Μπορείτε να βρείτε ύλες, ανακοινώσεις , παλαιότερα θέματα, προγράμματα, λυμένα θέματα καθώς και άλλα φυλλάδια στο τραπεζάκι της Δαπ η στο dap-oikonomikou.gr Για απορίες γραφτείτε στο Φόρουμ του https://www.facebook.com/groups/econnomikis
Για οποιαδήποτε άλλη πληροφορία μπορείτε επικοινωνήσετε στο dap.oikonomikou@gmail.com
ΔΑΠ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΠΑΝΤΑ ΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΦΟΙΤΗΤΗ
να
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Τομέας: Οικονομικής των Επιχειρήσεων και Χρηματοοικονομικής
Διδάσκων: Αλέξανδρος Ν. Ρόκας http://eclass.uoa.gr/courses/ECON281/
Εξετάσεις μαθήματος «Στοιχεία Εμπορικού Δικαίου» 10 Απριλίου 2014 Να απαντήσετε σε τέσσερις (4) από τις πέντε (5) ακόλουθες ερωτήσεις: Ερώτηση 1η : Ποιες είναι οι προσωπικές και ποιες οι κεφαλαιουχικές εταιρίες (ονομαστική αναφορά); Να αναφέρετε τρεις διαφορές των προσωπικών σε σχέση με τις κεφαλαιουχικές εταιρίες.
Ερώτηση 2η : Τι γνωρίζετε για το καταστατικό της Ανώνυμης Εταιρίας (Α.Ε.); Να αναφέρετε (ονομαστικά) τα περιεχόμενα του καταστατικού.
Ερώτηση 3η : Για ποιο λόγο πραγματοποιεί συνήθως μια Ανώνυμη Εταιρία (Α.Ε.) αύξηση κεφαλαίου; Πώς λαμβάνεται η απόφαση για αύξηση κεφαλαίου; Τι είναι το δικαίωμα προτίμησης;
Ερώτηση 4η : Ποια είναι τα γενικά χαρακτηριστικά της Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρίας (Ι.Κ.Ε.);
Ερώτηση 5η : Ποια είναι τα πλεονεκτήματα της εξυγίανσης σε σχέση με την πτώχευση μιας εταιρίας;
Ενδεικτικές απαντήσεις 1) Προσωπικές εταιρίες είναι η ομόρρυθμη εταιρία (ΟΕ), η ετερόρρυθμη εταιρία (ΕΕ) και η αφανής εταιρία. Και η αστική εταιρία είναι προσωπική, όχι όμως του εμπορικού δικαίου. Κεφαλαιουχικές εταιρίες είναι η ανώνυμη εταιρία (ΑΕ), η εταιρία περιορισμένης ευθύνης (ΕΠΕ), ενώ το 2012 δημιουργήθηκε και η ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρία (ΙΚΕ). Μπορούν να αναφερθούν τρεις διαφορές από τις παρακάτω: α) Στις προσωπικές εταιρίες κρίσιμος παράγοντας είναι η προσωπική σύμπραξη των εταίρων για την επιδίωξη του κοινού σκοπού (εταιρικός σκοπός) καθ’ όλη τη διάρκεια ύπαρξης της εταιρίας. Οι εταίροι, άλλωστε, διοικούν από κοινού την εταιρία, σύμφωνα με την αρχή της αυτοδιαχείρισης. Στις κεφαλαιουχικές εταιρίες, αντιθέτως, κυριαρχεί ο χαλαρός σύνδεσμος των μελών, η παρουσία των οποίων κατά τη διάρκεια ζωής της εταιρίας είναι μη υποχρεωτική. Δύνανται απλώς να συμμετέχουν στα κέρδη μέσω της κατοχής ποσοστού επί της επιχείρησης. Την εταιρία διοικούν ειδικώς οριζόμενα από το νόμο όργανα, στα οποία δε μετέχουν υποχρεωτικά οι μέτοχοι. Η αποχώρηση των μελών είναι εύκολη (πχ. με μόνη την πώληση των μετοχών) όπως και η προσθήκη νέων. [Επίσης μπορεί να αναφερθεί ότι: Η συγκέντρωση κεφαλαίων από το ευρύ κοινό που επιτυγχάνει η κεφαλαιουχική εταιρία, χωρίς να έχει σημασία το πρόσωπο που εισφέρει κεφάλαια, αλλά ούτε και το ύψος της εισφοράς]. β) Στις προσωπικές εταιρίες κρίσιμος παράγοντας είναι η απεριόριστη ευθύνη εταίρων με την ατομική τους περιουσία για τα χρέη της εταιρίας. Στις κεφαλαιουχικές εταιρίες, αντιθέτως, βασικό χαρακτηριστικό είναι ο περιορισμός του «ρίσκου» των εταίρων μέχρι του ύψους της εισφοράς τους (οι εισφορές σχηματίζουν το λεγόμενο εταιρικό κεφάλαιο). Για τα εταιρικά χρέη ευθύνεται μόνο η εταιρία. γ) Στις προσωπικές εταιρίες κρίσιμος παράγοντας είναι η κατ’ αρχήν ομόφωνη λήψη αποφάσεων. Συναφώς, σημειώνεται ότι όλοι οι εταίροι έχουν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις, ανεξαρτήτως του ύψους της εισφοράς τους. Στις κεφαλαιουχικές εταιρίες, αντιθέτως, βασικό χαρακτηριστικό είναι η πλειοψηφική λήψη αποφάσεων (το καταστατικό μπορεί να ορίζει τις απαιτούμενες πλειοψηφίες), και μάλιστα με κεφαλαιουχική πλειοψηφία (αναλόγως δηλ. του ύψους της εισφοράς του καθενός). δ) Σε αντίθεση με τις προσωπικές εταιρίες, εμπορική ιδιότητα αποκτούν «αυτόματα» οι κεφαλαιουχικές εταιρίες (σύμφωνα με το «τυπικό σύστημα»), χωρίς να χρειάζεται να προβαίνουν σε εμπορικές πράξεις. Οι προσωπικές εταιρίες, αντιθέτως, (σύμφωνα με το ουσιαστικό σύστημα), πρέπει να έχουν σκοπό που συνίσταται στη διενέργεια εμπορικών πράξεων για να καταστούν εμπορικές. ε) Ενώ στις προσωπικές εταιρίες κυριαρχούν (στις προς τα έσω σχέσεις) οι διατάξεις ενδοτικού δικαίου, στο δίκαιο των κεφαλαιουχικών εταιριών κυριαρχούν οι διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, και αυτό διότι οι δραστηριότητες των κεφαλαιουχικών εταιριών εκτίθενται σε μεγαλύτερο βαθμό στη δημοσιότητα (οπότε υπάρχει αναγκαιότητα ομοιομορφίας της λειτουργίας των κεφαλαιουχικών
εταιριών) καθώς και διότι το περιεχόμενο της μετοχικής/εταιρικής σχέσης είναι τυποποιημένο. 2)
Το καταστατικό είναι σύμβαση που καταρτίζεται μεταξύ δύο τουλάχιστον προσώπων, τους ιδρυτές, οι οποίοι μπορεί να είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα [από το 2007 είναι δυνατή και η ίδρυση μονοπρόσωπης ΑΕ, οπότε το καταστατικό έχει τη μορφή μονομερούς δηλώσεως βουλήσεως του ιδρυτή]. Η σύναψη καταστατικού είναι απαραίτητο στάδιο για την ίδρυση της εταιρίας. Το καταστατικό καταρτίζεται συμβολαιογραφικά, καταχωρίζεται στο ΓΕ.Μ.Η. (η Διοίκηση δεν προβαίνει σε ουσιαστικό έλεγχο νομιμότητας κατά την καταχώρηση, αλλά απλώς ελέγχει την πληρότητα των δικαιολογητικών) και τροποποιείται με απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων (δεν αρκεί απόφαση Δ.Σ.). Στο καταστατικό περιέχονται υποχρεωτικά η επωνυμία, ο σκοπός, η έδρα και η διάρκεια της εταιρίας, καθώς και το ύψος εταιρικού κεφαλαίου και τρόπος καταβολής του, ο αριθμός, το είδος των μετοχών και η ονομαστική τους αξία και τα στοιχεία των φυσικών/νομικών προσώπων που υπογράφουν το καταστατικό (= ιδρυτές). Προαιρετικά περιέχονται στο καταστατικό περαιτέρω στοιχεία (διατάξεις για τη λειτουργία ΓΣ & ΔΣ, δικαιώματα μετόχων, συμφωνίες μετόχων (shareholders’ agreements), ελεγκτές & ισολογισμοί, λύση & εκκαθάριση εταιρίας). 3)
Η αύξηση κεφαλαίου αποτελεί βασικό τρόπο χρηματοδότησης της εταιρίας, η οποία οδηγεί στην αύξηση της εταιρικής περιουσίας και ενισχύει την προς τα έξω εικόνα και τη φερεγγυότητα της εταιρίας. Η αύξηση κεφαλαίου εντάσσεται, λόγω της σημασίας της, στις αποφάσεις εκείνες που απαιτούν τροποποίηση του καταστατικού. Συνεπώς, απαιτείται απόφαση της Γ.Σ. των μετόχων με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία. [Κατ’ εξαίρεση, εφόσον αυτό προβλέπεται στο καταστατικό και για λόγους διευκόλυνσης της αύξησης είναι δυνατόν i) να αποφασίζει η Γ.Σ. χωρίς αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία και μάλιστα χωρίς τροποποίηση του καταστατικού, αρκεί το αυξανόμενο κεφάλαιο να μην υπερβαίνει το πενταπλάσιο του αρχικώς καταβεβλημένου κεφαλαίου και ii) να εξουσιοδοτηθεί το Δ.Σ. να αποφασίσει (με αυξημένη πλειοψηφία) την αύξηση κεφαλαίου.] Όσοι είναι ήδη μέτοχοι της εταιρίας δεν είναι υποχρεωμένοι να συμμετάσχουν στην αύξηση κεφαλαίου, τους δίνεται όμως δικαίωμα προτίμησης στις νέες μετοχές ανάλογα με τη μέχρι τότε συμμετοχή τους στο μετοχικό κεφάλαιο. Επιτακτικοί λόγοι ενδέχεται να επιβάλλουν τον αποκλεισμό του δικαιώματος προτίμησης (π.χ. όταν οι νέες μετοχές πρόκειται να δοθούν σε πρόσωπο που αναλαμβάνει να εξυγιάνει την εταιρία ή όταν αποφασίζεται εισαγωγή των μετοχών στο χρηματιστήριο). [Και στην εισφορά σε είδος αποκλείεται το δικαίωμα προτίμησης, γιατί διαφορετικά δεν είναι δυνατή η εισφορά σε είδος («είδος» μπορεί να είναι και η απαίτηση της Τράπεζας κατά της εταιρίας, οπότε έχουμε κεφαλαιοποίηση χρεών).] 4)
Η Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρία (Ι.Κ.Ε.) μια ευέλικτη και εκλυστική εταιρική δομή, απαλλαγμένη από διατυπώσεις που απαιτούνται στις άλλες εταιρίες και επηρεασμένη από πρότυπα ξένων νομοθεσιών. Δημιουργήθηκε με νόμο το 2012. Εξυπηρετεί τις ανάγκες των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες άλλωστε αποτελούν τη «ραχοκοκαλιά» της οικονομίας. Τα γενικά χαρακτηριστικά της ΙΚΕ είναι: - είναι κεφαλαιουχική εταιρία, η ελάχιστη όμως κεφαλαιακή εισφορά ανέρχεται στο ποσό του ενός ευρώ (και από το Μάιο του 2013 καθορίζεται ελεύθερα από τους εταίρους) - έχει νομική προσωπικότητα - για τα χρέη της ευθύνεται κατά βάση μόνο η ίδια - Οι εταίροι μπορούν να μετάσχουν σ’ αυτήν όχι μόνο με την καταβολή χρηματικών ή αποτιμητών σε χρήμα εισφορών (κεφαλαιακές εισφορές), αλλά και με την καταβολή μη αποτιμητών σε χρήμα εισφορών, ιδίως με εισφορά εργασίας (εξωκεφαλαιακές εισφορές), ή με την μέχρις ενός ποσού ανάληψη ευθύνης για τα χρέη της εταιρίας (εγγυητικές εισφορές). [Προαιρετικά μπορεί να αναφερθεί ότι χρησιμοποιείται η έννοια της εταιρικής μερίδας, όπως στην ΕΠΕ, ότι μπορεί να έχει την πραγματική της έδρα σε άλλη χώρα και ότι η φορολογική μεταχείριση της Ι.Κ.Ε. είναι ίδια με αυτή της Ε.Π.Ε.]. 5)
Η πτώχευση, ως διαδικασία ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης, έχει ορισμένα μειονεκτήματα. Κατά κύριο λόγο, το «στίγμα της πτώχευσης» παραμένει ως σήμερα σε διάφορες μορφές (π.χ. απαξίωση της επιχείρησης, διακοπή συμβάσεων με τράπεζες και προμηθευτές, ανάκληση διοικητικών αδειών). Αντιθέτως, η εξυγίανση, δηλ. η με διάφορα μέσα αναδιάταξη της εταιρίας με σκοπό την υπέρβαση της δυσχερούς οικονομικής κατάστασής της, έχει σειρά πλεονεκτημάτων. Πρώτον, ορισμένες φορές η διάσωση είναι προτιμότερη από τη ρευστοποίηση/εκκαθάριση της επιχείρησης. Αυτό συμβαίνει διότι ορισμένες εταιρίες έχουν μεγαλύτερη αξία αν συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους σε σχέση με το σενάριο ρευστοποίησής τους. Ειδικότερα, η εξυγίανση διασφαλίζει διάσωση της άυλης αξίας της επιχείρησης (η οποία π.χ. στην περίπτωση του κλάδου των υπηρεσιών παίζει ιδιαίτερο ρόλο). Έτσι, οι πιστωτές σε βάθος χρόνου θα ικανοποιηθούν σε μεγαλύτερο βαθμό σε σχέση με το σενάριο άμεσης ρευστοποίησης της εταιρίας. Δεύτερον, διασφαλίζεται διάσωση των θέσεων εργασίας και της λειτουργίας της επιχείρησης στην κοινωνία. Τούτο είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε περιπτώσεις επιχειρήσεων με κοινωνική σημασία (π.χ. σιδηρόδρομοι) ή με μεγάλο αριθμό εργαζομένων. Συνολικά, η εξυγίανση παρέχει διάφορα μέσα, όπως η αναδιάρθρωση του χρέους, η πώληση περιουσιακών στοιχείων, η αλλαγή επιχειρηματικής στρατηγικής καθώς και η είσοδος νέου επενδυτή και νέας διοίκησης, τα οποία μπορούν να θέσουν νέους όρους στη συνέχιση της λειτουργίας της επιχείρησης.
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Τομέας: Οικονομικής των Επιχειρήσεων και Χρηματοοικονομικής
Διδάσκων: Αλέξανδρος Ν. Ρόκας http://eclass.uoa.gr/courses/ECON281/
Θέματα εξέτασης 26ης Ιανουαρίου 2014 και ενδεικτικές απαντήσεις στο μάθημα «Στοιχεία Εμπορικού Δικαίου» Ι.
ΘΕΜΑΤΑ
Να απαντήσετε σε τέσσερις (4) από τις πέντε (5) ακόλουθες ερωτήσεις: Ερώτηση 1η : Τι είναι η ετερόρρυθμη εταιρία; Τι γνωρίζετε για τη νομική θέση του ετερόρρυθμου εταίρου; Ερώτηση 2η : Ποια είναι τα όργανα της Ανώνυμης Εταιρίας και ποιες είναι οι κυριότερες αρμοδιότητες του καθενός από αυτά; Ερώτηση 3η : Σε τι διαφέρουν τα τακτικά από τα αφανή αποθεματικά στην Ανώνυμη Εταιρία; Ερώτηση 4η : Ποια είναι τα δύο βασικά είδη συγχώνευσης που προβλέπονται στο Δίκαιο των Ανωνύμων Εταιριών (Α.Ε.); Σε τί διαφέρουν; Θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί η συγχώνευση αν ο νόμος δεν προέβλεπε τη δυνατότητα συγχώνευσης; Ερώτηση 5η : Να αναφέρετε τα κεφαλαιουχικά στοιχεία της Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης (Ε.Π.Ε.) και στη συνέχεια να εξηγήσετε γιατί η Ε.Π.Ε. αποκαλείται «περιορισμένης ευθύνης».
1
ΙΙ.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
1) Η Ετερόρρυθμη Εταιρία (Ε.Ε.) είναι προσωπική εμπορική εταιρεία με νομική προσωπικότητα. Επιδιώκει εμπορικό σκοπό, ενώ για τα χρέη της ευθύνεται ένας τουλάχιστον από τους εταίρους περιορισμένα, ενώ ένας άλλος τουλάχιστον από τους εταίρους ευθύνεται απεριόριστα και εις ολόκληρον. Ο πρώτος αποκαλείται ετερόρρυθμος εταίρος, ενώ ο δεύτερος ομόρρυθμος εταίρος. Ο ετερόρρυθμος εταίρος ευθύνεται μόνο μέχρι του ύψους της εισφοράς του. Σημειώνεται όμως ότι αν στην επωνυμία περιελήφθη το όνομα του ετερόρρυθμου εταίρου, αυτός ευθύνεται απεριόριστα. Επιπλέον, ο ετερόρρυθμος εταίρος δεν αποκτά την εμπορική ιδιότητα. Περαιτέρω, σύμφωνα με το δίκαιο των προσωπικών εταιριών, όπως αυτό τροποποιήθηκε το 2012, ο ετερόρρυθμος εταίρος δε συμμετέχει στη διαχείριση ούτε στη λήψη των αποφάσεων, αλλά ούτε και στην εκπροσώπηση της εταιρίας στους τρίτους, εκτός αν ορίζεται κάτι άλλο στην εταιρική σύμβαση. Ο ετερόρρυθμος εταίρος θα ευθύνεται, όμως, σαν ομόρρυθμος εταίρος (δηλ. απεριόριστα) αν προβαίνει σε πράξεις εκπροσώπησης. 2) Τρία είναι τα όργανα της Ανώνυμης Εταιρίας (Α.Ε.): α) Η Γενική Συνέλευση (Γ.Σ.), η οποία είναι το ανώτατο όργανο της εταιρίας και αρμόδια να αποφασίζει για κάθε εταιρική υπόθεση. Η Γ.Σ., για παράδειγμα, αποφασίζει για κάθε θέμα μη τρέχουσας διαχείρισης, όπως τροποποιήσεις του καταστατικού (αύξηση & μείωση κεφαλαίου, μεταβολή του αντικειμένου της επιχείρησης, συγχώνευση κ.ά.) και εκλογή μελών Δ.Σ. Στην Γ.Σ. μετέχουν όλοι οι μέτοχοι. β) Το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.), το οποίο ασκεί την καθημερινή διαχείριση. Εκφράζει, δηλαδή, τη βούληση της εταιρίας στις προς τα έσω και προς τα έξω σχέσεις. Είναι το διαχειριστικό και εκπροσωπευτικό όργανο της Α.Ε. (Οι μέτοχοι, αντιθέτως, δεν έχουν εξουσία διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρίας). γ) Οι ελεγκτές, οι οποίοι τελούν τον λογιστικό έλεγχο της εταιρίας (αποκαλούμενο και ως τακτικό έλεγχο της εταιρίας). Κατά κύριο λόγο, οι ελεγκτές παρακολουθούν τη λογιστική και διαχειριστική κατάσταση της εταιρίας και ελέγχουν τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, υποδεικνύουν στο Δ.Σ. παραβάσεις του νόμου ή του καταστατικού και παρέχουν διευκρινίσεις ενώπιον της Γ.Σ. για τον έλεγχο που διενεργήσαν, και γενικά κάθε πληροφορία σχετικά με τον έλεγχο.
2
3) Τα τακτικά αποθεματικά είναι τμήμα από τα μη διανεμόμενα κέρδη της Α.Ε., το οποίο παραμένει στην εταιρία. Έχουν σημαντική λογιστική αξία: για να διανεμηθούν κέρδη θα πρέπει η εταιρική περιουσία να υπερβαίνει τις υποχρεώσεις, το μετοχικό κεφάλαιο και τα αποθεματικά. Επιπλέον, ο νόμος επιβάλλει το σχηματισμό τακτικών αποθεματικών. Ειδικότερα, από τα καθαρά κέρδη τουλάχιστον 5% αφαιρείται υποχρεωτικά για το σχηματισμό των τακτικών αποθεματικών. Σκοπός του σχηματισμού τακτικών αποθεματικών είναι η εξίσωση πριν από κάθε διανομή μερίσματος τυχόν χρεωστικού υπολοίπου του λογαριασμού κερδών και ζημιών (το Δ.Σ., δηλ., προνοεί για την περίπτωση επέλευσης ζημιών στο μέλλον). Τα αφανή αποθεματικά, αντιθέτως, προκύπτουν από την αύξηση της εσωτερικής αξίας των περιουσιακών στοιχείων της εταιρίας (π.χ. η υπεραξία αγορασθέντος προ ετών ακινήτου δεν εμφανίζεται στον ισολογισμό). Έτσι, οι οικονομικές καταστάσεις εμφανίζουν μια περιουσιακή κατάσταση χειρότερη από την πραγματική. Σημειώνεται ότι η επαύξηση των αφανών αποθεματικών, είτε λόγω υποτίμησης του αναγραφόμενου στον ισολογισμό ενεργητικού είτε λόγω υπερτίμησης του παθητικού, ενισχύει μεν την περιουσιακή βάση της εταιρίας, περιορίζει όμως τη δυνατότητα διανομής κερδών (διότι κέρδη διανέμονται μόνο εφόσον η εταιρική περιουσία υπερβαίνει το μετοχικό κεφάλαιο και τα [εμφανή] αποθεματικά). 4) Δύο βασικές μορφές συγχώνευσης προβλέπει ο νόμος: Στη συγχώνευση με απορρόφηση μία ή περισσότερες Α.Ε. (που αποκαλούνται απορροφούμενες) μεταβιβάζουν σε μια άλλη (που αποκαλείται απορροφούσα) το σύνολο της περιουσίας τους (ενεργητικό και παθητικό). Στη συνέχεια, οι απορροφούμενες εταιρίες παύουν να υφίστανται, ενώ η απορροφούσα συνεχίζει ως διάδοχος όλες τις έννομες σχέσεις της απορροφούμενης. Στη συγχώνευση με σύσταση νέας εταιρίας συστήνεται νέα εταιρία στην οποία εισφέρονται δύο οι περισσότερες εταιρίες, οι οποίες στη συνέχεια λύονται. Οι μέτοχοι των λυόμενων εταιριών λαμβάνουν μετοχές της νέας εταιρίας. Αν ο νόμος δεν προέβλεπε τη συγχώνευση, αυτή θα μπορούσε να συμβεί, αλλά θα απαιτούσε τη μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων της εταιρίας ένα προς ένα στην απορροφούσα εταιρία, κάτι το οποίο θα ήταν πολυδάπανο και φορολογικώς ασύμφορο. Επιπλέον, δεν μεταβιβάζονται στην απορροφούσα οι διοικητικές άδειες, κάτι το οποίο συνιστά σημαντικό μειονέκτημα.
3
5) Τα Κεφαλαιουχικά στοιχεία της Ε.Π.Ε. είναι τα εξής: α) Υφίσταται εταιρικό κεφάλαιο, η καταβολή του οποίου είναι απαραίτητη για τη σύσταση της εταιρίας. (Το ύψος του κεφαλαίου, πάντως, καθορίζεται μετά από πρόσφατο νόμο ελεύθερα από τους εταίρους). β) Οι εταίροι δεν ευθύνονται για τα χρέη της εταιρίας, παρά μόνο μέχρι του ύψους της εισφοράς τους. γ) Εκτός αν προβλέπεται κάτι άλλο στο καταστατικό, επιτρέπεται η μεταβίβαση των εταιρικών μεριδίων. δ) Για τη λήψη αποφάσεων είναι απαραίτητη και η πλειοψηφία που σχηματίζεται βάσει του ύψους των εισφορών. Η Ε.Π.Ε. αποκαλείται περιορισμένης ευθύνης μάλλον ανακριβώς, διότι και αυτή ευθύνεται απεριόριστα. Περιορισμένη είναι η ευθύνη όμως των ιδιοκτητών της, οι οποίοι ευθύνονται μόνο μέχρι του ύψους της εισφοράς τους.
4
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Τομέας: Οικονομικής των Επιχειρήσεων και Χρηματοοικονομικής
Διδάσκων: Αλέξανδρος Ν. Ρόκας http://eclass.uoa.gr/courses/ECON281/
Απαντήσεις στα θέματα των εξετάσεων μαθήματος «Στοιχεία Εμπορικού Δικαίου» 26 Ιουνίου 2013 Ερώτηση 1η : Τι διαφορά έχει η εταιρική περιουσία από το μετοχικό κεφάλαιο στην Ανώνυμη Εταιρία (Α.Ε.); Ποια είναι η σημασία της αναγραφής του μετοχικού κεφαλαίου στο παθητικό σκέλος του ισολογισμού της εταιρίας;
Βασικά σημεία απάντησης: Είναι το ποσό που αναγράφεται στο καταστατικό και το οποίο κατά την ίδρυση της εταιρίας αντιστοιχεί στο άθροισμα της αξίας των εισφορών των μετόχων («ιστορική αξία της εταιρικής περιουσίας»). Πρόκειται για σταθερό μέγεθος («μαθηματική ποσότητα»), το οποίο μόνο με τροποποίηση του καταστατικού μπορεί να μεταβληθεί. Το μετοχικό κεφάλαιο ως σταθερό μέγεθος πρέπει να διακρίνεται από την εταιρική περιουσία. Η εταιρική περιουσία όταν ιδρύεται η εταιρία σχηματίζεται από τις εισφορές των μετόχων, αλλά στη συνέχεια υπόκειται σε διαρκείς μεταβολές. Σε περιόδους κερδοφορίας, όταν δηλ. οι καλές συνθήκες της αγοράς δημιουργούν κέρδη τα οποία παραμένουν αδιανέμητα, η εταιρική περιουσία θα υπερβαίνει το κεφάλαιο. Σε περιόδους ζημιών, μπορεί η εταιρική περιουσία να είναι και κάτω από το κεφάλαιο. Αναφέρθηκε ήδη ότι η εταιρική περιουσία μεταβάλλεται συνεχώς και ότι η μόνη σημασία της «δέσμευσης» ή διατήρησης του μετοχικού κεφαλαίου είναι η απαγόρευση της διανομής του κεφαλαίου στους μετόχους, είτε αυτή λαμβάνει χώρα με τη μορφή της επιστροφής εισφορών είτε της διάθεσης κερδών. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι προκειμένου να διανεμηθούν κέρδη θα πρέπει το ενεργητικό της επιχείρησης (= αξία της εταιρικής περιουσίας) να υπερβαίνει όχι μόνο τα χρέη αλλά και το μετοχικό κεφάλαιο (αλλά και τα αποθεματικά, για τα οποία θα γίνει λόγος σε άλλο διάγραμμα). Λογιστικά, αυτό μεταφράζεται στο ότι στο παθητικό σκέλος του ισολογισμού αναγράφεται τόσο το χρέος όσο και το μετοχικό κεφάλαιο της επιχείρησης.
1
Προαιρετικά αναφέρουμε ότι σε περίπτωση που η εταιρική περιουσία πέσει κάτω από το 1/10 του μετοχικού κεφαλαίου οδηγούμαστε στη λύση της εταιρίας. Ερώτηση 2η : Ποιος δικαιούται να ζητήσει τη διενέργεια έκτακτου ελέγχου στην Ανώνυμη Εταιρία, ποιος αποφασίζει για τη διενέργειά του και ποιο μπορεί να είναι το αντικείμενό του; Ποιος πιστεύετε ότι είναι ο σκοπός της θέσπισης του δικαιώματος έκτακτου ελέγχου;
Βασικά σημεία απάντησης: Ορισμένες φορές υπάρχει ανάγκη προστασίας των μετόχων έναντι μιας πλειοψηφίας του 51%, η οποία λόγω του ποσοστού που κατέχει μπορεί να λαμβάνει κατά το δοκούν αποφάσεις. Τα δικαιώματα μειοψηφίας απονέμονται όχι σε μετόχους ατομικά αλλά σε μετόχους που εκπροσωπούν ένα συγκεκριμένο ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου. Η πρόκληση ελέγχου της διαχείρισης από τη μειοψηφία έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι έτσι ίσως αποκαλυφθούν ατασθαλίες της διοίκησης, οι οποίες στη συνέχεια θα πυροδοτήσουν αγωγές κατά μελών του Δ.Σ. Οι ατασθαλίες αυτές αφορούν κυρίως την οικονομική διαχείριση και την κατάρτιση των οικονομικών καταστάσεων της εταιρίας. [Επίσης, μπορεί να αναφερθεί ότι ο έκτακτος έλεγχος εξυπηρετεί τη διαφάνεια και την ενίσχυση της εικόνας της εταιρίας στα μάτια των επενδυτών]. Ο έλεγχος αυτός αποκαλείται έκτακτος έλεγχος της εταιρίας. Συγκεκριμένα, η μικρή μειοψηφία (1/20 = 5%) με αίτηση προς το δικαστήριο ζητά τον έλεγχο της εταιρίας, εφόσον πιθανολογείται ότι με τις καταγγελλόμενες πράξεις παραβιάζονται διατάξεις του νόμου ή του καταστατικού ή αποφάσεις της γσ. Αν το προβλέπει το καταστατικό, το ποσοστό αυτό μπορεί να μειώνεται στο μισό. Έκτακτο έλεγχο μπορεί να ζητά ακόμα ο Υπουργός Ανάπτυξης ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (για εισηγμένες εταιρίες). Ερώτηση 3η : Να επεξηγήσετε τη λειτουργία της προνομιούχου μετοχής χωρίς ψήφο καθώς και της μετατρέψιμης ομολογίας στην Ανώνυμη Εταιρία.
Βασικά σημεία απάντησης: Ειδική κατηγορία μετοχών αποτελούν οι προνομιούχες μετοχές. Αυτές παρέχουν περισσότερα δικαιώματα (= προνόμια) από τις κοινές μετοχές, κατά
2
παρέκκλιση από την αρχή της ισότητας των μετόχων. Αυτό γίνεται για να προσελκυθούν κυρίως νέοι επενδυτές κατά την αύξηση κεφαλαίου (ή για να ανταμειφτούν κάποιοι μέτοχοι). Τέτοια προνόμια είναι η προνομιακή συμμετοχή στα μερίσματα ή στο προϊόν της εκκαθάρισης ή στα κέρδη από ορισμένη εταιρική δραστηριότητα (tracking shares), καθώς και το δικαίωμα απόληψης τόκων. Υπάρχουν προνομιούχες μετοχές με ή χωρίς δικαίωμα ψήφου (στην τελευταία περίπτωση, προσομοιάζουν με τις ομολογίες). Ομολογία είναι το αξιόγραφο που εκδίδει η εταιρία στο πλαίσιο σύναψης ομολογιακού δανείου. Ενσωματώνει έντοκη απαίτηση κατά της εταιρίας. Οι κάτοχοι ομολογιών είναι πιστωτές (και όχι μέτοχοι) της εταιρίας. Στο ομολογιακό δάνειο με μετατρέψιμες ομολογίες οι ομολογιούχοι έχουν δικαίωμα μετατροπής των ομολογιών τους σε μετοχές εντός ορισμένου χρονικού πλαισίου. Οι ομολογιούχοι θα το πράξουν αυτό όταν οι μετοχές αποφέρουν υψηλό μέρισμα. Αλλιώς, θα παραμείνουν ομολογιούχοι, κάτι που τους εξασφαλίζει τόκο ανεξάρτητα από την ύπαρξη κερδών. Συνεπώς, οι εν λόγω ομολογίες συνδυάζουν τα πλεονεκτήματα των μετοχών και των ομολογιών. Ερώτηση 4η : Ποια είναι τα κυριότερα πλεονεκτήματα που έχει η Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρία (Ι.Κ.Ε) σε σχέση με την Εταιρία Περιορισμένης Ευθύνης (Ε.Π.Ε.);
Βασικά σημεία απάντησης: Η Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρία (Ι.Κ.Ε.) μια ευέλικτη και εκλυστική εταιρική δομή, απαλλαγμένη από διατυπώσεις που απαιτούνται στις άλλες εταιρίες και επηρεασμένη από πρότυπα ξένων νομοθεσιών. Δημιουργήθηκε με νόμο το 2012. Τις ανάγκες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων εξυπηρετεί και η Ε.Π.Ε. Το θεσμικό πλαίσιο της τελευταίας, όμως, παραμένει εδώ και δεκαετίες το ίδιο, ενώ ορισμένες διατάξεις δυσχεραίνουν τη λειτουργία της εταιρίας, ειδικότερα α) η διπλή πλειοψηφία κατά τη λήψη αποφάσεων και β) η συμβολαιογραφική παρέμβαση κατά την ίδρυση της εταιρίας και κατά τη μεταβίβαση των εταιρικών μεριδίων. Και τα δύο αυτά δεν υπάρχουν στην ΙΚΕ. Σε αντίθεση με την ΕΠΕ, οι εταίροι μπορούν να μετάσχουν σ’ αυτήν όχι μόνο με την καταβολή χρηματικών ή αποτιμητών σε χρήμα εισφορών (κεφαλαιακές εισφορές), όπως στις άλλες κεφαλαιουχικές εταιρίες, αλλά και με την καταβολή μη αποτιμητών σε χρήμα εισφορών, ιδίως με εισφορά εργασίας (εξωκεφαλαιακές
3
εισφορές), ή με την μέχρις ενός ποσού ανάληψη ευθύνης για τα χρέη της εταιρίας (εγγυητικές εισφορές). Στο θέμα του εταιρικού κεφαλαίου, πλέον αυτό καθορίζεται ελεύθερα από τους εταίρους. Πριν το Μάιο του 2013, το ελάχιστο εταιρικό κεφάλαιο ήταν 1 ευρώ για την ΙΚΕ, και 2.400 ευρώ για την ΕΠΕ, προσδίδοντας στην ΙΚΕ ένα ακόμα πλεονέκτημα. Τέλος, η Ι.Κ.Ε μπορεί να έχει την πραγματική της έδρα σε άλλη χώρα (μπορεί να συσταθεί π.χ. Ι.Κ.Ε. στην Ελλάδα για τη διενέργεια εμπορίας στο Λονδίνο).
Ερώτηση 5η : Στην Ομόρρυθμη Εταιρία «Χ» υπάρχουν δύο εταίροι, ο Α και ο Β. Η εταιρική σύμβαση δεν αναφέρει ποιος είναι ο διαχειριστής της εταιρίας. Ο Γ είναι πιστωτής της εταιρίας Χ, στον οποίο η εταιρία Χ χρωστά 10.000 ευρώ λόγω σύμβασης δανείου. Για την ικανοποίηση της απαίτησής του, ο Γ στέφεται κατά του Β. Ο Β του αντιτάσσει τα εξής: Πρώτον, ότι ο Γ θα πρέπει να στραφεί πρώτα κατά της εταιρίας Χ, πριν στραφεί κατά του Β. Δεύτερον, ότι τη σύμβαση από την οποία προέκυψε το χρέος σύναψε για λογαριασμό της εταιρίας ο Α και όχι ο Β. Ευσταθούν τα επιχειρήματα αυτά;
Βασικά σημεία απάντησης: Πρώτα απ’ όλα εξετάζουμε αν ο Α είχε διαχειριστική και εκπροσωπευτική εξουσία, ώστε να γνωρίζουμε αν δεσμεύεται η εταιρία από τη σύμβαση. Εν προκειμένω εφόσον η εταιρική σύμβαση δεν περιέχει ειδικότερη πρόβλεψη, όλοι οι εταίροι έχουν διαχειριστική και εκπροσωπευτική εξουσία, σύμφωνα με την αρχή της ατομικής διαχείρισης που ισχύει στο δίκαιο της Ομόρρυθμης Εταιρίας. Αρα ο Α που δρούσε στο όνομα της εταιρίας δέσμευσε την εταιρία. Στο πρώτο επιχείρημα, αναλύουμε την έννοια της απεριόριστης και εις ολόκληρον ευθύνης των εταίρων που ισχύει στο δίκαιο της Ομόρρυθμης Εταιρίας. [Προσοχή: η αρχή αυτή ισχύει ανεξαρτήτως του τι προβλέπεται στην εταιρική σύμβαση]. Απεριόριστη ευθύνη σημαίνει ότι κάθε εταίρος ευθύνεται με όλη του την περιουσία για τα εταιρικά χρέη. Εις ολόκληρον ευθύνη σημαίνει ότι κάθε εταίρος ευθύνεται για ολόκληρο το εταιρικό χρέος και όχι μόνο το κομμάτι που του αναλογεί από τη συμμετοχή του στην εταιρία. Επομένως δικαίως ο Γ στρέφεται κατά του εταίρου Β. Στο δεύτερο επιχείρημα, η απάντηση έχει ήδη δοθεί: εφόσον δεσμεύεται η εταιρία, μπορεί να στραφεί και κατά του Β. [Βεβαίως, στις προς τα έσω σχέσεις αφού καταβάλει ο Β το χρέος στο Γ μπορεί να στραφεί κατά του συνεταίρου του Α].
4