ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ ΜΙΚΡΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΕ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑ∆ΟΣΗ Οι σηµειώσεις που ακολουθούν βασίστηκαν σε ιστορικό υλικό που αποτέλεσε την βάση των διαλέξεων που έδωσα στο πλαίσιο Σεµιναρίων που πραγµατοποίησε ο Σύλλογος Πολιτικών Μηχανικών Ελλάδος και το Τεχνικό Επιµελητήριο Τµήµα ∆υτικής Κρήτης στα 1991 -1992. Αργότερα το υλικό αυτό εµπλουτίστηκε στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου Πολιτικών Μηχανικών σε επεξεργασίες που έγιναν στον τοµέα του Εngineering Ηeritage. Τα κείµενα αυτά µε παρότρυνε να ξαναβγάλω στην επιφάνεια για τον ΑΡΧΙΜΗ∆Η ο συνάδελφος Θόδωρος Βουδικλάρης που ήταν τότε πρόεδρος του ΣΠΜΕ. Από την εποχή που γράφηκαν οι σηµειώσεις αυτές υπάρχει µια έκρηξη στην βιβλιογραφία σε θέµατα ιστορίας των κατασκευών και των µηχανικών. Ας κριθούν λοιπόν µέσα στο χρονικό πλαίσιο τους και σαν απλές σηµειώσεις χωρίς αξιώσεις πληρότητας. Οι σηµερινές ψηφιακές δυνατότητες έκαναν εφικτή την πληρέστερη εικονογραφική πλαισίωση του κειµένου, πράγµα που βοηθάει στην αντίληψη του «κλίµατος» κάθε εποχής. Αριστόδηµος Χατζηδάκης
ΕΝΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΜΗΧΑΝΙΚΟΥ ΟΙ ΕΡΕΥΝΕΣ ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΜΗΧΑΝΙΚΕΣ Ι∆ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ "Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ" ΤΟΝ 18ο ΑΙΩΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ ΣΤΟΝ ΑΙΩΝΑ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Ο ΑΙΩΝΑΣ ΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ∆Α
ΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΜΗΧΑΝΙΚΟΥ Θα πρέπει να κατέβουµε ως τα µέσα του 1700 για να ιχνηλατήσουµε την διαµόρφωση των σύγχρονων µηχανικών. Των µηχανικών δηλαδή που ενσωµατώνουν στην επαγγελµατική τους πρακτική τα αποτελέσµατα των διάφορων κλάδων της επιστήµης. Των µηχανικών που η συγκρότηση τους βασίζεται ολοένα και περισσότερο στην επιστηµονική γνώση, και οι λεγόµενοι «κανόνες της τέχνης» καταλαµβάνουν ένα όλο και µικρότερο µέρος της παιδείας τους.
Μπαίνοντας ο 18ος, ο αιώνας του «διαφωτισµού», το γόητρο της επιστήµης βρισκόταν ανεβασµένο εξ αιτίας του θριάµβου του Νεύτωνα. Η επιστηµονική επανάσταση ήταν σε πλήρη εξέλιξη. Οπλισµένοι µε τις Νευτώνειες αρχές, οι philosophes βάλθηκαν να αναδιοργανώσουν την κοινωνία χρησιµοποιώντας τον ορθό λόγο. Η επιστηµονική σκέψη είχε αρχίσει κιόλας να συγκροτεί τους θεσµούς ανάπτυξης της, την Βασιλική Εταιρία του Λονδίνου (1662) και την Γαλλική Εταιρία Επιστηµών (1666) και για να περιοριστούµε στις πιο σηµαντικές, χωρίς να µιλήσουµε για τα Πανεπιστήµια, φορείς µετάδοσης της «επιστήµης», που είχαν φυσικά ήδη ζωή κάποιων αιώνων. Το έργο του Γαλιλαίου συµπλήρωνε έναν περίπου αιώνα ζωής. Το Principia του Νεύτωνα µια περίπου δεκαετία. Η επιστήµη της µηχανικής είχε αρχίσει να οικοδοµείται σε γερά θεµέλια, Γαλιλαίος, Toriccelli, Huygens, Hooke, Bernoulli, Wren, Newton.
Ο Αρχιµήδης θεωρήθηκε πρότυπο για τους µηχανικούς της αναγέννησης
Το πέρασµα βέβαια από την εµπειρία και τους κατασκευαστικούς κανόνες που διαµορφώθηκαν µέσα στην ιστορική διαδροµή δεν είναι κάτι απότοµο και ξαφνικό. Κράτησε για µεγάλο διάστηµα και έγινε δυνατό χάρη στην πρόοδο της επιστηµονικής σκέψης και την ανάπτυξη της «νέας επιστήµης» - της µηχανικής. Η Aναγέννηση ορίζει την µετάβαση αυτή. Το βασικό άλµα σ' αυτήν την κατεύθυνση όµως πραγµατοποιήθηκε µε την βιοµηχανική επανάσταση που έφερνε νέα προβλήµατα για λύση, νέους τύπους κατασκευών και νέα υλικά (σίδηρος, χάλυβας) πλάι στα παραδοσιακά.
Οι πρώτες πειραµατικές έρευνες, αν και είχαν αντικείµενο, µεµονωµένα µέλη της κατασκευής όπως δοκούς, στύλους, αλυσίδες, δεν είχαν σκοπό να εµπλουτίσουν τις γνώσεις των µηχανικών της πράξης. Μ' άλλα λόγια, αν και η επιστηµονική έρευνα ήταν ζωντανή και ο επιστηµονικός διάλογος πάνω στην στατική και την αντοχή των υλικών ήταν έντονος, δεν µπορούµε να πούµε ότι οι πρακτικές συνέπειες αυτής της έρευνας απευθύνονταν αρχικά στα προβλήµατα των κατασκευών, ούτε ότι οι τεχνικοί της εποχής έδειχναν για τις έρευνες αυτές αισθητό ενδιαφέρον. Μονάχα τον 18ο αιώνα µε την διάδοση των «πραγµατειών» (traites) πάνω στην τέχνη των κατασκευών αρχίζει να γίνεται αντιληπτή η γονιµότητα, για τα τεχνικά προβλήµατα, της σύζευξης της επιστήµης και της τεχνικής παράδοσης.
σελ. 1 / 63
Έχει περάσει αρκετός καιρός από τότε που ο Μεσαίωνας χαρακτηριζόταν σαν µια σκοτεινή για τις επιστήµες και την τεχνική περίοδος που δεν µας κληροδότησε τίποτα. Ολοένα και οι νέες ιστορικές γνώσεις αποκαθιστούν την εικόνα µιας περιόδου κατά την οποία εξελίχθηκαν και ωρίµασαν γνώσεις και τεχνικές που έκαναν εφικτή την Αναγεννησιακή έκρηξη.
Η τέχνη του πολέµου είναι ακόµα αναπόσπαστο µέρος του επαγγέλµατος του αναγεννησιακού µηχανικού.
Το µνηµειώδες υδραυλικό ρολόι του Al-Jazari
Αραβική αντιγραφή αρχαίων µαθηµατικών κειµένων
Μπορούµε επίσης να µιλάµε ακόµη και για την τεχνική επανάσταση του Μεσαίωνα, λόγω της σηµαντικής προόδου πού συντελέστηκε τότε στην υδραυλική ενέργεια (νερόµυλοι) και στα µηχανικά συστήµατα, αλλά n πραγµατικότητα είναι ότι η περίοδος των καινοτοµιών πού εγκαινιάστηκε τον 12ο και 13ο αιώνα συνέχισε στην ίδια τροχιά ως το τέλος του 16ου, χωρίς µεγάλες τοµές. ∆εν µπορούµε να κατανοήσουµε τα τεχνικά επιτεύγµατα της ’Αναγέννησης χωρίς να αποτιµήσουµε σωστά τις διαστάσεις της τεχνικής ανάπτυξης πού ξεκίνησε στους τελευταίους αιώνες του Μεσαίωνα. Αντίστοιχα, οι µηχανικοί της ’Αναγέννησης, ήταν σε µεγάλο βαθµό άνθρωποι της παράδοσης, µιας ισχυρής παράδοσης πού σφυρηλατήθηκε στα µεγάλα εργοτάξια των καθεδρικών ναών, στις κατασκευές νερόµυλων αλλά και στα οχυρωµατικά έργα, στα πεδία των µαχών.
Τα αυτόµατα ήταν πολύ δηµοφιλή από τους Ελληνιστικούς χρόνους
Σηµαντικό ρόλο την περίοδο αυτή έπαιξε ο Αραβικός κόσµος. Σε µια σχετικά άγονη για την ∆ύση περίοδο Άραβες αστρονόµοι ερευνούσαν τους ουρανούς από την Σαµαρκάνδη ως την Κόρδοβα, µουσουλµάνοι φυσικοί, φιλόσοφοι, µαθηµατικοί, γεωγράφοι και αλχηµιστές εργάζονταν ακατάπαυστα διατηρώντας και επεκτείνοντας τις γνώσεις που είχαν κληρονοµήσει κυρίως από τους αρχαίους Έλληνες.
σελ. 2 / 63
Εκτός από τα µαθηµατικά έργα του Αρχιµήδη και του Ευκλείδη, διατήρησαν τα έργα των µηχανικών της Ελληνιστικής περιόδου, το έργο του Ήρωνα και του Φίλωνα και ανάπτυξαν πρωτότυπες πνευµατικές και υδραυλικές κατασκευές, πολεµικές µηχανές, καθώς και µηχανικά αυτόµατα. Η παράδοση αυτή πέρασε στη ∆ύση από λατινικές µεταφράσεις κυρίως µέσω της Ισπανίας και της Σικελίας. Η θέση και οι γνώσεις του Άραβα µηχανικού µας είναι άγνωστη, όπως εξ άλλου και των µηχανικών άλλων χωρών µε υψηλή τεχνική παράδοση που προηγήθηκαν της ∆ύσης, όπως της Κίνας. Στην γοτθική περίοδο οι αρχιτέκτονες των καθεδρικών ναών προέρχονταν περισσότερο από τον αστικό πληθυσµό του οποίου το πνεύµα και τις τάσεις εξέφραζαν. Η Ρωµανική περίοδος δεν είχε άλλους καλλιτέχνες εκτός από τους µοναχούς. Οι «freres pontifes» που κατασκεύαζαν τα γεφύρια τον ΧΙΙ αιώνα είναι οι τελευταίοι εκπρόσωποι των µοναστικών σχολών. Ο τίτλος του Ποντίφηκα ακριβώς τον γεφυροποιό σηµαίνει.
Ξυλουργικά στεγών
Όπως και κάθε γνώση, έτσι και η τεχνική γνώση στον πρώιµο µεσαίωνα ήταν περιορισµένη στον χώρο των µοναστηριών. Ο Didier ο ηγούµενος του Mont-Cassin που διαδέχθηκε στον Παπικό θρόνο τον Γρηγόριο VII ήταν αρχιτέκτονας. Το αβαείο του Cluny χτίστηκε µε αρχιτέκτονες τους µοναχούς Gauzon και Hezi lon, η µόνη τεχνική πραγµατεία της Ρωµανικής περιόδου, το βιβλίο του Θεόφιλου, είναι το έργο ενός µοναχού γραµµένο για µοναχούς. Οι επώνυµοι εκπρόσωποι της γοτθικής αρχιτεκτονικής, στο ξεκίνηµα της, είναι λαϊκοί. Θα ήταν ενδιαφέρον να ξέρουµε τι εκπαίδευση είχαν αυτοί οι αρχιτέκτονες µε το τόσο σηµαντικό έργο. Αυτό που µπορούµε να πούµε για την τεχνική τους παιδεία είναι ότι ταξίδευαν από εργοτάξιο σε εργοτάξιο και παρατηρούσαν. Αναφέρονται οικογένειες αρχιτεκτόνων που η παράδοση µεταβιβάζεται από πατέρα σε γιο σαν τους Cormont ή τους Steinbach.
Χαράξεις και οδηγίες λιθοτοµίας από το τετράδιο του Villard
Ένας από του λίγους επώνυµους του 13ου αιώνα, που έφτασε ως τις µέρες µας χάρη στο τετράδιο σηµειώσεων και σχεδίων του, ήταν ο Villard de Honnencourt. Η φιγούρα του παραµένει πολύ λίγο γνωστή.
σελ. 3 / 63
Πρέπει να γεννήθηκε στο οµώνυµό του χωριό της Πικαρδίας και να πήρε µοναστική εκπαίδευση κοντά σε Βενεδικτίνους. Η αξία του τετραδίου του, εκτός από την εξαιρετική οµορφιά και ακρίβεια των σχεδίων του, οφείλεται στο ότι µας δίνει ένα περίγραµµα των τεχνικών γνώσεων και ενδιαφερόντων της εποχής. ∆εν είναι βέβαιο ποιος ήταν ο ρόλος του ίδιου του Villard. Ήταν άραγε αρχιτέκτονας, µηχανικός, σχεδιαστής, ζωγράφος, αρχιτεχνίτης, περιηγητής, ή και φιλόσοφος. Σίγουρα η απάντηση είναι σύνθετη για µας όµως αντιπροσωπεύει την εικόνα του µεσαιωνικού µηχανικού. Το τετράδιο του ασχολείται µε τα σχέδια συγκεκριµένων καθεδρικών ναών αλλά και µε το σύνολο των τεχνικών γνώσεων της εποχής του. Οδηγίες οικοδοµικών χαράξεων, λιθοτοµία, γεωµετρικοί κανόνες, µηχανές και µηχανισµοί, αυτόµατα, διακοσµητικά µοτίβα κλπ.
Χαράξεις από το τετράδιο του Villard de Honnecourt
∆εν φαίνεται να υπήρχαν ιδιαίτερες συντεχνίες Αρχιτεκτόνων, τουλάχιστον µέχρις ότου ο Λουδοβίκος ο 14ος ίδρυσε την Ακαδηµία της Αρχιτεκτονικής. Ο Αρχιτέκτονας όπως και ο οικοδόµος εργάτης προέρχονταν από την ίδια συντεχνία, βασικά των λιθοξόων. Ο Αρχιτέκτονας της γοτθικής περιόδου ήταν ένας αρχιτεχνίτης, και η περίπλοκη οργάνωση των µεθόδων κατασκευής απαιτούσε πράγµατι ο αρχιτέκτονας να ζει συνέχεια την ζωή του εργοταξίου. ∆εν συναντάµε συχνά στα µεσαιωνικά κείµενα την λέξη architectus η architector, αυτός που εκπληρώνει τις λειτουργίες του ονοµάζεται συνήθως "maitre d'oeuvre" ας τον πούµε αρχιµάστορα επιβλέπονταδιευθύνοντα το έργο.
Όψη του καθεδρικού της Reims
Από το τετράδιο αυτό παραθέτουµε αρκετές σελίδες γιατί είναι το πρώτο τεχνικό κείµενο που έχουµε από τον µεσαίωνα.
Η αναγνώριση και τιµή στους αρχιτέκτονες δεν είναι αποκλειστικότητα της αναγέννησης. Σε πολλούς γοτθικούς ναούς διαβιβάζουµε τα ονόµατα των αρχιτεκτόνων χαραγµένα σε εµφανή τιµητικά σηµεία. Μονάχα τα ονόµατα των γλυπτών παρέµειναν άγνωστα.
σελ. 4 / 63
Η τεχνική εκπαίδευση φαίνεται ότι ήταν τόσο για τον εργάτη όσο και για τον αρχιτέκτονα, η διδασκαλία στο εργαστήριο, η µαθητεία και µετά το compagnonnage (ένα είδος ανταλλαγής φιλοξενίας, ανάµεσα στα µέλη ενός επαγγέλµατος που µετακινούνταν). Αν και ο Μεσαίωνας δεν γνώριζε την ελευθερία του επαγγέλµατος άφηνε στον τεχνίτη αρκετή ανεξαρτησία, για να αναγνωρίσουµε στο έργο του µια γόνιµη πρωτοβουλία. Κάθε τεχνίτης είναι ένας υπεύθυνος συνεργάτης που δουλεύει µέσα στα πλαίσια που θέτει ο αρχιτέκτονας και που η άµιλλα µε τους άλλους τεχνίτες δίνει στην γοτθική αρχιτεκτονική τη ζωντανή της ποικιλία. Οι λογαριασµοί των εξόδων που έφθασαν ως εµάς δείχνουν τους «µαιτρ» να πληρώνονται όσο κρατάει η δουλειά µε µια ηµερησία αποζηµίωση σε χρήµα ή σε είδος, ενώ οι εργάτες πληρώνονται κατά κανόνα κατ' αποκοπή. Οι συντεχνίες δεν είναι δηµιούργηµα του µεσαίωνα, υπήρχαν και στους Ρωµαίους. Η Ρωµανική περίοδος προσπάθησε να τις γυρίσει σε µοναστικά πλαίσια, ενώ ο 13ος αιώνας τους έδωσε τον αστικό τους χαρακτήρα. Τα µέλη των συντεχνιών, µέσω ενός φόρου που πληρώνουν στον βασιλιά ή τον φεουδάρχη, έχουν το δικαίωµα να σχηµατίσουν µία ένωση ικανή να προστατεύσει τα συµφέροντα τους
Αρχιτεχνίτης-µηχανικός (maitre d' oeuvre)
Κατεργασία πέτρας σε µεσαιωνικό εργοτάξιο
Ο κώδικας των συντεχνιών του Παρισιού, γραµµένος από τον Etienne Boilen, χρονολογείται από το 1258 αλλά για αρκετές συντεχνίες, όπως και αυτή των ξυλουργών, οι κώδικες δεν κάνουν τίποτ' άλλο παρά να καταγράφουν κανόνες εθιµικούς. Οι κανόνες αυτοί ρυθµίζουν τις προϋπόθεσης εισόδου στο επάγγελµα, τον χρόνο µαθητείας, τις εγγυήσεις έντεχνης δουλειάς, όλα, µέχρι και τις ώρες λειτουργίας των εργαστηρίων. Ποτέ η τυραννία των κανονισµών δεν έφτασε σε τέτοιο σηµείο. Κάτω από αυτό το καθεστώς πειθαρχίας και καταναγκασµού οι εργάτες των οικοδοµών κρατούν µια θέση πιο ελεύθερη. Και ο χαρακτήρας των έργων τους µας το δείχνει, και τα κείµενα των καταστατικών τους το επιβεβαιώνουν, «µπορεί να είναι χτίστης όποιος θέλει» φτάνει να έχει την απαραίτητη µαθητεία. Είναι ο χαρακτήρας της δουλειάς και οι ειδικές τις απαιτήσεις που επιβάλλουν µια τέτοια αντιµετώπιση. Οι εργάτες µετακινούνται συνεχώς στον τόπο της κατασκευής.
σελ. 5 / 63
Έτσι βρίσκουµε παντού εργάτες διαφόρων εθνικοτήτων. Η επάνδρωση των µεγάλων εργοταξίων που προκαλεί αυτές τις µετακινήσεις και ανταλλαγές υπηρεσιών οδηγεί σε σχέσεις συναδέλφωσης και αµοιβαίας βοήθειας και ο θεσµός του «compagnonnage» εµφανίζεται σαν µία ανταλλαγή φιλοξενίας που, ένα επάγγελµα περιπλανώµενο, κάνει απαραίτητη.
σοχόοι και µεταλλοχαράκτες, ότι παρά την πρόοδο της εξειδίκευσης ο Ραφαήλ ήταν ακόµα και ζωγράφος και αρχιτέκτονας, ενώ ο Μικελαντζέλο γλύπτης, ζωγράφος και αρχιτέκτονας συγχρόνως - το γεγονός αυτό συνδέεται πιο πολύ µε το χειροτεχνικό χαρακτήρα των οπτικών τεχνών παρά µε το ιδανικό της πολυµέρειας στην Αναγέννηση..
Ας σκεφτούµε την αναλογία οργάνωσης και κανόνων µε τα δικά µας µαστορικά µπουλούκια που, από Ήπειρο και Πελοπόννησο όργωναν όλη την Ελλάδα και τα Βαλκάνια σε αναζήτηση δουλειάς.
Η εγκυκλοπαιδική µόρφωση και η πρακτική πολυµέρεια στην πραγµατικότητα είναι µεσαιωνικά ιδεώδη, ο δέκατος πέµπτος αιώνας τα παραλαβαίνει µαζί µε την παράδοση της µαστοριάς των συντεχνιών και τα εγκαταλείπει στον ίδιο βαθµό που εγκαταλείπει και το πνεύµα της µαστοριάς. Στη µεταγενέστερη Αναγέννηση όλο και σπανιότερα συναντούµε ζωγράφους που ασκούν ταυτόχρονα διαφορετικά είδη τέχνης. Με την νίκη όµως της ανθρωπιστικής αντίληψης για τον πολιτισµό, η ιδέα του uomo universalis (καθολικού ανθρώπου), πνευµατική τάση αντίθετη στην εξειδίκευση, έρχεται ξανά στο προσκήνιο και οδηγεί στην λατρεία ενός τύπου πολυµέρειας που είναι πιο συγγενική προς τον ερασιτέχνη παρά προς τον µάστορα.
Σιγά- σιγά η "compagnonnage" οργανώνεται και δίνει γέννηση στον ελεύθερο - τεκτονισµό. Η άµεση διάδοση των ιδεών τείνει να δώσει οµοιοµορφία και στις µεθόδους και τέλος στα τέλη του 14ου αιώνα φτάνουµε στην δηµιουργία εκτεταµένων σχολών, το µασονικό γκρουπ της Αγγλίας έχει τις δικές του µεθόδους, της Γερµανίας το ίδιο κλπ. Η συγκεντροποίηση αυτή οδηγεί στην ενότητα του στυλ, άλλα και στην τυποποίηση. Στην Αναγέννηση δεν ήταν σαφώς ορισµένα τα επαγγέλµατα του καλλιτέχνη, του αρχιτέκτονα και του µηχανικού. Τον καλλιτέχνη µπορούσε να τον καλέσει η πόλη ή ο πρίγκιπας για να χύσει ένα άγαλµα, να κτίσει έναν καθεδρικό ναό, να αποξηράνει ένα έλος ή να οργανώσει την πολιορκία µιας πόλης. Ο αρχιτέκτονας έπρεπε να γνωρίζει τις ιδιότητες των υλικών και τα µέσα για την χρησιµοποίηση τους. Ο καλλιτέχνης της Αναγέννησης έπρεπε να τα ξέρει όλα αυτά και πολύ περισσότερο να ενσταλάξει στο έργο του την γεωµετρία και την µηχανική, µιµούµενος συνειδητά την αρχαιότητα. Η πολυµέρεια του ταλέντου και ειδικά η συνένωση τέχνης και επιστήµης σε ένα πρόσωπο έγινε αισθητή σαν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Αναγέννησης.
Σαν αντίθετο µε την τάση προς εξειδίκευση πρέπει προπαντός να αναφερθεί το αξιοσηµείωτο γεγονός, ότι από τους κυριότερους αρχιτέκτονες της προχωρηµένης Αναγέννησης µονάχα ο Αντόνιο ντα Σανγκάλλο είχε προετοιµαστεί για αυτήν την σταδιοδροµία, ο Μπραµάντε αρχικά ήταν ζωγράφος, ο Ραφαήλ και ο Περούτσι συνέχισαν να συνδυάζουν τη ζωγραφική µε την αρχιτεκτονική ενώ ο Μικελάντζελο είναι και παραµένει προπαντός γλύπτης.
Το γεγονός όµως ότι οι καλλιτέχνες κατείχαν κάµποσες διαφορετικές τεχνικές, ότι ο Τζιόττο, ο Ορκάνια , ο Μπρουνελλέσκι, ο Μπενεντέτο ντα Μαγιάνο κι ο Βερόκκιο ήταν ταυτόχρονα γλύπτες, ζωγράφοι, χρυ-
σελ. 6 / 63
O Filippo Brunellesci
Το γεγονός ότι µε το επάγγελµα του αρχιτέκτονα καταπιάνονταν συγκριτικά πολύ αργά στην ζωή τους κι ότι πολλοί δάσκαλοι έπαιρναν κυρίως θεωρητική εκπαίδευση σε αυτό, δείχνει από τη µία πόσο γρήγορα η πρακτική αγωγή είχε παραµεριστεί από την πνευµατική κι ακαδηµαϊκή, και από την άλλη πως η αρχιτεκτονική έως ένα βαθµό γίνεται διασκέδαση του ερασιτέχνη. Πραγµατικά σε όλες τις εποχές στον µεγάλο άρχοντα άρεσε να ενεργεί όχι µονάχα σαν προστάτης, αλλά και σαν ερασιτέχνης αρχιτέκτονας.
Μια από τις πολλές εκδόσεις του Βιτρούβιου
Αναπαράσταση του ικριώµατος που σχεδίασε ο Brunellesci για την κατασκευή του τρούλου της Santa Maria del Fiore. Η κατασκευαστική αυτή λύση που δεν απαιτεί στήριξη στο δάπεδο αλλά εδράζεται στο τύµπανο φαίνεται ότι αποτέλεσε βασικό κριτήριο για να του ανατεθεί το έργο.
Η δοµή του τρούλου
Η εκλογή του αρχιτέκτονα φαίνεται, τουλάχιστον τον 14ο και 15ο αιώνα, ότι γινόταν µε διαγωνισµό. Οι φηµισµένοι αρχιτέκτονες προσκαλούνταν από µακριά και από ότι φαίνεται οι Γάλλοι αρχιτέκτονες ήταν στην γοτθική περίοδο αυτό που έγιναν οι Ιταλοί στην Αναγέννηση.
Στην πρώτη περίοδο της Αναγέννησης ο αρχιτέκτονας-µηχανικός είναι ένας εργάτης που διακρίνεται από τον ταλέντο του, και στον οποίο, µε διαγωνισµό ή επιλογή, ανατίθεται η διεύθυνση ενός εργοταξίου. Στον κατάλογο των δαπανών δεν εµφανίζεται πάρα σαν µέλος της συντεχνίας στην οποία ανήκει. Ο Julio και Αntonio Da San Gallo εµφανίζονται στην παπική λογιστική σαν απλοί ξυλουργοί. Ο Rosselino που ο Νικόλαος ο V τοποθέτησε επικεφαλής των εργοταξίων του Αγίου Πέτρου και υπεύθυνο των οχυρώσεων, δεν έχει άλλο επαγγελµατικό τίτλο από αυτόν του λιθοξόου. Μια συντεχνία που κατ' αρχήν φαίνεται άσχετη µας έδωσε αρκετούς αρχιτέκτονες, η συντεχνία των χρυσοχόων. Οι χρυσοχόοι ήταν γνώστες της τέχνης των µετάλλων και των τεχνικών της διακόσµησης και είχαν τις βασικές γνώσεις για να στολίσουν ένα οικοδόµηµα. Και πρέπει να αναγνωρίσουµε ότι το στυλ των πρώτων οικοδοµηµάτων θυµίζει αυτή την αρχιτεκτονική παιδεία, που πάρθηκε στο εργαστήρι του χαράκτη, ένα στυλ χαρακτικό και λεπτό σαν την χρυσοχοΐα. Ο πιο διάσηµος εκπρόσωπος της συντεχνίας ο Filippo Brunellesci, ο κατασκευαστής του τρούλου της Santa Maria del Fiore στην Φλωρεντία.
σελ. 7 / 63
Προµετωπίδα από το έργο του Alberti Υπόδειγµα γέφυρας από τον Alberti
Την εποχή εκείνη η εκπαίδευση των «µηχανικών» και αρχιτεκτόνων γινόταν µέσα στα εργαστήρια των συντεχνιών και συνοψίζονταν στη µαθητεία στο εργαστήριο ενός δασκάλου. Στην πρώτη περίοδο της Αναγέννησης η διδασκαλία µε βιβλία ήταν άγνωστη, πράγµα που βέβαια δεν εµπόδισε την κατασκευή αριστουργηµάτων.
Οι κλασικοί ρυθµοί κατά τον Βιτρούβιο
Συχνά έχουµε και περίεργες κατατάξεις, ας πούµε βλέπουµε ζωγράφους στην συντεχνία των φαρµακοποιών, εξ αιτίας των χρωµάτων που χρησιµοποιούν. Σε κάθε περίπτωση ήταν κανόνας, ο µαιτρ πριν αναλάβει τα καθήκοντα του αρχιτέκτονα, έπρεπε να γίνει αποδεκτός από µια συντεχνία κατασκευαστών. Ο Brunellesci τόλµησε να περιφρονήσει αυτή την τυπικότητα, θέλησε να οργανώσει ορθολογικά το εργοτάξιό του αγνοώντας τα συντεχνιακά συστήµατα, και ξέρουµε ότι πλήρωσε µε φυλακή αυτό του το θάρρος, απέναντι στα έθιµα. Αργότερα την εποχή του Peruzzi και του Μιχαήλ Αγγέλου ο αρχιτέκτονας προέρχονταν κατά προτίµηση από την συντεχνία των ζωγράφων και η επαγγελµατική θέση του καλυτερεύει αισθητά. Αυτό οφείλεται και στο σπάσιµο των συντεχνιακών περιορισµών.
σελ. 8 / 63
Τα τέσσερα βιβλία του Palladio
Υπόδειγµα γέφυρας από τον Palladio
Η πρώτη σύγχρονη θεωρία της αρχιτεκτονικής είναι του Alberti και γράφτηκε µόλις το 1450, ενώ τα 10 βιβλία του Βιτρούβιου κυκλοφορούσαν ελάχιστα. Τα βιβλία του Φιλαρέτου και του Francesco di Giorgio είναι τα µόνα κάποιας σηµασίας που εκδόθηκαν στην όψιµη Αναγέννηση (τέλη 15ου). Η εποχή της µεθοδικής διδασκαλίας θα έρθει µε τον Palladio, του οποίου τα «τέσσερα βιβλία της αρχιτεκτονικής» θα εκδοθούν το 1580. Στην εισαγωγή της πραγµατείας του αυτής ο Palladio λέει ότι πήρε σαν πρότυπό του τον Βιτρούβιο. Η συνέχεια αύτη εξηγείται από το γεγονός ότι τα µέσα κατασκευής ελάχιστα άλλαξαν από τον Βιτρούβιο ως τον Palladio. Η πραγµατεία του Alberti «De re Aedificatoria» τυπώθηκε το 1485 και είχε την φιλοδοξία να είναι πλήρης πραγµατεία της «επιστήµης του µηχανικού» φιλοδοξία που δεν ολοκληρώθηκε σε όλο το πρόγραµµά της. Ανάµεσα στα θέµατα που θα ήθελε να διαπραγµατευτεί αναφέρει: τα υδραγωγεία, την µέθοδο εξόρυξης των πετρωµάτων, το άνοιγµα σηράγγων, τα φράγµατα και αναχώµατα, την αποξήρανση των ελών, τις πολεµικές µηχανές, τα φρούρια.
Τα θέµατα αυτά, που αποτελούσαν ας πούµε το µελλοντικό πρόγραµµα των µηχανικών, ο Alberti δεν τα ανέπτυξε είτε γιατί δεν είχε χρόνο είτε γιατί δεν θεωρούσε τον εαυτό του πολύ έµπειρο για να το κάνει. Έτσι η πραγµατεία του Alberti έχει πολεοδοµικό και αρχιτεκτονικό χαρακτήρα.
Αποσπάσµατα από την πραγµατεία του Martini
Ασχολείται µε την εκλογή της θέσης µιας πόλης και το σχέδιό της, µε την διαρρύθµιση των σπιτιών και τη διακόσµηση των όψεων. Αναφέρει την σηµασία των υλικών. ∆ίνει οδηγίες για την ξυλεία και τις λιθοδοµές, οδηγίες για την επέκταση των δοκών κλπ. Στο κοµµάτι που αναφέρεται στην τέχνη του µηχανικού θίγει την τέχνη κατασκευής γεφυρών, ελαφρών ξύλινων προκατασκευασµένων, σε βάθρα ή πλωτών. Αφήνει κάποιες σηµειώσεις για λιµάνια, αναχώµατα και οχετούς και υδραγωγεία. Η τέχνη του πολέµου σχεδόν απουσιάζει από το έργο του, µιλά πολύ λίγο για τα σχέδια των οχυρώσεων. Η επίδραση της πραγµατείας του Alberti ήταν µεγάλη και άσκησε σοβαρή επιρροή στους Ιταλούς µηχανικούς και αρχιτέκτονες. Το έργο του Francesco di Giorgio Martini Trattato di architettura, ingegneria e arte militare εµφανίζεται γύρω στα 1480 πιο συστηµατικό και πλήρες. Αποτελείται από τρία µέρη, αρκετά διαφορετικά µεταξύ τους.
σελ. 9 / 63
Η ενασχόλησή του µε τις µηχανές οφειλόταν, σε µεγάλο µέρος, στις ανάγκες του πολέµου. Έτσι βλέπουµε τον τεχνικό της εποχής να αποκτά µια καθολικότητα ενδιαφερόντων από ένα ευρύτατο πεδίο δράσης. Στην αρχή είναι γλύπτης. Όταν τα µπρούντζινα αγάλµατα αποκτούν σηµασία πρέπει να γίνει και µεταλλουργός την ίδια εποχή που η κατασκευή κανονιών από µπρούντζο δίνει την θέση της στο χυτοσίδηρο.
Κατ' αρχήν από µία πραγµατεία Αρχιτεκτονικής, σε γενικές γραµµές ανάλογη µε εκείνη του Alberti. Στη συνέχεια από µία πραγµατεία για τις οχυρώσεις, πολύ πιο εκτενή από αυτά που βρίσκουµε στον Alberti ή τον Φιλάρετο. Τέλος από µια πραγµατεία για τις µηχανές ή, για να είµαστε πιο ακριβείς, από ένα «θέατρο µηχανών» µία σειρά δηλαδή από σχέδια µηχανισµών. Ο Francesco ήταν ζωγράφος, γλύπτης, αρχιτέκτονας, στρατιωτικός µηχανικός, και µηχανικός. Στρατιωτικός µηχανικός εκείνης της εποχής δεν ήταν µονάχα κατασκευαστής φρουρίων, δουλειά του ήταν επίσης να καταλαµβάνει τα οχυρά του εχθρού και συχνά οδηγούσε τους στρατιώτες σε ορύγµατα. Για το λόγο αυτό κανένα µέρος της στρατιωτικής τέχνης και των προβληµάτων της δεν ήταν ξένο.
Κατασκευαστής αγαλµάτων γίνεται έτσι και κατασκευαστής κανονιών. Έτσι οδηγείται στο χώρο της στρατιωτικής τέχνης, παίρνει µέρος στις πολιορκίες όπου υπάρχει ανάγκη από µία σειρά µηχανών.
Martini οχυρώσεις
Το νέο πυροβολικό απασχόλησε διά µακρών τις τεχνικές πραγµατείες του 15ου αιώνα και σύντοµα έθεσε το πρόβληµα της άµυνας των οχυρωµένων θέσεων.
Αποσπάσµατα από τον Martini
Ήδη από τη δεκαετία του 1440, το µεσαιωνικό φρούριο αποδείχτηκε ευάλωτο αι οι τοιχοποιίες, έστω και ενισχυµένες, ανεπαρκείς µπροστά στα νέα όπλα, πού είχαν µεγαλύτερο και πιο ευθύβολο βεληνεκές, σέ σύγκριση µέ την παραβολική τροχιά των βληµάτων των παραδοσιακών µηχανηµάτων.
σελ. 10 / 63
Η καταγωγή του όρου "ingenieur" (µηχανικός) µαρτυρεί τί είναι, ίσως µάλιστα και τι επρόκειτο να γίνει. Ο engignour ή ingeniator του Μεσαίωνα ήταν καταρχήν ό κατασκευαστής πολιορκητικών και άλλων πολεµικών «µηχανηµάτων» (engins).
Martini: άγγελος από πίνακα για την γέννηση. Αυτό που προκαλεί κατάπληξη στους αναγεννησιακούς µηχανικούς είναι ότι υπήρξαν άριστοι σε ότι καταπιάστηκαν.
Ό Φραντσέσκο ντι Τζιόρτζιο Μαρτίνι διαισθάνθηκε την αναπόφευκτη αλλαγή στα συστήµατα οχυρώσεων, όπως άλλωστε και στις τεχνικές της πολιορκίας. Η πραγµατεία του περιλαµβάνει τις πρώτες απόπειρες προσαρµογή; των µεσαιωνικών οχυρών στις νέες στρατιωτικές τεχνικές. Κρατά ακόµη τον πύργο µε τις πολεµίστρες, άλλα επινοεί τη χάραξη των ενδιάµεσων τειχών µε τεθλασµένες γραµµές, την πολυγωνική κάτοψη και τη µείωση του ύψους του τείχους. Αν τα οχυρά αυτά διαφέρουν κιόλας στην όψη από τα µεσαιωνικά κάστρα, δεν έχουµε φτάσει ακόµη στα νεώτερα οχυρά µε τούς προµαχώνες ό δρόµος όµως έχει ανοίξει και ή µορφή τους θα ολοκληρωθεί στο τέλος του 16ου αιώνα, µε την πραγµατεία του Jean Erard. Ο άνθρωπος του τέλους του 15ου αιώνα συνδύαζε όλες τις τεχνικές παραδόσεις, η τέχνη του ήταν καθολική. Η ανακάλυψη των Ρωµαϊκών Μνηµείων, η επαφή µε τους επιστήµονες της εποχής και τους εµπόρους που ανέπτυσσαν τις µεθόδους υπολογισµού, µια εκπληκτική δίψα για γνώση, η αγάπη για γενίκευση και η προτίµηση για αφηρηµένες έννοιες, όλα αυτά τα στοιχεία χωνεύονται στην οικουµενική προσωπικότητα του αναγεννησιακού µηχανικού.
Από τον 12ο αιώνα, είχε κιόλας το διπλό καθήκον να συλλαµβάνει και να εκτελεί. Ο µηχανικός της ’Αναγέννησης πήρε σάρκα και οστά µέσα από τις τρεις έννοιες του λατινικού όρου ingenium. Για να κατασκευάσει «µηχανήµατα», έπρεπε να θέσει σε λειτουργία το εφευρετικό του πνεύµα (ήταν πολυµήχανος), πράγµα εύκολο αφού ήταν προικισµένος µε εξυπνάδα, µπορούσε δηλαδή να «µηχανεύεται». Μηχανές, εφευρετικό πνεύµα, εξυπνάδα. Προσοχή όµως, στην τελευταία εκδοχή της λέξης «µηχανή» (engin). Υπήρχε πάντα µια απόχρωση µηχανορραφίας, προδοσίας. Ο µηχανικός κατείχε µια γνώση, και µπορούσε να την χρησιµοποιεί για να αντιµετωπίζει προβλήµατα η για να βλάψει τους άλλους. Κάποτε λοιπόν προκαλούσε καχυποψία και φόβο, όπως ένα «Κακό Πνεύµα». Εξ άλλου, ή ιδέα της µηχανορραφίας συνδέεται παραδοσιακά µε την µηχανή και την τεχνική, ας θυµηθούµε την ’Αθηνά και τον Ήφαιστο, τούς θεούς-τεχνίτες, και τον Οδυσσέα. Ίσως το πιο διάσηµο δείγµα του ανθρώπου αυτού να είναι, όπως είπαµε και προηγουµένως ο Leonardo Da Vinci. ∆εν είναι φυσικά εδώ που θα απαριθµηθούν τα ενδιαφέροντά του, η ποικιλία των πεδίων που ασχολήθηκε και µας άφησε έργο, ούτε πολύ περισσότερο η αποτίµηση του έργου αυτού που έχει προκαλέσει συζητήσεις και διαµάχες. Ας µιλήσουµε εδώ λίγο για τον τοµέα που µας ενδιαφέρει δηλαδή την πλευρά του δοµικού µηχανικού. Το πρόβληµα της ευσταθείας των κατασκευών ήταν πάντα στα ενδιαφέροντα των αρχιτεκτόνων, ιδιαίτερα σε µια εποχή που άρχισαν να πολλαπλασιάζονται οι κατασκευές µε τόξα και θόλους.
σελ. 11 / 63
Παρ' όλο που δεν διαθέτουν µια «ιστορία των κατασκευαστικών κανόνων», δεν χωρεί αµφιβολία ότι θα είχαν τελειοποιηθεί οι µέθοδοι σχεδιασµού µιας ευσταθούς κατασκευής. Ο Leonardo είναι από τους πρώτους που µας άφησε µε τα τετράδια του ενδείξεις για την απαρχή µιας µαθηµατικοποίησης των εµπειρικών κανόνων. Από την πλευρά που µας ενδιαφέρει εδώ, την ιστορία των µηχανικών, νοµίζω ότι είναι αποκαλυπτικό για την επαγγελµατική του πλευρά και την συνείδηση που είχε για το πεδίο δράσης ενός µηχανικού της Αναγέννησης, το γράµµα που έγραψε ο Leonardo το 1482 στον δούκα του Μιλάνου Λουδοβίκο Σφόρτσα, απαριθµώντας του τις υπηρεσίες που µπορεί να του προσφέρει, προσπαθώντας να µπει στις υπηρεσίες της αυλής του : «Γνωρίζω τον τρόπο να κατασκευάσω γέφυρες πολύ ελαφρές και πολύ στέρεες, πολύ εύκολες στη µεταφορά, που επιτρέπουν να καταδιώκεις τον εχθρό και να τον αποφεύγεις στην ανάγκη, και άλλες πιο γερές ακόµη που αντέχουν στην φωτιά και στην µάχη, βολικές, εύκολες να κατασκευαστούν και να σηκωθούν. Γνωρίζω ακόµη πώς να βάζει κανείς φωτιά στις γέφυρες του εχθρού και πώς να τις καταστρέφει. Γνωρίζω να αδειάζω το νερό από τα χαντάκια όταν πολιορκούν µια πόλη, πώς να φτιάχνω γεφυρώµατα, τις «γάτες» - καµουφλαρισµένα πλοία - που µπορούν να διασχίσουν τις τάφρους, να προσβάλουν τα τείχη του αντιπάλου, να φτιάχνω σκάλες κι ακόµα όλα τα όργανα που χρειάζονται για µια τέτοια επιχείρηση. Τέλος αν εξ αιτίας του υψηλού µέρους που βρίσκεται ή της µεγάλης αντοχής ενός κάστρου δεν µπορεί κανείς να χρησιµοποιήσει τα ολµοβόλα, έχω την δυνατότητα να καταστρέψω οποιοδήποτε κάστρο ή οχυρό, υπό τον όρο ότι δεν υπάρχουν οχυρώσεις κατασκευασµένες από βράχο. Γνωρίζω πώς να φτιάχνω βολικά ολµοβόλα, εύκολα να µεταφερθούν που να ρίχνουν πολλά αλαφρά βλήµατα µαζί και που ο καπνός τους προκαλεί µεγάλο φόβο στις τάξεις του εχθρού, µαζί µε την σύγχυση και τις απώλειες που προξενούν.
Ακόµη κι αν τυχόν η µάχη γίνει στη θάλασσα έχω τα µέσα να φτιάξω πολλά µηχανήµατα πολύ αποτελεσµατικά, άλλα να βλάψουν τα πλοία και άλλα να τα προστατέψουν, ικανά να αντέξουν και στα πιο βαριά ολµοβόλα, στο µπαρούτι και στα ασφυξιογόνα. Γνωρίζω τα µέσα, κατασκευάζοντας, χωρίς θόρυβο, µυστικά υπόγεια µε ελιγµούς, να φτάνω στο µέρος που θέλω, ακόµη κι αν είναι ανάγκη για αυτό να περάσω κάτω από τάφρους και από νερά. Μπορώ να κατασκευάσω αµάξια σκεπασµένα, καλά θωρακισµένα και σίγουρα, που µπαίνοντας µε αυτά στις τάξεις του εχθρού µε το πυροβολικό τους να µην µπορούν αρκετοί στρατιώτες να τους αντισταθούν. Πίσω από τα αµάξια αυτά θα προχωρεί το πεζικό χωρίς απώλειες και χωρίς να συναντάει εµπόδια. Όταν θα υπάρξει µεγάλη ανάγκη, µπορώ να κατασκευάσω ολµοβόλα, γουδιά και άλλα πράγµατα, χρήσιµες και ωραίες φόρµες, τέτοιες που δεν υπάρχουν στην καθηµερινή χρήση. Εκεί που τα ολµοβόλα δεν θα φέρουν αποτέλεσµα µπορώ να κατασκευάζω ονάγρους, καταπέλτες και παγίδες που να έχουν θαυµάσια αποτελέσµατα και να είναι διαφορετικά από εκείνα που χρησιµοποιούνται. Με µια λέξη µπορώ να κατασκευάσω ότι θα χρειαστεί σε µία ειδική περίπτωση, διάφορα πράγµατα κατάλληλα για άµυνα και για επίθεση. Σε καιρό ειρήνης νοµίζω ότι µπορώ να συναγωνιστώ µε οποιονδήποτε στην αρχιτεκτονική για την οικοδόµηση δηµοσίων και ιδιωτικών κτιρίων και για την παροχέτευση του νερού από το ένα µέρος στο άλλο. Το ίδιο µπορώ να κατασκευάσω γλυπτά µε µάρµαρο, σε µπρούντζο ή σε πηλό και να πετύχω στη ζωγραφική κάθε τι που µπορεί να γίνει, το ίδιο καλά και για το όποιο θέµα µου ζητηθεί. Μπορώ ακόµη, ανάµεσα στα άλλα, να δουλέψω και τον µπρούντζινο καβαλάρη, που θα είναι η δόξα για το χωρίς τέλος σεβασµό του αξιοσέβαστου πατέρα Σας, θαυµαστό αναµνηστικό µνηµείο του ένδοξου οίκου των Σφόρτσα. Κι αν κανένα από τα παραπάνω πράγµατα που αναφέρω, φανεί σε κάποιον πως είναι αδύνατο ή απραγµατοποίητο, είµαι πρόθυµος να κάνω αµέσως το πείραµα στο πάρκο σας, η σε όποιο άλλο µέρος επιθυµούσε η εξοχότητα Σας, που συστήνοµαι µπροστά της όσο πιο ταπεινά µπορώ ».
σελ. 12 / 63
Leonardo ανυψωτικές µηχανές
Όπως βλέπουµε το βασικό επαγγελµατικό προφίλ που προβάλλει είναι του στρατιωτικού µηχανικού, πράγµα φυσικό όταν απευθύνεται σ' έναν φιλοπόλεµο ηγεµόνα. Η αντοχή των τοίχων, η εµφάνιση ρωγµών προσελκύουν την προσοχή του Leonardo και φαίνεται πως είχε σκοπό να αφιερώσει µια µελέτη σε αυτό το θέµα «κάνε πρώτα µια πραγµατεία για τα αίτια της κατάρρευσης των τοίχων και µετά, χωριστά µια πραγµατεία για τις µεθόδους αντιµετώπισης τους», Ο Leonardo συνδέει σωστά την αντοχή του τοίχου µε την ποιότητα του εδάφους και δίνει µερικούς κανόνες σωστής δόµησης (οριζόντια στρώση, καλή εµπλοκή, ποιότητα κονιάµατος). Οι πολλαπλές παρατηρήσεις του, του επέτρεψαν να διακρίνει την διεύθυνση και την µορφή των ρωγµών των τοιχοποιιών και να αποδώσει σε κάθε τύπο ένα αίτιο. Το πρόβληµα της αντοχής των δοκών ήταν ήδη ένα θέµα που είχε απασχολήσει πολλούς. Ο Alberti και o Francesco di Giorgio έχουν ασχοληθεί επίσης. Απ' όσο ξέρουµε ωστόσο κανείς δεν είχε προσπαθήσει να του δώσει µαθηµατική µορφή.
Σχέδια για την διευθέτηση καναλιών στην Φλωρεντία
Ο Leonardo έφθασε µε προσεγγιστικούς υπολογισµούς και, ίσως, και µε µια σειρά πειραµατισµούς, να δώσει σχέσεις για την ελαστική γραµµή και την αντοχή δοκών µε τετραγωνική ή κυκλική διατοµή και διάφορες συνθήκες στήριξης. Ασχολήθηκε και µε το πρόβληµα του προβόλου που φορτίζεται στο άκρο του, που αργότερα ονοµάστηκε «πρόβληµα του Γαλιλαίου». Ενδιαφέρθηκε ακόµα και ασχολήθηκε στη πράξη και στη θεωρία µε το πρόβληµα του τόξου. Προσπάθησε να υπολογίσει τις ωθήσεις, την κατανοµή της εντάσεως καθώς και την αντοχή των στύλων που τα βαστάζουν. Έκανε ακόµη πειράµατα αντοχής σε εφελκυσµό σε θλίψη και σε τριβή. Έρευνες σχετικές µε το καλούπωµα και το ξεκαλούπωµα κατασκευών, υπολογισµούς σε στοιχεία ικριωµάτων, στατικές σχέσεις για τρούλους, για συστήµατα τόξων κλπ. Έδινε συχνά πρακτικούς κανόνες για όλα αυτά. Κάποιες σηµειώσεις του αναφέρονται στους σεισµούς και στα αποτελέσµατά τους.
σελ. 13 / 63
Με την κυριαρχία του πυροβολικού στην τέχνη του πολέµου οι στρατιωτικοί µηχανικοί ασχολούνται µε αυτό και µε τις οχυρώσεις, οι υδραυλικοί µηχανικοί µε το υδραυλικό αντικείµενο και οι αρχιτέκτονες µε το αρχιτεκτονικό.
Leonardo Περιστρεφόµενη γέφυρα
Οι έρευνες του Leonardo είναι αποσπασµατικές και χωρίς συνέχεια. ∆εν έχουν τίποτα το συστηµατικό. Τις διαπερνά όµως η φροντίδα να θέσει τα προβλήµατα στη γενικότητά τους, να αντιµετωπίσει σαν µηχανικός το συγκεκριµένο πρόβληµα σαν µια ειδική περίπτωση µιας γενικής θεωρίας. Προσπάθησε να δώσει µαθηµατικές σχέσεις στα προβλήµατα. Αυτές οι σχέσεις δεν µπορούσαν παρά να προκύψουν από µια σειρά πειραµάτων. Οι σχέσεις αυτές ήταν φυσικά απλές, εκφρασµένες σε αναλογίες.
Leonardo αντλίες
Ο Leonardo ήξερε ότι ή ακρίβεια των δεδοµένων και των υπολογισµών δεν είναι το κύριο για τον µηχανικό. Ο µηχανικός αρκείται σε µία καλή προσέγγιση και των δύο. Είναι όµως η πρώτη φορά που γίνεται προσπάθεια να εφαρµοστούν τέτοιες µέθοδοι σε επαγγέλµατα που παραδοσιακά αρκούνταν σε κανόνες χωρίς εξήγηση ή απόδειξη. Είναι σηµαντικό γεγονός του τέλους του 15ου αιώνα ότι αρχίζει να δίνεται κάποια προσοχή στα µαθηµατικά. Ο δεσµός ανάµεσα στην επιστήµη και την τεχνική είναι ακόµη πολύ χαλαρός αλλά αρκετοί από τους συγγραφείς πραγµατειών και µηχανικοί Brunellesci, Fontana, Alberti ασχολούνται µε τα µαθηµατικά και την φυσική.
Leonardo καταπέλτης
Η σχέση ανάµεσα στην επιστήµη και την καθηµερινή δουλειά του µηχανικού αναπτύσσεται αργά και δύσκολα. Ο Leonardo θα σηµαδέψει τις ταπεινές απαρχές της. Στις αρχές του 16ου αιώνα φαίνεται να αναπτύσσεται µια κάποια ειδίκευση ανάµεσα στις διάφορες τεχνικές δραστηριότητες.
σελ. 14 / 63
Leonardo προµαχώνας
Στο 16ο αιώνα και η κατάσταση του αρχιτέκτονα αλλάζει. Από τους San Gallo που φέρονται επί Ιουλίου ΙΙ σαν απλοί δάσκαλοι ξυλουργοί, µέχρι το Μιχαήλ Άγγελο και τον Μπερνίνι, για τους οποίους γίνονταν µάχες ποιός θα τους χρησιµοποιήσει, ο αρχιτέκτονας βλέπει την θέση του να καλυτερεύει. Κατ' αρχήν σπάνε κάπως οι συντεχνιακοί περιορισµοί.
Από µία µεταρρύθµιση του Λουδοβίκου του 14ου οι Ακαδηµίες τείνουν να αντικαταστήσουν τις συντεχνίες. Ύστερα ο τρόπος πληρωµής τροποποιείται και γίνεται πιο διακεκριµένος. Συχνά οι πληρωµή συγχέεται µε τις τιµητικές διακρίσεις. Οι αρχιτέκτονες της Αναγέννησης κατείχαν µία οικουµενικότητα ταλέντου. Ότι είχε σχέση µε την µορφή ήταν δικό τους έργο. Η ανωτερότητα της Αναγέννησης έγκειται στο ότι δεν είχε ανεξάρτητες τέχνες αλλά µια τέχνη, το disegno, που αγκάλιαζε όλες τις εκφράσεις του ωραίου. Οι δήµοι, οι πριγκιπικές οικογένειες δεν έδιναν στους αρχιτέκτονες µονάχα το πρόγραµµα του έργου και τους απαραίτητους πόρους, επενέβαιναν σε όλες τις λεπτοµέρειες των σχεδίων. Η κατασκευή των κτιρίων δινόταν βασικά µέσω διαγωνισµών και όταν επρόκειτο για δηµοτικά κτίρια κριτής ήταν ο ίδιος ο λαός της πόλης. Το µόνο µέσον που είχαν οι διαγωνιζόµενοι για να παρουσιάσουν τα σχέδια τους ήταν το ανάγλυφο.
Το σχέδιο του Michelangelo που υλοποιήθηκε. Υπερυψωµένο τόξο, διπλό κέλυφος από συµπαγή τούβλα, λίθινες νευρώσεις
Έτσι παρουσιάστηκαν τα σχέδια του τρούλου της Φλωρεντίας, του Καθεδρικού της Παβίας κλπ. και είναι γνωστό ότι τα τελικά σχέδια του Αγίου Πέτρου εγκρίθηκαν από τα µοντέλα. Σε πολλές περιπτώσεις τα µοντέλα αυτά ήταν η σχηµατοποίηση σκίτσων που οι πρίγκιπες και οι πάπες έφτιαχναν µόνοι τους. Ένας τέτοιος ρόλος θα ήταν πολύ περισσότερο επικίνδυνος αν µιλούσε για την γοτθική αρχιτεκτονική, όπου τα πάντα είναι συνδυασµός ισορροπιών. Στην αρχιτεκτονική της Αναγέννησης, αν εξαιρέσουµε µερικές περιπτώσεις σαν τον τρούλο της Φλωρεντίας, η τεχνική πλευρά ήταν απλή και η τέχνη σχεδόν καθαρά διακοσµητική. Tο γούστο φαίνεται ότι έφτανε αν όχι για την πραγµατοποίηση, τουλάχιστον για την σύλληψη και την διεύθυνση.
Το σχέδιο του Bramante, ο τρούλος σχετικά χαµηλός και συµπαγής από ελαφροσκυρόδεµα κατά τα πρότυπα του Pantheon
Στην περίπτωση των µεγάλων έργων της εποχής, όπως ο τρούλος του Αγίου Πέτρου στην Ρώµη προφανώς και το τεχνικό µέρος αποκτούσε κρίσιµη σηµασία.
σελ. 15 / 63
Γνωρίζουµε τους πολύχρονους δισταγµούς και τα διαδοχικά σχέδια, από τον Bramante το 1506 και τον Sangallo το 1513 µέχρι το σχέδιο του Michelangello που τελικά υλοποιήθηκε το 1547 όταν ανέλαβε capomaestro των εργασιών στον ναό. Η διαφορά όχι µόνο αισθητικής αλλά και κατασκευαστικής και στατικής προσέγγισης ανάµεσα στις δύο λύσεις που παραθέτουµε είναι προφανής. Τεχνικό επίτευγµα της εποχής θεωρήθηκε επίσης η επιχείρηση µεταφοράς του οβελίσκου βάρους 230 τόνων που τοποθετήθηκε στο κέντρο της πλατείας του Αγίου Πέτρου. Την όλη οργάνωση και ευθύνη ανέλαβε ο µηχανικός Domenico Fontana και εκατοντάδες εργάτες, το δε θέαµα υπήρξε τόσο εντυπωσιακό που απεικονίστηκε σε πολλά χαρακτικά της εποχής.
Από την µεταφορά του οβελίσκου
Οι παραγγελίες για το κτίσιµο εκκλησιών και για εκκλησιαστικά έργα τέχνης στις ελεύθερες Ιταλικές πόλεις κυρίως δίνονταν όχι από τις ίδιες τις εκκλησιαστικές αρχές, αλλά από τους κοσµικούς τους εκπροσώπους και πράκτορες -- δηλαδή από τη µία πλευρά από τις κοινότητες, τις µεγάλες συντεχνίες και τις πνευµατικές αδελφότητες κι από την άλλη, από τους ιδιώτες προστάτες, τις πλούσιες και επιφανείς οικογένειες. Η οικονοµία και η καλλιτεχνική δραστηριότητα των κοινοτήτων έφθασε στο ζενίθ τον δέκατο τέταρτο αιώνα, στην πρώτη άνθηση της οικονοµίας των πόλεων, οι φιλοδοξίες της µεσαίας τάξης εκφράζονταν ακόµα µε συλλογικές µορφές - µονάχα αργότερα πήραν πιο προσωπικό χαρακτήρα. Η καλλιτεχνική δραστηριότητα των συντεχνιών στην Ιταλία δεν περιοριζόταν, όπως σε άλλες χώρες στο κτίσιµο και στην διακόσµηση των δικών τους παρεκκλησιών και κτιρίων της συντεχνίας, παρά επεκτείνονταν σε άµεση συµµετοχή σε καλλιτεχνικές εργολαβίες, ιδιαίτερα στην οικοδόµηση µεγάλων εκκλησιών από τις κοινότητες των πόλεων. Τέτοιες δουλειές στην Ιταλία ήταν µέληµα των συντεχνιών ευθύς εξ αρχής και η έκταση τους µεγάλωνε όσο έπεφτε η πολιτική και η οικονοµική επιρροή των σωµατείων. Στις πλείστες όµως περιπτώσεις οι συντεχνίες ήταν απλώς οι ιδικοί και τα όργανα εποπτείας των κοινοτήτων, ακριβώς όπως και αυτές συχνά ήταν µόνο οι επιστάτες ιδιωτικών ιδρυµάτων.
σελ. 16 / 63
Τα σωµατεία µε κανέναν τρόπο δεν πρέπει να θεωρηθούν σαν προστάτες ή έστω πνευµατικοί γεννήτορες, όλων των καλλιτεχνικών επιχειρήσεων που διηύθυναν, συχνά είχαν απλώς την φροντίδα των διαθέσιµων για τα κτίσµατα χρηµάτων, τα οποία συµπλήρωναν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο µε δάνεια ή προαιρετικές συνδροµές από τα µέλη συντεχνιών. Για να επιστατούν στις εργολαβίες που τους εµπιστεύονταν, σχηµάτιζαν, από τις τάξεις τους οικοδοµικές επιτροπές οι οποίες αποτελούνταν από 4 έως 12 µέλη (operai) ανάλογα µε το µέγεθος της εργολαβίας. Οι επιτροπές αυτές διοργάνωναν διαγωνισµούς, διόριζαν τους διάφορους καλλιτέχνες, έδιναν γνώµη πάνω στα σχέδια εκείνων, έβλεπαν την εκτέλεση του έργου, παρείχαν τα υλικά και εξοφλούσαν τους µισθούς. Αν η κριτική της καλλιτεχνικής και τεχνικής δουλειάς απαιτούσε ειδικές γνώσεις, καλούσαν ειδικούς για να τους συµβουλευτούν. Έχοντας τέτοια µέσα, η Αρτέ ντέλλα Λάνα (συντεχνία βιοτεχνών µαλλιού) διεύθυνε το κτίσιµο του καθεδρικού ναού και του καµπανίλε (καµπαναριού) στη Φλωρεντία, η Καλιµάλα διεύθυνε τις εργασίες στο Βαπτιστήριο και στην εκκλησία του Σαν Μινιάτο και η Άρτε ντέλλα Σέτα (συντεχνία µεταξοβιοτεχνών) το κτίσιµο του ιδρύµατος για τα έκθετα παιδιά κλπ.
σελ. 17 / 63
ΟΙ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΙΣ ΜΗΧΑΝΙΚΕΣ Ι∆ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ Η "ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ" ΤΟΝ 18ο ΑΙΩΝΑ Οι πρώτες πειραµατικές έρευνες, αν και είχαν σαν αντικείµενο µέλη των κατασκευών όπως δοκούς, αλυσίδες και στύλους δεν είχαν σαν πρωταρχικό σκοπό να εµπλουτίσουν τις γνώσεις των µηχανικών της πράξης. Με άλλα λόγια αν και η επιστηµονική έρευνα ήταν ζωντανή και ο επιστηµονικός διάλογος πάνω στην στατική και την αντοχή των υλικών ήταν έντονος, δεν µπορούµε να πούµε ότι οι πρακτικές συνέπειες αυτής της έρευνας απευθύνονταν αρχικά στα προβλήµατα των κατασκευών, ούτε ότι οι τεχνικοί της κατασκευής έδειχναν για αυτές τις έρευνες αισθητό ενδιαφέρον. Μονάχα τον 18ο αιώνα µε την διάδοση των πραγµατειών πάνω στην «τέχνη των κατασκευών» που άπτονταν κατά κάποιο τρόπο των νέων επιστηµονικών γνώσεων, αρχίζει να γίνεται αντιληπτή η γονιµότητα για τα τεχνικά προβλήµατα, της συνύπαρξης επιστήµης και τεχνικής, συνύπαρξης που σήµερα µας φαίνεται φυσική και δεδοµένη.
Γαλιλαίος ∆ιάλογοι πάνω σε δυο νέες επιστήµες. Μηχανική και αντοχή υλικών
Σχηµατοποιώντας, µπορούµε να πούµε πως µέχρι τις µέρες µας η κατασκευαστική πρακτική και η στατική ανάλυση ακολουθούσαν δύο παράλληλα µονοπάτια, που δεν γεννήθηκαν ταυτόχρονα και που τελικά το ένα απορροφήθηκε από το άλλο. Το πρώτο µονοπάτι που ακολουθήθηκε από ανθρώπους που πίστευαν ότι µπορούσαν να λύσουν τα κάθε είδους προβλήµατα που χαρακτηρίζουν την κατασκευή, µε την ισορροπηµένη αρµονία των γεωµετρικών νόµων, που χαρακτηρίζουν (συνθέτουν) τον κλασικό ρυθµό. Το µονοπάτι αυτό ακολουθήθηκε εξ ολοκλήρου στους αιώνες του Ουµανισµού και της Αναγέννησης και µας έδωσε µνηµεία απαράµιλλης ποιότητας. Σ' αυτό το ρεύµα βρίσκουµε τόσο την τελειοποίηση των «ιδεωδών µορφών» των κλασικών ρυθµών που υιοθετούσαν, όσο και µια πραγµατοποίηση τολµηρών έργων. Αυτό δεν σηµαίνει ότι αρχιτέκτονες σαν τον Alberti ή τον Francesco di Giorgio δεν απασχολούνταν µε την µηχανική αντοχή των κατασκευών.
Σχηµατική απεικόνιση των θεµάτων που δηµιούργησαν της επιστήµη της αντοχής των υλικών.
σελ. 18 / 63
Simon Stevin «το θαυµαστό δεν είναι θαύµα» ισορροπία στο κεκλιµένο επίπεδο.
Πειραµατικές διατάξεις κάµψης και εφελκυσµού από το βιβλίο του Γαλιλαίου.
Οι θεωρητικοί της Αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής, ακολουθώντας το παράδειγµα του Βιτρούβιου, ενδιατρίβουν στις ιδιότητες των υλικών, µε τρόπο όµως στα µάτια µας φαίνεται χονδροειδές και περιγραφικός, αν και είχε την πρόθεση να αναγγείλει κανόνες διαστασιολόγησης. Εκείνο που εντυπωσιάζει περισσότερο τον αναγνώστη από τα έργα εκείνης της εποχής είναι η σπουδαιότητα που δίνουν στις γεωµετρικές κλασικές αναλογίες, αποδίδοντας σε αυτές τις βέλτιστες λύσεις ακόµα ακόµη και από στατική άποψη.
Πειραµατικές διατάξεις και νόµος του Hooke
Αν στις Αναγεννησιακές πραγµατείες µιλούν για αντοχή υλικών, αυτή αφορά περισσότερο την αντοχή σαν ανθεκτικότητα στον χρόνο, λες και σε αυτό µονάχα ανάγεται κάθε υλική αναφορά για το αµετάβλητο των «τέλειων» γεωµετρικών µορφών, και η αντοχή του οικοδοµήµατος επαφίεται στην ανθεκτικότητα των υλικών που οφείλουν να υποβαστάζουν την συµβολική απεικόνιση που µέσα του έχει εκφραστεί στο διηνεκές.
Οι γεωµετρικοί κανόνες της σύνθεσης µιας κατασκευής κατά κανόνα κάλυπταν και τις ανάγκες αντοχής της, όπως σχηµατοποιήθηκαν µε απλούς εµπειρικούς τύπους, µέσα από την πολύχρονη πρακτική, ως κανόνες της τέχνης. Ακόµα και σήµερα για υλικά όπως η λιθοδοµή και το σκυρόδεµα διατηρούµε για απλές κατασκευές αµιγώς γεωµετρικούς κανόνες ελέγχου της στατικής τους επάρκειας.
σελ. 19 / 63
Με τον Λεονάρντο και στη συνέχεια µε τον Γαλιλαίο, ανοίγει το δεύτερο µονοπάτι, που η κατεύθυνσή του είναι στην αρχή χαµένη στην οµίχλη, που έχει όµως για «πυξίδα» το εργαλείο των µαθηµατικών. Από το σηµείο αυτό στην συνέχεια οι ολοένα και πιο ευρείς ορίζοντες που ανοίχτηκαν στη µηχανική έκαναν να γίνει αντιληπτή η δυνατότητα να αντιµετωπιστούν και να επιλυθούν τα προβλήµατα της τέχνης των κατασκευών, σαν µια ειδική περίπτωση της «νέας επιστήµης» που γεννιόταν. Έρχεται στο φως επιτέλους η γονιµότητα της συνύπαρξης ανάµεσα στις µορφές µιας ιδεατής γλώσσας - των µαθηµατικών - και των κατασκευαστικών κανόνων, οι οποίοι στα µάτια εκείνων που τους κληρονόµησαν από τους συγγραφείς των αναγεννησιακών πραγµατειών θα έµοιαζαν αυτονόητοι και χωρίς ανάγκη εξήγησης ή δικαιολόγησης.
Και είναι περίεργο να διαπιστώνει κανείς ότι δεν υπάρχει αντιστοιχία στην εγκατάλειψη της αυστηρής κλασικότητας από τις αρχές του 1600 και σε ουσιώδεις ανανεώσεις στο δοµικό, κατασκευαστικό µέρος. Θα πρέπει να περιµένουµε τις µορφές ενός Guarini, ενός Vittone ή ενός Wren -όλοι τους µαθηµατικοί εµποτισµένοι µε τα διδάγµατα της νέας επιστήµης -- για να βρεθεί µια νέα τόλµη και κατασκευαστική ορµή. Ο δεύτερος τρόπος απορροφά έτσι το σθένος του πρώτου και γίνεται σιγά σιγά ένας δρόµος αναπόφευκτος για την αρχιτεκτονική.
Πειραµατικές διατάξεις εφελκυσµού και κάµψης του Mariotte
Εξώφυλλο από έκδοση των έργων του Mariotte
Στις αρχές του 17ου αιώνα λοιπόν, οι δρόµοι αντιµετώπισης των κατασκευαστικών προβληµάτων συνυπάρχουν ακόµη. Ενώ όµως ο πρώτος πλησιάζει στο τέρµα του, ο δεύτερος είναι ακόµα αβέβαιος για τα κύρια χαρακτηριστικά του και για τις δυνατότητές του στην κατανόηση των φαινοµένων.
Εξώφυλλο υδραυλικής πραγµατείας του Varignon
σελ. 20 / 63
Θέλοντας λοιπόν να ψάξουµε για τις πρώτες πειραµατικές έρευνες για τις κατασκευές και την αντοχή των υλικών δεν είναι αρκετό να επικεντρώσει κανείς τη προσοχή του στους αναγεννησιακούς συγγραφείς πραγµατειών, αντίθετα θα πρέπει να ψάξει τα πρώτα ίχνη στους µαθηµατικούς και τους φυσικούς των οποίων τα ενδιαφέροντα εξαπλώνονται αργά, και όχι χωρίς αβεβαιότητα, στον κόσµο της αρχιτεκτονικής. Οι αρχές των σκέψεων και των πειραµάτων πάνω στις µηχανικές ιδιότητες των υλικών και τη στατική τους χρησιµότητα µπορεί να τοποθετηθεί χρονικά στο πρώτο µισό του 17ου αιώνα. Είναι εξ άλλου αληθινό ότι είδη ο Λεονάρντο έχει ασχοληθεί, αν και περιθωριακά, µε αυτό το πρόβληµα µε τρόπο περιστασιακό και χωρίς συνέχεια. Θα πρέπει να περιµένουµε τον Mersenne και τον Mariotte για να βρούµε µεθοδικές παρατηρήσεις και εργαστηριακές µετρήσεις.
Αυτά που µας λέει ο Leonardo µε αφορµή το Πείραµα εφελκυσµού που µας περιγράφει είναι πολύ πιο ζωντανό από εκείνα που µπορούµε να βρούµε στους διάλογους του Γαλιλαίου, όπου ο θεµελιωτής της επιστήµης, ενώ σε άλλα προβλήµατα είναι τόσο προσεκτικός στην επαλήθευση µέσω της εµπειρίας, σε ότι αφορά την µηχανική συµπεριφορά των υλικών, προτιµά µια στάση που προέρχεται από την a priori θεώρηση του µοντέλου του σταθερού σώµατος, προικισµένου µε µια απεριόριστη «απόλυτη αντοχή». Από τις εξηγήσεις του Γαλιλαίου στην πρώτη µέρα των διαλόγων προκύπτει ότι οι θεωρητικές έρευνες πάνω στην αντοχή των υλικών είχαν σαν ερέθισµα τα συγκεκριµένα προβλήµατα που έθεταν τα ναυπηγεία της Βενετίας. Μελέτησε συγκεκριµένα το παρακάτω πρόβληµα: γιατί η αντοχή µιας κατασκευής δεν είναι ανάλογη µε το µέγεθος της ή την ποσότητα του υλικού που χρησιµοποιείται; γιατί ένα πολύ µεγάλο σκάφος είναι πιο εύθραυστο από ένα µικρότερο µε ίδιες αναλογίες και από το ίδιο υλικό;
Vauban τέχνη των οχυρώσεων 1689 Varignon καταλήγει στον κανόνα του παραλληλογράµµου θεωρώντας την ισορροπία ιδεατού µοχλού.
Οι παρατηρήσεις του Leonardo αφορούν «την εµπειρία της δύναµης που µπορεί να δώσει σε ένα σύρµα διάφορα µήκη» ένα πείραµα εφελκυσµού δηλαδή, και για τον σκοπό αυτό σχεδιάζει µία πειραµατική διάταξη πολύ έξυπνη.
Εξέχουσα µορφή στρατιωτικού µηχανικού στον 17 αιώνα είναι αναµφίβολα ο Sebastien de Vauban. Γεννηµένος το 1633 και έχοντας πάρει βασικές µαθηµατικές γνώσεις κατατάσσεται νεότατος στο στρατό, για να κάνει µια εκπληκτική καριέρα στρατιωτικού µηχανικού. Το 1655 ονοµάζεται ingenieur du roi και το 1703 παίρνει τον βαθµό του Στρατηγού.
σελ. 21 / 63
Μεγάλο ρόλο στην διάδοση και προώθηση της επιστήµης των κατασκευών παίζουν οι σπουδές που γίνονται στις στρατιωτικές σχολές που δηµιουργήθηκαν στην Γαλλία την πρώτη εικοσαετία του 18ου αιώνα.
Vauban από την τέχνη των οχυρώσεων
Εκτός από τα δεκάδες οχυρά που έκτισε και τις µάχες που πήρε µέρος άφησε µεγάλο έργο στον τοµέα των οχυρώσεων και έρευνες πάνω στις ωθήσεις γαιών και την βαλλιστική για τις οποίες έγινε επίτιµο µέλος της Γαλλικής Ακαδηµίας Επιστηµών. Με τον Mariotte φθάνουµε στο κατώφλι του 18ου αιώνα, αιώνα στον οποίο προβάλλει πιο καθαρά η µορφή του «µηχανικού» σαν φορέας µιας επιστηµονικότεχνικής παιδείας εµπνεόµενης από το πνεύµα του ∆ιαφωτισµού. Στον αιώνα αυτό εξ άλλου η πινακοποίηση πειραµατικών δεδοµένων χρήσιµων στη διαστασιολόγηση των κατασκευών γνωρίζει µια πλατιά διάδοση και γίνεται προσιτή όσο ποτέ.
Στις σχολές αυτές πάνω σε σπουδές βαλλιστικής εργάστηκαν µαθηµατικοί πρώτου µεγέθους και η τεχνική των οχυρώσεων συγκέντρωσε το ενδιαφέρον πολλών µηχανικών. Αυτές οι σχολές ακόµα ήταν ο τόπος όπου αναπτύχθηκαν σπουδές πάνω στις νέες επιστήµες, που εύρισκαν ένα µέσο που τις ενθάρρυνε και έθετε στην διάθεση τους τα απαραίτητα πειραµατικά µέσα. Σ' αυτόν τον πνευµατικό ορίζοντα τοποθετείται η έκδοση το 1735 του έργου του Belidor «Νέος κύκλος µαθηµατικών προς χρήσιν του πυροβολικού και των µηχανικών» που πραγµατεύεται τα µαθηµατικά και τη χρήση τους στη γεωδαισία, τη µηχανική και το πυροβολικό. Ο ίδιος συγγραφέας εξ άλλου είχε εκδώσει το 1729 µια άλλη πραγµατεία που θα γνώριζε τεράστια διάδοση και στο χώρο και στο χρόνο, που θα γνώριζε επανεκδόσεις και ενηµερώσεις µέχρι το 1830: πρόκειται για «την επιστήµη των µηχανικών» (La science des Ingenieurs). Για περισσότερο από έναν αιώνα αυτό το έργο θεωρήθηκε υποδειγµατικό και σ' αυτό οι µηχανικοί εύρισκαν ότι µπορούσε να τους είναι χρήσιµο. Και ο Navier προσθέτοντας τις σηµειώσεις του στις τελευταίες επανεκδόσεις της πραγµατείας το 1800 περιορίστηκε να διορθώσει και να διερευνήσει µερικές λεπτοµέρειες µονάχα, αφήνοντας αυτούσιο τον πυρήνα του έργου, δείχνοντας έτσι την απόσταση που χώριζε ακόµα την τρέχουσα τεχνική, την οποία το κείµενο υπηρετούσε ακόµα µε επιτυχία, και την πρόοδο των φυσικοµαθηµατικών επιστηµών που ξαφνικά πλησιάζουν στο σηµερινό τους επίπεδο.
Vauban Marechal de France
σελ. 22 / 63
Από την Υδραυλική Αρχιτεκτονική του Belidor
Η «Επιστήµη των Μηχανικών» αποτελείται από 6 βιβλία.
Συνολικά ο Belidor έγραψε τα παρακάτω έργα που δείχνουν ότι, κατά µεγάλο µέρος, τα ενδιαφέροντα των µηχανικών της εποχής έχουν στρατιωτικό προσανατολισµό, εξ άλλου και ο ίδιος ξεκίνησε την καριέρα του από τον στρατό: • •
•
•
•
Nouveau cours de mathématiques, 1725 La science des ingénieurs dans la conduite des travaux de fortification et d'architecture civile, 1729 Le bombardier français, ou, nouvelle méthode pour jeter des bombes avec précision. Tables, 1731 L'architecture hydraulique, ou l'art de conduire, d'élever et de ménager les eaux pour les différents besoins de la vie, (1737- 1753) Dictionnaire portatif de l'ingénieur, 1758
Έκδοση του science des ingénieurs το 1754
Στο πρώτο πραγµατεύεται «Αρχές της µηχανικής εφαρµοσµένες στην έρευνα των διαστάσεων που πρέπει να δοθούν στις επενδύσεις των οχυρωµατικών έργων για να µπορούν να ισορροπήσουν µε την ώθηση των γαιών που πρέπει να φέρουν». Το δεύτερο την "Μηχανική των τόξων, την ώθηση των τόξων, τον τρόπο να καθοριστεί το µέγεθος των βάθρων τους». Το τρίτο είχε τίτλο : «Περί των υλικών της κατασκευής, των ιδιοτήτων τους και τον τρόπο χρησιµοποίησής τους».
σελ. 23 / 63
Έτσι στο «πρόβληµα του Γαλιλαίου» ο Belidor υιοθετεί την άποψη του Mariotte και όχι την πιο πρόσφατη και σωστή του Parent. Το ίδιο για τον υπολογισµό των τοίχων αντιστήριξης και των τόξων, οι σχέσεις που προτείνονται στη πραγµατεία δεν έχουν τίποτα από τις καινούργιες γνώσεις που κυκλοφορούσαν ήδη.
Η έκδοση του 1813 µε τις σηµειώσεις του Navier
Υπόδειγµα θεµελιώσεων
Το τέταρτο αναφέρεται στην «Κατασκευή στρατιωτικών και αστικών κτιρίων». Το πέµπτο ασχολείται µε την «∆ιακόσµηση των κτιρίων, επεξήγηση των όρων που αναφέρονται στους Αρχιτεκτονικούς ρυθµούς». Το έκτο τέλος ασχολείται µε την «Μέθοδο υπολογισµού για τις οχυρώσεις και τα βιοµηχανικά κτίρια». Αυτή η ποικιλία θεµάτων δείχνει ότι ο Belidor είχε σκοπό να φτιάξει µια πλήρη πραγµατεία, όπου θα µπορούσε κανείς να βρει κανόνες και µεθόδους εφαρµογής πάνω στα πιο διαφορετικά αντικείµενα της κατασκευής. Από επιστηµονική άποψη η συνεισφορά του Belidor δεν είναι τόσο σηµαντική. Ωστόσο το γεγονός ότι από τον τίτλο ξεκαθαρίζει ότι µιλάµε για επιστήµη των µηχανικών είναι µια τοµή στην εξέλιξη του επαγγέλµατος. Είναι η πρώτη φορά που έχουµε, την αυτονόητη σήµερα, ενσωµάτωση επιστηµονικών γνώσεων στην καθηµερινή πρακτική των µηχανικών. Ο διδακτικός προσανατολισµός του βιβλίου ώθησε τον Belidor να εκλαϊκεύσει τις πιο διαδεδοµένες και παλιές γνώσεις, χωρίς να κάνει αναφορά στα αποτελέσµατα των επιστηµονικών απόψεων που συζητιόνταν εκείνη την εποχή.
Κανόνες διασιασιολόγησης βάθρων τόξων
Τοίχοι αντιστήριξης
Ωστόσο η µαθηµατική προσέγγιση όλων των προβληµάτων του µηχανικού που πραγµατεύεται, η πληθώρα των αναλυτικών σχέσεων και των πινάκων µε τιµές υπολογισµού που παραθέτει, µας εισάγει ήδη στην εποχή της εκτεταµένης αντικατάστασης των κανόνων της τέχνης από τους κανόνες της επιστήµης.
σελ. 24 / 63
Και ακριβώς αυτό κάνει την πραγµατεία ενδιαφέρουσα για όποιον θέλει να προσεγγίσει τις κατασκευαστικές απόψεις και την πρακτική πριν την βιοµηχανική επανάσταση. Καθοριστική ώθηση στην επιστηµονική προσέγγιση των προβληµάτων της κατασκευής έδωσε ο πολύπλευρος επιστήµονας Charles Augustin Coulomb που ξεκίνησε την καριέρα του σαν στρατιωτικός µηχανικός. Η ιδιότητα του αυτή έστρεψε και τα επιστηµονικά του ενδιαφέροντα σε θέµατα της καθηµερινής πράξης του µηχανικού. Κανένας άλλος επιστήµονας του 18ου αιώνα δεν προσέφερε τόσα πολλά στην µηχανική των ελαστικών σωµάτων.
Παράλληλα εκεί που η στερεότητα του κτηρίου αποτελούσε αντικείµενο απλών γεωµετρικών και οπτικών κανόνων, οι µηχανικοί αρχίζουν να αναγνωρίζουν µέσα του την φέρουσα δοµή όπου οι σύνδεσµοι ανάµεσα στα διάφορα µέρη της παίρνουν ιδιαίτερη σηµασία.
Πειραµατικές διατάξεις του Coulomb
∆ιάφοροι τύποι θεµελίωσης και επένδυσης τοίχων
Η βασική του συνεισφορά περιέχεται στην µελέτη του µε τίτλο «Sur une application des règles de maximis et minimis a quelques problèmes de statique relatifs a l' architecture» που παρουσίασε το 1773 στην Γαλλική Ακαδηµία Επιστηµών. Σ' αυτό εξετάζει προβλήµατα αντοχής υλικών, κάµψης δοκών και ώθησης γαιών καθώς και στρεπτικές ταλαντώσεις. Οι επανάσταση, µέσα στην οποία αναδύεται το σύστηµα των µηχανικών, περιλαµβάνει την εµφάνιση το 1788 της Αναλυτικής Μηχανικής του Lagrange, το κλείσιµο των παλιών Ακαδηµιών, την δηµιουργία του Πολυτεχνείου το 1794, την µαθηµατικοποίηση των γνώσεων του µηχανικού και το πέρασµα από το κλασικό σύµπαν του "περίπου", στο σύµπαν της µηχανής και της ακρίβειας.
P.Patte σχέδιο για την ανεπάρκεια της έδρασης του τρούλου του Pantheon.
σελ. 25 / 63
Ορόσηµο στην εξέλιξη της νέας αντίληψης για την στερεότητα των κτηρίων στάθηκε η συζήτηση που αναπτύχθηκε το 1770 γύρω από την επάρκεια των κιόνων έδρασης του τρούλου του σηµερινού Pantheon. Η λύση Soufflot αµφισβητήθηκε από τον Patte και στην συζήτηση αυτή πήραν µέρος όλοι οι διάσηµοι αρχιτέκτονες και µηχανικοί της εποχής. Η διαµάχη δείχνει κατ' αρχήν πόσο κοντά είναι οι αντιλήψεις αρχιτεκτόνων και µηχανικών για την ευστάθεια Η διαµάχη αυτή θα φέρει το τέλος της προσέγγισης της ευστάθειας µε γεωµετρικούς και εµπειρικούς κανόνες διαστασιολόγησης και την απαρχή µιας περιόδου, όπου η ευστάθεια θα αντιµετωπιστεί µε βάση του φυσικούς νόµους και τις ιδιότητες αντοχής του υλικού. Η προσέγγιση αυτή δεν θα βρει καθαρή έκφραση παρά το 1820-1830 όπου οι µηχανικοί µπορούν πραγµατικά να βασίσουν του υπολογισµούς στους στην αντοχή των υλικών µετά τις εργασίες του Navier, Cauchy, Lame, Clapeyron.
Ξύλινες γεφυρώσεις
Αντοχή ξύλινων δοκών
σελ. 26 / 63
Χυτήριο κανονιών
Οχυρώσεις
σελ. 27 / 63
Υπόδειγµα οπλοστασίου-αποθήκης πυροµαχικών
σελ. 28 / 63
Η προσπάθεια της κατάταξης και της συστηµατοποίησης εκφράστηκε µε τον καλύτερο τρόπο στην περίφηµη εγκυκλοπαίδεια των d' Alembert και Diderot. Πλάι στον ιδανικό της φύσης ένας νέος ανθρωπισµός αναπτύσσεται, του οποίου οι Lock, Condillac και Rousseau είναι οι βασικοί εκπρόσωποι. Ο 18ος αιώνας είναι µια εποχή αλλαγών και στην Αρχιτεκτονική. Βλέπουµε σιγά-σιγά να εγκαταλείπει το «παλιό καλό γούστο». Με τους Αρχιτέκτονες απορρίπτοντας τον κλασικισµό του Ancien Regime.
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ ΣΤΟΝ ΑΙΩΝΑ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ
Στοιχεία της φιλοσοφίας του Newton από τον Voltaire έκδοση του 1738
Ο 18ος αιώνας, η µετάβαση από την κλασική εποχή στην Βιοµηχανική επανάσταση, ο αιώνας των φώτων, των εγκυκλοπαιδιστών και των φιλοσόφων, σηµάδεψε και την µετάβαση των µηχανικών από τον κόσµο του «περίπου» στον κόσµο της «ακρίβειας». Στον κόσµο της φυσικής ο Descartes σχεδόν ξεχνιέται και θριαµβεύει ο Newton. Θερµός του υποστηρικτής ο Voltaire. O Newton ενσαρκώνει στα µάτια των συγχρόνων του το ιδανικό της επιστήµης. Εγκαθιστώντας τη σχέση ανάµεσα στα µαθηµατικά και το σύµπαν εκφράζει τις προσδοκίες όλων των επιστηµών. Κάνοντας τη διάκριση ανάµεσα σε νόµους και σε αιτίες των φαινοµένων γίνεται πρόδροµος του Kant. Στο πνεύµα της εποχής οι βαθύτερες αιτίες των φαινοµένων φαίνονται απλησίαστες, αυτό που είναι εφικτό είναι να βγουν τα συµπεράσµατα από την εµπειρία. Ο Αββάς Nollet µελετά τον ηλεκτρισµό µε πειράµατα, ο Αββάς Bossut την µηχανική υγρών. Ο Lavoisier ασχολείται µε τα φαινόµενα της καύσης. Το να περιγράφουν τα φαινόµενα γίνεται η βασική προτεραιότητα του 18 αιώνα έστω και αν αυτό καταλήγει σε µια απλή αλφαβητική παράθεση.
Στολές γάλλων µηχανικών
Η εκβιοµηχάνιση ωθεί στην διακριτοποίηση των επαγγελµάτων του αρχιτέκτονα και του µηχανικού, που µέχρι τότε ταυτίζονταν ή συγχέονταν. Η διακριτοποίηση αυτή συντελείται σε ένα περιβάλλον ισχυροποίησης των κρατικών λειτουργιών και στην προσπάθεια ελέγχου του εθνικού χώρου µέσα από ένα εκτεταµένο δίκτυο δρόµων και επικοινωνιών. Ο ρόλος των µηχανικών στην οργάνωση του εθνικού χώρου είναι κυρίαρχος, και σταδιακά συγκροτούν τους δικούς τους εκπαιδευτικούς και επαγγελµατικούς θεσµούς. Στον 18ο αιώνα οι µηχανικοί ξεχωρίζουν σιγά-σιγά από τους αρχιτέκτονες και αρχίζουν να παίζουν ένα σοβαρό ρόλο στην παραγωγή του περιβάλλοντος.
σελ. 29 / 63
Στηριζόµενοι σε ένα δίκτυο νέων θεσµών και κωδικοποιώντας τις γνώσεις και τις πρακτικές τους διεκδικούν ένα µέρος από το αντικείµενο που παραδοσιακά κάλυπταν οι αρχιτέκτονες. Ο διαχωρισµός αυτός εγγράφεται µέσα στην ισχυροποίηση του κράτους, και στην παρέµβαση του στην οργάνωση του χώρου, είναι αξεχώριστη µε την ανάπτυξη των µεταφορών του εµπορίου και της τεχνικής προόδου. Οι αντιλήψεις των µηχανικών ενσαρκώνουν αυτή την κίνηση, όπως τα υπολείµµατα της θεωρίας του κλασικισµού αντανακλούν στην πρόκληση, στα ιδανικά του Ancien Regime.
Blondel Cours
∆εν πρέπει ωστόσο να υπερβάλουµε τις διαφορές ανάµεσα σε αρχιτέκτονες και σε µηχανικούς της εποχής, που παραµένουν σε µεγάλο βαθµό συµπληρωµατικά επαγγέλµατα. ACADEMIE DEL ARCITECTURE Η ακαδηµία της Αρχιτεκτονικής ιδρύθηκε το 1671 από τον Colbert σαν ένας οργανισµός τεχνικού ελέγχου, σαν ένας κρατικός θεσµός, σαν ένα όργανο της διοίκησης. Σκοπός της ήταν η επεξεργασία του επίσηµου αρχιτεκτονικού δόγµατος, η οργάνωση της διδασκαλίας του και ο τεχνικός έλεγχος. Πρώτος της διευθυντής ο Francois Blonder αρχιτέκτονας και µηχανικός, αντανακλά τις φιλοδοξίες της στο θεωρητικό του έργο. Τα µαθήµατα αρχιτεκτονικής του Blonder που εκδόθηκαν από το 1675 ως το 1683 αποτυπώνουν την επιθυµία να εφοδιάσουν την Αρχιτεκτονική πρακτική µε σταθερούς κανόνες που να προέρχονται από την γεωµετρία και την αρµονία των αναλογιών. Ωστόσο το Αντικείµενο της Ακαδηµίας δεν περιορίζεται σε αυτό που σήµερα θα θεωρούσαµε κοντινό της.
σελ. 30 / 63
Ασχολείται µε την µελέτη των κεφαλαίων περί γεφυρών του Palladio και δίνει νέους πρακτικούς κανόνες, µε τα λατοµεία της πέτρας και την καλύτερη αξιοποίηση τους, µε την κατάσταση των µεταφορών στη χώρα.
«Με αφορµή τις πληροφορίες που έφτασαν στο Βασιλιά ότι αρχιτέκτονες, εργολάβοι και άλλα άτοµα που εµπλέκονται στην οικοδοµή, τολµούν χωρίς κανένα δικαίωµα να χρησιµοποιούν την ιδιότητα του Αρχιτέκτονα του Βασιλιά, για να γίνουν πιο αξιόπιστοι και µε αυτό τον τίτλο δίνουν σχέδια και κατασκευάζουν κάθε είδος οικοδοµών, δηµόσιων και ιδιωτικών, τα οποία συχνά αποδεικνύονται ελαττωµατικά από ανεπάρκεια των προαναφερθέντων κτιστών και εργολάβων, η Α.Μ ο Βασιλιάς απαγόρευε αυστηρά την χρήση του τίτλου του Αρχιτέκτονα του Βασιλιά, ο οποίος προορίζεται µόνο για εκείνους που η Α.Μ διάλεξε για να σχηµατίσει την Ακαδηµία Αρχιτεκτονικής του».
Η πολυπράγµων Ακαδηµία Επιστηµών της Γαλλίας.
Στις 7/3/1676 ο Colbert µε νόµο περιορίζει το δικαίωµα της χρήσης του τίτλου στα µέλη της Ακαδηµίας Αρχιτεκτονικής.
Blondel Cours
Η ίδια πολυπραγµοσύνη χαρακτηρίζει το θεωρητικό έργο του Blondel όπου διοικητικές µέθοδοι, µαθηµατικά, αρχιτεκτονική και τέχνη του µηχανικού αποτελούν ένα ενιαίο σύµπλεγµα. Ο στόχος µιας συνολικής γνώσης φαίνεται να αποτελεί το έργο του πρώτου διευθυντή της Ακαδηµίας. Έχοντας, από την ίδρυσή της, τους σκοπούς που αναφέραµε παραπάνω η Ακαδηµία δεν άργησε να γίνει ο χώρος που θα οριοθετούνταν και θα προστατευόταν το επάγγελµα του Αρχιτέκτονα. Από τα πρακτικά των συνεδριάσεων της Ακαδηµίας διαβάζουµε :
Στις προθέσεις του Μονάρχη και του Πρωθυπουργού του ήταν να δηµιουργήσουν ένα Σώµα των µηχανικών πυροβολικού (du Genie) ή αργότερα το Σώµα των µηχανικών des Pontes et Chaussees. Στην πράξη όµως τα πράγµατα εξελίχθηκαν διαφορετικά. Η απαγόρευση χρήσης του τίτλου οδήγησε στην δηµιουργία ενός ανεξάρτητου επαγγέλµατος, στις παρυφές της δηµόσιας διοίκησης άλλα ανεξάρτητο από αυτήν, ένα επάγγελµα που µπορούµε να θεωρήσουµε πρόδροµο του σηµερινού ελεύθερου επαγγελµατία αρχιτέκτονα. Η εξέλιξη αυτή γέννησε τριβές ανάµεσα στην Ακαδηµία και το αντίστοιχο Υπουργείο, που οδήγησαν στη διάλυση της Ακαδηµίας το 1767.
σελ. 31 / 63
Η Ακαδηµία ξανασυστάθηκε αµέσως, ωστόσο ο αµφίσηµος χαρακτήρας του Ακαδηµαϊκού θεσµού δηµιουργούσε συνεχώς τριβές ανάµεσα στην αποστολή της, ανάµεσα στο κράτος και το επάγγελµα. Στην πραγµατικότητα οι αρχιτέκτονες βρίσκονταν µπροστά σε µια άλυτη αντίφαση. Το κράτος τους ξεχώρισε από τους κτίστες και τους εργολάβους δίνοντάς τους τα προνόµια ενός προστατευµένου καλλιτεχνικού επαγγέλµατος. Αλλά το κράτος είναι ένας απαιτητικός προστάτης, οι περιορισµοί που έθεσε στην αρχιτεκτονική δηµιουργία, σαν έκφραση του επίσηµου δόγµατος, έγιναν δυσβάστακτοι. Ανάµεσα στην ανάγκη να αναγνωριστούν από τον Πρίγκιπα και την ελευθερία της δηµιουργίας, οι αρχιτέκτονες του Αιώνα των Φώτων θα ψάξουν µάταια ένα µέσο δρόµο. Αντίθετα οι µηχανικοί θα δεχθούν το ρόλο των υπαλλήλων αρχιτεκτόνων του κράτους και η επιτυχία τους θα έχει σαν αντιστάθµισµα την απώλεια της ανεξαρτησίας τους.
Η γέφυρα pont Louis του Perronet κοστίζει 60 φορές όσο µια αστική πολυκατοικία. Κατά δεύτερο λόγο οι τεχνικές δεν είναι τόσο σχηµατοποιηµένες. Η ανάγκη πρωτότυπων λύσεων και αναλυτικών τεχνικών περιγραφών για την εκτέλεση αποτελούν βασικό σηµείο διαφοροποίησης της επαγγελµατικής πρακτικής των µηχανικών.
Perronet υπόδειγµα ικριώµατος
Λόγω ακριβώς της ανεπάρκειας των συντεχνιακών κανόνων στην αντιµετώπιση πρωτότυπων κατασκευών, ο µηχανικός γίνεται κυρίαρχος του έργου και όλοι ακολουθούν τις οδηγίες του. Εκεί που ο αρχιτέκτονας σχεδιάζει το έργο του τελειωµένο, αφού η κατασκευή είναι γνωστή στο παραγωγικό σύστηµα της εποχής, ο µηχανικός σχεδιάζει όλες τις κατασκευαστικές φάσεις, τα βοηθητικά µέσα και τον τρόπο δουλειάς και, τέλος τα υλικά και τις προδιαγραφές τους. Συνόψιση όλων αυτών είναι ο αναλυτικός προϋπολογισµός του έργου (le devis) πεµπτουσία της δουλειάς του µηχανικού.
Υπόδειγµα περιγραφής εξοπλισµού και µεθόδου κατασκευής
Στην πράξη, στην κλίµακα της παραγωγής των κτηρίων ο αρχιτέκτονας αντιµετωπίζει µια πλειάδα νοµικών και εθιµικών κανόνων που δεν ευνοούν την καινοτοµία. Οι συνήθεις τεχνικές λύσεις απευθύνονται επαγγελµατικά στις συνήθεις ειδικότητες συντεχνιών και η κατανοµή ρόλων και ευθυνών συνήθως δένει τα χέρια του αρχιτέκτονα. Στα έργα υποδοµής υπάρχει µια άλλη πραγµατικότητα. Κατ' αρχήν η κλίµακα είναι άλλη και η οικονοµία είναι κυρίαρχη παράµετρος.
Υπόδειγµα αναλυτικής σχεδίασης όλων των φάσεων κατασκευής
σελ. 32 / 63
σκήσεις πεδίου καθώς και στην αλληλοδιδασκαλία των µαθητών.
ECOLE DES PΟNTS ET CHAUSSEES Μέχρι τα τέλη του 17ου αιώνα η τέχνη του µηχανικού αποτελεί µέρος των κλάδων της αρχιτεκτονικής, ο µηχανικός, όπως µας τον κληρονοµεί η αναγέννηση, κατασκευάζει µηχανές, οχυρώσεις, τεχνικά και υδραυλικά έργα. Η δηµιουργία κρατικού τεχνικού θεσµού το 1716 από τον ∆ούκα της Ορλεάνης του Corps des pont et chaussees επιφορτισµένου µε την υλοποίηση δικτύου µεταφορών επιταχύνει την διαφοροποίηση ανάµεσα σε µηχανικούς και αρχιτέκτονες. Πριν από αυτήν µόνο οι στρατιωτικοί µηχανικοί, κληρονόµοι του Vauban, υπάρχουν σαν τεχνική οντότητα.
Η σχολή αυτή µαζί µε την σταδιακή παραγωγή και οργάνωση της επιστήµης του πολιτικού µηχανικού µέσω εξεχόντων µηχανικών και επιστηµόνων που δίδαξαν σε αυτή, δηµιουργεί για πρώτη φορά και µια επαγγελµατική οµάδα, τους µηχανικούς, µε ξεχωριστή δεοντολογία και αυτοσυνείδηση διαφορετική από αυτήν του αρχιτέκτονα. Κυρίαρχες έννοιες ο ορθολογισµός, η αποτελεσµατικότητα η κοινωνική υπευθυνότητα και η διάθεση προσφοράς στην πρόοδο και το συλλογικό καλό. Εµβληµατική µορφή των µηχανικών στην φάση της γέννησης τους ο Jean - Rodolphe Perronet συνδυάζει όλα τα χαρακτηριστικά της µεταβατικής εποχής. Οι σπουδές του είναι αρχιτεκτονικές, όµως γίνεται ο πρώτος διευθυντής της Ecole des Pontes et Chaussees από την ίδρυση της το 1747 µέχρι τον θάνατο του το 1794. Συµβάλει αποφασιστικά στην διαµόρφωση µιας παιδείας του µηχανικού διάφορης από εκείνη του αρχιτέκτονα και κάνει την σχολή, διάσηµη από τα κατασκευαστικά έργα των µαθητών της.
Φανταστική απεικόνιση της Ecole που συµβολίζει τις πολλαπλές φιλοδοξίες της
Το 1744 ο Trudaine ιδρύει ένα γραφείο σχεδιαστών στο Παρίσι, την διεύθυνση του οποίου αναλαµβάνει το 1747 ο Perronet. Σκοπός του είναι αφ' ενός ο συντονισµός της εκτέλεσης των έργων και αφ' ετέρου η εκπαίδευση των νέων που θέλουν να ακολουθήσουν καριέρα µηχανικού. Από το 1756 το γραφείο µετονοµάζεται και επισήµως σε Ecole des ponts et chausses και η εκπαίδευση βασίζεται κυρίως στην εκπόνηση σχεδίων και διαγωνισµών, στις α-
Jean Rodolfe Perronet
Οι γέφυρες που σχεδίαζε ο Perronet εκπλήσσουν για την τόλµη τους. Οι γέφυρες του Neuilly (1768) Saint Maxence, και η γέφυρα Luis XVI σηµερινή Concorde (1786) είναι αντιπροσωπευτικές.
σελ. 33 / 63
Παρά την τεχνική τους τόλµη παραµένουν αρχιτεκτονικά κατά βάθος έργα. Μια νέα στατική όµως αντίληψη διαπερνά τα έργα αυτά. Τα βάθρα γίνονται πιο κοµψά. ∆εν αντιστέκονται πια παθητικά µε τον όγκο τους στη ροή του νερού όπως γίνεται στην προηγούµενη περίοδο, αλλά η σταθερότητα τους έγκειται στο υδροδυναµικό τους προφίλ και στο ότι, διευκολύνοντας την ροή του νερού, δέχονται πολύ λιγότερες δυνάµεις. Τα τόξα επίσης γίνονται χαµηλότερα.
ECOLE POLYTECHNIQUE
Η µείωση του πάχους των βάθρων είναι εντυπωσιακή, από το 1/5 του ανοίγµατος του τόξου που ήταν τότε ο κανόνας, ο Perronet στη γέφυρα του Neuilly φτάνει στο 1/9.
Στη διάρκεια της ζωής της η Σχολή παρήγαγε πάνω από 500 εξαίρετους στρατιωτικούς µηχανικούς που κάλυψαν τις πολεµικές ανάγκες της εποχής, σε οχυρώσεις και εγκαταστάσεις.
Το 1748 ιδρύεται η «Ecole royale du genie de Mezieres» που στη συνέχεια το 1795 µετά την Γαλλική Επανάσταση µετονοµάζεται σε «Ecole Polytechnigue». Στα µέσα του 18ου αιώνα η τεχνική πρωτοπορία από επιστηµονική άποψη βρίσκεται σε αυτήν, µε την οποία δεν λείπει και ο επαγγελµατικός ανταγωνισµός των αποφοίτων της Ponts et Chausses.
O Perronet σε σχέδιο µαθητή σε διαγώνισµα της Ecole
Charles Coulomb
Είναι κυρίως µέσα από τους εκπαιδευτικούς θεσµούς που διαφοροποιείται σταδιακά το επαγγελµατικό προφίλ µηχανικών και αρχιτεκτόνων.
Ανάµεσα στους απόφοιτους του 1760 και ο πολύπλευρος επιστήµονας Charles Augustin Coulomb που ξεκίνησε την καριέρα του σαν στρατιωτικός µηχανικός.
Τον αιώνα των φώτων η εκπαίδευση είναι σχεδόν πανοµοιότυπη. Είναι βασισµένη στην πρακτική εκπόνηση εργασιών και ένα σώµα γνώσεων βασικά εµπειρικών.
Στη σχολή διδάσκει µια οµάδα διάσηµων επιστηµόνων και µηχανικών, ανάµεσα τους και ο Carnot µε επικεφαλής τον Gaspard Monge (1746-1818) τον γνωστό γεωµέτρη. Με την σχολή αυτή εγκαθίσταται ένας στενός δεσµός ανάµεσα στις φυσικοµαθηµατικές επιστήµες και τις τεχνικές εφαρµογές, διαδίδοντας µε αυτό τον τρόπο τη συσσωρευµένη επιστηµονική γνώση που µέχρι τότε αναπτύσσονταν έξω από την καθηµερινή πρακτική του µηχανικού και προσδίδοντας επιστηµονική αξιοπιστία στις µελέτες των δηµοσίων έργων.
Η αρχιτεκτονική διδάσκεται από τον ίδιο τον Blondel τόσο στην Ponts et Chausses, όσο στην Academie και την Ecole des arts που δηµιούργησε ο ίδιος. Η Ecole des Arts λειτουργεί συχνά σαν εισαγωγική εκπαίδευση για συνέχεια στην Ponts et Chausses.
σελ. 34 / 63
Με την αλλαγή του τίτλου της σχολής, συνέπεια της επανάστασης, έχουµε και ένα δηµοκρατικό άνοιγµα, µια που καταργούνται τα προνόµια για την είσοδο σ' αυτήν, και η Σχολή γίνεται ανοικτή στους νέους όλων των κοινωνικών τάξεων.
στη συνέχεια καθηγητές της θα πρέπει να αναφέρουµε τον Luis Navier (1785-1836) για την επίδραση του στην επιστήµη των µηχανικών. Ήταν ανιψιός του µηχανικού Emiland Marie Gauthey και ασχολήθηκε νέος µαζί του µε διάφορες κατασκευές.
Η κύρια αλλαγή όµως βρίσκεται στο πρόγραµµα των σπουδών των µηχανικών. ∆ιάσηµοι επιστήµονες όπως ο Lagrange, o Monge, o Prony και o Poisson αναλαµβάνουν να εφοδιάσουν τους µέλλοντες µηχανικούς µε µια στερεή γνώση των µαθηµατικών, της φυσικής και της µηχανικής καθώς και της χηµείας, πριν ασχοληθούν µε τις πρακτικές εφαρµογές του µηχανικού. Το αποτέλεσµα υπήρξε γρήγορο και στις αρχές του 18ου αιώνα η Σχολή έγινε το κέντρο όλης της γαλλικής επιστηµονικής και τεχνικής κουλτούρας. Για την διάδοση της γνώσης η σχολή ανέθετε στους καθηγητές τη συγγραφή διδακτικών βιβλίων. Με αυτόν τον τρόπο γεννήθηκαν τα βιβλία σαν την Παραστατική Γεωµετρία του Monge, τα Μαθήµατα αναλυτικής Μηχανικής του Prony, η Μηχανική Πραγµατεία του Poisson και ο ∆ιαφορικός και Ολοκληρωτικός Λογισµός του Lacroix, που υιοθετήθηκαν από όλες τις σχολές των µηχανικών της Ευρώπης,
Με τον θάνατο του θείου του ανέλαβε την φροντίδα της συµπλήρωσης και έκδοσης µιας µισοτελειωµένης πραγµατείας του πάνω στις γέφυρες και τα κανάλια, που περιέχει την ιστορία των κατασκευών αυτών και την τεχνική γνώση των αρχών του 19 αιώνα. Από τεχνική άποψη µεγάλη ήταν η επίδραση του βιβλίου του Navier που εκδόθηκε το 1826 µε τίτλο «Σύνοψη Μαθηµάτων πάνω στην εφαρµογή της Μηχανικής», στο οποίο περιέχονταν τα µαθήµατα του στην Ecole des Ponts et Chaussees.
Gautier 1765
Μαθητής της Ecole Polytechnique
Από όλους τους επιστήµονες που φοίτησαν στην Ecole Polytechnigue και έγιναν
Η βασική καινοτοµία του Navier ήταν ότι εγκατέλειψε τις µεθόδους που βασίζονταν πάνω στον «υπολογισµό µε θραύση» δηλαδή την αναζήτηση των οριακών συνθηκών ισορροπίας, για να υιοθετήσει την µελέτη των κατασκευών στο ελαστικό τους στάδιο δηλαδή σε συνθήκες λειτουργίας.
σελ. 35 / 63
Έτσι έριξε την γέφυρα ανάµεσα στην µελέτη των τεχνικών έργων και τα θεωρητικά αποτελέσµατα των µεγάλων µαθηµατικών του ∆ιαφωτισµού όπως ο Euler και ο Bernoulli, που µελέτησαν την µηχανική των ελαστικών και παραµορφώσιµων σωµάτων. Σκοπός του Navier ήταν να απλοποιήσει τα αποτελέσµατα της επιστήµης για την καθηµερινή πράξη των µηχανικών, γιατί στην µορφή των θεωρητικών πραγµατειών δεν ήταν αξιοποιήσιµα στην πράξη. Και αυτό το πέτυχε µε µια θαυµαστή κατασκευαστική διαίσθηση κρατώντας σε κάθε περίπτωση αυτό που ήταν απαραίτητο, απλοποιώντας τις εξισώσεις και µετατρέπο
Navier σχεδίασµα για γέφυρα που δεν κατασκευάστηκε
Οι απόψεις του Navier, πάνω στην αντοχή των υλικών, µπορούν να βρεθούν ακόµα στις σηµειώσεις και στα σχόλια µε τα οποία συνόδευσε την επανέκδοση των παλαιών πραγµατειών του Belidor, την επιστήµη των µηχανικών (1813) και την Υδραυλική Αρχιτεκτονική (1819), όπου ενσωµατώνει όλες τις νέες κατακτήσεις της επιστήµης του µηχανικού. Όµως ο Navier δεν είναι µονάχα εξέχων µηχανικός και καθηγητής, έχει και σοβαρό ερευνητικό έργο και η συνεισφορά του στην µηχανική των στερεών είναι σηµαντική. Το 1820 παρουσιάζει στην Ακαδηµία των Επιστηµών την µελέτη του πάνω στις καµπτόµενες πλάκες, το 1821 την διάσηµη εργασία του πάνω στις µαθηµατικές βάσεις της θεωρίας της ελαστικότητας.
Louis Navier
Navier λεπτοµέρεια αγκύρωσης τένοντα
-τάς τες σε γραµµικές, φροντίζοντας να είναι τα αποτελέσµατα αξιόπιστα αν και όχι τελείως ακριβή, γνωρίζοντας ότι αυτό είναι αρκετό για την δουλειά του µηχανικού. Με τον Navier η επιστήµη των κατασκευών φτάνει σε γνώριµη σε µας µορφή, τόσο µε την ανάλυση γνωστών κατασκευών (ελαστική δοκός, ισοστατικοί και υπερστατικοί φορείς, τόξα και καµπύλες δοκοί, µεµβράνες κλπ.) όσο και µε τις µεθόδους υπολογισµού που υιοθετούνται.
Εκτός από την επιστηµονική και ιστορική του δραστηριότητα ο Navier ενδιαφέρθηκε για τον σχεδιασµό των γεφυρών και ειδικά των ανηρτηµένων. Στο επαγγελµατικό αυτό πεδίο εξέδωσε την «Έκθεση πάνω στις Κρεµαστές Γέφυρες» όπου, εκτός από την ιστορική ανασκόπηση και περιγραφή των σπουδαιότερων έργων, εκθέτει την µέθοδο ανάλυσης των κατασκευών αυτών, που αποτέλεσε για πολλά χρόνια βασικό βοήθηµα των µηχανικών .
σελ. 36 / 63
Σπουδαστικές εργασίες Ecole des Ponts et Chaussées
σελ. 37 / 63
Σπουδαστικές εργασίες Ecole des Ponts et Chaussées
σελ. 38 / 63
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Ο ΑΙΩΝΑΣ ΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ
Σύνθεση σκελετού από τυποποιηµένες διατοµές και ειδικά τεµάχια.
Σε πρώτη φάση οι πολιτικοί µηχανικοί φάνηκαν να εκφράζονται µέσα από το νέο υλικό το οποίο εξ άλλου γέννησε την σύγχρονη στατική
Η βιοµηχανική παραγωγή του σιδήρου και η µείωση του κόστους άλλξε τελείως την εικόνα των κατασκευών.
Οι µεγάλοι κοινωνικοί µετασχηµατισµοί και οι τεχνικές αλλαγές των τελευταίων δεκαετιών του 18ου αιώνα και του πρώτου µισού του 19ου συνήθως ονοµάζονται Βιοµηχανική Επανάσταση. Σ' αυτήν την περίοδο θα έχουµε τεράστιες αλλαγές στον τρόπο ζωής, στις σχέσεις παραγωγής, στην οργάνωση της εργασίας και στον τοµέα των κατασκευών.
∆ύο είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της αλλαγής των ενδιαφερόντων και των αντιλήψεων σε σχέση µε την «επιστήµη των µηχανικών» που έφεραν στα πρώτα χρόνια του 1800 οι µηχανικοί, οι επιστήµονες και τα Πολυτεχνεία. Το πρώτο είναι η στροφή του ενδιαφέροντος πάνω στις µηχανικές ιδιότητες των υλικών και την απόκριση τους στις καταπονήσεις.
Η διάδοση της χρήσης του σιδήρου οδήγησε στην βιοµηχανική παραγωγή του, στην τυποποίηση των διατοµών και των κατασκευαστικών λύσεων. Οι συνδέσεις τυποποιήθηκαν και υπήρχε πλήθος πρότυπων λύσεων σε βιοµηχανική παραγωγή. Πρώτη φορά στην ιστορία ο µηχανικός µπορούσε να προδιαγράφει µε αξιοπιστία τις ιδιότητες του υλικού που θα χρησιµοποιούσε, όπως υλοποιούνταν στην κατασκευή. Το νέο υλικό προφανώς απαιτούσε και ευρύτατη ανατροπή στους αρχιτεκτονικούς κανόνες και αντιλήψεις της εποχής.
Νέες έννοιες κυριαρχούν όπως η τάση και η παραµόρφωση που πρέπει να κρατηθούν κάτω από ένα «όριο ασφαλείας». Αντίθετα η κύρια φροντίδα της προηγούµενης περιόδου των µηχανικών ήταν ο συνδυασµός των δοµικών στοιχείων µε τρόπο που να αποκλείεται η κινητικότητα του συστήµατος. Για το λόγο αυτό η γεωµετρική µορφή της κατασκευής υπήρξε στο παρελθόν το κυρίαρχο «στατικό» στοιχείο. Αρχιτεκτονική και στατική σύλληψη ήταν ένα ενιαίο βήµα της διαδικασίας του σχεδιασµού.
σελ. 39 / 63
Μέχρι το δεύτερο µισό του 1800, τέτοιες κατασκευές που αντικαθιστούν τον συνεχή φέροντα τοίχο µε χυτοσιδηρά υποστυλώµατα, ήταν συχνές µονάχα σε βιοµηχανικές περιοχές και χρήσεις. Μετά το 1836 και την βιοµηχανική παραγωγή των δοκών διπλού Τ άρχισε η αντικατάσταση των ξύλινων πατωµάτων από µεταλλικά. Θα µπορούσαµε να πούµε ότι υπήρχε µια σοβαρή αδράνεια στους αρχιτέκτονες της εποχής στη χρησιµοποίηση του νέου υλικού, µια που ξέφευγε από την ρυθµολογία και τις λύσεις που θεωρούσαν ιδανικές.
Η γέφυρα του Coalbrookdale
Η χρησιµοποίηση του σιδήρου επέτρεψε µια απελευθέρωση από την αντίληψη αυτή και την υιοθέτηση νέων στατικών σχηµάτων. Το δεύτερο χαρακτηριστικό λοιπόν είναι µια νέα «ανάγνωση» της κατασκευής που αναγνωρίζει µέσα σ' αυτήν στοιχειώδης στατικές δοµές. Σε αντίθεση µε τις παλαιότερες αντιλήψεις που τα στοιχεία της κατασκευής -τοίχος, τόξο- έβλεπε να λειτουργούν απλοί µηχανισµοί όπως του µοχλού και της σφήνας, τώρα ολόκληρο το οικοδόµηµα συλλαµβάνεται µε τον φέροντα οργανισµό του, που φέρει και διανέµει τις φορτίσεις, και στον οποίο «πρωταγωνιστούν» έννοιες όπως η συνεχής δοκός ή το πλαίσιο.
Η αρχική µορφή της pont du caroussel
Pont des arts Αρχική Pont d' Austerlitz
Έτσι στα οικοδοµήµατα η είσοδος του σιδήρου διευκολύνει την διάδοση του φέροντα σκελετού που αντικατέστησε σιγά-σιγά την αντίληψη του φέροντος τοίχου. Το πρώτο παράδειγµα κτιρίου µε στύλους και δοκούς από χυτοσίδηρο, ανάµεσα σε εξωτερικούς τοίχους από οπτοπλινθοδοµή, είναι ένα επταόροφο κτίριο που σχεδιάστηκε στο Μάντσεστερ το 1801, από τους Boulton και Watt.
Τελείως διάφορη ήταν η αντιµετώπιση του σιδήρου στη γεφυροποιία. Εκεί το νέο υλικό χρησιµοποιήθηκε πριν καλά-καλά γίνουν γνωστές οι ιδιότητές του. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγµα της πρώτης µεταλλικής γέφυρας στον Severn κοντά στο Coalbrookdale, έργο του Α. Darby που έγινε στα 1776-79. Σ' αυτήν ο χυτοσίδηρος χρησιµοποιήθηκε για πρώτη φορά σαν υλικό της κατασκευής αλλά, µε τρόπο κάπως περίεργο.
σελ. 40 / 63
Οι κύριοι φορείς χυτεύθηκαν (από καµίνι που κατασκευάστηκε επί τόπου) ολόκληροι σε µήκος 21 µ., µε όλο το ανάγλυφό τους, σε τύπους από άµµο. Στη συνέχεια µεταφέρθηκαν µέσω του ποταµού, αναγέρθηκαν µε ικριώµατα και τροχαλίες και ενώθηκαν στο κλειδί του τόξου. ∆εν χρησιµοποιήθηκαν ήλοι, ούτε κοχλίες. Χαρακτηριστικό είναι επίσης το παράδειγµα των γεφυρών που κατασκευάστηκαν στο τέλος του 18ου αιώνα, όπου ο χυτοσίδηρος χρησιµοποιείται σαν την πέτρα, δηλαδή σαν θλιβόµενο υλικό. Για παράδειγµα το 1796 ο Burdon κατασκεύασε µια γέφυρα στον ποταµό Wear όπου υιοθέτησε µια δοµή από 6 τόξα εγκιβωτισµένα στα βάθρα, καθ' ένα από 125 στοιχεία από χυτοσίδηρο, που συνδεόταν µε τα διπλανά τους µε ράβδους από σφυρήλατο σίδηρο. Η ίδια σύλληψη θα χρησιµοποιηθεί και στη Γαλλία από τον Lamande για την πρώτη γέφυρα του Austerlitz στο Παρίσι (18011806). Στη Γαλλία θα έχουµε όµως και λύσεις πιο προσαρµοσµένες στις ιδιότητες του νέου υλικού όπως και στην κοµψή γέφυρα των Α. de Cessart και J. Lavroise Dillon, την περίφηµη «Pont des Arts», όπου η λογική των δικτυωτών ξύλινων λύσεων εφαρµόστηκε µε τον χυτοσίδηρο.
Tomas Telfold γέφυρα στον Menai 1815-1820 άνοιγµα 180 µ.
∆ύο δεκαετίες αργότερα θα έχουµε σηµαντικά βήµατα στη χρήση του νέου υλικού µε την γέφυρα του Carrousel A.R. Polonceau. Εδώ το άνοιγµα γεφυρώθηκε µε 3 τόξα ανοίγµατος 48 µ. κατασκευασµένα µε κοίλους κυλινδρικούς φορείς από χυτοσίδηρο, που ενώνονται µεταξύ τους µε σφήνες, ικανές να κάνουν το τόξο να λειτουργήσει στατικά. Ο Polonceau έδωσε µια έξυπνη λύση στο να ελαφρύνει την κατασκευή και να εξασφαλίσει την αντοχή της σε κάµψη, γεµίζοντας τα κενά των σωληνοειδών στοιχείων του χυτοσιδήρου µε ξύλινο υλικό, δηλαδή µε ένα πυρήνα από πισσαρισµένες τάβλες από έλατο. Σταδιακά η χρήση του σιδήρου οδήγησε τους µηχανικούς της εποχής να υιοθετήσουν νέες µορφές στις στατικές λύσεις, διάφορες από αυτές που αναπτύχθηκαν για την λιθοδοµή και το ξύλο, προσαρµοσµένες καλύτερα στις ιδιότητες του νέου υλικού, δηλαδή την αντοχή του σε εφελκυσµό. Και εδώ έχουµε σαν εξέχον παράδειγµα τις ανηρτηµένες γέφυρες. Γι' αυτές υπάρχει αρκετή προϊστορία.
Violet le Duc πρωτοπόρος της γοτθικής αναβίωσης, αναστυλωτής της Παναγίας των Παρισίων και ένθερµος υποστηρικτής του κατασκευαστικού ορθολογισµού. Εδώ, σχέδιο για µια αγορά δοµηµένη µε µεταλλικά στοιχεία, 1868.
Η εικόνα ενός κορµού που αναρτάται από σχοινιά φτιαγµένα από κλαδιά για να γεφυρώσει ένα άνοιγµα, ασφαλώς εγγράφεται στις πρωτόγονες κατασκευαστικές εµπειρίες του ανθρώπου. ∆ιάσηµοι µαθηµατικοί καταπιάστηκαν στην Αναγέννηση µε την θεωρητική λύση του
σελ. 41 / 63
I.K. Brunel Clifton bridge 1830 -1860,ανοιγµα 214 µ. την σχεδίασε όταν ήταν 24 χρόνων τελείωσε µετά τον θάνατο του
Το 1813 ο Άγγλος πλοίαρχος S. Brown κατασκεύασε µια ανηρτηµένη γέφυρα ανοίγµατος 91µ. στον ποταµό Tweed, όπου το κατάστρωµα φέρονταν από 12 αλυσίδες κατασκευασµένες από δακτυλίδια διαµέτρου 5 εκ. Η γέφυρα αυτή λειτούργησε σαν το Ευρωπαϊκό πρότυπο των ανηρτηµένων γεφυρών. Την ίδια λύση χρησιµοποίησαν τόσο ο Tomas Telford όσο και ο Navier, αξιοποιώντας τις ιδιότητες του νέου υλικού. Αριστούργηµα της εποχής θεωρείται η γέφυρα που κατασκευάστηκε στον ποταµό Ανοη στο Bristol το 1836 ο νεότατος τότε Ι.Κ Brunel.
Σηµειώσεις του Navier για τις κρεµαστές γέφυρες. Έχει προηγηθεί η αστοχία του µε την γέφυρα Invalides το 1826
Βέβαια η ιστορία των ανηρτηµένων γεφυρών δεν είναι χωρίς καταστροφικά επεισόδια. Ας αναφέρουµε εδώ τη χαρακτηριστική καταστροφή το 1850 της γέφυρας του Bas se - Chaine στην Angers που οδήγησε στο θάνατο 226 στρατιώτες που ανακάλυψαν µε αυτό τον τραγικό τρόπο τις συνέπειες του «συντονισµού». Τα καταστροφικά αυτά ατυχήµατα οδήγησαν σε γενική δυσπιστία προς τις γέφυρες αυτές στην Ευρώπη όπου και σχεδόν εγκαταλείφθηκε η κατασκευή τους.
Isambart Kingdom Brunel (1806 - 1859)
Αντίθετα στην Αµερική συνεχίστηκαν οι κατασκευές αυτές µε συνεχείς βελτιώσεις τόσο στα υλικά και τις αγκυρώσεις, όσο και την ρυθµική της τάνυσης και την ακαµτοποίηση της κατασκευής. Σκαπανέας των κατασκευών αυτών στάθηκε ο γερµανός µετανάστης John A. Robling. Ήταν ο πρώτος που αντικατέστησε τις αλυσίδες µε τα συρµατόσχοινα. Το 1867 του ανέθεσαν την κατασκευή της γέφυρας του Brooklyn στη Ν. Υόρκη, η κατασκευή της οποίας τελείωσε το 1883.
σελ. 42 / 63
Εδώ η λύση της ακαµπτοποίησης του φορέα επιτεύχθηκε µε την κατασκευή διπλού καταστρώµατος (άνω οδικού και κάτω σιδηροδροµικού) που σχηµατίζει µε τις κατακόρυφες και διαγώνιες ενώσεις του µια ευθύγραµµη δοκό στο χώρο, µε επαρκή ακαµψία για τις οριζόντιες καταπονήσεις της. Το κεντρικό άνοιγµα της γέφυρας του Brooklyn είναι 488 µ. Με την γέφυρα αυτή λύθηκαν όλα τα βασικά προβλήµατα των ανηρτηµένων γεφυρών και πραγµατοποιήθηκαν στη συνέχεια. αυτή του San Francisco µε άνοιγµα 1280µ και του Βοσπόρου µε άνοιγµα 1074µ.
Η ανάπτυξη του σιδηροδρόµου αρχικά στην Αγγλία και στην συνέχεια στις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες και στην Αµερική έδωσε µεγάλη ώθηση στην ανάπτυξη της επιστήµης των µηχανικών. Οι κατασκευαστικές ανάγκες οδήγησαν σε λύσεις περίπλοκες και ιδιοφυείς, όπου συχνά η εφευρετικότητα και η «στατική αίσθηση» προηγούνταν της δυνατότητας για αυστηρή ανάλυση µε µαθηµατικές µεθόδους. Η κατασκευή των πρώτων σιδηροδρόµων επηρέασε σηµαντικά την επιστήµη των κατασκευών θέτοντας µια σειρά από νέα προβλήµατα τόσο στην γεφυροποιία όσο και στα κτηριακά έργα αυξάνοντας τις απαιτήσεις ακαµψίας των φορέων και το µέγεθος των προς γεφύρωση ανοιγµάτων. Οι πρώτες απαντήσεις στις απαιτήσεις αυτές δόθηκαν κυρίως µε την ανάπτυξη δικτυωτών φορέων. Η ανάπτυξη των γραφικών µεθόδων επίλυσης φορέων από τον Culmann το 1851 και στη συνέχεια από τους Ritter, Mohr και Cremona βοήθησαν την διάδοση των δικτυωτών κατασκευών.
Η γέφυρα του Brooklyn 1883
John Roebling
Robert Stephenson εξέχουσα µορφή των πρωτοπόρων µηχανικών που ανέδειξε η ανάπτυξη των σιδηροδρόµων
σελ. 43 / 63
Conway bridge George Stephenson ο «πατέρας» του σιδηροδρόµου
Με αφορµή την µελέτη των κιβωτιοειδών γεφυρών που πρότεινε ο Robert Stephenson στον Conway και την Britania στον Menai Straits το 1845 τέθηκαν για πρώτη φορά τα θέµατα του λυγισµού των λεπτότοιχων διατοµών, η έρευνα των φορέων µέσω µοντέλου, οι σύνδεσµοι µε πριτσίνωµα των µεταλλικών πλακών, η πλευρική πίεση ανέµου, οι θερµοκρασιακές διαφορές κλπ. Στην Britannia συνεισέφερε ο Clapeyron µελετώντας το σχήµα της συνεχούς δοκού και διατυπώνοντας την περίφηµη εξίσωση των τριών ροπών. Στην ίδια γέφυρα, που είναι η πρώτη κιβωτιοειδούς διατοµής παρεµβαίνει και ο Jourawski εξηγώντας την αστάθεια που εµφανίζουν οι διαγώνιοι που καταπονούνται σε θλίψη και προτείνοντας κατάλληλες βελτιώσεις σχολιάζοντας τα αποτελέσµατα πειραµάτων πάνω σε µοντέλα που χρησιµοποίησαν ο Fairbairn και ο Hodginson για την κατασκευή της γέφυρας.
Britania bridge
Χάρις στην ανάπτυξη των σιδηροδρόµων τέθηκε και µελετήθηκε συστηµατικά, πειραµατικά κυρίως, από τον Wohler, το πρόβληµα της κόπωσης του µετάλλου κάτω από επαναλαµβανόµενη φόρτιση (βασικά οι άξονες των τροχών)
Πριτσινωτές συνδέσεις (γυρωτικός ήλος)
Με αφορµή τις κατασκευές αυτές µελετήθηκε και το πρόβληµα των συνδέσεων που λύθηκε µε την ανάπτυξη της τεχνικής του πριτσινώµατος από τους Hodgkinson και Fairbairn. Οι πριτσινωτές συνδέσεις αποδείχθηκαν καλύτερες από της κοχλιωτές που δεν προσφέρουν παρά αντοχή σε διάτµηση γιατί η τοποθέτηση του ήλου εν θερµώ γεµίζει όλα τα κενά της σύνδεσης και η συρρίκνωση του υλικού µε την ψύξη δηµιουργεί µια τοπική περίσφιξη ευεργετική για την ποιότητα και αντοχή της σύνδεσης. ∆ηµιουργήθηκε έτσι µια ολόκληρη τεχνολογία συνδέσεων µε εξειδικευµένους τεχνίτες «γυρωτές» και µηχανές για µαζικές συνδέσεις στο εργοστάσιο που σηµάδεψε την πρώτη εποχή ανάπτυξης των σιδηρών κατασκευών.
σελ. 44 / 63
Στο τέλος του 1800 η µηχανική των κατασκευών φθάνει στην ωριµότητα της µε τις συνεισφορές προσωπικοτήτων όπως ο Culman, o Ritter, o Mohr και ο Castigliano και µε κατασκευές που αξιοποιούν µε πλήρη συνείδηση τις ιδιότητες του σιδήρου, όπως το τεράστιο χωρικό δικτύωµα της γέφυρας στον Firth of Forth (18821889) των Baker και Fowler και τις πολυάριθµες κατασκευές του G. Eiffel.
στην παγκόσµια οικονοµία στο βιοµηχανικό και εµπορικό επίπεδο. Ήθελαν παράλληλα να εµπεδώσουν το γόητρο τους τόσο στο πολιτικό όσο και στο πολιτισµικό επίπεδο, για τις ανάγκες του ρόλου που φιλοδοξούσαν να παίξουν στα παγκόσµια πράγµατα. Η πρώτη παγκόσµια έκθεση το 1851 στο Λονδίνο στο Hyde Park. Ένας κατασκευαστής θερµοκηπίων - σιδεράς κέρδισε τον διαγωνισµό για την κατασκευή του χώρου προτείνοντας ένα σύστηµα προκατασκευής που µπορούσε να εγγυηθεί την ταχύτητα της ανέγερσης και την πλήρη αποµάκρυνση της κατασκευής. µετά το τέλος της έκθεσης. Έτσι γεννήθηκε το περίφηµο Crystal Palace η πρώτη σε ευρεία κλίµακα εφαρµογή της προκατασκευής που γέννησε χιλιάδες συζητήσεις και έγινε αντικείµενο πολεµικής από πολλούς αρχιτέκτονες της εποχής.
Γυρωτικό πιστολέτο
Γυρωτές
Μια άλλη κατηγορία κατασκευών που έβαλε την σφραγίδα της στην περίοδο της βιοµηχανικής επανάστασης και βοήθησε σηµαντικά την ανάπτυξη της στατικής είναι οι καλύψεις µεγάλων χώρων, κύρια των ∆ιεθνών Εκθέσεων και των Σιδηροδροµικών Σταθµών. Οι ∆ιεθνείς Εκθέσεις ήταν ο τρόπος µε τον οποίο τα ανεπτυγµένα κράτη της εποχής ιδιαίτερα η Αγγλία και η Γαλλία Θέλησαν να επιδείξουν το ρόλο και τη θέση τους
Το Crystal Palace ορόσηµο στην ιστορία των κατασκευών
σελ. 45 / 63
Στην ιστορία των κατασκευών σηµαδεύουν µια εποχή που η κατασκευαστική πρόοδος είναι συνυφασµένη µε την γέννηση των σύγχρονων πολιτικών µηχανικών, στους οποίους οφείλεται όχι µόνον υποδοµή που ήταν απαραίτητη για την λειτουργία του σιδηροδρόµου (τροχιές, γεφυρώσεις κλπ.), αλλά σε µεγάλο βαθµό και η µορφολογική και τεχνική διαµόρφωση των σταθµών της εποχής.
Γενική άποψη της Έκθεσης του 1867
Από στατικής πλευράς είναι ενδιαφέρον το κτίριο που χρησιµοποιήθηκε σαν εκθεσιακός χώρος στο Παρίσι τα επόµενα χρόνια το «Caleries des Machines» που σχεδιάστηκε για την έκθεση του 1867 από τον Krantz. Το πρόβληµα ήταν να λυθεί η, σε µεγάλη έκταση, κάλυψη χώρων από σίδερο και γυαλί. Ο Krantz χρησιµοποίησε µεταλλικά τόξα ανοίγµατος 35 µ. και, για να εξουδετερώσει την ώθηση, αφ' ενός προέκτεινε τους στύλους προς τα έξω και αφ' ετέρου τοποθέτησε µεταλλικούς ελκυστήρες στη βάση των τόξων στο δάπεδο. Ο νεαρός τότε G. Eiffel, που είχε µόλις ανοίξει µια επιχείρηση µεταλλικών κατασκευών, ανέλαβε να κάνει τους στατικούς υπολογισµούς και τις στατικές επαληθεύσεις. Η πιο διάσηµη ίσως ∆ιεθνής Έκθεση ήταν αυτή του Παρισιού το 1889 για τα 100 χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης επ' ευκαιρία της οποίας κατασκευάστηκε ο περίφηµος πύργος του Eiffel, µε ύψος 300 µ., του οποίου η µορφή, σύµφωνα µε τον κατασκευαστή του, σχεδιάστηκε έτσι ώστε να αντέχει στον άνεµο.
Ο Πύργος το εµβληµατικό έργο του Eiffel
Ένας ακόµα εκθεσιακός χώρος, επίσης "Galerie des Machines", σχεδιάστηκε από τον Dutert και αναλύθηκε στατικά από τους Contamin, Dierron, και Charton όπου σιδηρά, δικτυωτά. τριαρθρωτά τόξα κάλυπταν ένα άνοιγµα 108µ. Εξ ίσου διάσηµες υπήρξαν και οι κατασκευές των σιδηροδροµικών σταθµών, που πέρα από τις λειτουργικές του ανάγκες όφειλαν να εκφράζουν την νέα εποχή. Ο Eiffel το 1888 από τον Nadar
σελ. 46 / 63
Ο σταθµός του San Panctazio στο Λονδίνο (1865) έργο του Harlow καλύπτεται από µεταλλικά, δικτυωτά, οξυκόρυφα τόξα ανοίγµατος 73 µ. και βέλους 30,5 µ. ενώ η ώθηση τους αναλαµβάνεται από ελκυστήρα αλυσίδα κάτω από το επίπεδο του δαπέδου. Χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια 6000 εργάτες, 1000 άλογα και 100 ατµοκίνητοι γερανοί για την κατασκευή του. Τέλος η περίφηµη αγορά του Παρισιού "Halles" (1854-1866), φτιαγµένη από τους V.Baltard και F.Callet, εξέφρασε την πείρα και την κατασκευαστική σοφία των µηχανικών που µορφώθηκαν στις νέες σχολές της θετικιστικής εποχής.
St Pancras Station
Η ανάπτυξη της επιστήµης των µηχανικών στην Αγγλία καθυστέρησε σηµαντικά, σε αντίθεση µε τα έργα των µηχανικών, στα οποία η Αγγλία απέκτησε το αναµφισβήτητο προβάδισµα στην αυγή της σύγχρονης εποχής. ∆εν είναι λοιπόν περίεργο που το στοιχείο της εµπειρίας, της πρακτικής και της µαθητείας είναι τόσο ζωντανό στις Αγγλοσαξονικές χώρες. Το University College of London µόλις το 1826 πρόσθεσε µαθήµατα «µηχανικής φιλοσοφίας» στα κλασσικά του µαθήµατα και µερικά χρόνια µετά ακολούθησαν το King's College of London και το Glasgow University. ∆εν υπήρχε λοιπόν επίσηµος θεσµός για την εκπαίδευση των µηχανικών στην Αγγλία, σε µια εποχή µε εκπληκτικές κατασκευές, και την στιγµή που η Ecole des Ponts et Chausses συµπλήρωνε περίπου 60 χρόνια λειτουργίας. Ήταν λοιπόν φυσικό ο θεσµός της µαθητείας, η σχέση δασκάλου - µαθητή, όπου ο φτασµένος επαγγελµατίας αναλαµβάνει µέσα από την επαγγελµατική πρακτική να εκπαιδεύσει τον νέο που αποφασίζει να ακολουθήσει καριέρα µηχανικού, να είναι ο µοναδικός διαθέσιµος τρόπος παιδείας των Άγγλων µηχανικών.
Galerie des machines 1889
Μέσα από την περίοδο που ονοµάζουµε Βιοµηχανική Επανάσταση και τα έργα που αυτή έκανε αναγκαία ξεπήδησε και η φυσιογνωµία του Άγγλου µηχανικού, που στη συνέχεια έβαλε την σφραγίδα της στη διαµόρφωση του σύγχρονου επαγγελµατία µηχανικού.
Και το γεγονός αυτό µαζί µε την απουσία οποιασδήποτε κρατικής «προστασίας» ή αναγνώρισης του επαγγέλµατος σφράγισε την ταυτότητα του Αγγλικού Συστήµατος.
σελ. 47 / 63
Thomas Telford
∆οµή πρότυπου κτηρίου της αγοράς Halles
Όταν το 1768 ο John Smeaton ονόµασε τον εαυτό του «πολιτικό µηχανικό» έκανε κάτι περισσότερο από το να διαφοροποιήσει τον εαυτό του και τους συνεργάτες του από τους Στρατιωτικούς µηχανικούς. Στην ουσία έδινε ταυτότητα σε ένα νέο επάγγελµα -- εκείνο του πολιτικού µηχανικού. Ο ίδιος ξεκίνησε σαν κατασκευαστής οργάνων και διδάχτηκε τόσο από τους εµπειροτέχνες που κατασκεύαζαν υδρόµυλους όσο και από τους χτίστες. Πέρα από τις διάφορες κατασκευές που σχεδίαζε, παρουσίασε στην Royal Society ένα υπόµνηµα βασισµένο σε πειράµατα επτά ετών, πάνω στην ισχύ και την απόδοση των ανεµόµυλων και των υδραυλικών τροχών. Στα 40 χρόνια της καριέρας του ως σύµβουλος µηχανικού, ο Smeaton προσδιόρισε τον εαυτό του σαν επαγγελµατία πολιτικό µηχανικό και κράτησε την ανεξαρτησία του. Όταν κάποτε του ζήτησαν να σχολιάσει την δουλειά ενός άλλου µηχανικού απάντησε ότι: «είναι αντίθετο µε την τρέχουσα πρακτική ενός επαγγελµατία να δώσει την γνώµη του για την δουλειά ενός συναδέλφου, εκτός εάν κληθεί γι' αυτό σύµφωνα µε τις διαδικασίες του επαγγέλµατος».
John Smeaton
Για τις περισσότερες από τις µελέτες του ο Smeaton εισέπραττε αµοιβή βασισµένη στον χρόνο απασχόλησης του και στα έξοδα που υποβαλλόταν. Αφού συζητούσε τις απαιτήσεις του πελάτη του υπέβαλε µια έκθεση για την λύση που συνιστούσε και εάν αυτή εγκρινόταν προχωρούσε σε σχεδιασµό, υπολογισµούς και γενικά σχέδια. Όταν το έργο άρχιζε να υλοποιείται µέσω κάποιου εργολάβου, ο Smeaton συνιστούσε στον ιδιοκτήτη την πρόσληψη ενός «επί τόπου µηχανικού» (Resident Engineer) που θα είχε ευθύνη για τον τρόπο κατασκευής, τις λεπτοµέρειες, και τα ικριώµατα.
σελ. 48 / 63
Ο ίδιος ο Smeaton επισκεπτόταν συχνά το εργοτάξιο σαν επιβλέπων. Η επαγγελµατική αυτή πρακτική, που σήµερα µας φαίνεται αυτονόητη, ήταν µια καινοτοµία για την εποχή, ήταν ο τρόπος που το υπό διαµόρφωση επάγγελµα του µηχανικού εκφράστηκε στην επαγγελµατική του πρακτική και άρχισε να είναι αρκετά συνήθης γύρω στο 1770. Στις 2 Ιανουαρίου το 1818 µετά από πρόσκληση του H.R. Palmer, οχτώ µηχανικοί συναντήθηκαν στο Kental's Coffee House στην Fleet Street και αποφάσισαν να ιδρύσουν ένα «σύλλογο» πολιτικών µηχανικών. Ο Palmer ήταν 23 χρονών, είχε συµπληρώσει την µαθητεία του και εργαζόταν στο γραφείο του Thomas Telford. Ο σύλλογος αυτός ονοµάστηκε The Institution of Civil Engineers και σκοπό είχε να «διευκολύνει την απόκτηση των γνώσεων που είναι απαραίτητες στο επάγγελµα του πολιτικού µηχανικού και να προάγει την µηχανική επιστήµη». Το 1820 ο Thomas Telford ανέλαβε πρόεδρος του Ινστιτούτου και το 1828 όταν πια αριθµούσε 156 µέλη αποφάσισε να ζητήσει το Royal Charter δηλαδή Βασιλική Αναγνώριση σαν ένα ίδρυµα µε κοινωφελή χαρακτήρα, µια που ο σκοπός του ήταν να προάγει την γνώση στον τοµέα του πολιτικού µηχανικού, που ορίστηκε σαν «η τέχνη της αξιοποίησης των µεγάλων πηγών Ενέργειας της Φύσης προς όφελος του ανθρώπου». Παρ' όλο που σήµερα οι αρχικοί λόγοι ίδρυσης του I.C.E. δηλαδή η έλλειψη άλλης «επίσηµης» παιδείας στον τοµέα των µηχανικών, έχουν εκλείψει, το I.C.E. εξακολουθεί να είναι ο κύριος φορέας έκφρασης και οργάνωσης των πολιτικών µηχανικών στην Αγγλία. Η ιδιοµορφία του εδώ είναι η απουσία κρατικής παρέµβασης και ο έλεγχος του επαγγέλµατος από το ίδιο το επάγγελµα. Η σχέση µαθητείας εξακολουθεί να ισχύει και δεν µπορεί να γίνει κανείς µέλος του I.C.E. δηλαδή επαγγελµατίας µηχανικός αν δεν συµπληρώσει, ανεξάρτητα από τις σπουδές του, µια ορισµένη περίοδο µαθητείας δίπλα σε έναν ήδη αναγνωρισµένο επαγγελµατία.
Rennie Waterloo Bridge London 1817, εννέα ανοίγµατα από 36,6 µέτρα
Η καθυστέρηση λοιπόν της ανάπτυξης της ακαδηµαϊκής παιδείας στον τοµέα των µηχανικών στην Αγγλία σε σχέση µε τις Ευρωπαϊκές χώρες οδήγησε σε έναν διαφορετικό πρότυπο τόσο της εκπαίδευσης (formation) του επαγγελµατία µηχανικού, όσο και της φύσης των θεσµών οργάνωσης και έκφρασής τους.
σελ. 49 / 63
Ξεκινούσε η λαµπρή, για την µηχανική, εποποιία που βασίστηκε στην µαθηµατική θεωρία της ελαστικότητας. Η ανάπτυξη των γραφικών µεθόδων επίλυσης φορέων από τον Culmann το 1851 και στη συνέχεια από τους Ritter, Mohr και Cremona βοήθησαν την διάδοση των δικτυωτών κατασκευών. Οι γραφικές µέθοδοι κυριάρχησαν για τα επόµενα 100 χρόνια, αναπτύχθηκαν από επιστήµονες όπως ο Winkler και ο Mohr, και διαδόθηκαν σε όλη την Ευρώπη και από τον Luigi Cremona του Πολυτεχνείου του Μιλάνου, ο οποίος συστηµατοποίησε την τεχνική της χάραξης των εναλλακτών δυναµο-διαγραµµάτων και µελέτησε τις γεωµετρικές ιδιότητες τους. Οι µέθοδοι αυτές εξάντλησαν τις δυνατότητες µελέτης των ισοστατικών φορέων και µε ορισµένες τεχνικές και υπερστατικών. Χρησιµοποιήθηκαν ακόµα στην ανάλυση των λίθινων τόξων για την χάραξη της καµπύλης των πιέσεων υπό κάποιες παραδοχές και του σχοινοπολυγώνου των εξωτερικών δυνάµεων.
Ο Carl Culman και η πρώτη έκδοση της Γραφοστατικής
Η παραπέρα πρόοδος της επιστήµης των κατασκευών θα έπρεπε να αντιµετωπίσει συνθετότερους φορείς και να περιλάβει τις ελαστικές ιδιότητες του υλικού, για να µπορέσει να προκρίνει µεταξύ των απείρων δυνατοτήτων ισορροπίας και έντασης, ποια είναι συµβατή µε τα δεδοµένα του προβλήµατος.
σελ. 50 / 63
Otto Mohr 1835-1918
Η επίλυση υπερστατικών κατασκευών αναπτύχθηκε από το Maxwell και τον Castigliano, µε ενεργειακή θεώρηση του αποτελέσµατος των δυνάµεων πάνω στην κατασκευή, και ο Betie γενίκευσε τις σχέσεις ανάµεσα στο έργο των εξωτερικών δυνάµεων και την ελαστική ενέργεια του φορέα. Έτσι στο τέλος του 19ου αιώνα υπάρχουν τα µέσα για την επίλυση σύνθετων κατασκευών πράγµα που ευνόησε την πραγµατοποίηση δικτυωτών τόξων, συνήθως αρθρωτών για την γεφύρωση και την κάλυψη µεγάλων ανοιγµάτων. Είναι η εποχή που η µαθηµατική θεωρία της ελαστικότητας φαίνεται η πανάκεια για την επίλυση των πρακτικών προβληµάτων του µηχανικού. Θα χρειαστεί περισσότερο από ένας αιώνας για να γίνει αντιληπτό ότι οι πραγµατικές κατασκευές λειτουργούν αρκετά διαφορετικά από τις µαθηµατικές τους εξιδανικεύσεις και ότι η εύρεση των εντατικών µεγεθών λειτουργίας µιας πραγµατικής κατασκευής είναι σχεδόν ανέφικτη. Οι πειραµατικές αυτές διαπιστώσεις οδήγησαν στη συνέχεια στις πλαστικές θεωρήσεις και τη µέθοδο των οριακών καταστάσεων ενός φορέα. Επιστρέψαµε έτσι σε προσεγγίσεις στερεού σώµατος και κινηµατικές µεθόδους που χρησιµοποιούσαµε πριν την επανάσταση του Navier.
σελ. 51 / 63
Η γέφυρα Britannia του Stephenson 1845-1850
σελ. 52 / 63
Σχέδια από τους πρώτους σιδηροδροµικούς σταθµούς του Παρισιού, κυριαρχεί το δικτύωµα Polonceau
σελ. 53 / 63
Thomas Telford - Η παληά γέφυρα στον ποταµό Menai 1815
I. K. Brunel SS Μεγάλος Ανατολικός σχέδιο από τα ναυπηγεία Scott Russell 1857-1860
σελ. 54 / 63
Eiffel υδραγωγείο Garabit 1884
σελ. 55 / 63
Ponte Maria Pia Porto 1877 Eiffel και Seyrig
σελ. 56 / 63
John Fowler ο µηχανικός του Μητροπολιτικού του Λονδίνου, εδώ η Forth Railway Bridge 1889
Ανθρώπινο µοντέλο για την επίδειξη της αρχής του προβόλου και της στατικής λειτουργίας της γέφυρας Forth.
σελ. 57 / 63
ΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ∆Α Στην µόλις αποκτήσασα την ανεξαρτησία της Ελλάδα του 1828 προφανώς κανένας τεχνικός θεσµός δεν υπήρχε, ούτε έργα κατασκευάζονταν εξ άλλου. Το πρώτο «δηµόσιο έργο» κατασκευάστηκε το 1828 από τον στρατό του Μαίζωνος και ήταν η αµαξιτή οδός Πύλου - Μεθώνης. Το 1829, µε διάταγµά του, ο Καποδίστριας συστήνει τον «Οργανισµόν του Σώµατος των επί της οχυρωµατοποιίας και αρχιτεκτονικών αξιωµατικών» στο οποίον αναθέτει όλες τις εργασίες που αναφέρονται στις οχυρώσεις και τα στρατιωτικά κτήρια αλλά και όσες άλλες, υπάγονται µεν στην πολιτικήν οικονοµίαν, αλλά περικλείονται εις τα καθήκοντα των αρχιτεκτονικών.
Όταν βρέθηκε στο Παρίσι, τον Οκτώβριο του 1827, περιορίστηκε να ζητήσει 3-4 Γάλλους αξιωµατικούς από τη γαλλική κυβέρνηση (Υπουργείο Πολέµου), για να τους χρησιµοποιήσει ως συµβούλους για την οργάνωση του στρατού στην Ελλάδα. Με υπόδειξη του γαλλικού υπουργείου Πολέµου, έφθασαν στην Ελλάδα ο επτανησιακής καταγωγής Σταµάτης Βούλγαρης, ο Auguste - Theod Garnot και ο γεωγράφος Jean-Pierre-Eugéne- Félic Peytier. Αργότερα, τους ακολούθησε και ο JeanHenry-Pierre-Augustin Pauzié-Banne (άπαντες ήταν απόφοιτοι της πολυτεχνικής σχολής της Γαλλίας). Στον Pauzié ανατέθηκε η ίδρυση και διεύθυνση της Σχολής Πυροβολικού, στον Βούλγαρη η εκπόνηση του σχεδίου της Πάτρας και στον Peytier η εκπόνηση του σχεδίου της Κορίνθου.
Η Γαλλική Αποστολή του Μορηά σε καταυλισµό µπροστά από τον Μυστρά.
Το Σώµα συστάθηκε λοιπόν κατά τα στρατιωτικά πρότυπα του γαλλικού Corps, µε βασικό οργανωτή τον γάλλο αξιωµατικό του µηχανικού Theodore Garnot µέλος της γαλλικής στρατιωτικής αποστολής στον Μορέα. Το σώµα όµως δεν λειτούργησε ποτέ γιατί δεν υπήρχαν κατάλληλοι αξιωµατικοί για να στελεχωθεί. Ο Καποδίστριας, πριν από την κάθοδο του στην Ελλάδα, θεωρούσε απαραίτητη την παρουσία στρατιωτών, που θα συνέβαλαν στην απελευθέρωση των υποδούλων ακόµη εδαφών και, ταυτόχρονα, θα ήταν φορείς πολιτιστικής ανάπτυξης. Παρά τις προσπάθειές του, δεν κατόρθωσε να στρατολογήσει το κατάλληλο σώµα.
Σταµάτης Κλεάνθης 1802-1862, Αρχιτεκτονική Σχολή Βερολίνου, ο αρχιτέκτονας της Αθήνας
Ο Όθωνας το 1833 στα πλαίσια της οργάνωσης του Βασιλείου από τους Βαυαρούς ιδρύει λόχο Μηχανικού και δύο λόχους σκαπανέων, προς κατασκευήν των στρατιωτικών οικοδοµήσεων, δρόµων και γεφυρών. Παράλληλα ιδρύεται η Γραµµατεία Εσωτερικών ανάµεσα στις αρµοδιότητες της οποίας ήταν:
σελ. 58 / 63
• Η επαύξησις και εµψύχωσις των βα-
ναύσων τεχνών, των χειρουργοστασίων (manufactures) και πυροεργοστασίων (fabriques), η φροντίς περί συστάσεως βαναυσικών και πολυτεχνικών σχολείων εκ συµφώνου µε την επί των εκκλησιαστικών και της ∆ηµόσιας Εκπαιδεύσεως Γραµµατείαν. • Η ανωτάτη διεύθυνσις της οδοποιίας, γεφυροποιίας και των υδραυλικών εργασιών, η φροντίς περί της συγκοινωνίας διαφόρων µερών του Κράτους.... • Αι προτάσεις περί διορισµού η φροντίς περί ανακαινίσεως και διατηρήσεως των αναγκαίων δια την Υπηρεσίαν οικοδοµών. • Όριζε ακόµα ότι "Τα περί υδραυλικών εργασιών, γεφυροποιίας και οδοποιίας καθώς και αι πολιτικαί οικοδοµαί, θέλουν ενεργείσθαι δια του σώµατος των µηχανικών του στρατού..."
Για την ιστορία ο πρώτος διοικητής του Σώµατος ήταν ο ταγµατάρχης Αντώνιος Τσέχ. Όπως βλέπουµε ο Όθων εξαιρεί την αυλή του από την αρµοδιότητα του Σώµατος αφού όπως γνωρίζουµε έχει επιστρατεύσει διάσηµους αρχιτέκτονες της πατρίδας του. Την ίδια περίοδο ο Όθων, µε µια οµάδα εξεχόντων Ευρωπαίων αλλά και Ελλήνων αρχιτεκτόνων, σχεδιάζει την νέα του πρωτεύουσα και τα βασικά εµβληµατικά κυβερνητικά της κτήρια.
Με άλλο διάταγµα αποκεντρώθηκε στους Νοµάρχες η ευθύνη των έργων και των οικοδοµών της περιοχής τους. Στα τέλη του 1833 ιδρύεται το Σώµα Μηχανικού και η Υπηρεσία ∆ηµοσίων Έργων, υπό µορφή στρατιωτική και προσωπικό του στρατού. Το Σώµα ήταν επιφορτισµένο «µε την σχεδίασιν, διευθυνσιν των οικοδοµών και διατήρησιν όλων των δηµοσίων οικοδοµών τόσον δια το στρατιωτικόν, όσον και δια το πολιτικόν, και έτι µε την κατασκευήν των οδών, γεφυρών και υδραυλικών οικοδοµών, εκτός των οικοδοµών δια την ηµετέραν Αυλήν»
Κλεάνθης και Shaubert σχέδιο της νέας Πόλης της Αθήνας 1833
Η Σχολή Ευελπίδων άρχισε να λειτουργεί το 1835 και µόνον από το 1845 και µετά βρίσκουµε Έλληνες αξιωµατικούς στην υπηρεσία του Μηχανικού.
Κατασκευή της οδού Πειραιώς από το Μηχανικό στα 1836
Ο πρώτος αυτός τεχνικός θεσµός που λειτούργησε στην χώρα µας στελεχώθηκε στο ξεκίνηµά του µε Βαυαρούς αξιωµατικούς, αφού δεν υπήρχαν Έλληνες µε αντίστοιχα προσόντα.
Φρειδερίκος Τσέντνερ εµπνευστής και οργανωτής της τεχνικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα.
σελ. 59 / 63
Η πρώτη πράξη για την οργάνωση της τεχνικής εκπαίδευσης έγινε επίσης στην αρχή της βασιλείας του Όθωνα. Μετά από παρακίνηση του λοχαγού των Σκαπανέων Φρειδερίκου φον Τσέντνερ εκδίδεται στα τέλη του 1836 διάταγµα ιδρύσεως Σχολείου « περί εκπαιδεύσεως εις την Αρχιτεκτονικήν» στο οποίο παρέχεται δωρεάν εκπαίδευση τις Κυριακές και εορτές στους επιθυµούντες να µορφωθούν σαν αρχιτεχνίτες (µαΐστορες) στην αρχιτεκτονική. Στο Σχολείο παρέχονται βασικές µαθηµατικές και µηχανικές γνώσεις. Το 1843 µετονοµάζεται σε "Σχολείον των Τεχνών" και αποκτά τρία τµήµατα. Το "Κυριακών και εορτών" για την επιµόρφωση των τεχνιτών, το "Καθηµερινόν σχολείον" για την θεωρητική και πρακτική µόρφωση στις «βιοµηχανικές τέχνες», και το "Ανώτερον Σχολείον" για την καθηµερινή διδασκαλία των ωραίων τεχνών. ∆ιευθυντής του Σχολείου µέχρι το 1861 διετέλεσε και ο αρχιτέκτονας Λύσανδρος Καυτατζόγλου, µε σχέδια του οποίου κατασκευάστηκε το κτήριο του Πολυτεχνείου επί της Πατησίων. Το 1863 πλουτίζεται το θεωρητικό και πρακτικό πρόγραµµα του Σχολείου διατηρείται όµως η βασική του δοµή. Στο Καθηµερινό Σχολείο των Τεχνών η εκπαίδευση είναι τριετής ενώ στο Καλλιτεχνικό Σχολείο πενταετής.
Στην πρώτη φάση της λειτουργίας του στο Σχολείο των Τεχνών τα σχετικά τεχνικά, αρχιτεκτονικά και µαθηµατικά αντικείµενα δίδαξαν, καθώς και διεύθυναν την Σχολή, διακεκριµένοι αξιωµατικοί του Μηχανικού. Μέχρι τα µέσα του 19ου αιώνα εξ άλλου το επάγγελµα του µηχανικού και του αρχιτέκτονα εξασκούσαν αδιακρίτως τόσο µηχανικοί των στρατιωτικών σχολών όσο και αρχιτέκτονες των Ακαδηµιών Καλών Τεχνών, µηχανικοί των Πολυτεχνικών σχολών του εξωτερικού, χωρίς να µπορούν να καλύψουν τις ανάγκες του νεοσύστατου κράτους. Για µια µεγάλη χρονική περίοδο λοιπόν από το 1830 µέχρι χοντρικά το 1880 οι αξιωµατικοί του σώµατος του µηχανικού θα εκπληρώσουν παράλληλα µε τα στρατιωτικά και όλα τα καθήκοντα µιας Υπηρεσίας ∆ηµοσίων έργων και θα σχεδιάσουν και επιβλέψουν τόσο τα έργα αρχιτεκτονικής όσο και τα έργα πολιτικού µηχανικού στην Ελλάδα. Την ίδια περίοδο θα διαδραµατίσουν κυρίαρχο ρόλο και στον τοµέα της Τεχνικής εκπαίδευσης στελεχώνοντας το Σχολείο των Τεχνών και το Πολυτεχνείο, αργότερα, και συγγράφοντας τα τεχνικά εκπαιδευτικά βιβλία.
Το αρχικό σχέδιο του Καυτατζόγλου για το Πολυτεχνείο 1859
Λύσσανδρος Καυτατζόγλου 1812-1885 . Αρχιτέκτονας της Ακαδηµίας Καλών Τεχνών της Ρώµης. ∆ιευθύνει το Σχολείον τεχνών από 1843 έως 1861. Το στρέφει σε καλλιτεχνικότερο γνωστικό αντικείµενο. Σχεδιάζει το κεντρικό κτήριο της Πατησίων.
Οι αξιωµατικοί αυτοί έχοντας εκπαιδευτεί στα γαλλικά πρότυπα του Πολυτεχνείου και της Ecole des Ponts et Chausses, συχνά µε υποτροφίες του Ελληνικού κράτους, και αργότερα στην εξαετή σχολή Ευελπίδων έχουν συναίσθηση και συµπεριφορά µιας στρατιωτικής και Ευρωπαϊκής ελίτ µέσα στην χώρα µας. Μιας ελίτ που αξιώνει µια κοινωνική θέση, βασισµένη στην αξιοκρατική αξιολόγηση των µορφωτικών και επαγγελµατικών της προσόντων.
σελ. 60 / 63
Η µόρφωσή τους ήταν ευρύτερη και αυτό τους έκανε ικανούς να µορφώσουν το πρώτο corpus τεχνικών κειµένων στα Ελληνικά µεταφράζοντας µε επιτυχία τα ξενόγλωσσα εγχειρίδια. Η οργάνωση των τεχνικών θεσµών εξελίσσεται µε αργούς ρυθµούς µέχρι την πρωθυπουργία του Τρικούπη το 1875, ο οποίος εξ αρχής αντελήφθη ότι, το αναπτυξιακό και κατασκευαστικό του όραµα, δεν µπορούσε να υπηρετηθεί χωρίς αντίστοιχης εµβέλειας τεχνική οργάνωση.
Πέραν των µελών της αποστολής προσελήφθησαν µε τετραετή θητεία και άλλοι αλλοδαποί µηχανικοί µεταξύ των οποίων και οι Lopacinschi, Auguste Fr. Roussel, Giuseppe Cadei και P. Negroni Πράγµατι κατά την περίοδο αυτή πολλά έργα µελετήθηκαν και κατασκευάστηκαν, ενσωµατώθηκε δε, σε µεγάλο βαθµό, η γαλλική νοµοθεσία περί συµβάσεων έργων, στην δική µας νοµοθεσία.
Έτσι µε νόµο του 1878 συστήνεται ανεξάρτητη Υπηρεσία των ∆ηµοσίων Έργων εντός του υπουργείου Εσωτερικών, µε ιδιαίτερο διευθυντή µη υπαγόµενο στον γραµµατέα του Υπουργείου. Η Υπηρεσία οργανώθηκε κατά τα πρότυπα της Γαλλικής νοµοθεσίας µετονοµάζοντας τους αρχιµηχανικούς (ingénieurs en chef) σε νοµοµηχανικούς. Πρώτος διευθυντής των ∆ηµοσίων έργων διορίστηκε ο ∆ηµήτριος Σκαλιστήρης, που µετατάχθηκε από αντισυνταγµατάρχης Μηχανικού. Ο ίδιος είχε διατελέσει από το 1865 µέχρι του 1873 διευθυντής του Σχολείου των Τεχνών και καθηγητής της Στατικής. Η πρώτη στελέχωση της Υπηρεσίας έγινε από απόφοιτους της Ecole des Ponts et Chaussees καθώς και των Πολυτεχνείων του Μονάχου και της Ζυρίχης καθώς και από αξιωµατικούς του Μηχανικού. Υπήρξαν όµως αρκετά κενά σε θέσεις µηχανικών. Το 1882, όταν ξαναβρίσκεται ο Τρικούπης πρωθυπουργός, αποφασίζει την µετάκληση ολόκληρης Γαλλικής αποστολής µε τετραετή σύµβαση, για να συνδράµει στην µελέτη και την οργάνωση των δηµοσίων έργων της χώρας. Επικεφαλής ο Alfred Rondel γενικός επιθεωρητής γεφυροποιίας, βοηθούµενος από τους αρχιµηχανικούς Abel Gotteland Edouard Quellenec. Των δύο τελευταίων η σύµβαση παρετάθη µέχρι το 1888.
Η διάνοιξη της διώρυγας της Κορίνθου 1882, το µεγαλύτερο ίσως τεχνικό και οικονοµικό τόλµηµα της σύγχρονης Ελλάδας.
Σταθµό στην εξέλιξη της οργάνωσης της τεχνικής γνώσης αποτελεί ο Νόµος του Μαΐου 1887 που µετατρέπει το Σχολείον σε «Σχολείον των Βιοµηχάνων Τεχνών» και από το 1888 του προτάσσει τον τίτλο του «Μετσοβίου Πολυτεχνείου». Περιλαµβάνει δύο ανώτερες Σχολές τετραετούς φοιτήσεως, Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανουργών και µία κατωτέρα τριετούς φοιτήσεως, των Γεωµετρών και Εργοδηγών. Το Σχολείον των Καλών Τεχνών τελεί υπό την κοινή διεύθυνση µε το Βιοµηχάνων Tεχνών. Εξέχουσα µορφή της περιόδου αυτής ο επί εικοσαετία διευθυντής του Αναστάσιος Θεοφιλάς, ταγµατάρχης εν αποστρατεία. Με τον Νόµο 388 του Νοεµβρίου 1914 το Σχολείον µετονοµάζεται σε «Εθνικόν Μετσόβιον Πολυτεχνείον» και γίνεται ισότιµο του Πανεπιστηµίου Αθηνών. Παράλληλα υπάγεται στην εποπτεία του Υπουργείου Συγκοινωνίας και παρέχει κατ' αποκλειστικότητα την ανώτατη τεχνική εκπαίδευση στην Ελλάδα.
σελ. 61 / 63
Τέλος, µε τον Νόµο 980 του 1917, λαµβάνει λίγο πολύ την σύγχρονη του µορφή µε την σχηµατοποίηση των Σχολών Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανολόγων - Ηλεκτρολόγων, που γίνονται µε πενταετείς σπουδές, και την ίδρυση των Ανωτάτων Σχολών των Αρχιτεκτόνων και Χηµικών, µε τετραετείς σπουδές, και Τοπογράφων µε τριετείς αρχικά σπουδές. Στο Μετσόβιο προσαρτήθηκαν ακόµα τα Σχολεία µέσης τεχνικής εκπαίδευσης, δηλαδή το Εργοδηγών και Γεωµετρών, το Εργοδηγών µηχανουργών, το εργοδηγών χηµικής και µεταλλευτικής βιοµηχανίας και των Σχεδιαστών. Έχουµε µπει πια στην σύγχρονη εποχή. Η ίδρυση του Τεχνικού Επιµελητηρίου Ελλάδος το 1923 αποτελεί ορόσηµο στην εξέλιξη και µορφοποίηση τόσο της επαγγελµατικής και επιστηµονικής φυσιογνωµίας του Έλληνα µηχανικού, όσο και της τεχνικής ανάπτυξης της χώρας µας.
σελ. 62 / 63
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Η παρακάτω βασική βιβλιογραφία παρατίθεται µε τυχαία σειρά και η αρίθµηση δεν εµπεριέχει καµία αξιολόγηση. 1. 2. 3. 4. 5. 6. 7. 8. 9. 10. 11. 12. 13. 14. 15. 16. 17. 18. 19. 20.
Bertrand Gille : "Les ingenieurs de la Renaissance" Editions Point. A. Choisy : "Histoire d' Architecture A. Hausser : «Κοινωνική ιστορία της Τέχνης». Antoine Picon: "Architectes et Ingenieurs au Siecle des Lumieres"Editions Parentheses. Edoardo Benvenuto:"La Scienza delle Construzioni il suo Sviluppo storico"Ed.Sansoni. "The Institution of Civil Engineers : a short history" Ed. Thomas Telford. Ιστορία του ΕΜΠ Κώστα Μπίρη Αθήνα 1957 Πρώτοι Ελλήνες Τεχνικοί Επιστήµονες περιόδου απελευθέρωσης ΤΕΕ Αθήνα 1976. Τεχνική Επετηρίς της Ελλάδος υπό Ευτυχίου Κοκκινόπουλου, τόµος Α τεύχος Ι, ΤΕΕ 1935. Architecture and the crisis of modern Science, Alberto Perez-Gomez, 1983 MIT press. Villard de Honnecourt et son temps. Exposition virtuelle Gallica Bibliothèque Nationale de France. L'ingénieur artiste, Antoine Picon- Michel Yvon, Presses des Ponts et chaussées. Paris 1989 The great Builders, Kenneth Powell, Thames&Hudson 2011. Great Engineers, Derek Walker, Academy Editions London 1987 Οι Έλληνες Μηχανικοί, Γιάννης Αντωνίου Βιβλιόραµα Αθήνα 2006 Kennetrh Frampton, Μοντέρνα Αρχιτεκτονική, Θεµέλιο Αθήνα 1987 17.Stephen Timoshenko, History of strength of materials, Dover publications 1983 Hans Straub, A history o civil engineering, Leonard Hill London 1960. Konstantinos Chatzis and Efthymios Nikolaidis, Science, technology and the 19th century state, Conference proceedings, National Hellenic Research Foundation, Athens 2003. Πλήθος άρθρων και εικόνων από το διαδίκτυο και κυρίως από το Bulletin de la Sabix.
σελ. 63 / 63