ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ Γ΄ΛΥΚΕΙΟΥ 10 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Α1. α. 1. Λ 2. Σ 3. Σ 4. Λ 5. Σ Α1.
β.
1. Λ «Ἅτε δὴ οὖν οὐ πάνυ τι σοφός ὤν ὁ Ἐπιμηθεύς ἔλαθεν αὑτόν καταναλώσας τὰς δυνάμεις εἰς τὰ ἄλογα.» 2. Σ
«Ἀποροῦντι δὲ αὐτῷ ἔρχεται Προμηθεύς ἐπισκεψόμενος τὴν νομήν»
3. Σ «Ἀπορίᾳ οὖν σχόμενος ὁ Προμηθεύς ἥντινα σωτηρίαν τῷ ἀνθρώπῳ εὕροι» 4. Λ «Τῷ δὲ Προμηθεῖ εἰς τὴν ἀκρόπολιν τὴν τοῦ Διός οἴκησιν οὐκέτι ἐνεχώρει εἰσελθεῖν» 5. Σ
«καὶ ἐκ τούτου εὐπορία μὲν ἀνθρώπῳ τοῦ βίου γίγνεται»
Β1. Σύμφωνα με το μύθο οι θεοί, αφού έπλασαν τα έμβια όντα ως προς την εξωτερική τους μορφή, έδωσαν εντολή στους δύο Τιτάνες, τον Προμηθέα και τον Επιμηθέα, να τα εξοπλίσουν με τα κατάλληλα εφόδια. Η διαδικασία διανομής των ιδιοτήτων δεν έγινε όπως ταίριαζε στα ονόματα και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των δύο Τιτάνων. Κανονικά ο Προμηθέας, ο οποίος είναι προνοητικός (όπως δηλώνει και το όνομά του, σύνθετο από τις λέξεις πρὸ + μῆτις = σκέψη, δηλαδή σκέφτεται πριν κάνει κάτι, σταθμίζει τις συνέπειες και έπειτα προβαίνει σε πράξεις), έπρεπε να κάνει τη μοιρασιά και ο Επιμηθέας να επιθεωρήσει το έργο του. Η αλλαγή, όμως, των ρόλων των δύο Τιτάνων ύστερα από την παράκληση του Επιμηθέα, αποκτά καθοριστικότατη σημασία για την εξέλιξη του μύθου, αφού ο Επιμηθέας, αναλαμβάνοντας έναν ρόλο που
δεν του αρμόζει, θα κάνει λάθος και θα αφήσει χωρίς εφόδια το ανθρώπινο γένος («ἀκόσμητον»). Τότε θα αναγκαστεί να παρέμβει ο Προμηθέας και να κλέψει τις τεχνικές γνώσεις της Αθηνάς και τη φωτιά του Ηφαίστου, προκειμένου να αναπληρωθεί η φυσική αδυναμία του ανθρώπου. Στην αρχή του μύθου, ο Επιμηθέας παρουσιάζεται να εξαντλεί όλα τα εφόδια στα ζώα, για τα οποία υπήρξε ιδιαίτερα ευρηματικός και αποτελεσματικός, αφού πέτυχε την εξισορρόπηση και τη διαιώνιση κάθε είδους («τὰ μέν ἄλλα ζῷα ἐμμελῶς πάντων ἔχοντα»), επιδεικνύοντας σύνεση, φροντίδα και δικαιοσύνη. Ο Πρωταγόρας εξηγεί τελολογικά τον «νόμο της αναπλήρωσης» στη φύση, με τη μυθική μορφή του Επιμηθέα, αφού, σύμφωνα με τους βιολογικούς νόμους, κάθε ζώο έχει εφοδιαστεί με τα αναγκαία μέσα επιβίωσης, αυτοσυντήρησης και διαιώνισης του είδους του. Στη συνέχεια, βέβαια, αποδεικνύεται και η αρνητική πτυχή του χαρακτήρα του, η πνευματική του κατωτερότητα, όπως προκύπτει και από την ετυμολογία του ονόματος του: είναι αυτός που σκέφτεται μετά τη εκτέλεση μιας ενέργειας και βρίσκεται αντιμέτωπος με τις συνέπειές της [ἐπὶ (=μετά) + μῆδος (= σκέψη)]. Είναι «ἁμαρτίνοος» ή «ὀψίνοος». Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να τον χαρακτηρίσουμε αστόχαστο, απερίσκεπτο, επιπόλαιο, παρορμητικό, γιατί αφήνει τον άνθρωπο εντελώς αβοήθητο και ανυπεράσπιστο («ἔλαθεν αὑτόν καταναλώσας τὰς δυνάμεις εἰς τὰ ἄλογα, λοιπόν δὴ ἀκόσμητον ἔτι αὐτῷ ἦν τὸ ἀνθρώπων γένος»). Συγκεκριμένα, ο φυσικός εξοπλισμός του ανθρώπου ήταν εντελώς ανεπαρκής («γυμνός, ἀνυπόδητος, ἄστρωτος, ἄοπλος»). Η απρονοησία και η πνευματική κατωτερότητα του Επιμηθέα τονίζεται με το σχήμα μείωσης και λιτότητας: «οὐ πάνυ τι» αντί «ελάχιστα». Αξίζει να επισημανθεί, βέβαια, ότι ο Επιμηθέας συνειδητοποιώντας το λάθος του βρίσκεται σε αδιέξοδο («ἠπόρει ὅτι χρήσαιτο», «Ἀποροῦντι δὲ αὐτῷ») και αγωνιά για την τύχη του ανθρώπου, καθώς οι ελλείψεις του είναι εμφανείς. Β2. Στη φράση «ἔντεχνος σοφία» το επίθετο «έντεχνος» υποδηλώνει αυτόν που είναι μέσα στα όρια της τέχνης, τον επιδέξιο, τον έμπειρο, ενώ η συνεκφορά του με το ουσιαστικό «σοφία» δηλώνει τη σοφία που εμπεριέχει την τέχνη, τη σοφία που συμπορεύεται με την τέχνη, τις τεχνικές γνώσεις. Αρχικά η έννοια της σοφίας έχει να κάνει με τη δεξιότητα και την εμπειρία σε κάποια τέχνη (αρχιτεκτονική, γλυπτική, μεταλλουργία, ιατρική κ.ά). Ο προσδιορισμός «ἔντεχνος» επιτρέπει εδώ στον Πρωταγόρα να διευκρινίσει πως αυτού του είδους τη σοφία εννοεί και όχι αυτή που συνδέουμε με τις θεωρητικές γνώσεις όπως η φιλοσοφία και η γνώση των επιστημών. Κατανοούμε, λοιπόν, τον όρο ως τεχνογνωσία, η οποία επιτρέπει στον άνθρωπο να προβεί σε
επινοήσεις και εφαρμογές σωτήριες για τη ζωή του που προωθούν την εν γένει παρουσία του στον κόσμο. Ειδικότερα, η τεχνογνωσία συνδέεται με τις τεχνικές δεξιότητες και την κατασκευαστική ικανότητα του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος είναι σε θέση να συλλάβει και να οργανώσει τη διαδικασία της εργασίας, η οποία συμπυκνώνει με τον καλύτερο τρόπο το άλμα του πρώην, απλώς «ζωικού οργανισμού» σε ήδη άνθρωπο που αποδεσμεύεται σταδιακά από τις αλυσίδες της βιολογικής νομοτέλειας και προνοεί για τις επόμενες στιγμές της ζωής του. Συνδεδεμένη με τη διαδικασία της εργασίας είναι η διαδικασία κατασκευής και επινόησης, καλλιέργειας και αγωγής. Με την κατασκευαστική και επινοητική ικανότητα ο άνθρωπος δίνει υπόσταση στους σχεδιασμούς του και τα ευρήματα του νου του, κατασκευάζοντας σπίτια, σκεύη, εργαλεία, όπλα, αλλά και προβαίνει σε επινοήσεις συμβολικών συστημάτων όπως η γλώσσα, η γραφή, η αρίθμηση, που διευρύνουν τα όρια της ελευθερίας του σε σχέση με τη βιολογική αιτιότητα. Με την καλλιέργεια (γης, γραμμάτων, τεχνών και καλών τεχνών) και την αγωγή διαμορφώνει σκόπιμα τις προϋποθέσεις για παραγωγή έργων και μέσων και για νέες δημιουργίες μέσα από την αξιοποίηση εργαλείων και γνώσεων τεχνικής. Όμως, η συνολική διαδικασία γίνεται συγχρόνως και τρόπος αγωγής της φύσης του, τρόπος εξέλιξης και διαμόρφωσής του, καθώς περιέρχεται στη θέση να ελέγξει τα πάθη του, να τιθασεύσει το ένστικτο και να οργανώσει τις άμυνες του εαυτού του στον αγώνα επιβίωσης. Τα δώρα του Προμηθέα συνετέλεσαν, επομένως, στο να αποκτήσει ο άνθρωπος «τὴν περὶ τὸν βίον σοφίαν», χρήσιμες δηλαδή γνώσεις, προκειμένου να αντισταθμίσει τις ελλείψεις των εφοδίων που είχαν δοθεί στα υπόλοιπα έμβια όντα, όμως ο Προμηθέας δεν μπόρεσε να δώσει στους ανθρώπους την πολιτική τέχνη, δηλαδή την τέχνη για την οργάνωση της πολιτείας που περιλαμβάνει ηθικές ιδιότητες όπως η δικαιοσύνη, σωφροσύνη, σεβασμός κ.ά και είναι το υψηλότερο και καλύτερο δώρο, φυλαγμένο από τον ίδιο τον Δία. Με την πράξη κλοπής περιορίστηκε στο δώρο της τεχνογνωσίας, ευεργετικό βέβαια, αλλά κατώτερο. Γίνεται σαφές ότι η πολιτική τέχνη είναι ανώτερη κατάκτηση, η οποία στον μύθο χαρακτηρίζει την κοινότητα των θεών και όχι των ανθρώπων, και αποτελεί στοιχείο εξουσίας του Δία απέναντι στους άλλους θεούς και τον κόσμο. Η παρουσίασή τους ως δώρων των θεών και όχι ως ανακαλύψεων του ανθρώπου μπορεί να θεωρηθεί και ως ένδειξη σεβασμού προς αυτούς και προσπάθεια αποφυγής ύβρης εκ μέρους των ανθρώπων. Ιδιαίτερης σημασίας είναι η άποψη που συνάγεται από τον μύθο και αποδίδεται στον Πρωταγόρα ότι στην προϊστορία του ανθρώπινου γένους προηγήθηκε η κατάκτηση τεχνικής πρόσφορης για τον βιοπορισμό του και ακολούθησε η κατάκτηση της πολιτικής τέχνης. Άρα η κατάκτηση της τεχνικής από τον άνθρωπο, που χαρακτηρίζεται σαν τιτανική πράξη κλοπής, συνέβη σε μια πρώιμη φάση, προκοινωνική και δείχνει τις τότε
δυνατότητες του ανθρώπινου πνεύματος. Αντίθετα, η πολιτική ήταν ακόμη απρόσιτη σχεδόν στο ανθρώπινο πνεύμα και κατακτήθηκε σε υστερότερη στιγμή της ιστορίας του ανθρώπου και αφού είχαν διαμορφωθεί οι κατάλληλες συνθήκες. Αρχικά τόσο η «ἔντεχνος σοφία» όσο και η πολιτική τέχνη βρίσκονται στα χέρια των θεών, στοιχείο που υποδηλώνει τη μεγάλη τους αξία σε αντιδιαστολή με τα εφόδια που έλαβαν τα ζώα που δεν είχαν θεϊκή προέλευση. Πιο συγκεκριμένα, οι τεχνικές γνώσεις μαζί με τη φωτιά φυλάσσονται στο κοινό οίκημα της Αθήνας και του Ηφαίστου («τὸ τῆς Ἀθηνᾶς καὶ τοῦ Ἡφαίστου οἴκημα τό κοινὸν»). Η απουσία φύλαξης, σύμφωνα με το μύθο, καθιστά εφικτή την πρόσβαση στο χώρο και την κλοπή αυτών των ιδιοτήτων από τον Προμηθέα («λαθὼν εἰσέρχεται, καὶ κλέψας … δίδωσιν ἀνθρώπῳ»), κάτι που κρίνεται απαραίτητο για την αναπλήρωση της φυσικής ένδειας του ανθρώπου με την ανάπτυξη υλικοτεχνικού πολιτισμού. Στο σχέδιο του Προμηθέα πιθανόν ήταν και η κλοπή της πολιτικής τέχνης από τον Δία, όμως αφενός τα χρονικά περιθώρια είχαν στενέψει («οὐκέτι ἐνεχώρει»), αφετέρου δεν ήταν εύκολο να πλησιάσει στην ακρόπολη, την κατοικία του πατέρα των θεών. Ο χώρος φυλασσόταν από φοβερούς φύλακες («πρὸς δὲ καὶ αἱ Διὸς φυλακαὶ φοβεραὶ ἦσαν»). Σύμφωνα με τη μυθολογία, οι φρουροί αυτοί ήταν το Κράτος, που ήταν η προσωποποίηση της σωματικής δύναμης, και η Βία, που ήταν η προσωποποίηση της επιβολής, και οι δύο μαζί συνιστούσαν όργανα της εξουσίας του Δία. Η πολύ καλή φύλαξη της πολιτικής τέχνης συμβολίζει τη δυσκολία απόκτησής της και τις επίπονες προσπάθειες του ανθρώπου για οργάνωση πολιτικών κοινωνιών και ανάπτυξη πνευματικού πολιτισμού. Επιπλέον, το γεγονός ότι η πολιτική τέχνη ανήκε στο Δία, τον ανώτερο από όλους τους θεούς, υποδεικνύει τη μεγάλη της αξία. Τέλος, η δίκη («κλοπῆς δίκη μετῆλθεν») και η επακόλουθη αυστηρή τιμωρία του Προμηθέα από τον Δία δηλώνει μεν τον επονείδιστο χαρακτήρα της πράξης της κλοπής, αλλά και τη σημασία της πολιτικής αρετής για το ανθρώπινο γένος. Β3. α. Σωστό β. Σωστό γ. Λάθος δ. Σωστό ε. Λάθος Β4. εἱμαρμένη- μερίδιο ἐξιέναι- εισιτήριο ἔσχε- σχήμα
κλέπτει- κλεψύδρα λαθὼν- λήθη Β5. Και στα δύο κείμενα διαφαίνεται η προσφορά του Προμηθέα στο ανθρώπινο γένος, που συντέλεσε καθοριστικά στην πορεία και εξέλιξή του. Στο πρωτότυπο κείμενο ο Προμηθέας παρουσιάζεται από τον Πρωταγόρα να βρίσκεται σε αδιέξοδο, αναζητώντας λύση για την επιβίωση του ανθρώπου («Ἀπορίᾳ οὖν σχόμενος ὁ Προμηθεύς ἥντινα σωτηρίαν τῷ ἀνθρώπῳ εὕροι»), ύστερα από την απρονοησία του αδερφού του να λησμονήσει τους ανθρώπους. Ως φιλάνθρωπος θεός πράττει ανιδιοτελώς και προσφέρει τις τεχνικές γνώσεις και τη φωτιά στους ανθρώπους, χωρίς να περιμένει ανταπόδοση. Απόλυτα συνειδητοποιημένος για το εγχείρημά του, παράτολμος και ριψοκίνδυνος («λαθών εἰσέρχεται») εισέρχεται στην κατοικία των θεών. Επιπλέον, μπορεί να χαρακτηριστεί ως ευρηματικός και αποτελεσματικός, εφόσον παρείχε στον άνθρωπο τις ιδιότητες εκείνες που εξασφάλισαν την αφθονία αγαθών στη ζωή του. Πρόκειται συνεπώς για τον σωτήρα και ευεργέτη του ανθρώπινου γένους, που αψηφώντας τις επιπτώσεις της ενέργειάς του («κλοπῆς δίκη μετῆλθεν») με αυταπάρνηση έδωσε καίρια λύση στο πρόβλημα της επιβίωσης του ανθρώπου. Ο χαρακτήρας αυτός του Προμηθέα προβάλλεται στα πλαίσια του μύθου με περιγραφικό τρόπο, σε τριτοπρόσωπη αφήγηση. Στο απόσπασμα από τον Αισχύλο ο ίδιος ο Προμηθέας αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο αναλυτικά τις δωρεές του στον άνθρωπο (ιατρική, μαντική, μεταλλουργία, κατασκευαστικές τέχνες γενικότερα), για να τονίσει το μέγεθος της προσφοράς του. Στο πλαίσιο της ποιητικής αφήγησης με τρόπο εμφαντικό χρησιμοποιώντας ρητορική ερώτηση («ποιος άλλος θα’ λεγε πως τους το έδειξε πριν από μένα;»), με πρόταση χωρίς ρήμα («Να το έργο μου.») και με προστακτική έγκλιση («μάθε») προβάλλει τον χαρακτήρα του, προσδίδοντας αμεσότητα και ζωντάνια στον λόγο του. Έτσι, θα τον χαρακτηρίζαμε επινοητικό, ευρηματικό και φιλάνθρωπο, από την άλλη, όμως, τον διακρίνει έπαρση και φιλαυτία, αυταρέσκεια και εγωκεντρικότητα, καθώς αποδίδει τη σωτηρία και την εξέλιξη του ανθρώπου αποκλειστικά στη δική του προσφορά («τι τέχνες και τεχνάσματα σκαρφίστηκα» και «όλες οι τέχνες οι ανθρώπινες είναι δωρεές του Προμηθέα»).
ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Γ1. ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ Εγώ είμαι απλός άνθρωπος, όμως γνωρίζω ότι το καλύτερο είναι να διδάσκεται (πρώτα) κανείς το σωστό με βάση τη δική του φύση, και δεύτερον (να διδάσκεται) περισσότερο από όσους γνωρίζουν αληθινά κάτι σωστό παρά από όσους κατέχουν την τέχνη της εξαπάτησης. Ίσως λοιπόν δεν μιλώ με τα λόγια σαν των σοφιστών’ γιατί δεν επιδιώκω αυτό. Γ2. Ο Ξενοφών στο συγκεκριμένο απόσπασμα διατυπώνει επικρίσεις εναντίον των σοφιστών ως προς την επίδραση τους στους νέους. Ειδικότερα, κατηγορεί τους σύγχρονους σοφιστές ότι, ενώ ισχυρίζονται ότι μπορούν να οδηγήσουν τους νέους στην αρετή, στην πραγματικότητα τους οδηγούν στην αντίθετη κατεύθυνση. Επίσης, οι σοφιστές δεν έκαναν ούτε έναν άνδρα ενάρετο ούτε προσφέρουν συγγράμματα χάρη στα οποία οι νέοι γίνονται ενάρετοι, αλλά έχουν γράψει πολλά για ανούσια ζητήματα, εξαιτίας των οποίων οι νέοι κυριεύονται από άσκοπες απολαύσεις και δεν χαρακτηρίζονται από αρετή. Επιπλέον, όσοι ελπίζουν ότι θα μάθουν κάτι από τα συγγράμματα των σοφιστών αφενός χάνουν άδικα τον χρόνο τους, αφετέρου εμποδίζονται από το να μάθουν άλλα χρήσιμα πράγματα, ενώ διδάσκονται άχρηστα. Επίσης, μέμφεται τους σοφιστές, επειδή επιδιώκουν την εκζήτηση σε όσα γράφουν, ενώ πουθενά δεν υπάρχουν σωστές απόψεις, με τις οποίες θα μπορούσαν να εκπαιδεύονται οι νεότεροι, ώστε να γίνουν ενάρετοι. Γ3. α.
β.
ἄνδρα: ἄνδρας γράμματα: γράμμα ὅντιν΄: οὕστινας ὧν: οὗ ἑωράκαμεν: ἴδωμεν ἐποίησαν: ποιήσωσι(ν) παρέχονται: παράσχωσι(ν)
Γ4. α. υπόθεση: εἰ ἔχοιεν (εἰ + ευκτική) απόδοση: οὐκ ἄν παιδεύσειε (δυνητική ευκτική) ανεξάρτητος υποθετικός λόγος της απλής σκέψης του λέγοντος προσδοκώμενο: υπόθεση: ἐάν/ἄν /ἤν ἔχωσι(ν) απόδοση: οὐ παιδεύσει (οριστική μέλλοντα) /οὐκ ἄν παιδεύσειε (καθώς η δυνητική ευκτική συνιστά μελλοντική έκφραση) –β. παθητική και αττική σύνταξη Αὐτοί πολλά γεγράφασι(ν)