ΠΑΙΔΙΑ ΑΦΕΝΤΕΣ ΓΟΝΕΙΣ ΔΟΥΛΟΙ
Σο κείμεμο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Έψιλομ» της ΕΛΕΤΘΕΡΟΣΤΠΙΑ (19.09.2010) με τημ υπογραφή της Αθημάς Γκόρου και τομ ίδιο τίτλο.
Παιδιά ατέμςεπ, γξμείπ δξύλξι Πριμ ακόμα χτυπήσει τημ πόρτα ο πελαργός, όλα είμαι έτοιμα. Ρουχαλάκια, σαλιάρες, κουδουμίστρες, καρότσι και παιδικό δωμάτιο με ήλιους και ροζ ή μπλε συμμεφάκια. Σο βασίλειο της παιδικής ηλικίας του διαδόχου έχει στηθεί, εμώ Εκείμος, με το που θα σκάσει από τ’ αβγό του, επιθυμεί μα κυβερμήσει. Μπουσουλώμτας στημ αρχή, τρέχομτας με χίλια στη συμέχεια, μέχρι τα πέμτε του χρόμια έχει καταφέρει μα σκαρφαλώσει στο θρόμο. Κι αμ του παραχωρήσουμε τα σκήπτρα, ασκεί σκληρή διοίκηση στους υπηκόους του… «Αμ έμαπ άμθοχπξπ σπήονε ςξ αδιαμτιρβήςηςα αγαπημέμξ παιδί ςηπ μηςέοαπ ςξσ, διαςηοεί ρε όλη ςξσ ςη ζχή ςξ αίρθημα θοιάμβξσ, ςημ πίρςη ρςημ επιςσυία, πξσ ρσυμά ξδηγεί
ποαγμαςικά ρ’ ασ-ςήμ». Οι γξμείπ δε υοειάζεςαι μα έυξσμ διαβάρει ασςήμ ςη τοάρη ςξσ Φοόιμς για μα γμχοίζξσμ όςι η αγάπη ποξπ ςα παιδιά ςξσπ είμαι ςξ μόμξ ευέγγσξ για μια ιρξοοξπημέμη ζχή. Ούςε ςημ παοακάςχ ςξσ Αψμρςάιμ: «Καλύςεοξπ ρύμβξσλξπ και από ςημ εσθύμη είμαι η αγάπη». Η αγάπη όμχπ είμαι, καθώπ ταίμεςαι, ραμ ςξ τάομακξ. Αμ υξοηγηθεί απεοίρκεπςα, μπξοεί μα ποξκαλέρει επιπλξκέπ. Για παοάδειγμα, μα μεςαμξοτώρει ςξ αγγελξύδι μαπ ρε διαβξλάκι και ςημ ξικξγεμειακή ζχή ρε ξλίγημ από κόλαρη. «Μα είμαι πξςέ δσμαςόμ η αγάπη ρςη ρυέρη ςξσ γξμιξύ με ςξ παιδί μα κάμει κακό;» θα αμαοχςηθεί-ςε. Έμα μέοξπ ςηπ απάμςηρηπ κούβεςαι πίρχ από έμα άλλξ εοώςημα: Πξιξπ επιδιώκει μα αγαπηθεί, από πξιξμ και με ςι κίμηςοξ;
«Οι γξμείπ πέτςξσμ ρςημ παγίδα μα γξηςεύρξσμ ςα παιδιά ςξσπ, παοά μα ςα διαπαιδαγχγήρξσμ χπ ξτείλξσμ», διαπιρςώμει ξ διάρημξπ για ςα άοθοα και ςα βιβλία ςξσ γάλλξπ παιδίαςοξπ Άλμτο Ναουρί. Μαπ πεοιγοάτεςαι εδώ μια όυι αρσμήθιρςη ρσμπεοιτξοά: ξι γξμείπ παρυίζξσμ μα αγαπηθξύμ από ςα παιδιά ςξσπ. Η ποξρπάθεια ασςή ξτείλεςαι ρςημ αμάγκη μα καλύφξσμ δικά ςξσπ ρσμαιρθημαςικά ελλείμμαςα και αμαρτάλειεπ και ξ πιξ εύκξλξπ δοόμξπ γι’ ασςό είμαι η εναγξοά: «Σξσ δίμχ ό,ςι ζηςήρειπ, αοκεί μα μξσ ςξ αμςαπξδώρειπ με ςημ αγάπη και ςημ ατξρίχρη πξσ έλειφε από ςη δική μξσ ζχή». Χαςίοια πξσ δε υαλιξύμςαι, αμέςοηςα διάρπαοςα παιυμίδια παμςξύ, καμόμεπ πξσ παοαβιάζξμςαι και αμςικαθίρςαμςαι με άλλξσπ, ελαρςικόςεοξσπ, πξσ επίρηπ παοαβιάζξμςαι. Όρξ υώοξ ςξύπ
ατήμειπ ςείμξσμ μα ςξμ καςαλάβξσμ, μα ρε ρςοιμώνξσμ –και λίγξ παοαπάμχ. Όρξ ξι γξμείπ σπηοεςξύμ και εμδίδξσμ ςόρξ για ςα παιδιά απξςελεί ποόκληρη μα επιβάλλξσμ ςη θέληρή ςξσπ. Να γίμξσμ ατεμςι-κά. Τα παιδιά ρςημ ηλικία ςχμ πέμςε εςώμ έυξσμ, καςά ςξσπ ειδικξύπ, ξλξκληοώρει ςημ ποξρχπι-κόςηςά ςξσπ, πξσ ρημαίμει όςι έυξσμ ρατή εικόμα για ςξ ςι «ςξσπ πεομάει». Και ατξύ ςξσπ πεομάει, ςξ ςοαβάμε ποξπ όπξια καςεύθσμρη ςξσπ αοέρει. Σσυμά πξλλξί γξμείπ, πξσ λαςοεύξσμ ςα παιδιά ςξσπ, παοαπξμιξύμςαι για ςξ γεγξμόπ όςι ασςά ρσμευώπ ζηςξύμ – όυι μόμξ αμςικείμεμα ή ρσμαιρθήμαςα, αλλά ςα πάμςα. Και ςξμ ελάυιρςξ ποξρχπικό υοόμξ και ςξμ ύπμξ ςχμ γξμιώμ ςξσπ. «Τα παιδιά είμαι βαμπίο», μξσ λέει η μαμά ςξσ 9υοξμξσ Γιώογξσ. «Σξσ οξστάμε όλη ρξσ ςημ εμέογεια, ό,ςι έυειπ». Ιδαμικά, χρςόρξ, θα έποεπε μα
αμςιλαμβάμξμςαι όςι η μαμά και ξ μπαμπάπ υοειάζξμςαι κι εκείμξι ςξμ ποξρχπικό υώοξ και υοόμξ ςξσπ. Όςι δικαιξύμςαι και ξτείλξσμ μα έυξσμ τιλξδξνίεπ, αρυξλίεπ, καοιέοα ή απλώπ ςη δσμαςόςηςα εμόπ ήοεμξσ απξγεύμαςξπ. «Δε μ’ ατήμξσμ ρςιγμή ρε ηρσυία», μαπ λέει η Μαοία, μηςέοα δύξ παιδιώμ ρςιπ ποώςεπ ςάνειπ ςξσ δημξςικξύ. «Μόλιπ με δξύμε μα καθίρχ ή μα μιλήρχ ρςξ ςηλέτχμξ, απαιςξύμ αμέρχπ ςημ ποξρξυή μξσ, επιμξώμςαπ αμάγκεπ ςξσ ςύπξσ “μαμά, πειμάχ” ή “πξμάει ςξ τούδι μξσ”. Αμ ασςά δεμ πιάρξσμ, αουίζξσμ μα ρκξςώμξμςαι μεςανύ ςξσπ, ξπόςε ςξ απόγεσμα έυει καςαρςοατεί –μαζί με ςξ μεσοικό μξσ ρύρςημα». Ο μικοόπ Αλένηπ, πάλι, έυει βοει ςξμ ςοόπξ μα βγάλει νιμή ρςη μαμά ςξσ ςη ρςξιυειώδη αμάγκη ςηπ μα διακοιθεί ρςξ επάγγελμά ςηπ. Η Ελέμη, διατημίρςοια ρε μεγάλη εςαιοεία, ρπάμια θα υαοεί έμα καλό ρσμβόλαιξ,
ατξύ θα αμςιμεςχπίρει γσοίζξμςαπ ρςξ ρπίςι ςημ άομηρη ςξσ γιξσ ςηπ μα διαβάρει και μα αμςαπξκοιθεί ρςιπ σπξυοεώρειπ ςξσ: «Απ γύοιζεπ μχοίπ όπχπ ξι άλλεπ μαμάδεπ κι εγώ θα διάβαζα». Σιγά πξσ θα διάβαζε... Τημ Ελέμη, όμχπ, ςημ κάμει κξσοέλι. Άλλη υαοακςηοιρςική πεοίπςχρη ςξσ «κάμχ ό,ςι μξσ καπμίρει» μαπ πεοιγοάτει η Αγγελική, τιλό-λξγξπ, πξσ πάμςα ςηπ άοερε μα διαβάζει –όυι μόμξ για μα διδάνει, αλλά και για ςημ ποξρχπική ςηπ εσυαοίρςηρη. Τώοα ςξ μσαλό ςηπ έυει γίμει «κιμάπ», ατξύ ςα αγγελξύδια ςηπ δεμ επιςοέπξσμ μα παίζει ρε καμία ρσρκεσή ςηλεόοαρηπ ςίπξςε άλλξ από Σςοξσμτάκια και Μικοή Φοαξσλίςρα, εμώ από ςξ CD ακξύγξμςαι διαοκώπ Ζξσζξύμια και ςξ «Παπαγάλε, θεπ ρξσβλάκι;». Έμα πολύτιμο δώρο Ιδαμικά, ρε όλεπ ςιπ παοαπάμχ μικοέπ
καθημεοιμέπ ρςιγμέπ, θα έποεπε μα ιρυύει κάςι πξσ λέγεςαι αμξιβαίξπ ρεβαρμόπ. Αμ ασςό δεμ ςξ μάθξσμ ςα πιςριοίκια μαπ ρςημ παιδική ςξσπ ηλικία, θα δσρκξλεσςξύμ μα ρεβαρςξύμ ρςη ζχή ςξσπ ξπξιξμδήπξςε. Πάμςα θα διεκδικξύμ μα είμαι ςξ κέμςοξ ςξσ εμδιατέοξμςξπ. Να κεοδίζξσμ, μα επιςσγυάμξσμ, μα διακοίμξμςαι. Να γμχοίζξσμ μόμξ ςημ καςάταρη. Μόμξ ςξ «μαι». Ετικςό ρςξ ρςεμό ξικξγεμειακό πεοιβάλλξμ, αλλά ρςξμ ένχ κόρμξ ςα πεοιμέμξσμ εκπλήνειπ. Εμπόδια, δηλαδή, αμάμερα ρ’ ασςά και ςιπ επιθσμίεπ ςξσπ και πξλλέπ απξοοίφειπ. «Τα παιδιά ςόςε γίμξμςαι αμικαμξπξίηςξι εμήλικξι;» οχςάμε ςξμ φσυίαςοξ-παιδξφσυξλόγξ, καθηγηςή ρςξ Παμεπιρςήμιξ Αθημώμ και ποόεδοξ ςηπ ΕΨΨΕΠ (Εςαιοεία Ψσυξλξγικήπ Ψσυιαςοικήπ Εμηλίκξσ & Παιδιξύ), κ. Γιάμμη Κούρο. «Δημιξσογξύμ μεγάλξσπ ρςόυξσπ και
μεγάλα όμειοα, πξσ, εν ξοιρμξύ, ςξ πιθαμόςεοξ είμαι μα μείμξσμ αποαγμαςξπξίηςα», μαπ απαμςά και ποξρθέςει: «Τξ παιδί διφάει ρσμευώπ για καιμξύογιεπ επιςσυίεπ, κάθε είδξσπ απόκςηρη σλικώμ αγαθώμ, επαγγελμαςικώμ επιςεσγμάςχμ. Θεχοεί δεδξμέμξ όςι όλα ςξύ ξτείλξμςαι. Τξ μα ςξσ ποξρτέοειπ, όμχπ, ςξ “όυι” από μικοή ηλικία είμαι έμα πξλύςιμξ δώοξ. Με ςξ μα ςξσ βάλειπ όοια, ςξσ δίμειπ ρςημ ξσ-ρία έμα ρξβαοό μάθημα επιβίχρηπ και κξιμχμικήπ έμςανηπ, πξσ θα είμαι πξλύ υοήριμξ ρςη μεςέπειςα ζχή ςξσ». Είμαι νεκάθαοξ, λξιπόμ: ςα παιδιάδσμάρςεπ ή ςύοαμμξι ή κακξμαθημέμα (ή όπχπ αλλιώπ θέλει μα ςα πει καμείπ) είμαι δικό μαπ δημιξύογημα. Κι αμ έμα κίμηςοξ μπξοεί μα είμαι η δική μαπ αμάγκη μα αγαπηθξύμε, έμα άλλξ είμαι μα ςξσπ ςα παοάρυξσμε όλα για μα ςα ποξρςαςέφξσμε. Η
ελλημική ξικξγέμεια, καςά ςημ φσυξλόγξ Νέμα Γεωργιάδου, είμαι σπεοποξρςαςεσςική ρςημ κσοίαουη ςάρη ςηπ. «Δε θέλχ», ρκέτςεςαι ξ γξμιόπ, «ςξ παιδάκι μξσ μα λσπάςαι, μα λαυςαοάει κάςι και μα μημ ςξ έυει». Τξ παιδάκι, βέβαια, έυει διαπιρςώρει ςημ αδσμαμία πξσ μόλιπ πεοιγοάφαμε. Πιέζει με ςξσπ γμχρςξύπ αγαπημέμξσπ ςοόπξσπ: πέτςει κάςχ, ξσολιάζει, υςσπιέςαι και, τσρικά, ικαμξπξιεί ςιπ αμάγκεπ ςξσ. Η παοαπάμχ, μάλιρςα, είμαι μια αρταλήπ διαδοξμή για μα ξδηγηθεί έμα παιδί ρςημ ποώςη ςξσ μικοξκλξπή. Ατξύ ςα έυχ όλα, ρξσ λέει, γιαςί μα μημ έυχ κι ασςό ςξσ διπλαμξύ μξσ; Τξ θέλχ, θα ςξ απξκςήρχ. Γομεϊκά απωθημέμα Σε κάθε πεοίπςχρη, πίρχ από ςξμ σπεοποξρςαςεσςιρμό, επιρημαίμει ξ κ. Κξύοξπ, κούβξμςαι ςα απχθημέμα μαπ. Μαπ έλειφαμ
κάπξια ποάγμαςα, δε μαπ καςαλάβαμε, βοήκαμε εμπόδια; Ποξρπαθξύμε μα ποξρςαςέφξσμε ςα παιδιά μαπ μα μημ πάθξσμ ςα ίδια. Να μη μαςαιχθξύμ. Τα ςξπξθεςξύμε, λξιπόμ, ρςξ κέμςοξ ςξσ ρύμπαμςξπ, αλλά πεοιμέμξσμε κι έμα αμςάλλαγμα. Να ποαγμαςξπξιήρξσμ όρα εμείπ εμπξδιρςήκαμε μα ποαγμαςξπξιήρξσμε. «Ερύ θα είραι δικό μξσ», ρκέτςεςαι ξ γξμιόπ, «δεμέμξ επάμχ μξσ και όςαμ έοθει η ώοα θα μξσ δώρειπ ςα υοχρςξύμεμα, ατξύ θα γίμειπ ασςό πξσ επιθσμώ. Και θα γίμειπ ασςό πξσ επιθσμώ, διόςι, παοέυξμςάπ ρξσ ςα πάμςα, θα ρε κάμχ μα μημ μπξοείπ μα ρςαθείπ ρςα δικά ρξσ πόδια και θα ρε γεμίρχ με εμξυέπ. Η μαμά πξσ έκαμε ςόρα για ρέμα, πξσ θσριάρςηκε... Δε θα ςηπ κάμειπ ςξ υαςιοάκι μα γίμειπ μεγαλξγιαςοόπ αμςί για μξσρικόπ πξσ ξμειοεύεραι;» Αμ μπξοξύραμ ςα παιδιά μα
αμςιλητθξύμ ςξ δόκαμξ ρε μικοή ηλικία, ρίγξσοα δε θα ήθελαμ μα είμαι ςξ κέμςοξ ςξσ κόρμξσ μαπ, όρεπ σπηοερίεπ και αμ ςξσπ ποξρτέοαμε. Ούςε μια άκοη, για ςημ ακοί-βεια, δε θα ήθελαμ μα καςαλάβξσμ. Δσρςσυώπ καςαλαβαίμξσμ πξλύ αογόςεοα όςι από ποξέκςαρη ςηπ ζχήπ μαπ έυξσμ γίμει ξλόκληοη η ζχή μαπ. Τι μα ρξσ κάμξσμ μεςά κι ασςά; Να μη ρε ρςοιμώ-νξσμ; Δικαίχπ τχμάζξσμ και ρκξύζξσμ, αλλά τχμή βξώμςξπ εμ ςη εοήμχ. Και μημ νευμάμε ςιπ εμξυέπ μαπ. Γξμείπ πξσ δεμ έυξσμ υοόμξ για ςα πιςριοίκια ςξύπ δημιξσογξύμ μέρχ ςηπ σπεοπαοξυήπ και ςηπ ρσγυώοερηπ ςημ φεσδαίρθηρη όςι είμαι ξι κσοίαουξι ςξσ πεοιβάλλξμςόπ ςξσπ. Γίμξμςαι αγεμή, αμεύθσμα, επιθεςικά ή μαζεμέμα ρςξ καβξύκι ςξσπ ή δύρςοξπα, γιαςί η επατή με ςξ γξμιό δεμ αμςικαθίρςαςαι από μπιυλιμπίδια. Εμςέλει, ρξσ πίμξσμ ςξ αίμα, αλλά... πήγαιμεπ γσοεύξμςαπ.
Τέλξπ, επειδή ςξ ςαμγκό είμαι έμαπ υξοόπ πξσ υοειάζεςαι δύξ, θα ποέπει μα γμχοίζξσμε όςι όςαμ ξι γξμείπ παοαυχοήρξσμ ςα ρκήπςοα, βοίρκξμςαι ξι ίδιξι πλέξμ με ςημ πλάςη ρςξμ ςξίυξ. Με ςξ μα κάμξσμ ςξ παιδί απαιςηςικό, δημιξσογξύμ έμα ρσμευέπ ποόβλημα ρςξ ξπξίξ δε διακοίμεςαι η άομηρη λόγχ διάθερηπ από ςημ άομηρη λόγχ ποαγμαςικήπ αδσμαμίαπ. Όρξ κι αμ ακξύγεςαι μελό, αοκεςξί γξμείπ ποαγμαςικά σπξτέοξσμ από παιδιά-δσμάρςεπ πξσ ξι ίδιξι δημιξύογηραμ. Παοάλληλα, όμχπ, λειςξσογξύμ και χπ ποόςσπξ για ςα παιδιά. Πόρξ καλό ποόςσπξ μπξοεί μα είμαι ξ γξμιόπ πξσ εναιςίαπ ρξσ σπξτέοει και ςαλαιπχοείςαι; Παιδιά ατέμςεπ και γξμείπ δξύλξι είμαι αδύμαςξμ μα τςάρξσμ ρςημ ξλξκλήοχρη και ςημ εσςσυία. Συεδόμ ρίγξσοξ, όμχπ, είμαι όςι θα τςάρξσμ ρςξμ καμαπέ ςξσ φσυαμαλσςή για μα νεμπλένξσμ ςξ κξσβάοι. Αμ έτςαμαμ, για παοάδειγμα, ρςη διάρημη
φσυαμαλύςοια Κλξμς Αλμόπ, θα ςξσπ έλεγε: «Έμα παιδί ςύοαμμξπ είμαι δσρςσυιρμέμξ. Έυει ρςα υέοια ςξσ ςημ ενξσρία, πξσ ραμ μπαλάκι ςξύ πεςξύμ ξι γξμείπ ςξσ, και ασςή η ενξσρία ςξ θέςει μόμξ ρε κίμδσμξ». ► Σο κείμεμο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Έψιλομ» της ΕΛΕΤΘΕΡΟΣΤΠΙΑ (19.09.2010) με τημ υπογραφή της ► Αθημάς Γκόρου και τομ ίδιο τίτλο.