Ελληνικη 2σημειωσεισ 1

Page 1

1 ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΡΟΓΟΥΛΑΚΗΣ

ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΕΥΡΩ 1922 – 2001

ΑΘΗΝΑ 2010


2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Ο μεσοπόλεμος Ια: Το ασταθες περιβάλλον του μεσοπολέμου 1. Η δεκαετία του 1920 2. Η κρίση του 1929 3. Η κρίση του 1929 και η Ελλάδα Ιβ: Οι πρόσφυγες και η αγροτική μεταρρύθμιση 1. Οι πρόσφυγες 2. Η αγροτική μεταρρύθμιση Ιγ: Η οικονομία 1. Αγροτική οικονομία 1.1. Η κρατική παρέμβαση 1.2. Καλλιέργειες, παραγωγές, αποδόσεις 1.3. Η κτηνοτροφία 1.4. Ο κόσμος της υπαίθρου: μια σύνοψη 2. Η βιομηχανία 2.1. Η κρίση του ’29 και η ελληνική βιομηχανία 2.2. Η μεγάλη βιομηχανία στο μεσοπόλεμο 3. Το εξωτερικό εμπόριο και το ισοζύγιο πληρωμών 3.1. Το πρόβλημα με το ισοζύγιο 4. Η μετανάστευση 5. Η εμπορική ναυτιλία 6. Το τραπεζικό σύστημα 6.1. Πριν την ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος 6.2. Η περίοδος 1928-1940 7. Τα δημόσια οικονομικά 7.1. Ο δημόσιος δανεισμός 7.2. Κράτος και Οικονομία: το μέγεθος της δημόσιας παρέμβασης 8. Εκτιμήσεις για την συνολική αξία παραγωγής Ιδ: Εικόνες του μεσοπόλεμου 1. Τα βασικά δημογραφικά χαρακτηριστικά 2. Οι εκπαιδευτικοί μηχανισμοί 3. Οι πόλεις


3 Ιγ: Μια απόπειρα κοινωνικής χαρτογράφησης Ιδ: Πολιτική αστάθεια ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Η περίοδος της κατοχής ΙΙα: Οικονομικό χάος 1. Το επισιτιστικό πρόβλημα 1.1. Ο χειμώνας της πείνας και του θανατικού 1941-42 1.1.1. Τα αίτια της κρίσης 1.1.2. Οι συνέπειες 1.1.3. Μαύρη αγορά 1.2. Η βοήθεια του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού 2. Το νομισματικό χάος 3. Η διάσπαση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής 4. Κερδισμένοι και χαμένοι στην κατοχική περίοδο ΙΙβ: Πολιτικές ανατροπές 1. Πρώτη φάση: μέχρι τον Ιούλιο 1943 1.1. Το πολιτικό σκηνικό 1.2. Η ανάδυση νέων πολιτικών υποκειμένων 1.3. Στις πόλεις 2. Δεύτερη φάση: η επανεμφάνιση του κράτους και οι συγκρούσεις ανάμεσα στις αντιστασιακές οργανώσεις ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Εμφύλιος πόλεμος και ανασυγκρότηση: από την απελευθέρωση μέχρι την σταθεροποίηση του νομίσματος ΙΙΙα: Δεκέμβρης 1944 ΙΙΙβ: Μετά την Βάρκιζα 1. Τα πολιτικά γεγονότα 2. Πολιτική και οικονομία: τα οικονομικά της ανασυγκρότησης 2.1. Η ξένη βοήθεια 2.2. Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν και οι επενδύσεις 2.3. Γεωργία – Κτηνοτροφία 2.4. Η βιομηχανία 2.5. Οι μεταφορές και οι επικοινωνίες 2.6. Στοιχεία για τους μισθούς 2.7. Πέρα από τα εθνικά σύνορα: η εμπορική ναυτιλία ΙΙΙγ: Το τέλος της αμερικανικής βοήθειας και οι αναγκαίες προσαρμογές 1. Τα δημόσια οικονομικά 2. Η σταθεροποίηση του νομίσματος 2.1. Μαζεύοντας λίρες 2.2. Η αντιμετώπιση του πληθωρισμού 2.3. Το πρόβλημα με το ισοζύγιο


4

ΙΙΙδ: Δημογραφικά: αλλαγές των νοοτροπιών με διατήρηση της αύξησης του πληθυσμού ΙΙΙε: Το κοινωνικό τοπίο ΙΙΙστ: Σχέδια για το μέλλον ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Η εικοσαετία της οικονομικής απογείωσης και της πολιτικής οπισθοδρόμησης: 1953 – 1972 IVα: Ο διεθνής περίγυρος IVβ: Η ελληνική οικονομία 1. Τα συνολικά μεγέθη 2. Η σύνδεση με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα 3. Μετακινήσεις του πληθυσμού: εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση 4. Στην καρδιά του συστήματος: ένας κρατικά ελεγχόμενος τραπεζικός τομέας 4.1. Η υποτίμηση της δραχμής 4.2. Στις τράπεζες: συγχωνεύσεις, εξαγορές και κρατικός έλεγχος 4.3. Η επιστροφή των καταθετών στις τράπεζες 4.4. Η χρηματοδότηση κατά τομείς ή που πάνε τα λεφτά; 4.5. Η χρηματοδότηση της βιομηχανικής ανάπτυξης 5. Στον αγροτικό χώρο: πέρα από το φάσμα της πείνας 5.1. Ο τεχνικός εκσυγχρονισμός της ελληνικής γεωργίας 5.2. Σταθερότητα και αλλαγές: η διατήρηση της μικρής αγροτικής εκμετάλλευσης 6. Η βιομηχανία 6.1. Ο εξηλεκτρισμός της χώρας 6.2. Η αδύναμη εκβιομηχάνιση 6.2.1. Οι επενδύσεις 6.2.2. Η μορφολογία της ελληνικής βιομηχανίας 6.2.3. Μικρές και μεγάλες μονάδες ή μεταξύ οικοτεχνίας και βιομηχανίας 6.2.4. Η μεγάλη βιομηχανία το 1970: οικογενειακές και υπερχρεωμένες μονάδες 6.3. Οι ξένες άμεσες επενδύσεις 7. Το εξωτερικό εμπόριο 8. Ολλανδικές επιδημίες και ελληνικές ασθένειες: το ισοζύγιο των άδηλων πόρων 8.1. Μεταναστευτικό, ναυτιλιακό και τουριστικό συνάλλαγμα: οι αριθμοί 9. Τα δημόσια οικονομικά 10. Οι αμοιβές των εργαζομένων – Τα κατώτερα μεροκάματα IVγ: Προς την Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη: η συγκρότηση δύο μεταπολεμικών αστικών πόλων


5 1. Ένας άνισος αστικός κόσμος 2. Ένα καινούργιο σπίτι: το κυριότερο περιουσιακό στοιχείο του νοικοκυριού IVδ: Η επικράτηση του σύγχρονου δημογραφικού καθεστώτος IVε: Η επέκταση των εκπαιδευτικών μηχανισμών IVστ: Απόπειρες προσέγγισης του ενεργού πληθυσμού IVζ: Οι πολιτικές εξελίξεις και η δικτατορία των συνταγματαρχών

ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Από την μεταπολίτευση μέχρι την ένταξη στην ΕΟΚ: 1974 – 1981. Vα: Το τέλος της χρυσής εποχής Vβ: Η μεταπολίτευση του 1974 Vγ: Η οικονομία της δεκαετίας του ‘70 1. Τα συνολικά μεγέθη 2. Πόσο κοστίζει το ακριβό πετρέλαιο; 3. Αλλαγές στην οικονομική πολιτική 3.1. Οι διολισθήσεις της δραχμής 3.2. Η άνοδος των μισθών 4. Η μεγέθυνση του κράτους 5. Η αγροτική οικονομία 6. Η βιομηχανία 6.1. Η ακύρωση του ορθολογισμού 6.2. Βιοτεχνία και βιομηχανία 7. Ένα κρατικό και ανορθολογικό τραπεζικό σύστημα 8. Το εξωτερικό εμπόριο και η κίνηση κεφαλαίων Vδ: Η απασχόληση Vε: Οι μετακινήσεις του πληθυσμού ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Τα χρόνια της στασιμότητας: 1980 - 1993 VIα: Ο διεθνής περίγυρος: νεοφιλελεύθερες ιδεολογίες και κρατικιστικές πρακτικές VIβ: Η ελληνική οικονομία κατά τη δεκαετία του ‘80 1. Τα βασικά μεγέθη 2. Κρατικές πολιτικές 2.1. Ελλειμματικοί προϋπολογισμοί και δημόσιο χρέος


6 2.2. Εισοδηματική πολιτική. Από τον κευνσιανισμό στις εκλογικές αναγκαιότητες 2.3. Η συναλλαγματική πολιτική και ο πληθωρισμός 2.4. Οι προβληματικές επιχειρήσεις 3. Η αγροτική οικονομία 4. Η βιομηχανία τα χρόνια της αποβιομηχάνισης 5. Κρατικές Τράπεζες και Δημόσιο Χρέος 6. Οι εξωτερικές συναλλαγές: εμπορικό ισοζύγιο, άδηλοι πόροι και εισροές από την ΕΕ VIγ: Δημογραφικά. Προς ένα στάσιμο πληθυσμό VIδ: Η συνεχής εξάπλωση των εκπαιδευτικών μηχανισμών VIε: Κρίση στη βιομηχανία – Στασιμότητα στις πόλεις VIστ: Ο κοινωνικός χάρτης: μείωση των αγροτών, ενδυνάμωση των μικροαστικών στρωμάτων και των δημοσίων υπαλλήλων VIζ: Η πολιτική τα χρόνια της κρίσης ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Από τη δραχμή στο ευρώ: 1994 - 2001 VIIα: Πληθυσμιακά 1. Μετανάστευση 2. Οι δημογραφικοί δείκτες VIIβ: Η οικονομία 1. Τα συνολικά μεγέθη 2. Αλλάζοντας πορεία 2.1. Από τον σοσιαλισμό στις αποκρατικοποιήσεις 2.2. Προεξοφλώντας το μέλλον: ένα χιλιοπαιγμένο έργο στο χρηματιστήριο της Αθήνας 2.3. Οι τράπεζες (Ι) 3. Οι επιμέρους τομείς 3.1. Οι τράπεζες (ΙΙ) 3.2. Στον αγροτικό χώρο: συμπληρωματικά εισοδήματα 3.3. Η βιομηχανία: από την κλωστοϋφαντουργία στα τρόφιμα 3.4. Το ισοζύγιο πληρωμών 3.5 Η μείωση του πληθωρισμού 3.6. Τα δημόσια οικονομικά 3.7. Οι μισθοί 3.8. Η κατανομή του εργατικού δυναμικού VIIγ: Ο κοινωνικός χάρτης ή ο θρίαμβος της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας


7 VIIδ: Στον αντίποδα της οικονομικής ευμάρειας: η φτώχεια στην Ελλάδα στο γύρισμα της χιλιετίας VIIε: Κομματικές συγκρούσεις στο έδαφος της κοινωνικής συναίνεσης

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΕΠ ΑΕγΠ ΑΟΣ ΑΤΕ ΔΕΣ ΔΝΤ ΔΤΚ ΕΑΜ ΕΔΕΣ ΕΕ ΕΚΚΑ ΕΟΚ ΕΡΕ ΕΣΥΕ ΕΤΕ ΙΕΕ ΙΝΕ ΚΕΠΕΣ ΚτΕ ΟΑΕ ΟΝΕ ΟΟΣΑ

Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν Ανώτατο Οικονομικό Συμβούλιο Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Διεθνής Ερυθρός Σταυρός Διεθνές Νομισματικό Ταμείο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος Ευρωπαϊκή Ένωση Εθνική Και Κοινωνική Απελευθέρωσις Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Ιστορία του Ελληνικού Εθνους Ιστορία του Νέου Ελληνισμού Κεντρική Επιτροπή Προστασίας Ελληνικής Σιτοπαραγωγής Κοινωνία των Εθνών Οργανισμός Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων Οικονομική και Νομισματική Ένωση Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης


8 ΟΠΕΚ ΣΕΒ ΤτΕ ΥΠΕΘΟ ΧΑΑ

Οργανισμός ΠΕτρελαιοπαραγωγών Κρατών Σύνδεσμος Ελλάνων Βιομηχάνων Τράπεζα της Ελλάδος Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών

ML UNRRA

Military Liaison United Nations Relief and Rehabilisation Administration

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ

ΔΙΕΘΝΗ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

1922 Εκδοση του πρώτου αναγκαστικού δανείου με την διχοτόμιση του χαρτονομίσματος

25-Μαρ 1923

Συνθήκη της Λωζάννης μεταξύ Ελλάδας Τουρκίας

24-Ιουλ 1924

Εκδοση του προσφυγικού δανείου των 10 εκ. λιρών

Δεκ 1926 24-Ιαν

Εκδοση δεύτερου αναγκαστικού δανείου 1927 Πρωτόκολλο της Γενεύης. Δάνειο 9 εκ. στερλινών

16-Σεπ 1928


9 Σύνδεση της δραχμής με τον κανόνα χρυσού - συναλλάγματος. 1 λίρα = 375 δρχ.

12 Μαίου 14 Μαίου

24-Οκτ

Εναρξη λειτουργίας της ΤτΕ 1929 Κραχ στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης Εναρξη λειτουργίας της Αγροτικής Τράπεζας

Δεκ 1931 21-Σεπ

Η Βρετανία εγκαταλείπει τον κανόνα χρυσού - συναλλάγματος

28-Σεπ

Η δραχμή συνδέεται με το δολάριο Επιβολή συναλλαγματικών ελέγχων

1932 Στις ΗΠΑ οι άνεργοι φθάνουν τα 15 εκατομμύρια - Ο Ρούσβελτ ξεκινά το New Deal 26-Απρ

Εγκατάλειψη της σύνδεσης με το χρυσό

26-Απρ

Πτώχευση - Αναστολή της μετατρεψιμότητας της δραχμής 1933

Μαρ

Υποτίμηση του δολαρίου και αποσύνδεσή του από το χρυσό Σύνδεση της δραχμής με το Gold Blok - Η δραχμή συνδέεται με το ελβετικό φράγκο

Ιουν

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ

ΔΙΕΘΝΗ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ 1936 Κατάρρευση του Gold Blok. Η δραχμή συνδέεται με τη στερλίνα

26-Σεπ 1837

Με τον Ν 677 ρυθμίζονται τα αγροτικά χρέη 1939 1-Σεπ

Επίθεση της Γερμανίας κατά της Πολωνίας - Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος 1940

14 - Ιουν

Οι Γερμανοί μπαίνουν στο Παρίσι

28-Οκτ

Ελληνοϊταλικός πόλεμος 1941

6-Απρ

Γερμανική επίθεση

27-Απρ

Οι Γερμανοί μπαίνουν στην Αθήνα Αρχίζει η περίοδος της κατοχής


10

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Ο ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΣ Ια: ΤΟ ΑΣΤΑΘΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ 1: Η δεκαετία του 1920 Μέσα στην καστανή καταχνιά μιας χειμωνιάτικης αυγής Χύνουνταν στο Γιοφύρι της Λόντρας ένα πλήθος, τόσοι πολλοί Δεν το ‘χα σκεφτεί πως ο θάνατος είχε ξεκάνει τόσους πολλούς T. S. Eliot, Η Έρημη Χώρα (1922) Όταν ο Μεγάλος Πόλεμος (1914 – 1918) τελείωσε, με τη νίκη των Συμμάχων και την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας, η Ευρώπη ήταν πράγματι, έστω και μεταφορικά, μια έρημη χώρα. Το ανθρώπινο κόστος του πολέμου περιελάμβανε πάνω από οκτώ εκατομμύρια σκοτωμένους στρατιώτες, εννέα εκατομμύρια νεκρούς άμαχους, εικοσιένα εκατομμύρια σωματικά ή/και ψυχολογικά ανάπηρους, ενώ τον τελευταίο χρόνο του, το 1918, η γρίπη έπεσε πάνω στους αδυνατισμένους και κακοθρεμμένους πληθυσμούς προκαλώντας άλλα έξι εκατομμύρια νεκρούς. Ο κόσμος της belle époque, τόσο κοντινός χρονικά, φαινόταν να απέχει στην πραγματικότητα έτη φωτός και η πρωτοκαθεδρία της γηραιάς ηπείρου απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο είχε τελειώσει.


11 Ο πολιτικός χάρτης της Ευρώπης είχε επίσης αλλάξει καθώς η Αυστροουγγρική, η Ρώσικη και η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχαν διαλυθεί και νέα κράτη αναδύθηκαν στα εδάφη τους,1 κάτι που από μόνο του δεν ήταν άμοιρο οικονομικών συνεπειών: τα καινούργια σύνορα ήταν επίσης νέα εμπόδια για την διακίνηση ανθρώπων, κεφαλαίων και εμπορευμάτων, προϋπέθεταν την ίδρυση και άλλων κρατικών γραφειοκρατιών, όξυναν εκτός από τις πολιτικές αντιθέσεις και τους οικονομικούς ανταγωνισμούς ανάμεσα σε περιοχές που πριν από τον πόλεμο ήταν ενιαίες. ΤΑ ΠΟΛΕΜΙΚΑ ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΗΠΑ 4.000 εκ $ ΓΑΛΛΙΑ

3.200 εκ $

4.700 εκ $ ΒΡΕΤΑΝΙΑ 3.000 εκ $ 8.100 εκ $

ΡΩΣΙΑ, ΙΤΑΛΙΑ, ΑΛΛΑ ΚΡΑΤΗ

3.500 εκ $ Kindleberger, σ. 24.

1.1. Το πρώτο οικονομικό πρόβλημα που έπρεπε να λυθεί ήταν αυτό της αποπληρωμής των χρεών που είχαν δημιουργηθεί μεταξύ των συμμάχων -ή των πρώην συμμάχων, γιατί την Ρωσική Αυτοκρατορία είχε αντικαταστήσει η ΕΣΣΔστην διάρκεια του πολέμου. Αν και στο παραπάνω διάγραμμα, με την πρώτη ματιά, φαίνεται ως εάν όλοι να όφειλαν σε όλους, στην πραγματικότητα ο καθαρός πιστωτής ήταν ένας, οι Ηνωμένες Πολιτείες, που απαιτούσαν την εξόφληση των δανείων τους από την Γαλλία και την Βρετανία . σύμφωνα με την συνθήκη των Βερσαλλιών, τα χρήματα αυτά θα βρίσκονταν από τις υπέρογκες αποζημιώσεις του πολέμου που θα κατέβαλε η Γερμανία, 2 ενώ οι ΗΠΑ παραιτήθηκαν από τις αποζημιώσεις αυτές. Το ζήτημα ήταν από που θα έβρισκε η Γερμανία τα απαραίτητα χρήματα και η απάντηση ήρθε σχεδόν αβίαστα, καθώς αμερικανικά κεφάλαια άρχισαν να επενδύονται στον χώρο της, κυρίως με την μορφή βραχυπρόθεσμων δανείων, λίγο μετά την λήξη των εχθροπραξιών. μάλιστα τα κεφάλαια αυτά ήταν μεγαλύτερα από όσα απαιτούνταν για την πληρωμή των οφειλόμενων στους νικητές βοηθώντας παράλληλα την οικονομική της ανασυγκρότηση. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε ένα οικονομικό τρίγωνο: οι ΗΠΑ δάνειζαν την Γερμανία η οποία με τα δανεικά αυτά κεφάλαια πλήρωνε τις πολεμικές αποζημιώσεις στους συμμάχους, ενώ αυτοί οι τελευταίοι χρησιμοποιούσαν τις 1

Φινλανδία, Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Αυστρία, Πολωνία, Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία, Γιουγκοσλαβία. Ο Keynes, μέλος της βρετανικής αντιπροσωπείας στην συνδιάσκεψη για την ειρήνη, είχε κατακρίνει ως ανεφάρμοστους τους όρους που επιβλήθηκαν στην Γερμανία και παραιτήθηκε. Το βιβλίο που εξέδωσε στη συνέχεια, Οι Οικονομικές Συνέπειες της Ειρήνης, μπορεί να γνώρισε εκδοτική επιτυχία, δεν άλλαξε όμως την κατάσταση. 2


12 αποζημιώσεις για να εξοφλήσουν τις ΗΠΑ. Κάνοντας ένα κύκλο, τα χρήματα ξεκινούσαν από, και επέστρεφαν στην Αμερική.

ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΝΟΜΙΣΜΑΤΩΝ

Γερμανία Γαλλία Ιταλία Βρετανία ΗΠΑ

ΕΤΟΣ ΕΠΑΝΕΝΤΑΞΗΣ ΣΤΟΝ ΚΑΝΟΝΑ ΧΡΥΣΟΥ 1923 1926 1926 1925

ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΕ ΧΡΥΣΟ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΠΟΛΕΜΙΚΗ (%) 0,000000001 20,3 27,3 100

ΕΤΟΣ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗΣ ΑΠΌ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΑ ΧΡΥΣΟΥ 1932 1936 1936 1931 1933

Fenstein – Temin – Toniolo, σ. 46, και Eichehgreen 1995, σ. 188 – 190.

1.2. Το δεύτερο ζήτημα ήταν η αποκατάσταση των διεθνών οικονομικών σχέσεων, καθώς ο κανόνας χρυσού είχε σταματήσει να λειτουργεί κατά την διάρκεια του πολέμου, όταν οι κυβερνήσεις κατέφυγαν σε πληθωριστικό χρήμα προκειμένου να καλύψουν τις πολεμικές τους ανάγκες. Σύμφωνα με την Διεθνή Διάσκεψη της Γένοβας, τον κανόνα χρυσού αντικατέστησε ο κανόνας χρυσού συναλλάγματος (Gold Exchange Standard), σύμφωνα με τον οποίο το νόμισμα μιας χώρας δεν ήταν απαραίτητο να είναι μετατρέψιμο σε χρυσό, θα έπρεπε όμως να Ο ΚΑΝΟΝΑΣ ΧΡΥΣΟΥ (GOLD STANDARD) Σύμφωνα με τον κανόνα χρυσού, η αξία του νομίσματος κάθε χώρας προσδιορίζεται από την περιεκτικότητά του σε χρυσό. Η τήρηση αυτού του κανόνα επιφέρει αυτόματα (ή σχεδόν) την ισορροπία στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις. Αν μια χώρα αντιμετωπίζει προβλήματα στο εμπορικό της ισοζύγιο, ή βρίσκεται αντιμέτωπη με φυγή κεφαλαίων προς το εξωτερικό, το μόνο που έχει να κάνει η Κεντρική της Τράπεζα είναι να αυξήσει το επιτόκιο προκαλώντας αποπληθωρισμό στις τιμές των εμπορευμάτων – και άρα αποκατάσταση του εμπορικού ισοζυγίου, και ωθώντας κεφάλαια που βρίσκονται στην αλλοδαπή να εισρεύσουν στην χώρα προκειμένου να επωφεληθούν από το αυξημένο επιτόκιο. Στην εφαρμογή της η θεωρία αντιμετώπισε δύο προβλήματα: α) προϋπέθετε ότι η αύξηση των διαθέσιμων παγκόσμιων αποθεμάτων χρυσού θα ήταν παράλληλη με την αύξηση των παραγόμενων εμπορευμάτων, ώστε να υπάρχει μια σχετική σταθερότητα στις τιμές και β) παρέβλεπε τις συνέπειες της εφαρμογής της σε περιόδους οικονομικής ύφεσης: αν μια χώρα βρισκόταν ταυτόχρονα αντιμέτωπη με εξαγωγές κεφαλαίων και οικονομική ύφεση, η αύξηση των επιτοκίων απλούστατα θα βάθαινε την κρίση. Κάτι που συνέβη όταν, τον Οκτώβριο 1931, η Κεντρική Αμερικανική Τράπεζα αύξησε τα επιτόκιά της μειώνοντας το διαθέσιμο χρήμα. ΑΕγΠ: 1913 – 1938


13

ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1918/13 1929/18

ΗΠΑ 115 142

Βρετανία 113 99

Γαλλία 64 210

Γερμανία 82 135

1930/29 1931/30 1932/31 1933/32 1934/35 1935/34

91 92 87 98 108 108

99 95 101 103 107 104

97 94 93 107 99 97

99 92 92 106 109 108

1938/29

95

118

97

130

Κάθε φορά η δεύτερη χρονολογία θεωρείται σαν έτος βάσης, ίση με 100: Maddison.

συνδέεται με ένα από τα νομίσματα που ήταν μετατρέψιμα σε χρυσό, πρακτικά την στερλίνα και το δολάριο. Οι διάφορες χώρες επανήλθαν στον τροποποιημένο κανόνα χρυσού σε διαφορετικές χρονολογίες, οι περισσότερες υποτιμώντας ταυτόχρονα το νόμισμά τους. Μια από τις εξαιρέσεις απετέλεσε η Βρετανία που επανέφερε την προπολεμική σχέση ανάμεσα στην στερλίνα και τον χρυσό, σε μια προσπάθεια να διατηρήσει το City την πρωτοκαθεδρία ανάμεσα στις χρηματοπιστωτικές αγορές, πρωτοκαθεδρία που απειλούνταν από την άνοδο της Νέας Υόρκης, αλλά και να ενισχύσει τους ανά την υφήλιο δανειστές που είχαν, ως επί το πλείστον, στα χέρια τους ομολογίες εκφρασμένες σε στερλίνες.3 Το τίμημα ήταν υψηλό: μείωση των εξαγωγών, των πραγματικών μισθών, και στασιμότητα της βιομηχανικής παραγωγής χαρακτηρίζουν τα χρόνια 1918 - 1929 στην Βρετανία, για την οποία η δεκαετία του ’20 ήταν μια χαμένη δεκαετία. 4 2: Η κρίση του 1929 Η μεγαλύτερη, σε καιρό ειρήνης, οικονομική καταστροφή της ιστορίας. P. Temin Χωρίς την κατάρρευση αυτή [του 1929], ασφαλώς δεν θα υπήρχε Χίτλερ. Είναι σχεδόν βέβαιο πως δεν θα υπήρχε ούτε Ρούσβελτ. Είναι επίσης εξαιρετικά απίθανο ότι το σοβιετικό σύστημα θα εκλαμβανόταν σαν σοβαρός οικονομικός αντίπαλος και εναλλακτική λύση απέναντι στον παγκόσμιο καπιταλισμό. E. Hobsbawm Όταν εκείνη την Πέμπτη στις 24 Οκτώβρη του 1929 οι τιμές στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης άρχισαν να πέφτουν, κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει ότι ταυτόχρονα ξεκινούσε η μεγαλύτερη οικονομική κρίση στην ιστορία της 3 4

Maddison, σ. 104. Fenstein – Temin – Toniolo, σ. 46.


14 ανθρωπότητας, ή έστω της βιομηχανικής εποχής . η ανάπτυξη της δεκαετίας του ’20 είχε φθάσει στο τέλος της, και μαζί της οι μάταιες προσπάθειες των μεγάλων δυνάμεων να αποκαταστήσουν την προπολεμική ισορροπία.

DOW JONES, 1925 - 1939 400,0 350,0 300,0 250,0 200,0 150,0 100,0 50,0 1939

1939

1938

1937

1936

1935

1935

1934

1933

1932

1931

1930

1930

1929

1928

1927

1926

1925

1925

0,0

Σε μηνιαία βάση: http://averages.dowjones.com

2.1. Οι τιμές των μετοχών έπεφταν, γιατί τα προηγούμενα χρόνια είχαν ανέβει υπερβολικά:5 αν κάποιος είχε τοποθετήσει, το 1920, 10.000 δολάρια σε μετοχές της General Motors, το 1929 θα είχε 1,5 εκ. δολάρια, θα είχε δει δηλαδή το κεφάλαιό του να πολλαπλασιάζεται 150 φορές. Τέτοια κέρδη δεν μπορεί παρά να στηρίζονται στον αέρα, κάτι που εξηγεί και την σχετική απάθεια των

ΑΝΕΡΓΙΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΕΝΕΡΓΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ: 1920 - 1938 35 30 25

ΒΡΕΤΑΝΙΑ

20

ΓΕΡΜΑΝΙΑ

15

ΗΠΑ

10 5 1938

1936

1934

1932

1930

1928

1926

1924

1922

1920

0

Για την Ευρώπη, Mitchell. Για τις ΗΠΑ, J. Hughes – L. Cain, American Economic History, Addison-Wesley 2002, σ. 442 και 462. Η κλασική ανάλυση για την χρηματιστηριακή πλευρά της κρίσης είναι του J. K. Galbraith, The Great Crash, 1929, Mariner Books, 1954. 5


15

νομισματικών αρχών, της Fed πρώτα και κύρια, που δεν έβλεπαν στην πτώση παρά μια αναγκαία διόρθωση. 2.2. Τα πράγματα όμως εξελίχθηκαν διαφορετικά. Δεν επρόκειτο για μια χρηματιστηριακή κρίση που θα αφορούσε μόνο την Wall Street, ή έστω για μια βραχυχρόνια ύφεση στα πλαίσια του συνηθισμένου οικονομικού κύκλου που θα εξισορροπούσε προσφορά και ζήτηση. Αυτή η κρίση, αν και έπληξε άνισα τις διάφορες χώρες, ήταν παγκόσμια και είχε διάρκεια: αν στην Βρετανία, την διετία 1931/29 το εγχώριο προϊόν δεν μειώθηκε παρά κατά 6%, την τριετία 1932/29 στην Γαλλία το ΑΕγΠ μειώθηκε κατά 16%, στην Γερμανία κατά 17%, ενώ στις ΗΠΑ, την περίοδο 1933/29, κατά 32%. Ταυτόχρονα, στο απόγειό της, η ανεργία έφθασε το 20% στην Γερμανία, και το 25% του ενεργού πληθυσμού στις ΗΠΑ. Φαινόταν, ως εάν τα πάντα να κατέρρεαν. 2.2. Για τα αίτια της κρίσης οι οικονομολόγοι διαφωνούν.6 Σύμφωνα με τους μονεταριστές,7 η παράταση της κρίσης οφείλεται στην λανθασμένη αντιμετώπισή της από την Fed: το 1931, σε μια περίοδο που ήταν απαραίτητο να ενισχυθεί η ρευστότητα στην αγορά, η Κεντρική Τράπεζα αντιδρώντας στην εξαγωγή κεφαλαίων από τις ΗΠΑ αύξησε το προεξοφλητικό επιτόκιο, όπως θα έκανε κάθε Κεντρική Τράπεζα που θα προσπαθούσε να προστατεύσει το νόμισμά της, σύμφωνα με τον κανόνα χρυσού. Το αποτέλεσμα ήταν το αναμενόμενο: μείωση του διαθέσιμου χρήματος, της πιστωτικής επέκτασης και αποπληθωρισμός. Από κει και πέρα η κρίση λειτούργησε στην λογική του φαύλου κύκλου: τα καινούργια δάνεια σταμάτησαν γιατί οι τιμές έπεφταν, και οι τιμές έπεφταν γιατί τα νέα δάνεια είχαν σταματήσει.8 2.3. Οι κεϋνσιανοί δεν απορρίπτουν τον ρόλο της λανθασμένης νομισματικής πολιτικής στην όξυνση και την παράταση της κρίσης,9 όπως όμως γράφει o P. Temin, «η παράλληλη πτώση παραγωγής και τιμών μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το πρόβλημα προήλθε από την πλευρά της ζήτησης».10 Γι’ αυτούς το πρόβλημα δεν εξαντλείται στις λανθασμένες πολιτικές αλλά στην έλλειψη της ενεργούς ζήτησης, καθώς όλη την δεκαετία του ’20 τα εισοδήματα αυξάνονταν λιγότερο από τις παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας. ΜΗ - ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ Ρωσία Ουγγαρία Ιταλία Τουρκία 6

1917 1920 1922 1923

Επανάσταση των μπολσεβίκων Horthy – Εθνικιστική δικτατορία Mussolini - Φασισμός Kemal – Εκσυγχρονιστικό, Αυταρχικό καθεστώς

Kindleberger. M. Friedman – A. Schwartz, A Monetary History of the United States, 1967-1960, Princeton University Press, 1971. 8 Kindleberger, σ. 140. 9 P. Temin, Did Monetary Forces Cause the Great Depression?, Norton and Company, 1976. 10 «Great Depression», Oxford Encyclopedia of Economic History, Oxford 2003. 7


16 Πολωνία Γιουγκοσλαβία Ρουμανία Πορτογαλία Γερμανία Ελλάδα Ισπανία

1926 1929 1930 1932 1933 1936 1939

Pilsudski – Στρατιωτική δικτατορία Βασιλιάς Αλέξανδρος Α΄ - Μοναρχική δικτατορία Βασιλιάς Κάρολος – Μοναρχική δικτατορία Salazar – Συντηρητική δικτατορία Hitler – Ναζισμός Μεταξάς – Βασιλική δικτατορία Franco - Φασισμός

3. Όπως και να χει, προϋπόθεση για να βγουν οι οικονομίες από την ύφεση ήταν η έξοδος από τον κανόνα χρυσού, από τα «χρυσά δεσμά», όπως γράφει ο Eichengreen,11 που επέβαλλαν εν μέσω ύφεσης την άσκηση περιοριστικής πολιτικής. Όταν όμως τα κράτη βγήκαν από την κρίση η παγκόσμια σκηνή είχε αλλάξει: οι ΗΠΑ, ήδη από το 1930, με το δασμολόγιο Hawley-Smoot, είχαν αυξήσει κατά 40% τους δασμούς στα εισαγόμενα προϊόντα, και είχαν κλείσει τις αγορές τους. η Βρετανία είχε επίσης κλείσει τα οικονομικά σύνορα της αυτοκρατορίας και προωθούσε τις ανταλλαγές μόνο ανάμεσα στις διάφορες περιοχές της. η Γερμανία είχε επιβάλλει το σύστημα clearing στους εμπορικούς της εταίρους, που προϋπέθετε ισοσκελισμένα εμπορικά ισοζύγια, καθώς προϋπόθεση για την εισαγωγή οποιουδήποτε προϊόντος σε αυτήν από κάποια χώρα ήταν η εξαγωγή σε αυτήν αγαθών ίσης αξίας. Ο κόσμος βρέθηκε χωρισμένος, και όχι μόνο οικονομικά: απέναντι στις δοκιμαζόμενες δημοκρατίες, τις ΗΠΑ, την Βρετανία, και την Γαλλία, βρίσκονταν τα φασιστικά καθεστώτα της Ιταλίας και της Γερμανίας, αλλά και η Σοβιετική Ένωση. ταυτόχρονα ένα πλήθος χωρών στην ευρωπαϊκή ήπειρο διοικούνταν από ανελεύθερα, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, καθεστώτα. Η πολιτική του Hitler ήταν σαφής: «Η οριστική λύση [στο οικονομικό πρόβλημα της Γερμανίας] βρίσκεται στην επέκταση του ζωτικού μας χώρου, που σημαίνει αύξηση των πρώτων υλών και επέκταση της τροφικής βάσης του έθνους μας». Ο μεσοπόλεμος, δεν ήταν παρά μια ανακωχή στον ευρωπαϊκό εμφύλιο πόλεμο. 3. Η κρίση του 1929 και η Ελλάδα 3.1. Η χώρα μας ακολουθούσε τον κανόνα από το 1928, και η δραχμή προσδέθηκε στην χρυσή λίρα (και στη στερλίνα) στην σχέση 1 λίρα = 375 δραχμές. Η αποδοχή του κανόνα χρυσού συναλλάγματος ήταν απαραίτητη για να έχει κάποιο κράτος πρόσβαση στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, που με τη σειρά της ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την εκτέλεση των μεγάλων παραγωγικών έργων της περιόδου 1928-32, της δεύτερης βενιζελικής διακυβέρνησης. Κάνοντας μια εκ των υστέρων αποτίμηση η Τράπεζα της Ελλάδος αναφέρεται στο «παράδοξο» της εποχής εκείνης, στο γεγονός δηλαδή ότι «ενώ με τα μεγάλα παραγωγικά έργα εγκαινιαζόταν στην ουσία πολιτική οικονομικής ανάπτυξης, η συνέχιση της πολιτικής του χρυσού κανόνα υποχρέωνε την ΤτΕ να εφαρμόζει έντονη αντιπληθωριστική πολιτική».

11

Golden Fetters, Oxford University Press, 1995.


17 Η περίοδος αυτή τελείωσε λίγες μέρες μετά την έξοδο της αγγλικής λίρας από τον κανόνα την οποία ακολούθησε και η ελληνική κυβέρνηση. Την απόσυρση από τον κανόνα ακολούθησε υποτίμηση της δραχμής, και η στερλίνα ανέβηκε από τις 375 (1931) στις 473 (1932) και στ η συνέχεια στις 596 δραχμές (1933). Η υποτίμηση αυτή όμως δεν συνοδεύθηκε από αντίστοιχη αύξηση του πληθωρισμού, ο οποίος το διάστημα 1932-33 αυξήθηκε συνολικά κατά 15%. Η νέα ισοτιμία της δραχμής διευκόλυνε την ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγής, καθιστούσε όμως αδύνατη την εκπλήρωση των, σε ξένο νόμισμα, υποχρεώσεων που είχε αναλάβει το ελληνικό κράτος το προηγούμενο διάστημα. Η αναστολή των πληρωμών ήταν αναπόφευκτη, όπως και ο αποκλεισμός από τις διεθνείς χρηματαγορές που την ακολούθησε. 3.2. Η Ελλάδα επέβαλλε περιορισμούς στις εισαγωγές τον Μάιο του 1932 και αντιμετωπίζοντας προβλήματα διάθεσης του κυριότερου εξαγωγικού της προϊόντος, του καπνού, στις διεθνείς αγορές αποδέχθηκε, θέλοντας και μη, το σύστημα συμψηφισμών με αποτέλεσμα η οικονομία της να αρχίσει να προσδένεται όλο και περισσότερο με την γερμανική. Το ίδιο παρατηρείται και σε άλλες χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης που αντάλλασσαν τα προϊόντα τους, του πρωτογενούς τομέα, με τα βιομηχανικά προϊόντα της Γερμανίας. Η στροφή αυτή στον οικονομικό εθνικισμό ωφέλησε την ελληνική οικονομία καθώς οδήγησε σε μια προσπάθεια υποκατάστασης των εισαγωγών τόσο στα δημητριακά, όσο και σε εκείνα τα βιομηχανικά προϊόντα που μπορούσαν να παραχθούν στο εσωτερικό της χώρας. Και αυτό δεν ισχύει μόνο για την Ελλάδα αλλά και για αρκετές άλλες χώρες με χαμηλή εκβιομηχάνιση καθώς ο δευτερογενής τους τομέας μπόρεσε να αναπτυχθεί απαλλαγμένος από τις πιέσεις της διεθνούς αγοράς.

Ιβ: ΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΚΑΙ Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ Οι πρεσβύτεροί μας βούλιαξαν στο Λιμάνι της Σμύρνης, όχι μόνο τις δυνάμεις τους, αλλά και τα ιδανικά τους και την αυτοπεποίθησή τους. Στα 1922 έπαυσαν να έχουν εμπιστοσύνη στην Ελλάδα (Γ. Θεοτοκάς, Ελεύθερο Πνεύμα) 1. ΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ Μετά την κατάρρευση του μετώπου στην Μικρά Ασία και την διάλυση των εκεί ελληνικών κοινοτήτων έφθασαν στη χώρα, κάτω από άθλιες συνθήκες, πάνω από ένα εκατομμύριο πρόσφυγες. Στην απογραφή του 1928 καταμετρούνται 1.070.000. σ’ αυτούς θα πρέπει να προσθέσουμε άλλες 150.000 που είχαν έρθει πριν την καταστροφή: 1,2 εκατομμύρια λοιπόν επιπλέον άνθρωποι σε μια χώρα που το 1920 δεν αριθμούσε συνολικά παρά 5 εκατομμύρια άτομα. Από τους


18 πρόσφυγες αυτούς, οι μισοί έμειναν στην ύπαιθρο και οι άλλοι μισοί στις πόλεις.12 Πέρα από την αντιμετώπιση, όπως έγινε,13 των άμεσων προβλημάτων σίτισης και στέγασης,14 έμενε το ζήτημα της μονιμότερης ένταξης των προσφύγων στην συνολική ζωή του τόπου, εγχείρημα που υπερέβαινε κατά πολύ οτιδήποτε είχε πράξει, μέχρι τότε, το ελληνικό κράτος. Χρήματα στο Δημόσιο Ταμείο δεν υπήρχαν, και μάλιστα πέντε μήνες νωρίτερα, τον Μάρτιο του 1922, η κυβέρνηση είχε αναγκαστεί, προκειμένου να χρηματοδοτήσει τις πολεμικές δαπάνες, να προχωρήσει σε έκδοση αναγκαστικού δανείου με την διχοτόμηση του χαρτονομίσματος. Το ένα κομμάτι ανταλλάχθηκε με νέο χαρτονόμισμα, που είχε την μισή ονομαστική αξία, και το άλλο με έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου 15 τα οποία, λόγω του πληθωρισμού που ακολούθησε γρήγορα απαξιώθηκαν. 16 Κάτω από αυτές τις συνθήκες έλλειψης εμπιστοσύνης, η απόπειρα προσφυγής στον εσωτερικό δανεισμό δεν είχε κανένα νόημα, και αν ακόμα υποθέσουμε ότι τα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας διέθεταν τα αναγκαία ποσά. Μόνη λύση απέμενε ο δανεισμός από το εξωτερικό, πράγμα που έγινε κατορθωτό μόλις τον Δεκέμβριο του 1924, υπό την εγγύηση της Κοινωνίας των Εθνών. Το ποσόν του δανείου, που διατέθηκε αποκλειστικά για τους πρόσφυγες, ήταν 10 εκατ. στερλίνες, με επιτόκιο 7% ή 2,5 δις δρχ. με την τρέχουσα ισοτιμία,17 και ήταν το μεγαλύτερο που συνήψε το ελληνικό δημόσιο στην διάρκεια του μεσοπολέμου. Πέρα από τους αριθμούς όμως, αυτό που μας ενδιαφέρει είναι το τι πραγματικά αντιπροσώπευε εκείνο το ποσό. Για να έχουμε λοιπόν μια ιδέα, αυτά τα 2,5 δις θα πρέπει να συγκριθούν με τα 7,5 δις που εκτιμάται η αξία του συνόλου της αγροτικής παραγωγής το 1928 ή τα 4,5 περίπου ΕΣΥΕ, 1931. Στους πρώτους εννέα μήνες υπολογίζεται ότι πέθαναν 70.000 άτομα: Μητροφάνης, σ. 141. Σύμφωνα με ένα άρθρο του πολιτευτή του Φιλελεύθερου Κόμματος Εξηντάρη στο Ελεύθερον Βήμα της 8/8/1923, η κατάσταση των προσφύγων ήταν οικτρή: «Ο προηγούμενος βαρύς χειμών εθέρισε κατά χιλιάδας τον προσφυγικόν κόσμον, ιδιαιτέρως τα βρέφη και τα μικρά παιδία, εις βαθμόν ώστε εις πολλάς περιφερείας, να μην δύναται να συναντήση τις ουδέ ένα παιδί κάτω των τριών ετών». Το 1923-24, μόνο στις προσφυγικές κατασκηνώσεις της Θεσσαλονίκης επί 14.000 ατόμων τα 5.200 προσβλήθηκαν από ελονοσία και 320 πέθαναν. Οι προσφυγικές συγκεντρώσεις Γιαννιτσών, Κιλκίς, Κατερίνης έχασαν το 1/5 του πληθυσμού τους, όχι μόνο λόγω ελονοσίας αλλά και δυσεντερίας ή τύφου, λόγω μολυσμένου νερού. Ως συνέπεια όλων των παραπάνω εξαπλώθηκε και η φυματίωση: Ελεύθερον Βήμα, 5/11/1927. 14 Με εράνους, επιτάξεις κατοικιών, χρήση δημοσίων κτιρίων, εκκλησιών κλπ. 15 Εικοσαετούς διάρκειας, με επιτόκιο 6,5%..Το «δάνειο» αυτό απέφερε στην κυβέρνηση 1,2 δισεκατομμύρια δραχμές ή, με την ισοτιμία που ίσχυε τον Μάρτιο του 1922, 12 εκατομμύρια στερλίνες: Α. Ζητρίδης (επιμ.), Τα πρώτα πενήντα χρόνια της Τραπέζης της Ελλάδος, Αθήνα 1978, σ. 33. Στο εξής η αναφορά σε αυτή τη συλλογική, και πολύ σημαντική, εργασία θα γίνεται με την συντομογραφία ΤτΕ. 16 Το 1922 ο πληθωρισμός ήταν 60% και την επόμενη χρονιά ανέβηκε στο 86%. ΕΣΥΕ, 1939. Ο τρόπος αυτός κάλυψης του ελλείμματος, που επρόκειτο να επαναληφθεί το 1926, είχε ήδη ληφθεί στην Ουγγαρία και ήταν ιδέα του τότε υπουργού οικονομικών Πρωτοπαπαδάκη, που αμέσως, βέβαια, μετονομάστηκε σε Πρωτοψαλιδάκη: Ελεύθερον Βήμα, 22/3/1922. 17 ΤτΕ, σ. 22. 12 13


19 δις της βιομηχανικής παραγωγής για το ίδιο έτος. 18 δηλαδή, το 20% της εκτιμώμενης αξίας του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα, εκτός της κτηνοτροφίας. Εφοδιασμένη με το ποσόν αυτό, αλλά και με την βεβαίωση του δημοσίου ότι θα της παραχωρούσε τουλάχιστον πέντε εκατομμύρια στρέμματα καλλιεργήσιμης γης, η Επιτροπή Αποκατάστασης των Προσφύγων ξεκίνησε τις εργασίες της. 19 Οι πρόσφυγες χωρίστηκαν σε δύο μεγάλες ομάδες: όσοι ήταν αγρότες πριν την Έξοδο, θα έπαιρναν αγροτικούς κλήρους από τη γη που είχε υποσχεθεί η κυβέρνηση, ενώ για τους αστούς πρόσφυγες σχεδιαζόταν προγράμματα οικιστικής και επαγγελματικής αποκατάστασης. Οι περισσότεροι από τους πρώτους εγκαταστάθηκαν στην Μακεδονία, στα κτήματα που είχαν αφήσει πίσω τους οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί που εγκατέλειψαν την περιοχή στη διάρκεια του πολέμου, ή αμέσως μετά,20 ενώ τους δεύτερους απορρόφησαν κυρίως το πολεοδομικό συγκρότημα της πρωτεύουσας και η Θεσσαλονίκη. Κάπως πιο αναλυτικά στοιχεία δίνονται στον πίνακα που ακολουθεί. Μετά την (οριστική;) εγκατάστασή τους οι πρόσφυγες αποτελούν το μισό σχεδόν του πληθυσμού της Μακεδονίας, το 1/3 των κατοίκων της Θράκης. υπάρχουν μάλιστα και Νομοί, της Δράμας, της Καβάλας και της Πέλλας που αποτελούν την πλειονότητα. Αλλού πάλι, το προσφυγικό στοιχείο είναι ουσιαστικά ανύπαρκτο, όπως στα Ιόνια, τις Κυκλάδες την Πελοπόννησο και την Ήπειρο.

Η ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΠΕΡΙΟΧΗ / ΠΟΛΗ Στερ. Ελλάδα Θεσσαλία Ιόνια Νησιά Κυκλάδες Πελοπόννησος Μακεδονία Ηπειρος Νησιά Αιγαίου Κρήτη Δυτ. Θράκη ΣΥΝΟΛΟ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ (χιλ) 306 34 3 4 28 638 8 56 33 107 1221

% ΤΟΥ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ 19,2 7,0 1,5 3,6 2,6 45,1 2,6 18,3 8,7 35,4 19,6

Αθήνα (Δήμος)

129

28,1

Για τις αξίες της βιομηχανικής και αγροτικής παραγωγής, Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι., σ. 11 και 78. Οι υπολογισμοί είναι σε σταθερές τιμές του 1924, σύμφωνα με τον τιμάριθμο της ΕΣΥΕ του έτους 1939. 19 Είχε ιδρυθεί από τον Νοέμβριο του 1923, υπό την διεύθυνση του πρώην αμερικανού πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη H. Morgenthau. 20 Από την Ελλάδα, πριν και μετά τις επίσημες συνθήκες για την ανταλλαγή των πληθυσμών, είχαν φύγει 620 χιλιάδες άτομα, από τα οποία 101 χιλιάδες προς την Βουλγαρία: Πετμεζάς, σ. 191. 18


20 Καλλιθέα Πειραιάς Θεσσαλονίκη Δράμα Καβάλλα Γιανιτσά Σέρρες Αλεξανδρούπολη

15 101 117 22 28 7 14 8

52,3 40,2 47,8 70,2 56,8 58,3 50,4 58,9

ΕΣΥΕ, 1931. Πρόκειται για στοιχεία της Απογραφής του 1928, της τελευταίας πριν από τον πόλεμο που διαθέτουμε.

εκεί η αγροτική γη βρισκόταν ήδη στα χέρια ελλήνων καλλιεργητών21, οι πληθυσμιακές πυκνότητες σε σχέση με τις εκτάσεις που ήταν δυνατόν να καλλιεργηθούν υψηλές και η εγκατάσταση νέων πληθυσμών αδύνατη. Στον αστικό χώρο, όπως είναι φυσικό, η Αθήνα με τον Πειραιά από τις πόλεις της Παλαιάς Ελλάδας, της Ελλάδας πριν τους Βαλκανικούς Πολέμους, δέχθηκαν την μεγαλύτερη πίεση. Ο Δήμος της Αθήνας βλέπει τον πληθυσμό του να αυξάνει από 292 σε 395 χιλιάδες ανάμεσα στο 1920 και το 1928, του Πειραιά από 133 σε 192 χιλιάδες. Δίπλα στα παλιά ιστορικά κέντρα νέες συνοικίες, παραγκουπόλεις στην αρχή, παρουσιάζονται: το Περιστέρι, η Νέα Ιωνία, το Αιγάλεω22, η Νίκαια, το Κερατσίνι, η Δραπετσώνα κ.ά. Η περίπτωση της Θεσσαλονίκης,23 είναι διαφορετική: αν στις πόλεις του Παλαιού Βασιλείου νέοι κάτοικοι έρχονται να προστεθούν στους προϋπάρχοντες, στη Θεσσαλονίκη θα πρέπει να προσθέσουμε και τη φυγή των ντόπιων μουσουλμάνων γεγονός που αλλάζει ριζικά την εικόνα της πόλης.24 Η εγκατάσταση δεν ήταν εύκολη υπόθεση, ιδιαίτερα στην ύπαιθρο. Ο πρόεδρος της Επιτροπής Αποκαταστάσης γράφει ότι «ατελείωτες διαμάχες προέκυψαν ανάμεσα στους γηγενείς ενοικιαστές και τους πρόσφυγες εποίκους σχετικά με την ιδιοκτησία των εδαφών που οι πρώτοι χρησιμοποιούσαν από κοινού επί αιώνες. Σχεδόν κάθε νέα οικογένεια που εγκαθίστατο στη Μακεδονία αποτελούσε αφορμή για μια διαμάχη για τα όρια των αγροκτημάτων».25

Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήταν πάντα στην ιδιοκτησία τους, πχ. στα Ιόνια και την Ήπειρο κυριαρχούσε η μεγάλη ιδιοκτησία. 22 Μπουρνόβα 2002. 23 Όπως και των άλλων πόλεων της Μακεδονίας. 24 Η εικόνα της πόλης άλλαξε βέβαια μετά την πυρκαγιά του 1917, που αποτέφρωσε το μεγαλύτερο τμήμα της. Μένοντας στα πληθυσμιακά όμως, στην απογραφή του 1913, ο συνολικός πληθυσμός έφθανε τους 157 χιλ. ανθρώπους, από τους οποίους 40 χιλ. καταγράφηκαν ως Έλληνες, 45 χιλ. ως μουσουλμάνοι και 62 χιλ. ως Εβραίοι. Οι περισσότεροι μουσουλμάνοι είχαν ήδη εγκαταλείψει την πόλη το 1917 και αντικατασταθεί από πρόσφυγες: Mazower 2006, σ. 363. 25 Morgenthau, σ. 379. 21


21 Μα και στις πόλεις, καθώς οι πρόσφυγες, τουλάχιστον μέχρι το 1930, ήταν στην μέγιστη πλειονότητά τους βενιζελικοί, 26 αντιμετώπιζαν την εχθρότητα των φιλοβασιλικών ντόπιων που κυριαρχούσαν στην Παλαιά Ελλάδα και έβλεπαν με την παρουσία τους να μεταβάλλεται το εκλογικό αποτέλεσμα. Η αντιπαλότητα βασιλικών / βανιζελικών θα διαρκέσει μέχρι την κατοχή, οπότε θα επισκιαστεί από μια άλλη, ασύγκριτα βιαιότερη, μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς.

2. Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ Αυτά τα πέντε εκατομμύρια στρέμματα, στα οποία αναφερθήκαμε παραπάνω, που είχε δεσμευθεί το ελληνικό κράτος να θέσει στη διάθεση της Επιτροπής Αποκατάστασης ήταν μεγάλες ιδιοκτησίες στην Μακεδονία, την Ήπειρο και τη Θράκη, που πριν τους πολέμους ανήκαν σε Οθωμανούς οι οποίοι είχαν εγκαταλείψει τη χώρα. Προκειμένου να αποφευχθεί η πιθανή πώληση αυτών των γαιών από τους πρώην κυρίους τους, σε τιμή πολύ μικρότερη της αξίας τους, και η αγορά τους από έλληνες κεφαλαιούχους, 27 οι κυβερνήσεις, αμέσως μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, είχαν απαγορεύσει οποιαδήποτε μεταβίβαση ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων που αφορούσαν αυτές τις περιουσίες. 28 Το κράτος λοιπόν, σ’ αυτή την περίπτωση, δεν ήρθε σε σύγκρουση με κάποια ήδη σχηματισμένη ομάδα μεγάλων γαιοκτημόνων. έδρασε όμως αποτρεπτικά και εμπόδισε τον σχηματισμό της. Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΚΑΙ ΑΚΤΗΜΟΝΩΝ ΑΚΤΗΜΟΝΕΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΣΥΝΟΛΟ ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΤΗΜΑΤΩΝ (α) (β) (α) (β) (α) (β) Μακεδονία – Θράκη 471 1.560 40,8 4.600 129,9 6.160 170,7 Ηπειρος Θεσσαλία 943 2.628 77,9 191 3,5 2.819 81,4 Στερεά Ελλάδα Εύβοια 253 675 18,8 127 19,8 802 38,6 Πελοπόννησος 49 33 1,7 8 1 41 2,7 Νησιά Αιγαίου 11 44 0,8 16 0,9 60 1,7 Κρήτη 2 2 0,1 91 4,9 93 5 Κυκλάδες Επτάνησα Σύνολο 1.729 4.945 140,3 5.035 145,6 9.980 285,9 Ξένων Υπηκόων 110 208 7 208 7 ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ 1.839 5.154 147,3 5.035 145,6 10.189 292,9

«Όταν τον Ιούνιο του 1930 οι κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας αποφάσισαν να πάρει η καθεμία στην κατοχή της τις ακίνητες περιουσίες που άφησαν πίσω τους οι πρόσφυγες της άλλης πλευράς, η μέχρι λατρείας αφοσίωση των προσφύγων στον Βενιζέλο άρχισε να ξεθωριάζει, καθώς έγινε φανερό σε όλους ότι τα σύνορα είχαν διευθετηθεί οριστικά»: Δαφνής, τ. Β΄, σ. 64. 27 Όπως είχε συμβεί μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας: Μπουρνόβα – Προγουλάκης, σ. 70. 28 Πετμεζάς, σ. 195. 26


22 (α) Καλλιεργήσιμη έκταση σε χιλ. στρέμματα. (β) Αριθμός οικογενειών, σε χιλιάδες. Σ. Πετμεζάς, «Αγροτική οικονομία» στο Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα, τ. Β1, σ. 196 – 197.

Το σε ποίους, τελικά, θα δίνονταν αυτή η γη και μέσα από ποίες διαδικασίες παρέμενε σε εκκρεμότητα μέχρι την άφιξη των προσφύγων. Όμως, η κατάργηση της μεγάλης γαιοκτησίας σε όλη τη χώρα και η αποκατάσταση των γηγενών ακτημόνων είχε ήδη αποφασιστεί από την Επαναστατική Κυβέρνηση του Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη, το 1917,29 συμπεριλαμβάνοντας και τα τσιφλίκια της Θεσσαλίας, τις μόνες μεγάλες γαιοκτησίες που υπήρχαν στο ελληνικό κράτος μέχρι το 1912. Η απαλλοτρίωση αφορούσε όλα τα κτήματα άνω των 100 στρεμμάτων, 30 και ξεκίνησε με πολύ αργούς ρυθμούς. τα πράγματα άλλαξαν όμως στη συνέχεια, όταν ήρθαν οι πρόσφυγες. Μέχρι το 1938 είχαν αποκατασταθεί 150 χιλ. οικογένειες γηγενών ακτημόνων και άλλες τόσες οικογένειες προσφύγων, περίπου 1,2 εκ. άτομα σε ένα σύνολο αγροτικού πληθυσμού που δεν ξεπερνούσε τα 3,5 εκ. Το 35% των χωρικών ήταν νέοι ιδιοκτήτες, ντόπιοι ή πρόσφυγες.. η γη που τους δόθηκε αντιπροσώπευε το ίδιο ποσοστό στο σύνολο της χρήσιμης αγροτικής επιφάνειας της χώρας. Αντιστοιχούσαν 35 στρέμματα σε κάθε οικογένεια άλλοτε λιγότερα και άλλοτε περισσότερα, ανάλογα με την αξία της παραγωγής των τελευταίων ετών που είχε ο κάθε κλήρος. 31 Ήταν λίγα, και θα δούμε στη συνέχεια τα προβλήματα που προκαλούσε η στενότητα γης στην αγροτική παραγωγή, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο έγινε προσπάθεια να επιλυθούν. Ας μείνουμε προς το παρόν στα κοινωνικά παρεπόμενα: ο συνδυασμός της κυριαρχίας της μικρής ιδιοκτησίας στην Παλαιά Ελλάδα και της αγροτικής μεταρρύθμισης στις Νέες Χώρες είχε ως αποτέλεσμα το 80% των αγροτών να είναι συγχρόνως και ιδιοκτήτες της γης που καλλιεργούσαν. 32 Οι παλαιοί ιδιοκτήτες αποζημιώθηκαν με το 20πλάσιο της υπολογιζόμενης ετήσιας προσόδου των κτημάτων τους, σε ομόλογα του Δημοσίου, ενώ οι δικαιούχοι θα αποπλήρωναν την ίδια αξία, επίσης με 20 ετήσιες δόσεις στο Δημόσιο Ταμείο. Ούτως ή άλλως, αυτές οι διευθετήσεις μικρή σημασία είχαν

Το 1916 ο Βενιζέλος, με την στήριξη των συμμάχων είχε δημιουργήσει στη Θεσσαλονίκη Προσωρινή Επαναστατική Κυβέρνηση με σκοπό να εξαναγκάσει τον βασιλιά σε παραίτηση και να οδηγήσει την Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό της Entente. 30 Αλλά δεν εφαρμόστηκε με αυστηρότητα. 31 Έτσι, οι καπνοπαραγωγοί πήραν πολύ μικρούς κλήρους. και εγκλωβίστηκαν σ’ αυτούς, αδυνατώντας να αλλάξουν καλλιέργεια αν η ζήτηση (και οι τιμές) για το προϊόν έπεφταν. Στο Ελεύθερον Βήμα της 8/1/1926 επισημαίνεται ότι αρκούν οκτώ στρέμματα με καπνό για να τραφεί μία οικογένεια, κάτι που δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί με οποιαδήποτε άλλη καλλιέργεια. 32 Κωστής 1987, τ.ΙΙ, σ. 101. 29


23 λόγω του πληθωρισμού που μείωσε κατά πολύ τόσο τις απολαβές των πρώτων όσο και τις πληρωμές των αγροτών.33 Η αγροτική μεταρρύθμιση ήταν η ριζοσπαστικότερη από όσες πραγματοποιήθηκαν στην Ευρώπη μετά τον Μεγάλο Πόλεμο,34 και τα οκτώ εκατομμύρια νεκρούς που προκάλεσε, καθώς οι κυρίαρχες τάξεις βρισκόταν κάτω από τον φόβο της συμμαχίας μεταξύ αγροτών και εργατών και της ανατροπής τους.35 Στην Ελλάδα τέτοιος φόβος δεν υπήρχε,36 όπως δεν υπήρχε και ο κίνδυνος συμμαχίας ανάμεσα στους γηγενείς φτωχούς των πόλεων και της υπαίθρου με τους πρόσφυγές, γιατί οι τελευταίοι, για κάμποσα χρόνια, ήταν απομονωμένοι από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Όμως, θα ήταν παράλογο το ελληνικό κράτος να δημιουργήσει στα καινούργια εδάφη του μεγάλους γαιοκτήμονες, όταν παντού στην Ευρώπη τα υπολείμματα αυτής της κοινωνικής ομάδας συρρικνωνόταν. Άλλωστε, η μικρή αγροτική ιδιοκτησία ήταν η κοινωνική του σφραγίδα από την στιγμή της ίδρυσής του. και αν ήταν οι Φιλελεύθεροι αυτοί που πραγματοποίησαν τη μεταρρύθμιση, οι κύριοι αντίπαλοί τους, οι βασιλικοί, δεν προσπάθησαν ποτέ να την αμφισβητήσουν.

Ια: Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 1. ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Ο έλληνας αγρότης κατά την διάρκεια του μεσοπολέμου, αλλά και πολύ αργότερα, αντιμετώπιζε μονίμως δύο προβλήματα: α) την αστάθεια των καιρικών φαινομένων. Αν αυτή είναι η μοίρα των αγροτών σε όλο τον κόσμο, στην χώρα μας παίρνει μια ιδιαίτερη μορφή, όπως παρατηρούσαν οι γεωπόνοι, αυτήν της «υδατικής ακαταστασίας» του κλίματος σε σχέση με την παραγωγή: έλλειψη επαρκών βροχών στις αρχές της άνοιξης για τα σιτηρά και κατά το καλοκαίρι για τις άλλες καλλιέργειες. Η κατάσταση θα μπορούσε να βελτιωθεί με την άρδευση των εκτάσεων στις οποίες καλλιεργούνται τα σιτηρά αλλά «τούτο είναι άγνωστον [το 1939] σχεδόν εν Ελλάδι». 37 Έργα σαν αυτά που περιγράφονται πιο πάνω μπορεί να μην πραγματοποιήθηκαν, καθώς ήταν ιδιαίτερα δαπανηρά. Εξάλλου αυτό που προείχε ήταν η αποστράγγιση των ελών που θα παρέδιδε αναξιοποίητη μέχρι τότε γη στην καλλιέργεια και θα βοηθούσε στην αντιμετώπιση της ελονοσίας, που μάστιζε τις βόρειες περιοχές της χώρας. Και αυτού του τύπου έργα έγιναν, ιδιαίτερα την περίοδο 1928-32, κατά την δεύτερη περίοδο διακυβέρνησης του Αυτό ισχύει βέβαια για τους Έλληνες ιδιοκτήτες. Όσον αφορά τους οθωμανούς το ζήτημα διευθετήθηκε στα πλαίσια της συμφωνίας του 1930 ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 10/2/1929. 34 Αγροτική μεταρρύθμιση πραγματοποιήθηκε σε 12 συνολικά χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης και αφορούσε το 11% του συνολικού εδάφους: Aldcroft, σ. 36. 35 Mazower 2001, σ. 30. 36 «Η τάξις των γαιοκτημόνων δεν υπάρχει πλέον. Από της Πελοποννήσου μέχρι των Θρακικών συνόρων κυριαρχεί η μικρά ιδιοκτησία»: Οικονομικός Ταχυδρόμος, ό.π. 37 Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 71. 33


24 Βενιζέλου, στις πεδιάδες της Θεσσαλονίκης, της Δράμας και των Σερρών αποδίδοντας στην καλλιέργεια 780.000 στρέμματα και προφυλάσσοντας από τις πλημμύρες άλλα 1.075.000, που μοιράστηκαν σε 28.000 οικογένειες.38 ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΑΓΡΟΚΤΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΤΑΣΗ, 1928 ΕΚΤΑΣΗ < 10 στρ 10-49 στρ 50-99 στρ 100-199 στρ 200-500 στρ > 500 στρ ΣΥΝΟΛΟ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ 359.419 468.103 85.803 27.648 9.534 2.860 953.367

% 37,7 49,1 9,0 2,9 1,0 0,3 100,0

ΕΣΥΕ, 1931.

β) το μικρό μέγεθος του κλήρου του. Αν και η Ελλάδα δεν είναι πυκνοκατοικημένη, το 77% της επιφάνειάς της καταλαμβάνεται από όρη τα οποία, εκτός του ότι δεν προσφέρονται για καλλιέργεια, 39 εμποδίζουν τις συγκοινωνίες μεταξύ των ηπειρωτικών περιοχών και ανεβάζουν το κόστος μεταφοράς των προϊόντων.40 Σύμφωνα με τους Mazoyer και Roudart, πριν την εκβιομηχάνιση της γεωργίας, πριν δηλ. την χρησιμοποίηση μηχανών και χημικών λιπασμάτων, για την παραγωγή 1.000 κιλών σιτηρών που ήταν απαραίτητα για την διατροφή μιας πενταμελούς οικογένειας, ήταν αναγκαία τουλάχιστον 30 στρέμματα γης, με την προϋπόθεση ότι το καλλιεργητικό σύστημα ακολουθούσε την τριετή αγρανάπαυση.41 Η διετής αγρανάπαυση έδινε μεγαλύτερες αποδόσεις ανά καλλιεργούμενο στρέμμα, όπως φαίνεται όμως μόνο μια μειονότητα των γεωργών είχε την πολυτέλεια να αφήνει το μισό του συνόλου των εδαφών τους έξω από την παραγωγική διαδικασία. Η μεγάλη πλειονότητα, αντίθετα, καλλιεργούσε το κτήμα με το σύστημα της τριετούς αγρανάπαυσης, αυξάνοντας

Πετμεζάς, σ. 233. Αν και η πληθυσμιακή πυκνότητα ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο είναι ίδια με αυτή των άλλων βαλκανικών χωρών (51 κάτοικοι / τ.χ.), η πυκνότητα ανά καλλιεργούμενο τ.χ. (245 κάτοικοι) είναι υπερδιπλάσια. Η μεγάλη μάλιστα ετήσια αύξηση του πληθυσμού (90 χιλιάδες) δημιουργούσε πρόβλημα: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 12/11/1933. 40 Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 19. 41 σ. 333. Πριν την χρησιμοποίηση χημικών λιπασμάτων η αγρανάπαυση, η διακοπή δηλ. της καλλιέργειας του αγρού για κάποιο χρονικό διάστημα, συνήθως ένα έτος, ώστε να ανακτήσει την παραγωγικότητά του, ήταν απαραίτητη. Στη διετή αγρανάπαυση το κτήμα χωρίζονταν σε δύο μέρη από τα οποία το ένα έμενε ακαλλιέργητο, για να χρησιμοποιηθεί την επόμενη χρονιά, Στην τριετή αγρανάπαυση το κτήμα χωρίζονταν σε τρία μέρη: αυτό που καλλιεργούταν με στάρι, ένα δεύτερο που καλλιεργούταν με δεύτερα δημητριακά πχ. καλαμπόκι, ή όσπρια, και ένα τρίτο που έμενε ακαλλιέργητο. 38 39


25 μεν την συνολική παραγωγή, μειώνοντας όμως τις ανά στρέμμα αποδόσεις που ήταν, με την εξαίρεση της Πορτογαλίας, οι χαμηλότερες της Ευρώπης. 42 Ακόμα και με την οργάνωση της παραγωγής με βάση το σύστημα της τριετούς αγρανάπαυσης όμως, είναι φανερό ότι πάνω από το 1/3 των αγροτών ήταν αδύνατο να επιτύχουν αυτάρκεια σε δημητριακά, καθώς διέθεταν μικροσκοπικούς κλήρους, μικρότερους από 10 στρέμματα. Λύση θα μπορούσε να δώσει είτε η παραγωγή εμπορευματικών καλλιεργειών είτε η απόκτηση συμπληρωματικών εισοδημάτων: έγιναν και τα δύο με την συνέχιση της παραγωγής σταφίδας στην Πελοπόννησο, την εξάπλωση της παραγωγής καπνού στη Βόρεια Ελλάδα αλλά και την εποχιακή απασχόληση στη βιομηχανία, όπου αυτή υπήρχε.43 Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι το 20% των καλλιεργητών, οι φτωχοί των χωριών, εργαζόταν (και) σε γη που δεν ήταν ιδικτησία τους. 1.1. Η ΚΡΑΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ Αποτέλεσμα του μικρού μεγέθους του αγροτικού κλήρου ήταν οι δυσκολίες πρόσβασης στον τραπεζικό δανεισμό. Μέχρι την ίδρυση της Αγροτικής Τράπεζας, το 1929, οι ανάγκες σε χρήμα των αγροτών μέχρι την επόμενη σοδειά καλύπτονταν από τους εμπόρους της περιοχής, με το αζημίωτο βέβαια. Ας μην φανταστούμε τις μεταξύ τους σχέσεις σαν σχέσεις αγοραστών και πωλητών, όπως περιγράφονται στα κλασικά οικονομικά εγχειρίδια. Οι σχέσεις αυτές ήταν σχέσεις προσωπικές και δεν χρειάζεται να επιμείνουμε για το ποίο ήταν το υποδεέστερο μέλος. Η ρήξη του αγρότη με τον έμπορο συνεπαγόταν τον αποκλεισμό του από τους άλλους εμπόρους, την αδυναμία χρηματοδότησης σε μια κρίσιμη στιγμή, την δυσκολία διάθεσης του προϊόντος του. Η ίδρυση από το κράτος της ΑΤΕ, «απόλυτου εργαλείου παρέμβασης»44 στην αγροτική οικονομία, θα αλλάξει πολλά πράγματα στην ελληνική ύπαιθρο. Μπορούσε να δανείζει φθηνότερα από τις άλλες εμπορικές τράπεζες, γιατί σκοπός της δεν ήταν το κέρδος, αλλά επίσης γιατί δάνειζε όχι μόνο σε μεμονωμένους αγρότες αλλά επίσης σε συνεταιρισμούς, των οποίων τα μέλη ήταν συλλογικά υπεύθυνα για την εξόφληση του δανείου που έπαιρναν, μειώνοντας με τον τρόπο αυτό το λειτουργικό κόστος της τράπεζας. 45 ΕΣΥΕ, 1931. Ρηγίνος 1987, σ. 97. 44 Κωστής 2005, σ. 331. 45 Πάντως τα εμπορικά – τοκογλυφικά κυκλώματα δεν εξαλείφτηκαν από την μια μέρα στην άλλη. Το 1931, μια ιδιαίτερα δύσκολη χρονιά, η Υπηρεσία Συνεταιρισμών της ΑΤΕ γράφει προς τον Διοικητή Κ. Γόντικα: ότι «η τοκογλυφία που είχε εξαφανισθεί, κάνει την εμφάνισή της και πάλι. [Οι αγρότες] εστράφησαν προς τους καταφρονηθέντας μπακάληδες και προς τους εμπόρους, βιομηχάνους (...) Ευθύς ως οι έμποροι, βιομήχανοι και μπακάληδες ενόμισαν ότι έφθασαν το ανώτερον όριον δανεισμού και εσταμάτησαν, ο αγρότης εστράφη εις τον επίσης περιφρονηθέντα τοκογλύφον...»: Πρόντζας, σ. 193. Πέρα από τους παραπάνω, σύμφωνα με μια έρευνα του Οικονομικού Ταχυδρόμου (11/1/1931) την τοκογλυφία ασκούν και οι γιατροί «που μετατρέπουν τις επισκέψεις τους σε γραμμάτια ή δανείζουν μετρητά. Όπου δεν υπάρχουν δημόσια ιατρεία οι αγρότες 42 43


26 Οι συνεταιρισμοί «είναι δημιουργήματα νεώτατα εν Ελλάδι» και η σύστασή τους αρχίζει με την εφαρμογή του Νόμου 602 του 1914. Το 1939 φθάνουν τους 6.456, από τους οποίους οι 4.540 πιστωτικοί, οι 509 πώλησης και (μόνο) 569 παραγωγικοί. Την εποπτεία ανέλαβε, με τον ιδρυτικό της νόμο, η Αγροτική Τράπεζα.46 Οι χορηγήσεις της ΑΤΕ αυξάνουν συνεχώς κατά την δεκαετία του ’30: ανέρχονται στο 10% της αξίας της γεωργικής παραγωγής το 1935, αλλά φθάνουν στο 15% το 1938. Το ίδιο αυτό χρονικό διάστημα διαφαίνεται και μια προσπάθεια αλλαγής της δομής τους καθώς οι βραχυχρόνιες χορηγήσεις αποτελούν μεν την συντριπτική μάζα του δανεισμού, περιορίζονται όμως από το 90 στο 80% του συνόλου.47 Η κρατική παρέμβαση δεν σταματά όμως στην ίδρυση και λειτουργία της ΑΤΕ. Για τα σημαντικότερα αγροτικά προϊόντα δημιουργούνται οργανισμοί εποπτείας και παρέμβασης. Και, πρώτα από όλα για τα σιτηρά ιδρύεται, ήδη το 1926, η Κεντρική Επιτροπή Προστασίας Ελληνικής Σιτοπαραγωγής (ΚΕΠΕΣ) με σκοπό της συγκέντρωση των σιτηρών σε προκαθορισμένες τιμές, μεγαλύτερες από αυτές που διαμορφώνονταν στην αγορά, και την υποχρεωτική χρησιμοποίησή τους από της εγχώρια αλευροβιομηχανία.48 Εκτός από την ΚΕΠΕΣ δημιουργούνται ακόμα ο Οργανισμός Βάμβακος και το Καπνολογικό Ινστιτούτο, ενώ συνεχίζει την λειτουργία του ο προπολεμικός Αυτόνομος Σταφιδικός Οργανισμός. Πέρα από την ΑΤΕ και τους διάφορους αγροτικούς οργανισμούς, το ελληνικό κράτος προσπαθεί να ενισχύσει την μικρή ιδιοκτησία στην ύπαιθρο και με την φορολογική πολιτική που εφαρμόζει. Οι άμεσοι φόροι που πλήττουν τους πληθυσμούς της υπαίθρου μειώνονται, ως ποσοστό των συνολικών κρατικών εσόδων, από το 10 στο 3% ανάμεσα στο 1910 και το 1930, σε αντίθεση με εκείνους των πόλεων που αυξάνονται το ίδιο διάστημα. Το μεγάλο πρόβλημα όμως με το ελληνικό φορολογικό σύστημα είναι η καταθλιπτική κυριαρχία των έμμεσων φόρων που αποτελούσαν το 80% του συνόλου και συνέτειναν στην ανισοδιανομή του εισοδήματος.49 1.2. ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ, ΠΑΡΑΓΩΓΕΣ, ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ α) το εντυπωσιακότερο γεγονός στην διάρκεια του μεσοπολέμου ήταν η επέκταση του καλλιεργούμενου χώρου, με την παράλληλη αύξηση των αποδόσεων: από τα σχεδόν 12 εκ. στρέμματα καλλιεργούμενης γης το 1923-24 φτάνουμε τα 20 εκατομμύρια τις παραμονές του πολέμου, μια αύξηση κατά 80%. ξοδεύουν το 1/4 του εισοδήματός τους, σε γιατρούς ή φάρμακα. 46 Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 185. 47 Για την αξία της γεωργικής παραγωγής Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 78. για τις χορηγήσεις της ΑΤΕ: ΕΣΥΕ 1939. 48 Πετμεζάς, ό.π. Έτσι, το 1938 τιμή του εισαγόμενου σταριού στον Πειραιά ήταν 4,77 δρχ / κιλό και η τιμή παραγωγού 6,35 δρχ. Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 78. Την ίδια χρονιά η ΚΕΠΕΣ συγκεντρώνει το 30% του παραχθέντος σταριού. 49 Δερτιλής 1993, σ. 29.


27

Ένα τμήμα από αυτά τα οκτώ επιπλέον εκ. στρέμματα προέρχεται από τα έργα της περιόδου 1928-32, που πάντως δεν μπορεί να υπερέβαιναν τα 2 εκ. στρέμματα. Τα υπόλοιπα προέρχονται κυρίως από την επέκταση των δημητριακών σε λιγότερο γόνιμα εδάφη, ή την αντικατάσταση της διετούς από την τριετή αγρανάπαυση. Και τα δύο, θα περίμενε κανείς να μειώσουν τις αποδόσεις, αλλά όπως βλέπουμε αυτές αντιθέτως διπλασιάζονται: ειδικά στο στάρι η παραγωγή αυξάνεται από την αρχή στο τέλος της περιόδου από 50 σε 100 κιλά ανά στρέμμα. ΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, 1938-39/1923-24 1923-24 = 1 % ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΣΥΝΟΛΟΥ ΕΚΤΑΣΕΙΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Σιτηρά 1,8 1,0 2,7 2,1 Οσπρια 3,2 1,8 4,0 1,2 Καπνός 1,2 0,7 1,0 0,8 Βαμβάκι 5,2 3,0 5,0 1,0 Αμπέλια 1,5 0,8 2,1 1,4 Κορινθιακή Σταφίδα 1,1 0,6 0,8 0,7 Λάδι 1,6 ΣΥΝΟΛΟ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ 1,8 ΣΥΝΟΛΟ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ 1923-24 (χιλ. στρ) ΣΥΝΟΛΟ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ 1938-39 (χιλ. στρ.)

11.980 20.732

Οικονομική Επετηρίς, Ι. σ. 66. Οι υπολογισμοί δικοί μου.

ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΣΤΑΡΙΟΥ (1928) ΚΙΛΑ / ΧΩΡΑ ΣΤΡΕΜΜΑ Ελλάδα 67 Βουλγαρία 118 Γιουγκοσλαβία 146 Ρουμανία 98 Γαλλία Γερμανία Ιταλία Βρετανία

146 223 125 229


28 Ολλανδία

333

ΕΣΥΕ, 1931.

Υπάρχουν τρεις τουλάχιστον απαντήσεις γι’ αυτό το φαινομενικό παράδοξο. Η πρώτη έχει να κάνει με το συνηθισμένο στατιστικό λάθος, όταν υπολογίζει κανείς σε ποσοστά χωρίς να λαμβάνει υπόψη τα απόλυτα μεγέθη. Το 1928 ακόμα, οι επιδόσεις της ελληνικής γεωργίας ήταν πολύ χαμηλές, όχι μόνο συγκρινόμενες με αυτές της δυτικοευρωπαϊκής, αλλά και των γειτονικών μας βαλκανικών χωρών. Έτσι, οι βελτιώσεις που δείχνει ο πίνακας θα πρέπει να τοποθετηθούν στις σωστές τους αναλογίες. γι’ αυτόν τον λόγο άλλωστε και οι γεωπόνοι αντί να πανηγυρίζουν εμμένουν συνεχώς στις αδυναμίες της ελληνικής γεωργίας συγκρίνοντάς την με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές. Μια άλλη εξήγηση θα μπορούσε να εστιάσει στην χρησιμοποίηση (ή πιο σωστά: στην έναρξη χρησιμοποίησης) χημικών λιπασμάτων και τρακτέρ από τον έλληνα αγρότη. Χωρίς να θέλω να παραβλέψω τις, οπωσδήποτε θετικές συνέπειες που είχαν οι δύο αυτοί παράγοντες, παρ’ όλα αυτά τα μεγέθη είναι μικρά. Τι βάρος μπορούσαν να έχουν οι χίλιοι περίπου αγροτικοί ελκυστήρες, το 1939, ανάμεσα σε ένα εκατομμύριο αγροτικά νοικοκυριά;50 Ή τα πέντε κιλά χημικών λιπασμάτων ανά στρέμμα καλλιεργούμενης γης;51 Αν και δείχνουν την προσπάθεια εντατικοποίησης της εκμετάλλευσης του εδάφους, μάλλον βεβαιώνουν ότι βρισκόμαστε ακόμα μπροστά σε μια προβιομηχανική γεωργία. 52 Οι γεωπόνοι θα μπορούσαν επίσης να αποτελέσουν τμήμα μιας συνολικής απάντησης. Οι 400, μέχρι τον πόλεμο απόφοιτοι της Γεωπονικής Σχολής, που είχε ιδρυθεί το 1920 53 σίγουρα θα επηρέαζαν τη νοοτροπία των αγροτών ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ, 1924 & 1939 (χιλ. στρέμματα) 1923 1939 % % Σιτηρά 8.075 71,6 16.020 72,4 Οσπρια 428 3,8 1.706 7,7 Καπνός 615 5,5 843 3,8 Βαμβάκι 116 1,0 772 3,5 Αμπέλια 1.272 11,3 1.795 8,1 ΕΣΥΕ. Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 234. 52 «Η σιδερένια σβάρνα, σε πολλές περιπτώσεις, δεν έχει αντικαταστήσει ακόμα την ξύλινη. Το όργωμα παραμένει επιφανειακό και φθάνει δεν φθάνει τα 10 εκατοστά, ενώ στις αναπτυγμένες γεωργίες είναι το διπλάσιο»: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 12/11/1933. 53 Παναγιωτόπουλος, σ. 142. Το 1936, οι 105 από αυτούς εργαζόταν στην εταιρία Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων: Παπαστεφανάκη, σ. 41. Στις 28/5/1938 διαβάζουμε στον Οικονομικό Ταχυδρόμο μια ανακοίνωση σύμφωνα με την οποία, «η Ελλάς εισάγει την στιγμήν αυτήν περισσότερον ίσως από το ήμισυ των τροφών που της είναι απαραίτητοι. Όλοι οι πτυχιούχοι ανωτέρων ή μέσων γεωπονικών σχολών καλούνται να αναλάβουν υπηρεσία ως κοινοτικοί γεωπόνοι». 50 51


29 Κορινθιακή Σταφίδα ΣΥΝΟΛΟ Άλλες Καλλιέργειες ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ

600

5,3

640

2,9

11.106 178 11.284

98,4 1,6 100,0

21.776 356 22.132

98,4 1,6 100,0

Οικονομική Επετηρίς, ό.π .Οι «δενδρώδεις καλλιέργειες», ουσιαστικά η ελιά, απουσιάζουν από τον πίνακα. Στην απογραφή του 1928 κατείχαν το 8% των καλλιεργειών: Κωστής, 1987, τ. ΙΙ, σ. 75.

προτείνοντας αλλαγές και λύσεις, συνήθως με μικρό κόστος, που αύξαναν την παραγωγή. Κάποιοι από αυτούς πρότειναν την αλλαγή των ποικιλιών των σπόρων που, οι ίδιες πάντα, χρησιμοποιούταν από αμνημονεύτων χρόνων. 54 Φαίνεται πως τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά, αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει ο Διευθυντής του Ινστιτούτου Καλλιτερεύσεως των Φυτών. Σύμφωνα με αυτόν η βελτίωση της απόδοσης των δημητριακών κατά τα τελευταία έτη «δέον να αποδοθή, σχεδόν αποκλειστικώς, εις τας νέας ποικιλίας». 55 β) Κυρίαρχη καλλιέργεια είναι αυτή των δημητριακών: δεσμεύει το 70% του καλλιεργούμενου εδάφους, στην πραγματικότητα περισσότερο αν λάβουμε υπόψη και την αγρανάπαυση που καθιστά ανεκμετάλλευτο ένα σημαντικό τμήμα της καλλιεργήσιμης γης.56 Το να έχει κανείς τα απαραίτητα «στάρια» του, ακόμα και χρησιμοποιώντας εδάφη που είναι περισσότερο κατάλληλα για την παραγωγή άλλων προϊόντων, αποτελεί μια αναγκαιότητα για τους αγρότες της εποχής.57 Η εξάρτηση από την αγορά αντίθετα, για το βασικότερο είδος διατροφής, θα επιβάρυνε το κόστος του λόγω των εξόδων μεταφοράς και του κέρδους του εμπόρου. Ακόμη περισσότερο, το ιδανικό για τις αγροτικές μας οικογένειες θα ήταν να είναι αυτάρκεις, αν όχι

Ελεύθερον Βήμα, 2/1/1936. Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 85. 56 Με την αγρανάπαυση το συνολικό ποσοστό της γης που αφιερώνεται στα δημητριακά φθάνει το 80%, τουλάχιστον το 1928, οπότε 5,5 εκ. στρ. έμειναν νεκρά ενώ το σύνολο των καλλιεργούμενων εδαφών ήταν 14 εκ. στρέμματα. Για την αγρανάπαυση: Κωστής 1987, τ.ΙΙ, σ. 75. 57 Το 2000 η καλλιέργεια των δημητριακών, σύμφωνα με την ΕΣΥΕ, είχε περιοριστεί στο 40% των καλλιεργούμενων εδαφών. 54 55


30

ΟΙ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΤΑΡΙΟΥ (κιλά / στρέμμα) 120 100 80 60 40 20 1939

1938

1937

1936

1935

1934

1933

1932

1931

1930

1929

1928

1927

1926

1925

1924

1923

0

Οικονομική Επετηρίς, Ι, σ. 66.

σε όλα τα προϊόντα που καταναλώνουν, μιας και αυτό δεν είναι δυνατόν, τουλάχιστον στα είδη διατροφής. Όπου λοιπόν το έδαφος και το κλίμα το επιτρέπουν, δίπλα στα σταροχώραφα υπάρχουν οι απαραίτητες ελιές και το αμπέλι, συμπληρώνοντας την «μεσογειακή τριλογία» και συνεχίζοντας την πατροπαράδοτη οργάνωση του αγροτικού νοικοκυριού.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΣΤΑΡΙΟΥ: 1923 - 1938 (σε χιλ. τόνους) 1.600 1.400 1.200 1.000 800

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

600 400

1939

1937

1935

1933

1931

1929

1927

1925

1923

200 0

Οικονομική Επετηρίς, Ι, σ. 86.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Δερτιλή, εκεί που τα σιτηρά απουσιάζουν η αυτοκατανάλωση στο σύνολο της παραγωγής του αγροτικού νοικοκυριού υπολογίζεται στο 40%, για να ανέβει στο 70% όπου υπάρχει σιτοπαραγωγική δραστηριότητα.58

58

Δερτιλής 1993., σ. 160.


31 Βοηθός προς αυτή την κατεύθυνση, της επίτευξης δηλ. της σιτάρκειας, θα έλθει και το κράτος καθώς βλέπει τον νέο πόλεμο να πλησιάζει. Από την μεριά της κρατικής μηχανής, και όχι μόνο της ελληνικής, το ιδανικό θα ήταν η εγχώρια παραγωγή σιτηρών να μπορεί να θρέψει τον πληθυσμό της υπαίθρου και να αφήνει συγχρόνως ικανά πλεονάσματα ώστε να καλύπτει τις ανάγκες των πόλεων που, σε μεγάλο βαθμό τρέφονταν με εισαγόμενα δημητριακά . και αν αυτό δεν έγινε κατορθωτό, τα αποτελέσματα πάντως ήταν σίγουρα ικανοποιητικά.59 Με βάση τις αποδόσεις στο στάρι, η ελληνική ύπαιθρος έζησε δύο διαφορετικές περιόδους στη διάρκεια του μεσοπολέμου: στην πρώτη, από το 1923 έως το 1931, η ακαθάριστη παραγωγή60 ανερχόταν κατά μέσο όρο στα 60 κιλά για κάθε καλλιεργούμενο στρέμμα. στη δεύτερη, από το 1932 μέχρι το 1939, η παραγωγή έχει αυξηθεί κατά 50% και φθάνει τα 90 κιλά. Με την υπόθεση ότι ο αριθμός των μελών του νοικοκυριού είχε μείνει σταθερός και το κτήμα δεν είχε μειωθεί, λόγω της κληρονομικής κατάτμησης που συνεπάγεται η αύξηση του πληθυσμού, η εξάρτηση από την αγορά είχε ελαττωθεί σημαντικά και η διατροφή των ανθρώπων είχε βελτιωθεί. Στην πραγματικότητα όμως, και πέρα από τις μεταβολές που προκαλεί ο βιολογικός κύκλος ζωής του νοικοκυριού, ο αγροτικός πληθυσμός της χώρας την δεκαετία του ’30 αυξήθηκε κατά 13%.,61 απορροφώντας ένα τμήμα της αύξησης της παραγωγής που είχε κερδηθεί από την καλύτερες αποδόσεις. Αφήνοντας τα στάρια, το λάδι και το κρασί που παράγονται πρώτα απ’ όλα για να καλύψουν τις ανάγκες του ίδιου του νοικοκυριού, περνάμε στα τρία προϊόντα που προορίζονται σχεδόν εξολοκλήρου για εμπορευματοποίηση, δηλαδή την κορινθιακή σταφίδα, τον καπνό και το βαμβάκι. το τελευταίο προορίζεται μόνο για την εσωτερική αγορά, τα δύο πρώτα ουσιαστικά αποτελούν, στο μεσοπόλεμο, τα μόνα εξαγώγιμα προϊόντα της ελληνικής οικονομίας. Η σταφίδα αντιμετωπίζει προβλήματα διάθεσης στις διεθνής αγορές, ήδη από το 1892.62 Με το μεγαλύτερο μέρος της να προορίζεται για εξαγωγή, κυρίως προς την Αγγλία, αλλά σε ολοένα και χαμηλότερες τιμές,63 η προσπάθεια του κράτους επικεντρώνεται στην όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προώθηση του προϊόντος στην εγχώρια αγορά. Οι φούρνοι υποχρεώθηκαν να παράγουν σταφιδόψωμο, που όμως λόγω της κακής ποιότητάς του έμενε απούλητο, οι στρατιώτες έμαθαν, Γεγονός που δεν παρέλειψε να εκμεταλλευτεί δεόντως η προπαγάνδα του δικτατορικού καθεστώτος. Στις 21/7/1939, μέσα σε πλαίσιο με τον τίτλο «Η άμεσος εξήγησις του φαινομένου» διαβάζουμε στο Ελεύθερον Βήμα: «Γιατί ολόκληρος η Ελλάς θα εορτάσει εφέτος την επέτειον της 4ης Αυγούστου; Διότι το Κράτος της 4ης Αυγούστου έδωσε ΚΑΙ ΕΚΕΡΔΙΣΕ ΤΗΝ ΜΑΧΗΝ ΤΟΥ ΣΙΤΟΥ». Η επίτευξη της αυτάρκειας παίρνει τον χαρακτήρα κανονικής μάχης. 60 Από την οποία θα πρέπει να αφαιρέσουμε τα διάφορα καλλιεργητικά έξοδα, κυρίως τον σπόρο για την επόμενη χρονιά. Χονδρικά, θα πρέπει να υπολογίσουμε ότι το καθαρό προϊόν ανερχόταν στο 80% του συνολικού: Mazoyer – Roudart, ό.π. 61 Ακριβέστερα, ανάμεσα στις απογραφές του 1928 και του 1940: ΕΣΥΕ. 62 Μπουρνόβα – Προγουλάκης, σ. 65. 63 Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 108. 59


32 ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ (δρχ./στρ.) Στάρι (α) Καπνός (β) Βαμβάκι Κορινθιακή Σταφίδα (γ) (β) / (α) (γ) / (α)

1929-30 270 1.869 389 1.424

1938-39 685 3.264 775 1.534

6,9 5,3

4,8 2,2

Οι υπολογισμοί με βάση τις τιμές παραγωγού: Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 78.

θέλοντας και μη, την υψηλή θρεπτική αξία της σταφίδας και οι βιομήχανοι κατασκεύαζαν από αυτήν οινόπνευμα και άλλα αλκοολούχα ποτά, αλλά όλα αυτά δεν ήταν αρκετά.64 Το εισόδημα του παραγωγού μειώνεται, σε σχέση με αυτό του συναδέλφου του που καλλιεργεί σιτηρά, και δυνατότητα επέκτασης της καλλιέργειας δεν υφίσταται καθώς, σε μια προσπάθεια ελέγχου της υπερπαραγωγής, κάτι τέτοιο ήταν απαγορευμένο. Ο καπνός καλλιεργείται, από τον 17ο αιώνα, κυρίως στο ημικύκλιο που σχηματίζεται βόρεια της Θεσσαλονίκης, από τα Γιαννιτσά μέχρι την Καβάλα. Αν και δεν καταλαμβάνει ούτε το 5% του συνόλου των καλλιεργειών, είχε ιδιαίτερη σημασία γιατί οι εξαγωγές του απέφεραν το 50% των συνολικών εσόδων των εξαγωγών της χώρας.

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΚΑΠΝΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝ 3.500 3.000 2.500 2.000 1.500 1.000 500 0 1929 1930

1931

1932 1933

1934 1935

1936

1937 1938

Σε εκ. δραχμές, σταθερές τιμές 1929. ΕΣΥΕ και Οικονομική Επετηρίς.

Όπως η σταφίδα έτσι και ο καπνός, ή μάλλον οι ποικιλίες ανατολικού τύπου που καλλιεργούνταν, ήταν προϊόν πολυτελείας που μπορούσε να υποκατασταθεί εύκολα από τους αλλοδαπούς καταναλωτές σε περίπτωση κρίσης. Και πράγματι, 64

Π.χ. «Η σταφίδα και το σταφιδόψωμο», Ελεύθερον Βήμα 25/1/1932.


33 οι παραγωγοί καπνού ήταν αυτοί που ένοιωσαν περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον την κρίση του ’29 στην Ελλάδα, καθώς το 1932 το εισόδημά τους βρέθηκε να είναι κάτω από το μισό εκείνου του 1930.65 Σε πολύ άσχημη θέση βρέθηκαν, όπως είναι φυσικό, και οι καπνεργάτες που αμείβονταν ανάλογα με την ποσότητα επεξεργασμένου καπνού που παρέδιδαν στον έμπορο.66 Το 1931-33 ο Δήμος Θεσσαλονίκης, που αριθμούσε 250.000 άτομα, και με έντονη παρουσία των εργατών (και εργατριών) καπνού βρέθηκε στην ανάγκη να σιτίζει 12.000 άπορους σε καθημερινή βάση. 67 το 1932, η πόλη γνώρισε τον μεγαλύτερο αριθμό απεργιών της μεσοπολεμικής ιστορίας της. 68 Η κρίση στα καπνά ξεπεράστηκε το 1935 χάρη στην αποκατάσταση, και στη συνέχεια την αύξηση, των εξαγωγών προς την Αυστρία και κυρίως προς την Γερμανία. Η εξέλιξη αυτή έγινε κατορθωτή με την εφαρμογή ενός συστήματος συμψηφισμού (clearing), που υποχρέωνε την κάθε χώρα να εισάγει από την άλλη προϊόντα ίσης τουλάχιστον αξίας με την αξία των προϊόντων που εξήγαγε, κάνοντας με τον τρόπο αυτό περιττή την χρησιμοποίηση του σπανίζοντος συναλλάγματος στις μεταξύ τους συναλλαγές. Το 1938 πάνω από το μισό των συνολικών εξαγωγών καπνού της Ελλάδας προοριζόταν για τις δύο αυτές χώρες.69 1.3. Η ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ, 1925 & 1938 (σε χιλιάδες.)

Βοοειδή Ζώα Μεταφοράς Μικρά Ζώα

1925 889 563 9.229

1938 1.033 949 12.494

Διαφορά % 16 69 35

Μικρά ζώα: πρόβατα και κατσίκια Οικονομική Επετηρίς, Ι, σ. 147.

Αν στην γεωργία οι μεταβολές που πραγματοποιήθηκαν, σε διάστημα μικρότερο των 20 χρόνων, είναι σημαντικές, στον χώρο της κτηνοτροφίας οι εξελίξεις είναι λιγότερο εντυπωσιακές. Ο αριθμός των ζώων, ιδιαίτερα των μεταφορικών, αυξάνεται παραμένει όμως μικρός, σε σύγκριση με τις γειτονικές χώρες: στην Ελλάδα αντιστοιχούσαν, το 1938, 135 βοοειδή σε κάθε χίλιους κάτοικους, στην Βουλγαρία 330 και στη Σερβία 260. Αν τα μεγέθη της ελληνικής κτηνοτροφίας είναι μικρά, αυτό εν μέρει οφείλεται στην αγροτική μεταρρύθμιση. Οι μικροί αγροτικοί κλήροι δεν είναι δυνατόν Αντίθετα η βιομηχανία, όπως θα δούμε, ελάχιστα επηρεάστηκε από αυτήν. Φουντανόπουλος, σ. 142. 67 Ελεύθερον Βήμα, 21/6/1936. 68 Φουντανόπουλος, σ. 233 και 301. 69 Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 125. 65 66


34 παρά να συντηρήσουν μικρό αριθμό ζώων γιατί κάθε στρέμμα που διατίθεται για βοσκή αφαιρείται από την καλλιέργεια των σιτηρών. Από την άλλη, τα ζώα είναι απαραίτητα για να καλύψουν τις ανάγκες της οικογένειας σε γάλα, μαλλί και κρέας. συγχρόνως παρέχουν το απαραίτητο κόπρισμα για τα χωράφια, βοηθούν στις μετακινήσεις, στο όργωμα και τις άλλες αγροτικές δουλειές. Είναι, ή θα έπρεπε να είναι, κυριολεκτικά μέσα στα σπίτια των αγροτών, μιας και ο διαχωρισμός γεωργίας / κτηνοτροφίας θα έρθει αργότερα, αφού προϋποθέτει την εκβιομηχάνιση του πρωτογενούς τομέα. Δημιουργείται με τον τρόπο αυτό ένας φαύλος κύκλος: μείωση των εκτάσεων για βοσκή επιτρέπει την επέκταση των καλλιεργειών, στερεί όμως τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις από τα μέσα που είναι απαραίτητα ώστε να είναι περισσότερο αποδοτικές. 70 Δεν είναι όμως μόνο η στενότητα σε γη που κάνει τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις φτωχές σε ζωικό κεφάλαιο. Τα ίδια τα ζώα ήταν ακριβά και, φυσικά, δεν μπορούσαν να τα προμηθευτούν όλοι. Το 1938 η αξία ενός βοδιού ή μιας αγελάδας, απαραίτητων εκτός των άλλων και για να σύρουν το άροτρο, ισοδυναμούσε με 700 κιλά σταριού και ας θυμηθούμε ότι με 1.200 κιλά δημητριακών μπορούσε να τραφεί μια πενταμελής οικογένεια για ένα χρόνο. 71 Πέρα από τα ζώα που υπήρχαν σε κάθε χωριό, υπήρχε και η περιφερόμενη κτηνοτροφία με τους 170 χιλιάδες κτηνοτρόφους, σύμφωνα με την απογραφή του 1928, που είχαν να αντιμετωπίσουν ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα, την έλλειψη νερού για τα κοπάδια τους. Οι πεδιάδες, χωρίς τα απαραίτητα έργα ύδρευσης, στεγνώνουν τους καλοκαιρινούς μήνες αλλά τα ζώα χρειάζονται καθημερινά νερό και τροφή. Αναπτύχθηκε λοιπόν, από αιώνες, μια ημινομαδική κτηνοτροφία: τα ζώα, και οι άνθρωποι που τα οδηγούσαν, έμεναν το καλοκαίρι στα ορεινά και τον χειμώνα έφευγαν σε ομάδες για «κάτω», ξεκινώντας για παράδειγμα από κάποιο ορεινό χωριό της Ηπείρου για να καταλήξουν κοντά στην Αθήνα, και κάποια στιγμή να πάρουν τον δρόμο της επιστροφής. 72 Η κτηνοτροφία αυτού του τύπου συναντούσε όλο και μεγαλύτερες δυσκολίες στον μεσοπόλεμο. Παλιές μετακινήσεις και διαδρομές είχαν χαθεί, καθώς το αχανές της οθωμανικής αυτοκρατορίας αντικατέστησαν εθνικά σύνορα και απαγορεύσεις διέλευσης. Τα χωριά απ’ όπου περνούσαν τους νοίκιαζαν βοσκότοπους όλο και πιο δύσκολα, σε όλο και μεγαλύτερη τιμή.73 Οι κυβερνήσεις τους κατηγορούσαν για τις φθορές που προκαλούσαν τα πρόβατα στα δάση και οι εδραιωμένοι πληθυσμοί τους έβλεπαν με καχυποψία. Η έναρξη του πολέμου θα σημάνει το τέλος της. 1.4. Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ: ΜΙΑ ΣΥΝΟΨΗ

Ελεύθερον Βήμα, 12/1/1938. Εδώ, σ. 18. 72 Άλλοτε πάλι σταθερό σπίτι δεν υπάρχει, οι άνθρωποι είναι κυριολεκτικά νομάδες: είναι η περίπτωση των Σαρακατσάνων, και της ιδιότυπης κοινωνίας τους: Γ. Καββαδίας, Σαρακατσάνοι, Αθήνα 1991. 73 Οικονομικός Ταχυδρόμος, 14/7/1929. 70 71


35

ΑΞΙΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, 1938 (εκ.δρχ) Σιτηρά 8.558 Λάδι 2.971 Καπνός 2.700 Κρασί 1.546 Σταφίδα 1.414 ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ 22.636 ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ 7.165 Οικονομική Επετηρίς, Ι, σ. 78

Η ελληνική ύπαιθρος άλλαξε σε μεγάλο βαθμό ανάμεσα στο 1923 και τον πόλεμο. Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις αυξήθηκαν, όπως και οι αποδόσεις, και μαζί με αυτές και η παραγωγή. Όμως, η μεγάλη πλειονότητα των κατοίκων των χωριών, είτε με την αυτοκατανάλωση είτε με την εμπορευματοποίηση ενός τμήματος της παραγωγής τους, οριακά και μόνο κατάφερνε να συντηρείται από τις μικρές σε μέγεθος εκμεταλλεύσεις που είχε στη διάθεσή του. Το αποδεικνύει ο συνεχής, και μάλιστα βραχυπρόθεσμος, δανεισμός τόσο από την Αγροτική Τράπεζα όσο και από άλλες πηγές.74 Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι κρατικές παρεμβάσεις με σκοπό την αναστολή της αποπληρωμής των χρεών ήταν αναγκαίες, ιδιαίτερα τα δύσκολα χρόνια, όπως ήταν ο χειμώνας του 1931-32.75 Τότε, η κυβέρνηση Βενιζέλου αποφάσισε την πενταετή αναβολή των πληρωμών για χρέη προς τους ιδιώτες. Στη συνέχεια, το 1937, η δικτατορία του Μεταξά θέσπισε ένα ευνοϊκότερο για τους αγρότες πλαίσιο αναφορικά με την αποπληρωμή των χρεών.76 Όσα δάνεια, παρόλα αυτά, 74

Από την άλλη, θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι όλη η ύπαιθρος βρισκόταν σε κατάσταση γενικευμένης φτώχειας. Σε ορισμένες περιοχές, κάποια τουλάχιστον χρόνια, μοιάζει να επικρατούσε η ευμάρεια και τότε οι Αθηναίοι ταξιδιώτες μένουν έκπληκτοι, όπως συνέβη για παράδειγμα στον ανταποκριτή του Ελεύθερου Βήματος (17/2/1926) που κάτω από τον τίτλο «Το θέαμα της πόλεως των πολλών εκατομμυρίων – Πως διασκεδάζουν εις την Montmartre του Αγρινίου» γράφει: Το Αγρίνιο δεν έχει νερό, δεν έχει φως, δεν έχει ένα ξενοδοχείο της προκοπής, δεν έχει γυμναστήριο, μία αίθουσα για εκδηλώσεις... Η οικονομική δύναμη του Αγρινίου είναι τα καπνά και υπάρχουν 300 εκατομμυριούχοι καπνέμποροι με περιουσία 900 εκατομμυρίων. Οι καπνεργάτες φθάνουν τις 9.000 (σε πληθυσμό 30.000), από τους οποίους οι 3.500 είναι πρόσφυγες. Υπάρχουν 75 αυτοκίνητα, 3-4 καφέ σαντάν με 22 «αρτίστες» (ήταν 47 τον Απρίλιο). «Οι άνθρωποι όλων των τάξεων συγκεντρούνται γύρω από την σάρκα των αρτιστών». 75 Εδώ, διάγραμμα σ. 22. Το 1930, «λόγω της επελθούσης θεομηνίας, η οποία κατέστρεψε την εσοδείαν σίτου, δεν υπήρχε σίτος ούτε διά σποράν. Ένεκα τούτου εκινδύνευσε να μη γίνη σιτοκαλλιέργεια. Η Αγροτική Τράπεζα έσπευσε να αγοράση σπόρον από την Τουρκίαν, την Κύπρον, την Ιταλίαν και να τον διανείμη επί πιστώσει εις τους καλλιεργητάς»: Δαφνής, τ.ΙΙ, σ. 89. 76 Σύμφωνα με τον Ν 677/1937, για τα μεταξύ ιδιωτών δάνεια: α) καταργήθηκαν οι μέχρι τότε οφειλόμενοι τόκοι, β) η εξόφληση του χρέους κατανεμήθηκε σε μια μεγαλύτερη χρονικά περίοδο, γ) το επιτόκιο δανεισμού μειώθηκε και τέλος, δ) το χρέος καταργούταν αυτόματα για το τμήμα εκείνο που υπερέβαινε το 60% της περιουσίας του οφειλέτη: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 24/5/1937.


36 έμειναν ανεξόφλητα θα χάσουν κάθε αξία με τον υπερπληθωρισμό των χρόνων της κατοχής.77

2. Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ Αδιαφορώ δια την βιομηχανίαν και θεωρώ ως μοναδικήν χρησιμότητάν της το ότι αύτη συντελεί εις την ύπαρξιν ενός δασμολογίου συλλέγοντος το ήμισυ των εσόδων του προϋπολογισμού. Γ. Καφαντάρης, Υπουργός των Οικονομικών, 1927 78 Εάν είναι άξιοι τιμής εκείνοι που διαθέτουν τον πλούτον των εις έργα ευποιίας είναι εξίσου άξιοι τιμής εκείνοι οι οποίοι δύνανται να ιδρύσουν αντί ενός μαιευτηρίου ένα βιομηχανικό κατάστημα το οποίον ημπορεί να απορροφήσει 200, 500 και 1.000 εργάτες, να δώση ζωή εις τόσον πλήθος, να περιορίση την εξαγωγήν συναλλάγματος, να αυξήσει το εθνικό εισόδημα, να βελτιώση τους όρους ζωής του ελληνικού λαού. Ε. Βενιζέλος, 1933 79 Οι δύο δηλώσεις, αυτή του Γιώργου Καφαντάρη, διαπρεπούς στελέχους του κόμματος των Φιλελευθέρων και του αρχηγού του, δεν απέχουν παρά έξι χρόνια. Στο μεταξύ όμως έχει ξεσπάσει η μεγάλη κρίση του ’29, η στροφή όλων των χωρών προς την αυτάρκεια, και η κρίση του ελληνικού εμπορικού ισοζυγίου –την επισημαίνει ο Βενιζέλος- λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι εξαγωγές του καπνού. Αρχίζει να γίνεται κατανοητό ότι η λύση στο οικονομικό πρόβλημα της χώρας δεν είναι δυνατόν να δοθεί μόνο με την αύξηση της αγροτικής παραγωγής, αλλά και με την παράλληλη συγκρότηση μιας βιομηχανικής βάσης, έστω και αν ακόμα το αίτημα εκφράζεται, και μάλιστα από τον οξυδερκέστερο εκπρόσωπο του ελληνικού αστισμού, μόνο με ευχές. 80 α) σύμφωνα με την βιομηχανική απογραφή του 1920 η ελληνική βιομηχανία διέθετε 33.704 επιχειρήσεις,. Όμως, μόνο μία στις πέντε από αυτές διέθετε κάποιου τύπου μηχανικές εγκαταστάσεις ενώ την μεγάλη πλειονότητα αποτελούν παραδοσιακά προ-βιομηχανικά εργαστήρια: αλευρόμυλοι, λιοτρίβια, ξυλουργεία, βυρσοδεψεία, σαπουνάδικα... που λειτουργούσαν πάνω – κάτω με τον ίδιο τρόπο όπως και έναν αιώνα νωρίτερα. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ, 1920 ΚΑΙ 1930 1920

1930

Παρακάτω. Βεργόπουλος, 1978, σ. 79. 79 Χατζηιωσήφ, 1993, σ. 350. 80 Το πρόβλημα της εκβιομηχάνισης τίθεται για πρώτη φορά το 1926 με την έκδοση στα ελληνικά του βιβλίου του Ξ. Ζολώτα Η Ελλάς εις το στάδιον της εκβιομηχανίσεως: «ανευρίσκομεν ως κυρίαν αιτίαν της μέχρι τούδε καθυστερήσεως την σημαντικήν στενότητα του κεφαλαίου και την έλλειψιν τεχνικών γνώσεων βιομηχάνων και εργατών, επ’ αυτού δε ακριβώς στηρίζομεν το όλον έργον» θα γράψει στον πρόλογό του. 77 78


37

ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗ ΣΕΩΝ

ΔΙΑΘΕΤΟΥΝ ΜΗΧΑΝΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑ ΣΕΙΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜ ΕΝΩΝ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗ ΣΕΩΝ

ΔΙΑΘΕΤΟΥΝ ΜΗΧΑΝΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑ ΣΕΙΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜ ΕΝΩΝ

30.937

6.520

84.370

62.599

7.883

107.091

2.326

993

27.539

4.423

1.459

44.330

441 33.704

332 7.845

34.901 146.810

870 67.892

609 9.951

81.342 232.763

1-5 άτομα 6 - 25 άτομα > 25 άτομα ΣΥΝΟΛΟ

1920

1930

ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗ ΣΕΩΝ (α)

ΔΙΑΘΕΤΟΥΝ ΜΗΧΑΝΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑ ΣΕΙΣ (β)

ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜ ΕΝΩΝ (γ)

ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗ ΣΕΩΝ (α)

ΔΙΑΘΕΤΟΥΝ ΜΗΧΑΝΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑ ΣΕΙΣ (β)

ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜ ΕΝΩΝ (γ)

91,8

21,1

57,5

92,2

12,6

46,0

6,9

42,7

18,8

6,5

33,0

19,0

1,3 100,0

75,3 23,3

23,8 100,0

1,3 100,0

70,0 14,7

34,9 100,0

1-5 άτομα 6 - 25 άτομα > 25 άτομα ΣΥΝΟΛΟ

1920 ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗ Εργαζόμενοι / επιχείρηση Ιπποδύναμη / επιχείρηση Ιπποδύναμη / εργαζόμενο

1930

100.762

329.500

4,4

3,4

3,0

4,9

0,7

1,4

(α) ποσοστό επί του συνόλου των επιχειρήσεων. (β) ποσοστό επί του συνόλου των επιχειρήσεων της αντίστοιχης κατηγορίας. (γ) ποσοστό επί του συνόλου των εργαζομένων. Η ιπποδύναμη σε HP. Ρηγίνος, 1987.

β) η τεχνολογική υστέρηση συμβαδίζει με το μικρό μέγεθος. Αν στο σύνολο αυτών των επιχειρήσεων, που καταχρηστικά αποκαλούμε βιομηχανία, αντιστοιχούν κατά μέσο όρο 4,4 εργαζόμενοι σε κάθε μονάδα, στα μικρά εργαστήρια ο αριθμός αυτός πέφτει στο 2,6. Ουσιαστικά πρόκειται για τον «βιομήχανο» και ένα ή δύο βοηθούς του, που μπορεί να είναι και μέλη της οικογένειάς του. Είναι φανερό ότι μονάδες αυτού του μεγέθους μειονεκτούν: δεν έχουν πρόσβαση σε τραπεζικές πιστώσεις,81 και δεν απευθύνονται στην εθνική αγορά, ούτε καν 81

Με εξαίρεση τους πρόσφυγες, τα αμέσως μετά το ’22 χρόνια.


38 στην αγορά της πόλης που βρίσκονται, αλλά στην συνοικία, στην γειτονιά: «ένα ή δύο δωμάτια σε σπίτι ή κατάστημα, όπου ο τεχνίτης κατασκεύαζε, εξέθετε και πουλούσε τα προϊόντα του, καμιά φορά μαζί μ΄ έναν βοηθό ή μαθητευόμενο». 82 Όμως, η λειτουργία τους δεν υπόκειται στην ίδια λογική με αυτή των μεγάλων, σύγχρονων επιχειρήσεων. αρκούσε να απέφεραν στον ιδιοκτήτη τους ένα εισόδημα που να μπορεί να θρέψει αυτόν και την οικογένειά του. γ) στη διάρκεια της δεκαετίας του ’20 παρατηρούμε μια διπλή τάση: ο αριθμός των επιχειρήσεων διπλασιάζεται και η συνολική ιπποδύναμη αυξάνεται πάνω από τρεις φορές, ενώ ταυτόχρονα ο αριθμός όσων μονάδων δεν διαθέτουν μηχανικές εγκαταστάσεις, ως ποσοστό του συνόλου, αυξάνεται, και ο αριθμός των εργαζομένων ανά επιχείρηση μειώνεται. Διαφορετικά: τα χωρίς μηχανολογικό εξοπλισμό εργαστήρια αυξάνονται ενώ παράλληλα οι πραγματικές βιομηχανίες ή βιοτεχνίες μεγεθύνονται, αυξάνοντας την διαφορά που τις χωρίζει από τα πρώτα. Σε αυτές τις τελευταίες, η αμοιβή εργασίας ανέρχεται στο 25% του συνολικού κόστους.83 Η ανάπτυξη της βιομηχανίας οφείλεται στις ιδιαίτερες συνθήκες της εποχής. Η άφιξη των προσφύγων διεύρυνε την ζήτηση για καταναλωτικά προϊόντα και συγχρόνως προσέφερε στις πόλεις, για πρώτη φορά, ένα μόνιμο εργατικό δυναμικό, χωρίς σχέσεις με την ύπαιθρο, που ήταν αναγκασμένο να αποδεχθεί οποιαδήποτε εργασία εύρισκε προκειμένου να επιβιώσει.84 Κάποιοι από εκείνους που δεν απορροφήθηκαν στα ήδη υπάρχοντα εργοστάσια άνοιξαν δικά τους εργαστήρια παίρνοντας δάνεια από την Εθνική Τράπεζα, με την εγγύηση του κράτους και με την προϋπόθεση ότι είχαν συστήσει συνεταιρισμό τριών τουλάχιστον προσώπων. Τα ποσά που διατέθηκαν όμως ήταν μικρά: το 1924-25 η ΕΤΕ διέθεσε 132 εκατομμύρια σε 22.000 άτομα, 6.000 δρχ. κατ’ άτομο κατά μέσο όρο85 ενώ, το 1926 το μέσο εργατικό ημερομίσθιο ήταν 76 δραχμές.86 Με την υπόθεση ότι όλοι όσοι έκαναν χρήση αυτών των δανείων είχαν συγκροτήσει ομάδες των τριών ατόμων, που ήταν το ελάχιστο όριο, και επίσης ότι το συνολικό ποσόν διανεμήθηκε ισομερώς, κάθε μια από τις ομάδες αυτές θα έπαιρνε 18.000 δρχ., ή το ισοδύναμο 240 ημερομισθίων. Αν δεν υπήρχαν άλλοι πόροι, όπως ήταν και ο κανόνας, αντιλαμβάνεται κανείς τι είδους εργαστήρια θα μπορούσαν να δημιουργηθούν με αυτό το ποσό. Το σίγουρο είναι ότι ένα μέρος

Hirschon, σ. 168. Σύμφωνα τουλάχιστον με τον πρώην διευθυντή ερηασίας: Ελεύθερον Βήμα, 27/7/1936. 84 Στην περιοχή του Πειραιά για παράδειγμα, αρκετοί πρόσφυγες βρήκαν δουλειά στα εργοστάσια τσιγάρων του Παπαστράτου και του Κεράνη, και έμεναν στις αποθήκες τους. Σε τέτοιες συνθήκες καμία διαπραγμάτευση για το ύψος του μεροκάματου δεν ήταν δυνατή: Hirschon, σ. 166. Για μια αναλυτικότερη εξέταση της βιομηχανικής ανάπτυξης στον μεσοπόλεμο: Ρηγίνος, 1987. 85 Δρίτσα, σ. 316. 86 Ρηγίνος, 1987 σ. 171. 82 83


39

ΙΔΡΥΘΕΝΤΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΑ 1921 - 1939 250 200 150 100 50 1939

1937

1935

1933

1931

1929

1927

1925

1923

1921

0

Σημαντικά εργοστάσια: όσα απασχολούν πάνω από πέντε εργαζόμενους και διαθέτουν μηχανικές εγκαταστάσεις. Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 192.

από τις καινούργιες, μεταξύ του 1920-30, μικρές μονάδες οφείλει την ύπαρξή του ακριβώς σε αυτά τα δάνεια. δ) αν κοιτάξουμε τα σημαντικά, με βάση τα ελληνικά δεδομένα, εργοστάσια αυτά δηλαδή που απασχολούν πάνω από πέντε εργαζόμενους και διαθέτουν μηχανικές εγκαταστάσεις , θα μπορούσαμε να χωρίσουμε την περίοδο του μεσοπολέμου σε τρεις φάσεις: η πρώτη, αμέσως μετά την μικρασιατική καταστροφή (1924 -28), όπου παράλληλα με ένα πλήθος εργαστηρίων ιδρύονται και 945 πραγματικά εργοστάσια, η δεύτερη (1929-32) όπου ο ρυθμός ίδρυσης νέων εργοστασίων μειώνεται αισθητά, και τέλος την αυξητική τάση που παρατηρείται από το 1935, που και αυτή θα ανακοπεί όμως, καθώς πλησιάζει ο πόλεμος.

ΕΤΗΣΙΑ ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΕΙΚΤΗ ΤΙΜΩΝ 1921 - 1938 100,0 80,0 60,0 40,0 20,0

ΕΣΥΕ, 1939.

1937

1935

1933

1931

1929

1927

1925

1923

-20,0

1921

0,0


40 Η έκρηξη της δημιουργίας νέων μονάδων διήρκεσε μια πενταετία . η διακοπή της οφείλεται σε δύο παράγοντες: στην σταθεροποίηση του νομίσματος, που πραγματοποιήθηκε το 1928 και έκανε ακριβό το χρήμα87 και στην διεθνή οικονομική κρίση και τις αβεβαιότητες που αυτή προκαλούσε. Η ανάκαμψη πάλι, μετά το 1935, οφείλεται στην πτώση του διεθνούς εμπορίου, ως αποτέλεσμα των υψηλών δασμών που επέβαλλαν οι κυβερνήσεις –και η ελληνική- την δεκαετία του ’30, δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό μια προστατευόμενη αγορά. ε) Ανάμεσα στο 1921 και το 1938 η αξία της βιομηχανικής παραγωγής, σε σταθερές τιμές, αυξάνεται κατά 2,5 φορές. Ακόμη και στο τέλος της περιόδου όμως, η αξία των βιομηχανικών προϊόντων δεν ανέρχεται παρά στο 45% της αξίας του συνόλου της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής. Η μικρή συμμετοχή της βιομηχανίας, συγκρινόμενη με τις αντίστοιχες των ανεπτυγμένων χωρών στο σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας, φαίνεται και από το ποσοστό των εργαζομένων σε αυτή, σε σχέση με το σύνολο του πληθυσμού: τέσσερις στους εκατό μόνο, ενώ στη Βρετανία το αντίστοιχο ΑΞΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ (εκ. δρχ) 1921 ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΕΣ 1921 % 1938 Μεταλλουργικές 13 1,3 67 Μηχανολογικές 36 3,6 620 Οικοδομικές 60 6,0 509 Κλωστοϋφαντουργικές 182 18,1 3.669 Ειδών διατροφής 245 24,3 2.347 Χημικές 161 16,0 2.949 Κατεργασία δέρματος 165 16,4 1.020 Χάρτου 6 0,6 433 Ειδών ιματισμού 7 0,7 40 Κατεργασία ξύλου 40 4,0 515 Καπνού 159 15,8 229 Ηλεκτρισμού 1.150 ΣΥΝΟΛΟ ΣΥΝΟΛΟ σε σταθερές τιμές

1.007 1.007

100,0

13.552 2.483

1938 % 0,5 4,6 3,8 27,1 17,3 21,8 7,5 3,2 0,3 3,8 1,7 8,5 100,0

ΕΣΥΕ, 1939.

μέγεθος ήταν 18% . και στην Πορτογαλία όμως, χώρα του ίδιου με την Ελλάδα μεγέθους, το ποσοστό ήταν υπερδιπλάσιο και έφθανε το 10%.88

Παρακάτω. Υπάρχουν βέβαια καταλληλότεροι δείκτες για σύγκριση, όπως το ποσοστό των εργαζομένων στην βιομηχανία στο σύνολο του εργατικού δυναμικού. Λόγω της υποκαταγραφής όμως, τουλάχιστον στην Ελλάδα, των γυναικών που απασχολούνται στον αγροτικό τομέα, και άρα και του συνόλου του ενεργού πληθυσμού, μου φαίνεται περισσότερο αξιόπιστη η σύγκριση με το σύνολο των κατοίκων. 87 88


41

Ελλάδα

Πορτογαλλία

Ιταλία

Γερμανία

Γαλία

20 18 16 14 12 10 8 6 4 2 0

Βρετανία

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ, 1930

Mitchell.

στ) η σημαντικότερη αλλαγή στη βιομηχανία κατά την διάρκεια του μεσοπολέμου, εκτός από την μείωση του σχετικού βάρους της καπνοβιομηχανίας,89 αφορά την ηλεκτρική ενέργεια. Το αποφασιστικό βήμα εδώ γίνεται το 1925 και αφορά τον εξηλεκτρισμό της πρωτεύουσας που ανατέθηκε, με μονοπωλιακούς και αμφιλεγόμενους όρους, στην αγγλική εταιρία Power and Traction.90 Στην υπόλοιπη χώρα την επιχείρηση ανέλαβε ένα πλήθος από μικρές επιχειρήσεις τοπικής εμβέλειας: για παράδειγμα στην Μυτιλήνη, υπήρχαν 15 ανεξάρτητες ιδιωτικές μονάδες.91 Όλες λειτουργούσαν χρησιμοποιώντας θερμικές εγκαταστάσεις και εισαγόμενα από το εξωτερικό στερεά ή υγρά καύσιμα, καθώς η δημιουργία υδροηλεκτρικών εργοστασίων απαιτούσε μεγάλες επενδύσεις που δεν ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθούν την δεκαετία της Μικρασιατικής Καταστροφής. Παρά το μειονέκτημα αυτό όμως, η Power και τα άλλα 1.945 εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής που ιδρύθηκαν τότε,92 κατόρθωσαν να καλύψουν σε κάποιο βαθμό τις ανάγκες των ελληνικών νοικοκυριών και της βιομηχανίας στην Αθήνα και τις άλλες επαρχιακές πόλεις.93 Ο εξηλεκτρισμός της υπαίθρου έπρεπε να περιμένει την ίδρυση της ΔΕΗ το 1950, αλλά και τότε είχε αρκετό δρόμο ακόμα μπροστά του.

Οι καπνοβιομήχανοι περιορίστηκαν σε 183 το 1929, με το ξέσπασμα της κρίσης, έναντι 217 τον προηγούμενο χρόνο. Πέντε χρόνια νωρίτερα έφθαναν τους 341: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 9/2/1930. 90 Κατά την διάρκεια της δικτατορίας του Πάγκαλου: Ελεύθερον Βήμα, 2/2 και 10/2/1927. 91 Παντελάκης 1991, σ. 179. 92 Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 192. 93 Σε σύνολο 241 Ωριαίων ΧιλοΒάτ (ηλεκτροενέργεια που πουλήθηκε το έτος 1939), τα 189 ΩΧΒ πουλήθηκαν από την Πάουερ για την περιοχή Αθήνας – Πειραιά: Μπάτσης, σ. 257. Όχι ότι έστω και στην πρωτεύουσα το πρόβλημα λύθηκε, ιδιαίτερα στους συνοικισμούς «που μένουν για πολλές ώρες χωρίς ηλεκτρισμό και οι άνθρωποι κυκλοφορούν με τα φαναράκια»: Ελεύθερον Βήμα, 17/1/1939. 89


42

ΙΔΡΥΣΗ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ (ιπποδύναμη) 8000 7000 6000 5000 4000 3000 2000

1939

1938

1937

1936

1935

1934

1933

1932

1931

1930

1929

1928

1927

1926

0

1925

1000

Για το 1933 δεν υπάρχουν στοιχεία. Οικονομική Επετηρίς τ.Ι, σ. 192-193.

Και εδώ, η σύγκριση με τις ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες δείχνει το μέγεθος της καθυστέρησης: η μέση για κάθε έλληνα κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος δεν αντιστοιχούσε παρά στο 10% του γάλλου και στο 5% του γερμανού καταναλωτή αντίστοιχα.94 2.1. Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ’29 ΚΑΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

ΑΞΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ (σε σταθερές τιμές) 3,0 2,5 2,0 1,5 1,0 0,5 1938

1937

1936

1935

1934

1933

1932

1931

1930

1929

1928

1927

1926

1925

1924

1923

1922

1921

0,0

ΕΣΥΕ, 1939.

Η μεγαλύτερη βιομηχανική κρίση του 20ου αιώνα δεν έφτασε ως τέτοια στην Ελλάδα, όπου κατά την περίοδο 1929-32 η παραγωγή έμεινε στάσιμη. Αντίθετα μάλιστα, οι περιορισμοί στις εισαγωγές που επιβλήθηκαν τον Μάιο του 1932, 95 Η πολιτική της Τραπέζης της Ελλάδος έναντι της οικονομικής κρίσεως: Τσοτσορός 1995, σ. 86. Σύμφωνα με το Νόμο 5426/32, οι αρμόδιοι υπουργοί είχαν το δικαίωμα να απαγορεύουν την εισαγωγή κάποιων προϊόντων, που κρίνονταν ως είδη πολυτελείας, να υψώνουν τους δασμούς σε άλλα, ή τέλος να επιτρέπουν την εισαγωγή μόνο εφόσον η αξία τους καλύπτονταν με συμψηφισμό από ελληνικές εξαγωγές: Οικονομική Επετηρίς, τ.ΙΙ, σ. 44. 94

95


43 δηλώσεις του κ Τσουδερού (Οικονομικός Ταχυδρόμος, 8/11/1931). α) η Ελλάς μετά τους βαλκανικούς πολέμους, και κατά την διάρκεια του παγκοσμίου πολέμου, είδε να εισρέουν μεγάλα κεφάλαια από το εξωτερικό οφειλόμενα στο μεταναστευτικό συνάλλαγμα, στα κέρδη της ναυτιλίας και στην παρουσία των ξένων στρατευμάτων. Το αποτέλεσμα ήταν η τόνωση της εθνικής παραγωγής, αλλά και του νομίσματος. β) η μικρασιατική καταστροφή γκρέμισε αυτό το οικοδόμημα, συσσώρευσε πολεμικά χρέη, έφερε στην χώρα τους πρόσφυγες, και καταβαράθρωσε το νόμισμα. Συγχρόνως, λόγω του πληθωρισμού των πιστώσεων δημιουργήθηκαν πολλές νέες επιχειρήσεις ενώ τα τελευταία χρόνια υπήρξαν άσχημα για την γεωργική παραγωγή. γ) η γεωργική κρίση, με την μείωση των εισοδημάτων που επέφερε, είχε ως αποτέλεσμα την κρίση του εμπορίου και της βιομηχανίας. Πολλές επιχειρήσεις αδυνατούν να εξοφλήσουν τα χρέη τους και η κρίση περνά στον χρηματοπιστωτικό τομέα. δ) η κρίση πάντως δεν έχει την οξύτητα που προσέλαβε σε άλλες χώρες. Και αυτό οφείλεται στην «απλότητα» της οικονομίας μας, στο ότι μεγάλο μέρος της παραγωγής προορίζεται για αυτοκατανάλωση, στα δημόσια έργα που εκτελέσθηκαν [μέσω του εξωτερικού δανεισμού] και την κρατική πολιτική που πέτυχε την δημοσιονομική και νομισματική εξυγίανση. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΝΕΡΓΩΝ (χιλιάδες) 250 200 150 100 50 0 1928

1929

1930

1931

1932

1933

1934

1935

Σύμφωνα με δηλώσεις του πρωθυπουργού – δικτάτορα Μεταξά: Ελεύθερον Βήμα, 12/12/1936. Άρα, η μείωση του έτους 1935 είναι αμφισβητούμενη.

λόγω προβλημάτων του εμπορικού ισοζυγίου εξαιτίας της πτώσης των εξαγωγών καπνού, για την οποία μιλήσαμε, χωρίς να έχουν εκείνα τα δύσκολα χρόνια κανένα ίχνος πρωτοτυπίας, δημιούργησαν ένα προστατευτικό περιβάλλον και συνετέλεσαν στην κατά 2/3 αύξηση της παραγωγής μέχρι την έναρξη του πολέμου. Αν όμως η παραγωγή έμεινε στάσιμη τα χρόνια 1929-35, υποκαθιστώντας εν μέρει τις εισαγωγές, οι άνεργοι αυξήθηκαν και από τις 75 χιλιάδες (1928) έφθασαν τις 237 χιλιάδες (1932), για να μειωθούν στα πριν την κρίση επίπεδα το 1936, τουλάχιστον σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία. Το πόσοι από τους


44 άνεργους αυτούς εργάζονταν προηγουμένως στην βιομηχανία και πόσοι στις «υπηρεσίες» δεν το γνωρίζουμε, σίγουρα όμως σε αυτή την απώλεια θέσεων εργασίας ο δευτερογενής τομέας είχε το μερίδιό του. Τα μέτρα του 1932 οδήγησαν πιθανόν στην εντατικότερη εκμετάλλευση των παραγωγικών δυνατοτήτων της βιομηχανίας και συνετέλεσαν στην δημιουργία νέων σύγχρονων μονάδων. δεν φαίνεται να οδήγησαν όμως στην εκκαθάριση του δευτερογενούς τομέα από τις αρχαϊκές μονάδες που κυριαρχούσαν στην αγορά. Έτσι, σε μια καταγραφή «κατά προσέγγισιν» και μάλιστα μόνο των «κυριωτέρων εργοστασίων των απαρτιζόντων την ελληνικήν βιομηχανίαν» σημειώνονται 100 μεταλλευτικές και μεταλλουργικές επιχειρήσεις ενώ τρεις σελίδες πιο κάτω πληροφορούμαστε ότι η μεταλλουργική βιομηχανία της χώρας «εκπροσωπείται υπό μιάς κυρίως επιχειρήσεως».96

2.2. Η ΜΕΓΑΛΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΣΤΟΝ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ Η μεγάλη βιομηχανία εκείνη την εποχή στη χώρα μας υπάρχει συνήθως όταν πληρούνται δύο τουλάχιστον προϋποθέσεις: α) οι τεχνικοί όροι να επιβάλλουν ένα ελάχιστο μέγεθος, κάτω από το οποίο να είναι αδύνατη οποιαδήποτε παραγωγή, όπως πχ. συμβαίνει με τις βιομηχανίες τσιμέντου 97 και, β) όταν η κρατική εμπλοκή κρίνεται απαραίτητη. στον τομέα του πολεμικού υλικού έχουμε το «Πυριτιδοποιείο & Καλυκοποιείο» (ΠΥΡΚΑΛ), στα λιπάσματα την εταιρία «Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων», στην ηλεκτροδότηση της πρωτεύουσας την σύμβαση με την αγγλική Power. Και στις τρεις αυτές περιπτώσεις η κρατική βοήθεια εκδηλώθηκε με την, έξω από κάθε οικονομική λογική, άφθονη χρηματοδότηση από την Εθνική Τράπεζα. Ουσιαστικά δηλαδή το κράτος, μέσω της τράπεζας, έλεγχε αυτές τις επιχειρήσεις τοποθετώντας στην διοίκησή τους ανθρώπους που είχαν την εμπιστοσύνη των διάφορων κυβερνήσεων. Με την σειρά τους οι άνθρωποι αυτοί, που δεν ήταν τυχαίοι, προσπαθούσαν να αυτονομηθούν, συμμετείχαν και σε άλλες επιχειρήσεις και επηρέαζαν τα πολιτικά πράγματα του τόπου. Οι τρεις εταιρείες για τις οποίες κάνουμε λόγω απορροφούσαν, σύμφωνα με στοιχεία του 1939, 3,2 δις δραχμές από τις τραπεζικές πιστώσεις, ενώ το σύνολο των χορηγήσεων προς την υπόλοιπη «μεγάλη» βιομηχανία, τις περίπου 600

Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 197. Υποθέτω ότι αναφέρεται στην βιομηχανία του Λαυρίου. 97 Αν και οι μεγάλες επιτυχίες της τσιμεντοβιομηχανίας θα έρθουν την δεκαετία του ’60, το χτίσιμό της γίνεται από τον μεσοπόλεμο, όταν η παραγωγή της αυξάνεται από 36 χιλιάδες τόννους (1923) σε 313 χιλιάδες (1938). Συγχρόνως η αγορά μοιράζεται ανάμεσα στις μεγάλες επιχειρήσεις με την ίδρυση του «Γραφείου Πωλήσεως Τσιμέντων» από τις εταιρείες Ηρακλής, Όλυμπος, Τιτάν και Χαλκίς: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 26/3/1933 και 6/11/1939. Είναι ενδιαφέρον ότι η δημιουργία καρτέλ στην ελληνική αγορά -τουλάχιστον από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο- αντιμετωπίζεται περίπου σαν εθνικός θρίαμβος, αντίθετα από ότι γινόταν σε άλλες χώρες. 96


45 δηλαδή επιχειρήσεις που είχαν την μορφή της ανώνυμης εταιρείας, έφθανε τα 7,2 δις.98 Η εμβληματική φυσιογνωμία σε αυτόν τον τομέα ήταν αναμφίβολα ο Πρόδρομος Μποδοσάκης-Αθανασιάδης. Ο Μποδοσάκης, εκτός από Γενικός Διευθυντής της ΠΥΡΚΑΛ, μιας ΠΥΡΚΑΛ που λίγο πριν τον πόλεμο είχε πάρει δάνεια από την Εθνική συνολικού ύψους ενός δισεκατομμυρίου δραχμών έχοντας μετοχικό κεφάλαιο μόλις 7,5 εκατομμυρίων, συμμετείχε στα Διοικητικά Συμβούλια άλλων 10 Ανωνύμων Εταιρειών.99 Το χαρακτηριστικό πάντως είναι ότι τις μετοχές της ΠΥΡΚΑΛ είχε αποκτήσει από την ίδια την Εθνική και μάλιστα με δάνειο που του χορήγησε η τελευταία. 100 Ο Μποδοσάκης θα μείνει στην ηγεσία της ΠΥΡΚΑΛ μέχρι σχεδόν τον θάνατό του, έχοντας καλές σχέσεις με τους πολιτικούς όλων των παρατάξεων: βενιζελικός ο ίδιος, φρόντισε να χρηματοδοτήσει την Εφημερίδα των Ελλήνων, δημοσιογραφικό όργανο του Μεταξά, και να υποσχεθεί το 1945 στους φιλοβασιλικούς κύκλους του Καΐρου τις καλές του υπηρεσίας προκειμένου να επιστρέψει ο βασιλιάς. 101 Πέθανε το 1979, άτεκνος, δωρίζοντας την περιουσία του στο Δημόσιο. στο μεταξύ είχε προλάβει να αγοράσει, το 1946, και την Εταιρεία των Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων, που λειτουργούσε ως μονοπώλιο στον τομέα της στον αγροτικό χώρο. 3. ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ Η πτώση του διεθνούς εμπορίου, αποτέλεσμα της κρίσης του ’29 και του οικονομικού εθνικισμού που κυριάρχησε στη συνέχεια,102 επηρέασε τον βαθμό εξωστρέφειας και της ελληνικής οικονομίας. Η αξία του αθροίσματος εισαγωγών και εξαγωγών, εκφρασμένη σε χρυσό, θα πέσει στο μισό ανάμεσα στο 1930 και το 1939, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη όμως ότι οι μετρήσεις σε όγκο ή βάρος, όσο και αν ενέχουν σε μεγάλο βαθμό το στοιχείο της αυθαιρεσίας, δείχνουν κατά πολύ μικρότερη πτώση, κάτι που εξηγείται από την διεθνή πτώση των τιμών. Το 1939, για παράδειγμα, η μετρούμενη σε χρυσό αξία των εισαγωγών γεωργικών προϊόντων της χώρας δεν είναι παρά το 17% εκείνης του 1929, αν όμως η μέτρηση γίνει σε βάρος το αντίστοιχο μέγεθος ανεβαίνει στο 60%.103 Στον κατάλογο των εισαγωγών βρίσκουμε τα πάντα: δημητριακά και κτηνοτροφικά προϊόντα, των οποίων το ποσοστό επί του συνόλου μειώνεται όσο προχωράμε στην δεκαετία του ’30, ορυκτά, μέταλλα, κλωστικές ίνες και υφάσματα... Η αναφορά στις εξαγωγές, αντίθετα, μπορεί να συνοψιστεί σε δύο μόνο προϊόντα: καπνός και, σε πολύ μικρότερο βαθμό, σταφίδα. Μπάτσης, πίνακας 50. Το 1939 το σύνολο των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες έφθανε τα 15,8 δις δραχμές: Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ.11. 100 Κωστής 2003, σ. 515. 101 Χατζιώτης, σ. 118 και 228. 102 Το 1939 η αξία του διεθνούς εμπορίου σε χρυσό είχε πέσει στο 40% σε σχέση με αυτό του 1929: Οικονομική Επετηρίς, τ.ΙΙ, σ. 2. 103 Υπολογισμοί με βάση τους πίνακες της Οικονομικής Επετηρίδας, τ.ΙΙ, σ. 18-21. 98 99


46

ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ, 1926 - 1938 (εκ. χρυσές δρχ) 1.000 900 800 700 600 500 400 300 200 100 0

ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ

1938

1936

1934

1932

1930

1928

1926

ΕΞΑΓΩΓΕΣ

Οικονομική Επετηρίς, τ.ΙΙ, σ. 20 και 34.

Το 1939, το 30% των εισαγωγών προέρχεται από τη Γερμανία προς την οποία κατευθύνεται το 27% των ελληνικών εξαγωγών, μέσω του συστήματος συμψηφισμού.104 Οι υπόλοιπες εισαγωγές γίνονται από την Βρετανία, και αφορούν βιομηχανικά προϊόντα ή πρώτες ύλες, και επίσης από την Ρουμανία και την Βραζιλία για τα απαραίτητα δημητριακά. Στις εξαγωγές σημαντικό ρόλο, εκτός από την Γερμανία που διατηρεί την πρώτη θέση, παίζουν η Βρετανία και οι ΗΠΑ, η πρώτη για την σταφίδα και οι δεύτερες για τον καπνό. 105

3.1. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΜΕ ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ Η υστέρηση των εξαγωγών απέναντι στις εισαγωγές δεν είναι καινούργιο φαινόμενο, αλλά χαρακτηριστικό του ελληνικού κράτους από την ίδρυσή του. 106 Η κάλυψη στο εμπορικό ισοζύγιο προερχόταν από το άθροισμα των πλεονασμάτων που υπήρχαν στο ισοζύγιο των υπηρεσιών και στις κινήσεις κεφαλαίου.107 Το 1939, το μισό του συνόλου του εξωτερικού εμπορίου διεξαγόταν με συμψηφισμούς. Η Γερμανία ακολούθησε στη εξωτερικό της εμπόριο, από το 1933, την πολιτική των συμψηφισμών με μια σειρά χώρες, όπως την Ουγγαρία και την Γιουγκοσλαβία, αναλαμβάνοντας να εισάγει αγροτικά προϊόντα ενώ τα άλλα μέρη μείωναν τους φόρους για τα γερμανικά βιομηχανικά είδη, τα οποία πλήρωναν από τις εισπράξεις των εξαγωγών τους: Bell, σ. 231. 105 Οικονομική Επετηρίς, τ.ΙΙ, σ. 42. 106 Την περίοδο 1878 – 1885 , σύμφωνα με τους πίνακες που παραθέτει ο Βερναρδάκης, το σύνολο των εισαγωγών έφθανε τα 1.310 εκ. δραχμές, ενώ η αξία των εξαγωγών τα 754 εκατομμύρια. 107 Σύμφωνα με το κείμενο της Εκθέσεως της Δημοσιονομικής Επιτροπής που δημοσιεύεται στο Ελεύθερον Βήμα της 3/4/1932λ το εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδος υπήρξε πάντορε ελλειμματικό, και το ισοζύγιο πληρωμών ισοφαρίζετο χάρη στους άδηλους πόρους: ναυτιλία, περιηγητές και κυρίως από τα εμβάσματα των μεταναστών. Τα τελευταία χρόνια στα παραπάνω θα πρέπει να προσθέσουμε και τα ξένα δάνεια. 104


47

ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ ΠΛΗΡΩΜΕΣ, 1931-39 (εκ. χρυσά φράγκα) 350 ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΙΣΟΖΥΓΙΟΥ

300 250 200

ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

150 100

ΚΑΘΑΡΗ ΚΙΝΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ

50 1939

1938

1937

1936

1935

1934

1933

1932

-50

1931

0

Επεξεργασία των πινάκων των εξωτερικών πληρωμών της Ελλάδας: Οικονομική Επετηρίς, τ.ΙΙ, σ. 284 – 285.

Η καθαρή κίνηση κεφαλαίου κατά την περίοδο 1931-39 είναι θετική και ανέρχεται στο 25% του συνολικού εμπορικού ελλείμματος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπήρξαν και δύσκολες χρονιές, όπως το 1931 και 1932, όταν για την εξισορρόπηση του ελλείμματος των τρεχουσών συναλλαγών η Τράπεζα της Ελλάδος αναγκάστηκε να μειώσει τα αποθέματα χρυσού και συναλλάγματος που είχε στο θησαυροφυλάκιο της.108 4. Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ, 1931-39 (εκ. χρυσά φράγκα) 350 300 250

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΙΣΟΖΥΓΙΟΥ

200 150

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ

100 50 1939

1938

1937

1936

1935

1934

1933

1932

1931

0

ό.π.

Το μεγαλύτερο μέρος πάντως του εμπορικού ελλείμματος καλύπτονταν από τις εξαγωγές υπηρεσιών, μέσα στις οποίες κομψά τοποθετείται το μεταναστευτικό Στο διάγγελμά του, λίγο πριν παραιτηθεί, ο Βενιζέλος αποδίδει τις οικονομικές δυσκολίες της χώρας αποκλειστικά στο εξωτερικό ισοζύγιο: Ελεύθερον Βήμα, 20/3/1932. 108


48 συνάλλαγμα. Τα εμβάσματα που έστελναν οι έλληνες μετανάστες, στους οικείους τους που έμειναν πίσω, καλύπτουν από μόνα τους το μισό του εμπορικού ελλείμματος, αν και μειώνονται σημαντικά από το 1932 και ύστερα. 109 Η μείωση αυτή προφανώς δεν ήταν άσχετη με τις δυσκολίες που συναντούσαν οι ίδιοι στις χώρες υποδοχής, κυρίως στις ΗΠΑ, όπου το 1932 ήταν η χειρότερη χρονιά από το ξέσπασμα της κρίσης.110 5. Η ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑ, 1914-38 2000 1800 1600 1400 1200 1000 800 600 400 200 0

ΑΡΙΘΜΟΣ ΠΛΟΙΩΝ

1938

1936

1934

1932

1930

1928

1926

1924

1922

1920

1918

1914

ΧΩΡΗΤΙΚΟΤΗΤΑ (χιλ.κόροι)

1 κόρος = 2,83 κυβικά μέτρα. Τα στοιχεία αφορούν μόνο τα ατμόπλοια. Οικονομική Επετηρίς, τ.ΙΙ, σ. 63.

Η ελληνική ναυτιλία βγήκε βαθύτατα τραυματισμένη από τον Πρώτο Πόλεμο: από τα 685 ατμόπλοια 836 χιλιάδων κόρων το 1914, το 1918 είχαν απομείνει μόνο τα 205, συνολικής χωρητικότητας 290 χιλιάδων κόρων. Υπήρχαν βεβαίως τα Το μέγεθος του προβλήματος επισημαίνεται σε ένα άρθρο του πρώην Διοικητή της ΤτΕ Διομήδη: «Τα εμβάσματα και οι άλλοι άδηλοι πόροι, που απέδιδον ετησίως 10-12 εκ. χρυσάς λίρας σχεδόν εστέρευσαν (...) η αξία των εξαγωγών μας, από 18 εκ. χρυσάς λίρας έπεσεν εις τα 7 εκ. χάρτινας. Η λύσις είναι η με κάθε θυσία αύξησις της γεωργικής μας παραγωγής, διότι υπάρχει κίνδυνος να μην έχουμε το απαραίτητο συνάλλαγμα δια την εισαγωγήν των αναγκαίων ειδών διατροφής»: Ελεύθερον Βήμα, 3/8/1933. 110 Η μετανάστευση απετέλεσε την ασφαλιστική δικλείδα τόσο στην αύξηση του πληθυσμού κατά τον 19ο αιώνα, όσο και στην αντιμετώπιση της κρίσης στις εξαγωγές της σταφίδας μετά το 1892. Οι μετανάστες κατευθύνονταν είτε προς τις ελληνικές παροικίες της Ανατολικής Μεσογείου, κυρίως στην Σμύρνη και την Αλεξάνδρεια, είτε προς τις ΗΠΑ. Οι πόλεις της Μικράς Ασίας έπαυσαν να αποτελούν τόπο προορισμού μετά το 1922, ενώ οι ΗΠΑ επέβαλλαν, το 1924, περιοριστικά μέτρα που περιόριζαν κατά πολύ την άφιξη στο έδαφός τους μεταναστών από την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, άρα και των ελλήνων. Ο μεσοπόλεμος δεν σηματοδοτείται μόνο από την άφιξη των προσφύγων αλλά και από τον περιορισμό, για πρώτη φορά, των κατοίκων της χώρας στα εθνικά τους σύνορα. Η έλλειψη διαφυγής ενέτεινε τις κοινωνικές εντάσεις, και ήταν μια από τις αιτίες που δημιούργησαν το αίσθημα αδιεξόδου που χαρακτηρίζει την εποχή. Για την υπερπόντια μετανάστευση: Κιτροέφ, σ. 123 – 173. Είναι χαρακτηριστικό το πρωτοσέλιδο άρθρο του Ελεύθερου Βήματος της 5/1/1937, με τίτλο: «Ο πρέσβης κ. Ν. Πολίτης περί Βραζιλίας – Υπάρχει ευρύ έδαφος διά την ελληνικήν εργασίαν», που συνοδεύεται και από μία ωραιότατη φωτογραφία του «Ρίου Ιανερείου». 109


49 αστρονομικά κέρδη στα χέρια των εφοπλιστών, από τους υψηλούς ναύλους και τις αποζημιώσεις,111 που επέτρεψαν την γρήγορη ανασυγκρότηση και την περαιτέρω ανάπτυξη του. Τις παραμονές του Δεύτερου Πολέμου τα ελληνικά πλοία διέθεταν σχεδόν το 3% της παγκόσμιας χωρητικότητας. Η επίδραση της ναυτιλίας στην εθνική οικονομία έχει να κάνει, πρώτα απ’ όλα, με το ότι προσφέρει εργασία στους έλληνες ναυτικούς. Όσοι δούλευαν στα ποντοπόρα φορτηγά την δεκαετία του ’30 έφταναν τις 18.000, και αν ο μισθός τους ήταν ο μισός αυτού που έπαιρναν οι βρετανοί, νορβηγοί ή ολλανδοί συνάδελφοί τους, ήταν πάντως ο διπλάσιος του μισθού ενός εργάτη της κλωστοϋφαντουργίας την ίδια περίοδο.112 Καθώς μάλιστα καταβάλλεται σε συνάλλαγμα, βοηθά στην κάλυψη του εμπορικού ελλείμματος, σε μικρότερο όμως βαθμό από ότι το μεταναστευτικό: οι μισθοί των ναυτικών το καλύπτουν, ανάλογα με την χρονιά, σε ποσοστό 20 – 25%.113 Πέρα όμως από το ναυτιλιακό συνάλλαγμα, ενδιαφέρον εδώ θα είχε να γνωρίζαμε κατά πόσον τα κέρδη της ναυτιλίας μεταφέρθηκαν στην στεριά, μετατράπηκαν δηλαδή σε επενδύσεις σε άλλους κλάδους της οικονομίας. Αν και ανιχνεύουμε την παρουσία των εφοπλιστών στις τράπεζες, και σε πολύ μικρότερο βαθμό στην βιομηχανία, φαίνεται ότι τα κέρδη των πλοίων παρέμειναν στις ναυτικές δραστηριότητες, ή πάντως επενδύθηκαν έξω από την Ελλάδα.114 Το 1939 ο διευθυντής του τμήματος μελετών του Υφυπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας εκτιμούσε, «κατά προσέγγισιν», την αξία του στόλου σε 30 εκατομμύρια στερλίνες ή 16,5 δις δραχμές. την ίδια χρονιά, το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων των ανωνύμων εταιρειών της χώρας ήταν 11 δισεκατομμύρια. 115 6. ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Ο μεσοπόλεμος, όσον αφορά το τραπεζικό σύστημα χωρίζεται με σαφήνεια σε δύο περιόδους: η ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος το 1928 σηματοδοτεί την τομή. 6.1. ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος αποτελεί την πρώτη επιτυχημένη προσπάθεια δημιουργίας πιστωτικού οργανισμού στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Άρχισε να λειτουργεί από το 1840, έκανε κάθε είδους τραπεζικές εργασίες και είχε

Χαρλαύτη, σ. 326. ό.π., σ. 376. 113 Οικονομική Επετηρίς, τ.ΙΙ, σ. 284 – 285. 114 Οι Εμπειρίκοι δραστηριοποιούνται στην Τράπεζα Αθηνών, οι Γράτσοι στο Παγοποιείο Κλωναρίδη κλπ. Δεν γνωρίζουμε όμως ούτε το πότε έγιναν αυτές οι επενδύσεις, ούτε το ύψος τους: Καψή, σ. 78 – 82. 115 Οικονομική Επετηρίς, τ.ΙΙ, σ. 71 και 271. 111 112


50

ΙΔΡΥΣΗ ΝΕΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ, 1900-27 12 10 8 6 4 2 1927

1925

1923

1921

1919

1917

1915

1913

1911

1909

1907

1905

1903

1901

0

Αλογοσκούφης – Λαζαρέτου, σ. 175 – 180.

επίσης το εκδοτικό προνόμιο. 116 Τον 19ο αιώνα ιδρύθηκαν άλλες 19 τράπεζες, από τις οποίες βρισκόταν σε λειτουργία μόνο δύο στις αρχές του 20ου. Έτσι, στο γύρισμα του προηγούμενου αιώνα, εκτός από την Εθνική και την Ιονική λειτουργούσαν ακόμα η Τράπεζα Βιομηχανικής Πίστεως και η Τράπεζα Αθηνών. Από το 1900 μέχρι το 1927 δημιουργήθηκαν, ούτε λίγο ούτε πολύ, 49 νέες τράπεζες και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Οι περισσότερες από αυτές απευθύνονταν στην τοπική αγορά και διαλύθηκαν σύντομα. Είχαν ιδρυθεί με σκοπό την κερδοσκοπία με το συνάλλαγμα, μεταξύ 1918 – 1927 και η σταθεροποίηση της δραχμής το 1928 τις οδήγησε στην διάλυση, την χρεοκοπία ή την ουσιαστική παύση της λειτουργίας τους τα αμέσως επόμενα χρόνια. Πριν την ίδρυση της ΤτΕ υπήρχαν στη χώρα 40 ελληνικές τράπεζες. και πέντε ξένες.117 Από τις τράπεζες αυτές σημαντικές ήταν πέντε: η Εθνική, που μόνη της συγκέντρωνε το 45% του συνόλου των καταθέσεων και των χορηγήσεων, η Τράπεζα Αθηνών, η Εμπορική, η Τράπεζα Ανατολής και η Ιονική, που τότε ήταν αγγλικών συμφερόντων. Ο κρατικός έλεγχος -με την εξαίρεση της Εθνικής της οποίας την Διοίκηση όριζε ουσιαστικά το κράτος-118 ήταν ανύπαρκτος, το νομοθετικό πλαίσιο που θα ρύθμιζε τον τρόπο λειτουργίας των πιστωτικών ιδρυμάτων απουσίαζε, και το κυριότερο έλλειπε μια αμιγώς εκδοτική τράπεζα που θα ασκούσε την κρατική νομισματική και πιστωτική πολιτική, θα επόπτευε τις υπόλοιπες τράπεζες και θα λειτουργούσε γι αυτές ως δανειστής έσχατης ανάγκης, κάτι που αδυνατούσε να πράξει η Εθνική καθώς ήταν υποχρεωμένη να προστατεύει τα συμφέροντα των μετόχων της, πολλές φορές σε βάρος των άλλων τραπεζών με τις οποίες διατηρούσε ανταγωνιστικές σχέσεις. Της ίδρυσης της ΕΤΕ είχε προηγηθεί η δημιουργία της Ιονικής Τράπεζας (1839) στα Ιόνια Νησιά, που μέχρι το 1864 βρισκόταν υπό αγγλική κυριαρχία. 117 ΤτΕ, σ. 50 – 51. 118 ΤτΕ, σ. 53. 116


51 6.2. Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1928 – 1940 α) το 1927 η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε και πάλι την συνδρομή της Κοινωνίας των Εθνών, όπως το 1924, προκειμένου να εκδώσει νέο δάνειο, αυτή τη φορά για την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών και την σταθεροποίηση του νομίσματος. Η ΚτΕ αποδέχθηκε την εγγύηση του δανείου κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, η κυριότερη των οποίων ήταν η σύσταση και στη χώρα μας, μιας κρατικής, αμιγώς εκδοτικής τράπεζας.119

ΔΕΙΚΤΗΣ ΤΙΜΩΝ, ΤΙΜΗ ΤΟΥ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΛΙΡΑΣ, 1914-39 2.500,0 2.000,0 1.500,0

ΧΡΥΣΗ ΛΙΡΑ / ΔΡΑΧΜΗ

1.000,0

ΛΙΡΑ ΣΤΕΡΛΙΝΑ / ΔΡΑΧΜΗ ΔΕΙΚΤΗΣ ΤΙΜΩΝ (1914 = 100)

500,0

1938

1935

1932

1929

1926

1923

1920

1917

1914

0,0

Η νομισματική σταθερότητα χάθηκε από το 1920, όταν οι Σύμμαχοι διέκοψαν τις πιστώσεις προς την χώρα μας, λόγω της επιστροφής του φιλογερμανού βασιλιά Κωνσταντίνου, μέχρι το 1928 που η Ελλάδα άρχισε να ακολουθεί τον κανόνα χρυσού. Η έξοδος από τον κανόνα το 1932, μετά τις αναπόφευκτες αναπροσαρμογές, οδήγησε σε σταθερότητα έναντι της στερλίνας και σε έναν σχετικά ήπιο πληθωρισμό, αλλά η τιμή της χρυσής λίρας υπερδιπλασιάστηκε μέχρι την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Για τον τιμάριθμο, ΕΣΥΕ 1939, για την στερλίνα Οικονομική Επετηρίς τ.ΙΙ, σ. 202, για την χρυσή λίρα ΤτΕ σ. 24.

Δεν θα μας απασχολήσουν εδώ τα παρασκήνια που οδήγησαν ένα χρόνο αργότερα στην ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος, 120 και στη συνέχεια στην τελική σύναψη του δανείου.121 Γεγονός είναι ότι το ιδρυτικό κεφάλαιο κατετέθη

119

Από το 1920 είκοσι κράτη που αντιμετώπιζαν πρόβλημα με το νόμισμά τους ίδρυσαν εκδοτικές τράπεζες, οι οποίες ανέλαβαν, πέρα από κάθε κυβερνητική παρέμβαση, την έκδοση χαρτονομίσματος και τον έλεγχο της νομισματικής κυκλοφορίας: Γερμανία, Αυστρία, Ουγγαρία, Πολωνία, Τσεχοσλοβακία, Βέλγιο κλπ.: Ελεύθερον Βήμα, 29/7/1927. 120 Οι αντιδράσεις προήλθαν βέβαια από κύκλους της Εθνικής, που έβλεπε να χάνεται το εκδοτικό της προνόμιο, και οδήγησαν σε παραίτηση της κυβέρνησης. Θα χρειαστεί νέα κυβέρνηση, υπό τον ίδιο πρωθυπουργό πάντως, ώστε να εγκριθούν από τη Βουλή τα αναγκαία μέτρα για τη σύσταση της Κεντρικής Τράπεζας: ΤτΕ, σ. 62. 121 Παρακάτω.


52 εξ ολοκλήρου από την Εθνική, η οποία έλαβε σε αντάλλαγμα και το σύνολο των αρχικών μετοχών.122 Αναπόφευκτα, οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο τράπεζες θα είναι πολύ στενές, τουλάχιστον κατά την διάρκεια του μεσοπολέμου: Διοικητής της ΤτΕ ορίστηκε ο Αλέξανδρος Διομήδης, μέχρι τότε Διοικητής της ΕΤΕ, ενώ Υποδιοικητής ο Εμμανουήλ Τσουδερός, επίσης Υποδιοικητής της Εθνικής. 123 β) το 1929 η αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος ολοκληρώθηκε με την δημιουργία της Αγροτικής Τράπεζας, ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με σκοπό την χορήγηση πιστώσεων στη γεωργία. Και σε αυτή την περίπτωση το παρασκήνιο ήταν έντονο καθώς μεγάλο μέρος των απαραίτητων κεφαλαίων διέθεσε η Εθνική, μετά την πίεση του κράτους, και μέσα από αμφισβητούμενες νομικές αποφάσεις.124 Η νέα τράπεζα είχε τρία πλεονεκτήματα απέναντι στα υπόλοιπα πιστωτικά ιδρύματα: έδινε υψηλότερο επιτόκιο, οι καταθέσεις σε αυτήν είχαν την εγγύηση του κράτους, και στα δάνεια που χορηγούσε ενέγραφε βάσει του νόμου πρώτη υποθήκη, με αποτέλεσμα όλη η αγροτική οικονομία «να εικάζεται υπέγγυα προς την Αγροτικήν Τράπεζαν», όπως διαμαρτυρόταν ο ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΤΟ 1939

ΑΤΕ ΕΤΕ ΤτΕ Ιονική Εμπορική Τράπεζα Αθηνών Κτηματική (1) Λαϊκή (2) ΣΥΝΟΛΟ ΣΥΝΟΛΟ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ

ΜΕΡΙΔΙΟ % ΤΟΥ ΣΥΝΟΛΟΥ ΤΩΝ ΧΟΡΗΓΗΣΕΩΝ (β) 21,7 40,7

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ (εκ. δρχ) 1.292 1.205 596 440 229

ΣΥΝΟΛΟ ΧΟΡΗΓΗΣΕΩΝ (εκ. δρχ) 3.960 7.427 516 577

ΜΕΡΙΔΙΟ % ΤΟΥ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ (α) 28,2 26,3 13,0 9,6 5,0

176 127 108 4.173

1.181 2.975 357 16.993

3,8 2,8 2,4 91,1

6,5 16,3 2,0 93,2

4.579

18.238

100,0

100,0

2,8 3,2

(α): μετοχικό κεφάλαιο και αποθεματικά. (β): βραχυπρόθεσμων (μέχρι τρεις μήνες) και μακροπρόθεσμων. (1): ιδρύθηκε από την Εθνική το 1927. (2): είχε εξαγοραστεί από την Ιονική το 1932. Το ιδρυτικό κεφάλαιο της ΤτΕ ήταν 400 εκ. δραχμές διαιρεμένο σε 80.000 μετοχές. Οι μισές διατέθηκαν στους μετόχους της Εθνικής, στην τιμή των 5.000 δρχ. η μία, και σε αναλογία μία μετοχή της ΕΤΕ προς δύο της ΤτΕ. Οι υπόλοιπες διατέθηκαν με δημόσια εγγραφή στην τιμή των 7.500.δραχμών. Την διαφορά μοιράστηκαν η ΕΤΕ και το Δημόσιο: ΤτΕ, σ. 77. 123 ΤτΕ, σ. 85. 124 ΤτΕ, σ. 70-73. 122


53

Οικονομική Επετηρίς, τ.ΙΙ, σ.218 και σ. 230.

Διευθυντής της Τράπεζας Αθηνών, της δεύτερης από άποψη ενεργητικού εμπορικής τράπεζας.125 Είχε όμως και ένα μεγάλο μειονέκτημα: από τα 1.740 εκ. δραχμές που ήταν το αρχικό της κεφάλαιο, τα 1.150 είχε δανειστεί από το κράτος ή την ΕΤΕ με επιτόκιο 5 και 8% αντίστοιχα. Έτσι οι δυνατότητες παροχής χαμηλότοκων δανείων προς τους αγρότες μειώθηκε σημαντικά. 126 γ) το 1939 δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα 30 τράπεζες, από τις οποίες οι τέσσερις ήταν ξένες. Από αυτές οι επτά κατείχαν το 90% των συνολικών κεφαλαίων και παρείχαν επίσης το 90% των χορηγήσεων. Παρά την ίδρυση της ΤτΕ και της ΑΤΕ τον κύριο ρόλο εξακολουθεί να παίζει η Εθνική η οποία, αν συμπεριλάβουμε και την θυγατρική της Κτηματική, παρέχει το 55% του συνόλου των χορηγήσεων. Οι ανακατατάξεις των ετών 1928-29 μοιάζει να την έχουν ενισχύσει μάλλον, παρά αποδυναμώσει. Πέρα από την Εθνική όμως, και την δεσπόζουσα θέση της, τον πρωταγωνιστικό ρόλο τον έχει το ίδιο το κράτος. Ελέγχει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την ΤτΕ, την ΑΤΕ, την διοίκηση της Εθνικής, παρά τις κατά καιρούς μεταξύ τους συγκρούσεις, 127 και μέσω αυτής και την Κτηματική Τράπεζα. Ελέγχει δηλαδή το 70% των κεφαλαίων και το 75% των χορηγήσεων του πιστωτικού συστήματος. Η παντοδυναμία αυτή του κράτους θα οδηγήσει, μέσω των εκάστοτε κυβερνήσεων, στην δημιουργία μιας ολιγομελούς σχετικά ομάδας που χειρίζονταν, κάποτε όχι άμεμπτα, το μεγαλύτερο μέρος του διαθέσιμου για την ανάπτυξη πλούτου. 7. ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ

Κωστής, 1986, σ. 58. Ελεύθερον Βήμα, 4/7/1929. 127 Η γνωστότερη σύγκρουση ανάμεσα στην Διοίκηση της Εθνικής και την κυβέρνηση, στο Μεσοπόλεμο, έχει γίνει γνωστή ως «η υπερτίμησις των καλυμμάτων». Με δύο συμβάσεις μεταξύ του ελληνικού κράτους και της Εθνικής, των ετών 1915 και 1920, η τελευταία αύξησε το, σε αναγκαστική κυκλοφορία τότε, χαρτονόμισμά της κατά 380 εκ. δραχμές. ταυτόχρονα αναλάμβανε την υποχρέωση να μετατρέπει (και) τις δραχμές αυτές σε χρυσό ή συνάλλαγμα όταν θα τερματιζόταν η αναγκαστική κυκλοφορία. Το 1928, με την σταθεροποίηση, η συναλλαγματική αξία της δραχμής ορίστηκε στο 1/15 της προπολεμικής και επανήλθε η υποχρέωση της τράπεζας να ανταλλάσει δραχμές με συνάλλαγμα στην νέα βέβαια ισοτιμία. Πλέον το «κάλυμμα» που ήταν απαραίτητο ώστε να μπορεί να μετατρέπει τα τραπεζογραμμάτιά της Εθνικής σε χρυσό ή συνάλλαγμα ήταν το 1/15 της εποχής που είχαν συναφθεί οι συμβάσεις με το Δημόσιο. Το κέρδος υπολογίστηκε στο διόλου ευκαταφρόνητο ποσόν του ενός δισεκατομμυρίου δραχμών και ο Βενιζέλος ήθελε να δοθεί στο κράτος, ενώ η ΕΤΕ προέβαλλε διάφορες δικαιολογίες υπεκφεύγοντας το ζήτημα. Η εμμονή της ηγετικής ομάδας της Εθνικής στις απόψεις της ανάγκασε τον Βενιζέλο να απειλήσει ότι θα επιβάλει στην τράπεζα, με νομοθετική ρύθμιση, φόρο βαρύτερο από το ποσόν της μεταξύ τους διαφοράς, με αποτέλεσμα η Εθνική να υποχωρήσει: Δαφνής, τ. Β΄, σ. 87. και Πύρσος, τ.Ι, σ. 115. 125 126


54 Τα δημόσια οικονομικά αυτής της περιόδου –και όχι μόνο- χαρακτηρίζονται από την μονίμως αποτυχημένη προσπάθεια των κυβερνήσεων να καλύψουν μέσω των τακτικών εσόδων του προϋπολογισμού τα έξοδα, είτε αυτά είναι καταναλωτικά –ιδιαίτερα για την περίθαλψη των προσφύγων-128είτε δαπάνες για επενδύσεις, με αναπόφευκτη συνέπεια την προσφυγή στον δανεισμό. Ταυτόχρονα, η παρουσία του κράτους στην οικονομία γίνεται πιο έντονη και η κατά κεφαλήν φορολογική επιβάρυνση αυξάνεται. 7.1. Ο ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ Αν και θα μπορούσαμε να κατατάξουμε τα δημόσια δάνεια με διάφορα κριτήρια εδώ θα μείνουμε στην διάκριση ανάμεσα στον εσωτερικό και τον εξωτερικό δανεισμό. α) ο εσωτερικός δανεισμός γινόταν με αναγκαστικά δάνεια ή με την αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας. Έχουμε αναφερθεί στο αναγκαστικό δάνειο του 1922 που πραγματοποιήθηκε με την διχοτόμηση της δραχμής.129 Ένα άλλο παρόμοιο δάνειο έγινε το 1926, μόνο που αυτή τη φορά είχε πιο ήπια μορφή: τώρα το χαρτονόμισμα μοιράστηκε σε δύο άνισα μέρη εκ των οποίων το ένα αντιπροσώπευε τα 3/4 της συνολικής αξίας και παρέμεινε στον κάτοχό του, ενώ το άλλο δόθηκε στο κράτος.130 Και στις δύο περιπτώσεις οι προηγούμενοι κάτοχοι αποζημιώθηκαν με ομολογίες του δημοσίου οι οποίες, λόγω του πληθωρισμού και της διακοπής της πληρωμής των τοκοχρεολυσίων το 1932, όπως θα δούμε, πρακτικά έμειναν χωρίς αντίκρισμα.

ΕΞΩΤΕΡΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ ΣΕ ΧΡΥΣΟ ΚΑΤΆ ΤΟΝ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ

ΕΤΟ Σ 1924 1924 1925 1928 1928 1928 1931

"ΟΝΟΜΑΣΙΑ" Προσφυγικό Προσφυγικό Υδρεύσεως Σταθεροποιήσεως Σταθεροποιήσεως Παραγωγικό Παραγωγικό

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10 εκ ₤ 11 εκ $ 10 εκ $ 4 εκ ₤ 17 εκ $ 4 εκ ₤ 4,6 εκ ₤

ΕΚΔΟΣΗ 88% 88% 85% 91% 91% 89% 87%

ΕΠΙΤΟΚΙΟ 7% 7% 4% 6% 6% 6% 6%

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΕΠΙΤΟΚΙΟ 7,95% 7,95% 4,70% 6,53% 6,53% 6,74% 6,89%

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΕ ΔΡΧ (εκ) 2.470 616 645 1.492 1.302 1.492 1.619

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΕ ΣΤΑΘ ΤΙΜΕΣ 1914 (εκ) 200 50 46 80 70 80 97

Πηγή: Παντελάκης, 1995 και Eπετηρίς του Χρηματιστηρίου Αθηνών, 1969. Οι διάφορες κυβερνήσεις είχαν δαπανήσει για τους πρόσφυγες, στο διάστημα 1922-26, εκτός από τις δέκα εκατομμύρια λίρες του προσφυγικού δανείου άλλα επτά εκατομμύρια από τον κρατικό προϋπολογισμό: Ελεύθερον Βήμα, 19/2/1928. Για λόγους σύγκρισης, το κόστος των διάφορων πολέμων της περιόδου 1912-22 υπολογίζεται σε 164 εκ. λίρες: «Η Έκθεσις της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων: εξοδεύσαμεν εις τους πολέμους 164 εκατομμύρια λίρας και είμεθα πτωχοί», Ελεύθερον Βήμα, 29/1/1927. 129 Ελεύθερον Βήμα, 23/3/1922. 130 Ελεύθερον Βήμα, 24/1/1926. 128


55

Ο άλλος τρόπος δανεισμού, η εντολή δηλαδή του κράτους προς την Εθνική Τράπεζα να τυπώσει χαρτονομίσματα, τα οποία στη συνέχεια παρελάμβανε, πραγματοποιήθηκε δύο φορές, κάλυψε μεν άμεσες κρατικές ανάγκες αλλά συνέβαλε στην αύξηση του πληθωρισμού.131 β) ο εξωτερικός δανεισμός πραγματοποιούνταν σε χρυσό, στην πραγματικότητα σε λίρες ή δολάρια, νομίσματα που ήταν μετατρέψιμα σε χρυσό. Χρησιμοποιήθηκε για την αποκατάσταση των προσφύγων, την σταθεροποίηση της δραχμής και την χρηματοδότηση των δημόσιων έργων της περιόδου 1928-31. γ) το 1932 , ως αποτέλεσμα της διεθνούς κρίσης, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να σταματήσει την αποπληρωμή των δανείων, για να εισπράξει την μήνιν των ομολογιούχων.132 Το 1940 το συνολικό δημόσιο χρέος έφτανε τα 72 δις δραχμές και ήταν σχεδόν πέντε φορές μεγαλύτερο από τα δημόσια έσοδα του ίδιου έτους.133 Εκείνο μεν το τμήμα του που είχε συναφθεί σε δραχμές εξανεμίστηκε λόγω του υπερπληθωρισμού της κατοχής,134 ενώ για την τακτοποίηση των εξωτερικών δανείων χρειάστηκαν μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις που κατέληξαν σε συμφωνία πολλά χρόνια μετά τον πόλεμο.135 7.2. ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ: ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ α) από το 1923 ως το 1939, τέσσερεις μόνο φορές ο προϋπολογισμός εμφανίζει πλεονάσματα, ενώ τα υπόλοιπα χρόνια είναι ελλειμματικός. 136 Τα ελλείμματα καλύπτονταν κάθε φορά με δημόσιο δανεισμό που έπαιρνε, ανάλογα με την περίσταση, την μια ή την άλλη από τις μορφές που μόλις είδαμε. Οι δημόσιες επενδύσεις περιορίστηκαν, σχεδόν αποκλειστικά στην εκτέλεση εγγειοβελτιωτικών έργων, κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα. Το ζητούμενο ήταν η δημιουργία, μέσω των αποξηράνσεων και γενικότερα του ελέγχου των υδάτινων πόρων, νέων καλλιεργήσιμων εδαφών με υψηλές αποδόσεις . συγχρόνως, ο

Παντελάκης, 1995, σ. 89. Ο πρόεδρος της Επιτροπής των Δανείων των εκδοθέντων υπό την αιγίδα της ΚτΕ χαρακτηρίζει την Ελλάδα, μαζί με την Βουλγαρία, ως τους «χειρότερους κακοπληρωτές»: Ελεύθερον Βήμα, 23/1/1934. Την προηγούμενη χρονιά στάση πληρωμών είχε κηρύξει η Τουρκία, το 1932 η Γερμανία και η Ουγγαρία, το 1933 ακολούθησε η Ρουμανία, και το 1936 η Πολωνία, για να μείνουμε μόνο στον ευρωπαϊκό χώρο: C. Reinhart – K. Rogoff, This time is different, Princeton 2009, σ. 96. 133 Οικονομική Επετηρίς, τ.ΙΙ, σ. 169 και 174. Το ανά κάτοικο δημόσιο χρέος της Ελλάδας ήταν το υψηλότερο από όλες τις βαλκανικές χώρες: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 16/10/1932. 134 Παρακάτω. 135 Το σε δολάρια προπολεμικό χρέος ρυθμίστηκε το 1962 με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, και χωρίς αναφορά στην ρήτρα χρυσού, ενώ παρόμοια διευθέτηση έγινε και για το τμήμα εκείνο που ήταν σε λίρες: Καραμανλής, τ. Ε΄, σ. 483 και τ. ΣΤ΄, σ. 147. 136 Μητροφάνης. 131 132


56 περιορισμός της ελονοσίας η οποία, σε ορισμένες πεδινές περιοχές, ήταν ενδημική.137

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ, 1923-38 (εκ. δρχ. σε σταθ. τιμές 1914) 1.200,0 1.000,0 800,0 600,0 400,0

ΠΛΕΟΝΑΣΜΑ / ΕΛΛΕΙΜΜΑ

1937

1935

1933

1931

1929

1927

1925

-400,0 -600,0

ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ

1923

200,0 0,0 -200,0

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΣΟΔΑ

Επεξεργασία των πινάκων του Μητροφάνη. Τα έσοδα δεν συμπεριλαμβάνουν εκείνα που οφείλονται σε δανεισμό, με τα οποία καλύφθηκε το μεγάλο έλλειμμα του 1929.

ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ, 1923-38 60,0 50,0 40,0 30,0 20,0 10,0 1938

1937

1936

1935

1934

1933

1932

1931

1930

1929

1928

1927

1926

1925

1924

1923

0,0

Για τις κρατικές δαπάνες: Μητροφάνης. Για το ΑΕγΠ: Κωστελένος κ.ά

β) η φορολογική επιβάρυνση, καθώς το κράτος αναγκάζεται να παρεμβαίνει όλο και περισσότερο στην οικονομία και να προχωρά στην δημιουργία, στοιχειωδών

Η συνολική δαπάνη για τα παραγωγικά έργα στη Μακεδονία έφθασε τα έξι δισεκατομμύρια δραχμές, ενώ η άμεση αύξηση του εθνικού εισοδήματος υπολογίζεται από τον Α. Αγγελόπουλο, καθηγητή τότε της ΑΣΟΕΕ, σε ένα δισεκατομμύριο: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 2/8/1937. 137


57 έστω, προστατευτικών κοινωνικών μηχανισμών αυξήθηκε κατά κεφαλήν, σε σταθερές τιμές, κατά 30% ανάμεσα στις αρχές και το τέλος της περιόδου. 138 Κυριαρχούν οι έμμεσοι φόροι, αντίστροφα αναδιανεμητικοί ως προς το εισόδημα, που καλύπτουν συνεχώς τα 2/3 του συνόλου των φορολογικών εσόδων. Ο φόρος κληρονομιάς αντίθετα, που στην Βρετανία απέδιδε το 10% των φορολογικών εσόδων, στην Ελλάδα την ίδια χρονιά (1928) δεν απέδιδε παρά το 1%. 139 γ) οι κρατικές δαπάνες ανέρχονται, με μικρές διακυμάνσεις, στο 30% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, για να μειωθούν όμως από το 1932 και ύστερα στο 20 – 22% του ΑΕγΠ. Είναι προφανές ότι το μάθημα του Keynes όχι απλώς δεν έχει αφομοιωθεί, αλλά μάλλον παρέμενε άγνωστο στους διαμορφωτές της οικονομικής πολιτικής και τους έλληνες οικονομολόγους. 140 Έτσι το 1939 οι δημόσιες δαπάνες στην χώρα μας ήταν, αναλογικά προς το Εγχώριο Προϊόν, λιγότερες από αυτές της Βρετανίας . περισσότερες όμως από αυτές της Γαλλίας, 141 όπου η νεοκλασική σκέψη δεν αμφισβητήθηκε σε όλη την διάρκεια του μεσοπολέμου.

8. ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΑΞΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Για την συνολική αξία της παραγωγής δεν διαθέτουμε παρά εκτιμήσεις, κάτι που είναι απολύτως φυσιολογικό αν σκεφτούμε ότι ακόμα και σήμερα οι αναθεωρήσεις σχετικά με το μέγεθος του ΑΕΠ δεν είναι σπάνιες. Το μεγάλο πρόβλημα εκείνη την περίοδο είχε να κάνει με τον υπολογισμό της αυτοκατανάλωσης των αγροτικών νοικοκυριών και την μείωσή της, καθώς η οικονομία της υπαίθρου εμπορευματοποιείται όλο και περισσότερο. Θα ήταν άρα χωρίς νόημα να σταθούμε στα απόλυτα μεγέθη. αυτό που θα δούμε είναι η εξέλιξη των μεγεθών σύμφωνα με την κάθε πηγή, και να τα συγκρίνουμε με την αύξηση του πληθυσμού ώστε να αποκτήσουμε μια γενική εικόνα για την βελτίωση ή την επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης των ανθρώπων. Φυσικά για δείκτες σχετικούς με την ανισοκατανομή του εισοδήματος, μέχρι πολύ πρόσφατα, δεν μπορεί να γίνει λόγος. Καθώς η πρώτη Επετηρίδα της Επεξεργασία των στοιχείων του Μητροφάνη, ό.π. Δερτιλής, 1993, σ. 62. Οι άμεσοι φόροι αποτελούσαν, το 1935, μόλις το 16% των τακτικών εσόδων του δημοσίου. Η φορολογία των αγροτών ήταν άνιση καθώς οι παραγωγοί καπνού φορολογούνταν με το 20% του ακαθάριστου εισοδήματος, του λαδιού με 8%, του κρασιού σχεδόν δεν φορολογούνταν, ενώ οι παραγωγοί σταριού προστατεύονταν δασμολογικά: Ελεύθερον Βήμα, 1/6/1935. Οι Ανώνυμες Εταιρείες πλήρωναν φόρο 2% επί του κεφαλαίου, ενώ τα κέρδη έμεναν αφορολόγητα: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 6/12/1929. 140 Η κυρίαρχη μορφή μεταξύ των οικονομολόγων εκείνα τα χρόνια ήταν ο Ανδρέας Ανδρεάδης, καθηγητής της Δημόσιας Οικονομικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Διακηρυγμένος αντίπαλος της επέκτασης του κρατικού τομέα στην οικονομία, της «κρατικής ελεφαντιάσεως» όπως έγραφε το 1926, δεν άλλαξε γνώμη και μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Για τους έλληνες οικονομολόγους, τις θέσεις που κατείχαν και την διαμόρφωση των απόψεών τους: Ψαλιδόπουλος, 1989. 141 Από την επεξεργασία των αντίστοιχων πινάκων του Mitchell. 138 139


58 Στατιστικής Υπηρεσίας εκδόθηκε το 1931, ουσιαστικά βρισκόμαστε ακόμα στα όρια μεταξύ της προ-στατιστικής θεώρησης της κοινωνίας και αυτής που προκύπτει μέσα από σχετικά ακριβείς μετρήσεις. α) οι πλέον αξιόπιστοι παρατηρητές της εποχής είναι το Ανώτατο Οικονομικό Συμβούλιο142 και η Τράπεζα της Ελλάδος. εξίσου ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι, μεταγενέστερες, εκτιμήσεις των αρμόδιων υπηρεσιών του ΟΗΕ. Και οι τρεις αναφέρονται στην περίοδο 1928-38 και συμφωνούν ότι η «οικονομική δραστηριότητα» ή το Εθνικό Εισόδημα143 αυξήθηκαν κατά 30-40%. αν πάρουμε ως δεδομένο ότι, σύμφωνα με την ΕΣΥΕ, την ίδια δεκαετία ο πληθυσμός αυξήθηκε κατά ένα εκατομμύριο προκύπτει μια κατά κεφαλήν αύξηση του εισοδήματος, σε σταθερές τιμές, γύρω στο 20%. Αν συγκρίνουμε το μέσο ετήσιο ποσοστό ανάπτυξης διάφορων ευρωπαϊκών χωρών με αυτό της Ελλάδας, βλέπουμε ότι η χώρα μας καταλαμβάνει μια από τις τελευταίες θέσεις. Όμως να επιμείνουμε: η σχετική ομοιογένεια των στοιχείων του σχεδιαγράμματος κρύβει μία πολύ περισσότερο σημαντική

ΜΕΣΟ ΕΤΗΣΙΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΧΩΡΕΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ Φιλανδία Γερμανία Βουλγαρία Σουηδία Τσεχοσλαβακία Δανία Ισπ ανία Γιουγκοσλαβία Βέλγιο Βρετανία Ελλάδα Ιταλία Γαλλία

0,0

1,0

2,0

3,0

4,0

5,0

Φιλανδία, Σουηδία, Δανία, Γιουγκοσλαβία, Βρετανία, Ιταλία, Γαλλία: 1922-38 , ΑΕγΠ.

Που είχε συστηθεί με το νόμο 5354/32 και αποτελούταν από 21 μέλη: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 24/9/1933. 143 Το ΑΟΣ και η ΤτΕ αναφέρονται σε δείκτες οικονομικής δραστηριότητας που κατήρτιζαν οι ίδιοι, τα Ηνωμένα Έθνη (μεταγενέστερα, αλλά για την περίοδο του μεσοπολέμου) στο Εθνικό Εισόδημα: για τους πρώτους Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 12, για το δεύτερο Mitchell. 142


59 Γερμανία: 1925-38, Εθνικό Εισόδημα, Βουλγαρία: 1924-38, Εθνικό Εισόδημα, Τσεχοσλοβακία: 1922-37, ΑΕγΠ, Ισπανία: 1922-35, Εθνικό Εισόδημα, Βέλγιο: 1924-38, ΑΕγΠ, Ελλάδα: 1927-38, Εθνικό Εισόδημα. Επεξεργασία των στοιχείων του Mitchell, πίνακας J1. ΑΕγΠ: 1922-39 3.000 2.500

ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗ

2.000

ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗ

1.500

ΤΡΙΤΟΓΕΝΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗ

1.000

ΣΥΝΟΛΟ

1938

1936

1934

1932

1930

1928

1926

1924

0

1922

500

Κωστελένος κ.ά., Πίνακας 6-ΙΙ του οπτικού δίσκου που συνοδεύει το βιβλίο.

ανομοιογένεια της ποιότητας των δεδομένων, καθώς αυτά έχουν συλλεχθεί από διαφορετικές εθνικές ή υπερεθνικές υπηρεσίες και οργανισμούς. Δεν μπορεί πάντως παρά να αποτυπώνουν, ασφαλώς με στρεβλώσεις, τον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο βίωσαν το οικονομικό οι ευρωπαϊκές κοινωνίες κατά τον Μεσοπόλεμο. β) μια πρόσφατη μελέτη του Γιώργου Κωστελένου σε συνεργασία με άλλους ερευνητές, η οποία προσπαθεί να υπολογίσει το Εθνικό Προϊόν από το 1830 ως το 1939, παρουσιάζει μια πιο αισιόδοξη εικόνα για τα χρόνια που μας απασχολούν: ανάμεσα στο 1922-38 η αύξηση του ΑΕγΠ υπολογίζεται σε 80% (μια μέση ετήσια αύξηση 3,6%) που μεταφράζεται σε μια κατά 30% αύξηση κατά κεφαλήν, αν λάβουμε υπόψη και την άνοδο του πληθυσμού. Αν και μελέτες τέτοιας εμβέλειας προσφέρονται για την εξαγωγή συμπερασμάτων σε πολλά επίπεδα, εμείς θα μείνουμε μόνο σε δύο:


60

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΟΥ ΑΕγΠ στους ΤΟΜΕΙΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, 1922-39 70,0 60,0 50,0

Πρωτογενής

40,0

Δευτερογενής

30,0

Τριτογενής

20,0 10,0 0,0 1922

1939

Κωστελένος κ.ά., ό.π.

β1) ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕγΠ είναι μεγαλύτερος κατά την περίοδο 1931-38 από αυτόν της περιόδου 1922-31. Η κρίση του 1932, όπως συνέβη και σε άλλες χώρες με σχετικά μικρό βιομηχανικό τομέα, περιόρισε το διεθνές εμπόριο και χάρη στα προστατευτικά μέτρα που επέβαλλαν οι κυβερνήσεις αντίθετα από του να αναστείλει, προώθησε την οικονομική ανάπτυξη.144 β2) όμως, τουλάχιστον στην Ελλάδα, η αύξηση της παραγωγής δεν οδήγησε σε μια άξια λόγου μεταβολή της παραγωγικής δομής: η δευτερογενής τομέας παρέμενε ατροφικός σε όλη την διάρκεια του Μεσοπολέμου, συμμετέχοντας το 1939 μόνο κατά 8% στην διαμόρφωση του Εγχώριου Προϊόντος.

Ιβ: ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ 1. ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

144

Μazower 2001, σ. 131.


61

ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 1920-39 160,0 ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ

140,0 120,0

ΘΑΝΑΤΟΙ

100,0 80,0

ΒΡΕΦΙΚΗ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑ

60,0 40,0

ΠΡΟΣΔΟΚΩΜΕ ΝΗ ΖΩΗ ΚΑΤΆ ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΗ

20,0 0,0 1920-24

1925-29

1930-34

1935-39

Βαλαώρας, σ. 24. Ο Βαλαώρας προσπαθεί να διορθώσει τις εμφανείς υποκαταγραφές που παρουσιάζουν τα επίσημα στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των γεννήσεων και των θανάτων.

α) ανάμεσα στο 1920 και το 1940 ο πληθυσμός της χώρας αυξήθηκε από 5 σε 7,2 εκατομμύρια. Η αύξηση αυτή οφείλεται τόσο στην άφιξη των προσφύγων, όσο και στην φυσική αύξηση του πληθυσμού που προκύπτει από την υπεροχή των γεννήσεων έναντι των θανάτων. Όσον αφορά τις γεννήσεις, αν εξαιρέσουμε τα μεταβατικά έτη 1922-24, ανέρχονται στο 30‰ επί του συνολικού πληθυσμού μέχρι το 1934, οπότε αρχίζουν να μειώνονται ελαφρά φθάνοντας το 28‰. Παρά την μείωσή που παρατηρείται όμως εξακολουθούν να παραμένουν υψηλές, αν η σύγκριση γίνει με τα ανεπτυγμένα κράτη της εποχής: στην Βρετανία το αντίστοιχο ποσοστό δεν είναι παρά 15‰, στο Βέλγιο 15,5‰, στην Γερμανία 20‰.145 Ποσοστά γεννήσεων πάνω από 30‰ συναντάμε στην Ελλάδα του 19ου αιώνα,146 και ακόμα παλαιότερα στην Δυτική Ευρώπη. Το ποσοστό θνησιμότητας αντίθετα είναι υψηλότερο, αλλά όχι σημαντικά σε σχέση αυτό των ευρωπαϊκών χωρών που αναφέραμε προηγουμένως: 15‰ στην Ελλάδα του 1939, έναντι 12‰ στην Βρετανία, το Βέλγιο και την Γερμανία, παρά το ότι οι ελλείψεις στις υποδομές της χώρας και στον χώρο της υγείας ήταν κάτι παραπάνω από σημαντικές. Το 1923 διαβάζουμε στο Ελεύθερον Βήμα ότι «το νεοσύστατον Υπουργείον Υγιεινής πρέπει εγκαίρως να αντιμετωπίσει την φυματίωσιν» γιατί υπάρχουν τρία μόνο αντιφυματικά ιατρεία τα οποία φυτοζωούν ελλείψει προσωπικού, την ελονοσία που πλήττει ιδιαίτερα τους αγρότες, την μεγάλη θνησιμότητα στην βρεφική ηλικία, και τέλος «των τοσούτον επεκτεινομένων αφροδισίων νόσων».147 Το 1935 η κατάσταση δεν 145

Mitchell. 40‰ την περίοδο 1875-1889: Βαλαώρας, σ. 24. 147 Ελεύθερον Βήμα, 11/1/1923. 146


62 φαίνεται να έχει βελτιωθεί: τα κρεβάτια που διατίθενται δωρεάν στα νοσοκομεία της Αθήνας και του Πειραιά φθάνουν τα 1.200, δηλαδή ένα για κάθε 1.000 κατοίκους, αντί για ένα ελάχιστο 5.000 που κρίνεται απαραίτητο. Στην υπόλοιπη χώρα επικρατεί το χάος.148 Τα παραπάνω ποσοστά αφορούν το σύνολο του πληθυσμού, είναι διαφορετικά όμως στην ύπαιθρο και τις πόλεις: στην πρώτη οι γεννήσεις είναι αναλογικά περισσότερες, ενώ στις πόλεις αυτό ισχύει για τους θανάτους. Η διαφοροποίηση αυτή είναι αποτέλεσμα των άθλιων συνθηκών διαβίωσης των φτωχότερων αστικών στρωμάτων. Η διαφορά γεννήσεων και θανάτων που προκύπτει, ακόμα και το 1939, είναι σημαντική: ανέρχεται στο 13‰ επί του συνολικού πληθυσμού, και συνεπάγεται τον φυσικό διπλασιασμό του μετά από 55 περίπου χρόνια. Η φυσική αύξηση είναι μεγαλύτερη όχι μόνο από αυτήν των δυτικοευρωπαϊκών χωρών, αλλά και από την αντίστοιχη των χωρών της Νότιας Ευρώπης και των βαλκανικών κρατών.149 Δεν μπορεί κανείς να προβλέψει ποια θα ήταν η αντίδραση των χωρικών στην μαλθουσιανού τύπου κρίση που διαγράφονταν στον ορίζοντα, δεν χρειάζεται άλλωστε. ο πόλεμος, και σ’ αυτό το επίπεδο, άλλαξε τα πάντα. β) ο πληθυσμός μας αποτελείται σε μεγάλο βαθμό από νέους ανθρώπους, ένας στους τρεις κατοίκους της χώρας είχε ηλικία μέχρι 14 ετών. Οι μεγάλες ηλικίες αντίθετα υποεκπροσωπούνται: μόλις ένας στους είκοσι ήταν 65 ετών ή μεγαλύτερος. η προσδοκώμενη διάρκεια ζωής κατά την γέννηση, στα τέλη της δεκαετίας του ’30, έφθανε όλα κι όλα, τα 50 χρόνια. 150 Η μέση διάρκεια ζωής ήταν

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΣΕ ΟΜΑΔΕΣ ΗΛΙΚΙΩΝ: 1928 (σε χιλ.) 4.500 4.000 3.500 3.000 2.500 2.000 1.500 1.000 500 0

3.832

1.989

362 Έως 14 ετών

15 - 64

65 και άνω

Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 35.

πολύ μικρότερη, 34 μόλις χρόνια, ενώ στις ΗΠΑ έφθανε τα 65 έτη, στη Γερμανία τα 60, στην Ισπανία τα 42.151 Ελεύθερον Βήμα, 1/3/1935. Επεξεργασία των αντίστοιχων πινάκων από τον Mitchell. 150 Βαλαώρας, ό.π.. 151 Δηλώσεις του πρωθυπουργού, Ελεύθερον Βήμα, 7/1/1937. Η προσδοκώμενη διάρκεια ζωής αναφέρεται σε όσους γεννήθηκαν μια ορισμένη χρονιά, ενώ η μέση διάρκεια ζωής 148 149


63

Οι άνδρες παντρεύονταν ανάμεσα στα 25 και στα 30 τους, ενώ οι γυναίκες ήταν κατά μια πενταετία νεώτερες την ημέρα του γάμου τους. Κάθε οικογένεια έκανε κατά μέσο όρο 4,4 παιδιά, αλλά υπήρχε σημαντική διαφοροποίηση ανάμεσα στις οικογένειες της υπαίθρου και της πόλης: στα χωριά η μέση οικογένεια έκανε 4,7 παιδιά, στην πόλη 3,2. Οι πολλές τεκνοποιήσεις ήταν, εν μέρει, απάντηση στην υψηλή βρεφική θνησιμότητα, καθώς το 20% του συνόλου των θανάτων έρχεται πριν κλείσει χρόνος από την ημέρα της γέννησης, ενώ το 40% αφορά ανθρώπους κάτω των 15 ετών. Το ισοζύγιο γεννήσεων και θανάτων έχει σαν αποτέλεσμα, τόσο το 1920 όσο και το 1940, το μέσο μέγεθος του νοικοκυριού να αποτελείται από 4,2 άτομα.152 2. ΟΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ Το μεγάλο ζητούμενο για το εκπαιδευτικό σύστημα, και όχι μόνο, κατά την περίοδο του μεσοπολέμου ήταν η προσαρμογή του στις νέες συνθήκες που δημιουργήθηκαν από την διάλυση των ελληνικών κοινοτήτων της πρώην οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αν μέχρι τότε η επαγγελματική διέξοδος των αποφοίτων των σχολικών μηχανισμών ήταν η ενσωμάτωσή τους στην μικρή αστική τάξη των πόλεων του Βασιλείου, αλλά και των παροικιών του

ΜΑΘΗΤΕΣ ΚΑΙ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ % ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ, 1937 ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΜΑΘΗΤΕΣ / Δευτεροβάθμιας Πρωτοβάθμιας ΜΑΘΗΤΕΣ ΧΩΡΑ ΦΟΙΤΗΤΕΣ Εκπαίδευσης Εκπαίδευσης Α΄ βαθμιας Ελλάδα 0,13 1,3 15,3 0,8 Βέλγιο 0,13 1,0 11,9 1,1 Γαλλία 0,18 1,2 13,2 1,4 Γερμανία 0,09 1,4 11,7 0,7 Ιταλία 0,17 1,7 11,8 1,5 Βρετανία 0,16 1,2 11,3 1,4 Βουλγαρία 0,13 1,6 10,9 1,2 Γιουγκοσλαβία 0,11 1,5 10,0 1,1 Mitchell. Τα δεδομένα για τον πληθυσμό αναφέρονται σε διάφορες χρονιές της δεκαετίας του ’30.

εξωτερικού, μετά το ’22 τα πράγματα δυσκολεύουν.153 Τώρα πλέον, όπως λέγει ο Βενιζέλος το 1928, οι «εκατοντάδες σχολείων της κλασσικής λεγομένης εκπαιδεύσεως εξαπολύουν κατ’ έτος χιλιάδας νέων, ανικάνων ουσιαστικώς δια κάθε παραγωγικήν εργασίαν (...) Το μέλλον μας δεν ημπορεί παρά να είναι στην ηλικία θανάτου του συνόλου των κατοίκων της χώρας. 152 ΕΣΥΕ. Το νοικοκυριό δεν θα πρέπει να συγχέεται με την οικογένεια, διότι περιλαμβάνει και τα πρόσωπα που ζουν μόνα τους (μονομελή νοικοκυριά). 153 Τσουκαλάς, 1977.


64 σκοτεινόν και το κράτος εργάζεται προφανώς δια να παρασκευάση τον μέλλοντα στρατόν της κοινωνικής ανατροπής».154 Η λύση, κατά τον αρχηγό των Φιλελευθέρων πάντα, ήταν η «επιστροφή στην μητέραν γην». 155 Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στην οποία προχώρησαν οι φιλελεύθερες κυβερνήσεις την περίοδο 1928-32 είχε πολλές πλευρές: η αναδιαμόρφωση των σχολικών προγραμμάτων και η στροφή προς την επαγγελματική εκπαίδευση ήταν από τις σημαντικότερες,156 εξίσου σημαντική ήταν όμως και η προσπάθεια να λυθεί το κτιριακό πρόβλημα. στην τετραετία αυτή χτίστηκαν τριπλάσια σχολεία από όσα είχαν κατασκευαστεί από την σύσταση του ελληνικού κράτους.157 Αν και η εξάπλωση των σχολικών μηχανισμών, τόσο στις πόλεις όσο και στα χωριά, δεν υστερεί σε τίποτα από την αντίστοιχη του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος άλλων χωρών, ο αναλφαβητισμός εξακολούθησε να επιμένει: το 1928 οι αναλφάβητοι αποτελούσαν το 40% του συνόλου των κατοίκων της χώρας οκτώ ετών και άνω. Όσο για την σύνδεση της (ανώτατης) τεχνολογικής εκπαίδευσης με την βιομηχανία, οι αριθμοί που παραθέτει η Χριστίνα Αγριαντώνη είναι απογοητευτικοί: στις βιομηχανικές επιχειρήσεις δεν απασχολούνται στις αρχές της δεκαετίας του ’30 παρά 100 μέλη του Τεχνικού Επιμελητηρίου.158 3. ΟΙ ΠΟΛΕΙΣ ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ, 1920-40 (χιλ) ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟΣ ΑΣΤΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΣΥΝΟΛΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΕΤΟΣ Σ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ % 1920 1.192 5.000 23,8 1928 1.752 6.200 28,3 1940 1.757 7.300 24,1 Αστικός πληθυσμός: ο πληθυσμός των 45 πόλεων που το 1940 είχαν 10.000 τουλάχιστον κατοίκους. ΕΣΥΕ Τζόκας, σ. 165. Ελεύθερον Βήμα, 20/4/1929. 156 Υπερασπιζόμενος το έργο των βενιζελικών κυβερνήσεων της περιόδου 1928-32, ένα από τα στελέχη του κόμματος αναφέρεται και στην παιδεία: τότε λοιπόν ιδρύθηκαν 634 δημοτικά σχολεία, και ο αριθμός των μαθητών αυξήθηκε από 651 σε 757 χιλιάδες. Συγχρόνως όμως η Μέση Εκπαίδευση, η κλασσική παιδεία, και «η δημιουργία του προλεταριάτου των διανοουμένων, από τα οποία στρατολογεί τα πλέον επικίνδυνα στοιχεία του ο κομμουνισμός» περιορίστηκε και οι μαθητές της Β΄βάθμιας εκπαίδευσης μειώθηκαν κατά 41%: Ελεύθερον Βήμα, 23/1/1936. 157 Δημαράς 2003, σ. 207. 158 Αγριαντώνη 2002, σ. 285. 154 155


65

α) Αν λάβουμε υπόψη τα προπολεμικά κριτήρια, βάσει των οποίων σαν πόλη εθεωρείτο κάθε οικιστική συγκέντρωση με πληθυσμό τουλάχιστον 5.000 κατοίκους, τότε το 1928 ο αστικός πληθυσμός έφθανε το 1/3 του συνόλου. Στο πολεοδομικό συγκρότημα της πρωτεύουσας,159 με κοντά 700.000 κατοίκους βρισκόταν το 10% του πληθυσμού της χώρας. Ο βαθμός αστικοποίησης είναι χαμηλός: αν το 1930 το 33% των ελλήνων ζει στις πόλεις, το ποσοστό ανέρχεται στο 48%, σύμφωνα με υπολογισμούς που αφορούν τους κατοίκους ολόκληρης της ευρωπαϊκής ηπείρου,160 και στην χώρα μας θα ήταν ακόμα μικρότερο χωρίς τους πρόσφυγες.161 β) αν θα θέλαμε να χαρακτηρίσουμε μονολεκτικά την κατάσταση των πόλεων ανάμεσα στα 1928 και τον πόλεμο, μετά δηλαδή την εγκατάσταση των προσφύγων που κυριολεκτικά εποίκισαν κάποιες από αυτές, τότε θα μιλούσαμε αναμφίβολα για στασιμότητα. Αν μάλιστα χρησιμοποιήσουμε το μεταπολεμικό προς τα κάτω όριο των 10.000 κατοίκων για να ορίσουμε την πόλη, ο αστικός πληθυσμός σε απόλυτους μεν αριθμούς μένει σταθερός. αλλά το ειδικό του βάρος μειώνεται: τα ποσοστά του 1940 ταυτίζονται με αυτά του 1920. Η μόνη εξήγηση που θα μπορούσε να δοθεί είναι η άθλια κατάσταση που επικρατεί στα αστικά κέντρα, τουλάχιστον για την μεγαλύτερη μερίδα του πληθυσμού. γ) οι μαρτυρίες που έχουμε είναι ελλιπείς, και πιθανόν υπερτονίζουν τις καθημερινές δυσκολίες που αντιμετώπιζαν τα φτωχότερα στρώματα του ΟΙ ΠΟΛΕΙΣ ΜΕ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ 50.000 ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΤΟ 1940 (σε χιλ.) ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΟΙ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΠΟΛΗ 1920 1928 1940 1940/28 ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ (α) Αθήνα 292 452 481 1,06 129 16,5 Πειραιάς 131 251 205 0,82 101 18,0 Θεσσαλονίκη 169 236 191 0,81 117 17,7 Πάτρα 52 61 62 1,02 7 16,6 Βόλος 30 41 54 1,32 14 20,8 Καβάλα 22 49 50 1,02 28 36,2 (β) ΣΥΝΟΛΟ 696 1.090 1.043 0,96 Τα στοιχεία αναφέρονται στους Δήμους και όχι στα αντίστοιχα πολεοδομικά συγκροτήματα (α): ποσοστό επί του πληθυσμού 10 ετών και άνω. (β): οι καπνεργάτες αποτελούν το 27% του συνολικού πληθυσμού με ηλικία τουλάχιστον 10 ετών. ΕΣΥΕ

πληθυσμού, αλλά υπάρχουν. Άσχημες συνθήκες σχετικά με την κατοικία πρώτα απ’ όλα: το 1940 στην Αθήνα και τον Πειραιά, το 57% των νοικοκυριών Αθήνα – Πειραιάς και οι γύρω καινούργιοι δήμοι. Εκτός της Ρωσίας: Bairoch, σ. 216. 161 Το 1920 ο αστικός πληθυσμός ανερχόταν στο 27% του συνόλου: ΕΣΥΕ. 159 160


66 κατοικούσε σε ένα δωμάτιο, το 28% δεν είχε μαγειρείο, το 9% δεν είχε αποχωρητήριο και αναλογούσαν 2 άτομα σε κάθε δωμάτιο.162 Με τα δεδομένα αυτά όσοι κατάφεραν να πάρουν κάποιο από τα δέκα χιλιάδες σπίτια που παραχώρησε η Επιτροπή Αποκαταστάσεως των Προσφύγων, με ένα δωμάτιο που χρησίμευε ως καθιστικό την ημέρα και υπνοδωμάτιο το βράδυ, μια μικρή κουζίνα και μια ακόμα μικρότερη αποθήκη («σχεδόν μια μικρή ντουλάπα») θα πρέπει νααισθάνονταν ευτυχείς.163 Το 1928 στην Αθήνα και τον Πειραιά είχαν στεγασθεί, με την βοήθεια του κράτους, 16 χιλιάδες προσφυγικές οικογένειες και απέμεναν για στέγαση 22 χιλιάδες. Αυτοί οι τελευταίοι έμεναν σε τρώγλες, αποθήκες, σκηνές, καλύβες κλπ. Όμως το πρόβλημα δεν αφορούσε μόνο τους πρόσφυγες: κατά την απογραφή του 1928 ο πληθυσμός Αθηνών – Πειραιώς ανερχόταν σε 800.000, από τους οποίους οι 300.000 ήταν εργάτες ή μικροϋπάλληλοι οι οποίοι ζούσαν κάτω από αυτές τις άθλιες συνθήκες.164 Την κατάσταση επιβάρυνε, τουλάχιστον στην πρωτεύουσα, η έλλειψη υποδομών: χωρίς υπονόμους165 και κεντρικό αποχετευτικό δίκτυο «και με το πρωτόγονον κάρρο δια την αποκομιδήν των απορριμάτων, ήτο αδύνατον να τηρηθή καθαριότης εις την επαυξηθείσαν δια των προσφυγικών συνοικισμών έκτασιν της πόλεως και να προστατευθή η υγεία των κατοίκων» γράφει ο Κώστας Μπίρης, διευθυντής των Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου. 166 Το νερό σπάνιζε μέχρι την κατασκευή του φράγματος στον Μαραθώνα το 1932, 167 το ηλεκτρικό ρεύμα επίσης,168 οι αυτόματες τηλεφωνικές συνδέσεις άρχισαν να πραγματοποιούνται από το 1930.169 Η αυθαίρετη οικιστική δόμηση δεν ήταν δυνατόν να απουσιάζει και αφορούσε συνοικίες ολόκληρες που ξεφύτρωναν εκεί που πριν δεν υπήρχαν παρά χωράφια: η Χαμοστέρνα, η Γούβα, του Ζωγράφου... Κάποιοι πλούτισαν από τις αγοραπωλησίες αυτές, χωρίς όμως να διαθέτουμε κάποια εκτίμηση για τα αναμφίβολα σημαντικά χρηματικά ποσά που άλλαξαν χέρια.170 δ) τα εργατικά ημερομίσθια ήταν χαμηλά και για τους ενήλικες άνδρες αντιπροσώπευαν το ισοδύναμο 10 – 13 κιλών ψωμιού δεύτερης ποιότητας. Για τις νεαρές γυναίκες που, συνήθως προσωρινά ή ευκαιριακά, δούλευαν στα

Μαλούτας, σ. 16. Σύμφωνα με απογραφή του 1921, που αφορούσε 1.000 εργατικές οικογένειες της Αθήνας, οι 760 κατοικούσαν σε ένα δωμάτιο: Ελέυθερον Βήμα, 1/12/1928. 163 Morgenthau, σ. 339. 164 Ελεύθερον Βήμα, 1/12/1928. 165 Με αποτέλεσμα διάφορες συνοικίες να πλημμυρίζουν μετά από κάθε νεροποντή. «Κατά την προχθεσινήν καταστρεπτικήν νεροποντήν εις το Νέον Φάληρον και το Μοσχάτον υπολογίζονται εις οκτώ τα ανθρώπινα θύματα»: Ελεύθερον Βήμα, 24/11/1934. 166 σ. 299. 167 Το 1926 εννέα στους δέκα καταναλωτές είχαν νερό κάθε τέσσερις μέρες: Τσοκόπουλος, σ. 114. 168 Εδώ, σ. 33. 169 Μπίρης σ. 303. 170 ό.π.. σ. 321. 162


67 εργοστάσια τα πράγματα ήταν ακόμα χειρότερα, με το ημερομίσθιό τους να βρίσκεται γύρω στο 1/3 του ανδρικού.171 Πέρα όμως από το ίδιο το ύψος της αμοιβής το ζήτημα ήταν να βρει κανείς δουλειά. Αξιόπιστες μετρήσεις για την ανεργία ή την υποαπασχόληση δεν διαθέτουμε, αλλά ακόμα και αν πάρουμε την ευνοϊκότερη από τις εκδοχές που εξετάζει ο Μιχάλης Ρηγίνος, εκείνη δηλαδή σύμφωνα με την οποία ο εργάτης κατάφερνε να πραγματοποιήσει 280 μεροκάματα τον χρόνο, το ετήσιο εισόδημά του θα του επέτρεπε να αγοράσει 10 κιλά φτηνού ψωμιού κάθε μέρα . αν ήταν ο μόνος που δούλευε από όλη την οικογένεια αντιλαμβανόμαστε εύκολα τις δυσκολίες που είχε να αντιμετωπίσει. Κάποτε (αλλά πόσο συχνά;) η ανέχεια παίρνει μεγάλες διαστάσεις: το 1931 ο Δήμος Αθηναίων μοίραζε μερίδες φαγητού για 26.000 οικογένειες, και ο Δήμος Θεσσαλονίκης για 12.300. Εκείνη την χρονιά, ένας στους πέντε Αθηναίους ή Θεσσαλονικείς έτρωγαν στα λαϊκά συσσίτια.172 Εκτός από τους «εργάτας και μικροϋπαλλήλους» υπήρχαν και οι εύπορες οικογένειες της πρωτεύουσας. Τα υπολογιζόμενα μηνιαία έξοδα μιας τέτοιας τετραμελούς οικογένειας, «ουχί πλουσίας αλλά διαβιούσης εν ανέσει», σύμφωνα με έρευνα της Τράπεζας Αθηνών, ανερχόταν το 1935 σε 12.000 δραχμές και είχε ως εξής:173 Μηνιαίο ενοίκιο σπιτιού 4 δωματίων, κουζίνας, λουτρού, δωματίου υπηρεσίας, αποθήκης και πλυντηρίου Τροφή (κρέας, ψάρι, χόρτα) Μηνιαία έξοδα (φως, νερό, θέρμανση, έξοδα κίνησης) Υπηρεσία (μισθός μιας υπηρέτριας) Διασκέδαση (4 εισιτήρια θεάτρου, 4 κινηματογράφου) Ντύσιμο (3 ενδυμασίες για το ζεύγος, 1 για κάθε παιδί, παπούτσια, ασπρόρουχα) Ιατρική περίθαλψη (1 επίσκεψη γιατρού ανά μήνα, φάρμακα) Άλλα καθημερινά έκτακτα έξοδα ΣΥΝΟΛΟ

2.500 5.000 1.000 500 300 1.700 200 1.000 12.000

Πολλά θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς σε αυτόν τον κατάλογο: ακόμα και για τους «εν ανέσει διατελούντες» τα έξοδα διατροφής, στα οποία προφανώς συμπεριλαμβάνεται και η σίτηση της υπηρέτριας, έφθαναν το 40% του συνόλου . η σε χρήμα αμοιβή αυτής της τελευταίας δεν ήταν παρά το 4% των εξόδων των εργοδοτών της. η διασκέδαση περιοριζόταν σε μία έξοδο το δεκαπενθήμερο. Όπως και να ‘χει όμως, η οικογένεια του παραδείγματός μας, αν όντως έχει μηνιαίο εισόδημα 12.000 δραχμών, περνά καλά. δύο χρόνια αργότερα, με την

171

Ρηγίνος, 1987, σ. 230 και παρακάτω. Για την κατάσταση των εργαζομένων γυναικών αρκεί η σημείωση του δικτάτορα Μεταξά στο ημερολόγιό του: «27 Μαρτίου 1940. Επίσκεψις Μεταξουργείου Σαραντοπούλου, αθλιότης, εκμετάλλευσις εργατριών», Μεταξάς, τ. Δ΄ , σ. 459. 172 Λιάκος, σ. 441. 173 Την αποτελούσαν το ζευγάρι, 30-40 χρόνων, και δύο παιδιά από τα οποία το ένα πήγαινε στο Δημοτικό: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 27/1/1935.


68 συλλογική σύμβαση εργασίας του 1937, ο μισθός ενός υπαλλήλου με 20ετή προϋπηρεσία, ήταν 4.650 δραχμές.174

Ιγ: ΜΙΑ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗΣ Ο πίνακας που ακολουθεί φαίνεται να μας δίνει μια ικανοποιητική κοινωνική χαρτογράφηση (αν και λείπουν τόσο ο διαχωρισμός ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες, όσο και η κατανομή σε ομάδες ηλικιών), θα πρέπει να τον εξετάσουμε όμως με μεγάλη προσοχή: α) ο παραγωγικός πληθυσμός, ανέρχεται στο 44% του συνόλου . οκτώ χρόνια πριν, στην απογραφή του 1920 ήταν μόλις 34%. Βέβαια στο μεταξύ είχε συμβεί η μεγάλη αλλαγή, με την άφιξη των προσφύγων, η διαφορά όμως είναι τόσο σημαντική που αναπόφευκτα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι αριθμοί μας δεν είναι πολύ αξιόπιστοι. Προφανώς υπάρχει υποκαταγραφή της γυναικείας εργασίας, ιδιαίτερα στην ύπαιθρο, όπου αναγράφεται μία μόνο αγρότισσα για κάθε δύο γεωργούς. β) ο δεύτερος αριθμός που ξαφνιάζει είναι οι 330.000 άνθρωποι που δεν δήλωσαν επάγγελμα. Σύμφωνα με κάποιον επόπτη εργασίας, από αυτούς που προσπαθούσαν μάταια με πρόστιμα και κυρώσεις να επιβάλλουν την εργατική νομοθεσία,175 το φύσει περιοδικόν της εργασίας έχει δημιουργήσει τοιαύτην σύγχυσιν επαγγελμάτων, ώστε είναι σχεδόν αδύνατον να εξακριβώσει τις αν εν άτομον είναι υποδηματεργάτης ή καπνεργάτης, ή κουρεύς ή σερβιτόρος.176 Είναι

(α) 75 6 1

(β) 376 26

263 63 7

480 41 1

1

Αν ήταν γυναίκα περιοριζόταν στις 3.500 δρχ.: Ελεύθερον Βήμα, 15/10/1937. Μεταξύ 1935-37 ο δείκτης τιμών είχε αυξηθεί κατά 11%: εδώ, σ. 31. 175 Το οκτάωρο πρωτοεφαρμόστηκε το 1924 στους σιδηροδρομικούς, η γενίκευσή του όμως ολοκληρώθηκε την επόμενη δεκαετία και ήταν έργο της δικτατορίας του Μεταξά: «Από σήμερα δεν υπάρχει εις την Ελλάδα εργάτης εργαζόμενος άνω των οκτώ ωρών» Ελεύθερον Βήμα, 5/5/1937. 176 Αναφέρεται από τον Λιάκο, σ. 47. 174

ΕΡΓΑΤΕΣ

ΣΥΝΟΛΟ 1.293 167 15

ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ Γεωργία Κτηνοτροφία Αλιεία

ΑΤΟΜΙΚΩΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ

ΕΡΓΟΔΟΤΕΣ

ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΜΕΝΑ ΜΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΕΡΓΟΔΟΤΟΥ

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΚΑΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΚΑΙ ΘΕΣΗ, 1928 (σε χιλ.)

95 26 5


69 Μεταλλεία – Ορυχεία Βιομηχανία Μεταφορές – Συγκοινωνίες Πίστη - Συνάλλαγμα Μεσολάβηση Εμπόριο Προσωπικές Υπηρεσίες Ελευθέρια επαγγέλματα (1) Δημόσιες υπηρεσίες Μη δηλώσαντες ΣΥΝΟΛΟ

6 429 106

29 3

23 185 57 85 44 330 2.740

12 1

2 25 2 2

145

11

426

122 30 6 85 6 25

607

19 2

4 17

13

13 16

556

52 41 18 162

5 242 51 1 33 48 4 3 170 683

(α): χρησιμοποιούντες υπαλλήλους και εργάτες. (β): χρησιμοποιούντες μόνο μέλη της οικογένειάς τους. (1): Γιατροί, Δικηγόροι, κλπ. Οικονομική Επετηρίς, τ.Ι, σ. 39.

άνδρες και γυναίκες που εργάζονται είτε για δικό τους λογαριασμό, κάνοντας διάφορες δουλειές του ποδαριού, είτε ευκαιριακά σε κάποιο εργοστάσιο, βιοτεχνία ή εμπορικό κατάστημα και αλλάζουν συνεχώς θέση στην παραγωγική διαδικασία. Σε μια προσπάθεια να αποκτήσουμε μια σαφέστερη εικόνα των κοινωνικών ταυτοτήτων χωρίσαμε όσους δηλώνονται ως παραγωγικός πληθυσμός σε εργοδότες που απασχολούν μισθωτούς, υπάλληλους ή εργάτες, και αυτοαπασχολούμενους που είτε εργάζονται μόνοι τους, είτε έχουν βοήθεια από άλλα μέλη της οικογένειάς τους είτε βοηθούν κάποιο μέλος της οικογένειας που εμφανίζεται ως αρχηγός της επιχείρησης. συγχρόνως θεωρήσαμε –τελείως αυθαίρετα- ότι αυτοί που δεν δήλωσαν επάγγελμα μοιράζονται εξίσου στον αστικό και τον αγροτικό χώρο. Η διαφορά ανάμεσα στα χωριά και στις πόλεις δεν είναι απλώς έκδηλη, αλλά παρουσιάζει δυο διαφορετικούς κόσμους: στα πρώτα κυριαρχεί η δουλειά στο ιδιόκτητο ή πατρικό χωράφι, στις δεύτερες, αντίθετα, οι μισθωτοί κάθε μορφής φθάνουν το 50% του ενεργού πληθυσμού.177 1928

Εργοδότες (α)

ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ (χιλ) % 82 5,0

ΑΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ (χιλ) % 64 5,9

ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ [(β)+(γ)] / (α) 1,6

ΑΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ [(β)+(γ)] / (α) 8,2

Η διαφορά θα ήταν μεγαλύτερη αν, όπως λογικά μπορεί να υποθέσει κανείς, τοποθετούσαμε την μεγάλη πλειονότητα όσων δεν δήλωσαν επάγγελμα στις πόλεις. 177


70

Εργαζόμενοι για δικό τους λογαριασμό - με ή χωρίς την βοήθεια μελών της οικογενείας τους Υπάλληλοι (β) Εργάτες (γ) Μη δηλώσαντες ΣΥΝΟΛΟ

1.259 1 131 165 1.638

76,9 0,1 8,0 10,1 100,0

332 143 382 165 1.086

30,6 13,2 35,2 15,2 100

(β) Το 1937 οι πολιτικοί δημόσιοι υπάλληλοι έφθαναν τις 48.000 και αντιστοιχούσε ένας δημόσιος υπάλληλος / 129 κατοίκους. Στην Γαλλία αντιστοιχούσε 1/61, ενώ στην Ιταλία 1/115. Κατά την δεκαετία 1927-36 ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων αυξήθηκε μόνο κατά 1.000 άτομα: Ελεύθερον Βήμα, 26/2/1937. Επεξεργασία των στοιχείων του προηγούμενου πίνακα. Η τομή ανάμεσα στον αγροτικό και τον αστικό χώρο βρίσκεται, σύμφωνα με τα μέτρα της εποχής, στους 5.000 κατοίκους.

Ιδ: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΣΤΑΘΕΙΑ178 Αστοί θα μπορούσε να θέλωμεν να λεγώμεθα και να είμεθα. Αλλά πραγματικώς δεν είμεθα παρά ένας λαός μικροαστών, με μιαν μικράν εργατικήν αναλογίαν και με ένα ασήμαντον ακόμη κεφάλαιον, το οποίον είναι ζήτημα αν ευρίσκεται εν τω σχηματίζεσθαι. Κατά συνέπειαν ούτε αστικήν πολιτικήν, ούτε σοσιαλιστικήν πολιτικήν δυνάμεθα να κάμωμεν (Ελεύθερον Βήμα, 23/2/1927). Στον χώρο της πολιτικής το κύριο χαρακτηριστικό είναι η αστάθεια: σε 18 χρόνια έχουμε την αλληλοδιαδοχή 22 κυβερνήσεων, οκτώ πραξικοπημάτων (από τα οποία τα τρία πετυχημένα) και μια μακρόχρονη δικτατορία, του στρατηγού Ιωάννη Μεταξά. αυτή η τελευταία, με τις ευλογίες του βασιλιά. Δεν είναι σκοπός μας να αναφερθούμε στα όσα απίθανα συμβαίνουν στην πολιτική σκηνή, άλλωστε σε όλο το κείμενο η έμφαση δίνεται στον οικονομικό και κοινωνικό παράγοντα. Για τον λόγο αυτό, αφήνοντας κατά μέρος την κλασσική χρονολογική αφήγηση, θα περιοριστούμε σε ορισμένους άξονες που δίνουν το χρώμα στην εποχή.

ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ 27/8/22 Κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου – Είσοδος του τουρκικού στρατού στη Σμύρνη και καταστροφή της πόλης. 11/9/22 Κίνημα στην Χίο και την Μυτιλήνη όπου έχει μεταφερθεί μεγάλο τμήμα του στρατού της Μικράς Ασίας, με αρχηγό το Ν. Πλαστήρα . δύο μέρες αργότερα βρίσκεται

178

Για ότι ακολουθεί, εκτός και αν αναφέρεται διαφορετικά: Hering, τ. Β΄, σ. 853 κ.ε.


71 στην Αθήνα – Παραίτηση του βασιλιά Κωνσταντίνου, τον οποίο διαδέχεται ο Γεώργιος Β΄. 15/11/22 Καταδίκη από στρατοδικείο και εκτέλεση, την ίδια μέρα, πέντε πολιτικών του Λαϊκού Κόμματος και του αρχηγού της στρατιάς της Μ. Ασίας, ως υπεύθυνων για την καταστροφή. 21/10/23 Αποτυγχάνει αντεπανάσταση βασιλοφρόνων αξιωματικών. 25/3/24 Ανακήρυξη από την Βουλή της Αβασίλευτης Δημοκρατίας. Η πολιτειακή αλλαγή θα επικυρωθεί με δημοψήφισμα λίγες μέρες αργότερα. 25/6/25 Πραξικόπημα από τον στρατηγό Πάγκαλο, που στη συνέχεια παίρνει ψήφο εμπιστοσύνης από την Βουλή. Δικτατορία με κοινοβουλευτικό μανδύα. 21/8/26 Ανατροπή του Πάγκαλου από τον στρατηγό Κονδύλη, με σκοπό την αποκατάσταση της δημοκρατίας. 19/8/28 Εκλογική νίκη των Φιλελεύθερων. Η Β΄ περίοδος του βενιζελισμού θα διαρκέσει μέχρι το 1932. 25/7/29 Ψηφίζεται το «ιδιώνυμο», το πρώτο νομοθετικό έργο του κράτους κατά των κομμουνιστών. 21/5/32 Παραίτηση της κυβέρνησης Βενιζέλου, εν μέσω της οικονομικής κρίσης. 5/3/33 Η «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις» (Βασιλόφρονες) κερδίζει τις εκλογές. Την επομένη ο Πλαστήρας επιχειρεί πραξικόπημα, με την ανοχή του Βενιζέλου, αλλά αποτυγχάνει. Ο αρχηγός της Ηνωμένης Τσαλδάρης αναλαμβάνει την πρωθυπουργία. 6/6/33 Δολοφονική απόπειρα κατά του Βενιζέλου, στην οποία συμμετείχαν ανώτατοι αξιωματικοί της Αστυνομίας. 1/3/35 Κίνημα βενιζελικών αξιωματικών, με την υποστήριξη του Βενιζέλου, που αποτυγχάνει. Ακολουθούν ευρύτατες εκκαθαρίσεις στον στρατό. 26/10/35 Επιστροφή του βασιλιά ύστερα από νόθο δημοψήφισμα (97,9% υπέρ της βασιλείας). 26/1/36 Εκλογές στις οποίες οι αντιβενιζελικοί καταλαμβάνουν 143 έδρες, οι βενιζελικοί 142, και το ΚΚΕ 15. Αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης. 6/5/36 Εργατική διαδήλωση στη Θεσσαλονίκη έχει ως αποτέλεσμα 12 νεκρούς. Ο πρωθυπουργός και αρχηγός των «Ελευθεροφρόνων» Ιωάννης Μεταξάς, που είχε εκλέξει έξι μόλις βουλευτές και κυβερνούσε με την ανοχή των άλλων κομμάτων, δηλώνει ότι πρόκειται για γενική δοκιμή κατάληψης της εξουσίας από τους κομμουνιστές. 4/8/36 Δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά. Για την επόμενη μέρα είχε κηρυχθεί γενική απεργία. Συλλήψεις και εξορίες σε μια άγνωστη μέχρι τότε, για την Ελλάδα, έκταση.

α) ο εθνικός διχασμός εξακολουθεί να είναι το κυρίαρχο στοιχείο και η διάκριση ανάμεσα στους οπαδούς της βασιλείας, με κύριο εκλογικό τους αντιπρόσωπο το Λαϊκό Κόμμα, και τους βενιζελικούς οχυρωμένους στο κόμμα των


72 Φιλελευθέρων, να επικαθορίζει όλες τις άλλες εξελίξεις.179 Αν όμως μέχρι την Καταστροφή η μεταξύ τους αντιπαλότητα, καθώς εξέφραζε διαφορετικές πολιτικές στο μείζον ζήτημα που ήταν η εμπλοκή ή μη της Ελλάδας στον Πόλεμο είχε νόημα, στη συνέχεια αυτό που πραγματικά τους χώριζε ήταν η απόδοση ευθυνών για την καταστροφή. Και αυτή, κάθε άλλο παρά νηφάλια έγινε: ο φιλοβασιλικός πρωθυπουργός Δ. Γούναρης, μαζί με άλλα τέσσερα κορυφαία στελέχη των Λαϊκών καθώς και τον τελευταίο αρχηγό του στρατού στην Μικρά Ασία θα εκτελεσθούν, μετά από μια δίκη παρωδία, 180 που σκοπό είχε να προλάβει ανεξέλεγκτες αντιδράσεις κυρίως από τους πρόσφυγες, και πλέον ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα υπήρχε το σύνορο του αίματος. Από ‘κει και πέρα, βασιλικοί και βενιζελικοί δεν θα συνεργαστούν στο διάστημα του Μεσοπολέμου. Στα βασικά ζητήματα όμως οι απόψεις τους ήταν ταυτόσημες. Αν και η αγροτική μεταρρύθμιση πραγματοποιήθηκε από τους Φιλελεύθερους, σε καμιά περίπτωση οι αντίπαλοί τους δεν στάθηκαν αντίθετοι. Οι Λαϊκοί επίσης συμφώνησαν με την πρωτοβουλία του Βενιζέλου για το κλείσιμο της μεγάλης εκκρεμότητας με την Τουρκία, που αφορούσε τις περιουσίες των προσφύγων και των δύο πλευρών. Και τα δύο κόμματα τέλος, συμφώνησαν στην ψήφιση του Ιδιώνυμου, που πάντως εγκρίθηκε από την Βουλή με πρωτοβουλία των Φιλελευθέρων, με βάση το οποίο αρκετοί κομμουνιστές φυλακίστηκαν ή βρέθηκαν εξόριστοι σε κάποιο νησί του Αιγαίου. 181 Τι υπήρχε αριστερά και δεξιά των δύο μεγάλων κομμάτων; Αριστερά υπήρχε το ΚΚΕ, ελληνικό τμήμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς, φορτωμένο με βαριά υποθήκη, όπως γράφει ο Hering, όταν το 1924 υιοθέτησε τις θέσεις της Διεθνούς Ίσως θα ήταν σκόπιμο εδώ να θυμηθούμε ότι ο διχασμός ξεκίνησε από την διαφωνία ανάμεσα στον Βασιλιά και τον Βενιζέλο σχετικά με την συμμετοχή της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο πρώτος υποστήριζε την ουδετερότητα της χώρας ενώ ο Βενιζέλος, που εκτιμούσε ότι τελικά νικητές θα έβγαιναν οι αγγλο-γάλλοι και οι σύμμαχοι τους ήθελε την χώρα στο πλευρό τους κατά την διάρκεια του πολέμου, προσβλέποντας στην συνέχεια σε εδαφικά οφέλη επί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που είχε προσχωρήσει στο γερμανικό στρατόπεδο. Ο βασιλιάς υποχρέωσε τον πρωθυπουργό Βενιζέλο να παραιτηθεί, και αρνήθηκε την εμπλοκή στον Πόλεμο ακόμα και ύστερα από την νίκη των Φιλελευθέρων στις εκλογές που ακολούθησαν (1915). Ο πρωθυπουργός παραιτήθηκε για δεύτερη φορά, αλλά ένα χρόνο αργότερα, σχηματίζει «επαναστατική κυβέρνηση» στη Θεσσαλονίκη και, με την βοήθεια των συμμάχων, καταλαμβάνει την αρχή στην Αθήνα ενώ ο Κωνσταντίνος εξορίζεται. Τα πράγματα θα ανατραπούν μετά την απρόσμενη νίκη των φιλοβασιλικών κομμάτων στις εκλογές του 1920, τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης, και την επιστροφή του βασιλιά . τώρα, είναι η σειρά του Βενιζέλου να καταφύγει στο εξωτερικό. Η φιλοβασιλική κυβέρνηση, παρά τις προεκλογικές της εξαγγελίες, συνέχισε τον πόλεμο στην Μικρά Ασία που οδήγησε δύο χρόνια αργότερα στην καταστροφή. Για μια ουδέτερη αποτίμηση των γεγονότων: M. Llewellyn Smith. 180 Σύμφωνα με την ανακριτική επιτροπή, «χάριν του Κωνσταντίνου και του κομματικού των συμφέροντος, οι υπόδικοι εν γνώσει και εκ δόλου κατέστρεψαν την Ελλάδα»: Ελεύθερον Βήμα, 26/10/1922. 181 Ν 4229/29 «περί μέτρων ασφαλείας δια την προστασίαν του κοινωνικού καθεστώτος και των ελευθεριών των πολιτών». 179


73 για την αυτονομία της Μακεδονίας – Θράκης.182 Δεν αντιπροσώπευε πραγματικό κίνδυνο για το καθεστώς,183 και οι ψήφοι που παίρνει, από το 1932 και ύστερα, βρίσκονται σταθερά στο 5% του εκλογικού σώματος. 184 Δεξιά υπήρχε ο Ιωάννης Μεταξάς. αλλά γι αυτόν θα μιλήσουμε λίγο παρακάτω. β) υπάρχει ένας φόβος από μέρους των πολιτικών, είτε ανήκουν στο Λαϊκό είτε στο Φιλελεύθερο Κόμμα, απέναντι σε οποιεσδήποτε διεκδικήσεις των λαϊκών στρωμάτων των πόλεων που ξαφνιάζει.185 Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί η αδικαιολόγητη σκληρότητα με την οποία αντιμετωπίζονται οι εργατικές διεκδικήσεις: έξι νεκροί εργάτες στην Καβάλα το 1928, επτά στο Ηράκλειο το 1935, δώδεκα στη Θεσσαλονίκη το 1936, όπου σε κάποια στιγμή αναγκάστηκε να επέμβει ο στρατός κατά της αστυνομίας για να προστατεύσει τους διαδηλωτές. 186 Οποιοσδήποτε αμφισβητεί στον δρόμο τις εκάστοτε κυβερνητικές επιλογές κινδυνεύει να αντιμετωπίσει την βία των όπλων, χωρίς αυτό να σημαίνει αναγκαστικά ότι είναι κομμουνιστής. Ποίους φοβούνται; Γράφει ο νομάρχης Θεσσαλονίκης το 1930: Οι πέριξ των πόλεων συνοικισμοί μικροαστικής εγκαταστάσεως θ’ αποτελέσουν μετά δεκαετίαν, ενωρίτερα ή αργότερα, τον πυρήνα των αριστερωτέρων ροπών . με δύο λέξεις τον πυρήνα της επαναστατικής Ελλάδος. Ο κόσμος αυτός τώρα ψευτοζεί. Όταν όμως δεν θα ημπορεί και να ψευτοζεί;187 Η απόφαση πάρθηκε πρώτα στο Συνέδριο της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας, την ίδια χρονιά, παρά την εισήγηση του έλληνα εκπροσώπου Σεραφείμ Μάξιμου ο οποίος τόνισε ότι «υπάρχουν στη Μακεδονία 700.000 έλληνες πρόσφυγες και συνεπώς οι έλληνες εργάτες δεν θα είναι διατεθειμένοι να δεχθούν το σύνθημα της μακεδονικής αυτονομίας, ενώ εξάλλου θα ενισχύσει την προπαγάνδα της ελληνικής αντίδρασης»: Ελεφάντης, σ. 47. Το 1935, η 3η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής ακύρωσε ως λαθεμένο το σύνθημα για ανεξάρτητη Μακεδονία – Θράκη: Δοκίμιο..., σ. 286. 183 Χαρακτηριστικά, ο Ελεφάντης τιτλοφορεί το σχετικό βιβλίο του: Η επαγγελία της αδύνατης επανάστασης. 184 Με την εξαίρεση των εκλογών του 1935 (9,6%), από τις οποίες όμως απείχαν τα βενιζελογενή κόμματα. 185 Διαβάζουμε στο Ελεύθερον Βήμα (4/6/1924), κάτω από τον τίτλο Αστοί όλης της Ελλάδος ενωθείτε: «Ο μπολσεβίκικος σάραξ διαβιβρώσκει τον οργανισμόν μας, απεργαζόμενος την αποσύνθεσιν. [Κάτω από αυτές τις συνθήκες και ενώ] ο κώδων του κινδύνου κρούεται επιμόνως (...) βιομήχανοι και έμποροι και πλοιοκτήται, όλοι οι ιδιοκτήται όλης της Ελλάδος οφείλετε να ενωθείτε και να αποτελέσετε παράταξιν κοινήν, αφού κοινός είναι ο εχθρός όστις σας απειλεί». Το 1933 διάφορα συνεργαζόμενα σωματεία, όπως ο Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών, η Συνομοσπονδία Πολυτέκνων, η Ένωσις Δημοσιογράφων κλπ. στέλνουν Υπόμνημα προς την Βουλή με το οποίο ζητούν, μεταξύ των άλλων, «ν’ αποβληθώσι των Πανεπιστημίων άπαντες οι αριστερίζοντες φοιτηταί»: Δημαράς 1998, τ.ΙΙ, σ. 178. 186 Οι ταραχές στη Θεσσαλονίκη κράτησαν τέσσερεις μέρες, με την πόλη να στρατοκρατείται, χωρίς φως, συγκοινωνίες και εφημερίδες, λόγω της απεργίας, ενώ τα καταστήματα παρέμεναν κλειστά: Ελεύθερον Βήμα, 10/5 – 13/5/1936. 187 Στο βιβλίο του Αστυφιλία, παρασιτισμός και αστική εγκατάστασις. το απόσπασμα παρατίθεται από τον Λιάκο, σ. 42. 182


74

γ) το 1932 ο Βενιζέλος χάνει τις εκλογές. η μοναδική περίοδος πολιτικής σταθερότητας, αυτή της τετραετίας 1928-32, έχει τελειώσει. Θα ακολουθήσει άλλη μια περίοδος πολιτικής αστάθειας, η με νόθο δημοψήφισμα επιστροφή του βασιλιά, οι τελευταίες βουλευτικές εκλογές πριν από τον πόλεμο, και η κήρυξη την 4η Αυγούστου 1936 της δικτατορίας του Μεταξά, με πρωτοβουλία των ανακτόρων.188 Είναι με αυτή την κυβέρνηση, του Μεταξά, που η χώρα θα μπει στον πόλεμο στις 28 Οκτωβρίου 1940. δ) Ο στρατός παρεμβαίνει όλο και περισσότερο στην πολιτική ζωή της χώρας, όχι αυτόνομα, αλλά με τις διάφορες ομάδες των αξιωματικών να υποστηρίζουν την μια ή την άλλη από τις μεγάλες παρατάξεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1923 ήταν ο «Σύνδεσμος των Αξιωματικών του Στρατού και του Στόλου» εκείνος που «ηξίωσε την έκπτωσιν της βασιλευούσης δυναστείας». 189 Το 1935 πάλι, «η κυβέρνησις Τσαλδάρη [των Λαϊκών, που προσπαθούσε όμως να τηρήσει τα προσχήματα] προ της αξιώσεως των εκπροσώπων των Ενόπλων Δυνάμεων όπως πραγματοποιηθή αμέσως η παλινόρθωσις της Βασιλείας υπέβαλε την παραίτησίν της».190 Λίγους μήνες αργότερα, και μετά τις αδιέξοδες εκλογές του 1936, ο στρατός φαίνεται να αυτονομείται καθώς ο αντιστράτηγος Παπάγος, ως υπουργός των Στρατιωτικών, δηλώνει ότι όπως του διεμήνυσαν οι σωματάρχες, ο στρατός δεν μπορεί να μείνει αδιάφορος σε τυχόν συνεργασία των αστικών κομμάτων με τους κομμουνιστές,191 και δύο μέρες αργότερα ζητά ανοικτά πια δικτατορία. Παύεται από το αξίωμά του, και καλείται ο Μεταξάς για να σώσει την δημοκρατία! ε) η δικτατορία της 4ης Αυγούστου κηρύχθηκε με πρόσχημα την αντιμετώπιση του «κομμουνιστικού κινδύνου». Δεν επρόκειτο για ένα φασιστικό καθεστώς, αν μη τι άλλο γιατί ο Μεταξάς δεν στηριζόταν σε ένα δυναμικό μαζικό εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα, όπως αυτά της Γερμανίας και της Ιταλίας, 192 αν και θα ήθελε να ήταν.193 Όπως τα περισσότερα αυταρχικά καθεστώτα πήρε κάποια Εκτός από τον πολιτειακό παράγοντα που βρισκόταν πίσω από την κήρυξη της δικτατορίας, την μέσω της τελευταίας επίτευξη της σταθερότητας επιδίωκαν, σύμφωνα με τον αμερικανό πρεσβευτή, και διάφοροι επιχειρηματικοί κύκλοι όπως ο Δροσόπουλος –Διοικητής της ΕΤΕ-, ο Κανελλόπουλος της Βιομηχανίας Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων, ο Μποδοσάκης και άλλοι: Κωστής 2003, σ. 516. Στην πράξη, οι διευθυντές των μεγαλύτερων βιομηχανιών της χώρας και φυσικά της ΕΤΕ, επιχειρήσεων που όμως πέρα από τον ιδιωτικό τους μανδύα όφειλαν την ισχύ τους στην κρατική υποστήριξη. 189 Ελεύθερον Βήμα, 18/12/1923. 190 Ελεύθερον Βήμα, 11/10/1935. 191 Ελεύθερον Βήμα, 4/3/1936. 192 Στις εκλογές του ’36 το κόμμα του, των Ελευθεροφρόνων, είχε λάβει 4% των ψήφων. 193 «Η Ελλάς έγινε από της 4ης Αυγούστου Κράτος αντικομμουνιστικό, Κράτος αντικοινοβουλευτικό, Κράτος ολοκληρωτικό (...) Επομένως, αν ο Χίτλερ και ο Μουσσολίνι αγωνιζότανε πραγματικά για την ιδεολογία που υψώνανε για σημαία, έπρεπε να υποστηρίζουν παντού την Ελλάδα, με όλη τους τη δύναμη»: Μεταξάς, τ. Δ΄, σ. 553. Η ιδεολογία του καθεστώτος αποτυπώνεται σε μια διάλεξη του υπουργού Θεολόγου Νικολούδη, στον φιλολογικό όμιλο Παρνασσό, παρουσία του Μεταξά και όλων των σημαντικών αξιωματούχων. Εκεί ο Θεολόγος μας πληροφορεί ότι:«το Εθνικόν Κράτος 188


75 μέτρα που βελτίωσαν την κατάσταση των αγροτών στην ύπαιθρο και των εργατών στις πόλεις, προκειμένου να αποκτήσει λαϊκό έρεισμα: η διαγραφή των αγροτικών χρεών και η εξάπλωση του θεσμού των κοινωνικών ασφαλίσεων ήταν τα πιο σημαντικά από αυτά.194 Παράλληλα κυνήγησε τους κομμουνιστές και όποιον άλλο απαιτούσε την επιστροφή στην συνταγματική νομιμότητα . 195 όντας προσωποπαγές ουσιαστικά κατέρρευσε με τον θάνατο του αρχηγού του, στις 29 Ιανουαρίου 1941, εν μέσω του πολέμου. Λίγες μέρες αργότερα ο ποιητής και διπλωμάτης Γιώργος Σεφέρης θα γράψει στο Ημερολόγιό του: Πέθανε ο Μεταξάς... και μας άφησε την κοπριά του. Είμαι φοβερά ανήσυχος. Έτσι που κάνουν θα τα καταστρέψουν όλα. Τους κατέχει ένας ανεκδιήγητος φόβος του Γερμανού. Όπου και να γυρίσεις, στους υπουργούς και στα επιτελεία το ίδιο.196

Η κατάρρευση του μετώπου δύο μήνες αργότερα, και ιδίως ο τρόπος που έγινε, θα επιβεβαιώσει τους φόβους του. Η σύμπτυξη του στρατού, μετά την γερμανική επίθεση, εξελίχθηκε σε άτακτη υποχώρηση, με λιποταξίες, με πολλές μονάδες να διαλύονται και τους αξιωματικούς να αδυνατούν να επιβληθούν στους άνδρες τους. Το τέλος της τραγωδίας ήλθε με την συνθηκολόγηση, παρά τις οδηγίες του Γενικού Επιτελείου, με πρωτοβουλία των στρατηγών του μετώπου. 197 Το τηλεγράφημα του πρεσβευτή των ΗΠΑ προς τον πρόεδρο Fr. Roosevelt αποτυπώνει εύστοχα την κατάσταση: 18 Απριλίου 1941 Αυτοκτονία του πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κορυζή [που είχε διαδεχθεί τον Μεταξά] μέσα σε γενικότερη ατμόσφαιρα ηττοπάθειας, κατάρρευσης, και φημών για ενσυνείδητη υπονόμευση της πολεμικής προσπάθειας από μέλη της κυβέρνησης.198

Στις 27 του ίδιου μήνα, οι Γερμανοί έμπαιναν στην Αθήνα.

αντιτίθεται στην Δημοκρατία, η οποία θεοποιεί τις πλασματικές πλειοψηφίες. Η καθολική ψηφοφορία ισοπεδώνει τους ανθρώπους, ενώ η ανισότης αποτελεί νόμο ακατάλυτο»: Ελεύθερον Βήμα, 10 – 11/1/1939. 194 Για τα αγροτικά χρέη: εδώ, σ. 29. Για το ΙΚΑ: Λιάκος, σ. 529. Το 1939 οι ασφαλισμένοι κατά της αναπηρίας, του γήρατος και του θανάτου έφθαναν τις 920.000, οι ασφαλισμένοι κατά της ασθενείας τις 880.000, ενώ κατά της ανεργίας τις 95.000: Οικονομική Επετηρίς, τ.ΙΙ, σ. 113. 195 Το καθεστώς διαλαλούσε ότι είχε αποσπάσει από 47.000 κομμουνιστές δηλώσεις μετανοίας: Ελεύθερον Βήμα, 22/7/1939, μέσα σε πλαίσιο και υπό τον τίτλο Είναι καταπληκτικός ο απολογισμός της 4ης Αυγούστου. Όντως, αν σκεφτεί κανείς ότι στις τελευταίες εκλογές το ΚΚΕ είχε πάρει 73.000 ψήφους. 196 Μέρες, τ. Δ΄, σ.20. 197 Κολιόπουλος, σ. 256. 198 Ακαδημία Αθηνών 2004 [α], σ. 20.


76

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ

ΔΙΕΘΝΗ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ 1942 Η μεγάλη πείνα - Χιλιάδες νεκροί στην Αθήνα και άλλες πόλεις.

Χειμώνας

Οργανώνονται τα λαϊκά συσσίτια. 1943 Νοέμβριος

Υπερπληθωρισμός. 1944

1-Ιουλ

12-Οκτ

Συνθήκη του Bretton - Woods στην οποία παίρνουν μέρος 44 χώρες και καθορίζεται η παγκόσμια μεταπολεμική οικονομική τάξη Ιδρύονται η Διεθνής Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο Οι Γερμανοί εγκαταλείπουν την Αθήνα


77

ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

ΙΙα. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΧΑΟΣ Την κατάρρευση του μετώπου ακολούθησε σχεδόν αμέσως η παράλυση της κρατικής μηχανής και μια οικονομική κρίση τέτοιου μεγέθους που παρόμοιά της δεν είχε γνωρίσει το ελληνικό κράτος, από την εποχή της σύστασής του. Όπως γράφει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος: «Όταν έπεσε η Ελλάς στα χέρια των εχθρών, ο Ελληνικός Λαός είχε εγκαταλειφθεί εις την τύχη του. Τίποτε δεν είχε προβλεφθεί».199

1. ΤΟ ΕΠΙΣΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ 1.1. Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΤΗΣ ΠΕΙΝΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΙΚΟΥ, 1941-42 1.1.1. ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ Όπως έχουμε δει ο βασικός στόχος της αγροτικής πολιτικής, τα τελευταία ιδίως χρόνια του μεσοπολέμου, ήταν η επίτευξη της σιτάρκειας. Παρά την πρόοδο που είχε σημειωθεί όμως, λίγο πριν την έναρξη του πολέμου από τους 1.400 τόνους δημητριακών που καταναλώνονταν στην χώρα, οι 400.000 εισάγονταν από το εξωτερικό.200 Η κατάληψη της χώρας από τις δυνάμεις του Άξονα προκάλεσε τον ναυτικό αποκλεισμό της από τους βρετανούς, μια πρακτική που οι τελευταίοι είχαν ακολουθήσει απέναντι και στις άλλες χώρες που βρέθηκαν κάτω από ναζιστική κατοχή. Το γεγονός αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ένα έλλειμμα στα δημητριακά, το κυριότερο μέσο διατροφής, ίσο με το 30% της προπολεμικής κατανάλωσης. Δεν ήταν όμως μόνο οι 400.000 τόνοι εισαγόμενου σταριού που έλειψαν από την αγορά. Η εγχώρια παραγωγή του ’42 ήταν, λόγω τον πολεμικών αναστατώσεων και των άσχημων καιρικών συνθηκών εκείνης της χρονιάς, κατά 15-30% χαμηλότερη από την προπολεμική.201 Το άθροισμα λοιπόν του ναυτικού αποκλεισμού και της κακής σοδειάς στέρησε από τον ελληνικό λαό, που και προπολεμικά δεν είχε επιτύχει υψηλό επίπεδο διαβίωσης, πάνω από το 1/3 των Κανελλόπουλος 1975, σ. 209. Εδώ, σ. 22. 201 Mazower 1994, σ. 53. Οι ιταλικές αρχές υπολόγιζαν την παραγωγή σιτηρών του 1941 σε 500.000 τόνους, έναντι 800.000 κατ’ έτος για την περίοδο 1934-40: Μαργαρίτης 2009, σ. 198. 199 200


78 διαθέσιμων σιτηρών του. Και μόνο ο συνδυασμός του αποκλεισμού και της χαμηλής παραγωγής θα δημιουργούσε επισιτιστικό πρόβλημα, εκείνο τον πρώτο κατοχικό χειμώνα. Ακολούθησαν άλλες πρόσθετες δυσκολίες και λάθη των διοικητικών μηχανισμών: α) το σύστημα μεταφορών είχε καταστραφεί σε μεγάλο βαθμό, μιας και τα αυτοκίνητα είχαν αχρηστευθεί, η βενζίνη έλλειπε, και το σιδηροδρομικό δίκτυο είχε υποστεί σοβαρές ζημιές. β) η χώρα είχε διαιρεθεί σε τρεις ζώνες κατοχής, την γερμανική, την ιταλική και την βουλγαρική που δεν επικοινωνούσαν μεταξύ τους, αποκλείοντας την τροφοδοσία της μιας από τυχόν πλεονάσματα της άλλης. γ) η τιμή που ορίστηκε για την συγκέντρωση των σιτηρών από την ΚΕΠΕΣ ήταν χαμηλή σε σχέση με αυτή που επικρατούσε στις τοπικές αγορές, με αποτέλεσμα οι αγρότες να διοχετεύουν το εμπορευματοποιήσιμο τμήμα της παραγωγής τους στην μαύρη αγορά.202 Και μάλιστα αυτό γινόταν χωρίς δυσκολία, αφού οι σταθμοί της χωροφυλακής στην ύπαιθρο αδυνατούσαν, ή δεν ήθελαν, να εφαρμόσουν εναντίον των συντοπιτών τους τις αυστηρές κυρώσεις που προέβλεπαν οι από την Αθήνα εκδιδόμενες διατάξεις.203 δ) τέλος, η διατροφή των δυνάμεων κατοχής αποτελούσε ένα ακόμα βάρος: «Οι Γερμανοί ζουν με έξοδα της χώρας. Δεν έφεραν μαζί τους τρόφιμα για τους άνδρες, ούτε καν χώρους συσσιτίου. Οι άνδρες απλούστατα έτρωγαν σε εστιατόρια», σημειώνει ένας παρατηρητής,204 ενώ τα ό,ποια αποθέματα βρισκόταν σε γεωργικές αποθήκες κατάσχονταν. Φαίνεται ότι όταν σε αυτόν τον τομέα η κατάσταση στη συνέχεια βελτιώθηκε, ήταν πλέον αργά.205

1.1.2. ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ Η τιμή συγκέντρωσης για το στάρι ορίστηκε στις 18 δραχμές την οκά., ενώ δύο χρόνια νωρίτερα ήταν 8,7 δραχμές: Ελεύθερον Βήμα, 5/7/1941 και 18/7/1939. 203 Το ότι η χωροφυλακή αρνήθηκε, σε μεγάλο βαθμό, να συνεργαστεί με τις δυνάμεις κατοχής το πιστοποιεί και ο αριθμός των εκτελεσθέντων ανδρών της που φθάνει τους 780 σε ένα σύνολο 14.000: Close 2003, σ. 116. 202


79

Από προχθές η Αθήνα είναι χωρίς ψωμί. Η πείνα είναι ζωγραφισμένη στα περισσότερα πρόσωπα που βλέπεις στο δρόμο. Χθες, γυρίζοντας με ποδήλατο από τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας είδα τρεις ανθρώπους πεσμένους χάμω, ακίνητους. Δεν σταμάτησα. Χωρίς καμιά συγκοινωνία, χωρίς τραμ, χωρίς ταξί, πως να βοηθήσεις; (28 Ιανουαρίου 1942, από το ημερολόγιο της Ελένης Βλάχου) ΔΙΑΦΟΡΑ ΓΕΝΝΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΩΝ 1940 - 1944 ΠΟΣΟΣΤΟ ‰

ΕΤΟΣ 1940 1941 1942 1943 1944

ΑΘΗΝΑ 3,3 -13,3 -29,7 3,2 5,5

ΠΕΙΡΑΙΑΣ 7,1 -10,1 -28,6 6,5 6,6

28 ΠΡΩΤ. ΝΟΜΩΝ 7,9 -4,9 -21,6 -0,3 5,0

851 ΧΩΡΙΑ 11,4 3,9 -5,9 3,0 5,9

Στοιχεία του Υπουργείου Υγιεινής: Σκούρας κ.ά., σ. 291.

Το πόσοι πέθαναν συνολικά από πείνα στην Ελλάδα κατά την διάρκεια της κατοχής δεν το γνωρίζουμε, γιατί είναι ελάχιστες οι επιμέρους τοπικές μελέτες που θα μας έδιναν μια ακριβή εικόνα.206 Οι αριθμοί που έχουν προταθεί κυμαίνονται από τις 500.000, που ανέφερε για προπαγανδιστικούς λόγους το BBC το 1942, μέχρι τις 260.000 που τους υπολογίζει ο Δοξιάδης, τις 250.000 που εκτιμά ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός,207 ή ακόμα τις 100.000 σύμφωνα με τον Φλάϊσερ.208 Για το πολεοδομικό συγκρότημα της πρωτεύουσας διαθέτουμε την έρευνα, με βάση τα ληξιαρχεία και τις καταγραφές τους, της Ευγενίας Μπουρνόβα. 209 Αν λοιπόν το 1939 οι θάνατοι στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας και του Πειραιά ήταν γύρω στις 14.000, θα ανέβουν στις 28.000 και τις 45.000 το 1941 και 1942

Mazower, ό.π., σ. 49. Ο P. Mohn, υπεύθυνος για την διαχείριση των βοηθημάτων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, θα γράψει για την μετά το ’42 περίοδο ότι «οι Γερμανοί έφερναν από το εξωτερικό περισσότερα τρόφιμα από όσα επέτασσαν»: Mohn, σ. 107. 206 Η εργασία της Hionidou, που αναφέρεται στην Χίο, την Σύρο και την Μύκονο μας δείχνει την αύξηση των θανάτων σε αυτά τα νησιά, που ήταν αποκομμένα από την υπόλοιπη Ελλάδα. Στην Σύρο ο αριθμός των θανάτων, σε σχέση με την προπολεμική περίοδο, αυξήθηκε κατά έξι φορές, στην πόλη της Χίου κατά τέσσερις φορές, στην Μύκονο κατά εννέα φορές: Hionidou, σ. 159. 207 Mazower 1994, σ. 67. 208 Φλάϊσερ, τ.Ι, σ. 196. 209 Με βάση τις ληξιαρχικές πράξεις θανάτου έχουν γίνει επίσης μελέτες για την Ερμούπολη και τη Χίο: Λούκος, 2007. 204 205


80

ΣΥΝΟΛΟ ΘΑΝΑΤΩΝ ΣΤΟ ΠΣΠ, 1939-1944 50.000 45.000 40.000 35.000 30.000 25.000 20.000 15.000 10.000 5.000 0 1939

1940

1941

1942

1943

1944

ΠΣΠ: Πολεοδομικό Συγκρότημα Πρωτευούσης. Μπουρνόβα, 2005.

αντίστοιχα: 45.000 περισσότεροι θάνατοι, σε σχέση με αυτούς που θα περιμέναμε με βάση τις στατιστικές πριν από τον πόλεμο. Με βάση αυτά τα στοιχεία, ένας στους 25 κατοίκους της πρωτεύουσας και των γύρω δήμων πέθανε από πείνα 210 ή, η κατάσταση της μόνιμης ασιτίας στην οποία είχε περιέλθει είχε καταστήσει τον οργανισμό του τόσο αδύναμο ώστε να μην μπορέσει να αντισταθεί σε ασθένειες που κάτω από άλλες συνθήκες θα ήταν ιάσιμες. Το θανατικό χτύπησε περισσότερο, όπως ήταν φυσικό, τις πιο αδύναμες ομάδες : τους πρόσφυγες, που δεν είχαν συγγενικά δίκτυα στην ύπαιθρο από όπου θα μπορούσαν να ζητήσουν βοήθεια, τους εργάτες που έχασαν το μεροκάματό τους και τους πλανόδιους μικρέμπορους που δεν είχαν τίποτα να πουλήσουν, μα και αν είχαν, κανείς δεν είχε την δυνατότητα να αγοράσει. Οι δημόσιοι υπάλληλοι αντίθετα υποαντιπροσωπεύονται, σε αυτόν τον μακάβριο κατάλογο του θανάτου.211 Οι φωτογραφίες της εποχής της πείνας μας βοηθούν να αναπλάσουμε μια εικόνα της πόλης, όχι όμως και τα συναισθήματα των ανθρώπων της. 212 Αυτοί (ή μάλλον η πλειονότητά τους) ήταν υποχρεωμένοι να διασχίζουν απίθανες αποστάσεις στα περίχωρα για να βρουν κάποιο χορταρικό 213 ή να μαζέψουν ξύλα Το 1940 το Συγκρότημα Πρωτευούσης είχε 1.124.000 κατοίκους: ΕΣΥΕ. Αυτή η εκτίμηση ισχύει βέβαια με την υπόθεση ότι ο πληθυσμός της Αθήνας δεν μεταβλήθηκε κατά την διάρκεια της περιόδου της πείνας. Γνωρίζουμε πάντως ότι στην Αθήνα είχαν καταφύγει πρόσφυγες από την Ανατολική Μακεδονία και την Θράκη: Ελεύθερον Βήμα, 30/4/1944. 211 Μπουρνόβα 2005. 212 Γι’ αυτά: Σκούρας κ.ά. 213 «Αφθονία αγρίων χόρτων – Γενική έξοδος των συνοικισμών»: Ελεύθερον Βήμα, 4/7/1942. 210


81 για να αντιμετωπίσουν το κρύο του χειμώνα,214 έβλεπαν μπροστά τους συμπολίτες τους που είχαν μεταμορφωθεί σε σκελετούς να σωριάζονται άψυχοι,215 κάθονταν ατελείωτες ώρες στα λαϊκά συσσίτια για να πάρουν 100 γραμμάρια ψωμί ή όσπρια – όταν αυτά λειτουργούσαν . 216 δεν ήταν απίθανο να είχαν αναγκαστεί να «παραχώσουν» στα κρυφά κάποιον δικό τους στα χωράφια έξω από τον συνοικισμό που έμεναν, προκειμένου να κρατήσουν το πολύτιμο, αν και ανεπαρκές,217 κουπόνι για το συσσίτιο.218 Όπως παρατηρεί ο εκπρόσωπος του Ερυθρού Σταυρού, ο κοινωνικός ιστός είχε καταρρεύσει.219

1.1.3. ΜΑΥΡΗ ΑΓΟΡΑ Τα τρόφιμα που δεν υπήρχαν στις προθήκες των καταστημάτων και δεν μπορούσε να τα βρει κανείς στις επίσημες τιμές μπορούσε να τα αποκτήσει, αν φυσικά είχε την δυνατότητα, στην μαύρη αγορά. Για αυτήν έχουν γραφτεί τόσα πολλά ώστε άφοβα θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι αν ο ένας θρύλος της κατοχικής περιόδου ήταν οι αντάρτες, ο δεύτερος ήταν σίγουρα οι μαυραγορίτες. Όπως κάθε αγορά έτσι και αυτή είχε τις ιεραρχήσεις της: ας την φανταστούμε σαν μια πυραμίδα με την κορφή της να αποτελείται από λίγους σχετικά μεγαλέμπορους, και την βάση της από αμέτρητους «επαγγελματίες», 220 ανθρώπους της διπλανής πόρτας που εκμεταλλεύθηκαν τις γνωριμίες που είχαν με τα χωριά, 221 έπαιζαν τον ρόλο του μεσάζοντα ανάμεσα στους αγρότες και την Που ήταν ιδιαίτερα βαρύς εκείνη τη χρονιά. δύο βράδυα πριν την πρωτοχρονιά το θερμόμετρο στην Αθήνα έδειχνε 3 – 5 βαθμούς υπό το μηδέν: Ελεύθερον Βήμα, 31/12/1941. 215 Την περίοδο μεταξύ Οκτωβρίου 1941 και Ιανουαρίου 1942, μόνο στον Δήμο Αθηναίων καταγράφονται 530 θάνατοι «καθ’ οδόν»: Μπουρνόβα, ό.π., σ. 66. 216 Στις 22/7/1941 τα συσσίτια μοίραζαν 180 γραμμάρια ψωμιού κατ’ άτομο ημερησίως: Ελεύθερον Βήμα, 22/7 και 23/7/1941. Τον Οκτώβριο η μερίδα είχε μειωθεί στο μισό, για να αυξηθεί στα 240 γραμμάρια τον Απρίλιο του επόμενου έτους: ό.π., 11/10/1941 και 14/4/1942. 217 Αφηγείται ο Κώστας Μητσοτάκης: «Θυμάμαι εκείνο το φοβερό χειμώνα του ’41 προς ’42, έναν πολύ κρύο χειμώνα. Επιπλέον δεν είχαμε τίποτα να φάμε (...) Η μοναδική μου τροφή ήταν εκείνη του συσσιτίου. Για καλή μου τύχη ήμουν γραμμένος σε τρία συσσίτια: των δικηγόρων, των εφέδρων αξιωματικών και των Κρητικών στρατιωτών που είχαν αποκλειστεί. Περνούσα κι από τα τρία συσσίτια στη σειρά με το κουτάλι στην τσέπη μου, προσπαθώντας να χορτάσω την πείνα μου με νερόβραστη και συχνά ανάλατη φασουλάδα»: Δημητράκος, σ. 107. 218 Χρηστίδης, σ. 219. Στην κατάσταση αυτή η πεινασμένη Αθήνα προσπαθεί να αντιδράσει επιστρατεύοντας ό,ποιο χιούμορ της είχε απομείνει . δύο από τα χρονογραφήματα του Παλαιολόγου στο Ελεύθερον Βήμα έχουν τους χαρακτηριστικούς τίτλους «Τα κόκαλα του Αζώρ» και «Αντί κουνέλι γάτες». 219 «Την εθνική αλληλεγγύη, που είχε φτάσει στο κατακόρυφό της την εποχή του πολέμου στην Αλβανία, τη διαδέχθηκε η αδυσώπητη πάλη όλων εναντίον όλων, για την απλή επιβίωση του καθενός. Μόνο οι οικογενειακοί δεσμοί αντιστέκονταν στη γενική αποσύνδεση»: Mohn, σ. 20. 220 «Οι μαυραγορίτες –δηλαδή όλοι οι έμποροι, δηλαδή η μισή Αθήνα-...»: Βλάχου, τ.Α΄, σ. 164. 221 «Οι αργόσχολοι θεαταί των προαστειακών σιδηροδρομικών σταθμών απολαμβάνουν από τινός ένα νέον ελκυστικότατον θέαμα. Ευθύς ως σταθμέυσουν αι αμαξοστοιχίαι, 214


82 πόλη και, πολλές φορές, κατάφεραν να φτιάξουν μια μικρή ή και αξιόλογη περιουσία. Αν για τους πρώτους δεν άξιζε παρά το μίσος οι δεύτεροι, οι «μαυραγοριτάκοι» όπως τους αποκαλεί η Βλάχου, γίνονται σχεδόν αποδεκτοί από τους υπόλοιπους Αθηναίους. δεν είναι παρά οι «μπακαλόγατοι» της γειτονιάς.222 Και ο Γ. Θεοτοκάς γράφει στο ημερολόγιό του για το «συνηθισμένο παράδειγμα του μαυραγορίτη (μπορεί να είναι παλιός κλητήρας ή σοφέρης) που μόλις αισθανθεί στέρεος οικονομικά βγαίνει γυρεύοντας δύο πράγματα στην αγορά: ένα πιάνο και ένα δάσκαλο της γαλλικής για τα παιδιά του». 223 Αναμφίβολα εκείνα τα χρόνια, και κάτω από την πίεση της ανάγκης, πραγματοποιήθηκε μια σημαντική μεταβίβαση περιουσιών προς τους νεόπλουτους που δημιούργησε η μαύρη αγορά. Ο αριθμός των μεταγραφών στο Υποθηκοφυλακείο Αθηνών ενώ πλησιάζει τις 200 τους δύο πρώτους μήνες της κατοχής, θα ξεπεράσει τις χίλιες το Νοέμβριο του ’41, όταν πια έχει ξεσπάσει η πείνα, και θα διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα μέχρι και τον Μάϊο του επόμενου χρόνου, όταν αρχίζουν να λειτουργούν τα συσσίτια του Ερυθρού Σταυρού. Συνολικά, στην περιοχή του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών, κοντά στις 15.000 ακίνητα κάθε είδους (σπίτια, οικόπεδα, αγροί) θα αλλάξουν ιδιοκτήτη κατά την κατοχική περίοδο. Σύμφωνα με ένα ειδικό έντυπο που κυκλοφόρησε το 1948 η «Πανελλήνια Ομοσπονδία Πωλησάντων τα Ακίνητά των επί Κατοχής», μεταξύ Απριλίου 1941 – Νοεμβρίου 1944, πουλήθηκαν, σε όλη τη χώρα, πάνω από 300.000 αστικά και αγροτικά ακίνητα σε 60.000 αγοραστές σε εξευτελιστικές τιμές. 224 Σύμφωνα με μια έρευνα της Ευγενίας Μπουρνόβα, από την ανάλυση των δικαστικών αποφάσεων που αφορούσαν αυτό το ζήτημα στην περιοχή της Αθήνας μετά την απελευθέρωση, προκύπτει ότι οι αγοραπωλησίες αυτές πραγματοποιήθηκαν κοντά στο 15% της πραγματικής αξίας των ακινήτων, επιτρέποντας ένα διπλό πλουτισμό: τόσο από την πώληση στην μαύρη αγορά τροφίμων, όσο και από την άμεση κερδοφορία των χρημάτων που αποκτήθηκαν με αυτό τον τρόπο με την τοποθέτησή τους στην αθηναϊκή κτηματαγορά. Δεν ήταν όμως μόνο ιδιώτες που, μέσω της μαύρης αγοράς, βρέθηκαν με χρήματα στα χέρια τα οποία στη συνέχεια τοποθέτησαν σε ακίνητα. Η Εθνική

από τας στέγας των οχημάτων σπεύδουν να κατέλθουν, συμπαρασύροντες και τας αποσκευάς των, κατάμαυροι επιβάται, οι οποίοι τρέχουν να εξαφανιστούν προς άγνωστον κατεύθυνσιν. Είναι οι λαθρέμποροι τροφίμων, οι οποίοι επανέρχονται εκ των επαρχιών...»: Πρωία, της 10ης Ιουλίου 1941. παρατίθεται από τον Μαργαρίτη, 1993, σ. 93. 222 Το «εμπορικό δαιμόνιο της φυλής» γνώρισε τότε μέρες μεγάλης δόξας: «Το ανακαλυφθέν εις τον Πειραιά σκάνδαλο αναμείξεως της ζαχάρεως με άμμον και χώμα» (Ελεύθερον Βήμα, 18/11/1941), «Ελάμβανε 875 μερίδας άρτου» (5/9/1942). ως και η ΕΒΓΑ παραπέμπεται σε δίκη για νοθεία στο γάλα, στην οποία «ο Εισαγγελεύς εις την αγόρευσίν του εξέφρασε την θλίψιν του διότι αναγκάζεται να κατηγορήση μια εταιρείαν η οποία απετέλεσε βήμα πολιτισμού» (26/5/1942). 223 Θεοτοκάς, σ. 377. 224 Καζάκος 2001, σ. 61.


83

ΑΡΙΘΜΟΣ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΕΩΝ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1940 - ΙΟΥΝΙΟΣ 1944 1200 1000 800 600 400

1944,IV

1944,I

1943,X

1943,VII

1943,IV

1943,I

1942,X

1942,VII

1942,IV

1942,I

1941,X

1941,VII

1941,III

1940,VIII

0

1940,XII

200

Με βάση τις μεταγραφές του Υποθηκοφυκακείου Αθηνών: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 1/8/1940 – 20/6/1944. Τα στοιχεία είναι πλήρη μέχρι και τον Μάϊο 1943, ελλειπή στη συνέχεια γιατί κάποια φύλλα του περιοδικού έχουν χαθεί.

ΤΙΜΕΣ ΠΩΛΗΣΗΣ ΤΩΝ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΚΑΤΆ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

ΑΚΙΝΗΤΑ

ΤΙΜΗ ΠΩΛΗΣΗΣ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΞΙΑ

Τα 10 ακριβότερα

18%

Τα 10 φθηνότερα ΓΕΝΙΚΟΣ ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ

13%

ΣΥΝΟΛΟ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΞΕΤΑΣΘΗΚΑΝ

16%

578

Από την ανέκδοτη εργασία της Ε. Μπουρνόβα για την Ιστορία της Αθήνας, 1900 – 1960.

Τράπεζα επίσης, ακολουθούσε την ίδια πολιτική διοχετεύοντας τα ρευστά διαθέσιμά της, «με κάθε εμπιστευτικότητα» λόγω του σάλου που θα επακολουθούσε αν το γεγονός γινόταν ευρύτερα γνωστό, σε μετοχές βιομηχανικών εταιρειών και ακίνητα.225 Όλοι έσπευδαν να απαλλαγούν από την επίσημη νομισματική μονάδα του κράτους, την δραχμή, λόγω των Παγουλάτος 2006, σ. 46. Δεν ήταν φυσικά μόνο η Εθνική, αλλά και άλλες τράπεζες και επιχειρήσεις που αγόραζαν εκείνη την δύσκολη περίοδο ακίνητα, όπως προκύπτει από μια πρόχειρη αποδελτίωση της στήλης «Η κίνησις της κτηματαγοράς» στον Οικονομικό Ταχυδρόμο. 225


84 πληθωριστικών προσδοκιών: αποθηκεύοντας εμπορεύματα, αγοράζοντας σπίτια ή συσσωρεύοντας χρυσές λίρες.226

1.2. Η ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΡΥΘΡΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ 19 Απριλίου 1942 Ευτυχώς, προχθές έφτασαν στον Πειραιά δύο σουηδικά πλοία με στάρι κυρίως. Φαίνεται πως εξασφαλίζεται έτσι το ψωμί μας ως τον Ιούνιο. 227 Χρειάστηκαν παρατεταμένες και επίμονες προσπάθειες προκειμένου να δεχθεί, «αργά και καθυστερημένα» σύμφωνα με τον Mazower,228 η βρετανική κυβέρνηση να άρει τον αποκλεισμό και η κατοχική διοίκηση να δώσει εγγυήσεις σχετικά με την ασφάλεια των πλοίων που θα μετέφεραν τα απαραίτητα εφόδια. Στη συνέχεια τον επισιτισμό της χώρας ανέλαβε σε μεγάλο βαθμό ο Ερυθρός Σταυρός, κυρίως με αμερικάνικη και καναδική χρηματοδότηση. 229 οι θάνατοι από πείνα σταμάτησαν. Ήταν αναμφίβολα μια μεγάλη, ακόμα και με τα σημερινά μέτρα, επιχείρηση. Συνολικά, από τον Αύγουστο του 1942 μέχρι τον Αύγουστο του 1945 μεταφέρθηκαν και διανεμήθηκαν 670.000 τόνοι τρόφιμα: 230 αντιστοιχούσαν σε 90 κιλά κατ’ άτομο ή 370 κιλά σε κάθε κάτοικο των πόλεων. Τον τρόπο με τον οποίο οργανώθηκε η διανομή στην Αθήνα περιγράφει με λεπτομέρειες ο κατ’ εξοχήν αρμόδιος, ο Paul Mohn. Από το εξωτερικό ερχόταν κυρίως στάρι, όσπρια και γάλα σε σκόνη. Για την μετατροπή του σταριού σε αλεύρι νοικιάστηκαν τρεις αλευρόμυλοι στην περιοχή της πρωτεύουσας, που απασχολούσαν συνολικά πάνω από 1.000 εργάτες. Στη συνέχεια το αλεύρι μοιραζόταν στους αρτοποιούς που ανελάμβαναν να το μετατρέψουν σε ψωμί, ενώ ο Mohn και οι συνεργάτες του προσπαθούσαν παράλληλα να περιορίσουν τις καταχρήσεις των 700 φουρνάρηδων της πρωτεύουσας, γιατί «ο κόσμος μουρμούριζε πως είχαν κερδίσει πολλά στον πόλεμο και πως είχαν γίνει όλοι τους ιδιοκτήτες ακινήτων».231 Ο Ερυθρός Σταυρός διένειμε τρόφιμα στο σύνολο σχεδόν του πληθυσμού της πρωτεύουσας, μέσα από ένα σύστημα λαϊκών συσσιτίων στα οποία ήταν γραμμένοι 900.000 άνθρωποι, σε ένα συνολικό πληθυσμό που μόλις ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο.232 Από τον Νοέμβριο του ’42 τα συσσίτια καταργήθηκαν και, σε άλλη μια προσπάθεια περιορισμού των καταχρήσεων, οι ίδιες ποσότητες άρχισαν να μοιράζονται αμαγείρευτες από τα παντοπωλεία, με την χρήση “Πρόκειται περό ομαδικής ψυχώσεως – δραχμοφοβίας», γράφει ο οικονομολόγος Φιλάρετος στο Ελεύθερον Βήμα, 1/7/1942. 227 Χρηστίδης. σ. 251. 228 Mazower 1994, σ. 72. 229 Hionidou, σ. 136. 230 Γασπαρινάτος 1998, τ.Α΄, σ.52 231 Πρβλ: «Ο αρτοποιός με τα 665 πλαστά δελτία», Ελεύθερον Βήμα, 30/8/1942. 232 Mohn, σ. 64. 226


85 δελτίων.233 Στο τέλος του 1942 κυκλοφορούσαν πάνω από ένα εκατομμύριο δελτία διανομής τροφίμων: όλη η Αθήνα έτρωγε, τουλάχιστον όσα ήταν απαραίτητα ώστε να μην πεθάνει από την πείνα, χάρη στον τον Ερυθρό Σταυρό.

2. ΤΟ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΧΑΟΣ

ΕΣΟΔΑ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ (σε σταθερές τιμές 1938-39, δις δρχ) 19381941194239 42 43 14,7 0,6 0,7

ΕΞΟΔΑ Του Προϋπολογισμού Νομικών Προσώπων Στρατευμάτων Κατοχής ΣΥΝΟΛΟ ΕΞΟΔΩΝ ΕΛΛΕΙΜΜΑ

194344 0,4

15,3

0,8 0,4 1,5 2,7

1,3 0,8 1,8 3,9

1,4 3,0 2,0 6,4

0,6

2,1

3,2

6,0

Οι δημοσιονομικές χρήσεις, μέχρι το 1957, αναφέρονται κάθε φορά στο διάστημα Απριλίου – Μαρτίου. ΤτΕ, σ. 211.

Τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας την περίοδο 1941-44 αποδίδονται συνήθως στις αυθαίρετες επιτάξεις προϊόντων από τις κατοχικές δυνάμεις και στο κόστος συντήρησής τους που επιβάρυνε τον κρατικό προϋπολογισμό. 234 Και οι δύο αυτοί παράγοντες έπαιξαν βέβαια τον ρόλο τους, αν μείνουμε όμως σε αυτούς ξεχνάμε κάτι άλλο εξίσου, αν όχι περισσότερο σημαντικό: την κατάρρευση των δημοσίων εσόδων, που πριν τον πόλεμο βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στους έμμεσους φόρους. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η προσφυγή στο τυπογραφείο της Κεντρικής Τράπεζας, που τύπωνε όλο και περισσότερα χαρτονομίσματα αυξάνοντας σε απίστευτα επίπεδα των πληθωρισμό, ήταν αναπόφευκτη. Κάποια στιγμή, οι λειτουργίες της δραχμής ως νομίσματος ακυρώθηκαν: ούτε ως μέσο διαφύλαξης των αξιών μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, ούτε ως μέσο ανταλλαγών, καλά – καλά ούτε ως μέσο μέτρησης. Πως να υπολογίσει κανείς τα

Ελεύθερον Βήμα, 11/11/1942. Τον ίδιο μήνα, κάθε δικαιούχος έπαιρνε 180 γραμμάρια ψωμί ημερησίως, 1.200 γραμμάρια πληγούρι, και από 300 γραμμάρια αλεύρι και ζυμαρικά. 234 Σύμφωνα με γερμανικές πηγές το κόστος των γερμανικών δυνάμεων κατοχής στην Ελλάδα έφθασε τα 3,8 δις μάρκα, δηλαδή αντιστοιχούσαν 521 μάρκα κατά κεφαλήν. το αντίστοιχο μέγεθος για την Γαλλία είναι 794 μάρκα, για το Βέλγιο και την Δανία περίπου 650 κλπ. Όμως, η αναλογική επιβάρυνση για τον ελληνικό πληθυσμό ήταν μεγαλύτερη από αυτήν των άλλων δυτικοευρωπαϊκών χωρών, λόγω του χαμηλότερου ΑΕγΠ ανά κάτοικο: Etmektsoglou, σ. 560. 233


86

ΔΕΙΚΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΤΙΜΗ ΧΡΥΣΗΣ ΛΙΡΑΣ

ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΧΑΡΤΟΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ 1 16 136 8.276.320

1941 Απρίλιος 1942 Δεκέμβριος 1943 Δεκέμβριος 1944 Οκτώβριος ΤτΕ, σ. 210.

1 123 1.319 1.633.540.989

ΤΙΜΑΡΙΘΜΟΣ ΚΟΣΤΟΥΣ ΖΩΗΣ 1 157 1.573 2.305.984.911

ΜΗΝΙΑΙΑ ΠΟΣΟΣΤΙΑΙΑ ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΛΙΡΑΣ (Απρίλιος 1941 - Ιούλιος 1944) 250 200 150 100

1944

1944

1943

1943

1943

1943

1942

1942

1942

1942

1941

1941

-50

1941

0

1941

50

-100

Το διάγραμμα σταματά τον Ιούλιο του ’44, με την επίσημη τιμή της λίρας στα 370,8 εκ., ώστε να είναι αναγνώσιμο. Τον Οκτώβριο, όταν απελευθερώθηκε η Αθήνα, έφθασε το 1,6 δις σύμφωνα με τα στοιχεία του Χρηματιστηρίου (Επετηρίς του ΧΑΑ, 1972) ή τα 700 δις σύμφωνα με τον Χρηστίδη (σ. 500). Νομίζω ότι από ένα σημείο και ύστερα, οι αριθμοί παύουν να έχουν σημασία. Η τιμή της λίρας, σε σχέση με την δραχμή, δεν είναι ανοδική σε όλη την διάρκεια της κατοχής. Η πτώση μεταξύ Νοεμβρίου 1942 και Φεβρουαρίου 1943 οφείλεται στις επιτυχίες των συμμάχων στο μέτωπο της Αφρικής όταν, «έπιασε την αγορά πανικός προς τα κάτω. Επιγραφή στους τοίχους Βάστα Ρόμμελ και χαθήκαμε», σημειώνει ο Χρηστίδης στις 29 Νοεμβρίου ’42. Οι λίρες, ή έπεφταν από τον ουρανό, δηλαδή από τους Άγγλους που προσπαθούσαν να βοηθήσουν τις αντιστασιακές οργανώσεις και έκαναν ρίψεις με αλεξίπτωτα, ή διοχετεύονταν από τους Γερμανούς στην αγορά σε μια προσπάθεια να ελέγξουν, για δικούς τους λόγους, την κατάσταση. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο υπολογίζεται ότι στα χέρια των Ελλήνων βρισκόταν, στο τέλος της κατοχής, δύο εκατομμύρια λίρες (Αλογοσκούφης – Λαζαρέτου, σ. 198). Ισοδυναμούσαν με 2 δισεκατομμύρια προπολεμικές δραχμές σύμφωνα με την ισοτιμία του 1939, όταν το ίδιο έτος η συνολική αξία των κυκλοφορούντων χαρτονομισμάτων ήταν 8,3 δις Οικονομική Επετηρίς, τ.ΙΙ, σ. 199.

καθημερινά του έξοδα όταν μια εφημερίδα στις 18 Σεπτέμβρη του ’44 κόστιζε 10 εκ., την επομένη 15 εκ. και στις 21 του ίδιου μήνα 25 εκατομμύρια; 235 Ή όταν, 235

Χρηστίδης, σ. 486.


87 μέλος της εύπορης ομάδας της πόλης όπως ήταν η Βλάχου, κάθεται σε κάποιο ζαχαροπλαστείο να φάει «μια πάστα» που την πληρώνει 16 εκ. και όταν αμέσως μετά, «δεν πέρασαν ούτε πέντε λεπτά», παραγγέλνει και μια δεύτερη της την χρεώνουν 20 εκατομμύρια; Την ίδια μέρα η χρυσή λίρα έφθανε αισίως τα 30 δισεκατομμύρια δραχμές.236 Η Ελένη Βλάχου πάντως δεν έχει πρόβλημα καθώς με μια χρυσή λίρα θα μπορούσε να αγοράσει, εκείνη τη μέρα και ώρα, 1.500 πάστες και δύο μήνες πριν είχε πουλήσει το σπίτι της στην Κηφισιά, την «μοναδική της περιουσία», 825 λίρες.237 ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ ΝΕΩΝ ΤΡΑΠΕΖΟΓΡΑΜΜΑΤΙΩΝ 1943 - 1944

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 25/7/1943 22/9/1943 13/2/1944 4/4/1944 13/7/1944 29/7/1944 26/8/1944 10/9/1944

ΑΞΙΑ ΤΡΑΠΕΖΟΓΡΑΜ ΜΑΤΙΟΥ 10.000 20.000 100.000 500.000 1.000.000 5.000.000 10.000.000 200.000.000

Ανακοινώσεις της ΤτΕ, Ελεύθερον Βήμα, διάφορα φύλα.

Η χρυσή λίρα είχε εγκατασταθεί για τα καλά στην οικονομική ζωή των Ελλήνων εκτοπίζοντας την δραχμή που δεν χρησιμοποιούταν παρά για τις μικροσυναλλαγές, και οι ό,ποιες καταθέσεις υπήρχαν προπολεμικά στις τράπεζες είχαν αναληφθεί και μετατραπεί σε οτιδήποτε μπορεί να φανταστεί κανείς, ανάλογα με τις ανάγκες ή τις δυνατότητες του πρώην αποταμιευτή. Τον Οκτώβριο του 1944 οι συνολικές καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα ισοδυναμούσαν με 186,7 λίρες,238 και το προσωπικό των τραπεζών πληρωνόταν με τις (πληθωριστικές) δραχμές που τύπωνε η Τράπεζα της Ελλάδος. 239 3. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΧΗΣ Με την κατοχή διαμορφώθηκαν τρεις, σχετικά διακριτοί, τομείς στην οικονομία. Η αγροτική παραγωγή στάθηκε ικανή να θρέψει τους πληθυσμούς της υπαίθρου και να βοηθήσει στην επιβίωση όσων ζούσαν στις κοντινές μικρές πόλεις, οι κάτοικοι των οποίων άλλωστε διατηρούσαν, τις περισσότερες φορές σχέσεις με τους ανθρώπους των γύρω χωριών. Οι εντάσεις πάντως δεν έλειψαν, και θα πρέπει να αποφύγουμε μια μυθοποιημένη αντίληψη που αναφέρεται στην Βλάχου, τ. Α΄, σ. 163. ό.π., σ. 159. 238 Παγουλάτος, σ. 103. 239 ΤτΕ, σ. 264. 236 237


88 αλληλεγγύη ανάμεσα στους παραγωγούς και τους καταναλωτές στην ελληνική επαρχία.240 Οι παραγωγοί γεωργικών προϊόντων ήταν η ομάδα που βγήκε κερδισμένη από το οικονομικό χάος που δημιούργησε η κατοχή: οι τιμές των προϊόντων τους αυξήθηκαν, ενώ ταυτόχρονα απαλλάχτηκαν από τα χρέη που πιθανόν είχαν εξοφλώντας με πληθωριστικές δραχμές. Αυτά βέβαια αν ο οικισμός στον οποίο έμεναν δεν ήταν μεταξύ των 3.500 χωριών και κωμοπόλεων που υπέστησαν καταστροφές την περίοδο 1941-44.241 Τα Καλάβρυτα, το Δίστομο και το Κομμένο είναι οι γνωστότερες περιπτώσεις καταστροφής χωριών και εξόντωσης των κατοίκων τους, τα αντίποινα των Γερμανών όμως για την δράση των ανταρτών δεν περιορίστηκαν σε αυτά.242 Ένας δεύτερος οικονομικός πόλος δημιουργήθηκε μα βάση τις παραγωγικές και κυρίως τις διανεμητικές λειτουργίες που είχε αναλάβει ο Ερυθρός Σταυρός στην Αθήνα και τις άλλες μεγάλες πόλεις. Δεν θα πρέπει να αρκεστούμε μόνο στους 1.300 υπαλλήλους του ΔΕΣ στην Αθήνα, και τους εκατοντάδες συναδέλφους τους στη Θεσσαλονίκη για να εκτιμήσουμε την εμβέλεια των δραστηριοτήτων του Ερυθρού Σταυρού: χάρη σε αυτόν παντοπωλεία έμειναν ανοικτά, φούρνοι έψηναν και μοίραζαν ψωμί, υπάλληλοι του λιμανιού του Πειραιά, ναύτες, αποθηκάριοι και εργάτες είχαν ένα μεροκάματο, αλευρόμυλοι αλλά και «το μοναδικό σύγχρονο γαλακτοπωλείο της Αθήνας», η ΕΒΓΑ, συνέχιζαν να λειτουργούν.243 Ο ΔΕΣ έφθασε στο σημείο «να ασκεί κυβερνητικές δραστηριότητες» όπως γράφει ο Mohn,244 έπαψε να είναι μια, μεγάλη έστω, φιλανθρωπική οργάνωση: υποκαθιστούσε το ανύπαρκτο κράτος. Τέλος, οι κατοχικές δυνάμεις προσπάθησαν να οικειοποιηθούν οτιδήποτε παρήγαγε, ή θα μπορούσε να παράγει, η ελληνική οικονομία και είχε γι’ αυτούς κάποια χρησιμότητα. Τα περισσότερα ορυχεία επιτάχθηκαν και πολλές βιομηχανικές μονάδες συνέχισαν την παραγωγή τους: η ΠΥΡΚΑΛ παρήγαγε όπως και πριν αμιγώς στρατιωτικά εφόδια, το προϊόν της τσιμεντοβιομηχανίας ήταν απαραίτητο για την κατασκευή των οχυρωματικών έργων με τα οποία οι Γερμανοί γέμισαν την Νότια Ελλάδα, η κλωστοϋφαντουργία ζητούσε 240

«ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΚΑΙ ΕΠΑΡΧΙΑ – Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ ΕΥΗΜΕΡΕΙ

Ο χωρικός εφέτος, οπωσδήποτε και αν διέθεσε τα προϊόντα του, είτε δηλαδή στη συγκέντρωσι είτε στη μαύρη αγορά, ευρίσκεται εις απίστευτα ανθηρή οικονομική κατάσταση. Κατόρθωσε να πληρώση όλα του τα χρέη προς την Αγροτική Τράπεζα και τους ιδιώτες και να μείνη χωρίς καμμιά υποχρέωση. Εν τω μεταξύ σ’ ολόκληρον τον κάμπο επικρατεί ένας άνεμος αδικαιολογήτου χαιρεκακίας. Ο αγρότης, που κακώς ενόμιζε ως τώρα πως ήταν ο περιφρονημένος παρίας, ικανοποιείται ενδομύχως, γιατί επιτέλους, ήλθεν η στιγμή να γίνη και το χωριό του η ευδαίμων χώρα των μακάρων, η γη της επαγγελίας (...) Εν τω μεταξύ, το σύστημα της ανταλλαγής, το περίφημο «τρόκ», έχει γενικευθή και εφαρμόζεται ακόμα και στις μικρότερες συναλλαγές. Ανταλλακτική μονάδα έχει γίνει το σιτάρι»: Ελεύθερον Βήμα, 8/1/1942. 241 Ετμεκτζόγλου, σ. 63. 242 Στα Καλάβρυτα, σύμφωνα με τις γερμανικές πηγές, εξτελέσθηκαν 511 άνδρες: Μάγιερ 2006, σ. 421. Στο Δίστομο η σφαγή επεκτάθηκε σε όλο τον πληθυσμό, ανεξαρτήτως ηλικίας ή φύλου, και τα θύματα έφθασαν τα 750: Γρηγοριάδης, τ. Ι, σ. 449. 243 Mohn, σ. 102 – 103. 244 ό.π.


89 ανταλλακτικά από την Γερμανία για να συνεχίσει την παραγωγή της, όχι προφανώς για τον ντόπιο πληθυσμό αλλά για την Βέρμαχτ. 245 Ένα πρόγραμμα επισιτισμού, που αφορούσε όσους εργαζόταν για τις δυνάμεις κατοχής σε ορυχεία, εργοστάσια ή οχυρωματικά έργα προέβλεπε πρόσθετο σιτηρέσιο για 300.000 άτομα.246 Δεν είναι όμως μόνο ένα τμήμα της προπολεμικής οικονομίας που συνέχισε να λειτουργεί υπό κατοχική διεύθυνση και για τις ανάγκες του Γ΄ Ράιχ. Στην περίοδο 1941-45 ιδρύθηκαν 7.962 βιοτεχνίες και βιομηχανίες κάθε είδους: 247 τον Δεκέμβριο του 1945, το 15% των μονάδων του δευτερογενούς τομέα είχε ιδρυθεί στην διάρκεια της κατοχής. Για άλλη μια φορά φαίνεται ότι η περίοδος 1941-44 δεν ήταν εξίσου ζοφερή για όλους.248

4. ΚΕΡΔΙΣΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΧΑΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

Χατζηιωσήφ 2007, σ. 201. Το μισό των δαπανών που πραγματοποίησαν οι δυνάμεις κατοχής οφειλόταν στην κατασκευή οχυρωματικών έργων, ενώ το 1/4 σε μισθούς εργαζομένων που δούλευαν για την τροφοδοσία της Wehrmacht: Etmektsoglou, σ. 472. 246 Χατζηιωσήφ 2007, σ. 199. Το φαινόμενο της οικονομικής συνεργασίας με τις δυνάμεις του Άξονα παρατηρείται σε όλες τις κατεχόμενες χώρες. σύμφωνα με τον Mazower, «το 1943 περισσότερο από το μισό γαλλικό εργατικό δυναμικό απασχολούνταν στην γερμανική πολεμική προσπάθεια»: Mazower 2009, σ. 261. 247 ΕΣΥΕ 1954, πίνακας 42. Για να ιδρύσει κάποιος βιομηχανική μονάδα, ή απλώς για να επεκτείνει κάποια ήδη προϋπάρχουσα, χρειαζόταν άδεια από το Υπουργείο Οικονομίας. Οι άδειες αυτές δημοσιεύονται στον Οικονομικό Ταχυδρόμο, αφορούν όλη την Ελλάδα, και ανέρχονται σε 763 για την κατοχική περίοδο. Αν και το χρονικό ανάπτυγμα δεν συμπίπτει με αυτό της ΕΣΥΕ, η τόσο μεγάλη διαφορά δημιουργεί προβληματισμό για την ακρίβεια των στοιχείων. Τι είδους είναι αυτές οι «κατοχικές βιομηχανίες»; Αλευρόμυλοι (166), σαπωνοποιεία (72), ελαιοτριβεία (39), αλλά και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς όπως το «ξηραντήριο φαρμακευτικών φυτών» που ιδρύεται στην Θεσσαλονίκη ή η λειτουργία μιας καφεκοπτικής μηχανής στην ίδια πόλη. Σε 17 περιπτώσεις κάποιοι παίρνουν την άδεια λειτουργίας απλώς μίας πριονοκορδέλας «δια την κοπήν ξύλων». Αυτές οι βιοτεχνίες δημιουργούνται βέβαια λόγω της διάλυσης του οδικού δικτύου και της αύξησης του κόστους μεταφορών. Όπως και να ‘χει όμως το να υποστηρίζει κανείς, όπως κάνει ο Κ. Βεργόπουλος, ότι «η συγκέντρωση πλούτου στα χέρια των νεόπλουτων οδήγησε όχι μόνο σε φαινόμενα αποθησαυρισμού, αλλά συχνά σε ένα αξιόλογο κύμα επενδύσεων», είναι νομίζω πολύ παρακινδυνευμένο: Βεργόπουλος 1984, σ. 534. 248 Τον Απρίλιο του ’43 δίνεται στον Δ. Φ. «άδεια εγκαταστάσεως επιστημονικού εργαστηρίου ερεύνης και κατασκευής νέου τύπου διαιτητικών τροφίμων εκ δημητριακών και οσπρίων». Κάποιοι, φαίνεται, είχαν πάρει κιλά (Οικονομικός Ταχυδρόμος, 12/4/1943). Όμως, οι όροφοι του Ελεγκτικού Συνεδρίου, όπου στοιβάζονταν προς διερεύνηση και ποινική παραπομπή εκατοντάδες φάκελοι του οικονομικού δωσιλογισμού, πήραν φωτιά και τα στοιχεία εξαφανίστηκαν: Γασπαρινάτος 1998, τ. Ι, σ. 242. Παραδόξως η φωτιά μεταπήδησε από το υπόγειο στον πέμπτο όροφο, όπου φυλλάσονταν τα έγγραφα αυτά, χωρίς να επεκταθεί στους ενδιάμεσους ορόφους: Ριζοσπάστης, 23/8/1945. 245


90 Ποίες ομάδες ωφελήθηκαν οικονομικά κατά την κατοχική περίοδο; Όσοι χρωστούσαν μπόρεσαν να πληρώσουν σε πληθωριστικές δραχμές και να απαλλαγούν από τα χρέη τους, και αυτό αφορά βέβαια εκτός από τα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα, δηλαδή τις επιχειρήσεις.249 Οι γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι είδαν τις τιμές των προϊόντων τους να τινάζονται στα ύψη, μπόρεσαν να επωφεληθούν όμως μόνο αν είχαν πρόσβαση σε κάποια κοντινή πόλη, αν συμμετείχαν στα παράνομα δίκτυα διακίνησης τροφίμων και τέλος, αν ο Ερυθρός Σταυρός δεν είχε εμφανιστεί στην περιοχή τους. Όμως, οι μαυραγορίτες και όσοι συνεργάστηκαν οικονομικά με τους κατακτητές παράγοντας γι’ αυτούς, ήταν αναμφισβήτητα οι μεγάλοι κερδισμένοι.250 Τα κέρδη τους μετέτρεπαν σε λίρες ή κατοικίες παίρνοντας αντίστοιχα ρίσκα: στην πρώτη περίπτωση ήταν αδύνατον να υπολογιστεί η τιμή της λίρας μετά την απελευθέρωση . στην δεύτερη ήταν πολύ αμφίβολο αν οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση θα νομιμοποιούσε τις αγορές τους, που πραγματοποιήθηκαν χάρη στις ακραίες συνθήκες της περιόδου.251 Τα πάντα ήταν ανοικτά όταν στις 12 Οκτωβρίου 1944 οι Γερμανοί εγκατέλειψαν την Αθήνα. Χαμένοι ήταν οι καταναλωτές στις πόλεις, όσοι είχαν δανείσει χρήματαπριν από τον πόλεμο, και όσοι είχαν σταθερά εισοδήματα, από ομολογίες του ελληνικού δημοσίου. κάποιοι από αυτούς, εύποροι προπολεμικά, είδαν την περιουσία τους ή ένα κομμάτι της να εξανεμίζεται.252 Οι φτωχότεροι πέθαναν από πείνα.

ΙΙβ: ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ 1. ΠΡΩΤΗ ΦΑΣΗ: ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΙΟΥΛΙΟ 1943 Ας μην ξεχνάμε ότι κάποιες βιομηχανίες είχαν δανειστεί τεράστια ποσά από τις τράπεζες και είδαν τις υποχρεώσεις τους να μηδενίζονται: εδώ, σ. 36. Ίσως εδώ να βρίσκεται η νέα αστική τάξη και όχι εκεί που την ψάχνει ο Βεργόπουλος: νέα όχι από την άποψη των προσώπων ή των επιχειρήσεων, αλλά της μεταφοράς προς αυτή σημαντικών κεφαλαίων, μέσω της απαξίωσης των χρεών των εταιρειών, που επέτρεψαν την αναγέννησή της μετά τον πόλεμο. Προς αυτή την κατεύθυνση και το άρθρο του Ριζοσπάστη, 5/9/1945, με τίτλο Οι 2.500 οικογένειες που καταληστεύουν τον τόπο: «Στην κατοχή, οι βιομήχανοι εξόφλησαν τα χρέη τους στην Εθνική (...) και έτσι ανεξαρτητοποιήθηκαν από τις Τράπεζες. Σήμερα, ο Σύνδεσμος Βιομηχάνων είναι το άλλο σκέλος της ολιγαρχικής πλουτοκρατίας, το πιο δυναμικό αυτή τη στιγμή». 250 «Σε έκθεση που έλαβε ο [πρωθυπουργός] Τσουδερός από την Ελλάδα, σχετικά με το τεχνικό δυναμικό της χώρας, αναφέρεται ότι, από το σύνολο των μηχανικών, οι 1500 είναι δημόσιοι υπάλληλοι, οι 500 υπάλληλοι ιδιωτικών τεχνικών εταιριών και οι 1500 ελεύθεροι επαγγελματίες. Από τους τελευταίους, 400 εργάζονται για λογαριασμό των Αρχών Κατοχής και έχουν δημιουργήσει περιουσίες. Σημειώνεται ότι οι κατακτητές δεν τους εξανάγκασαν να συνεργαστούν μαζί τους, όπως ψευδώς διαδίδουν οι ίδιοι»: Ακαδημία Αθηνών 2004, τ. Β΄, εγγ. 2334 (Ιανουάριος 1944). 251 Πράγματι το 1949 οι αγοραπωλησίες ακινήτων επί κατοχής, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, ακυρώθηκαν: Το Βήμα, 27/11/1949. 252 «Σώσωμεν την μεσαίαν τάξιν (...) το άνθος της κοινωνίας», γράφει ο καθηγητής Πανεπιστημίου Π. Αναγνωστόπουλος στο Ελεύθερον Βήμα, 31/7/1942. 249


91

1.1. ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΚΗΝΙΚΟ Η γερμανική εισβολή σήμανε την διάλυση (και) του πολιτικού οικοδομήματος. Η κυβέρνηση Τσουδερού, που είχε ορίσει ο βασιλιάς, κατέφυγε πρώτα στην Κρήτη και στη συνέχεια, όταν έγινε φανερό ότι και το νησί θα έπεφτε στα χέρια των γερμανών, στην Μέση Ανατολή. Η κυβέρνηση αυτή του εξωτερικού, που ορκίστηκε μία βδομάδα πριν την κατάληψη της πρωτεύουσας και περιείχε στους κόλπους της αρκετά μέλη των προηγούμενων κυβερνήσεων του Μεταξά, 253 αντλούσε την διεθνή της νομιμοποίησή από το γεγονός ότι την αναγνώριζε η Βρετανία και οι υπόλοιπες ουδέτερες χώρες. Οι αδυναμίες της φάνηκαν λίγους μήνες αργότερα, όταν στάθηκε ανίκανη να αντιδράσει, ή τουλάχιστον να αντιδράσει αποτελεσματικά, στον αγγλικό ναυτικό αποκλεισμό.254 Εκπροσώπησε την χώρα απέναντι στους συμμάχους μέχρι τον Απρίλιο του 1944, η απήχησή της όμως στην κατεχόμενη Ελλάδα μειωνόταν από το γεγονός ότι ήταν η κυβέρνηση ενός βασιλιά που είχε επιβάλλει δικτατορία, και αυτό παρά το δημοκρατικό παρελθόν του πρωθυπουργού της.255 Το ζήτημα που πολύ σύντομα προέκυψε ήταν το είδος του πολιτικού καθεστώτος της χώρας μετά την ελπιζόμενη, αλλά καθόλου βέβαιη εκείνη την περίοδο, νίκη των συμμάχων. Η αναστολή του διατάγματος με το οποίο είχε επιβληθεί το καθεστώς της 4ης Αυγούστου πραγματοποιήθηκε μόλις τον Φεβρουάριο του 1942,256 ενώ ο βασιλιάς, αρνούνταν να αποδεχθεί την συμφωνία προσωπικοτήτων τόσο των βενιζελικών όσο και του Λαϊκού κόμματος, σύμφωνα με την οποία προϋπόθεση για την επιστροφή του στην Ελλάδα θα ήταν η διεξαγωγή θετικού γι’ αυτόν δημοψηφίσματος.257 Η επιμονή του βασιλιά δεν οφειλόταν φυσικά στο ανύπαρκτο κύρος του απέναντι στον πολιτικό κόσμο αλλά στην υποστήριξη της Αγγλίας, και είχε σαν αποτέλεσμα σύμφωνα με τον Chris Woodhouse, αρχηγό της βρετανικής στρατιωτικής αποστολής στην κατεχόμενη Ελλάδα, να διαιωνίσει τον διχασμό των Ελλήνων.258 Οι Βρετανοί δεν θα αποσύρουν την υποστήριξή τους προς τον βασιλιά παρά λίγους μήνες πριν την απελευθέρωση, τον Ιούνιο 1944, Όπως τον Υπουργό Ασφαλείας Μανιαδάκη, τον Υφυπουργό Τύπου Νικολούδη κλπ. Φλάϊσερ, τ. Ι, σ. 202. 255 Ο Τσουδερός είχε διατελέσει βουλευτής και υπουργός με το κόμμα των Φιλελευθέρων, καθώς και Διοικητής της ΤτΕ (1931 – 1939), από την οποία απομακρύνθηκε λόγω της αντίθεσής του προς το καθεστώς του Μεταξά. Τον λόγο που απεύθυνε από το ραδιόφωνο, αμέσως μόλις ανέλαβε την πρωθυπουργία, τον είχε ετοιμάσει αρκετές μέρες πριν. «Ένα μήνα περίπου πριν είχα προσκληθεί να παραστώ εις πνευματικήν συνεδρίαν, κατά την οποίαν ο Ελευθέριος Βενιζέλος θα μου ωμιλούσε από το Υπερπέραν (...) ο οποίος [Βενιζέλος] ήλθε και μου πρανήγγειλε ότι λίαν προσεχώς θα εκαλούμην εις την αρχήν»: Βενέζης, σ. 172. Ο άνθρωπος αυτός έμεινε πρωθυπουργός της χώρας μέχρι τον Απρίλιο 1944. 256 Γασπαρινάτος 1998, τ Ι, σ. 177. 257 ό.π., σ. 193. 258 Woodhouse, 91. 253 254


92 επιτρέποντας στην κυβέρνηση να δηλώσει ότι πριν από την επάνοδό του θα εκφραζόταν η θέληση του λαού.259 Εκτός από εκείνους τους πολιτικούς που με την βοήθεια των άγγλων -και μετά την σύμφωνη γνώμη τους- διέφυγαν στην Μέση Ανατολή, οι υπόλοιποι περιορίστηκαν στην Αθήνα περιμένοντας τις εξελίξεις από τα μεγάλα θέατρα του πολέμου έχοντας ανάγει, όπως παρατηρεί ο Φλάϊσερ, σε ιδεολογία το πνεύμα «υπομονή και σύνεση».260 Αυτή η αδυναμία των πολιτικών να παρέμβουν με οποιονδήποτε τρόπο στις εξελίξεις συμπλήρωσε την εικόνα διάλυσης της κρατικής μηχανής, τους έθεσε στο περιθώριο και επέτρεψε την ανέξοδη για τους κατακτητές δημιουργία τριών δωσιλογικών κυβερνήσεων: α) της κυβέρνησης του στρατηγού Τσολάκογλου, κυβέρνησης των στρατηγών του μετώπου όπως την χαρακτηρίζει ο, μετά τον πόλεμο, αρχηγός του Επιτελείου Στρατού Τσακαλώτος: τρεις σωματάρχες και 11 μέραρχοι έλαβαν μέρις σε αυτήν,261 που δικαιολόγησε την συγκρότησή της λίγες μέρες μετά την είσοδο των γερμανών στην πρωτεύουσα στην αναγκαιότητα διαφύλαξης της τάξης, αλλά και προάσπισης των δικαιωμάτων του ελληνισμού απέναντι στους Βουλγάρους που είχαν καταλάβει την Βόρεια και Κεντρική Μακεδονία. Άσχετα από τις πραγματικές προθέσεις τους ούτε την ανασυγκρότηση του κρατικού μηχανισμού κατάφεραν ούτε, όπως ήταν επόμενο, πέτυχαν να μεταβάλουν τα σχέδια των δυνάμεων κατοχής για την Νοτιοανατολική Ευρώπη. Απέμεινε ο αυτοεξευτελισμός του πρωθυπουργού, ενός έλληνα στρατηγού που κατέθεσε στεφάνι στο μνημείο που είχαν αναγείρει για τους νεκρούς τους οι γερμανοί στην Κρήτη, μη τολμώντας να αναφέρει ούτε λέξη για τους έλληνες στρατιώτες και αμάχους έχασαν την ζωή τους υπερασπιζόμενοι το νησί. 262 β) της κυβέρνησης του άχρωμου Κωνσταντίνου Λογοθετόπουλου, καθηγητή γυναικολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Παρίστανε τον πρωθυπουργό από τον Φεβρουάριο του 1942 μέχρι τον Ιούλιο του 1943 και χρησιμοποιήθηκε από τις κατοχικές αρχές ως μεταβατικός πρωθυπουργός, μέχρι να βρεθεί αντικαταστάτης του από τους πολιτικούς.263 Αυτός ήταν ο Ιωάννης Ράλλης, πρώην βουλευτής και υπουργός του Λαϊκού κόμματος. Γασπαρινάτος 1998, τ. ΙΙΙ, σ. 85. Ο αναμφίβολα συντηρητικός πολιτικός και καθηγητής Πανεπιστημίου Παναγιώτης Κανελλόπουλος, μετέπειτα αρχηγός της ΕΡΕ και τελευταίος πρωθυπουργός πριν το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, που βρισκόταν τότε στην Μέση Ανατολή, φθάνει στο σημείο να γράψει στο ημερολόγιό του: «Είναι η ύστατη ώρα για να επιδιωχθεί η ματαίωση του σχεδίου των αγγλοαμερικανών για την εγκαθίδρυση απροκάλυπτης ή καμουφλαρισμένης κατοχής στην Ελλάδα, με τον βασιλέα ως το όργανο εκείνο που στο πρόσωπό του θα πραγματοποιούταν πέρα για πέρα η λίγο ή πολύ από τώρα πραγματοποιημένη μείωση ή και άρση της κυριαρχίας μας και της εθνικής μας αξιοπρέπειας» - Κανελλόπουλος 1977, 20/8/1943. 260 τ. Ι, σ. 158. 261 Τσακαλώτος, τ. Α΄, σ. 270. 262 Ελεύθερον Βήμα, 14/8/1942. Ο Τσολάκογλου είχε υπογράψει την παράδοση του ελληνικού στρατού παρά τις αντίθετες εντολές του Γενικού Επιτελείου: Μαργαρίτης 2003, σ. 23. 263 Βελλιάδης, σ. 127. 259


93

1.2. Η ΑΝΑΔΥΣΗ ΝΕΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΩΝ Η είσοδος του γερμανικού στρατού στην πρωτεύουσα αντιμετωπίστηκε από τους αθηναίους με έκδηλη ψυχρότητα, και κάποτε με απελπισία.264 Το γεγονός ότι οι ίδιοι δήλωναν πως δεν έχουν τίποτα εναντίον του ελληνικού λαού και της χώρας του, αλλά βρισκόταν εδώ αναγκαστικά, για να διώξουν τους άγγλους στα πλαίσια των ευρύτερων επιχειρήσεων του πολέμου, δεν αποθάρρυνε τους ανθρώπους από το να εκδηλώνουν σε κάθε ευκαιρία τα αισθήματά τους: η επιβεβλημένη παρέλαση της νίκης πραγματοποιήθηκε μπροστά στα κλειστά παράθυρα των δρόμων, ενώ αντίθετα στις πορείες των άγγλων αιχμαλώτων προς τα λιμάνια ή τους σταθμούς που θα τους μετέφεραν στα στρατόπεδα μέχρι το τέλος του πολέμου, οι κατακτημένοι προσπαθούσαν να τους ενθαρρύνουν πετώντας τους τσιγάρα ή σχηματίζοντας το σήμα της νίκης.265 Οι πρώτες πράξεις αμφισβήτησης της νέας τάξης δεν ήταν παρά μεμονωμένα περιστατικά χωρίς στρατιωτική, μα με έντονη συμβολική αξία. η γνωστότερη από αυτές, η «υπεξαίρεσις της επί της Ακροπόλεως κυματιζούσης Γερμανικής πολεμικής σημαίας», κόστισε στους αθηναίους την απαγόρευση της νυκτερινής κυκλοφορίας.266 Η οργανωμένη, με πολιτικές και στρατιωτικές επιπτώσεις αντίδραση, άρχισε με την σχεδόν παράλληλη ίδρυση, τον Σεπτέμβριο του ’41, των δύο μαζικότερων αντιστασιακών οργανώσεων της κατοχής, του ΕΑΜ και του ΕΔΕΣ. μικρότερης εμβέλειας, αλλά επίσης σημαντική, ήταν η ΕΚΚΑ που εμφανίστηκε ένα χρόνο αργότερα. α) η μεγαλύτερη από τις παραπάνω οργανώσεις, το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο, ιδρύθηκε από το ΚΚΕ μαζί με τέσσερα άλλα μικρά κόμματα. 267 Στόχος του ήταν «η απελευθέρωσις του Έθνους μας» και, μετά την απελευθέρωση, ο σχηματισμός κυβέρνησης από το ίδιο, με σκοπό την προκήρυξη εκλογών για συντακτική εθνοσυνέλευση με απλή αναλογική. Η ανάπτυξή του ξεπέρασε και τις πιο τολμηρές προσδοκίες των ιδρυτών του, καθώς στην περίοδο της ακμής του έφθασε να έχει στις γραμμές του τουλάχιστον 500.000 άτομα. 268 Η απήχησή του, σύμφωνα με τον Woodhouse, οφειλόταν σε κάτι που οι κυβερνήσεις της Ελλάδας είχαν παραμελήσει: στη δημιουργία οργανωμένου κράτους στις ορεινές περιοχές. Τα δώρα του τεχνικού και πνευματικού πολιτισμού είχαν βρει το δρόμο τους προς τα βουνά για πρώτη φορά. Η γνωστή λογοτέχνης και ίσως η πλέον φανατική υποστηρίκτρια του Βενιζέλου, κόρη του Εμμανουήλ Μπενάκη, Πηνελόπη Δέλτα αυτοκτόνησε την ημέρα που μπήκαν οι Γερμανοί στην Αθήνα: Ελεύθερον Βήμα, 3/5/1941. 265 «Η Κυβέρνησις λαβούσα γνώσιν μετά λύπης, ότι ανόητοι τινές εξεδήλωσαν συμπάθειαν προς Άγγλους αιχμαλώτους, αποδοκιμάζει την πράξιν ταύτην. Η Κυβέρνησις διέταξε την άμεσον σύλληψιν των υπαιτίων»: Ελεύθερον Βήμα, 11/5/1941. 266 Στις 30 Μαΐου 1941, από τους Μ. Γλέζο και Α. Σιάντα: Ελεύθερον Βήμα, 1/6/1941. 267 «Κομματίδια» τα χαρακτηρίζει ο Γασπαρινάτος, ό.π., σ. 104. 268 Οι εκτιμήσεις ποικίλλουν ανάμεσα στις 500 χιλιάδες, το ένα εκατομμύριο ή και παραπάνω: ό.π., σ. 331. 264


94 Σχολεία, αυτοδιοίκηση, δικαστήρια, δημόσιες υπηρεσίες που είχαν κλείσει με τον πόλεμο, λειτουργούσαν και πάλι.269 Το ΕΑΜ επανέφερε το κράτος, ή καλύτερα ορισμένες κρατικές λειτουργίες όπως η αυτοδιοίκηση, η δικαιοσύνη και η επιβολή της τάξης σε περιοχές που η κυβέρνηση της Αθήνας αδυνατούσε να ελέγξει. 270 Ο στρατιωτικός του βραχίονας ήταν ο ΕΛΑΣ, μια ένοπλη δύναμη που πάντως, ακόμα τον Ιανουάριο του 1943, ήταν σχετικά μικρή: εκείνη την εποχή υπολογίζεται ότι είχε 1.600 άνδρες. 271 Στα μέσα του ’43 πάντως, σύμφωνα με τον άγγλο ταγματάρχη D. Wallace Ολόκληρος ο κεντρικός ορεινός όγκος που σχηματίζει τη ραχοκοκαλιά της Ελλάδος είναι ολοκληρωτικά και απόλυτα ανεξάρτητος από την επιρροή ή την επαφή με τις δυνάμεις κατοχής, και την κυβέρνηση της Αθήνας (....) Στην περιοχή αυτή κυκλοφορείς με απόλυτη ασφάλεια. Μπορείς να ταξιδεύσεις από τη Φλώρινα μέχρι τα περίχωρα των Αθηνών απλώς με ένα διαβατήριο του ΕΑΜ. 272 Ποίες ήταν οι πολιτικές πεποιθήσεις των ανθρώπων που εντάχθηκαν στο ΕΑΜ; Σύμφωνα με τον Γ. Ιωαννίδη, οργανωτικό γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ κατά την διάρκεια της κατοχής, σε μια συνέντευξή του: Μη νομίζεις ότι όλος αυτός ο κόσμος που ήρθε μαζί μας είχε γίνει σοσιαλιστής, είτε πίστευε στη Λαϊκή Δημοκρατία. Γιατί εδώ, κατά τη γνώμη μου, γίνεται ένα τερατώδες σφάλμα. Να νομίζουμε τέτοιο πράγμα (...) Αυτοί ήταν οπαδοί και των αστικών κομμάτων. Τα αστικά κόμματα δεν είχανε μιλήσει, αλλά ο κόσμος που τα ακολουθούσε δυσανασχετούσε ακριβώς γιατί δεν έρχονταν να κάνουν το ενιαίο μέτωπο και την ενότητα για να διώξουμε τους γερμανούς από την χώρα μας. 273 β) τα πράγματα με τον ΕΔΕΣ (Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος) είναι πιο πολύπλοκα. Ιδρύθηκε από τρία πρόσωπα μεταξύ των οποίων κυρίαρχο ρόλο παίζει ο συνταγματάρχης Ναπολέων Ζέρβας, που θα παραμείνει αρχηγός του μέχρι το τέλος. Η ιδρυτική του διακήρυξη είναι το ακριβώς αντίθετο αυτής του ΕΑΜ: στόχος του ήταν η εγκαθίδρυση «του Δημοκρατικού πολιτεύματος σοσιαλιστικής μορφής, οιαδήποτε και αν είναι η έκβασις του πολέμου» [!], 274 ενώ δεν γίνεται καν αναφορά για απελευθερωτικό αγώνα. Η έξοδος του Ζέρβα στο βουνό δεν θα γίνει παρά τον Ιούλιο του ’42, μετά από απειλή του Λονδίνου ότι θα τον καταγγείλει στην κοινή γνώμη ως κοινό καταχραστή: είχε εισπράξει μέχρι τότε 12.000 λίρες για να οργανώσει ένοπλα σώματα στο βουνό, μα έμενε άπρακτος στην Αθήνα.275 Woodhouse, σ. 224. Η πρώτη δημοσίευση για «ληστρικάς πράξεις εις την ύπαιθρον» δημοσιεύεται στον κατοχικό τύπο τον Δεκέμβριο του ’42: Ελέυθερον Βήμα, 12/12/1942. 271 Σύμφωνα με τον Θ. Μακρίδη, απόστρατο αξιωματικό και μέλος του ΚΚΕ: Φαράκος 2000, τ. ΙΙ, σ. 54. 272 Μακρής–Στάϊκος, σ. 49. 273 Ιωαννίδης, σ. 215. 274 Γασπαρινάτος 1998, τ. Ι, σ. 120. 275 Φλάισερ, τ. Ι, σ. 242. 269 270


95 Παρά τον –τουλάχιστον- προβληματικό χαρακτήρα του αρχηγού του, ο ΕΔΕΣ κατάφερε και αυτός να αναπτυχθεί στα βουνά της Ηπείρου και να φθάσει το καλοκαίρι του ’43 τα 5.000 άτομα.276 Αυτό οφείλεται κυρίως στην αγγλική υποστήριξη, χάρη στην οποία επιβλήθηκε ως η κύρια μη-κομμουνιστική αντιστασιακή οργάνωση. Για να ξαναγυρίσουμε στον Woodhouse Δεν υπήρχε κανένας θετικός χαρακτήρας της οργανώσεως, που να διατηρεί τη συνοχή της. Ήταν ένα άθροισμα αρνητικών στοιχείων. το κυριότερο από αυτά ήταν ο αντικομμουνισμός.277 γ) η ΕΚΚΑ (Εθνική Και Κοινωνική Απελευθέρωση) ιδρύθηκε τον Νοέμβριο του ’42 από τον συνταγματάρχη Ψαρρό και τον βουλευτή του Λαϊκού Κόμματος Γιώργο Καρτάλη, μια ιδιόρρυθμη περίπτωση πολιτικού που ξεκίνησε την καριέρα του σαν βασιλικός για να περάσει γρήγορα στο φιλελεύθερο στρατόπεδο και στη συνέχεια στους χώρους της ευρύτερης αριστεράς.278 Στόχος της ήταν, μετά την απελευθέρωση, η εγκαθίδρυση μιας ολοκληρωμένης «Λαοκρατούμενης Δημοκρατίας» στην οποία ο βασιλιάς, που είχε επιβάλλει το καθεστώς της 4 ης Αυγούστου, δεν θα είχε φυσικά θέση.279 Την καθυστερημένη συγκρότηση της ΕΚΚΑ ακολούθησε η, επίσης αργοπορημένη, εμφάνισή της στην περιοχή του Παρνασσού: ήδη στην περιοχή υπήρχαν ομάδες του ΕΛΑΣ και από την αρχή η συνύπαρξή τους υπήρξε δύσκολη. Προκειμένου να εξασφαλίσει την ανοχή του Άρη Βελουχιώτη, καπετάνιου του ΕΛΑΣ στην Ρούμελη, ο Ψαρρός θα εξασφαλίσει την αναγνώρισή του από το Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής. 280 όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, αυτό δεν ήταν αρκετό. Σε αυτή λοιπόν την πρώτη φάση της αντίστασης στα βουνά έχουμε τρεις μεγάλες οργανώσεις, από τις οποίες όμως μόνο το ΕΑΜ έχει πανελλαδική εμβέλεια. Οι μεταξύ τους σχέσεις κυμαίνονται από την ανοικτή εχθρότητα μεταξύ ΕΛΑΣ και 5/42, μέχρι την καχυποψία που αναπτύχθηκε ανάμεσα στο ΕΑΜ και τον ΕΔΕΣ, με τον τελευταίο να θέλει να επεκτείνει την δράση του προς τα νότια και να συναντά την αντίδραση του ΕΑΜ.281 Παρ όλα αυτά, τα πράγματα μέχρι τον Ιούλιο του ’43 δεν είχαν φθάσει στην ρήξη: το πιστοποιεί η κοινή δράση Γασπαρινάτος 1998, τ. Ι, σ. 363. Woodhouse, σ. 188. Το Μάρτιο του ’43, όταν έγινε φανερό ότι οι άγγλοι θα ενίσχυαν κατά προτεραιότητα εκείνες τις οργανώσεις που θα στήριζαν τον βασιλιά και την κυβέρνησή του, ο Ζέρβας ξεχνά τις δημοκρατικές του κορώνες και στέλνει, κρυφά από τους συντρόφους του, τηλεγράφημα στο Λονδίνο στο οποίο αναφέρει ότι αν η βρετανική κυβέρνηση «για γενικότερους λόγους» επιθυμούσε την παλιννόστηση του βασιλιά «ακόμη και χωρίς την έκφραση της θελήσεως του λαού», αυτός δεν θα αντιτασσόταν. 278 Η άλλη ονομασία της ΕΚΚΑ, με την οποία έγινε περισσότερο γνωστή, ήταν 5/42 (Σύνταγμα Ευζώνων), μια ονομασία που παρέπεμπε στο σύνταγμα που διοικούσε κατά την διάρκεια της Μικρασιατικής εκστρατείας ο Ν. Πλαστήρας, αρχηγός της εξέγερσης του στρατού μετά την μικρασιατική καταστροφή. 279 Γασπαρινάτος 1998, τ.Ι, σ. 131. 280 Στο μεταξύ το 5/32 είχε διαλυθεί, αναίμακτα, δύο φορές από τον ΕΛΑΣ: ό.π., σ. 265. 281 Φλάϊσερ, τ.Ι, σ. 375. Γασπαρινάτος 1998 τ.Ι, σ. 354. 276 277


96 ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ, μαζί με μια αγγλική ομάδα σαμποτέρ, στην επιχείρηση ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοπόταμου τον Νοέμβριο του 1942.282 Όμως, η ενέργεια αυτή, που καθιερώθηκε σαν το σύμβολο της Εθνικής Αντίστασης, ήταν η μόνη σημαντική κοινή επιχείρηση των δύο μεγαλύτερων αντιστασιακών οργανώσεων.

1.3. ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ Αν στα βουνά το ζητούμενο ήταν η δημιουργία αυτόνομων ζωνών στις οποίες η εξουσία του κατακτητή θα υποκαθίστατο από τις δυνάμεις της αντίστασης, στις πόλεις αυτός ο στόχος δεν ήταν βέβαια εφικτός. Εδώ, η αντίσταση εκδηλωνόταν με την μορφή των συλλαλητηρίων, των απεργιών, της γραφής συνθημάτων στους τοίχους, ή της κυκλοφορίας παράνομων εφημερίδων – προκηρύξεων. 283 Η μεγαλύτερη μάχη στην Αθήνα δόθηκε εναντίον της απόφασης των αρχών κατοχής για πολιτική επιστράτευση των ελλήνων εργαζομένων, και την μεταφορά όσων οι ίδιοι έκριναν σκόπιμο στα εργοστάσια του Ράιχ. Στις 5 Μαρτίου 1943 μια μεγάλη διαδήλωση οργανωμένη από το Εργατικό ΕΑΜ κατέλαβε το Υπουργείο Εργασίας, κατέστρεψε τους 80.000 φακέλους των εργατών που, σε πρώτη φάση, θα μεταφερόταν στην Γερμανία και κατάφερε να αποτρέψει την εφαρμογή του σχεδίου της επιστράτευσης.284

2. ΔΕΥΤΕΡΗ ΦΑΣΗ: Η ΕΠΑΝΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ285 α) η ανάληψη της πρωθυπουργίας της κατοχικής κυβέρνησης από τον Ιωάννη Ράλλη σηματοδοτεί μια προσπάθεια ορισμένων κύκλων των Αθηνών για την επανάκτηση του ελέγχου τόσο στις πόλεις όσο και, κυρίως, στην ύπαιθρο όπου με την εξαίρεση της Ηπείρου που ελέγχεται από τον ΕΔΕΣ, κυριαρχεί σχεδόν ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ 18/6/43 Ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας. Γασπαρινάτος 1998, τ.Ι, σ. 307. Αλλά και με την εντυπωσιακή ανατίναξη, τον Σεπτέμβριο του ’42, των γραφείων της εθνικοσοσιαλιστικής ΕΣΠΟ από μια μικρή οργάνωση της Αθήνας, στο κέντρο σχεδόν της πόλης. από την έκρηξη σκοτώθηκαν 29 μέλη της ΕΣΠΟ και 43 γερμανοί: Ζαούσης 1987, τ. Β1, σ. 140 284 Woodhouse, σ. 208, Μπαρτζιώτας σ. 123. 285 Παρά τα τόσα χρόνια που έχουν περάσει, η συζήτηση για το τι πραγματικά συνέβη στην Ελλάδα από τα τέλη του 1943 μέχρι την απελευθέρωση διεξάγεται ακόμα περισσότερο με ιδεολογικούς παρά με πραγματικούς όρους. Γεγονότα αμφισβητούνται, άλλα παρασιωπούνται δίνοντας μια στρεβλή εικόνα της πραγματικότητας και η εντιμότητα όσων έχουν διαφορετικές απόψεις αμφισβητείται εκ των προτέρων, όπως απέδειξε η απόπειρα διαλόγου για τον εμφύλιο πόλεμο που ξεκίνησε από τις στήλες της εφημερίδας Τα Νέα το 2004, και συνεχίζεται ακόμα. 282 283


97 8/9/43 Συνθηκολόγηση της Ιταλίας. 9/10/43 – 4/2/44 Συγκρούσεις ΕΛΑΣ – ΕΔΕΣ. 10/10/43 Αντιπροσωπεία και των τριών ανταρτικών οργανώσεων στο Κάιρο. Προσπάθεια να υποχρεωθεί ο βασιλιάς να δηλώσει ότι δεν θα επέστρεφε στην Ελλάδα πριν από δημοψήφισμα. Αντίδραση των άγγλων – Αποτυχία. 29/2/44 Συμφωνία της Πλάκας με την οποία καθορίζονται οι περιοχές δράσης ΕΑΜ – ΕΔΕΣ – ΕΚΚΑ. 10/3/44 Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ). Η τρίτη, μαζί με την κυβέρνηση της Μέσης Ανατολής και την κατοχική κυβέρνηση της Αθήνας πολιτική οντότητα, στην αρχή «κυβέρνηση του ΕΑΜ». 18/4/44 Οι Σβώλος, Αγγελόπουλος και άλλες προσωπικότητες του δημοκρατικού χώρου προσχωρούν στην ΠΕΕΑ 31/3/44 – 24/4/44 Στάση στις ελληνικές δυνάμεις της Μέσης Ανατολής: στόχος η επίτευξη συμφωνίας της κυβέρνησης της Μέσης Ανατολής με την ΠΕΕΑ. Καταστολή και κλείσιμο σε στρατόπεδα όλων των αριστερών στοιχείων (10.000 άτομα). Ό,τι απέμεινε από τον στρατό της Μέσης Ανατολής μετατρέπεται στην πράξη σε βασιλικό στρατό. 17/4/44 Διάλυση του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων από τον ΕΛΑΣ. Εκτέλεση του αρχηγού του Ψαρρού και των άλλων συλληφθέντων. 21/5/44 Συμφωνία του Λιβάνου. Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Αντιδράσεις της ηγεσίας του ΚΚΕ. 15/8/44 ΤΟ ΕΑΜ τηλεγραφεί στο Κάιρο ότι αποδέχεται την Συμφωνία του Λιβάνου. 31/8/44 Το ΕΑΜ στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. 26/9/44 Συμφωνία της Καζέρτας. Όλες οι αντάρτικες δυνάμεις τίθενται κάτω από τις διαταγές της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, που με τη σειρά της τις θέτει στην διάθεση του στρατηγού Scobie. Διοικητής Αττικής ορίζεται ο στρατηγός Σπηλιωτόπουλος, και οποιαδήποτε δράση των ανταρτικών οργανώσεων στην περιοχή θα πρέπει να εγκρίνεται από τον ίδιο. Στην πράξη, απαγορεύεται στον ΕΛΑΣ να μπει στην Αθήνα μετά την Απελευθέρωση.

απόλυτα το ΕΑΜ.286 Λίγες μέρες μετά την κυβερνητική αλλαγή, ο Χρηστίδης σημειώνει στο ημερολόγιό του: 20 Ιουνίου 1943: Στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της 18/6 δημοσιεύτηκε ένας νόμος 240 «περί συγκροτήσεως τεσσάρων ευζωνικών ταγμάτων». Είναι λογικό επακόλουθο του διορισμού του κυρ-Γιάννη Ράλλη [και] υπουργού Εθνικής Αμύνης. Προχωρούμε ασυγκράτητα προς την αλληλοσφαγή.287 Τα Ευζωνικά Τάγματα, γνωστότερα σαν Τάγματα Ασφαλείας, οπλίζονται και συντηρούνται από τους Γερμανούς με σκοπό θεωρητικά την καταπολέμηση των ανταρτικών ομάδων («τρομοκρατικών οργανώσεων», σύμφωνα με τους κατακτητές), στην πράξη όμως στρέφονται αποκλειστικά εναντίον του ΕΑΜ, «Ενώ οι δύο προκάτοχοι πρωθυπουργοί στα διαγγέλματά τους, έριχναν το βάρος των υποσχέσεών τους στη φροντίδα για το οικονομικό, τον επισιτισμό ή την περίθαλψη, ο Ι. Ράλλης ένα μόνο σύνθημα προέβαλλε την αντιμετώπιση της αναρχίας, που δυναμικός φορέας της στα μάτια του ήταν το ΚΚΕ-ΕΑΜ»: Γρηγοριάδης, τ.Ι, σ. 293, 287 Ο Χρηστίδης, δικηγόρος και στέλεχος του Ερυθρού Σταυρού στην κατοχή, δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί άνθρωπος με φιλοαριστερές πολιτικές προτιμήσεις. δεν είναι τυχαίο ότι η χήρα του Ι. Μεταξά του ανέθεσε, μετά τον πόλεμο, την επιμέλεια των δύο πρώτων τόμων των Ημερολογίων του δικτάτορα. 286


98 αφήνοντας στην άκρη τις υπόλοιπες οργανώσεις. Στελεχώθηκαν στην αρχή από ορισμένους βενιζελικούς αξιωματικούς, αλλά γρήγορα μπήκαν σ’ αυτά και βασιλικοί συνάδελφοί τους, που πήραν τελικά τον έλεγχο ..288 Πέρα όμως από την συμπεριφορά ενός τμήματος των ελλήνων αξιωματικών που εντάχθηκαν στα Τάγματα, παρά την καταδίκη τους από την κυβέρνηση του Καίρου, το μεγάλο ερώτημα έχει να κάνει με την μεγάλη μάζα όσων πήγαν σ’ αυτά και που έφθασαν, στο τέλος της κατοχής τους 18.000 άνδρες.289 Οι απαντήσεις που δίνονται συνήθως, εστιάζουν στις δυσκολίες επιβίωσης ανθρώπων «πολύ φτωχών που αναζητούσαν ένα πιάτο φαί και κάποιο εισόδημα», στον «εγκληματικό τους χαρακτήρα», στο «μίσος τους για το ΕΑΜ – ΕΛΑΣ».290 Το πολιτικό πρόβλημα όμως παραμένει και δείχνει, όπως επισημαίνει ο Τάσος Σακελλαρόπουλος, ότι «η αντίσταση στην Ελλάδα δεν ήταν πανεθνική» . ο πόλεμος βιώθηκε με διαφορετικό τρόπο,291 και οι άνθρωποι εντάχθηκαν, όταν εντάχθηκαν, σε διαφορετικά στρατόπεδα, αν και σε άνισους αριθμούς . 292 κάποτε, απλώς θα προτιμούσαν να τους αφήσουν στην ησυχία τους, όπως διαπιστώνει ο νεαρός δικηγόρος Γεώργιος Ρωμανός που πήρε τα βουνά για να ενταχθεί στον ΕΔΕΣ.293 β) οι συγκρούσεις ανάμεσα στον ΕΛΑΣ και τον ΕΔΕΣ, που αρχίζουν τον Οκτώβριο του ’43, έχουν στόχο την εξάπλωση του ενός σε εδάφη που κυριαρχεί ο άλλος και λήγουν τέσσερις μήνες αργότερα στην συμφωνία της Πλάκας. 294 Το κλίμα δεν θα αργήσει να βαρύνει, και πολύ μάλιστα, όταν τον Φλεβάρη του ’44 ο ΕΛΑΣ διαλύει το 5/42 και εκτελεί όσους έπιασε αιχμαλώτους, μεταξύ των οποίων και τον αρχηγό του.295 γ) μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα γενικευμένης δυσπιστίας, για να χρησιμοποιήσουμε την πιο ήπια έκφραση, συνέρχεται τον Μάιο του ’44, στον Λίβανο, αντιπροσωπεία από όλα τα πολιτικά κόμματα και οργανώσεις, που θα καταλήξει στην ομώνυμη συμφωνία και στον σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Τα πράγματα όμως περιπλέκονται όταν η ηγεσία του ΚΚΕ αποδοκιμάζει τους αντιπροσώπους της και το ΕΑΜ ζητά αλλαγές στο τελικό κείμενο, κάτι που οι υπόλοιπες πλευρές δεν αποδέχονται. Το ΕΑΜ θα δεχθεί να Τ. Σακελλαρόπουλος, σ. 327 – 330. Λυμπεράτος, σ. 274. Οι προαναφερθέντες αριθμοί ήταν συγκρίσιμοι με την ενεργό δύναμη του ΕΛΑΣ εκείνη την εποχή [καλοκαίρι του 1944]: Μαργαρίτης 2000, τ. Ι, σ. 59. 290 Από μια συμμαχική έκθεση το καλοκαίρι του ’44: ΓΕΣ / ΔΙΣ, τ. 8ος, σ. 107. 291 Τ. Σακελλαρόπουλος, σ. 328. 292 Ο Woodhouse σημειώνει ότι «οι δυνάμεις των Ταγμάτων Ασφαλείας δεν ήταν γερμανόφιλες αλλά αντικομμουνιστικές»: σ. 152. 293 “16.8.43 Το κίνημα δεν μπορεί να στηριχθεί παρά απάνω στους πληθυσμούς των περιοχών. Μέχρις ώρας αντιλαμβάνομαι ότι η υποστήριξή τους οφείλεται στο φόβο ή ό,τι άλλο, πάντως όχι πατριωτισμό»: Ρωμανός, σ. 118. 294 Για ανακωχή κάνει λόγο ο Woodhouse, σ. 268 . ο Ricter αναφερόμενος στις συγκρούσεις ΕΑΜ – ΕΔΕΣ κάνει λόγο για «ανοιχτό εμφύλιο πόλεμο: Ricter 1975, τ. ΙΙ, σ. 19. 295 «Στο άκουσμα της είδησης ότι σκοτώθηκε ο Ψαρρός, ο Άρης [Βελουχιώτης, αρχικαπετάνιος του ΕΛΑΣ] ταράχτηκε και η κουβέντα που βγήκε από το στόμα του ήταν: Αυτό θα το πληρώσουμε και θα το πληρώνουμε στον αιώνα τον άπαντα»: Φαράκος 2000, τ. Ι, σ. 191. Οι εκτελεσμένοι υπολογίζονται σε 150: Γασπαρινάτος 1998, τ. ΙΙ, σ. 183. 288 289


99 μπει στην κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Γ. Παπανδρέου σχεδόν τρεις μήνες αργότερα, τον Αύγουστο του 1944. Η «αναίμακτος απελευθέρωσις», όπως έλεγε ο Γ. Παπανδρέου, θα ολοκληρωθεί με την συμφωνία της Καζέρτας, λίγες μέρες πριν την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα: αρχηγός του ελληνικού στρατού, και των αντάρτικων ομάδων, ορίζεται από την κυβέρνηση ο στρατηγός Scobie, ενώ συγχρόνως απαγορεύεται στον ΕΛΑΣ να μπει στην Αθήνα κατά ή μετά την αποχώρηση των Γερμανών.296 Το ΕΑΜ τήρησε την συμφωνία κατά γράμμα. ο ΕΛΑΣ κρατήθηκε έξω από την Αθήνα. Ο σοβαρότερος πολιτικός του αντίπαλος, στο ελληνικό έδαφος, γράφει ότι «η πρωτεύουσα ήταν απόλυτα στη διάθεσή του όταν έφυγαν οι Γερμανοί (...) Το ότι δεν κατέλαβαν την Αθήνα πριν φθάσουν οι δυνάμεις του στρατηγού Scobie είναι οριστική απόδειξη της ειλικρίνειάς τους». 297 δ) η απελευθέρωση, αν περιοριστούμε στην περιοχή της Αθήνας και τις λίγες μέρες πριν και μετά την ημέρα που έφυγαν οι Γερμανοί, υπήρξε πράγματι αναίμακτη. τα όσα είχαν προηγηθεί όμως σε ολόκληρη την χώρα, γκριζάρουν πολύ την εικόνα και παραπέμπουν σε εμφύλιο πόλεμο.298 Στην ίδια την Αθήνα οι Γερμανοί δεν ελέγχουν παρά το κέντρο, από όπου κάνουν επιδρομές στους συνοικισμούς. Πάντα με την βοήθεια των Ταγμάτων συγκεντρώνουν όλους τους άνδρες στην κεντρική πλατεία, και χρησιμοποιώντας κουκουλοφόρους καταδότες συλλαμβάνουν μέλη της αντίστασης τα οποία ή εκτελούν επί τόπου ή αποστέλλουν σε στρατόπεδα, για να χρησιμοποιηθούν ως όμηροι.299 Την Πρωτομαγιά του ’44, ως αντίποινα για τον θάνατο ενός γερμανού στρατηγού στην Πελοπόννησο θα εκτελεσθούν στο σκοπευτήριο της Καισαριανής 200 κρατούμενοι κομμουνιστές, και το θλιβερότερο: «Έλληνες εθελοντές [= Ταγματασφαλίτες] εφόνευσαν αυτοβούλως άλλους 199 κομμουνιστάς».300 Και οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους πάντως πληρώνουν, ιδιαίτερα οι τελευταίοι, το τίμημα: «Το Ευζωνικόν Σύνταγμα των Αθηνών έσχεν, από 1ης Στην παράνομη (ακόμα) Ελευθερία της 23/9/1944, με τονισμένα γράμματα και μέσα σε πλαίσιο, διαβάζουμε: «Ο Στρατηγός SCOBIE γνωρίζει ότι: «Ο ΕΛΑΣ διετάχθη να κρατήση τας δυνάμεις του έξωθεν της περιοχής Αττικής όπως αποφευχθή σύγχυσις». 297 Woodhouse, σ. 316. Ο ίδιος γράφει ακόμη ότι «αν το αποφάσιζε μόνο με μια εισβολή που θα στοίχιζε ακριβά θα ήταν δυνατόν να εκδιωχθούν – την οποία η συμμαχική πίεση και η κοινή γνώμη θα την έκαναν αδύνατη». 298 Στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του το 1944 ο αρχηγός των Φιλελευθέρων Σοφούλης «εύχεται την ταχείαν κατάπαυσιν του εμφυλίου πολέμου: Ελεύθερον Βήμα, 1/1/1944. Ο (παράνομος) Ριζοσπάστης θα σχολιάσει. «Επιτέλους! Ενδιαφέρθηκε για τις συμφορές του Ελληνικού λαού και μίλησε ο κ Σοφούλης (...) Σε ευχές και συστάσεις πρωτοχρονιάτικες για την εθνική ενότητα και ενάντια στους κομμουνιστες» : Ριζοσπάστης, 10/1/1944. 299 «Από τα χαράματα περικύκλωσαν την συνοικία... Όλους τους άνδρες μας μάζεψαν σε ανοικτό χώρο. Καθισμένοι όλοι σταυροπόδι χάμω στο χώμα περιμέναμε τη σειρά μας για την εξακρίβωση της ταυτότητας. Εν τω μεταξύ τα τυφλά όργανα των Γερμανών γύριζαν γύρω – γύρω και πιάνοντας τους δήθεν υπόπτους τους έσπαζαν στο ξύλο ή τους εκτελούσαν επιτόπου. Ένας γεροντάκος δίπλα μου πιάστηκε κι αυτός και δάρθηκε ο καϋμένος με τον αγριότερο τρόπο (...) Αυτό ήταν το Μπλόκο»: Σκούρας κ.ά., σ. 18. 300 Ελεύθερον Βήμα, 30/4/1944. 296


100 Ιανουαρίου 1944 μέχρι της απελευθερώσεως, 322 οπλίτας και 37 αξιωματικούς νεκρούς».301 Στα χωριά, τουλάχιστον στα 61 χωριά της Αργολίδας που εξέτασε ο Στάθης Καλύβας, μεταξύ Σεπτεμβρίου 1941 και Σεπτεμβρίου 1944, 725 πολίτες βρήκαν βίαιο θάνατο σε διάφορες συγκρούσεις ανάμεσα στο ΕΑΜ και τα Τάγματα Ασφαλείας, το 1,6% του συνολικού πληθυσμού. Οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους σκότωσαν 353 άτομα, και οι αντάρτες [ΕΑΜ] 372.. η μεγάλη πλειονότητα των θυμάτων, και από τις δύο πλευρές, ήταν άμαχοι. Στις δύο κοντινές πόλεις, το Άργος και το Ναύπλιο σκοτώθηκαν άλλοι 169 πολίτες (0,84% του πληθυσμού τους): 108 από τις κατοχικές δυνάμεις και τα Τάγματα και 61 από τους αριστερούς αντάρτες.302 Στον Μελιγαλά, όπου είχαν οχυρωθεί τα Τάγματα της Πελοποννήσου και αντιστάθηκαν τρεις μέρες στις επιθέσεις του ΕΛΑΣ, το σύνολο των νεκρών της μάχης και των ομαδικών εκτελέσεων που ακολούθησε φαίνεται πως υπερβαίνει τα 1.000 άτομα.303 Ο κύκλος της βίας είχε εξαπλωθεί πολύ, και η κυβέρνηση της εθνικής ενότητας είχε δύσκολο δρόμο μπροστά της. Τρεις μέρες μετά την απελευθέρωση της Αθήνας, ο Θεοτοκάς γράφει: Είναι η πρώτη φορά αυτές τις μέρες που ένιωσα στην Ελλάδα τόσο έντονα, τόσο ξεκάθαρα κι απόλυτα τον κοινωνικό διχασμό, την ατμόσφαιρα του ταξικού πολέμου. Αυτή είναι πια στο εξής η «ελληνική πραγματικότητα».304

Ράλλης, σ. 120. Σύμφωνα με ανακοίνωση του Υπουργείου Εσωτερικών το σύνολο των «δολοφονηθέντων υπό των κομμουνιστών [σε όλη την επικράτεια] οργάνων της τάξεως» ανέρχονταν, μέχρι τον Μάϊο του ’44, σε 813 άτομα: Ελεύθερον Βήμα, 16/5/1944. 302 Kalyvas, σ. 266. 303 Η ανακοίνωση του Γ.Σ. του ΕΛΑΣ κάνει λόγο για 60 νεκρούς αντάρτες και 800 «ράλληδες»: Κωστόπουλος, σ. 67. 304 σ. 408. Σε αυτές τις περιπτώσεις ελάχιστα ενδιαφέρει το ποίος έκανε την αρχή. Η παράδοση όμως, μετά την κατάρρευση του μετώπου, και μάλιστα από την κυβέρνηση Τσουδερού, περίπου 2.000 κρατούμενων κομμουνιστών στις αρχές κατοχής δεν δικαιολογείται με τίποτα, όχι μόνο για ηθικούς αλλά και για πολιτικούς λόγους. οι περισσότεροι από αυτούς εκτελέστηκαν: Γασπαρινάτος 1998, τ. Ι, σ. 95. 301


101

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ

ΔΙΕΘΝΗ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

1944 Αχρηστεύονται όλα τα μέχρι τότε κυκλοφορούντα χαρτονομίσματα και κυκλοφορεί νέο με ονομαστική αξία 1 δραχμής. 1 νέα δραχμή = 50 δισεκατομμύρια παλαιών (κατοχικών) δρχ., 1λίρα στερλίνα = 606 δρχ.

11-Νοε

Αρχίζει η εμφύλια σύρραξη στην Αθήνα. Θα διαρκέσει μέχρι τις 5.1.1945

3-Δεκ 1945 8 Μαίου

Συνθηκολόγηση της Γερμανίας

4-Ιουν

1 λίρα = 2.000 δρχ., 1 $ = 500 δρχ. 1946

18 Μαίου

1 λίρα = 20.080 δρχ., 1 $ = 5.020 δρχ. 1947 Εκχώρηση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα

2-Φεβ

Δόγμα Τρούμαν - Οικονομική βοήθεια 400 εκ. δολαρίων σε Ελλάδα και Τουρκία

12-Μαρ

5-Ιουλ

Σε συνέχεια του "Δόγματος Τρούμαν" ανακοινώνεται το σχέδιο Μάρσαλ που προβλέπει αμερικάνικη οικονομική βοήθεια για την Ευρώπη

30-Οκτ

23 κράτη υπογράφουν στη Γενεύη τη συμφωνία GATT για την μείωση των δασμών Το ΚΚΕ προχωρά στην δημιουργία προσωρινής κυβέρνησης - Στις 27 Δεκ τίθεται εκτός νόμου

24-Δεκ 1948 Καλοκαίρι

Αρχίζει να υλοποιείται το σχέδιο Μάρσαλ 1949

28-Αυγ

Νίκη του Εθνικού Στρατού στον Γράμμο Τέλος του Εμφυλίου Πολέμου

21-Σεπ

Υποτίμηση κατά 30% έναντι της στερλίνας και κατά 50% έναντι του δολαρίου Ιδρυση του ΟΤΕ 1950

25-Ιουν Αυγ

Αρχίζει ο πόλεμος της Κορέας Ιδρυση της ΔΕΗ Καταβάλλεται για πρώτη φορά το Δώρο των Χριστουγέννων

Δεκ 1951 1-Ιουν

1 λίρα = 42.000 δρχ., 1 $ = 15.000 δρχ. 1952


102

27 Μαίου

Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία και Λουξεμβούργο υπογράφουν το ιδρυτικό σύμφωνο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

TΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ ΙΙΙα: ΔΕΚΕΜΒΡΗΣ 1944


103 Είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι θα έχουμε σύγκρουση με το ΕΑΜ και ότι δεν πρέπει να προσπαθήσουμε να την αποφύγουμε, υπό τον όρο να εκλέξουμε καλά το έδαφος Ο Churchill στον υπουργό των Εξωτερικών Eden, 7/11/44 305

The clear objective is the defeat of ΕΑΜ Ο Churchill στον Scobie, 8/12/44306

α) οι πενήντα μέρες που μεσολάβησαν ανάμεσα στην απελευθέρωση της Αθήνας και την αρχή της ένοπλης σύγκρουσης για την κατάληψη της πρωτεύουσας, ήταν μέρες ανήσυχες. Η λήξη της κατοχής δεν έφερε την αποκατάσταση ούτε της πολιτικής, ούτε της οικονομικής ομαλότητας. Την διατροφή του πληθυσμού των πόλεων ανέλαβε τώρα η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή (ML).307 Καθώς όμως η οργάνωση και λειτουργία των νέων δικτύων αποστολής και διανομής τροφίμων ήθελε χρόνο, οι ελλείψεις στην αγορά οδήγησαν σε έντονες πληθωριστικές πιέσεις. Σύμφωνα με κάποιες μετρήσεις, μόνο στο δεκαπενθήμερο 16 Νοεμβρίου έως 1 Δεκεμβρίου ο τιμάριθμος κόστους ζωής στην Αθήνα αυξήθηκε κατά 65%. 308 Η σημαντικότερη ενέργεια της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, με υπουργό οικονομικών τον εαμικό Αλέξανδρο Σβώλο, ήταν η νομισματική μεταρρύθμιση.309 Η ισοτιμία της νέας δραχμής που τέθηκε σε κυκλοφορία, 310 ορίστηκε στα 50 δις παλαιές δραχμές,311 και αυτό ίσχυε και για τα προπολεμικά χρέη και οφειλές. Υποτίθεται ότι αυτό ζημίωσε τους πριν από τον πόλεμο καταθέτες και ωφέλησε όσους είχαν δανειστεί, στην πραγματικότητα όμως δεν ήταν παρά η επικύρωση της υπάρχουσας κατάστασης: οι χρεώστες είχαν φροντίσει να ξεπληρώσουν τα χρέη τους στην διάρκεια της κατοχής με πληθωριστικές δραχμές, ενώ οι καταθέτες να αποσύρουν από τις τράπεζες τα χρήματά τους μετατρέποντάς τα σε χρυσές λίρες, ακίνητα ή χρησιμοποιώντας τα για να καλύψουν άμεσες ανάγκες διατροφής. 312 β) οι οικονομικές δυσχέρειες και οι νομισματικές παρενέργειες θα μπορούσαν σε βάθος χρόνου να αντιμετωπιστούν. Αυτό που δεν μπορούσε να περιμένει ήταν η Γασπαρινάτος 1998[α], τ. Ι, σ. 140. Οικονομίδης, σ. 407. 307 Σταθάκης, σ. 53. 308 Καλαφάτης, σ. 49. 309 Ο Σβώλος περιέγραψε την κατάσταση που επικρατούσε και έκανε τον απολογισμό των προσπαθειών του λίγο αργότερα: Ιστορία μιας προσπάθειας, Αθήνα 1945. 310 Στις 11 Σεπτεμβρίου: Ελευθερία, 11/11/1944. 311 Η ισοτιμία 1 νέα = 50 δις παλαιές δραχμές προέκυψε από την εκτίμηση ότι η νέα δραχμή θα έπρεπε να έχει την ίδια αξία σε σχέση με την χρυσή λίρα, με αυτήν που είχε η παλαιά δραχμή πριν από τον πόλεμο. Προέκυψε (στρογγυλεμένα) με τον υπολογισμό ότι τον Οκτώβριο του 1940 η τιμή της λίρας ήταν 2.000 δρχ. και τις παραμονές της μεταρρύθμισης 111 τρισεκατομμύρια. 312 Αγγελόπουλος, σ. 123. 305 306


104 πολιτική εκκρεμότητα. Και, όπως είχαν έρθει τα πράγματα τότε, καρδιά του πολιτικού προβλήματος αναδείχθηκε ο έλεγχος των ένοπλων σχηματισμών. Πάνω σ’ αυτό το σημείο η εθνική ενότητα, ή όση τέλος πάντων είχε απομείνει από αυτή, θα διαρραγεί:313 το ΕΑΜ θα αποχωρήσει από την κυβέρνηση, θα καλέσει τον λαό της Αθήνας σε συλλαλητήριο στις 3 Δεκέμβρη, και η αστυνομία θα το αντιμετωπίσει ανοίγοντας πυρ στην πλατεία Συντάγματος εναντίον των διαδηλωτών. Στην κηδεία των θυμάτων, την επόμενη μέρα, οι συγκρούσεις επαναλαμβάνονται, αυτή τη φορά ανάμεσα σε ακροδεξιές οργανώσεις και σε ένοπλους, πλέον, διαδηλωτές. το βράδυ ο ΕΛΑΣ αρχίζει την κατάληψη των αστυνομικών τμημάτων της πρωτεύουσας. Ο εμφύλιος πόλεμος είχε, και επίσημα, αρχίσει. Οι μάχες για τον έλεγχο της πρωτεύουσας διάρκεσαν ένα μήνα, μέχρι τις 5 Ιανουαρίου 1945, οπότε ο ΕΛΑΣ ηττημένος εγκατέλειψε την Αθήνα. Η οριστική παύση του πυρός επιτεύχθηκε στα μέσα Φεβρουαρίου, με την Συμφωνία της Βάρκιζας. 314 ο ΕΛΑΣ αποστρατεύονταν. Πολλά είναι, ακόμα και σήμερα, τα ερωτηματικά και οι άγνοιές μας για όσα συνέβησαν εκείνο τον άγριο Δεκέμβρη στην Αθήνα. Ο αριθμός των νεκρών, πρώτα από όλα παραμένει άγνωστος και η κάθε πλευρά ανεβάζει τον αριθμό των δικών της θυμάτων.315 Ο Churchill μίλησε στο βρετανικό κοινοβούλιο για 237 νεκρούς από την αγγλική πλευρά. μετριοπαθείς υπολογισμοί υπολογίζουν τις απώλειες των κυβερνητικών σε 1.500, και του ΕΛΑΣ σε 1.200. Δεν γνωρίζουμε επίσης τον αριθμό των αμάχων που εκτελέστηκαν από τον ΕΛΑΣ και στη συνέχεια έδωσαν τροφή σε μια ακατάσχετη πτωματολογία, ο μονίμως όμως

Το ζήτημα προέκυψε όταν ο Scobie, αρχηγός των ελληνικών ένοπλων σχημάτων σύμφωνα με την Συμφωνία της Γκαζέρτας, ζήτησε την διάλυση των ανταρτικών ομάδων. Το ΕΑΜ πρότεινε, μέχρι την ανασύσταση του τακτικού στρατού, να παραμείνουν δύο ένοπλα σώματα ίσης δύναμης: ένα του ΕΛΑΣ και ένα αποτελούμενο από τις δυνάμεις του ΕΔΕΣ μαζί με την Ορεινή Ταξιαρχία. αυτή η τελευταία αντιπροσώπευε το μεγαλύτερο μέρος της δύναμης που δεν είχε διαλυθεί από τον στρατό της Μέσης Ανατολής, μετά την στάση του Απριλίου (εδώ, σ. 88). Ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, υπαναχωρώντας από την αρχική συμφωνία, πρότεινε την ύπαρξη τριών σωμάτων: του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ, ίσης δύναμης και την παράλληλη διατήρηση, ως αυτόνομης μονάδας, της «πολύ δεξιάς» κατά τον ίδιο τον Scobbie Ορεινής Ταξιαρχίας, κάτι που το ΕΑΜ δεν δέχθηκε, και απέσυρε τους υπουργούς του από την κυβέρνηση: Γασπαρινάτος, 1998[α], τ.Ι, σ. 197. 314 Στις 12/2/45: Ελευθερία, 13/2/1945. 315 Συγκέντρωση της βιβλιογραφίας από τον Γασπαρινάτο 1998[α], τ. ΙΙ, σ. 114. 313


105

ΑΡΙΘΜΟΣ ΒΙΑΙΩΝ ΘΑΝΑΤΩΝ ΣΤΟ ΛΗΞΙΑΡΧΕΙΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ, ΔΕΚ '44 - ΙΑΝ '45 120 100 80 60 40 20 27/1/1945

20/1/1945

13/1/1945

6/1/1945

30/12/1944

23/12/1944

16/12/1944

9/12/1944

2/12/1944

0

Από την ανέκδοτη εργασία της Ε. Μπουρνόβα για την Ιστορία της Αθήνας, 1900 – 1960. Οι χρονολογίες αναφέρονται στην ημέρα που δηλώνονται οι νεκροί.

διακατεχόμενος από αντικομμουνιστικό οίστρο Κ. Τσάτσος τους ανεβάζει σε 2.000.316 Αριθμοί κατ΄ εκτίμηση όλοι οι παραπάνω θα πρέπει κάποτε να αντικατασταθούν από αυτούς που θα δώσουν οι αποδελτιώσεις των ληξιαρχείων του κάθε Δήμου. Η Ε. Μπουρνόβα καταμέτρησε, μόνο στο ληξιαρχείο του Δήμου Αθηναίων, 1.634 νεκρούς «από βίαιο θάνατο». το τι έγινε στον Πειραιά και στις άλλες συνοικίες γύρω από το κέντρο παραμένει άγνωστο. Η ΔΙΑΝΟΜΗ ΤΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΣΤΑ ΑΣΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ, ΜΑΪΟΣ 1945 Ποσοστό Ενεργού Ποσοστό Πληθυσμού Εισοδήματος Απόκληροι 17,0 1,2 Συνταξιούχοι 15,0 2,5 Υπάλληλοι δημόσιου τομέα 15,0 5,9 Υπάλληλοι ιδιωτικού τομέα 13,0 3,4 Εργάτες 25,5 10,0 ΣΥΝΟΛΟ 85,5 23,0 Επαγγελματίες – Εμποροι Καπιταλιστές (έμποροι, βιομήχανοι) ΣΥΝΟΛΟ

12,5 2,0 14,5

47,5 29,5 77,0

Σταθάκης, σ. 65. ό.π., σ. 106. Τον Απρίλιο του ’45 η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι 1.700 άνθρωποι σκοτώθηκαν στις ένοπλες συγκρούσεις, ενώ οι εκτελεσθέντες έφθαναν τους 1.800: Λυμπεράτος, σ. 341. Σύμφωνα με τον Ριζοσπάστη της 9/9/1945, οι εκτελεσθέντες σύμφωνα πάντα με την κυβέρνηση, ανέρχονταν σε 2.752, από τους οποίους είχαν αναγνωριστεί 641. Οι υπόλοιποι «είναι ελασίτες και δημοκρατικοί». 316


106 Για το κοινωνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο πραγματοποιήθηκε η σύγκρουση, επίσης δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα. Υπάρχει πάντως μια εκτίμηση της Διεύθυνσης Μελετών της Τράπεζας της Ελλάδος, που μας δείχνει μια τελείως άνιση κατανομή του εισοδήματος ανάμεσα στον πληθυσμό των αστικών κέντρων της χώρας. Είναι φανερό ότι και εδώ βρισκόμαστε μπροστά σε «στρογγυλεμένα» μεγέθη, ακόμα και αν δεχθούμε ότι αναφέρονται μόνο στις μεγάλες πόλεις (Αθήνα, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη), είναι όμως τα μόνα που διαθέτουμε. Η εικόνα που βγαίνει είναι αυτή μιας ακραίας πόλωσης, όπου σχεδόν ένας στους πέντε κατοίκους είναι περιθωριοποιημένος («απόκληρος»), και όπου το 2% του πληθυσμού διαθέτει το 30% του συνολικού εισοδήματος . οι μεσαίες τάξεις, στηρίγματα κατά κανόνα του αστικού καθεστώτος, απουσιάζουν ολοκληρωτικά. Ο πίνακας αυτός εξηγεί, τουλάχιστον εν μέρει, την εμφύλια σύγκρουση – οι φτωχοί εναντίον μιας μικρής ομάδας που πλουτίζουν σε βάρος τους-, τα πράγματα όμως δεν φαίνεται να είναι τόσο απλά. Θα μπορούσε να συμφωνήσει κανείς με το σε ποια μεριά τάχθηκαν οι «καπιταλιστές, έμποροι – βιομήχανοι», ο αριθμός των θυμάτων όμως και τα όσα ακολούθησαν τον Δεκέμβρη, 317 δείχνουν ότι οι υπόλοιποι δεν στρατεύτηκαν, στην μεγάλη τους πλειονότητα, από την άλλη πλευρά. Η κοινωνική θέση εκφράζεται πολιτικά μέσα από πολλαπλές διαμεσολαβήσεις,318 και ας μην ξεχνάμε ότι, τουλάχιστον οι απλοί άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας δεν προερχόταν από την κορυφή της οικονομικής πυραμίδας. Όλα αυτά δεν αναιρούν βέβαια το γεγονός ότι χωρίς την αγγλική στρατιωτική παρέμβαση το αποτέλεσμα του Δεκέμβρη θα ήταν τελείως διαφορετικό.319

ΙΙΙβ: ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΒΑΡΚΙΖΑ 1. ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ Το τρίτο άρθρο της Συμφωνίας της Βάρκιζας προέβλεπε την αμνήστευση των πολιτικών αδικημάτων που είχαν διαπραχθεί στην διάρκεια των Δεκεμβριανών, με την εξαίρεση «των κοινών αδικημάτων κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία δεν ήσαν απολύτως αναγκαία δια την επιτυχίαν του πολιτικού αδικήματος».320 Η ασάφεια αυτή επέτρεψε την εξαπόλυση ενός διωγμού κατά των μελών και των στελεχών της αριστεράς, αφού όλοι σχεδόν έγιναν υπόδικοι Κυρίως τα αποτελέσματα των πρώτων μεταπολεμικών εκλογών και του δημοψηφίσματος για το πολιτειακό. παρακάτω. 318 Όπως έχει δείξει η μελέτη του Ν. Πουλαντζά, Φασισμός και Δικτατορία, Αθήνα 22006. 319 Όπως όμως έλεγε ο Φίλιππος Ηλιού «για τους επαγγελματίες ιστορικούς δεν τίθεται ποτέ πρόβλημα να ξαναφτιάξουν την ιστορία. Να φανταστούν, με βάση επιθυμητά σχήματα ή επιθυμητές νίκες, το τι άλλο θα μπορούσε να είχε συμβεί σε παρελθούσες εποχές»: Φαράκος 1996, σ. 243. 320 Γασπαρινάτος 1998[α], τ.ΙΙ, σ. 202. 317


107 ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ 31/3/46 Οι πρώτες μετά το 1936 βουλευτικές εκλογές. Η φιλοβασιλική Ηνωμένη Παράταξις Εθνικοφρόνων παίρνει το 55% των ψήφων, τα δύο μεγαλύτερα κόμματα του Κέντρου το 35%. Το ΚΚΕ απέχει. 1/9/46 Δημοψήφισμα για το πολιτειακό. Υπέρ του βασιλιά Γεώργιου τάσσεται το 68% των ψηφοφόρων. Το ΚΚΕ συμμετέχει στο Δημοψήφισμα. 28/10/46 Ιδρύεται το Γενικό Αρχηγείο του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) 7/9/47 Κυβέρνηση Συνασπισμού Λαϊκών και Φιλελευθέρων 24/12/47 Το ΚΚΕ σχηματίζει δική του κυβέρνηση, στην οποία μετέχουν μόνο κομμουνιστές. Δεν αναγνωρίζεται από κανένα άλλο κράτος. 27/12/47 Το ΚΚΕ τίθεται εκτός νόμου. 29/8/49 Τέλος του Εμφύλιου 5/3/50 Βουλευτικές εκλογές. Οι τρείς κυριότεροι σχηματισμοί του Κέντρου παίρνουν το 44%, το Λαϊκό Κόμμα 19% και η αριστερή Δημοκρατική Παράταξις το 10%. Κυβέρνηση Κέντρου. 9/9/51 Βουλευτικές εκλογές. Ο Ελληνικός Συναγερμός, με αρχηγό τον Στρατάρχη Παπάγο αναδεικνύεται πρώτο κόμμα, με 37%. Το Λαϊκό Κόμμα παίρνει 7%, τα κεντρώα κόμματα 44%, και η Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά 10%. Κυβέρνηση Κέντρου. 16/11/52 Βουλευτικές εκλογές. Ο Ελληνικός Συναγερμός παίρνει το 49,2%, και 167 από τις 260 έδρες.

και θα έπρεπε να αποδείξουν στα δικαστήρια ότι οι πράξεις τους είχαν πολιτικά κίνητρα. Λίγους μήνες αργότερα, τον Ιούλιο του 1945, υπήρχαν στις φυλακές εννέα χιλιάδες αριστεροί που περίμεναν να δικαστούν για ό,τι έκαναν στην διάρκεια της κατοχής. οι κατηγορούμενοι για συνεργασία με τον εχθρό δεν υπερέβαιναν τους χίλιους.321 Αυτή ήταν η μια όψη του νομίσματος. την άλλη, την χειρότερη, αποτελούσαν οι δεξιές παρακρατικές ομάδες που ξεφύτρωσαν στην ύπαιθρο οι οποίες έξω από κάθε έλεγχο κακοποιούσαν, εξευτέλιζαν ή και σκότωναν τους αντιπάλους τους μακριά από την, σχετική έστω, νομιμότητα που επικρατούσε στην Αθήνα και τις άλλες πόλεις.322 Σύμφωνα με την Λευκή Βίβλο που εξέδωσε το ΕΑΜ, ένα χρόνο μετά την Συμφωνία της Βάρκιζας είχαν δολοφονηθεί 1.192 αριστεροί πολίτες. 323 Κάτω από αυτές τις συνθήκες σχηματίζονται οι πρώτες, ασύνδετες μεταξύ τους, ένοπλες αριστερές ομάδες, ενώ το ΚΚΕ ανακοινώνει ότι εξαιτίας του κλίματος που είχε διαμορφωθεί δεν θα συμμετέχει στις εκλογές που είχαν προκηρυχθεί Σύμφωνα με τα στοιχεία της κυβέρνησης: Richter 1997, σ. 199. Χρειάστηκε να φθάσουμε στον Δεκέμβριο του 1945 για να διευκρινιστεί από την κυβέρνηση ότι δεν θα διώκονταν όσοι είχαν σκοτώσει στην διάρκεια της κατοχής συνεργάτες των γερμανών, εφόσον αυτό είχε γίνει μετά από εντολή των συμμάχων: Ζαούσης 1996, τ.Ι, σ. 90. 322 Όπως γράφει ο Ε. Αβέρωφ – Τοσίτσας, μετέπειτα πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, «τις πρώτες εβδομάδες του 1945, αν είχε κανείς συμμετάσχει στο ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, δύσκολα θα μπορούσε να ζήσει σε ένα χωριό ή σε μια μικρή πόλη. Έπρεπε να χαθεί στην ανωνυμία της μεγαλουπόλεως: Αβέρωφ – Τοσίτσας, σ. 167. Ακόμα και στις πόλεις πάντως, τα πράγματα φαίνεται πως είχαν ξεφύγει από κάθε έλεγχο . έτσι, στο Βήμα της 12/8/1945 ο εισαγγελέας Κερκύρας καταγγέλλει απειλές κατά της ζωής του από «δυναμικά εθνικιστικά στοιχεία». 323 Μαργαρίτης 2000, τ Ι, σ. 176. 321


108 για τις 31 Μαρτίου του ’46. Τα αποτελέσματα των εκλογών πάντως δίνουν στην φιλοβασιλική Ηνωμένη Παράταξη Εθνικοφρόνων την απόλυτη πλειοψηφία μεταξύ όσων πήγαν να ψηφίσουν (55%), και προδικάζουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για το πολιτειακό που θα διεξαχθεί λίγους μήνες αργότερα και θα επικυρώσει την επιστροφή του βασιλιά.324 Η αποκατάσταση του προπολεμικού πολιτικού συστήματος είχε ολοκληρωθεί. Δύο μήνες αργότερα ιδρύεται το Γενικό Αρχηγείο του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, στον οποίο τότε συμμετείχαν 4.000 αντάρτες, πολλοί από αυτούς σίγουρα για λόγους αυτοάμυνας.325 Όμως, ακόμη και τότε, καμιά πλευρά δεν είχε αποφασίσει τελεσίδικα για την στάση της. Αυτό θα συμβεί μόλις την παραμονή των Χριστουγέννων του 1947 όταν το ΚΚΕ, χωρίς την στήριξη των άλλων φιλικών κομμάτων τα οποία παλαιότερα συμμετείχαν στο ΕΑΜ, θα δημιουργήσει μια δική του κυβέρνηση, που δεν αναγνωρίστηκε από κανέναν. Λίγες μέρες αργότερα τέθηκε εκτός νόμου. Έμενε πια να παιχθεί, η τελευταία πράξη της εμφύλιας σύρραξης. Αυτή κράτησε μέχρι τον Αύγουστο του 1949, και ήταν ο πιο αιματηρός πόλεμος από την σύσταση του ελληνικού κράτους. Αν η μικρασιατική εκστρατεία κόστισε 37 χιλιάδες νεκρούς και ο πόλεμος του ‘40 15 χιλιάδες, οι νεκροί του εμφύλιου, μόνο στην τελευταία φάση του, έφθασαν τις 40 χιλιάδες. 326 Να μην μείνουμε, όμως, μόνο σ’ αυτά, όσο σημαντικά και αν είναι. Οι εμφύλιοι πόλεμοι σπάνια έχουν καθορισμένες ημερομηνίες έναρξης και λήξης, και η χώρα μας δεν απετέλεσε την εξαίρεση του κανόνα. Αν μεταξύ του κράτους και των «εθνικοφρόνων», δηλαδή μη – αριστερών, πολιτών ίσχυαν οι φιλελεύθερες διατάξεις του Συντάγματος του 1952, για τους «μη εθνικόφρονες», τα μιάσματα κατά τον μετέπειτα βασιλιά Κωνσταντίνο, 327 ίσχυαν οι απαγορεύσεις και οι περιορισμοί των Έκτακτων Ψηφισμάτων που παρέμειναν σε ισχύ και μετά την λήξη των συγκρούσεων. Όπως γράφει ο Νίκος Αλιβιζάτος, «ο εμφύλιος επέζησε για διόμισι δεκαετίες από τότε που στρατιωτικά έληξε, με όλες τις συνέπειες που είχε αυτό στη λειτουργία των πολιτικών θεσμών της χώρας».328

Το ποσοστό της πολιτικής αποχής σε εκείνες, τις πρώτες μετά από δέκα χρόνια, βουλευτικές εκλογές αμφισβητείται. Πάντως, στις βουλευτικές εκλογές του ’46 ψήφισαν 1.121.000 άτομα, ενώ στο δημοψήφισμα, στο οποίο συμμετείχε το ΚΚΕ, λίγους μήνες αργότερα, 1.664.000. Στις κάλπες για το δημοψήφισμα, όπου το ΚΚΕ συμμετείχε, πήγαν λοιπόν 543.000 επιπλέον ψηφοφόροι, που αποτελούσαν το 32,6% του συνόλου. Τα στοιχεία για τα κόμματα και τις εκλογές της περιόδου 1946-67 στον Νικολακόπουλο, ο οποίος όμως υπολογίζει την πολιτική αποχή των βουλευτικών εκλογών στο 25% (σ. 79). 325 Ηλιού, σ. 47. 326 15 χιλιάδες από τον Εθνικό Στρατό και 25 χιλιάδες από τον ΔΣΕ: Μαργαρίτης 2000, τ. Ι, σ. 50. 327 Λιναρδάτος, τ. Ε΄, σ. 321. 328 Αλιβιζάτος 1984, σ. 393. 324


109

2. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ Τα άμεσα προβλήματα που είχαν να αντιμετωπίσουν οι κυβερνήσεις αυτής της περιόδου ήταν το επισιτιστικό, η αποκατάσταση των εμπορικών επικοινωνιών ανάμεσα στις διάφορες περιοχές της χώρας, η επαναλειτουργία των εισπρακτικών μηχανισμών του δημοσίου και η σταθεροποίηση του νομίσματος. Όλα τούτα πρακτικά σήμαιναν την επαναλειτουργία της οικονομίας στα προπολεμικά τουλάχιστον επίπεδα, μέσα όμως σε ένα τελείως διαφορετικό εσωτερικό και διεθνές περιβάλλον. Απέναντι σε αυτά τα ζητήματα οι διάφορες κυβερνήσεις, ακόμα και η πανίσχυρη εκλογικά πλειοψηφία που προέκυψε από τις εκλογές του 1946, ελάχιστα έπραξαν μέχρι τις αρχές του 1950. Καθώς ήταν εξαρτημένες από την ξένη βοήθεια ακόμα και για τις καθημερινές πληρωμές των δημόσιων ταμείων, είχαν χάσει τον έλεγχο της οικονομίας. αυτός είχε μετατοπιστεί στην πανίσχυρη Νομισματική Επιτροπή, η ομόφωνη συναίνεση της οποίας ήταν απαραίτητη τόσο για την έκδοση χαρτονομίσματος όσο και για την εξαγωγή του συναλλάγματος που απαιτούνταν για την χρηματοδότηση των εισαγωγών.329 Μοναδική εξαίρεση απέναντι στην πολιτική της απραξίας και της αποδοχής της αδυναμίας αντιμετώπισης, με εσωτερικούς πόρους, του οικονομικού προβλήματος αποτέλεσε το «πείραμα Βαρβαρέσου», όπως ονομάστηκε, ανάμεσα στον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο του 1945. Ο Βαρβαρέσος, Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, ανέλαβε στις 2 Ιουνίου το Υπουργείο Εφοδιασμού και προσπαθώντας να σταθεροποιήσει το νόμισμα και να μειώσει το δημόσιο έλλειμμα υποτίμησε την δραχμή, επέβαλλε έναν έκτακτο φόρο στις επιχειρήσεις με βάση το ενοίκιο το οποίο πλήρωναν για το κατάστημα που διέθεταν, 330 και ανήγγειλε την πρόθεσή του να επανεξετάσει τις προσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων που είχαν πραγματοποιηθεί στην διάρκεια της κατοχής. Αντιμετωπίστηκε με εχθρότητα από όσους έθιγαν τα σχέδιά του 331 και μετά από τρεις μήνες παραιτήθηκε, κατηγόρησε από το ραδιόφωνο την οικονομική ολιγαρχία ότι υπονόμευσε το πρόγραμμά του και έφυγε στην Αμερική. από τότε εγκαταλείφθηκε κάθε προσπάθεια για σταθεροποίηση. 332 Αυτήν την «ολιγαρχία» στην οποία αναφέρθηκε ο Βαρβαρέσος αποτελούσαν άνθρωποι κάθε λογής που το μόνο κοινό τους χαρακτηριστικό ήταν η προς όφελός τους ιδιοποίηση ενός μέρους, που φυσικά είναι αδύνατο να μετρηθεί, της Η Νομισματική Επιτροπή ιδρύθηκε με τον νόμο 1015 της 9ης Μαρτίου 1946. Πρόεδρος ήταν ο εκάστοτε υπουργός Συντονισμού και μέλη της ο υπουργός Οικονομικών, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας και δύο ξένοι, ένας αμερικανός και ένας άγγλος: ΤτΕ, σ. 267. 330 Ή το τεκμαρτό ενοίκιο, αν το κατάστημα ήταν ιδιόκτητο: Το Βήμα, 22/6/1945. 331 Και την αριστερά: «Το χρονικό του κ Βαρβαρέσου: παχειά λόγια και μαύρη πείνα», Ριζοσπάστης, 30/8/1945. 332 Για την προσπάθεια του Βαρβαρέσου: Αλογοσκούφης – Λαζαρέτου, σ. 213. Richter, 1997 σ. 257 – 262. Στασινόπουλος, σ. 122 . Χατζηιωσήφ 1992, σ. 29 – 25. 329


110 ξένης βοήθειας: από τον γνωστό μας και πανταχού παρόντα Μποδοσάκη, 333 τον Πεσμαζόγλου, διοικητή της Εθνικής, τον Ηλιάσκο, πρόεδρο της Τράπεζας Αθηνών που ήταν η δεύτερη σε μέγεθος εμπορική τράπεζα και δικάστηκε «ως πράκτορας των Γερμανών, αλλά αθωώθηκε»,334 μέχρι τους ανώτερους υπάλληλους που διαχειρίζονταν τα εφόδια που έφθαναν στο λιμάνι του Πειραιά. Η μικρή αυτή ομάδα ζούσε σε συνθήκες προκλητικής ευμάρειας, εν μέσω της γενικευμένης φτώχειας του μεγαλύτερου τμήματος του πληθυσμού. 335 Κάτω από αυτούς υπήρχε όμως και ένα πλήθος μικρεμπόρων και μεσολαβητών που ήταν υπεύθυνοι για την διοχέτευση της βοήθειας στους κατοίκους των πόλεων και της υπαίθρου.336 Αυτοί, όπως και οι προηγούμενοι, εξ ορισμού «εγνωσμένων πολιτικών φρονημάτων»,337 αποτέλεσαν τον κορμό της νέας μικροαστικής τάξης, συνέχισαν να λειτουργούν στα όρια ανάμεσα στην νόμιμη και την μαύρη αγορά όπως και επί κατοχής, και εδραιώθηκαν στην συνέχεια στον οικονομικό ιστό της χώρας.338 2.1. Η ΞΕΝΗ ΒΟΗΘΕΙΑ Αν πρέπει από κάπου να ξεκινήσει κανείς προκειμένου να δει με ποιο τρόπο διαμορφώνεται η οικονομική κατάσταση μετά τον πόλεμο, το σημείο αφετηρίας δεν μπορεί να είναι παρά η ξένη βοήθεια. το συνολικό ποσόν που δόθηκε ήταν τόσο σημαντικό που χάραξε τον κοινωνικό και οικονομικό χάρτη της χώρας τουλάχιστον μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960 οπότε, όπως θα δούμε, ξεκινά μια αυτοδύναμη οικονομική ανάπτυξη. Ένα μικρό ποσοστό από τα παραπάνω χρήματα διατέθηκαν για την αποκατάσταση των υποδομών της χώρας, την επαναλειτουργία της κατεστραμμένης διώρυγας της Κορίνθου, των μεγαλύτερων λιμανιών, την αποκατάσταση του οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου. 339 Ένα άλλο μέρος, Ο οποίος επίσης εξόφλησε όσα χρωστούσε στην διάρκεια της κατοχής όταν πρόεδρος του εργοστασίου του, της ΠΥΡΚΑΛ, είχε διοριστεί ο σύγαμπρός του γερμανός Ντέτερ: Ριζοσπάστης, 5/8/1945. 334 Οι αδερφοί Ι. και Κ. Ηλιάσκος είχαν ιδρύσει επί κατοχής την εταιρεία Degriges, η οποία είχε αναλάβει το εμπόριο της χώρας με την Γερμανία: Ριζοσπάστης, 24/7/1945. 335 Γράφει ο αμερικανός προεδρικός απεσταλμένος P. A. Porter, μετά από μια βραδιά στο σπίτι του Ηλιάσκου: «πρέπει να ομολογήσω ότι έφυγα από το δείπνο περί τη μία το πρωί, με κάποια αποστροφή για τους τρεις οικονόμους με τις λιβρέες τους, το λουκούλλειο γεύμα και τα εκπληκτικά κρασιά. Αυτοί οι άνθρωποι (...) προσπαθούν να αποτελούν μέλη μιας κομψής διεθνούς κλίκας και συνιστούν την άκρα δεξιά των «βασιλικών» στην πολιτική και την εμπορική σφαίρα», σ. 96. Τον Οκτώβριο του ’45, σύμφωνα με την UNRRA, ενώ ο μέσος μισθός ενός δημοσίου υπαλλήλου έφθανε τις 15.000 δρχ., για να τραφεί μια τετραμελής οικογένεια χρειαζόταν 38.000 δραχμές: Το Βήμα, 25/10/1945. 336 Close 2003, σ. 65. 337 Τον Ιούλιο 1946 ο αρχηγός της UNRRA στην Ελλάδακαταγγέλλει ότι «γίνονται διακρίσεις και μεροληπτικαί υπέρ του κόμματος [= των Λαϊκών] διανομαί»: Το Βήμα, 11/7/1946. 338 Λιμπεράτος, σ. 246. 339 Σταθάκης, σ. 211. 333


111

Η ΞΕΝΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 1945 - 1953 (εκ. δολάρια) UNRRA Απρίλιος 1945 - ΜάΙος 1947 (α) 416 ΔΟΓΜΑ TRUMAN Μάρτιος 1947 (β) 146 ΣΧΕΔΙΟ MARSHALL ΜΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΒΟΗΘΕΙΑ 1948 - 1953 946 ΑΛΛΗ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΒΟΗΘΕΙΑ

84

ΣΥΝΟΛΟ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΒΟΗΘΕΙΑ

1.592

ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ

2.241

649

ΤτΕ, σ. 271, 345, 350. (α): η Ελλάδα έλαβε το 12% της συνολικής βοήθειας που διένειμε η UNRRA μετά τον πόλεμο: Lykogiannis, σ. 98. (β): στις 21 Φεβρουαρίου 1947 οι βρετανοί ειδοποίησαν την αμερικανική κυβέρνηση ότι, λόγω των δικών τους οικονομικών προβλημάτων, δεν μπορούσαν να συνεχίσουν την βοήθεια προς την Ελλάδα μετά τον Μάρτιο. Λίγες μέρες αργότερα ο πρόεδρος Truman εξήγγειλε την διάθεση έκτακτης οικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα και την Τουρκία, ύψους 400 εκ. δολαρίων. Ο πρωτοσέλιδος τίτλος του Βήματος, στις 12 Μαρτίου, είναι χαρακτηριστικός: «Ενώ η Ελλάς μεταβιβάζεται από την Αγγλίαν εις τας Ηνωμένας Πολιτείας...».

συνολικού ύψους 50 εκ. δολαρίων χρησιμοποιήθηκε για την δανειοδότηση της βιομηχανίας. από τα 50 αυτά εκατομμύρια τα 43 μοιράστηκαν δέκα βιομηχανίες, πολλές από τις οποίες ουδέποτε τα αποπλήρωσαν.340 Με το μεγαλύτερο όμως τμήμα της βοήθειας, και όχι μόνο της UNRRA και του Δόγματος Truman, κάτι που θα ήταν λογικό, αλλά και του σχεδίου Marshall καλύφθηκαν άμεσες καταναλωτικές ανάγκες του πληθυσμού. Δεν θα μπορούσε βέβαια να γίνει Συμμοριόπληκτοι Όσοι κατέφυγαν στην τέως Περιφέρεια Διοικήσεως Πρωτευούσης, προς τους οποίους δεν παρέχεται καμία περίθαλψη (α) Ορφανά παιδιά Μέλη οικογενειών στρατευθέντων

706.000

150.000 340.000 713.000

(Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας, Ακρόπολις, 20/4/49)

(α) Λαίου. Παγουλάτος, σ. 249. Πρόκειται για τις περίφημες «παγωμένες πιστώσεις». Πάντως, η αδυναμία αποπληρωμής αυτών των δανείων οφειλόταν και στο γεγονός ότι είχαν συναφθεί με ρήτρα ξένου συναλλάγματος, και οι οφειλές των επιχειρήσεων διπλασιάστηκαν μετά την υποτίμηση του 1953: παρακάτω. και Μίρκος, σ. 113. 340


112 ΤΟ «ΔΟΓΜΑ TRUMAN» ΚΑΙ ΤΟ «ΣΧΕΔΙΟ MARSHALL» Δεν είχε περάσει ούτε ένας χρόνος από την συνθηκολόγηση της Γερμανίας όταν, στις 5 Μαρτίου 1946, ο Churchill μιλώντας στο Fulton και παρουσία του αμερικανού προέδρου κατήγγειλε την Σοβιετική Ένωση ότι «έχει ρίξει από την Θάλασσα της Βαλτικής μέχρι την Αδριατική, ένα Σιδηρούν Παραπέτασμα». Οι Σύμμαχοι του χθεσινού πολέμου έπαυαν πλέον να είναι σύμμαχοι και ξεκινούσε ο χωρισμός του κόσμου σε δύο πόλους, όπου κάθε χώρα έπρεπε να διαλέξει στρατόπεδο. Η Ελλάδα και η Τουρκία, όπως και όλη η Νοτιοανατολική Μεσόγειος ανήκαν στην βρετανική σφαίρα επιρροής, στο πλευρό του Δυτικού Κόσμου . από διεθνή σκοπιά,το πρόβλημα ήταν ότι η άλλοτε κραταιή Μεγάλη Βρετανία δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις που της επέβαλλε ο ρόλος της. Στις 21 Φεβρουαρίου 1947 η Βρετανία ανακοίνωσε στις ΗΠΑ ότι, μέχρι το τέλος του Μαρτίου θα σταματούσε την οικονομική βοήθεια προς την Ελλάδα και την Τουρκία και θα απέσυρε τις στρατιωτικές δυνάμεις της από την πρώτη. Συγχρόνως καλούσε τις Ηνωμένες Πολιτείες να την αντικαταστήσουν προκειμένου να αποφευχθεί ο εγκλωβισμός των δύο χωρών στην σοβιετική σφαίρα επιρροής. Η ελληνική κυβέρνηση θα ενημερωθεί για τα παραπάνω μία βδομάδα αργότερα. Στις 12 Μαρτίου ο πρόεδρος Truman σε ομιλία του ανακοίνωσε ότι «πολιτική των ΗΠΑ πρέπει να είναι η υποστήριξη των ελεύθερων λαών, που αντιστέκονται στις προσπάθειες υποδούλωσής τους από ένοπλες μειοψηφίες ή εξωτερικές πιέσεις». η ομιλία αυτή έμεινε γνωστή ως Δόγμα Truman και σηματοδοτεί την έξοδο των ΗΠΑ από τον απομονωτισμό του μεσοπολέμου. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού το Κογκρέσο ενέκρινε άμεσα την παροχή βοήθειας ύψους 400 εκ. δολαρίων προς την Ελλάδα και την Τουρκία. Η όλη διαδικασία έγινε τόσο γρήγορα που η αμερικανική κυβέρνηση δεν πρόλαβε να ειδοποιήσει ούτε τα Ηνωμένα Έθνη. ΤΑ ΠΟΣΑ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ MARSHALL ΑΝΑ ΧΩΡΑ (εκ. $)

3.500 3.000 2.500 2.000 1.500 1.000

χώρες

Άλλες οκτώ

Βέλγιο

Αυστρία

Ελλάδα

Ολλανδία

ΟΔ Γερμανίας

Ιταλία

Γαλλία

0

Βρετανία

500


113

ΕΙΔΗ ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΔΙΟΧΕΤΕΥΤΗΚΑΝ ΤΑ ΠΟΣΑ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ MARSHALL ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ Πρώτες ύλες 21%

27%

Τρόφιμα και λιπάσματα Οχήματα και μηχανήματα

12%

Καύσιμα 15%

25%

Αλλα

Το Πρόγραμμα για την Ανασυγκρότηση της Ευρώπης, το Marshall Plan, είχε ευρύτερες φιλοδοξίες. Αν και εδώ οι πολιτικές παράμετροι δεν απουσίαζαν, σκοπός του ήταν η γρήγορη επανάκαμψη, στα προπολεμικά τουλάχιστον επίπεδα, των ευρωπαϊκών οικονομιών με την χορήγηση δωρεάν βοήθειας. Το ποσόν με το οποίο πιστώθηκε κάθε χώρα το χρησιμοποιούσε για τον εφοδιασμό της με ίσης αξίας αμερικανικά προϊόντα, μετά από έγκριση και υπό την επίβλεψη των κατά τόπους αμερικανικών επιτροπών. Για την υλοποίηση του Σχεδίου Marshall διατέθηκαν συνολικά 13 δις δολάρια. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του R. Griffiths («Marshall Plan”, Oxford Encyclopedia of Economic History, 2003) αντιστοιχούσαν στο 2% του Εγχώριου Προϊόντος των ΗΠΑ, και στο 2,5% του αντίστοιχου των 16 χωρών που έλαβαν μέρος στο πρόγραμμα. Η κατανομή των πιστώσεων ήταν πολύ άνιση: αν και η Βρετανία πήρε την μερίδα του λέοντος με 3,1 δις, το ποσόν αυτό αντιστοιχούσε σε 62 δολάρια κατά κεφαλήν. η Ελλάδα, τυπικά έλαβε σχεδόν 700 εκατομμύρια ή, κατά κεφαλήν, 100 δολάρια της εποχής. στην πραγματικότητα όμως, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η βοήθεια ανήλθε στα 950 εκατομμύρια. Η σημασία του Σχεδίου Marshall αμφισβητήθηκε τα επόμενα χρόνια. Το βέβαιο είναι ότι βοήθησε τις ευρωπαϊκές χώρες να εισάγουν απαραίτητα είδη σε μια περίοδο που στερούνταν συνάλλαγμα, δηλαδή δολάρια . όπως όμως ανέφερε και ο τότε διευθυντής της CIA Allen Dulles, «δεν ήταν μια επιχείρηση φιλανθρωπίας, αλλά η μόνη δυνατότητα που είχαμε να αντιμετωπίσουμε την κομμουνιστική πρόκληση».


114 διαφορετικά όταν, το 1949 ακόμα, λόγω του εμφύλιου πολέμου, τουλάχιστον 700 χιλιάδες αγρότες είχαν υποχρεωθεί να εγκαταλείψουν τα χωριά τους και υπήρχαν 340 χιλιάδες ορφανά παιδιά. Όπως επισημαίνει ο Γιώργος Σταθάκης, «στην περίπτωση της Ελλάδας το σχέδιο Marshall είχε εγκαταλειφθεί πριν καν αρχίσει».341 Από πρόγραμμα οικονομικής ανασυγκρότησης είχε μεταβληθεί σε σχέδιο ανθρωπιστικής βοήθειας, στα πλαίσια του ψυχρού πολέμου που μάλιστα τα χρόνια 1950-53, με τον πόλεμο της Κορέας, είχε εν μέρει μεταβληθεί σε θερμό. Τι αντιπροσώπευαν τελικά τα χρήματα της ξένης βοήθειας για την ελληνική οικονομία και κοινωνία; Θα μπορούσε κανείς, για να έχει μια γενική εικόνα, να συγκρίνει αυτά τα 2,2 δις δολάρια, με την αξία του εγχώριου προϊόντος το 1952: αυτό το τελευταίο έφθανε τα 31,6 δις δραχμές ή με την τότε ισοτιμία δραχμής δολαρίου τα 2,1 δις δολάρια.342 Η βοήθεια ήταν λοιπόν ίση με την αξία του ΑΕγΠ τον τελευταίο χρόνο της ανασυγκρότησης. από ΄κει και πέρα, η διάκριση ανάμεσα στο ανθρωπιστικό, το οικονομικό και το πολιτικό - στρατιωτικό της σκέλος δεν είναι απόλυτα σαφής.343

2.2. ΤΟ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟ ΕΓΧΩΡΙΟ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ Επίσημα στοιχεία για το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν διαθέτουμε από το 1948. Παρά τις επιφυλάξεις και τις αμφισβητήσεις σχετικά με την αξιοπιστία του, που κατά καιρούς οδηγούν σε λιγότερο ή περισσότερο επιτυχημένες αναθεωρήσεις ως προς την εκτίμησή του, συνοψίζει την οικονομική κατάσταση μιας χώρας και επιτρέπει τόσο τις διαχρονικές όσο και τις διεθνείς συγκρίσεις. η συσχέτισή του με άλλα βασικά μεγέθη, όπως για παράδειγμα τον πληθυσμό, μπορεί να μας οδηγήσει έξω από τις ιμπρεσιονιστικές εικόνες που κατά καιρούς έχουμε για άλλες ή και για την δική μας κοινωνία, τόσο για τον παρελθόντα όσο και στον ενεστώτα χρόνο. Το ΑΕγΠ λοιπόν του 1952 ανερχόταν σε 30 δις δραχμές της εποχής, κάτι που προφανώς δεν μας λέει απολύτως τίποτα. Αν η κατανομή του ήταν απολύτως ίση θα αντιστοιχούσαν 4.125 δραχμές σε κάθε κάτοικο της χώρας, όμως, μπορούμε εκ των προτέρων και χωρίς καμιά τεκμηρίωση να είμαστε σίγουροι ότι η κατανομή του ήταν άνιση, χωρίς όμως να γνωρίζουμε σε ποιο βαθμό. Προφανώς κάτω από τον μέσο όρο βρίσκονταν οι αγρότες με μικρούς κλήρους, οι άνεργοι, οι άνθρωποι που κυνηγούσαν καθημερινά ένα αμφίβολο μεροκάματο στους δρόμους ή –λιγότερο άτυχοι αυτοί- όσοι είχαν σταθερή δουλειά αλλά αμείβονταν με το κατώτερο μεροκάματο ή τον κατώτερο μισθό. Υπήρχαν επίσης και οι άτυχοι: το 1952, 61 χιλιάδες απροστάτευτα παιδιά μέχρι 14 χρόνων είχαν δοθεί για περίθαλψη, με αμοιβή φυσικά, σε 34 χιλιάδες οικογένειες .

σ. 333. ΕΣΥΕ. 343 Επισήμως πάντως, η μη – στρατιωτική βοήθια του σχεδίου Marshall έφθανε το 45% του ΑΕγΠ του 1952. 341 342


115 ΠΙΝΑΚΑΣ 1 ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟ ΕΓΧΩΡΙΟ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ: 1948 & 1952 (εκ. σε σταθ. τιμές 1958) 1948 (α) 12.676 11.941 461 274 147 4.762 1.194 928 1.076 258 148 209 296 21 376 100 156 343 1.751 2.845 356 68 2.073 348

1952 (β) 16.301 15.254 695 352 452 7.673 2.210 1.499 1.407 380 291 380 392 52 763 90 203 486 2.442 3.855 573 190 2.614 478

(β) / (α) 1,3 1,3 1,5 1,3 3,1 1,6 1,9 1,6 1,3 1,5 2,0 1,8 1,3 2,5 2,0 0,9 1,3 1,4 1,4 1,4 1,6 2,8 1,3 1,4

1952% 28,6 26,7 1,2 0,6 0,8 13,4 3,9 2,6 2,5 0,7 0,5 0,7 0,7 0,1 1,3 0,2 0,4 0,9 4,3 6,8 1,0 0,3 4,6 0,8

7. Εμπόριο 8. Πίστη - Ασφαλίσεις Κτηματικές Επιχειρήσεις

3.360

5.893

1,8

10,3

1.119

1.533

1,4

2,7

9. Κατοικίες (γ)

5.675

6.576

1,2

11,5

6.350 2.723 3.627 1.869 827 1.042 3.312 44.209

5.614 3.062 2.552 2.154 853 1.301 4.087 57.066

0,9 1,1 0,7 1,2 1,0 1,2 1,2 1,3

9,8 5,4 4,5 3,8 1,5 2,3 7,2 100,0

237

703

3,0

44.446

57.769

1,3

1. Γεωργία - Δάση - Αλιεία Γεωργία - Κτηνοτροφία Δάση Αλιεία 2. Ορυχεία 3. Μεταποίηση Τρόφιμα - Ποτά - Καπνός Υφαντουργία Ενδυση - Υπόδηση Ξύλου και επίπλων Χάρτου, εκδόσεων, εκτυπώσεων Χημικά Μη μεταλλικών ορυκτών (α) Μεταλλουργία Μηχανολ. & επεξ.μετάλλου Μεταφορικών μέσων Διάφορες 4. Επιχ. Ηλεκτρισμού - Υδατος 5. Κατασκευές (β) 6. Μεταφορές και Επικοινωνίες Θαλ. Μεταφορές Σιδηρόδρομοι Άλλες Μεταφορές - αποθηκεύσεις Επικοινωνίες

10. Δημόσια Διοίκηση & Ασφάλεια Διοίκηση Ασφάλεια 11. Υγεία - Εκπαίδευση Υγεία Εκπαίδευση 12. Διάφορες Υπηρεσίες 13. Ακαθ. Εγχώριο Προϊόν 14. Καθαρό Εισόδημα εκ της αλλοδαπής 15. Ακαθ. Εθνικό Εισόδημα

(α) Οικοδομικά, (β) Εκτέλεση έργων, (γ) Ενοίκια Υπουργείο Συντονισμού, Εθνικοί Λογαριασμοί της Ελλάδος, 1948 – 1953, Αθήνα 1967.

ΒΙΟΜΗΧ %

100,0 28,8 19,5 18,3 5,0 3,8 5,0 5,1 0,7 9,9 1,2 2,6


116

ΤΟ ΑΕγΠ / ΚΕΦΑΛΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΧΩΡΩΝ ΤΟ 1951 12.000 10.000 8.000 6.000 4.000 2.000 Τουρκία

Ελλάδα

Ιαπωνία

Πορτογαλία

Ισπανία

Ιταλία

Γερμανία

Γαλλία

Αγγλία

ΗΠΑ

0

Σε διεθνή δολάρια σταθερής αγοραστικής δύναμης 1990( Geary-Khamis dollars). Maddison, σ. 48.

αποτελούσαν το 3% του συνόλου της αντίστοιχης ηλικιακής ομάδας. 344 Όπως και να ‘χει, για να ξαναγυρίσουμε στον μέσο όρο, τι αντιπροσώπευαν αυτές οι 4.125 δραχμές κατά κεφαλή; Όχι σπουδαία πράγματα με όρους αγοραστικής δύναμης: με βάση τις τιμές στην αγορά της Αθήνας αντιστοιχούσαν σε ημερήσια κατανάλωση 4,5 κιλών ψωμιού ή 600 γραμμαρίων βοδινού κρέατος ή ακόμα, για όσους είχαν την κακή συνήθεια να καπνίζουν, σε τρία πακέτα τσιγάρα.345 Να μην μείνουμε όμως σε αυτή την μουντή εικόνα της ανέχειας, χωρίς να κοιτάξουμε τι γινόταν γύρω μας. Το κατά κεφαλή εισόδημα της Ελλάδας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Maddison, βρισκόταν στο ίδιο επίπεδο με αυτό των δύο άλλων μεσογειακών χωρών της Ευρώπης, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας που όμως δεν είχαν εμπλακεί στον πόλεμο, αλλά και της Τουρκίας, που επίσης είχε μείνει ουδέτερη. Σε σχέση όμως με την ισχυρότερη τότε, και για καιρό, χώρα του κόσμου, τις ΗΠΑ, η διαφορά φθάνει το 5:1 και είναι τόσο σημαντική που παραπέμπει σε άλλου τύπου κοινωνία. Οι Ακαθάριστες Επενδύσεις Παγίου Κεφαλαίου ήταν χαμηλές και ανέρχονταν στο 15% του ΑΕγΠ.346 Το ένα τρίτο από αυτές οφειλόταν στον δημόσιο τομέα της οικονομίας και σχεδόν το ίδιο ποσοστό επί του συνόλου κατευθυνόταν στην ανέγερση κατοικιών. η βιομηχανία απορροφούσε το 20%, ο τομέας των μεταφορών – επικοινωνιών το 10%, ενώ ο πρωτογενής τομέας περιοριζόταν στο 10%.

ΕΣΥΕ. ΕΣΥΕ. 346 Το 2006 στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι επενδύσεις αποτελούσαν το 20,6% του ΑΕγΠ . στην Ελλάδα το 25,7%: Eurostat. 344 345


117 ΠΙΝΑΚΑΣ 1α ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΠΑΓΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ (εκ. σε σταθ. τιμές 1958)

1948 6.256 14,2

1952 8.967 15,7

1952%

ΣΥΝΟΛΟ (α) (α) % ΑΕγΠ Ιδιωτικές Δημόσιες

3.536 2.720

6.435 2.532

74,0 29,1

Γεωργία, Κτηνοτροφία κλπ Μεταλλεία, Ορυχεία Βιομηχανία Ενέργεια Μεταφορές, Επικοινωνίες Κατοικίες Δημόσια Διοίκηση Άλλες δραστηριότητες

533 44 1.118 100 1.845 2.085 214 317

863 258 1.817 810 911 3.014 426 868

9,6 2,9 20,3 9,0 10,2 33,6 4,8 9,7

Υπουργείο Συντονισμού, Εθνικοί Λογαριασμοί της Ελλάδος, 1948 – 1953, Αθήνα 1967.

Δεν είναι παράδοξα αυτά τα ποσοστά αν σκεφτεί κανείς ότι έχουμε να κάνουμε με μια οικονομία που μόλις βγήκε από ένα δεκαετή πόλεμο και που, ακόμα και πριν από αυτόν, ήταν σχεδόν στα όρια της φτώχειας: το σχετικά ικανοποιητικό μερίδιο των δημοσίων επενδύσεων αυτή την περίοδο οφείλεται στην ξένη βοήθεια, το υψηλό επίπεδο των επενδύσεων στις κατοικίες θα μπορούσε να ερμηνευθεί και μόνο με την αναφορά στις καταστροφές του πολέμου, η βελτίωση της κατάστασης στην γεωργία γινόταν προσπάθεια, όπως θα δούμε αμέσως, να αντιμετωπιστεί με την αύξηση των χρησιμοποιούμενων λιπασμάτων. η ώρα των μεγάλων έργων στην ύπαιθρο θα έπρεπε να περιμένει. 2.3. ΓΕΩΡΓΙΑ - ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ β1) το 1950 η γεωργική παραγωγή πραγματοποιούταν από ένα εκατομμύριο αγροτικές οικογένειες, που αριθμούσαν συνολικά 4.770.000 άτομα. κάθε οικογένεια είχε κατά μέσο όρο 36 στρέμματα και 4,7 μέλη. Αν και το πόσοι από αυτούς εργάζονταν πραγματικά στα χωράφια, και θα πρέπει να τους κατατάξουμε στον ενεργό πληθυσμό, είναι δύσκολο να το πει κανείς, αυτό που ενδιαφέρει είναι ότι το 60% των κατοίκων της χώρας εξαρτιόταν για την επιβίωσή του από την αγροτική παραγωγή (τουλάχιστον εν μέρει) που πραγματοποιούσαν οι ίδιοι μαζί με κάποιους ανθρώπους της οικογένειάς τους. 347

Σύμφωνα με τις επίσημες μετρήσεις ο ενεργός αγροτικός πληθυσμός ήταν 1.367.000, και ανερχόταν στο 48% του συνόλου του ενεργού πληθυσμού . από αυτούς μόνο 215.000 ήταν γυναίκες. Είναι προφανές ότι έχουμε να κάνουμε με μια υποκαταγραφή που οφείλεται στην υποτίμηση της συνεισφοράς των γυναικών στο αγροτικό νοικοκυριό. 347


118 ΕΚΤΑΣΕΙΣ, ΠΑΡΑΓΩΓΕΣ ΚΑΙ ΜΕΣΕΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ: 1935-38 & 1948-52 (ετήσιοι μέσοι όροι) ΕΚΤΑΣΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΠΟΔΟΣΗ (χιλ. στρ) (χιλ. τον.) (κιλά / στρ.) 1935-38 1948-52 1935-38 1948-52 1935-38 1948-52 Στάρι 8.500 8.804 768 894 90 102 Κριθάρι 2.050 2.060 197 211 96 102 Αραβόσιτος 2.610 2.452 255 225 98 92 Βαμβάκι 620 696 44 66 71 95 Καπνός 930 844 61 49 66 58 Κορινθιακή Σταφίδα 158 81 Λάδι 125 115 Κρέας 0,11 0,08 Γάλα 0,77 0,52

ΔΕΙΚΤΕΣ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ (1934-38 = 100) 1951/52 Ελλάδα Γαλλία ΟΔ Γερμανίας ΗΠΑ Βρετανία Ισπανία Ιταλία

118 104 110 136 123 107 118

ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΘΕΡΜΙΔΩΝ / ΑΤΟΜΟ (α): % ζωικής προέλευσης 1935-38 1950-51 ΣΥΝΟΛΟ (α) ΣΥΝΟΛΟ (α) 2.605 12 2.510 9 2.870 31 2.830 28 3.045 33 2.810 29 3.150 36 3.120 40 3.110 38 3.100 34 2.515

14

2.430

15

ΕΣΥΕ

ΕΞΑΓΩΓΕΣ ΚΑΠΝΟΥ & ΣΤΑΦΙΔΑΣ 1938 & 1952 ΚΑΠΝΟΣ ΣΤΑΦΙΔΑ (χιλ. τον.) (χιλ. τον.)

Γερμανία ΗΠΑ Βρετανία Κάτω Χώρες ΣΥΝΟΛΟ

1938 25,8 10,0

48,9

1952 18,5 6,2

41,3

1938 19,0

1952 2,2

40,6 8,5 74,2

36,2 4,3 48,8

ΕΣΥΕ

β2) το 1950 οι προπολεμικοί δείκτες παραγωγής, τουλάχιστον για τα δημητριακά, έχουν επιτευχθεί. Από τα υπόλοιπα προϊόντα χαμηλή εμφανίζεται η παραγωγή της σταφίδας, της οποίας οι εξαγωγές είχαν μειωθεί στα 2/3 των προπολεμικών, και του καπνού που όμως βρίσκει καινούργιες αγορές για να αναπληρώσει την


119 Η ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ROCKEFELLER ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΗΤΗ, 1949 Η επιτόπια έρευνα πραγματοποιήθηκε μεταξύ Μαΐου και Νοεμβρίου 1949 και εξετάζει ένα πλήθος θεμάτων, από την αγροτική οικονομία του νησιού, μέχρι την βιοτεχνία των πόλεων, το κληρονομικό δίκαιο, τις μη-υπάρχουσες πρακτικές αντισύλληψης κλπ. Μεταφέρω εδώ ορισμένα σημεία της:

● το 96% των αγροτών ήταν ιδιοκτήτες, εν όλω ή εν μέρει του κτήματος το οποίο καλλιεργούσαν. ● το μέσο αγρόκτημα στην Κρήτη, μολονότι μικρότερο των 40 στρεμμάτων, αποτελείται από 13 κλήρους, διασκορπισμένους σε διάφορα σημεία της κοινότητας. ● ο εξοπλισμός του αγρότη: ένα άροτρο, ένα δρεπάνι και μια τσάπα. Στον νομό Ηρακλείου υπήρχαν τρία ιδιόκτητα τρακτέρ. ● το 1947 ο μέσος αγρότης στην Κρήτη εργάστηκε 201 μέρες. Αν όμως υπολογίσουμε την εργάσιμη μέρα με βάση τις οκτώ ώρες, εργάστηκε 160 μέρες. ● το 70% των αγροτών ήταν μέλη κάποιου συνεταιρισμού: προμηθευτικού, καταναλωτικού ή πιστωτικού. ● τα αγροτικά σπίτια: 39 τμ / άτομο, μια λιθόκτιστη μονοκατοικία μονώροφη (64%) ή διώροφη (36%), με χονδρούς τοίχους, με σκεπή από κεραμίδια ή χωματόστρωτη ταράτσα («τον χειμώνα η στέγη στάζει και τα νερά μπαίνουν μέσα»), και παράθυρα με εξώφυλλο (65%), ενώ το 15% είναι χωρίς τζάμια. ● μόνο το 2,5% των αγροτικών οικογενειών είχαν ηλεκτρικό ρεύμα. ● σε όλο το νησί υπήρχαν 64 ιδιωτικά αυτοκίνητα. μείωση της ζήτησης από την Γερμανία. 348 β3) τα επίπεδα της προπολεμικής παραγωγής δεν αρκούσαν όμως για να καλύψουν το διατροφικό πρόβλημα της χώρας. άλλωστε, πριν τον πόλεμο η χώρα δεν ήταν αυτάρκης σε δημητριακά. Η κατάσταση μάλιστα φαίνεται ότι είχε χειροτερεύσει, λόγω της αύξησης του πληθυσμού και της κατά 30% μείωσης της παραγωγής των κτηνοτροφικών προϊόντων. Αν οι επίσημες εκτιμήσεις είναι σωστές, το 1950 ο μέσος έλληνας κατανάλωνε λιγότερα τρόφιμα από ότι προπολεμικά, ενώ το κρέας και τα γαλακτοκομικά προϊόντα δεν συμμετείχαν παρά κατά το ένα δέκατο στις θερμίδες που έπαιρνε. β4) Και αν ακόμα αθροίσουμε όλη την αξία της παραγωγής του πρωτογενούς τομέα, αυτή δεν φθάνει παρά στο 35% του ΑΕγΠ. και αν, πάλι, περιοριστούμε στο 48% του ενεργού πληθυσμού που δηλώνονται ως αγρότες, η διαφορά στο κατά κεφαλήν εισόδημα (αλλά μιλάμε πάντα για τους μέσους όρους, που κρύβουν τις διαφοροποιήσεις) ανάμεσα στους κατοίκους των πόλεων και τους χωρικούς είναι σημαντική. Είναι φανερό ότι πολλοί από όσους παραμένουν στα χωριά και τις κωμοπόλεις υποαπασχολούνται και δεν το κάνουν παρά γιατί η κατάσταση στον αστικό χώρο τους φαίνεται χειρότερη . όχι πως στις πόλεις Η μείωση των εξαγωγών καπνού προς την Γερμανία ήταν πολύ μεγαλύτερη τα αμέσως μεταπολεμικά χρόνια, όταν ο αμερικανικός στρατός μοίραζε σχεδόν δωρεάν τσιγάρα στην χώρα. 348


120 υπάρχει κάποια στοιχειώδης ευμάρεια, μα και αν υπήρχε, η διαφορά στα εισοδήματα δεν αρκούσε για να καλύψει την υποβάθμιση που θα αισθανόταν ο μικροϊδιοκτήτης χωρικός κάνοντας μια δουλειά του ποδαριού, δουλεύοντας στην οικοδομή, ή μπαίνοντας σε κάποιο εργοστάσιο ως ανειδίκευτος εργάτης στην πόλη. 2.4. Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΔΕΙΚΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ (1939 = 100) ΕΤΟΣ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΔΕΙΚΤΗΣ

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΣ

1947

67

62

118

1948

73

65

148

1949

88

79

178

1950

110

100

210

1951

125

114

240

1952

124

111

256

ΕΣΥΕ

γ1) και στην βιομηχανία τα προπολεμικά επίπεδα παραγωγής επιτυγχάνονται το 1950, και μάλιστα ξεπερνιόνται αν λάβουμε υπόψη και την παραγωγή του ηλεκτρικού ρεύματος, που το 1952 είναι δυόμιση φορές μεγαλύτερη από το 1938. Αν και η αύξηση είναι εντυπωσιακή, δεν θα πρέπει να ξεχνά κανείς τους χαμηλούς απόλυτους αριθμούς της ανά κάτοικο ετήσιας κατανάλωσης: 349 106 kw στην Ελλάδα, 158 στην Πορτογαλία, 323 στην Ισπανία. στις ΗΠΑ το αντίστοιχο ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ, 1952 ( KW / άτομο) 3.000 2.500 2.000 1.500 1.000

Τουρκία

Ελλάδα

Πορτογαλία

Ισπανία

Ιταλία

Γαλλία

Βρετανία

0

ΗΠΑ

500

ΕΣΥΕ «Στο μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδος, απλούστατα δεν υπάρχει καθόλου ηλεκτρικό ρεύμα (από τις 10.000 κοινότητες, μόνο οι 300 περίπου έχουν λίγο ηλεκτρικό ρεύμα»: Το Σχέδιον Μάρσαλλ..., σ. 53. 349


121

μέγεθος ήταν 2.543. Το 83% της παραγωγής πραγματοποιείται στην περιοχή της πρωτεύουσας, όπου και καταναλώνεται. Όπως και πριν από τον πόλεμο, πρώτη ύλη για την παραγωγή του ηλεκτρικού ρεύματος ήταν το πετρέλαιο. Η αξιοποίηση των εγχώριων αποθεμάτων λιγνίτη και των δυνατοτήτων που παρέχουν οι υδατοπτώσεις προϋπόθετε μεγάλες επενδύσεις έξω από τις δυνατότητες της ιδιωτικής πρωτοβουλίας που μπορούσαν να αναληφθούν, και μάλιστα σε μακροχρόνια προοπτική, μόνο από το κράτος. Η ίδρυση της ΔΕΗ, στα μέσα του 1950, οριοθέτησε το θεσμικό πλαίσιο του εξηλεκτρισμού της χώρας.350

Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ: 1930 - 1951 1930 (α)

1951 (β)

Αριθμός επιχειρήσεων (α)

67.892

81.433

119,9

Αριθμός εργαζομένων (β)

232.000

296.000

127,6

9.951

22.937

230,5

392.500

436.375

111,2

(β) / (α)

3,4

3,6

(γ) / (α) (δ) / (α)

0,1 5,8

0,3 5,4

(δ) / (γ)

39,4

19,0

Επιχειρήσεις με μηχανικές εγκαταστάσεις (γ) Συνολική ιπποδύναμη (δ)

1951/30 %

Η ιπποδύναμη σε HP. ΕΣΥΕ

Η αμερικανική αποστολή ζητεί να χαραχθή πολιτική εθνικής βιομηχανίας Το Βήμα, 12/11/1949 Τα εμπόδια στην βιομηχανική ανάπτυξη είναι: α) η υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση, που κάποτε φθάνει το 40 ή και το 50% της αξίας παραγωγής. Βέβαια, ουσιαστικά την φορολογία πληρώνουν οι σοβαρές επιχειρήσεις, που κρατούν βιβλία, ενώ οι άλλες φοροδιαφεύγουν. β) το χαμηλό επιτρεπόμενο ποσοστό κέρδους: 8% γ) ο αυθαίρετος τρόπος καθορισμού των τιμών από το κράτος. δ) το «πληθωρικό» σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, που επιβαρύνει τις επιχειρήσεις σε ποσοστό σχεδόν 50% των μισθοδοτικών εξόδων. ε) τα υπέρογκα λιμενικά έξοδα, που αυξάνουν τις τιμές των εισαγόμενων πρώτων υλών. στ) το υψηλό επιτόκιο δανεισμού. Για την μείωσή του θα πρέπει να δραστηριοποιηθούν τα αποθησαυρισμένα στο εσωτερικό και να επαναπατριστούν τα στο εξωτερικό κεφάλαια, που σύμφωνα με την αποστολή 350

Το Βήμα, 28/7/1950.


122 ανέρχονται σε 400 εκ. δολάρια. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ο απαρχαιωμένος εξοπλισμός: το σημερινό επίπεδο της παραγωγής θα μπορούσε να επιτευχθεί με την χρησιμοποίηση 65 χιλ. εργατών, αντί των 125 χιλ. που απασχολούνται σήμερα. Συνέπεια: τα χαμηλά μεροκάματα.

γ2) εξετάζοντας συνολικά την εξέλιξη της βιομηχανίας την εικοσαετία 1930-50, βλέπουμε ότι η ανάπτυξη που σημειώθηκε είχε εκτατικό χαρακτήρα: οι παραγωγικές μονάδες αυξήθηκαν, όπως και οι εργαζόμενοι σ’ αυτές κατά 20% αλλά ο μέσος όρος των απασχολουμένων ανά κατάστημα έμεινε σταθερός στα 3,5 άτομα. Οι επιχειρήσεις που είχαν μηχανικές εγκαταστάσεις αυξήθηκαν αναλογικά, αλλά η μέση ιπποδύναμη μεταξύ των μονάδων που τις διέθεταν έπεσε στο μισό.

ΚΛΑΔΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟς: 1938 & 1952 35,0 30,0 25,0 20,0

1938%

15,0

1952%

10,0 5,0 0,0 Τρόφιμα - Ποτά - Καπνός

Υφαντουργία

Χημικά

ΕΣΥΕ

Ούτε η σύνθεση του βιομηχανικού προϊόντος είχε αλλάξει στη διάρκεια των ετών 1938-51: κυρίαρχοι κλάδοι εξακολουθούν να παραμένουν η υφαντουργία, τα τρόφιμα – ποτά και τα χημικά που όμως, αυτά τα τελευταία, βλέπουν το ποσοστό τους να μειώνεται. γ3) γεωγραφικά ο κύριος όγκος της βιομηχανίας βρίσκεται σε πέντε μεγάλες πόλεις – δήμους: Αθήνα, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη, Πάτρα και Βόλος. Οι πέντε αυτοί δήμοι συγκέντρωναν, το 15% του πληθυσμού της χώρας, αλλά το 23% των καταστημάτων, το 28% των καταστημάτων με κινητήρες, και το 41% των απασχολουμένων στην βιομηχανία – βιοτεχνία. Το 10% των κατοίκων τους (14% στον Πειραιά και τον Βόλο) απασχολείται στην μεταποίηση, ως ιδιοκτήτες, μέλη των οικογενειών τους, ή εργαζόμενοι ως υπάλληλοι και εργάτες. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι αν και σε αυτούς τους βιομηχανικούς – βιοτεχνικούς πυρήνες οι απασχολούμενοι ανά επιχείρηση φθάνουν τα 6,5 άτομα (σε σχέση με τα 3,5


123

ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ, ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ ΚΙΝΗΤΗΡΕΣ: 1951 (χιλ.)

ΠΛΗΘΥΣΜΟ Σ (α)

ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ (β)

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩ Ν (γ)

ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΜΕ ΚΙΝΗΤΗΡΕΣ (δ)

(γ) / (α)

(γ) / (β)

(δ) / (β)

22,9

0,04

3,62

0,28

ΣΥΝΟΛΟ (1)

7.631

82

297

Πόλεις

2.807

40

220

0,08

5,50

Κωμοπόλεις

1.187

14

43

0,04

3,09

Χωριά

3.637

26

33

0,01

1,19

Αθήνα

565

9,5

58,2

3,2

0,10

6,13

0,34

Πειραιάς Θεσσαλονίκη

186 217

2,9 4,2

26,6 22,7

1,2 1,3

0,14 0,10

9,17 5,40

0,41 0,31

Πάτρα

79

1,3

7,9

0,4

0,10

6,08

0,31

Βόλος

51

1,0

7,2

0,3

0,14

7,20

0,30

1.098

18,9

122,6

6,4

0,11

6,49

0,34

14,4

23,0

41,3

27,9

7,4

11,6

19,6

14,0

ΣΥΝΟΛΟ (2) [(2) / (1)] % [(Αθήνα) / (1)] % ΕΣΥΕ

άτομα του συνόλου της χώρας), το ποσοστό των καταστημάτων που διαθέτουν μηχανικούς κινητήρες δεν είναι ιδιαίτερα αυξημένο σε σχέση με το σύνολο (34 έναντι 28%), πράγμα που δείχνει ότι ακόμα και εκεί επιβιώνουν, σε μεγάλο βαθμό, μεταποιητικές δραστηριότητες που βασίζονται σε τεχνικές της προβιομηχανικής εποχής. Η μεταποίηση της υπαίθρου βρίσκεται στα όρια της οικοτεχνίας, απασχολεί το 1% του πληθυσμού των χωριών, και σε κάθε εργαζόμενο αντιστοιχεί σχεδόν και μία επιχείρηση. Από τις 26 χιλιάδες αυτές μονάδες, οι οκτώ είναι λιοτρίβια, οι έξι μύλοι, οι τρεις χιλιάδες κατασκευάζουν παπούτσια... Οικογενειακές απασχολήσεις, στον ελεύθερο χρόνο ανάμεσα στις αγροτικές δουλειές οι περισσότερες, μπορούν και επιβιώνουν χάρη στο κακό οδικό δίκτυο και το μεγάλο κόστος μεταφοράς που συνεπάγεται η μεταφορά των βιομηχανικών προϊόντων από τις πόλεις.


124

Ιματισμός

Ξύλου

Χάρτου

Χημικά

Οικοδομικων Υλικών

Μεταλλουργία

ΜετάλλωνΜηχανολογικές - Επεξεργασία

Μεταφορικών Μέσων

ΣΥΝΟΛΟ

Φόροι Αμοιβή εργασίας Αποσβέσεις Κέρδη Αλλα έξοδα

Κλωστουφαντουργία

Αναλώσιμα υλικά Τόκοι, ασφάλιστρα Ενοίκια

Τρόφιμα - Ποτά - Καπνός

ΠΟΣΟΣΤΙΑΙΑ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ, 1950

79,2 2,2 0,9

52,4 3,1 2,0

42,9 0,8 1,2

58,4 2,0 2,2

44,2 1,3 2,6

55,5 3,2 1,9

37,2 1,7 3,2

56,0 1,7 1,0

46,1 3,1 1,6

31,2 0,2 0,5

62,7 2,7 1,6

3,8 8,5 1,7 1,3 2,4

4,3 25,2 4,0 5,1 3,9

4,9 34,7 3,7 5,6 6,2

3,2 17,6 3,0 9,0 4,6

2,5 29,0 4,3 6,7 9,4

4,1 21,6 4,7 4,9 4,1

2,9 30,4 7,6 13,4 3,6

1,6 27,1 8,3 0,1 4,2

5,0 27,7 4,2 4,8 7,5

4,4 29,1 1,5 19,7 13,4

3,9 18,3 3,3 3,8 3,7

ΕΣΥΕ

γ4) η προστιθέμενη αξία του δευτερογενούς τομέα συμβάλλει κατά 38% στην ακαθάριστη αξία παραγωγής του, ενώ το υπόλοιπο 62% αποτελούν εισροές, τα «αναλώσιμα υλικά». το ποσοστό συμμετοχής των αναλώσιμων υλικών στο συνολικό κόστος ποικίλλει σημαντικά ανάλογα με τον κλάδο, φθάνοντας στο 80% στην περίπτωση των βιομηχανιών τροφίμων, ποτών και καπνού. Μεγάλες διαφορές κατά κλάδο συναντάμε επίσης στο μερίδιο των μισθών στο συνολικό κόστος: γύρω από ένα μέσο όρο 18%, βλέπουμε την αμοιβή της εργασίας να κυμαίνεται, ανάλογα με την προστιθέμενη αξία, από το 8 στο 30% του συνολικού κοστολογίου. Τα κέρδη, στον βαθμό που οι εκτιμήσεις είναι σωστές, δεν αποτελούν παρά το 4% της τελικής κάθε φορά τιμής, αλλά εδώ οι αποκλίσεις δείχνουν το πόσο μακριά βρισκόμαστε από την (θεωρητική) δυνατότητα ελεύθερης κίνησης του κεφαλαίου μεταξύ των διάφορων κλάδων. 2.5. ΟΙ ΥΠΟΔΟΜΕΣ: ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ Στον χώρο των μεταφορών και των επικοινωνιών η κατάσταση είναι σαφώς καλύτερη σε σχέση με την προπολεμική, αλλά και πάλι τα μεγέθη είναι μικρά ή η ποιότητα χαμηλή: από τα 22 χιλιάδες χιλιόμετρα «δημόσιων» δρόμων, μόνο τα τρία είναι ασφαλτοστρωμένα, στα υπόλοιπα το πλάτος του οδοστρώματος μόλις που επιτρέπει την ταυτόχρονη κίνηση δύο αυτοκινήτων προς την αντίθετη κατεύθυνση. το σιδηροδρομικό δίκτυο έχει απλώς αποκατασταθεί και η κίνηση σε αυτό επιβατών και εμπορευμάτων βρίσκεται επίσης στα προπολεμικά


125 επίπεδα. Ο διπλασιασμός των τηλεφώνων αποτελεί αναμφισβήτητη πρόοδο, όπως και η ίδρυση του ΟΤΕ το 1949, που ανέλαβε την ενοποίηση των τηλεπικοινωνιών της χώρας. μέχρι τότε την διενέργειά τους είχε αναλάβει το αντίστοιχο τμήμα των ταχυδρομείων και η ιδιωτική Ανώνυμος Τηλεφωνική

ΕΤΟΣ 1938 1952 1954

ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ - ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ, 1950 ΜΗΚΟΣ ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ ΣΙΔ. ΔΡΟΜΟΙ ΣΕ ΑΡΙΘΜΟΣ ΓΡΑΜΜΩΝ (χλμ.) ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΗΛΕΦΩΝΩΝ (χλμ.) (α) (γ) (χιλ.) 2.634 15.760 2.700 48 2.594 22.071 (β) 100 7.638

(α) πλάτους έξι μέτρων, (β) από αυτά ασφαλτοστρωμένα ήταν τα 2.750 χλμ., (γ) ιδιωτικά. ΕΣΥΕ

Εταιρεία με ιδιοκτήτη - διαχειριστή, όπως καλά μαντέψατε, τον Μποδοσάκη. 2.6. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΙΣΘΟΥΣ

ΜΕΣΕΣ ΕΤΗΣΙΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ: 1937 ΚΑΙ 1948 1937

ΤΑΜΕΙΑ ΜΥΛΕΡΓΑΤΩΝ Σ.Π.Α.Π. Ε.Τ.Ε., ΚΤΗΜΑΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΤΕΡΓΑΤΩΝ ΣΥΝΟΛΟ

1948

ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ 1.876 2.700

ΜΕΣΟ ΕΤΗΣΙΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ 32.764 39.136

ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ 2.414 3.413

ΜΕΣΕΣ ΕΤΗΣΙΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ (τιμές 1938) 33.225 43.180

4.123 1.278 6.105 16.082

72.118 37.717 21.368 203.102

3.017 1.390 7.108 17.342

57.774 44.924 27.282 206.384

Γ. Τρίμης, Η πενιχρότης του ελληνικού εργατικού εισοδήματος, Αθήνα 1949.

Αν και γενικά στοιχεία για τους μισθούς δεν διαθέτουμε, στις λίγες περιπτώσεις όπου μπορούμε να αντιστοιχίσουμε τις πριν και μετά τον πόλεμο αποδοχές των εργαζομένων, αυτές φαίνεται ότι έχουν δεν διαφοροποιούνται σημαντικά. 351 Ένας μη σταθμικός μέσος όρος των εργαζομένων στα πέντε ασφαλιστικά ταμεία του παραπάνω πίνακα θα ανέβαζε, κατά την περίοδο 1937-48, τον μισθό από τις 40,6 στις 41,2 χιλιάδες δραχμές, σε τιμές του ’38. Η μόνη κατηγορία εργαζομένων που βλέπει τις αποδοχές της να μειώνονται είναι οι υπάλληλοι της Εθνικής Τράπεζας που, διόλου συμπτωματικά, είναι και οι καλύτερα αμειβόμενοι. Με κάθε επιφύλαξη, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η μισθολογική ψαλίδα Τουλάχιστον από τότε που αποκαταστάθηκε, έστω και στοιχειωδώς, η οικονομική ομαλότητα. 351


126 μειώνεται αν και παραμένει ισχυρή ανάμεσα και σε εργαζομένους του ίδιου κλάδου: το ανάπτυγμα των αμοιβών ανάμεσα στην ΕΤΕ και την Τράπεζα Αθηνών ανέρχεται στο 30%, ήταν όμως 90% πριν από τον πόλεμο. 2.7. ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΣΥΝΟΡΑ: Η ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑ

ΕΛΛΗΝΟΚΤΗΤΟΣ ΣΤΟΛΟΣ: 1938-52 (χιλ. κοχ) 4.500 4.000 3.500 3.000 2.500 2.000 1.500 1.000 500 0

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ ΣΗΜΑΙΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ

1952

1951

1950

1949

1948

1947

1946

1939

1938

ΣΥΝΟΛΟ

Σημαίες ευκαιρίας: Λιβεριανή, Παναμαϊκή, Κόσταρικας, Ονδούρας. Χαρλαύτη, σ. 402.

Η λήξη του πολέμου βρήκε τον εμπορικό στόλο κατεστραμμένο, αλλά τους έλληνες εφοπλιστές με 47,5 εκ. λίρες στερλίνες σε μετρητά, από ναύλα και αποζημιώσεις.352 Με βάση τις ισοτιμίες της εποχής, το ποσόν αυτό αντιστοιχούσε σε 950 εκ. δραχμές, ή στο 5% του ΑΕγΠ του 1949. διαφορετικά: ήταν ίσο με 142 εκ. δολάρια353, με το 15% του ποσού του σχεδίου Marshall, και σχεδόν τρεις φορές μεγαλύτερο από τα αμερικανικά δάνεια προς την βιομηχανία.354 Τα χρήματα αυτά, ούτε καν σκέψη έγινε να επενδυθούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην Ελλάδα. άλλωστε οι κάτοχοί τους είχαν ήδη, κατά την δεκαετία του ’30, στραφεί στις ναυτιλιακές αγορές του Λονδίνου και της Νέας Υόρκης «χωρίς εμφανή διάθεση επιστροφής», όπως γράφει η Τζελίνα Χαρλαύτη. 355 Με τις τιμές που επικρατούσαν τότε στην αγορά των πλοίων θα μπορούσαν, μένοντας στον χώρο των θαλάσσιων μεταφορών, να αγοράσουν 100 πλοία Liberty, που ήταν ο τύπος των μεταφορικών καραβιών με τα οποία στην διάρκεια του πολέμου η Αμερική εφοδίαζε τα στρατεύματά της, και των συμμάχων της, στην Ευρώπη και που τώρα είχαν παροπλιστεί. Στην πραγματικότητα οι εφοπλιστές, ή μάλλον κάποιοι από αυτούς, κατάφεραν με την βοήθεια της ελληνικής και την συμφωνία της αμερικανικής κυβέρνησης πολύ περισσότερα: αγόρασαν όντως 100 Liberty, αλλά στο 1/3 της τιμής τους, πληρώνοντας με μετρητά το 25%, ενώ το υπόλοιπο θα το εξοφλούσαν σε 17 Χαρλαύτη, σ. 396. Ισοτιμία δολαρίου – λίρας στην αγορά της Αθήνας το 1951: ΕΣΥΕ 354 Εδώ, σ. 102. 355 σ. 391. 352 353


127 χρόνια, με επιτόκιο 3,5% και την εγγύηση του ελληνικού κράτους.356 Αγόρασαν δηλαδή πλοία αξίας 49,5 εκ. λιρών, πληρώνοντας με μετρητά τέσσερα μόλις εκατομμύρια. Δεν ήταν άσχημα, αλλά το παράκαναν. Οι αντιδράσεις ήρθαν από δύο μεριές: από εκείνους που επέκριναν την κυβέρνηση επειδή δεν έθεσε κανένα όρο για την συνδρομή της, και από όσους έμειναν έξω από την μοιρασιά του μάννα. Όπως έγραφε λίγο αργότερα ο Ωνάσης, «δηλαδή με την υπογραφήν του ρακενδύτου γυναικοπαίδου δεν βάζομε πεντάρα [εδώ υπερβάλλει λίγο], γινόμεθα ιδιοκτήται ενός καινούργιου καραβιού, μας περισσεύουν $112..500 και είμεθα και εθνομάρτυρες».357 Τι όρους θα μπορούσε να θέσει στους εφοπλιστές το κράτος; Ο στοιχειώδης θα ήταν η εγγραφή των πλοίων τους στα ελληνικά νηολόγια, και η χρησιμοποίηση ελληνικών πληρωμάτων.358 Ούτε αυτό έγινε, και καθώς μετά τον πόλεμο οι μισθοί των ελλήνων ναυτικών είχαν εξισωθεί με αυτούς των άγγλων συναδέλφων τους,359 οι εφοπλιστές στράφηκαν στις σημαίες ευκαιρίας που άρχισαν να εμφανίζονται εκείνη την εποχή: το 1952, μόνο το 30% του ελληνόκτητου στόλου βρισκόταν κάτω από την ελληνική σημαία.360 Στοιχεία για τον αριθμό των ελλήνων ναυτικών δεν διαθέτουμε: οι εργαζόμενοι στα ελληνικά πλοία το 1953 ήταν λίγο περισσότεροι από επτά χιλιάδες, ενώ άλλοι τέσσερις χιλιάδες έμεναν άνεργοι.361 Τα 100 αυτά Liberty, απετέλεσαν την βάση για την ανασυγκρότηση του εμπορικού ναυτικού. ο πόλεμος της Κορέας και τα συνακόλουθα μεγάλα κέρδη στις θαλάσσιες μεταφορές, όταν «ένα ταξίδι έκαμε δύο βαπόρια», 362 οδήγησαν στην μεταπολεμική ανάπτυξη της ναυτιλίας. Μένει να αποτιμηθεί η συνεισφορά της στα πλαίσια της εθνικής οικονομίας. ΙΙΙγ: ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΒΟΗΘΕΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ Το σχέδιο Marshall είχε ημερομηνία λήξης, το 1952. στη συνέχεια οι ανάγκες του πληθυσμού θα έπρεπε να καλυφθούν από την εγχώρια παραγωγή. 363 Επί της Χαρλαύτη, σ. 396. Στον Εθνικό Κήρυκα, το 1953. Ο ίδιος δεν ανήκε στην ομάδα των 62 εφοπλιστών που μοιράστηκαν τα 100 Λίμπερτυ, σε αντίθεση πχ. με τον Σταύρο Λιβανό που πήρε 12 καράβια: Χαρλαύτη, σ. 401. 358 Αυτό εφαρμόστηκε, αλλά μόνο για τα πλοία που είχαν αγοραστεί με την ελληνο – αμερικανική συμφωνία. άλλα καράβια, των ίδιων εφοπλιστών που είχαν επωφεληθεί από το δάνειο, βρισκόταν υπό ξένη σημαία: Το Σχέδιον Μάρσαλλ..., σ. 83. 359 Χαρλαύτη, σ. 392. 360 Χαρλαύτη, σ. 402. 361 ΕΣΥΕ. 362 Χαρλαύτη, σ. 401. 363 Αν και η βοήθεια μέσω του Σχεδίου Marshall σταμάτησε το 1952, η αμερικάνικη βοήθεια συνεχίστηκε, σε μικρότερο βαθμό, μέχρι το 1962, με την χρησιμοποίηση άλλων 356 357


128 ουσίας πρόβλημα δεν υπήρχε μιας και, όπως είδαμε, η παραγωγή τόσο του αγροτικού όσο και του βιομηχανικού τομέα ήταν ήδη στα προπολεμικά επίπεδα. Εκείνο όμως που δεν είχε επιτευχθεί ήταν η νομισματική σταθερότητα, απαραίτητος όρος για την ομαλοποίηση της οικονομίας και την οικονομική ανάπτυξη. Αυτή, ανέλαβε να την πραγματοποιήσει η κυβέρνηση που προήλθε από τις εκλογές του 1950, μια κυβέρνηση κεντρώων κομμάτων με πρωθυπουργό τον γηραιό στρατηγό Πλαστήρα, παντελώς άσχετο με τα οικονομικά . στην πράξη την επιχείρηση ανέλαβαν η αμερικανική αποστολή και ο υπουργός Συντονισμού Γιώργος Καρτάλης. 1. ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΔΑΠΑΝΕΣ ΚΑΙ ΕΣΟΔΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ (δις δρχ., σταθ. τιμές 1951) 194647 Δαπάνες (α) Δαπάνες για Πολεμικά Υπουργεία (α1)

4.138

1947-48 (1) 5.703

194849 5.643

194950 6.781

195051 6.710

195152

195253

6.583

6.670

2.000

2.019

Έσοδα από ελληνικές πηγές (β)

2.198

3.688

4.239

4.684

5.014

5.597

6.208

Ξένη βοήθεια (γ)

1.735

1.792

1.409

1.095

367

119

245

Συνολικά Έσοδα (δ)

3.933

5.480

5.647

5.779

5.381

5.716

6.453

Δανεισμός από την ΤτΕ

205

233

-4

1.002

1.329

867

217

(δ) / (α)

0,95

0,96

1,00

0,85

0,80

0,87

0,97

(γ) / (α)

0,42

0,31

0,25

0,16

0,05

0,02

0,04

27.893

28.362

30.396

30.004

0,24

0,24

0,22

0,22

ΑΕγΠ (ε) (α) / (ε)

(1) Δεκαπεντάμηνη χρήση: 1 Απριλίου 1947 – 30 Ιουνίου 1948. Για τον δανεισμό από την ΤτΕ: Αλογοσκούφης – Λαζαρέτου, σ. 227. ΤτΕ, σ. 337 και ΕΣΥΕ.

Η μεταπολεμική κατάσταση των δημόσιων οικονομικών ήταν, κυριολεκτικά, χαώδης. Μέχρι τον Μάρτιο του 1946, ούτε καν προϋπολογισμός υπήρχε, απλώς εκ των υστέρων πιστοποιούνταν δαπάνες και έσοδα.364 Στη συνέχεια, τα ελλείμματα του προϋπολογισμού ανέλαβε να καλύψει η αμερικανική βοήθεια, και η εκτύπωση χαρτονομίσματος από την ΤτΕ. Οι κρατικές δαπάνες σταθεροποιήθηκαν στο 25% του ΑΕγΠ το ’49, έτος λήξης του εμφύλιου. Καθώς όμως ένα χρόνο αργότερα ξέσπασε ο πόλεμος της Κορέας, με την ένταση των κονδυλίων: Καραμανλής, τ. Ε΄, σ. 431. Σε επίσκεψή του στη χώρα μας, τον ίδιο χρόνο, ο τότε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Johnson, δήλωσε ότι «εις το διάστημα των τελευταίων δεκαπέντε ετών η Αμερική διέθεσε διά βοήθειαν ποσόν άνω των 3 δις δολλαρίων»: ό.π., σ. 451. Το 1962, το ΑΕγΠ έφθανε τα 3,4 δις δολάρια. 364 Στεφανόπουλος.


129 εξοπλισμών που ακολούθησε οι δαπάνες των «πολεμικών υπουργείων» παρέμειναν υψηλές, φθάνοντας σχεδόν το 1/3 των συνολικών δαπανών, ή το 7% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Με αυτούς τους περιορισμούς, λίγα μπορούσαν να γίνουν στους τομείς της Δημόσιας Διοίκησης και της Κοινωνικής Πρόνοιας. Αν τα έξοδα σταθεροποιούνται, τα κρατικά έσοδα από εγχώριους πόρους συνεχώς αυξάνονται για να καλύψουν την μείωση της ξένης βοήθειας. Το μεγαλύτερο μέρος τους προέρχεται από τους έμμεσους φόρους δηλαδή δασμούς και φόρους κατανάλωσης. οι άμεσοι φόροι καλύπτουν μόνο το 1/4 των εσόδων, οι φόροι επί της περιουσίας πρακτικά απουσιάζουν και δεν αντιπροσωπεύουν παρά το 0,15% του ΑΕγΠ. Οι εύπορες κοινωνικές ομάδες αρνούνται, και έχουν πολιτικά την ικανότητα να το πράξουν, να πληρώσουν το μερίδιο που τους αναλογεί για την λειτουργία της κρατικής μηχανής. 2. Η ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ Αν στον χώρο της παραγωγής η ομαλότητα είχε αποκατασταθεί το 1950, η κατάσταση στο νομισματικό τομέα εξακολουθούσε να παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα. Οι δυσκολίες οφείλονται σε τρεις παράγοντες: α) στην υπερτιμημένη, όπως τουλάχιστον φάνηκε εκ των υστέρων, αξία της νέας δραχμής του 1944, γεγονός που δημιουργούσε προβλήματα στο εμπορικό ισοζύγιο, β) στην αδυναμία του κράτους, παρά την ξένη βοήθεια, να καλύψει τα έξοδά του, πράγμα που το ανάγκαζε να καταφεύγει στην έκδοση χαρτονομίσματος από την ΤτΕ και γ) αποτέλεσμα των παραπάνω, στην έλλειψη εμπιστοσύνης προς το εθνικό νόμισμα, που οδηγούσε όσους το κατείχαν σε μια προσπάθεια να απαλλαγούν από αυτό καθώς έχανε την αξία του, και να στραφούν κατ’ ανάγκη εκτός τραπεζικού συστήματος, σε σταθερές αξίες . η εύκολη λύση, ήταν η αποταμίευση χρυσών λιρών. 2.1. ΜΑΖΕΥΟΝΤΑΣ ΛΙΡΕΣ Το εγχείρημα της σταθεροποίησης της νέας δραχμής ξεκίνησε άσχημα. Κατά την πρώτη δημοσιονομική χρήση των ετών 1944-45, τα δημόσια έσοδα ανήλθαν σε 1,9 δις δραχμές, ενώ τα έξοδα σε 8,8 δις. το έλλειμμα καλύφθηκε με την εκτύπωση νομίσματος. Στο τέλος του ’45, μετά και την αποτυχία της προσπάθειας Βαρβαρέσου, η κυκλοφορία του χαρτονομίσματος είχε αυξηθεί, σε σχέση με αυτήν του Ιανουαρίου του ίδιου έτους, κατά 20 φορές, ο Δείκτης Τιμών στην Αθήνα είχε αυξηθεί κατά οκτώ φορές, και η δραχμή είχε χάσει το 1/3 της αξίας της έναντι του δολαρίου και της στερλίνας, μετά την υποτίμηση στην οποία είχε αναγκαστεί να προβεί τον Ιούνιο η κυβέρνηση. Μερικούς μήνες μετά την απελευθέρωση, η χρυσή λίρα ξαναέκανε την εμφάνισή της. Η παρουσία της νομιμοποιήθηκε σύντομα, τον Φεβρουάριο του 1946, όταν η ΤτΕ ανέλαβε την πώληση της, ανάλογα με την ζήτηση και σε τιμές που η ίδια καθόριζε.365 Ήταν αναμφίβολα μια ευρωπαϊκή πρωτοτυπία, σε καιρούς που όλα

365

ΤτΕ, σ. 294.


130 τα κράτη προστάτευαν με κάθε τρόπο τα συναλλαγματικά τους αποθέματα, προκειμένου να τα χρησιμοποιήσουν για την εισαγωγή των απαραίτητων για ΤΙΜΗ ΤΟΥ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΛΙΡΑΣ ΚΑΙ ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ: 1944-52

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 18/11/1944 (α) 4/6/1945 25/1/1946 1947 1948 1949 1950 1/6/1951 22/12/1951 1952 (β) (β) / (α)

ΛΙΡΑ ΣΤΕΡΛΙΝΑ (1) 606 2.000

ΔΟΛΑΡΙΟ (1) 151 500

(1α) 20.080

(1α) 5.020

ΧΡΥΣΗ ΛΙΡΑ (2) 3.967 25.378 136.000 193.113 226.600 226.473 226.500

ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟ Σ (3) 831,2 91,6 47,9 23,1 6,4 14,5

ΔΤ (4) 1 9 18 26 32 34 39

226.187

9,9

43

187.552

0,6

44

42.170 42.300 70

15.060 100

47

44

(1) Επίσημες τιμές χάρτινης λίρας και δολαρίου. Όμως «λειτουργούσε παράλληλη αγορά συναλλάγματος, όπου διαμορφώνονταν άλλες τιμές», όπως θα δούμε στη συνέχεια: ΤτΕ, σ. 328. (2) Τον μήνα Δεκέμβριο του αντίστοιχου έτους: Επετηρίς του ΧΑΑ. (3) Για το 1945-46, ΤτΕ, σ. 259. για το 1947-52, ομοίως, σ. 290. (4) Δείκτης Τιμών στην αγορά της Αθήνας. ΕΣΥΕ. (1α): Πρόκειται για την επίσημη ισοτιμία, στην πράξη όμως τα πράγματα είχαν διαφορετικά. Από τον Οκτώβριο του 1947 είχαν καθιερωθεί με νόμο τα αποδεικτικά συναλλάγματος. Κάθε εξαγωγέας, όταν κατέθετε στην ΤτΕ το συνάλλαγμα που είχε εισπράξει, εκτός από το ισόποσο σε δραχμές έπαιρνε και μια αντίστοιχη απόδειξη. Κάθε εισαγωγέας αντίθετα, έπρεπε να διαθέτει αποδείξεις ίσου ποσού με την αξία του εμπορεύματος που ήθελε να εισάγει. Διαμορφώθηκε έτσι μια (νόμιμη) αγορά αποδεικτικών συναλλάγματος προς όφελος των εξαγωγέων, που πουλούσαν τις αποδείξεις τους στους εισαγωγείς. Το 1951 τα αποδεικτικά αυτά καταργήθηκαν. Στις 11 Οκτωβρίου 1949 ορίστηκαν με νόμο νέες τιμές στα αποδεικτικά συναλλάγματος, ίσες με 10.000 δρχ. για το δολάριο, και 22.080 δρχ. για την στερλίνα, ενώ η επίσημη ισοτιμία δολαρίου και στερλίνας προς την δραχμή έμεινε σταθερή. Στην πραγματικότητα όμως η τιμή του δολαρίου αυξήθηκε στις 15.020 δρχ. (10.000+5.020), και της στερλίνας στις 42.080 δρχ.: ΤτΕ, σ. 238.

την ανασυγκρότησή τους αγαθών από τις ΗΠΑ, η Ελλάδα να χρησιμοποιεί τα δικά της αποθέματα για να αγοράσει λίρες τις οποίες στην συνέχεια πωλούσε στους κατοίκους της. Με τον τρόπο αυτό διοχετεύτηκαν στην αγορά, μέχρι τον Φεβρουάριο του ’52, λίγο περισσότερα από οκτώ εκατομμύρια κομμάτια.


131 Στην πραγματικότητα πάντως, η πολιτική της ΤτΕ ήταν μεν η ελεύθερη πώληση της λίρας, αλλά σε πολύ μεγαλύτερη από την διεθνή της τιμή: την ώρα που στη Νέα Υόρκη πουλιόταν 8–9 δολάρια στην Αθήνα, όπου η εισαγωγή της από τους

ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΧΡΥΣΩΝ ΛΙΡΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤτΕ (χιλ.) 2.500 2.000 1.500 1.000 500 0 1946

1947

1948

1949

1950

1951

1952

ΤτΕ, σ. 295.

ιδιώτες ήταν απαγορευμένη,366 έφθασε να πωλείται τον Δεκέμβριο του ’47 προς 40 δολάρια, και δεν θα προσεγγίσει την διεθνή της τιμή παρά στα τέλη του 1952. 367 Ποίους ωφελούσε αυτή η πολιτική; Όπως φαίνεται από τον πίνακα, το να μαζεύει κανείς λίρες δεν απέφερε κέρδος, συσσώρευε απλώς μονάδες σταθερής αγοραστικής δύναμης:368 από την αρχή μέχρι το τέλος της περιόδου η τιμή της λίρας σε δραχμές είχε αυξηθεί 47 φορές, ενώ ο δείκτης τιμών κατά 44 φορές. Κέρδος θα μπορούσε να προκύψει αν εξήγαγε κάποιος παράνομα Σταθάκης, σ. 118. Στην αναφορά του προς το Κογκρέσο για την Ελλάδα, του Φεβρουαρίου 1948, ο πρόεδρος Truman γράφει ότι ο χρυσός αναζητείται από όλους. Το πολύτιμο μέταλλο της χρυσής λίρας αξίζει οκτώ δολάρια, αλλά σήμερα οι λίρες πωλούνται στην Ελλάδα σε δραχμές που αντιστοιχούν , σύμφωνα με την επίσημη ισοτιμία δραχμής δολαρίου, σε 40 δολάρια. Ακόμα και «στην τιμή του δρόμου», η αξία της χρυσής λίρας φθάνει τα 18 δολάρια: Το Βήμα, 26/2/1948. 368 Μακροπρόθεσμα όμως, η αποθήκευση λιρών είχε τους δικούς της κινδύνους, όπως επισημαίνει ο βουλευτής τότε Γ. Μαύρος: «Το πρόβλημα εκ της υπάρξεως μεγάλων αποθεμάτων χρυσών λιρών στην χώρα θα εμφανιστεί όταν τα 10 εκατομμύρια των χρυσών λιρών που φαίνεται ότι υπάρχουν εξέλθουν από τας κρύπτας των, και τότε θα δημιουργηθεί επικίνδυνος πληθωρισμός, από τον οποίον θα μας σώσει μόνον η μετατροπή των χρυσών λιρών εις συνάλλαγμα χρησιμοποιούμενο δια την εισαγωγή ειδών εκ του εξωτερικού. Αλλά η μετατροπή αυτή προϋποθέτει προσαρμογή της εσωτερικής ισοτιμίας του χρυσού προς τις διεθνείς του τιμές, δηλαδή ραγδαία πτώση της τιμής του. Τότε θα κατανοήσουν όσοι κάνουν επενδύσεις σε χρυσό ότι απώλεσαν το 40% των κεφαλαίων τους χωρίς να το αντιληφθούν»: Το Βήμα, 18/5/1950. 366 367


132 συνάλλαγμα, αγόραζε προς 8–9 δολάρια λίρες στο εξωτερικό και τις ξαναπωλούσε στην Αθήνα, σε μια τιμή μεγαλύτερη από αυτήν στην οποία τις είχε αγοράσει, μικρότερη όμως από αυτήν στην οποία πωλούσε η Κεντρική

ΤΙΜΗ ΧΡΥΣΗΣ ΛΙΡΑΣ ΣΕ ΔΟΛΑΡΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ: 1946-52 50,0 45,0 40,0 35,0 30,0 25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0 1946

1947

1948

1949

1950

1951

1952

Τιμές Δεκεμβρίου του αντίστοιχου έτους. Επετηρίς του ΧΑΑ και ΕΣΥΕ

Τράπεζα.369 Το φαινόμενο είχε πάρει τέτοιες διαστάσεις από όσους μπορούσαν να επωφεληθούν , που ο πρωθυπουργός φεύγοντας το 1950 για το Παρίσι αξίωσε τον τελωνειακό έλεγχο των αποσκευών του, καθώς και των μελών της ακολουθίας του.370 Η πρακτική πώλησης χρυσών λιρών θεωρήθηκε από τον Ξ. Ζολώτα ως απαραίτητη προϋπόθεση για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης προς το εθνικό νόμισμα, αντίθετα με τις απόψεις του Βαρβαρέσου που υποστήριζε μια περισσότερο παρεμβατική κρατική πολιτική. Σύμφωνα με τον τελευταίο το κράτος θα έπρεπε να διανείμει τα βασικά αγαθά σε καθορισμένες και σταθερές τιμές, ενώ οι πωλήσεις λιρών θα έπρεπε να σταματήσουν. 371 Τελικά ήταν οι απόψεις του Ζολώτα που επεκράτησαν, ενώ οι σύμμαχοι παρακολουθούσαν την κατάσταση«χωρίς να συμφωνούν, αλλά και με στραμμένη την προσοχή τους στο πολιτικό ζήτημα».372 Το αιτούμενο ήταν η ασφάλεια του εισοδήματος των μεσαίων εισοδηματικών ομάδων. Η ζήτηση για λίρες συνεχίστηκε αμείωτη μέχρι τις αρχές του 1947, και στα τέλη Φεβρουαρίου τα αποθέματα της ΤτΕ έφθαναν μόλις για 20 μέρες. Η κατάσταση αντιστράφηκε με την εξαγγελία του δόγματος Truman στις 12 Μαρτίου: πλέον, στα ταμεία της ΤτΕ άρχισαν να φθάνουν τα χρυσά κομμάτια που μέχρι τότε αποθησαυριζόταν.373 ΤτΕ, σ. 251. Με δηλώσεις του τύπου «η γυνή του Καίσαρος...» κλπ.: Λιναρδάτος, τ. Α΄, σ. 122. 371 Σταθάκης, σ. 51, Lykogiannis, σ. 84. 372 Ψαλιδόπουλος 2008, σ. 45. 373 Lykogiannis, σ. 178. 369 370


133

2.2. Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΥ

ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ, ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΡΑΠΕΖΙΚΕΣ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ 90,0 80,0 70,0 60,0 50,0 40,0 30,0 20,0 10,0 0,0 -10,0

% ΑΥΞΗΣΗ Μ0

% ΑΥΞΗΣΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ

1947

1948

1949

1950

1951

1952

ΜΟ: κυκλοφορία χαρτονομίσματος. Οι αυξήσεις στην κυκλοφορία χαρτονομίσματος, στις τραπεζικές πιστώσεις , και ο πληθωρισμός τον Δεκέμβριο, σε σχέση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους. ΤτΕ, σ. 300 και ΕΣΥΕ.

Για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού χρειαζόταν άλλου τύπου μέτρα, και όχι η πώληση λιρών. ήταν απαραίτητο να εφαρμοστεί μια συσταλτική οικονομική πολιτική, με την μείωση της επέκτασης των πιστώσεων. Το 1952, για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο, οι τραπεζικές πιστώσεις προς το σύνολο της οικονομίας μειώνονται.374 Ταυτόχρονα, ο πληθωρισμός εξαφανίζεται (0,6%), αλλά το ΑΕγΠ μειώνεται κατά 1%. ήταν το απαραίτητο οικονομικό κόστος προκειμένου να αποκτήσει η χώρα και πάλι νόμισμα, ύστερα από 12 χρόνια.375 2.3. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΜΕ ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ Όπως φαίνεται στο σχεδιάγραμμα από το 1950 και ύστερα έχουμε μείωση του πληθωρισμού, με ταυτόχρονη αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας.. Το γεγονός αυτό δεν μπορεί να εξηγηθεί παρά μόνο με την παράλληλη μείωση της ταχύτητας κυκλοφορίας του χρήματος. οι έλληνες αρχίζουν να έχουν εμπιστοσύνη στο νόμισμά τους και να το κρατούν (όσοι είχαν την δυνατότητα βέβαια), για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. 375 Το πολιτικό κόστος κατεβλήθη από το κέντρο «τοις μετρητοίς», τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου: εδώ, σ. 98. Ο Λιναρδάτος τιτλοφορεί το σχετικό κεφάλαιο του βιβλίου του: «Αυτοκτονεί το Κέντρο» (τ.Α΄ , σ. 445). 374


134

Επρόκειτο πάντως για μια εύθραυστη αποκατάσταση των ισορροπιών, γιατί αν ο πληθωρισμός είχε χτυπηθεί, το πρόβλημα με το ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών παρέμενε. Το 1952 οι εξαγωγές αγαθών δεν κάλυπταν παρά το μισό της αξίας ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ (εκ. $)

Ι. Τρέχουσες συναλλαγές Αγαθά και υπηρεσίες Αγαθά Καθαρό Υπόλοιπο Δωρεές Αμερικανική Βοήθεια EPU (α) ΙΙ. Κίνηση κεφαλαίων Εξαγωγές / Εισαγωγές %

1950 ΠΙΣΤΩΣΗ ΧΡΕΩΣΗ 23,7 128,5 448,3 85,1 352,8 319,8 308,5 12,4 193,6 12,4 70,8 23,4

1951 ΠΙΣΤΩΣΗ ΧΡΕΩΣΗ 23,7 154,2 474,5 102,3 374,9 320,3 309,0 12,4 145,3 12,4 114,9 22,8

24,1

1952 ΠΙΣΤΩΣΗ ΧΡΕΩΣΗ 0,1 180,1 316,0 115,0 244,8 135,9 144,6 8,8 57,8 8,8 42,3 3,6

27,3

47,0

(α): πρόκειται για βοήθεια των Ηνωμένων Εθνών. ΕΣΥΕ

των εισαγωγών και το υπόλοιπο καλυπτόταν από την συνεχώς μειούμενη αμερικανική βοήθεια και τις δωρεές των Ηνωμένων Εθνών. Είναι φανερό ότι, παρά τις τρεις υποτιμήσεις που είχαν προηγηθεί, η δραχμή παρέμενε υπερτιμημένη. Όλοι περίμεναν την επόμενη υποτίμηση που όμως, χάρη στον έλεγχο του δημόσιου ελλείμματος των τιμών και που είχαν προηγηθεί, δεν θα αποτελούσε μια κίνηση απελπισίας αλλά θα είχε όλα τα εχέγγυα να επιτύχει. ΙΙΙδ: ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΑΛΛΑΓΕΣ ΝΟΟΤΡΟΠΙΩΝ ΜΕ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΑΥΞΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ Είναι βέβαιο ότι οι πολεμικές συγκρούσεις, εξωτερικές και εσωτερικές, που διήρκεσαν μια δεκαετία επέφεραν αλλαγές στις νοοτροπίες και τις σκέψεις των ανθρώπων. Αλλαγές που αποτυπώθηκαν, ή που δεν μπόρεσαν να εκφραστούν λόγω της πολιτικής ατμόσφαιρας, στην λογοτεχνία, τον κινηματογράφο και το τραγούδι, για τις οποίες όμως δεν διαθέτουμε μια συνολική αποτίμηση. Ένας από τους λίγους τομείς που οι αλλαγές μπορούν να μετρηθούν, είναι αυτός της δημογραφίας. Εδώ, δυο παράλληλες εξελίξεις έχουν σαν αποτέλεσμα την διατήρηση της φυσικής αύξησης του πληθυσμού στα προπολεμικά επίπεδα. Οι γεννήσεις μειώνονται, και μάλιστα δραστικά: ο λόγος γεννήσεις / γάμοι θα πέσει από το 4,0 (1938) στο 2,3 (1952).376 Παράλληλα όμως, κυρίως ως αποτέλεσμα της μείωσης της βρεφικής θνησιμότητας, μειώνεται και ο αριθμός των θανάτων 376

ΕΣΥΕ.


135 αναλογικά με τον πληθυσμό: το 1938 δέκα στα εκατό βρέφη πέθαναν πριν

κλείσουν τον ένα χρόνο ζωής. το 1952, ο αριθμός αυτός είχε περιοριστεί στα τέσσερα.377 ΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ‰ ΦΥΣΙΚΗ ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ 1930-34

1952

1930-34

1952

1930-34

1952

Ελλάδα

30,0

19,3

16,7

6,9

13,3

12,4

Γαλλία

17,3

19,3

16,0

12,3

1,3

7,0

ΗΠΑ

17,6

24,7

11,0

9,6

6,6

15,1

Βρετανία

15,8

15,7

12,2

11,4

3,6

4,3

Ισπανία

27,5

20,8

16,5

9,7

11,0

11,1

Ιταλία

24,5

17,9

14,1

10,1

10,4

7,8

ΕΣΥΕ

ΑΙΤΙΕΣ ΘΑΝΑΤΟΥ 1938 - 1955 επί χιλίων θανόντων 300 250 200 150

1938

100

1955

Κακοήθη

νεοπλάσματα

νεογνών

Λοιμώξεις

Ελονοσία

Φυματίωση

Πνευμονία

αιτίες

άγνωστες

0

Γήρας και

50

ΕΣΥΕ

Με τέτοιους ρυθμούς η ετήσια αύξηση του πληθυσμού στην αγροτική, ακόμα, Ελλάδα θα έφθανε τις 90 – 100.000 χιλιάδες άτομα και το γεγονός πανικοβάλλει τους υπεύθυνους: «Είναι εκρηκτικός ο υπερπληθυσμός της Ελλάδος – Κατά τους ειδικούς, δεν μας χωρά ο τόπος», γράφει στο πρωτοσέλιδό του το Βήμα. 378 η λύση δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από την μετανάστευση, αλλά καθώς οι ΗΠΑ και η Ευρώπη έχουν κλείσει τα σύνορά τους, αναζητούνται άλλες εξωτικές χώρες για να δεχθούν το πληθυσμιακό μας πλεόνασμα: «Το Μεξικόν θα ηδύνατο να δεχθή έλληνας μετανάστας», προτείνει απελπισμένη η ίδια εφημερίδα. 379 Σαν να βρισκόμαστε στον 18ο αιώνα, πριν ακόμα από την βιομηχανική επανάσταση.

ΕΣΥΕ. 4/10/1952. 379 23/9/1952. 377 378


136 Θα ‘λεγε κανείς πως οι άνθρωποι τρέχουν πίσω από τα γεγονότα . καθώς οι πιθανότητες επιβίωσης των παιδιών που κάνουν αυξάνονται αντιδρούν, στις συνθήκες ανασφάλειας της εποχής, 380 με την μείωση των γεννήσεων. Στο άλλο άκρο, η σίγουρη για τον εαυτό της αμερικανική κοινωνία ζει ακόμη στον απόηχο της μεταπολεμικής έξαρσης των γεννήσεων, του baby-boom. ΙΙΙε: ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΤΟΠΙΟ α) αν κατά την δωδεκαετία 1928-40 ο πληθυσμός της χώρας αυξήθηκε κατά 1.140.000 κατοίκους, την περίοδο 1940-51, ως αποτέλεσμα των όσων περιγράψαμε παραπάνω, η αύξηση περιορίστηκε σε 288.000. στην πραγματικότητα η αύξηση ήταν ακόμα μικρότερη, μόλις 167.000 ψυχές, αν αφαιρέσουμε όσους έμεναν στα Δωδεκάνησα, που στο μεταξύ προσαρτήστηκαν στην Ελλάδα. Κατά την δεκαετία του ’40 ο κόσμος μετακινείται: φεύγει μπροστά στις βαρβαρότητες της βουλγαρικής κατοχικής διοίκησης που προσπαθεί να αλλοιώσει εθνολογικά τις περιοχές της ανατολικής και κεντρικής Μακεδονίας . φεύγει μπροστά στο θανατικό που ξεσπά στην Αθήνα, και όχι μόνο, προσπαθώντας να ξαναστήσει οικογενειακά δίκτυα που είχαν πέσει σε αφάνεια . γυρεύει καταφύγιο στις μεγάλες πόλεις στην διάρκεια του εμφυλίου ή αναγκάζεται από τον στρατό να εγκαταλείψει τα χωριά του ώστε να μπορέσουν να απλωθούν ελεύθερα οι πολεμικές επιχειρήσεις. Κάποτε μάλιστα δεν φεύγει ΟΙ ΠΕΝΤΕ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΠΟΛΕΙΣ, ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ 1928 - 1951

Αθήνα Θεσσαλονίκη Πάτρα Βόλος Ηράκλειο

1928 802 251 61 47 33

1928% (α) 12,9 4,0 1,0 0,8 0,5

1940 1.124 278 62 54 39

1940% (α) 15,3 3,8 0,8 0,7 0,5

1951 1.378 297 79 65 51

1951% (α) 18,0 3,9 1,0 0,9 0,7

1951/28 1,72 1,18 1,30 1,38 1,55

ΑΣΤΙΚΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ

1.900

30,6

2.350

32,0

2.807

36,7

1,48

ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ

6.204

100,0

7.344

100,0

7.632

99,9

1,23

Οι απόλυτοι αριθμοί σε χιλιάδες. (α): ποσοστό επί του συνόλου του πληθυσμού. Τα στοιχεία για την Αθήνα, την Θεσσαλονίκη και τον Βόλο αφορούν τα αντίστοιχα πολεοδομικά συγκροτήματα. Το 1947 τα Δωδεκάνησα ενσωματώθηκαν στο ελληνικό κράτος. στην απογραφή του 1951 είχαν 121 χιλιάδες κατοίκους. Που εκδηλώνονται, στο θέμα που μας απασχολεί με την άνθηση των «γραφείων συνοικεσίων» και των διαφημίσεων τους στις εφημερίδες, όπου υποψήφιοι γαμπροί μιας κάποιας ηλικίας, αλλά ευκατάστατοι ζητούν γνωριμίες. Γι’ αυτά τα νυφοπάζαρα ο Γ. Μαργαρίτης (Εμφύλιος Τύπος, τ. 44) γράφει ότι, «ποτέ άλλοτε η ελληνική κοινωνία δεν γνώρισε τόσους αφύσικους γάμους». 380


137 ΕΣΥΕ

μόνο, μα χάνεται οριστικά, όπως συνέβη με τις εβραϊκές κοινότητες. Από τις 49.000 εβραίους της Θεσσαλονίκης που έφτασαν το 1943 στα στρατόπεδα του Άουσβιτς και του Μπίρκεναου οι 38.000 οδηγήθηκαν κατευθείαν στους θαλάμους αερίων. 381 Οι μετακινήσεις αυτές δεν είναι, τουλάχιστον στην πλειονότητά τους, μόνιμες .: να κάνει τι ένας φτωχός αγρότης ή κτηνοτρόφος στην πόλη, ένας από τις 500.000 που δεν είχαν παραπάνω από δέκα στρέμματα γης, 382 συνήθως αναλφάβητος,383 με μηδενικό χρηματικό κεφάλαιο, που κατάφερνε να επιβιώνει χάρη στην ξένη βοήθεια; Τον νερουλά, τον αχθοφόρο, να πουλά εφημερίδες (αυτό ήταν καλό επάγγελμα) ή κάστανα, λαχεία ή κουλούρια στους δρόμους; Στην καλύτερη περίπτωση θα μπορούσε, αν ήξερε την τέχνη, να κάνει τον μπαλωματή, τον

Γεωργία, Κτηνοτροφία… Ορυχεία Μεταποίηση Οικοδομή - Κατασκευές Ηλεκτρισμός, Φωταέριο Εμπόριο, Τράπεζες Μεταφορές Επικοινωνίες

1.367 13 450 75 11 220

17

16

138

4

26 2

765

ΜΗ ΔΗΛΩΣΑΝΤΕΣ

ΣΥΜΒΟΗΘΟΥΝΤΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

ΜΙΣΘΩΤΟΙ

ΑΥΤΟΤΕΛΩΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ

ΣΥΝΟΛΟ

ΕΡΓΟΔΟΤΕΣ

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΚΑΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΚΑΙ ΘΕΣΗ, 1951 (σε χιλ.)

425

34

14 1

14 2

112

124 12 298 53 10 74

12

5

24

103

2

4

96 15

Fleming, σ. 189. Σύμφωνα με το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο το 1942, πριν την έναρξη του διωγμού στην Ελλάδα, υπήρχαν στις διάφορες εβραϊκές κοινότητες 77 χιλιάδες άτομα, ενώ το 1946 δεν είχαν απομένει παρά 10 χιλιάδες. Το ποσοστό τον ελλήνων εβραίων που εξοντώθηκαν (86%) μπορεί να συγκριθεί μόνο με αυτό της Ολλανδίας (85%), και είναι από τα υψηλότερα της Ευρώπης. Για την συγκέντρωση των στοιχείων, αλλά και για την σιωπή που ακολούθησε σχετικά με αυτό το ζήτημα μετά τον πόλεμο: Βαρών – Βασάρ. 382 ΕΣΥΕ, απογραφή 1951. 383 Το 1951 ένας στους τέσσερις έλληνες ήταν αναλφάβητος (24% του πληθυσμού ηλικίας 10 ετών και άνω). το ποσοστό όμως ανέβαινε στο 30% στον πληθυσμό της υπαίθρου: ΕΣΥΕ. 381


138 Υπηρεσιές Μη δηλώσαντες ΣΥΝΟΛΟ

387 176

10

58 3

308 60

5

4 112

2.839

77

1.077

1.046

461

177

ΕΣΥΕ

τσαγκάρη ή να δουλέψει στην οικοδομή. 384 Όσοι πήγαιναν στην πόλη, στην μεγάλη τους πλειονότητα στην Αθήνα, για να κάνουν δουλειές του ποδαριού, πρέπει να είχαν ξεπεράσει πραγματικά τα όρια της φτώχειας. β) ποιες είναι οι σταθερές, αλλά και οι αλλαγές στην κοινωνική δομή που προκύπτουν από την σύγκριση των πινάκων των σελίδων 59 και 126, των ετών δηλαδή 1928 και 1951, όταν η σύγκριση είναι εφικτή; Γιατί οι δύο απογραφές είναι φανερό ότι δεν έχουν διεξαχθεί με τα ίδια κριτήρια: στην πρώτη ως ενεργός πληθυσμός καταγράφεται το 44,2% του συνόλου των κατοίκων της χώρας, στην δεύτερη μόνο το 37,2%. Προτίμησα, για να κινηθούμε σε ένα σχετικά ασφαλές μέγεθος, να μην αναφερθώ καθόλου σε ποσοστά, είτε επί του ενεργού είτε επί του συνολικού πληθυσμού, αλλά μόνο στα απόλυτα μεγέθη. Αυτοί που δηλώνονται ως εργαζόμενοι στην πρώτη περίπτωση είναι 2,74 εκατομμύρια, στην δεύτερη 2,84: οι αριθμοί δεν διαφέρουν σημαντικά. β1) ο αριθμός των εργαζομένων στον πρωτογενή τομέα μειώνεται, προφανώς όμως τίποτα δεν παραπέμπει σε μια αγροτική έξοδο: η μείωση είναι 8%, και αυτό σε 23 χρόνια (1928-51). Η ύπαιθρος, ελλείψει εναλλακτικής λύσης, τελικά κράτησε τους ανθρώπους της παρά τις μετακινήσεις στα δύσκολα χρόνια που προηγήθηκαν. β2) οι εργαζόμενοι στην, κάθε είδους, μεταποίηση αυξήθηκαν, αλλά και εδώ οι διαφορές είναι πολύ μικρές: από 430 σε 450 χιλιάδες άτομα, όλο κι όλο 5%.

ΜΕΓΕΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΟΥ ΚΛΗΡΟΥ 1929 & 1951 (ο αριθμός των αγροκτημάτων σε χιλ.) Μεγεθος σε στρέμματα 1 - 10 11 - 30 31 - 50 51 - 100 101 - 300 301 - 1000 > 1000

1929 358 334 137 84 34 4 1

1929% 37,6 35,1 14,4 8,8 3,6 0,4 0,1

1951 483 474 193 121 32 3 1

1951% 37,0 36,3 14,8 9,3 2,4 0,2 0,1

Η Ελλάδα του μόχθου: 1900 – 1960, Αθήνα 2005, αποτελεί ένα από τα καλύτερα φωτογραφικά λευκώματα, από την συλλογή του Νίκου Πολίτη, που έχουν εκδοθεί τα τελευταία χρόνια. Μικρή λεπτομέρεια: και σ’ αυτήν την συλλογή, όσο και στις φωτογραφίες της Βούλας Παπαϊωάννου (Αθήνα 2006), τα μικρά παιδιά σπάνια φορούν παπούτσια. 384


139 ΣΥΝΟΛΟ

952

100,0

1.307

100,0

ΕΣΥΕ

β3) οι εργοδότες, ή μάλλον το τμήμα τους εκείνο που απασχολεί και πρόσωπα έξω από το οικογενειακό περιβάλλον, μειώθηκαν κατά πολύ στον αγροτικό χώρο, και από τις 75 έπεσαν στις 17 χιλιάδες. και στις πόλεις μειώθηκαν, εδώ όμως οι αλλαγές είναι μικρότερες του 10%: από τις 64 χιλιάδες του 1928, βρίσκουμε 60 χιλιάδες το 1951. Αυτή η μείωση των εργοδοτών στην ύπαιθρο ανάμεσα στις δύο απογραφές είναι, σε εμένα τουλάχιστον, πολύ δύσκολο να εξηγηθεί καθώς η δομή της αγροτικής ιδιοκτησίας την περίοδο που μεσολάβησε μένει, και μάλιστα περισσότερο από ότι θα περίμενε κανείς, σταθερή. Αν δεχθουμε ότι το όριο των 50 στρεμμάτων είναι εκείνο που, με τις τότε τεχνικές δυνατότητες της ελληνικής υπαίθρου, σηματοδοτεί την ανάγκη προσφυγής στην εξω-οικογενειακή μισθωτή εργασία, τα μεσαία και μεγάλα αγροκτήματα αυτής της κατηγορίας όχι μόνο δεν μειώθηκαν, αλλά αυξήθηκαν ελαφρά μεταξύ 1928 – 1952: από τις 123 έφθασαν τις 157 χιλιάδες, λογικά λοιπόν θα περίμενε κανείς την αύξηση των εργοδοτών. Η μόνη εξήγηση είναι ότι στην απογραφή του 1928 ως εργοδότες καταγράφονται και όσοι χρησιμοποιούσαν εποχιακή μισθωτή εργασία, ενώ το 1952, μόνο όσες εκμεταλλεύσεις στηρίζονται σε αυτήν μόνιμα. β4) ο χώρος που πραγματικά πυκνώνει, είναι αυτός των μισθωτών, που από τις 845.000 αυξάνονται σε 1.050.000. Και πάλι όμως θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, γιατί πίσω από την κατηγορία μισθός κρύβονται πολλές και κάποτε τελείως διαφορετικές πραγματικότητες : από την νεαρή κοπέλα που δουλεύει στο υφαντουργείο και τον υπάλληλο μιας οιονεί κρατικής τράπεζας, μέχρι τους εργαζόμενους στον στενό δημόσιο τομέα.385 Η χώρα πέρασε δια πυρός και σιδήρου την δεκαετία του ’40, αλλά η κοινωνική της αριθμητική δεν άλλαξε. παρέμεινε μια χώρα μικρών ιδιοκτητών τόσο στην ύπαιθρο όσο και, λιγότερο, στις πόλεις. Η μικρή ιδιοκτησία όμως μπορεί να συνεπάγεται κάποια ισότητα, αλλά ο κίνδυνος είναι μη τυχόν και η ισότητα αυτή δεν είναι παρά ισότητα απέναντι στην φτώχεια. Όλα δείχνουν ότι μπαίνοντας στην δεκαετία του 1950, η Ελλάδα βρισκόταν μπροστά σε αυτό το πρόβλημα. IIΙστ: ΣΧΕΔΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

Οι υπάλληλοι που πληρώνονταν από τον κρατικό προϋπολογισμό, ανάμεσα στο 1939 και το 1945, αυξήθηκαν από 140 σε 325 χιλιάδες. Στην πραγματικότητα όμως η αύξηση αυτή είναι εν μέρει πλασματική καθώς οι μισθοί ολόκληρων ομάδων (όπως οι υπάλληλοι των σιδηροδρόμων, ή αυτοί των Δήμων και Κοινοτήτων) εντάσσονται στον προϋπολογισμό ενώ και πριν οι αποδοχές τους είχαν ημιδημόσιο χαρακτήρα. Αν μείνουμε στους Πολιτικούς Υπαλλήλους και τους Συνταξιούχους του Δημοσίου, ώστε τα στοιχεία να είναι συγκρίσιμα, η αύξηση περιορίζεται από τις 140 στις 190 χιλιάδες: μια αύξηση κατά το 1/3: Σταθάκης, σ. 58. 385


140 Τον Ιανουάριο του 1952, ο Κυριάκος Βαρβαρέσος παρέδωσε στον τότε πρωθυπουργό Νικόλαο Πλαστήρα μια Έκθεση που του είχε ζητήσει ο δεύτερος με τίτλο: «Επί του Οικονομικού Προβλήματος της Ελλάδος». Αξίζει να σταθούμε σε δύο από τις απόψεις, ενός από τους διαπρεπέστερους τότε έλληνες οικονομολόγους, αλλά και στις αντιδράσεις που αυτές προκάλεσαν.386 α) Η Ελλάς είναι και θα παραμείνει χώρα με περιορισμένας οικονομικάς δυνατότητας, δηλαδή χώρα πτωχή τονίζεται στην πρώτη κιόλας σελίδα. Πρώτα – πρώτα, γιατί το έδαφός της είναι άγονο: μόνο το 1/4 καλλιεργείται, ενώ το 1/3 δεν προσφέρεται για κανενός είδους καλλιέργεια. Δεύτερον, γιατί η βιομηχανία μιας μικρής χώρας μπορεί να αναπτυχθεί μόνο αν είναι τόσο ανταγωνιστική ώστε τα προϊόντα μερικών κλάδων της να μπορούν να διοχετευθούν σε ξένες αγορές, όπως συμβαίνει με το Βέλγιο ή την Ελβετία. Η ελληνική βιομηχανία τουναντίον, έχει ανάγκην μεγάλης προστασίας δια να εξασφαλίση και αυτήν την ελληνικήν αγοράν. Ως εδώ, βρισκόμαστε απολύτως στην επικρατούσα αντίληψη για τις δυνατότητες της εκβιομηχάνισης κατά τον μεσοπόλεμο, όταν, όπως είδαμε, οι πάντες αμφισβητούσαν την δυνατότητα ανάπτυξης εγχώριας βιομηχανίας.387 β) Η κατάσταση στις αρχές του ’52 διαγράφεται σε αδρές γραμμές: το προπολεμικό οικονομικό επίπεδο της χώρας έχει αποκατασταθεί, κάποτε μάλιστα έχει σημειωθεί και ουσιαστική πρόοδος (όπως στην καταπολέμηση της ελονοσίας που παλαιότερα μάστιζε την ύπαιθρο) . όμως, υπάρχει το πρόβλημα της νομισματικής αστάθειας, η προεξόφλησις της μελλοντικής υποτιμήσεως του νομίσματος. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα ότι ουδείς δέχεται να δανείση, πολλοί δε ουδέ καν να χρησιμοποιήσουν τα ίδια αυτών κεφάλαια, ενώ πάντες επιθυμούν να ευρίσκονται εις την θέσιν του οφειλέτου. Παρεπόμενο αποτέλεσμα ήταν η κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος, ελλείψει καταθέσεων. Η ΄Εκθεση. κλείνει με ένα εμπιστευτικό τμήμα: η αναπροσαρμογή της δραχμής. Δύο (από τα πολλά ζητήματα στα οποία αναφέρεται η ΄Εκθεση, όπως αυτό του ισοζυγίου πληρωμών, το φορολογικό σύστημα, η κακή λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης κ.ά.) προβλήματα λοιπόν: το ένα συγκυριακό, και σ’ αυτό, ιδιωτικά, μοιάζει να συμφωνούν όλοι. υπάρχει ανάγκη μιας δραστικής υποτίμησης της δραχμής. Και ένα, δομικό θα το λέγαμε πρόβλημα: η Ελλάς είναι και θα παραμείνει χώρα πτωχή (εγώ υπογραμμίζω). Και εδώ είναι που ο Βαρβαρέσος χάνει το παιγνίδι. Πρώτος θα αναλάβει να απαντήσει ο Ξ. Ζολώτας: η βιομηχανική ανάπτυξη, τονίζει, είναι εφικτή. Κατά την μεταπολεμικήν περίοδον εμελετήθη και συνεζητήθη ευρύτατα το πρόβλημα της βιομηχανικής αναπτύξεως των καθυστερημένων χωρών παράλληλα προς την γεωργικήν των ανάπτυξιν. Θα ακολουθήσουν αποσπάσματα από αναφορές διάφορων επιτροπών του ΟΗΕ που υποστηρίζουν ότι η εκβιομηχάνισις αποτελεί το αποφασιστικόν στοιχείον εις την οικονομικήν ανάπτυξιν. Το διεθνές κλίμα έχει Η Έκθεση μαζί με τις αντιδράσεις που προκάλεσε και μια εισαγωγή του Κ. Κωστή στο: Κ. Βαρβαρέσος, Έκθεσις επί του Οικονομικού Προβλήματος της Ελλάδος, Αθήνα 2002. 387 Εδώ, σ. 28. 386


141 αλλάξει και η ανάπτυξη της βιομηχανίας πρέπει να βοηθηθεί από το Κράτος, δηλ. από την οικονομική πολιτική του. Η βιομηχανία δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίζεται, όπως στον μεσοπόλεμο, μόνο ως πηγή δασμολογικών εσόδων. Εκτός από τον Ζολώτα, και άλλοι θα απαντήσουν (κάποιοι με διαφορετική επιχειρηματολογία) στην Έκθεση: ο Χρ. Ευελπίδης, ο Κ. Τσάτσος, ο Δ. Δεληβάνης, ο/η ανώνυμος/η Ρ.Χ. του αριστερού περιοδικού Νέα Οικονομία. Η «από τα αριστερά» απόρριψη των απόψεών του πάντως, είχε πραγματοποιηθεί ήδη το 1947 από τον Δημήτρη Μπάτση (και όσους ανώνυμα τον βοήθησαν παρέχοντάς του στοιχεία) με ένα βιβλίο ποταμό, 570 σελίδων: Η Βαρειά Βιομηχανία στην Ελλάδα.388 Οι καιροί είχαν όντως αλλάξει.

Τον Οκτώβριο 1945 ο πρώην πρύτανης του Πολυτεχνείου Κιτσίκης, μαζί με τον Μπάτση, είχαν συγγράψει το οικονομικοτεχνικό μέρος της εισήγησης του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ Ν. Ζαχαριάδη για το 7ο Συνέδριο του κόμματος: Αντωνίου, σ. 276. 388


142

1953 Η κυβέρνηση ανακοινώνει την συγχώνευση της Εθνικής Τράπεζας με την Τράπεζα Αθηνών

8-Ιαν

Υποτίμηση κατά 50% της δραχμής έναντι του δολαρίου - Ενταξη της δραχμής στο νομισματικό σύστημα του Bretton - Woods

9-Απρ 27Ιουλ

Τέλος του πολέμου της Κορέας 1954 Κόβονται τρία μηδενικά από την ονομαστική αξία του νομίσματος. Ένα παλαιό χιλιάρικο ισοδυναμεί με μία νέα δραχμή

1 Μαίου 1956

Συμφωνία Δημοσίου και Α. Ωνάση για την ίδρυση της Ολυμπιακής

Ιούλιος 1957 25Μαρ

Τα κράτη που είχαν υπογράψει το ιδρυτικό σύμφωνο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προχωρούν στις συμφωνίες ΕΟΚ - EURATOM 1959 Καθιερώνονται νέα μέτρα και σταθμά: το κιλό αντικαθιστά την οκά και το μέτρο τον πήχυ 1961 Υπογράφεται η συμφωνία συνδεσης Ελλάδας - ΕΟΚ, με την πρόβλεψη 20ετούς μεταβατικής περιόδου προσαρμογής

9-Ιουλ 13Αυγ

Αρχίζει η ανέγερση του τείχους που θα χωρίσει στα δύο το Βερολίνο

14-Ιαν

Η ΕΟΚ αποφασίζει την Κοινή Αγροτική Πολιτική

1962

1965 Κλιμακώνεται η αμερικανική επέμβαση στο Βιετνάμ 1967 21Απρ 18Νοε

Δικτατορία Η στερλίνα υποτιμάται κατά 14,3% έναντι του δολαρίου Διαγραφή αγροτικών χρεών 1968

Μάϊος

Φοιτητική εξέγερση στο Παρίσι - 10 Μαίου: γενική απεργία στη Γαλλία


143

1970 Διακόπτονται οι διαπραγματεύσεις με την ΕΟΚ μέχρι την αποκατάσταση της Δημοκρατίας

3-Φεβ

ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Η ΕΙΚΟΣΑΕΤΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΠΟΓΕΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΟΠΙΣΘΟΔΡΟΜΗΣΗΣ : 1953 – 1972 IVα: Ο ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΕΡΙΓΥΡΟΣ

ΕΤΗΣΙΑ ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΑ ΚΕΦΑΛΗΝ ΑΕγΠ 4,50 4,00 3,50 3,00 2,50 2,00 1,50 1,00 0,50 0,00

ΔΥΤΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ ΚΟΣΜΟΣ

1820 1870

1870 1913

1913 1950

1950 1973

1973 1998

Σε δολάρια διεθνούς αγοραστικής δύναμης και τιμές 1990. Maddison, σ. 216.

Κατά την διάρκεια των χρόνων 1948-73 η Ευρώπη, αλλά και ολόκληρος ο κόσμος, γνώρισαν την υψηλότερη ανάπτυξη στην ιστορία τους. Ήταν ένας κόσμος στον οποίο κάποτε επικρατούσε η ένταση στις διεθνείς σχέσεις, καθώς ήταν χωρισμένος στο «δυτικό» και το «ανατολικό» στρατόπεδο,389 κάποτε οι εσωτερικές αμφισβητήσεις οδηγούσαν το κάθε σύστημα στα όριά του, 390 ένας μεταβαλλόμενος κόσμος που είδε την κατάρρευση των αυτοκρατοριών –λείψανων μιας άλλης εποχής- και την ανάδυση νέων εθνικών κρατών . ήταν όμως επίσης ένας κόσμος που κατάφερε, στο μεγαλύτερο τουλάχιστον τμήμα Τα γεγονότα που έφεραν στην επικαιρότητα τον Γ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έστω και ως ενδεχόμενο, ήταν ο αποκλεισμός του Δυτικού Βερολίνου από τους σοβιετικούς (1948), ο πόλεμος της Κορέας (1950-53) και ο αποκλεισμός της Κούβας από τους αμερικανούς (1962). 390 Το 1956 οι σοβιετικοί εισέβαλαν στην Ουγγαρία, και το 1968 στην Τσεχοσλαβακία. Στην άλλη πλευρά οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν την αντίδραση της νεολαίας τους στον πόλεμο του Βιετνάμ, αλλά και τις τελευταίες προσπάθειες των ρατσιστών του Νότου να διατηρήσουν τα προνόμιά τους απέναντι στους έγχρωμους συμπατριώτες τους. Στην Ευρώπη ο Μάης του ’68 θα θέσει πολλά ερωτήματα που αν και φαινόταν, στην πραγματικότητα κάθε άλλο παρά λυμένα ήταν. 389


144 του, να βγει από τα όρια της φτώχειας.391 Ο γάλλος αναλυτής Jean Fourastié εισήγαγε την έκφραση τα τριάντα ένδοξα χρόνια (les trente glorieuses) Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΟΥ BRETTON – WOODS Πριν ακόμη τελειώσει ο πόλεμος, τον Ιούλιο του 1944, εκπρόσωποι των συμμαχικών δυνάμεων συναντήθηκαν στις ΗΠΑ με σκοπό να συζητήσουν το νομισματικό μέλλον του μεταπολεμικού κόσμου. Σύμφωνα με αυτά που αποφασίστηκαν εκεί, και με βάση τις εμπειρίες του μεσοπολέμου, τα διάφορα εθνικά νομίσματα θα ήταν ανταλλάξιμα μεταξύ τους και με το δολάριο με βάση μια σταθερή ισοτιμία. το δολάριο, επιπλέον, θα ήταν ανταλλάξιμο με τον χρυσό με βάση την σχέση 35 δολάρια ανά ουγκιά (1 ουγκιά = 31,1 γραμμάρια). Η συμφωνία αυτή, γνωστή και ως συνθήκη του Bretton-Woods από την τοποθεσία όπου έλαβε χώρα η συνδιάσκεψη, συνέδεε λοιπόν άμεσα μόνο το δολάριο με τον χρυσό και έμμεσα όλα τα υπόλοιπα νομίσματα, μέσω της σταθερής τους σχέσης με το κυρίαρχο νόμισμα της εποχής. Η συνθήκη του Bretton-Woods διατηρήθηκε για όσο διάστημα ο χρυσός που κατείχε το αμερικάνικο κράτος εγγυούταν την αποπληρωμή του αμερικάνικου δημόσιου χρέους σε σταθερό νόμισμα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 όμως, για πρώτη φορά, έγινε φανερό ότι οι βραχυχρόνιες δανειακές υποχρεώσεις των ΗΠΑ ξεπερνούσαν τα αποθέματα της χώρας σε χρυσό . από την ώρα που διαπιστώθηκε ότι η κατάσταση αυτή δεν ήταν αναστρέψιμη, λόγω του παθητικού ισοζυγίου πληρωμών της Αμερικής, η κατάρρευση του «βασιλιά δολαρίου» ήταν απλώς θέμα χρόνου. Στις 15 Αυγούστου 1971, ο πρόεδρος Νίξον ανακοίνωσε το τέλος της συνθήκης που ρύθμιζε τα μεταπολεμικά νομισματικά πράγματα: το δολάριο έπαυε να είναι μετατρέψιμο σε χρυσό, η αμερικάνικη κυβέρνηση μπορούσε πλέον να εκδίδει υποτιμημένα δολάρια για την αποπληρωμή του χρέους και την κάλυψη των δαπανών της (κυρίως του πολέμου του Βιετνάμ) και ο κόσμός έπρεπε να ξεχάσει την μεταπολεμική νομισματική σταθερότητα . ταυτόχρονα, ξεχάστηκαν και οι αρχές της ελευθερίας του εμπορίου, καθώς επιβάλλονταν βαρύτατοι δασμοί στα εισαγόμενα στην Αμερική εμπορεύματα. Το τέλος της εποχής του Bretton-Woods αναγνωρίστηκε και επίσημα με την λεγόμενη Σμιθσόνια Συμφωνία (από το ομώνυμο ινστιτούρο στην Ουάσιγκτον), τον Δεκέμβριο του ίδιου έτος. Εκεί, οι σύμμαχοι των ΗΠΑ αποδέχθηκαν την υποτίμηση του δολαρίου (πλέον μία ουγκιά χρυσού θα ισοδυναμούσε με 38 αντί για 35 δολάρια) με αντάλλαγμα την μη επιβολή δασμών στα εισαγόμενα από την Ευρώπη και την Ιαπωνία προϊόντα. Η συμφωνία αυτή όμως, που επέμενε στην σταθερότητα των συναλλαγματικών ισοτιμιών, δεν μπόρεσε να διατηρηθεί ούτε δύο χρόνια, και κατέρρευσε τον Μάρτιο του 1973. Πλέον, η κάθε κυβέρνηση καθόριζε την ισοτιμία του νομίσματός της με βάση τα δεδομένα του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας της, και τις κινήσεις κεφαλαίων. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, αντίθετα με τα υπόλοιπα δυτικά νομίσματα, η δραχμή διατήρησε σταθερή ισοτιμία έναντι του δολαρίου, με αποτέλεσμα στην Στην Αφρική, το κατά κεφαλήν ΑΕγΠ αυξάνει κάθε χρόνο αυτή την περίοδο κατά 2%: Maddison. 391


145 πράξη να υποτιμηθεί έναντι των άλλων νομισμάτων. Η επαναφορά στις προηγούμενες ισοτιμίες έγινε με καθυστέρηση, μόλις τον Οκτώβρη του 1973, οπότε και η δραχμή υποτιμήθηκε κατά 10% έναντι του αμερικάνικου νομίσματος.

περιγράφοντας την μεταπολεμική ανάπτυξη της χώρας του, αλλά η έκφραση θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί συνολικά για ολόκληρη την Ευρώπη, τόσο την Δυτική, όπου ο ετήσιος κατά κεφαλήν ρυθμός ανάπτυξης, μεταξύ 1950-73, ήταν 4%, όσο και των χωρών της σοσιαλιστικής οικονομίας, που δεν τα πήγαν καθόλου άσχημα βλέποντας το αντίστοιχο ποσοστό να ανεβαίνει στο 3,5%. 392 Πολλοί παράγοντες συνέβαλαν στην παγκόσμια μεταπολεμική ανάπτυξη μεταξύ των οποίων η σταθερότητα στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις, που έγινε κατορθωτή χάρη στην Συμφωνία του Bretton Woods, κατείχε αναμφίβολα σημαντική θέση. Η ευρωπαϊκή ανάπτυξη όμως, πέρα από την συνθήκη του Bretton Woods οφείλεται και σε άλλους λόγους: ΚΑΤΑ ΚΕΦΑΛΗΝ ΑΕγΠ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΧΩΡΩΝ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΗΠΑ: 1951 (ΗΠΑ = 100) 80,0 70,0 60,0 50,0 40,0 30,0 20,0 Πορτογαλία

Ισπανία

Ελλάδα

Ιταλία

Γερμανία

Γαλλία

0,0

Αγγλία

10,0

Σε δολάρια διεθνούς αγοραστικής δύναμης και τιμές 1990. Maddison.

α) η διαφορά στην παραγωγικότητα της εργασίας ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, όπως σε πολύ αδρές γραμμές αντικατοπτρίζεται στην διαφορά του κατά κεφαλήν ΑΕγΠ, ήταν τόσο σημαντική που και μόνο η μεταφορά και ενσωμάτωση της αμερικανικής τεχνολογίας στα ευρωπαϊκά οικονομικά συστήματα θα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγής. 393 Η Ευρώπη δεν είχε παρά να ακολουθήσει τον αμερικάνικο δρόμο, πραγματοποιώντας ουσιαστικά μια εκτατικού τύπου ανάπτυξη, πράγμα που έκανε.394 Αυτό βέβαια

Από 1,5% την περίοδο 1913-50: Maddison. Maddison, σ. 131. 394 Eichengreen 2007, σ. 5. 392 393


146 προϋπέθετε επενδύσεις, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο δαπανηρές, το μοντέλο όμως προϋπήρχε και δεν χρειαζόταν τα το εφεύρει. β) στην αλλαγή, μετά τα καταστροφικά διδάγματα του μεσοπολέμου, των απόψεων για την σχέση κράτους και οικονομίας. Σε όλες σχεδόν τις χώρες το καθεστώς που επικράτησε ήταν αυτό της μεικτής οικονομίας, 395 με το κράτος να αναλαμβάνει τις πραγματοποίηση των απαραίτητων υποδομών αλλά επίσης, να παρεμβαίνει δημιουργώντας δικές του παραγωγικές μονάδες στους τομείς τους οποίους ο ιδιωτικός τομέας αδυνατούσε να διαχειριστεί αποτελεσματικά. Στην Βρετανία αμέσως μετά τον πόλεμο, η εργατική κυβέρνηση κρατικοποίησε ολόκληρους κλάδους της εθνικής οικονομίας όπως τα πετρέλαια, τους σιδηροδρόμους, την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας . στην Γαλλία, η συνεχής εξάπλωση του κράτους είχε ως αποτέλεσμα στα μέσα της δεκαετίας του 1980, ο δημόσιος τομέας να ελέγχει πάνω από το μισό του κεφαλαίου όλων των ανωνύμων εταιρειών, στις οποίες απασχολούταν το 1/4 του συνόλου του εργατικού δυναμικού.396 γ)το κύριο όμως στοίχημα, το οποίο κερδήθηκε σε μεγάλο βαθμό, ήταν η δημιουργία συναίνεσης γύρω από την κατανομή των ωφελειών που θα προέκυπταν από την οικονομική ανάπτυξη. Απλοποιώντας: το κράτος ελέγχοντας τα οικονομικά του σύνορα, όφειλε να διατηρεί την ενεργό ζήτηση σε τέτοιο ύψος ώστε να περιορίσει, αν ήταν δυνατόν μάλιστα να εξαλείψει, την ανεργία. συγχρόνως οι εργαζόμενοι έπρεπε να περιορίσουν τις διεκδικήσεις τους στο επίπεδο της αύξησης της παραγωγικότητας, ώστε οι επιχειρήσεις να πραγματοποιούν κέρδη τα οποία με την επανεπένδυσή τους θα οδηγούσαν στην αύξηση της παραγωγής. Υπήρχε βέβαια πάντοτε ο κίνδυνος τα κέρδη να κατέληγαν απλώς στην αύξηση της περιουσίας των ιδιοκτητών των επιχειρήσεων, αλλά αυτή η εκδοχή περιοριζόταν με την θεσμοθετημένη παρουσία εκπροσώπων των εργαζομένων στις μεγάλες παραγωγικές μονάδες. Αυτό το σχήμα λειτούργησε ικανοποιητικά: ήταν η «χρυσή εποχή του εθνικού καπιταλισμού ή η εποχή του Keynes», όπως γράφει ο Desai.397 Στην Δυτική Γερμανία οι πραγματικές αμοιβές αυξήθηκαν κατά 6% τον χρόνο κατά την δεκαετία του ’50, στην Γαλλία κατά 4% μεταξύ 1948-73, στην Βρετανία κατά 2,8% το ίδιο διάστημα.398 Αλλά πέρα από τις –σημαντικότατες- αυξήσεις στους μισθούς, η ευημερία αυξήθηκε και μέσω της δημιουργίας ενός κράτους πρόνοιας που συμμετείχε στην χρηματοδότηση των συνταξιοδοτικών προγραμμάτων, ανέλαβε την εξάπλωση των εκπαιδευτικών δικτύων σε ομάδες του πληθυσμού οι οποίες μέχρι τότε ήταν αποκλεισμένες από αυτά, και συνέβαλε στην δημιουργία ενός κλίματος ασφάλειας με την καθιέρωση συστημάτων υγείας. Προϋπόθεση βέβαια για την λειτουργία και την επέκταση του κράτους πρόνοιας ήταν η

Hobsbawm, σ. 344. Berend, σ. 218. 397 σ. 323. 398 Beaud, σ. 316. 395 396


147 διαθεσιμότητα των αναγκαίων πόρων μέσω της φορολογίας, και άρα η οικονομική ανάπτυξη. Είναι μέσα σε αυτό το πλαίσιο, που πραγματοποιήθηκε η ελληνική οικονομική απογείωση της δεκαετίας του ’50 και του ’60. Και όπως θα δούμε, ωφελήθηκε από την παγκόσμια ανάπτυξη της εποχής με τρεις τουλάχιστον τρόπους: την απορρόφηση των υποαπασχολούμενων εργατικών χεριών μέσω της μετανάστευσης, την ανάπτυξη του τουρισμού και την συμμετοχή του ελληνόκτητου στόλου στις ολοένα και αυξανόμενες θαλάσσιες μεταφορές. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με την σειρά.

ΙVβ: Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 1. ΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΜΕΓΕΘΗ Την εικοσαετία 1953-72 το ΑΕγΠ, σε σταθερές τιμές, αυξάνεται από 64 σε 216 δις δραχμές, ενώ ο πληθυσμός από 7,6 σε 8,8 εκατομμύρια, με αποτέλεσμα το κατά κεφαλήν εγχώριο προϊόν σχεδόν να τριπλασιαστεί. Η μέση ετήσια αύξηση του ΑΕγΠ έφθασε το 6,6% και ήταν η μεγαλύτερη στον κόσμο, μετά από αυτήν της Ιαπωνίας της οποίας το εγχώριο προϊόν αναπτυσσόταν με 8% στο ίδιο διάστημα. Τέτοιους ρυθμούς ανάπτυξης δεν είχε γνωρίσει μέχρι τότε η ελληνική κοινωνία, η οποία μετασχηματίσθηκε στην κυριολεξία μέσα σε μία γενιά. Αν θα έπρεπε να ορίσουμε ένα έτος ως σύμβολο αυτής της περιόδου αυτό θα έπρεπε να είναι το 1970 γιατί τότε, για πρώτη φορά, η αξία της βιομηχανικής παραγωγής ξεπέρασε εκείνη του πρωτογενούς τομέα. Η Ελλάδα γίνεται βιομηχανική χώρα, και βέβαια εξηλεκτρίζεται μιας και αυτά τα δύο πάνε μαζί, τουλάχιστον στον 20ο αιώνα. Δεν είναι όμως μόνο αυτά: συγχρόνως πραγματοποιούνται έργα υποδομής, βελτιώνονται οι μεταφορές και μειώνεται το κόστος τους, χτίζονται καινούργια σπίτια... Τα μόνα μελανά σημεία, αν μείνουμε στον πίνακα της επόμενης σελίδας, είναι η μειωμένη ανάπτυξη της δημόσιας διοίκησης, και η χαμηλή συμμετοχή των υπηρεσιών της υγείας και της παιδείας στο συνολικό προϊόν. θα δούμε ότι υπήρχαν κι άλλα. Προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη ήταν οι επενδύσεις, μιας και το εν δυνάμει εργατικό δυναμικό, έστω και ανειδίκευτο, υπήρχε . άλλωστε, η μεταπολεμική ζήτηση εργατικού δυναμικού από τις βιομηχανίες, ανειδίκευτους εργάτες ήταν που κυρίως γύρευε.399 Οι επενδύσεις λοιπόν απογειώθηκαν μεταξύ του 1953-72, τόσο σε απόλυτους, όσος και σε σχετικούς όρους: επταπλασιάστηκαν σε σταθερές τιμές, με τις δημόσιες επενδύσεις να αυξάνονται ελαφρώς περισσότερο από τις ιδιωτικές και να αποτελούν το 1972 το 1/3 του συνόλου, ενώ οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου ως ποσοστό του ΑΕγΠ διπλασιάστηκαν φθάνοντας από το 15 στο 30%. Το ποσοστό αυτό είναι μικρότερο μόνο από το αντίστοιχο της Ιαπωνίας (37%) και της Αυστρίας (32%), το εντυπωσιακό στην περίπτωση της χώρας μας όμως είναι η αύξησή του, ιδιαίτερα

399

Eichehgreen 2007, σ. 28.


148 στην δεκαετία του ’60: από 19 περνά στο 28%, ενώ το αντίστοιχο των άλλων χωρών της Νότιας Ευρώπης μένει ουσιαστικά στάσιμο. 400

ΠΙΝΑΚΑΣ 2 ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟ ΕΓΧΩΡΙΟ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ: 1953 & 1972 (εκ. σε σταθ. τιμές 1958)

1. Γεωργία - Δάση - Αλιεία Γεωργία - Κτηνοτροφία Δάση Αλιεία 2. Ορυχεία 3. Μεταποίηση Τρόφιμα - Ποτά - Καπνός Υφαντουργία Ενδυση - Υπόδηση Ξύλου και επίπλων Χάρτου, εκδόσεων, εκτυπ. Χημικά Μη μεταλλικών ορυκτών Μεταλλουργία Μηχανολ. & επεξ.μετάλλου Μεταφορικών μέσων Διάφορες 4. Επιχ. Ηλεκτρισμού - Υδατος 5. Κατασκευές 6. Μεταφορές και Επικοινωνίες Θαλ. Μεταφορές Σιδηρόδρομοι Άλλες Μεταφορές αποθηκεύσεις Επικοινωνίες 7. Εμπόριο 8. Πίστη - Ασφαλίσεις Κτηματικές Επιχειρήσεις 9. Κατοικίες 10. Δημόσια Διοίκηση & Ασφάλεια Διοίκηση Ασφάλεια 11. Υγεία - Εκπαίδευση Υγεία Εκπαίδευση

1953 (α) 20.596 19.490 761 345 557 8.767 2.399 1.654 1.553 408 341 446 508 62 990 190 216 580 2.787 3.946 554 218

1972 (β) 35.196 33.424 794 978 2.917 51.623 7.821 7.799 4.106 3.259 2.256 6.830 4.893 5.318 6.749 1.642 950 5.367 19.243 19.563 2.391 459

(β) / (α) 1,7 1,7 1,0 2,8 5,2 5,9 3,3 4,7 2,6 8,0 6,6 15,3 9,6 85,8 6,8 8,6 4,4 9,3 6,9 5,0 4,3 2,1

1972% 16,2 15,4 0,4 0,5 1,3 23,8 3,6 3,6 1,9 1,5 1,0 3,2 2,3 2,5 3,1 0,8 0,4 2,5 8,9 9,0 1,1 0,2

2.636 538 6.602

12.525 4.188 24.830

4,8 7,8 3,8

5,8 1,9 11,5

1.551 6.889

4.608 18.240

3,0 2,6

2,1 8,4

5.685 3.042 2.643 2.217 882 1.335

9.257 5.589 3.668 8.710 4.250 4.460

1,6 1,8 1,4 3,9 4,8 3,3

4,3 2,6 1,7 4,0 2,0 2,1

ΒΙΟΜΗΧ %

100,0 15,2 15,1 8,0 6,3 4,4 13,2 9,5 10,3 13,1 3,2 1,8

Της Ιταλίας μειώνεται από 21 σε 19%, της Ισπανίας αυξάνεται από 19 σε 20%, της Πορτογαλίας από 18 σε 21%: Μπαμπανάσης – Σούλας, σ. 37. 400


149 12. Διάφορες Υπηρεσίες 13. Ακαθ. Εγχώριο Προϊόν 14. Καθαρό Εισόδημα εκ της αλλοδαπής 15. Ακαθ. Εθνικό Εισόδημα

4.293

17.077

4,0

7,9

64.470

216.631

3,4

100,0

597 61.679

8.508 225.139

14,3 3,7

3,9 103,9

ΕΣΥΕ

ΠΙΝΑΚΑΣ 2α AΚΑΘΑΡΙΣΤΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΠΑΓΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ (εκ. σε σταθ. τιμές 1958) 1953 9.467 14,7

1972 67.436 31,1

1972%

ΣΥΝΟΛΟ (α) (α) % ΑΕγΠ Ιδιωτικές Δημόσιες

6.768 2.699

45.162 22.274

67,0 33,0

Γεωργία, Κτηνοτροφία κλπ Μεταλλεία, Ορυχεία Βιομηχανία Ενέργεια Μεταφορές, Επικοινωνίες Κατοικίες Δημόσια Διοίκηση Άλλες δραστηριότητες

743 134 1.167 1.037 776 4.087 439 1.084

7.471 1.030 7.815 5.613 13.843 22.504 635 8.525

11,1 1,5 11,6 8,3 20,5 33,4 0,9 12,6

ΕΣΥΕ

Αι οργανικαί αδυναμίαι της ελληνικής οικονομίας (Από υπόμνημα της ελληνικής προς την αμερικανική κυβέρνηση – 1956) Η επιτευχθείσα βελτίωσις είναι ασταθής λόγω βασικών αδυναμιών της ελληνικής οικονομίας, αίτινες εισέτι δεν εθεραπεύθησαν. Είναι δε αύται αι εξής: α. Μεγάλη πυκνότης του πληθυσμού εν σχέσει με το καλλιεργούμενον έδαφος και ταχύς ρυθμός αυξήσεως του πληθυσμού. β. Μεγάλη υποαπαχόλησις εις την γεωργίαν και ανεργία εις τα αστικά επαγγέλματα. γ. Χαμηλόν κατά κεφαλήν εισόδημα, το χαμηλότερον εξ όλων των ελευθέρων χωρών της Ευρώπης. Το κατά κεφαλήν εισόδημα ανέρχεται εις 190 δολλάρια περίπου έναντι 277 της Πορτογαλλίας, 340 της Ιταλίας, 630 της Γαλλίας, 759 της Ολλανδίας, 1043 της Δανίας και 1803 των ΗΠΑ κατά το έτος 1954. δ. Χαμηλόν βιοτικόν επίπεδον. Αρκεί να σημειωθή ότι το 60% περίπου των δαπανών διατίθεται δια την διατροφήν, ενώ εις τας άλλας δυτικάς χώρας το ποσοστόν τούτο δεν υπερβαίνει το 35%. ε. Υπέρμετρος επιβάρυνσις του προϋπολογισμού λόγου του ύψους των στρατιωτικών δαπανών. Σημειωτέον ότι μέγα μέρος των στρατιωτικών δαπανών διατιθεμένων δια την κοινήν ασφάλειαν του ελευθέρου κόσμου, αντιμετωπίζεται ήδη δια δανείων, πράγμα


150 όπερ είναι, από οικονομικής απόψεως, απαράδεκτον διά πάσαν χώραν, ιδία δε διά μίαν ασθενή οικονομίαν. στ. Μόνιμως ελλειμματικότης του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών και ευπάθεια αυτού οφειλόμενη εις το γεγονός ότι αι μεν εισαγωγαί αποτελούνται κυρίως από είδη πρώτης ανάγκης και πρώτας ύλας, ενώ αι εξαγωγαί αποτελούνται από ημιτελή προϊόντα δυσχερούς τοποθετήσεως. Αρχείο Κ. Καραμανλή, τ. Β΄, σ. 257.

2. Η ΣΥΝΔΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ Ένα από τα σημαντικότερα οικονομικά γεγονότα της περιόδου 1953 – 1972 ήταν, αν και κρίνοντας εκ των υστέρων, η Συμφωνία Σύνδεσης με την ΕΟΚ, το 1961. Η ίδια η συμφωνία μικρές επιπτώσεις είχε εκείνα τα χρόνια . άλλωστε, η ισχύς της ανεστάλη μετά το χουντικό πραξικόπημα. Προέβλεπε την άμεση κατάργηση των δασμών για τα ελληνικά προϊόντα που εισάγονταν στις χώρες της Κοινότητας και αντίστοιχα την αργή μείωση των δασμών για τα ευρωπαϊκά προϊόντα που εισάγονταν στην Ελλάδα. Περισσότερο, για την εποχή, ενδιαφέρον είχε ο διάλογος που ακολούθησε αυτή την επιλογή της κυβέρνησης Καραμανλή. Από την μια λοιπόν, έχουμε τον αρμόδιο υπουργό και οικονομολόγο Παναγή Παπαληγούρα, να δηλώνει ότι «ο εκσυγχρονισμός της οικονομίας μας (...) είναι απλούστατα, εντός της στενής περιοχής της ελληνικής αγοράς, ανέφικτος. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον επεδιώξαμεν την ταχυτέραν δυνατήν σύνδεσιν της χώρας με την Κοινότητα». Άλλοι πάντως, όπως το Κέντρο Οικονομικών Μελετών, επίσημο συμβουλευτικό όργανο της κυβέρνησης, ήταν λιγότερο αισιόδοξοι: «Η παρούσα σύνδεση και η προσδοκώμενη πλήρης προσχώρηση της Ελλάδας στην ΕΟΚ δεν θα βοηθούσε στην προαγωγή της οικονομικής ανάπτυξης» γράφεται σε μια μελέτη που εξέδωσε το 1961. Ο Α. Αγγελόπουλος υποστήριξε ότι το τελικό αποτέλεσμα της Σύνδεσης θα ήταν η αύξηση των εισαγωγών χωρίς παράλληλη αύξηση και των ελληνικών εξαγωγών προς την Ευρώπη, μιας και η βιομηχανία μας ήταν ιδιαίτερα αδύναμη και επιβίωνε μόνο χάρη στην δασμολογική προστασία. Ο Ηλίας Ηλιού, ηγέτης της αριστεράς, κατακεραύνωνε στο κοινοβούλιο την Συμφωνία που θα είχε ως συνέπεια την υπαγωγή της οικονομίας στα ευρωπαϊκά μονοπώλια.401 Αν τοποθετηθούμε στην ατμόσφαιρα της εποχής, θα έλεγε κανείς πως οι ευρωσκεπτικιστές είχαν δίκιο και πως το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης βιαζόταν. Η διαφορά ανάμεσα στον δευτερογενή τομέα της ελληνικής και των ευρωπαϊκών οικονομιών ήταν τόσο μεγάλη, που ήταν σίγουρο ότι η ελληνική Έγραφε σε μελέτη του, ο συνήθως ήπιος στις διατυπώσεις Ηλιού: ότι «η τυχόν ενσωμάτωσις της χώρας (...) εις την τροχιάν της δυτικοευρωπαϊκής Κοινής Αγοράς αποτελεί τον μεγαλύτερον κίνδυνον δια τον ελληνικόν λαόν και πρόκειται ν’ αποβή, αν τελικά επραγματοποιείτο γεγονός τόσον ολέθριον δια την Ελλάδα, όσον η μικρασιατική καταστροφή ή η γερμανοϊταλοβουλγαρική κατοχή»: Τρίκκας, τ.Α΄, σ. 487. 401


151 βιομηχανία θα αντιμετώπιζε προβλήματα κατά την ένταξη. Όμως, «η Ελλάς επιδιώκει την σύνδεσιν της με την Κοινήν Αγοράν όχι δια να επιτύχη οικονομικά οφέλη, αλλά δια να αποφύγη την οικονομικήν της απομόνωσιν και δια να έχη εξασφάλισιν έναντι των πολιτικών κινδύνων, τους οποίους συνεπάγεται η περαιτέρω ανάπτυξις του εμπορίου της με τας ανατολικάς χώρας», έγραφε ο Economist, τον Φεβρουάριο 1961.402 Κάτι, που ο Η. Ηλιού καταλάβαινε πολύ καλά.

3. ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΑΣΤΙΚΟΣ, ΗΜΙΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ: 1951 – 1971 ( σε χιλ.) % ΣΥΝΟΛΟΥ 1951 1961 1971 1951 1961 1971 Αστικός 2.879 3.628 4.667 37,7 43,3 53,2 Αθήνα (α) 1.378 1.852 2.540 18,1 22,1 29,0 Θεσσαλονίκη (α) 302 380 557 4,0 4,5 6,4 Πάτρα (α) 94 103 120 1,2 1,2 1,4 Ημιαστικός 1.130 1.085 1.019 14,8 12,9 11,6 Αγροτικός 3.622 3.674 3.081 47,5 43,8 35,1 ΣΥΝΟΛΟ 7.631 8.387 8.767 100,0 100,0 100,0 (α): πολεοδομικό συγκρότημα. ΕΣΥΕ

ΜΕΙΩΣΗ ΤΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΝΟΜΟΥ, 1971/61 (% ) 40,0 35,0 30,0 25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0 Δράμα

Ευρυτανία

Φλώρινα

Θεσπρωτία

Κεφαλληνία

Χουλιαράκης

α) η εκβιομηχάνιση δεν πραγματοποιείται με τον πληθυσμό να μένει σταθερός στα χωριά του, όταν μάλιστα υποαπασχολείται. Στα τέλη της δεκαετίας του ’40 402

Καραμανλής, τ. Δ΄, σ. 523.


152 όπως είδαμε,403 οι αγρότες στην Κρήτη λόγω της μικρής έκτασης του κλήρου τους εργάζονταν λιγότερες από τις μισές μέρες του χρόνου . μια άλλη μελέτη, που αναφέρεται στην Θεσσαλία και πραγματοποιήθηκε είκοσι χρόνια αργότερα, υπολογίζει το πλεονάζον εργατικό δυναμικό στην λεκάνη του Πηνειού στο 30% του συνόλου.404 Όμως, για να γίνει κατορθωτή σε σταθερή βάση οποιαδήποτε ανάπτυξη έπρεπε ο πλεονάζον αυτός πληθυσμός να εγκαταλείψει την ύπαιθρο, και να τροφοδοτήσει με εργατικό δυναμικό την βιομηχανία στις πόλεις, κάτι που

Η ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ: 1965 – 1971 (οι αριθμοί δείχνουν χιλιάδες μεταναστών) ΑΘΗΝΑ 117 ΘΕΣ/ΝΙΚΗ 38 ΥΠΑΙΘΡΟΣ 310

ΠΑΤΡΑ 7 ΑΛΛΕΣ ΠΟΛΕΙΣ 93 ΗΜΙΑΣΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 53

ΕΣΥΕ

πράγματι συνέβη, ιδιαίτερα κατά την δεκαετία του ’60.405 Το 1970, πάνω από το μισό των κατοίκων της χώρας είχε πια εγκατασταθεί στον αστικό χώρο, ενώ στο πολεοδομικό συγκρότημα της Αθήνας βρισκόταν το 30% του πληθυσμού. Ο αγροτικός πληθυσμός αντίθετα, ανάμεσα στις απογραφές 1951-71, είχε μειωθεί από το 47 στο 35% του συνόλου, σε ορισμένους νομούς όμως, τους πιο φτωχούς, η εγκατάλειψη των χωριών παίρνει τον χαρακτήρα πραγματικής φυγής: η μείωση, μόνο στην δεκαετία του ’60 φτάνει το 35% στην Δράμα, το 30% στην Ευρυτανία, είναι μεγαλύτερη από 25% στην Φλώρινα, την Θεσπρωτία και την Κεφαλονιά. Η αναλυτική καταγραφή του αγροτικού πληθυσμού που εξέδωσε ο Χουλιαράκης δείχνει τα χωριά να αδειάζουν, μια πρόχειρη ματιά όμως δείχνει ότι, τουλάχιστον μέχρι το 1970, σπάνια ερημώνονται. Εδώ, σ. 109. Sivignon, σ. 446. 405 Η δεύτερη απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη είναι βέβαια η ύπαρξη στα αστικά κέντρα κεφαλαίου πρόθυμου ή αναγκασμένου να επενδυθεί στον δευτερογενή τομέα προκειμένου να καταστεί κερδοφόρο. θα δούμε λίγο παρακάτω τον ρόλο της ΤτΕ στο τελευταίο ζήτημα. 403 404


153 Οι περισσότεροι από όσους έφυγαν από την ύπαιθρο αλλά έμειναν στην χώρα κατευθύνθηκαν προς την Αθήνα, χωρίς όμως αυτή η επιλογή να αποτελεί μονόδρομο. Εκτός από τα μεγάλα αστικά κέντρα βλέπουμε τους χωρικούς να κατευθύνονται επίσης και σε άλλες πόλεις, ακόμα και σε οικισμούς ο πληθυσμός των οποίων δεν υπερβαίνει τους 10.000 κατοίκους. Η οικονομική ανάπτυξη δημιουργούσε νέες ευκαιρίες απασχόλησης σε περιοχές που μια εικοσαετία νωρίτερα έμεναν στάσιμες ή έφθιναν, όπως στο Λαύριο που μελέτησε η Γεωργία Πετράκη. Εκεί, η ίδρυση της κλωστοϋφαντουργίας Αιγαίον το 1954 δημιούργησε αρχικά 500 θέσεις απασχόλησης, που είχαν διπλασιαστεί το 1970, και η εργοδοσία έπρεπε να ψάχνει στα χωριά της Θεσσαλίας για να βρει το απαραίτητο εργατικό δυναμικό.406 β) ο λόγος για τον οποίο το Αιγαίον, αλλά προφανώς και άλλες βιομηχανίες, δυσκολεύονται να βρουν το προσωπικό που χρειάζονται είναι γιατί από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 οι έλληνες αρχίζουν να εγκαταλείπουν την χώρα τους: ανάμεσα στο 1955 και το 1977 πάνω από 1,2 εκατομμύρια άνθρωποι, το 10% του συνολικού πληθυσμού σύμφωνα με την απογραφή του 1961, θα φύγουν από την Ελλάδα για το εξωτερικό γυρεύοντας εργασία. Αυτό το μεταναστευτικό ρεύμα είναι τόσο σε απόλυτους όσο και σε σχετικούς αριθμούς κατά πολύ μεγαλύτερο από το αντίστοιχό των αρχών του 20ου αιώνα, που κατευθυνόταν κυρίως προς τις ΗΠΑ.407

ΜΟΝΙΜΟΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ: 1955-77 (σε χιλ.) 140

1.400

120

1.200

100

1.000

80

800

60

600

40

400

20

200

ΑΘΡΟΙΣΤΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ

1977

1975

1973

1971

1969

1967

1965

1963

1961

1959

1957

0 1955

0

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ

Ως «μόνιμοι μετανάστες» καταγράφονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες εκείνοι που δηλώνουν ότι σκοπεύουν να παραμείνουν στο εξωτερικό για ένα τουλάχιστον έτος. Παράλληλα είχαμε και τους «προσωρινώς μεταναστεύοντες», πρακτικά τους ναυτικούς. ΕΣΥΕ.

β1) ποιές ήταν οι περιοχές που τροφοδότησαν την εξωτερική μετανάστευση; Αν και το φαινόμενο δεν άφησε καμία περιοχή ανέγγιχτη, οι διαστάσεις του διαφέρουν σημαντικά αν πάρουμε ως μονάδα βάσης τις περιφέρειες: από την 406 407

Πετράκη, σ. 71. Μεταξύ 1900 – 1930, η υπερωκεάνια μετανάστευσή έφθασε τις 460 χιλιάδες: ΕΣΥΕ.


154 βόρεια Ελλάδα (Μακεδονία, Ήπειρος, Θράκη) μετανάστευσε το 15% του συνολικού πληθυσμού. στο άλλο άκρο η Στερεά Ελλάδα και η Εύβοια δεν είδαν να φεύγει για το εξωτερικό παρά το 3% του πληθυσμού τους, ίσως γιατί το πολεοδομικό συγκρότημα της Αθήνας ήταν δίπλα.408 ΟΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΟΧΕΣ: 1961 – 1970 (σε χιλ.)

ΣΥΝΟΛΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΘΡΑΚΗ ΗΠΕΙΡΟΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΙΟΝΙΑ ΝΗΣΙΑ ΝΗΣΙΑ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑ ΚΡΗΤΗ ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ - ΕΥΒΟΙΑ

ΠΛΗΘΥΣΜΟ Σ 1961 8.388 356 352 1.896 212 477 1.096 1.852 689 483 970

ΑΡΙΘΜΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ 1961/70 829,8 56,1 54,7 286,6 23,8 45,7 85,2 132,1 45,8 25,1 33,0

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ % ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ 9,9 15,7 15,5 15,1 11,2 9,6 7,8 7,1 6,6 5,2 3,4

ΕΣΥΕ

ΜΟΝΙΜΩΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΑΝΤΕΣ ΚΑΤΆ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: 1968 - 1973 ΣΥΝΟΛΟ (χιλ.)

ΠΟΣΟΣΤΟ %

Επιστήμονες και βοηθοί Διευθύνιντες και ανώτερα διοικητικά στελέχη

4,0

1,1

0,3

0,1

Υπάλληλοι γραφείου

4,1

1,2

Εμποροι, πωλητές

4,4

1,2

95,2

26,9

4,9

1,4

58,1

16,4

4,9

1,4

6,2

1,7

Χωρίς επάγγελμα

172,4

48,6

ΣΥΝΟΛΟ

354,5

100,0

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ

Γεωργοί - Κτηνοτρόφοι Εργαζόμενοι σε μεταφορές και επικοινωνίες Βιοτέχνες, τεχνίτες, εργάτες βιομηχανίας - βιοτεχνίας Απασχολούμενοι στις υπηρεσίες Μη δυνάμενοι να καταταγούν κατά επάγγελμα

ΕΣΥΕ Οι διαφορές μεγαλώνουν βέβαια αν περάσουμε σε επίπεδο νομού: από την Φλώρινα, την Θεσπρωτία και την Δράμα έφυγε για το εξωτερικό το 30% των ανθρώπων τους στην δεκαετία 61-70. 408


155

β2) μετανάστευαν βέβαια κυρίως άνδρες, αλλά και το ποσοστό των γυναικών στο σύνολο δεν ήταν μικρό: σε κάθε επτά άνδρες που έφυγαν από την χώρα το διάστημα 1956 – 1977, αντιστοιχούσαν πέντε γυναίκες.409 Αν και, όπως θα δούμε, κάποιοι από αυτούς επέστρεψαν πίσω κατά την διάρκεια της δεκαετίας του ’70, την ώρα που έφευγαν η μεγάλη τους πλειονότητα σκόπευε να παραμείνει αν όχι «μονίμως», σίγουρα πάντως για μεγάλο χρονικό διάστημα στην χώρα υποδοχής. β3) οι μετανάστες προέρχονταν τόσο από τον αγροτικό, όσο και από τον αστικό χώρο, αν κρίνουμε από το επάγγελμα που ασκούσαν μέχρι τότε: ένας στους τέσσερις ήταν αγρότης, ένας στους έξι δούλευε σε κάποια βιομηχανία ή βιοτεχνία. Το μεγαλύτερο ποσοστό όσων δήλωναν ανεπάγγελτοι ήταν γυναίκες (77%), δεν γνωρίζουμε όμως αν θα έβγαιναν στην αγορά εργασίας στον καινούργιο τόπο διαμονής τους.

ΤΟΠΟΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΥ ΕΛΛΗΝΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ 1955 - 1977

ΑΛΛΟΥ 16%

ΗΠΑ 12% ΚΑΝΑΔΑΣ 7% ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ 14%

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 51%

ΕΣΥΕ

β4) ποίος ήταν αυτός; Για τους μισούς η Δυτική Γερμανία, η οποία είχε απόλυτη ανάγκη από επιπλέον εργατικό δυναμικό για την ακμάζουσα βιομηχανία της, 410 καθώς μάλιστα η ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου, το 1961, έκανε απαγορευτική την μετακίνηση εργατών από την ανατολική πλευρά της. Εκτός όμως από την Γερμανία, ένας στους τρεις έλληνες μετανάστες κατευθύνθηκε προς την Αυστραλία, τις ΗΠΑ και τον Καναδά. β5) θα ήταν πολύ δύσκολο να υπερτιμήσει κανείς τις συνέπειες του μεταναστευτικού ρεύματος στην ελληνική οικονομία αλλά και στις νοοτροπίες των ανθρώπων, τόσο αυτών που έφυγαν, όσο και αυτών που έμειναν πίσω. Οι Ακριβέστερα, σε ένα σύνολο 1.224.000 μεταναστών έχουμε 711.000 άνδρες και 513.000 γυναίκες. 410 Η διαχείριση (και) του ελληνικού μεταναστευτικού ρεύματος έγινε από την Γερμανία με απόλυτη επιτυχία, μετά μάλιστα την υπογραφή της αντίστοιχης συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών: Βεντούρα, σ. 81. 409


156 μετανάστες δεν γλύτωναν μόνο από την υποαπασχόληση στα χωριά ή την ανεργία στις πόλεις, αλλά επίσης αμείβονταν με μισθούς που δεν είχαν σχέση με την ελληνική πραγματικότητα. Σύμφωνα με τον Kotzamanis η ωριαία αμοιβή ενός εργαζόμενου στην γερμανική βιομηχανία ήταν σε απόλυτα μεγέθη, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, σχεδόν τρεις φορές μεγαλύτερη από αυτήν του έλληνα συναδέλφου του. 411 το 1956, σε μια επίσημη έκθεση της Ομοσπονδίας των Βελγικών Ανθρακωρυχείων επισημαίνεται ότι το κατώτερο ημερομίσθιο του ανειδίκευτου ανθρακωρύχου ανερχόταν σε 126 δρχ., ενώ αυτό των εργαζομένων στα ελληνικά ανθρακωρυχεία σε 40.412 Αυτό το ύψος των αμοιβών επέτρεπε στους μετανάστες να στέλνουν ένα τμήμα του μισθού τους πίσω, για την ενίσχυση των συγγενών τους που είχαν μείνει στα χωριά, ή να το καταθέτουν στις τράπεζες προετοιμάζοντας ενδεχομένως την επιστροφή τους. Στα χρόνια 1961-70, το μεταναστευτικό συνάλλαγμα έφθανε κάθε χρόνο κατά μέσο όρο το 3,8% της αξίας του εγχώριου προϊόντος.413

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΗΣΗ 1968 - 1977 100 90 80 70 60 50 40 30 20 10 0

ΜΕΤΑΝΑ ΣΤΕΣ ΠΑΛΙΝΝΟ ΣΤΟΥΝΤ ΕΣ

1968 1969 1970 1971 1972 1973 1974 1975 1976 1977

Οι αριθμοί σε χιλιάδες. ΕΣΥΕ

β6) στα τέλη της δεκαετίας του ’60 άρχισε να εμφανίζεται το αντίστροφο ρεύμα και κάποιοι από τους μετανάστες να επιστρέφουν πίσω. Συνολικά, μεταξύ των ετών 1968-77 οι παλιννοστούντες έφθασαν τις 237 χιλιάδες, το 20% όσων μετανάστευσαν την περίοδο 1956-77, ενώ παράλληλα η μετανάστευση συνεχιζόταν αλλά με φθίνοντα ρυθμό. Η κρίσιμη χρονιά είναι το 1974, όταν ο αριθμός όσων έφευγαν και όσων επέστρεφαν εξισώθηκε . για τα μετά το 1977 χρόνια δεν διαθέτουμε στοιχεία.414 Αναφέρεται από την Πετράκη, σ. 197. Βεντούρα, σ. 147. 413 ΕΣΥΕ. 414 Τα στοιχεία για την μετανάστευση που είναι διαθέσιμα από την ΕΣΥΕ αφορούν την περίοδο 1956-77, ενώ για την παλιννόστηση τα χρόνια 1968-77. μετά οι καταγραφές σταματούν. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το μόνο στοιχείο που δίδεται για τους παλιννοστούντες είναι το αν επιστρέφουν από «υπερωκεάνειες χώρες» ή όχι. Όσοι 411 412


157 4. ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ: ΕΝΑΣ ΚΡΑΤΙΚΑ ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ 4.1. Η ΥΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΔΡΑΧΜΗΣ

ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΔΤΚ: 1952 - 1972 16,00 14,00 12,00 10,00 8,00 6,00 4,00 2,00 1972

1970

1968

1966

1964

1962

1960

1958

1956

1954

1952

0,00

ΕΣΥΕ

Το πρόβλημα με το εξωτερικό ισοζύγιο επρόκειτο να λυθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα με μια νέα (την τέταρτη, μέσα σε εννέα χρόνια μετά την απελευθέρωση) υποτίμηση της δραχμής. μόνο που αυτή τη φορά ήταν επιτυχημένη, χάρη και στα προηγούμενα μέτρα που είχε λάβει το οικονομικό επιτελείο μαζί με τους αμερικανούς συμβούλους. Στις 9 Απριλίου 1953, ο υπουργός Συντονισμού στην κυβέρνηση Παπάγου Σπ. Μαρκεζίνης ανακοίνωσε την κατά 50% μείωση της αξίας της δραχμής έναντι του δολαρίου (που από 15.000 πλέον άξιζε 30.000 δρχ.), και αντίστοιχα έναντι των άλλων νομισμάτων. το μέτρο συνοδεύτηκε με την παράλληλη κατάργηση των περιορισμών στις εισαγωγές415. Με τις δύο αυτές πράξεις η δραχμή εντάσσονταν στο διεθνές μεταπολεμικό σύστημα που είχε καθιερωθεί, ήδη από το 1944, με την συνθήκη του BrettonWoods. Ο μεγάλος κίνδυνος βέβαια ήταν τα αποτελέσματα και της νέας αυτής υποτίμησης να εξατμισθούν με την αναζωπύρωση του πληθωρισμού, και ο στόχος ήταν τον επόμενο χρόνο η αύξηση των τιμών να μην υπερβεί το 17%. Χάρη στην ευνοϊκή διεθνή συγκυρία (η λήξη του πολέμου της Κορέας πραγματοποιήθηκε λίγους μήνες αργότερα), την εξαιρετική σοδειά σίτου εκείνης της χρονιάς, 416αλλά και τα μέτρα ελέγχου των τιμών και επιδότησης των ειδών πρώτης ανάγκης που ελήφθησαν, το 1954 η άνοδος του δείκτη τιμών κρατήθηκε λοιπόν γύρισαν μέχρι το 1977, αφού πρώτα πέρασαν τους ωκεανούς, αποτελούσαν το 25% των παλιννοστούντων, ενώ όπως είδαμε ένας στους τρεις μετανάστες είχε φύγει για τις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Αυστραλία. Αναλογικά λοιπόν, οι περισσότεροι από αυτούς που επέστρεψαν είχαν μεταναστεύσει στην Ευρώπη. 415 Το Βήμα, 14/4/1953.


158 στο 15% και την επόμενη χρονιά έπεσε στο 6%.417 Στην επιτυχία των μέτρων, «προκειμένου να καταπολεμηθεί η πληθωριστική ψύχωση» συνέβαλλε οπωσδήποτε και η αποκοπή των τριών μηδενικών από τα χαρτονομίσματα που έδειχναν τις νομισματικές αξίες: από 1ης Μάιου 1954, οι χίλιες δραχμές έγιναν μία δραχμή και η τιμή του δολαρίου ήταν πια 30 δραχμές. 418 Το όλο σύστημα, από θεσμική άποψη, ολοκληρώθηκε με τον Ν. 2687/53 Περί επενδύσεων και προστασίας κεφαλαίων εξωτερικού, που προσδιόριζε τους όρους και τις προϋποθέσεις η εκπλήρωση των οποίων ήταν απαραίτητη ώστε κεφάλαια που επενδύονταν από το εξωτερικό να μπορούν στη συνέχεια να εξαχθούν από την χώρα, αν το έβρισκαν σκόπιμο, ή να επανεξάγουν τα κέρδη τους. 419 4.2. ΣΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ: ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΙΣ, ΕΞΑΓΟΡΕΣ ΚΑΙ ΚΡΑΤΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ Από τις 26 εμπορικές τράπεζες ή πιστωτικούς οργανισμούς που λειτουργούσαν στην χώρα τον Δεκέμβριο του 1939, μετά τον πόλεμο είχαν απομείνει δέκα. Στον χώρο εξακολουθούσαν να κυριαρχούν η Εθνική (αλλά και η Αγροτική) που ελεγχόταν από το κράτος, ενώ ο ιδιωτικός τομέας αντιπροσωπευόταν από την Τράπεζα Αθηνών και την Εμπορική Τράπεζα. Μια από τις πρώτες πράξεις της κυβέρνησης Παπάγου, πριν μάλιστα και από την υποτίμηση, ήταν η αναγκαστική (δια νόμου) συγχώνευση της ΕΤΕ με την Τράπεζα Αθηνών, και μάλιστα υπό την διοίκηση του προέδρου της δεύτερης Ηλιάσκου.420 Οι λεπτομέρειες δεν έχουν τόση σημασία,421 όσο το γεγονός ότι, όπως επεσήμανε ο Βαρβαρέσος, με τον τρόπο αυτό δημιουργούταν «ένα καταθλιπτικόν ιδιωτικόν μονοπώλιον».422 Αν και οι φόβοι αυτοί ήταν απολύτως δικαιολογημένοι, οι κατά πολύ μεγαλύτερες υπηρεσίες της ΕΤΕ γρήγορα απορρόφησαν τις αντίστοιχες της Τράπεζας Αθηνών. ως και ο λογότυπος της Με αποτέλεσμα οι εισαγωγές σταριού να μειωθούν το 1953 σε 180.000 τόνους, σε σχέση με τις 405.000 του 1952: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 17/4/1954. 417 Μιας και στην Ελλάδα δεν διαθέτουμε κοινωνικούς τιμάριθμους, αρκούμαστε στον Γενικό Δείκτη Τιμών της ΕΣΥΕ. Άλλες μετρήσεις όμως δείχνουν ότι από την υποτίμηση μέχρι τον Αύγουστο του 1955, το κόστος ζωής μιας εργατικής οικογένειας είχε αυξηθεί κατά 45%: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 1/9/1955. 418 Το Βήμα, 28/4/1954. 419 Το Βήμα, 10/10/1953. 420 Το Βήμα, 8/1/1953. Την επομένη, στην ίδια εφημερίδα, δημοσιεύεται ένα άρθρο στο οποίο γίνεται μια προσπάθεια ψύχραιμης αποτίμησης της κατάστασης. Ο αριθμός των τραπεζικών υπαλλήλων είχε αυξηθεί κατά 70% σε σχέση με τον προπολεμικό, και τα έξοδα διαχείρησης είχαν τριπλασιαστεί. Η σχέση των εξόδων διαχείρησης σε σχέση με τις πιστώσεις είχε αυξηθεί από 4,4% πριν από τον πόλεμο, σε 12%. Αυτά τα έξοδα θα περιοριζόταν με την συγχώνευση, «αλλά το αν η μείωσή τους οδηγήσει σε πτώση του επιτοκίου είναι συζητήσιμο. Αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον εξωτραπεζικό δανεισμό. το επιτόκιο της ελεύθερης αγοράς θα μειωθεί μόνο αν αυξηθούν οι τραπεζικές πιστώσεις». 421 Η συγχώνευση αποδίδεται στην πολιτική αντίθεση μεταξύ του Παπάγου, και του Διοικητή της ΕΤΕ Κωστόπουλου: Λιναρδάτος, τ. Β΄, σ. 37. 422 Το Βήμα, 20/1/1953. 416


159 νέας τράπεζας –ΕΤΕΑ- γρήγορα αποσύρθηκε, και η Εθνική παρέμεινε υπό τον έλεγχο του κράτους.423 ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ: 1956 - 1977 (ενεργητικό, εκ. δρχ. σε τρέχουσες τιμές) ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (1841) Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος (1907) Ιονική Τράπεζα (1841) (α) Λαϊκή Τράπεζα (1905) (α) Τράπεζα Εμπορικής Πίστεως (1918) Τράπεζα Μετοχικού Ταμείου Στρατού (1937) Τράπεζα Πειραιώς (1916) Τράπεζα Επαγγελματικής Πίστεως (1924) Τράπεζα Αττικής (1924) Τράπεζα Κρήτης Τράπεζα Εργασίας ΣΥΝΟΛΟ ΕΙΔΙΚΟΙ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος (1927) Ελληνική Τράπεζα Βιομηχανικής Αναπτύξεως Εθνική Τράπεζα Επενδύσεων Βιομηχανικής Αναπτύξεως Τράπεζα Επενδύσεων Τράπεζα Υποθηκών Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ΣΥΝΟΛΟ

1956

1966

1977

7.090 3.459 648 360 163 215 25

44.005 19.204

295.858 89.667

6.972 4.135 723 165 140 159

11.960

75.503

33.904 29.499 12.268 1.913 1.655 1.435 2.860 5.927 474.986

8.227 2.274

30.943 4.185 7.322 498 318 32 10.665 8.201 62.164

136.333 53.098 34.795 12.584 5.563 1.732 90.297 29.899 364.301

10

10.511

(α): συγχωνεύθηκαν το 1958 με την επωνυμία «Ιονική και Λαϊκή Τράπεζα της Ελλάδος. Σε παρένθεση η χρονολογία ίδρυσης όσων τραπεζών είχαν εισαχθεί στο Χρηματιστήριο το 1972. Δεν περιλαμβάνονται οι ξένες τράπεζες που άρχισαν να λειτουργούν στην Ελλάδα κυρίως από τα τέλη της δεκαετίας του 1960. ΤτΕ, σ. 489, 611, 746, και Επετηρίς ΧΑΑ, 1972.

Ο κίνδυνος του «καταθλιπτικού ιδιωτικού μονοπωλίου», που μάλιστα έγινε πραγματικότητα, προερχόταν από αλλού: από τον εφοπλιστή και καθηγητή της ΑΣΟΕ Στ. Ανδρεάδη. Αυτός κατάφερε να αποκτήσει το 1952 την Εμπορική Τράπεζα από τους παλαιούς της ιδιοκτήτες, και την κατέστησε έδρα των άλλων επιχειρήσεών του: λίγα χρόνια αργότερα η Εμπορική αγόρασα την Ιονική και Λαϊκή Τράπεζα, την Τράπεζα Πειραιώς και την Τράπεζα Αττικής, ενώ το 1964 δημιούργησε την Τράπεζα Επενδύσεων.424 Ελέγχοντας τέσσερις από τις οκτώ ελληνικές τράπεζες το 1966, ο όμιλος του Ανδρεάδη δεν είχε ουσιαστικά απέναντί του ως αντίπαλο δέος παρά την Εθνική. Έτσι δημιουργήθηκε ένα Γρηγοριάδης, τ. ΙΙ, σ. 490. Ο Ανδρεάδης είχε επίσης υπό τον έλεγχό του τρεις ασφαλιστικές, πέντε βιομηχανικές και μία εφοπλιστική εταιρεία. ακόμα τους Ηλεκτρικούς Σιδηροδρόμους και το Hilton: Καψή, σ. 103. 423 424


160 δυοπώλιο,425 που έλεγχε ασφυκτικά το τραπεζικό σύστημα, όλη την περίοδο μέχρι την μεταπολίτευση. Δίπλα από τις, υπό κρατικό έλεγχο ή ιδιωτικές, εμπορικές τράπεζες υπήρχαν και άλλες που στόχο είχαν την χορήγηση πιστώσεων προς την βιομηχανία: η κρατική ΕΤΒΑ, η ελεγχόμενη από την Εθνική ΕΤΕΒΑ, και η Τράπεζα Επενδύσεων. Η Κτηματική Τράπεζα, θυγατρική της Εθνικής, ασχολούταν με τα ενυπόθηκα δάνεια, όπως και η Τράπεζα Υποθηκών. Για την ΑΤΕ, δεν χρειάζεται να προσθέσουμε τίποτα. 4.3. Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑΘΕΤΩΝ ΣΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ

ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ ΙΔΙΩΤΩΝ / ΑΕγΠ 60,0 50,0 40,0 30,0 20,0 10,0

1972

1970

1968

1966

1964

1962

1960

1958

1956

1954

0,0

ΕΣΥΕ

Πριν από όλα έπρεπε να επιτευχθεί η επιστροφή των καταθετών στο τραπεζικό σύστημα. Το 1953 υπολογίζεται ότι οι χρυσές λίρες που κυκλοφορούσαν ή είχαν αποθησαυριστεί έφθαναν τα 10 εκατομμύρια κομμάτια, και με την τιμή της λίρας μετά την υποτίμηση ίση με 300 δρχ. περίπου, η αξία τους έφθανε τα τρία δις, ή το 7% του ΑΕγΠ. 426 ήταν λίγο μεγαλύτερη από το σύνολο των καταθέσεων στις τράπεζες. Το αδιέξοδο των κεφαλαιούχων της εποχής εκφράζει με χαρακτηριστικό τρόπο στο χρονογράφημά του, με τίτλο «Ρεμβασμοί ενός αστού», ο Π. Παλαιολόγος: «Ν’ αποταμιεύση; Αποταμίευσε κάποτε. Όσπου μια νύχτα ο Πρωτοπαπαδάκης, υπουργός των Οικονομικών, έκοψε το χιλιάρικο στη μέση.427 Να κάνει τις δραχμές του λίρες; Η λίρα θέλει το χειρισμό της. Την αγοράζεις στα πάνω και χτυπάς το κεφάλι σου. Μένει το ακίνητο. Αλλά το ακίνητο στην Ελλάδα δεν ανήκει στον ιδιοκτήτη. Τα τρία του τέταρτα ανήκουν στον ενοικιαστή, 428 το άλλο Παγουλάτος, σ. 283. ΤτΕ, σ. 319. 427 Εδώ, σ. 11. 428 Αναφέρεται στο ενοικιοστάσιο, στον καθορισμό δηλαδή της τιμής του ενοικίου από το κράτος. 425 426


161 του τέταρτο στον Έφορο (...) Μαύρα και σκοτεινά, όπως και να τα κάνης. Το ρίχνεις κι εσύ έξω. Ό,τι φάμε κι ό,τι πιούμε».429

ΕΠΙΤΟΚΙΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ 1956 - 1972 12,00 10,00 8,00

ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΔΤΚ

6,00

ΕΠΙΤΟΚΙΑ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟΥ

4,00 2,00 1972

1970

1968

1966

1964

1962

1960

1958

1956

0,00

ΕΣΥΕ και ΤτΕ.

Πάντως η υποτίμηση και ο έλεγχος του πληθωρισμού, δημιούργησαν κάποιο κλίμα εμπιστοσύνης και συνέβαλλαν οπωσδήποτε στην αύξηση των τραπεζικών καταθέσεων, όπως επίσης συνέβαλλε και η αύξηση των επιτοκίων ταμιευτηρίου το 1956 στο 10%,430 ενώ το ίδιο έτος ο πληθωρισμός δεν ήταν παρά 3,2%.Από τότε οι καταθέσεις αυξάνουν συνεχώς για να φθάσουν το 1972 σχεδόν το 55% του Εγχώριου Προϊόντος.431 Άλλωστε, όλα τα χρόνια μεταξύ 1956-72 οι καθαρές αποδόσεις των καταθετών ήταν θετικές, συμβάλλοντας στην αξιοπιστία του συστήματος. Αν κάποιος είχε τοποθετήσει στην τράπεζα 100 δρχ. το 1956, χωρίς να παίρνει τους τόκους, τον Δεκέμβριο του 1972 αυτές θα είχαν γίνει 282, ενώ ο δείκτης τιμών την ίδια περίοδο είχε αυξηθεί κατά 47%: μια μέση ετήσια κερδοφορία, σε σταθερές τιμές, ίση με 4%. 4.4. Η ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΜΕΙΣ ή ΠΟΥ ΠΑΝΕ ΤΑ ΛΕΦΤΑ; Το Βήμα, 23/4/1953. Το Βήμα, 29/4/1956. Βέβαια, το υψηλό επιτόκιο καταθέσεων δημιουργούσε στις τράπεζες πρόβλημα διάθεσης των ρευστών τους διαθεσίμων. «Μπορούν να δανείσουν μόνο βραχυχρόνια, γιατί ποιά επιχείρηση θα δανειζόταν μακροπρόθεσμα με επιτόκιο μεγαλύτερο του 10%;»: Το Βήμα, 20/6/1957. 431 Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η χρυσοφιλία εξαλείφθηκε. Στα τέλη του 1965, ο Ζολώτας υπολόγιζε ότι βρίσκονταν 40 εκατομμύρια λίρες στα χέρια ιδιωτών, και στα σπίτια των ελλήνων πολιτών κοιμούνταν 500 εκ. δολάρια σε μορφή χρυσού. Το μεγαλύτερο μέρος τους βρισκόταν στα χωριά και στις μικρές πόλεις. Οι αγρότες αγόραζαν λίρες για να προικίσουν τις κόρες τους, ή να αποκτήσουν ακίνητα στην πόλη. «Εντελώς ιδιαίτερη είναι η περίπτωση των χωρικών της Αττικής ή άλλων τουριστικών περιοχών, που ξαφνικά έγιναν κροίσοι από την οικοπεδοποίηση των χωραφιών τους»: Το Βήμα, 28/12/1965. 429 430


162

Από την στιγμή που οι καταθέσεις που λίμναζαν στα σεντούκια περιορίστηκαν και ένα τμήμα τους μετατράπηκε σε καταθέσεις στις τράπεζες, το ζητούμενο ΠΟΣΟΣΤΑ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΤΕΡΩΝ ΤΟΜΕΩΝ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ 1954 & 1972 (%) 45,0 40,0 35,0 30,0 25,0 1954

20,0

1972

15,0

ΟΣΑΠ (β)

Δημ.

Οργαμισμοί

Δημ.

Επιχειρήσεις

Διάφορα (α)

Οικισμός

Εμπόριο

0,0

Γεωργία

5,0

Μεταποίηση

10,0

(α): προς τον ιδιωτικό τομέα. (β): Οργανισμός Συγκέντρωσης Αγροτικών Προϊόντων. Ποσοστά με βάση τα υπόλοιπα των αντίστοιχων ετών. ΕΣΥΕ

ήταν να χρησιμοποιηθούν σωστά, να χρηματοδοτήσουν δηλαδή κυρίως την βιομηχανική ανάπτυξη. Αν στις άλλες δυτικοευρωπαϊκές χώρες, αμέσως μετά τον πόλεμο, το κράτος παρενέβη στην οικονομία μέσω κρατικοποιήσεων και γενικότερα της συμμετοχής του στο κεφάλαιο των βιομηχανικών εταιρειών, 432 στην Ελλάδα ακολουθήθηκε μια διαφορετική οδός: προτιμήθηκε, μέσα από ένα πλέγμα «πολύπλοκων μηχανισμών»,433 η διοχέτευση των καταθέσεων προς την βιομηχανία. Έτσι από την δεκαετία του ’60 οι τράπεζες, ιδιωτικές και δημόσιες, ήταν υποχρεωμένες να διοχετεύουν το 1/3 των καταθέσεων στις ιδιωτικές επιχειρήσεις για την αγορά παραγωγικού εξοπλισμού, ενώ άλλο ένα 30% έπρεπε να τοποθετείται σε έντοκα γραμμάτια του δημοσίου, ώστε «να χρηματοδοτούν κρατικές επενδύσεις αναπτύξεως αντί να διοχετεύουν τα διαθέσιμά τους σε εμπορικές δραστηριότητες ή οικοδομικές εργασίες και εισαγωγές». 434 Πράγματι, η βιομηχανία σε όλη την διάρκεια της περιόδου ελάμβανε το 36 – 38% του συνόλου των χορηγήσεων, με την γεωργία να ακολουθεί αμέσως μετά, με το μερίδιό της όμως να μειώνεται στο μισό μεταξύ 1954-72, από 30 στο 15%. Αντίθετα το εμπόριο, τα στεγαστικά δάνεια, αλλά και γενικότερα οι δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμοί παρέμειναν οι φτωχοί συγγενείς από την διανομή της πίτας. Είναι φανερό ότι βρισκόμαστε πολύ μακριά από τις αντιλήψεις που κυριάρχησαν από την δεκαετία του ’80 και στη συνέχεια, αντιλήψεις που θεοποίησαν τις δυνατότητες και την αποτελεσματικότητα των αυτορυθμιζόμενων αγορών. Όπως βεβαίως και με την δημιουργία έργων υποδομής. Σαχινίδης. 434 ΤτΕ, σ. 558. 432 433


163 Άλλωστε, από το 1955, Διοικητής της ΤτΕ είναι ο Ξενοφών Ζολώτας, «κυριότερος υποστηρικτής της εκβιομηχάνισης της Ελλάδος στη θεωρία και στη πράξη». 435 4.5. Η ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗΣ 140,0 120,0 100,0 80,0 60,0 40,0 20,0 1972

1970

1968

1966

1964

1962

1960

1958

1956

1954

0,0

Προεξοφλήσεις, βραχυχρόνια και μακροχρόνια δάνεια. Υπόλοιπα στο τέλος περιόδου. ΕΣΥΕ

Το 1972 η διοχέτευση των τραπεζικών διαθέσιμων προς την μεταποίηση είχε φθάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε η τελευταία να οφείλει προς τα πιστωτικά ιδρύματα ποσά που υπερέβαιναν την αξία της ετήσιας παραγωγής της. Οι ακαθάριστες επενδύσεις της βιομηχανίας, στα μέσα της δεκαετίας του ’60, στηρίζονταν μόνο κατά 25% σε ίδια κεφάλαια, σε αντίθεση με τις αναπτυγμένες βιομηχανικά χώρες όπου το αντίστοιχο ποσοστό έφθανε το 70 – 80%. 436 Πρακτικά: οι βιομήχανοι είχαν μεταβληθεί σε απλούς διαχειριστές ξένων κεφαλαίων, προς ίδιον φυσικά όφελος, σε τέτοιο βαθμό ώστε είχαν υπερβεί τον ηθικό κανόνα σύμφωνα με τον οποίο διακινδυνεύει κανείς στις επιχειρήσεις τα δικά του, ή κυρίως τα δικά του, χρήματα. Φυσικά οι κανόνες υπήρχαν, αλλά όπως πάντοτε υπήρχαν για να παραβιάζονται όταν αυτό ήταν εφικτό και κερδοφόρο. Έτσι αναπτύχθηκε μια παράλληλη αγορά χρήματος στην οποία οι βιομηχανίες δανείζονταν όχι για να κάνουν επενδύσεις, αλλά για να προσφέρουν πιστωτικές διευκολύνσεις στους εμπορικούς τους πελάτες, που ασφυκτιούσαν κάτω από τους περιορισμούς της Νομισματικής Επιτροπής.437 Τα όρια και οι αδυναμίες της «αναγκαστικής», υπό την καθοδήγηση του κράτους, εκβιομηχάνισης θα φανούν μερικά χρόνια αργότερα. Τώρα, είμαστε ακόμα στην χρυσή εποχή.438 5. ΣΤΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΧΩΡΟ: ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΦΑΣΜΑ ΤΗΣ ΠΕΙΝΑΣ Ψαλιδόπουλος 2008, σ. 57. Παγουλάτος, σ. 305. 437 Παγουλάτος, σ. 301. 435 436


164

5.1. Ο ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ α) η «δεύτερη μεγάλη γεωργική επανάσταση των νεότερων χρόνων», 439 αποτέλεσμα της εισαγωγής στην γεωργική παραγωγή των μηχανών και των χημικών λιπασμάτων αλλά και της αποδοτικής χρήσης των υδάτινων πόρων, έφθασε στην χώρα μας με την αναπόφευκτη καθυστέρηση και ουσιαστικά άρχισε να πραγματοποιείται την δεκαετία του 1960.440 Ας δούμε κατ’ αρχήν τους αριθμούς: τα 1.000 προπολεμικά τρακτέρ, θα αυξηθούν σε 20.000 το 1960 και θα φθάσουν τις 100.000 δέκα χρόνια αργότερα . το 1960, τα λιπάσματα, μόνο αυτά που διατίθενται από την ΑΤΕ, θα εξαπλασιαστούν σε σχέση με τα προπολεμικά και να φθάσουν τις 700.000 τόνους. το 1970, οι αρδευόμενες εκτάσεις, αποτέλεσμα των κρατικών επενδύσεων σε φράγματα και άλλα εγγειοβελτιωτικά έργα αποτελούσαν το 1/5 του συνόλου των εδαφών που βρισκόταν σε καλλιέργεια. 441 Τα αποτελέσματα στην παραγωγή δεν είναι λιγότερο θεαματικά: οι στρεμματικές αποδόσεις στα σιτηρά διπλασιάζονται μέσα σε είκοσι χρόνια (195070), η συνολική παραγωγή αυξάνεται ακόμη περισσότερο και για πρώτη φορά τα χωριά ξεφεύγουν από το φάσμα της πείνας. Δεν είναι όμως μόνο αυτό: η ύπαιθρος δεν θρέφει απλώς τους ανθρώπους της, αλλά και ολόκληρη την χώρα, εξοικονομώντας συνάλλαγμα που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί αλλού. Το μεσοπολεμικό ιδανικό της αυτάρκειας είχε, επιτέλους, πραγματοποιηθεί. 442 Τώρα θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί το αντίθετο πρόβλημα, αυτό που δημιουργούσε η υπερεπάρκεια των δημητριακών.443 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΥΠΑΙΘΡΟΣ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΠΟΓΕΙΩΣΗ Μεγάλο ενδιαφέρον θα είχε η εξέταση της συμμετοχής του μεταναστευτικού συναλλάγματος στο σύνολο των τραπεζικών καταθέσεων, και άρα της συμβολής του στο όλο εγχείρημα της εκβιομηχάνισης. Όμως και πάλι δεν διαθέτουμε υα απαραίτητα στοιχεία. 439 Mazoyer – Roudart, σ. 441. Εννοείται ότι με το να μιλά κανείς για αγροτικές «επαναστάσεις» δεν αποδίδει ακριβώς την πραγματικότητα: ουσιαστικά πρόκειται για μακρόσυρτες διαδικασίες αλλαγής, που πραγματοποιούνται με άνισους ρυθμούς στις διάφορες χώρες, αλλά και στο εσωτερικό κάθε χώρας. Η «πρώτη σύγχρονη γεωργική επανάσταση», που είχε ως αποτέλεσμα την κατάργηση της αγρανάπαυσης, την εναλλαγή των καλλιεργειών στον αγρό και την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας πραγματοποιήθηκε στην Ευρώπη ανάμεσα στον 16ο και τον 19ο αιώνα. Όμως, στην ελληνική απογραφή του 1971 υπήρχαν ακόμη 4,2 εκατομμύρια στρέμματα γης σε αγρανάπαυση, σε ένα σύνολο 35,8 εκατομμυρίων καλλιεργειών κάθε είδους: ΕΣΥΕ, 1974. 440 Αναπόφευκτη γιατί αν τα χημικά λιπάσματα παράγονται σε μεγάλο βαθμό στη χώρα, τα τρακτέρ, οι θεριζοαλωνιστικές και οι σπαρτικές μηχανές εισάγονται, προϋποθέτουν λοιπόν την ύπαρξη του αναγκαίου συναλλάγματος και αυτό με την σειρά του αύξηση των εξαγωγών. Αυτός ο φαύλος κύκλος στην περίπτωση της Ελλάδας φαίνεται ότι έσπασε, χάρη στους άδηλους πόρους. 441 ΕΣΥΕ. 442 Οι Έλληνες, στα τέλη της δεκαετίας του ’60 καταναλώνουν περσότερα τρόφιμα από όσα οι πατεράδες τους, και η αναλογία των ζωικών θερμίδων στο σύνολο ήταν υψηλότερη, φθάνοντας το 20%, από 12% που ήταν προπολεμικά: ΕΣΥΕ. 438


165

[Τα χρόνια 1958 – 1959 στο Βήμα δημοσιεύονται μια σειρά από 35 άρθρα, αποτέλεσμα επιτόπιας έρευνας που πραγματοποίησε ο συντάκτης της εφημερίδας Π. Σκλιάς και αφορούν όλη την ηπειρωτική Ελλάδα. Ειδικό αφιέρωμα γίνεται και στην Αθήνα με 9 άρθρα, όπως θα δούμε παρακάτω]. 1) Οι ορεινοί πληθυσμοί Σε κάθε μία από τις 1.000.000 αγροτικές οικογένειες της χώρας αντιστοιχεί κατά μέσο όρο εισόδημα 11.900 δραχμών. Για τον ορεινό πληθυσμό, αποτελούμενο από 346.000 οικογένειες, αντιστοιχούν 8.977 δραχμές. το εισόδημά τους είναι κατώτερο και από το ελάχιστο όριο συντηρήσεως (11.000 δρχ.) Η ιατρική παρακολούθηση είναι σπάνια ή ανύπαρκτη. Οι άνθρωποι αυτοί κατοικούν σε απομονωμένα ορεινά χωριά, που απέχουν πολλές ώρες από τους αμαξιτούς δρόμους και τα αστικά κέντρα. Η τηλεφωνική επικοινωνία είναι ανύπαρκτη και το μορφωτικό επίπεδο βρίσκεται σε πολύ χαμηλό σημείο. Τα σπίτια είναι υποτυπώδη και αποτελούνται από ένα ή δύο δωμάτια και ένα αχυρώνα. Είναι σκεπασμένα με κεραμίδια ή πλάκες, χωρίς οροφή και χωρίς πάτωμα, ενώ δεν υπάρχουν τζάμια στα παράθυρα. Από τα 11.000 χωριά της υπαίθρου, τα 3.379 στερούνται αμαξιτού δρόμου, πράγμα το οποίο παρεμποδίζει οποιαδήποτε αξιοποίηση των παραγωγικών τους εδαφών. Το νερό σπανίζει, και άρα η παραγωγή είναι πολύ χαμηλή. 2) Η Δυτική Θράκη Οι συνθήκες κατοικίας είναι οικτρές. Οι συγκατοίκηση δύο και τριών οικογενειών έχει δημιουργήσει μια νοσηρή και επικίνδυνη κατάσταση. Εδώ βασιλεύει το ούζο: την προηγούμενη χρονιά, μόνο στο Νομό Έβρου καταναλώθηκαν 446 τόνοι ούζου. Επίσης καταναλώθηκαν και 2.100 τόνοι κρασιού. Η άγρια αυτή ουζοποσία έχει προκαλέσει μια χαύνωση, συνοδευομένη από μια χαλάρωση των ηθών, όπως προκύπτει από τις πολλές περιπτώσεις αιμομιξίας, που και αυτές πάλι έχουν σχέση με την ομαδική συμβίωση της οικογένειας. 3) Η Ήπειρος Ο ν. Ιωαννίνων, διαθέτει σήμερα 57 τρακτέρ (7 προπολεμικά), ενώ στο σύνολο της χώρας υπάρχουν 11.500. Το οδικό δίκτυο βρίσκεται σε υποτυπώδη κατάσταση. Η έλλειψη όμως οδικού δικτύου επιβαρύνει κατά πολύ το κόστος μεταφοράς των προϊόντων: με τα υποζύγια ανέρχεται σε 36 δρχ/ τόνο το χιλιόμετρο, ενώ με το αυτοκίνητο σε 1,8 – 3 δραχμές. 4) Η Θεσσαλία Σήμερα στον κάμπο βρίσκονται 4.502 τρακτέρ, 629 θεριζοαλωνιστικές μηχανές και 70.000 τόνοι λιπασμάτων (1939: 3.000). Όλα αυτά αύξησαν βέβαια την παραγωγή, αλλά τα περισσότερα τρακτέρ έχουν αγοραστεί με δόσεις, και για την εξόφλησή τους οι αγρότες δανείζονται με υπερβολικούς τόκους, όπως απέδειξε η περίπτωση γιατρού στην Καρδίτσα που δάνειζε με τόκο 60%. 5) Η Πελοπόννησος Τα σχετικώς μεγάλα εισοδήματα δεν επιστρέφουν εις την γη από την οποία δημιουργήθηκαν αλλά φυγαδεύονται, επενδυόμενα σε ακίνητα των Αθηνών. Από έναν «Η αυξημένη παραγωγή του σίτου δημιουργεί προβλήματα περιορισμού της καλλιέργειάς του»: Το Βήμα, 10/7/1958. 443


166 μικρό κλήρο οι αγρότες έχουν την αξίωση να εισπράξουν ένα εισόδημα που θα τους επιτρέψει να ζουν ολόκληρο τον χρόνο.

ΑΡΙΘΜΟΣ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΕΛΚΥΣΤΗΡΩΝ 1938 - 1972 140.000 120.000 100.000 80.000 60.000 40.000

1972

1969

1966

1963

1960

1957

1954

1951

1948

1945

0

1938

20.000

ΕΣΥΕ

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ: 1971

Άλλα 16% Ελιές 15% Αμπ έλια 6% Κτηνοτροφικά φυτά 11%

Σιτηρά 45% Καπ νός 3% Βαμβάκι 4%

ΕΣΥΕ

β) αν ρωτούσατε ένα μεγάλο σε ηλικία περιηγητή που ερχόταν και πριν τον πόλεμο στην Ελλάδα για τις αλλαγές στο αγροτικό τοπίο, το πιθανότερο θα ήταν να σας απαντήσει πως αλλαγές δεν υπάρχουν, και θα είχε δίκιο. Και πάλι κυριαρχούσαν τα στάρια, οι ελιές και το αμπέλι, και ο φίλος μας θα πρέπει να ήταν ιδιαίτερα παρατηρητικός για να σας πει ότι οι έλληνες άρχισαν να ασχολούνται με το βαμβάκι. Αυτή ήταν η καινούργια καλλιέργεια, αλλά οι εκτάσεις που κατελάμβανε στις αρχές του ’70, αν και ήταν ίσες με το άθροισμα των εκτάσεων του καπνού και της κορινθιακής σταφίδας, μόλις που έφθαναν το 4% του συνόλου των καλλιεργειών. Σε αντίθεση με τα δύο τελευταία, που ήταν διάσημα στην ακμή τους στις διεθνείς αγορές, το βαμβάκι παράγονταν για την εγχώρια αγορά: από τους 370 χιλιάδες τόνους δεν εξάγονταν παρά οι 50. Την παραγωγή απορροφούσε η ολοένα αυξανόμενη κλωστοϋφαντουργία και οι ανάγκες της, σε ένα από τα κλασικά δεσίματα ανάμεσα στον πρωτογενή και τον δευτερογενή τομέα.


167

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΑΡΙΟΥ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΧΩΡΕΣ 1950 & 1970 (κιλά / στρέμμα) 700 600 500 400 300 200 100 0

1950

Πορτογαλία

Ισπανία

Ελλάδα

Ιταλία

Γερμανία

Γαλλία

Βρετανία

1970

Επεξεργασία των πινάκων C1 και C2 του Mitchell.

γ) μένοντας στην παραγωγή σταριού που μας ενδιαφέρει περισσότερο, αλλά και για να έχουμε ομοιογενή στοιχεία που επιδέχονται σύγκριση, η αύξηση της ανά στρέμμα απόδοσης χαρακτηρίζει ολόκληρη την μεταπολεμική ευρωπαϊκή γεωργία, αλλά σε πολύ διαφορετικό βαθμό: στην Ελλάδα η παραγωγή διπλασιάστηκε, αλλά το ίδιο συνέβη και στη Γαλλία, ενώ στην Βρετανία η παραγωγή ήταν 2,5 φορές μεγαλύτερη το 1970 από εκείνη του 1950. από την άλλη στην Πορτογαλία οι αποδόσεις έμειναν ουσιαστικά στάσιμες, ενώ στην Γερμανία, την Ιταλία και την Ισπανία αυξήθηκαν κατά 50%. Αν κατά τον μεσοπόλεμο ήταν η έλξη με ζώα που έδινε τον τόνο στα ευρωπαϊκά αγροκτήματα,444 ο εκμηχανισμός εξαπλώνεται μεταπολεμικά, αλλά με άνισους ρυθμός. δ) ο τομέας που βρίσκεται σε καθυστέρηση είναι η κτηνοτροφία. Αν και η παραγωγή κρέατος και γάλακτος αυξήθηκε σημαντικά δεν αρκεί για να καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση, που προέρχεται από την γενικότερη βελτίωση του επιπέδου διαβίωσης και άρα την αυξημένη συμμετοχή των θερμίδων ζωικής προέλευσης στο καθημερινό διαιτολόγιο. Το έλλειμμα καλύπτεται με εισαγωγές,445 αλλά και πάλι η διατροφή των ελλήνων παραμένει αρκετά φτωχότερη από εκείνη των κατοίκων των αναπτυγμένων χωρών. 446

Μεσοπολεμικά η εκμηχάνιση είχε επικρατήσει σε λίγες μόνο περιοχές, πρακτικά στις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αυστραλία και την Αργεντινή: Mazoyer – Roudart, σ. 449. 445 Το 1972 το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο του κρέατος και των γαλακτοκομικών προϊόντων ήταν 4 δις δραχμές, λίγο πάνω από το 1% του ΑΕγΠ: ΕΣΥΕ. 446 Το 1967 το διαιτολόγιο του μέσου έλληνα αποτελούταν κατά 20% από θερμίδες ζωικής προέλευσης, ενώ των γάλλων, γερμανών και βρετανών κατά 40%: ΕΣΥΕ. 444


168

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩTΟΓΕΝΟΥΣ ΤΟΜΕΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ 60,0 50,0 40,0 30,0 20,0 10,0 1972

1970

1968

1966

1964

1962

1960

1958

1956

1954

0,0

Περιλαμβάνεται και η χρηματοδότηση προς τους κρατικούς φορείς συγκέντρωσης των αγροτικών προϊόντων. ΕΣΥΕ

ε) τεχνικά η όλη επιχείρηση στηρίχθηκε σε δύο άξονες, την ΑΤΕ και τους αγροτικούς συνεταιρισμούς. ΟΙ δεύτεροι αναπτύσσονται ραγδαία, και το 1958 υπερβαίνουν τους 7.000 και τα μέλη τους τις 700.000.447 Το 60% από τους συνεταιρισμούς αυτούς, όπως και στον μεσοπόλεμο, ήταν πιστωτικοί: ενώσεις αγροτών που αναλαμβάνουν την από κοινού λήψη δανείων, και είναι επίσης αλληλέγγυα υπόχρεοι στην αποπληρωμή τους, χωρίς να δεσμεύουν με κάποιον άλλο τρόπο τα μέλη τους. οι παραγωγικοί συνεταιρισμοί αντίθετα δεν αποτελούσαν παρά το 1/4 του συνόλου. Η ΑΤΕ πρωταγωνιστεί στην χρηματοδότηση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, αλλά και των κρατικών οργανισμών που είναι υπεύθυνοι για την συγκέντρωση των προϊόντων. Τα ποσά της χρηματοδότησης αυξάνουν συνεχώς σε απόλυτα μεγέθη, και το 1970 ανέρχονταν στο μισό της συνολικής αξίας παραγωγής του πρωτογενούς τομέα, ήταν δηλαδή 2,5 φορές μεγαλύτερα από εκείνα των αρχών της δεκαετίας του ’60. Τα αγροτικά χρέη διαγράφτηκαν το 1968 από την δικτατορία, η οποία στο σημείο αυτό επανέλαβε το εγχείρημα του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου.448 Πέρα από τους πολιτικούς λόγους, που σχεδόν επέβαλλαν αυτή την κίνηση του αυταρχικού καθεστώτος, οι οικονομικές παράμετροι δεν έλλειπαν: πάνω στο άσπρο, πια, χαρτί των οφειλών των αγροτικών νοικοκυριών μπορούσε να ξαναρχίσει η γνωστή διαδικασία της πίστωσης από την ΑΤΕ και να επαναληφθεί η διαδικασία της καταχρέωσης, και μέσω αυτής της αύξησης της παραγωγής, σε διερυμένη μορφή.449 ΕΣΥΕ. Το 1958 είναι η τελευταία χρονιά για την οποία διαθέτουμε στοιχεία. Εδώ, σ. 29. 449 Τα χρέη που διαγράφηκαν ήταν τα οφειλόμενα προς την ΑΤΕ, μέχρι του ποσού των 100.000 δρχ / οφειλέτη. Σύμφωνα με τις δηλώσεις αξιωματούχων του καθεστώτος έφθαναν τα 7,7 δις και «ευεργετήθηκαν 639.315 αγροτικαί οικογένειαι»: Το Βήμα, 7/4/1968. 447 448


169 5.2.. ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑΓΕΣ Η ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΜΙΚΡΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΑΓΡΟΚΤΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΤΑΣΗ 1928 & 1971 ΕΚΤΑΣΗ < 10 στρ 10-49 στρ 50-99 στρ 100-199 στρ 200-500 στρ > 500 στρ ΣΥΝΟΛΟ Αριθμός εκμεταλλεύσεων Σύνολο καλλιεργούμενων εκτάσεων (στρ.) Μέση έκταση (στρ.)

1928%

1971%

1971 (α) %

1971 (β) %

37,7 49,1 9,0 2,9 1,0 0,3 100,0

21,8 57,3 15,9 4,1 0,9 0,1 100,0

13,7 60,5 19,4 5,2 1,1 0,1 100,0

43,0 48,8 6,5 1,4 0,3 0,0 100,0

953.367

1.036.600

750.820

285.780

15.901.488

35.862.940

30.352.300

5.510.640

34,6

40,4

19,3

1971: σύνολο των εκμεταλλεύσεων. 1971 (α): εκμεταλλεύσεις των οποίων οι αρχηγοί δήλωσαν κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. 1971 (β): εκμεταλλεύσεις των οποίων οι αρχηγοί δήλωσαν κατά κύριο επάγγελμα κάποια άλλη δραστηριότητα. ΕΣΥΕ

α) αν κάτι εντυπωσιάζει τον ερευνητή των στατιστικών σειρών που αφορούν την γεωργία, είναι ο συνδυασμός της αυξανόμενης παραγωγής με την σταθερότητα της κοινωνικής δομής της υπαίθρου. Ο αριθμός των εκμεταλλεύσεων αντί να μειώνεται ως αποτέλεσμα της εκμηχάνισης, που κάνει δυνατή την καλλιέργεια μεγαλύτερης έκτασης / εργαζόμενο,450 αντίθετα αυξάνεται ελαφρά ανάμεσα στο 1928 και το 1971, και φθάνει το ένα εκατομμύριο αγροκτήματα. Η νανώδης (< 10 στρ.) και μικρή (10 – 40 στρ.) ιδιοκτησία κατάφερε να επιβιώσει σε πείσμα του εκσυγχρονισμού της ελληνικής γεωργίας, αντίθετα με όσα συνέβαιναν στις άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης.

Την ίδια χρονιά, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΣΥΕ, η αξία της παραγωγής του πρωτογενούς τομέα ανήλθε σε 39,8 δις δραχμές. η πολυδιαφημισμένη «ευεργεσία» λοιπόν έφθανε το 20% της αξίας του αγροτικού προϊόντος. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι πολιτικές συνέπειες ήταν ανύπαρκτες, καθώς η δικτατορία αναζητούσε επειγόντως νομιμοποίηση. 450 Σήμερα πια, η ανά εργάτη καλλιεργούμενη με δημητριακά έκταση καλύπτει 500 – 1.000 στρέμματα: Mazoyer – Roudart, σ. 448.


170

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΤΑΞΗ ΜΕΓΕΘΟΥΣ: 1970 90 80 70 60 50 40 30 20 10 0

Ελλάδα Δυτ. Γερμανία Γαλλία Ιταλία Βρετανία

1-49

50-99

100-199

200-499

>= 500

Οι εκτάσεις σε στρέμματα. Σαμαράς, σ. 67.

Αυτό έγινε κατορθωτό, χάρη στη μετανάστευση,451 αλλά και τις πολλαπλές ενασχολήσεις. Πάνω από το 1/4 των αρχηγών αγροτικών εκμεταλλεύσεων, αυτοί που είχαν την λιγότερη γη, το 1971 δεν κάνουν απλώς και κάποια άλλη δουλειά αλλά η γεωργική τους περιουσία δεν χρησιμεύει παρά για την δημιουργία ενός συμπληρωματικού εισοδήματος. Μπορούμε να τους φανταστούμε, άλλωστε το φαινόμενο εξακολουθεί να ισχύει μέχρι τις μέρες μας: κάτοικοι των μικρών επαρχιακών πόλεων που κάνουν εκεί οποιαδήποτε δουλειά, αλλά διατηρούν και το μποστάνι ή το αμπέλι τους, ακόμα και πρωτευουσιάνοι που στα τέλη του χρόνου γυρίζουν στα χωριά τους για να μαζέψουν τις ελιές. Γιατί η αγροτική έξοδος δεν πήρε στην χώρα μας τις άγριες μορφές που περιγράφονται σε κάθε βιβλίο που εξετάζει την κλασική βιομηχανική επανάσταση, αυτή της Αγγλίας.452 Οι χωρικοί δεν αποξενώθηκαν από την γη τους και μεγάλα αγροκτήματα δεν σχηματίστηκαν. Όταν έφευγαν για τις πόλεις ή πήγαιναν μετανάστες στο εξωτερικό, το έκαναν γιατί ήταν πολλοί, και η γη δεν μπορούσε να τους θρέψει, και όχι γιατί οι εύποροι του χωριού τους είχαν αποκλήσει από την χρήση των κοινοτικών γαιών, ή τους είχαν διώξει από τα κτήματά τους. η αγροτική μεταρρύθμιση του μεσοπολέμου δεν αμφισβητήθηκε ποτέ.

6. Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ Οι μετανάστες στο εξωτερικό ήταν απόντες κατά την απογραφή, το συνάλλαγμά τους όμως όχι. Η γη που τους ανήκε μέχρι την επιστροφή είχε δοθεί σε κάποιον συγγενή ή άλλο φιλικό πρόσωπο, αλλά όπως φαίνεται σπάνια πουληθεί. 452 Η κλασική παρουσίαση αυτής της διαδικασίας ανήκει στον Μαρξ: «Η λεγόμενη πρωταρχική συσσώρευση», Το Κεφάλαιο, τ. Ι, σ. 738 – 785, Αθήνα 1978. Για μια σύγχρονη αποτίμηση της τότε κατάστασης στον αγροτικό χώρο: G. Béaur, Η γη και οι άνθρωποι: Γαλλία και Μεγάλη Βρετανία τον 17ο και 180 αιώνα, Αθήνα 2003. 451


171

Α΄ γενής ΤΟΜΕΑΣ, ΕΞΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ: 1953 - 1972 (σταθ. τιμές) 35,0 30,0 25,0

Α΄γενής τομέας

20,0 Μεταποίηση

15,0 10,0

Επιχειρήσεις Κοινής Ωφέλειας 1971

1969

1967

1965

1963

1961

1959

1957

1955

0,0

1953

5,0

Αξία του προϊόντος στους επιμέρους τομείς σε τιμές 1950, δις δραχμές ΕΣΥΕ

α) νομίζω ότι αν κανείς ήθελε να περιγράψει σε ένα μόνο σχεδιάγραμμα την πορεία της εκβιομηχάνισης, θα κατέληγε σε ένα σχεδιάγραμμα όπως το παραπάνω. Τα βασικά στοιχεία είναι εδώ: εξηλεκτρισμός, αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής και παράλληλη ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα που καλύπτει, και με το παραπάνω, τις απώλειες από την μείωση του εργατικού του δυναμικού που οφείλεται είτε στην μετακίνηση προς τις πόλεις είτε, στην περίπτωση της Ελλάδας, προς το εξωτερικό. ΑΠΑΣXΟΛΟΥΜΕΝΟΙ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ 1950 & 1970 25,0 20,0 1950

15,0

1970

10,0

Ισπανία

Πορτογαλία

Ελλάδα

Ιταλία

Γερμανία

Δυτ.

Γαλλία

0,0

Βρετανία

5,0

Επεξεργασία στοιχείων από τον Mitchell..

Θα κοιτάξουμε στη συνέχεια ορισμένα στοιχεία της μορφολογίας του δευτερογενούς τομέα, πρώτα όμως να δούμε τα όρια της εκβιομηχάνισης, κάνοντας μια χονδροειδή σύγκριση ανάμεσα στο ποσοστό των εργαζομένων που δουλεύουν εκεί, και το σχετικό μέγεθος των βιομηχανικών εργατών σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες. Η εξέταση αυτή δείχνει την μεγάλη διαφορά του ειδικού


172

ΧΩΡΑ Βρετανία Γαλλία Δυτ. Γερμανία Ιταλία Ελλάδα Πορτογαλία Ισπανία

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ 1970 (1950 = 100) 86,6 120,9 141,1 131,3 125,6 119,5 158,4

ΔΕΙΚΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ 1970 (1950 = 100) 172,2 322,2 428,6 469,7 515,8 361,7 559,5

ΔΕΙΚΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ / ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ: 1950 - 1970 2,0 2,7 3,0 3,6 4,1 3,0 3,5

Επεξεργασία των πινάκων B1 και D1 του Mitchell. Αν και τα στοιχεία κάποιες φορές δεν αναφέρονται στο ίδιο ακριβώς έτος -τα στοιχεία για τον πληθυσμό και τους εργαζόμενους στην βιομηχανία στη Γαλλία δεν έχουν ως βάση σύγκρισης το 1950, αλλά το 1946-, η γενική τάση είναι εμφανής.

βάρους των εργαζομένων στην μεταποίηση όχι μόνο μεταξύ της Ελλάδας και των αναπτυγμένων χωρών, αλλά και σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης. το 1970 ακόμα, οι εργαζόμενοι στη βιομηχανία με οποιαδήποτε σχέση (εργοδότες, μέλη της οικογένειάς τους που βοηθούν, εκείνοι που δουλεύουν για δικό τους λογαριασμό, μισθωτοί) δεν ήταν παρά 580 χιλιάδες, το 6,6% του συνολικού πληθυσμού, 120 χιλιάδες μόλις περισσότεροι από αυτούς του 1950. β) η ανάπτυξη λοιπόν της βιομηχανίας ήταν σε πολύ μεγάλο βαθμό μια διαδικασία υποκατάστασης εργασίας από το κεφάλαιο, όπως και στις υπόλοιπες χώρες, μόνο που εδώ ο ρυθμός της τεχνολογικής μεταβολής παίρνει ταχύτερους ρυθμούς. Απλουστεύοντας στο έπακρο, με ό,τι κινδύνους αυτό συνεπάγεται, 453 το ανά εργαζόμενο στη μεταποίηση προϊόν αυξήθηκε στην Ελλάδα αυτή την εικοσαετία τέσσερις φορές, και ήταν το υψηλότερο ανάμεσα στις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, καθώς διαδικασίες οργάνωσης της παραγωγής και μηχανές μεταφέρονται στην Μεσόγειο από τον προηγμένο βορά. 6.1. Ο ΕΞΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ Ο εξηλεκτρισμός είναι υπόθεση της δεκαετίας του ’60 και της ΔΕΗ, που εξαγόρασε όλες τις υφιστάμενες επιχειρήσεις παραγωγής και διανομής ρεύματος,454 επέκτεινε τις δυνατότητες παραγωγής, εξαπλασίασε τις δυνατότητες κατανάλωσης, και περιόρισε επίσης σε σημαντικό βαθμό την εξάρτηση από τις εισαγόμενες πηγές ενέργειας, φθάνοντας το 1972 να παράγει το μισό ρεύμα από υδροηλεκτρικές πηγές. Στα τέλη του 1973 είχε πια

Να επισημάνω μόνο ότι τα στοιχεία μας αναφέρονται στο συνολικό προϊόν της μεταποίησης και όχι στην προστιθέμενη αξία. 454 Στο διάστημα 1956-68 εξαγόρασε 415 υφιστάμενες ιδιωτικές επιχειρήσεις: Παντελάκης 1991, σ. 433. 453


173 ηλεκτροδοτηθεί το 97% του πληθυσμού της χώρας και το 76% των οικισμών. 455 ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΥ ΡΕΥΜ ΑΤΟΣ (g. Watt) 14,00 12,00 10,00 8,00 6,00 4,00 2,00 1971

1969

1967

1965

1963

1961

1959

1957

1955

1953

0,00

ΕΣΥΕ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ 1953 1972 (χιλ. (χιλ. ΠΕΡΙΟΧΗ Kw) Kw) Σύνολο Ελλάδος (α) 738 11.183 Θερμική ισχύς (β) 220 1.817 Υδροηλεκτρική ισχύς (γ) 8 1.040 Περιφέρεια Πρωτευούσης (δ) 637 4.814 Κατανάλωση για βιομηχανική χρήση (ε) 480 6.570 (δ) / (α) 0,86 0,43 (γ) / (β) 0,04 0,57 (ε) / (α) 0,65 0,59 Τα στοιχεία (β) και (γ) αναφέρονται όχι στην κατανάλωση, αλλά στην εγκατεστημένη ισχύ. ΕΣΥΕ.

Ο εξηλεκτρισμός υπήρξε μια γιγάντια επιχείρηση, από τις μεγαλύτερες που ανέλαβε το ελληνικό κράτος τον 20ο αιώνα,456 και απορρόφησε, όπως ήταν φυσικό τους ανάλογους πόρους. Τα οικονομικά της ΔΕΗ θα έπρεπε κάποτε να γραφτούν, είναι σίγουρο όμως ότι η επιχείρηση αυτοχρηματοδοτήθηκε επανεπενδύοντας τα μονοπωλιακά της κέρδη, χρηματοδοτήθηκε από τις τράπεζες, αλλά επίσης κατέφυγε στην έκδοση ομολόγων. Τα ομολογιακά δάνεια της ΔΕΗ, με επιτόκιο 6 – 8%, αφορούσαν σημαντικά ποσά: το 1972 έφθαναν τα δέκα, διαπραγματεύονταν στο χρηματιστήριο, και το συνολικό ποσό της έκδοσης έφθανε τα 10 δισεκατομμύρια. την ίδια χρονιά, το συνολικό ποσό των δανείων προς την βιομηχανία έφθανε τα 73 δις δραχμές.457 Τσοτσορός 1995, σ. 99. Θα μπορούσε να την συγκρίνει κανείς μόνο με αυτή της αποκατάστασης των γεωργών προσφύγων του 1922. 457 Επετηρίς του ΧΑΑ, 1973 και ΕΣΥΕ. 455 456


174

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ (G Watt / εκ. κατοίκους)

1950

Ισπανία

Πορτογαλία

Ελλάδα

Ιταλία

Δυτ. Γερμανία

Γαλλία

1970

Βρετανία

5,00 4,50 4,00 3,50 3,00 2,50 2,00 1,50 1,00 0,50 0,00

Mitchell.

Παρ’ όλα αυτά η απόσταση από τις αναπτυγμένες χώρες παραμένει, αν και έχει μειωθεί: το 1950 η ανά κάτοικο παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος στην Ελλάδα ήταν το 10% της Γερμανικής. το 1970 έφθανε το 30%. 6.2. Η ΑΔΥΝΑΜΗ ΕΚΒΙΟΜΗΧΑΝΙΣΗ Είμαι υποχρεωμένος να τονίσω ότι ο επιχειρηματικός μας κόσμος, πλην ολίγων εξαιρέσεων, δεν ανταπεκρίθη μέχρι σήμερον επαρκώς εις τας εθνικάς οικονομικάς μας επιδιώξεις. Δεν είναι δυνατόν να στηρίζεται το οικονομικόν μας σύστημα επί της ιδιωτικής επιχειρήσεως και να είναι ανύπαρκτος ή ανεπαρκής η ιδιωτική πρωτοβουλία και δράσις. Κ. Καραμανλής, 1961458 Έχοντας ήδη δώσει μια γενική εικόνα της βιομηχανίας, θα περιοριστούμε εδώ σε κάποιες όψεις της που, χωρίς να αναιρούν την γενική εικόνα, δείχνουν ταυτόχρονα και τις αδυναμίες της. αδυναμίες που τα «χρυσά χρόνια» δεν επισύρουν ιδιαίτερα την προσοχή των αναλυτών, με εξαίρεση τους πιο οξυδερκείς από αυτούς, θα έρθουν όμως σύντομα στο φως στα μέσα της δεκαετίας του ’70, όταν θα έχει ξεσπάσει η πρώτη πετρελαϊκή κρίση. 6.2.1. ΟΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ Παρά τους ευνοϊκούς όρους και την άφθονη τραπεζική χρηματοδότηση, οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου στην βιομηχανία είναι χαμηλές: αθροιστικά, στην περίοδο 1952-72 ανέρχονται στο 3% του Εγχώριου Προϊόντος και φθάνουν το 10% των συνολικών πάγιων επενδύσεων. Τα ποσοστά αυτά είναι τα χαμηλότερα μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ.459

458 459

Κ. Καραμανλής, τ. Ε΄, σ. 254. Γιαννίτσης 1983, σ. 22. Pagoulatos, σ. 62.


175

ΑΕΠΚ και ΑΕΠΚ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ 35,0

ΑΕΠΚ % ΑΕγΠ

30,0 25,0

ΑΕΠΚ στη ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ % ΑΕγΠ

20,0 15,0 10,0 5,0 1972

1970

1968

1966

1964

1962

1960

1958

1956

1954

1952

0,0

ΑΕΠΚ στη ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ % ΑΕΠΚ

ΑΕΠΚ: Ακαθάριστες Επενδύσεις Παγίου κεφαλαίου. Οι υπολογισμοί σε σταθερές τιμές 1958. ΕΣΥΕ.

Με τέτοια μεγέθη είναι φανερό ότι η παραγωγική βάση που σχηματίζεται στην μεταποίηση είναι ιδιαίτερα ισχνή, αν σκεφτούμε μάλιστα ότι έχουμε να κάνουμε με μια χώρα που, ακόμα στο 1950, εξακολουθεί να βρίσκεται εις το στάδιον της εκβιομηχανοποιήσεως όπως έγραφε 25 χρόνια πριν ο Ξ. Ζολώτας. 460 και αν σκεφτούμε ακόμα ότι τα χρόνια της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης, όπου βιομηχανικές μονάδες ξεφύτρωναν σαν μανιτάρια στην Αγγλία χρησιμοποιώντας μικρά σχετικά κεφάλαια, ανήκαν ήδη στην προϊστορία. 461 Ας μην προσπεράσουμε στα γρήγορα αυτό το θέμα. δείχνει, και μάλιστα με τον εναργέστερο τρόπο, τα όρια των μεταβολών που συντελούνται και, όπως επισημαίνει ο Τάσος Γιαννίτσης, την αχίλλειο πτέρνα τους: την έλλειψη ικανοποιητικών ρυθμών συσσώρευσης, «το πιο κρίσιμο σημείο του συστήματος».462 6.2.2. Η ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ Σε αυτό το διάστημα η ίδια η βιομηχανία αλλάζει, με κύριο χαρακτηριστικό την μείωση του ειδικού βάρους της υφαντουργίας στο συνολικό προϊόν της μεταποίησης, ενώ οι νέοι αναπτυσσόμενοι κλάδοι είναι αυτοί της επεξεργασίας μετάλλου και των μεταφορικών μέσων. Ο τελευταίος αυτός κλάδος δείχνει επίσης με χαρακτηριστικό τρόπο τα όρια της ελληνικής εκβιομηχάνισης: την παραγωγή αυτοκινήτων, δηλαδή μηχανών, έχει υποκαταστήσει η παραγωγή αμαξωμάτων, ρυμουλκούμενων μεταφοράς εμπορευμάτων και, καινούργια μόδα αυτή, τροχόσπιτων. Εδώ, σ. 31. L. Bergeron, “La Révolution Industrielle Anglaise”, στο P. Léon (διεύθ.), Histoire Economique et Sociale du Monde, τ, 3, σ. 330, Παρίσι 1978. 462 Γιαννίτσης 1983, σ. 113. 460 461


176

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΤΆ ΚΛΑΔΟΥΣ: 1953 & 1972 (δις δρχ., σταθ. τιμές 1958) ΚΛΑΔΟΣ Τρόφιμα - Ποτά - Καπνός Υφαντουργία Ενδυση - Υπόδηση Ξύλου και επίπλων Χάρτου, εκδόσεων, εκτυπ. Χημικά Μη μεταλλικών ορυκτών Μεταλλουργία Μηχανολ. & επεξ.μετάλλου Μεταφορικών μέσων Διάφορες ΣΥΝΟΛΟ

1953

1972

1953%

1972%

1,5 2,3 0,6 0,5 0,1 0,7 0,3 0,1 0,5 0,1 0,4 7,0

7,8 7,7 4,1 3,2 2,2 6,8 4,8 5,3 6,7 1,6 0,9 51,6

21,4 32,9 8,6 7,1 1,4 10,0 4,3 1,4 7,1 1,4 5,7 100,0

15,1 14,9 7,9 6,2 4,3 13,2 9,3 10,3 13,0 3,1 1,7 100,0

4 ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΧΩΡΕΣ 14,1 3,7 1,6 2,9 5,9 21,6 6,3 8,1 7,0 10,8 1,4

Τα στοιχεία για τις τέσσερις ευρωπαϊκές χώρες αφορούν την Δυτ. Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία και Γερμανία, για το 1977: Γιαννίτσης, 1983, σ. 74-75. Για την Ελλάδα, ΕΣΥΕ.

Δεν προσπαθώ να μειώσω τις προσπάθειες, ούτε να γελοιοποιήσω τα επιτεύγματα, όμως το να μιλάμε γενικά για «βιομηχανία» μετά την δεύτερη βιομηχανική επανάσταση είναι ίσως πλασματικό. Η σύγκριση που κάνει ο Γιαννίτσης για την ενδοκλαδική διάρθρωση του δευτερογενούς τομέα δείχνει τις διαφορές ανάμεσα στην Ελλάδα και τις άλλες χώρες: εκεί οι παραδοσιακοί κλάδοι έχουν υποχωρήσει, ενώ το ποσοστό της αξίας που αντιπροσωπεύουν τα χημικά και ο τομέας των μεταφορών, είναι διπλάσια από ότι στην Ελλάδα. Στις χώρες αυτές βέβαια, όπως και σε άλλες, η βιομηχανία δεν ήταν μια υπόθεση του μεταπολέμου, αλλά ανάγεται στον προηγούμενο αιώνα, έχει δημιουργήσει μια παράδοση και μια συνέχεια αποτελεί οργανικό στοιχείο, και μάλιστα το κύριο, της όλης παραγωγικής διαδικασίας. 6.2.3. ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΜΟΝΑΔΕΣ Ή ΜΕΤΑΞΥ ΟΙΚΟΤΕΧΝΙΑΣ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ Ένα άλλο ζήτημα, έχει να κάνει με το μέγεθος των μεταποιητικών μονάδων, όπως τουλάχιστον αυτό εκφράζεται με βάση τον αριθμό των εργαζομένων . παραμένει μονότονα σταθερό, σε όλη την διάρκεια της περιόδου 1958 – 1969: τέσσερις εργαζόμενοι / κατάστημα, που σημαίνει ότι η αύξηση των απασχολουμένων στην βιομηχανία συμβαδίζει με την δημιουργία νέων μονάδων. Για το τι είδους «βιομηχανίες» είναι αυτές που απασχολούν μέχρι τέσσερα άτομα, και πως κατορθώνουν να επιβιώνουν διαθέτουμε κάποια στοιχεία από τις πενταετείς απογραφές που, με αρχή το 1958, αρχίζει να διενεργεί η Στατιστική Υπηρεσία. Ας δώσουμε όμως πρώτα τον λόγο σε μια γνωστή μας ανθρωπολόγο, που μας μιλά για την Κοκκινιά στις αρχές της δεκαετίας του ‘70:


177

ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΙΘΜΟ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ: 1969 10.699 1.077 3.438 9.558

0-4 άτομα 5-9 άτομα 10-19 άτομα 20-29 άτομα 30 άτομα και άνω 108.879

ΕΣΥΕ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ: 1969 ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΝ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΝ ΛΙΓΟΤΕΡΑ ΑΠΌ ΣΥΝΟΛΟ 30 ΚΑΙ ΑΝΩ ΑΤΟΜΑ 5 ΑΤΟΜΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ (1) (2) Αριθμός καταστημάτων (α) Αριθμός εργαζομένων επιχειρηματιών και μη αμειβομένων μελών της οικογένειας (β) Αριθμός αμειβόμενου προσωπικού (γ) Ετήσια αμοιβή εργασίας (δ) Ακαθάριστη αξία παραγωγής (ε)

122.979

1.658

107.508

168.458

1.454

143.223

344.782

183.832

54.412

15.734.639

10.104.781

1.617.721

127.412.461

78.938.209

18.722.132

Σύνολο αναλώσεως (στ)

78.467.185

47.793.311

11.367.664

Προστιθέμενη αξία (ζ)

48.945.276

31.144.898

7.354.468

4,2 2,8 46 1.036 95,4

111,8 110,9 55 47.611 168,1

1,8 0,5 30 174 37,2

[(β)+(γ)] / (α) (γ) / (α) (δ) / (γ) (ε) / (α) (ζ) / (β+γ)

Αξίες και μισθοί σε χιλιάδες δραχμές. ΕΣΥΕ.

(1) / (2)

60,8 219,1 1,8 273,4 4,5


178 Το 1972 έβρισκε κανείς διάσπαρτες σε όλη την περιοχή μικρές βιοτεχνίες, που στεγάζονταν σε δωμάτια σπιτιών, υπόγεια και δωμάτια κτισμένα παράνομα στις αυλές. Κατά κανόνα εκεί απασχολούνταν κοπέλες της συνοικίας, που έφτιαχναν πουκάμισα, πλεκτά και άλλα είδη ένδυσης με χειροκίνητες μηχανές (...) Οι επιχειρήσεις αυτές ανήκαν σε κατοίκους της περιοχής. Οι αμοιβές ήταν ελαφρώς χαμηλότερες απ΄ ότι στις μεγαλύτερες μονάδες, αλλά ο Κοκκινιώτης εργάτης εξοικονομούσε το κόστος των μετακινήσεών του. Ένα άλλο πλεονέκτημα, από τη σκοπιά των γονιών των κοριτσιών, ήταν ότι τα παιδιά τους βρίσκονταν λιγότερο εκτεθειμένα στους πειρασμούς της πόλης (...) Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 όμως τα μικρομάγαζα στους εμπορικούς δρόμους δεν ικανοποιούσαν πλέον τις νοικοκυρές, που προτιμούσαν να αγοράζουν τα οικιακά τους είδη και τα ρούχα της οικογένειας από μεγάλα καταστήματα της πόλης, γνωστά από τις διαφημίσεις, πηγαίνοντας στο κέντρο του Πειραιά για να ψωνίσουν...» 463

Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στην βιομηχανία και την βιοτεχνία δεν είναι βέβαια πρωτότυπος, ενδιαφέρον παρουσιάζουν κάποιες άλλες επισημάνσεις του κειμένου τις οποίες ο αναγνώστης προφανώς επισήμανε, χωρίς να χρειάζεται ο δικός μου σχολιασμός. Στους αριθμούς της στατιστικής τώρα, οι μονάδες που εμφανίζονται γενικά ως «μεταποιητικές» παρουσιάζουν τέτοιας έκτασης διαφορές που μπορούμε, χωρίς υπερβολή, να μιλάμε για έναν δυαδικό τομέα . 464 ας μείνουμε στις κυριότερες: α) στην «μεγάλη» βιομηχανία αντιστοιχούν 110 εργαζόμενοι κάθε μορφής / κατάστημα, στην μικρή «βιομηχανία» μόνο δύο που συνήθως, δηλαδή τρεις στις τέσσερις φορές, δεν είναι άλλοι από τους ιδιοκτήτες και τα βοηθούντα μέλη της οικογένειάς τους. β) αν η διαφορά στον αριθμό των εργαζομένων / κατάστημα ανάμεσα στους δύο πόλους ανέρχεται στις 60 φορές, η διαφορά ανάμεσα στην ακαθάριστη αξία παραγωγής είναι πολύ μεγαλύτερη και υπερβαίνει τις 270 φορές. γ) η διαφορά στην προστιθέμενη αξία / εργαζόμενο είναι επίσης πολύ σημαντική: στις μεγάλες μονάδες είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερη από εκείνη των μονάδων – νάνων. δ) το παραπάνω αντανακλάται και στους μισθούς που στις μεγάλες μονάδες είναι κατά 80% μεγαλύτεροι από εκείνους που παίρνουν οι μισθωτοί στις μικρές βιομηχανίες – βιοτεχνίες. 6.2.4. Η ΜΕΓΑΛΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΤΟ 1970: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΥΠΕΡΧΡΕΩΜΕΝΕΣ ΜΟΝΑΔΕΣ Ένας ξένος μεγάλος επιχειρηματίας –όχι αμερικανός, αρκεί και ευρωπαίος- θα μπορούσε να αγοράσει ολόκληρη την ελληνική βιομηχανία. Τόσο μικρή είναι η ολική αξία της. Σύμφωνα με τους επίσημους αριθμούς που δίνει ο Σύνδεσμος Βιομηχάνων, το σύνολο των κεφαλαίων 390 βιομηχανικών επιχειρήσεων [εννοεί τις επιχειρήσεις υπό μορφή ΑΕ και ΕΠΕ που υπήρχαν τότε] το έτος 1958 ήταν 11.328 εκ. δραχμές. Από αυτά όμως, μόνο 3.555 εκ. δραχμές (περίπου 120 εκ. δολάρια) είναι «ίδια» κεφάλαια. Τα υπόλοιπα είναι δάνεια Τραπεζών και Δημοσίων Οργανισμών. Πέρυσι, μόνη η ΔΕΗ είχε ίδια κεφάλαια 5.280 εκ. δραχμές: Το Βήμα, 9/3/1961.

463 464

Hirschon, σ. 165. Κάτι που δεν συμβαίνει όπως είδαμε στον αγροτικό χώρο.


179 Όλο αυτό το σύστημα δεν μπορούσε παρά να καταλήξει σε μια καρικατούρα της αγοράς: οι μεγάλες επιχειρήσεις, αυτές που είχαν την δυνατότητα να είναι αναγνωρίσιμες από τα πιστωτικά ιδρύματα, είχαν πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό, και αντλούσαν μέσω αυτού τα απαραίτητα για την λειτουργία τους κεφάλαια.465 Με δεδομένο ότι το τραπεζικό σύστημα, με την εξαίρεση του ομίλου της Εμπορικής, ελέγχονταν από το κράτος, είναι βέβαιο ότι αρκετές φορές τα αυστηρώς οικονομικά κριτήρια χρηματοδότησης υποχωρούσαν προς όφελος των πολιτικών διασυνδέσεων και των ιδιαίτερων προσωπικών συμφερόντων. Το 1970 ακόμα, από τις 30 μεγαλύτερες σύμφωνα με το μέγεθος του ενεργητικού τους βιομηχανίες μόνο οι 11 ήταν δημόσιες (public), είχαν δηλαδή εισαγάγει τις μετοχές τους στο Χρηματιστήριο. οι υπόλοιπες παρέμεναν κλειστές (private) εταιρείες.466 Αλλά και από τις εισηγμένες επιχειρήσεις, όπως γράφει ο Πλατανόπουλος, «πολλαί ήσαν οικογενειακού χαρακτήρος και οι ιδρυταί των δεν ενδιαφέροντο δια την διάδοσιν των μετοχών των επιχειρήσεών των εις το ευρύτερον κοινόν».467 Αν μπήκαν κάποια στιγμή στο χρηματιστήριο αυτό οφειλόταν, τις περισσότερες φορές, σε απαίτηση των δανειστριών τραπεζών ή σε φορολογικούς λόγους,468 και μετά από την κατάλληλη προετοιμασία που σήκωνε προς τα πάνω τις τιμές των μετοχών.469 Άλλωστε το χρηματιστήριο απαιτεί κάποια στοιχειώδη διαφάνεια, την οποία οι επιχειρηματίες μας καθόλου δεν ήταν διατεθειμένοι να δεχθούν. εισήγαγαν έτσι, το 1967, λίγους μήνες μετά την επιβολή της δικτατορίας, τις προνομιούχες χωρίς δικαίωμα ψήφου μετοχές «ώστε οι διοικούντες τας εταιρείας να ημπορούν να τας χρηματοδοτούν απ’ ευθείας από το κοινόν, χωρίς τον φόβον να εκφύγη των χειρών των η διοίκησις των επιχειρήσεων».470 Η χρηματοδότηση από το κοινό, κατά προτίμηση χωρίς αυτό να έχει λόγο για τις τύχες της εταιρείας, είχε γίνει επιτακτική, μιας και ο τραπεζικός δανεισμός είχε φθάσει τα όριά του: οι 57 βιομηχανίες που ήταν εισηγμένες το 1969 στο ΧΑΑ, είχαν σύνολο ιδίων κεφαλαίων 5,1 δις, αλλά υποχρεώσεις που έφθαναν τα 10,8

Το 1966, ο Α. Παπανδρέου γράφει ότι η χρηματοδότηση της βιομηχανίας έφθανε τα 20,8 δις δραχμές, ενώ αυτή της βιοτεχνίας το 1/10. Από τα δάνεια αυτά προς την βιομηχανία, 30 επιχειρήσεις είχαν λάβει σχεδόν το 60%: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 4/8/1966. 466 Για τις 30 μεγαλύτερες βιομηχανίες, Μπαμπανάσης – Σούλας, σ. 94. για τις εταιρείες του ΧΑΑ Επετηρίς (...) 1971. 467 Πλατανόπουλος, σ. 192. 468 Η ανάλυση της «λυμφαντικής», όπως την χαρακτηρίζει ο Δερτιλής, κεφαλαιαγοράς δεν θα μας απασχολήσει εδώ. Φαίνεται ότι οι διάφοροι χρηματιστές, ελλείψει αγοραπωλησιών μετοχών, ασχολούνταν με την παράνομη εξαγωγή συναλλάγματος, αλλά για τέτοιου τύπου δραστηριότητες πολύ δύσκολα βρίσκονται στοιχεία: Δερτιλής 2005, τ. Ι, σ. 54. 469 «Ο λαϊκός καπιταλισμός έρχεται και στην Ελλάδα», μας πληροφορεί από την πρώτη σελίδα της εφημερίδας του κάποιος αρθρογράφος: Το Βήμα, 16/5/1965. 470 Πλατανόπουλος, ό.π. 465


180

ΙΔΙΑ / ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ, 1966 ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ ΠΑΘΗΤΙΚΟ Πάγιο 23,5 Ίδια κεφάλαια 14,4 Κυκλοφορούν 20,6 Ξένα κεφάλαια 29,7 Σύνολο 44,1 Σύνολο 44,1 Τα στοιχεία αφορούν ΑΕ και ΕΠΕ: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 13/11/1969.

δις δραχμές. Κάποτε δεν πρόκειται παρά για έναν πίθο των Δαναΐδων, όπως η ΠΥΡΚΑΛ με τον αιώνιο πρόεδρό της, τον Μποδοσάκη: με ίδια κεφάλαια 30 εκ., χρωστούσε 630 εκ. δραχμές. Στην Αιγαίον, για την οποία έχουμε επίσης μιλήσει, με ίδια κεφάλαια 120 εκ. τα χρέη έφθαναν τα 400 εκατομμύρια . πρόκειται για οικογενειακή υπόθεση, αφού ο πρόεδρος και άλλα τέσσερα από τα επτά μέλη του Δ.Σ. ανήκαν στην οικογένεια Καρέλλα που ακάματη είχε υπό τον έλεγχό της άλλη μία εισηγμένη στο ΧΑΑ βιομηχανία, την Βέλκα, με τέσσερα επίσης στα έξι μέλη του Δ.Σ., ίδια κεφάλαια 75 εκ. και χρέη 325 εκατομμύρια δραχμές. Οι μέτοχοι των δύο αυτών υφαντουργιών ήταν 10 φυσικά και ένα νομικό πρόσωπο στην Αιγαίον, 20 φυσικά και ένα επίσης νομικό πρόσωπο στην Βέλκα. το νομικό πρόσωπο θα ήταν η δανείστρια τράπεζα τα φυσικά η, υπό την ευρεία έννοια που θα έλεγαν και οι κοινωνιολόγοι, οικογένεια Καρέλλα. Ποιό είναι το προφίλ των ελλήνων βιομηχάνων στα τέλη της δεκαετίας του ’60; Σύμφωνα με μια έρευνα που δημοσιεύθηκε στον Οικονομικό Ταχυδρόμο, το μορφωτικό τους επίπεδο ήταν σαφώς ανώτερο από αυτό του συνόλου του πληθυσμού, όμως μόνο το 1/3 από αυτούς ήταν απόφοιτοι Πανεπιστημίου. Όσον αφορά το κοινωνικό περιβάλλον από το οποίο προέρχονταν, επίσης μόνο το 1/3 ήταν βιομήχανοι δεύτερης γενιάς. Το βιομηχανικό κεφάλαιο και οι εκπρόσωποί του βρισκόταν ακόμα στην διαδικασία συγκρότησης, για τους περισσότερους δεν

ΤΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΩΝ, 1969 60 50

ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΙ

40 30

ΣΥΝΟΛΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

20 10 Απόφοιτοι ΑΕΙ

Απόφοιτοι Γυμνασίου

Γυμνάσιο (1-5 τάξεις)

Δημοτικό

Ουδεμία

0


181

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΓΟΝΕΩΝ ΤΩΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΩΝ: 1969

Διάφορα 12%

Γεωργοί 12%

Μικρέμποροι 12% Μεγαλέμποροι 12%

Βιομήχανοι 35%

Τεχνίτες 17%

Τα στοιχεία αναφέρονται στους ιδιοκτήτες ΑΕ και ΕΠΕ. Οικονομικός Ταχυδρόμος, 13/11/1969.

υπήρχε οικογενειακή παράδοση που να τους επιτρέπει να βλέπουν τα πράγματα σε βάθος χρόνου και να αναλύουν, με κοινό τρόπο, τις καταστάσεις που αντιμετώπιζαν. Στα μέσα του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα, η ελληνική αστική ταξη ή τουλάχιστον ο σκληρός πυρήνας της, οι βιομήχανοι, ήταν ακόμα μια τάξη εν τη γενέσει. Καλά ήταν όλα τούτα, και αποδείχθηκαν μάλλον ανθεκτικά (το 1969 Αιγαίον και Βέλκα, για να ξαναγυρίσουμε σε αυτές, απασχολούσαν 2.200 εργαζόμενους) . φτάνει να μην ξεσπάσει καμιά κρίση, και στο μεταξύ να πηγαίνουμε κι εμείς σύμφωνα με το ρεύμα. Στο κάτω – κάτω, όπως ήταν και ο τίτλος μιας αμερικάνικης ταινίας του ’90, αυτά γίνονται με Τα Λεφτά των Άλλων, στην δική μας περίπτωση των καταθετών στις τράπεζες. 6.3. ΟΙ ΞΕΝΕΣ ΑΜΕΣΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ Αν και, όπως είδαμε, τουλάχιστον από ένα χρονικό σημείο και ύστερα, πολύ δύσκολα θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι το πρόβλημα της ελληνικής εκβιομηχάνισης αναγόταν σε δυσκολίες χρηματοδότησης των αναγκαίων επενδύσεων, η προσέλκυση του ξένου κεφαλαίου αναδείχθηκε σε πανάκεια από όλες τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις. Ο Ν 2687/53 Περί επενδύσεων και προστασίας κεφαλαίων εξωτερικού, με αυξημένη συνταγματική ισχύ, επέτρεπε στα αλλοδαπά κεφάλαια που υπάγονταν στις διατάξεις του την επανεξαγωγή σε συνάλλαγμα μέρους των κερδών και του κεφαλαίου. Ο εκσυγχρονισμός της μεταποιητικής δομής μέσω του ανοίγματος στο ξένο κεφάλαιο δημιούργησε μια ολόκληρη φιλολογία, πριν μιλήσουμε όμως γι’ αυτήν ας δούμε τους αριθμούς: συνολικά μέσω του Ν 2687 εισήχθησαν, στο διάστημα 1956 – 1973, 540 εκ. δολάρια και επαναπατρίστηκαν 150 εκατομμύρια, έχουμε λοιπόν μια καθαρή εισροή σχεδόν 400 εκ. δολαρίων ή χονδρικά 12 δις δραχμών.


182

ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ Ν 2687 ΚΑΙ ΑΕΠΚ στη ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ: 1958 - 1973 (εκ. δρχ.) 20.000 15.000 ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ Ν 2687 10.000 ΑΕΠΚ στη ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ

5.000

1972

1970

1968

1966

1964

1962

1960

1958

0

ΑΕΠΚ: Ακαθάριστες Επενδύσεις Παγίου Κεφαλαίου. ΕΣΥΕ

Συνολικά, στο διάστημα 1958-73 το 15% των συνολικών πάγιων επενδύσεων στη μεταποίηση οφειλόταν σε κεφάλαια του Ν 2687. Δεν πρόκειται άρα για μια σημαντική κρίσιμη μάζα, και η σημασία των επενδύσεων αυτών έγκειται κυρίως στους τομείς που πραγματοποιήθηκαν, τομείς στους οποίους αδυνατούσε να παρέμβει το εγχώριο κεφάλαιο λόγω έλλειψης τεχνογνωσίας ή/ και διασυνδέσεων με τις διεθνείς αγορές. Στις αρχές του 1970 υπήρχαν κλάδοι, όπως αυτός των παραγώγων πετρελαίου, της βασικής μεταλλουργίας και των μεταφορικών μέσων στους οποίους το ενεργητικό των αλλοδαπών επιχειρήσεων υπερέβαινε το 50% του συνόλου. αλλού πάλι, για παράδειγμα στις εκτυπώσεις και την κατεργασία δέρματος, η συμμετοχή του ξένου κεφαλαίου ήταν αμελητέα.471 Οι Αλογοσκούφης – Λαζαρέτου αναφέρουν τις επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν με βάση τον 2687 μέσα σε ένα περίπου διθυραμβικό κλίμα,472 ενώ περισσότερο μετρημένα ο Δρακάτος μιλά για την «δημιουργία ορισμένων μεγάλων μονάδων που στήριξαν την οικονομία κατά την περίοδο αυτή», δεν παραλείπει να σημειώσει όμως ότι αργότερα οι περισσότερες από τις επιχειρήσεις αυτές έγιναν προβληματικές.473 Ο Πουλαντζάς πάλι, μέσα στα πλαίσια των προβληματισμών της αριστεράς των αρχών της δεκαετίας του ’70, αναφέρεται στην ιδιαίτερα προνομιακή σχέση του δικτατορικού καθεστώτος με το ξένο κεφάλαιο,474 σχέση που δεν επιβεβαιώνεται πάντως από τα εμπειρικά δεδομένα. ο κύριος όγκος των επενδύσεων από το εξωτερικό πραγματοποιήθηκε πριν από την χούντα, στην διάρκεια της οποίας πραγματοποιείται αντίθετα μια αυξημένη εξαγωγή των πραγματοποιούμενων κερδών.

Γιαννίτσης, 1975. Αλογοσκούφης – Λαζαρέτου, σ. 241. 473 Δρακάτος, σ. 52. 474 Πουλαντζάς 22006, σ. 19. 471 472


183

ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΚΑΙ ΕΞΑΓΩΓΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΤΟΥ Ν 2686: 1956 - 1973 (εκ.δολ.) 80,0 70,0 60,0 50,0 40,0 30,0

ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΕΞΑΓΩΓΕΣ

1972

1970

1968

1966

1964

1962

1960

1958

1956

20,0 10,0 0,0

ΕΣΥΕ

Η μεγαλύτερη, και η πλέον αμφισβητούμενη, από τις επενδύσεις αυτές ήταν της γαλλικής Pechiney που ίδρυσε το 1961 την Αλουμίνιον της Ελλάδος. τα εισαχθέντα κεφάλαια ανήλθαν σε 116 εκ. δολάρια,475 και αντιπροσώπευε μόνη της το 20% των συνολικών κεφαλαίων που μπήκαν στην χώρα αυτή την περίοδο με βάση τον Ν 2687. το 1970, με βάση το ενεργητικό το Αλουμίνιον ήταν η μεγαλύτερη επιχείρηση που δραστηριοποιούταν στην Ελλάδα.476 Όμως, «ήταν στην καλύτερη περίπτωση μια χαριστική πράξη»:477 η ΔΕΗ είχε αναλάβει την υποχρέωση να παρέχει στην εταιρεία ρεύμα προς 9,3 λεπτά το kw/h, ενώ το κόστος παραγωγής του ήταν 26 λεπτά και η υπόλοιπη βιομηχανία το πλήρωνε 62 λεπτά.478 Από την άλλη, το 1967 οι εξαγωγές αλουμινίου αντιπροσώπευαν το 30% του συνόλου των βιομηχανικών εξαγωγών.479 Αλλά με τέτοιες στρεβλώσεις της αγοράς και την ανοχή της λογικής «ιδιωτικά κέρδη – δημόσιες ζημιές», είναι άραγε δυνατή η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη;480

ΤτΕ, σ. 543. Μπαμπανάσης – Σούλας, σ. 94. 477 Κωστής 1999, σ. 45. 478 Χαραλάμπης, σ. 96. Σύμφωνα με δικαστικό πόρισμα που εξετάζει την πεντηκονταετή σύμβαση της εταιρείας με την ΔΕΗ, η ετήσια ζημιά της τελευταίας θα ανέρχονταν σε 100 – 300 εκατομμύρια δραχμές: Το Βήμα, 10/9/1964. 479 Κωστής ό.π., σ. 91. 480 Εκτός από την Αλουμίνιον της Ελλάδος, άλλες γνωστές επιχειρήσεις που ιδρύθηκαν με ξένα κεφάλαια τότε ήταν τα διυλιστήρια της Esso-Pappas, η Χαλυβουργική, τα διυλιστήρια Βαρδινογιάννη (Motor Oil) και Λάτση ((Petrola), τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά και Ελευσίνας κλπ: Παγουλάτος, σ. 333. Στις παραπάνω περιπτώσεις τα «ξένα» κεφάλαια δεν είναι παρά κεφάλαια των ελλήνων εφοπλιστών, που επενδύονται στην χώρα υπό την κάλυψη του Ν 2686. 475 476


184 7. ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ

ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ (% ) 1955 - 1972 50,0 45,0 40,0 35,0 30,0 25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0

(β) / (α) (γ) / (ε)

1971

1969

1967

1965

1963

1961

1959

1957

1955

(δ) / (ε)

(β) / (α): αξία των εξαγωγών ως ποσοστό της αξίας των εισαγωγών. (γ) / (ε): εμπορικό έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕγΠ. (δ) / (ε): αξία εισαγωγών και εξαγωγών ως ποσοστό του ΑΕγΠ ΕΣΥΕ

α) αν στην παραγωγική δομή συμβαίνουν αλλαγές που αλλάζουν την εικόνα της χώρας, στο εξωτερικό εμπόριο τα πράγματα μένουν σταθερά. Το μεγαλύτερο πρόβλημα, όπως και προπολεμικά,481 εξακολουθεί να παραμένει το έλλειμμα στο ισοζύγιο: αυξάνεται σε απόλυτους όρους ανάμεσα στο 1955 και 1972 από 200 σε 1.470 εκ. δολάρια, προκαλώντας πονοκεφάλους στους υπεύθυνους για την αντιμετώπισή του, ως ποσοστό του Εγχώριου Προϊόντος όμως κινείται κάπου ανάμεσα στο 13 και το 15%, και καλύπτεται από τους άδηλους πόρους, όπως θα δούμε αμέσως παρακάτω. Το γεγονός όμως παραμένει: η αξία των εξαγωγών δεν φθάνει ποτέ ούτε το μισό αυτής των εισαγωγών. Σταθερό παραμένει επίσης και το άνοιγμα της ελληνικής οικονομίας στον διεθνή περίγυρο, όπως μπορούμε να το μετρήσουμε με βάση την συνολική αξία εισαγωγών και εξαγωγών προς το ΑΕγΠ: σταθερό και χαμηλό, μικρότερο από το 1/3.482 β) το εμπόριο με τις έξι χώρες που τότε αποτελούσαν την ΕΟΚ επίσης δεν παρουσιάζει εκπλήξεις ή, αν το δούμε διαφορετικά, η μόνη έκπληξη εδώ είναι η Εδώ, σ. 38. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Mitchell, στην πραγματικότητα το μέγεθος του εξωτερικού εμπορίου της Ελλάδας σε σχέση με το ΑΕγΠ, το 1972, είναι στο ίδιο ύψος με αυτό της Γαλλίας, της Δυτ. Γερμανίας και της Ιταλίας, των μεγαλύτερων δηλαδή χωρών της τότε ΕΟΚ. στο Βέλγιο και την Ολλανδία όμως, το εξωτερικό εμπόριο έφθανε το 88% του ΑΕγΠ. Μοιάζει να επιβεβαιώνεται η άποψη ότι οι μικρές αναπτυγμένες χώρες έχουν κατ’ ανάγκη, λόγω του μικρού μεγέθους της εγχώριας αγοράς, αναπτυγμένο το διεθνές εμπόριο. η Ελλάδα δεν ανήκε σε αυτή την κατηγορία. 481 482


185

ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΙ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΟΚ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ 1962 - 1972 60,0 50,0 40,0

X+M

30,0

M-X

20,0 10,0 0,0 1962 1963 1964 1965 1966 1967 1968 1969 1970 1971 1972

Χ+Μ: σύνολο εισαγωγών και εξαγωγών με τις έξι χώρες της ΕΟΚ ως ποσοστό του συνολικού εξωτερικού εμπορίου. Μ-Χ: έλλειμμα του εξωτερικού εμπορίου με τις χώρες της ΕΟΚ ως ποσοστό του συνολικού ελλείμματος. ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΜΕ ΤΙΣ ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ ΕΟΚ 1954 & 1972 25,0 20,0 15,0

1954

10,0

1972

5,0 0,0 Γαλλία

Δυτ. Γερμανία

Ιταλία

ΕΣΥΕ

διάψευση της καταστροφολογίας που είχε αναπτυχθεί από ορισμένους κύκλους: το εμπορικό έλλειμμα με την τότε ακόμα στις απαρχές της Ενωμένη Ευρώπη, ως ποσοστό του συνολικού ελλείμματος, δεν υπερβαίνει το αντίστοιχο ποσοστό που αφορά το σύνολο του εμπορίου. Η Ελλάδα δεν κατακλύστηκε από τα προϊόντα των χωρών αυτών, αλλά και δεν κατάφερε να διεισδύσει στις αγορές τους . θα έλεγε κανείς ότι τα πράγματα συνέχιζαν να είναι όπως και πριν. Το ότι η συμφωνία ένταξης δεν έφερε σημαντικές αλλαγές στις κατευθύνσεις του εξωτερικού εμπορίου, φαίνεται και από την ουσιαστικά αναλλοίωτη διατήρηση των ποσοστών των τριών κυριότερων χωρών της ΕΟΚ στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις της χώρας: η Γαλλία, η Δυτ. Γερμανία και η Ιταλία συνολικά έστελναν και απορροφούσαν το 40% της αξίας των εμπορευμάτων που εισήγαγε και εξήγαγε η Ελλάδα, τουλάχιστον για την εικοσαετία 1950-70.


186

ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΤΆ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ: 1958 & 1972 ΚΩΔ 0 1 2 3 4 5 6 7 8

ΕΙΔΟΣ Τρόφιμα και ζώντα ζώα Ποτά και καπνός Πρώτες ύλες πλην καυσίμων Ορυκτά καύσιμα, λιπαντικά Έλαια και λίπη Χημικά προϊόντα Βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κατά την πρώτη ύλη Μηχανήματα και υλικό μεταφορών Διάφορα βιομηχανικά είδη ΣΥΝΟΛΟ

ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ % 1958 1972 15,7 10,0 0,2 10,8 8,7 10,8 9,9 0,1 9,0 9,7 21,1 30,1 2,4 100,0

17,1 41,1 3,1 100,0

ΕΞΑΓΩΓΕΣ % 1958 1972 23,9 25,1 44,8 15,8 22,4 13,9 1,2 3,0 1,5 3,0 7,3 3,0

100,0

26,6 2,3 6,2 100,0

ΕΣΥΕ.

γ) το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, που δείχνει και τα όρια της εκβιομηχάνισης που είχε επιτευχθεί μέχρι το 1972, δείχνει η διάρθρωση του εξωτερικού εμπορίου. Ας ξεκινήσουμε από τα θετικά: οι εξαγωγές προϊόντων του δευτερογενούς τομέα, πρακτικά ανύπαρκτες το 1958, φθάνουν λίγο πάνω από το 40% στο τέλος της περιόδου, και αποτελούνται κυρίως από αλουμίνιο και προϊόντα της κλωστοϋφαντουργίας (νήματα και κλωστές). παράλληλα όμως η αξία των εισαγόμενων βιομηχανικών προϊόντων αυξάνει επίσης και περνά από το 60 στο 70% του συνόλου. Η αντιφατική αυτή εξέλιξη οφείλεται στην αύξηση των εισαγωγών μηχανημάτων και υλικού μεταφορών και δείχνει τον εγκλωβισμό της ελληνικής βιομηχανίας στην κατασκευή κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, αλλά και γενικότερα προϊόντων χαμηλής τεχνολογίας . υπάρχει βέβαια και το αλουμίνιο, που σαφώς δεν εντάσσεται σε αυτή την κατηγορία, αλλά γι’ αυτό μιλήσαμε παραπάνω. Το πραγματικά παράδοξο είναι ότι η εξέλιξη αυτή ευνοήθηκε και από την δασμολογική πολιτική που ακολουθήθηκε από τις διάφορες κυβερνήσεις. Σύμφωνα με ένα πίνακα που παραθέτει ο Γιαννίτσης, το 1976 η πραγματική δασμολογική προστασία για τα προϊόντα της κλωστοϋφαντουργίας έφθανε το 620% επί της αξίας, αυτή για τα είδη ρουχισμού το 380%. αντίθετα στις μηχανές περιοριζόταν στο 37%.483 Οι ίδιοι οι υπεύθυνοι της οικονομικής πολιτικής είχαν παραιτηθεί από την προσπάθεια ενίσχυσης μιας σοβαρής βιομηχανικής ανάπτυξης. 484 Γιαννίτσης 1983, σ. 29. Από αυτή την άποψη η παρατήρηση του Hobsbawm, (σ. 358) αλλά και άλλων ερευνητών της περιόδου, για την ανάδυση ενός νέου καταμερισμού της εργασίας από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 που μετατοπίζει παραγωγικές δραστηριότητες από τον παλαιό στον τρίτο κόσμο, με πρώτη και κύρια την εγκατάσταση σε αυτό τον τελευταίο βιομηχανιών παραγωγής αυτοκινήτων, δεν αφορά την Ελλάδα . εδώ, έχουμε να κάνουμε περισσότερο με μια βιομηχανία υποκατάστασης των εισαγωγών που, όπως σημειώνει ο Γιαννίτσης, παραμένει στα τελευταία στάδια της παραγωγής, με χαμηλό ποσοστό 483 484


187 8. ΟΛΛΑΝΔΙΚΕΣ ΕΠΙΔΗΜΙΕΣ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ: ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΤΩΝ ΑΔΗΛΩΝ ΠΟΡΩΝ Τον 16ο αιώνα παρά την συμμετοχή της στην καταλήστευση του Νέου Κόσμου, ή μάλλον ακριβώς και εξαιτίας αυτής της συμμετοχής, η Ισπανία βρίσκεται σε παρακμή. ο αμερικάνικος χρυσός κατακλύζει την χώρα, οι τιμές των εγχώριων προϊόντων αυξάνονται, οι τοπικές βιοτεχνίες αδυνατούν να αντιμετωπίσουν τα φθηνότερα εισαγόμενα αγαθά, η ιβηρική χερσόνησος βλέπει την παραγωγή της να καταρρέει.485 Είναι ίσως το διασημότερο παράδειγμα μιας οικονομίας που οδηγήθηκε σε κρίση, επειδή βρέθηκε να έχει στην κατοχή της πόρους στην παραγωγή των οποίων η ίδια δεν είχε συμβάλλει. Από τότε και άλλες οικονομίες αντιμετώπισαν το ισπανικό πρόβλημα, στις μέρες μας μεταξύ των άλλων η Ολλανδία που χάρη στο πετρέλαιο της Βόρειας Θάλασσας είδε τις εισροές συναλλάγματος της να αυξάνουν και μαζί την ισοτιμία του νομίσματός της να διαμορφώνεται σε υψηλότερα επίπεδα από εκείνα τα οποία θα δικαιολογούσε το εμπορικό της ισοζύγιο. Είναι, σύμφωνα με τον Γ. Σπράο και η περίπτωση της Ελλάδας, μόνο που εδώ τον ρόλο του πετρελαίου, τις δεκαετίες του ’60 και ’70, έπαιξαν οι άδηλοι πόροι. Αυτοί, κατά την διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου, καλύπτουν ένα μεγάλο μέρος του εμπορικού ελλείμματος, επιτρέπουν την διατήρηση της ισοτιμίας της δραχμής σε υψηλότερα από τα κανονικά επίπεδα, και δημιουργούν προβλήματα στην οικονομική ανάπτυξη.486 Αυτή είναι όμως η μία όψη του νομίσματος. Όπως είδαμε, η ελληνική εκβιομηχάνιση της δεκαετίας του ’60 περιορίστηκε στα τελευταία στάδια της παραγωγής καταναλωτικών προϊόντων, για την κατασκευή των οποίων χρησιμοποιούσε εισαγόμενο μηχανολογικό εξοπλισμό, που ασφαλώς θα ήταν ακριβότερος με την ισοτιμία της δραχμής σε χαμηλότερα επίπεδα. 487 Ακριβότερα εργαλεία και μηχανές όμως δεν σημαίνουν τίποτε άλλο παρά λιγότερα εργαλεία και μηχανές, χρησιμοποίηση αναλογικά περισσότερης, άρα και φθηνότερης εργασίας, και ακόμη μεγαλύτερο εγκλωβισμό του δευτερογενούς τομέα σε καθυστερημένες τεχνολογικά μορφές παραγωγής .. Όχι πως τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά στον χώρο της γεωργίας, απλώς εκεί η απουσία του ακριβού τρακτέρ θα παρέτεινε την χρήση απλών προβιομηχανικών εργαλείων από τους αγρότες, θα μείωνε την παραγωγικότητα της εργασίας τους και, με τους άλλους παράγοντες σταθερούς, το αγροτικό εισόδημα. Απλά πράγματα θα πει κανείς, που όμως φαίνεται κάποτε να λησμονούνται όταν απλές επεξηγηματικές θεωρίες φιλοδοξούν να καλύψουν κενά ερμηνείας χωρίς αναλυτική τεκμηρίωση. Κατά καιρούς όμως, φαίνεται πως γίνονται του συρμού. Ας δούμε όμως πρώτα τα συνολικά μεγέθη αυτού του «από μηχανής θεού», του ισοζυγίου των άδηλων πόρων, για να καταλάβουμε την σημασία του. Σε όλη την

προστιθέμενης αξίας: ό.π., σ. 31. 485 P. Vilar, Or et monnaie dans l’histoire, Παρίσι 1974, σ. 177. 486 Σπράος 1997. 487 Και με την προϋπόθεση ότι θα ακολουθούταν η ίδια δασμολογική πολιτική.


188 διάρκεια της περιόδου 1955-72 οι «άδηλοι», δηλαδή το σύνολο του ναυτιλιακού, μεταναστευτικού και τουριστικού συναλλάγματος φθάνουν σε αξία ένα

ΟΙ ΑΔΗΛΟΙ ΠΟΡΟΙ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΩΝ ΕΞΑΓΩΓΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΟΣ 1955 - 1972 200,0 150,0 (α) / (β)

100,0

(α) / (γ)

50,0

1971

1969

1967

1965

1963

1961

1959

1957

1955

0,0

(α) / (β): άδηλοι πόροι ως ποσοστό της αξίας των εξαγωγών. (α) / (γ): άδηλοι πόροι ως ποσοστό της αξίας του εμπορικού ελλείμματος. Άδηλοι πόροι: το καθαρό αποτέλεσμα εισπράξεων και πληρωμών για το μεταφορικό (ναυτιλιακό) και ταξιδιωτικό συνάλλαγμα, και οι εισροές μεταναστευτικού συναλλάγματος. Επεξεργασία στοιχείων της ΕΣΥΕ

σημαντικό ποσοστό των εξαγωγών και μάλιστα, από το 1961 και στη συνέχεια, το υπερβαίνουν.. Το 1971-72 φθάνουν το 150% της αξίας των εξαγωγών και καλύπτουν πάνω από το 80% της αξίας του εμπορικού ελλείμματος. Να το πούμε και διαφορετικά; Αντιστοιχούσαν στο 15% του Εγχώριου Προϊόντος, τη στιγμή που όπως είδαμε οι επενδύσεις στα πάγια της βιομηχανίας έφθαναν μόλις στο 3% του ΑΕγΠ. Και αυτό είναι το μείζον: η ελληνική ανάπτυξη και το θαύμα της δεκαετίας του ’60, για τα οποία και εδώ έχει χυθεί πολύ μελάνι, δεν θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν σε καμία περίπτωση χωρίς τους άδηλους πόρους. Καιρός να τους γνωρίσουμε καλύτερα. 8.1. ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟ, ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ: ΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ α) αν θέλαμε να ιεραρχήσουμε τις τρεις κατηγορίες των άδηλων πόρων για την περίοδο από τον πόλεμο μέχρι το 1972, τα μεταναστευτικά εμβάσματα κατείχαν, και στην αρχή με διαφορά, την πρώτη θέση: αντιπροσώπευαν το 28% της αξίας των εξαγωγών το 1955, και έφθασαν το 66% το 1972. Όπως γράφει ο Δερτιλής, αν πριν τον πόλεμο οι έλληνες εξήγαγαν στην Γερμανία τα προϊόντα τους, εν


189 προκειμένω τον καπνό, μετά τον πόλεμο «η Ελλάδα μη μπορώντας να εξάγει τα προϊόντα της εξάγει ανθρώπους».488 Για την μετανάστευση, την έκταση και τις οικονομικές επιπτώσεις της έχουμε ήδη μιλήσει, οπότε δεν χρειάζεται να επανέλθουμε.

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟ, ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΩΝ ΕΞΑΓΩΓΩΝ 80,0 70,0 60,0 50,0 40,0 30,0 20,0 10,0 0,0

ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΑ ΕΜΒΑΣΜΑΤΑ

1971

1969

1967

1965

1963

1961

1959

1957

1955

ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ

ΕΣΥΕ.

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΟΚΤΗΤΟΣ ΣΤΟΛΟΣ (εκ. κοχ) 1954 - 1972

45,0 40,0 35,0 30,0 25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0

ΠΛΟΙΑ ΥΠΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ ΠΛΟΙΑ ΥΠΟ ΞΕΝΗ ΣΗΜΑΙΑ

1971

1969

1967

1965

1963

1961

1959

1957

1955

1953

ΕΛΛΗΝΟΚΤΗΤΟΣ ΣΤΟΛΟΣ

κοχ = κόροι ολικής χωρητικότητας. 1 κόρος = 2,83 κυβικά μέτρα. Για τον ελληνικό στόλο ΕΣΥΕ, για τον Χαρλαύτη, σ. 402 και 428.

β) οι θαλασσινές περιπέτειες των ελλήνων εφοπλιστών και ναυτικών δεν θα μας απασχολήσουν εδώ, παρά μόνο στο μέτρο που μεταφράζονται σε ναυτιλιακό συνάλλαγμα, θέσεις εργασίας ή κέρδη από την ναυτιλία που μετατρέπονται σε επενδύσεις στον εθνικό χώρο. Η ανάπτυξη του στόλου πάντως είναι εντυπωσιακή: οκταπλασιάζεται ανάμεσα στο 1954 και το 1972, και το 1973 ο 488

Δερτιλής 2005, τ. ΙΙ, σ. 849.


190 ελληνόκτητος εμπορικός στόλος περιλαμβάνει το 15% της παγκόσμιας χωρητικότητας.489 ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ (δολ. / κοχ) 1954 - 1972 12,0 10,0 8,0 6,0 4,0

1972

1970

1968

1966

1964

1962

1960

1958

1956

0,0

1954

2,0

Για το ναυτιλιακό συνάλλαγμα, ΕΣΥΕ. Οι κόροι αναφέρονται στο σύνολο του ελληνόκτητου στόλου, όπως δίνεται από την Χαρλαύτη, ό.π..

Το πως ακριβώς το γεγονός αυτό έγινε κατορθωτό, σε μένα τουλάχιστον, δεν είναι απόλυτα σαφές.490 Αυτό πάντως που είναι φανερό είναι ότι στην δεκαετία του ’60 η ναυτιλία αποκτά όλο και ισχυρότερους δεσμούς με την πατρίδα: το 1972 η χωρητικότητα των υπό ελληνική σημαία πλοίων φθάνει την αντίστοιχη των ελληνόκτητων υπό ξένη σημαία, και το ανά κόρο ναυτιλιακό συνάλλαγμα τα έντεκα δολάρια, σε σχέση με τα πέντε του 1954.491 Ο αριθμός των ελλήνων Χαρλαύτη, σ. 434. Η σχεδόν χαριστική αγορά των πρώτων Libertys έπαιξε σίγουρα τον ρόλο της, όπως τον ρόλο τους έπαιξαν επίσης οι σημαίες ευκαιρίας, οι διασυνδέσεις των ελλήνων εφοπλιστών με αγγλικά και αμερικάνικα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τα σπασίματα ναυτικών αποκλεισμών (όπως έκαναν τα πλοία των Βαρδινογιάννη στην περίπτωση του αποκλεισμού που είχε επιβάλλει ο ΟΗΕ στην τότε ρατσιστική Ροδεσία: Το Βήμα, 13/4/1966) κλπ. Η Χαρλαύτη αποδίδει την «μεγάλη δύναμη της εμπορικής ναυτιλίας» στην μικρή συγκεντροποίησή της, στους μικρούς εφοπλιστές που «αποτελούν το φυτώριο της ελληνικής ναυτιλίας, τη βάση της ανανέωσης και της εξέλιξής της»: ό.π., σ. 451. Σε ένα άρθρο του 1954 στον Οικονομικό Ταχυδρόμο (18/11) αναφέρεται ότι «το συνηθισμένο σενάριο είναι το εξής: ένας εφοπλιστής που διαθέτει ένα καράβι το μισθώνει για τέσσερα χρόνια και στη συνέχεια, με εγγύηση το ναύλο, ζητά δάνειο από κάποια αμερικανική τράπεζα. Με το δάνειο αυτό παραγγέλνει ένα νέο καράβι κοκ. Έτσι, τα ελληνικά πλοία είναι υποθηκευμένα στις τράπεζες, που όμως θέτουν ως προϋπόθεση τα πλοία να βρίσκονται υπό την σημαία που επιλέγουν οι ίδιες». Η ίδια εκδοχή θα υποστηριχθεί, από τις στήλες του ίδιου περιοδικού, τρία χρόνια αργότερα και μάλιστα από τον πρόεδρο της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών στο Λονδίνο (1/8/1957). Για να μπορέσει κανείς να σχηματίσει γνώμη θα έπρεπε να γνωρίζει το μέγεθος του δανεισμού, και τις πρακτικές που ακολουθούσαν στο συγκεκριμένο θέμα οι ανταγωνιστές των ελλήνων εφοπλιστών στις θαλάσσιες μεταφορές, κάτι που μας βγάζει έξω από τους σκοπούς αυτής της μελέτης. 489 490


191

ΕΦΟΠΛΙΣΤΙΚΕΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΜΕ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΞΗΡΑ

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Ανδρεάδη

Βαρδινογιάννη Καρρά Λάτση Νιάρχου Ωνάση

ΕΠΕΝΔΥΣΗ

ΕΤΟΣ

Ελληνικοί Ηλεκτρικοί Σιδηρόδρομοι (ΕΗΣ) Εμπορική Τράπεζα Ιονική και Λαϊκη Τράπεζα Πειραιώς Τράπεζα Αττικής Τράπεζα Επενδύσεων Athens Hilton Βιομηχανία Χυμών και Κονσερβών Βιομηχανία Φωσφωρικών Λιπασμάτων Ναυπηγεία Ελευσίνας Motor Oil Πόρτο Καρράς Διυλιστήρια Ελευσίνος (Petrola) Ναυπηγεία Σκαραμαγκά Ολυμπιακή

1945 1952 1957 1962 1964 1964 1963 1962 1962 1969 1972 1963 1973 1956 1956

ΠΟΣΟ ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ (εκ. δολάρια)

6,0 2,9 90,0 45,0 8,6 35,0

Καψή, σ. 79.

ναυτικών, όσο και αν φαίνεται παράδοξο, δεν μας είναι γνωστός, με εξαίρεση εκείνους που δουλεύουν πάνω σε ελληνικά πλοία: από 7 χιλιάδες το 1954, φθάνουν τις 51 χιλιάδες το 1972,492 το 1/10 των απασχολούμενων στην βιομηχανία – βιοτεχνία. Το 1965 ο κατώτερος μισθός τους ήταν ίσος με αυτόν του βρετανού ναύτη, 2.840 δρχ., ενώ την ίδια χρονιά το κατώτερο ημερομίσθιο στην Ελλάδα ήταν 64 δρχ. και ο μισθός 1.600 δρχ., διαμορφώνοντας τις αμοιβές των ναυτικών 75% υψηλότερα από τους εργαζόμενους στην στεριά.493 Πέρα από το συνάλλαγμα των ναυτικών υπάρχουν και οι επενδύσεις των εφοπλιστών σε στεριανές επιχειρήσεις, τα στοιχεία όπως που διαθέτουμε ώστε να προχωρήσουμε σε μια αποτίμηση της σημασίας τους για την ελληνική οικονομία είναι ελλειπή. Εδώ κυριαρχεί βέβαια ο Ανδρεάδης, ενώ άλλες σημαντικές επενδύσεις είναι αυτές των διυλιστηρίων (ένας σίγουρος και ασφαλής κλάδος) και της Ολυμπιακής, που μέχρι πρόσφατα αποτελούσε Πάντως, ακόμα το 1962 τα εισοδήματα της Ελλάδας από τον στόλο της, σε σχέση με το μέγεθός του ήταν μικρά. Σύμφωνα με στοιχεία που παραθέτει ο Meynaud έφθαναν τα 20 δολάρια ανά τόνο χωρητικότητας (προφανώς συσχετίζει το ναυτιλιακό συνάλλαγμα με τον υπό ελληνική σημαία και όχι τον ελληνόκτητο στόλο), έναντι 50 έως 80 για την Βρετανία, την Ιταλία και την Νορβηγίας: Maynaud, τ.Ι, σ. 473. 492 Για την περίοδο 1957-61 πάντως η ΕΣΥΕ δίνει στοιχεία και για τους ναυτικούς που εργάζονται σε ελληνικά πλοία υπό ξένη σημαία: το 1960 για παράδειγμα, οι έλληνες ναυτικοί σε ελληνικά πλοία ανερχόταν σε 19.000, εκείνοι σε πλοία υπό ξένη σημαία σε 13.000. 493 Για τους μισθούς των ναυτικών Χαρλαύτη, σ. 393. για το κατώτερο ημερομίσθιο ΤτΕ 1998, σ. Α11. 491


192 μονοπώλιο. Τόσο η επένδυση στο Πόρτο Καρράς όσο και εκείνη στον Σκαραμαγκά αποτελούν προσπάθειες που δεν ευοδώθηκαν. 494 ΑΦΙΞΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ (χιλ.) 1952 - 1972 3000 2500 2000 1500 1000

1972

1970

1968

1966

1964

1962

1960

1958

1956

1954

0

1952

500

ΕΣΥΕ.

γ) όσο και αν μας φαίνεται περίεργο υπήρχε μια εποχή που οι τουρίστες στην Ελλάδα σπάνιζαν. Ήταν η εποχή πριν από τον μαζικό τουρισμό, την διάδοση των πληρωμένων διακοπών στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, αλλά και την δημιουργία εγχώριων υποδομών. Η καινούργια συνήθεια αντιμετωπίστηκε με μάλλον κριτικό βλέμμα από όσους είχαν την διάθεση για κάτι τέτοιο, 495 γεγονός πάντως είναι ότι την Ελλάδα επισκέφτηκαν 100.000 ξένοι τουρίστες το 1953, αλλά λίγο περισσότεροι από 2,5 εκατομμύρια το 1972, όταν πια υπήρχαν 2.500 καταγεγραμμένες ξενοδοχειακές μονάδες με 150.000 διαθέσιμα κρεβάτια. Κάπου εκεί, στα τέλη της δεκαετίας του ’60, τα «παιδιά των λουλουδιών» κάνουν την εμφάνισή τους ως εξωτικά φυτά στο Αιγαίο και αντιμετωπίζονται με αμηχανία –τα ίδια, αλλά όχι και το συνάλλαγμά τους- από τους ντόπιους.496 9. ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ Τα δημόσια οικονομικά αποτελούσαν, ή ίσως και να αποτελούν ακόμα, ένα μυστήριο καθώς υπάρχουν διαφορετικές φορολογούσες αρχές και φορείς δαπανών. Έχουμε έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού, αλλά και των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και, φυσικά τα αντίστοιχα έξοδα. Το ποίος Για το Πόρτο Καρράς, Καψή, σ. 136. για τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά, σ. 96. Οι ταραχώδεις περιπέτειες της Ολυμπιακής είναι αρκετά γνωστές. 495 ΟΙ πληρωμένες διακοπές είχαν πρωτοκαθιερωθεί το 1936 στη Γαλλία από την κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου, στην αρχή όμως τα εισοδήματα των αδειούχων δεν τους επέτρεπαν παρά την ολιγοήμερη παραμονή γύρω από τις πόλεις που έμεναν. Οι διακοπές του Κου Hulot, του J. Tatti (1953) παραμένουν ακόμα η οξυδερκέστερη σάτιρα του φαινομένου: Sutcliffe, σ. 158. 496 «Κάπου εκεί στα Μάταλα», μας πληροφοτεί Το Βήμα, οι ξένοι παραθεριστές κάνουν γυμνισμό, καπνίζουν οτιδήποτε άλλο εκτός από τα τσιγάρα του εμπορίου και διαπράτουν διάφορα άλλα όργια, αλλά η αστυνομία μένει απαθής παρά τις συνεχώς επαναλαμβανόμενες δηλώσεις του αρχηγού του δικτατορικού καθεστώτος Παπαδόπουλου περί «ελληνοχριστιανικού πολιτισμού» κλπ: 3/10/1969. 494


193 λογαριασμός υπάγεται κάθε χρόνο σε ποία αρχή, αλλά και το που εντάσσει το κάθε κράτος τα διάφορα κονδύλια αποτελεί ένα κατ’ αρχήν αίνιγμα, που που ακόμα προσπαθούν να επιλύσουν οι αρμόδιες υπηρεσίες της Eurostat. ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΠΛΗΡΩΜΕΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ 35,0 30,0 25,0 20,0 15,0 10,0

1971

1969

1967

1965

1963

1961

1959

1957

1954-55

0,0

1952-53

5,0

Με βάση τους απολογισμούς του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. ΕΣΥΕ

ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΔΑΠΆΝΕΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ ΔΙΑΦΟΡΑ ΚΡΑΤΗ 1953 & 1972

1953

Ελλάδα

Πορτογαλία

Ισπανία

Ιταλία

Γερμανία

Δυτ.

Γαλλία

1972

Βρετανία

35,0 30,0 25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0

Mitchell, με βάση τους πίνακες G5 και J1. Εδώ περιλαμβάνονται μόνο οι δαπάνες της κεντρικής διοίκησης.

Μένοντας στους Λογαριασμούς – Απολογισμούς του Λογιστηρίου του Κράτους μπορούμε πάντως να έχουμε μια γενική εικόνα: οι κρατικές δαπάνες από την ομαλοποίηση του 1953 και στη συνέχεια έφθαναν μέχρι το 1966 το 20% του Εγχώριου Προϊόντος, για να αυξηθούν στη συνέχεια στο 25%. Σίγουρα, με βάση τα σημερινά δεδομένα, τα κρατικά έξοδα είναι μικρά. δεν είναι το ίδιο εύκολο όμως να απαντήσουμε αν η σύγκριση γίνει όχι με το σήμερα, αλλά με τις τότε δαπάνες άλλων κρατών. Οι δαπάνες πάντως της κεντρικής διοίκησης των χωρών του παραπάνω σχήματος, με την εξαίρεση της Βρετανίας, είναι στο ίδιο περίπου επίπεδο με αυτές της Ελλάδας κάποιες μάλιστα, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, εμφανώς χαμηλότερες. Ας περιοριστούμε στο γεγονός ότι, το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι το ελληνικό κράτος σαφώς δεν ξοδεύει πολλά.


194

ΔΑΠΑΝΕΣ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΤΕΡΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΩΝ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ 1959 & 1972 5,0 4,0 3,0

1959

2,0

1972

1,0 0,0 Παιδείας

Κοιν. Πρόνοιας Υγείας

Γεωργίας

Δημ. Εργων

Εθνικής Αμυνας

ΕΣΥΕ

ΑΜΕΣΟΙ ΦΟΡΟΙ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ: 1972 60,0 50,0 40,0 30,0 20,0 10,0 0,0 Βρετανία

Γαλλία

Δυτ. Γερμανία

Ισπανία

Ελλάδα

Mitchell, πίνακας G6.

Η διάρθρωση των εξόδων του κρατικού προϋπολογισμού δείχνει, αντίθετα με ότι γίνεται παράλληλα στο πολιτικό πεδίο, μια προσπάθεια εκδημοκρατισμού: οι δαπάνες για την παιδεία και την κοινωνική ασφάλιση παραμένουν μεν χαμηλές, αυξάνονται όμως έστω και με πολύ αργούς ρυθμούς, ενώ αντίθετα μειώνονται οι αμυντικές δαπάνες. Τέλος, οι χαμηλοί προϋπολογισμοί των υπουργείων γεωργίας και δημοσίων έργων δεν θα πρέπει να μας ξενίζουν μιας και τα απαραίτητα κονδύλια σε αυτές τις κατευθύνσεις διοχετεύονται εν μέρει μέσω του τραπεζικού συστήματος. Πέρα όμως από τα έξοδα, αν υπάρχει ένα σημείο το οποίο να δείχνει τον αντιδημοκρατικό χαρακτήρα των ελληνικών δημόσιων οικονομικών, αυτό είναι οι άμεσοι φόροι, ή μάλλον το ύψος τους. Επί της ουσίας φόροι περιουσίας εξακολουθούν (ακόμα και σήμερα) να μην υπάρχουν, ενώ το 1972 οι άμεσοι


195 φόροι δεν έφθαναν παρά τα 15,6 δις δραχμές, καλά – καλά ούτε το 5% του Εγχώριου Προϊόντος. Οι άμεσοι φόροι δεν κάλυπταν παρά το 20% των κυβερνητικών εσόδων, σε αντίθεση με την Βρετανία ή τη Γερμανία που έφθαναν στο μισό.497 Τα έξοδα λειτουργίας της κρατικής μηχανής είχαν αφεθεί στους έμμεσους φόρους, δηλαδή στα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα, εκείνα που ξοδεύουν μεγαλύτερο από τον μέσο όρο ποσοστό των εσόδων τους ή, όπως θα έλεγαν οι οικονομολόγοι, σε εκείνους που η μέση και οριακή ροπή προς κατανάλωση προσεγγίζει την μονάδα. η αντίστοιχη έκφραση στα καφενεία για όσους βρίσκονται σε αυτές τις ομάδες είναι «μεροδούλι – μεροφάϊ». 10. ΟΙ ΑΜΟΙΒΕΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ – ΤΑ ΚΑΤΩΤΕΡΑ ΜΕΡΟΚΑΜΑΤΑ ΚΑΤΩΤΕΡΟ ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΟ ΣΕ ΣΤΑΘΕΡΕΣ ΤΙΜΕΣ: 1955 - 1972 70,0 60,0 50,0 40,0 30,0 20,0 10,0 1972

1971

1970

1969

1968

1967

1966

1965

1964

1963

1962

1961

1960

1959

1958

1957

1956

1955

0,0

Πρόκειται για το ημερομίσθιο στον τομέα της μεταποίηησς. ΕΣΥΕ και ΤτΕ 1998.

Η ΑΓΟΡΑΣΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΚΑΤΩΤΕΡΟΥ ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΟΥ ΕΚΦΡΑΣΜΕΝΗ ΣΕ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΒΑΣΙΚΑ ΕΙΔΗ: 1955 & 1972 1955 1972 Ψωμί 12,5 20,1 Βοδινό κρέας 1,6 2,7 Λάδι 2,2 3,3 Πατάτες 16,7 28,2 Καφές 0,5 1,0 Οι ποσότητες σε κιλά: ΕΣΥΕ και ΤτΕ 1998.

Αυτές οι κατώτερες εισοδηματικές ομάδες για τις οποίες μιλάμε είδαν πάντως τα εισοδήματά τους να αυξάνονται αυτή την περίοδο και μάλιστα σημαντικά: σε σταθερές τιμές το κατώτερο μεροκάματο στην βιομηχανία διπλασιάστηκε «Μόλις το 6% του ενεργού πληθυσμού υποβάλλει δηλώσεις εισοδήματος: Οικονομικός Τζχυδρόμος, 14/4/1960. 497


196 μεταξύ 1955 και 1968, για να αυξηθεί λίγο ακόμα το 1969 και στη συνέχεια να σταθεροποιηθεί.498 Όπως γίνεται συνήθως πάντως, αν μετατρέψουμε τα μεροκάματα σε ορισμένα βασικά είδη πρώτης ανάγκης, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου είναι μικρότερη από εκείνη που δίνει η σύγκριση των αμοιβών με τον γενικό τιμάριθμο, εξακολουθεί να παραμένει πάντως εντυπωσιακή. Θα ήταν μάλιστα μεγαλύτερη αν κατά την δεκαετία του ’60 η αύξηση των ημερομισθίων ακολουθούσε την άνοδο της παραγωγικότητας της εργασίας: το προϊόν / ώρα εργασίας μεταξύ 1962-72 αυξήθηκε κατά 93%, ενώ το κατώτερο μεροκάματα κατά 56%. 499 Δεν αμείβονται όλοι βέβαια με το κατώτερο μεροκάματο: το 1972 πάντα, έφθανε τις 110 δραχμές, το μέσο όμως ημερομίσθιο τις 150, δείχνοντάς μας τις εισοδηματικές διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό των ίδιων των εργαζομένων στην μεταποίηση. Να επιμείνουμε όμως λίγο στο προφανές των παραπάνω αριθμών: αν η βελτίωση των εισοδημάτων ήταν γενική και αφορούσε τους πάντες, τα οφέλη της ανάπτυξης διαχύθηκαν άνισα, κάνοντας τους φτωχούς σχετικά φτωχότερους. Από ένα σημείο μάλιστα και ύστερα, αυτοί πολύ δύσκολα θα μπορούσαν να εκφράσουν την αγανάκτησή τους: το να συνδικαλίζεται ή να απεργεί κανείς υπό καθεστώς δικτατορίας, στην καλύτερη περίπτωση συνεπαγόταν την κλήση του στην Ασφάλεια «δι’ υπόθεσίν του» και τις σχετικές «νουθεσίες». IVγ: ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ Ή ΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΔΥΟ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΠΟΛΩΝ 1. ΕΝΑΣ ΑΝΙΣΟΣ ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΑΣΤΙΚΟΣ, ΗΜΙΑΣΤΙΚΟΣ & ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ 1940 - 1971 (% ) 60,0 50,0 40,0 Αστικός

30,0

Ημιαστικός

20,0

Αγροτικός

10,0 0,0 1940

1951

1961

1971

ΕΣΥΕ Για να μην χάνουμε το μέτρο πάντως, αν λάβουμε το 1960 ως βάση εκκίνησης, το μέσο ωρομίσθιο του Έλληνα βιομηχανικού εργάτη εκείνη τη χρονιά ήταν 10,96 δρχ., του Ιταλού 18,14, του Γάλλου 21,59 και του Γερμανού 23,57: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 21/7/1960. 499 Για την παραγωγή / ώρα στην μεταποίηση: ΤτΕ 1998, πίνακας 7. 498


197

3000

Η ΑΝΙΣΗ ΑΣΤΙΚΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΙΚΟΣΑΕΤΙΑΣ '50 - '70 (πληθυσμός σε χιλιάδες)

2500 2000 1500

1951

1000

1961

500

1971

0 Αθήνα

Θεσσαλονίκη

Σύνολο άλλων πολεοδομικών συγκροτημάτων

ΕΣΥΕ

α) αν χρειάζεται να περιμένουμε μέχρι το 1971 για να δούμε την αξία της βιομηχανικής παραγωγής να εξισώνεται με αυτήν του πρωτογενούς τομέα, ο αστικός πληθυσμός έφθασε στο μέγεθος του αγροτικού μια δεκαετία νωρίτερα, όπως πιστοποιεί η απογραφή του 1961. Η αστικοποίηση αυτή ήταν όμως ιδιαίτερα άνιση: αφορούσε ουσιαστικά την Αθήνα, και

Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΤΟΥΣ: 1971 0,35 0,30 0,25 0,20 0,15 0,10 0,05 0,00 Λονδίνο

Παρίσι

Ρώμη

Αθήνα

Mitchell. Ο υπολογισμός με βάση τα αντίστοιχα πολεοδομικά συγκροτήματα, και όχι τον πληθυσμό των δήμων.

δευτερευόντως την Θεσσαλονίκη, που είδαν τον πληθυσμό τους να αυξάνεται κατά 80% μεταξύ των ετών 1951 και 1971. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 η Ελλάδα είχε τρεις μόνο αστικές συγκεντρώσεις με πληθυσμό άνω των 100.000 κατοίκων: την Αθήνα που με 2,5 εκατομμύρια κατοίκους συγκέντρωνε το 30% του συνόλου του πληθυσμού της χώρας, ποσοστό διπλάσιο από το αντίστοιχο του Λονδίνου ή του Παρισιού, την Θεσσαλονίκη με 550.000 κατοίκους και την


198 Πάτρα με 120.000.500 Ίσως, ακόμα και το να μιλούμε γενικά για αστικοποίηση την εικοσαετία ’50 – ’70 να είναι παραπλανητικό: οι 35 πόλεις, εκτός από την Αθήνα και την Θεσσαλονίκη, που το 1971 είχαν 10.000 τουλάχιστον κατοίκους, αθροιστικά συγκέντρωναν το 14% του συνολικού πληθυσμού, έναντι 13% είκοσι χρόνια πριν. β) ο εσωτερικός εποικισμός της Αθήνας περιμένει πάντοτε τον ιστορικό του, αυτόν που θα σκύψει πέρα από τους αριθμός και θα προσπαθήσει να ανιχνεύσει τις αλλαγές στις συμπεριφορές και τις νοοτροπίες που συνεπάγεται η στρεβλή αυτή αστικοποίηση. Εμείς εδώ θα περιοριστούμε στις κοινωνικές δομές της πρωτεύουσας το 1971, όταν πια τα πράγματα είχαν σταθεροποιηθεί, και τις διαφορές που παρουσιάζουν σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα. Παράλληλα όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ολόκληρες πόλεις ή συνοικίες αναδύονται μέσα στο πολεοδομικό συγκρότημα κυριολεκτικά εκ του μηδενός: το ιστορικό κέντρο, ο δήμος της Αθήνας, μπορεί να μην αύξησε τον πληθυσμό του παρά κατά 60% «μόνο», η Πετρούπολη, η Αργυρούπολη και το Καματερό όμως, με λιγότερους από 1.000 κατοίκους το 1951 έφθασαν τις 18, τις 14 και τις 11 χιλιάδες αντίστοιχα είκοσι χρόνια αργότερα. το ποίοι ίδρυσαν τις νέες αυτές πόλεις, λίγη ώρα από το κέντρο της Αθήνας, που εργάζονταν και χάρη σε ποίες υποδομές κατάφεραν να κάνουν την καθημερινότητά τους υποφερτή παραμένει εν πολλοίς ακόμα άγνωστο. Μένοντας λοιπόν στην επαγγελματική δομή, ο πληθυσμός της Αθήνας διαφέρει από τον υπόλοιπο (συμπεριλαμβανομένων και των άλλων αστικών κέντρων), κατ’ αρχήν γιατί οι απασχολούμενοι στον πρωτογενή τομέα απουσιάζουν, ενώ στην υπόλοιπη χώρα φθάνουν το 50% για τους άνδρες και το 70% για τις γυναίκες. η πρωτεύουσα αντίθετα είναι ο τόπος όπου συγκεντρώνονται οι εργαζόμενοι στον δευτερογενή τομέα, αν αναφερόμαστε στους άνδρες, ή στα ελεύθερα επαγγέλματα και τις υπηρεσίες για τις γυναίκες, με την κατανομή ανάμεσα στα δύο φύλα να είναι ιδιαίτερα άνιση. Δεν είναι όμως μόνο το είδος της εργασίας, αλλά και η κοινωνική διαφοροποίηση που μετατρέπει την Αθήνα σε έναν άλλο κόσμο: οι μισθωτοί αποτελούν εδώ πάνω από το 70%, ενώ φθάνουν δεν φθάνουν το 30% στην υπόλοιπη χώρα, γεγονός που οφείλεται βέβαια στο ότι εδώ απουσιάζει η αγροτική αυτοαπασχόληση. Έτσι, η Αθήνα δίνει κατ’ αρχήν την εικόνα της κοινωνικής τοπογραφίας μιας σύγχρονης κεφαλαιοκρατικής πόλης, με τους αυτοαπασχολούμενους να αποτελούν το 15-20% του συνόλου, μαζί με τα υπόλοιπα μη-αμειβόμενα μέλη της οικογένειάς τους. Από αυτή την άποψη τουλάχιστον, η άποψη του Burgel σύμφωνα με την οποία «η Αθήνα [στις αρχές του ‘70] παραμένει για την πλειοψηφία του πληθυσμού μια πόλη αγροτών, εθνική και κλεισμένη στον εαυτό της», έστω και αν αναφέρεται κυρίως στις νοοτροπίες, δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. 501 Μια πόλη πρώην αγροτών, μια πόλη που οι καινούργιοι της άνθρωποι διατηρούν, όπως είναι φυσικό, σχέσεις με τις περιοχές από τις οποίες ήρθαν, αυτό ναι, αλλά αυτό Υπήρχαν ακόμα τέσσερις πόλεις με περισσότερους από 50.000 κατοίκους: ο Βόλος, το Ηράκλειο, η Λάρισα και τα Χανιά. 501 Burgel, σ. 14. 500


199

1971 Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΤΗΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΠΟΛΟΙΠΗΣ ΧΩΡΑΣ: 1971 (ποσοστό %) ΑΝΔΡΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΥΝΟΛΟ ΣΥΝΟΛΟ (α) ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ (α) ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΕΝΕΡΓΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΟΜΑΔΕΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ Ελευθέρια επαγγέλματα, υπάλληλοι, πωλητές Γεωργοί, κτηνοτρόφοι Βιοτέχνες, τεχνίτες, εργάτες βιομηχανίας Απασχολούμενοι σε υπηρεσίες ΣΥΝΟΛΟ ΣΥΝΟΛΟ (χιλιάδες)

Εργοδότες Εργαζόμενοι για δικό τους λογαριασμό Μη αμειβόμενα μέλη της οικογένειας Μισθωτοί ΣΥΝΟΛΟ ΣΥΝΟΛΟ (χιλιάδες)

15,4 50,1

37,5 1,3

12,2 70,2

50,7 0,5

29,3 5,2 100,0 1.674

52,5 8,7 100,0 634

11,5 6,1 100,0 688

28,8 20,0 100,0 215

ΕΝΕΡΓΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΚΑΤΆ ΘΕΣΗ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ 4,4 8,0 1,0 51,8 10,1 33,6 100,0 1.686

20,4 0,8 70,9 100,0 653

18,7 57,3 23,0 100,0 684

2,3 10,1 3,2 84,3 100,0 217

Σύνολο (α): το σύνολο του πληθυσμού εκτός εκείνου του πολεοδομικού συγκροτήματος της πρωτεύουσας.

ΕΣΥΕ. είναι άλλο πράγμα. Άλλωστε πόσο «κλεισμένη στον εαυτό της» μπορεί να παραμένει μια πόλη που αποτελεί πύλη εισόδου στην χώρα για 1,3 εκατομμύρια τουρίστες;502 2. ΕΝΑ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ ΣΠΙΤΙ: ΤΟ ΚΥΡΙΟΤΕΡΟ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΤΟΥ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΟΥ α) το 1961 ακόμα, οι συνθήκες στέγασης των νοικοκυριών της χώρας πολύ απέχουν από το να χαρακτηρίζονται ικανοποιητικές. 503 Σύμφωνα με την απογραφή του ίδιου έτους, το 70% των κατοικιών της πρωτεύουσας δεν διαθέτουν λουτρό, το 30% μαγειρείο, και το τρεχούμενο νερό βρίσκεται στο 60% των σπιτιών. στην Αθήνα, τα μισά σχεδόν νοικοκυριά προμηθεύονται νερό από τις πλατείες και από πηγάδια. ΕΣΥΕ, 1974. ΕΣΥΕ, 1965. Σύμφωνα με μια εκτίμηση του Συμβουλίου της Ευρώπης στις αρχές του ’60 για κάθε 1.000 κατοίκους αναλογούσαν 1.050 δωμάτια στη Γαλλία, στην Ιταλία 800, αλλά στην Ελλάδα 441: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 29/9/1960, σ. 3. 502 503


200

ΟΙ ΑΣΤΙΚΕΣ ΑΝΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ: 1961 (% του συνόλου των νοικοκυριων) 120,0 100,0 80,0

ΠΟΛΕΙΣ

60,0

ΧΩΡΙΑ

40,0

ΠΕΡΙΟΧΗ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑΣ

20,0 Με τρεχούμενο νερό

Με ηλεκτρικό

Με λουτρό ή ντους

Με μαγειρείο

0,0

ΕΣΥΕ

Λείπουν λοιπόν οι υποδομές, κυρίως το νερό. 504 αλλά μήπως στον τομέα των συγκοινωνιών η κατάσταση είναι καλύτερη; Το 1,5 εκατομμύριο των Αθηναίων της δεκαετίας του ’50 πραγματοποιούσε γύρω στα 700 εκ. μετακινήσεις σε ετήσια βάση χρησιμοποιώντας, τότε που τα ιδιωτικά αυτοκίνητα ήταν λιγοστά, τα 1.300 λεωφορεία της πρωτεύουσας. το καθένα από αυτά εξυπηρετούσε κάθε χρόνο, ούτε λίγο ούτε πολύ, 500.000 ανθρώπινες διαδρομές. 505 β) αν οι υποδομές, και η έλλειψή τους, ήταν υπόθεση του κράτους, το ζήτημα της κατοικίας αφέθηκε κυρίως στους οικογενειακούς ώμους και στρατηγικές, τουλάχιστον από τα τέλη της δεκαετίας του ‘50 και στη συνέχεια. Γιατί η πρώτη μεταπολεμική περίοδος, όσον αφορά την οικοδομή θα πρέπει να διαιρεθεί σε δύο υποπεριόδους: μια πρώτη που αρχίζει από το 1946 και φθάνει το 1958 και χαρακτηρίζεται από την έντονη κρατική οικοδομική δραστηριότητα και μια δεύτερη, 1959 – 1972, όπου η όλη υπόθεση αφήνεται στην ιδιωτική – οικογενειακή πρωτοβουλία. Ας ξεκινήσουμε με τα συνολικά στοιχεία: μεταξύ 1945 – 1972 χτίζονται σε ολόκληρη την χώρα, με βάση τις οικοδομικές άδειες που εκδόθηκαν, δηλαδή νομίμως, 1.416.000 κατοικίες. Το 1972, πάνω από τους μισούς έλληνες έμεναν σε σπίτια που είχαν κατασκευαστεί μεταπολεμικά. το 45% των νέων αυτών κατοικιών βρισκόταν, πράγμα φυσικό με όσα έχουμε πει, στην περιοχή της πρωτεύουσας.

Όσο για τις αποχετεύσεις, «επί συνολικού μήκους 4.500 χιλιομέτρων εγκεκριμένων οδών της μείζονος πρωτευούσης, είναι ζήτημα αν διαθέτει η περιοχή 500 χλμ. μήκους οριστικού δικτύου υπονόμων»: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 14/12/1967. 505 ΕΣΥΕ. 504


201

ΑΡΙΘΜΟΣ ΝΕΩΝ ΝΟΜΙΜΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ 1945 - 1972 90.000 80.000 70.000 60.000 50.000 40.000 30.000

1971

1969

1967

1965

1963

1961

1959

1957

1955

1953

1951

1949

1947

1945

20.000 10.000 0

Ιδιωτικές κατοικίες. ΕΣΥΕ

Εκτός όμως από την νόμιμη, έχουμε και την «αυθαίρετη δόμηση», ή αλλιώς τις προσπάθειες των φτωχότερων στρωμάτων να επιλύσουν το στεγαστικό τους πρόβλημα, παρακάμπτοντας τους πολεοδομικούς κανονισμούς και αποφεύγοντας την πληρωμή των φόρων που συνοδεύουν την ανέγερση κατοικίας κτίζοντας πολλές φορές εκτός σχεδίου.506 Στατιστικές εκτιμήσεις για την δραστηριότητα αυτού του είδους διαθέτουμε για την περίοδο ’46 – ’62: ανέρχεται στο 30% της νόμιμης ιδιωτικής κατασκευής σπιτιών. Τα

ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ 1946 - 1962 50000 45000 40000 35000 30000 25000 20000 15000 10000 5000 0

ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΝΟΜΙΜΕΣ

1962

1960

1958

1956

1954

1952

1950

1948

1946

ΑΥΘΑΙΡΕΤΕΣ

ΕΣΥΕ

Το ότι η έκδοση άδειας ανέγερσης κτιρίου συνδέεται με την πληρωμή φόρου, καθιστά αναξιόπιστα τα στοιχεία για την αξία αυτών των οικοδομών, που πάντως υπάρχουν στις επετηρίδες. 506


202 ΜΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΤΟΥ 1959 Το Βήμα, 12/7 – 24/7/1959 Αθήνα: συμφόρησις που προμηνύει ανεπανορθώτους συμφοράς Η Αθήνα και ο Πειραιάς, που ενώθηκαν πλέον, έχουν πληθυσμό 2 εκατομμύρια επί συνολικού πληθυσμού της χώρας 8 εκατομμυρίων! Η πρωτεύουσα συγκεντρώνει το 65% της βιομηχανίας, το μισό εργατικό δυναμικό, τα 50 από τις 90.000 αυτοκίνητα, 31 χιλ. δημόσιους υπαλλήλους επί συνόλου 73 χιλιάδων. Όπως έδειξε μια δειγματοληπτική έρευνα, η πλειονότητα των πολιτικών μηχανικών απέκτησαν πολυτελή διαμερίσματα στα Πατήσια, την Κυψέλη, το Μουσείο, το Κολωνάκι και στην Βασιλίσσης Σοφίας – άλλωστε αυτοί τα έχτισαν. Εκεί μένουν επίσης βουλευτές, γιατροί, δικηγόροι... Οι μικροαστοί και οι εργάτες μένουν στο Μεταξουργείο, το Μοναστηράκι, τα Πετράλωνα, το Ρουφ, τον Βοτανικό...Από τα 4.000 αδενοπαθή παιδιά που κατέγραψε μια πρόσφατη έρευνα, τα 400 μένουν σε αυτές τις περιοχές. Η Ομόνοια αποτελεί τον χώρο υποδοχής όσων έρχονται από τις επαρχίες, ενώ το Σύνταγμα, με τα πολυτελή του ξενοδοχεία, απέκτησε μια κοσμοπολίτικη φυσιογνωμία. Διαχωριστικό όριο των δύο αυτών ζωνών αποτελεί η οδός Κοραή. Άλλο χαρακτηριστικό της Ομόνοιας είναι ότι εκεί συγκεντρώνονται οι δημόσιες υπηρεσίες (ΙΚΑ, ΤΕΒΕ, Εργατική Εστία) που έχουν σχέση με την εξυπηρέτηση των ευρέων λαϊκών στρωμάτων. Το Μοναστηράκι και οι γύρω από τους σταθμούς Λαρίσης και Πελοποννήσου συνοικίες συγκεντρώνουν τους απορωτέρους και χωρίς συγκεκριμένο επάγγελμα μετανάστες του εσωτερικού οι οποίοι διαμένουν αγεληδόν σε ανθυγιεινά δωμάτια. Μόλις αποκτήσουν μια μικρή οικονομική βάση εγκαθίστανται στο Αιγάλεω ή τον Βύρωνα. Στις εκλογές του 1956 η πόλη φάνηκε πολιτικά χωρισμένη: η ΕΡΕ πλειοψήφησε στις ενορίες της Πλάκας, Μητροπόλεως, Αγ. Διονυσίου Αρεοπαγίτου και η Αριστερά στις συνοικίες γύρω από το κέντρο. Που βρίσκεται η μικροαστική τάξη; Στους 31 χιλιάδες δημοσίους υπαλλύλους, τις 17 χιλ. τραπεζικούς, τους 11 χιλ. υπαλλήλων των οργανισμών δημοσίου δικαίου, τους 28.500 πολιτικούς και στρατιωτικούς συνταξιούχους, τους χιλιάδες επαγγελματοβιοτέχνες και εμπόρους. Τεράστια χρηματικά ποσά προερχόμενα από αποθησαύριση, αποταμιεύσεις, ασύλληπτα φορολογικά κέρδη από την αύξηση της γεωργικής παραγωγής επενδύονται σε ακίνητα στην πρωτεύουσα. Και αυτό θα συνεχίζεται όσο ο τόκος των επενδυμένων σε ακίνητα κεφαλαίων είναι σταθερότερος από το επιτόκιο των τραπεζικών καταθέσεων. Κατά το 1958 καταχωρήθηκαν στα γραφεία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών 27.757 πράξεις μεταβιβάσεως, συνολικής αξίας 1,7 δις . την ίδια χρονιά οι κάθε είδους καταθέσεις ιδιωτών και νομικών προσώπων στις τράπεζες έφθαναν τα 2,6 δις.

αυθαίρετα δεν σταμάτησαν να εμφανίζονται βέβαια στη συνέχεια κάποτε, όπως έλεγαν με μια δόση υπερβολής, μέσα σε μία νύχτα, δεν έχουμε όμως καμμιά εκτίμηση για τον αριθμό τους.


203

Τέλος, το κράτος παρεμβαίνει μέχρι το 1958 ιδιαίτερα έντονα στις συνθήκες στέγασης: θα κατασκευάσει 200.000 σχεδόν κατοικίες, η δράση του όμως στην

ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ 1960 - 1972 (δις δρχ., σε τιμές 1958) 25,0 20,0

ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ

15,0 10,0

ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ

5,0 1972

1970

1968

1966

1964

1962

1960

0,0

ΕΣΥΕ

συνέχεια περιορίστηκε κατά πολύ.507 γ) η οικοδόμηση κατοικιών ήταν η μεγαλύτερη ιδιωτική επιχείρηση στην μεταπολεμική Ελλάδα. Αρκεί να αναφέρουμε ότι το ύψος των επενδύσεων σε αυτόν τον τομέα κατά την δεκαετία του ’60 είναι, αθροιστικά, τριπλάσιο από το αντίστοιχο των πάγιων επενδύσεων στην βιομηχανία, αυξάνεται μάλιστα σημαντικά κατά την περίοδο της δικτατορίας και το 1972 προσεγγίζει το 10% του εγχώριου προϊόντος. Ανάμεσα στο 1968 και το 1972 χτίστηκαν 850.000 νέες κατοικίες σε ολόκληρη την χώρα, χάρη και στα ευνοϊκά για την οικοδομή μέτρα της χούντας στον τομέα της χρηματοδότησης,508 με προφανείς πολιτικές επιπτώσεις σχετικά με τη στάση που τήρησε μια μερίδα του πληθυσμού απέναντι στην δικτατορία. δ) πάντως και στον τομέα της κατοικίας, όπως και στους άλλους τομείς της ελληνικής οικονομίας, τα μικρά μεγέθη επιμένουν και οι διαδικασίες συγκέντρωσης σχεδόν απουσιάζουν. Οι άνθρωποι συνήθως αυτοστεγάζονται, κάποτε δίνοντας το οικόπεδο με το παλαιό κτίσμα που πιθανόν υπάρχει σε αντιπαροχή και παίρνοντας, ανάλογα με την περίπτωση, κάτι ανάμεσα στο 45 –

Άλλο ένα ζήτημα που παραμένει για διερεύνηση. Ο Μαλούτας αναφέρει λανθασμένα (σ. 163) ότι «η δημόσια παραγωγή κατοικίας στην Ελλάδα κυμάνθηκε μεταπολεμικά σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα με εξαίρεση την τριετία 1948-50», αλλά τα πράγματα δεν είναι έτσι: το κράτος υποχρεώθηκε να παρέμβει μετά τους σεισμούς στα Ιόνια (1953), στην Σαντορίνη (1956) και την Θεσσαλία (1957), επισκευάζοντας ή αναγείροντας 70.000 οικοδομές: Ο.Τ., ό.π., σ. 31. 508 ‘Οπως κομπάζει ο υπεύθυνος για τα οικονομικά του καθεστώτος συνταγματάρχης Μακαρέζος, σ. 95. 507


204 60% της ανεγειρόμενης οικοδομής,509 ενώ «μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού που

ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΟΙΚΟΔΟΜΗ 1954 - 1972 16,0 14,0 12,0 10,0 8,0 6,0 4,0

1972

1970

1968

1966

1964

1962

1960

1958

1956

1954

2,0 0,0

Υπόλοιπα στο τέλος περιόδου. ΕΣΥΕ

προέρχεται από την επαρχία, αγοράζει το δικό του οικόπεδο από κτηματίες έξω από το εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως (...) με την πρόφαση αγοράς αγροτικού τεμαχίου γης», πάνω στο οποίο χτίζει την κατοικία του.510 Έτσι το 1958 μόνο το 40% των κατοίκων της Αθήνας μένει σε ενοικιαζόμενη κατοικία, ποσοστό που θα αυξηθεί στο 44% το 1974,511 ενώ το δηλωθέν εισόδημα από ενοίκια, τόσο το 1959 όσο και το 1972, δεν φθάνει παρά το 3% του εγχώριου προϊόντος . 512 η απόκτηση κατοικίας, κινούμενη στα όρια της νομιμότητας, φαίνεται ότι σε μεγάλο βαθμό πέρασε πάνω από τους κανονισμούς και τις λειτουργίες της επίσημης αγοράς.

IVδ: Η ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ Στον χώρο της δημογραφίας το κύριο χαρακτηριστικό είναι η εξομοίωση των βασικών δεικτών με τους αντίστοιχους των αναπτυγμένων χωρών. Η μείωση της γεννητικότητας που παρατηρείται αμέσως μετά τον πόλεμο, 513 δεν ήταν ένα παροδικό φαινόμενο αλλά από τότε αποτελεί μόνιμο χαρακτηριστικό της ελληνικής κοινωνίας, και φαίνεται να προηγείται χρονικά των άλλων χαρακτηριστικών του εκμοντερινισμού της. η τάση αυτή μάλιστα γίνεται εντονότερη τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’70. Ο.Τ., ό.π., σ. 13. ό.π., σ. 15. 511 Μαλούτας σ. 123. 512 Ας μην μείνουμε στο ίδιο το ποσοστό, γιατί και εδώ η φοροδιαφυγή αλλοιώνει την εικόνα, αλλά στην ίδια την σταθερότητά του. Και ας μην ξεχνάμε, πάντως, ότι ειδικά στον συγκεκριμένο τομέα, η απόκρυψη του εισοδήματος έχει άσχημες επιπτώσεις στην περίπτωση που πέσει κανείς σε κακοπληρωτή ενοικιαστή, οπότε η προσφυγή στα δικαστήρια γίνεται περίπου απαγορευτική. 513 Εδώ, σ. 125. 509 510


205

ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΜΕΓΕΘΗ, 1950 – 1970: ΠΟΣΟΣΤΑ ‰ 50,00 45,00 40,00

ΓΑΜΟΙ

35,00 ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ

30,00 25,00

ΘΑΝΑΤΟΙ

20,00 15,00

ΘΑΝΑΤΟΙ ΚΑΤΩ ΤΟΥ 1 ΕΤΟΥΣ

10,00

1973

1970

1967

1964

1961

1958

1955

1952

0,00

1949

5,00

Οι θάνατοι κάτω του ενός έτους, ως ποσοστό των γεννήσεων. ΕΣΥΕ

ΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑ: ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΧΩΡΕΣ, 1973 25,0 20,0

ΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ

15,0

ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑ

10,0 ΦΥΣΙΚΗ ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ Βρετανία

ΗΠΑ

Γαλλία

Ιταλία

Ελλάδα

0,0

Ισπανία

5,0

Σε ποσοστό ‰ ΕΣΥΕ Οι αριθμοί που αναφέρονται στην θνησιμότητα σίγουρα εκπλήσσουν, μιας και αυτή εμφανίζεται μικρότερη στη χώρα μας από την αντίστοιχη όλων των χωρών του διαγράμματος – και αυτό παρά τις κραυγαλέες ελλείψεις του συστήματος υγείας για τις οποίες μιλούν όλοι. Η συνηθισμένη αντίδραση είναι η αυθόρμητη «διόρθωση» των στοιχείων. Ήδη το 1955, ο καθηγητής Ελευθεριάδης μέμφεται τον επίσης καθηγητή Βαλαώρα για το γεγονός ότι «όταν η επιτροπή Rockefeller είχε καταλήξει ότι η θνησιμότητα στην Κρήτη ήταν 9‰, μετά από επιμονή του [του Βαλαώρα] την είχε ανεβάσει στο 10,6‰». Η εξήγηση που δίνει όμως ο Ελευθεριάδης είναι επίσης προβληματική: «Νομίζω ότι τα δημογραφικά φαινόμενα επηρεάζονται κυρίως, αν μη μοναδικώς, από εσωτερικά βιολογικά αίτια ανεξαρτήτως των οικονομικών συνθηκών. Αλλοιώς, δεν μπορούμε να καταλάβουμε πως η Κρήτη και οι ΗΠΑ παρουσιάζουν την ίδια σχεδόν θνησιμότητα»: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 13/10/1955. Οι θέσεις του Βαλαώρα στο «Δημογραφική Ιστορία της Συγχρόνου Ελλάδος», Επιθεώρησις Οικονομικών και Πολιτικών Ερευνών, τχ. 1-2, 1959.


206

ΜΕΛΗ / ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΟ 1940 - 1970 4,5

4,25

4,11

4

3,78 3,31

3,5 3 2,5 2 1,5 1 0,5 0 1940

1950

1960

1970

ΕΣΥΕ

Το άλλο βασικό χαρακτηριστικό εδώ είναι η μείωση των μελών του νοικοκυριού που από τα 4,25 μέλη το 1940 πέφτει στο διάστημα μιας γενιάς στα 3,31 πρόσωπα. Πέρα όμως από το να διαπιστώσουμε το γεγονός, δεν μπορούμε παρά να αρκεστούμε σε εικασίες, γιατί τα στοιχεία μας αναφέρονται στο σύνολο του πληθυσμού χωρίς ιδιαίτερη αναφορά σε γεωγραφικά ή άλλα κοινωνικά χαρακτηριστικά. Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς πάντως ότι το φαινόμενο οφείλεται περισσότερο στο μεταναστευτικό ρεύμα της εποχής, παρά στην άμβλυνση των οικογενειακών δεσμών: προς την κατεύθυνση αυτή συνηγορεί το ποσοστό των οικιών που παραχωρούνται δωρεάν προς άλλα συγγενικά μέλη, πρακτικά από τους γονείς προς τα παιδιά τους, που παραμένει ιδιαίτερα υψηλό ακόμα μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’80.514

IVε: Η ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΣΜΩΝ Η μεταπολεμική οικονομική ανάπτυξη και οι κοινωνικές διαφοροποιήσεις που επέφερε συμβαδίζουν με την επέκταση των εκπαιδευτικών μηχανισμών. Για να μείνουμε στα προφανή, με άλλο τρόπο και διαδικασίες συντελείται η μετάδοση των τεχνικών και κοινωνικών γνώσεων σε μια ακόμα αγροτική και στάσιμη κοινωνία όπως αυτή του μεσοπολέμου, όπου παραδοσιακοί θεσμοί όπως η οικογένεια και η εκκλησία κατέχουν κεντρική θέση στην όλη αυτή διαδικασία, τουλάχιστον για την μεγαλύτερη μερίδα του πληθυσμού, και αλλιώς σε μια κοινωνία που αλλάζει και στην οποία οι δυνάμεις της αγοράς παίζουν όλο και ενεργότερο ρόλο. στις απρόσωπες δυνάμεις της αγοράς δεν γίνεται παρά να αντιστοιχούν επίσης απρόσωποι και νομικά κατοχυρωμένοι εκπαιδευτικοί θεσμοί.

Η δωρεάν παραχώρηση σπιτιού αποτελεί το 6,5% του συνόλου των κατοικιών το 1956, το 6,8% τριάντα χρόνια αργότερα: Μαλούτας, σ. 123. 514


207 ΟΙ ΑΝΑΛΦΑΒΗΤΟΙ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ 1928 - 1971 1928 1961 1971 Ανδρες 23,4 7,6 6,1 Γυναίκες 57,9 27,7 21,2 Σύνολο 40,9 17,7 13,9 Με βάση τον πληθυσμό οκτώ (1928) ή δέκα (1961-71) ετών και άνω. ΕΣΥΕ

α) η μείωση του αναλφαβητισμού πραγματοποιείται ανάμεσα στο 1930 και το 1960, ως αποτέλεσμα μιας διπλής διαδικασίας: της εξάπλωσης του σχολικού δικτύου και της βιολογικής ανανέωσης του πληθυσμού. Πάντως στα 1970 οι αγράμματοι αποτελούσαν ακόμα πάνω από το 10% των κατοίκων και η διαφοροποίηση κατά φύλο ήταν ιδιαίτερα σημαντική: μία στις πέντε γυναίκες ήταν αναλφάβητη. Η ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ: 1958 - 1972 1958 1972 ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ Δημοτική (α) Μέση (β) Τεχνική Επαγγελματική (γ) Ανώτατη (δ)

ΣΥΝΟΛΟ 861 214

ΚΟΡΙΤΣΙΑ 412 90

24

(β+γ) / (α) 0,25 (δ) / (β) 0,11 (δ) / (α) 0,03 Οι απόλυτοι αριθμοί σε χιλιάδες. ΕΣΥΕ

6

ΚΟΡΙΤΣΙΑ % 47,9 42,1

ΣΥΝΟΛΟ 913 490

ΚΟΡΙΤΣΙΑ 438 238

ΚΟΡΙΤΣΙΑ % 48,0 48,6

25,0

134 80

21 28

15,7 35,0

0,68 0,16 0,09

β) η διαρροή όμως από το εκπαιδευτικό δίκτυο παρέμενε ιδιαίτερα σημαντική, όλη αυτή την πρώτη μεταπολεμική περίοδο: το 1958 αντιστοιχούσε μόλις ένας μαθητής Γυμνασίου σε κάθε τέσσερεις μαθητές του δημοτικού, ενώ οι υπόλοιποι τρεις χάνονταν μέσα στις δαιδαλώδεις διαδρομές της εκπαιδευτικής διαδικασίας..515 τα πράγματα στενεύουν φυσικά όσο ανεβαίνουμε την πυραμίδα, καθώς υπήρχαν 30 παιδιά στο δημοτικό για κάθε φοιτητή, και εδώ περίπου κυριολεκτούμε μιλώντας για φοιτητές μιας και οι φοιτήτριες αποτελούσαν μόνο το 1/4 του συνόλου.

Μέχρι τα μέσα περίπου της δεκαετίας του ’60, οι δυσκολίες να συνεχίσει κάποιο παιδί το σχολείο μετά το δημοτικό, όπου η παρακολούθηση ήταν δωρεάν και υποχρεωτική, έπαιρναν και μια άμεσα οικονομική μορφή. Το 1957, πραγματοποιήθηκε απεργία των μαθητών του Γυμνασίου, και δεν ήταν η μόνη, λόγω της αύξησης των εκπαιδευτικών τελών, που έφθασαν τις 760 δραχμές: Το Βήμα, 9/5/1957. Το ίδιο έτος το κατώτερο ημερομίσθιο ήταν 42,5 δραχμές: ΤτΕ 1998, πίνακας 2. 515


208 Η κατάσταση αλλάζει στην διάρκεια των χρόνων του 60, ουσιαστικά όμως μόνο όσον αφορά την δευτεροβάθμια εκπαίδευση,516 στην οποία έχουν πια πρόσβαση σχεδόν επτά στους δέκα απόφοιτους του δημοτικού, ενώ η είσοδος στα πανεπιστήμια εξακολουθεί να παραμένει κλειστή στο 90% των παιδιών του δημοτικού σχολείου. γ) η τεχνική εκπαίδευση, εμφανίζεται για πρώτη φορά στην απογραφή του 1971, είναι μια κατ’ εξοχήν υπόθεση των αγοριών, και το δυναμικό της φθάνει το 1/4 του αντίστοιχου των γυμνασίων. Από όσα γνωρίζω λείπουν οποιεσδήποτε μελέτες για την αποτελεσματικότητά της, τουλάχιστον για εκείνη την περίοδο.

ΙΣΠΑΝΙΑ

ΒΡΕΤΑΝΙΑ

ΕΛΛΑΔΑ

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

ΓΕΡΜΑΝΙΑ

ΙΤΑΛΙΑ

ΓΑΛΛΙΑ

0,16 0,14 0,12 0,10 0,08 0,06 0,04 0,02 0,00

ΦΟΙΤΗΤΕΣ / ΜΑΘΗΤΕΣ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ 1971

Από τους πίνακες I1 και Ι2 του Mitchell.

δ) οι κοινωνικές συνιστώσες του εκπαιδευτικού αποκλεισμού αποτελούν ένα από τα αγαπημένα θέματα των κοινωνιολόγων, και θα έπρεπε το ίδιο να συνέβαινε και με τους ιστορικούς, αλλά οποιαδήποτε προσπάθεια διερεύνησης του θέματος είναι αδύνατη μιας και βασικά στοιχεία, όπως η οικογενειακή προέλευση των φοιτητών, αποτελούσαν μέχρι πολύ πρόσφατα επτασφράγιστο κρατικό μυστικό.517 Η αύξηση του αριθμού των φοιτητών δείχνει την εκδημοκρατικοποίηση του συστήματος, καθώς παιδιά από φτωχότερες ή/και μορφωτικά μειονεκτούσες οικογένειες απορρίπτονται σε μικρότερα ποσοστά, περισσότερο όμως δεν μπορούμε να προχωρήσουμε. Κρίνοντας όμως από τον δείκτη φοιτητές / μαθητές του δημοτικού, τα πράγματα δεν είναι τόσο διαφορετικά στην χώρα μας από ότι στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, με την εξαίρεση της Γαλλίας και της Ιταλίας, που είχαν τα πιο μαζικά εκπαιδευτικά συστήματα. είχαν όμως προηγηθεί ο Μάης του ’68 και η (αιματηρή αυτή) ιταλική εκδοχή του.

Ας μην ξεχνάμε ότι την εποχή στην οποία αναφερόμαστε η πρωτοβάθμια και υποχρεωτική εκπαίδευση τελείωνε στο εξατάξιο δημοτικό σχολείο, ενώ την δευτεροβάθμια αντιπροσώπευε το, επίσης εξατάξιο, γυμνάσιο. 516

517


209

ε) τι μάθαιναν τα παιδιά όταν τα παιρναν (τα γράμματα) και δεν έθεταν εαυτά έξω από την πόρτα του σχολείου; Πολλά και διάφορα, από την προπαίδεια και τον νόμο της βαρύτητας μέχρι τον χειρισμό της γλώσσας και την ιστορία, και εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1952 «στόχος της στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης ήταν «η ηθική και πνευματική αγωγή και η εθνική συνείδηση των νέων», και ως εδώ τα πράγματα πάνε καλά, ακολουθεί όμως η συνέχεια: επί τη βάσει των ιδεολογικών κατευθύνσεων του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού και τα πράγματα μπερδεύονται από την χρήση τόσο ασαφών εννοιών.518 Στο Αναγνωστικόν του 1964, που προοριζόταν για τα παιδιά της τελευταίας τάξης του δημοτικού δημοσιεύονται κείμενα όπως το διπλανό. Δεν αποτελεί την εξαίρεση, καθώς από τα 142 κείμενα που το αποτελούν τα 92 είναι, σύμφωνα με τους συντάκτες του, «από τον θρησκευτικόν και εθνικόν βίον». το κλίμα του ψυχρού πολέμου είναι επίσης εδώ με Το ύψωμα Ντικ εις την Κορέαν. Πριν βιαστούμε να μιλήσουμε για κακόγουστη προπαγάνδα κλείνοντας το θέμα, ας σκεφτούμε ότι ένας ολόκληρος κόσμος συνεργάστηκε, με το αζημίωτο, για την παραγωγή και διάδοση παρόμοιων κειμένων.519 Δεκαπέντε χρόνια μετά την λήξη του ο εμφύλιος δεν είναι απλώς μνήμες, είναι παρόν. άλλωστε από το ΄64 μέχρι το ΄67 δεν μεσολαβούν παρά τρία μόλις χρόνια.

IVστ: ΑΠΟΠΕΙΡΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΟΥ ΕΝΕΡΓΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ α) αν και όπως έχουμε πει τα στοιχεία σχετικά με τον ενεργό πληθυσμό είναι ιδιαίτερα επισφαλή, μιας και ένας μεγάλος αριθμός γυναικών ιδιαίτερα στα χωριά δεν καταγράφεται μαζί με τους άνδρες εργαζόμενους, χρησιμοποιούμε αναγκαστικά τα δεδομένα της ΕΣΥΕ και για αυτό το θέμα, μιας και δεν διαθέτουμε άλλα.

Αλιβιζάτος 1983, σ. 528. Στις 11 Απριλίου 1962, «επεισόδια προκαλούνται κατά τη διάρκεια απαγορευμένης φοιτητικής συγκεντρώσεως στο χώρο γύρω από το Πανεπιστήμιο (...) Οι συγκρούσεις προκλήθηκαν, όταν μετά τη συγκέντρωση φοιτητές της Θεολογικής Σχολής, που διαμαρτύρονταν για τη μείωση των ωρών διδασκαλίας στα γυμνάσια, επιχείρησαν, παρά την απαγόρευση, να πραγματοποιήσουν πορεία προς το υπουργείο Παιδείας»: Καραμανλής, τ. Ε΄, σ. 346. 518 519


210

Ο ΕΝΕΡΓΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΚΛΑΔΟΥΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ 1951 - 1971 1951 1971 (β) / (α) 1961 (β) (α) Γεωργία 1.367 1.960 1.329 0,97 Ορυχεία 13 21 20 1,54 Βιομηχανία - Βιοτεχνία 450 488 538 1,20 Ηλεκτρισμός, Φωταέριο κλπ 11 19 24 2,18 Οικοδόμηση και Δημ. Εργα 74 167 254 3,43 Εμπόριο – Εστιατόρια Ξενοδοχεία 349 Τράπεζες - Ασφάλειες 219 266 77 1,95 Μεταφορές 138 153 212 1,54 Υπηρεσίες 387 439 408 1,05 Μη δηλώσαντες 176 121 61 0,35 ΣΥΝΟΛΟ 2.835 3.634 3.272 1,15 ΕΝΕΡΓΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ Ανδρες (1) Γυναίκες (2) (2) % στο (1)

37,1 2.328 510 21,9

43,3 2.444 1.193 48,8

1971% 40,6 0,6 16,4 0,7 7,8 10,7 2,4 6,5 12,5 1,9 100,0

37,3 2.369 913 38,5

Σε χιλιάδες. ΕΣΥΕ

Αν θέλουμε να παραμείνουμε σε σχετικά, έστω, σταθερό έδαφος θα λέγαμε ότι το κύριο χαρακτηριστικό της περιόδου είναι η σχετική ελάττωση του αγροτικού πληθυσμού, και η αύξηση όσων ασχολούνται με τις κατασκευές και το εμπόριο. Αντίθετα η αύξηση είναι πραγματικά ασήμαντη τόσο την βιομηχανία όσο και τις υπηρεσίες, που περιλαμβάνουν τόσο τον σκληρό πυρήνα του δημόσιου τομέα (Διοίκηση, Ασφάλεια) όσο και τους τομείς εκείνους που αν όχι τυπικά, ουσιαστικά πάντως λειτουργούν υπό τον έλεγχο του κράτους, όπως η υγεία και η εκπαίδευση. Έτσι, σε εμένα τουλάχιστον, δεν είναι καθόλου «οφθαλμοφανής η καίρια σημασία του κράτους στη διαδικασία δόμησης των κοινωνικών σχέσεων και συγκρότησης των κυρίαρχων τάξεων», όπως τουλάχιστον ισχυρίζεται ο Τσουκαλάς.520 Και, από τα επίσημα τουλάχιστον στοιχεία, δεν προκύπτει μια μεταπολεμική αύξηση του προσωπικού των κρατικών ή ημικρατικών μηχανισμών τέτοια που να καθιστά ιδιαίτερα σημαντικό από κοινωνική άποψη «το βάρος των δημόσιων υπηρεσιών στην Ελλάδα». 521 Τσουκαλάς 1987, σ. 67. ό.π., σ. 82. Πριν συζητήσουμε λοιπόν για τις «πολιτικές παραμέτρους της δημόσιας υπερδιόγκωσης» θα πρέπει ίσως να μπορούμε να την μετρήσουμε και να κάνουμε συγκρίσεις με άλλες χώρες. Το 1970 πάντως, όπως είδαμε, οι κρατικές δαπάνες αντιπροσώπευαν στην Ελλάδα το 26 % του Εγχώριου Προϊόντος, όσο και στην Ιταλία και ήταν πολύ χαμηλότερες από τις αντίστοιχες βρετανικές (32%). ήταν όμως ανώτερες από τις γαλλικές (20%), τις πορτογαλικές, τις ισπανικές ή τις δυτικογερμανικές. Οποιαδήποτε προσπάθεια ομαδοποίησης, χωρίς την βοήθεια και άλλων κριτηρίων, είναι κυριολεκτικά χωρίς νόημα. 520 521


211

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΕΝΕΡΓΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ 1971

ΓΕΩΡΓΙΑ

ΒΡΕΤΑΝΙΑ

ΙΣΠΑΝΙΑ

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

ΙΤΑΛΙΑ

ΕΛΛΑΔΑ

ΓΕΡΜΑΝΙΑ

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

ΓΑΛΛΙΑ

45,0 40,0 35,0 30,0 25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0

Mitchell

Παρά την μείωσή του όμως, το ποσοστό των εργαζομένων στον πρωτογενή τομέα εξακολουθεί να παραμένει ιδιαίτερα υψηλό, είναι μάλιστα το υψηλότερο μεταξύ των χωρών με τις οποίες κάνουμε συγκρίσεις: το 40% της Ελλάδας ακολουθείται από την Πορτογαλία, που όμως βρίσκεται δέκα μονάδες χαμηλότερα, ενώ στην βρετανική γεωργία δεν απασχολείται παρά το 3% των εργαζομένων. Στην βιομηχανία αντίθετα, το ελληνικό ποσοστό είναι το χαμηλότερο: το 18% της χώρας ακολουθείται από το 22% και πάλι της Πορτογαλίας ενώ το υψηλότερο ποσοστό εργαζομένων στην βιομηχανία έχει η Δυτική Γερμανία, φθάνοντας το 40%. ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΚΑΤΑ ΘΕΣΗ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: 1951 - 1971 1951 1971 1951% 1971% Εργοδότες 77 140 2,9 4,3 Εργαζόμενοι για δικό τους λογαριασμό 1.077 1.157 40,5 35,7 Συμβοηθούντα μέλη της οικογένειας 461 574 17,3 17,7 Μισθωτοί 1.046 1.371 39,3 42,3 ΣΥΝΟΛΟ 2.661 3.242 100,0 100,0 Σε χιλιάδες. ΕΣΥΕ

β) τέλος, όσον αφορά την κατανομή των εργαζομένων σύμφωνα με την θέση τους στο επάγγελμα, οι αλλαγές που σημειώνονται τα είκοσι χρόνια που μεσολαβούν ανάμεσα στις απογραφές του 1951 και του 1971, είναι σχεδόν οριακές. Αν και οι μισθωτοί αυξάνονται, τον κύριο όγκο των εργαζομένων ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΚΑΤΑ ΚΛΑΔΟ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΘΕΣΗ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: 1971 (%)


212

Γεωργία Ορυχεία Βιομηχανία - Βιοτεχνία Ηλεκτρισμός, Φωταέριο Οικοδόμηση και Δημ. Εργα Εμπόριο Μεταφορές Τράπεζες - Ασφάλειες Υπηρεσίες ΕΣΥΕ

Εργοδότες 1,4 4,8 7,9 0,0 5,2 11,8 3,3 6,6 1,7

Εργαζόμενοι για δικό τους λογαριασμό 54,1 9,5 22,1 4,0 16,7 45,2 24,9 26,3 10,9

Συμβοηθούντα μέλη της οικογένειας 39,6 0,0 3,6 0,0 1,2 5,8 0,5 1,3 1,2

Μισθωτοί 4,9 85,7 66,5 96,0 76,9 37,2 71,3 65,8 86,1

ΣΥΝΟΛΟ 100,0 100,0 100,0 100,0 100,0 100,0 100,0 100,0 100,0

εξακολουθούν να αποτελούν οι αυτοαπασχολούμενοι μαζί με τα μέλη των οικογενειών τους, μιας και η οικογενειακής μορφής εκμετάλλευση κυριαρχεί συντριπτικά στον αγροτικό τομέα. Από αυτή την άποψη, αν ξεκινήσαμε το 1951 περιγράφοντας μια αγροτική χώρα με μικρές οικογενειακές εκμεταλλεύσεις, το 1971 τα πράγματα δεν φαίνεται πως είχαν αλλάξει πολύ. IVζ: ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΙ Η ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΩΝ α) τον Οκτώβριο του 1951, δύο χρόνια μετά την λήξη του εμφύλιου, υπήρχαν στην χώρα 14.000 πολιτικοί κρατούμενοι, από τους οποίους οι 1.900 είχαν καταδικασθεί σε θάνατο.522 Και μόνο από αυτούς τους αριθμούς γίνεται φανερό ότι η αποκατάσταση της ομαλής λειτουργίας του δημοκρατικού καθεστώτος δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Πόσο μάλλον που δίπλα στο σύνταγμα του 1952 υπήρχε και λειτουργούσε «ένα παρασυνταγματικό corpus» που περιόριζε σε μεγάλο βαθμό τις πολιτικές ελευθερίες. Οι κρατικές επιτροπές ασφαλείας αποφάσισαν 1.700 εκτοπίσεις χωρίς δίκη, στο διάστημα 1952 –67, και η μόνη δυνατότητα αντίδρασης που είχε ο θιγόμενος ήταν να προσφύγει στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.523 β) η μετεμφυλιακή οργάνωση της εξουσίας φαίνεται πως στηρίχθηκε σε τρεις πόλους:524 β1) στα πολιτικά κόμματα, το κοινοβούλιο και τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Ο ρόλος του κοινοβουλίου όμως, αν και πολύ σημαντικός μιας και με τις περιοδικές εκλογικές αναμετρήσεις νομιμοποιούσε το σύνολο του πολιτικού συστήματος, ήταν περιορισμένος λόγω του κάθετου διαχωρισμού που το διαπερνούσε ανάμεσα σε «εθνικόφρονες» και μη. Κάθε επικοινωνία ανάμεσα στα δύο αυτά ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Αλιβιζάτος 1983, σ. 520. ό.π., σ. 581. 524 Για μια ελαφρώς διαφορετική ανάγνωση: Meynaud, τ.Α΄, σ. 381. 522 523


213 19/2/56: βουλευτικές εκλογές. Πρώτη σε ψήφους αναδεικνύεται η Δημοκρατική Ένωσις των κεντρώων κομμάτων και της ΕΔΑ (48,1%) αλλά, λόγω του εκλογικού νόμου, πλειοψηφεί σε έδρες η Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις (ΕΡΕ) με αρχηγό τον Κ. Καραμανλή (47,4% και 165 έδρες). Είναι οι πρώτες εκλογές στις οποίες ψηφίζουν και οι γυναίκες. 11/5/1958: βουλευτικές εκλογές. Πρώτη η ΕΡΕ με 41,1% και 171 έδρες και δεύτερη η ΕΔΑ με 24,4% και 108 έδρες. Τα κεντρώα κόμματα παίρνουν συνολικά 31,3% και 89 έδρες. 29/10/1961: βουλευτικές εκλογές. Η ΕΡΕ πρώτο κόμμα με 50,8% και 176 έδρες, τα κόμματα του κέντρου παίρνουν 33,6% και 100 έδρες, ενώ η αριστερά έλαβε 14,6% και 24 έδρες. Η αντιπολίτευση αμφισβητεί το αποτέλεσμα ως «προϊόν βίας και νοθείας» και οργανώνει ανοιχτές συγκεντρώσεις σε ολόκληρη την χώρα με ομιλητή τον Γ. Παπανδρέου. 22/5/1963: δολοφονία από παρακρατικούς στη Θεσσαλονίκη του βουλευτή της ΕΔΑ Γρ. Λαμπράκη. 3/11/1963: βουλευτικές εκλογές. Πρώτο κόμμα η Ένωσις Κέντρου (ΕΚ) με 42,4% και 138 έδρες, δεύτερη η ΕΡΕ με 39,4% και 132 έδρες τρίτη η ΕΔΑ με 14,3% και 28 έδρες. Ο Σπ. Μαρκεζίνης και το Προοδεύτικόν Κόμμα παίρνουν 3,7% και 2 έδρες. Αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης, καθώς το κέντρο αρνείται να στηριχθεί στις ψήφους της ΕΔΑ. 16/2/1964: βουλευτικές εκλογές. Η ΕΚ παίρνει 52,7% και 171 έδρες, η ΕΡΕ 35,2% και 107 έδρες, η ΕΔΑ 11,8% και 22 έδρες. 15/7/1965: ο βασιλιάς εξαναγκάζει τον πρωθυπουργό σε παραίτηση, με κέντρο της διαφωνίας τον έλεγχο του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Ακολουθούν οι κυβερνήσεις των βουλευτών της ΕΚ Νόβα και Τσιριμώκου, που όμως δεν πήραν ψήφος εμπιστοσύνης από την Βουλή. Αυτό το τελευταίο θα επιτύχει ο τρίτος κατά σειρά υποψήφιος Στεφ. Στεφανόπουλος, επίσης βουλευτής του Κέντρου, που έχει πια σαλαμοποιηθεί από τις συνεχείς αποχωρήσεις. «Η απόσπασις των αναγκαίων βουλευτών από τον κ. Παπανδρέου (...) έγινε με εξαγορά συνειδήσεων (...) ακόμη και με άλλα απαράδεκτα μέσα» θα γράψει ο τότε αρχηγός της ΕΡΕ Π. Κανελόπουλος τον Ιανουάριο του 1966, σε ένα υπόμνημά του προς τον βασιλιά. Όλο αυτό το διάστημα η Αθήνα καίγεται. 14/4/1967: διάλυση της Βουλής και προκήρυξη εκλογών. 21.4/1967: δικτατορία.

στρατόπεδα ήταν αδύνατη και οι πολιτικές διαφορές εξαντλούνταν μεταξύ των εθνικοφρόνων κομμάτων και προσωπικοτήτων αφήνοντας έξω την αριστερά. β2) στο παλάτι, που εκτός από επιδιαιτητής μεταξύ των εθνικών κομμάτων λειτουργούσε και σαν κεντρικός πόλος συσπείρωσης όλων εναντίον της αριστεράς. Μετά τον θάνατο του Παπάγου, το 1955, υποτίθεται ότι ασκεί και τον έλεγχο του στρατεύματος. β3) στον στρατό, ή μάλλον στις διάφορες οργανώσεις του, με γνωστότερη και μαζικότερη όλων τον Ιερό Δεσμό Ελλήνων Αξιωματικών (ΙΔΕΑ): Ο σκοπός του ΙΔΕΑ είναι η τιμωρία των κομμουνιστών, των συνοδοιπόρων, των προδοτών, των κινηματιών της Μέσης Ανατολής και των καταχραστών (...) προς επίτευξιν των σκοπών αυτών μία και μόνη λύσις υπάρχει, η δικτατορία του ΙΔΕΑ. Η δικτατορία επιβληθήσεται εν καιρώ και όταν οι περιστάσεις το επιτρέψουν προς το καλόν της πατρίδος


214 αναφέρεται στο καταστατικό του. Όπως επισημαίνει ο Χαραλάμπης ο ΙΔΕΑ δεν είναι βασιλικός, ανέχεται τον βασιλιά, και στόχος του είναι η από τον ίδιο και χωρίς διαμεσολαβητές κατάληψη της εξουσίας.525 γ) το παραπάνω σχήμα λειτούργησε χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες μέχρι το 1958 οπότε στις εκλογές, λόγω της πολυδιάσπασης του κέντρου, δεύτερο σε δύναμη κόμμα αναδείχθηκε η ΕΔΑ. Αμέσως τέθηκαν σε κίνηση οι μηχανισμοί που θα έθεταν υπό έλεγχο την κατάσταση και, χωρίς να είναι σαφές σε ποίον βαθμό αυτό συνέβη εν γνώσει της κυβέρνησης, να προετοιμάζονται για την επόμενη εκλογική αναμέτρηση, αυτήν του 1961. Το παράκαναν όμως: η βία στην ύπαιθρο και η νοθεία στις πόλεις πήραν μεγάλες διαστάσεις και στράφηκαν και εναντίον του Κέντρου, ο αρχηγός του οποίου Γ. Παπανδρέου αρνήθηκε να αναγνωρίσει το αποτέλεσμα και ξεκίνησε «ανένδοτο αγώνα» σε ομιλίες στις μεγάλες πόλεις, όπου κατήγγελλε την «κυβέρνηση της βίας και νοθείας».526 Μέσα σε αυτό το βαρύ κλίμα, με τις αλληλοκατηγορίες να βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη, μέλη μιας παρακρατικής οργάνωσης, με την συνεργασία ανώτερων αξιωματικών, δολοφονούν τον Μάιο του ’63 στη Θεσσαλονίκη τον βουλευτή της ΕΔΑ Γρ. Λαμπράκη. Εδώ εν σύμφυρμα κλεπτών, βιαστών, δοσιλόγων (...) ενεφανίζετο προς εθνοκαπηλίαν και ανομολογήτους ιδιοτελείς σκοπούς ως προστάτης κοινωνικών καθεστώτων, φύλαξ των ιερών και των οσίων

γράφει στην πρότασή του ο αντιεισαγγελέας εφετών Δελλαπόρτας. 527 Είναι φανερό ότι ο κόσμος της εθνικοφροσύνης έχει διασπαστεί. δ) στις εκλογές που ακολουθούν λίγους μήνες αργότερα η ΕΚ παίρνει την πρώτη θέση και σχετική πλειοψηφία στην Βουλή. Θα αρνηθεί όμως να σχηματίσει κυβέρνηση στηριζόμενη στους βουλευτές της ΕΔΑ, τηρώντας τους κανόνες του παιγνιδιού. Στις νέες εκλογές, που είναι πια αναπόφευκτες, το Κέντρο επιτυγχάνει εκλογικό θρίαμβο με 52,2% των ψήφων και 171 έδρες. ε) από τη στιγμή που αποφάσισε όμως να αγγίξει το ιερό άβατο του παλατιού, τον στρατό, επιφέροντας μεταβολές σε πρόσωπα που είχαν εκτεθεί με τη στάση τους στις εκλογές του ’61, οι 171 βουλευτές αποδείχθηκαν λίγοι. Ο αυλικός Κ. Χοϊδάς είχε ήδη ενημερώσει τους αμερικάνους ότι «ο βασιλέας είναι αποφασισμένος να μην επιτρέψει καμία αλλαγή, την οποία θεωρεί ζημιογόνα στο στρατό».528 Και αυτό ακριβώς έκανε: όταν ο πρωθυπουργός ζήτησε να αναλάβει ο ίδιος το Υπουργείο Άμυνας, ο βασιλιάς αρνήθηκε υποχρεώνοντας τον, τον Ιούλιο του 1965, σε παραίτηση.

Χαραλάμπης, σ. 227. Ο Κανελλόπουλος μιλά «για ορισμένες ανωμαλίες, που εμεγαλοποιήθηκαν»: Κανελλόπουλος 1975, σ. 48. 527 Λιναρδάτος, τ. Δ΄, σ. 272. 528 Παπαχελάς, σ. 101. 525 526


215 στ) το επόμενο βήμα των ανακτόρων ήταν ο σχηματισμός κυβέρνησης από βουλευτές που εγκατέλειπαν το κόμμα τους, την ΕΚ, με την υποστήριξη της ΕΡΕ. Οι δύο πρώτες προσπάθειες απέτυχαν ενώ η τρίτη, πετυχημένη αυτή έφερε τον μαγικό αριθμό 152, εν μέσω συνεχών διαδηλώσεων που είχαν μετατρέψει την Αθήνα σε φλεγόμενο τοπίο.529 Όμως το πρόβλημα δεν λύθηκε, μετατοπίστηκε απλώς στις επόμενες εκλογές όπου ενδεχόμενη νίκη της ΕΚ θα έθετε σοβαρά ερωτήματα για την νομιμότητα των ενεργειών του βασιλιά και το μέλλον του θεσμού. Είναι βέβαιο ότι η λύση της δικτατορίας πέρασε από το μυαλό των ανακτορικών κύκλων, αλλά δεν προχώρησαν ως εκεί. ζ) ενόσω ο ΙΔΕΑ περίμενε την βασιλική έγκριση για να προχωρήσει σε πραξικόπημα, η Ένωσις Ελλήνων Νέων Αξιωματικών (ΕΕΝΑ), ο σκληρός πυρήνας του ΙΔΕΑ που περιελάμβανε κατώτερους αξιωματικούς,, το βράδυ της 21ης Απριλίου 1967 κατέβασε τα τεθωρακισμένα στην Αθήνα. Οι ακραίοι από τους νικητές του εμφύλιου ήταν τώρα κυβέρνηση, ενώ βασιλιάς, πρωθυπουργός και άλλοι πολιτικοί αιφνιδιάστηκαν πλήρως.530 Τον Δεκέμβρη ο βασιλιάς επεχείρησε αντιπραξικόπημα, που γρήγορα όμως εξελίχθηκε σε φάρσα, με τον ίδιο να «κρύπτεται από χωρίου εις χωρίον» προκειμένου να μπορέσει να διαφύγει στο εξωτερικό. Οι περισσότεροι φιλοβασιλικοί αξιωματικοί αποστρατεύτηκαν, και η χούντα έλεγχε πλέον εξολοκλήρου τον στρατό. η) δεν σημειώθηκε μαζική αντίσταση ούτε άμεσα, ούτε στη συνέχεια όταν τα πράγματα ομαλοποιήθηκαν και έγινε φανερό το ποίοι ήταν αυτοί που έκαναν το πραξικόπημα. Η δικτατορία πέτυχε μια «παθητική αποδοχή», που διήρκεσε όσο και τα χρόνια της οικονομικής ανάπτυξης.531 Θα χρειαστεί η πρώτη παγκόσμια μεταπολεμική οικονομική κρίση, η κρίση του πετρελαίου το 1973, που στη χώρα μας μεταφράστηκε αυτόματα σχεδόν σε πολιτική κρίση, για να ξεφύγουμε από τα απομεινάρια του εμφύλιου.

Σύμφωνα με όσα δηλώθηκαν εκείνη την περίοδο στην Βουλή, τις πρώτες 40 ημέρες μετά την αποπομπή του πρωθυπουργού από τον βασιλιά πραγματοποιήθηκαν 400 συγκεντρώσεις σε ανοικτό χώρο. Όπως γράφει και ο Γ. Κάτρης «ο ρυθμός δέκα μεγάλων συγκεντρώσεων κάθε μέρα δεν νομίζω ότι έχει προηγούμενο στην ελληνική ιστορία»: Κάτρης, σ. 244. 530 Όπως γράφει ο Α. Παπανδρέου, και κυριολεκτεί, «μας πιάσανε στον ύπνο»: σ. 53. 531 Χαραλάμπης, σ. 295. Αυτή η παθητική αποδοχή πάντως δεν εμπόδισε, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, την καταδίκη 4.439 προσώπων από τα στρατοδικεία στην διάρκεια της επταετίας: Το Βήμα, 13/8/1974. 529


216

1971 15-Αυγ

18-Δεκ

Αναστέλλεται η μετατρεψιμότητα του δολαρίου σε χρυσό - Κατάρρευση των συμφωνιών του Bretton - Woods Συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ - Ευρωπαίων (Σμιθσόνια συμφωνία): οι ευρωπαίοι συμφωνούν στην υποτίμηση του δολαρίου κατά 6% έναντι του χρυσού. 1973

1-Ιαν

Αγγλία, Ιρλανδία και Δανία εντάσσονται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα

2-Ιουν

Ο ΟΠΕΚ ανακοινώνει αύξηση στην τιμή του πετρελαίου κατά 11,9% Νέα, κατά 10% υποτίμηση του δολαρίου έναντι του χρυσού και των ευρωπαϊκών νομισμάτων

12-Φεβ 6-Οκτ

17-Οκτ

Η δραχμή διατηρεί την ισοτιμία της έναντι του δολαρίου, και άρα υποτιμάται έναντι των άλλων ευρωπαϊκών νομισμάτων

Νέος (ο τέταρτος) αραβο-ισραηλινός πόλεμος Τα αραβικά κράτη που συμμετέχουν στον ΟΠΕΚ αποφασίζουν αύξηση κατά 70% της τιμής του πετρελαίου και εμπάρκο στις χώρες που τάσσονται στο πλευρό του Ισραήλ

20-Οκτ

Αποδέσμευση της δραχμής από το δολάριο και ανατίμησή της κατά 10%

17-Νοε

Εισβολή τανκς στο Πολυτεχνείο που είχε καταληφθεί από φοιτητές 1974

Ιαν

Η δραχμή επανέρχεται στην ισοτιμία 1$ = 30 δρχ

15-Ιουλ

Η χούντα πραγματοποιεί πραξικόπημα στην Κύπρο. Πέντε μέρες αργότερα ακολουθεί τουρκική εισβολή

23-Ιουλ

Πτώση της δικτατορίας 1975 Η δραχμή αποδεσμεύεται οριστικά από το δολάριο

8-Μαρ 30-Απρ

Οι Βιετκόνγκ μπαίνουν στη Σαϊγκόν Κρατικοποίηση του συγκροτήματος Ανδρεάδη - Η Ολυμπιακή επιστρέφει στο Δημόσιο


217 1976 Αναθεώρηση συμφωνιών του Δημοσίου με διάφορες εταιρίες 1979 13-Μαρ

Ενεργοποίηση του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος (ΕΝΣ)

4 Μαίου

Η Μ. Θάτσερ πρωθυπουργός της Βρεταννίας Υπογράφεται η συμφωνία σύνδεσης με την ΕOK

28 Μαίου

28-Ιουν

Η σύνοδος του ΟΠΕΚ επιβάλλει αυξήσεις στην τιμή του πετρελαίου από 55-75%


218 ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΕΝΤΑΞΗ ΣΤΗΝ ΕΟΚ 1974 – 1981 Vα: ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΕΠΟΧΗΣ α) όπως είδαμε, η οργάνωση των διεθνών μεταπολεμικών οικονομικών σχέσεων με βάση την συνθήκη του Bretton-Woods στηριζόταν σε τρεις άξονες: στις σταθερές ισοτιμίες, την αποδοχή του δολαρίου ως παγκόσμιου νομίσματος, και τέλος την δυνατότητα της αμερικανικής κυβέρνησης να μετατρέπει τα σε δολάριο συναλλαγματικά αποθέματα των άλλων χωρών σε χρυσό και μάλιστα σε μια συγκεκριμένη αναλογία, αυτήν που εξίσωνε μία ουγκιά χρυσού με 35 δολάρια.532 Στην αρχή τα πράγματα κύλησαν ομαλά: το 1950, οι ξένοι είχαν στα χέρια τους 8,6 δις δολάρια, αλλά τα σε χρυσό αποθέματα των ΗΠΑ έφθαναν τα 22,8 δις. Η ανασυγκρότηση της Ευρώπης όμως, και η άνοδος της Ιαπωνίας, έθεσαν τέρμα στην απόλυτη εμπορική κυριαρχία των ΗΠΑ και μείωσαν τα πλεονάσματα στο εμπορικό τους ισοζύγιο ενώ ο πόλεμος του Βιετνάμ, σε συνδυασμό με την ελεύθερη εξαγωγή κεφαλαίων, μετέβαλαν το ισοζύγιο πληρωμών τους σε ελλειμματικό. Το 1970 τα αποθέματα σε χρυσό των ΗΠΑ δεν ήταν παρά 11,1 δις, ενώ τα δολάρια που υπήρχαν στο εξωτερικό ανέρχονταν σε 43,3 δις, και αν κάποια κυβέρνηση ασκούσε το δικαίωμά της και ζητούσε την μετατροπή μιας σημαντικής ποσότητας δολαρίων σε χρυσό ήταν φανερό ότι οι ΗΠΑ θα έκλειναν την θυρίδα.533 Αντιμέτωπη με αυτή την κατάσταση, η αμερικανική κυβέρνηση αντέδρασε με τον μόνο τρόπο που μπορούσε: στις 15 Αυγούστου 1971 ο πρόεδρος των ΗΠΑ, με ένα χολιγουντιανού τύπου διάγγελμα, κατάγγειλε τους διεθνείς κερδοσκόπους και δήλωσε ότι πλέον το δολάριο δεν θα ήταν μετατρέψιμο σε χρυσό. Η συνθήκη του Bretton-Woods έπαυε πλέον να ισχύει, και το δολάριο γινόταν ένα νόμισμα σαν όλα τα άλλα. Οι νέες ισοτιμίες που καθορίστηκαν με διεθνή συμφωνία ανατράπηκαν στην πράξη σχετικά σύντομα και το δολάριο άρχισε να υποτιμάται τόσο έναντι του χρυσού, η τιμή του οποίου από 35 δολάρια / ουγκιά έφτασε στο τέλος της δεκαετίας τα 300 δολάρια, όσο και έναντι των ξένων νομισμάτων: η ισοτιμία δολαρίου / μάρκο από 3,64 το 1970, έπεσε το 1980 στο 1,95.534 β) η δεύτερη μεγάλη ανατροπή της δεκαετίας του ’70 ήταν η αύξηση στην τιμή του πετρελαίου. Πραγματοποιήθηκε ουσιαστικά σε δύο φάσεις, το 1973 (πρώτη πετρελαϊκή κρίση), όταν ο ΟΠΕΚ αύξησε την τιμή του προϊόντος κατά 80%, και την δεύτερη το 1979 (δεύτερη πετρελαϊκή κρίση), όταν η τιμή αυξήθηκε και πάλι κατά 70%. Η τιμή του βαρελιού πέρασε, σε τρέχουσες τιμές, από 3,6 το 1972 στα Για τις τιμές του πετρελαίου: www.inflationdata.com Εδώ, Για τα αριθμητικά δεδομένα: Το Βήμα 6/5/1971. 534 ΕΣΥΕ. 532 533


219

ΤΙΜΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ, ΡΥΘΜΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΟΚ Για τον ρυθμό ανάπτυξης και τον πληθωρισμό: ΥΠΕΘΟ 1970 - 1981

ΤΙΜΗ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΡΥΘΜΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

1980

1978

1976

1974

1972

ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ

1970

40,00 35,00 30,00 25,00 20,00 15,00 10,00 5,00 0,00 -5,00

Για τις τιμές του πετρελαίου: www.inflationdata.com

37,4 δολάρια το 1980, μέσα από συνεχείς αυξήσεις, σε σταθερές τιμές 2009 η αύξηση ήταν μικρότερη από τα 20,5 στα 98 δολάρια. Κάθε φορά που η τιμή του μαύρου χρυσού ανέβαινε ανέβαιναν, όπως είναι φυσικό, και οι τιμές, ενώ μειωνόταν ο ρυθμός ανάπτυξης. Έτσι, ένας παράγοντας που συνέβαλε στο «να είναι η χρυσή εποχή τόσο χρυσή» όπως γράφει ο Hobsbawm, η παροχή δηλαδή φτηνής ενέργειας, έπαψε να υφίσταται. Η αύξηση της τιμής του πετρελαίου προκάλεσε μια μεταβίβαση σχεδόν του 5% του ΑΕΠ από τις προηγμένες χώρες στις χώρες – εξαγωγείς πετρελαίου. 535 Αν και το ποσό είναι αναμφίβολα σημαντικό θα ήταν λάθος να αναδείξουμε την άνοδο της τιμής του πετρελαίου στον καθοριστικό παράγοντα των οικονομικών αλλαγών της δεκαετίας του ’70. Όπως επισημαίνει και ο Eichengreen, οι πιο ενεργοβόροι τομείς δεν θίχτηκαν από την κρίση περισσότερο από τους υπόλοιπους.536 γ) στην πραγματικότητα, αν για τις ευρωπαϊκές οικονομίες η δεκαετία του ’70 αποτελεί ένα σημείο καμπής, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι με την συνεχή ανάπτυξή τους μετά τον πόλεμο, ακολουθώντας το αμερικανικό πρότυπο, μετακινήθηκαν σε περισσότερο αποτελεσματικές τεχνικές αυξάνοντας με τον τρόπο αυτό την παραγωγικότητα της εργασίας. Στις αρχές της δεκαετίας όμως, η «ενσωμάτωση των αμερικανικών τεχνολογικών καινοτομιών» 537 είχε πια πραγματοποιηθεί και είχε εξαντλήσει τα αποτελέσματά της: το 1973, το κεφάλαιο ανά απασχολούμενο είχε τριπλασιαστεί, σε σχέση με το 1950, στην

Desai, σ. 397. Eichengreen 2007, σ. 255. 537 Madison, σ. 131. Σε αυτή την κατεύθυνση και οι Aldcroft και Eichengreen. 535 536


220

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ ΕΟΚ: 1961 - 1982 6 ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

5 4 3 2 1 1982

1980

1978

1976

1974

1972

1970

1968

1966

1964

1962

1960

0

3 περίοδοι κυλιόμενου μέσου όρου (ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ)

ΥΠΕΘΟ

Γερμανία, την Γαλλία και την Βρετανία οδηγώντας τα εργοστάσια σε υποαπασχόληση των παραγωγικών τους δυνατοτήτων. 538 Η μέση ετήσια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας μειώθηκε από 4,2% κατά την περίοδο 1960 – 1974, σε 2% τα χρόνια 1974 – 1982.539 Όμως, πολύ δύσκολα θα μπορούσε κανείς, αναφερόμενος στην δεκαετία του ’70, να μιλήσει για οικονομική κρίση. Ο πληθωρισμός έκανε βέβαια την εμφάνισή του, και την σταθερότητα του Bretton-Woods αντικατέστησε η αβεβαιότητα των κυμαινόμενων ισοτιμιών. Μπορεί στους Financial Times «όλα να φαίνονταν ότι πηγαίνουν άσχημα»,540 η ανεργία όμως στις χώρες της ΕΟΚ το 1981, δύο δηλαδή χρόνια μετά και την δεύτερη πετρελαϊκή κρίση, ήταν 7,4% και ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης, μεταξύ 1972-81, 3%. Αυτός ο τελευταίος ήταν αρκετά μειωμένος, σε σχέση με το 4,3% της περιόδου 1960-73,541 με την απόσταση όμως που μας δίνει ο χρόνος μάλλον για μια ομαλή προσγείωση θα μιλούσαμε μετά την πρωτόγνωρη ανάπτυξη της δεκαετίας του ’60 που άλλωστε, μέχρι σήμερα δεν έχει επαναληφθεί.

Vβ: Η ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ ΤΟΥ 1974 Το 1973 ξεκίνησε με το καθεστώς να δείχνει παντοδύναμο, μετά από πέντε χρόνια στην εξουσία στην διάρκεια των οποίων ουδέποτε απειλήθηκε σοβαρά. Όσα, όμως, ακολούθησαν την χρονιά αυτή και την επόμενη άλλαξαν τόσο πολύ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ Berend, σ. 282. Επεξεργασία στοιχείων του Πίνακα 2, ΥΠΕΘΟ. 540 Από ένα άρθρο του S. Brittan αποσπάσματα του οποίου παραθέτει ο Aldcroft, σ. 287. 541 Επεξεργασία των στοιχείων του Πίνακα 2, ΥΠΕΘΟ. 538 539


221

21/2/1973: κατάληψη της Νομικής 1/6/1973: η δικτατορία κηρύσσει έκπτωτη την μοναρχία 17/11/1973: αιματηρή λήξη της κατάληψης του Πολυτεχνείου – Διψήφιος αριθμός νεκρών 26/11/1973: ανατροπή του ιστορικού αρχηγού της δικτατορίας Γ. Παπαδόπουλου από τον διοικητή της Στρατιωτικής Αστυνομίας 15/7/1974: πραξικόπημα, από ελληνικά στρατιωτικά τμήματα που βρίσκονται στην Κύπρο, εναντίον του προέδρου Μακάριου 24/7/1974: Η δικτατορία καταρρέει – Πολιτική κυβέρνηση υπό τον Καραμανλή 17/11/1974: εκλογικός θρίαμβος της ΝΔ, με 55,6% 8/12/1974: δημοψήφισμα για το πολιτειακό – 69,2% υπέρ της Αβασίλευτης Δημοκρατίας 21/11/1977: εκλογές – ΝΔ 42,2%, ΠΑΣΟΚ 24,5%, ΕΔΗΚ (κεντρώοι) 13,2%, ΚΚΕ 8,1%, Εθνική Παράταξις (βασιλοχουντικοί) 7,1% 28/5/1979: υπογράφεται η Συμφωνία Σύνδεσης με την ΕΟΚ. Κατά την συζήτηση στη Βουλή για την επικύρωση της Συμφωνίας, λίγες μέρες αργότερα, το ΠΑΣΟΚ αποχωρεί. 1/1/1981: τίθεται σε ισχύ η Συμφωνία Σύνδεσης – Η Ελλάδα πλήρες μέλος της ΕΟΚ

τα πολιτικά δεδομένα, δηλαδή τους θεσμούς, τις αντιλήψεις και τις συμπεριφορές των ελλήνων πολιτών, ώστε η μεταβολή του πολιτειακού καθεστώτος και η λύση του διλλήματος βασιλεία / δημοκρατία που επιτεύχθηκε, σχεδόν να περάσει σε δεύτερη θέση καθώς είχε υπερκερασθεί από τα γεγονότα.542

ΑΡΙΘΜΟΣ ΝΕΩΝ ΝΟΜΙΜΩΝ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΟΙΚΟΔΟΜΩΝ 1970 - 1981 100.000 90.000 80.000 70.000 60.000 50.000 40.000 30.000 20.000 10.000 0 1970 1971 1972 1973 1974 1975 1976 1977 1978 1979 1980 1981

Η υπερθέρμανση της οικοδομής τα χρόνια 1971-73 ήταν ο κύριος παράγοντας της πληθωριστικής έξαρσης στην χώρα μας, που συνέβη πριν από την άνοδο της τιμής του πετρελαίου. Ο αριθμός (νόμιμων) νέων κατοικιών του 1973 δεν προσεγγίστηκε ποτέ σε όλο το υπόλοιπο της δεκαετίας. Σύνολο χώρας - ΕΣΥΕ

542

Βούλγαρης, σ. 28.


222 α) η ανοχή του μεγαλύτερου τμήματος του πληθυσμού απέναντι στην δικτατορία είχε ως προϋπόθεση την διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, την αύξηση των μισθών και την οικονομική σταθερότητα. Και η μεν οικονομική ανάπτυξη διατηρήθηκε και το 1973 (η αύξηση του ΑΕγΠ ήταν 8,1%), οι τιμές όμως άρχισαν να αυξάνουν και μάλιστα πριν από την διεθνή αύξηση των τιμών του πετρελαίου, ως αποτέλεσμα της υπερθέρμανσης της οικονομίας με αιχμή την οικοδομή.543 Η διατήρηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας έναντι του δολαρίου, που υποτιμήθηκε έναντι των ευρωπαϊκών νομισμάτων τον Φεβρουάριο 1973, και άρα η υποτίμηση και της δραχμής οδήγησαν στην αύξηση των τιμών των εισαγομένων, από τις ευρωπαϊκές χώρες, προϊόντων. Η αύξηση, τέλος, της τιμής του πετρελαίου κατά 70% τον Οκτώβριο, ολοκλήρωσε το κακό. Ο τιμάριθμος έφθασε, πράγμα πρωτοφανές για την μετά το 1953 περίοδο, στο 15,5% μεταξύ Σεπτεμβρίου 1972 – Αυγούστου 1973,544 ενώ στις αρχές Νοεμβρίου «η κυβέρνησις δηλώνει ότι δεν αντιμετωπίζει την αναπροσαρμογήν των ημερομισθίων».545 Το γεγονός ότι η εξέγερση του Πολυτεχνείου ξέσπασε μερικές μέρες αργότερα, ίσως να μην είναι άσχετο με αυτές τις εξελίξεις. β) η καταστολή ήταν εξαιρετικά βίαιη για ευρωπαϊκή χώρα, 546 και την ακολούθησε η αντικατάσταση της ιστορικής ηγεσίας της χούντας από τον Δ. Ιωαννίδη, αρχηγό της ανεξέλεγκτης πλέον στρατιωτικής αστυνομίας. Ο εθνικός στρατός, με τις απαραίτητες ιεραρχίες του, δεν υπήρχε πλέον παρά μόνο κατ’ όνομα . στο εσωτερικό του διάφορες ομάδες μάχονταν η μια εναντίον της άλλης με σκοπό την κυριαρχία. Συγχρόνως, διάφοροι ανεκδιήγητοι τύποι ανελάμβαναν τυπικά καίριες θέσεις του κρατικού μηχανισμού, όπως ο παντελώς άγνωστος μέχρι τότε Ανδρουτσόπουλος, αποτυχημένος δικηγόρος στην Βοστόνη. Το αποκορύφωμα του δράματος έλαβε χώρα στις 15 Ιουλίου 1974, όταν η δικτατορία οργάνωσε πραξικόπημα στην Κύπρο με σκοπό την ανατροπή του Προέδρου Μακαρίου. Η Τουρκία, ως εγγυήτρια δύναμη της ανεξαρτησίας του νησιού, πραγματοποίησε εισβολή πέντε μέρες αργότερα, ενώ η γενική επιστράτευση που κηρύχθηκε στην Ελλάδα κατέληξε σε φιάσκο. Μπροστά στο αδιέξοδο, η επίσημη στρατιωτική ηγεσία της χώρας παρέδωσε, στις 24 Ιουλίου, την κυβέρνηση στον Κ. Καραμανλή, αρχηγό της ΕΡΕ και αυτοεξόριστο από χρόνια στο Παρίσι. γ) στις εκλογές που ακολούθησαν, με την συμμετοχή και του νομιμοποιηθέντος ΚΚΕ, ο Καραμανλής ως αρχηγός του νέου του κόμματος, της ΝΔ, έλαβε 55,6%. Λίγους μήνες αργότερα, με ένα δημοψήφισμα, τα αποτελέσματα του οποίου δεν αμφισβητήθηκαν από κανένα, ως πολίτευμα της χώρας καθιερώθηκε η Αβασίλευτη Δημοκρατία. Ένα μεγάλο κεφάλαιο της πολιτικής ιστορίας του τόπου είχε τελειώσει. 543

«Τα πραγματικά αίτια του πληθωρισμού στη χώρα μας»: Οικονομικός Ταχυδρόμος,

13/12/1973. 544 Το Βήμα, 23/10/1973. 545 Το Βήμα, 3/11/1973. 546 Πέρα από τους νεκρούς, κατά το τριήμερο της εξέγερσης, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, συνελήφθηκαν από την Ασφάλεια 2.473 άτομα: Το Βήμα, 14/8/1975.


223 δ) οι βασικοί στόχοι του Κ. Καραμανλή, όπως και άλλων πολιτικών ομάδων λιγότερο ή περισσότερο συνδεδεμένων μαζί του, ήταν η ομαλή λειτουργία της δημοκρατίας, κάτι που ουσιαστικά είχε να συμβεί από το 1932, όταν η τελευταία κυβέρνηση του Βενιζέλου έχασε τις εκλογές, και η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Μετά από διαπραγματεύσεις, στις οποίες τα οικονομικά κριτήρια δεν ήταν τα μόνα που εξετάσθηκαν, η Συμφωνία Σύνδεσης υπογράφηκε τον Μάιο 1979. Αν και υπήρξαν αντιδράσεις είτε επί της αρχής (ΚΚΕ), είτε για τους όρους της Συμφωνίας (ΠΑΣΟΚ), αυτή επικυρώθηκε από το κοινοβούλιο . την 1η Ιανουαρίου 1981, η Ελλάδα έγινε το 12ο μέλος της ΕΟΚ.

Vγ: Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ ’70 1. ΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΜΕΓΕΘΗ

ΕΤΗΣΙΑ ΠΟΣΟΣΤΙΑΙΑ ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΕΠ ΕΛΛΑΔΑ - ΕΟΚ 1963 - 1981 15 10 5 ΕΛΛΑΔΑ 1981

1979

1977

1975

1973

1971

1969

1967

1965

-5

1963

0

ΕΟΚ

-10

ΥΠΕΘΟ

α) το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν αυξάνεται τα χρόνια του 1970, αλλά με πολύ μικρότερο ρυθμό από αυτόν της προηγούμενης δεκαετίας: 4,3% ετησίως μεταξύ των ετών 1973-81, έναντι 8,8% για την περίοδο 1963-72. Υπάρχουν μάλιστα και χρονιές κρίσης, όπου το ΑΕγΠ σημείωσε, σε σταθερές τιμές, πτώση: το 1974 μειώθηκε κατά 6,4%, και το 1981 κατά 1,6%, κάτι που είχε να συμβεί από το 1950 . και στις δύο περιπτώσεις, το προηγούμενο έτος είχε σημειωθεί σημαντικότατη αύξηση στην τιμή του πετρελαίου, οι συνέπειες της οποίας φάνηκαν στην οικονομία με την απαραίτητη χρονική υστέρηση. β) τα παραπάνω εικονογραφούν όμως μια, μόνο, όψη της πραγματικότητας . διότι γεγονός είναι επίσης, ότι ο ελληνικός ρυθμός ανάπτυξης παρέμεινε υψηλότερος από τον αντίστοιχο των χωρών της κοινότητας, και η διαφορά ανάμεσα στην ελληνική οικονομία και αυτές των χωρών της ΕΟΚ εξακολουθούσε να μειώνεται.


224 ΠΙΝΑΚΑΣ 3 ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟ ΕΓΧΩΡΙΟ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ: 1972 & 1981 (εκ. σε σταθ. τιμές 1958)

1. Γεωργία - Δάση - Αλιεία Γεωργία - Κτηνοτροφία Δάση Αλιεία 2. Ορυχεία 3. Μεταποίηση Τρόφιμα - Ποτά - Καπνός Υφαντουργία Ενδυση - Υπόδηση Ξύλου και επίπλων Χάρτου, εκδόσεων, εκτυπ. Χημικά Μη μεταλλικών ορυκτών Μεταλλουργία Μηχανολ. & επεξ.μετάλλου Μεταφορικών μέσων Διάφορες 4. Επιχ. Ηλεκτρισμού - Υδατος 5. Κατασκευές 6. Μεταφορές και Επικοινωνίες Θαλ. Μεταφορές Σιδηρόδρομοι Άλλες Μεταφορές – αποθηκ. Επικοινωνίες 7. Εμπόριο 8. Πίστη - Ασφαλίσεις Κτηματικές Επιχειρήσεις 9. Κατοικίες 10. Δημόσια Διοίκηση & Ασφάλεια Διοίκηση Ασφάλεια 11. Υγεία - Εκπαίδευση Υγεία Εκπαίδευση 12. Διάφορες Υπηρεσίες 13. Ακαθ. Εγχώριο Προϊόν 14. Καθαρό Εισόδημα εκ της αλλοδαπής 15. Ακαθ. Εθνικό Εισόδημα

1972 (α)

1981 (β)

(β) / (α)

35.196 33.424 794 978 2.917 51.623 7.821 7.799 4.106 3.259 2.256 6.830 4.893 5.318 6.749 1.642 950 5.367 19.243

49.854 48.078 782 995 4.529 54.699 10.609 9.028 4.058 2.941 2.836 6.150 4.914 2.874 6.249 4.045 993 5.595 21.541

1,4 1,4 1,0 1,0 1,6 1,1 1,4 1,2 1,0 0,9 1,3 0,9 1,0 0,5 0,9 2,5 1,0 1,0 1,1

17,7 17,1 0,3 0,4 1,6 19,4 3,8 3,2 1,4 1,0 1,0 2,2 1,7 1,0 2,2 1,4 0,4 2,0 7,6

19.563 2.391 459 12.525 4.188 24.830

22.288 1.852 672 15.367 4.397 36.341

1,1 0,8 1,5 1,2 1,0 1,5

7,9 0,7 0,2 5,5 1,6 12,9

4.608 18.240

6.359 17.262

1,4 0,9

2,3 6,1

9.257 5.589 3.668 8.710 4.250 4.460 17.077 216.631

28.531 17.986 10.545 14.659 5.895 8.765 19.941 281.600

3,1 3,2 2,9 1,7 1,4 2,0 1,2 1,3

10,1 6,4 3,7 5,2 2,1 3,1 7,1 100,0

8.508 225.139

8.933 290.533

1,0 1,3

3,2 103,2

1981%

ΒΙΟΜΗΧ %

100,0 18,8 16,4 8,0 4,8 5,3 12,0 9,1 4,9 11,6 7,3 1,7

ΕΣΥΕ Η μετατροπή από τρέχουσες σε σταθερές τιμές, προκειμένου να υπάρχει η δυνατότητα σύγκρισης, έγινε από εμένα.

γ) κατά την δεκαετία του 1970 τόσο οι κατασκευές όσο και οι κατοικίες μειώνονται αναλογικά ως ποσοστό του ΑΕγΠ, και μάλιστα οι κατοικίες και σε


225 απόλυτα μεγέθη. Αντίθετα, ο δημόσιος τομέας δηλαδή η διοίκηση και ασφάλεια, λόγω και της όξυνσης των σχέσεων με την Τουρκία, αλλά και η υγεία – εκπαίδευση, που σε πολύ μεγάλο βαθμό βρίσκονται υπό κρατικό έλεγχο, αυξάνονται.

ΜΕΣΟΣ ΕΤΗΣΙΟΣ ΡΥΘΜΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ: ΕΛΛΑΔΑ - ΕΟΚ 1963 - 1981 10,0 9,0 8,0 7,0 6,0 5,0 4,0 3,0 2,0 1,0 0,0

8,8

4,6

4,3

ΕΛΛΑΔΑ 3,0

1963-72

ΕΟΚ

1973-81

ΥΠΕΘΟ

ΠΟΣΟΣΤΙΑΙΑ ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΑΕγΠ ΚΑΙ ΑΕΠ 1972 & 1981 (εκ. σε σταθ. τιμές 1958) 1. Γεωργία - Δάση - Αλιεία 2. Ορυχεία 3. Μεταποίηση 4. Επιχ. Ηλεκτρισμού Υδατος 5. Κατασκευές 6. Μεταφορές και Επικοινωνίες 7. Εμπόριο 8. Πίστη - Ασφαλίσεις Κτηματικές Επιχειρήσεις 9. Κατοικίες 10. Δημόσια Διοίκηση & Ασφάλεια 11. Υγεία - Εκπαίδευση 12. Διάφορες Υπηρεσίες 13. Ακαθ. Εγχώριο Προϊόν 14. Καθαρό Εισόδημα εκ της αλλοδαπής 15. Ακαθ. Εθνικό Εισόδημα

1972

1981

1972%

1981%

35.196 2.917 51.623

49.854 4.529 54.699

16,2 1,3 23,8

17,7 1,6 19,4

5.367 19.243

5.595 21.541

2,5 8,9

2,0 7,6

19.563 24.830

22.288 36.341

9,0 11,5

7,9 12,9

4.608 18.240

6.359 17.262

2,1 8,4

2,3 6,1

9.257 8.710 17.077 216.631

28.531 14.659 19.941 281.600

4,3 4,0 7,9 100,0

10,1 5,2 7,1 100,0

8.508 225.139

8.933 290.533

3,9 103,9

3,2 103,2


226

ΠΙΝΑΚΑΣ 3α AΚΑΘΑΡΙΣΤΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΠΑΓΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ (εκ. σε σταθ. τιμές 1958) 1972 67.436 31,1

1981 69.365 24,53

1981%

ΣΥΝΟΛΟ (α) (α) % ΑΕγΠ Ιδιωτικές Δημόσιες

45.162 22.274

50.897 18.468

73,4 26,6

7.471 1.030 7.815 5.613 13.843 22.504 635 8.525

4.775 5.453 11.027 4.306 13.423 19.209 453 10.718

6,9 7,9 15,9 6,2 19,4 27,7 0,7 15,5

Γεωργία, Κτηνοτροφία κλπ Μεταλλεία, Ορυχεία Βιομηχανία Ενέργεια Μεταφορές, Επικοινωνίες Κατοικίες Δημόσια Διοίκηση Άλλες δραστηριότητες ΕΣΥΕ

Το σημαντικότερο όμως βρίσκεται αλλού: η αξία του προϊόντος της μεταποίησης, ατμομηχανής της ανάπτυξης την προηγούμενη εικοσαετία, δεν αυξάνεται παρά κατά 6% ανάμεσα στο 1972 και το 1981, ενώ το συνολικό ΑΕγΠ αυξάνεται κατά 30%. Το μερίδιό της βιομηχανίας στο συνολικό προϊόν μειώνεται από 24 στο 19%. Ένας κύκλος ανάπτυξης και εδώ, όπως και στην Ευρώπη, έχει φθάσει στο τέλος του. 2. ΠΟΣΟ ΚΟΣΤΙΖΕΙ ΤΟ ΑΚΡΙΒΟ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ; Ένας από τους λόγους που εξηγούν το γιατί η χρυσή εποχή ήταν τόσο χρυσή, ήταν και το γεγονός ότι η τιμή ενός βαρελιού πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας παρέμενε κατά μέσο όρο στο επίπεδο των δύο δολαρίων καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου 1950-1973, παρέχοντας έτσι ενέργεια σε απίστευτα φθηνή τιμή, που γινόταν μάλιστα ολοένα και φθηνότερη Ε. Hobsbawm

Είναι πολύ δύσκολο το να υπολογίσει κανείς το κόστος που είχε για την χώρα μας η άνοδος της τιμής του πετρελαίου. Αν και διαθέτουμε την αξία των εισαγωγών κατά προϊόν και ανά έτος από την ΕΣΥΕ,547 και με δεδομένο ότι το σύνολο των αναγκών μας καλύπτεται με εισαγωγές, από το 1973 και ύστερα το σύνολο των εισαγωγών ακατέργαστου πετρελαίου δεν προορίζεται για την εγχώρια αγορά . ένα τμήμα του το επεξεργάζονταν τα ελληνικά διυλιστήρια, και στην συνέχεια εξάγονταν σε άλλες χώρες.

«Εισαγωγαί εμπορευμάτων συμφώνως προς την Αναθεωρημένην Τυποποιημένην Ταξινόμησιν του Διεθνούς Εμπορίου». 547


227

ΑΞΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ 7 εκ ΤΟΝΩΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ 1972 - 1981 5,0 4,5 4,0 3,5 3,0 2,5 2,0 1,5 1,0 0,5 0,0 1972

1973

1974

1975

1976

1977

1978

1979

1980

1981

ΕΣΥΕ

Το 1972 πάντως, ένα χρόνο πριν ξεσπάσει η κρίση, η Ελλάδα εισήγαγε, αποκλειστικά για τις δικές της ανάγκες, επτά εκατομμύρια τόνους ακατέργαστου πετρελαίου. Αν δεχθούμε, μόνο και μόνο για την ανάγκη κάποιων χονδροειδών υπολογισμών, ότι η ποσότητα αυτή ήταν ικανή να καλύψει τις ετήσιες ανάγκες της οικονομίας για την περίοδο μέχρι και το 1981, τότε το ποσοστό του Εγχώριου Προϊόντος που ήταν απαραίτητο για το απαιτούμενο πετρέλαιο έφθανε το 1,3% του ΑΕγΠ το 1972, αλλά θα αυξηθεί σε 3% το 1975, και σε 4,5% το 1981. Έχοντας συναίσθηση ότι κινούμαστε κάπου ανάμεσα στον ρεαλισμό και τον ιμπρεσιονισμό, θα εκτιμούσαμε το κόστος από την πρώτη πετρελαϊκή κρίση στο 1,5% του ΑΕγΠ. η δεύτερη άνοδος της τιμής του πετρελαίου θα το ανεβάσει στο 3,0%.

3. ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Την δεκαετία του 1970 οι αλλαγές τόσο στο διεθνές περιβάλλον, όσο και στην εσωτερική κατάσταση της χώρας, επιβάλλουν αλλαγές στην κρατική οικονομική πολιτική προκειμένου αυτή η τελευταία να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις. Αλλαγές στο διεθνές περιβάλλον: κυμαινόμενες ισοτιμίες, πετρελαϊκές κρίσεις, μείωση του παγκόσμιου ρυθμού ανάπτυξης . ειδικά για την Ελλάδα στα προηγούμενα θα πρέπει να προστεθούν τόσο η επικείμενη ένταξη στην ΕΟΚ, και η αναπόφευκτη μείωση της δασμολογικής προστασίας των εγχώριων προϊόντων, όσο και η επαναλειτουργία του δημοκρατικού καθεστώτος, που επιβάλλει την διαπραγμάτευση του ύψους του μισθού μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, με ό,ποια οφέλη μπορούν να προκύψουν από αυτή την διαδικασία για τους τελευταίους, σε βάρος φυσικά του μεριδίου των κερδών στο εγχώριο προϊόν. Στη συνέχεια θα εξετάσουμε τις αλλαγές στην συναλλαγματική και την μισθολογική πολιτική. μαζί με την άνοδο της τιμής του πετρελαίου


228 διαμορφώνουν τους εξωτερικούς παράγοντες στους οποίους θα πρέπει να προσαρμοστούν οι οικονομικές μονάδες. 3.1. ΟΙ ΔΙΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΡΑΧΜΗΣ

ΙΣΟΤΙΜΙΑ ΔΟΛΑΡΙΟΥ ΚΑΙ ECU ΜΕ ΤΗΝ ΔΡΑΧΜΗ 1970 - 1981 70,0 60,0 50,0 40,0

ECU / ΔΡΧ

30,0

ΔΟΛ / ΔΡΧ

20,0 10,0 1981

1980

1979

1978

1977

1976

1975

1974

1973

1972

1971

1970

0,0

Το ECU (European Currency Unit) ήταν ένα λογιστικό χρήμα, η αξία του οποίου καθοριζόταν από τον σταθμικό μέσο όρο της αξίας των νομισμάτων των χωρών της ΕΟΚ, και το 1999 αντικαταστάθηκε από το euro. ΕΣΥΕ και ΥΠΕΘΟ.

Η μείωση των δασμών στα εισαγόμενα από τις χώρες της ΕΟΚ προϊόντα, που είχε σαν αποτέλεσμα την μείωση της προστασίας στην εγχώρια παραγωγή, 548 έγινε προσπάθεια να αντισταθμιστεί με συνεχείς διολισθήσεις της δραχμής. Η εποχή του «30 το δολάριο» έληξε στα μέσα της δεκαετίας, και το 1981 το δολάριο άξιζε 55, ενώ το ecu 61 δραχμές.549 Η πολιτική αυτή, καθώς ήταν συνεχής, οδήγησε σε ένα φαύλο κύκλο. Οι υποτιμήσεις της δραχμής μπορεί βραχυπρόθεσμα να έδιναν κάποια λύση στο πρόβλημα, οδηγούσαν όμως σε άνοδο του πληθωρισμού με ρυθμό μεγαλύτερο από αυτόν των χωρών της ΕΟΚ, και καθιστούσαν αναγκαία μια νέα υποτίμηση που, αν ήθελε να είναι αποτελεσματική, έπρεπε να είναι μεγαλύτερη από την διαφορά της ανόδου των τιμών. Το 1981, σε σχέση με το 1970, οι τιμές στην Ελλάδα είχαν ανέβει κατά 60% περισσότερο από τον μέσο όρο των χωρών της ΕΟΚ, η αξία του ecu όμως, σε σχέση με την δραχμή, είχε διπλασιαστεί. Θα πρέπει πάντως να μην ξεχνάμε ότι εκτός από τους δασμούς υπάρχουν και άλλοι «άτυποι» τρόποι προστασίας της εγχώριας παραγωγής: η άνιση φορολογική επιβάρυνση εγχωρίων και εισαγομένων, οι ποσοτικοί περιορισμοί, οι δυσκολίες για τον εκτελωνισμό των προϊόντων του εξωτερικού κλπ. Όλα τούτα χρησιμοποιήθηκαν βέβαια και εξασφάλιζαν στα ελληνικά προϊόντα, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, μια μέση μηδασμολογική προστασία ίση με το 30% της αξίας των εισαγωγών: Μητσός, σ. 47. 549 Σαχινίδης. 548


229

ΕΠΙΠΕΔΟ ΤΙΜΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΙΚΗ ΙΣΟΤΙΜΙΑ ΕΛΛΑΔΑΣ - ΕΟΚ 1970 - 1981

2,5 2,0 1,5

(α) / (β)

1,0

ECU / ΔΡΧ

0,5

1981

1980

1979

1978

1977

1976

1975

1974

1973

1972

1971

1970

0,0

(α) / (β): επίπεδο τιμών Ελλάδας / ΕΟΚ ΥΠΕΘΟ

3.2. Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΝ

ΕΤΗΣΙΑ ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΕΣΟΥ ΜΙΣΘΟΥ 1967 - 1980 15,0 10,0 ΠΑΡΑΓΩΓΙΚ ΟΤΗΤΑ ΜΙΣΘΟΣ

5,0 1979

1977

1975

1973

1971

1969

-5,0

1967

0,0

-10,0

Επεξεργασία στοιχείων ΥΠΕΘΟ.

Μεταξύ των ετών 1973 – 1980 ο μέσος πραγματικός μισθός αυξάνονταν σχεδόν κατά 3% τον χρόνο, με αποτέλεσμα στο τέλος αυτής της περιόδου να είναι κατά 22,5% μεγαλύτερος από αυτόν του 1973. Όπως επισημαίνεται, η αύξηση αυτή ήταν μεγαλύτερη από την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, και φυσικά πραγματοποιήθηκε σε βάρος των κερδών.550 Ξανθάκης, σ. 34, Αλογοσκούφης – Λαζαρέτου, σ. 258, Lipierz, σ. 201, Ιωακείμογλου σ. 170. 550


230 Στο σημείο αυτό, όμως, θα πρέπει να κάνουμε δύο παρατηρήσεις: ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ (α) 182,2 221,5

ΕΤΟΣ 1973 1980

ΜΕΣΟΣ ΜΙΣΘΟΣ (α) 153,1 214,1

ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ (β)

ΜΕΣΟΣ ΜΙΣΘΟΣ (β)

117,5

122,5

(α) 1966 = 100, (β) 1973 = 100. Επεξεργασία στοιχείων ΥΠΕΘΟ.

α) η άνοδος των μισθών πάνω από την παραγωγικότητα, ουσιαστικά ήρθε να ανατρέψει την πολιτική που ακολουθήθηκε κατά την διάρκεια της δικτατορίας, όταν οι αυξήσεις των μισθών υπολείπονταν εκείνη της αύξησης της παραγωγικότητας. Ουσιαστικά δεν αντικατόπτριζε παρά την μεταβολή του κοινωνικού συσχετισμού υπέρ των εργαζομένων, αποτέλεσμα της αποκατάστασης της δημοκρατίας και των συνδικαλιστικών ελευθεριών. Αν δούμε πάντως την μεταβολή των μεγεθών στα οποία αναφερόμαστε εδώ, δηλαδή της παραγωγικότητας και των μισθών, σε όλη την περίοδο 1966 – 1980, διαπιστώνουμε ότι αυτοί που αυξάνονται λιγότερο είναι οι δεύτεροι. 551

ΩΡΙΑΙΟ ΚΟΣΤΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΕ ΓΕΡΜΑΝΙΚΑ ΜΑΡΚΑ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΧΩΡΕΣ - 1979

Δυτ. Γερμανία Γαλλία Αγγλία Ιταλία Ελλάδα

ΩΡΙΑΙΟ ΚΟΣΤΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 21,1 15,0 10,2 15,2 6,2

ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ ΩΡΟΜΙΣΘΙΟΥ 12,4 8,6 7,8 7,3 4,3

Οικονομικός Ταχυδρόμος, 30/4/1981.

Ούτως ή άλλως, το ωριαίο κόστος εργασίας ήταν πολύ χαμηλό στην Ελλάδα σε σχέση με αυτό των χωρών της ΕΟΚ, ακόμα και μετά τις αυξήσεις που κέρδισαν την δεκαετία του ’70. Το 1979, για να κάνουμε την σύγκριση με την γειτονική Ιταλία, μία ώρα εργασίας κόστιζε στον εργοδότη το αντίστοιχο των15,2 μάρκων, ενώ στον έλληνα ομόλογό του λιγότερο από τα μισά. Όσο δε για τις αμοιβές, οι έλληνες εργαζόμενοι δεν έπαιρναν καλά – καλά ούτε το 60% των ιταλών συναδέλφων τους, για να μην μιλήσουμε για τους καλύτερα αμειβόμενους σε όλη την Ευρώπη, γερμανούς: αυτοί έπαιρναν πάνω από το τριπλάσιο των ελλήνων. β) δεν θα πρέπει επίσης να ξεχνάμε την μικρή σχετικά συμμετοχή του εργατικού κόστους στο σύνολο της αξίας της βιομηχανικής παραγωγής: δεν αποτελούσε 551

Pagoulatos, σ. 88.


231 παρά το 12,9%,552 έναντι 19,1% στην Ισπανία, 18,4% στην Πορτογαλία και 14,7% στην Ιταλία. Όπως γράφει ο Close, δύσκολα θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η αύξηση του κόστους εργασίας ήταν εκείνη που αποτέλεσε εμπόδιο στην βιομηχανική ανάπτυξη, όπως υποστηρίζουν οι συντηρητικοί.553

4. Η ΜΕΓΕΘΥΝΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ 1965 - 1980 (τα μεγέθη ως % του ΑΕΠ) 35,0 30,0

ΕΣΟΔΑ

25,0 20,0

ΔΑΠΑΝΕΣ

15,0 ΚΑΘΑΡΟΣ ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ

10,0 5,0

ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ 1979

1977

1975

1973

1971

1969

1967

-5,0

1965

0,0

ΥΠΕΘΟ

Πέρα από τις επιμέρους πολιτικές και τις αλλαγές ή την συνέχειά τους, το κύριο χαρακτηριστικό της δημόσιας παρέμβασης στην οικονομία είναι η διεύρυνσή της. Μεταξύ 1970 – 1980 τα δημόσια έσοδα θα αυξηθούν από το 27 στο 29% του Εθνικού Προϊόντος, ενώ η αύξηση στις κρατικές δαπάνες την ίδια περίοδο θα αυξηθεί από 26 στο 32% του ΑΕγΠ. η υστέρηση των δημόσιων εσόδων, καλύπτεται φυσικά με δανεισμό, με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος να φθάσει το 1980 το 28% του ΑΕγΠ. α) αυτή η επέκταση των οικονομικών λειτουργιών του κράτους είναι πάντως ελεγχόμενη και στοχεύει κατ’ αρχήν στην αντιμετώπιση της ύφεσης, λόγω των πετρελαϊκών κρίσεων. Άλλωστε, είναι η πολιτική που ακολουθούν και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες: αν το ελληνικό χρέος φθάνει το 28% του ΑΕΠ το 1980, στις άλλες χώρες της ΕΟΚ είναι αυξημένο κατά 10 ακριβώς μονάδες, και ανέρχεται στο 38% του ΑΕγΠ. και αν το δημόσιο έλλειμμα, το 1980 πάντα, στην Ελλάδα αποτελεί το 2,6% του Εγχώριου Προϊόντος, στις ευρωπαϊκές χώρες βρίσκεται στο 3,4%. Τα διδάγματα του Keynes μοιάζει να έχουν αφομοιωθεί από όλες τις κυβερνήσεις, και την ελληνική, που για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο βρίσκονται

552 553

Ή το 14%, σύμφωνα με τον Γιαννίτση: 1983, σ. 374. Close 2006, σ. 272.


232 στην ανάγκη να εφαρμόσουν, καθεμιά με τον τρόπο της, κάποιου είδους αντικυκλική πολιτική. β) στην δική μας περίπτωση πάντως, η επέκταση του κράτους έχει και ένα δεύτερο στόχο: την ακύρωση, ή έστω την επαναδιαπραγμάτευση όσων συμβάσεων είχαν πραγματοποιηθεί μεταξύ κάποιων ιδιωτών και της δικτατορίας και κρίνονταν ιδιαίτερα ευνοϊκές για τους πρώτους, ή ακόμα την επαναφορά των κανόνων που είχαν παραβιαστεί και ανέτρεπαν τους κανόνες του παιγνιδιού. Γνωστότερη περίπτωση είναι αυτή του Ανδρεάδη, επιφανέστερου εκπροσώπου της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας», 554 και υμνητή με το αζημίωτο των οικονομικών κατορθωμάτων της χούντας κατά την διάρκεια της επταετίας. Ο Ανδρεάδης κατηγορήθηκε για πολλά και διάφορα, μεταξύ των οποίων και για το ότι είχε μεταβιβάσει το 20% των μετοχών της Εμπορικής Τράπεζας σε ανύπαρκτη αμερικανική εταιρείας, στην έδρα της οποίας δεν υπήρχε παρά ένα οικόπεδο.555 Η Εμπορική και, μέσω αυτής, όλο το οικοδόμημά του πέρασε στον έλεγχο του κράτους, προς μεγάλη έκπληξη των συνηθισμένων στην πλήρη ασυδοσία μεγαλοκεφαλαιούχων. ξεχνώντας ότι το σοβαρό από το γελοίο κάποτε δεν τα χωρίζει παρά μια γραμμή, ο Σύλλογος των Ελλήνων Βιομηχάνων έσπευσε να κατηγορήσει την κυβέρνηση της ΝΔ για «σοσιαλμανία». 556

ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ ΕΣΟΔΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕΠ 1965 - 1980 18,0 16,0 14,0 12,0 10,0 8,0 6,0 4,0 2,0 0,0

ΑΜΕΣΟΙ ΦΟΡΟΙ ΕΜΜΕΣΟΙ ΦΟΡΟΙ

1979

1977

1975

1973

1971

1969

1967

1965

ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΩΝ

ΥΠΕΘΟ

γ) στην πραγματικότητα, αν είναι να κατηγορήσει κανείς την οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων από το 1974 μέχρι το 1980, δεν είναι για την Εδώ, σ. 147. Το Βήμα, 31/8/1976. 556 Το Βήμα, 6/3/1976. Οι περιπέτειες του επιχειρηματία με τους ελεγκτικούς μηχανισμούς της ΤτΕ είχαν αρχίσει από τον Δεκέμβριο 1975. Εκτός από τον Ανδρεάδη για διάφορες ατασθαλίες κατηγορήθηκαν, μεταξύ άλλων, και οι Νίαρχος και Λάτσης, ενώ έγινε γνωστό ότι ο Ωνάσης είχε δωρήσει στον δικτατορα Παπαδόπουλο την βίλα στην οποία έμενε ο τελευταίος: Το Βήμα, 27 και 28/10/1976. 554 555


233 «σοσιαλμανία» τους, αλλά για την άτολμη παρέμβασή τους στο φορολογικό ζήτημα. Όχι πως δεν έγινε τίποτα: η σχέση άμεσων / έμμεσους φόρους ανέβηκε, αλλά ανέβηκε λίγο: από 0,42 στο 0,48. Η μεταρρύθμιση σε αυτόν τον τομέα θα είχε αναμφισβήτητο πολιτικό κόστος για όποιον την αναλάμβανε, και κανείς δεν ήταν διατεθειμένος να το πληρώσει. Έτσι, το 1980 οι συνολικές δαπάνες του δημοσίου, παρά την αύξησή τους, δεν υπερέβαιναν το 32% του ΑΕΠ, έναντι 46% των χωρών της ΕΟΚ,557 και το κοινωνικό κράτος στην χώρα μας παρέμεινε ατροφικό.

5. Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΑΓΡΟΚΤΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΤΑΣΗ 1971 - 1981 ΕΚΤΑΣΗ

1971%

1981%

< 10 στρ

21,8

24,7

10-49 στρ

57,3

54,2

50-99 στρ

15,9

15,0

100-199 στρ

4,1

4,7

200 και άνω

1,0

1,4

100,1

100,0

Αριθμός εκμεταλλεύσεων

1.036.600

998.876

Σύνολο καλλιεργούμενων εκτάσεων (στρ.)

35.862.940

35.454.932

34,6

35,5

ΣΥΝΟΛΟ

Μέση έκταση (στρ.) ΕΣΥΕ

α) η κατάσταση στο βασίλειο της αυτοαπασχόλησης, τον πρωτογενή τομέα, δεν έχει αλλάξει ανάμεσα στις αρχές της δεκαετίας του ’70 και της επόμενης. Ο αριθμός των αγροτικών εκμεταλλεύσεων μειώνεται ελάχιστα, και καθώς το σύνολο των καλλιεργούμενων εκτάσεων έχει φτάσει στα όριά του ήδη από το 1971, η μικρή μέση έκταση του αγροτικού κλήρου παραμένει μια σταθερά και στα χρόνια του ’70: η μέση έκταση του αγροτικού κλήρου ήταν μόλις 35 στρέμματα, έναντι 171 στρεμμάτων κατά μέσο όρο στις χώρες της ΕΟΚ, 558 ενώ το 1/4 των κτημάτων δεν διαθέτουν παραπάνω από 10 στρέμματα, και το εισόδημα που αποδίδουν στους μικροιδιοκτήτες τους απλώς συμπληρώνει τις αμοιβές τους από άλλες αναγκαίες δραστηριότητες.

557 558

ΥΠΕΘΟ. Σύμφωνα με στοιχεία του 1978: Τσούμας – Τασιούλας, σ. 74.


234 Μα και όσοι κατατάσσονται στους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες είναι πολλοί, αν και ο αριθμός τους έχει βέβαια μειωθεί σε σχέση με τα αμέσως μεταπολεμικά

1951

Ισπανία

Πορτογαλία

Ελλάδα

Ιταλία

Γερμανία

Γαλλία

1981

Βρετανία

20,0 18,0 16,0 14,0 12,0 10,0 8,0 6,0 4,0 2,0 0,0

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΣΤΟΝ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΤΟΜΕΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ 1951-81

Mitchell

Η ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ: 1979

Αλλα 16% Ελιές 17% Αμπέλια 5% Κτηνοτροφικά Φυτά 11%

Σιτηρά 44% Καπνός 3% Βαμβάκι 4%

ΕΣΥΕ

χρόνια: το 1981 αποτελούσαν το 10% του συνολικού πληθυσμού, ενώ στις άλλες μεσογειακές χώρες ήταν αναλογικά πολύ λιγότεροι, 4% στην Ιταλία, 5% στην Ισπανία και 7% στην Πορτογαλία. στην Βρετανία περιορίζονταν στο 1%. Το 1981, όταν η Ελλάδα εντάχθηκε στην ΕΟΚ ήταν η κατεξοχήν αγροτική χώρα της κοινότητας. Το 18% του συνολικού ΑΕΠ εξακολουθούσε να παράγεται στα χωράφια, έναντι 9% της Πορτογαλίας, 6% της Ισπανίας και 5% της Ιταλίας . στην


235 Βρετανία η πρωτογενής παραγωγή είχε περιθωριοποιηθεί τελείως, και δεν αντιστοιχούσε παρά στο 2% του ΑΕΠ.559 β) εκτός από τον αριθμό των αγροκτημάτων και την έκταση, σταθερό παραμένει και το είδος των καλλιεργειών. Το παραπάνω σχεδιάγραμμα, που δείχνει την κατανομή των καλλιεργειών, ελάχιστα διαφέρει από αυτό της σελίδας 153, που αναφέρεται στο 1971. Η μόνη αλλαγή στον αγροτικό χώρο την δεκαετία του ’70, -μα και εδώ δεν πρόκειται για αλλαγή, αλλά για την συνέχεια μιας τάσης- είναι η αύξηση της παραγωγικότητας / στρέμμα κυρίως στα δημητριακά: η παραγωγή σταριού θα αυξηθεί ανάμεσα στο 1971 και το 1980, από 2.000 σε 2.950 κιλά / στρέμμα.560

6. Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ 6.1. Η ΑΚΥΡΩΣΗ ΤΟΥ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΠΑΓΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΚΑΙ ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ 1960 - 1981 ΑΥΞΗΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΣΤΗΝ ΑΕΠΚ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ (δις δρχ.) (δις δρχ.) ΠΕΡΙΟΔΟΣ (α) (β) (α) / (β) 1960 - 1972 (1) 55.099 36.897 1,49 1973 - 1981 (2) 118.395 19.637 6,03 ΑΕΠΚ: Ακαθάριστες Επενδύσεις Παγίου Κεφαλαίου. (1): σε τιμές 1958, (2) σε τιμές 1970. ΕΣΥΕ.

Όποιον σχετικό δείκτη και αν εξετάσουμε, γίνεται φανερό ότι η ελληνική βιομηχανία μετά το 1973 βρίσκεται σε κρίση. Αναλύοντας τους ισολογισμούς της ICAP, οι Ιορδάνογλου και Μπέλλας αναδεικνύουν διάφορες πτυχές του ζητήματος, μεταξύ των οποίων η αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων και ο αριθμός των επιχειρήσεων που το 1981 εμφανίζονται ζημιογόνες: η αποδοτικότητα λοιπόν μειώθηκε, μεταξύ 1973 – 1981, από 19 σε 5%, ενώ το ποσοστό των ζημιογόνων μεταποιητικών εταιρειών αυξήθηκε από 18 σε 30%. 561 Τα κέρδη Επεξεργασία ανίστοιχων πινάκων του Mitchell. ΕΣΥΕ. 561 Ιορδάνογλου – Μπέλλας, σ. 146 και 152. Το πρόβλημα με την αξιοπιστία των ισολογισμών, λόγω του «μαγειρέματος» των στοιχείων από τις επιχειρήσεις προκειμένου να αποφύγουν την φορολογία, μας κάνει να είμαστε επιφυλακτικοί. Τον Μάρτιο του 1976, η κυβέρνηση θα κατηγορήσει τους βιομηχάνους ότι με την μέθοδο των υπερ-αποσβέσεων που χρησιμοποιούν, σχεδόν καμιά βιομηχανία δεν πληρώνει φόρους: 559 560


236 μειώνονται γιατί οι επενδύσεις αποδίδουν την δεκαετία του ’70 λιγότερο, λιγότερο από όσο κατά την χρυσή περίοδο: αν το 1960-72 αρκούσε 1,5 χρηματική μονάδα επενδύσεων στα πάγια προκειμένου η αξία του παραγόμενου προϊόντος να αυξηθεί κατά μία μονάδα, μεταξύ 1973-81 ήταν απαραίτητες έξι μονάδες. Η περίοδος της εκτατικής ανάπτυξης, πρακτικά η κερδοφορία μέσω του στησίματος απλών και ελαφρών μονάδων που αντικαθιστούσαν τα προβιομηχανικά εργαστήρια με τα οποία ήταν γεμάτη η Ελλάδα πριν και αμέσως μετά τον πόλεμο, είχε τελειώσει. Πέρα από τα προβλήματα που αντιμετώπιζε όλη η ευρωπαϊκή βιομηχανία, καθώς η αναπτυξιακή ώθηση της μίμησης των μεθόδων των ΗΠΑ είχε εξαντληθεί, η ελληνική μεταποίηση έπρεπε να προσαρμοστεί και στο καινούργιο περιβάλλον λειτουργίας της δηλαδή την, ατελή ακόμα έστω, ενιαία αγορά της Κοινότητας. Τρία εργαλεία χρησιμοποιήθηκαν ώστε ο στόχος αυτός να συντελεστεί με τους μικρότερους δυνατούς κλυδωνισμούς: η, στα όρια της νομιμότητας σύμφωνα με την Συνθήκη Προσχώρησης, διατήρηση της μη – δασμολογικής προστασίας, η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, και η παροχή άφθονων τραπεζικών διευκολύνσεων από το σχεδόν ολοκληρωτικά ελεγχόμενο από το κράτος, όπως θα δούμε παρακάτω, πιστωτικό σύστημα. για τα δύο πρώτα έχουμε ήδη μιλήσει, μένει να δούμε τον ρόλο των τραπεζών.

ΤΡΑΠΕΖΙΚΕΣ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ 1970 - 1980 150,0 140,0 130,0 120,0 110,0 100,0 90,0 80,0 1970 1971 1972 1973 1974 1975 1976 1977 1978 1979 1980

ΕΣΥΕ

α) οι τραπεζικές πιστώσεις προς την βιομηχανία αυξάνουν συνεχώς μέχρι το 1978, και στο τέλος της περιόδου αποτελούν το 140% της αξίας παραγωγής της μεταποίησης. αντίθετα, στην επίσης προστατευόμενη γεωργία δεν φθάνουν παρά το 53%, και στο εμπόριο το 40%.562 Το Βήμα, 7/3/1976. Η γενική τάση όμως, παραμένει. 562 Θα πρέπει να αναφέρουμε πάντως ότι, κατά κοινή παραδοχή ένα μέρος των βιομηχανικών πιστώσεων διοχετεύεται, παράνομα, από εκείνους που το λαμβάνουν


237

β) πέρα όμως από το ίδιο το μέγεθος των πιστώσεων, ιδιαίτερη σημασία έχει το επιτόκιο μακροπρόθεσμου δανεισμού, και μάλιστα το πραγματικό επιτόκιο

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΕΠΙΤΟΚΙΑ ΔΑΝΕΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ 1960 - 1985

10,00 5,00

1984

1982

1980

1979

1977

1975

1973

1972

1970

1968

1966

1964

1962

-5,00

1960

0,00

-10,00 -15,00 -20,00

Τράπεζα της Ελλάδος, Μηνιαίο Στατιστικό Δελτίο, τχ. (7) 1971, (7) 1974, (1) 1986.

(ονομαστικό επιτόκιο μείον πληθωρισμός): αυτό παραμένει θετικό από το 1960 ως το 1972, μετατρέπεται όμως σε αρνητικό με το ξέσπασμα της πρώτης πετρελαϊκής κρίσης. το 1974 οι μακροχρόνιες χορηγήσεις προς την βιομηχανία επιβαρύνονται με 10,5%, ενώ την ίδια χρονιά ο δείκτης τιμών αυξάνεται κατά 26,9%. Αν κανείς ήταν από τους τυχερούς (ας μείνουμε σε αυτόν τον χαρακτηρισμό) που είχαν πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό, θα μπορούσε συνάπτοντας απλώς ένα βιομηχανικό δάνειο, και δανείζοντας το ποσόν με επιτόκιο ίσο με τον τιμάριθμο στις εμπορικές επιχειρήσεις που ανελάμβαναν την προώθηση του προϊόντος του, να πραγματοποιήσει ένα καθόλου άσχημο κέρδος 16,4%. Το 1974 ήταν βέβαια εξαιρετική χρονιά η πρακτική όμως του δανεισμού προς την βιομηχανία με αρνητικά πραγματικά επιτόκια, έστω και χωρίς αυτή την ακραία τιμή, θα συνεχιστεί μέχρι τα μέσα του ’80. Με τον τρόπο αυτό το κρατικό τραπεζικό σύστημα μετατρέπεται σε δίαυλο μεταφοράς κεφαλαίων προς τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, πρακτικά προς τους βιομηχάνους . αυτοί οι τελευταίοι κανένα λόγο δεν έχουν να ορθολογικοποιήσουν την λειτουργία της επιχείρησής τους, πολύ δε περισσότερο να την εισάγουν στο χρηματιστήριο για την άντληση κεφαλαίων, και να υπόκεινται στον ενοχλητικό έλεγχο της μειοψηφίας των μετόχων. τα κεφάλαια δεν τους προσφέρονται απλώς δωρεάν, αλλά και με επιδότηση. 6.2. ΒΙΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ προς τους εμπορικούς τους πελάτες. Ο ιδιοκτήτης της, μετέπειτα χρεοκοπημένης, ΙΖΟΛΑ σε άρθρο του το ανεβάζει στο 70%: Οικονομικός Ταχυδρόμος, 15/12/1977.


238

Τα παραπάνω όμως δεν αφορούν, κατά κύριο λόγο, παρά την μεγάλη βιομηχανία. Οι 120.000 βιοτεχνίες αντίθετα έπρεπε, το 1980, να αρκεστούν στο 11% των συνολικών πιστώσεων προς την μεταποίηση.563 Αυτή η, κατανοητή ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ: 1980

Αριθμός καταστημάτων (α) Αριθμός εργαζομένων επιχειρηματιών και μελών της οικογενείας τους (β) Αριθμός αμειβόμενου προσωπικού (γ) Ετήσια αμοιβή εργασίας (δ) Ακαθάριστη αξία παραγωγής (ε) Σύνολο αναλώσεως (στ) Προστιθέμενη αξία (ζ) [(β) + (γ)] / (α) (γ) / (α) (δ) / (γ) (ε) / (α) (ζ) / (β) + (γ) (δ) / (ε)

ΣΥΝΟΛΟ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤ Α ΠΟΥ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΝ 30 ΑΤΟΜΑ ΚΑΙ ΑΝΩ (1)

ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤ Α ΠΟΥ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΝ ΛΙΓΟΤΕΡΑ ΑΠΟ 10 ΑΤΟΜΑ (2)

128.109

2.618

119.558

171.335

1.683

160.279

486.707

294.596

114.171

129.643.000

92.425.000

20.286.000

1.004.569.000 683.799.000 320.770.000

718.097.000 496.675.000 221.421.000

176.918.000 113.847.000 63.070.000

5,1 3,8 266,4 7.841,5 487,5 0,13

113,2 112,5 313,7 274.292,2 747,3 0,13

2,3 1,0 177,7 1.479,8 229,8 0,11

(1) / (2)

49,3 117,8 1,8 185,4 3,3 1,2

Αξίες και μισθοί σε χιλιάδες δραχμές. ΕΣΥΕ.

βέβαια, αδυναμία του τραπεζικού συστήματος να εντάξει στις λειτουργίες του τις μικρές μονάδες είχε ως αποτέλεσμα την διεύρυνση του μεριδίου της μεγάλης, για τα ελληνικά δεδομένα πάντα, βιομηχανίας στο σύνολο της μεταποίησης. Αν το σύνολο των βιομηχανικών και βιοτεχνικών καταστημάτων αυξάνει κατά 5% την δεκαετία του ’70, εκείνα που απασχολούν από 30 άτομα και άνω αυξάνουν κατά 60% τον αριθμό τους και φθάνουν τα 2.600 . σε αυτά απασχολείται το 45% των εργαζομένων στην μεταποίηση, και το 60% των μισθωτών. 564

Το 1970 το αντίστοιχο μερίδιο έφθανε το 13%: ΕΣΥΕ. Ας μην φανταστούμε ότι στο εσωτερικό της «μεγάλης» βιομηχανίας υπάρχει κάποια, σχετική έστω, ομοιογένεια. Το 1977 υπήρχαν 2.680 βιομηχανίες που ήταν υποχρεωμένες να δημοσιεύσουν ισολογισμούς. οι 100 μεγαλύτερες από αυτές συγκέντρωναν το 51% του τζίρου και το 62% των κερδών: Το Βήμα, 25/1/1979. 563 564


239 Δεν έχουμε να κάνουμε όμως με μια διαδικασία εκκαθάρισης της αγοράς από τις μικρές και αναποτελεσματικές μονάδες. ο αριθμός των βιοτεχνιών αντίθετα αυξάνεται, έστω και ελαφρά, σε απόλυτα μεγέθη και καταφέρνουν να επιβιώσουν, παρά την έλλειψη της βοήθειας των τραπεζών, χάρη στους χαμηλούς μισθούς που παρέχουν στους μισθωτούς τους οποίους απασχολούν. Ο μέσος ετήσιος μισθός των εργαζομένων σε αυτές ήταν, το 1980, 177.000 δραχμές, το 55% των αμοιβών των μισθωτών στις μεγάλες μονάδες . ή, αν το δούμε διαφορετικά, η προστιθέμενη αξία ανά εργαζόμενο στην βιοτεχνία (230.000 δραχμές) δεν έφθανε ούτε την αμοιβή που έδιναν στους μισθωτούς τους οι μεγάλες μονάδες (313.000). Το 1980, ένας διπλός ανορθολογισμός διαπερνά την ελληνική μεταποίηση: οι μεγάλες μονάδες, ή τουλάχιστον αρκετές από αυτές, αντίθετα με κάθε οικονομική λογική, βρίσκονται στην αγορά χάρη στα αρνητικά επιτόκια και την βοήθεια του τραπεζικού συστήματος. οι μικρές μονάδες δεν οφείλουν την ύπαρξή τους σε κάποιο μικρό άριστο -και διαφοροποιημένο κατά κλάδομέγεθος, αλλά στις ελάχιστες αμοιβές των μισθωτών που απασχολούν. Όπως θα φανεί εξετάζοντας τις εξελίξεις της επόμενης δεκαετίας, το στοίχημα της εκβιομηχάνισης έχει χαθεί. 7. ΕΝΑ ΚΡΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΑΝΟΡΘΟΛΟΓΙΚΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΔΕΙΚΤΗΣ ΤΙΜΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΤΟΚΙΟ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ 1970 - 1980 30,0 25,0 20,0 15,0

ΔΤΚ

10,0

ΕΠΙΤΟΚΙΟ

5,0 1980

1979

1978

1977

1976

1975

1974

1973

1972

1971

1970

0,0

Επιτόκιο: επιτόκιο καταθέσεων ταμιευτηρίου στις εμπορικές τράπεζες. ΕΣΥΕ

Στα τέλη της δεκαετίας το ’70, μετά την κρατικοποίηση του συγκροτήματος Ανδρεάδη, ο έλεγχος του δημοσίου στο τραπεζικό σύστημα ήταν σχεδόν απόλυτος. Από τις δέκα ελληνικές εμπορικές τράπεζες που υπήρχαν το 1977, «καθαρών ιδιωτικών συμφερόντων» ήταν μόνο τρεις, και αυτές δεν


240 συγκέντρωναν παρά το 8% του συνόλου του ενεργητικού.565 Υπήρχαν και οι ξένες τράπεζες αλλά, όπως ήταν λογικό απευθύνονταν μάλλον σε επιχειρήσεις παρά στους συνηθισμένους ιδιώτες, και συγκέντρωναν το 1980 το 6% του συνόλου των καταθέσεων.566

ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ ΙΔΙΩΤΩΝ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ 1970 - 1980 80,0 70,0 60,0 50,0 40,0 30,0 20,0 10,0 0,0 1970 1971 1972 1973 1974 1975 1976 1977 1978 1979 1980

ΕΣΥΕ

Όπως είδαμε, το κρατικό αυτό τραπεζικό σύστημα ουσιαστικά είχε, από το 1973 και στη συνέχεια, ως έναν από τους κύριους στόχους του την παροχή όσο το δυνατόν φθηνότερων πιστώσεων προς την βιομηχανία, χρεώνοντας την με επιτόκια κατώτερα του πληθωρισμού. για να αποφύγει την χρεοκοπία έπρεπε με την σειρά του να αμείβει με αρνητικά πραγματικά επιτόκια τις καταθέσεις,ουσιαστικά να τιμωρεί τους καταθέτες, ολοκληρώνοντας έτσι τον παραλογισμό του συστήματος. Για να έχει όμως πιθανότητες επιτυχίας αυτή η πολιτική ήταν αναγκαίο οι ίδιοι οι καταθέτες να αποδεχθούν την κατάσταση και αν κρίνουμε από το ύψος των καταθέσεων των ιδιωτών στις τράπεζες, η πολιτική αυτή πράγματι, σε μεγάλο βαθμό, πέτυχε: η αποταμίευση των ιδιωτών (προσώπων και επιχειρήσεων), ως ποσοστό του ΑΕγΠ ανέβηκε από το 50% των πρώτων χρόνων της δεκαετίας του ’70, στο 70% σχεδόν το 1980. Που θα μπορούσε όμως να τοποθετήσει κάποιος τα χρηματικά του περισσεύματα γύρω στα μέσα ή στα τέλη της δεκαετίας του 1970; Η επένδυση στις κατοικίες, λόγω του ενοικιοστάσιου που είχε επιβάλλει η κυβέρνηση σε μια προσπάθεια να περιορίσει τον πληθωρισμό δεν απέδιδε: το 1980, με τον πληθωρισμό να τρέχει στο 25%, η νόμιμη αύξηση στα ενοίκια δεν ήταν παρά 15%.567 Οι καταθέσεις ταμιευτηρίου στις τράπεζες, αν κάποιος δεν απέσυρε το αρχικό κεφάλαιο και τους ετήσιους τόκους, θα είχαν αυξηθεί με βάση το 1970 = 100 στις 207,7 το 1980, αλλά ο δείκτης τιμών, την ίδια περίοδο θα είχε περάσει Οι Πίστεως, Εργασίας και Κρήτης: ΤτΕ, σ. 748. ο πίνακας με τις τράπεζες, εδώ, σ. 146. 566 Γιαννίτσης 1982, σ, 129. 567 Το Βήμα, 27/3 και 14/5/1980. 565


241 από το 100 στο 313. Οι μετοχές πάλι είχαν χάσει το 1980 σχεδόν την μισή αξία τους σε σχέση με το 1973, και βρισκόταν σε ελεύθερη πτώση. 568 Η μετατροπή των δραχμών σε δολάρια από μόνη της, δεν συνέφερε: οι 100 δραχμές που θα είχαν μετατραπεί σε δολάρια το 1970 θα έφθαναν τις 183 το 1980, η αγορά όμως συναλλάγματος ήταν παράνομη, και άρα είχε κάποιο κόστος. από την

ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ, ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ, ΔΟΛΑΡΙΟ ΚΑΙ ΜΕΤΟΧΕΣ ΤΗΝ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1970 350,0 300,0 250,0

ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ

200,0

ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ

150,0

ΔΟΛΑΡΙΟ

100,0

ΜΕΤΟΧΕΣ

50,0 1980

1979

1978

1977

1976

1975

1974

1973

1972

1971

1970

0,0

Πληθωρισμός, καταθέσεις και δολάριο: 1970 = 100, δείκτης τιμών μετοχών: 1978 = 100. ΕΣΥΕ.

άλλη, τα δολάρια αυτά θα έμπαιναν σε κάποια τράπεζα του εξωτερικού και θα απέφεραν τόκους, τους οποίους δεν μπορούμε να υπολογίσουμε. 569 Τι απέμενε; Η χρυσή λίρα. «Ενδιαφέρεστε για χρυσές λίρες;» ρωτούσε Το Βήμα τους αναγνώστες του.570 Η απάντηση θα πρέπει να ήταν θετική, και μάλιστα με κλειστά μάτια: η τιμή της χρυσής είχε ανέβει από τις 286 δραχμές το 1970, στις 6.700 δρχ. το 1980, είχε αυξηθεί δηλαδή κατά 23 φορές.571 Γεγονός πάντως είναι ότι αν και «η χρυσοφιλία ξαναγύρισε δριμύτερη στη χώρα μας» κατά την εφημερίδα, τα πράγματα ελέγχθηκαν από την ΤτΕ και η δραχμή δεν απαξιώθηκε, όπως είχε συμβεί σε παλαιότερες εποχές. 8. ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΙ Η ΚΙΝΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ Το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών –και ειδικότερα του εμπορικού ισοζυγίου- εξακολουθεί να αποτελή το καίριο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας. Σύμφωνα με τον επίσημο δείκτη του ΧΑΑ. Σύμφωνα με Το Βήμα της 31/7/1980, «Δύο δισεκατομμύρια δολάρια φυγαδεύονται κάθε χρόνο στο εξωτερικό». αυτά τα δύο δις αντιστοιχούσαν, ως τάξη μεγέθους, στο 8% των ιδιωτικών καταθέσεων. 570 Στις 18/11/1979. 571 Επετηρίς του ΧΑΑ, 1982. 568 569


242

Κ. Καραμανλής 1976, Αρχείο..., τ. Θ΄, σ. 294. α) στον τομέα των διεθνών οικονομικών σχέσεων η πτώση των δασμών οδήγησε στο άνοιγμα της χώρας προς το εξωτερικό όπως φαίνεται και από την αξία του αθροίσματος εισαγωγών και εξαγωγών προς το ΑΕγΠ. Αυτό όμως που θα πρέπει να προκαλούσε την αισιοδοξία των οικονομικών υπεύθυνων της εποχής,

ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ (% ) 1970 - 1980 60,0 50,0 40,0

(β) / (α)

30,0

(γ) / (ε) (δ) / (ε)

20,0 10,0 1980

1979

1978

1977

1976

1975

1974

1973

1972

1971

1970

0,0

(β) / (α): αξία των εξαγωγών ως ποσοστό της αξίας των εισαγωγών. (γ) / (ε): εμπορικό έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕγΠ. (δ) / (ε): αξία εισαγωγών και εξαγωγών ως ποσοστό του ΑΕγΠ ΕΣΥΕ

ήταν η αναλογική μείωση, ως προς το εγχώριο προϊόν, του εμπορικού ελλείμματος: η κάλυψη των εισαγωγών από τις εξαγωγές αυξήθηκε από το 30 στο 50% σχεδόν ανάμεσα στο 1970 και το 1980.

ΟΙ ΑΔΗΛΟΙ ΠΟΡΟΙ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΩΝ ΕΞΑΓΩΓΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΟΣ 1970 - 1980 180,0 160,0 140,0 120,0 100,0 80,0 60,0 40,0 20,0 0,0

(α) / (β)

1980

1979

1978

1977

1976

1975

1974

1973

1972

1971

1970

(α) / (γ)


243

(α) / (β): άδηλοι πόροι ως ποσοστό της αξίας των εξαγωγών. (α) / (γ): άδηλοι πόροι ως ποσοστό της αξίας του εμπορικού ελλείμματος. Άδηλοι πόροι: το καθαρό αποτέλεσμα εισπράξεων και πληρωμών για το μεταφορικό (ναυτιλιακό), ταξιδιωτικό και ναυτιλιακό συνάλλαγμα. Επεξεργασία στοιχείων της ΕΣΥΕ

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟ, ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΩΝ ΕΞΑΓΩΓΩΝ 80,0 70,0 60,0 50,0 40,0 30,0

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΑ ΕΜΠΑΣΜΑΤΑ

1980

1979

1978

1977

1976

1975

1974

1973

1972

1971

ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ 1970

20,0 10,0 0,0

ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

ΕΣΥΕ Από την άλλη, το ζήτημα του εμπορικού ελλείμματος ήταν κυρίως ζήτημα απόλυτων μεγεθών, γιατί στις καθημερινές συναλλαγές με το εξωτερικό έπρεπε να βρεθεί το απαραίτητο συνάλλαγμα. και εδώ τα πράγματα δυσκόλευαν αρκετά, γιατί το εμπορικό έλλειμμα από τις αρχές στο τέλος της δεκαετίας είχε αυξηθεί από 40 σε 230 εκ. δολάρια. Ήταν φανερό ότι η λύση του προβλήματος θα κρινόταν από την εξέλιξη των άδηλων πόρων. β) και οι άδηλοι πόροι (ναυτιλιακό, μεταναστευτικό και τουριστικό συνάλλαγμα) συνέχισαν να προμηθεύουν τα απαραίτητα δολάρια για την προμήθεια των αναγκαίων εμπορευμάτων από το εξωτερικό, καθώς αντιπροσώπευαν αξία ίση με αυτή των εξαγωγών. Η ουσιαστική αλλαγή εδώ αφορά την μείωση του ειδικού βάρους του μεταναστευτικού συναλλάγματος στο σύνολο των αδήλων και η αύξηση του συναλλάγματος από τις τουριστικές υπηρεσίες. το 1980 οι αλλοδαποί που επισκέφτηκαν την Ελλάδα έφθαναν ήδη τα πέντε εκατομμύρια, έναντι δύο εκατομμυρίων δέκα χρόνια νωρίτερα.572 Vδ: Η ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΚΑΤΑ ΘΕΣΗ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ 1971 - 1981 572

ΕΣΥΕ.


244

Εργοδότες

1971 140

1981 101

1971% 4,3

1981% 3,0

Εργαζόμενοι για δικό τους λογαριασμό

1.157

1.164

35,7

34,3

Συμβοηθούντα μέλη της οικογένειας Μισθωτοί ΣΥΝΟΛΟ

574 1.371 3.242

394 1.730 3.389

17,7 42,3 100,0

11,6 51,0 100,0

228

331

7,1

9,8

Εργαζόμενοι στην κεντρική κυβέρνηση

Σε χιλιάδες ΕΣΥΕ, και για τους εργαζόμενους στην κεντρική κυβέρνηση ΥΠΕΘΟ.

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΕΡΓΩΝ: 1960 - 1981 (χιλ.)

1981

1980

1979

1978

1977

1976

1975

1967

1966

1965

1964

1963

1962

1961

1960

1600 1400 1200 1000 Mitchell 800 600 Η κυριότερη 400 αλλαγή που έφερε η δεκαετία του ’70 στην δομή της απασχόλησης 200 ήταν η ελάττωση όσων εργαζόταν σε οικογενειακές επιχειρήσεις, και μάλιστα 0 στα οικογενειακά αγροκτήματα: τα «συμβοηθούντα μέλη της οικογένειας»

μειώνονται κατά 180.000 άτομα, τα 160.000 από τα οποία προέρχονται από τις αγροτικές περιοχές,573 και καταλήγουν να προσφέρουν μισθωτή εργασία. Για πρώτη φορά το 1981 οι μισθωτοί ξεπερνούν, έστω και οριακά, το 50% των εργαζομένων, δημιουργώντας μια νέα κατάσταση όχι μόνο στην αγορά εργασίας αλλά σε ολόκληρο τον κοινωνικό ιστό. Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει, και οδήγησε όπως δείχνει ο αριθμός των απεργών που αυξάνονται ραγδαία σε σχέση με την προδικτατορική περίοδο, στην αύξηση των κοινωνικών εντάσεων. Το κράτος όμως είναι παρόν, και αμβλύνει με τις πολιτικές του τις συνέπειες του μετασχηματισμού: αν οι μισθωτοί αυξάνονται κατά 350.000 μέσα σε δέκα χρόνια, οι 100.000 από αυτούς θα βρουν δουλειά στον σκληρό πυρήνα του δημόσιου τομέα. σε ένα χώρο δηλαδή που είναι οργανωμένος κατά τέτοιο τρόπο ώστε να απορροφά, κατά το δυνατόν, τους κραδασμούς. Vε: ΟΙ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ Όλη αυτή την δεκαετία οι μετακινήσεις του πληθυσμού συνεχίζονται χωρίς διακοπή. Η Αθήνα, μα και τα άλλα αστικά κέντρα, αυξάνονται αν και με πολύ μικρότερο ρυθμό από ότι προηγουμένως. Στο μεταξύ το ζήτημα της έλλειψης υποδομών παραμένει ιδιαίτερα οξύ: η πρωτεύουσα θα χρειαστεί να περιμένει ως το 1976 για να συγχωνευθούν σε μία ενιαία δημόσια επιχείρηση οι αστικές της

573

ΕΣΥΕ.


245 συγκοινωνίες,574 ενώ ένα χρόνο αργότερα, μετά από μια γερή νεροποντή και αφού πέρασαν δέκα μέρες, ανακοινώθηκε τελικά ότι ο αριθμός των νεκρών έφτασε στους 32. «η συμφορά» οφειλόταν σε λάθη και παραλείψεις στο σύστημα ΑΣΤΙΚΟΣ, ΗΜΙΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ 1971 – 1981 ( σε χιλ.) % ΣΥΝΟΛΟΥ 1971 1981 1971 1981 Αστικός πληθυσμός

4.667

5.659

53,2

58,1

2.540

3.027

29,0

31,1

Θεσσαλονίκη (α)

557

706

6,4

7,2

Πάτρα (α)

120

154

1,4

1,6

Ημιαστικός πληθυσμός

1.019

1.125

11,6

11,6

Αγροτικός πληθυσμός ΣΥΝΟΛΟ

3.081 8.767

2.955 9.740

35,1 100,0

30,3 100,0

Αθήνα (α)

(α): πολεοδομικό συγκρότημα. ΕΣΥΕ

ΤΟΠΟΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΤΗΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑΣ ΤΟ 1981, ΠΕΝΤΕ ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΙΝ

15% ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΗΣ 46%

39%

ΣΥΝΟΛΟ ΑΛΛΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ

Δειγματοληπτική επεξεργασία 10% των δελτίων της Απογραφής Πληθυσμού 1981. ΕΣΥΕ 1992-1993, πίνακας ΙΙ 26.

αποχέτευσης.575 Αν όμως μείνουμε μόνο στα γενικότερα στοιχεία που αφορούν την διάκριση μεταξύ αστικού, ημιαστικού και αγροτικού πληθυσμού έχουμε μια μερική εικόνα της πραγματικότητας. Ο πληθυσμός της Αθήνας αυξήθηκε, μεταξύ 1971574 575

Το Βήμα, 2/12/1976. Το Βήμα, 12/11/1977.


246 81, κατά 560 χιλιάδες άτομα, χάρη στις εσωτερικές μετακινήσεις αλλά και την παλινόστηση, όμως το 1981 ούτε ένας στους δύο Αθηναίους δεν έμενε στην πόλη πέντε χρόνια πριν: το 40% είχαν έρθει από την επαρχία, και το 15% είχαν επιστρέψει από το εξωτερικό. Μα η πρωτεύουσα δεν δέχεται μόνο, αλλά ταυτόχρονα διώχνει τους κατοίκους της: από το 1976 ως το 1981, 150 χιλιάδες άνθρωποι, σύμφωνα με το δείγμα, θα μετακινηθούν προς άλλες περιφέρειες. Η χώρα δεν ήταν μόνο σε πολιτική και οικονομική κίνηση, αλλά ανακάλυπτε ακόμα την γεωγραφία της.

Vστ: ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΥΧΗΜΕΝΗΣ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ – Η ΜΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ

ΠΟΣΟΣΤΟ ΦΤΩΧΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΤΗΝ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1970 30,0 25,0

25,0 20,6

21,8

20,0 14,8

15,0 10,0

6,6

6,3

5,0 0,0 ΕΛΛΑΔΑ 1974

ΕΛΛΑΔΑ 1981

ΙΤΑΛΙΑ

ΓΑΛΛΙΑ

ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΒΡΕΤΑΝΙΑ

Στις ευρωπαϊκές χώρες, ως «φτωχά» θεωρούνται όσα νοικοκυριά έχουν εισόδημα λιγότερο από το 50% του μέσου όρου. Σύμφωνα με την έρευνα του ΕΚΚΕ, «φτωχά» νοικοκυριά είναι εκείνα των οποίων η κατανάλωση είναι μικρότερη από το 55% του εθνικού μέσου όρου. Τα στοιχεία για τις ευρωπαϊκές χώρες αναφέρονται σε διάφορα έτη της δεκαετίας του ’70. ΕΚΚΕ, Διαστάσεις της φτώχειας..., τ. Α΄, σ. 141.

Η ομαλή μετάβαση από την δικτατορία στην δημοκρατία την δεκαετία του ’70, την «δεκαετία της μεταπολίτευσης», δεν ήταν ένα εύκολο εγχείρημα. Πέρα από τις «τεχνικές» δυσχέρειες,576 το κυριότερο πρόβλημα ήταν η ικανοποίηση συσσωρευμένων από δεκαετίες προσδοκιών και αιτημάτων από τα φτωχότερα τμήματα του πληθυσμού. Μιλήσαμε προηγουμένως για τις αυξήσεις των Αν μπορούν να θεωρηθούν τεχνικές λεπτομέρειες οι ενέργειες που έγιναν για την αντιμετώπιση των φιλοδικτατορικών στεγανών στο στράτευμα. Για μια δημοσιογραφική περιγραφή των καταστάσεων που δημιουργήθηκαν τις πρώτες μέρες της μεταπολίτευσης, τα βιβλία του Ψυχάρη είναι αρκετά διαφωτιστικά. 576


247 μισθών, που πάντως ήταν σε κάθε περίπτωση ελεγχόμενες και δεν είχαν ως αποτέλεσμα την ανατροπή της ανάπτυξης. αυτή παρέμεινε υψηλότερη από την αντίστοιχη του μέσου όρου της ΕΟΚ. Τα αποτελέσματα των μισθολογικών διορθώσεων, αλλά και της συνολικότερης κρατικής παρέμβασης, είχαν ως αποτέλεσμα την μείωση των εισοδηματικών ανισοτήτων στην χώρα, αν και με σχετικά αργούς ρυθμός. Σύμφωνα με μία μελέτη του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών, που είναι και η μόνη που διαθέτουμε, τα φτωχά νοικοκυριά της χώρας μειώθηκαν ανάμεσα στο 1974 – 1981, από το 25 στο 20% του συνόλου. Δεν πρόκειται βέβαια για επανάσταση, αν μάλιστα συγκρίνουμε αυτό τον αριθμό με τους αντίστοιχους των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών. Πρόκειτα όμως για αλλαγή, που έστω και δειλά εμφανίζεται για πρώτη φορά στην πολιτική του σύγχρονου ελληνικού κράτους, μιας και για πρώτη φορά το ερώτημα της ανάπτυξης ακολουθείται και από αυτό της διανομής. Και, ίσως αυτό να ήταν το ισχυρότερο όπλο της μεταπολίτευσης απέναντι στους διάφορους εχθρούς της.


248

1981 1-Ιαν

Η Ελλάδα, και επίσημα, μέλος της ΕΕ

3-Ιαν

Πρώτη μέρα εφαρμογής του πενθήμερου εργασίας 1982 Αύξηση των κατώτατων μισθών και ημερομισθίων κατά 40%. Καθιέρωση της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής (ΑΤΑ)

1-Ιαν

1983 9-Ιαν

Υποτίμηση της δραχμής κατά 15,5% 1985

10-Μαρ

Ο Γκορμπατσόφ αναλαμβάνει γενικός γραμματέας του ΚΚΣΕ

11-Οκτ

"Πρόγραμμα Σταθεροποίησης": υποτίμηση της δραχμής κατά 15%, κατάργηση της ΑΤΑ Συμφωνίες ανάμεσα σε Ελλάδα και Κοινότητα: σύναψη δανείου και ελληνική προσαρμογή στο κοινοτικό καθεστώς

Οκτ - Νοε

1986 1-Ιαν

29-Οκτ

Η Ισπανία και η Πορτογαλία εντάσσονται στην ΕΟΚ Παραίτηση του υπουργού πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας που συμπίπτει με την πτώση της τιμής του προϊόντος κάτω από τα 15$ το βαρέλι 1987 Αντικατάσταση διάφορων έμμεσων φόρων από τον ΦΠΑ

19-Οκτ

"Μαύρη Δευτέρα" στο χρηματιστήριο της Ν. Υόρκης, όπου ο δείκτης τιμών σημειώνει πτώση κατά 22,6%, την μεγαλύτερη που είχε σημειώσει ποτέ κατά την διάρκεια μίας συνεδρίασης


249

1988 28-Ιουν

Οι χώρες μέλη της ΕΟΚ συμφωνούν στη δημιουργία εσωτερικής αγοράς και νομισματικής ένωσης

9-Νοε

1989 Η Ανατολική Γερμανία ανοίγει τα δυτικά της σύνορα - Πέφτει το τείχος του Βερολίνου 1990

1-Ιουλ 3-Οκτ

Απελευθέρωση της κίνησης κεφαλαίων στην Ευρωπαϊκή Ενωση Η ενοποίηση της Ανατολικής με την Δυτική Γερμανία τερματίζει την διαίρεση της χώρας 1991

11-Δεκ

Συνθήκη του Μάαστριχ

21-Δεκ

Η ίδρυση της Κοινότητας Ανεξάρτητων Κρατών επισφραγίζει το τέλος της ΕΣΣΔ


250

ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΣΤΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ: 1980 – 1993 Η εικοσαετία από την ένταξη στην ΕΟΚ μέχρι την εισαγωγή στην χώρα μας του ευρώ, είναι αναμφίβολα μία ενιαία περίοδος, μία περίοδος προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας στους θεσμούς της ευρωπαϊκής οικονομίας που με την σειρά τους αλλάζουν συνέχεια. Όμως, αποκλειστικά και μόνο για λόγους έκθεσης, είναι καλύτερα η αφήγηση να χωριστεί σε δύο τμήματα. Και αυτό γιατί σε μια πρώτη φάση, ανάμεσα στο 1981 – 1993, όλα φαίνεται να πηγαίνουν άσχημα: η πρώτη σοσιαλιστική κυβέρνηση της χώρας ακολούθησε στην αρχή μια αναδιανεμητική πολιτική, με αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις, όμως γρήγορα σκόνταψε στην αύξηση του πληθωρισμού, των δημόσιων ελλειμμάτων, του χρέους, και τέλος στο διογκωμένο έλλειμμα του ισοζυγίου . σε αυτό το διάστημα πέντε χρονιές, με τελευταία αυτή του 1993, το εγχώριο προϊόν μειώθηκε. Και ύστερα το κλίμα αντιστράφηκε, και όλα τα προηγούμενα προβλήματα φάνηκε να τίθενται υπό έλεγχο. η συμμετοχή στην ευρωζώνη επιτεύχθηκε, έστω και με την παραποίηση (μα και ποιά από τις άλλες χώρες δεν το έκανε;) των στατιστικών στοιχείων. Η Ελλάδα κατάφερε να παραμείνει στον σκληρό πυρήνα της Ένωσης και οι υποστηρικτές του ευρωπαϊκού δρόμου να δικαιώνονται. Αυτή την εικοσαετή πορεία, με σημείο τομής το 1993, που άλλαξε την ελληνική οικονομία αλλά και το σύνολο σχεδόν των κοινωνικών θεσμών, θα προσπαθήσουμε να παρακολουθήσουμε στη συνέχεια.

VIα) Ο ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΕΡΙΓΥΡΟΣ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΕΣ ΚΑΙ ΚΡΑΤΙΚΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ α) όπως έχουμε δει τα χρόνια μετά τον πόλεμο ήταν η χρυσή εποχή της οικονομικής ανάπτυξης, ενώ στο πεδίο της οικονομικής σκέψης σημαδεύτηκαν από την πλήρη σχεδόν κυριαρχία του κεϋνσιανισμού.577 Το κλίμα άρχισε να αλλάζει στις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν εμφανίστηκαν οι πρώτες δυσκολίες: ο πληθωρισμός μείωνε τα κέρδη των επιχειρήσεων, και μαζί τους και την φορολογική βάση του κράτους – πρόνοιας που είχε δημιουργηθεί τα προηγούμενα χρόνια. Οι «νεοφιλελεύθεροι» οικονομολόγοι, οι απόψεις των οποίων είχαν μέχρι τότε μικρή, σχετικά, απήχηση προέβαλαν στο προσκήνιο επιβάλλοντας την καινούργια αντίληψη της εποχής, για την ανάγκη περιορισμού του κράτους, και εκθειάζοντας τα πλεονεκτήματα της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Το 1974 το Nobel οικονομίας απονεμήθηκε στον F. Hayek, και δύο χρόνια αργότερα στον M. Friedman.578 577

Εδώ, σ. 136.


251

ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕΠ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ ΕΕ: 1973 - 1993 70,0 60,0 50,0 40,0

1973

30,0

1980

20,0

1993

10,0 0,0 -10,0

Εσοδα

Δαπάνες

Ελλειμμα

Δημ. Χρέος

ΥΠΕΘΟ

Η κυριαρχία του νέου παραδείγματος, δεν ήταν φυσικά απρόσκοπτη . και, όπως γράφει ο Hobsbawm, «τα οικονομικά επιχειρήματα απλώς εκλογίκευαν μια ιδεολογική στράτευση, μια a priori άποψη για την ανθρώπινη κοινωνία».579 β) παρά την επικράτηση όμως των νεοφιλελεύθερων απόψεων στον χώρο των ιδεών και στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, οι κρατικές πολιτικές -τουλάχιστον στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης- ελάχιστα επηρεάστηκαν, και μάλιστα τα στοιχεία δείχνουν ότι τα πράγματα κινήθηκαν προς την αντίθετη κατεύθυνση: τα κρατικά έξοδα αυξήθηκαν περισσότερο, όπως και τα έσοδα, το δημόσιο έλλειμμα από 0,7% το 1973 ανέβηκε στο 6,2% του ΑΕΠ είκοσι χρόνια αργότερα, ενώ το δημόσιο χρέος σχεδόν διπλασιάστηκε, φθάνοντας το 1993 το 66%, κατά μέσο όρο, του εθνικού προϊόντος. Η μεγάλη αλλαγή που, σε σχέση με την δεκαετία του 1970, συντελείται στην Ευρώπη και ξεκινά το 1980, δεν αφορά την δημοσιονομική αλλά την νομισματική πολιτική, που γίνεται πιο περιοριστική με σκοπό την καταπολέμηση του πληθωρισμού. 580 Η αύξηση των επιτοκίων, το ακριβό χρήμα, πέτυχε μεν τον στόχο του, αλλά όπως ήταν επόμενο δημιούργησε προβλήματα στις επιχειρήσεις. Η μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ ήταν ακόμα χαμηλότερη από αυτήν της δεκαετίας του 1970, και περιορίστηκε στο 1,9%. Τέλος, αλλά εξίσου σημαντικό, πρώτη φορά μετά την μεγάλη ύφεση του ’29 η ανεργία έκανε ξανά την εμφάνισή της, και σταθεροποιήθηκε στο 9,2% του ενεργού

Να θυμηθούμε ότι το 1944 ο Hayek είχε εκδώσει, μέσα σε ένα κατεστραμμένο από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς Λονδίνο, το δοκίμιο – μανιφέστο του The road to serfdom, στο οποίο καταδίκαζε κάθε κρατική παρέμβαση στον χώρο της οικονομίας ως εχθρική για την ελευθερία του ανθρώπου. Επιχειρήματα του βιβλίου του χρησιμοποιήθηκαν από τον αρχηγό του Συντηρητικού Κόμματος W. Churchill εναντίον των Εργατικών, που κατηγορήθηκαν ότι πιθανώς να υιοθετούσαν ολοκληρωτικές μεθόδους, αν αναλάμβαναν την εξουσία: Desai, σ. 303. 579 ό.π., σ. 523. 580 Aldcroft, σ. 330. 578


252 πληθυσμού. Όπως έγραφε και ο Krugman, είχαμε μπει για τα καλά στην εποχή των μειωμένων προσδοκιών.

ΜΕΣΟ ΕΤΗΣΙΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ ΕΕ 6 4,79

5 4 3

2,34

1,87

2 1 0 1960 - 1972

1973 - 1980

1981 - 1993

ΥΠΕΘΟ

VIβ) Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ‘80 1. ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΜΕΓΕΘΗ

ΕΤΗΣΙΟΣ ΡΥΘΜΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - ΕΕ 1980 - 1993 5 4 3 2

ΕΛΛΑΔΑ

1

ΕΟΚ 1993

1991

1989

1987

1985

1983

ΜΕΠΑ

-2

1981

-1

1979

0

-3

ΜΕΠΑ: Μέσο Ετήσιο Ποσοστό Ανάπτυξης για την περίοδο 1980 – 1993. ΥΠΕΘΟ

α) κατά την περίοδο 1980 – 1993, για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ στην Ελλάδα είναι χαμηλότερος από αυτόν των υπόλοιπων


253 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τις οποίες είχε συνδεθεί από την 1 η Ιανουαρίου 1981: το Μέσο Ετήσιο Ποσοστό Ανάπτυξης περιορίστηκε στο 0,68%, έναντι 1,94% των χωρών της Ένωσης. Έτσι, με βάση το 1979 = 100, το ΑΕΠ είχε ΠΙΝΑΚΑΣ 3 ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟ ΕΓΧΩΡΙΟ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ: 1981 & 1993 (εκ. σε σταθ. τιμές 1958)

1. Γεωργία - Δάση - Αλιεία Γεωργία - Κτηνοτροφία Δάση Αλιεία 2. Ορυχεία 3. Μεταποίηση Τρόφιμα - Ποτά - Καπνός Υφαντουργία Ενδυση - Υπόδηση Ξύλου και επίπλων Χάρτου, εκδόσεων, εκτυπ. Χημικά Μη μεταλλικών ορυκτών Μεταλλουργία Μηχανολ. & επεξ.μετάλλου Μεταφορικών μέσων Διάφορες 4. Επιχ. Ηλεκτρισμού Υδατος 5. Κατασκευές 6. Μεταφορές και Επικοινωνίες Θαλ. Μεταφορές Σιδηρόδρομοι Άλλες Μεταφορές - αποθηκ. Επικοινωνίες 7. Εμπόριο 8. Πίστη - Ασφαλίσεις Κτηματικές Επιχειρήσεις 9. Κατοικίες 10. Δημόσια Διοίκηση & Ασφάλεια Διοίκηση Ασφάλεια 11. Υγεία - Εκπαίδευση Υγεία Εκπαίδευση 12. Διάφορες Υπηρεσίες 13. Ακαθ. Εγχώριο Προϊόν 14. Καθαρό Εισόδημα εκ της αλλοδαπής 15. Ακαθ. Εθνικό Εισόδημα

1981 (α)

1993 (β)

(β) / (α)

49.854 48.078 782 995 4.529 54.699 10.609

43.003 40.855 477 1.649 3.732 48.146 15.058

0,9 0,8 0,6 1,7 0,8 0,9 1,4

13,7 13,1 0,2 0,5 1,2 15,4 4,8

100,0 31,3

9.028 4.058 2.941 2.836 6.150 4.914 2.874 6.249 4.045 993

5.142 3.211 1.649 3.580 6.835 3.341 1.823 4.122 2.712 564

0,6 0,8 0,6 1,3 1,1 0,7 0,6 0,7 0,7 0,6

1,6 1,0 0,5 1,1 2,2 1,1 0,6 1,3 0,9 0,2

10,7 6,7 3,4 7,4 14,2 6,9 3,8 8,6 5,6 1,2

5.595 21.541

8.158 20.504

1,5 1,0

2,6 6,6

22.288 1.852 672 15.367 4.397 36.341

22.022 1.519 347 11.998 8.158 42.852

1,0 0,8 0,5 0,8 1,9 1,2

7,0 0,5 0,1 3,8 2,6 13,7

6.359 17.262

9.655 25.581

1,5 1,5

3,1 8,2

28.531 17.986 10.545 14.659 5.895 8.765 19.941 281.600

34.151 23.671 10.480 25.624 11.868 13.756 29.768 312.914

1,2 1,3 1,0 1,7 2,0 1,6 1,5 1,1

10,9 7,6 3,3 8,2 3,8 4,4 9,5 100,0

8.933 290.533

2.040 314.954

0,2 1,1

1993%

ΒΙΟΜΗΧ %


254

ΕΣΥΕ. Η μετατροπή σε σταθερές τιμές έγινε από εμένα.

αυξηθεί το 1993 στο 110 στην χώρα μας, έναντι 130 κατά μέσο όρο στα υπόλοιπα κράτη της κοινότητας. Εξετάζοντας λίγο πιο προσεκτικά τα πράγματα, θα λέγαμε ότι οι ευρωπαϊκές οικονομίας απορροφούν τις δυσκολίες της δεύτερης πετρελαϊκής κρίσης και ξαναμπαίνουν σε τροχιά ανάπτυξης στο διάστημα 1982 – 1988, για να περάσουν πάλι αργά σε μια φάση αποτελμάτωσης τα χρόνια 1989 – 1993. Στην Ελλάδα αντίθετα τα πράγματα κινούνται άναρχα, δεν μπορούμε καν να μιλήσουμε για ανοδικούς ή πτωτικούς κύκλους. και το κυριότερο, δεν φαίνεται να υφίσταται συγχρονισμός με τις υπόλοιπες χώρες. ΠΙΝΑΚΑΣ 3α AΚΑΘΑΡΙΣΤΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΠΑΓΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ (εκ. σε σταθ. τιμές 1958) 1981

1993

ΣΥΝΟΛΟ (α)

69.365

63.138

(α) % ΑΕγΠ

24,53

20,18

Ιδιωτικές

50.897

40.487

73,4

Δημόσιες

18.468

22.630

26,6

Γεωργία, Κτηνοτροφία κλπ

4.775

3.493

6,9

Μεταλλεία, Ορυχεία

5.453

1.085

7,9

Βιομηχανία

11.027

8.896

15,9

Ενέργεια

4.306

5.468

6,2

Μεταφορές, Επικοινωνίες

13.423

15.665

19,4

Κατοικίες

19.209

13.105

27,7

453

1.085

0,7

10.718

14.255

15,5

Δημόσια Διοίκηση Άλλες δραστηριότητες

1993%

ΕΣΥΕ

β) ακόμα και μια γρήγορη ματιά στον γενικό πίνακα των εθνικών λογαριασμών μας δείχνει τις αλλαγές που συντελούνται αυτά τα χρόνια. Σε σταθερές τιμές, η αξία του προϊόντος τόσο της γεωργίας όσο και της μεταποίησης έχει μειωθεί . ο τομέας των υπηρεσιών αντίθετα διογκώνεται. Θα έλεγε κανείς ότι η χώρα περνά στο μεταβιομηχανικό στάδιο, μόνο που στην περίπτωσή μας η ολοκλήρωση του βιομηχανικού κύκλου δεν επιτεύχθηκε ποτέ. Να σημειώσουμε ακόμα την πολύ μεγάλη μείωση των εισοδημάτων από το εξωτερικό. επιδείνωσαν το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που προέρχονταν από το μονίμως προβληματικό εμπορικό τμήμα του, και επέτειναν το συναλλαγματικό άγχος των κατά καιρούς υπευθύνων.


255 γ) η κρίση της ελληνικής οικονομίας αποτυπώνεται όμως ακόμα πιο έντονα όταν δούμε τα στοιχεία τα σχετικά με τις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου: μειώνονται, και μάλιστα σημαντικά, πέφτοντας από το 24 στο 20% του ΑΕγΠ. Θα πρέπει να τονίσουμε ότι η μείωση αυτή αφορά τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, αφού οι δημόσιες επενδύσεις αυξάνονται. Τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, παρά τα όσα μετά έχουν γραφτεί, φαίνεται ότι είναι πρώτα και κύρια προβλήματα του ιδιωτικού τομέα ο οποίος συρρικνώνεται –τουλάχιστον αυτό δείχνει η μείωση των επενδύσεων- με το κράτος να προσπαθεί να καλύψει το κενό. 2. ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ 2.1. ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΙΚΟΙ ΠΡΟΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ

ΕΣΟΔΑ, ΕΞΟΔΑ ΚΑΙ ΧΡΕΟΣ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕΠ 1979 - 1993 120,0 100,0 80,0

ΕΣΟΔΑ

60,0

ΕΞΟΔΑ

40,0

ΔΗΜ. ΧΡΕΟΣ

20,0 1993

1991

1989

1987

1985

1983

1981

1979

0,0

ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕΠ 1980 - 1993 120,0 100,0 80,0 ΕΛΛΑΔΑ

60,0

ΕΕ

40,0 20,0 0,0 1980

ΥΠΕΘΟ

1993


256

α) αν και οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν αυτή την «δεκαετία» διαφέρουν, όπως θα δούμε στη συνέχεια, και είναι άλλοτε επεκτατικές και άλλοτε περιοριστικές, υπάρχει ένα κοινό χαρακτηριστικό που τις διαπερνά όλες: το έλλειμμα των κρατικών προϋπολογισμών. Όλες τις χρονιές, οι απολογισμοί των οικονομικών της γενικής κυβέρνησης παρουσιάζουν έλλειμμα, αυξάνοντας έτσι το δημόσιο χρέος από το 28,6% του ΑΕΠ το 1980, στο 111,6% το 1993. Η σύγκριση με τον μέσο όρο του δημόσιου χρέους των άλλων χωρών της Ένωσης, δείχνει την δραματική κατάσταση στην οποία, είχε περιέλθει το 1993 το ελληνικό κράτος. 581

ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕΠ: 1980 - 1993 60,0 50,0 40,0 30,0 20,0 10,0 0,0

1980

ΠΡΩΤ. ΕΛΛΕΙΜΜΑ

ΕΛΛΕΙΜΜΑ

ΠΡΩΤ. ΚΡΑΤ. ΔΑΠΑΝΕΣ

ΤΟΚΟΙ

ΕΞΟΔΑ

ΕΣΟΔΑ

1993

ΥΠΕΘΟ

Πως φτάσαμε σ’ αυτό το σημείο; Πολύ απλά, γιατί ενώ τα δημόσια έξοδα αυξήθηκαν, μεταξύ 1980 – 1993, από το 32 στο 49% του ΑΕΠ, δηλαδή κατά 17 ποσοστιαίες μονάδες, τα έσοδα αυξήθηκαν από το 29 στο 36%, δηλαδή κατά 7 μόλις μονάδες. Το κράτος ξόδευε πολύ περισσότερα από όσα μπορούσαν να του αποφέρουν οι φοροεισπρακτικοί και οι άλλοι μηχανισμοί διαχείρισης της περιουσίας του. Για να το θέσουμε διαφορετικά: ο διπλασιασμός των δαπανών για την παιδεία, και η κατά 60% αύξηση της χρηματοδότησης της εκπαίδευσης, που φαίνονται στην γενικό πίνακα των εθνικών λογαριασμών, με άλλα λόγια η πρώτη στην χώρα μας προσπάθεια να στηθεί ένα κοινωνικό κράτος παρόμοιο με αυτό των χωρών της Ένωσης, δεν χρηματοδοτήθηκε από την αύξηση της φορολογίας των ανώτερων εισοδηματικά ομάδων, αλλά με δανεικά. Το εγχείρημα ήταν από την αρχή υπονομευμένο.

Στην πραγματικότητα το πρόβλημα ήταν ήδη ιδιαίτερα έντονο από το 1990. Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ – Η ΕΥΡΩΠΗ ΜΑΣ ΣΤΕΛΝΕΙ ΣΤΟ ΔΝΤ: Το Βήμα, 25/3/1990. 581


257 β) αλλά τα πράγματα δεν σταμάτησαν φυσικά σε αυτό το σημείο. Στο βαθμό που το έλλειμμα παρέμενε, το χρέος αυξάνονταν και μαζί του αυξανόταν και το μερίδιο του εθνικού εισοδήματος που διατίθετο για την πληρωμή των τόκων.

ΕΛΛΕΙΜΜΑ, ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΣ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΚΑΙ ΤΟΚΟΙ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕΠ: 1979 - 1993 18,0 16,0 14,0 12,0 10,0 8,0 6,0 4,0 2,0 0,0

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΡΩΤ. ΕΛΛΕΙΜΜΑ

1993

1991

1989

1987

1985

1983

1981

1979

ΤΟΚΟΙ

ΥΠΕΘΟ

Το 1993, τα απαιτούμενα κονδύλια είχαν φθάσει το 11% του ΑΕΠ, ενώ το σύνολο των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου ήταν 22% ως ποσοστό του εθνικού προϊόντος,582 εμποδίζοντας με το βάρος τους κάθε προσπάθεια ανάπτυξης. 2.2. ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΕΫΝΣΙΑΝΙΣΜΟ ΣΤΙΣ ΕΚΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΕΣ ΜΕΣΟΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΜΙΣΘΟΣ ΕΛΛΑΔΑ - ΕΕ 1980 - 1993 120,0 115,0 110,0 105,0

ΕΛΛΑΔΑ

100,0

ΕΕ

95,0 90,0

ΥΠΕΘΟ

582

ΥΠΕΘΟ.

1993

1991

1989

1987

1985

1983

1981

80,0

1979

85,0


258 α) αν σε ολόκληρη την μεταπολεμική περίοδο οι πραγματικοί μισθοί αυξάνονται, ακολουθώντας ή και υπερβαίνοντας την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, την περίοδο 1979 – 1993 οι μισθοί μειώνονται: με σημείο εκκίνησης το 1979 = 100, ο μέσος πραγματικός μισθός βρίσκεται το 1993 ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΣΟΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΜΙΣΘΟΣ 1979 - 1993 105,0 100,0 ΠΑΡΑΓΩΓΙΚ ΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

95,0 90,0

ΜΕΣΟΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚ ΟΣ ΜΙΣΘΟΣ

85,0

1993

1991

1989

1987

1985

1983

1981

75,0

1979

80,0

ΥΠΕΘΟ

στο 86 στην Ελλάδα, αλλά στο 116 κατά μέσο όρο στις τότε χώρες της ΕΕ. Αν μείνουμε στα δικά μας, και προσπαθήσουμε να συνδέσουμε την εξέλιξη του μισθού με την παραγωγικότητα της εργασίας, βλέπουμε ότι στο τέλος της περιόδου και τα δύο μεγέθη έχουν μειωθεί, αλλά ο μισθός έχει μειωθεί κατά δέκα επιπλέον μονάδες από την παραγωγικότητα. β) όπως φαίνεται, όσον αφορά τη σχέση μισθών και παραγωγικότητας θα πρέπει να χωρίσουμε το διάστημα 1979 – 1993, ούτε λίγο ούτε πολύ, σε πέντε φάσεις και να την συνδέσουμε κάποιες φορές με τους εκλογικούς κύκλους: ● τα χρόνια 1980 – 81, υπό την πίεση της δεύτερης πετρελαϊκής κρίσης οι μισθοί μειώνονται και χάνουν το 10% της αγοραστικής τους δύναμης. ● στη συνέχεια, μεταξύ 1982 – 85, αυξάνονται, αλλά η αύξηση αυτή απλώς τους επαναφέρει στα επίπεδα του 1980. Καθώς όμως οι αυξήσεις δίδονται παράλληλα με την εκδήλωση της κρίσης στην οικονομία, που ισοδυναμεί με μια πτώση της παραγωγικότητας, το 1985 βρίσκονται σε υψηλότερο επίπεδο από την τελευταία, μειώνοντας τα κέρδη. Είναι τα πρώτα χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από την νέα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, που ως αντίδοτο στην κρίση των αρχών του ’80, προσπάθησε να εφαρμόσει μια κεϋνσιανού τύπου πολιτική, με τόνωση των χαμηλών εισοδημάτων. Το 1982 το κατώτερο ημερομίσθιο αυξήθηκε κατά 44%, και ο κατώτερος μισθός κατά 36%, ενώ προστατεύθηκαν από τον πληθωρισμό με την εισαγωγή της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής (ΑΤΑ). 583 Ένα χρόνο αργότερα καθιερώθηκε στη βιομηχανία το πενθήμερο και οι 40 ώρες 583

Το Βήμα, 12/2/1982.


259 εβδομαδιαίας εργασίας.584 Ο μέσος μισθός αυξήθηκε λιγότερο, μεταξύ 1982 – 84 (αθροιστικά) κατά 8,4%, όμως τα ευεργετικά αποτελέσματα που αναμένονταν στον χώρο της παραγωγής ήταν πενιχρά: στα τέλη του 1985, το ΑΕΠ ήταν αυξημένο μόλις κατά 2,3% σε σχέση με το 1981. ● το 1985 ήταν χρονιά εκλογών και ξεκίνησε, όπως ήταν φυσικό, με μια, συγκρατημένη πάντως, αύξηση στους μισθούς. Οι εκλογές πραγματοποιήθηκαν τον Ιούνιο, και τις κέρδισε και πάλι το ΠΑΣΟΚ, αλλά τα δύσκολα ήρθαν δύο μόλις μήνες αργότερα, όταν ο μέχρι τότε πανίσχυρος Υπουργός Οικονομικών Γ. Αρσένης αντικαταστάθηκε από τον Κ. Σημίτη. Λίγο αργότερα αναγγέλθηκαν «Μέτρα Σεισμός»585, και περικοπή της ΑΤΑ. Ακολούθησε μια διετία λιτότητας, το 1986 και το 1987, στο τέλος των οποίων οι πραγματικοί μισθοί είχαν μειωθεί κατά 13%. ● η περίοδος 1988 – 90 είναι μια ασταθής πολιτικά, περίοδος κατά την οποία διεξάγονται τρεις εκλογικές αναμετρήσεις, στο ενδιάμεσο των οποίων, και ανάμεσα σε πλειοδοσίες όλων και για όλα, οι μισθοί αυξήθηκαν κατά 14%. ● τέλος, μεταξύ 1990 – 1993, γίνεται η συνηθισμένη αντιστροφή της εισοδηματικής πολιτικής, με συνεχείς μειώσεις μισθών, που αθροιστικά ανέρχονται και πάλι στο 13%.

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΜΙΣΘΟΣ, ΑΕΠ, ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ, ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΚΑΙ ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ: 1980 - 1993

ΕΤΗ 1980/81 1982/85 1986/87 1988/89 1990/93

ΑΥΞΗΣΗ ΜΕΣΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ Υ ΜΙΣΘΟΥ (α) -10,0 9,8 -13,3 14,1 -13,0

ΑΥΞΗΣΗ ΑΕΠ (α) -0,9 2,3 -1,8 8,1 2,2

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΙΣΟΖΥΓΙΟΥ ΧΩΡΙΣ ΚΑΥΣΙΜΑ (α) -14,1 6,4 28,9 40,8 48,3

ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣ Η (α) -0,2 6,2 1,4 11,9 7,0

ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ (β) 24,7 19,8 19,7 13,6 17,6

(α): αθροιστικό αποτέλεσμα, (β): ετήσιος μέσος όρος. Σε δραχμές και σταθερές τιμές, εκτός από το εμπορικό ισοζύγιο που είναι σε δολάρια. ΥΠΕΘΟ

γ) αν θέλουμε να εξετάσουμε τους λόγους της αποτυχίας τόσο αλλοπρόσαλλων πολιτικών θα πρέπει, πάλι, να ξεκινήσουμε από τους αριθμούς. Με καθορίζουσα παράμετρο λοιπόν την εισοδηματική πολιτική, δηλαδή τις μεταβολές του πραγματικού μισθού, βλέπουμε ότι οι μεταβολές των μισθών ή επηρεάζουν σύστοιχα μεν το ΑΕΠ, αλλά σε πολύ μικρότερο βαθμό από εκείνον που θα μπορούσε να υποθέσει κανείς, ή (1990/93) κινούνται σε αντίθετη κατεύθυνση. Η επίδραση των μισθών στον οικονομικό κύκλο είναι, ούτως ή άλλως, πολύ 584 585

Τα Νέα, 29/7/1983. Τα Νέα, 12/10/1985.


260 περιορισμένη. Ο κύριος λόγος γι’ αυτή είναι ότι, το 1981 ακόμα, και μένοντας στα επίσημα στοιχεία, μόνο το 51% των ελλήνων εργαζομένων ήταν μισθωτοί και σίγουρα αρκετοί (αλλά πόσοι;) από αυτούς είχαν πρόσθετα εισοδήματα, πέρα από αυτά που τους εξασφάλιζε η κύρια απασχόληση.586 Αντίστοιχα κινούνται και τα υπόλοιπα μεγέθη του παραπάνω πίνακα, δηλαδή η ιδιωτική κατανάλωση, το εμπορικό ισοζύγιο χωρίς τα καύσιμα, και ο πληθωρισμός.587 Με αυτά τα δεδομένα, οποιαδήποτε εισοδηματική πολιτική βρίσκεται ουσιαστικά στον αέρα. Το 1986-87 για παράδειγμα, ενώ οι μέσοι μισθοί μειώθηκαν κατά 13%, η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε, έστω και κατά 1%. το 1990-93, σε μια παρόμοια μείωση των μισθών, το σύνολο της ιδιωτικής κατανάλωσης αυξήθηκε κατά 7%. Το ίδιο συμβαίνει και με τις προσπάθειες αντιμετώπισης των προβλημάτων του ισοζυγίου, μέσω συσταλτικών πολιτικών: το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου χωρίς τα καύσιμα αυξάνεται συνεχώς, ανεξάρτητα από τις εφαρμοζόμενες εισοδηματικές πολιτικές.588

2.3. Η ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ Αν το ένα χαρακτηριστικό της περιόδου είναι η στασιμότητα στον χώρο της παραγωγής, το άλλο σίγουρα είναι η εμμονή των πληθωριστικών πιέσεων που εμφανίστηκαν με την πρώτη πετρελαϊκή κρίση του 1973, και συνεχίστηκαν μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990.589 Στην πραγματικότητα βέβαια το πρόβλημα δεν ήταν τόσο ο πληθωρισμός ο ίδιος, όσο το γεγονός ότι ήταν υψηλότερος από αυτόν των άλλων χωρών της Ένωσης, μειώνοντας την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων που δεν μπορούσαν, όπως πριν, να καταφύγουν στην προστασία των εισαγωγικών ΥΠΕΘΟ. Σύμφωνα με έρευνα της ΓΣΕΕ, του 1991, το 58% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα είτε είχαν δεύτερη δουλειά, είτε εργάζονταν υπερωριακά. Στην ίδια έρευνα αναφέρεται ότι είναι αδύνατον να εκτιμηθεί το ποσοστό όσων εργάζονται στο δημόσιο έχοντας παράλληλα δεύτερη εργασία, γιατί οι υπεύθυνοι της έρευνας θεώρησαν τις απαντήσεις που πήραν ως μη αξιόπιστες: Τα Νέα, 12/6/1991. 587 Αυτός ο τελευταίος επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από την συναλλαγματική πολιτική, για την οποία θα μιλήσουμε αμέσως στη συνέχεια. 588 Ο Κ. Σημίτης κάνοντας, το 1989, έναν απολογισμό της πολιτικής των ετών 1986-87, γράφει ότι «το πρόγραμμα σταθεροποίησης κατέστη αναγκαίο γιατί το 1985 το ισοζύγιο πληρωμών εμφάνισε σοβαρή επιδείνωση. Για το σκοπό αυτό έπρεπε να μειωθεί ο πληθωρισμός, για να επιτευχθεί η μόνιμη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και να αυξηθεί το μερίδιο των επενδύσεων στο Εγχώριο Προϊόν» (Γκαργκάνας – Θωμόπουλος – Σημίτης - Σπράος, 1989) . Ωραία όλα τούτα, μόνο που κρίνοντας με αυτά τα κριτήρια το «πρόγραμμα σταθερότητας», όπως εύσχημα αποκλήθηκε η πολιτική μείωσης των μισθών, απέτυχε: τα δύο χρόνια που εφαρμόστηκε, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου αυξήθηκε, ενώ ο πληθωρισμός έμεινε στα ίδια με πριν επίπεδα. Όσο για τις ιδιωτικές επενδύσεις, αυτές αυξήθηκαν σε σχέση με την περίοδο 1982-85... κατά 0,3%. Τέλος, καλύτερα να μην σχολιάσουμε την άποψη ότι η εισοδηματική πολιτική πρέπει να χαράζεται με βάση την πορεία του ισοζυγίου πληρωμών (γενικώς). 589 Εδώ, σ. 218. 586


261 δασμών. Ως μόνη διέξοδος προστασίας έμεινε επίσημα η συναλλαγματική πολιτική και οι συνεχείς «διολισθήσεις», όπως ονομάστηκαν, και άρρητα η μείωση των μισθολογικών αμοιβών.

ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΕ 1979 - 1993 30,0 25,0 20,0 ΕΛΛΑΔΑ

15,0

ΕΕ

10,0 5,0 1993

1991

1989

1987

1985

1983

1981

1979

0,0

ΥΠΕΘΟ

ΔΙΑΦΟΡΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ - ΕΕ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΡΑΧΜΗΣ: 1979 - 1993 2,00 1,50 1,00 0,50

1993

1992

1991

1990

1989

1988

1987

1986

1985

1984

1983

1982

1981

1980

1979

0,00

Στο σχεδιάγραμμα φαίνεται η σχέση ανάμεσα στην υποτίμηση της δραχμής και την διαφορά της ανόδου των τιμών μεταξύ της Ελλάδας και του μέσου όρου των άλλων χωρών της ΕΕ. Στην τιμή της μονάδας η υποτίμηση καλύπτει απλώς την διαφορά πληθωρισμών, αν είναι μεγαλύτερη της μονάδας η διαφορά των πληθωρισμών υπερκαλύπτεται από την υποτίμηση κατά το υπερβαίνον τη μονάδα μέρος, ενώ αν είναι μικρότερη της μονάδας η υποτίμηση δεν καλύπτει την διαφορά των πληθωρισμών. ΥΠΕΘΟ


262 Η πολιτική της υποτίμησης ακολουθήθηκε τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’80: έγιναν δύο υποτιμήσεις,590 αλλά πέρα από αυτές, μέχρι και το 1987, στην πράξη η δραχμή υπετιμάτο συνεχώς, και μάλιστα σε βαθμό μεγαλύτερο από την διαφορά πληθωρισμού ανάμεσα στην Ελλάδα και τον μέσο όρο των χωρών της Ένωσης. Οι διολισθήσεις αυτές με την σειρά τους επέτειναν τον πληθωρισμό, και οδηγούσαν σε υψηλά ονομαστικά επιτόκια δανεισμού του δημοσίου. Από το 1988 η πολιτική αυτή άλλαξε, και η προτεραιότητα δόθηκε στην μείωση του πληθωρισμού. Οι υπεύθυνοι συνειδητοποίησαν ότι «μια σημαντική μείωση των ονομαστικών επιτοκίων, έστω και αν τα πραγματικά επιτόκια παραμείνουν αμετάβλητα, θα οδηγούσε σε μείωση της επιβάρυνσης του κρατικού προϋπολογισμού για τόκους, αλλά και του ελλείμματος του προϋπολογισμού ως ποσοστού του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος».591 Με την νέα πολιτική, της «σκληρής δραχμής» όπως καθ’ υπερβολήν ονομάστηκε, η δραχμή δεν σταμάτησε να υποτιμάται, αλλά ο ρυθμός της υποτίμησης ήταν χαμηλότερος από την διαφορά πληθωρισμού Ελλάδας – ΕΕ. Τα αποτελέσματά της πρακτικά ακυρώθηκαν, όταν η προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής των ετών 1991-93 στηρίχθηκε στην αύξηση των έμμεσων φόρων, τροφοδοτώντας τον πληθωρισμό και αυξάνοντας με τον τρόπο αυτό τα δημόσια ελλείμματα και το χρέος.592

2.4. ΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ Ο υπουργός Συντονισμού δήλωσε ότι «η ελληνική βιομηχανία δεν στέκει καλά στα πόδια της. Στις περισσότερες βιομηχανίες υπάρχει υπέρμετρη συμμετοχή ξένου κεφαλαίου [= δανείων] στην κεφαλαιακή τους δομή» Το Βήμα, 11/11/1981.

Το ζήτημα των προβληματικών, προβληματικών γιατί ήταν υπερχρεωμένες, επιχειρήσεων στο οποίο επικεντρώθηκε η συζήτηση γύρω από την ελληνική οικονομία κατά την δεκαετία του 1980, ήταν βέβαια προγενέστερο. 593 Απλώς, στις αρχές της δεκαετίας το απόστημα έσπασε, καθώς τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια 200 περίπου βιομηχανιών έφτασαν να θέτουν σε κίνδυνο τις ίδιες τις δανειοδότριες κρατικές τράπεζες, πρακτικά την Εθνική.594 Ο διοικητής της ΕΤΕ προειδοποιούσε ότι «η Εθνική, αν δεν υπάρξει οριστική και συνολική ρύθμιση, θα Η πρώτη τον Ιανουάριο 1983, κατά 16%, και η δεύτερη τον Οκτώβριο 1985, κατά 15%: Σαχινίδης. 591 Χαλικιάς, σ. 13. Ο Δ. Χαλικιάς υπήρξε διοικητής της ΤτΕ, στο διάστημα 1984 – 1992. 592 ό.π., σ. 36. 593 Εδώ, σ. 226. Η γενιά των προβληματικών του ’80 ήταν η δεύτερη μεταπολεμική σειρά επιχειρήσεων που αδυνατούσαν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς το κράτος ή τις κρατικές τράπεζες. Την δεκαετία του 1950, όπως είδαμε, είχαμε τις περίφημες «παγωμένες πιστώσεις», που κάποια στιγμή έφθασαν το 44% των χορηγήσεων προς την βιομηχανία. Το ζήτημα, παρά τις διάφορες νομοθετικές προσπάθειες, δεν λύθηκε ποτέ, αλλά μεταφέρθηκε στην δεκαετία του ’60 και αυξήθηκε με νέα δάνεια: Μίρκος, σ. 162. 594 Τα χρέη προς την ΕΤΕ έφθαναν το 80% των συνολικών τραπεζικών υποχρεώσεων: ό.π., σ. 192. 590


263 καταστεί η ίδια υπερχρεωμένη (....) Όλα θα διακυβευθούν». 595 Ουσιαστικά η Εθνική ζητούσε από το κράτος να αναλάβει αυτό το κόστος των επισφαλειών που η ίδια είχε δημιουργήσει όντας, χάρη στις καταθέσεις της, ο κύριος δίαυλος επικοινωνίας ανάμεσα σε επιχειρηματικούς και πολιτικούς κύκλους, με τους πρώτους να δανείζονται χάρη στην παρέμβαση των δεύτερων κατά παράβαση κάθε τραπεζικής λογικής. Όπως το έθεσε ο τότε Υπουργός Οικονομίας, «αν είχαμε ένα στυγνό καπιταλιστικό καθεστώς, όπου το κράτος δεν επεμβαίνει, θα χρεοκοπούσε απλούστατα η Εθνική Τράπεζα».596 Δεν είχαμε όμως. Αντίθετα, με το νόμο 1386/83, οι προβληματικές επιχειρήσεις χωρίστηκαν σε δύο κατηγορίες. Σε 43 που κρίθηκαν βιώσιμες, με 30.000 εργαζόμενους και των οποίων τα συνολικά χρέη έφταναν τα 160 δις - περίπου το 6% του ΑΕγΠ- των οποίων τα χρέη μετοχοποιήθηκαν και τέθηκαν κάτω από την διοίκηση του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων που ιδρύθηκε για αυτό τον σκοπό. 597 και τις υπόλοιπες που αφέθηκαν στην τύχη τους.598 Η ιστορία του ΟΑΕ, είναι η ιστορία μιας αποτυχίας. Το 1986, τα νέα χρέη που είχαν δημιουργηθεί ανέρχονταν σε 110 δις δραχμές, και η κυβέρνηση αποφάσισε να κρατήσει μόνο πέντε από τις επιχειρήσεις που υπάγονταν σε αυτόν, οι οποίες χαρακτηρίστηκαν ως στρατηγικής σημασίας για την ελληνική οικονομία. Οι υπόλοιπες ή έκλεισαν αμέσως ή έγινε προσπάθεια, άλλοτε επιτυχημένη και άλλοτε όχι, να εξυγιανθούν και στη συνέχεια να πουληθούν σε ιδιώτες. 599 Στην αποτυχία του ΟΑΕ συνέβαλλαν πολλοί παράγοντες. Οι δυσκολίες χρηματοδότησής του από τις τράπεζες ήταν σίγουρα ένας από αυτούς, 600 υπήρχαν όμως και άλλοι, όπως η έλλειψη ενός κεντρικού σχεδίου για το μέλλον τους και τον ρόλο που θα έπαιζαν στο σύνολο της οικονομίας, 601 και η ανωριμότητα του συνδικαλιστικού κινήματος που αναπτύχθηκε κάτω από την κρατική προστασία.602 Το 2000, ο ίδιος ο Οργανισμός Ανασυγκρότησης τέθηκε Παγουλάτος, σ. 400. Αρσένης, σ. 110. 597 Ξανθάκης, σ. 148. 598 Το «αφέθηκαν στην τύχη τους» δεν σημαίνει ότι έκλεισαν, αλλά ανέλαβε την εξυγίανσή τους η ίδια η ΕΤΕ. Κάποιες από αυτές πουλήθηκαν στην συνέχεια, ενώ κάποιων τις μετοχές διακράτησε η τράπεζα έχοντας «ένα πρώτο όφελος» από την άνοδο του χρηματιστηρίου το 1987. Σύμφωνα με τον Παγουλάτο, «ορισμένες από τις μετοχές πρώην προβληματικών της ΕΤΕ που πωλήθηκαν, αποκτήθηκαν πάλι από την ίδια σε χαμηλότερες τιμές, προσβλέποντας σε μελλοντικές υπεραξίες από την υπολογιζόμενη άνοδο των χρηματιστηριακών τιμών»: ό.π., σ. 402. Τρία χρόνια αργότερα είχαμε την φούσκα του 1990, όπου υποθέτω η ΕΤΕ θα είχε ένα δεύτερο όφελος. Για το μεγάλο παραγέμισμα του 1999, και γενικότερα για την ελληνική κεφαλαιαγορά, θα μιλήσουμε στο επόμενο κεφάλαιο. 599 Ξανθάκης, σ. 182. 600 «Η Εθνική Τράπεζα αρνήθηκε ουσιαστικά να χορηγήσει κεφάλαια κίνησης σε αυτές τις επιχειρήσεις»: Αρσένης, σ. 120. 601 Το 1983 ο Υπουργός Οικονομίας δήλωνε ότι δεν θα επιστραφούν σε ιδιώτες οι προβληματικές που θα εξυγιανθούν: Το Βήμα, 8/7/1983. Δύο χρόνια αργότερα ο στόχος ήταν ο ακριβώς αντίθετος. Στο μεταξύ ο Υπουργός είχε αλλάξει, όχι όμως και το κυβερνών κόμμα. 595 596


264 υπό εκκαθάριση. οι προσπάθειες για την δημιουργία ενός βιομηχανικού πυρήνα υπό κρατικό έλεγχο, είχαν σταματήσει πριν από κάμποσα χρόνια. Το όλο εγχείρημα των προβληματικών θα πρέπει να κριθεί με τα μέτρα της εποχής. Η νεαρή σοσιαλιστική κυβέρνηση βρέθηκε αντιμέτωπη με το ζήτημα αυτών των επιχειρήσεων, πριν καλά – καλά τα μέλη της πάνε στα υπουργεία τους. Και η λύση που δόθηκε, ήταν μάλλον η μόνη εφικτή. Το να αφήσει τις επιχειρήσεις να κλείσουν θα δημιουργούσε τρία τουλάχιστον προβλήματα: αύξηση της ανεργίας, δημιουργία ενός κενού στην παραγωγή που θα επιβάρυνε το ισοζύγιο και τέλος, την ουσιαστική χρεοκοπία της Εθνικής Τράπεζας. Καμιά δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να αναλάβει αυτό το βάρος. Το αν βέβαια τα όσα ακολούθησαν ήταν μονόδρομος, είναι μια άλλη ιστορία. 3. Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΕΚΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ: 1981 - 1991

Αριθμός εκμεταλλεύσεων Σύνολο καλλιεργούμενων εκτάσεων (στρ.) Μέση έκταση (στρ.)

1981 (α) 998.876

1991 (β) 861.623

(β) / (α) 0,86

35.454.932

36.786.643

1,04

35,5

42,7

1,20

ΕΣΥΕ

α) στον αγροτικό χώρο οι αλλαγές που συντελούνται επικεντρώνονται στην μείωση του αριθμού των αγροκτημάτων, ενώ η καλλιεργούμενες εκτάσεις μένουν πρακτικά σταθερές. Έτσι, το μέσο μέγεθος των εκμεταλλεύσεων αυξάνεται από τα 35 στα 42 στρέμματα. η αλλαγή είναι μικρή, ο αγροτικός κλήρος απέχει πολύ από τον μέσο ευρωπαϊκό.

Σύμφωνα με Το Βήμα και κάτω από τον τίτλο «Η ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΙΑΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗΣ – Η ΠΥΡΚΑΛ ΠΛΗΡΩΝΕΙ 2.000 ΕΡΓΑΤΕΣ ΓΙΑ ΝΑ... ΚΑΘΟΝΤΑΙ», οι ετήσιες πληρωμές για μισθούς στην συγκεκριμένη επιχείρηση έφθαναν τα 7,5 δις, αλλά δεν υπήρχαν κεφάλαια για την αγορά πρώτων υλών και όσα δόθηκαν πήγαν σε αυξήσεις: 6/5/1990. Με την πάροδο του χρόνου, όλο και πληθαίνουν, και όχι μόνο στο Βήμα, άρθρα όπως το παραπάνω. 602


265

ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΕΘΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ: 1981 - 1993 100 90 80 70 60 50 40 30 20 10 0

1981 1993 ΕΕ 1993

Εως 10 στρ

Εως 50 στρ

Εως 100 στρ

> 100 στρ

Δαμιανάκος, σ. 93. Ο ΕΝΕΡΓΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΑΓΡΟΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ (χιλ.) 1981 1991 Γεωργία, Κτηνοτροφία κλπ 780 512 Μεταποίηση 96 90 Ηλεκτρισμός, Υδρευση 4 8 Οικοδομές και Δημ. Εργα 77 82 Εμπόριο, Εστιατόρια, Ξενοδοχεία 66 116 Μεταφορές, Επικοινωνίες 40 46 Τράπεζες 9 7 Άλλες δραστηριότητες (α) 129 240 ΣΥΝΟΛΟ 1201 1101 (α) συμπεριλαμβάνονται και οι μη δηλώσαντες ΕΣΥΕ

Για το πως άντεξαν οι ελληνικές αγροτικές επιχειρήσεις τον ανταγωνισμό από τις ευρωπαϊκές ομόλογές τους, που κατά μέσο όρο διέθεταν τέσσερις φορές περισσότερη γη, δηλαδή 165 στρέμματα,603 θα χρειαζόταν μια ιδιαίτερη μελέτη που, από όσο γνωρίζω, δεν υπάρχει. Η εικόνα που αποκομίζουμε όμως εξετάζοντας την κατανομή του ενεργού πληθυσμού στην ύπαιθρο, απέχει πολύ από αυτήν της ερήμωσης, στην πραγματικότητα πρόκειται για το ακριβώς αντίθετο: ο ενεργός πληθυσμός μειώνεται, λόγω της μείωσης των κατά κύριο επάγγελμα γεωργών, οι εργαζόμενοι όμως στον τουρισμό αυξάνονται, όπως αυξάνονται και όσοι ασχολούνται με κάποιο τομέα που δεν συμπεριλαμβάνεται στις βασικές ομαδοποιήσεις του ενεργού πληθυσμού. Η ύπαιθρος, σε πολύ μεγάλο βαθμό, κράτησε τους ανθρώπους της στρέφοντάς τους και σε άλλες, εκτός από την γεωργία, δραστηριότητες.604 Και αυτό χάρη και σε πολλά μικρά δημόσια έργα που πραγματοποιήθηκαν εκεί, εν μέρει με την χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν μείνουμε στις επιχορηγήσεις των αγροτικών κοινοτήτων από τον κρατικό προϋπολογισμό αυτές τριπλασιάστηκαν σε Φραγκιάδης, σ. 213. Οι αριθμοί που παραθέτει πάντως με το ποσοστό των μεγάλων, πάνω από 100 στρέμματα, κτημάτων, διαφέρουν από αυτούς της Eurostat. 604 ΕΣΥΕ, και ΤτΕ 1998. 603


266 σταθερές τιμές, μεταξύ 1979 – 89, και το 1989 ισοδυναμούσαν με πέντε κατώτερα ημερομίσθια για κάθε μέλος τους, ανεξαρτήτως φύλου ή ηλικίας.. β) ποιά είναι η θέση του έλληνα αγρότη στην ελληνική κοινωνία, στα μέσα της δεκαετίας του ’80; Σύμφωνα με μια μελέτη του Υπουργείου Γεωργίας, αν εργαζόταν σε δική του γη και καλλιεργούσε στάρι, χωρίς να απασχολεί στο κτήμα του άλλο έμμισθο προσωπικό, θα έπρεπε να διαθέτει 90 στρέμματα γης προκειμένου το καθαρό του εισόδημα να ήταν ίσο με τον κατώτερο ετήσιο μισθό. Με δεδομένο ότι τα σιτηρά παρέμεναν εξαπλωμένα στο 43% των καλλιεργούμενων εκτάσεων, και ότι οι αγρότες που διέθεταν 90 στρέμματα ήταν λίγοι, η λύση ήταν η στροφή σε άλλες, εκτός των δημητριακών καλλιέργειες. Ο ΚΑΘΑΡΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΑΝΑ ΣΤΡΕΜΜΑ – 1985 ΚΑΘΑΡΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ / ΣΤΡΕΜΜΑ 5.163 14.972 30.095 7.867 12.565

Σιτάρι Καλαμπόκι Πατάτες Πορτοκάλια Λάδι Κορινθιακή σταφίδα Βαμβάκι Καπνός

32.725 21.340 55.816

(Α) 91 31 16 60 37 14 22 8

Μελέτη του Υπουργείου Γεωργίας. Το καθαρό εισόδημα αναφέρεται σε αγρότη που καλλιεργεί την δική του γη, χωρίς την χρησιμοποίηση μισθωτής εργασίας. (Α): αριθμός στρεμμάτων που έπρεπε να καλλιεργηθούν, ώστε το καθαρό εισόδημα του γεωργού να είναι ίσο με τον ετήσιο κατώτερο μισθό. Οικονομικός Ταχυδρόμος 7/12/1989, και ΤτΕ 1998.

Η ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ: 1991

Αλλα 15% Κτηνοτροφικά φυτά 9% Αμπέλια 4% Ελιές 20%

Σιτηρά 43% Καπνός 2% Βαμβάκι 7%


267 ΕΣΥΕ

καπνός και η κορινθιακή σταφίδα παρέμεναν, σε όλη την διάρκεια του 20 ου αιώνα, οι καλύτερες λύσεις, αρκεί το έδαφος να ήταν πρόσφορο. Αν πάλι δεν ήταν, την διέξοδο θα μπορούσε να προσφέρει πιθανόν ο τουρισμός, ή οι κρατικές επιδοτήσεις σε τοπικά δημόσια έργα και υπηρεσίες. γ) κατά την μεταπολεμική περίοδο, το αγροτικό τοπίο αλλάζει. Η καταθλιπτική κυριαρχία των σιτηρών, που το 1939 κατελάμβαναν το 70% των αγρών είχε περιοριστεί το 1990 στο 43%. 605 Οι ελιές και το βαμβάκι πήραν σε μεγάλο βαθμό τη θέση τους, αλλάζοντας το τοπίο της ελληνικής υπαίθρου . που άλλαξε όμως επίσης με την προσθήκη στον πίνακα γεφυριών και δρόμων, αλλά και δωματίων προς ενοικίαση καθώς και μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων.

4. Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΣΗΣ

ΕΤΗΣΙΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΑΡΙΘΜΟΥ ΑΕ ΚΑΙ ΕΠΕ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ: 1979 - 1993 300 250 200 150 100

AE

50

ΕΠΕ 1993

1992

1991

1990

1989

1988

1987

1986

1985

1984

1983

1982

1981

-100

1980

-50

1979

0

-150

Αν η ετήσια μεταβολή του αριθμού των βιομηχανικών ΑΕ και ΕΠΕ είναι μια ασφαλής ένδειξη της κατάστασης που επικρατεί στον τομέα, τότε η κρίση φθάνει στο απόγειό της τα χρόνια 1983-84 και 1990-91. Το 1993, τα δύσκολα χρόνια φαίνεται να έχουν περάσει, με τις μεγάλες επιχειρήσεις (ΑΕ) να έχουν υποστεί μικρότερες απώλειες από τις μεσαίες (ΕΠΕ). Τα στοιχεία είναι του ΣΕΒ, και παρατίθενται στο Χεκίμογλου – Ρούπα, σ. 191.

α) η έκταση της αποβιομηχάνισης που συντελείται την δεκαετία του ’80, μπορεί συνοπτικά να περιγραφεί με δύο αριθμούς: σε σταθερές τιμές, η αξία παραγωγής της βιομηχανίας, μεταξύ 1980 – 1993 μειώνεται στο 87%, ενώ οι

605

Εδώ, σ. 23.


268 απασχολούμενοι από 660 περιορίζονται σε 530 χιλιάδες, ή από το 19 στο 14% του ενεργού πληθυσμού. Πολλά πράγματα για τις μορφές που πήρε η κρίση μας διαφεύγουν, εκείνο πάντως που δεν αμφισβητείται είναι ότι η κρίση της βιομηχανίας προχωρά παράλληλα με την μείωση της κρατικής βοήθειας: σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, αυτή ανερχόταν στο 24,3% της προστιθέμενης αξίας το 1986-88, είχε μειωθεί όμως στο 14,6% το 1988-90. Η μείωση αυτή της παρέμβασης του κράτους στη βιομηχανία, που πάντως παρέμεινε υψηλή,606 εκδηλώθηκε με διάφορους τρόπους και κυρίως με τον περιορισμό της χρηματοδότησής της από τις κρατικές

ΤΡΑΠΕΖΙΚΕΣ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ 1980 - 1993

1993

1992

1991

1990

1989

1988

1987

1986

1985

1984

1983

1982

1981

1980

170,0 160,0 150,0 140,0 130,0 120,0 110,0 100,0 90,0 80,0

ΕΣΥΕ

ΑΞΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΤΆ ΚΛΑΔΟΥΣ 1981 - 1993 1981 1993 (α) (β) (β) / (α) Τρόφιμα - Ποτά - Καπνός 10.609 15.058 141,9 Υφαντουργία 9.028 5.142 57,0 Ενδυση - Υπόδηση 4.058 3.211 79,1 Ξύλου και επίπλων 2.941 1.649 56,1 Χάρτου, εκδόσεων, εκτυπ. 2.836 3.580 126,2 Χημικά 6.150 6.835 111,1 Μη μεταλλικών ορυκτών 4.914 3.341 68,0 Μεταλλουργία 2.874 1.823 63,4 Μηχανολ. & επεξ.μετάλλου 6.249 4.122 66,0 Μεταφορικών μέσων 4.045 2.712 67,0 Διάφορες ΣΥΝΟΛΟ

993 54.697

564 48.037

56,8 87,8

Ο μέσος όρος των αντίστοιχων μεγεθών για τις χώρες της ΕΕ το 1990 ήταν 3,5%: Pagoulatos, σ. 96. 606


269 ΕΣΥΕ τράπεζες: από ένα μέγιστο πιστώσεων ίσο προς το 160% (!) επί της αξίας παραγωγής το 1982, θα μειωθεί σε ένα πιο λογικό (;) 100% το 1993. β) οι κλάδοι που κυρίως επλήγησαν ήταν αυτοί του ξύλου – επίπλων, που το 1993 η αξία παραγωγής του ήταν στο 56% μόλις αυτής του 1980, και η κλωστοϋφαντουργία, ο παραδοσιακός κλάδος της βιομηχανικής επανάστασης: μέσα σε 14 χρόνια, η παραγωγή της είχε μειωθεί στο 57% αυτής του 1980. Στο άλλο άκρο αντίθετα η βιομηχανία τροφίμων, καθώς το κόστος μεταφοράς συμμετέχει σε μεγάλο ποσοστό στην τελική τιμή του προϊόντος και άρα

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΜΕΓΕΘΟΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΝ ΑΡΙΘΜΟ ΤΩΝ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ 1978 - 1988 1978 1988 (χιλ.) (χιλ.) 1978% 1988% Εως 4 άτομα 109,2 122,6 85,0 84,9 5-9 11,0 12,7 8,6 8,8 10 - 19 4,5 5,1 3,5 3,5 20 - 29 1,3 1,6 1,0 1,1 30 - 49 1,1 1,1 0,9 0,8 50 - 99 0,7 0,7 0,5 0,5 > 100 0,7 0,6 0,5 0,4 ΣΥΝΟΛΟ 128,5 144,4 100,0 100,0 ΕΣΥΕ

λειτουργεί εκ των πραγμάτων σε ένα προστατευτικό περιβάλλον, αύξησε την αξία παραγωγής της κατά 40%.607 γ) η κρίση πάντως δεν επηρέασε την δομή της βιομηχανίας: οι μικρές -όπως και οι μεσαίες- μονάδες αυξάνονται μάλιστα σε απόλυτους αριθμούς, ενώ το ποσοστό τους στο σύνολο μένει σταθερό. Το γεγονός αυτό μπορεί να οφείλεται σε δύο λόγους: στην μισθολογική ευελιξία των πολύ μικρών επιχειρήσεων, όπου η μισθωτή εργασία αντικαθίσταται από την προσωπική εργασία του ιδιοκτήτη και των μελών της οικογενείας του, αλλά και στην μικρότερη εξάρτηση αυτών των μονάδων από το τραπεζικό σύστημα. όταν αυτό το τελευταίο μείωσε αναλογικά τις πιστώσεις προς την μεταποίηση, η βιοτεχνία θα πρέπει να θίχτηκε σε πολύ μικρό ποσοστό. Όπως και να ‘χει, οι χιλιάδες επιχειρήσεις – νάνοι με τις οποίες ξεκίνησε το εγχείρημα της εκβιομηχάνισης την δεκαετία του 1960 ήταν παρούσες, πολλές από αυτές αναμφίβολα με τους ίδιους ιδιοκτήτες ή τους απογόνους τους, και στο κλείσιμο του κύκλου. Για την βιομηχανία τροφίμων και τις ιδιαιτερότητές της, Χεκίμογλου – Ρούπα, Η ιστορία της βιομηχανίας τροφίμων, Αθήνα 2006. 607


270

δ) η κρίση της μεταποίησης είχε, όπως ήταν επόμενο, τις επιπτώσεις της στο εμπορικό ισοζύγιο: αν το 1980 οι βιομηχανικές εξαγωγές αντιστοιχούσαν σε αξία στο 40% των αντίστοιχων εισαγωγών, το 1993 δεν έφταναν παρά στο 30%. 608 ε) αφήσαμε για το τέλος το ζήτημα των μισθών. το κατά πόσο δηλαδή η κρίση της ελληνικής βιομηχανίας οφείλεται στην αλλοπρόσαλλη μισθολογική πολιτική που ακολουθήθηκε αυτή την περίοδο. Η γνώμη μου είναι ότι σε σχέση με την άρση, άμεση και έμμεση, της κρατικής προστασίας με την οποία βρέθηκε αντιμέτωπη η ελληνική μεταποίηση, η αναφορά στις μισθολογικές αυξήσεις του 1982, οι οποίες άλλωστε ανακλήθηκαν στη συνέχεια, μάλλον συσκοτίζει παρά διαφωτίζει τα πράγματα. Τα προβλήματα ήταν πολύ βαθύτερα από όσα δημιούργησαν οι αυξήσεις αυτές που όπως επισημαίνουν, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, οι Ιορδάνογλου και Μπέλλας «αύξησαν το σχετικό (σε σχέση με τις βιομηχανίες των ανταγωνιστριών χωρών) κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος κατά 17%». 609 Σύμφωνοι, μόνο που το 1991 το μισθολογικό κόστος στην μεγάλη και την μεσαία βιομηχανία δεν ανερχόταν παρά στο 15% της ακαθάριστης αξίας παραγωγής. 610

5. ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ Η ΜΕΓΑΛΗ ΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΙΚΕΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ 1981 - 1993 130,0 120,0 110,0 100,0 90,0 80,0 70,0 60,0 1981 1982 1983 1984 1985 1986 1987 1988 1989 1990 1991 1992 1993

ΕΣΥΕ

Σύμφωνα με τους πίνακες XIII: 11 (Στατιστική Επετηρίς 1981), και XIII: 4 (Στατιστική Επετηρίδα 1992 – 1993) της ΕΣΥΕ: Εξαγωγικό Εμπόριο κατά Κατηγορίες... Εδώ λαμβάνουμε υπόψη το άθροισμα των κατηγοριών 6 – 8. 609 Ιορδάνογλου – Μπέλλας, σ. 161. 610 ΕΣΥΕ. 608


271 α) η γενικότερη οικονομική κρίση και οι συνεχείς υποτιμήσεις – διολισθήσεις της δραχμής, αντίθετα από ότι θα περίμενε κανείς, δεν μεταφράστηκαν σε κρίση του τραπεζικού συστήματος με φυγή των καταθέσεων. Αυτές αντίθετα αυξάνονται μέχρι το 1989, όπου και φθάνουν το 120% του εγχώριου προϊόντος, για να μειωθούν όμως, αν και ελαφρά στη συνέχεια. Αυτοί που, θέλοντας και μη, στήριξαν τους κρατικούς τραπεζικούς μηχανισμούς θα πρέπει να ήταν οι μικροί και μεσαίοι καταθέτες, οι οποίοι αδυνατούσαν να μετατρέψουν τις δραχμές τους σε ξένο συνάλλαγμα και να τις εξάγουν, καθώς βρισκόταν αντιμέτωποι με τις διάφορες νομικές απαγορεύσεις που αφορούσαν την προστασία του εθνικού νομίσματος. Κάποιοι πάντως κατάφερναν να παρακάμψουν τις ό,ποιες δεσμεύσεις, με την βοήθεια όπως έγραφε ο τύπος της εποχής των διάφορων

ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ: 1981 - 1993 120,0 100,0 80,0 (α)

60,0

(β)

40,0

ΣΥΝΟΛΟ

20,0 1993

1992

1991

1990

1989

1988

1987

1986

1985

1984

1983

1982

1981

0,0

(α): σύνολο χορηγήσεων προς τον ιδιωτικό τομέα και το δημόσιο . περιλαμβάνονται και οι πιστώσεις στις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς. (β): σύνολο απαιτήσεων έναντι του δημοσίου σε έντοκα γραμμάτια, ομόλογα και λοιπά χρεόγραφα. ΕΣΥΕ

χρηματιστηριακών γραφείων.611 Το 1985, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το σύνολο των παράνομων καταθέσεων των ελλήνων στις ξένες τράπεζες ανερχόταν σε 5,2 δις δολάρια. 612 δηλαδή στο 17% του ΑΕγΠ. β) το κύριο χαρακτηριστικό του τραπεζικού συστήματος αυτή την περίοδο, είναι η ολοένα και μεγαλύτερη εμπλοκή του στο ζήτημα του δημόσιου χρέους. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 η νομισματική πολιτική μεταβάλλεται «με τον βαθμιαίο περιορισμό της νομισματικής χρηματοδότησης των δημοσίων ελλειμμάτων, [γεγονός που αναγκάζει το δημόσιο] να στραφεί στην αγορά για Το Βήμα, 29/9/1984. Οι καταγγελίες για παρανομίες σχετικά με το συνάλλαγμα ήταν συνεχείς: ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ ΚΟΜΠΙΝΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΥΣΟ, είναι ο τίτλος του πρωτοσέλιδου των Νέων, στις 13/1/1983. 612 Το Βήμα, 1/6/1986. 611


272 τη χρηματοδότηση ενός αυξανόμενου ποσοστού των δανειακών του αναγκών». 613 Αν η συνέχιση της χρηματοδότησης των δημοσίων ελλειμμάτων μέσω της έκδοσης νέου νομίσματος από την Τράπεζα της Ελλάδος θα είχε ως αποτέλεσμα την μεγαλύτερη ένταση των πληθωριστικών πιέσεων, οι οποίες πιθανόν να γινόταν ανεξέλεγκτες, η στροφή του κράτους προς την αγορά για δανεισμό συνεπαγόταν, αναπόφευκτα, την αύξηση των επιτοκίων και του μεριδίου των τόκων στο σύνολο των κρατικών δαπανών, αλλά και την σχετική τουλάχιστον μείωση των διαθέσιμων χορηγήσεων από τις τράπεζες, τόσο προς τις ιδιωτικές όσο και προς τις κρατικές επιχειρήσεις. Οι απαιτήσεις έναντι του δημοσίου του συνόλου των εμπορικών τραπεζών, με την μορφή έντοκων γραμματίων,

ΕΠΙΤΟΚΙΑ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΗΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ: 1981 - 1993 20,0 15,0 10,0

1993

1992

1991

1990

1989

1988

1987

1986

1985

1984

1983

-5,0

1982

(β) 1981

0,0 1980

(α) 1979

5,0

-10,0 -15,0

(α): πραγματικό επιτόκιο ταμιευτηρίου. (β): πραγματικό βραχυπρόθεσμο επιτόκιο τραπεζικής χρηματοδότησης. ΥΠΕΘΟ

ομολόγων και λοιπών τίτλων, αυξήθηκαν στο διάστημα 1981 – 1993 από το 15 στο 33% του ΑΕγΠ, ενώ οι χορηγήσεις του τραπεζικού τομέα προς το σύνολο της οικονομίας μειώθηκαν από το 69 στο 53%614. Ουσιαστικά το δίλλημα, αύξηση του πληθωρισμού ή του δημόσιου χρέους λόγω της αύξησης των επιτοκίων, μοιάζει με τον τετραγωνισμό του κύκλου . για να το επιλύσει κανείς θα έπρεπε να αλλάξει έδαφος, και να τοποθετηθεί στο πραγματικό ζήτημα, αυτό των δημοσίων ελλειμμάτων, που δημιουργούσαν το πρόβλημα. Στο μεταξύ, παρακολουθούμε την αλματώδη αύξηση των πραγματικών επιτοκίων, και την κατάσταση κρίσης που απλώνει τόσο στον δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα. γ) πέρα όμως από το δημόσιο χρέος, ο ιδιωτικός τομέας είδε την δεκαετία του ’80 να εμφανίζεται άλλος ένας διεκδικητής των διαθεσίμων των τραπεζών, και αυτός δεν ήταν άλλος από τις κάθε είδους δημόσιες επιχειρήσεις και 613 614

Χαλικιάς, σ. 41. ΕΣΥΕ.


273 οργανισμούς. το μερίδιό τους στην χρηματοδότηση αυξάνεται συνεχώς, για να φθάσει σχεδόν αυτό των ιδιωτών το 1989, και να μειωθεί δραστικά στη συνέχεια. Το ζήτημα δεν είναι αν αυτά τα λεφτά έπιασαν τόπο. δεν έπιασαν, και λίγα χρόνια αργότερα και τα δύο μεγάλα κόμματα θα κάνουν λάβαρό τους τις αποκρατικοποιήσεις. Το ερώτημα είναι γιατί παρά την αύξηση της χρηματοδότησης, και παρά τη μεγέθυνσή του, ο δημόσιος τομέας παρέμεινε καχεκτικός και, τελικά, ζημιογόνος. και αυτό, είτε κυβερνούσε το ΠΑΣΟΚ, είτε η ΝΔ. Και η απάντηση δεν μπορεί παρά να συνδέεται με την ποιότητα της διοίκησης και των διορισμένων στις επιχειρήσεις αυτές στελεχών, δεν μπορεί δηλαδή παρά να είναι πολιτική, και να αναφέρεται στους στόχους και τις επιδιώξεις των πολιτικών πια, και όχι των τεχνοκρατών.

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ: 1979 - 1993 60,0 50,0 40,0 (α)

30,0

(β)

20,0 10,0 1993

1992

1991

1990

1989

1988

1987

1986

1985

1984

1983

1982

1981

1980

1979

0,0

(α): χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα από τις τράπεζες, ως ποσοστό του ΑΕγΠ. (β): χρηματοδότηση του δημόσιου τομέα.

ΠΟΣΟΣΤΑ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΤΩΝ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΚΛΑΔΩΝ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ: 1979 & 1993 50,0 45,0 40,0 35,0 30,0 25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0

1979

ΔΙΑΦΟΡΑ

ΟΙΚΙΣΜΟΣ

ΕΜΠΟΡΙΟ

ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ

ΓΕΩΡΓΙΑ

1993


274

ΕΣΥΕ

δ) όσον αφορά το βάρος του κάθε κλάδου στην συνολική χρηματοδότηση, οι μεγάλοι χαμένοι, και εδώ, ήταν η γεωργία και κυρίως η μεταποίηση της οποίας το μερίδιο μειώθηκε από το 47 στο 36%, ανάμεσα στο 1979 και το 1993. αντίθετα, το εμπόριο και ο οικισμός, οι σχεδόν απαγορευμένοι τομείς για τις τράπεζες την περίοδο της εκβιομηχάνισης, ή ορθότερα της προσπάθειας για την εκβιομηχάνιση, βλέπουν τα ποσοστά τους να αυξάνονται. ε) αν και το 1993 το ελληνικό τραπεζικό σύστημα παρέμενε κρατικό, 615 ήδη από το 1982,616 με την κατάργηση της Νομισματικής Επιτροπής, είχαν ξεκινήσει οι προσπάθειες για την απελευθέρωσή του. Προσπάθειες αντιφατικές, μιας και η εκάστοτε κυβέρνηση διόριζε ουσιαστικά τις διοικήσεις των τραπεζών, που όφειλαν να κινηθούν μεταξύ της επίτευξης του μεγαλύτερου δυνατού κέρδους των επιχειρήσεων που διοικούσαν, και των δεσμεύσεών τους προς τους διάφορους κυβερνητικούς παράγοντες. Θα χρειαστεί να περιμένουμε το 1992, ώστε να καταργηθεί ο νόμος σύμφωνα με τον οποίο τα ΝΠΔΔ και τα ασφαλιστικά ταμεία εκπροσωπούνταν στην Γενική Συνέλευση των μετόχων της ΕΤΕ από τον Υπουργό Οικονομικών. Όμως, όλη αυτή την περίοδο το στοίχημα δεν ήταν κρατικές ή ιδιωτικές τράπεζες. το παιγνίδι παιζόταν αλλού, και είχε να κάνει με την δυνατότητα ή μη του κράτους να χρηματοδοτεί τα ελλείμματά του μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος, δηλαδή μέσω της εκτύπωσης νέου χρήματος . δυνατότητα, που το 1994 καταργήθηκε ολοσχερώς.

6. ΟΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ, ΑΔΗΛΟΙ ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΕΙΣΡΟΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΕ

Η μόνη σημαντική ιδιωτικοποίηση στον τραπεζικό χώρο έγινε το 1991, και αφορούσε την πώληση από την Εμπορική της Τράπεζας Πειραιώς σε όμιλο επιχειρηματιών: Pagoulatos, σ. 189. 616 Για μια σύνοψη της απελευθέρωσης της χρηματοπιστωτικής αγοράς στην Ελλάδα: Παγουλάτος, σ. 438 – 439. 615


275

ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ 1981 - 1993 60,0 50,0 40,0

α

30,0

β

20,0

γ

10,0 1993

1992

1991

1990

1989

1988

1987

1986

1985

1984

1983

1982

1981

0,0

(α): το εξωτερικό εμπόριο (αξία εισαγωγών και εξαγωγών), ως ποσοστό του ΑΕγΠ. (β): το εμπόριο με τις χώρες της ΕΕ, ως ποσοστό του ΑΕγΠ (γ): το εμπόριο με τον υπόλοιπο κόσμο, ως ποσοστό του ΑΕγΠ.

α) όπως ήταν φυσικό, η συμφωνία σύνδεσης είχε σαν αποτέλεσμα το άνοιγμα της ελληνικής οικονομίας προς τις άλλες χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης . το άθροισμα της αξίας των εισαγωγών και των εξαγωγών μεταξύ 1981 – 1993, με τις χώρες αυτές, αυξάνεται από το 20 στο 30% του εγχώριου προϊόντος . το εμπόριο με τον υπόλοιπο κόσμο, αντίθετα, μένει σταθερό στο 20% του ΑΕγΠ. Έτσι το 1993, σε σχέση με το 1981, η συνολική αξία των εξωτερικού εμπορίου ως ποσοστό του ΑΕγΠ είναι υψηλότερη κατά δέκα μονάδες, και προσεγγίζει το 50%.

ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ 1981 - 1993 25,0 20,0 α

15,0

β 10,0

γ

5,0

(α): συνολικό εμπορικό έλλειμμα, ως ποσοστό του ΑΕγΠ. (β): εμπορικό έλλειμμα με τις χώρες της ΕΕ. (γ): εμπορικό έλλειμμα με τον υπόλοιπο κόσμο.

1993

1992

1991

1990

1989

1988

1987

1986

1985

1984

1983

1982

1981

0,0


276

ΕΣΥΕ

β) το άνοιγμα αυτό όμως, είναι ετεροβαρές, και έχει ως αποτέλεσμα την κατά 85% αύξηση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου, που από 13,8% του ΑΕγΠ το 1981, αυξήθηκε στο 21,3% το 1993. Η αύξηση του ελλείμματος, με τη σειρά της, δεν είναι ισόμετρη: το έλλειμμα με τον υπόλοιπο, εκτός των χωρών της ΕΕ κόσμο, αυξήθηκε από 6 σε 8,1 ποσοστιαίες μονάδες του εγχώριου προϊόντος, το έλλειμμα όμως με τις χώρες της Ένωσης αυξήθηκε κατά 5,8 μονάδες και πέρασε από το 7,8 στο 13,6% του ΑΕγΠ. Αυτή η κατά 75% αύξηση του ελλείμματος με τους εμπορικούς μας εταίρους, μέσα σε 12 χρόνια, δείχνει το μέγεθος της αναστάτωσης που προκάλεσε στην ελληνική οικονομία η ένταξη στην τότε ΕΟΚ. γ) τα αντισταθμιστικά οφέλη εμφανίστηκαν ουσιαστικά στα μέσα της δεκαετίας του ’80, και πήραν την μορφή διάφορων Προγραμμάτων και Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης που αφορούσαν συνολικά την μεταφορά πόρων από τις βόρειες πλουσιότερες χώρες προς τις φτωχότερες νότιες, την Ισπανία, την Πορτογαλία, και την Ελλάδα. Στην πράξη, ο προηγμένος βιομηχανικά βοράς χρηματοδότησε μια σειρά έργων υποδομής και σχεδίων αναδιάρθρωσης της γεωργίας των μεσογειακών χωρών, με αντάλλαγμα την ελεύθερη διείσδυση των προϊόντων του στον ευρωπαϊκό νότο. Αθροιστικά, τα ποσά που εισέπραξε η Ελλάδα κατά την περίοδο 1981 – 93 αντιστοιχούσαν στο 36% του εγχώριου προϊόντος της.

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΕΣ ΑΠΟΛΗΨΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΕ: 1981 - 1993 16,0 14,0 12,0 10,0 8,0

(α) (β)

6,0 4,0

1993

1992

1991

1990

1989

1988

1987

1986

1985

1984

1983

1982

1981

2,0 0,0

(α): εμπορικό έλλειμμα με τις χώρες της ΕΕ, ως ποσοστό του ΑΕγΠ. (β): καθαρές εισροές από τα ευρωπαϊκά ταμεία, ως ποσοστό του ΑΕγΠ. ΥΠΕΘΟ


277

ΠΟΣΟΣΤΟ ΚΑΛΥΨΗΣ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΔΗΛΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΕ: 1981 - 1993 100,0 80,0 60,0

(α)

40,0

(β)

20,0 1993

1992

1991

1990

1989

1988

1987

1986

1985

1984

1983

1982

1981

0,0

(α): ποσοστό κάλυψης του εμπορικού ελλείμματος από το καθαρό αποτέλεσμα του ισοζυγίου των άδηλων πόρων. (β): ποσοστό κάλυψης του εμπορικού ελλείμματος από το ισοζύγιο των άδηλων πόρων και τις ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις. ΕΣΥΕ και ΥΠΕΘΟ.

Είναι πολύ δύσκολο να κάνει κανείς την αποτίμηση της πρώτης αυτής φάσης της ένταξης της χώρας μας στην ΕΕ. Είναι βέβαιο ότι η ελληνική οικονομία περνά την μεγαλύτερη κρίση της, από το τέλος της περιόδου της ανασυγκρότησης, δηλαδή από το 1953. μια βιαστική ανάγνωση των στοιχείων, θα οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι η κρίση αυτή οφείλεται ακριβώς στην ένταξη στην ΕΕ, και είναι το άμεσο αποτέλεσμά της. Θα ήταν όμως, κατά την γνώμη μου, μια βιαστική ανάγνωση: όλα τα στοιχεία που προανήγγειλαν την κρίση προϋπήρχαν, και είναι άσχετα με την ένταξη στην Κοινότητα. ας θυμηθούμε μόνο την υπερχρέωση των μεγάλων βιομηχανικών μονάδων, που λίγο έλλειψε να οδηγήσει σε μια συνολική κατάρρευση το τραπεζικό σύστημα. Έτσι λοιπόν, η ένταξη πραγματοποιήθηκε την στιγμή που το μεταπολεμικό μοντέλο ανάπτυξης βρίσκεται σε κρίση, και την οξύνει. μόνο που το μέγεθος του αδιέξοδου δεν είναι ακόμα ορατό, γιατί κρύβεται πίσω από την αύξηση του δημόσιου δανεισμού, και τις ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις.


278

ΟΙ ΑΔΗΛΟΙ ΠΟΡΟΙ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ 1979 - 1993 5,0 4,5 4,0 3,5 3,0 2,5 2,0 1,5 1,0 0,5 0,0

(α) (β)

1993

1992

1991

1990

1989

1988

1987

1986

1985

1984

1983

1982

1981

1980

1979

(γ)

(α): ταξιδιωτικό συνάλλαγμα. (β): μεταφορές. (γ): μεταναστευτικό συνάλλαγμα. Πρόκειται για το καθαρό αποτέλεσμα, εισπράξεις μείον πληρωμές. ΕΣΥΕ

δ) το ίδιο διάστημα η συμβολή του ισοζυγίου των άδηλων πόρων, στο οποίο παραδοσιακά στηριζόταν η ελληνική οικονομία για την κάλυψη του εμπορικού της ελλείμματος, μειώνεται σημαντικά. Αν το 1981 το καθαρό άθροισμα του τουριστικού, ναυτιλιακού, και μεταναστευτικού συναλλάγματος έφθανε το 88% του εμπορικού ελλείμματος, το 1993 ήταν ίσο μόλις με το 47%, έχοντας όμως αυξηθεί σε απόλυτους αριθμούς από 4,1 σε 6,4 δις δολάρια. Η Ελλάδα στηριζόταν όλο και περισσότερο στην χρηματοδότηση της ΕΕ για να καλύψει το, συνεχώς διευρυνόμενο, εμπορικό της έλλειμμα. και το μέγεθος αυτής της χρηματοδότησης ήταν αποτέλεσμα των συμμαχιών μεταξύ κρατών, που κάθε φορά διαμορφωνόταν στα κοινοτικά όργανα.

VIγ) ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ: ΠΡΟΣ ΕΝΑ ΣΤΑΣΙΜΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ Η ΕΤΗΣΙΑ ΦΥΣΙΚΗ ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ (‰): 1970 - 1993


279

9,00 8,00 7,00 6,00 5,00 4,00 3,00 2,00 1,00 1992

1990

1988

1986

1984

1982

1980

1978

1976

1974

1972

1970

0,00

ΕΣΥΕ

α) τα χρόνια 1970 – 1993, το κύριο χαρακτηριστικό στον χώρο της δημογραφίας ήταν η μετάβαση από ένα πλεονασματικό ανθρώπινο ισοζύγιο, στην στασιμότητα: με τον ρυθμό φυσικής αύξησης του 1970, ο πληθυσμός της χώρας θα αυξανόταν κατά 27% μέσα σε τριάντα χρόνια. με αυτόν του 1993, η αύξηση θα περιοριζόταν σε 1,2%. Η ΦΥΣΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ: 1980 – 1993 (‰) 14,0 12,0

13,0 10,0

10,0

10,4

9,4

8,0

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ ΕΛΛΑΔΑ

6,0 4,0

2,6

2,0

0,6

0,0 Γεννήσεις

Θάνατοι

Φυσική κίνηση π ληθυσμού

Επεξεργασία των στοιχείων του Mitchell. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος, είναι ο απλός αριθμητικός όλων των χωρών εκτός της Ρωσίας, της Τσεχοσλοβακίας και της Γιουγκοσλαβίας.

Η μείωση οφείλεται αποκλειστικά στην μείωση της γεννητικότητας που πέφτει από το 16,5 το 1970, στο 9,8‰ το 1993, και η έναρξή της ταυτίζεται χρονικά με την


280

ΟΜΑΔΕΣ ΗΛΙΚΙΩΝ: 1951 - 1991 80 70 60 50 40 30

0-14 15-64

29

27

20 10

25

7

8

1951

1961

24 11

13

19

65 ΚΑΙ ΑΝΩ 14

0 1971

1981

1991

ΕΣΥΕ

δεύτερη πετρελαϊκή κρίση. στο δίλλημα περισσότερα παιδιά ή συγκράτηση του βιοτικού επιπέδου, οι έλληνες (και οι ελληνίδες) προέκριναν σαφώς την δεύτερη απάντηση. Η αλλαγή στις απόψεις για το επιθυμητό μέγεθος της οικογένειας γίνεται ακόμα πιο εντυπωσιακή, αν δει κανείς την ταχύτητα της αντίδρασης: μέσα σε δεκατρία χρόνια, η ετήσια πληθυσμιακή αύξηση από 7‰, έπεσε κάτω από την μονάδα. Το μέσο μέγεθος του νοικοκυριού μειώθηκε αντίστοιχα, από 3,4 μέλη το 1970, σε 3,0 πρόσωπα το 1991.617 Η εικόνα της κοινωνίας, τέλος, αλλάζει: ο αριθμός των νέων ανθρώπων, αυτών που είναι μέχρι 14 χρόνων, μειώνεται απότομα, σε μια δεκαετία, από το 24 στο 19% του συνόλου. β) το κύριο χαρακτηριστικό στον χώρο της υγείας κατά την δεκαετία του ’80, ήταν η αύξηση της κρατικής παρέμβασης και ταυτίστηκε με το πρόσωπο ενός στελέχους πρώτης γραμμής του κυβερνώντος κόμματος, του Γιώργου Γεννηματά. Στόχος ήταν η παροχή αξιοπρεπών και υψηλού επιπέδου υπηρεσιών υγείας προς όλους, ανεξαρτήτως του εισοδήματός τους. 618 Για τον σκοπό αυτό χρειαζόταν μια συνολική αναδιάρθρωση του συστήματος, με τον περιορισμό των ιδιωτικών θεραπευτηρίων,619 την ενδυνάμωση των δημόσιων νοσοκομείων, και την εργασία σε αυτά γιατρών με συνθήκες πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.620 ΕΣΥΕ. Δεν παρέχονται οποιεσδήποτε, κοινωνικού χαρακτήρα, διευκρινήσεις. Ουσιαστικά επρόκειτο για την μεταφορά στα καθ’ ημάς των βασικών αρχών του βρετανικού συστήματος υγείας που ξεκίνησε να τίθεται σε λειτουργία από το 1942, μεσούντος του πολέμου, κάτω από την διεύθυνση του W. Beveridge. Οι απόψεις του Beveridge (Social Insurance and Allied Services, 1942), αποτέλεσαν στην συνέχεια τον βασικό κορμό του προγράμματος του Εργατικού Κόμματος σε αυτόν τον τομέα μετά τον πόλεμο. 619 Από τον Οκτώβριο του 1982, το δημόσιο άρχισε να αγοράζει ιδιωτικές κλινικές: Το Βήμα, 10/10/1982. Το 1991 τα κρεβάτια στα δημόσια νοσοκομεία είχαν αυξηθεί σε 36 χιλιάδες από 32,5 χιλιάδες (1980). το σύνολο όμως των διαθέσιμων κλινών είχε μειωθεί, σε 51 από 54 χιλιάδες: ΕΣΥΕ. 620 Όλοι οι γιατροί των ασφαλιστικών ταμείων θα εντάσσονταν στο Εθνικό Σύστημα Υγείας: Το Βήμα, 19/12/1982. 617 618


281

ΚΡΑΤΙΚΗ ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΗ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕΕ: 1980 - 1990 8,0 7,0 6,0 5,0 4,0 3,0 2,0 1,0 0,0 1980 1981 1982 1983 1984 1985 1986 1987 1988 1989 1990

Πρόκειται για τις κρατικές επιχορηγήσεις σε ιδρύματα κοινωνικής πρόνοιας, δημόσια νοσοκομεία, την κάλυψη των αναγκών φαρμακευτικής αγωγής κλπ. ΑΕΕ: Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα. ΕΣΥΕ

Η χρηματοδότηση αυτού του προγράμματος ήταν εξαιρετικά δαπανηρή, και ανέβασε τις κρατικές δαπάνες στον χώρο τις υγείας από το 1,4 στο 7,4% του εθνικού εισοδήματος. για την μακροχρόνια συντήρησή του, θα έπρεπε να συντελεστεί παράλληλα μια αντίστοιχου μεγέθους μεταρρύθμιση στο φορολογικό σύστημα, που έχουμε δει ότι δεν έγινε. γ) ξέχωρα όμως από την αυξημένη κρατική παρέμβαση, το σύνολο των υπηρεσιών υγείας εξαπλώνεται όλο και περισσότερο μεταξύ του πληθυσμού. Οι γιατροί θα αυξηθούν από 23 σε 37 χιλιάδες μέσα σε δέκα χρόνια . το 1991 αντιστοιχούσε ένας γιατρός σε κάθε 275 άτομα, ενώ 15 χρόνια πριν, το 1977, η αναλογία ήταν ένας γιατρός για κάθε 450 κατοίκους. Η αύξηση των δαπανών για την υγεία δεν οφείλεται μόνο στην αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης, αλλά και της ιδιωτικής: ανάμεσα στο 1984 και το 1991, οι κατά κεφαλήν δαπάνες των νοικοκυριών για ιατρικές υπηρεσίες στην χώρα μας υπερδιπλασιάστηκαν, αν και παρέμεναν από τις χαμηλότερες της Ευρώπη . το 1991, κάθε έλληνας ξόδευε 143 ecu σε αυτόν τον τομέα, ενώ στην τότε ΕΕ το ποσόν ήταν πέντε φορές μεγαλύτερο και έφθανε τα 772 ecu.621 δ) αυτές οι αυξημένες δαπάνες φέρνουν, όπως ήταν επόμενο, τα αποτελέσματά τους, αν και οποιαδήποτε αξιολογική αποτίμηση είναι αδύνατη στα πλαίσια αυτού του έργου. Η προσδοκώμενη διάρκεια ζωής πάντως συνεχίζει να αυξάνεται, και το 1990 έφθανε τα 74,6 χρόνια για τους άνδρες και τα 79,4 για τις γυναίκες.

621

ΕΣΥΕ.


282

ΠΡΟΣΔΟΚΩΜΕΝΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΖΩΗΣ 1960 - 1990 82 80 78 76 74 72 70 68 66 64 62 60

ΑΝΔΡΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ

1960

1970

1980

1990

ΕΣΥΕ

ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΑΝΑ ΔΕΚΑΕΤΙΑ 1940 - 1990 ΑΥΞΗΣΗ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝ ΑΡΙΘΜΟΣ Η ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΕΤΟΣ (χιλ.) % ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ 1940

7.344

1951

(α) 7.632

3,9

Πόλεμος - Κατοχή

1961

8.388

9,9

"Κλειστά" σύνορα

1971

8.768

4,5

1981

9.740

11,1

Μετανάστευση Επαναπατρισμός μεταναστών

1991

10.256

5,3

Μείωση των γεννήσεων

(α): από την αύξηση των 288 χιλιάδων, οι 121 οφείλονται στην προσάρτηση της Δωδεκανήσου. ΕΣΥΕ

ε) από τις απογραφές που διενεργεί η ΕΣΥΕ, βλέπουμε ότι η πληθυσμιακή ανάπτυξη από το 1940 και στη συνέχεια, υπήρξε άνιση. Την ουσιαστική στασιμότητα της εμπόλεμης δεκαετίας του 1940, ακολούθησε η έκρηξη της δεκαετίας του ’50, που βάρυνε την ελληνική κοινωνία, καθώς πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες οικονομικής στασιμότητας και οι μεταναστευτικές δυνατότητες ήταν ελάχιστες. Η μεγάλη φυγή πραγματοποιήθηκε την δεκαετία του ’60, και ανακόπηκε από τις κρίσεις των οικονομιών της Δύσης, στις οποίες κατέφευγε το πλεονάζον εργατικό δυναμικό. Η δεκαετία του ’70 ήταν η περίοδος της επιστροφής, της επανεγκατάστασης σε μια χώρα που άλλαζε, και που προσπαθούσε με την σειρά της να προσαρμοστεί στις νέες διεθνείς οικονομικές συνθήκες. Όλες αυτές οι αλλαγές όμως πραγματοποιήθηκαν, όχι τόσο ως


283 αποτέλεσμα της φυσικής κίνησης του πληθυσμού, της μεταβολής του ισοζυγίου γεννήσεις / θάνατοι, όσο λόγω αλλαγών στον διεθνή οικονομικό (και όχι μόνο) περίγυρο. Από αυτή τη σκοπιά, η δεκαετία του 1980 θα φέρει την μεγάλη αλλαγή, καθώς ο πληθυσμός προσαρμόζει συνειδητά το μέγεθός του στα οικονομικά όρια που του θέτει η ίδια του η χώρα.

VIδ) Η ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΣΜΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: 1971 - 1991 (ποσοστό %) Κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου Πτυχιούχοι Ανωτάτων Σχολών Πτυχιούχοι Ανωτέρων Σχολών Φοιτητές (α) Απόφοιτοι Μέσης Εκπαίδευσης Απόφοιτοι Γυμνασίου Απόφοιτοι Στοιχειώδους Εκπαίδευσης Δεν τελείωσαν τη Στοιχειώδη Εκπαίδευση Αγράμματοι ΣΥΝΟΛΟ

1971

1981

2,6

4,0 1,9 1,9 13,7 10,0 44,2 15,7 8,7 100,0

9,8 44,7 30,1 12,9 100,0

1991 0,4 6,2 2,0 2,8 20,7 10,8 39,7 10,6 6,8 100,0

(α): ανώτερων και ανώτατων σχολών Τα στοιχεία, με βάση τις αντίστοιχες απογραφές, αφορούν τον πληθυσμό 10 ετών και άνω. ΕΣΥΕ.

α) ολόκληρη την μεταπολεμική περίοδο, και παρά τις ό,ποιες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις συνέβησαν, το κύριο χαρακτηριστικό των εκπαιδευτικών μηχανισμών αποτελεί η συνεχής τους εξάπλωση, και η άμβλυνση του έμφυλου διαχωρισμού που τους διαπερνούσε κατά τα χρόνια του μεσοπολέμου. 622 Έτσι, οι αγράμματοι μειώνονται σχεδόν στο μισό ανάμεσα στο 1971 και το 1991 ενώ, στο άλλο άκρο, οι πτυχιούχοι ανωτάτων σχολών υπερδιπλασιάζονται. 623 Το 1991 μάλιστα εμφανίζεται μια ιδιαίτερη κατηγορία στις στατιστικές απογραφές, οι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, που αποτελούσαν το 6% των αποφοίτων του πανεπιστημίου. Οι φραγμοί ανάμεσα στις διάφορες βαθμίδες της εκπαίδευσης γίνονται περισσότερο ελαστικοί, δεν παύουν όμως να υφίστανται: το 1980 το 15% των μαθητών των γυμνασίων – λυκείων θα περνούσαν σε κάποιο πανεπιστήμιο ή πολυτεχνείο, ενώ δέκα χρόνια αργότερα το ποσοστό θα ανέβει στο 19% . Όμως, αν και το 1991 τα κορίτσια αποτελούσαν την πλειοψηφία στο φοιτητικό σώμα, υπήρχαν σχολές στις οποίες είχαν πολύ μικρή πρόσβαση: στο Πολυτεχνείο μόνο μία στους τέσσερις φοιτητές ήταν γένους θηλυκού, ενώ στην Φιλοσοφική της Αθήνας το ποσοστό έφθανε το 85%: ΕΣΥΕ. 623 Όμως, ενώ το 3,6% των ανδρών ήταν αναλφάβητοι το 1991, το ποσοστό μεταξύ των γυναικών, ανερχόταν ακόμα στο 9,8%. 622


284

Η ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ: 1980 – 1991 (οι απόλυτοι αριθμοί σε χιλ.) 1980 1991 ΕΠΙΠΕΔΟ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΥΝΟΛΟ ΚΟΡΙΤΣΙΑ % ΣΥΝΟΛΟ ΚΟΡΙΤΣΙΑ Δημοτική (α) 899 432 48,1 812 393 Μέση (β) 668 332 49,7 603 293 Τεχνική Επαγγελματική (γ) 138 34 24,6 204 43 Ανώτατη (δ) 100 46 46,0 116 62 (β+γ) / (α) (δ) / (β) (δ) / (α)

0,90 0,15 0,11

ΚΟΡΙΤΣΙΑ % 48,4 48,6 21,1 53,4

0,99 0,19 0,14

ΕΣΥΕ

ΦΟΙΤΗΤΕΣ / ΜΑΘΗΤΕΣ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ 1990

ΒΡΕΤΑΝΙΑ

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

ΙΣΠΑΝΙΑ

ΕΛΛΑΔΑ

ΓΑΛΛΙΑ

ΙΤΑΛΙΑ

ΓΕΡΜΑΝΙΑ

0,50 0,45 0,40 0,35 0,30 0,25 0,20 0,15 0,10 0,05 0,00

Από τους πίνακες I1 και Ι2 του Mitchell.

αντίθετα, η πρόσβαση στην δευτεροβάθμια τεχνική ή γενική εκπαίδευση είναι κυριολεκτικά καθολική και αφορά το 99% των παιδιών του δημοτικού σχολείου. Το 1990 αντιστοιχούσαν 14 φοιτητές σε κάθε 100 μαθητές του δημοτικού σχολείου, ενώ το 1971 μόνον έξι.624 Η αύξηση της αναλογίας όσων βρίσκονταν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση συμβαδίζει με την αύξηση του φοιτητικού πληθυσμού στις ευρωπαϊκές χώρες, ενώ η σχετική θέση της Ελλάδας δεν φαίνεται να αλλάζει: οι φοιτητές της είναι λίγοι σε σχέση με αυτούς των 624

Εδώ, σ. 198.


285 προηγμένων χωρών της Ένωσης, ελαφρά περισσότεροι όμως αν η σύγκριση γίνει με τις οικονομίες του νότου, που υστερούν. ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕΠ: 1986

Τουρκία

Ελλάδα

Γιουγκοσλαβία

Πορτογαλία

Γερμανία

ΗΠΑ

Βρετανία

Γαλλία

6,0 5,0 4,0 3,0 2,0 1,0 0,0

ΟΟΣΑ, 1996.

β) αν, κατά την δεκαετία του ’80, η αύξηση των δαπανών για την δημόσια υγεία ήταν όντως εντυπωσιακή, σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσαμε να πούμε ότι έγινε κάτι ανάλογο στον χώρο της παιδείας. Οι τακτικές δαπάνες του Υπουργείου Παιδείας αυξήθηκαν, μεταξύ 1981-91, από το 2,9 στο 3,6% του ΑΕΠ,625 και με τέτοια ποσά στην διάθεσή του ο εκάστοτε υπουργός ελάχιστα πράγματα μπορούσε να κάνει, πέρα από την αναγγελία των καλών του προθέσεων και την τελετουργική εξαγγελία αλλαγών, που άλλαζαν διάφορες πλευρές του συστήματος που είχε προσπαθήσει να υλοποιήσει ο προκάτοχός του. Το 1986, η Ελλάδα είχε, ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ, το μικρότερο ποσοστό δημόσιων δαπανών για την παιδεία ως προς το ΑΕΠ, με μόνη να υπολείπεται την Τουρκία. Τις ελλείψεις κάλυπτε, και καλύπτει, ένα ολόκληρο σύστημα φροντιστηρίων και ιδιαίτερων μαθημάτων, που τελικό στόχο έχουν την προετοιμασία για την κρισιμότερη στιγμή της εκπαιδευτικής ζωής όλων, τις

Οι τακτικές δαπάνες αφορούν τα έξοδα μισθοδοσίας, και άρα γα να βρούμε το σύνολο των δημόσιων δαπανών θα πρέπει να προσθέσουμε και τα αντίστοιχα ποσά από τον προϋπολογισμό των επενδύσεων: το 1987, το άθροισμα των δύο αυτών κονδυλίων έφθανε το 3,6% του ΑΕΠ: Κτενάς Ε. – Γείτονα Μ., «Δημόσιες Δαπάνες Εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Συγκριτική Μελέτη των Περιόδων: 1974-1981 και 1982-1989», Σύγχρονη Εκπαίδευση, τχ. 78, 1994. 625


286

ΦΤΩΧΕΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΚΠΑΊΔΕΥΣΗΣ 1981 - 1982 56,3 53,2

60,0 50,0

36,3

40,0 30,0

Φτωχοί

21,0

18,1

20,0 7,7

6,5

0,9 Απολυτήριο Δημοτικού

Απολυτήριο Μέσης Εκπαίδευσης

Πτυχία Ανώτερης Ανώτατης Εκπαίδευσης

0,0

Δεν τελείωσαν Δημοτικό

10,0

Μη - φτωχοί

Χρυσάκης, σ. 338. Για τον ορισμό της φτώχειας εδώ, σ. 236.

εισαγωγικές εξετάσεις στα Πανεπιστήμια.626 Το κόστος λειτουργίας αυτού του παράλληλου κυκλώματος παραμένει άγνωστο.627 γ) ο λόγος για τον οποίο η ζήτηση για σπουδές εκδηλωνόταν τόσο έντονα ήταν γιατί, ακόμα στις αρχές της δεκαετίας του ’80, αποτελούσαν ένα όπλο άμυνας απέναντι στη φτώχεια. Σύμφωνα με μια έρευνα του ΕΚΚΕ, των ετών 1981-82, οι φτωχοί μεταξύ των πτυχιούχων ήταν λίγοι, μόλις το 11% . ακόμα και το απολυτήριο της Μέσης Εκπαίδευσης λειτουργούσε εκείνα τα χρόνια σχετικά αποτελεσματικά απέναντι στον κίνδυνο της φτώχειας, που τότε ταυτιζόταν σχεδόν με την αγραμματοσύνη. δ1) Καθώς το εκπαιδευτικό σύστημα επεκτείνεται συνεχώς, οι δυνατότητες πρόσβασης στην ανώτερη –την τριτοβάθμια- εκπαίδευση φαίνεται ότι είναι σχετικά προσπελάσιμες από όλους, τουλάχιστον την δεκαετία του 1980, Η όλη διαδικασία παραπέμπει στην εισαγωγή νέων μελών σε κάποια κλειστή ομάδα, σε μια μασονική στοά για παράδειγμα. Μόνο που εδώ τα πάντα γίνονται δημόσια, ως εάν η δημοσιότητα να απέκλειε την αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων. Και τα μεν αποτελέσματα, από όσα γνωρίζουμε, πράγματι είναι αντικειμενικά . το ενδιαφέρον όμως είναι ότι ούτε την δεκαετία του ’80, που περίσσευε η αριστερή ρητορεία και το ενδιαφέρον για τα δικαιώματα διάφορων αποκλεισμένων ομάδων, η όλη διαδικασία επιλογής τέθηκε σε αμφισβήτηση. Οι αποτυχόντες όφειλαν, και οφείλουν, να αρκεστούν σε ένα παρηγορητικό λόγο του υπουργού ή, αν οι οικογένειές τους είχαν την οικονομική δυνατότητα, να εγγραφούν σε κάποιο πανεπιστήμιο του εξωτερικού. 627 Το 1991, η κατά κεφαλήν κατανάλωση των νοικοκυριών για «εκπαίδευση, μόρφωση και αναψυχή [;]» έφθανε τα 230 ecu. αυτό το, «και αναψυχή», κάνει αδύνατη την σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη χώρα: ΕΣΥΕ 1992-1993, πίνακας σ. 522. 626


287 ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΑΝΩΤΑΤΩΝ ΣΧΟΛΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΠΕΔΟ ΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΤΟΥΣ 1981 - 1993 (%) 1981 1993 ΕΠΙΠΕΔΟ ΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ (α1) (β1) (α2) (β2) Πτυχιούχοι Ανωτάτων και Ανωτέρων Σχολών 9,7 19,3 13,7 33,0 Απόφοιτοι Μέσης Εκπαίδευσης 15,9 28,9 28,7 30,7 Απόφοιτοι Στοιχειώδους Εκπαίδευσης 60,1 41,0 50,4 30,7 Δεν ετελείωσαν την Στοιχειώδη Εκπαίδευση 14,3 10,8 7,2 5,7 ΣΥΝΟΛΟ 100,0 100,0 100,0 100,0 (α1), (α2): ποσοστό κάθε κατηγορίας στον ανδρικό ενεργό πληθυσμό 40 ετών και άνω. (β1), (β2): αντιπροσώπευση κάθε κατηγορίας στους πατέρες των φοιτητών. ΕΣΥΕ, Στατσιστική της εκπαιδεύσεως, 1981 και 1993. Τα στοιχεία για τον ενεργό πληθυσμό με βάση τις απογραφές του 1981 και 1991.

για την οποία διαθέτουμε στοιχεία.628 Μια προσεκτική ματιά όμως δείχνει ότι τα πράγματα δεν ήταν ακριβώς έτσι: ακόμα και το 1993, οι πιθανότητες ο πατέρας κάποιου φοιτητή/ας να είχε τελειώσει το πανεπιστήμιο ήταν πολλαπλάσιες από την άλλη ακραία πιθανότητα, να μην είχε τελειώσει ούτε την στοιχειώδη εκπαίδευση. Η πολιτιστική «κληρονομιά» της οικογένειας, πλούσια ή φτωχή, ακολουθούσε τους απογόνους με ό,τι αυτό συνεπάγονταν. ΕΝΕΡΓΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΠΑΤΕΡΑ ΣΤΟΝ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ: 1993 (ποσοστό %)

40,0 35,0 30,0 25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0

(α)

Προσωπικές υπηρεσίες

Τεχνίτες και εργάτες

Γεωργικά επαγγέλματα

Εμποροι, πωλητές

Επαγγέλματα απασχολήσεως σε γραφείο

Επαγγέλματα διοικήσεως και διευθύνσεως

Επιστημονικά ελευθέρια επαγγέλματα

(β)

(α) ανδρικός ενεργός πληθυσμός 40 ετών και άνω. (β): πατέρες φοιτητών. ΕΣΥΕ. Οι Στατιστικές της Εκπαιδεύσεως παρέχουν στοιχεία για το μορφωτικό επίπεδο και το επάγγελμα των γονέων των φοιτητών από το 1981 και μέχρι το 1993: ΕΣΥΕ 628


288 δ2) στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουμε και αν πάρουμε σαν άξονα αναφοράς το επάγγελμα των πατέρων των φοιτητών . εδώ, τα επαγγέλματα που προϋποθέτουν κάποιες γραμματικές ή τεχνικές – θεωρητικές γνώσεις υπεραντιπροσωπεύονται, σε αντίθεση με τους γεωργούς, τους τεχνίτες και εργάτες ή τους έμπορους και πωλητές. Το σχολείο δεν λειτουργεί σε κάποιο φανταστικό κοινωνικό κενό, αλλά επιβεβαιώνει τις προϋπάρχουσες διακρίσεις που οφείλονται στις οικογενειακές καταβολές. και αν είναι ανοικτό στα παιδιά των κατώτερων μορφωτικά ή επαγγελματικά ομάδων, αυτό σε μαγάλο βαθμό δεν οφείλεται παρά στην διεύρυνση των μηχανισμών του.

VIε) ΚΡΙΣΗ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ – ΣΤΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ ΑΣΤΙΚΟΣ, ΗΜΙΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ 1981 - 1991 ( σε χιλ.) % ΣΥΝΟΛΟΥ 1981 1991

1981

1991

Αστικός πληθυσμός Αθήνα (α) Θεσσαλονίκη (α) Πάτρα (α)

5.659 3.027 706 154

6.038 3.072 749 170

58,1 31,1 7,2 1,6

58,9 29,9 7,3 1,7

Ημιαστικός πληθυσμός

1.125

1.318

11,6

12,8

Αγροτικός πληθυσμός

2.955

2.902

30,3

28,3

ΣΥΝΟΛΟ

9.740

10.259

100,0

100,0

ΕΣΥΕ

α) κατά την δεκαετία του ’80, και για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο, η αστικοποίηση ουσιαστικά σταματά. Αν και σε απόλυτα μεγέθη ο πληθυσμός των πόλεων αυξάνεται ελαφρά, ως ποσοστό του συνολικού πληθυσμού δεν θα αυξηθεί παρά κάποια δέκατα της μονάδας, και θα παραμείνει στο 58%. Η κατάσταση αυτή αφορά τόσο τα μεγάλα πολεοδομικά συγκροτήματα, με πρώτο αυτό της Αθήνας, όσο και τις μικρότερες πόλεις, αν και λίγες από αυτές τις τελευταίες καταφέρνουν να αυξήσουν τον κόσμο τους, όπως τα Ιωάννινα, ο Πύργος ή η Κόρινθος. Πρόκειται όμως για εξαιρέσεις, που δεν αλλάζουν την συνολική εικόνα. ο κόσμος των πόλεων παύει να είναι ελκυστικός και να αποτελεί πόλο έλξης, για όσους κατοικούν έξω από αυτές. β) ας μείνουμε για λίγο, όπως κάνουμε συνήθως, στην Αθήνα, και ας προσπαθήσουμε να δούμε γιατί σταματά να αναπτύσσεται κατά την δεκαετία του 1980; Μια πρώτη απάντηση θα ήταν, ότι η ζωή εδώ είχε καταντήσει ανυπόφορη. Η μόλυνση, από τις βιομηχανικές δραστηριότητες και τα συνεχώς αυξανόμενα αυτοκίνητα, μιας και η πρωτεύουσα ήταν από τις λίγες ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις που δεν διέθεταν υπόγειο σιδηρόδρομο, οδήγησαν το 1982 την κυβέρνηση στην απόφαση να διακόψει, για ένα μήνα, την λειτουργία 1.500


289 εργοστασίων, ώστε να «συγκρατήσει την ρύπανση στα όρια κινδύνου» - στην πραγματικότητα μπορούμε να είμαστε βέβαιοι, ότι αυτά είχαν ήδη ξεπεραστεί προ πολλού.629 Την επόμενη χρονιά δίνονται κίνητρα «για αποκέντρωση. Πριμ 100.000 και 5.000 τον μήνα για όποιον φύγει από την Αθήνα», ενώ το κράτος θα του πλήρωνε και τα εισιτήρια.630 Όλα τούτα βέβαια δρούσαν αποτρεπτικά για όποιον επαρχιώτη σκεφτόταν να δοκιμάσει την τύχη του στην Αθήνα, αν και είχε εξασφαλισμένο, σε περίπτωση που τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά, τουλάχιστον το εισιτήριο της επιστροφής, εκτός και αν ήταν άτυχος. αν το 1977 32 αθηναίοι πνίγηκαν από την νεροποντή, ακριβώς δέκα χρόνια αργότερα την πόλη χτύπησε ο καύσωνας, αφήνοντας πίσω του εκείνο το καλοκαίρι 300 νεκρούς, κυρίως ανθρώπους μεγάλης ηλικίας που έμεναν μόνοι. 631 Ψάχνει κανείς, φυλλομετρώντας τις παλιές εφημερίδες ή/και φέρνοντας στη μνήμη του γεγονότα που και ο ίδιος έχει ζήσει, να βρει που κρύβονται οι αλληλεγγυότητες αυτής της πόλης. Όχι πάντως στις ερωτικές πρακτικές των ανθρώπων της. οι τελευταίες, αντίθετα, θυμίζουν «αταξίες» των χωρικών σε αποθήκες, γεμάτες ή άδειες από σιτηρά, έναν ή και περισσότερους αιώνες πριν: το 1990, σύμφωνα με το τμήμα εφηβικής γυναικολογίας του νοσοκομείου «Αλεξάνδρα», το 10% των εγκύων στην Αθήνα ήταν ανήλικες. 632

Η ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ: 1970 - 1993 30.000

45,0 40,0 35,0 30,0 25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0

25.000 20.000 15.000 10.000 5.000

ΠΟΣΟΣΤΟ %

1992

1990

1988

1986

1984

1982

1980

1978

1976

1974

1972

1970

0

ΑΘΗΝΑ

ΑΘΗΝΑ: όγκος, σε χιλ. μ3, των νέων νόμιμων οικοδομών, με βάση τις πολεοδομικές άδειες. ΠΟΣΟΣΤΟ %: ποσοστό, με βάση τον όγκο, των νέων οικοδομών στο σύνολο της χώρας που αφορούν την Αθήνα. Το Βήμα, 12/5/1982. Όχι, δεν διαβάζουμε κάποια σατυρική εφημερίδα, αλλά Τα Νέα: 5/8/1983. Το 1983, ο κατώτερος μισθός ήταν 22.650 δρχ. 631 Ή που τους άφησαν μόνους. Μια διαδεδομένη συνήθεια ήταν, για όσους είχαν τις κατάλληλες γνωριμίες, να εισάγουν τους γονείς τους, με ψευδείς ιατρικές βεβαιώσεις, σε ένα νοσοκομείο για κάποιες μέρες, και έπειτα απερίσπαστοι να φεύγουν για τις διακοπές τους. Άλλοι πάλι, δεν φρόντιζαν ούτε γι’ αυτό: Τα Νέα, 25/7/1987. 632 Τα Νέα, 8/2/1992. 629 630


290 ΕΣΥΕ.

γ) η γρήγορη και άναρχη ανάπτυξη της Αθήνας έκαναν δύσκολη την ζωή των ανθρώπων της, αυτό όμως δεν αρκεί για να εξηγήσει τα πάντα. Που θα έβρισκε αλήθεια δουλειά ο επαρχιώτης, εφοδιασμένος συνήθως –αλλά όχι πάντα-με το απολυτήριο του Δημοτικού, τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια μετά την εγκατάστασή του στην πρωτεύουσα; Στην οικοδομή και σε κάποια βιοτεχνία ή βιομηχανία συνήθως,633 μόνο που και στους δύο αυτούς τομείς οι θέσεις εργασίας μειώνονταν. Η οικοδομική δραστηριότητα στην Αθήνα, βρίσκεται σε μόνιμη κρίση από το 1980: το 1984, ο όγκος των νέων νόμιμων οικοδομών αντιστοιχεί μόλις στο 20% αυτών του 1979. στη συνέχεια θα υπάρξει ανάκαμψη, που όμως δεν θα φθάσει παρά το 55% του παλιού καλού καιρού. Στην πραγματικότητα, αν θέλουμε να κυριολεκτούμε, δεν πρόκειται για κρίση: η Αθήνα χτίστηκε μεταξύ 1960-70, και πλέον η οικοδομή προσγειώνεται σε νέα, χαμηλότερα επίπεδα. Τώρα πλέον τα καινούργια σπίτια δημιουργούνται στην υπόλοιπη Ελλάδα κρατώντας τους ανθρώπους στον τόπο τους, ή επιβάλλοντας

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΗΣ: 1958 - 1988 (χιλ.) 300 250 200 150 100 1958

1963

1969

1973

1978

1984

1988

ΕΣΥΕ

την μετακίνηση στην διπλανή πόλη. στην πρωτεύουσα, οι οικοδόμοι ήταν ήδη αρκετοί. Αν η κρίση της οικοδομής σχετίζεται με τις γενικότερες δυσκολίες της δεκαετίας, αλλά και τις ιδιαιτερότητες της μεταπολεμικής ανάπτυξης της πόλης, η κρίση της απασχόλησης στη βιομηχανία είναι απλώς το αποτέλεσμα της αποβιομηχάνισης που παρατηρείται σε όλη τη χώρα, άρα και στην Αθήνα. Οι εργαζόμενοι στη μεταποίηση της πρωτεύουσας αυξάνονται συνέχεια από την δεκαετία του ’50 μέχρι το 1973, φθάνοντας τις 280 χιλιάδες, όταν ένας στους δέκα αθηναίους, ανεξαρτήτως ηλικίας ή φύλου, δούλευε σε κάποιο εργοστάσιο ή βιοτεχνία. Οι θέσεις στην βιομηχανία της πρωτεύουσας άντεξαν την πρώτη Μια θέση σε κάποιο εμπορικό κατάστημα απαιτεί άλλου τύπου δεξιότητες, από την «σωστή» χρήση της γλώσσας μέχρι την δυνατότητα πραγματοποίησης αριθμητικών υπολογισμών στον αέρα. 633


291 πετρελαϊκή κρίση αλλά, όπως και σε όλη την Ελλάδα, όχι και την δεύτερη . από το 1978 μειώνονται, και το 1988 το 10% από αυτές είχε χαθεί. δ) στις αρχές της δεκαετίας του ‘90, το πληθυσμιακό ισοζύγιο της Αθήνας με την υπόλοιπη χώρα από θετικό που ήταν σε όλη την διάρκεια μετά τον πόλεμο, είχε μετατραπεί σε αρνητικό. Από το 1985, σύμφωνα με μια δειγματοληπτική ανάλυση της απογραφής του 1991,634 είχαν εγκατασταθεί στην Αθήνα 97 χιλιάδες άτομα από άλλες περιοχές της χώρας, είχαν όμως φύγει, επιστρέφοντας πιθανότατα οι περισσότεροι στον τόπο γέννησης ή καταγωγής τους, 174 χιλιάδες. σίγουρα, όχι για να πάρουν το πριμ ή την αξία του εισιτηρίου της επιστροφής.

VIστ) Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ: ΜΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΩΝ, ΕΝΔΥΝΑΜΩΣΗ ΤΩΝ ΜΙΚΡΟΑΣΤΙΚΩΝ ΣΤΡΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Ο ΕΝΕΡΓΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΚΛΑΔΟΥΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ: 1981 - 1991 1981 1991 (β) / (α) (β) (α) 1991% Γεωργία 972 671 0,69 18,1 Ορυχεία 23 16 0,70 0,4 Βιομηχανία - Βιοτεχνία 664 534 0,80 14,4 Ηλεκτρισμός, Φωταέριο κλπ 25 33 1,32 0,9 Οικοδόμηση και Δημ. Εργα 326 289 0,89 7,8 Εμπόριο - Εστιατόρια Ξενοδοχεία 433 662 1,53 17,8 Τράπεζες - Ασφάλειες 126 74 0,59 2,0 Μεταφορές 266 250 0,94 6,7 Υπηρεσίες 531 889 1,67 23,9 Μη δηλώσαντες 84 296 3,52 8,0 ΣΥΝΟΛΟ 3.450 3.714 1,08 100,0 ΕΝΕΡΓΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ Ανδρες (1) Γυναίκες (2) (2) % στο (1)

36,4 2.584 959 37,1

36,2 2.650 1.235 46,6

ΕΣΥΕ

α) οι εξελίξεις στην κατανομή του ενεργού πληθυσμού κατά κλάδους οικονομικής δραστηριότητας δεν παρουσιάζουν εκπλήξεις, με μόνη εξαίρεση

ΕΣΥΕ 1999, πίνακας ΙΙ 26. Εκεί δεν αναφέρεται ότι πρόκειται για δειγματοληπτική ανάλυση, αυτό όμως προκύπτει από τον συνολικό αριθμό των ατόμων των οποίων εξετάζεται ο τόπος κατοικίας το 1991 σε σχέση με αυτόν του 1985, τα οποία ανέρχονται σε 824.000. Άρα, οι αριθμοί είναι οι αριθμοί του στατιστικού δείγματος, και όχι του πληθυσμού. 634


292 όσους εργάζονται στον χώρο των τραπεζών,635 ο αριθμός των οποίων μειώνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό μεταξύ 1981 – 1991. Όσοι δήλωσαν ως κύριο επάγγελμα την γεωργία μειώθηκαν επίσης, αλλά όπως είδαμε το φαινόμενο αυτό δεν ακολουθήθηκε από την μετανάστευση στις πόλεις, άλλωστε και η απασχόληση στην μεταποίηση μειώνεται. συνήθως κάποιο εστιατόριο ή τουριστικό κατάλυμα, μαζί με τα παραδίπλα αμπέλια και ελιές, ολοκλήρωναν το εισόδημα της οικογένειας. Ο υπερβολικός αριθμός όσων δεν δήλωσαν επάγγελμα, δεν δείχνει τίποτε άλλο παρά την υπερβολική ρευστότητα που επικρατούσε σε σχέση με την επαγγελματική απασχόληση. Κατά τα άλλα, ενδιαφέρον παρουσιάζει η αύξηση του ποσοστού των γυναικών στον ενεργό πληθυσμό. Να μην γελιόμαστε όμως. οι γυναίκες απλώς πριν δούλευαν σε ποσοστό μεγαλύτερο από αυτόν που καταγραφόταν στα επίσημα στοιχεία, μόνο που η εργασία τους κρυβόταν μέσα στην οικογενειακή αγροτική επιχείρηση.

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΚΑΤΑ ΘΕΣΗ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ 1981 – 1991 (οι απόλυτοι αριθμοί σε χιλ.) Εργοδότες (α) Εργαζόμενοι για δικό τους λογαριασμό Συμβοηθούντα μέλη της οικογένειας Μισθωτοί (β) ΣΥΝΟΛΟ (β) / (α)

1981 101

1991 262

1981% 3,0

1991% 7,3

1.164

1.095

34,3

30,4

394 1.730 3.389 17

231 2.012 3.600 8

11,6 51,0 100,0

6,4 55,9 100,0

Δεν περιλαμβάνονται όσοι δεν δήλωσαν θέση στο επάγγελμα ΕΣΥΕ

β) περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία που αναφέρονται στη θέση των εργαζομένων στην αγορά εργασίας. Το στοιχείο που εδώ εντυπωσιάζει είναι ότι οι εργοδότες πολλαπλασιάζονται σαν τα σαλιγκάρια μετά την βροχή – εδώ η βροχή πρέπει να ήταν κάθε είδους νέες μικροεπιχειρήσεις γύρω από τον τουρισμό που απασχολούσαν μισθωτή εργασία . γιατί οι εργοδότες αυξάνονται μεν σε όλη τη χώρα, αναλογικά όμως αυξάνονται περισσότερο στις ημιαστικές και τις αγροτικές περιοχές. Στις πόλεις αντίθετα, το ποσοστό των μισθωτών μειώνεται –έστω και οριακά, όπως μειώνεται και ο το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων, προς όφελος των εργοδοτών. Και πάλι όμως, η κρίση δεν λειτουργεί εξυγιαντικά βγάζοντας από την αγορά τις ασθενέστερες μονάδες, αλλά αντίθετα αυξάνει τον αριθμό των μικρών επιχειρήσεων, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει σε πολύ μεγάλο βαθμό στους αυτοαπασχολούμενους να διατηρήσουν την εργασία τους.636 635

Πιθανόν βέβαια με την παράλληλη μείωση των εισοδημάτων τους, αλλά (και) για το θέμα αυτό δεν διαθέτουμε στοιχεία. 636


293

ΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΚΑΤΑ ΘΕΣΗ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΟΧΗ: 1981 - 1991 (ποσοστά %)

ΗΜΙΑΣΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

ΑΓΡΟΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

ΣΥΝΟΛΟ ΧΩΡΑΣ

ΑΣΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

ΗΜΙΑΣΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

Εργοδότες Εργαζόμενοι για λογαριασμό τους (α)

3,0

4,4

2,1

1,0

7,3

9,0

7,0

3,9

46,0

26,1

54,0

75,2

36,8

23,0

43,8

62,0

Μισθωτοί

51,0

69,5

43,9

23,9

55,9

68,0

49,1

34,1

ΣΥΝΟΛΟ

100,0

100,0

100,0

100,0

100,0

100,0

100,0

100,0

ΑΓΡΟΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

ΑΣΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

1991

ΣΥΝΟΛΟ ΧΩΡΑΣ

1981

Στον πίνακα δεν λάβαμε υπόψη όσους δεν δήλωσαν θέση στο επάγγελμα, και εντάξαμε τα συμβοηθούντα και μη αμειβόμενα μέλη της οικογένειας στους εργαζόμενους για λογαριασμό τους. ΕΣΥΕ

Η κρίση λοιπόν, δεν λειτουργεί μονοσήμαντα στο κοινωνικό πεδίο: χτυπά τους αυτοαπασχολούμενους, των οποίων το ποσοστό στον ενεργό πληθυσμό σε ολόκληρη τη χώρα μειώνεται κατά 10 σχεδόν ποσοστιαίες μονάδες, όσοι όμως χάνουν την δυνατότητα να συντηρήσουν την οικογενειακή τους επιχείρηση δεν καταλήγουν όλοι να πυκνώσουν τον κόσμο της μισθωτής εργασίας . οι μισοί από αυτούς βλέπουν τις δουλειές τους να επεκτείνονται, τόσο ώστε η βοήθεια των μελών της οικογένειας τους να μην επαρκεί, και προσλαμβάνουν μισθωτούς εργάτες. Γιατί η κρίση ήταν πρώτιστα κρίση υπερχρέωσης της μεγάλης βιομηχανίας. το κενό που άφηναν οι επιχειρήσεις αυτού του τύπου που συρρίκνωναν την δραστηριότητά τους, ή έκλειναν, κάλυπταν οι εισαγωγές, αλλά ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες του κάθε κλάδου μπορούσε να το καλύψει επίσης και η επέκταση κάποιων μικρών μονάδων, πράγμα που έγινε. η δημιουργική καταστροφή πραγματοποιήθηκε με τελείως διαφορετικό τρόπο απ’ ότι την περιγράφει ο Schumpeter, αναμφίβολα όμως δεν πήρε μόνο την μορφή της καταστροφής. ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΙ 1981 – 1993 (σε χιλ.)

ΕΤΟΣ 1981(α) 1993 (β)

ΣΤΗΝ ΓΕΝΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ 331 451

ΣΤΗΝ ΥΠΟΛΟΙΠΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 3.204 3.232

ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΙ (1) 1.354 2.021

(β) / (α) %

136,3

100,8

149,3

(1): του κράτους και των ασφαλιστικών ταμείων, τα οποία όμως επιχορηγούνται από το κράτος.


294 ΥΠΕΘΟ

γ) το τελευταίο χαρακτηριστικό της αγοράς εργασίας αυτή την δεκαετία, ήταν ο αυξανόμενος ρόλος του κράτους σε αυτήν.637 Τα στοιχεία που παρατίθενται αμέσως παραπάνω, μας δείχνουν τόσο την αύξηση του εργοδοτικού ρόλου του κράτους, όσο και την ολοένα και περισσότερο βαρύνουσα σημασία του στην δημιουργία εισοδημάτων, μέσω των συντάξεων. πόσο μάλλον που αυτά συμβαίνουν σε συνθήκες στασιμότητας της απασχόλησης στην υπόλοιπη οικονομία. Τα στοιχεία αυτά είναι ελλιπή, καθώς περιορίζονται μόνο στους δημοσίους υπαλλήλους, αφήνοντας απ’ έξω τους εργαζόμενους στους διάφορους δημόσιους οργανισμούς και επιχειρήσεις. Για το πόσοι ήταν αυτοί, και πόσο αυξήθηκε ο αριθμός τους, υπάρχουν ένα πλήθος εκτιμήσεις από τις οποίες κάποιες δεν στοχεύουν παρά στον εντυπωσιασμό. Σύμφωνα με τον Οικονομικό Ταχυδρόμο πάντως, οι εργαζόμενοι στον ευρύτερο δημόσιο τομέα από 465 χιλιάδες το 1981, έφθασαν τις 644 χιλιάδες το 1989.638 Αν οι αριθμοί αυτοί είναι σωστοί, το 1990 το 17% του ενεργού πληθυσμού μισθοδοτούνταν από το δημόσιο ταμείο, είτε με την στενή είτε με την ευρεία έννοια. VIζ) Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ Το μόνο που κινδυνεύει από μια άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία είναι η μονοκρατορία της Δεξιάς. Τίποτε άλλο. Εκείνο που κινδυνεύει είναι η τσαπατσουλιά, η προχειρότητα, η κερδοσκοπία, η λωποδυσία γενικώς. Α. Παπανδρέου, Το Βήμα, 11/3/1981

α) πριν τις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου, η τότε αξιωματική αντιπολίτευση είχε υποσχεθεί πολλά σε πολλούς, και κάποια από αυτά τα πραγματοποίησε: αναγνώρισε την συνεισφορά της αριστεράς στην εθνική αντίσταση και τερμάτισε τις επίσημες εμφυλιοπολεμικές εκδηλώσεις μνήμης, 639 αναμόρφωσε το οικογενειακό δίκαιο,640 διευκόλυνε την συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων στις ιδιωτικές επιχειρήσεις – για τις δημόσιες, ούτως ή άλλως δεν υπήρχε πρόβλημα- και τα πρώτα χρόνια αύξησε τους μισθούς των εργαζομένων, αναθεώρησε την συμφωνία σύνδεσης με την ΕΟΚ πετυχαίνοντας, 641 μαζί με τις νέες στην κοινότητα μεσογειακές χώρες, την χρηματοδότηση έργων υποδομής και την στήριξη του αγροτικού εισοδήματος. Άλλες υποσχέσεις πάλι, ξεχάστηκαν γρήγορα: το γνωστό σύνθημα, «Στις 18 Σοσιαλισμός», έμεινε να

Γεγονός που αποδόθηκε είτε σε μια ασυγκράτητη ρουσφετολογική πολιτική διορισμών με στόχο την κομματική κυριαρχία, είτε σε γενικότερες πολιτικές αναγκαιότητες που έπρεπε να εκπληρωθούν -κυρίως την συγκράτηση της ανεργίας- απαραίτητες για την μη αμφισβήτηση του κεφαλαιοκρατικού συστήματος: Τσουκαλάς 1987. Φυσικά, θα μπορούσαν να συμβαίνουν και τα δύο. 638 26/3/1992. 639 Το Βήμα, 23/10/1981. 640 Το Βήμα, 26/11/1981. 641 Το Βήμα, 27/11/1981. 637


295 θυμίζει τις ριζοσπαστικές πλευρές του κόμματος προκαλώντας χαιρέκακα χαμόγελα στους αντιπάλους του. ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ 18/10/1981: εκλογές – ΠΑΣΟΚ 48,0%, ΝΔ 35,8%, ΚΚΕ 10,9%. 10/3/1985: ρήξη του πρωθυπουργού Α. Παπανδρέου με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Κ. Καραμανλή, με αφορμή τις εκτεταμένες εξουσίες που παρείχε στον τελευταίο το Σύνταγμα. Νέος Πρόεδρος θα εκλεγεί ο Χρ. Σαρτζετάκης, ανακριτής στην υπόθεση Λαμπράκη. 2/6/1985: εκλογές – ΠΑΣΟΚ 45,8%, ΝΔ (με αρχηγό τον Κ. Μητσοτάκη) 40,8%, ΚΚΕ 9,9%, ΚΚΕ (εσωτ.) 1,8%. 18/10/1987: ξεσπά το σκάνδαλο Κοσκωτά. 18/6/1989: εκλογές – ΝΔ 44,2%, ΠΑΣΟΚ 39,1%, Συνασπισμός (ΚΚΕ και πρώην ΚΚΕ εσωτ.) 13,1%. Αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης. 2/7/1989: κυβέρνηση συνεργασίας ΝΔ – Συνασπισμού, με σκοπό να αποτραπεί η παραγραφή των πιθανών αδικημάτων των μελλών της προηγούμενης κυβέρνησης που σχετίζονται με το σκάνδαλο Κοσκωτά. 26/9/1989: η τρομοκρατική οργάνωση «17 Νοέμβρη», δολοφονεί τον βουλευτή της ΝΔ Κ. Μπακογιάννη. ο τελευταίος είχε συμπάθειες σε όλο το πολιτικό φάσμα. 5/11/1989: ΝΔ 46,2%, ΠΑΣΟΚ 40,7%, Συνασπισμός 11%. Αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης. Προσωρινή κυβέρνηση, και από τα τρία μεγάλα κόμματα, υπό τον Ξ. Ζολώτα. 8/4/1990: εκλογές – ΝΔ 46,9%, ΠΑΣΟΚ 38,6%, Συνασπισμός 10,3%. Μετά την προσχώρηση του μοναδικού βουλευτή της ΔΗΑΝΑ στη ΝΔ, η τελευταία σχηματίζει κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Κ. Μητσοτάκη και 151 έδρες. 17/1/1992: το Ειδικό Δικαστήριο αθωώνει τον Α. Παπανδρέου από τις κατηγορίες για ανάμειξή στο σκάνδαλο Κοσκωτά.

Πολύ μελάνι έχει χυθεί, και αρκετά βιβλία έχουν γραφτεί, προκειμένου να εξηγηθεί το φαινόμενο ΠΑΣΟΚ,642 και οι οβιδιακές του μεταμορφώσεις. και στο απαξιωτικό «κορόιδεψαν τους πάντες», θα μπορούσε να αντιτάξει κάποιος ότι κανείς δεν μπορεί να κοροϊδεύει όλο τον κόσμο για πάντα. Στην πραγματικότητα, ίσως το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’80 να μην κορόιδεψε κανένα. αν στο αντίπερα χαράκωμα βρίσκεται «η λωποδυσία γενικώς», αν μόνο αυτή κινδυνεύει από εσένα, δεσμεύεσαι να μην θίξεις κανέναν άλλο. Και, καλώς ή κακώς, ποτέ σε αυτή τη χώρα ο φοροφυγάς δεν θεωρήθηκε λωποδύτης . μάγκας ίσως, ναι. β) κανένα από τα κόμματα δεν έριξε στο τραπέζι το πραγματικό ερώτημα: οι έλληνες πολίτες θα ήθελαν ή όχι την δημιουργία ενός κοινωνικού κράτους, κατά τα πρότυπα των χωρών της Ένωσης στην οποία πλέον ανήκαμε; Θα έπρεπε τα κρατικά έξοδα για την υγεία, την παιδεία και την ασφάλιση της εργασίας να κυμαίνονται γύρω από τον μέσο όρο των άλλων χωρών της Κοινότητας; Και αν η απάντηση ήταν θετική, που εκτός από την αύξηση της φορολογίας θα βρισκόταν τα απαραίτητα κονδύλια;

Ενδεχομένως το περισσότερο αξιόλογο: Α. Ελεφάντης, Στον αστερισμό του λαϊκισμού, Αθήνα 1991. 642


296 Για τη ΝΔ πρόβλημα δεν υπήρχε. ποτέ δεν αμφισβήτησε ότι ο προϋπάρχων ισχνός μηχανισμός στους παραπάνω τομείς ήταν αρκετός. Η Αριστερά, σπάνια καταπιανόταν με τέτοια πεζά ζητήματα. συσκεπτόταν για να μην σκέφτεται , ΟΙ ΦΟΡΟΙ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕΠ 1980 - 1993 25,0 20,0

ΣΥΝΟΛΟ

15,0 ΑΜΕΣΟΙ ΦΟΡΟΙ 10,0 ΕΜΜΕΣΟΙ ΦΟΡΟΙ

1992

1990

1988

1986

1984

1982

0,0

1980

5,0

ΥΠΕΘΟ

ΗΠΑ

Βρετανία

Γαλλία

Γερμανία

Σουηδία

Βέλγιο

Πορτογαλία

Ιταλία

Ισπανία

35 30 25 20 15 10 5 0

Ελλάδα

Η ΠΑΡΑΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕΠ 1992

Αν και η εκτίμηση της παραοικονομίας είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση, όπως φαίνεται από μια έρευνα του ΚΕΠΕ για το 1992 η Ελλάδα καταλαμβάνει, και από μακριά, την πρώτη θέση μεταξύ των ανεπτυγμένων χωρών. Κατά παράδοξο τρόπο, όλες οι προσπάθειες δημοσιονομικού συμμαζέματος (και) κατά την δεκαετία του ‘80 απέτυχαν, επιτρέποντας τον πολλαπλασιασμό των κεφαλαίων των δανειστών της χώρας – που δεν ήταν απαραίτητα αλλοδαποί. Τα Νέα, 23/8/1993.

όπως έλεγε αυτοσαρκαζόμενος ο ιστορικός της ηγέτης Η. Ηλιού, με σκοπό να ρίξει τον καπιταλισμό. Το ΠΑΣΟΚ πάλι, βρήκε τη λύση στο πρόβλημα: το κοινωνικό κράτος θα φτιαχνόταν . αλλά, παγκόσμια πρωτοτυπία, θα φτιαχνόταν με δανεικά. Οι άμεσοι φόροι δεν θα αυξηθούν παρά από το 5,1 στο 5,3% του ΑΕΠ στα χρόνια 1980 – 1989. γ) από τη στιγμή που το πραγματικό ερώτημα δεν τέθηκε, η διαμάχη εξαντλήθηκε στην αναβίωση των διαφορών του προδικτατορικού παρελθόντος,


297 κάτι στο οποίο βοήθησε η εκλογή, το 1984, του Κ. Μητσοτάκη στην αρχηγία της ΝΔ. Ως εάν ο χρόνος να είχε γυρίσει είκοσι χρόνια πίσω, Παπανδρέου και

ΤΟ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΚΟΣΚΩΤΑ Το 1984 ο Γ. Κοσκωτάς, ένας εργαζόμενος στην Τράπεζα Κρήτης, ζητά να αγοράσει την τράπεζα στην οποία δούλευε. τα απαραίτητα κεφάλαια θα βρισκόταν από τους κύκλους των ομογενών στις ΗΠΑ. Η συμφωνία έκλεισε, η Τράπεζα μεταβιβάστηκε στον Κοσκωτά, γρήγορα όμως άρχισαν να εμφανίζονται υπόνοιες ότι τα εξ Αμερικής κεφάλαια ήταν ανύπαρκτα, και ότι ο Κοσκωτάς για την αποπληρωμή των υποχρεώσεών του χρησιμοποιούσε κεφάλαια της ίδιας του της Τράπεζας. Το θέμα ξέφυγε από τα όρια του οικονομικού σκανδάλου όταν ο νέος τραπεζίτης άρχισε να επεκτείνει τις δραστηριότητές του στον εκδοτικό χώρο, αγοράζοντας προϋπάρχοντα έντυπα –όπως την Καθημερινή- ή δημιουργώντας νέα. το κύριο χαρακτηριστικό των εφημερίδων και περιοδικών που έλεγχε ήταν ή, άλλοτε κριτική και άλλοτε κραυγαλέα, υποστήριξη των επιλογών της κυβέρνησης. Η κατάσταση επιδεινώθηκε από την ολιγωρία που επέδειξαν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί, δηλαδή η ΤτΕ, στην διερεύνηση των κατηγοριών. και το πραγματικό ερώτημα ήταν, αν αυτή η αδράνεια οφειλόταν σε κυβερνητικές πιέσεις. Δεν είναι εδώ ο κατάλληλος χώρος για να επεκταθούμε περισσότερο στο, πραγματικό ή όχι, σκάνδαλο που συντάραξε την πολιτική σκηνή στα τέλη της δεκαετίας. Να θυμίσουμε όμως ότι, μετά τις πρώτες εκλογές του 1989, και προκειμένου να αποφευχθεί η παραγραφή των πιθανών αδικημάτων, η ΝΔ συνέπραξε με την κομμουνιστική, ορθόδοξη ή ανανεωτική, αριστερά και παρέπεμψαν τον Α. Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο. Ο πρώην πρωθυπουργός αθωώθηκε, και κέρδισε τις εκλογές του 1993. Η αφύσικη συμμαχία όμως της αριστεράς με την συντηρητική παράταξη, με σκοπό την διάλυση του κεντρώου χώρου, απέτυχε οδηγώντας την στην πολιτική αφωνία για αρκετά χρόνια.

Μητσοτάκης αντάλλαζαν μειωτικούς χαρακτηρισμούς, πέρα και έξω από τα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας την δεκαετία του ‘80. Η όλη κατάσταση δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει από την opera seria, στην opera buffa, με τους πρωταγωνιστές να κατηγορούν ο ένας τον άλλο ως κλέφτη, και τον Παπανδρέου να οδηγείται, με αφορμή το σκάνδαλο Κοσκωτά, στο Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο τον αθώωσε. Προκειμένου να επιτύχει η τελευταία θεατρική πράξη, η ιστορική αριστερά συνέπραξε με τη ΝΔ. το γκρέμισμα του καπιταλισμού μπορούσε να περιμένει, άλλωστε εκείνο το 1989 ήταν τα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού που κατέρρεαν, χωρίς να πέσει ντουφεκιά.


298

1994 Αυστρία, Σουηδία και Φινλανδία εντάσσονται στην ΕΕ 16 Μαίου

Απελευθέρωση, υπό προϋποθέσεις, της κίνησης κεφαλαίων μεταξύ Ελλάδας - ΕΕ 1997

30Ιουλ

Πλήρης απελευθέρωση της αγοράς συναλλάγματος 1998 Είσοδος της δραχμής στον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών με ταυτόχρονη (την τελευταία) υποτίμηση κατά 12,5% έναντι του ECU

18Μαρ

2000 19Ιουν

Η Ελλάδα γίνεται δεκτή στην ΟΝΕ. 1 ευρώ = 340,75 δρχ 2001 Κατάρρευση των τιμών των μετοχών στο ΧΑΑ

31-Δεκ

Τελευταία ημέρα κυκλοφορίας της δραχμής ως εθνικού νομίσματος. Τον επόμενο Ιανουάριο και Φεβρουάριο θα κυκλοφορεί παράλληλα με το ευρώ που θα την αντικαταστήσει από την 1η Μαρτίου


299

ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΡΑΧΜΗ ΣΤΟ ΕΥΡΩ Το ότι τον Δεκέμβριο του 1991, στην μικρή ολλανδική πόλη του Μάαστριχ, οι αρχηγοί των κρατών που συναποτελούσαν την τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα την μετονόμασαν σε Ευρωπαϊκή Ένωση, ελάχιστη σημασία είχε. Το ουσιώδες ήταν άλλο: η απόφασή τους να προχωρήσουν, το αργότερο μέχρι το 1999, στο τρίτο μεγάλο βήμα προς την ευρωπαϊκή οικονομική ολοκλήρωση, 643 καταργώντας τα επιμέρους εθνικά νομίσματα και εισάγοντας μια ενιαία πραγματική νομισματική μονάδα, το ευρώ.644 Προκειμένου να γίνει δεκτή μια χώρα στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση, έπρεπε να πληροί ορισμένα κριτήρια, τα κυριότερα από τα οποία ήταν το δημόσιο χρέος να μην υπερβαίνει το 60% και το δημοσιονομικό έλλειμμα το 3% του εγχώριου προϊόντος, ενώ ο πληθωρισμός θα έπρεπε να μην υπερβαίνει τις δύο ποσοστιαίες μονάδες των τριών χωρών με την μικρότερη αύξηση τιμών. Μια χώρα, τέλος, θα μπορούσε να γίνει δεκτή στην υπό διαμόρφωση ζώνη του ευρώ, ακόμα και αν δεν εκπλήρωνε τις τρεις αυτές προϋποθέσεις, αρκεί η δυναμική των αντίστοιχων μεγεθών να οδηγούσε προς τους αντίστοιχους στόχους. Ούτως ή άλλως όλα τούτα έμοιαζαν να μην αφορούν την Ελλάδα: την ίδια χρονιά το δημόσιο χρέος ξεπερνούσε το 80% του ΑΕγΠ, και η τάση του ήταν αυξητική, το έλλειμμα πλησίαζε το 12% του εγχώριου προϊόντος, και ο πληθωρισμός το 20%. Η χώρα, που μια δεκαετία πριν είχε μπει στην ΕΟΚ, έμοιαζε να χάνει το τρένο. ένα τρένο στο οποίο όλοι οι πολιτικοί σχηματισμοί, με την εξαίρεση του ΚΚΕ,645 θα ήθελαν να επιβιβαστεί. Τα πράγματα όμως εξελίχθηκαν διαφορετικά: μετά από μια «χαμένη δεκαετία» η οικονομία ξαναπαίρνει μπρος, και το δημοσιονομικό μας πρόβλημα φάνηκε να τίθεται υπό έλεγχο. η θέληση για την υπέρβαση των δυσκολιών δεν έλλειψε ούτε από τις εγχώριες πολιτικές δυνάμεις, ούτε από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που δέχονταν -σχεδόν χωρίς έλεγχο- τα ό,ποια στατιστικά στοιχεία τους προσφέραμε. Μένει να δούμε τις αλλαγές που επέφερε τόσο στις οικονομικές, όσο και στις κοινωνικές δομές η πορεία προς το ευρώ.

Τα δύο προηγούμενα ήταν το πρώτο η άρση των δασμών, και το δεύτερο η κατάργηση των μη-δασμολογικών περιορισμών στην διακίνηση των εμπορευμάτων που είχε επιτευχθεί με την «Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη», το 1986. Για μια συνοπτική ιστορία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης: L. Neal, The Economics of Europe and the European Union, Cambridge 2007. 644 Σε αντίθεση με το ecu, που δεν ήταν παρά λογιστικό χρήμα. 645 Που θεωρεί ότι «είναι μη πραγματοποιήσιμη η σύγκλιση των οικονομικών των κρατών – μελών της ΕΕ»: πχ., Ριζοσπάστης, 27/3/1998. 643


300

VIIα: ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΑ 1. ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ

ΠΟΣΟΣΤΙΑΙΑ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΕ ΜΕΓΑΛΕΣ ΟΜΑΔΕΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ: 2001 Άλλες υπηρεσίες 22% Μεταφορές 3% Eπισκευές 17%

Γεωργία 19% Μεταποίηση 13% Κατασκευές 26%

ΕΣΥΕ

Αν η ανέγερση του τείχους του Βερολίνου συνέβαλλε στην διόγκωση του μεταναστευτικού ρεύματος από τη χώρα μας κατά την δεκαετία του 1960, η πτώση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού και η αποδιάρθρωση των οικονομιών της ανατολικής Ευρώπης που ακολούθησε δημιούργησε ένα κύμα φυγής προς τις δυτικές χώρες, κύμα φυγής το οποίο η Ελλάδα, και λόγω της γεωγραφικής της θέσης, θα ήταν αδύνατον να αποφύγει. Στην απογραφή του 2001, σε ένα συνολικό πληθυσμό έντεκα εκατομμυρίων ανθρώπων οι 900 χιλιάδες είχαν ξένη υπηκοότητα. οι μισοί από αυτούς τους αλλοδαπούς, ήταν αλβανοί.646 Επρόκειτο για μια άναρχη μετανάστευση, σε μεγάλο βαθμό παράνομη, που όπως ήταν επόμενο δημιούργησε εντάσεις, τόσο γιατί ήταν ανοργάνωτη όσο και για τον μεγάλο της αριθμό.647 Στη συνέχεια το καινούργιο εργατικό δυναμικό βρήκε τη θέση του, συνήθως στα όρια ανάμεσα στην επίσημη οικονομία και τις αδήλωτες παρεμφερείς δραστηριότητες: στην οικοδομή ή στα χωράφια οι άνδρες, καθαρίζοντας σπίτια και φροντίζοντας ηλικιωμένους οι γυναίκες (οι «άλλες ΕΣΥΕ. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, μεταξύ των ετών 1990 – 2001, η μετανάστευση προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έφτανε το 2,1% του συνολικού πληθυσμού . στην Ελλάδα όμως, προσέγγιζε το 8%. 646 647


301 υπηρεσίες» στο διάγραμμα), οι καινουργιοφερμένοι κατάφεραν να ενταχθούν στην ελληνική κοινωνία, αμειβόμενοι με μεροκάματα κατώτερα από τα επίσημα ή/και μένοντας ανασφάλιστοι. Έγιναν απαραίτητοι σε τέτοιο βαθμό που «Δήμαρχοι και Νομάρχες [να] ζητούν από την αστυνομία: αφήστε ήσυχους τους αλβανούς, γιατί κινδυνεύει η συγκομιδή».648 Λίγα πράγματα θα μπορούσαν να αποδώσουν καλύτερα την αλλαγή στην διεθνή οικονομική θέση της Ελλάδας όσο το γεγονός ότι, μέσα σε μία γενιά, μεταβλήθηκε από τόπο εξαγωγής σε χώρο υποδοχής μεταναστών. Μα, πέρα από την οικονομία, η αλλαγή στις νοοτροπίες, στις ιδέες και την εικόνα που έχει ο καθένας για τον εαυτό του και για τους άλλους, ήταν επίσης πολύ σημαντική: αρκεί να φαντασθούμε κάποιον που έφυγε στα νιάτα του για να δουλέψει, ως ανειδίκευτος εργάτης, στα γερμανικά εργοστάσια, και βρίσκεται ξαφνικά με κάποιον αλλοδαπό να τον βοηθά στο μάζεμα της συγκομιδής. Αλλά, για τις αλλαγές στις νοοτροπίες μπορούν να μας πληροφορήσουν άλλοι δείκτες, και πάλι από τον χώρο της δημογραφίας. 2. ΟΙ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ

ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ ΑΝΑ ΓΥΝΑΙΚΑ 15-49 ΕΤΩΝ 1970 - 1999 3,00 2,50

2,31 2,42

ΕΛΛΑΔΑ 1,77

2,00

1,94

1,73 1,33

1,50 1,00

ΟΟΣΑ (μέσος όρος)

0,50 0,00 1970-79

1980-89

1990-99

ΟΟΣΑ

α) αν ο πληθυσμός της χώρας αυξήθηκε κατά 706 χιλιάδες ανάμεσα στην απογραφή του 1991 και σε αυτήν του 2001, αυτό οφείλεται αποκλειστικά στους μετανάστες. Η φυσική αύξηση του πληθυσμού (γεννήσεις – θάνατοι) την αντίστοιχη περίοδο δεν ξεπερνά τις 13 χιλιάδες, και μάλιστα κάποιες χρονιές είναι αρνητική.649

648 649

Το Βήμα, 29/3/2000. Τα χρόνια 1998 – 2000: ΕΣΥΕ.


302 ΟΙ γεννήσεις είναι λίγες, χαμηλότερες από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ ολόκληρη την τριακονταετία 1970 – 2000, και μειώνονται συνέχεια, καθώς την δεκαετία του ’90 παγιώνεται η πτωτική τάση που ξεκίνησε από τα μέσα του 1980. Έτσι, στα 1970 αντιστοιχούσαν 2,3 παιδιά σε κάθε γυναίκα γόνιμης ηλικίας, μόνο 1,3 είκοσι χρόνια αργότερα. Η προβολή αυτών των μεγεθών στο μέλλον δείχνει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, ότι από το 2020 ο πληθυσμός της χώρας θα αρχίσει, σε απόλυτους αριθμούς, να μειώνεται.

ΤΥΠΟΙ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ - 2000 (%) Μονομελή Μονογονεϊκά [ένας γονιός + παιδί/ά Δύο ενήλικες Δύο ενήλικες + παιδί/ά Τρεις ή περισσότεροι ενήλικες Τρεις ή περισσότεροι ενήλικες + παιδί/ά

Ε-15 11 3 21 35 16 14

Ελλάδα 6 1 18 37 21 16

Ε-15: ζώνη του ευρώ, 15 χώρες Eurostat

β) τα λιγότερα παιδιά έχουν ως συνέπεια έναν γερασμένο πληθυσμό, και μικρότερα νοικοκυριά. Και πράγματι, το 2000 οι κάτοικοι της Ελλάδας είναι περισσότερο γερασμένοι από τους αντίστοιχους της ζώνης του ευρώ, καθώς οι ηλικιωμένοι, 65 χρονών και άνω, φθάνουν το 31% έναντι 29% που είναι ο μέσος όρος των χωρών της Ε-15. 650 ο μέσος όρος των μελών ανά νοικοκυριό μειώνεται επίσης, από 3,0 σε 2,8 άτομα.651 Πίσω από αυτόν τον αριθμό, που από μόνος του δεν λέει και πολλά πράγματα, κρύβονται όμως διαφορετικές πραγματικότητες . άνθρωποι που μένουν μόνοι, γυναίκες που ανατρέφουν μόνες τους το παιδί τους, ζευγάρια χωρίς παιδί –είτε γιατί δεν απέκτησαν ποτέ, είτε γιατί τα παιδιά έχουν μεγαλώσει και έχουν δημιουργήσει το δικό τους νοικοκυριό-, αλλά και οι παραδοσιακές μορφές οικογένειας, είτε στην πυρηνική (γονείς με παιδιά), είτε στη διευρυμένη μορφή της (τρείς τουλάχιστον ενήλικες με παιδί/α). Και όλα τούτα μαζί παραπέμπουν σε μια κοινωνία, την ελληνική, διαφορετική από αυτήν των χωρών της δυτικής Ευρώπης, με τα κλασικά οικογενειακά μορφώματα της προ-βιομηχανικής ή της βιομηχανικής εποχής να επιβιώνουν σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι αλλού. Το ερώτημα είναι γιατί; Αν αφήσουμε κατά μέρος τις θεωρίες περί ανάδελφου έθνους και του πατροπαράδοτου σεβασμού των ελληνόπουλων προς τους γονείς τους, πολύ απλά γιατί στον τόπο μας η οικογένεια με την ευρεία μορφή της έχει αναλάβει την διεκπεραίωση ρόλων που οι κρατικοί θεσμοί αρνούνται να Στο εξής με την συντομογραφία Ε-15, θα αναφερόμαστε στις (αρχικά) 15 χώρες της περιοχής του ευρώ. 651 ΕΣΥΕ. 650


303 προσφέρουν, ελλείψει χρηματοδότησης.652 Πως να μεγαλώσει ένα ζευγάρι τα παιδιά του, χωρίς την βοήθεια της προηγούμενης γενιάς, όταν εργάζεται και η γυναίκα, τη στιγμή που οι βρεφονηπιακοί σταθμοί και τα ολοήμερα σχολειά απουσιάζουν; Και πως να επιτρέψει ένας νέος εργαζόμενος στον εαυτό του την πολυτέλεια του να ανοίξει δικό του νοικοκυριό, όταν οι μισθοί στην Ελλάδα, είναι οι μισοί από αυτούς των άλλων ευρωπαϊκών χωρών;653

VII β: Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 1. ΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΜΕΓΕΘΗ

ΠΟΣΟΣΤΙΑΙΑ ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΑΕγΠ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩ: 1993 - 2001 5,0 4,0 3,0 2,0

% ΑΥΞΗΣΗ ΑΕγΠ E-15

1,0

% ΑΥΞΗΣΗ ΑΕγΠ Ελλάδα 2001

2000

1999

1998

1997

1996

1995

1994

-1,0

1993

0,0

-2,0

ΔΝΤ Τα συγκριτικά στοιχεία για όλες τις χώρες της περιοχής του ευρώ από την Eurostat ξεκινούν το 1996.

α) το 1993 ήταν η τελευταία χρονιά, μέχρι την εισαγωγή του ευρώ, που στην Ελλάδα, αλλά και στις άλλες χώρες της Νομισματικής Ένωσης, το εγχώριο προϊόν μειώνεται. Στη συνέχεια το ΑΕγΠ αυξάνεται στη χώρα μας, με ρυθμούς που μόνο με αυτούς της δεκαετίας του ’70 μπορούν να συγκριθούν, και πάντως ήταν ανώτεροι από τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ. Εδώ όμως χρειάζεται να κάνουμε δύο παρατηρήσεις:

652 653

Τσουκαλάς 1996, τ. ΙΙ, σ. 174. Παρακάτω.


304 ● αν και, εκφρασμένος σε Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης, 654 ο λόγος του κατά κεφαλήν ΑΕγΠ ανάμεσα στην Ελλάδα και τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ αυξάνεται ελαφρά αυτή την περίοδο, το 2001 δεν βρίσκεται παρά στο 0,75. Έτσι, αν το ποσοστό των εργαζομένων στον συνολικό πληθυσμό ήταν το ίδιο στην χώρα μας και στις άλλες χώρες της ΕΕ –που δεν ήταν, όπως θα δούμε παρακάτωη παραγωγή ανά εργαζόμενο, σε πραγματικούς όρους, στην Ελλάδα θα ήταν ίση με τα 3/4 των κρατών της ΕΕ. ● αν κανείς φαντάζεται ότι όσο πιο πρόσφατη είναι η περίοδος την οποία εξετάζουμε, τόσο πιο αξιόπιστα και ακριβή είναι τα στοιχεία μας, καλό θα ήταν να αναθεωρήσει την άποψή του. Αυτά τα χρόνια πραγματοποιούνται δύο αναθεωρήσεις του μεγέθους του ΑΕγΠ και κάθε φόρα, όπως παρατηρεί ειρωνικά ένας αρθρογράφος του Οικονομικού Ταχυδρόμου, γινόμαστε και πιο πλούσιοι.655 Η στατιστική επιστρατεύεται για να στηρίξει την είσοδο της χώρας στην Ένωση και καθώς ένα από τα προβλήματα της χώρας είναι το υψηλό δημόσιο χρέος, με δεδομένο το απόλυτο μέγεθός του, οποιαδήποτε προς τα πάνω επανεκτίμηση του ΑΕγΠ αναλογικά το μειώνει. τα greek statistics αρχίζουν την καριέρα τους κάτω από το γεμάτο κατανόηση βλέμμα των συνεταίρων μας στην ΕΕ. ΠΙΝΑΚΑΣ 4 ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗ ΑΞΙΑ: 1993 & 2001 (εκ. δρχ. σε σταθ. τιμές 1995) Πρωτογενής Τομέας (Γεωργία)

1993 2.254

2001 2.470

2001% 8,1

2001/93 1,1

Δευτερογενής Τομέας Ορυχεία – Λατομεία Μεταποίηση Ηλεκτρισμός - Φωταέριο – Υδρευση Κατασκευές

5.696 164 3.197 527 1.779

7.415 149 3.932 842 2.496

24,4 0,5 12,9 2,8 8,2

1,3 0,9 1,2 1,6 1,4

Τριτογενής Τομέας Εμπόριο Ξενοδοχεία – Εστιατόρια (α) Μεταφορές – Επικοινωνίες Χρηματοπιστωτική Διαμεσολάβηση (β) Διαχείρηση Ακίνητης Περιουσίας (γ) Δημόσια Διοίκηση – Ασφάλεια Υγεία Εκπαίδευση Λοιπές Δραστηριότητες

15.933

20.492 4.767 2.080 2.041 1.332 4.802 1.963 1.135 1.455 899

67,5 15,7 6,9 6,7 4,4 15,8 6,5 3,7 4,8 3,0

1,3

Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία Τεκμαρτές Τραπεζικές Υπηρεσίες ΑΠΑ σε βασικές τιμές

23.969

30.368 -927 29.416

100,0

1,3

3.220 1.585 891 4.160 1.659 2.195 657

2,1 1,3 1,5 1,2 1,2 1,2 1,4

Με την αναγωγή των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών σε κοινές μονάδες αγοραστικής δύναμης (ΜΑΔ / PPS) απαλείφονται οι διαφορές που οφείλονται στο διαφορετικό, σε κάθε χώρα, επίπεδο των τιμών και έχουμε την δυνατότητα να προχωρήσουμε σε ουσιαστικές συγκρίσεις. 655 Οικονομικός Ταχυδρόμος, 12/9/1996. 654


305

Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία + Φόροι επί των προϊόντων – Επιδοτήσεις επί των προϊόντων = Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (α) στους προηγούμενους πίνακες του ΑΕγΠ συμπεριλαμβανόταν μαζί με το εμπόριο. (β) μέχρι το 1995: τράπεζες - ασφάλειες. (γ) στους προηγούμενους αντίστοιχους πίνακες: κατοικίες. ΤτΕ, Έκθεση του Διοικητή για το 2002.

Πέρα όμως από την δημιουργική λογιστική, μια δεύτερη δυσκολία εμφανίζεται λόγω της αλλαγής του τρόπου κατάρτισης των Εθνικών Λογαριασμών και στην χώρα μας, όπως και σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, μετά το 1988. 656 Προσπαθώντας να διατηρήσω την συνέχεια της έκθεσης κατασκεύασα τον πίνακα για την Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία χάνοντας, αναγκαστικά, την αναλυτική αναφορά σε κάποιες επιμέρους κατηγορίες της. Οι αλλαγές στην ποσοστιαία σύνθεση του ΑΕγΠ, ανάμεσα στο 1993 και το 2001, εντοπίζονται σε δύο κυρίως κλάδους, των οποίων η αξία της παραγωγής αυξάνεται πολύ περισσότερο από ότι των υπόλοιπων: στον χώρο των τραπεζών, και σε αυτόν του εμπορίου, μαζί με τις υπηρεσίες σίτισης και τα ξενοδοχεία. Το εμπόριο, μαζί με τις κατ’ εξοχήν τουριστικές υπηρεσίες, καταλήγουν να παράγουν το 1/4 του εγχώριου προϊόντος, και συμμετέχουν κατά 20% στη συνολική απασχόληση. ο πρωτογενής τομέας θα περιοριστεί στο 8 και 13% αντίστοιχα.

ΠΟΣΟΣΤΙΑΙΑ ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΑΕγΠ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΧΩΡΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩ: 2001 60

54,8 48,2

50 40

Ελλάδα

30

10

EE-15

19,8

20

12,4

8,1

7,6

2,5

5,3

0 Γεωργία

Μεταποίηση

Υπηρεσίες

Κατασκευές

Το πρώτο τυποποιημένο σύστημα Εθνικών Λογαριασμών, εκδόθηκε από τον ΟΗΕ το 1953. Οι αναθεωρήσεις στον τρόπο ταξινόμησης άρχισαν από το 1968, και σήμερα οι χώρες της Ένωσης χρησιμοποιούν το Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών (European System Accounts) – ESA 1995. Για την ιστορία αυτών των αλλαγών: ΕΣΥΕ, Εθνικοί Λογαριασμοί της Ελλάδος, 1998. 656


306 Τα στοιχεία για την Ελλάδα είναι διαφορετικά από αυτά του πίνακα της προηγούμενης σελίδας, και υποεκτιμούν τον τριτογενή τομέα, λόγω της διαφορετικής ταξινόμησης.. Eurostat

Στις αρχές του αιώνα μας, η Ελλάδα έχει αναπτύξει, αναλογικά, όλους τους κλάδους της οικονομίας της περισσότερο σε σύγκριση με τις άλλες χώρες του ευρώ, με εξαίρεση έναν: την μεταποίηση, τον σκληρό δηλαδή πυρήνα του δευτερογενούς τομέα. Το κενό θα κληθούν να καλύψουν οι εισαγωγές, είτε από τις άλλες χώρες της Ένωσης, είτε από τον υπόλοιπο κόσμο. Το σχήμα μπορεί να λειτουργήσει, αρκεί να έχεις και εσύ να πουλήσεις τις αντίστοιχες αξίες, όχι αγαθών βέβαια αλλά υπηρεσιών, όπως ο τουρισμός, στην διεθνή αγορά. Αν και, ούτε και αυτό είναι απαραίτητο. Το αναγκαίο συνάλλαγμα για την κάλυψη του ελλείμματος θα μπορούσε να προέρχεται από τα διάφορα ευρωπαϊκά προγράμματα, που απευθύνονται στις φτωχές χώρες της κοινότητας, και που λειτουργούν με την προϋπόθεση ότι παραμένουν φτωχές, ενώ απενεργοποιούνται αυτόματα όταν η ψαλίδα κλείνει. Τότε όμως, στα μέσα της δεκαετίας του 1990, η λεπτομέρεια αυτή ελάχιστους προβλημάτιζε, καθώς η μέλλουσα νομισματική ένωση είχε μετατραπεί σε ένα πραγματικό Eldorado της ελληνικής κοινωνίας. ΙΝΑΚΑΣ 4α ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΠΑΓΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ (εκ. σε σταθ. τιμές 1989) ΣΥΝΟΛΟ (α) (α) % ΑΕγΠ

1993 2161 22,3

2001 3.487 28,0

2001%

Κατασκευές Εξοπλισμός

1.227 931

1.803 1.681

51,7 48,2

Ιδιωτικές Δημόσιες

1.628 533

2.593 894

74,4 25,7

Τα στοιχεία για το 1993 είναι ελαφρά διαφορετικά από αυτά της σελίδας 244. ΤτΕ

β) μένοντας στα γενικά μεγέθη, και πέρα από τις αλλαγές στη σύνθεση του ΑΕγΠ, το άλλο βασικό χαρακτηριστικό τους είναι η αύξηση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου, που το 2001 ανέρχονταν στο 28% του εγχώριου προϊόντος – ας θυμηθούμε ότι το μέγιστο στο οποίο έφθασαν κατά την μεταπολεμική περίοδο ήταν 31% το 1972, έτος αιχμής για την ελληνική οικονομία. 657 Η αύξηση αυτή όμως, ελπιδοφόρα από μόνη της, καθώς σχετίζεται με την άνοδο και στη συνέχεια την πτώση του ελληνικού χρηματιστηρίου στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και την άντληση κεφαλαίων από ένα ευρύ κοινό, παρουσιάζει διάφορες

657

Εδώ, σ. 139.


307 προβληματικές πλευρές, και κυρίως το στοιχείο της ασυνέχειας. Θα μιλήσουμε γι’ αυτά αργότερα. 2. ΑΛΛΑΖΟΝΤΑΣ ΠΟΡΕΙΑ 2.1. ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ ΣΤΙΣ ΑΠΟΚΡΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΙΣ Αν ένα από τα αιτούμενα στην Ελλάδα της δεκαετίας του 1980 ήταν η ενδυνάμωση της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία, κάτι που θα

ΕΣΟΔΑ ΑΠΟ ΑΠΟΚΡΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ: 1990 - 2001 25 19,1

20 15 10

9,3

8,9 5,6

5,1

5

4,2

0 Ελλάδα

Γαλλία

Ιταλία

Πορτογαλία

Ισπανία

Βρετανία

Οι αριθμοί δείχνουν το άθροισμα, σε τρέχουσες τιμές, για κάθε χώρα των εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις ως ποσοστό του Εγχώριου Προϊόντος της το 2001. υποεκτιμούν έτσι την πραγματικότητα κατά το μέγεθος του πληθωρισμού που πραγματοποιήθηκε μεταξύ κάποιας αποκρατικοποίησης και του έτους σύγκρισης – του 2001. ΟΟΣΑ

επιτυγχάνονταν και με την εθνικοποίηση μεγάλων οικονομικών μονάδων, το διεθνές κλίμα του ΄90 είναι πολύ διαφορετικό. Η ιδεολογική νίκη των φιλελεύθερων οικονομολόγων είχε ως αποτέλεσμα μεταξύ των άλλων την εξαπόλυση ενός κύματος ιδιωτικοποιήσεων, με στόχο την απελευθέρωση της αγοράς και την προστασία του καταναλωτή από τις συντεχνίες των εργαζομένων, που είχαν οχυρωθεί πίσω από τα κρατικά εγγυημένα συμφέροντά τους.658 Η χώρα μας δεν έμεινε έξω από αυτό το κλίμα παρά το γεγονός ότι, από το 1993 και ύστερα από ένα μικρό διάλλειμα, το ΠΑΣΟΚ είχε ξαναγίνει κυβερνητικό κόμμα. Αν και οι ιδιωτικοποιήσεις ξεκίνησαν το 1991, επί κυβερνήσεως Για μια συνοπτική παρουσίαση της συζήτησης: R. Millward, “Nationalization and Privatization”, The Oxford Encyclopedia of Economic History. 658


308 Μητσοτάκη, ο κύριος όγκος τους πραγματοποιήθηκε αργότερα όταν πρωθυπουργός ήταν ο Κ. Σημίτης. Απέδωσαν συνολικά στο δημόσιο ταμείο ποσά που αντιστοιχούσαν περίπου στο 10% του Εγχώριου Προϊόντος, βοηθώντας στο συμμάζεμα των οικονομικών του κράτους, ίσως όμως τα αποτελέσματά τους στο πολιτικό γίγνεσθαι να ήταν πολύ πιο σημαντικά καθώς νομιμοποίησαν, με τον τρόπο που έγιναν, την ιδέα περί «λαϊκού καπιταλισμού», καινούργια ιδέα κι αυτή που έκανε δημοφιλή η M. Thatcher, η οποία ήρθε να αντικαταστήσει στους κύκλους των συντηρητικών και χριστιανοδημοκρατικών ομάδων την πολύ πιο ισορροπημένη σύλληψη της «κοινωνικής οικονομίας της αγοράς» του μεταπολέμου.

1991 1992 1993 1994 1996

1998

ΟΙ ΚΥΡΙΕΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Τράπεζα Πειραιώς Διεθνής διαγωνισμός (67%) ΑΓΕΤ Ηρακλής Πώληση (70%) Ναυπηγεία Ελευσίνας Πώληση (70%) ΕΑΣ Επανακρατικοποιήθηκε το 1994 Τράπεζα Αθηνών Πώληση μέσω Χρηματιστηρίου (67%) ΕΒ Ζάχαρης Πώληση Ναυπηγεία Νεωρίου Πώληση ΟΤΕ (α) Δημόσια εγγραφή (8%) Τράπεζα Μακεδονίας - Θράκης Πώληση μέσω Χρηματιστηρίου (33%) Γενική Τράπεζα Ιδιωτική τοποθέτηση (33%) Τράπεζα Κρήτης Διεθνής διαγωνισμός (97%) Ελληνικά Πετρέλαια (α) Δημόσια εγγραφή (23%) Τράπεζα Κεντρικής Ελλάδος Πώληση μέσω Χρηματιστηρίου (51%) Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών (α) Ιδιωτική τοποθέτηση (10%) Ιονική Τράπεζα

1999

2000

2001

Φυσικό Αέριο ΕΥΔΑΠ Olympic Catering (α) Duty Free Shops Ελληνική Βιομηχανική Τράπεζα Αναπτύξεως Ελληνική Βιομηχανία Οχημάτων COSMOTE Εμπορική Τράπεζα Αγροτική Τράπεζα ΟΠΑΠ Ισθμός της Κορίνθου Λιμένας Θεσσαλονίκης ΔΕΥΑΘ Ναυπηγεία Σκαραμαγκά ΔΕΗ (α)

Εξαγορά από την Τράπεζα Πίστεως (51%) Ασκηση του δικαιώματος προέραισης των Ελληνικών Πετρελαίων Δημόσια προσφορά του τμήματος παροχής υπηρεσιών (30%) Δημόσια εγγραφή (25%) Πώληση (67%) Δημόσια εγγραφή (30%) Στρατηγικός επενδυτής (43%) Δημόσια εγγραφή (15%) Στρατηγικός επενδυτής (7%) Δημόσια εγγραφή (13%) Δημόσια εγγραφή (5%) Δημόσια παραχώρηση (100%) Δημόσια εγγραφή (25%) Δημόσια εγγραφή (26%) Πώληση (100%) Δημόσια εγγραφή (16%)

(α): πρώτη φάση. Γ. Παγουλάτος, "Η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων: επαναχαράσσοντας τα όρια δημόσιου - ιδιωτικού", στο K. Featherstone, Πολιτική στην Ελλάδα, Αθήνα 2007.


309

Οι ιδιωτικοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: α) σε εκείνες που πουλήθηκε η πλειοψηφία ή το σύνολο των μετοχών σε κάποιον ιδιώτη, ή όμιλο, όπως έγινε για παράδειγμα με την πώληση της Τράπεζας Πειραιώς, ή των Τσιμέντων Ηρακλής και, β) σε εκείνες που διατέθηκε, μέσω του χρηματιστηρίου, ένα τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου στο ευρύ επενδυτικό κοινό ενώ το δημόσιο κράτησε, τουλάχιστον μέχρι το 2001, την πλειονότητα των μετοχών και φυσικά την διεύθυνση. είναι, μεταξύ πολλών άλλων, η περίπτωση του ΟΤΕ, που δεν εκποιήθηκε, σε τέσσερις φάσεις, παρά το 44% των μετοχών του οργανισμού. Στην δεύτερη περίπτωση, πίσω από το πρόσχημα της αποκρατικοποίησης δεν κρυβόταν παρά η προσπάθεια του κράτους να εισπράξει χρήματα, με τα οποία θα κάλυπτε μέρος των ελλειμμάτων του. 659 2.2. ΠΡΟΕΞΟΦΛΩΝΤΑΣ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΕΝΑ ΧΙΛΙΟΠΑΙΓΜΕΝΟ ΕΡΓΟ ΣΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ Αγόραζε στη φήμη, και πούλα στην είδηση (Χρηματιστηριακό ρητό)

DOW JONES ΚΑΙ ΔΕΙΚΤΗΣ ΧΑΑ: 1994 - 2001 (1994 = 100) 700,0 600,0 500,0 400,0

DOW JONES

300,0

ΔΕΙΚΤΗΣ ΧΑΑ

200,0 100,0 0,0 1994 1995 1996 1997 1998 1999 2000 2001

Με βάση τις ετήσιες τιμές κλεισίματος. NYSΕ και ΕΣΥΕ.

Προκειμένου να πετύχει το σχέδιο με τις ψευτο-ιδιωτικοποιήσεις, 660 ήταν αναγκαία η λειτουργία ενός σχετικά αξιόπιστου στα μάτια του μικρού Καζάκος 2010, σ. 90. «Η χρηματαγορά στην Ελλάδα υπήρξε δημιούργημα του κράτους το οποίο, προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες χρηματοδότησής του αναγκάστηκε να προχωρήσει στην ιδιωτικοποίηση μεγάλων δημόσιων επιχειρήσεων»: Pagoulatos, σ. 108. 659

660


310 αποταμιευτή χρηματιστηρίου και η προσφορά τίτλων, οι οποίοι θα έδιναν ικανοποιητικό μέρισμα. Η αρχή έγινε με τον ΟΤΕ, το 1996, και ήταν επιτυχής . από τότε, και για μια σειρά ετών, η Σοφοκλέους άρχισε να παρουσιάζεται από τον τύπο και τα άλλα μέσα επικοινωνίας όχι ως «ναός του τζόγου», αλλά ως ένας αξιοπρεπής θεσμός, μέσω του οποίου ευκατάστατοι οικογενειάρχες θα μπορούσαν να τοποθετήσουν τις οικονομίες τους, επιτυγχάνοντας υψηλότερες (και αφορολόγητες) αποδόσεις από αυτές που απέδιδαν οι καταθέσεις στις τράπεζες. Σύντομα όμως το ΧΑΑ ξέφυγε από τους μαθητευόμενους μάγους, που υποτίθεται ότι θα έλεγχαν την λειτουργία του. άλλωστε η δεκαετία του ’90 ήταν, μεταξύ άλλων, διεθνώς η δεκαετία των χρηματιστηρίων, με την αγορά της Νέας Υόρκης να σέρνει τον χορό και τον Dow Jones να έχει εγκατασταθεί στα περισσότερα σπίτια σαν ένας παλιός φίλος ή γνώριμος της οικογένειας. 661 Μόνο που και εδώ, όπως και σε άλλες «αναδυόμενες αγορές», 662 τα πράγματα εξελίχθηκαν άσχημα: με βάση τις τιμές κλεισίματος, ο γενικός δείκτης του ΧΑΑ αυξήθηκε πάνω από έξι φορές μεταξύ 1996 και 1999,663 – όταν η φούσκα άρχισε να ξεφουσκώνει, ενώ κατά την πορεία ανόδου, αλλά και αμέσως μετά, συνέβησαν απίθανα πράγματα,664 για οποία η κυβέρνηση φέρει αναμφισβήτητα την ευθύνη κυρίως γιατί ταύτισε, μέσω του αρμόδιου υπουργού, την πορεία της οικονομίας με αυτήν του χρηματιστηρίου, προσπαθώντας να αποκομίσει πολιτικά οφέλη.665 Το καλοκαίρι του 1999 οι κωδικοί του χρηματιστηρίου ξεπερνούσαν το εκατομμύριο, καθώς με τις μετοχές, σύμφωνα με έρευνα του Βήματος, ασχολούνταν το 30% των ιδιωτικών, το 26% των δημοσίων υπαλλήλων (πιο συντηρητικοί αυτοί), το 12% των εργατών και των αγροτών, αλλά ακόμα και το 12% των ανέργων. 666 μαζί με τις τιμές των χαρτιών, απογειωνόταν και η κοινή νοημοσύνη. Όλοι αισθάνονταν πλούσιοι, ή τουλάχιστον ότι ήταν θέμα χρόνου το να γίνουν, και προσάρμοζαν αντίστοιχα την καταναλωτική τους συμπεριφορά: το 1999, κυκλοφόρησαν 260.000 καινούργια αυτοκίνητα στη χώρα, 46% περισσότερα από αυτά της προηγούμενης χρονιάς, 667 πολλά από τα οποία Μια από τις καλύτερες αποτιμήσεις της χρηματιστηριακής τρέλας του ’90: R. Shiller, Irrational Exuberance, Princeton 2000. 662 Ο όρος, αρκετά κομψός είναι η αλήθεια, αντικατέστησε τον κακόηχο «τριτοκοσμικές αγορές». 663 «Μόνο η Κόστα – Ρίκα ξεπέρασε την Σοφοκλέους»: Τα Νέα 30/12/1998. 664 Το καλύτερο: «ΜΙΑ ΜΕΤΟΧΗ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΠΥΡΑΥΛΟΣ! Η μετοχή της Κορασίδης – Telecom τα πρώτα λεπτά της χθεσινής συνεδρίασης ανέβηκε από τις 6.500 στις 120.000, για να κλείσει στις 28.630 δρχ.»: Το Βήμα, 13/1/2000. 665 «Ο υπουργός [Εθνικής Οικονομίας κ. Παπαντωνίου] σχολιάζοντας χθες τη νέα άνοδο του Γενικού Δείκτη στη Σοφοκλέους δήλωσε ότι όσο πάει καλά η οικονομία, καλά θα πηγαίνει και το Χρηματιστήριο»: Τα Νέα, 14/9/1999. 666 23/11/1999. Η πορεία προς την Σοφοκλέους είχε και έναν εξαγνιστικό, προφανώς, χαρακτήρα για τους κεντροαριστερούς ψηφοφόρους, που επιτέλους είχαν ανοίξει τα μάτια τους: το 38% των επενδυτών είχαν ψηφίσει ΠΑΣΟΚ στις προηγούμενες εκλογές, ενώ μόνο το 24% ΝΔ: Το Βήμα, 24/11/1999. Οι αριστεροί προφανώς δεν έλειπαν, και Η Αυγή, μέσω ειδικής στήλης σχολίαζε ανελλιπώς κάθε Κυριακή τις χρηματιστηριακές εξελίξεις. 667 ΤτΕ, Δελτίο Οικονομικής Συγκυρίας, τχ. 46. 661


311 μεγάλου κυβισμού. 668 τον Αύγουστο του 1999, η Ελλάδα έζησε το ομορφότερο καλοκαίρι της.669 Όταν το πάρτι τελείωσε ήρθε ο καιρός του απολογισμού και της απόδοσης ευθυνών. κάποιοι μεγαλομέτοχοι και χρηματιστές πέρασαν μερικά εικοσιτετράωρα στην φυλακή, αλλά η όλη επιχείρηση γρήγορα γελοιοποιήθηκε όταν η αρμόδια ανακρίτρια κατηγορήθηκε με τη σειρά της για χρηματισμό,

ΑΝΤΛΗΘΕΝΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΧΑΑ (δις δρχ.) 7000 6000 5000 4000 3000 2000 1000 0 1990 1991 1992 1993 1994 1995 1996 1997 1998 1999 2000 2001

Επετηρίδες του ΧΑΑ των αντίστοιχων ετών.

προκειμένου να αποσιωπήσει αξιόποινες πράξεις κάποιων παραγόντων της αγοράς.670 Τι απέμεινε; Μια τεράστια μεταφορά χρήματος σε όσους οργάνωσαν το παιγνίδι,671 καθώς και σε εκείνους που εκμεταλλεύτηκαν την αγωνία της κυβέρνησης να κρατήσει το χρηματιστήριο ζωντανό, εν όψει των εκλογών του 2001.672 Αλλά και τα πρωτοφανή κεφάλαια που αντλήθηκαν από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις,673 με σκοπό την υλοποίηση διάφορων επενδυτικών σχεδίων, ή απλώς την βελτίωση της σχέσης ίδια / δανεικά κεφάλαια. Το που πήγαν πράγματι τα λεφτά είναι μια άλλη ιστορία, που αμφιβάλλω αν θα διευκρινιστεί ποτέ. 2.3. ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΕΣ (Ι) Το Βήμα, 5/1/2000. Οικονομικός Ταχυδρόμος, 12/8/2000. 670 Ακόμα και σήμερα, η υπόθεση δεν έχει ολοκληρωθεί: στο Βήμα της 26/10/2010 (!) αναφέρεται η απόφαση παραπομπής 18 μελών του παραδικαστικού κυκλώματος, για χειραγώγηση μετοχών και συγκάλυψη ευθυνών για την ιστορία του 1999. 671 Σύμφωνα με τα στοιχεία μιας έρευνας που δημοσιεύτηκαν στην Καθημερινή, 1.600.000 επενδυτές πέρασαν το κατώφλι της Σοφοκλέους από το 1997 μέχρι το 2000. Από αυτούς, το 14% δήλωσε ότι αποκόμισε κέρδη, το 18% δεν πραγματοποίησε ούτε κέρδη, ούτε ζημιές, και το υπόλοιπο 68% δήλωσε απώλειες: Η Καθημερινή, 11/3/2001. 672 «Εκλογικός πυρετός σώζει τις μετοχές»: Το Βήμα, 28/12/1999. 673 Κατά την περίοδο 1994 – 2001, τα αντληθέντα κεφάλαια από την εισαγωγή νέων τίτλων έφθασαν το 4,3% του ΑΕγΠ του 2001. 668 669


312

α) ο τραπεζικός τομέας ήταν αναμφίβολα εκείνος στον οποίο σημειώθηκαν οι μεγαλύτερες μεταβολές αυτή την περίοδο. Στα 1993, οι υπό κρατικό έλεγχο τράπεζες είχαν ακόμα το 90% του συνόλου του ενεργητικού των τραπεζών, με προεξάρχουσες την ΕΤΕ και την Εμπορική. το 2001, το ποσοστό αυτό είχε μειωθεί σημαντικά, στο 70%, καθώς μία νέα σημαντική ιδιωτική τράπεζα είχε εμφανιστεί, η Eurobank, ενώ ένα άλλο ιδιωτικό τραπεζικό ίδρυμα είχε ΟΙ ΠΕΝΤΕ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ: 1993 - 2001 % ΤΟΥ ΣΥΝΟΛΟΥ ΤΟΥ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (α) ΚΤΗΜΑΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ (β) ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΙΟΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ (γ) ΑΤΕ (δ) ALPHA ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΙΣΤΕΩΣ EFG EUROBANK (ε)

1993 47,2 10,3 15,2 6,6 9,0

2001 29,2 10,8 10,1 17,1 11,0

(α) το 1995 κατείχε, από πλευράς Ενεργητικού την 279η θέση στον κόσμο: Γ. Τόλιος, Συγκέντρωση κεφαλαίου: τραπεζικοί και ασφαλιστικοί όμιλοι στην ελληνική κοινωνία, Αθήνα 1998. (β) θυγατρική της ΕΤΕ με την οποία συγχωνεύτηκε το 1998, δημιουργώντας «μία τράπεζα μεγαθήριο, με 16.300 εργαζόμενους, 605 υποκαταστήματα εσωτερικού και 100 εξωτερικού»: Τα Νέα, 17/4/1998. (γ) θυγατρική της κρατικής Εμπορικής εξαγοράστηκε, παρά τις αντιδράσεις των εργαζομένων, από την Alpha.: Τα Νέα, 20/9/1998. (δ) μπήκε στο ΧΑΑ το 2001. (ε) Ξεκίνησε με την εξαγορά, το 1998, της Τράπεζας Κρήτης από την ΤτΕ, και της Τράπεζας Αθηνών που ανήκε σε Κορεατικό Όμιλο. Το 1999 εξαγόρασε την Τράπεζα Εργασίας. Τα ποσοστά του Ενεργητικού, επί του συνόλου του Ενεργητικού των εισηγμένων στο ΧΑΑ τραπεζών. Επετηρίδες ΧΑΑ των αντίστοιχων ετών.

ενδυναμωθεί, η τότε Τράπεζα Πίστεως, εξαγοράζοντας από την κρατική Εμπορική την θυγατρική της Ιονική Τράπεζα, και μετονομαζόμενη σε Alpha Τράπεζα. Η άνθιση των ιδιωτικών τραπεζών πραγματοποιήθηκε χάρη σε μια σειρά ευνοϊκούς παράγοντες, οι κυριότεροι των οποίων ήταν η εγκατάλειψη της ιδέας ότι το τραπεζικό σύστημα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, υπό τον έλεγχο του


313 κράτους, ως μοχλός της ανάπτυξης, και οι δεσμεύσεις για την απελευθέρωση των αγορών, άμεση συνέπεια της συμμετοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση . 674 η ΚΑΘΑΡΑ ΚΕΡΔΗ ΤΩΝ ΕΙΣΗΓΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΧΑΑ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ: 1993 - 2001 2,00 1,50 1,00 0,50 0,00 1993

1994

1995

1996

1997

1998

1999

2000

2001

Από τους ισολογισμούς που δημοσιεύονται στις Επετηρίδες του ΧΑΑ των αντίστοιχων ετών.

άνοδος των τιμών στα χρηματιστήριο έπαιξε επίσης τον ρόλο της, καθώς έδινε την δυνατότητα εξασφάλισης κεφαλαίων από ένα ευρύ κοινό.675 Πέρα όμως από τα χρηματιστηριακά παιγνίδια, η πραγματική αιτία της κερδοφορίας των τραπεζών ήταν η, λόγω ολιγοπωλιακής οργάνωσης της αγοράς, μεγάλη διαφορά ανάμεσα στα επιτόκια χορηγήσεων και καταθέσεων: το 1992 έφθανε τις 8,8 μονάδες, έναντι 5,6% στη Γερμανία, 3,8% στην Ισπανία, 2,6% στις ΗΠΑ και 2,2% στην Βρετανία.676 Οι τράπεζες στην Ελλάδα είχαν την δυνατότητα να είναι «πανάκριβες»,677 αναδιαρθρώνοντας το χαρτοφυλάκιό τους οι παλαιές, πραγματοποιώντας υψηλά κέρδη οι νεότερες. Δεν είναι παράδοξο ότι ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε διάφορους επιχειρηματικούς κύκλους για την απόκτηση μιας τράπεζας ήταν ιδιαίτερα έντονος,678 καθώς οι «υπηρεσίες χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης» είχαν μεγάλη ανάπτυξη και μεταβάλλονταν σε κομβικό σημείο κερδοφορίας της οικονομίας.

Η Νομισματική Επιτροπή είχε καταργηθεί από το 1982, έμεναν όμως άλλοι περιορισμοί που αφορούσαν την διαχείριση των τραπεζικών καταθέσεων και αφορούσαν κυρίως τις μετακινήσεις κεφαλαίων στο εξωτερικό. Το 1993 απελευθερώθηκε η κίνηση μακροπρόθεσμων κεφαλαίων προς τις χώρες της ΕΕ, και το 1994 ακολούθησαν οι βραχυχρόνιες κινήσεις: Παγουλάτος 2006, σ. 438 – 439. Για μια γενικότερη επισκόπηση: Βορίδης Η., Αγγελοπούλου Ε., Σκοτίδα Ι., «Η νομισματική πολιτική μέσα από τα κείμενα της Τράπεζας της Ελλάδος 1990 – 2000», ΤτΕ, Οικονομικό Δελτίο τχ. 20, 2003. 675 Την μεγαλύτερη άντληση κεφαλαίων πραγματοποίησε, φυσικά, η ΕΤΕ: 490 δις την τριετία 1997 – 1999, υπερδιπλασιάζοντας τα ίδια κεφάλαιά της: Επετηρίς ΧΑΑ. 676 «Χρυσή Χρονιά για τις Τράπεζες»: Τα Νέα, 17/4/1995. 677 Τα Νέα, 30/4/1997. 678 «Πεδίο μάχης η αγορά τραπεζών»: Τα Νέα, 10/7/1998. 674


314

ΚΑΘΑΡΗ ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΗ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥΣ: 1995 - 2001 12 10 8 6 4 2 0 1995

1996

1997

1998

1999

2000

2001

ΤτΕ

Μέσα στην γενική ευφορία, μια μικρή λεπτομέρεια πέρασε σχεδόν απαρατήρητη: σε έξι μόλις χρόνια, η αποταμίευση των νοικοκυριών, ως ποσοστό του εισοδήματός τους, είχε περιοριστεί από 10,6 σε 4,1% . οι διαμεσολαβητές έχαναν ένα σημαντικό κομμάτι των προς διαχείριση κεφαλαίων τους.

3. ΟΙ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ 3.1. ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΕΣ (ΙΙ)

Η ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ 1991 - 2000 60,0 50,0 40,0

ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ

30,0

ΙΔΙΩΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

20,0

ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

10,0 2000

1999

1998

1997

1996

1995

1994

1993

1992

1991

0,0

ΤτΕ

Αν η ανάπτυξη του τραπεζικού συστήματος αυξάνει την συνολική χρηματοδότηση της οικονομίας, η απεμπλοκή των τραπεζών από τις κρατικές και, λόγω κακοδιαχείρισης, προβληματικές επιχειρήσεις απελευθερώνει πόρους οι οποίοι κατευθύνονται προς τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Οι χορηγήσεις προς το σύνολο της οικονομίας αυξάνονται, σε δέκα χρόνια, από το 40 στο 50% του ΑΕγΠ, ενώ αυτές που κατευθύνονται στην ιδιωτική επιχειρηματικότητα από


315 το 31 στο 45% του εγχώριου προϊόντος. αντίστοιχα τα κεφάλαια προς τις δημόσιες επιχειρήσεις μειώνονται, καθώς το κράτος προσπαθεί να ξεφορτωθεί τα πάντα – ή σχεδόν τα πάντα. Αυτό ήταν αναμενόμενο, μέσα στο γενικό κλίμα της εποχής, αυτό όμως που δεν ήταν προφανές ήταν η στροφή προς το εμπόριο και τις οικοδομές, σε βάρος αυτή την φορά της γεωργίας και κυρίως της μεταποίησης. και οι δύο τελευταίοι τομείς βλέπουν τα μερίδιά τους στην χρηματοδότηση να ελαττώνονται, γεγονός που έχει ως λογική συνέπεια και την, μικρή έστω, μείωση της ποσοστιαίας συμμετοχής τους στο ΑΕγΠ.

Η ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΜΕΙΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ: 1991 - 2000 14,0 12,0 10,0 ΓΕΩΡΓΙΑ

8,0

ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ

6,0

ΕΜΠΟΡΙΟ

4,0

ΟΙΚΙΣΜΟΣ

2,0 2000

1999

1998

1997

1996

1995

1994

1993

1992

1991

0,0

ΤτΕ

Οι τράπεζες λοιπόν χρηματοδοτούν, ολοένα και περισσότερο, τον «οικισμό» και το εμπόριο. μια λαμπρή συνταγή επιτυχίας μέσα στο ανταγωνιστικό περιβάλλον που έρχεται. 3.2. ΣΤΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΧΩΡΟ: ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ


316

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΣΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ: 2000 13,1

14,0

11,8

12,0 10,0 8,0 6,0

Ε - 15 ΕΛΛΑΔΑ

4,4

3,5

4,0 0,9

2,0

1,4

0,0 (α)

(α1)

(α2)

(α): εργαζόμενοι στη γεωργία, ως ποσοστό του συνολικού πληθυσμού. (α1): εργαζόμενοι αποκλειστικά στη γεωργία, ως ποσοστό του συνολικού πληθυσμού. (α2): εργαζόμενοι μερικώς στη γεωργία (part-time) ως ποσοστό του συνολικού πληθυσμού. Eurostat

Η ΕΚΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΚΛΗΡΩΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΕΕ 15: 2000 90,0 80,0 70,0 60,0 50,0 40,0 30,0 20,0 10,0 0,0

ΕΕ-15 ΕΛΛΑΔΑ

< 50 στρ.

50 - <200 στρ.

200 - <500 στρ.

> = 500 στρ.

Eurostat

a) σύμφωνα με την Eurostat, όσοι ασχολούνταν με την γεωργία στην Ελλάδα το 2001 έφθαναν το 13% του πληθυσμού, ποσοστό τριπλάσιο από τον μέσο όρο των άλλων χωρών της Ευρώπης των 15. τα μεγάλα αγροκτήματα, πάνω από 500 στρέμματα ήταν σπάνια στη χώρα μας, ενώ αποτελούσαν το 10% στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οπότε τίθεται για άλλη μια φορά το ερώτημα του πως καταφέρνουν να ανταγωνίζονται οι έλληνες αγρότες τους ευρωπαίους


317 συναδέλφους τους, μόνο που τώρα έχουμε και την στατιστική επιβεβαίωση της απάντησης: αποκλειστικά με την γεωργία ασχολείται το 1% του πληθυσμού στις χώρες της Ένωσης, το 1,5% στην Ελλάδα. Η απόσταση, δεν είναι και τόσο μεγάλη. Θα είχε βέβαια ιδιαίτερο ενδιαφέρον να γνωρίζουμε τι ποσοστό των εισοδημάτων όσων ασχολούνται εν μέρει με την γεωργία, ενώ παράλληλα διαθέτουν και συμπληρωματικούς πόρους, προέρχεται από τον αγροτικό τομέα, αλλά δεν γνωρίζω να υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία. Μένει το γεγονός ότι αποτελούν το 12% του πληθυσμού, γύρω στο 25% του συνόλου των εργαζομένων. Το εισόδημα από την γη συμπληρώνεται –ή συμπληρώνει- τον μισθό από τον δημόσιο τομέα και τις διάφορες δημοτικές υπηρεσίες, το νοίκιασμα δωματίων, την ταβέρνα που νομικά ανήκει συνήθως στην σύζυγο – τα χωράφια ακολουθούν τους άρρενες απογόνους. Μια ρώσικη σαλάτα η οποία, σε συνδυασμό με την απουσία συγκεκριμένων ερευνών, κάνει αδύνατη την παραπέρα διερεύνηση και πάντως θα έφερνε σε απόγνωση τους θεωρητικούς της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας του περασμένου αιώνα που αναζητούσαν, και εύρισκαν, αδρές γραμμές κοινωνικού διαχωρισμού στην ύπαιθρο. 679 β) κατά τα άλλα, η κύρια αλλαγή που συντελείται στο τοπίο είναι η εξάπλωση της ελιάς και του βαμβακιού, σε βάρος των δημητριακών. Ας κάνουμε δύο

Η ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ: 1999 Αλλα 15% Καπνός 2%

Σιτηρά 35%

Βαμβάκι 12% Αμπέλια 4% Κτηνοτροφικά φυτά 9%

Ελιές 23%

ΕΣΥΕ

παρατηρήσεις: το βαμβάκι, όπου υπάρχει στην Ευρώπη, υπάρχει χάρη στις επιδοτήσεις του κοινού αγροτικού ταμείου καθώς η διεθνής τιμή του κυμαινόταν, την δεκαετία του ’90, ανάμεσα στις 80 και τις 150 δραχμές το κιλό, ενώ η ελάχιστη τιμή παραγωγού από την ΕΕ είχε οριστεί στις 190 δραχμές . το 2001-2002, για παράδειγμα, η επιδότηση έφθασε το 57% της συνολικής τιμής παραγωγού. 680

679 680

Το κλασσικό έργο εδώ είναι του Κ. Kautsky, On the Agrarian Question, 1899. www.cotton-net.gr.


318 Με τα δημητριακά η κατάσταση είναι διαφορετική, και ο ρόλος των επιδοτήσεων πολύ πιο περιορισμένος. Όμως, το 2000, η παραγωγή σταριού στην Ελλάδα ήταν 223 κιλά / στρέμμα, ενώ στις χώρες της Ένωσης 586 κιλά, δείχνοντας την συνεχιζόμενη καθυστέρηση της χώρας μας στην καρδιά του αγροτικού τομέα.

3.3. Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ: ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΛΩΣΤΟΥΦΑΝΤΟΥΡΓΙΑ ΣΤΑ ΤΡΟΦΙΜΑ Θα προσπαθήσουμε να δούμε το πως εξελίσσεται η κατάσταση στην βιομηχανία κατά τα τελευταία πριν την ένταξη στο κοινό νόμισμα χρόνια, εξετάζοντας το μέγεθος των μεταποιητικών μονάδων, τα γενικά «λογιστικά» στοιχεία που παρέχει η ΕΣΥΕ σε σχέση με τις μεγάλες επιχειρήσεις, και τέλος την διάρθρωση κατά κλάδους του βιομηχανικού τομέα. α) όσον αφορά το μέγεθος των επιχειρήσεων, η κατάσταση το 2000, σε σχέση με αυτή του 1978, ελάχιστα έχει αλλάξει: το 2000, οι βιοτεχνίες που χρησιμοποιούσαν μέχρι εννέα εργαζόμενους αποτελούσαν το 96,5% του συνόλου, ενώ το 1978 το 93,6% . σε αυτές τις μονάδες εργαζόταν το 30% των απασχολουμένων στην μεταποίηση. Τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα, για τα οποία έχουμε μιλήσει,681 τους επέτρεψαν να επιβιώσουν αν και δεν γνωρίζουμε με πόσες απώλειες στα εισοδήματα των ιδιοκτητών τους. ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ - ΤΑ ΜΕΓΕΘΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ: 2000 ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΓΑΛΛΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ (%) Εως 9 96,5 60,2 82,8 10 - 49 2,6 29,7 13,2 50 - 249 0,8 8 3,2 250 και άνω 0,2 2,1 0,8 ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ % Εως 9 10 - 49 50 - 249 250 και άνω

29,2 16,6 24,3 29,9

7,2 15,6 23,8 55,4

10,2 19,3 22,6 48,0

ΟΟΣΑ

Βέβαια και αλλού, και μάλιστα στις περισσότερο βιομηχανικές χώρες της Ένωσης, στην Γερμανία και τη Γαλλία, οι μικρές επιχειρήσεις υπάρχουν . εκεί όμως στις πολύ μικρές επιχειρήσεις δεν απασχολείται παρά το 10% των βιομηχανικών εργατών, ενώ στην Ελλάδα το 30%. Με αυτά τα στοιχεία το να υποστηρίζει κανείς, όπως κάνει η Λυμπεράκη, ότι «η ελληνική παραγωγική δομή

681

Εδώ, σ. 259.


319 δεν έχει τίποτα το εντελώς ξεχωριστό και μοναδικό» είναι τουλάχιστον παράδοξο.682 ΜΕΓΑΛΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ: 1990 - 2000 (αξία σε εκ. δρχ) Αριθμός καταστημάτων (α) Εργαζόμενοι επιχειρηματίες Αμειβόμενο προσωπικό (β) Ετήσια αμοιβή εργασίας (γ) Ακαθάριστη αξία παραγωγής (δ) Προστιθέμενη αξία (ε) (β) / (α) (γ) / (ε) (ε) / (δ) (γ) / (δ)

1991 8.269 8.926 325.326 735.117 4.881.198 1.701.737

2000 5.016 3.121 230.022 1.216.745 9.739.476 3.456.928

39,3 0,43 0,35 0,15

45,9 0,35 0,35 0,12

2000/1991 0,61 0,35 0,71 1,66 2,00 2,03

«Μεγάλη» βιομηχανία: περιλαμβάνει όσες επιχειρήσεις απασχολούν τουλάχιστον 10 άτομα. ΕΣΥΕ

β) όσον αφορά την «μεγάλη», σύμφωνα με την ΕΣΥΕ, βιομηχανία: οι επιχειρήσεις μειώνονται, όπως και οι εργαζόμενοι σε αυτήν, ενώ ο διπλασιασμός της προστιθέμενης αξίας οφείλεται εξ’ ολοκλήρου στην άνοδο των τιμών, που επίσης διπλασιάζονται ανάμεσα στο 1991 και το 2000. Από τις πολλές παρατηρήσεις που θα μπορούσε να κάνει κανείς, ας περιοριστούμε σε δύο: το εργατικό κόστος δεν ανέρχεται παρά στο 15% της αξίας της ακαθάριστης παραγωγής, και άρα μια αυστηρή μισθολογική πολιτική μπορεί να επηρεάσει σε μικρό βαθμό την ανταγωνιστικότητα. και στο γεγονός ότι το ποσοστό της προστιθέμενης αξίας παραμένει σταθερό στο 35% της ακαθάριστης αξίας. Οι «μεγάλες» βιομηχανίες δεν επεκτείνονται σε προηγούμενα ή επόμενα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στις μικρές επιχειρήσεις όπου αυτές είναι αποδοτικότερες, όπου δηλαδή οι χαμηλότεροι μισθοί που επικρατούν σε αυτές τις τελευταίες επιτρέπει στο σύστημα, ως σύνολο, την συγκράτηση του κόστους. ΚΛΑΔΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ: 1980 – 2002 ΕΠΙΠΕΔΟ 2002 1980 1995 (1995 = 100) Τρόφιμα – ποτά 15,6 22,5 121,7 Καπνός 2,3 1,9 86,9 Κλωστοϋφαντουργικές ύλες 16,1 8,1 86,4 Είδη ενδυμασίας 6,1 7,6 79,5 Λυμπεράκη, σ. 279. Δεν μπορεί να μην παρατηρήσει κανείς ότι τα συγκριτικά στοιχεία που παρατίθενται στο κείμενο αναφέρονται στο σύνολο των επιχειρήσεων, και όχι ειδικότερα στην μεταποίηση. 682


320 Ξύλο και φελλός Επιπλα Χαρτί Εκτυπώσεις και εκδόσεις Δέρμα Ελαστικό και πλαστικά Χημικά Παράγωγα πετρελαίου και άνθρακα Μη μεταλλικά ορυκτά Βασική μεταλλουργία Μεταλλουργικά προϊόντα Μηχανές και συσκευές Ηλεκτρικές μηχανές και συσκευές Συσκευές επικοινωνιών Μεταφορικά μέσα Διάφορα ΣΥΝΟΛΟ

2,2 1,2 1,9 2,6 0,8 3,9 7,8 2,8 8,6 6,5 6,4 1,9 4,7 8,0 0,6 100,0

1,4 2,0 3,3 3,4 1,5 4,3 8,2 4,6 6,6 7,4 4,1 3,1 2,5 1,6 5,5 0,4 100,0

84,2 120,2 95,1 145,7 62,6 134,2 155,9 135,8 120,3 135,3 133,6 123,2 110,0 187,3 211,2

ΤτΕ

γ) οι σημαντικότερες αλλαγές αφορούν την κλαδική διάρθρωση της μεταποίησης, όπου τα κλωστοϋφαντουργικά υποχωρούν συνεχώς από την πρώτη θέση, την οποία καταλαμβάνει, και μάλιστα με μεγάλη διαφορά, η βιομηχανία τροφίμων. Η υφαντουργία μαραζώνει καθώς αδυνατεί να αντιμετωπίσει, όχι πια μόνο στη διεθνή, αλλά και στην εσωτερική αγορά τις ανταγωνιστικές βιομηχανίες που στηρίζονται στα χαμηλά μεροκάματα. Ο κλάδος των τροφίμων αντίθετα ευημερεί λόγω της βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου, αλλά και της ιδιότυπης προστασίας που απολαμβάνουν τα προϊόντα του μιας και, όπως για παράδειγμα είναι η περίπτωση των γαλακτοκομικών, απευθύνονται σε μια λιγότερο ή περισσότερο ευρεία, αλλά σε μεγάλο βαθμό τοπική αγορά. Ο ταχύτερα αναπτυσσόμενος κλάδος, την περίοδο 1995 – 2002, είναι αυτός των μεταφορικών μέσων. όμως, δεν παράγει αυτοκίνητα αλλά αμαξώματα, προφυλακτήρες, φρένα, συμπλέκτες και ποδήλατα, 144.000 το 2002, για όποιον ενδιαφέρεται. Βιομηχανία τροφίμων και ποδήλατα, η ελληνική εκδοχή της πρωτο-εκβιομηχάνισης. 3.4. ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ 683 ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ (εκ. ευρώ)

Τρέχουσες συναλλαγές (Ι) Αγαθά Υπηρεσίες (α)

2000 -10.594 -21.927 8.711

2000 % ΑΕγΠ -8,7 -18,0 7,2

Και εδώ, οι αλλαγές στην ταξινόμηση που επέφερε το νέο σύστημα εθνικών λογαριασμών πολλές φορές δεν κάνουν συγκρίσιμα τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας, σε σχέση με την πριν το 1995 περίοδο. Έτσι, αναγκαζόμαστε να χρησιμοποιήσουμε στοιχεία που αφορούν μόνο το 2000. 683


321 Εισοδήματα (β) Τρέχουσες μεταβιβάσεις (γ) Μεταβιβάσεις κεφαλαίου (ΙΙ) Χρηματοδοτικά μέσα (ΙΙΙ) Αμεσες επενδύσεις Επενδύσεις χαρτοφυλακίου Χρημ. Παράγωγα Λοιπές επενδύσεις Συναλλαγματικά διαθέσιμα Τακτοποιητέα στοιχεία (IV) ΑΕγΠ

-955 3.577 2.221 8.906 -1.116 8.740 366 -4.586

-0,8 2,9 1,8 7,3 -0,9 7,2 0,3 -3,8

5.771 -534

4,7 -0,4

121.701

100,0

(α): ισοζύγιο μεταφορών και ταξιδιωτικό. (β): μισθοί, τόκοι, μερίσματα και κέρδη. (γ): μεταβιβάσεις κεφαλαίου και γενικής κυβέρνησης. στις τελευταίες εντάσσονται και οι εισπράξεις από την ΕΕ. Εξ ορισμού: I+II+III+IV = 0 ΕΣΥΕ

α) οι καταναλωτές όμως έχουν την άσχημη συνήθεια να μην περιορίζουν τις αγορές τους στα προβιομηχανικά αγαθά, και εδώ οι αδυναμίες της εγχώριας παραγωγικής βάσης στην ικανοποίηση της ζήτησης οδηγούν σε ένα έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών ίσο με το 18% του ΑΕγΠ, έλλειμμα που καλύπτεται από το τουριστικό και το ναυτιλιακό συνάλλαγμα, αλλά και τις επενδύσεις χαρτοφυλακίου. στον τομέα των άμεσων επενδύσεων, αντίθετα, το ισοζύγιο είναι αρνητικό καθώς οι έλληνες επιχειρηματίες επενδύουν στο εξωτερικό μεγαλύτερα ποσά από όσα οι αλλοδαποί στην χώρα μας.684 Ακόμα και με μια γρήγορη ματιά στον πίνακα, δεν μπορεί παρά να προβληματιστεί κανείς για την ισοτιμία (1 ευρώ = 340,75 δρχ.) με την οποία το εθνικό νόμισμα αντικαταστάθηκε από το ευρώ. Εκτός και αν οι υπεύθυνοι, ή όσοι πήραν τις αποφάσεις γι’ αυτό το ζήτημα, πίστευαν ότι η εισροή κεφαλαίων για την αγορά ομολόγων και μετοχών σε τέτοιο μέγεθος, θα συνεχιζόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα. 685 προφανώς, την εποχή του θριάμβου του νεοφιλελευθερισμού είχαν ξεχάσει τον Keynes.686

Οι άμεσες επενδύσεις σχετίζονται με την δημιουργία μιας νέας παραγωγικής μονάδας, ενώ οι επενδύσεις χαρτοφυλακίου με την αγορά ομολόγων ή μετοχών. 685 Σύμφωνα με τον Σαχινίδη, «από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, η πλάστιγγα είχε γείρει υπέρ της «σκληρής δραχμής», καθώς οι ελληνικές τράπεζες, μεγάλες επιχειρήσεις αλλά και το Δημόσιο είχαν δανειστεί σε ξένο νόμισμα και τυχόν υποτίμηση θα δημιουργούσε πολύ περισσότερα προβλήματα από όσα θα έλυνε»: ό.π. Εγώ θα έλεγα ότι η πολιτική αυτή, απλώς μετέθετε το πρόβλημα στο μέλλον. 686 «Όταν η κεφαλαιακή ανάπτυξη μιας χώρας γίνεται υποπροϊόν των δραστηριοτήτων τύπου καζίνο, τότε, πιθανόν, κάτι δεν πάει καλά»: Γενική Θεωρία..., σ. 187. 684


322

ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΙ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ: 1990 - 2000 45,0 40,0 35,0 30,0 25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0

ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ

2000

1999

1998

1997

1996

1995

1994

1993

1992

1991

1990

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ

Τα στοιχεία για το εξωτερικό εμπόριο και το ισοζύγιο διαφέρουν από αυτά του προηγούμενου κεφαλαίου λόγω των αναθεωρήσεων, προς τα πάνω, του ΑΕγΠ που συνεπάγεται την αυτόματη μείωση των υπόλοιπων μεγεθών όταν εκφράζονται ως ποσοστά αυτού του τελευταίου. Έτσι, το σύνολο του εξωτερικού εμπορίου (εισαγωγές + εξαγωγές) από το 50% του ΑΕγΠ (εδώ, σ. 264 ), πέφτει στο 35% στην δεκαετία του 1990, με τις νέες αναθεωρημένες εκτιμήσεις, παρουσιάζοντας μας την εικόνα μιας πολύ πιο κλειστής οικονομίας. Τέτοιου τύπου προβλήματα μετατρέπουν την ανάγνωση των στατιστικών στοιχείων σε γρίφους, δεν βλέπω όμως πως θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν. ΕΣΥΕ

ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΜΕ ΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ ΕΕ ΚΑΙ ΤΟΝ ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΚΟΣΜΟ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΑ ΤΟΥ ΑΕγΠ: 1990 - 2000 25,0 20,0 (α)

15,0

(β)

10,0

(γ) (δ)

2000

1999

1998

1997

1996

1995

1994

1993

1992

1991

0,0

1990

5,0

(α): εμπόριο με τις χώρες της ΕΕ, ως ποσοστό του ΑΕγΠ. (β) εμπόριο με τις υπόλοιπες χώρες. (γ): εμπορικό έλλειμμα με τις χώρες της ΕΕ, ως ποσοστό του ΑΕγΠ. (δ): εμπορικό έλλειμμα με τις υπόλοιπες χώρες. ΕΣΥΕ


323 β) βλέποντας τα στοιχεία της δεκαετίας του ’90 θα πρέπει να παρατηρήσουμε δύο πράγματα: το εξωτερικό εμπόριο παραμένει, παρά την απελευθέρωση των αγορών, σταθερό και βρίσκεται γύρω στο 35% του εγχώριου προϊόντος . και το δεύτερο, σταθερό επίσης μένει και το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου, γύρω στο 15% του ΑΕγΠ. Η παραγωγή αδυνατεί να καλύψει την ζήτηση, μια σταθερά, ίσως η μόνη, ολόκληρης της μεταπολεμικής περιόδου. Αν κάτι αλλάζει, τουλάχιστον μετά το 1993, είναι το γεγονός ότι το ποσοστό των ελλειμμάτων με τις χώρες της ΕΕ διευρύνεται όλο και περισσότερο, σε αντίθεση με αυτά του υπόλοιπου κόσμου. εδώ είναι που η ενιαία αγορά ολοκληρώνεται, όμως η Ελλάδα, δηλαδή –να το ξαναπούμε- η παραγωγική της βάση, αδυνατεί να ανταποκριθεί στις εξελίξεις. ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΜΕ ΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ ΕΕ: 1995 - 2000 14,0 12,0 10,0 8,0

(α)

6,0

(β)

4,0 2,0 0,0 1995

1996

1997

1998

1999

2000

(α): κοινοτικές ενισχύσεις ως ποσοστό του ΑΕγΠ (β): εμπορικό έλλειμμα με τις χώρες της ΕΕ ως ποσοστό του ΑΕγΠ ΕΣΥΕ

γ) στο ερώτημα, αν οι διάφορες κοινοτικές ενισχύσεις αντισταθμίζουν την διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος η απάντηση είναι αρνητική: ο απλός μέσος όρος των ενισχύσεων, την περίοδο 1995 – 2000, φθάνει στο 4% του εγχώριου προϊόντος, αλλά το εμπορικό έλλειμμα με τις χώρες της ΕΕ στο 10,8%. Όμως, τα μεγάλα οφέλη από την ένταξη στην ευρωζώνη αναμενόταν ότι θα προέρχονταν από αλλού και όχι από τις κοινοτικές επιδοτήσεις, όσο σημαντικές και αν ήταν αυτές: από το γεγονός δηλαδή ότι, για πρώτη φορά στην ιστορία της, η Ελλάδα θα αποκτούσε ένα ισχυρό νόμισμα, κάτι που θα επέτρεπε ο δανεισμός του ελληνικού κράτους, αλλά και των μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων από το εξωτερικό, να πραγματοποιείται με τα ίδια πάνω – κάτω επιτόκια με τα οποία δανείζονταν πολύ ισχυρότερες και σταθερότερες οικονομίες από την ελληνική. Φθηνό χρήμα που θα επέτρεπε, με τους κατάλληλους χειρισμούς, την μείωση του κρατικού χρέους και την πραγματοποίηση επενδύσεων. Η νομισματική ενοποίηση άνοιγε, θεωρητικά τουλάχιστον, άλλη μια δυνατότητα στην οικονομική ανάπτυξη.


324 Τα παραπάνω βέβαια θα μπορούσαν να επιτευχθούν με την προϋπόθεση της μείωσης του πληθωρισμού και του συμμαζέματος των δημόσιων οικονομικών.

3.5. Η ΜΕΙΩΣΗ ΤΟΥ ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΥ

ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΥΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΔΡΑΧΜΗΣ 1993 - 2001 16,0 14,0 12,0 10,0 8,0 6,0 4,0 2,0 0,0 -2,0 -4,0

(α) (β) (γ)

1993 1994

1995 1996

1997 1998 1999 2000

2001

(α): πληθωρισμός στις χώρες του ευρώ. (β): πληθωρισμός στην Ελλάδα. (γ) υποτίμηση της δραχμής έναντι του ecu. ΕΣΥΕ και ΔΝΤ

Η μείωση του πληθωρισμού έγινε κατορθωτή χάρη στη συνέχιση της πολιτικής της «σκληρής» δραχμής. Ανάμεσα στο 1993 και το 2001, η δραχμή υποτιμήθηκε έναντι του ecu κατά 27,1%, όμως, στο ίδιο διάστημα οι τιμές στις μετέπειτα χώρες του ευρώ αυξήθηκαν κατά 16,8%, ενώ στην Ελλάδα κατά 56,5%. 687 Απέναντι της προστασίας της εγχώριας παραγωγής, μέσω των συνεχών υποτιμήσεων που κάλυπταν την διαφορά τιμών ανάμεσα στην Ελλάδα και τους εμπορικούς της εταίρους, συντηρώντας όμως τον πληθωρισμό, προκρίθηκε η εκκαθάριση της παραγωγικής βάσης με την απομάκρυνση από την αγορά των πιο αδύνατων στοιχείων της, και η τιθάσευση των τιμών, κάτι που ήταν αναγκαίο προκειμένου η χώρα να ενταχθεί στην ζώνη του ευρώ. Πολλοί δεν πίστεψαν ότι αυτή η πολιτική θα μπορούσε να ακολουθηθεί με συνέπεια και, στοιχηματίζοντας στην υποτίμηση της δραχμής, μετέτρεπαν τα ρευστά τους διαθέσιμα σε συνάλλαγμα.688 Εν μέρει δικαιώθηκαν καθώς η ΕΣΥΕ και ΔΝΤ. Οι επιθέσεις κατά της δραχμής έγιναν σε δύο φάσεις: κατά το 1994, λόγω της αναμενόμενης απελευθέρωσης της αγοράς συναλλάγματος, και το 1998, λόγω του επικείμενου κλειδώματος της ισοτιμίας με το ευρώ. Το 1994, εξαντλώντας σχεδόν τα συναλλαγματικά της διαθέσιμα και ανεβάζοντας τα επιτόκια δανεισμού μέχρι το 687 688


325 υποτίμηση, κατά 14%, πράγματι συνέβη το 1998.689 Ήταν η τελευταία υποτίμηση του εθνικού νομίσματος πριν την αντικατάστασή του από το ευρώ, και δεν κατάφερε να ανακόψει την μείωση του πληθωρισμού, ή την πορεία προς το ενιαίο νόμισμα: την 1η Ιανουαρίου 2002 η δραχμή αποσύρθηκε και την θέση της πήρε το ευρώ, στην αναλογία 1 ευρώ = 340,75 δραχμές. 3.6. ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ

60,0

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΣΟΔΑ, ΕΞΟΔΑ ΚΑΙ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ 1990 - 2001

50,0 40,0 30,0 (α)

20,0

(β)

10,0

(α) - (β)

0,0 -10,0

1994

1995

1996

1997

1998

1999

2000

2001

-20,0

(α): δημόσια έσοδα (β): δημόσιες δαπάνες (γ): έλλειμα Ν. Καραβίτης, Δημόσιο Χρέος και Έλλειμμα, Αθήνα 2008.

α) σύμφωνα με την συνθήκη του Μάαστριχ το δημόσιο έλλειμμα θα έπρεπε να περιοριστεί στο 3% του ΑΕγΠ, από 9,2% που ήταν το 1994, και το θαύμα αυτό σχεδόν επιτεύχθηκε, και μάλιστα χωρίς σοβαρούς κλυδωνισμούς και κοινωνικές εντάσεις. 690 ας δούμε το πως, τόσο από την μεριά των εσόδων, όσο και από αυτήν των δαπανών.

απίστευτο 350%, η ΤτΕ κατάφερε να διατηρήσει την ισοτιμία του εθνικού νομίσματος: Το Βήμα 22/5/1994. Το 1998, η επιχείρηση υπεράσπισης του νομίσματος απέτυχε. 689 «Φτωχότεροι μετά το ευρώ – ναυάγιο της δραχμής»: Τα Νεα, 14/3/1998. 690 Η μόνη σοβαρή αμφισβήτηση της κυβέρνησης Σημίτη προήλθε λόγω των σχεδίων της για την αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος, αλλά οι αντιδράσεις των θιγομένων την ανάγκασαν να αναθεωρήσει την στάση της: Το Βήμα, 26/4/2001.


326

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΣΟΔΑ: 1994 & 2001 50,0 45,0 40,0 35,0 30,0 25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0

44,9 40,7

6,8

9,4

ΑΜΕΣΟΙ ΦΟΡΟΙ

13,814,6

1994 12,313,8

ΕΜΜΕΣΟΙ ΕΙΣΦΟΡΕΣ ΦΟΡΟΙ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΗ

2001

7,8 7,1

ΛΟΙΠΑ ΕΣΟΔΑ

ΣΥΝΟΛΟ

Καραβίτης, ό.π.

β) όλες οι κατηγορίες δημόσιων εσόδων αυξήθηκαν, το βάρος όμως δόθηκε στους άμεσους φόρους, στους φόρους δηλαδή περιουσίας και εισοδήματος, με τον περιορισμό της κραυγαλέας φοροδιαφυγής. Οι φόροι αυτοί αυξήθηκαν κατά 40% σχεδόν, μέσα σε επτά χρόνια, επιτρέποντας στο ελληνικό κράτος να εισπράξει από αυτή την πηγή, για πρώτη φορά μετά το 1922, το 20% των εισοδημάτων του. Δεν επρόκειτο για κάποια επανάσταση, αλλά το ό,ποιο κοινωνικό χρώμα της κυβέρνησης βρίσκεται σε αυτό το σημείο.691 Συνολικά, μαζί με τις αυξήσεις των εισφορών στην κοινωνική ασφάλιση και την ήπια αύξηση στους έμμεσους φόρους, τα δημόσια έσοδα αυξήθηκαν κατά 4,2 μονάδες ως ποσοστό του εγχώριου προϊόντος. τις υπόλοιπες τρεις μονάδες θα έπρεπε να τις βρει η δημιουργική λογιστική. γ) γιατί οι δημόσιες δαπάνες έμειναν ακλόνητες στο ύψος τους, και το 2002 έφθαναν το 49,8% του ΑΕγΠ, έναντι 49,9% το 1994. Και μάλιστα, αυτό συνέβη

Παρά την πρόοδο, το 2002 οι «έμποροι, βιοτέχνες και βιομήχανοι» δήλωσαν στην εφορία μέσο εισόδημα 4,5 εκ. δραχμές, ενώ οι μισθωτοί 4,8 εκ. Όσο και αν ακούγεται αστείο, τα πράγματα είχαν βελτιωθεί, αφού το 1990 οι πρώτοι είχαν δηλώσει εισόδημα 1,0 εκ., και οι δεύτεροι 1,7 εκατομμύρια ΕΣΥΕ. 691


327

ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ: 1994 & 2001 60,0

49,9 49,8

50,0 40,0

1994

30,0 20,0

10,6 11,4

2001

14,9 16,9

13,9 7,1

10,0 0,0 ΜΙΣΘΟΙ

ΚΟΙΝ. ΔΑΠΑΝΕΣ

ΤΟΚΟΙ

ΣΥΝΟΛΟ

Καραβίτης, ό.π.

παρά το ότι οι δαπάνες για τόκους μειώθηκαν από το 14 στο 7% του εγχώριου προϊόντος. τα χρήματα που εξοικονομήθηκαν από την μείωση των τόκων, ή ορθότερα των επιτοκίων, καθώς οι διεθνείς αγορές πείθονταν για την ένταξη της Ελλάδας στην ζώνη του ευρώ, δαπανήθηκαν στην μικρή αύξηση των κοινωνικών δαπανών και των μισθών, αλλά στο μεγαλύτερο μέρος τους χρησιμοποιήθηκαν για διάφορους σκοπούς, όπως η πληρωμή δανείων των ΔΕΚΟ που κατέπιπταν και είχαν την εγγύηση του δημοσίου.

ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕγΠ 1994 - 2001 114,0 112,0 110,0 108,0 106,0 104,0 102,0 100,0 98,0 1994

1995

1996

1997

1998

1999

2000

2001

Καραβίτης, ό.π.

δ) το τι ακριβώς συμβαίνει με το δημόσιο χρέος (αλλά όχι μόνο με αυτό) και το τι μαγειρέματα έχουν υποστεί τα επίσημα στοιχεία, είναι σχεδόν αδύνατο να τα βρει κανείς. Το σίγουρο είναι ότι μετά την μείωση των ετών 1997 – 1999, πραγματοποιεί ένα μικρό άλμα φθάνοντας σε δύο χρόνια από το 104 στο 113 του


328 ΑΕγΠ. 692 ήδη, όταν ανακοινώνονται αυτοί οι αριθμοί, είμαστε μέλη της ευρωζώνης, η κυβέρνηση έχει αλλάξει, και τα στόματα παύουν να είναι ερμητικά κλειστά. 3.7. ΟΙ ΜΙΣΘΟΙ

ΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΜΙΣΘΟΙ: 1993 - 2001 140,0 120,0 100,0 (α)

80,0

(β)

60,0

(γ)

40,0 20,0 0,0 1993 1994 1995 1996 1997 1998 1999 2000 2001

(α): μέσες πραγματικές ετήσιες ακαθάριστες αποδοχές. (β): κατώτατες πραγματικές μεικτές ακαθάριστες αποδοχές. (γ): μεικτές αποδοχές στην Ελλάδα ως ποσοστό των αντίστοιχων αποδοχών των χωρών της ΕΕ – Επιχειρήσεις με τουλάχιστον 10 εργαζόμενους. Για τα (α) και (β) ΤτΕ, για το (γ) Eurostat.

Αν η μείωση των επιτοκίων βοήθησε όχι μόνο στη διατήρηση, αλλά και σε κάποια ανάπτυξη των κρατικών μηχανισμών αλληλεγγύης και των μισθών στο δημόσιο, η μισθολογική πολιτική στον ιδιωτικό τομέα βοήθησε με τη σειρά της στην επικράτηση της κοινωνικής συνοχής. οι μέσοι πραγματικοί μισθοί αυξήθηκαν, μέσα σε οκτώ χρόνια, κατά 22%. Εδώ θα πρέπει να σταθούμε όμως σε δύο σημεία που αμαυρώνουν την εικόνα: η αύξηση των κατώτατων πραγματικών μισθών, με τους οποίους συνήθως αμείβονται οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας και οι μετανάστες, αυξήθηκαν επίσης, αλλά σε πολύ μικρότερο ποσοστό, αθροιστικά μόλις 7% στο ίδιο χρονικό διάστημα. και η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στους ελληνικούς και τους ευρωπαϊκούς μισθούς παρέμεινε πρακτικά στα ίδια επίπεδα, καθώς το 2001 οι αμοιβές στην χώρα μας, σε μονάδες ίσης αγοραστικής δύναμης, έφθαναν το μισό των μέσων ευρωπαϊκών. Όμως, αν και το μέσο ωριαίο εργατικό κόστος στην

«Με τη μείωση των επιτοκίων εξοικονομήσαμε ποσά που διαθέταμε για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους», υποστηρίζει ο Κ. Σημίτης 2005, σ. 195. Όμως, στο τέλος του 2001 το χρέος, ως ποσοστό του ΑΕγΠ, ήταν υψηλότερο από αυτό του 1996. 692


329 Ελλάδα δεν ήταν, το 2001, παρά 11,6 ευρώ, έναντι 22,4 ευρώ του μέσου ευρωπαϊκού,693 εκείνη η τρύπα στο εμπορικό ισοζύγιο δεν έλεγε να κλείσει.

3.8. Η ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ Ο ΕΝΕΡΓΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΚΛΑΔΟΥΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ: 1991 – 2001

Γεωργία (α) Ορυχεία Βιομηχανία – Βιοτεχνία Ηλεκτρισμός, Φωταέριο κλπ Οικοδόμηση και Δημ. Εργα Εμπόριο - Εστιατόρια Ξενοδοχεία Τράπεζες – Ασφάλειες Μεταφορές – Επικοινωνίες Υπηρεσίες (β) Μη δηλώσαντες ΣΥΝΟΛΟ

1991 (α) 671 16

2001 (β) 620 12

(β) / (α) 0,92 0,75

2001% 13,4 0,3

534 33 289

531 38 376

0,99 1,15 1,30

11,5 0,8 8,1

662 74 250 889 296 3.714

917 109 282 1.495 242 4.622

1,39 1,47 1,13 1,68 0,82 1,24

19,8 2,4 6,1 32,3 5,2 100,0

(α): δες όμως εδώ, σ. [ ] τις εκτιμήσεις της Eurostat. (β): δημόσια διοίκηση και ασφάλεια, υγεία, εκπαίδευση, λοιπές δραστηριότητες. ΕΣΥΕ

α) η εξέλιξη της κατανομής του ενεργού πληθυσμού, κατά την δεκαετία του ’90, δεν παρουσιάζει καμιά έκπληξη. Οι απασχολούμενοι στην γεωργία μειώνονται, ενώ η βιομηχανία συγκρατεί όσους απασχολούνται εκεί. Οι χαμένες θέσεις εργασίας στην γεωργία θα αντικατασταθούν, και με το παραπάνω, με άλλες στις κατασκευές και τις υπηρεσίες, ιδιαίτερα σε τομείς όπου κυριαρχεί ο δημόσιος τομέας. β) πρόκειται όμως για έναν άσχημα οργανωμένο και αναποτελεσματικό δημόσιο τομέα: διαιρώντας την αξία του εγχώριου προϊόντος ανά κλάδο με τον αριθμό των εργαζομένων σε αυτόν, ο δείκτης που προκύπτει για τις υπηρεσίες είναι ελάχιστα μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο της γεωργίας, και πάντως σαφώς κατώτερος του εθνικού μέσου όρου. γ) ο δημόσιος τομέας παρουσιάζεται αναποτελεσματικός και για έναν επιπλέον λόγο. αδυνατεί να δημιουργήσει εκείνες τις υποδομές, όπως είναι οι βρεφονηπιακοί σταθμοί, τα ολοήμερα σχολεία, ή οι μονάδες προστασίας των γερόντων, που θα επέτρεπαν στον γυναικείο πληθυσμό να πάψει να ασχολείται με τα «οικιακά» και να πάρει τη θέση του στην αγορά εργασίας, και αυτή είναι πιθανόν η μεγαλύτερη σπατάλη πόρων για την ελληνική κοινωνία. Το μειωμένο 693

Eurostat.


330

ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗ ΑΞΙΑ / ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ: 2001 (σε χιλ. ευρώ)

62,1

56,4 26,6

26,5

35,4

26,8

Μεταφορές – Επικοινωνίες

Τράπεζες – Ασφάλειες

Εμπόριο Εστιατόρια Ξενοδοχεία

Οικοδόμηση και Δημ. Εργα

Ηλεκτρισμός, Φωταέριο κλπ

Βιομηχανία – Βιοτεχνία

Ορυχεία

Υπηρεσίες (β)

15,7

13,2

21,6

ΣΥΝΟΛΟ

62,3

Γεωργία (α)

70,0 60,0 50,0 40,0 30,0 20,0 10,0 0,0

(α): Γεωργία, Κτηνοτροφία, Αλιεία. (β): Υπηρεσίες: Δημόσια Διοίκηση, Υγεία, Εκπαίδευση. ΕΣΥΕ

ΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ 15 - 64 ΕΤΩΝ: 1992 & 2001 64

62,2

62 59,3

60 58 56 54

56,3 53,7

ΕΛΛΑΔΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ EURO

52 50 48 1992

2001

Eurostat

ποσοστό των εργαζομένων στη χώρα μας οφείλεται αποκλειστικά στον μειωμένο αριθμό των εργαζόμενων γυναικών: το 2001 μόνο το 42,5% των γυναικών ηλικίας 15 – 64 ετών εργάζονταν, έναντι 52,4% στις χώρες του ευρώ . ο αριθμός των ανδρών, αντίθετα, ήταν ο ίδιος και ανερχόταν, εκείνη τη χρονιά, στο 72%.


331

VIIγ: Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ Ή Ο ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΚΑΤΑ ΘΕΣΗ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ 1991 - 2001 (οι απόλυτοι αριθμοί σε χιλ.) Εργοδότες (α) Εργαζόμενοι για δικό τους λογαριασμό

1991 262 1.095

2001 504 752

1991% 7,3 30,4

2001% 11,5 17,2

Συμβοηθούντα μέλη της οικογένειας Μισθωτοί (β) ΣΥΝΟΛΟ (β) / (α)

231 2.012 3.600 8,0

222 2896 4374 5,7

6,4 55,9 100,0

5,1 66,2 100,0

ΕΣΥΕ

α) η δεκαετία του ’90, ήταν μια επιτυχημένη επαγγελματικά δεκαετία για πολλούς έλληνες. Κοιτάζοντας τον πίνακα με την κατά θέση κατανομή στην παραγωγική διαδικασία, μένει κανείς έκπληκτος από την αύξηση του αριθμού των εργοδοτών: μέσα σε δέκα χρόνια, 240 χιλιάδες εργαζόμενοι άνοιξαν την δική τους επιχείρηση, ή επέκτειναν την προϋπάρχουσα, και μάλιστα μια επιχείρηση της οποίας οι δουλειές πήγαιναν τόσο καλά, ώστε ήταν αναγκαία η πρόσληψη ενός τουλάχιστον μισθωτού. Αντίθετα, οι αυτοαπασχολούμενοι μαζί με τα βοηθούντα μέλη της οικογένειας τους μειώνονται, και μειώνονται σημαντικά, καθώς το ποσοστό τους στον ενεργό πληθυσμό πέφτει από το 37 στο 22%. Εδώ όμως, τα στατιστικά μας στοιχεία μας εγκαταλείπουν. Για τον ποιό ακριβώς ρόλο έπαιξαν σε αυτή την διαδικασία οι καταγεγραμμένοι 360 χιλιάδες αλλοδαποί εργαζόμενοι, η απογραφή του 2001 δεν έχει να μας πει τίποτα. Όμως, είναι βέβαιο ότι οι περισσότεροι εργάζονταν σαν ημερομίσθιοι, και η αύξηση των μισθωτών στο σύνολό τους οφείλεται σε σημαντικό βαθμό σε αυτούς. Οι έλληνες που πέρασαν από το καθεστώς της αυτοαπασχόλησης σε αυτό της μισθωτής εργασίας, σε μεγάλο ποσοστό θα πρέπει να μεταπήδησαν στον τομέα των υπηρεσιών, κατά προτίμηση σε κάποια δημόσια υπηρεσία. Ούτως ή άλλως, και παρά το «ατύχημα» του χρηματιστηρίου, εκείνα τα χρόνια η αισιοδοξία κυριαρχούσε και κάνοντας έναν αναχρονισμό, μαζί της και ο παλιός τίτλος – σύνθημα, «το μικρό είναι όμορφο».694 Πόσο μικρό όμως; Αν το 1991 αντιστοιχούσαν οκτώ μισθωτοί σε κάθε εργοδότη, δέκα χρόνια αργότερα δεν αντιστοιχούσαν ούτε έξι.

F. Schumacher, Το μικρό είναι όμορφο: η ανθρωπιά και η ομορφιά της μικρής οικονομίας, Αθήνα 1980. 694


332 β) το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο πολλαπλασιασμός των, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά δεδομένα, micro επιχειρήσεων, όσων δηλαδή απασχολούν μέχρι ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΜΕ 9 ΤΟ ΠΟΛΥ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: 2003 (ποσοστά %) ΤΟΜΕΑΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΕΛΛΑΔΑ ΣΥΝΟΛΟ Βιομηχανία 4 11 Κατασκευές 11 14 Χονδρικό εμπόριο 11 8 Λιανικό εμπόριο 50 17 Ξενοδοχεία - τροφοδοσία 6 6 Επισκευές 3 Μεταφορές - Επικοινωνίες 5 6 Τράπεζες - Ασφάλειες 1 2 Υπηρεσίες προς επιχειρήσεις 5 19 Άλλες υπηρεσίες προς την βιομηχανία 4 14 ΣΥΝΟΛΟ 100 100 Observatory of European SME’S 2003, ENSR Enterprise Survey 2003.

εννέα άτομα. 695 στην ΕΕ αναλογεί μία επιχείρηση αυτού του μεγέθους, σε κάθε 94 κατοίκους, ενώ στην Ελλάδα μία σε κάθε 67, κάτι που δείχνει ότι αναλογικά έχουμε πολλές επιχειρήσεις – νάνους, η καθεμιά από τις οποίες έχει μικρότερη πελατεία από τις αντίστοιχές ευρωπαϊκές, με αποτέλεσμα το κόστος λειτουργίας του όλου συστήματος να είναι αυξημένο. Το σημαντικότερο όμως, κατά την γνώμη μου, βρίσκεται αλλού: στο ότι το 50% αυτών των επιχειρήσεων ασχολείται με το λιανικό εμπόριο, ποσοστό που περιορίζεται στο 17% για το σύνολο της ευρωπαϊκής αγοράς. οι συναλλαγές με άλλες επιχειρήσεις και τη βιομηχανία αντίθετα είναι πολύ περιορισμένες. Συνοψίζοντας: πολλές μικρές επιχειρήσεις στο λιανικό εμπόριο, που αδυνατώντας να κάνουν οποιεσδήποτε οικονομίες κλίμακος, επιβαρύνουν τους τελικούς καταναλωτές αλλά και τους εργαζόμενους σε αυτές, τους μεν με υψηλότερες τιμές, τους δε με χαμηλότερους μισθούς. Το μικρό μπορεί να είναι όμορφο, και να ανοίγει τον δρόμο για ένα κόσμο όπου το Κεφάλαιο υπηρετεί τον Άνθρωπο, το άριστο όμως μέγεθος της επιχείρησης και οι καταναγκασμοί που αυτό επιβάλλει, μπορεί να το κάνουν αναποτελεσματικό.

VIIδ: ΣΤΟΝ ΑΝΤΙΠΟΔΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΥΜΑΡΕΙΑΣ: Η ΦΤΩΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΟ ΓΥΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΧΙΛΙΕΤΙΑΣ Η χώρα υποδέχθηκε τη νέα χιλιετία μέσα σε ένα κλίμα ευφορίας. Είχε καταφέρει να ξεπεράσει την κρίση της δεκαετίας του ’80, που κράτησε μέχρι το 1993, και το σημαντικότερο, είχε καταφέρει να την ξεπεράσει χωρίς οι έλληνες, ή τουλάχιστον η πλειονότητά τους, να υποστούν μείωση στα εισοδήματα και το Μια micro επιχείρηση, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές στατιστικές, απασχολεί έως 9 άτομα, μια small 10 – 49 άτομα, μια med. sized 50 – 249 άτομα. 695


333 βιοτικό τους επίπεδο. Η πρωτεύουσα απέκτησε επιτέλους υπόγειο σιδηρόδρομο, που δεν κάλυπτε παρά το κέντρο της πόλης στην αρχή, όλα όμως έδειχναν ότι θα επεκτεινόταν στην συνέχεια, όπως και έγινε. την συνεχώς υποτιμούμενη δραχμή, που οδηγούσε στην παράνομη εξαγωγή συναλλάγματος και ανάγκαζε τους εύπορους να παίζουν ένα συνεχές κρυφτούλι με διάφορους μηχανισμούς ελέγχου, αντικαθιστούσε το ευρώ και η ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων . τις βαριές δουλειές στα χωράφια και τις οικοδομές είχαν αναλάβει αλλοδαποί εργάτες, συνήθως αλβανοί. η ανάληψη των Ολυμπιακών αγώνων δεν ήταν παρά το επιστέγασμα όλων των παραπάνω, κάτι σχεδόν αυτονόητο. 696

ΦΤΩΧΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΕ-15 2002 23

25

22

20

20 15

15

12,9 Ε - 15

10

7,3

Ελλάδα

5 0 ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΕΙΣ

ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΕΙΣ

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΦΤΩΧΟΙ

«Φτωχοί»: σύμφωνα με τον ορισμό της Eurostat.

Eurostat Αυτονόητο ήταν επίσης, ότι δεν θα ήταν όλοι εξίσου ωφελημένοι από αυτές τις επιτυχίες. Πάντα θα υπάρχουν φτωχοί και πλούσιοι, άλλωστε είναι γνωστό ότι «η οικονομική ανάπτυξη, κάποτε οξύνει τις ανισότητες, πρόσκαιρα ευτυχώς». 697 Ναι, αλλά στην ΕΕ αυτοί οι φτωχοί ήταν το 15% του πληθυσμού, ενώ στην Ελλάδα το 20%. Οι μηχανισμοί κοινωνικών μεταβιβάσεων είχαν αποτύχει, αντίθετα από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, λόγω της διάβρωσής τους από τις ρουσφετολογικές πρακτικές,698 αλλά και των ισχνών κονδυλίων που είχαν στη διάθεσή τους: το 2002, ήταν ίσες με 2.965 ευρώ / δικαιούχο, έναντι 6.220 στην Ευρώπη.699 Έτσι, , μόλις το 2% του πληθυσμού κατάφερνε χάρη σε αυτές να ξεπεράσει το όριο της φτώχειας. Ήταν η μόνη μαύρη κηλίδα στην, κατά τα άλλα, χαρούμενη εικόνα . και οι αισιόδοξοι ισχυρίζονταν ότι με λίγη προσπάθεια θα μπορούσε να εξαλειφθεί. «Επιτέλους! Πήραμε αυτό που μας ανήκει»: Τα Νέα, 6/9/1997. Το Βήμα, 14/2/2002. 698 Το 2001, το 15% των συντάξεων είχε εκδοθεί λόγω αναπηρίας. Η χώρα είχε γεμίσει ανάπηρους: ΕΣΥΕ. 699 Eurostat. 696 697


334

VIIε: ΚΟΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗΣ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ 22/9/1996: εκλογές – ΠΑΣΟΚ 41,5%, ΝΔ 38,2%, ΚΚΕ 5,6% 10/4/2000: εκλογές – ΠΑΣΟΚ 43,6%, ΝΔ 43,1%, ΚΚΕ 5,4%

Τα πολιτικά γεγονότα ελάχιστο ενδιαφέρον παρουσιάζουν αυτή την περίοδο, και αυτό γιατί και τα δύο μεγάλα κόμματα, και όχι μόνον αυτά, είχαν προτάξει ως βασικό στόχο την ένταξη της χώρας στο ευρώ. Οι διαφωνίες εξαντλούνταν στο ποιός θα ήταν ο καταλληλότερος τρόπος για την επίτευξη του σκοπού, ενώ οι μεν και οι δε κατηγορούσαν ο ένας τον άλλο για ανικανότητα, και η αντιπολίτευση την κυβέρνηση για διάφορα σκάνδαλα, όλα τούτα όμως μέσα στα πλαίσια των καλών τρόπων, και ενός ήπιου κλίματος. Την υπνηλία που προκαλούσαν τα τεκταινόμενα στην πολιτική σκηνή προσπαθούσε να σπάσει το ΚΚΕ, ανεπιτυχώς όμως, αν κρίνουμε από την εκλογική του απήχηση. Και στις πολιτικές τους συμπεριφορές, οι έλληνες προσαρμόζονταν στα ευρωπαϊκά δεδομένα.


335

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΣΥΕ, Ετήσιες Στατιστικές Επετηρίδες 1954 – 2003. -----Στατιστική της Εκπαιδεύσεως 1981/82 Αθήνα 1987, και 1993/94, Αθήνα 2000. Κωστελένος Γ. – Βασιλείου Δ. – Κουνάρης Ε. – Πετμεζάς Σ. – Σφακιανάκης Μ., Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν: 1830 – 1939, Αθήνα 2007. Maddison A., The World Economy, OECD 2006. Mitchell B.R., International Historical Statistics: Europe 1750-2000, Νέα Υόρκη 2003. ΤτΕ , Τα πρώτα πενήντα χρόνια της Τραπέζης της Ελλάδος, Αθήνα 1978. -----Απασχόληση, ανεργία, κατώτατες αποδοχές στο δευτερογενή / τριτογενή τομέα, Ιστορικές σειρές Ι, 1998. Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας (ΥΠΕΘΟ), Η ελληνική οικονομία, 1960 – 1997, Αθήνα 1998. Υπουργείο Συντονισμού, Εθνικοί Λογαριασμοί της Ελλάδος, 1948 – 1965, Αθήνα 1967. Χαριτάκης Γ. (επιμ.), Οικονομική Επετηρίς της Ελλάδος, Αθήνα 1940. Αβέρωφ – Τοσίτσας Ε., Φωτιά και τσεκούρι, Αθήνα 2009. Αγγελόπουλος Α., Από την Κατοχή στον Εμφύλιο, Αθήνα 1994. Αγριαντώνη Χ., «Οι μηχανικοί και η βιομηχανία», Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα, τ. Β1, Αθήνα 2002. Αγριαντώνη Χ. – Πανσεληνά Γ., «Η οικονομία», ΙΝΕ, τ. 7ος Αθήνα 2003. Ακαδημία Αθηνών, Χρονολόγιο γεγονότων, 1940 – 1944: από τα έγγραφα του βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικών, Αθήνα 2004. ------Χρονολόγιο γεγονότων, 1940 – 1944: από τα έγγραφα αμερικανικών υπηρεσιών, Αθήνα 2004 [α] Aldcroft D., Η ευρωπαϊκή οικονομία, 1914-2000, Αθήνα 2007. Αλιβιζάτος Ν., Οι πολιτικοί θεσμοί σε κρίση: 1922 – 1974, Αθήνα 1983. ___ «Καθεστώς Έκτακτης Ανάγκης και Πολιτικές Ελευθερίες», στο Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940 – 1950: ένα έθνος σε κρίση, Αθήνα 1984. Αλογοσκούφης Γ. – Λαζαρέτου Σ., Η δραχμή: από το φοίνικα στο ευρώ, Αθήνα 2002. Αντωνίου Γ., Οι έλληνες μηχανικοί: θεσμοί και ιδέες 1900 – 1940, Αθήνα 2006. Αντωνίου Γ. – Μαραντζίδης Ν. (επιμ.), Η εποχή της σύγχισης: η δεκαετία του ’40 και η ιστοριογραφία, Αθήνα 2008. Αρσένης Γ., Πολιτική Κατάθεση, Αθήνα 1987. Bairoch P., Cities and Economic Development, The Univercity of Chicago Press, 1988. Βαρβαρέσος Κ., Έκθεσις επί του οικονομικού προβλήματος της Ελλάδος, Αθήνα 2002. Βαρών – Βασάρ Ο., «Η γενοκτονία των ελλήνων εβραίων, 1943 – 1945», στο Γ. Αντωνίου – Ν. Μαραντζίδης, Η εποχή της σύγχυσης, Αθήνα 2008. Βαλαώρας Β., «Δημογραφική ιστορίς της συγχρόνου Ελλάδος (1860-1965)», Επιθεώρησις Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών, Ιανουάριος – Ιούνιος 1959. Beaud M., Η ιστορία του καπιταλισμού: από το 1500 μέχρι το 2000, Αθήνα 2008. Bell P., Τα αίτια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη, Αθήνα 2002.


336 Βελλιάδης Α., Κατοχή: γερμανική πολιτική διοίκηση στην κατεχόμενη Ελλάδα, Αθήνα 2008. Βενέζης Η., Εμμανουήλ Τσουδερός, Αθήνα 1966. Βεντούρα Λ., Έλληνες μετανάστες στο Βέλγιο, Αθήνα 1999. Βεργόπουλος Κ., Το αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα: η κοινωνική ενσωμάτωση της γεωργίας, Αθήνα 1975. ___ Εθνικισμός και οικονομική ανάπτυξη, Αθήνα 1978. ___ «Η συγκρότηση της νέας αστικής τάξης, 1944-1952», στο Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950: ένα έθνος σε κρίση, Αθήνα 1984. Berend I., An Economic History of Twentieth-Century Europe, ΗΠΑ 2006. Βερναρδάκης Α., Περί του εν Ελλάδι εμπορίου, Αθήνα 1886. Βλάχου Ε., Δημοσιογραφικά χρόνια, Αθήνα 2008. Βούλγαρης Γ., Η Ελλάδα της μεταπολίτευσης: 1974 – 1990, Αθήνα 2001. Burgel G., Αθήνα, η ανάπτυξη μιας μεσογειακής πρωτεύουσας, Αθήνα 1976. Γασπαρινάτος Σ., Η Κατοχή, Αθήνα 1998. ___ Απελευθέρωση – Δεκεμβριανά – Βάρκιζα, Αθήνα 1998[α]. Γενικό Επιτελείο Στρατού / Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Αρχεία Εθνικής Αντίστασης (1941 – 1944), Αθήνα 1998. Γιαννίτσης Τ., Οι ξένες τράπεζες στην Ελλάδα, Αθήνα 1982. ___ Η ελληνική βιομηχανία, Αθήνα 1983. ___ «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα», Οικονομικός Ταχυδρόμος, 24/4/1975. Close D., Οι ρίζες του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα, Αθήνα 2003. ___ Ελλάδα, 1945 – 2004, Αθήνα 2006. Γκαργκάνας Ν. – Θωμόπουλος Τ. – Σημίτης Κ. – Σπράος Γ., Η πολιτική της οικονομικής σταθεροποίησης, Αθήνα 1989. Γρηγοριάδης Σ., Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, Αθήνα 2009. Δαμιανάκος Σ., Από τον χωρικό στον αγρότη, Αθήνα 2002. Δαφνής Γ., Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων, Αθήνα 21997. Desai M., Η εκδίκηση του Μαρξ, Αθήνα 2004. Δερτιλής Γ., Ατελέσφοροι ή τελεσφόροι; Φόροι και Εξουσία στο Νεοελληνικό Κράτος, Αθήνα 1993. ---Ιστορία του ελληνικού κράτους, Αθήνα 2005. Δημαράς Α., Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε, Αθήνα 1998. ___ «Εκπαίδευση, 1922 – 1940», ΙΝΕ, τ. 7ος, Αθήνα 2003. Δημητράκος Δ., Κώστας Μητσοτάκης: Πολιτική Βιογραφία, τ. Α΄ (1918 – 1961), Αθήνα χ.χ.ε. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, Αθήνα 2001. Δρακάτος Κ., Ο μεγάλος κύκλος της ελληνικής οικονομίας, 1945-1995, Αθήνα 1997. Δρίτσα Μ., «Εθνική Τράπεζα και πρόσφυγες», Τα Ιστορικά, τ. 4 , 1985. Eichehgreen B., Golden Fetters: the Gold Standard and the Great Depression, 1919 – 1939, Oxford University Press, 1995. ---The European Economy since 1945 – Coordinated Capitalism and Beyond, Princeton University Press 2007 ΕΚΚΕ, Διαστάσεις της φτώχειας στην Ελλάδα, Αθήνα 1999. Ελεφάντης Α., Η επαγγελία της αδύνατης επανάστασης: ΚΚΕ και αστισμός στον μεσοπόλεμο, Αθήνα 1999.


337 Etmektsoglou G., Axis Exploitation of War Time Greece, Umi 1995. Ετμεκτσόγλου Γ., «Η οικονομία της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής», ΙΕΕ, τ. 16. Ζαούσης Α., Οι δύο όχθες, Αθήνα 1987. ----Η τραγική αναμέτρηση, Αθήνα 1996. Θεοδωράκης Μ., Άξιος εστί – Συνεντεύξεις στον Γ. Μαλούχο, Αθήνα 2004. Θεοτοκάς Γ., Τετράδια Ημερολογίου, 1939-1953, Αθήνα 2005. Gazier B., Η κρίση του 1929, Αθήνα 1991. Griffiths R., “Marshall Plan”, στην Oxford Encyclopedia of Economic History, Oxford 2003. Ηλιού Φ., Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος: η εμπλοκή του ΚΚΕ, Αθήνα 2004. Hering G., Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα: 1821 - 1936, Αθήνα 2004. Hionidou V., Famine and Death in Occupied Greece, 1941 – 1944, Cambridge 2006. Hirschon R., Κληρονόμοι της Μικρασιατικής καταστροφής, Αθήνα 2004. Hobsbawm E., Η εποχή των άκρων, Αθήνα 1995. Ίδρυμα Rockefeller, Η Κρήτη: υποδειγματική έρευνα 1948 – 1957, Αθήνα 21997. Ιορδάνογλου Χρ. – Μπέλλας Χ., Η πορεία του ελληνικού εταιρικού κεφαλαίου, 1963-2000, Θεσσαλονίκη 2003. Ιωακείμογλου Η., Τέλος του αιώνα, τέλος της κρίσης; Αθήνα 2000. Ιωαννίδης Γ., Αναμνήσεις, Αθήνα 1979. Καζάκος Π., Ανάμεσα σε Κράτος και Αγορά, Αθήνα 2001. -----Από τον ατελή εκσυγχρονισμό στην κρίση, Αθήνα 2010. Καλαφάτης Θ., «Νομισματικές διαρρυθμίσεις και κοινωνικές επιπτώσεις» στο Γ. Καραμανλής Κ., Αρχείο – Γεγονότα και Κείμενα, Αθήνα 1992 – 1997. Φαράκος (επιμ.), Δεκέμβρης του ’44, Αθήνα 1996. Kalyvas S., The Logic of Violence in Civil War, Cambridge 2006. Κανελλόπουλος Π., Ιστορικά Δοκίμια, Αθήνα 1975. -----Ημερολόγιο Κατοχής, Αθήνα 1977. Καραβίτης Ν., Δημόσιο Χρέος και Έλλειμμα, Αθήνα 2008. Κάτρης Γ., Η γέννηση του νεοφασισμού στην Ελλάδα, Αθήνα 2010. Καψή Ν., Ναυτιλιακά Κεφάλαια στην Ξηρά, Αθήνα 2005. Kindlemberger Ch., The World in Depression, 1929 – 1939, University of California Press, 1986 Κιτροέφ Α., «Η υπερπόντια μετανάστευση» στο Χ. Χατζηιωσήφ (επιμ) Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα, τ. Β1, Αθήνα 2002. Κολιόπουλος Ι., Η δικτατορία του Μεταξά και ο πόλεμος του ’40, Αθήνα 2009. Κωστής Κ., Αγροτική οικονομία και Γεωργική Τράπεζα. Όψεις της ελληνικής οικονομίας στο μεσοπόλεμο, Αθήνα 1987. ___ Οι Τράπεζες και η Κρίση, 1929-1932, Αθήνα 1986. ___ Ο Μύθος του Ξένου ή η Pechiney στην Ελλάδα, Αθήνα 1999. ___

___

Ιστορία της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος: 1914 – 1940, Αθήνα 2003.

«Η Μεγάλη Τετραετία: το στοίχημα της οικονομίας» στο Θ. Βερέμης – Η. Νικολακόπουλος (επιμ.) Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και η εποχή του, Αθήνα 2005. Κωστόπουλος Τ., Η αυτολογοκριμένη μνήμη, Αθήνα 2005.


338 Λαϊου Α., «Μετακινήσεις πληθυσμού στην ελληνική ύπαιθρο κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου» στο L. Baerentzen - O. Smith - Γ. Ιατρίδης, Μελέτες για τον εμφύλιο πόλεμο, Αθήνα 2002. Λιάκος Α., Εργασία και πολιτική στην Ελλάδα του Μεσοπόλεμου, Αθήνα 1993. Lipietz A., Αυταπάτες και θαύματα: προβλήματα του περιφερειακού φορντισμού, Αθήνα 1990. Λιναρδάτος Σ., Από τον Εμφύλιο στη Χούντα, Αθήνα 1977. M. Llewellyn Smith, Το Όραμα της Ιωνίας, Αθήνα 2002. Λούκος Χ., «Η πείνα στην κατοχή», Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα, τ. Γ2, Αθήνα 2007. Lykogiannis A., Britain and the Greek Economic Crisis, 1944-1947, University of Missouri, 2002. Λυμπεράκη Α., «Μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στην ελληνική μεταποίηση», στο Γιαννίτσης Τ. (επιμ.), Ελληνική Οικονομία: κρίσιμα ζητήματα οικονομικής πολιτικής, Αθήνα 2008. Λυμπεράτος Μ., Στα πρόθυρα του εμφυλίου πολέμου, Αθήνα 2006. Μάγιερ Χ., Από τη Βιέννη στα Καλάβρυτα, Αθήνα 2006. Mazower M., Η Ελλάδα του Χίτλερ, Αθήνα 1994. ----Σκοτεινή Ήπειρος: ο ευρωπαϊκός εικοστός αιώνας, Αθήνα 2001. ----Η Ελλάδα και η οικονομική κρίση του Μεσοπολέμου, Αθήνα 2002. ----Θεσσαλονίκη, Πόλη των Φαντασμάτων: χριστιανοί, μουσουλμάνοι και εβραίοι 1430 – 1950, Αθήνα 2006. ----Η αυτοκρατορία του Χίτλερ, Αθήνα 2009. Mazoyer M. – Roudart L., Ιστορία των γεωργιών του κόσμου, Αθήνα 2005. Μακαρέζος Ν., Η οικονομία της Ελλάδος (21η Απριλίου 1967 – 8η Οκτωβρίου 1973), Αθήνα 2006. Μακρής- Στάϊκος Π., Βρετανική πολιτική και αντιστασιακά κινήματα στην Ελλάδα, Αθήνα 2009. Μαλούτας Θ., Αθήνα, Κατοικία, Οικογένεια, Αθήνα 1980. Μαργαρίτης Γ., Από την ήττα στην εξέγερση, Αθήνα 1993. --- Ιστορία του ελληνικού εμφυλίου πολέμου, Αθήνα 2000. ----« Ο πόλεμος 1940 – 1941», ΙΝΕ, τ. 8ος, Αθήνα 2003. ----Ο πόλεμος στην Αλβανία και η πρώτη περίοδοςτης κατοχής, Αθήνα 2009. Μεταξάς Ι., Το προσωπικό του ημερολόγιο, Αθήνα χ.χ.ε. Meynaud J., Οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα, Αθήνα 2002. Μητροφάνης Γ., «Η Δημόσια Οικονομία», ΙΝΕ, τ.7, Αθήνα 2003. Μητσός Αχ., Η ελληνική βιομηχανία στη διεθνή αγορά, Αθήνα 1989. Μίρκος Γ., Κράτος, Τράπεζα, Βιομηχανία, Αθήνα 2010. Mohn P., Η αποστολή μου στην κατεχόμενη Ελλάδα, Αθήνα 2000. Morgenthau H., Η αποστολή μου στην Αθήνα, Αθήνα 1994. Μπαμπανάσης Σ. – Σούλας Κ., Η Ελλάδα στην περιφέρεια των ανεπτυγμένων χωρών, Αθήνα 1978. Μπαρτζιώτας Β., Η Εθνική Αντίσταση στην αδούλωτη Αθήνα, Αθήνα 1984. Μπάτσης Δ., Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα, Αθήνα 41977 (Ιούνιος 1947) Μπίρης Κ., Αι Αθήναι: από του 19ου εις τον 20ον αιώνα, Αθήνα 1999. Μπουρνόβα Ε., Από τις Νέες Κυδωνίες στο Δήμο Αιγάλεω, Αθήνα 2002.


339 Μπουρνόβα Ε., «Θάνατοι από πείνα: η Αθήνα το χειμώνα του 1941 – 1942», Αρχειοτάξιο, τ.7, Αθήνα 2005. Μπουρνόβα Ε. – Προγουλάκης Γ., «Ο αγροτικός κόσμος» στο Β. Κρεμμυδάς (επιμ.), Εισαγωγή στη Νεοελληνική Οικονομική Ιστορία, Αθήνα 1999. Νικολακόπουλος Η., Η καχεκτική δημοκρατία: κόμματα και εκλογές, 1946-1967, Αθήνα 2001. Ξανθάκης Μ., Η κρίση της ελληνικής μεταποίησης και η παρέμβαση του κράτους, Αθήνα 1989. Οικονομίδης Φ., Οι προστάτες, Αθήνα 2008. Pagoulatos G., Greece’s New Political Economy, Νέα Υόρκη 2003. Παγουλάτος Γ., Η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, 1940-2000, Αθήνα 2006. Παναγιωτόπουλος Δ., Γεωργική Εκπαίδευση και Ανάπτυξη: Η Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή Αθηνών στην ελληνική κοινωνία, 1920-1960, Αθήνα 2004. Παντελάκης Ν., Ο εξηλεκτρισμός της Ελλάδος, Αθήνα 1991. ___ Δημόσια Δάνεια, Αθήνα 1995. Παπανδρέου Α., Η δημοκρατία στο απόσπασμα, Αθήνα 2006. Παπαστεφανάκη Λ., «ΑΕΕΧΠΛ (1909-1993): κεφάλαια, τεχνογνωσία, αγορές, εργασία» στο ΑΕΕΧΠΛ (1909-1993) – Λιπάσματα Δραπετσώνας, Αθήνα 2007. Παπαχελάς Α., Ο βιασμός της ελληνικής Δημοκρατίας, Αθήνα 1997. Πετμεζάς Σ., «Αγροτική Οικονομία», Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα, τ. Β1, Αθήνα 2002. Πετράκη Γ., Από το χωράφι στο εργοστάσιο, Αθήνα 2002. Πλατανόπουλος Μ., Ιστορία του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών: 1876 – 1976, Αθήνα χ.χ.ε. Porter A. P., Ζητείται: ένα θαύμα για την Ελλάδα, Αθήνα 2006. Πουλαντζάς Ν., Η κρίση των δικτατοριών: Πορτογαλία, Ελλάδα, Ισπανία, Αθήνα 2006. Πρόντζας Ε. (επιμ.), Η διοίκηση της ΑΤΕ στις απαρχές της, Αθήνα 2007. Πύρσος Ρηγίνος Μ., Παραγωγικές δομές και εργατικά ημερομίσθια στην Ελλάδα, 19091936, Αθήνα 1987. Ράλλης Γ., Ο Ιωάννης Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου, Αθήνα 1947. Richter H., Δύο επαναστάσεις και αντεπαναστάσεις στην Ελλάδα, Αθήνα 1975. ---Η επέμβαση των άγγλων στην Ελλάδα, Αθήνα 1997. Ρωμανός Γ., Μια αθηναϊκή βεγγέρα του 1944, Αθήνα 2008. Σακελλαρόπουλος Τ., «Το Σώμα των ελλήνων αξιωματικών στον πόλεμο και την πολιτική», Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα, τ. Γ1, Αθήνα 2007. Σαμαράς Κ. Κράτος και Κεφάλαιο στην Ελλάδα, Αθήνα 1986. Σαχινίδης Φ., Το συναλλαγματικό καθεστώς της Ελλάδος: από την πρόσδεση της δραχμής στο δολάριο μέχρι την ΟΝΕ, στο http://www.uadphilecon.gr/UA/files/135728901.pdf Σημίτης Κ., Πολιτική για μια δημιουργική Ελλάδα, Αθήνα 2005. Sivignon M., Θεσσαλία: γεωγραφική ανάλυση μιας ελληνικής περιφέρειας, Αθήνα 1992. Σκούρας Φ. – Χατζηδήμος Α. – Καλούτσης Α. – Παπαδημητρίου Γ., Η ψυχοπαθολογία της πείνας, του φόβου και του άγχους, Αθήνα 1991.


340 Σπράος Γ., «Σκέψεις για τον ρόλο της μεταποίησης», Σαμιζντάντ 1997, τ. 30. Σταθάκης Γ., Το Δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ, Αθήνα 2004. Στασινόπουλος Γ., Η ρητορική της ανάπτυξης, Αθήνα 2010. Στεφανόπουλος Στ., «Η οικονομική ανασυγκρότησις της Ελλάδος», Εγκυκλοπαίδεια Ήλιος, τ. Ελλάς. Sutcliffe A., An Economic and Social History of Western Europe Since 1945, Eastbourne 1996. Τζόκας Σ., Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και το εγχείρημα του αστικού εκσυγχρονισμού, Αθήνα 2002. Fenstein Ch. – Temin P. – Toniolo G., The World Economy between the World Wars, Oxford University Press, 2008. Το Σχέδιον Μάρσαλλ στην Ελλάδα, Αθήνα 1952. Τρίκκας Τ., ΕΔΑ 1951-67: το νέο πρόσωπο της Αριστεράς, Αθήνα 2009. Τσακαλώτος Θ., 40 χρόνια στρατιώτης της Ελλάδος, χ.χ., χ.τ.ε. Τσοκόπουλος Β., Μεγάλα τεχνικά έργα στην Ελλάδα, Αθήνα 1999. ___ Ενέργεια και ανάπτυξη στη μεταπολεμική περίοδο: η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, 1950-1992, Αθήνα 1995. Τσουκαλάς Κ., Κράτος, Κοινωνία, Εργασία στη μεταπολεμική Ελλάδα, Αθήνα 1987. --- Ταξίδι στο Λόγο και την Ιστορία, Αθήνα 1996. Τσούμας Θ. – Τασιούλας Δ., Ιδιοκτησιακό καθεστώς και αξιοποίηση της αγροτικής γης στην Ελλάδα, Αθήνα 1986. Φαράκος Γ.(επιμ.), Δεκέμβρης του ’44, Αθήνα 1996. ____ Ο ΕΛΑΣ και η εξουσία, Αθήνα 2000. Φλάϊσερ Χ., Στέμμα και Σβάστικα, Αθήνα χχε Featherstone Κ., Πολιτική στην Ελλάδα, Αθήνα 2007. Fleming K., Συνοπτική ιστορία των ελλήνων εβραίων, Αθήνα 2009. Φουντανόπουλος Κ., Εργασία και εργατικό κίνημα στη Θεσσαλονίκη, 1908 – 1936, Αθήνα 2005. Φραγκιάδης Α., Ελληνική Οικονομία: 19ος-20ος αιώνας, Αθήνα 2007. Χαλικιάς Δ., Οικονομική σταθεροποίηση και ανάπτυξη: η περίπτωση της Ελλάδος, Αθήνα 1993. Χαραλάμπης Δ., Στρατός και πολιτική εξουσία: η δομή της εξουσίας στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, Αθήνα 1985. Χαρλαύτη Τζ., Ιστορία της ελληνόκτητης ναυτιλίας, 19ος-20ος αιώνας, Αθήνα 2001. Χατζηιωσήφ Χ., Η Γηραιά Σελήνη: η βιομηχανία στην ελληνική οικονομία, 18301940, Αθήνα 1993. ___ «Οικονομική σταθεροποίηση και πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα, 19441947» στο Μελέτες για τον εμφύλιο πόλεμο, Αθήνα 1992. ___ «Η ελληνική οικονομία, πεδίο μάχης και αντίστασης», Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα, τ. Γ2, Αθήνα 2007. Χατζιώτης Κ., Πρόδρομος Μποδοσάκης Αθανασιάδης, Αθήνα 2005. Χεκίμογλου Ε. – Ρούπα Ε., Η ιστορία της βιομηχανίας τροφίμων, Αθήνα 2006. Χρηστίδης Χ., Χρόνια Κατοχής, 1941-1944: μαρτυρίες ημερολογίου, Αθήνα 1971. Χρυσάκης Μ., «Φτώχεια και Εκπαίδευση», στο ΕΚΚΕ, Διαστάσεις της φτώχειας στην Ελλάδα, Αθήνα 1999.


341 Ψαλιδόπουλος Μ., Η κρίση του 1929 και οι έλληνες οικονομολόγοι, Αθήνα 1989. ___ Ο Ξενοφών Ζολώτας και η ελληνική οικονομία, Αθήνα 2008. Ψυχάρης Σ., Τα παρασκήνια της αλλαγής, Αθήνα 2010. ___ Οι εβδομήντα κρίσιμες μέρες, Αθήνα 2010. Woodhouse C., Το μήλο της έριδος, Αθήνα 1976.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.