Η ιστορία των δημοτικών εκλογών: από τους δημογέροντες στους δημάρχους των Βαυαρών

Page 1

341 25-26 | 5 | 2019 Κ Υ Κ Λ Ο Φ Ο Ρ Ε Ι Μ Α Ζ Ι Μ Ε Τ Η Ν « Ε Φ Η Μ Ε Ρ Ι Δ Α Τ Ω Ν Σ Υ Ν ΤΑ Κ Τ Ω Ν » Τ Ο Υ Σ Α Β Β Α Τ Ο Κ Υ Ρ Ι Α Κ Ο Υ

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Η Ιστορία των Δημοτικών Εκλογών Από τους δημογέροντες στους δημάρχους των Βαυαρών Τα πρώτα εκλογικά συστήματα με τα σφαιρίδια και τις 100 κάλπες Βία, νοθεία, δωροδοκίες και φόνοι στις εκλογές Το κόμμα των βιομηχάνων και η ιστορική ήττα του στον Πειραιά Οι «κόκκινοι δήμαρχοι» και τα πραξικοπήματα για την ακύρωση της εκλογής τους


2

38

Του Σταύρου Μαλαγκονιάρη

Η Αυτοδιοίκηση, ή όπως λεγόταν παλαιότερα η «τοπική διοίκηση», αποτελεί έναν θεσμό με βαθιές ρίζες στον ελληνικό λαό, παρά τις διαφορετικές μορφές που έπαιρνε σε κάθε περίοδο. Στην Αθήνα, όπου από την αρχαιότητα υπήρξε η αρχή του δήμου, διαμορφώθηκε από το 1690, στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, η πρώτη κοινότητα με επικεφαλής τους δημογέροντες ή άρχοντες, στα πρότυπα του αρχαίου πολιτεύματος. Η σημασία της κοινοτικής οργάνωσης και της εκλογής των δημογερόντων από τον λαό αναγνωρίστηκε επίσημα από την Α’ Εθνοσυνέλευση στην Επίδαυρο και κυρώθηκε με νόμο της 30ής Απριλίου 1822. Μάλιστα, από έγγραφα που διασώζονται προκύπτει ότι εκλογές για την ανάδειξη των δημογερόντων των Αθηνών γίνονταν ακόμα και στη διάρκεια του Αγώνα. Ομως, μετά την απελευθέρωση και τη σύσταση του νέου ελληνικού κράτους, με τη διαίρεσή του σε νομαρχίες και δήμους, οι εκλογές πήραν άλλο «χρώμα». Η πολιτική και οι αντιπαραθέσεις, πολλές φορές με αιματηρές συγκρούσεις, δωροδοκίες και νοθείες στιγμάτισαν τις δημοτικές εκλογές. Η «Εφημερίδα των Συντακτών» σε μια αναδρομή στην ιστορία των δήμων και κυρίως των δημοτικών εκλογών καταγράφει: 1. Τα βασικά χαρακτηριστικά των πρώτων δήμων, τις αρμοδιότητές τους και τις πρώτες συγκρούσεις με τη βαυαρική ολιγαρχία. 2. Τα πρώτα εκλογικά συστήματα που εφαρμόστηκαν. 3. Περιστατικά νοθείας, βίαιων επεισοδίων και δωροδοκιών, που χαρακτήρισαν τις εκλογικές αναμετρήσεις μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. 4. Την ιστορική παρέμβαση της Ιεράς Συνόδου, που έγινε ενόψει των δημοτικών εκλογών του 1907, απαγορεύοντας οποιαδήποτε ανάμειξη των κληρικών στην πολιτική αντιπαράθεση και αποκηρύσσοντας κάθε προσπάθεια δωροδοκίας ψηφοφόρου. 5. Τη μοναδική περίπτωση συγκρότησης μιας παράταξης ισχυρών βιομηχάνων και μεγαλεμπόρων, που διεκδίκησε, σκορπώντας άφθονο χρήμα, τον δήμο του Πειραιά. 6. Τις ταραχώδεις εκλογικές αναμετρήσεις του Μεσοπολέμου και τα… ξεχασμένα «πραξικοπήματα» για την ακύρωση της εκλογής κομμουνιστών δημάρχων σε διάφορες πόλεις. Σε όλη αυτή τη διαδρομή, που καλύπτει περισσότερα από 100 χρόνια, στην ιστορία της Αυτοδιοίκησης αποτυπώνονται ανάγλυφα όλες οι παθογένειες του ελληνικού κράτους και κυρίως ο διχασμός, που στις διάφορες μορφές του ταλάνισε τη χώρα.

25-26 Μαΐου 2019

|

ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΕ ΑΘΗΝΑ ΚΑΙ ΠΕΙΡΑΙΑ

Δήμαρχος στα μέτρα

Τ

α πρώτα… βήματα των δήμων έγιναν στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος το 1834, με τον νόμο «περί συστάσεως των Δήμων». Βέβαια, οι ασάφειες ήταν πολλές, ακόμα και στα όρια των δήμων, τα οποία υποδεικνύονταν με βουνά, φαράγγια, με… νερά, ακόμα και… λιθάρια! Ταυτόχρονα, «φορτώθηκαν» στους δήμους ένα σωρό αρμοδιότητες, όπως η σύσταση και διατήρηση των προκαταρκτικών σχολείων, των δρόμων, των υδραγωγείων, μέχρι και τα έξοδα λειτουργίας της τοπικής Αστυνομίας. Την ίδια ώρα όμως, τα δημοτικά έσοδα από τους φόρους ήταν ελάχιστα και έτσι μέσα σε δύο χρόνια οι περισσότεροι δήμοι αναγκάστηκαν να αναζητούν δανεισμό, συνήθως με δυσβάστακτους όρους. Ιδιαίτερα αποτυχημένο αποδείχτηκε και το μοντέλο του δημάρχου-σερίφη, δηλαδή του δημάρχου που είχε την ευθύνη της λειτουργίας της Αστυνομίας, αλλά χωρίς να έχει δικαίωμα να διορίσει ούτε έναν αστυνομικό, καθώς και αυτό το προνόμιο ήθελε να το διατηρεί το παλάτι.

Ο Οθων σε νεαρή ηλικία

Ειδικά στην Αθήνα, της οποίας ο πληθυσμός μεγάλωνε με μεγάλη ταχύτητα, η εγκληματικότητα είχε αυξηθεί δραματικά. Οι εφημερίδες της εποχής ανέφεραν χαρακτηριστικά ότι «οι κάτοικοι μετά φόβου εξήρχοντο την νύκτα των οικιών τους». Οι κλοπές, ακόμα και οι δολοφονίες για λίγα χρήματα είχαν γίνει συχνό φαινόμενο, ενώ ακόμα και από το δημαρχείο υπεξαιρέθηκαν υπηρεσιακά βιβλία. Το πρόβλημα οξυνόταν από την παρουσία των «άτακτων», κυρίως Ρουμελιωτών, στρατιωτών που συσσωρεύονταν στην πρωτεύουσα, μετά τη χορήγηση αμνηστίας το 1833. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση το Δημοτικό Συμβούλιο Αθηναίων, υπό την προεδρία του μετέπειτα δημάρχου Δ. Καλλιφρονά, είχε εκδώσει στις 23 Ιουνίου 1836 ψήφισμα, στο οποίο διαπιστωνόταν ότι «επί ματαίω εχορήγησεν αρκετά εις την Αστυνομίαν μέσα» και πως «αι κλοπαί και αρπαγαί αυξάνουσι καθ’ εκάστην και εις την πόλιν και εις τα πέριξ». Με το ψήφισμα ζητούσε ακόμα από την κυβέρνηση «να ληφθώσι τα αρμόδια μέτρα, διά ν’ αποκατασταθή η ησυχία και η ασφάλεια» και δήλωνε ότι γι’ αυτόν τον σκοπό θα δημιουργούνταν Δημοτική Φρουρά. Το ψήφισμα ενθουσίασε τον λαό αλλά προκάλεσε την οργή του αντιβασιλέα, κόμη Αρμανσμπεργκ, που αρχικά σκέφτηκε να καθαιρέσει το Δημοτικό Συμβούλιο, αλλά μπροστά στη λαϊκή αντίδραση αναγκάστηκε να μην κάνει πράξη τις απειλές του. Ομως, αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Αρμανσμπεργκ, ο ισχυρός άνδρας της τριμελούς αντιβασιλείας που αναπλήρωνε τον Οθωνα στα καθήκοντά του μέχρι την ενηλικίωσή του, έκανε παρέμβαση στον Δήμο Αθηναίων. Η πρώτη παρέμβαση του Αρμανσμπεργκ έγινε το 1835, με τη διεξαγωγή των πρώτων δημοτικών εκλογών στην Αθήνα. Σε αυτές τις εκλογές, που έγιναν μεταξύ 15 και 20 Μαρτίου 1835, οι υποψήφιοι μοιράζονταν σε δύο βασικές ομάδες, στους φίλα προσκείμενους στον Αρμανσμπεργκ και στους αντίθετους, που ήταν και οι περισσότεροι. Παράλληλα, ο καθένας ήθελε και για προσωπικούς λόγους να αναδειχθεί στα δημοτι-

Ο κόμης Ιωσήφ Λουδοβίκος Αρμανσμπεργκ. Ο πανίσχυρος αντιβασιλιάς που επιδίωκε να ποδηγετήσει την πρώτη δημοτική αρχή των Αθηνών

κά αξιώματα, άλλος για να καταστεί παράγοντας επιρροής στην πολιτική και άλλος για να το χρησιμοποιήσει ως εφαλτήριο για ανώτερα πολιτικά αξιώματα. Ετσι, ο προεκλογικός αγώνας χαρακτηρίστηκε από αρκετό φανατισμό και πολλοί «προσεπάθουν διά πλείστων μέσων να κερδίσουν την ψήφον των συμπολιτών των». Σύμφωνα με το τότε εκλογικό σύστημα, η άμεση εκλογή γινόταν για το δημοτικό συμβούλιο. Τη δημαιρεσιακή επιτροπή (εφορευτική επιτροπή, όπως θα λέγαμε σήμερα) αποτελούσαν ο παραιτηθείς από τη θέση του πρωτοδίκη Χαλκίδας και τοποθετηθείς ως ειρηνοδίκης Αττικής Ανάργυρος Πετράκης, ο Δημ. Καλλιφρονάς και ο Συμεών Βενιζέλος, με πρωτοκολλητή (γραμματέα) τον Κ. Κοκκίδη. Σε αυτές τις πρώτες εκλογές ψήφισαν περίπου 800 άτομα. Οι προσκείμενοι στον πανίσχυρο τότε αντιβασιλέα έλαβαν μόλις 150 ψήφους και οι αντίθετοι τις υπόλοιπες. Στο Δημοτικό Συμβούλιο εξελέγησαν οι Δ. Καλλιφρονάς, Ι. Μακρυγιάννης, Σ. Βενιζέλος, Π. Ηπίτης, Χ. Τουφεξής, Δ. Μισαραλιώτης, Σ.Χ. Γκικάκης, Π. Σκουζές, Ν. Γέροντας, Σ. Παλαιολόγος, Σ. Πατούσας, Μ. Βουζίκης, Κ. Κοκκίδης, Ν. Λιανοσταφίδας, Γ. Γεννάδιος, Σ. Γαλάτης, Σ. Κυριακός και Θ. Βρυζάκης. Το Δημοτικό Συμβούλιο συνήλθε μετά από μερικές ημέρες και μαζί με τα άλλα μέλη ενός οργάνου από τους πιο εύπορους δημότες βάσει της φορολογίας τους προχώρησε στην εκλογή δημάρχου και παρέδρων (αντιδημάρχων). Σύμφωνα με τον νόμο, εξελέγησαν τρία άτομα για τη θέση του δημάρχου και ο κατάλογος εστάλη στον βασιλιά για να κάνει την επιλογή του, δεδομένου ότι ο Δήμος Αθηναίων ήταν βάσει του πληθυσμού του στην α’ κατηγορία. Από τα τρία ονόματα είναι γνωστά τα δύο,


|

39

25-26 Μαΐου 2019

3

των Βαυαρών

Το φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως με το διάταγμα του Οθωνα «περί συστάσεως των Δήμων». Η αρχή της ιστορίας της Αυτοδιοίκησης στη σύγχρονη Ελλάδα

του αγωνιστή της Επανάστασης Δημητρίου Καλλιφρονά, που είχε έρθει πρώτος σε ψήφους, και του Ανάργυρου Πετράκη. Ωστόσο, ο Οθωνας -στην πραγματικότητα ο Αρμανσμπεργκ- αντί να ορίσει ως δήμαρχο τον Καλλιφρονά, όπως όλοι περίμεναν, διόρισε τον Πετράκη. Το επίσημο αιτιολογικό αυτής της ωμής παρέμβασης ήταν ότι ο Καλλιφρονάς ήταν πολύ νέος σε ηλικία για το δημαρχιακό αξίωμα. Στην πραγματικότητα όμως, «αφορμή του μη διορισμού του ήσαν τα λίαν φιλελεύθερα αισθήματά του, τα οποία έβλεπεν η Αυλή με πολύ δυσάρεστον όμμα». Ο διορισμός του Πετράκη ως δημάρχου έγινε με Βασιλικό Διάταγμα της 6ης Μαΐου 1835 και την ίδια μέρα ως πάρεδροι ορίστηκαν οι Αγγ. Γέροντας, Κ. Θεοχάρης, Γ. Μεταξάς και Δ. Καλλιφρονάς. Ο τελευταίος, όμως, παραιτήθηκε απ’ αυτή τη θέση επιλέγοντας να διατηρήσει τη θέση του δημοτικού συμβούλου και ως πάρεδρος διορίστηκε, στις 18 Ιουλίου 1835, ο Κ. Βρυζάκης. Μετά από λίγο καιρό, στην πρώτη συνεδρίασή του, το Δημοτικό Συμβούλιο εξέλεξε ως πρόεδρό του τον Δημήτριο Καλλιφρονά. Στον Πειραιά, που τότε ήταν ένα μικρό χωριό, οι εκλογές έγιναν τον Δεκέμβριο του 1835. Δεν είναι γνωστά πολλά στοιχεία ούτε για τη σύνθεση του Δημοτικού Συμβουλίου, ούτε και για τα τρία ονόματα που προτάθηκαν στον νομάρχη Αττικής και Βοιωτίας για τον διορισμό του πρώτου δημάρχου. Ομως τελικά, επελέγη ο Υδραίος Κυριάκος Σερφιώτης, πράγμα αναμενόμενο καθώς οι Υδραίοι ήταν η πολυπληθέστερη κοινότητα στον Πειραιά, αφού είχαν αρχίσει μετά το 1830 να καταφτάνουν στην περιοχή. Ακολούθησαν οι Χιώτες, που εγκαταστάθηκαν στη δεξιά πλευρά της περιοχής. Ο Κυριάκος Σερφιώτης, γιος του καπετάν Αντώνη Σερφιώτη, έφτασε το 1833 στον Πειραιά και ασχολήθηκε με το εμπόριο. Παρά τις περιορισμένες γραμματικές γνώσεις του, κατάφερε σύντομα να αναδειχθεί σε ηγετική φυσιογνωμία του τόπου. Ωστόσο, οι πρώτοι μήνες των νέων δημοτικών αρχών ήταν πολύ δύσκολοι, διότι όλοι απαιτούσαν

έργα, χωρίς όμως να υπάρχουν έσοδα για το δημοτικό ταμείο. Είναι χαρακτηριστικό ότι για πολλούς μήνες δεν είχε εκδοθεί κανένα διάταγμα που θα επέτρεπε στους δήμους να κάνουν εισπράξεις, παρότι διαρκώς τους δίνονταν νέες αρμοδιότητες. Ετσι, ειδικά ο πολυπληθέστερος Δήμος Αθηναίων, που είχε συγκροτημένη αγορά και την ευθύνη της καθαριότητάς της, βρισκόταν συχνά σε συγκρούσεις με τα υπουργεία ή τις γραμματείες, όπως λεγόταν τότε. Το θέμα της καθαριότητας, όμως, δημιουργούσε γενικότερα προβλήματα, καθώς, για να καλυφθούν οι ανάγκες, άρχισε να εφαρμόζεται το σύστημα της προσωπικής εργασίας. Ομως, αυτό έδινε συχνά αφορμή για διαπληκτισμούς πολιτών και αστυνομικών, που κατέληγαν σε προσωποκράτηση των πρώτων. Κύρια αιτία των διαπληκτισμών, οι διακρίσεις στις απαλλαγές από την αγγαρεία. Αυτή η κατάσταση οδηγούσε σε διαρκή όξυνση των σχέσεων του δήμου με την κυβέρνηση, ουσιαστικά με τον πανίσχυρο Αρμανσμπεργκ, ο οποίος βρήκε τελικά την ευκαιρία και στις 15 Ιανουαρίου 1837 δημοσιεύτηκε διάταγμα περί διάλυσης του Δημοτικού Συμβουλίου Αθηνών και παύσης του δημάρχου. Λίγες ημέρες αργότερα (2 Φεβρουαρίου), ο Οθωνας, επιστρέφοντας από πολύμηνη απουσία, έπαυσε -για πολλούς λόγους- από τα καθήκοντά του τον Αρμανσμπεργκ. Ωστόσο, η σύγκρουση μεταξύ «κυβερνητικών» και «αντικυβερνητικών» ήταν και πάλι σφοδρή. Πρωταγωνιστικό ρόλο από την πλευρά των «κυβερνητικών» είχε παίξει, σύμφωνα με την εφημερίδα «Αθηνά», ο διευθυντής της Γραμματείας των Οικονομικών, Γ. Λασάνης. Αυτή η διαμάχη έγινε αιτία πολλών επεισοδίων, ενώ μετά τις εκλογές, που έγιναν αρχές Μαρτίου, υπήρξαν ενστάσεις που δείχνουν προσπάθεια αλλοίωσης του εκλογικού αποτελέσματος. Συγκεκριμένα, καταγγέλθηκε ότι ψήφισαν άνθρωποι που δεν είχαν δικαίωμα επειδή: α) είχαν με-

ταφέρει τα εκλογικά δικαιώματά τους στον Πειραιά, β) δεν είχαν υπερβεί το 25ο έτος της ηλικίας τους και γ) δεν είχαν τη διαχείριση της περιουσίας τους. Παρ' όλα αυτά, η πλευρά των κυβερνητικών εξέλεξε στο Δημοτικό Συμβούλιο μόνο 6 άτομα έναντι 12 των «αντικυβερνητικών». Το νέο Δημοτικό Συμβούλιο αποτελούσαν οι Ι. Μακρυγιάννης, Ι. Βλάχος, Μ. Καλλιφρονάς, Σ. Πατούσας, Β. Μερτρούδ, Μ. Βουζίκης, Σ. Γαλάτης, Α. Βρυζάκης, Κ. Γροσάρας, Σ. Κυριακός, Στ. Βλάχος, Στυλ. Τσίγκρης, Π. Ηπίτης, Σπ. Γκικάκης, Σ. Βενιζέλος, Δημ. Χαϊμαντάς, Αν. Βλάχος και Ν. Βενιζέλος. Παραμένει άγνωστο πόσοι ψήφισαν και ποιοι προτάθηκαν στον βασιλιά για την επιλογή του δημάρχου. Ωστόσο, με καθυστέρηση αρκετών ημερών, στις 10 Ιουνίου 1837, εκδόθηκε διάταγμα που παραδόξως δεν δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και όριζε δήμαρχο τον Δημήτριο Καλλιφρονά, με παρέδρους τους Αγγ. Γέροντα, Δημ. Μισαραλιώτη, Π. Χωματιανό και Αίσωπο. Ο Αγγελος Γέροντας είχε εκτελέσει χρέη δημάρχου στο διάστημα από την παύση του δημάρχου (15.1.1837) έως την ανάληψη των καθηκόντων του Δ. Καλλιφρονά. Ο Καλλιφρονάς, που αποκαλούνταν λόγω της ενδυμασίας του «φουστανελοφόρος», ανέλαβε καθήκοντα και η θητεία του είχε δύο… όψεις. Από τη μια αναγνωρίζεται ότι έκανε χρήσιμο έργο στην Αθήνα, αλλά από την άλλη υπήρχαν καταγγελίες για κακοδιαχείριση. Συγκεκριμένα, παρότι τα έσοδα του δήμου παρέμεναν περιορισμένα, έγιναν έργα καλλωπισμού, όπως η λιθόστρωση των πεζοδρομίων της οδού Ερμού, η δενδροφύτευση της οδού Πατησίων κ.ά., αλλά και υποδομών, όπως η σύσταση ορφανοτροφείου, η ίδρυση σφαγείων, η ανέγερση νεκροταφείου κ.ά. Ιδιαίτερη βαρύτητα έδωσε στα θέματα της ασφάλειας, καθώς τέθηκε ο ίδιος επικεφαλής αποσπάσματος για την καταδίωξη ληστών! Ωστόσο, η σε βάρος του κριτική δεν σταμάτησε και γι’ αυτό υποχρεώθηκε να παύσει τον αδελφό του, Στ. Καλλιφρονά, από τα καθήκοντα του αστυνόμου και να τα αναθέσει στον α’ δημαρχιακό πάρεδρο Αγγ. Γέροντα. Τον Ιούλιο του 1840 ο δήμαρχος, με απόφαση του διοικητή (νομάρχη) Αττικής Γ. Λεβέντη, παύθηκε, για άγνωστο λόγο, για δύο μήνες από τα καθήκοντά του και στη θέση του τοποθετείται προσωρινά ο Αγγ. Γέροντας. Στο μεταξύ και ενώ έχουν αρχίσει να εξαπολύονται -και από τις στήλες εφημερίδων- πολλές κατηγορίες σε βάρος του Καλλιφρονά, αρχικά για κακοδιαχείριση και εν συνεχεία για αλλοίωση των εκλογικών καταλόγων, η ημερομηνία των εκλογών μεταφέρεται για τους πρώτους μήνες του 1841. Λίγο πριν από τις εκλογές, ο Καλλιφρονάς παραιτείται σιωπηρά και τη θέση του καταλαμβάνει ο β’ πάρεδρος Δημήτρης (Μιμίκος) Μισαραλιώτης, ο οποίος διορίστηκε και δημαιρεσιάρχης (πρόεδρος εφορευτικής επιτροπής). Οι εκλογές ολοκληρώνονται μέσα σε εντάσεις στις 5 Μαΐου 1841, με την εκλογή του νέου Δημοτικού Συμβουλίου, το οποίο σύμφωνα με την εκλογική διαδικασία πρότεινε τρία άτομα στον Οθωνα για την εκλογή του δημάρχου. Οι προταθέντες ήταν οι Δ. Καλλιφρονάς, Α. Πετράκης και Ι. Ζαχαρίτσας, με πρόταση να διοριστεί δήμαρχος ο Ανάργυρος Πετράκης. Η πρόταση γίνεται αποδεκτή από τον βασιλιά και ο Πετράκης αναλαμβάνει καθήκοντα στις 16 Αυγούστου 1841. Ηταν το τέλος της τρικυμιώδους δημαρχιακής θητείας του Δημ. Καλλιφρονά.

Ο Δημήτριος Καλλιφρονάς που είχε το προσωνύμιο «φουστανελοφόρος». Παρότι αναδείχθηκε πρώτος δήμαρχος Αθηναίων, «κόπηκε» από τον Αρμανσμπεργκ με το αιτιολογικό ότι ήταν πολύ νέος, αλλά στην πραγματικότητα οι φιλελεύθερες ιδέες του δεν ήταν αρεστές στο παλάτι (φωτ. από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού)

Ο Καλλιφρονάς, ανέλαβε τα καθήκοντά του το 1837 και η θητεία του είχε δύο… όψεις. Από τη μια αναγνωρίζεται ότι έκανε χρήσιμο έργο στην Αθήνα, αλλά από την άλλη υπήρχαν καταγγελίες για κακοδιαχείριση


4

40

25-26 Μαΐου 2019

|

Ψήφιζαν δαγκωτό και... μαύριζαν τους υποψηφίους Του Σταύρου Μαλαγκονιάρη

Τ

Η διαδικασία των εκλογών με σφαιρίδια ήταν περίπλοκη και η ψηφοφορία διαρκούσε τέσσερις ημέρες. Σε ένα τραπέζι ή τραπέζια τοποθετούνταν κατά σειρά τόσες κάλπες όσοι ήταν οι υποψήφιοι βουλευτές ή δήμαρχοι...

ο εκλογικό σύσ τημα που άφησε… ανεξίτηλα τα «σημάδια» του στην εγχώρια εκλογική διαδικασία ήταν αυτό με τα σφαιρίδια! Αλλωστε οι φράσεις «θα τον μαυρίσουμε», «θα το ρίξω… δαγκωτό» και άλλες ιδιαίτερα… δημοφιλείς μέχρι τις μέρες μας προέρχονται απ’ αυτό το περίπλοκο εκλογικό σύστημα, που… εισήχθη το 1864 από τα Επτάνησα και εφαρμόστηκε μέχρι και την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα. Νωρίτερα, από συστάσεως του ελληνικού κράτους, είχε εφαρμοστεί στους δήμους ένα άλλο εκλογικό σύστημα που κατέληγε στον… διορισμό του δημάρχου! Το πρώτο αυτό σύστημα θεσπίστηκε το 1834 από τη βαυαρική αντιβασιλεία, με τον νόμο «περί συστάσεως των Δήμων» (ΦΕΚ 3/10.1.1834). Με αυτόν τον νόμο, οι δήμοι κατανέμονταν σε τρεις κατηγορίες, σε αυτούς της πρώτης τάξης με 10.000 κατοίκους και άνω, της δεύτερης τάξης με πληθυσμό από 2.000 έως 10.0000 και της τρίτης με αριθμό κατοίκων μέχρι 2.000. Δικαίωμα ψήφου και εκλογής είχαν μόνο οι άνδρες ηλικίας 25 ετών και άνω. Η ψηφοφορία ήταν υποχρεωτική και για όσους αδικαιολόγητα δεν προσέρχονταν να ψηφίσουν μπορούσε να διαταχθεί η βίαιη προσαγωγή τους. Η απευθείας εκλογή αφορούσε μόνο το Δημοτικό Συμβούλιο, του οποίου ο αριθμός των μελών καθοριζόταν ανάλογα με τον πληθυσμό του δήμου και η θητεία του ήταν 9 χρόνια. Ωστόσο, κάθε τρία χρόνια οι αρχαιότεροι σύμβουλοι αποχωρούσαν και αντικαθίσταντο με νέες εκλογές. Κανένας, όμως, δεν είχε δικαίωμα να παραμείνει περισσότερο από δύο τριετίες. Το σύστημα της εκλογικής διαδικασίας ευνοούσε τους οικονομικά πιο εύπορους καθώς τουλάχιστον τα δύο τρίτα των μελών του Δημοτικού Συμβουλίου έπρεπε υποχρεωτικά να εκλεγούν από όσους δημότες πλήρωναν στον δήμο τους

Ψηφοφορία με τη μέθοδο των σφαιριδίων

μεγαλύτερους άμεσους φόρους, δηλαδή είχαν τα μεγαλύτερα εισοδήματα. Εξαιρούντο, όμως, από την εκλογή όσοι δεν είχαν καθόλου εισοδήματα, δεν διαχειρίζονταν την περιουσία τους ή δεν ασκούσαν επάγγελμα. Πριν από την εκλογική διαδικασία, με μέριμνα του δημάρχου, αναρτάτο ένας πίνακας με όλους τους δημότες που είχαν το δικαίωμα του «εκλέγειν και του εκλέγεσθαι», με ιδιαίτερη επισήμανση στους πιο εύπορους. Ο ψηφοφόρος σημείωνε στο ψηφοδέλτιο που θα έριχνε στην κάλπη το όνομα, το επώνυμο και το επάγγελμα αυτού που επέλεγε. Μετά την καταμέτρηση και αφού συμπληρώνονταν τα δύο τρίτα των μελών του Δημοτικού Συμβουλίου από τους πιο εύπορους, ακολουθούσε η συμπλήρωση των άλλων θέσεων ανάλογα με τις ψήφους που είχε λάβει ο κάθε δημότης. Στη συνέχεια οι δημοτικοί σύμβουλοι και ισάριθμοι πολίτες από τους περισσότερο φορολογούμενους, άρα και πιο εύπορους, που είχαν το δικαίωμα του εκλέγειν συγκροτούσαν τη Δημαιρεσιακή Συνέλευση. Αυτή η Συνέλευση εξέλεγε κάθε τρία χρόνια τρία άτομα από τα οποία

θα επιλεγόταν ο δήμαρχος. Σύμφωνα με τον νόμο, ο κάθε δημότης θα μπορούσε να επιλεγεί ανάμεσα στους τρεις υποψηφίους από τους οποίους ο βασιλιάς για τους μεγαλύτερους δήμους (α' και β' τάξης) και ο νομάρχης για τους μικρότερους θα έκανε την επιλογή του δημάρχου. Οι άλλοι δύο υποψήφιοι μπορούσαν να οριστούν ως πάρεδροι (αντιδήμαρχοι). Αυτό το σύστημα εφαρμόστηκε μέχρι το 1864, οπότε τόσο για τις βουλευτικές όσο και για τις δημοτικές εκλογές καταργήθηκε η εκλογή με ψηφοδέλτιο και καθιερώθηκε η εκλογή με το σφαιρίδιο, που… εισήχθη από τα Επτάνησα μετά την ένωσή τους με την Ελλάδα. Με τον νόμο «περί δημαιρεσιών» (ΦΕΚ 3/16.1.1865) ορίστηκε ότι πλέον οι δήμαρχοι, οι δημαρχικοί πάρεδροι (αντιδήμαρχοι) και τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου θα εκλέγονταν με άμεση εκλογή και η θητεία τους θα ήταν τετραετής. Δικαίωμα ψήφου είχαν μόνο οι άνδρες που συμπλήρωναν το 21ο έτος της ηλικίας τους, «οι έχοντες κινητήν ή ακίνητον περιουσίαν ή οι μετερχόμενοι οιονδήποτε επάγγελμα ή επιτήδευμα». Ομως, το δικαίωμα του «εκλέγεσθαι» είχαν όσοι συμπλήρωναν το 30ό έτος της ηλικίας τους.

Η διαδικασία ήταν περίπλοκη και η ψηφοφορία διαρκούσε τέσσερις ημέρες. Σε ένα τραπέζι ή τραπέζια τοποθετούνταν κατά σειρά τόσες κάλπες όσοι ήταν οι υποψήφιοι βουλευτές ή δήμαρχοι κ.ο.κ. Σε κάθε κάλπη γραφόταν το όνομα του υποψηφίου στον οποίο ανήκε και ήταν διαιρεμένη σε δύο τμήματα. Το δεξιό τμήμα είχε λευκό χρώμα και αφορούσε το «ΝΑΙ» και το αριστερό, μαύρο χρώμα και ήταν το «ΟΧΙ». Ο ψηφοφόρος παραλάμβανε από ειδικό υπάλληλο ένα σφαιρίδιο και βάζοντας το χέρι του σε έναν σωλήνα, που ξεκινούσε από μια στρογγυλή οπή στο πάνω μέρος της κάλπης, κατηύθυνε με το χέρι το σφαιρίδιο στο τμήμα που ήθελε να το ρίξει. Αυτό επαναλαμβανόταν με διαφορετικό σφαιρίδιο σε κάθε κάλπη ξεχωριστά. Στα αξιοσημείωτα αυτού του συστήματος ήταν ότι ο ψηφοφόρος μπορούσε να ρίξει θετική (λευκή) ψήφο σε όλες τις κάλπες, δηλαδή για όλους τους υποψηφίους! Η καταμέτρηση ξεκινούσε από το «ΝΑΙ» και μετά καταμετρούσαν τα «ΟΧΙ». Εάν σε μια κάλπη βρίσκονταν περισσότερα σφαιρίδια από τον αριθμό των ψηφοφόρων, τα σφαιρίδια αφαιρούνταν από το «ΝΑΙ». Οι πιο φανατικοί, όταν έφταναν στην κάλπη αυτού που θα ψήφιζαν ή θα καταψήφιζαν, δάγκωναν το σφαιρίδιο και από εκεί βγήκε η φράση «θα το ρίξω… δαγκωτό». Επίσης, από το μαύρο χρώμα της αρνητικής ψήφου προήλθε η πασίγνωστη έκφραση «θα τον μαυρίσουμε». Αυτό το σύστημα καταργήθηκε το 1912, μετά από πολλές εκλογικές αναμετρήσεις που χαρακτηρίστηκαν από καταγγελίες για νοθεία. Με νόμο του Ελ. Βενιζέλου (ΦΕΚ Α 58/14.2.1912) καθιερώθηκε οι εκλογές να γίνονται κάθε τέσσερα χρόνια, την πρώτη Κυριακή του Ιουλίου, και οι δημοτικές και κοινοτικές αρχές να εγκαθίστανται την 1η Οκτωβρίου. Το δικαίωμα του εκλέγεσθαι αναγνωρίστηκε σε άτομα άνω των 25 ετών και η ψηφοφορία θα γινόταν πλέον με ψηφοδέλτια, χωρίς διακριτά σημεία, τα οποία, όπως μέχρι τώρα, εσωκλείονται σε ειδικό φάκελο που αριθμείται και μονογράφεται από τον δικαστικό αντιπρόσωπο. Οι πρώτες δημοτικές και κοινοτικές εκλογές μετά τη θέσπιση του νέου νόμου διενεργήθηκαν στις 9 Φεβρουαρίου του 1915.


|

41

25-26 Μαΐου 2019

ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΝ 19ο ΑΙΏΝΑ

Εκλογικά τμήματα με 123 κάλπες! ∆ΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ με νεκρούς σε οδομαχίες μεταξύ αντίπαλων παρατάξεων, απροκάλυπτες δωροδοκίες και απίστευτα τεχνάσματα νοθείας γίνονται στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και τα πρώτα χρόνια του 20ού. Σημείο καμπής αυτής της δεύτερης μεγάλης περιόδου της ιστορίας της Αυτοδιοίκησης αποτελεί η καθιέρωση του πολύπλοκου εκλογικού συστήματος με τα σφαιρίδια, που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά το 1866. Χαρακτηριστικό του συστήματος ήταν ότι σε κάθε εκλογικό τμήμα χρειαζόταν να στηθούν τόσες κάλπες όσοι ήταν και οι υποψήφιοι δήμαρχοι, πάρεδροι (αντιδήμαρχοι) και δημοτικοί σύμβουλοι. Ετσι, για παράδειγμα, την πρώτη χρονιά εφαρμογής του συστήματος έπρεπε σε κάθε εκλογικό τμήμα του Δήμου Αθηναίων να υπάρχουν 79 (!) κάλπες, μία για τον κάθε έναν από τους 6 υποψήφιους δημάρχους, τους 16 υποψήφιους παρέδρους και τους 57 υποψήφιους δημοτικούς συμβούλους. Αλλού τα πράγματα ήταν πολύ… χειρότερα, όπως στο Αίγιο, όπου στήνονταν σε κάθε ένα εκλογικό τμήμα 110 κάλπες (15 υποψήφιοι δήμαρχοι, 19 πάρεδροι και 76 σύμβουλοι) ή στα Καλάβρυτα, όπου στήθηκαν 123 κάλπες σε κάθε εκλογικό τμήμα! Χαρακτηριστικό, δε, αυτού του συστήματος ήταν ότι ο ψηφοφόρος μπορούσε να ρίξει θετική ψήφο (λευκό) σε όλες τις κάλπες, δηλαδή να υπερψηφίσει όλους τους υποψήφιους δημάρχους, παρέδρους και δημοτικούς συμβούλους! Πάντως, σε αυτές τις πρώτες δημοτικές εκλογές με το σύστημα του σφαιριδίου, κυρίως λόγω της πολιτικής της κυβέρνησης του Πατρινού Μπενιζέλου Ρούφου, που δεν αναμείχθηκε στη διαδικασία, κύλησαν όλα ήρεμα. Αντίθετα, στις περισσότερες από τις επόμενες δημοτικές εκλογές, κυρίως λόγω της κομματικοποίησής τους, η βία και η νοθεία ήταν κυρίαρχα στοιχεία. Οπως συμβαίνει και στις μέρες μας, οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν στις προεκλογικές περιόδους: 1. Για τις προθέσεις υποψήφιων δημάρχων να χρησιμοποιήσουν τον Δήμο Αθηναίων και τους δήμους άλλων μεγάλων πόλεων ως εφαλτήριο για τις πολιτικές φιλοδοξίες τους. 2. Εκτιμήσεις για την επιρροή των πολιτικών κομμάτων με βάση το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών. Ωστόσο, στις πρώτες εκλογές που έγιναν με το σφαιρίδιο τα προγνωστικά ήταν δύσκολα. Μία από τις εφημερίδες της εποχής («Αιών», φ. 17 Μαρτίου 1866) έγραφε χαρακτηριστικά: «Ουδείς από τούδε δύναται να προμαντεύση περί του αποτελέσματος του οριστικού. Ο τρόπος της ψηφοφορίας διά των σφαιριδίων ανατρέπει πάντα υπολογισμόν». Τελικά, οι (πολυάριθμες) κάλπες άνοιξαν την Πέμπτη 31 Μαρτίου, σε εορταστικό κλίμα, καθώς στην πλατεία Συντάγματος παιάνιζε από το πρωί η στρατιωτική μουσική και η ψηφοφορία ολοκληρώθηκε το απόγευμα της Κυριακής 3 Απριλίου. Δήμαρχος Αθηναίων εξελέγη ο Γεώργιος Σκούφος, που συγκέντρωσε 2.081 λευκά σφαιρίδια, με δεύτερο τον Αθανάσιο Κατσανδρή, με 2.018 λευκά σφαιρίδια, δηλαδή θετικές ψήφους. Στον Πειραιά, μετά από παραμονή 12 ετών στο δημαρχιακό αξίωμα, ο μεγαλέμπορος Λουκάς Ράλλης έχασε στις εκλογές από τον βιομήχανο Δημήτρη Μουτζόπουλο. Ομως, η μεγάλη έκπληξη έγινε στην Πάτρα, όπου έχασε ο γιος του πρωθυπουργού, Γεώργιος Ρούφος, από τον Περικλή Καλαμογδάρτη, γεγονός που επιβεβαίωσε ότι η κυβέρνηση είχε αποφασίσει να μην αναμιχθεί στην εκλογική διαδικασία. Στο Αίγιο δήμαρχος εξελέγη ο Διομήδης Πολυχρονιάδης, που αργότερα έχασε πολλές εκλογικές αναμετρήσεις και του έδωσαν το ψευδώνυμο «αιώνιος σφαιριδιοδότης». Στο Ναύπλιο εξελέγη ο Επ. Κουτσονόπουλος, στη Χαλκίδα ένας γιατρός ονόματι Ζήσης κ.ο.κ.

5

ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ 1870

Συμπλοκές, εντάσεις, ακόμη και φόνοι

Ο

ι επόμενες δημοτικές εκλογές (1870, 1874) πραγματοποιήθηκαν επίσης με σχετική ηρεμία και τάξη, αλλά από το 1879 άρχισε, κυρίως από την επαρχία, η άμεση ανάμειξη της πολιτικής ή, πιο σωστά, διαφόρων βουλευτών. Ετσι, σε εφημερίδες («Αλήθεια», φ. 10.4.1879) διαβάζουμε ότι στην επαρχία Τριχωνίας «εκέρδησε τους δημάρχους η μερίς του βουλευτού κ. Μεγαπάνου», ενώ στην Αιγιαλεία «έχασεν η μερίς του κ. Θεοδώρου και εκέρδισεν η του κ. Μεσσηνέζη». Εκεί θα πρέπει να αποδοθεί ο φανατισμός που επικράτησε σε πολλές πόλεις όπου σημειώθηκαν αιματηρές συμπλοκές, όπως στην Αράχοβα, στην οποία η κατάσταση εκτονώθηκε με επέμβαση στρατιωτικής δύναμης, στα Φιλιατρά, με έναν νεκρό και έναν τραυματία, στη Λοκρίδα, με έναν νεκρό και δύο τραυματίες κ.α. Στην Αθήνα, εκτός από ορισμένες συμπλοκές στη συνοικία του Λέκκα (προφανώς πρόκειται για τη συνοικία Καλαμιώτη ή Βρύση του Λέκκα, στην Παλαιά Βουλή) και στην Πλάκα, τα μέτρα των στρατιωτικών αρχών απέτρεψαν τα χειρότερα. Αξιοσημείωτο της προεκλογικής περιόδου, οι κατηγορίες σε βάρος του μέχρι τότε δημάρχου Παναγή Κυριακού για αλλοίωση των εκλογικών καταλόγων. Νέο στοιχείο σε αυτές τις εκλογές ήταν η τροποποίηση του νόμου και η διεξαγωγή των εκλογών σε μία μέρα. Ετσι, διεξήχθησαν στις 8 Απριλίου 1879 και στην Αθήνα δήμαρχος εκλέχτηκε ο Δημήτριος Σούτσος με 2.814 λευκές ψήφους, ενώ ο μέχρι τότε δήμαρχος Παναγής Κυριακός συγκέντρωσε 1.894 ψήφους. Η θητεία των δημάρχων που εξελέγησαν τότε παρατάθηκε τελικά για περίπου 6 μήνες. Αυτό έγινε επειδή στο μεταξύ θεσμοθετήθηκε η θητεία των δημοτικών αρχών να λήγει στις 30 Σεπτεμβρίου κάθε τετραετίας και οι εκλογές να γίνονται την πρώτη Κυριακή του Ιουλίου. Η πολιτική μπαίνει στις τοπικές εκλογές Ετσι, ενώ οι δημοτικές εκλογές του 1883 είχε οριστεί να γίνουν στις 8 Μαΐου, μεταφέρθηκαν για τις 3 Ιουλίου 1883 και οι νέες δημοτικές αρχές ανέλαβαν τα καθήκοντά τους από την 1η Οκτωβρίου. Το βασικό, όμως, είναι ότι η πολιτική είχε «μπολιάσει» πια τις δημοτι-

κές εκλογές και καθώς «φούντωνε» στην κεντρική πολιτική σκηνή η αντιπαράθεση μεταξύ «τρικουπικών» και «δηλιγιαννικών», η ένταση μεταφερόταν στην Αυτοδιοίκηση. Ετσι, οι δημοτικές εκλογές του 1891, που έγιναν στις 8 Ιουλίου, χαρακτηρίστηκαν από μεγάλες εντάσεις και επεισόδια. Ωστόσο, η επικράτηση στην Αθήνα του «τρικουπικού» Μιχάλη Μελά έναντι του «δηλιγιαννικού» Νικόλαου Καλλιφρονά και στον Πειραιά του επίσης «τρικουπικού» Θεόδωρου Ρετσίνα θεωρήθηκε πολιτικό μήνυμα ισχύος της παράταξης Τρικούπη, που βρισκόταν στην αντιπολίτευση. Στην επαρχία η κατάσταση ήταν πολύ χειρότερη. Στον Βόλο έγραφαν «τρικουπικές» εφημερίδες («Αστυ», φ. 5.7.1891) ότι ο έπαρχος επιστράτευσε 80 άτομα, μισθοδοτούμενα αντί 100 δραχμών τον μήνα, που είχαν εγκατασταθεί επί σχεδόν δύο μήνες στην αγορά και τρομοκρατούσαν, απειλούσαν και έβριζαν κάθε αντίθετο του κυβερνητικού υποψήφιου δημάρχου. «Η νοθεία, οι επεμβάσεις των αρχών και οι δωροδοκίες πρωτοστάτησαν στο Πήλιο σε αυτές τις εκλογές. Εδώ οι «κορδονισταί» (σ.σ. «κορδόνι» ήταν το σήμα του κόμματος του Δηλιγιάννη) σκόρπισαν σε δώρα και αγορά ψήφων 160.000 δραχμές», είχαν γράψει μεταξύ άλλων. Πυροβολισμοί Στον Δήμο Αρσάνειας Καλαβρύτων ένοπλοι επιτέθηκαν μέσα στη νύχτα στους υπαλλήλους που μετέφεραν σφαιρίδια στα εκλογικά τμήματα, τα άρπαξαν και τα σκόρπισαν για να ακυρωθεί η εκλογή, ενώ στον Πύργο μετά τις 3 το μεσημέρι ένοπλοι άρχισαν να πυροβολούν από σπίτια για να αποτρέψουν τους ψηφοφόρους να πάνε να ψηφίσουν! Ιδιαίτερη αίσθηση, όμως, είχε προκαλέσει η δολοφονία ενός δημάρχου πόλης της περιοχής του Αιγίου από ανθρώπους πολιτικού αντιπάλου του, ο οποίος είχε μείνει παράλυτος μετά από χτύπημα ανθρώπου του δημάρχου! Στις επόμενες εκλογές του 1895, το «σκηνικό» άλλαξε όχι σε ό,τι αφορά τις εντάσεις, αλλά την κομματική προέλευση των δημάρχων, καθώς σε Αθήνα και Πειραιά επικράτησαν οι «δηλιγιαννικοί» Λάμπρος Καλλιφρονάς (7.651 ψήφοι) και Τρύφων Μουτζόπουλος (3.224 ψήφοι) αντίστοιχα. Στην Πάτρα εκλέχθηκε ο Αθανάσιος Κανακάρης-Ρούφος ξεπερνώντας κατά 527 ψήφους τον αντίπαλό του, Κορύλλο.

Αλγεινή, όμως, εντύπωση προκάλεσαν τα γεγονότα στον Δήμο Γόννων της Λάρισας. Η περιοχή κατοικούνταν από πολυάριθμους Οθωμανούς αλλά σταδιακά, με τις μετακινήσεις των πληθυσμών, οι χριστιανοί έγιναν περισσότεροι. Ετσι, όπως έγραφε η εφημερίδα «Ακρόπολις» (φ. 20.4.1896), στις εκλογές αναδείχθηκε για πρώτη φορά στον Δήμο Γόννων χριστιανός δήμαρχος, ο Στέφανος Βλασσόπουλος. Οι κάτοικοι του δήμου γιόρτασαν το γεγονός αλλά όχι και ο βουλευτής Τυρνάβου Θεόδωρος Λυμπρίτης, ο οποίος αμφισβήτησε το κύρος των εκλογών και κατάφερε να ακυρωθούν. Πήρε το ταμείο Στην Αίγινα δήμαρχος εξελέγη ο Στυλιανός Ζαφειρίου, ο οποίος, όμως, 10 μήνες αργότερα προκάλεσε σάλο καθώς εξαφανίστηκε παίρνοντας μαζί του και το δημοτικό ταμείο, που περιείχε 23.000 δραχμές, ποσό μεγάλο για την εποχή. Στις 7 Απριλίου 1896 έγινε επαναληπτική εκλογή με παλαιούς εκλογικούς καταλόγους μέσα σε κλίμα τρομοκρατίας και παρά τις προσδοκίες όλων εξελέγη δήμαρχος ο Μαχμούτ Σαΐτ Οστά με 51 ψήφους περισσότερες από τον Βλασσόπουλο. Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, ο Λυμπρίτης είχε τόση σιγουριά για τις ενέργειές του, ώστε όταν του είπαν ότι δεν είχαν ελπίδες να κερδίσουν την εκλογή απάντησε: «Δεν έχετε 100 φίλους; Θα τους βάλω να ψηφίσουν τρεις φορές και θα την πάρουμε». Οι τελευταίες δημοτικές εκλογές του 19ου αιώνα έγιναν στις 5 Σεπτεμβρίου 1899, μέσα σε μεγάλες εντάσεις και επεισόδια. Από το προηγούμενο βράδυ η Αθήνα έμοιαζε με στρατοκρατούμενη πόλη καθώς, όπως περιέγραφαν εφημερίδες της εποχής, «από τη νύχτα ισχυρόταται περιπολίαι, πεζαί και έφιπποι, διέσχιζαν την πόλιν». «Αι σκιαί αυταί περιφερόμεναι τα ξημερώματα και διατεμόμεναι εις τας συνοικίας και εις τα τμήματα προσέδιδον μιαν όψιν πολιορκίας εις την πόλιν». Τελικά, εξελέγη για πρώτη φορά δήμαρχος ο Σπυρίδων Μερκούρης, ο οποίος στη συνέχεια δημιούργησε μεγάλη παράδοση σε αυτό το αξίωμα, επικρατώντας άλλες δύο φορές (το 1903 και το 1907). Ο Μερκούρης συγκέντρωσε συνολικά 7.766 «ναι», έναντι 5.591 του αντιπάλου του, Δημ. Καλλιφρονά, εγγονού του παλαιού δημάρχου.


6

42

ΟΙ ΠΡΏΤΕΣ ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ 20ού ΑΙΏΝΑ

Οργιο νοθείας στον Πειραιά ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ∆ΗΜΟΤΙΚΕΣ εκλογές του 20ού αιώνα έγιναν την Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 1903 και σε πολλές επαρχιακές πόλεις προηγήθηκαν αιματηρές συμπλοκές. Επεισόδια, όμως, σημειώθηκαν και στην Αθήνα, ενώ στον Πειραιά αποκαλύφθηκε όργιο νοθείας… Οι αποκαλύψεις που έγιναν στον Πειραιά και οι μεγάλες αντιδράσεις που ακολούθησαν είχαν αποτέλεσμα να αλλάξουν ριζικά οι συσχετισμοί στην πόλη και η κυρίαρχη οικονομική τάξη των βιομηχάνων και των μεγαλεμπόρων να μην μπορέσει να κερδίσει ξανά τον δήμο. Η αποτυχία του βουλευτή Αθανάσιου Μουτζόπουλου έκλεισε το μεγάλο κεφάλαιο της οικογένειάς του στον δήμο, ενώ ταυτόχρονα η εκλογή του γιατρού Παύλου Δαμαλά αποτέλεσε την απαρχή μιας άλλης «γενιάς» δημάρχων. Εκείνη τη χρονιά, στην Αθήνα δήμαρχος για δεύτερη συνεχόμενη φορά εκλέχθηκε ο Σπυρίδων Μερκούρης με 10.923 «λευκές ψήφους» έναντι 6.293 του αντιπάλου του (Κ. Αγγελόπουλος). Στις επόμενες δημοτικές εκλογές του 1907 χρησιμοποιήθηκε για τελευταία φορά το πολύπλοκο σύστημα ψηφοφορίας με τα σφαιρίδια, τα οποία αντικαταστάθηκαν στη συνέχεια από τα ψηφοδέλτια, ενώ για την αποφυγή των πλαστοπροσωπιών καθιερώθηκε το εκλογικό βιβλιάριο. Οπως και στις προηγούμενες εκλογές, σημειώθηκαν πολλά αιματηρά επεισόδια με νεκρούς και τραυματίες ως αποτέλεσμα των έντονων πολιτικών παθών που επικρατούσαν. Στην Αθήνα Στην Αθήνα επικράτησε για τρίτη συνεχόμενη φορά ο Σπυρίδων Μερκούρης με 10.710 «λευκάς» ψήφους, έναντι 7.825 ψήφων του μοναδικού αντιπάλου του, Αγ. Πυρρή, επί συνόλου 18.196 ψηφισάντων. Στον Πειραιά η παράταξη των βιομη χάν ων και των μεγαλεμπόρων ηττήθηκε, παρά τα χ ρήματα που διέθεσε, και δήμαρχος εκλέχθηκε ο Δημοσθένης Ομηρίδης Σκυλίτσης με 4.522 ψήφους. Στην Σπυρίδων Μερκούρης Πάτρα επανεκλέχθηκε (όπως το 1899 και το 1903) ο Δημήτριος Βότσης (4.880 ψήφοι), ενώ στην Κέρκυρα κέρδισε τον δήμο ο Δημήτριος Κόλλας. Σε Πύργο, Μεσολόγγι, Χαλκίδα και Αιτωλικό δήμαρχοι αναδείχθηκαν οι Χρ. Στεφανόπουλος, Σπυρίδων Στάικος, Μιχαήλ Κακαράς και Αθανάσιος Μπάφας αντίστοιχα.

25-26 Μαΐου 2019

|

ΤΟΤΕ ΠΟΥ ΨΗΦΙΣΑΝ ΚΑΙ ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ

Ο γιατρός νίκησε τον μεγαλέμπορο

Η

κυρίαρχη οικονομική τάξη του Πειραιά υποχρεώθηκε να παραδώσει τον δήμο της πόλης υπό το βάρος μιας εκτεταμένης επιχείρησης νόθευσης του εκλογικού αποτελέσματος που αποκαλύφθηκε στις δημοτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου του 1903. Το μέγεθος της ανατροπής που συντελέστηκε σ’ αυτές τις πρώτες δημοτικές εκλογές του 20ού αιώνα, με την ανάδειξη στο δημαρχιακό αξίωμα του γιατρού Παύλου Δαμαλά, αποτυπώνεται στα εξής στοιχεία: 1. Δεν εκλέχτηκε ξανά δήμαρχος από την κυρίαρχη οικονομική τάξη βιομηχάνων, εφοπλιστών και μεγαλεμπόρων. 2. Αποσύρθηκε από τα αυτοδιοικητικά δρώμενα της πόλης η οικογένεια Μουτζόπουλου (ή Μουτσόπουλου), αυτά τα δύο αδέλφια από την Αρκαδία, ο Δημήτρης και ο Τρύφων, μεγαλέμποροι, που από το 1866, έτος καθιέρωσης της εκλογής δημάρχου (μέχρι τότε διοριζόταν από τον βασιλιά), μέχρι το 1903, δηλαδή για μια χρονική περίοδο 37 ετών, κατείχαν το δημαρχιακό αξίωμα για 25 χρόνια! Από αυτή την 25ετία, τα 8 χρόνια (1866-1874) δήμαρχος ήταν ο Δημήτρης και για συνολικά 17 χρόνια ο Τρύφων Μουτζόπουλος. Στις δημοτικές εκλογές του 1903 η οικογένεια Μουτζόπουλου διεκδίκησε για ακόμα μια φορά το δημαρχιακό αξίωμα με τον βουλευτή Αθανάσιο Μουτζόπουλο, γιο του Δημήτρη, που φιλοδοξούσε να παραλάβει τον δήμο από τον θείο του και μέχρι τότε δήμαρχο, Τρύφωνα. Ομως, τα αποτελέσματα έκρυβαν εκπλήξεις και ο νεότερος Μουτζόπουλος ήρθε πρώτος, αλλά με μόλις 38 ψήφους διαφορά από τον δεύτερο, Παύλο Δαμαλά. Αμέσως, ξέσπασαν ταραχές στην πόλη. «Χθες καθ’ όλην την ημέραν ο Πειραιεύς, ιδίως η περί το Δημαρχείον πλατεία, παρουσίαζεν όψιν επαναστατημένης πόλεως», έγραφε χαρακτηριστικά η εφημερίδα «Εμπρός» (φ. 12.9.1903). Σε αυτό το κλίμα δεν άργη-

Ο Παύλος Δαμαλάς (αριστερά) κερδίζει τις εκλογές από τον Δημήτρη Μουτζόπουλο. Το γεγονός πυροδοτεί συμπλοκές, που για να καταλαγιάσουν χρειάστηκαν στρατιωτικές δυνάμεις. Ο Δαμαλάς κάνει την πορεία «άνοιγμα» στην οικογένεια Μουτζόπουλου, ανακηρύσσοντας τον Τρύφωνα Μουτζόπουλο (δεξιά) ευεργέτη του δήμου

σαν να ξεκινήσουν οι συμπλοκές μεταξύ των οπαδών των δύο διεκδικητών και χρειάστηκε να καταφτάσουν από την Αθήνα στρατιωτικές δυνάμεις για να αποκατασταθεί η τάξη. Κορυφαία εκδήλωση των διαμαρτυριών ήταν η πορεία περισσότερων από 3.000 Πειραιωτών στην Αθήνα, που απαίτησαν την ακύρωση των εκλογών. Τελικά, ένας οπαδός του Δαμαλά, με το ψευδώνυμο «Ολλανδέζος», έκανε ένσταση κατά του κύρους των εκλογών. Πρωθυπουργός ήταν τότε ο Δημήτριος Ράλλης, που είχε τεθεί επικεφαλής του κόμματος του δολοφονημένου Θ. Δηλιγιάννη, και ο Μουτζόπουλος ανήκε στο κόμμα του. Ωστόσο, ο πρωθυπουργός, επιδεικνύοντας αξιοθαύμαστη -για την εποχή- ακεραιότητα, αν και δέχτηκε «παραινέσεις» πολιτικών φίλων του για να παρέμβει στη Δικαιοσύνη, τους ξεκαθάρισε ότι «η Δικαιοσύνη θα αφεθεί ελευθέρα να πράξη το καθήκον της και εάν πράγματι είναι νόθος η εκλογή να ακυρωθή». Πραγματικά, το Πρωτοδικείο Αθηνών με την υπ’ αριθμ.

6222/1903 απόφασή του ακύρωσε την εκλογή, διαπιστώνοντας ότι υπήρχαν διπλοψηφίες και πως εμφανίζονταν ως ψηφίσαντες ακόμα και πεθαμένοι! Η απόφαση επικυρώθηκε από το Εφετείο και προκηρύχτηκαν επαναληπτικές εκλογές για την 1η Δεκεμβρίου. Σε αυτές δεν πήρε μέρος ο Αθανάσιος Μουτζόπουλος αλλά η οικογένειά του υποστήριξε τον Σπύρο Κριτσέλη. «Ομως, ο λαός του Πειραιά και ιδιαίτερα η εργατική τάξη έδειχναν ιδιαίτερη προτίμηση στον Παύλο Δαμαλά» και πραγματικά εξελέγη άνετα δήμαρχος με διαφορά 570 ψήφων από τον αντίπαλό του (πηγή: Δημ. Θ. Σπηλιωτόπουλος, «Ο Πειραιεύς και οι Δήμαρχοι της Α’ Εκατονταετηρίδας», Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά). Ο Παύλος Δαμαλάς ήταν ο πρώτος δήμαρχος του Πειραιά που δεν ανήκε στην κυρίαρχη οικονομική τάξη από την οποία προέρχονταν οι μέχρι τότε εκλεγμένοι δήμαρχοι (αδελφοί Μουτζόπουλοι, Θ. Ρετσίνας και Αρ. Σκυλίτσης). Ακολούθησε ο Δημοσθένης Σκυλίτσης, απόστρατος αξιωματικός του στρατού. Ωστόσο, η δημαρχιακή

θητεία του Δαμαλά μόνο ανέφελη δεν ήταν. Λόγω του ισχύοντος εκλογικού συστήματος, η πλειοψηφία των δημοτικών συμβούλων ανήκε στην παράταξη Μουτζόπουλου, καθώς η εκλογή τους γινόταν ανεξάρτητα από αυτήν του δημάρχου και δεν είχε ακυρωθεί. Ο Δαμαλάς έκανε «άνοιγμα» σε αυτούς ανακηρύσσοντας τον Τρύφωνα Μουτζόπουλο ευεργέτη του δήμου και δίνοντας το όνομά του σε κεντρικό δρόμο. Ομως, αρκετοί δημοτικοί σύμβουλοι δεν σταμάτησαν να θέτουν εμπόδια. Παρ' όλα αυτά, επί των ημερών του έγιναν ορισμένα έργα (υδροδότηση συνοικιών, επέκταση ηλεκτρικού φωτισμού σε αρκετές συνοικίες, ασφαλτόστρωση πλατείας Λουδοβίκου κ.ά.). Ωστόσο, αλόγιστες σπατάλες εκτροχίασαν τα οικονομικά του δήμου, με αποτέλεσμα το έλλειμμα που είχε παραλάβει από τη δημαρχία Τρ. Μουτζόπουλου και ανερχόταν σε 175.000 δραχμές, ή κατ’ άλλους σε 30-35.000 δραχμές, να αυξηθεί σε 575.000 δραχμές, ποσό πολύ μεγάλο για την εποχή.


|

43

25-26 Μαΐου 2019

7

Η «ΕΚΛΟΓΙΚΗ» ΕΓΚΎΚΛΙΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΆΣ ΣΎΝΟΔΟΎ

Άπαγόρευσε στους κληρικούς να αναμειγνύονται στον εκλογικό αγώνα ΜΙΑ «ΕΚΛΟΓΙΚΗ» εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου, που εκδόθηκε το 1907, για την απαγόρευση ανάμειξης κληρικών στις εκλογές, διατηρεί διαχρονική επικαιρότητα, αν και από την πρώτη στιγμή αποτέλεσε ζητούμενο η εφαρμογή της… Η εγκύκλιος, με αριθμό πρωτοκόλλου 671, εκδόθηκε στις 6 Ιουνίου 1907, με αφορμή τις επικείμενες τότε δημοτικές εκλογές, καθώς η προεκλογική περίοδος σε αρκετές πόλεις ήταν ιδιαίτερα οξυμένη, με εντάσεις και αιματηρά επεισόδια. Ιδιαίτερα στον Πειραιά η κατάσταση είχε εκτραχυνθεί με μια παράταξη βιομηχάνων και μεγαλεμπόρων, με επικεφαλής τον εργοστασιάρχη Αλέξανδρο Ρετσίνα να διεκδικεί τον δήμο και να δηλώνει ότι θα διαθέσει ακόμα και 200.000 δραχμές, πολύ μεγάλο ποσό για την εποχή, για να κερδίσει τις εκλογές, αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα δοθούν για δωροδοκίες. Οπως σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, φαίνεται ότι υπήρχε και ανάμειξη των ιερέων στην προεκλογική περίοδο, οι οποίοι παρότρυναν τους πιστούς υπέρ του ενός ή του άλλου υποψηφίου. Μέσα σε αυτό το έντονο κλίμα φαίνεται ότι κρίθηκε αναγκαίο να παρέμβει η Ιερά Σύνοδος και να εκδώσει εγκύκλιο προς όλους τους ιεράρχες με την οποία: 1. Απαγόρευε οποιαδήποτε ανάμειξη ιερέων στην προεκλογική περίοδο, υπογραμμίζοντας ότι πρέπει να έχουν αυξημένη προσοχή «όπως ο υφ’ υμάς ιερός κλήρος μη εκτρέπηται εις αλλότρια και ανάρμοστα τω αξιώματι αυτού έργα». Μάλιστα, σημειωνόταν εμφατικά ότι εάν «τις των κληρικών της Υμετέρας παροικίας ήθελε φωραθή οπωσδήποτε αναμιγνυόμενος εις την εκλογικήν πάλην, αξιοί η Σύνοδος όπως επιδιώξητε άνευ αναβολής την αμείλικτον και παραδειγματικήν αυτού τιμωρίαν». 2. Καταδίκαζε κάθε πράξη δωροδοκίας, ιδιαίτερα όταν γίνεται για εκλογικούς λόγους. «Αξιοί τοίνων η Σύνοδος ίνα αποδειχθή τοις χριστιανοίς πόσον μέγα κακόν είναι η δωροδοκία, ότι διαφθείρει τον ηθικόν χαρακτήρα του ανθρώπου, ότι εξομοιοί τον άνθρωπον προς τα άλογα κτήνη και ότι τέλος ο δωροδοκούμενος ου μόνον αμαρτάνει σπουδαίως και επισύρει εφ’ εαυτόν και επί τα έργα του την οργήν του Θεού, αλλά και εχθρός της πατρίδος του, συντελών εις την εξαχρείωσιν της κοινωνίας». «Συνοψίζουσα λοιπόν τα ειρημένα παραγγέλλει Υμίν η Σύνοδος ίνα προς πρόληψιν και αποτροπήν των κακών τούτων, τοις μεν κληρικοίς πάσι της Υμετέρας παροικίας εγκαίρως και μετά δεούσης αυστηρότητος απαγορευθή άπαξ έτι η ανάμιξις αυτών εις τους εκλογικούς αγώνας, αναγνωσθή δε η παρούσα εγκύκλιος επ’ εκκλησίας κατά τας δύο προ των εκλογών Κυριακάς εις επήκοον των πιστών, ίνα υπομνησθή αυτοίς, ότι ου μόνον ανάγκη ν΄ αποφεύγωσι πάσαν δωροδοκίαν και πάντα όρκον προς εκλογικούς σκοπούς, αλλ’ ότι προς τούτοις ενασκούντες το πολιτικόν τούτο δικαίωμα δέον να φέρωνται κοσμίως και ευσεβώς εν τοις ιεροίς εκείνοις ναοίς, οίτινες λόγω αναποδράστου ανάγκης χρησιμοποιούνται ως εκλογικά τμήματα», κατέληγε η εγκύκλιος, η οποία υπογραφόταν από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδας Θεόκλητο και τους μητροπολίτες Ευρυτανίας Σεραφείμ, Κυθήρων Ευθύμιο, Φωκίδας Αμβρόσιο και Φαναρίου και Θεσσαλονίκης Ευθύμιο. Ωστόσο, λίγες εφημερίδες την πρόβαλαν, οι περισσότερες την αγνόησαν και μία, το «Νέον Αστυ», σε πρωτοσέλιδο καυστικό σχόλιό της τη χαρακτήρισε «αφελή», θεωρώντας ότι δεν μπορεί να αγνοεί η Ιερά Σύνοδος πως πολλοί κληρικοί, ανώτεροι και κατώτεροι, έχουν εξαρτήσεις από κόμματα και πολιτικούς. «Καταγγέλλονται Σεβασμιώτατοι λόγου χάριν επίσκοποι ότι ανήκουν ωρισμένοι εις το τάδε κόμμα, ότι υπηρετούν ωρισμένως τον τάδε πολιτικόν, και ότι ιερουργούν εις το ιερόν της συναλλαγής, δεμένοι χειροπόδαρα εις ωρισμένους πολιτικούς - διά τον λόγον ότι εκείνοι τους διώρισαν. (…) Αρα; Αρα η εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου είναι από τας αφελεστέρας που έχομεν διαβάσει ποτέ», έγραφε η εφημερίδα.

Δωρεές στην υπηρεσία των υποψηφίων ΠΏΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΗΚΕ η ανέγερση του Τζάνειου Νοσοκομείου για να «χτυπηθεί» ο επί σειρά ετών δήμαρχος Πειραιά Λουκάς Ράλλης; Ποια περιοχή της Αθήνας μετατρεπόταν στις δημοτικές εκλογές σε «πεδίο μάχης»; Πώς λειτουργούσαν τα «πρακτορεία» χρηματισμού ψηφοφόρων; Αυτές και άλλες άγνωστες ιστορίες από τις δημοτικές εκλογές στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα «ζωντανεύουν» σε εφημερίδες της εποχής. Ετσι, ξεφυλλίζοντας την εφημερίδα «Εθνοφύλαξ» παραμονές των εκλογών του 1866, διαβάζουμε μια επιστολή της Ελένης Τζάνη, χήρας του Κυθήριου Νικήτα Τζάνη, η οποία αναφέρει ότι κάποιοι άνθρωποι διαδίδουν πως ο σύζυγός της είχε αφήσει χρήματα και ακίνητο στον Δήμο Πειραιά για την ανέγερση νοσοκομείου «κατά προτροπήν και εισήγησιν του κ. Ράλλη, δημάρχου Πειραιώς». Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να αναφέρουμε ότι ο Τζάνης, παιδί μιας φτωχής οικογένειας των Κυθήρων, δουλεύοντας για πολλά χρόνια ως ναυτικός και στη συνέχεια ως έμπορος στην Αίγυπτο, είχε αποκτήσει σημαντική περιουσία και διακρινόταν για τις αγαθοεργίες του. Ετσι, λίγο πριν από τον θάνατό του, το 1863, κληροδότησε στον Δήμο Πειραιά ένα ακίνητο και 45.000 δραχμές για την ανέγερση νοσοκομείου, με τον όρο να ταφούν αυτός και η σύζυγός του σε εκκλησία η οποία θα ανεγερθεί εντός του χώρου του. Τον Μάρτιο του 1866, λιγότερο από έναν μήνα πριν από τις δημοτικές εκλογές, δημοσιεύεται σε εφημερίδες η προκήρυξη του διαγωνισμού για την ανέγερση του Α’ τμήματος του Δημοτικού Νοσοκομείου Πειραιά, σε σχέδια του μηχανικού Κ.Ν. Μεταξά. Παράλληλα, φαίνεται ότι αρχίζουν και κυκλοφορούν οι διαδόσεις που προκαλούν τη δίκαιη αντίδραση της χήρας του δωρητή, η οποία στην επιστολή της ξεκαθαρίζει ότι η απόφαση για τη δωρεά ήταν αποκλειστική δική του. Την ημέρα που ανοίγουν οι κάλπες (31.3.1866) για τις εκλογές, ο δήμαρχος Λουκάς Ράλλης δίνει

Λουκάς Ράλλης

στη δημοσιότητα μια δική του απαντητική επιστολή στην οποία χαρακτηρίζει ως συκοφάντες και ψεύτες όσους διαδίδουν τέτοια πράγματα και παραπέμπει σε μια ομιλία του στο ετήσιο μνημόσυνο από τον θάνατο του Νικήτα Τζάνη, όπου είχε πει ότι η απόφαση για τη δωρεά ήταν αποκλειστικά δική του. Ο Ράλλης δεν κρύβει σε αυτή την ανοιχτή επιστολή την πικρία του για την ευπιστία της χήρας του Τζάνη σε αυτές τις «διαβολές», όπως τις ονομάζει, αλλά όπως φαίνεται οι συκοφάντες είχαν πετύχει… διάνα. Ο δήμαρχος ηττήθηκε από τον Δημήτρη Μουτζόπουλο, ο οποίος και εγκαινίασε το Τζάνειο Νοσοκομείο τον Ιούλιο του 1873. Σε άλλες μεταγενέστερες εφημερίδες διαβάζουμε ότι η πιο «ζόρικη» περιοχή των Αθηνών ήταν ο Αγιος Φίλιππος, στη συνοικία της Βλασσαρούς, απέναντι από την είσοδο του αρχαιολογικού χώρου της Αρχαίας Αγοράς, στο Μοναστηράκι. Εκεί ήταν για χρόνια «εστία του τραμπουκισμού και του κουτσαβακισμού», όπως περιέγραφε μια εφημερίδα του 1899. Αυτή η κατάσταση είχε βέβαια αλλάξει κατά τη θητεία του Μπαϊρακτάρη ως διευθυντή της Αστυνομίας Αθηνών, όμως σε κάθε εκλογική αναμέτρηση τα καφενεία της περιοχής μοιράζονταν μεταξύ των οπαδών των υποψήφιων δημάρχων. «Το μέγα καφενείον το απέναντι του ναού έχουν καταλάβει μερικοί μερκουρικοί. Τα δύο άλλα καταστήματα είναι καλλιφρονικά»,

διαβάζουμε στην ίδια εφημερίδα του 1899, ενώ το 1907 μετά από αιματηρές συμπλοκές με ανταλλαγή πυροβολισμών διαβάζουμε: «Ο αιώνιος Αγιος Φίλιππος. Τα πέριξ της πλατείας καταστήματα έβριθον από αντιμερκουρικούς όταν περί την 9 π.μ. ομάς μερκουρικών (…). Αλλ’ οι Πυρρικοί αρχίζουν να πυροβολούν εις τον αέρα. Ο κόσμος τα χάνει και πολλοί φεύγουν τροχάδην. Αλλοι όμως, πολυπληθέστεροι αυτοί, κυκλώνουν την μερκουρική ομάδα και αρχίζουν με τας μαγγούρας να χτυπούν». Εκείνα τα χρόνια οι δωροδοκίες ήταν ένα πολύ συνηθισμένο μέσο… υφαρπαγής της ψήφου. Η εφημερίδα «Αθήναι» σε μια πρωτότυπη δημοσιογραφική έρευνα, που έκανε τον Μάρτιο του 1905, κατέγραψε τα διάφορα κόλπα για τη δωροδοκία των ψηφοφόρων αλλά και τα… αμυντικά τεχνάσματα σε αυτήν. Σε αρκετά μέρη η δωροδοκία γινόταν σε «πρακτορεία», κάποια ακίνητα με δύο πόρτες, ώστε ο ψηφοφόρος να μπαίνει από άλλη πόρτα και να βγαίνει απ’ αλλού για να μη γίνεται αντιληπτός. Φαίνεται, δε, ότι σε κάποιους δίνονταν χαρτονομίσματα κομμένα στη μέση, ώστε να πάρουν το άλλο μισό μετά την ψήφο. Στη Σαντορίνη ήταν διαδεδομένη και η δωροδοκία σε είδος, ώστε ο ψηφοφόρος να πηγαίνει π.χ. στο αλευροπωλείο και να παίρνει την ποσότητα αλεύρου που είχε συμφωνήσει. Μια άλλη μορφή δωροδοκίας ήταν η «αρνητική δωροδοκία», που εφαρμόστηκε αρχικά στο Πήλιο. Το σκεπτικό ήταν απλό: εάν κάποιος εκτιμούσε ότι ο αντίπαλός του υπερτερούσε κατά 50 ψήφους, δωροδοκούσε 50 εκλογείς για να μην πάνε να ψηφίσουν. Με αυτόν το τρόπο αποτρεπόταν το ενδεχόμενο αθέτησης της συμφωνίας. Βέβαια, οι εκλογείς δεν έμεναν ελεύθεροι, αλλά την ημέρα των εκλογών συγκεντρώνονταν σε κάποια εξοχική κατοικία όπου τους προσφέρονταν φαΐ και άφθονο κρασί. Ομως, δεν ήταν λίγες και οι περιπτώσεις των δωροδοκούμενων που καταψήφιζαν. Ετσι έμεινε η φράση «και τον παρά και μαύρο».


8

44

25-26 Μαΐου 2019

|

ΤΑΞΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ ΜΕ ΠΑΡΑΤΑΞΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΩΝ

Οι εργοστασιάρχες και οι παλληκαράδες τους

Η

πρώτη οργανωμένη προσπάθεια μεγαλοβιομηχάνων και μεγαλεμπόρων του Πειραιά για να κατακτήσουν τον δήμο «σκόνταψε» στην άρνηση των ίδιων των εργαζόμενων σε αυτούς να τους ακολουθήσουν. Ομως, αυτή η πομπώδης προσπάθεια της κυρίαρχης οικονομικά τάξης, με επικεφαλής τον βιομήχανο Αλέξανδρο Ρετσίνα, έδωσε στις δημοτικές εκλογές του 1907 χαρακτηριστικά σφοδρής ταξικής αντιπαράθεσης, πρωτοφανή για την εποχή. Εφημερίδες των Αθηνών υπογράμμιζαν ότι σε αντίθεση με την πρωτεύουσα «ο εκλογικός αγών εν Πειραιεί είνε εξαιρετικώς πεισματώδης» («Νέον Αστυ»), ενώ στην αρθρογραφία των τοπικών εφημερίδων, που ήταν «μοιρασμένες» στους τρεις βασικούς διεκδικητές του δημαρχιακού αξιώματος, τον Ρετσίνα, τον μέχρι τότε δήμαρχο Παύλο Δαμαλά και τον στρατιωτικό Δημοσθένη Ομηρίδη Σκυλίτση, αποτυπώνεται η ταξική σύγκρουση. «(…) ο Πειραιεύς κατά πρώτον λόγον είνε κέντρον εργασίας και εμπορίου, επομένως οι Εργοστασιάρχαι, οι Εμποροι, οι Εφοπλισταί είναι οι φυσικοί του Πειραιώς ηγέται, και μεταξύ αυτών πρέπει να εκλέγωνται και οι δήμαρχοί του», έγραφε η εφημερίδα «Σφαίρα» στηρίζοντας την υποψηφιότητα Ρετσίνα. Στον αντίποδα, ο «Χρονογράφος», σε κύριο άρθρο του με τίτλο «Ο λαός και τα τζάκια», σημειώνει: «Αι προσεχείς Δημοτικαί εκλογαί ενέχουσιν εξαιρετικήν και ιδιάζουσαν σημασίαν, όσον ουδεμία άλλη προγενεστέρα. Δεν είνε εκλογαί προσώπων. Είνε εκλογαί ιδεών, αρχών, συστημάτων. Είναι η πάλη του πτωχού λαού, του εργάτου, προς τα τζάκια, προς τον κεφαλαιούχον». Στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου η αντιπαράθεση μέσω των ημερήσιων τοπικών εφημερίδων κλιμακώνεται με στοιχεία για την ευημερία των επιχειρήσεων από τη μια και για τις άθλιες συνθήκες εργασίας και τους μισθούς πείνας από την άλλη. Για παράδειγμα η «Σφαίρα» σημειώνει ότι στα κλωστήρια και στα υφαντήρια των αδελφών Ρετσίνα εργάζονταν περίπου 2.400 εργά-

Ο Δημοσθένης Ομηρίδης Σκυλίτσης κέρδισε στις εκλογές του 1907 τον βιομήχανο Αλέξανδρο Ρετσίνα βάζοντας οριστικά ταφόπλακα στην προσπάθεια άλωσης του Δήμου Πειραιά από τους βιομήχανους

τες και ο «Χρονογράφος» σημειώνει: «Τα εργοστάσιά των, τα οποία κάθε λίγο και λιγάκι αναφέρουν δεν είναι φιλανθρωπικά ιδρύματα. Είναι επιχειρήσεις. Δεν τα ίδρυσαν διά τους εργάτας. Τα ίδρυσαν διά το συμφέρον τους». Σύμφωνα με την εφημερίδα, ένα μέσο μεροκάματο στο εργοστάσιο ήταν 2,5-3 δραχμές για πολύωρη εξοντωτική εργασία, ενώ στη Λιμενική Επιτροπή δίνονταν αργομισθίες με μισθούς έως και 100 δραχμές μηνιαίως! Ωστόσο, η πλευρά Ρετσίνα φρόντιζε να τονίζει εμφατικά την επαγγελματική τάξη των υποψήφιων παρέδρων (αντιδημάρχων) και δημοτικών συμβούλων του συνδυασμού. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν ο τραπεζίτης και μετέπειτα «βενιζελικός» δήμαρχος Αναστ. Παναγιωτόπουλος, ο μεγαλέμπορος και ιδρυτικό μέλος του Εμπορικού Συλλόγου Πειραιά Μιχ. Χρυσαφίδης και οι βιομήχανοι: Σπύρος Μεταξάς, συνιδιοκτήτης της ιστορικής πειραϊκής ποτοποιίας Σ.Η. και Α. Μεταξά, Γεώργιος Δ. Σημίτης, συνιδιοκτήτης του ατμόμυλου (αλευρόμυλου) Σκλαβούνου-Σημίτη, Δ. Αργυρόπουλος, ιδιοκτήτης υαλουργείου, Δ. Ζαβογιάννης, ιδιοκτήτης αγγει-

οπλαστείου-τσιμεντοποιείου, Δ. Δασκαλάκης, ιδιοκτήτης υφαντηρίου, και Μιχ. Χρυσαφίδης, μεγαλέμπορος και από τα ιδρυτικά μέλη του Εμπορικού Συλλόγου Πειραιά. Ενα άλλο χαρακτηριστικό αυτών των εκλογών είναι ότι ο ρόλος των τότε κομμάτων αποδεικνύεται δευτερεύουσας σημασίας συγκριτικά με την επιρροή ισχυρών οικογενειών του Πειραιά ή πολυπληθών σωματείων που έχουν άμεση παρέμβαση στα μέλη τους. Αυτό αποτυπώνεται στα ρεπορτάζ των εφημερίδων π.χ. για τις διεργασίες στην οικογένεια Μουτζόπουλου που είχε αποσυρθεί από τα αυτοδιοικητικά δρώμενα ή για τις δημόσιες αντιπαραθέσεις για τη στήριξη του προέδρου της Αδελφότητας Ηπειρωτών στην υποψηφιότητα Σκυλίτση. Σε ένα ρεπορτάζ της εφημερίδας «Σφαίρα» (φ. 12.5.1907) διαβάζουμε ότι αρχική πρόθεση της οικογένειας Μουτζόπουλου ήταν να διεκδικήσει ξανά τον δήμο με τον άλλο γιο του Δημήτρη, Πέτρο, αλλά πέθανε αιφνιδίως. Ετσι, έγινε σύσκεψη παρουσία 50 πολιτικών φίλων της οικογένειας και αποφασίστηκε να καθορίσει ο άλλος γιος του Δημήτρη, Αθανάσιος, ποιος θα επιλεγεί για να υποστηριχθεί. Παρακάτω διευκρινίζει, ανώνυ-

μα, κάποιος παριστάμενος ότι για την απόφαση θα ενημερωθεί και ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Δ. Ράλλης. Τελικά, η «παράταξη Μουτζόπουλου» φαίνεται ότι διασπάστηκε. Παρότι δύο ημέρες αργότερα, ο Αθαν. Δ. Μουτζόπουλος σε ανακοίνωσή του κάλεσε δημόσια σε στήριξη του Σκυλίτση, ένα μέρος των οπαδών του κατευθύνθηκε προς τον Αλέξανδρο Ρετσίνα. Βέβαια, η υποστήριξη στον Δαμαλά είχε αποκλειστεί, ίσως επειδή δεν του συγχωρούσαν την επικράτηση στην εκλογική αναμέτρηση του 1903. Ο Σκυλίτσης, με αυτόν τον τρόπο, πήρε το χρίσμα του κόμματος του Δ. Ράλλη, αν και φέρεται στο παρελθόν να δήλωνε πότε «τρικουπικός» και πότε φίλος του Κυρ. Μαυρομιχάλη. Η… αποστασία του Δημοσθένη Σκυλίτση, πατέρα του δημάρχου Πειραιά της χούντας, Αριστείδη, προκάλεσε την αντίδραση του επικεφαλής του πιο μικρού κοινοβουλευτικού κόμματος, του «Εθνικού Κόμματος» του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, που έσπευσε να δηλώσει υποστήριξη στον «τρικουπικό» Ρετσίνα, κάνοντας τις… διαχρονικές δηλώσεις για ανεξαρτησία του δήμου από την πολιτική. Σε αυτό το «θολό» τοπίο ο τότε

πρωθυπουργός Γ. Θεοτόκης, που ηγούνταν του κόμματος του Τρικούπη, φαίνεται ότι απέφυγε να δώσει… χρίσμα στον Ρετσίνα ή στον Δαμαλά (τέτοιες «ντρίμπλες» γίνονταν από τότε). Η προεκλογική αντιπαράθεση ήταν έντονη, οι καταγγελίες σε βάρος του Δαμαλά για τη δημαρχιακή θητεία του αλλά και κατά του Αλεξ. Ρετσίνα για τις πράξεις του (αργομισθίες, κακοδιαχείριση κ.ά.) στη θέση του προέδρου της Λιμενικής Επιτροπής, του… πρόδρομου του Οργανισμού Λιμένος Πειραιά, φόρτιζαν καθημερινά το κλίμα. Στις αρχές Ιουνίου, ο αστυνομικός διευθυντής με επιστολή του καλεί ουσιαστικά τους τρεις βασικούς διεκδικητές του δημαρχιακού αξιώματος να αποτρέψουν τη δράση ένοπλων «παλληκαράδων» και να μη ρίχνουν… λάδι στη φωτιά. Ωστόσο, όσο πλησίαζε η μέρα των εκλογών τα επεισόδια γίνονταν όλο και πιο βίαια, για να φτάσουμε στο βράδυ της 16ης Ιουνίου, οπότε έχασε τη ζωή του από σφαίρα ένας 15χρονος μαθητής και τραυματίστηκαν τέσσερα άτομα. Το παιδί είχε βρεθεί τυχαία στην πλατεία Τερψιθέας όταν ξέσπασαν επεισόδια μεταξύ οπαδών του Δαμαλά και του Ρετσίνα, τα οποία συνοδεύτηκαν από ανταλλαγή πυροβολισμών. Ακολούθησε η λήψη έκτακτων μέτρων. Η Αστυνομία ενισχύθηκε με στρατιωτικές δυνάμεις, ενώ ειδικά στον Πειραιά για τα μέτρα τάξης διατέθηκαν και 200 ναύτες του Ναυτικού. Ετσι, φτάσαμε στην 1η Ιουλίου, ημέρα των εκλογών, για να αναδειχθεί νικητής ο Δημοσθένης Σκυλίτσης με 4.522 ψήφους. Στη δεύτερη θέση περιορίστηκε ο Αλέξανδρος Ρετσίνας λαμβάνοντας 3.742 ψήφους, μόλις 108 περισσότερες από τον Παύλο Δαμαλά (3.634 ψήφους). Ακολουθούσε, με 2.640 ψήφους, ο Δημ. Μπινιάρης, ένα πρόσωπο που έχαιρε μεγάλου σεβασμού στην πειραϊκή κοινωνία, αλλά προφανώς δεν μπορούσε να συναγωνιστεί τους πανίσχυρους αντιπάλους του. Μετά από αυτά τα αποτελέσματα η «παράταξη των βιομηχάνων» παραιτήθηκε οριστικά από κάθε προσπάθεια κατάκτησης του Δήμου Πειραιά.


|

45

25-26 Μαΐου 2019

Ο

ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΣ

Οι πρώτες μεγάλες ανατροπές Οι δημοτικές εκλογές του Μεσοπολέμου χαρακτηρίστηκαν από το πνεύμα του αντικομμουνισμού που κυριάρχησε εκείνα τα χρόνια, αλλά και διακρίσεων σε βάρος του πολυάριθμου προσφυγικού στοιχείου. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα στη βόρεια Ελλάδα, από τις πρώτες δημοτικές εκλογές του 1925 μέχρι και τις τελευταίες πριν από τη δικτατορία Μεταξά, το 1934, οπότε θεωρήθηκε κάτι σαν… εθνική καταστροφή η εκλογή όχι μόνο κομμουνιστών δημάρχων και δημοτικών συμβούλων σε ορισμένες πόλεις, αλλά και του πρόσφυγα Μηνά Πατρίκιου στη Θεσσαλονίκη. Ειδικά, η εκλογή του Πατρίκιου προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων από «βενιζελικούς» και «αντιβενιζελικούς», ανασύρθηκαν όλα εκείνα τα κινδυνολογικά «επιχειρήματα» για την πατρίδα, τη Μακεδονία κ.ά. που έγιναν σύμφυτα με την ακροδεξιά ρητορική, και τελικά η δικτατορία του Πάγκαλου στη λογική του «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» ακύρωσε την εκλογή του και διέταξε την επανάληψη εκλογών.

μως σ την Ξάνθη, όπου αναδείχθηκε δήμαρχος ο κομμουνιστής καπνεργάτης Μιχάλης Λουκοβίκας, όχι μόνο παύθηκε από τη θέση του λόγω «αντεθνικής δράσης» (σταθερή αιτιολογία…), αλλά ανατράπηκε το εκλογικό αποτέλεσμα και ανέλαβε δήμαρχος ο δεύτερος σε ψήφους Ευριπίδης Χασιρτζόγλου. Μερικά χρόνια αργότερα, το 1934, μετά από όργιο τρομοκρατίας, θα καθαιρεθεί από το δημαρχιακό αξίωμα στην Καβάλα και θα σταλεί στην εξορία μια σημαντική μορφή του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, ο Μήτσος Παρτσαλίδης. Πάντως, στην προεκλογική περίοδο του 1925 τίποτα δεν προμήνυε αυτές τις θεαματικές εξελίξεις. Μπορεί οι «ζυμώσεις» να ήταν έντονες, αλλά δεν υπήρχαν μεγάλες εντάσεις, ίσως επειδή οι δύο μεγαλύτερες παρατάξεις, οι «βενιζελικοί» Φιλελεύθεροι και οι «φιλομοναρχικοί», καλούνταν να συγκεράσουν τις εσωτερικές διαφωνίες για τα πρόσωπα των υποψήφιων δημάρχων. Μόνο στα τέλη Σεπτεμβρίου οι εφημερίδες της Θεσσαλονίκης καταγράφουν στα «ψιλά» κάποιες πρώτες συζητήσεις μεταξύ προσφυγικών οργανώσεων για το ενδεχόμενο συγκρότησης ενός «αμιγώς προσφυγικού ψηφοδελτίου». Μάλιστα, δεν αργούν να εμφανιστούν διάφορες αντιρρήσεις παραγόντων ή και ορισμένων προσφυγικών συλλόγων, που κατέτειναν ουσιαστικά στο να μη χαθούν οι προσφυγικές ψήφοι από τον «βενιζελικό» υποψήφιο. Τελικά, συνεκλήθη παμπροσφυγικό συνέδριο στο οποίο ελήφθη με ευρύτατη πλειοψηφία η απόφαση αυτόνομης καθόδου στις δημοτικές εκλογές. Η μοναδική αντίθετη άποψη, που μειοψήφησε, υποστήριζε εύλογα ότι στο ψηφοδέλτιο έπρεπε να υπάρχουν και γηγενείς. Επικεφαλής αυτού του ψηφοδελτίου επιλέγεται να είναι ο 37χρονος δικηγόρος Μηνάς Πατρίκιος, που είχε τη δυνατότητα να μιλάει με γλώσσα κατανοητή στον λαό, υπερασπιζόμενος πολλές φορές αγροτικά αιτήματα. Να σημειωθεί δε ότι αυτός ο συνδυασμός υποστηρίχτηκε και από το ΚΚΕ, καθώς κάποια μέλη του συμμετείχαν ως υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι. Πάντως, η υποψηφιότητα του Πατρίκιου δεν θεωρούνταν ικανή να απειλήσει τον επίσημο «βενιζελικό» υποψήφιο Κ. Αγγελάκη, παρότι από τον ίδιο χώρο προερχόταν και η υποψηφιότητα του Π. Συνδίκα. Προφανώς για άλλους λόγους, θεωρούνταν επίσης αδύναμη η υποψηφιότητα του Π. Οικονόμου, που υποστηριζόταν από το μικρό κόμμα των «Ελευθεροφρόνων» του Ι. Μεταξά και μερίδα των «φιλομο-

ναρχικών», ενώ από τον ίδιο χώρο προερχόταν και η υποψηφιότητα του Κ. Ζήση. Ομως, στις 25 Οκτωβρίου 1929 έγινε η μεγάλη έκπληξη! Ο Μηνάς Πατρίκιος αναδεικνυόταν δήμαρχος συγκεντρώνοντας 5.279 ψήφους (30%), με δεύτερο τον Κωνσταντίνο Αγγελάκη, που συγκέντρωσε 4.536 ψήφους (26%). Ακολούθησαν οι Παναγιώτης Οικονόμου με 3.327 ψήφους (18%), Π. Συνδίκας με 2.640 ψήφους, Κ. Ζήσης με 829 ψήφους, Γ. Καρβωνίδης με 507 ψήφους και Νικ. Γερμανός με 283 ψήφους. Είναι γεγονός ότι η αποχή έφτασε σε πολύ υψηλά επίπεδα, καθώς επί 40.000 εγγεγραμμένων ψήφισαν μόλις 17.449. Το αποτέλεσμα έσκασε σαν… βόμβα. Ολοι άρχισαν να αναζητούν λόγους ακύρωσης των εκλογών, επικαλούμενοι ακόμα και το γεγονός ότι ο Πατρίκιος εργαζόταν ως δικηγόρος στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου! Οι εφημερίδες, «βενιζελικές» και «φιλομοναρχικές», άρχισαν να επισείουν τον…. κομμουνιστικό κίνδυνο. Η «βενιζελική» εφημερίδα της Θεσσαλονίκης «Μακεδονικά Νέα» κυκλοφόρησε με πρωτοσέλιδο υπέρτιτλο που έκανε αναφορά στη «συμφοράν της Θεσσαλονίκης» (φ. 29.10.1925) και σε εσωτερικές σελίδες σημείωνε: «Η πόλις εν καταπλήξει και αγανακτήσει διά την απροσδόκητον εκλογήν του κ. Πατρικίου ως δημάρχου», προαναγγέλλοντας «ενστάσεις κατά του κύρους της εκλογής». Η επίσης «βενιζελική» «Μακεδονία» δημοσίευσε άρθρο στο οποίο τονιζόταν ότι «είμεθα κράτος αστικόν και έχομεν υποχρέωσιν να μην ανεχώμεθα ως άρχοντας κομμουνιστάς» (φ. 4.11.1925). Ομως, και οι εφημερίδες των Αθηνών δεν υπολείπονταν. Η «φιλομοναρχική» «Καθημερινή» σε άρθρο της σημείωνε μεταξύ άλλων (φ. 28.10.1925): «Κομμουνισταί, εργάται και πρόσφυγες συνεδυάσθησαν εθνικώτατα και ανέδειξαν δημοτικούς άρχοντάς των τον κομμουνισμόν, την κατάργησιν της εννοίας της Πατρίδος, την κατάλυσιν του αστικού και Εθνικού καθεστώτος, την αυτονόμησιν της Μακεδονίας. Το αμάρτημα αυτό των κατοίκων των Μακεδονικών μεγαλουπόλεων -αμάρτημα ψηφοφόρων, αμάρτημα αποσχόντων- δεν πρέπει ν΄ αφήσει το κράτος ασυγκίνητον». Και πραγματικά το κράτος δεν έμεινε… ασυγκίνητο. Καθώς όλες οι ενστάσεις για την ακυρότητα της εκλογής πέφτουν στο κενό, ο δικτάτορας Θ. Πάγκαλος φροντίζει να εκδοθεί Νομοθετικό Διάταγμα (ΦΕΚ Α 336/1.11.1925), το οποίο έχει μάλιστα αναδρομική ισχύ για τις εκλογές της 25ης Οκτωβρίου(!), και ακυρώνει την εκλογή οποιουδήποτε δημάρχου έγινε με

9

συμμετοχή μικρότερη του 15% των εγγεγραμμένων. Αυτή η ρύθμιση, εκτός από τη Θεσσαλονίκη, συμπαρέσυρε σε επαναληπτικές εκλογές τη Λάρισα και τη Φλώρινα. Στο μεταξύ, ο Πατρίκιος κάτω από πιέσεις αναγκάζεται να κάνει δημόσια δήλωση πως ο ίδιος δεν είναι κομμουνιστής αλλά υποστηρίχθηκε από το ΚΚΕ. Παράλληλα όμως, παρουσιάζει στοιχεία ότι στους εκλογικούς καταλόγους παρέμεναν εγγεγραμμένοι πρόσφυγες που είχαν μετοικήσει στο πλαίσιο του προγράμματος εποικισμού ή ήταν πεθαμένοι. Αυτοί ανέρχονταν σε περίπου 17.000. Κατά συνέπεια, η πραγματική συμμετοχή ανερχόταν στο 18%. Προφανώς, αυτό δεν έγινε δεκτό. Ο δε Πάγκαλος, πηγαίνοντας στις 13 Νοεμβρίου στη Θεσσαλονίκη, θα δηλώσει ότι εάν υπάρχουν κομμουνιστές δημοτικοί σύμβουλοι, θα ακυρωθεί η εκλογή τους, όπως και έγινε λίγες ημέρες αργότερα με άλλο Νομοθετικό Διάταγμα. Ακόμα πιο κυνικά θα πει ο ίδιος στην Ανώτατη Επιτροπή Προσφύγων, που τον επισκέφθηκε, ότι δεν έπρεπε να εκλεγεί δήμαρχος πρόσφυγας και πως «θα συστηθή εις τους εκλογείς να μη ψηφίσουν πρόσφυγα δήμαρχον»… Το τι σήμαινε η… σύσταση του Πάγκαλου το διαπίστωσαν πολύ γρήγορα οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης. Ακολούθησε όργιο τρομοκρατίας με απειλές και ξυλοδαρμούς, με την επιστράτευση μπράβων και μαγκουροφόρων και ατελείωτη κινδυνολογία για τους κινδύνους της Μακεδονίας εάν εκλεγεί ο… κομμουνιστής Πατρίκιος. Το σύστημα Πάγκαλου στην επαναληπτική εκλογή τάχθηκε υπέρ του «βενιζελικού» Κ. Αγγελάκη. Ωστόσο, το αποτέλεσμα δεν άλλαξε. Ο Μηνάς Πατρίκιος εξελέγη και πάλι δήμαρχος, με περισσότερες ψήφους από τις προηγούμενες εκλογές, καθώς συγκέντρωσε 7.335 ψήφους. Στη δεύτερη θέση περιορίστηκε ο Κ. Αγγελάκης με 4.504 ψήφους και τρίτος ο Π. Οικονόμου με 1.750 ψήφους. Στο Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ για την περίοδο 1918-1949 διαβάζουμε σχετικά (σελ. 169): «(…) Παρά τα τρομοκρατικά μέτρα που πήρε η δικτατορία, στις επαναληπτικές εκλογές της Θεσσαλονίκης το δημοκρατικό ψηφοδέλτιο που υποστήριξε το ΚΚΕ συγκέντρωσε μεγαλύτερη πλειοψηφία από προηγούμενα. Το γεγονός αυτό ήταν μια χαρακτηριστική εκδήλωση της ογκούμενης λαϊκής αντίθεσης και αντίστασης στη δικτατορία. Η σύλληψη και εκτόπιση των κομμουνιστών δημοτικών συμβούλων της Θεσσαλονίκης που επακολούθησε μεγάλωσε ακόμη περισσότερο την αγανάκτηση κατά της παγκαλικής τυραννίας».


10

46

25-26 Μαΐου 2019

|

ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ

Ο κόκκινος δήμαρχος της

Η

Στις εκλογές της 11ης Φεβρουαρίου του 1934 ο Μήτσος Παρτσαλίδης εκλέγεται δήμαρχος στην Καβάλα. Η νίκη ενός κορυφαίου στελέχους του Κομμουνιστικού Κόμματος, που έναν μήνα αργότερα, στο 5ο συνέδριο του ΚΚΕ, εξελέγη μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και εν συνεχεία μέλος του Πολιτικού Γραφείου προκαλεί κλυδωνισμούς στο σύστημα

εκλογή του Δημήτρη Παρτσαλίδη, στελέχους του ΚΚΕ, ως δημάρχου Καβάλας, ήταν η μεγαλύτερη μέχρι τότε εκλογική επιτυχία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος στις αυτοδιοικητικές εκλογές. Οπως είδαμε, στη Θεσσαλονίκη του 1925 ο Μηνάς Πατρίκιος ήταν ένας συνεργαζόμενος με το ΚΚΕ πρόσφυγας. Ομως, στις εκλογές της 11ης Φεβρουαρίου του 1934 η νίκη σε μια μεγάλη πόλη ήταν ενός κορυφαίου στελέχους του Κομμουνιστικού Κόμματος, που έναν μήνα αργότερα, στο 5ο συνέδριο του ΚΚΕ, εξελέγη μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και εν συνεχεία μέλος του Πολιτικού Γραφείου. Ετσι, την επομένη των εκλογών ακόμα και οι αθηναϊκές εφημερίδες έγραφαν στα πρωτοσέλιδά τους ότι στην Καβάλα εξελέγη κομμουνιστής δήμαρχος. Μάλιστα, είναι αξιοσημείωτο ότι ο Παρτσαλίδης είχε κερδίσει τις περισσότερες ψήφους (3.781), παρότι όλα τα αστικά κόμματα είχαν υποστηρίξει κοινό υποψήφιο, τον μέχρι τότε δήμαρχο Τερμεντζή, που πήρε 2.108 ψήφους. Τρίτος είχε αναδειχθεί ο ανεξάρτητος «κεντρώος» Αλ. Νικολαΐδης με 1.610 ψήφους. Βέβαια, σε αυτές τις εκλογές γενικότερα η παρουσία του ΚΚΕ ήταν πολύ καλή. Εκτός από την Καβάλα και σε άλλους μικρότερους δήμους αναδείχθηκαν κομμουνιστές δήμαρχοι. «Ταυτόχρονα το κόμμα εξασφάλισε την πλειοψηφία σε 60 κοινότητες και έδρες σε άλλα 50 κοινοτικά συμβούλια» (Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1949, σελ. 266). Η εξήγηση αυτής της δυναμικής, που είχε αρχίσει να εμφανίζει το ΚΚΕ δύο χρόνια πριν από την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά, θα πρέπει να αναζητηθεί σε δύο αιτίες: 1. Την ανάπτυξη μεγάλων εργατικών και αγροτικών αγώνων ενάντια στην καταπίεση και στις άθλιες συνθήκες εργασίας που είχαν επιβληθεί και λόγω της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Ειδικά, στην Καβάλα πολλοί καπνεργάτες ζούσαν σε συνθήκες εξαθλίωσης. 2. Το ξεπέρασμα, υπό την ηγεσία του Νίκου Ζαχαριάδη, της περιόδου των εσωτερικών συγκρούσεων, με τις διαγραφές τροτσκιστών κ.ά.

Αρχίζουν τις καθαιρέσεις και τις εξορίες Δεν πρόλαβαν, όμως, οι κομμουνιστές δήμαρχοι και πρόεδροι κοινοτήτων να αναλάβουν τα καθήκοντά τους και μπήκε σε κίνηση ο

Μήτσος Παρσαλίδης, ο πρώτος «κόκκινος» δήμαρχος Καβάλας, στέλεχος του ΚΚΕ σε μεταγενέστερη φωτογραφία

μηχανισμός των διώξεων (καθαίρεση των εκλεκτών του λαού, εξορίες κ.λπ.). Για παράδειγμα, στην Καβάλα ο Παρτσαλίδης χαρακτηρίστηκε ως… φυγόδικος και καταζητούμενος, διότι εκκρεμούσε μια καταδικαστική απόφαση του τοπικού Πλημμελειοδικείου με ποινή φυλάκισης ενός μήνα για την πραγματοποίηση στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές… παράνομης εκλογικής συγκέντρωσης! Παράλληλα, όπως διαβάζουμε σε εφημερίδες της εποχής («Ακρόπολις», φ.13.2.1934), άρχισαν και άλλου είδους πιέσεις. Ετσι, οι τράπεζες στην Καβάλα παρέμειναν κλειστές την επομένη των εκλογών και οι καπνεμπορικές εταιρείες εμφανίζονται να εξετάζουν να διακόψουν τις εργασίες τους στην πόλη, πράγμα που εξαρτούσαν «από την γραμμήν, την οποίαν θα

ακολουθήση ο εκλεγείς κομμουνιστής δήμαρχος έναντι των ζωτικών ζητημάτων της πόλεως». Φυσικά, δεν λείπουν και οι… μομφές προς την κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος ότι «δεν εβιάσθησαν, ούτε κατεδιώχθησαν οι κομμουνισταί Καβάλας, παρόλον ότι αι Αρχαί εφοβούντο την επικράτησίν των. Αφέθησαν και εψήφισαν εντελώς ελεύθεροι». (εφ. «Ακρόπολις», 14.2.34).

Η χωροφυλακή στο παιχνίδι Ακόμα, θυμήθηκαν ότι «άλλοτε ο κ. Πάγκαλος έπαυσε αυθωρεί τον επιτυχόντα κομμουνιστήν δήμαρχον Ξάνθης. Σήμερον δεν γνωρίζομεν τι θα πράξη η Κυβέρνησις. Πάντως, δεν αναμένεται, ότι θα προτιμήσει την εγκατάστασιν ενός δοκιμαστικού… σοβιέτ εις την πρωτεύουσαν της Ανατολικής Μακεδονίας». Και έτσι έγινε. Οπως διαβάζου-

με στον «Ριζοσπάστη» (φ. 17.2.1934), από τις πρώτες ημέρες «ο Νομάρχης αρνείται να δεχτεί το δήμαρχο και τους δημοτικούς συμβούλους. Ο Διοικητής της χωροφυλακής απαγορεύει το άνοιγμα γραφείου δημάρχου», ενώ συλλαμβάνεται ο Παρτσαλίδης. Ακολουθεί καταιγίδα πύρινης αρθρογραφίας «βενιζελικών» και «δεξιών» εφημερίδων, με πρώτες την «Εστία» και τα «Αθηναϊκά Νέα» (έτσι ονομάζονταν τότε «Τα Νέα»), που ζητούν την ακύρωση των εκλογών στην Καβάλα. Τελικά, αφού όλες οι προσπάθειες πέφτουν στο κενό, τέσσερις μήνες μετά την εκλογή του, ο Παρτσαλίδης καθαιρείται από την κυβέρνηση Π. Τσαλδάρη με την αιτιολογία ότι «μετέτρεψε το δημαρχείο σε κομμουνιστικό άντρο» και εκτοπίζεται με το «Ιδιώνυμο», τον νόμο του 1929, στον Αϊ-Στράτη.


|

47

25-26 Μαΐου 2019

11

Καβάλας και οι διώξεις Με τα τανκς στους δρόμους οι ψηφοφόροι στις κάλπες

Ο Αγις Στίνας στέλεχος του ΣΕΚΕ και εν συνεχεία ΚΚΕ εκλέγεται πρόεδρος στην κοινότητα Σπαρτίλα της Κέρκυρας. Αριστερά: το Ιδρυτικό συνέδριο του ΣΕΚΕ

ΚΕΡΚΥΡΑ

Ο άμισθος τροτσκιστής δήμαρχος καθιερώνει δημοκρατικές διαδικασίες στο Κοινοτικό Συμβούλιο ΜΙΑ ΜΙΚΡΉ ΚΟΙΝΟΤΉΤΑ στην Κέρκυρα εξέλεξε, το 1934, τον πρώτο τροτσκιστή πρόεδρο κοινότητας στην Ελλάδα. Ηταν ο Αγις Στίνας (Σπύρος Πρίφτης το πραγματικό όνομά του), μια σημαντική, ανυπότακτη μορφή του ελληνικού τροτσκισμού και του εργατικού κινήματος. Αυτή την αυτοδιοικητική «περιπέτεια» στη γενέτειρά του, στον Σπαρτύλα της Κέρκυρας, περιέγραψε ο ίδιος ο Στίνας σε άρθρο του στο περιοδικό «Αντί» (τεύχος 110, 21 Οκτωβρίου 1978) του αείμνηστου Χρήστου Παπουτσάκη. Ο Αγις Στίνας ήταν σημαντικό στέλεχος αρχικά του ΣΕΚΕ και εν συνεχεία του ΚΚΕ, με το οποίο ήταν το 1926 υποψήφιος βουλευτής Κέρκυρας. Την περίοδο των μεγάλων εσωτερικών συγκρούσεων, που κορυφώνονται με την καθαίρεση της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος, έρχεται (τέλη του 1932) σε επαφή με τον Μιχάλη Ράπτη (Πάμπλο). Μαζί με άλλα στελέχη διαφοροποιούνται από το ΚΚΕ αλλά και την ομάδα Πουλιόπουλου και συγκροτούν μια ιδιαίτερη ομάδα με το τίτλο «Λενινιστική Αντιπολίτευση του ΚΚΕ» (ΛΑΚΚΕ). Στην ιδρυτική συγκέντρωση εκλέχτηκε μια τριμελής επιτροπή, αποτελούμενη από τους Ράπτη, Εργίνο και Στίνα, και εκδίδο-

νται η εβδομαδιαία εφημερίδα «Σημαία του Κομμουνισμού» και το θεωρητικό περιοδικό «Διαρκής Επανάσταση». Εναν χρόνο αργότερα (τέλη του 1933), μετά από διαφωνίες που προκάλεσε ένα άρθρο του Στίνα για τις σχέσεις του κόμματος με την Κομμουνιστική Διεθνή, παίρνει την απόφαση να φύγει για την Κέρκυρα. Η οικογένειά του τον βοήθησε να ανοίξει στον Σπαρτύλα (ο ίδιος γράφει: η Σπαρτίλλα) ένα μπακάλικο για να μπορέσει να ζήσει, ενώ ο ίδιος πρωτοστάτησε στη συγκρότηση δύο ομάδων εργατών, μιας στην Κέρκυρα και μιας στο μικρό χωριό του. Ο ίδιος στο άρθρο του γράφει τα εξής: «Στις κοινοτικές εκλογές καταρτήσαμε ψηφοδέλτιο με καθαρά κομμουνιστικό χρώμα και εκθέσαμε υποψηφιότητα για το συμβούλιο της κοινότητας. (…) Το ψηφοδέλτιό μας επεκράτησε με μεγάλη πλειοψηφία -κάπου 90%- και στη πρώτη του συνεδρίαση το Κοινοτικό Συμβούλιο με εξέλεξε πρόεδρο. Ημουνα ο πρώτος τροτσκιστής πρόεδρος κοινότητας στην Ελλάδα. Δουλεύαμε άμισθοι όλοι, γιατί τα οικονομικά της κοινότητας ήταν μηδαμινά και ο τόπος είχε πολλές ανάγκες». Μια μεγάλη καινοτομία που

καθιερώθηκε σε αυτό το μικρό χωριό ήταν οι δημόσιες συνεδριάσεις του Κοινοτικού Συμβουλίου, όπου οι κάτοικοι είχαν δικαίωμα λόγου. Ο Αγις Στίνας έγραψε σχετικά: «Το Συμβούλιο μας, δίχως υπερβολή, είναι το μόνο κοινοτικό συμβούλιο στην Ελλάδα, που έχει να επιδείξει μια πραγματικά γνήσια επαναστατική δράση. Την καθιέρωση της λαϊκής αυτοδιοίκησης. Καθιερώσαμε τακτικές δημόσιες συνεδριάσεις του Κοινοτικού Συμβουλίου (…). Η ημερήσια διάταξη γινόταν από πριν γνωστή με ανακοίνωση στην πλατεία της Σπαρτίλλας και οι κάτοικοι καλούνταν όχι μόνο να παρακολουθήσουν αλλά και να πάρουν μέρος στην συζήτηση. Οι αποφάσεις παίρνονταν από κοινού με τα μέλη της Κοινότητας και τα ίδια τα μέλη ανελάμβαναν υπεύθυνο μέρος στην εκτέλεσή τους». «Φυσικά, τα θέματα που συζητούσαμε δίνανε την αφορμή για ευρύτερες πολιτικές συζητήσεις και ο καθένας έκφραζε τη γνώμη του ελεύθερα και μπροστά στο λαό. (…) Δεν στεκόμαστε μόνο στις συζητήσεις και στην διαφώτιση του λαού. Από κοινού δημοτικό συμβούλιο και κάτοικοι προγραμματίσαμε μια σειρά από έργα, αρχίζοντας από τα πιο αναγκαία. Υπόνομοι,

αυλάκια στους δρόμους, ύδρευση. Για τα έξοδα που χρειάζονταν επιβάλαμε βαριά φορολογία αλλά μόνο στους πλούσιους και στους μεγάλους γαιοκτήμονες», έγραψε ο ίδιος. Φυσικά, η Αστυνομία δεν έμενε… απαθής. Το πιο κοντινό αστυνομικό τμήμα βρισκόταν στο χωριό Υψο και πολλές φορές ασκούνταν τρομοκρατία στους κατοίκους, με ανακρίσεις και απειλές σχετικά με τη δράση του Κοινοτικού Συμβουλίου κ.ά. Επίσης, δύο φορές αστυνομικοί πολιόρκησαν το χωριό, η μία την Πρωτομαγιά. «Η δράση του κοινοτικού συμβουλίου του μοναδικού κομμουνιστικού στη Κέρκυρα, είχε γίνει αντικείμενο καθημερινό συζητήσεων σ’ όλο το νησί. Οπως η εκλογή και αργότερα ο εξαναγκασμός σε παραίτηση του παλιού μου φίλου και συντρόφου δημάρχου Καβάλας Μήτσου Παρτσαλίδη», γράφει ο Αγις Στίνας, ο οποίος στα τέλη του 1934, μετά τη διάσπαση του «αρχειομαρξισμού», αποφασίζει ότι πρέπει να πάρει μέρος στις συζητήσεις που γίνονται. Υποβάλλει την παραίτησή του από πρόεδρος και μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου και φεύγει για την Αθήνα για να προσχωρήσει στην ομάδα «Μπολσεβίκος» του Γιώργη Βιτσώρη.

ΕΚΛΟΓΕΣ με τα πολυβόλα των τανκς στραμμένα προς τους ψηφοφόρους έγιναν τον Απρίλη του 1932 στον Πειραιά, σε μια από τις πιο αιματηρές εκλογικές αναμετρήσεις στην πόλη για την ανάδειξη δημάρχου. Αυτή η βίαιη εκλογική αναμέτρηση ανέδειξε πάντως την κυριαρχία της «βενιζελικής» παράταξης στις προσφυγικές γειτονιές και τη σημασία τους στη διαμόρφωση του εκλογικού αποτελέσματος. Γι’ αυτό, δύο χρόνια αργότερα, το Λαϊκό Κόμμα, που βρέθηκε στην κυβέρνηση, για να μπορέσει να κερδίσει τους Δήμους Αθηναίων και Πειραιώς, προχώρησε στον… τεμαχισμό τους. Τα γεγονότα δρομολογήθηκαν ουσιαστικά στις 17 Νοεμβρίου 1931. Εκείνη τη μέρα, μια ανακοίνωση του υπουργείου Εσωτερικών για κακοδιαχείριση στον Δήμο Πειραιά επιβεβαίωνε τις φήμες που κυκλοφορούσαν από το καλοκαίρι στον Πειραιά και κατά διαστήματα δημοσιεύονταν στον Τύπο. Την άλλη ημέρα, οι εφημερίδες της Αθήνας και του Πειραιά κυκλοφορούν με πηχυαίους τίτλους: «Πρωτοφανής ρεμούλα εις τον Δήμον Πειραιώς. Διεπιστώθησαν καταχρήσεις 34 εκατομμυρίων δραχμών» («Ακρόπολις», φ.18/11/1931). Η υπόθεση αφορούσε τις «διαδρομές» χρημάτων του δήμου προς την «Τράπεζα Παναγιωτόπουλου», που είχαν ξεκινήσει πριν από το 1925 επί δημαρχίας Αναστάσιου Παναγιωτόπουλου, πατέρα του Τάκη, και συνεχίστηκαν από τον δεύτερο. Ομως, μετά την κρίση του 1930, η τράπεζα αναγκάστηκε να κάνει στάση πληρωμών και ταυτόχρονα «πάγωσε» τα χρήματα του δήμου, τα οποία φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκαν ως κεφάλαιά της (για περισσότερες λεπτομέρειες, βλ. «Εφ. Συν.»/«Νησίδες», φ. 22-23/4/2017). Μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου, ο Τάκης Παναγιωτόπουλος εξέπεσε του δημαρχιακού αξιώματος και στη θέση του εξελέγη από το Δημοτικό Συμβούλιο ως «υπηρεσιακός» δήμαρχος ο δημοτικός σύμβουλος και πρόεδρος του Οργανισμού Λιμένος Πειραιά (ΟΛΠ), Μιχ. Ρινόπουλος. Στις 28 Φεβρουαρίου 1932 γίνονται εκλογές για την ανάδειξη νέου δημάρχου. Αυτές οι «ενδιάμεσες» εκλογές ήταν οι πρώτες στις οποίες ψήφισαν οι γυναίκες (στις άλλες πόλεις ψήφισαν για πρώτη φορά στις δημοτικές εκλογές της 11ης Φεβρουαρίου 1934).


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.