02 Greek Undergraduate Philosophy Conference 2017| Book of Abstracts

Page 1

GRAHAM HARMAN

Distinguished Professor of Philosophy, SCI-Arc

ΔΗΜΗΤΡΑ ΒΟΓΙΑΤΖΑΚΗ

Υποψήφια διδάκτωρ Ιστορίας & Θεωρίας Αρχιτεκτονικής, Πανεπιστήμιο Harvard

ΝΙΚΟΛΑΣ ΒΡΟΥΣΑΛΗΣ

Επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Leiden

ΘΟΔΩΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΣ

Διδάκτωρ Φιλοσοφίας, ΕΚΠΑ & Διδάσκων ΕΑΠ

ΦΑΙΗ ΖΗΚΑ

Επίκουρη καθηγήτρια Φιλοσοφίας και Θεωρίας της τέχνης, ΑΣΚΤ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΛΛΙΡΗΣ

Διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Δικαίου, Πανεπιστήμιο Oxford & Επισκέπτης καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου, King’s College London

ΧΛΟΗ ΚΟΛΥΡΗ

Ψυχίατρος & ψυχαναλύτρια

ΒΑΣΙΑ ΛΕΚΚΑ

Διδάκτωρ Ιστορίας, Ιστορίας-Αρχαιολογίας, ΕΚΠΑ & Διδάσκουσα ΕΑΠ

ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΡΙΛΗΨΕΩΝ

2ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ

15 - 17 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2017 AΝΩΤΑΤΗ ΣΧΟΛΗ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ, ΠΕΙΡΑΙΩΣ 256, ΑΓ. Ι. ΡΕΝΤΗΣ

Gavagai



«Ο πλουραλισμός των θεωριών και των μεταφυσικών απόψεων δεν είναι μόνο σημαντικός για τη μεθοδολογία, αλλά αποτελεί επίσης ουσιαστικό μέρος μιας ανθρωπιστικής αντίληψης.» -Paul Feyerabend, Against Method, 19753-


2ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ Το συνέδριο διοργανώνεται με πρωτοβουλία της ομάδας φιλοσοφίας και ιστορίας της επιστήμης Γκαβαγκάι // Gavagai και των εξωτερικών συνεργάτιδών του. Το συνέδριο διεξήχθη τις ημέρες 15, 16 και 17 Δεκεμβρίου 2017 στα αμφιθέατρα της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, Αθήνα.

ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Χριστίνα Καλογεροπούλου, Ειρήνη Καρώνη, Αναστασία Κιούκα, Μαρία Κορομηλά, Αλέξιος Μπρεγιέ-Σταματιάδης, Μαρία-Νεφέλη Πανέτσος, Μαρία Αθανασία Μπιτσαρά, Βασιλική Πουλά, Βασιλική Πολυκάρπου, Μαριλίνα Σμυρνάκη, Γιάννης Τουρνικιώτης ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Δημήτριος Αθανασίου, Σταύρος Αλιφραγκής, Μελένια Αρούχ, Αριστείδης Αραγεώργης, Γιώτα Βάσση, Στάθης Βέλτσος, Πάνος Βλαγκόπουλος, Αθανάσιος Γκατζάρας, Θοδωρής Δημητράκος, Στέλιος Γιαμαρέλος, Μίλτος Θεοδοσίου, Βίκη Ιακώβου, Γεράσιμος Κακολύρης, Ασπασία Κανέλλου, Βάσια Λέκκα, Βασίλης Λιβάνιος, Σπύρος Μπενετάτος, Φιλήμων Παιονίδης, Μαρία Παναγιωτάτου, Καλλιόπη Παπαμανώλη, Βαγγέλης Παππάς, Αγγελική Σηφάκη, Νίκος Σουελτζής, Γεώργιος Στείρης, Γιώργος Στεφανίδης, Μανόλης Σίμος, Σταυρούλα Τσινόρεμα, Αριστείδης Χατζής ΕΘΕΛΟΝΤΕΣ // ΕΘΕΛΟΝΤΡΙΕΣ Ουρανία Αγοράνου, Μαρία Ανδρακάκου, Σοφία Άλμπα, Μάρθα Αλεξοπούλου, Αλεξάνδρα Βλαχάβα, Μαίρη Βογιατζάκη, Κατερίνα Δημητριάδου, Άλκηστη Δημοβασίλη, Μαρίνα Καραδημητρίου, Κατερίνα Κασσανδρινού, Δήμητρα Κορομηλά, Πάνος Κουτούλιας, Αγγελική Λιβανά, Μαρία Γεωργούλη Λούπη, Εβίτα Μάνη, Αγγελική Ματράκα, Κώστας Μεσσολογγίτης, Μαρία Μπέλλου, Ειρήνη Κωνσταντίνα Οικονομοπούλου, Ασημάκης Σταυρόπουλος, Βαγγέλης Τσιμέκας ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕΣ ΤΟΥΣ/ΤΙΣ Μαρία Ανδρακάκου, Στέλιο Βιρβιδάκη, Odile Bréhier (Λεξικοπωλείο), Παναγιώτη Διδάχο (Σκαντζόχοιρος), Γιώργο Καραγιαννόπουλο, Αντώνη Κιούκα, Κώστα Μανούση, Ανέστη Μελιδώνη, Γιώργο Ξηροπαΐδη, Ελένη Παναγιωτοπούλου, Έφη Παπαγεωργίου, Μιχάλη Παπαρούνη (futura), Γιάννη Κτενά (Kaboom), Βασίλη Τροΐζο, Πάνο Χαραλάμπους, Διονύση Χρηστιά

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ // ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΤΕΥΧΟΥΣ Γιάννης Τουρνικιώτης ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΣΗΜΑΤΟΣ Ελένη Παναγιωτοπούλου Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το συνέδριο μπορείτε είτε να επισκεφθείτε την ιστοσελίδα unphilcon.weebly.com, ή να απευθυνθείτε στα μέλη της Οργανωτικής Επιτροπής στην ακόλουθη ηλεκτρονική διεύθυνση επικοινωνίας unphilcon2017@gmail.com.


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1 | ΠΡΟΛΟΓΟΣ

1

2 | ΠΡΟΣΚΕΚΛΗΜΕΝΟΙ ΟΜΙΛΗΤΕΣ

3

3 | ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ

15

4 | ΣΥΜΠΟΣΙΑ

143

5 | ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

169



ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Το Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας είναι ένα εγχείρημα που πρωτοπαρουσιάστηκε το Δεκέμβριο του 2016 και διοργανώθηκε κατά βάση από προπτυχιακούς για προπτυχιακούς φοιτητές. Στο συνέδριο μπορούσαν να συμμετάσχουν μαθητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και ανεξάρτητοι ερευνητές. Η δημιουργία του οφείλεται κυρίως στην ομάδα φιλοσοφίας Γκαβαγκάι // Gavagai, η οποία έχει αποκτήσει πλέον νέους φίλους και συνεργάτες διαφόρων πανεπιστημιακών κλάδων. Στόχος της ομάδας είναι η προβολή νεότερων «φιλοσόφων» και ο διάλογος με ένα κοινό που μοιράζεται τα ίδια ενδιαφέροντα. Θεωρήσαμε σημαντική την επίτευξη της οργάνωσης ενός συνεδρίου σε προπτυχιακό πλαίσιο, για να δημιουργηθούν νέου είδους διεπιστημονικοί δεσμοί και ευκαιρίες. Κάθε νέος επίδοξος επιστήμονας μπορεί να παρουσιάσει τις ιδέες του και να μιλήσει για τους προβληματισμούς του από το δικό του ερευνητικό πρίσμα. Φέτος, διοργανώθηκε το 2ο κατά σειρά Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας στα αμφιθέατρα De Chirico και βιβλιοθήκης της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, Αθήνας. Φιλοσοφία, ιστορία, επιστήμη και τέχνη ένωσαν τους δρόμους τους. Οι φυσικές επιστήμες σε συνεργασία με τις επιστήμες του ανθρώπου λειτούργησαν κάτω από ένα κοινό πλαίσιο αναφοράς για να θέσουν ερωτήματα και να αναζητήσουν λύσεις. Εκτός από τις εισηγήσεις -των οποίων τις περιλήψεις θα βρείτε στις επόμενες σελίδες-, παρουσιάστηκαν δυο φοιτητικές στρογγυλές τράπεζες και δυο στρογυλές τράπεζες με προσκεκλημένους ομιλητές. Οι εργασίες του συνεδρίου ολοκληρώθηκαν με την ομιλία του διακεκριμένου καθηγητή φιλοσοφίας Graham Harman, από το Southern California Institute of Architecture. Πιο συγκεκριμένα, την πρώτη ημέρα του συνεδρίου, παρουσιάστηκαν οι φοιτητικές στρογγυλές τράπεζες με θέματα: «Κοινωνικές Αναπαραστάσεις για τη Σχιζοφρένεια» και «Ανάληψη Φύλου». Τη δεύτερη ημέρα, παρουσιάστηκε η στρογγυλή τράπεζα με θέμα «Έννοιες Ελευθερίας» και προσκεκλημένους ομιλητές τους Θοδωρή Δημητράκο, Νικόλα Βρούσαλη και Κωνσταντίνο Καλλίρη. Την τελευταία ημέρα παρουσιάστηκε η στρογγυλή τράπεζα με θέμα «Σώμα: Τέχνη, Φιλοσοφία, Εξουσία» και προσκεκλημένες ομιλήτριες τιςς Βάσια Λέκκα, Χλόη Κολύρη, Φαίη Ζήκα και Δήμητρα Βογιατζάκη, ενώ το ίδιο βράδυ ο Graham Harman έκλεισε το συνέδριο με την ομιλία του με θέμα «Realism in Contemporary Continental Philosophy: towards an object - oriented ontology» . Ευχαριστούμε θερμά την επιστημονική επιτροπή, τους εξωτερικούς αξιολογητές, τους ομιλητές των στρογγυλών τραπεζών, τους συντονιστές, τους συμμετέχοντες και τους εθελοντές. Προσδοκούμε η προσπάθεια αυτή να συνεχιστεί, έτσι ώστε κάθε χρόνο, να γιορτάζουμε όλοι μαζί τη φιλοσοφία. EΚ εκ μέρους της Οργανωτικής Επιτροπής



ΠΡΟΣΚΕΚΛΗΜΕΝΟΙ ΟΜΙΛΗΤΕΣ


4

2o Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Προσκεκλημένοι Ομιλητές

REALISM IN CONTEMPORARY CONTINENTAL PHILOSOPHY TOWARDS AND OBJECT-ORIENTED ONTOLOGY GRAHAM HARMAN Distinguished Professor of Philosophy Southern California Institute of Architecture ABSTRACT Since the famous 2007 Speculative Realism workshop at Goldmsiths, University of London, a new wave of realist thinking has swept over continental philosophy. In this lecture, Graham Harman will revisit the four philosophies represented in London a decade ago, and consider their ongoing implications for the future of the continental tradition.

5


6

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας

ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ ΩΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑ, ΣΤΟ ΣΩΜΑ ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΔΗΜΗΤΡΑ ΒΟΓΙΑΤΖΑΚΗ Υποψήφια Διδάκτωρ, Ιστορίας και Θεωρίας Αρχιτεκτονικής, Πανεπιστήμιο Harvard

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Μπορούμε να σκεφτούμε το σώμα μας ως ένα δυνητικό αντικείμενο σχεδιασμού; Τι ηθικές, λειτουργικές, αισθητικές και άλλες προκλήσεις εμφανίζει μια τέτοια προοπτική; Η παρούσα εισήγηση διερευνά τη δυνατότητα μιας συντεταγμένης θεώρησης των επεμβάσεων στη μορφή του ανθρώπινου σώματος, στόχος της οποίας θα ήταν ο εντοπισμός της σχεδιαστικής ιδεολογίας πίσω από το εκάστοτε παράδειγμα, ή πρόταση, σωματικού σχεδιάσματος. Αναγνωρίζοντας πως το ζήτημα είναι στον πυρήνα του διεπιστημονικό, η εισήγηση εξετάζει την ιδιαίτερη συμβολή της αρχιτεκτονικής στην αναζήτηση της σχεδιαστικής ιδεολογίας του ανθρώπινου σώματος. Τι συνεπάγεται μια τέτοια προσέγγιση για την ίδια την αρχιτεκτονική ως σχεδιαστική πειθαρχία; Πώς μπορεί να συντελεστεί το πέρασμα από τη θεώρηση του σώματος ως κυρίαρχη μεταφορά του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, σε αντικείμενό του;


Προσκεκλημένοι Ομιλητές

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΝΙΚΟΛΑΣ ΒΡΟΥΣΑΛΗΣ Επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Leiden

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ένα από τα πιο δύσκολα προβλήματα της πολιτικής φιλοσοφίας έχει να κάνει με τη σχέση ανάμεσα στην ελευθερία και τον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας: τι σημαίνει «πράττω ελεύθερα» όταν παράγω μαζί με άλλους; Σε αυτή τη παρουσίαση θα υπερασπιστώ μια αντίληψη της ελευθερίας ως αποκριτικότητα σε αντικειμενικούς λόγους. Αυτή η αντίληψη ελευθερίας ως αυτονομίας βρίσκεται στο επίκεντρο της προβληματικής του γερμανικού ιδεαλισμού και επιβιώνει στη σύγχρονη φιλοσοφική συζήτηση ως μια μορφή «θετικής ελευθερίας». Η ελευθερία ως αυτονομία εγείρει ερωτήματα για την αυτονομία των μελών μιας ομάδας, όπως τα μέλη μιας πολιτικής κοινότητας, ή τα μέλη μιας παραγωγικής μονάδας -όπως το εργοστάσιο. Συνεπάγεται, για παράδειγμα, ότι μπορεί να έχουμε λόγους να κάνουμε πράγματα μαζί. Έστω ότι υπάρχουν τέτοιοι λόγοι, δηλαδή αντικειμενικοί, ατομικοί λόγοι για συλλογική πράξη. Πώς πρέπει να διαχειριστεί το άτομο τους λόγους αυτούς; Το ερώτημα είναι δύσκολο: πώς θα πράξω αυτόνομα μαζί σου με τρόπο που να ενισχύει -αντί να υποσκάπτειτην αποκριτικότητά μου (και την αποκριτικότητά σου) στους αντικειμενικούς λόγους που έχουμε; Θα υποστηρίξω ότι ο μόνος τρόπος να πετύχουμε αυτή την ισορροπία απαιτεί έλεγχο πάνω στις συνθήκες της συλλογικής πράξης. Ο μόνος τρόπος να πράξουμε ελεύθερα ως άτομα είναι να πράξουμε ελεύθερα μαζί ως άτομα, ανακτώντας έτσι συλλογικά τις συνθήκες της ατομικής μας ελευθερίας. Το συμπέρασμα αυτό έχει συνέπειες, μεταξύ άλλων, για τον πολιτικό αυτοπροσδιορισμό, για τον καταμερισμό της εργασίας στον καπιταλισμό, για την αυτοδιαχείριση στα εργοστάσια, κ.ο.κ.

7


8

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας

Ο ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΦΥΣΙΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΣ Διδάκτωρ Φιλοσοφίας, ΕΚΠΑ & Διδάσκων, Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο ΠΕΡΙΛΗΨΗ Σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο αφαίρεσης μπορούμε να υποστηρίξουμε πως ο μαρξισμός συνιστά σύζευξη μιας επιστημονικής-περιγραφικής θεωρίας, για το πως αναπαράγεται και εξελίσσεται η ανθρώπινη κοινωνία, και μιας πολιτικής-κανονιστικής θεώρησης, για το πως θα πρέπει οι άνθρωποι να επιδιώξουν να ζήσουν τη ζωή τους μέσα σε αυτή την κοινωνία. Στο εν λόγω επίπεδο αφαίρεσης, όμως, ένα άμεσο και επείγον ερώτημα εγείρεται από τη φιλοσοφική σκοπιά: ποια είναι η σχέση της περιγραφικής θεωρίας και της κανονιστικής θεώρησης; Με άλλα λόγια, πώς θα πρέπει να κατανοήσουμε μεταφυσικά τη σχέση Δέοντος και Είναι ώστε η παραπάνω σύζευξη να είναι συνεκτική και επομένως φιλοσοφικά θεμελιωμένη; Το παραπάνω ερώτημα συχνά τίθεται ως το πρόβλημα της σχέσης μεταξύ ελευθερίας και αιτιοκρατίας. Αν η κατανόηση της μέχρι τώρα εξέλιξης των ανθρώπινων κοινωνιών διέρχεται μέσα από τη κατανόηση αιτιωδών σχέσεων, οι οποίες είναι εν πολλοίς ανεξάρτητες από τις βουλήσεις και την αυτοκατανόηση των ιστορικά δρώντων υποκειμένων, τότε πώς αφήνεται λογικός χώρος για ελευθέρως βουλόμενα υποκείμενα που τοποθετούν ως σκοπό της πολιτικής τους πρακτικής τη συγκρότηση της σοσιαλιστικής (ή όποιας άλλης) κοινωνίας; Με άλλα λόγια, πώς θα πρέπει να κατανοήσουμε τη σύζευξη της επιστήμης και της πολιτικής στον μαρξισμό, ώστε να μην οδηγηθούμε ούτε στην αναίρεση του επιστημονικού του status, υπό το κράτος της αναγκαιότητας της παραδοχής της ελεύθερης βούλησης, ούτε σε ένα επιστημονίστικο φαταλισμό που ουσιαστικά αναιρεί την έννοια της πολιτικής; Σκοπός της ανακοίνωσης είναι να διερευνήσει το ερώτημα της σχέσης του περιγραφικού και του κανονιστικού επιπέδου, με τρόπο που να καθιστά τον μαρξισμό μεταφυσικά συνεκτικό. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να τοποθετήσουμε το πρόβλημα εντός του πλαισίου της ιστορίας της φιλοσοφίας. Έτσι, πρώτα θα αναφερθούμε στη σύγχρονη φιλοσοφική μορφή που έχει λάβει το πρόβλημα της κανονιστικότητας και της ελευθερίας. Έπειτα, θα αναφερθούμε στις διαμορφωμένες ιστορικά θέσεις, τις οποίες ο μαρξισμός δεν μπορεί να υιοθετήσει.Τέλος, θα προτείνουμε ένα προσχέδιο επίλυσης του προβλήματος, το οποίο βασίζεται σε τρεις θέσεις του Μαρξ για τον Φόιερμπαχ.


Προσκεκλημένοι Ομιλητές

ΠΡΟΣΘΕΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΤΟ ΣΩΜΑ ΩΣ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΦΑΙΗ ΖΗΚΑ Επίκουρη καθηγήτρια Φιλοσοφίας και Θεωρίας της τέχνης Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών ΠΕΡΙΛΗΨΗ Μία από τις κεντρικές φιλοσοφικές έννοιες που επαναπροσδιορίστηκαν από την αρχή της λεγόμενης νεωτερικότητας είναι εκείνη της ταυτότητας γενικά και, ειδικά, της ταυτότητας του ανθρώπινου είδους. Το κριτήριο της συνείδησης (cogito) που έθεσε για τη ψυχή o Descartes και του συνδυασμού συνείδησης και μνήμης για την έννοια της προσωπικής ταυτότητας (personal identity) σύμφωνα με τον Λοκ, στάθηκαν σημαντικά ορόσημα για τη δυνατότητα υπέρβασης των διαφορών και της καθιέρωσης της πολιτικής ισότητας στις δυτικές δημοκρατίες. Όμως οι συνεχιζόμενες διακρίσεις επανέφεραν το ενδιαφέρον στις διαφορές (φύλο, φυλή, εθνότητα, θρήσκευμα), εστιάζοντας πάνω στο σώμα. Το θεωρητικό πλαίσιο της παρουσίασής μου διαμορφώνεται με αναφορά σε τρεις σύγχρονες τοποθετήσεις που αφορούν στην έννοια του «κυβερνητικού οργανισμού» (cyborg) της Donna Haraway, την «επιτελεστική θεωρία» της Judith Butler και τον ανατρεπτικό ρόλο των τεράτων της Rosi Braidoti. Η τέχνη συνιστά ανέκαθεν ένα πεδίο όπου εγγράφονται και αναπτύσσονται οι σύγχρονοι προβληματισμοί. H προσθετική τέχνη -η επέμβαση στο ανθρώπινο σώμα με την μετατόπιση των υπαρχόντων ή την προσάρτηση νέων μελών ή μερών- στρέφει την προσοχή μας, αλλά και προκαλεί την έκπληξή μας, στη δυνατότητα αμφισβήτησης και επαναπροσδιορισμού των ορίων του σώματος, του είδους, του φύλου. Η παρουσίασή μου αναδεικνύει αυτή τη σύγχρονη καλλιτεχνική τάση κάνοντας αναφορά σε έργα των Matthew Barney, αδελφών Chapman, Cindy Sherman, Orlan και Stelarc.

9


10

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας

ΤΟ ΜΙΛΛΙΑΝΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΚΑΙ Η ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ ΩΣ ΣΥΣΤΑΤΙΚΟ ΤΗΣ ΚΑΛΗΣ ΖΩΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΛΛΙΡΗΣ Διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Δικαίου, Πανεπιστήμιο Oxford Επισκέπτης καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου, King’s College London ΠΕΡΙΛΗΨΗ Συχνά η συζήτηση περί των φιλελεύθερων προσεγγίσεων της ελευθερίας περιστρέφεται, τουλάχιστον από τον Berlin και μετά, γύρω από την παραδοσιακή πλέον διάκριση ανάμεσα στην αρνητική και τη θετική ελευθερία, με την αρνητική ελευθερία να περιγράφεται ως απουσία παρεμβολής και τη θετική ως παροχή «πραγματικών» επιλογών. Πολλοί υποστηρικτές της πρώτης προσέγγισης τονίζουν την ανάγκη να αποτραπούν οι ηθικιστικές ή περφεξιονιστικές συνέπειες της δεύτερης άποψης. Αντιθέτως, οι φιλελεύθεροι που επιχειρηματολογούν υπέρ της θετικής ελευθερίας υπερασπίζονται μία περισσότερο περιεκτική –και, αναπόφευκτα, περφεξιονιστική- έννοια προσωπικής αυτονομίας που τονίζει την σημασία του αυτοπροσδιορισμού και του «ενεργού χαρακτήρα» για την καλή ζωή. Η παρούσα εισήγηση θα ξεκινήσει από το «Μιλλιανό πρότυπο» αυτοπροσδιορισμού, σε μια προσπάθεια να φωτίσει τις πλευρές εκείνες της μιλλιανής υπεράσπισης της ελευθερίας που προϋποθέτουν περφεξιονιστικές προκείμενες, η αξία των οποίων δεν είναι δυνατόν να γίνει κατανοητή χωρίς την παραδοχή ότι η αρνητική ελευθερία δεν περιγράφει επαρκώς την έννοια της προσωπικής αυτονομίας. Στην συνέχεια, θα συζητηθεί η προσπάθεια του Joseph Raz να περιγράψει την αυτονομία ως «αυτογραφή» (self-authorship) και η επίδρασή της στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την αξία της ελευθερίας στο ευρύτερο φιλελεύθερο πλαίσιο. Τέλος, θα γίνει μια σύντομη αναφορά στη δυνατότητα να ελεγχθούν εμπειρικά οι παραδοχές που προκύπτουν από αυτή την συζήτηση και η επίδρασή τους στη νομοθεσία και τη δημόσια πολιτική.


Προσκεκλημένοι Ομιλητές

ΤΟ ΣΩΜΑ ΩΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΕΓΓΡΑΦΗΣ

ΧΛΟΗ ΚΟΛΥΡΗ Ψυχίατρος & Διδάσκουσα αναλύτρια ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η απάλειψη και επανεγγραφή του σώματος ακολουθεί, από την Κοσμολογία και την κλασική εποχή μέχρι τη νεωτερικότητα, τη διαμόρφωση της γλώσσας και τη γραμματική, σαν επιταγή της δεσπόζουσας ιδεολογίας και εξουσιαστικής δομής. Το σώμα του ασυνειδήτου [Freud, Leclaire, Laplanche], το ένσαρκο ιστορικό σώμα [Merleau-Ponty], η διεύρυνση της ανθρωπολογίας [Mead, Mausse], «Σώματα» αντί για σώμα στο μετα-δομισμό [Deleuze], το γυναικείο σώμα «ως μη άρρεν» [Luce Irigaray], το «διπλό σώμα» ως ζωή και ως δομική έκφραση της ζωής. Meta-human και cyborg. Το έμφυλο σώμα σαν αιχμή του δόρατος των διεκδικήσεων. Δεμφυλικότις και ιατρική ή διεμφυλικότις και δίκαιο; Είναι το σώμα έμψυχο ή άψυχο; Έχουμε σώμα;

11


12

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας

ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ «ΣΩΜΑΤΑ ΜΕ ΣΗΜΑΣΙΑ»; ΒΑΣΙΑ ΛΕΚΚΑ Διδάκτωρ Ευρωπαϊκής Ιστορίας & Διδάσκουσα, Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο ΠΕΡΙΛΗΨΗ Είναι γεγονός πως το ανθρώπινο σώμα έχει βρεθεί στο επίκεντρο ενός συστηματικού, επιστημονικού ενδιαφέροντος, ήδη από τον 18ο αιώνα, μέσα στο πλαίσιο των μηχανισμών πειθάρχησης του σώματος, που συνοψίζονται σε αυτό που ο Michel Foucault αποκαλεί «ανατομικο-πολιτική του ανθρώπινου σώματος», και των μηχανισμών ρύθμισης του πληθυσμού, που ονομάζει «βιο-πολιτική του πληθυσμού». Εντός των ιστορικών διαδικασιών εδραίωσης του καπιταλιστικού συστήματος, το σώμα, ως «επιφάνεια εγγραφής συμβάντων»,1 μετατράπηκε σε κατ’ εξοχήν αντικείμενο μιας συστηματικής επιστημονικής γνώσης. Tα τελευταία χρόνια, στο πλαίσιο των νέων ψηφιακών συνόρων της Ευρώπης και της εντατικοποίησης της χρήσης βιομετρικών δεδομένων, το ανθρώπινο σώμα καθίσταται πλέον ο απαραίτητος «κωδικός πρόσβασης» (“mot de passe”)2 για κάθε αναγνωρίσιμη και βιώσιμη ταυτότητα στις σύγχρονες κοινωνίες του ελέγχου. Και είναι το σώμα των μεταναστών και μεταναστριών που έχει βρεθεί καταφανώς στο επίκεντρο ενός πλέγματος εξουσιαστικών μηχανισμών επιτήρησης και ελέγχου. Σκοπός, λοιπόν, της παρούσας εισήγησης είναι η παρουσίαση των παραπάνω διαδικασιών και τεχνολογιών εξουσίας με επίκεντρο το σώμα των μεταναστών και μεταναστριών και η κριτική εξέταση των διαχωριστικών γραμμών που χαράσσονται στο βιολογικό και, κατ’ επέκταση, κοινωνικό συνεχές και συνιστούν συστατικό στοιχείο του ρατσισμού στις σύγχρονες βιοπολιτικές κοινωνίες, μετατρέποντας, εν τέλει, τους μετανάστες και τις μετανάστριες σε «σώματα χωρίς σημασία».

M. Foucault, (2003). «Ο Νίτσε, η γενεαλογία, η ιστορία» στο Τρία Κείμενα για τον Νίτσε, μτφ. Δ. Γκινοσάτης. Αθήνα: Πλέθρον, σελ. 57. 2 G. Deleuze, (2001). Η Κοινωνία του Ελέγχου, μτφ. Π. Καλαμαράς. Αθήνα: Ελευθεριακή Κουλτούρα, σελ. 12. 1


Προσκεκλημένοι Ομιλητές

13



ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ


16

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΒΡΑΜΗΣ Τμημα ΦΠΨ, Φιλοσοφική Σχολή, Αθήνα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η φιλοσοφία είναι νεκρή, κατά τον Stephen Hawking και ο θάνατός της έχει ένα σαφές αίτιο, το οποίο προφητεύθηκε το 1921, ως εξής: Για όσα δε μπορεί κάποιος να μιλά, θα πρέπει να σωπαίνει. Οι φιλόσοφοι καταπιάνονται με τη μελέτη των ίδιων θεμάτων επί σειρά αιώνων, παραβλέποντας το γεγονός πως η επιστημονική έρευνα έχει ήδη απαντήσει μερικά από τα φιλοσοφικά ερωτήματα και έχει καταστήσει περιττά κάποια άλλα. Σύμφωνα με τον Bertrand Russel, η φιλοσοφία είναι κάτι ενδιάμεσο μεταξύ θρησκείας και επιστήμης.1 Το πρόβλημα, λοιπόν, το οποίο αντιμετωπίζει η σύγχρονη φιλοσοφία είναι η απομάκρυνση από την επιστήμη και η προσκόλληση στη θρησκεία, όχι απαραίτητα με τη σημασία της πίστης σε θεό, αλλά με τη σημασία της θεμελίωσης φιλοσοφικών απόψεων πάνω σε ατεκμηρίωτες δογματικές πεποιθήσεις. Συχνά βλέπουμε σε κείμενα της φαινομενολογίας ή της αισθητικής να επιχειρούνται βεβιασμένες αναλογίες μεταξύ πραγματικότητας και τέχνης, δίχως να λαμβάνεται υπόψιν πως η τέχνη (σε αντίθεση με την πραγματικότητα) είναι δημιούργημα, πως στην τέχνη υπάρχουν καλλιτέχνες, δημιουργοί, ή πως στην τέχνη υπάρχουν από μηχανής θεοί• η παρουσία ενός δημιουργού στην πραγματικότητα δεν είναι δεδομένη και ως εκ τούτου, κάθε αναλογία μεταξύ πραγματικότητας και τέχνης (όπως αυτή που επιχειρεί ο Wittgenstein) οφείλει να τεκμηριώνει την ομοιότητα των μελών της αναλογίας και όχι να παραβλέπει την ύπαρξη του καλλιτέχνη, με το να συγκρίνει ένα δημιούργημα (καλλιτέχνημα) με την πραγματικότητα, η οποία στερείται (ίσως) δημιουργού. Όχι σπάνια, αναλυτικοί φιλόσοφοι ξεχνούν πως ακόμη και μία ιδεατή γλώσσα θα ήταν επινόηση κάποιου υποκειμένου. Τέτοιες παρανοήσεις οδηγούν στη διατύπωση ψευδοερωτημάτων, όπως «ποιο είναι το νόημα της ζωής;». Ο όρος «νόημα» εισήχθη για να αποσαφηνίζεται η αντιστοιχία ενός λεκτικού συνόλου προς την πραγματικότητα. «Νόημα» θα λέγαμε το δεσμό ταύτισης του σημαίνοντος προς ένα σημαινόμενο. Όταν αυτός ο όρος μεταφέρεται εκτός αυτού του πλαισίου και διερωτάται κανείς ποιο είναι το νόημα της πραγματικότητας, διερωτάται ποια είναι η ταύτιση της πραγματικότητας ως προς την πραγματικότητα• αυτό κρίνεται ως ανόητο. Τα παραπάνω παραδείγματα δεν είναι κατ’ ανάγκη παραδείγματα εσφαλμένων επιχειρημάτων• είναι παραδείγματα επιχειρημάτων, των οποίων οι προκείμενες δεν τεκμηριώθηκαν, αντ’ αυτού έγιναν αντιληπτές ως δεδομένες ή αυτονόητες. Μολοντούτο, δεν είναι. Η αναζήτηση νοήματος στη ζωή δεν είναι μία διαδικασία που είναι αυταπόδεικτο πως έχει νόημα.

Ράσσελ Μπέρτραντ, Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας (1945), σελίδα 17, «Η φιλοσοφία, όπως θα υπονοώ τη λέξη, είναι κάτι ενδιάμεσο μεταξύ θεολογίας και επιστήμης.»

1

17


18

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας Μία αναλυτική φιλοσοφία ικανή να αντέξει σε δριμεία κριτική, οφείλει να εξετάζει την σχέση μεταξύ γλώσσας και πραγματικότητας• τι είναι στα αλήθεια το άφατο στα τρακταριανά αντικείμενα; Μία στέρεη οντολογία οφείλει να είναι αποσυνδεδεμένη από τη μεταφυσική. Μα πάνω απ’ όλα, μία μεταφυσική οφείλει να αποδεικνύει την ανεπάρκεια των φυσικών αντικειμένων για την ερμηνεία των γεγονότων, προτού επινοήσει μεταφυσικά αντικείμενα. Η διασφάλιση ενός επιστημονικού χαρακτήρα στις φιλοσοφικές μελέτες δεν πρόκειται για μία απόπειρα στείρωσης της φιλοσοφίας• πρόκειται για μία απόπειρα θεμελίωσής της σε στέρεες βάσεις. Η νέα φιλοσοφία θα απέχει από την παλιά, ως προς την επιστημονική τεκμηρίωση και την εγκυρότητα τόσο, όσο απέχει η θουκυδίδεια ιστορική αφήγηση από εκείνη του Ηροδότου. Η λογική, οι αιτιακές σχέσεις, το ξυράφι του Όκαμ• ήδη γνωστά εργαλεία μπορούν να μεταμορφώσουν τη φιλοσοφία από έκφραση γνώμης, σε αναζήτηση γνώσης.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ράσσελ Μπέρτραντ, Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας (1945), μτφ Αιμ. Χουρμούζιος, Αθήνα: Αρσενίδη, 2015. Wittgenstein Ludwig, Τractatus Logico-Philosophicus (1921), μτφ Αν. Γεωργαλλίδης, Αθήνα: Ίαμβος, 2016 Hawking Stephen και Mlodinow Leonard, Το μεγάλο σχέδιο: Νέες απαντήσεις στα έσχατα ερωτήματα της ζωής (2010), μτφ Κ. Σίμος, Αθήνα: Κάτοπτρο, 2010. Μερλώ-Ποντύ Μωρίς, Η αμφιβολία του Σεζάν. (1945) Το μάτι και το πνεύμα. (1961), μτφ Αλ. Μουρίκη, Αθήνα: Νεφέλη, 1991. Heisenberg Werner, φυσική και φιλοσοφία (1959), μτφ. Δημ. Κουρτοβικ, Αθήνα: Κάλβος, 1978 Θεοδοσίου Ν. Μιλτιάδης, Η φιλοσοφία του Wittgenstein. Η στροφή στην ερμηνεία της και η αποτίμησή της. Αθήνα: Ευρασία, 2007. Κωβαίος Κωστής Μ., Όλα κυοφορούνται μες στη γλώσσα. Δοκιμές στη φιλοσοφία του Wittgenstein. Αθήνα: Καρδαμίτσα, 1996. Wittgenstein Ludwig, Περί ηθικής. μτφ. Κ. Μ. Κωβαίος, Αθήνα: Καρδαμίτσα, 2000.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΣΩΜΑ ΚΑΙ ΧΩΡΟΣ ΑΜΟΙΒΑΙΕΣ ΜΕΤΑ-ΓΡΑΦΕΣ ΦΟΙΒΗ ΑΙΡΙΣ-ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πολυτεχνείο Κρήτης

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η εισήγηση εξετάζει τις συνδέσεις ανάμεσα στην αρχιτεκτονική, την τέχνη και την φιλοσοφική σκέψη γύρω από την έννοια του σώματος στη σύγχρονη εποχή. Σύμφωνα με την εισήγηση, ο τρόπος με τον οποίο απεικονίζεται ή χρησιμοποιείται το σώμα στην αρχιτεκτονική και την τέχνη είναι άμεσα συνυφασμένος με αυτό που επιλέγει κάθε εποχή ως πρότυπο αισθητικό, επιστημονικό, ιδεολογικό. Το σώμα καταγράφει και αναπαριστά αυτό τον περίγυρο από ιδέες και αισθητικές μεταφορές που εναλλάσσονται, ανακατασκευάζοντας την εικόνα και τη δομή τόσο της σωματικότητας, όσο και του χώρου. Το σώμα εξετάζεται σε αυτή την οπτική, ως τόπος συνάντησης των διαδοχικών θεωρητικών ερμηνειών προκειμένου να τροφοδοτήσει την αρχιτεκτονική έρευνα με νέους τρόπους κατανόησης, αίσθησης και δημιουργίας του χώρου. Και αντίστοιχα να τροφοδοτήσει τη φιλοσοφική σκέψη με την χωρική και επιτελεστική κατανόηση της κατασκευής των εννοιών. Συγκεκριμένα, η εισήγηση θα κινηθεί σε τρεις αλληλοσυσχετισμένες κατευθύνσεις: Στην πρώτη ενότητα εξετάζεται ο ρόλος του σώματος για τη θεώρηση του χώρου και της αρχιτεκτονικής με έμφαση στον 20ο αιώνα. Παρουσιάζονται οι τρόποι με τους οποίους το παράδειγμα του σώματος λειτουργεί ως πρότυπη αναλογία ή μεταφορά για την αρχιτεκτονική αναπαράσταση. Μεταξύ άλλων, εξετάζονται οι ιδιαιτερότητες των σωματικών πρακτικών στον χώρο, το δέρμα ως πολιτικά διαπραγματεύσιμη επιφάνεια και ως τόπος “εγχάραξης” της πολιτισμικής ταυτότητας και ευρύτερα ο τρόπος με τον οποίο η σωματική μεταφορά εγγράφεται στον αρχιτεκτονικό λόγο και πρακτική. Στη δεύτερη ενότητα γίνεται αναφορά στις βασικές φιλοσοφικές θεωρήσεις για τη σωματικότητα από την πλευρά της σύγχρονης σκέψης. Επιχειρείται μια επιλεκτική διαδρομή σε σημαντικές φιλοσοφικές αναφορές και προσεγγίσεις για το σώμα, όπως αυτές έχουν συγκροτηθεί στον 20ο αιώνα και κυρίως μετά τη δεκαετία του`60. Πιο αναλυτικά, εξετάζεται η κεντρικότητα της σωματικότητας σε θεωρίες, όπως η φαινομενολογική προσέγγιση και η έμφαση που αποδίδει στη βιωμένη σωματική εμπειρία, η μεταδομιστική σύλληψη του σώματος ως τόπου κοινωνικο-πολιτισμικών «εγγραφών» και ως προϊόντος συστημάτων λόγου και σχέσεων εξουσίας, καθώς επίσης και η θέση του σώματος στην πρόσφατη ψυχαναλυτική και φεμινιστική θεωρία. Τέλος, στην τρίτη ενότητα εστιάζει σε παραδείγματα από την τέχνη και την αρχιτεκτονική συσχετισμένα με το σώμα και τον χώρο και ειδικότερα στο έργο της φωτογράφου Francesca Woodman και του αρχιτέκτονα-εικαστικού Gordon Matta-Clark. Η εργασία επιλέγει να παρουσιάσει την ιδιόμορφη σχέση αυτών των καλλιτεχνών με το χώρο τη σκέψη και τη σωματικότητα, προκειμένου να δημιουργήσει μια νέα συνάντηση και ανταλλαγή σχέσεων ανάμεσά τους.

19


20

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας Η εισήγηση θα επιχειρήσει την κατανόηση των διαφορετικών αλλά συσχετισμένων προσεγγίσεων γύρω από την έννοια του σώματος στα πεδία της σύγχρονης σκέψης, τέχνης και αρχιτεκτονικής.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Butler Judith, Σώματα με σημασία: οριοθετήσεις του «φύλου» στο χώρο (1993), μτφ.Πελαγία Μαρκέτου, επιμ. Αθηνά Αθανασίου, Αθήνα: Εκκρεμές, 2008. Deleuze Gilles, «Ζωγραφική και αίσθηση» στο συλλογικό τόμο Έννοιες της τέχνης τον 20ο αιώνα, επιστημ.επιμέλ.-εισαγωγή Παναγιώτης Πούλος, μτφ. Μιχάλης Μάτσας Αθήνα: Εκκρεμές, 2006. Deleuze Gilles & Parnet Claire, Dialogues, trans. Hugh Tomlinson and Barbara,Habberjam, New York: Columbia University Press, 1987. Diller, E., Scofidio, R., & Teyssot, G., Flesh: architectural probes, New York: Princeton Architectural Press, 1994. Dodds G., Tavernor R. (eds), Body and building: essays on the changing relation of body and architecture, Cambridge, MA: MIT Press 303-317, 2002. Foucault Μichel, H ιστορία της σεξουαλικότητας: 1 Η δίψα της γνώσης, Aθήνα: Pάππα, 1982. Foucault Μichel, Eπιτήρηση και τιμωρία. H γέννηση της φυλακής (1975), Aθήνα: Ράππα, 1989. Foucault Μichel, Εξουσία, γνώση και Ηθική, μτφ. Ζήσης Σαρίκας, Αθήνα: Ύψιλον/βιβλία, 1987. Grosz Elisabeth, Volatile Bodies - Towards a Corporeal Feminism, Bloominghton & Indianapolis: Indiana University Press, 1994. Haraway Donna, «A Cyborg Manifesto: Science, Technology, and Socialist-Feminism in the Late Twentieth Century» στο Simians, Cyborgs, and Women: The Reinvention of Nature, p. 149-181, New York: Routledge, 1991. Heidegger Martin, Κτίζειν, Κατοικείν,Σκέπτεσθαι, μτφ.Γ. Ξηροπαΐδης, Αθήνα: Πλέθρον, 2008. Κονταράτος Σάββας, Η εμπειρία του αρχιτεκτονημένου χώρου και το σωματικό σχήμα. Αθήνα: Καστανιώτης, 1983. Krauss Rosalind, Bachelors. Cambridge, MA: MIT Press,1999. Λινάρδου-Μπλανσέ Νασία, «Το σώμα ως κείμενο» μάθημα 6ο στο επιμ. Ρεζινάλντ Μπλανσέ Νασία Λινάρδου-Μπλανσέ, Διαβάζοντας το Σύμπτωμα, 6 Μαθήματα εισαγωγής στη Λακανική Κλινική, 133-164, Αθήνα: Εκκρεμές, 2012. Μακρυνιώτη, Δήμητρα (επιμ.), Τα Όρια του Σώματος: Διεπιστημονικές Προσεγγίσεις, Αθήνα: Νήσος, 2004. Merleau-Ponty Maurice, The Visible and the Invisible (Studies in Phenomenology and Existential Philosophy) (1964) 1st edition, ed. Claude Lefort, trans. Alphonso Lingis, Northwestern University Press, 1968. Merleau-Ponty, Maurice, Phenomenology of Perception, μτφ. Colin Smith, London New York: Routledge Classics, 1962. Μουρίκη, Α., (επ.) Η Αμφιβολία του Σεζαν – Το Μάτι και το Πνεύμα. Αθήνα: Νεφέλη, 1991. Pallasmaa Juhani, The Thinking Hand, Existential and Embodied Wisdom in Architecture. 1st edition AD Primers series, Chichester, UK: John Wiley & Sons, 2009. Pallasmaa, Juhani, The Eyes of the skin: Architecture and the senses, 2nd edition, London: Wiley Academy Press, 2005. Σταυρακάκης, Γιάννης, Σταφυλάκης, Κωστής (επιμ.), Το Πολιτικό στη Σύχρονη Τέχνη, Συλλογικό έργο, Αθήνα: Εκκρεμές, 2008. Teyssot, George, Prosthetic Architecture: an Environment for the Techno-body. ein Vortrag Für Die HfbK, Hamburg, 2002. Vidler Anthony, The Architectural Uncanny: Essays in the Modern Unhomely, Cambridge. Mass: MIT Press, 1992.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΕΠΑΝΑ-ΠΡΟΣΕΓΓΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΧΑΡΤΩΝ ΜΑΡΙΑ ΑΝΔΡΑΚΑΚΟΥ & ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ Σχολή Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών, ΕΜΠ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παρούσα εισήγηση γίνεται συνοπτική προσέγγιση της χρήσης της χαρτογραφίας ξεκινώντας από την αποικιοκρατική εποχή του 16ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 20ου όπου και εδραιώνονται οι αρχές της παγκόσμιας σύνθεσης χαρτών. Γι’ αυτό το λόγο παρατίθενται και αναλύονται διαφορετικές χαρτογραφικές προβολές, όπως η Μερκατορική προβολή και ιδιαίτερες χαρτογραφικές απεικονίσεις, όπως η καθιερωμένη ένταξη της Κύπρου σε ελληνικούς χάρτες. Ο χάρτης ορίζεται ως η αναπαράσταση του γεωγραφικού σκηνικού, αποτελεί μια κοινωνική κατασκευή και δύναται να παρομοιαστεί με κείμενο που εμπεριέχει πολιτική διάσταση.1 Ουσιαστικά εκφράζει τις αντιλήψεις και τους σκοπούς του κοινωνικοπολιτικού σχηματισμού μέσα στον οποίο συστάθηκε. Η απόδοση ενός φαινομένου του πραγματικού χώρου σε μια δισδιάστατη και πεπερασμένη επιφάνεια είναι περίπλοκη διαδικασία, που απαιτεί πολλά στάδια λήψης αποφάσεων από τον χαρτογράφο και αποδίδει πληθώρα λύσεων. Οι επιστημονικές μέθοδοι που θα σκιαγραφηθούν είναι οι μαθητικοποιημένες ιδιότητες που επηρεάζουν την χαρτογραφική απόδοση. Αυτές είναι, μεταξύ άλλων, η προβολή, που επηρεάζει το τρόπο απεικόνισης των σχημάτων, μεγεθών και αποστάσεων της πραγματικότητας, το σύστημα συντεταγμένων, που δημιουργεί περιοχές του χάρτη με ελάχιστα και μέγιστα σφάλματα αποστάσεων, και η κλίμακα.2 Κάθε επιστημονική μέθοδος δεν είναι ανεξάρτητη του κοινωνικού και πολιτικού πλαισίου μέσα στο οποίο παράγεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα από το παρελθόν είναι η ιδέα της Μεγάλης Ελλάδας του Ε. Βενιζέλου όπου παρουσιάζεται η ιμπεριαλιστική τάση της Ελλάδας αλλά και στο τώρα η απεικόνιση του ισραηλινού κράτους σε σχέση με το παλαιστινιακό ως προς τη γεωγραφική έκταση και το περιεχόμενο του χάρτη, γεγονός που αποδεικνύει την πολιτική και κοινωνική πτυχή της χαρτογραφικής επιστήμης και τελικά το ρόλο της στη διαμόρφωση αντιλήψεων για τη γεωγραφική και όχι μόνο πραγματικότητα. Η εισήγηση έχει ως σκοπό να τονίσει τη σημασία της κοινωνικής και πολιτικής χρήσης των χαρτών και κατ’ επέκταση να διευρύνει στο μέτρο του δυνατού την επιστημονική και όχι μόνο ενασχόληση με το συγκεκριμένο ζήτημα. Η χρήση των χαρτών είναι μια διαδομένη μέθοδος απόδοσης χωρικών δεδομένων που εν τέλει συμβάλει σημαντικά στη διαμόρφωση αντιλήψεων.

Leuenberger Christine & Schnell Izhak «The politics of maps: Constructing national territories in Israel» (2010) στο Social Studies of Science τεύχος 40(6) σ.803-842 2 Arthur H. Robinson, Joel L. Morrison, Phillip C. Muehrcke, A. Jon Kimerling & Stephen C. Guptill, Στοιχεία Χαρτογραφίας (1995), μτφ. Τσιαντούλας Τ. Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π., 2002 1

21


22

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας Είναι, λοιπόν, επιτακτική η αντιμετώπιση του χάρτη όχι ως ουδέτερο εργαλείο, αλλά ως αποτύπωση με συγκεκριμένο προσανατολισμό και περιεχόμενο. Επομένως, όπως στην περίπτωση μιας άποψης που εκφράζεται σε ένα κείμενο ή σε μια εισήγηση, είναι θεμιτό να λαμβάνεται υπόψη ο παραγωγός της, κατ’ αντιστοιχία και ο χάρτης πρέπει να μελετάται υπό το πρίσμα του από ποιον και για ποιο λόγο δημιουργήθηκε καθώς και σε ποιον απευθύνεται. Τέλος, αναφορικά με περαιτέρω έρευνα σχετική με το παρόν ζήτημα, κρίνεται σκόπιμη η μελλοντική εστίαση σε θέματα όπως η σχέση χαρτογραφίας και ψηφιακής τεχνολογίας με χαρακτηριστικό παράδειγμα το google maps ή άλλες διαδικτυακές εφαρμογές.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΑΠΩΛΕΙΑ ΜΝΗΜΗΣ (ΑΠ-) ΕΔΑΦΙΚΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΝΗΜΗΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πολυτεχνείο Κρήτης ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα εισήγηση εστιάζει στη σύγχρονη μετα-ψηφιακή εποχή της παγκοσμιοποιημένης πληροφορίας, όπου η σχετικότητα των εννοιών του χώρου και του χρόνου εμπλέκουν το υποκείμενο σε μία αέναη διαδικασία διαμεσολάβησης. Το κύριο εναρκτήριο ερώτημα που η εισήγηση καλείται να διερευνήσει είναι: «Σε αυτή τη συνθήκη συνεχών μεταβολών, όπου η μεσοποίηση της πληροφορίας μας επιτρέπει να έχουμε τη συγχρονική επίγνωσή τους, τι θα εμμείνει στο πέρασμα του χρόνου;» και ποιο συγκεκριμένα «Πώς σχεδιάζεται ένας χώρος ώστε να διαρκεί;». Στην παρούσα εισήγηση διερευνάται η έννοια της Μνήμης, όχι ως διαδικασία καταγραφής ή αποθήκευσης της βιωμένης εμπειρίας, αλλά κυρίως ως το ενέργημα της ερμηνείας της. Στο πρώτο μέρος γίνεται μία προσπάθεια συγκρότησης ενός λεξιλογίου για την έννοια και τη λειτουργία της Μνήμης μέσα από την ερευνητική κατεύθυνση των ανθρωπιστικών επιστημών· πιο συγκεκριμένα καταγράφεται το πέρασμα από τη κοινωνική μνήμη του Maurice Halbwachs στη ψηφιακή μνήμη του Ernst Wolfgang. Το δεύτερο μέρος της εργασίας διερευνά την έννοια της Μνήμης υπό το πρίσμα της φιλοσοφίας. Πιο συγκεκριμένα, αναλύεται η έννοια της μνήμης στο φιλοσοφικό πλαίσιο της σκέψης του Gilles Deleuze. Ειδικότερα, αναλύεται το δίπολο μνήμη – ύλη ή αλλιώς παρελθόν – παρόν ή υποκειμενικό – αντικειμενικό, στο έργο του Henri Bergson, όπως αυτό ερμηνεύεται από τον Deleuze. Στο τρίτο μέρος θα επιχειρηθεί μία εργαλειακή μεταφορά των εννοιών που εξετάστηκαν σχετικά με τις προηγούμενες θεωρήσεις περί Μνήμης στη διαδικασία του χωρικού σχεδιασμού. Έννοιες που αναδύθηκαν από τη φιλοσοφική ανάλυση θα χρησιμοποιηθούν για τη κατάρτιση αρχιτεκτονικών χειρισμών για το σχεδιασμό ενός χώρου ικανού να εκφράζει διάρκεια, έννοια που αναλύθηκε διεξοδικά και ταυτίστηκε με τη μνήμη στο δεύτερο μέρος της εργασίας.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Appadurai Arjun, «Αρχείο και προσδοκία» (2012), στο Π. Κούρος, Ε. Καραμπά (επιμ.), Archive Public, μτφ. Γ. Βογιατζής, σσ. 201-210, Πάτρα και Αθήνα: Τμήμα Αρχιτεκτόνων, Πανεπιστήμιο Πατρών και Κύβος. Colebrook Claire, Gilles Deleuze, London: Routledge, 2002α. Colebrook Claire, Understanding Deleuze, Crows Nest NSW: Allen & Unwin, 2002β. Deleuze Gilles, Ο Μπερξονισμός (1966), μτφ. Γ. Πρελορέντζος, Αθήνα: Scripta 2010α. Deleuze Gilles, Κινηματογράφος ΙΙ: Η Χρονοεικόνα (1985), μτφ. Μ. Μάτσας, Αθήνα: Νήσος, 2010β.

23


24

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας Deleuze Gilles, Difference and Repetition (1968), trans. P. Patton, London and New York: Bloomsburry, 1994. Ernst Wolfgang, «Το αρχείο ως μεταφορά. Από τον αρχειακό χώρο στον αρχειακό χρόνο.» (2012), στο Π. Κούρος, Ε. Καραμπά (επιμ.), Archive Public, μτφ. Β. Ιακώβου, σσ. 237-258, Πάτρα και Αθήνα: Τμήμα Αρχιτεκτόνων, Πανεπιστήμιο Πατρών και Κύβος. Ernst Wolfgang, Digital memory and the archive (Vol. 39, Electronic Mediations), Minneapolis: University of Minnesota Press, 2013. Kwinter Sanford, Architectures of Time, Cambridge: The MIT Press, 2003. Guattari Felix, Οι Τρεις Οικολογίες (1989), μτφ. Μ. Σολωμού, Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 1991. Halbwachs Maurice, Τα Κοινωνικά Πλαίσια της Μνήμης (1925), μτφ. Ε. Ζέη, Αθήνα: Νεφέλη, 2013α. Halbwachs Maurice, Η Συλλογική Μνήμη (1950), μτφ. Τ. Πλυτά, Αθήνα: Παπαζήση, 2013β. Μάντογλου Άννα, Κοινωνική Μνήμη, Κοινωνική λήθη, Έκδηλες και Λανθάνουσες Μορφές Κοινωνικής Σκέψης, Αθήνα: Πεδίο, 2010. Μάντογλου Άννα, Μνήμες. Ατομικές – Κοινωνικές – Ιστορικές, Αθήνα: Παπαζήση, 2005. Radstone S. και Schwarz B, «Mappng Memory» (2010), στο S. Radstone και Β. Schwarz (επιμ.), Memory. Histories, Theories, Debates. σσ. 1-9, New York: Fordham University Press. Rajchman John, The Deleuze Connections, Cambridge: The MIT Press, 2000. Rajchman John, Constructions, Cambridge: The MIT Press, 1998. Σταυρίδης Σταύρος, «Η σχέση του χώρου και του χρόνου στη συλλογική μνήμη.» (2006), στο Σ. Σταυρίδης (επιμ.), Μνήμη και Εμπειρία του Χώρου. σσ. 13-41, Αθήνα: Αλεξάνδρεια. Virilio Paul, Η Πληροφοριακή Βόμβα (1998), μτφ. Β. Τομανάς, Θεσσαλονίκη: Νησίδες, 2000.


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΕΝΝΟΙΛΟΓΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ PING ΚΑΙ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΙΡΗ ΒΟΓΙΑΤΖΑΚΗ Τμήμα Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών, Φιλοσοφική Σχολή, Πανεπιστήμιο Κρήτης

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στο κείμενο επιχειρείται μία ανάλυση σύγχρονων εγκαταστάσεων εννοιολογικής τέχνης. Για το σκοπό αυτό θα βοηθήσουν δύο πρόσφατες καλλιτεχνικές πρακτικές, το «92 Bras de Guanyin» (2014) του Huang Yong Ping και η «Ανασυγκροτημένη Εθιμοτυπία» (2012) της Ιωάννας Πανταζοπούλου. Eστιάζουμε στο εννοιολογικό τους περιεχόμενο και σε ορισμένες λειτουργίες της τέχνης· στην εννοιολογική τέχνη είναι περισσότερο σημαντική η έννοια που δημιουργείται και υποδηλώνεται, η ιδέα και η σύλληψη παρά το ίδιο το αντικείμενο. Βλέπουμε τη σχέση του έργου με το χώρο, του παρατηρητή και του έργου, του χώρου και του παρατηρητή. Η εννοιολογική τέχνη αναφέρεται σε ιδέες και νοήματα και θέτει ερωτήματα για το τί ειναι τέχνη. Είναι «αυτοπαθής»: το αντικείμενο αναφέρεται πίσω στο υποκείμενο, όπως στη φράση «σκέφτομαι για το πώς σκέφτομαι» και ερευνά τα θεμέλια της σημερινής έννοιας της τέχνης. Το πρώτο έργο είναι μία μνημειακή εγκατάσταση (monumental installation) του Huang Yong Ping η οποία παρουσιάστηκε το 2014 στο MAXXI Museo nazionale delle arti del XXI secolo στη Ρώμη (έκθεση Bâton- Serpent, 2014) και περιλαμβάνει κινέζικα αντικείμενα συμβολικά και άλλα τα οποία σχετίζονται με το βουδισμό. Μπορούμε να διακρίνουμε την πολιτική λειτουργία της τέχνης, αναλόγως με τη κοινότητα στην οποία απευθύνεται το έργο. Ο Ping θέτει ένα πλαίσιο παγκοσμιοποίησης και ενοποίησης Ανατολής και Δύσης με τρόπο υπαινικτικό εισάγοντας στοιχεία και από τους δύο πολιτισμούς και θέτει υπό σκέψη τις σχέσεις και την ένταση μεταξύ των διαφορετικών πολιτισμών και των θρησκειών και μεταξύ ιστορίας και νεωτερικότητας. Ο φιλοσοφικo-αισθητικός του προβληματισμός, ο οποίος τείνει μερικές φορές στο μηδενισμό, τονίζει το κρίσιμο ρόλο του σκεπτικισμού με τον οποίο ο καλλιτέχνης αμφισβητεί την ορθολογική και ανθρωποκεντρική ηγεμονία. Είναι μία κριτική ματιά στη φιλοσοφική και γεωπολιτική προέλευση των σύχρονων συγκρούσεων που συμβαίνουν στο κόσμο. Για την ηθική λειτουργία του έργου, δηλαδή το τί επιτρέπεται να αποτυπωθεί και τί όχι, εστιάζουμε στην απεικόνιση της Ινδικής θεάς Kali. Μέσω μιας σύνθετης και αμφίθυμης διαλεκτικής ο καλλιτέχνης επεξηγεί την ανάμειξη των ιστορικών, πολιτιστικών και πολιτικών δυνάμεων και προτείνει ένα διάλογο ανάμεσα στη θρησκεία και τον πολιτισμό. Επίσης, θα φανεί ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αναφορά στο διάσημο έργο «Bottle rack» του Marcel Duchamp χρησιμοποιώντας το έργο του Duchamp ως ένα στρατηγικό στοιχείο-σύμβολο με στόχο την αναθεώρηση της παραδοσιακής αξίας για το νέο. Η δεύτερη εγκατάσταση είναι η «Ανασυγκροτημένη Εθιμοτυπία» της Ιωάννας Πανταζόπουλου η οποία αποτέλεσε μέρος της έκθεσης: Η Υπέρβαση της Άβυσσος-Flying over the Abyss, το περασμένο έτος στο Ωδείο Αθηνών. Αποτελείται από τα καθημερινά αντικείμενα ενός επίσημου δείπνου αποσυναρμολογημένα —κι έτσι μη λειτουργικά— και ταυτόχρονα ενωμένα, ένα ενιαίο όλον το οποίο μοιάζει να αιωρείται, σαν να φωτογραφήθηκε τη στιγμή μιας έκρηξης. Αντικατοπτρίζοντας τις θεωρίες αποδόμησης του Jacques Derrida, το έργο αυτό επιχειρεί να αποδoμήσει θεωρητικά και

25


26

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας φυσικά. Επίσης, φαίνεται να ενθαρρύνει την αλληλεπίδραση μεταξύ των πραγμάτων και των πλαισίων τους. Τέλος, η λειτουργία της σχεσιακής αισθητικής όπως την εισήγαγε ο Nicolas Bourriaud, η οποία βασίζεται στην αντίληψη πως ένα έργο τέχνης δεν μπορεί να αποτελεί ένα ολοκληρωμένο αντικείμενο που στέκει στο χώρο αυτούσιο και σε μία ιεραρχική σχέση με το κοινό, εφαρμόζεται σε αυτό το έργο. Τα αναθεμελιωμένα αντικείμενα δημιουργούν καταστάσεις κατάλληλες να τροποποιήσουν τις στάσεις μας απέναντι στο συλλογικό περιβάλλον.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Cabanne, P., Ο μηχανικός του χαμένου χρόνου, Αθήνα: Άγρα, 1990. Giulio-Carlo A., Η μοντέρνα τέχνη 1770-1970 - Η τέχνη στην καμπή του 21ου αιώνα, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο Κρήτης, 2014. Godfrey, T., Εννοιολογική Τέχνη, Αθήνα: Καστανιώτη, 1998. Τσίγκογλου, Σ., Η Σύγχρονη Τέχνη, Αθήνα: Καστανιώτης, 2014. Aπό τη Μινιμαλιστική στην Εννοιολογική Τέχνη, Επιμ. Νίκος Δασκαλοθανάσης, Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, 2006. Το πολιτικό στη σύγχρονη τέχνη, Επιμ. Γιάννης Σταυρακάκης, Κωστής Σταφυλάκης. Αθήνα: Εκκρεμές, 2008. Dixon, S., Digital Performance: A History Of New Media in Theater, Dance, Performance Art, and Installation, MIT Press, 2015. Howells, C., Derrida: Deconstruction from Phenomenology to Ethics, John Wiley & Sons, 2013

ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΓΡΑΦΙΑ Μαριλένα Κόλλια, «Διαδραστικές καλλιτεχνικές εγκαταστάσεις σε εξωτερικούς χώρους: αλληλεπίδραση του έργου με το κοινό», Ιούνιος 2009, <www.syros.aegean.gr/de/ dpsd02026.pdf> πρόσβαση 18.04.17. Bâton Serpent Guide. <http://www.maxxi.art/wp-content/uploads/2012/01/ booklet_ HuangYongPing.pdf?x64602> πρόσβαση 20.09.17. Chen, Ya-Ling, Dada is Dead, Beware of the Fire! An Interview with Huang Yong Ping<http:// toutfait.com/ dada-is- dead-beware-of-the-firean-interview-with-huang-yong- ping/> πρόσβαση 18.04.17. Huang Yong Ping, Bâton Serpent <http://www.maxxi.art/en/events/huang-yong-ping/> πρόσβαση 20.09.17. Huang Yong Ping <https://en.wikipedia.org/wiki/Huang_Yong_Ping> πρόσβαση 20.09.17 Ιoanna Pantazopoulou, Reconfigured Etiquette <http://ioannapantaz.com/Ioannapantaz/ R.E..html> πρόσβαση 20.09.17. Neon, Exibition’s Leaflet, Flying over the Abyss-Η Υπέρβαση της Άβυσσος, 18 Νovember 2016 – 29 January 2017, Athens Conservatoire <http://neon.org.gr/wp- content/uploads/2016/09/ abyss_PR_EN_athens.pdf> πρόσβαση 20.09.17.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΙΜΑΤΙΑΣΙΣ, Ή Η ΕΠΩΔΥΝΗ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ‹ΙΔΑΝΙΚΟΥ› ΣΩΜΑΤΟΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΒΟΓΙΑΤΖΗ & ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΣΑΡΡΗΣ Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ιματίασις, η, ουσ. [< ἱμάτιον + ἴασις] η παραμόρφωση του σώματος μέσα από το ένδυμα, που έχει ως σκοπό την επίτευξη της ιδανικής για τον άνθρωπο μορφής. Ο άνθρωπος βρίσκεται σε έναν αναβρασμό προς την ανακάλυψη ενός νέου σωματικού παραδείγματος, για το οποίο αρχιτέκτονες και σχεδιαστές βρίσκονται σε μια διαρκή αναζήτηση. Η ανάλυση ξεκινά από την μελέτη του ενδύματος ως μιας πιο οικείας αρχιτεκτονικής. Το σώμα, γίνεται το αντικείμενο αυτής της έρευνας, σε μια προσπάθεια εξερεύνησης της αλληλεπίδρασής του με το ένδυμα, με την δική μας ματιά ως αρχιτέκτονες. Η διαδικασία του σχεδιασμού και στους δυο τομείς άλλωστε, περικλείει σε έναν μεγάλο βαθμό τον καθορισμό των κανόνων που καθορίζουν την εξέλιξη των προϊόντων που προήλθαν απ’ αυτή, αλλά και του ίδιου του σώματος. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο άνθρωπος, ανήσυχος, επιχείρησε να θέσει όρια στο σώμα του, ξεφεύγοντας από τον εαυτό του. Χρησιμοποιεί το ένδυμα ως εργαλείο εκπλήρωσης ενός προτύπου προκαλώντας δυσφορία ακόμη και πόνο στο σώμα. Όμως η πίεση προς ένα ιδανικό δεν μπορούσε παρά να θέσει ένα ερώτημα σχετικά με το τι δεν εντάσσεται σ’ αυτό. Το τέρας ως έννοια ταυτίστηκε από αρχαιοτάτων χρόνων με αυτήν ακριβώς την παρέκκλιση. Εδώ, παραδόξως, μοιάζει να συγκεντρώνει τα στοιχεία της παραμόρφωσης που επιδέχεται το ανθρώπινο σώμα για να φτάσει στην επιθυμητή μορφή. Η ταλαιπωρία που χαρακτηρίζει ένα κυνήγι του ιδανικού, της ομορφιάς και του ελαττώματος, οδήγησε την έρευνα στην εξής διαπίστωση: πως η ένδυση αποτελεί ένα ζήτημα ενσωμάτωσης, ένα ζήτημα επιβίωσης. Έτσι, λοιπόν, το σώμα πασχίζει για να τα καταφέρει να παρουσιάσει την βελτιωμένη του εικόνα στον κόσμο και όσο πασχίζει, τόσο πιο πολύ πάσχει. Η υγεία επηρεάζει την εμφάνιση και το αντίστροφο, στο βωμό της θεραπείας των ατελειών ενός οργανισμού ή μιας μορφής σώματος, γεγονός που συντέλεσε στην ανάγκη της σύνδεσης μεταξύ των τομέων της μόδας και της ιατρικής. Και τα δυο συγκεντρώνουν στοιχεία εξορθολογιστικών διαδικασιών, προσπαθώντας να ορίσουν το φυσικό και το αφύσικο, το υγιές και το παθογόνο, το ιδανικό και το τέρας. Είτε ο άνθρωπος χρησιμοποιεί το ένδυμα, είτε ένα ιατρικό εργαλείο, επεμβαίνει στο σώμα του και το αλλάζει· η ιματίασις, είναι η πρακτική της παραμόρφωσης του σώματος μέσα από το ένδυμα. Η παρούσα ερευνητική εργασία μελετά τους τρόπους με τους οποίους αυτή μπορεί να οδηγήσει σε ένα νέο τύπο σώματος, με χαρακτηριστικά τέτοια που θα ανατρέψει την στασιμότητα και θα επεκτείνει τα όριά του.

27


28

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Fukai Akiko, Visions of the Body: Fashion or Invisible Corset, Kyoto: The Kyoto Costume Institute, 1999. Bataille Georges και Dalwood Mary, Erotism: Death and Sensuality, San Francisco: City Lights Books, 1986. Braidotti Rossi, Nomadic subjects, New York: Columbia University Press, 1994 Diller Elizabeth, Scofidio Ricardo, Renfro Charles, Flesh, Whitehouse Station: Princeton Architectural Press, 1994. Henderson Gretchen, Ugliness, London: Reaktion Books, 2015. Hodge Brooke, Mears Patricia and Sidlauskas Susan, Skin and bones, New York: Thames & Hudson, 2008. Koda Harold, Extreme beauty: The body transformed, New York: Metropolitan Museum of Art, 2004. Quinn Bradley, The Fashion of Architecture, New York: Berg, 2003. Rudovsky Bernard, Are clothes modern?, Chicago: Paul Theobald, 1947. Svendsen Lars, Fashion: A Philosophy, London: Reaktion Books, 2006. Wigley Mark, White Walls, Designer Dresses, Cambridge, MA: MIT Press, 1995. Μακρυνιώτη Δήμητρα, Τα όρια του σώματος -Διεπιστημονικές Προσσεγγίσεις, Αθήνα: Νήσος, 2004. Ζηδιανάκης Βασίλης, ARRRGH! Τέρατα και σημεία στη μόδα, Αθήνα: ATOPOS CVC, 2011.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΗΧΑΝΗ; ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΕΠΑΝΑΔΙΑΤΥΠΩΣΗΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΣ ΜΥΡΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΒΟΥΡΑΚΗΣ τμήμα Μαθηματικών, Αθήνα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ένα πολύ σημαντικό ερώτημα της φιλοσοφίας είναι αν ο άνθρωπος μπορεί να νοηθεί σαν μηχανή. Με τον όρο μηχανή, εν γένει, εννοούμε ένα εργαλείο που έχει προκύψει ως αποτέλεσμα μιας τεχνολογίας. Η τεχνολογία-τεχνική διαμορφώνουν την ουσία της επιστήμης, όπως σωστά παρατηρεί ο Heidegger. Δεδομένου, λοιπόν, πως στη μετανεωτερικότητα, ειδικά, η τεχνολογία έχει αποκτήσει μια αμιγώς υπολογιστική ουσία, εύλογα υποθέτουμε πως και ο χαρακτήρας της επιστήμης είναι κι αυτός υπολογιστικός στην ουσία του. Στις μέρες μας αυτό φαίνεται ολοένα και περισσότερο. Άρα εύκολα καταλήγουμε πως μια μηχανή είναι πάντα μια υπολογιστική μηχανή, δηλαδή περιγράψιμη πλήρως από μια ανάλογη μηχανή Turing. Αν περιορίσουμε λοιπόν χάρην αυστηρότητας και σαφήνειας την πραγμάτευση στις μηχανές Turing, καθώς είναι αυστηρά ορισμένες σε μαθηματικά πλαίσια, δε χάνουμε κάτι ουσιώδες στην όλη ερωτηματοθεσία. Καθώς δε ο ορισμός μιας μηχανής Turing είναι ο ευρύτατος δυνατός και το θέμα είναι πραγματεύσιμο σε καθαρά θεωρητικό επίπεδο κι οχι πρακτικό, φαίνονται ακόμα περισσότερο τα πλεονεκτήματα μιας τέτοιας προσέγγισης. Βλέπουμε λοιπόν πως το εν λόγω ερώτημα τίθεται στο μεταίχμιο μεταξύ φιλοσοφίας και επιστήμης. Στο εξαιρετικό απ› όλες τις απόψεις βιβλίο «The shadows of the mind», του Roger Penrose, δίνεται μια «επιστημονική απόδειξη» πως ο άνθρωπος δεν είναι μηχανή, αλλά τελικά καταλήγει πως αυτό ισχύει δεδομένων ορισμένων υποθέσεων, οι αρνήσεις των οποίων είναι εξαιρετικά αντιδιαισθητικές ή μη υλιστικές. Καθώς η επιχειρηματολογία του συγγραφέα είναι αρκετά τεχνική θα γίνει προσπάθεια να δωθεί σε γενικές, αλλά σαφείς ως προς το πνεύμα, γραμμές. Αρκεί εδώ να θέσουμε πως η βασική ιδέα είναι πως ορισμένοι τομείς του πνεύματος ξεφεύγουν απ’ το πεδίο της καθαρής υπολογισιμότητας. Ο Penrose χρησιμοποιεί τα μαθηματικά(ιδωμένα φυσικά πάντα από την σκοπιά του ίδιου του μαθηματικού) και χτίζει το προς άτοπο, επιχείρημά του. Μέσω του 2ου θεωρήματος μη πληρότητας του Goedel δείχνει πως η αυτοσυνειδησία αναφορικά με τη συνέπεια ενός τυπικού συστήματος είναι αδύνατη μέσα στο σύστημα αυτό και άρα ο άνθρωπος δεν είναι περιγράψιμος ως τέτοιο. Δηλαδή μέσα απ’ το επιχείρημά του φαίνεται πως η αυτοσυνειδησία διαφοροποιεί τον άνθρωπο απ’ τις μηχανές. Στο 2ο μέρος του βιβλίου του τίθεται το αίτημα για μια επιστήμη που δεν θα έχει ως αντικείμενό της μόνο ό,τι υπόκειται σε καθαρά υπολογιστικούς κανόνες. Φυσικά το αίτημα αυτό έχει τεθεί κι απο πλήθος φιλοσόφων και διανοητών. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Χούσσερλ, ο οποίος θέτει το ίδιο αίτημα πάλι αφορμώμενος από το αίνιγμα που θέτει η συνείδηση. Ο Χούσσερλ συνδέει το αίτημα αυτό με μια ριζική αλλαγή της σκέψης και κατ› επέκταση του πολιτισμού. Μάλιστα το ερώτημα: «Είναι ο άνθρωπος μηχανή;» και τα συναφή του, αποτελούν πηγή στοχασμού και έμπνευσης και στο πεδίο των τεχνών με λαμπρά παραδείγματα όπως το ποίημα «Ιγκιτούρ ή η τρέλα του Ελμπενόν» και «Μια ζαριά ποτέ δεν θα καταργήσει το τυχαίο», του Μαλλαρμέ. Τέλος να σημειωθεί πως αυτή η εργασία είχε διττό σκοπό, πρώτον να αναδείξει τη σημαντικότητα αυτού του ερωτήματος και δεύτερον να δώσει κάποιες κατευθυντήριες γραμμές για μια ουσιαστική πραγμάτευσή του.

29


30

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Roger Penrose, Shadows of the Mind, London: Vintage Books. Martin Heidegger, What is a thing (trans. W.B.Barton,Jr and Vera Deutsch), Gateway. Martin Heidegger, The Essence of Human Freedom (translated by Ted Sadler) Continuum. Martin Heidegger, Mindfulness (trans. Parvis Emad and Thomas Kalary) Continuum. Martin Heidegger, The Question Concerning Technology and Other Essays (trans. William Lovitt) Harper Torchbooks Martin Heidegger, What is called Thinking (trans. J. Glenn Gray) Harper Perennial. Martin Heidegger, Περί Πολιτικής, Περί Αλήθειας, Περί Τεχνικής, μτφ. Δ. Τζωρτζόπουλου, Αθήνα: Ηριδανός. Martin Heidegger, Είναι και Χρόνος, μτφ. Γ. Τζαβάρα, Αθήνα: Δωδώνη. V.A.Uspensky, Goedels Incompleteness Theorem, Moscow: Mir Publichers. Michael Sipser, Εισαγωγή στη Θεωρία Υπολογισμού, μτφ. Χ. Καπούτσης, Ηράκλειο: ΠΕΚ.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΑΙΤΙΑΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

ΣΠΥΡΟΣ ΓΑΛΑΤΗΣ Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στο βιβλίο Making Things Happen o James Woodward αναλύει δύο θέματα στη σύγχρονη φιλοσοφία της επιστήμης : την αιτιότητα και την εξήγηση. Στο έργο του γίνεται μια αναλυτική παρουσίαση της λεγόμενης ‘manipulability theory of causation’ ή την θεωρία χειρισμού1 της αιτιότητας και της αιτιακής εξήγησης. Συνοπτικά, συμφωνα με τον ίδιο, οι συλλογισμοί που αφορούν την αιτιότητα μεταξύ συμβάντων αναλύονται ως εξής: μια αιτιακή δήλωση ότι το «Χ προκαλεί το Y» σημαίνει ότι χειραγωγόντας ή αλλάζοντας την κατάσταση του Χ, θα άλλαζε η κατάσταση του Υ. Με άλλα λόγια, αν μέσω μιας παρέμβασης (intervention) A στο Χ η οποία αλλάζει την κατάσταση του Χ αλλάξει αναλογικά την κατάσταση του Υ, τότε η δήλωση ότι «το Χ προκαλεί το Υ» είναι αληθής. Αξιοσημείωτο στοιχείο του έργου του είναι ότι εισάγει νέα εννοιολογικά εργαλεία στην ανάλυση των αιτιακών δηλώσεων. Συγκεκριμένα, ο Woodward όταν μιλάει για την αιτιότητα αναφέρεται στη σχέση αιτιότητας μεταξύ μεταβλητών (Η, Β, Χ κλπ). Οι μεταβλητές αυτές έχουν ως τιμές τους καταστάσεις κάποιων τύπων συμβάντων (event types). Για παράδειγμα, έστω κάποιες μεταβλητές Α και Η οι οποίες έχουν τις εξής τιμές κατάστασης: το Α έχει τις δυνατές τιμές κατάστασης a1 :βρώση ασπιρίνης και a2: μη βρώση ασπιρίνης. Από την άλλη, η μεταβλητή Η έχει τις εξής δυνατές τιμές κατάστασης: h1: ανακούφιση από πονοκέφαλο και h2:μη ανακούφιση από πονοκέφαλο. Έτσι λοιπόν όταν ο Woodward μιλάει για αιτιότητα, εννοεί ότι το «Α(a1) προκαλεί αιτιακά το Η(h1)» και αναλογικά το «Α(a2) προκαλεί αιτιακά το Η(h2)» μέσα από ένα πλαισιο αντιγεγονοτικής εξάρτησης, η οποία εδραιώνεται από την εφαρμογή κάποιας παρέμβασης (intervention) στην αιτία. Συνοπτικά, όσον αφορά στην αιτιακή εξήγηση των συμβάντων, το αιτιακό μοντέλο του Woodward προσφέρει την ακόλουθη ανάλυση: το να εξηγήσεις ένα φαινόμενο είναι το να δείξεις πώς μπορείς να χειραγωγήσεις την εμφάνιση αυτού του φαινομένου. Γνωρίζοντας ποιοί μηχανισμοί λαμβάνουν χώρα στο σύστημα προς εξέταση, κάτι που ανακαλύπτεται από τη χρήση παρεμβάσεων στο σύστημα, κάποιος είναι ικανός να παράξει και ταυτόχρονα να εξηγήσει το φαινόμενο, εκθέτοντας τους μηχανισμούς αυτούς που συσσωρευτικά προκαλούν το φαινόμενο προς εξέταση. Να εκθέσεις, με άλλα λόγια, ένα συστηματικό μοτίβο αντιγεγονοτικής εξάρτησης που εκδηλώνει το αιτιακό σύστημα σε συστηματικες επεμβάσεις των παραγόντων που προκαλούν το φαινόμενο προς εξήγηση. Συνεπώς, υπό αυτή την ανάλυση της αιτιότητας και της εξήγησης ο Woodward

Στο έργο του ο όρος ‘manipulation’ που μεταφράζεται ως ‘’χειρισμός’’ και ο όρος ‘intervention’ που μεταφράζεται ως ‘‘παρέμβαση’’ θα πρέπει να διακριθούν από οποιαδήποτε συσχέτιση όσον αφορά στις ανθρώπινες και μόνο αιτιακές δράσεις. Οι αντιγεγονοτικές υποθέσεις μπορεί να έχουν καθαρά μη πρακτικό χαρακτήρα όσον αφορά στο χειρισμό της αιτιότητας ή της παρέβασής της. 1

31


32

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας προσφέρει μια νέα θεωρία αιτιότητας, η οποία δομεί και θεμελιώνει τη θεωρία εξήγησης συμβάντων, διαμορφώνοντας έτσι ένα νέο αιτιακό μοντέλο για την επιστημονική εξήγηση.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Woodward, J, Making Things Happen, Oxford University Press, 2003


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΤΟ ΚΡΥΣΤΑΛΛΙΝΟ ΠΟΤΗΡΙ ΤΟΥ HUME ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΕΠΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ POPPER ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ-ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣ ΓΕΡΑΚΙΝΗΣ Σχολή Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών, ΕΜΠ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παρούσα εργασία θα μας απασχολήσει το κατά πόσο η αιτιότητα διαθέτει ένα οντολογικό status, ήτοι κατά πόσο ανταποκρίνεται σε κάτι υπαρκτό η έννοια της αιτιακής σύνδεσης δύο συμβάντων. Κατά τον Hume όταν ένα γεγονός προκαλεί κάποιο άλλο, παρατηρούμε τρία πράγματα. Πρώτον, ότι η χρονική στιγμή της αιτίας προηγείται αυτής του αποτελέσματος. Δεύτερον, ότι τα δύο γεγονότα βρίσκονται σε χωροχρονική εγγύτητα. Και τρίτον, παρατηρείται σταθερή σύζευξη μεταξύ τους, με άλλα λόγια, όσες φορές κι αν λάβει χώρα το γεγονός-αιτία θα ακολουθείται από το ίδιο γεγονός-αποτέλεσμα. Ο εμπειριστής φιλόσοφός μας διερωτήθηκε πώς όταν ερχόμαστε σε επαφή μονάχα με ένα από τα άνωθεν γεγονότα βγάζουμε συμπεράσματα για το άλλο (πχ. ο ήχος μιας βροντής μας φέρνει στο νου την εικόνα ενός κεραυνού). Πιθανές εξηγήσεις θα μπορούσαν να είναι μια a priori γνώση αιτιακών σχέσεων ή ο φυσικός τρόπος με τον οποίο συνδυάζονται στο μυαλό μας ορισμένες ιδέες, επί της ουσίας, όμως, η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι η καρδιά του προβλήματος της επαγωγής, όπως αυτό διατυπώθηκε από τον Hume. Θα πραγματευθούμε, ακόμα, το πώς οδηγήθηκε ο Hume στην διατύπωση του εν λόγω προβλήματος, τί αναφέρει το πρόβλημα αυτό, ποιες είναι οι επιπτώσεις του στην εγκυρότητα των φυσικών επιστημών και κατά πόσο η δράση του ξεπερνάει τα επιστημονικά πεδία και οι “παραφυάδες” του εισέρχονται στην καθημερινή μας ζωή. Κατά καιρούς πολλοί φιλόσοφοι έδωσαν τις δικές τους λύσεις ή χάραξαν τα δικά τους μονοπάτια προς αποφυγή της δράσης του προβλήματος της επαγωγής. Εμείς θα εστιάσουμε στην απάντηση που έδωσε ο Popper, η οποία αποτελεί μια απόπειρα υπεράσπισης του απειλούμενου κύρους της επιστήμης. Στο τέλος θα είμαστε σε θέση να απαντήσουμε γιατί η επαγωγή είναι δίκοπο μαχαίρι στο χέρι της επιστήμης, ένα μαχαίρι, μάλιστα που το έχει μεγάλη ανάγκη και ίσως να συμφωνήσουμε με τον C. D. Broad, ο οποίος έγραψε: “Η επαγωγή είναι το μεγαλείο της επιστήμης και το σκάνδαλο της φιλοσοφίας.”

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Salmon Merrilee H. et al., Εισαγωγή στη Φιλοσοφία της Επιστήμης (1998), μτφ. Π. Θεοδώρου, Κ. Παγωνδιώτης, Γ. Φουρτούνης, Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2015 Πελεγρίνης Θεοδόσης, Λεξικό της Φιλοσοφίας (2004), Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 2015 Καρπούζος Αλέξης, Ο Κριτικός Ορθολογισμός του Popper, https://anoixti-skepsi.tumblr.com/post/82887149608/o-kritikos-orthologismos-tou-popper, (πρόσβαση: 6 Αυγούστου 2017) Πελεγρίνης Θεοδόσης, Ντέιβιντ Χιουμ (2015), https://www.pelegrinis.gr/ντέιβιντ-χιουμ/ (πρόσβαση: 5 Αυγούστου 2017)

33


34

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΝΟΗΤΙΚΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΣΤΟ «THE STRATEGIC GAME OF? AND OF?» ΦΑΙΔΩΝ ΓΙΑΛΗΣ Απόφοιτος, ΑΣΚΤ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ « Der Aphorismus deckt sich nie mit der Wahrheit; er ist entweder eine halbe Wahrheit oder anderthalb. » (Ο αφορισμός δεν μπορεί ποτέ να είναι ολόκληρη η αλήθεια. Είναι είτε μισή είτε μιάμιση.) Karl Krauss, Die Fackel O John Boyd υπήρξε σύμβουλος στο πεντάγωνο κατά την διάρκεια του πολέμου στον Κόλπο, οι ιδέες του διαμόρφωσαν ιδιαίτερα τη στρατηγική που οδήγησε στην εξέλιξη της Τέταρτης Γενιάς πολεμικών επιχειρήσεων (4GW). Είναι κυρίως γνωστός από την συμβολή του με την OODA loop (observe, orient, decide, act), η οποία είναι ένα κυκλικό σύστημα αποφάσεων. Ο Boyd δεν έγραψε ποτέ κανένα βιβλίο, το μόνο που έμεινε από αυτόν είναι κάποιες παρουσιάσεις, εκτενείς σημειώσεις σε βιβλία, και οι μαρτυρίες από τους συνεργάτες του. Ο λόγος για τον οποίο ο Boyd δεν έγραψε τίποτα ήταν γιατί κατανοούσε τη φύση της έρευνάς του, οι παρουσιάσεις του ήταν ο σκελετός για τις ιδέες του, που εμπλουτίζονταν δυναμικά από την παρουσία του. Στην παρουσίαση του «The strategic game of ? and of ?» ο Boyd μας παρουσιάζει τις στρατηγικές ενέργειες σε δυναμικά περιβάλλοντα, στα οποία και το περιβάλλον και τα δεδομένα είναι άγνωστα. Στην παρουσίαση αυτή ο Boyd για να μας δείξει πως μπορούμε να αναλύουμε και να συνθέτουμε ιδέες και ενέργειες σε νέους συνδυασμούς, μας παρουσιάζει ακριβώς αυτόν τον μηχανισμό ανάλυσης και σύνθεσης. Με διακριτά σημεία μας ξεχωρίζει τους «χώρους» και τον τρόπο που γίνεται όλη η διαδικασία. Το πεδίο έρευνας του John Boyd του έδωσε την δυνατότητα να μπορέσει να περιγράψει με ακρίβεια το μηχανισμό ανάλυσης και σύνθεσης. Το πεδίο του ευρύνεται από το άτομο μέχρι αφηρημένες έννοιες, μια διεύρυνση απαραίτητη στο πεδίο της στρατηγικής, όπου ένας πρέπει να υπολογίζει παραμέτρους που έχουν να κάνουν από τη ψυχολογία του ατόμου μέχρι μεγάλες στρατιωτικές επιχειρήσεις. Στο παράδειγμα ο Boyd δημιουργεί λεκτικά νοητικές εικόνες, οι οποίες υπάρχουν ξεχωριστά η μία από την άλλη· παίρνει στοιχεία από την κάθε εικόνα για να δημιουργήσει μία καινούργια. Το παράδειγμα του Boyd λειτουργεί σαν αφορμή για να κατανοήσουμε τη διαδικασία στην οποία συντίθενται οι ιδέες στο νου. Αν και χρησιμοποιεί αυτόν τον μηχανισμό περισσότερο από στρατηγικής πλευράς, η απλότητα που τον περιγράφει καταφέρνει να αναδείξει ένα μηχανισμό που μπορεί να αναχθεί σε περισσότερα πεδία.

35


36

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Safranski Mark (ed.), The John Boyd Roundtable; Debating Science, Strategy, and War, Michigan: imble Books LLC, 2008. Osinga Frans PB, Science, Strategy and War; The strategic theory of John Boyd, London: Routledge, Oxon, 2006. Richards Chet & Spinney Chuck (ed.), John Boyd Compendium, 2010.


Προσωπικές Εισηγήσεις

MAURICE MERLEAU PONTY - PAUL CEZANNE ΕΝΑΣ ΟΙΟΝΕΙ ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΓΙΑΝΝΗ Απόφοιτη, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Φιλοσοφική Σχολή, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Το 1945 ο Γάλλος φαινομενολόγος Maurice Merleau Ponty (1908-1961) γράφει: «Ζούμε μέσα σ’ ένα περιβάλλον αντικειμένων κατασκευασμένων από τον άνθρωπο, μέσα σε σπίτια, δρόμους, πόλεις. Έχουμε συνηθίσει να πιστεύουμε ότι όλα αυτά υπάρχουν κατά τρόπο αναγκαίο, ότι είναι ακλόνητα. Η ζωγραφική του Σεζάν θέτει σε εκκρεμότητα αυτές τις συνήθειες και αποκαλύπτει το βάθος της μη ανθρώπινης φύσης πάνω στο οποίο ο άνθρωπος έρχεται να εγκατασταθεί».1 Η παρούσα ανακοίνωση στοχεύει στην αναλυτικότερη προσέγγιση ενός προβληματισμού που σχετίζεται με τον μη ανθρώπινο χαρακτήρα του έργου του Γάλλου μετιμπρεσιονιστή ζωγράφου Paul Cézanne (1839-1906), όπως αυτός αναδύεται μέσα από μια σειρά συνθέσεων με θέμα μορφές λουομένων. Η ανάγνωση των έργων του Σεζάν θα βασιστεί, μεταξύ άλλων, σε δύο κεντρικούς άξονες. Ο πρώτος άξονας στηρίζεται στη μερλωποντιανή φιλοσοφία της όρασης και στην αλληλεπίδραση ζωγράφου και ζωγραφικού αντικειμένου, αλλά και τη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ θεατή και έργου τέχνης, όπως αυτές αναδεικνύονται μέσα από το δοκίμιο Το μάτι και το πνεύμα (L’OEil et l’ Esprit) (1960), ενώ ο δεύτερος άξονας θέτει στο επίκεντρο την έννοια της ελευθερίας, όπως αυτή παρουσιάζεται στο φιλοσοφικό δοκίμιο του Merleau Ponty Η Αμφιβολία του Σεζάν (1945). Το θέμα των λουομένων αποτελεί πεδίο ενδιαφέροντος για το ζωγράφο ήδη από τα χρόνια της πρώιμης καλλιτεχνικής του δημιουργίας και επανέρχεται στο έργο του μέχρι και την όψιμη καλλιτεχνική του περίοδο. Ο Σεζάν φιλοτέχνησε συνολικά πάνω από 140 ελαιογραφίες, ακουαρέλες και σχέδια λουομένων.2 Εν αντιθέσει με το σαρκικό στοιχείο και τον ανθρωποκεντρισμό που χαρακτηρίζουν ανάλογες συνθέσεις καλλιτεχνών της Αναγέννησης, του Μπαρόκ, αλλά και του 18ου και 19ου αιώνα, στα έργα του Σεζάν η προσέγγιση των γυμνών σωμάτων και της ανθρώπινης ύπαρξης εν γένει λαμβάνει έναν εξ ολοκλήρου φορμαλιστικό χαρακτήρα. Στην παρούσα ανακοίνωση καταβάλλεται προσπάθεια να ερμηνευθεί η σεζανική αυτή τάση εξετάζοντας την προσωπικότητα και τα βιώματα του καλλιτέχνη, όπως αυτά έχουν καταγραφεί από τον φίλο και μαθητή του Émile Henri Bernard (1868-1941) καθώς και την προσέγγιση της σεζανικής «ιδιοφυίας» μέσα από το έργου του Maurice Merleau Ponty.

1 2

Ponty (1945): σ. 40. Düchting (1990): σ. 139.

37


38

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Bate Michéle, «The Phenomenologist as Art Critic: Merleau Ponty and Cézanne» στο The British Journal of Aesthetics, τ. XIV, σ. 344-350, 1974. Bauman Felix, Feilchenfeldt Walter και Gaßner Hubertus, Cézanne and the Dawn of Modern Art (2004), μτφ. Μ.Τ. Hause, A. Plath-Moseley, J. Gussen, St. Lindberg, Essen: Museum Folkwang, 2004. Bernard Emile, Σεζάν, Αναμνήσεις και επιστολές του Εμίλ Μπερνάρ (1921), μτφ.-επιμ. Α. ΜοσχονάΚαλαμάρα, Αθήνα: ιδιωτική έκδοση, 1986. Bratu Horia και Ιleana Marculescu, «Aesthetics and Phenomenology» στο The Journal of Aesthetics and Art Criticism, τ. XXXVII, σ. 335-349, 1978-79. Cézanne Paul, Correspondance, επιμ. J. Rewald, Παρίσι: B.Grasset, 1978. Dean Catherine, Cézanne, Λονδίνο: Phaidon, 1991. Düchting Hajo, Paul Cézanne, 1839-1906, De la Nature à l’ Art (1989), μτφ. W. Fruhtrunk, Köln: Benedikt Taschen, 1990. Fauconnier Bernard, Σεζάν, μτφ. E. Παπαλεωνίδα, Αθήνα: Κασταλία, 2006. Hyppolite Jean, Sens et existence dans la philosophie de Merleau Ponty, Οξφόρδη: Clarendon Press, 1963. Lafargue Bernard, «La Sainte-Victoire, faîte ou défaite des femmes» στο C. Faure-Poirée, Trassaert A. (επιμ.), Ce que Cézanne donne à penser, Actes du colloque d’ Aix-En –Provence 5,6 et 7 Juillet 2006, Organisé par le museé Granet, l’ Université de Provence et les Amis du museé Granet et de l’ oeuvre de Cézanne, Παρίσι: Gallimard, 2008. Loran Erle, Cézanne’s Composition, Berkeley: University of California Press, 1943. Maurice Merleau Ponty, Η αμφιβολία του Σεζάν, Το μάτι και το πνεύμα, μτφ. Α. Μουρίκη, Αθήνα: Νεφέλη, 1991. Maurice Merleau Ponty, Sens et non-sens (1948), Παρίσι: Gallimard, 1996. Μπανάκου-Καραγκούνη Ν., Διαστάσεις του ορατού: Η φιλοσοφία της τέχνης στο έργο του Maurice Merleau Ponty, Αθήνα: Έννοια, 2008. Place J.G., «The Painting and the Natural thing in the Philosophy of Merleau Ponty» στο Cultural Hermeneutics, τ. IV, σ. 75-91, 1976-77. Ράινερ Μαρία Ρίλκε, Επιστολές για τον Σεζάν, επιμ. Α. Αντωνοπούλου, Αθήνα: Σοκόλης, 2004. Raynal Maurice, Cézanne: étude biographique et critique, Γενέυη: Skira, 1954. Schapiro Mayer, Paul Cézanne, Λονδίνο: Thames and Hudson, 1988. Shiff Richard, Cézanne and the End of Impressionism, A Study of the Theory, and Critical Evaluation of Modern Art, Σικάγο και Λονδίνο: University of Chicago Press, 1984. Stephen K. Levine, «Merleau Ponty’s Philosophy of Art» στο Man and World, τ. ΙΙ, ν. 3, σ. 438452, Αύγουστος 1969.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΝΟΗΣΕΙ: ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΑΝΟΙΚΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ HANS-GEORG GADAMER ΕΠ΄ΑΦΟΡΜΗ ΤΟΥ ΝΙΤΣΕΪΚΟΥ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΟΡΙΖΟΝΤΑ ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΓΚΙΡΜΠΑΣ Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης, Πανεπιστήμιο Αθηνών

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Θα παραθέσουμε μια ερμηνεία της ανοικτότητας (Offenheit) – της αναστολής της ισχύος της προκατάληψης κατά την επαφή μας με τη γνώμη του άλλου – στη σκέψη του Gadamer και ύστερα θα την ελέγξουμε: Η ανοικτότητα κτάται μέσα από τις επιμέρους πράξεις κατανόησης και, αφού αποκτηθεί, οδηγεί στην επαύξηση της κατανοητικής ικανότητας – στη διεύρυνση του ήδη ανοικτού ορίζοντα και σε ένα καθεστώς περαιτέρω ανοικτότητας σε νέες ερμηνευτικές εμπειρίες. Ο κύκλος είναι πρόδηλος και αριστοτελικός (Ηθικά Νικομάχεια, ΙΙ.4 1105a 18-20). Πολύ μακριά από το να συνιστά το ανάλογο ενός μεθοδολογικού καθήκοντος απόρριψης των προκαταλήψεών μας, όπως συλλαμβάνεται από τον πρώτο κανόνα της μεθόδου του Καρτεσίου (1976, σελ. 19) και εισάγεται στην ερμηνευτική από τον Schleiermacher (1998, σελ. 23), η γκανταμερειανή ανοικτότητα δηλώνει την αναπόφευκτη απομάκρυνση από τις τελευταίες, εφόσον εμπλακούμε με πράξεις κατανόησης. Δεν είναι, επομένως, στην ευχέρειά μας να είμαστε ανοικτοί, αλλά πάντα γινόμαστε, όταν κατανοούμε. Η ερμηνεία αυτή στηρίζεται στην ανάλυση της έννοιας της εμπειρίας (Erfahrung) από το φιλόσοφο (Gadamer 1990, σελ. 352-368) και την ιδέα του αναπόφευκτου της αρνητικής εμπειρίας για τον άνθρωπο. Η αρνητική εμπειρία, όταν επαναληφθεί, διευρύνει τον ορίζοντα και οδηγεί στην επίγνωση της επανάληψής της, δηλαδή στην επίγνωση της περατής ανθρώπινης κατάστασης και σε ένα νέο καθεστώς ανοικτότητας. Ακόμη και αν, όπως ισχυριζόμαστε, η ανοικτότητα αποτελεί αναπόφευκτη συνέπεια της κατανόησης παραμένει, όμως, το ενδεχόμενο η τελευταία να αδρανοποιηθεί από τη βούληση αποχής από πράξεις κατανόησης. Μια τέτοια βούληση μη κατανόησης θα συνιστούσε, άλλωστε, ένδειξη της κατά τον Nietzsche βούλησης για δύναμη. Η ανοικτότητα, ούτως ή άλλως, αποτελεί μάλλον, για τον τελευταίο, σύμπτωμα της ασθένειας της νεότερης υπερτροφικής ιστορικής συνείδησης, δηλαδή της αποκοπής της ιστορικής γνώσης από τη χρήση της για τη ζωή. Αντίθετα, για μια ισχυρή φύση «ο ορίζοντας είναι κλειστός και ολάκερος» (Nietzsche 2010, σελ. 20). Η κλειστότητα του ορίζοντα προτείνεται, επομένως, ως επωφελής για τη ζωή. Υπό το πρίσμα μιας τέτοιας κριτικής, η ανοικτότητα θα πρέπει να μπορεί να δικαιολογηθεί και ως κανονιστικό ιδανικό. Θα πρέπει, δηλαδή, να μπορεί να δοθεί απάντηση στο ερώτημα: “γιατί να θέλω να κατανοήσω;”. Στόχος αυτής της εισήγησης είναι να απαντήσει αυτό το ερώτημα, αξιοποιώντας τη νιτσεϊκή σκέψη περί ωφέλειας της γνώσης για τη ζωή. Η ανοικτότητα, αν θέλει να αποτελεί ένα ελκυστικό ιδανικό, θα πρέπει να μπορεί να συμβάλλει στη ζωή, με συνέπεια να μην οδηγεί στην υπερτροφική ιστορική συνείδηση για την οποία μας προειδοποίησε ο Nietzsche. Ως μια αρετή δε που στρέφεται προς τους άλλους, θα πρέπει να νοηθεί σε συνάρτηση με την κοινή μας ζωή.

39


40

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, Βιβλία Α΄-Δ΄, μτφ. Δ. Λυπουρλής, Αθήνα: Ζήτρος, 2006 Gadamer Hans-Georg, Gesammelte Werke, Wahrheit und Methode: Grundzuge einer philosophischen Hermeneutik (1960), τ. 1, Tübingen: Mohr Siebeck, 1990 Nietzsche Friedrich, Ιστορία και Ζωή (1874), μτφ. Ν. Σκουτερόπουλος, Αθήνα: Γνώση, 2010 Nietzsche Friedrich, Η Βούληση για Δύναμη (1901), μτφ. Ζ. Σαρίκας, Θεσσαλονίκη: Βάνιας, 2008 Descartes René, Λόγος Περί της Μεθόδου (1637), μτφ. Χ.Χρηστίδης, Αθήνα: Παπαζήσης, 1976 Ξηροπαΐδης Γιώργος, Gadamer – Habermas: Η διαμάχη των ερμηνειών, Αθήνα: Πόλις, 2008 Palmer Richard, Hermeneutics: Interpretation theory in Schleiermacher, Dilthey, Heidegger, and Gadamer, Evanston: Northwestern University Press, 1969 Schleiermacher Friedrich, «Hermeneutics and Criticism» (1838) στο Hermeneutics and Criticism and Other Writings, μτφ. A. Bowie, Cambridge: Cambridge University Press, 1998


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΦΥΣΙΟΚΡΑΤΙΚΗΣ ΟΠΤΙΚΗΣ ΤΟΥ THOMAS HOBBES

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών,Τμήμα ΦΠΨ, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η προκείμενη εργασία έχει ως σκοπό να παρουσιάσει την προ-κοινωνική κατάσταση, η οποία οδήγησε στη σύσταση των πολιτικών κοινωνιών, όπως αυτή φανερώνεται στα έργα του Thomas Hobbes (1588-1679), κυρίως στο Λεβιάθαν (Leviathan) και στο Περί του Πολίτη (De Cive). Ο Χομπς επιχειρεί να δομήσει μία νέα πολιτική θεωρία, στα πρότυπα των μεγάλων πολιτικών θεωριών του παρελθόντος, στόχος της οποίας αποτελεί η υπέρβαση της φυσικής κατάστασης των ανθρώπων και η δημιουργία μίας πολιτικής κοινωνίας, με σκοπό να διασφαλιστεί η ειρήνη και η ασφάλεια μεταξύ των μελών της. Αρχικά παρουσιάζεται μία προ-κοινωνική φυσική ανθρώπινη κατάσταση, μεταξύ α-κοινωνικών ανθρώπων, η οποία αποτελεί μεθοδολογική υπόθεση ή φανταστική σύλληψη του Άγγλου συγγραφέα, και όχι ιστορική πραγματικότητα. Η θεώρησή του δομείται πάνω στη λογική υπόθεση της παντελούς απουσίας πολιτικής κοινότητας, η οποία ισούται με την απουσία συναφθέντος κοινωνικού συμβολαίου ανάμεσα σε κάποια ομάδα ανθρώπων, και της πλήρους παρουσίας των ανθρωπίνων παθών. Προπολιτικά ο άνθρωπος απολάμβανε απόλυτη ελευθερία αλλά ασταθή, λόγω της συνεχούς εμπόλεμης κατάστασης, ως απόρροια της ισότητας μεταξύ των ανθρώπων και του φυσικού τους δικαιώματος πάνω σε όλα τα πράγματα, ακόμα και στους ανθρώπους. Σε αυτές τις συνθήκες τρόμου και φόβου, οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν την ισχύ τους κατά βούληση, με αποτέλεσμα να επικρατεί πόλεμος όλων εναντίον όλων. Στην προ-κοινωνική αυτή κατάσταση υφίσταντο φυσικοί νόμοι, οι οποίοι είναι επιταγές του ορθού Λόγου, στον οποίο εδράζεται ο θείος νόμος. Άρα ως έλλογα όντα οι άνθρωποι είχαν μεν επίγνωση των φυσικών νόμων, όμως δεν τους τηρούσαν, με αποτέλεσμα να έχουν πρόσκαιρο χαρακτήρα οι κοινωνίες που δημιουργούνταν. Υποστηρίζεται, από το Χομπς, ότι με τη σύσταση των πολιτικών κοινωνιών, όπως το κράτος (civitas) που παρουσιάζεται στο Leviathan, μειώνονται οι πιθανότητες διενέργειας πολέμων μεταξύ των ανθρώπων και διασφαλίζονται ειρηνικές συνθήκες διαβίωσης και απουσία φόβου. Η σύσταση των πολιτικών κοινωνιών καθίσταται εφικτή με τη ζεύξη των παθών των ανθρώπων και του Λόγου και τη σύναψη κοινωνικού συμβολαίου. Οι άνθρωποι της φυσικής κατάστασης μεταβιβάζουν ή αναστέλλουν τα φυσικά τους δικαιώματα και εξουσιοδοτούν έναν αντιπρόσωπο, με σκοπό να προνοεί για την αυτοσυντήρησή τους και να τους δίνει τη δυνατότητα να ζήσουν μία ευχάριστη ζωή, καθώς όσοι άνθρωποι ζουν χωρίς μία κοινή εξουσία, η οποία να τους κρατάει όλους υποταγμένους, βρίσκονται σε κατάσταση πολέμου. Το χομπσιανό κράτος εμφανίζει ποικίλες αναγνώσεις, καθώς χαρακτηρίζεται από απολυταρχικό ως και φιλελεύθερο. Τι ισχύει όμως; Επίσης, θα επιχειρηθεί συγκριτική προσέγγιση με φιλοσόφους που καθόρισαν και καθορίστηκαν από τη σκέψη του Χομπς. Τέλος, θα προσεγγιστεί η πολιτική φιλοσοφία του Χομπς, εξεταζόμενη μέσα από την Αντιγόνη του Σοφοκλή.

41


42

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Γεωργούλης Κ., Δ., Ιστορία της ελληνικής φιλοσοφίας, Αθήνα: Παπαδήμα, 20158. Δραγούμης Μάρκος, Πορεία προς τον Φιλελευθερισμό, Αθήνα: Ελληνική Ευρωεκδοτική, 1992. Μπάρμπας Ιωάννης, Σοφοκλής–Αντιγόνη, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος, 2001. Πανταζάκος Παναγιώτης, Ένστικτο και ελευθερία κατά τον Τόμας Χομπς, Αθήνα: Α. Καρδαμίτσα,

20142. Πατέλλη Ιόλη, Η φιλοσοφία του Hobbes: Λόγος και αιτιότητα στη φυσική και πολιτική επιστήμη, Αθήνα: Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα, 1995. Στυλιανού Άρης, Θεωρίες του Κοινωνικού Συμβολαίου από τον Γκρότιους στον Ρουσσώ, Αθήνα: Πόλις, 2006. Hobbes, Thomas, Λεβιάθαν, μτφ. Γ. Πασχαλίδης, Α. Μεταξόπουλος, Αθήνα: Γνώση, 1989. Hobbes, Thomas, Περί του Πολίτη, μτφ. Η. Βαβούρας, Ε. Φιριπή, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος, 2015. Moreau Pierre François, Χομπς: Φιλοσοφία, επιστήμη, θρησκεία, μτφρ. Νίκη Μουντζούρογλου, Αθήνα, Πατάκη, 2001. Sabine G. H., Ιστορία των πολιτικών θεωριών, μτφρ. Μάνθος Κρίστης, Αθήνα: Ατλαντίς, 1961. Tuck, Richard, ΧΟΜΠΣ: Όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε, μτφ. Γ. Αραμπατζής, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 2006. Windelband W.-Heimsoeth H., Εγχειρίδιο ιστορίας της φιλοσοφίας – Α’ Τόμος, μτφ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Αθήνα: ΜΙΕΤ, 1986.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΤΗΣ ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΟΥ HANS-GEORG GADAMER ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΔΕΛΗΓΙΩΡΓΗ Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας Επιστημών, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στο έργο του Χάιντεγκερ παρουσιάζεται μια κυκλική δομή της κατανόησης με μια διαρκής διάνυση ενός κύκλου από την «προκατανόηση» της ύπαρξης στο προς- κατανόησιν αντικείμενο και τανάπαλιν. Ο Gadamer φανερά εμπνεύστηκε από τη σύζευξη της ερμηνευτικής με την ανθρώπινη ύπαρξη καθώς την ανάδειξη του «κατανοείν» στο θεμελιώδες γίγνεσθαι του Dasein (Είναι και Χρόνος). Η προσέγγιση του Hans-Georg Gadamer τονίζει ότι κατανοεί κανείς ένα κείμενο πάντα υπό το φώς μιας σειράς προκαταλήψεων. Παρ’ όλα αυτά ο φιλόσοφος δεν δίνει αρνητική χροιά στις προκαταλήψεις. Αντιθέτως, αποτελούν προϋποθέσεις της κατανόησης. Με βάση το κριτήριο της χρονικής απόστασης, γίνεται εμφανής διαχωρισμός μεταξύ νόμιμων και υπόλοιπων προκαταλήψεων. Στην ιδιότυπη θεωρία αλήθειας του Gadamer διακρίνεται ότι ο ερμηνευτής του κειμένου έχει τη δυνατότητα μέσω της ερμηνευτικής διαδικασίας, και με δεδομένη τη χρονική απόσταση, να ξεχωρίζει τις αληθείς από τις ψευδείς προκαταλήψεις. Συγκεκριμένα, υπάρχει μια ατομική κατανόηση η οποία εγείρει το αίτημα αλήθειας. Η εύρεση αλήθειας και η πρόσληψη νοήματος λαμβάνονται ως ταυτόσημες διαδικασίες με την αλήθεια και το νόημα να έχουν μια υποκειμενική χροιά. Παράλληλα η αρχή της επενεργού ιστορίας βρίσκεται πάντοτε επί το έργον όταν προσπαθούμε από ιστορική απόσταση να κατανοήσουμε ένα ιστορικό φαινόμενο. Συγχρόνως όμως, συναντάμε τη θεωρία περί συγχώνευσης οριζόντων. Πιο αναλυτικά, υπάρχουν δύο είδη οριζόντων στην ανάγνωση ενός κειμένου, ο ορίζοντας του ερμηνευτή (δηλαδή ο ορίζοντας του παρόντος ο οποίος βρίσκεται σε διαρκή διαμόρφωση) και ο ορίζοντας του κειμένου. Η κατανόηση είναι πάντοτε μια διαδικασία συγχώνευσης τέτοιων οριζόντων. Πώς, όμως, είναι δυνατόν να συγχωνευθούν δύο ορίζοντες αν δεν συλληφθούν πρωθύστερα; Σε αυτό το σημείο κρίνεται το υπερβατικό παράδοξο της συγχώνευσης οριζόντων. Η παλαιότερη διαδικασία ερμηνευτικής διαχωριζόταν στη κατανόηση, την ερμηνεία και την εφαρμογή. Ο διαχωρισμός ερμηνείας και κατανόησης έγκειται στη σειρά διεργασίας τους με την ταυτοποίηση της σημασίας του κειμένου να προηγείται από το στάδιο της περεταίρω εκβάθυνσης. Αυτή η προσέγγιση ως απάντηση στο παράδοξο συγχώνευσης οριζόντων (ερμηνευτή/κειμένου), δεν αποτελεί πειστική λύση. Σύμφωνα με τη γκανταμεριανή θεωρία, η ερμηνεία ως μια διαδικασία κατανόησης της αλήθειας, θα πρέπει να εφαρμόζεται από τον ερμηνευτή σε κάθε νέα περίπτωση που προκύπτει. Από υπερβαντολογική σκοπιά, η κατανόηση είναι δυνατή μόνο σε σχέση με την ερμηνεία και την εφαρμογή. Συμπεραίνοντας, είναι δυνατόν να ισχυριστεί κανείς ότι ο ερμηνευτικός κύκλος δεν έχει καταστεί ένα πρόβλημα οντολογικής ή λογικής φύσεως, παρά μόνον ένα εμπειρικό φαινόμενο. Το κύριο μήνυμα του Gadamer είναι το εξής: «Κατανοεί κανείς διαφορετικά όταν κατανοεί και αυτό που κατανοεί είναι υποκειμενικά αληθές».

43


44

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Heidegger Martin, Sein und Zeit (1927/1962), Tϋbinge: Max Niemeyer Verlag. Gadamer Hans-Georg, Gesammelte Werke (1960/1990), Bd. 1, Hermeneutik 1: Wahrheit und Methode, 6.Auflage, Tϋbinge: J.C.B Mohr (Paul Siebeck). Mantzavinos, C., Naturalistic Hermeneutics, Cambridge: Cambridge University Press, 2005.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ - ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ & ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΜΑΤΡΑΚΑ Τμήμα Φιλολογίας, Πανεπιστήμιο Πατρών

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η εργασία αυτή διερευνά τις διαφορές της φιλοσοφίας μεταξύ δυο αρχαίων Ελλήνων προσωκρατικών φιλοσόφων, του Ηράκλειτου και του Παρμενίδη. Παρόλο που ξεκίνησαν με κοινά ερεθίσματα, σύμφωνα με μελετητές, η φιλοσοφική τους πορεία αποδείχτηκε διαφορετική. Ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος (540-580 π.Χ) κατάγεται από αριστοκρατική οικογένεια. Το έργο του «Περὶ φύσεως» είναι μία συλλογή αποσπασμάτων, η οποία αποτελείται από σύντομες προτάσεις, πλούσιες σε νόημα. Οι προτάσεις αυτές είναι ιδιαίτερα αινιγματικές1 και το ύφος τους υποκρύπτει πληθώρα ασαφειών. Ως απόρροια αυτών, απέκτησε τη φήμη του σκοτεινού φιλοσόφου.2 Ο Ηράκλειτος, εισάγαγοντας για πρώτη φορά την ανθρώπινη οπτική γωνία στη φιλοσοφία, αντιλαμβάνεται τη φύση ως ένα πεδίο διαρκών συγκρούσεων. Τα πάντα μεταβάλλονται αενάως και ενώ διέπονται από αντιφατικότητα, συγχρόνως διέπονται και από κανονικότητα. Τη ρήση «πάντα χωρεῖ καὶ οὐδὲν μένει» αποδίδει ο Πλάτωνας στον Εφέσιο, τον οποίο αντιμετωπίζει ως φιλόσοφο της διαρκούς ροής. Ο πόλεμος και η φωτιά είναι οι κυριότερες ηρακλείτειες έννοιες, οι οποίες εκφράζουν την κοσμική αστάθεια.3 Ο Παρμενίδης έζησε στην Ελέα της Μεγάλης Ελλάδας (515-450 π.Χ). Καταγόταν κι αυτός από αριστοκρατική οικογένεια. Έγραψε ένα φιλοσοφικό έργο σε 150 εξάμετρα, το οποίο αργότερα τιτλοφορήθηκε «Περὶ φύσεως» και χωριζόταν μετά το προοίμιο σε δύο μέρη: «Ἀλήθεια» – «Δόξαι».4 Αξίζει να σημειωθεί ότι η σκέψη του Παρμενίδη, παρ’ όλο που εμφανίστηκε στο χώρο της αριστοκρατικής παράδοσης, είναι διαμετρικά αντίθετη προς το πνεύμα του Ηράκλειτου. Το ποίημα πραγματεύεται τη φυγή της ανθρώπινης εμπειρίας. Γίνεται αντιληπτό, ως επακόλουθο αυτού, ότι ο Παρμενίδης αρνείται τα εμπειρικά δεδομένα. Μέσω του ποιήματος αυτού απορρέουν ορισμένες βασικές αρχές. Αρχικά, ότι δεν υπάρχουν μισές αλήθειες. Συγκεκριμένα, ο Ελεάτης φιλόσοφος στοχάζεται μόνο πάνω στο απόλυτο όν ή στο απόλυτο μη όν. Το όν για τον Παρμενίδη είναι αγέννητο, άφθαρτο, ένα, συνεχές, ακίνητο και τέλειο.5 Επιπρόσθετα, επισημαίνεται ότι καμία πρόταση δεν είναι αληθής, αν εξυπακούεται ότι το «x» δεν είναι και είναι. Συμπεραίνεται, λοιπόν, ότι υπάρχει μόνο μία ριζική αντίθεση: αυτή μεταξύ αλήθειας και πλάνης, η οποία αντικατοπτρίζει τη θεμελιώδη διαφορά μεταξύ του όντος και

Βλ. Long (2007) 153 Βλ. Kirk – Raven – Schofield (2014) 191-192 3 Βλ. Κάλφας – Ζωγραφίδης (2014) 67 4 Βλ. Long (2007) 184 5 Καρπούζος (2016) 23 1 2

45


46

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας του απατηλού «φαίνεσθαι». Συνοψίζοντας, μελετώντας τη φιλοσοφία του Ηράκλειτου και του Παρμενίδη οδηγούμαστε σε φιλοσοφικό δίλημμα. Άραγε τα όντα κινούνται6 και αλλάζουν διαρκώς, σύμφωνα με τον Ηράκλειτο, ή είναι αέναα και αμετάβλητα, όπως διακηρύσσει ο Παρμενίδης; Εν τέλει, μπορούμε να εμπιστευτούμε τις αισθήσεις μας για να κατανοήσουμε την αλήθεια ή πρέπει να τις απορρίπτουμε με βεβαιότητα θεωρώντας πως μας δίνουν λανθασμένες εντυπώσεις. Ξεκινώντας από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη και καταλήγοντας σε σύγχρονούς μας μελετητές, σκοπός μας είναι να αναδείξουμε την αντίθεση της φιλοσοφικής σκέψης Ηρακλείτου και Παρμενίδη, καθώς επίσης να προσεγγίσουμε το φιλοσοφικό δίλημμα το οποίο τίθεται.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

http://bit.ly/2BXwQcI Δενδρινός, Ν., Κήρυγμα για στάση ζωής, Αθήνα: Εκδόσεις Παπαδήμα, 1996 Κάλφας, Β. – Ζωγραφίδης, Γ., Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι, Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, 2011 Κάλφας, Β – Ζωγραφίδης, Γ., Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι, Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, 2014 Καρπούζος, Α., 10. Ηράκλειτος-Παρμενίδης, Αθήνα: Εργαστήριο Σκέψης, 2016 Kirk, G.S. – Raven, J. E. – Schofield, M., Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, μτφ. Κουρτόβικ Δ., Αθήνα: MIET, 2014 Long, A. A, Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι: Συναγωγή συστατικών μελετημάτων, Αθήνα: Παπαδήμα, 2007

6

Πβ. Πλ. Θεαιτ. 152d2-e9


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ Η ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗΣ ΣΤΑ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΚΡΑΤΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΔΙΑΜΑΝΤΗ Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η δημοσίευση του άρθρου του Robert Putnam για τις αρνητικές επιπτώσεις της μετανάστευσης στις κοινωνικές σχέσεις και στο «κοινωνικό κεφάλαιο», ξεκίνησε έναν έντονο διάλογο σε φιλοσοφικό και πολιτικό επίπεδο για τη στάση των κρατών απέναντι στην πολυπολιτισμικότητα. Τίθεται το ερώτημα αν πρέπει οι φιλελεύθερες δημοκρατίες να πραγματοποιούν ρυθμιστικές παρεμβάσεις, με συνέπεια τον περιορισμό ατομικών ελευθεριών και αν ναι, τι είδους παρεμβάσεις. Οι ιδιαίτερα αυξημένες μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές προς τα ευρωπαϊκά κράτη φέρνουν στο προσκήνιο τη διαμάχη για τη στάση των κυβερνήσεων απέναντι στους προσφυγικούς πληθυσμούς που αναζητούν νέα πατρίδα. Ταυτόχρονα αναζωπυρώνουν την αντιπαράθεση για το εάν οι νέοι αυτοί πληθυσμοί οφείλουν να αφομοιωθούν πλήρως από τον γηγενή πληθυσμό και να υιοθετήσουν όλα τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά του ή αν αρκεί να ενσωματωθούν στις τοπικές κοινωνίες, σεβόμενοι τους νόμους, διατηρώντας τις ιδιαίτερες ταυτότητές τους. Μεγάλο μέρος της διεθνούς βιβλιογραφίας δείχνει πως η πολιτισμική ανομοιογένεια επιδρά αρνητικά στην κοινωνική συμπεριφορά των κατοίκων. Σε αυτά τα πορίσματα στηρίζονται οι υπέρμαχοι των πολιτικών αφομοίωσης που ανησυχούν για τη διατήρηση της κοινωνικής ηρεμίας, αλληλεγγύης και ασφάλειας. Το ερώτημα αποτελεί πρόκληση για τις φιλελεύθερες δημοκρατίες της Ευρώπης που έχουν μακρά παράδοση κράτους δικαίου και ενδιαφέρονται για την εσωτερική συνοχή του πληθυσμού, τη σταθερότητα των δημοκρατικών θεσμών, τη κοινωνική ευημερία, την ασφάλεια, την οικονομική άνθηση, αλλά και το σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Θεωρούμε ότι οι πολιτικές ενσωμάτωσης με στενή σχέση συμπληρωματικότητας μεταξύ κράτους και διεθνών ανθρωπιστικών οργανισμών αποτελούν τη χρυσή τομή στο ζήτημα της κοινωνικής ένταξης.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Sen Amartya, Identity & Violence, London: The Penguin Group, 2007. Schlenker Andrea, «Ethnic conflict or civil peace: the contribution of associations» (2010), στο ECPR Standing Group on International Relations Conference. Lyberaki Antigone & Paraskevopoulos Christos J., «Social Capital Measurement in Greece» (2002), στο OECD-ONS International Conference on Social Capital Measurement, London, pp. 2-36. Christoforou, Asimina, «On the Determinants of Social Capital in Greece Compared to Countries of the European Union» (2005), στο Economic Growth and Innovation in Multicultural Environments, pp.1-19. Lancee Bram & Dronkers Jaap, «Ethnic Diversity in the Neighborhood and Social Trust of Immigrants and Natives: A Replication of the Putnam (2007) Study in a West-European Country» (2007), in Social Cohesion, Contemporary Theoretical Perspectives on the Study of Social Cohesion

47


48

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας and Social Capital, Marc Hooghe. pp.77-103. Narayan Deepa, «Bonds and Bridges: Social Capital and Poverty» (1998), στο Poverty Group, (World Bank). Coleman James S., «Social Theory, Social Research and a Theory of Action» (1986), στο The Americal Journal of Sociology, 91:6 pp. 1309-1335. Coleman James S., «Social Capital in the Creation of Human Capital» (1988), στο American Journal of Sociology, Vol. 94 Supplement: Organizations and Institutions: Sociological and Economic Approaches to the Analysis of Social Structure, Chicago: Chicago Press, pp. S95- S120. Tillie Jean and Slijper Boris, «Immigrant Political Integration and Ethnic Civic Communities in Amstredam» (2007), στο Identities, Allegiances and Affiliations, Seyla Benhabib and Ian Shapiro, Cammbridge: Cambridge University Press, pp.1-19. Davis John B., «Social Capital and Social Identity: Trust and Conflict» (2014), στο Social Capital and Economics: Social Values, Power, and Identity, A. Chistoforou & J. Davis (ed.), London: Routledge. Gesthuizen Maurice; van der Meer Tom; Scheepers Peer, «Ethnic Diversity and Social Capital in Europe» (2009), στο Scandinavian Political Studies, pp.121-142. McPherson Miller, Smith-Lovin Lynn and Cook James M., «Birds of a Feather: Homophily in Social Networks» (2001), στο Annual Review of Sociology 27:415-44. Paxton Pamela, «Social Capital and Democracy: An Interdependent Relationship» (2002), στο American Sociological Association, pp. 254-277. Putnam Robert D., Making Democracy Work, Princeton: Princeton University Press, 1993. Putnam Robert D., «E Pluribus Unum:Diversity and Community in the Twenty- First Century The 2006 Johan Skytte Prize Lecture» (2010), στο Scandinavian Political Studies, 30:2: 137-174. Αριστείδης Χατζής, Φιλελευθερισμός, Αθήνα: Παπαδόπουλος, 2017.


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΣΤΩΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΒΙΟΥ 10 ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΣΤΩΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΖΑΦΡΑΣ Τμήμα Κοινωνιολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Σκοπός της μελέτης αυτής είναι η παρουσίαση της ενάρετης ζωής του ατόμου έτσι όπως αυτή συστηματοποιείται στο πεδίο της «Ηθικής» της Στωικής φιλοσοφίας. Παράλληλα, επιχειρείται να αναδειχτεί η πρακτική χρησιμότητα των Στωικών αρχών στη καθημερινή ζωή του ανθρώπου. Η Στωική φιλοσοφία είναι βαθιά προτρεπτική και διδακτική, καθώς δεν αρκείται στην απλή παράθεση του τρόπου με τον οποίο θα πρέπει να ζήσει το άτομο (το γνωστό «ευ ζην»), ώστε να είναι ενάρετο και ευτυχισμένο. Αντίθετα, ενδιαφέρεται για την άμεση εφαρμογή των αρχών της στη καθημερινή ζωή του. Επιπλέον, βοηθά τον άνθρωπο να συνειδητοποιήσει την ευάλωτη και πρόσκαιρη φύση του και να ορθωθεί αλύγιστος στο ύψος της κακοτυχίας και των συμφορών της ζωής του. Εντέλει, ο Στωικός τρόπος σκέψης προάγει την αταραξία, δηλαδή την ικανότητα του ατόμου να μην επηρεάζεται από εξωτερικές καταστάσεις, οι οποίες δύναται να ταράξουν το ηγεμονικόν. Αυτό θα επιτευχθεί μόνο εάν το άτομο δράσει σύμφωνα με τις επιταγές της φύσης, δηλαδή τον «ορθό λόγο». Ουσιαστικά, διαφαίνεται ότι η Στωική φιλοσοφία περιστρέφεται γύρω από δυο θεμελιώδη ερωτήματα: «Τι άνθρωπος θα έπρεπε να είμαι;» και «Ποια στάση θα έπρεπε να κρατήσω;». Στην παρούσα μελέτη πραγματοποιείται μια σύντομη εισαγωγή στην ανάδυση και την επιρροή του Στωικισμού στην Ελληνιστική περίοδο. Στη συνέχεια, παρουσιάζονται συνοπτικά (σε μορφή bullet) οι πρώτες αρχές της σχολής και η κοσμοθεωρία των Στωικών, που αφορά σε ένα πλήθος ζητημάτων από την ικανότητα να ελέγχουμε τις εντυπώσεις που μας προκαλούν τα γεγονότα, την έννοια του «vivere hic et nunc», το πώς θα έπρεπε να αντιμετωπίζουμε το θάνατο, αλλά και την άποψη των Στωικών περί πλούτου και δόξας. Τέλος επιχειρείται η ανάδειξη της διαχρονικότητας της εφαρμοσμένης Στωικής σοφίας στη ζωή του ατόμου. Η παρουσίαση ακολουθεί τη μέθοδο της παράθεσης αρχαίων γνωμικών ως αφετηρία ανάλυσης και εξήγησης του κόσμου, όπως τον αντιλαμβάνεται ο Στωικός φιλόσοφος. Τελικά η τέχνη του «ευδαίμονος βίου» είναι εφικτή στη σύγχρονη εποχή;

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Επίκτητος, Εγχειρίδιον, επ. Βέλιος Α., Αθήνα: Ροές, 2014. Επίκτητος, Διατριβαί, Α,Β,Γ,Δ, μτφ. Μ. Μπίλα, επιμ. Ι.Σ Χριστοδούλου, Αθήνα: Ζήτρος, 2002. Μάρκος Αυρήλιος, Τα Εις Εαυτόν, μτφ. Γ. Αβραμίδης , Θεσσαλονίκη: Θύρραθεν, 2008. Σενέκας, Περί της Συντομίας της Ζωής, μτφ. Ν. Πετρόχειλος, Αθήνα: Πατάκης, 2005. Σενέκας, Περί της Πνευματικής Γαλήνης, μτφ. Ν. Πετρόχειλος, Αθήνα: Πατάκης, 2005. Σενέκας, Για μια Ευτυχισμένη Ζωή, μτφ. Ν. Πετρόχειλος, Αθήνα: Πατάκης, 2005.

49


50

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας Becker C.L., A New Stoicism (1998), New Jersey: Princeton University Press, 2017 (revised edition). Brun J., Ο Στωικισμός, μτφ. Σ. Βασιλείου, Αθήνα: Ζαχαρόπουλος, 1965. Epictetus & Sharon Lebell, Art of Living: The Classical Manual on Virtue, Happiness, and Effectiveness, New York: HarperCollins, 1994. Hadot P., La citadelle Interieure: Introduction aux pensees de Marc Aurele, Paris: Fayard 1992. Ildefonce F., Οι Στωικοί: Ζήνων, Κλεάνθης, Χρύσιππος, Αθήνα: Ενάλιος, 2013. Irvine William B., A Guide to the Good Life: The Ancient Art of Stoic Joy, Oxford: Oxford University Press, 2008. Long A. A, Η Ελληνιστική φιλοσοφία: Στωικοί, Επικούριοι, Σκεπτικοί, μτφ. Σ. Δημόπουλος, Μ. Δραγώνα-Μονάχου, Αθήνα: ΜΙΕΤ, 1997. Nussbaum M., Η Θεραπεία της Επιθυμίας: Θεωρία και πράξη της Ελληνιστικής Ηθικής Φιλοσοφίας, μτφ. Γ. Αβραμίδης, Μ.Πανταζή, Θεσσαλονίκη: Θύρραθεν, 2015. Pigliucci M., How To Be a Stoic: Using Ancient Philosophy to Live a Modern Life, New York: Basic Books, 2009. Robertson D., Stoicism and the Art of Happiness, London: Hodder & Stoughton Ltd, 2013. Seneca L.A & Cambell R.A., Letters from a Stoic, London: Penguin, 1969. Sharples R.W., Στωικοί, Επικούριοι, Σκεπτικοί : Εισαγωγή στην Ελληνιστική Φιλοσοφία, μτφ. Μ Λυπουρλή, Γ. Αβραμίδης, επιμ. Κ. Καούκη, Θεσσαλονίκη: Θύρραθεν, 2002.


Προσωπικές Εισηγήσεις

Ο ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ-ΤΟ ΟΛΛΑΝΔΙΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΟΡΕΣΤΗΣ ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πολυτενείο Κρήτης

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην προτεινόμενη εισήγηση θα επιχειρηθεί η διερεύνηση των σχέσεων που έχει το φιλοσοφικό ρεύμα του πραγματισμού και οι θεωρητικές προσεγγίσεις που αυτό παράγει, με την αρχιτεκτονική και τον χώρο και ιδιαίτερα με τα έργα των αρχιτεκτόνων της σύγχρονης ολλανδικής πρωτοπορίας. Η εισήγηση θα εστιάσει στον τρόπο με τον οποίο ο Πραγματισμός, ένα φιλοσοφικό ρεύμα του τέλους του 19ου αιώνα, και οι σύγχρονες ερμηνείες του, Νεοπραγματισμός, εμπλέκονται με τη σύγχρονη αρχιτεκτονική και ειδικότερα με την ολλανδική πρωτοπορία, επιχειρώντας να αντιμετωπίσουν το χάσμα που υπάρχει μεταξύ της αρχιτεκτονική θεωρίας και της αρχιτεκτονικής πρακτικής από την δεκαετία του 60΄, μέσα από τη δημιουργία μίας «θεωρίας της πρακτικής». Επίσης, θα επικεντρωθεί στις ανάγκες και στους τρόπους με τους οποίους η φιλοσοφία και η αρχιτεκτονική επεξεργάστηκαν τις ιδέες του κλασικού Πραγματισμού, για να θέσουν νέα ερωτήματα και να δημιουργήσουν νέα μεθοδολογικά εργαλεία, για να ερμηνεύσουν και επέμβουν στην σύγχρονη και πολύπλοκη εποχή της μετανεωτερικότητας. Θα δοθεί ιδιαίτερο βάρος στο έργο του φιλοσόφου John Rajchman, ο οποίος επιχειρεί να χτίσει γέφυρες μεταξύ του κλασικού Πραγματισμού και του Μεταστρουκτουραλισμού, για να δημιουργήσει έναν νέο Πραγματισμό, τον «Πραγματισμό του διαγράμματος και της διάγνωσης», ως ένα μέσο για να ανακαλυφθούν «νέα πράγματα». Οι όροι «διάγραμμα» και ‹διάγνωση› κατέχουν κομβική θέση στις θεωρητικές αναζητήσεις της σύγχρονης ολλανδικής αρχιτεκτονικής πρωτοπορίας, η οποία συχνά αποκαλείται και ως «Ολλανδικός Πραγματισμός». Η εισήγηση θα κινηθεί σε τρεις ενότητες. Στην πρώτη θα αναλυθούν οι ιδέες και τα ρεύματα του φιλοσοφικού Πραγματισμού και του Νεοπραγματισμού. Στη δεύτερη θα εξεταστούν οι τρόποι με τους οποίους αυτό το φιλοσοφικό ρεύμα εμπλέκεται με την αρχιτεκτονική σκέψη, μέσα από τη μελέτη μιας σειράς συνεδρίων, που διεξήχθησαν από τις αρχές της δεκαετίας του 90΄, μέχρι και το 2000, σε Ολλανδία και Η.Π.Α και επεξεργάστηκαν αυτή τη σχέση. Στη τρίτη ενότητα θα διερευνηθούν οι σχέσεις του Πραγματισμού με τη σύγχρονη ολλανδική αρχιτεκτονική πρωτοπορία και θα παρουσιαστούν συνοπτικά οι θέσεις και οι σχεδιαστικές πρακτικές που διαμορφώνονται. Τέλος, θα επιχειρηθεί να απαντηθεί το ερώτημα του πώς και γιατί συνδέεται ο Πραγματισμός με την αρχιτεκτονική και τι προσφέρει αυτή η συνάντηση στον αρχιτεκτονικό λόγο και την πρακτική ευρύτερα. Η εισήγηση θα βασιστεί πάνω στην ερευνητική εργασία που εκπόνησα στο πλαίσιο των ακαδημαϊκών μου υποχρεώσεων, υπό το τίτλο «Ο ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΟΛΛΑΝΔΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ - ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ REM KOOLHAAS» (Ιούλιος 2017), με επιβλέπουσα την καθηγήτρια Δήμητρα Χατζησάββα.

51


52

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΒΙΒΛΙΑ Αναστάσιος Δ. Τέλλιος, Συνεκδοχές- αρχιτεκτονική εικόνα, χωρική αναπαράσταση, Θεσσαλονίκη: επίκεντρο, 2011 Δ. Σφενδόνη-Μέντζου, Πραγματισμός – Ορθολογισμός – Εμπειρισμός. Θεωρίες της γνώσης, Θεσσαλονίκη: ΖΗΤΗ, 2012 Χαστάογλου, Βίλμα, Κοινωνικές θεωρίες για τον αστικό χώρο - Κριτική ανάλυση, Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής, 1982 Jean Attali, «Vertical Labyrinths» (2003) στο: Reading MVRDV , Ρότερνταμ: NAi Publishers Aaron Betsky, «Rem Koolhaas: The Fire of Manhattanism Inside the Iceberg of Modernism» (2003) στο: WHAT IS OMA, Ρότερνταμ: NAi Publishers Arie Graafland, THE SOCIUS OF ARCHITECTURE, Ρότερνταμ: 010 PUBLISHERS, 2000 Rem Koolhaas, Bruce Mau, S,M,L,XL, Νέα Υόρκη: THE MONACELLI PRESS, 1995 Rem Koolhaas, «The Downtown Athletic Club» (1978) στο: Delirious Kew York, Νέα Υόρκη: THE MONACELLI PRESS Rem Koolhaas, η ομιλία του: «How Modern is Dutch Architecture?» στο: Mart Stam’s Trousers, Stories from behind the Scenes of Dutch Moral Modernism, σύνταξη: Crimson, Michael Speaks και Gerard Hadders, Ρότερνταμ: 010 Publishers, 1999 Bart Lootsma, Super Dutch: New Architecture In The Netherlands, Λονδίνο: Thames & Hudson, 2000 Lootsma, Bart, «Synthetic regionalization: The Dutch landscape toward a second modernity» (1999) στο: Corner, James (επιμ.), Recovering Landscape: Essays in Contemporary Landscape Architecture. Νέα Υόρκη: Princeton Architectural Press Bryan G. Norton, «Building Demand Models to Improve Environmental Policy Process» (2002) στο: Model-based Reasoning in Scientific Discovery, σύνταξη:L. Magnani, N. J. Nersessian, and P. Thagard, Νέα Υόρκη: Kluwer Academic/Plenum Publishers Joan Ockman, The Pragmatist Imagination, Thinking about ‘’Things In The Making’’, Νέα Υόρκη: Princeton Architectural Press, 2000 John Rajchman, The Deleuze Connections, Βοστώνη: The MIT Press, 2000 John Rajchman, εισαγωγικό κείμενο στο: The Pragmatist Imagination, Thinking about ‘’Things In The Making”, Νέα Υόρκη: Princeton Architectural Press, November2000, σύνταξη: Joan Ockman Horst W. J. Rittel και Melvin M. Webber, «Dilemmas in a General Theory of Planning» (1997) στο: Policy Sciences 4, Άμστερνταμ: Elsevier Scientific Publishing Company IIika & Andreas Ruby, Groundscapes/ El reecuentro con el suelo en la arquitectura contemporanea/ the discovery of the groundin contemporary architecture, Βαρκελώνη: Gustavo Gili, 2006 Moneo Rafael, Theoretical Anxiety and Design Strategies, in the work of eight contemporary architects, Βοστώνη: The MIT Press, 2004 Saunders, W. New Architectural Pragmatism: a Harvard Design Magazine Reader, Μινεάπολις: University of Minnesota Press, 2007 ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ Hoch, “What can Rorty teach an old Pragmatist doing, public administration or planning”, Administration Society, (38), 2006 Richard Buchanan, “Wicked Problems in Design Thinking”, Design Issues, (8), 1992 Richard Coyne, “Creativity as Commonplace”, Design Stydies, (18), 1997 Richard Coyne, “Wicked Problems Revisited”, Design Studies, (26), 2005 Charles J. Hoch, “Evaluating Plans Pragmatically”, Planning Theory, (1), 2002 Rem Koolhaas, ‘’Junkspace’’, October, Vol. (100), 2002 Gavin Melles, “Critical Pluralism / Pragmatism and Design A Generational Attitude”, Collection # 03 - summer 2011 Gavin Melles, “New Pragmatism and the Vocabulary and Metaphors of Scholarly Design


Προσωπικές Εισηγήσεις Research”, Design Issues, (24), 2008 Joan Ockman, “what’s New about the ‘’New’’ Pragmatism and what does It Have to Do with Architecture”, AV Monographs (91) sept.-oct 2001 John Rajchman, “A New Pragmatism?”, Any-How, σύνταξη: C. Davidson, MIT Press, 1998 Werner sewing, “From Deleuze to Dewey”, AV Monographs (91) sept.-oct ,2001 Michael Speaks, “Theory Was Interesting … but Now We Have Work”, Architectural Research Quarterly, (6), 2003 T. Spector, “Pragmatism for Architects”, Contemporary Pragmatism, (1), 2004 Roemer van Toorn, ‘’Architecture Against Architecture’’, Film + Arc 2 catalogue, Graz, 1993 ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΔΙΑΤΡΙΒΕΣ Ελένη Βλαχονάσιου, διδακτορική διατριβή: Τεχνικές αναπαράστασης του χώρου και μορφογένεση στον 20ο αιώνα, Θεσσαλονίκη, 2012 Δήμητρα Ν. Χατζησάββα, διδακτορική διατριβή: Η έννοια του τόπου στις αρχιτεκτονικές θεωρίες και πρακτικές- σχέσεις φιλοσοφίας και αρχιτεκτονικής στον 20ο αιώνα, Θεσσαλονίκη, 2009 Ελισάβετ Χρυσοχοΐδη, διδακτορική διατριβή: Το διάγραμμα ως νοητικό εργαλείο στις δυναμικές διαδικασίες σχεδιασμού, Αθήνα, 2011

53


54

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ Η ΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΛΟΓΙΚΩΝ ΕΜΠΕΙΡΙΣΤΩΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΙΣ ΗΠΑ ΜΑΡΙΝΑ ΚΑΡΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, Σχολή Θετικών Επιστημών, Αθήνα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ο Κύκλος της Βιέννης, μία ομάδα διανοούμενων φιλοσόφων και επιστημόνων, ιδρύθηκε από τον Moritz Schlick την περίοδο του Μεσοπολέμου. Η ομάδα εντάσσεται στο κίνημα του νεοθετικισμού, και ειδικότερα του λογικού θετικισμού, του ύστερου λογικού εμπειρισμού. Kύριος στόχος του ήταν η διαμόρφωση ενός είδους επιστημονικής φιλοσοφίας. Από το 1931 ορισμένα μέλη του Κύκλου είχαν αρχίσει να μεταναστεύουν για πολιτικούς, οικονομικούς ή πολιτιστικούς λόγους. Η δολοφονία του Schlick από έναν «μαθητή» του το 1936, σε συνδυασμό με την άνοδο του ναζισμού και την προσάρτηση της Αυστρίας στο Γ’ Ράιχ, δημιούργησε αισθήματα φόβου και στα εναπομείναντα και στα νέα μέλη του Κύκλου, ωθώντας τα στη μετανάστευση προς την υπόλοιπη Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Εκεί βρέθηκαν αντιμέτωποι με μία διαφορετική φιλοσοφική σκέψη, ενώ παράλληλα οι Αμερικανοί πολίτες αντιμετώπισαν την παρουσία τους με καχυποψία. Στην προσπάθεια κατανόησης της επικρατούσας κατάστασης πρέπει να ληφθεί υπόψη το πολιτικό κλίμα του Ψυχρού Πολέμου στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Η επιρροή που τους ασκήθηκε από το αμερικανικό περιβάλλον ήταν μεγάλη. Παρ’ όλες τις διαφορές των δύο κινημάτων του 1930, του λογικού και του αμερικανικού εμπειρισμού, παρατηρείται μία κοινή επιμονή στην επιστημονική μέθοδο της φιλοσοφίας, οδηγώντας στην άρνηση της παραδοσιακής μεταφυσικής και επιστημολογίας. Επιπλέον, ένας από τους βασικότερους στόχους των μεταναστών φιλοσόφων ήταν η δημιουργία μίας φιλοσοφίας της επιστήμης που να ασχολείται με θέματα πολιτικής και προοδευτικής κοινωνικής μεταρρύθμισης. Πριν και μετά την απομάκρυνση του κινήματος στην Αμερική, διάφορες ομάδες φιλοσόφων -τόσο αυτοχθόνων όσο και εξόριστων από την Ευρώπη– επεδίωκαν προοδευτικά προγράμματα αποσκοπώντας στην κατανόηση και την αλλαγή του κόσμου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η διαμόρφωση της αριστερής φιλοσοφίας τις δεκαετίες 1930-1940. Επιπλέον, την περίοδο δράσης του Κύκλου της Βιέννης, η συστηματική έκφραση απόψεων και επιστημονικών αποτελεσμάτων πολλών επιστημόνων και φιλοσόφων θεωρείτο απαραίτητη. Η ανάγκη αυτή οδήγησε στην έκδοση της Διεθνούς Εγκυκλοπαίδειας της Ενοποιημένης Επιστήμης (International Encyclopedia of Unified Science) έχοντας ως στόχο να φέρει κοντά την επιστήμη στο σύνολό της. Αξίζει να τονιστεί πως η μετανάστευση των λογικών εμπειριστών δεν τους απέσπασε από το έργο τους, καθώς συνέχισαν να εκδίδουν κείμενά τους στην Εγκυκλοπαίδεια, η οποία, ωστόσο, μετά από λίγα μόνο χρόνια επιτυχίας, απέτυχε. Ένας ακόμη παράγοντας που επηρέασε τους Λογικούς Εμπειριστές αποτελεί η αναλυτική φιλοσοφία, μέσω της οποίας επιτυγχάνεται η ανάλυση της γνώσης και δομείται το υπόβαθρο των επιστημών της φιλοσοφίας. Εν κατακλείδι, η διαμόρφωση της κατοπινής αναλυτικής φιλοσοφίας προκύπτει ως απόρροια ορισμένων φιλοσοφικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ θετικισμού και αμερικανικής φιλοσοφικής παράδοσης.

55


56

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Audi Robert, Το Φιλοσοφικό Λεξικό του Cambridge, Αθήνα: Κέδρος, 2011. Ρουσόπουλος Γιώργος, Ο Κύκλος της Βιέννης. Η επιστημονική κοσμοαντίληψη, Αθήνα: Οκτώ, 2010. Ρουσόπουλος Γιώργος, Σύγχρονος Εμπειρισμός: Από τον Κύκλο της Βιέννης στον Davidson, Κείμενα των Hahn, Neurath, Carnap, Schlick, Quine, Davidson, Ηράκλειο: ΠΕΚ, 2008. Reisch George A., How the Cold War Transformed Philosophy of Science: To the Icy Slopes of Logic (2005), Cambridge: Cambridge University Press, (Scholar). Hardcastle Gary L. and Richardson Alan W., (Eds.), Logical Empiricism in North America, (2003), London: Minnesota Studies in the Philosophy of Science.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΟΡΙΟ-ΘΕΤΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΡΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ & ΙΟΥΛΙΑ ΛΕΒΕΝΤΟΠΟΥΛΟΥ Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πολυτεχνείο Κρήτης

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα εισήγηση επιχειρεί να αναδείξει το ζήτημα των ορίων στη συσχέτιση δημόσιου – ιδιωτικού, με έμφαση στη κατοικία, ως το χωρικό αποτύπωμα της ιδιωτικής και υποκειμενικής οριο-θέτησης. Η εγκαθίδρυση της ιδιωτικότητας από τον 19ο αιώνα και μετά, συνοδεύτηκε από μία δυναμική στροφή στην εσωτερικότητα, γεγονός που οδήγησε στοχαστές της νεωτερικότητας, όπως οι H. Arendt και R. Sennett, να επανα-προβάλλουν τη σημασία της δημόσιας, συλλογικής ζωής, έναντι της ιδιωτικής. Μολαταύτα, στον απόηχο της σύγχρονης πολυπλοκότητας, τα όρια μεταξύ των δύο εννοιών και ακόμα περισσότερο η χωρική τους υπόσταση, αναθεωρούνται και επαναδιατυπώνονται. Η πανταχού παρουσία της δημόσιας, πλέον, σφαίρας υπερβαίνει τους χωρικούς και πολωτικούς περιορισμούς. Επακόλουθα, παρεισφρέει στην ιδιωτική σφαίρα, ωθώντας την έτσι να επιτελεί και αναδιευθετεί συνεχώς τα όριά της. Αφορμώμενες από τη σκέψη του Γερμανού στοχαστή P. Sloterdijk, οδηγούμαστε σε μία τοπολογική ερμηνεία όπου δημόσιο και ιδιωτικό αλληλο-νοηματοδοτούνται συνεχώς μέσω αμοιβαίων μεταγραφών. Εξετάζοντας, λοιπόν, κανείς τη κατοικία ως το προπύργιο της ιδιωτικής σφαίρας, παρατηρεί ότι τόσο η χωρική της οργάνωση όσο και η αναπαραγωγή των σχέσεων στο εσωτερικό της εμφάνιζαν ανέκαθεν πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις, οι οποίες, ενώ επιδρούσαν καθοριστικά στα όριά της, παρέμειναν σε μεγάλο βαθμό αόρατες. Όπως κατέδειξε ο κοινωνιολόγος J. Donzelot, η πυρηνική οικογένεια και ειδικότερα η γυναίκα χρησιμοποιήθηκαν ως ρυθμιστικά εργαλεία έμμεσου κοινωνικού ελέγχου. Με παρόμοιο τρόπο, η τεχνολογία νομιμοποίησε τη δημόσια παρεμβολή και επέμβαση στις ιδιωτικές υποθέσεις, διαβρώνοντας ακόμα περισσότερο σήμερα τα διαπερατά όρια της κατοικίας. Φαίνεται λοιπόν ότι το δημόσιο, με διάφορες εκφάνσεις πάντα ενυπήρχε στο εσωτερικό της κατοικίας, υποστασιοποιώντας διαφορετικά την ιδιωτικότητα σε κάθε εποχή και κοινωνική κατάσταση. Στη σημερινή συνθήκη, σε ένα πλαίσιο γενικευμένης σύγχυσης των ορίων, η τοποθέτηση της κατοικίας σε αυτό το μεταίχμιο δημόσιου – ιδιωτικού και ο ρόλος της ως ρυθμιστή των συνδιαλλαγών τους κλονίζονται. Όσο τα όρια εξαϋλώνονται, τόσο μοιάζει αναπόφευκτη η επαναδιαπραγμάτευση της σχέσης μας με το ίδιο το σπίτι, πολύ πριν αυτό γίνει πεδίο κοινωνικών αντανακλάσεων. Η κατοικία σε μία λακανική προσέγγιση, αντιμετωπίζεται πλέον, όχι ως το υλικό υπόβαθρο που απορροφά το κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι, αλλά ως το πρωταρχικά φαντασιωτικό κατασκεύασμα που διαμορφώνει την επιθυμία, τις σχέσεις με τον εαυτό και τον Άλλο και άρα διαπλάθει την υποκειμενικότητα πριν τον εγκοινωνισμό της.

57


58

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Arendt, H., Η ανθρώπινη κατάσταση (Vita Activa) (1985), Μτφρ. Σ.Ροζάνης, Γ.Λυκιαρδόπουλος, Αθήνα, Γνώση, 1986. Colomina, B. (επιμ.), Sexuality & Space, New York: Princeton Architectural Press, 1992. Donzelot, J., The policing of families (1977), New York: Pantheon, 1979. Evans, R., Translations from drawing to building: figures, doors, and passages, London: Architectural Association, 1997. Grosz, E., & Eisenman, P., Architecture from the outside: Essays on virtual and real space, Cambridge, MA: MIT press, 2001. Heynen, H. & Baydar, G. (επιμ.), Negotiating domesticity: spatial productions of gender in modern architecture, London, New York: Routledge, 2005. De Cauter, L., The capsular civilization. On the city in the age of fear, Rotterdam: NAi-publishers, 2004. Dethy, M., Εισαγωγή στην ψυχανάλυση του Λακάν, μτφ. Ν.Ποταμιανού. Αθήνα: Καστανιώτη, 2000. Hayden, D., The grand domestic revolution: A history of feminist designs for American homes, neighborhoods, and cities, Cambridge MA, London: The MIT Press, 1982. Riley, T., The un-private house, New York: Museum of Modern Art, 1999. Schinkel, W., & Noordegraaf-Eelens, L., In Medias Res: Peter Sloterdijk’s Spherological Poetics of Being, Amsterdam: Amsterdam University Press, 2011. Sennett, R., Η τυραννία της οικειότητας. Ο δημόσιος και ο ιδιωτικός χώρος στο δυτικό πολιτισμό (1977), μτφ. Γ. Μέρτικας,Αθήνα: Νεφέλη, 1999. Teyssot, G., A topology of everyday constellations, Cambridge MA, London: The MIT Press, 2013 Vidler, A., The architectural uncanny: Essays in the modern unhomely, Cambridge, MA, London: The MIT Press, 1992.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΞΕΠΕΡΝΩΝΤΑΣ ΤΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΝΟΥ ΕΞΑΛΕΙΠΤΙΚΟΣ ΥΛΙΣΜΟΣ ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΡΙΤΖΗΣ & ΠΑΡΑΔΕΙΣΙΟΣ-ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΠΟΥΛΑΚΗΣ Τμήμα Ψυχολογίας, Φιλοσοφική Σχολή, ΑΠΘ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ H παρούσα εργασία έχει ως σκοπό να ερμηνεύσει την έννοια της «Folk Psychology» ως μια εμπειρικώς δομημένη θεωρία και να αναδείξει τις προοπτικές μιας εξαλειπτικής προσέγγισής της, ακολουθώντας ταυτόχρονα μια νατουραλιστική οπτική στο νοητικό κατά το επιστημολογικό πρότυπο του Quine. Παρόλο που ο όρος «Folk Theory» φαίνεται να παρουσιάζει κάποια εννοιολογική σύγχυση στη φιλοσοφική βιβλιογραφία, η «Folk Psychology» - ή αλλιώς «Ψυχολογία του κοινού-νου» - χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο για να αναφερθεί στο σύνολο των ανθρώπινων πεποιθήσεων που θεμελιώνονται γύρω από την έννοια του «νου» και κάνουν χρήση του παράγωγου «νοητικού» λεξιλογίου. Σύμφωνα με τις υλιστικές θεωρήσεις του P. Churchland, ο θεωρητικός χαρακτήρας της Ψυχολογίας του κοινού νου εντοπίζεται στην προβλεπτική λειτουργία που επιτελεί στο καθημερινό λόγο, η οποία προϋποθέτει ένα παραγωγικό σύστημα βασισμένο σε εμπειρικές γενικεύσεις, κάνοντας χρήση του «Νομολογικού-παραγωγικού» μοντέλου των Hempel & Oppenheim από τη φιλοσοφία της επιστήμης. Τη θέση πως η Ψυχολογία του κοινού νου αποτελεί μια εμπειρική θεωρία ενισχύει και η μελέτη ανάλογων Folk θεωριών. Παράλληλα, εξετάζονται και αντίθετες θέσεις δομημένες πάνω στις έννοιες της «προθετικότητας» (Intentionality) και της «προσομοίωσης» (Simulation Theoy). Έχοντας επιχειρηματολογήσει υπέρ του θεωρητικού της χαρακτήρα, σε ένα επόμενο στάδιο γίνεται δυνατή η εξέταση της λειτουργικότητας της «Folk Psychology». Η ανασκόπηση της βιβλιογραφίας αναδεικνύει μια περιορισμένη ερευνητική παράδοση, γεμάτη σύγχυση γύρω από κεντρικούς όρους. Ως απάντηση στα προβλήματα αυτά προτείνεται ο εξαλειπτικός υλισμός. Η θέση αυτή ισχυρίζεται πως το καθημερινό λεξιλόγιο για τα νοητικά φαινόμενα (πεποιθήσεις, επιθυμίες) δεν έχει οντολογικό αντίκρισμα. Ξεκινώντας από τον Sellars και τον Feyerabend, εξετάζεται η διαφωνία για την σχέση νοητικών καταστάσεων και καταστάσεων στον εγκέφαλο. Ο εξαλειπτικός υλισμός γεννιέται μέσα από την παραπάνω συζήτηση, διακρινόμενος από αντίστοιχες αναγωγιστικές θέσεις. Στη σύγχρονη βιβλιογραφία, η εξάλειψη του προτασιακού περιεχομένου του νοητικού εδραιώνεται κατά κύριο λόγο από τα γραπτά των Churchlands. Παράλληλα, αξιολογείται και η επιχειρηματολογία κατά του εξαλειπτικού προγράμματος (Baker, Gordon, Goldman). Η εργασία κλείνει με την εξέταση νέων προοπτικών για τη φιλοσοφία του νου και τη ψυχολογία κατευθυνόμενων από την εξάλειψη και την αντικατάσταση του λεξιλογίου αλλά και του νομολογικού πλαισίου της «Folk Psychology».

59


60

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Quine, Willard, «Epistemology Naturalized» (2004) in E. Sosa & J. Kim. Epistemology: An Anthology. Malden, MA: Blackwell Publishing, pp. 292–300 Quine, Willard Van Orman, Word and object, place of publication not identified: Martino Fine, 2013, Print. Rorty, Richard, Philosophy and the Mirror of the Nature, S.l.: Princeton Univ Press, 2017, Print. Rorty, Richard, «In Defence of Eliminative Materialism» (1970), in The Review of Metaphysics XXIV, Reprinted Rosenthal, D.M. (ed.) (1971) Feyerabend, P., «Mental Events and the Brain» (1963), στο Journal of Philosophy 40:295-6. Churchland, Patricia; Churchland, Paul (1998). On the contrary : critical essays, 1987-1997. MIT Press. Churchland, P.M., Matter and Consciousness, revised Ed. Cambridge, MA: The MIT Press, 1988 Churchland, P.S., Neurophilosophy: Toward a Unified Science of the Mind/Brain, Cambridge, MA: MIT Press, 1986 Churchland, P.M. (1981) Eliminative Materialism and the Propositional Attitudes στο Journal of Philosophy 78(2): 67-90. Churchland, P.M., «Reduction, Qualia and the Direct Inspection of Brain States» (1985), in Journal of Philosophy, 82, 8-28. Churchland, P.M., A Neurocomputational Perspective: The Nature of Mind and the Structure of Science, Cambridge, MA: MIT Press, 1992 Churchland, P.M . «Folk Psychology and the Explanation of Human Behavior» (1988), στο Proceedings of the Aristotelean Society. Supp. Vol. LXII Gordon, R., «Folk psychology as Simulation» στο Mind and Language 1: 158-171, 1986 Goldman, A., «In Defense of the Simulation Theory» στο Mind and Language 7: 104-119, 1992 Sellars W., «Empiricism and the Philosophy of Mind» (1956), in: Feigl H. and Scriven M. (eds) The Foundations of Science and the Concepts of Psychology and Psychoanalysis: Minnesota Studies in the Philosophy of Science, Vol. 1. Minneapolis: University of Minnesota Press: 253-329 Dennett, D., The Intentional Stance, Cambridge, MA: MIT Press, 1978 Dennett, D.C., «Intentional Systems» (1971), Vol.68, No. 4, (25 February 1971), pp.87-106. Lycan, W. G. & Pappas, G., «What is eliminative materialism?» (1972) στο Australasian Journal of Philosophy 50:149-59. Nagel, T., «What is it like to be a Bat?» (1974) στο Philosophical Review, 83, 435-456. Stich, S., From Folk Psychology to Cognitive Science, Cambridge, MA: MIT Press, 1983 Ramsey, W., Stich, S. and Garon, J., «Connectionism, Eliminativism and the Future of Folk Psychology» (1990) στο Philosophical Perspectives 4: 499-533.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΓΙΑΤΙ Ο ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙ

ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΡΩΝΗ Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η καταδίκη και ο θάνατος του Σωκράτη ήταν ένα πολιτικό γεγονός που ώθησε τον Πλάτωνα να αφιερωθεί στη θεωρία και τη συγγραφή και όχι στην ενεργό πολιτική. Αυτή η καταδίκη υπήρξε αποτέλεσμα ατυχούς συγκυρίας, πολιτικής πλεκτάνης, ανεπαρκούς υπεράσπισης; Σίγουρα όλοι οι προαναφερθέντες παράγοντες συνετέλεσαν, αλλά η καταδίκη του Σ υπήρξε αναπόφευκτη. Ο Σ όφειλε να πεθάνει ακριβώς επειδή ήταν φιλόσοφος, επειδή δεν υπήρχε θέση γι’ αυτόν στην Πολιτεία του. Ποτέ δεν θέλησε να την αποχωρισθεί, ούτε να παραβεί τους νόμους της, ακόμη κι εκείνο τον άδικο νόμο που επέφερε το τέλος του, ούτε προσπάθησε να διαφύγει για να σωθεί από την εκτέλεση. Ο δρόμος που μας υπέδειξε ο Σ θα διαμορφώσει με επιστημονική και φιλοσοφική πειθαρχία εκείνους τους διανοητικά και ηθικά εκλεκτούς που κάποια μέρα θα μπορέσουν να μεταρρυθμίσουν και να σώσουν την Πολιτεία. Σε αυτό το πνεύμα, σε μια προσπάθεια συνέχειας όσων κληροδοτήθηκαν από το Σ, ο Π αποφασίζει να ανοίξει την Ακαδημία, απευθυνόμενος όμως όχι στο λαό, αλλά σε μια ομάδα επίλεκτων. Η συνάντηση Σ – Π αποτελεί ένα γεγονός αδιαμφισβήτητης σημασίας, καθώς διαμόρφωσε ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία και σκέψη. Η ψυχική δύναμη της απόφασης του Σ να του αφαιρέσουν τη ζωή και να μην αντισταθεί σε αυτό, αφού έπρεπε να ακολουθήσει τα όσα δίδασκε και πίστευε, τον έκανε το ύψιστο παράδειγμα πίστης στη κοινωνία, τη δικαιοσύνη και τους νόμους, ακόμη και αν είναι αντίθετοι στο προσωπικό μας συμφέρον. Δεν αψήφησε τους νόμους, επειδή δεν ήταν ένοχος δεν συμβιβάστηκε, δεν δέχτηκε την εξορία, επέμεινε στην αμετακίνητη προσήλωσή του στην πόλη, τον ακλόνητο σεβασμό του προς τους νόμους της και το όνειρό του για την πρόοδο της Αθήνας. Δεν είχε άλλη λύση παρά να δεχτεί τη θανατική ποινή αρνούμενος να παραβιάσει τους κανόνες της πολιτικής συμβίωσης. Η διδασκαλία και η φιλοσοφική του έρευνα αποτελούσαν αναμφίβολα ενδείξεις κοινωνικής ανησυχίας και κριτικής της δημοκρατίας, της διακυβέρνησης, της θρησκείας, των αξιών, της ηθικής. Ο Σ είναι ο αληθινός ιδρυτής της φιλοσοφίας, της δίνει ένα νέο μοναδικό ρόλο, πλέον, είναι αυτή που αμφισβητεί τα θεμέλια της Πολιτείας, αλλά και αυτή που θα αποτελέσει αφετηρία για τη δυτική σκέψη. Για τον ίδιο, ύστατος σκοπός είναι η αδιάφθορη ζωή. Όταν πίστεψε πως θα καταδικαζόταν, δεν παρασκεύασε την άμυνά του, εμποδιζόμενος από το δαιμόνιό του. Δεν είναι παράτολμο να πούμε πως ο Σ προκάλεσε θεληματικά τη καταδίκη του. Επιβίωσε μέσω τον Πλατωνικών διαλόγων και αποτελεί πλέον έμπνευση. Εγκαταλείπει το βάθρο του απομονωμένου φιλοσόφου και γίνεται συνάνθρωπος και συμπολίτης, παράλληλα κατεβάζει τη φιλοσοφία από τον ουρανό στην πόλη και τα προβλήματα της ζωής, από θεωρία του κόσμου γίνεται τέχνη του βίου. Με τον υποδειγματικό του θάνατο αντιτάχθηκε έμπρακτα στον αμοραλισμό των σοφιστών. Η φιλοσοφία του είναι πρώτα απ’ όλα η ίδια του η ζωή, αν και ξέρουμε τόσο λίγα γι’ αυτήν. Έπρεπε να πεθάνει για να αποδείξει πως πρώτα ο φιλόσοφος και ύστερα ο κάθε άνθρωπος οφείλει να υπερασπίζει τον εαυτό του μέχρι τέλους και ταυτόχρονα

61


62

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας να υπακούει τους νόμους της εκάστοτε κοινωνίας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Vegetti M., Ιστορία της Αρχαίας Φιλοσοφίας, Αθήνα: Π. Τραυλός, 2000. Koyre A., Φιλοσοφία και Πολιτεία εισαγωγή στην ανάγνωση του Πλάτωνα, Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 1990. Taylor A. E., Πλάτων ο άνθρωπος και το έργο του, Αθήνα: ΜΙΕΤ, 2014. Dagognet F., Οι μεγάλοι φιλόσοφοι και η φιλοσοφία τους, Αθήνα: Μελάνι, 2007. Κάλφας Β. & Ζωγραφίδης Γ., Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, 2006. Nietzsche Fr., Η γέννηση της Φιλοσοφίας στα χρόνια της ελληνικής τραγωδίας, Αθήνα: Μαρή και Κοροντζή, 1975. Ξενοφών, Ξενοφώντειος Σωκράτης (Δεύτερος Τόμος), μτφ. Θ. Γ. Μαυρόπουλος, Αθήνα: Ζήτρος, 2007. Πλάτων, Απολογία Σωκράτους - Κρίτων, μτφ. Θ. Σαμαράς, Αθήνα: Ζήτρος, 2007.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΠΟΙΟΣ ΕΙΣΑΙ ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΚΟΙΤΑΕΙ ΚΑΝΕΙΣ; Η ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ, Ο ΕΑΥΤΟΣ ΚΑΙ Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΗΛΕΚΤΡΑ ΚΑΤΣΙΚΗ Τμήμα Κοινωνιολογίας , Πάντειο Παντεπιστήμιο

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η εργασία αυτή έχει ως στόχο να παρουσιάσει τις δραματουργικές αρχές σαν να ήταν μία θεατρική παράσταση και να αναδείξει ποιοι είμαστε κατά την διαντίδρασή μας με άλλα άτομα και ποιοι είμαστε όταν δεν κοιτάει κανείς. Ο Erving Goffman, ο θεωρητικός αυτής της δραματουργικής Κοινωνιολογίας, προσπαθεί μέσα από την αναλογία θέατρο-πραγματική ζωή να εξετάσει με ποιον τρόπο το άτομο που βρίσκεται σε καθημερινές εργασιακές συνθήκες παρουσιάζει τον εαυτό του σε άλλους καθοδηγώντας την εντύπωση που έχουν οι άλλοι γι’ αυτόν. Απ’ την μία πλευρά τα πράγματα που παρουσιάζονται σε μία θεατρική σκηνή είναι φανταστικά, ενώ υποτίθεται ότι αυτά που παρουσιάζονται στην καθημερινή μας ζωή είναι πραγματικά και όχι πάντα καλά σχεδιασμένα. Θεωρεί, λοιπόν, ότι στις καθημερινές μας συναντήσεις παίζουμε ρόλους, κοινωνικούς ρόλους, δηλαδή η τέλεση δικαιωμάτων και καθηκόντων, τα οποία συνδέονται με μια ορισμένη κοινωνική θέση. Πρέπει να σημειωθεί ότι ένας κοινωνικός ρόλος εμπεριέχει παραπάνω από έναν ενσωματωμένους ρόλους , τους υπορόλους. Για παράδειγμα ο ρόλος της γυναίκας υπάγεται σε υπό-ρόλους όπως της εργαζόμενης, της συζύγου, της μητέρας κλπ. Εάν για οποιονδήποτε λόγο ο ρόλος κατακερματιστεί, αυτό που μένει είναι το «αποκρουστικό θέαμα ενός πληγωμένου, ανυπεράσπιστου και χωρίς ταυτότητα ανθρώπου» (Συναντήσεις, Erving Goffman ,εκδ. Αλεξάνδρεια,1996). Εσύ, λοιπόν, πώς παρουσιάζεις τον εαυτό σου όταν δεν κοιτάει κανείς; Η παρουσίαση του εαυτού, σύμφωνα με τον Goffman, είναι οι τεχνικές που επινοεί το άτομο και που εφαρμόζει ώστε να ελέγξει τις εντυπώσεις που διαμορφώνουν οι υπόλοιποι γι’ αυτόν και τις πράξεις του. Θα λέγαμε ότι υπάρχουν δύο παραδοσιακά μοντέλα εαυτού. Απ’ την μία πλευρά το μοντέλο που στηρίζεται στην καρτεσιανή διττότητα, οπότε προάγεται μία ουσιοκρατική θεώρηση του εαυτού και υπογραμμίζει την αντίθεση ανάμεσα σε ιδιωτικές πραγματικότητες και σε δημόσιες εμφανίσεις. Ο ιδιωτικός εαυτός είναι ο πραγματικός ενώ ο δημόσιος είναι επιτηδευμένος πολλές φορές και ψεύτικος. Το δεύτερο μοντέλο στηρίζεται στην πολλαπλότητα του εαυτού και απορρίπτει την δυαδική αντίληψή του. Απ’ την άλλη πλευρά η προσέγγιση του Goffman μπορεί να αποδοθεί με τους όρους του Mead δηλαδή με τις έννοιες «εγώ» και «εμέ» αφού αυτό που κάνει ο Goffman είναι να περιγράφει τους τρόπους που το «εγώ» παρουσιάζει το «εμέ» (Ian Graib, Σύγχρονη Κοινωνική Θεωρία, εκδ. Τόπος, 1992). Κατά τη δραματουργική προσέγγιση ο εαυτός είναι κοινωνικά προσδιορισμένος και υπάρχει μόνο μέσω και εντός της αλληλεπίδρασης με άλλα άτομα. Επομένως, δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν εαυτοί στην υπηρεσία της κοινωνικής δομής, εφόσον οι εαυτοί δεν έχουν αυτόνομη υπόσταση, ούτε προϋπάρχουν της κοινωνικής δομής. Από αυτό συνεπάγεται και η θεώρηση του Αdorno ότι το «εγώ» δεν μπορεί να

63


64

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας υπάρξει ξέχωρα από τις κοινωνικές συνθήκες της ανάδυσής του, ένα «εγώ» που να μην εμπλέκεται σε ένα σύνολο από προσδιοριστικές ηθικές νόρμες, που ως νόρμες έχουν ένα κοινωνικό χαρακτήρα. Επομένως ο εαυτός χαρακτηρίζεται από κοινωνική χρονικότητα (Theory of Moral Philosophy, Theodor W. Adorno, μτφ: Rodney Livingstone). Η δυσκολία έγκειται στο ότι δεν ανακαλύπτουμε ποτέ τι είναι αυτό το «εγώ» και έτσι όλα υπάγονται στην διάθεση της υποκριτικής (Ian Graib, Σύγχρονη Κοινωνική Θεωρία, εκδ. Τόπος, 1992). Απ’ την μία η «προσκηνιακή» περιοχή, όπου τα άτομα ενσαρκώνουν κάποια πρότυπα συμπεριφοράς και από την άλλη η «παρασκηνιακή», όπου ο δρών μπορεί να χαλαρώσει και να βγει εκτός του ρόλου του. Επομένως, η αίσθηση του εαυτού είναι προϊόν μιας αντιθετικής σχέσης ανάμεσα στον επίσημο εαυτό και τον ερμηνεύοντα. Έτσι, τα άτομα υιοθετούν μια ποικιλία απόψεων κρύβοντας την ουσιαστική τους ταυτότητα στα παρασκήνια. Η αίσθηση του εαυτού, προϊόν της τάξης της αλληλεπίδρασης είναι λοιπόν μια σκιά της ουσίας. Ο εσωτερικός πυρήνας δεν εκτίθεται ποτέ ως μέρος της ερμηνείας. Έτσι, ο αυθεντικός εαυτός είναι αποκομμένος από τις κοινωνικές συναλλαγές και διαπραγματεύσεις μεταξύ των ατόμων λόγω του τεμαχισμού του πυρήνα του εαυτού σε διπλούς εαυτούς και πολλαπλά προσωπεία (Lofland, 1989, όπως αναφέρεται στο Srinivason, 1990, 146).

BΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Butler Judith, Λογοδοτώντας για τον εαυτό, μτφ: Μιχάλης Λαλίωτης, Εκκρεμές, Νοέμβριος 2009 Giddens Anthony, Οι συνέπειες της νεωτερικότητα, μτφ: Γ. Μερτίκας, Εκδόσεις Κριτική , 2001,2004 Graib Ian, Σύγχρονη Κοινωνική Θεωρία: Από τον Πάρσονς στον Χάμπερμας, Επιμέλεια-Διόρθωση: Μ. Αποστολοπούλου, Εκδόσεις Τόπος , 2001 Μπεργκερ Πετερ Λ. και Λουκμαν Τόμας, Η κοινωνική κατασκευή της πραγματικότητας, μτφ: Α. Αθανασίου, Εκδόσεις Νήσος Goffman Erving , Συναντήσεις, μτφ: Δ. Μακρυνιώτη, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια Goffman Erving, Η παρουσίαση του εαυτού στην καθημερινή ζωή, μτφ: Δ. Μακρυνιώτη, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια Παπαοικονόμου Αντώνης Δ., Ο ρόλος και ο εαυτός: Η εκκεντρικότητα του εκπαιδευτικού ρόλου για τη συγκρότηση του εαυτού, Διδακτορική Διατριβή , Α.Π.Θ


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΤΕΛΙΚΑ Ο ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΤΑΦΕΡΟΤΑΝ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ Ή ΜΟΝΟ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ; ΠΟΙΟ ΑΡΧΑΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΑ ΕΡΧΕΤΑΙ ΝΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΘΕΣΗ; ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΚΟΛΛΙΟΥ & ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΛΛΙΟΣ Τμήμα Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παρούσα εργασία θα μελετηθεί η στάση του Πλάτωνα απέναντι σε δυο μορφές της Τέχνης, στην ποίηση και στη λογοτεχνία, μέσα από συγκεκριμένα εδάφια και πλατωνικούς λόγους. Ειδικότερα, στα έργα «Ίων» και «Πολιτεία», όπου η ποίηση παρουσιάζεται ως μιμητική τέχνη, θα διαπιστώσουμε ότι το περιεχόμενο κάποιων έργων της ποίησης θεωρείται από τον φιλόσοφο ως επικίνδυνο και επιβλαβές. Συγκεκριμένα, στον Πλατωνικό «Ίωνα» , ο φιλόσοφος υποστηρίζει τη θεϊκή προέλευση της ποιητικής προέλευσης και τίποτα παραπάνω αφού κατ’ αυτόν η ποιητική ικανότητα δεν είναι τέχνη, αφού δεν συνοδεύεται από τη γνώση του αντικειμένου της, αλλά οφείλεται στη θεϊκή επιρροή. Στην «Πολιτεία» (ειδικότερα στο 2ο, 3ο και 10ο βιβλίο) θεωρεί ότι η ποίηση είναι μιμητικό είδος, το οποίο είναι επικίνδυνο για την εκπαίδευση των νέων. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η μιμητική ποίηση υπολείπεται μορφωτικής αξίας έναντι της φιλοσοφίας. Συνεχίζει, υπογραμμίζοντας τη σημαντικότερη επίπτωση της ποίησης που είναι η διαφθορά των αγαθών ανθρώπων, αφού τους εθίζει σε καταστάσεις ψυχολογικών συγκρούσεων και ηθικού διχασμού, αποδυναμώνοντας το λογιστικό μέρος της ψυχής τους. Η εξέταση των ζητημάτων που μόλις αναφέρθηκαν, θα οδηγούσε ένα σύγχρονο μελετητή σε προβληματισμό σχετικά με τη στάση του φιλοσόφου απέναντι στη Τέχνη, όμως η εξέταση του έργου «Συμπόσιο», του πιο άρτιου έργου του από πλευράς λογοτεχνικής και ποιητικής υπόστασης, οριοθετεί επαρκώς την πραγματική αντίληψη του Πλάτωνα για τη Τέχνη. Χρησιμοποιώντας ο φιλόσοφος διάφορα λογοτεχνικά «τερτίπια» (διαλόγους, αφηγήσεις, επιθετικούς προσδιορισμούς, παρομοιώσεις κ.α.), δια στόματος μιας γυναίκας, της Διοτίμας, μας υπογραμμίζει τα τρία σκαλοπάτια που οδηγούν τον άνθρωπο στο απόλυτα Ωραίο. Το πρώτο σκαλοπάτι είναι ο έρωτας ενός ωραίου σώματος. Το δεύτερο σκαλοπάτι είναι ο έρωτας προς όλα τα ωραία σώματα. Το τρίτο, ο μύστης, θα παρατηρήσει την ομορφιά μέσα στις ψυχές και θα ανακαλύψει πως αυτή έχει μεγαλύτερη αξία από την ομορφιά των σωμάτων. Τέλος, το τέταρτο στάδιο στο οποίο θα καταλάβει πως το πνεύμα είναι πηγή της ομορφιάς, θα μπορέσει να δοκιμάσει την ομορφιά της ζωής στην πόλη των νόμων, που τη ρυθμίζουν. Ο Λόγος της σωκρατικής Διοτίμας έρχεται να μαρτυρήσει το κλειδί της σωκρατικής σκέψης, την πίστη του Πλάτωνα για το μυστήριο του έρωτα, που είναι το μυστήριο της φιλοσοφίας, αφού «ο έρωτας είναι αναγκαία φιλόσοφος». Ένας φιλόσοφος Έρωτας που αγαπά το Ωραίο, την Ομορφιά, το κάλλος της ψυχής, αγαπά την Τέχνη, τη Λογοτεχνία. Η μελέτη των παραπάνω ζητημάτων αναδεικνύει έναν Πλάτωνα που ασκεί κριτική σκέψη απέναντι στη μιμητική ποίηση, ωστόσο ο έρωτας, ως φιλόσοφος, του επιτρέπει να δει με άλλο μάτι τη Λογοτεχνία.

65


66

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Πλάτωνος, Φαίδρος, μτφ. Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλος, Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας. Πλάτωνος, Πολιτεία, μτφ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Αθήνα: Πόλις. [Βιβλίο 3 & 10, Κεφ. 1 -κριτική ‘μιμητικών τεχνών’ ). Πλάτωνος, Συμπόσιον, μτφ. Ι. Συκουτρής, Αθήνα: Εστία. J. Annas, Εισαγωγή στην Πολιτεία του Πλάτωνα (2006), μτφ. Τ. Γραμμένου, Αθήνα: Ζαφειρόπουλος. (‘Εισαγωγή’ & ‘Κεφάλαιο 14’) Δάλλας Γιάννης (επιμ.), Πλάτωνος τα αποδιδόμενα επιγράμματα, Αθήνα: Ηριδανός, 2009. Abel Jeanniere, Πλάτων- Η ζωή και το έργο του (το κεφάλαιο με τίτλο «Ο Λόγος της Διοτίμας στο Συμπόσιο»), Αθήνα: Παπαδήμας, 2007. Γεωργοπούλου–Νικολακάκου Δ. Νικολίτσα, Ο Πλατωνικός μύθος της Διοτίμας (το απόσπασμα «Η Διοτίμα ως μυσταγωγός και φιλόσοφος»), Αθήνα: Ιδιωτική, 2005. Τζιόβας Δημήτριος, Μετά την αισθητική («η έννοια της λογοτεχνίας και το λυκόφως της αισθητικής αξίας», σελ. 15-33), Αθήνα: Οδυσσέας, 2003. Δανιήλ Ιακώβ, Μια καινούργια μετάφραση του κορυφαίου έργου του Πλάτωνα - Στην πολιτεία των εκλεκτών, εφημ. Το Βήμα, 3/11/2002. Πλάτων, Ίων, μτφ. Α. Λαούρδας, Αθήνα: Ι. Ζαχαρόπουλος. Πλάτων, Ίων, μτφ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου, Αθήνα: Κάκτος, 1994. Ραφαηλίδης, Β., Στοιχειώδης αισθητική, Αθήνα: Εκδόσεις Εικοστού Πρώτου, 1992. Gotfried Martin, Πλάτων, Αθήνα: Πλέθρον, 1991.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΟΨΕΙΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ MARCEL DUCHAMP

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΥΤΟΥΛΙΑΣ Τμήμα Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης, ΑΣΚΤ, Αθήνα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Το 1917 ο Γαλλοαμερικανός καλλιτέχνης Marcel Duchamp υποβάλει ψευδώνυμα (υπογράφοντας ως R. Mutt) έναν ανεστραμμένο ουρητήρα στην «ανοιχτή» έκθεση των Ανεξαρτήτων Καλλιτεχνών, έργο το οποίο ουσιαστικά απορρίπτεται από την επιτροπή, παρά τη δέσμευσή της για την άνευ όρων συμπερίληψη όλων των τυχόν προτεινόμενων έργων. Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο πως η κίνηση αυτή του Duchamp αποτέλεσε μία από τις σημαντικότερες τομές στην Ιστορία της Τέχνης· κατά τον Αμερικανό φιλόσοφο τέχνης Arthur Danto, η Κρήνη (και γενικώς η εισαγωγή των λεγόμεων «readymades στο καλλιτεχνικό προσκήνιο) σηματοδοτεί την έναρξη μιας νέας περιόδου στο τομέα της Τέχνης, ενός νέου «καλλιτεχνικού παραδείγματος», ενώ πυροδοτεί μία σειρά από νέες οπτικές πάνω στα σημαντικότερα ερωτήματα που ταλανίζουν τη φιλοσοφία της Τέχνης: «Τι είναι Τέχνη;», «Ποια είναι τα όρια της τέχνης;», «Ποια είναι η ειδοποιός διαφορά μεταξύ ενός έργου τέχνης και ενός αντικειμένου καθημερινής χρήσεως;». Πράγματι, εάν με την κατά Giorgio Vasari θεώρηση της τέχνης ως «ακριβούς αναπαράστασης της φυσικής πραγματικότητας» είχαν συγκρουστεί από νωρίς οι ιμπρεσσιονιστές και όλες οι επακόλουθες πρωτοπορίες, προτείνοντας την προσωπική εναλλακτική τους ματιά επί της πραγματικότητας, ο Duchamp σπεύδει να αντιταθεί σε αυτούς τους ίδιους, επιτιθέμενος συλλήβδην στην «οπτική γλώσσα», στην «αμφιβληστροειδική τέχνη» (γαλλ. «art retinien»), όπως την αποκαλεί χαρακτηριστικά, προτείνοντας ένα μοντέλο νοητικό, σχεδόν επιστημονικό. Θέτει, έτσι, με σαφήνεια τα θεμέλια για την περίφημη «εννοιoλογική» («conceptual») στροφή της Τέχνης, που συμβατικά τοποθετείται στην δεκαετία 1960-1970, όπως επίσης και για τη στοιχειοθέτηση της περίφημης θεωρίας περί «Tέλους της Τέχνης», του σχήματος, δηλαδή, σύμφωνα με το οποίο ύψιστης σημασίας παράγοντας για την πρόσληψη της «μετά Duchamp» καλλιτεχνικής παραγωγής αποτελεί η εμπλοκή του «διανοητικού” στοιχείου η Τέχνη, πια, είναι αυτοαναφορική, υποστηρίζει η επίμαχη αυτή αφήγηση, στοχάζεται γύρω από τον εαυτό της, τα συστατικά στοιχεία και τους σκοπούς ή μη-σκοπούς της, ουσιαστικά φιλοσοφεί, καθιστώντας αχνά τα όρια μεταξύ Τέχνης και Φιλοσοφίας της Τέχνης και συχνά φτάνοντας ακόμη και σε σημείο να συμπίπτει απόλυτα με τη τελευταία. Το 1924 ο Paul Klee ισχυρίζεται πως ο μοντέρνος καλλιτέχνης «άθελά του φιλοσοφεί»· o Duchamp, όμως, φιλοσοφεί -με μια διάθεση πάντοτε ειρωνική και παιγνιώδη πλην απολύτως συνειδητά- ήδη αρκετά χρόνια πριν. Η παρούσα εργασία, συνεπώς, θα αποπειραθεί ακριβώς να φωτίσει τις φιλοσοφικές πτυχές της καλλιτεχνικής παραγωγής του Marcel Duchamp.

67


68

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Α. C. Danto, Τι είναι αυτό που το λένε τέχνη, μτφ: Ανδρέας Παππάς. Αθήνα: Μεταίχμιο, 2013 Α. C. Danto, Η μεταμόρφωση του κοινότοπου: Μια φιλοσοφική θεώρηση της τέχνης, μτφ: Μ. Καρρά. Αθήνα: Μεταίχμιο, 2000 Α. C. Danto, After the End of Art: Contemporary Art and the Pale of History, Πρίνστον: Princeton University Pres, 1997 Β. Κιντή (επ.), Φιλοσοφία και Τέχνη, Αθήνα: Οκτώ, 2011 G. Baruchello & H. Martin, Why Duchmap, an essay on aesthetic impact, New York: ΜcPherson & company, 1985 M. Duchamp, Ο μηχανικός του χαμένου χρόνου, Συζητήσεις με τον Pierre Cabanne. Σαρρής. Κύριλλος (επ.), μτφ: Λίλιαν Stead-Δασκαλοπούλου. Αθήνα: Άγρα, 2008 P. Saw, «Modernism and the Sublime», in Nigel Llewellyn and Christine Riding (eds.), The Art of the Sublime, Tate Research Publication, January 2013, https://www.tate.org.uk/art/researchpublications/the-sublime/philip-shaw-modernism-and-the-sublime-r1109219, accessed 6 October 2017


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΚΟΣΜΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

ΙΑΣΩΝ ΚΟΥΤΟΥΦΑΡΗΣ-ΜΑΛΑΝΔΡΙΝΟΣ Νομική Σχολή, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η έννοια του κοσμοσυστήματος προτάθηκε από τον Immanuel Wallerstein για να περιγραφεί ένα «σύστημα που αποτελεί από μόνο του έναν κόσμο, και μπορεί, και συνήθως αυτό συμβαίνει στην πραγματικότητα, να καλύπτει μία περιοχή μικρότερη από ολόκληρο τον κόσμο» (Wallerstein 2009, σελ. 173, έμφαση στο πρωτότυπο). Σύμφωνα με τον Wallerstein, έχουν υπάρξει ώς τώρα δύο είδη κοσμοσυστημάτων: οι κοσμοκρατορίες και οι κοσμοοικονομίες. Προηγήθηκαν τα μικροσυστήματα (οι «πρωτόγονες κοινωνίες») και έπεται η «σοσιαλιστική κοσμοκυβέρνηση» (Wallerstein 1978). Βασικό κριτήριο για τον εντοπισμό ενός κοσμοσυστήματος είναι το εμπόριο ειδών πολυτελείας και όχι ανάγκης, ενώ για την περιγραφή της λειτουργίας του η ύπαρξη ενός ή περισσοτέρων κρατών εντός των ορίων του. Η ανάλυση κοσμοσυστημάτων άσκησε κριτική στη θεωρία του εκσυγχρονισμού, αλλά, παρ› ότι πέτυχε να απομακρυνθεί από το εθνικό κράτος ως μονάδα ανάλυσης, παρέμεινε εγκλωβισμένη στο μονογραμμικό εξελικτιστικό παράδειγμα. Χαρακτηριστικά, ο Kojin Karatani ενσωμάτωσε πολύ πρόσφατα την ανάλυση κοσμοσυστημάτων σε μία σπειροειδή φιλοσοφία της ιστορίας, βασισμένη στη διαδοχική ηγεμονία τεσσάρων τρόπων ανταλλαγής (ακολουθώντας τον Polanyi και τον Wallerstein, σε ηθελημένη αντίστιξη με την μαρξιστική ακολουθία των τρόπων παραγωγής): αμοιβαιότητα, λεηλασία και αναδιανομή, εμπορευματική ανταλλαγή και Χ (επιστροφή της αμοιβαιότητας σε υψηλότερη διάσταση) (Karatani 2014). Στόχος της εισήγησης είναι να αναδειχθεί η υπόρρητη ανθρωπολογική θέση που συνολικά διαπνέει την ανάλυση κοσμοσυστημάτων και ιδίως την επιλογή των κριτηρίων της, αλλά και να καταδειχθεί πώς η επικούρεια σκέψη και το έργο του Jean-Jacques Rousseau μπορούν να βοηθήσουν την καλύτερη άρθρωση των θεμελιωδών εννοιών της. Συμπληρωματικά, συζητείται η χρησιμότητα της σύνδεσης της ανάλυσης κοσμοσυστημάτων με την κοινωνιοβιολογία του Edward O. Wilson και με την κοινωνική οντολογία του Παναγιώτη Κονδύλη. Αναζητείται καταληκτικά μία νέα ορολογία για την ανάλυση κοσμοσυστημάτων, ανταποκρινόμενη στη βελτιωμένη εκδοχή της, αλλά και ταυτόχρονα σεβόμενη την φιλοσοφική παράδοση.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Kojin Karatani, The Structure of World History: From Modes of Production to Modes of Exchange (2010), μτφ. M. K. Bourdaghs, Durham: Duke University Press, 2014. Λουκρήτιος, Για την Φύση των Πραγμάτων (De Rerum Natura), μτφ. Θ. Αντωνιάδης και Ρ. Χαμέτη, Θεσσαλονίκη: Θύραθεν, 2005. Παναγιώτης Κονδύλης, Το Πολιτικό και ο Άνθρωπος: Βασικά Στοιχεία της Κοινωνικής Οντολογίας (1999), 2 τόμοι, μτφ. Λ. Αναγνώστου, Αθήνα: Θεμέλιο, 2007.

69


70

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας Καρλ Πολάνυι, Ο μεγάλος μετασχηματισμός: Οι πολιτικές και κοινωνικές απαρχές του καιρού μας (1944), μτφ. Κ. Γαγανάκης, Αθήνα: Νησίδες, 2007. Ζαν-Ζακ Ρουσσώ, Το Κοινωνικό Συμβόλαιο ή Αρχές Πολιτικού Δικαίου (1762), μτφ. Β. Γρηγοροπούλου και Α. Σταϊνχάουερ, Αθήνα: Πόλις, 2004. Immanuel Wallerstein, «Civilizations and Modes of Production: Conflicts and Convergences» στο Theory and Society, τόμος 5, σελ. 1-10, Amsterdam: Elsevier, 1978. Immanuel Wallerstein, Για να καταλάβουμε τον κόσμο μας: Εισαγωγή στην ανάλυση κοσμοσυστημάτων (2004), μτφ. Σ. Μαρκέτος, Θεσσαλονίκη: Θύραθεν, 2009. Edward O. Wilson, Κοινωνιοβιολογία: Η Νέα Σύνθεση (1975), μτφ. Σ. Σφενδουράκης και Δ. Μουρελάτος, Αθήνα: Σύναλμα, 2000.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΗΓΕΣΙΑΣ & ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΙΝΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΜΑΡΙΑ ΚΥΡΙΑΚΟΥ Απόφοιτη, Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ H Kίνα έχει αναδειχθεί ως μεγάλη παγκόσμια οικονομική δύναμη από το 1979. Σε αυτό έχουν συμβάλει οι κινεζικές φιλοσοφίες διαχείρισης, διοίκησης και ηγεσίας, οι οποίες είναι αμάλγαμα του παραδοσιακού κινεζικού πολιτισμού και της σύγχρονης Δυτικής διαχείρισης και ηγεσίας. Λόγω της τεράστιας οικονομικής ανάπτυξης της Κίνας, έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον για την κινεζική ηγεσία και διαχείριση από κινέζους και δυτικούς ακαδημαϊκούς, δεδομένου ότι μέχρι πρόσφατα υπήρχε ελάχιστη βιβλιογραφία και έρευνα για αυτές. Αναλυτικότερα, ως διαχείριση (management) ορίζεται η επίτευξη ενός δηλωμένου στόχου ενός οργανισμού μέσω του ελέγχου, σχεδιασμού, οργάνωσης και ηγεσίας (Robbins & al, 2011, σ. 46). Ως ηγεσία, θεωρείται η κατεύθυνση και ο συντονισμός των επαγγελματικών δραστηριοτήτων των εργαζομένων και η επίλυση των μεταξύ τους συγκρούσεων (Robbins & al, 2011, σ. 47). Τέλος, η διοίκηση αφορά τη διαχείριση των διαπροσωπικών σχέσεων, τη μεταβίβαση πληροφοριών και τη λήψη αποφάσεων (Robbins & al, 2011, σ. 49). Για τη διαμόρφωση των σύγχρονων κινεζικών φιλοσοφιών της ηγεσίας και διαχείρισης καταλυτικό ρόλο έπαιξαν οι αρχαίες κινεζικές φιλοσοφίες, όπως αυτές του Κομφούκιου και του Μένκιου, και ειδικά η «φιλοσοφία της αγαθοεργού ηγεσίας» (philosophy of benevolent leadership), του Ταοϊσμού με την θεωρία του «Ντάο» (ο Δρόμος), της «φιλοσοφίας της ηγεσίας του Νομικισμού» (Legalism) με εκπρόσωπο τον Χανφέι (Hanfei), της «στρατηγικής θεωρίας ηγεσίας» του Σουν Τζου (Sun Tzu) αλλά και τα πολιτισμικά θεμέλια της Κίνας, τα οποία δίνουν έμφαση στα εθιμοτυπικά, στη καλοσύνη και στις αρμονικές σχέσεις (Fei, 1992). Πιο συγκεκριμένα, η φιλοσοφία της αγαθοεργούς ηγεσίας αναφέρεται στη γνήσια καλοσύνη που φέρει η ανθρώπινη φύση και στη δημιουργία ενάρετων ηγετών μέσα από την αυτοκαλλιέργεια, μόρφωση και ηθική εκπαίδευση, έτσι ώστε αυτοί να καθοδηγήσουν και να σχηματίσουν ένα καλοκάγαθο σύστημα διακυβέρνησης (Yang, Peng, & Lee, 2008, p. 42). Στη θεωρία του Ντάο, η εκπαίδευση έχει εξέχουσα σημασία διότι, μέσα από αυτή δημιουργούνται οι σοφοί, οι οποίοι είναι οι μοναδικοί με την ικανότητα της επίτευξης της αρμονίας με τη φύση και την ικανότητα της ηγεσίας (Lee & al, 2008). Παράλληλα, η ηγεσιακή θεωρία του Νομικισμού αντιτίθεται στην ιδέα της καλής ανθρώπινης φύσης και θέτει ως απαραίτητα μέσα ηγεσίας και διαχείρισης τους νόμους, την τιμωρία και την επιβράβευση (Hwang K.-k., 2008). Τέλος, η στρατηγική θεωρία ηγεσίας βασίζεται στο έργο Τέχνη του πολέμου του Σουν Τζου, το οποίο μπορεί να μελετηθεί από ηγεσιακή προοπτική στις επιχειρήσεις, δηλαδή μέσω της εστίασης στον ηγέτη, στους ακόλουθους, στις αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους και στις αλληλεπιδράσεις με το περιβάλλον γύρω τους (Sun & al., 2008) . Από τις σύγχρονες θεωρίες, άξια προσοχής είναι η «πατερναλιστική ηγεσία», με ρίζες στην κινεζική πατριαρχική παράδοση, αλλά και οι θεωρίες ηγεσίας του Μάο Τσετούνγκ (Mao Zedong) και του Τενγκ Σιαοπίνγκ (Deng Xiaoping). Παράλληλα, υπάρχουν και άλλες φιλοσοφίες

71


72

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας που χρησιμοποιούν οι σύγχρονοι ηγέτες και διευθυντές οργανισμών και επιχειρήσεων στην Κίνα. Αυτές οι φιλοσοφίες έχουν επηρεαστεί από διανοητικούς παράγοντες, όπως η ηθική φιλοσοφία των αρχαίων κινεζικών σχολών, σύγχρονες θεωρίες διαχείρισης, διοίκησης και ηγεσίας, αλλά και από κοινωνικοπολιτικούς παράγοντες, όπως η Πολιτιστική Επανάσταση και η αλληλεπίδραση της Κίνας με τον δυτικό επιστημονικό και τεχνολογικό κόσμο. Η ιστορική πορεία της Κίνας στο χρόνο, από το φεουδαρχικό χαρακτήρα της κοινωνίας της, την ίδρυση του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος, την Πολιτιστική Επανάσταση μέχρι και την σημερινή εποχή, δείχνει την εξέλιξη και διαμόρφωση των φιλοσοφιών διαχείρισης και διοίκησης. Οι σύγχρονες θεωρίες διαχείρισης, διοίκησης και ηγεσίας αφορούν κάθε επίπεδο ανάλυσης σχέσεων: ενδοεπιχειρησιακές σχέσεις διεύθυνσης-εργαζομένων, διεπιχειρησιακές σχέσεις, κρατική διακυβέρνηση και διοίκηση, σχέσεις μεταξύ επιχειρήσεων και κρατών, σχέσεις μεταξύ κρατών (Chen & Lee, 2008, p. 22). Σκοπός αυτής της παρουσίασης είναι να προσεγγιστούν και να κατανοηθούν οι παραδοσιακές και σύγχρονες φιλοσοφίες ηγεσίας και διοίκησης της Κίνας και να διερευνηθούν τα φιλοσοφικά και πολιτισμικά θεμέλια. Αυτό είναι αναγκαίο λόγω της οικονομικής της δύναμης της χώρας, της σχετικής έλλειψης γνώσης για τις συγκεκριμένες κινεζικές φιλοσοφίες, αλλά και των προβλημάτων επικοινωνίας που απορρέουν από την έλλειψη γνώσης. Η κατανόηση αυτών των φιλοσοφιών μπορεί να επιλύσει τα παραπάνω προβλήματα αλλά και να συνεισφέρει στη διάδοση αυτής της γνώσης και εκτός Κίνας (Chen & Lee, 2008, p. 22).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Chen, C.-c., και Lee, Y.-t., «Introduction: The diversity and dynamism of Chinese philosophies on leadership» (2008) στο Chen, C.-c., και Lee,Y.-t., Leadership and Management in China; Philosophies,Theories, and Practices. Νέα Υόρκη: Cambridge University Press. Fei, X., From the soil: the foundations of Chinese society: a translation of Fei Xiaotong’s Xiangtu Zhongguo (1992), μτφ, Hamilton, G. G., και Wang, Z., Kαλιφόρνια: The Regents of the University of California. Hwang, K.-k. «Leadership theory of Legalism and its function in Confucian society» (2008), στο Chen, C.-c., και Lee, Y.-t., Leadership and Management in China; Philosophies, Theories, and Practices. Nέα Υόρκη: Cambridge University Press. Lee, Y.-t., Han, A.-g., Byron, T. K.,και Fan, H.-x., «Daoist leadership: theory and application» (2008), στο Chen, C.-c., και Lee, Y.-t., Leadership and Management in China; Philosophies, Theories and Practices. Νέα Υόρκη: Cambridge University Press. Sun, H.-f., Chen, C.-c., και Zhang, S.-s. «Strategic leadership of Sunzi in the Art of war» (2008), στο Chen, C.-c., και Lee, Y.-t., Leadership and Management in China; Philosophies, Theories, and Practices. Nέα Υόρκη: Cambridge California Press. Robbins, S. P., Decenzo, D. A., και Coulter, M., Fundamentals of Management- Essential Concepts and Applications, Pearson Education, Inc , 2011 Yang, X.-h., Peng, Y.-q., και Lee, Y.-t. «The Confucian and Mencian philosophy of benevolent leadership» (2008), στο Chen, C.-c., και Lee, Υ.-t., Leadership and Management in China, Philosophies, Theories, and Practices. Νέα Υόρκη: Cambridge University Press.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΤΟ ΤΡΟΛΑΡΙΣΜΑ ΩΣ ΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΣΟ ΕΚΦΟΡΑΣ ΔΙΑΦΩΝΙΩΝ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΛΙΑΠΙΚΟΥ Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η μελέτη αυτή αντλεί αρχικές αφορμές σκέψης από τη θεατρικότητα που χαρακτηρίζει κάθε μορφή δημόσιας έκφρασης, σε συνδυασμό με μία προπαγανδιστικού τύπου διαδικτυακή εκφραστική δραστηριότητα. Από τις πρωτόγονες μορφές των κοινωνιών εώς τις πιο περίπλοκες, η θρησκεία, τα ήθη, οι κοινωνικοί δεσμοί και αργότερα η εξέλιξη των επιστημών, της λογοτεχνίας και των τεχνών αποτελούσαν το μέσο της εκφραστικής επιθυμίας. Ο διάλογος αποτελεί βασικό παράγοντα πολιτικής δράσης και μέσα στο πλαίσιο της τεχνολογικής μας παιδείας, η έκφραση μέσω του διαδικτύου γίνεται ο συνηθέστερος τρόπος έκφρασης της ανθρώπινης δραστηριότητας. Το ενδιαφέρον μας, λοιπόν, εστιάζεται στην αλληλεπίδραση που δημιουργεί απρόβλεπτες σχέσεις κοινού και δρώντων προσώπων. Πιο συγκεκριμένα, θα ασχοληθούμε με το τρολάρισμα [trolling], μια επικοινωνιακή πρακτική που απέκτησε τη σημερινή του υπόσταση στο διαδίκτυο κάτω από ορισμένες συνθήκες οι οποίες κατέστησαν την ανάπτυξή του ευκολότερη. Η ανωνυμία, η έλλειψη διαδικτυακών αναστολών και η εντύπωση πως ό,τι συμβαίνει στο διαδίκτυο δεν αποτελεί κομμάτι της πραγματικότητας έδωσαν στο τρολάρισμα τη δυνατότητα να διαδοθεί ως φαινόμενο και να γίνει ένα αναπόσπαστο κομμάτι της σημερινής διαδικτυακής κοινότητας. «Το τρολάρισμα έχει ως στόχο να εξαπατήσει και να μπερδέψει τα θύματά του, να προκαλέσει αναστάτωση, να θέσει έναν επιθετικό τόνο στις συζητήσεις ο οποίος θα δημιουργήσει μια αλυσιδωτή αντίδραση αντεπιθέσεων και όλα αυτά οδηγούν στην επιτυχία του troller.»1 Στην έρευνα αυτή γίνεται μια προσπάθεια προσέγγισης της ανθρώπινης αυτής συμπεριφοράς η οποία αντιτίθενται στις διαδεδομένες επιχειρηματολογίες ή καταστάσεις της εκάστοτε εποχής προκαλώντας το χάος με σκοπό τη δημιουργία ενός γόνιμου διάλογου. Η προσπάθεια αυτή βασίζεται στην επαναξιολόγηση του φαινομένου ως «πρόκληση», ως «παιχνίδι ρόλων», ως «αρχέτυπο του κωμικού», ως «επίθεση στην κυριολεξία» και ως «θόρυβος», αναζητώντας την πιθανή καταγωγή της εν λόγω τακτικής πριν την εμφάνισή της στο διαδίκτυο.

Φουρκαλίδου Δήμητρα (2013), Το φαινόμενο του trolling, Διπλωματική εργασία τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ, Θεσσαλονίκη (https://www.academia.edu/5100943/The_ Trolling_phenomenon_in_Greek_-_Το_φαινόμενο_ του_Trolling) to-propaganda-machines/)

1

73


74

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΜΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Krappitz Stefan, Η επέλαση των τρολ, μτφ. Μαρία Παππά, Τοποβόρος Εκδόσεις Εξαρχείων, 2013 Lipovetsky Gilles, Η εποχή του κενού: Δοκίμια για τον σύγχρονο ατομικισμό, μτφ. Βασίλης Τομανάς, Εκδόσεις Νησίδες, Θεσσαλονίκη, 2009 Raymond Queneau, Ασκήσεις ύφους, μτφ. Αχχιλέας Κυριακίδης, Εκδόσεις Ύψιλον, Αθήνα, 1984 Serres Michel (2009), Το Παράσιτο, μτφ. Νίκος Ηλιάδης, Αθήνα: Σμίλη Sigmund Freud (2016), Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας, μτφ. Γιώργος Σαγκριώτης, Εκδόσεις Μίνωας Tristan Tzara, Ο Υπερρεαλισμός και ο Μεταπόλεμος, μτφ. Στ. Μ. Κουμανούδης, Εκδόσεις Ύψιλον, Αθήνα, 1999 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΦΡΑΦΙΑ Σιωπή και Θόρυβος, τεύχος 1, Ετήσια θεματική έκδοση“alloglotta”: δηλώνει αυτόν που κατασκευάζει μία άλλη γλώσσα, τη δική του προσωπική γλώσσα, 2009 Ευσταθίου Κωνσταντίνος/ Τρυφονόπουλος Σπύρος , Το τρολ: Η μεταγραφή από το διαδίκτυο στη σύγχρονη αρχιτεκτονική, Πτυχιακή εργασία, Αθήνα , 2916 ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Culture Activism Today. The Art of Overidentification, Bavo editors/ episode publishers, Rotterdam, 2007 ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ Adkins Taylor/ Weissman Joseph (2007) on fractal ontology, Michel Serres, Gilles Deleuze and Reza Negarestani) (https://thefunambulist.net/philosophy/philosophy-serres-deleuze-andnegares- tani-on-fractal-ontology) Hebdige Dick (1988), Subculture: The Meaning of Style, London: Routledge (http://www. erikclabaugh.com/wp-content/uploads/2014/08/181899847-Sub- culture.pdf ) Leone Massimo, The Art of trolling: Semiotic Ingredients, Sociocultural Causes, and Pragmatic Effects, University of Turin (https://www.academia.edu/30952175/2017_-_The_Art_of_Trolling_-_Draft) Noisette Kim, Le trolling comme exercise de style (https://www.academia.edu/8069238/ Le_trolling_comme_exercice_de_style) Richter Hans (1965), Dada, art and anti-art (https://doubleoperative.files.wordpress. com/2009/12/richter-hans_zurich-da- da.pdf ) Παροίκος Κ. Ν. (1993), Το γέλιο, το κωμικό, η Κωμωδία, Διδακτορική διατριβή υποβληθείσα στη Φιλοσοφική σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (http://thesis.ekt. gr/thesisBookReader/id/3510#page/1/mode/2up) Σχινάς Αλέξανδρος(2016), Περι υπερλεξισμού, κειμενοκολλήσεως και αθανασίας
(http://www. bibliotheque.gr/article/54658) Φουρκαλίδου Δήμητρα (2013), Το φαινόμενο του trolling, Διπλωματική εργασία τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ, Θεσσαλονίκη (https://www.academia.edu/5100943/The_Trolling_ phenomenon_in_Greek_-_ Το_φαινόμενο_του_Trolling) (1993), “Noise,” trans. Lawrence R. Schehr, SubStance 12: 48-60, which makes up chapter 1 of Genesis (https://seansturm.wordpress.com/2011/11/03/michel-serres-on-noise/) (2012), Ντανταϊσμός: η πολιτικοποιημένη τέχνη του εσκεμμένου παραλογισμού, Τελευταία ανανέωση 18:44 | 03 Φεβ. 2012 (http://tvxs.gr/news/σαν-σήμερα/ντανταϊσμός-η-πολιτικοποιημένητέχνη-του- εσκεμμένου-παραλογισμού) (2015), Culture Jamming and the “Lulz”: From Subcultural Trolls to Propagan- da Machines (https:// philesofculture.wordpress.com/2015/06/07/culture-jamming-and-the- lulz-from-subcultural-trolls-)


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΒΟΜΒΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΕΣ ΤΩΝ CAROL COHN ΚΑΙ EVELYN FOX KELLER ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΑΡΤΙΝΟΥ Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα εργασία αφορά τη φεμινιστική κριτική των Carol Cohn και Evelyn Fox Keller στην επιστημονική κοινότητα του Μανχάταν Πρότζεκτ. Οι συγγραφείς συμφωνούν ότι η ιστορία της ατομικής βόμβας διαπερνάται από την απεικόνιση (imagery) της αρσενικής τεχνολογικής δύναμης να καταστρέφει τη φύση μέσω της δύναμης της παραγωγικότητας (productivity), που προέρχεται από την επιθυμία των αντρών να οικειοποιηθούν τη θηλυκή δύναμη της αναπαραγωγής. Θα ακολουθήσει αναφορά στις εργασίες των συγγραφέων, για να γίνει κατανοητός ο τρόπος εξαγωγής της παραπάνω ερμηνείας. Αρχικά οι συγγραφείς υιοθετούν μια συγκεκριμένης μορφής φεμινιστική επιστημολογία, η οποία περιέχει ως αναλυτικές κατηγορίες τη γλώσσα, το φύλο και τη ψυχανάλυση. Συγκεκριμένα η Cohn εστιάζει στις μεταφορές λόγου και στις περιγραφές μεταξύ των εμπλεκόμενων στο Μανχάταν Πρότζεκτ. Η Keller, με τη σειρά της, συγκρίνει τη κατασκευή της ατομικής βόμβας με το λογοτεχνικό έργο Frankenstein και με την ψυχαναλυτική ερμηνεία για το όργανο bullroarer, ως δυο ιστορίες από την πολιτισμική κουλτούρα. Σύμφωνα με την ίδια οι ιστορίες αναπαράγουν με διαφορετικό τρόπο ένα μοτίβο, στο οποίο εμπλέκονται ομάδες ανδρών ή άνδρες που προσπαθούν μέσω ενός τεχνουργήματος να αντικαταστήσουν τη θηλυκή ικανότητα της αναπαραγωγής. Επιπλέον τη συνδέει με την ανακάλυψη της διπλής έλικας του DNA, η οποία παρουσιάστηκε πως φανερώνει τα μυστικά της ζωής. Υποστηρίζει πως μπορεί να ερμηνευθεί με τον ίδιο τρόπο, όμως με τη διαφορά πως δεν απελευθερώνει κάποια καταστροφική δύναμη αλλά ότι στη θέση της ζωής καθεαυτής, ως ένσαρκης, τοποθετεί τους μηχανισμούς ενός αναδιπλασιαζόμενου μορίου, αντικαθιστώντας έτσι τη ζωή με την έλλειψη ζωής (lifeless). Με βάση τα παραπάνω σχολιάζουν πως το Μανχάταν Πρότζεκτ ήταν ένα ανδροκρατούμενο πρόγραμμα που λειτουργούσε με απόλυτη μυστικότητα, με στόχο την παραγωγή της ατομικής βόμβας. Η κατασκευή των ατομικών βομβών, οι δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν, όπως και οι ρίψεις τους στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι διαπερνιούνται από μεταφορές λόγου γύρω από την ανδρική γέννα και την ατομική βόμβα ως αρσενικού γένους μωρό. Οι ατομικές βόμβες είχαν ονομαστεί Little Boy και Fat Man. Η Cohn υποστηρίζει πως αυτή η ονομασία συμβολίζει πως οι βόμβες είναι οι αρσενικού γένους απόγονοι των επιστημόνων. Οι συγγραφείς συγκλίνουν στη θέση πως τα παραπάνω ανάγονται στην επιθυμία των ανδρών, ως ομάδα, να αντικαταστήσουν τη γυναικεία ικανότητα αναπαραγωγής με την ανδρική παραγωγικότητα, τοποθετώντας ως παράγωγο ένα τεχνολογικό προϊόν σε αντιστοιχία της ζωής που προσφέρουν οι γυναίκες. Όμως το τεχνολογικό προϊόν που παράγεται δεν αφορά τη ζωή αλλά το θάνατο, στοχεύοντας στη κυριαρχία και καταστροφή της θηλυκής Φύσης.

75


76

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Cohn Carol, «Sex and Death in the Rational World of Defense Intellectuals», Journal of Women in Culture and in Society, vol. 12, no. 4, 1987, σελ. 687-718. Keller Fox Evelyn, Secrets of Life, Secrets of Death: Essays on Gender, Language and Science, Routledge, 1992.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΕΥΡΙΔΙΚΗ ΜΑΤΣΟΥΔΗ Απόφοιτη, Τμήμα Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Πατρών

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παρούσα διατριβή μελετήθηκε η Κριτική Παιδαγωγική (Κ.Π.) και αναλύθηκαν οι επιδράσεις των κοινωνικών διαδικασιών στην παιδαγωγική. Ο βασικός σκοπός της εργασίας είναι να εξετάσει την συμβολή και την ύπαρξη των θεωριών της Κ.Π. στο Ελληνικό Εκπαιδευτικό Σύστημα, μέσω μιας κριτικής ανάγνωσης του Γενικού Μέρους του Αναλυτικού Προγράμματος Σπουδών (Α.Π.Σ.). Επιπλέον, αξιολογεί το γνωστικό αντικείμενο της Κοινωνικής και Πολιτικής Αγωγής, όπως παρουσιάζεται από την Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, στην Γ’ τάξη του Γυμνασίου, ως προς την δομή, τους ειδικούς στόχους και το περιεχόμενο. Η βιβλιογραφική επισκόπηση στηρίζεται σε πηγές των Η. Marcuse, P. Freire και H. Giroux που επισημαίνουν την εμφάνιση όρων όπως αλλοτρίωση, χειραφέτηση και κοινωνικοπολιτική εξάρτηση της παιδείας. Ενώ ταυτόχρονα διατυπώνονται θέσεις, οι οποίες συμφωνούν ότι οι μαθητές και οι μαθήτριες είναι έρμαια του κοινωνικού ελέγχου, της σχολικής πειθαρχίας και των εξουσιαστικών δομών της κοινωνίας. Με την αποδόμηση του Γενικού Μέρους του Α.Π.Σ. επισημαίνονται τα «κενά» σημεία και νοήματα, το ασύνδετο περιεχόμενό του, αλλά και η προσπάθεια διαμόρφωσης της μαθητικής αντίληψης, προς το συμφέρον και την υπεράσπιση των σύγχρονων δομών και τους θεσμών. Έτσι, η έρευνα καταλήγει πως η παιδεία μέσω της κανονικοποίησης επιβάλλει έναν κοινό άξονα, έναν κοινό κανόνα για όλους. Δεν γίνεται εκτενής αναφορά σε όλες τις μειονοτικές ομάδες, όπως Ρομά, θρησκευτικές μειονότητες π.χ. μουσουλμανικές μειονότητες. Ταυτοχρόνως, δεν αποκρίνεται σε διακρίσεις σχετικά με το φύλο ή τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Πιο αναλυτικά, συμπεραίνει ότι το σχολείο, με τις ισχύουσες πρακτικές και τη δομή του, αδιαφορεί για τις κοινωνικές σχέσεις, για τις ιδιαιτερότητες και τις εξειδικευμένες ανάγκες του κάθε μαθητή και μαθήτριας. Στον αντίποδα αυτών, παρουσιάζονται τρόποι ώστε οι μαθητές και οι μαθήτριες να αυτοπροσδιοριστούν, να αυτοεπιβεβαιωθούν και να οδηγηθούν στην αυτοπραγμάτωση. Καταληκτικά, η εργασία προτείνει την άμεση άσκηση κριτικής στις θεωρίες και τις πρακτικές που απομονώνουν την εκπαιδευτική πολιτική, καθώς θεωρεί καθήκον της κοινωνικής πολιτικής να συλλογιστεί τι είδους κοινωνία επιθυμεί να έχει, για να συλλογιστεί τι σχολεία θα χρειαστεί να δημιουργήσει.

77


78

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Βρασίδας Χ., Ζέµπυλας Μ., Πέτρου Α., «Σύγχρονα παιδαγωγικά µοντέλα καιο ρόλος της εκπαιδευτικής τεχνολογίας», Στο Σ. Ρετάλης (επιµ.), Οι προηγµένες τεχνολογίες διαδικτύου στην υπηρεσία της µάθησης, Αθήνα: Καστανιώτη, 2005. Γρόλλιος, Γ. & Κάσκαρης Γ., Εκπαιδευτική πολιτική, «μεταμοντέρνο» και «κριτική παιδαγωγική». Τα αδιέξοδα μιας σχέσης και τα «όπλα της κριτικής», Αθήνα: Ουτοπία, 1997. Γρόλλιος Γιώργος, «Θεμελίωση, στοχοθεσία και διαθεματικότητα στο νέο Πλαίσιο Προγράμματος Σπουδών για την υποχρεωτική εκπαίδευση», στο Εκπαιδευτική Κοινότητα Τεύχος 67, Αθήνα: Εκπαιδευτική Κοινότητα, 2003. Γούναρη, Π. & Γρόλλιος Γ., Εισαγωγή στη Κριτική Παιδαγωγική, Αθήνα: Gutenberg, 2010. ΔΕΠΠΣ, Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών για την υποχρεωτική εκπαίδευση (Γενικό Μέρος /Κοινωνικής και Πολιτικής Αγωγής), ΥΠΕΠΘ, Αθήνα: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, 2003. Κρίβας Σ., Παιδαγωγική επιστήμη: Βασική Θεματική, Αθήνα: Gutenberg, 2007. Λιάμπας Α., Κάσκαρης Ι., «Κριτικός Μεταμοντερνισμός, κριτική παιδαγωγική και τα ιδεολογικά σχήματα του νεοφιλελευθερισμού στην εκπαίδευση» στο Κριτικός μεταμοντερνισμός, κριτική παιδαγωγική, Τεύχος 99, Αθήνα: Κριτικός μεταμοντερνισμός, κριτική παιδαγωγική, 2007. Νούτσος Χ., Προγράμματα μέσης εκπαίδευσης και κοινωνικός έλεγχος, Αθήνα: Θεμέλιο, 1988. Παππάς, Σύγχρονη Θεωρία και Πράξη της Παιδεία, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 1988. Πέτρου, Α., «Κριτική Θεωρία και Κριτική Παιδαγωγική.» στο: Μ. Ζεμπύλας (Επ.), Αναλυτικά Προγράμματα: Θεωρίες και εφαρμογές (σσ. 336-360), Λευκωσία: Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου, 2011. Πέτρου, Α., Φιλοσοφία της Παιδείας (EDUC500), Λευκωσία: προσωπική έκδοση στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, 2013. Υπουργείο Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, 2013, Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών, στο http://www.pi-schools.gr/programs/depps/. Φρέιρε, Π. Η αγωγή του καταπιεζόμενου, μτφ. Θ. Γέρου, Αθήνα: Κέδρος, 1977. Freire P., Πολιτιστική δράση για την κατάκτηση της ελευθερίας, Αθήνα: Καστανιώτη, 1977. Freire P., The politics of education: Culture, power, and liberation, Greenwood: PublishingGroup, 1985. Freire P., Δέκα επιστολές προς εκείνους που τολμούν να διδάσκουν, Αθήνα: Επίκεντρο, 2006. Giroux H., «Teachers as transformative intellectuals», Kaleidoscope: Contemporary and classic readings in education, (σ. 35-40, 2010). McLaren P., «Επαναστατική Παιδαγωγική σε Μετα-Επαναστατικές Εποχές: Επανεξετάζοντας την Πολιτική Οικονομία της Κριτικής Εκπαίδευσης.», στο: Π. Γούναρη & Γ. Γρόλλιος, (Επ.), Κριτική Παιδαγωγική (σ. 513-562). μτφ. Β.Παππή, Αθήνα: Gutenberg, 2010. Marcuse H., Ο μονοδιάστατος άνθρωπος, μτφ. Μπ. Λυκούδης, Αθήνα: Παπαζήσης, 1971.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΦΥΣΙΚΟ ΚΑΙ ΘΕΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ: ΜΙΑ ΙΔΙΑΙΤΕΡΗ ΣΧΕΣΗ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΙΟΥ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΝΤ ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΜΕΡΓΙΑΝΟΣ Νομική Σχολή, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Καθίσταται προφανές πως σε οποιαδήποτε έκφανσή τους, οι κοινωνικές σχέσεις χρίουν ρύθμισης. Από τις τρεις μορφές ρύθμισης (συνήθεια, κοινωνική ηθική, δίκαιο) μόνο το δίκαιο έχει συνδεθεί με την ύπαρξη οργανωμένων κοινωνιών και κρατών. Η προέλευση όμως της δεσμευτικότητάς του συνεχίζει να αποτελεί κρίσιμο ερώτημα. Η ιστορική πορεία έχει αναδείξει δύο βασικούς τρόπους σύλληψης του δικαίου. Έτσι γίνεται λόγος για τις θεωρίες περί φυσικού και θετικού δικαίου. Οι οπαδοί του φυσικού δικαίου πρεσβεύουν πως πέρα από το δίκαιο που έχει τεθεί και ισχύει σε δεδομένο τόπο και χρόνο, υπάρχει ένα άλλο υπερκείμενο δίκαιο βασισμένο σε αξίες εγγενείς με τη φύση του ανθρώπου και της κοινωνίας. Αντίθετα, οι θετικιστές δέχονται μόνο το τεθειμένο δίκαιο που ισχύει, επειδή βασίζεται σε ένα πραγματικό γεγονός (πχ κατά τον Austin το δίκαιο αποτελεί ένα σύνολο προσταγών που συνοδεύονται από εξαναγκασμό και απευθύνονται από τον κυρίαρχο). Ο γόρδιος δεσμός της αντιπαράθεσής τους είναι η σύνδεση ή μη του δικαίου με την ηθική και η έντασή της . Κατά τους υποστηρικτές του φυσικού δικαίου, το δίκαιο δε δύναται να αποχωρίζεται την ηθική αιτιολόγηση των ρυθμίσεών του, σε αντίθεση με τους θετικιστές που υποστηρίζουν πως η σχέση του δικαίου με την ηθική δεν είναι αναγκαία, απλώς κάποιες φορές τυχαίνει να συμπίπτει με κάποιες ρυθμίσεις. Η αυτονομία της ηθικής, με την έννοια της εσωτερικής της διαμόρφωσης από την κρίση και τη συνείδησή μας, σε συνδυασμό με την ετερονομία του δικαίου(που συνίσταται σε μια άνωθεν επιβολή) καθιστά δύσκολη τη σύνδεση του δικαίου με την ηθική. Αυτό αποτελεί μια πρόχειρη προσέγγιση που θα ξεπεραστεί με μια διαφωτιστική πλοήγηση στις κατά τον Καντ έννοιες της ελευθερίας, του δικαίου και της ηθικής . Διαφωτιστική θα είναι και η αναφορά και σε σχετική σύγχρονη βιβλιογραφία. Όπως εύστοχα παρατηρεί ο Παύλος Σούρλας, ο Καντ δέχεται το φυσικό δίκαιο ως πυρήνα του θετικού δικαίου από τον οποίο απορρέουν οι σταθερές αρχές κάθε θετικής νομοθεσίας. Η πολύπλευρη εξήγηση αυτής της διαπίστωσης μέσω της ανάλυσης της διαίρεσης του δικαίου κατά τον Καντ σε ιδιωτικό και δημόσιο, κατά αντιστοιχία με τη μετάβαση από τη φυσική στην αστική κατάσταση, θα μας οδηγήσει στη διερεύνηση του είδους της σχέσης του φυσικού με το θετό δίκαιο και στην απόδειξη πως τελούν σε σχέση αμοιβαίας αλληλεξάρτησης ζητούμενο της παρούσας εργασίας. Τέλος, ακόμη και αν δεν γίνει δεκτή η στενή σχέση φυσικού και θετικού δικαίου, θα αναδειχθεί η αδυναμία ύπαρξης ακόμη και του πιο άδικου θετικού δικαίου (π.χ. ναζιστικό) χωρίς την παρουσία αρχών του φυσικού δικαίου, έστω ως σημείων αναφοράς για την αδικία του.

79


80

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Immanuel Kant, Τα θεμέλια της Μεταφυσικής των ηθών, μτφ. Γιάννης Τζαβάρας, Αθήνα: Δωδώνη, 1984 Immanuel Kant, Η Μεταφυσική των ηθών, μτφ Ανδρουλάκης, Αθήνα: Σμίλη, 2013 Παύλος Σούρλας, KANT ΚΑΙ SAVIGNY, ανάτυπο από αφιέρωμα στον Κωνσταντίνο Τσάτσο, Αθήνα: Αντ.Ν.Σάκκουλα, 1980, σελ 791-811 Edited by Arthur Ripstein, Immanuel Kant, Δημοσίευση Hampshire: Ashgate publishing, 2008 Arthur Ripstein, Force and freedom: Kant΄s legal and political philosophy, Cambridge : Harvard University Press, 2009 John Finiss, Natural law and natural rights, Oxford: Clarendon Press, 1980 Παύλος Σούρλας, Μια εισαγωγή στην επιστήμη του δικαίου, Αθήνα-Κομοτηνή: Π.Ν.Σάκκουλας, 1995 Αντώνης Μ. Παντελής, Εγχειρίδιο Συνταγματικού Δικαίου, Αθήνα: Λιβάνη, 2007 Απόστολος Σ. Γεωργιάδης, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, εκδόσεις Δίκαιο και Οικονομία Αθήνα-Κομοτηνή: Π.Ν.Σάκκουλας, 2012 Gustav Randbruch, Πέντε λεπτά φιλοσοφίας δικαίου Γιώργος Σιακαντάρης, Μανουέλ Καντ:Το ηθικό είναι νόμιμο, αλλά το νόμιμο δεν είναι πάντα ηθικό, εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΤΟ ΑΣΥΝΕΧΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΝΕΧΕΣ ΣΤΟΝ G. BACHELARD

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ Τμήμα ΦΠΨ, Φιλοσοφική Σχολή, Ιωάννινα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ H παρούσα εργασία αποτελεί απόπειρα κατανόησης της διαλεκτικής του «συνεχούς» και του «ασυνεχούς» στον G.Bachelard. Μέσα από αυτήν, ο G. Bachelard επαναπροσδιορίζει την εσωτερική διάσταση της επιστήμης, της διαλεκτικής και του χρόνου. Η επιστήμη είναι το λογικό (raison) και ανοικτή σε στιγμές ρήξης και μεταμόρφωσης. Όμως, αυτή η αλλαγή της ταυτότητας δεν είναι απόρριψη της παλαιάς γνώσης, αλλά συμπερίληψή της. Γίνεται κάτι άλλο και ταυτόχρονα πλήρες μέσα από την διαλεκτική σχέση του λογικού με την επιμέρους εμπειρία. Μέσα από την συμπληρωματικότητα ανοίγεται ένα νέο παράδειγμα διαλεκτικής άρνησης. Έτσι, υπάρχει διαφορά νοήματος ανάμεσα στην παρερχόμενη γνώση και την παροντική εμπειρία και ταυτόχρονα διόρθωση και υπέρβαση του πραγματικού. Το λογικό οφείλει να εξισωθεί με την δομημένη εμπειρία μέσα στο χρόνο, ώστε να είναι εφαρμοσμένη. Ο χρόνος είναι αποτέλεσμα υπερθετικών ανεξάρτητων στιγμών και αναφορικά με τη διάρκειά του είναι το απόλυτο κενό. Είναι στιγμές και ταυτόχρονα γίγνεσθαι, δηλαδή αποτελεί μια διαλεκτική των αντιθέτων. Βάσει αυτών, ο G.Bachelard συσχετίζει το χρονικό της επιστήμης με το λογικό της. Η εξέλιξη του λογικού συμβαίνει μέσα στο τόπο της επιστήμης και η εξέλιξη της επιστήμης συμβαίνει χάρης το διάλογο του λογικού και της εμπειρίας μέσα στο χρόνο. Μέσα από το ασυνεχές και το συνεχές αναδεικνύεται η εξέλιξη και η πρόοδος της επιστήμης μέσα από τη διόρθωση και την υπέρβαση. Η συγκεκριμένη διαλεκτική ξεφεύγει από τους δυϊσμούς του καθαυτό και του διαυτό και δημιουργεί μια νέα μεταφορά για την επιστήμη, τη διαλεκτική και το χρόνο. Επιπροσθέτως, η ανάλυση του χρόνου και η συσχέτισή του με την επιστήμη επιτρέπει στον επιστημολόγο να κατανοήσει τον κβαντικό χαρακτήρα της πραγματικότητας και του χρόνου. Τέλος , η συμπληρωματικότητα ως διαλεκτικός τρόπος εξέλιξης είναι η μια αφήγηση που επιτρέπει τη βαθύτερη κατανόηση των επιστημονικών ανακαλύψεων, της διαλεκτικής διαδικασίας και το πέρασμα του χρόνου από το παρελθόν στο παρόν και στο μέλλον.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Adorno W.T, Hegel: Three Studies trans. S. Weber Nicholsen (1963), Cambridge, Mass.: MIT Press, 1993. Adorno, W.T, Lectures on Negative Dialectics: Fragments of a Lecture Course 6 (1965/1966), ed. R. Tiedemann, trans. R. Livingstone, Cambridge: Polity, 2008. Agazzi, E., Le rivoluzioni scientifiche e il mondo moderno, Milan: Fondazione Achille e Giulia

81


82

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας Boroli, 2008. Bergson, H., Duration and Simultaneity (1922), Robin Durie (ed.), Manchester: Clinamen Press, 1999. Bachelard, G., La Philosophie du non (1940), Paris: P.U.F. Βachelard, G., Le rationalism appliqué (1949), Paris: P.U.F. Foucault, M., Les mots et les choses (1966), Paris: Gallimard Hyppolite, J(1971), Figures de la penseé philosophique ,Paris: P.U.F. Kuhn Th., The Structure of Scientific Revolutions, Chicago: University of Chicago Press, 1962.


Προσωπικές Εισηγήσεις

MANFREDO TAFURI ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΟΝΤΣΕΝΙΓΟΣ Απόφοιτος, Σχολή Αρχιτεκτόνων, ΕΜΠ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ο Tafuri υπήρξε ίσως η πιο αινιγματική μορφή της αρχιτεκτονικής σκέψης του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα. Η εμπειρία των κειμένων του μεταφέρει την αίσθηση περιδιάβασης σε μια ιδιωτική επικράτεια εξειδικευμένων σκέψεων. Η ημερολογιακή υφή των βιβλίων του, η υπερκινητικότητα των συλλογισμών του απευθύνεται μάλλον λιγότερο σε αρχιτέκτονες και πολύ περισσότερο σε ιστοριογράφους. Ακριβώς αυτή η διάσταση έχει υποτιμηθεί, με τις περισσότερες επανεκτιμήσεις να αποτυπώνουν την ιστοριογραφική σκέψη του ως εκλεκτικιστικό συνονθύλευμα πληθώρας αναφορών συχνά αντιφατικών καθώς παρατηρούνται μεθοδολογικές εντάσεις μεταξύ ασυμβίβαστων σε πρώτη ματιά παραδόσεων όπως ο μαρξισμός και η φουκωϊκή γενεαλογία. Σε αντίστιξη τέτοιων προσεγγίσεων ισχυρίζομαι πως παρακολουθώντας τη σταδιακή εκλέπτυνση της σκέψης του περί ιστοριογραφικής μεθοδολογίας, μπορούμε να εντοπίσουμε τις απαρχές μιας ευδιάκριτης, πλην όμως πολύ προσωπικής, φιλοσοφίας της ιστορίας. Κλειδί στην προσπάθεια χαρτογράφησης αυτής της εκλέπτυνσης είναι το πέρασμα του συγγραφέα από την ομιχλώδη έννοια της «κριτικής» σε αυτό που εκείνος αναφέρει ως «ιστορική εργασία». Προκειμένου να καταστήσω αυτό το πέρασμα σαφές, θα επιχειρήσω να παρακολουθήσω την μεταμόρφωση της μιας έννοιας στην άλλη με αφετηρία το «Teorie e Storia» του 1968 και κατάληξη το «La Sfera e il labirinto» του 1980, ιδίως της εισαγωγικής του έκθεσης με τον ομώνυμο τίτλο «Progeto Storico». Η απόσταση μεταξύ των δύο θα νοηματοδοτηθεί από θεωρητικές παρεμβολές που δρουν σαν δείκτες ομοιότητας ή έντασης μεταξύ της εκάστοτε πραγματευόμενης από τον Tafuri έννοιας και αντίστοιχων θεωρητικών σχημάτων από άλλες «φωνές» διανοητών λιγότερο ή περισσότερο προσκείμενων στο ταφουρικό πλαίσιο. Στόχος αυτών των ασυνεχειών δεν είναι η αναζήτηση καταγωγής στη σκέψη του, αλλά η διάγνωση μιας ιδιόμορφης χρήσης τους καθώς ενεργοποιούν δύο κρίσιμους κόμβους μέσα στο σώμα του «Progeto Storico». Αφενός τη δυναμική διατύπωση ενός αιτήματος αποκατάστασης της ενότητας σε έναν κλάδο κατακερματισμένο σε εξειδικεύσεις όπως η αρχιτεκτονική, αφετέρου τις διεξόδους επίτευξης αυτής της ολότητας μέσω αφομοίωσης της πολλαπλότητας. Διαπιστώνω έτσι την ύπαρξη μιας ιδιότυπης κατεργασίας της φιλοσοφικής αναφοράς στον γραπτό λόγο του Tafuri που πιθανότατα συνιστά το κλειδί άντλησης ενός ανοιχτού παραδείγματος από την σκέψη του. Εισάγοντας τέσσερις άξονες οδηγούς – Εύρος – Περατότητα – Πολλαπλότητα – Μοναξιά – επιδιώκω να καταλήξω σε ένα απόσταγμα αυτής της δυναμικής θεωρίας ιστορικής γραφής, αποδεσμεύοντας τη σκέψη του Ιταλού ιστορικού από τον κλοιό της αρχιτεκτονικής θεωρίας και ίσως μετακινώντας τη σε ένα πεδίο ευρύτερης διανόησης.

83


84

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΥΡΙΑ Tafuri Manfredo, Theories and History of Architecture (1968), μτφ. G. Verrecchia, Νέα Υόρκη, Harper & Row, 1980 Tafuri Manfredo, The Sphere and the Labyrinth, Avant-Garde and Architecture from Piranesi to the 1970s (1980), μτφ. P. d’Acierno, Robert Connolly, Κέμπριτζ, Μασαχουσέτη, The MIT Press, 1987 ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΑ Biraghi Mario, Project of Crisis/ Manfredo Tafuri and Contemporary Architecture (2013), μτφ. A. Price, Κέμπριτζ, Μασαχουσέτη, The MIT Press Leach Andrew, Manfredo Tafuri Choosing History (2007), A&S Books, 2009 Συμπληρωματική βιβλιογραφία Piranesi Giovanni Battista, Observations on the letter of Monsieur Mariette, with Opinions on architecture, and a preface to a New Treatise on the introduction and Progress of the fine Arts in Europe in Ancient times, The Getty Research Institute Publications Program, Σειρά Texts & Documents, 2002 Vidler Antony, Histories of the Immediate Present: Inventing Architectural Modernism (2008), Κέμπριτζ, Μασαχουσέτη, The MIT Press Τουρνικιώτης Παναγιώτης, Ιστοριογραφία της Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής, Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 2002 Barthes Roland, Κριτική και Αλήθεια (1966), μτφ. Θ. Μπανούσης, Αθήνα, Καστανιώτης, 1972 Nietzsche Friedrich, Περί Αληθείας και Ψεύδους υπό Εξωηθική έννοια (1873), μτφ. Π. Γιαντζάκης, Αθήνα, Εκκρεμές Foucault Michel, «Πρόλογος στην Παραβίαση» στο Ετεροτοπίες και άλλα κείμενα, μτφ. Τ. Μπέτζελος, Αθήνα, Πλέθρον, 2012 Foucault Michel, «Ο Νίτσε, η Γενεαλογία, η Ιστορία» στο Τρία Κείμενα για τον Νίτσε, μτφ. Δ. Γκινοσάτης, Αθήνα, Πλέθρον, 2011 Wilde Oscar, Ο Κριτικος ως δημιουργός (1891), μτφ. Σ. Τσακνιάς, Αθήνα, Στιγμή, 1984 ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΑΡΘΡΑ Tafuri Manfredo, «Towards a Critique of Archtiectural Ideology» (1969) στο Architecture Theory since 1968, σ. 6-35, Κέμπριτζ, Μασαχουσέτη, The MIT Press, 2000 Tafuri Manfredo, «L’Architecture dans le Boudoir: The Language of Criticism and the Criticism of Language» (1974) στο Architecture Theory since 1968, σ. 148-173, Κέμπριτζ, Μασαχουσέτη, The MIT Press, 2000 Groys Boris, The Loneliness of the Project (2002) Museum van Hedendaagse Kunst Antwerpen, 2002 <https://thomas-hersey.wiki.uml.edu/file/view/The_Lonliness_of_the+_Project.pdf>.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ, (ΒΙΟ)ΗΘΙΚΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΠΑΝΩ ΣΕ ΜΙΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΠΡΟΚΛΗΣΗ: ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΑΡΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΝΙΚΗΤΑΣ ΜΟΥΛΙΟΣ Μαθητής, 1ο Πειραματικό Λύκειο Αθηνών «Γεννάδειο» Ερευνητικό Project «Πολύπλοκα Συστήματα & Κλιματική Αλλαγή» ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η αλματώδης πρόοδος των βιοεπιστημών που χαρακτηρίζει τον Αιώνα μας, φέρνει την ανθρωπότητα αντιμέτωπη με πρωτοφανή ερωτήματα σχετικά με τη διαχείριση του αγαθού της ζωής σε επίπεδο οργανισμών και συστημάτων. Οι εξελίξεις στις βιοϊατρικές επιστήμες σε συνδυασμό με τα εργαλεία που παρέχουν οι υπολογιστικές επιστήμες, παρατείνουν και βελτιώνουν όλο και περισσότερο τη ζωή των ανθρώπων. Η πρόσβαση στην ιατρική καινοτομία αποτελούσε μέχρι πρότινος προνόμιο των κατοίκων του λεγόμενου ανεπτυγμένου κόσμου. Οι νέες τεχνολογίες, με κυριότερη τη κινητή τηλεφωνία, επιτρέπουν στους λιγότερο προνομιούχους να έχουν πρόσβαση σε συνεχώς βελτιούμενη υγειονομική περίθαλψη. Μια νέα, εν πολλοίς υποτιμημένη, πρόκληση έρχεται στο προσκήνιο, η εμφάνιση επιδημιών. Οι λιγότερο προνομιούχες χώρες λόγω γεωγραφικής θέσης αναμένεται να αντιμετωπίσουν σε μεγαλύτερο βαθμό τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής καθώς και μεγαλύτερες δυσκολίες στην αντιμετώπισή τους εξαιτίας της έλλειψης κρίσιμων υποδομών. Ο συνδυασμός ακραίων φαινομένων, τροπικών κλιματικών συνθηκών, χαμηλού επιπέδου γενικής υγείας του πληθυσμού και υποδομών είναι ιδανικός για να αποτελέσει το «σημείο 0» για την έναρξη μιας επιδημίας. Σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο ο έγκαιρος έλεγχος μια επιδημίας αποτελεί πρόκληση. Είμαστε λοιπόν αντιμέτωποι, ως ανθρωπότητα με ένα παγκόσμιο, διεπιστημονικό εξαιρετικά πολύπλοκο πρόβλημα και συνάμα μια πρόκληση παγκόσμιας ασφάλειας η οποία χρειάζεται επίλυση σε επίπεδο παγκόσμιας πολιτικής, βασισμένης όμως σε επιστημονικά στοιχεία. Σε έναν κόσμο που υπάρχει έλλειμμα ηγεσίας στην περιβαλλοντική πολιτική, τα fake news κυριαρχούν, ενώ ανθούν κινήματα άρνησης της κλιματικής αλλαγής και υπονόμευσης της δημόσιας υγείας (λ.χ. αντιεμβολιαστικό), κυρίως στον ανεπτυγμένο κόσμο, οι πλέον ευάλωτοι πληθυσμοί αδυνατούν να λάβουν τα αναγκαία προληπτικά και θεραπευτικά μέτρα. Επιπρόσθετα, στις ίδιες τις ανεπτυγμένες κοινωνίες που ευδοκιμούν τα επιστημονοφοβικά κινήματα, υπάρχουν πληθυσμοί οι οποίοι είναι απροστάτευτοι για λόγους ιατρικούς (ανοσοκατασταλμένοι) ή κοινωνικούς (κοινωνικά αποκλεισμένοι, μειονότητες κ.λπ.) και τίθενται σε κίνδυνο λόγω της μείωσης της ανοσίας αγέλης. Στην αντιμετώπιση αυτής της απειλής υπεισέρχονται βιο-ηθικοί προβληματισμοί σχετικά με το αν το δικαίωμα της κοινωνίας να προστατευθεί από άκρως επικίνδυνες ασθένειες υπερισχύει του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση. Το πρόβλημα εντείνεται καθώς οι συνήθεις και υποχρεωτικοί εμβολιασμοί πραγματοποιούνται κατά τη βρεφική ηλικία και το υποκείμενο του εμβολιασμού είναι κατά τεκμήριο αλλά και δικαιοπρακτικά αδύνατο να αποφασίσει. Έτσι η πολιτεία έχει την υποχρέωση να αποφασίσει για τη τύχη του και συνάμα για την ασφάλεια των πολιτών της. Η επιστήμη μέσα από μια λογικά συνεπή και αυστηρή διαδικασία έχει αποφανθεί. Ο λόγος πλέον ανήκει στην πολιτική. Τέλος ένα άλλο ζήτημα που επηρεάζει τη λήψη αποφάσεων σε περιβαλλοντικά και υγειονομικά θέματα είναι ο πολιτικός λαϊκισμός, ο οποίος δυστυχώς στις μέρες μας ανθεί και ίσως υποχρεώνει

85


86

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας τη διεθνή κοινότητα αλλά και τις κυβερνήσεις να αναθέσουν την αντιμετώπιση κρίσιμων ζητημάτων σε επιτροπές αποτελούμενες από -κατά τεκμήριο- ειδικούς. Είναι, όμως, κάτι τέτοιο επιτρεπτό από την Δημοκρατία;

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Τσινόρεμα Στ., Λούης Κ. κ.α., Θέματα Βιοηθικής, Ηράκλειο: ΠΕΚ, 2013 EMBL (συλλογικό), Το Μέλλον των Βιοεπιστημών, Ηράκλειο: ΠΕΚ, 2006 Godfrey-Smith Peter, Φιλοσοφία της Βιολογίας, Ηράκλειο: ΠΕΚ, 2016


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΗ ΚΒΑΝΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΠΕΔΙΟΥ ΑΠΟ TΑ ΑΞΙΩΜΑΤΑ ΣΤΗ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΠΑΞΕΒΑΝΗΣ Τμήμα Φυσικής, Πανεπιστήμιο Κρήτης

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα η Θεωρητική Φυσική ανέπτυξε τη θεωρία της για το μικρόκοσμο, βασιζόμενη στη (μη σχετικιστική) Κβαντική Θεωρία και την Ειδική Θεωρία Σχετικότητας. Η ενοποίηση των δύο θεωριών οδήγησε στη Κβαντική Θεωρία Πεδίου που αποτελεί τον πυρήνα του οικοδομήματος του Καθιερωμένου Προτύπου (Standard Model), το οποίo δίνει τη δυνατότητα υπολογισμού και πρόβλεψης φυσικών μεγεθών. Εξαιτίας της μαθηματικής περιπλοκότητας περιγραφής μιας φυσικής διαδικασίας, η οποία δεν μας επιτρέπει ακριβείς υπολογισμούς, καταφεύγουμε σε προσεγγιστικές μεθόδους ως εργαλεία εξαγωγής θεωρητικών υπολογισμών και συμπερασμάτων. Το πείραμα στη συνέχεια επιβεβαιώνει ή απορρίπτει τους ισχυρισμούς της. Η συμφωνία θεωρίας και πειράματος είναι αξιοθαύμαστη, εντούτοις η Κβαντική Θεωρία Πεδίου δεν είναι μαθηματικά θεμελιωμένη με την αυστηρή μαθηματική έννοια. Ωστόσο, αποτελεί το κορμό της σύγχρονης φυσικής στο πεδίο του μικρόκοσμου και συνεχίζεται η ανάπτυξή της σε ένα μη αυστηρό μαθηματικό πλαίσιο, με οδηγό το πείραμα στην αποδοχή ή απόρριψη των αξιώσεών της. Η αξιωματική θεώρηση επιχειρεί να δώσει μαθηματική αυτοσυνέπεια σε συμφωνία με τη συμβατική θεωρία και τα αποτελέσματα των πειραμάτων, καθώς και να προσφέρει δυνατότητα μη προσεγγιστικών μεθόδων υπολογισμού . Τα σχήματα αξιωμάτων Gårding-Wightman και Haag-Kastler είναι η προσπάθεια προσφοράς ενός αυστηρού μαθηματικού πλαισίου. Απόρροια των αξιωμάτων είναι το Θεώρημα PCT και το Θεώρημα Spin-Στατιστικής με φαινομενολογικές συνέπειες. Πειραματικές διατάξεις όπως ο Μεγάλος Επιταχυντής Αδρονίων (LHC) στο CERN και άλλες, επιβεβαιώνουν την ορθότητα αυτών των συμπερασμάτων μέχρι και σήμερα. Παρά την επιτυχία της αξιωματικοποίησης στο επίπεδο εξαγωγής των θεωρημάτων PCΤ και Spin - Στατιστικής, ρεαλιστικές φυσικές αλληλεπιδράσεις που γίνονται κατανοητές μέσω της συμβατικής θεωρίας δεν έχουν αποδειχθεί συμβατές με τα αξιώματα. Μόνο ορισμένα μη ρεαλιστικά μοντέλα αλληλεπιδράσεων ικανοποιούν τα υπάρχοντα αξιώματα σε τρισδιάστατο και δισδιάστατο χωροχρόνο. Ανοιχτό πρόβλημα παραμένει η ύπαρξη μοντέλου, ρεαλιστικού ή μη, που να ικανοποιεί αξιώματα σε τετραδιάστατο χωροχρόνο. Η σχέση των Μαθηματικών και της Φυσικής συνιστά ένα από τα μεγάλα ερωτήματα που θέτει η ανθρώπινη νόηση και ένα μέσο διερεύνησης αυτής είναι η αξιωματική θεώρηση.

87


88

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Streater F. Raymond and Wightman S. Arthur, PCT, Spin and Statistics, and All That (1964), Princeton, Princeton University Press, 2000 Haag Rudolf, Local Quantum Physics: Fields, Particles, Algebras (1992), Berlin, Springer, 1996 Schweber S. Silvan, An Introduction to Relativistic Quantum Field Theory, Evanston: Row, Peterson and Co., 1961 Wightman S. Arthur, «What is the point of so-called “axiomatic field theory”?» (1969), Physics Today, vol. 22, pp. 53–58, 1969 Streater F. Raymond, «Why should anyone want to axiomatize quantum field theory?» in H. R. Brown and R. Harré (Eds.), Philosophical foundations of quantum field theory, pp. 136—148, New York: Oxford University Press, 1988 Rédei Miklós, «Hilbert’s 6th problem and axiomatic quantum field theory.», Perspectives on Science, vol. 22, pp. 80–97


Προσωπικές Εισηγήσεις

LEIBNIZ ΝΟΜΟΙ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΣΤΕΛΛΑ ΜΠΙΖΑΝΗ Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ο G. W. Leibniz (1646-1716) ζει στην εποχή όπου επικρατεί η Μηχανιστική Φιλοσοφία και ακμάζουν μεγάλες προσωπικότητες όπως ο Γαλιλαίος, ο Descartes, ο Huygens, ο Hooke και ο Newton. Όπως ο ίδιος ο Leibniz ανακαλεί, ασπάστηκε το Μηχανοκρατικό δόγμα γύρω στο 1661. Ο Leibniz σύντομα θα αναδειχθεί ως μία από τις πιο σημαντικές φιγούρες στην ανάπτυξη αυτού που θα ονομαστεί Επιστημονική Επανάσταση, καθώς και θα ασκήσει τεράστια επιρροή σε πολλούς κλάδους όπως τα Μαθηματικά, η Λογική, η Επιστημολογία, η Φυσική, η Μεταφυσική κ.ά., κάτι που θα τον χαρακτηρίσει ως τη τελευταία «παγκόσμια ιδιοφυΐα». Το έργο που θα αναλάβει ο Leibniz, είναι να κλείσει τα κενά της Μηχανοκρατικής Φιλοσοφίας, που άφησαν ανοιχτά οι προκάτοχοί του (π.χ. Descartes, Gassendi). Η φυσική φιλοσοφία του Leibniz για τους φυσικούς νόμους και το γιατί υπάρχει αλλαγή στην ύλη στηρίζεται σε μία μεταφυσική θεμελίωση, που βασίζεται στην ύπαρξη του Θεού, όπως και στην αλληλεπίδραση Νόμων και Δυνάμεων, οι οποίες ωστόσο διαφέρουν από τις Αριστοτελικές δυνάμεις. Διαφοροποιείται αρχικά από τον Descartes, ο οποίος εξοβελίζει πλήρως τις δυνάμεις από τη θεωρία του, καθιστώντας άρα, την ύλη αδρανή, παθητική. Για τον Leibniz η απουσία δυνάμεων δεν εξηγεί το γιατί η ύλη υπακούει σε νόμους και υφίσταται αλλαγές. Οπότε, για τον Leibniz ή ο Θεός θα πρέπει να παρεμβαίνει κάθε τόσο στα πράγματα, ή θα τα έχει εξαρχής προικίσει με δυνάμεις, καθιστώντας έτσι την ύλη ενεργητική. Άρα, οι δυνάμεις στο Leibniz είναι πρότερες και προϋποθέτουν τους νόμους, αλλά συγχρόνως οι νόμοι είναι αναγκαίοι και έχουν τεθεί ως δείκτες από το Θεό για να υποδεικνύουν στις δυνάμεις και στα πράγματα που τις κατέχουν τι να κάνουν. Οπότε και οι δυνάμεις προϋποθέτουν τους νόμους, αλλά και οι νόμοι προϋποθέτουν τις δυνάμεις. Το έργο του Leibniz πάνω στους φυσικούς νόμους, στις δυνάμεις και στη μεταφυσική τους θεμελίωση, χωρίζεται σε δύο πολύ διαφορετικές μεταξύ τους φάσεις, τον πρώιμο και τον ύστερο Leibniz. O πρώιμος Leibniz έχει επιρροές από τον Thomas Hobbes και από τη χομπσιανή θεωρία για το conatus, που εξηγεί την αλλαγή και τη κίνηση της ύλης, κάτι που στην ύστερη φάση του θα το θεωρήσει ως παραβίαση των νόμων της κίνησης. Σε ένα από τα πιο κομβικά έργα του ύστερου Leibniz, το A Specimen of Dynamics, 1695, μέσω της έννοιας του δυναμικού θα ξεκαθαρίσει τη διφυή φύση των δυνάμεων και θα καταλήξει στην αναγκαία σύνδεση δυνάμεων και νόμων και ότι η ύλη είναι ενεργητική, κάτι που θεμελιώνει την αλλαγή στη φύση και την ύπαρξη των φυσικών νόμων. Επίσης, η κατανόηση της φύσης εν γένει απαιτεί πρώτα να κατανοήσει κανείς μηχανικά τις Δυνάμεις και έπειτα τους Νόμους, μία ιδέα που εντάσσει στη «Μοναδολογία» του.

89


90

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Garber Daniel, Leibniz: Body, Substance, Monad, Oxford UP, 2009. Leibniz GW, Philosophical Essays, trans. R. Ariew, D. Garber. Indianapolis: Hackett, 1989. https://plato.stanford.edu/entries/leibniz-physics/ Leibniz G.W., Μοναδολογία, επιμ. Δ. Αναπολιτάνος, μτφ. Σ. Λαζαρίδης, Αθήνα: Εκκρεμές, 2006. Rutherford, Donald, Leibniz and the Rational Order of Nature, Cambridge: Cambridge University Press, 1995


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ «ΕΠΙΘΥΜΙΑΣ» ΣΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ALEXANDRE KOJEVE ΜΑΡΙΑ ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΜΠΙΤΣΑΡΑ Απόφοιτη, Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Μια κλασική ανάγνωση του εγελιανού corpus βρίσκει το χαρακτήρα της Φαινομενολογίας του Πνεύματος ως προπαιδευτικό, προκειμένου να εισαχθεί ο εν δυνάμει φαινομενολόγος με λογική αναγκαιότητα στην Επιστήμη της Λογικής. Αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση του Alexandre Kojève. Βασικός εκπρόσωπος της γαλλικής υπαρξιστικής τάσης, ο A. Kojève παρείχε μια πρωτότυπη ερμηνεία των εγελιανών κειμένων μέσω των μαθημάτων του στην École pratique des hautes études. Ο Kojève τοποθετεί τη Φαινομενολογία σε μία θέση – κλειδί για τη κατανόηση του εγελιανού συστήματος. Με βάση το ménage à trois: Marx, Heidegger, Hegel ο Kojève θέτει την επιθυμία (Begierde), έννοια που εντοπίζεται στο IV κεφάλαιο της Φαινομενολογίας, ως τη κεντρικότερη για τη κατανόηση της ανθρώπινης κατάστασης. Μέσω των Χαιντεγγεριανών επιρροών για το οντολογικό status του ανθρώπου και των μαρξιστικών θέσεων για τον ιστορικό υλισμό, ο Kojève φέρνει στο προσκήνιο τo ανθρώπινο ον ως υπαρξιακά ελεύθερο, βάσει της αρνητικότητας που χαρακτηρίζει την επιθυμία. Η επιθυμία, ουσιωδώς αρνητική, γίνεται η δράση που κινητοποιεί τον άνθρωπο να μετασχηματίσει το φυσικό κόσμο, ο οποίος σε αντίθεση με το ανθρώπινο γίγνεσθαι -το οποίο έχει παρόν, παρελθόν και μέλλον- νοείται ως στατικός. Καθίσταται κοινωνική στο πλαίσιο που διαμεσολαβείται από μια έτερη επιθυμία και μετατρέπεται σε επιθυμία αναγνώρισης. Η επιθυμία ως επιθυμία για αναγνώριση εκδραματίζεται μέσα από το περίφημο χωρίο της διαλεκτικής Κυρίου – Δούλου και αποτελεί την πυξίδα για την πορεία της ιστορίας. Η σύγκρουση Κυρίου – Δούλου αποτελεί τη διαδικασία κατά την οποία αφενός οι δύο πόλοι παράγουν το ιστορικό γίγνεσθαι, αφετέρου μετασχηματίζουν του εαυτούς τους. Το συνολικό πρόγραμμα του γερμανικού ιδεαλισμού χαρακτηρίστηκε από το αίτημα προς ελευθερία, κάτι το οποίο τόσο o Hegel αλλά και ο Kojéve ασπάστηκαν και συνέδεσαν με την ιστορία. Ακολουθώντας τον Hegel, η ιστορία, κατά τον Kojève, εκτυλίσσεται προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Καταληκτικό της σημείο, έτσι, γίνεται η συνειδητοποίηση της ελευθερίας από τα δρώντα υποκείμενα και η πραγμάτωσή της στο κοινωνικό πεδίο. Στην παρούσα εργασία θα επιχειρηθούν να παρουσιαστούν τόσο η έννοια της επιθυμίας, αλλά και τα βασικά σχήματα που αρθρώνονται στην Κοζεβιανή ερμηνεία της Φαινομενολογίας του Πνεύματος, προκειμένου να αποδοθεί όσο το δυνατόν ευκρινέστερα το συνθετικό ερμηνευτικό διάβημα του φιλοσόφου.

91


92

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Kojeve, A., & Queneau, R., Introduction to the reading of Hegel: Lectures on the phenomenology of spirit, edited by Allan Bloom, Ithaca: Cornell University Press, 1980 Descombes, Vincent, Modern French Philosophy, Cambridge University Press, 1980 Houlgate, Stephen, Introduction to the reading of Hegel: Freedom, Truth and History, Blackwell publishing, 2005 Kleinberg, Ethan, Generation Existential: Heidegger’s philosophy in France 1927 - 1961, Ithaca and London: Cornell University Press, 2005 Hegel, Georg, Φαινομενολογία του Νου, μτφ. Γ. Φαράκλας, Αθήνα: Βιβλιοπωλείο της ‘Εστίας’, 2007 Marx, Karl, Οικονομικά και φιλοσοφικά χειρόγραφα (1844), μτφ. Α. Λυκούργος, Αθήνα: Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, 2012


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΑΝΤΙΨΥΧΙΑΤΡΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΚΑΙ ΑΠΟΪΔΡΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ ΜΕΛΠΟΜΕΝΗ ΜΠΟΤΟΠΟΥΛΟΥ & ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Τμήμα Ψυχολογίας, Φιλοσοφική σχολή, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Το κίνημα της αποϊδρυματοποίησης, ως αναπόσπαστο κομμάτι του ευρύτερου αντιψυχιατρικού κινήματος που αναπτύχθηκε στην Ευρώπη μετά τα μέσα του 20ου αιώνα, μπορούμε να πούμε πως γεννήθηκε στην Ιταλία. Αυτό δε σημαίνει πως ο Λόγος κατά των ασύλων – κολαστηρίων ξεκινάει ή σταματάει να παράγεται στην Ιταλία, αλλά μάλλον πως, με σημαντική αφετηρία την Τεργέστη, βρίσκει την ιδιαίτερη χωροχρονικότητα που του επιτρέπει να αποκρυστάλλωθει σαν κίνηση και κίνημα και όχι απλά σαν ιδεολογική κριτική. Ένα σημείο καμπής απετέλεσε η Τεργέστη, στο μονοπάτι της συγκεκριμένης τοποθέτησης και των υπαρκτών πλέον προτάσεων σε σχέση με τη ψυχική υγεία και τους ψυχικά «ασθενείς». Η τρέλα σαν εποικοδόμημα και μεταφυσική σταθερά, συστήθηκε φυσικά στην ανθρωπότητα ήδη αιώνες πριν και η καταγραφή της διαδρομής και της ιστορίας της μας είναι γνωστή από το έργο του Michel Foucault. Το έργο του Foucault, των R.D Laing, D. Cooper και T. Szasz, ανάμεσα σε άλλους, αλλά και η παρακαταθήκη των εμπειριών στη Μεγάλη Βρετανία, όπως το Kingsley Hall, οδήγησε έναν νεαρό γιατρό από την Ιταλία, τον Franco Basaglia, να αποστασιοποιηθεί από το κυρίαρχο στη ψυχιατρική τις δεκαετίες του 1950 – 1960 βιοϊατρικό μοντέλο και να εισάγει μια διαφορετική προσέγγιση στις κλινικές που διηύθυνε, εμπνευσμένη από τις φαινομενολογικές θεωρίες αλλά και τον υπαρξισμό. Παράλληλα όμως και πιο σημαντικά, καθαίρεσε στην πράξη τις ψυχιατρικές εξουσίες που παράγονται στα άσυλα με δράσεις τομές, όπως η παύση των υποχρεωτικών καθηλώσεων και των βασανιστηρίων, η απόσυρση των ιατρικών ποδιών – συμβόλων διαχωρισμού και εξουσίας – αλλά και του ζουρλομανδύα, και η ισότιμη συνύπαρξη των ασθενών με το προσωπικό και τους ψυχιάτρους μέσω της συναπόφασης σε γενικές συνελεύσεις επί παντός ζητήματος. Το έργο τού Basaglia επηρέασε φύσει και θέσει την Ευρώπη αλλά και το κόσμο, ενώ τη κορωνίδα του απετέλεσε η υπογραφή του νόμου 180, το οποίο προέβλεπε το κλείσιμο των ασύλων στην Ιταλία, την αποϊδρυματοποίηση των ασθενών και την κοινοτική πρόνοια και πρόβλεψη για την αποκατάστασή τους, το 1978.

93


94

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΝΑΥΡΟΖΟΓΛΟΥ Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής, ΑΠΘ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η νομιμότητα της δημοκρατίας. H αρχή της ιδανικής πολιτείας τίθεται με πλήρη ευκρίνεια και σαφήνεια από τον Πλάτωνα, ως πρόδρομο πολιτικών ιδεών σε μια περίοδο ανάπτυξης και ευημερίας για την Αθηναϊκή πολιτεία. Ο ίδιος θεμελιώνοντας βασικές πολιτικές έννοιες, επηρεασμένος από τον μέντορα-δάσκαλό του, Σωκράτη, ανέπτυξε την ιδανική πολιτεία και βασικούς πρωταγωνιστές αυτής; τους φιλοσόφους-βασιλείς. Βάσει της ιδανικής αυτής πολιτείας κρίνεται η δημοκρατία. Η ίδια έχει αποδειχθεί το πιο ισχυρό και μεταδοτικό ιδανικό. Η ιστορία έχει αποδείξει την σταθερότητα με την οποία η δημοκρατία εγκολπώνει όλους ανεξαιρέτως και αδιακρίτως τους πολίτες και τη σταθερή διάδοσή της ως υψίστης σημασίας ιδανικό στα πέρατα του κόσμου. Σκαλίζοντας λίγο παραπάνω την ιστορία, αρχίζουμε να υποψιαζόμαστε ότι η νομιμότητα της σύγχρονης δημοκρατίας στηρίζεται στο δικό της αξιακό σύστημα, ανεξάρτητο από οποιαδήποτε θρησκεία. Αλλά κατά βάθος αυτή η υπερήφανη δημοκρατία, πανίσχυρη μέσα στην υπέρτατη νομιμότητα που της χαρίζει, υποτίθεται, η συναίνεση των πολιτών της και μόνο αυτή, η δημοκρατία των μοντέρνων καιρών, δεν τολμά να είναι άθεη γιατί χωρίς την ανοχή της εγκόσμιας θρησκευτικής εξουσίας κινδυνεύει. Εκτός, δηλαδή, από τους ίδιους τους νόμους, οι κοινωνίες έχουν και την ανάγκη της «νομιμοποίησης» αυτών, την απάντηση δηλαδή στο γιατί αυτοί οι νόμοι να είναι οι δίκαιοι. Προγενέστερες κοινωνίες νομιμοποιούσαν τους νόμους τους μέσα από τη μεταφυσική, λέγοντας κυρίως ότι τους είχαν δοθεί από κάποιο θεό ή θεϊκό πρόγονο. Αυτή είναι μόνο μία πλευρά των πραγμάτων. Υπάρχει και άλλη. Η σύγχρονη, δυτικής προέλευσης, δημοκρατία στηρίζει τη νομιμότητά της στο αξιακό σύστημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου. Αναφέρεται σε όρους, καταστατικά και βασικά ιδεώδη, που όμως όπως αποδεικνύεται στη καθημερινότητα καταπατώνται καθημερινά.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Απόσπασμα από του Ζαν–Ζακ Ρουσσώ, Το κοινωνικό συμβόλαιο ή αρχές πολιτικού δικαίου, Βιβλίο ΙΙΙ, κεφ. 4ο, Αθήνα: Πόλις, 2004 Η δίκαιη κοινωνία - Η δικαιοσύνη ως ακριβοδικία: Μια αναδιατύπωση, μτφ. Φιλήμων Παιονίδης, Αθήνα: Πόλις Burke, John J.A., The Political Foundation of Law: The Need for Theory with Practical Value, San Francisco: Austin & Winfield, 1992 Τάσης Θεοφάνης, Καστοριάδης: Μια φιλοσοφίας της αυτονομίας, Αθήνα: Ευρασία, 2007

95


96

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Προσωπικές Εισηγήσεις

ORLANDO. ΜΙΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΜΙΑ ΜΕΤΑΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Η ΘΕΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ VIRGINIA WOOLF ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ HENRI BERGSON ΣΤΕΛΛΑ ΠΑΝΟΠΟΥΛΟΥ Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, Αθήνα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στο μοντερνιστικό της μυθιστόρημα Ορλάντο: Μια Βιογραφία, η Virginia Woolf διηγείται τη φανταστική και σατυρική βιογραφία της/του Ορλάντο, ενός υπεραιωνόβιου νεαρού αριστοκράτη που ζει στη διάρκεια τεσσάρων αιώνων, βιώνοντας όχι μόνο το χρόνο διαφορετικά από τους υπόλοιπους ανθρώπους, αλλά και το φύλο, καθώς σε ηλικία 45 ετών ξυπνά γυναίκα και παραμένει γυναίκα μέχρι και τον 20ο αιώνα, όπου και τελειώνει το βιβλίο. Η/Ο Ορλάντο, κατά τη διάρκεια της ζωής του/της, στοχάζεται και πράττει πάνω στα περισσότερα οντολογικά, υπαρξιακά και κοινωνικά ζητήματα της ζωής και στη φύση τους. Η εργασία αυτή είναι μια μεταφιλοσοφική προσέγγιση του Ορλάντο και του ζητήματος του χρόνου όπως προσεγγίζεται στο μυθιστόρημα, σε διάλογο με τη φιλοσοφική θέαση του χρόνου και της διάρκειας από τον Henri Bergson. Το Ορλάντο εξετάζει ζητήματα χρόνου σε ένα οντολογικό επίπεδο μέσα από μια οπτική που προσομοιάζει ιδιαίτερα τους φιλοσοφικούς προβληματισμούς της μοντέρνας εποχής – τον προσωπικό και τον επιστημονικό/κοινωνικό χρόνο, την αγωνία της συνειδητοποίησης του παρόντος, της συστατικής επίδρασης που έχουν οι αναμνήσεις και η μνήμη στην υπόσταση του ανθρώπου, καθώς και μέσω του πρίσματος του «ανδρόγυνου χρόνου». Το Ορλάντο παρουσιάζει επίσης μεταφιλοσοφικό ενδιαφέρον, διότι αποτελεί ένα παράδειγμα που αναδεικνύει την αμεσότητα του διαλόγου ανάμεσα στη λογοτεχνία και στη φιλοσοφία, την αλληλεπίδραση και αμφίδρομη επιρροή τους, τη συνάφεια των ζητημάτων που μπορεί να πραγματεύονται, καθώς και των αφετηριών, των μεθοδολογιών προσέγγισης, και των συνδηλώσεων τούτων των στοχασμών, αλλά και τη συχνή δυσκολία οριοθέτησης και εξακρίβωσης του λογοτεχνικού ή φιλοσοφικού χαρακτήρα ενός έργου. Συμπερασματικά, το Ορλάντο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, τόσο από φιλοσοφική όσο και από μεταφιλοσοφική σκοπιά, αν μελετηθεί ως ένα λογοτεχνικό έργο αλλά και ως μια μεταφιλοσοφική πραγματεία για τα ζητήματα του χρόνου, του φύλου και της ταυτότητας. Η θέαση του χρόνου στο Orlando μπορεί να παραλληλιστεί με τη θεωρία του Bergson για τη διάρκεια και τη δημιουργική εξέλιξη. Η προσέγγιση των έργων της Woolf ως φιλοσοφικών παρουσιάζει αντιφάσεις, αλλά δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί το διάλογο (εκούσιο ή ακούσιο) ανάμεσα στο τρόπο που προσεγγίζει τα ζητήματα αυτά και σε φιλοσοφικές στάσεις της εποχής της, λιγότερο ή περισσότερο επικρατούσες.

97


98

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Bergson, Henri, Creative Evolution, Random House – The Modern Library, New York, Translation: Arthur Mitchell, Foreword: Irwin Edman, 1944 Bergson, Henri, Creative Mind, Philosophical Library, New York, Translation: Mabelle L. Andison, 1946 Bergson, Henri, Duration and Simultaneity (1922), Bobbs-Merrill Company Inc. – The Library of Liberal Arts, 1965. Briggs, Julia, Reading Virginia Woolf, Edinburgh University Press, 2006. Herrman, Michele L., The Living Metaphor of Orlando: Duration, Gender, and the Artistic Self, Illinois Wesleyan University, 1995. Lackey, Michael, «Modernist Anti-Philosophicalism and Virginia Woolf’s Critique of Philosophy», Journal of Modern Literature, Vol. 29, No. 4 (Summer, 2006), pp. 76-98, Indiana University Press. Marika, Mikkonen Niina, Modernism and Time in Virginia Woolf’s Orlando: A Biography, University of Eastern Finland, 2015. Nelson, Kelly Egan, The Concept of Time in the Novels of Virginia Woolf, Texas Technological College, 1969. Whitmore, Ashley, “life is a Luminous Halo”: Gender and Androgynous Time in Virginia Woolf, Wayne State University, 2015. Willis, Erica B., The Philosophy of Time in Mrs. Dalloway, Orlando, and the Waves, State University of New York, 2006. Woolf, Vriginia, Orlando, 1928, Penguin, Introduction: Sandra Gilbert, 2006. Albert Einstein και Henri Bergson…. η διαμάχη: https://chilonas.com/2015/01/09/httpwpmep1op6y-1oz/


Προσωπικές Εισηγήσεις

Ο ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΥΠΑΡΞΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΜΙΑ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΕΡΓΑ ΤΩΝ ΣΑΡΤΡ ΚΑΙ ΚΑΜΥ ΒΑΡΒΑΡΑ-ΕΛΕΝΗ (ΒΑΛΕΝΑ) ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ Τμήμα Θεάτρου, Σχολή Καλών Τεχνών, ΑΠΘ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ο άθεος υπαρξισμός και η φύση της ανθρώπινης ελευθερίας συγκαταλέγονται ανάμεσα στα κυρίαρχα φιλοσοφικά ζητήματα που απασχολούν τη Γαλλική διανόηση εν μέσω του δεύτερου Παγκοσμίου πολέμου. Σημαντικό παράγοντα για την απήχηση των ζητημάτων συνιστούν -και- τα λογοτεχνικά παράγωγα των εκπροσώπων τους, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με τους Ζαν-Πωλ Σαρτρ και Αλμπέρ Καμύ, που ταυτόχρονα στρέφονται στη τέχνη του θεάτρου, γεγονός που καθιστά τη δραματουργία και τη ζωντανή σκηνική πράξη όργανο διδασκαλίας και μετάδοσης φιλοσοφικών ιδεών στο ευρύ κοινό. Η εισήγηση αποτελεί, πρωταρχικά, μία απόπειρα προσέγγισης της διαχρονικής σχέσης θεάτρου και φιλοσοφίας. Επιπλέον, παρουσιάζονται ευρέως γνωστές φιλοσοφικές θέσεις μέσα από το πρίσμα της τέχνης του θεάτρου και εστιάζει στο τρόπο που ενσαρκώνεται η ίδια η φιλοσοφική έννοια του υπαρξισμού από τα πρόσωπα της θεατρικής σκηνής. Πιο συγκεκριμένα, θα εξεταστούν τα θεατρικά έργα: «Οι μύγες» («Les Mouches», 1943), «Κεκλεισμένων των θυρών» («Huis clos»,1944) του ΖανΠωλ Σαρτρ και «Η παρεξήγηση» («Le Malentendu», 1944) του Αλμπέρ Καμύ, προκειμένου να αναλυθούν μεμονωμένα αλλά και συγκριτικά: οι θεματικές, οι τεχνικές και οι μηχανισμοί της δραματουργίας και της σκηνικής αναπαράστασης που χρησιμοποιούνται από τους δύο φιλοσόφους. Ακόμα, θα επιχειρηθεί και μία προσέγγιση της πρόσληψης και της απήχησης των έργων και των παραστάσεων μέσα από επιλεγμένα συγγραφικά ντοκουμέντα της εποχής.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Καμύ Αλμπέρ, Η παρεξήγηση (Le Malentendu) (1944), μτφ. Γ. Θηβαίος, Αθήνα: Δωδώνη, 1998 Καμύ Αλμπέρ, Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος (L΄Homme révolté), μτφ. Τ. Τσακίρη, Αθήνα: Μποκουμάνης, 1971 Renaut Alain, Η Φιλοσοφία, μτφ. Τ. Μπέτζελος, Αθήνα: ΠΟΛΙΣ, 2009 John Gillespie, «Sartre and Theatrical Ambiguity» στο Sartre Studies International, Vol. 18, No. 2 (2012), pp. 49-58, Published by: Berghahn Books Σαρτρ Ζαν-Πωλ, Κεκλεισμένων των Θυρών (Huis clos) (1944), μτφ. Π. Κυπαρίσσης, Αθήνα: Γαβριηλίδης, 2014 Σαρτρ Ζαν-Πωλ, Οι Μύγες (Les Mouches) (1943), μτφ. Γ. Πρωτόπαπας, Αθήνα: Δωδώνη, Σεπτέμβριος, 1987 Σαρτρ Ζαν-Πωλ, Το είναι και το Μηδέν (L΄Etre et le Néant), μτφ. Κ. Παπαγιώργης, Αθήνα: Παπαζήση, 2007

99


100

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΔΙΑΣΩΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ ΤΟΥ QUINE ΣΤΗΝ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΤΗΤΑ ΜΑΝΟΣ ΠΛΙΤΣΗΣ & ΒΑΣΙΛΗΣ ΔΑΣΣΙΟΣ Σχολή Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών, ΕΜΠ & Τμήμα Μαθηματικών, ΑΠΘ ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ο διαχωρισμός μεταξύ «πραγματικότητας» και ιδεών είναι μια σχετικά παλιά ιδέα. Πρώτοι όμως οι εμπειριστές, και πιο γνωστά ο Hume, θα κάνουν το διαχωρισμό μεταξύ δηλώσεων περί «Σχέσης μεταξύ ιδεών» και «Πραγματικών Γεγονότων», προσθέτοντας ότι αυτές είναι και οι μοναδικές κατηγορίες με τις οποίες έχει νόημα να ασχολούμαστε. Σε μια διάσημη παράθεση ο τελευταίος θα υποστηρίξει, ότι οποιοδήποτε βιβλίο περιέχει συλλογισμούς που δεν ανήκουν σε αυτές τις κατηγορίες, αξίζει να καεί πάραυτα, αφού μπορεί να περιέχει μόνο σοφιστείες και αυταπάτες. Αρχίζουμε από τον ορισμό της αναλυτικότητας του Kant και έπειτα προχωράμε στον Frege, ο οποίος ορίζει ξανά την αναλυτικότητα στο πλαίσιο μιας τυπικής λογικής γλώσσας. Πλέον η αναλυτικότητα γίνεται λογική αλήθεια (ταυτολογία). Στη συνέχεια συναντάμε την αναλυτικότητα στο επίκεντρο της φιλοσοφίας των λογικών θετικιστών, ειδικά στον λεγόμενο Κύκλο της Βιέννης. Σύμφωνα με αυτούς, κάθε δήλωση ήταν είτε εμπειρικά επαληθεύσιμη, είτε αναλυτική αλήθεια, –με όλες τις υπόλοιπες να θεωρούνταν κενές γνωστικού περιεχομένου– μια κίνηση που ηχεί τη θέση του Hume και αναδεικνύει τον ορισμό της αναλυτικότητας ως καθαρά γλωσσικό. Ο Rudolf Carnap εισάγει την έννοια των Γλωσσικών Πλαισίων ως εργαλείο, μέσα στα οποία έχει νόημα να τεθούν είτε «εσωτερικές» ερωτήσεις περί της ύπαρξης ή όχι των οντοτήτων που περιγράφονται, είτε λογικές ερωτήσεις οι οποίες θα επιδέχονται απαντήσεις αναλυτικού χαρακτήρα. Θα εστιάσουμε στο πώς o WVO Quine επιτέθηκε στην έννοια της αναλυτικότητας, σκιαγραφώντας την στρατηγική του στην διάσημη δημοσίευσή του, Two dogmas of empiricism, όπου απορρίπτει οποιαδήποτε ουσιαστική διάκριση μεταξύ συνθετικών και αναλυτικών προτάσεων, δείχνοντας με το περίφημο «κυκλικό» επιχείρημα του, ότι η δεύτερη κατηγορία δεν μπορεί να οριστεί χωρίς έννοιες που δεν την προϋποθέτουν. Η αναλυτικότητα όπως εννοούνταν δεν περιέγραφε καμία πρόταση! Αυτό θα δούμε ότι αποδείχθηκε καταστροφικό για το κριτήριο της επαλήθευσης και το λογικό θετικισμό. Όπως τελικά θα δούμε, το επιχείρημα του Quine, ενώ καταφέρνει να αχρηστεύσει το πιο σημαντικό όπλο των θετικιστών, χάνει την αρχική του δύναμη παρμένο εκτός του πλαισίου της εποχής του. Αναρωτιόμαστε τι μπορεί να διασωθεί από την έννοια της αναλυτικότητας και το εγχείρημα του Carnap. Τέλος αναφερόμαστε στην πιο γνωστή απάντηση στον Quine από τους Grice και Strawson, που θα τον ωθήσει τελικά να εγκαταλείψει την έννοια του νοήματος και της μετάφρασης.

101


102

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Quine WVO, Two Dogmas of Empiricism (1951), Philosophical Review 60, 20 – 43 Quine WVO, Truth by Convention (1936) Carnap Rudolf, Empiricism, Semantics, and Ontology (1950), Revue Internationale de Philosophie 4: 20–40, επανατυπωμένο στο The Linguistic Turn (1992) Carnap Rudolf, On the Character of Philosophic Problems (1934), Philosophy of Science I, 5-19, επανατυπωμένο στο The Linguistic Turn (1992) Kant Immanuel, The Critique of Pure Reason (1781), μτφ. P. Guyer, A. Wood, Cambridge: Cambridge University Press, 1999 Frege Gottlob, The Foundations of Arithmetic (1884), μτφ. J. L. Austin, 2nd ed Evanston, IL: Northwestern University Press, 1980 Grice Paul, Strawson Peter, In Defence of a Dogma (1956), The Philosophical Review, 65: 144–58. Soames Scott, Philosophical Analysis in the Twentieth Century, Volume 2: The Age of Meaning (2003), Princeton University Press Soames Scott, Ontology, Analyticity and Meaning: The Quine-Carnap Dispute (2008) Rey Georges, The Analytic/Synthetic Distinction (2013), Stanford Encyclopedia of Philosophy https://plato.stanford.edu/entries/analytic-synthetic/ , (πρόσβαση: 25 Αυγούστου 2017) Harman Gilbert, Quine on Meaning and Existence, I. The Death of Meaning (1967), The Review of Metaphysics Vol. 21, No. 1, pp. 124-151 Ayer A.J., Language, Truth and Logic (1936), London, Dover Publications; 2nd edition, 1952 Rorty Richard, The Linguistic Turn (1967) [Introduction], University of Chicago Press, 1992 Price Hwu, Metaphysics after Carnap: the ghost who walks? (2007), In David John Chalmers, David Manley & Ryan Wasserman (eds.), Metametaphysics: New Essays on the Foundations of Ontology. Oxford University Press. pp. 320--46 (2009)


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΤΟ ΦΥΛΟ ΩΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΣΤΗ ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ Απόφοιτη, Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ H φεμινιστική σκέψη ταυτίζεται συνήθως με θέματα κοινωνικής και πολιτικής θεωρίας. Εξαιτίας των ιδεολογικών αποχρώσεων με τα οποία έχει ταυτιστεί ο φεμινισμός, αλλά και των κοινωνικών διεκδικήσεων, μέσω των οποίων έχει εδραιωθεί, αντιμετωπίζεται συχνά ως αμφιλεγόμενο ερευνητικό πεδίο σε ορισμένους επιστημονικούς και φιλοσοφικούς κλάδους και το κύρος του τίθεται, όχι σπάνια, υπό αμφισβήτηση. Κυρίως με την ανάδυση του κλάδου της φεμινιστικής επιστημολογίας, εντοπίζονται όλο και πιο συχνά συζητήσεις σε διάφορους κλάδους των επιστημών και της φιλοσοφίας που περιλαμβάνουν το φύλο ως βασικό μεθοδολογικό εργαλείο για την εξέλιξη της εκάστοτε έρευνας. Η παρούσα εργασία στόχο έχει να αναδείξει το ρόλο που μπορεί να παίξει ο παράγοντας του φύλου, εμπλουτίζοντας τη σύγχρονη φιλοσοφική έρευνα, εστιάζοντας σε ορισμένους κλάδους της. Με βασικό άξονα το άρθρο της Elisabeth A. Lloyd, «Feminism as Method: What Scientists Get that Philosophers Don’t», θα παρουσιαστούν τα κύρια επιχειρήματα υπέρ της χρήσης του παράγοντα του φύλου μεταξύ των υπόλοιπων μεθοδολογικών εργαλείων στη φιλοσοφία. Πιο συγκεκριμένα, η έμφαση θα δοθεί κυρίως στους κλάδους που γίνονται συνήθως αντιληπτοί ως οι κορυφαίοι φιλοσοφικοί κλάδοι, δηλαδή η Γνωσιολογία και η Μεταφυσική, οι οποίοι αφορούν κυρίως σε ζητήματα γνώσης και σε ερωτήματα γύρω από τη φύση της πραγματικότητας. Παρουσιάζοντας στατιστικά στοιχεία και παραδείγματα από την ιστορία της επιστήμης και σε μία απόπειρα να αποφύγει το περίφημο -και ορισμένες φορές ελκυστικό- «anything goes», η Lloyd στόχο έχει να αναδείξει τους λόγους για τους οποίους οφείλει να συμπεριληφθεί ο παράγοντας του φύλου μεταξύ των βασικών κριτηρίων της φιλοσοφικής έρευνας. Ως απώτερος σκοπός αναδεικνύεται η όσο το δυνατό εγκυρότερη προσέγγιση των θεματικών που αφορούν τα συγκεκριμένα πεδία. Σε αυτό το πλαίσιο η θεωρητική ενασχόληση με την επιστήμη ή τη φιλοσοφία εμφανίζεται ως ένα ακόμη πεδίο αλληλεπίδρασης μεταξύ διαφόρων και σύνθετων παραγόντων, που έχουν να κάνουν με τα άτομα που ασκούν την έρευνα, τα άτομα στα οποία αναφέρεται η έρευνα, ενώ εμπλέκονται ταυτόχρονα κοινωνικές και πολιτικές πτυχές. Μέσω αυτής της ανάλυσης η κατεύθυνση των συμπερασμάτων θα κινηθεί προς δύο κατευθύνσεις: από τη μία, να επισημανθεί ότι τα ερωτήματα που τίθενται στο πλαίσιο φιλοσοφικών κλάδων δεν τίθενται εν κενώ και από την άλλη, να γίνει όσο το δυνατό πιο σαφές πως χωρίς τον παράγοντα του φύλου, η θεωρητική έρευνα παραμένει ελλιπής.

103


104

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Anderson, Elizabeth, «Feminist Epistemology: An Interpretation and Defense» (1995), Hypatia, 10: 50–84. Barnes, Elizabeth, «Going Beyond the Fundamental: Feminism in Contemporary Metaphysics.» (2014), Proceedings of the Aristotelian Society, I 14: 335-51. Lloyd, Elisabeth, «In Search of Feminist Epistemology» (1994), Monist, 77: 472–485. Lloyd, Elisabeth, «Feminism as Method: What Scientists Get that Philosophers Don’t» (1995), Philosophical Topics, 23: 189–220. Lloyd, Elisabeth, «Feyerabend, Mill, and Pluralism» (1997), Philosophy of Science, 64: 396–407. Searle John R., «Rationality and realism, what is at stake?» (1993), Daedalus, 122(4): 55–83.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΟΥ ΟΙΚΤΟΥ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΣΤΙΣ ΤΡΩΑΔΕΣ ΤΟΥ ΣΕΝΕΚΑ ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΑΖΑΚΛΙΔΗΣ Τμήμα Φιλοσοφίας, ΑΠΘ, ειδίκευση Κλασικών Σπουδών

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η πλειοψηφία των πολιτικών φιλοσόφων και στοχαστών είναι επιφυλακτική ως προς την ωφέλεια των συναισθημάτων στην πολιτική. Όποτε σκεφτόμαστε την εμπλοκή τους σε αυτήν, εστιάζουμε εύκολα στο φόβο, την απέχθεια, το θυμό και τους τρόπους που μπορούν να διαβρώσουν τον πολιτικό βίο. Από την άλλη, διακεκριμένοι ψυχολόγοι των Η.Π.Α. κατηγόρησαν με ανοιχτή επιστολή στους Νew York Times τον Φεβρουάριο του ‘17 τον αμερικανό πρόεδρο για «πλήρη ανικανότητα ενσυναίσθησης» [profound inability to empathize]. Κατά πόσο, λοιπόν, είναι θεμιτό να εξοβελίσουμε τα συναισθήματα από την πολιτική; Η παρούσα εργασία θα προσπαθήσει να παρουσιάσει το στενό και αναγκαίο συσχετισμό των συναισθημάτων με την πολιτική, αναδεικνύοντας την ικανότητα του οίκτου να αποκρυσταλλώνει στο εσωτερικό των διαπροσωπικών σχέσεων γενικές αρχές της δικαιοσύνης. Θα ξεκινήσουμε με τη τυπολογία του οίκτου και τις τρεις χαρακτηριστικές σκέψεις που εμπλέκει σύμφωνα με τον Αριστοτέλη (Ρητ.II.8): ότι κάποιο σοβαρό κακό έχει συμβεί σε κάποιον άλλον, ότι αυτό δε συνέβη εξαιτίας (ή κυρίως εξαιτίας) αυτού του προσώπου και τρίτον, ότι πρόκειται για κάτι που θα πρέπει να αναμένει κανείς πως θα υποστεί είτε ο ίδιος είτε κάποιος για τον οποίο νοιάζεται1. Κατόπιν, θα γίνει συνοπτική παρουσίαση2 των τεσσάρων βασικών ενστάσεων της φιλοσοφικής παράδοσης εναντίον της προσφορότητας του οίκτου και της αξίας που έχει για το άτομο και το σύνολο. Παράλληλα, θα δούμε πώς το λογοτεχνικό παράδειγμα των Τρωάδων του Σενέκα ανασκευάζει την παραπάνω επιχειρηματολογία: i) ο οίκτος ενέχει μία υπερεκτίμηση της αξίας των εξωτερικών αγαθών για τη ζωή των ανθρώπων3. Οι Τρωάδες, ωστόσο, προσφέρουν μία ζωηρή υπενθύμιση κάποιων εξωτερικών αγαθών που φαίνεται να έχουν ιδιαίτερη αξία και καταδεικνύουν τις επιπτώσεις που επιφέρει η προσβολή ή απώλειά τους. Εάν η ενάρετη ζωή συνίσταται σε μία εκτεταμένη επανάληψη συγκεκριμένων συμπεριφορών, τότε αυτή η τάξη φαίνεται πως διαταράσσεται, όπως ακριβώς διαταράσσεται και η ζωή των Τρωάδων όταν οι συμφορές της αιχμαλωσίας, του ολέθρου και του θανάτου των αγαπημένων τους

Η Nussbaum (2008: 153) προσθέτει σε αυτές και μία τέταρτη σκέψη, την ευδαιμονιστική κρίση [eudaimonistic judgment], με τη σκέψη «ότι το πρόσωπο που είναι αντικείμενο του οίκτου αποτελεί σπουδαίο μέρος των στόχων και των σκοπών κάποιου, της αντίληψης που έχει για τη δική του ευδαιμονία». 2 Ακολουθείται η κατηγοριοποίηση της Nussbaum (2008): 154-58. 3 Μια θέση της πλατωνικής-στωικής παράδοσης που φαίνεται πως ενστερνίστηκε και ο Adam Smith, o οποίος ωστόσο προσπάθησε να συμφιλιώσει τη θεωρία του οίκτου με την αυστηρότητα της αρχαίας φιλοσοφίας καταλήγοντας σε έναν παράδοξο δυϊσμό συμπεριφοράς: να νιώθουμε αφενός οίκτο για όσα υποφέρουν τα αγαπημένα μας πρόσωπα - στον βαθμό βέβαια που η βλάβη είναι σημαντική - αλλά όταν πρόκειται για ζημίες του δικού μας ατόμου, να διάγουμε έναν στωικό βίο δείχνοντας αταραξία στην επίπονη μεταβολή της. Βλ. ειδικότερα Smith 1984: 256. 1

105


106

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας προσώπων τις προσβάλουν. ii) είναι ανώφελο να παραπονιέσαι και να στενάζεις4. Η Ελένη είναι το εναργές παράδειγμα κατά της δεύτερης ένστασης: νιώθοντας οίκτο για τις Τρωάδες, προσφέρει τη δική της ζωή ως αντάλλαγμα της Πολυξένης και εύχεται να ήταν ο δικός της θάνατος που θα έλυνε την καθυστέρηση των Ελλήνων. Το έργο υποβάλλει σταθερά την ιδέα πως υπάρχει κάτι στο ζωντανό αντίκρισμα των δυστυχιών ενός άλλου προσώπου που συμβάλλει έντονα στη διαμόρφωση συγκινήσεων οι οποίες ωθούν σε αρμόζουσα δράση. iii) ο ελεήμων δεσμεύεται με εξωτερικά αγαθά που είναι επιφορτισμένα με μεγάλη συναισθηματική αξία, ώστε σε περίπτωση που ζημιωθεί ο ίδιος, τότε προκαλείται η οργή και η διάθεση για εκδίκηση5. Το έργο φαίνεται πως δεν προσπαθεί να ανασκευάσει αυτή την ένσταση και μας δείχνει πως οι ίδιες προσηλώσεις και δεσμεύσεις που οδηγούν τις Τρωάδες να ζητήσουν και να λάβουν τον οίκτο, αποτελούν τη βάση της εκδικητικής οργής τους κατά των Ελλήνων. Ωστόσο μας καλεί να σκεφτούμε την ηθική συντυχία που μπορεί να οδηγήσει έναν ακέραιο και συνετό άνθρωπο στην πνευματική παραμόρφωση και να αναρωτηθούμε για το πόση οργή είναι αναγκαία στη ζωή μας. iv) ο οίκτος είναι μεροληπτικός και ευνοεί το κοντινό έναντι του μακρινού6. Το δράμα φαίνεται πως αντιλαμβάνεται τον συσχετισμό του οίκτου με ιεραρχίες. Γι’ αυτό, προωθεί σταθερά τη σύσταση μίας communitas των μειονοτήτων που έχουν υποστεί την παράβαση ή τη συστηματική υπονόμευση της πολιτικής τους ταυτότητας, με το σκεπτικό πως το καθεστώς της επισφάλειας μπορεί να συμβάλει, ως κοινώς βιωμένη πραγματικότητα, στη συμμαχία ανθρώπων που κατά τ’ αλλά έχουν ελάχιστα κοινά μεταξύ τους7. Τέλος, θα χρησιμοποιήσουμε τις ιδέες της «αρχικής θέσης» και του «πέπλου άγνοιας»8 προκειμένου να προτείνουμε την αναμόρφωση της θεωρίας του οίκτου μέσω μιας πολιτικής αντίληψης, στη βάση της οποίας θα βρίσκεται η ακριβοδίκαιη συνεργασία των μελών μιας κοινωνίας για την διασφάλιση της κοινής έννοιας του αγαθού.

Την άποψη αυτήν έχει συχνά και ο Νίτσε (1997: 85), υποστηρίζοντας πως με το να παραχωρεί κανείς θέση στον οίκτο, το μόνο που καταφέρνει είναι να αυξήσει τον αριθμό των δυστυχισμένων. 5 Πρόκειται για την πιο ισχυρή ένσταση που προωθεί σταθερά ο Νίτσε (1994: στο Second essay: ‘Guilt’, ‘bad conscience’ and related matters). Σύμφωνα με αυτό το σκεπτικό, εάν κανείς αγαπά κάποιο από αυτά τα εξωτερικά αγαθά, τότε αναστατώνεται από τον φόβο μήπως χαθούν, από τη θλίψη όταν τα χάσει και από τον οίκτο όταν κάποιος άλλος τα στερηθεί. Η συμπεριφορά του ελεήμονα φαντάζει τότε ιδιαίτερα ευγενική και φιλάνθρωπη. Τί θα συμβεί όμως αν αντιστραφεί η ζημιά; Κάποιος, για παράδειγμα, νιώθει οίκτο για έναν άλλον που χάνει το παιδί του και με το συναίσθημα αυτό αναγνωρίζει πως το παιδί είναι κάτι σημαντικό. Ποια πρόκειται όμως να είναι η στάση του σε περίπτωση που χάσει το δικό του παιδί; Ιδιαίτερα ελκυστική είναι και η παρατήρηση του Νίτσε πως η οδύνη από την απώλεια εξωτερικών αγαθών με ιδιαίτερη συναισθηματική αξία βρίσκεται στη ρίζα του (ποινικού) δικαίου, που προωθεί την επιβολή πόνου στον οφειλέτη ως ηθική αποζημίωση για την προκληθείσα ζημιά και την παγίωση της ανάμνησης σχετικά με την αξία που κάποια εξωτερικά αγαθά έχουν. Ειδικότερα βλ. σελ. 43-50. 6 Μέσα στο ίδιο κλίμα, ο Σμίθ (1984: 136-37) φέρνει το παράδειγμα ενός σεισμού στη Κίνα, ο οποίος θα προκαλέσει τον οίκτο σε έναν «οικουμενικό άνθρωπο» [a man of humanity] της Ευρώπης, μέχρις ότου στενοχωρηθεί για κάποιο από τα αγαθά που βρίσκεται κοντά του και τον ενδιαφέρουν. Αυτή η ζημία μπορεί να είναι αμελητέα σε σχέση με το θάνατο δεκάδων ανθρώπων, αλλά φαίνεται πως αρκεί για να μετατοπίσει τη θλίψη του: «Εάν επρόκειτο να χάσει κάποιο δάχτυλό του αύριο, δεν θα μπορούσε να κοιμηθεί απόψε. Ωστόσο θα πάρει τον ύπνο τού δικαίου παρά το χαμό εκατοντάδων χιλιάδων συνανθρώπων του και η καταστροφή ενός τόσο τεράστιου πλήθους φαντάζει ελάχιστα ενδιαφέρουσα σε σχέση με το ασήμαντο δικό του κακό». 7 Butler 2015: 66-99. 8 Rawls 2006: 45-52. 4


Προσωπικές Εισηγήσεις ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ansell-Pearson Keith (επιμ.), Nietzsche: On the Genealogy of Morality, New York: Cambridge University Press, 1994. Butler Judith, Notes Toward a Performative Theory of Assembly, Massachusetts: Harvard University Press, 2015. Clark Maudemarie & Leiter Brian (επιμ.), Νietzsche: Daybreak: Thoughts of the Prejudices of Morality, Cambridge: Cambridge University Press, 1997. Macfie A.L. & Raphael D.D, Adam Smith: The Theory of Moral Sentiments, Indianapolis: Oxford University Press, 1984. Nussbaum Martha, «The “Morality of Pity”: Sophocles’ Philoctetes» (2008) στο R., Felski (επιμ.), Rethinking Tragedy, 148-67, Baltimore: Johns Hopkins University Press. Rawls John, H Δίκαιη Κοινωνία: η Δικαιοσύνη ως ακριβοδικία. Μία Αναδιατύπωση, μτφ. Φ.Παιονίδης, Αθήνα: Πόλις, 2006.

107


108

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ HEGEL

ΝΙΚΟΛ ΣΑΡΛΑ Απόφοιτη, Τμήμα Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Το εγελιανό φιλοσοφικό σύστημα ακολουθεί τη τριμερή διάταξη λόγος – φύση – πνεύμα και κάθε περιοχή αυτού μελετάται από μια διαφορετική επιμέρους επιστήμη. Το έργο του Hegel, η Φιλοσοφία του υποκειμενικού πνεύματος, αποτελεί το πρώτο τμήμα της μελέτης του πνεύματος στην Εγκυκλοπαίδεια των φιλοσοφικών επιστημών και ακολουθείται από τη μελέτη του αντικειμενικού και του απόλυτου πνεύματος. Τα κείμενα του Hegel, η Φαινομενολογία του πνεύματος, που μπορεί να κατανοηθεί ως προλεγόμενο, μια εισαγωγή την Εγκυκλοπαίδεια και η Φιλοσοφία του δικαίου, που μελετάει το αντικειμενικό πνεύμα, είναι ίσως τα πιο γνωστά και πολυσυζητημένα του εγελιανού έργου. Αν και ένα βασικό χαρακτηριστικό της φιλοσοφίας του Hegel και στη βάση της διαλεκτικής μεθόδου είναι η συνέχεια και η σχέση ανάμεσα στις διάφορες βαθμίδες ανάπτυξης της πορείας του πνεύματος, η Φιλοσοφία του υποκειμενικού πνεύματος τυγχάνει ελάχιστης προσοχής, τόσο ως προς το περιεχόμενό της, όσο και ως προς τη σχέση της με της υπόλοιπες περιοχές του συστήματος, ιδιαίτερα του αντικειμενικού πνεύματος που έπεται. Το υποκειμενικό πνεύμα μελετάται από τις επιστήμες της Ανθρωπολογίας, της Φαινομενολογίας και της Ψυχολογίας. Η πορεία που ακολουθεί το πνεύμα είναι να ξεπεράσει τη φυσική του αμεσότητα (Ανθρωπολογία), να σταθεί ως ένα Εγώ απέναντι στο κόσμο στη βάση της εμπειρίας (Φαινομενολογία του πνεύματος) και, τέλος, έχοντας αποκτήσει τη λογική ικανότητα ως χαρακτηριστικό του, ως νόηση είναι ελεύθερο και ως θέληση επιθυμεί να πράξει με τέτοιον τρόπο και να δημιουργήσει, είναι δηλαδή ελεύθερο πνεύμα (Ψυχολογία). Όλη αυτή η πορεία του πνεύματος είναι μια κίνηση προς τον αυτοπροσδιορισμό του, μια κίνηση που κάθε επιμέρους επιστήμη μπορεί να κατανοηθεί ως στιγμή της απελευθέρωσής του. Στόχος της ανακοίνωσης είναι να παρουσιαστεί το μοτίβο απελευθέρωσης του πνεύματος στα πεδίο της Ανθρωπολογίας, Φαινομενολογίας και Ψυχολογίας, με έμφαση στην τελευταία και στο τύπο του υποκειμένου που ο Hegel δομεί στο τέλος της Ψυχολογίας που είναι το υποκείμενο της πράξης στο αντικειμενικό πνεύμα. Με το τρόπο αυτό θα αναδειχθεί και το αντικείμενο της φιλοσοφικής Ψυχολογίας, όπως προτείνεται στο σύστημα των φιλοσοφικών επιστημών του Hegel και, επιπλέον, θα συζητηθεί η έννοια της ελευθερίας στην εγελιανή φιλοσοφία και η σχέση αυτής με το πεδίο της Ψυχολογίας.

109


110

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Blunden, A., Concepts. A Critical Approach. Leiden: Brill, 2012 Bykova, M. F., «The “Struggle for Recognition” and the Thematization of Intersubjectivity» (2013), in D. S. Stern (Ed.), Essays on Hegel’s Philosophy of Subjective Spirit (pp. 139-154). New York: State University of New York. Hegel, G. W., Εγκυκλοπαίδεια των φιλοσοφικών επιστημών (1830), §377-482. Η φιλοσοφία του πνεύματος. Πρώτο τμήμα: Το υποκειμενικό πνεύμα. (μτφ. Γ. Τζαβάρας), Αθήνα, Δωδώνη, 1993 Hegel, G. W., Φαινομενολογία του Πνεύματος (1807), (τ. I-II). (μτφ. Δ. Τζωρτζόπουλος), Αθήνα, Δωδώνη, 1995 Hegel, G. W., Lectures on the Philosophy of Spirit 1827-1828. (R. R. Williams, Trans.) New York: Oxford University Press, 2007 Ikäheimo, H., «Hegel’s Psychology» (2016), in D. Moyar (Ed.), The Oxford Handbook of Hegel. Oxford: Oxford University Press. Jackson, F. L. (2000). Hegel’s Psychology of Freedom. Animus, 5, 66-112. Retrieved from http://www2.swgc.mun.ca/animus/vol5.html Leary, D. E., «German Idealism and the Development of Psychology in the Nineteenth Century» (1980), Journal of the History of Ideas, 18(3), 299-317. Doi: 10.1353/hph.2008.0003 Lumsden, S., «Between Nature and Spirit. Hegel’s Account of Habit» (2013), in D. S. Stern (Ed.), Essays on Hegel’s Philosophy of Subjective Spirit (pp. 121-137). New York: State University of New York Press. Magri, E., «The Place of Habit in Hegel’s Psychology» (2016), in S. Herrmann-Sinai, & L. Ziglioli (Eds.), Hegel’s Philosophical Psychology (pp. 74-90). New York, London: Routledge. Williams, R. R., «Freedom as Correlation: Recognition and Self-Actualization in Hegel’s Philosophy of Spirit» (2013), in D. S. Stern (Ed.), Essays on Hegel’s Philosophy of Spirit (pp. 155-179). New York: State University of New York. Ziglioli, L., «World of Representation and Thought» (2016), in S. Herrmann-Sinai, & L. Ziglioli (Eds.), Hegel’s Philosophical Psychology (pp. 104-124). New York, London: Routledge. Καραβάκου, Β., Η έννοια της ελευθερίας στον Hegel και η σύγχρονη πρόσληψη από την Πολιτική Φιλοσοφία. Στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο (επιμ.), Φιλοσοφία στην Ευρώπη. Κείμενα νεώτερης και σύγχρονης φιλοσοφίας (σελ. 165-183). Πάτρα: Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, 2008 Χέγκελ, Γ. (χ.χ.). Φιλοσοφία του δικαίου, (μτφ. Γ. Λιόνης) Αθήνα: Αναγνωστίδης.


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΗΘΙΚΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ Η ΗΘΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ J. LACAN ΑΛΕΞΙΟΣ ΣΓΟΥΡΑΣ Τμήμα Φυσικής, Πανεπιστήμιο Πατρών

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα εισήγηση θα επικεντρωθεί στην αποδόμηση της μοντέρνας ηθικής, ως αμάλγαμα τής, κατά τον Νίτσε, ηθικής των δούλων, της Χριστιανικής ηθικής της αγάπης, και της Καντιανής Κατηγορικής Προστακτικής, μέσα από το ψυχαναλυτικό πρίσμα της θεωρίας του Jacques Lacan, εικονογραφώντας κάποια από τα παράδοξα που ανακύπτουν ακολουθώντας τις εντολές τους. Θα αναφερθώ στην τάση της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας να υπερεκτιμά την έννοια της αγάπης, θεωρώντας την πράκτορα ηθικής εξιλέωσης, και την προσπάθεια επιβολής της στην ψυχική οικονομία. Κατόπιν, θα προβώ σε μία περίληψη μέρους της διδασκαλίας του Lacan, δίνοντας έμφαση στην θεωρία του περί ηθικής. Θα εξηγήσω αρχικά την έννοια του Φαντασιακού και την ανάπτυξη του Εγώ ως έδρα της συνείδησης, αλλά και των ταυτίσεων, προκειμένου να φανερώσω την ανικανότητα της αγάπης, ως θεμελιωδώς απατηλής και βασισμένης στους άλλους ως ψεύτικες εικόνες-αντανακλάσεις του Εγώ, να αποτελέσει ηθική παράμετρο. Θα αναφέρω σύντομα την θεωρία του για το Ασυνείδητο, την έννοια της jouissance ως ηδονή πέρα απο την Αρχή της Ευχαρίστησης, πώς το τραυματικό Πράγμα, κέντρο σύγκλισης της επιθυμίας, συνιστά τον πυρήνα του Κακού (ως οδύνη) και πώς ο Συμβολικός Νόμος λειτουργεί ως άμυνα της Αρχής της Ευχαρίστησης, μια περιφρούρηση με σκοπό την διαφύλαξη της ακεραιότητας της επιθυμίας. Τέλος, θα εξηγήσω την αδυναμία του συνειδητού Υποκειμένου να γνωρίσει το Ασυνείδητό του, και την διαφορά του με το Διχασμένο Υποκείμενο, πρωταγωνιστή των συμβολικών δομών που συγκροτούν το Ασυνείδητο. Από τα παραπάνω προκύπτει το συμπέρασμα πως, τη στιγμή που το συνειδητό Υποκείμενο δεν έχει πρόσβαση στις επιθυμίες του, πόσω μάλλον τη δυνατότητα να τις αναδιαμορφώσει και να τις ανασυγκροτήσει, τα συναισθήματά του και οι προθέσεις του, όπως τα αντιλαμβάνεται, δεν αποτελούν ηθικά κριτήρια. Ακόμη, παρατηρούμε πως και ο ηθικός Νόμος που διαμορφώνεται στην ψυχική μηχανή δεν έχει αλτρουϊστικό σκοπό, παρά υπάρχει για να κρατά ζωντανή την επιθυμία και έτσι ούτε η αξιολόγηση της ισχύος του πάνω στο κάθε άτομο μπορεί να καθορίσει το ηθικό του πρόσημο. Τέλος, θα αναφέρω και την πρόταση της Καντιανής πρακτικής αγάπης, τη σχέση της με την διαστροφική δομή και γιατί δεν μπορεί να αποτελέσει λύση στο αδιέξοδό μας. Εφόσον, εν τέλει, καμία εγγενής δομή δεν φέρει, καθ’εαυτή, ηθικό πρόσημο, ώστε να βασιστούμε στην κατεύθυνση της για την ηθική μας πορεία και ο ίδιος ο Lacan δεν ασχολείται με τη διαμόρφωση μιας ηθικής άγκυρας, γιατί καταλήγει πως το καθήκον του αναλυτή είναι κατ’εξοχήν ηθικό; Αυτό, όπως και ένα περαιτέρω μείζον πρόβλημα που θεωρώ πως προκύπτει ως άμεσο απότοκο του παραπάνω, ελπίζω να διαφωτίσω, κλείνοντας την εισήγηση μου.

111


112

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

De Kesel Marc, Eros and Ethics (2001), μτφ. S. Jöttkandt, Albany: State of New York University Press, 2009 Derrida Jacques, Points… (1992), μτφ. P. Kamuf, Stanford: Stanford University Press, 1995 Fink Bruce, The Lacanian Subject (1995), New Jersey: Princeton University Press, 1995 Lacan Jacques, The Ethics of Psychoanalysis (1986), μτφ. D. Porter, UK: Routledge, 2008 Lacan Jacques, Ècrits (1966), μτφ. B. Fink, USA: W. W. Norton & Company, 2005 Neill Calum, Lacanian Ethics and the Assumption of Subjectivity (2011), Basingstoke, UK: Palgrave MacMillan, 2011 Καντ Ιμμανουέλ, Κριτική του Πρακτικού Λόγου (1788), μτφ. Κ. Ανδρουλιδάκης, Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», 2012 Καντ Ιμμανουέλ, Θεμελίωση της Μεταφυσικής των Ηθών (1785), μτφ. Κ. Ανδρουλιδάκης, Ηράκλειο Κρήτης: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2017 Κρίτσλεϋ Σάιμον, Ζητώντας το άπειρο (2007), μτφ. Α. Κιουπκιόλης, Αθήνα: Εκκρεμές, 2012 Νίτσε Φρίντριχ, Πέρα από το καλό και το κακό (1886), μτφ. Ζ. Σαρίκας, Θεσσαλονίκη: Πανοπτικόν, 2010 Ζίζεκ Σλάβοϊ, Λακάν (2006), μτφ. Δ. Καγιαλάρης, Κ. Παπαδάκης, Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη, 2009


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΕΞΕΤΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΡΟΛΟ ΤΗΣ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ ΩΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΞΙΑ ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΜΑΡΤΥΑ ΣΕΝ ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΚΟΡΔΑΣ Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ο Αριστοτέλης θεωρούσε τη τέχνη των οικονομικών, δηλαδή τη διαχείριση του οίκου, ιδιαιτέρως σημαντική και προσπάθησε να την εισάγει στη σφαίρα της ηθικής φιλοσοφίας. Συσχέτισε τη κοινωνική ευημερία με την επίτευξη του ανθρωπίνου «τέλους», το οποίο συχνά εκπορεύεται από οικονομικά κίνητρα. Στη σημερινή εποχή, η οικονομική επιστήμη απομακρύνθηκε από τον ηθικό χαρακτήρα της και επικεντρώθηκε στη μηχανική της διάσταση. Ο Sen (1987) διαπίστωσε το πρόβλημα αυτό και βοήθησε στον ουσιαστικότερο διάλογο της ηθικής με τα οικονομικά, επισημαίνοντας τη συμβολή κοινωνικών αξιών στην επίλυση σπουδαίων οικονομικών προβλημάτων και συνολικά στην οικονομική και κοινωνική ευημερία. Μια εξ αυτών είναι η εμπιστοσύνη, στην οποία βασίζονται οι ανθρώπινες σχέσεις πάσης φύσεως, κοινωνικής και επαγγελματικής (Giddens, 1990). Η εμπιστοσύνη αποτελεί μία από τις σημαντικότερες συνιστώσες του κοινωνικού κεφαλαίου. Όπως εξηγεί ο Δεμερτζής (2006), η εμπιστοσύνη είναι ένας θεσμικός παράγοντας που διευκολύνει τον σχηματισμό κοινωνικού δεσμού στο βαθμό που εγγυάται τη κοινωνική τάξη χωρίς την εμπλοκή καταπιεστικών μηχανισμών και παρακάμπτει, έτσι, την περιπλοκότητα και το αυξημένο ‘συναλλακτικό κόστος’. Μια θεληματική στροφή προς τον Άλλο, ή όπως είπε ο Sztompka (1999) ένα στοίχημα προς τη μελλοντική συμπεριφορά του. Η ένδειξη εμπιστοσύνης συνδέεται με την αξιοπιστία (Giddens, 1990). Ωστόσο, το αποτέλεσμα δεν είναι προδιαγεγραμμένο, έπεται της απόφασης για εμπιστοσύνη ή όχι. Όταν, λοιπόν, κάποιος καλείται να επιλέξει, έρχεται σε αντίκρουση το κριτήριο της ορθολογικότητας του Weber με αυτό που υποστήριξε ο Pascal, ότι «το να εμπιστευθεί κανείς είναι ζήτημα καρδιάς και δεν μπορεί να βασιστεί σε έναν ψυχρό υπολογισμό πιθανοτήτων». Η εμπιστοσύνη εμφανίζεται όταν υπάρχει κουλτούρα κοινών αξιών και ηθικής. Ο Fukuyama (1992) υποστήριξε ότι ο βαθμός εμπιστοσύνης σε μια κοινωνία καθορίζει την ευημερία ενός έθνους και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας του. Η έλλειψη εμπιστοσύνης οδηγεί σε κόστη συναλλαγών και αποτρέπει την ευελιξία και την ταχεία ανάπτυξη μιας οικονομίας. Η ανασφάλεια που προκύπτει οδηγεί σε αδράνεια. Αντιθέτως, ένα περιβάλλον εμπιστοσύνης και συνέπειας προωθεί τη διενέργεια συναλλαγών, αυξάνοντας κατ’ αυτό το τρόπο τη χρησιμότητα και την ικανοποίηση των μελών του. Σημείο των καιρών αποτελεί η έλλειψη θεσμικής εμπιστοσύνης σε αντίθεση με την ισχυροποίηση της διαπροσωπικής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η άνοδος του sharing economy, με κύριους εκφραστές του πλατφόρμες σαν το Uber και το Airbnb, από τα οποία λείπει μια ανεξάρτητη αρχή ως δικλείδα ασφαλείας. Ωστόσο, πώς διαγράφεται το μέλλον αυτού του οικονομικού μοντέλου, όταν αντίπαλα δέη, όπως η τρομοκρατία, προσπαθούν να ισοπεδώσουν τη βασική αυτή κοινωνική αρχή;

113


114

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, 385-322 πΧ Δεμερτζής Νίκος, Η εμπιστοσύνη ως κοινωνικό συναίσθημα, 2006 Fukuyama Francis, Trust: The Social Virtues and The Creation of Prosperity, 1992 Giddens Anthony, The Consequences of Modernity, 1990 Sen Amartya, On ethics and Economics, 1987 Sztompka Piotr, Trust: a sociological theory, 1999 Weber Max, Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού, μτφ. Μ. Κυπραίος, Αθήνσ: Gutenberg, 2006


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΚΑΝΤΙΑΝΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ «ΥΨΗΛΟΥ» ΩΣ ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΙΔΕΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗΣ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ.Η ΠΡΑΓΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Δ. ΣΚΟΥΡΗΣ Τμήμα Φιλολογίας, ΕΚΠΑ, Κατεύθυνση Μεσαιωνικής & Νεοελληνικής Φιλολογίας

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στόχος της παρούσας εισήγησης είναι η ανάδειξη των σχέσεων μεταξύ του ποιητικού έργου του Διονυσίου Σολωμού με την φιλοσοφία του Immanuel Kant και πώς αυτή η καρποφόρα επαφή είναι διακριτή στο ποίημα Κρητικός (1833). Αυτό αποτελεί ορόσημο στην σολωμική ποίηση, στο οποίο κατά τον Πολυλά διακρίνεται μία «νέα ποιητική εποχή», μια «υψηλοτάτη ποιητική ιδέα για το έργο της ποίησής του» που τον οδηγούν, όπως επισημαίνει ο Αγγελάτος, «στην κατεύθυνση νέων σχεδιασμών για συνθετικά έργα». Οι δύο παράγοντες που διαμόρφωσαν τη σολωμική ποίηση είναι αφενός η νεοπλατωνική αισθητική του ιδεώδους κάλλους κι αφετέρου η αισθητική θεωρία του γερμανικού ιδεαλισμού, αρχής γενομένης με την επαφή του ποιητή με το έργο του Kant μέσα από κείμενα που ζητούσε σε μετάφραση από τον κύκλο του. Μέσα, λοιπόν, από αυτόγραφες σημειώσεις του ποιητή είναι γνωστή η πρόθεσή του να συντάξει τα έργα του στη γραμμή της αισθητικής φιλοσοφίας του Γερμανικού Ιδεαλισμού, κάτι που αποδεικνύεται στην μορφολογική και ιδεολογική δόμηση του Κρητικού. Μέσα από μία καινοτόμα για τον Σολωμό τεχνική του δραματικού μονολόγου παρουσιάζει τον συνεχή –και μάλλον αέναο– αγώνα του ως προς την επικράτηση έναντι των φυσικών και παρελκυστικών δυνάμεων, ώστε να φτάσει στη στεριά κι έτσι, ως αποτέλεσμα, να δικαιωθεί ηθικά. Πιο συγκεκριμένα, η φυσική σκηνοθεσία του ποιήματος δίνεται με τρόπο που αγγίζει την αισθητική κατηγορία του «υψηλού» (κατά τη απόδοση του Πολυλά για το Erhaben κ.ά. μεταφραστών) και μάλιστα η κλιμάκωση της έντασης των φυσικών φαινομένων, αλλά και εν τέλει η εμφάνιση των δύο παρελκυστικών δυνάμεων («φεγγαροντυμένη» και ο «γλυκύτατος ηχός») συμβάλλουν στη «σχάση μεταξύ φαντασίας και Λόγου», ώστε έτσι να διευρύνεται το πεδίο της ηθικής δοκιμασίας του ήρωα. Έτσι, στην αδυναμία κατανόησης των προσλαμβανομένων νοουμένων από τη διάνοια, δηλαδή τα φαινόμενα για τα οποία δεν έχει εμπειρική γνώση μέσω της αισθητηριακής λειτουργίας, ο ήρωας οδηγείται στη δεύτερη γνωστική δύναμη κατά τον Kant, τη φαντασία. Σκοπός, λοιπόν, είναι να αναδειχθεί η καλλιτεχνική δεινότητα του Σολωμού, πώς δηλαδή καταφέρνει να ανάγει το ποίημά του και σημαντικό έργο τέχνης χρησιμοποιώντας το «υψηλό» σε μορφολογικό και ιδεολογικό επίπεδο ως μέσο να οδηγηθεί ο ήρωας σ’ έναν άλλο κόσμο, το –κατά τα λόγια του Kant- «ιδιάζον πεδίο του Λόγου, την τάξη των σκοπών»· επιτυγχάνοντας να αναπαραστήσει το μη αναπαραστήσιμο ως μη αναπαραστήσιμο.

115


116

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αγγελάτος Δημήτρης, Το έργο του Διονυσίου Σολωμού και ο κόσμος των λογοτεχνικών ειδών, Αθήνα: Gutenberg, 2009. Allison E. Henry, Kant’s theory of taste. A reading of the Critique of Aesthetic Judgment, UK: Cambridge University Press, 2001. Beiser C. Frederick, German Idealism: the struggle against subjectivism 1781 – 1801, USA: Harvard University Press, 2008. Bird Graham, A Companion to Kant, Oxford: Blackwell Publishing, 2006. Deleuze Gilles, Η Κριτική φιλοσοφία του Καντ. Η θεωρία των ικανοτήτων (1963), μτφ. Ε. Περδικούρη, Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2000. Guyer Paul, Καντ, μτφρ. Γ. Μαραγκός, Αθήνα: Gutenberg, 2013. Kant Immanuel, Η πρώτη εισαγωγή στην κριτική της κριτικής δύναμης, μτφ. Π. Μεϊντάνη, επιμ. Κ. Ψυχοπαΐδης, Αθήνα: Πόλις, 1996. Kant Immanuel, Κριτική του Καθαρού Λόγου (1781), μτφ. Α. Γιανναράς, Αθήνα: Παπαζήση, 1979. Kant Immanuel, Κριτική της Κριτικής Δύναμης (1790), μτφ. Κ. Ανδρουλιδάκης, Αθήνα: Σμίλη, 2013. Kant Immanuel, Παρατηρήσεις πάνω στο αίσθημα του ωραίου και του υπέροχου (1764), μτφρ. Χ. Τασάκος, Αθήνα: Printa, 2011. Kant Immanuel, Τέσσερα δοκίμια κριτικής φιλοσοφίας, μτφ. Γ. Πίσσης, Αθήνα: Εκδόσεις νήσος, 2012. Σολωμός Διονύσιος, Άπαντα, τ. Α’: Ποιήματα (1948), επιμ. Λ. Πολίτης, Αθήνα: Ίκαρος, 2012.


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΤΟΥ ΒΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΙΚΗ ΤΟΥ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟ ΣΩΜΑ ΚΑΙ Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΕΜΦΥΛΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΕΦΑΝΙΑ ΣΤΟΥΡΗ Απόφοιτη, Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στο απόσπασμα αυτό σκοπεύω να εστιάσω στην ανάλυση της συμβολικής σημασίας του βιασμού και στη συγκρότηση των έμφυλων ταυτοτήτων. Αρχικά θα υπάρξει μια σύντομη βιβλιογραφική αναδρομή στη διαμόρφωση του επιστημονικού λόγου και σε ιστορικά παραδείγματα γύρω από το βιασμό, με σκοπό να αναδυθούν οι τρόποι που ασκούνται αυτές οι «βιοεξουσίες» στα γυναικεία σώματα και το πώς αυτές συμβάλλουν στη συγκρότηση του γυναικείου υποκείμενου. Στη συνέχεια επιχειρείται μια διαθεματική φεμινιστική προσέγγιση με σκοπό τη βαθύτερη κατανόηση του βιασμού ως πολιτικού όπλου που στοχεύει στη συνολική καθυπόταξη της γυναίκας. Αναλύοντας στη συνέχεια τη συμβολική σημασία του βιασμού, με τη χρήση μετα-φεμινιστικών θεωριών περί του κοινωνικά κατασκευασμένου φύλου, αναζητείται ο τρόπος συγκρότησης του υποκειμένου, βάσει της έμφυλης ταυτότητας και γενεαλογίας του. Ακολουθώντας μια φαινομενολογική προσέγγιση με ψυχαναλυτικές επιρροές, αναζητούμε το πώς «νομιμοποιείται» ένας βιασμός, στο συμβολικό επίπεδο, το οποίο θεωρείται ως κατεξοχήν πατριαρχικό και όπου το γυναικείο υποκείμενο συγκροτείται, επιτρέποντας στο βιασμό να συμβεί. Θα συζητηθεί η πολιτική ανάλυση της A. Davis, η οποία βρίσκει το καπιταλισμό ως το πολιτικό σύστημα που επιτρέπει και συντηρεί τη χρήση του βιασμού, στο πλαίσιο της ευρύτερης εκμετάλλευσης των γυναικών για κέρδος. Αλλά και η ψυχαναλυτική προσέγγιση της L. Irigaray περί του βιασμού, ως ζωτικής πηγής για την εγκλωβισμένη στη θνησιμότητά της ανδρική υποκειμενικότητα. Με αφορμή τη φράση της Adrienne Rich, «[…] never meant anything less by women’s liberation, than the creation of a society without domination» (A. Rich, 1994) και τα παραπάνω, θα αναζητηθεί μια εναλλακτική συμβολική σημασία, όπου ο βιασμός θα χάνει τη καταστροφική του σημασία και άρα θα είναι αδύνατος. Προτείνεται η αναζήτηση μιας λύσης και το τέλος του βιασμού μέσα από την προσωπική ανασυγκρότηση των υποκειμενικοτήτων και ταυτόχρονα την αποκατάσταση των μεταξύ τους σχέσεων.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Brownmiller S., Against Our Will: Men, Women and Rape, New York: Simon and Schuster, 1975 Butler J., Αναταραχή φύλου: ο φεμινισμός και η ανατροπή της ταυτότητας, μτφ. Γ. Καράμπελας. Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 2009 Card C., «Rape as a weapon of War» (1996), Hypatia, 11 (4). Chang I., Rape of Nanking: the forgotten Holocaust of World War II London: Penguin Books, 1998 Davis A., Γυναίκες Φυλή και Τάξη, Αθήνα: Αρχείο mιγaδa, 2016 Foucault M., Ιστορία της σεξουαλικότητας, 1. Η βούληση για γνώση, μτφ. Τάσος Μπέτζελος.

117


118

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας Αθήνα: Πλέθρον, 2011 Goettner-Adendroth H., «The Rules of Mars: Readings on the Origins, History and Impact of Patriarchy» (2006), στο C. Biaggi (επιμ.), Notes on the Rise and Development of Patriarchy, KIT Press Groth N., Men Who Rape: The Psychology of the offender, New York: Plenum Press, 1979 Horney K.,«The Problem of Feminine Masochism» (1935), Psychoanalytic Review, Vol. xxii. Krafft-Ebing R. and Chaddock C., Psychopathia Sexualis, 7th ed. London: Redman, 1894 Μπάτλερ Τ., Σώματα με σημασία. Οριοθετήσεις του «φύλου» στο λόγο, μτφ. Π. Μαρκέτου, Αθήνα, Εκκρεμές, 2008 Rich A., Blood, Blood, bread, and poetry: Selected prose (1979-1985), Notes towards o Politics of Location. New York: Norton, 1994 Scully D. & Marolla J., «“Riding the Bull at Gilley’s”: Convicted Rapists Describe the Rewards of Rape» (1985), Social Problems, 32 Toit Du L., A philosophical investigation of rape: the making and unmaking of the feminine self, New York: Routledge, 2009 Thornham S., «Second Wave Feminism» (2006), στο S. Gamble (επιμ.), The Routledge companion to feminism and postfeminism, London: Routledge


Προσωπικές Εισηγήσεις

Ο ΣΚΕΠΤΙΚΙΣΜΟΣ ΤΟΥ HUME ΣΤΟ TREATISE

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΑΓΚΑΛΑΚΗΣ Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ H «Πραγματεία για την ανθρώπινη φύση» του Σκώτου στοχαστή David Hume συγκαταλέγεται στα έργα-σταθμούς στην ιστορία της φιλοσοφίας. Όπως τονίζει ευθύς εξαρχής ο συγγραφέας, στόχος του είναι να παράξει μια «Επιστήμη του Ανθρώπου». Η επιστήμη αυτή συνίσταται στη διερεύνηση των αρχών εκείνων που συνιστούν την ανθρώπινη φύση και συμβάλλουν στην εξήγηση των φαινομένων της ανθρώπινης ζωής. Οι αρχές αυτές που αναζητά ο Hume είναι αιτιακές αρχές που περιγράφουν τις πνευματικές διαδικασίες με τις οποίες αποκτούμε τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας. Η αφετηρία του Hume για το εγχείρημά του είναι η εμπειρία. Ο πρώτος και βασικός διαχωρισμός στον οποίο προβαίνει είναι μεταξύ εντυπώσεων και ιδεών. Οι μεν εντυπώσεις είναι είτε αισθήσεις είτε αισθήματα και έχουν το χαρακτηριστικό ότι είναι πολύ ζωηρές αντιλήψεις. Οι δε ιδέες είναι σκέψεις που έχουν το χαρακτηριστικό ότι είναι λιγότερο ζωηρές αντιλήψεις. Οι εντυπώσεις χωρίζονται επίσης σε πρωτογενείς και δευτερογενείς, ενώ οι ιδέες χωρίζονται σε ιδέες της μνήμης και ιδέες της φαντασίας. Θέση του Hume είναι πως δεν αποπειράται να εξηγήσει τις πρωτογενείς εντυπώσεις, εγχείρημα για το οποίο μπορούν να συνεισφέρουν άλλοι κλάδοι όπως η φυσιολογία. Αποπειράται, όμως, να εξηγήσει τις ιδέες και τις δευτερογενείς εντυπώσεις. Σημαντική είναι επίσης η λεγόμενη «αρχή της αντιγραφής» που διατυπώνει ο Hume, από την οποία προκύπτει ότι οι αισθήσεις και τα συναισθήματα είναι τα αίτια των ιδεών, απορρίπτοντας έτσι τη θέση ενός έμφυτου χαρακτήρα των ιδεών. Σταδιακά ο Hume φτάνει στον πυρήνα του σκεπτικιστικού του εγχειρήματος, που θα μπορούσαμε να πούμε ότι διατυπώνεται με το πρόβλημα της αιτιότητας και το πρόβλημα της επαγωγής. Σχετικά με τον αιτιακό συμπερασμό, διαπιστώνει ότι κανένας τέτοιος συμπερασμός δεν μπορεί να γίνει a priori, ενώ είναι απαραίτητη η ύπαρξη μιας σταθερής σύζευξης μεταξύ δύο γεγονότων Α και Β και είναι η έξις και όχι η λογική που γεννά στον ανθρώπινο νου την ιδέα της αναγκαίας σύνδεσης μεταξύ των δύο αυτών γεγονότων. Το δεύτερο σημαντικό πρόβλημα που πραγματεύεται ο Hume και κεντρικό στο σκεπτικιστικό του εγχείρημα, είναι το πρόβλημα της επαγωγής. Το πρόβλημα αυτό εγείρεται από το εξής ερώτημα: Πώς η εμπειρία γεγονότων που συνδέονται σταθερά στο παρελθόν επιτρέπει το συμπέρασμα ότι αυτά τα γεγονότα θα συνδέονται σταθερά και στο μέλλον; Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα όχι μόνον είναι δύσκολη αλλά θα λέγαμε ότι το πρόβλημα της επαγωγής ταλανίζει διαχρονικά τη σκέψη.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Hume D., A Treatise of Human Nature, London: Oxford University Press, 1888 Norton D. F., Taylor D. (επιμ.), The Cambridge Companion to Hume, New York: Cambridge University Press. Traiger S., The Blackwell Guide to Hume’s Treatise, Oxford: Blackwell Publishing Ltd, 2006.

119


120

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Προσωπικές Εισηγήσεις

Ο ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΕΟΙ ΤΟΥ PIETAS EPICUREA

ΕΛΕΝΗ ΤΡΟΥΓΚΟΥ Τμήμα Φιλολογίας - Τομέας Κλασικών Σπουδών, Φιλοσοφική Σχολή, ΑΠΘ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η επικούρεια θεολογία υπήρξε αμφιλεγόμενη και αποδοκιμάστηκε όσο καμία άλλη από τον αρχαίο κόσμο. Η αναφορά του Επίκουρου στους θεούς κρίθηκε υποκριτική μορφή σύμβασης αξιοποιούμενη για την αποτροπή αντιδράσεων από τους υποστηρικτές της παραδοσιακής θρησκείας.1 Με την παρούσα εισήγηση διερευνάται η θέση των θεών στο επικούρειο φιλοσοφικό σύστημα, όπως διαφαίνεται από αναφορές του φιλοσόφου και της «Επικούρειας κοινότητας».2 Σε ένα πρώτο στάδιο, υποστηρίζεται ότι οι θεοί αποτέλεσαν στη συνείδησή του οντότητες με υπόσταση επιστημολογική, στων οποίων την ύπαρξη πίστεψε πραγματικά. Ορισμένες απαντήσεις προκύπτουν από τη συνολική προσέγγιση του επικούρειου φιλοσοφικού συστήματος, το οποίο διακρίνεται σε τρία μέρη: «την Κανονική, την Φυσική και την Ηθική».3 Η διάσταση της επικούρειας Pietas αναδύεται από το έργο του φιλοσόφου Kύριαι Δόξαι, και από την Epistula ad Menoeceum που διασώζει ο Διογένης Λαέρτιος. Εκεί ο Επίκουρος ισχυρίζεται ότι θεοὶ μὲν γὰρ εἰσίν· Σκιαγραφώντας τα χαρακτηριστικά μιας θεϊκής οντότητας ως ζῷον ἄφθαρτον που μετέχει τῆς μακαριότητος εξηγεί το παράδοξο τῆς ἀφθαρσίας των θεών, που γίνονται αντιληπτές υπό το πρίσμα των ατομικών συνθέσεων. Η ατομική τους υπόσταση διατηρείται σε πλήρη αρμονία και τίποτε δεν καταστρατηγεί την εσωτερική λειτουργία των ατομικών δομών4. Tα άτομα των θεϊκών συνθέσεων υποβάλλονται σε συνεχή ανανέωση, αποκλείοντας κάθε ενδεχόμενη φθορά του μέρους που θα κατακερμάτιζε και θα οδηγούσε το «θεϊκό» όλον σε αφανισμό. Η μακαριότις που τους περιβάλλει, προκύπτει απο την συνείδηση της αφθαρσίας τους και αιτιολογεί το «αμέτοχον» στον ανθρώπινο βίο. Η δυσδιάκριτη, ασαφής επικούρεια Pietas υποφώσκει στην επιθυμία του φιλοσόφου να αποσπάσει το θείο από κάθε πρακτική ωφέλεια και ανθρώπινη δραστηριότητα, ανάγοντάς το στην υψηλότερη σφαίρα

O ιστορικός Πλούταρχος υπήρξε σθεναρώς αντίπαλος της φιλοσοφίας του Κήπου. Φέροντας την σφραγίδα της Πλατωνικής-στωικής σκέψης για την αθανασία της ψυχής και την Θεία Πρόνοια αρθρώνει αντί- Επικουρικά φρονήματα στο XIV βιβλίο των Moralia στα δοκίμια Non posse suaviter vivi secundum Epicurum, το Adversus Colotem και το De laventer vivendo. Αντίθεση στην επικούρεια pietas εκφράζει και ο Κικέρων στο διάλογο De Natura Deorum, με θέμα την εξέταση της φύσης και ουσίας των θεών. Η νεφελώδης θεώρηση του ζητήματος απειλεί την παραδοσιακή religio και η εφαρμογή του επικουρισμού στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα της ρώμης επιφέρει θρησκευτική αναρχία και κοινωνική αποδιοργάνωση. 2 Για μια παρουσίαση της επικούρειας φιλοσοφίας, όπως αντανακλάται από τον στοχασμό των επιγόνων, βλ. Clay (1989) 313- 335. 3 Για την τριμερή διαίρεση της επικούρειας φιλοσοφίας βλ. Διογένης Λαέρτιος (10.31): Τὴν διαλεκτικὴν (fg. 36 Us.) ὡς παρέλκουσαν ἀποδοκιμά-ζουσιν· ἀρκεῖν γὰρ τοὺς φυσικοὺς χωρεῖν κατὰ τοὺς τῶν πραγμάτων φθόγγους. ἐν τοίνυν τῷ Κανόνι λέγων ἐστὶν ὁ Ἐπίκουρος (fg. 35 Us.) κριτήρια τῆς ἀληθείας εἶναι τὰς αἰσθήσεις καὶ προλήψεις καὶ τὰ πάθη, οἱ δ› Ἐπικούρειοι καὶ τὰς φανταστικὰς ἐπιβολὰς τῆς διανοίας 4 Spinelli-Verde (υπό έκδοση) 3-4. 1

121


122

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ενός υπερβατικού όντος. Οι φιλοσοφικοί «επίγονοι» αφομοιώνουν και διασώζουν τα διδάγματα της επικούρειας θεολογίας. Ο Λουκρήτιος με το διδακτικό έπος De Rerum Natura, ο Φιλόδημος με την ελληνιστική πραγματεία De Pietate5 και η μεγαλοπρεπής επιγραφή του Διογένη Οινόανδα προσκομίζουν στοιχεία για τον Graius Homo, την αρχαία θρησκεία και την επικούρεια Pietas. Πρόκειται για προσέγγιση του θείου, σύμφυτη με το Επικούρειο φιλοσοφικό σύστημα στο σύνολο του, που δεν συνηγορεί υπερ μιας αθεϊστικής ταυτότητας. Οι θεοί, όντας σε απόλυτη μακαριότητα συμβολίζουν τον ιδανικό «βίο» μιας φθαρτής ύπαρξης. Ένα προς μίμησίν παράδειγμα που με όρους φυσικής καθοδηγεί τους ανθρώπους να αποδεχτούν την θνητότητα, διαβιώντας κατά το πρότυπο θεών, χωρίς να ταλανίζονται από τον φόβο του θανάτου. Τέλος, συνάγεται ότι οι θεοί και ο προσδιορισμός της φύσης τους, αποτέλεσε βασική μέριμνα του Επίκουρου, ενώ η αντίληψη για αυτούς διαπνέει το σύνολο της φιλοσοφία του. Άλλωστε ο Επίκουρος από την «ἀταραξία» του κήπου, αποβλέπει σε μια ηθική φιλοσοφία με διάσταση πραγματιστική και σκοπό την ανθρώπινη ευδαιμονία. Επιδιώκοντας να παράσχει πρακτική βοήθεια σε όσους επιθυμούν να απελευθερωθούν από τις δεισιδαιμονίες και τους αναπόφευκτους φόβους της ανθρώπινης ύπαρξης, καλείται να αντισταθμίσει τον φόβο του θανάτου και των θεών με την έκφραση μιας θεολογίας «θετικής»6.

Το 1754 οι αρχαιολόγοι φέρνουν στο φως παπύρους από την βιβλιοθήκη του Herculaneum. H ελληνιστική πραγματεία περιλαμβανόταν στις πρώτες στήλες του παπύρου. 6 Για τις διαφορετικές πτυχές της επικούρειας φιλοσοφίας Βλ. Montanari (2008) 838-841. Επίσης Βλ. Farrington (1967) xi. 5


Προσωπικές Εισηγήσεις ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αβραμίδης Γιάννης, Οι πολύτιμες πέτρες της φιλοσοφίας: η μεγάλη επιγραφή στα Οινόανδα, Θεσσαλονίκη: Θύραθεν, 1998. Κάλφας Βασίλης, Ζωγραφίδης Γιώργος, Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι, Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, 2006. Σκουτερόπουλος, Ν. Μ., Πλάτωνος, Πολιτεία, Αθήνα: Πόλις, 2002. Clay, Diskin, «A Lost Epicurean Community» στο Duke University Libraries, σ. 313-335, 1989. De Witt, Norman Wentworth, b., Epicurus and his philosophy, Minneapolis: University of Minnesota, 1954. Earp F. R., «The Gods of Homer» στο Greece & Rome, τόμος 6, No. 1, σ. 42-45, Cambridge: Cambridge University Studio Press, 1959. Farrington, Benjamin, The faith of Epicurus, Λονδίνο: Weidenfield and Nicolson, 1967. FitzGerald, Η.W, «Pietas Epicurea». στο The Classical Journal, τόμος. 46, No. 4, σ. 195-199, Ηνωμένες Πολιτείες-Καναδάς: Classical Association, 1951. Janko, Richard, Philodemus On Poems Book 1, Oxford: Oxford University Studio Press, 2003. Konstan David, «Epicurus on the gods» στο Jeffrey Fish & Kirk R. Sanders (εκδ.), Epicurus and the Epicurean Tradition, σ. 53-7, Cambridge: Cambridge University Press, 2011. Masson John, «Cicero on the Epicurean Gods», στο The Classical Review, τόμος 16, No. 5, σ. 277-281, Cambridge: Classical Association, 1902. Montanari, Franco, Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 2008. Spinelli-Verde, «Εpicurean Theology» στο Epicurean Theology, P. Mitsis (εκδ.), The Oxford Handbook of Epicureanism, Oxford: Oxford University Press, (υπο έκδοση). Smith, Martin Ferguson, Αντωνιάδης, Θεόδωρος Α., Χαμέτη, Ρούλα, Φυντίκογλου, Βασίλης Α., Λουκρήτιος για τη φύση των πραγμάτων: De rerum natura, Θεσσαλονίκη: Θύραθεν, 2005. Summers, Kirk, «Lucretius and the Epicurean Tradition of Piety» στο Classical Philology, τόμος 90, No. 1, σ. 32-57, Σικάγο: University of Chicago Press, 1995. Obbink, Dirk, Philodemus Οn piety: critical text with commentary. Oxford: New York: Clarendon Press, 1996. Von Albrecht, Michael, Ιστορία της ρωμαϊκής λογοτεχνίας, Ηράκλειον: Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, 2013.

123


124

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΗΘΙΚΗ, ΔΙΑΤΡΟΦΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΣΤΟ ΔΥΤΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΤΟ ΖΩΟ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΕΑΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΣΑΚΛΙΔΟΥ Νομική Σχολή, ΑΠΘ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ο τρόπος ζωής του σύγχρονου δυτικού ανθρώπου διέπεται από τη νοοτροπία της ευκολίας και της ταχύτητας, με αποτέλεσμα αυτές να διεισδύουν και στις διατροφικές συνήθειες του ανθρώπου - καταναλωτή, εδραιώνοντας την άγνοια και την ασυνειδησία αναφορικά με την πολύπλευρη σημασία των διατροφικών επιλογών1. Ζάχαρη, χημικά πρόσθετα, συντηρητικά και γενετικά τροποποιημένες τροφές κατακλύζουν τα ράφια των αγορών και θεωρείται πλέον «φυσιολογικό» να γεμίζουν το στομάχι του ανθρώπου.2 Ως δείγμα πολιτισμού, κοινωνικών και θρησκευτικών καταβολών, και σαφώς πλέον, ως επιλογή για τους κατοίκους των ανεπτυγμένων χωρών, η διατροφή εγείρει σημαντικά φιλοσοφικά ζητήματα3. Παράλληλα, ως επιστημονικός κλάδος, ο οποίος ασχολείται με την προέλευση, τη διαδικασία και τεχνολογία παραγωγής του, την ποιότητα και τη διανομή του, επιδέχεται φιλοσοφικής αναζήτησης, αποκτώντας παράλληλα ξεκάθαρη ιδεολογική και ηθική διάσταση. Η παρούσα εισήγηση επικεντρώνεται στη κουλτούρα μαζικής κατανάλωσης ζωικού κρέατος και ζωικών προϊόντων από το ανθρώπινο είδος, αναγνωρίζοντάς τη ως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των λανθασμένων διατροφικών, καταναλωτικών και ιδεολογικών προτύπων που καλλιεργούνται διεθνώς4. Το κρέας διαδραματίζει παραδοσιακά βασικό ρόλο στη δυτική κουλτούρα φαγητού. Ιστορικά και συμβολικά έχει παραλληλισθεί με την εξουσία, την υπεροχή και τον πλούτο, εν μέρει διότι παλαιότερα αποτελούσε πολύ σπάνιο είδος τροφής, ιδιαίτερα για τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα5. Έχει δημιουργηθεί, λοιπόν, ένας αναπόσπαστος σύνδεσμος μεταξύ του αισθήματος διατροφικής πληρότητας και της κατανάλωσης κρέατος και ζωικών προϊόντων, τον οποίο εκμεταλλεύεται η βιομηχανία παραγωγής του, παράλληλα με τους λοιπούς παράγοντες που επηρεάζουν τη κοινή γνώμη, με στόχο τη διαιώνιση του εν λόγω συστήματος ιδεών6. Τα κυριότερα επιχειρήματα υπέρ αυτής της πρακτικής των στηρίζονται αφενός στην άποψη ότι το κρέας είναι απαραίτητο για τον ανθρώπινο οργανισμό, ταυτόχρονα νόστιμο και χορταστικό, αφετέρου δε στο ότι ο θάνατος για τα ζώα που εκτρέφονται σε φάρμες για την παραγωγή

Onwezen Marleen C. and Cor N. van der Weele «When indifference is ambivalence: Strategic ignorance about meat consumption» (2016) στο Food Quality and Preference 52, σ. 96-105. 2 Kaplan (2012), σ.122-134 3 Ο.π. (2012) σ.192 κ.εξ. 4 Wash Julian, «They Want Us to Eat Meat» (2014) στο http://rattlereport.com/rattleberry/2014/2014-04-16, (πρόσβαση, 8 Αυγούστου 2017) 5 Zaraska Marta, «Hooked on Meat: How Cultural Beliefs and Attitudes Drive Meat Consumption» (2016) στο https:// meatonomics.com/2016/04/20/hooked-on-meat-how-cultural-beliefs-and-attitudes-drive-meat-consumption/#_ftn1, (πρόσβαση: 8 Αυγούστου 2017) 6 Scapp (1998) σ. 63. 1

125


126

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας κρέατος δεν αποτελεί μία δυσάρεστη εξέλιξη, αλλά η εκπλήρωση του σκοπού ύπαρξής τους και επομένως ούτε η χρήση τους ως τροφή είναι λάθος7. Η ελλειμματική αυτή επιχειρηματολογία συντηρεί τη κυρίαρχη διατροφική κουλτούρα εδώ και αιώνες. Εντούτοις, το πιο ανησυχητικό είναι ότι ο ίδιος ο άνθρωπος φαίνεται να λησμονεί τον ιερό δεσμό που τον συνδέει με το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο και αρνείται την προβληματική συμπεριφορά του8. Ο ανθρωποκεντρισμός και η διαρκής τάση του ανθρώπου να θεωρεί την ύπαρξή του ανώτερη από κάθε άλλη9, τον οδηγεί σε αδικαιολόγητες υπερβολές και βιαιότητες απέναντι στα ζώα. Πώς προέκυψε, λοιπόν, η αποσύνδεση μεταξύ του ζώου και του μαγειρεμένου μυϊκού ιστού, ο οποίος σερβίρεται στο πιάτο μας10; Αναπόφευκτα συνειδητοποιεί κανείς ότι η συζήτηση κινείται προς ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης11. Αντιστοίχως, οι ουσιώδεις φιλοσοφικές και ηθικές παράμετροι, οι οποίες γεννώνται, αφορούν κατά κύριο λόγο τρεις θεματικές, οι οποίες χρήζουν ανάλυσης. Πρώτη θεματική παρουσιάζεται η θεωρία της συνείδησης των ζώων και των δικαιωμάτων τους (animal ethics)12. Περαιτέρω, κρίνεται απαραίτητη η μελέτη αφενός της διαμόρφωσης της ανθρώπινης συνείδησης μέσα σε αυτή τη μαζική κουλτούρα και αφετέρου του αντίκτυπου που έχει η όλη στάση μας στο περιβάλλον13. Η διαλεκτική ξεκινά μεν από τη χρήση των ζώων ως τροφή, αλλά επεκτείνεται αναγκαία στη γενικότερη εκμετάλλευσή τους από τον άνθρωπο μέσω των πιο αποτρόπαιων μεθόδων. Το παρόν δεν αποτελεί μία τοποθέτηση υπέρ της απόλυτης αποχής από το κρέας και τα λοιπά ζωικά προϊόντα , αλλά ένα ερέθισμα για να τεθεί υπό αμφισβήτηση η επικρατούσα στάση του ανθρώπου απέναντι σε όντα πέραν του εαυτού του14.

Fischer, Bramble (2016) σ. 9-28. Beyond Carnism, Carnistic Defenses, στο https://www.carnism.org/carnism 9 Boslaugh Sarah E., Anthropocentricism (2013) στο https://www.britannica.com/topic/anthropocentrism, (πρόσβαση, 24 Αυγούστου 2017), Horta, O. “What is speciesism?”, Journal of Agricultural and Environmental Ethics, (2010), σελ. 243-266 (πρόσβαση, 23 Αυγούστου 2017). 10 Loughnan Steve, Haslam Nick, Bastian Brock, (2010), The role of meat consumption in the denial of moral status and mind to meat animals στο https://www.researchgate.net/publication/44616810_The_role_of_meat_ consumption_in_the_denial_of_moral_status_and_mind_to_meat_animals , Scapp, (1998), σελ. 64-65 11 Joy Melanie, Carnism: Why Eating Meat is a Social Justice Issue, (2011), στο http://www.onegreenplanet.org/ lifestyle/carnism-why-eating-animals-is-a-social-justice-issue/ 12 Regan, The Case for Animal Rights, (1985), σελ. 1-34 13 FAO, Henning Steinfeld, Pierre Gerber, Tom Wassenaar, Vincent Castel, Mauricio Rosales, Ceesde Haan, Livestock’s Long Shadow: Environmental Issues and Options, (2006), https://www.globalmethane.org/expo-docs/ china07/postexpo/ag_gerber.pdf 14 FoxMichael Allen, Environmental Ethics and the Ideology of Meat Eating, (1993), στο Between the Species, Τεύχος 9.3, σελ. 130-131 7 8


Προσωπικές Εισηγήσεις ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Best Steven Ph.D., Nocella II Anthony J., The Animal Liberation Front, A Political and Philosophical Analysis, Lantern Books, 2011 Bramble Ben, Fischer Bob, The Moral Complexities of Eating Meat, Oxford University Press, 2015 Gottwald Franz-Theo, Ingensiep Hans Werner, Meinhardt Marc (επιμελητές), Food Ethics, Springer, 2010 Onwezen Marleen C., Van der Weele Cor N. «When indifference is ambivalence: Strategic ignorance about meat consumption» (2016) στο Food Quality and Preference 52, σσ. 96-105. Pojman Paul, McShane Katie, Food Ethics, Cangage Learning, 2016 Scapp Ron, Seitz Brian (επιμελητές), Eating Culture, State University of New York Press, Albany, 1998 Regan Tom, The Case for Animal Rights, University of California Press, Berkeley, Los Angeles, 2004

127


128

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΥΠΑΚΟΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΧΕΣΗ ΦΥΣΙΚΟΥ ΚΑΙ ΘΕΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΜΑΡΙΑ ΤΣΙΜΑΡΑ Απόφοιτη, Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας, Πάντειο

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Είναι το δίκαιο ηθικό; Κι αν όχι, υπάρχει υποχρέωση υπακοής σε έναν άδικο νόμο; Η πολιτική ανυπακοή, ως μια πολιτική δράση εναντίων του νόμου ή της εξουσίας, με σκοπό τη μεταβολή ή την ανατροπή του, αποτέλεσε μια προβληματική που απασχόλησε την κοινωνία από τα αρχαία κιόλας χρόνια, με τραγική ηρωίδα την Αντιγόνη. Αναλύοντας τις διαφορετικές προσεγγίσεις μεταξύ της σχέσης φυσικού και θετικού δικαίου, προκύπτουν ορισμένα συμπεράσματα σε σχέση με την υποχρέωση υπακοής στο νόμο. Μελετώντας, λοιπόν, τις προσεγγίσεις αυτές, έχοντας ως αφετηρία την κλασική φιλελεύθερη παράδοση και φτάνοντας στις αναρχικές θεωρίες, θα εξεταστεί το φάσμα των επιχειρημάτων που απαντούν στην αρχική προβληματική. Η πολιτική φιλοσοφία ασχολήθηκε ενδελεχώς με τη σχέση του θετικού και του φυσικού δικαίου. Οι θεωρίες του κοινωνικού συμβολαίου αποδέχονται πως η κοινωνική αυτή σύμβαση γεννά αυτοδικαίως έννομο καταναγκασμό και την υποχρέωση υπακοής στους νόμους. Η κλασική φιλελεύθερη θεωρία, όμως, υποστηρίζει παράλληλα το δικαίωμα της αντίστασης προς τον αυταρχικό μονάρχη προς υπεράσπιση της αρχής της ελευθερίας. Αποτελεί, λοιπόν, ο έννομος καταναγκασμός και το καθήκον υπακοής προϋπόθεση για την ελευθερία, όπως υποστηρίζει ο Καντ, είναι ένα εργαλείο καταπίεσης της κοινωνίας και νομιμοποίησης της άρχουσας τάξης, κατά την μαρξιστική θεωρία, ή ο καταναγκασμός είναι έννοια ασύμβατη της ελευθερίας όπως υποστηρίζουν οι αναρχικοί, τίθοντας ως μόνο καθήκον την υπακοή στη συνείδησή τους; Εστιάζοντας, ακόμη, στη θεωρία του πατέρα της πολιτικής ανυπακοής, Η. Thoreau, η νομιμοποιητική βάση δεν αποτελεί έννοια ταυτόσημη της ηθικής νομιμοποίησης, αφού η πρώτη μπορεί συχνά να επιβάλλει τη νομιμοποίηση άδικων αλλά και απάνθρωπων πράξεων, καθιστώντας έτσι ως πρωταρχική αρχή υπακοή στους «εσωτερικούς» νόμους και θέτοντας την ανυπακοή ως ηθική υποχρέωση. Ο John Rawls, επιπλέον, ασχολήθηκε εκτενώς με την πολιτική ανυπακοή. Έχοντας ως γνώμονα την αρχή της «Ακριβοδικίας», από την οποία προκύπτει και η θεωρία του περί δικαιοσύνης, όπου δικαιοσύνη και ελευθερία αποτελούν συμφιλιωμένες έννοιες, η πολιτική υπακοή αποτελεί φυσικό καθήκον. Η υπακοή στο σύνταγμα απορρέει από την αρχή της πλειοψηφίας και η ανάγκη υπακοής ή μη βίαιης αντίστασης σε νόμους, συχνά άδικους, δεν είναι contra legem. Παρ’ όλα αυτά αναγνωρίζει την πράξη της πολιτικής ανυπακοής ως μια θεσμική ενέργεια, που διαπράττεται στο όνομα του γενικού συμφέροντος, από την οποία προκύπτουν έννομες κυρώσεις, εν συνειδήσει των δρώντων. Ποια είναι, όμως, τα όρια της βίας της πολιτικής ανυπακοής; Εξετάζοντας τους J. Bové, G.Luneau και J. M. Muller, διαπιστώνεται πως η πολιτική ανυπακοή αποτελεί μια πράξη συλλογική με σκοπό την αντίσταση και η βία δεν αποτελεί απαραίτητο μέσο. Αποτελεί μια ενέργεια κυρίως που προκύπτει ως εξάντληση των έννομων λύσεων και έχει ως στόχο τη μαζική κινητοποίηση. Μέσω όλων αυτών των θεωριών θα γίνει μια απόπειρα απάντησης ερωτημάτων όπως αν μπορεί να εξασφαλιστεί η αυτονομία του πολίτη μέσω της αντίστασής

129


130

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας του σε μη ηθικούς νόμους ή καθεστώτα. Είναι ηθικά νομιμοποιημένη η εξουσία ενός άδικου κράτους; Αίρεται η υποχρέωση υπακοής στο νόμο όταν αυτός είναι ενάντια του φυσικού δικαίου και ενάντια της συνείδησης του κάθε ατόμου;

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Chomsky, Ν., «Intolerable Evils Justify Civil Disobedience» στο Civil Disobedience in Theory and Practice , επιμ . Hugo A. Bedau , New York: Pegasus Dworkin R., « Civil Disobedience and Nuclear Protest» στο A Matter of Principle, Cambridge, Mass: Harv. U. Press, 1985 Kant, Ι., Για την Αιώνια Ειρήνη, Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 1795 / 1992 - Raz J., «Promises and Obligations» στο Law, Society and Morality, Essays in honour of Η.L.Α. Hart, Ρ.Μ.S. Hacker & J.Kaz (εκδ.) Oxford, 1977. Rawls, J., Το Δίκαιο των Λαών, Αθήνα: Ποιότητα, 2002 Rousseau, J.J., Το κοινωνικό συμβόλαιο ή αρχές πολιτικού δικαίου, Αθήνα: Πόλις, 1762 /2009 Rawls J., A Theory of Justice, Κέιμπριτζ, Belknap Press of Harvard University Press, 2005 Smith E., «Is There a Prima Facie Obligation to Obey the Law?», 82 Yale Law Journal 950, 1973 «The Duty to Obey the Law» in A Companion to the Philosophy of Law and Legal Theory, Oxford, 1996 Αντωνοπούλου, Μ., Οι κλασικοί της κοινωνιολογίας. Κοινωνική Θεωρία και Νεώτερη Κοινωνία, Αθήνα: Σαββάλα, 2008 Θορώ X.N., Πολιτική Ανυπακοή, Αθήνα: Ερατώ, 2009 Παπαγεωργίου, K., Η Πολιτική Δυνατότητα της Δικαιοσύνης: Συμβόλαιο και Συναίνεση στον John Rawls, Αθήνα: Νήσος, 1994 Παπαρρηγόπουλος, Ξ. , «Η θεωρία της δικαιοσύνης στη φιλελεύθερη θεωρία του John Rawls» στο Συντηρητισμός, Φιλελευθερισμός, Αθήνα: Σοσιαλισμός, 1992


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΔΥΝΑΜΗΣ ΣΤΟ Θ ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΙΟΚΑΝΗΣ Απόφοιτος Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η έννοια της δύναμης είναι πολυσυζητημένη τόσο στο χώρο της φιλοσοφίας όσο και σε αυτόν της επιστήμης. Ο Αριστοτέλης ξεκινώντας από την έννοια της δύναμης ως αιτία (αρχή) κινήσεως (μεταβολής) οδηγείται μέσα απο την αντίθεση δυνάμει-ενεργεία στο συμπέρασμα πως υπάρχει ένας διαφορετικός τρόπος πραγματικότητας (mode of being). Στο βιβλίο Θ των Μεταφυσικών, ο Αριστοτέλης αναφέρει πως θέλει να ασχοληθεί με τη διάκριση δυνάμει-ενεργεία. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει πως ο Αριστοτέλης θέλει να πραγματευθεί εδώ μια διαφορετική πτυχή της έννοιας της δύναμης από αυτή που παρουσίασε στο Δ12 του ίδιου έργου. Καθόλη τη διάρκεια της εργασίας αυτής θα φανεί η δυσκολία της μετάφρασης των όρων στα νέα ελληνικά. Αυτό συμβαίνει ίσως γιατί τα νέα ελληνικά έχουν ενσωματώσει αυτή την αριστοτελική φρασεολογία αυτούσια και έτσι δεν έχουμε διαφορετικές λέξεις για να μεταφράσουμε τους όρους αυτούς. Πάντως στα προγραμματικά χωρία του Θ1 ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τον όρο δύναμις για να εννοήσει τη δυνατότητα (potentiality) και τον όρο εντελέχεια αλλά και τον όρο ενέργεια για να εννοήσει την πραγματικότητα, την πραγματική ύπαρξη (actuality). Βέβαια είναι ανάγκη να γίνουν πολλές διευκρινίσεις, αλλά καθώς το ζήτημα δεν είναι απλώς μεταφραστικό αλλά ουσιαστικό και με μεγάλο φιλοσοφικό ενδιαφέρον, ελπίζουμε πως αυτά θα φανούν στην πορεία. Το βιβλίο Θ μπορεί να χωριστεί στα κεφάλαια 1-5,6-9 και 10. Στην παρούσα εργασία θα ασχοληθούμε με τα δύο πρώτα μέρη καθώς το 10 κεφάλαιο έχει περιεχόμενο που δείχνει να μην συνδέεται με τα προηγούμενα. Η διαχωρισμός αυτός ουσιαστικά γίνεται από τον ίδιο τον Αριστοτέλη καθώς αναφέρει ότι πρώτα θα ασχοληθεί με την κυρίως έννοια/σημασία, η οποία όμως δεν μπορεί να τον βοηθήσει στο θέμα που θέλει να ασχοληθεί (1045b 35-6, 1046a1). Στα επόμενα κεφάλαια 6-9 θα ασχοληθεί με το βασικό θέμα του βιβλίου τη διάκριση δύναμις-ενέργεια που αφορά τα δυνάμει και τα ενεργεία όντα , τη δύναμη και την αλλαγή που επιφέρει και φτάνει μέχρι τη διάκριση ύλης-μορφής, η οποία για τον φιλόσοφο ακολουθεί τη διάκριση δυνατότητα-πραγματικότητα. Ουσιαστικά τις περισσότερες φορές στα κεφάλαια 1-5 ο όρος δύναμις και τα άλλα ρηματικά παράγωγα, όπως δύνασθαι και δυνατόν, αφορούν την έννοια της ενεργητικής και παθητικής ικανότητας και γενικώς όλων των αποχρώσεων που έχουν να κάνουν με την έννοια της δύναμις που επιφέρει με οποιονδήποτε τρόπο κάποια αλλάγη-κίνηση. Στα επόμενα κεφάλαια ο όρος δύναμις αφορά κυρίως την έννοια της δυνατότητας, του γνωστού δυνάμει (σε δοτική με επιρρηματική λειτουργία), ο οποίος έρχεται σε αντίθεση με τους όρους ενεργεία και εντελέχεια που αφορούν μια πραγματική οντότητα (που γίνεται αισθητή με τις αισθήσεις μας) όπως και την εξάσκηση μιας συγκεκριμένης δύναμης (δεξιότητας π.χ. το να κτίζεις ένα σπίτι).

131


132

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗ ΣΤΗ ΝΟΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ STREET ART

ΔΑΦΝΗ ΤΣΙΟΥΚΑΝΑ Τμήμα Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών, Φιλοσοφική Σχολή, Πανεπιστήμιο Κρήτης

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η εμφάνιση της street art και η διάδοσή της από το ’70 και μετά, δημιούργησε τον χώρο με την μεγαλύτερη ελευθερία καλλιτεχνικής δημιουργίας. Η παράνομη φύση της ήταν αυτή που προσέφερε σε ανώνυμους καλλιτέχνες τη δυνατότητα να δημιουργήσουν έργα που θα εξέφραζαν πλήθος κοινωνικών ζητημάτων. Ταυτόχρονα, η επιτηδευμένη ανωνυμία των καλλιτεχνών προσέφερε ουδετερότητα στην κρίση των θεατών (περαστικών), οι οποίοι δεν επηρεάζονταν από τη φήμη του καλλιτέχνη και την ιστορικότητά του ως υποκείμενο. Ο ρόλος του καλλιτέχνη, στις ιδιότητες που μπορεί να δώσει επιτηδευμένα ή ανεπιτήδευτα στα έργα του, αποτελεί πεδίο προβληματικής στη φιλοσοφία της τέχνης. Από τη μία, υπάρχουν αυτοί που εξυψώνουν την αξία του καλλιτέχνη και το πώς οι ιδιότητες προσδιορίζονται από τον ίδιο και μόνο. Και από την άλλη, τοποθετούνται εκείνοι που διαφωνούν με την παραπάνω θέση και υποστηρίζουν ότι ένα έργο τέχνης πρέπει να προσεγγίζεται ανεξάρτητα από την ιστορικότητα του (πότε και ποιος το δημιούργησε) και μόνο από τις αισθητικές του ιδιότητες. Στη περίπτωση της street art οι δύο αυτές προσεγγίσεις μεταβάλλονται, αν σκεφτούμε ότι το άγνωστο που περικλείει ένα έργο συμβαίνει για κάποιο λόγο. Η πρώτη θα έπρεπε να ακυρώνεται αυτόματα, λόγω του ότι δε δίνονται στο θεατή τα απαραίτητα ιστορικά στοιχεία για να ορίσει τις ιδιότητες του έργου. Βλέπουμε έτσι, ότι η δεύτερη είναι η μόνη που θα μπορούσε να προσδιορίσει την αισθητική αξία της street art, λόγω της ανεξαρτησίας που διαθέτουν τα έργα της ως ιστορικά αντικείμενα. Ωστόσο, θα επιχειρηθεί να αναλυθεί η προβληματική που προκύπτει σε αυτή τη προσέγγιση, αν θυμηθούμε ότι είναι στις προθέσεις του ίδιου του street artist να διατηρήσει την ανωνυμία του. Τις περισσότερες φορές το περιεχόμενο του ίδιου του έργου τέχνης περιγράφει κάτι που έχει ιστορική σημασία και μας δίνει την ευκαιρία να το τοποθετήσουμε σε ένα συγκεκριμένο χώρο και χρόνο χωρίς να μας είναι αναγκαία η ταυτότητα και η προέλευση του ίδιου του δημιουργού. Μια επιπλέον προβληματική που προκύπτει, όμως, είναι το πλαίσιο το ίδιο στο οποίο γεννιέται η street art και ο ρόλος του στη ταυτότητα των έργων. Ο δημόσιος χώρος στον οποίο βρίσκονται τα έργα θα μπορούσε να θεωρηθεί η αιτία που διαφοροποιούνται από τα έργα τέχνης που έχουν σκοπό να τοποθετηθούν σε ένα μουσείο ή μια πινακοθήκη. Η διερεύνηση αυτών των δύο θέσεων (ο street artist και ο δημόσιος χώρος) θα αποτελέσουν κεντρικό σημείο στην εργασία μου. Από αυτό θα προκύψουν κάποια ερωτήματα για τα οποία θα επιδιωχθεί να δοθεί απάντηση και να οδηγήσουν σε ένα τελικό συμπέρασμα. Ορισμένα από αυτά τα ερωτήματα θα είναι: ποια είναι η αξία του καλλιτέχνη στη street art ως προς τις ιδιότητες ενός έργου, πώς αναγνωρίζονται οι προθέσεις ενός ανώνυμου καλλιτέχνη και τι ρόλο παίζει το πλαίσιο στο οποίο δημιουργείται το έργο (δημόσιος χώρος) στις ιδιότητές του.

133


134

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Wollheim Richard, Η τέχνη και τα αντικείμενά της, μτφ. Γ. Παπαδημητρίου, Αθήνα: Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, 2009. Riggle Nicholas Alden, «Street Art: The Transfiguration of the Commonplaces» στο The Journal of Aesthetics and Art Criticism, τόμος 68, αρ. 3 (καλοκαίρι 2010), σα.243-257, Wiley on behalf of The American Society for Aesthetics, 2010.


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ «ΑΓΩΝΙΑΣ» ΣΤΟΝ HEIDEGGER ΩΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΦΚΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ «Η ΔΙΚΗ» Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ BENJAMIN ΙΩΑΝΝΑ ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΑΚΗ Τμήμα Φιλολογίας, Φιλοσοφική σχολή, ΑΠΘ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα εργασία ασχολείται με την έννοια της αγωνίας εξεταζόμενη πρώτον, υπό το πρίσμα της οντολογικής σύλληψης του Heidegger και δεύτερον, μέσω της πραγμάτωσής της ή μη στο λογοτεχνικό πεδίο και ειδικότερα στο καφκικό έργο Η Δίκη. Η σκόπευση τής εν λόγω ερευνητικής προσπάθειας έγκειται στη χαρτογράφηση της έννοιας της αγωνίας εν μέσω του μοντερνιστικού, δυστοπικού κλίματος όπου εκδηλώνεται. Καθώς η έννοια της αγωνίας αποκτά πολυσήμαντες και πολυμορφικές διαστάσεις συνυπάρχοντας σε ετερόκλιτους χώρους του πνεύματος, μας δίνεται η δυνατότητα παράλληλης συνεξέτασής της στο πλαίσιο δύο πεδίων, του φιλοσοφικού και του λογοτεχνικού. Η δομή της εργασίας παρατίθεται σε τρεις θεματικές ενότητες: στην πρώτη ενότητα επιχειρείται να δοθεί μια γενική εισαγωγή της έννοιας της αγωνίας, ενταγμένη ειδικότερα στο πλαίσιο του χαϊντεγκεριανού φιλοσοφικού συτήματος· η θεματική της δεύτερης ενότητας εστιάζει στην έννοια της αγωνίας όπως πραγματώνεται στο έργο Η Δίκη, ενώ στην τρίτη ενότητα παρακολουθούμε μία συγκριτική εξέταση της χαϊντεγκεριανής και καφκικής αγωνίας, με άξονα της κριτική ανάγνωση του Benjamin. Η κατάσταση της αγωνίας (Angst) αποδίδεται από το Heidegger ως μία ενθυμική κατάσταση, η οποία παρουσιάζεται στο άτομο καθώς απωλύεται κάθε ενδιαφέρον (Care), κάθε ψυχική διάθεση (Stimmung) του ατόμου προς την περιβάλλουσα πραγματικότητα. Η ενθυμική κατάσταση της αγωνίας λειτουργεί ταυτοχρόνως αποπεμπτικά και παραπεμπτικά· με το να επαναπροσδιορίζει τους όρους της εγγύτητας και της μακρύτητας μεταξύ της ανθρώπινης ύπαρξης και των όντων. Ο αποσυσχετισμός του ατόμου από τον περιβάλλοντα κόσμο και την παρουσία των όντων, λειτουργεί παραπέμποντας, με όρους ταυτοχρονίας, το άτομο στο χώρο του απόλυτου μηδενός. Καθόλη την έκταση της εργασίας παρακολουθούμε τον αρνητικό χώρο του μηδενός να τελεί υπό αμφισημία· άλλοτε εκλαμβάνεται οντολογικά ως χώρος αυτοσυνείδησης, ως πεδίο ελευθερίας της ανθρώπινης ύπαρξης κι άλλοτε, με την εκδοχή του Benjamin, ως χώρος που ταυτίζεται με την δυστοπία, το παράλογο, την ετερογενή φυσικότητα· σημείο στο οποίο διακρίνεται από την οντολογική προσέγγιση του Heidegger περί απόλυτης ελευθερίας του Είναι. Στη Δίκη, παρακολουθούμε ένα εναγώνιο τοπίο, που απωλύει την αίσθηση της σύστασης και της φυσικότητας, ένα τοπίο που αναδιατάσσει κι αναδιατάσσεται. Ο Κ., ως αρχετυπικό υποκείμενο της σύγχρονης δυστοπίας, βιώνει τον εναγώνιο κλυδωνισμό, τη μεταιχμιακή αίσθηση ανάμεσα στη φυσικότητα και το παράλογο, τη ταυτότητα και την ετερότητα, το παίγνιο και τη σιωπή.

135


136

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Arendt Hannah, Essays in Understanding. Formation, Exile and Totalitarianism, New York: Schocken Books, 1994. Bauman Zygmount, Postmodernity and its Discontents, Polity Press, Cambridge 1997. Benjamin Walter, Φραντς Κάφκα, μτφ. Σ. Ροζάνη, Αθήνα: Έρασμος, 1980. Camus Albert, Le mythe de sisyphe, Paris: Gallimard, 1942. Heidegger Martin, Είναι και Χρόνος, μτφ. Γ. Τζαβάρα, Αθήνα: Δωδώνη, 1978. Heidegger Martin, Τί είναι Μεταφυσική;, μτφ. Π. Κ. Θανασά, Αθήνα: Πατάκης, 2012. Jameson Fredric, The Modernist Papers, Verso, 2007. Kafka Franz, Η Δίκη, μτφ. Δ. Στ. Δήμου, Αθήνα: Ροές, 2010. Löwy Michael, Λύτρωση και Ουτοπία, μτφ. Θ. Παπαδόπουλου, Αθήνα: Ψυχογιός, 2002. Moran Brendan, Philosophy and Kafka, ed. Brendan Moran and Carlo Salzani, USA: Lexington Books, 1913.


Προσωπικές Εισηγήσεις

Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΛΟΚΙΑΝΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΘΑΝΑΣΗΣ ΧΑΤΖΗΛΙΑΣ Τμήμα Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, Αθήνα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η ερμηνεία της έννοιας της ελευθερίας και οι διάφορες φιλοσοφικές τις προσεγγίσεις είναι ένα διαχρονικό και πάντα επίκαιρο ζήτημα, το οποίο παράγει γόνιμους προβληματισμούς στη φιλοσοφική κοινότητα ανά τους αιώνες. Η παρούσα εργασία επικεντρώνεται στην ερμηνεία της «πολιτικής ελευθερίας» και επιχειρεί να θέσει τις βασικές αντιθετικές προσεγγίσεις, οι οποίες παρουσιάζονται ανάμεσα στην αστική ερμηνεία της πολιτικής ελευθερίας, όπως αυτή αναδύεται μέσα από την σκέψη του John Locke, σε αντίθεση με την μαρξική ερμηνεία της ελευθερίας, όπως αποτυπώνεται στα γραπτά του Karl Marx. Αρχικά, επιχειρείται μία εισαγωγική προσέγγιση στην φιλελεύθερη ερμηνεία της αστικής ελευθερίας ως αναφαίρετο πολιτικό δικαίωμα, όπως εκείνη σκιαγραφείται κυρίως από τον John Locke και την άμεση σχέση της με τις φιλελεύθερες-καπιταλιστικές αξίες στο πολιτικό πεδίο. Για να αναδειχθεί η λοκιανή προσέγγιση της έννοιας της ελευθερίας επικεντρωνόμαστε σε όρους-κλειδιά της σκέψης του όπως η ατομική ελευθερία, τα αστικά δικαιώματα και η διασύνδεση της ελευθερίας με την κατοχή ιδιοκτησίας. Στο δεύτερο στάδιο της εργασίας, παρουσιάζεται η βασική κριτική που άσκησε ο Marx στη φιλελεύθερη ερμηνεία της πολιτικής ελευθερίας. Σκιαγραφείται η διασύνδεση της μαρξικής προσέγγισης της ελευθερίας με την αντίστοιχη θεώρηση του Hegel και τέλος παρουσιάζεται η μαρξική ερμηνεία της έννοιας της ελευθερίας όπως παρουσιάζεται από τον Μαρξ και την σαφή διασύνδεση της με την αποτίναξη της καταπίεσης που έχουν υποστεί οι άνθρωποι στο πέρασμα των αιώνων από την ταξική διαίρεση των κοινωνιών. Επιπροσθέτως παρουσιάζουμε και τα βασικά σημεία της μαρξικής σκέψης όσον αφορά την αποξένωση και την υποδουλωτική φύση της εργασίας στο καπιταλιστικό σύστημα και τον τρόπο που προτείνει ώστε να επιτευχθεί η απελευθέρωση του ατόμου από τα δεσμά της καταναγκαστικής εργασίας και η χειραφέτησή του. Καταλήγουμε θέτοντας ερωτήματα και εξάγοντας συμπεράσματα από την σύγκριση των δύο ιδεολογιών πάνω στο εξεταζόμενο ζήτημα και επιδιώκουμε να καταλήξουμε σε ποιο βαθμό η λοκιανή και η μαρξική σκέψη έχει διαμορφώσει την ερμηνεία της πολιτικής ελευθερίας όπως παρουσιάζεται στον σύγχρονο δυτικό κόσμο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Baum Manfred, «Freedom in Marx» στο Radical Philosophy Review, Τόμος 10, σσ. 117-133, San Francisco: Radical Philosophy Review, 2007 Berlin Isaiah, Τέσσερα δοκίμια περί ελευθερίας, Αθήνα: Scripta, 2001 Bobbio Νorberto, Ισότητα και Ελευθερία, Αθήνα: Πόλις, 1995

137


138

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας Chitty Andrew, «Freedom and Community in Marx», στο Re-Thinking Marx Conference, Βερολίνο, 20-22 Μαΐου 2011 Ferraro Joseph, Freedom and Determination in History according to Marx and Engels, New York: Library of Congress Cataloging in Publication Data, 1992 Kymlicka Will., Η Πολιτική Φιλοσοφία της Εποχής μας, Αθήνα: Πόλις, 2007 Locke, John, Δεύτερη πραγματεία περί κυβερνήσεως. Δοκίμιο με θέμα την αληθινή αρχή, έκταση και σκοπό της πολιτικής εξουσίας (1690), Αθήνα: Πόλις, 2010 Marx Karl και Engels Friedrich, Διαλεχτά Έργα, Τόμος 2, Αθήνα: Κ.Κ.Ε., 1980 Marx Karl, Το εβραϊκό ζήτημα (1843), Αθήνα: Οδυσσέας, 1978 O’Rourke J. James, The problem of Freedom in Marxist Thought, Switzerland: Sovietica, 1974 Rawls John, Ο Πολιτικός Φιλελευθερισμός (1993), μτφ Σ. Μαρκέτος, Αθήνα: Μεταίχμιο, 2000 Tarcov Nathan, Locke’s Education for Liberty, Chicago: The University of Chicago Press, 1984 Στυλιανού Άρης, Θεωρίες του κοινωνικού συμβολαίου-Από τον Γκρότιους στον Ρουσσώ, Αθήνα: Πόλις 2006 Χρύσης Αλέξανδρος, Ο Μαρξ της Δημοκρατίας, Αθήνα: ΚΨΜ, 2014


Προσωπικές Εισηγήσεις

ΑΘΗΝΑ-ΜΙΛΑΝΟ ΜΕΤ›ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΣΤΙΚΗΣ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ ΕΙΡΗΝΗ ΨΑΡΡΟΥ Απόφοιτη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, ΕΜΠ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ζούμε σε μία εποχή που χαρακτηρίζεται από την απελευθέρωση του ταξιδιού, καθώς μετακινούμαστε πιο πολύ από ποτέ. Η παρούσα εισήγηση πραγματεύεται τη διαδικασία του ταξιδιού και το πώς αυτό δύναται να αποτελέσει μέσο αστικής αυτογνωσίας. Να αποτελέσει, δηλαδή, μέσο για την ερμηνεία και την κατανόηση ενός τόπου, και πιο συγκεκριμένα στη μελέτη αυτή, του αστικού τοπίου της Αθήνας και του Μιλάνο. Κάθε άτομο, αρχικά, ζει και αναπλάθεται σε έναν τόπο –αφετηρία, ο οποίος το έχει εφοδιάσει με ερεθίσματα και βιώματα που αποτελούν το φίλτρο μέσα από το οποίο αντιλαμβάνεται και αξιολογεί τα πράγματα. Το άτομο, λόγω της ταύτισής του με τον τόπο – αφετηρία του, αδυνατεί να τον αξιολογήσει και επιθυμεί την αποδέσμευση από αυτόν. Το ταξίδι, με την χωρική απόσταση που αυτό προσφέρει, αποτελεί το μέσο για την αποδέσμευση αυτή του ατόμου από τον τόπο –αφετηρία. Στη συνέχεια, πραγματοποιείται η προσέγγιση ενός νέου τόπου –προορισμού, για την ανάγνωση του οποίου θα αποτελέσει φίλτρο η αφετηρία του ατόμου μέσα από αναγωγές και συσχετίσεις ανάμεσα στους δύο τόπους. Το ταξίδι ολοκληρώνεται με την επιστροφή, κατά την οποία γίνεται κατανοητό ότι ο τόπος –προορισμός προσέφερε νέα ερεθίσματα στο άτομο, τα οποία συνέβαλαν στην αλλαγή του. Ο τόπος αυτός πρόκειται να αποτελέσει το νέο φίλτρο του ατόμου, μέσα από το οποίο θα μπορέσει να ερμηνεύσει και να κατανοήσει πραγματικά και σε βάθος τον τόπο αφετηρία του με τη ματιά ενός σχεδόν ξένου. Η όλη διαδικασία του ταξιδιού μοιάζει να ορίζεται από μία αντιστροφή, καθώς, ενώ στην αρχή ο τόπος –αφετηρία αποτελούσε εργαλείο ανάγνωσης και ερμηνείας του τόπου– προορισμού, κατά την επιστροφή φαίνεται να συμβαίνει το αντίστροφο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Auge Marc, Για μια ανθρωπολογία των σύγχρονων κόσμων, μτφ. Δ. Σαραφείδου, Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 1999 Benjamin Walter, One-Way Street and Other Writings, μτφ. J. Edmund & S. Kingsley, Λονδίνο: NLB, 1979 Botton Alain de, Η τέχνη του ταξιδιού, μτφ. Γ. Κασαπίδης, Αθήνα: Πατάκη, 2012 Calvino Italo, Οι αόρατες πόλεις, μτφ. Α. Χρυσοστομίδης, Αθήνα: Καστανιώτη, 2009 Certeau Michel de, Επινοώντας την καθημερινή πρακτική. H πολύτροπη τέχνη του πράττειν, μτφ. Κ. Καψαμπέλη, Αθήνα: Σμίλη, 2010 Heidegger Martin, Διαμονές: το ταξίδι στην Ελλάδα, μτφ. Γ. Φαράκλας, Αθήνα: Κριτική Levi – Strauss Claude, Θλιβεροί Τροπικοί, μτφ. Β. Λούβρου, Αθήνα: Χατζηνικολή, 2007 Norberg-Schulz Christian, Genius Loci: Το Πνεύμα του Τόπου. Για μια φαινομενολογία της

139


140

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας Αρχιτεκτονικής, Αθήνα: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Ε.Μ.Π., 2009. Perec Georges, Χορείες Χώρων (1974), μτφ. Α. Κυριακίδης, Αθήνα: Ύψιλον, 2000. Rossi Aldo, Η αρχιτεκτονική της πόλης, μτφ. Π. Βασιλική, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 1991. Simmel Georg, Πόλη και Ψυχή, μτφ. Γ. Λυκιαρδόπουλος, Αθήνα: Έρασμος, 2009. Σταυρίδης Σταύρος, Από την Πόλη Οθόνη στην Πόλη Σκηνή, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 2009. Σταυρίδης Σταύρος, Η Συμβολική Σχέση με το Χώρο, Αθήνα: Κάλβος, 1990. Tabucchi Antonio, Ταξίδια και άλλα Ταξίδια, μτφ. Α. Χρυσοστομίδης, Αθήνα: Άγρα, 2011. Τουρνικιώτης Παναγιώτης, Η αρχιτεκτονική στη σύγχρονη εποχή, Αθήνα: Futura, 2006. Τσάρτας Πάρις, Τουρίστες, Ταξίδια, Τόποι: Κοινωνιολογικές Προσεγγίσεις στον Τουρισμό, Αθήνα: Έξαντας, 1996.


Προσωπικές Εισηγήσεις

141



ΣΥΜΠΟΣΙΑ


144

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Ανάληψη Φύλου | Συμπόσια

ΑΝΑΛΗΨΗ ΦΥΛΟΥ

Ομιλήτριες ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΑΡΑΜΑΝΟΥ, ΜΑΡΑ ΚΤΕΝΑ, ΒΑΛΙΑ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΠΟΤΕΑ & ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΡΙΖΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ Τι είναι ο άντρας; Τι είναι η γυναίκα; Πώς μας επηρεάζει το γεγονός ότι καλούμαστε να ζήσουμε ως έμφυλα όντα; Πώς διαχωρίζονται τα δύο φύλα; Υπάρχει διάφυλη σχέση; Πώς το φύλο σχετίζεται με τη σεξουαλικότητα και τι σημαίνει το να μπορεί κανείς να αναλάβει το φύλο του και τη σεξουαλικότητά του; Μια σειρά από ερωτήματα που όλους μάς έχουν απασχολήσει συνειδητά ή μη και ως ένα βαθμό μας βασανίζουν. Η παρούσα τράπεζα με κεντρικό θέμα το «φύλο» έχει ως στόχο να προσπαθήσει να δώσει κάποιες απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα. Η/ο [ομιλητής/ομιλήτρια 1] και η/ο [ομιλητής/ομιλήτρια 2] με την εισήγησή τους «Η ανάληψη του φύλου μέσα από το μύθο του Προπατορικού αμαρτήματος» θα ξεκινήσουν από τους πρωτόπλαστους, οι οποίοι με την απόφασή τους να δαγκώσουν το μήλο πραγματοποιούν μία θυσία, τη θυσία της ευτυχίας και της αιωνιότητας στο βωμό της επιθυμίας. Πέφτουν από την πληρότητα της Εδέμ και έρχονται αντιμέτωποι με την απώλεια, αντιμέτωποι με τη γύμνια τους και ως εκ τούτου αντιμέτωποι με το φύλο τους. Άραγε μόνο οι πρωτόπλαστοι ήρθαν αντιμέτωποι με αυτό ή κάθε υποκείμενο με την είσοδό του στο Λόγο, στο συμβολικό έρχεται αντιμέτωπο με την ίδια ακριβώς δοκιμασία; Στη συνέχεια η/ο [ομιλητής/ομιλήτρια 3] με την εισήγηση «Φεμινισμός και Δομική Ψυχανάλυση: Ζητήματα Φύλου» θα παρουσιάσει ένα μέρος του έργου του Φρόυντ που συνέβαλε στη διεκδίκηση της σεξουαλικότητας των γυναικών και στην αποσύνδεση της ταυτότητας του φύλου με τη βιολογία. Ακόμα, θα ασχοληθεί με τη διδασκαλία του Λακάν σχετικά με τη συγκρότηση της έμφυλης υποκειμενικότητας και θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση σε μεταγενέστερες φεμινιστικές θεωρίες που επηρεάστηκαν από τη διδασκαλία του (γαλλίδες φεμινίστριες). Η/ο [ομιλητής/ομιλήτρια 4] στην εισήγηση «Τύποι ανάληψης φύλου και γυναικεία σεξουαλικότητα» θα ασχοληθεί με την εμφυλοποίηση και τη γυναικεία σεξουαλικότητα. Ξεκινώντας από τη θεωρία του Φρόυντ που περιγράφει το Οιδιπόδειο σύμπλεγμα ως την πορεία για την ανάληψη της έμφυλης θέσης και συνεχίζοντας με τον Λακάν που διατηρεί τον ευνουχισμό με εκτελεστή του όμως το Λόγο και όχι τον Πατέρα, θα αναφερθεί στο τρόπο με τον οποίο το κάθε υποκείμενο επωμίζεται την έμφυλη θέση του, στις διαφορετικές θέσεις που μπορεί να πάρει ένα υποκείμενο και στο πώς αυτές οι θέσεις διαγράφουν τις βασικές δομές της αρσενικής και της θηλυκής σεξουαλικότητας. Τέλος, η/ο [ομιλητής/ομιλήτρια 5] με την εισήγηση «Pere version» των σεξουαλικών φαντασιώσεων-Όταν ο διαστροφικός συνάντησε τη νευρωσική» θα πραγματευτεί το θέμα της σεξουαλικής φαντασίωσης. Η σεξουαλική ζωή του ανθρώπου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την απόλαυση της φαντασιωσικής τάξης σύμφωνα με την οποία η σωματική ηδονή, αυτή που προκαλείται μέσω της σεξουαλικής πράξης αδυνατεί να επιτευχθεί μπροστά στην έλλειψη κατάλληλου σεναρίου. Η σκηνοθεσία της απόλαυσης καθηλώνει το υποκείμενο σε μια θέση,

145


146

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας σε ένα ρόλο απέναντι στο αντικείμενο που θα «συν-πληρώσει» τη φαντασίωση. Με βάση αυτό άρωνται ερωτήματα όπως «ποια είναι η επιθυμία του άλλου;» και «ποιο είναι το αντικείμενο της επιθυμίας του Άλλου;». Τα ερωτήματα αυτά θα απαντηθούν μέσα από αναφορές στο νόμο, στη μητρική και πατρική ανάληψη θέσεων στην πρωταρχική τους μορφή, στο τίμημα και στη διέξοδο της απόλαυσης καθώς και στις ίδιες τις σεξουαλικές πρακτικές των διαστροφικών και νευρωσικών υποκειμένων. Όπως έγινε σαφές από την συνοπτική παρουσίαση του κεντρικού μας θέματος αλλά και των ατομικών μας εισηγήσεων, το «φύλο» δεν θα το προσεγγίσουμε μέσα από τη βιολογία ή τη κοινωνιολογία αλλά μέσα από τη σφαίρα της ψυχανάλυσης. Στόχος των εισηγήσεών μας είναι να προσπαθήσουμε να ρίξουμε λίγο φως στη σημασία του φύλου, στις διαφορετικές εκφάνσεις του, στους τρόπους και στις επιπτώσεις της εμφυλοποίσησης καθώς και στο πώς αυτά σχετίζονται με την σεξουαλικότητα και τη σεξουαλική φαντασιώση. Επιθυμούμε με αυτές τις εισηγήσεις να επιτρέψουμε ένα διεπιστημονικό διάλογο που θα συνδέσει δύο κόσμους της ψυχολογίας και της φιλοσοφίας.


Ανάληψη Φύλου | Συμπόσια

Η ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΘΟ ΤΟΥ ΠΡΟΠΑΤΟΡΙΚΟΥ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΠΟΤΕΑ & ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΡΙΖΑ Τμήμα Ψυχολογίας, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

«Η ανάληψη του φύλου μέσα από το μύθο του Προπατορικού αμαρτήματος Στερείται την ευτυχία εκείνος που δεν εγκαταλείπει το δρόμο της επιθυμίας…» J. Lacan

Άραγε οι πρωτόπλαστοι με την απόφασή τους να δαγκώσουν το μήλο, δεν πραγματοποιούν μια θυσία; Τη θυσία της ευτυχίας και της αιωνιότητας στο βωμό της επιθυμίας; Τη θυσία της αιωνιότητας, καθώς είχε προηγηθεί η απειλή του Θεού-Πατέρα για το θάνατο που θα ακολουθούσε, ως τιμωρία, τη δοκιμή του μήλου-καρπού της Γνώσης; Στο σημείο αυτό η Soler μας λέει ότι «Το ίδιο το συμβολικό δεν μεταδίδει, πράγματι, παρά μόνο το είναι του θανάτου: από τη στιγμή που μιλά, το υποκείμενο όχι μόνο γνωρίζει ότι είναι θνητό αλλά επιπλέον το χρέος, το χρέος προς το συμβολικό, είναι το χρέος τού είναι του θανάτου του υποκειμένου, του είναι που προέρχεται από τον Άλλον.» Είναι αυτό, λοιπόν, το τίμημα που συνοδεύει την είσοδο στο συμβολικό, το τίμημα ενός θανάτου, εφόσον για να μπορέσει να υπάρξει κάτι, πρέπει κάτι από αυτό να χαθεί, κάτι να «πεθάνει». Πέφτοντας από την πληρότητα της Εδέμ εγγράφεται κάτι της τάξεως της απώλειας. Αυτή ακριβώς η απώλεια είναι που φέρνει τον Αδάμ και την Εύα αντιμέτωπους με τη γύμνια τους, αφήνοντάς τους αμήχανους μπροστά στην αλήθεια τους ως θνητών και έμφυλων όντων. Αμήχανους αλλά και συνάμα «ελεύθερους» πλέον να αναλάβουν την επιθυμία τους να ζήσουν, να ερωτευτούν, να (ανα)γεννηθούν ως Άλλοι. Η νέα αυτή ευθύνη της επιθυμίας αλλά και του φύλου τους τούς εμπεδώνει στην επιδίωξη μιας διάφυλης σχέσης, που είναι εκ των πραγμάτων αδύνατη, μιας και αυτά που καλούμε «άνδρας» και «γυναίκα» δεν μπορούν να γίνουν Ένα. Το αδύνατο αυτό συνιστά και τον πυρήνα αυτού που η Colette Soler ονομάζει «κατάρα του φύλου».

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Soler Colette, Η κατάρα του φύλου, μτφρ. Κ. Κουκουλάκη, Αθήνα: Πλέθρον, 2015. Lacan Jacques, Ο θρίαμβος της θρησκείας και Λόγος προς τους καθολικούς, μτφρ. Κ. Σαμαρτζή, Ν. Κατσογιάννη, Ν. Μπλανσέ- Λινάρδου, Αθήνα: Εκκρεμές, 2011. Lacan Jacques, Ακόμη: 1972-1973: Σεμινάριο εικοστό, μτφρ. Β. Σκολίδης, Αθήνα: Ψυχογιός, 2011. Lacan Jacques, The ethics of psychoanalysis: The seminar of Jacques Lacan: Book VII (1992),

147


148

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας London: Routledge, 2007. Freud Sigmund, Τοτέμ και Ταμπού, μτφ. Χ. Αντωνίου, Αθήνα: Επίκουρος, 1978. Ρουμελιώτου - Καλεώδη Μαρία, Σέλεξ: Περί παιδικής ψυχώσεως, Αθήνα: Εξάντας, 2004. Nasio Juan-David, Πέντε παραδόσεις πάνω στη θεωρία του Jacques Lacan, μτφ. Β. Κανελλοπούλου, Κ. Μαλίχιν, Μ. Τριανταφυλλίδου, Γ. Χριστέλη, Αθήνα: Πατάκη, 2010. Badiou Alain & Truong Nicolas, Εγκώμιο για τον έρωτα, μτφ. Δ. Βεργέτης, Φ. Σιατίτσας, Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη, 2013. Μυριβήλης Στρατής, Το γαλάζιο βιβλίο, Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1995. Η Αγία Γραφή, μετάφραση από τα πρωτότυπα κείμενα, Αθήνα: Ελληνική Βιβλική Εταιρία, 2008.


Ανάληψη Φύλου | Συμπόσια

ΦΕΜΙΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΟΜΙΚΗ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΦΥΛΟΥ ΒΑΛΙΑ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ Τμήμα Ψυχολογίας, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα εισήγηση έχει σκοπό να εξετάσει το διάλογο μεταξύ δομικής ψυχανάλυσης και φεμινισμού σχετικά με τη διαμόρφωση της έμφυλης ταυτότητας. Αρχικά θα γίνει μια σύντομη παρουσίαση του πώς ο Φρόυντ συνέβαλε στη διεκδίκηση της σεξουαλικότητας των γυναικών και αποσυνέδεσε τη ταυτότητα φύλου από τη βιολογία. Παράλληλα θα παρουσιαστούν οι προβληματισμοί που διατύπωνε ο Φρόυντ αναφορικά με το πώς διαμορφώνεται η γυναικεία ταυτότητα φύλου και τη φεμινιστική κριτική που δέχθηκαν οι θεωρίες του. Ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στο βασικό σκοπό της παρούσας εισήγησης, που αφορά τη συμβολή του Λακάν στη ψυχαναλυτική θεωρία σχετικά με τη συγκρότηση της έμφυλης υποκειμενικότητας, αλλά και στην επιρροή που άσκησαν οι θεωρίες του στο φεμινιστικό κίνημα. Πιο συγκεκριμένα, την εποχή που κυριαρχούσε η κριτική του δεύτερου φεμινιστικού κινήματος, αναπτύχθηκε στη Γαλλία μια άλλη θεωρητική προσέγγιση της έμφυλης υποκειμενικότητας που συνομιλεί με το γλωσσολογικό και φιλοσοφικό μεταδομισμό και τη ψυχαναλυτική σχολή του Ζ. Λακάν: οι λεγόμενες «Γαλλίδες Φεμινίστριες» με κύριες εκπροσώπους τις Λυς Ιριγκαρέ, Τζούλια Κρίστεβα και Ηλέν Σιξού. Θα παρουσιαστούν οι βασικές τους αρχές και θεωρίες και το πώς συνέδεσαν τις θεωρίες της δομικής ψυχανάλυσης του Λακάν με τη διεκδίκηση μιας ισότιμης θέσης της γυναίκας στη κοινωνία και στο Λόγο, διευρύνοντας τη ψυχαναλυτική σκέψη και προβληματισμό. Επιπλέον, θα γίνει αναφορά και στις πιο σύγχρονες θεωρίες της Τζούντιθ Μπάτλερ σχετικά με τη ταυτότητα φύλου και η παρουσίαση θα κλείσει τονίζοντας τη σημασία του Ψυχαναλυτικού Λόγου ως φορέα κοινωνικής αλλαγής.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αθανασίου Αθηνά (επιμ.), Φεμινιστική θεωρία και πολιτισμική κριτική, Αθήνα: Νήσος, 2006. Βιδάλη Άννα, Ο Φρόυντ και η διαμάχη για τη θηλυκότητα, Αθήνα: Καστανιώτη (2008). Κολέτ Σολέρ, Τι έλεγε ο Λακάν για τις γυναίκες: μία ψυχαναλυτική μελέτη, μτφ. Μ. Πανταζάρα, Αθήνα: Ερατώ, 2015. Judith Butler, Αναταραχή φύλου, μτφ. Γ. Καράμπελας, Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 2009. Σηφάκη Ευγενία, Σημειώσεις από το μάθημα «Σπουδές φύλου και λογοτεχνία», Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Παιδαγωγικό Τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης. http://www.fylopedia.uoa.gr.

149


150

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Ανάληψη Φύλου | Συμπόσια

ΘΕΣΕΙΣ ΑΝΑΛΗΨΗΣ ΦΥΛΟΥ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟΤΗΤΑ

ΜΑΡΑ ΚΤΕΝΑ Τμήμα Ψυχολογίας, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στις μέρες μας παρατηρείται ένα διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον για το φύλο και τη σεξουαλικότητα. Μια πρόσφατη έρευνα που πραγματοποιήθηκε από την εταιρεία ABC News ανέδειξε πως υπάρχουν 58 διαφορετικές επιλογές φύλου. Για παράδειγμα, μπορεί κανείς να είναι agender, cisgender, pangender, transgender κ.τ.λ. Αντίστοιχα, υπάρχουν και πολλοί διαφορετικοί τρόποι να προσδιορίσει κανείς τη σεξουαλικότητά του. Μπορεί κανείς να είναι ομοφυλόφιλος, ετεροφυλόφιλος, τρανσέξουαλ, bisexual. Η μεγαλύτερη ελευθερία, που πηγάζει από την εποχή μας, δίνει την δυνατότητα στα διαφορετικά φύλα και στους διαφορετικούς τρόπους σεξουαλικότητας να εκφραστούν. Γεννάται όμως ένα ερώτημα που αγγίζει τη σφαίρα της ψυχανάλυσης και αφορά το τι είναι η εμφυλοποίηση και πώς αυτή σχετίζεται με τη σεξουαλικότητά μας. Πολλοί στοχαστές ασχολήθηκαν με το ζήτημα της εμφυλοποίησης και της σεξουαλικότητας. Για τον Φρόυντ, το υποκείμενο επωμίζεται την έμφυλη θέση του και αναπτύσσει τη σεξουαλικότητά του μέσα από το Οιδιπόδειο σύμπλεγμα και το σύμπλεγμα του ευνουχισμού. Για τον Λακάν, ο ευνουχισμός παραμένει ως πυρήνας της εμφυλοποίησης, αποδίδεται όμως στη γλώσσα και όχι στον πατέρα. Υπάρχουν δύο θέσεις που μπορεί να πάρει ένα υποκείμενο απέναντι στον ευνουχισμό, μια αντρική και μια γυναικεία, και αυτό δεν οφείλει τίποτα στη βιολογία. Το θέμα της εγγραφής στη σεξουαλική θέση και το φύλο είναι μια σημαίνουσα λειτουργία που ξεπερνά κάθε βιολογία και κάθε γονιδιακού τύπου καταναγκασμό. Για τον Λακάν η απόλαυση που γεννιέται μέσα από το σύμπλεγμα του ευνουχισμού (jouissance) μπορεί να είναι φαλλική ή συμπληρωματική και αυτό δεν συνδέεται ούτε με το βιολογικό όργανο ούτε με τα όριά του. Όσον αφορά στην αντρική σεξουαλικότητα, το υποκείμενο επιχειρεί να καλύψει την έλλειψη, ενώ όσον αφορά στη γυναικεία σεξουαλικότητα, το υποκείμενο προσπαθεί να προσδώσει στην έλλειψη μια νέα αξία ώστε να παράγει jouissance μέσα από την απουσία. Στην παρούσα εισήγηση θα προσπαθήσουμε, βασιζόμενοι κυρίως στη διδασκαλία του Λακάν, να κατανοήσουμε, στο μέτρο του δυνατού, τους διαφορετικούς τύπους ανάληψης φύλου και το πώς αυτοί διαγράφουν τις βασικές δομές της αρσενικής και της θηλυκής σεξουαλικότητας.

151


152

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Λακάν Ζακ, Οι ψυχώσεις-Σεμινάριο τρίτο-(1955-1956), μτφ. Ρ. Χριστοδούλου, Β. Σκολίδης, Αθήνα: Ψυχογιός, 2005. Λακάν Ζακ, Ακόμη (1975), μτφρ. Β. Σκολίδης, Αθήνα: Ψυχογιός, 2011. Lacan Jacques, Écrits (1996), Λονδίνο: Routledge, 2001. Μιλέρ Ζακ Αλέν, Περί αγάπης, μτφ. Μ. Φραγκιαδάκη, Psychologies Magazine, τόμ. 278, 2008. Σολέρ Κολέτ, Η κατάρα του φύλου (1996-1997), μτφ. Κ. Κουκουλάκη, Αθήνα: Πλέθρον, 2015. Σολέρ Κολέτ, Τι έλεγε ο Λακάν για τις γυναίκες, μτφ. Μ. Πανταζάρα, Αθήνα: Ερατώ, 2015. Freud Sigmund, La vie sexuelle (1969), Paris: PUF. Φρόυντ Σίγκμουντ, κεφ. «Η σεξουαλική ζωή του ανθρώπου» στο Εισαγωγή στην ψυχανάλυση (1969), μτφ. Λ. Αναγνώστου, Αθήνα: Επίκουρος, 1996 Φρόυντ Σίγκμουντ, Τρεις μελέτες για τη θεωρία της σεξουαλικότητας (1972), μτφ. Λ. Αναγνώστου, Αθήνα: Επίκουρος, 1991 Αφιέρωμα: «Σεξουαλικότητα και φύλο» στο περιοδικό εκ των υστέρων, τ. 19, Αθήνα: Πλέθρον, 2009.


Ανάληψη Φύλου | Συμπόσια

ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΕΣ ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΣΤΡΟΦΕΣ ΟΤΑΝ Ο ΔΙΑΣΤΡΟΦΙΚΟΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΤΗ ΝΕΥΡΩΣΙΚΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΑΡΑΜΑΝΟΥ Τμήμα Ψυχολογίας, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η σεξουαλική ζωή του ανθρώπου χαρακτηρίζεται από μια άρρηκτη σχέση με την απόλαυση της φαντασιωσικής τάξης, σύμφωνα με την οποία η σωματική ηδονή, αυτή που προκαλείται μέσω της σεξουαλικής πράξης, αδυνατεί να επιτευχθεί μπροστά στην έλλειψη κατάλληλου σεναρίου. Η σκηνοθεσία της απόλαυσης τοποθετεί, προσδιορίζει, οριοθετεί το εκάστοτε αντικείμενο στο οποίο στρέφεται η ορμή και περιβάλλει, καθηλώνει το υποκείμενο σε μια θέση, έναν ρόλο απέναντι στο αντικείμενο που θα «συν-πληρώσει» τη φαντασίωση. Η σεξουαλική διάθεση αυτή, ωστόσο, διαφέρει από τη ζωώδη εκπλήρωση του ενστίκτου που διαδραματίζεται στην περίπτωση των ζώων, όπου κάθε εκδήλωση και συμπεριφορά οφείλεται στο πλήρωμα της ανάγκης. Απόδειξη αποτελεί η επιθυμία ανάμεσα σε έναν άντρα και μια γυναίκα. Το υποκείμενο επιθυμεί, δεν αναγκάζεται, και η επιθυμία του κατευθύνεται προς την επιθυμία του άλλου και όχι απλά προς το σώμα του. («Είναι το ομιλούν σώμα, το οποίο δεν μπορεί να πετύχει να αναπαραχθεί παρά χάρη σε μια παρεξήγηση της απόλαυσής του και αναπαράγεται με το να αστοχεί στην απόλαυσή του, δηλαδή με το να γαμεί»). Για τον Λακάν το ερώτημα που διατυπώνεται εδώ είναι: τι θα πει τελικά ότι κανείς επιθυμεί την επιθυμία του άλλου; Ποιο είναι το αντικείμενο της επιθυμίας του Άλλου; Διερωτάται κανείς προτού κατορθώσει να υποκαταστήσει τον Άλλον με ένα συγκεκριμένο άλλο. Τι εν τέλει είναι αυτό που στον Άλλον λείπει; Κάτω από την ομπρέλα του θεμελιώδους αυτού ερωτήματος θα μας απασχολήσει η αντιδιαστολή με το νόμο, η μητρική και πατρική ανάληψη θέσεων στην πρωταρχική της μορφή, το τίμημα και η διέξοδος της απόλαυσης καθώς και οι ίδιες οι σεξουαλικές πρακτικές των διαστροφικών και νευρωσικών υποκειμένων όπως αυτά συντάχθηκαν μέσα στη σεξουαλική διαφορά που δεν είναι μια διαφορά μεταξύ τόσων άλλων, αλλά μια αδυναμία, μια αιτία δυσφορίας, ένα επισφαλές ερώτημα σε σχέση με το οποίο συγκροτείται το θέμα και ένα ζήτημα που μπορεί να έχει τη νευρωτική, διεστραμμένη ή ψυχωτική του λύση. Και κάπως έτσι θα παρατηρήσουμε πως ο διαστροφικός συναντά τη νευρωσική, σε ένα μείγμα τόλμης και ατολμίας, ενοχών και ριψοκίνδυνων παρορμήσεων, υποτιθέμενης γνώσης και αγνωσίας δημιουργώντας ένα ζεύγος ασύμμετρο και πως μέσα από την ποιότητα της σεξουαλικής σκηνοθεσίας και φαντασίωσης εκφράζει καθείς την δική του pere-version. H παρουσίαση θα αναπτυχθεί σε τρία σκέλη. Στο πρώτο θα αποδομηθεί ο κοινωνικός όρος της ανωμαλίας, στο δεύτερο θα υπάρξει αναφορά στη μοναδικότητα της ανθρώπινης επιθυμίας, στις σεξουαλικές φαντασιώσεις και πρακτικές και πώς αυτές διαμορφώνουν τις σεξουαλικές προτιμήσεις, ενώ στο τρίτο θα παρατεθεί η δομική διαφοροποίηση μεταξύ νεύρωσης και διαστροφής, καθώς και πώς τα υποκείμενα αναζητούν την επιθυμία.

153


154

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Swales S., Perversion: A Lacanian Psychoanalytic Approach to the Subject, NY: Routledge, 2012. Ντολτό Φρανσουάζ, Σεμινάριο ψυχανάλυσης παιδιών, τόμος Α, μτφ. Ε. Κουκή, ΗESTIA, 1989. [πρώτη έκδοση: Seminaire de psychanalyse d’enfants, Editions du Seuil, 1982] Freud Sigmund, Three Essays on the Theory of Sexuality, Se VII/ d.1905. Φρόυντ Σίγκμουντ, Εισαγωγή στην Ψυχανάλυση, μτφ: Λ. Αναγνώστου, Αθήνα: Eπίκουρος, 1996. Lacan Jacques, The seminar of Jacques Lacan/book xx / encore, trans. Cormac Gallagher, 1972-1973 Lacan Jacques, The seminar of Jacques Lacan VI Desire and its interpretation, trans. C. Gallagher, 1958-1959 Μπακιρτζόγλου Σάββας, Οι νευρώσεις μας: Από τη θεωρία στην κλινική πράξη, ΕΠΕΚΕΙΝΑ, 2014 . Islam Md. Shafiqul, Pedophilia: a Psychiatric Disorder or a Perverse Sexual Orientation? A Critical Study of Vladimir Nobokov’s Lolita, Global Journal of HUMAN-SOCIAL SCIENCE: Arts & Humanities, 2015. Feierman Jay R. ,Pedophilia: Biosocial Dimensions, NY: Springer-Verlag,1990. Žižek Slavoj, Lacan: The Silent Parents,London & NY: Verso, 2006. Rabaté Jean-Michel, The Cambridge Companion to Lacan, Cambridge: Cambridge Press, 2003.


Κοινωνικές Αναπαραστάσεις για τη Σχιζοφρένεια | Συμπόσια

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΑ

ΟΜΙΛΗΤΕΣ & ΟΜΙΛΗΤΡΙΕΣ ΑΘΗΝΑ ΓΕΩΡΓΑΡΑΚΗ, ΜΕΛΠΟΜΕΝΗ ΜΠΟΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΓΕΩΡΓΙΟΣ-ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΜΥΡΤΩ ΝΤΟΒΑ & ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΤΖΗΜΑΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ Η σχιζοφρένεια, αποτελεί ζήτημα μεγάλου θεωρητικού και κλινικού ενδιαφέροντος, τόσο για το χώρο της ψυχιατρικής, όσο και της ψυχολογίας, καθώς λόγω της ιδιαίτερης φύσης της εγκαλεί πληθώρα διαφορετικών προσεγγίσεων για την επεξεργασία της. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να εντοπίσει αν αυτές οι διαφοροποιήσεις επικρατούν ως κοινωνικές αναπαραστάσεις μεταξύ του φοιτητικού πληθυσμού ψυχολογίας και ιατρικής, καθώς και να αλιεύσει τις αντίστοιχες στάσεις απέναντι σε άτομα με διάγνωση σχιζοφρένειας. Οι αντιλήψεις γύρω από το θέμα κινούνται σε μεγάλο βαθμό γύρω από δύο άξονες. Ο ένας άξονας αντιλαμβάνεται περισσότερο τη σχιζοφρένεια με όρους ψυχοπαθολογίας, ως μια διαταραχή έντονης αποδιοργάνωσης, συνακόλουθα με το βιοϊατρικό μοντέλο που κυριαρχεί στους χώρους της ψυχιατρικής και της ψυχολογίας, κάτι που οι Deleuze και Guatari απεκάλεσαν «υλιστική ψυχιατρική». Αντίθετα, ο άλλος άξονας, συνδεδεμένος με την υπαρξιακή και την φαινομενολογική σχολή σκέψης, καθώς και τη θέση περί κοινωνικής κατασκευής της σχιζοφρένειας και της ψυχικής «ασθένειας» εν γένει, όπως προέκυψε από τις μελέτες του Foucault, προτάσσει τη θέση ενός διαφορετικού τρόπου ύπαρξης. Η παρούσα μελέτη είναι ποιοτική, βασιζόμενη στις αρχές της θεματικής ανάλυσης, κατά την οποία διεξήχθησαν δέκα ημι-δομημένες συνεντεύξεις σε φοιτήτριες και φοιτητές των τμημάτων ιατρικής και ψυχολογίας σε όλη την Ελλάδα. Η ποιοτική μέθοδος κρίθηκε καταλληλότερη λόγω της έμφασης στην ενικότητα της ανθρώπινης εμπειρίας. Σε μια ποσοτική έρευνα η υποκειμενική ανταπόκριση και ο αναστοχασμός των Υποκειμένων αντιμετωπίζεται με αδιαφορία καθώς οι συμμετέχοντες αντιμετωπίζονται ως όντα παθητικά, γεγονός που αυτόματα δημιουργεί ένα χειριστικό περιβάλλον μεταξύ ερευνητή και συμμετεχόντων. Αντίθετα, στην ποιοτική έρευνα το σημαντικότερο είναι ο πλούτος και το βάθος των ερευνητικών δεδομένων, οι επιμέρους προοπτικές των Υποκειμένων όπως αυτές αναδύονται από την ενεργή τους συμμετοχή στη διαδικασία. Η κατανόηση των υπό μελέτη συμβάντων, με βάση το ερμηνευτικό post factum μοντέλο, αλλά και η πλαισιωμένη κατανόηση και σύνθεση των φαινομένων με αφετηρία το λόγο των ίδιων των συμμετεχόντων, γίνεται με βάση το παράδειγμα ολότηταμέρος και όχι με αυτό του αιτίου-αιτιατού. Στο πλαίσιο αυτό οι έννοιες που αναδύονται είναι συνεχώς ανοικτές και υπό κατασκευή (προοπτική διυποκειμενική και διαλογική). Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων αναδύθηκαν τέσσερις βασικοί άξονες γύρω απ’ τους οποίους συγκεντρώθηκαν κυρίως οι διαφορές αλλά και ορισμένες ομοιότητες στις τοποθετήσεις των δύο ομάδων. Όσον αφορά στον ορισμό, τα αίτια και την αντιμετώπιση της σχιζοφρένειας, αναδείχθηκαν οι τάσεις της αποδοχής και υιοθέτησης των διαγνωστικών εγχειριδίων της «υλιστικής ψυχιατρικής», της κληρονομικότητας, της έννοιας της ψυχοπαθολογίας και της φαρμακευτικής θεραπευτικής προσέγγισης κυρίαρχα από τους φοιτητές ιατρικής, ενώ οι φοιτητές ψυχολογίας στάθηκαν περισσότερο στο φαινομενολογικό και υποκειμενικό

155


156

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας βίωμα των σχιζοφρενών, αποφεύγοντας να καταθέσουν στενούς ορισμούς και μοντέλα αντιμετώπισης της σχιζοφρένειας. Στο κομμάτι της διαπροσωπικής επαφής με άτομα με διάγνωση σχιζοφρένειας, οι φοιτητές ιατρικής εμφανίστηκαν πιο έτοιμοι να διακόψουν τη σχέση τους με έναν σχιζοφρενή από το περιβάλλον τους, επικαλούμενοι τα ειδικά συναισθηματικά και καθημερινά βάρη που επωμίζονται οι φροντιστές αυτών των ατόμων. Παράλληλα, επικαλούμενοι το βιοϊατρικό μοντέλο και τις θεωρίες περί κληρονομικότητας, κάποιοι ανέφεραν πως θα επεδίωκαν γονιδιακό έλεγχο των ίδιων, εάν το άτομο με διάγνωση σχιζοφρένειας ήταν συγγενικό τους πρόσωπο. Αναφορικά με τη σχέση της σχιζοφρένειας με την επικινδυνότητα βρέθηκε πως τέσσερις στους πέντε φοιτητές ιατρικής υποστηρίζουν πως υπάρχει απόλυτος συσχετισμός, εντοπίζοντας πως η σχιζοφρένεια είναι ισχυρός προβλεπτικός παράγοντας για τη διάπραξη κάποιου εγκλήματος, αφού η τρέλα, όπως περιέγραψε ο Foucault, ως διαφορετικότητα, συνταυτίζεται με την απειλή. Αντίθετα οι φοιτητές ψυχολογίας απέρριψαν καθολικά αυτή τη σύνδεση, υποστηρίζοντας πως η επικινδυνότητα συνιστά έναν αρχέγονο μύθο της ψυχιατρικής που συνήθως ταυτίζεται με την παραβίαση των επιβαλλόμενων ορίων της κυρίαρχης κανονικότητας. Τέλος, ως προς τη κοινωνική διάσταση της σχιζοφρένειας ευρύτερα, υπάρχει μεγάλη συμφωνία μεταξύ των δύο φοιτητικών πληθυσμών, ψυχολογίας και ιατρικής, σχετικά με τις συνθήκες κοινωνικού αποκλεισμού που βιώνουν τα υποκείμενα που διαγιγνώσκονται με σχιζοφρένεια, αποκλειόμενα, σύμφωνα με τον Cooper, λόγω της ποινικοποίησης του ασυνήθιστου από το κοινωνικό σύνολο. Στο ίδιο μήκος κύματος με τις αναλύσεις των Basaglia, Guatari, Μεγαλοοικονόμου και Μπαϊρακτάρη, αναφέρθηκε σχεδόν καθολικά πως οδηγεί αναπόφευκτα στο στιγματισμό τους, που αποτελεί μια διεργασία μέσω της οποίας το άτομο ταυτιζόμενο μ’ ένα κοινωνικά ανεπιθύμητο χαρακτηριστικό, ενώ, όπως αναφέρει ο Agamben, χάνει την οποιαδήποτε κοινωνική του υπόσταση και διαφοροποιείται από την υπόλοιπη κοινωνία, βρισκόμενο σε μια διαρκή κατάσταση εξαίρεσης και αποκλεισμού. Τα ευρήματα συνολικά έδειξαν πως στο χώρο της ιατρικής κυριαρχεί το βιοϊατρικό μοντέλο και μία σαφής απόδοση συσχέτισης μεταξύ σχιζοφρένειας και επικινδυνότητας, ενώ στο χώρο της ψυχολογίας υιοθετούνται ψυχογενείς προσεγγίσεις, που αποδομούν την παραπάνω συσχέτιση. Κοινός τόπος υπήρξε γενικά η καθολική αναγνώριση του στίγματος που φέρουν τα διαγνωσμένα Υποκείμενα, ωστόσο, πιο ειδικά, οι αναφορές για αποστιγματισμό έγιναν ορμώμενες από διαφορετικές παραδοχές.


Κοινωνικές Αναπαραστάσεις για τη Σχιζοφρένεια | Συμπόσια ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Abric Jean-Claude, Représentations Sociales et Pratique, Paris: PUF, 1994. Agaben Giorgio, Homo Sacer, μτφ. Π.Τσιαμούρας, Αθήνα: Scripta, 2005 Basaglia Franco, Εναλλακτική ψυχιατρική, μτφ. Γ. Αστρινάκης, Αθήνα: Καστανιώτης, 2008 Basaglia Franco, Οι θεσμοί της βίας και άλλα κείμενα, Αθήνα: Βιβλιοτεχνία, 2008 Bennett Paul, Κλινική Ψυχολογία και Ψυχοπαθολογία (2006), μτφ. Λ. Κονσουλίδου, Αθήνα: Πεδίο, 2010 Bilder, R.M., Goldman, R.S., Volavka, J., Czobor, P., Hoptman, M., Sheitman, B., et al., «Neurocognitive effects of clozapine, olanzapine, risperidone and haloperidol in patients with chronic schizophrenia or shizoaffective disorder» (2002), American Journal of Psychiatry, 159, 1018-1028. Braun, V., Clarke, V., «Using thematic analysis in psychology» (2006), Qualitative research in psychology, 3(2), 77-101 Breedlove, S.M., Rosenzweig M.R., Watson, N.V., Βιολογική Ψυχολογία. Εισαγωγή στην Συμπεριφορική και Γνωσιακή Νευροεπιστήμη (2005), μτφ. Χ. Αηβαλιώτη, Α Ανωγειανάκη, Γ.Κουτσοβίτης, Γ.Κρομμύδας, Δ. Χαρβάτης, Aθήνα: Επιστημονικές Εκδόσεις Παρισιανού Α.Ε., 2011 Γεωργάκα Ευγενία, «Κινήματα αυτοβοήθειας ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία. Χαρακτηριστικά, αρχές και πρακτικές» (2016), στο Τα Τετράδια Ψυχιατρικής, τεύχος 3, σ. 43-54, Αθήνα: Τα Τετράδια Ψυχιατρικής. Cardno, A. G., & Gottesman, I. I., «Twin studies of schizophrenia: from bow and arrow concordances to star wars Mx and functional genomics» (2000), American Journal of Medical Genetics Part A, 97(1), 12-17. Deleuze Gilles, Guattari Fellix, Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια, μτφ. Β. Πατσογιάννης, Αθήνα: Πλέθρον, 1981 Foucault Michel, Η ιστορία της τρέλας (1961), μτφ. Φ. Αμπατζοπούλου, Αθήνα: Ηριδανός, 2004 Ganguly, K. K., Chadda, R. K., & Singh, T. B., «Caregiver burden and coping in schizophrenia and bipolar disorder: a qualitative study» (2010), American Journal of Psychiatric Rehabilitation, 13(2), 126-142. Gilbert, D.T., Schacter, D.L., & Wegner, D.M., Ψυχολογία (2009), μτφ. Ε. Κοππάση, Αθήνα: Gutenberg, 2012 Goffman Erving, Stigma: Notes on a spoiled identity, London: Penguin, 1963. Gottesman, I.I., Schizophrenia genesis: The origins of madness, New York: Freeman, 1991. Ίσαρη Φιλία, Πουρκός Μάριος, Ποιοτική μεθοδολογία έρευνας. Αθήνα: Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών, 2015. Διαθέσιμο στο: http://hdl.handle.net/11419/5826 Johnson, E. D., «Differences among families coping with serious mental illness: A qualitative analysis» (2000), American journal of orthopsychiatry, 70(1), 126. Κανελλοπούλου Bασιλική, Η λειτουργία του πατέρα, Αθήνα: μονογραφία, 1992. Καρατζαφέρης Λυκούργος, «Δημιουργώντας κοινότητες φωνών Αναπτύσσοντας κοινότητες ανάρρωσης» (2016), στο Τα Τεράδια Ψυχιατρικής, τεύχος 3, σ. 67-75 2016, Αθήνα: Τα Τετράδια Ψυχιατρικής. Kety, S., Rosenthal, D., Wender, P.H., Schulsinger, F., et al, «Mental illness in the biological and adoptive families of adopted individuals who have become schizophrenic. A preliminary report based on psychiatric interviews» (1975), In R. R. Fieve, D. Rosenthal, and H. Brills (Eds.), Genetic research in psychiatry. Baltimore: John Hopkins Univeristy Kety, S.S., Wender, P.H., Jacobsen, B., Ingraham, L.J., et al., «Mental illness in the biological and adoptive relatives of schizophrenic adoptees. Replication of the Copenhagen Study in the rest of Denmark» (1994), Archives of General Psychiatry, 51, 442- 455. Λέκκα Βασιλική, Ιστορία και Θεωρία της Ψυχιατρικής. Από τον Ιπποκράτη μέχρι το κίνημα τηςaντιψυχιατρικής και τον Michel Foucault, Αθήνα: Futura, 2012. Laing, A., R.D. Laing, A life, London: Harper Collins, 1997. Laing, R.D, The divided self: An existential study in sanity and madness, Oxford, UK: Penguin, 1965. Lehman, A.F., Steinwachs, D., & the co-investigators of the PORT Project, «Transplanting research into practice: The Schizophrenia Patient Outcomes Research (PORT) treatment recommendations»

157


158

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας (1998), Schizophrenia Bulletin, 24, 1-10. Lorenzi Cioldi, F., & Clémence, A., Group processes and the construction of social representations (pp. 311-333), Blackwell Publishers Ltd, 2001. Μάτσα Κατερίνα, «Η σχέση κλινικής πράξης και πολιτικής της χειραφέτησης μέσα στον ψυχιατρικό θεσμό από την σκοπιά του Félix Guattari. H εμπειρία του 18 Άνω» (2015), στο Τα Τετράδια Ψυχιατρικής, τεύχος 1, σ. 54, Αθήνα: Τα Τετράδια Ψυχιατρικής. Μεγαλοοικονόμου Θεόδωρος, «Για μια εναλλακτική ενάντια στην ίδρυση Δικαστικού Ψυχιατρείου» (2015), στο Τα τετράδια ψυχιατρικής, τεύχος 1, σ. 34-35, Αθήνα: Τα Τετράδια Ψυχιατρικής. Μεγαλοοικονόμου Θεόδωρος, Λέρος, Αθήνα: Εκδόσεις Άγρα, 2016. Μπαϊρακτάρης Κωνσταντίνος, «Το σκάνδαλο και η τραγωδία της ελληνικής ψυχιατρικής μεταρρύθμισης» (2015), στο Τετράδια Ψυχιατρικής, τεύχος 1, σ. 54, Αθήνα: Τα Τετράδια Ψυχιατρικής. Μπαϊρακτάρης Κωνσταντίνος, Εισαγωγή Στο Θ. Μεγαλοοικονόμου, Λέρος, σ. 9-21, Αθήνα: Εκδόσεις Άγρα, 2016. Modestin, J., & Ammann, R., «Mental disorder and criminality: Male schizophrenia» (1996), Schizophrenia Bulletin, 22(1), 69-82. Moscovici S., «Notes towards a description of Social Representations» (1988), European Journal of Social Representations, vol. 18, 211-250. doi: 10.1002/ejsp.2420180303 Neil Martin, G., Νευροψυχολογία εγκέφαλος και συμπεριφορά, Αθήνα: Έλλην, 2011. Ποινικός Κώδικας, Σύγχρονη νομοθεσία 3, Θεσσαλονίκη: Σάκκουλα, 2011. Patton Michael, Qualitative evaluation and research methods, London: Sage, 1990. Patton Michael Quinn, Qualitative research and evaluation methods (3rd ed.), Thousand Oaks: Sage Publications, 2002. Parekh, R. (2017). What is Schizophrenia? Ανακτήθηκε από https://www.psychiatry.org/ Szasz, T.S., Laing, R.D, Δύο δοκίμια για την ψυχιατρική καταπίεση, μτφ. Α. Παπαθανασοπούλου, Αθήνα: Ελεύθερος Τύπος, 1980. Sforza Tarabochia, A., Psychiatry, Subjectivity, Community. Franco Basaglia and Biopolitics (Vol. 15), Bern: Peter Lang, 2013. Willig Carla, Ποιοτικές μέθοδοι έρευνας στην Ψυχολογία. Εισαγωγή, Αθήνα: GUTENBERG, 2015. Χριστοπούλου Άννα, Εισαγωγή στην ψυχοπαθολογία του ενήλικα, Αθήνα: Τόπος, 2008.


Κοινωνικές Αναπαραστάσεις για τη Σχιζοφρένεια | Συμπόσια

ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΟΝΟ-ΛΟΓΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΣΤΟ ΔΙΑ-ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΜΕΛΠΟΜΕΝΗ ΜΠΟΤΟΠΟΥΛΟΥ Τμήμα Ψυχολογίας, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η σχιζοφρένεια αποτελεί μία από τις πιο αμφιλεγόμενες ψυχικές πραγματικότητες, η οποία έχει τραβήξει έντονα το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης καθώς εμπεριέχει στοιχεία που δύσκολα άπτονται και οριοθετούνται από το φράγμα της επιστημονικής γνώσης. Το βασικό δίπολο στο οποίο κυμαίνονται οι αντιλήψεις γύρω από το θέμα, περιγράφει απ’ τη μία, τη σχιζοφρένεια με όρους ψυχοπαθολογίας, ως μια διαταραχή έντονης αποδιοργάνωσης και εξαθλίωσης, σύμφωνα με τις επιταγές της «υλιστικής ψυχιατρικής», όπως την ονόμασαν o Deleuze και ο Guattari, ενώ απ’ την άλλη, συναντάμε εκείνους που αποποιούνται το κριτήριο της κανονικότητας, για να αναφερθούν στη σχιζοφρένεια ως έναν απλώς δομικά διαφορετικό τρόπο ύπαρξης, με αφόρμηση από τη φαινομενολογία και την υπαρξιακή φιλοσοφία αλλά και τις μετέπειτα ιστορικές μελέτες του Foucault. Αυτή η δυσκολία ακριβούς ορισμού της σχιζοφρένειας φέρνει κλινικούς και ερευνητές αντιμέτωπους με σημαντικά προβλήματα, σχετικά με την αιτιολόγηση και την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων, ενώ παράλληλα θέτει ερωτήματα, αφενός για το αν υπάρχει όντως αυτό που ονομάζεται σχιζοφρένεια ή κατά πόσο αποτελεί κοινωνική κατασκευή και αφετέρου, για το πώς και με ποιο σκοπό ορίζεται από τα διάφορα διαγνωστικά εργαλεία. Το θέμα της παρούσας εργασίας θεμελιώνεται, λοιπόν, πάνω σε σύγχρονους προβληματισμούς που αφορούν εκ πρώτης όψεως το χώρο της ψυχολογίας και της ψυχιατρικής σε σχέση με τη σχιζοφρένεια. Ανάγεται, ωστόσο, πολύ περισσότερο, σ’ ένα ζήτημα ολότελα κοινωνικό, σε μια επανεξέταση των σχέσεων του ατόμου με τη διαφορετικότητα και εν τέλει της γνώσης με την εξουσία, σε μια εποχή όπου εκείνο που αποτελεί πρόβλημα δεν είναι η ταυτότητα μιας κοινωνίας αλλά τα όριά της.

159


160

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Κοινωνικές Αναπαραστάσεις για τη Σχιζοφρένεια | Συμπόσια

Η ΔΙΑΡΡΗΞΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΣΧΕΣΗΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ-ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Τμήμα Ψυχολογίας, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ένα μεγάλο κομμάτι του βιώματος και της εμπειρίας του να είναι κάποιος ή κάποια σχιζοφρενής, αποτελεί ο τρόπος που αναλώνεται μέσα στο πεδίο των κοινωνικών του σχέσεων. Η τρέλα, όπως ονομάστηκε η διαφορετικότητα του ίδιου του τρόπου που ένα υποκείμενο υπάρχει, σχηματοποιήθηκε ως μια συμπαγής ταυτότητα, που, στα μάτια της κοινωνίας, διαπερνά και ορίζει κάθε πτυχή της ύπαρξης ενός ανθρώπου. Η «παράλογη» και «αποδιοργανωμένη» φύση της επιβάλλει μια ανημποριά στο υποκείμενο – έρμαιο της ασθένειάς του, που τη στιγμή της διάγνωσης σταματά να υπάρχει, σταματά να βιώνει, απλά βρίσκεται, ανάμεσα στους υγιείς και λειτουργικούς, απογυμνωμένο από τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του. Θιασώτες αυτής της εξαίρεσης, για τον Agamben, και ενορχηστρωτές μια ιδιάζουσας θανατοπολιτικής απέναντι στους τρελούς, υπήρξαν ιστορικά οι θεμελιωτές μιας βιοϊατρικής προσέγγισης στη ψυχολογία και ψυχιατρική. Τη κατάρρευση της ψυχανάλυσης ακολούθησε ένας άκρατος ντετερμινισμός γύρω από το ζήτημα του ανθρώπου, που απώλεσε όλα τα δημιουργικά του χαρακτηριστικά και απέμεινε να ορίζεται ως το πέρας της ύλης του. Οι νευροδιαβιβαστές αντικατέστησαν τα ονοματεπώνυμα, οι άνθρωποι έγιναν νούμερα σε ένα κομμάτι χαρτί, που πολλές φορές χανόταν στη θάλασσα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού προς την εξορία της Λέρου. Οι οικογένειες παρατούσαν τους τρελούς συγγενείς στα άσυλα και απέκρυπταν την ίδια τους την ύπαρξη από τη γειτονιά, για να μην ντροπιάζονται. Κι αν σήμερα είμαστε πιο ανθρωπιστές, ζητάμε απλά να εξεταστούμε οι ίδιοι όταν διαγιγνώσκεται ο συγγενής μας με σχιζοφρένεια, να διασφαλίσουμε πως είμαστε υγιείς, πως αυτή η κατάρα δεν ακολούθησε κι εμάς. Ο Μεγαλοοικονόμου έγραψε πως κανένα υποκείμενο δεν ασθενεί παθητικά, αλλά βιώνει, έχοντας την ευθύνη της διαχείρισης των συμπτωμάτων του, του ελέγχου του εαυτού του και της συμπεριφοράς του. Ίσως, στην πραγματικότητα, η κοινωνία να ασθενεί παθητικά, αποφεύγοντας να αναλάβει την ευθύνη αυτών των ανθρώπων, δαιμονοποιώντας τους, εξοστρακίζοντάς τους. Η ελευθερία όμως είναι θεραπευτική είπε ο Basaglia, σπάζοντας τις αλυσίδες των παραφρόνων. Είμαστε όλοι τρελοί, μέχρι να γίνουμε όλοι ελεύθεροι.

161


162

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Κοινωνικές Αναπαραστάσεις για τη Σχιζοφρένεια | Συμπόσια

Η ΣΧΕΣΗ ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΗΤΑΣ Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ «ΑΚΑΤΑΛΟΓΙΣΤΟΥ» ΑΘΗΝΑ ΓΕΩΡΓΑΡΑΚΗ Τμήμα Ψυχολογίας, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η επιστήμη-γνώση διαχέεται με τέτοιον τρόπο στο κοινωνικό σώμα, ώστε έννοιες όπως η επικινδυνότητα και η κανονικότητα να εσωτερικεύονται και να νοηματοδοτούνται με συγκεκριμένο περιεχόμενο. Η έννοια της επικινδυνότητας, λοιπόν, η οποία εξετάζεται στην παρούσα ερευνητική εργασία συναρτώμενη με αυτό που καλείται στη κυρίαρχη ψυχιατρική και ψυχολογία ως σχιζοφρένεια, ταυτίζεται με την παραβίαση των επιβαλλόμενων ορίων της κυρίαρχης κανονικότητας, προσδιοριζόμενη από τους ψυχιατρικούς και δικαστικούς θεσμούς οι οποίοι ρυθμίζουν τα εκάστοτε κομβικά σημεία της κοινωνικής επικοινωνίας και καθορίζουν το «κανονικό» και το «μη κανονικό», το «φυσιολογικό» και το «παθολογικό». Η τρέλα, βιωμένη σαν παραλογισμός, σαν κενή αρνητικότητα της λογικής, όπως αναφέρει ο Φουκώ, συνυφαίνεται με τη διαφορετικότητα εκλαμβανόμενη ως απειλή. Μέσα από την αφήγηση του «ακαταλόγιστου» και άρα «επικίνδυνου» ασθενούς, το Υποκείμενο αναπαρίσταται ως αντιπροσωπευτική φιγούρα της α-κοινωνικότητας και τελικά αντικειμενικοποιείται. Το κοινωνικό ανάγεται στο ατομικό και αυτό με τη σειρά του στο βιολογικό την ίδια στιγμή που συντελείται μία αναδρομική κατασκευή της ταυτότητας. Με άλλα λόγια, τα ιστορικά στοιχεία της ζωής του Υποκειμένου και η προσωπικότητά του συλλέγονται επιλεκτικά και ερμηνεύονται αναδρομικά έτσι ώστε αυτό να ενταχθεί στις κατηγοριοποιήσεις του επιστημονικού λόγου για τη ψυχική ασθένεια. Πίσω από τη ταμπέλα του τρελού, εκεί που η παραβίαση γίνεται κανόνας ως μία διαρκής «κατάσταση εξαίρεσης», κατά τον G. Agamben, τοποθετούνται σώματα απογυμνωμένα από κάθε δικαίωμα. Η ιστορία του ανθρώπου, ωστόσο, είναι ένα διαρκές γίγνεσθαι και είτε της αποδίδεται το στίγμα της τρέλας, του παράλογου και του επικίνδυνου, είτε όχι, συνιστά όχημα επανιδιοποίησης και αυτονομίας του εαυτού.

163


164

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Κοινωνικές Αναπαραστάσεις για τη Σχιζοφρένεια | Συμπόσια

ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΣΤΟ ΣΤΙΓΜΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΦΑΝΕΙΑ ΜΙΑ «ΑΝΑΓΚΑΙΑ» ΕΠΙΛΟΓΗ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΓΙΓΝΕΣΘΑΙ ΜΥΡΤΩ ΝΤΟΒΑ Τμήμα Ψυχολογίας, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ο κοινωνικός αποκλεισμός που βιώνουν τα υποκείμενα που διαγιγνώσκονται με σχιζοφρένεια οδηγεί αναπόφευκτα τόσο στην απώλεια της κοινωνικής τους υπόστασης, όσο και στην ανάγκη μιας θυσίας, αυτής της προσωπικής τους αλήθειας, στο βωμό μιας αυθαίρετης κοινωνικής «κανονικότητας». Η εξαίρεσή τους από το υπόλοιπο κοινωνικό σώμα και η σύμφωνα με τον Cooper (1974) ποινικοποίηση του «ασυνήθιστου», επισφραγίζεται αρχικά από την απαξίωση των κοινωνικών φορέων, καταλήγοντας στη τελική εξουδετέρωσή τους μέσω του στιγματισμού τους. Επιπλέον, η σταδιακή κατάργηση του δημόσιου χαρακτήρα της ψυχικής υγείας, η απουσία επαρκών κοινοτικών δομών, καθώς και το βίαιο κλείσιμο των ήδη υπαρχουσών σε συνδυασμό με την οποιαδήποτε έλλειψη κρατικής μέριμνας, παραπέμπει σ’ ένα χειρότερο «εκμοντερνισμό μιας απαρχαιωμένης μορφής διαχείρισης», όπως περιέγραψε ο Franco Basaglia, στο πλαίσιο της λογικής κοινωνικού ελέγχου και επιβολής κυρώσεων που παραμένει. Στο πλαίσιο αυτό, επιχειρείται να καταδειχθεί η ιστορικά θεμελιωμένη λειτουργία της επίσημης ψυχιατρικής ως αυτή του τοποτηρητή για την οριοθέτηση και τον εξοβελισμό του «Μη Λόγου» και του Υποκειμένου που τον αρθρώνει, πάντοτε εξ’ ονόματος μιας «γνώσης». Μιας «γνώσης» που εφαρμόζεται αμείλικτα όχι μόνο πάνω σε πράξεις, αλλά εν τέλει και σε άτομα, μέσα σε τόπους απόλυτου και πολλαπλού ελέγχου. Μιας «γνώσης» μετέωρης ανάμεσα στην ίαση και τον εγκλεισμό, με τον δεύτερο όρο να κυριαρχεί θριαμβευτικά έναντι του πρώτου.

165


166

2ο Πανελλήνιο Προπτυχιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας


Κοινωνικές Αναπαραστάσεις για τη Σχιζοφρένεια | Συμπόσια

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΠΟΥΣ ΕΞΑΙΡΕΣΗΣ

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΤΖΗΜΑΣ Τμήμα Ψυχολογίας, ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παρούσα έρευνα αναδεικνύεται πως αυτό που ονομάζεται σχιζοφρένεια, αποτελεί μια ακόμη διαιρετική τομή που εμβαθύνει τη ριζική ετερότητα, μια συνθήκη που απομακρύνει το Υποκείμενο και τη κοινωνική του συγκρότηση απ’ το πεδίο της αυτονομίας. Οι έννοιες του φυσιολογικού και του μη κανονικού διαιρούν τη κοινωνία με τρόπο καταναγκαστικό και με συνέπειες δραματικές για το Υποκείμενο. Η εντασσόμενη προσπάθεια ομοιογενοποίησης της διαφορετικότητας τρέφει το αίσθημα του αφόρητου, αποστραγγίζει τον πλούτο του κοινωνικού βιώματος και διαθέτει τους πόρους για μια νέα θανατοπολιτική. Η ζωή των ανθρώπων με διάγνωση σχιζοφρένειας απογυμνώνεται, καθώς υιοθετείται, όπως αναφέρει ο G. Agamben, μια διαδικασία συμπερίληψης δια του αποκλεισμού, ενώ ο δεύτερος αποσυνδέεται από τη κατάσταση εξαίρεσης τείνοντας να γίνει ο κανόνας. Κάπως έτσι τα ψυχιατρεία διαμορφώνονται κατά τον Κ. Μπαϊρακτάρη σε τόπους κοινωνικής ευθανασίας και οι εφαρμοζόμενες τεχνολογίες εξουσίας κατά τον M. Foucault, οδηγούν σε μια πειθαρχική κοινωνία. Η ιατρική, λοιπόν, ως ένας απ’ τους εξουσιαστικούς μηχανισμούς της βιοπολιτικής και της βιοεξουσίας, σμιλεύει το σώμα ως ένα πεδίο εφαρμογής της μικροφυσικής της εξουσίας. Ωστόσο, πώς μεταβαίνουμε από μια παθητική λογική παραχώρησης και κατοχής δικαιωμάτων σε μια ενεργητική κατάσταση άσκησής τους; Ποια είναι τελικά η σχέση του Υποκειμένου με ένα κοινωνικό δεσμό που το εξορίζει σε μια οριακή θέση, σε μια γκρίζα ζώνη μεταξύ του εντός και του εκτός; Σε ποια σημεία διαρθρώνονται το ατομικό με το συλλογικό τραύμα ή μήπως είναι εσφαλμένη αυτή η αφετηριακή διαίρεση, απ’ τη στιγμή που η μοίρα του Υποκειμένου είναι τόσο στενά δεμένη με αυτή της κοινωνίας;

167



ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 15.12 10.30 ΕΝΑΡΞΗ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ - ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ 11.00 ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ Ι Αμφιθέατρο De Chirico

ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΣ ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΣ & ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ Αμφιθέατρο Βιβλιοθήκης

Πάνος Κουτούλιας [Συντονισμός]

Γιώργος Μαντικός [Συντονισμός]

Στέλλα Πανοπούλου Orlando, Μια Βιογραφία, Μια μεταφιλοσοφική προσέγγιση: Η θέαση του χρόνου στο έργο της Virginia Woolf μέσα από τη φιλοσοφία του Henri Bergson

Χριστίνα Δεληγιώργη Το αίτημα της καθολικότητας της Φιλοσοφικής Ερμηνευτικής. Κριτική της προσέγγισης του Hans-George Gadamer

Βαρβάρα-Ελένη (Βαλένα) Παπαδοπούλου Ο φιλοσοφικός υπαρξισμός στο θέατρο. Μια απόπειρα διερεύνησης μέσα από τα θεατρικά έργα των Σαρτρ και Καμύ

Αστέριος Γκίρμπας Αυτός που θέλει να κατανοήσει: σκέψεις πάνω στην ανοικτότητα του Hans-Georg Gadamer επ’ αφορμή του κλειστού νιτσεϊκού ορίζοντα

Ιωάννα Χατζηγιαννάκη Η έννοια της «αγωνίας» στον Heidegger, ως θεωρητικό εργαλείο για την εξέταση του καφκικού έργου «Η Δίκη». Η κριτική του Benjamin

Νικόλ Σαρλά Η Ψυχολογία του Hegel

Ιωάννης Δ. Σκουρής Η καντιανή φιλοσοφία του υψηλού ως καθοριστικός παράγων διαμόρφωσης της ποιητικής ιδέας και πράξης του Διονυσίου Σολωμού. Η πραγμάτωση της θεωρίας στο ποίημα Κρητικός

Μαρία Αθανασία Μπιτσαρά Η έννοια της «επιθυμίας» στην ερμηνεία της Φαινομενολογίας του Πνεύματος από τον Alexandre Kojéve

13.00 ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ - ΚΑΦΕΣ

13.30 ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΑ Αμφιθέατρο Βιβλιοθήκης Μάρα Κτενά [Συντονισμός] Μελπομένη Μποτοπούλου Από τον μονό-Λογο της Επιστήμης, στο διά-λογο του Υποκειμένου Γεώργιος-Νικόλαος Νικολακόπουλος Η διάρρηξη της κοινωνικής σχέσης με τους σχιζοφρενείς Αθηνά Γεωργαράκη Η σχέση σχιζοφρένειας και επικινδυνότητας, η έννοια του “ακαταλόγιστου” Μυρτώ Ντόβα Από την διάγνωση στο στίγμα και την κοινωνική αφάνεια: Μια ‘’αναγκαία’’ επιλογή στα πλαίσια του σημερινού κοινωνικού γίγνεσθαι Αλέξανδρος Τζήμας Διαδρομές χειραφέτησης απ’ τους τόπους της εξαίρεσης

15.30 ΜΕΣΗΜΕΡΙΑΝΟ ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 15.12 17.00 ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΕΧΝΗΣ ΙΙ Αμφιθέατρο De Chirico

ΦΥΛΟ & ΦΥΛΗ Αμφιθέατρο Βιβλιοθήκης

Μυρτώ Ταπεινού [Συντονισμός]

Στέλλα Πανοπούλου [Συντονισμός]

Αφροδίτη Γιάννη Maurice Merleau Ponty - Paul Cézanne: Ένας διάλογος μεταξύ Φιλοσοφίας και Τέχνης

Βασιλική Πολυκάρπου Το φύλο ως μεθοδολογικό εργαλείο στη Γνωσιολογία και τη Μεταφυσική

Μαίρη Βογιατζάκη Η Εγκατάσταση και η Εννοιολογική Τέχνη στο έργο των Ping και Πανταζοπούλου

Αναστασία Μαρτίνου Η κατασκευή της ατομικής βόμβας μέσα από τις φεμινιστικές επιστημολογίες των Carol Cohn και Evelyn Fox Keller

Μαργαρίτα Βογιατζή & Αντώνιος Σαρρής Ιματίασις, ή η επώδυνη αναζήτηση του “ιδανικού” σώματος

Στεφανία Στούρη Η κουλτούρα του βιασμού και η συμβολική του σημασία: το γυναικείο σώμα και η συγκρότηση έμφυλων ταυτοτήτων

Πάνος Κουτούλιας Φιλοσοφικές όψεις στο έργο του Marcel Duchamp

Κωνσταντίνος Κανδηλώρος Η δίνη του Μαύρου Ατλαντικού Παναφρικανισμός, Αφροφουτουρισμός και μετά-αποικιακή κριτική

19.00 ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ - ΚΑΦΕΣ

19.30 ΑΝΑΛΗΨΗ ΦΥΛΟΥ Αμφιθέατρο De Chirico Αθηνά Γεωργαράκη [Συντονισμός] Κωνσταντίνα Ποτέα & Αναστασία Ριζά Η ανάληψη του φύλου μέσα από το μύθο του Προπατορικού αμαρτήματος Βάλια Μαρκοπούλου Φεμινισμός και Δομική Ψυχανάλυση: Ζητήματα Φύλου Μάρα Κτενά Τύποι ανάληψης φύλου και γυναικεία σεξουαλικότητα Αγγελική Καραμάνου Η pere version των σεξουαλικών φαντασιώσεων - Όταν ο διαστροφικός συνάντησε τη νευρωσική

21.30 ΛΗΞΗ ΗΜΕΡΑΣ


ΣΑΒΒΑΤΟ 16.12 10.00 ΚΟΙΝΩΝΙΑ / ΕΑΥΤΟΣ Αμφιθέατρο De Chirico

ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ & ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ Αμφιθέατρο Βιβλιοθήκης

Δήμητρα Κορομηλά [Συντονισμός]

Μαριλίνα Σμυρνάκη [Συντονισμός]

Ειρήνη Ψαρρού Αθήνα-Μιλάνο μετ’ επιστροφής. Το ταξίδι ως μέσο αστικής αυτογνωσίας

Δημήτρης Τσιοκάνης Η έννοια της δύναμης στo Θ από τα Μετά τα Φυσικά του Αριστοτέλη

Ηλέκτρα Κατσίκη Ποιος είσαι όταν δεν κοιτάει κανείς: Η Δραματουργική Κοινωνιολογία, ο εαυτός και η σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα

Παναγιώτης Ταγκαλάκης Ο σκεπτικισμός του Hume στο Treatise

Γιάννης Αποστολόπουλος Απώλεια Μνήμης: (απ-)Εδαφικοποιήσεις Μνήμης στη Σύγχρονη Εποχή

Δημήτριος-Παρασκευάς Γερακίνης Το κρυστάλλινο ποτήρι του Hume. Το πρόβλημα της επαγωγής και η απάντηση του Popper

Ιωάννα Καραδημητρίου & Ιουλία Λεβεντοπούλου Ιδιωτικές οριο-θετήσεις, από την αντίθεση στην τοπολογία

Στέλλα Μπιζάνη Leibniz: Νόμοι και Δυνάμεις

Παναγιώτα Λιαπίκου Το τρολάρισμα ως τακτική επικοινωνίας και μέσο εκφροράς διαφωνιών

Σπύρος Γαλάτης Αιτιακή παρεμβατική θεωρία

12.30 ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ - ΚΑΦΕΣ

13.00 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Ι Αμφιθέατρο De Chirico

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ & ΕΠΙΣΤΗΜΗ Αμφιθέατρο Βιβλιοθήκης

Βασιλική Πολυκάρπου [Συντονισμός]

Σπύρος Γαλάτης [Συντονισμός]

Διονύσιος Δεληγιάννης Τα κριτήρια της φυσιοκρατικής οπτικής του Thomas Hobbes

Μαρίνα Καραδημητρίου Η μετανάστευση και η δράση των Λογικών Εμπειριστών μετά την εγκατάστασή τους στις ΗΠΑ

Βασίλης Σαζακλίδης Προς μια πολιτική αντίληψη του οίκτου: το παράδειγμα της Ελένης στις Τρωάδες του Σενέκα

Γιώργος Μιχαηλίδης To ασυνεχές και το συνεχές στον G. Bachelard

Θανάσης Χατζηλίας Η ερμηνεία της έννοιας της ελευθερίας στην Λοκιανή και την Μαρξική σκέψη

Ειρήνη Μανδοπούλου & Βασίλης Ροκάι Οντολογικές Προσεγγίσεις της Κβαντομηχανικής: Θεωρίες Κρυμμένων Μεταβλητών

Παναγιώτα Ναυροζόγλου Η νομιμοποίηση της δημοκρατίας

Κυριάκος Μπαξεβάνης Αξιωματική κβαντική θεωρία πεδίου: Από τα αξιώματα στη φαινομενολογία

Ειρήνη Καρώνη Γιατί ο Σωκράτης έπρεπε να πεθάνει

Κωνσταντίνος Αβράμης H φιλοσοφική μέθοδος

15.30 ΜΕΣΗΜΕΡΙΑΝΟ ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ


ΣΑΒΒΑΤΟ 16.12 16.30 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΙΙ Αμφιθέατρο De Chirico

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΝΟΥ & ΓΛΩΣΣΑΣ Αμφιθέατρο Βιβλιοθήκης

Ειρήνη Καρώνη [Συντονισμός]

Αλέξιος Μπρεγιέ-Σταματιάδης [Συντονισμός]

Μαρία Τσιμάρα Πολιτική ανυπακοή και προσεγγίσεις για τη σχέση φυσικού και θετικού δικαίου

Μύρων Αριστοτέλης Βουράκης Είναι ο άνθρωπος μηχανή; (Απόπειρα επαναδιατύπωσης του ερωτήματος)

Σωκράτης Μεργιανός Φυσικό και θετικό δίκαιο: Μια ιδιαίτερη σχέση. Προσδιορισμός και προβληματισμός με βάση την περί δικαίου θεωρία του Καντ

Μάνος Πλίτσης & Βασίλης Δάσσιος Διασώζοντας το νόημα: Οι συνέπειες της επίθεσης του Quine στην αναλυτικότητα

Γιάννης Σκορδάς Εξετάζοντας το ρόλο της εμπιστοσύνης στην οικονομική ευημερία ως κοινωνική αξία υπό το πρίσμα του Αριστοτέλη και του Αμάρτυα Σεν

Αντώνης Καρίτζης, & Παραδείσιος-Αλεξανδρος Μπουλάκης Ξεπερνώντας τη ψυχολογία του κοινού νου: εξαλειπτικός υλισμός

Ιάσων Κουτούφαρης-Μαλανδρίνος Οι φιλοσοφικές προϋποθέσεις της ανάλυσης κοσμοσυστημάτων

Φαίδων Γιαλής Η φυσιολογία των νοητικών εικόνων στο “The strategic game of ? and of ?”

18.30 ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ - ΚΑΦΕΣ

19.00 ΕΝΝΟΙΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ Αμφιθέατρο De Chirico Γιώργος Καραγιαννόπουλος [Συντονισμός] Θοδωρής Δημητράκος Ο Μαρξισμός μεταξύ Φυσιοκρατίας και Κανονιστικότητας: Το Μεταφυσικό Πρόβλημα της Ελευθερίας Διδάκτωρ Φιλοσοφίας, ΕΚΠΑ & Διδάσκων ΕΑΠ

Νικόλας Βρούσαλης Ελευθερία και Κεφάλαιο Επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Leiden

Κωνσταντίνος Καλλίρης Το μιλλιανό πρότυπο και η αυτονομία ως συστατικό της καλής ζωής Διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Δικαίου, Πανεπιστήμιο Oxford & Επισκέπτης καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου, King’s College London

21.00 ΛΗΞΗ ΗΜΕΡΑΣ


ΚΥΡΙΑΚΗ 17.12 10.00 ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ Αμφιθέατρο De Chirico

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΗΘΙΚΗ Αμφιθέατρο Βιβλιοθήκης

Γιάννης Τουρνικιώτης [Συντονισμός]

Αναστασία Κιούκα [Συντονισμός]

Ορέστης Κακλαμάνης Ο φιλοσοφικός πραγματισμός στη σύγχρονη αρχιτεκτονική - το ολλανδικό παράδειγμα

Σταυρούλα Μάνεση Τι κοινά σημεία μπορεί να έχει ένας φιλόσοφος με ένα διευθύνοντα σύμβουλο;

Μαρία Ανδρακάκου & Ιωάννης Παρασκευόπουλος Επανα-προσεγγίζοντας την χαρτογραφία: Πολιτική και κοινωνική χρήση των χαρτών

Μαρία Κυριάκου Φιλοσοφία Ηγεσίας & Διοικητική Φιλοσοφία στη σύγχρονη Κίνα: Φιλοσοφικά και Πολιτισμικά Θεμέλια

Φοίβη Αίρις-Ασημακοπούλου Σώμα και Χώρος: αμοιβαίες μετά-γραφές

Νικόλαος Νικήτας Μούλιος Κλιματική αλλαγή και υγεία, (βιο)ηθικοί προβληματισμοί πάνω σε μία παγκόσμια πρόκληση: Κινήματα άρνησης της επιστημονικής αλήθειας και παγκόσμια ασφάλεια

Δάφνη Τσιουκανά Η αξία του καλλιτέχνη στη νοηματοδότησης της street art

Βασιλική Τσακλίδου Ηθική, διατροφολογία και κατανάλωση στο δυτικό πολιτισμό: Είναι το κρέας δεδομένο ή επιλογή;

Χρήστος Μοντσενίγος Manfredo Tafuri: Από την Κριτική στην Ιστορία

Κωνσταντίνα Διαμαντή Φιλελεύθερη δημοκρατία και μετανάστευση: Η ανάγκη για πολιτικές ενσωμάτωσης στα φιλελεύθερα ευρωπαϊκά κράτη

12.30 ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ - ΚΑΦΕΣ

13.00 ΣΩΜΑ: ΤΕΧΝΗ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, ΕΞΟΥΣΙΑ Αμφιθέατρο De Chirico Πηνελόπη Αλεξίου [Συντονισμός] Βάσια Λέκκα Σκέψεις για το μεταναστευτικό ζήτημα: «Σώματα με Σημασία»; Διδάκτωρ Ιστορίας, Ιστορίας-Αρχαιολογίας, ΕΚΠΑ & Διδάσκουσα ΕΑΠ

Χλόη Κολύρη Το σωμα σαν επιφάνεια εγγραφής Ψυχίατρος & ψυχαναλύτρια

Φαίη Ζήκα Προσθετική τέχνη: Το σώμα ως ενδεχομενικό κείμενο Επίκουρη καθηγήτρια Φιλοσοφίας και Θεωρίας της τέχνης, ΑΣΚΤ

Δήμητρα Βογιατζάκη Κατασκευές του ανθρώπινου σώματος. Από το σώμα ως μεταφορά, στο σώμα ως αντικείμενο σχεδιασμού Υποψήφια διδάκτωρ Ιστορίας και Θεωρίας Αρχιτεκτονικής, Πανεπιστήμιο Harvard

15.00 ΜΕΣΗΜΕΡΙΑΝΟ ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ


ΚΥΡΙΑΚΗ 17.12 16.00 ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ / ΚΟΙΝΩΝΙΑ Αμφιθέατρο De Chirico

ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ Αμφιθέατρο Βιβλιοθήκης

Γιώργος Βασιλάκης [Συντονισμός]

Μαρία Καρακούση [Συντονισμός]

Αλέξιος Σγούρας Το πρόβλημα της σύγχρονης ηθικολογίας και η ηθική σκέψη του J. Lacan

Αικατερίνη Δημητριάδου & Αγγελική Ματράκα Ηράκλειτος - Παρμενίδης: Διαφορές στη φιλοσοφία τους

Ιωάννης Πλατής Μια αναλογική προσέγγιση ανάμεσα στην αλληγορία του σπηλαίου του Πλάτωνα και στην κατάθλιψη

Ελένη Τρούγκου Ο Επίκουρος και οι θεοί• pietas Epicurea

Μελπομένη Μποτοπούλου & Γεώργιος Νικόλαος Νικολακόπουλος Αντιψυχιατρικό κίνημα και αποϊδρυματοποίηση: Η περίπτωση της Ιταλίας

Ιωάννης Ζαφράς Η στωική τέχνη του βίου: 10 βασικές αρχές της στωικής φιλοσοφίας

Ευριδίκη Ματσούδη Κριτική Παιδαγωγική, Εκπαιδευτική Πολιτική και τα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών της Ελλάδας

Γιώργος Χατζόπουλος & Βίκυ Χρηστάκου Πλάτωνος Ιλίσσιο Πεδίο, Σκηνοθεσία και Χωρική Κατασκευή στον Φαίδρο Αικατερίνη Κολλιού & Δημήτριος Κολλιός Τελικά ο φιλόσοφος Πλάτων καταφερόταν εναντίον όλης της Τέχνης ή μόνο της Ποίησης; Ποιο αρχαίο λογοτεχνικό δημιούργημα του φιλοσόφου έρχεται να υποστηρίξει την παραπάνω θέση;

18.30 ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ - ΚΑΦΕΣ

19.00 KEYNOTE LECTURE Αμφιθέατρο De Chirico Μαρία Αθανασία Μπιτσαρά [Συντονισμός] Graham Harman Realism in contemporary continental philosophy: towards an object – oriented ontology Distinguished Professor of Philosophy, Southern California Institute of Architecture

21.00 ΛΗΞΗ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ


Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το συνέδριο μπορείτε είτε να επισκεφθείτε την ιστοσελίδα unphilcon.weebly.com, ή να απευθυνθείτε στα μέλη της Οργανωτικής Επιτροπής στην ακόλουθη ηλεκτρονική διεύθυνση επικοινωνίας unphilcon2017@gmail.com.




Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.