17 minute read

Γευστικές διαδρομές

Ιωάννα Παραβάλου Το γραφικό λιμάνι της Καλύμνου γεμάτο ψαροκάικα…

Αρμενίζει στο ΝΑ Αιγαίο και έγινε γνωστή για την παράδοσή της στη σπογγαλιεία. Η Κάλυμνος κερδίζει τον ταξιδευτή με το όμορφο λιμάνι της, τα γραφικά χωριά της, τους απάνεμους όρμους αλλά και τα αναρριχητικά πεδία της. Σε κάθε γωνιά της θα απολαύσουμε τις πεντανόστιμες παραδοσιακές γεύσεις της, που είναι ζυμωμένες με την αρμύρα της θάλασσας και τα αρωματικά βότανα της ανεμοδαρμένης καλύμνιας γης...

Advertisement

Τα εντυπωσιακά βράχια της Καλύμνου: ένας αληθινός παράδεισος για τους λάτρεις της αναρρίχησης

Σφουγγάρια σε μεγάλη ποικιλία θα βρούμε και θα αγοράσουμε για το σπίτι

Απάνεμους κολπίσκους για μπάνιο, αλλά και για ψάρεμα, θα ανακαλύψουμε στο νησί

τούτο το νησί των Δωδεκανήσων ήταν το λιμάνι του γεμάτο καΐκια και με τα σπογγαλιευτικά του έτοιμα να σαλπάρουν με τα παλικάρια τους για ταξίδια μακρινά, για να βγάλουν, με κίνδυνο της ζωής τους, από τον βυθό της θάλασσας τα σφουγγάρια και να τα πουλήσουν στις πιο γνωστές αγορές του κόσμου... Γι’ αυτό και η Κάλυμνος έγινε γνωστή ως το «Νησί των Σφουγγαράδων», αφού η ανάπτυξη της σπογγαλιείας έκανε τη φήμη της να ταξιδέψει ως τα πέρατα της γης. Μοιραία, η ζωή της ζυμώθηκε με τη θάλασσα… με τις χαρές, μα και τις λύπες της. Στην αρχαιότητα ονομαζόταν Καλύδνα, στη συνέχεια Κάλυμνα και τέλος Κάλυμνος. Είναι «γειτονοπούλα» με την Κω και τη Λέρο και αντίκρυ της βρίσκεται το νησάκι Τέλενδος, με τα γραφικά ταβερνάκια του δίπλα στο κύμα… Η «καρδιά» του τόπου χτυπά στο λιμάνι, την Πόθια, που σχεδόν ενώνεται πια με τον οικισμό της Χώρας. Την κεντρική πλατεία στολίζουν με την παρουσία τους το κτίριο του Επαρχείου και η εκκλησία του Χριστού Σωτήρος. Η εκκλησία των σφουγγαράδων είναι ο Άγιος Νικόλαος, ο προστάτης των ναυτικών. Για την καθημερινή ζωή των ανθρώπων της, τα ήθη και τα έθιμα, θα πληροφορηθούμε αν πάμε μια βόλτα ως το «Παραδοσιακό Καλύμνικο Σπίτι». Η ιστορία ενός παραδοσιακού αστικού σπιτιού του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα θα μας ταξιδέψει στις καθημερινές δραστηριότητες, στα κοινωνικά γεγονότα και στην πολυτάραχη ζωή του Καλύμνιου σφουγγαρά. Στην παραλία του λιμανιού, με τα σκάφη, τα ιστιοπλοϊκά και τα ψαροκάικα, θα βρούμε πολλά μεζεδοπωλεία και ταβερνάκια για να έχουμε μια πρώτη γεύση από τις παραδοσιακές νοστιμιές του νησιού. Αξίζει, ωστόσο, να πάμε μια βόλτα με το αυτοκίνητό μας ως τον Βαθύ, με το μακρόστενο απάνεμο λιμάνι του, τη Ρίνα, και τον εύφορο κάμπο με τις φημισμένες μανταρινιές, αλλά και όλα τα εσπεριδοειδή (όπως πορτοκάλια, φράπες, λεμόνια και περγαμόντα). Στην ευλογημένη τούτη γη καλλιεργούνται και ολόδροσα κηπευτικά, ανάλογα με την εποχή. Στο γραφικό αυτό λιμανάκι θα απολαύσουμε το ουζάκι ή τη ρακή μας με θαλασσινούς παραδοσιακούς μεζέδες (όπως το σπινιάλο) και ντόπιες νοστιμιές, χαζεύοντας τους ψαράδες που ξεψαρίζουν τα δίχτυα τους, για να είναι έτοιμοι για την επόμενη ψαριά… Αν είμαστε τυχεροί, στον δρόμο προς το λιμάνι μπορεί να συναντήσουμε πλανόδιους μικροπωλητές με ντόπια προϊόντα, αλλά και να δοκιμάσουμε αφράτους, τραγανούς λουκουμάδες, περιχυμένους με καλύμνικο εκλεκτό μέλι, κανελίτσα και αμύγδαλα, που ετοιμάζονται εκείνη τη στιγμή μπροστά μας! Στο Βαθύ με το στενό λιμάνι του, τη Ρίνα, τα ψαροκάικα είναι έτοιμα

Ηεικόνα που μου ερχόταν στον νου όταν σκεφτόμουν για την επόμενη ψαριά…

Τα ντόπια τυριά της Καλύμνου είναι πεντανόστιμα

Αφράτοι, φρεσκοτηγανισμένοι χταποδοκεφτέδες, έτοιμοι για να τους απολαύσουμε

Τα μανταρίνια που παράγονται στο Βαθύ και τον εύφορο κάμπο του φημίζονται για το άρωμα και τη νοστιμιά τους

Ο αυθεντικός μεζές των σφουγγαράδων είναι το «σπινιάλο», που φτιάχνεται από πίνες, φούσκες, αχινούς, σαλάχια και μύδια, τα οποία πλένονται, αλατίζονται και φυλάσσονται σε αποστειρωμένα μπουκάλια, αφού καλυφθούν με θαλασσινό νερό και λίγο ελαιόλαδο.

Παράδοση στη γεύση

Όρεξη να ’χουμε και στην Κάλυμνο θα απολαύσουμε πολλά λαχταριστά πιάτα, φτιαγμένα με ντόπια αγνά υλικά και παλιές επτασφράγιστες συνταγές… Στην παραλία της Πόθιας, στο λιμάνι, βρίσκονται πολλά γραφικά ταβερνάκια με εξαιρετικούς μεζέδες και παραδοσιακές νοστιμιές. Σ’ ένα από αυτά, λοιπόν, θα ξεκινήσουμε το γευστικό μας ταξίδι στην Κάλυμνο… Για αρχή θα δοκιμάσουμε μια δροσερή και πλούσια σε υλικά σαλάτα, που λέγεται «μιρμιζέλι» και φτιάχνεται με κρίθινες κουλούρες

Η παραδοσιακή σαλάτα του νησιού, που λέγεται «μιρμιζέλι» Ξημέρωμα στην Πόθια, το λιμάνι της Καλύμνου

Μια παλιά πιατοθήκη γεμάτη χρώμα και μνήμες

στο «Παραδοσιακό Καλύμνικο Σπίτι»

Ο ωλός αφαιρείται από το χταπόδι όταν είναι ζωντανό και διατηρείται μέχρι 3 ώρες σε πάγο. Σερβίρεται τηγανητός σε αλεύρι.

Χταποδάκι στα κάρβουνα, δίπλα στη θάλασσα… Ό,τι ονειρευόμαστε για το καλοκαίρι! στη βάση κι από πάνω τριμμένο ντόπιο τυρί, ψιλοκομμένη ντοματούλα, ρόκα, μαρούλι, ελιές, αγγούρι, κάππαρη, θρίμπι (ή θρούμπι) και περιχύνεται με αγνό ελαιόλαδο. Οι μυρωδιές από την κουζίνα μάς σπάνε τη μύτη, καθώς η κυρία Βιολέτα ετοιμάζει για μας από το πρωί τα καλύμνικα «φύλλα» (πεντανόστιμα ντολμαδάκια τυλιγμένα με αμπελόφυλλα ή λάχανο), που αργοψήνονται στην κατσαρόλα… Κι από την άλλη, στο τηγάνι τσιτσιρίζουν οι αφράτοι χταποδοκεφτέδες, που δεν χορταίνουμε να τρώμε… συνοδεύοντάς τους με ουζάκι ή παγωμένη μπίρα. Ωστόσο, και τα μεζεδοπωλεία του λιμανιού μάς περιμένουν μαζί με την παρέα μας, για να απολαύσουμε εκλεκτούς θαλασσινούς μεζέδες, όπως συμιακό γαριδάκι στο τηγάνι, μελωμένο χταπόδι στιφάδο ή λιαστό στα κάρβουνα, καλαμάρι γεμιστό, γαύρο μαρινάτο, χταπόδι με κοφτό μακαρονάκι, λιαστή αστακοουρά, καρκάνι (σαλάτα με μαγιονέζα και κρέας από σαλάχι), φούσκες, φιλέτα αλμυρού μπακαλιάρου με πράσα και σέλινο, αχινομακαρονάδα του ψαρά, ρεβίθια στον φούρνο... Φυσικά, έχουμε να επιλέξουμε και μέσα από μια μεγάλη ποικιλία από ολόφρεσκα ψάρια, που φέρνουν καθημερινά οι ψαράδες, μαγειρεμένα με πολλούς τρόπους (όπως σκάρους με φρέσκια ντομάτα στον ταβά, μπαρμπούνια μαρινάτα, σαλάχι με μακαρόνια και ταχίνι κ.ά.). Δεν ξέρουμε τι να πρωτοδιαλέξουμε… Ωστόσο, ο αυθεντικός μεζές των σφουγγαράδων είναι το «σπινιάλο» (πίνα + αλς, αλός), που φτιάχνεται από πίνες, φούσκες, αχινούς, σαλάχια και μύδια, τα οποία πλένονται, αλατίζονται και φυλάσσονται σε αποστειρωμένα μπουκάλια, αφου καλυφθούν με θαλασσινό νερό και λίγο ελαιόλαδο, κι έπειτα κλείνονται ερμητικά με φελλό. Με αυτό τον τρόπο οι «καβαλάρηδες των κυμάτων» Καλύμνιοι σφουγγαράδες τελειοποίησαν τη συντήρηση των τροφίμων για τα μεγάλα ταξίδια τους στην Μπαρμπαριά και στο Τούνεζι τις εποχές που δεν υπήρχαν ψυγεία. Στις ταβέρνες του νησιού θα γευτούμε τον ιδιαίτερο αυτό μεζέ σερβιρισμένο με λάδι, λεμόνι και κρεμμύδι (ή και ντομάτα ψιλοκομμένη). Θα τον συνοδεύσουμε ιδανικά με ρακή. Ένας ακόμη ιδιαίτερος καλύμνικος θαλασσινός μεζές είναι οι τηγανητοί ωλοί χταποδιού. Ο ωλός (το μελανοφόρο σακούλι του χταποδιού) αφαιρείται από το χταπόδι όταν αυτό είναι ζωντανό και διατηρείται μέχρι 3 ώρες σε πάγο. Σερβίρεται τηγανητός σε αλεύρι. Τα χταπόδια ψαρεύονται με μικρές βάρκες από Καλύμνιους ψαράδες σε πολύ μικρή απόσταση από το νησί. Πάνω στα καΐκια τους οι ψαράδες έφτιαχναν την κακαβιά, με ό,τι ψάρια ανέβαζαν από τη θάλασσα: Τα έβραζαν σε ένα μεγάλο καζάνι και έτρωγαν με τα κουτάλια τους όλοι μαζί από την ίδια σκουτέλα. Σήμερα, η διαδικασία του ψαρέματος, οι βουτιές σε μοναχικές παραλίες με κρυστάλλινα νερά και το υποβρύχιο ψάρεμα οργανώνονται στο νησί με τη μορφή ημερήσιας εκδρομής-εμπειρίας, για όσους ταξιδιώτες αγαπούν το ψάρεμα και θέλουν να βιώσουν τη μοναδική αυτή εμπειρία μαζί με τους Καλύμνιους ψαράδες. Θα μάθουν να σηκώνουν τα δίχτυα, να ξεψαρίζουν και φυσικά θα δοκιμάσουν και την αυθεντική ναυτική κακαβιά…

Από κρεατικά… τι γίνεται;

Πέρα από τις θαλασσινές νοστιμιές, στην Κάλυμνο θα φάμε και πολύ καλά κρεατικά. Σε όλες τις γιορτινές εκδηλώσεις (και κυρίως το Πάσχα) «πρωταγωνιστεί» το «μουούρι», μια λαχταριστή παραδοσιακή συνταγή του νησιού, η οποία γίνεται με αρνάκι γεμιστό με συκωτάκια ή κιμά, κρεμμύδια, ρύζι, ντομάτα, κουκουνάρι και μυρωδικά. Αργοψήνεται σε πήλινο σκεπαστό σκεύος με καπάκι (από το οποίο πήρε το όνομά του) μέσα στον ξυλόφουρνο όλο το βράδυ… Στην Κάλυμνο θα δοκιμάσουμε και το παραδοσιακό γλυκόπιοτο κρασί «Ανάμα», που μοιάζει πολύ με το «Βινσάντο» της Σαντορίνης.

Τα ντόπια τυριά και οι κρίθινες κουλούρες…

Ιδιαίτερα νόστιμα είναι τα τυριά της Καλύμνου, που συνδυάζονται αρμονικά με τις παραδοσιακές κρίθινες κουλούρες, οι οποίες ζυμώνονται με γλυκάνισο, μαστίχα και μαυροκούκι. Ψήνονται σε ξυλόφουρνο και αρχικά φτιάχνονταν για τους ναυτικούς, που τα έπαιρναν μαζί στα ταξίδια τους, γιατί μπορούσαν να συντηρηθούν για καιρό). Στους φούρνους του νησιού θα αναζητήσουμε, ακόμη, το εφτάζυμο ψωμί και παξιμάδι (ζυμωμένα και

Ο αχινός είναι από τους καλύτερους θαλασσινούς μεζέδες τα δύο με ούζο και γλυκάνισο). Είναι προϊόντα με βυζαντινή καταγωγή και συνοδεύουν ιδανικά τα πιάτα και τον καφέ μας. Τα καλύμνικα τυριά που θα λατρέψουμε όλοι εμείς οι «εραστές» της γεύσης είναι η πικάντικη κοπανιστή, η μυζήθρα (χλωρή και ξερή), η κεφαλογραβιέρα κερωμένη, η φέτα - καλαθάκι, το καλύμνικο τυρί (αλμυρό ημίσκληρο τυρί), το πιπεράτο, το τυρί άλμης, το κατσικίσιο τυρί κ.ά. Πλούσιο σε γεύση είναι και το ντόπιο αγελαδινό γιαούρτι. Όλα αυτά μπορούμε να τα γευτούμε στο νησί και να αγοράσουμε από παραγωγούς για να τα γευτούμε στο σπίτι μας...

Γεύση όλο γλύκα…

Το νησί φημίζεται ακόμη για το καλό θυμαρίσιο μέλι του, που αξίζει να προμηθευτούμε από ντόπιους παραγωγούς για μας και τους φίλους μας. Αγαπημένα παραδοσιακά γλυκά του νησιού είναι η κοπεγχάγη, η γλυκιά κολοκυθόπιτα (με κίτρινο κολοκύθι, μέλι, κανέλα, καρύδια και μαύρες σταφίδες), τα λαζαράκια (με ταχίνι, αλεύρι, πορτοκάλι, σταφίδες και καρυδόψιχα), οι λουκουμάδες και τα αμυγδαλωτά. Δεν θα παραλείψουμε, τέλος, να δοκιμάσουμε και τη μαρμε

Τι θα αγοράσουμε για το σπίτι

Πριν φύγουμε από την Κάλυμνο, θα αγοράσουμε φυσικά σφουγγάρια σε μεγάλη ποικιλία, εξαιρετικό θυμαρίσιο μέλι, υφαντά στον αργαλειό, θρύμπι και σχινόκαρπο (αρωματικά βότανα), κρίθινες κουλούρες, σπινιάλα, εκλεκτά ντόπια τυριά, παραδοσιακά γλυκά και καλύμνικο κρασί νάμα. Μπορούμε ακόμη να αγοράσουμε πήλινα χειροποίητα σκεύη και υφαντά στον αργαλειό.

Για μοναδικές γκουρμέ θαλασσινές γεύσεις συσκευασμένες: Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση Καλύμνου Παναγία Υπαπαντή, αποτελούμενη από τις συζύγους των αλιέων της Καλύμνου. Πληροφορίες: Kalymnos Sea Food: www.ksf.com.gr. Για παραδοσιακές νοστιμιές από παραγωγούς: www.kalymnosdelicatessen.com Για σπέσιαλ γαλακτομπούρεκο: Μιχαλαράς στο λιμάνι, τηλ.: 6944 411650. Εξαιλάδα μανταρίνι.

ρετικά σιροπιαστά που φημίζονται για τη γλύκα και τη νοστιμιά τους. Για σφουγγάρια: Physis, τηλ.: 22430 24032, www.sponge.gr και Κουτούζης, τηλ.: 22430 51791, www.seasponge.gr Παραδοσιακό Καλύμνικο Σπίτι: τηλ.: 22430 51635 (στις νότιες παρυφές της Μονής Αγίων Πάντων, στην περιοχή Βοθύνοι). Μουσείο Θαλασσίων Ευρημάτων Βαλσαμίδη. Δεν γίνεται να ταξιδέψεις ως την Κάλυμνο και να μην το επισκεφθείς… Είναι ένα ιδιωτικό μουσείο, αφιερωμένο στον θαλάσσιο βυθό και τις ομορφιές του, που βρίσκεται στον οικισμό Βλυχάδια και είναι έργο ζωής των αδερφών Βαλσαμίδη, που γεννήθηκαν στο νησί. Σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο φυλάσσονται και αμφορείς των 6ου, 4ου, 3ου και 2ου αιώνα π.Χ. Ένα μουσείο - φόρος τιμής στο σκληρό αγώνα των Καλύμνιων σφουγγαράδων για επιβίωση των ίδιων και των οικογενειών τους. Τηλ.: 22430 50662, http://valsamidismuseum.gr.

Κάλυμνος

Χταποδοκεφτέδες

Υλικά:

•1 χταπόδι ενός κιλού περίπου •½ κιλό ψωμί μπαγιάτικο (ψίχα) •3-4 κρεμμύδια ψιλοκομμένα •1 σκελίδα σκόρδο (λιωμένο) •2 φλιτζάνια μαϊντανό ψιλοκομμένο •2 αυγά •2 κουταλάκια του γλυκού θρύμπι (ή θρούμπι) •Αλάτι, πιπέρι •1 κρίθινο παξιμάδι κοπανισμένο •1 φλιτζάνι αλεύρι για όλες τις χρήσεις •Ελαιόλαδο για το τηγάνισμα

Σε άφθονο τρεχούμενο νερό πλένουμε καλά το χταπόδι. Το βάζουμε σε βαθιά κατσαρόλα και το αφήνουμε να μαγειρευτεί χωρίς νερό, σε χαμηλή φωτιά. Το αφήνουμε μισή ώρα με 40 λεπτά περίπου, με σκεπασμένο το καπάκι, μέχρι να μαλακώσει και να πάρει ροζ χρώμα. Αποσύρουμε από τη φωτιά και αφήνουμε να κρυώσει λίγο. Το κόβουμε σε κομμάτια και το αλέθουμε σε πολυμηχάνημα μέχρι να πάρει υφή κιμά. Μουλιάζουμε στο νερό το μπαγιάτικο ψωμί, το στραγγίζουμε καλά με τα χέρια μας και το θρυμματίζουμε. Σε βαθιά σαλατιέρα ανακατεύουμε το χταπόδι με το μουλιασμένο ψωμί, τα ψιλοκομμένα κρεμμύδια και το σκόρδο, τον μαϊντανό, τα αυγά (ελαφρά χτυπημένα) και το θρούμπι. Αλατοπιπερώνουμε. Τα ζυμώνουμε καλά και προσθέτουμε λίγο θρυμματισμένο παξιμάδι, ώστε να έχουμε μια γέμιση σφιχτή που να πλάθεται. Σκεπάζουμε τη σαλατιέρα και τη βάζουμε στο ψυγείο για μία ώρα περίπου. Πλάθουμε τους χταποδοκεφτέδες και τους περνάμε από το αλεύρι σε ένα ταψάκι. Σε βαθύ αντικολλητικό τηγάνι τους τηγανίζουμε με μπόλικο ελαιόλαδο, σε μέτρια φωτιά, γυρίζοντάς τους και από την άλλη πλευρά μέχρι να ροδίσουν. Σερβίρονται ζεστοί με πλούσια φρέσκια σαλάτα εποχής και συνοδεύονται από ουζάκι, ρακή ή κρασί.

Κάλυμνος

«Φύλλα» (καλύμνικα ντολμαδάκια)

Υλικά:

•1 κιλό κιμάς ανάμεικτος (μοσχαρίσιος και χοιρινός) •1½ ποτήρι ρύζι νυχάκι •½ κιλό κληματόφυλλα •2-3 κρεμμύδια μεγάλα στον τρίφτη •1 κ.σ. ντομάτα πελτέ •1 ώριμη ντομάτα στον τρίφτη •2-3 κρεμμυδάκια φρέσκα •Λίγο άνηθο •Αλάτι, πιπέρι •1 φλιτζάνι ελαιόλαδο •1 κ.σ. βούτυρο

Για τη σάλτσα αυγολέμονο •2 αυγά •Χυμό από 3 λεμόνια

Σε βαθιά κατσαρόλα ζεσταίνουμε νερό και βάζουμε μέσα για λίγο τα κληματόφυλλα. Έπειτα, τα ρίχνουμε σε κρύο νερό και τα στραγγίζουμε σε σουρωτήρι. Σε αντικολλητικό τηγάνι σοτάρουμε τον κιμά με το ψιλοκομμένο κρεμμύδι και μετά προσθέτουμε το ρύζι, λίγο νερό, την ντομάτα πελτέ διαλυμένη, αλάτι και πιπέρι. Στο τέλος προσθέτουμε 3 κουταλιές της σούπας ψιλοκομμένο φρέσκο κρεμμυδάκι και 2 κουταλιές της σούπας άνηθο ψιλοκομμένο.

Μόλις μαγειρευτεί η γέμιση και απορροφηθούν τα υγρά, την αφήνουμε λίγο να κρυώσει και γεμίζουμε προσεκτικά τα φύλλα με αυτήν. Στρώνουμε τον πάτο της κατσαρόλας με κληματόφυλλα και βάζουμε το ένα δίπλα στο άλλο τα φύλλα (ντολμαδάκια). Ρίχνουμε νερό να καλυφθούν ως τη μέση και λίγο παραπάνω. Προσθέτουμε λίγο βούτυρο και τα σκεπάζουμε με ένα πιάτο.

Μαγειρεύονται με σκεπασμένη κατσαρόλα για 40 λεπτά περίπου. Μόλις ετοιμαστούν, ετοιμάζουμε και τη σάλτσα αυγολέμονο.

Σάλτσα αυγολέμονο

Α’ τρόπος: Χτυπάμε τα ασπράδια δύο αυγών να γίνουν μαρέγκα, μετά ρίχνουμε τους κρόκους, ανακατεύουμε, προσθέτουμε λίγο λίγο τον χυμό από τρία λεμόνια, να μην κόψει, και λίγο ζουμάκι από τους ντολμάδες, και ανακατεύουμε μέχρι να δέσει η σάλτσα.

Β’ τρόπος: Χτυπάμε στο μούλτι 2 αυγά, το χυμό 3 λεμονιών και λίγο ζουμί από τους ντολμάδες. Μόλις είναι έτοιμη η σάλτσα αυγολέμονο, περιχύνουμε με αυτήν τους ντολμάδες μας.

Νίνα Κουλετάκη

Αναμνήσεις από την Κούβα Στα μπαρ της Αβάνας

Πίσω από τον μπάρμαν δεσπόζει ένα «αυτόγραφο» του Έρνεστ Χέμινγουεϊ, ο οποίος φέρεται να έχει δηλώσει ευθαρσώς: «Το μοχίτο μου στο La Bodeguita και το νταϊκίρι μου στο El Floridita»...

Ένα από τα χαρακτηριστικά της Κούβας και, κυρίως, της πρωτεύουσάς της, είναι τα μπαρ. Πριν προχωρήσω, να πω ότι η Κούβα είναι μια χώρα με μηδενική εγκληματικότητα, συνεπώς δεν υπάρχουν χώροι επικίνδυνοι ή απαγορευμένοι για τον επισκέπτη της. Οποιαδήποτε ώρα της μέρας ή της νύχτας νιώθεις, και είσαι, απολύτως ασφαλής να κυκλοφορήσεις σε όλες τις γειτονιές. Η Αβάνα είναι γεμάτη μπαρ όπου το εθνικό ποτό της Κούβας, το ρούμι, και συγκεκριμένα η μάρκα Havana Club, ρέει άφθονο, σκέτο ή σε όλους τους δυνατούς συνδυασμούς. Είναι αδιανόητο να βρεθείς νύχτα στην Αβάνα και να μην πιεις μερικά –ή και περισσότερα– ποτά σε κάποιο από τα μπαρ της. Και δεν υπάρχει καμία περίπτωση να πιεις τα ποτά αυτά, σίγουρα πάντως όχι όλα, καθισμένος στο τραπέζι σου ή στα σκαμπό της μπάρας. Κάποια στιγμή θα σηκωθείς –ή θα σε σηκώσουν– για να λικνιστείς στους κουβανέζικους ρυθμούς στην αυτοσχέδια πίστα. Το πρώτο μπαρ που επισκεφτήκαμε, όπως όλοι οι τουρίστες που σέβονται τον εαυτό τους, ήταν αυτό που βρίσκεται μέσα στο εργοστάσιο του Havana Club. Μεσημέρι με ζέστη έξω και μέσα εμείς, να δοκιμάζουμε σε σφηνοπότηρα ρούμι διαφορετικής παλαιότητας. Η επίδραση που έχει το ρούμι επάνω μου είναι ίδια με αυτή του τσίπουρου: σχεδόν ανύπαρκτη. Μπορώ να πιω σεβαστή ποσότητα χωρίς να μεθύσω, ούτε καν να ζαλιστώ. Και ξυπνάω χωρίς χανγκόβερ. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, πως στην Κούβα βρήκα τον παράδεισό μου! Στην Αβάνα υπάρχουν τρία ιστορικά μπαρ, παγκοσμίως γνωστά. Το πρώτο, το «El Floridita», έγινε διάσημο χάρη σ’ έναν ρέκτη του ποτού, και όχι μόνο, τον Αμερικανό συγγραφέα Έρνεστ Χέμινγουεϊ. Ο Χέμινγουεϊ, που έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Κούβα, ήταν καθημερινός θαμώνας του El Floridita, το οποίο βρίσκεται κοντά στο ξενοδοχείο Ambos Mundos, όπου διέμενε ο Χέμινγουεϊ από το 1932 μέχρι το 1939, πριν αγοράσει το δικό του σπίτι στην Κούβα, και όπου έγραψε το βιβλίο του Αποχαιρετισμός στα όπλα και ένα μέρος τού Για ποιον χτυπά η καμπάνα. Το δωμάτιό του, στον πέμπτο όροφο του ξενοδοχείου, έχει διατηρηθεί όπως το άφησε. Όταν βαρέθηκε να πίνει το ρούμι του σκέτο, του έβαλε και «κατιτίς» μέσα, μετά από συνεργασία και αμοιβαία έμπνευση με τον τότε μπάρμαν και ιδιοκτήτη του El Floridita Constantino Ribalaigua Vert, τον «El Grande Constante», όπως τον αποκαλούσε ο Χέμινγουεϊ. Να κάνω μια παρένθεση εδώ και να πω ότι το El Floridita είναι, αν όχι η μόνη, σίγουρα μία από τις ελάχιστες ιδιωτικές επιχειρήσεις στην Κούβα, καθώς ανήκει ακόμη στην οικογένεια Ribalaigua. Από τα κέφια ενός συγγραφέα και ενός μπάρμαν, λοιπόν, προέκυψε ένα σχετικά ελαφρύ και δροσιστικό κοκτέιλ, το νταϊκίρι (daiquiri είναι η σωστή γραφή, αντί του daquiri που έχει επικρατήσει, καθώς το όνομα τού δόθηκε προς τιμήν του μικρού χωριού Daiquiri, που βρίσκεται σε μικρή απόσταση από την Αβάνα και είναι ο τόπος καταγωγής της οικογένειας Ribalaigua). Το El Floridita, το οποίο έχει μείνει αναλλοίωτο από την εποχή που έπινε εκεί ο συγγραφέας, με τον αυθεντικό διάκοσμο σε μαύρο και κόκκινο, ήταν όπως ακριβώς το περίμενα: classy και με όμορφη ατμόσφαιρα. Λίγα τραπέζια, μπροστά σε αναπαυτικούς καναπέδες, και μερικές καρέκλες γεμίζουν τον μικρό του χώρο. Ένα fresco καλύπτει τον ένα τοίχο, τον πίσω από τον πάγκο του μπαρ, στη μία άκρη του οποίου υπάρχει ένα μπρούντζινο άγαλμα του Χέμινγουεϊ σε

φυσικό μέγεθος, ο οποίος μοιάζει να είναι έτοιμος να απολαύσει το πρώτο νταϊκίρι της ημέρας. Το «Veinte Años» ερμηνεύτηκε με συναίσθημα (όπως του αρμόζει, άλλωστε) από τη γυναικεία παρουσία του μικρού μουσικού σχήματος του μπαρ. Η συντριπτική πλειονότητα των θαμώνων είναι τουρίστες. Το αντίπαλον δέος του El Floridita είναι ένα άλλο μπαρ, αρκετά μεγαλύτερο και σαφώς λιγότερο «αριστοκρατικό», αλλά πιο γραφικό και με περισσότερο χρώμα, το «La Bodeguita del Medio» ή απλά «La Bodeguita». Εκεί δεν θα πιεις νταϊκίρι. Η La Bodeguita είναι το σπίτι του μοχίτο, του άλλου διάσημου κουβανέζικου κοκτέιλ. Με ταχύτατες κινήσεις ο μπάρμαν χτυπάει, με το μικροσκοπικό γουδοχέρι, τον δυόσμο με τη ζάχαρη, πριν ρίξει στο ποτήρι το λάιμ και το ρούμι. Για μέρες τρεφόμουν με αστακούς και μοχίτο. Pas mal! Στη La Bodeguita υπάρχουν ξύλινοι πάγκοι και τραπέζια για τους πελάτες οι οποίοι, εκτός από το μοχίτο τους,

μπορούν να τσιμπήσουν και κάτι πρόχειρο. Οι τοίχοι είναι διακοσμημένοι με φωτογραφίες και αυτόγραφα περισσότερο ή λιγότερο διάσημων πελατών του μπαρ. Πίσω από τον μπάρμαν δεσπόζει ένα αυτόγραφο του Έρνεστ Χέμινγουεϊ, ο οποίος φέρεται να έχει δηλώσει ευθαρσώς: «Το μοχίτο μου στο La Bodeguita και το νταϊκίρι μου στο El Floridita». Η αλήθεια είναι πως ο Αμερικανός δεν πάτησε ποτέ το πόδι του στο συγκεκριμένο μπαρ. Το τρίτο μπαρ που ο τουρίστας ο σωστός οφείλει να επισκεφτεί, είναι αυτό του Ξενοδοχείου National. Το ξενοδοχείο και όλοι οι χώροι του έχουν ανακηρυχθεί εθνικό μνημείο. Χτισμένο από Αμερικανούς γκάνγκστερ, αποτελούσε τον παράδεισό τους επί της γης την εποχή της Ποτοαπαγόρευσης στην Αμερική. Όλες οι διαβόητες προσωπικότητες του αμερικανικού υπόκοσμου της εποχής είχαν περάσει από εκεί και, όταν αναγκάστηκαν να φύγουν βιαστικά, εκτός από τα αυτοκίνητά τους, τα οποία συντηρούνται θαυμάσια και κυκλοφορούν μέχρι σήμερα, άφησαν πίσω τους και πολλά προσωπικά και ατομικά είδη, τα οποία αποτελούν τα εκθέματα του μουσείου του ξενοδοχείου. Και, όπως και να το κάνεις, έχει πλάκα να πίνεις το ποτό σου και να απολαμβάνεις το πούρο σου καθισμένος στην ίδια γωνιά όπου ο Αλ Καπόνε έκανε το ίδιο! Αφού κάνεις, λοιπόν, τον γύρο των διάσημων μπαρ της Αβάνας, είσαι πια έτοιμος για τη μύηση: την επίσκεψη στα αυθεντικά κουβανέζικα μπαράκια, τα κρυμμένα στις γειτονιές της Αβάνας, αυτά που έχουν άρωμα και γεύση αυθεντικής κουβανέζικης νύχτας. Τα μπαράκια τα στριμωγμένα ανάμεσα σε κατοικίες, σε καθόλου τουριστικές περιοχές, όπου οι θαμώνες μιλάνε αποκλειστικά ισπανικά. Τα μπαράκια όπου μπορείς να πιεις άφοβα, γιατί τα ποτά είναι καθαρά, όπου υπάρχει πάντα ένα μικρό σχήμα τριών ή τεσσάρων οργάνων, με υπέροχες φωνές, όπου θα χορτάσουν τα αυτιά σου μουσική και τα πόδια σου χορό. Γιατί δεν υπάρχει καμία απολύτως περίπτωση να μη χορέψεις. Ακόμα κι αν δεν σηκωθείς από μόνος σου, πράγμα αρκετά απίθανο, θα έρθουν οι ίδιοι οι Κουβάνοι θαμώνες να σε καλέσουν να χορέψεις μαζί τους. Και δεν χρειάζεται να ξέρεις τα βήματα. Απλά αφέσου και ακολούθησέ τους: Το σώμα σου θα νιώσει τη μουσική και θα βρει τον ρυθμό. Οι Κουβάνοι, έτσι κι αλλιώς, τον έχουν μέσα τους, κυλάει στις φλέβες τους μαζί με το αίμα, χτυπάει στα μηνίγγια τους και τους πλημμυρίζει το κεφάλι.

This article is from: