10 minute read

INTERVIEW

Next Article
FACE TO FACE

FACE TO FACE

Konstantino

the Perfectionist

Advertisement

Είναι δύσκολο να βάλεις σε τάξη μια δίωρη σχεδόν συνομιλία με τον Konstantino, τον περφεξιονιστή δημιουργό που γνώρισε την επιτυχία στην Αμερική πολύ προτού επιστρέψει στην Ελλάδα. Ο λόγος του κυλά σαν χείμαρρος που ξεχειλίζει από πάθος. Πάθος για τη δουλειά του.

Συνέντευξη στη Μαίρη Μπέλμπα Φωτογραφίες: Manuel Gallegos

«Έχω τρέλα με την τελειότητα στη δουλειά. Όταν βγάζεις κάτι στη βιτρίνα, πρέπει να έχεις λιώσει για να το δημιουργήσεις»

OKonstantino, κατά κόσμον Κωνσταντίνος Σιούλας, είναι σίγουρα αυτό που λέμε «επικοινωνιακός». Η φωνή του γεμίζει το μαγαζί της Πανδρόσου, έναν λευκό μίνιμαλ χώρο, όπου τα κοσμήματα Konstantino ακτινοβολούν, τέλεια ομαδοποιημένα μέσα σε χωνευτές βιτρίνες – μια απρόσμενη παραφωνία μέσα στον κυκεώνα που λέγεται Μοναστηράκι. Καθώς μιλάει χτυπά τα χέρια, αστειεύεται, γελά δυνατά. Σου μεταδίδει μεμιάς την καλή του διάθεση, το γέλιο του. Μπλέκοντας συνεχώς στην κουβέντα του τα αγγλικά, μιλά χωρίς αναστολές για όλα – ακόμη και για εκείνα που «δεν γράφονται».

Ξεδιπλώνοντας μια πορεία γεμάτη περιπέτεια, ρίσκο, πάθος και, πάνω απ’ όλα, αγάπη για τη δουλειά του. Μια ιστορία της οποίας αφετηρία είναι η

Μελιταία Λαμίας και φάρος ένας πατέρας με απέραντη αγάπη για την αρχαία Ελλάδα.

Τα παιδικά χρόνια

Ο άνθρωπος που εμφύσησε στον Κώστα -όπως όλοι τον αποκαλούν- την αγάπη για την πατρίδα είναι, φυσικά, ο πατέρας του. «Εκείνος με διαμόρφωσε. Αγρότης ήταν, αλλά διάβαζε πολύ. Ήταν έξυπνος άνθρωπος, ανοιχτός στη μάθηση, στη γνώση. Στη Μελιταία είχαμε πέντε στρέμματα γης, πάνω στις κολώνες. Πηγαίναμε και μου έδειχνε τα τείχη. Βρίσκαμε κομμάτια από αγγεία. Αυτή ήταν η πρώτη επαφή μου με την Ελλάδα». Θυμάται και τη μάνα του, να του λέει πόσο «αλλόκοτο» παιδί ήταν. «Μου έλεγε ότι, όταν τα άλλα παιδιά βγαίνανε να παίξουν, εγώ πήγαινα στο ποτάμι μόνος μου και ψάρευα. Κάτω από τα δέντρα, μέρα μεσημέρι, έκλεινα τα μάτια και ονειρευόμουν. Έφτιαχνα ταξίδια στο μυαλό μου». Στο σχολείο ήταν καλός στα μαθήματα που του άρεσαν. Στα αρχαία, στα νεοελληνικά, στην ποίηση. «Όλη μου η συνέχεια ήταν αυτή η κλίση μου προς τα κλασικά μαθήματα» λέει. «Έκανα πάντα ό,τι μου άρεσε. Και ο πατέρας μου με άφηνε. Αυτό με βοήθησε, γιατί δεν μου έκοψε τη φόρα στο ψάξιμο. Και αυτό το διαρκές ψάξιμο με έκανε να επιλέγω πάντα την αφρόκρεμα, σε όλους τους τομείς».

«Το ταλέντο είναι σαν ένα κομμάτι ολόασπρο μάρμαρο από την Πεντέλη – ένας βράχος. Αν δεν πέσει το καλέμι, αν δεν ιδρώσεις πάνω του, άγαλμα δεν θα βγει»

Η Ύδρα και η πρώτη επαφή με το κόσμημα

Στη Μελιταία μένει μέχρι τα 12. Έπειτα έρχεται στην Αθήνα, μαζί με τη μεγαλύτερη αδελφή του. Δεκαετία του ’70, εποχή του Πολυτεχνείου και πρώτη επαφή με τη ροκ μουσική στα δισκάδικα της πρωτεύουσας. «Ο πρώτος μου έρωτας ήταν η μουσική. Έγινα rock n roll animal». Για τέσσερα-πέντε χρόνια δουλεύει dj σε clubs. Κι έπειτα, στα 23, πηγαίνει για ένα Σαββατοκύριακο στην Ύδρα και «κολλάει». «Έμεινα έκθαμβος με την ομορφιά του νησιού. Τα παράτησα όλα και αποφάσισα να μείνω εκεί». Εκεί ήλθε και ο δεύτερος έρωτας, αυτή τη φορά για το κόσμημα: «Μια μέρα σταμάτησα μπροστά στη βιτρίνα ενός κοσμηματοπωλείου με αρχαϊκά αντίγραφα. Πώς βλέπεις μια ωραία γυναίκα και δεν μπορείς να σταματήσεις να τη σκέφτεσαι; Αυτό έπαθα κι εγώ». Για δυο-τρία χρόνια δουλεύει ως πωλητής κοσμημάτων και, σύντομα, ανοίγει το πρώτο του κοσμηματοπωλείο, όχι ακόμη με δικές του δημιουργίες, αλλά με μοναδικά κοσμήματα Ελλήνων σχεδιαστών. «Πωλητής στο κόσμημα σημαίνει styling» υπογραμμίζει. «Μάθηση δηλαδή του κοσμήματος πάνω στον άνθρωπο. Έτσι άρχισα να αποκτώ πείρα. Αργότερα, βέβαια, μπήκα και στο εργαστήριο, κάθισα στον πάγκο, μπήκε η δουλειά στο πετσί μου. Γιατί, αν δεν ξέρεις πώς γίνεται η κατασκευή του κοσμήματος, δεν μπορείς να σχεδιάσεις. Πρέπει να ξέρεις πόσο μακριά μπορείς να πας. Να έχεις γνώση για τη φύση των μετάλλων, τη χρήση των λίθων. Και η γνώση έρχεται με δύο πράγματα: πολλή δουλειά και πολλή αγάπη».

Το ξεκίνημα στην Αμερική

Το 1991, έχοντας ήδη γνωρίσει την Ανέτ, την Αμερικανίδα σύζυγό του, κι ενώ η κρίση στον Περσικό Κόλπο πλήττει σημαντικά τον τζίρο στο κόσμημα, αποφασίζει να φύγει για τις ΗΠΑ. «Ήταν περιπετειώδες το ξεκίνημά μου στην Αμερική» θυμάται. «Είχα, όμως, πείρα. Είδα τις ανάγκες, εμπνεύστηκα από την αγορά και άρχισα σιγά-σιγά να βγάζω τα πρώτα σχέδια. Ε, τέσσερα χρόνια χόρτασα αποτυχία. Οι άνθρωποι της μόδας στο L.A., όπου δούλευε η Ανέτ για να ζήσουμε, λάτρευαν τα πρώτα κοσμήματά μου. Αλλά δεν μπορούσα να τα βγάλω στα μαγαζιά, γιατί φαίνονταν πολύ ethnic στους Αμερικάνους. Βελτιώνεσαι, όμως, και επιμένεις. Επιτίθεσαι ξανά και ξανά». Κι έτσι, ύστερα από τέσσερα χρόνια σκληρής δουλειάς και αϋπνίας, ο Konstantino κάνει την πρώτη του εμφάνιση σε μικρούς καταλόγους του Neiman Marcus, ενός από τα πολυτελέστερα πολυκαταστήματα στον πλανήτη. «Πλέον» λέει «πρώτα σχεδιάζω για το Neiman’s και το Saks και μετά για όλους τους άλλους».

Έμπνευση

Τον ρωτώ αν η έμπνευση είναι μια μαγική στιγμή και κουνάει το κεφάλι αρνητικά. «Η έμπνευση είναι συνδυασμός πραγμάτων. Πρέπει να είσαι σε mood. Και να έχεις κάνει homework. Εγώ δεν πιστεύω στο ταλέντο χωρίς δουλειά, χωρίς έρευνα. Το ταλέντο είναι σαν ένα κομμάτι ολόασπρο μάρμαρο από την Πεντέλη – ένας βράχος. Αν δεν πέσει το καλέμι, αν δεν ιδρώσεις πάνω του, άγαλμα δεν θα βγει».«Η έμπνευση» συνεχίζει «είναι θέμα αυτοσυγκέντρωσης. Το ζήτημα είναι να είσαι, όχι να δείχνεις». Δηλώνει ευθαρσώς ότι είναι fashion designer, που οφείλει να δίνει στην αγορά έξι συλλογές τον χρόνο – «διαφορετικές, φρέσκες, όχι πάτημα στο ίδιο μονοπάτι. Διαχρονικές κυρίως. Δεν έχω, λοιπόν, την πολυτέλεια να πάρω τον χρόνο μου». Και υπογραμμίζει, όσο πιο εμφατικά γίνεται, ότι η πρώτη του πηγή έμπνευσης είναι ο άνθρωπος. «Γι’ αυτόν προορίζεις το κόσμημα, πάνω στο δικό του σώμα θα μπει. Αλίμονο αν δεν σε εμπνέει ο άνθρωπος».

«Το DNA της δουλειάς μου παντρεύει το wild side της ζωής μου, την απελπισία, την αναζήτηση, τα δύσκολα που έζησα, τη σύγκρουση με το εύκολο, με τη γνώση και το πάθος μου για το κόσμημα»

Ο παράγοντας πελάτης

Μιλάει και ο λόγος του ρέει σαν χείμαρρος. Συγχρόνως είναι 100% alert. Το μάτι και το αυτί έχουν πλήρη αντίληψη του τι συμβαίνει στην μπουτίκ της Πανδρόσου. Είναι η στιγμή που μπαίνει ένας Αυστραλός πελάτης του τον οποίο, μόλις αναγνωρίζει, σπεύδει να χαιρετήσει προσωπικά, με αγκαλιές και φιλιά. «Τρέφω τεράστιο σεβασμό προς τους πελάτες μου και ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα για μένα είναι το customer service» μου λέει λίγο αργότερα. «Πρέπει να έχεις προσωπική παρουσία. Να συναντάς τους ανθρώπους που φοράνε τα κοσμήματά σου. Να μη χάνεις την επαφή σου, να μη θωρακίζεσαι πίσω από τα λεφτά ή ένα όνομα που νομίζεις ότι έκανες – γιατί το “όνομα” μπορεί να χαθεί σε δευτερόλεπτα. Το ότι έχεις κάνει όνομα και χρήματα το οφείλεις στους πελάτες σου. Είναι, λοιπόν, υποχρέωσή σου να φορέσεις εσύ το κόσμημα στον πελάτη. Να τον αφουγκραστείς, να τον κομπλιμεντάρεις, να τον κάνεις να νιώσει σημαντικός, να του εκφράσεις την ευγνωμοσύνη σου. Γι’ αυτό κάθε χρόνο ξοδεύω δυο μήνες από τη ζωή μου μέσα στα αεροπλάνα και τα ξενοδοχεία. Με δέκα ώρες δουλειά την ημέρα, να είμαι απίκο για όσο έχω πελάτες στη βιτρίνα, στο booth μου. Για να τους χαιρετήσω, να τους ακούσω, να εμπνευστώ από αυτούς». Τον ρωτώ ποιος ακριβώς είναι ο πελάτης του και με πηγαίνει ξανά στην ελληνικότητα των κοσμημάτων του. «Αυτή είναι η μαγεία και η δύναμη της δουλειάς μου» λέει «Αντλείται από αιώνες κουλτούρας, ομορφιάς και στυλ. Αυτό βοηθάει να με αγαπάνε ηλικίες από 15 ως 95 χρόνων. Από rock n roll animals (τον Keith Richards, τον Roger Waters, τον Dave Matthews, τον Santana, τη Rihanna) μέχρι τραπεζίτες και πολιτικούς όπως η Χίλαρι Κλίντον».

Τα «μαστόρια» του

Με άλλη τόση αγάπη μιλά για τους ανθρώπους που δουλεύουν στο εργαστήριό του – τα «μαστόρια» του. «Είμαστε έξι και έχουμε τρομερή συνεργασία μεταξύ μας. Τον μοντελίστα μου στο δημιουργικό τμήμα, τον Αντώνη τον Δανέζη, που είναι μεγάλο ταλέντο, τον έχω μαζί μου 15 χρόνια τώρα. Η συνεργασία μας έχει φτάσει σε τέτοιο επίπεδο που πλέον αρκεί να ανταλλάξουμε μια κουβέντα, ένα βλέμμα, για να μεταφέρει στο χαρτί το δικό μου όραμα. Αφού βγει το σκίτσο, θα γίνει συζήτηση με τον χαράκτη μου, τον Γιάννη Καραγκούνη, και με τους υπόλοιπους». Με έμφαση, ξανά, τονίζει ότι το κόσμημα Konstantino είναι χειροποίητο, από το σκίτσο ως το τελικό προϊόν.

«Power tool στο δημιουργικό στάδιο δεν υπάρχει, δουλεύουμε με το καλέμι. Η δουλειά βγαίνει 90% στο χέρι. Χρησιμοποιώ και το computer, αλλά όχι στο σχεδιαστικό κομμάτι. Γιατί η τεχνολογία δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον άνθρωπο. Δεν μπορείς να φτιάξεις ένα πίνακα μέσα από το computer. Δεν θα σου μιλάει, δεν θα έχει πάθος, έρωτα». Είναι το σημείο όπου ο Κώστας ομολογεί πως είναι περφεξιονιστής. «Στην προσωπική ζωή μου δεν μου αρέσει καθόλου η λεπτομέρεια, μου αρέσει να κυλά η ζωή μες στα λάθη της» λέει. «Αλλά έχω τρέλα, παράνοια με την τελειότητα στη δουλειά. Όταν βγάζεις κάτι στη βιτρίνα, πρέπει να έχεις λιώσει για να το δημιουργήσεις. Είμαι high-end, πουλάω ακριβά, αλλά δεν χρεώνω μούφα. Δεν καθιερώνω το όνομά μου με την υψηλή τιμή. Το καθιερώνω με το σχέδιο, την ομορφιά, την ποιότητα κατασκευής, την απόλυτη αίσθηση του χειροποίητου». Τον ρωτώ πώς χειρίζεται την πρώτη ύλη του, τα μέταλλα και τους λίθους. «Ο χρυσός και το ασήμι, που είναι ευγενέστατο μέταλλο, σου δίνουν τη δυνατότητα να πλάσεις τη φαντασία σου» απαντά. «Οι πέτρες δίνουν το χρώμα. Αλλά την πέτρα πρέπει να την παντρέψεις με το μέταλλο, όχι να την πετάξεις πάνω του για να πουλήσεις. Εμείς τις περισσότερες πέτρες τις σχεδιάζουμε και τις κόβουμε μόνοι μας. Γλιτώνουμε έτσι και την αντιγραφή».

Η ταυτότητα Konstantino

Ακόμη και στον αμύητο, το κόσμημα Konstantino είναι φανερά επηρεασμένο από τον αρχαιοελληνικό και τον βυζαντινό πολιτισμό. «Το DNA της δουλειάς μου δεν περιέχει μόνο την ελληνικότητά μου, περιέχει και στοιχεία του χαρακτήρα μου» διευκρινίζει ο σχεδιαστής. «Τον τρόπο ζωής μου, την αγάπη μου για τα ταξίδια, τα χρώματα. Το πάθος μου για το rock n roll και όλο το φάσμα της ποιοτικής μουσικής. Είναι ένα δικό μου κοκτέιλ που παντρεύει το wild side της ζωής μου, την απελπισία, την αναζήτηση, τα δύσκολα που έζησα, τη σύγκρουση με το εύκολο, μαζί με τη γνώση και το πάθος για τη δουλειά μου». Το αγαπημένο του σχέδιο, λέει, είναι αυτό που έρχεται. «Δεν μπορώ τους σχεδιαστές που φτιάξανε κάποια πράγματα, πουλήσανε, ο κόσμος τα θαύμασε και τα κρατάνε σαν την Ακρόπολη. Δεν είναι ευφυές αυτό. Πρέπει down the road να ξεσκαρτάρεις, να διαλέγεις τον αφρό. Πλέον έχω την πολυτέλεια να πουλάω ό,τι πραγματικά μου αρέσει. Κι αν κάτι δεν μου αρέσει, το σταματάω. Το κοσμήματά μου είναι μοναδικά. Έχουν τεράστιο πολιτιστικό force, παρελθόν, παιδεία».

Ο Έλληνας και η Ελλάδα της κρίσης

Τον ρωτώ πώς βλέπει το ζήτημα της κοσμηματοποιίας στην Ελλάδα. «Θεωρώ πως είχαμε τρομερές δυνατότητες ως χρυσοχόοι» λέει. «Αλλά ο Έλληνας, αντί να βγάλει τον Οδυσσέα που έχει μέσα του και να ανοίξει νέους δρόμους, κοιτάει να αντιγράψει, να βγάλει το προϊόν γρήγορα. Κι έτσι χάνει το δημιουργικό κομμάτι της δουλειάς. Σκοτώνει τον ίδιο του τον εαυτό». Αναπόφευκτα μπαίνει στην κουβέντα μας η οικονομική ύφεση. «Μπορείς να κάνεις πράγματα στην κρίση» λέει ο Konstantino «αρκεί να μη χάσεις την επαφή με τους πελάτες σου. Κατάφερα με το σωστό marketing, το σωστό προϊόν και τη σωστή παρουσίαση να μπορώ να είμαι εντάξει με τις οικονομικές και φορολογικές υποχρεώσεις μου, αλλά και να έχω καλά κέρδη. Η εταιρεία μου είναι άσπιλη από κάθε άποψη. Έτσι λειτουργώ από συνείδηση. Η πατρίδα μου είναι μάνα μου, είναι συνεταίρος μου, δεν την κλέβω».«Έχω καλούς Έλληνες πελάτες» συνεχίζει. «Αλλά ο Έλληνας πάσχει από ξενομανία. Τα αρχαϊκά τα βρίσκει τουριστικά. Του φαίνονται αδιάφορα, παρωχημένα. Στην Αμερική, αντίθετα, σέβονται τους αρχαίους πολιτισμούς. Διψάνε γι’ αυτούς. Εκεί νιώθω πιο Έλληνας απ’ ό,τι εδώ. Γιατί η Αμερική μού έδωσε όνειρα που δεν είχα, με σεβάστηκε, με εκτίμησε, με αγάπησε. Αλλά όποιος Έλληνας κάνει επιτυχία στο εξωτερικό, οι Έλληνες τον μισούν, όπως είχε πει κάποτε η μεγάλη Ελληνίδα Ειρήνη Παππά. Πολλοί έχουν ζητήσει να αντιπροσωπεύσουν το κόσμημα Konstantino, αλλά δεν το έχω δώσει πουθενά. Μόνο σε ένα μαγαζί στη Σαντορίνη, που είναι φίλοι μου. Αν το δώσω σε κάποιον, μετά θα πωλούνται αντίγραφα στις δικές μου συσκευασίες. Γιατί ο Έλληνας ακόμη δεν μπορεί να βγει από τη γλίτσα της διαφθοράς. Ακόμη δεν έχει καταλάβει ότι η εντιμότητα είναι η καλύτερη πολιτική για να πετύχεις. Στην εντιμότητα εγώ θα προσθέσω τη γνώση και το όραμα. Αυτό θα μας ξεκολλήσει όλους μας».

This article is from: