιστορία από τους περισσότερους. Ο Ross Halfin, ο φωτογράφος μας, έκανε την πρώτη φωτογράφιση της μπάντας για το περιοδικό. Έπειτα ήρθαν τα επακόλουθα: σε όλη τη διάρκεια των δεκαετιών του ’90 και του ’00, οι Slash, Duff, Adler, Izzy, Axl, Sorum, Gilby κλπ. ήταν όλοι εργαζόμενοι μουσικοί που περιόδευαν, κυκλοφορούσαν δίσκους, έμπλεκαν και ξέμπλεκαν από μπελάδες, ενώ στο μεταξύ παραχωρούσαν συνεντεύξεις. Το Classic Rock ήταν εκεί όταν σχηματίστηκαν και όταν διαλύθηκαν οι Velvet Revolver. Εμείς κυκλοφορήσαμε όλα τα προηγούμενα προσωπικά άλμπουμ του Slash. Παρακολουθήσαμε την ιστορία πεισματικά, παθιασμένα. Μερικές φορές μπορεί να το παρακάναμε. (Τόσο, που σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις έλαβα επιστολές από δικηγόρους του Axl). Αυτή όμως ήταν η επίδραση που ασκούσαν πάνω σου οι GN’R. Ήταν το συγκρότημα που το παράκανε – και αυτό ήταν μεταδοτικό.

«Ήμουν απασχολημένος», λέει. Εντάξει, λίγο. Από το 2014 μέχρι σχεδόν το μεγαλύτερο μέρος του 2016, ο Slash περιόδευε με τους Conspirators, 150 και πλέον συναυλίες, γράφοντας υλικό για τον επόμενο δίσκο, δουλεύοντας πάνω σε κινηματογραφικά σχέδια και πάει λέγοντας. Και ξαφνικά…
«Και ξαφνικά μιλάω με τον Axl», λέει, «και αυτό ήταν κάτι που ήρθε τελείως από το πουθενά, ήταν τελείως απρόσμενο. Κουβεντιάσαμε και καταφέραμε να καταπραΰνουμε λίγο από τον αρνητισμό που κόχλαζε. »Όχι ανάμεσά μας», τονίζει, «επειδή στην πραγματικότητα δεν είχαμε μιλήσει ποτέ. Ήταν κάτι που διαιώνιζαν τα μέσα ενημέρωσης και διάφοροι και αυτό απλώς συνεχιζόταν – η μεγαλύτερη αντιζηλία, τέλος πάντων. Έτσι ήταν πράγματι ωραίο που μιλήσαμε». Ο πάγος έσπασε και μετά από μερικά τηλεφωνήματα, ο Slash και ο Axl συναντήθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο. Για χρόνια δέχονταν προσφορές επανασύνδεσης για το φεστιβάλ Coachella αλλά ποτέ δεν το είχαν σκεφτεί. Το Coachella Valley Music And Arts Festival στο Indio της Καλιφόρνιας είχε τη φήμη ότι πετύχαινε επανασυνδέσεις: το 2001 οι Jane’s Addiction ενώθηκαν πάλι για να παίξουν εκεί, το 2002 οι Siouxsie & The Banshees πραγματοποίησαν μια επιστροφή, το 2003 ο Iggy με τους Stooges, το 2004 οι Pixies… καταλαβαίνετε τι παίζει. Όταν οι δυο τους συναντήθηκαν, ο Axl είπε: «Ξέρεις κάτι, το Coachella θα έχει πλάκα, εσύ τι λες;» Το σχέδιο ήταν μόνο δύο ημερομηνίες στο Coachella και μερικές συναυλίες για ζέσταμα, αλλά…
«Είχαμε μια γαμημένη έκλαμψη να το κάνουμε», λέει ο Slash, «κι όπως καταλαβαίνεις το ένα έφερε το άλλο και πριν το καταλάβουμε είχε προγραμματιστεί το σκέλος μιας περιοδείας με ημερομηνίες να προστίθενται συνεχώς». Και τώρα αυτή η μικρή συνάντηση είναι η
τέταρτη μεγαλύτερη περιοδεία όλων των εποχών. «Είναι μια πολύ θετική εμπειρία, η γαμημένη», λέει γνέφοντας.
ΟSlash πήρε το παρατσούκλι του από τον Seymour Cassel, ένα καρατερίστα ηθοποιό διάσημο για τη συνεργασία του με τονΤζον Κασσαβέτη που αργότερα εμφανίστηκε σε ταινίες του Γουές Άντερσον όπως το Rushmore και το The Royal Tenenbaums. Μια μέρα, όταν ο Slash ήταν ακόμα παιδί στο Λος Άντζελες και έκανε παρέα με τον Matt, το γιο του Cassel, o Cassel άρχισε να αποκαλεί Slash τον νεαρό Saul Hudson. Και του κόλλησε. Κανείς δεν ήξερε τι στα κομμάτια σήμαινε αλλά ακουγόταν ψώνιο. Χρόνια αργότερα, στην περιοδεία των GN’R για το Use Your Illusion, ο Slash σκόνταψε πάνω στον
Seymour στο Παρίσι και τον ρώτησε πώς είχε σκεφτεί το όνομα. «Γιατί Slash;» Ο Cassel του εξήγησε ότι το όνομα αντιπροσώπευε αυτό που έβλεπε στον Slash σαν μια «αίσθηση πρεμούρας». «Ο λόγος που με αποκαλούσε Slash», έγραψε ο κιθαρίστας στην αυτοβιογραφία του, «ήταν επειδή δεν στεκόμουν ποτέ ακίνητος παραπάνω από πέντε λεπτά. Είχε δίκιο. Ανέκαθεν πηγαινοερχόμουν παρά στεκόμουν ακίνητος. Βρίσκομαι σε διαρκή κίνηση και ο Seymour συνόψισε αυτό το χαρακτηριστικό μου σε μια λέξη». Είναι ο Slash με την έννοια της καθέτου, «και/ή» ή «ναι/όχι» και όχι με την αγγλική έννοια της λέξης «slash» – κόβω σαν μαχαίρι. Δεν σημαίνει κάτι που σκίζει αλλά κάτι που ενώνει, μια σύνδεση. Εκείνος δεν είναι ένα πράγμα, είναι και τα δύο. Μια κάθετος χρησιμοποιείται για να συνδέσει διαζευκτικά πράγματα. Εκείνος είναι ένα παράδοξο με πόδια, μια δυαδικότητα. Είναι ένα στερεότυπο που αψηφά την κατηγοριοποίηση. Στα μαθηματικά η κάθετος ονομάζεται διαχωρίζουσα, το όριο που διαχωρίζει δύο τρόπους συμπεριφοράς. Στο παρελθόν εκείνος δεν διέκρινε όρια.
Η αγγλική λέξη «slash» έχει τις ρίζες της στην παλιά γαλλική λέξη «esclachier» που σημαίνει «σπάω». Εκείνος σπάει πράγματα σε όλη του τη ζωή – ρεκόρ, κανόνες, κόκαλα, καρδιές. Όμως η δίψα του για καταστροφή συνδυάστηκε μόνο με το εργασιακό του ήθος. Επιφανειακά είναι άνετος, χαλαρός, πολύ συνεσταλμένος. Αν όμως ρίξεις μια ματιά στο εργασιακό του μητρώο διαπιστώνεις ότι λέει μια διαφορετική ιστορία: δεν σταματά ποτέ. Μερικοί ροκ σταρ που θα επέστρεφαν από μια από τις πλέον προσοδοφόρες περιοδείες στην ιστορία πιθανώς θα πήγαιναν διακοπές. Απεναντίας, ο Slash προετοιμάζει ένα άλμπουμ και δεν βλέπει την ώρα να ασχοληθεί πάλι μαζί του. Το γεγονός ότι το άλμπουμ έχει τελειώσει εδώ και μήνες και δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμα είναι κάτι που βγάζει τον Slash από τα ρούχα του. «Απορώ πώς το κάνουν οι ηθοποιοί», λέει. «Τελειώνεις ένα έργο και μετά δεν μπορείς να το κυκλοφορήσεις για άλλους τρεις ή τέσσερις μήνες». Το γράψιμο για το νέο άλμπουμ του Slash με καλεσμένους τον Myles Kennedy και τους Conspirators άρχισε προς το τέλος της περιοδείας World On Fire –μιας 18μηνης περιήγησης σε όλο τον κόσμο– γράφοντας στο δρόμο και τζαμάροντας στα σάουντσεκ. Ξαφνικά όμως προέκυψαν οι Guns N’ Roses. Εκεί που άλλοι θα παρατούσαν την προσωπική τους καριέρα μόλις οι Guns έκαναν διάλειμμα –ανάμεσα στον φετινό Ιανουάριο και τον Ιούνιο– ο Slash και οι συνεργοί του, Myles, Todd Kerns, Brent Fitz και Frank Sidoris (για πρώτη φορά στην ηχογράφηση ενός άλμπουμ) ξαναβρέθηκαν και άρχισαν να επεξεργάζονται εκείνες τις πρώιμες ιδέες. Ο Slash αγόρασε ένα χώρο για πρόβες με μια 16κάναλη κονσόλα μερικά χιλιόμετρα από το σπίτι του. Όταν το συγκρότημα συγκεντρώθηκε ξανά, στην πρώτη κιόλας πρόβα έγραψε στο

Mind Your Manners». Μετά μπήκαν στο στούντιο και ηχογράφησαν στα γρήγορα ένα άλμπουμ. «Κάθε δουλειά που κάνω για μένα προσωπικά», λέει, «γίνεται στο φτερό, χωρίς πολλά πολλά. Είναι ροκ εντ ρολ, δεν χρειάζονται πολλά όπως συσκέψεις και τέτοιες μαλακίες για να συνθέσεις ένα κομμάτι. Είτε θα είναι καλό είτε δεν θα είναι, σωστά;» Το άλμπουμ Living The Dream κυκλοφορεί στις 21 Σεπτεμβρίου. Δώδεκα τραγούδια με εντυπωσιακά ρεφρέν, σκληρά ριφ και
Ξέρεις, δεν χρειάζεται να δουλεύεις τόσο σκληρά. Δεν στο λέει ποτέ κανείς; «Δεν με πειράζει να δουλεύω σκληρά», λέει. «Αυτό που με εξιτάρει είναι να έχω κάτι να κάνω. Με εξιτάρει να ξέρω ότι αύριο έχω να κάνω κάτι αντί να τεμπελιάζω». Επειδή είναι ο Slash: ένα πράγμα τελειώνει/ένα άλλο αρχίζει.
Ημόνη φορά που μπορώ να θυμηθώ ότι δεν είχε να κάνει τίποτα, ήταν την περίοδο ανάμεσα στους Velvet Revolver και στον πρώτο προσωπικό δίσκο του («εκείνον με όλους τους τραγουδιστές»).
«Εκείνη την περίοδο ήμουν σε φάση, “Γαμώτο. Και τώρα τι κάνουμε;” Επειδή, χμ, δεν υπήρχε περίπτωση να ξαναβρεθούν οι Velvet. Δεν ξέρω αν το ξέρεις, αλλά όταν φτιάχτηκαν οι Velvet Revolver ήμουν αποφασισμένος ως τα μπούνια να κάνω προσωπική καριέρα. Έπαιζα με τον Steve Gorman στα τύμπανα. Στην ουσία κάπου εκεί άρχισε το Fall To Pieces…» Στο διαδίκτυο κυκλοφορεί μια φήμη ότι σκόπευες να φτιάξεις μια μπάντα με τον Chris Cornell. «Δεν ξέρω αν αυτό ίσχυε ποτέ πραγματικά», λέει. «Δεν ήξερα καν ότι ήταν φήμη. Δούλεψα με τον Chris στον προσωπικό δίσκο, αλλά ποτέ δεν είχα κάποια σχέδια να φτιάξω μια μπάντα μαζί του. »Τέλος πάντων, επέστρεψα σε εκείνη τη σόλο φάση. Τότε που πραγματικά δεν ήξερα τι έπρεπε να κάνω. Έτσι λοιπόν, άρχισα να δουλεύω τον προσωπικό δίσκο και κατόπιν γνώρισα τον Myles και ο Myles έγινε μια σχέση που κρατάει εδώ και οκτώ χρόνια. »Όταν είμαστε στο δρόμο γράφω συνεχώς. Αυτό κάνω στο καμαρίνι ή στα δωμάτια των ξενοδοχείων. Του παίζω κάτι ή το ηχογραφούμε στο σάουντσεκ κι εκείνος κρατάει όλο το υλικό και το επεξεργάζεται όσο είμαστε στο δρόμο ή όσο εκείνος περιοδεύει με τους Alter Bridge ή ό,τι άλλο κάνει».
Όταν ο Slash βγήκε περιοδεία με τους Guns N’ Roses παρατήρησε ότι το γράψιμό του άρχιζε να αλλάζει: «Όταν οι Guns άρχισαν να κάνουν αυτό το πράγμα, το είδος που έγραφα ήταν ουσιαστικά πιο κοντά στα μέτρα των Guns επειδή αυτό ήταν το περιβάλλον στο οποίο βρισκόμουν. Μετά όμως κάναμε το διάλειμμα και τότε άρχισα να σκέφτομαι να κάνω τον δίσκο των Conspirators. »Άμα το καλοσκεφτείς, ένα ριφ είναι ένα ριφ. Θα μπορούσε να λειτουργήσει και στις δυο μπάντες. Αλλά με τους Conspirators φέρνω εγώ τις δικές μου ιδέες και ο Myles τις δικές του, γι’ αυτό και ο δίσκος έχει τόσο ποικιλία. »Ούτε με τους Guns ξέρεις πού θα οδηγήσει αυτό κι έτσι είναι δύσκολο να εστιάσεις στο ένα ή στο άλλο. Έχω όμως την αίσθηση πως όταν είμαι έξω με τους Guns έχω στο μυαλό μου το υλικό των Guns. Όταν είμαι με τους Conspirators έχω στο μυαλό μου τους Conspirators. Δουλεύω με τους Conspirators εδώ και περίπου οκτώ χρόνια. Έτσι

δεν
περιοδεία τον Σεπτέμβριο, θα κυκλοφορήσει ο δίσκος, μετά έχω τους Guns N’ Roses στην Ασία και μετά θα γυρίσω και θα κάνω τους Conspirators κι έτσι
μόλις
την επιφάνεια της όλης φάσης κι έτσι δεν έχω μπει ακόμα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα. Επομένως, υπάρχει μάλλον ένα ερωτηματικό εκεί που δεν υπάρχει τόσο με τους Conspirators».
Για μια στιγμή: Έχετε ανακοινώσει ότι γράφετε υλικό για δίσκο των Guns; «Εντάξει, δεν έχει ανακοινωθεί

είναι καλή ιδέα και

θα θέλαμε να γίνει


σίγουρα δεν λείπουν
από όλους τους εμπλεκόμενους, αλλά είμαστε πολύ απασχολημένοι με τις περιοδείες και δεν υπάρχει χρόνος για να καθίσουμε και να πούμε: “Εντάξει, ας πάμε να γράψουμε ένα δίσκο”». Μερικές εβδομάδες πριν οι Guns N’ Roses παίξουν στο Download, οι Rolling Stones περιόδευσαν στη Βρετανία. Αυτό έκανε τον κόσμο να ρωτήσει: «Όταν οι Stones αποσυρθούν, ποιος θα πάρει τη θέση τους;» Οι Guns N’ Roses εύκολα θα μπορούσαν να κάνουν αυτό που κάνουν τώρα οι Stones: μια μεγάλη περιοδεία για την κατάκτηση του κόσμου, ένα άλμπουμ κάθε λίγα χρόνια, χώρο για να προγραμματίζουν προσωπικές δουλειές. «Εντάξει, θα δούμε τι θα γίνει», λέει. «Δηλαδή, δεν κάνω προβλέψεις. Τώρα που στην ουσία λύσαμε κάποιες διαφορές
φτιάχνεις ένα νέο άλμπουμ, αισθάνεσαι την πίεση να κάνεις κάτι για να τραβήξεις την προσοχή των παιδιών;
«Όχι. Δεν ασχολούμαι προσπαθώντας να βγάλω άκρη, εντάξει; Δηλαδή, κάπου στο μυαλό σου προφανώς έχεις συνείδηση της δυναμικής του τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή με τη μουσική και με την ίδια τη βιομηχανία, αλλά και με το πού βρίσκεται το ροκ εντ ρολ. Όμως δεν υπάρχουν πολλά που μπορείς να κάνεις γι’ αυτό. Ακόμα κι αν έθετες ένα στόχο σε φάση «Εγώ θα αλλάξω το ροκ» οι πιθανότητες είναι ότι θα αποτύχεις. »Επομένως, πρέπει απλώς να κάνεις αυτό που κάνεις όσο πιο καλά μπορείς, να βάζεις πάντα όλη σου την ακεραιότητα, να κάνεις μια προσπάθεια και να προσπαθείς να το κάνεις για σένα. Αυτή άλλωστε είναι η ουσία: όλα αυτά τα κάνεις για σένα, για να ικανοποιήσεις κάποια εσωτερική λαχτάρα να κάνεις κάτι που θέλεις να ακούσεις ή απλώς για να είσαι αυτό που θέλεις να είσαι, κατάλαβες; Το να νομίζεις όμως ότι είσαι αρκετά σημαντικός για να προσπαθήσεις και να επηρεάσεις ολόκληρη τη βιομηχανία, αυτό τρόπον τινά ξεπερνά τη φαντασία». Μερικοί θα έλεγαν ότι οι Guns N’ Roses το κατάφεραν με το Appetite For Destruction. «Ναι», λέει, «αλλά δεν ήταν κάτι που το περίμενε κανείς. Δηλαδή, εντάξει, είναι ένας καλός δίσκος και υπάρχει κάτι μοναδικό στην ερμηνεία του Axl και σε όλα τα τραγούδια, αλλά δεν υπάρχουν ανορθόδοξες ενορχηστρώσεις. Τα πάντα από αυτόν τον δίσκο είναι λάθος σε σχέση με το τι συνέβαινε εκείνη την εποχή στη μουσική. Έτσι ακόμα δεν μπορώ να βρω κάτι που χτύπησε εκείνο το νεύρο και δημιούργησε αυτή τη μακροβιότητα. Δεν μπαίνεις στον κόπο προσπαθώντας να καταλάβεις. Απλώς αισθάνεσαι ευγνώμων που κατάφερες να φτιάξεις ένα δίσκο που ο γαμημένος έφτασε σε πολύ κόσμο. Επειδή ήταν ένας πολύ τίμιος δίσκος». Μπορεί γι’ αυτό να συνδέθηκε με τόσο κόσμο. «Δεν αποκλείεται», λέει. «Μερικές φορές όμως κοιτάζω από τη σκηνή όλη εκείνη τη θάλασσα από κόσμο και αναρωτιέμαι πώς υπερβαίνει γενιές σε αυτή τη φάση. Είναι τριπάκι».



Όταν η Alissa ξεκινούσε την καριέρα της σαν φωτογράφος, ο Slash την πρόσεξε στο χώρο των φωτογράφων με τη «φτηνιάρικη παλιομηχανή της». Τη λυπήθηκε και πόζαρε για χάρη της για ένα λεπτό, σκύβοντας μπροστά στο φακό της για να τη βοηθήσει να τραβήξει μια καλή πόζα. Ο Robert πήγε το γιο του, μεγάλο θαυμαστή του Slash, να δει τους Velvet Revolver στο Hammersmith. Μετά υπήρχε μια δεξίωση και όταν έφτασαν εκεί βρήκαν στον Slash να τσα κώνεται με τους οργανωτές. Ο γιος του Robert ήθελε να φωτογραφηθεί με τον Slash κι έτσι ο Robert διέκοψε νευρικά τον καβγά για να το ζη τήσει. «Στη μέση όλης αυτή
φασαρίας», λέει ο Robert, «εκείνος γύρισε, χαμογέλασε και είπε: “Ασφαλώς”. Στήθηκε για



πόζα, κουβέ ντιασε με το παιδί για κιθάρες, και μετά επέστρεψε στον καβγά του». «Μου θυμίζει τον Lemmy», λέει η Gina Giambalvo-Glocker, η σύντροφος του ντράμερ των Saxon, Nigel Glocker, η οποία έχει μια ιστορία με τον Slash να βρίσκει χρόνο σε ένα φεστιβάλ για να πάει να χαιρετίσει την κόρη της. «Είναι πέρα για πέρα ζόρικος αλλά πάντα ευγενικός. Χρειαζόμαστε περισσότερους σαν κι αυτόν».
λοι το 1987, όταν ήρθε για πρώτη φορά εδώ, όταν οι Guns έδωσαν τις συναυλίες στο Marquee». Ο Slash έκανε παρέα μαζί του στη διάρκεια των ηχογραφήσεων για το άλμπουμ Rock ‘N’ Roll των Motörhead, πίνοντας μαζί του σε ροκ μπαρ του Λονδίνου όπως το Intrepid Fox και το St Moritz. Έγιναν φίλοι –«κολλητάρια στο ποτό και όπου αλλού»– και ο Slash εμφανίστηκε I Ain’t No Nice Guy και You Better Run από το March Or Die των Motörhead το 1992. Πολύ αργότερα, ο Lemmy εμφανίστηκε στο κομDoctor Alibi από το ντεμπούτο άλμπουμ του Slash, στο οποίο ξεχώριζε η κλασική αντίδραση του Lemmy στη διάγνωση για τη βεβαρημένη υγεία του: «Επισκέφθηκα το γιατρό / Λέει είσαι πολύ άρρωστος / Έχεις μερικές πολύ κακές συνήθειες / Καλύτερα να τις κόψεις αμέσως… Μα δεν ξέρεις ότι αισθάνομαι μια χαρά / Κάνοντας αυτό που κάνω / Δεν πρόκειται να
και πράγματι τα πήγε μια χαρά. Λίγο από δω, λίγο από κει, αλλά εκείνος… πραγματικά άλλαξε όλη του τη φάση. Δυστυχώς όμως, λόγω της ηλικίας του όλα αυτά που βρίσκονταν σε αδράνεια –με την ποσότητα των χημικών που έπαιρνε– ξαφνικά ενεργοποιήθηκαν. Έτσι είχε πολλά προβλήματα με το συκώτι του και διάφορα άλλα. Ήταν όμως ζόρικος καργιόλης. Συνέχιζε να δουλεύει παρόλα αυτά». Και ενώ ο Lemmy υποβαλλόταν σε όλες αυτές τις εξετάσεις, λέει ο Slash, ποτέ δεν ανακάλυψαν ότι έπασχε από καρκίνο. «Ξαφνικά του λένε: έχεις γαμημένο καρκίνο σε τέταρτο στάδιο. Και ήταν τόσο προχωρημένος που ήταν αδύνατον να επιβιώσει. Ήταν πάρα πολύ λυπηρό. Για μένα, ήταν σαν να έχασα έναν από τους καλύτερους φίλους μου και μια από τις σπουδαιότερες κολόνεςν του τι σημαίνει για μένα το ροκ εντ ρολ. Ένας πολύ γλυκός καργιόλης. »Υπάρχουν ένα σωρό τύποι που νομίζουν πως όταν φοράς δερμάτινο μπουφάν και παριστάνεις τον ζόρικο, το παίζεις αγενής και αγροίκος σπάζοντας πράγματα, ότι αυτό είναι το ροκ εντ ρολ. Και ο Lemmy όλα αυτά τα απωθούσε επειδή ήταν ένας άψογος τζέντλεμαν. Πολύ διακριτικός και ευγενικός στους γύρω του και ταυτόχρονα ένας γαμημένος ροκεντρολάς, μοναδικός και ανεπανάληπτος».
Το σετ των GN’R περιλαμβάνει μερικά αφιερώματα σε νεκρούς φίλους. Το Witchita Lineman ήταν ένας φόρος τιμής στον Glen Campbell, ενώ το Black Hole Sun των Soundgarden προστέθηκε προς τιμήν του Chris Cornell. «Έγινε κάτι που τώρα πια αισθανόμαστε άβολα να το αφαιρέσουμε από το πρόγραμμα», λέει ο Slash. Στο μεταξύ, οι επικές διασκευές τους στο Layla και στο Wish You Were Here συμπεριλαμβάνονται επειδή τους αρέσει να τα παίζουν. «Δεν υπάρχει κάποιο μήνυμα εκεί», λέει. «Θα ήταν υπέροχο αν υπήρχε κάποιος αληθινός λόγος, αλλά δεν υπάρχει». Ο κόσμος πάντα ψάχνει κάποιο νόημα σε ό,τι κάνουν οι Guns N’ Roses. Μια διαφορά ανάμεσα στους GN’R των δεκαετιών του ’80 και του ’90 και της σημερινής ενσάρκωσής τους είναι η άνοδος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ανέκαθεν οι Guns N’ Roses περιβάλλονταν από φήμες και σκάνδαλα, σήμερα όμως τα μπλογκ, τα μέσα κοινωνικής

δικτύωσης και τα διαδικτυακά φόρουμ τα

έχουν εκτοξεύσει σε
νέο επίπεδο. «Είμαι στα κοινωνικά μέσα για λόγους μάρκετινγκ», λέει. «Δηλαδή, για να προμοτάρω συναυλίες ή
ένα δίσκο. Μπορείς να μιλάς με τους θαυμαστές με έναν άμεσο τρόπο εκεί που πριν δεν μπορούσες». Στο Instagram οι αναρτήσεις του Slash είναι μια συνεχής διασκεδαστική
μου. »Σε τι βάθη βουλιάζουν οι άνθρωποι στα κοινωνικά μέσα… Αυτό είναι ένα φαινόμενο που έχει αλλάξει τελείως την κοινωνία. Είναι πολύ βαθύ, φίλε. Είναι μια τεράστια διέξοδος για δειλούς, ένας γαμημένα φριχτός τρόπος που απομακρύνει τους ανθρώπους μεταξύ τους ώστε να μην είναι σε θέση να επικοινωνούν άμεσα. »Είναι τρέλα, ξέρεις. Ιδίως γύρω από μια μπάντα όπως οι Guns. Όλη την ώρα μου λένε διάφοροι [τι λέει ο κόσμος] κι εγώ δεν θέλω καν
