Τεύχος 125

Page 1

ΑΡΙΘ. 125 ·

28.8.85 ·

ΔΡΧ. 150


*

εκδόσεις «νεα σύνορα» ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ Σάκις Μ α υ ρ έλ η ς

ΜΑΝΝΕΚΕΝ

Στα Μαννεκέν του Σάκι Μαυρέλη, ο Πανικός και η Αγάπη είναι τα συστατι­ κά της ζωής...

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ■ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ»» ΣΟΛΩΝΟΣ 94, ΤΗΛ. 3610589-3600398


Συμπληρώστε τη σειρά των αφιερωμάτων του

ΔΙΑΒΑΖΩ

Κωνσταντίνος Θεοτόκης (No 14)* Βιβλία για π α ιδ ιά (No 24)* Γυναικείος λόγος (No 36)* Γκέοργκ Λ ούκατς (No 41) Τα διδα κτικά βιβλία της μέσης εκπαίδευσης (No 47) Φραντς Κάφκα (No 50)* Νέοι Λ ογοτέχνες (No 50)* Νίκος Κ αζαντζάκης (No 51)* Μαρσέλ Προυστ (No 52)* Ουίλλιαμ Φώκνερ (No 54)* Αγγλική λογοτεχνία (No 56) Σοβιετική Λ ογοτεχνία (No 57)* Αντίσταση και Λ ογοτεχνία (No 58) Λ ατινοαμερικανική λογοτεχνία (No 59) Ονορέ ντε Μ παλζάκ (No 60) Δημήτρης Γληνός (No 61) Τζέημς Τζόυς (No 62) Κώστας Χ ατζηαργύρης (No 63) Η γενιά των μπήτνικ (No 64) Οι επίγονοι του Φρόυντ (No 65) Ζαν Ζενέ (No 66) Επιθεώρηση Τέχνης (No 67) Ά γ ιο ν Ό ρ ο ς (No 68) Νέοι λογοτέχνες (No 69) Γερμανόφωνο θέατρο (No 70) Σημειωτική (No 71) Αριστοφάνης (No 72) Ζακ Πρεβέρ (No 73) Μ ικροασιατικός ελληνισμός (No 74) Λ ογοτεχνία και κινηματογράφος (No 75) Ιταλική λογοτεχνία (No 76) Μαρκήσιος ντε Σαντ (No 77) Κ.Π. Καβάφης (No 78) Χ-Λ. Μπόρχες (No 79) Μί^,αν Κούντερα (No 80) Μ αργκερίτ Γιουρσενάρ Ά ο 81) Α δαμάντιος Κοραής (No 82) Καρλ Μαρξ (No 83) Σύγχρονα ολλανδικά γράμματα (No 84) ν σημειώνονται μ? αστερίσκο έχουν εξα

Ο μήρου 34 -

106 72 Α θήνα -

Μ πορίς Βίαν (No 85) Αστυνομική λογοτεχνία (No 86) Νέοι λογοτέχνες (No 87) Κώστας Βάρναλης (No 88) Νεοελληνικό θέατρο (No 89) Τόμαν Μαν (No 90) Φ ρειδερίκος Νίτσε (No 91) Κωνσταντίνος Θεοτόκης (No 92) Ρολάν Μ παρτ (No 93) Π αιδικό βιβλίο (No 94) Ναπολέων Λ απαθιώ της (No 95) Εμμανουήλ Ροίδης (No 96) Εμίλ Ζολά (No 97) Σταντάλ (No 98) Βιβλίο κα ι φυλακή (No 99) Λ αϊκό αισθηματικό μυθιστόρημα (No 100) Μ ακρυγιάννης (No 101) Λ ουκιανός (No 102) ' Τέλλος Ά γ ρ α ' /,'τ * *041 Ιούλιος Βερν (No 105) Θ εόφιλος Καίρης (No 106) Α ρχαία λυρική ποίηση (No 107) Περό, Γκριμ, Ά ντερσεν (No 108) Έ ρ μ α ν Έ σσε (No 109) Αλμπέρ Καμύ (No 110) Βίκτωρ Ουγκό (No 111) Έ ντγκα ρ Ά λ α ν Πόε (No 112) Φιότης Κόντογλου (No 113) Φ ιλανδικά γράμματα (No 114) Σάμουελ Μπέκετ (No 115) Κοσμάς Πολίτης (No 116) Το δοκίμιο (No 117) Αλέξανδρος Πάλλης (No 118) Κοινωνιολογία (No 119) Ελληνικός Υπερρεαλισμός (No 120) Βλαντιμίρ Μ αγιακόφσκι (No 121) Ε υγένιος Ιονέσκο (No 122) Κ υπριακά γράμματα (No 123) Μισέλ Φουκώ (No 124) τλΐ|βΗ.

τηλ. 36.40.488 - 36.40.487 - 36.26.910


ΞΕΝΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

Ποιήματα

Γεωργίου Τζωρτζάκη ΣΕΙΡΑ Β

Συνοπτική κριτική παρουσίαση Θόδωρου Γ. Σταυρόπουλου Εισαγωγή Την ορμητική και ταυτόχρονα τραγική προβληματι­ κή της εποχής μας εκφράζει με αναπαραστατική δύναμη ο Γιώργος Τζωρτζάκης στα «ΠΟΙΗΜΑΤΑ» του που δημοσιεύτηκαν στα 1984. Το περιεχόμενο της ποίησής του θερμαίνεται τό­ σο από την ιδεολογία της κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά και από την υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπι­ νου προσώπου που εκλεπτύνεται από το άρωμα μιας ηθικής αδιαλλαξίας όσο και από το διεθνή χα­ ρακτήρα του κοινωνικού και ανθρώπινου προβλη­ ματισμού του. Ως προς τη μορφή παρατηρούμε ότι η ρωμαλεότητα του ελεύθερου στίχου που εναλλάσσεται ενί­ οτε με τον ρυθμικό, τονίζεται από την ικανότητα του δημιουργού του να χρησιμοποιεί με επιτυχία, τα σύμβολα άλλων ιστορικών εποχών (της ομηρικής εποχής, της κλασικής και μετακλασικής αρχαιότη­ τας, ενίοτε και των πρώτων χριστιανικών κοινοτή­ των) για να εκφράσει τα προβλήματα της σημερι­ νής εποχής. Εδώ φαίνεται έντονη η επίδραση της σχολής του Καβάφη.

Η τρίτη περίοδος αναπτύσσεται στην εκτεταμένη και πολυσύνθετη για την ελληνική και διεθνή κοι­ νωνία κοινωνική και ανθρώπινη προβληματική πε­ ρίοδο των ετών 1975-1983 που καλύπτει σχεδόν τη μεταδικτατορική δεκαετία. Η ποίηση της πρώτης περιόδου διακρίνεται από την ανελέητη πολεμική κριτική κάθε εκδήλωσης του δημόσιου βίου. Ο ποιητής μαστιγώνοντας αλύπητα την απάτη και τη βαρβαρότητα της εθνικιστικής-πολεμικήςβαρβαρικής ιαχής που στο θανατερό της βάραθρο συντρίβεται η ζωή καταγγέλλει και την ιδεολογία του θανάτου-πολέμου και την απάτη της: Τ’ ανήσυχό σου πρόσωπο η ερημιά κατάκλυσε κατάκλυσε τα όνειρα κ ι’ έκλεισ ε τη ζωή πού-τρεχε βιαστική σ τ ’ α εικίνητό σου σώμα Την πήρες την απόφαση, ρωτήθηκες γιατί; ζαλίστηκες στη βιάση σου παιδί έπ λεξες μόνος δασκάλων παραινέσεις ζωής ιαχή και παραδόσεις...

Περιοδιοποίηση της ποίησης του Τζωρτζάκη Η ίδια η ποιητική εργασία του Γιώργου Τζωρτζάκη εμφανίζεται περιοδιοποιημένη στις ακόλουθες χρο­ νικές ενότητες: Η πρώτη περίοδος περικλείνει την τριετία 19671969 και συμπίπτει με την πρώτη περίοδο της απρι­ λιανής στρατιωτικής δικτατορίας. Η δεύτερη περίοδος εμπεριέχει την πενταετία 1970-1974 και συμπορεύεται με τη δεύτερη, την αγωνιστική φάση κατά της δικτατορίας, και με την πτώση της.

Η ζωή δεν βρίσκεται στο υπερπέραν αλλά βρίσκε­ ται στ’ αεικίνητο σώμα. Από την πρώτη του ποιητική ανάσα ο Τζωρτζάκης ξεκόβει με το μυστικισμό, παράλληλα πολεμά την αλλοτρίωση της συνείδησης που αυτή «παίρνει την απόφαση χωρίς να ρωτηθεί το γιατί» αιτιολογώντας αυτή την αλλοτρίωση στην επίδραση της κυρίαρχης ιδεολογίας δασκάλων παραινέσεις, ιαχή και παραδόσεις Αλλά ο ποιητής που ασκεί ταυτόχρονα το δικηγο­ ρικό λειτούργημα θα επιτεθεί αδυσώπητα ενάντια στον κονφορμισμό, την υποκρισία, τη δολιότητα και την καταπίεση που συγκροτεί αυτό που λέγεται κρατική «δικαιοσύνη».


Ζώντας ο ίδιος την απάνθρωπη ατμόσφαιρά της από μέσα θα την αποδώσει με ενάργεια στο «ΤΡΙ­ ΜΕΛΕΣ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΕΙΟ». Πόσο κρύο κάνει στο διάδρομο. Επάγωσε η ψυχή μου Πάλι για κάποιο χαρΟνόμισμα σπατάλησα μ ια μ έρα απ' τη ζωή μου. Δύο χειροδεμένοι πέρασαν και πάνε... κ ι’ α υτούς για κάποιο χαρτονόμισμα οι σταυρωτήδες τους τραβάνε. Χριστέ μου, ακόμα μ ια φορά στο ξύλο σε κρεμάνε». Και στη «ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ» του ο ποιητής θ ’ αποφανθεί αδυσώπητα. ...Γυναίκα... τά 'χει λίγο μπερδέψει θέλει μόνο δόξα να δρέψει Ίσως τά 'χει και λ ίγο χαμένα Ο χριστός μ ε τ ’ αγκάθια την κ υττάζει θλιμμένα Αυτή η ποίηση δεν χωρατεύει. Διακρίνεται από την πολύτιμη αδιαλλαξία Ροβεσπιέριας δύναμης. Με την ίδια δύναμη θα γκρεμίσει το παραβάν και θα ξεμπροστιάσει τη μούχλα και τη δυσωδία των γραφειοκρατικών μαιάνδρων του κρατικού μηχανι­ σμού ξεσκεπάζοντας την καταπιεστική της ταφό­ πλακα πάνω στον πολίτη που αυτή η... «δικαιοσύ­ νη» τον έχει ρίξει στους τάφους των... φυλακών Δ εν βρίσ κεται πουθενά η δικογραφία. Κανένας δεν τη θυμάται γραμματεύς, χαρτιά άλλης μιας δίκης παρωδία ξεχασμένης ίσως κάποτε σ τ ’ αρχεία Μα είναι βέβαιον ό τι υπήρξεν η δικογραφία; Σηκώνουνε τους ώμους τους και κλείνουνε στη μία κι εσύ ξεχάστηκες στις φυλακές Ο άθλιος γραφειοκράτης της όποιας κρατικής εξουσίας, ο γελοίος κονφορμιστής της κάθε κυρίαρχης-κρατικής ιδεολογίας τι θα μπορούσε ν’ αντιτάξει σ’ αυτό το πυρακτωμένο μαστίγωμά του; Αλλ’ ο ποιητής, μαχόμενος μέσα στο σκοτάδι, πού ’ταν πολύ πυκνό στην πρώτη περίοδο της ποιη­ τικής του δημιουργίας μάχεται με δύναμη ενάντιά του, σαλπίζει: Ε ίν’ όμορφο, ε ίν ’ σήμερα, μας φτάνει αυτή η ώρα! Να περπατάμε στη βροχή που διώξαμ' απ’ τα μάτια και να γελάμε το πρωί. Τον ήλιο κ ι' ας μη βλέπουμε, το ν έχουμε στα χείλια (Από το ΔΙΑΛΟΓΟ) Οι στίχοι α υ το ί δεν μ ' ά φηναν ήσυχο. Δ εν αντέχω στον πειρασμό της αγωνιστικής επα­ νατοποθέτησης για την Ελευθερία. Πραγματικά την ίδια περίοδο που γράφονταν αυ­ τοί οι αδαμάντινοι στίχοι από τον Τζωρτζάκη ο συγ­ γραφέας της κριτικής αυτής παρουσίασης εξαπέ­ λυε από το μαχόμενο και πυρακτωμένο Παρίσι του Μάη-Ιούνη 1968 και της δεκαετίας του 70, εξαπέ­ λυε την πολεμική κραυγή. «Μαχόμαστε για την ελευθερία στη χώρα μας, για

την ελευθερία στην ανθρωπότητα. Αλλά εμείς δεν την προσμένουμε μεταφυσικά σε μεσσιανικό χρόνο X. Πολεμώντας για την κοινωνική της πραγμάτωση, τη βιώνουμε κάθε στιγμή. Την έχουμε εσωτερικεύσει, είμαστ’ ελεύθεροι μέσ’ από την καρδιά μας» Κι’ ο Τζωρτζάκης την ίδια περίοδο διακήρυσσε: Τον ήλιο κ ι’ ας μη βλέπουμε, το ν έχουμε στα χείλη Αυτή την κατάφαση στην ελευθερία θα την δια­ τυπώσει γενικότερα σαν κατάφαση στη ζωή, διατυ­ πώνοντας επιγραμματικά: Και περιφρόνησε τους διώ χτες της χαράς και της ζωής τους κυνηγούς Αλλ’ ο ποιητής Τζωρτζάκης δεν έχει καμιά αυτα­ πάτη ως προς το αντιφατικό και βαθιά τραγικό πε­ ριεχόμενο της ζωής, μυκτηρίζοντας τ ’ ανυποψίαστα μηδενικά που δεν έχουν τίποτε υποπτευθεί, μέσα στην καθημερινή και «γλυκειά (;) ρουτίνα». Στους απόκληρους του SODER θα διατυπώσει. Ευτυχισμένοι όλοι σεις οι ανύποπτοι που μόνο σαν μια έννοια λογική στο λεξικό σας κατατά ξα τε τη ν ευτυχία, στης κάθε μέρας το κενό δοσμένοι χωρίς να νιώθετε του αύριο την αγωνία, συγκεντρωμένοι στην ανώφελή σας πάλη π ισ τεύετε πιος δε γνωρίσατε ποτέ τη δυστυχία προνόμιο δικό σας ν ’ α γνοείτε τι ευτυχία. πληρώσατε γ ια τί την είδα τε ή γ ια τί δεν προφτάσατε να την αγγίξτε, γ ια τί δεν είσαστε ικανοί μ ’ α υτήν ν ' αγκαλια στείτε, σ ’ εκείνη ν πού 'πρεπε την ώρα; Όμως θα καταξιώσει την αυτοπεποίθηση στη δρά­ ση για την ενσυνείδητη ελευθερία, γιατί στις υπο­ θήκες του στο «ΑΓΟΡΙ ΜΟΥ» θα κληροδοτήσει: Ξ εκίνησε χωρίς να φοβηθείς βρυκόλακες, φαντάσματα και μάγους και προφήτες. Μη φοβηθείς ποτέ τη λέξη «πρέπει», μη φοβηθείς να μ είν εις μόνος, μη φοβηθείς τη λέξη πόνος. Τον Προμηθέα, το Γαλλιλαίο, την Ιωάννα να σε­ βαστείς, ποτέ μη φοβηθείς. και δικαιώνοντας την πληρότητα της ζωής άπό τα βάθη της τραγωδίας της μέχρι τα υψίπεδα της ευ­ δαιμονίας θεσμοθετεί ποιητικά: Για όσ’ α ντρίκεια έζησες μη μετανιώ σεις, ποτέ πως είσαι ένοχος μη νοιώσεις γ ια τί ζεις Το πιο ακριβό μου μυστικό σου δίνω: Να ζήσεις. Ζήσε ακέραια αν μπορείς

Δεύτερη περίοδος της ποίησης του Γ. Τζωρτζάκη 1970-1974 Η ελληνική κοινωνία αφού γεύτηκε όλη την πικρή


γεύση κι' αφού ξεπερνά την έκπληξη, τον αιφνιδια­ σμό και τη στιγμιαία αποχαύνωση από τη δικτατο­ ρία θα ιχνηθετήσει τους καινούργιους δρόμους στον αγώνα για την ελευθερία. Η θερμογόνος πνοή των επαναστατικών κινήσεων της Ευρώπης θα τους ενισχύσει. Από το Παρίσι μέχρι την Πράγα, από τους Αγγλους ναυτεργάτες και τους Σουηδούς ηλεκτρονικούς, τους Γερμανούς φοιτητές και την ιταλική εργατοφοιτητική κίνηση, μέχρι το πολωνικό εργατοφοιτητικό κίνημα των πρώτων αρχών της ΙΟετίας του 70, με λίγα λόγια το σκιτσάρισμα μιας πανευρωπαϊκής επανάστασης, δίνουν φτερά στις ελληνικές αντιδικτατορικές δυνάμεις του εσωτερι­ κού και του εξωτερικού. Η ποίηση θα υπάρξει ο πιο ευαίσθητος δέκτης αλλά και πομπός των νέων εξελίξεων. Η ποίηση του Τζωρτζάκη θα βρεθεί μέσα στο κέν­ τρο αυτού του προβληματισμού. Όμως ο Τζωρτζάκης είναι κι εδώ ανελέητα ρεαλι­ στής. Βλέποντας τις εσωτερικές αντιφάσεις και τις καταλυτικές αδυναμίες των «Ηρώων» θα τις ξεμ­ προστιάσει και θα τις μαστιγώσει αλύπητα, στην «ΤΡΟΙΑ» του. Κι αψήσαν οι «Ήρωες» τη ν Εστία, τ ’ ανάκλιντρα, τον κεκραμένο οίνο, την Πηνελόπη στον Αντίνοο τυραννική ελπίδα, την Κλυταιμνήστρα, τη ν περήφανη, στον Αίγιστο χαρά Ό λο μιλά νε για την Τροία! Μπροστά στα τείχη ολημερίς σκιαμαχούνε ΓΤ ασήμαντες ερίζουν αφορμές, μ ' απέραντες αιτίες, άπειρες μέσα τους άπαρτες Τροίες Πραγματικά η ποιητική εικόνα μας δίνει με ενάργεια την κατάσταση των αστών και των γρα­ φειοκρατών ηγετών που φλυαρούν «κΓ ερίζουν για ασήμαντες αφορμές μ’ απέραντες αιτίες» επιθυ­ μώντας να δουν τους ανώνυμους μαχητές της ελευθερίας να θυσιάζονται, ενώ περιμένουν «ού­ ριους ανέμους των θεών» τους, των σημερινών υπερδυνάμεων, να τους εγκαταστήσουν μέσα σε «δούρειο ίππο» σαν ταπεινούς δολοφόνους μέσα στα τείχη της Τροίας. Εδώ μαζί με την. πολιτική ανατομία της εποχής θα εκτιμήσει κανείς και τη φιλοσοφική δύναμη του ποιητικού λόγου του Τζωρτζάκη. ΓΤ ασήμαντες ερίζουν αφορμές μ ’ απέραντες α ιτίες άπειρες μέσα τους άπαρτες Τροίες Η διαπεραστική ματιά του ποιητή ξεπερνά τα επι­ φαινόμενα των αφορμών και προχωρεί στις αδιόρα­ τες απέραντες αιτίες που είναι τα βαθύτερα ψυχο­ λογικά θηριώδη κενά των δειλών αρχηγών με «τις άπειρες μέσα τους1 άπαρτες Τροίες». Εδώ ο ποιητής ενώνεται με τη διαλεκτική φιλοσο­ φία και την ψυχανάλυση. Και μόνο μ’ αυτό το στίχο ο Τζωρτζάκης θα μπο­ ρούσε να περάσει στην ποιητική καταγραφή της Ιστορίας. Όμως η δημιουργική εργασία είν’ ακόμα μπροστά του.

Αφού η ποιητική του ψυχή πετάξει στα κορφο­ βούνια του ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ όπου και στο σημερινό αγωνιστή της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ θ ’ αναζητήσει την αετήσια θωρηά του Καράίσκάκη που: κάθε σπηλιά του σπιτικό, οι π έτρες του προσκέφαλο για τον Καράίσκάκη. προχωρεί σε ολομέτωπη επίθεση κατά του καθε­ στώτος και των συμβόλων της τυραννίας, του σκο­ ταδισμού, και του πολέμου. Έτσι στ' ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΗΡΙΑ σφυροκοπεί: Πολύς εσυγκεντρώ θηκε λαός και ύπουλα η μουσική λουφάζει, Σ ε ημιανάπαυση ο στρατός, μια κυρία επισήμου μυρικάζει. Ο δήμαρχος ιδρώνει σιωπηλός κι ο ήρωας ο μαρμάρινος στο βάθρο του ρεμβάζει. Προκάθηται ένας στρατηγός και ένας χωροφύλακας νυστάζει. Δ εν ήρθε ακόμη ο κύριος υπουργός. Σιρόπι σάμαλης στο ρούχο κάποιου στάζει, ο κλήρος μουρμουρίζει πλουμιστός, κάποιος σε κάποια χ έρι βάζει. Η Ελλάδα, η γαλανόλευκη, ο σταυρός, το λ όγο του ο φ ιλόλογος ξαναδιαβάζει. Ένας μπέμπης χ άσκει σοβαρός, άσπρος ο εκπ αιδευτικός μια λέξη του δεν βγά­ ζει. Κυλάει αργά στην επαρχία ο καιρός. Γ ια του στρατιώ τη το χαμό μια μάνα αναστενά­ ζει. κανείς δεν έχ ει καταλάβει ακριβώς το νέο τού το μάρμαρο στην πόλη τους τ ί τ ά ζ ε ι1 Να επ ί τέλο υς η εξοχότης του ο κύριος υπουργός. Τοίχος χωροφυλάκων, απωθείται ο λ α ό ς 1 Έυνός, στριγγός ακούγεται ψαλμός, σαν π ρόβατο που πριν το σφάξουνε βελάζει. Αυτό το σφυροκόπημα και η ανατομία της τυραν νιας, του σκοταδισμού και του πολέμου-θανάτου που έχει σαν αφετηρία την πραγματικότητα της στρατοκρατούμενης ελληνικής κοινωνίας στις αρ­ χές της δεκαετίας του 70, θα κεντρίσει τον ποιητή να ρίξει εγκάρσιες ματιές και στη διεθνή κοινωνική πραγματικότητα από την πλευρά της κυριαρχίας και της συμπεριφοράς των εξουσιών: Σ ’ όλα της γης τα χρώματα ν τυ μ ένες οι φρουρές, φυλάνε Τράπεζες φυλάνε φυλακές. Απαγορεύσεις Ιερές, ...Ταμπού Επιταγές. Απ’ ά λλες εποχές τυποποιήσεις μορφικές, άτονες μας κυκλώνουν μουσικές, ήχος και φως και μυρωδιές. Παιδάκια ξετρ ελα ίνοντα ι τις Κυριακές, όσα δ εν υποψιάστηκαν τα ταμπού, *σα δεν πήραν ακόμα οι Φρουρές.

η συνεχεία


ΔΙΑΒΑΖΩ

ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Ομήρου 34, Αθήνα - 106 72

Σύνταξη: 36.40,487 Λογιστήριο: 36.40.488 Συνδρομές: 36.03.011 Διαφημίσεις: 36.26.910

Τεύχος 125 28 Ανγονστου 1985 Τιμή: Δρχ. 150 Εκδότης: Άννα Πετρίδου Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου, Δημήτρης Δεληπέτρος, Θεοδώρα Ζερ­ βού, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης, Γιώργος Σαρηγιάννης, Βάσω Σπάθή, Μαρία Στασινοπούλου, Καίτη Τοπάλη

Π Ε Ρ ΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Α ___________________________ ΧΡΟΝΙΚΑ ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ ΔΙΑΛΟΓΟΙ: Γράφουν οι Γ. Χιονίδης, Ν. Θρακίτης, Στ. Βαβούρης, Π. Ρηγοπούλου Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

6 8 10

ΑΦΙΕΡΩΜΑ Δημ. Τζιόβας: Μισέλ Φουκώ, ο φιλόσοφος της εξουσίας Σταύρος Πάνου: Εξουσία και τρέλα Αρλέτ Φαρζ: Μπροστά στην Ιστορία Συνέντευξη του Μισέλ Φουκώ στον Φρανσουά Εβάλντ Γκυ Λαρντρό: Μια πολιτική μορφή Ζαν Ρουντό: Φανταστική βιβλιοθήκη

12 16 20 24 33 37

ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ

Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Διορθώσεις: Πηνελόπη Βλάσση Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Διαφάνειες εξωφύλλου: Δ. Π. Αγγελής, Πειραιώς 1, τηλ. 32.44.325 Φωτογραφίσεις-Μοντάξ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυ­ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Κεντρική διάθεση: Αθήνα: Πομώνης Διονύσιος Ζαλόγγου 1 τηλ. 36.20.889 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο Μ. Κοτζιά και Σία Τσιμισκή 78 τηλ. 279.720, 268.940 Υπεύθυνος τυπογραφείου: Βαγγέλης Παπαθανασόπουλος, Υμηττού 219 Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης

ΤΕΧΝΕΣ: Γράφει η Μ. Κασιμάτη ΠΟΙΗΣΗ: Γράφουν οι Μαρία Λαμπαδαρίδου-Πόθου και Κ. Χωρεάνθης ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφουν οι Χρίστος Παπαγεωργίου, Δ. ΛάλαΚριστ και Αγγελική Βόρνινγκ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφει ο Γ. Κεντρωτής ΙΣΤΟΡΙΑ: Γράφουν οι Νίκος Φορολόπουλος, Αγαπητός Τσοπανάκης και Χρήστος Λάζος

39

57

ΠΛΑΙΣΙΟ: Γράφουν οι Βάιος Παγκουρέλης και Αντ. Δελώνης

41

44 48 54

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Συνέντευξη με τον Μανόλη Ανδρόνικο

66

ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

73

ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

78

στο επ όμενο «Διαβάζω»

αφιέρωμα στον Ζακ Λακάν


ΧΡΟΝΙΚΑ Προσφορά ένα μήλο ΜΙΑ ωραία πρωτοβουλία είχε η κυρία Πίτσα Καμπούρη, που θέ­ λησε να χρηματοδοτήσει την έκ­ δοση βιβλίου που θ’ ανθολογού­ σε κείμενα συγγραφέων παιδικού βιβλίου και που θα ήταν αφιερω­ μένο στη μνήμη του άντρα της, γνωστού εκδότη Κίμωνα Καμπού­ ρη. Έτσι απευθύνθηκε στον Κύ­ κλο του Ελληνικού Παιδικού Βι­ βλίου, προτείνοντας τη δημιουρ­ γία Ανθολόγιου με κείμενα των συγγραφέων μελών του. Ανθολο­ γούνται λοιπόν σ’ αυτό το πολύ χρήσιμο και ογκώδες βιβλίο, των 500 περίπου σελίδων, 83 Έλλη­ νες συγγραφείς. Απ’ αυτούς οι 26 είναι άντρες και οι 57 γυναί­ κες. Βλέπετε στο παιδικό βιβλίο υπερισχύουν οι γυναίκες συγ­ γραφείς. Ακόμα ανθολογούνται με έργα τους και 9 εικονογράφοι παιδικών βιβλίων. Κάθε κείμενο που δημοσιεύεται ή κάθε εικόνα,· έχει επιλεγεί από τον ίδιο το συγγραφέα ή τον εικονογράφο. Οι ενδιαφερόμενοι, δάσκαλος, γονιός ή παιδί, που παίρνουν αυ­ τό το ανθολόγιο το οποίο έχει τίτλο «το χρυσό μήλο», μπορούν να βρουν πληροφορίες για το συγγραφέα, τα βιβλία του, τη διεύθυνσή τομ ακόμα και το τη­ λέφωνο του. Γίρ την ολοκλήρω­ ση αυτού του έργου, εκτός από τον δραστήριο πρόεδρο του Κύ­ κλου κ. Κ. Δεμερτζή, βοήθησαν τα μέλη του Κύκλου Έλσα Γαλανίδου-Μπαλφούσια, Πέτρος Ζαμπέλης, Αννα Ιωαννίδου-Μενδρινού, Μόνος Κοντολέων και Γαλά­ τεια Παλαιολόγου. Μια μικρή πα­ ρατήρηση, που δεν μειώνει βε­ βαίως την προσφορά του Ανθο­ λόγιο», αλλά που θά ’κάνε πιο εύκολη την προσέγγιση του ανα­ γνώστη: πρόκειται για τα βιογραφικά και εργογραφικά στοιχεία των συγγραφέων, που προηγούν­ ται των κειμένων τους, θά ταν χρήσιμο να είχε ακολουθηθεί iuf|c ενιαίος τρόπος, μια ενιαία

προ λ εγο μένα μέθοδος στη δημοσίευσή τους. Ακόμα, πριν κλείσουμε αυτό το σημείωμα, θα θέλαμε να πούμε ότι «το χρυσό μήλο» περιλαμβά­ νει ένα μεγάλο ποσοστό από τους συγγραφείς παιδικών βι­ βλίων αλλά βεβαίως όχι όλους. Αυτή η διευκρίνιση γίνεται με σκοπό όχι να μειώσουμε την αξιόλογη δουλειά του «χρυσού μήλου» αλλά για να υπενθυμί­ σουμε την ύπαρξη κι άλλων συγ­ γραφέων που δεν ανήκουν στον Κύκλο Παιδικού Βιβλίου και συ­ νεπώς δεν είναι καταγραμμένοι στο «Χρυσό Μήλο».

Συνέδριο στην Καλαμάτα για την Πελοπόννησο ΑΠΟ 9 έως 16 Σεπτεμβρίου 1985, η Εταιρεία Πελοποννησιακών Σπουδών οργανώνει στην Καλαμάτα το Π Διεθνές Συνέ­ δριο Πελοποννησιακών Σπουδών υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού και Επιστημών. Την οργανωτική επιτροπή του συνε­ δρίου αποτελούν οι: Παν. I. Ζέπος πρόεδρος, Κ. Ρωμαίος, αντι­ πρόεδρος, Τάσος Αθ. Γριτσόπουλος γεν. γραμματέας, Ιωάννα Γιανναροπούλου, ταμίας. Μέλη είναι οι: Δικ. Βαγιακάκος, Κων.

Κοτσώνης, Θεοδ. Γιαννακόπουλος, Γρ. Κωνσταντινόπουλος, Ιω. Αποστολάκης, εκπρόσωπος του Υπουργείου είναι ο Γ. Πρωτοπαπάς. Όπως είναι γνωστό, η Εται­ ρεία Πελοποννησιακών Σπουδών έχει οργανώσει δύο Διεθνή Συ­ νέδρια. Το πρώτο στη Σπάρτη, το Σεπτέμβριο του 1975 και το δεύτερο στην Πάτρα, το Μάιο του 1980. Τα πρακτικά και των δύο Διεθνών Συνεδρίων εκδόθηκαν σε τρεις τόμους. Για το φετινό συνέδριο δεν ορί­ στηκαν συγκεκριμένα ή ειδικά θέματα. Όσοι θα λάβουν μέρος θα επιλέξουν τα θέματα των ανα­ κοινώσεων από τον κύκλο των ενδιαφερόντων τους: Αρχαιολο­ γία, Ιστορία, Λαογραφία, Γλωσσο­ λογία, Τοπογραφία αλλά πάντα σχετικά με το χώρο της Πελοποννήσου. Στους συνέδρους, η οργανώτρια Εταιρεία συνηθίζει να προσ­ φέρει φιλοξενία, άνετη διαμονή και, μέσα απ’ τις παρασυνεδριακές εκδηλώσεις, ευκαιρία γνωρι­ μίας με τον τόπο. Προς αυτή την κατεύθυνση θα προσπαθήσουν να κινηθούν και οι οργανωτές του φετινού συνεδρίου, μάλιστα προγραμματίζουν περιηγήσεις σε αρχαιολογικούς και ιστορικούς χώρους. Κάθε συνεννόηση, μέχρι το Σε­ πτέμβριο, θα γίνεται μέσω της γραμματείας του συνεδρίου στα εδώ γραφεία της Εταιρείας, στη διεύθυνση: Δερβενίων 16, Αθήνα 10680, ή στο τηλ. 36.29.593.

Βραβείο Άντερσεν ΑΠΟ δέκα εκλέκτορες -ειδικούς στο παιδικό βιβλίο- παγκοσμίου κύρους, από ισάριθμες χώρες, αποτελείται η κριτική επιτροπή του βραβείου Άντερσεν. Βρα­ βείο, που απονέμεται κάθε δύο χρόνια σ’ ένα συγγραφέα και σ’ έναν εικονογράφο και αφορά το


χρονικα/7 συνολικό τους έργο. Οι φετινές υποψήφιες από την Ελλάδα είναι δύο: η συγγραφέας Πιπίνα Τσιμικάλη και η εικονογράφος Βάσω Ψαράκη. Την πρόταση, για τις υποψηφιότητες από την Ελλάδα, έκανε ο Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, που είναι το ελληνικό τμήμα της ΙΒΒΥ. Η Πιπί­ να Τσιμικάλη, γνωστή από πολλά της βιβλία, ασχολείται με την παιδική λογοτεχνία από το 1952 και έχει βραβευτεί πολλές φορές σε πανελλήνιους διαγωνισμούς. Ανάμεσα στα βιβλία της, που έχουν ενθουσιάσει τον παιδόκοσμο είναι ο «Χαρταετός», η «Κόκκινη Ομπρέλα», «Οι πονη­ ριές της αλεπούς». Η δεύτερη υποψήφια, η εικονογράφος Βάσω Ψαράκη, έχει λίγα χρόνια θητεία στο χώρο του παιδικού βιβλίου, από το 1978. Παρ’ όλα αυτά οι ει­ κονογραφήσεις της, και πολλές ήταν γι’ αυτό το διάστημα και αξιόλογες, ώστε μέσα σε λίγο καιρό να προτείνεται για βρά­ βευση. Εντυπωσιακές οι εργα­ σίες της σε βιβλία της Νίκης Βουρβούλη, Ελένης ΣαραντίτηΠαναγιώτου και αξιόλογη η εικο­ νογράφηση του πρώτου τεύχους του αναγνωστικού «Η γλώσσα μας» για τους μαθητές της Β' Δημοτικού. Τα βραβεία θ’ ανα­ κοινωθούν την άνοιξη του 1986, στην Μπολώνια της Ιταλίας. Τους ευχόμαστε καλή επιτυχία.

Από την Καρδίτσα ΓΙΑ τρίτο χρόνο συνεχίζεται ο πανελλήνιος διαγωνισμός συγ­ γραφής βιβλίων για παιδιά, που προκηρύσσει ο σύλλογος φιλο­ λόγων Καρδίτσας. Ο διαγωνι­ σμός, που πρέπει να τονίσουμε, ότι είναι ο μοναδικός που γίνεται στην επαρχία, θα δώσει φέτος βραβεία για τα εξής έργα: 1. Μυθιστόρημα με θέμα «Το παιδί και η Ειρήνη». Έκταση του­ λάχιστον 70 δακτυλογραφημένες σελίδες. Αθλοθέτης: Δήμος Καρ­ δίτσας - Δρχ. 75.000. 2. Διηγήματα για παιδιά. Έκταση τουλάχιστον 70 σελίδες. Αθλοθέ­ της Νομαρχία Καρδίτσας - Δρχ. 60.000. 3. Παιδικό Θέατρο. Έκταση του­ λάχιστον 50 σελίδες. Αθλοθέτης: Νομαρχία Καρδίτσας Δρχ. 40.000.

4. Ιστορίες για μικρά παιδιά. Ει­ δικό Βραβείο του Δήμου Καρδί­ τσας για όσους διαμένουν στο Νομό Καρδίτσας ή κατάγονται από το Ν. Καρδίτσας. Έκταση τουλάχιστον 50 σελίδες - Δρχ 25.000. Όπως μάθαμε, οι περσινές συμμετοχές φτάσαν τις 64, ση­ μαντικός αριθμός για ένα διαγω­ νισμό που προκηρύσσει ένας και­ νούριος σύλλογος. Τα έργα πρέ­ πει να υποβληθούν ώς τις 31/12/ 85, πρέπει να είναι ανέκδοτα, να κατατεθούν με ψευδώνυμα (το όνομα και η διεύθυνση σε σφρα­ γισμένο φάκελο) σε δύο δακτυ­ λογραφημένα αντίτυπα. Για όσους ενδιαφέρονται παραθέ­ τουμε τη διεύθυνση: Αλαμανή13, Καρδίτσα 43100, και τα τηλέφω­ να 0441-28357, 20545.

Εκπομπές στο ραδιόφωνο ΑΠ’ αυτές τις στήλες, συχνά έχουμε μιλήσει για την έλλειψη εκπομπών του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης, που ν’ αναφέρονται στην κίνηση του βιβλίου. Όμως θα πρέπει να ομολογή­ σουμε ότι τον τελευταίο χρόνο δύο εκπομπές, η μια για την κί­ νηση του βιβλίου και η άλλη για τα περιοδικά έχουν αποκτήσει ένα πιστό κοινό. Αναφερόμαστε στην εκπομπή της ΕΡΤ-1 «Το β ι­ βλίο στο μικρόφωνο», που πα­ ρουσιάζεται κάθε Σάββατο στις 6.30 μ.μ. Οι εκδόσεις που παρου­ σιάζονται σ’ αυτή την εκπομπή έχουν πάντα έναν κοινό θεματι­ κό ή μορφικό άξονα. Ακούγονται διαφωτιστικές συνεντεύξεις από τους δημιουργούς ή μεταφρα­ στές των βιβλίων, και αναγνώ­ σεις αποσπασμάτων από ηθοποι­ ούς συνοδευόμενες από μια εν­ τυπωσιακά ταιριαστή με το ύφος του έργου μουσική επένδυση. Η άλλη εκπομπή «Υπάρχουν και πε­ ριοδικά» εκπέμπεται από την ΕΡΤ-2 στις 7.05 μ.μ. και αυτή ημέρα Σάββατο, και έχει σαν προτέρημά της τη ζωντάνια του επίκαιρου. Βλέπετε τα περιοδικά δεν μένουν και πάρα πολύ καιρό στις προθήκες των βιβλιοπω­ λείων, των περιπτέρων. Χρήσιμη εκπομπή, κατορθώνει να παρου­ σιάσει όλο το φάσμα των περιο­ δικών, όλων των κατηγοριών. Σ’

αυτή την εκπομπή διαβάζονται αποσπάσματα από τα περιεχόμε­ να των περιοδικών, ακούγονται συνεντεύξεις των υπευθύνων τους που μιλούν για τα θέματα που περιλαμβάνονται στα έντυπά τους και για τα προβλήματα που έχουν τα ειδικά περιοδικά. Αξιόλογες λοιπόν εκπομπές και πολύ καλά φτιαγμένες φέρνουν ένα καινούριο κοινό τόσο στο βι­ βλίο όσο και στον περιοδικό Τύ­ πο. Συγχαίρουμε τους δημιουρ­ γούς τους και ευχόμαστε τέτοιες εκπομπές να πληθαίνουν.

Γεωμετρία, ποίηση και ζωγραφική ΑΠΟ μαθητή βρέθηκε στα χέρια μας ένα βιβλίο Αναλυτικής Γεω­ μετρίας. Την κατηγορία του βι­ βλίου δεν την αναγνωρίσαμε από το εξώφυλλο γιατί, ασυνήθιστο γεγονός στις μέχρι τώρα εκδό­ σεις για μαθητές, το εξώφυλλο είναι πίνακας του Γιάννη Παπανελόπουλου, και απεικονίζει ένα μελετητή μπροστά σε μηχανές που λειτουργούν. Την πρώτη έκ­ πληξή μας τη διαδέχεται μια δεύ­ τερη. Ανοίγοντας τις πρώτες σε­ λίδες του τόμου βλέπουμε τρία ποιήματα. Ένα του Κωνσταντί­ νου Καβάφη, και συγκεκριμένα: «Η διορία του Νέρωνος», ακο­ λουθεί «Το τσιγάρο που δεν ανά­ φτηκε» του Ναζίμ Χικμέτ και ένα άτιτλο του Νίκου Καρακώστα. Γεωμετρία, συνδυασμένη με ζω­ γραφική και ποίηση, είναι πράγ­ ματι καινούρια στοιχεία για τ έ ­ τοιου είδους βιβλία αλλά ο δη­ μιουργός αυτού του βιβλίου, που είναι έκδοση του οίκου Αίθρα, Βαγγέλης Σπανδάγος, πιστεύει ότι μαζί με το διανυσματικό λογι­ σμό (θεωρία, μεθοδολογία, 200 λυμένες ασκήσεις, 100 Αλυτες Ασκήσεις και θέματα ελληνικών και ξένων πανεπιστημίων) πρέπει να καλλιεργηθεί, ακόμα και μέσα απ’ αυτές τις εκδόσεις, η αγάπη του μαθητή για τις τέχνες, στην προκειμένη περίπτωση ζωγραφι­ κή και ποίηση. Και νομίζουμε ότι η πρότασή του πρέπει να υιοθετ τηθεί και από άλλους συγγρ® φείς μαθητικών βιβλίων, για νβ καλλιεργείται, ταυτόχρονα με τον εμπλουτισμό των γνώσεων} το αισθητήριο των νέων παιδιών.


8/χρονικα

__ Ε3

^^ ^ δ ι α λ ογοι

Όλα τα γράμματα, που απευθύνονται αποκλειστικά στο «Διαβάζω» και που παρουσιάζουν κάποιο γενικότερο εν­ διαφέρον, δημοσιεύονται είτε ολόκληρα (εφόσον είναι σύντομα) είτε αποσπασματικά (εάν είναι εκτενή). Για το λόγο αυτό, παρακαλούνται οι αναγνώστες που μας γρά­

Ο απαραίτητος πίνακας κυρίων ονομάτων Αξιότιμε κ. διευθυντή, Αγόρασα και διάβασα το βιβλίο των Κ. Μαρξ - Φρ. Ένγκελς, «Η Ελλάδα, η Τουρκία και το Ανατο­ λικό ζήτημα», που κυκλοφόρησε πρόσφατα στην Ελλάδα, με εισαγωγή-μετάφραση και υπομνηματισμό του κ. Παναγ. Κονδύλη. Πρόκειται για μια πολύ ενδια­ φέρουσα και επιμελημένη εργα­ σία, με ποιότητα, που νομίζω ότι χαρακτηρίζει, άλλωστε, τις εκδό­ σεις «Γνώση», όπως και τον επι­ μελητή. Το σημείωμά μου τούτο, όμως, δεν αποβλέπει, βέβαια, στη διαφήμιση ή στη... δυσφήμησή τους αλλά γράφεται γιατί πρέπει να σημειώσω ότι: 1. Είναι σόλοικο και αποτελεί τραγική ειρωνεία να υπάρχουν μεν (στο τέλος του βιβλίου) αξιό­ λογες πραγματικές και ερμηνευ­ τικές σημειώσεις, μετάφραση ξε­ νόγλωσσων λέξεων-φράσεων, πί­ νακας των αναφερόμενων έργων (βιβλίων, εφημερίδων και περιο­ δικών), όπως και των αναφερόμε­ νων προσώπων και να λείπει ο τόσο απαραίτητος και ωφέλιμος πίνακας κυρίων ονομάτων, με αναφορά των σελίδων, με αποτέ­ λεσμα να γίνεται δύσχρηστη η έκδοση και να αναγκασθώ να κά­ μω ένα, περιορισμένο, δικό μου ευρετήριο, ανάλογο με τα ειδικά, ενδιαφέροντά μου ως (ερασιτέ­ χνη) ιστορικού. Ο (αναλυτικός) πίνακας περιεχομένων, που προ­ τάσσεται, δεν αναπληρώνει, βέ­ βαια, την έλλειψη... 2. Έχω τη γνώμη ότι έπρεπε

φουν να είναι όσο πιό σύντομοι μπορούν και να σημειώ­ νουν το πλήρες ονοματεπώνυμο και την ακριβή διεύθυνσή τους. Πάντως, για να δημοσιευθεί ένα γράμμα, πρέπει νά ‘χ ει φτάσει στα γραφεία του περιοδικού τουλάχιστον τρεις εβδομάδες πριν από την ημέρα κυκλοφορίας του τεύχους.

να μνημονευθεί (στην εισαγωγή) ότι προηγήθηκε η έκδοση, στα ελληνικά, του σχετικού βιβλίου: Καρλ Μαρξ «Το ανατολικό ζήτη­ μα», με πρόλογο του Ν. Ριαζάνωφ, στις (πάντοτε, δυστυχώς, αχρονολόγητες) εκδόσεις (Γερ.) Αναγνωστίδη, σε μετάφραση του Πάνου Τουρνικιώτη. Οι πιο πάνω επισημειώσεις πι­ στεύω ότι επιβάλλονται, γιατί πα­ ρόμοιες ελλείψεις δεν λείπουν από πολλές ελληνικές εκδόσεις, ακόμα και αξιόλογες (από πολλές απόψεις), που έτσι μειονεκτούν. Φιλικά Γιώργος X. Χιονίδης Κεντρική οδός 8, Βέροια

Η πρώτη ελληνική εφημερίδα της Θεσσαλονίκης Αγαπητό «Διαβάζω», Στο «πλαίσιο» του 121ου τεύχ. του περιοδικού, παρουσιάστηκε, από τον Βάιο Παγκουρέλη, με σύντομα λόγια, το δημοσιογρα­ φικό βιβλίο «200 χρόνια Ελληνι­ κού Τύπου 1784-1984» του ειδι­ κού μελετητή Πάνου Καρυκόπουλου. Μια πτυχή του βιβλίου, «ο τύπος της Θεσσαλονίκης», θα μας απασχολήσει και συγκεκρι­ μένα, μόνο ο «Ερμής», που θεω­ ρείται η πρώτη ελληνική εφημε­ ρίδα στη Θεσσαλονίκη. Για τα ακριβή στοιχεία του εκ­ δότη, Σοφοκλή Κων. Γκαρπολά, έχουν χωριστεί και διαφωνούν οι μελετητές της πνευματικής αυ­ τογνωσίας της Θεσσαλονίκης. Οι περισσότεροι, X. Παπαστάθης, Ν. Σκιαδάς Ν. Δελιαλής, Κ. Μοσκώφ

και ο Π. Καρυκόπουλος καταγρά­ φουν λαθεμένα το επώνυμο του εκδότη της εφημερίδας «Ερμής» ως Σ. Γκαρμπολά, ενώ το ακριβολογημένο είναι Γκαρπολάς χωρίς μ. Ο Καρυκόπουλος άλλαξε το πατρώνυμο σε Γεώργιο. Το ίδιο λάθος είχε γραφτεί και στην ποιητική συλλογή «Στιγμαί ρεμ­ βασμού» του Γ. Παπουλιά το 1885. Οι αδιάκοπες απαγορευτικές διατάξεις της τουρκικής λογο­ κρισίας, επανειλημμένα παρεμ­ πόδισαν την απρόσκοπτη κυκλο­ φορία της εφημερίδας. Το 1881, έπαυσαν τον «Ερμή». Ο εκδότης όμως δεν κάμφθηκε, δεν υποχώ­ ρησε, συνέχισε με τον ίδιο απτόητο πατριωτικό ζήλο την έκ­ δοση της εφημερίδας. Με την ίδια αρίθμηση και με καινούριους τίτλους. Ο «Ερμής» παύθηκε, αμέσως μες το 1881 εξεδόθη με τον νέο τίτλο «Ο φάρος της Μα­ κεδονίας». Κι όταν ξαναπαύθηκε κι αυτός το 1895, συνέχισε με τον άλλο τίτλο της πόλης, «Ο φάρος της Θεσσαλονίκης». Έκλεισε, από οικονομική δυ­ σπραγία, οριστικά το 1912. Αρα η εφημερίδα «Ερμής» κυκλοφόρη­ σε με δυο καινούριους τίτλους, με μόνιμη τη λέξη «Φάρος» - μια της Μακεδονίας πλατιά και μια της Θεσσαλονίκης περιοριστικά. Σε καμιά περίπτωση δεν κυκλο­ φόρησε απλά, μόνο με τη λέξη «Φάρος», όπως γράφει ο Π. Κα­ ρυκόπουλος. Φυσικά τα λάθη είναι ασήμαν­ τα, αλλά η ακρίβεια στις λεπτο­ μέρειες είναι διακριτικό γνώρι­ σμα του μελετητή. Με τιμή Νέανθος Θρακίτης Έδεσσα


χρονικα/9

Μια επανόρθωση για τον Λόρκα Στο άρθρο του Λέανδρου Πολενάκη, «Υπερρεαλισμός - Ισπανία - Ελλάδα» του τεύχους 120, έγι­ ναν κάποια λάθη στα ποιήματα του Λόρκα που παρατίθενται στα ισπανικά, με αποτέλεσμα να αλ­ λοιώνεται το νόημά τους. Αναγκαστικά λοιπόν, ξαναδημοσιεύουμε τα ποιήματα αυτά, χω­ ρίς λάθη αυτή τη φορά. σελ 40: El campo de olivos se abre y se cierra conio un abanico. Sobre el olivar hay un cielo hundldo y una lluvla oscura de luceros frios. σελ. 40, πιο κάτω: El cielo es de ceniza, Los arboles son blancos, y son negros carbones los rastrojos quemados. σελ. 41: Mientras tanto, mientras tanto, ay!, mientras tanto, los negros que sacan las escupideras, los muchachos que tiemblar bajo el terror palido de los directores, la muchedumbre de martillo, de violin o de nude, ha de gritar aunque le estrellen los sesos en el muro, ha de gritar como todas las noches juntas, porque queremos el pan nuestro de cada dia, porque queremos que se cumple la voluntad de la Tierra que da sus frutos para todos. σελ. 41: No duerme nadie por el murido. Nadie, nadie. No duerme nadie. Hay un muerto en el cementerio mas lejano

que se queja tres aflos porque tiene un paisaje seco en la rodilla; y el niho que enterraron esta mahana lorraba tanto que hubo necesidad de llamar a los perros para que callase.

εδικαιούμεθα μόνο να πάμε να πιούμε νερό, ή προς νερού μας. Αυτό όχι μόνο για την κ. Ρηγο­ πούλου, αλλά και για το ΚΚΕ που «τίποτα δεν έκανε» η κυβέρνηση του κ. Παπανδρέου για τους δη­ μοκρατικούς Έλληνες. Με φιλία · Σταύρος Βαβούρης

Διευκρινίυεις

Και μια απάντηση

Φίλοι του «Διαβάζω» Δεν ξέρω πόσων χρόνων είναι η κ. Πέπη Ρηγοπούλου αλλά όσο και νά 'ναι όταν γράφεις ένα (έστω) σενάριο μελέτημα για τον Υπερρεαλισμό, πρέπει να συγ­ κρατείς λίγο το μένος του εν­ θουσιασμού που σου εμπνέει το σεναριόμορφο θέμα σου, να πλη­ ροφορείσαι καλύτερα και να μη γράφεις άλλα αντί άλλων, αδι­ κώντας και ξαναθάβοντας νε­ κρούς, επειδή δεν ήθελαν ή δε θελήσανε να κάνουν «παράστα­ ση» το θάνατό τους. Για να μη μακρηγορώ: στις σελίδες 20-21 του υπ’ αριθ. 120 τεύχους του «Διαβάζω», διαβάζω κατάπλη­ κτος και εξοργισμένος: 1944... ο Αντρέας Εμπειρικός σέρνεται όμηρος ώς... τη Μακεδονία», και το πιο ευτελές: «Ο Κ. Κουν ανε­ βάζει «Ματωμένο γάμο»... Πρω­ ταγωνίστρια η... Έλλη Λαμπέτη». Πρωταγωνίστρια, κ. Ρηγοπούλου, ήταν η μεγάλη, ξεχασμένη δυ­ στυχώς κι από τον ίδιο τον κ. Κουν (που συστηματικά την ανα­ φέρει μόνον ονομαστικά,όταν μι\άει για το θέατρο Τέχνης) Βάσω Μεταξά, που σάρωνε κυριολεκτι­ κά στο μικρό θέατρο «Αλίκης» κι έκλεβε την παράσταση απ’ όλους, και της Λαμπέτη συμπεριλαμβανομένης, υποδυόμενη τη μάνα, στο έργο του Lorca. Όσο για το «σούρσιμο» του Εμπειρι­ κού, δεν ξέρω. Όμηρος κι εγώ το 1944, παρά τη φανερή ασθένειά μου, σ’ έναν υπόγειο στάβλο στα Καλύβια, μιλούσαν για τον Εμπει­ ρικό που είχαν εγκαταστήσει στο δεύτερο όροφο του σπιτιού, όπου σταματήσαμε για μια νύ­ χτα, σαν «έναν πλούσιο συγγρα­ φέα» πού ’χε καταβάλει 60 λίρες και οι Ελασίτες τον είχανε στα «ώπα-ώπα», ενώ οι λοιποί όμηροι

Η τεράστια σύγχυση που φανε­ ρώνει το γράμμα του κ. Βαβούρη δεν τον απαλλάσσει από τη δια­ πίστωση ότι με αυτό ρίχνει λά­ σπη σε μια σειρά ανθρώπους: στον Ανδρέα Εμπειρικό «που πλήρωσε 60 λίρες στους Ελασί­ τες και τον είχαν ώπα-ώπα», στον Κάρολο Κουν που «συστη­ ματικά αναφέρει μόνον ονομα­ στικά (;;;)» τη Βάσω Μεταξά, στην Έλλη Λαμπέτη που έκανε παράσταση το θάνατό της, και παρεμπιπτόντως σ’ εμένα για τα διάφορα «ευτελή» που γράφω. Επειδή είθισται να απαντά κα­ νείς ακόμα και σε τέτοιας λογής γράμματα, σημειώνω εν συντομία τα εξής: Η «μαρτυρία» του επι­ βεβαιώνει το περιστατικό της ομηρίας του Α. Εμπειρικού. Εύ­ χομαι λοιπόν στον κ. Βαβούρη να υπήρξε κατά τους χρόνους της Κατοχής το ίδιο αθώος όπως κι ο ποιητής, και αναρωτιέμαι αν αυ­ τό που τον εξόργισε είναι οι 60 λίρες, το ώπα-ώπα των ελασιτών ή απλούστατα το ταλέντο του κορυφαίου ποιητή μας. Για την Έλλη Λαμπέτη, φυσικά έπαιξε τη νύφη στον «Ματωμένο Γάμο» και σ’ αυτό αναφερόμουν. Η υπόλοι­ πη διανομή δεν ήταν το πρόβλη­ μά μου. Αυτά ως προς τη λασπο­ λογία με στόχο κάποιους νε­ κρούς. Ας έρθουμε τώρα στους ζώντες: Ο Κ. Κουν δεν έχει ανάγκη υπεράσπισης από μια άνευ περιεχομένου κατηγορία. Όσο για την τελευταία ασύνταχτη παράγραφο, όπου μπερ­ δεύονται το «ΚΚΕ», ο κ. Παπαν­ δρέου και... το άτομό μου, νομί­ ζω ότι η ανάλυσή της ανήκει σε ειδικότητες αρκετά διαφορετι­ κές από τη δική μου. Πέπη Ρηγοπούλου


Από 10 έως 23 Ιουλίου 1985

Επειδή όμως είναι τεχνικά αδύνατο να δημοσιεύονται όλα τα βιβλία που αναφέρουν οι βιβλιοπώλες, ο πίνακας περιλαμβάνει τελικά εκείνα τα βιβλία που δηλώθηκαν από δύο του ­ λάχιστον βιβλιοπώλες. Όσο για το ενδιαφέρον και τη ν ποιότητα των βιβλίων του πίνακα, σκόπιμο είνα ι να συμβου­ λ εύ εσ τε τις σελίδες της «Επιλογής».

1. Μ. Ντυράς: 0 εραστής (Εξάντας)

Πρίσμα - Αθ.

Σύγχρονη Εποχή - Αθ.

Πιτσιλά - Αθ.

Πλέθρον - Αθ.

I

Όμηρος - Αθ.

Κοτζιά - Θεσ.

ί

Λέσχη του Βιβλίου - Αθ.

<

4

Κατώι του βιβλίου - Θεσ.

§

Εστία - Αθ.

<

Ελευθερουδάκης - Αθ.

1

Β ΙΒ Λ ΙΑ

Γωνιά του Βιβλίου - Θεσ.

·

Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικό­ τερα βιβλία ενός δεκαπενθήμερου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώρησαν δεκαπέντε βιβλιοπώλες απ’ όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τους τα τρία βιβλία που είχαν τις πε­ ρ ισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κα­ τά το διάστημα αυτό. Έτσι, το βιβλίο μ ε τις μ ε ­ γα λύτερ ες πωλήσεις σημειώ νεται μ ε τρ εις α στε­ ρίσκους (**), το αμέσως μ ετά μ ε δύο (**) και το τελευ τα ίο μ ε έναν ( * ) .

Λ

ί. 0. Έκο: Το όνομα του ρόδου (Γνώση) 3. Γ. Ρίτσου: Ίσως νά 'ναι κΓ έτσι (Κέδρος) 1. Μ. Βαφειάδς: Απομνημονεύματα, 3ος τόμος (Ν. Σύνορα) 5. Φ. Σαγκόν: Σας θυμάμαι πάντα (Ωκεανίδα) 6. Β. Καβαθά: Η άλλη Ελένη (Αλκυών-Bell)

Σημείωση: Στο βιβλιοπωλείο Σύγχρονη Εποχή - Αθ. το βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις ήταν: Γ. Ρούση: 0 Λένιν για τη γραφειοκρατία (Σύγχρονη Εποχή).

Συνδρομές εσωτερικού 25 τευχών 3400 δρχ. - Σπουδαστική 25 τευχών 3100 δρχ. 15 τευχών 2000 δρχ. - Σπουδαστική 15 τευχών 1800 δρχ. Οργανισμών. Τραπεζών, Ιδρυμάτων: 4000 δρχ. Συνδρομές εξωτερικού Ευρώπη 25 τευχών 41 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 38 δολ. Ευρώπη 15 τευχών 27 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 25 δολ. Κύπρος 25 τευχών 36 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 33 δολ. Κύπρος 15 τευχών 24 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 22 δολ. Α μ ερ ικ ή - Α υ σ τρ α λ ία - Α σ ία - Α φ ρ ικ ή

25 τευχών 46 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 43 δολ. 15 τευχών 30 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 28 δολ.

Ιδρυμάτω ν. Β ιβλιοθηκώ ν

Ευρώπη: 47 δολ. Κύπρος: 42 δολ. Αμερική κ.τ.λ. 52 bo)

Εμβάσματα στη διεύθυνση: Κατερίνα Γρυπονησιώτου - Π εριοδικό «Διαβάζω» Ομήρου 34, 106 72 Αθήνα


Ο Μισέλ Φονκώ υπήρξε ο σύγχρονος διάνοητής που σημάδεψε έντονα την εξέλιξη της σκέψης στην εποχή μας. Το έργο του υπήρξε και θα σιώεχίαει να είναι ένα σημαντικό σημείο αναφοράς· οι μελέτες και οι αναλύσεις γύρω απ’ αυτό θα πληθαίνουν, θα γίνονται εμβριθέστερες και πολιΛιλοκότερες. Η μετάφρασή του στα ελληνικά, που ήδη έχει αρχίσει, αποτελεί ευχής έργο, παρ’ όλες τις δυσχέρειες που ένα τέτοιο εγχείρημα παρουσιάζει. Η σκέψη τον Φονκώ, που έχει τις πηγές της βαθιά μέσα στην ανθρώπινη γνώση, κατόρθωσε να χαράξει μια εντελώς ώιάζονσα πορεία η οποία τη διαχωρίζει, χωρίς να την απομονώνει, απ’ τις μεγάλες κατηγορίες αυτής της γνώσης (ιστορία, κοινών ιολογ ία, ψυχανάλυση, πολιτική κλπ.) Ο Φονκώ μίλησε για την ιστορία της εξέλιξης°της σκέψης, διαχωρίζοντας με σαφήνεια το πεδίο τον απ’ την οποιαδήποτε προηγούμενη σνστηματοποίηση της γνώσης. Το αφιέρωμα τον «Διαβάζω» επιχειρεί σήμερα να ανιχνεύσει ορισμένα σημεία αυτής της σκέψης: Η σχέση τον έργου τον Φονκώ και η προβληματική τον με την εξουσία, την τρέλα, την ιστορία, την κριτική τον έργου τέχνης. Και ακόμη, μια σημαντική συνέντευξη τον συγγραφέα, - ίσως και η τελευταία πον έδωσε πριν πεθάνει - όπου ο ίδιος πια φωτίζει πάμπολλα σημείά της διαδρομής τον.


12/αφιερωμα

Δημήτρης Τζιόβας

Μισέλ Φουκώ: Ο φιλόσοφος της εξουσίας Αναμφισβήτητα ο Φουκώ συγκαταλέγεται στα μεγαλύτερα και τα πληθωρικότερα πνεύματα του εικοστού αιώνα. Το έργο του συνδυάζει την ιστορική έρευνα με τον θεωρητικό σκεπτικισμό και υπερβαίνει τις τυπικές και καθιερωμένες οριοθετήσεις των γνωστικών πεδίων. Γι’ αυτό άλλωστε ελκύει μελετητές από ποικίλους και δια­ φορετικούς χώρους όπως η λογοτεχνία, η γλωσσολογία, η φιλοσοφία, η ιστορία, η κοινωνιολογία, η πολιτική και η ψυχιατρική. Η σκέψη του όμως έθεσε και ορισμέ­ να καίρια ερωτήματα σχετικά με την καταγωγή της και την εννοιολογική της πρω­ τοτυπία. Αρκετοί επιχείρησαν ν’ ανιχνεύσουν τις απαρχές του προβληματισμού του Φουκώ στον Νίτσε, στο στρουκτουραλισμό, στο Μαρξισμό ή στη σχολή των Annates, ενώ δεν έλειψαν και εκείνοι που διαμαρτυρήθηκαν για τη σκοτεινότητα της έκφρασής του και την καινοτομική ορολογία του. Για την ένταξη αλλά και για την κατανόηση της σκέψης του Φουκώ μερικοί μελετητές του χρησι­ μοποίησαν ως βοηθητικές παραμέτρους τρία με­ γάλα θεωρητικά ρεύματα του εικοστού αιώνα: τη φαινομενολογία, το στρουκτουραλισμό και την ερμηνευτική. Η υπέρβαση της φαινομενολογίας και της χουσερλιανής αντίληψης για το αυτόνο­ μο και υπερβατικό υποκείμενο ως νοηματοδότη είναι δυνατό να νοηθεί ως ο κοινός παρονομα­ στής των δύο άλλων θεωρητικών τάσεων. Ο στρουκτουραλισμός από τη μια μεριά προσεγγί­ ζει κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα με την πρό­ θεση ν’ ανεύρει αντικειμενικούς νόμους και να τους ανάγει σε επιστημονικό σύστημα ανάλυσης της ανθρώπινης ζωής, παρακάμπτοντας ώς ένα βαθμό την αιτιακή σχέση υποκείμενο - νόημα. Η ερμηνευτική επίσης εγκαταλείπει την απόπειρα της φαινομενολογίας να συλλάβει και να ορίσει τον άνθρωπο ως αποκλειστικό νοηματοδοτικό παράγοντα. Αναζητεί μάλλον στις κοινωνικές πρακτικές και τα κείμενα το βαθύτερο νόημα για το οποίο το ανθρώπινο υποκείμενο παραμένει ανυποψίαστο. Ο Φουκώ ταλαντεύτηκε ανάμεσα στις δύο αυτές θέσεις, τείνοντας τελικά να υπερβεί τη στρουκτουραλιστική ανάλυση που απο­ κλείει το νόημα και την ιστορικότητα καθώς και την πίστη της παραδοσιακής ερμηνευτικής στο βαθύτερο νόημα και την αναζήτηση της αλή­ θειας. Το περίεργο με τη φουκωική σκέψη είναι πως ενώ επιδεικνύει τους δεσμούς της με προη­ γούμενα συστήματα σκέψης ταυτόχρονα αρνεί-

ται κατηγοριοποιήσεις. Ο πολυσχιδής χαρακτή­ ρας της ανθίσταται στην ταξινόμηση και την οριοθέτηση, παρά τις προσπάθειες των μελετη­ τών της να την αντιπαραθέσουν ή να τη συσχετί­ σουν με τον Ντεριντά, τον Νίτσε ή το Μαρξι­ σμό.2 Ο Φουκώ απέφυγε συστηματικά πολυσυζητη­ μένους όρους και έννοιες όπως συνείδηση, ιδεο­ λογία, σημείο και δομή. Αντίθετα επέβαλε ένα δικό του εννοιολογικό σύστημα στηριγμένο στην ασυνέχεια, την ετερότητα, την αρχαιολογία και τη γενεαλογία, υποσκάπτοντας την ιδέα του υποκειμένου ως πηγή και κέντρο του λόγου. Στα κείμενά του κυριαρχούν δύο θεμελιώδεις και αλληλένδετες έννοιες: ρηματικός λόγος και εξου­ σία. Για τον Φουκώ, η εξουσία δεν είναι κάτι εξωτερικό αλλά ενυπάρχει στη διαμόρφωση και την εδραίωση κάθε ρηματικού λόγου. Σε κάθε κοινωνία συνυπάρχουν συγκρουόμενοι λόγοι που δεν αποτελούν μόνο φορέα της γνώσης αλλά ταυτόχρονα και το μέσο για την ιδιοποίηση της εξουσίας. Εάν κάθε ρηματικός λόγος, ως λόγος γνώσης, συνιστά εξουσιαστικό μέσο, αντίστροφα η άσκηση της εξουσίας φέρνει στην επιφάνεια νέα αντικείμενα γνώσης και συνεπώς νέοι λόγοι παράγονται. Η εξουσία, σύμφωνα με τον Φουκώ, δεν κατέχεται αλλά ασκείται. Δεν μπορεί δηλαδή να ταυ­ τιστεί ούτε ν’ αποτελέσει κτήμα ανθρώπων, θε­ σμών ή τάξεων, γιατί είναι πολλαπλή, διάχυτη και πανταχού παρούσα. Το κύριο χαρακτηριστι-


αφιερωμα/13

κό της εξουσίας είναι πως εκδηλώνεται σε λό­ γους που αφορούν κάτι άλλο γιατί τότε μόνο μπορεί να είναι αποτελεσματική και ανεκτή. Μια τέτοια σύλληψη της εξουσίας την αποδε­ σμεύει από την παραδοσιακή της θεώρηση, με βάση τη δυαδική σχέση καταπιεστή και καταπιεζόμενου, ορίξοντάς την ως πλέγμα σχέσεων που διαποτίζει κάθε κοινωνική πράξη. Η εξουσία για τον Φουκώ δεν είναι προνόμιο μιας τάξης ή στόχος για τη δικαίωση μιας άλλης· είναι το αποτέλεσμα των κοινωνικών σχέσεων ανάμεσα σε ομάδες και άτομα. Υπάρχουν τόσες μορφές εξουσίας όσοι και τύποι σχέσεων, κάθε κοινωνι­ κή ομάδα και άτομο ασκεί αξουσία και υπόκειται σ’ αυτή. Ως εκ τούτου, απότομες ή επαναστατικές δια­ δοχές στην άσκηση της εξουσίας αποκλείονται, αν ακολουθήσουμε τη σκέψη του Φουκώ, γιατί η εξουσία παύει να υφίσταται ως μοναδική, κεντροποιημένη και ιεραρχημένη οντότητα που από τη μια στιγμή στην άλλη περνάει από χέρι σε χέ­ ρι. Εκεί που καταλήγει λοιπόν ο Φουκώ είναι πως οι κοινωνίες δεν συντηρούνται, ούτε διευ­ θύνονται μόνο από έναν ορατό κεντρικό κρατικό μηχανισμό αλλά κυρίως από ορισμένες ανύπο­ πτες τεχνικές πειθαρχίας κ α ι' υπακοής. Αυτό

ίσως εξηγεί και το ενδιαφέρον του για θεσμούς όπως η φυλακή ή το άσυλο και όλους τους πει­ θαρχικούς θεσμούς, όπου το «πανοπτικό» κυκλι­ κό κτίριο, όπως το ονόμασε ο Jeremy Bentham, προτάθηκε και εφαρμόστηκε στην κτιριακή τους οργάνωση. Μια τέτοια είδους θεώρηση της εξου­ σίας παραπέμπει και στον Νίτσε, ο οποίος σύμ­ φωνα με τον Φουκώ, μολονότι υπήρξε ο φιλόσο­ φος της εξουσίας κατόρθωσε να τη μελετά χωρίς να περιορίζεται από κάποια πολιτική θεωρία. Μελετώντας ιστορικά τις ποικίλες μεταμορφώ­ σεις της εξουσίας, ο Φουκώ αμφιβάλλει για τον υποτιθέμενο εξανθρωπισμό του ποινικού συστή­ ματος και της νομοθεσίας από τον δέκατο ένατο αιώνα και μετέπειτα με την καθιέρωση της φυ­ λακής και τον ιδεατό ρόλο της: ν’ αναμορφώσει σε ενάρετους πολίτες τους πάσης φύσεως κακο­ ποιούς. Θεωρεί πως η μετάβαση από τη δημόσια και συχνά αποτρόπαια τιμωρία των ενόχων και των αιρετικών τον δέκατο έκτο αιώνα στην εγκάθειρξή τους σε αναμορφωτικούς θεσμούς δε μαρ­ τυρεί εξανθρωπισμό και πρόοδο της κοινωνίας. Απλούστατα είναι απατηλή γιατί συγκαλύπτει την καταπίεση της εξουσίας με το ιδεώδες του ενάρετου, υπεύθυνου και πειθαρχημένου πολίτη. Η διαπαιδαγώγηση που υφίστανται οι φυλακι-


14/αφιερωμα

σμένοι από τον δέκατο ένατο αιώνα και πέρα, με τον εγκλεισμό τους στη φυλακή, αποσκοπεί στην αναμόρφωση του «είναι» τους. Δεν έχει στόχο μόνο τη σωματική τους δοκιμασία αλλά την ηθι­ κή μετάνοια και τη συνολική τους μεταμόρφωση. Αντίθετα η τιμωρία στον δέκατο έκτο αιώνα υπήρξε κυρίως σωματική και παραδειγματικήυπηρετούσε και διαιώνιζε την εξουσία του άρ­ χοντα χωρίς να διακατέχεται από το ιδεώδες του χρηστού πολίτη. Η μετάβαση από τη δημόσια σωματική τιμω­ ρία στον εξαγνισμό και την αυστηρή, παίδευση της αμαρτωλής ψυχής υπέθαλψε τη «μικροφυσική της εξουσίας» και αξίωσε την επιβολή της ψυ­ χής επί του σώματος. Η ψυχή βέβαια δε νοείται εδώ με τη χριστιανική έννοια ως αμαρτωλή εκ προοιμίου και προορισμένη για τιμωρία αλλά ως η φυλακή του σώματος, το μέσο για συμμόρφω­ ση, επίβλεψη και τελική χαλιναγώγηση. Ενώ λοι­ πόν η εξουσία στην Κλασική Εποχή (16-18 αι.) στηριζόταν στη βία, το σύγχρονο νομικό και ποινικό σύστημα συγκαλύπτει την καταπιεστικότητα με το προσωπείο του ανθρωπισμού, της δι­ καιοσύνης και του αλτρουισμού. Η σύγχρονη «πεφωτισμένη κοινωνία» επιδιώκει, σύμφωνα με τον Φουκώ, να αποτελέσει την επέκταση της φυ­ λακής όπου η πειθαρχία καθίσταται αυτοσκοπός και η χαλιναγώγηση ορμών και τάσεων βασική αρχή του νόμου και της ηθικής. Ίσως αυτές οι θέσεις του Φουκώ να ηχούν ως φιλελεύθερη υπε­ ράσπιση του ατόμου απέναντι στην κοινωνία, μία ακόμη διακήρυξη των φυσικών του δικαιω­ μάτων και του κοινωνικού συμβολαίου. Κάθε άλλο: ο Φουκώ εγκαταλείπει την ιδέα των φυσι­ κών δικαιωμάτων, γιατί ισχυρίζεται πως η έν­ νοια του «φυσικού» παραπέμπει έμμεσα στη «νόρμα» και τον κανόνα και ενισχύει τη διπολικότητα της κανονικότητας και της απόκλισης.

Στις στρατηγικές της εξουσίας ανήκει και η έννοια του συγγραφέα- ένα ευφυές μέσο για να ρυθμίζεται και ν’ αστυνομεύεται ο πολυσημικός λόγος της μυθοπλασίας. Ο Φουκώ δεν αντιμετω­ πίζει το συγγραφέα ως παραγωγό του λόγου ή ως άτομο με ιδιάζουσα κοινωνική θέση αλλά ως λειτουργία που εισάγει στη λογοτεχνία τις αρχές της αιτιότητας, της αλήθειας και της πραγματι­ κότητας και αποβλέπει στην εξομάλυνση των αν­ τιφάσεων και την επιβολή μιας τάξης. Ισχυρίζε­ ται πως ο συγγραφέας στη δυτική κουλτούρα συνιστά μία από τις λειτουργικές αρχές με τις οποίες κανείς περιορίζει, αποκλείει ή εκλέγει. Αποτελεί ένα πρόσθετο όργανο για την απόκτη­ ση της γνώσης και τη στρατηγική της εξουσίας. Η ιστορική μελέτη της διαμόρφωσης των εξου­ σιαστικών μηχανισμών ανέδειξε και τη σημασία του τέλους του δέκατου όγδοου και όλου του δέ­ κατου ένατου αιώνα. Αυτή την περίοδο ανα­ πτύσσεται η ιατρική, εμφανίζεται το άσυλο, γεν­ νιέται η φυλακή και οργανώνονται οι μηχανι­ σμοί ελέγχου και περιορισμού της σεξουαλικής συμπεριφοράς. Σύμφωνα με τον Φουκώ η έννοια της σεξουαλικότητας είναι φαινόμενο του δέκα­ του όγδοου αιώνα και το φύλο αρχίζει ν’ αποκτά ιδιαίτερη σημασία από τον δέκατο ένατο. Πιο πριν κυριαρχούσε η ιδέα της «σάρκας», βασισμέ­ νη στη χριστιανική διάκριση σώματος και πνεύ­ ματος, ενώ οι σύγχρονες έννοιες του φύλου και της σεξουαλικότητας στηρίζονται στην αντίληψη του «φυσικού» και την αφοπλιστική δύναμη των ενστίκτων. Σ’ αυτή την εποχή ο Φουκώ τοποθετεί τη γέν­ νηση των επιστημών του ανθρώπου, εφόσον στη σκέψη των προηγούμενων αιώνων, ο 'Ανθρωπος ως αντικείμενο γνώσης δεν υπήρχε. Οι επιστήμες του ανθρώπου, επομένως, γεννήθηκαν από τη στιγμή που ο 'Ανθρωπος στη δυτική κουλτούρα


αφιερωμα/15

άρχισε να νοείται ως ον που δύνατάι να οριστεί και να μελετηθεί. Έτσι ο δέκατος ένατος αιώνας είδε τη γέννηση της βιολογίας, με την ανάλυση του ανθρώπινου οργανισμού, της πολιτικής οι­ κονομίας, με τη μελέτη του ανθρώπου ως παρα­ γωγού και της φιλολογίας με τη σύλληψη του αν­ θρώπου ως δημιουργού της γλώσσας. Εντούτοις, ο Φουκώ επισημαίνει πως η έννοια του Ανθρώ­ που, η οποία αναδεικνύεται στα τέλη του δέκα­ του όγδοου αιώνα, είναι παράγωγο πολλαπλών σχέσεων και δε δηλώνει ένα δημιουργικό ον, όπως συνήθως νομίζεται. Η ιδέα της ατομικής δημιουργικότητας αποτελεί ιστορικό κατασκεύα­ σμα. Το άτομο δεν υποτίθεται ως οντότητα δεδο­ μένη εκ των προτέρων αλλά η ταυτότητα και τα χαρακτηριστικά του αποτελούν προϊόν ενός πλέγματος σχέσεων εξουσίας. Η έμφαση όμως στον ιστορικό προσδιορισμό αντιτάσσεται στην έρευνα για λανθάνουσες αι­ τίες πίσω από την επιφάνεια των φαινομένων. Στη σκέψη του Φουκώ η αναζήτηση για απαρχές και απώτερες αιτίες υποχωρεί στη γενεαλογική ανάλυση, η οποία επιδιώκει να διατηρήσει τη μοναδικότητα των συμβάντων φέρνοντας ταυτό­ χρονα στο προσκήνιο ξεχασμένα συμβάντα ή αγνοημένα φαινόμενα (τρέλα, τιμωρία, σεξουα­ λικότητα). Τελικά ο προβληματισμός πάνω στις στρατηγι­ κές της εξουσίας οδηγεί αναπόφευκτα στην ανα­ θεώρηση του παραδοσιακού ρόλου του διανοου­ μένου. Με την εσκεμμένη αποφυγή πολιτικών σχημάτων, τελεολογικών προτάσεων και ιστορι­ κών προφητειών, ο Φουκώ επανατοποθετεί το πρόβλημα του διανοουμένου στη σύγχρονη κοι­ νωνία. Ό πω ς γράφει ο ίδιος, ο διανοούμενος δεν είναι δυνατό να ασκεί πλέον το ρόλο του συμβουλάτορα θέτοντας στόχους και καθορίζον­ τας τακτικές. Τον ηγεμονικό ρόλο του διανοου-

Δ ιάλεξη επάνω στις καταστρεπτικές συνέπειες τον αλκοολι­ σμού, σε φυλακή στη Γαλλία.

μένου στον εικοστό αιώνα τον διαδέχεται μάλ­ λον η ιστορική ανάλυση και ο αναδρομικός σκε­ πτικισμός για τις μεταμορφώσεις και τις λει­ τουργίες της εξουσίας. Σ’ αυτή τη σταδιακή με­ τάβαση από την αισιοδοξία και τον οραματισμό του μέλλοντος, στην ενδοσκόπηση και τη γεωλο­ γική αποφλοίωση του παρελθόντος, η συμβολή του Φουκώ υπήρξε αδιαφιλονίκητη. Σημειώσεις 1. Βλ. Hubert L. Dreyfus & Paul Rabinow, Michel Foucault: Beyond Structuralism and Hermeneutics. The Harvester Press 1982. 2. Βλ. Barry Smart, Foucault, Marxism and Critique. London: Routledge & Kegan Paul 1983.


16/αφιερωμα

Σταύρος Πάνου

Εξουσία και τρέλα

Η περίπτωση τον Michel Foucault Ό χι δεν αναφέρομαι στην τρέλα ως πρόβλημα κοινωνικής ή πολιτικής προβλημα­ τικής γενικά, αλλά συγκεκριμένα, σε μια κορυφαία μορφή της σύγχρονης γαλλικής σκέψης, που πέθανε πριν λίγο καιρό (Παρίσι, 25 Ιουνίου) και προσπάθησε να προσεγγίσει το φαινόμενο της εξουσίας και της τρέλας από μια ολότελα προσωπι­ κή και όντως πρωτότυπη σκοπιά, που ιζει πιστεύω να τη δούμε από πιο κοντά και όσο γίνεται απλά και σύντομα.

Αρχαιολογία της σιωπής και του λόγου Το έργο του Michel Foucault (γεννήθηκε στο Πουατιέ το 1926) θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια κοινωνιολογική και ιστορική «ανατομία» της; ιατρικής. Ο όρος αυτός ζητά φυσικά έναν πιο συγκεκριμένο προσδιορισμό. Αρχαιολογία ή ιστορία της ιατρικής; Πρόκειται πράγματι για ένα στοχασμό καντιανού τύπου που αναφέρεται στο μέλλον της ιατρικής και το αντικείμενο της έρευνάς της. Ο ίδιος ο Φουκώ ορίζει αυτό το «στοχασμό»

του, αυτό το οδοιπορικό του, ως μια κριτική «στο μέτρο που επιδιώκει, πέρα από προδιαγε­ γραμμένες προθέσεις, να καθορίσει τις προϋπο­ θέσεις της ιατρικής πείρας». Ο Φουκώ ανήκει στη γενιά των «επιγόνων» του ιδρυτή του Στρου­ κτουραλισμού, Levi-Strauss. Μαζί με τον L. Al­ thusser και τον J. Lacan «συνέχισαν», σε διάφο­ ρα πεδία ο καθένας (έστω και αν ο Φουκώ αρνείται να δεχθεί ότι ανήκει στο χώρο των'στρουκτουραλιστών) το έργο του «πιο αυτόνομου», του «πιο πρωτότυπου», για πολλούς, στοχασμού στη νεότερη γαλλική σκέψη. Το οδοιπορικό που ξεκινά ο Φουκώ είναι και τολμηρό και τεράστιο. Αν για τον Καντ η κριτι­


αφιερω μα/17 κή του είχε να κάνει με μια «επιστήμη» ολοκλη­ ρωμένη, με ό,τι αποκαλούμε «γνώση», για τον Φουκώ η ιατρική, ιστορία και αρχαιολογία μέ­ νουν ακαθόριστες. Πρέπει λοιπόν να ξεκινήσει με μια μέθοδο «αρχαιολογική», να σκάψει βαθιά όχι μόνο εξετάζοντας την ιατρική ή το γεγονός της τρέλας, αλλά το σύνολο των επιστημών του ανθρώπου. Από μια τέτοια προσπάθεια θα περίμενε κανέ­ νας ένα έργο αφιερωμένο στη μεθοδολογία. Μά­ ταια. Η όλη προσπάθεια του Φουκώ οδηγείται σ’ ένα «αδιέξοδο», που θα μπορούσαμε να το αποκαλέσουμε το τ έ λ ο ς τ ο υ ο υ μ α ν ι σ μ ο ύ . Αδιέξοδο του «λόγου» (ratio), της δυνατότητας για γνώση; ή αποτυχία των λέξεων στη σχέση τους με τα πράγματα;

Η τάξη των πραγμάτων Ένα είναι βέβαιο: η κριτική διαδικασία του λό­ γου, της γνώσης, δεν μπορεί να ξεπεράσει κά­ ποιες οριακές καταστάσεις, μένει η ε π ι σ τ ή μ η όχι ως η λύση στο αδιέξοδο, αλλά ως η αρχή, η κάποια δυνατότητα για την προσέγγιση των πραγμάτων. Επιστήμη είναι το σύνολο των αντι­ κειμενικών κατηγοριών, όλων αυτών των κατη­ γοριών -περίπου υπερβατικών- που καθορίζουν το «άνοιγμα» και το «κλείσιμο» των γνώσεων. Η «αρχαιολογική» λοιπόν μέθοδος είναι για τον Φουκώ, η μελέτη της επιστήμης μιας εποχής -όπως ο Νίτσε με τη γενεαλογική μέθοδο, ο Μαρξ με την υπερδομή, ο Σαρτρ με τον υπαρξι­ σμό του. Η επιστημολογική εποχή αρχίζει με τη γλώσσα. Αυτή η γλώσσα, ως λόγος της πολιτικής και της εξουσίας, ως λόγος της επιστήμης και της φιλοσοφίας αποτελεί την ουσιαστική ερώτηση, όχι ως δραστηριότητα ενός υποκειμένου που μι­ λάει, αλλά ως αντικειμενική, δομημένη πραγμα­ τικότητα. Η γλώσσα, το είναι της, εμφανίζεται περισσότερο με τον αφανισμό του υποκειμένου, θα πει ο Φουκώ σ’ ένα κείμενό του δημοσιευμένο στο περιοδικό «Critique» τον Ιούνιο 1966. Ένας τέτοιος «αντικειμενικός» λόγος, γλώσσα, αποτε­ λεί μια γλώσσα περισσότερο «γραμματική» (grammatical). Οι κατηγορίες του «συγκεκριμέ­ νου» και του «βιωμένου» ανήκουν στο «βασί­ λειο» της μη-γνώσης (non-Savoir), ανήκουν σε μια γλώσσα που δεν μπορεί να έχει σχέση με την «επιστήμη». Ο Φουκώ επιμένει στο ρόλο της γλώσσας γιατί αυτή παίζει καθοριστικό ρόλο στο χώρο της λο­ γικής, στο σχήμα των σχέσεων λογική, μηλογική. Αυτή η σχέση των ορίων λογικής και τρέλας είναι, όσο δεν μπόρεσαν να καταλάβουν πολλοί, το καίριο μέλημα όλου του έργου του γάλλου στοχαστή.

Η λογική της εξουσίας Από το 1954 σ’ ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον σύντο­ μο βιβλίο του, που το ονομάζει «Διανοητική ασθένεια και προσωπικότητα», ο Φουκώ έδειξε ότι η ρίζα της διανοητικής παθολογίας δεν μπο­ ρεί να βρεθεί παρά «μέσα σ’ ένα στοχασμό πάνω στον ίδιο τον άνθρωπο», πιο συγκεκριμένα μέσα στις κοινωνικές δομές. Είναι ακριβώς το σημείο εκείνο που πρέπει να μας οδηγήσει ομαλότερα σε ό,τι ονομάζουμε λογική της εξουσίας, μια και αυτή διαμορφώνει συχνά τις κοινωνικές δομές. Είναι η εξουσία η οποία εν ονόματι της λογι­ κής δημιουργεί τους χώρους των «γκέτο», χωρί­ ζοντας τους παράφρονες, τους «τρελούς», από τους «λογικούς». «Ο σύγχρονος άνθρωπος, γρά­ φει στο έργο του “Ιστορία της τρέλας” , καταμεσίς στον αδιατάραχτο κόσμο της διανοητικής πάθησης, δεν επικοινωνεί πια με τον τρελό: από τη μια στέκεται ο λογικός άνθρωπος, που για τα ζητήματα της τρέλας καθιστά υπεύθυνο το για­ τρό, και έτσι αποκλείει κάθε άλλο δρόμο επαφής με την τρέλα, αφήνοντας ανοιχτό μονάχα εκείνον που περνά μέσα από τον αφηρημένο και γενικευτικό χαρακτήρα της αρρώστιας· από την άλλη πλευρά στέκεται ο άνθρωπος της τρέλας· αυτός


18/αφιερωμα

που δεν επικοινωνεί με τους άλλους παρά μονά­ χα μέσα από μια λογική το ίδιο αφηρημένη, που αποτελεί επιταγή, καταναγκασμό σωματικό και ηθικό, ανώνυμη πίεση της ομάδας, απαίτηση για συμμόρφωση. Όσο για γλώσσα κοινή, δεν υπάρ­ χει». Το καταλυτικό αυτό κείμενο μιλά για μια θραύση, μια άλλου είδους παθολογία: την αδυνατότητα επικοινωνίας που περιχαρακώνεται σε μια τυπολογική σήμανση: λογική / μη-λογική.

Ο χώρος της «αρχαιολογικής» του έρευνας διευκρινίζεται περισσότερο από την προσπάθειά του να βοηθήσει να μιλήσουν «καταστάσεις», όχι το υποκείμενο, αλλά η ανθρώπινη γνώση, ως «προϊόν» γλωσσικής, επιστημονικής, κοινωνικής έκφρασης.

Η διαλογική πράξη Είναι χαρακτηριστικά όσα λέει, ο Φουκώ, στον πρόλογο που έγραψε για τη γερμανική έκδοση του έργου του «Οι λέξεις και τα πράγματα» (1966) -και το οποίο, όχι χωρίς σημασία, μετα­ φράστηκε με τον τίτλο «Η τάξη των πραγμάτων. Αρχαιολογία των επιστημών του ανθρώπου» (1971 και 1974). «Μου φαίνεται ότι η ιστορική ανάλυση του επιστημονικού λόγου (γλώσσας) σε τελική ανάλυση δεν αποτελεί αντικείμενο μιας θεωρίας του γιγνώσκοντος υποκειμένου, αλλά είναι πολύ περισσότερο μια θεωρία της διαλογικής πράξης». Αυτό το ιδιαίτερα σημαντικό και διευκρινιστικό στοιχείο δείχνει όντως ότι ο Φου­ κώ σωστά αρνείται την ετικέτα του Στρουκτου­ ραλισμού και κακώς θεωρήθηκε ως ο προφήτης του τέλους του ουμανισμού. Ο Φουκώ δεν αρνείται τον άνθρωπο ως έκφραση ενός συλλογικού γίγνεσθαι, αντίθετα βλέπει τη δημιουργική του πράξη ως τον καρπό μιας δια-λογικής διαδικα­ σίας που αρνείται την εγωκεντρική μακαριότητα ή την εγωλατρική προπέτεια του εξουσιαστικού υποκειιιένου.


αφιερωμα/19

Ίσως, και αυτό δεν έχει προσεχτεί όσο θα έπρεπε πιστεύω, ο γάλλος φιλόσοφος βλέπει στο ρόλο της ανθρώπινης λογικής, της λογικής του υποκειμένου, μια μορφή του τεχνητού διαχωρι­ σμού μεταξύ λογικής και μη-λογικής. Η εξουσια­ στική αυτή λογική είναι αυτή που οριοθετεί με­ ταξύ τρέλας και λογικής, μεταξύ «πάσχοντος» και «υγιούς». Αυτό θέλει να επισημάνει αρχί­ ζοντας το βιβλίο του «Ιστορία της τρέλας» με το λόγο του Πασκάλ: «Οι άνθρωποι είναι τόσο αναπόφευκτα τρελοί, ώστε το να μην είσαι τρε­ λός σημαίνει, το να είσαι τρελός με ένα άλλο εί­ δος τρέλας». Στην κριτική του στις επιστήμες του ανθρώπου βλέπει την ανθρώπινη πορεία ως πορεία μιας λο­ γικής καταδίκης. Οι άνθρωποι είναι καταδικα­ σμένοι στη λογική τους. Ο παροξυσμός της πολι­ τικής για εξουσία, ο παροξυσμός της οικονομίας για μια άλλου είδους δύναμη-εξουσία, αλλά.και ο καθημερινός αγώνας επικράτησης, επιβολής, αποτελεί μια μορφή της λογικής της εξουσίας, του εξουσιαστικού «λόγου», ως γλώσσας και σκέψης. Το τέλος του ανθρώπου θα είναι άραγε το αποτέλεσμα ενός «θριάμβου», μονόπλευρου θριάμβου της λογικής, επικράτησης των «λογι­ κών» στους μη-λογικούς, των διανοητικά «υγιών» στους διανοητικά «ασθενείς»; Πρόκει­ ται για μια περιπέτεια του ανθρώπου που οδη­ γείται από έναν παραλογισμό του λογικού, μιας εγκάθειρκτης, συχνά σχηματοποιημένης λογικής, η οποία δεν αποτελεί άραγε μια άλλη μορφή τρέ­ λας;

Η «πανουργία» της τρέλας Κάθε μορφή λογικής και κάθε μορφή τρέλας δεν υπάρχουν παρά μέσα σε μια κοινωνία, είναι, αποτελούν το γεγονός ενός πολιτισμού. Η εικό­ να, η μετατροπή των πάντων σε χρηστικό πράγ­ μα (Chosification) οδηγούν σε μια εμπειρική τρέ­ λα, μια τρέλα ή μια λογική ως αποτέλεσμα ενός εμπειρισμού που θα μπορούσε να ονομαστεί σχιξοφρένια. Πρόκειται για μια φαινομενική τρέλα, αν μπορούμε να την ονομάσουμε έτσι, περισσό­ τερο ή λιγότερο αφομοιωμένη σ’ ένα λάθος, η οποία αγνοεί την αληθινή τρέλα, τη «νοητική τρέλα», αυτή που την εξετάζουμε και δεν τη γνωρίζουμε, αυτή που βρίσκεται τόσο κοντά και τόσο μακριά μας, μέσα και έξω από μας. «Πα­ νουργία και νέος θρίαμβος της τρέλας: τούτος ο κόσμος που πιστεύει ότι την έχει μετρήσει και καθυποτάξει, ότι την έχει αιτιολογήσει με την επιστήμη της ψυχολογίας, να που βρίσκεται τώ­ ρα στην ανάγκη να δικαιολογείται σ’ αυτή, αφού με όλες τις προσπάθειες και τους αγώνες του τί­ ποτε άλλο δεν κατάφερε παρά να μετριέται τελικά μέσα από έργα που τα χαρακτηρίζει η απουσία μέτρου, καθώς τα έργα του Νίτσε, του Βαν Γκογκ, του Αρτώ. Αλλά ούτε και διαθέτει κανένα μέσο, και προπάντων όχι τις γνώσεις του για την τρέλα, που να του εγγυάται ότι πράγμα­ τι, αυτά τα έργα τρέλας αποτελούν τη δικαίωσή Η μοίρα της τρέλας ή της λογικής; Μάλλον η μοίρα του ανθρώπου... u


έυ/αφιερωμα

Αρλέχ Φαρζ*

Μπροστά στην Ιστορία

Ένα λευκό διάστημα χωρίζει τον Φονκώ από τους ιστορικούς. Κι ωστόσο οι εργα­ σίες τους δεν παύουν να διασταυρώνονται και να αλληλοτροφοδοτούνται. 1961: Ο Μισέλ Φουκώ δημοσιεύει το «Τρέλα και Παραλογισμός: ιστορία της Τρέλας στην κλασική εποχή». Ο Φιλίπ Αριές υποστηρίζει ένθερμα αυ­ τό το έργο. 1962: Η επιθεώρηση Annales κάνει, με την υπο­ γραφή του ιστορικού Ρομπέρ Μαντρού, (που πέθανε πρόσφατα) μια μεγάλη και πολύ υμνητική παρουσίαση αυτού του βιβλίου: «Καθοριστική άπσψη (...), επτακόσιες σελίδες σπάνιας ομορ­ φιάς που θα βαρύνουν για την κατανόηση της κλασικής εποχής». Αμέσως μετά ο Φερνάν Μπροντέλ θεωρεί αναγκαίο να προσθέσει μερι­ κές φράσεις για να υπογραμμίσει το γεγονός αυ­ τής της δημοσίευσης: «Χρειάστηκε κάτι παραπά­ νω από ταλέντο», γοάωει. Θα μπορούσαμε να διηγηθούμε την ιστορία της πνευματικής παραγωγής του Μισέλ Φουκώ, εδώ και έίκοσι-τρία χρόνια, και να διαπιστώ­ σουμε δυο-τρία πράγματα: καταρχήν, μέχρι το 1976, μια κανονικότητα στις δημοσιεύσεις του κι έπειτα μια στοχαστική παύση· στη συνέχεια, μια βαθιά συνάφεια των θεμάτων που διαπραγμα­ τεύεται και παρακολούθηση φιλοσοφικών ερω­ τημάτων πάνω σε ιστορικό έδαφος· τέλος, τη συ­ χνή συντροφιά με τους ιστορικούς είτε για να

δουλέψουν μαζί είτε για να συζητήσουν τους προβληματισμούς του. Κάτω από την επιφανειακή αυτή συνέχεια που δικαιολογούν η χρονολόγηση των δημοσιεύσεων και η παρουσία των ιστορικών γύρω από το έργο του φιλοσόφου, θα μπορούσε κανείς να διαβάσει την ιστορία μιας αρμονίας: της αρμονίας φιλο­ σοφίας και ιστορίας, που στηρίζουν η μια την άλλη για να θέσουν ερωτήματα στις πρακτικές μας και στα ανθρώπινα γεγονότα. Θα ήταν λά­ θος, γιατί στην πραγματικότητα, ήδη εδώ και είκοσι-τρία χρόνια, η σχέση του Φουκώ με τους ιστορικούς αποδείχνεται δύσκολη, όπως άλλω­ στε και η σχέση των ιστορικών με τον Φουκώ. Έτσι, μπορεί κανείς ορθά να προβάλει μιαν άλ­ λη διαδοχή των γεγονότων ώστε να παίρνεται υπόψη αυτή η πάντα ευαίσθητη απόσταση ανά­ μεσα στο φιλόσοφο και τους επαγγελματίες της ιστορίας. Το 1975, στο Magazine Litteraire, ο ιστορικός Ζακ Ρεβέλ συζητά με τον Ραϊμόν Μπελούρ σχετι­ κά με τον «Φουκώ και τους ιστορικούς». Και ξε­ κινά λέγοντας ότι: «Εδώ και δέκα πέντε χρόνια οι ιστορικρί αποδέχτηκαν, παραποίησαν, κατα­ νόησαν ή παρανόησαν τον Φουκώ.»


αφιερωμα/21 Πέντε χρόνια αργότερα, στα 1980, με πρωτο­ βουλία του Μωρίς Αγκυλόν και του Μισέλ Περό, αρχίζει μια συζήτηση με τον Μισέλ Φουκώ, σχετικά με τη φυλακή και τη μεθοδολογία του. Κι οδηγούμαστε στο βιβλίο L ’ Impossible Prison. Στα 1984, μου προκαλεί μια μικρή έκπληξη, που ξανακοιτώντας το φάκελο δελεάζομαι να γράψω, όπως το 1975: «Εδώ και είκοσι τρία χρό­ νια οι ιστορικοί...». Παράξενη αίσθηση φοβερής επανάληψης: εδώ και είκοσι τρία χρόνια, με την εξαίρεση ορισμένων στιγμών νηνεμίας και μερι­ κών συνεργασιών, μοιάζει να υπάρχει ένα είδος “πρόσωπο με πρόσωπο” : ο Μισέλ Φουκώ από τη μια και οι «ιστορικοί» σαν ένα αδιαφοροποίητο σχήμα, απ’ την άλλη. Ένα είδος ακινησίας, πράγματα απαράλλαχτα, συζήτηση που άρχισε χωρίς να προχωρήσει (άραγε γίνονται στη Γαλ­ λία πραγματικές συζητήσεις;), απόπειρες απο­ σαφήνισης χωρίς επαύριο, με δυο λόγια ένα στά­ τους κβο. Ταυτόχρονα, επιμονή του φιλοσόφου να συνεχίσει τις ερωτήσεις του, ανάπτυξη νέων αντικειμένων της ιστορίας όπως και της ιστορι­ κής επιστήμης, πρόοδος των ανθρωπιστικών επι­ στημών. Αλλά, πρέπει να προσθέσουμε ότι, κάτω από την επιφανειακή αντίσταση του κόσμου των ιστορικών, πολλές εργασίες, επηρεασμένες από τη σκέψη του Φουκώ, πραγματοποιήθηκαν. Ας σκεφτούμε τα έργα για το σώμα, για την αρρώ­ στια, για την εγκληματικότητα, για τη σεξουαλι­ κότητα, για την ίδια την εξουσία. Πρέπει λοιπόν να αναζητήσουμε τι παράγει αυτή την πρακτική που καθιερώνεται με τρόπο αμετάθετο - και να το κάνουμε όπως περίπου κι ο Φουκώ, για τη σκέψη του οποίου το ερώτημα αυτό αποτελεί έναν από τους βασικούς άξονες. Αναφέρομαι στη δημιουργία αυτής της no man’ s land ανάμεσα στις εργασίες του φιλοσόφου και τις εργασίες του ιστορικού, παρότι οι μεν τρέ­ φονται από τις δε και αντιστρόφως. Μπορούμε αρχικά, και τελείως πρόχειρα, να δώσουμε μερικές ερμηνείες σ’ αυτό το φαινόμε­ νο, που τελικά είναι αρκετά ιδιάζον, γιατί πρέ­ πει μια κι έξω να ξεκαθαρίσουμε ότι τα πράγμα­ τα δε λειτουργούν μ’ αυτό τον τρόπο, ούτε στην Ιταλία, ούτε στις Ηνωμένες Πολιτείες για παρά­ δειγμα. Η παρέμβαση σ’ έναν επιστημονικό χώρο άλλον από το δικό σου είναι πάντοτε πρόβλημα και προκαλεί βεβαίως αντιδράσεις του κατεστη­ μένου. Κι αυτό είναι αλήθεια και γι’ άλλες περι­ πτώσεις πλην του Φουκώ. Περισσότερο ακόμη από αυτή την εισβολή, υπάρχει το πρόβλημα οριοθέτησης του πεδίου της ιστορίας. Ας πάρουμε το παράδειγμα του Surveiller et Punir. Το έργο εμφανίζεται το 1975, ενώ ήδη προ τετραετίας ο Μισέλ Φουκώ, ο ΖανΜαρί Ντομενάκ και ο Πιέρ-Βιντάλ Νακέ έχουν δημιουργήσει την Ομάδα Πληροφόρησης για τις

Φυλακές (G.I.P.) έπειτα από μια απεργία πείνας των αριστεριστών πολιτικών κρατουμένων που συμμάχησαν με τους κρατούμενους του κοινού ποινικού δικαίου προκειμένου να καταγγείλουν το σωφρονιστικό σύστημα. Στα 1972, οι φυλακές της Τουλ, του Μελάν, του Νανσύ, κινητοποιήθη­ καν. Ο Μισέλ Φουκώ ήταν πλήρως στρατευμένος σ’ αυτή την πολιτική και αγωνιστική κίνηση. Το βιβλίο του για τη γέννηση της φυλακής, γραμμέ­ νο σ’ ένα στυλ πολύ αξιοσημείωτο, έρχεται να επισφραγίσει μια περίοδο δράσης και πολύ έντο­ νου στοχασμού. Δεν μπορεί να γίνει δεκτό όπως οποιοδήποτε βιβλίο ιστορίας γιατί η πολιτική του διάσταση είναι επίσης σημαντική. Ωστόσο, είναι ένα βιβλίο ιστορίας, τελείως όμως διαφο­ ρετικό απ’ τ’ άλλα. Δεν περιλαμβάνει λεπτομερή κοινωνικο-οικονομική ανάλυση, ούτε ποσοτικά στοιχεία, κι όπως υπογραμμίζει ο Φρανσουά Εβάλντ στην επιθεώρηση Critique, το 1975, πρό­ κειται για «ένα λόγο δίχως αναφορές» και παρό­ λα αυτά, θρεμμένο και κατασκευασμένο από αναφορές και κείμενα. Δε χρησιμοποιεί καν με­ γάλους συγγραφείς ή ιστορικούς αλλά μόνο κεί­ μενα από αρχεία ελάχιστα γνωστά. Τέλος, εγκα­ ταλείπει πραγματικά καθετί το αυταπόδεικτο: η φυλακή που γεννήθηκε το 1789, δεν είναι ο καρ­ πός μιας ριζικής μεταβολής, ούτε σημείο κά­ ποιας ασυνέχειας, αλλά ένας τύπος σωφρονιστι­ κής πρακτικής, της οποίας μπορούμε να ξαναβρούμε τη συνέχεια κάτω από το φλοιό των φα­ νερών συνεχειών. Επιπλέον, το βιβλίο εγκατα­ λείπει κάθε πειρασμό να βρει στην ανάλυση των συστημάτων εγκλεισμού έναν υπεύθυνο που θά ’ταν Η Εξουσία ή το κράτος. Δεν υπάρχει ορατό αντικείμενο μέσα σ’ αυτό το έργο και τούτο απο­ τελεί μια σημαντική ρήξη σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο εργάζονται συνήθως οι ιστορικοί. «Μήπως αυτή η νέα τεχνολογία εξουσίας αντλεί ιστορικά την προέλευσή της από ένα άτομο ή μια καθορισμένη ομάδα ατόμων που αποφάσισαν να την εφαρμόσουν για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους και να καταστήσουν το κοινωνικό


22/αφιερωμα σώμα εύχρηστο γι’ αυτούς τους ίδιους; Θα απαντήσω: όχι. Οι τακτικές αυτές εφευρέθηκαν και οργανώθηκαν με αφετηρία τοπικές συνθήκες και ειδικές, κατεπείγουσες ανάγκες». Ο Μισέλ Φουκώ τα λέει αυτά, στην παρουσίαση του Ραnoptique του Ζερεμύ Μπεντάν. Θα μπορούσε κα­ νείς να μιλήσει για διάχυση του θέματος για απουσία, σχεδόν, του συγγραφέα, την ίδια στιγ­ μή που έχουμε να κάνουμε με μια επισταμένη ανάλυση, όπου παρεισφρύει ο νιτσεϊκός χλευα­ σμός κι όπου πουθενά δε θα διακρίνουμε δυο ερωτήσεις οικείες στην ιστορία και την πολιτική ζωή: ποιος είναι ο υπεύθυνος γι’ αυτό; τι να κά­ νουμε τώρα; Και τώρα ας πάμε λίγο πιο μακριά: υπάρχει κάτι που φέρνει σε πολύ δύσκολη θέση τον ιστορικό, μπροστά σε μιαν ιστορική ανάλυση η οποία δεν αποτελεί αφήγηση, δεν καταπιάνε­ ται μ’ όλη την πραγματικότητα και κυρίως με όλα τα φαινόμενα αντίστασης, μεταστροφής και χειραγώγησης τα συνδεόμενα με την άσκηση της εξουσίας που περιγράφεται. Και πάνω ακριβώς σ’ αυτά τα ζητήματα το χάσμα διευρύνεται: γιατί ο ιστορικός συχνά αφοσιώνεται στην ανασύστα­ ση της συμπεριφοράς ελίτ και λαού μέσα σ’ ένα δοσμένο πολιτικό και οικονομικό σύστημα. Στο σημείο αυτό, η συζήτηση εμπλέκεται σαν να επρόκειτο για δυο ασυμφιλίωτες προσεγγίσεις, όπου αν διαλέξουμε τη μια, αναγκαστικά εμπο­ δίζουμε την άλλη να λειτουργήσει, δυσχεραίνοντας κάθε παραγωγικό διάλογο. Ωστόσο, το 1980, το θέμα ανακινείται και η συζήτηση μεταφέρεται μπροστά στο κοινό, με τη

δημοσίευση του L' Impossible Prison. Ιστορικοί εξηγούν τις επιφυλάξεις τους, άλλοι συζητούν για τη μέθοδο που χρησιμοποιεί ο Φουκώ ή ξεκι­ νούν μαζί του ένα διάλογο ιδεών. Πρόκειται για μια συνάντηση που όλοι επιθυμούσαν και που άφησε μια ζωηρή ανάμνηση σ’ όσους συμμετεί­ χαν. Από τη στιγμή αυτή διαγράφονται καλύτε­ ρα οι θεωρητικές αναζητήσεις, των μεν και των δε. Μια σταθερά στην προσέγγιση του Φουκώ εί­ ναι να δουλεύει πάνω στο ιστορικό υλικό, με αφετηρία τα αντικείμενα υπό την έννοια της πα­ ραγωγής και των κανόνων λειτουργίας τους. Η βασική του ενόραση αρθρώνεται γύρω απ’ τη σκέψη ότι «τα ανθρώπινα γεγονότα δε συμβαί­ νουν αφ’ εαυτών» (Πωλ Βείν), και τις αναζητή­ σεις της κινεί η ερώτηση γιατί δε θα ήταν δυνατό να σκεφτούμε διαφορετικά από ό,τι σκεφτόμα­ στε. Η φυλακή, για παράδειγμα, υπήρξε τόσο αναγκαία; Χρειάζεται να επέλθει ρήξη με ό,τι αυταπόδεικτο θεωρείται φυσικό και να αναρω­ τηθούμε αν το μόνο που μπορούσε να γίνει για να αντιμετωπιστεί το έγκλημα ήταν ο εγκλεισμός του υπαίτιου. Η ιστορία λοιπόν χρησιμεύει στον Φουκώ για να καταδείξει κι όχι για να αφηγη­ θεί: έτσι, δεν προτείνει μια εξελικτική αφήγηση για ένα αντικείμενο, αλλά τοποθετείται ακριβώς στη θέση όπου μια πρακτική γεννά το αντικείμε­ νο που της αντιστοιχεί. Δεν πρόκειται λοιπόν ούτε για ανάλυση συμπεριφορών, ούτε για ανά­ λυση ιδεών: πρόκειται για προβληματοποιήσεις, μέσω των οποίων το ανθρώπινο ον στοχάζεται, και για πρακτικές που βρίσκονται στη βάση αυ­ τών των προβληματοποιήσεων. Συνεπώς, το έγ­ κλημα και η εγκληματική συμπεριφορά θα μελε­ τηθούν με αφετηρία τις πρακτικές τιμωρίας και το υπόδειγμα πειθαρχίας. Η τρέλα εξετάζεται μέσω αυτού που καθιέρωσε τη διάκριση μεταξύ τρέλας και μη-τρέλας. Η σεξουαλικότητα αποκρυπτογραφείται σαν μια εμπειρία όπου η γνώ­ ση, η κανονικότητα, και οι μορφές υποκειμενι­ κότητας παράγουν ένα ον «υποκείμενο του πό­ θου». Το αντικείμενο ερμηνεύεται από ό,τι συγ­ κρότησε την πρακτική του. Παίρνοντας ως άξονα την παραγωγή του αντι­ κειμένου, ο Φουκώ δίνει έναν άλλο ορισμό του πραγματικού. Μ’ αυτόν διαφοροποιείται από τους ιστορικούς, που οδηγήθηκαν να τοποθετη­ θούν πάνω σ’ αυτό. Ερωτούν λοιπόν αν το υπό­ δειγμα πειθαρχίας που εκτίθεται στο Surveiller et Punir είναι ή όχι η κοινωνική πραγματικότητα του 18ου και του 19ου αιώνα, ή μήπως πρόκειται για έναν ουτοπικό λόγο τον οποίο γεγονότα και συμπεριφορές έχουν βαλθεί να μεταστρέψουν. Σ’ αυτά ο Μισέλ Φουκώ απαντά πως το ότι ένα πρόγραμμα δε λειτούργησε δε σημαίνει ότι δεν αναπαριστά μέρος της πραγματικότητας και πως τελικά μια κοινωνία πειθαρχική δεν είναι σε κα­ μιά περίπτωση συνώνυμη μιας κοινωνίας πει-


αψιερωμα/23 θαρχημένης. Η συζήτηση παίρνει διαστάσεις· θέμα της είναι η κοινωνική ιστορία: οι ιστορικοί δουλεύουν συνήθως πάνω σε αντικείμενα (το σώμα, τη διατροφή, το γάμο, τη μοναξιά, κλπ.) για να προσδιορίσουν την εξέλιξη των πρακτι­ κών που τα αφορούν και να ξαναβρούν τις ριζι­ κές μεταβολές και τις ασυνέχειες. Πασχίζουν επίσης να συλλάβουν τα σχήματα αναπαράστα­ σης των κοινωνιών και των κοινωνικών τάξεων μπροστά σ’ αυτά τα αντικείμενα και δουλεύουν πάνω στις κοινωνικές αντιδράσεις. Ο Φουκώ δεν αναλύει αυτές τις ενέργειες κι αυτές τις εντάσεις καθεαυτές αλλά αναρωτιέται για το σχηματισμό των γνώσεων και για τα «συ­ στήματα εξουσίας που ρυθμίζουν τις πρακτικές» (Le Debat, No 27), αναζητά τις συνθήκες που επιτρέπουν στον άνθρωπο να στοχαστεί αυτό που πράττει. Είναι ένα φιλοσοφικό ερώτημα, μια κριτική θεώρηση της ύπαρξης που στηρίζε­ ται στην ιστορία. Θα πει άλλωστε: «είναι μελέτες ιστορίας κι όχι εργασίες ιστορικού». Οι ιστορι­ κοί ενοχλούνται συχνά από αυτές τις αναζητή­ σεις οι οποίες δίνουν προνομιακή θέση στο λόγο και για τις οποίες θεωρούν ότι αφήνουν στην άκρη όψεις της πραγματικότητας που οι ίδιοι τάχθηκαν να ανασυστήσουν και να ερμηνεύσουν. Αυτές οι δυο μορφές έρευνας (θα μπορούσαμε να αναφέρουμε κι άλλες) μπορούν να αναχθούν η μια στην άλλη, αν δεχτούμε ότι το πραγματικό δεν είναι ένα πράγμα εκ των προτέρων ορισμένο, απαραβίαστο και επιδεχόμενο οριστικές αποδεί­ ξεις. Η ιστορία είναι ένας τρόπος να θέσουμε τις αναπαραστάσεις της ύπαρξής μας, παράγει νόη­ μα κι ελευθερώνει ένα λόγο, που δεν ακυρώνει ποτέ τους προγενέστερους λόγους, αλλά προστί­ θεται σ’ αυτούς για να γίνει καλύτερα αντιληπτό τι είναι το σκέπτεσθαι και το ζην: σ’ αυτό το επί­ πεδο αποσαφήνισης της ιστορίας, η πραγματικό­ τητα γίνεται κάτι τελείως διαφορετικό από ένα προϊόν τελειωμένο και περιορισμένο, και το νόη­ μα επιβραδύνεται. Η συνάντηση του «Φουκώ με τους ιστορικούς» τοποθετείται σ’ αυτό ακριβώς το σημείο επιβράδυνσης του νοήματος. Τελικά, αν μια ανταλλαγή απόψεων έγινε το 1980, είναι αρκετά αξιοσημείωτο να διαπιστώ­ σουμε ότι, σχετικά με τους φακέλους αρχείων που δημοσίευσε ο Φουκώ με τη συνεργασία ιστο­ ρικών (“Moi, Pierre Riviere...” Le Panoptique, Le Desordre des Families), προκλήθηκαν σχόλια, αλλά χωρίς το γεγονός αυτό να καταφέρει να οδηγήσει σε μια πραγματική ανταλλαγή από­ ψεων. Κι ωστόσο υπήρχε έδαφος για κάτι τέ­ τοιο, γιατί επρόκειτο για την επεξεργασία πηγών που δεν περιείχαν λόγο αλλά προέρχονταν από λαϊκά στρώματα τα οποία εκφράζονταν για τη σχέση τους με την εξουσία (η εξομολόγηση ενός εγκληματία τον 19ο αιώνα- ένα ουτοπικό κείμενο του 18ου αιώνα πάνω σ’ ένα σχέδιο υποδειγματι-

Σχέόιο Raymond Moretli

κής φυλακής· αιτήσεις εγκλεισμού οικογενειών του 18ου αιώνα). Υπάρχει άραγε οριστική απάντηση γι’ αυτό το «λευκό διάστημα» ανάμεσα στον Φουκώ και τους ιστορικούς; Σίγουρα, το γαλλικό πανεπι­ στήμιο δεν είναι ένας αληθινός χώρος διαλόγου γιατί η ατμόσφαιρά του τις περισσότερες φορές αποσοβεί παρά αντηχεί τις συζητήσεις. Υπάρχει ίσως γι’ αυτό κάποιος λόγος βαθύτερος, δυσδιά­ κριτος, και του οποίου ένα από τα μυστικά εξί­ χνιασε κάπως ο Ρομπέρ Μαντρού το 1962 όταν, μιλώντας για την Ιστορία της Τρέλας, έλεγε ότι είναι μια παθιασμένη άποψη κι «ένα βιβλίο που θέλει να είναι και που είναι κρυφό». Κρυφό το έργο του Φουκώ· και διαποτισμένο καθολικά από ένα πάθος: το πάθος να καταφέρει να περιπλανηθεί με το ερώτημα: γιατί να μη σκεφτόμα­ στε διαφορετικά από ό,τι σκεφτόμαστε· κι από ένα σχέδιο: αυτό που είναι αυτονόητο -πράξεις ή λόγος- να γίνεται προβληματικό και όχι αναγκαστικά απαραίτητο. «Το αποτέλεσμα αυτό είναι ηθελημένο» θα γράψει το 1980 στο V Im­ possible Prison.

■* Copyright: Magazine Litteraire Μ ετάφραση: Δ . Σερεμέτης * Ερεννήτρια στο CNRS (Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρεννας). Δημοσίευσε το βιβλίο Vivre dans la rue k Paris au XVIIIe, Gallimard 1979, και σε συνεργασία με τον Μ. Φουκώ Le desordre des families, lettres de cachet des archives de la Bastille, Gallimard 1983.


24/αφιερω μα

Συνέντευξη στον Φρανσουά Εβάλντ

Η φροντίδα για την αλήθεια Ο Φουκώ διηγείται την ιστορία της Ιστορίας της σεξουαλικότητας, διαλύει τις πα­ ρεξηγήσεις, ορίζει τη δική τον προβληματική για την αλήθεια και προσδιορίζει ποιος μπορεί να είναι, στη σχέση της γνώσης και της εξουσίας, ο ρόλος του δια­ νοουμένου. To Volonte de Savoir προανάγγελλε ως επικείμενη μια Ιστορία της σεξουαλικότη­ τας. Η συνέχεια έρχεται οκτώ χρόνια μετά και ακολουθεί ένα τελείως διαφορετικό σχέδιο από αυτό που είχε αναγγελθεί. ΑΛΛΑΞΑ γνώμη. Μια δουλειά δεν είναι πολύ ευχάριστη αν ταυτόχρονα δεν είναι και μια από­ πειρα να αλλάξεις αυτό που σκέφτεσαι, ακόμη κι αυτό που είσαι. Είχα αρχίσει να γράφω δυο βι­ βλία σύμφωνα με το πρωταρχικό μου σχέδιο- πο­ λύ γρήγορα, όμως, βαρέθηκα. Δεν ήταν φρόνιμο από μέρους μου κι ήταν αντίθετο με τις συνή­ θειές μου. Τότε γιατί να τα αρχίσετε; ΑΠΟ οκνηρία. Ονειρεύτηκα πως θα ’ρχόταν μια μέρα που θα ήξερα εκ των προτέρων τι ήθελα να πω και δε θά ’μ ενε παρά να το πω. Γεροντίστικες φιλοδοξίες... Φαντάστηκα ότι είχα φθάσει επιτέ­ λους στην ηλικία όπου δεν μένει παρά να παρα­ θέσεις ό,τι ήδη έχεις στο κεφάλι σου. Ήταν μια μορφή έπαρσης και, ταυτόχρονα, μια τάση εγκα­ τάλειψης. Μα το να δουλεύεις σημαίνει να επι­ χειρείς να όκεφτείς κάτι άλλο από αυτό που σκε­ φτόσουν πριν. Ο αναγνώστης όμως αυτό περίμενε. ΑΠΕΝΑΝΤΙ του έχω ταυτόχρονα έναν μικρό εν­ δοιασμό και κάμποση εμπιστοσύνη. Ο αναγνώ­ στης είναι σαν τον ακροατή ενός μαθήματος: ξέ­ ρει τέλεια ν’ αναγνωρίζει πότε έχεις δουλέψει

και πότε αρκέστηκες να διηγηθείς ό,τι είχες ήδη στο μυαλό. Ίσως ν’ απαγοητευθεί αλλά όχι γιατί δεν είπα τίποτε άλλο από ό,τι ήδη έλεγα. To Usage des Plaisirs και το Souci de Soi παρουσιάζονται καταρχήν ως μια θετική εργασία ιστορικού, μια συστηματοποίηση των σεξουαλικών ηθικών της Αρχαιότη­ τας. Πρόκειται πράγματι γι’ αυτό; ΕΙΝΑΙ όντως μια εργασία ιστορικού, αλλά να ξεκαθαρίσουμε, ότι και τα βιβλία αυτά, όπως και τ’ άλλα, είναι εργασίες ιστορίας της σκέψης. Ιστορία της σκέψης πάει να πει όχι μόνον ιστο­ ρία των ιδεών ή των αναπαραστάσεων αλλά και προσπάθεια ν’ απαντήσουμε στην ερώτηση: πώς μπορεί να συγκροτηθεί η γνώση; Πώς μπορεί η σκέψη, στο βαθμό που έχει σχέση με την αλή­ θεια, να έχει επίσης την ιστορία της; Να το ερώ­ τημα που τίθεται. Δοκιμάζω να απαντήσω σ’ ένα συγκεκριμένο πρόβλημα: τη γέννηση μιας ηθι­ κής, μιας ηθικής με την έννοια του στοχασμού πάνω στη σεξουαλικότητα, την επιθυμία, την ηδονή. Ας γίνει πλήρως νοητό ότι δεν κάνω μια ιστορία των ηθών, της συμπεριφοράς- δεν κάνω μια κοινωνική ιστορία της σεξουαλικής πρακτι­ κής αλλά μια ιστορία του τρόπου με τον οποίο η ηδονή, οι επιθυμίες, οι σεξουαλικές πρακτικές προβλημάτισαν, τροφοδότησαν τη σκέψη και το στοχασμό στην Αρχαιότητα, σε σχέση με μια κά­ ποια τέχνη του ζην. Είναι φανερό ότι αυτή την τέχνη του ζην τη βίωσε μόνο μια μικρή ομάδα ανθρώπων. Θα ήταν γελοίο να σκεφτούμε ότι, αυτά που μπορούν να πουν σε σχέση με τη σε­


αφιερωμα/25 ξουαλική συμπεριφορά ο Σενέκας, ο Επίκτητος ή ο Μουσόνιος Ρούφος, αντιπροσώπευαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τη γενική πρακτική των Ελλήνων ή των Ρωμαίων. Επιμένω, όμως, ότι το γεγονός πως αυτά τα πράγματα ειπώθηκαν και δημιούργησαν μια παράδοση που την ξαναβρί­ σκουμε μετατεθειμένη, μεταμορφωμένη, βαθιά ανασκευασμένη στο χριστιανισμό, αποτελεί ένα ιστορικό γεγονός. Η σκέψη έχει κι αυτή την ιστορία της· η σκέψη είναι ένα γεγονός ιστορικό, έστω κι αν ενέχει και πολλές άλλες διαστάσεις πέρα απ’ αυτή. Ως προς αυτό, τα βιβλία τούτα είναι παρόμοια μ’ αυτά που έγραψα για την τρέ­ λα ή για την ποινική τιμωρία. Στο Surveiller et Punir δε θέλησα να κάνω την ιστορία του θεσμού της φυλακής· γι’ αυτό θα είχε απαιτηθεί ένα υλι­ κό τελείως διαφορετικό και ένας άλλος τύπος ανάλυσης. Αντίθετα, αναρωτήθηκα, πώς η σκέ­ ψη για την ποινική τιμωρία είχε μια ορισμένη ιστορία, στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα. Αυτό που δοκιμάζω να κάνω είναι η ιστορία των σχέσεων που καλλιεργεί η σκέψη με την αλήθεια· η ιστορία της σκέψης ως ιστορία της αλήθειας. Όλοι αυτοί, που λένε ότι για μένα δεν υπάρχει η αλήθεια, είναι μονομερείς. Πάντως, στο Usage des plaisirs και στο Le Souci de Soi η αλήθεια παίρνει μια μορφή

λειάς στην οποία έχουμε επεξεργαστεί τις θεωρη­ τικές υποθέσεις ξεκινώντας από κάποιον εμπει­ ρικό τομέα. Στην Ιστορία της τρέλας, το ζητού­ μενο ήταν να γνωρίσουμε πώς και γιατί η τρέλα προβληματοποιήθηκε μέσω μιας κάποιας θεσμι­ κής πρακτικής και ενός μηχανισμού γνώσης. Όμοια, στο Surveiller et Punir επρόκειτο για την ανάλυση των αλλαγών στην προβληματοποίηση των σχέσεων ανάμεσα στο αδίκημα και την τιμω­ ρία, μέσω των ποινικών πρακτικών και των σω­ φρονιστικών θεσμών, στο τέλος του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα. Τώρα πώς προβληματοποιείται η σεξουαλική δραστηριότητα; Προβλη­ ματοποίηση δεν πάει να πει αναπαράσταση ενός προϋπάρχοντος αντικειμένου, ούτε δημιουργία με το λόγο ενός αντικειμένου που δεν υπάρχει. Είναι το σύνολο των πρακτικών που σχετίζονται ή όχι με το λόγο το οποίο εισάγει κάτι στο παι­ χνίδι του αληθούς και του λάθους συγκροτώντας το ως αντικείμενο για τη σκέψη (είτε αυτό γίνε­ ται με τη μορφή του ηθικού στοχασμού, της επι­ στημονικής γνώσης, της πολιτικής ανάλυσης κλπ.) To Usage des Plaisirs και το Le Souci de Soi αναμφίβολα προκύπτουν από την ίδια προβληματική. Κι ωστόσο φαίνονται πολύ διαφορετικά από τα προγενέστερα έργα.

πολύ διαφορετική απ’ αυτήν που είχε στα προγενέστερα έργα: παίρνει την επίπονη μορφή της υποδούλωσης, της αντίκειμενοποίησης (objectivation). Η ΕΝΝΟΙΑ που χρησιμεύει ως κοινή βάση στις μελέτες που διεξήγαγα από την Ιστορία της τρέ­ λας και δώθε είναι η προβληματοποίηση (problimatisation). Με μόνη διαφορά ότι τότε δεν είχα ακόμη απομονώσει ικανοποιητικά αυτή την έν­ νοια. Αλλά προχωρούμε πάντα προς το ουσιώ­ δες πισωπατώντας· τα πιο γενικά πράγματα εί­ ναι εκείνα που εμφανίζονται τελευταία. Τέτοιο είναι το τίμημα, τέτοια η ανταμοιβή κάθε δου­

ΠΡΑΓΜΑΤΙ «αντέστρεψα» την τακτική μου. Σχετικά με την τρέλα, ξεκίνησα από το «πρόβλη­ μα» που αυτή μπορούσε να συνιστά μέσα σε ένα ορισμένο κοινωνικό, πολιτικό και επιστημολογι­ κό πλαίσιο: το πρόβλημα που η τρέλα έθετε στους άλλους. Τώρα ξεκινώ από το πρόβλημα που η σεξουαλική διαγωγή μπορούσε να θέτει στα ίδια τα άτομα (ή τουλάχιστον στους άνδρες κατά την Αρχαιότητα). Συνοπτικά, στη μια πε­ ρίπτωση το θέμα ήταν να μάθουμε πώς «εξού­ σιαζαν» τους τρελούς· στην άλλη, πώς «εξουσιά­ ζει» κανείς τον ίδιο τον εαυτό του. Αλλά, θα προσθέσω παρευθύς ότι, στην περίπτωση της


26/αφιερωμα τρέλας, προσπάθησα, ξεκινώντας από κει, να φθάσω στη συγκρότηση της εμπειρίας του ατό­ μου ως τρελού, μέσα στα πλαίσια της διανοητι­ κής ασθένειας, της ψυχιατρικής πρακτικής και του θεσμού των ασύλων. Στα τωρινά μου βιβλία θά ’θελα να δείξω πώς ο εξουσιασμός του εαυ­ τού μας εντάσσεται σε μια πρακτική εξουσιασμού των άλλων. Συνοπτικά, πρόκειται για δυο αντίστροφες προσβάσεις στην ίδια ερώτηση: πώς σχηματίζεται μια «εμπειρία», πώς συνδέονται η σχέση με τον εαυτό μας και η σχέση με τους άλ­ λους. Μου φαίνεται πως ο αναγνώστης θα ξενι­ στεί διπλά. Καταρχήν σε σχέση με σας τον ίδιο, σε σχέση με ό,τι περιμένει από σας... ΤΕΛΕΙΑ. Αποδέχομαι πλήρως αυτή τη διαφο­ ρά. Αυτά έχει το παιχνίδι. Κι έπειτα, θα ξενιστεί απ’ αφορμή τη σε­ ξουαλικότητα, τις σχέσεις ανάμεσα σ’ αυ­ τό που εσείς περιγράφετε και την αντίλη­ ψη που εμείς έχουμε για τη σεξουαλικότη­ τα. ΠΑΡ’ ΟΛΑ αυτά δεν πρέπει να υπερβάλλουμε για το ότι θα ξενιστεί κανείς. Είναι αλήθεια ότι υπάρχει μια ορισμένη παραδοχή σε ό,τι αφορά

την Αρχαιότητα και την αρχαία ηθική. Την αναπαριστούν συχνά ως «ανεκτική», φιλελεύθερη και χαμογελαστή. Αλλά, πολλοί ωστόσο γνωρί­ ζουν, πως στην Αρχαιότητα υπήρξε μια ηθική αυστηρή και άτεγκτη. Οι Στωικοί ήσαν υπέρ του γάμου και της συζυγικής πίστης, αυτό είναι γνω­ στό. Δίνοντας έμφαση σ’ αυτή την αυστηρότητα της φιλοσοφικής ηθικής, δε λέω τίποτε το παρά­ ξενο. Έλεγα ότι θα ξενιστεί κανείς σε σχέση με τα θέματα που μας είναι οικεία στην ανά­ λυση της σεξουαλικότητας: τα θέματα του νόμου και του απαγορευμένου.

ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ για κάτι το παράδοξο που με εξέπληξε και μένα τον ίδιο, παρότι το είχα ήδη υποψιαστεί λιγάκι στο La Volonti de Savoir, όταν έκανα την υπόθεση ότι δεν αρκούσαν οι μη­ χανισμοί καταπίεσης για να αναλυθεί η συγκρό­ τηση της γνώσης γύρω απ’ τη σεξουαλικότητα. Αυτό που με εντυπώσιασε στην περίπτωση της Αρχαιότητας είναι ότι τα ζητήματα όπου ο στο­ χασμός για τη σεξουαλική ηδονή είναι πιο ενεργός δεν είναι καθόλου ζητήματα που αντι­ στοιχούν στις παραδοσιακά αποδεκτές μορφές του απαγορευμένου. Αντίθετα, οι θεωρητικοί της ηθικής στην Αρχαιότητα αναρωτήθηκαν με περισσότερη ένταση και διατύπωσαν τις ακριβέ­ στερες θεωρίες πάνω στα ζητήματα όπου υπήρχε μεγαλύτερη σεξουαλική ελευθερία. Το πιο απλό παράδειγμα: το στάτους των έγγαμων γυναικών απαγόρευε κάθε σεξουαλική σχέση εκτός του γά­ μου· όμως, δε βρίσκουμε κανένα φιλοσοφικό στοχασμό καμιά θεωρητική ανησυχία γι’ αυτό το μονοπώλιο. Απεναντίας, ο έρωτας με τα αγόρια ήταν ελεύθερος (μέσα σε κάποια όρια), όσον αφορά όμως αυτό το θέμα, επεξεργάστηκαν ολό­ κληρη άποψη για την αυτοσυγκράτηση, την απο­ χή και για δεσμούς μη σεξουαλικούς. Δεν είναι λοιπόν το απαγορευμένο που επιτρέπει να κατα­ γράψουμε τις μορφές της προβληματοποίησης. Φαίνεται ότι πηγαίνετε πιο μακριά, ότι φέρνετε σε αντίθεση τις κατηγορίες του νόμου, του απαγορευμένου, με τις κατηγο­ ρίες της «τέχνης του ζην», της «τεχνικής δι’ εαυτόν» (technique de soi*) της «επιμέ­ λειας ενός ύφους ζωής». ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΩΝΤΑΣ μεθόδους και σχήματα σκέψης τρέχοντα θα μπορούσα να πω ότι μερικές απαγορεύσεις ετίθεντο πράγματι σαν τέτοιες κι ότι άλλες απαγορεύσεις, περισσότερο διάχυτες, εκφράζονταν με τη μορφή της ηθικής. Μου φαί­ νεται ότι άρμοζε περισσότερο στους τομείς που διαπραγματευόμουν και στα ντοκουμέντα που διέθετα, να σκεφτώ αυτήν την ηθική με τη μορφή που οι σύγχρονοί της την είχαν στοχαστεί, τη μορφή δηλαδή μιας τέχνης για την ύπαρξη, ή κα­ λύτερα, μιας τεχνικής της ζωής. Το ζήτημα ήταν να γίνει γνωστό πώς εξουσιάζει κανείς την ίδια του τη ζωή για να της δώσει την πιο ωραία δυ­ νατή μορφή (την πιο ωραία στα ματια των άλ­ λων, στα δικά του μάτια αλλά και στα μάτια των γενεών για τις οποίες θα μπορούσε να προβληθεί ως παράδειγμα). Να τι δοκίμασα να ανασυντά­ ξω: το σχηματισμό και την ανάπτυξη μιας πρα­ κτικής δι’ εαυτόν (pratique de soi) που στοχεύει στο να καταστήσει το ίδιο το άτομο εργάτη της ομορφιάς της δικής του ζωής. Οι κατηγορίες της «τέχνης του ζην» και


αφιερωμα/27

της «πρακτικής δι’ εαυτόν» δεν ισχύουν μοναχά στον τομέα της σεξουαλικής εμπει­ ρίας των Ελλήνων και των Ρωμαίων. ΔΕΝ νομίζω ότι υπάρχει ηθική δίχως έναν ορι­ σμένο αριθμό πρακτικών δι’ εαυτόν. Συμβαίνει οι πρακτικές δι’ εαυτόν να συνδέονται με πολυά­ ριθμες κώδικές δομές, συστηματικές και περιορι­ στικές. Συμβαίνει μάλιστα να εξασθενούν, προς όφελος ενός συνόλου κανόνων, που εμφανίζον­ ται έτσι ως το ουσιώδες μιας ηθικής. Αλλά μπο­ ρεί επίσης αυτές να συγκροτήσουν την πιο σπου­ δαία και ενεργή εστία της ηθικής, έτσι που ο στοχασμός να αναπτυχθεί γύρω τους. Οι πρακτι­ κές δι’ εαυτόν παίρνουν έτσι τη μορφή μιας τέ­ χνης δι’ εαυτόν, σχετικά ανεξάρτητης από την ηθική νομοθεσία. Ασφαλώς ο χριστιανισμός ενίσχυσε την αρχή του νόμου και τη δομή του κώδι­ κα μέσα στο στοχασμό της ηθικής, έστω κι αν οι πρακτικές του ασκητισμού διατήρησαν μια πολύ μεγάλη σημασία.

ρειες. Στην Αρχαιότητα, οι άνθρωποι ήσαν πολύ προσεκτικοί στα στοιχεία της διαγωγής και, ταυ­ τόχρονα, ήθελαν κι ο καθένας να τα προσέχει. Αλλά οι τρόποι προσοχής δεν ήσαν οι ίδιοι μ’ αυτούς που γνωρίσαμε στη συνέχεια. Έτσι, η ίδια η σεξουαλική πράξη, η μορφολογία της, ο τρόπος με τον οποίο αναζητά κανείς και αποκτά την ηδονή, το «αντικείμενο» του πόθου, δε φαί­ νεται διόλου να αποτελούσαν ένα πολύ σπου­ δαίο θεωρητικό πρόβλημα στην Αρχαιότητα. Απεναντίας, το αντικείμενο ενασχόλησης ήταν η ένταση της σεξουαλικής δραστηριότητας, ο ρυθ­ μός της, η στιγμή που επιλεγόταν ήταν επίσης ο ενεργητικός ή ο παθητικός ρόλος που έπαιζε κα­ νείς μέσα στη σχέση. Έτσι, θα βρει κανείς χίλιες λεπτομέρειες για τις σεξουαλικές πράξεις και την επιλογή σε σχέση με τις εποχές, τις ώρες της ημέρας, τη στιγμή της ανάπαυλας και τη στιγμή της δράσης ή ακόμη για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να φέρεται ένα αγόρι για να έχει καλή φήμη· αλλά δε θα βρει κανένα από εκείνους τους καταλόγους επιτρεπόμενων και απαγορευμένων πράξεων που θα γίνουν τόσο σημαντικοί για τη χριστιανική ποιμενική. Οι διάφορες πρακτικές που περιγράφετε, σε σχέση με το σώμα, τη γυναίκα, τα αγό­

Η σύγχρονη εμπειρία της σεξουαλικότητας αρχίζει, λοιπόν, με το χριστιανισμό. Ο ΑΡΧΑΙΟΣ χριστιανισμός επέφερε αρκετές ση­ μαντικές μεταβολές στον αρχαίο ασκητισμό: ενέτεινε τις μορφές του νόμου, αλλά επίσης έστρεψε τις πρακτικές δι’ εαυτόν προς την κατεύθυνση της ερμηνευτικής δι’ εαυτόν και της αποκωδικο­ ποίησης του εαυτού μας ως αντικειμένου της επιθυμίας. Η συνάρθρωση νόμου και επιθυμίας είναι αρκετά χαρακτηριστική για το χριστιανι­ σμό. Οι περιγραφές των κανονιστικών συστη­ μάτων στο Surveiller et Punir μας είχαν συ­ νηθίσει στις πιο λεπτομερειακές προδια­ γραφές. Από την άποψη αυτή είναι παρά­ δοξο ότι οι προδιαγραφές της σεξουαλι­ κής ηθικής στην αρχαιότητα δεν έχουν τί­ ποτε να τους ζηλέψουν. ΠΡΕΠΕΙ να μπούμε για τα καλά στις λεπτομέ­

ρια, μοιάζουν να έχουν αποτελέσει αντι­ κείμενο στοχασμού αυτές καθεαυτές. Χω­ ρίς να συνδέονται μ’ ένα σύστημα ακριβές, συγκεκριμένο, αυστηρό. Πρόκειται για μια ακόμη διαφορά σε σχέση με τα προη­ γούμενα έργα σας. ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ ένα βιβλίο, έμαθα ότι είχα συ­ νοψίσει στην πρακτική του εγκλεισμού όλη την εμπειρία της τρέλας κατά την κλασική εποχή. Μα η Ιστορία της τρέλας έχει στηριχτεί πάνω στη θέση ότι υπήρξαν δυο τουλάχιστον εμπειρίες της τρέλας, ξέχωρες η μια από την άλλη: η μια ήταν αυτή του εγκλεισμού· η άλλη ήταν μια ιατρική πρακτική και είχε προέλευση πολύ διαφορετική. Το ότι μπορούμε να έχουμε διαφορετικές εμπει­


28/αφιερωμα ρίες (ταυτόχρονες όσο και διαδοχικές) που έχουν μια μοναδική αναφορά, δεν έχει αφεαυτού τίποτε το παράδοξο. Η αρχιτεκτονική των τελευταίων σας βι­ βλίων θυμίζει κάπως τον πίνακα περιεχο­ μένων στα «Ηθικά Νικομάχεια». Εξετάζε­ τε κάθε πρακτική, τη μια μετά την άλλη. Τι αποτελεί τον συνεκτικό ιστό που συν­ δέει τη σχέση με το σώμα, τη σχέση με το σπίτι και την οικογένεια, τη σχέση με το αγόρι; ΕΝΑ ορισμένο στυλ ηθικής, η αυτοκυριαρχία. Η σεξουαλική δραστηριότητα αναπαρίσταται, νο­ είται ως βία και προβληματοποιείται από την άποψη ότι είναι δύσκολο να ελεγχθεί. Η «ύβρις» είναι κάτι το θεμελιώδες. Σ’ αυτή την ηθική πρέ­ πει να εφοδιαστεί κανείς με κανόνες διαγωγής που θα του εξασφαλίσουν την αυτοκυριαρχία του, η οποία μπορεί μάλιστα να οργανωθεί πάνω σε τρεις διαφορετικές αρχές: Ιο) τη σχέση με το σώμα και το πρόβλημα της υγείας. 2ο) Τη σχέση με τις γυναίκες, ακριβέστερα τη σχέση με τη γυ­ ναίκα και τη σχέση με τη σύζυγο, εφόσον οι σύ­ ζυγοι μετέχουν στην ίδια οικογένεια. 3ο) Τη σχέ­ ση με τους εφήβους, αυτά τα τόσο ιδιαίτερα άτο­ μα που προορίζονται να γίνουν μια μέρα ελεύθε­ ροι πολίτες. Η αυτοκυριαρχία θα πάρει στους τρεις αυτούς τομείς τρεις διαφορετικές μορφές· όπως θα φανεί, με τη σάρκα και τη σεξουαλικό­ τητα δεν υπάρχει ένας τομέας που θα τους ενο­ ποιούσε όλους. Ένας από τους μεγάλους μετα­ σχηματισμούς που θα επιφέρει ο χριστιανισμός είναι τούτος δω: η ηθική της σάρκας αποκτά την ίδια σημασία για τους άνδρες και για τις γυναί­ κες. Αντίθετα, στην αρχαία ηθική, η αυτοκυ­ ριαρχία, είναι πρόβλημα μόνο για το άτομο που

οφείλει να είναι κύριος των άλλων και του εαυ­ τού του κι όχι για εκείνους που οφείλουν να υπακούουν τους άλλους. Για το λόγο τούτο η ηθική αυτή αφορά μόνο τους άνδρες και δεν παίρνει την ίδια ακριβώς μορφή σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με το ίδιο σου το σώμα, τις σχέσεις με τις γυναίκες ή τις σχέσεις με τα αγόρια. Με βάση τα έργα αυτά, το ζήτημα της σε­ ξουαλικής απελευθέρωσης μοιάζει να στε­ ρείται νοήματος. ΜΠΟΡΟΥΜΕ να πούμε ότι στην Αρχαιότητα έχουμε να κάνουμε με μια βούληση για κανόνες, για μορφή, με μια αναζήτηση της αυστηρότητας. Πώς δημιουργήθηκε; Μήπως αυτή η βούληση για αυστηρότητα δεν είναι τίποτε άλλο από την έκ­ φραση μιας θεμελιώδους απαγόρευσης; Ή μή­ πως αντίθετα, ήταν μόνο η μήτρα από την οποία προέκυψαν, στη συνέχεια, ορισμένες γενικές μορφές απαγορεύσεων; Προτείνετε λοιπόν μια πλήρη ανατροπή του παραδοσιακού τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζεται το ζήτημα των σχέσεων της σεξουαλικότητας με το απαγορευμένο; ΣΤΗΝ Ελλάδα υπήρχαν βασικές απαγορεύσεις. Η απαγόρευση της αιμομειξίας, για παράδειγμα. Ελάχιστα όμως τραβούσαν την προσοχή των φι­ λοσόφων και των θεωρητικών της ηθικής αν κά­ νουμε τη σύγκριση με την έγνοια τους να διαφυ­ λαχθεί η αυτοκυριαρχία. Όταν ο Ξενοφών εκθέ­ τει τους λόγους για τους οποίους απαγορεύεται η αιμομειξία, εξηγεί ότι αν παντρευόταν κανείς τη μητέρα του η διαφορά ηλικίας θα ήταν τέτοια που τα παιδιά δε θα μπορούσαν να είναι ούτε όμορφα ούτε υγιή.

Ο ερωτισμός σήμερα.

Ωστόσο, ο Σοφοκλής μοιάζει νά ’χει πει κάτι άλλο. ΤΟ ενδιαφέρον είναι ότι αυτή η βαριά και ση­ μαντική απαγόρευση μπορεί να βρίσκεται στο επίκεντρο μιας τραγωδίας. Παρ’ όλα αυτά δε βρίσκεται στο κέντρο του στοχασμού για την ηθική. Γιατί εξετάσατε αυτές τις περιόδους που μερικοί θα τις θεωρήσουν πολύ μακρινές; ΞΕΚΙΝΩ από ένα πρόβλημα υπό τους όρους που τίθενται σήμερα και δοκιμάζω να κάνω τη γε­ νεαλογία του. Γενεαλογία πάει να πει ότι διεξά­ γω την ανάλυση με αφετηρία ένα ερώτημα τωρι­ νό.


αφιερωμα/29 Ποιο είναι λοιπόν, στη συγκεκριμένη πε­ ρίπτωση, το ερώτημα αυτό; ΓΙΑ πολύ καιρό, μερικοί φαντάστηκαν ότι η αυ­ στηρότητα των σεξουαλικών κωδίκων, με τη μορφή που τους γνωρίζαμε, ήταν απαραίτητη για τις λεγάμενες «καπιταλιστικές» κοινωνίες. Όμως, η άρσή των κωδίκων και η εξάρθρωση των απαγορεύσεων έγιναν, αναμφίβολα, πιο εύ­ κολα από ό,τι πιστεύαμε (κάτι που μοιάζει να καταδεικνύει ότι ο λόγος της ύπαρξής τους δεν ήταν αυτός που πιστεύαμε)· το πρόβλημα μιας ηθικής ως μορφής που αρμόζει να δοθεί στη δια­ γωγή και τη ζωή του ατόμου τέθηκε εκ νέου. Τε­ λικά, ξεγελιόμασταν όταν πιστεύαμε ότι όλη η ηθική συνίστατο στις απαγορεύσεις και ότι η άρ­ ση τους θα έλυνε από μόνη της το ζήτημα της ηθικής. Γράψατε αυτά τα βιβλία για τα κινήματα απελευθέρωσης; ΟΧΙ για αυτά- αλλά σε συνάρτηση με την παρού­ σα κατάσταση. Αναφορικά με το Surveiller et Punir είπατε ότι ήταν το «πρώτο βιβλίο» σας. Δε θα μπορούσε κανείς να χρησιμοποιήσει την έκφραση με μεγαλύτερη ακόμη συνέπεια με την ευκαιρία της κυκλοφορίας του L ’ Usage des Plaisirs και του Le Souci de Soi; TO γράψιμο ενός βιβλίου καταργεί, κατά κά­ ποιο τρόπο, το προηγούμενο. Τελικά, αντιλαμ­ βάνεται κανείς, ότι αυτό που μόλις έγραψε -π α ­ ρηγοριά συνάμα και απογοήτευση- είναι αρκετά κοντινό σ’ ό,τι ήδη είχε γράψει. Μιλάτε για την «εξάρτησή σας από σας τον ίδιο». Γιατί μια τόσο ιδιάζουσα επιθυ­ μία; ΠΟΙΑ μπορεί να είναι η ηθική ενός διανοουμέ­ νου -διεκδικώ τον όρο αυτό που, στις μέρες μας, μοιάζει να προξενεί τη ναυτία σε μερικούς- αν όχι αυτή: να γίνεται μόνιμα ικανός να εξαρτάται από τον ίδιο του τον εαυτό (κάτι που είναι το αντίθετο μιας στάσης σύγκλισης); Αν είχα θελή­ σει να γίνω αποκλειστικά πανεπιστημιακός, αναμφίβολα, θά ’ταν πιο φρόνιμο να διαλέξω έναν και μοναδικό τομέα για να αναπτύξω τη δράση μου, αποδεχόμενος μια δεδομένη προβλη­ ματική και δοκιμάζοντας, είτε να την εφαρμόσω, είτε να την τροποποιήσω σε ορισμένα σημεία. Έτσι, θα είχα καταφέρει να γράψω βιβλία σαν κι αυτά που είχα σκεφτεί, όταν προγραμμάτιζα μέσα στο «Δίψα για γνώση» έξι τόμους για την

Ιστορία της σεξουαλικότητας· βιβλία για",τα οποία θα ήξερα εκ των προτέρων τι ήθελα να λέν και πού ήθελα να φτάσουν. Το να είσαι συνάμα πανεπιστημιακός και διανοούμενος σημαίνει να δοκιμάζεις να μεταχειριστείς έναν τύπο γνώσης και ανάλυσης που διδάσκεται και γίνεται δεκτός μέσα στο πανεπιστήμιο, με τρόπο που να αλλά­ ζεις όχι μόνο τη σκέψη των άλλων αλλά και τη δίκιά σου. Αυτή η εργασία αλλαγής της ίδιας τους της σκέψης νομίζω πως είναι ο λόγος ύπαρ­ ξης των διανοουμένων. Ο Σαρτρ για παράδειγμα έδινε μάλλον την εικόνα ενός διανοουμένου που πέρασε τη ζωή του για να αναπτύξει μια θεμελιώδη ενστικτώδη γνώση (intuition). Αυτή η θέ­ ληση «να εξαρτάσθε από σας τον ίδιο» μοιάζει να σας κάνει περίπτωση μοναδι­ κή. ΔΕΝ θα μπορούσα να πω ότι σ’ αυτό βρίσκεται κάτι το μοναδικό. Αλλά επιμένω να μην παίρνει η αλλαγή τη μορφή μιας αιφνίδιας επιφοίτησης που μας ανοίγει τα μάτια- ούτε και νά ’ναι διαπεραστή από όλες τις κινήσεις της συγκυρίας· θά ’θελα να είναι μια επεξεργασία του εαυτού μας από τον εαυτό μας, ένας επιμελής μετασχηματι­ σμός, μια μετατροπή αργή και δύσβατη, στηριγ­ μένη σε μια σταθερή φροντίδα για την αλήθεια. Τα προγενέστερα έργα, σας έδωσαν για σας την εικόνα ενός στοχαστή του εγκλει­ σμού, των υποδουλωμένων, των περιορι­ σμένων και πειθαονηαένων όντων. To L ’


30/αφιερωμυ Usage des Plaisirs και το Le Souci de Soi μας δίνουν μια τελείως διαφορετική εικό­ να: την εικόνα των ελεύθερων όντων. Στο σημείο αυτό θα μπορούσαμε να εντοπί­ σουμε μια σημαντική αλλαγή της σκέψης σας. ΘΑ ’ ΠΡΕΠΕ να ξαναγυρίσουμε στο πρόβλημα των σχέσεων της γνώσης και της εξουσίας. Πράγματι, νομίζω πως από το κοινό θεωρούμαι κάποιος που υποστηρίζει ότι η γνώση συγχέεται με την εξουσία- ότι δεν είναι παρά μια λεπτή μά­ σκα που επικαλύπτει τις δομές της κυριαρχίαςκι ότι αυτές οι τελευταίες είναι πάντα καταπίε­ ση, εγκλεισμός κλπ. Πάνω στο πρώτο σημείο θα απαντούσα βάζοντας τα γέλια. Αν είχα πει, μάλ­ λον αν είχα θελήσει να πω, ότι η γνώση ταυτίζε­ ται με την εξουσία θα τό ’λεγα κι έτσι δε θά ’μενε πια τίποτε να πω- αν τις ταύτιζα δε βλέπω για ποιο λόγο θα καταπιανόμουν με τόση εμμονή να δείξω τις διάφορες σχέσεις της μιας με την άλλη. Μα ακριβώς, βάλθηκα να δω πώς μπορούσαν μερικές μορφές εξουσίας που ήσαν του αυτού τύ­ που να προκαλέσουν γνώσεις άκρως διαφορετι­ κές, ως προς το αντικείμενο και ως προς τη δομή τους. Ας πάρουμε το παράδειγμα της νοσοκο­ μειακής δομής: προκάλεσε τον εγκλεισμό ψυχια­ τρικού τύπου- σ’ αυτόν ανταποκρίθηκε ο σχημα­ τισμός μιας ψυχιατρικής γνώσης που η επιστη­ μολογική της δομή μπορεί να μας αφήσει αρκετά σκεπτικούς. Αλλά, σ’ ένα άλλο βιβλίο, το La naissance de la clinique, δοκίμασα να δείξω πώς αναπτύχθηκε, μέσα σ’ αυτήν την ίδια τη νοσοκο­ μειακή δομή, μια γνώση ανατομικο-παθολογική, Σχέδιο νοσοκομείου στη Γαλλία το 1786.

που θεμελίωσε μια ιατρική με τελείως διαφορετι­ κή επιστημονική γονιμότητα. Έχουμε λοιπόν δο­ μές εξουσίας, θεσμικές μορφές, αρκετά γειτονι­ κές -τον ψυχιατρικό εγκλεισμό, την ιατρική νο­ σηλεία- με τις οποίες συνδέονται μορφές γνώσης διαφορετικές, που ανάμεσά τους μπορούμε να καταδείξουμε δεσμούς, σχέσεις συνθηκών και όχι αιτίας και αποτελέσματος, πόσο μάλλον σχέ­ σεις ταυτότητας. Αυτοί που λένε ότι, για μένα, η γνώση είναι η μάσκα της εξουσίας, δε μου φαί­ νονται ικανοί να καταλάβουν. Διόλου δε χρειά­ ζεται να τους απαντήσει κανείς. Κάτι που μόλις κρίνατε, πάντως, χρήσιμο να γίνει. ΚΑΤΙ που πράγματι το βρίσκω σημαντικό να γί­ νει τώρα. Τα δυο τελευταία έργα σας σηματοδοτούν κατά κάποιο τρόπο ένα πέρασμα από την πολιτική στην ηθική. Θα περιμένει κανείς ασφαλώς, με την ευκαιρία αυτή, μιαν απάντηση στην ερώτηση: τι πρέπει να κά­ νουμε, τι πρέπει να θέλουμε; Ο ΡΟΛΟΣ ενός διανοουμένου δεν είναι να πει στους άλλους τι πρέπει να κάνουν. Με ποιο δι­ καίωμα θα τό ’κάνε; Θυμηθείτε όλες τις προφη­ τείες, τις υποσχέσεις, τα κελεύσματα και τα προ­ γράμματα που οι διανοούμενοι μπόρεσαν να διατυπώσουν κατά τους δυο τελευταίους αιώνεςείδαμε τώρα τα αποτελέσματά τους. Η δουλειά ενός διανοουμένου δεν είναι να υποδεικνύει την Σχέδιο φυλακής στη Γαλλία το 1780.


αφιερω μα/3 7

πολιτική βούληση των άλλων· δουλειά του είναι, με τις αναλύσεις που κάνει στον τομέα του, να ξαναερευνά τις βεβαιότητες και τα αξιώματα, να αναταράζει τις συνήθειες, τους τρόπους δράσης και σκέψης, να διαλύει τις αποδεκτές οικειότη­ τες, να ξαναπαίρνει τα μέτρα των κανόνων και των θεσμών και, με αφετηρία αυτή την αναπροβληματοποίηση (όπου ασκεί το ιδιάζον επάγγελμα του διανοουμένου), να συμμετέχει στο σχηματισμό της πολιτικής βούλησης (όπου έχει να παίξει το ρόλο του πολίτη). Τον τελευταίο καιρό καταλογίζουν στους διανοουμένους τη σιωπή τους. ΕΣΤΩ και άκαιρα, δεν πρέπει να μπούμε σ’ αυτή τη διαμάχη που αφετηρία της ήταν ένα ψέμα. Απεναντίας, το γεγονός μάλιστα μιας τέτοιας καμπάνιας δε στερείται ενός ορισμένου ενδιαφέ­ ροντος. Πρέπει να αναρωτηθεί κανείς γιατί οι σοσιαλιστές και η κυβέρνηση την ξεκίνησαν ή την υιοθέτησαν, διακινδυνεύοντας να προβά­ λουν άνάμεσα σ’ αυτούς και σ’ όλη την αριστερή κοινή γνώμη μια διάσταση που δεν τους εξυπη­ ρετούσε. Στην επιφάνεια, και από μερικούς, υπήρχε βέβαια το μασκάρεμα μιας προσταγής σε διαπίστωση: «Σωπαίνετε» που ήθελε3,να πει: «επειδή δε θέλουμε να σας ακούμε, σωπάστε». Αλλά, πιο βαθιά, σ’ αυτή την επίπληξη υπήρχε κάτι σαν αίτημα και σαν παράπονο: «Πέστε μας λοιπόν λιγάκι αυτά που τόσο έχουμε ανάγκη. Σε όλη την περίοδο, όπου με τόση δυσκολία διαχει­

ριζόμασταν την εκλογική μας συμμαχία με τους κομμουνιστές, ούτε λόγος προφανώς δεν γινόταν για την παραμικρή τοποθέτηση που δε θα ήταν σύμφωνη με μια “σοσιαλιστική” ορθοδοξία, αποδεκτή απ’ αυτούς. Υπήρχαν ανάμεσα σ’ αυ­ τούς και σε μας αρκετά θέματα παρεξήγησης για να προσθέσουμε κι άλλα. Οφείλατε λοιπόν σ’ εκείνη την περίοδο να σωπαίνετε και να μας αφήνετε να σας αποκαλούμε, για τις ανάγκες της συμφωνίας μας, “μικρή αριστερά” , “αμερικάνι­ κη” ή “καλιφορνέζικη αριστερά” . Απ’ τη στιγμή, όμως, που βρεθήκαμε στην κυβέρνηση, χρειαζό­ μασταν να μιλάτε. Να μας εφοδιάζετε μ’ ένα λό­ γο που θά ’χε διπλή λειτουργία: θα εκδήλωνε τη στερεότητα της αριστερής κοινής γνώμης γύρω μας (στην καλύτερη περίπτωση θά ’ταν λόγος πίστεως παρότι θα αρκούμασταν σ’ ένα λόγο αυλο­ κολακείας)· κι ακόμη θα χρειαζόταν ο λόγος σας πάνω στην πραγματικότητα -οικονομική και πο­ λιτική- τον οποίο άλλοτε κρατούσαμε με φροντί­ δα παράμερα από τον δικό μας λόγο. Χρειαζό­ μασταν άλλους από μας, να αγορεύσουν για τον κυβερνητικό ορθολογισμό, οι οποίοι δε θα χρη­ σιμοποιούσαν τον ψεύτικο λόγο της συμμαχίας μας, ούτε τον γυμνό λόγο των δεξιών μας αντι­ πάλων, στον οποίο προσφεύγουμε σήμερα. Θέ­ λαμε να σας ξαναμπάσουμε στο παιχνίδι· αλλά εσείς μας παρατήσατε στα άπατα του ποταμού και την αράξατε στην όχθη». Σ’ αυτά οι δια­ νοούμενοι θα μπορούσαν να απαντήσουν: Ό ταν σας πιέζαμε να αλλάξετε λόγο μας κατα­ δικάσατε στο όνομα των πιο μεταχειρισμένων


32/αφιερωμα συνθημάτων σας. Και τώρα που αλλάζετε μέτω­ πο, κάτω από την πίεση μιας πραγματικότητας που δε σταθήκατε ικανοί να αντιληφθείτέ, μας ζητάτε να σας εφοδιάσουμε, όχι με τη σκέψη που θα σας επέτρεπε να την αντιμετωπίσετε, αλλά με το λόγο που θα συγκάλυπτε την αλλαγή σας. Ει­ πώθηκε ήδη ότι το κακό δεν προέρχεται από το γεγονός ότι οι διανοούμενοι έπαψαν να είναι μαρξιστές μόλις οι κομμουνιστές έφθασαν στην εξουσία· το κακό οφείλεται στο γεγονός ότι οι ενδοιασμοί της συμμαχίας σας σας εμπόδισαν να κάνετε μαζί με τους διανοουμένους, την κα­ τάλληλη στιγμή, τη θεωρητική προπαρασκευή που θα σας επέτρεπε να κυβερνήσετε. Να κυβερ­ νήσετε αλλιώτικα, κι όχι με τα γερασμένα συνθή­ ματα και τις άσχημα ξανανιωμένες τεχνικές των άλλων. Υπάρχει μια ενιαία λογική στις διάφορες παρεμβάσεις που κάνατε στην πολιτική, ιδιαίτερα σχετικά με την Πολωνία; Η ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ να τεθούν μερικά ερωτήματα με βάση τους όρους του αληθούς και του λάθους. Όταν ο υπουργός των εξωτερικών υποθέσεων είπε ότι το πραξικόπημα του Γιαρουζέλσκι ήταν μια υπόθεση που δεν αφορούσε παρά την Πολω­ νία, ήταν αλήθεια; Είναι αλήθεια, ότι η Ευρώπη είναι τόσο ασήμαντο πράγμα, που η μοιρασιά της και η κομμουνιστική κυριαρχία που ασκείται ήδη πέρα από μια αυθαίρετη γραμμή, δε μας αφορά; Είναι αλήθεια μήπως ότι η άρνηση των στοιχειωδών συνδικαλιστικών ελευθεριών σε μια σοσιαλιστική χώρα είναι μια υπόθεση χωρίς ση­ μασία για μια χώρα που κυβερνάται από τους σοσιαλιστές και τους κομμουνιστές; Αν είναι

αλήθεια ότι η παρουσία των κομμουνιστών στην κυβέρνηση είναι χωρίς επίδραση πάνω στις μείζονες αποφάσεις της εξωτερικής πολιτικής, τι να σκεφθεί κανείς γι’ αυτήν την κυβέρνηση και για τη συμμαχία στην οποία στηρίζεται; Βέβαια, τα ερωτήματα αυτά δεν ορίζουν μια πολιτική. Είναι όμως ερωτήματα στα οποία, αυτοί που ορίζουν την πολιτική, θα όφειλαν να απαντήσουν. Ο ρόλος που αναγνωρίζετε στον εαυτό σας, στον τομέα της πολιτικής, θα ανταποκρινόταν στην αρχή του «ελεύθερου λό­ γου» που έγινε θέμα των μαθημάτων σας, αυτά τα δυο τελευταία χρόνια; ΤΙΠΟΤΕ δεν είναι πιο ανερμάτιστο από ένα πο­ λιτικό καθεστώς που αδιαφορεί για την αλήθεια· τίποτε άλλο δεν είναι πιο επικίνδυνο από ένα πολιτικό σύστημα που σκοπεύει να προδιαγρά­ φει την αλήθεια. Η λειτουργία του «αληθώς λέγειν» δεν πρέπει να πάρει τη μορφή του νόμου, όπως άλλωστε θα ήταν εξίσου μάταιο να πιστέ­ ψουμε ότι η λειτουργία αυτή βρίσκεται αυτοδί­ καια στα αυθόρμητα παιχνίδια της επικοινω­ νίας. Η προσπάθεια για το αληθώς λέγειν προϋ­ ποθέτει μια δουλειά αέναη: ο σεβασμός της πολυπλοκότητάς της είναι μια υποχρέωση από την οποία καμιά εξουσία δεν μπορεί να απαλλαγεί. Εκτός και επιβάλλει τη σιωπή της υποταγής.

■* * Απόδοση στα ελληνικά κατά την ενγενή υπόδειξη τον κ. Γ. Βέλτσον.

Copyright: Magazine Litteraire Μετάφραση: Δ . Σερεμέτης.


αψιερωμα/33

Γκυ Λαρντρό

Μ ια πολιτική μορφή Η στιγμή δεν είναι ακατάλληλη να ανα­ ρωτηθούμε αν υπάρχει μια πολιτική τον Φουκώ. Γιατί ήταν σε θέση, αυτός μό­ νος τον, να γίνεται ο λόγος ή η σιωπή των διανοουμένων. ΠΟΙΑ και νά ’ναι η αιτία, ό,τι κι αν τούτο δείχνει για τον τρόπο με τον οποίο δένον­ ται ο λόγος και η δημοκρατία, η γνώση και οι ελευθερίες, είτε πρόκειται για αδυναμία είτε για μεγαλείο -ή ίσως ακόμη και τα δυο μαζί- είναι γεγονός πως η Γαλλία, και σε αντίθεση, για πα­ ράδειγμα, με τις αγγλοσαξονικές χώρες, καλεί τους διανοουμένους της να τοποθετούνται πάνω στην πολιτική. Κατά κάποιο τρόπο, θεωρούνται αρμόδιοι να λένε τα μεγάλα λόγια, χάρη στα οποία η πολιτική ζωή δε θα υποβαθμίζεται σε διεκπεραίωση αγγαρειών. Αρμόδιοι να συνοδεύ­ ουν την πολιτική μ’ ένα μόνιμο σχολιασμό που θα μαρτυρά ότι οι άνθρωποι δεν οργανώνονται σε ομάδες στη βάση μόνο των αναγκών, αλλά ακόμη, όπως έλεγε κι ο Αριστοτέλης, χάρη στο ευ ζην. Να δείχνουν στους ανθρώπους ότι η πολιτική κρατάει τα κλειδιά της ευτυχίας ή της δυστυχίας τους, κι ότι είναι συνεπώς άμεση υπόθεσή τους, να ποιο είναι το καθήκον που οι διανοούμενοι βλέπουν να τους εμπιστεύονται - και σε σχέση μ’ αυτό, καμιά σημασία δεν έχει αν ο λόγος τους θα είναι εγκώμιο ή επίπληξη. Αρκεί να μη σωπαί­ νουν. Ακόμη και με τον κίνδυνο να μη τους ακούν όταν πράγματι μιλούν, και μάλιστα να τους κοροϊδεύουν, όπως παρατηρούσε κάποτε ο Φουκώ σ’ έναν υπουργό που ισχυριζόταν ότι τον είχε διαβάσει. Κι ακόμη, μικρή σημασία έχει αν ο λόγος των διανοουμένων δεν είναι για την πο­ λιτική τίποτε περισσότερο από τον θόρυβο του μύλου που τον επισημαίνουμε μόλις σταματήσει. Ο λόγος τούτος είναι ουσιαστικός για τη Γαλλία: Παρότι ελάχιστα ακούγεται, σε κάτι τέτοια

Ο

ακούσματα η Γαλλία, όπως κάθε άτομο, βρίσκει την ταυτότητά της. Μ’ αυτή την έννοια, η μορφή του Φουκώ -δε λέω, βέβαια, η φιλοσοφία του αλλά αυτό που τ’ όνομά του σήμερα σημαίνει, αυτό που, όπως και νά ’χουν τα πράγματα, αντιπροσωπεύει πέρα από αυτούς που τον διαβάζουν, με δυο λόγια, η θέση όπου η κοινή γνώμη τον τοποθετεί- εντάσ­ σεται σίγουρα σ’ αυτή τη γαλλική παράδοση του διανοουμένου που λειτουργεί σαν το υπερεγώ του Έθνους: μία παράδοση που ξεκινά από τον Βολταίρο, τον εφευρέτη ακριβώς της κοινής γνώμης και η οποία βρήκε, όπως είναι γνωστό, την κλασική της έκφραση στο Affaire, όπου οι ρόλοι μοιράστηκαν μια για πάντα και κανονί­ στηκαν και οι μικρότερες σκηνικές υποδείξεις. Σε αντίθεση με τον Σαρτρ, που στην ουσία πάν­ τα ταυτίστηκε μ’ ό,τι ο ρόλος απαιτούσε απ’ αυ­ τόν, ο Φουκώ ποτέ δε δέχτηκε αυτό το προσω­ πείο. Κι ωστόσο, καμιά σημασία δεν έχει το γε­ γονός ότι πάντοτε απέφυγε τις υποχρεώσεις που το συνθέτουν. Και για τον Φουκώ θα συγκρατήσει κανείς ό,τι παραγεμίζει έναν τέτοιο ρόλο: τις παρεμβάσεις για την υγεία, για τις φυλακές, ό,τι μπορεί να δημιουργήσει θόρυβο και να τραβήξει τους προβολείς της δημοσιότητας, μια αγωνιστι­ κή πράξη, μια επιμέρους δήλωση. Αντίθετα, θα λογαριαστούν για ασήμαντα, ως ιδιαιτερότητες μιας παράξενης ιδιοσυγκρασίας, η επιφύλαξή


34/αφιερωμα του για κάθε του πράξη, για τα καθήκοντα και τους διαρκείς δεσμούς, ο καρτεσιανός δισταγμός του μπροστά στις ευχές της ιδιάζουσας αυτής ηλιθιότητας που αντλεί υπερηφάνεια από την πί­ στη και με τις οποίες «κουτσουρεύει κανείς κά­ πως την ελευθερία του», με δυο λόγια, το απο­ τράβηγμά του από όλα εκείνα που αρθρώνουν μια πρακτική ως πολιτική. Και για όλα αυτά αρ­ κεί να μιλά. Γιατί αν σωπαίνει, κάτι τι ραΐζει στη γαλλική ταυτότητα. Ένα ρήγμα ανοίγεται, με την απλή υποψία ότι οι διανοούμενοι θα μπο­ ρούσαν στο εξής να συγκεντρώσουν το ενδιαφέ­ ρον τους αλλού, πέρα από τη διαφύλαξη της πε­ ριουσίας του έθνους, πέρα από τη διαφύλαξη του φανταστικού μουσείου των πολιτικών μέ­ τρων και σταθμών μ’ όλες τις μεγάλες λέξειςπρότυπα με τις οποίες μετριέται και νομιμοποι­ είται κάθε πολιτική. Ο σταμάτημα λοιπόν του μύλου κάνει ένα θόρυβο που όλοι τον ακούν. Φάνηκε και μ’ αυτή την περίφημη συζήτηση για «τη σιωπή των διανοουμένων» ότι στην ουσία το θέμα ήταν η σιωπή του Φουκώ. Γιατί ο Φουκώ είναι σήμερα σε θέση αυτός μόνος του να γίνεται ο λόγος ή η σιωπή των διανοουμένων. Ίσως λοιπόν η στιγμή να μην έχει άσχημα επιλεγεί για να αναρωτηθού­ με αν υπάρχει μια πολιτική του Φουκώ. Η ερώ­ τηση μπορεί να νοηθεί με περισσότερες έννοιες τουλάχιστον με τρεις. Μπορεί να αφορά τη θεω­ ρία καθαυτή. Να αναζητά αν συγκροτείται μια «θεωρία της εξουσίας» μέσα από τη σειρά των βιβλίων του, που κάτω από τις επιστημολογικές μήτρες (οι οποίες ρυθμίζουν το παιχνίδι του Ίδιου και του άλλου και των οποίων μια επιστή­ μη πραγματοποιεί το διαμοιρασμό και την ομα­ δοποίηση που θα την ορίσουν) φωτίζουν και αναδεικνύουν όλο και περισσότερο τις νομικοπολιτικές μήτρες της γνώσης, τους δεσμούς των εξωτερικών όψεων της γνώσης και των τεχνικών της εξουσίας, τις αρθρώσεις «περισσότερη εξου­ σία» και «περισσότερη γνώση», τα μέσα της κοι­ νής τους απόσπασης και τη διαδοχή μέσα από την οποία η μια έλκει την άλλη. Μπορεί ακόμη να ερευνήσει τις πράξεις του «ενταγμένου» Φου­ κώ και να αναζητήσει αν συνιστούν αυτό που κοινότυπα αποκαλούμε «μια πολιτική», δηλαδή το επαρκές, δικαιολογημένο σύνολο θέσεων όπου-διατυπώνει κανείς ό,τι θά ’πρεπε να κά­ νουμε για να γίνει δυνατό το ευ ζην. Μπορεί τέ­ λος να υποθέσει μια άμεση ή έμμεση πολιτική φι­ λοσοφία του Φουκώ όπου θα συγκεντρωνόταν ο στοχασμός για τους έσχατους σκοπούς τού ευ ζην. Μου φαίνεται ότι υπάρχει μια λαϊκή εικόνα για τον Φουκώ, σύμφωνα με την οποία, η πολιτι­ κή του υπό τη δεύτερη έννοια, (της οποίας η ύπαρξη δε θα μπορούσε να αμφισβητηθεί),

Τ

απορρέει από την πολιτική του υπό την πρώτη έννοια, ενώ και οι δυο μαζί απαιτούν τη βουβή παρουσία (γιατί θα πρέπει να συμφωνήσουμε ότι τίποτε σχετικό δεν έχει γράψει) μιας πολιτικής υπό την τρίτη έννοια, ως απούσα αιτία. Μια ει­ κόνα που τον θεωρεί, ας το πούμε χοντρά, ως το φιλόσοφο αυτών που κάποια στιγμή μπόρεσαν να αναγνωριστούν κάτω από τις σημαίες του «αριστερισμού». Δε νομίζω να υπάρχει στον Φου­ κώ μια θεωρία της εξουσίας αλλά μια θεωρία των εξουσιών, ασυμβίβαστη με την πρώτη. Δεν πιστεύω καθόλου ότι από τη θεωρία αυτή συνά­ γεται αναγκαστικά μια αγωνιστική πρακτική· στην καλύτερη περίπτωση μπορούμε να πούμε ότι η θεωρία εξουσιοδοτεί μια πρακτική, με ό,τι το συμπτωματικό τούτο συνεπάγεται. Τέλος, εί­ μαι πεπεισμένος ότι η πρώτη νομιμοποιεί τη δεύ­ τερη μόνο στο βαθμό που κι οι δυο μαζί απο­ κλείουν κάθε σχέδιο πολιτικής φιλοσοφίας. Αλλά η λαϊκή εικόνα όσο λανθασμένη κι αν εί­ ναι, έχει και δύναμη και ομορφιά - άλλωστε ποιος από μας θά ’λεγε ότι έχει τελείως απαλλα­ γεί από το παλιό όνειρο που η εικόνα αυτή ζων­ τανεύει; Και γι’ αυτό καλό είναι να διαλύσουμε τη γοητεία της. Αιτία του λάθους, σε τελευταία ανάλυση, είναι μια παρερμηνεία του τι είναι η γενεαλογία η οποία, από κριτική «οριστική» σύμφωνα με τη λέξη του Νίτσε, γίνεται κριτική τελική, με τη διπλή σημασία της λέξης. Είναι σαν να φαντάζεται κανείς ότι ο επιστήμονας της γε­ νεαλογίας είναι ενάντιος σ’ αυτό από το οποίο πηγάζει η origo pudenda κι ακόμη ότι, αντίστρο­ φα, είναι υπέρ αυτών που κομματιάστηκαν, που απωθήθηκαν, που καταβροχθίστηκαν από την αναδυόμενη νέα τάξη πραγμάτων. Η ευλαβική αυτή γενεαλογία συνέχεται από τον παλιό θρη­ σκευτικό αντικατοπτρισμό: εν αρχή ην το τέλος. Αυτή εδώ η κοινωνία είναι η «παλιά κοινω­ νία», η κοινωνία των λύκων, των σκύλων και των γουρουνιών· η κοινωνία των δημίων και των βασανιστών. Και η παλιά κοινωνία είναι η και­ νούρια: πριν συνδιαλέγονταν με τους τρελούς, δεν τους μάντρωναν· δεν τους επέβλεπαν· «πριν» έρρεαν ελεύθερα οι αστείρευτοι ποταμοί του λό­ γου και της απόλαυσης. ΓΓ αυτή τη νέα παλιά ελευθερία κάτι μικροϋπόλοιπα ωστόσο μαρτυ­ ρούν ποιος φέρνει μέσα του τις απαρχές του αυ­ ριανού ανθρώπου (στα «περιθώρια» της κοινω­ νίας, σ’ αυτές τις σκοτεινές πτυχές όπου επιζεί το φως, όπου πλανιόνται παράξενες μορφές εξεγερμένων, σημαδεμένες από μια ανείπωτη οδύ­ νη, μάρτυρες της μεγάλης χαράς: ο Πιέρ Ριβιέρ, «ο πατροκτόνος με τα ρούσα μάτια», η αγγελική Ερκυλίν Μπαρμπέν). Ένα ακόμη θρησκευτικό θέμα έρχεται να προστεθεί εδώ: πάντα ο ίδιος ρόλος για κείνον που ως απόκληρος (του πλού­ του, της απόλαυσης, της ανθρωπότητας, της λο­ γικής...) παίρνει πάνω του τη σωτηρία. Η ίδια


αφιερω μα/35 πάντα μεσσιανική μορφή, με τα αντιφατικά προ­ σόντα, η μορφή του «Υποφέροντος Δούλου». Μιας και φθάρηκε από μια ιστορία υπερβολικά βαριά ο προλετάριος, έπρεπε να ανατρέξουμε και πάλι στη μεγάλη σειρά των απόκληρων, καλώντας καθένα με τη σειρά να πάρει το χρίσμα, επιφορτίζοντάς τον να ενσαρκώσει «το μέλλον του ανθρώπου». ΛΛΑ ο Φουκώ μας δείχνει ακριβώς το αν­ τίθετο: ότι πριν από ένα σύστημα αποκλει­ σμού υπάρχουν άλλα σύνορα, άλλες μοιρασιές. Δεν υπάρχει ένα σώμα «πριν» από την πολιτική τεχνική που το μεταχειρίζεται· ούτε ο χρόνος του πλήρους λόγου- ούτε μια στιγμή ελεύθερης δρά­ σης για τη γνώση, έξω από την εξουσία που την εκκρίνει και που η γνώση με τη σειρά της εξου­ σιοδοτεί. Κι αν στον Φουκώ υπάρχει χωρίς αμ­ φιβολία κάτι σαν έλξη για τις παράξενες μορφές που ανέφερα, σίγουρα δεν οφείλεται σ’ αυτό που οι μορφές αυτές θα εξύφαιναν γύρω από μια νέα συνέχεια, μια νέα παγκόσμια ιστορία, μια νέα σωτηρία. Αντίθετα, οφείλεται στα στοιχεία ρή­ ξης που εισάγουν, σε μια διάσταση ανεπανάλη­ πτου κι απροσμέτρητου που επιβάλλουν στην ιστορία. Οφείλεται στο ότι αυτό καθαυτό το γε­ γονός, πως στο εξής παίρνονται αυτές οι μορφές υπόψη, εμποδίζει την ιστορία να ολοκληρωθεί. Ωστόσο ήδη από τον πρόλογο στο Naissance de la Clinique, ο Φουκώ καλούσε σε επιφυλακή ενάντια σε κάθε παρερμηνεία του εγχειρήματος του: «μια για πάντα, το βιβλίο αυτό δεν γράφτη­ κε υπέρ μιας ιατρικής και ενάντια μιας άλλης, ή ενάντια στην ιατρική και σε κάθε ιατρική. Εδώ όπως κι αλλού, πρόκειται για μια μελέτη που δο­ κιμάζει να απελευθερώσει, μέσα από το βάρος του λόγου, τις συνθήκες της ιστορίας του.» Ναι, πάντα η ίδια ερώτηση: τι έκανε δυνατά το άσυλο, τη φυλακή, τη σεξουαλικότητα, όλο αυτό το βουερό πλέγμα του λόγου όπου έχουμε πιαστεί, που μας κάνει αυτό που είμαστε, από τη στιγμή που τα συλλαμβάνουμε όχι πια σαν απλά ιμάτια της εξουσίας, ούτε ακόμη σαν απλά όργα­ να, αλλά σαν μηχανές που μετασχηματίζουν τις γνώσεις σε εξουσίες και τις εξουσίες σε γνώσεις. Έ να ζήτημα καθαρά κριτικό, ευχαρίστως θά ’λεγα μάλιστα υπερβατικό, ήταν ότι ο Φουκώ υποχρεώθηκε μια εποχή να χρησιμοποιήσει τον όρο αυτό ακριβώς σαν μοχλό ενάντια στον πα­ λαιό ανθρωπισμό που επέμενε να συνδέσει την ιδρυτική υποκειμενικότητα και τη θεμελιακή ενότητα της Ιστορίας. Έτσι, το να δείξεις ότι η ιατρική των επιδη­ μιών αναγκαστικά συνοδεύτηκε από μια αστυνο­ μία και ότι ο χώρος όπου γεννιέται η σύγχρονη ιατρική προκύπτει από τη σύγκλιση των απαιτή­ σεων της πολιτικής και της ιατρικής τεχνικής· το να δείξεις ότι ο Πινέλ έλυσε τα υλικά δεσμά εφό-

Α

Ο Φουκώ με τη Σιμόν Σινιορέ και τον Κλωντ Μωριάκ.

σον μπόρεσε να επιβάλει ηθικά δεσμά· το να επισημάνεις την αιτία εξαφάνισης των βασανιστη­ ρίων, όχι μέσα στην ηθική πρόοδο της ανθρωπό­ τητας αλλά μέσα στην αλλαγή στόχου της ποινι­ κής τιμωρίας, με την εμφάνιση νέων τακτικών της εξουσίας, νέας πολιτικής τεχνολογίας του σώματος· το να υπενθυμίζεις στις ωραίες ψυχές το origo pudenda της διαμαρτυρίας ενάντια στην απανθρωπιά των δημόσιων εκτελέσεων, της κα­ ταδίκης σε διαπόμπευση και διασυρμό (και, ίσως, γιατί όχι αργότερα και της ποινής του θα­ νάτου;) - όλα αυτά δέν βρίσκουν τη σκοπιμότητά τους ούτε στην προδιαγραφή μιας σωστής πο­ λιτικής για την υγεία, την ποινική τιμωρία κλπ., ούτε και την προέλευσή τους στην ηθική αγανά­ κτηση. Σκοπός δεν είναι να μάθουμε αν πριν ήταν καλύτερα, ή αν αυτά δε συνιστούν εντού­ τοις μια πρόοδο - αλλά να καταλάβουμε πώς έγιναν εφικτά. Το να αποφανθείς ότι, για την ακρίβεια, δεν υπάρχει «κοινό δίκαιο», ότι σε τε­ λευταία ανάλυση κάθε αδίκημα είναι πολιτικό, δεν είναι ακριβώς μια πολιτική θέση -πόσο μάλ­ λον μια εκδοχή εκείνης της μωρολογίας ότι «όλα είναι πολιτικά»- αλλά μια θέση γενεαλογική πά­ νω στο σύστημα καταστολής, υπό την έννοια ότι βρίσκει την προέλευσή της στο ζεύγος «στάσηκαταστολή» κι όχι στο παράγωγο ζεύγος «αδίκημα-κολασμός» που το καμουφλάρει. Όποιος διαβάζει με κάποια σοβαρότητα δε θα βρει στον Φουκώ την ελάχιστη πολιτική θέση -αλλά πάντα τη δουλειά του γενεαλόγου, του υπερβατικού ιστορικού, -α ν μου επιτραπεί αυτή τη λέξη.

Σ

ΤΟ έσχατο τέλος όλες οι παρερμηνείες εκ­ φράζουν αυτή την παλιά ψευδαίσθηση, ότι σίγουρα υπάρχει κάποια λύση. Ό τι δεν είναι δυνατό ένας φιλόσοφος να μας δείχνει πάντοτε,


36/αφιερωμα μέσα στις διαφορετικές διατάξεις εξουσίας, μη­ χανές που συντρίβουν, που κομματιάζουν, που εξουθενώνουν, χωρίς να υπάρχει μια λύση χάρη στην οποία να μπορέσουν επιτέλους οι άνθρωποι να βρουν την ευτυχία στο δεσμό, την αρμονία στην κοινότητα. Κι αν δε λέει τίποτε γι’ αυτήν, είναι ασφαλώς γιατί την αποσιωπά, κάτι που καταδείχνει την αξία του - μάταια άλλωστε, για­ τί ο αναγνώστης που μόνο αυτό σκέφτεται θα καταφέρει να τη βρει. Μα ακριβώς, το νέο με τον Φουκώ είναι ότι είναι ένας φιλόσοφος που δεν προτείνει απολύτως καμία λύση, που δε λέει απολύτως τίποτε που να μας υπόσχεται ότι θα ζήσουμε καλύτερα. Αλλά επιτέλους, θα πει κανείς, δεν πήρε στα­ θερά το μέρος εκείνων που σπάνε τις μηχανές που έχει μελετήσει; Πάντοτε δεν υποστήριξε την αντίστασή τους; Η αρχαιολογία, μας λέει επί της ουσίας ο Φουκώ, δεν έχει σκοπό να συλλάβει το σημείο όπου ενοποιείται η αποκλίνουσα' πολλαπλότητα των αποφάνσεων, τον τόπο όπου τόσα θραύσμα­ τα του Ίδιου προς στιγμή διαχωρισμένα επιτέ­ λους ανασυγκολλούνται. Έχει σκοπό να συλλάβει την αρχή της δ,ιασποράς τους και τη διατήρη­ ση αυτής της διασποράς· να παραγάγει το μέγι­ στο των διαφορών. Σίγουρα, τέτοια είναι «η κοπερνική επανάσταση» που πραγματοποίησε ο Φουκώ: να κάνει την ασυνέχεια από εμπόδιο της ιστορικής ανάλυσης το ίδιο της το αντικείμενο, και, πριν από όλα, τη συνθήκη της δυνατότητάς της. Εδώ βρίσκεται νομίζω η πρόθεση που εμψυ­ χώνει όλο το έργο του Φουκώ: το να εισαγάγει παντού τη σμίλη της ασυνέχειας, το να διατηρή­

σει την αρχή της διασποράς. Από την άποψη αυ­ τή, μου φαίνεται σαφές ότι, όταν οι μαοϊκοί (ένας από τους οποίους ήμουν) συμφώνησαν με τον Φουκώ για μια «αντίσταση», από μια πλευ­ ρά, η λέξη τούτη έμεινε διφορούμενη: εμείς ακό­ μη κυνηγούσαμε τη γοητεία του Νοήματος και της ολότητας, αποφαινόμασταν για το τέλος της ιστορίας· γι’ αυτόν, η αντίσταση έπαιρνε τη ση­ μασία της απόρριψης κάθε τελεολογίας. Αν λοι­ πόν δεν το είχαμε αντιληφθεί, δεν ήταν γιατί δεν τον είχαμε διαβάσει αλλά γιατί η επιθυμία στε­ κόταν εμπόδιο. Για την άρση της παρεξήγησης χρειαζόταν η πραγματικότητα. Γιατί ασφαλώς, εκπαραθυρώνοντας το Νόημα από την ιστορία, όπου είχε φτιάξει το τελευταίο του καταφύγιο, δείχνοντας ότι ούτε εκεί είμαστε περισσότε­ ρο κυρίαρχοι από ό,τι είμαστε πάνω στη γλώσσα μας ή στο φύλο μας, εκδιώκοντας από την ιστο­ ρία τη σωτηρία και τους σκοπούς, με δυο λόγια, διασπείροντάς την, ο Φουκώ μας κατάφερε το τελευταίο ναρκισσιστικό πλήγμα. Αν ωστόσο μπορέσαμε να συνέρθουμε από αυ­ τό το πλήγμα -και δε μιλώ μόνο για μένα- το χρωστάμε εν μέρει σ’ αυτόν, που μας έδειξε ότι, με διαλυμένα τα όνειρα με τα οποία ελπίζαμε να οδηγήσουμε τους ανθρώπους στο ευ ζην, μας απέμενε τούτο δω, που αρκεί εδώ στη Γαλλία όπως κι αλλού: η δουλειά και η σιωπή.

Copyright: Magazine Litteraire Μ ετάφραση: Δ . Σερεμέτης


αφιερωμα/37

Ο Φονκώ στη Νέα Υόρχη.

Ρονσέλ, Μαγκρίτ, Φλωμπέρ, Ιούλιος Βερν: Το κριτικό έργο του Φονκώ απλώνεται σ’ ένα ευρύ λογοτεχνικό φάσμα, σ’ ένα είδος φανταστικού Θεάτρου της μνήμης. Όπω ς κι ο Μαλλαρμέ, και για λόγους παρόμοι­ ους, ο Φουκώ δε φαίνεται ν’ αγαπά το δοκιμιακό βιβλίο, βιβλίο που μπορεί να φτιαχτεί χωρίς προκαθορισμένη τάξη. Παρόλες τις επιφυλάξεις του για τις συνέπειες του τυχαίου, ο Μαλλαρμέ δημοσίευσε ωστόσο το Divagations. Κριτικά δο­ κίμια του Μισέλ Φουκώ για τη λογοτεχνία, τη γλώσσα, τη ζωγραφική, μπορεί να διαβάσει κα­ νείς με τον όρο να ξέρει ιταλικά ή αγγλικά, γιατί στη Γαλλία δεν είναι συγκεντρωμένα. Η συγγρα­ φή τους ξεκίνησε ευκαιριακά: τα γέννησε η φι­ λία για το Λουτρό της Άρτεμης του Πιέρ Κλοσόβσκι, η παρακίνηση ενός εκδότη για επανέκδοση του Μπρισέ ή της Grammaire Ginerale et Raisonnee, η δημοσίευση ενός τεύχους της Arc για τον Ιούλιο Βερν, μια διάλεξη στο Βιαρέτζιο μ’ αφορμή μια λαμπρή ανάλυση του Bar des Folies Bergeres. Πάντως δεν πρόκειται για πάρερ­ γα. Αν συγκεντρώνονταν, όπως μπορεί κανείς θερμά να το ευχηθεί, θα μας έδιναν έναν πρωτό­ τυπο, στους καιρούς αυτούς, στοχασμό για το χώρο της λογοτεχνίας. Η μελέτη του Ρουσέλ έγινε αντικείμενο ενός βιβλίου. Προσομοίασε το Ceci n’ est pas une pipe

του Μαγκρίτ με το μηχανισμό των Calligrammes.* Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, όπως και στην περίπτωση του Φλωμπέρ, έχουμε να κάνουμε πάντα μ’ ένα παιχνίδι πάνω σε δυο κείμενα: την αφετηριακή φράση και την ομοηχία της. Ο Πει­ ρασμός τον Αγίου Αντωνίου του Φλωμπέρ είναι ένα βιβλίο που γράφτηκε κατ’ επανάληψη, αφυ­ πνίζοντας κάθε φορά το βιβλίο που ο Φλωμπέρ έκρυβε μέσα του. Ο Πειρασμός δεν είναι μόνο ένα βιβλίο που ο Φλωμπέρ για καιρό ονειρευό­ ταν να γράψει, είναι και το όνειρο των άλλων του βιβλίων: βιβλίων ονειρικών κι ονειρεμένων που επαναλαμβάνονται, κερματίζονται, μετατο­ πίζονται και συνδυάζονται- που το όνειρο τα έσπρωξε μακριά αλλά που αυτός πάλι τα πλη­ σίασε μέσα από τους δρόμους της επιθυμίας. Λέ­ γοντας ότι έχουμε να κάνουμε με «παιχνίδι», δί­ νουμε συνήθως λιγότερο βάρος στην πλευρά της απόλαυσης, υπογραμμίζοντας την περιγραφή ενός μηχανισμού: την αξία του κάθε κομματιού, τις ισοτιμίες εξουσίας, τους νόμους εναλλαγής (που κι ο Φουκώ άλλωστε δεν απωθεί, γιατί τον ενδιαφέρουν τα προβλήματα ταξινόμησης και τάξης. Μήπως δεν είναι αυτό το ζήτημα που


38/αφιερωμα προβάλλει ως επιδίωξη, στην αρχή του Les mots et les choses: «κάτω από ποιες προϋποθέσεις η κλασική σκέψη μπόρεσε να στοχαστεί για τα πράγματα σχέσεις ομοιότητας ή ισοτιμίας οι οποίες στηρίζουν και δικαιολογούν τις λέξεις, τις ταξινομήσεις, τις ανταλλαγές»). Αλλά η λέξη «παιχνίδι» αποκτά -με την έκ­ φραση «παίζεται ένα παιχνίδι»- ένα άλλο νόη­ μα, το νόημα του χώρου. Οι αποσυνθέσεις στις οποίες ο Μπρισέ υποβάλλει τις εκφράσεις για να καταρτίσει μια Grammaire Logique («Les dents la bouchent laids dans la bouche...»***) δεν προϋ­ ποθέτουν την ύπαρξη μιας πρωτόγονης γλώσσας, ούτε κάποιο αληθινό νόημα που θα προσεγγιζό­ ταν με την ετυμολογική ανάλυση. Αναμοχλεύοντας τη γλώσσα αναδείχνουν μέσα της έναν ιδιαί­ τερο χώρο. Το ίδιο συμβαίνει με τον Μπόρχες («το βιβλίο αυτό», λέει ο Φουκώ για το Les Mots et les Choses, «γεννήθηκε μέσα σ’ ένα κείμενο του Μπόρχες»), Αλλά και με τις Menines του Βελάσκουεθ ή με το Bar des Folies Bergeres του Μανέ: τα πράγματα ανταλλάσσουν θέσεις· ο καθρέφτης πίσω από τη σερβιτόρα περιστρέφεται κάτω από το βλέμμα μας· ο Βελάσκουεθ στον πίνακά του κοιτάζει «μια σκηνή για την οποία ο ίδιος είναι μια σκηνή». Σε πλήρη αντίθεση με τη σύγχρονη λογοτεχνική κριτική που γοητεύεται από την έκ­ φραση και την ψευδαίσθηση του μυθιστορηματι­ κού χρόνου, ο Μισέλ Φουκώ έλκεται από το στο­ χασμό του χώρου. Θα μπορούσε κανείς να πει γι’ αυτόν ό,τι ο ίδιος έγραψε για τον Ραϊμόν Ρουσέλ: «δε θέλει να ντουμπλάρει το πραγματικό μ’ έναν άλλο κόσμο αλλά να ανακαλύψει μέσα στις αυ­ θόρμητες αναδιπλώσεις της γλώσσας έναν ανύ­ ποπτο χώρο και να τον επικαλύψει με πράγματα που ποτέ δεν ειπώθηκαν». Αυτή η στάση απέ­ ναντι στο χώρο της λογοτεχνίας επιτρέπει έναν νέο ορισμό του φανταστικού, του οποίου έμβλη­ μα θα ήταν Ο πειρασμός τον Αγιον Αντώνιον: «το φανταστικό δε συγκροτείται μπροστά στο πραγματικό για να το αρνηθεί ή για να το αντι­ σταθμίσει· ξεδιπλώνεται ανάμεσα στα σημεία, από βιβλίο σε βιβλίο, μέσα στα διάκενα των επα­ ναλήψεων και των σχολίων γεννιέται και σχη­ ματίζεται στο ενδιάμεσο των κειμένων». Το φαν­ ταστικό αυτό δεν εξαρτάται πια από τα κίνητρα αλλά από την αντήχηση των στοιχείων, από το παιχνίδι που στήνεται μέσα από τους καθρέφτες. Μέσα στο κριτικό έργο του Μισέλ Φουκώ γί­ νεται συχνή μνεία του χώρο’υ των βιβλιοθηκών όχι του σχολικού χώρου, του χώρου της Εθνικής Βιβλιοθήκης, αλλά εκείνου του κενού χώρου ο οποίος εκτείνεται ως πλατεία κλασικού θεάτρου ανάμεσα σε τοίχους φορτωμένους βιβλία, όπως τον αναπαράστησαν οι ουτοπιστές της Επανά­ στασης. Στην πραγματικότητα, αυτή η βιβλιοθή­ κη είναι τελείως φανταστική και επιβεβαιώνεται μόνο από την πολυμάθεια του Μισέλ Φουκώ και

την ιδιοφυή τέχνη του να παραθέτει αποσπάσμα­ τα. Η βιβλιοθήκη δε σηματοδοτεί απλά το χώρο της λογοτεχνίας. Είναι ένα διανοητικό πράγμα. Κι ο στοχασμός για το χώρο του φανταστικού, που αναπτύσσει η λογοτεχνική κριτική του Μι­ σέλ Φουκώ, θα μπορούσε να παραλληλιστεί με το «θέατρο της μνήμης» που σκόπευε να κτίσει κατά την Αναγέννηση ο Τζούλιο Καμίλο. Ολό­ κληρη η γνώση θα έπαιρνε θέση σ’ ένα κονσέρτο φωνών χωρίς αρχή και χωρίς τέλος. «Στο εξής η γλώσσα θα αναπτυχθεί χωρίς αφετηρία, χωρίς πέρας και χωρίς υποσχέσεις. Αυτή η διαδρομή στον μάταιο και θεμελιώδη ετούτο χώρο είναι εκείνη που γράφει μέρα με τη μέρα το κείμενο της λογοτεχνίας.» (Les Mots et les Choses). Χώ­ ρος και θέατρο, το λογοτεχνικό κείμενο ακούγεται σαν ένα κονσέρτο φωνών: μορφές του λόγου στον Βερν, βιβλία στον Φλωμπέρ, συνδιαλέγον­ ται ή αντιτίθενται. Η απόλαυση της ανάγνωσης είναι σαν την απόλαυση της όπερας, γιατί τα προβλήματα αρμονίας και μελωδίας εξαρτώνται από τη χρονική διάταξη. Η μουσική είναι μια απόλαυση προσανατολισμού μέσα στο χώρο. Η γραφή του Φουκώ είναι σαν παρτιτούρα, σαν το ωραίο και σκοτεινό σχήμα με τους αποστολείς και τους παραλήπτες μέσα στον Πειρασμό, ή το ιδιαίτερα δουλεμένο φινάλε του σχολίου για τον 7ο άγγελο του Μπρισέ. Με τον ίδιο τρόπο που οι εικόνες (καθρέφτες, σκηνή, διάδρομοι...) είναι απεικονίσεις μιας αντανάκλασης (με τον τρόπο του Μονταίνι, ο Μισέλ Φουκώ διατηρεί τη σχέση της έννοιας με την εικόνα), η φροντίδα για τον τόπο και η προσοχή στη σημασία του τρόπου εί­ ναι αδιαχώριστες. Δεν είναι μόνο η σκηνή και η σάλα, η ζωγραφισμένη αναπαράσταση και ο δυ­ νητικός χώρος που ανταλλάσσουν τις ιδιότητές τους, αλλά τα ίδια τα μέλη της φράσης που απαντούν το ένα στο άλλο: «Είναι η ίδια ζωή, δεν είναι η ζωή η ίδια» γράφει για το έργο του Ρουσέλ. Ό πω ς συμβαίνει και με κάθε λογοτε­ χνία. Η γραφή του Φουκώ φτιάχνεται απ’ αυτά τα παραστατικά τεχνάσματα της περιστροφής, όπως μια περιστρεφόμενη σκηνή [η σύνδεση των ήχων (legato) κυριαρχεί πάνω στο ξεχώρισμά τους (staccato) - κι εδώ φαίνεται η επίδραση του Φενελόν]: μια αντιστροφή του νοήματος πετυχαίνεται με μια περιστροφή του βλέμματος. Κάτι τι μετατίθεται, ίσα μόλις, κι αρκεί να θέσει σε κίνηση όλη τη μνήμη του κόσμου. Η κριτική του Φουκώ, για τα έργα τέχνης που μας καλεί να γνωρίσουμε, έχει την ακουστική των χώρων που παράγουν αντίλαλο. * Ποιήματα του Απολιναίρ που οι στίχοι τους συνδυάζονται έτσι που να φτιάχνουν σχήματα. ** «Τα δόντια την στομώνουν, άσχημα μέσα στο στόμα...»

Copyright: Magazine Litteraire

Μετάφραση: Δ. Σερεμέτης.


ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ

επιλογή η ιστορία του αρχαιότερου εκπαιδευτικού μας ιδρύματος Η ΑΝ Ω ΤΑΤΗ ΣΧΟ Λ Η ΚΑΛΩΝ Τ Ε Χ Ν Ω Ν , Χρονικό 1836-1984, της Δήμητρας Τσούχλου και τον Α σ α ντονρ Μπαχαριάν. Έ κδοση τον Κέντρον Γραμμάτων και Τεχνών Ά ποψη, Αθήνα, Α π ρ ίλιος 1984.

301 σελ. κείμενο + αλφαβητικός κατάλογος καθηγητών από την ίόρνση μέχρι το Φεβ. 1984 + αλφα­ βητικός κατάλογος πτνχιούχων + φωτογραφίες.

Ιδιαίτερα σημαντική θα πρέπει να χαρακτηριστεί η έκδοση της με­ λέτης αυτής της ιστορικού Δήμητρας Τσούχλου και του ζωγράφου Ασαντούρ Μπαχαριάν -των ιδρυτών του κέντρου ΑΠΟΨΗ- οι οποίοι σε λιγότερο από δυο μήνες κατόρθωσαν να συλλέξουν και να σχολιάσουν σπάνια και αποκαλυπτικά ντοκουμέντα σχετικά με τη λειτουργία του αρχαιότερου εκπαιδευτικού μας ιδρύματος, της Α.Σ.Κ.Τ. Η από κάθε άποψη αξιέπαινη αυτή εκδοτική προσπά­ θεια, έρχεται να συμπληρώσει τις γενικότερες καλλιτεχνικές δρα­ στηριότητες του Κέντρου που στεγάζεται στο παλιό αρχοντικό του Βρασίδα Τσούχλου, στην οδό Δεινοκράτους, δραστηριότητες που θα στηρίζονται αποκλειστικά -για μια ακόμα φορά- στην ιδιωτική πρωτοβουλία.

θηκαν οι καλοί άγγελοι για τη δη­ μιουργία ενός ανεξάρτητου από το Πολυτεχνείο -της Σχολής Βιομηχα­ νικών Τεχνών- κλάδου των εικα­ στικών τεχνών. Η εισήγηση του Τσέντνερ προς τα Ανάκτορα θα κάλυπτε φυσικά μια καθαρά πρα­ κτική ανάγκη, ύστερα από τη δια­ πίστωση των ελλείψεων, τόσο στο τεχνικό όσο και καλλιτεχνικό έμ­ ψυχο δυναμικό της νέας Ελλάδας, για την ανέγερση αφενός των Ανα­ κτόρων του Όθωνα, αλλά και των αντιπροσωπευτικών δημοσίων κτη­ ρίων της πρωτεύουσας. Έτσι, οι καθαρά πρακτικές κρατικές ανάγκες, εξασφαλίζουν όχι μόνο μια παροδική κάλυψη με εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό αλλά και τη δημιουργία μιας μόνιμης εκπαι­ δευτικής μονάδας και για καλλιτε­ χνικά επαγγέλματα. Σ’ αυτό το ση­ μείο δεν θα ήταν άστοχη η σύγκρι­ ση, όσο και να φαίνεται υπερβολι­ κή, με τις προϋποθέσεις που οδή­ γησαν στη διαμόρφωση της Γαλλι­ κής Ακαδημίας, της Acad0mie Fransaise, που ιδρύθηκε από τον Καρδινάλιο Richelieu ως κρατικό ινστιτούτο παραγωγής καλλιτέχνη-

Το εξαιρετικά όιαφωτιστικό κείμε­ νο χωρίζεται σε τέσσερις χρονολο­ γικές ενότητες, ανάλογα με τις διοικητικές και ιστορικές συνθήκες που είχε να αντιμετωπίσει η Σχολή. Η πρώτη, από το 1836, την εποχή δηλ. του Όθωνα, ώς το 1910, χρό­ νια στα οποία περιλαμβάνεται η ίδρυση του «Σχολείου των Τεχνών» - ένα είδος Πολυτεχνείου κατά το πρότυπο της Lcole des Arts et Me­ tiers “La Martinidre” της Λυών αλ­ λά και του Βασιλικού Σχολείου των Οικοδομικών Τεχνών του Μο­ νάχου - και η μετατροπή τής ώς τό­ τε λειτουργίας του από Κυριακάτι­

κο σε καθημερινό σχολείο. «Την ίδρυσιν του Σχολείου των Τεχνών, έβλεπον οι Αθηναίοι, συμφώνως προς το πνεύμα της εποχής, ως απαρχήν της αναβιώσεως του αρ­ χαίου πολιτισμού εις την Ελλάδα, ως ένα βήμα προς την επαναφοράν των Τεχνών εις τον τόπον αυτόν, όπου άλλοτε εδοξάσθησαν». Η ει­ σήγηση αυτή του «ιδεαλιστή» Βαυαρού στρατιωτικού Φρειδερί­ κου φον Τσέντνερ, αλλά και το πά­ θος της παραγνωρισμένης δωρήτριας της Δούκισσας της Πλακεντίας για την ανάπτυξη της καλλιτε­ χνικής παιδείας στην Ελλάδα, στά-


40/οδηγος

Η οικία Βλαχοντση όπου στεγάστηκε το πρώτο Σχολείο των Τεχνών, όπως είναι σή­ μερα.

μάτων για την Αυλή του Λουδοβί­ κου του 14ου, το 1625. Η μεγαλύτε­ ρη αυτή συνάθροιση χειρωνακτών, καλλιτεχνών και εποπτών σε ένα χώρο, δεν λειτουργούσε βέβαια σαν «σχολείο». Αποτέλεσε όμως το πρότυπο για όλα τα επιστημονικά και καλλιτεχνικά ιδρύματα που χρηματοδοτούνται από το Κράτος, για όλες τις ευρωπαϊκές αυλές. Από το 1648, όταν ιδρύεται η Acad6mie Royale des Peintres et Sculpteurs, τίθεται και για πρώτη φορά το θέμα της επίσημης διδασκαλίας της τέχνης μεσ’ από έναν κρατικό οργανισμό. Η σημερινή ficole des Beaux-Arts είναι η απευθείας από­ γονος αυτής της Ακαδημίας. Νομί­

ζω ότι η σύγκριση μπορεί να απο­ βεί γόνιμη, αν και η εφαρμογή του γαλλικού προτύπου, που ξεπήδησε μεσ’ από ειδικές συνθήκες τον 17ο αιώνα στα καθ’ ημάς στα μέσα του 19ου, ενέχει φυσικά ορισμένες δυ­ σκολίες. Η θεσμοποίηση πάντως της λειτουργίας της τέχνης για την εξυπηρέτηση κρατικών αναγκών έχει πράγματι τις ρίζες της στον 17ο αιώνα, τον αιώνα της απολυ­ ταρχίας. Η αναγνώριση της έλλει­ ψης ενός τέτοιου θεσμού, αποτελεί μέρος του εκσυγχρονισμού του ελ­ ληνικού κράτους υπό την κατοχή των Βαυαρών. Το τεχνικό λοιπόν αυτό σχολείο ιδρύεται με βασιλικό διάταγμα την

31η Δεκεμβρίου του 1836 στην Αθήνα, λειτουργεί δωρεάν και το διδακτικό του προσωπικό αποτε­ λούν Βαυαροί τεχνικοί και «ιχνο•'ράφοι». Ήδη από το 1837 διδά­ σκεται και το μάθημα της Αισθητι­ κής από τον Αλέξανδρο Σούτσο. Ενα από τα σημαντικότερα και λι­ γότερο γνωστά ντοκουμέντα, που παρατίθενται στις σσ. 28-32 του βι­ βλίου, είναι και το βασιλικό διά­ ταγμα «Περί αδείας προς σύστασιν εταιρίας των ωραίων τεχνών και την σύστασιν τεχνοδιδακτικού σχο­ λείου και συλλογών των καλλιτε­ χνημάτων», που εξεδόθη στις 17 Οκτωβρίου 1844. Το Φεβρουάριο του 1845 ορίζεται ως πρώτη Πρόε­ δρος της Εταιρίας η Βασίλισσα Αμαλία. Το διάταγμα αυτό, που όπως και πολλά άλλα ντοκουμέντα του βι­ βλίου αυτού αναπαράγονται με φωτομηχανική ανατύπωση (Facsi­ mile) πράγμα που προσδίδει στον τόμο μια ιδιαίτερη καλλιτεχνική αξία, εντάσσεται στις γενικότερες άνωθεν προσπάθειες του κράτους για τη δημιουργία μιας κρατικής καλλιτεχνικής παιδείας που θα είχε σαν σκοπό την εξυπηρέτηση συγκε­ κριμένων στόχων, όσο και την καλ­ λιέργεια των αναμφισβήτητων «τα­ λέντων» της νέας γενιάς. Έτσι, την πρώτη χρονιά 1844-1845 συγκεν­ τρώνονται 635 μαθητές ηλικίας από επτά (!) ώς σαράντα χρονών. «Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις μαθη­ τών που παραμένουν πολλά χρόνια


οδηγος/41

π λαίσιο Γ

~

Μ ΙΧ Α Λ Η Μ Ε Ρ Α Κ Λ Η : Ε λληνική Λαογραφία. Αθήνα, Οδνοσέας, 1984. Σελ. 167.

Το έμβλημα που κοσμούσε τα διπλώματα του Σχολείου των Τεχνών

στο Σχολείο μαθαίνοντας ανάγνω­ ση, γραφή και με πολλή ευσυνειδη­ σία την τέχνη τους» (σ. 39). Ο Γύζης λ.χ. που μπαίνει στο Σχολείο σε ηλικία 12 ετών το 1854, παραμέ­ νει ώς το 1863. Στην πρώτη αυτή περίοδο του Σχολείου ανάγεται και η εποχή του πρώτου του Διευθυν­ τή, του Ταγματάρχη Γεράσιμου Μεταξά που διορίζει το 1863, με­ ταξύ άλλων, τον Γεώργιο Φυτάλη στη Γλυπτική και τον Βικέντιο Λάντσα στη ζωγραφική, το προο­ πτικό σχέδιο και τη σκιογραφία. Τον επόμενο χρόνο, που αναλαμ­ βάνει ο λοχαγός του Μηχανικού Δημήτρης Σκαλιστήρης, διορίζεται και ο Νικηφ. Λύτρας δεύτερος καθηγητής της ζωγραφικής. Ο Γύζης , είναι ο στόχος της προκήρυξης της τρίτης έδρας της ζωγραφικής το 1875, ο οποίος όμως αρνείται και έτσι η έδρα καταλαμβάνεται από τον Προσαλέντη. Αν σκεφτεί κανείς τα προβλήμα­ τα χώρου στις αίθουσες διδασκα­ λίας του πρώτου κτηρίου, όπου στεγάστηκε προσωρινά το Σχολείο, δηλ. στην κατοικία του Γ. Βλαχούτση (Πειραιώς 35, στο μετέπειτα Ωδείο Αθηνών), θα εκτιμήσει το μέγεθος της προσφοράς του ευερ­ γέτη Γεωργίου Αβέρωφ ο οποίος προσέφερε το ποσόν των 200.000 δραχμών για την ολοκλήρωση του κτηρίου της οδού Πατησίων, το οι­ κόπεδο του οποίου είχε δωρίσει ο Τοσίτσας. Εκεί μεταφέρεται τελικά το 1872. Όπως βλέπουμε, η συν­ δρομή του ιδιωτικού τομέα είναι απαραίτητη για την εκτέλεση κρα­ τικών προγραμματισμών. Στην πρώτη αυτή περίοδο επι­

τυγχάνεται και ο πάρα πολύ ση­ μαντικός διαχωρισμός του καλλιτε­ χνικού από το τεχνικό τμήμα (1863). Η καινοτομία αυτή είναι αναμφισβήτητα το πρώτο βήμα για την αυτονομία του Σχολείου των Τεχνών μέσα σ’ ένα Ανώτατο Εκ­ παιδευτικό Ίδρυμα. Το γεγονός αυτό θα πρέπει στη σημασία του να συνδυαστεί με τη μεταφορά της Πι­ νακοθήκης, της συλλογής δηλαδή των 44 πινάκων του Πανεπιστη­ μίου, «μεταξύ των οποίων μερικών μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας»,2 στο Πολυτεχνείο. Το ζωτικό ενδιαφέ­ ρον του νέου διευθυντού Γεράσι­ μου Μαυρογιάννη για τη συγκέν­ τρωση σημαντικών έργων τέχνης για διδακτικούς σκοπούς, εξηγεί­ ται εν μέρει κι από το γεγονός ότι ο ίδιος ήταν καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης και αισθανόταν λίγο σαν «διευθυντής» κάποιου Μουσεί­ ου που θα έπρεπε να δημιουργηθεί. Ο ρόλος του ήταν να προσελκύει δωρεές για να αποκλεισθεί η συμ­ βολή του κράτους, στην ανέχεια του οποίου ασφαλώς θα προσέκρουε κάθε φιλότιμη προσπάθεια εκείνη την εποχή. «Το μορφωτικό αυτό εξάρτημα» όπως χαρακτηρί­ ζει ο Μπίρης την Πινακοθήκη, και η σχέση της με το Σχολείο, ανήκε σαν ιδέα στον Τσέντνερ που την εί­ χε διατυπώσει ήδη από το 1840. Από τη δημοσίευση του καποδιστριακού νόμου της 16ης Ιουνίου 1834 «περί των επιστημονικών και τεχνολογικών συλλογών, περί ανα­ καλύψεων και διατηρήσεως των αρχαιοτήτων και της χρήσεως αυ­ τών»,3 δεν είχε προκύψει καμιά Δημόσια Πινακοθήκη στην Αθήνα

ΜΕΤΑΠΗΔΩΝΤΑΣ από το αντικείμενο της επιστήμης στην επιστήμη ως αντικείμενο, ο Μιχάλης Μερακλής εξετάζει θεωρητικά την ίδια τη λαογραφία (και ειδικά την ελληνική λαογραφία), σε τούτο το βιβλίο του. (Το πρώτο ενός τρίπτυχου, το οποίο θα ολοκληρωθεί με αντίστοιχα μελετήματα για τα ήθη και τα έθιμα και τη λαϊκή τέχνη). Συγκεκριμένα, κύριο θέμα είναι εδώ η «κοινωνική συγκρότηση» της ελληνικής λαογραφίας, δηλαδή η σχέση της με τα ιστορικοκοινωνικά δεδομένα και ο επηρεασμός της από αυτά, με κατάληξη ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Κ Α Λ Λ ΙΟ Π Η Σ Σ Φ Α Ε Λ Λ Ο Υ : Μ ια προσέγγιση στο « Ά σ μ α ηρωικό και πήνθιμο για τον χαμένο ανθνπολοχαγό της Αλβα νίας» τον Οδνσσέα Ε λντη . Αθήνα, Πατάκης, 1984. Σελ. 82.

ΤΟ «Άσμα για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», σίγουρα συγκαταλέγεται ανάμεσα στα έργα εκείνα του Ελύτη, που προσφέρονται περισσότερο για να γίνουν «είσοδοι» στην ποιητική του. (Ειδικά για τους νέους ή για όσους δεν έχουν εντρυφήσει εντατικότερα στην ποίηση και τον Ελύτη). Και το μελέτημα της Καλλιόπης Σφαέλλου, απόπειρα αναλυτικής προσέγγισης στο «Άσμα», μπορεί να παίξει ικανοποιητικά το ρόλο ενός διπλού


42/οδηγος κής Σχολής». Στο διάστημα 1910-1930, τη δεύ­ τερη περίοδο κατά το «Χρονικό», δεν γίνονται αξιοσημείωτες με­ ταρρυθμίσεις και εξελίξεις (σ. 7588).

Γελοιογραφίες του Στεφ. Ξενόπουλου (1901)

ή αλλού, ούτε βέβαια είχε τεθεί η οποιαδήποτε υλική υποδομή για την εκτέλεση του νόμου.4 Εν τέλει, μόλις το 1897, ορίζεται η Σινιαία Ακαδημία ως «Μουσείον των Κα­ λών Τεχνών», όπου θα κατετίθεντο «έργα Βυζαντινής και Χριστιανι­ κής Τέχνης, αντίγραφα χαλκογρα­ φήματα και οιαδήποτε απεικονίσματα των εξόχων της Εσπερίας ζωγράφων και πίνακες ξένων καλ­ λιτεχνών και Ελλήνων ανεγνωρισμένης ευρωπαϊκής φήμης, καθώς και έργα της γλυπτικής από των πρώτων χριστιανικών χρόνων».5 Η διοικητική επιτροπή όμως, που προέβλεπε το διάταγμα, δεν συνήλ­ θε ποτέ, κι έτσι δεν ιδρύθηκε το Μουσείο. Αντίθετα, το 1900 απο­ σχίζεται αυθαίρετα η Πινακοθήκη του Πολυτεχνείου, που προϋπήρχε Εργαστήριο της Σχολής

ως αυθύπαρκτο ίδρυμα, και ορίζε­ ται η μεταφορά της σε άλλο κτήριο. Τελικά παραχωρείται στην Πινα­ κοθήκη ολόκληρος ο ^ινω όροφος του Πολυτεχνείου. Μόλις το 1910 εκδίδεται νόμος «Περί της Εθνικής Πινακοθήκης» που εξασφαλίζει κάπως την ανεξαρτησία της. Πρώ­ τος έφορος αναλαμβάνει ο ζωγρά­ φος και καθηγητής της Σχολής, Γεώργιος Ιακωβίδης. Η παρένθεση αυτή, αν και αρκε­ τά εκτενής, πρέπει να θεωρηθεί απαραίτητη για τη γενικότερη εκτί­ μηση που έχαιραν οι λεγάμενες Κα­ λές Τέχνες στο νεότευκτο ελληνικό κράτος. Μια ακόμη αποκαλυπτική, αν όχι συγκλονιστική μαρτυρία της εποχής (περιοδικό «Πινακοθήκη», 1901), αμέσως μετά το θάνατο του Γύζη, παρατίθεται στη σ. 62. Ό πως ήταν φυσικό, ο θάνατος του, άφησε τους κρατικούς λει­ τουργούς παγερά αδιάφορους, ει­ δικά για την αγορά έργων του, που «ατυχώς μένουν εις την ξένην γην (ο Γύζης πέθανε στο Μόναχο), και θα μένουν διότι επί προϋπολογι­ σμού 112 εκατομμυρίων, 30.000 δρ. δια να αγοραστούν δύο τρία έργα του Γύζη εθεωρήθησαν σπατάλη!» Και παρ’ όλη τη διάθεση του χώ­ ρου για την έκθεση της Πινακοθή­ κης «καίτοι υπό την διεύθυνσην επιφανούς καλλιτέχνου, δεν άνοιξε τας θύρας της και η κόνις είναι η μόνη επισκέπτις».6 Η σχετικά εκτεταμένη ανάπτυξη της πρώτης αυτής περιόδου της Σχολής(ΐ836-1910) εξηγείται, όπως είναι φυσικό από το γεγονός ότι σ’ αυτή ακριβώς την εποχή μπήκαν, μέσα σ’ όλες τις αντιξοότητες, τα θεμέλια της πρώτης «Καλλιτεχνι­

Η τρίτη κατά σειρά περίοδος, 1930-1982, περιλαμβάνει -είναι αλήθεια- έναν συγκερασμό πολ­ λών, σε πρώτη όψη, ετερόκλητων εποχών, των προπολεμικών και των μεταπολεμικών χρόνων, όπου θίγεται κατά κάποιο τρόπο η δυνα­ τότητα δημιουργίας κάποιας ενό­ τητας. Η «Δημιουργική δεκαετία 1930-1940» (σ. 89-102), που εμ­ πλουτίζεται με κείμενα-μαρτυρίες γνωστών συνεργατών της Σχολής όπως του Π. Χάρη, του Εμ. Ζέπου, του Τ. Σπητέρη και της Μ. Λαμπράκη- Πλάκα, αλλά και με παρα­ στατικές φωτογραφίες των εργα­ στηρίων της εποχής, διακόπτεται από τον «Πόλεμο και Κατοχή, 1940-1945» (σ. 105-118). Ήδη στην φάση αυτή το Σχολείο έχει μετονο­ μαστεί σε Ανωτάτη Σχολή Καλών •Τεχνών, είναι ΝΠΔΔ και σκοπό έχει «την πρακτική και θεωρητική μόρφωση ζωγράφων, γλυπτών και χαρακτών, την ειδική μόρφωση των καθηγητών που διδάσκουν καλλιτεχνικά μαθήματα στα Σχο­ λεία Μέσης Εκπαίδευσης, την ανά­ πτυξη του καλλιτεχνικού αισθήμα­ τος του κοινού με την οργάνωση εκθέσεων Ελλήνων και ξένων καλ­ λιτεχνών, με διαλέξεις και με όποιον άλλον τρόπο αποφασίσει ο Σύλλογος καθηγητών (Π.Δ. 4/6/34 αρ. I και Α.Ν. 908/37 αρ. I)» (σ. 89). Η μεταπολεμική περίοδος 19451950 (σ. 119-133), χαρακτηρίζεται πια ξεκάθαρα από τη σχέση μαθητευόμενου και δασκάλου -κατα­ ξιωμένων ζωγράφων όπως ο Παρθένης που διδάσκει από το 1929, ο Μόραλης που τριαντάχρονος κατα­ λαμβάνει το 1948 την έδρα της ζω­ γραφικής, ο Π. Μαθιόπουλος που διδάσκει από 1915 ώς το 1949, ο γλύπτης Τόμπρος που με κάποιο κενό διδάσκει ώς το 1960 και βέ­ βαια ο Ιστορικός της Τέχνης Π. Πρεβελάκης, που, όπως γράφει η Τόνια Νικολαίδη: «τρέχαμε όλοι οι σπουδαστές να παρακολουθήσου­ με» (σ. 119). Η περίοδος 1950-1967 (σ. 134199), παρουσιάζεται ως η εποχή με τη μεγαλύτερη διάθεση για ανα­ νέωση εκ μέρους των σπουδαστών, πράγμα που εντάσσεται στο γενικό κλίμα της νέας αντιμετώπισης των


οδηγος/43 σπουδών στις Ανώτατες Σχολές. Εδώ έχουμε αποκαλυπτικά κείμενα των τότε σπουδαστών Χρ. Ρωμα­ νού, Μ. Πρέκα, Ν. Χουλιαρά κ.ά. Στο τμήμα «Η Επταετία των Συνταγματαρχών, 1967-1974» (σ. 200-214), παρατίθενται συγκινητι­ κά κείμενα από την τόσο ενεργό δράση σπουδαστών αλλά και καθη­ γητών κατά της Χούντας. Θαυμά­ σια η απάντηση του Π. Πρεβελάκη «Στον Δικτάτορα» (σ. 204-206) που υπογράφει ως «παλαιός τρόφιμος της ΑΣΚΤ». Τα χρόνια 1974-1982 (σ. 215-243) χαρακτηρίζονται από διοικητικές (νόμος-πλαίσιο) και άλλες με­ ταρρυθμίσεις. Η τέταρτη περίοδος 1982- ...(σ. 243-261) παρουσιάζει με μεγάλη ενάργεια τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει η Σχολή μετά την εφαρμογή του νόμου-πλαίσιου. Πολύ διαφωτιστικό είναι το «Σύν­ τομο σημείωμα για την κατάσταση στην ΑΣΚΤ (Ιανουάριος 1984)» του Δημήτρη Μυταρά (σ. 252-253). Το τμήμα αυτό κλείνει μια σύντομη αναφορά σε «αξιόλογες πρωτοβου­ λίες από ιδιωτικούς φορείς για καλλιτεχνική εκπαίδευση» (σ. 259261). Μικρά αυτοβιογραφικά δημειώματα των καθηγητών της ΑΣΚΤ κλείνουν το κείμενο, (σ. 263-301). Οι αλφαβητικοί κατάλογοι όλων των καθηγητών που δίδαξαν στη Σχολή από το 1836 ώς το Φεβρουά­ ριο του 1984, ξένων7 και Ελλήνων, αποβαίνουν χρησιμότατοι για το μελετητή της καλλιτεχνικής ζωής στην Ελλάδα, (σ. 302-309). Το ίδιο ισχύει και για τον κατάλογο των πτυχιούχων από το 1911 ώς το 1983. Αν το «Χρονικό» των ΤσούχλουΜπαχαριάν είναι ένα ανεκτίμητο ντοκουμέντο για τη μέλετη της ιστορίας της νεοελληνικής τέχνης μεσ’ από το «Σχολείο» που ώς κά­ ποιο βαθμό τη γέννησε, στην προσ-

πάθειά του να καταρρίψει παραδο­ σιακά παγιωμένες, σφαλερές αντι­ λήψεις γύρω από την πολιτιστική ταυτότητα του Νεοέλληνα, αποτε­ λεί συγχρόνως μια καταγγελία για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες οι καλλιτέχνες και γενικά το κοινό κλήθηκαν να ανταπεξέλθουν, στο δύσκολο εγχείρημα της κατωχύρωσης ορισμένων σταθερών για τη σωστή λειτουργία της τέχνης στη χώρα μας: «Όταν το 1843 ο πληθυ­ σμός της χώρας ήταν λιγότερο από εκατομμύριο είχαμε ΜΙΑ σχολή «ωραίων τεχνών»... Σήμερα με πληθυσμό γύρω στα 10 εκατομμύ­ ρια... συνεχίζουμε να έχουμε ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗ Σχολή Καλών Τεχνών, ενώ υπάρχει προοπτική για μια που θα δημιουργηθεί στη Θεσσαλονίκη.» (Εισαγωγή, σ.9). Το αίτημα που παραμένει είναι η αντικατάσταση της αδιαφορίας με ένα πνεύμα ευρύτερο που να ανα­ γνωρίζει τη βαθύτατη σημασία της καλλιτεχνικής παιδείας τόσο σε βά­ θος όσο και σε πλάτος. ΜΑΡΙΛΕΝΑ Ζ. ΚΑΣΙΜΑΤΗ Σημειώσεις 1. Βλ. Fr. von Zentner: Das Konigreich Griechenland in Hinsicht auf Industrie und Agrikultur, Ά ονγκσμπονργκ 1844. Κατά Σ. Λ νόάκη, Έλληνες Ζω­ γράφοι, τόμος 3, Αθήνα 1976, σ. 78. 2. Κώστα Μπίρη, Ιστορία τον Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Αθήνα 1957, ο. 255 κ.ε. Το βιβλίο αυτό απο­ τελεί ένα άριστο δείγμα στην ελληνι­ κή βιβλιογραφία για την επιστημονι­ κή ευσυνειδησία και αποτελεσματικότητα στη χρήση πρωτογενών αρχεια3. 4. 5. 6. 7.

Κώστα Μπίρη, ό.π. 344. Κώστα Μπίρη, ό.π. Κώστα Μπίρη, ό.π. 344. Περ. «Πινακοθήκη», ό.π. Μάλλον εκ παραδρομής θα διέφνγε το όνομα ενός ακόμα ξένον που δίδα­ ξε επί Όθωνος: του Κρίστιαν Χάνσεν <Αρχιτεκτονικό Σχέδιο, 1837-43).

βοηθήματος: αρχικά προς το ίδιο το ποίημα και μετά - σε δεύτερο επίπεδο - και προς τον ποιητή. Δ Η Μ Η ΤΡ Η Μ ΑΝ ΤΕ:

Παιδιά με ειδικές ανάγκες. Θεσσαλονίκη Μπαρμποννάχης. Σελ. 140. ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ από πράξη κοινωνικής ανάγκης ή ανθρωπισμού, η σωστή αντιμετώπιση και αγωγή των παιδιών που έχουν ειδικές ανάγκες (και, αντίστοιχα, δυσκολίες στην επαφή με το υπόλοιπο σύνολο) είναι πράξη αυτοσεβασμού και δικαιοσύνης. Και συμβολή προς αυτή την κατεύθυνση είναι και το βιβλίο τούτο του -δάσκαλου ειδικής αγωγής- Δημήτρη Μαντέ, (παρά τον κάποιο προσωπικό και «ευαγγελικό» τόνο του), το οποίο όχι μόνο πλουτίζει την ερημική σχετική βιβλιογραφία, αλλά και γίνεται ισχυρό βοήθημα για γονείς και παιδαγωγούς. Μ Η Τ Σ Ο Υ Λ Υ Γ ΙΖ Ο Υ :

Από τα ταξίδια μου. Αθήνα, Δωδώνη, 1984. Σελ. 154.

ΤΟ δικό του κοίταγμα, σε πόλεις και χώρες, μα πιο πολύ σε ανθρώπους και καταστάσεις, καταθέτει εδώ ο συγγραφέας, σε ένα ακόμη -ταξιδιωτικό αυτή τη φορά- βιβλίο του. Κοίταγμα λίγο απόλυτο, (τούτος ο κόσμος είναι καλός, εκείνος κακός, τούτη η ιδεολογία που εξουσιάζει τον κόσμο είναι καλή, η άλλη κακή), αλλά χωρίς να χάνει το ενδιαφέρον του, καθώς δίνει ■ερεθίσματα αρκετά, ειδικά για όσους δεν έχουν ταξιδέψει στους αναφερόμενους τόπους, και είναι «πρόθυμοι» να πεισθούν όχι από περιγραφές μα από συνηγορίες ή κατηγορίες.


44/οδηγος

«απεκδυόμενος την εγκοσμιότητά του» Ο Δ Υ Σ Σ Ε Α Ε Λ Υ Τ Η : Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου. Αθήνα, Νεφέλη, 1985. Σελ. 62.

Έχοντας μυηθεί μέσα στο υπερβατικό φως της ποίησης του Ελύτη (όταν έγραφα το δοκίμιο: «Οόνσσέας Ελύτης - 'Ενα όραμα τον κόσμον») και έχοντας ταξιδέψει σαν «πλεούμενο» κι εγώ μέσα στη «δημητριακή θάλασσα» των χρησμών του, βρίσκω πως τούτο το τελευταίο βιβλίο του, το «Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου» εί­ ναι η πιο συγκλονιστική στιγμή της ποίησής του. Είναι η ύστατη τραγική κραυγή, καθώς, απεκδυόμενος την εγκοσμιότητά του, αν­ τιμετωπίζει το αναπότρεπτο κοσμικό «τέλος». Τραγική στιγμή ποιητικού και υπαρξιακού απολογισμού. Τραγική αμφισβήτηση και αντιφατική αγω­ νία. Το κοσμικό δέος, το «μαύρο κενό», ο γκρεμός - που «έβαλε ήρε­ μα στο πλάι του» - , σε εναλλαγή με την ανάβαση στη θέωση και στη Λάμψη-Γνώση, είναι η αιμάσσουσα αντιφατικότητα μιας συνείδησης .εναγώνιας μπρος στο πλησίασμα της μεγάλης τελικής Ώρας. Έχοντας βιώσει τόσο βαθιά και απόλυτα την πορεία της ποίησής του, την αναζήτηση της υπερβατι­ κής Αλήθειας, την αγωνία του Αγνώστου, βρίσκω σε τούτη την τε­ λευταία ποίησή του αίμα τα σημά­ δια της αγωνίας. Στο ποίημα «Τετάρτη, 8γ», μας λέει: «Έτσι, στο μάκρος μιας ζωής με τόση δυσκολία στερημένης, δεν έχουνε απομείνει παρά μια μισοκαταστραμμένη πόρτα και πολλές μεγάλες σάπιες ανεμώ­ νες του νερού. Κείθε περνάω και πάω - πού ξέρεις; - για μια κοιλιά γλυκύτερη από την πα-

Ποιος ξέρει; Μπορεί εκείνη η άλλη Διάσταση, ο άλλος Καιρός, να είναι μια πατρίδα γλυκύτερη από την υλικότητα του κόσμου. Ποιος ξέρει; Γλυκύτερη από την ποιότητα και πυκνότητα της κοσμι­ κής μας υπόστασης. Γιατί, σίγου­ ρα, τούτη η ποιότητα και πυκνότη­

τα του άστρου μας δε θα υπάρχει Εκεί.

πυρπολημένη πια από τα χρόνια ψυχή του! Καταχωρώ τούτους τους ωραί­ ους στίχους: Ο ι καμπάνες ανοίγουν αψηλά, Έ να πέρασμα βαθύ να περάσω Περιμένουν οι άγγελοι με κεριά και νεκρώσιμους ψαλμούς Πουθενά δεν πάω, μ ’ ακούς Ή κανείς ή κι οι δυό μαζί, μ ’ ακούς

Κι αναρωτιέται: Αραγες νά ναι η μοναξιά σ’ όλους τους κόσμους η ίδια;

Μεταφέρω και μια παράγραφο από το βιβλίο μου: «Οδυσσέας

Κάποτε θα ήθελα να γράψω μια εκτενή μελέτη πάνω στην ποίηση του βιβλίου αυτού. Γιατί βρίσκω πως ο κάθε στίχος είναι και μια αναφορά σε παλαιότερες «θέσεις» του Ποιητή. Ο κάθε στίχος είναι και μια τραγική αναφορά που παλιρροεί στις υπαρξιακές πηγές της ποίησής του. Μια πορεία νόησης, ενόρασης, διείσδυσης, λάμψης, που πυρπολήθηκε στο μάκρος της ζωής. Η ποίηση τούτη είναι η σ τ ι γ ­ μή τ η ς Λ ά μ ψ η ς . Απεκδυόμενος την υλικότητα του κόσμου, έφτασε στην εσωτερι­ κή Λάμψη. Έφτασε στον Απόλυτο Πόνο. Γιατί η νεότητα, οι αναμνή­ σεις, ο έρωτας, είναι ταυτόσημα με την κοσμική αυτή «υλικότητα» που αποχωρίζεται.

«Τούτη τη στιγμή μπορώ να συλ­ λογιστώ τον Ποιητή με την άγνω­ στη Ψυχή του, να περιμένει στο βαθύ εκείνο πέρασμα με τους ου­ ράνιους αγγέλους και τους νεκρώ­ σιμους ψαλμούς για να π ε ρ ά ­ σ ε ι . Εκείνος οραματίστηκε το β α θ ύ π έ ρ α σ μ α και έχοντας ζήσει μια ολόκληρη ζωή μ’ αυτή την άγνωστη Ψυχή του, την πηγή των χρησμών της ποίησής του, μ’ αυτή τη θεϊκή Λάμψη που μέσα της π ό ν ε σ ε αναζητώντας μιαν άλλη Αλήθεια, δε θέλει πια να την απο­ χωριστεί. Θέλει να περάσει μαζί στον άλλο Καιρό. Στον άλλο κύκλο της Ύπαρξης.» Και παρακάτω συνεχίζει:

Τώρα θά ’χει βουλιάξει ο κό­ σμος με τα δύο του λοξά κατάρτια έξω απ’ το νερό Κ ι εγώ, σα νά ’μαι αληθινός, θα γράφω ακόμη.

Θα γράφει ακόμα και στον άλ­ λον Καιρό! Πώς να μην αναλογιστώ στίχους του που είχα αναλύσει παλιότερα και που τώρα τους βρί­ σκω βιωμένους ξανά μέσα στην

Ελύτης - Έ να όραμα τον κόσμου»:

« Σ ’ άλλη γη, σ ’ άλλο αστέρι, μ ’ ακούς υπάρχει το χώμα, δεν υπάρχει ο αέρας Π ου αγγίξαμε, ο ίδιος, μ ’

Δ εν

Μεταφέρω άλλη μία παράγραφο από την ανάλυση του βιβλίου μου: «Σ’ άλλη γη, ή σ’ άλλο αστέρι, εκεί που θα μεταναστεύσει, σαν το λα­ βωμένο πουλί το δαρμένο από άγνωστους ανέμους, η Ψυχή, κλεί­ νοντας την πονεμένη άβυσσο της γέννησής της και της εγκόσμιας πε-


οδηγος/45 θόντα και τον μέλλοντα χρόνο, μέ­ σα και έξω από τη ζωή, με τη ματιά βυθισμένη μισή στον κόσμο που βουλιάζει πίσω του, μισή στην «πόρτα» που ανοίγει εμπρός του. «Ζω ν δε άπτεται τεθνεώτος εύ-

μας είπε ο Ίωνας φιλόσοφος. Κάποτε, η υλικότητα του κόσμου παίρνει την έκφραση ενός κήπου. «Αυτός ο κήπος δεν έχει τέλος και κανείς δεν ξέρει τι τον περιμένει». Κι αλλού θα μας πει πως η ωραία γυναίκα «μύριζε κήπο!» Το άρωμα της κοσμικής ουσίας! Ή , ίσως, της κοσμικής ανάμνησης. Ο θάνατος, παντού ο θάνατος και η ανάμνηση του κόσμου που βουλιάζει.

W Άγγελος της Αστυπάλαιας (εικαστική σύνθεση Οδ. Ελύτη)

ριπλάνησης, εκεί δε θα υπάρχει σί­ γουρα το ίδιο χώμα και ο ίδιος αέ­ ρας, η πυκνότητα της ύλης του δι­ κού μας Καιρού. Πιστεύω πως είναι από τους ωραιότερους στίχους που έχουν γραφεί. Από τα ωραιότερα μετα­ φυσικά οράματα, που διεγείρουν και πονούν όλα τα κύτταρα της Ψυχής, καθώς την ανασύρουν από τα σκοτεινά βάθη να οραματιστεί την αλήθεια της. Να αντικρύσει το «βαθύ πέρασμα» της μεταλλαγής της σε φως. Της απαλλαγής της από το κοσμικό ένδυμα, που τη βύ­ θισε στα σκοτάδια της ύλης. Δεν μπορούσα να μην κάνω αυτή τη μικρή αναφορά. Τούτη η τελευ­ ταία ποίηση του Ελύτη ξυπνά μέσα μου όλους τους δρόμους που πήρα για να φτάσω στις πιο βαθιές πηγές της. Πόσο διαφανής είναι πια η νύ­ χτα που τον χωρίζει από το θάναΣταματημένος όλη νύχτα μες σαν παλαιό αυτοκίνητο με χα­ λασμένα φώτα

Τι συναρπαστική εικόνα! Εκεί σταματημένος, αφουγκράζεται τις κινήσεις του άλλου Χώρου. Εκεί σταματημένος, βιώνει τον παρελ­

Γεγονός είναι ο θάνατος που επίκειται φορτωμένος κάτι Ευτυχίες πα­ λιές και κείνη την πολύ γνωστή (που λευκάνθηκε στις άγριες ερη­ μιές) απελπισία.

Κι ύστερα, το νερό που γίνεται πρόσωπο και «φέγγει απ’ όλη την περασμένη του ζωή!» Ο θάνατος, παντού ο θάνατος', που έρχεται σαν πελώριο βαπόρι «να μεταφέρει τα καινούρια μεσά­ νυχτα, συμπαγή και συσκευασμέ­ να. Ίσως και μια μόνο ψυχή, λεπτή σαν καπνό και αναγνωρίσιμη από την οσμή του καμένου». Η ψυχή του Ποιητή, που κάηκε, πυρπολήθηκε στην εγκόσμια τρο­ χιά της. Ο θάνατος, παντού ο θάνατος και ο κήπος που έγινε φέρετρο. Ο κόσμος που δεν μπορεί πια να ξαναδεί. Κι ύστερα, η μητέρα, θλιμμένη και προσεκτική. Πρόσεχε κάτι ακριβώς πίσω από μένα. Δ ε ν πρόφτασα να γυρίσω να δω γιατί λιποθύμησα.

Ήταν τόσο δυνατή η συγκίνηση για τον κόσμο που άφηνε πίσω του. Τελειωμένο μέσα στη βιωμένη πο­ ρεία του. Και θα τελειώσει το «Ημερολό­ γιο ενός αθέατου Απριλίου» με τούτο το υπέροχο: πως αυτή η εγκοσμιότητα που θα απεκδυθεί εί­ ναι ένα ελάχιστο κομμάτι από τη ζωή του! Κι αυτό μου φέρνει στο νου το στίχο του: «η επαύριο της ζωής μας θά ’ναι πάλι ζωή!»

ΜΑΡΙΑ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΔΟΥ ΠΟΘΟΥ

Ο Λ ΓΑ Σ ΒΟ ΤΣΗ:

Οδύνη και Ευδία. Αθήνα, Εκδόσεις των Φίλων, 1984. Σελ. 158.

ΟΙ στοχασμοί γύρω από το «είναι» και το «γίγνεσθαι», (τον «εαυτόν» και τον «κόσμον»), αντιμετωπίζονται με μεγάλο σεβασμό, ακόμη και οι απλούστεροι, όταν προέρχονται από κλασικούς και μη, περασμένων εποχών. Αλλά το σεβασμό διαδέχεται η επιφυλακτικότητα, όταν προέρχονται από συγχρόνους. (Ίσως, γι’ αυτό, το είδος τούτο της γραφής, με το λογοτεχνικό ύφος, την αυτοτέλεια και τη συντομία, έχει σχεδόν εκλείψει από τη σημερινή βιβλιογραφία). Η «Οδύνη και Ευδία» της Όλγας Βότση, όμως, κατορθώνει να νικήσει την επιφυλακτικότητα και επιβάλλει τη σοβαρή αντιμετώπιση.

M A X H O R K H E 1M E R :

Το Τέλος τον Λόγου. Μετ. Στεφ. Ροζάνη. Αθήνα, Έρασμος, 1984. Σελ. 62.

ΣΤΟ μέτρο που τα κοινωνικοφιλοσοφικά κείμενα αντικατοπτρίζουν την εποχή τους, το «Τέλος του Λόγου» δεν θα μπορούσε να είχε γραφεί ίσως άλλη στιγμή από το 1940, όταν η ακμή του φασισμού οδηγούσε τους σκεπτόμενους σε μια θεμελιακή αναθεώρηση των διαδικασιών εξέλιξης του ανθρώπινου πνεύματος. Ο Χορκχάϊμερ προχωρεί σ’ αυτή την κριτική θέση, (εκκινώντας από νεομαρξιστική αντίληψη), για να εξετάσει ολόκληρο το πλέγμα του «Λόγου», που έχει παγιοποιηθεί από την εποχή ακόμη του Διαφωτισμού, και να καταλήξει έτσι στην αναμφισβήτητη μοναδικότητα συνέχειας: βαρβαρισμός ή ελευθερία.


46/οδηγος

το ανθισμένο τύμπανο της ποίησης Σ Τ P A T H Ζ Α Χ A P I Α Δ Η : Ο Μ ουγ­ γός Τελάλης. 1953-1984. Αθήνα, Κείμενα, 1985. Σελ. 64

Ίσως να μην είμαι ο καταλληλότερος να γράψω για την ποίηση του Στρατή Ζαχαριάδη: μια τριανταπεντάχρονη αδιάσπαστη φι­ λία, που άνθισε κάτω από τον ουρανό του νησιού μας και της ποίησης, μας έδενε από τα παιδικά μας χρόνια. Έτσι το υποκειμε­ νικό στοιχείο είναι ένας παράγοντας διάθλασης, που στο αινιγμα­ τικό έσοπτρο της ζωής αλλοιώνει την εικόνα των πραγμάτων και των ορισμών που τα περιβάλλουν. Κι ακόμα, αυτό που έγινε με την έκδοση του πρώτου δικού μου βιβλίου, επαναλήφθηκε και με το βιβλίο του Στρατή, ακριβώς όπως το είχε γράψει τότε -το 1966ο ίδιος: «Γράφοντας για την ‘Άσκηση’ του Κώστα Χωρεάνθη, αν­ τιμετωπίζω δυο παγίδες: τη μακρόχρονη φιλία μου με τον ποιητή και το γεγονός ότι έζησα, από πολύ κοντά, την έκδοση του βι­ βλίου του». Ένα περισσότερο: τώρα που έφυγε απ’ ανάμεσά μας, και η ζωή μας έγινε φτωχότερη, η βουρκωμένη ματιά του φίλου είναι φυσικό να μη βλέπει καθαρά. Ωστόσο, τώρα που έφυγε απ’ ανά­ μεσά μας, ίσως μπορέσουμε να εκτιμήσουμε σ’ όλο το μέγεθος το κατορθωμένο ποιητικό του έργο. Αυτό το απόσταγμα μιας ολάκερης εικοσιπενταετίας, αυτά τα είκοσι ποιήματα που π έταξε κατάμουτρα στον αστικό μας εφησυχασμό, λίγο πριν αναχωρήσει για το «αιώνιο μαύρο». Το «ανθισμένο τύμπανο» της ποίησής του ηχεί στ’ αυτιά μας με την αμεσότητα της έκφρασής του και με το ρεαλισμό της αντιμε­ τώπισής του: Ά σ ε λοιπόν να σου παίξω/το παραμύθι/στ’ ανθισμένο μου το τύμ­ πανο!μην παραδέρνεις με τους αν­ θισμένους μίσχους.

Ήταν ένας από τους ποιητές μιας γενιάς υβρισμένης και εξουθε­ νωμένης, μολαταύτα βρήκε το κου­ ράγιο μέσα στο ζόφο των καιρών μας να μιλήσει με τη μουσική του στίχου και τη γλώσσα των εικόνων. Κι αυτό το υπογραμμίζω, γιατί στα χρόνια μας γράφονται χιλιάδες ποιήματα - που δεν τα διαβάζει περίπου κανένας - αλλά το σπανιό­ τερο πράγμα μέσα σ’ αυτά είναι η

ποίηση. Ο «Μουγγός Τελάλης» (Κείμενα, 1985) η μοναδική ποιητι κή συλλογή του Στρατή Ζαχαριά­ δη, είναι η κατάθεση στον ποιητικό βωμό μιας αγωνίας και μιας επί­ γνωσης για τις καταστάσεις και τα πράγματα που γίνονται καθοριστι­ κά της μοίρας για την «ακιδνήν» ανθρώπινη ύπαρξη. Γεννήθηκε στη Χίο το 1939, όπου έκαμε τις εγκύκλιες σπουδές του (1945-1956). Σπούδασε νομικά στην Αθήνα - το πτυχίο του το πή­ ρε πολύ αργά - αλλά, φυσικά, δεν εξάσκησε ποτέ επάγγελμα δικηγό­ ρου. Η δημοσιογραφία τον τράβη­ ξε από πολύ νωρίς και ύστε^’ από πολλές περιπλανήσεις στο χώρο της, καταστάλαξε σε γνωστή καθη­ μερινή πολιτική εφημερίδα της πρωτεύουσας, όπου από την ίδρυ­ σή της εργάστηκε ως πολιτικός συντάκτης. Λίγο πριν έρθει το μοι­ ραίο, είχε φύγει απ’ αυτή και, μαζί με άλλους, είχε την πικρή γεύση από τη βραχύβια έκδοση μιας εφη­ μερίδας, που η εμφάνιση και το τέ­ λος της συνοδεύτηκαν από απάτες υψηλού επιπέδου. Ως ανταποκρι­

τής της τηλεόρασης δεν πρόλαβε να δώσει δείγματα από τη δουλειά Όμως το αντίκρισμα της ζωής και των ορισμών της είχε την αφε­ τηρία του στην ποίηση, όπου από παιδί είχε μαθητέψει με επιμονή και με πάθος και είχε ασκηθεί στην έκφρασή της. Με μιαν εποπτεία πλατιά όσο και βαθιά, μπορούσε να διακρίνει το ασήμι της ποίησης μέσα στο χώμα των ποιημάτων και να διαγράψει, μ’ έναν τρόπο ορι­ στικό, το αξιολογικό περιεχόμενό της. Αλλά δεν υπηρετεί κανείς την επικαιρότητα χωρίς θυσίες. Η εφη­ μερίδα, «που είναι συχνά των απολλώνιων τάφος» (Παλαμάς) του απορροφούσε μεγάλο μέρος της δραστηριότητάς του, τον απα­ σχολούσε κύρια και καίρια. Έγρα­ φε τους στίχους του στο περιθώριο της απασχόλησης αυτής. Κι αυτό το λέω, όχι γιατί τα ποιήματα που μας άφησε είναι λιγοστά. Αλλά γιατί θα μπορούσε η ποιητική του κατόρθωση να ήταν, σίγουρα, πλουσιότερη. Ωστόσο ο ποιητικός του λόγος δεν έχει την πολυπλοκότητα μιας έκφρασης που εντυπωσιάζει με την ύποπτη πολυχρωμία της μήτε τη διαθλασμένη μαρμαρυγή της εμπρόσωπης αδυναμίας. Μιλάει απλά και άμεσα, όπως γίνεται στην καθημερινή κουβέντα και τη σιω­ πηλή επικοινωνία των αισθήσεων και δε φοβάται ν’ αντιμετωπίσει και να ονομάσει τα πράγματα αυτά που είναι: Από την ώρα που αγοράζεις οπίρταΐτο πρωί!μοναξιά δεν υπάρχει.

Η ποίηση είναι υπόθεση καθημε­ ρινή, στο δρόμο, στην αγορά, στη συναλλαγή, στη δουλειά του μεροκαματιάρη και στη ραστώνη του


οδηγος/47 μεγιστάνα, μέσα στο όριο που δια­ γράφει την αστικοποιημένη αναξιοπρέπειά μας. Όμως μέσα στην καθημερινότητα το φως των πραγ­ μάτων αποχτά την .υλική του υπό­ σταση με τους στίχους που έρχον­ ται και μετουσιώνουν την αντιμε­ τώπισή μας και κάνουν κοινή υπό­ θεση την προσωπική μας περιοχή: Λευκ ό κατάλενκο το φως/κι είναι στις ρ ίζες τον άδικο/και στους καρ­ π ούς του μαύρο.

Κι από κει και πέρα προεκτεί­ νονται στο σύνολο που μας περι­ βάλλει και μεσ’ απ’ αυτό ξαναγυρίζουν στο άτομο. Η ουσία του λυρι­ σμού. Το σημαντικό στην ποίηση αυτή είναι πως έχει κόκαλα για να στη­ ριχτεί, εννοώ υπάρχουν πράγματα που την αρθρώνουν σ’ ένα σώμα ορατό, υπάρχει μ’ άλλα λόγια ο μύ­ θος, και ο άνθρωπος μέσα σ’ αυτόν ντύνεται με την αξιοπρέπεια που του αρνούνται οι ορισμοί της ζωής του. Υπάρχει ακόμα ένας σαρκα­ σμός - στοιχείο του ποιητή ως αν­ θρώπου - για τις συμβατικότητες, που το κατεστημένο, για να τις διατηρήσει, φτάνει στο σημείο να «σφάξει τους καλύτερους», όπως λέει το σημαντικότερο ίσως ποίημα της συλλογής, «Στο Εθνικ ό Τυπο­ γραφείο». Κι από κει και πέρα το λόγο τον έχει πια η τραγικότητα, που συντροφεύει τούτο λαό, από τη στιγμή που συνειδητοποίησε πό­ σο τρομερό πράγμα είναι η αξιο­ πρέπεια και η απελευθέρωση από τα δεσμά της εκμετάλλευσης στο ομαδικό και στο ατομικό πεδίο: από τον «Κροκόδειλο Κλα δά ώς τον Ιάσονα Καλαμπάκα», και από «το χίλια οχτακόσια είκοσι ένα ώς το χίλια εννιακόσια σαράντα εν­ νιά», από τότε που «στήσανε στον τοίχο το Μ ιχάλη Βαττάκη και φάγανε στον ύπνο τον Ευαγγελινό»

ώς την αντίσταση εναντίον του εφτάχρονου παραλογισμού, όπου: ένα σκοινί/ίσιωσε τη συνείδησή μας!κόβετη σα ραχοκοκαλιά/στον ουρανό.

Αυτή η συναίρεση του ιστορικού χρόνου, που γίνεται με την άμεσότητα και την καθολικότητα της ποίησης, φέρνει μπροστά εκείνα που χρόνια τώρα προσπαθούν να κρύψουν από το λαό και να τα αναγάγουν σ’ ένα επίπεδο θεματι­ κής μελέτης, αποστασιοποιημένα από το αγωνιστικό τους περιεχόμε­ νο και την ουσιαστική τους αφετη­ ρία. Η ποίηση του Ζαχαριάδη εν­ σωματώνει σαν πολύτιμα πετράδια

αυτά τα γεγονότα, που έζησε παιδί στη Χίο, την περίοδο του εμφυλίου - μια αγνοημένη πτυχή της ιστο­ ρίας μας, όπως τόσες άλλες - κι από τη στιγμή που κατάλαβε τον κόσμο. Κι αυτά τα γεγονότα, με την ποίηση, γίνονται ραπίσματα στο αποτρόπαιο πρόσωπο εκείνων που ορίζουν τη ζωή μας και την προσανατολίζουν εκεί που το συμ­ φέρον τους ανατέλλει σε τέλματα αφανισμών και σε σιωπές υπολογι­ σμών, που αυξάνονται με το αίμα των λαών. Και μέσα στην ποίηση αυτή λάμπει ένα πρόσωπο, που συ­ νένωσε δυο σπάνια χαρίσματα: του ποιητή και του ανθρώπου, το πρό­ σωπο του Φώτη Αγγουλέ, που η συνέπεια της ποίησης και της ζωής του στάθηκε κάτι το μοναδικό στο χώρο μας, ένα χώρο που κατακερ­ ματίστηκε από ασυνέπειες και αλλότριες συμβιώσεις. Τον Αγγουλέ ο ποιητής είχε γνωρίσει στο νησί τους, και ο αγωνιστής και βασανι­ σμένος τραγουδιστής είχε από νω­ ρίς διαβλέψει τις ποιητικές δυνά­ μεις του μικρού του φίλου. Το αν­ θισμένο τύμπανο της ποίησης του . Ζαχαριάδη, κάτω από το φως αυ­ τού του προσώπου, μετουσιώνει σε καίριες εκφράσεις και αποστρογγυλεμένους στίχους τη θεώρηση του κόσμου, που τον πλάθει με τον καημό του ονείρου και τον πόνο της πραγματικότητας. Τα είκοσι ποιήματα της συλλο­ γής αυτής, αμητός μιας ζωής εκτε­ θειμένης σε λογής ανέμους και κα­ ταιγίδες, ξεδιαλέχτηκαν από το δη­ μιουργό τους με την αυστηρότητα της ευθύνης και το καίριο μιας εκ­ φραστικής απλότητας και αμεσότη­ τας. Ο Στρατής Ζαχαριάδης, κι από τον τάφο -Θ έ μου, δεν μπορώ να το πιστέψω- μας στέλνει το οδυ­ νηρό μήνυμά του: Λ υτό ς εκεί/έζησε μια πλήρη ζωή/ γεμάτη ποίηαη/διανθισμένη με μ ι­ κρές κωμωδίες/ -καταλαβαίνετε τι θέλω να π ω-/από κείνες/πον κατα­ στέλλουν τα ποιήματα.

Μια τέτοια συναίσθηση ευθύνης είναι νομίζω κάτι πολύ σημαντικό για τους ασύνετους καιρούς μας. Τελειώνοντας, δεν έχω παρά να ευχηθώ να δουν το φως της δημο­ σιότητας και τα υπόλοιπα ποιήμα­ τα του Στρατή, καθώς και κάποιες του μελέτες και κριτικά άρθρα σκορπισμένα σε διάφορα περιοδι­ κά και εφημερίδες. ΚΩΣΤΑΣ ΧΩΡΕΑΝΘΗΣ

Γ ΙΩ Ρ Γ Ο Υ Δ Α Ν Ι Η Λ : Τα επίθετα. Αθήνα, Πρόσπερος, 1984. Σελ. 157.

ΠΟΙΗΣΗ της απόστασης. Τα αισθήματα, η σκέψη, ο τόπος, οι μορφές, όλα περισσότερο υπαινικτικά, μια αφαίρεση και μια λιτότητα, (ο πλούτος σε άλλες διαστάσεις), που ωριμάζουν και προχωρούν πάνω στη λεπτή γραμμή της προσωπικής αίσθησης και διαίσθησης. Κι όμως, τούτος ο ποιητικός λόγος του Γιώργου Δανιήλ (όπως εμφανίζεται συνολικά, μέσα από την συγκέντρωση ποιημάτων της δεκαπενταετίας 1968-1983), «επικοινωνεί» παρά την απόσταση, «αγγίζει» παρά τον εξατομισμό, στέλνοντας τα μηνύματά του σε μικρές και μεγάλες μπουκάλες. Ν Λ Ν Τ ΙΑ Σ Σ Τ Υ Λ ΙΑ Ν Ο Υ : Λευκοθέα. Λευκωσία, 1983. Σελ. 44.

ΜΕΣΑ από ένα επίμονο στυλιζάρισμα του λόγου, που οδηγεί σε μια τελετουργία, είτε συνολική είτε αποσπασματική (σαν όστρακα, κομμάτια αρχαίων αγγείων), η ποίηση της Νάντιας Στυλιανού δημιουργεί αντικατοπτρισμούς εικόνων, που μοιάζουν βυθισμένες σε γαλήνια σιωπή. Η σιωπή, όμως, είναι εύγλωττη, αρκεί να διακρίνει κανείς τους υπαινιγμούς, την αλλαγή χρωματισμού, τους ρυθμούς της αισθητικής παλίρροιας και τη διάλεκτό τους τη μυστική. Κι η «Λευκοθέα», με τέτοιους τρόπους, μιλάει σταθερά για το χρόνο και τα ανθρώπινα παιχνίδια του. ΒΑ ΓΓΕΛΗ ΑΘ ΑΝΑΣΟ ΠΟ ΥΛΟΥ:

Διαλεκτική Σκέψη και 'Ερωτας. Α θήνα , 1984. Σελ. 53.

Η μελέτη και η φιλοσοφική εξέταση του «Φάουστ» μπορούν


48/οδηγος

ανιχνεύοντας την άμμο των παιδικών βιωμάτων Δ Ε Σ Π Ο ΙΝ Α Σ Τ Ο Μ Α Ζ Α Ν Η : Το αμίλητο νερό. Α θήνα , Καστανιώ της, 1984. Σελ. 173.

Η διάθεση των ανθρώπων, που ανήκουν σε διάφορα είδη καλλιτε­ χνικής έκφρασης (όπως μουσικοί, ηθοποιοί, ζωγράφοι, σκηνοθέ­ τες κτλ.), να εκφραστούν, εκτός απ’ την πρωταρχική τους ενασχό­ ληση, και μέσω της λογοτεχνίας, αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο και όχι μόνον των ημερών μας. Και κάθε φορά που ένα τέτοιο βιβλίο, γραμμένο δηλαδή από κάποιον γνωστό καλλιτέχνη που δεν δηλώνει όμως ευθέως και «λογοτέχνης», κάνει την εμφάνισή του, δημιουργούνται αυτόματα ένα σαφώς παλιό ερώτημα και μια -από πείρα- διαπίστωση. Το ερώτημα αφορά τα κριτήρια με τα οποία θα επεξεργαστεί κανείς μια τέτοιας φύσης προσπάθεια και το τελικό αποτέλεσμα. Η διαπίστωση είναι πως τα βιβλία των καλλιτεχνών λειτουργούν σαν κομήτες στο λογοτεχνικό στερέωμα. Μ’ άλλα λόγια, σπάνια, πολύ σπάνια, η τελετουργία που συντελείται δια του λόγου, ολοκληρώνεται. Συνήθως εκτοξεύουν το μέ­ τριο, καλό, πολύ καλό ή εκρηκτικό πυροτέχνημά τους και μετά επιστρέφουν στην οικεία τους καλλιτεχνική εκτόνωση, αφήνοντας τη λογοτεχνία στους δικούς της ανθρώπους. Η Δέσποινα Τομαζάνη ανήκει στην κατηγορία των καλλιτεχνών όπου η υποκριτική είναι το σπουδαιότερο απ’ τα προσόντα που απαιτούνται. Είναι ηθοποιός. Ακολουθώντας ένα δρόμο, που πολλοί συνάδελφοί της πήραν στο πρόσφατο παρελθόν ή ακόμα και σήμερα, προσπαθεί να συνδυάσει τις δυο τέχνες, με το «Αμίλητο νερό», θεατρικοποιώντας την ατμόσφαιρα και βάζοντας τον εαυτό της «πρωταγωνίστρια» σ’ ένα «έργο» με σενάριο την άμμο των παιδικών βιωμάτων ώς τα δώδεκά της χρόνια. Ό ,τ ι αφηγείται έχει το ενδιαφέρον του ήδη γνω­ στού σε όλους, όσο κι αν η δεκαε­ τία του ’50 ήταν καθοριστική για την τύχη της χώρας αργότερα. Η μαρτυρία, από προσωπική που θέ­ λει να είναι, γίνεται κοινωνική με την έννοια ότι αποκτά μια δυναμι­ κή για πολύ ευρύτερο φάσμα. Τα γεγονότα «πεταμένα», χωρίς μερι'ές φορές χρονολογική σειρά, σπά­

ζουν κάθε επιφύλαξη, ακόμη και την τελευταία, που θα ήθελε να χαρακτηρήσει το έργο μυθιστορημα­ τικό. Είναι σίγουρα μια μικρή αυ­ τοβιογραφία που στόχος της είναι να θυμίσει στη συγγραφέα αφενός τα παιδικά της χρόνια, αφετέρου να καταδείξει μια γενικότερη στά­ ση κι ένα κλίμα δυσαρέσκειας που χαρακτήρισε την ίδια περίοδο. Παρ’ όλα αυτά, επιμένω, πως χω­ ρίς ίσως οι προθέσεις να νοιάζον­ ται να κατηχήσουν κοινωνικά, στο τέλος παίρνουν μια διάσταση ελλαδική, ξαναγυρίζοντάς μας κάμπο­ σο χρόνια πίσω, στον θαυμαστό κόσμο των παιδικών μας χρόνων, όπου όλοι ανεξαιρέτως έχουμε αφήσει ένα μεγάλο μέρος απ’ τον ίδιο μας τον εαυτό. Το «Αμίλητο νερό», χωρίς να στηρίζεται σε δομές, ακολουθεί τη μέθοδο της αφήγησης προκειμένου να είναι πιο άμεσο, να συγκινεί και να ευαισθητοποιεί περισσότερο. Η

συγγραφέας διαλέγει κομμάτια απ’ τη ζωή της, μέχρι το τέλος του δη­ μοτικού σχολείου, που κατά τη γνώμη της έχουν τη μεγαλύτερη αξία και απλά «τα λέει», αφού η μνήμη έχει παίξει τον καθοριστικό της ρόλο και έχει ξεδιαλύνει «τα» με σημασία και «τα» χωρίς σημα­ σία. Από το βιβλίο περνούν γεγο­ νότα όπως οι σχέσεις με τους γο­ νείς, οι σχέσεις με τ’ αδέλφια, η ζωή με τους θετούς γονείς, οι φι­ λίες, τα πρώτα ερωτικά σκιρτήμα­ τα, τα πρώτα ερωτικά παιχνίδια. Παρ’ όλο που τα γεγονότα αυτά φαίνονται πραγματικά, εντούτοις και χωρίς να είναι μεγάλη ανάγκη να ανατρέξει κανείς στην αλήθεια τους -άλλωστε ποια αλήθεια μπο­ ρεί να εξιχνιαστεί- κρύβουν μια μεγάλη δόση υπερβολής, εκφρά­ ζοντας έτσι και τη δημιουργό που θέλει το έργο της «ερωτικό παρα­ μύθι». Άσχετα αν κανείς συμφωνεί ή διαφωνεί μ’ αυτόν τον ορισμό, νομίζω πως όλοι είμαστε σύμφωνοι ότι, εκείνο που θυμόμαστε απ' τα παιδικά μας χρόνια δεν είμαστε σί­ γουροι αν συνέβη στην πραγματι­ κότητα, αν ήταν κύημα της φαντα­ σίας μας ή αν μας το διηγήθηκε κά­ ποιος. Έτσι, για μια ακόμα φορά γίνεται φανερό πως η λογοτεχνία, αποσυνδεμένη και αποδεσμευμένη απ’ τη ρεαλιστικότητα ή μη των μύ­ θων της, μπορεί να προσφέρει με τον ψυχαγωγικό της ρόλο πολύ πε­ ρισσότερα από οποιαδήποτε άλλη τέχνη. Και για μια ακόμα φορά, μια καινούρια συγγραφέας με το πρώτο της κιόλας βιβλίο, θέλει να παραμείνει δέσμια μιας εποχής που πέρασε ανεπιστρεπτί, απλά και μό­ νο γιατί η εποχή εκείνη θυμίζει έν­ τονα παραμύθι ειπωμένο από «επί-


οδηγος/49 σήμα γέρικα χείλη». Το «Αμίλητο νερό» έχει τη χάρη της πρώτης δοκιμής, με όλα τα υπέρ και τα κατά που τη συνοδεύ­ ουν. Όταν σταματάει στην τρυφε­ ρή ηλικία των δώδεκα χρόνων της ηρωίδας, αφήνει μια υπόσχεση για συνέχεια. Από δω και πέρα όμως υπάρχει η πλοκή της εφηβείας και της ωρίμανσης. Αν η συγγραφέας θελήσει να συνεχίσει μ’ έναν τέτοιο στόχο, τότε σαφέστατα θέλει να καταθέσει τη δική της προσωπική ζωή που κανείς δεν ξέρει πόσο εν­ διαφέρον μπορεί να περιέχει. Ώ ς την αρχή της εφηβείας όλα είναι πλασματικά, όλα έχουν τη δύναμη μιας παραμυθένιας περιόδου, που ο καθένας μας διαθέτει και επο­ πτεύει. Από κει και πέρα όμως θα ήταν μια σκληρή πραγματικότητα που, με όσα μυθιστορηματικά στοι­ χεία κι αν στολιζόταν, το προς συ­ ζήτηση προϊόν θα εξαρτιόταν από­

λυτα από την ικανότητα της συγγραφέως στο λόγο. Η Δ.Τ. επιχείρησε κάτι που άλ­ λοι το πραγματοποιούν κι άλλοι επιθυμούν μόνο να το σκέφτονται για να βυθίζονται εκεί και να αι­ σθάνονται κάπως λιγότερη μονα­ ξιά. Τα παιδικά μας χρόνια δεν θα πάψουν να μας ακολουθούν όσο κι αν περνάει ο καιρός, όσο κι αν το χρονόμετρο γυρίζει αντίστροφα. Η πρόθεσή της είναι πέρα για πέρα θετική. Ο τελικός όμως σκοπός κά­ που χωλαίνει, ανάμεσα στις σκέ­ ψεις που ένας μεγάλος βάζει στο στόμα ενός παιδιού από τη μια και σε κάτι που δεν χρειαζόταν, τη διάλεκτο στους διαλόγους, απ’ την άλλη. Πάντως, ανεξάρτητα απ’ τα όποια τρωτά της σημεία, η πρώτη της δουλειά είναι αξιόλογη και πρέπει να προσεχτεί. ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

να βρουν πάμπολλα μονοπάτια για να βαδίσουν. Και το μονοπάτι της διερεύνησης της σκιάς του έρωτα μέσα στο έργο του Γκαίτε. βαδίζει σε τούτο το κείμενό του ο Βαγγέλης Αθανασόπουλος, για να φτάσει έτσι επαγωγικά από το ερωτικό μέρος στο σφαιρικό όλο, δίνοντας το βάρος στη διαδικασία μάλλον παρά στην απόδειξη προκατασκευής. Με αποτέλεσμα, έναν πυκνό ιστό σκέψεων, που από μόνες τους αποτελούν πεδίο συζήτησης και επέκτασης σε διερευνητέο χώρο. Γ ΙΩ Ρ Γ Ο Υ ΚΟ ΥΚΟΥΑΕ:

Εργατικά Συνδικάτα: Οικονομική Αυτοδυναμία και εξάρτηση (1938-1984). Αθήνα , Οδυσσέας, 1984. Σελ. 190.

εικόνα ολέθρου σε ώρα μηδέν Ε Ρ Σ Η Λ Α Γ Κ Ε : Αδελφέ μου Κάιν. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1984. Σελ. 155.

Χωρίς πανικό, χωρίς θυμό, χωρίς φόβο, αλλά μ’ εκείνη την αν­ θρώπινη καρτερικότητα των ετοιμοθάνατων, και διάχυτο το αί­ σθημα της πικρίας, ξεκινάει η Έρση Λάγκε το συνταρακτικό γρα­ πτό της, όπου συναρμολογεί όλα τα τρομακτικά που μπορεί να συμβούν στην ανθρωπότητα -αν αυτή με την αδράνεια που την παραλύει- επιτρέψει τον πυρηνικό πόλεμο. Με τις πρώτες λέξεις του έργου ο αναγνώστης αντικρύζει την εικόνα του εφιαλτικού τοπίου, όπου το μάτι φρικιά εμπρός στη θέα, οι πνεύμονες ασφυκτιούν στον λίγο και μολυσμένο αέρα, και το σώμα ρουφιέται τρο­ μαγμένο στη σκέψη να αγγίξει το έδαφος που οι εξατμίσεις του από τις χημικές αντιδράσεις θα σκάψουν το πετσί, το κρέας, το ρούχο, τη σόλα. Ο ήχος του κειμένου, μοιρολόι, βλαστήμιες, βουή, εκρήξεις. Εικόνα ολέθρου σε ώρα μηδέν.

ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΣ την έρευνα και την προώθηση της προβληματικής γύρω από το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα, ο Γιώργος Κουκουλές αγγίζει εδώ ένα από τα πιο καίρια σημεία: Την τροχοπέδηση του ανώτερου συλλογικού οργάνου, σε πορεία εξάρτησης από την κεντρική εξουσία, με μέσο την «επίσημη»- χρηματοδότησή του. Ειδικότερα, εξετάζεται τόσο η διαδικασία (και με τις ντοκουμενταρισμένες παραπομπές και παραρτήματα να δίνουν το αντίστοιχο πραγματικό πλαίσιο), με την οποία κατευθύνονται οι εισφορές υπέρ των συνδικαλιστικών οργανώσεων, όσο και ο ρόλος που ασκεί με την ύπαρξή της η περίφημη Εργατική Εστία. Σ Ί Έ Φ Α Ν ΙΑ Σ Ζ Α Χ Α Ρ Α Κ Η : Ειρήνη. Α θήνα , Δωδώνη, 1984. Σελ. 395.

ΤΑ βιώματα και τις μνήμε? από τα πυρπολημένα χρόνια του


50/οδηγος Η φαντασία είναι το δώρο της φύ­ σης στον ποιητή. Η φαντασία μπο­ ρεί να είναι και η κατάρα της πραγματικότητας για τον ποιητή. Δυο χρόνια η Έρση Λάγκε κου­ βάλαγε αυτό το τοπίο μέσα της και το ζωγράφιζε στο χαρτί για μας που ακόμη αδρανούμε. Αδελφέ μου Κάιν, ένας τίτλος να εξευμενί­ σει τον Κάιν που αδιάφορα πάντα απαντάει: «Είμαι εγώ ο φύλακας του αδελφού μου;» Αυτός ο ίδιος ο Κάιν που κατά καιρούς συναντιέ­ ται για συσκέψεις στη Γενεύη, ενώ συνέχεια επιβουλεύεται, και χυ­ δαία τολμάει να πει στον κόσμο: «Κανένα σχόλιο δεν κάνουμε», και που ο κόσμος ακόμα πιο αδιάντρο­ πα σιωπά, θαρρείς μια τέτοια απάντηση και ο αφοπλισμός δεν εί­ ναι ζήτημα δικό του. Η ανθρωπότητα νεκρή. Το έδα­ φος μουλιασμένο από τα χημικά, ο ήλιος κίτρινος κακοποιημένος, η ατμόσφαιρα θολή από τη μόλυνση. Το πόσιμο νερό λίγο, και το νερό της θάλασσας ξερνά κήτη μυθολο­ γικά, τ’ αποτελέσματα πυρηνικού ολέθρου. Οι λιγοστοί άνθρωποι διαιρεμέ­ νοι στους κάπως υγιείς, στους μολυσμένους ετοιμοθάνατους, και στους «τετέλεσται», μελλοθάνατοι κι αυτοί, αλλά που φέρνουν ακόμη το μίσος μέσα τους -το σύμβολο αυτών των νεκρόφιλων του ανθρώ­ πινου γένους που πάντα σχεδιά­ ζουν πολέμους.

Οι υγιείς ζούνε σε σπηλιές δια­ κοσμημένες με νεκροκεφαλές, καλά σφηνωμένες μέσα στα βράχια και μόνο ένα σκοπό έχουν, τη διαιώνι­ ση του ανθρώπινου γένους. Το ερωτικό παιχνίδι αποκτά την πρώ­ τη σημασία του και πληγιάζουν τα γόνατα του Μένιχ, όπως κτυπούν επάνω στο βράχο, στην προσπά­ θεια για γονιμοποίηση. «Το σπέρ­ μα του εκεί θα εξακοντιζόταν νε­ ρουλό για διαιώνιση, σκορπίζον­ τας μυρουδιά πατσαβούρας βρεγ­ μένης, άγνωστη πια, σπάνια ευω­ διά» (σ. 41). Ενώ η γυναίκα η Ντράγκανα αποκτά την πρώτη θέ­ ση στην τάξη των επιζόντων αφού φέρνει μέσα της τη δύναμη της γέν­ νας. Κι όμως το έργο αυτό της φρίκης και του τρόμου, γραμμένο με τη δεξιοτεχνία μιας αφωσιωμένης στην τέχνη συγγραφέως διαβάζεται όχι μόνο εύκολα αλλά κι ευχάριστα. 'Η νά ’λεγα διαβάζεται με δέος και κατάνυξη; Η γλώσσα, η δομή, η γυναικεία γραφή της Έρση Λάγκε απαλύνει την ανάγνωση χωρίς να της αφαιρεί τη σκληράδα της ρεαλιστικότητας του θέματος;, Η γλώσσα της αιχμηρή, ακριβής, σύντομη εικονογραφεί το θέμα. Εί­ ναι εμπειρία, θεματική και λογοτε­ χνική εμπειρία να διαβάσει ο ανα­ γνώστης δυο και πιο πολλές φορές το κείμενο, για να μπορέσει αφού ξεφύγει από την έλξη της ιστορίας να συγκεντρωθεί στην αίσθηση της

γλώσσας. Η ποίηση συνταράζει. Ο μύθος είναι η βασική λειτουρ­ γία που χρησιμοποιεί η Ε.Λ. για να καλύψει τη φρίκη του θέματός της. Τα ονόματα Μενίχ, Ντράγκανα, Αβρίλ, Ελφίνη, Γιολκ, αντιπροσω­ πευτικά όλων των φυλών επάνω στη γη μας, (αφού ο πυρηνικός πό­ λεμος μας περιλαμβάνει όλους), εν­ τούτοις απομακρύνουν την ιστορία από τον ελληνικό χώρο και την απομακρύνουν ακόμα και από την εποχή μας. Επεισόδια που πλουτί­ ζουν το κείμενο φαντάζουν εικόνες πρωτόγονες. Ο Γιολκ τυλιγμένος στο δέρμα φρεσκοσφαγμένου βο­ διού και με την κεφαλή του ζώου περασμένη στο δικό του το κεφάλι, κι ακόμα αυτό το απομεινάρι «μα­ τσάκι βασιλικό και δυόσμο» να κρέμεται από την ματωμένη γλώσ­ σα του ζώου, δίνουν εικόνα πολύ παλιάς εποχής τότε που οι άνθρω­ ποι εξευμένιζαν τα στοιχεία της φύσης με τη δική τους τη μαγεία. Έτσι κινείται ο Γιολκ και όλο το χωριό, και μόνο η απάντηση μας φέρνει πίσω στην πραγματικότητα. «Ατομικά υποβρύχια. Βουλιαγμέ­ να; Λούφαζαν; πάντως μολύνουν με ατομικά κατάλοιπα τον τόπο» (σ.54). Το θέμα και η γραφή, από τη γυ­ ναικεία διαίσθηση και δύναμη, δυεισδύουν στην ανθρώπινη κατά­ σταση. Η πρώτη ένδειξη αυτής της γυναικείας γραφής, το μεγάλο κα­ τηγορώ για την καταστροφή της Γ. ΜΟΥΡΕΛΟΣ Θ ΕΜ Α ΤΑ Α ΙΣΘ Η ΤΙΚ Η Σ ΚΑΙ Φ ΙΛ Ο ΣΟ Φ ΙΑ Σ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

,0ΐΟΓ/\ο&

ΣΤΟ ΙΣΟΓΕΙΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΗΜΙΟΡΟΦΟ

Φ Ω Λ ΙΑ Τ©Υ ΒΙΒΛΙΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 25-29 ΣΤΟΑ ο 3201703-3229560 ΑΘΗΝΑ 10564

έκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ Μαυρομιχάλη 9, ΑΘΗΝΑ Τηλ. 3607744, 3604793


οδηγος/51

Πολέμου και της Κατοχής μεταπλάθει και καταθέτει σε τούτο το μυθιστόρημα η συγγραφέας. Απλά. Χωρίς πιεστικές ωθήσεις του αναγνώστη, χωρίς γιρλάντες δήθεν καλλιέπειας, χωρίς ψευδόλογα κλισέ. Αλλά ως συμβάντα, που ρέουν ακολουθώντας τη δική τους ανάγκη και δυναμική, κάνοντας έτσι με τον χαμηλόφωνο τόνο τους ακόμη πιο συγκλονιστικά τα δεινά, το θάνατο, το σπαραγμό, την καταδίκη τόσων υπάρξεων σε ανεξίτηλα σημαδεμένη ζωή, τον ακρωτηριασμό -μα όχι και τον αφανισμό- της ελπίδας. ανθρωπότητας: «Πάνω απ’ όλα, αδιάσπαστα παράφωνη, είχε περά­ σει η ανδρική επιδημία πολέμου. Τα κανόνια σε στύση, επίθεση, τα τανκς, τα πολυβόλα τινάζονταν πί­ σω σε μαύρη εκσπερμάτωση ηδονής θανάτου, οργώνοντας και θερίζον­ τας χερσωμένα χωράφια, τα κορ­ μιά διαμελισμένα, μεσ’ στις βραγιές σπορά.» (σ.23) Άλλη ένδειξη της γυναικείας αυτής γραφής είναι η πολυδιάστα­ τη μορφή αγάπης. Η Ελφίνη και η συγγραφέας σκεπάζουν με κρούστα Ιαγάπης τα υπολείμματα της κατακρεουργημένης ανθρωπότητας. Πόσο πιο τραγικό μπορεί να γίνει το συναίσθημα αυτό της μάνας όταν προσεύχεται: «Θε μου, θε μου καλύτερα να μη γύριζε ο γιος μου και ν’ αντίκρυζα χαρακτηριστικά που δεν θα τ’ αναγνώριζα» (σ. 30). Η αγάπη της Ελφίνης στρέφεται προς τον κόσμο για να συγκεντρω­ θεί σε έναν άνθρωπο μόνον, αυτόν που πρώτα παίρνει τα χαρακτηρι­ στικά του γιου, μετά του πατέρα, του αγαπημένου (σε δυο σκηνέςαναμνήσεις από τα παλιά) και τέ­ λος την ώρα του θανάτου να τον μοιρολογεί, αυτόν τον Μενίχ που και το όνομα από την αγγλική θυ­ μίζει ανθρωπότητα, να τον μοιρο­ λογεί ωσάν να ήταν ολόκληρη η ανθρωπότης. Ο άνδρας Μενίχ γίνεται το σύμβολο της ανθρωπότητας και η γυναίκα Ελφίνη, αυτό του πόνου και της δυστυχίας για τη γνώση της τελικής καταστροφής. «Είμ’ ο θά­ νατος, του ψιθύριζα, μην τρομά­

ζεις. Είναι γλυκός, Μενίχ. Η αγω­ νία σου τελείωσε. Σ’ αγκάλιασα δεν το κατάλαβες. Σ’ άγγισα στα παγωμένα χείλια και συ δεν σπάραξες στα χέρια μου, με ηδονής σπασμούς. Μου δόθηκες, τσακί­ ζοντας στα πίσω. Πόσο λυπήθηκα το άγχος στο θαμπό σου κεφάλι. Σου χάιδεψα στο σβέρκο, υγρά τα μαλλιά. Σου έγλειψα το Χάρο απ’ το κορμί, σ’ έπλυνα με το στόμα και σε ενταφιάζω μέσα μου, να σε γεννήσω θα έλεγα, ξανά, αν η πόρ­ τα της γέννας δεν είχε κλείσει για μένα» (σ. 109). Άλλες μικρές σκηνές θυμίζουν το πέρασμα του γυναικείου χεριού επάνω από το γραπτό. Μια γάτα «που πηγαινορχόταν ανάλαφρα και... ζύμωνε το πάτωμα», «ένας σκύλος «γεμάτος χαρές για την απροσδόκητη γνωριμία» είναι ει­ κόνες που ολοκληρώνουν ενώ απα­ λύνουν την τραγικότητα του τέλους μας, Εμφανίζονται αυτά τα ζώα ξεφνικά μέσα στο κείμενο και η θέα τους είναι ανακούφιση και νί­ κη η επιβίωσή τους. Το έργο της Έρση Λάγκε μας αφήνει μ’ ένα ερωτηματικό, «άραγε θα βλαστήσει ο μολυσμένος σπόρος του Μενίχ, θα επιζήσει το ανθρώ­ πινο γένος; Και ίσως σ’ αυτό το ερώτημα θα έπρεπε να προηγείται άλλο, «Ποιος θ’ αφοπλίσει τον αδερφό μας Κάιν, ποιος θα τον σταματήσει πριν γίνει πραγματικό­ τητα η εικόνα του βιβλίου;» ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΛΑΛΑ-ΚΡΙΣΤ

Γ ΙΑ Ν Ν Η Μ Η Λ ΙΟ Υ ΘΑΝΟΥ ! Μ ΙΚ Ρ Ο Υ Τ Σ ΙΚ Ο Υ :

Στην υπηρεσία τον Έθνους. Αθήνα, Ετα ιρ ία Ν έα ς Μ ουσικής, 1984. Σελ. I 129.

\ ΜΙΑ συγκλίνουσα σειρά κειμένων (δημοσιευμένων κατά καιρούς σε διάφορα έντυπα) περιλαμβάνεται στο βιβλίο τούτο. Μια σειρά κειμένων, τα οποία επιχειρούν να διαμορφώσουν ιδεολογικές και αισθητικές θέσεις και αντιθέσεις, σχετικά με το «δέον» και το «υπαρκτό» του σημερινού ελληνικού τραγουδιού. Και ιδιαίτερα, του τραγουδιού που -σύμφωνα με τα γραφόμενα των συγγραφέων- «ενώ συμπυκνώνει με τον πιο έντονο και ακραίο τρόπο την αστική ιδεολόγική-αισθητική κυριαρχία, θεωρείται εντούτοις σαν το κατ’ εξοχήν προοδευτικό». (Δηλαδή, με απλά λόγια, η κριτική επίθεση κατευθύνεται κατά κύριο λόγο στον Διονύση Σαββόπουλο...).


52/οδηγος

εξακολουθείτε να κλαίτε για τον εαυτό σας... Μ Α Ρ Γ Κ Ε Ρ ΙΤ Ν Τ Υ Ρ Α Σ : Η αρρώ­ στια τον θανάτου. Μετ. Κυβέλη Μαλαμάτη. Αθήνα, Εξάντας, 1985. Σελ. 63

Στο τελευταίο πεζογράφημα της Μαργκερίτ Ντυράς, ένας αόρατος άντρας κλαίει, ενώ ζει μια ερωτική φαντασίωση με μια ορατή γυ­ ναίκα. Κλαίει για τον θανατηφόρο ερωτισμό του, που, βίαιος και κτητικός, κατοικεί μέσα του εδώ και αιώνες. Αυτός, στον οποίο αναφέρεται η ιστορία, δεν εμφανίζεται ποτέ, κι όταν ανοίγει σύν­ τομους διαλόγους με την ξαπλωμένη γυναίκα, το κάνει μέσω ενός άντρα που διαβάζει την ιστορία. Ο παραδοσιακός μύθος του έρωτα, σα σύμβολο ζωής, ελπίδας, και κά­ ποτε αιωνιότητας, δεν έχει θέση σε κανένα από τα έργα της Μαργκερίτ Ντυράς. Η εκμηδένιση και η κατα­ στροφή, «η αρρώστια του θανά­ του», έχουν από τα πριν παγιδέψει την ερωτική σχέση, «αυτή τη θανα­ τηφόρα λειτουργία της απουσίας της αγάπης», (σελ. 50) στη

διάρκεια της οποίας όλες οι διερ­ γασίες είναι βήματα προς το πηχτό σκοτάδι. Για να μπούμε στο πνεύ­ μα της Μ. Ντ. θα πρέπει να ανα­ τρέξουμε στον αντι-μύθο του Geor­ ges Bataille, όπου «... η ηδονή θα ήταν άξια περιφρόνησης εάν δεν ήταν αυτό το εξοντωτικό ξεπέρα­ σμα που δεν ανήκει κατ’ αποκλει­ στικότητα στην ερωτική έκσταση...

Το είναι μας δίνεται μ’ ένα ανυπό­ φορο ξεπέρασμα που δεν είναι λι­ γότερο ανυπόφορο από το θάνατο. Και επειδή το είναι, ενώ μας δίνε­ ται με το θάνατο, συγχρόνως και μας αφαιρείται μ’ αυτόν, οφείλου­ με να το αναζητήσουμε στο αίσθη­ μα του θανάτου, σ’ εκείνες τις αφό­ ρητες στιγμές που νομίζουμε πως πεθαίνουμε επειδή, στις περιπτώ­ σεις αυτές, το είναι δεν υπάρχει πλέον μέσα μας παρά μόνο από ακραία ένταση στις στιγμές εκείνες όπου η πληρότητα της φρίκης και η πληρότητα της χαράς συμπί­ πτουν».1 Τον προσαρμοσμένο αυτό αντι-μύθο στην κοινωνικά θεσπι­ σμένη κατωτερότητα της γυναίκας δεν τον επέβαλε βέβαια ο Goerges Bataille, αλλά με τα βιβλία Η ιστο­ ρία τον ματιού (1928) και Ερωτι­ σμός (1957) απέκτησε λογοτεχνικό κύρος, και συνέδεσε την ανάγκη του άντρα, - σε μια δοσμένη κοι­ νωνικοοικονομική κατάσταση -, για εξουσία με την έννοια της ομαλότητας. «... Για να φτάσουμε στο ακραίο σημείο της έκτασης όπου χανόμαστε μέσα στην ηδονή πρέπει πάντα να θέτουμε το άμεσο όριό της που είναι η φρίκη....»,2 γράφει ο Bataille, ανάγοντας τα δικά του βιώματα σε αντικειμενική πραγμα­ τικότητα, και τη δική του σεξουα­ λικότητα, ενταγμένη στην ιδεολο­ γία του βίαιου «αντρισμού», σε πα­ νανθρώπινη. Η Μαργκερίτ Ντυράς, με ταλέν­ το και ευαισθησία, φωτίζει τα ανά­ γλυφα χνάρια της αντρικής επιθυΗ Μαργκερίτ Ντυράς με τους γονείς και τ’ αδέλφια της


οδηγος/53

Σε νεαρή ηλικία

μίας σε μια στάση ζωής που ταυτί­ ζεται με το θάνατο «εξαιτίας αυτής της ανουσιότητας, της ακινησίας του συναισθήματος...» (σελ. 46), και με τη «θανατηφόρα λειτουργία της απουσίας της αγάπης» (σ. 50). Η συγγραφέας, ως παρατηρητής, ακολουθεί τον έναν λυγμό μετά τον άλλον κάποιου που δεν έχει «τη θαυμαστή αδυναμία» ν’ ανταμώσει τη γυναίκα «πέρα από τη διαφορά» (σ. 56) που τους χωρίζει. ·Είναι ένας άνθρωπος που βιώνει «τον έρωτα με τον μόνο τρόπον που ήταν δυνατό» γι’ αυτόν, «χάνοντάς τον πριν ακόμη γεννηθεί» (σ. 56). Για να εμπλακεί η σεξουαλική με την κοινωνική σχέση, η γυναίκα, γυμνή, είναι διαρκώς ξαπλωμένη, μιλά χαμηλά κι αδιάφορα. Είναι των «αγοραίων νυχτών», νέα κι όμορφη και λέει το ρόλο της απέ­ ξω. Κάπου λέει πως το συναίσθημα της αγάπης θα μπορούσε να γεννη­ θεί «... ίσως από μια αιφνίδια ρωγ­ μή στη λογική του σύμπαντος... παραδείγματος χάρη από ένα λά­ θος... ποτέ από τη θέληση... από καθετί, από το πέταγμα ενός που­

λιού της νύχτας, μέσα στον ύπνο, από ένα όνειρο, από την προσέγγι­ ση του θανάτου, από μια λέξη, από ένα έγκλημα, από τον ίδιο τον εαυ­ τό uoc. από ιιέσα unc. Ηαφνικά. χωρίς να ξέρουμε πώς....» (σ. 5152). Κομμένη καί ραμμένη αυτή η γυναίκα, από τον αόρατο άντρα, στα μέτρα της αντρικής απαίτησής του να είναι, χωρίς να εξωτερικεύει αυτό που πραγματικά είναι, γί­ νεται «η Μαύρη Ήπειρος»3 όπου η αποικιοκρατική σεξουαλικότητα πρέπει να εισχωρήσει. «Θα ήθελα να διεισδύσω και εκεί, μ’ όλη τη βία που συνηθίζω» (σ. 15) λέει ο άντρας. Σύμβολο του φοβερού αγνώστου που πρέπει να υποταχθεί είναι το αιδοίο, «το καταχωνιασμέ­ νο αιδοίο», αυτό που «κατακρημνίζει και δεσμεύει άδηλα... έτσι σφα­ λισμένο μέσα στον ύπνο του κοιμι­

ΑΝΝΑΣ Π Ε Τ Ρ Ο Χ Ε ΙΑ Ο Υ : Τα Σπήλαια της Ελλάδας. Αθήνα , Εκδοτική Αθηνώ ν, 1984. Σελ. 159.

ΕΧΟΝΤΑΣ αφιερώσει μια ολόκληρη ζωή στην υπόγεια και επίγεια εξερεύνηση, η Άννα Πετρόχειλου δίνει σ’ αυτόν τον εύχρηστο τόμο έναν πλήρη οδηγό για τα σπουδαιότερα σπήλαια της Ελλάδας. Αλλά το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του βιβλίου δεν είναι η χρησιμότητά του, όσο ο τρόπος με τον οποίο είναι γραμμένο. Με αποτέλεσμα, να κρατιέται αδιάπτωτη η προσοχή του αναγνώστη και σχεδόν να οδηγείται να συμμετέχει, γυρνώντας τις σελίδες, σε ένα συνεχές και αποκαλυπτικά θαυμαστό ταξίδι στα έγκατα της ελληνικής γης.

Κ Ω Ν Σ Τ Α Ν Τ ΙΝ Ο Υ ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ: Η

περίοδος της Αναρχίας (1831-1833). Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1984.

Σελ. 263.

σμένο» (σ. 28), και τον παραπέμ­ πει, ανυπεράσπιστο, στη νύχτα. Παραδομένος στις τρομαχτικές άγνωστες δυνάμεις, παλινδρομεί σε προηγούμενα -αιμομικτικά;- παι­ δικά στάδια, κλαίει, χωρίς όμως να παραλείπει στιγμή να κρατά, με διάφορα προσχήματα, υποβαθμι­ σμένη τη σύντροφό του. Είναι πολύ συναρπαστικό αυτό το πεζογράφημα της γαλλίδας συγγραφέως, ιδίως σε καιρούς όπου πολλοί ασχολούνται ιδιαίτερα με την κατανόηση της λειτουργίας των ευνουχιστικών προτύπων. ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΒΟΡΝΙΝΓΚ Σημειώσεις 1. Μαντάμ Εντουάρντα, μετ. Δ. Δημητριάδη, Αθήνα, Άγρα, 1981. Σελ. 14. 2. Idem 3. Με τη φροϋδική σημασία τον όρον.

ΔΕΝ είναι λίγες οι περιπτώσεις ιστορικών περιόδων, που χωρίς να έχουν εντυπωσιακά γεγονότα, (άρα είναι και λιγότερο ερεθιστικές στο μελετητή), περιέχουν «εν σπέρματι» ή «εν εκτάσει» τις κατευθύνσεις για ουσιαστικότερες μετέπειτα εξελίξεις. Και μια τέτοια περίοδος, η οποία ελάχιστα έχει κερδίσει την προσοχή των ιστορικών είναι - καθώς αποδεικνύεται στο λεπτομερές και γεμάτο στοιχεία βιβλίο του Κ. Βακαλόπουλου- το χρονικό διάστημα από τη δολοφονία του Καποδίστρια ώς την άφιξη του Όθωνα, διάστημα όπου καθιερώνεται η συνεχής επέμβαση των ξένων διπλωματών στην πολιτική ζωή της Ελλάδας.


54/οδηγος

«Περ’ τα όρια...» Μ ΗΤΣΟ Υ ΑΑΕΞΑ ΝΔΡΟΠΟ ΥΛ Ο Υ : Ο Μ εγάλος Αμαρτω λός - Ο Ντοστογιέφσκι και τα ιερά τον τέ­ ρατα: βιογραφικήμυθιστορία. Α θ ή ­ να, Κ έδρος, 1984. Σελ. 496.

Η βιογραφία ως λογοτεχνικό είδος, και δη sui generis, στην Ελλά­ δα είναι περιφρονημένη, άσχετα αν στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα στην Αγγλία, έχει ήδη δημιουργήσει παράδοση· και όχι μόνο έχει δημιουργήσει παράδοση, αλλά και ακμάζει, άσχετα αν και εκεί μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει παραμεληθεί, αφού η Κριτική έχει αφιερωθεί σχεδόν ολοκληρωτικά στις «καθιερωμένες» λογοτεχνι­ κές μορφές - το πεζό, την ποίηση, το θέατρο, το δοκίμιο - , αφή­ νοντας έτσι έξω απ’ τον κύκλο των ενδιαφερόντων της «την εξιστόρηση της φυσικής διάθεσης και συμπεριφοράς του ανθρώ­ που».1 Και μπορεί μεν για τον Ντ. X. Λώρενς «να είναι το μυθι­ στόρημα το μόνο αληθινό βιβλίο της ζωής»,2 και το προβάδισμα του μυθιστοριογράφου να είναι αδιαμφισβήτητο, η γοητεία της βιογραφίας όμως - πέραν και ανεξαρτήτως του ότι (αντίθετα απ’ το μυθιστόρημα) βασίζεται σε πραγματικότητες - πηγάζει απ’ την περιέργεια του αναγνώστη να γνωρίσει μια (=την) ανθρώπινη προσωπικότητα, κατά κανόνα ονομαστή και διάσημη, και απ’ τον πόθο του ν’ αποκτήσει μιαν ούτως ειπείν πραγματολογική γνώση των συμβεβηκότων. Περιέργεια και πόθος, ως όψεις ενός λογοτεχνικού αποτελέσματος, δεν διακρίνονται μεταξύ τους, δεν διασπώνται, αλλά αποτελούν εν ενώσει ένα μεγάλο, ένα σύνθετο ηθικό φάσμα: είτε η περιέργεια στρέφεται στις λιγότερο ευγενείς φάσεις της ανθρώπινης δραστηριό­ τητας είτε στις ευγενέστερες· είτε, πάλι, ο πόθος για πραγματολογική γνώση κυμαίνεται απ’ την απλή ενημέρωση ώς στην επιστημονική τελειότητα. Και μπορεί μεν η περιέργεια να είναι το πρώτον κινούν τόσο για τον βιογράφο όσο και γιά τον ανα­ γνώστη, το ζητούμενο πάντως είναι πάντοτε η «αλήθεια», και δη η αλή­ θεια ως κάτι δυνάμενο ν’ αποδειχθεί και όχι ως φιλοσοφική κατη­ γορία· αυτή η ζήτηση της «αλή­ θειας» προϋποθέτει, κατά την έκ­ φραση του Λήον Ήντελ, «ένα λε­ πτότατο πνεύμα αντικειμενικής

διερεύνησης»3 που πρέπει να καλ­ λιεργεί ο βιογράφος - ο συγγρα­ φέας αναφέρεται στον λογοτέχνηβιογράφο - , προκειμένου να προσ­ φέρει βάση στηρίξεως στο Αφηγη­ ματικόν τού έργου του. Αυτό φυσι­ κά δεν σημαίνει επ’ ουδενί ότι η «αλήθεια» προΐστατο πάντοτε του μυθεύματος, απ’ τη στιγμή μάλιστα που η ύπαρξη θρύλων, ανεκδοτολογικών περιστατικών και «φαντα­ στικών» διηγήσεων είναι, εκ των προτέρων και άνευ ετέρου, ηθικά αποδεκτή σε κάθε βιογραφία· μο­ λαταύτα και σ’ αυτές τις βιογρα­ φίες, τις μη «αληθείς», η περιέρ­ γεια του αναγνώστη ικανοποιείται, και ασχέτως αν η πραγματολογική γνώση που προσφέρεται, ελέγχεται κατ’ αρχήν «ψευδής», ο πόθος του γι’ αυτήν εκπληρούται, συντελείται δε και ο παιδευτικός σκοπός της βιογραφίας, αφού το διδακτικό της σκέλος βρίσκει στέρεο έδαφος να

πατήσει και να περπατήσει. Το πρόβλημα της αντικειμενικής πληροφόρησης του βιογράφου υφίστατο ανέκαθεν. Πόθεν τα στοι­ χεία; Και πόσα; Ποια απ’ αυτά πρέπει ν’ αποκλεισθούν; Ποια να τονιστούν; Ποια απλώς ν’ αναφερ­ θούν. Οι δε απαντήσεις στα ανωτέ­ ρω θεμέλια ερωτήματα πρέπει να συγκερασθούν και με απαντήσειςεπιλογές σε ερωτήματα καθαρά λο­ γοτεχνικής τάξης: Ποιο το ύφος; Ποια η σειρά αφηγήσεως; Ποια η μορφή του διηγηματικού λόγου; κλπ. συναφή. Και κατά πόσον η παραπάνω ειρημένη «αλήθεια» ιδανικό Βικτωριανής καταγωγής μπορεί να συνεπιβαίνει του ιδίου οχήματος με την λεγάμενη διακριτι­ κότητα -αρετές και οι δύο μιας καλής βιογραφίας; Ή μήπως είναι αναγκαίο να παραβιάζεται το ηθι­ κό άβατο ορισμένων περιοχών αναπτύξεως της προσωπικότητας και να παρουσιάζονται τα πάντα, έστω ακόμα και προς την κατεύ­ θυνση μιας a posteriori σκανδαλο­ θηρίας; Αφήνω δε τα προβλήματα που ανακύπτουν απ’ την ιδεολογι­ κή τοποθέτηση του βιογράφου, τα οποία γίνονται δυσκολότερα, όταν αυτή η τοποθέτηση δεν συμπίπτει ή δεν έχει κοινό πεδίο μ’ αυτήν του βιογραφούμενου. Αλλιώς βιώνει την «αλήθεια» ένας φιλελεύθερος αστός βιογράφος, αλλιώς ένας μαρξιστής· αλλιώς δε, και πέραν τούτων, ένας οπαδός του φροϋδισμού, κλπ. Πιστεύω, πάντως, ότι στόχος άμεσος κάθε βιογράφου εί­ ναι να καλύψει αφηγηματικά το θέμα του, μ’ όλα τα λογοτεχνικά συμπαρομαρτυρούντα, αλλά σκο­ πός του - το τελικό αίτιο της γρα­ φής του δηλαδή - είναι να ερμηνεύ-


οδηγος/55 όχι ο Βόλφγκανκ Χίλντεσχάιμερ, ο Γουίλλιαμ Ρόπερ κι ο Ρίτσαρντ Έλμαν αντίστοιχα- και μόνον υπό συνθήκας πλήρους αποδεσμεύσεως απ’ το γράφον υποκείμενο, δηλαδή ΐον εαυτό τους - όπερ άτοπον! Δεν είναι, πιστεύω, η αντικειμενικότη­ τα η λυδία λίθος της artis biographiae, αλλά κυρίως και πρωτίστως η στενότητα της σχέσης του συγγραφέως βιογράφου προς το υποκείμε­ νό του. Ο βιογράφος, προκειμένου να διαφανεί η σπουδαιότητα της «διαλεκτής προσωπικότητος» - δα­ νείζομαι τον όρο του Τόμας Φούλερ - πρέπει να χειριστεί έντεχνα τα γεγονότα, « να συνδυάσει τις [αρχήθεν] ασυμβίβαστες αλήθειες της πραγματικότητας και της μυθο­ πλασίας»,7 για να μπορέσει να πα­ ρουσιάσει το «πραγματικό» ρεύμα της ζωής του ήρωά του. σει τα αφηγούμενα. Μόνον έτσι, άλλωστε, γίνεται λογοτέχνης- άλ­ λως παραμένει ένα είδος εξελιγμέ­ νου καταγραφέως. Η δε φύση της της «αλήθειας» που εκφράζει, ανε­ ξάρτητα και πέρα από ιδεολογίες, πληροφορίες ή απαγορεύσεις ηθι­ κής τάξεως, πρέπει να μας απάγει απ’ την Ιστορία. Διότι μπορεί μεν η Βιογραφία και η Ιστορία να είχαν - ιδιαίτερα στην ύστερη Αναγέννη­ ση και στο πρώτο ήμισυ του Που αιώνα - εκδηλώσει μια τάση συγκλίσεως, και να φαινόταν αξιωμα­ τικός ο λόγος του Τόμας Καρλάιλ «ότι η Ιστορία είναι εν τέλει μια σύνθεση ατομικών βιογραφιών»,4 ο βιογράφος ωστόσο δεν είναι ιστορικός. Μάλλον ζωγράφος μπο­ ρεί να χαρακτηριστεί, και μάλιστα εμπρεσιονιστής, αφού έργο του εξάλλου - σύμφωνα με τον επιφα­ νέστερο Άγγλο βιογράφο όλων των εποχών, τον Σάμουελ Τζόνσον - «είναι [...] να παραλείπει έργα και γεγονότα που παρέχουν την εν­ τύπωση μάταιου μεγαλείου, να ωθεί τη σκέψη στις ιδιωτικές δρα­ στηριότητες του ανθρώπου, να φέρνει στο φως και τις ελάχιστες ακόμα λεπτομέρειες [....... ] του καθημέραν βίου [....], εκεί όπου όλοι οι άνθρωποι προσπαθούν να επι­ βληθούν με τη φρόνηση και την αρετή τους»/’ Και φυσικά μια καλή βιογραφία δεν θα κριθεί ως καλή, επειδή είναι αντικειμενική, καθόσον η τέλεια αντικειμενικότητα απουσιάζει. Μόνο ο Μότσαρτ θα μπορούσε να γράψει αντικειμενικά για τον Μό­ τσαρτ, ο Τόμας Μορ για τον Τόμας Μορ κι ο Τζόυς για τον Τζόυς, κι

Ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος ονομάζει βιογραφική μυθιστορία το βιβλίο του «Ο Μέγας Αμαρτω­ λός», που διεξέρχεται τη ζωή του Φιόντορ Μίχαηλοβιτς Ντοστογιέφσκι (1821-1881): Δ εν κάνω [....] βιογραφία επιστημονική, ούτε μ υ ­ θιστορηματική - έτσι όπως τα ξέ­ ρουμε αυτά τα δύο είδη. Στέκομαι ανάμεσά τους. Μ ε μια ελευθερία από τις υπαγορεύσεις της πρώτης και με πολλή περίσκεψη μπροστά στην ελευθεριότητα της δεύτερηςΠροσπαθώ να διαμορφώσω δικό μου τρόπο, όπως κάθε φορά αισθά­ νομαι να τον ζητά η προσωπικότη­ τα του ανθρώπου ,για τον οποίο γράφω [....]■ Χρησιμοποιώ τον όρο βιογραφική μυθιστορία. Μου προσφέρεται για ν ’ αποσαφηνίσω τα όρια και προς τις δύο πλευρές,έχει και το πλεονέκτημα ο όρος αυ­ τός ότι φέρνει πιο κοντά στη μυθι­ στορηματική βιογραφία, όπου κλί­ νουν και τα δικά μου βιβλία με την αφηγηματικότητά τους (σ. 28).

Μετά απ’ αυτό ο βιογράφος ορί­ ζει στην Εισαγωγή του ότι η ζωή του Ντοστογιέφσκι υπήρξε ένα μό­ νιμο «πέρα απ’ το όριο» (σ. 30), το οποίο προσπαθεί να παρακολουθή­ σει. Πώς συνέβαινε; Ποια όρια περνούσε και πού πήγαινε; Ποια τείχη τον στένευαν; Ποια πάθη κέντρωναν τη σκέψη του, το κορμί του, τη φαντασία του; Εκδηλώνει σ’ όλα του ο Ντοστογιέφσκι την ψυχολογία του, ενός φυλακισμένου που ασυμβίβαστα αγωνίζεται να ελευτερώθεί (σελ. 30). Στην προσ-

πάθειά του να ερμηνεύσει τη ζωή

Ν ΙΚ Ο Υ Π Ε Τ Ρ Ο Χ Ε ΙΛ Ο Υ :

Ρωμαίοι και Ελληνισμός. Μετ. Ε λέν η ς Π εράκη-Κυριακίδου, Στρατή Κυριακίδη. Α θήνα , Παπαζήσης, 1984. Σελ. 245. ΑΡΚΕΤΑ χρόνια μετά την πρώτη εμφάνισή του, κυκλοφόρησε και στα ελληνικά το τόσο ενδιαφέρον -και σημαντικό στο είδος τουμελέτημα του Νίκου Πετρόχειλου για τον αρχαίο κόσμο. Πρόκειται για μια συγκροτημένη διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο αντιμετώπιζαν οι Ρωμαίοι τόσο τον ελληνικό πολιτισμό, όσο και τα στοιχεία του που επηρέασαν τη δίκιά τους σκέψη και παράδοση. Για να φτάσει αυτή η διερεύνηση στο απόγειό της, παρουσιάζοντας την ανταγωνιστική αντίληψη που επικράτησε κάποια στιγμή στον ρωμαϊκό πνευματικό κόσμο απένα-ντι στους Έλληνες.

Γ ΙΑ Ν Ν Η Ρ Ε Ν Τ Ζ Ο Υ :

Γεωγραφική Εκπαίδευση. Αθήνα, Επικαιρότητα, 1985. Σελ. 371. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση δεν είναι δυνατό να προχωρήσει στον τόπο, χωρίς μεταρρύθμιση αντιλήψεων και πρακτικής και στους επιμέρους εκπαιδευτικούς κλάδους. Και ακριβώς μια κριτική της σημερινής κατάστασης, με συνεπακόλουθο μια σειρά σκέψεων και προτάσεων για τη ριζική μεταρρύθμιση της διδασκαλίας του μαθήματος της Γεωγραφίας, δίνει ο εκπαιδευτικός Γ. Ρέντζος σε τούτο το βιβλίο του (που αποτελεί διεύρυνση της διδακτορικής του διατριβής στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού). Εμφανίζοντας, έτσι, και τις


56/οδηγος όλα τα δώματα τον Α λλά χ (σ. 260).

Πορτρέτο τον Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι σε ηλικία 26 χρόνων

του Ντοστογιέφσχι πέρα απ’ τα όρια, προστρέχει σε υλικό ουσιωδώς αντικειμενικής τάξης, μιας και χρησιμοποιεί τις επιστολές του «ήρωά» του προς τους αδελφούς, τις συζύγους και τους χορηγούς του, τις επιστολές και τις μαρτυ­ ρίες των παραπάνω για τον Ντοστογιέφσκι, καθώς και το Έργο του δευτέρου. Και βέβαια αυτή η διαδικασία νόμιμη καθ’ όλα από λογοτεχνικής σκοπιάς - θα οδηγούσε σε κάτι σα­ φέστατα ανιαρό - ή, τέλος πάντων, ήκιστα ερεθιστικό - , αν ο συγγρα­ φέας δεν όριζε την ψυχή του Ντοστογιέφσκι μέσα στο Σύμπαν, πέρα απ’ τον ιστορικό Χρόνο, μέσα στον απόλυτο Χώρο: ότι χρόνος ουκέτι έσται.8 Πιθα νόν [...] είναι η ίδια εκείνη στιγμή πον δεν πρόλαβε να χυθεί το νερό από το αναποδογυρι­ σμένο κανάτι τον επιληπτικόν Μωάμεθ, ενώ εκείνος πρόλαβε μέ­ σα σ’ αυτό το δευτερόλεπτο να δει

ψ

λ

Μέσα απ’ τις σελίδες του βιβλίου του Μήτσου Αλεξανδρόπουλου περνάνε τα πάθη του ανθρώπου Ντοστογιέφσκι, η μεγαλοφυής επι­ ληψία του, το κάτεργο, η δίψα του συγγραφέα Ντοστογιέφσκι για το Πραγματικό καθώς βαίνει με ακλό­ νητη πίστη per Realia ad Realiora, η κατάχτηση της απόλυτης ελευθε­ ρίας, η διχασμένη ρούσικη ψυχή του, ο ιδιότυπος χριστιανισμός του και ο εξίσου ιδιότυπος σοσιαλι­ σμός του, η ζωή και το πάθος των ιδεών του, οι φίλοι και οι εχθροί του, ο Μπιελίνσκη, ο Γκόγκολ, ο Τουργκένιεφ, ο μέγας Τολστόη, η κοντριάσκα (=τρέλα) του με τα με­ γάλα κι ορμητικά ανεβοκατεβάσματα του θυμοειδούς του πλού­ του, το χρήμα, ο τζόγος, η ανέχεια, η αγάπη του για τους ανθρώπους, οι δαίμονές του κοι* οι ηθικές δε­ σμεύσεις του, οι έρωτές του, ο Μωάμεθ ως αποκάλυψη της τρέλας του: ο βίος του Μεγάλου Αμαρτω­ λού. Ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος παρότι ιδεολογικά «αντίθετος» του ήρωά του, κινείται με μεγάλη άνε­ ση -ως βαθύς γνώστης του έργου του- αλλά και με μεγάλο σεβασμό στο πεδίο που άνοιξε η προσωπι­ κότητα του Ντοστογιέφσκι. Κι όταν ο Μεγάλος Αμαρτωλός λέει ότι παντού και σ ’ όλα φτάνω ώς τα έσχατα, όλη μου τη ζωή την πέρα­ σα πέρα από τα όρια (σ. 179) και

ότι άνοιξε Μέτωπο μ’ όλη τη ρωσι­ κή λογοτεχνία (σ. 252), ο συγγραφέας-βιογράφος δεν παρασύρεται σε ακροβατισμούς ούτε σε ενθου­ σιασμούς -υποθετικές απόρροιες της ντοστογιεφσκικής αυθάδειας!-, αλλά ακολουθεί την τροχιά που

διαγράφει ο Αντικομφορμισμός του Ντοστογιέφσκι, στρέφοντας κι αυτός την προσοχή του στο εξαιρε­ τικό, εχθαίροντας την ασφάλεια του Κανόνα: ό,τι θεωρείται κανονι­ κό, αυτό ίσα-ίσα μπορεί να είναι ψεύτικο. Αντίθετα· ό,τι μα ς φαίνε­ ται φανταστικό, εκείνο μπορεί νά ’ναι το πιο ρεαλιστικό, (σελ. 261).

Οφείλουμε να ομολογήσουμε χάριτες στον Μήτσο Αλεξανδρόπουλο, όχι μόνο για τούτο το βιβλίο του, αλλά και για τα παλιότερα έρ­ γα του, όπως τη λαμπρή Ιστορία της Ρωσικής Λογοτεχνίας, και τις μεταφράσεις του, γιατί πλουτίζει την ελληνική βιβλιογραφία με τίτ­ λους ανεκτίμητους, και δωρίζει εκ περιουσίας του ήθους του διδάγμα­ τα για όλους τους νεότερους, συγ­ γραφείς και αναγνώστες. ΓΙΩΡΓΟΣ Δ. ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ*12345678 Σημειώσεις 1. Βλ. Thomas North: Lives o f the Most Noble Greeks and Romas, σελ. 31. [Πρόκειται για τη μετάφραση των βίων τον Πλουτάρχου στα αγγλικά όπου ο μεταφραστής προσέθεσε την λέξη Noble =ενγενής στον τίτλο.] 2. Βλ. D.H. Lawrence: Selected Literary Criticism, R. Real, London, 1956, σελ. 195. 3. Βλ. Leon Edel: Literary Biography, London, 1957, σελ. 76. 4. Βλ. Thomas Carlyle: Life of Sterling, τόμος I, σελ. CCXX1I. 5. Βλ. Alan Shelston: Biography, 1977, ελληνική μετάφραση Ιουλιέτα Ράλλη - Καίτη Χατζηόήμου, εκό. Ερμής, 1982, σελ. 29. 6. Βλ. Samuel Johnson, The Rambler, αρ. 60. 7. Βλ. Virginia Woolf: New Biography, 1928, Penguin, σελ. 11 επ. 8. Αποκάλνψις Ιωάννου, 10,6.

|p j J k κ α λ ο κ α ίρ ι συντροφ ιά μ£ τον

ΕΤΡΟ Υ ΣΚ Ο

Σε όλα τα βιβλιοπωλεία.

Πολεμιστής και εραστής, σοφός και πειρατής, αψήφησε ανθρώπους και θτ:ού^Α για να βρει τον εαυτό του...


οδηγος/57

πειρατές στο Αιγαίο

δυνατότητες πια για μια άλλου είδους εκπαίδευση, πολύ πιο σύνθετη, μα και πολύ πιο δημιουργική.

ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ Ν .Α . Κ Ε Φ Α Λ Λ Η Ν ΙΑ Ν : Π ειρ α ­ τεία - Κουρσάροι στο Αιγαίο. Δ οκί­ μ ι ο - Ιστορία. Αθήνα, Φίλιππό της, 1984. Σελ. 275.

Η πειρατεία στο Αιγαίο επεκτάθηκε κυρίως μετά την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως, αν και το φαινόμενο παρουσιάζεται από την αρχαιότητα, όπως πολλά χωρία αρχαίων συγγραφέων και πολλές επιγραφές το μαρτυρούν. Ο συγγραφέας στην ερευνά του, ξεκινώντας από την ιδιαίτερη πατρίδα του Νάξο, μας παρουσίασε το φαινόμενο πειρατεία αγκαλιάζοντας τα περισσότερα νησιά. Το θέμα μέχρι σήμερα έχει απασχολήσει πολλούς ερευνητές2 στην προσπάθεια τους να δώσουν ο καθένας από τη σκοπιά του τις συνθήκες που δημιουργήθηκαν στον ζωτικό αυτό χώρο του Αιγαί­ ου, ως ανασταλτικό φαινόμενο της ευημερίας των κατοίκων, αφού οι ερημώσεις των παραλίων και των νησιών ήταν πολύ συχνές. Κάτω από την πίεση του φόβου και της φτώχειας, οι δύσμοιροι νησιώτες αναγκάζονταν ακόμα και να συνάπτουν σχέσεις, να συ­ ναλλάσσονται οικονομικά με τους πειρατές και να μετέχουν πολ­ λές φορές στις επιδρομές τους. Ανενόχλητοι οι άνθρωποι αυτοί αποκτούσαν πλούτη που τους επέτρεπαν ακόμα και την εγκατά­ στασή τους στα μέρη που πρώτα είχαν λεηλατήσει, χρησιμοποιών­ τας τα σαν λημέρια εναποθήκευσης της πραμάτιας τους και αγκυ­ ροβόλια των πειρατικών τους εξορμήσεων. Η διαπραγμάτευση του θέματος από το συγγραφέα προσέλαβε μια ευρύτερη μορφή απεικόνισης, πέρα από μια συγκεκριμένη αναζήτηση του φαινομένου πειρατεία. Το συνταίριασμα της ιστορικής γνώσης με τη λαογραφική παράδοση και τη νησιωτική ρίμα, δημιούργησαν τις προϋποθέσεις ενός αναγνώσματος ευχάριστου, ενός βιβλίου με μεγα­ λύτερη απήχηση. Η αναφορά των γεγονότων μέσα στο ιστορικό και χρονικό πλαίσιο μπορεί να μην πα­ ρουσιάζει την αυστηρή δομή επι­ στημονικού βιβλίου αξιώσεων, εί­ ναι αρκετό όμως ότι ικανοποιεί και τον επιστήμονα εκείνο, που θα ήθελε ν’ αναζητήσει κάποιο μίτο για την ανάπτυξη του θέματος. Η πλούσια βιβλιογραφία, εξαντλητι­ κή θα έλεγα τις περισσότερες φο­ ρές, κινεί την περιέργεια για πε­ ραιτέρω έρευνα.

Η δομή του βιβλίου διαρθρωμέ­ νη με τις επιμέρους αναπτύξεις θε­ μάτων που ο συγγραφέας κατά καιρούς είχε ερευνήσει και μάλιστα επίμονα, έδωσε την ευχέρεια στον κ. Κεφαλληνίδη, με τα δεδομένα που είχε τότε, να εξαντλήσει σε βά­ θος, αν όχι σε πλάτος, το θέμα του. Βέβαια το μεγάλο θέμα της πειρα­ τείας, που κρατά τόσους αιώνες με τις ποικιλότροπες διακυμάνσεις του και εκτείνεται στον ευρύ χώρο του Αιγαίου, δεν είναι δυνατό, στα πλαίσια μιας περιορισμένης μελέ­ της, να εξαντληθεί. Παρ’ όλα αυτά ο συγγραφέας κατόρθωσε να τιθασεύσει το υλικό του και να παρου­ σιάσει μέσα από τις πλούσιες μαρ­ τυρίες εγγράφων, παραδόσεων και θρύλων, ό,τι σήμερα κρατά ο ανα­ γνώστης στα χέρια του, που τον γοητεύει, τον συγκινεί, τον τρομά­ ζει για ό,τι «τράβηξαν όλους αυ-

Έ να καινούριο περιοδικό έφτασε, πάλι από τα Λεχαινά, (την... «πηγή» αυτή σκέψης και λογοτεχνικής δημιουργίας). Λέγεται Εκ παραδρομής και η σοβαρότητα των θεμάτων του, (που καλύπτον σημεία τόσο της πολιτιστικής όσο και της κοινωνικής ζωής), ξεπερνά τα I «επαρχιακά» όρια. Νέο περιοδικό και το Ιντερμέδιο. Καθαρά ποιητικό, αφού τις σελίδες, χωρίς τίποτε μα τίποτε άλλο, καλύπτουν ποιήματα νεότερων ποιητών με συγγενές αισθαντικό ύφος. Από την επαρχία, επίσης, άλλη μια νέα περιοδική επιθεώρηση: Τα Ναξιακά. Τα κείμενά της ι περιστρέφονται γύρω από ό,τι ενδιαφέρει (σαν δέκτη ή πομπό) τη Νάξο φυσικά... (Άλλωστε, η έκδοση προέρχεται από την Ομοσπονδία Ναξιακών ! Συλλόγων). Μια συζήτηση με τον Κώστα Τσόκλη, εξ άλλου, καλύπτει όλο το -λαμπερά μικρόπεριεχόμενο του 41ου Σπαρμον. Και το προηγούμενο τεύχος, είναι ένας εξίσου υπαινικτικός «σπαρμός» πάνω στα «ταχυδράματα»... Χωρίς ιδιαίτερο αφιέρωμα, τέλος, αλλά με πολύμορφη και πολύπτυχη ύλη το 45ο τεύχος (Ιουνίου) της Λέξης. Στις σελίδες της, ποιήματα και πεζά της Ζιζέλ Πράσινος διαδέχονται αποσπάσματα του Αρχίλοχου, και σκέψεις του Λεβί Στρως, κριτικές θέσεις του Βάιντα. Και άλλα πολλά.

ΒΑΪΟΣ ΠΑΓΚΟΥΡΕΛΗΣ

j

I I

j


58/οδηγος

Νίκος Κεφαλληνιάδης

τούς τους αιώνες οι κάτοικοι των νησιών μας από τους άγριους κουρσάρους και πειρατές». Σταματώ στο δημοτικό τραγούδι της Αμοργού: «Ο σκλάβος» (σ. 184), που ζωντανεύει κατά τον πιο εύγλωττο τρόπο τα βάσανα και τους καημούς των ταλαίπωρων νη­ σιωτών: «Σαράντα κάτεργά 'μεστά κι εξήν­ τα όνο φρεάόες. Κ ’ είχομεν σκλάβους εκατό 'ςτην άλνσι βαρμένους, 'ςτην άλνσι, 'ςτα σίδερα και 'ςτην βαριά καδένακι ο σκλάβος ενεστέναξε κ’ εστάθη η φρεάόα. -Π ο ιο ς είναι π’ ενεστέναξε, και ατάθη η φρεάδα; αν είν’ από τονς σκλάβους μου να τον ελευτερώσω, κι αν είν’ από την λεβεντιά λουφέ να της εδώσω. - Εγώ 'μαι π ’ ανεστέναξα και στή­ θη η φρεάόα. - Σκλάβε πεινάς, σκλάβε όιψάς, σκλάβε γδυμνόν σ ’ αφήκαν; -Μ η ό έ πεινώ, μηδέ διψώ, μηδέ γδυμνό μ ’ αφήκες της νιότης μου θυμήθηκα, της δό­ λια ς μου γυναίκας, ’πού ’μονν τριών μερών γαμπρός, δώδεκα χρόνους σκλάβοςεχτές πουλούν τα ρούχα μου, σήμε­ ρον τ’ άρματά μου, αύριον την γυναίκα μου την ευλοούνε μ ’ άλλον. -Σ κ λά β ε ξανατραγούδησε και να σ ’ ελευθερώσω. - Εγώ πολλά τραούδησα, μα λευ­ τεριάν δεν είδα,

Προϊστορικά βραχογραφήματα στη Νάξο όπου απεικονίζονται πειρατικές επιδρομές και αρπαγές ζώων μ ’ αν είνε για τον μπέη μας, ας ξα νατραουόήσω. «Λ ευτοκαργιάν εφύτευσα εις της σκλαβιάς την πόρτα, και λευτοκάρον έφαα,*μα 'λεντεργιά δεν είδα».

Μετά τη σύντομη και κατατοπι­ στική εισαγωγή (σσ. 7-10), ο συγ­ γραφέας αναπτύσσει το θέμα του κάπως ανισομερώς, αφιερώνοντας αλλού περισσότερες και αλλού ολιγότερες σελίδες, γεγονός που αποδεικνύει την ιδιαίτερη προτίμησή του σε ορισμένες περιοχές πιο οι­ κείες. Για να πάρει μια εικόνα ο αναγνώστης από το εύρος της μελέ­ της που περικλείουν οι σελίδες του βιβλίου, μεταφέρω τον πίνακα πε­ ριεχομένων με τους τίτλους που ο συγγραφέας έδωσε στα οικεία κε­ φάλαια, χωρίς να είναι δυνατό να αναγραφούν οι επί μέρους παρά­ γραφοι. 1. Πειρατείες στη Νάξο (σσ. 11-72), 2. Ληστοπειρατείες στις Κυκλάδες (σσ. 73-75), 3. Πά­ ρος, τ’ αραξοβόλι των πειρατών (σσ. 76-108), 4. Μύκονος, η φωλιά των πειρατών (109-116), 5. Πειρα­ τείες στην Τήνο (117-124), 6. Πει­ ρατές στη Σίφνο (σσ. 125-129), 7. Χρονικό πειρατικών επιδρομών κατά της Σύρου (σσ. 130-156), 8. Πειρατείες στη Τζιά (σσ. 157-165), 9. Ανάμεσον Αιγίνης και Γαϊδαρονησίου (σ. 166), 10. Πειρατικές επιδρομές στην Αμοργό (σσ. 167186), 11. Η καταστροφή της Φολέγαντρος, στα 1715 (σσ. 187-191), 12. Ανάφη, ο τρομερός πειρατής Δελοκάβος (σσ. 192-194), 13. Χρο­ νικό των πειρατικών επιδρομών κατά της Κιμώλου στον 17ο-19ο αιώνα (σσ. 195-221), 14. Χρονικό

των πειρατικών επιδρομών κατά της Μήλου (σσ. 222-240), 15. Νιός, η μικρή Μάλτα (σσ. 241-244), 16. Πειρατείες στην Ικαρία (σσ. 245257), 17. Η διασώζουσα της Πάτμου (σσ. 258-260), 18. Ο Καποδίστριας κι ο Σκόπελος. Η πάταξη της πειρατείας (σσ. 261-268), 19. Οι Βόρ. Σποράδες κι ο Καποδίστριας. Η πάταξη της Πειρατείας (σσ. 268-274), Επίλογος (σ. 275). Οι αναφορές στο φαινόμενο πει­ ρατεία κατά την αρχαιότητα, δί­ νουν το έναυσμα στο συγγραφέα σε πολλά κεφάλαια να σκιαγραφήσει με επιτυχία (6λ. Αιτωλοί πειρατές στη Νάξο, Πειρατείες στην Τήνο, Χρονικό Πειρατικών επιδρομών κατά της Σύρου, Πειρατικές επι­ δρομές στην Αμοργό) μια σύνδεση, χωρίς να έχει την πρόθεση για έρευνα, αφού ο σκοπός του περι­ στρέφεται κυρίως στους μετά την Άλωση χρόνους. Βέβαια όπου η έρευνα προχώρησε μας έδωσε αρ­ κετές σελίδες από τον 7ο μ.Χ. αιώ­ να μέχρι την Άλωση της Πόλης, όπου Σαρακηνοί κυρίως αρμένιζαν το Αιγαίο και σκορπούσαν το φόβο και την καταστροφή στα διάφορα νησιά. Εδώ πρέπει να προσθέσου­ με τις ειδήσεις που μας διασώζει το «Εγκώμιον» του Θεδοσίου Γουδέλη προς τον Ό σιο Χριστόδουλο της Πάτμου, όπου Τούρκοι, Ιταλοί, Νορμανδοί, Φράγκοι και πολλές φορές και αξιωματούχοι του Βυ­ ζαντίου επιχειρούν επιδρομές. Μια και ο λόγος για την Πάτμο, αναφέ­ ρω την επιδρομή των Βενετών τον Ιούνιο του 1659, από τον Φραγκί­ σκο Μοροζίνη.4 Εκεί που φαίνεται ότι ο συγγρα­ φέας πράγματι εξάντλησε το θέμα του με επιτυχία είναι η Πειρατεία


οοηγος/59

Π Λ Α ΙΣΙΟ ΓΙΑ Π Α ΙΔ ΙΑ Δώδεκα λαϊκά τραγούδια με ζωγραφιές. Αθήνα, Καστανιώ της, 1985. Σελ.3θ.

στη Νάξο, όπου παρελαύνουν οι πειρατές Βαρβαρόσσας, ο Γάλλος Creveliers, ο πειρατής Ιππότης της Μάλτας Ραϋμόνδος Ντε Μοντένα, ο καπετάν Τζαφέρ και οι Κασιώτες πειρατές στους χρόνους της μεγά­ λης Επανάστασης. Η δημοσίευση των σημειώσεων από το Ναυτικό ημερολόγιο του 1824 (σσ. 39-42) και η δράση του Γάλλου κουρσά­ ρου Αντρέα Τζουστινιάνι, με βάση το ανέκδοτο ημερολόγιο του Αγ­ γλικού Προξενείου, στη Νάξο στα 1811, (σσ. 42-54) μας χαρίζουν ζωντανές εικόνες των περιπετειών των Ναξίων της εποχής. Τόση ήταν η ασυδοσία των κουρσάρων και μάλιστα των Γάλλων, που επωφε­ λούμενοι από την απουσία των Τούρκων κατακτητών και εκμεταλ­ λευόμενοι τις διομολογήσεις, όχι μόνο αλώνιζαν το Αιγαίο, αλλά χρησιμοποιούσαν και το λιμάνι της Νάξου σαν αγκυροβόλιο και ορμη­ τήριο και σαν σταθμό ανεφοδια­ σμού και αγορά των κλοπιμαίων, όπως ο Τζουστινιάνι Αντρέα. Με τη δημοσίευση τριών ανέκδο­ των εγγράφων (σσ. 31-35) των ετών 1724, 1808 και 1816 μας διασώζει γεγονότα της αιχμαλωσίας ταξι­ διωτών Ναξίων στους κουρσά­ ρους. Οι συμφορές Ναξιώτη σκλά­ βου των κουρσάρων (σσ. 35-39) μας ζωντανεύουν ανθρώπινες νο­ σταλγίες ελεύθερης και ανέμελης νησιώτικης ζωής, που κορυφώνεται με την παράθεση στίχων της εποχής. Είναι πρόθεση του συγγραφέα να περιστρέφει πράγματι την έρευνά του γύρω από τα Κυκλαδίτικα νησιά, αν εξαιρέσεις την Ικαρία και την Πάτμο, λείπουν η Σάμος, η Χάλκη, η Χίος, η Λέσβος κ.ά., γε­

γονός που δίνει τη δυνατότητα πληρέστερης ενημέρωσης των πει­ ρατικών επιδρομών στα νησιά αυ­ τά, που φαίνεται πως αρκετά τα­ λαιπωρήθηκαν. Η Πειρατεία λοιπόν στις Κ υκλά ­ δες από τους πλιατσικολόγους Τούρκους, Ενετούς, Άραβες και άλλους ξένους κορυφώνεται και με τους δικούς μας Μανιάτες, Κασιώ­ τες, Τηνιακούς, Αμοργιανούς, που πολλές φορές αποδεικνύονται σκληρότεροι και από αυτούς τους ξένους. Έγγραφα των Ναξιωτών, Παριανών και Σαντορινιών του 1827 και 1828, ως και οι τοπικές παραδόσεις με τα ζωντανά μνημεία του λόγου, μας μιλούν φέρνοντας στη μνήμη μας γεγονότα και κατα­ στάσεις από το πρόσφατο παρελ­ θόν. Στο κεφάλαιο που είναι αφιερω­ μένο στην Πάρο, χρονικό όπως το χαρακτηρίζει ο συγγραφέας, οι μαρτυρίες, οι παραδόσεις και τα έγγραφα που σώζονται σε μονα­ στηριακούς και νοταριακούς κώδι­ κες, μας παρουσιάζουν ανάγλυφα τις περιπέτειες του νησιού. Κατα­ φύγιο και ορμητήριο των διάφο­ ρων κουρσάρων και πειρατών, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Αντ. Φλ. Κατσουρός: «Μανιάτες, Κρητικοί, Κεφαλλονίτες, Μαλτέζοι, Κορσικανοί, Μαγιορκίνοι, λογής Ευρωπαίοι, άνθρωποι του σχοι­ νιού και του παλουκιού», λυμαί­ νονται και εξουσιάζουν το νησί. Πλούσιο σε περιγραφές και γε­ γονότα το ποίημα του ανώνυμου Κρητικού ποιητή του 1814, αναφέρεται στη λεηλασία της Παρκιάς στις 19 Μαίου 1668 και της Κατοπολιανής. Σε ιστορικά σημειώματα του κώδικα των Καπουτσίνων Νά-

ΓΝΩΣΤΑ δημοτικά τραγούδια, με έντονο το ερωτικό στοιχείο (!), δίνονται σ’ αυτό το ωραίο βιβλίο για παιδιά. Κυρίαρχο στοιχείο είναι η εικονογράφηση της Πόλυς Κάνιστρα, η οποία εντυπωσιάζει, σαν σύλληψη και χρώμα. Αισθητικά δικαιωμένο το βιβλίο αφού φέρνει το παιδί σ’ επαφή με το Δημ. Τραγούδι, και το χρώμα σε σχέση με την ιδέα του ποιήματος, παραμένει θεματικά μετέωρο, κυρίως για τη μονομέρεια της επιλογής. Αν και η τελευταία είναι πάντα υπόθεση προσωπική -συλλέκτη και αναγνώστη. Κ ΙΚ Η Σ Δ ΕΜ ΕΡΤΖΗ Γ ΙΑ Ν Ν Α Κ Ο Π Ο Υ Λ Ο Υ :

Το μυρμηγκάκι ο Κλο. Αθήνα, Γ. Βασόέκης, 1984. Σελ. 60.

ΤΡΙΑ μεγάλα παραμύθια περιέχει το βιβλίο της πρωτοεμφανιζόμενης συγγραφέως, που βραβεύτηκε με έπαινο από τον Κύκλο Ε.Π.Β. Δεν του λείπει η πρωτοτυπία και η γραφή του διακρίνεται από μια στρωτή γραφή, μια φρεσκάδα κι ένα ιδιότυπο χιούμορ. Χωρίς να έχουμε να κάνουμε με κάτι το εξαιρετικό, τα παραμύθια αυτά έχουν πολλά να πουν στα παιδιά, πολλά που δίνουν αφορμή για προβληματισμό αλλά και ψυχαγωγία. Η εικονογράφηση της Πένης Φωτοπούλου βοηθάει σημαντικά. Μ Α Ρ ΙΑ Σ ΓΟ ΥΜ ΕΝ Ο Π Ο ΥΛΟ Υ:

Κι έτσι σώθηκε το δάσος. Αθήνα, Ηράκλειτος, 1984. Σελ. 86. ΔΟΚΙΜΑΣΜΕΝΗ θεατρική συγγραφέας για παιδιά η Μ.Γ.


60/οδηγος χίαις και πάση άλλη ασωτία και κραιπάλη». Η Μήλος έχει να επιδείξει τον αρχιπειρατή Κάψη και τον κουρσάρο Αρμακόλα, που συμ­ μαχώντας με άλλους κουρσάρους και πειρατές αλώνιζαν τα νησιά και κούρσευαν τόπους και πλεού­ μενα.

Πριγαντίνι επιτίθεται εναντίον Θελσύκας

ξου μαθαίνουμε τον κίνδυνο που διέτρεξε η Πάρος από τον τρομερό πασά Σαρδάρ εξαιτίας της δράσης των πειρατών. Ιδιαίτερη παράγρα­ φος είναι αφιερωμένη στον κουρ­ σάρο, ιππότη του τάγματος της Μάλτας, Δανιήλ και του ανιψιού του «Μικρού Δανιήλ», που η πα­ ρουσία τους δημιούργησε δυσάρε­ στες καταστάσεις, μια που οι Τούρκοι θέλησαν ν’ αντιταχθούν δυναμικά. Οι κάτοικοι της Νάου­ σας Πάρου δεν υπέφεραν μόνο από τους ξένους πειρατές, αλλά και τους ντόπιους, το δε εμπόριο των σκλάβων μαρτυρείται από έγγραφα της εποχής. Τέλος το κεφάλαιο κλείνει με τις σχετικές παραδόσεις για τις διάφορες επιδρομές στο νηΘα σταματήσω για λίγο στο έβδομο κεφάλαιο που είναι αφιε­ ρωμένο στις πειρατικές επιδρομές κατά της Σύρου. Μετά από τις σύν­ τομες αναφορές στο παρελθόν, ο συγγραφέας θεμελιώνει τη μελέτη του γύρω απ’ τις επιδρομές του 18ου και 19ου αιώνα και ειδικότε­ ρα: του Αλή Τσελεπή (1617), του Σαρδάμ (1674), των Σφακιανών και Αλβανών (1770), Μητρομάρα (1771), Γουλιέλμου 'Αγγέλου και Κίτο Μέτζα (1781), του Τουρκαλβανού ληστή Στάθη, του τρομερού Φαζιόλη (1821) κ.ά. που φθάνουν μέχρι την εποχή του Καποδίστρια, οπότε και ο ναύαρχος Μιαούλης ανέκοψε τις δραστηριότητές τους. Ο συγγραφέας κάνει την περι­ πλάνησή του στους αιώνες αυτούς βοηθούμενος από έγγραφα και άλ­

λα ντοκουμέντα και πολλές παρα­ δόσεις που υπάρχουν στο νησί μέ­ χρι και σήμερα. Η πιο εντυπωσια­ κή παράδοση, για τη σωτηρία και προστασία των κατοίκων και ιδιαί­ τερα της υπαίθρου από τις επιδρο­ μές και τα βασανιστήρια των Κουρσάρων, είναι του Ά η Γιώργη προστάτη της Σύρας. Η επίκληση της βοήθειας του Αγίου για τη σω­ τηρία από τις πειρατικές επιδρομές ζωντανεύει τη νησιώτικη ρίμα (σσ. 152-153). Από τις πειρατικές περιγραφικές επιδρομές, θα σταθώ στο χρονικό της Μήλου, παραλείποντας να εξάρω άλλες, ίσως πιο εντυπωσιακές θέσεις που μας χάρισε ο κ. Κεφαλληνίδης, για το λόγο ότι και ο χώ­ ρος δεν το επιτρέπει. Το χρονικό της Μήλου, όπως και το χρονικό της Κιμώλου, είναι αναδημοσίευση μελετών του συγ­ γραφέα από ομώνυμα επιστημονι­ κά περιοδικά, που το πρώτο είδε το φως της δημοσιότητας το 1983 και το δεύτερο το 1974. Κάνοντας την υπενθύμιση αυτή, θέλω να το­ νίσω για μια ακόμη φορά, τη σημα­ σία που ο συγγραφέας έχει δώσει στο θέμα πειρατεία που τον απα­ σχόλησε αρκετά στο πρόσφατο πα­ ρελθόν. Η έρευνα περιστρέφεται γύρω από τον 17ο και τον 19ο αιώ­ να και περιγράφει πώς η Μήλος και η Κίμωλος αποτελούσαν άντρο πειρατών. Για το γεγονός χαρακτη­ ριστικά γράφει ο Μηλιαράκης: «Ενταύθα -Κίμωλο- διέτριβον, ως και εν Μήλω καθ’ όλον τον χειμώ­ να, διάγοντες εν πότοις και ευω-

Οι ειδήσεις των πειρατικών επι­ δρομών κατά της Μήλου, πλαισιώ­ νονται με πλούσια έγγραφα, όπως άλλωστε και όλο το βιβλίο, την εκ­ μετάλλευση των οποίων δεν πέτυχε ο συγγραφέας, αλλά αρκέστηκε στην απλή παράθεσή τους. Αν εξαιρέσεις τις σποραδικές πειρατι­ κές επιδρομές ξένων που δέχθηκε η Μήλος, οι περισσότερες πραγματο­ ποιήθηκαν από Μανιάτες, Κρητι­ κούς (Σφακιανοί), Αμοργιανούς, Κεφαλλονίτες κ.ά., οι οποίοι και ταλαιπώρησαν το νησί αρκετά μέ­ χρι την εκδίωξή τους από τον ναύαρχο Μιαούλη με τα μέτρα που έλαβε ο Κυβερνήτης I. Καποδίστριας, για τον οποίο και ο συγ­ γραφέας αφιερώνει τα δυο τελευ­ ταία κεφάλαια του βιβλίου του. Οι απεικονίσεις των αρχαίων παραστάσεων, τα αντίγραφα των παλαιών χαλκογραφιών, οι σπά­ νιες γκραβούρες εναρμονισμένες με το περιεχόμενο προσδίδουν μια ιδιαίτερη αισθητική και εξυπηρε­ τούν τους στόχους του συγγραφέα, που δεν είναι άλλοι παρά το ζων­ τάνεμα της ιστορικής μνήμης για τις τύχες των νησιών μας. ΝΙΚΟΣ Λ. ΦΟΡΟΠΟΥΛΟΣ

Σημειώσεις 1. Erich Ziebarth, Beitrage zur Geschichle des Seeraubs und Seehandels im al­ ien Griechenland, Hamdurg 1929. 2. D.A. Zakythinos, Corsaires et Pirates dans les mers grecques au temps de la domination turque, V Hellenisme Contemporain 3 (1939) oo. 695-738 και ανάτ. σσ. 48, Σπυρίδωνος Φ. Αργυρού, Η πειρατεία από τον 1500 π.Χ. έως το 1860 ιστορία και θρύλος, 1963, Στεφ. Δ. Ήμελλου, Η περί Πειρατών Λαϊκή Παράδοσις, Εν Αθήναις 1968. 3. Ε.Α. Ζαχαριάδου, Συμβολή στην ιστορία του νοτιοανατολικού Αιγαί­ ου (με αφορμή τα πατμιακά φιρμάνια των ετών 1454-1522) Σύμμεικτα A 1966, σσ. 185-192, Ε.Λ. Βρανούση, Τα αγιολογικά κείμενα του Οσίου Χριστοδούλου, Αθήναι 1966, της ίδιας, Έγγραφα Πάτμον 1. Αυτοκρατορικά, Αθήναι 1980 ενρ. στη λέξη πειραταί-πειρατεία. 4. Νίκου Λ. Φορόπουλου, Ιστορικές μαρτυρίες... Φιλ. Πρωτοχρονιά 1980, σσ. 265-266.


οόηγος/61

tS*°

γνοίριμια με την Κύπρο της ιστορίας και του πολιτισμού Κ Υ Ρ ΙΑ Κ Ο Υ Χ Α Τ Ζ Η ΙΩ Α Ν Ν Ο Υ Η αρχαία Κ ύπ ρο ς εις τας ελληνι κάς πηγάς. Τόμοι A IV , Γ', α', 6 Δ ', α', 6', Λευκωσία 1971-1983 σσ. ριν'-τ2880 (με πίνακες και γεω γραφικούς χάρτες).

Δεν είναι δυνατό να μιλήσει κανείς για την πνευματική Κύπρο (εκπαιδευτική, επιστημονική, καλλιτεχνική) χωρίς να φέρει στο νου του έναν από τους κορυφαίους εκπροσώπους της, ιδιαίτερα στον τομέα της παιδείας και της φιλολογίας, τον Δρα Κυριάκον Χατζηϊωάννου. Είναι όμως ακόμα πιο δύσκολο να μιλήσεις γι’ αυ­ τόν χωρίς να αναλογισθείς την τεράστια και μοναδική συμβολή του στην εξαντλητική γνωριμία με την Κύπρο της Ιστορίας, σε όλες της τις εκδηλώσεις, πνευματικές και πρακτικές. Τα τέσσερα μεγάλα νησιά της Με­ σογείου, η Σαρδηνία, η Σικελία, η Κρήτη και η Κύπρος, είχαν πάντα - και εξακολουθούν να έχουν πνευματική, οικονομική και πολύ συχνά πολιτική ανεξαρτησία και αυτάρκεια. Σε διαφορετικό βαθμό βέβαια, ανάλογα με τις εποχές, με τις επιδράσεις των διάφορων γει­ τονικών λαών ή των κατακτητών, και με βασικό άξονα -κυρίως για τα δυο τελευταία νησιά κι εν μέρει για την Σικελία, ώς τον 15ο αι. μ .Χ - την μόνιμη και αξιοθαύμα­ στη επίδραση του ελληνικού πολι­ τισμού, από την μυκηναϊκή εποχή και την εγκατάσταση των Αχαιών στην Κύπρο στα μέσα του 1'4ου αι., ώς τις ημέρες μας. Η εγκατάσταση αυτή προσδιόρισε τον αδιάσπαστο

ελληνικό χαρακτήρα του νησιού και των ανθρώπων παρά την γεω­ γραφική απομάκρυνση και την πο­ λιτική απομόνωση. Οι ενδιάμεσες μερικές ή ολικές κατακτήσεις ή επιδράσεις, ολιγοχρόνιες ή μακροχρόνιες, φοινικι­ κές, περσικές, ρωμαϊκές, τουρκική, αγγλική, όσο κι αν ήταν πιεστικές και συνολικά πολυαΐωνες, δεν κα­ τόρθωσαν να αλλοιώσουν αυτόν τον βασικό αχαϊκό-ελληνικό πυρή­ να, που απλώθηκε σε όλο το νησί, εμπλουτίσθηκε από κάθε λογής ντόπιες ή ανατολικές και δυτικές επιδράσεις, δημιούργησε και με αυτοτέλεια και με συγκρητισμό, και έδωσε πλούσιους καρπούς. Η αυτάρκεια αυτή διατυπώνεται θαυμάσια από τον Αμιανό Μαρ-

-αρκετά έργα της έχουν βραβευθεί ή παιχθεί σε αθηναϊκές παιδικές σκηνές- μας δίνει τώρα ένα ακόμα θεατρικό έργο, βραβευμένο με κρατικό βραβείο, με κύριο θεματικό πυρήνα το οικολογικό πρόβλημα. Το ίδιο αυτό θεατρικό έργο δίνεται με μορφή παραμυθιού στο πρώτο μέρος του βιβλίου κι έτσι τα παιδιά έχουν την ευκαιρία να γευθούν δυο διαφορετικές γεύσεις λόγου! Το έργο έχει θεατρικότητα, διάλογο ζωντανό, κίνηση, δροσιά αλλά και κάποιες φορές έναν φανερό διδακτισμό. Μια πολύ καλή δουλειά για ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα του καιρού μας.

Γ ΙΩ Τ Α Σ Φ Ω Τ ΙΑ Δ Ο Υ Μ Π Α Λ Α Φ Ο Υ Τ Η : Ολα

τα ζωάκια αντάμα. Αθήνα, Καστανιώ της, 1984. Σελ. 24.

ΣΕ μια ιδανική χώρα μάς μεταφέρει η συγγραφέας, όπου η αλεπού είναι δασκάλα σε κότες, ο λύκος ο επιστάτης του σχολείου, κότες, πάπιες και πρόβατα οι μαθητές, η ζωή είναι ήρεμη κι ευτυχισμένη για όλους κι όπου τα ζητούμενα -για τους ανθρώπους- ιδανικά της ειρήνης, της αλληλεγγύης, της κοινωνικής δικαιοσύνης και ισότητας λειτουργούν άψογα! Ο κάποιος διδακτισμός που υπάρχει διάχυτος δεν ενοχλεί γιατί εξισορροπείται από τη ζωντάνια της διήγησης, την εξαίρετη εικονογράφηση του Ν. Μαρουλάκη. Γενικά ένα παραμύθι που στιγματίζει παλιές απαράδεκτες κοινωνικές καταστάσεις, κάνει θετικές αναφορές στη σύγχρονη ζωή και, τελικά, λειτουργεί ως πρότυπο ζωής για τα σημερινά παιδιά. ΑΝΤ. ΔΕΛΩΝΗΣ


62/οδηγος κελλίνο, λατίνο ιστορικό του 4ου αι. μ.Χ. που γεννήθηκε στην Αντι­ όχεια, σε ένα κείμενο που αναφέρεται στα οικονομικά αγαθά, μπο­ ρεί όμως, νομίζω, να επεκταθεί και στα πνευματικά, που το μνημονεύει ο Κ.Χ. στον Δ ' τόμο (α' μέρος, σ. 346) και το δίνουμε στην μετάφρα­ ση του ίδιου: «Από τόσο όμως με­ γάλη και ποικίλη ευφορία όλων των πραγμάτων αφθονεί η ίδια (=η Κύπρος), ώστε, χωρίς να χρειάζε­ ται καμιάν εξωτερική βοήθεια, από μόνους τους εγχώριους φυσικούς της πόρους, να κατασκευάζει ένα φορτηγό καράβι από αυτή τη βάση της καρίνας, ώς τα πιο ψηλά πα­ νιά, και, εξοπλισμένο με όλο τον εξοπλισμό, το εμπιστεύεται στο πέλαγο». Η ανακάλυψη και επεξεργασία του χαλκού, η αφομοίωση της Αστάρτης-Αφροδίτης, η οικειοποίηση και η λατρεία της ως κυ­ πριακής θεάς της ομορφιάς και του Έρωτα, πλουτίζουν πραγματικά και μεταφορικά τον ελληνισμό. Στο μεταίχμιο ανάμεσα στην αφυπνι­ σμένη Ανατολή και την Δύση, που τότε μόλις άνοιγε τα μάτια της στην Κρήτη και την Ελλάδα της μινωικής και μυκηναϊκής εποχής, η Κύ­ προς έγινε ένα ζεστό χωνευτήρι γό­ νιμων ρευμάτων από την Ασσυροβαβυλωνία, Αίγυπτον, Κρήτη, ηπειρωτική Ελλάδα και την γειτο­ νική μικρασιατική κοιτίδα των Χετταίων, με επικράτηση των Αχαιών και του μυκηναϊκού πολι­ τισμού. Φιλόσοφοι από την Κύπρο και άνθρωποι των γραμμάτων, της τέχνης και της επιστήμης, βασιλιά­ δες και πολιτικοί άνδρες ανεβαί­ νουν ψηλά και παίζουν μικρό ή με­ γάλο ρόλο στο αιώνιο δέσιμο της Κύπρου με την ελληνική παράδο­ ση. Η γλώσσα είναι ελληνική από την μυκηναϊκή εποχή και διατηρεί­ ται ώς σήμερα καθαρή, περισσότε­ ρο από τρεις χιλιάδες χρόνια, με συντηρητική και αργή εξέλιξη, με αρκετή επίδραση από την Κοινή της αλεξανδρο-ρωμαϊκής περιόδου και διατήρηση πάμπολλων αρχαϊ­ κών στοιχείων. Η επίδραση της Κοινής σταματά με την ανακοπή των ανατολικών και νότιων επαρ­ χιών της βυζαντινής αυτοκρατο­ ρίας τον 7ο αι., εξαιτίας των Αρά­ βων, και αυτός είναι ο λόγος που η κυπριακή διάλεκτος -όπως και της Ρόδου και της Καρπάθου- ξαναγί­ νεται περιφερειακή και παραμένει αρχαϊκή, γιατί η Κωνσταντινούπο­

λη βρισκόταν πολύ μακριά, ώστε να μπορεί να ασκεί αποφασιστική γλωσσική επιρροή. Οι ξένοι κατακτητές άφησαν περιορισμένα λεξι­ λογικά στοιχεία, όπως και σε άλλα σημεία του ελληνικού χώρου. Η αρχαϊκότητα αυτή έχει την πιο παράξενη επικύρωσή της και στην αρχαία εποχή με την διατήρηση της αρκαδικής δαλέκτου και την υιοθέ­ τηση και διατήρηση της συλλαβι­ κής γραφής, με την οποία είχε απο­ τυπωθεί η κυπριακή διάλεκτος από μιας αρχής, από την μυκηναϊκή δηλ. εποχή και την αρχαϊκή, ώς τον 3ο αι. π.Χ. Συλλαβικό λοιπόν αλ­ φάβητο, και όχι φθογγικό, σε ένα νησί με άμεση γειτονία προς την Φοινίκη, από την οποία οι Έλλη­ νες δανείσθηκαν και προσάρμοσαν προς τις ανάγκες τους το φθογγικό (συμφ,ωνικό) φοινικικό αλφάβητο, για να αντικαταστήσουν το πολύ πλουσιότερο -και δύσχρηστο- μυκηναϊκό-συλλαβικό γύρω στον 10ο αι., μολονότι υπήρχαν εγκαταστά­ σεις Φοινίκων- στο ίδιο το νησί, οι οποίοι φυσικά έγραφαν την γλώσ­ σα τους σε φοινικικό αλφάβητο, με εμπορικές και πολιτισμένες επαφές με την Φοινίκη κλπ. Έ να . ωραίο παράδειγμα για το πόσο η ιστορία και η παράδοση είναι καμιά φορά ισχυρότερες από την γεωγραφία. Οι Έλληνες-Αχαιοί, δηλ. οι μυκηναίοι που έφθασαν στην Κύπρο τον 14ο αι. κι έφεραν μαζί τους την συλλαβική γραφή, δεν πήραν είδη­ ση ότι οι ομόγλωσσοι και ομόφυλοί τους στην Ελλάδα είχαν εγκαταλεί­ ψει τα 100 περίπου δύσκολα συλ­ λαβικά σύμβολα κι έκαμναν την δουλειά τους στην αρχή μόνο με 18, ύστερα με 21 και τέλος με 24 φθογ­ γικά σύμβολα. Είναι βέβαια αλή­ θεια ότι η κυπριακή συλλαβική γραφή είχε περιορισθεί αριθμητικά κι έκαμνε την δουλειά της ικανο­ ποιητικά με 56 μονάχα σύμβολα. Το πρόβλημα της αρχαίας κυ­ πριακής διαλέκτου και της συλλα­ βικής γραφής της αποτελεί αποκα­ λυπτικό δείγμα για το άπλωμα της μυκηναϊκής κυριαρχίας και της ελ­ ληνικής γλώσσας της εποχής, από την οποία τα πιο αρχαϊκά στοιχεία διασώθηκαν στις περιοχές όπου οι Δωριείς -που ήρθαν αργότερα- δεν μπόρεσαν να κ· Ίαρχήσουν ή να φτάσουν κι αυτές ήταν εν μέρει η Μακεδονία, η Αρκαδία και η Κύ­ προς. Γι’ αυτό διασώζονται κοινά στοιχεία της μυκηναϊκής γλώσσας και εποχής μέσα στις αιολικές δια­ λέκτους, την Κύπρο, την αρχαία

μακεδονική διάλεκτο, και φυσικά μέσα στην γλώσσα των ομηρικών ποιημάτων. Έτσι, η καλύτερη γνωριμία μας με την Κύπρο μας προσφέρει τα πάμπολλα κοινά στοιχεία που κλη­ ρονομήθηκαν και κληροδοτήθηκαν μαζί με την γλώσσα και τους άλ­ λους πολιτιστικούς παράγοντες από και προς όλες τις εποχές και επιμένουν να είναι ελληνικά ώς σή­ μερα, αν και η ελληνική πολιτική επίδραση επάνω στο νησί έπαψε να είναι άμεση από την εποχή της Γ' σταυροφορίας (1189). Πολλοί και αξιόλογοι Κύπριοι ασχολήθηκαν και ασχολούνται με τα προβλήματα αυτά, με την γλώσ­ σα, την αρχαιολογία, την ιστορία κλπ., κι από τους αξιολογότερους της γενιάς του είναι ο Κ.Χ., όπως είπαμε. Από τα φοιτητικά του χρό­ νια έδειξε την πνευματική του ποιότητα και, μαζί με την ερευνη­ τική διάθεση και ικανότητα, το εν­ διαφέρον του για την μελέτη λαογραφικών, γλωσσικών και άλλων συγγενικών θεμάτων που αφορού­ σαν την Κύπρο. Η παρουσία του Κύπριου καθηγητή Σίμου Μενάρδου στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών την ίδια εποχή, περισσότερο όμως των κα­ θηγητών Π. Λορεντζάτου, Σ. Κουγέα, Κ. Άμαντου και Νίκου Βέη, των οποίων η ενθάρρυνση βοήθησε την έφεση του νέου φοιτητή και υπήρξε καθοριστική για την επι­ στημονική του εξέλιξη και την γρή­ γορη διάκρισή του. Πολύ λίγο μετά το πτυχίο του εξέδωσε μιαν πρωτό­ τυπη και σημαντική μελέτη για τα ξένα γλωσσικά στοιχεία στην κυ­ πριακή διάλεκτο (Π ε ρ ί των εν τη μεσαιωνική και νεωτέρα Κυπριακή ξένων γλωσσικών στοιχείων, σελ.

180, Αθήνα 1936), που την περιέ­ λαβε στην σειρά των Texte und Forschungen zur ByzantinischNeugriechischen Philologie, που την διεύθυνε ο προωθητής κάθε προι­ κισμένου και προκομένου νέου, μακαρίτης καθηγητής μας Ν. Βέης. Αργότερα (1948) έγραψε τους Κ υ ­ πριακούς μύθους και πάρα πολλές μικρότερες μελέτες.

Δεν έμεινε όμως ο X. στην Αθή­ να, όπου γρήγορα θα γινόταν δια­ κεκριμένος πανεπιστημιακός καθη­ γητής. Γύρισε στην Κύπρο και την Μέση Εκπαίδευση, που βρισκόταν τότε -και ξαναγυρνά ευτυχώς πάλι ύστερα από τις απελευθερωτικές περιπέτειες του 1950-60- σε λαμ­ πρό επίπεδο, και σταδιοδρόμησε


οδηγος/63 ευδοκιμότατα σ’ αυτήν (με μια μι­ κρή διακοπή στα 1960-62, που στάλθηκε πρεσβευτής της νεαρής δημοκρατίας στο Κάιρο), ώσπου η τουρκική εισβολή (1974) τον έδιωξε μαζί με τους άλλους από την Αμμό­ χωστο, όπου ήταν χρόνια Γυμνα­ σιάρχης, και τον κατέστησε πρόσ­ φυγα στην Λεμεσό, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα, χωρίς την βιβλιοθή­ κη του και χωρίς τις περισσότερες σημειώσεις του. Χωρίς να του στε­ ρήσει όμως καθόλου την διάθεση για επιστημονική εργασία, την οποία συνεχίζει πάντοτε ακούραΗ αναγραφή των δημοσιευμάτων του από το 1929, που ήταν ακόμα φοιτητής, ώς το 1969, που εκδόθηκε ο πρώτος τιμητικός τόμος (Τα εν διασπορά, Λευκωσία 1969, σσ. κζ'+583), με συγκέντρωση δικών του εργασιών σ’ αυτόν, περιλαμβά­ νει 113 τίτλους. Ομότιτλος Β' τό­ μος εκδόθηκε στα 1979 (με 21 εργα­ σίες· ο Λ ' περιλάμβανε 27), και αυ­ τός τιμητικός, και οι δυο με πρωτο­ βουλία και χορηγία παλαιών μαθη­ τών, συναδέλφων και φίλων. Οι εργασίες που περιλαμβάνον­ ται σ’ αυτούς τους τόμους -και όσες άλλες δεν περιλαμβάνονταιαφορούν όλες την Κύπρο, αρχαία και νέα, την κυπριακή λαογραφία, την κυπριακή διάλεκτο, μύθους, έθιμα, δημοτικά τραγούδια, λεξι­ λόγιο, ετυμολογικά προβλήματα, και είναι όλες γραμμένες με σοβα­ ρότητα, προσοχή και επιστημοσύ­ νη. Ερευνούν, επανορθώνουν, δια­ φωτίζουν, προσθέτουν πάντα κάτι. Το μεγαλεπίβολο σχέδιό του όμως, η σειρά των επιβλητικών τό­ μων με τον τίτλο Η αρχαία Κύπρος εις τας ελληνικός πηγάς, άρχισε με τον Λ ' τόμο στα 1974, με περιεχό­ μενα: Τα θρυλούμενα, ιστορία και εθνολογία από των προϊστορικών χρόνων μέχρι του 395 μ.Χ., σε κζ'· 481 σελίδες, και συνεχίσθηκε με τον Β' τόμο (σσ. κε'· 471, του 1973), με τα ίδια περιεχόμενα· και ήταν οι μόνοι που βγήκαν κάτω από ομαλές συνθήκες, γιατί γρά­ φτηκαν στην Αμμόχωστο πριν από την τουρκική εισβολή. Εκεί ίσως είχε πια ετοιμασθεί και το ογκώδες α' μέρος του Γ' τόμου (σσ. 592), που εκδόθηκε το 1975 (το β' μέρος του ίδιου τόμου με τον τίτλο «Κ υ ­ πρίω ν γλώσσαι», στα 1977). Από το 1974 όμως άρχισαν οι δυ­ σκολίες του συγγραφέα, ο οποίος, μολαταύτα, δεν ελιποψύχησε. «Το ν ’ αγαπάς με πάθος τον τόπο σου

και τις ρίζες σου και να δουλεύεις για την αλήθεια και να κρατάς στο ακέραιο τον όρκο πού εδωσες κατ’ επιστήμην βιώσομαι ασκών ταύτην δίκην θρησκείας- και να μεθάς με τα προγονικά κείμενα και να εμπνέεσαι από αυτά και να συνθέτεις το έργο σου και να το ζεις και να το χαίρεσαι, ανεξάρτητα από το τι θα σου πουν οι άλλοι ή πώς θα σε κρίνουν, σε δυναμώνει να ξεπερνάς τις δυσκολίες. Μ έσα σ ’ αυτό το πά­ θος και τη μέθη ζει ο συγγραφέας αυτού του έργου εδώ και μια δε­ καετία...». Τα συγκινητικά αυτά

λόγια βρίσκονται στον Πρόλογο του α' μέρους του Δ ' τόμου (σ. ζ', 1980), είναι διονυσιακά και περήφηνα, και μπορεί να φανούν ρο­ μαντικά σε άσχετους ανθρώπους, καθρεφτίζουν όμως καθαρά την στάση του Ανθρώπου και την επι­ στημονική του μύηση και αυτάρΤο μέρος αυτό τιτλοφορείται «Συμπληρώματα εκ των λατινικών επιγραφών και των λατινικών κει­ μένω ν » (σσ. 427), και ακολουθείται από το β' μέρος με «Προλεγόμενα και σημειώ σεις εις τας ελληνικός επιγραφάς και τα λατινικά κείμε­ να» (σελ. 295, 1980). Πριν από λί­

γους μήνες κυκλοφόρησε και τελευταίος τόμος της κής αυτής σειράς (σελ. 1983), με περιεχόμενα

και ο Ε' μνημεια­ ιγ'+441,

«Γενικ αί συντομογραφίαι -Γε ν ικ ά συμπλη­ ρωματικά- Σχόλια κατ’ επιλογήν -Γ ε ν ικ ο ί πίνακες ονομάτων και πραγμάτων- Χάρται», με μια πρώ­

τη φράση δοξολογίας και δικαιο­ λογημένα ανακουφιστικής ανάσας: «Δόξα τω Θεώ, μετά τόσες περιπέπειες εξαιτίας της τουρκικής εισβο­ λής και της απώλειας των χειρο­ γράφων μου, να φέρω σε αίσιο πέ­ ρας το έργο τούτο...» (Πρόλογος σ. ζ')· Θα μπορούσε κανείς να χαρα­ κτηρίσει όλους αυτούς τους τόμους χωρίς και την ελάχιστη δόση υπερ­ βολής σαν μια εγκυκλοπαίδεια που περιλαμβάνει όλες τις μαρτυρίες που αφορούν την Κύπρο από την αρχαία εποχή ώς την όψιμη αρ­ χαιότητα, σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής, με το αρχαιοελληνικό (ή λατινικό) κείμενο στην αριστερή σελίδα και μια νεοελληνική μετά­ φραση στην δεξιά. Κι εδώ μας δί­ νεται η ευκαιρία να εξάρουμε με πόση άνεση και πόση ευστοχία ο Κ.Χ. μεταφέρει σε νεοελληνικό λό­ γο, πεζό ή ποιητικό, και τα πιο δύ­ σκολα κείμενα της συλλογής. Ας

μας επιτραπεί να δώσουμε στην τύ­ χη ένα μικρό δείγμα από την πλευ­ ρά αυτή της επίδοσης του Κ. X., για να δείξουμε και την ποιότητα αλλά και τις απροσδιόριστες εκτε­ ταμένες και πολυστρωματικές δια­ στάσεις της δουλειάς: Το β' μέρος του Γ' τόμου, που όπως είπαμε έχει τον υπότιτλο «Κυπρίων γλώσσαι», περιλαμβάνει τις διαλεκτικές λέξεις της αρχαίας Κύπρου, βέβαιες ή πιθανές, μαρτυρημένες ή όχι από μεταγενέστερους γραμματικούς και λεξικογράφους, με 294 παραθέματα, ευρετήρια, λε­ ξιλόγιο, πίνακες εκτός κειμένου, με βιβλιογραφία και κατατοπιστική εισαγωγή στα κυριότερα γνωρίσμα­ τα της αρχαίας κυπριακής διαλέ­ κτου (σελ. 30). Στην σ. Γ του Προ­ λόγου ο συγγραφέας εξηγεί γιατί άλλαξε τον τίτλο που είχε αναγγεί­ λει στους προηγούμενους τόμους, («Η αρχαία Κυπριακή διάλεκτος»), και στην συνέχεια εξηγεί τι σημαί­ νει «γλώσσα» στους αρχαίους λεξι­ κογράφους και γραμματικούς (= ιδιωματική λέξη). Το α' μέρος του Δ ' τόμου περι­ λαμβάνει 497 χωρία από ελληνικές επιγραφές και 121 παραθέματα από λατινικά κείμενα (όλα με μετά­ φραση). Το 6' μέρος του ίδιου τό­ μου περιλαμβάνει «Προλεγόμενα και σημειώσεις εις τας ελληνικάς επιγραφάς και τα λατινικά κείμε­ να». Για τα περιεχόμενα του Ε' τό­ μοι' μιλήσαμε πρωτύτερα. Από αυτή την ξερή και σκελετική παρουσίαση ο αναγνώστης κατα­ λαβαίνει το μέγεθος του έργου, και βέβαια κατανοεί ότι είναι αδύνατο να μπούμε σε λεπτομέρειες και σε συζήτηση προβλημάτων, και γιατί θα χρειαζόταν ένα μεγάλο τεύχος και, το σπουδαιότερο, γιατί κανέ­ νας δεν μπορεί να ξέρει τόσο καλά το υλικό που είναι αντικείμενο πραγμάτευσης, όσο ο ίδιος ο συλ­ λέκτης και συγγραφέας. Εκείνο πάντως που διαπιστώνουμε με χα­ ρά και ικανοποίηση είναι ότι όλη η εργασία είναι επιστημονική (και δεν μπορούσε να μην είναι μια δική του εργασία), με διαιρέσεις στα κείμενα -τις περισσότερες φορές πολύ εύστοχες- και ιδιαίτερα στα κείμενα των επιγραφών, με γενική και ειδική βιβλιογραφία, που δεί­ χνει την ενημέρωση του συγγραφέα επάνω στα προβλήματα που θίγει, και το έργο ομολογουμένως προκαλεί τον θαυμασμό για την πληρότη­ τα και τον όγκο του. Είμαι βέβαιος ότι από την συγκέντρωση αυτού


64/οδηγος του επιβλητικού υλικού μπορούν να προκύψουν πολλές άλλες επιμέρους εργασίες. Εκείνο που αποκομίζει κανείς από την ανάγνωση και μόνο των πηγών αυτών είναι η πλούσια πα­ ρουσία της Κύπρου στην ελληνική ζωή από τα πανάρχαια χρόνια, η συμβολή του ορυκτού πλούτου και ιδιαίτερα του χαλκού στην αύξηση της γενικής οικονομίας, με την ανάπτυξη της επικοινωνίας, της ναυτικής τέχνης, της μεταφοράς αγαθών και γνώσεων, των γραμμά­ των και των τεχνών. Η πρώιμη εγγραμματοσύνη ήταν και αυτή ένα πολύτιμο στοιχείο για την αποθανάτιση των γεγονότων, για την με­ ταβίβαση των γνώσεων, για την λαμπρή καλλιέργεια της τέχνης, δηλ. της χαράς της ζωής. Οι κατακτήσεις του Αλεξάνδρου και οι διχασμένοι Έλληνες διάδο­ χοι της αυτοκρατορίας του έφεραν την Κύπρο στο κέντρο του μεταγε­ νέστερου ελληνισμού και των μετα­ πτώσεων στο παιχνίδι των πολιτικοστρατιωτικών δυνάμεων, το οποίο μετατοπιζόταν αποφασιστι­ κά στην ανατολική λεκάνη της Με­ σογείου, την Μικρασία, την Φοινί­ κη και την Συρία, την Αίγυπτο και την Κυρηναϊκή (με την εμφάνιση των Ρωμαίων, και σε όλην την δυ­ τική Μεσόγειο και την Βόρεια Αφρική). Σ’ αυτό το ελληνιστικορωμαϊκο-χριστιανικό κέντρο έμεινε η Κύπρος ώς την εμφάνιση των Αράβων και την αποκοπή των ανα­ τολικών περιοχών και της Αιγύπτου από την βυζαντινή -ρωμαϊκή ακόμα ώς τον Ηράκλειο- αυτοκρα­ τορία. Από τότε ξαναγίνεται περι­ φέρεια της βυζαντινής -ελληνικής πια- αυτοκρατορίας και διατηρεί αυτή την περιφερειακή -όχι όμως και περιθωριακή- θέση της και μέ­ σα στις κατοπινές φραγκικές (ο

όρος είναι γενικός) κατακτήσεις, την οθωμανική και την βρετανική, χωρίς να αλλοιώσει ούτε στο ελάχι­ στο τον καθαρότατο ελληνικό χα­ ρακτήρα της στην παράδοση, την γλώσσα, την θρησκεία, τα ήθη και έθιμα, και προπάντων στην προσή­ λωση και πίστη στον Ελληνισμό και στον ελληνισμό της. Η γόνιμη αφομοίωση των διοικητικών, τεχνι­ κών και άλλων προόδων της βρετα­ νικής αυτοκρατορίας, η μετεκπαί­ δευση πολλών στελεχών σε αγγλικά κυρίως πανεπιστήμια, ανέβασε το παιδευτικό, διοικητικό και πολιτι­ στικό επίπεδο του νησιού σε αξιο­ ζήλευτο βαθμό, έτσι ώστε να έχει δημιουργηθεί μια αξιοσημείωτη απόσταση ανάμεσα στο ελλαδικό και το κυπριακό, η οποία δεν μου φαίνεται πως είναι αμέτοχη στις παρανοήσεις και την τραγωδία που επακολούθησε. Οι αρχαιοελληνικοί ή εξελληνι­ σμένοι πληθυσμοί της Μικράς Ασίας, ιδίως στο εσωτερικό, γνώ­ ρισαν μεγάλες αλλοιώσεις, κυρίως γλωσσικές, βίαιους εξισλαμισμούς, διασώζοντας εδώ κι εκεί μερικές νησίδες, στην Καππαδοκία και τον Πόντο, δεν έπαθαν όμως τέτοιες ζημιές οι Κύπριοι. Απεναντίας αποτελούν, όπως σημειώσαμε ήδη, ένα από τα καθαρότερα τμήματα του ελληνισμού, κι αν δεν παρεμ­ βάλλονταν οι μωροφιλοδοξίες μας, η ανωριμότητά μας και η κακότητα εχθρών και φίλων που μας συνο­ δεύει από την Επανάσταση του ’21, οι θυσίες του κυπριακού λαού και το τίμιο αίμα των νέων παιδιών της δεν θα ντροπιάζονταν με αυτά που ακολούθησαν. Η ελευθερία είναι αδιαίρετη μέσα στην ίδια οικογέ­ νεια, και δεν είναι κανείς, ελεύθε­ ρος όταν είναι ορφανός. Δεν νομίζω ότι θα ταίριαζε να παρεμβληθούν μέσα στην πανηγυ­

ρική αυτή παρουσίαση λεπτομερέ­ στερες φιλολογικές ή άλλες παρα­ τηρήσεις. Θα συγκεντρώσω όσες νομίζω ότι μπορούν να προσθέ­ σουν κάτι στην τεράστια προσφορά του συγγραφέα και θα τις δώσω ως «Σύμμεικτα» στο ίδιο περιοδικό, που φιλοξενεί κι αυτή την γενική αποτίμηση του έργου του Κ. X. Εί­ ναι ένα έργο, για το οποίο και ο Κ. X. και η Κύπρος μπορούν να είναι υπερήφανοι. Είναι ένα «Ταμιείον», ένας the saurus, δηλ. ένα θησαυρο­ φυλάκιο των σχετικών με την Κύ­ προ δεδομένων, για το ποοίο ο Κ. X. μπορεί να επαναλάβει χωρίς φόβο το ορατιανό (Carm. 3,30,12): exegi monumentum aere perenregalique situ pyramidum altius, δηλ. αποτελείωσα ένα μνημείο πιο μακροχρόνιο κι από τον χαλκό, κι από την μεγαλόπρεπη δόμηση των πυραμίδων ψηλότερο. Δεν είναι βέβαια χωρίς σημασία για τους δημιουργούς η αναγνώρι­ ση, και μάλιστα η γρήγορη, του έρ­ γου τους. Υπάρχουν ήδη στο τέλος του β' μέρους του Γ' τόμου 13 σελί­ δες με απανθίσματα από ευνοϊκές έως πανηγυρικές παρουσιάσεις, από αξιόλογους πνευματικούς αν­ θρώπους, υπάρχει και η απόφαση της Ακαδημίας Αθηνών για την βράβευση του έργου (1976), από­ φαση που ενισχύθηκε λίγο αργότε­ ρα (1982) με την εκλογή του κ. Κ. Χατζηιωάννου ως αντεπιστέλλοντος μέλους της ίδιας Ακαδημίας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι έπαινοι θα έχουν ήδη πολλαπλασιασθεί μετά την δημοσίευση και των άλλων τόμων. ΑΓΑΠΗΤΟΣ ΤΣΟΠΑΝΑΚΗΣ

Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Α καί Τεχνες Μ Η Ν ΙΑ ΙΑ Ε Π ΙΘ Ε Ω ΡΗ Σ Η Τ Ε Χ Ν Η Σ , Κ ΡΙΤΙΚ Η Σ Κ ΑΙ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Π Ρ Ο Β Λ Η Μ Α Τ ΙΣ Μ Ο Υ


οδηγος/65

μια πρώτη περιπλάνηση στον σοσιαλιστικό ανθώνα Μ ΙΧ Α Η Λ Α Η Μ Η Τ Ρ ΙΟ Υ : Ιστορία τον ελληνικού σοσιαλιστικού κινή­ ματος. (Από τονς ουτοπίατές στους μαρξιστές), τόμος A ' Αθήνα, Π λέ­ θρο ν, 1985. Σελ. 332.

Μια από τις πλουσιότερες σε στοιχεία καταγραφές για την ιστορία τουελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος (ε.σ.κ.) αποτελεί ο πρώτος αυτός τόμος του έργου, που θα ολοκληρωθεί στους τρεις τόμους και μέσα στα χρονικά όρια της παρούσας χρονιάς. Αφήνοντας κάποιες παρατηρήσεις για το τέλος, οφείλω να τονίσω κάτι που γίνεται φανερό από την ανάγνωση του έργου, το μεράκι δηλαδή και την αγάπη, πολλή αγάπη του συγγραφέα για το θέμα του. Μια αγάπη που δεν εξαντλείται σε στείρα κριτική ή ανάλυση αλλά αγκαλιάζει το «φαινόμενο» ελληνικός σοσιαλισμός σ’ όλη του την ποικιλία και κάτω από τις οποιεσδήποτε μορφές που αυτός παρουσιάστηκε. Και όχι μόνο στα στενά ελλαδικά όρια αλλά σ’ όλη την έκταση του μείζονα ελληνισμού, σαν μία διαχρονική διάσταση ενός φαινομένου που καρπίζει και ανθοβολεί σε πολλά σημεία του περιβολιού. Γιατί αυτός πράγματι ήταν ο σο­ σιαλισμός σ’ αυτή την πρώτη πε­ ρίοδό του στη χώρα. Σπόροι, πνευ­ ματικών, κοινωνικών και πολιτι­ κών αναζητήσεων που προσπαθού­ σαν να ριζώσουν εδώ κι εκεί. Πότε στην Πάτρα, πότε στα Ιόνια νησιά, ξεφύτρωσαν στο Βόλο, άνθισαν στην Αθήνα, μαράθηκαν στην Ηλεία και ούτω κάθε εξής. Ο συγγραφέας αρχίζει από τους ουτοπιστές, την ομάδα των σαινσιμονιστών που έφτασαν στη χώρα μετά την επανάσταση του 18211828 και τελειώνει τον πρώτο τόμο κάπου λίγο πριν τη δημιουργία του ΣΕΚΕ. Στη διαδρομή του όμως, που αναγκαστικά δεν έχει ούτε συ­ νέχεια ούτε συνάφεια στόχων και επαφών, αφού αυτή ήταν η μορφή του ε.σ.κ. τότε, περνά και εξετάζει όλα τα φαινόμενα και τις επιμέρους προσπάθειες, κατορθώνοντας έτσι να ενημερώσει τον^ αναγνώστη και να τον κάνει μέτοχό της δύστοκης σοσιαλιστικής γέννας.

Ιδιαίτερο βάρος έχει δοθεί στις αναρχικές ομάδες - με σοσιαλιστι­ κό μανδύα - που παρουσιάστηκαν στην Πάτρα και την Ηλεία, καθώς και στους πρώτους σοσιαλιστές Δρακούλη και Καλλέργη που οπωσδήποτε σφράγισαν εκείνα τα χρόνια με τη δράσης τους. Το βιβλίο είναι ένα θαυμάσιο και ενδιαφέρον ανάγνωσμα συνοδευόμενο από άφθονες φωτογρα­ φίες και ντοκουμέντα. Θά ’θελα μόνο να κάνω κάποιες παρατηρήσεις, πάντα καλόπιστα και από αγάπη για το θέμα. Πι­ στεύω ότι οι σαινσιμονιστές κάθε άλλο παρά σοσιαλιστές ήταν, ακό­ μα και αν χαρακτηρίζονται σαν ουτοπιστές και μάλλον δεν θα έπρεπε να ενσωματωθούν στον κυρίως κορμό του έργου αλλά σε κάποιο πρόλογο ή εισαγωγή σαν μια ανα­ φορά στο είδος. Ακόμα, ότι η πα­ ρουσίαση της δράσης Ελλήνων σο­ σιαλιστών στην αλλοδαπή δημιουρ­ γεί πρόσθετες υποχρεώσεις στο

συγγραφέα για αναφορά του σε παρόμοια δράση και στους επόμε­ νους τόμους, πράγμα που δεν αναφέρεται ούτε διευκρινίζεται. Γιατί τότε δεν θα πρέπει να μας διαφύγει η σφαγή των Ελλήνων ανθρακωρύ­ χων του Κολοράδο, το 1913, και τη γενικότερη στάση τους στις ΗΠΑ ή η συμμετοχή τους στις Διεθνείς Τα­ ξιαρχίες στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο. Τέλος, μία ακόμα παρατήρηση αφορά στην μη παρουσίαση στοι­ χείων για το ρόλο που διαδραμάτι­ σαν οι ελληνοϊταλικές επαφές στη διάρκεια του 19ου αιώνα, για τη δημιουργία κάποιων σοσιαλιστι­ κών και αναρχικών συνειδήσεων στον τόπο μας. Κλείνοντας το ση­ μείωμα θά ’θελα να προσθέσω ότι ο συγγραφέας του ε.σ.κ. αναιρεί και επανατοποθετεί κάποια προβλήμα­ τα και ασάφειες προηγούμενων ιστορικών, στη σωστή τους θέση. Εύχομαι σύντομα να δω και τους άλλους τόμους να κυκλοφορούν. ΧΡΗΣΤΟΣ ΛΑΖΟΣ


66/συνεντευξη

Β

Μανόλης

Ο αρχαιολόγος από τα βάθη την ανθρώπινη

Ο Μανόλης Ανδρόνικος δεν είναι πια μόνον ο επίμονος κι ακούραστος αρχαιολόγος που χρόνια ολόκληρα μοχθούσε σιωπηλά για την υπόθεση των ανασκαφών τον. Σήμερα το έργο τον γράφει μια λαμπρή σελίδα στην επιστήμη, είναι μια αδιαμφισβήτητη αξία στην ιστορία τον τόπον. Οι ανακαλύψεις της Βεργίνας έρχονται να μας θαμπώσουν όχι μόνον με τον πλούτο τους, την ομορφιά τονς και τη λαμπρότητα της ιστορίας μας, αλλά κι από το ότι μας θυμίζουν, για άλλη μια

φορά, ότι σ’ αυτόν τον τόπο υπάρχουν άνθρωποι που μας γλυτώνουν απ’ τη φρίκη, χαρίζοντάς μας μια αναπνοή: Ο μόχθος μιας ζωής έρχεται κάποια στιγμή να μας χαρίσει έναν κόσμο. Ο Μανόλης Ανδρόνικος μας μίλησε, μεταφέροντας ακέραιο το ήθος της ζωής του και της γενιάς του, για την αρχαιολογία, για τη Βεργίνα, για τη γλώσσα μας. Ας τον ακούσουμε.

Κύριε Ανδρόνικε, πριν πούμε οτιδήποτε για σας και για τις ανασκαφικές σας δρα­ στηριότητες, θά ’θελα να πούμε μερικά για την αρχαιολογία. Και πρώτα πρώτα: Λέ­ γεται ότι η αρχαιολογία είναι μια πολύ εν­ διαφέρουσα επιστήμη. Τι είναι αυτό, κατά τη γνώμη σας, που την κάνει τόσο ενδια­ φέρουσα;

μίσει κανείς ότι αρχαιολογία σημαίνει ανασκαφή ενώ στην ουσία η ανασκαφή, δεν είναι παρά μό­ νο το πρώτο στάδιο. Από εκεί και πέρα το ση­ μαντικό είναι ν’ αξιολογήσεις τα ευρήματα και να βγάλεις τα σωστά συμπεράσματα, πράγμα που παρουσιάζει επίσης ενδιαφέρον αλλά που χρειάζεται και πολλή γνώση...

ΤΟ ενδιαφέρον της αρχαιολογίας είναι νομίζω πολλαπλό. Ο αρχαιολόγος βγάζει από τα βάθη της γης την ανθρώπινη ιστορία κι αυτή είναι μια πολύ γοητευτική εμπειρία γιατί έχει μέσα της το στοιχείο της ανακάλυψης του αγνώστου. Ο αρ­ χαιολόγος είναι ένας «τυχοδιώκτης» με την κυ­ ριολεκτική έννοια του όρου. Διώκει, δηλαδή, την τύχη. Κι αυτό είναι ενδιαφέρον αλλά κι επι­ κίνδυνο μαζί... Γιατί υπάρχει ο κίνδυνος να νο-

(Τη συνέντευξη πήρε η Μαρία Τρουπάκη)

Και νομίζετε ότι αυτή η τόσο ενδιαφέρου­ σα - όπως τη λέτε - επιστήμη περνάει σή­ μερα στην Ελλάδα καλύτερες μέρες απ’ ό,τι παλαιότερα ή ότι τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει και πολύ; Η αρχαιολογία είναι νομίζω μια επιστήμη με λαμπρή παράδοση στον ελληνικό χώρο, παρότι υπήρχαν ελάχιστοι αρχαιολόγοι. 115 άνθρωποι όλοι κι όλοι από καταβολής του ελληνικού κρά-


συνεντευξη/67

Α νδρόνικος: βγάζει της γης ιστορία τους μέχρι το 1960! Ό ταν το έμαθα εξεπλάγην! Κι όμως ανάμεσα σ’ αυτούς τους λίγους υπήρξαν κι αρκετοί πολύ μεγάλοι, όπως ο Τσούντας, ο Ρωμαίος κι ο Καρούξος. Σήμερα οι αρχαιολόγοι πλήθυναν - έφτασαν τους 300 περίπου - έχουν περισσότερα μέσα, μερικοί από αυτούς είναι πρώτης τάξεως αλλά παρ’ όλα αυτά δεν ξέρω αν κρατούμε στο ίδιο επίπεδο την παράδοση που μας άφησαν οι παλιοί... Τι φταίει γι’ αυτό; ΦΟΒΟΥΜΑΙ ότι οι περισπασμοί της σύγχρονης ζωής και οι απασχολήσεις των αρχαιολόγων και μ’ άλλα έργα δεν τους αφήνουν αρκετό χρόνο για επιστημονική έρευνα... Μας λείπει επίσης η κα­ λή οργάνωση, οι επαρκείς οικονομικοί πόροι, καθώς κι ένας σύγχρονος νόμος λειτουργίας της αρχαιολογικής υπηρεσίας. Ο βασικός αρχαιολο­ γικός νόμος με τον οποίο λειτουργούμε σήμερα είναι ένας νόμος του 1932! Πάντως έχουμε και σήμερα καλούς αρχαιολόγους. Εγώ σαν πανεπι­ στημιακός δάσκαλος έχω γνωρίσει αξιόλογους φοιτητές. Ό χ ι πολλούς βέβαια, αλλά πραγματι­ κά πολύ αξιόλογους. Και τι συμβαίνει κύριε Ανδρόνικε, κι οι περισσότεροι νέοι που τελειώνουν την αρ­ χαιολογία καταλήγουν καθηγητές στη μέ­ ση εκπαίδευση, ενώ είναι γνωστό ότι είμα­ στε μια χώρα με πλούσιους αρχαιολογι­ κούς θησαυρούς; ΛΥΠΑΜΑΙ που το λέω αλλά δυστυχώς τα ελλη­ νικά πανεπιστήμια εκπαιδεύουν ανθρώπους ανε­

ξάρτητα με τις ανάγκες που υπάρχουν. Και μην ξεχνάμε ότι το κράτος έχει περιορισμένες οικο­ νομικές δυνατότητες. Είναι αδύνατο να απορρο­ φήσει όλους τους αποφοίτους της αρχαιολογίας. Το πολύ πολύ που μπορεί να κάνει είναι να δι­ πλασιάσει τους ήδη υπάρχοντες αρχαιολόγους και από 300 να τους κάνει 600. Από κεί και πέρα όμως δεν έχει άλλες δυνατότητες. Κύριε Ανδρόνικε, τον τελευταίο καιρό ακούστηκαν πολλά για την περιβόητη πια μεταφορά αρμοδιοτήτων, από την αρχαιο­ λογική υπηρεσία στο ΥΧΟΠ. Ποια είναι η δική σας γνώμη; ΔΕΝ είμαι απολύτως βέβαιος για το ποιες αρμο­ διότητες μεταφέρθηκαν. Νομίζω ότι μεταφέρθη­ καν οι αρμοδιότητες για τους νεότερους οικι­ σμούς, πράγμα για το οποίο εγώ προσωπικά δεν έχω αντιρρήσεις. Οι νεότεροι οικισμοί είναι μια αρμοδιότητα που την πήρε η αρχαιολογική υπη­ ρεσία γιατί δεν υπήρχε κάποιος πιο κατάλληλος φορέας. Κι η αλήθεια είναι ότι έκανε ηράκλεια προσπάθεια για να σωθούν οι νεότεροι οικισμοί. Όμως αυτό ήταν σε βάρος της κανονικής δου­ λειάς της. Αφού λοιπόν υπάρχει σήμερα κάποιος αρμόδιος φορέας για τη χωροταξία δε βλέπω γιατί να μην αναλάβει αυτός τους νεότερους οι­ κισμούς. Βέβαια δεν έχει γίνει ακόμα σαφής δια­ χωρισμός αρμοδιοτήτων μεταξύ ΥΧΟΠ, ΥΠΠΕ και Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, αλλά νομίζω ότι αυτό δεν είναι δύσκολο να γίνει. Πέρα από τις αρμοδιότητες των κρατικών φορέων, και για να έλθουμε σ’ εσάς, τι θα κάνατε κ. Ανδρόνικε στην περίπτωση που

Υπάρχει στη Βεργίνα υλικό μελέτης για πενήντα ακόμα χρόνια κάτω από ένα πολύ σημαντικό αρχαιολο­ γικό μνημείο βρίσκατε - ας πούμε - ένα κοίτασμα ουρανίου; Τι θα θυσιάζατε; Το μνημείο ή το ουράνιο; ΣΑΝ αρχαιολόγος θα έλεγα βέβαια να θυσιά­ σουμε το ουράνιο! Όμως το τι θα θυσιάζαμε δεν είναι θέμα της αρμοδιότητάς μου. Σε τέτοια θέ­ ματα την ευθύνη πρέπει να την έχει η κυβέρνηση που εκλέγεται από το λαό. Αυτή θα έκρινε ποιο είναι το συμφέρον του τόπου και ο λαός με τη σειρά του θα έκρινε αν η κυβέρνηση είχε δίκιο... Νομίζω ότι σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν είναι δύ-


68/συνεντευξη σκολο να βρεθεί η λύση που εξυπηρετεί το εθνι­ κό συμφέρον. Εμείς βέβαια δεν αντιμετωπίσαμε ποτέ τέτοιο πρόβλημα, όμως η Αίγυπτος που το αντιμετώπισε βρήκε τη-λύση. Μετέφερε τους πε­ ρίφημους αιγυπτιακούς ναούς σ’ άλλο σημείο.

Εργοβιογραφία Μανόλη Ανδρόνικου Ο Μανόλης Ανδρόνικος γεννήθηκε στην Προύσα το 1919. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (1936-40) και αναγορεύθηκε διδάκτορας την ίδιας Σχολής το .1952 με τη μελέτη του: Ο Πλάτων και η Τέχνη (δεύτερη έκδοση 1984). Στη διάρκεια της κατοχής διέφυγε στη Μέση Ανατολή. Ύστερα από .τον πόλεμο εργάστηκε ως ιδιωτικός εκπαιδευτικός και το 1949 διορίστηκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. Το 1954-55 έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην Οξφόρδη. Το 1957 εκλέχτηκε υφηγητής και το 1961 καθηγητής της Κλασικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, όπου εργάστηκε ως το 1983. Εκτός από την αρχαιολογική και πανεπιστημιακή του δραστηριότητα ασχολήθηκε με θέματα παιδείας, λογοτεχνίας και τέχνης και δημοσίευσε μελέτες και άρθρα σε πολλά περιοδικά και εφημερίδες τα περισσότερα από τα οποία είναι συγκεντρωμένα σε δύο τόμους («Παιδεία ή Υπνοπαιδεία», 1976 και «Ιστορία και Ποίηση» 1982). Έχει επίσης δημοσιεύσει πολυάριθμες μελέτες σε ελληνικά και ξένα περιοδικά και σε αυτοτελείς τόμους. Έχει διδάξει και δώσει πολλές διαλέξεις σε πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής. Η ανασκαφική του δραστηριότητα απλώνεται σε αρκετές περιοχές της Βόρειας Ελλάδας (Βέροια, Κιλκίς, Χαλκιδική, Θεσσαλονίκη), αλλά το κύριο ανασκαφικό του έργο εντοπίζεται στη Βεργίνα, όπου εργάστηκε αρχικά ως βοηθός του δασκάλου του Κ.Α. Ρωμαίου (1938-40) ενώ από το 1952 πραγματοποιεί τις δικές του έρευνες. Η συστηματική αυτή προσπάθεια οδήγησε το 1977 στην αποκάλυψη των βασιλικών τάφων της Μακεδονίας με τα αμύθητα ευρήματα και στην αποκάλυψη πιθανότατα του τάφου του Φιλίππου Β'. Ο Μανόλης Ανδρόνικος είναι ισόβιος εταίρος της Αρχαιολογικής Εταιρείας Αθηνών, τακτικός εταίρος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου του Βερολίνου, της A.I.C.A. (Διεθνής Ένωση Τεχνοκριτών), της «Τέχνης» της Θεσσαλονίκης, του Explorer’s Club της Νέα Υόρκης, επίτιμος εταίρος της Ισπανικής Εταιρείας Κλασικών Σπουδών Pastor και της Εταιρείας Ελληνικών Σπουδών του Λονδίνου. Υπήρξε Πρόεδρος του Αρχαιολογικού Συμβουλίου (1964-65), του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος (1974-75) και είναι αντιπρόεδρος του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών. Το 1980 ή . Ακαδημία Αθηνών τον εξέλεξε αντεπιστέλλον μέλος της και το 1982 τιμήθηκε με το βραβείο «Ολυμπία» του Ιδρύματος Α. Ωνάση.

Ίσως το παράδειγμά μου με το ουράνιο να ήταν λίγο ακραίο. Για να το πούμε αλλιώς κ. Ανδρόνικε: ποια είναι η αναλογία με­ ταξύ του τι θυσιάζουμε και του τι διατη­ ρούμε από την αρχαία μας κληρονομιά προς χάριν των σύγχρονων αναγκών; ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΑ, τότε που προέκυψε το πρόβλη­ μα της Πύλου, είχα κάνει μια πρόταση πάνω <£ αυτό. Είχα πει τότε ότι πρέπει να γίνει μια σύ­ σκεψη σ’ ανώτερο επίπεδο, με τη συμμετοχή και του πρωθυπουργού και του αρχαιολογικού συμ­ βουλίου, και να χαράξουμε μια εθνική πολιτική πάνω σ’ αυτό το θέμα. Δυστυχώς δεν έγινε τίπο­ τε κι έτσι αποφασίζουμε ακόμα περιπτωσιολογι­ κά. Βέβαια δεν είναι εύκολο ν’ αποφασίσουμε θεωρητικά για το τι θυσιάζουμε και το τι κρατάμε από την αρχαιολογική μας κληρονομιά. Όμως νομίζω ότι είναι απολύτως αναγκαίο κι εφικτό να χαράξουμε μια εθνική πολιτική. Και για να έλθουμε στην προσωπική σας εμπειρία. Πολλοί πιστεύουν ότι η αρχαιο­ λογία είναι σ’ έναν μεγάλο βαθμό και θέμα τύχης. Εσείς υπήρξατε στις ανασκαφές σας τυχερός ή επίμονος; ΥΠΗΡΞΑ και τα δυο. Και τυχερός και επίμονος. Κι από το 1952, που αρχίσατε τις έρευνες στη Βεργίνα, δεν απογοητευτήκατε ποτέ μήπως δε βρείτε αυτό που περιμένατε; |

j

ΔΕΝ απογοητεύτηκα γιατί ήμουν σίγουρος ότι υπήρχε κάτι κάτω από τον τύμβο της Βεργίνας. Αν κλονίστηκα κάποιες φορές δεν ήταν για το ότι είχα αμφιβολίες ότι υπήρχε αυτό το κάτι. Οι αμφιβολίες μου ήταν αν θα μπορούσα να το φτά­ σω.

I

Πώς ήσαστε τόσο σίγουρος ότι υπήρχε κά­ τι;

|

ΓΙΑΤΙ ήταν αδύνατο να μην υπάρχει τίποτε πί­ σω από τον τύμβο. Βέβαια, ώς το 1976 έψαχνα απλώς για κάποιον τάφο. Μετά όμως, όταν βε­ βαιώθηκα ότι η Βεργίνα είναι οι αρχαίες Αιγές η παλιά δηλαδή μακεδονική πρωτεύουσα - και ξέροντας ότι στην πρωτεύουσα θάβονταν οι βα­ σιλείς, πείστηκα πια ότι δεν πρόκειται απλώς για τάφο, αλλά για βασιλικό τάφο.


συνεντευξη/69 Τι μάθαμε για τον μακεδονικό ελληνισμό από τα ευρήματα της Βεργίνας; ΠΟΛΛΑ πράγματα. Πρώτα πρώτα βεβαιωθήκα­ με απολύτως για τη θέση της πρωτεύουσας. Δεύ­ τερο: οι στήλες που βρήκαμε με τις επιγραφές εί­ χαν ονόματα ελληνικά* πράγμα που είναι ένα στοιχείο για την ενθικότητα των Μακεδόνων. Τρίτο: τα ευρήματα των τάφων μάς έδωσαν τόσα πολλά αντικείμενα υψηλής ποιότητας που βλέ­ πουμε πια χειροπιαστά ότι το πολιτιστικό επίπε­ δο των Μακεδόνων - τουλάχιστον της αυλής ήταν πάρα πολύ υψηλό. Και τέλος, το σπουδαιό­ τερο απ’ όλα είναι ότι έχουμε για πρώτη φορά στα χέρια μας έργα ζωγραφικής, ενώ οι πληρο­ φορίες για τη ζωγραφική μέχρι τώρα προέρχον­ ταν μόνο από τους συγγραφείς. Και τι συμπεράσματα βγαίνουν απ’ αυτά τα έργα ζωγραφικής; ΤΟ συμπέρασμα είναι ότι είχαν μια ζωγραφική καταπληκτική. Μια ζωγραφική που έχει κατα­ κτήσει και τα τεχνικά μέσα αλλά και τα καλλιτε­ χνικά στοιχεία. Μεγάλοι ζωγράφοι, που είδαν τα έργα της Βεργίνας, έχουν εκπλαγεί. Πέρα από τα συμπεράσματα για τη ζω­ γραφική, τι άλλα συμπεράσματα βγαίνουν για τον τρόπο ζωής των Μακεδόνων; Η εικόνα που μας δίνουν τα ευρήματα, είναι η εικόνα μιας πόλης με υψηλό επίπεδο ζωής και με πολύ πλούτο. Βεβαιωνόμαστε, επίσης, τώρα πια και για τη μεγάλη ακμή στην οποία βρισκόταν τότε η μεταλλοτεχνία της Μακεδονίας. Είναι γνωστό ότι οι πληροφορίες, που εί­ χαμε ώς τώρα για τους Μακεδόνες, προέρ­ χονταν από την Αθήνα. Τα ευρήματα της Βεργίνας ανατρέπουν αυτές της πληροφο­ ρίες; Η αλήθεια είναι ότι δεν είχαμε και πολλές πλη­ ροφορίες. Σπαράγματα μόνο από μια φράση του Δημοσθένη ή κάποιου άλλου. Κι αυτό είναι το

Ο ελληνικός λαός έχει πολύ δυνατό γλωσσικό ένστικτο ενδιαφέρον με τη Μακεδονία. Δεν συμπληρώ­ νουμε τις γνώσεις μας γι’ αυτή, την ανακαλύ­ πτουμε από την αρχή, μέσω της αρχαιολογίας. Και τα λόγια του Δημοσθένη, που μιλάει για «βαρβάρους», δε μας πείθουν πια καθόλου. Αν

Η πρόσοψη τον τάφον πον αποχάλνψαν οι ανασκαφές τον Κ. Α. Ρωμαίον το 1938 στη Βεργίνα. Είναι ο κομψότερος αρχιτε­ κτονικά «μακεδονικός» τάφος απ’ όσονς έχονν βρεθεί.

δείτε εκείνο το καταπληκτικό κρεβάτι, το διακο­ σμημένο με γυαλί, χρυσό κι ελεφαντόδοντο, αν δείτε τη φινέτσα και την πολυτέλειά του, δύσκο­ λα θα πιστέψετε ότι φτιάχτηκε από «βαρβά­ ρους». Κύριε Ανδρόνικε, είστε σίγουρος ότι ο ένας από τους τάφους της Βεργίνας ανήκει στον Φίλιππο Β'; Σας ρωτώ, γιατί όπως ξέρετε, εκφράστηκαν αρκετές αντιρρήσεις. ΣΤΗΝ αρχαιολογική έρευνα - όπως και σ’ όλες άλλωστε τις επιστήμες - είναι δύσκολο να έχεις βεβαιότητα 100%. Είναι σπάνιο πράγμα. Εγώ πάντως έχω πολλά αρχαιολογικά στοιχεία που μου επιτρέπουν να υποστηρίξω ότι ο τάφος αυ­ τός είναι πράγματι ο τάφος του Φιλίππου του Β'. Υπήρξαν βέβαια κάποιοι που υποστήριξαν ότι ο τάφος είναι του Φιλίππου του Τ'. Το πρώ­ το επιχείρημά τους ήταν ότι η καμάρα ήταν άγνωστη στην Ελλάδα, πριν από την εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου. Όμως αυτό δεν είναι κα­ θόλου σίγουρο γιατί, τη στιγμή που εκφράζον­ ταν αυτές οι αντιρρήσεις, βρέθηκαν στη Νεμέα καμάρες παλαιότερης εποχής. Το δεύτερο επιχεί­ ρημα αναφερόταν στο διάδημα που βρήκαμε στον τάφο, γιατί οι Μακεδόνες βασιλείς δε φο­ ρούσαν διάδημα πριν το πάρουν από τους Πέρσες. Ό πω ς είχα πει τότε, και τα δυο επιχειρήμα­ τα ήταν για μένα συζητήσιμα αλλά όχι αποφασι­ στικά. Και την άποψή μου αυτή τη δέχτηκαν πολλοί. Μετά ήλθε η μελέτη των οστών, από Άγγλους επιστήμονες οι οποίοι όταν εξέτασαν το κρανίο που βρέθηκε στον τάφο βρήκαν παρα­ μόρφωση πάνω από το δεξί μάτι, μια παραμόρ­ φωση από βλήμα που κατέστρεψε το μάτι κι έφτασε στο ζυγωματικό της δεξιάς παρειάς. Αυ­ τό για μένα είναι καθοριστικό στοιχείο γιατί, όπως ξέρουμε, ο Φίλιππος ο Β', πολλά χρόνια


70/συνεντευξη πριν από το θάνατό του, είχε τραυματιστεί από βέλος. Μετά από αυτό, δεν υπάρχει πια για μένα θέμα αμφισβήτησης... Προκύπτουν από τα ευρήματα κάποια σκοτεινά σημεία; Κάποια σημεία που εί­ ναι δύσκολο να εξηγηθούν; ΣΚΟΤΕΙΝΑ δεν θα το έλεγα. Υπάρχουν όμως ακόμα πολλά προβλήματα που πρέπει ν’ αντιμε­ τωπιστούν. Κι ως ανασκαφέας έχω βέβαια τον πρώτο λόγο αλλά ξέρω ότι δεν θα έχω και τον τελευταίο. Υπάρχει ένα υλικό μελέτης στη Βερ­ γίνα που θ’ απασχολήσει διεθνώς τους επιστήμο­ νες, τουλάχιστον για 50 χρόνια ακόμα. Και πότε θα ολοκληρωθεί η μελέτη - του­ λάχιστον σ’ ένα πρώτο στάδιο; ΤΟ πρώτο στάδιο θ’ απαιτήσει περίπου 10 χρό­ νια. Γιατί χρειάζεται, αλήθεια, τόσος πολύς χρόνος για να μελετήθούν τα ευρήματα; ΑΝ είχαμε ένα μόνο εύρημα, ας πούμε μια φαρέ­ τρα, για να τη μελετήσει συστηματικά ένας αρ­ χαιολόγος θα χρειαζόταν τουλάχιστον 6 μήνες, χωρίς να κάνει τίποτε άλλο. Φανταστείτε λοιπόν τι γίνεται όταν έχουμε 40 ή 50 τέτοια ευρήματα. Η πρόσοψη τον «τάφον τον Φίλιππον». Είναι εντνπωσιαχή η ζωγραφιστή όιαχόαμηαη όλων των αρχιτεκτονικών στοιχείων

Σχέδιο τον ώριμον ιππέα πον χτνπά με το όόρν το λιοντάρι. Τα χαρακτηριστικά τον προσώπον μας επιτρέπονν να τον ταντίσονμε με τον Φίλιππο Β

Και για ν’ αφήσουμε την αρχαιολογία και τη Βεργίνα, ας έλθουμε λίγο στη γλώσσα. Σε τι οφείλονται, νομίζετε, οι τόσο έντο­ νες διαμάχες που έχουν ξεσπάσει τα τε­ λευταία χρόνια για τη γλώσσα; ΕΔΩ και αρκετό καιρό, κι εγώ και κάποιοι άλ­ λοι είχαμε προσέξει μια αμέλεια - θα έλεγα - των σύγχρονων ανθρώπων που γράφουν τη γλώσσα. Κι έτσι γράψαμε κάποια άρθρα, κι άρχισε μια συζήτηση, η οποία έχω τη γνώμη ότι ξέφυγε τε­ λικά από το στόχο της. Βλέπω ανθρώπους σήμε­ ρα να χρησιμοποιούν επιχειρήματα που χρησιμο­ ποιούσαν οι καθαρευουσιάνοι πριν 50 χρόνια! Είπαμε ότι έχουμε κάποιο γλωσσικό πρόβλημα,

Θα ήταν ψέμα να πω ότι καταλαβαίνω τους νέους ότι γίνονται κάποια λάθη, ότι υπάρχουν παρα­ λείψεις αλλά να μη φτάσουμε κιόλας στο σημείο να συζητάμε για γλωσσικό ζήτημα! Κι αυτό που βλέπω δυστυχώς είναι ότι, στη συζήτηση για την καλύτερη χρήση της γλώσσας, υπάρχουν μερικοί που έχουν την τάση να μας γυρίσουν πίσω σε μορφές καθαρευουσιανισμού. Βλέπω ανθρώπους να συζητούν σοβαρά για τη γλώσσα, και να μην έχουν καθόλου γνώση όλης της συζήτησης που έγινε για το γλωσσικό ζήτημα τα τελευταία 100 χρόνια. Εγώ για ολ’ αυτά λέω αυτό που λέει κι ο Σολωμός: Υποτάξου πρώτα στη γλώσσα του λαού, κι αν είσαι επαρκής, κυριεψέ την. Αρνείστε δηλαδή ότι κάποιες μορφές της καθαρεύουσας μπορούν να επιβιώσουν στη σύγχρονη γλώσσα;


συνεντευξη/71 ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ όχι. Υπάρχει όμως ένα πρό­ βλημα: Ποια γλώσσα θα διδάξεις τα παιδιά στο σχολείο. Δεν μπορείς να τους μάθεις π.χ. ότι μπορούν να λένε και «της πόλης» και «της πόλεως». Ό ταν αποκτήσει κανείς μια γλωσσική ευ­ αισθησία, μπορεί να χρησιμοποιήσει σωστά διά-

Ο αρχαιολόγος είναι ένας «τυχοδιώκτης» φορους τύπους. Το παιδί όμως δεν μπορεί να μάθει να χρησιμοποιεί όλους τους τύπους, από τον 8ο αιώνα μέχρι σήμερα. Μήπως όμως αυτό που λέμε «δημοτική γλώσσα» είναι ένα σχήμα δεσμευτικό; ΟΧΙ δε νομίζω. Ο πλούτος της γλώσσας είναι βέβαια απεριόριστος, υπάρχει όμως κι ένας κα­ νόνας. Σ’ όλες τις γλώσσες του κόσμου υπάρχει μια γραμματική κι ένα συντακτικό. Αν θέλουμε να κάνουμε γραμματική και συντακτικό, το οποίο είναι και της αρχαίας και της νεοελληνι­ κής, και να μπορούμε να τ’ ανακατέψουμε, τότε γίνεται κατά τη γνώμη μου ένα περίεργο μίγμα που δεν υπάρχει σε κανένα μέρος του κόσμου. Αισθάνομαι ότι όλ’ αυτά είναι λίγο κουτοκαθαρευουσιανισμοί. Πιστεύετε ότι αυτή τη στιγμή το πρόβλημα Ο σιδερένιος θώρακας τον «Τάφον τον Φίλιππον».

Η μεγάλη χρνσή λάρνακα τον τάφον του Φίλιππον

«γλώσσα» βρίσκεται σε κάποια κρίσιμη καμπή; ΔΕ νομίζω. Φοβούμαι ότι στον τόπο μας μιλάμε πολύ συχνά για κρίσεις. Κάθε λίγο ανακαλύ­ πτουμε και μία. Εγώ δε νομίζω ότι υπάρχει κάτι που να κινδυνεύει. Βέβαια, αν ο καθένας γράφει όπως θέλει, θα χαλάσουμε τη γλώσσα μας αλλά η γλώσσα είναι ένα πολύ ζωντανό στοιχείο και δε χαλάει εύκολα. Ο ελληνικός λαός έχει πολύ δυ­ νατό γλωσσικό ένστικτο. Ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, σήμερα τα βασικά προβλήματα της γλώσσας;

Δεν είμαστε ακριβείς και σοβαροί σε τίποτε ΤΟ βασικό για μένα είναι ν’ αγαπήσουμε λίγο περισσότερο τη γλώσσα και να καταλάβουμε ότι δεν φτάνει απλώς το να συνεννοούμαστε όπωςόπως ή περίπου. Να μάθουμε ότι το να εκφραζό­ μαστε με ακρίβεια και με σαφήνεια είναι ωραίο πράγμα. Αλλά, βέβαια, η τσαπατσουλιά δε βρί­ σκεται μόνο στη γλώσσα. Δεν είμαστε ακριβείς και σοβαροί σε τίποτε... Είναι, δηλαδή, μια έλλειψη γενικότερης ευθύνης;


72/συνεντευξη μπορεί να βρεθεί κάποιος άλλος τρόπος με τον οποίο θα καλλιεργηθεί το γλωσσικό αισθητήριο του κοινού; Ένας τρόπος που να μην είναι λόγος, και μάλιστα μονόλο­ γος; ΝΟΜΙΖΩ ότι ένα πεντάλεπτο μπορεί να το αντέξει το κοινό. Ας μην τα θέλουμε όλα δικά μας. Είναι τόσο τρομερό ένα πεντάλεπτο; Γράφτηκε στις εφημερίδες ότι τα πεντάλεπτα της γλώσσας είναι αντιτηλεοπτικά κι ότι δεν είναι ευχάριστα. Τι να κάνουμε όμως; Γλωσσικές παρατηρήσεις κάνουμε. Δεν μπορούμε να τις κάνουμε με ευχά­ ριστες χειρονομίες. Ξέρετε, επειδή η τηλεόραση είναι κυρίως εικόνα, τα μηνύματά της, όταν δεν οπτικοποιούνται, κουράζουν αυτούς που δεν έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Απο τα πιο κομψά και πολύτιμα ευρήματα, είναι το χρυσό στε­ φάνι από φύλλα και λουλούδια μυρτιάς

ΣΥΜΦΩΝΟΙ, αλλά μερικά παραδείγματα για τη γλώσσα δεν μπορούν να οπτικοποιηθούν. Ας μά­ θουν λοιπόν κι οι θεατές κάποτε ότι αξίζει ν’ αφιερώσουν πέντε λεπτά από την ώρα τους για τη γλώσσα.

ΝΑΙ, έτσι θα τό ’λεγα... Και τι νομίζετε ότι έπρεπε νά ’χει γίνει για τη γλώσσα και δεν έχει γίνει; ΑΥΤΟ είναι ένα πολύ δύσκολο και γενικό ερώ­ τημα. Σημαντικό ρόλο πάντως θα μπορούσε να παίξει και η δική σας φροντίδα - εννοώ εσάς τους δημοσιογράφους. Ξέρετε τι λένε στην επαρ­ χία; «Μα αυτό τό ’γράψε και η εφημερίδα», πράγμα που σημαίνει ότι υπολογίζουν πολύ τις εφημερίδες. Ναι, μόνο που κι οι δημοσιογράφοι όπως και όλοι οι άλλοι φέρουν κι αυτοί το βά­ ρος της κακής γλωσσικής τους παιδείας. ΜΙΑ κι είπατε τη λέξη παιδεία, πιστεύω ότι το πρόβλημα δεν είναι απλώς γλωσσικό είναι θέμα παιδείας. Αλλά εγώ επιμένω πολύ στη γλωσσική ευαισθησία που καλλιεργείται από το διάβασμα καλών κειμένων.

Και για ν’ αφήσουμε τη γλώσσα και να επιστρέφουμε σ’ εσάς κ. Ανδρόνικε. Υπήρξατε πολλά χρόνια πανεπιστημιακός δάσκαλος. Τι προσπαθήσατε να δώσετε στους φοιτητές σας εκτός από γνώση; ΤΟ λιγότερο που μ’ ενδιέφερε ήταν οι γνώσεις. Εκείνο που προσπάθησα κυρίως ήταν να κάνω τους νέους ν’ απορούν. Να ξέρουν ότι δεν υπάρ­ χουν έτοιμες απαντήσεις στην επιστήμη. Ένα λάιτ-μοτίφ της διδασκαλίας μου ήταν να κατα­ λάβουν οι φοιτητές ότι το σημαντικότερο δεν εί­ ναι η απάντηση αλλά η ερώτηση. Μιλάτε συχνά μ’ αγάπη για τους νέους... Τους καταλαβαίνετε όμως κύριε Ανδρόνι­ κε;

ΔΕΝ θα μπορούσα να σας απαντήσω. Ακόμα τα πράγματα είναι στην αρχή. Ψάχνουμε. Γίνεται όμως μια προσπάθεια.

ΕΝΑΣ εξηντάρης δεν καταλαβαίνει ποτέ έναν εικοσάχρονο. Θα ήταν ψέμα να πω ότι τους κα­ ταλαβαίνω. Εκείνο που καταλαβαίνω όμως είναι ότι έχουν το δικαίωμα να θέσουν τα δικά τους ερωτήματα, να μας αρνηθούν και να προχωρή­ σουν όπως θέλουν στη ζωή τους. Γιατί είναι αφύσικο να θέλουμε οι μεγαλύτεροι να ρυθμί­ σουμε τη ζωή των νέων, με τους δικούς μας τους κανόνες. Ο καθένας ζει τη δική του ζωή. Έστω κι αν διδάσκεται από την πείρα των προηγούμε­ νων.

Λέγεται συχνά ότι οι εκπομπές λόγου εί­ ναι κουραστικές στην τηλεόραση. Δεν

Το φωτογραφικό υλικό προέρχεται από το έργο «Βεργίνα» τον Μ. Ανδρόνικου - Εκδοτική Αθηνών, 1984.

Είστε ευχαριστημένος από τα τηλεοπτικά πεντάλεπτα για τη γλώσσα στα οποία συμ­ μετέχετε κι εσείς;


ΔΕΛΤΙΟ Επιμέλεια: 23 Ιουλίου 1985

β ι β λ ι ο γ ρ α φ ι κ ό δ ε λ τ ί ο α ρ^ ι θ . 1 2 5 • Το Βιβλιογραφικό Δελτίο αυντάσσεται με την πολύτιμη συνερ­ γασία τον βιβλιοπωλείου της «Εστίας», τη διεύθυνση και το προσωπικό τον οποίου ευχαρι­ στούμε θερμά. • Η ταξινόμηση των βιβλίων γίνε­ ται με βάση το γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρ­ μοσμένο στην ελληνική βιβλιο­ γραφία. • Σ ε κάθε κατηγορία βιβλίων προηγούνται αλφαβητικά οι έλ-

ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ

ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΕΣ

Απαχη

ληνες συγγραφείς και ακολου­ θούν οι ξένοι. • Η κατάταξη των ξένων συγγρα­ φέων γίνεται σύμφωνα με το ελ­ ληνικό αλφάβητο. • Στην κατηγορία των περιοδικών δεν περιλαμβάνονται εβδομαδι­ αία έντυπα. • Για την ακόμη μεγαλύτερη πλη­ ρότητα του Δελτίου, παρακαλούνται οι εκδότες να μα ς στέλ­ νουν έγκαιρα τις καινούριες εκ­ δόσεις τους.

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΠΙΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Ένας ψυχολόγος στο γήπεδο. Αθήνα, 1985. Σελ. 134. Δρχ. 300.

ΘΡΗΣΚΕΙΑ Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια. Τόμος Τ': Παγκόσμιο βιογραφικό λεξικό. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985. Σελ. 416.

ΓΕΝΙΚΑ

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Β. Η γιορτή της Πεν­ τηκοστής. Κατερίνη, Τέρτιος, 1985. Σελ. 190. Δρχ. 450.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΓΕΝΙΚΑ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑ JACCARD ROLAND. Φρόυντ. Μετ. Ιουλιέττα Ράλλη - Καίτη Χατζηδήμου. Αθήνα, Χατζηνικολή, 1985. Σελ. 100.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΜΕΛΕ-


74/δελτιο ΤΩΝ. Η δημογραφική κρίση στην Ελλάδα. Αθήνα, 1985. Σελ. 205.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ ΘΑΝΑΣΗΣ. Η έννοια της εξουσίας στη σύγχρονη πολιτική επιστήμη. Αθήνα, Σάκουλας, 1985. Σελ. 144. Δρχ. 350. ΡΟΥΣΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Ο Λένιν για τη γραφειοκρατία. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1985. Σελ. 222. ΨΑΡΟΥΔΑΚΗΣ ΝΙΚΟΣ. Η παγίδα τη; ΕΟΚ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αθήνα, Μήνυμα, 1985. Σελ. 66. Δρχ. 140. ΦΕΡΙ ΦΡΑΝΚΟ. Η αντιπολίτευση στη Σοβιετική Ένωση. Μετ. - επιλογή Τίμος Παπακώστας. Αθήνα, Γλάρος, 1985. Σελ. 139.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ BRESSON ROBERT. Σημειώσεις για τον κινηματο­ γράφο. Μετ. Δάφνη Ρόκκου. Αθήνα, Φιλμ, 1985. Σελ. 72. Δρχ. 200.

ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΠΛΟΥΜΦΙΛΝΤ Μ. - ΣΑΜΕΡΒΙΛ Σ. Με τον Big Joe Williams. Μετ. Δημήτρης Ξένος. Αθήνα, Απόπει­ ρα, 1985. Σελ. 46. Ντμίτρι Σοστάκοβιτς. Για τον ίδιο και την εποχή του. Μετ. Νίκος Σαραντάκος. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1985. Σελ. 426.

ΓΛΩΣΣΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ Το ΚΚΕ για την έρευνα και τις μεταπτυχιακές σπου­ δές. Αθήνα, Σύγχρονη εποχή, 1985. Σελ. 92. Δρχ. 150.

ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

Υπερλεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Μονοτονικό. Τόμοι A ' - Β' - Γ' - Δ' - Ε ', ΣΤ. Αθήνα, Παγουλάτος. Σελ. 3118. Δρχ. 12.000.

ΓΕΝΙΚΑ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ. Εισαγωγή στη σημα­ σιολογία. Αθήνα, 1985. Σελ. 92. Δρχ. 400.

ΖΩΟΛΟΓΙΑ SCOTT TOM. Πώς να εκπαιδεύσετε το σκύλο σας. Αθήνα, Βασδέκης, 1984. Σελ. 133. Δρχ. 350.

ΤΕΧΝΕΣ ΓΕΝΙΚΑ ΣΦΥΡΙΔΗΣ ΠΕΡΙΚΛΗΣ. Οι καλλιτέχνες της «Διαγώ­ νιου». Μια παρουσίαση. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1985. Σελ. 238.

ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ. Συνοπτική ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Αθήνα, 1985. Σελ. 236. Δρχ. 700. ΠΑΠΑΚΩΣΤΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Ο Φώτης Φωτιάδης και το αδερφάτο της εθνικής γλώσσας. Η αλληλογραφία. Μελέτη - Έρευνα, αριθ. 18. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτε­ χνικό και Ιστορικό Αρχείο, 1985. Σελ. 661.

ΚΛΑΣΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ ΑΡΧΑΙΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ. Βάκχες. Μετ. Γιώργος Χειμωνάς. Αθή­ να, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 97. Δρχ. 300.


δελτιο/75

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΠΟΙΗΣΗ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. Με το χέρι της καρδιάς. Ποιήματα. Αθήνα, 1985. Σελ. 93. ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ ΝΙΚΟΣ. Τα υμνοφορία και εικοσιένας πυρρίχιοι ε | ουρανού. Αθήνα, Λήδρα, 1985. Σελ. 121. Δρχ. 380. ΜΠΑΣΙΑΚΟΣ ΘΟΔΩΡΟΣ. «Πολύ ευγενής». Αθήνα, 1985. Σελ. 47. ΦΡΑΓΚΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ. «Και το θέρος ετελεύτα...». (Ποιήματα). Αθήνα, Θεωρία, 1985. Σελ. 28. ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ ΤΑΣΟΣ. Το κυκλάμινο και το συρματόπλεγμα. Ποιήματα. Θεσσαλονίκη, 1985. Σελ. 31. ΧΛΑΠΑΝΙΔΗΣ ΚΙΜΩΝΑΣ. Συμβόλαιο με τον εαυτό μου. Αθήνα, Άπειρον, 1985. Σελ. 143. Δρχ. 350. GIBRAN KAHLIL. Η λιτανεία. Μετ. Χρυσόστομος Παπασπύρου. Αθήνα, Μπουκουμάνης, 1985. Σελ. 104.

• Το περιοδικό για την εκπαίδευση και όχι μόνο για τους εκπαιδευτικούς. • Για μια νέα αντίληψη των εκπαιδευτικών μας πραγμάτων. • Για την άρθρωση ενός «άλλου» εκπαιδευτικού λόγου. • Για σφαιρική πληροφόρηση • Για αδέσμευτο διάλογο ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ Τ.θ. 25085 - 100 26 ΑΘΗΝΑ .Τηλέφωνα: 8823762 - 8224635

GINSBERG ALLEN. Πλουτώνια ωδή και άλλα ποιή­ ματα. 1977-1980. Μετ. Τάσος Σαμαρτζής. Αθήνα, Απόπειρα, 1985. Σελ. 79.

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΔΡΟΣΑΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Εν Θεσσαλονίκη... Αθήνα, Οδυσσέας, 1985. Σελ. 158. Δρχ. 400. ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ ΤΑΚΗΣ. Ο ψίθυρος της Περσεφόνης. Αθήνα, Άγρα, 1985. Σελ. 168. Δρχ. 300. ΚΑΒΟΥΝΙΔΗΣ ΣΠΥΡΟΣ. Λεπτομέρειες. Αθήνα, Πολύτυπο, 1984. Σελ. 125. ΚΑΡΑΜΑΛΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Το κρατίδιο του Αλξέ­ νη. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Ηδωνός. Σελ. 162. Δρχ. 400. ΚΟΥΚΟΥΤΣΗΣ ΣΠΥΡΟΣ. Ακατάλληλο για ανθρώ­ πους. Αθήνα, Εστία, 1985. Σελ. 165. Δρχ. 250. ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ ΤΑΣΟΣ. Βιολέτες για μια εποχή. Αθή­ να, Κέδρος, 1985. Σελ. 143. ΠΟΛΥΔΩΡΟΠΟΥΑΟΥ ΠΟΛΛΑ. Η φθορά. Μυθι­ στόρημα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 140. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ Ν.Δ. Τρία θαλασσινά ειδύλλια. Αθήνα, Δόμος. Σελ. 75. Δρχ. 300. ΓΚΟΓΚΟΛ ΝΙΚΟΛΑΪ Β. I. Η εξομολόγηση του συγ­ γραφέα. II. Τα γράμματα του Ν.Β. Γκόγκολ. III. Το παλτό. Μετ. Ζωή Νάσιουτζικ. Αθήνα, Gutenberg, 1985. Σελ. 161.

τ.8:ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ •

• • •

Συνταγματική προστασία συνδικαλιστικής δράσης στην επιχείρηση Συνέπειες της απεργίας στα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα Καταχρηστική απεργία Υποχρεωτική διαιτησία Κυκλοφορούν επίσης: 1. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟ 2. ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ 3. ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ 4. ΙΣΟΝΟΜΙΑ ΤΟΝ ΔΥΟ ΦΥΛΠΝ 5. ΠΟΛΥΕΘΝΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ 6. Ν0Μ0Σ-ΠΛΑΙΣΙ0 7. ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ________

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΠΡ. ΚΟΡΟΜΗΛΑ 38ΤΗΛ. 264958


76/δελτιο ΕΣΣΕ ΕΡΜΑΝ. Το νησί του ονείρου. Και άλλα διηγή­ ματα. Μετ. Φώντας Κονδύλης. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 330. KLEIST HEINRICH VON. 4 νουβέλες. Μετ. - σημ. Θοδωρής Δασκαρόλης. Αθήνα, Άγρα, 1985. Σελ. 223. Δρχ. 450. ΝΤΙΝΤΙΟΝ ΤΖΟΑΝ. Ένα βιβλίο για κοινή προσευχή. Μετ. Έλλη Μαρμαρά. Αθήνα, Οδυσσέας, 1985. Σελ. 241. Δρχ. 300. ΝΤΡΟ ΖΑΝ-ΜΑΡΙ. Φελίν, έλα στο ελληνικό φως. Μετ. Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ. Αθήνα, Κέδρος, 1985. Σελ. 150. Δρχ. 400. ΝΤΥΡΑΣ ΜΑΡΓΚΕΡΙΤ. Ο εραστής. Μετ. Χρύσα Τσαλικίδου. Αθήνα, Εξάντας, 1985. Σελ. 160.

ΙΣΤΟΡΙΑ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΣΑΜΨΩΝ ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΣ. Μάνικα. Μια πρωτοελ­ λαδική πόλη στη Χαλκίδα. Αθήνα, 1985. Σελ. 450. Δρχ. 1.500.

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΑΛΛΟΣ ΚΩΣΤΑΣ. Κάτοπτρα ύψους. Αθήνα, ο? '* , τροφιά. Σελ. 106. Δρχ. 250. ΡΟΖΑΝΗΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ. Η αισθητική του αποσπά­ σματος. Αθήναι, Ίδρυμα Γουλανδρή - Χορν, 1985. Σελ. 65. Δρχ. 200. ΣΚΟΠΕΤΕΑ ΣΟΦΙΑ. Πέντε μαθήματα για τον Ανδρέα Κάλβο. Αθήνα, Ίδρυμα Γουλανδρή - Χορν, 1985. Σελ. 147. Δρχ. 400. Τον όρθρον τον ερχόμενον. Αφιέρωμα στη Μελισσάνθη. Μελέτη - Έρευνα, αριθ. 20. Αθήνα, Εταιρεία Ελ­ ληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, 1985. Σελ. 310. Δρχ. 750. ΧΡΥΣΑΝΘΗΣ ΚΥΠΡΟΣ. Δημήτρης Θ. Λιπέρτης. Λευκωσία, Ελληνικός Πνευματικός Όμιλος Κύπρου, 1985. Σελ. 60. ΒΕΝΕΓΚΕΜ Ρ. - ΚΑΡΑΝΤΕΚ ΦΡ. Δύο μελέτες για τον Λοτρεαμόν. Μετ. Γιάννης Δ. Ιωαννίδης. Αθήνα, ύψιλον/βιβλία, 1985. Σελ. 79. Δρχ. 200. ΣΙΛΛΕΡ ΦΡΗΝΤΡΙΧ. Περί αφελούς και συναισθημα­ τικής ποιήσεως. Μετ. Παναγιώτης Κονδύλης. Αθήνα, στιγμή, 1985. Σελ. 157. Δρχ. 480.

ΘΕΑΤΡΟ

ΓΚΡΙΤΖΩΝΑΣ ΚΩΣΤΑΣ. Κόκκινοι δραπέτες. 19201944. Αθήνα, Γλάρος, 1985. Σελ. 199. ΚΟΛΙΟΥ ΝΙΤΣΑ. Άγνωστες πτυχές Κατοχής και Αντίστασητ . 941-44. Τόμος Α'. Βόλος, 1985. Σελ. 663. Δρχ. 800. ΛΙΒΙΕΡΑΤΟΣ Δ. - ΚΑΡΑΜΠΕΛΙ ΑΣ Γ. Ιούλης ’65. Η έκρηξη. Αθήνα, Κομμούνα, 1985. Σελ. 110. Δρχ. 200.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΑΠΑΜΑΝΟΥΣΑΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΣ. Αναδρομή στην ιστορία του Δικηγορικού Συλλόγου Χανίων. 18841984. Χανιά, Δικηγορικός Σύλλογος Χανίων, 1984. Σελ. 125. ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ ΑΛΕΞΗΣ. Σαμιακή πολιτεία. 18301834. Λογοθέτης Λυκούργος. Αθήνα, Διογένης, 1985. Σελ. 101. Δρχ. 250. ΤΣΑΡΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Η τελευταία άλωση της Θεσσα­ λονίκης (1430). Θεσσαλονίκη, Κυριακίδης, 1985. Σελ. 188. Δρχ. 450.

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ

ΜΕΛΕΤΕΣ

Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. 1939-1945. Τόμοι A' + Β'. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1985. Σελ. 457 + 451.

ΒΟΣΤΑΝΤΖΗ ΜΑΙΡΗ. t o θέατρο του Παντελή Πρεβελάκη. Αθήνα, Οι εκδόσεις των Φίλων, 1985. Σελ. 181. Δρχ. 350.

ΚΑΚΟΥΛΗΣ ΛΟΥΚΑΣ. Λατινική Αμερική. Γενοκτο­ νία και καταλήστευση. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1985. Σελ. 254.

ΜΠΡΕΧΤ ΜΠΕΡΤΟΛΤ. Για την Τέχνη και την πολιτι­ κή. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1985. Σελ. 198.

ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣ. Αυτός είναι ο φασι­ σμός. Αθήνα, Καρανάσης, 1985. Σελ. 171.


δελτιο/77 GR£ e ALAIN. Τα τρένα. Μετ. Αλίκη Βρανά. Αθήνα Άγκυρα, 1985. Σελ. 28.

ΠΑΙΔΙΚΑ

ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική επιθεώρηση. Τεύχος 295. Δρχ. 70.

ΓΟΥΛΙΜΗ ΑΛΚΗ. Ο μυστηριώδης επισκέπτης. Αθή­ να, Δωδώνη, 1985. Σελ. 129. Δρχ. 400.

ΓΥΝΑΙΚΑ. 15μερο γυναικείο περιοδικό. Τεύχος 924. Δρχ. 100.

ΛΟΪΖΟΥ ΜΑΡΩ. Το σκανταλιάρικο διαβολάκι. Αθή­ να, Κέδρος, 1985. Σελ. 174. Δρχ. 400.

ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βιβλίου. Τεύχος 123. Δρχ. 150.

Δ. ΑΝΑΠΟΛΓΤΑΝΟΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ

έκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ Μαυρομιχάλη 9, ΑΘΗΝΑ Τηλ. 3607744, 3604793

26 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Me χιλιάδες βιβλία ιστορικά, λογοτεχνικά, πολιτικά, οικονομικά, λεξικά κ.ά. από 30 δραχμές

ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΑΚΗΣ Αριστοτέλους 4*Εχυατίας 150

ΤΟ ΚΑΤΩΙ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Αριστοτέλους6*Τηλ. 27.18.53

ΤΟ ΣΠΙΤΑΚΙ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ Καρόλου Ντηλ 3*Τηλ. 23.97.46 Το μοναδικά παιδικά βιβλιοπωλείο

ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΑΚΗΣ


78/δελτιο 26 Ιουνίου9 Ιουλίου 1985

κριτικογραφία

Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη

Στην Κριτικογραφία περιλαμβάνονται όλες οι επώνυμες βιβλιοκριτικές που δημοσιεύονται στον ημερήσιο αθηναϊ­ κό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμένες στον περιοδικό και επαρχιακό τύπο, όσες φυσικά φροντίζουν να μας στέλνουν οι συντάκτες τους. Για κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα σε παρένθεση: το όνομα του κριτικού και ο τίτλος του εντύπου (βλ. Υπόμνημα), καθώς και η ημέρα δημοσίευσης της κριτικής, αν πρόκειται για εφημερίδα, ή ο αριθμός έκδοσης, αν πρόκειται για περιοδικό έντυπο.

Υπόμνημα ΚΡΙΤΙΚΟΙ ΑΘ: Π. Αθηναίος ΑΠ: Α. Παπαδάκη ΑΦ: Α. Φουριώτης BA: Β. Αγγελοπούλου ΒΠ: Βάιος Παγκουρέλης ΒΧ: Β. Χατζηβασιλείου ΓΜ: Γ. Ματζουράνης ΓΣ: Γ. Σαββίδης ΔΚ: Δ. Κονιδάρης ΓΠ: Γ. Παναγιώτου ΔΓ: Δ. Γιάκος ΔΖ: Δ. Ζαδές ΔΠ: Δ. Παπακωνσταντίνου ΔΣ: Δ. Σιατόπουλος ΕΑ: Ε. Αρανίτσης ΕΒ: Ε. Βαλτά ΕΖ: Ε. Ζωγράφου ΕΛ: Ε. Παππά ΕΠ: Ε. Παμπούκη EM: Ε. Μόσχος ZB: Ζ. Βαλάση ΘΠ: θ . Μ. Πολίτης ΘΥ: Θ. Παπανικολάου ΙΔ: I. Δραγώης ΚΑ: Κ. Ανδρόνικός ΚΓ: Κ. Γουλιάμος ΚΔ: Κ. θ . Δημαράς ΚΕ: Κ. Εμονίδης ΚΗ: Σ. Κατσίμης ΚΚ: Κ. Καραχάλιος ΚΝ: Κ. Ντελόπουλος ΚΣ: Κ. Σταματίου ΚΤ: Κ. Τσαούσης ΚΧ: Κ. Χρυσάνθης ΛΑ: Λ. Αποσκίτης ΜΑ: Μ. Αποστολάτος ΜΚ: Μ. Κοντολέων ΜΠ: Μ. Παπαδοπούλου

ΜΝ: Μ. Νιτσόπουλος ΝΜ: Ν. Μπούτβας ΝΠ: Ν. Παπανδρέου NY: Ν. Μαρκίδου ΟΠ: Ο. Παρατηρητής ΠΑ: Α. Παπανδρόπουλος ΠΛ: Π. Λινάρδος-Ρυλμόν ΠΜ: Π. Μηλιώρη ΠΠ: Π. Παισνίδης ΣΤ: Δ. Σταμέλος ΤΘ: Τ. Θεοδωρόπουλος ΤΑ: Τ. Λειβαδίτης ΤΣ: Σ. Τσακνιάς ΦΚ: Φ. Κονδύλης ΦΤ: Φ. Τριάρχης ΕΝΤΥΠΑ ΑΓ: Αγωνιστής ΑΗ: Απογευματινή ΑΚ: Ακρόπολις ΑΝ: Αντί ΑΠ: Απανεμιά ΑΥ: Αυγή ΒΟ: Βορειοελλαδικά ΒΡ: Η Βραδυνή ΓΙ: Γιατί ΓΤ: Γράμματα και Τέχνες ΔΙ: Διαβάζω ΔΑ: Διάλογος ΔΠ: Δεκαπενθήμερος Πολίτης ΔΡ: Δραμινή ΔΣ: Δαυλός ΕΒ: Εμείς και το Βιβλίο ΕΓ: Ελεύθερη Γνώμη ΕΙ: Εικόνες Ε θ: Έθνος ΕΛ: Ελευθεροτυπία ΕΜ: Εβδομη ΕΚ: Ελικώνας ΕΟ: Εποπτεία

ΕΣ: Ελεύθερος (Στερ. Ελλ.) ΕΨ: Επιστημονική Σκέψη ΕΩ: Ελεύθερη Ώρα ΗΜ: Ημερήσια ΗΧ: Ήχος και Hi-Fi ΘΟ: Θούριος ΚΑ: Καθημερινή ΚΛ: Κυπριακός Λόγος CO: Cosmopolitan ΑΕ: Η Λέξη ΜΕ: Μεσημβρινή ΝΕ: Τα Νέα ΝΗ: Νέα Εποχή ΝΣ: Νέα Εστία ΟΜ: Ομπρέλα ΟΠ: Οδός Πανός ΟΤ: Οικονομικός Ταχυδρόμος ΠΑ: Πάνθεον ΠΕ: Περισκόπιο της Επιστήμης Π β: Πολιτικά θέματα ΠΚ: Πνευματική Κύπρος ΠΛ: Πολιτιστική ΠΟ: Πολίτης ΠΡ: Πορφύρας ΡΙ: Ριζοσπάστης ΣΕ: Σύγχρονη Εκπαίδευση ΣΘ: Σύγχρονα Θέματα ΣΚ: Σκιάθος ΣΛ: Συλλεκτικός Κόσμος ΣΠ: Σπουδές ΣΣ: Σύγχρονη Σκέψη ΣΥ: Συμβολή ΤΑ: Ταχυδρόμος ΤΕ: Τριφυλιακή Εστία ΤΚ: Ταχυδρόμος Καβάλας ΤΟ: Τομές ΤΤ: Τετράγωνο ΦΣ: Φιλολογική Στέγη ΧΑ: Χάρτης ΧΡ: Η Χριστιανική

Δημοσιογραφία

Κοινωνιολογία

Ρεζάν Μ.: ...Χωρίς πρόγραμμα (θ. Παπαλιβερίου - Φήμη, Μαζί, 20)

Μαγκλιβεράς Δ.: Εισηγήσεις στη βιομηχανική κοινωνιολογία (ΛΑ, ΠΕ, 76) Παπαστάμκος Γ.Κ.: Η ελεύθερη κυκλοφορία Ελλήνων εργαζο­ μένων σε χώρες της ΕΟΚ (Α.Δ. Παπαγιαννίδης, ΟΤ, 4/7) Μπωθουάρ Σ.: Οι γυναίκες θα νικήσουν

Φιλοσοφία Kant I.: Τα θεμέλια της μεταφυσικής των ηθών (ΛΑ, ΠΕ, 76)

θρησκεία Νικολαίδης Ι.Α.: Οι τρεις Ιεράρχες και η εποχή τους (ΦΤ, ΔΡ, 22/6)

Πολιτική

Σελ Τ.: Το πεπρωμένο της γης (ΛΑ, ΠΕ, 76)

Δίκαιο Γεωργακόπουλος Λ.Ν.: Εγχειρίδιο εμπορικού δικαίου (Ν. Παρνασσός, Ελεύθερος Τύπος, 5/7) Cerroni U.: Ο Μαρξ και το σύγχρονο δίκαιο. (Μ.Π. Νικολούδης, ΚΑ, 13 και 27/6).


δελτιο/79 Οικολογία Simonet D.: Τι είναι οικολογία (ΛΑ, ΠΕ, 76)

Δημογραφία Πανταζίδης Ν. - Κασιμάτη Κ.: Μέγεθος και σύνθεση του πλη­ θυσμού της πρωτεύουσας (X. Κυριαζής, ΑΝ, 294)

Λαογραφία - Εθνολογία Λουκάτδς Δ.: Συμπληρωματικά του χειμώνα και της άνοιξης (Δ. Δελής, ΡΙ, 30/6) Μέλλιος Λ.: 1) Αρχαία παιγνίδια και σημερινή Φλώρινα (ΦΤ, Ταχυδρόμος Καβάλας, 21/6) 2) Τα παιδία παίζει (ΦΤ. ΔΡ, 19/ 6) Παπαδάκη Ε.: Η επιστροφή των ψυχών (ΦΤ, ΔΡ, 19/6) Σκαρίμπας Γ.: Τα χαρτονόμουτρα (Η. Πετρόπουλος, ΚΑ, 13/ 6) Rieder Η.: Ινδιάνοι (X. Λάζος, ΔΙ,122)

Ιατρική Ελληνικό συμπόσιο κοινωνικής ψυχιατρικής (ΔΑ, ΠΕ, 76) Πεντόγαλος Γ.: Εισαγωγή στην Ιστορία της Ιατρικής (ΛΑ, ΠΕ, 76)

Τέχνες Αντωνακάτου Ν.: Μεσσηνία (Α. Φωτόπουλος, ΔΙ, 122) Γεωργουσόπουλος Κ.: Τα μετά το θέατρο (ΘΥ, ΕΙ, 3/7) Σκοπελίτης Β.: Το γυμνό (Δ. Δελής, ΡΙ, 7/7) Λότμαν Γ.: Αισθητική και σημειωτική του κινηματογράφου (ΘΥ, ΕΙ, 3/7)

Λογοτεχνία - Ανθολογίες Αρβανίτης Ν.: Τα πασχαλινά (ΦΤ, Ταχυδρόμος Καβάλας, 20/ 6) Λογοτεχνική ανθολογία σιδηροδρομικών (ΓΣ, ΑΗ, 2/7) Σκαφυλοπάτης Ν.: Ανθολογία σιφνίων ποιητών (Σ. Κόκκινης, ΡΙ, 30/6)

Ποίηση Βρεττάκος Ν.: Ηλιακός λύχνος (ΠΠ, ΝΗ, 170-172) Λεβέντης Μ.: Ενόραση (ΦΤ, ΔΡ, 15/6) Λουκάς Α.: Ωδή στη μητέρα που έφυγε μια άνοιξη (ΦΤ, ΔΡ, 15/6) Λυσιώτης Ξ.: Ωδή αναστάσιμη (ΦΤ, ΔΡ, 22/6) Μιστριώτου Μ.: Προσεγγίσεις (Κ. Κώστας, Ευβοϊκό Λογοτε­ χνικό Δελτίο, 35) Μπσγατίνης Μ.: Αστραντιά (ΦΤ, ΔΡ, 27/6) Πισιαράς X.: Ποιήματα (Α. Πανάτος, ΝΗ, 170-172) Σταθογιάνης Π.: Η εποχή της αλεπούς (ΒΧ, Το Δέντρο, 14) Σταμόλης Κ.: Κλεψύδρα (ΦΤ, ΔΡ, 15/6) Στσγιαννίδου Μ.: Οι κήποι της Αδρεναλίνης (ΚΤ, ΕΘ, 26/6) Φήμης Π.: Καταφυγή (Θ. Παπαλιβερίου - Φήμη. Μαζί, 20) Χιμένεθ Χ.Ρ.: Θεός που επιθυμείται και επιθυμεί (ΘΠ, ΕΣ,. 15/6, 26/6, 2/7)

Πεζογραφία Βιτάλη Λ.: Άννα X. (NY, CO, Ιουλ. ’85) Ζαχαράκη Ε.: Ειρήνη (ΚΤ, ΕΘ, 3/7) Κολέτσος Β.: Παλίρροια και άμπωτη (ΓΣ, ΑΗ, 2/7) Λάσκαρης Κ.: Η κυρία νομίζει (ΑΦ, ΑΚ, 29/6) Παγκράτης Π.: Θεωρητικό αρχείο (ΒΧ, ΑΥ, 2/7) Παπαγιάννη Β.: Επαρχιώτες (ΓΜ, ΑΥ, 30/6) Παπαδούκας Π.: Διακοπές στο Πόρτο-Δείνα (ΑΦ, ΑΚ, 29/6) Ρίτσος Γ.: Ίσως νά ’ναι κι έτσι (ΕΛ, ΓΥ, 26/6) Σταμέλος Β.: Το λιοντάρι της Κλεφτουριάς (ΦΤ, Ταχυδρόμος, Καβάλας, 20/6)

Χατζηπαπάς X.: Εντελώς φυσιολογικός (Α. Πανάτσος, ΝΗ, 170-172) Χατζόπουλος Κ. Ο πύργος του Ακροπόταμου (ΚΤ, ΕΘ, 30/6) Χρυσοστομίδης Α.: Τα τολμηρά (ΑΦ, ΑΚ, 29/6) Άντσνι Ε.: Οι δρόμοι της σιωπής (ΘΥ, ΕΙ, 26/6) Γκίνζμπουργκ Ν.: Ο δρόμος πάει στην πόλη (ΚΤ, ΕΘ, 7/7) Γουέστ Μ.: Ο θαλασσοπόρος (ΓΣ, AM, 2/7) Eco U.: Τ’ όνομα του ρόδου (Α. Μπερλής, ΔΠ, 45) Έσσε Ε.: 1) Ντέμιαν (NY, CO, Ιουλ. ’85) 2) Το νησί του ονεί­ ρου (ΓΣ, ΑΗ, 2/7) Ισογκούρο Κ. Χλωμή θεά των λόφων (ΜΠ, ΝΕ, 6/7) Νάιπουλ Β.Σ.: Οι αντάρτες (Α. Παπαπέτρου, ΔΙ, 122) Ντυράε Μ.: Ο εραστής (ΚΤ. ΕΘ. 3/7) Ροτ~Γ.: Η κρύπτη των Καπουτσίνων (NY. CO. ΙουΛ. 85) Σπαρκ Μ.: Μια εχέμυθη γραμματεύς (ΜΠ, ΝΕ, 2%) (ΚΤ, ΕΘ, 12/6) Forsyth F.: Το τέταρτο πρωτόκολλο (ΒΠ, ΔΙ, 122)

Μελέτες Γουνελάς Χ.Δ.: Η σοσιαλιστική συνείδηση στην ελληνική λο­ γοτεχνία 1897-1912 (ΘΥ, ΕΙ, 26/6) Λαγάκης Τ.: Ο Σεφέρης και η Κύπρος (ΚΣ. ΝΕ. 29/6) Πολίτης Θ.Μ.: Σκιαγραφήσεις λογοτεχνών (Ε.Ν. Μόσχος, ΝΣ, 1392) (Γ. Γαϊτάνης, Νέα της Ρούμελης, Ιούν. ’85) Ρόζος Ε.: Ο γνωμιακός λόγος στη νεοελληνική λογοτεχνία (ΦΤ, ΔΡ, 16/6) Σακελλαρίου X.: Ιστορία της παιδικής λογοτεχνίας (Α. Παπαϊωάννου, ΔΙ, 122) Σαχίνης Α.: Μεσοπολεμικοί και μεταπολεμικοί πεζσγράφοι (ΓΣ, ΑΗ, 2/7) Σινόπουλος Τ.: Τέσσερα μελετήματα για το Σεφέρη (ΚΣ, ΝΕ, 29/6) Χρυσάνθης Κ.: Έ ξι κύπριοι ποιητές (ΦΤ, Ταχυδρόμος Καβά­ λας, 28/6) Burgum Ε.: Μυθιστόρημα και κοινωνία. (ΘΥ, ΕΙ, 3/7)

Δοκίμια Αξελός Λ.: Η εκδοτική δραστηριότητα και κίνηση των ιδεών στην Ελλάδα (Σ. Παπασπηλιόπουλος, ΟΤ, 27/6) Παναγιωτόπουλος Ι.Μ.: Η ηθική του συμφέροντος (ΚΤ, ΕΘ, 3/7) Μπρεχτ Μ.: Για την τέχνη και την πολιτική (ΚΤ, ΕΘ, 26/6)

Αλληλογραφία Διαμαντής Α. - Σεφέρης Γ.: Αλληλογραφία (ΚΣ, ΝΕ, 29/6)

■Παιδικά Αλεξίου Ε.: Μύθοι του Αισώπου (ΚΤ, ΕΘ, 26/6) Βολετά - Βασιλειάδη Β.: Ένα σακούλι παραμύθια (ΠΜ, ΠΑ, 2/7) Βλαχοπούλου Σ.: 1) Η πασχαλίτσα που αγαπούσε τα λουλού­ δια 2) Ο τρομαγμένος σκαντζόχοιρος (ΖΒ, ΡΙ, 7/7) Κονίστρα Π.: 12 λαϊκά τραγούδια (ΠΜ, ΠΑ, 2/7) Κριστ Δ.: Η ιστορία της Τρανούπολης (ΠΜ, ΠΑ, 2/7) Κωνσταντινίδη Ν.: Της τύχης τα γραμμένα (ΦΤ, ΔΡ, 27/6) Μπαλαφούτη - Φωτιάδου Γ.: Άσε το βιβλίο το γάλα φέρε (ΠΜ, ΛΑ, 2/7) Παραμύθια γραμμένα από παιδιά (ΚΤ, ΕΘ, 3/7) Πουλχερίου Κ.: Δυο σειρές στρατιωτάκια (ΠΜ, ΠΑ, 2/7) Asimov I.: Οι άγγελοι του Διαστήματος (ΘΥ, ΕΙ, 3/7) Ο’ Χένρυ.: Το δώρο των μάγων (ΖΒ, ΡΙ, 30/6) Ουάιλντ Ο.: Ο εγωιστής γίγαντας (ΖΒ, ΡΙ, 30/6) Perrault Ch.: Τα παραμύθια (Π, ΑΥ, 7/7)

Ιστορία Αρσενίου Λ.: Η Θεσσαλία στην Τουρκοκρατία (ΣΤ, ΕΛ, 27/6) Λάζος X.: Η Αμερική και ο ρόλος της στην επανάσταση του 1821 (ΣΤ, ΕΛ, 27/6)


80/μικρες αγγελίες Λέρνης Γ.: Από τον αγώνα του στρατού μας στη Μέση Ανατο­ λή. (X. Πετρώνδας, ΝΗ, 170-172) Ρόζος Ε.: Αλέξανδρος και Ναπολέων (ΦΤ, ΔΡ, 16/6) Clogg R.: Σύντομη ιστορία της νεώτερης Ελλάδας (ΣΤ, ΕΛ, 27/6) Μαρξ Κ. - Ένγκελς Φ.: Η Ελλάδα η Τουρκία και το Ανατολι­ κό Ζήτημα (Κ. Λατέτσος, ΔΠ, 45)

Βιογραφίες - Μαρτυρίες Δέλτα Π.Σ.: Πρώτες ενθυμήσεις (Θ. Παπαλιβερίου - Φήμη, Μαζί, 20) Καζάντζης Τ.: Μια μέρα με το Σκαρίμπα (Α. Αργυρίου, ΝΕ, 3/7) Καραπαναγόπουλος Α.: Κ.Π. Καβάφης (ΚΤ, ΕΘ, 12/6) Κάσδαγλης Ε.Χ.: Μια περιδιάβαση (ΚΣ, ΝΕ, 29/6) Κωτίδης Α.: Για τον Παρθένη (Α. Καλογεροπούλου, ΚΑ, 27/ 6) Μπόντας Γ.: Ευεργέτες και δωρητές της Σιάτιστας (ΦΤ, Ταχυ­ δρόμος Καβάλας, 16/6) Παπαδόπολος Ν.: Τουρκικά ντοκουμέντα για τη Μικρασιάτικη Καταστροφή (ΦΤ, Ταχυδρόμος Καβάλας, 28/6)

Παρασκευόπουλος Σ.: Κώστας Καλαντζής (ΦΤ, Ταχυδρόμος Καβάλας, 21/6) Πάσχος Π.Β.: Κοσμάς ο Αιτωλός (ΣΤ, ΕΛ, 27/6) Ρηγάτος Γ.: Η ιστορία της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών (ΚΤ, ΕΘ, 12/6) Τζερμιάς Π.: Ο Καραμανλής του αντιδικτατορικού αγώνα (Θ.Δ. Φραγκόπουλος, ΕΘ, 27/6) Σαγκάν Φ.: Σας θυμάμαι πάντα (NY, CO, Ιούλ. ’85)

Ταξιδιωτικά Θεοδωρίδου Τ.: Αναζητήσεις στο Δραμινό χώρο (ΦΤ, ΔΡ, 27/ 6)

Μπόντας Γ.: Η Σιάτιστα (ΦΤ, Ταχυδρόμος, Καβάλας 16/6)

Σχολικά Ρώμας X.: Λεξικό αναπτυγμένων εννοιών (ΘΥ, ΕΙ, 3/7)

Περιοδικές εκδόσεις Γνώση και γνώμη (ΚΤ, ΕΘ, 12/6)

μικρές αγγελίες

ΤΟ «ΔΙΑΒΑΖΩ» ζητά επειγόν­ τως να στεγαστεί σε καινούρια γραφεία ή τριάρι διαμέρισμα, στο κέντρο, περιοχή Ομήρου Σόλωνος - Ιπποκράτους. Τηλ.: 36.26.910 - 36.40.488 - 36.40.487 -36.03.011.

ΑΓΚΑΛΗ: Παιδικός ΣταθμόςΝηπιαγωγείο • ολιγομελή τμήματα • ειδικά εκπαιδευμένο προσω­ πικό • κατάλληλα διαμορφωμένοι χώροι • ρυθμική - αγγλικά - ζωγρα­ φική • παιδαγωγικό πρόγραμμα Σας περιμένουμε να γνωρι­ στούμε και να συζητήσουμε για το παιδί σας. Πληροφορίες: τηλ. 92.25.192 92.27.629.

ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ζητά για κα­ τοικία της δυάρι ή τριάρι στην περιοχή κέντρου: Κολωνάκι, Λυκαβηττός, λόφος Στρέφη, Εξάρχεια. Τηλ.: 36.16.301. ,

ΟΠΟΙΟΣ ενδιαφέρεται για την κλασική μουσική πωλούνται δίσκοι εισαγωγής (Δ. Γερμα­ νία, Γαλλία, Αγγλία, Ολλαν­ δία) σε άριστη κατάσταση. Τηλ.: 8825681.

ΠΩΛΕΙΤΑΙ ιατρική εγκυκλο­ παίδεια «Υγεία», ΙΟτομη, σε τι­ μή ευκαιρίας, Τηλ. 36.40.488, πρωινά.

(Κάθε λέξη στις «μικρές αγγελίες» στοιχίζει 10 μόνο δραχμές)


ΔΙΑΒΑΖΩ

____________

Μην ξεχνάτε τις συνεντεύξεις με τους:

Μένη Κουμανταρέα (No 1)* Γιώργο Ιωάννου (No 9)* Διονύση Σαββόπουλο (No 10)* Γαβριήλ Πεντζίκη (No 11)* Ιάκωβο Καμπανέλλη (No 12) Νίκο Σβοριόνο (No 18) Μέντη Μ ποσταντζόγλου (No 19) Νίκο Πουλαντζά (No 27) Αλέξανδρο Κοτζιά(Νο 28) Στρατή Τσίρκα (No 29) Ζωή Καρέλλη (No 30) Ά λκη Ζέη (No 33) Γιάννη Τσαρούχη (No 42) Τάκη Σινόπουλο (No 46) Νίκο Καρούζο (No 48) Κ. Θ. Δημαρά (No 53) Διδώ Σωτηρίου (No 58) Κυριάκο Σιμόπουλο (No 59) Κώστα Ζουράρη (No 60) Σπύρο Α σδραχά (No 61) Εμμανουήλ Κ ριαρά (No 62) Αλ. Φιλιππόπουλο (No 63) Καίη Τσιτσέλη (No 64) Πέτρο Αμπατζόγλου (No 67) Γιάννη Δουατζή (No 68) Τατιάνα Γκρίτση-Μ ιλλιέξ (No 71) Αιλίκα Νάκου (Ν<- 72) Γιώργη Γιατρομανωλάκη (No 73) Στρατή Δούκα (No 74) Φρέντυ Γερμανό (No 77) Νάνο Βαλαωρίτη (No 79)

Γ ιώργο Χειμωνά (No 80) Μαντώ Α ραβαντινού (No 81) Τάσο Βουρνά (No 82) Σταύρο Βαβούρη (No 85) Ασημάκη Πανσέληνο (No 88) Κώστα Μ ητρόπουλο (No 89) Αρ. Νικολαΐδη (No 90) Δημήτρη Χριστοδούλου (No 92) Αντώνη Σαμαράκη (No 93) Κυρ (No 95) Νικηφόρο Βρεττάκο (No 97) Γ ιάννη Μ ανούσακα (No 99) Ανάστο Π απαπέτρου (No 99) Αλέξη Σεβαστάκη (No 99) Μ πουκουβάλα-Αναγνώστου (No 100) Φ ίλιππο Δρακονταειδή (No 102) Νάσο Δετζώρτζη (No 104) Τάσο Α θανασιάδη (No 105) Jean-M arie Drot (No 107) Αίζμπεθ Ζβέργκερ (No 108) Θ. Πετσάλη-Διομήδη (No 109) Ιωάννη Κακριδή (No 110) Σπύρο Πλασκοβίτη (No 112) Τάκη Βαρβιτσιώτη (No 115) Θανάση Βαλτινό (No 116) Γιάννη Δάλλα (No 117) Νίκο-Αλέξη Ασλανογλου (No 118) Δημήτρη Τσαούση (No 119) Γιώργο Κατσίμπαλη (No 121) Ιω άννα Κ αρατζαφέρη (No 122) Κώστα Μόντη (No 123)

Τα τεύχη που σημειώνονται μι αστερίσκο έχουν εξαντληθεί.

Ομήρου 34 — 106 72 Α θήνα - τηλ. 36.40.488 - 36.40.487 - 36.26.910


ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ

Συντακτική Επιτροπή Π. ΓΡΕΒΕΝΙΤΗΣ Ν. ΘΕΟΔΩΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Γ. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ Ε. ΚΟΥΣΟΥΛΑΚΟΥ Ε. ΣΓΟΥΡΑΚΗ

Η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος συνεχίζοντας τη συμβολή της στην επιστημονική έρευνα, εκδίδει νέο επιστημονικό περιοδικό, αφιερωμένο στη μελέτη θεμάτων του αγροτικού χώρου από τη σκοπιά των κοινωνικών επιστημών. Στο περιοδικό, που διευθύνεται από πενταμελή Συντακτική Επιτροπή Επιστημόνων της Διεύθυνσης Μελετών και Προγραμματισμού της ΑΤΕ, δημοσιεύονται πρωτότυπες (αδημοσίευτες) επιστημονικές εργασίες Ελλήνων και ξένων συγγραφέων με τη μορφή άρθρων, σημειωμάτων κλπ., καθώς και βιβλιοκριτικές και

Σ ύ μ β ο υ λ ο ι Σ ύ ν τ α ξη ς Δ. ΔΑΜΙΑΝΟΣ Σ. ΘΕΟΦΑΝΙΔΗΣ Μ. ΘΕΡΜΟΣ 0. ΙΑΚΩΒΙΔΟΥ Β. ΚΑΡΑΠΟΣΤΟΛΗΣ Κ. ΛΙΑΝΟΣ Μ. ΜΑΡΤΙΝΟΣ Γ. ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ Ν. ΜΠΑΛΤΑΣ I. ΜΠΑΜΠΑΝΑΣΗΣ Δ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Σ. ΠΑΠΑΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ Μ. ΡΕΠΠΑΣ Μ. ΣΑΚΕΛΛΗΣ Γ. ΣΑΜΑΡΑΣ Α. ΣΑΡΡΗΣ Γ. ΣΟΥΛΑΣ Π. ΣΠΑΘΗΣ Γ. ΧΡΗΣΤΟΥ Δ. ΨΥΧΟΓΙΟΣ

βιβλιοπαρουσιάσεις. Η συχνότητα έκδοσης του περιοδικού είναι τριμηνιαία. Κάθε χρόνο κυκλοφορούν τρία τεύχη σε ελληνική γλώσσα, καθώς και ένα ξενόγλωσσο τεύχος με επιλεγμένα άρθρα σε μετάφραση, καθώς και περιλήψεις όλων των άρθρων της χρονιάς.

--------Περιεχόμενα πρώτου τεύχους_____ Margulies R., Yildizoglou Ε...........Μετασχηματισμοί της Τουρκικής Γεωργίας Κάτος A..................Παραγωγικότητα και Αποθέματα Ιχθυόμαζας στην Ελληνική Αλιεία ΣαπουνάςΓ........... Καταναλωτικά Πρότυπδ και Συγκριτική Φτώχεια στην Ελληνική Ύπαιθρο και την Πρωτεύουσα Λιοδάκης Γ ............Οι Επιπτώσεις από την Ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ Μαρτίνος Ν........... Χρήση των Πόρων και Δομή της Ζήτησης για Αγροτικά Προϊόντα


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.