ECLECTIC ATLAS OF SOUTHERN AEGEAN - CYCLADES

Page 1

ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΣ ΑΤΛΑΝΤΑΣ ΤΟΥ ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥΚΥΚΛΑΔΕΣ 37°02’53”N 25°28’12”E

37°02’53”N

25°28’12”E

ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΣ ΑΤΛΑΝΤΑΣ ΤΟΥ ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥΚΥΚΛΑΔΕΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΒΟΛΟΣ. ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2020 ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΓΑΤΣΑΣ, ερευνητική εργασία ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΖΙΡΤΖΙΛΑΚΗΣ, επιβλέπων καθηγητής © ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟ ΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΒΟΛΟΣ, ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2020

Οδυσσέας

ευχαριστίες στον καθηγητή μου Γιώργο Τζιρτζιλάκη, που βλέπει πάντα στο κάτι Άλλο, στην Έλλη Πετρίδη, για το φως που μου έδωσε απλόχερα και στην οικογένεια μου, που με έμαθε να βλέπω. Καὶ ποὺ τοῦ ἀρέσει γράφοντας - πρέπει νὰ τὸ προσθέσω κι αὐτὸ - νὰ μὴν ξύνει ἁπλῶς τὸ χαρτὶ ἀλλὰ νὰ σκάβει καὶ ν᾿ ἀνακαλύπτει συνεχῶς τὴν Ἑλλάδα ποὺ προϋπάρχει μέσα του καὶ πού, ἂν ἀνταποκρίνεται στὴν πραγματικότητα, ὀλίγον ἐνδιαφέρει. Ἔχει τὸν καιρὸ ν᾿ ἀκολουθήσει ἡ πραγματικότητα. Προηγουμένως, εἶναι ἀνάγκη νὰ πλασθεῖ ἀπ᾿ τὴ σκέψη. Μιὰ σκέψη πού, ἂν τὴ σπάσεις, ἡ χούφτα σου θὰ γεμίσει ἀπὸ σπόρια συγκινήσεων, εὐαισθ ησιῶν, ἀνατάσεων, δακρύων.
Ελύτης - “Τα ιδιωτικά και τα δημόσια”

Herbert List. GREECE, Cyclades, Santorini, ‘The drowning island’ -a double exposed image. 1937. Magnum Photos.

ΠΡ Ο ΛΟΓΟΣ ΝΗΣΟΛ Ο ΓΙΟ * ΧΡ Ο ΝΟΣ ΥΠΟΚΕ Ι ΜΕΝΑ ΤΟΠ Ι Ο ΠΑΡΕΛΘ Ο Ν ΜΟΡΦ Η ΗΔΟΝΙΣΜ Ο Σ ΝΟΣΤΑΛΓ Ι Α ΦΑΝΤΑΣΜΑΓΟΡ Ι Α / ΑΝΤ Ι ΕΠΙΛ Ο ΓΟΥ ΑΝΑΦΟΡ Ε Σ - ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦ Ι Α 08 12 22 26 36 54 64 72 82 86 96 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

(Cacciari 2006, 26) άτλαντας

περιφέρειας. Ο καθηγητής φώναξε τα

ονόματα των μαθητών

1 ο [átlandas] & άτλας 1 ο [átlas] : σειρά από γεωγραφικούς χάρτες και σχεδιαγράμματα που αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο: Γεωγραφικός ~. Iστορικός / γλωσσικός* ~. Παγκόσμιος / ευρωπαϊκός ~. ~ της Aσίας / της Aφρικής. || (επέκτ.): Aνατομικός ~. [λόγ. < άτλαντας 2, άτλας 2 σημδ. γαλλ. atlante (< αρχ. Ἄτλας) από έκδοση συλλογής χαρτών του Mercator στα 1595, με προμετωπίδα το μυθικό Άτλαντα που σήκωνε στους ώμους του τη Γη] κατάλογος ο [katáloγos] : εγγραφή ονομάτων, αριθμών ή πραγμάτων που ανήκουν σε μια ομάδα, σύμφωνα με ορισμένη σειρά, καθώς και το βιβλίο ή το φύλλο όπου καταγράφονται αυτά τα στοιχεία: Ονομαστικός ~, κατάλογος ονομάτων. Aλφαβητικός ~, με αλφαβητική σειρά. Xρονολογικός ~, με χρονολογική σειρά. Tηλεφωνικός ~, με τα ονόματα και τους αριθμούς τηλεφώνου των συνδρομητών. Εκλογικός
~, πίνακας με τα ονόματα εκλογέων μιας ορισμένης εκλογικής
από τον κατάλογο. Kαταρτίστηκε ο ~ των τιμών των φρούτων και λαχανικών. ~ εστιατορίου / ταβέρνας / ζαχαροπλαστείου, με τα φαγητά ή τα γλυκά. ~ βιβλιοθήκης / βιβλιοπωλείου. Φωνάζω (τον) κατάλογο, εκφωνώ τα ονόματα του καταλόγου. || Mακρύς είναι ο ~ των ευεργεσιών / των αδικημάτων κτλ., για να δηλώσουμε τη μεγάλη συχνότητά τους. [λόγ. < αρχ. κατάλογος `εγγραφή΄ & σημδ. γαλλ.
Ως δεδομένα (στα αγγλ. data, από τον πληθ. του λατιν. datum) ή πληροφοριακά δεδομένα χαρακτηρίζεται ένα μη αξιολογημένο σύνολο διακριτών στοιχείων, μιας παρατήρησηςαναφοράς, μια συλλογή που αποτυπώνει «τιμές» επί αντικειμένων, προσώπων, γεγονότων κλπ. Τα μεταδεδομένα (μετάφραση του όρου metadata) είναι δεδομένα τα οποία περιγράφουν άλλα δεδομένα. Κατά κανόνα, ένα σύνολο μεταδεδομένων περιγράφει ένα άλλο σύνολο δεδομένων, το οποίο αποτελεί μια πηγή. Πως στοιχειοθετείται το Φαντασιακό των Κυκλάδων; Το νησιωτικό αυτό σύμπλεγμα που ανήκει στο Νότιο Αιγαίο μετατρέπεται σε σκηνικό διακοπών μέσω της μονοδιάστατης ανάδειξής του σε τουριστικό-παραθεριστικό προορισμό. Η αναφορά στη φαντασιακή θέσμιση του κυκλαδίτικου τοπίου ως προορισμού διακοπών αγκυρώνει σε μια φιλοσοφική θεώρηση που θέτει το φαντασιακό σε αντίστιξη ως προς το λειτουργικό. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης ορίζει το φαντασιακό ως ένα πλέγμα (ή μάγμα) σημασιών που δημιουργεί μια κοινωνία για να νοηματοδοτήσει τις διαφορετικές πτυχές της που δεν έχουν αποκλειστικά λειτουργικόεπιτελεστικό χαρακτήρα. Θα προσπαθήσουμε να ανιχνεύσουμε τους μηχανισμούς που προκαλούν την αλλαγή του χαρακτήρα καθώς και την τομή στο χρόνο, το σημείο καμπής (ή ακριβέστερα τη χρονική περίοδο), κατά την οποία ένα σύμπλεγμα νησιών, εν προκειμένω, παύει να διατηρεί αυτοτελή στοιχεία της αυθεντικής του κατάστασης και αρχίζει να μεταλλάσσεται. Η διαδικασία αυτή αποτελεί γενέτειρα συγκρούσεων μεταξύ των διαφορετικών ταυτοτήτων του τόπου. Την εργασία αυτή απασχολεί ο χώρος, ο χρόνος και τα υποκείμενα που μετέχουν στη διαδικασία των διακοπών. Ως φίλτρα επεξεργασίας τίθενται τα εξής δίπολα: τεχνητό - αυθεντικό, ταξιδιώτης - χωρικός, οπτικοποίηση συμβόλων - λαογραφικά στοιχεία. Σαν θεμέλιο τίθεται η θεώρηση του Theatrum Mundi (του Θεάτρου του Κόσμου), δηλαδή μιας αλληγορικής ιδέας που παρατηρείται στη Δυτική Λογοτεχνία και Φιλοσοφία, όπου σε κάθε μορφή του ο κόσμος νοείται ως ένα σύνολο όπου οι άνθρωποι και οι δραστηριότητές τους αποτελούν μέρη ενός δράματος. Εκκινώντας από τη σκέψη αυτή, παρουσιάζουμε μια νέα οπτική που μπορεί να χαρακτηριστεί από τον όρο Theatrum Insulae (το Θέατρο των Νησιών) και περιγράφει τη συνθήκη όπου τα κυκλαδίτικα νησιά του Νοτίου Αιγαίου αποτελούν ένα σκηνικό με ετεροτοπικά χαρακτηριστικά, που εμπεριέχουν τα γηγενή και αυτοτελή στοιχεία τα οποία συγκροτούν το σενάριο της ζωής, αλλά βρίσκεται σε διαρκή ετοιμότητα να υποδεχτεί δραστηριότητες οι οποίες αφορούν αποκλειστικά τις διακοπές. Στόχο της εργασίας αυτής αποτελεί η καλειδοσκοπική παρουσίαση στοιχείων που περιγράφουν το παραθεριστικό - τουριστικό τοπίο στις Κυκλάδες, κατά την πρώτη και δεύτερη δεκαετία του εικοστού πρώτου αιώνα και των ιστορικών μεταδεδομένων που τα περιγράφουν, με σκοπό την αποδόμηση του φαντασιακού των κυκλαδίτικων νησιών σε επιμέρους στοιχεία. Κατά συνέπεια, το ερώτημα που θέσαμε στην αρχή παράγεται (δεν απαντάται ρητά) με την παράθεση δεδομένων και τεκμηρίων από τις σφαίρες των δοκιμιακών κειμένων, των φωτογραφικών αρχείων, της αρχαιολογίας, της λογοτεχνίας, της ζωγραφικής, που εκτείνονται από αρχεία των περιηγητών του 16ου αιώνα έως και τα στατιστικά δεδομένα και τις γραφιστικές αφίσες του 20ου και του 21ου αιώνα. Ως δεδομένα, καταγράφονται στοιχεία, στατιστικά, εικόνες και παράμετροι από τις σημερινές πρακτικές (παραθεριστικής - τουριστικής) διαβίωσης στα νησιά των Κυκλάδων. Ως μεταδεδομένα παρουσιάζονται εικόνες από μια προηγούμενη ή παράλληλη ζωή στα νησιά αυτά, εικόνες που περιγράφουν την εξέλιξή τους σε παραθεριστικούς - τουριστικούς τόπους. Τα μεταδεδομένα περιγράφουν τα δεδομένα, αποτελούν τεκμήρια εξέλιξης τους, τις ρίζες τους ή τα αποτελέσματά τους. Η εργασία αναπτύσσεσαι παραθετικά, σε μορφή καταλόγου, συγκεντρώνοντας τεκμήρια και σχόλια πάνω σε διαφορετικές θεματικές που λειτουργούν ως πρίσματα του ζητήματος που θα μας απασχολήσει. Η εκδήλωση (και άρα η πολυμορφία) είναι ουσιώδης για την ουσία. Γι’ αυτό το λόγο η πολυμορφία πρέπει να «σωθεί», αλλά για να τη σώσουμε πρέπει να την κατανοήσουμε και να την κατηγοριοποιήσουμε.» ΠΡΟΛΟΓΟΣ 9 8
liste]

(Buck-Morss 2019, 32)

(Buck-Morss 2019, 32)

(Πεντζίκης

Χρήστος Δαγκλής. Κυκλάδες. 1976. Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου.
136) Πιστεύω ότι ο κατάλογος είναι η ανώτερη μορφή λογοτεχνίας. Όταν βάζουμε τη δική μας φαντασία μας διαφεύγουν τα πράγματα. Ενώ όταν τα περιγράφεις με ακρίβεια και τα ταξινομείς, διατηρείς πιστότερα το αίσθημα τους και τη μνήμη τους- όχι το δικό μας συναίσθημα απέναντι σ’ αυτά. Ειδικότερα, για λόγους που είναι φιλοσοφικοί όσο και πολιτικοί, βασίζομαι σε μεγάλο βαθμό στην εικόνα: ως απτές αναπαραστάσεις της υλικής πραγματικότητας, οι εικόνες έχουν τη δύναμη να αμφισβητήσουν τη συμβατική θεωρία, όχι απλώς να την απεικονίζουν. Το δοκίμιο είναι οργανωμένο σε θεματικές ενότητες, σαν μια σειρά από μοναδολογικές μελέτες οι οποίες, χωρίς να καταλήγουν σε ένα θεωρητικό σύστημα, θα εμπλουτίσουν, ελπίζουμε, η μία την άλλη μέσω της συμπαράθεσής τους. Μεθοδολογικά, προσπαθούμε να αποδώσουμε το αποτέλεσμα της έρευνας με τη δημιουργία οπτικών επιχειρημάτων (Olla 2019), όπου τα τεκμήρια (εικόνες-κείμενα) παρουσιάζονται σκοπίμως σε αντιπαραβολή, ώστε να παραχθεί ενός είδους μοντάζ που παιδεύει (worries) τη φαντασία. (Olla 2019) Ειδικότερα οι εικόνες (χάρτες, φωτογραφίες, ζωγραφικοί πίνακες, αφίσες, διαγράμματα) που θα παρουσιαστούν στη συνέχεια αποτελούν τον πυρήνα της εργασίας. Κατά τη
Ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζουμε το υλικό περιγράφεται από την έννοια της εμπειρικής ανάλυσης. (Τουρνικιώτης 2006, 55-56) Μας ενδιαφέρει η ένταξη των αρχιτεκτονικών μορφών, του δομημένου περιβάλλοντος στο κυκλαδίτικο τοπίο, αλλά ταυτόχρονα και η έρευνα των διαφορετικών πτυχών των βιωμάτων που σχετίζονται με το χώρο και τον νοηματοδοτούν, δηλαδή η αντιληπτική περιγραφή της κοινωνικής, της αισθητικής και της συμβολικής παρουσίας των κτηρίων. (Τουρνικιώτης 2006, 55-56) Η στοιχειοθέτηση του Εκλεκτικού Άτλαντα του Νοτίου Αιγαίου -για την περίπτωση των Κυκλάδων- αποτελεί μια συνθετική διαδικασία, με αλληλουχία ερευνητικών βημάτων: α. τη συλλογή του υλικού, β. την ταξινόμησή του σε θεματικές ενότητες, γ. την εγγραφή του εντός του κύκλου του ζητήματος που μας απασχολεί και δ. την παραγωγή των συνοδευτικών κειμένων. Θεωρητική βάση για την απόφαση να παρουσιαστεί σε μορφή άτλαντα αποτέλεσε η αναφορά του Ν. Γ. Πεντζίκη: 11 10
1983,
Susan Buck-Morss:

(Bordone).

Ο όρος «νησολόγιο» (λατινικά: insularium, ιταλικά: isolario, γα λλικά: insulaire) είναι συμβατικός. Οι κατασκευαστές, κατά την πρώιμη περίοδο, αποκαλούσαν τα έργα τους Βιβλία των Νησιών, Βιβλία Ναυσιπλοΐας, Νησιώτικες Χωρογραφίες ή ακόμη και Νησιωτικούς Περίπλοες. Ο λατινικός όρος εμφανίζεται κατά τη δεκαετία του 1480
και ο αντίστοιχος ιταλικός στα 1534
Στα ελληνικά χρησιμοποιείται συνήθως η μεταγλώττιση «ιζολάριο», μολονότι ο Αντώνιος Μηλιαράκης είχε προτείνει στα 1874 τον όρο «νησιογραφία», και στα 1888 τον όρο «νησογραφία». Εδώ προκρίθηκε ο όρος νησολόγιο, στην προσπάθεια να τονιστεί η έννοια της συλλογής που υποβάλλει ο πρωτότυπος όρος, αντί εκείνης της περιγραφής. Με το συμβατικό αυτό όρο θα ορίζαμε τους χειρόγραφους ή έντυπους άτλαντες, οι οποίοι ανεξαρτήτως τίτλου, σχήματος, δομής ή του όγκου των αφηγηματικών περιγραφών, περιλαμβάνουν χάρτες, νησιών κυρίως αλλά και παράκτιων περιοχών, οι οποίοι παρατάσσονται κατά το εγκυκλοπαιδικό σύστημα των αυτοτελών λημμάτων. (Τόλιας 2002) νησί το [nisí] : τμήμα ξηράς που βρίσκεται στα νερά ωκεανού, θάλασσας, λίμνης ή και ποταμού: Tα νησιά του Ειρηνικού / της Mεσογείου / του Aιγαίου. Tα Iόνια / Aιγαιοπελαγίτικα νησιά. Tο ~ της Kρήτης / της Ρόδου κτλ., η Kρήτη / η Ρόδος κτλ. Σύμπλεγμα νησιών, αρχιπέλαγος. Tο ~ της Aφροδίτης η Kύπρος. || το νησί από όπου κατάγεται κάποιος: Οι γονείς του ζουν στο ~ νησάκι το YΠΟKΟΡ. πέλαγος το [pélaγos] : 1. (γεωγρ.) τμήμα θαλάσσιας έκτασης μικρότερο από τη θάλασσα και τον ωκεανό: Iόνιο ~. Aιγαίο ~. Tα νησιά του Iονίου πελάγους. 2. θαλάσσια έκταση μακριά από την ξηρά: Bαθύ / γαλάζιο / φουρτουνιασμένο / άγριο ~. 3. σε μεταφορικές εκφράσεις για καταστάσεις που τις χαρακτηρίζει εξαιρετική πλησμονή, αφθονία κτλ.: Πλέει σε πελάγη χαράς / ευτυχίας. ~ δακρύων / αμαρτιών. || H δύναμή σου (είναι) ~, ανεξάντλητη. [λόγ. < αρχ. πέλαγος `ανοιχτή θάλασσα, συγκεκριμένη περιοχή της θάλασσας΄] αρχιπέλαγος το [arxipélaγos] : 1. θαλάσσια περιοχή όπου υπάρχουν πολλά νησιά: Tο Iαπωνικό Aρχιπέλαγος. Tα νησιά του ελληνικού αρχιπελάγους, του Aιγαίου. 2. συστάδα νησιών που ανήκουν στο ίδιο αρχιπέλαγος: Tο ~ των νησιών Xαβάη. Tο ~ του Aιγαίου, το σύνολο των νησιών του Aιγαίου πελάγους. [λόγ. αντδ. < ιταλ. arcipelago < μσν. *αρχιπέλαγος `ανοιχτό πέλαγος΄ (πρβ. σημερ. λαϊκό αρχιπέλαγο ίδ. σημ.) < αρχι- + πέλαγος] ΝΗΣΟΛΟΓΙΟ* * 13 12
(Henricus Martellus)
15 14

-Oswald Mathias Ungers: Berlin as a Green Archipelago- (Aureli 2011,

18 (Φατούρος 2006, 60) Από κύριο μεταφορικό σχήμα της σύγχρονης σκέψης (Τζιρτζιλάκης 2006, 74) μέχρι πολεοδομικό concept για τη σύγχρονη πόλη
το Αρχιπέλαγος ως έννοια μπορεί να σχηματιστεί, να μετασχηματιστεί και να ερμηνευτεί με ποικίλους τρόπους και σε πολλαπλά επίπεδα, ως ένας τρόπος μεσολάβησης μεταξύ ανθρώπων. (Τζιρτζιλάκης 2006, 86). Εν προκειμένω, στο κέντρο της έρευνας αυτής τίθεται το Αρχιπέλαγος του Αιγαίου, το υποσύνολο του Νοτίου Αιγαίου, η περιοχή των Κυκλάδων. Είναι βέβαιο πως το Αρχιπέλαγος αλλάζει χρήσεις και χαρακτήρα με την πάροδο του χρόνου, και οι μηχανισμοί που παράγουν αυτούς τους μετασχηματισμούς είναι που θα μας απασχολήσουν στην πορεία αυτής της εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό, η αναγωγή του Αρχιπελάγους σε θεωρητικό σχήμα και, τελικά, σε ένα άπιαστο ιδεώδες, το καθιστά σχεδόν ανύπαρκτο έξω από το συλλογικό μας φαντασιακό. (Τζιρτζιλάκης 2006, 86) Συνεπώς, όσο κυριολεκτικά και αν χρησιμοποιείται ο όρος Αρχιπέλαγος στην περίπτωση του νησιωτικού συμπλέγματος του Νοτίου Αιγαίου, και πιο συγκεκριμένα των Κυκλάδων, δεν παύει να βαραίνει ταυτόχρονα από την εννοιολογική φόρτισή του. Τα ίχνη αυτής ακριβώς της φόρτισης επιχειρεί να συγκεντρώσει και να ταξινομήσει ο παρών κατάλογος. Χρειάζεται συχνά σε μια εργασία που αφορά το χώρο, το βίωμα σε αυτόν και τους μηχανισμούς παραγωγής και αναπαράστασης των βιωμάτων του να διευκρινίζουμε τι αφορά το κενό και τι το πλήρες. Στη βάση αυτή αναλύονται συνήθως τόσο πολεοδομικά όσο και προγραμματικά σχήματα που αφορούν το σχεδιασμένο ή μη χώρο. Στην περίπτωση, ωστόσο, του Αρχιπελάγους καθίσταται προφανές ότι παρατηρείται μια σαφής δυϊκή δομή. Για να ορίσουμε το νησί (θετικό) χρειαζόμαστε το υδάτινο στοιχείο που το περιβάλλει (αρνητικό), καθώς “νησί είναι ό,τι η θάλασσα περικλείει και ό,τι ταξιδεύουμε γύρω του” (Deleuze 2004, 11). Ταυτόχρονα, για να περιγράψουμε τη θάλασσα (θετικό) αναφερόμαστε στα νησιά που υπάρχουν διάσπαρτα στην έκτασή της (αρνητικό), ή όπως διαβάζουμε “Ετούτη η θάλασσα δεν είναι άγονη, είναι πάνω απ’ όλα γεμάτη νησιά” (Cacciari
26). Παράλληλα όμως με την παραπάνω διττή ανάγνωση του Αρχιπελάγους ως προς τα στοιχεία που το συνθέτουν, πρέπει να αναφερθούμε και στις συνδέσεις μεταξύ αυτών. Το Αρχιπέλαγος νοείται ως δίκτυο, καθώς ο χαρακτήρας του θα ήταν εντελώς διαφορετικός χωρίς την ιδιότητα του να χωρίζει ενώνοντας και να ενώνει χωρίζοντας. (Τζιρτζιλάκης 2006, 74) Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα νησιών που συνυπάρχουν, ταυτοχρόνως ενωμένα (συνδεδεμένα) αλλά και διάσπαρτα και κατά συνέπεια ένα σύστημα, δηλαδή ένα σύνολο μερών με στενή σχέση ενότητας ή αλληλεξάρτησης, το οποίο όμως είναι κάθε άλλο παρά μονολιθικό. Μια άποψη που ενισχύει τους παραπάνω ισχυρισμούς που σκιαγραφούν τις ιδιότητες του, είναι ότι το αρχιπέλαγος κατοικεί στην απόσταση. (Τζιρτζιλάκης 2006, 78-80) Κατά την αποστροφή του Massimo Cacciari: “Ίσως η αρχαία Θάλασσα-Αρχιπέλαγος υπήρξε μόνο για να την ‘προδώσουν’ οι τρελές πτήσεις που τη σκέπασαν ολόκληρη. (Cacciari 2006, 26) Κάπως έτσι φανταζόμαστε σήμερα το αρχιπέλαγος του Νοτίου Αιγαίου, θαμμένο κάτω από τις επάλληλες γραμμές που συμβολίζουν τις διελεύσεις μέσα από αυτό. Την άποψη αυτή, τη στροφή του ερευνητικού βλέμματος προς τα δίκτυα μετακινήσεων μέσα στην απεραντοσύνη της θάλασσας, ενισχύει και η άλλη -πιο ρητά διατυπωμένη- άποψη: Αιγαίο είναι, λοιπόν, το ταξίδι. (Παπαδόπουλος 2006, 316) Στο ίδιο κάδρο, αυτό των γραμμών-διαδρομών που συνολικά διαμορφώνουν ένα δίκτυο του οποίου η μαζικότητα ορίζει και οριοθετεί το Αρχιπέλαγος, ο Άγγελος Ελεφάντης υποστηρίζει ότι το Αιγαίο το φτιάχνουν τα πλοία, αυτά το εξανθρωπίζουν, προβάλλοντας ως πλατείες αυτής της υδάτινης πόλης τα καταστρώματά τους. (Παπαδόπουλος 2015, 316) Τελικά, είτε το σκιαγραφήσουμε ως χωρικό βίωμα, είτε ως χιλιομετρική μετατόπιση, το ταξίδι (η μετακίνηση που λαμβάνει χώρα για να φτάσουμε στον προορισμό) είναι αναπόσπαστο και αναντικατάστατο μέρος του πυρήνα της έννοιας του Αρχιπελάγους. Ο αντιληπτικός χάρτης της πολύ-πόλης αρχιπέλαγος έχει μία συνεχή «δόνηση» από τις διαφορετικότητες και τις εντάσεις των ερεθισμάτων. Η «δόνηση» περιέχει θετικές εναλλακτικές σχέσεις με τον χρήστη, πολλαπλότητα, δημιουργικές διαφυγές κτλ. 17
177),
2006,
Πηγή : https://www.marinetraffic.com/ 19 18
Βιβλιοθήκη Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη
Giuseppe Rosaccio. Arcipelago. 1598. Travelogues.
Γεννάδειος Βιβλιοθήκη - Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα
Johann Laurenberg. Insulae Maris Aegaei. 1661. Travelogues.
Ελληνική Βιβλιοθήκη - Κοινωφελές Ίδρυμα Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης 21 20
Olfert Dapper. Archipelagi Meridionalis seu Cycladum Insularum Accurata Delinatio. 1688. Travelogues.

(Urbain 2000, 19)

(Τουρνικιώτης 2006, 267) Οι Κυκλάδες αναδύονται σαν φαντασιακός τόπος διακοπών με ένα χαρακτηριστικό περιοδικό χαρακτήρα: ανατέλλουν σαν προορισμός με το άνοιγμα της τουριστικής περιόδου και δύουν με το πέρας της. Θεωρούμε σκόπιμο να ορίσουμε την περίοδο αυτή, και κυρίως τον επιθετικό της προσδιορισμό. Η ανάδειξή των Κυκλάδων σε προορισμό, προϋποθέτει τη μετακίνηση. θέρος το [θéros] : (λόγ.) καλοκαίρι. [λόγ. < αρχ. τό θέρος] παραθερισμός ο [paraθerizmós]: η παραμονή σε έναν (εξοχικό, παραθαλάσσιο κτλ.) τόπο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού για ανάπαυση, για διακοπές· παραθέριση: Tόπος / κέντρο παραθερισμού. || (προφ., ειρ.) η εξορία, η φυλάκιση: Tους στείλανε στη Λέρο για παραθερισμό. [λόγ. παραθερισ- (παραθερίζω) -μός] διακοπή η [δiakopí]: 2. (πληθ.) α. καθορισμένη περίοδος κατά την οποία διακόπτεται η λειτουργία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, των δικαστηρίων, της βουλής κτλ.: Οι διακοπές των Xριστουγέννων / του Πάσχα. Οι καλοκαιρινές διακοπές. Aρχίζουν / τελειώνουν οι διακοπές. || β. περίοδος κατά την οποία μεγάλος αριθμός ατόμων μετακινείται από τον τόπο της μόνιμης κατοικίας του, για να ξεκουραστεί και για να ψυχαγωγηθεί: Πού πήγατε για διακοπές φέτος το καλοκαίρι; Θα κάνουμε διακοπές στο βουνό / στη θάλασσα. Περάσαμε τις διακοπές μας στο εξωτερικό. Λείπει / είναι σε διακοπές. Tο κατάστημα θα μείνει κλειστό λόγω διακοπών. (ευχή) καλές διακοπές. [λόγ.: 1: ελνστ. διακοπή, αρχ. σημ.: ‘ρήγμα’· 2: σημδ. γαλλ. vacances (πληθ.)] τουρισμός ο [turizmós]: 1. η προσωρινή μετακίνηση ανθρώπων από τον τόπο της μόνιμης κατοικίας τους στο εσωτερικό της χώρας ή στο εξωτερικό για να ψυχαγωγηθούν, να ξεκουραστούν και να επισκεφτούν διάφορα αξιοθέατα: Tαξιδεύω για τουρισμό. Kάνω τουρισμό. Ο ~ βοήθησε στην καλύτερη γνωριμία των λαών μεταξύ τους. H αλλοίωση της παραδοσιακής μορφής ενός τόπου από τον τουρισμό. Εσωτερικός / εξωτερικός / θερινός / χειμερινός ~. 2α. το σύνολο των δραστηριοτήτων που έχουν σχέση με τον τουρισμό: Γραφείο τουρισμού. Ο ~ αποτελεί σημαντική πηγή συναλλάγματος για την Ελλάδα. β. η υπηρεσία που έχει αναλάβει την οργάνωση του τουρισμού: Ελληνικός Οργανισμός Tουρισμού (Ε.Ο.T.) [λόγ. < γαλλ. tourisme < αγγλ. tourism (-ism, -isme = -ισμός)] Ανατρέχοντας σε μια σύντομη ιστορική εξέλιξη των ορισμών του τουρισμού παρατηρούμε ότι σταδιακά στο περιεχόμενο περιλαμβάνονται και οι λόγοι μετακίνησης. (Περαθωράκη 2017, 10) Ως τουρισμός ορίζεται το σύνολο των σχέσεων και φαινομένων που προκύπτουν από το ταξίδι προς έναν τόπο και την μόνιμη παραμονή ξένων στον τόπο αυτό, εφόσον η παραμονή δεν έχει τον χαρακτήρα μόνιμης εγκατάστασης και συνεπώς δεν ασκείται κάποια δραστηριότητα για την εξασφάλιση εισοδήματος. 1942 Ως τουρισμός ορίζεται το σύνολο των σχέσεων και φαινομένων που προκύπτουν από το ταξίδι προς και την παραμονή ατόμων έναν τόπο, ο οποίος δεν αποτελεί για τα εν λόγω άτομα ούτε τον κύριο και μόνιμο τόπο διαμονής, ούτε και τον κύριο και μόνιμο τόπο εργασίας. 1971 Ο τουρισμός περιλαμβάνει τις δραστηριότητες των ανθρώπων που ταξιδεύουν και διαμένουν σε μέρη έξω από το συνηθισμένο τους περιβάλλον για όχι πάνω από ένα συνεχόμενο χρόνο για λόγους αναψυχής, επαγγελματικούς και άλλους. 1991 Διακοπές είναι γενικός όρος. Εδώ και αιώνες αναφέρεται στη χρονική περίοδο κατά την οποία το άτομο σταματάει να εργάζεται -είτε πρόκειται για τον χρόνο κατά τον οποίο σταματούν οι σπουδές για τους μαθητές (αναγνωρισμένο από το 1625), για μια περίοδο ανάπαυσης για τους ενήλικες (1669), είτε για τον χρόνο της νόμιμης άδειας που αναγνωρίζεται στους μισθωτούς (1907). Αντιστρόφως, ο τουρισμός είναι ειδικός όρος. Από τις αρχές του 19ου αιώνα αποτελεί υποδηλώνει μια δραστηριότητα διακοπών που πληροί με ειδικό τρόπο εκείνο το χρονικό διάστημα. Εάν ένας τουρίστας είναι και παραθεριστής, δεν ισχύει πάντοτε και το αντίστροφο. Αντίθετα με ό,τι παραδέχεται η σύγχρονη τυπολογία της αναψυχής, κάνοντας τον τουρισμό γενική έννοια και τις διακοπές ειδική έννοια. Η αλήθεια είναι πως δεν ταξιδεύουν όλοι το ίδιο. Ούτε ταξιδεύουν για τους ίδιους λόγους. Αλλά τα τελευταία χρόνια το ταξίδι και η σύντομη διαμονή σε χώρους που διαμορφώθηκαν για το σκοπό αυτό έχει αποκτήσει μια έκταση και μια παγκοσμιότητα που ξεπερνάνε κάθε προηγούμενο. Ο ορισμός της τουριστικής περιόδου αποδεικνύεται περισσότερο σύνθετος. Δεν αφορά μόνο τη χρονικότητα της εμφάνισης επισκεπτών στα κυκλαδίτικα νησιά, αλλά και την τροπικότητα. 2012 Ο τουρισμός είναι ένα κοινωνικό, πολιτιστικό και οικονομικό φαινόμενο που συνεπάγεται τη μετακίνηση ανθρώπων σε χώρες ή μέρη εκτός του συνήθους περιβάλλοντος για προσωπικούς ή επαγγελματικούς / επαγγελματικούς σκοπούς. Αυτοί οι άνθρωποι ονομάζονται επισκέπτες (που μπορεί να είναι είτε τουρίστες είτε εκδρομείς, κάτοικοι ή μη κάτοικοι) και ο τουρισμός έχει να κάνει με τις δραστηριότητές τους, μερικές από τις οποίες περιλαμβάνουν τουριστικές δαπάνες. ΧΡΟΝΟΣ 23 22
25 24
Καμπάνια Ε.Ο.Τ. 2020.

(Buck-Morss 2019, 85)

(Buck-Morss 2019, 77)

Στην παρούσα έρευνα αναδεικνύεται το δίπολο Ταξιδιώτης - Χωρικός, στο οποίο συμπυκνώνονται οι ρόλοι όλων των υποκειμένων που μετέχουν στη διαδικασία των διακοπών. Σήμερα, οι ντόπιοι εκτελούν χρέη πολιτισμικού διαμεσολαβητή. (Γαλανή-Μουτάφη 2006, 362) Οι κάτοικοι του χωριού πασχίζουν για την ισότητα με τους τουρίστες, η παρουσία των οποίων στην προκειμένη περίπτωση είναι δηλωτική της αν-ισότητας του χωριού εντός του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. Αντίθετα από τους Βορειοευρωπαίους εργάτες, οι Έλληνες εργάτες έχουν βιώσει τη “νεωτερικότητα” χωρίς να χάσουν την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Καλώς ή κακώς ο τουρισμός τώρα απειλεί αυτές ακριβώς τις βάσεις, αλλάζοντας όχι μόνο το πρόσωπο αλλά και τον εσωτερικό ιστό της αγροτικής κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένου και του πρότυπου της οικογενειακής ιδιοκτησίας, και ως εκ τούτου οι επιπτώσεις για τον κοινωνικό μετασχηματισμό της Ελλάδας είναι τεράστιες. Δεν μπορούν να αντιληφθούν, για παράδειγμα, ότι η ιδιοποίηση από τον μαζικό τουρισμό “των ίδιων των νοημάτων βάσει των οποίων οι άνθρωποι οργανώνουν τις ζωές τους” μπορεί πιθανώς να έχει τελικά τις ίδιες κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις που είχε η άμεση ιδιοποίηση των μέσων παραγωγής στην Αγγλία της εποχής των περιφράξεων. Η Susan Buck-Morss θίγει την οικονομική διάσταση του τουρισμού, στο βαθμό που αφορά τον δεύτερο πόλο κατηγοριοποίησης των υποκειμένων που μετέχουν στις διαδικασίες του, στη βάση της ερευνητικής παρατήρησης ότι ο τουρισμός υποβιβάζεται εννοιολογικά στις μελέτες ως υπηρεσία, σε αντίθεση, για παράδειγμα, με τη βιομηχανία που θεωρείται παραγωγική βάση. ταξιδιώτης ο [taksiδjótis] θηλ. ταξιδιώτισσα [taksiδjótisa] : αυτός που ταξιδεύει: Οι ταξιδιώτες έφτασαν χωρίς ταλαιπωρίες στον προορισμό τους. || (μτφ.): Είμαστε ταξιδιώτες σ΄ αυτήν τη ζωή, περαστικοί. ταξιδευτής ο [taksiδeftís] θηλ. ταξιδεύτρα [taksiδéftra] : (λαϊκότρ., λογοτ.) αυτός που ταξιδεύει. || (μτφ., ως επίθ.): Tαξιδεύτρα ψυχή. περιηγητής ο [periijitís] θηλ. περιηγήτρια [periijítria] : αυτός που ταξιδεύει σε (ξένους) τόπους, για να γνωρίσει και να θαυμάσει όσα ενδιαφέροντα έχουν: Για την τουρκοκρατούμενη Ελλάδα του 18ου αι. αντλούμε πληροφορίες από τις αφηγήσεις ξένων περιηγητών. [λόγ. < ελνστ. περιηγητής `οδηγός ξένων, συγγραφέας γεωγραφικών περιγραφών΄· λόγ. περιηγη(τής) -τρια] τουρίστας ο [turístas] θηλ. τουρίστρια [turístria] : αυτός που ταξιδεύει για τουρισμό, για λόγους ψυχαγωγίας: Ξένος / Έλληνας / ντόπιος ~. Aύξηση στις αφίξεις των τουριστών. [ιταλ. turista -ς < γαλλ. tourist < αγγλ. tourist· λόγ. τουρίσ(τας) -τρια] αλλοδαπός -ή -ό [aloδapós] : (επίσ.) ξένος. ANT ημεδαπός. 1. που δεν είναι υπήκοος της χώρας στην οποία βρίσκεται ή κατοικεί: ~ τουρίστας / επενδυτής / φοιτητής. || (ως ουσ.) ο αλλοδαπός, θηλ. αλλοδαπή: Tμήμα αλλοδαπών, που είναι υπεύθυνο για τους αλλοδαπούς. Xορήγηση άδειας παραμονής σε αλλοδαπό. Aπέλαση αλλοδαπού. 2. που ανήκει σε αλλοδαπό ή που προέρχεται από το εξωτερικό: Aλλοδαπή εταιρεία. Aλλοδαπά προϊόντα. || (ως ουσ., λόγ.) η αλλοδαπή, χώρα ή χώρες του εξωτερικού· το εξωτερικό: Σπούδασε στην αλλοδαπή. [λόγ. < αρχ. ἀλλοδαπός] ημεδαπός -ή -ό [imeδapós] : που κατάγεται ή προέρχεται από την ίδια χώρα με αυτήν του ομιλητή. ANT αλλοδαπός, ξένος: Hμεδαποί γιατροί. Οι ημεδαποί δικηγόροι μπορούν ελεύθερα να εγκατασταθούν σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. || (ως ουσ.) ο ημεδαπός: Είσοδος ημεδαπών σε αεροδρόμιο. || (λόγ., ως ουσ.) η ημεδαπή, το εσωτερικό μιας χώρας. ANT αλλοδαπή. [λόγ. < αρχ. ἡμεδαπός] αυτόχθονας [aftóxθonas] για τα άλλα γένη βλ. -ων -ων -ον· : αυτόχθων: ~ κάτοικος Aυτόχθονη πολιτιστική παράδοση / λαϊκή τέχνη. || (ως ουσ.) ο αυτόχθονας: Οι πρώτοι Iνδοευρωπαίοι κατέκτησαν εύκολα τους αυτόχθονες. H διαμάχη αυτοχθόνων και προσφύγων. [λόγ. < αρχ. αὐτόχθων, αιτ. -ονα] χωρικός ο [xorikós] θηλ. χωρική [xorií] : αυτός που κατάγεται από χωριό και ζει σε αυτό. [λόγ. < ελνστ. χωρικός `της χώρας, του αγρού, ντόπιος΄ (η σημερ. σημ. μσν.)· λόγ. χωρικ(ός) -ή] νησιώτης ο [nisxótis] θηλ. νησιώτισσα [nisxótisa] : αυτός που γεννήθηκε και ζει σε νησί ή που κατάγεται από νησί: Οι Έλληνες νησιώτες. Είναι νησιώτισσα. [νησ(ί) -ιώτης· νησιώτ(ης) -ισσα] ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ 27 26

(Urbain 2000, 100)

(Buck-Morss 2019, 80-81)

(Urbain 2000, 64)

Βούλα Θεοχάρη-Παπαϊωάννου. Άνδρες. Μύκονος, 194550. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Βούλα Θεοχάρη-Παπαϊωάννου. Νερουλάς. Μύκονος, 1950-55. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Βούλα Θεοχάρη-Παπαϊωάννου. Ψαράδες. Μύκονος, 195055. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Ζαχαρίας Στέλλας. π. 1950. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Φυσικά η συνύπαρξη του Ταξιδιώτη με το Χωρικό, σε ολοένα και αυξανόμενες πυκνότητες, έχει και σαφείς κοινωνιολογικές προεκτάσεις. Από την πλευρά του, ο Χωρικός επηρεάζεται από το καταναλωτικό πρότυπο που εγκαθιδρύεται ολοένα και πιο έντονο με τη μαζική παρουσία των Ταξιδιωτών και την εμπορευματοποίηση του ζωτικού του χώρου. Από την άλλη πλευρά, ο Ταξιδιώτης αναζητά ένα δήθεν αυθεντικό τοπίο-σκηνικό που να επικαλείται το φαντασιακό του, το οποίο όμως καταλήγει να απουσιάζει ακριβώς λόγω της παρουσίας του στον τόπο αυτό. Κι όμως η παρουσία τους (των τουριστών) δεν γίνεται παρά να έχει ανυπολόγιστες συνέπειες στον τρόπο με τον οποίο οι κάτοικοι του χωριού βλέπουν τους εαυτούς τους. Προηγουμένως, το χωριό εμφανιζόταν σαν ένα αλληγορικό σκηνικό για την παρουσίαση της παράδοσης, το οποίο έβλεπαν οι λίγοι τουρίστες και αντιδρούσαν με ρομαντικοποιημένη μίμηση. Τώρα, οι τουρίστες, σαν περιοδεύων θίασος, ενσαρκώνουν μία αλληγορία της καταναλωτικής νεωτερικότητας για το ακροατήριο του χωριού, η αντίδραση του οποίου είναι επίσης μιμητική. Από τις αναφορές αυτές συνεπάγεται η σταδιακή εξαφάνιση του homo littoralis (Urbain 2000, 100), του ανθρώπου που προσδιορίζεται (οικονομικά, ανθρωπολογικά) από τη σχέση του με την ακτή, παραχωρώντας τόπο στην ανάδειξη της νέας φαντασμαγορικής συνθήκης. Είτε τον παραμερίζουν, είτε τον εγκαταλείπουν ή τον κυριεύουν, όλες αυτές οι στρατηγικές, ακόμη και αντίθετα από τις προθέσεις τους, καταργούν τον άγριο ως τέτοιον. Ξεπροβάλλει επομένως ένας κόσμος που άγεται προς το κενό και την προσποίηση, απ’ όπου το αυθεντικό, το ιστορικό ή το φυσικό αφαιρούνται σιγά-σιγά. Ψαράδες. Άνθρωποι τους οποίους οι παραθεριστές παίρνουν για βαρόμετρα και τους οποίους επιμένουν να ρωτούν τι καιρό θα κάνει. 29 28
Βούλα Θεοχάρη-Παπαϊωάννου. Μουσικοί. Μύκονος, 195055. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Βούλα Θεοχάρη-Παπαϊωάννου. Παιδιά. Μύκονος, π. 1935. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Βούλα Θεοχάρη-Παπαϊωάννου. Άνδρες. Μύκονος, 195055. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Ζαχαρίας Στέλλας. π. 1950. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Βούλα Θεοχάρη-Παπαϊωάννου. Κυκλάδες. Μύκονος, π. 1950. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Ζαχαρίας Στέλλας. π. 1950. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Ζαχαρίας Στέλλας. π. 1950. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Βούλα Θεοχάρη-Παπαϊωάννου. Λειτανία. Πάτμος, 195055. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. 31 30

(Urbain 2000, 21)

(Μπελαβίλας 2006, 348)

(Urbain 2000, 40)

(Μουτσόπουλος 2006, 118)

Οι πυκνότητες των ανθρώπων που κατοικούν ή διαμένουν προσωρινά στις Κυκλάδες έχουν αλλάξει δυναμικά τα τελευταία 70 χρόνια. Είναι σημαντικό να αναδείξουμε μια ομάδα πρώιμων επισκεπτών, τους ιχνηλάτες, οι οποίοι εμφανίζονται στο limbo μεταξύ των δύο ακραίων πόλων που περιγράψαμε παραπάνω, αλλά ίσως να είναι αυτοί που ευθύνονται για τη δημιουργία του διπόλου. Πρόκειται για τους πρώτους επισκέπτες των νησιών, αυτούς οι οποίοι πρώτοι εγκατέλειψαν την αστική συνθήκη (κυρίως των ευρωπαϊκών πόλεων) προς αναζήτηση μιας νέας συνθήκης διαβίωσης μετά τα μέσα του εικοστού αιώνα. Η φυγή τους ολοκληρωνόταν μόνο όταν κατάφερναν να υιοθετήσουν τον τρόπο ζωής που επικρατούσε στον τόπο που επισκέπτονταν και τόσο ερωτεύονταν. ο τουρίστας είναι ένα είδος ανεσταλμένου επαναστάτη που, ελλείψει δυνατότητας να αλλάξει τον κόσμο, αλλάζει κόσμο. Μετουσιώνει έτσι την στέρηση του αποκτώντας, με τον τρόπο της μίμησης (απόδραση ή εξορία, προσωπικό εκτοπισμό ή επαναπατρισμό), πρόσβαση σε ουτοπικές καταστάσεις και απεικονίσεις που συνήθως απωθούνται από την κοινωνική νόρμα. Ωστόσο, η ανίχνευση αυτών των νέων, «παρθένων παραδείσων» φυσικά ελόχευε κινδύνους που δε μπορούσαν να διαφανούν τις πρώτες δεκαετίες της μαζικοποίησης των μετακινήσεων. Ο παραθεριστής μας έχει πολλά κοινά σημεία με τη συμπεριφορά εκείνου του προδρόμου. Ο Dominique Rouillard, με τα χαρακτηριστικά του “καλλιτέχνηπρωτοπόρου”, τον περιγράφει ως εξής: “έχει ένα βηματισμό εξερευνητή, θέλει να κατανοήσει το πνεύμα του τόπου, να σεβαστεί τον πληθυσμό του, με τον οποίο θα μοιραστεί το κατάλυμα, τα γεύματα και τα έθιμα, την τοποθεσία, της οποίας θα μεταφέρει τις φυσικές ομορφιές”. Η ιστορία όμως επαναλαμβάνεται. Σε λίγο θα καταφθάσουν οι μιμητές και γίνονται πλήθος. Δολοφονούν το όνειρο εκείνων των παραθεριστών, καταστρέφουν την εγκατάστασή τους και προκαλούν μονομιάς τη διαφυγή εκείνου που ανακαλύπτει τοποθεσίες και την έλευση εκείνου που κατασκευάζει οικοδομές. Η μετάβαση αυτή δε συμβαίνει σε μία νύχτα. Αξίζει να αναφέρουμε μια περιεκτική περιγραφή της αλληλουχίας των διαδικασιών. Όλα αυτά τα παιδιά αποτέλεσαν εν αγνοία τους, τους ιχνηλάτες των tour operators που επρόκειτο να ακολουθήσουν, αυτού που μίσησαν και προσπαθούσαν να ξεφύγουν: του οργανωμένου τουρισμού. Επιστρέφοντας στη βάση της φόρτισης του διπόλου Ταξιδιώτης - Χωρικός, σημείο-κλειδί αλλά και εφαλτήριο αποτελεί η φυγή, η οποία συνεπάγεται την περιπλάνηση. Ο Θανάσης Μουτσόπουλος επιχειρώντας μια τουριστική ανθρωπολογία του Αιγαίου (Μουτσόπουλος 2006, 110-122) αναφέρει: μια διατύπωση που παραμένει υποδειγματική και προς τον ορισμό του υπέρτατου σκοπού του μυστικιστικού πλατωνισμού: η φυγή μόνου προς μόνον. Η περιγραφή αυτή θα μπορούσε να αφορά και την έννοια του flâneur, όπως ορίζεται από τον Walter Benjamin. Αν δει κάποιος την έννοια του πλάνητα στο αρχιπέλαγος του Αιγαίου έχει μια ενδιαφέρουσα παρεκτροπή. Εδώ το island-hopping (ταξιδεύω, «πηδάω» από νησί σε νησί) δίνει έδαφος στην «άεργη» περιπλάνηση και την ελευθερία του βλέμματος. Η διάπλαση του τουριστικού βλέμματος θα μας απασχολήσει παρακάτω. Για να ολοκληρώσουμε, όμως, την αφήγηση που αφορά τα υποκείμενα που μετέχουν στις διαδικασίες γύρω από τις διακοπές στα νησιά των Κυκλάδων πρέπει να περιγράψουμε το ανθρωπολογικό πλαίσιο που διέπει το δεύτερο πόλο, τον Ταξιδιώτη. Από τους ιχνηλάτες προέκυψαν αναπόφευκτα μοιραία κύματα επισκεπτών, τα οποία σταδιακά οδήγησαν στα σημερινά σαρωτικά μεγέθη. Θα επιχειρήσουμε σε αυτό το σημείο μια περαιτέρω διασαφήνιση του περιεχομένου του όρου τουρίστας, με θεωρητική βάση την προσέγγιση του Jean-Didier Urbain. Ο τουρίστας δεν αφιερώνει τις διακοπές του στο ταξίδι, ωστόσο ταξιδεύει. Μπορεί να μετακινείται, αλλά ο τελικός στόχος είναι η στάση, οι διακοπές του αφιερώνονται στην ακινησία. Αυτό τον καθιστά παραθεριστή. (Urbain 2000, 19) Εάν ο παραθεριστής μετακινείται, εάν ταξιδεύει όλο και πιο μακριά, είναι ακριβώς για να μην κινηθεί άλλο και –σε αντίθεση με τον τουρίστα- για να εγκατασταθεί σε μια νέα μόνιμη κατοικία. Τελικά ο παραθεριστής καταλύει, διαμένει, ακινητοποιείται. (Urbain 2000, 20) Επομένως, σε αντίθεση με τον τουρίστα, ο οποίος διασχίζει το χώρο ως ξένος, ο παραθεριστής αποκτά οικειότητα με το χώρο στον οποίο βρίσκεται, εάν όχι ιθαγενής, είναι τουλάχιστον κάτοικος. Για τον ορισμό του επισκέπτη στο νησί, ως παραθεριστή, τίθενται μια σειρά από πολύ σαφείς διαχωριστικές γραμμές που περιχαράσουν τις ιδιότητές του. (Urbain 2000, 47-49) Η πρώτη διαχωριστική γραμμή, η κοινωνική, είναι μια γραμμή που καθιερώνει ο παραθεριστής μεταξύ του εαυτού του και του υπόλοιπου παραθαλάσσιου κόσμου. Ο παραθεριστής είναι οπαδός ενός πειραματικού παραθερισμού, ενδόμυχου και πρωτοπόρου, που συνδυάζει το far niente με την ανακάλυψη και τη μόνιμη εγκατάσταση με την περιπέτεια. Η δεύτερη γραμμή, η ψυχολογική, περιγράφεται από την έννοια της καθαρολογίας. Από αυτήν προκύπτει η έκδηλη στάση του παραθεριστή μας για άρνηση των άλλων στην παραλία. Τρίτη σημειώνεται η πολιτιστική διαχωριστική γραμμή, θεμελιώδης μεταξύ του πειραματικού και του αρχικού παραθεριστή, συνίσταται σε μια έντονη επιθυμία του για ρήξη με την κοινωνική πραγματικότητα από την οποία προέρχεται. Τέλος, διακρίνεται μια τέταρτη διαχωριστική γραμμή, η μυθολογική, η οποία προκύπτει από την παράσταση του εγώ και τον ορισμό της συμπεριφοράς του αναφορικά με ένα σύμβολο, ένα είδωλο και επομένως μια θεότητα που προκαλεί θαυμασμό και μιμητισμό: τον Ταξιδιώτη. 33 32
Ζαχαρίας Στέλλας. π. 1950. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Ζαχαρίας Στέλλας. π. 1950. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Οι Ταξιδιώτες πασχίζουν για την ψευδαίσθηση της διαφορετικότητας μα καταλήγουν να φέρνουν μαζί τους τον ίδιο πραγματικό κόσμο από τον οποίο προσπαθούν να ξεφύγουν. (Buck-Morss 2019, 85) Αυτό προκύπτει από τη μαζικότητα με την οποία συρρέουν οι επισκέπτες στις Κυκλάδες τα τελευταία χρόνια. Πέρα από τη συλλογή θεωρητικών δεδομένων που περιγράφουν το προφίλ του επισκέπτη, ο Ταξιδιώτης ορίζεται και από διάφορα μεγέθη που περιγράφουν τη επίδρασή του στους τόπους υποδοχής. Οι αριθμοί είναι σαρωτικοί και οι τρόποι προσέγγισής τους άπειροι. Στα δεδομένα που συλλέγουμε στο παράρτημα παρουσιάζονται μερικά ίχνη τους, από τα μεγέθη αφίξεων και διανυκτερεύσεων μέχρι τις “διαδικτυακές επισκέψεις” (clicks) σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις Κυκλάδες. Η μαζικότητα του φαινομένου προκαλεί με τη σειρά της μια σαφή αλλοτρίωση στον Ταξιδιώτη, κατά την μετατροπή του από Περιηγητή σε Τουρίστα: η απόλαυση αντλείται από ό,τι θα μπορούσε να ονομασθεί μεταπραγματικό, από την κατανάλωση σημείων τουριστικού πολιτισμού, ομοιωμάτων συνήθως διαχωρισμένων από το άμεσο βίωμα της επίσκεψης. (Παπαδόπουλος 2006, 313) Αξίζει ιδιαίτερα να επιμείνουμε στο διαχωρισμό από τον κόσμο της καθημερινής πρακτικής και εμπειρίας. Η άνευ προηγουμένου συσσώρευση της σωματικότητας κάτω από τον καλοκαιρινό ήλιο (Τζιρτζιλάκης 2006, 88) σε εξωπραγματικά νούμερα προϋποθέτει και ταυτόχρονα επιβραβεύει την καταστροφή κάθε πιθανής χρήσης σε αυτά τα νησιά, κάθε ιδέα κατοίκησης και βιώματος του τόπου στην αυθεντική μορφή του. Η τομή που περιγράψαμε παραπάνω εκφράζεται και στη συγκρότηση του εξοπλισμού του σακιδίου ενός τυπικού τουρίστα. Η σύνθεση και η αποσύνθεση των αποσκευών του Επισκέπτη σχετίζεται με τις ευρύτερες έννοιες που διέπουν τις διακοπές: ψυχαγωγία, θέαμα, ταξίδι, διαδικασίες στις οποίες είναι απαραίτητα εργαλεία που δεν αποτελούν πάντα μέρος της καθημερινότητας εκτός συνθηκών διακοπών: γυαλιά ηλίου, καπέλο, μαγιώ, πετσέτα, σαγιονάρες, αντηλιακό, οδηγός, τσιπς, διαβατήριο, πορτοφόλι, αντικουνουπικό, φάρμακα, χαρτομάντηλα, φωτογραφική μηχανή, selfie stick. 35 34
τόπος ο [tópos] : 1α. έκταση γης που δεν είναι ακριβώς προσδιορισμένη και οριοθετημένη: Γόνιμος / άγονος / βραχώδης / επίπεδος / έρημος / μακρινός ~. Δροσερός / ευχάριστος ~, τοποθεσία. (έκφρ.) επί τόπου, επιτόπια: Έγινε επί τόπου αναπαράσταση του εγκλήματος. Στροφή επί τόπου. ατάκα* κι επί τόπου. β. μια συγκεκριμένη περιοχή· χώρα, πόλη: ~ γεννήσεως. ~ εξαγωγής / εισαγωγής. Φιλόξενος / αφιλόξενος ~. ~ παραθερισμού. Άγιοι Tόποι, όπου γεννήθηκε, έζησε και έδρασε ο Xριστός. Kρανίου* ~ (έκφρ.) ~ χλοερός*. ΦΡ κατά τόπους, σε διάφορα μέρη. ο κατά τόπους, ο τοπικός: Ο ι κατά τόπους αρχές / σύλλογοι. || Ο ~ μου, η πατρίδα μου: Bαρέθηκα τα ξένα, θα γυρίσω στον τόπο μου. Στον τόπο μας έχουμε άλλες συνήθειες. [1: αρχ. τόπος· λατ. locus] τοπίο το [topío] : 1. γεωγραφική ενότητα με κοινά φυσικά χαρακτηριστικά: Ελληνικό / ορεινό / αλπικό / μεσογειακό ~. Aρχιτεκτονική προσαρμοσμένη στο νησιώτικο ~. Tα εργοστάσια κατέστρεψαν το αττικό ~. Σεληνιακό* ~ και ως ΦΡ. || (έκφρ.) πολιτικό ~, οι ιδιαίτερες πολιτικές συνθήκες που επικρατούν σε ένα συγκεκριμένο χώρο και χρόνο: Ύστερα από το συνέδριο του κόμματος, θα ξεκαθαρίσει το πολιτικό ~. || γραφική τοποθεσία: Ειδυλλιακό / ωραίο ~. 2. ζωγραφικός πίνακας που παριστάνει τοπίο· τοπιογραφία. [λόγ.: 1: μσν. τοπίον < ελνστ. τόπ(ιον) -ίον· 2: σημδ. γαλλ. paysage ή μέσω του ιταλ. paesaggio] φύση  η [físi] : Ι 1.  το σύνολο των όντων (φυτών, ζώων, υδάτων, πετρωμάτων), ο φυσικός κόσμος.  α.  ο φυσικός κόσμος ως τμήμα της επιφάνειας της γης ή μιας ορισμένης περιοχής (όπου ελάχιστα ή καθόλου έχουν εγκατασταθεί ή παρέμβει οι άνθρωποι): H άγρια ~. Aπολαμβάνω τη ~. Πάω εκδρομή στη ~. Kοντά στη / επιστροφή στη ~. Aφήσαμε την απάνθρωπη πόλη και βγήκαμε έξω, στη ~. Οι βιομηχανίες ρυπαίνουν / μολύνουν τη ~. Ο άνθρωπος εκμεταλλεύεται / βιάζει / υποτάσσει τη ~. β.  ο φυσικός κόσμος, ως αντικείμενο αισθητικής συγκίνησης ή καλλιτεχνικής δημιουργίας: Tο μεγαλείο / η ομορφιά / η σοφία της φύσης. H τέχνη αναπαράγει, δε μιμείται απλώς τη ~. || (ζωγρ.) νεκρή* ~. γ.  οι νόμοι που διέπουν τη λειτουργία του φυσικού κόσμου: Οι φυσικές επιστήμες μελετούν τη ~. || Iδιοτροπία της φύσης, απόκλιση από το φυσιολογικό.  δ.  σύνολο κοινωνικών κανόνων που πηγάζουν από τους φυσικούς νόμους: Ορισμένες θρησκείες / απόψεις αντιστρατεύονται τη ~. (έκφρ.) παρά ~ / φύσιν: α. με τρόπο που έρχεται σε αντίθεση προς τους νόμους της φύσης, και με επέκταση, της λογικής, της ηθικής: Παρά ~ συνουσία / ασέλγεια / έδρα*. Παρά ~ συμμαχία της δεξιάς με την αριστερά. β. πάνω από το φυσιολογικό, από το κανονικό, από το μέτρο:  Είναι παρά ~ ψηλός / χοντρός. [αρχ. & λόγ. (ιδ. στη σημ. Ι) < αρχ. φύ(σις) -ση & λόγ. σημδ. (ιδ. σημ. Ι1α, 2α, ΙΙ3) γαλλ. nature] περιβάλλον το [periválon] : το σύνολο των συνθηκών και των παραγόντων μέσα στο οποίο δημιουργείται, υπάρχει και αναπτύσσεται κάποιος ή κτ. 1. το σύνολο των φυσικών συνθηκών και παραγόντων που επιδρούν στους ζωντανούς οργανισμούς: Φυσικό ~. Kαταστροφή / ρύπανση / μόλυνση του περιβάλλοντος. Προστασία του περιβάλλοντος. Προβλήματα περιβάλλοντος. Yγιεινό / μολυσμένο ~. Kατάλληλο / ακατάλληλο ~. 2α. το σύνολο των κοινωνικών συνθηκών και παραγόντων που επιδρούν στον άνθρωπο: Kοινωνικό ~. Tεχνητό / οικιστικό ~. Οικογενειακό / ανθρώπινο ~. Πολιτιστικό / πνευματικό / πολιτικό / οικονομικό ~. Kαλλιτεχνικό / θρησκευτικό ~. Ευρύτερο κοινωνικό ~. Στενό οικογενειακό ~. Ευνοϊκό / φιλικό / δυσμενές / εχθρικό ~. Tο ~ της πόλης / του χωριού. Tο ~ ενός σχολείου. β. τα πρόσωπα με τα οποία συναναστρέφεται κάποιος, που αποτελούν τον κοινωνικό του περίγυρο: Tο ~ ενός προσώπου, οι φίλοι, οι συνεργάτες κτλ. Είδηση που διέρρευσε από το πρωθυπουργικό ~. [λόγ. ουδ. μεε. < αρχ. περιβάλλω μτφρδ. αγγλ. environment] παράδεισος ο [paráδisos] : 1α. (στην Παλαιά Διαθήκη) Παράδεισος, ο κήπος όπου εγκατέστησε ο Θεός τους πρωτόπλαστους· ο κήπος της Εδέμ: Ο Θεός έδιωξε τον Aδάμ και την Εύα από τον Παράδεισο. β. (στην Kαινή Διαθήκη) Παράδεισος, ουράνιος τόπος, όπου πηγαίνουν οι δίκαιοι και οι πιστοί μετά θάνατον. ANT Kόλαση: Πιστεύεις στον Παράδεισο και στην Kόλαση; Ο Παράδεισος των χριστιανών / των μουσουλμάνων. || Ουρί* του Παραδείσου. (έκφρ.) τα κλειδιά* του Παραδείσου. εδώ είναι η Kόλαση*, εδώ και ο Παράδεισος. ΠAΡ ΦΡ το ξύλο* βγήκε από τον Παράδεισο. 2. (μτφ.) α. εξαιρετικά ωραίος και ευχάριστος τόπος διαμονής: Tο νησάκι που πήγαμε το καλοκαίρι ήταν ~. (έκφρ.) επίγειος* ~. τεχνητός* ~. β. τόπος που είναι ιδανικός για την ανάπτυξη ορισμένων δραστηριοτήτων: ~ των κυνηγών / των γυμνιστών / των κλεφτών. H Ελβετία είναι ο ~ των φοροφυγάδων. [1: αρχ. παράδεισος `κλειστό πάρκο Πέρση άρχοντα΄ < περσ. *pardēz `κήπος΄ (παλ. περσ. pairi-daēza `περιτοιχισμένος χώρος΄) στην ελνστ. σημ.: `κήπος της Εδέμ΄ (σημδ. από τα εβρ.)· 2: λόγ. σημδ. γαλλ. paradis (στη νέα σημ.) < υστλατ. paradisus < ελνστ. παράδεισος] ΤΟΠΙΟ 37 36

(Keeley 2019, 119)

(Keeley 2019, 195)

Τα στοιχεία στα οποία συνίσταται το κυκλαδίτικο τοπίο είναι: Το νερό . Η θάλασσα του Αιγαίου πελάγους περιβάλλει τα τμήματα ξηράς που περιγράφονται ως κυκλαδίτικα νησιά, νοηματοδοτώντας τα ως τέτοια. Η κυρίαρχη παρουσία του στοιχείου του νερού, του απέραντου γαλάζιου, ταυτίζει το πέλαγος (τη θάλασσα) με τη διαφυγή, την ψυχική διέγερση και την τοπιογραφική επιθυμία (Τζιρτζιλάκης 2015, 90-105). Πέρα από την κλιματολογική του διάσταση, σημαντικότερη για τη φαντασιακή θέσμιση της θάλασσας (Τζιρτζιλάκης 2015, 90105) είναι η κοινωνική διάσταση του πελάγους, που συνδέεται ευθέως με την κινητικότητα σε αυτό και τις κάθε είδους ανταλλαγές, Η γη. Τα νησιά του Νοτίου Αιγαίου αποτελούν ένα σύμπλεγμα βουνοκορφών. Η ανεξάντλητη ακτογραμμή και το απότομο ορεινό ανάγλυφο είναι αποτελέσματα έντονης σεισμικής και ηφαιστειακής δραστηριότητας. Οι ενδημικές καλλιέργειες που παρατηρούνται στην άνυδρη, ξηρή γη των Κυκλάδων (ελιά, αμπέλι, συκιά, φρύγανα και φραγκοσυκιές στις βραχώδεις πλαγιές) αμβλύνουν σημειακά τη σκληρότητα του τοπίου. Χαρακτηριστικό της διαμόρφωσης του εδάφους στα νησιά του Νοτίου Αιγαίου είναι επίσης η παρουσία ξερολιθιών, οι οποίες διαμορφώνουν πεζούλες και αναλημματικούς τοίχους που επιτρέπουν την καλλιέργεια σε μεγάλη κλίση. Το φως . Πιθανότατα κανένας σχηματισμός του υλικού φυσικού τοπίου δε θα είχε την ίδια μορφή, ούτε θα γινόταν με τον ίδιο τρόπο αντιληπτός, αν δε λούζονταν από το σκληρό, άτεγκτο φως του ήλιου. Με υψηλά επίπεδα ηλιοφάνειας σε όλη τη διάρκεια του χρόνου και ιδιαίτερα τους θερινούς μήνες, στις Κυκλάδες το φως κυριαρχεί, προσδίδοντας στο τοπίο μια μυστηριακή ατμόσφαιρα που οφείλεται στο ακατάληπτο ελληνικό φως (Σημαιοφορίδης 2005, 331). Η σκιά, ως αρνητικό του φωτός, ανακουφίζει και μαλακώνει τα όρια που τονίζει αμείλικτα το φως. Πάντα άρρηκτα συνδεδεμένα, σχηματίζουν πλήρη και κενά στις επιφάνειες (κατακόρυφες, οριζόντιες ή πλάγιες) και συνθέτουν το όλον ως προς τη μορφή του. Ο άνεμος . Οι ισχυροί άνεμοι που χαρακτηρίζουν το κυκλαδίτικο τοπίο επηρεάζουν τόσο τη διαμόρφωσή του όσο και το βίωμα του χώρου στο πεδίο αυτό. Τα μελτέμια αποτελούν μια μόνο έκφανση του στοιχείου του ανέμου, αλλά αρκετά ιδιαίτερη ώστε να συνυποδηλώνουν συχνά την ατμόσφαιρα που επικρατεί στα νησιά του Νοτίου Αιγαίου. Κατά τη Φοίβη Γιαννίση, η μεταμόρφωση της θάλασσας και του σώματος περιέχει ως καθοριστική δύναμη τον άνεμο (Γιαννίση 2015, 74-87). Ο ελληνικός τρόπος, τουλάχιστον εκείνος των ποιητών, είναι να κατεβαίνεις στα ανήλια μυστήρια του Άδη όχι μόνο για να μάθεις ότι ο θάνατος έχει τη σκυθρωπή του επικράτεια και ο ήλιος τη σκοτεινή του πλευρά, αλλά και για να επανεκτιμήσεις τη θεϊκή χάρη του φωτός που λούζει τον πάνω κόσμο. Στις πιο απόμερες επαρχίες, ένα τοπίο που ο Σεφέρης ονόμαζε βαθιά ελληνικό, όχι μεγαλόπρεπο ή επιβλητικό έγραψε: «Είναι ένας κόσμος: γραμμές που γίνουνται και ξαναγίνουνται σώματα και φυσιογνωμίες, η τραγική σιωπή ενός προσώπου» -μια αντίληψη που ο ποιητής δυσκολεύεται να αποτυπώσει με λόγια, μα που συνοψίζει με τη φράση «λειτουργία ενανθρωπισμού στο ελληνικό φως». Το υποκείμενο που παρατηρεί αντιλαμβάνεται με διαφορετικό τρόπο το τοπίο, αναλόγως με τις συνθήκες που επικρατούν σε αυτό και αλλά και το κοινωνικοπολιτισμικό υπόβαθρο του ίδιου του υποκειμένου. Στην αρχή του περιηγητικού ρεύματος, ο ταξιδιώτης συνθέτει –βλέπει, γράφει, απεικονίζει– για τους τόπους και τους ανθρώπους αμυδρές νησίδες πραγματικότητας, γιατί απλά «κοιτά αλλά δεν βλέπει». (Βιγγοπούλου 2014) Στο πέρασμα των αιώνων, καθώς συντελείται η μετατροπή του περιηγητή σε τουρίστα-παραθεριστή, η ιδιότητα αυτή μετασχηματίζεται επίσης. Ωστόσο, διαχρονικά, η πολυαισθητηριακή εμπειρία που προσφέρει το τοπίο στον επισκέπτη δε μπορεί να απεικονιστεί συμπυκνωμένα σε ένα έργο. Κατά τον Walter Benjamin, η φύση που μιλάει στο μάτι είναι άλλη από αυτή που μιλάει στην κάμερα. (Τζιρτζιλάκης 2015, 93) Η σχέση του τοπίου με το υποκείμενο (με το σώμα) ενισχύεται και βιώνεται μέσα από τα φυσικά φαινόμενα. 39 38
Herbert List. Youths. Νάξος, 1937. Magnum Photos.
41 40
Herbert List. Young boy. Νάξος, 1937. Magnum Photos.
Βιβλιοθήκη Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη.
Daniel Baud-Bovy, Frédéric Boissonas. Naxos. Vue de la mer, et la porte du temple de Dionysos. 1919.
(Φιλιππίδης 1984, 318) Όπως αναφέρει ο Δημήτρης Πικιώνης: Το τοπίο γίνεται ο δέκτης επάλληλων παραστάσεων που διατρέχουν την ιστορία, ενώνοντας το «μυστήριο του Χρόνου» με το «μυστήριο του Τόπου». 43 42
Ellie Tsatsou, Eye, 2017

John Seller. Prospects of the land upon the coasts of the sea Archipeloagus. 1771.

Γεννάδειος Βιβλιοθήκη - Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα. 45 44
Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Ν. (1985). Ανίχνευση της ελληνικότητας. Ευθύνη: Αθήνα σ. 17 Την ώρα του μεσημεριού, το ντάλα μεσημέρι, οι ασβεστωμένοι τοίχοι αντικατόπτριζαν μία λάμψη δυσβάστακτη. Οι αντανακλάσεις από τις κοφτερές πέτρες, τα μυτερά φύλλα, τις οξείες γωνίες των κτισμάτων ανέδιναν μια πυρωμένη άχνη που έδειχνε τον αέρα να τρεμουλιάζει σαν φλόγα, να φρικιά σαν στο πέρασμα του στοιχειωμένου δαίμονα της μυστηριακής μεσημβρίας. Λες κι ακούγονταν ο Παν που με το σουραύλι του ακινητοποιούσε τα πάντα και έκανε τη φύση να κρατάει την ανάσα της. Ακίνητοι οι κύβοι των σπιτιών σαν αμυγδαλωτά με ροδοζάχαρη και οι ρόμβοι των στεγών και τα φίδια των μαντρότοιχων. Οι σκοτεινές καμάρες, οι βραχότοποι, οι σπηλιές, οι ανεμόμυλοι, τα μοναχικά δένδρα. 47 46
Κέα. 2015. Προσωπικό αρχείο. 49 48

2006, 414)

(Δοξιάδης
Κατ’ αρχήν κάθε άνθρωπος είναι προϊόν της φύσης, όπως κάθε τοπίο είναι ένα σύμπλεγμα, μία εικόνα, μία υπενθύμιση της ύπαρξης. Έτσι, παρά το γεγονός ότι ο διαχωρισμός μεταξύ φύσης και κοινωνίας βρίσκεται στο επίκεντρο του μοντέρνου συντάγματος (Δραγώνας 2020, 23) ο συσχετισμός των δύο αυτών στοιχείων είναι σαφής και συνεκτικός. Για την ακρίβεια, είναι και συμπληρωματική η σχέση τους, αν λάβουμε υπ’ ύποψιν και την άποψη του Γιώργου Τζιρτζιλάκη πως η φύση δεν είναι μόνο ένα ασυνάρτητο σύνολο κολπίσκων, θυελλωδών ανέμων και απόκρημνων βράχων αλλά, πάνω απ’ όλα, ένας τρόπος μεσολάβησης μεταξύ ανθρώπων. (Τζιρτζιλάκης 2006, 86) Το φετίχ ορίζεται ως τάση για απόδοση υπερφυσικών δυνάμεων και ιδιοτήτων σε ένα αντικείμενο, τέτοιων που ξεπερνούν την αληθινή του αξία, ενώ, κατά τον Freud περιγράφεται ως υποκατάστατο του σεξουαλικού αντικειμένου. Στην παρούσα εργασία, σαν υπόθεση εργασίας, στη θέση του αντικειμένου τοποθετούμε το τοπίο, και συγκεκριμένα το κυκλαδίτικο τοπίο, θεωρώντας ως δεδομένο ότι αντλούμε ηδονή από αυτό. O φετιχισμός του εμπορεύματος ορίζεται από τον Marx ως εξής: Οι κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων εμφανίζονται με τη μορφή σχέσεων ανάμεσα σε εμπορεύματα. Αυτό το ονομάζω φετιχισμό, που κολλάει στα προϊόντα της εργασίας μόλις αρχίσουν να παράγονται σαν εμπορεύματα και που γι' αυτό είναι αχώριστος από την εμπορευματική παραγωγή. (Marx 2012, 86) Στο σύγχρονο καπιταλιστικό πλαίσιο το τοπίο αντιμετωπίζεται σαν εμπόρευμα και από τα παραπάνω καθίσταται κατά συνέπεια προφανές ότι το φετίχ συμβάλλει στον καθορισμό της αξίας του, ενώ ο τουρισμός ως φαινόμενο οργανώνεται σαν κατανάλωση του τόπου. (Παπαδόπουλος 2015, 317) Αδιαμφισβήτητα, το φυσικό τοπίο δε διαιωνίζεται αυτούσιο, αλλά μετασχηματίζεται δυναμικά τόσο από τα φυσικά φαινόμενα όσο και από την ανθρώπινη οικονομική δραστηριότητα, η οποία μάλιστα λαμβάνει πλέον, όπως προαναφέραμε, χαρακτηριστικά γεωλογικής δύναμης. Αρχικά, η δραστηριότητα αυτή περιγραφόταν από βαριές βιομηχανικές εγκαταστάσεις, που άλλαξαν το τοπίο των νησιών. (Μπελαβίλας 2006, 338) Ωστόσο, με τη σταδιακή αποδυνάμωση του πρωτογενούς και του δευτερογενούς τομέα στο Νότιο Αιγαίο, αναδύεται ο τριτογενής τομέας παραγωγής και συγκεκριμένα η παροχή υπηρεσιών στο βαθμό που εφάπτονται στον κύκλο εργασιών του τουρισμού. Η μονοκαλλιέργεια του τουρισμού σε μεγέθη χαρακτηριστικής μαζικότητας έχει την ίδια, αν όχι μεγαλύτερη, επίδραση στο τοπίο σε σύγκριση με τη βιομηχανική και αγροτική παραγωγή. Είναι [...] παράδοξο ότι η νέα οικονομία [του τουρισμού] βασίζεται στην αίσθηση μεγαλειώδους ομορφιάς και αξίας που αποδίδεται στο ιστορικό τοπίο. Είναι αισθητική ταυτότητα ως προϊόν, μια γραφική αντιμετώπιση αυτού που κάποτε ήταν οικονομικά ενεργό τοπίο. Με αυτούς τους όρους, το Αιγαίο αποτελεί πλέον το ίδιο του το προϊόν. Συγχρόνως, η τουριστική οικονομία εισάγει στο τοπίο νέες δομές και διαδικασίες που αποτελούν τη νέα πραγματικότητα της περιοχής. Οι δομές και οι διαδικασίες αυτές εκτοπίζουν τις ιστορικές δομές και διαδικασίες που προσέδωσαν στο Αιγαίο τη γοητεία του. Αυτή η νέα πραγματικότητα του τουρισμού καταστρέφει το ίδιο το προϊόν από το οποίο εξαρτάται. Στο σημείο αυτό, πρέπει να αναφερθούμε στο χαρακτήρα των κυκλαδίτικων νησιών, των τόπων στους οποίους αποδίδεται ο φετιχιστικός χαρακτήρας. Πρόκειται για μέρη τα οποία εισήλθαν σε ένα τούνελ γρήγορης και άτακτης “εξέλιξης”, χωρίς ωστόσο να βγουν από τη βραδύτητα της άγονης γραμμής, με συνέπεια ο πολιτισμός του Αρχιπελάγους γίνεται η απόληξη μιας υπεραναπλήρωσης [...] για όσα χάσαμε στην προσπάθεια να πετύχουμε καινοτομίες και κομψότητες. (Τζιρτζιλάκης 2006, 86) Στα μέρη όπου κάποτε ταξίδεψαν οι περιηγητές, ανακαλύπτοντάς τα στην άκρη του γεωφυσικού χάρτη, συρρέουν σήμερα ορδές νευρικών και ανήσυχων τουριστών. Οι τόποι αυτοί, μέσα από αυτή τη διαδικασία, έχουν μετατραπεί σε αφηρημένες εικόνες-στερεότυπα, πλήρως αποστασιοποιημένοι από την αυθεντική τους κατάσταση. Παρατηρούμε ότι και ο βιωματικός χαρακτήρας του τοπίου μετασχηματίζεται κατά τη διαδικασία φετιχοποίησης του, με τη σωματική εμπειρία να αντικαθίσταται από την εικόνα, ειδικότερα την εικόνα που αποκρυσταλλώνεται σε στιγμιότυπο. Όπως υποστηρίζει ο Πάνος Δραγώνας, το φυσικό τοπίο αντιμετωπίζεται όλο και πιο συχνά ως θέαμα, ως αντικείμενο αισθητικής απόλαυσης, αρχικά από την τοπιογραφία, αργότερα και από την αρχιτεκτονική. (Δραγώνας 2020, 23) Το «τοπίο-φετίχ» είναι, λοιπόν, το σημείοκλειδί, το απαραίτητο συστατικό που προσδίδει αξία σε κάθε ταξίδι και περιήγηση, κάτι που αποτυπώνεται σαν κοινός παρονομαστής στην πληθώρα των σημειώσεων και εικονογραφήσεων των ταξιδιωτών των Grand Tours και συνεχίζει μέχρι και σήμερα με την συνεχή φωτογράφιση και προβολή του στα social media. Ήταν και είναι το χαρακτηριστικό στοιχείο κάθε ταξιδιού, το απαραίτητο souvenir και το αναγκαίο background. Σήμερα ο προορισμός επιλέγεται με βάση την ιδιότητα instagrammable δηλαδή το πόσο φωτογενής είναι. Το τοπίο περιγράφεται πλέον από μεγέθη μετρήσιμα τα οποία αφορούν μια σειρά παραγόντων, όπως το αν είναι αξιοπρόσεκτο ή ικανό να συγκεντρώσει likes. Η φετιχιστική συνύφανση του τοπίου με το συναίσθημα είναι προϊόν των πολύπλοκων διεργασιών του καπιταλιστικού πλαισίου, που υπερκαθορίζει την εικόνα και παράγει σύμβολα και νοήματα κατά το δοκούν. Επομένως -και κατά τον Freud- «ένα τέτοιο φετίχ, πλεγμένο από αντιθέσεις, είναι φυσικό να διατηρείται ιδιαιτέρως καλά». Περιττό ίσως να αναφέρουμε ότι τελική συνέπεια του φαινομένου, όπως αυτό σκιαγραφήθηκε παραπάνω, είναι η συρροή του πλήθους και η συμφόρηση, καθώς επίσης και το παραλήρημα των selfie στο Instagram, διαδικασίες που οι ίδιες αλλοιώνουν το πολυπόθητο «τοπίο-φετίχ» με πολλαπλούς τρόπους. 51 50
53 52
μυθολογία η [miθolojía] : 1α. το σύνολο των μύθων και των παραδό σεων ενός λαού: Iνδική / αρχαία ελληνική / ρωμαϊκή / αιγυπτιακή ~. Θεοί και ήρωες της μυθολογίας. β. η επιστήμη που ασχολείται με τους μύθους, ιδίως με την προέλευση, την εξέλιξη και την ερμηνεία τους: Mάθημα μυθολογίας. || βιβλίο μυθολογίας: H ~ του Ρισπέν. 2. (μτφ.) για σύνολο από φανταστικές ή ανακριβείς απόψεις για κπ. ή για κτ.: Mια ολόκληρη ~ αναπτύχθηκε γύρω από το σεξ. [λόγ. < γαλλ. mythologie (στη νέα σημ.) < λατ. mytho logiae < αρχ. μυθολογία `ιστορία μυθικών καταστάσεων, διήγηση΄] ιστορία η [istoría] : I 1. η γνώση των συμβάντων του παρελθόντος, που σχετίζονται με την εξέλιξη της ανθρωπότητας (ή μιας κοινωνικής ομάδας, μιας ανθρώπινης δραστηριότητας) και που είναι ή κρίνονται αξιομνημόνευτα· αυτά τα ίδια τα συμβάντα: Γενική / παγκόσμια ~. H ~ ενός έθνους / ενός λαού / μιας περιόδου / μιας εποχής. H ~ του ελληνικού έθνους. H ~ της αρχαίας Ελλάδας. Mεσαιωνική ~. Πολιτική / κοινωνική / οικονομική ~. ~ της Φιλοσοφίας / της Tέχνης / των θρησκευμάτων. || Iερά ~. 2. η επιστημονική μελέτη μιας εξέλιξης, ενός παρελθόντος· αυτή η ίδια η εξέλιξη: H ~ της γης. 3. το σύνολο των γνώσεων που αναφέρονται στο παρελθόν και στην εξέλιξη της ανθρωπότητας· η επιστήμη και η μέθοδος που μας επιτρέπει να αποκτήσουμε αυτές τις γνώσεις· η εξέλιξη του ανθρώπου ως αντικείμενο μελέτης: Πηγές / ντοκουμέντα λαογραφία η [laoγrafía] : η επιστήμη που εξετάζει το λαϊκό πολιτισμό στις διάφορες εκδηλώσεις του (ήθη, έθιμα, παραδόσεις, τραγούδια, χειροτεχνήματα κ.ά.). || το αντίστοιχο μάθημα ή βιβλίο: Εξετάσεις στη ~. [λόγ. < ελνστ. λαογραφία `απογραφή του πληθυσμού΄ σημδ. γερμ. Volks kunde] μνήμη η [mními] : 1α. η ικανότητα του εγκεφάλου να διατηρεί γνώσεις ή εντυπώσεις και να τις ανακαλεί, όταν θέλει· (πρβ. αμνησία, λήθη): Γερή / δυνατή / αδύνατη ~. Δεν τον βοηθάει η ~ του. Aν δε με γελάει / απατά η ~ μου, αν θυμάμαι καλά. Έχει ~ ελέφαντα ή είναι τέρας μνήμης, έχει πολύ δυνατή μνήμη. (λόγ. έκφρ.) από μνήμης, όχι διαβάζοντας· απέξω: Λέω / απαγγέλλω κτ. από μνήμης. ο / η / το αλήστου* μνήμης. || (ψυχ.): Λειτουργίες / ανωμαλίες της μνήμης. Bάθος / πλάτος / πιστότητα / ετοιμότητα της μνήμης. Mηχανική ~, χωρίς βαθύτερη κατανόηση του αντικειμένου. β. το τμήμα του εγκεφάλου στο οποίο διατηρούνται οι γνώσεις ή οι εντυπώσεις: Έχω / διατηρώ κτ. στη ~ μου, το θυμάμαι. Γεγονός που έμεινε βαθιά χαραγμένο στη ~ μου. γ. κάθε τμήμα ηλεκτρονικής συσκευής που μπορεί να αποθηκεύει πληροφορίες και να τις δίνει, όταν ζητηθούν: H ~ του ηλεκτρονικού εγκεφάλου. 2. ανάμνηση: Οι μνήμες του λαού / του έθνους. Γέροι βυθισμένοι στις μνήμες τους. || η ανάμνηση ορισμένου νεκρού: Γιορτή για τη ~ ενός αγίου. Έκανε μία δωρεά στη ~ του αδελφού του. Tο βιβλίο κυκλοφορεί ως αφιέρωμα στη ~ του Mανόλη Tριανταφυλλίδη. (εκκλ.) Aιωνία του η ~, (ως ευχή για νεκρό) να τον θυμόμαστε και να τον τιμάμε πάντα. (έκφρ.) αιωνία του η ~, για πρόσωπο που δε ζει πια ή για πράγμα που έχει καταστραφεί. [λόγ. < αρχ. μνήμη (1γ: σημδ. αγγλ. memory)] ερείπιο το [erípio] : 1α . χαρακτηρισμός κτίσματος, ιδίως κτιρίου, που έχει υποστεί πολύ μεγάλες φθορές και βρίσκεται σε πολύ κακή κατάσταση: Ένα αρχοντικό που η ανθρώπινη αδιαφορία το έκανε ~. Πού να κατοικήσεις σ΄ αυτό το ~! || (σπάν.) για οτιδήποτε έχει καταστραφεί τελείως: Tο αυτοκίνητο δε διορθώνεται έτσι που κατάντησε ~. β . (μτφ.) για πρόσωπο που χαρακτηρίζεται από μεγάλη σωματική, πνευματική ή ψυχική κατάπτωση: Έγινε / κατάντησε ~ από την αρρώστια. Γηροκομείο χρειάζεται αυτό το ~, όχι γάμο 2. (πληθ.) ό,τι έχει απομείνει από την καταστροφή ενός ή περισσότερων κτισμάτων, ιδίως κτιρίων: Tα ερείπια ενός αρχαίου ναού / τείχους / της αρχαίας Πομπηίας. Aπό τα ερείπια της πολυκατοικίας που γκρεμίστηκε ανασύρθηκαν νεκροί και τραυματίες. Ο βομβαρδισμός μετέβαλε την πόλη σε ερείπια που κάπνιζαν. || (επέκτ.) για πολύ μεγάλες καταστροφές: Ευρώπη: από τα ερείπια του πολέμου στη σύγχρονη ανάπτυξη και ευημερία. [λόγ. < αρχ. ἐρείπιον] ενθύμιο το [enθímio] : αντικείμενο το οποίο έχει κάποιος για να θυμάται και να αναπολεί κάποιες κατά κανόνα ευχάριστες στιγμές της ζωής, σουβενίρ· (πρβ. ενθύμημα): ~ φιλίας και αγάπης. Ενθύμια των μαθητικών μου χρόνων. Tι θα μου δώσεις για ~; Δίνω / χαρίζω / έχω / παίρνω / κρατώ κτ. για ~. Έβγαλα μερικές φωτογραφίες για ~. [λόγ. ουσιαστικοπ. ουδ. του αρχ. επιθ. ἐνθύμιος `που βαραίνει στη σκέψη΄ κατά τη σημ. του ενθυμούμαι & σημδ. γαλλ. souvenir] σουβενίρ το [suvenír] Ο (άκλ.) : ενθύμιο, συνήθ. από τουριστικό ταξίδι, περιήγηση κτλ. [λόγ. < γαλλ. souvenir] παράδοση η [paráδosi] : II 1. (συχνά στον πληθ.) ό,τι αναπτύσσεται ιστορικά και μεταδίδεται (στα πλαίσια μιας ομάδας, κοινωνίας κτλ.) από γενιά σε γενιά σε σχέση με συμπεριφορές, αντιλήψεις, ιδέες, έθιμα, δραστηριότητες, πρακτικές κτλ.: Παλιά / αρχαία / μακραίωνη / αξιόλογη / λαϊκή / δημοκρατική ~. Kαλλιεργώ / διαφυλάσσω / διατηρώ / τηρώ / συνεχίζω / ανατρέπω / σπάζω τις παραδόσεις. Mένω πιστός / σταθερός στις παραδόσεις. Οικογενειακές / εθνικές παραδόσεις. Οι σημερινοί τεχνίτες προσπαθούν να συνεχίσουν την παμπάλαια ελληνική ~ στην κατασκευή κοσμημάτων || ιστορική συνέχεια, επανάληψη που δημιουργεί καθεστώς: Ο Ολυμπιακός έσπασε την ~ κερδίζοντας τον ΠAΟK στη Θεσσαλονίκη. (έκφρ.) έχω ~ σε κτ., έχω αναπτύξει, καλλιεργήσει κτ. στο παρελθόν, που το διαθέτω, που ισχύει και στο παρόν: H Ελλάδα έχει ~ στη φιλοξενία. H Bραζιλία έχει ~ στο ποδόσφαιρο. από ~ / (λόγ.) εκ παραδόσεως, για κτ. που συνεχίζεται από παλιά: Είναι από ~ δημοκρατικός 2. (συχνά πληθ.) παλιές ιστορίες, μυθικές διηγήσεις, θρύλοι που δημιουργήθηκαν και μεταδόθηκαν κυρίως προφορικά στους μεταγενεστέρους: Mυθικές / ιστορικές / θρησκευτικές παραδόσεις. H ~ για το μαρμαρωμένο βασιλιά / για τη γοργόνα και το Mεγαλέξαντρο. || Iερά Παράδοση, το σύνολο των θρησκευτικών αληθειών, που παραδόθηκαν προφορικά κυρίως από το Xριστό και από τους Aποστόλους: H Aγία Γραφή και η Iερά Παράδοση 3α. ο τρόπος μετάδοσης της παράδοσης (στις σημ. II1, 2): Προφορική / γραπτή ~. β. ο φορέας δημιουργίας και μετάδοσης της παράδοσης (στις σημ. II1, 2): Λόγια / λαϊκή ~. [λόγ.: Ι: αρχ. παράδο(σις) -ση· ΙΙ: σημδ. γαλλ. tratidion & γερμ. ῦberlieferung] ΠΑΡΕΛΘΟΝ 55 54
Βιβλιοθήκη Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη.
Daniel Baud-Bovy, Frédéric Boissonas. Les Lions du Lac Sacré, à Delos. 1919. (Μπελαβίλας 2006, 352) (Cacciari 2006, 32)
Βιβλιοθήκη Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη.
Daniel Baud-Bovy, Frédéric Boissonas. Délos, le Port Marchand. 1919.
étrangers. 1919. Βιβλιοθήκη Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη. Γιατί ασχολούμαστε τόσο εντατικά με το παρελθόν; Ποιοι λόγοι το καθιστούν ιδανική βάση κάθε διαφημιστικής στρατηγικής; Πως μπορούμε να αναγνώσουμε αφηγήσεις για τις Κυκλάδες μέσα από το πρίσμα του παρελθόντος τους; Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να αναφέρουμε τρεις όρους που σκιαγραφούν τις βασικές πτυχές του παρελθόντος: μύθος, ιστορία, παράδοση. Ο όρος μύθος σχετίζεται με μια φανταστική διήγηση, συνήθως λαϊκής προέλευσης, που αναφέρεται ιδίως σε θεούς και ήρωες ή στη δημιουργία και στην εξέλιξη του κόσμου και μεταδίδεται συνήθως προφορικά από γενιά σε γενιά. Η στροφή της ανάγνωσης του παρελθόντος στις μυθικές καταβολές του κορυφώνεται στο περίφημο (και γραμματικά ανεπαρκές) σλόγκαν του Live your Myth in Greece. To παρελθόν δεν είναι μία δεξαμενή, αλλά πηγή, για να το μετασχηματίσουμε πρέπει να μιλήσουμε τη γλώσσα που αυτό μας μαθαίνει. O μύθος του ελληνικού καλοκαιριού δεν απογοήτευσε ακόμη κανέναν. Όμως μοιάζει και αυτός με τους προηγούμενους μύθους: έχει ημερομηνία λήξης. Μπορεί τότε, μετά το τέλος του, το αρχιπέλαγος να συνεχίζει να είναι όμορφο και τα ερείπια των ξενοδοχείων να θυμίζουν άλλη μία εποχή που πέρασε. 57 56
Daniel Baud-Bovy, Frédéric Boissonas. Délos, vue générale de l’esplanade des dieux
Κέα. 2015. Προσωπικό αρχείο. αρχείο Ε.Ο.Τ., π. 1970 Στον όρο ιστορία περιέχονται τα συμβάντα του παρελθόντος που σχετίζονται με την εξέλιξη της ανθρωπότητας (ή μιας κοινωνικής ομάδας εν προκειμένω) που είναι ή κρίνονται αξιομνημόνευτα. Η ιστορία προϋποθέτει τη διατήρηση όλων των προηγούμενων δίπλα στην τελευταία φάση της εξέλιξης, με μια συγκεκριμένη τάξη που αφενός αποκαθιστά τη χρονική σειρά των φάσεων και αφετέρου τις αξιολογεί, είναι –πέρα και πάνω από κάθε ιστορική μέθοδο ή κριτήριο επιστήμης -μια φαντασιακή κατασκευή του παρελθόντος. (Τουρνικιώτης 2006, 26) Η ανάδειξη του ιστορικού παρελθόντος αποτελεί προσφιλές επικοινωνιακό μονοπάτι, ακριβώς λόγω της ευρύτητας των νοημάτων που φέρει. Η επικοινωνία του περίφημου ‘τουριστικού προϊόντος’ βασίζεται στις διαφορετικές εκδοχές αυτού του ακαταμάχητου διαφημιστικού ζεύγους: γεωγραφία και ιστορία. (Παπαδόπουλος 2015, 304) Ας παρατηρήσουμε τη σχέση των αρχαίων ερειπίων με τη θάλασσα, στην εικονογραφική τους απόδοση σε αφίσα του Ε.Ο.Τ. της δεκαετίας του 1970 και σε φωτογραφικό στιγμιότυπο του 21ου αιώνα. Αντίστοιχα, μπορούμε να δούμε σε αντιπαραβολή την εικονογραφική απόδοση του ιερού χώρου της Δήλου από τη δεκαετία του 1910 (φωτογραφία περιηγητή) στη δεκαετία του 2000 (αφίσα Ε.Ο.Τ.). 59 58
αρχείο Ε.Ο.Τ., π. 1980 Βούλα Θεοχάρη-Παπαϊωάννου. Μύκονος, Άνδρες χορεύουν. 1950-55. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. αρχείο Ε.Ο.Τ., π. 1940 αρχείο Ε.Ο.Τ., π. 1940 Ζαχαρίας Στέλλας. π. 1950. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Βούλα Θεοχάρη-Παπαϊωάννου. Μύκονος, Ψαράδες μαζεύουν δίχτυα. 1950-55. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Με τον όρο παράδοση εννοούμε ό,τι αναπτύσσεται ιστορικά και μεταδίδεται (στο πλαίσιο μιας ομάδας, κοινωνίας κλπ) από τη μία γενιά στην άλλη και αφορά σχέσεις, συμπεριφορές αντιλήψεις, ιδέες, έθιμα, δραστηριότητες, πρακτικές κλπ. Η παράδοση αναφέρεται σε πολιτισμικά πυκνώματα που μεταδίδονται από γενιά σε γενιά με τον προφορικό λόγο και τις τρέχουσες πρακτικές. Τα πυκνώματα αυτά εξαρτώνται από το άμεσο παρελθόν και από τον συγκεκριμένο τόπο με τις κοινωνικές και τις γεωγραφικές του ιδιαιτερότητες, όπως εκφράζονται στο ήδη χτισμένο περιβάλλον. (Τουρνικιώτης 2006, 4647) Ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται όμως τα πυκνώματα αυτά, είτε πρόκειται για ένα τραπέζι και δυο γαλάζιες καρέκλες στην ακροθαλασσιά, είτε για στοιχεία της λαϊκής αρχιτεκτονικής, μπορεί να αποδώσει πολύ διαφορετικά νοήματα στην ανακατασκευή του παρελθόντος. Η ρομαντικοποίηση της παράδοσης ασκεί βία στις οδύνες του παρελθόντος. (Buck-Morss 2019, 69) Τα λαογραφικά στοιχεία που εργαλειοποιούνται αναλόγως με την “στρατηγική” της εκάστοτε καμπάνιας, χαρακτηρίζονταν κάποτε από μια επιτελεστικότητα την οποία καλούνται να απολέσουν για να αποτελέσουν σύμβολα. 61 60

2006,

2019, 48) αρχείο Ε.Ο.Τ., π. 2000
Μύκονος, Μύλος. π. 1955. Φωτογραφικά αρχεία Μουσείου Μπενάκη. Η ανάπτυξη του μαζικού μεταπολεμικού τουρισμού στηρίχτηκε στο δίπολο “ιστορίατοπίο” (Αίσωπος 2015, 109) και ότι όλες οι κατασκευές των απαραίτητων υποδομών (συγκοινωνίες, αναδιαμορφώσεις αρχαιολογικών χώρων) συνέτειναν στο να γίνονται τα “τοπία τουρισμού” αντιληπτά ως “τοπία εκμοντερνισμού”. Ο εκμοντερνισμός της υπαίθρου συντελείται μέσω του τουρισμού. Πρέπει να σημειώσουμε στο σημείο αυτό πως η μεταβολή της ταυτότητας ενός τόπου από το παρελθόν στο παρόν είναι μια αναπόφευκτη και θεμιτή διεργασία. Η Susan Buck-Morss συμπυκνώνει πολύ εύστοχα το διακύβευμα της μεταβολής: Το κρίσιμο ερώτημα της «νεωτερικότητας» δεν είναι αν η αλλαγή πρέπει να συμβεί, αλλά με τίνος όρους πρέπει να συμβεί. (Buck-Morss 2019, 88) Επιστρέφοντας, όμως, στην ψηλάφιση των ερωτημάτων που τέθηκαν στην αρχή της ενότητας αυτής, πρέπει να σημειώσουμε ορισμένες παρατηρήσεις για την ανάγνωση του παρελθόντος. Στον ελλαδικό χώρο, στο ίδιο το Αρχιπέλαγος του Νοτίου Αιγαίου, η στρωματογραφία της μακραίωνης εξελικτικής διαδικασίας από το παρελθόν στο παρόν είναι εμφανής, από τα ερείπια αρχαίων οικισμών Η γραφικότητα, ως βασικό εργαλείο της τουριστικοποίησης ενός τόπου και της ανάδειξής του σε “ειδυλλιακό προορισμό διακοπών”, κατασκευάζεται πάνω στα θεμέλια της μερικής ή διαστρευλωμένης ανάγνωσης του παρελθόντος. Μυθικά, ιστορικά και λαογραφικά στοιχεία ανάγονται σε σύμβολα, τα οποία καθρεπτίζονται στο τουριστικό βλέμμα. Η παρατήρηση αυτή είναι τόσο μεταφορική, όσο και κυριολεκτική, όπως φαίνεται στις αφίσες του Ε.Ο.Τ. για την καμπάνια του 2007 με τίτλο ‘Greece: Explore your senses’. Η εργαλειοποίησή τους αποτελεί την κατεξοχήν έκφραση της μεταβολής της ταυτότητας του τόπου. στη λαϊκή αρχιτεκτονική έως τη γνώριμη μορφή των σύγχρονων εξοχικών κατοικιών. Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο διαβάζουμε το παρελθόν και το αποτυπώνουμε σε έργα (αρχιτεκτονικά, γλυπτικά, εικαστικά, λογοτεχνικά, μουσικά, θεατρικά, κινηματογραφικά, φωτογραφικά) το θέτει σε ένα ρόλο γεννήτριας νοημάτων. Η αποτύπωση αυτή όμως δε συμβαίνει χωρίς δυσκολίες, λόγω του μη αναπαραστάσιμου και αόρατου χαρακτήρα του ελληνικού πολιτισμού, δυσκολίες τις οποίες αντιμετώπισαν πρώτοι οι καλλιτέχνες της Γενιάς του ‘30. (Τζιρτζιλάκης
(Buck-Morss
James Hutchison.
74) Τα δεδομένα των κοινωνικών επιστημόνων, όπως οι τουριστικές φωτογραφίες, καταγράφουν την εκάστοτε πραγματικότητα αποσπασμένη από το παρελθόν και συνεπώς αποκομμένη από κάθε κατανόηση του ιστορικού της γίγνεσθαι. Το αποτέλεσμα μίας τέτοιας ιστορικής αμνησίας μπορεί να είναι μία αναπαράσταση της πραγματικότητας με σοβαρά λάθη: οι σχέσεις μεταξύ πραγμάτων κατανοούνται μόνο συγχρονικά, ενώ στα μοτίβα των αντικειμένων που υπάρχουν στο παρόν και γίνονται άμεσα αντιληπτά αναγνωρίζεται μία συστημική συνοχή η οποία μπορεί κάλλιστα να είναι ψευδαισθητική. Ωστόσο, μία απλή αίσθηση της ιστορίας δεν είναι από μόνη της αρκετή για να μας προφυλάξει από την ψευδαίσθηση. Σίγουρα, η κατασκευή της κατανοησιμότητας στο παρόν εμπεριέχει μια ανακατασκευή του παρελθόντος˙ το πώς διαβάζει κάποιος το παρελθόν είναι μία πολιτική πράξη. 63 62
υποκρισία η [ipokrisía] : η ιδιότητα και ο τρόπος συμπεριφοράς του υποκριτή: Aπεχθάνομαι την ~ των ανθρώπων. Aυτό που κάνεις είναι ~. [λόγ. < σπάν. μσν. υποκρισία, αρχ. ὑπόκρισ(ις) & γαλλ. hypocris(ie) -ία < υστλατ. hypocrisis < αρχ. ὑπόκρισις] αυθεντικότητα η [afθendikótita] : η ιδιότητα του αυθεντικού· γνησιότητα ή εγκυρότητα: Aμφισβητώ την ~ ενός έργου τέχνης / ενός χειρογράφου / μιας γνώμης / μιας πληροφορίας. [λόγ. αυθεντικ(ός) -ότης > -ότητα] ομορφιά η [omorfxá] : η ιδιότητα του όμορφου ανθρώπου, πράγματος κτλ.· ωραιότητα. ANT ασχήμια: H ~ ενός τόπου / ενός ανθρώπου. Φυσική / ψυχική ~. Εσωτερική ~, για τα ψυχικά χαρίσματα που διαθέτει κάποιος: Mπορεί να μην είναι τόσο όμορφη, όμως διαθέτει εσωτερική ~. α. (πληθ.) για χώρους, τοπία κτλ., που διακρίνονται για την ομορφιά τους: Οι ομορφιές μιας χώρας / μιας πόλης. Tουρίστες που έρχονται να απολαύσουν τις ομορφιές της πατρίδας μας. β. η ομορφιά του ανθρώπινου σώματος και ιδίως του προσώπου. ANT δυσμορφία: Γυναικεία / αντρική / αρρενωπή ~. Mεθυστική / αιθέρια / θεϊκή / κλασική ~. Mάσκα ομορφιάς. Θεά της ομορφιάς, η Aφροδίτη. Διαγωνισμός ομορφιάς, τα καλλιστεία. (έκφρ.) είναι κάποιος στις ομορφιές του (σήμερα), είναι ιδιαίτερα όμορφος και περιποιημένος. [μσν. ομορφιά < ομορφία (συνίζ. για αποφυγή της χασμ.) < εμορφία ( [e > o] κατά το όμορφος) < αρχ. εὐμορφία με αφομ. [vm > mm] και απλοπ. του διπλού συμφ. [mm > m] ] σκηνογραφία η [skinoγrafía] : 1. η τέχνη η οποία, με ζωγραφισμένες επιφάνειες ή πλαστικούς όγκους, δημιουργεί το σκηνικό χώρο στον οποίο εκτυλίσσεται η θεατρική δράση: Σπουδάζει ~. 2. ο σκηνικός διάκοσμος, το σκηνικό. || Tο τοπίο ήταν σαν ~, για κτ. τόσο όμορφο και άψογο που μοιάζει ψεύτικο. [λόγ. < αρχ. σκηνογραφία `διάκοσμος σκηνής 1΄ & σημδ. γαλλ. scénographie < λατ. scaenographia < αρχ. σκηνογραφία] φαντασίωση η [fandasíosi] : 1. εικόνες και παραστάσεις που σχηματίζει ελεύθερα η ανθρώπινη φαντασία: Έχει έντονες ερωτικές φαντασιώσεις. Συγχέει τις φαντασιώσεις του με την πραγματικότητα. 2. ο σχηματισμός εικόνων και παραστάσεων με τη φαντασία: Mε τη ~ ξεφεύγει από τη μιζέρια της καθημερινότητας. || (ψυχ.) φανταστική παράσταση που σχετίζεται με (συνειδητές ή ασυνείδητες) επιθυμίες. || (ψυχαν.) δημιούργημα της φαντασίας που εκφράζει έμμεσα, καλυμμένα μια επιθυμία. [λόγ. < μσν. φαντασίωσις < φαντασιω- (δες φαντασιώνω) -σις > -ση] ενδιαίτημα το [enδiétima] : (λόγ.) ο χώρος (οίκημα κτλ.) όπου ζει, διαμένει κάποιος· (πρβ. κατοικία). [λόγ. < ελνστ. ἐνδιαίτημα] κατάλυμα το [katálima] : γενικός χαρακτηρισμός χώρου που είναι κατάλληλος για την προσωρινή κυρίως διαμονή κάποιου, όπου μπορεί να καταλύσει κάποιος: Οι τουρίστες δύσκολα βρίσκουν ~ τους θερινούς μήνες. Οι αρχές έδωσαν / εξασφάλισαν καταλύματα στους πρόσφυγες. Στρατιωτικά καταλύματα, για στρατιώτες. [λόγ. < ελνστ. κατάλυμα] ξενοδοχείο το [ksenoδoío] : οίκημα με επιπλωμένα δωμάτια, το οποίο λειτουργεί ως επιχείρηση και προσφέρει, με πληρωμή, στο κοινό ύπνο με ή χωρίς φαγητό: ~ A', B', Γ' κατηγορίας. ~ πολυτελείας. Iδιοκτήτης / διευθυντής ξενοδοχείου. || Δεν μπορέσαμε να βρούμε ~, ελεύθερο δωμάτιο σε ξενοδοχείο. || ~ το έχεις κάνει το σπίτι· έρχεσαι μόνο για έναν ύπνο το βράδυ. [λόγ. < ελνστ. ξενοδοχεῖον] ΜΟΡΦΗ 65 64

(Φιλιππίδης 1984, 319)

(Ποτηρόπουλος 2019, 81)

(Φιλιππίδης 1984, 15)

(Φιλιππίδης 1984, 318)

(Φιλιππίδης 1984, 318)

(Φιλιππίδης 1984, 319)

(Buck-Morss 2019, 84)

[…] η αρχιτεκτονική δεν είναι μόνο λειτουργικός χώρος, ή μόνο μορφή, ούτε μόνον από υλικά φτιαγμένη. Αντίθετα, η αρχιτεκτονική σκέψη μπορεί να ‘σκηνογραφήσει’ χωρικά βιώματα που συμπυκνώνουν μέσα τους βαθύτερες προθέσεις με μεγάλη δύναμη, που διευρύνουν τα όρια – πέρα από την υλική υπόσταση του κτηρίου- ανάμεσα στο οικείο και το πειραματικό, το υλικό και το νοηματικό, το οργανωμένο και το φαντασιακό, το τεχνητό και το φυσικό, με το να τα ωθούν πάντοτε προς νέους ορίζοντες. Η διαφημιστική μπροσούρα δεν σας έδειξε κάτι τέτοιο. Θέλατε ένα “άθικτο” κρητικό χωριό και βρήκατε μία παράξενη μετάλλαξη, κάτι μεταξύ ενός ημιθανούς παραδοσιακού και ενός μάλλον κακόγουστου μοντέρνου. Βιώνετε ένα παράδοξο θεμελιώδες στην ίδια τη δομή της τουριστικής βιομηχανίας ως μορφής ανάπτυξης. Είναι το εξής: ο μαζικός τουρισμός δεν μπορεί να πετύχει ως μακροχρόνια στρατηγική ανάπτυξης για μία χώρα, επειδή είναι ακριβώς η έλλειψη της ανάπτυξης που κάνει μία περιοχή θελκτική ως τουριστικό προορισμό. Η αρχιτεκτονική πράξη δεν είναι αυτόνομη. Αντιθέτως, συνδέεται άρρηκτα με τις κοινωνικές και πολιτικές δομές, το ευρύτερο πολιτιστικό πλαίσιο και για το λόγο αυτό και εξετάζεται σε συσχετισμό με τα παραπάνω. Το δίπολο αυθεντικό-τεχνητό προκύπτει από ένα πεδίο δυνάμεων που επιδρούν πάνω στη μορφή του δομημένου περιβάλλοντος. Η σταδιακή διάπλαση του τουριστικού βλέμματος δημιούργησε με τη σειρά της εικόνες τόπων συνδεδεμένες με ιδιαίτερες στιγμές της ιστορίας. Η μονόπλευρα μιμητική στάση προς τις μορφές του παρελθόντος δημιουργεί επίπλαστα σκηνικά χωρίς βάθος/ νόημα: η αναπαράσταση του χρόνου στο χώρο πλαστογραφείται ώστε να παράσχει την εικόνα του αυθεντικού. (Μπούσιου 2006, 132) Οι αποστροφές της Πόλας Μπούσιου Τι χρόνος είναι αυτός ο τόπος; Μπούσιου 2006, 130) και Ο παραστασιακός χώρος του νησιού ορίζεται από την αχρονικότητα (Μπούσιου 2006, 132) φωτίζουν τη διασύνδεση της μορφής με μια αόριστη αναπαραστατική αναβίωση του παρελθόντος. Η αναπαραστατική δύναμη άλλαξε το χαρακτήρα του ανεμόμυλου μετατρέποντας τον από κτίσμα με χρηστική λειτουργία όπου λάμβαναν χώρα οικονομικές και βιοποριστικές διαδικασίες σε οπτικό σύμβολο της ανεμελιάς και του ελεύθερου χρόνου. Παράλληλα με τους ανεμόμυλους, ο ασβέστης, τα μπλε πορτοπαράθυρα, τα πέτρινα σοκάκια, στοιχεία λαογραφικά (χρηστικά στο πλαίσιο της νησιώτικης πραγματικότητας) ανακατασκευάζονται και ανάγονται επίσης σε σύμβολα. Η αυθεντική λειτουργικότητα ορισμένων χαρακτηριστικών χάνεται εντελώς ή ξεθωριάζει καθώς υπερισχύει όλο και πιο έντονα μια τεχνητή, κενή εκδοχή τους. Για να προσεγγίσουμε την έννοια του ‘αυθεντικού’, πρέπει να στραφούμε προς τον πυρήνα της ταυτότητας του τόπου και των ανθρώπων. Πως σκιαγραφείται λοιπόν η ελληνικότητα; Παρατίθενται παρακάτω ορισμένες οπτικές: Μ. Καλλιγάς: «Στο τέλος θα μπορούσε να πει κανείς ό,τι είναι γνήσιο, είναι και ελληνικό· αλλά αυτό βέβαια παραείναι ευρύ. Θα έλεγα μάλλον ότι την ελληνικότητα –με όλο το υψηλό περιεχόμενο που προσπαθεί να της δώσει ο καθένας – τη βρίσκουμε εκεί που κάθε φορά την προβάλλει η αντίληψή μας· δηλαδή καταντά μια αυθαίρετη έννοια, που της δίνει διαφορετικό όνομα ο καθένας μας». Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας: «το ελληνικό ιδανικό δεν είχε -όπως και δεν έχει- ακόμα αποκρυσταλλωθεί. Πολλά στοιχεία έλειπαν από την εικόνα όπως τη θέλαμε, ώστε δεν ήταν πολύ ελκυστική και ικανή να κινήση την φαντασία και την έμπνευση.» Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας: «το Ελληνικόν είναι μια έννοια τόσο πλατειά ώστε να περιλαμβάνη απειρίαν αντιφατικών, εκ πρώτης όψεως, πραγμάτων. Δε θα ήταν ίσως παραδοξολογία αν έλεγε κανείς ότι δυνάμει τα περιλαμβάνει όλα» Μ. Χατζιδάκις: «Γιατί πολλές φορές η ελληνικότητα μας βολεύει και άλλες κρύβει αθλιότητα, συμφέροντα, εμπόριο» Παντελής Ξαγοράρης: «οι μορφές των ελληνικών έργων έχουν μια χαρακτηριστική πλαστικότητα, δεν είναι αιχμηρές και κραυγαλέες. πλησιάζουν περισσότερο το ανθρώπινο μέτρο» 67 66
71 70

2006, 86)

Ellie Tsatsou, Eye, 2017. http://www.lifo.gr/

(Τζιρτζιλάκης
Ο ηδονισμός αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των τελετουργιών των διακοπών, έχει όμως πολλές εκφάνσεις και μορφές. Ύψιστος σκοπός και υπέρτατο αγαθό των διακοπών είναι η αναζήτηση της ηδονής και η αποφυγή του πόνου. Αντλώντας από τη θεωρία του Michel Foucault, οι Κυκλάδες ως ετεροτοπία της απόκλισης αποτελούν τόπους όπου η συμπεριφορά των επισκεπτών μπορεί πλέον να αποκλίνει από το απαιτούμενο μέτρο και τις νόρμες της αστικής ζωής. Σε καθεστώς διακοπών, τουριστικών ή παραθεριστικών, η καθημερινότητα διαφοροποιείται και οι κανόνες χαλαρώνουν. Ένα ολόκληρο σύστημα «ξενίας» δουλεύει στην κατεύθυνση της εξ-υπηρέτησης των μύχιων επιθυμιών των τουριστών, ώστε εκείνοι να μπορέσουν να δημιουργήσουν μια τομή στο χρόνο (μια ετεροχρονία) όπου δεν ισχύουν οι κανόνες της καθημερινότητας και όλα ανυψώνονται σε ιδανικά. η στροφή προς μία νέα σωματικότητα, όπου πρωταγωνιστής είναι το ανθρώπινο σώμα, έκανε το Αρχιπέλαγος τόπο διευρυμένης ευεξίας και πρόσκαιρης διαφυγής από το χρόνο. ΗΔΟΝΙΣΜΟΣ 73 72
Ellie Tsatsou, Eye, 2017. http://www.lifo.gr/ Ellie Tsatsou, Eye, 2017. http://www.lifo.gr/
75 74
Ellie Tsatsou, Eye, 2017. http://www.lifo.gr/
ηδονή η [iδoní] : 1. εξαιρετικά έντονη αισθησιακή απόλαυση που δημιουργείται από την ικανοποίηση ενστίκτων και ορμών: Είναι έκδοτος στις ηδονές. Ρίγη ηδονής. Θέλει να δοκιμάσει κάθε είδους ηδονές. Επιδίωξη της ηδονής. Επιρρεπής στις ηδονές. || Tι ~ ένα καλό γεύμα! ΦΡ σκεύος* ηδονής. 2. ψυχική, ηθική ή πνευματική απόλαυση: H ~ της εκδίκησης. [λόγ. < αρχ. ἡδονή] απόλαυση η [apólafsi] : 1. ιδιαίτερη ευχαρίστηση, χαρά που αισθάνεται κάποιος μέσο των αισθήσεων ή του πνεύματος: Σωματική / υλική / ερωτική / πνευματική / καλλιτεχνική / αισθητική ~. Σπάνια / μοναδική / εξαιρετική ~. H ~ ενός γεύματος / ποτού / τσιγάρου. Οι απολαύσεις της ζωής. 2α. (για πργ.) ό,τι προκαλεί ιδιαίτερη ευχαρίστηση, χαρά: Ένα δροσερό ντους μετά τη γυμναστική είναι ~. Tο μασάζ στο κουρασμένο κορμί είναι ~. β. (για πρόσ.) για κπ. που κάποιες του ενέργειες, δραστηριότητες ή γενικότερα οι σχέσεις μαζί του, προκαλούν ιδιαίτερη ευχαρίστηση, χαρά: Aυτή η γυναίκα / αυτός ο άνδρας είναι ~. Aυτός ο καλλιτέχνης / ο κωμικός είναι ~. || Είναι ~ να, είναι ιδιαίτερη ευχαρίστηση, χαρά: Είναι ~ να το(ν) ακούς / να το(ν) βλέπεις / να το τρως / να το αισθάνεσαι. [λόγ. < αρχ. ἀπόλαυ(σις) -ση] αναψυχή η [anapsixí] : ανάπαυση, ξεκούραση πνευματική ή ψυχική, ευχαρίστηση ψυχική· (πρβ. ψυχαγωγία, διασκέδαση): Tαξίδι αναψυχής, που γίνεται για αναψυχή. Aίθουσα / χώρος / σκάφος αναψυχής, που χρησιμοποιείται για αναψυχή. [λόγ. < αρχ. ἀναψυχή `δρόσισμα, ανακούφιση΄ & σημδ. γερμ. Εrfrischung] διασκέδαση η [δiaskéδasi] : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του διασκεδάζω· το να ενεργεί κανείς έτσι, ώστε να περνά ευχάριστα: Προτιμάει τη ~ από τη δουλειά. H ζωή δεν είναι μόνο διασκεδάσεις. Mοναδική του ~ είναι το διάβασμα / η τηλεόραση / το θέατρο. (έκφρ.) κάνω κτ. για ~, για να διασκεδάσω. είναι κτ. ~, είναι πολύ ευχάριστο ή εύκολο: Aυτή η δουλειά είναι για μένα ~. (λόγ.) προς (μεγάλη) ~ όλων, με αποτέλεσμα όλοι να γελάσουν (πολύ). (ευχή) καλή ~. || Kέντρο διασκεδάσεως, ειδικό κατάστημα, στο οποίο οι άνθρωποι διασκεδάζουν: Kαμπαρέ και άλλα κέντρα διασκεδάσεως. Nυχτερινό κέντρο διασκεδάσεως. [λόγ. < ελνστ. διασκέδα(σις) `διασκόρπιση΄ -ση σημδ. γαλλ. dissipation, divertissement] 77 76
Herbert List. Archaic phallus. Δήλος, 1937. Magnum Photos.

(Urbain 2000, 114)

αρχείο Ε.Ο.Τ. π. 1970 αρχείο Ε.Ο.Τ., π. 1970 αρχείο Ε.Ο.Τ., π. 1970 αρχείο Ε.Ο.Τ., π. 1970 Μια σειρά από αφίσες του Ε.Ο.Τ. από τη δεκαετία του 1970 φωτίζει καλύτερα αυτή την ηδονιστική πτυχή των διακοπών στις Κυκλάδες. Στο επίκεντρο της διαφήμισης τίθενται πλέον τα ανθρώπινα σώματα. Οι στάσεις τους είναι πρωτόγνωρες για καμπάνια διαφήμισης ενός τόπου, πιο τολμηρές και υπαινικτικές. Στην πρώτη αφίσα το τοπίο είναι εντελώς αφηρημένο και συνδέεται μόνο με τη θάλασσα. Στο προσκήνιο βρίσκεται το γυναικείο σώμα. Η σχέση του με τον ήλιο τονίζεται σχεδόν με έναν φετιχιστικό τρόπο, ενώ από το σκηνικό του ιστιοπλοϊκού υποδηλώνεται μια υπόσχεση πολυτελών διακοπών. Στις τρεις αφίσες που ακολουθούν, παρατηρούμε τρία ζευγάρια, σε άμεση σχέση με τη θάλασσα. Κοινό στοιχείο αποτελεί μια ανάμνηση ελαφρού κύματος, που υπονοείται από την παρουσία του αφρού. Τα ανθρώπινα σώματα βρίσκονται σε επαφή με τον αφρό, είτε παράγοντάς τον περπατώντας, είτε εξερευρώντας τον. Επίσης, η σχέση με τον ήλιο υποδηλώνεται και στις τρεις αφίσες, από το φως του ηλιοβασιλέματος, τη λαμπερή αντανάκλασή του στη θάλασσα και τα αποτελέσματά του στα ηλιοκαμμένα σώματα. Όλες οι παραπάνω σκηνές, αποτελούν υποσχέσεις για μια νέα συνθήκη καθημερινότητας στις διακοπές, κλείνοντας το μάτι στον διψασμένο κάτοικο της πόλης που προσδοκά τη διαφυγή από το άστυ. Άλλωστε, το σλόγκαν είναι ξεκάθαρο: Ελλάδα, μια παραλία για σας. (Griekenland, een strand voor u) Η σωματικότητα αυτή, όπως περιγράφηκε παραπάνω, εκφράζεται με τον πιο προφανή τρόπο στις παραλίες των κυκλαδίτικων νησιών, όπου: ένας ολόκληρος πληθυσμός «ανεπίσημων» λουόμενων οι οποίοι, στο περιθώριο της μεγαλοπρέπειας και των αριστοκρατικών σνομπισμών των μεγάλων παραθεριστικών κέντρων, ανοίγουν έναν άλλο δρόμο και εγκαθιδρύουν μια διαφορετική σχέση με τη θάλασσα: έναν ηδονιστικό τρόπο, και μάλιστα φυσιολατρικό, ο οποίος δε δεσμεύεται ακόμη από υγιεινολογικά επιχειρήματα, θεραπευτικά κίνητρα ή ηθικά άλλοθι. Ωστόσο, πολύ συχνά, ετούτοι οι λουόμενοι είναι οι ξεχασμένοι του παράλιου παραθερισμού […]. 79 78

(Buck-Morss 1989, 124)

(Buck-Morss 1989, 243)

αρχείο Ε.Ο.Τ., 1970s Η σχέση με τη θάλασσα αναδεικνύεται σε φετίχ, καθώς σε αυτή αποδίδεται μια υπερβολική σημασία, που ξεπερνάει την πραγματική αξία της και τις πραγματικές της ιδιότητες. Η εικονογραφία των αφισών αυτών βασίζεται στη σχέση του ανθρώπινου σώματος με το τοπίο να αποτελεί ένα αχνό, αφηρημένο υπόβαθρο. Ωστόσο, στην τελευταία αφίσα που παρουσιάζεται εδώ παρατηρούμε πιο συγκεκριμένα σύμβολα του τοπίου. Σύμβολα που είναι ταυτόχρονα αρκετά γενικά, αλλά και συγκεκριμένα, είναι σύμβολα της φαντασμαγορίας του κυκλαδίτικου νησιού. Η Susan Buck-Morss ανατρέχει στην άποψη του Walter Benjamin για τη φαντασμαγορία των σύγχρονων πόλεων, αλλά η οπτική αυτή έχει άμεση εφαρμογή και στα νέα τοπία τουρισμού: […] όταν ο νεωτερισμός έγινε φετίχ, η ίδια η ιστορία κατέληξε να γίνει μια εκδήλωση της εμπορευματικής μορφής. Το εφήμερο είναι το κλειδί για την κατάφαση του μυθικού στοιχείου των πολιτισμικών αντικειμένων από τον Μπένγιαμιν [...]. Αλλά με τη διαδικασία της εμπορευματοποίησης οι επιθυμητικές εικόνες αποκρυσταλλώνονται σε φετίχ. Στην συγκεκριμένη αφίσα του Ε.Ο.Τ. από τη δεκαετία του 1970, τα πανιά μιας αδιευκρίνιστων στοιχείων συμβολικής βάρκας μετατρέπονται σε κλειδαρότρυπες που μας δείχνουν σκηνές που “θα μπορούσες να ζήσεις κι εσύ φέτος το καλοκαίρι”. Οι τρεις εμβληματικές σκηνές, οι οποίες παρουσιάζονται πίσω από μισόκλειστες κουρτίνες, περιλαμβάνουν ένα ζευγάρι στην παραλία, ηλιοκαμένο και αγκαλιασμένο, μια φρεσκοασβεστωμένη εκκλησία που αντανακλά το σκληρό καλοκαιρινό φως και μερικά ερείπια αρχαίων ναών, στα οποία αντηχεί μια ιστορία που υπήρξε κάποτε. Το τρίπτυχο αυτό αποτελεί την εμπορευματική μορφή των Κυκλάδων, όπως αυτή διαφημίζονταν τότε, δημιουργώντας ένα αισθητικό καλειδοσκόπιο με ηδονοβλεπτικές τάσεις. Ωστόσο, η ανάδειξη των τελετουργιών των διακοπών σε φετίχ δεν περιορίζεται στο φυσικό και ιστορικό τοπίο ή στην παραλία, καθώς: στο δωμάτιο του ξενοδοχείου πραγματοποιείς για λίγο τις κρυφές και ανομολόγητες επιθυμίες σου, εκείνες που αποκλείονται στο ελεγχόμενο τοπικό περιβάλλον σου· γίνεσαι ένα είδος ευγενούς, που τον σέβονται επιδεικτικά και υπηρετούν με υποκλίσεις, ενώ ταυτόχρονα είσαι αμαρτύρητα άγνωστος μεταξύ αγνώστων. (Τουρνικιώτης 2006, 269) 81 80

(Urbain 2000, 66) (Urbain 2000, 66)

νοσταλγία η [nostaljía] : ψυχική κατάσταση που τη χαρακτηρίζει η μελαγχολία που προκαλείται από την έντονη επιθυμία να επιστρέψουμε στην πατρίδα ή σε έναν αγαπημένο τόπο ή να ξαναζήσουμε κάποιες ευχάριστες καταστάσεις του παρελθόντος: H ~ του ξενιτεμένου για τον τόπο του. Θυμάμαι πάντα με ~ τα χρόνια της νιότης μου. Εφεξής, πιασμένη σε ένα ντεκόρ, αισθητικοποιημένη, ειρηνευμένη από την εικόνα και αλλοιωμένη από τη μυθιστορία ως φόντο ή σκηνή, αυτή η καλλιτεχνική και λογοτεχνική σύλληψη των ακτών παρέδωσε το χώρο και τους ανθρώπους σε στερεότυπα, κλείνοντάς τους σε μία γραφικότητα πολύ κωδικοποιημένη, γεμάτη “τυπικά” τοπία και κοκκαλωμένα πρόσωπα, την οποία ξαναβρίσκει κανείς, έως τις μέρες μας, σε τουριστικούς οδηγούς και διαφημίσεις. Αυτή η οπτική εμμονή υποδηλώνει ολοκάθαρα ότι εκείνο που ακούμπησε τότε στις ακτές ήταν κατ’ αρχάς ένα βλέμμα και όχι ένα πόδι στον αφρό ή ένα κορμί στα κύματα. Έτσι γεννιούνται οι καρτ-ποστάλ και εξ’ αυτών μια πανοπλία εικόνων που φιξάρουν την αισθητική τού υπό τη γένεση παραθαλάσσιου κόσμου. Από το τοπίο στο πορτραίτο, για τους ανθρώπους θα ισχύσει ό,τι και για τις τοποθεσίες. Οι τουριστικές και παραθεριστικές πρακτικές είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την έννοια της νοσταλγίας, με την αίσθηση γλυκιάς μελαγχολίας που προηγείται, βιώνεται κατά τη διάρκεια και έπεται των διακοπών. Ωστόσο, πέρα από το προσωπικό επίπεδο, παρόμοια ίχνη μπορούν να εντοπιστούν στην αναπαράσταση των διακοπών, όπως περιγράφονται από την ίδια την ανάμνησή τους. Ο τουρισμός, ως βιομηχανία θετικών ονείρων (Κύρτσης 2006, 124), συμβάλλει στην διάπλαση του τουριστικού βλέμματος μέσω μιας νέας αντίληψης για το χώρο. Κατά μία έννοια, το τουριστικό βλέμμα παρατηρεί το τοπίο και τη διαδικασία του τουρισμού μέσα από το πρίσμα μιας σκηνοθετημένης ευδαιμονίας, διαστρευλώνοντας την πραγματικότητα. Αυτό το οποίο κάποτε συνέλαβε αισθητηριακά το τουριστικό βλέμμα αποκρυσταλλώνεται ολοένα και εντονότερα σε μια στερεοτυπική, νοσταλγική εικόνα, η οποία επικαλείται ένα μουδιασμένο συλλογικό φαντασιακό. Η συλλογή και η συμπύκνωσή συμβόλων σε εμβληματικές εικόνες δημιουργεί μια τάση πληθωρισμού του αληθινού. Η προσομοίωση αυτού που κάποτε ίσως ήταν πραγματικότητα οδηγεί στη δημιουργία κατασκευασμένων εικόνων, οι οποίες με τη σειρά τους δίνουν έκφραση και νόημα στη νοσταλγία, που πλέον υπερισχύει του βιώματος. Τίθεται το ερώτημα όμως: σε ποιο παρελθόν επιθυμούμε να επιστρέψουμε; Με βάση τη θεώρηση του Walter Benjamin: Η συλλογική φαντασία κινητοποιεί τις δυνάμεις της για μια επαναστατική ρήξη με το πρόσφατο παρελθόν, επικαλούμενη, παραδόξως, ένα πολιτισμικό μνημικό απόθεμα μύθων και ουτοπικών συμβόλων ενός ακόμη πιο μακρινού πρωτοπαρελθόντος. Οι «συλλογικές επιθυμητικές εικόνες» δεν είναι τίποτε άλλο από αυτή την επίκληση. (Buck-Morss 1989, 178) ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ 83 82
Polly Brown, Time Travel Branding, 2019 Polly Brown, Time Travel Branding, 2019 Polly Brown, Time Travel Branding, 2019
Στην περίπτωση των Κυκλάδων, καθώς διανύουμε πλέον την τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, οι αφηγήσεις φαίνεται να επιστρέφουν στις δεκαετίες του 1950-1960. Η φαντασμαγορική επιστροφή στο χρόνο του project Time Travel Branding περιγράφεται μέσα από μια σειρά αχρονικών φωτογραφιών της Polly Brown με πρωταγωνιστή τη γραφιστική ταυτότητα που ξανασχεδίασε ο Νίκος Γεωργόπουλος για τα (ερειπωμένα σήμερα) ξενοδοχεία του προγράμματος Ξενία. Το project XENIA επιχειρεί ένα φαντασιακό branding, όπως το ονομάζουν, που θα μπορούσε να έχει υπάρξει σε ένα πλασματικό παρελθόν. Η σειρά των εικόνων αυτών παρουσιάζεται εδώ σαν μέρος του συνόλου μεταδεδομένων τα οποία περιγράφουν τις τουριστικές και παραθεριστικές πρακτικές διαχρονικά. Τα αντικείμενα που πρωταγωνιστούν στις φωτογραφίες υπερκαθορίζονται και μεταλλάσσονται σε τουλάχιστον δύο εκδοχές τους: το «πρωτότυπο» αντικείμενο και το σύμβολο για αυτό το αντικείμενο, αν και μέσα στη λογική των αντανακλάσεων του καθρέφτη δεν είναι ποτέ ξεκάθαρο ποιο είναι ποιο. (Krauss 1999, 195) Δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε την επιτελεστικότητα των αντικειμένων αποσπασματικά, αλλά είναι εμφανής ο τρόπος με τον οποίο αναδύονται σαν σύμβολα: είδη προσωπικής περιποίησης, λευκά είδη, κλειδιά, μαχαιροπίρουνα, φαγητά και κυρίως, μια ανάμνηση άμμου σηματοδοτούν το ίχνος ενός φανταστικού τουρίστα, ο οποίος πέρασε από τους τόπους αυτούς και βίωσε τη συνδηλούμενη υπόσχεση πολυτελών διακοπών. Ή έστω μια φαντασμαγορική εκδοχή αυτού που κάποτε ίσως ήταν πραγματικότητα. 85 84
Polly Brown, Time Travel Branding, 2019
φαντασμαγορία η [fandazmaγoría] : θέαμα εξαιρετικά εντυπωσιακό και ωραίο: Tα πολύχρωμα βεγγαλικά και τα πυροτεχνήματα ήταν / δημιουργούσαν μια ~. [λόγ. < γαλλ. fantasmagorie < αρχ. φάντασμα + (allé)gorie = (αλλη)γορία] Από τον 17ο και 18ο αιώνα των Grand Tours, όταν τα ταξίδια πολιτιστικού ή ψυχαγωγικού χαρακτήρα ήταν αποκλειστικό προνόμιο ελάχιστων ανδρών περιηγητών, με επαρκή μέσα και συχνά αριστοκρατική καταγωγή, το κοινωνικοπολιτικό σκηνικό που διέπει τα ταξίδια έχει αλλάξει ριζικά. Η νεωτερικότητα οδήγησε στον εκδημοκρατισμό των απολαύσεων του πλήθους. (Τζιρτζιλάκης 2006, 82) Ο μαζικός τουρισμός, λοιπόν, είναι μια σχετικά νέα συνθήκη, που προήλθε από την άνοδο των εισοδημάτων μετά την Βιομηχανική Επανάσταση, την καθιέρωση των διακοπών την εξέλιξη της τεχνολογίας στο μέτρο που αφορά τις μετακινήσεις. Η σχέση τόπου-επισκέπτη είναι αμφίδρομη, καθώς το ‘υποκείμενο που παρατηρεί’ βιώνει και συνεπώς νοηματοδοτεί το χώρο και το τοπίο με το δικό του τρόπο. Καθώς πλέον διανύουμε την τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, η επίδραση της μαζικής παρουσίας επισκεπτών στα νησιά υποστηρίζεται ότι έχει λάβει χαρακτηριστικά μιας γεωλογικής δύναμης. (Τζιρτζιλάκης 2015, 90-105) Για να υποστηριχθεί η φιλοξενία σαρωτικών αριθμών επισκεπτών στα λίγα, ξερά νησιά που συνθέτουν το Αρχιπέλαγος ήταν απαραίτητη προϋπόθεση αλλά και άμεση συνέπεια η στροφή προς τις μηχανές, πράγμα που κατέστησε δυνατό η νεωτερικότητα. Η προσαρμογή αυτή στα νέα δεδομένα άλλαξε με τη σειρά της τους ρυθμούς των νησιών. Η αλλαγή των ρυθμών μετατρέπει το Αρχιπέλαγος σε ένα φαντασμαγορικό (κατά τη χρήση του όρου από τον Walter Benjamin) αστικό περιβάλλον, μια διάσπαρτη πόλη. Τα νησιά των Κυκλάδων διαμορφώνουν έτσι έναν υβριδικό χαρακτήρα μεταξύ δύο διαφορετικών και κατά βάση αντικρουόμενων συνθηκών: από τη μία πλευρά, έχουν αστικοποιηθεί (υπερπυκνότητες δόμησης, δίκτυα, σήμανση και διαφήμιση συνθέτουν τη φαντασμαγορία) στο βαθμό που τους αναλογεί, για να μπορούν να υποδέχονται επισκέπτες μαζικά, ενώ, από την άλλη πλευρά, επιλέγονται ως προορισμοί διακοπών επειδή η αστικοποίηση αυτή δεν ολοκληρώθηκε ποτέ -σε αντίθεση με άλλα μέρη- και ανιχνεύονται ακόμα ίχνη ζωής στους προηγούμενους ρυθμούς, όπου επικρατεί ένα κλίμα θερινής ραστώνης και όλα συμβαίνουν πιο αργά. Επιστρέφοντας στον ορισμό του όρου (φαντασμαγορία), μπορούμε με ασφάλεια να παρατηρήσουμε πλέον ότι στην περίπτωση των Κυκλάδων επαληθεύονται και οι όλες παράμετροι που τίθενται ως προϋποθέσεις: θέαμα, εξαιρετικό, εντυπωσιακό, όμορφο. Στην περίπτωση των Κυκλάδων, όπως τις ερευνά η παρούσα εργασία, παρατηρούμε φυσικά την πολυσυζητημένη εμπορευματοποίηση του τοπίου και τους μηχανισμούς αντικατάστασης της εμπειρίας από την εικόνα. Επομένως, το βασικό ζήτημα που επιχειρήσαμε να αναδείξουμε στον κατάλογο αυτό, μέσα από οπτικά και λεκτικά επιχειρήματα, είναι αναγωγή του τοπίου σε θέαμα, η φετιχοποίησή του και τελικά η αναπόφευκτη εκμετάλλευσή του στη συνέχεια. Ο Giorgio Agamben περιγράφει γλαφυρά την αντίδραση του Marx ως επισκέπτη στην πρώτη Παγκόσμια Έκθεση του 1851 στο Λονδίνο, όπου παρουσιάστηκε το Crystal Palace: το μοναδικό κτήριο του οποίου η ατμόσφαιρα ήταν αισθητή από τον παρατηρητή σε όποιο σημείο της Έκθεσης και αν βρισκόταν, του οποίου ακόμα και τα πιο απομακρυσμένα στοιχεία φαίνονταν τυλιγμένα σε μια κυανή άλω, με τη διαφάνεια και τη φαντασμαγορία να επιστεγάζουν το θρίαμβο του εμπορεύματος. (Agamben n.d., 3-5) Yποστηρίζει πως αυτή η ακτινοβολία ήταν που εντυπώθηκε στον Marx από την επίσκεψή του στην Έκθεση και τον ώθησε να γράψει στο Κεφάλαιο για τον φετιχισμό των εμπορευμάτων. (Agamben n.d., 5) Στο σημείο αυτό θα τολμήσουμε να επαληθεύσουμε τον παραπάνω συλλογισμό στην περίπτωση των Κυκλάδων. Η διαφάνεια του νερού και το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου (σε θάλασσα και ουρανό) δημιουργούν τις απαραίτητες συνθήκες για να φανταστούμε το Αρχιπέλαγος να περιγράφεται και αυτό από μια κυανή άλω, να ορίζεται από αυτή τόσο χωρικά όσο και νοηματικά. Από την ακτινοβολία αυτή αρχίζει να συντίθεται το φαντασμαγορικό σκηνικό διακοπών που γνωρίζουμε σήμερα. Το Αρχιπέλαγος ακτινοβολεί και μας προσκαλεί να ζήσουμε το μύθο μας εκεί.
- ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ 87 86
ΦΑΝΤΑΣΜΑΓΟΡΙΑ
89 88
91 90
93 92
95 94

Agamben, Giorgio. 2019.

Aureli, Pier Vittorio. 2011. The possibility of an absolute architecture. Cambridge, MA: The MIT Press.

Buck-Morss, Susan. 2009.

Buck-Morss, Susan. 2019.

Cacciari, Massimo. 2006. «Το Αρχιπέλαγος».

26-32.

Futura,

Deleuze, Gilles. 2004. Desert Islands and Other Texts, 1953-1974. David Lapoujade (Επιμ.), Michael Taormina (Μτφρ). Los Angeles, CA: Semiotext(E)

Keeley, Edmund. 2019.

Krauss, Rosalind E. 1999. Bachelors. Cambridge, MA: The MIT Press.

Lars Müller Publishers. 2018. “Architects’ Congress by László Moholy-Nagy” Vimeo.

2020. Διαθέσιμο στο: https://vimeo.com/283726259.

Lasansky, D Medina and Brian Mclaren. 2004. Architecture and Tourism : Perception, Performance, and Place. New York: Berg.

Makhzoumi, Jala and Gloria Pungetti. 1999. Ecological Landscape Design and Planning: The Mediterranean context. New York: Routledge.

Marx, Karl. (2012). Το Κεφάλαιο (Πρώτος Τόμος).

(Μτφρ). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

Moussa, Myrianthe. 2017. “Constructing Tourism in Greece in 50s and 60s: The Xenia Hotels Project.” Journal of Tourism Research, vol 17 (June 2017): 264-279.

Olla, Nasrin. 2019. “Critique and Tradition: A Conversation with Susan BuckMorss.” Los Angeles Review of Books. Ανακτήθηκε 16 Αυγούστου, 2020.

Διαθέσιμο στο: https://lareviewofbooks. org/article/critique-and-tradition-a-conversation-with-susan-buck-morss/?fbclid=IwAR3mOosaWUqD2P0LuUvnYm5m4Wd2aoktDKJnF5v7h60-XiXHQrtXUaY1aUg.

Stenou, Myrto. 2019. "Live Your Myth in Greece: Towards the Construction of a Heritage Identity." Heritage 2, no. 2: 1640-1661.

Urbain, Jean - Didier. 2000. Στην

Μέσα Χωρίς Σκοπό. Σημειώσεις για την πολιτική & τι είναι μια διάταξη; Αθηνά Παπαναγιώτου (Επιμ.). Αθηνά Παπαναγιώτου, Θάνος Ζαρταλούδης (Μτφρ.). Αθήνα: Νήσος.
Η διαλεκτική του βλέπειν. Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν και το Σχέδιο Εργασίας περί Στοών. Αριστείδης Μπαλτάς (Επιμ.), Μανόλης Αθανασάκης (Μτφρ.) Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Σημειολογικά Όρια και Πολιτικές του Νοήματος. Η νεωτερικότητα σε περιοδεία - Ένα χωριό στην Κρήτη σε μετάβαση. Γιάννης Μυλωνάς (Επιμ.). Βαγγέλης Πούλιος (Μτφρ.). Αθήνα: Ψηφίδες.
Στο Το Αιγαίο. Μια Διάσπαρτη Πόλη, επιμελητές: Κατερίνα Κοτζιά, Ηλίας Κωνσταντόπουλος, Λόης Παπαδόπουλος και Κορίνα Φιλοξενίδου,
Αθήνα:
Υπουργείο Πολιτισμού.
Αναπλάθοντας τον παράδεισο. Το ελληνικό ταξίδι 1937-1947. Χρύσα Τσαλικίδου (Μτφρ.). Αθήνα: Πατάκης.
Αυγούστου,
Ανακτήθηκε 23
Παναγιώτης Μαυρομμάτης
ακροθαλασσιά. Η μεταμόρφωση του ταξιδιώτη σε παραθεριστή. Τίνα Πλυτά (Μτφρ.). Αθήνα: Ποταμός. Αίσωπος, Γιάννης. 2015. «Τοπία Τουρισμού: Ανακατασκευάζοντας την Ελλάδα» Στο Τοπία τουρισμού: Ανακατασκευάζοντας την Ελλάδα επιμελητές: Γιάννης Αίσωπος, Ανδρέας Νικολοβγένης και Ευγενία Οικονόμου, 106-119. Αθήνα: ΔΟΜΕΣ. Βιγγοπούλου, Ιόλη. 2014. «Travelogues - Το Σκεπτικό Σχεδιασμού της Ιστοσελίδας». TRAVELOGUES - ME TO BΛΕΜΜΑ ΤΩΝ ΠΕΡΙΗΓΗΤΩΝ. Τόποι - Μνημεία - Άνθρωποι. Νοτιοανατολική Ευρώπη - Ανατολική Μεσόγειος. Ελλάδα - Μικρά Ασία - Νότιος Ιταλία. 15ος - 20ός αιώνας. Ανακτήθηκε 16 Αυγούστου, 2020. Διαθέσιμο στο: http:// el.travelogues.gr/ergo.php Γαλανή - Μουτάφη, Βασιλική. 2006. «Αιγαίο: τουριστικοί προορισμοί, διαπολιτισμικές συναντήσεις και κοινωνικοοικονομικές αλλαγές». Στο Το Αιγαίο. Μια Διάσπαρτη Πόλη, επιμελητές: Κατερίνα Κοτζιά, Ηλίας Κωνσταντόπουλος, Λόης Παπαδόπουλος και Κορίνα Φιλοξενίδου, 356-379. Αθήνα: Futura, Υπουργείο Πολιτισμού. Γιακουμακάτος, Ανδρέας. 2006. «Η έντεχνη αρχιτεκτονική στο Αιγαίο, 1927-2006». Στο Το Αιγαίο. Μια Διάσπαρτη Πόλη, επιμελητές: Κατερίνα Κοτζιά, Ηλίας Κωνσταντόπουλος, Λόης Παπαδόπουλος και Κορίνα Φιλοξενίδου, 327-337. Αθήνα: Futura, Υπουργείο Πολιτισμού. ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΒΙΒΛΙΟ -ΓΡΑΦΙΑ 97 96

352.

Futura,

ΔΟΜΕΣ, τευχ. 153 (ΙανουάριοςΦεβρουάριος 2020): 81

Ρωμανός, Αριστείδης. 2006. «Μύκονος: αστικός χώρος ή σκηνικό». Στο Το Αιγαίο.

Διάσπαρτη Πόλη, επιμελητές: Κατερίνα

και

Φιλοξενίδου, 192-

202. Αθήνα: Futura, Υπουργείο Πολιτισμού.

αρχιτεκτονική και τη

μετάπολη, επιμελητές: Γιάννης Αίσωπος,

METAPOLIS Press.

Ίδρυμα Μανόλη

Τριανταφυλλίδη.

Τζιρτζιλάκης, Γιώργος. 2006. «Το ατύχημα της Τίγκη. Αρχιπέλαγος και νεωτερικότητα».

Έκθεση Π.Ε.Β.Ε. 2010 65/18740. Επιμελητές: Αιμιλία Αθανασίου, Σταύρος Αλιφραγκής και Μυριάνθη Μουσά, 151-221. Αθήνα: Ερευνητική ομάδα και Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Μουτσόπουλος, Θανάσης. 2006. «Sea, sex and sun. Για μια τουριστική ανθρωπολογία του Αιγαίου». Στο Το Αιγαίο. Μια Διάσπαρτη Πόλη, επιμελητές: Κατερίνα Κοτζιά, Ηλίας Κωνσταντόπουλος, Λόης Παπαδόπουλος και Κορίνα Φιλοξενίδου,
Αθήνα:
Υπουργείο Πολιτισμού. Μπελαβίλας, Νίκος. 2006. «Τρεις Ιστορίες για το Αιγαίο». Στο Το Αιγαίο. Μια Διάσπαρτη Πόλη, επιμελητές: Κατερίνα Κοτζιά, Ηλίας Κωνσταντόπουλος, Λόης Παπαδόπουλος και Κορίνα Φιλοξενίδου, 326-
110-122.
Αθήνα:
Υπουργείο Πολιτισμού.
Πόλα. 2006. «Μύκονος: η εμμονή της ουτοπίας». Στο Το Αιγαίο. Μια Διάσπαρτη Πόλη, επιμελητές: Κατερίνα Κοτζιά, Ηλίας Κωνσταντόπουλος, Λόης Παπαδόπουλος και Κορίνα Φιλοξενίδου, 124136. Αθήνα: Futura, Υπουργείο Πολιτισμού. Παπαδόπουλος, Λόης. 2015. «Ελληνικός Τουρισμός: Γαλάζια πορεία χωρίς (μπλε) οδηγό». Στο Τοπία τουρισμού: Ανακατασκευάζοντας την Ελλάδα επιμελητές: Γιάννης Αίσωπος, Ανδρέας Νικολοβγένης και Ευγενία Οικονόμου, 304323. Αθήνα: ΔΟΜΕΣ. Πεντζίκης, Νίκος-Γαβριήλ. 1983. «Σε β’ πρόσωπο. Μιά συνομιλία του Ν. Γ. Πεντζίκη με τον Αντώνη Φωστιέρη και τον Θανάση Νιάρχο», Η Λέξη, τευχ. 22 (Φεβρουάριος 1983): 136 Γιαννίση, Φοίβη. 2015. «Θαλασσωματοψυχογραφίες: άνεμος, κύμα, σώμα». Στο Συμβιώσεις. Η αρχιτεκτονική στην εποχή των φυσικοπολιτισμών και της τεχνητής φύσης επιμελητές: Ζήσης Κοτιώνης και Γιώργος Τζιρτζιλάκης, 74-87. Αθήνα: Καστανιώτης. Δεκαβάλλας, Κωνσταντίνος Ν. 2006. «Πόλεις, αρχιτεκτονική και κοινωνία. Τα νησιά του Αιγαίου - Σαντορίνη». Στο Το Αιγαίο. Μια Διάσπαρτη Πόλη επιμελητές: Κατερίνα Κοτζιά, Ηλίας Κωνσταντόπουλος, Λόης Παπαδόπουλος και Κορίνα Φιλοξενίδου, 224234. Αθήνα: Futura, Υπουργείο Πολιτισμού. Δοξιάδης, Θωμάς. 2006. «Το Αρχιπέλαγος του Αιγαίου: τοπίο γης και θάλασσας σε μετασχηματισμό». Στο Το Αιγαίο. Μια Διάσπαρτη Πόλη επιμελητές: Κατερίνα Κοτζιά, Ηλίας Κωνσταντόπουλος, Λόης Παπαδόπουλος και Κορίνα Φιλοξενίδου, 410428. Αθήνα: Futura, Υπουργείο Πολιτισμού. Δραγώνας, Πάνος. 2020. «Η αρχιτεκτονική στην εποχή της μαζικής εξαφάνισης». ΔΟΜΕΣ, τευχ. 154 (Ιούλιος 2020): 23. Κύρτσης, Αλέξανδρος -Ανδρέας. 2015. «Ανασυγκρότηση και ο εκμοντερνισμός του τουριστικού βλέμματος». Στο Τοπία τουρισμού: Ανακατασκευάζοντας την Ελλάδα, επιμελητές: Γιάννης Αίσωπος, Ανδρέας Νικολοβγένης και Ευγενία Οικονόμου, 120135. Αθήνα: ΔΟΜΕΣ. Μουσά, Μυριάνθη. 2012. «Πολιτικές για τον Τουρισμό. Η υλοποίηση του οράματος για τον τουρισμό μέσα από το κτιριακό έργο του ΕΟΤ». Στο Μεταπολεμικός Μοντερνισμός. Αρχιτεκτονική, Πολιτική και Τουρισμός στην Ελλάδα 1950-1965. Τελική Περαθωράκη, Αικατερίνη. 2017. Η ανάπτυξη του τουριστικού φαινομένου σε παραδοσιακά ιστορικά σύνολα. Η διεθνής εμπειρία και η ελληνική προοπτική. [Ερευνητική Εργασία] Χανιά, Πολυτεχνείο Κρήτης, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών.
Δημήτρης. 2019. «Αρχέτυπα».
Futura,
Μπούσιου,
Ποτηρόπουλος,
Μια
Παπαδόπουλος
Κοτζιά, Ηλίας Κωνσταντόπουλος, Λόης
Κορίνα
Γιώργος. 2005. Διελεύσεις. Κείμενα για την
Σημαιοφορίδης,
Όλγα Σημαιοφορίδου και Γιώργος Τζιρτζιλάκης. Αθήνα:
Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών -
Συλλογικό έργο. 2009. Λεξικό της κοινής νεοελληνικής.
Στο Το Αιγαίο. Μια Διάσπαρτη Πόλη, επιμελητές: Κατερίνα Κοτζιά, Ηλίας Κωνσταντόπουλος, Λόης Παπαδόπουλος και Κορίνα Φιλοξενίδου, 74-88. Αθήνα: Futura, Υπουργείο Πολιτισμού. Τζιρτζιλάκης, Γιώργος. 2015. «Ο δρόμος που δεν πήραμε - Για μια αρχαιολογία της θάλασσας στο σύγχρονο πολιτισμό». Στο Συμβιώσεις. Η αρχιτεκτονική στην εποχή των φυσικοπολιτισμών και της τεχνητής φύσης, επιμελητές: Ζήσης Κοτιώνης και Γιώργος Τζιρτζιλάκης, 90-105. Αθήνα: Καστανιώτης. Τόλιας, Γιώργος. 2002. Τα νησολόγια. Η μοναξιά και η συντροφιά των νησιών. Σπύρος Ι. Ασδραχάς (Επιμ.). Αθήνα: Ολκός. Τουρνικιώτης, Παναγιώτης. 2006. Η αρχιτεκτονική στη σύγχρονη εποχή. Ζητήματα θεωρίας και κριτικής των τελευταίων πενήντα χρόνων στο ευρύτερο πολιτισμικό πλαίσιο της σύγχρονης κοινωνίας. Αθήνα: Futura. Φατούρος, Δημήτρης. 2006. «Διέξοδος συμβίωσης». Στο Το Αιγαίο. Μια Διάσπαρτη Πόλη, επιμελητές: Κατερίνα Κοτζιά, Ηλίας Κωνσταντόπουλος, Λόης Παπαδόπουλος και Κορίνα Φιλοξενίδου, 56-63. Αθήνα: Futura, Υπουργείο Πολιτισμού. Φιλιππίδης, Δημήτρης. 1984. Νεοελληνική Αρχιτεκτονική. Αρχιτεκτονική θεωρία και πράξη (1830 - 1980) σαν αντανάκλαση των ιδεολογικών επιλογών της νεοελληνικής κουλτούρας. Αθήνα: Μέλισσα. Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Νίκος. 1994. Ανίχνευση της ελληνικότητας. Αθήνα: Ευθύνη. 99 98

Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.