35 ΧΡΟΝΙΑ ΔΑΣΚΑΛΟΣ

Page 1

35

ΧΡΟΝΙΑ ΔΑΣΚΑΛΟΣ

ΜΗΝΑΣ

Γ.

ΗΡΑΚΛΕΙΟ

ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

2020


Κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη Δώστης κλώτσο να γυρίσει παραμύθι ν΄ αρχινήσει. (Έχουν περάσει περίπου πενήντα χρόνια από την ορκωμοσία μου ως Δάσκαλος στο γραφείο της Β΄ περιφέρειας Ρεθύμνου, όλα όσα μου έρχονται στο νου μοιάζουν με παραμύθι.)

ΑΦΙΕΡΩΝΕΤΑΙ Στους εκπαιδευτικούς τους αφανείς ήρωες που κρατούν την σημαία της Ελλάδας ψηλά.


ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

Το βιβλίο αυτό είναι κατάθεση ψυχής, είναι γραμμένο με χιούμορ και συναίσθημα και αναφέρεται στο μεγαλύτερο και σημαντικότερο κομμάτι της ζωής μου. Από τη δεκαετία του 1960 μέχρι το 2002 που αποστρατεύθηκα από την υπηρεσία.!!! Πίστευα και πιστεύω πως η παιδεία , είναι σε θέση να ανοίξει καινούριους δρόμους και να μας βοηθήσει να ταξιδέψουμε στο όνειρο . Η εκπαίδευση θα μας δώσει τις γνώσεις και τα εφόδια και θα βοηθήσει να ανοίξουν τα μάτια, του μυαλού και της ψυχής ,και να δούμε ότι, παρά τα προβλήματα ο κόσμος είναι όμορφος για να ζει κανείς , ν’ αγαπά και να αγαπιέται. ! Είναι ένας απολογισμός, μια διαφορετική ματιά για το έργο που επιτέλεσα, στην μακρά πορεία μου και αν τήρησα τον όρκο που έδωσα το Σεπτέμβρη του 1967. Ποια προβλήματα, αντιμετώπισα όλα αυτά τα χρόνια, ποιοι ήταν οι πιο σημαντικοί σταθμοί στην μακρόχρονη πορεία μοο. Άραγε στο τέλος με το χέρι στην καρδιά, θα μπορώ να επαναλάβω τα λόγια του Αποστόλου Παύλου; «Τον δρόμο τον καλό ακολούθησα , την Πίστη τετήρηκα δεν απομένει παρά να μου αποδοθεί, ο της δικαιοσύνης στέφανος ;».


ΣΤΟ ΔΑΣΚΑΛΟ Σμίλεψε πάλι, δάσκαλε , ψυχές Κι ό,τι σ΄ απόμεινε ακόμα στη ζωή σου μην τ΄αρνηθείς . Θυσίασ΄το ως την στερνή πνοή σου Χτίσ΄ το παλάτι, δάσκαλε σοφέ κι αν λίγη δύναμη μες΄ το κορμί σου μένει, μην κουραστείς , είν΄ η ψυχή σου ατσαλωμένη Θέμελα βάλε τώρα πιο βαθιά ο πόλεμος να μην μπορεί να τα γκρεμίσει, σκάψε βαθιά , τι κι αν πολλοί σ΄ έχουνε λησμονήσει Θα θυμηθούνε κάποτε κι αυτοί Το χρέος που βαστάς σαν Άτλαντας στην πλάτη. Υπομονή, χτίζε σοφέ, της Κοινωνίας το παλάτι. Κωστής Παλαμάς

. Τούτα τα λόγια του εθνικού μας ποιητή Κωστή Παλαμά μίλησαν μέσα στην ψυχή μου, ήταν για μένα ιερή παρακαταθήκη, τα κλείδωσα βαθιά μέσα στην καρδιά μου. Μ΄ αυτά πορεύτηκα σ΄ όλη την διάρκεια της διδασκαλικής μου σταδιοδρομίας . Υπηρέτησα τη Δημόσια εκπαίδευση επί 35 ολόκληρα, γόνιμα και δημιουργικά θέλω να πιστεύω , χρόνια . Στη πολύχρονη αυτή πορεία μου, υπηρέτησα σε όλους τους τύπους των σχολείων, από μονοθέσια σχολεία σε απομακρυσμένα ορεινά και δυσπρόσιτα


χωριά της υπαίθρου μας και πολύ αργότερα σε πολυθέσια σχολεία της πόλης του Ηρακλείου .Ως απλός Δάσκαλος στην αρχή και ως Διευθυντής αργότερα. Η Πατρίδα, μου εμπιστεύθηκε την μόρφωση και διαπαιδαγώγηση τόσων γενεών Ελληνόπουλων. Ανταποκρίθηκα με επιτυχία πιστεύω, στην εντολή της Πολιτείας, αλλά και της συνείδησής μου, να καλλιεργήσω την Εθνική συνείδηση στους μαθητές μου, να εμφυσήσω μέσα τους τα πιο αγνά ιδανικά , την αγάπη για την Πατρίδα , την Θρησκεία , την Ελευθερία , την οικογένεια, την αρετή και την Δημοκρατία. Απάτριδες και άθεοι δεν «βγήκαν» από τα χέρια μου . Tα ιδανικά που φώτισαν το δρόμο μου ήταν, η καλοσύνη, η ομορφιά της ζωής και η αλήθεια.

Σ΄ αυτά τα τρία στήριξα την διδασκαλία και τη συμπεριφορά μου, μέσα στο σχολείο αλλά και στη ζωή και νομίζω ότι καλώς έπραξα. Έτσι τώρα, που ευτύχησα εδώ και Δέκα Επτά χρόνια να είμαι συνταξιούχος δάσκαλος , νομίζω ότι ήρθε η ώρα να κάμω τον απολογισμό μου : Δεν μετάνιωσα ποτέ, παρά τις δυσκολίες που συνάντησα ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας μου, που έγινα Δάσκαλος. Δεν ολιγώρησα ούτε για μια στιγμή, και πολύ περισσότερο δεν πεθύμησα άλλο επάγγελμα με πολύ καλύτερες συνθήκες δουλειάς και με μεγαλύτερες


χρηματικές απολαβές . Προσπάθησα να μεταλαμπαδεύσω ότι πιο ωραίο υπήρχε στην ψυχή μου, στις αγνές ψυχές των μαθητών μου. Δεν έχανα ευκαιρία, να μην υποδείξω με λόγια αλλά προ πάντων με έργα τον ορθό δρόμο , τον δρόμο της Αρετής. Αναπολώ με νοσταλγία τα χρόνια που πέρασα μέσα στην τάξη των σχολείων. Θυμάμαι τα όνειρα που έκανα την περίοδο που περίμενα διορισμό. Ανυπομονούσα να κάνω πράξη τις πολύ λίγες γνώσεις που ομολογουμένως, πήρα κατά την φοίτησή μου στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου.

Διάβασα πολύ εκείνη την περίοδο για να καλύψω κενά, και να πληροφορηθώ, τα νέα ρεύματα της Παιδαγωγικής Επιστήμης Ήμουν πάντα επιεικής με τους μαθητές μου. Τρέμω τους ανθρώπους που δεν δείχνουν επιείκεια για τα ελαττώματα των άλλων και περνιούνται για ακέραιοι και αλάνθαστοι. Λατρεύω το χιούμορ και τον αυθορμητισμό των ανθρώπων , γνώρισμά μου ήταν πάντα, ακόμα και σήμερα, η ζεστή καρδιά, το λεπτό χιούμορ και η ανοικτή σκέψη. Τρέμω τους σοβαρούς , ψυχρούς και δυσκοίλιους ανθρώπους. Δεν μου άρεσαν και δεν μου αρέσουν ακόμα οι επιδειξίες.


Αυτούς που ξέρουν καλά Γεωγραφία ή Ιστορία και είναι σωστοί στους κανόνες της Γραμματικής και του Συντακτικού. Αυτοί δεν γράφουν κάτι για να διαβαστεί από τον κόσμο, αυτοί γράφουν για να κάμουν επίδειξη των γνώσεών τους. Τα κείμενά τους , όπως και οι ίδιοι είναι ψυχροί και δεν έχει αγγίξει την καρδιά τους ίχνος ευαισθησίας

Νομίζω πως εγώ γράφω, όπως σκέφτεται ο κάθε ένας από μας. Γιατί όπως θα έλεγε και ο μεγάλος Γιάννης Ρίτσος «εμείς αδερφέ μου δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε απ΄ τον κόσμο, εμείς τραγουδούμε για να σμίξουμε τον κόσμο». Συχνά τα βήματά μου με οδηγούν έξω από κάποιο σχολείο. Ακούω τις φωνές των παιδιών και αναγαλλιάζει η ψυχή μου. Η καρδιά μου κτυπά δυνατά δεν θέλω να με δει κάποιος από τους πρώην (δεν μ΄αρέσει καθόλου αυτή η λέξη) συναδέλφους που είναι επιτηρητές την ώρα του διαλείμματος. Δεν χορταίνω να βλέπω τα παιδιά, μου έχουν λείψει πολύ, σε λίγο το κουδούνι τα οδηγεί μέσα στην τάξη, τα μάτια μου βουρκώνουν καθώς απομακρύνομαι, συνεχίζοντας το δρόμο για την αγορά


Τη χρονιά που τέλειωσα το 2ο Γυμνάσιο Ηρακλείου, δεν είχαν καταλαγιάσει ακόμα, τα μοιρολόγια και τα αναπάντητα γιατί ; για τον απρόσμενο θάνατο του αδερφού μου του Μανώλη. Στις άκρες των ματιών, δεν είχε στεγνώσει το τελευταίο δάκρυ , των δικών μας ανθρώπων. Δεν ήταν μικρό πράγμα να χάνεις , ένα παλικάρι 18 χρόνων, πάνω στον ανθό της νιότης του και μάλιστα με αυτό τον ύπουλο τρόπο, από τα κατάλοιπα της μηνιγγίτιδας, μιας αρρώστιας που τον είχε κτυπήσει στην παιδική του ηλικία. Αυτά τα κατάλοιπα «έφαγαν» όλα τα σωθικά του . Με τον καιρό, συκώτι και πνεύμονες είχαν διαλυθεί κυριολεκτικά. Η Γνωμάτευση των γιατρών δεν άφηνε ελπίδες για παρερμηνείες, ήταν ρητή και κατηγορηματική, «Κύρωση του ήπατος» ,χωρίς δρόμο διαφυγής, χωρίς καμιά ελπίδα σωτηρίας. Μια Κυριακή που είχα κατέβει στο χωριό να δω τι κάνουν οι γονείς μου, με φώναξε ο πατέρας μου και με ρώτησε: - Μηνά, τι σκέφτεσαι; ποιες σχολές θα δηλώσεις, σε ποια σχολή θα ήθελες να φοιτήσεις ,αν σου το επέτρεπαν οι βαθμοί που θα έχεις συγκεντρώσει. Δεν μου αρέσει να επεμβαίνω στα προσωπικά σου ζητήματα , όμως ο θάνατος του αδελφού σου με αναγκάζει να σου ζητήσω να βάλεις Πρώτη σχολή προτίμησης την Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου, αν περάσεις θα σε διορίσουν δάσκαλο σε κάποιο κοντινό χωριό της περιοχής, να σ΄έχομε κοντά μας, μα και σε άλλο Νομό να πας θα ταλαιπωρηθείς ένα –


δύο χρόνια και μετά θα έρθεις με μετάθεση κάπου εδώ κοντά μας. Τα παιδιά σου όταν παντρευτείς και δημιουργήσεις οικογένεια, θα μας δίνουν καθημερινά μεγάλη χαρά. -Πατέρα, δεν σου κρύβω πως και μένα μ έχει απασχολήσει πολύ , και δεν διαφέρουν πολύ οι απόψεις μας, όμως υπάρχουν μικροπροβλήματα που θα παρουσιασθούν, δηλαδή θα πρέπει να συμφωνήσει και η γυναίκα μου όταν και άμα παντρευτώ. Άσε να γίνουν οι εξετάσεις και βλέπομε, είναι πολύ νωρίς για μια τέτοια συζήτηση. Τα λόγια του πατέρα μου , ήταν συμβόλαιο τιμής για μένα η απόφαση είχε παρθεί , θα επεδίωκα να γίνω ΔΑΣΚΑΛΟΣ. Έδωσα εξετάσεις και όταν βγήκαν τα αποτελέσματα είδα το όνομά μου κρεμασμένο στα μανταλάκια ως επιτυχόντα στις εξετάσεις της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ηρακλείου. Στο τέλος με ανακοίνωσή της η σχολή, μας πληροφορούσε , ποιες ημερομηνίες μπορούσαμε να γραφτούμε προσκομίζοντας, τα σχετικά δικαιολογητικά. Χαρούμενος έτρεξα από τους πρώτους για εγγραφή, στο Γραφείο με υποδέχτηκε ο ίδιος ο Δ\ντής σπουδών, ο κύριος Ζαμπετάκης, μ΄ ένα καλωσόρισμα και μια θερμή χειραψία .Του έδωσα τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Στο τέλος του ζήτησα να μου δώσει μια βεβαίωση να την προσκομίσω στην Στρατολογία για να μου δώσουν αναβολή από το στράτευμα λόγω σπουδών. Ο κύριος Ζαμπετάκης , άκουσα να με προσφωνεί για


πρώτη φορά στη ζωή μου με τη λέξη κύριε, ταράχθηκα είναι αλήθεια, έριξα μια ματιά στο γραφείο μήπως ήταν κάποιος άλλος , δεν ήταν κανείς μάλλον εμένα θα εννοούσε, ο κύριος Δ\ντής, σε μένα απευθύνονταν. Ο Δ\ντής το κατάλαβε και επαναλαμβάνει για δεύτερη φορά. -Κύριε Μηνά δεν σε συμφέρει να πάρεις αναβολή , θα πας κανονικά να υπηρετήσεις τη θητεία σου, και όταν τελειώσεις θα έρθεις να τελειώσεις την Ακαδημία, γιατί θα διοριστείς με αυτούς που μπήκες στη σχολή και όχι με αυτούς που τελείωσες γιατί δεν έχασες τις δύο χρονιές με δική σου υπαιτιότητα αλλά γιατί ήσουν στρατιώτης. Έτσι θα διοριστείς αμέσως μετά το στρατιωτικό , ενώ διαφορετικά θα πρέπει να περιμένεις δύο χρόνια.!Ευχαρίστησα τον κύριο Δ\ντή για τις συμβουλές του και έφυγα. Με είχαν κατατάξει στο πεζικό και παρουσιάστηκα στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Νεοσυλλέκτων στον Καρτερό Ηρακλείου. Μετά από τρίμηνη παραμονή στο ΚΕΝ Κρήτης. Πήρα τον «γυλιό» παραμάσχαλα και μετά από πολυήμερο ταξίδι με το πλοίο κατ΄αρχήν και τον «καρβουνιάρη», στη συνέχεια με κατάσταση επιβίβασης και δύο διανυχτερεύσεις σε κέντρα διερχομένων παρουσιάστηκα στην 31η Στρατιωτική Διοίκηση με έδρα την Αλεξανδρούπολη , από το ένα άκρο της Ελλάδας στο άλλο. Στην ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ αν εξαιρέσεις την απόσταση , δεν πέρασα άσχημα, με κάλεσε ο Δ\τής της


μονάδας, και ύστερα από ολιγόλεπτη κουβέντα με τοποθέτησε σύμφωνα με την ειδικότητά μου, ως γραφέα στο 3ο γραφείο επιχειρήσεων. Θέλω να περάσεις καλά, και ποιος ξέρει μπορεί να ξανασυναντηθούμε όταν διοριστείς δάσκαλος μετά το στρατιωτικό σου. Εδώ η λέξη δάσκαλος λειτούργησε για πρώτη φορά τέλεια .Στο 3ο γραφείο Διοικητής ήταν ένας λοχαγός λίγο μεγαλύτερός μου Συστηθήκαμε μου είπε ποια είναι τα καθήκοντα μου. και σαν να γνωριζόμασταν από παλιά, μιλήσαμε για ποδόσφαιρο, κλασσικό αθλητισμό, ακόμη και για γκόμενες γιατί κι αυτός ήταν απάντρευτος και δεν είχε παρέα γιατί οι Αξιωματικοί του τάγματος ήταν όλοι παντρεμένοι είχαν τις οικογένειές τους, κάθε μέρα οι σχέσεις μας γίνονταν πιο φιλικές. Δεν πρέπει να είχαμε κάνει μαζί, τρεις μήνες και μια μέρα μου ανακοίνωσε ότι σε δέκα ημέρες φεύγει με μετάθεση για το ΓΕΣ, μόλις τακτοποιηθώ θα σου κάνω μια μετάθεση σε μονάδα των Αθηνών , μην πεις σε κανένα τίποτα , μα δεν θα αργήσει να έρθει η μετάθεση, τον ευχαρίστησα από καρδιάς , κ. Λοχαγέ αν μπορείτε κάντε το ,αν μείνω εδώ ποιος ξέρει πόσος καιρός θα περάσει για να πάρω μετάθεση και σε ποια μονάδα θα με πάνε. -Να βγαίνεις να μην κάθεσαι όλη την ημέρα μέσα, θα σου αφήσω μια στολή εξόδου είναι καλύτερη από τα ρούχα που φοράς. Πιστεύω να σου κάνει. Αγκαλιαστήκαμε μου είπε ότι θα τα ξαναπούμε στην Αθήνα και έφυγε.


Μια μέρα μπαίνει μέσα στο γραφείο ο Διοικητής της μονάδας, του άρεσε να κουβεντιάζει μαζί μου. -Να πας δίπλα στο γραφείο του Λοχαγού κ. Παπαθεοδώρου που σε θέλει κάτι. Σε λίγο μπαίνω στο γραφείο του Λοχαγού, μαζί του, ήταν ένας άλλος Λοχαγός, ο κ, Μπουργουτζάνης. -Με θέλετε κάτι κ. Λοχαγέ; Να έρθω αργότερα; -Όχι μου λέει ,έλα. Δίπλα από το γραφείο του είχε ένα μικρό βαλιτσάκι σκύβει ανοίγει το βαλιτσάκι και βγάζει ένα μάτσο λάστιχα, -Τέντωσε τα μου λέει. -Κύριε Λοχαγέ ανοίξτε τα εσείς να δω τι θέλετε ακριβώς και μετά θα προσπαθήσω να το κάνω κι εγώ. .Το είπα βέβαια πονηρά σκεπτόμενος γιατί πάντα τα λάστιχα είναι πιο σκληρά την πρώτη φορά, ιδίως όταν είναι εκτεθειμένα και να κάνει και κρύο στην περιοχή. Η δεύτερη φορά ήταν πάντα, ευκολότερη.! Χωρίς να σηκωθεί από την καρέκλα πιάνει τα λάστιχα τα βάζει στην πλάτη του τεντώνει τα τεράστια χέρια του και τα ανοίγει, με σχετική άνεση θα μπορούσα να πω. -Άνοιξέ τα μου λέει. Είδα ότι είχε βάλλει τέσσερα λάστιχα, που να ξέρει , ότι εγώ είχα ανοίξει περισσότερα σε ένα γυμναστήριο στο Ηράκλειο. -Κύριε Λοχαγέ προσθέστε ακόμα ένα. Σκύβει από το κασόνι, παίρνει ακόμα ένα το προσθέτει και μου τα δίνει στο χέρι. Παίρνω τα


λάστιχα τα πιάνω με τα μεγάλα δάκτυλα των χεριών μου ,θέλω να τα ανοίξω από μπροστά που είναι πάρα πολύ δύσκολο από το να τα βάλεις στην πλάτη σου και να τα ανοίξεις. Μπροστά στο πρόσωπό του όπως καθότανε στο γραφείο τα τραβώ με δύναμη τα ανοίγω τέρμα , μόνο με τα μεγάλα δάχτυλα , τα κλείνω απότομα και τα αφήνω πάνω στο γραφείο του. -Με θέλετε τίποτα άλλο κύριε Λοχαγέ; Ο λοχαγός ήταν αμίλητος.! Ξαφνικά σηκώνεται όρθιος ο κύριος Μπουργουτζάνης, -Δεν ήταν δίκαιο γιατί το άνοιγμα των χεριών του Λοχαγού είναι περίπου δυο μέτρα ενώ των δικών σου χεριών ούτε ενάμιση μέτρο. Πράγματι ο κύριος Παπαθεοδώρου ήταν μια ανθρώπα δυό μέτρα ύψος. Παίρνω πάλι τα λάστιχα στα χέρια μου και τα πιάνω μπροστά από τα σιδερένια τρίγωνα που ήταν στερεωμένα. -Είναι καλά από εδώ κύριε Λοχαγέ; -Ε, τώρα μάλιστα .!!! Τα βάζω και εγώ πίσω από την πλάτη μου τα τραβώ με δύναμη ,τα ανοίγω τέρμα, δεν αρκούμαι σ΄αυτό ,τα τραβώ ακόμα πιο πολύ και φέρνω τα χέρια μου στην πρόταση, μένω εκεί για μερικά δευτερόλεπτα και μετά τα αφήνω απότομα με ένα φοβερό γδούπο φρρραατττ!!! τα αφήνω απάνω στο γραφείο και φεύγω, δεν περνούν δέκα λεπτά και το ήξερε όλη η μονάδα. Σε λίγο μπαίνει ο Διοικητής μου στο γραφείο.


-Ρέ Παπαδάκη τι έκανες του Λοχαγού; Το ξέρεις πως δεν είχε βρεθεί μέχρι σήμερα αξιωματικός να τα ανοίξει και τόχε καμάρι του και μάλιστα είχε πεί ότι όποιος αξιωματικός βρεθεί να τα ανοίξει θα τον κάνει γαμπρό του, θα του δώσει την μοναχοκόρη του για γυναίκα του.;!!! πρόσεξε όμως γιατί θα βρει να κάνει κάτι άλλο που να μην μπορείς να το κάνεις, εσύ. Εκείνες τις μέρες όλες οι μονάδες που υπαγόταν στην 31η Στρ. Διοίκηση είχαν αγώνες στο στάδιο της Αλεξανδρούπολης. Επικεφαλής των αθλητών της Μονάδας μας ήταν ο Λοχαγός Παπαθεοδώρου. Όταν είδε ότι έπιαναν τα χέρια μου, μου λέει -Αύριο θα έρθεις και συ μαζί μας , έχομε ανάγκη στις ρίψεις, πες μου σε ποιό άθλημα θέλεις να σε δηλώσω. -Κύριε Λοχαγέ δεν είμαι προετοιμασμένος για αγώνες θα ‘ρθω όμως για να βοηθήσω την ομάδα, δήλωσέ με στην σφαιροβολία. Ο ίδιος ο λοχαγός έπαιρνε μέρος στην Διελκυστίνδα, ένα αγώνισμα δύσκολο. Κάθε ομάδα αποτελούνταν από ένα στρατιώτη ένα δεκανέα, ένα λοχία, ένα ανθυπολοχαγό, ένα υπολοχαγό και ένα λοχαγό. Έμπαιναν στη σειρά έπιαναν στα χέρια τους ένα πολύ χονδρό σκοινί σαν το παλαμάρι, που δένουν τα πλοία στο λιμάνι, από την άλλη άκρη έπιανε η άλλη ομάδα , Όταν δίνονταν το σήμα από τον αφέτη τραβούσαν με όλη τους τη δύναμη, όποια ομάδα κατάφερνε να τραβήξει την άλλη ομάδα, έστω και μερικά εκατοστά ήταν νικήτρια. Ο Λοχαγός έμπαινε πρώτος στη γραμμή έδενε το σκοινί στη μέση του , φορούσε ειδικά κατασκευασμένα άρβυλα με μεγάλα


καρφιά στις σόλες , πατούσε δυνατά να καρφώσουν τα καρφιά στο χώμα έπιανε το σκοινί με τα χέρια και το τραβούσε με τόση δύναμη που και μόνος του να ήταν θα κέρδιζε την αντίπαλη ομάδα.!! Καθώς προχωρούσαμε μέσα στο στάδιο και συζητούσαμε για τους αγώνες , σε μια άκρη ήταν ένας παλιός άξονας ενός βαγονιού του τρένου μόνο με τις ζάντες του χωρίς λάστιχα. -Σταματά ο λοχαγός, σκύβει και πιάνει τον άξονα , με το δεξί του χέρι και τον σηκώνει στην ανάταση, τον αφήνει κάτω και το επαναλαμβάνει με το αριστερό του αυτή τη φορά, -Σήκωσέτον και εσύ , μου λέει . -Με τα δυό χέρια ; Όχι με το ένα. -ΑΠΟΚΛΕΊΕΤΑΙ, ΔΕΝ ΜΠΟΡΏ .΄! Θυμήθηκα τα λόγια του Διοικητή μας , θα βρεί κάτι που να το κάνει και συ να μην μπορείς. Όχι δεν ήταν τέτοιος άνθρωπος. Προσπάθησε και θα δεις που θα τα καταφέρεις, Προσπάθησα αλλά το έβγανα μέχρι τον ώμο και μου έπεφτε κάτω. Πρόσεξε τι θα σου πω θα το τραβήξεις με δύναμη και πριν σου πέσει κάτω θα κάμεις ένα βήμα μπροστά να μπεις από κάτω, με το χέρι τεντωμένο. Δεν φύγαμε από εκεί μέχρι που τα κατάφερα.!!


Έτσι μπράβο πάμε τώρα γιατί αργήσαμε.!!!

Έλαβα μέρος στο αγώνισμα της σφαιροβολίας, ήταν τόση η λαχτάρα μου να έρθω πρώτος για να βοηθήσω την ομάδα μα πιο πολύ να ευχαριστήσω τον Λοχαγό που ήταν κοντά μου και με εμψύχωνε, έβγαλα τις πιο μεγάλες βολές αλλά…., άκυρες και τελικά ήρθα δεύτερος. Μου έδωσαν και τιμητικό δίπλωμα, το κορνίζωσα και το έχω κρεμάσει σε ένα τοίχο του πατρικού μου σπιτιού.

Την επόμενη βδομάδα ήρθε και η μετάθεση

Μετατίθεμαι έλεγε το έγγραφο στο 730 ΤΕΣ. που εδρεύει στην Αττική , τίποτα άλλο. Τακτοποίησα τις όποιες εκκρεμότητες είχα , αποχαιρέτισα με συγκίνηση τους συναδέλφους μου γραφείς, τον


λοχαγό Παπαθεοδώρου και τελευταίο τον Διοικητή μου , την ώρα που αποχωρούσα φωνάζει τον σαλπιγκτή. -Σαλπιγκτή τι κάθεσαι και κοιτάς, βάρα το «φανταράκι στο καλό». Αρχίζει ο σαλπιγκτής, «το παιάνισμα» ευτυχώς που είχα απομακρυνθεί λίγο και δεν είδαν, τα δάκρυα που έτρεχαν από τα μάτια μου , μόνο καθώς γύρισα να τους κουνήσω λίγο το χέρι είδα όλους τους συναδέρφους να έχουν βγει από τα γραφεία τους, και δεν ξέρω αν βγήκαν για μένα ή για τον σαλπιγκτή που εξακολουθούσε να παίζει το «φανταράκι στο καλό».!!! Έτσι βρέθηκα για πρώτη φορά στην Αθήνα, με μετάθεση. Εικοσάχρονο παιδί με ένα φύλλο πορείας στο χέρι και ένα παραφουσκωμένο γυλιό στην πλάτη. Ήταν απόγευμα όταν κατέβηκα από το τρένο στο σταθμό Λαρίσης. Το φύλλο πορείας έγραφε ότι πήρα μετάθεση για το 730 ΤΕΣ που εδρεύει στη Αττική χωρίς να αναφέρει Διεύθυνση ή κάποιο τηλέφωνο της μονάδας. Απέναντι από το σταθμό Λαρίσης ήταν η ΣΔΑ, η Στρατιωτική Διοίκηση Αθηνών. Εκεί θα ξέρουν σίγουρα να με κατευθύνουν είπα και πήγα κατευθείαν στο Γραφείο του Αξιωματικού Υπηρεσίας. -Μου λέτε σας παρακαλώ που εδρεύει το 730 ΤΕΣ; -Ποιο; ! μου λέει ο Αξιωματικός Υπηρεσίας, δεν υπάρχει τέτοια μονάδα.!!! -Δεν μπορεί, κύριε Λοχαγέ. Έρχομαι από την


Αλεξανδρούπολη με μετάθεση για το 730 ΤΕΣ. Ορίστε και το φύλλο πορείας . Ο Λοχαγός το παίρνει στα χέρια του, το κοιτάζει για λίγο και σαν άλλη « Πυθία» αποφαίνεται: Δεν υπάρχει τέτοια μονάδα στην Αττική.! -Με συγχωρείτε, μα δεν μπορώ να πιστέψω ότι το φύλλο πορείας είναι λάθος και ότι δεν υπάρχει τέτοια μονάδα εδώ!! -Εγώ μια φορά τέτοια μονάδα πρώτη φορά ακούω! -Τι να κάμω τότε εγώ ; να γυρίσω πίσω; -Δικό σου πρόβλημα, μου λέει!!!.

Ευτυχώς, τη συζήτηση παρακολουθούσε ένας στρατιώτης που καθόταν στο διπλανό γραφείο, χωρίς να έχει μιλήσει μέχρι τότε. -Αν υπάρχει τέτοια μονάδα κύρ -Λοχαγέ, θα την ξέρουν οι διαβιβάσεις, κάποιο τηλέφωνο θα έχει, δεν μπορεί ; -Σαν να έχεις δίκιο, για κτύπα στο τηλεφωνικό κέντρο; Ο στρατιώτης σηκώνει το ακουστικό σχηματίζει έναν αριθμό και τον ακούω να λέει: -Έλα σειρά, να σε ρωτήσω κάτι ; ξέρεις αν υπάρχει κάπου μια μονάδα που λέγεται 730 ΤΕΣ; -Ναι; έχει και τηλέφωνο ; δώσε μου το και σ΄


ευχαριστώ πολύ!!! -Τυχεράκια μου λέει, πας στο 730 Τάγμα Εκμεταλλεύσεως Σιδηροδρόμων, θα περάσεις πολύ καλά εκεί. -Περίμενε να δοκιμάσουμε μήπως βρούμε κάποιον στο τηλέφωνο, γιατί είναι Σάββατο βράδυ και δεν μένει μέσα κανείς. Ύστερα από μεγάλη επιμονή κάποιος σήκωσε το τηλέφωνο: -Μισό λεπτό να σου δώσω κάποιον που έρχεται στη μονάδα σας με μετάθεση να του πεις που είσαστε και πως θα έρθει να σας βρει γιατί δεν ξέρει. Παίρνω το ακουστικό και ακούω κάποιον να μου λέει: -Θα πάρεις το λεωφορείο για τον Άγιο Ιωάννη το Ρέντη από την αφετηρία που βρίσκεται στην Αγίου Κωνσταντίνου απέναντι και θα πεις στον εισπράκτορα να σε κατεβάσει στη στάση σίδερα, θα περάσεις τις γραμμές του τρένου και θα δεις τον αυλόγυρο του στρατοπέδου. Αλλά δε μου λες γιατί θάρθεις απόψε ; δεν θα βρεις ψυχή εδώ μέσα, μείνε στην Αθήνα και έλα τη Δευτέρα το πρωί. -Καλά θα δω τι θα κάνω του είπα και αφού ευχαρίστησα περισσότερο τον στρατιώτη από τον Λοχαγό, φορτώθηκα το γυλιό και βγήκα έξω. Πήρα το τρόλεϊ και σε λίγο βρισκόμουν στη στάση για να πάρω το Λεωφορείο για τον Άγιο Ιωάννη το Ρέντη. Στην Αθήνα δεν ήξερα κανένα για να μείνω! Είχαν περάσει τρία λεωφορεία τα οποία έγραφαν Πέραμα, Άγιο Ιωάννη όμως κανένα. Σε λίγο ήρθε ένα γεροντάκι, στα χέρια του κρατούσε δυο τσάντες ΄που περιείχαν φαίνεται τις προμήθειες για όλη την


εβδομάδα. Είχε κυρτώσει, μα δεν πρέπει να ήταν από το βάρος γιατί οι σακούλες περιείχαν λίγα πράγματα, το ίδιο και το σακάκι που φορούσε, κάποτε πρέπει να ήταν πολύ όμορφο, και να του πήγαινε ωραία.!!!! -Είσαι πολύ ώρα εδώ; , Έχει πολύ ώρα να περάσει για του Ρέντη ; με ρωτά το γεροντάκι. -Αρκετή του απαντώ, γιατί έχουν περάσει τρία για Πέραμα και κανένα για Ρέντη; -Α,!!! μου λέει, δεν είσαι από εδώ ; πρώτη φορά πηγαίνεις; Το ίδιο λεωφορείο περνά από το Ρέντη και κάνει τέρμα στο Πέραμα.!!! -Όχι ρε γαμώτο θα είχα φτάσει τώρα.!!!

Ο Ήλιος άρχιζε να « βασιλεύει». Ένα άλλο γεροντάκι που είχε έρθει εν τω μεταξύ , κατέβηκε στη μέση του δρόμου και κοίταξε μέχρι κάτω, Έρχεται μας λέει! Πράγματι σε πολύ λίγο φάνηκε το λεωφορείο, ερχόταν σιγά- σιγά προς το μέρος που βρισκόμαστε. Το αυτοκίνητο ήταν ήδη γεμάτο, έκοψα εισιτήριο και παρακάλεσα τον εισπράκτορα να με κατεβάσει στη στάση σίδερα γιατί δεν ήξερα που ήταν η στάση σίδερα για να κατέβω. Άφησε εδώ δίπλα μου το γυλιό μην τον σηκώνεις και όταν φθάσουμε στη στάση σίδερα θα σου πω να κατέβεις μην ανησυχείς.


Το λεωφορείο ξεκίνησε , δεν χρειαζόταν να πιαστώ από πουθενά, με στήριζαν τα σώματα των άλλων επιβατών. Δίπλα μου στεκόταν ένα κορίτσι στην ηλικία μου, πρέπει να ήταν πολύ όμορφη κοπέλα πραγματικά και όχι γιατί είχα μήνες να δω θηλυκό τόσο κοντά!! Το λεωφορείο δεν διέθετε κλιματισμό, μόνο ένα φεγγίτη είχε στην οροφή, κι αυτός όμως ήταν κλειστός. - Θα σκάσουμε εδώ μέσα, είπε μια ηλικιωμένη γυναίκα, ανοίξετε τον φεγγίτη της οροφής. - Ο φεγγίτης ήταν ακριβώς πάνω από το κεφάλι μου. η κοπέλα προθυμοποιήθηκε να τον ανοίξει, σήκωσε το δεξί της χέρι , μάταια όμως ο φεγγίτης ίσως να είχε ανοιχθεί από το προηγούμενο Καλοκαίρι. Όπως σήκωσε το χέρι της , πρόβαλε το στήθος της μπρος τα μάτια μου. Ήταν πάρα πολύ ωραίο , στητό και αφράτο, φαινόταν μέχρι την βάση του και ενώ ήμουν έτοιμος να της πω να προσπαθήσει και με τα δύο της χέρια, μόνη της σήκωσε και το άλλο της χέρι και έτσι φάνηκε και το άλλο μισό στήθος της σε όλη του την μεγαλοπρέπεια. Είχα τώρα μπρος τα μάτια μου και τα δυό της στήθη. Μάταια οι άλλοι με παρότρυναν να την βοηθήσω να ανοίξει το φεγγίτη. ΔΕΝ άκουγα τίποτα και το μόνο που παρακαλούσα ήταν να μην ανοίξει τον φεγγίτη γρήγορα.!!!


-Γιατί δεν βοηθάς γιατί δεν βάνεις ένα χεράκι; Άκουσα να μου λέει κάποιος από δίπλα μου. ΄ Καλά σου λέει βοήθησε λίγο δεν βλέπεις ότι δεν μπορεί μόνη της μου λέει μια χοντρή κυρία, σκάσαμε εδώ μέσα.!!! -Αφήστε με βρε παιδιά , πήγα να τους πω, ξέρετε πόσους μήνες έχει μα περάσει μπροστά από τα μάτια μου κάτι τόσο ωραίο; Μα ντράπηκα, σήκωσα το χέρι μου, μόλις που πρόλαβα και άγγιξα λίγο το χέρι της και άνοιξε ο φεγγίτης της οροφής του αυτοκινήτου. Αα α!! έκαναν όλοι με ανακούφιση νοιώθοντας στο πρόσωπό τους το δροσερό αεράκι που εισόρμησε στο λεωφορείο από το άνοιγμα του φεγγίτη. Μόνο το δικό μου πρόσωπο παρέμεινε κόκκινο, ντράπηκα νόμισα ότι όλοι τους με κοίταζαν.!!! Ζήτησα συγνώμη , έσπρωξα και λίγο και πλησίασα τον εισπράκτορα . Τι γίνεται ακόμη δεν φτάσαμε ; τον ρωτώ. Θέλουμε ακόμα αρκετή ώρα μόνο μη βιάζεσαι.! Σιγά – σιγά άρχισε να αραιώνει ο κόσμος, η κοπέλα είχε καθίσει σ΄ ένα κάθισμα δίπλα στο παράθυρο και δεν την έβλεπα από εκεί που ήμουν. Ετοιμάσου μου λέει ο εισπράκτορας στην επόμενη στάση κατεβαίνεις. Η καρδιά μου κτυπούσε δυνατά , κάτι μου έλεγε ότι και η κοπέλα θα κατέβαινε στην ίδια στάση.


Φορτώθηκα τον γυλιό άνοιξε η πόρτα και κατέβηκα. Δυστυχώς δεν κατέβηκε κανένας άλλος. με την άκρη των ματιών μου κοίταξα την κοπέλα καθώς ξεκινούσε το λεωφορείο το ίδιο είχε κάνει κι εκείνη . Τα βλέμματά μας συναντήθηκαν για δέκατα του δευτερολέπτου ενώ κάποιες λέξεις βγήκαν από τα χείλη της. Στο καλό και καλή τύχη, ψιθύρισα καθώς το λεωφορείο χανόταν πίσω από το μηχανοστάσιο της ΣΠΑΠ. Καθώς προχωρούσα προς τις γραμμές των τρένων , συνάντησα ένα νεαρό που ερχόταν από τη μεριά του στρατοπέδου. -για το 730 πηγαίνεις συνάδερφε; Με ρωτά. -Ναι εσύ ποιος είσαι ; - Εκεί υπηρετώ κι εγώ! -Στρατιώτης είσαι και συ! Και κυκλοφορείς με «πολιτικά» ; Αααα !!δεν ξέρεις που ήρθες μου φαίνεται.!!! Σε αυτό το Τάγμα δεν έχομε καμία σχέση με στρατιωτικούς, είμαστε προσωπικό των σιδηροδρόμων, παίρνομαι την τροφή σε χρήμα . Δεν άχυμε όπλα και σκοπιές στην αρχή θα κάνεις θεωρητική εκπαίδευση και μετά θα μπαίνεις υπηρεσία σα να είσαι σιδηροδρομικός υπάλληλος. Πήγαινε όμως τώρα γιατί σκοτεινιάζει μόλις


περάσεις τις γραμμές θα δεις το συρματόπλεγμα του στρατοπέδου . Πρόσεχε καθώς θα περνάς τις γραμμές μην σε κτυπήσει κανένα βαγόνι, γιατί οι κλειδούχοι ετοιμάζουν τώρα τους συρμούς που θα φύγουν το βράδυ για Πελοπόννησο. Πιο πολύ δυσκολεύτηκα να περάσω τις σιδηροδρομικές γραμμές, παρά η «η ΑΡΓΩ» Των Αργοναυτών όταν περνούσε τις συμπληγάδες πέτρες. Μια τεράστια ατμομηχανή κτυπούσε με δύναμη ένα βαγόνι καθώς πήγαινε με μεγάλη ταχύτητα οι κλειδούχοι του άλλαζαν γραμμή για να το οδηγήσουν στην άκρη εκεί συγκέντρωναν τα βαγόνια που το βράδυ θα έφευγαν για Πελοπόννησο. Δεν ήξερες πώς να προφυλαχτείς για . αλλού ξεκινούσαν και αλλού πήγαιναν, και ενώ το πανδαιμόνιο από τα τρακαρίσματα συνεχίζονταν εγώ κάνοντας πότε ακροβατικά και πότε μεγάλα πηδήματα, κατόρθωσα να περάσω αναίμακτα τις γραμμές που δεν ήταν και λίγες μπορεί και εκατό. Επιτέλους βρήκα το συρματόπλεγμα αλλά είσοδο του Στρατοπέδου δεν βρήκα. Δ ύο ίσως και τρεις φορές ,έκανα τον γύρο του στρατοπέδου όταν είδα ένα στρατιώτη να απλώνει τις κάλτσες του. -Μα δε μου λες, με τον «πήδο» μπαίνετε εσείς μέσα ; Από πού είναι η είσοδος ; Γέλασε λίγο, Από την Κρήτη είσαι ; -Ναι του απαντώ.!


- και εγώ είμαι Κρητικός από τα ΧΑΝΙΑ. - Μετά μου λέει ότι έπρεπε να προχωρήσω από τον άλλο δρόμο και στη μέση του ήταν ένα μικρότερο στενό που οδηγούσε στην είσοδο. Μετά από λίγο, μπήκα στο στρατόπεδο, βρήκα ένα άδειο κρεβάτι, έβγαλα μόνο τα άρβυλα ξάπλωσα με τα ρούχα και ξύπνησα την επαύριο το πρωί από τις φωνές των στρατιωτών που μόλις είχαν γυρίσει από ταξίδι και πλένονταν και ξυρίζονταν για να βγούνε έξω. Την Δευτέρα πρωί μας συγκέντρωσε κάποιος σε μια μεγάλη ,αίθουσα και μας καλωσόρισε στις εγκαταστάσεις τηςΣΠΑΠ. Από σήμερα ανήκετε στο προσωπικό των Ελληνικών Σιδηροδρόμων. Η παραμονή σας εδώ θα διαρκέσει δέκα μήνες θα παίρνετε την τροφή σε χρήμα 750 δραχμές και άλλες 750 δραχμές δώρο από τη ΣΠΑΠ. Εφτά μήνες θα διαρκέσει η θεωρητική σας εκπαίδευση και τρείς μήνες η πρακτική. Σκοπό έχει ο Ελληνικός Στρατός να είναι σε θέση να κινήσει τα τρένα με εκπαιδευμένο προσωπικό σε περίπτωση πολέμου Τις περισσότερες φορές όταν τα πράγματα εξελίσσονταν ομαλά όταν φτάναμε στην Κόρινθο, διασταυρωνόμαστε με την αμαξοστοιχία που γύριζε πίσω από την Κυπαρισσία, ο αρχηγός της αμαξοστοιχίας, μας έλεγε πάρτε τα πράγματά σας, πηγαίνετε στην άλλη αμαξοστοιχία και γυρίσετε πίσω. Μην ταλαιπωρήστε να ερχόσαστε μέχρι την Κυπαρισσία .


Τα δρομολόγια ήταν συνήθως νυκτερινά και με εμπορικές αμαξοστοιχίες που κινούνταν με λιγνίτη, «καρβουνιάρηδες» δηλαδή. Η ειδικότητα η δική μου είχε διπλό σκοπό γι αυτό πάντα συνοδεύαμε το τρένο δύο στρατιώτες ο ένας έμενε στη «σκευοφόρο» και έπρεπε να παρακολουθεί την φορτοεκφόρτωση μεμονωμένων εμπορευμάτων, όταν φτάναμε στον σταθμό του προορισμού των, ή και ολόκληρων βαγονιών. . Ο άλλος στρατιώτης κλείνονταν στο τελευταίο βαγόνι του συρμού, σε ένα πάρα πολύ μικρό θαλαμίσκο που είχαν τα εμπορικά βαγόνια στο τέλος τους, όταν το τρένο κινούνταν σε γραμμές με μεγάλη κατωφέρεια και με βαρύ φορτίο ή είχε πολλά βαγόνια δεν αρκούσε το φρένο που ασκούσε ο Μηχανοδηγός και υπήρχε κίνδυνος να εκτροχιαστεί το τρένο, τότε με σφυρίγματα συνθηματικά μας ειδοποιούσε να βοηθήσομε στο φρενάρισμα βιδώνοντας ένα στρόφαλο που ακινητοποιούσε τους τροχούς του τελευταίου βαγονιού. Αν το φορτίο ήταν πολύ μεγάλο «οι κλειδούχοι» που ήταν υπεύθυνοι στον σχηματισμό των συρμών ,το ήξεραν και συνέδεαν το τελευταίο βαγόνι ανάποδα ώστε τα κουβούκλια να είναι απέναντι και να μπορούμε να ακινητοποιήσουμε τους τροχούς και των δύο βαγονιών. Μεσάνυχτα Μεγάλης Τετάρτης ήμουν δρομολόγιο μαζί με έναν άλλο συνάδελφο για την Κυπαρισσία. Σηκώθηκα και καθώς άνοιξα την πόρτα με μεγάλη μου έκπληξη είδα ότι είχε χιονίσει, ένα παχύ στρώμα χιονιού ήταν στρωμένο παντού, με κόπο φτάσαμε στον κεντρικό σταθμό του Πειραιά, αν και η απόσταση δεν ήταν μεγάλη. Το τρένο ήταν στη θέση του έτοιμο για αναχώρηση λες και περίμενε εμάς για να ξεκινήσει. Όλα ήταν κάτασπρα, δρόμοι και αυτοκίνητα, σπίτια και δέντρα. Το χιόνι σαν να είχε δικό του φως ένα


αμυδρό απαλό φως, στη σκοτεινιά της νύχτας διέκρινες μέσα στην πόλη τους δρόμους από όπου περνούσαμε, οι ράγες σκεπασμένες από ένα παχύ στρώμα χιονιού δεν φαίνονταν καθόλου, καθώς

περνούσε το τρένο από την θερμοκρασία που παράγονταν από την τριβή των τροχών με τις ράγες, τα χιόνια έλιωναν και άφηνε πίσω του δυο μεγάλα φίδια το ένα δίπλα στο άλλο να μας κυνηγούν. Στα Άνω Λιόσια κατηφορίζοντας για στους Αγίους Αναργύρους φάνηκε το μέγεθος της χιονόπτωσης, παντού χιόνι, τόσο χιόνι και μάλιστα Μεγάλη Εβδομάδα έβλεπα για πρώτη μου φορά και παρά το κρύο είχα ανοιχτή τη μικρή πόρτα του θαλαμίσκου και απολάμβανα το τοπίο. Ένα δυνατό μούγκρισμα μου χάλασε το ονειροπόλημα το «θηρίο» ζητούσε βοήθεια, γύρισα γρήγορα τη στρόφιγγα και ακινητοποίησα τους τέσσερις τροχούς του τελευταίου βαγονιού, πριν καλά- καλά τελειώσω το «δέσιμο» ακούω διπλό τον βρυχηθμό του θηρίου, σημάδι πως δεν ήταν αρκετό το δέσιμο, περνώ στο κουβούκλιο του άλλου βαγονιού και ακινητοποιώ τους τέσσερις τροχούς του, φάνηκε τότε καθαρά ότι λιγόστεψε πολύ η ταχύτητά του. Κάτω από τα πόδια μου στο μικρό κενό που δημιουργούνταν ανάμεσα στα δυο βαγόνια, το θέαμα ήταν μοναδικό, με την τριβή δυνατές φωτεινές σπίθες φέγγουν κυριολεκτικά στις ράγες και πετιούνται μακριά πάνω στο χιόνι, ενώ στη μύτη μου φτάνει η οσμή του μετάλλου που λιώνει. Στον Ασπρόπυργο αφού «έλυσα» τα δυο βαγόνια μπήκα στη σκευοφόρο, στη μέση της ήταν τοποθετημένη μια ξυλόσομπα μόνο που αντί για ξύλα


έκαιγε το ίδιο καύσιμο με το τρένο, λιγνίτη δηλαδή και είχε κοκκινίσει ολόκληρη από την πολύ δυνατή θερμότητα που της έδινε ο λιγνίτης. Όταν κάναμε το δρομολόγιο μέχρι την Κυπαρισσία το ταξίδι ήταν διήμερο, την επαύριο Μεγάλη Πέμπτη πήραμε το δρόμο του γυρισμού κουρασμένοι και ξαγρυπνισμένοι. Φτάσαμε νύχτα στον Πειραιά, πήραμε το δρόμο για το στρατόπεδο, εμείς μέναμε μέσα αφού δεν είχαμε σπίτι έξω να μείνουμε, όπως έκαναν παιδιά που οι γονείς τους ή γνωστοί τους, έμεναν σε κάποια περιοχή της Αττικής. Περάσαμε έξω από την εκκλησία, κόσμος πολύς είχε συγκεντρωθεί για να παρακολουθήσει την ακολουθία της ταφής του Χριστού. Σταματήσαμε για λίγο. Τα ρούχα μας δεν μας επέτρεπαν να μπούμε στην εκκλησία με βαριά καρδιά προσπεράσαμε ενώ το… «Ω!! γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατό μου τέκνο, που έδει σου το κάλλος…» ηχούσε στα αυτιά μου για αρκετή ώρα. Φτάνοντας στις «λαμαρίνες» μια περιοχή του Πειραιά που πήρε το όνομά της από τα μηχανουργεία και τα σιδεράδικα που λειτουργούσαν την ημέρα εκεί. Τα πάντα ήταν κατάκλειστα και οι δρόμοι σκοτεινοί, δεν κυκλοφορούσε ψυχή στους δρόμους ,ξαφνικά σα να μας μίλησε κάποιος , σταματήσαμε, με δυσκολία διακρίναμε δυο γυναικείες σιλουέτες στο κοίλωμα που σχημάτιζαν δυο παλιές ημικυκλικές πόρτες. Όταν είδαν ότι σταματήσαμε προχώρησαν προς το μέρος μας -Τι κάνουν τα φανταράκια μας ; θέλετε να κάνομε έρωτα; λέει σχεδόν ντροπαλά η μία . -Άκουσα καλά;!!! Ήμαρτον Θεέ μου μέρα που είναι!!! Η κοπέλα που ήρθε προς το μέρος μου δεν θα πρέπει να ήταν μεγάλη ίσως συνομήλική μου.


-Κατάλαβες τι μου ζητάς τώρα κορίτσι μου; βραδιά που είναι ;!!! -Δεν έχω φάει τίποτα όλη την ημέρα, δεν σου ζητώ πολλά ένα εικοσάρικο μόνο. -Σταμάτα !!! μην προχωρήσεις άλλο σε παρακαλώ.! Έχωσα το χέρι μου στην τσέπη του παντελονιού μου μάζεψα τα χρήματα που είχα μαζί μου, θα πρέπει να

ήταν κάπου ογδόντα με ογδόντα πέντε δραχμές, αυτά είχα όλα κι όλα, άνοιξα το χέρι της, έβαλα στην παλάμη τα χρήματα και έσφιξα τα δάκτυλά της για να μην πέσουν κάτω τα κέρματα -Καλό Πάσχα !!! Καλή Ανάσταση !!! -Καλή Ανάσταση !!! την άκουσα να λέει ενώ από τα μάτια της μου φάνηκε πως κύλησε ένα δάκρυ. Έριξα ένα γρήγορο βλέμμα να δω που ήταν ο συνάδελφός μου αλλά δεν υπήρχε πουθενά, ίσως να καθυστέρησα και να πηγαίνει προς το τάγμα σκέφτηκα και προχώρησα μόνος μου μέσα στο μισοσκόταδο. Κάθε μέρα πηγαίναμε για εκπαίδευση μέχρι τις δύο, το μεσημέρι κοιτάζαμε τα δρομολόγια της ημέρας και εφόσον δεν είμαστε ταξίδι, είμαστε ελεύθεροι και κυκλοφορούσαμε με πολιτικά όσοι ήθελαν. Δεν παράλειψα με την πρώτη ευκαιρία να πάω στο ΓΕΣ και να ευχαριστήσω τον Λοχαγό, ευχαριστήθηκε που περνούσα καλά . Φεύγοντας μου είπε , μια βδομάδα πριν τελειώσει η εκπαίδευση να τον ενημερώσω για να φροντίσει να με τοποθετήσει σε μια καλή υπηρεσία μέχρι να απολυθώ. Έτσι και έγινε και που λέτε πως με πήγε με μετάθεση; ΣΤΟ 253 Ειδικό Τάγμα Πεζικού ‘με Έδρα την Αγία


ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ. Ήταν το τάγμα που παρουσίαζε όπλα σε όλους τους υψηλούς προσκεκλημένους και επισκέπτες που επισκέπτονταν την χώρα μας.

Πέρασε πολύ γρήγορα το τρίμηνο που υπολείπονταν ακόμα για να πάρω το απολυτήριο του Στρατού. Λέω ρε γαμώτο, εγώ δεν είμαι δυο μέτρα με τα χέρια στην ανάταση και θα πάω να παρουσιάζω όπλα; Αλλά την πρώτη ημέρα που βγήκα με όπλο στην αναφορά φωνάζει ο λοχαγός -Ανάπαυση ! –Προσοχή ! -Επ’ ώμου , παρουσιάστε, όπλα.! Εγώ δεν πρόλαβα να σηκώσω το όπλο . -Για έλα εδώ εσύ!;, από πού μας ήρθες ;και όταν του είπα αυτός γέλασε , να πας να παραδώσεις το όπλο σου και να καθίσεις στο γραφείο να μην βγαίνεις καθόλου έξω.!! Εξ άλλου θες λίγο καιρό να πάρεις το απολυτήριο σου. Κανονικά θα έπρεπε να απολυθώ αρχές Ιανουαρίου δεν έπαιρνα καθόλου την κανονική μου άδεια Γιατί είχα υπολογίσει ότι η κανονική μου άδεια μαζί με μερικές σαρανταοκτάωρες και μερικές ημέρες οδοιπορικά κάλυπτα τον χρόνο από την πρώτη του Οκτωβρίου που έπρεπε να φοιτώ στην Ακαδημία και να μην χάσω και τρίτο χρόνο από απουσίες. Όταν


κάποτε με ρώτησε ο Διοικητής μου γιατί δεν παίρνω την κανονική μου άδεια και του είπα τι σκόπευα να κάνω μου είπε -Και εμείς δηλαδή τι κάνουμε εδώ; γιατί είμαστε εδώ. ; Πήγαινε και πές στον υπασπιστή μου να σου φτιάξει μια άδεια να φύγεις να πας στην Ακαδημία να παρακολουθείς τα μαθήματά σου να μην χάσεις τη χρονιά από τις απουσίες και θα ‘ρθεις να πάρεις το απολυτήριό σου, ή καλύτερα θα σου το στείλω εγώ συστημένο να μην χαθεί, γιατί να ταλαιπωρείσαι και να έρχεσαι από το Ηράκλειο μόνο για να πάρεις το Απολυτήριο ; Υπάρχουν ακόμα τέτοιες στιγμές που δικαιολογούν και δίνουν υπόσταση στη λέξη ΑΝΘΡΩΠΟΣ. !!!

Οι συσπουδαστές μου , πολλούς ήξερα από το γυμνάσιο ρωτούσαν να μάθουν πως πέρασα στο στρατό , και όταν τους έλεγα ότι είχα τις καλύτερες αναμνήσεις τους φαίνονταν παράξενο γιατί οι περισσότεροι είχαν συνδέσει το στρατό «με καψώνια», σκοπιές, κακό φαγητό, κράτηση ή φυλάκιση με το παραμικρό παράπτωμα. Στις εκλογές της τάξεως με εξέλεξαν πρόεδρο σχεδόν δια βοής. Αυτό είχε ευεργετικές συνέπειες στο πρόσωπό μου, έμπαινα κάθε μέρα στο γραφείο των καθηγητών, είχα αποκτήσει την εμπιστοσύνη τους, και η σχέση μας άρχιζε να γίνεται περισσότερο φιλική. Πολλοί από τους συμφοιτητές με έβαζαν ως ενδιάμεσο ανάμεσα σε αυτούς και τους καθηγητές, ή


με τον Διευθυντή μας όποτε παρουσιάζονταν κάποιο πρόβλημα και τόσον ο Δ\ντής όσον και οι καθηγητές δεν μου χάλασαν ποτέ χατίρι. Τον δεύτερο χρόνο φοίτησης , παίρνω μέρος στις εκλογές του συλλόγου σπουδαστών της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ηρακλείου, κερδίζω στις εκλογές και με πρόταση των εκλεγμένων μελών Γίνομαι πρόεδρος όλων των σπουδαστών της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ηρακλείου. Στις μεγάλες Εθνικές και Θρησκευτικές εορτές, στις εκδηλώσεις του Δήμου ή της περιφέρειας , παίρνω μέρος και εκπροσωπώ το μοναδικό πνευματικό ίδρυμα που υπήρχε στην πόλη μας.

Δύο καθηγητές από το διδακτικό προσωπικό δεν ήταν σε θέση να δικαιολογήσουν τον τίτλο του καθηγητή της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Αυτοί που μας έκαναν Γαλλικά και Γεωγραφία. Ο πρώτος ,ήταν κομμένο το δεξί του χέρι και είχε πρόσθετο γύψινο χέρι, όταν γίνονταν φασαρία για να επιβάλλει την τάξη χτυπούσε το χέρι του στην έδρα. Κάποια παιδιά μετρούσαν τους χτύπους και όταν ξεπερνούσε τους κτύπους της προηγούμενης μέρας , σηκώνονταν όρθια ένωναν τα χέρια τους και φώναζαν ζήτωωωω.! Κανείς δεν πρόσεχε στην παράδοση, έκαναν φασαρία και μετρούσαν τους χτύπους, όταν πλησίαζαν τους χτύπους της προηγούμενης μέρας βασίλευε νεκρική σιγή και όταν τους περνούσε γινόταν ο χαμός.


Ο άλλος καθηγητής , όταν χτυπούσε το κουδούνι να μπούμε μέσα, πάρα πολλά παιδιά τον περίμεναν έξω από την πόρτα του γραφείου των καθηγητών , μόλις εμφανίζονταν έπεφταν πάνω του , όπως οι δημοσιογράφοι σε κάποιο διάσημο πρόσωπο και τον ρωτούσαν για άσχετα πράγματα, το αποκορύφωμα γίνονταν στην πόρτα της τάξης, τον φράκαραν δεν μπορούσε να διασπάσει τον κλοιό να μπει στην τάξη Έκανε την παράδοση του μαθήματος και μετά ζητούσε να λύσει απορίες . το τι ερωτήσεις του έκαναν δεν λέγεται. Μια μέρα έμπλεξα κι εγώ χωρίς να φταίω

ούτε υπήρχε διάθεση εκ μέρους μου να δημιουργήσω κατάσταση. Ίσα- ίσα που δεν συμφωνούσα με τη συμπεριφορά ορισμένων συμφοιτητών μου. Την προηγούμενη ώρα μια σπουδάστρια παρουσίασε μια εργασία και είχε φέρει ως εποπτικό υλικό ένα μικρό αμάλλιαστο κοτοπουλάκι. Δεν ξέρω ποιος και για πιο λόγο, είχε βάλει το κοτοπουλάκι κάτω από το θρανίο μου, υποπτεύομαι πως κάποιος από την «παρέα» γιατί έκαναν απόλυτη ησυχία σαν να περίμεναν κάτι να συμβεί, πραγματικά σε λίγη ώρα το πουλάκι άρχισε να «φωνάζει» «Πίαπία» αυτοί έκαναν ησυχία για να ακουστεί. Ακούω το πουλάκι και υπολογίζω ότι ήταν κάπου πολύ κοντά


μου, αλλά δεν ξέρω που. Βάζω το χέρι μου κάτω από το θρανίο για να ψάξω, και με τσιμπά στο δάχτυλο πολύ δυνατά, τραβώ το χέρι μου δυνατά πίσω χτυπά το πίσω θρανίο και ξεσπούν οι άλλοι στα γέλια , γίνεται πανδαιμόνιο. Αιφνιδιάζεται και ο κύριος Τυράκης μαζεύει τα πράγματά του και φεύγει. Πηγαίνω στο γραφείο του κυρίου Διευθυντού . -Μα τι κάμετε πάλι στον καθηγητή σας γιατί μου είπε ότι δεν ξανάρχεται.! Την ύλη την έχει τελειώσει, και θα φέρει αύριο την βαθμολογία.! Είπα στον κ Δ\ντή ότι είχε συμβεί. Στην βαθμολογία που παρέδωσε στον Δ\ντή μου εί χε βάλει τέσσερα. Παίρνω το πτυχίο του Δασκάλου με σχεδόν Άριστα «9,3». Με τέσσερα στην Γεωγραφία. Έμενα στο χωριό μουν και περίμενα διορισμό. Γίνονται οι πρώτοι διορισμοί και δεν είμαι μέσα, παίρνω τηλέφωνο στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων να μου πουν γιατί; Δεν τους είχα ενημερώσει μου λένε, με ξεχωριστή αίτηση ,ότι ακολουθούσα την σειρά αυτών που μπήκα στην Ακαδημία και όχι τη σειρά αυτών που τελείωσα. Από το Υπουργείο μου είπαν ότι την επόμενη βδομάδα θα έκαναν «διόρθωση ημαρτημένων» πρώτη φορά ακουσα αυτή την έκφραση και θα με έβαζαν στους διοριστέους. – -Δεν χρειάζεται να σας κάμω ξεχωριστή αίτηση ; - Όχι, δεν χρειάζεται . -Σίγουρα


-Σίγουρα , το έχω ήδη σημειώσει. Την επόμενη βδομάδα πράγματι παίρνω το διορισμό μου και κατ΄ευθείαν για το Ρέθυμνο. Την επομένη παρουσιάστηκα στο γραφείο της Β΄ επιθεώρησης Ρεθύμνης και έγινε ατομική ορκωμοσία. Γιατί οι άλλοι επτά είχαν ορκισθεί την προηγούμενη βδομάδα. Το πρακτικό έγραφε: Εν Ρεθύμνω σήμερον την 15η του μηνός Μαρτίου του έτους 1967 ημέρα Τετάρτη και ώραν 11. 30.και εν τω γραφείο του κ. επιθεωρητού της β΄περιφέρειας Ρεθύμνης εμφανίσθηκε ο πτυχιούχος της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ηρακλείου Παπαδάκης Μηνάς του Γεωργίου και έδωσεν τον όρκον της υπηρεσίας. Ορκίζομαι να φυλάττω πίστην εις την Πατρίδα και τον συνταγματικό Βασιλέα των Ελλήνων, υπακοήν εις το σύνταγμα και τους Νόμους και να διαχειρίζομαι τιμίως και ευσυνειδήτως την ανατεθείσαν μοι Δημόσιαν υπηρεσία. Εφ ώ συνετάγη το παρόν πρακτικόν και υπογράφεται ως έπεται.!!! Ο Επιθεωρητής

Ορκισθείς

Τέθηκα στην διάθεση του επιθεωρητή Β΄Ρεθύμνης και τοποθετήθηκα προσωρινά στην κενή θέση του δημοτικού Σχολείου Επισκοπής. Όλοι οι νεοδιοριζόμενοι συνάδερφοί μου μόλις πληρωθήκαμε ξαμολήθηκαν στα μαγαζιά και αγόραζαν ότι τους ήταν απαραίτητο Για να στήσουν


σουν εξ υπαρχής ένα νέο νοικοκυριό, αγόραζαν τσικάλια, πιάτα , πιρούνια, κουτάλια, μπρίκια, γκαζιέρες μαγεροψήματα ,Ψωμί παξιμάδι .! Εγώ δεν πήρα τίποτα , δεν έμενα έλεγα στου πατέρα μου το σπίτι , εκεί είχα εξασφαλισμένο τουλάχιστο ένα πιάτο φαί. Είχα πάρει μαζί μου μια μεγάλη βαλίτσα που είχα τα ρούχα μου και ένα ράντζο που δίπλωνε στη μέση, τίποτα άλλο. ! Στις τακτικές μεταβολές άλλαξα Επιθεώρηση για να πλησιάσω στο Ηράκλειο. Τοποθετήθηκα προσωρινά στο Μονοθέσιο Δημοτικό σχολείο Καλονυκτίου. Ένα όμορφο ορεινό χωριό που οι κάτοικοί του ασχολούνταν οι περισσότεροι με την

κτηνοτροφία .Εδώ έμαθα ότι όταν Νικηφόρος Φωκάς ήρθε για να ελευθερώσει το Ηράκλειο από τους Άραβες και τους Σαρακηνούς, στρατοπέδευσε για να περάσει η νύχτα σ΄αυτή την περιοχή και το πρωί θα ξεκινούσε για το Ηράκλειο. Το πρωί που σηκώθηκε ήταν ευδιάθετος, και οι αυλικοί του τον ρώτησαν αν κοιμήθηκε καλά και τους απάντησε ότι πέρασε μια πολύ καλή νύχτα . τα στρατεύματά του ύστερα από σκληρούς και αιματηρούς αγώνες μπήκαν στην πόλη και την ελευθέρωσαν από τους Άραβες και τους Σαρακηνούς. Σε ανάμνηση της καλής νύχτας που πέρασε ο


στρατηγός και μετέπειτα Αυτοκράτορας του βυζαντίου Νικηφόρος φωκάς ονομάστηκε το χωριό «Καλονύχτης». Θα πρέπει να ήταν γύρω στις 10 το πρωί, όταν κτύπησε η πόρτα, της μοναδικής αίθουσας διδασκαλίας του σχολείου μου,στον καλονύχτη ,ένα απομακρυσμένο ορεινό χωριό, του νομού Ρεθύμνης. «Γνωρίζομεν υμίν ότι , τοποθετηθήκατε προσωρινώς στο μονοθέσιο Δημοτικό σχολείο Καλονυκτίου , της Β΄περιφέρειας Ρεθύμνης, εις ό δέον να παρουσιάσθείτε προς ανάληψιν υπηρεσίας, αναφέροντες σχετικώς εις τον Προϊστάμενον Επιθεωρητή σας». Αυτό έλεγε το έγγραφο του ΠΥΣΠΕ Ν. Ρεθύμνης. Δεν θα πρέπει να είχα κλείσει μήνα στον Καλονύχτη , για σπίτι χρησιμοποιούσα το Γραφείο του σχολείου, είχα βολευτεί ωραία , δεν είχα δα και τα περίσσια πράγματα μόνο μια μεγάλη βαλίτσα και ένα κρεβάτι που δίπλωνε στη μέση . Το πρωί δίπλωνα το κρεβάτι και το έβαζα στην άκρη έβαζα δίπλα την βαλίτσα και το Γραφείο ήταν άδειο. -Δάσκαλε, έλα στο τηλέφωνο που σε θέλουνε, μου είπε ένας ηλικιωμένος άνδρας. Στο σπίτι του είχαν τοποθετήσει το μοναδικό κοινοτικό τηλέφωνο. Δεν υπήρχαν βέβαια κινητά τηλέφωνα και τα σταθερά δεν είχαν αριθμούς. Το τηλέφωνο, «το καβουρντιστήρι» όπως το έλεγαν , είχε στο πλάι μια μικρή μανιβέλα, όταν την γύριζες χτυπούσε στο τηλεφωνικό κέντρο του ΟΤΕ, από εκεί ζητούσες να σε


συνδέσουν για να μιλήσεις με κάποιον αν είχε σταθερό τηλέφωνο, ειδ΄ άλλως έπρεπε να τον βρουν ,να τον ειδοποιήσουν να είναι στο τηλέφωνο κάποια συγκεκριμένη ώρα για να μιλήσεις μαζί του. Ανησύχησα λίγο, καθώς προχωρούσα προς το σπίτι του γέρου, γιατί δεν με είχε ξαναπάρει κανείς και μάλιστα σε ώρα μαθήματος. Κάτι κακό θα συμβαίνει είπα μέσα μου και επιτάχυνα το βηματισμό μου. -Ορίστε παρακαλώ, ποιος είναι; Τι θέλετε; -Πεινάς μωρέ;!! Πεινάς ; !!! Άκουσα από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής να με ρωτά, κρυφογελώντας κάποιος κύριος και ενώ προσπαθούσα να καταλάβω από τη φωνή του, ποιος μπορεί να ήταν, αυτός χωρίς να μου πει το όνομά του

συνεχίζει, -Βρίσκεις, τίποτα να φας ;!!! -Πείνα και των γονέων, του απαντώ χωρίς να περάσει από το μυαλό μου, ότι ίσως ο γέρος με τη γυναίκα του, να κρυφάκουγαν πίσω από την πόρτα. Όταν τους είπαν από τον ΟΤΕ ειδοποιήστε τον Δάσκαλο να έρθει στο τηλέφωνο, φαίνεται ότι έκαναν και αυτοί την ίδια σκέψη, ποιος να θέλει άραγε το Δάσκαλο;. Σίγουρα καμιά κοπελιά θα είναι και έστησαν αφτί. Γελάστηκαν όμως γιατί ο συνομιλητής στο τηλέφωνο, ήταν ένας χωριανός μου που υπηρετούσε και αυτός


στο Ρέθυμνο ως Δ\ντής του Ταχυδρομείου στο Γαράζο. -Μάνα μου, ντροπή !!!να πεινά ο Δάσκαλος και να μη βρεθεί ένας από όλο το χωριό, να του πάει ένα πιάτο φαΐ!!!. -Να σου βάλω δυο ντολμάδες με κληματόφυλλα, που είναι πρωτοφανίστικοι και θα του αρέσουν, να του τις πάς; -Βάλε μου. Ύστερα από λίγο, χτύπησε πάλι η πόρτα. Ανοίγω. Μπροστά μου στεκόταν ο γέρος, σε μια πετσέτα είχε βάλλει ένα βαθύ πιάτο με πάρα πολλούς ντολμάδες από αμπελόφυλλα, με ένα άλλο πιάτο τους είχε σκεπάσει, για να διατηρηθούν ζεστοί

και μου τους δίνει στο χέρι. -Δάσκαλε, να με συμπαθάς για το φαγητό, μα αυτό είχαμε μαγειρέψει σήμερα, ελπίζω να σου αρέσει. -Και βέβαια μ΄ αρέσει. Σας ευχαριστώ πολύ. Όταν τέλειωσε το μάθημα και έφυγαν τα παιδιά, πήγα να φάω λίγο ζεστό μαγειρευμένο φαγητό. Οι ντολμάδες αν και ήταν φτιαγμένοι, από αμπελόφυλλα, κολοκυθοανθούς και σκέτο ρύζι ήταν πάρα πολύ νόστιμοι. Είχα όρεξη να φάω ολόκληρο το πιάτο, είπα όμως να αφήσω λίγους για το βράδυ. Δεν είχα ξαπλώσει καλά-καλά, για να ξεκουραστώ και


ακούω πάλι να κτυπούν την πόρτα, ήταν μια μαθήτριά μου, το σπίτι τους ,ήταν δίπλα στο σπίτι του γέρου, με το τηλέφωνο. -Κύριε, η μαμά μου, μου έδωσε να σου φέρω λίγο φαγητό και μου δίνει στο χέρι ένα πιάτο σκεπασμένο με ένα άλλο από πάνω. -Πολλά ευχαριστώ να πεις, Ελένη στη μαμά σου. Καθώς στρίβω για να μπω στο δωμάτιο η Ελένη σκύβει και μου δίνει άλλο ένα πιάτο, το είχε αφήσει κάτω για να μπορέσει να κτυπήσει την πόρτα. Πριν προλάβω να την ευχαριστήσω για το δεύτερο πιάτο, η Ελένη έφυγε τρέχοντας, ολόχαρη που μου έφερε φαγητό και δεν θα πεινούσα πια. Η συσκευασία ήταν η ίδια με τους ντολμάδες του γέρου, λύνω την πετσέτα που ήταν τα πρώτα πιάτα

και τι να δω !!! Μια ολόκληρη ομελέτα με ψιλοκομμένες πατάτες , κολοκύθια και πολλά –πολλά αβγά. Πάνω στην ομελέτα είχε βάλλει και πέντε αβγά μάτια.!!! Το άλλο πιάτο είχε μια σαλάτα από σγουρό μαρούλι και γύρω-γύρω πράσινες τσακιστές ελιές. Να μην το ήξερα, να μην έτρωγα τόσους ντολμάδες ;!!! Τι θα κάνω τώρα; Θα φάω μόνο δυο αβγά, τώρα που είναι ζεστά γιατί άμα κρυώσουν δεν τρώγονται. Έφαγα φαίνεται τα τρία από τα πέντε αβγά, αρκετή σαλάτα και τσιμπολογούσα κάθε τόσο λίγη ομελέτα.


Το απόγευμα ξεκίνησα για το μοναδικό καφενείο του χωριού. Σήμερα όμως θα πιω μια γκαζόζα, να δω τι γκαζόζες έχουν εδώ, γιατί με το να μην τρώγω τίποτα, όλο φασκόμηλο και καφέδες έπινα. Καθώς προχωρούσα, είδα μια άλλη μαθήτριά μου, να έρχεται προς το μέρος μου. Μου χαμογελά με εκείνο το γλυκό χαμόγελο που έχουν μόνο τα παιδιά όταν θέλουν να σου δείξουν την ικανοποίησή τους και μου λέει: -Κύριε Δάσκαλε, ο μπαμπάς μου, μου είπε να σας πω, πως το βράδυ σας περιμένει στο σπίτι να πιείτε, λέει, ένα κρασί μόνο να το ξέρετε. Πριν προλάβω να της πω, να πει στον πατέρα της να το αναβάλουμε για μια άλλη βραδιά, η Ελπινίκη έστριβε στη γωνιά του δρόμου.

Στο καφενείο με περίμενε ένας νέος άνδρας, που ήταν ο μοναδικός στο χωριό που είχε μηχανάκι και πολλές φορές Τετάρτη απόγευμα που δεν είχα σχολείο, κατεβαίναμε στο Ρέθυμνο για φαγητό. Όταν έφτασα φώναξε τον καφετζή να μου φτιάξει καφέ και άνοιξε το τάβλι που το είχε βάλει ήδη μπροστά του. -Σήμερα όμως Δάσκαλε, δε μου γλιτώνεις, θα σε κερδίσω οπωσδήποτε. -Γιατί το λες αυτό, Γιώργο, όνειρο το είδες;!!! -Δεν το είδα όνειρο, μα έχω μια προαίσθηση πως θα σε κερδίσω.


-Λίγο δύσκολο βέβαια, γιατί δεν συνηθίζω να χάνω, αλλά θα δούμε, θα δείξει το πράγμα. Δεν είχαν σταματήσει οι εκατέρωθεν απειλές, για την επερχόμενη σύγκρουση και έρχεται ο πατέρας της Ελπινίκης , που θα μου έκανε το τραπέζι το βράδυ. Τον προσκάλεσα να καθίσει κοντά μας. Αυτός παράγγειλε καφέ, πήρε μια καρέκλα και κάθισε από τη μεριά του Γιώργου. Γιώργο τον έλεγαν και αυτόν. Στην αρχή παρακολουθούσε χωρίς να μιλάει, ύστερα από λίγο όμως, άρχισε να κάνει κριτική και υποδείξεις στο συνονόματό του. Ε!!! αλλιώς έπρεπε να τις παίξεις τις πεντάρες και λίγο αργότερα. «κοίτα τι κάνει;!!! «πόρτα κάνεις δεν το βλέπεις;» « πάω να καθίσω λίγο πιο πέρα γιατί θα ξεχάσω το τάβλι που ξέρω» δεν έφυγε όμως κάθισε εκεί, ίσως για χατίρι

μου, αποφασισμένος όμως να μην ξαναμιλήσει. Σε μια καλή ζαριά του Γιώργου, δεν άντεξε « ωραία ζαριά το έξι πέντε αλλά να κατέχει κανείς να την παίξει»!!! -Σιγά τον παίχτη !!! βρε, εσύ μετράς με το δάχτυλό σου για να πατήσεις ένα πούλι.!!! Και μας κάνεις και κριτική . -Άστο Δάσκαλε, το τελειώνουμε άλλη μέρα, είπε και έκλεισε το τάβλι. Μετά από λίγο παρέα και οι τρεις, ξεκινήσαμε για το σπίτι του κ. Γιώργου.


Προσπάθησα να αρνηθώ ευγενικά την πρόσκληση και το τραπέζι να γίνει ένα άλλο βράδυ. Ήταν όμως και κάτι άλλο, ήξερα ότι ήταν πάρα πολύ φτωχός. Ο άνθρωπος αυτός σκέφθηκα μπορεί να είχε ένα πετεινό και να μην τον έσφαξε να φάνε τα παιδιά του, για να κάμει στο Δάσκαλο το τραπέζι, ίσως άλλη φορά να μην είχε την δυνατότητα να το επαναλάβει. -Εντάξει κ. Γιώργο πάμε. Το σπίτι τους ήταν δίπλα ακριβώς από το καφενείο, μας υποδέχθηκαν πρώτα τα παιδιά του, είχε τέσσερα, τα δυο ήταν μαθητές μου, στην πρώτη και στην Τετάρτη τάξη, τα άλλα δύο ήταν μικρότερα, δεν πήγαιναν ακόμη σχολείο. Από μέσα ακούστηκαν τα καλωσορίσματα της γυναίκας του. -Ελάτε – ελάτε !!! Καλώς όρισες στο φτωχικό μας κ. Δάσκαλε. Μας προέτρεψε να μπούμε μέσα γιατί ο καιρός δεν

ήταν καλός Καθίσαμε στην κουζίνα, δίπλα ακριβώς από το αναμμένο τζάκι. Τα κάρβουνα «κρατούσαν» ακόμα, είχαν ένα παράξενο κόκκινο χρώμα, από πάνω είχαν καλυφθεί με ένα αλαφρό στρώμα στάχτης, στο εσωτερικό τους όμως η θερμοκρασία ήταν τόση, ώστε να κάνει ροδοκόκκινο, το μισό κατσικάκι που ο κ. Γιώργος είχε τοποθετήσει στην άκρη του τζακιού και το έψηνε «αντικριστό». Το άλλο μισό το είχαν κάνει βραστό με πιλάφι. Στο


τραπέζι είχαν πίτες με γλυκιά μυζήθρα και μέλι. Ξεκινήσαμε με ρακή, αλλά πολύ γρήγορα ο κ. Γιώργος μας είπε να δοκιμάσουμε το κρασί του, που ήταν όπως έλεγε ο ίδιος «Νέκταρ». Το γυρίσαμε στο κρασί, αλλά παρά τα παινέματα του κ. Γιώργου δεν μου άρεσε καθόλου, ήπια και εγώ λίγο, έκανα ένα ΑΑΑ!!! Παίνεψα και εγώ το κρασί, για το χρώμα του, για τη γεύση του και το άρωμά του. Δεν παρέλειψα βέβαια να τους πω ότι εγώ δεν είχα συνηθίσει το κόκκινο κρασί και ότι έπινα καλύτερα το άσπρο και έτσι απόφυγα την πίεση, να πιω λίγο παραπάνω. Η γυναίκα του, η κ .Μαρία δεν ήταν μεγάλη στην ηλικία, τα βάσανα όμως, οι στερήσεις και οι δυσκολίες της ζωής είχαν αποτυπωθεί στο πρόσωπό της και την έκανες πολύ μεγαλύτερη. Ήταν μια μεσόκοπη γυναίκα, μια πάρα πολύ συμπαθητική φυσιογνωμία, που σε κέρδιζε με την πρώτη ματιά, αποκτούσες μαζί

της μια οικειότητα σαν να την ήξερες από καιρό. Προσπάθησα να φάω κάτι , για να αποφύγω τις προτροπές της κ. Μαρίας και του κ. Γιώργου «μα φάε Δάσκαλε»!! μα « γιατί δεν τρως Δάσκαλε»!!! «μα μη ντρέπεσαι Δάσκαλε»!!! «Μήπως δεν σου αρέσει το φαγητό, θέλεις κάτι άλλο;» Πως να τους εξηγήσω ότι δεν ντρεπόμουνα να φάω και όλα ήταν πάρα πολύ ωραία , όμως είχα φάει


τόσα και τόσα εκείνη την ημέρα και μου ήταν αδύνατο να φάω κάτι ακόμα. Ύστερα μάλιστα από την αναγκαστική δίαιτα όλης της εβδομάδας. Όλη την βδομάδα δεν έτρωγα τίποτα, το Σάββατο το μεσημέρι περνούσε ένας φίλος και συνάδελφος ο οποίος είχε δικό του αυτοκίνητο, με έπαιρνε μαζί με δύο άλλους συναδέλφους και ερχόμαστε στο Ηράκλειο. Αργά το βράδυ της Κυριακής και πολλές φορές Δευτέρα πρωί – πρωί, γυρίζαμε πίσω. Σήμερα ήταν Τετάρτη βράδυ και έπρεπε να φάω, το πιλάφι ,το βραστό και το αντικριστό κατσικάκι που ήταν πάρα πολύ νόστιμα. Ντρεπόμουνα την οικοδέσποινα που είχε βάλει όλη της την τέχνη, για να τα καλομαγειρέψει. Δεν ήταν μικρό πράγμα να κάνει το τραπέζι και μάλιστα πρώτη από όλο το χωριό, στο Δάσκαλο των παιδιών της ; Το σημαντικότερο όμως ήταν, ότι δεν πίστευαν ότι είχα φάει. Εδώ κυκλοφόρησε σαν αστραπή σ΄ολόκληρο το

χωριό, ότι τόση πείνα που είχε ο δάσκαλος δεν την είχαν γνωρίσει ούτε τη Γερμανική κατοχή. Και φάε Δασκαλε!! Και γιατί δεν τρως Δάσκαλε!!!μήπως δεν σου αρέσει το βραστό; Βγάζει αμέσως από τη φωτιά το «οφτό» και να είμαι και υποχρεωμένος κάθε λίγο να πίνουμε από το «Νέκταρ» του κυρίου Γιώργου, που δεν πρέπει να


διέφερε και πολύ από αυτό που πότισαν το Χριστό πάνω στο σταυρό του μαρτυρίου. «Χριστέ μου»είπα λύτρωσέ με από το μαρτύριο που περνώ. Λίγο ακόμα και θα με έβγαζε στο κλάμα. Έκανα υπομονή να περάσει λίγη ώρα ακόμα γιατί ήταν ντροπή και ασέβεια να φύγω γρήγορα, αν πάλι δεν έτρωγα έπρεπε να κουβεντιάζω και τι να έλεγα, νέος Δάσκαλος εγώ, όχι μόνο στην ηλικία αλλά στην υπηρεσία ,και στο χωριό, ούτε τα ονόματά τους δεν ήξερα .Σε μια στιγμή σηκώνομαι όρθιος και λέω «πάμε μέχρι το καφενείο να κεράσω και εγώ μια γκαζόζα»; Εκεί μανία εγώ με την γκαζόζα.!!! -Έγώ βλέπω πως δεν τρώς άλλο Δάσκαλε, ας πάμε μέχρι το καφενείο. Τώρα όμως θα πιώ τη γκαζόζα , μπορεί να με βοηθήσει στη χώνεψη.!! Που να ήξερα εγώ ότι τις γκαζόζες τις έφερναν μια φορά τον μήνα, ένα φορτηγό από το Πέραμα. Ρεύμα δεν υπήρχε στο χωριό, ούτε ψυγείο βέβαια. Ήπια λίγη γκαζόζα μα αυτή ήταν σκέτο νερό με λίγη ζάχαρη.

Αντί να με βοηθήσει όπως πίστευα με φούσκωσε ακόμα περισσότερο. Δεν με χωρούσαν πια τα ρούχα, με πολύ κόπο καθόμουν στην καρέκλα .!!! Ευτυχώς πρώτος ο κύριος Γιώργος είπε να φύγουμε


γιατί σηκώνονταν πρωί για να πάει στα πρόβατα. Καληνύχτισα, και ευχαρίστησα τον κύριο Γιώργο και έφυγα τρέχοντας για το μικρό δωμάτιο μου. Φόρεσα τις πιτζάμες και ξάπλωσα στο κρεβάτι ελπίζοντας πως σε πολύ λίγο θα κοιμηθώ.!!! Άδικα όμως, όσο περνούσε η ώρα , η κατάσταση χειροτέρευε, δεν με χωρούσε το δωμάτιο, πότε σηκωνόμουν και καθόμουν έξω στα σκαλοπάτια να πάρω λίγο αέρα και πότε στο κρεβάτι , μπας και κοιμηθώ. Είχε πάει 3 η ώρα και δεν είχα κλείσει μάτι. Τελικά πήρα την απόφαση έκανα εμετό και σε λίγο με πήρε ένας ελαφρύς γλυκός ύπνος και το πρωί που σηκώθηκα δεν ήξερα αν όλα αυτά είχαν συμβεί ή τα είχα δεί τη νύχτα όνειρο.! Στις 13-9-67 τοποθετήθηκα οριστικά στο Μονοθέσιο Δημοτικό Σχολείο ΦΑΡΑΤΣΙΟΥ. Για την τοποθέτησή μου σ΄αυτό το σχολείο συνέβαλε ουσιαστικά ο χωριανός μου κ. Καουκάκης Σοφοκλής ,προιστάμενος του Ταχυδρομείου Γαράζου, με πήρε και μέναμε μαζί σ΄ένα μεγάλο σπίτι. . Άλλη αιτία που μέτρησε θετικά, ήταν η κ. Μαρούλα είχε ένα οινομαγειρείο εκεί

μαγείρευε σπιτικό φαγητό για όλους τους Δημ. Υπαλλήλους που έμεναν στην περιοχή, έτσι δεν χρειάστηκε να αγοράσω κανένα κουζινικό σκεύος. Το μόνο πρόβλημα ήταν η μετάβαση και η επιστροφή στο σχολείο. Κι αυτό αντιμετωπίστηκε φέρνοντας


από το χωριό μια μηχανή «λαμπρέτα» που είχα. Οι μαθητές που είχα ήταν 11, ιδιόκτητο σχολείο δεν υπήρχε και νοικιάζαμε ένα ισόγειο μεγάλο δωμάτιο που ο ιδιοκτήτης του πιθανόν να το προόριζε για καφενείο. Το χειμώνα έκανε πολύ κρύο , κάθε πρωί τα παιδιά έφερναν από κάθε σπίτι ένα κούτσουρο και ανάβαμε τη ξυλόσομπα που είχαμε στη μέση του δωματίου. Οι μαθητές μου ΄όπως όλα τα παιδιά της ελληνικής υπαίθρου, χωρίς βοήθεια από το σπίτι ,οι προτεραιότητες των γονιών τους ήταν άλλες, πως θα τα βγάλουν πέρα και πως θα εξασφαλίσουν τον επιούσιο στην οικογένειά τους . Έτσι το βάρος της εκπαίδευσής τους έπεφτε εξ ολοκλήρου στην πλάτη του δασκάλου. Δεν με πείραζε καθόλου, ήμουν νέος είκοσι πέντε χρονών με όνειρα και όρεξη για δουλειά. Αυτή τη δουλειά την επέλεξα μόνος μου και θα την κάνω 35 ολόκληρα χρόνια, άρα το συμπέρασμα έβγαινε μόνο του και δεν ήταν άλλο από το να οργανώσω καλά την δουλειά μου να γίνει πιο άνετη για μένα , και προς όφελος των μαθητών μου. όπου

γίνονταν μια διάλεξη , μια ομιλία , ένα σεμινάριο με εκπαιδευτικά θέματα και εγώ μέσα. Για να μαζέψω εποπτικό υλικό έγραψα μια επιστολή την οποία έστειλα σε όλες τις πρεσβείες των


Ευρωπαϊκών χωρών, στην επιστολή έγραφα πως μας άρεσε η χώρα τους , επειδή οι μαθητές του σχολείου μας , δεν μπορούσαν να την επισκεφθούν και να την γνωρίσουν από κοντά, τους παρακαλούσα να μας στείλουν ότι υλικό είχαν σχετικό με τον πολιτισμό, τις ασχολίες των ανθρώπων την ιστορία του τόπου των, τα ήθη και τα έθιμα και έτσι οι μαθητές θα σχημάτιζαν μια πλήρη εικόνα για την χώρα τους. Μετά από μερικές ημέρες όχι πολλές, άρχισαν να καταφθάνουν το πρώτα δέματα η χαρά των παιδιών δεν περιγράφεται. Αρχίσαμε την ταξινόμηση τα παιδιά των μεγάλων τάξεων την θεωρούσαν δικιά τους δουλειά, και δούλευαν και όταν δεν είχαν σχολείο. Στο Φαράτσι έμεινα μέχρι το 1971. Επειδή ο αριθμός των μαθητών είχε μειωθεί κατά πολύ έκλεισαν το σχολείο και με απόσπασαν στο εξαθέσιο Δημοτικό σχολείο Ανωγείων, για να αναπληρώσω μια δασκάλα που ήταν άρρωστη, πρώτη φορά έκανα μάθημα μόνο σε μία τάξη. Μου άρεσε πολύ , γιατί η γυναίκα μου είχε διοριστεί στο Αγροτικό Ιατρείο Τυλίσσου και μέναμε εκεί.

Είχαμε αγοράσει ένα αυτοκίνητο και πηγαινοερχόμουν στα Ανώγεια.


Κάθε πρωί , έφευγα σχεδόν νύχτα, γιατί ο δρόμος ήταν μεν ασφαλτοστρωμένος αλλά είχε πολλές στροφές και κάτι φαράγκια που δεν έβλεπες την άκρη τους. Όταν ανέβαινα σε μεγάλο υψόμετρο, αριστερά και δεξιά του δρόμου κάθονταν τεράστιοι γύπες , μεγαλύτεροι στο μέγεθος από τις γαλοπούλες που είχαμε στο χωριό. Κατέβαιναν από τα «όρη», για να πάρουν το πρωινό τους, γιατί τη νύχτα τα αυτοκίνητα όλο και κάποιο ζωάκι θα είχαν πατήσει . Αν το ζώο ήταν μεγάλο και είχαν φάει πολύ δεν μπορούσαν να πετάξουν αμέσως μόνο έκαναν πέντε –έξη μεγάλα πηδήματα και απογειώνονταν από τη μεριά του φαραγγιού. Το θέαμα ήταν τρομακτικό είχε μια σπάνια άγρια ομορφιά. Το μυαλό μου με πήγε πίσω στα παιδικά μου χρόνια σ΄αυτό που κάναμε όταν είμαστε μικροί , αν «ψοφούσε» κάποιο ζώο στο χωριά δεν το έθαβαν μόνο το πετούσαν στο ποτάμι. Την επαύριο εμφανίζονταν γύπες και έκαναν κύκλους πάνω από το χωριό. Όταν εντόπιζαν το ζώο κατέβαιναν .Όταν σχολνούσαμε το μεσημέρι από το σχολείο, δεν πηγαίναμε στο σπίτι για να φάμε αλλά


κατευθείαν στις «σκάρες» έτσι λέγαμε τους γύπες, τις πλησιάζαμε χωρίς να μας αντιληφθούν, τις παίρναμε κυνήγι, όσες είχαν φάει πολύ δε μπορούσαν να πετάξουν και εκεί που έκαναν μεγάλα πηδήματα για να απογειωθούν τους φτάναμε , τους τραβούσαμε με δύναμη και τους βγάζαμε δύο-τρία φτερά από την ουρά . Τα δίναμε σε οργανοπαίχτες και μας έδιναν χαρτζιλίκι ,γιατί με την κατάλληλη επεξεργασία τα φτερά γίνονταν η καλύτερη πένα ιδιαίτερα για τα μεγάλα μουσικά όργανα( λαγούτα).

Τα παιδιά του σχολείου ήταν πολύ καλύτερα από τους μέχρι σήμερα μαθητές μου. Διοργάνωσα φανταστικές εθνικές και θρησκευτικές εορτές, με θαυμάσια σκηνικά, η αίθουσα του θεάτρου του σχολείου, ήταν κατάμεστη από θεατές τους γονείς των μαθητών μεταξύ αυτών ήταν και ο Δήμαρχος Ανωγείων κ Σπαχής. Στο τέλος του χρόνου μου είπε αν ήταν δυνατόν να παραμείνω δάσκαλος στην πόλη τους . - Και εγώ το θέλω Δήμαρχε αλλά ήμουν με απόσπαση μόνο για εκείνη τη χρονιά . Στις τακτικές μεταβολές, την επόμενη χρονιά πήρα μετάθεση στο Δημοτικό σχολείο Χώνους.


Την πρώτη μέρα που πήγα στο Σχολείο είδα μετά λύπης μου ότι ολόκληρη η βεράντα του σχολείου ήταν ζωγραφισμένος ένας τεράστιος Φοίνικας . το πουλί της χούντας. Κάθε πρωί έπρεπε να ξεκλειδώσω την κοιλιά του πουλιού για να μπω στην τάξη . Δεν χρειάστηκα δεύτερη σκέψη, φώναξα ένα παιδί που ήταν ελαιοχρωματιστής και του λέω, - Γιώργο έχεις πλαστικό; - Μου λέει όσο θες , - Φέρε λοιπόν τα εργαλεία σου και άσπρισέ μου την βεράντα και την πρόσοψη, να την περάσεις δυο χέρια να μην φαίνεται τίποτα. Το απόγευμα φαίνεται έπεσαν τα τηλεφωνήματα γιατί την επομένη κατά τις 11 η ώρα βλέπω να καταφθάνει ένας λοχαγός κρατώντας μια παραφουσκωμένη μεγάλη τσάντα . κτυπά την πόρτα , την ανοίγω , -Ο κύριος Παπαδάκης; -Ναι, τι θέλετε; -Θέλω να κουβενττττττττττιάσομε, λίγο !!!’ -Ευχαρίστως μόνο πρέπει να καθίσετε στο γραφείο να σας παραγγείλω ένα καφέ, για 10 λεπτά να διώξω τα παιδιά, και τα λέμε.!! Μέχρι να πιεί τον καφέ, έδιωξα τα παιδιά και πήγα στο γραφείο .Είχε ανοίξει την τεράστια τσάντα είχε


βγάλει ένα μπλοκ και κτυπώντας το στυλό στο γραφείο , με ρωτά. -Γιατί κ. Παπαδάκη σβήσατε τον Φοίνικα; - Κύριε Λοχαγέ, εδώ είναι σχολείο , είναι ένας Ναός γνώσης και μάθησης , είναι δυνατόν κάθε πρωί να ανοίγω την κοιλιά του πουλιού για να μπούμε στην τάξη; Τον είδα όμως ότι δεν δυσανασχέτησε , μάλιστα το πρόσωπό του από σκυθρωπό και κατσούφικο που ήταν, άλλαξε διάθεση, σαν να υπερθεμάτιζε γι αυτό που είχα κάνει. Είπαμε πολλά, τα περισσότερα ήταν πληροφορίες για το άτομό μου. Κύριε Λοχαγέ επειδή είδα ότι ήρθατε από την διακλάδωση με τα πόδια να σας πάρω μέχρι τη Δροσιά(Γενι- Γκαβέ) ; Τον άφησα στη διακλάδωση και έφυγα, μου έδωσε την εντύπωση ότι θα έκλεινε την υπόθεση και δεν θα προχωρούσε παρακάτω. Έτσι και έγινε δεν με ξαναενόχλησε κανείς. Οι κάτοικοι του χωριού ήταν δουλευταράδες . Καλλιεργούσαν αμπέλια με το περίφημο Ραζακί


σταφύλι και την μεγαλύτερη παραγωγή την έκαναν εξαγωγή. Το σταφύλι της περιοχής τους συναγωνίζονταν σε ποιότητα το περίφημο Ραζακί της περιοχής των Αρχανών. Το τι σταφύλι μου έφερναν δεν περιγράφεται , καθημερινά ,γέμιζα το Πορτ-Μπαγκαζ του αυτοκινήτου . Όταν τους έλεγα , μη φέρνετε άλλα , έχω γεμάτα όλα τα ψυγεία, αυτοί μου έλεγαν Δάσκαλε τώρα τα έχομε , τώρα τα τρώμε, δώστα σε φίλους σου. Δεν θα ήταν υπερβολή αν σας έλεγα ότι είχε φάει το μισό Ηράκλειο από τα σταφύλια του Χώνους. Όταν πήγα εκεί Δάσκαλος έμαθα ότι και ο οικισμός Δροσιάς (Γενί γκαβέ) με τις ταβέρνες επί της Εθνικής οδού Ηρακλείου – Ρεθύμνου ανήκε στο Χώνος. Με πολλές οικονομίες αγόρασα ένα ολοκαίνουριο μικρό επιβατικό αυτοκίνητο, ένα φίατ 128 , με μπροστινή κίνηση. Εν τω μεταξύ η γυναίκα μου Επιστήμων Μαία, είχε διοριστεί στο αγροτικό Ιατρείο ΤΥΛΊΣΣΟΥ. Στις τακτικές μεταβολές στις , παίρνω μετάθεση για το Ηράκλειο και τοποθετούμαι στο 1\θέσιο Δημοτκό Σχολείο Καλού. Όχι πολύ μακριά από το Ηράκλειο είχε όμως από το Κυπαρίσσι και πάνω κακό δρόμο, ήταν χωματόδρομος και κατά τους χειμερινούς μήνες


ήταν δυσκολοδιάβατος. Πηγαινοερχόμουν από την Τύλισσο η απόσταση γίνονταν μεγαλύτερη, από το χώνος. Έμεινα στο Καλού τέσσερα χρόνια. Οι κάτοικοι του χωριού συναντιόμαστε το πρωί στο καφενείο με πείραζαν , γιατί καφέ έπινα το πρωί στο καφενείο και μετά πήγαινα στο σχολείο. -Μα αλήθεια είναι Δάσκαλε πως αν καρφώσεις πουθενά δεν ζητάς βοήθεια μόνο σηκώνεις το αμάξι και το πας πιο πέρα, και ξαναμπαίνεις και συνεχίζεις; Δεν είδαμε καμιά φορά στα τέσσερα χρόνια που είσαι εδώ να καθυστερήσεις έστω μισή ώρα. Η αλήθεια ήταν κάπου στη μέση, αν θα κάρφωνα κάπου, άνοιγα την πόρτα, το δεξί πόδι εξακολουθούσε να είναι πάνω στο γκάζι, και με το αριστερό πατούσα χάμω, έβαζα τον ώμο μου στον ουρανό του αυτοκινήτου και του έλεγα έλα πάμε μαζί με δύναμη!!! . Θαρρείς πως ήθελε πολύ 10-20 πόντους να προχωρούσε έπιανε σταθερό έδαφος και όπως είχε την κίνηση στους μπροστινούς τροχούς ξεκολλούσε και όπως έφευγε μπροστά καθόμουν στο κάθισμα έβανα το πόδι μου μέσα και ….φύγαμε.!!! Το σχολείο ήταν ξύλινο λυόμενο, αποτελούνταν από μια κανονική αίθουσα διδασκαλίας και ένα γραφείο, αποχωρητήρια δεν είχε , καλά θα μου πείς αν ένα


παιδί είχε ανάγκη δεν μπορούσε να βγει έξω ή ακόμα να πάει στο σπίτι του αν ήταν κοντά , ο προηγούμενος δάσκαλος που έμενε στο γραφείο γιατί η γυναίκα του δεν δούλευε , όταν είχε ανάγκη, έπιανε τις χαρουπιές; Το σχολείο μετά την τοποθέτησή του στο συγκεκριμένο σημείο δεν του έγινε καμιά συντήρηση . είχαν κόψει τα δοκάρια που το στήριζαν και όταν έπιανε νοτιάς έτρεμε ολόκληρο. Η πρώτη μου δουλειά ήταν να απευθυνθώ με έγγραφο στη Νομαρχία Ηρακλείου να τους κάμω γνωστή την κατάσταση που αντιμετώπιζα ,φοβόμουν για την σωματική ακεραιότητα των μαθητών μου και τους ζητούσα να στείλουν άμεσα ένα τεχνικό κλιμάκιο να ελέγξουν την στατικότητα του κτηρίου , μέχρι να έρθουν για έλεγχο, τις μέρες που έπιανε κακοκαιρία έπαιρνα τα παιδιά και έκανα μάθημα στην εκκλησία που ήταν απέναντι από το σχολείο. Δεν πέρασε μια βδομάδα και καταφθάνει ένα κλιμάκιο με το αυτοκίνητο της Νομαρχίας Ηρακλείου με επικεφαλής τον κ . Φραγκάκη Ιωάννη πολιτικό Μηχανικό. Έτυχε εκείνη την ημέρα να είναι καλός ο καιρός, είπα στα παιδιά να βγουν διάλλειμα , η πρώτη ματιά δεν ήταν κατά τη γνώμη τους ανησυχητική, μα τη λέτε τους λέω για δείτε εδώ , ήταν ανοικτό το


παράθυρο το πιάνω με το ένα χέρι μου από τε περβάζι του παραθύρου και λέω μέσα μου « αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφίλων» τραβάω με δύναμη μέσα και έξω τον τοίχο .!!! -Μη , μη άστο !!!είδαν ένα μέρος τη ζημιάς .! -Σκεφθείτε να φυσά δυνατός νοτιάς και γω να κάνω μάθημα. Σε μίνι σύσκεψη αποφάσισαν να διαθέσουν ένα εκατομμύριο για να γίνει μια μεγάλη αίθουσα διδασκαλίας και στο κάτω μέρος της αυλής αποχωρητήρια. Τους ευχαρίστησα για την άμεση αντιμετώπιση του προβλήματος. Τις ημέρες της κακοκαιρίας είναι προτιμότερο να κάνεις μάθημα στην εκκλησία, μου είπαν φεύγοντας. Το καλοκαίρι δούλεψαν χωρίς διακοπή και τον Σεπτέμβριο, ήταν έτοιμο, δεν το χάρηκα όμως , γιατί είχα πάρει μετάθεση στο 1\θέσιο Δημοτικό σχολείο Κερασίων. Τα Κεράσια ήταν προνομιούχα θέση γιατί ήταν ο προθάλαμος της πόλης του Ηρακλείου,η επόμενη μετάθεση ήταν στην πόλη. θεωρούνταν προάστιο του Ηρακλείου γιατί ήταν κοντά στην πόλη είχε καλό δρόμο με άσφαλτο μέχρι το σχολείο, και είχε και καλό «υλικό». ( δεν μου


αρέσει αυτή η λέξη ) δηλαδή μαθητές χωρίς μαθησιακές δυσκολίες. Άπό τους πιο σημαντικούς ανθρώπους του χωριού ήταν ο Παπά – Γιάννης αν δεν φορούσε τα ράσα δεν τον έκανες πως ήταν Παπάς΄ πάντα με το γέλιο , καλοσυνάτος και απρόβλεπτος. Μια βραδιά το Καλοκαίρι είχαν κάνει χοροεσπερίδα στην αυλή του σχολείου. Κάποια στιγμή παίρνει το μικρόφωνο από τους οργανοπαίχτες . Αμέσως γίνεται ησυχία να ακούσουν , τι θα τους έλεγε ο Παπά Γιάννης . Καλησπερίζει τους οργανοπαίχτες και καλωσορίζει στο χωριό τους τους προσκεκλημένους . Ακούστε να σας πω τι έπαθα προχθές , πήγα με την παπαδιά στο Ηράκλειο να κάνει κάποιες εξετάσεις γιατί δεν ένιωθε καλά τον τελευταίο καιρό, Όταν τις είδε ο Γιατρός της είπε . ΄Τίποτα δεν έχεις, Τον Παπά Γιάννη να προσέχεις και τίποτα άλλο, να του καλομαγειρεύεις, όσπρια και κηπευτικά κομμένα, παιδάκια και μπριζόλες και να αποφεύγει χοιρινά..και το πιο σημαντικό να του λες πάντα, Ναι σε ότι σου ζητήσει.! Φεύγοντας από του Γιατρού, μπαίνουμε στου Γαζανού στο μαγαζί με τα γυναικεία εσώρουχα ,


αγοράζει ένα εσώρουχο με αλμυρή τιμή ,το πλήρωσα και δεν είπα τίποτα . Ήρθαμε στο χωριό, περνά μια βδομάδα , περνούνε δύο, τίποτα . -Μωρέ παπαδιά μα εκείνο το εσώρουχο που πήραμε από του Γαζανού και τ ακριβοπλήρωσα ,μάλιστα πότε θα το βάλλεις;!! Αα!!! Νομίζεις πως το πήρα για τα μούτρα σου; Ακόμα ακούγονται στ΄ αυτιά μου τα γέλια της παπαδιάς και των προσκεκλημένων. !!! Έκαμα μόνο ένα χρόνο στα Κεράσια.


Στις 21-4-1977 πήρα ένα έγγραφο που με πληροφορούσε ότι μπήκα επιτέλους στην πόλη του Ηρακλείου με συνυπηρέτηση αφού τον προηγούμενο χρόνο η γυναίκα μου είχε τοποθετηθεί στην πόλη του Ηρακλείου. Τοποθετήθηκα στο 14θέσιο 33ο Δημοτικό Σχολείο Ηρακλείου στα Δειλινά. Εδώ τα πράγματα ήταν διαφορετικά, πολλά από τα παιδιά του σχολείου όταν τέλειωσε το χτίσιμο του οικισμού , τα μάζεψαν από τα «χεντέκια και τις τρώγλες» , ήταν αγρίμια, ανυπάκουα, μεγάλα στο ανάστημα γιατί πολλά από αυτά είχαν μείνει στην ίδια τάξη , δύο παιδιά είχαν χάσει και δεύτερη χρονιά, ήθελαν μια διαφορετική αντιμετώπιση και όχι δια της βίας μάθηση. Η αγωνία μου μεγάλωνε καθημερινά και όταν ζήτησα βοήθεια από κάποιον υψηλά ιστάμενο ,μου είπε μην στεναχωριέσαι, αυτά όταν φύγουν από το σχολείο θα γίνουν όλα σηκωτάδες ή θα κρατούν τα εξαπτέρυγα στις κηδείες, για να βγάζουν το χαρτζιλίκι τους. ! Όχι , δεν είναι δυνατόν , δεν το δέχομαι ! Εγώ θα προσπαθήσω να τα βοηθήσω, πήγα πολλές φορές στο σπίτι τους , Δάσκαλε αφού εγώ δεν πήγα σχολείο , δεν ξέρω να γράφω και να διαβάζω , πώς να τα βοηθήσω;


Το κουδούνι του Σχολείου χτύπησε για είσοδο, τα παιδιά μετά την προσευχή προχώρησαν προς τις τάξεις τους. Περίμενα να περάσει και ο τελευταίος μαθητής στην τάξη, για να κλείσω την πόρτα. -Κύριε, Μηνά να πάω να σου πλύνω το αμάξι;!!! -Γιατί βρε Μιχάλη, υπάλληλός μου είσαι; -Θέλεις τότε να πάω να σκάψω τον κήπο του σχολείου; -Όχι βρε Μιχάλη, δεν είναι δική σου δουλειά, σ΄ευχαριστώ, αλλά αυτό είναι δουλειά του κηπουρού και πληρώνεται γι αυτό. Πάμε τώρα μέσα στην τάξη και τα λέμε στο διάλειμμα. Με βαριά καρδιά μπήκε στην τάξη ο Μιχάλης, ήταν μαθητής της ΣΤ΄ Δημοτικού. Είχε χάσει δυο χρονιές από απουσίες, όχι εξαιτίας κάποιας ασθένειας, αλλά γιατί, δεν ερχόταν καθόλου στο Σχολείο. «Δεν του αρέσει το σχολείο κ. Δάσκαλε», μου είχε πει η μητέρα του, όταν την επισκέφθηκα κάποτε στο σπίτι τους . Ο Στέλιος ήταν κι αυτός στην ίδια τάξη με το Μιχάλη. Είχε χάσει και αυτός δύο χρονιές .Δεν ήταν κακά παιδιά, απλά οι γονείς τους είχαν βάλλει ως πρώτη προτεραιότητα την επιβίωσή τους, γιατί ήταν πάρα πολύ φτωχοί και ύστερα τα γράμματα. Πολλά από τα παιδιά του Σχολείου δούλευαν σε γραφεία κηδειών,


σηκώνοντας το Σταυρό και τα εξαπτέρυγα και έβγαζαν το χαρτζιλίκι τους. Όλα τα παιδιά του Σχολείου, ήταν απείθαρχα, άτακτα και αμελή. Σωστά αγρίμια. Πολλές φορές πηδούσαν από τα παράθυρα και έφευγαν από το Σχολείο, |»στολίζοντας» συγχρόνως με άσεμνες χειρονομίες και με κοσμητικά επίθετα τις Δασκάλες του σχολείου. Ο Μιχάλης καθόταν λόγω ύψους στο τελευταίο θρανίο, κατά την ώρα της παράδοσης, ιδιαίτερα Ιστορικών ή Θρησκευτικών μαθημάτων όπου μέσα στην τάξη επικρατούσε απόλυτη ησυχία γιατί άρεσαν στα παιδιά και τα παρακολουθούσαν με ενδιαφέρον, Ο Μιχάλης έσπρωχνε και έριχνε στο πάτωμα το σανίδι που είχε το θρανίο για να πατούν τα πόδια τους οι μαθητές, δημιουργώντας μεγάλο θόρυβο, τα παιδιά όπως ήταν φυσικό που και αυτά γύρευαν αφορμή, ξεσπούσαν σε γέλια και σε ξεφωνητά. Είπα στον Επιστάτη του Σχολείου και κάρφωσε το σανίδι, δεν έμεινε όμως στη θέση του για πολλές ημέρες .Μετά από μερικές ημέρες πάλι τα ίδια, δεν μίλησα καθόλου το άφησα και πέρασε σα να μην είχε συμβεί. Την τρίτη φορά πήγα στο θρανίο του Μιχάλη έσκυψα και πήρα το σανίδι λέγοντας στο Μιχάλη, που περίμενε τη δική μου αντίδραση φαίνεται, για να φύγει από το σχολείο, « βρε Μιχάλη αφού


σ΄εμποδίζει το σανίδι γιατί δεν το βγάζεις από τα πόδια σου» ; !!! Έβαλα το σανίδι όρθιο δίπλα στην ντουλάπα Ο Μιχάλης με κοιτάζει με απορημένο ύφος μα δεν λέει λέξη. Την επόμενη ώρα παρατηρούσα με τρόπο την αντίδραση του Μιχάλη, είδα ότι δεν τον βόλευε, δεν καθόταν καλά στο θρανίο, ένιωθε άβολα. Τα πόδια του ήταν μακρά, γιατί ήταν αρκετά ανεπτυγμένος, όχι όμως τόσο ώστε να πατεί στο πάτωμα, έτσι τα πόδια του βρίσκονταν στον αέρα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να «τον κόβει»το θρανίο και να μετακινείται από τη μια άκρη στην άλλη. Την Τρίτη ημέρα δεν άντεξε, πήγε και πήρε το σανίδι και το έβαλε στη θέση του και δεν το ξανάριξε ποτέ πια κάτω. -Μιχάλη μείνε το διάλειμμα μέσα που σε θέλω. Όταν μείναμε οι δυο μας του λέω: -Μιχάλη το να έρχεσαι διαβασμένος στο Σχολείο, αυτό αφορά εσένα και λίγο τους γονείς σου, εμένα καθόλου. Στο τέλος ετούτης της χρονιάς θα φύγεις από το Σχολείο, θα σου δώσω το απολυτήριο του Δημοτικού Σχολείου. Σου το υπόσχομαι. Όμως θα ήθελα να μου πεις, τι θα κάνεις όταν φύγεις από το σχολείο, ποιό επάγγελμα θα ακολουθήσεις; -Σοβατζής.!!! -Καλή και άξια η δουλειά που διάλεξες να κάνεις, μα δε μου λες, όταν θα είσαι πια ξετελεμένος μάστορας και σοβαντίσεις κάποιου το σπίτι, όταν τελειώσεις τι θα του πεις ; θα απλώσεις το χέρι σου και θα του


ζητήσεις να σου δώσει ότι έχει ευχαρίστηση ; -΄Όχι, βέβαια.!!! -Τι θα κάμεις δηλαδή; -Θα μετρήσω να βρω πόσα «μέτρα» του σοβάντισα. -Πολύ σωστά και μετά θα πολλαπλασιάσεις με την τιμή που συμφωνήσατε το τετρ. μέτρο για να δεις πόσα λεφτά πρέπει να σου δώσει. Συμφωνείς ; -Ναι, έτσι θα κάνω. -Ξέρεις να κάνεις αυτές τις πράξεις Μιχάλη; -Όχι κύριε, δεν ξέρω. -Ε, εγώ αυτά θέλω να σου μάθω να κάνεις. Συμφωνείς να αρχίσουμε από αύριο κιόλας, με πολύ εύκολες ασκήσεις να μάθεις πρώτα τις τέσσερις πράξεις των ακεραίων. -Συμφωνώ !!! -Πήγαινε τώρα έξω και κουβέντα για τη συμφωνία που κάναμε.!!! Εντάξει; -Εντάξει κύριε .Να σε ρωτήσω όμως κάτι; -Πες μου ότι θες . -Γιατί δεν με έδειρες , όταν έριχνα το σανίδι του θρανίου κάτω; -Γιατί Μιχάλη θέλω να γίνετε υπεύθυνοι και υπερήφανοι άνθρωποι και να κάνετε κάτι γιατί πρέπει να το κάνετε και όχι κάτω από το φόβο της τιμωρίας, όταν θα μεγαλώσεις θα με καταλάβεις.


Ο Στέλιος ήταν ένα άλλο παιδί χωρίς καμιά βοήθεια από το σπίτι τους, ήταν το πέμπτο παιδί μιας πολύ φτωχής οικογένειας. Είχε χάσει και αυτός δυο χρόνια, δυσκολεύονταν πολύ και στη γραφή και στην ανάγνωση. Μια μέρα τον έβγαλα στον πίνακα. -Στέλιο, αν μου γράψεις το ονοματεπώνυμό σου, στον πίνακα σου υπόσχομαι ότι, στο τέλος του χρόνου θα σου δώσω το απολυτήριο του Δημοτικού Σχολείου.!!! Σηκώθηκε ο Στέλιος πήγε στον πίνακα, πήρε μια κιμωλία και άρχισε να γράφει ή μάλλον να ζωγραφίζει, Π-α-π-α [το επίθετό του ήταν Παπαδάκης] σταματά για λίγο, ξεκουράζει το χέρι του, μαζεύει τις δυνάμεις του, κάνει να συνεχίσει, μα σταματά.!!! Το χέρι του μένει μετέωρο.--Που δυσκολεύεσαι Στέλιο στο Δέλτα; τον ρωτώ. -«Ναι ! εκειά ,το παντέρμο δυσκολεύομαι λίγο», μου λέει με αγωνία, μην πάρω πίσω την υπόσχεσή μου. Όχι μόνο δεν γέλασα, αλλά κάτι με έπνιγε στο λαιμό και μου δυσκόλευε την αναπνοή. -Στέλιο, κάθισε στο θρανίο σου. Είπα στα παιδιά να λύσουν τις ασκήσεις του τετραδίου τους. Πήγα και κάθισα στο θρανίο του Στέλιου, τον βοήθησα να λύσει ή καλύτερα του έλυσα τις


ασκήσεις και μετά τον ρωτώ;

-Στέλιο σου αρέσουν τα αυτοκίνητα; -Πάρα πολύ.!!! -Ξέρεις όμως ότι για να βγάλεις δίπλωμα οδήγησης αυτοκινήτου, πρέπει να έχεις το απολυτήριο του Δημοτικού Σχολείου; -Ψέματα μου λες, δεν το πιστεύω.!! -Γιατί να σου πω ψέματα; Έχω κάποιο ιδιαίτερο λόγο; -Για να με κάνεις να διαβάζω. -Όχι βρε Στέλιο, ρώτησε κάποιον από τους δικούς σου, που έχουν δίπλωμα να δεις αν σου λέω ψέματα. -Να σε ρωτήσω κάτι άλλο, την άλλη μέρα που θα πας στρατιώτης, δεν θα γράφεις κανένα γράμμα στη μάνα σου; -Ε!!! Βέβαια!! Και τότε ,έτσι που είσαι και ωραίο παιδί, δε θάχεις και καμιά φιλενάδα; -Και τώρα έχω, μου λέει εμπιστευτικά, βάζοντας το χέρι του μπροστά από το στόμα του. -Ωραία !!! και δεν μου λες βρε Στέλιο, θα φωνάζεις κάθε φορά που θα θες να γράψεις ή να διαβάσεις ένα γράμμα κάποιον που να ξέρει, να διαβάσει το γράμμα της κοπέλας σου, να μαθαίνει δηλαδή τα μυστικά σου; Δεν θα ήταν καλύτερα να τα κάνεις αυτά μόνος σου ;!!! -Ασφαλώς!!! -Ε αυτά θέλω να σου μάθω. Αύριο θέλω να ξέρεις να


διαβάσεις καλά μόνο το κομμάτι που έχουμε αντιγραφή .!!! -Μόνο αυτό ;! μου λέει ο Στέλιος . -Ναι, μόνο αυτό. Σε μερικές ημέρες η γλώσσα του Στέλιου πήγαινε ροδάνι, και ας τον δυσκόλευε λίγο το Ρο στην ανάγνωση και το Δέλτα στη γραφή. Η μεγάλη παιδαγωγός Μαρία Μοντεσόρι έλεγε «Αν μια μέθοδος διδασκαλίας δεν φέρνει τα επιθυμητά αποτελέσματα , τότε αλλάξετε μέθοδο» Ήταν πέρα για πέρα λάθος αυτοί που πίστευαν , ότι με το ξύλο , με την φοβέρα θα μάθαιναν , ιδιαίτερα οι μικροί μαθητές, που είχαν τις «ευλογίες» και προτροπές των γωνιών τους , «Δάσκαλε, το κρέας δικό σου και τα κόκκαλα δικά μου» που θα πει δέρνε το όσο θες πρόσεχε μόνο μην του σπάσεις κανένα κόκκαλο!!! Έτσι ο γονιός έβγαζε την ευθύνη από την πλάτη του και ήταν ήσυχος και ωραίος.!!! Ο Μιχάλης και ο Στέλιος έγιναν τακτικοί στα μαθήματά τους και δεν ξαναδημιούργησαν ποτέ πρόβλημα όχι μόνο σε μένα, αλλά ούτε στις Δασκάλες που έμπαιναν στην τάξη για τα καλλιτεχνικά μαθήματα. Στο τέλος του χρόνου πήραν και οι δυο


τους το Απολυτήριο του Δημοτικού Σχολείου, με « Καλώς Έξι» παρακαλώ !!! Τον Στέλιο δεν τον ξαναείδα. Με τον Μιχάλη συναντιόμαστε πολλές φορές στο δρόμο, αν δεν τον αντιληφθώ, μου φωνάζει από μακριά. -Γεια σου, Δάσκαλε.!!! Γεια σου φίλε.!!!


Όταν μετατέθηκα στο 14\θέσιο 33ο Δημοτικό σχολείο Ηρακλείου πέρασαν μέρες μέχρι να συνηθίσω τους υπόλοιπους συναδέλφους Δασκάλους, ήρεμοι, ξέρανε τι θέλανε ,ήταν άνετοι έκαναν το μάθημά τους, είχαν φιλικές σχέσεις με τους μαθητές τους. Μόνο εγώ όπως και να έκανα την παράδοση του μαθήματος δεν ήμουν ικανοποιημένος. Ρωτούσα δασκάλους άλλων σχολείων που έφταναν αυτοί , έπαιρνα πληροφορίες πια μέθοδο χρησιμοποιούσαν και όλοι μου έδιναν περίπου την ίδια συμβουλή , σιγά-σιγά θα συνηθίσεις. Μία συνάδερφος είχε πάρει ένα τμήμα της πρώτης τάξης, μαζί της είχε και το κοριτσάκι της, που πήγαινε κι αυτό πρώτη τάξη. Στα διαλλείματα δεν αποχωριζόταν την μαμά του, πιθανόν ζήλευε γιατί μοιράζονταν τη μαμά του με τα άλλα παιδιά και αυτό την ήθελε αποκλειστικά δικιά του, δεν την άφηνε να ησυχάσει ούτε στην καρέκλα δεν κάθιζε, όλο την αγκάλιαζε την φιλούσε της έφτιαχνε τα μαλλιά, δεν μπορούσε να πάρει μέρος στις συζητήσεις των συναδέρφων της, η κόρη της προσπαθούσε να της κλείσει το στόμα. Μια μέρα ρωτά την μαμά της -Μαμά τι μέρα έχομε σήμερα ; -Σήμερα είναι Πέμπτη !!


-και πότε θα είναι Κυριακή; -Θέλει ακόμα τρείς μέρες, Παρασκευή, Σάββατο και μετά είναι Κυριακή.! -Δεν την ενδιέφερε να μάθει ούτε πόσες ημέρες είχε η βδομάδα, ούτε τα ονόματα των ημερών, μόνο πότε θα έρθει η Κυριακή να μην έχει σχολείο, να έχει την μαμά της εντελώς δικιά του να μην την μοιράζεται με κανένα άλλον.!! - Μαμά την ξαναρωτά , αγκαλιάζοντάς την στο λαιμό.! -Μαμά γιατί να μην είναι πάντα μια Κυριακή ,μια Δευτέρα. Μια Κυριακή , μια Δευτέρα;!!! (καρδιά μου πόσο δίκιο έχεις , είπα μέσα μου.) - Όποια μέρα και νάνε αγάπη μου να ξέρεις πως εγώ αγαπώ μόνο εσένα, και παίρνοντας την, στην αγκαλιά της προχώρησε προς την τάξη της.!!!

Στις Μεγάλες Εθνικές Γιορτές οι περισσότεροι ήταν ανήσυχοι. Ρωτούσαν συναδέλφους έψαχναν στα Βιβλιοπωλεία να βρουν τραγούδια και ποιήματα , σχετικά με την Εθνική Εορτή.


Στην προσπάθεια τους αυτή θέλησα να βοηθήσω και συγκέντρωσα πάνω από τρεις χιλιάδες τραγούδια και ποιήματα, απ΄όλη την Ελλάδα. επέλεξα τα καλύτερα

Τα ταξινόμησα κατά εορτή και κατά τάξη, άλλα για την Πρώτη και την Δευτέρα Τάξη, άλλα για την Τρίτη και Τετάρτη και διαφορετικά για την Πέμπτη και Έκτη τάξη. Για τις μεγάλες τάξεις υπήρχαν μελοποιημένα σύγχρονα τραγούδια , έντεχνα ,Λαϊκά, Δημοτικά και Ριζίτικα, τραγούδια της Κρήτης μας. Που κατά καιρούς τραγουδήθηκαν και τραγουδιούνται ακόμα.


Τίτλος της Ανθολογίας ‘’ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΑΣ ΓΙΟΡΤΑΖΕΙ’’


Ένας καλαίσθητος τόμος 350 σελίδων. Εκδόθηκε το 1990 Νομίζω ότι με την Ανθολογία αυτή λύθηκε το πρόβλημα των συναδέρφων, για πολλά –πολλά χρόνια .!! Το παιδικό λογοτεχνικό βιβλίο, γνωρίζει στις μέρες μας μεγάλη άνθιση. Μια επίσκεψη σ’ ένα βιβλιοπωλείο αρκεί για να διαπιστώσετε τον μεγάλο αριθμό νέων βιβλίων που κυκλοφορούν κάθε χρόνο. Παράλληλα όμως πρέπει να παραδεχτούμε ότι το παιδικό βιβλίο παρουσιάζει σημαντική βελτίωση και ως προς το περιεχόμενο, όσο και στην εμφάνιση του. Και ακριβώς επειδή απευθύνεται στα παιδιά, το πολύτιμο αυτό κομμάτι της κοινωνίας μας που αργότερα θα αποτελεί το κύριο σώμα της, πρέπει να μας ενδιαφέρει άμεσα όλους μας: παιδιά, δασκάλους και γονείς. Γιατί ο ρόλος που μπορεί να παίξει το καλό παιδικό βιβλίο στην διαμόρφωσή του χαρακτήρα του παιδιού αλλά και στον πλουτισμό του λεξιλογίου και των γνώσεων του είναι σημαντικός. Είναι αυτονόητο ότι όταν μιλάμε για παιδικό βιβλίο συμπεριλαμβάνουμε όλα τα είδη του. Βιβλία με παραμύθια, μικρές ιστορίες, διηγήματα, μυθιστορήματα, ποιήματα, αλλά και τα λαϊκά παραμύθια. Επειδή το παιδικό βιβλίο γράφεται από μεγάλους και απευθύνεται σε παιδιά, πρέπει να είναι ως προς την


εμφάνιση καλαίσθητο με ζωηρά χρώματα ώστε να προκαλεί το ενδιαφέρον του παιδιού αλλά και να συντελεί στην αισθητική καλλιέργεια του. Ως προς το περιεχόμενο πρέπει, είτε αναφέρεται σε πραγματικές ή φανταστικές ιστορίες, με θέματα που ενδιαφέρουν άμεσα το παιδί ή σε γενικότερα θέματα, ιστορικού περιεχομένου ή προβλήματα της σύγχρονης κοινωνίας μας, να έχει ως απώτερο σκοπό την αγωγή του παιδιού. Η ιλιγγιώδης τεχνολογική ανάπτυξη της κοινωνίας μας τα τελευταία 50-60 χρόνια έχει συμβάλει στην βελτίωση της ζωής από υλική μόνο άποψη, χωρίς να συνοδεύεται και από την ψυχική και πνευματική καλλιέργεια του ανθρώπου. Έτσι βλέπουμε σήμερα να υπάρχει ένας αδυσώπητος ανταγωνισμός, υπέρμετρη αύξηση του εγώ και τα πάντα να θυσιάζονται στο βαθμό του κέρδους και του ωφελιμισμού. Όλα αυτά όμως έχουν δημιουργήσει στον σύγχρονο άνθρωπο άγχος, δυσκολίες στις διαπροσωπικές σχέσεις και σοβαρά κοινωνικά προβλήματα, όπως έξαρση της χρήσης ναρκωτικών, αύξηση της εγκληματικότητας, κρίση στο θεσμό της οικογένειας. Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν δεν εκδίδονταν τόσα πολλά διαζύγια μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα συμβίωσης. Ένα άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα της σύγχρονης


κοινωνίας μας είναι η ασυνέπεια ανάμεσα στη θεωρία

και στη πράξη, μεταξύ λόγων και έργων. Ο άνθρωπος των ανεπτυγμένων χωρών, ενώ επιθυμεί την ειρήνη, προετοιμάζεται για πόλεμο, δαπανώντας τεράστια ποσά, τα οποία αποδεσμευμένα θα μπορούσαν να λύσουν πάρα πολλά προβλήματα ιδιαίτερα στις υποανάπτυκτες χώρες. Ομιλεί για την επικράτηση της δικαιοσύνης ενώ ακολουθεί στην πολιτική του την αρχή του συμφέροντος. Διακηρύττει την προσήλωση του στα ανθρώπινα δικαιώματα και στην πράξη τα υποτάσσει στην σκοπιμότητα της στιγμής. Αυτή δυστυχώς είναι η σύγχρονη κοινωνία μας και τα προβλήματά της. Ευτυχώς όμως που ανάμεσα στους κόλπους της περιλαμβάνει και ανθρώπους οραματιστές και ιδεολόγους που ονειρεύονται έναν κόσμο απαλλαγμένο από την μάστιγα του πολέμου, από την αδικία και την ηθική ασχήμια, την απάτη, την καταπίεση και την ανελευθερία. Είναι εκείνοι που αναζητούν ένα νέο τρόπο ζωής, ώστε να καλύπτονται οι βασικές υλικές ανάγκες όλων των ανθρώπων και στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Ανεξάρτητα φυλής, χρώματος ή θρησκείας, ενώ ταυτόχρονα θα εξασφαλίζεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η ειρήνη, η


ατομική ελευθερία και η κοινωνική δικαιοσύνη. Το καλό παιδικό λογοτεχνικό βιβλίο μπορεί να βοηθήσει στην προσπάθεια αυτή και να παίξει κάποιο

ρόλο στην βελτίωση της κοινωνίας μας. Έχει ειπωθεί πως αν θελήσουμε να χτίσουμε ένα κόσμο ειρηνικό, πρέπει ν’ αρχίσουμε από το παιδικό βιβλίο. Είναι το είδος εκείνο που είναι σε θέση να βοηθήσει στην κατάλληλη αγωγή των παιδιών, μέσω της τέχνης του λόγου και σίγουρα θα μπορούσε να γίνει η γέφυρα που θα ενώσει τους λαούς της γης, σε μια ειρηνική συμβίωση. Είναι γνωστό ότι η μοίρα της ανθρωπότητας δεν αλλάζει αν πρώτα και πάνω από όλα δεν βελτιωθεί ο ίδιος ο άνθρωπος. Το παιδικό λογοτεχνικό βιβλίο θα πρέπει να συντελεί στο πλάσιμο ανθρώπων με ψυχολογική ωριμότητα, ελεύθερη συνείδηση και ευαισθησία, ανθρώπων που ενδιαφέρονται πρώτιστα για το κοινό καλό και όχι για το ατομικό τους συμφέρον. Το παιδικό βιβλίο είναι εκείνο που θα βοηθήσει και το δάσκαλο (και γενικά τους παιδαγωγούς) για το πλάσιμο τέτοιων ανθρώπων. Για να φέρει ωστόσο το επιθυμητό αποτέλεσμα θα πρέπει να αποφεύγει τον τόσο αντιπαθητικό στα παιδιά διδακτικισμό και την στείρα ηθικολογία. Ένα τέτοιο βιβλίο θα προκαλούσε ανία στα έξυπνα παιδιά, αντίθετα το καλό βιβλίο δεν


προσπαθεί να επιβάλλει ιδέες και στάσεις αλλά να τονίσει συμπεράσματα που θα βγαίνουν αβίαστα μέσα από το κείμενο. Ας δούμε όμως ποιος είναι ο ρόλος και η προσφορά κάθε είδους λογοτεχνικού βιβλίου.

Τα παραμύθια: Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πάρα πολλές συζητήσεις για την χρησιμότητα των παραμυθιών και μάλιστα των παλιών λαϊκών παραμυθιών και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα παραμύθια δεν πρέπει να περιέχουν δράκους, μάγισσες, λύκους και κακά πνεύματα και γενικότερα τρομακτικά στοιχεία γιατί αυτά συμβολίζουν τις ανυπότακτες και άγνωστες ακόμη δυνάμεις της φύσης. Σήμερα όμως δεν υπάρχει τίποτα από αυτά στον περίγυρό τους. Και όταν επιμένουμε να διηγούμαστε ή να διαβάσουμε στα παιδιά τέτοια παραμύθια τους σπέρνουμε μέσα τους τον τρόμο που περνά κατ’ ευθείαν στο υποσυνείδητο και από τον οποίο δύσκολα απαλλάσσονται τα παιδιά όταν μεγαλώσουν. Όμως πολλοί υποστηρίζουν ότι θα υπάρχει πλήρης στασιμότητα σ’ όλες τις επιστήμες και την τέχνη, δίχως την αχαλίνωτη φαντασία δημιουργικών ανθρώπων που όπως φαίνεται στην παιδική τους ηλικία διάβαζαν παραμύθια. Κάποτε ρώτησε κάποια μητέρα τον μεγαλύτερο σοφό του 20ου αιώνα τον Αλβέρτο Αϊνστάιν τι θα συνιστούσε να διαβάζει το παιδί της, «παραμύθι» της απάντησε εκείνος. Κι αργότερα ; ξαναρώτησε εκείνη, «παραμύθια» απάντησε ξανά. Κι όταν γίνει πιο


μεγάλο ; επέμεινε η μητέρα, «κι άλλα παραμύθια» ξαναείπε εκείνος. Ο Αλβέρτος Αϊνστάιν έλεγε ότι «καμία ανακάλυψη δεν είναι μεγάλη και καμία πρόοδος δεν έχει γίνει όσο υπάρχει έστω κι ένα δυστυχισμένο παιδί στη γη. Τα ιδανικά που φώτισαν το δρόμο μου, έλεγε, ήταν η καλοσύνη, η ομορφιά και η αλήθεια».

Το παιδικό βιβλίο πέρα από την ανάπτυξη της φαντασίας του που θα βοηθήσει στην πρόοδο της επιστήμης και την άνοδο της καλλιτεχνικής δημιουργίας, πέρα από τη συμβολή στη διαμόρφωση ηθικής προσωπικότητας και στην ψυχολογική ωρίμανση του παιδιού. Ειδικά το λαϊκό παραμύθι μπορεί να παίξει κι ένα ακόμη ρόλο, να φέρει σ’ επαφή το παιδί με την παράδοση του τόπου του και το λαϊκό του πολιτισμό. Μικρές ιστορίες: Το είδος αυτό απευθύνεται κυρίως σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας. Εδώ το φανταστικό στοιχείο δεν υπάρχει, ο τόπος και ο χρόνος είναι καθορισμένος. Κύριος στόχος του είναι η γνωριμία του παιδιού με το περιβάλλον. Το παιδικό βιβλίο θα βοηθήσει πολύ στην ανάπτυξη του γλωσσικού οργάνου του μαθητή. Θα καλλιεργήσει τις σχέσεις των δυο φύλων ώστε οι αυριανοί πολίτες να είναι απαλλαγμένοι από προκαταλήψεις του παρελθόντος. Διηγήματα-μυθιστορήματα: Το διήγημα και το μυθιστόρημα απευθύνεται σε μεγαλύτερα παιδιά, ηλικίας 10 χρόνων και πάνω. Σ’αυτού του είδους τα βιβλία πέρα από την αισθητική απόλαυση μπορούν


να προσφέρουν κάτι παραπάνω στα παιδιά, δηλαδή τα ιστορικά και τα βιβλία με θέματα από τη σύγχρονη ζωή. Τα ιστορικά παιδικά βιβλία κύριο στόχο έχουν να ζωντανέψουν μια συγκεκριμένη εποχή της ιστορίας ενός τόπου με έντεχνο τρόπο. Ανεκτίμητη είναι η συμβολή τους στη γνωριμία των παιδικών βιβλίων με την ιστορία γενικά και ιδιαίτερα με την ιστορία του τόπου τους και την εθνική τους κληρονομιά. Το είδος αυτό βοηθά τα παιδιά στη συνειδητοποίηση της εθνικής τους ταυτότητας Χρειάζεται όμως μεγάλη προσοχή, στον τρόπο με τον οποίο θίγονται τα ιστορικά θέματα. Δεν πρέπει να ωραιοποιούνται τα γεγονότα ούτε η εξιδανίκευση πράξεων ή θεοποίηση ιστορικών προσώπων. Τα γεγονότα πρέπει να παρουσιάζονται με την μεγαλύτερη δυνατή αντικειμενικότητα και ειλικρίνεια. Πρέπει να αναγνωρίζονται οι αδυναμίες και τα τυχόν λάθη των ηγετών και των ηρώων αλά και του λαού που στα παιδιά του απευθύνεται το βιβλίο. Δεν πρέπει ακόμα να αποσιωπούνται γεγονότα, η ιστορική μνήμη είναι απαραίτητη. Ακόμα χρειάζεται μεγαλύτερη προσοχή όταν αναφέρονται σε γεγονότα της πρόσφατης ιστορίας μας. Τα βιβλία με θέματα από τη σύγχρονη ζωή πρέπει να θίγονται με ρεαλιστικό τρόπο ώστε να μάθει ο μαθητής ποια προβλήματα θα βρει αργότερα μπροστά του, όπως ο πόλεμος, η μόλυνση του περιβάλλοντος, η κοινωνική αδικία κ.λ.π Τεράστια είναι βέβαια η ευθύνη του συγγραφέα όταν θίγει προβλήματα που έχουν να κάνουν με την πολιτικοποίηση του ατόμου και όχι στην κομματικοποίηση. Πράγμα εντελώς απαράδεκτο.


Γιατί αν το βιβλίο πρέπει να ξυπνά το ενδιαφέρον του παιδιού για τα κοινά να του δείχνει την αξία του διαλόγου και να το βοηθά στην συνειδητοποίηση του ρόλου του ως ελεύθερου ανθρώπου αύριο, θα πρέπει να θεωρείται απολύτως κατακριτέο το βιβλίο που ασκεί προπαγάνδα για κάποιο κόμμα ή κάποια παράταξη. Η μόνη εγγύηση είναι το ήθος του συγγραφέα, γιατί η λογοκρισία στα ελεύθερα καθεστώτα είναι απαράδεκτη. Πολύτιμη είναι και η προσφορά της ποίησης στη διαμόρφωση του χαρακτήρα των παιδιών και στην αισθητική καλλιέργειά τους. Σε όλα τα είδη όμως που αναφέραμε δεν πρέπει να λείπουν το χιούμορ, το γέλιο. Απαραίτητη προϋπόθεση για την αυριανή τους σωστή και αισιόδοξη στάση απέναντι στα προβλήματα της ζωής, στην καταθλιπτική και αγχώδη κοινωνία που υποχρεώνουμε τα παιδιά να ζούνε. Σίγουρα δεν βλάφτει να ονειρευόμαστε ότι θα έρθει η εποχή που δεν θα υπάρχουν πόλεμοι, ναρκωτικά, κακία, μίση, τρομοκράτες και έχθρητες. Και τότε μονάχα στα παραμύθια ίσως λέμε: «ήταν μια φορά κι ένα καιρό, ένας κακός δράκος που τον έλεγαν πόλεμο. Ήταν κάποτε μια κακή μάγισσα που την έλεγαν αδικία, ζούσε κάποτε μια νεράιδα που την έλεγαν σκλαβιά». Σήμερα μάλιστα, το παιδικό λογοτεχνικό βιβλίο είναι η μόνη ελπίδα που μας απομένει, για να σταματήσουν οι αιματοχυσίες και οι πόλεμοι.


Αυτή την ελπίδα έρχεται να καλλιεργήσει το παιδικό λογοτεχνικό βιβλίο. Ο συγγραφέας παιδικού βιβλίου αυτός ο οραματιστής ενός καλύτερου, δικαιότερου και ειρηνικότερου κόσμου δεν έχει το δικαίωμα να είναι απαισιόδοξος, να τον κυριεύει η κούραση ότι δεν αλλάζει τίποτα κι αυτό κάνει πιο δύσκολο το έργο του από το έργο άλλων πνευματικών ανθρώπων της εποχής μας. Άρα πρέπει να διαβάζουμε όσο περισσότερα βιβλία παιδικής λογοτεχνίας μπορούμε.

Δεύτερο βιβλίο που εξέδωσα, ήταν το 2001 Με τίτλο ‘’ Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΜΟΥ Ο ΓΙΩΡΓΑΚΗΣ .Έχουν περάσει πολλά χρόνια, από τότε που έφυγα από την υπηρεσία την οποία υπηρέτησα τριάντα πέντε ολόκληρα χρόνια. Η υπαλληλική μου ζωή ήταν γεμάτη δράση και ένταση. Από όποιο πόστο και αν τάχθηκα να την υπηρετήσω, εφάρμοζα πιστά , το σύνθημα εκείνων των χρόνων, τα πάντα για τους άλλους, για τον εαυτό μας τίποτα. Τώρα που έφθασα στο τέλος της καριέρας μου, κάνοντας τον απολογισμό των έργων και των


πράξεών μου, βρίσκω ότι ήταν θετική η παρουσία μου στο χώρο των δασκάλων. Μου αρέσει που δεν πέρασα απαρατήρητος, αλλά προσπαθούσα πάντα να βρίσκομαι στο κέντρο των εξελίξεων, ότι καλό έγινε στο χώρο μας, πάντα πρωτοστατούσα. Δεν τα γράφω αυτά από υπέρμετρο εγωισμό, αλλά για να δείξω την διαφορά της επόμενης ημέρας. Από την ενεργό συμμετοχή στα κοινά, το καθημερινό στρεσάρισμα και άγχος, πέρασα στην πλήρη απραξία. Ξύπνησα ένα πρωί, χωρίς να έχω να κάνω απολύτως τίποτα !!! Η ανία και η μονοτονία , διαδέχτηκαν την δραστηριότητα της υπαλληλικής μου ζωής. Φυσικό επακόλουθο να προστεθεί , η κατάθλιψη, η άρνηση ζωής και η νέκρωση όλων των ενδιαφερόντων μου . Οι μέρες μα περισσότερο οι νύχτες μου, περνούσαν δύσκολα. Είναι βραδιές, που το πρωί με βρίσκει βυθισμένο στις σκέψεις μου. Είμαι κλεισμένος στον εαυτό μου, απόμακρος από φίλους και γνωστούς αλλά και από αγαπημένα δικά μου πρόσωπα. Προσπάθησα να βρω διέξοδο για να γεμίσω τις άδειες ώρες μου διαβάζοντας κάθε είδους βιβλία. Τίποτα δεν μου άρεσε. Έμπαινα σε βιβλιοπωλείο για να αγοράσω κάποιο βιβλίο, ύστερα από περιπλάνηση μιας ώρας ανάμεσα σε λογοτεχνικά, ιστορικά,


φιλοσοφικά, παιδαγωγικά ή παιδικά βιβλία έφευγα με άδεια χέρια Η ζωή μου ήταν αφόρητη, έπρεπε από κάπου να πιαστώ. Δεν άντεχα άλλο Ξαφνικά αποφάσισα να γράψω ένα βιβλίο. Όχι οποιοδήποτε βιβλίο αλλά συγκεκριμένο βιβλίο που θα αναφερόταν στον πατέρα της μάνας μου, τον παππού μου τον Γιωργάκη. Ήταν ένα χρέος ζωής αυτό για μένα. Άρχισα με πολύ μεγάλη διάθεση. Το ανακοίνωνα μάλιστα με κάθε ευκαιρία σε γνωστούς και φίλους, όπως κάνουν αυτοί που θέλουν να κόψουν το τσιγάρο, ώστε να αυτοδεσμευτούν από την ίδια τους την ανακοίνωση και να τα καταφέρουν. Άρχισα λοιπόν δειλά- δειλά να γράφω για τον παππού μου. Ξύπνησαν μέσα μου παλιές μνήμες, παιδικά βιώματα, αγαπημένα πρόσωπα και καταστάσεις. Οι σκέψεις και τα συναισθήματα έβγαιναν από μέσα μου, αβίαστα λες και έγραφα για κάτι που το είχα διαβάσει πολλές φορές στο παρελθόν. Οι φόβοι και ενδοιασμοί που είχα, ότι δεν θα τα καταφέρω μέρα με τη μέρα άρχισαν να διαλύονται και την θέση τους να παίρνει η ικανοποίηση, καθώς έβλεπα το γραπτό μου, να σχηματοποιείται και να παίρνει τη μορφή βιβλίου. Οι μέρες περνούσαν ευχάριστα, ένιωθα δε ιδιαίτερη χαρά όταν διάβαζα σε γνωστούς και φίλους,


αποσπάσματα από το βιβλίο και αυτοί εκφράζονταν με πολύ κολακευτικά λόγια, για τον τρόπο γραφής, το λεξιλόγιο που χρησιμοποιούσα, αλλά και για τη δομή και το περιεχόμενο του βιβλίου. Η αισιοδοξία μου είχε ανέβει κατακόρυφα .Τα πρωινά έπαψαν να είναι για μένα εφιαλτικά και ερωτήματα του τύπου που θα πάω σήμερα; Τι θα κάνω σήμερα, έπαψαν να με βασανίζουν. Απέκτησα πάλι αυτοπεποίθηση και μάλιστα κατάφερα να κόψω το τσιγάρο. Κάπνιζα εκείνη την εποχή πολλά τσιγάρα. Όσο και να γύριζα το χρόνο πίσω, δεν θυμάμαι τον εαυτό μου να μην κάπνιζε. Φαίνεται ότι γεννήθηκα με ένα πακέτο τσιγάρα στο χέρι. Η πλήξη και η μονοτονία των προηγούμενων χρόνων, αντικαταστάθηκαν από την αισιοδοξία, την αυτοπεποίθηση και την καλή διάθεση. Δεν μου άρεσε να συμπεριφέρομαι όπως πολλοί ηλικιωμένοι που τους βλέπω να κάθονται στα παγκάκια του πάρκου, να κάνουν βόλτα «στον Κούλε» ή να κάθονται στα καφενεία να παίζουν χαρτιά, να πολιτικολογούν ή να λύνουν κοινωνικοπολιτικά προβλήματα. Δεν ένιωθα γέρος, ήμουν γεμάτος ζωή, συμφιλιωμένος με την ηλικία μου, έτοιμος να κάνω πράγματα που δεν μπορούσα να κάνω προηγούμενα, γιατί δεν είχα χρόνο. Ο Μένης Κουμανταρέας γράφει ότι : « ο εξηντάρης είναι ο έφηβος της τρίτης ηλικίας, από τότε που το ανακάλυψα γεμίζω με αισιοδοξία. Γι αυτό ο


άνθρωπος πρέπει να προσπαθεί να είναι συμφιλιωμένος με την ηλικία του. Κάθε ηλικία έχει να του μάθει πάρα πολλά πράγματα.» Ας ψαχθούμε λοιπόν όλοι μέσα μας, ίσως ανακαλύψουμε έναν άλλο εαυτό, με πολλές ικανότητες και αγάπη για τη ζωή. Η Γλύκατζη - Αρβελέρ , Η Πρύτανης όλων των Πανεπιστημίων της Γαλλίας λέει συχνά μια μαντινάδα, γεμάτη αισιοδοξία και αγάπη για την ζωή. «Στα ενενήντα περπατώ στα εκατό θα φθάσω, και μόνο τότε θα σκεφτώ , αν πρέπει να γεράσω»



Σ’ αυτό το βιβλίο που διαβάστηκε πολύ, περιγράφω την ζωή, του παππού μου, πέθανε σε μεγάλη ηλικία. Στην κηδεία του παραβρέθηκε και ο Μητροπολίτης Μοιρών και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Μακαριστός κ. Τιμόθεος . όταν πήγα να τον ευχαριστήσω και να του προσφέρω ένα χρηματικό ποσό ,για τα ιδρύματα της Καλυβιανής δεν τα δέχτηκε . Έχει προσφέρει αρκετά όταν ζούσε. Μόνο θα σε παρακαλέσω αν ζω όταν θα ανοίξετε τον τάφο του, θέλω να μου το πείτε να είμαι κι εγώ εκεί. Μαζί με την ζωή του Παππού περιγράφω τα ήθη και τα έθιμα , τα πανηγύρια ,τον πολιτισμό και τις ασχολίες των κατοίκων του χωριού μου ,για να διασωθούν από τη λησμονιά που φέρνει ο χρόνος στη μνήμη των ανθρώπων.

-Μηνά, ο φούρνος θα χαλάσει μόνο να δεις , ίντα θα κάμεις. Αυτή ήταν η μόνιμη έγνοια της μάνας μου εδώ και μερικά χρόνια. -Καλά, μητέρα θα δω τι θα κάμω. Μην σ΄ απασχολεί όμως συνέχεια, σε κάποια στιγμή θα τον φτιάξουμε έτσι και αλλιώς, γιατί έτσι είναι τεράστιος και δεν είναι πια χρήσιμος.


-Ναι, μα θα χαλάσει!!! -Ας χαλάσει, δεν είπαμε ότι θα τον χαλάσουμε μόνοι μας για να τον μικράνουμε; και να χαλάσει λοιπόν τι πειράζει;. -Καλά παιδί μου. Ο πατέρας της το είχε ξεκόψει, όταν θα έχομε λεφτά και ο εργολάβος θα είναιι ελεύθερος θα του το πούμε να τον φτιάξει. Τελεία . να μη μου το ξαναπείς. Ο Πατέρας μου γλύτωσε, αλλά έμπλεξα εγώ Την επόμενη φορά που θα πήγαινα στο χωριό, αν δεν έβρισκε κατάλληλη ευκαιρία να μου το υπενθυμίσει, την ώρα που είμαστε στο αυτοκίνητο έτοιμοι να φύγουμε με ρωτούσε δειλά – δειλά . -Με το φούρνο τι θα κάνουμε; -Δεν σου είπα βρε μάνα , πως θα τον φτιάξουμε; -Ναι, μα πρέπει να το πεις στον εργολάβο να τον προγραμματίσει γιατί έχει πολλές δουλειές. -Καλά μητέρα θα του το πω. Την επόμενη φορά που θα πήγαινα στο χωριό πάλι τα ίδια. Έτσι άκριτα το ξεπερνούσα και μάλιστα τη σχολίαζα στις αδελφές μου για την επιμονή της. Γιατί δεν μπορούσα να καταλάβω τι σήμαινε για κείνη αυτός ο φούρνος . Ο απλός για μένα φούρνος, για εκείνη ήταν ένα κομμάτι από την ζωή της . Ήταν συνδεδεμένος , με τις


μεγάλες θρησκευτικές γιορτές αλλά και σημαντικούς σταθμούς της οικογενειακής της ζωής. Βαπτίσεις, Αρραβώνες και Γάμοι των παιδιών της κατ΄ αρχήν και των εγγονιών της πολύ αργότερα. Σ΄ αυτό το φούρνο έψηνε τα Χριστούγεννα τα Χριστόψωμα ή σταυρόψωμα και το Πάσχα τις αβγοκουλούρες ή λαμπροκουλούρες και τα πασχαλιάτικα ψωμιά . Σ΄ αυτό το φούρνο έψηνε τα πλουμάτα ψωμιά του γάμου ή της βάφτισης. Ψωμιά στολισμένα με διάφορα σχέδια από ζύμη, μια ενδιαφέρουσα μορφή λαϊκής τέχνης που πάει σιγά – σιγά να εκλείψει . Με το ψωμί που έψηνε στο φούρνο αυτό, πεινάσαμε τα δύσκολα χρόνια της κατοχής.

δεν

Το παξιμάδι, οι ελιές, τα άγρια χόρτα, οι χοχλοί, ο χόντρος τα όσπρια και οι πατάτες αποτελούσαν τα φαγητά που μας μεγάλωσαν. Φυσικό λοιπόν ήταν να μη δεχθεί να αφήσει να χαλάσει ο φούρνος, που ήταν συνδεδεμένος με ένα μεγάλο μέρος της ζωής της. Το μέγεθος του φούρνου καθορίζονταν από τις οκάδες το αλεύρι που χωρούσε όταν γίνονταν ψωμί, ο δικός μας που χωρούσε 35 οκάδες αλεύρι θεωρούνταν από τους μεγάλους φούρνους. Φώναξα λοιπόν τον εργολάβο και παρουσία της μάνας μου συμφωνήσαμε, να χαλάσει το φούρνο και


στη θέση του να φτιάξει ένα άλλο πολύ μικρότερο να χωράει 2-3 ταψιά φαγητό ή καμιά δεκαριά ψωμιά. Η μάνα μου από την ημέρα εκείνη άλλαξε διάθεση και συμπεριφορά, το χτίσιμο του φούρνου της ανασκάλεψε παλιές μνήμες. Την γύρισε πίσω 40-50 χρόνια. Νομίζει ότι θα ξεκινήσει αύριο κιόλας την διαδικασία του ζυμωτού. Πρώτα καθάριζε το στάρι και το κριθάρι από πέτρες, χώματα και άλλες ξένες ύλες. Στη συνέχεια ο πατέρας το πήγαινε στο νερόμυλο λίγο πιο πάνω απ΄ το χωριό και το άλεθε ο μυλωνάς. Η μητέρα χώριζε το αλεύρι που θα ζύμωνε ανάλογα με το τι είδους ψωμί ήθελε να φτιάξει. Στο κοινό ψωμί δεν έβαζε αλεύρι από σκέτο σιτάρι πάντα πρόσθετε και αλεύρι από κριθάρι για να γίνεται το παξιμάδι «στετό» να μη σκορπάει, το ψωμί αυτό το έλεγαν μιγαδερό. Το αλεύρι το κοσκίνιζε με την χοντρή «κνισάρα» μέσα στη σκάφη, ύστερα έφτιαχνε το προζύμι που είχε κρατήσει από τον προηγούμενο ζυμωτό. Νύχτα –νύχτα σηκώνονταν , ανασκουμπώνονταν και άρχιζε την επίπονη διαδικασία του ζυμώματος .Ώρες πολλές διαρκούσε το ζύμωμα, ήθελε γερά μπράτσα, υπομονή και δυνατή μέση, για να μπορεί να είναι σκυμμένη επί τόσες ώρες πάνω από τη σκάφη. Μετά έφερνε το σοφρά και με λίγη ζύμη που έπαιρνε από τη σκάφη, έπλαθε τα ψωμιά που ήθελε στρογγυλά αν ήταν Χριστουγεννιάτικα ή Πασχαλινά και μακρουλά αν ήταν κοινό ψωμί, με τον κόφτη σημάδευε από εκεί


που θα το έκοβε σε κομμάτια για να το κάμει παξιμάδι. Τα σχηματισμένα ψωμιά τα τοποθετούσε σε τάβλες τις οποίες είχε καλύψει με σεντόνια και τα σκέπαζε με μάλλινες κουβέρτες, για να ζεσταθεί το ψωμί για να ανέβει (να φουσκώσει). Την ίδια ώρα ο πατέρας άναβε τον φούρνο και τον τροφοδοτούσε συνέχεια με ξύλα μέχρι να «ασπρίσει», να πυρώσει δηλαδή καλά. Η μάνα μου κάθε λίγο τον επιθεωρούσε, -Δεν έχει γίνει ακόμα ο φούρνος μόνο βάλε του φούντες που βγάζουν πολύ φλόγα. Εδώ συνήθως άρχιζαν οι καυγάδες ανάμεσά τους, καυγάδες γραφικοί γιατί τόλμησε η μητέρα να αμφισβητήσει τις γνώσεις του για το άναμμα του φούρνου, όχι σαν τους καυγάδες άλλων ανδρόγυνων που τα μάστιζε η φτώχεια και η ανέχεια, γιατί φτώχεια και καυγάς πάνε μαζί, το ένα σέρνει το άλλο. -Εσύ θα μου μάθεις πότε ο φούρνος είναι έτοιμος; -Πήγαινε μέσα να δεις αν ανέβηκε (φούσκωσε)το ψωμί . Σε λίγο νάτην πάλι. -Καλώς είναι τώρα ο φούρνος ,μόνο βγάλε λίγα κάρβουνα να μην κάψουμε το ψωμί και να τον «πανίσεις» (να τον σκουπίσεις) καλά με τον πανιστή, ένα βρεγμένο ρούχο τυλιγμένο στην άκρη σ΄ ένα μακρύ ξύλο.


-Πήγαινε να δεις αν είναι έτοιμο το ψωμί να το φέρεις και εγώ θα τον σκουπίσω όπως ξέρω. Φούρνιζαν το ψωμί, σφράγιζαν τον φούρνο με λάσπη για να μην φεύγει η πυρά του και ύστερα από αρκετή ώρα το ξεφούρνιζαν. Η γειτονιά ολόκληρη μοσχομύριζε από την μυρωδιά του, δυο ελιές ένα ποτήρι κρασί και μια κομμένη ντομάτα στα τέσσερα ήταν η αμοιβή του φούρναρη για την καλή δουλειά που έκανε. Από τα ψωμιά, η μάνα μου διάλεγε τα πιο ωραία για να τα φάνε φρέσκα αλλά και να μοιράσει η μάνα στα συγγενικά της σπίτια και στα γειτονικά φρέσκο ψωμί και αυτές έκαναν το ίδιο όταν ζύμωναν . Το υπόλοιπο το χώριζαν σε κομμάτια, τους ντάκους ή καρβέλια Το πρόσωπο της μητέρας είχε κοκκινίσει από τη ζέστη του ψωμιού καθώς το έκοβε με τα χέρια της σε φέτες, έλαμπε όμως από χαρά που όλα πήγαν καλά και το ψωμί μοσχοβολούσε. Ο πατέρας αν ο φούρνος δεν είχε ακόμα πολύ «πυριά» τον άναβε ξανά με πολύ λιγότερα ξύλα , τον σκούπιζε πάλι καλά με τον «πανιστή» και ξαναφούρνιζε τα κομμάτια για να γίνουν παξιμάδι. Μετά από 4-5 ημέρες που ο φούρνος είχε κρυώσει η μάνα μου έβαζε κάποιον από μας μέσα στο φούρνο και βγάζαμε το παξιμάδι και η μητέρα το τοποθετούσε σε ένα σακί που το είχε υφάνει στον αργαλειό γι αυτό το σκοπό.


Η διαδικασία του ζυμωτού δεν άφησε ασυγκίνητο το λαϊκό στιχοπλόκο, σκάρωσε μια μαντινάδα, που λέει : Εσύ ζυμώνεις το ψωμί κι εγώ το φούρνο ανάβω Θωρώ μπορώ να κάμω.

το, εγώ πως δεν με θες, μα ίντα


Τρίτο βιβλίο που εξέδωσα ήταν το 2003 με τίτλο ‘’ΤΑ ΔΩΔΕΚΑ ΣΚΑΛΩΠΑΤΙΑ’’

Μια πρωτότυπη αφηγηματική προσέγγιση της Κρητικής Μυθολογίας, γραμμένο για παιδιά και νέους σε απλή και κατανοητή γλώσσα σκοπό έχει να καταδείξει τα ήθη και τα έθιμα της εποχής τις


ασχολίες των κατοίκων με ένα εντελώς ξεχωριστό τρόπο.

Το Τέταρτο βιβλίο μου εκδόθηκε το 2016 με τον τίτλο ‘’ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ’’

Και περιλαμβάνει 100 θέματα που είχαν κατά καιρούς δημοσιευθεί στον Τοπικό τύπο.. θέματα ποικίλης ύλης δίνοντας προτεραιότητα σε θέματα παιδείας, υγείας πολιτισμού και αθλητισμού. Αφορμή για να εκδώσω αυτό το βιβλίο ήταν ο καθηγητής μου στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου , ΓΙΏΡΓΟΣ ΚΡΑΣΑΝΆΚΗΣ. Μια μέρα πριν από πολλά χρόνια


κατέβαινα με τα πόδια στο κέντρο της πόλης, στο Υγειονομικό συναντήθηκα με τον Γιώργο Κρασανάκη, καθηγητή μου στην Παιδαγωγική ακαδημία Ηρακλείου και αργότερα, καθηγητή της φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης. Μετά τα τυπικά , τι κάνετε έχουμε καιρό να συναντηθούμε, ο Σεβαστός μου καθηγητής που λάμπρυνε την Ακαδημία Ηρακλείου, με την παρουσία του το ήθος και τις γνώσεις του, μου λέει: -Μηνά σε παρακολουθώ και διαβάζω τα δημοσιεύματά σου στον τύπο, γράφεις πολύ ωραία, έχεις δομημένο λόγο και πολλά από τα θέματα που καταπιάνεσαι είναι αξιόλογα και πρέπει να διαφυλαχτούν - Δηλαδή τι πρέπει να κάνω κ. καθηγητά; -Να τα εκδόσεις σε βιβλίο. Αν μείνουν έτσι θα χαθούν, σαν βιβλίο όμως θα μπουν σε κάποιες βιβλιοθήκες και θα διασωθούν Ευχαρίστησα τον καθηγητή μου για τις υποδείξεις και τα καλά του λόγια και χωρίσαμε. Από τότε έψαχνα να βρω τα χρήματα, με αιματηρές οικονομίες της οικογένειάς μου και με την βοήθεια συγγενικών μου προσώπων, μαζεύτηκαν ύστερα από πολλά χρόνια . τυπώθηκε και κυκλοφόρησε το 2016.


Το πέμπτο βιβλιο ‘’Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΟΥ ΚΑΜΠΟΥ’’ Σαν παραμύθι.

Κυκλοφόρησε το 2020- και αναφέρεται στον απρόσμενο θάνατο του αδερφού μου Μανώλη , τον αδικημένο κατάφορα από τη ζωή. Σε ηλικία 18 ετών πάνω στον ανθό της νιότης του. Καθώς και σ΄


όλες τις αλλαγές που επέφερε ο θάνατός του στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας μας. Έβγαλα ένα μικρό αριθμό αντιτύπων (200) και τα διέθεσα δωρεάν σε συγγενείς και φίλους ,δεν μ΄άρεσε να πάρω χρήματα, πουλώντας την ιστορία λατρεμένων προσώπων , ήταν ένα μικρό μνημόσυνο σε αγαπημένα πρόσωπα. Και το υπό εκδοση 6ο βιβλίο μου 35 ΧΡΌΝΙΑ ΔΑΣΚΑΛΟΣ Ένας απολογισμός του μεγαλύτερου και σημαντικότερου κομματιού της ζωής μου.


Μέχρι το 1975 δεν είχαμε διεκδικητικό, συνδικαλισμό στο χώρο των Δασκάλων. Η δραστηριότητα των μελών του Διοικητικού συμβουλίου, περιορίζονταν, οι μεν κυρίες να φορέσουν τις μαύρες μακριές τουαλέτες τους, και να διοργανώσουν τον ετήσιο χορό των Δασκάλων και Νηπιαγωγών στο Λιμενικό Περίπτερο , στην εορτή των τριών Ιεραρχών και να τον επαναλάβουν τις Απόκριες «στο μπαλταφάν» όπως τον έλεγαν , απαραίτητο συμπλήρωμα η λαχειοφόρος αγορά και η κλήρωση κάποιου δώρου . Την περίοδο εκείνη μεσορανούσε το άστρο του μακαρίτη συναδέρφου ΒΑΓΓΕΛΗ ΓΙΟΥΚΆΚΗ Δασκάλου και αργότερα Διευθυντή του 10ου Δημοτικού σχολείου Ηρακλείου. Οι συνδικαλιστικοί του αγώνες έμειναν στην ιστορία. Μαζί του ο ΚΛΕΑΝΘΗΣ ΨΑΡΟΛΟΓΆΚΗΣ . Μια ξεχωριστή προσωπικότητα στο χώρο της εκπαίδευσης με πολύπλευρη συνδικαλιστική δράση και προσφορά. Κοντά στον ΒΑΓΓΕΛΗ Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ Ο ΚΑΝΕΛΛΗΣ με δομημένο και σοβαρό λόγο, η γνώμη του βαρόμετρο για την επίλυση των προβλημάτων που αντιμετώπιζε ο Κλάδος των Δασκάλων.


Ο μακαρίτης ο ΠΑΝΤΕΛΗΣ ο ΜΑΡΚΑΤΑΤΟΣ πτυχιούχος και της Φιλοσοφική Σχολής Αθηνών,

ακούραστος πάντα έτοιμος να βοηθήσει σε ότι του ζητηθεί. Ο ΝΕΣΤΟΡΑΣ, ΑΙΜΙΛΙΟΣ ΚΑΡΦΌΠΟΥΛΟΣ τροχοπέδη συγκράτησης στα νέα παιδιά, ο μεγάλος παιδαγωγός , ο οραματιστής. Τόπο στα νιάτα , τον αυθορμητισμό και τη δύναμη εκπροσωπούσε ο μακαρίτης ΜΑΝΩΛΗΣ Ο ΨΥΧΑΡΑΚΗΣ. ΟΙ ΕΚΠΡΌΣΩΠΟΙ ΤΟΥ ΩΡΑΙΟΥ ΦΎΛΟΥ ΟΙ μακαρίτισσες ΦΩΦΩ ΤΣΙΒΙΔΑΚΗ ΚΑΙ ΡΙΤΣΑ ΜΑΝΙΟΥ. Οι Δάσκαλοι ΜΙΧΑΛΗΣ Ο ΚΟΤΣΙΦΆΚΗΣ και ο Υποφαινόμενος ή ήρεμη δύναμη του Συλλόγου οι άνθρωποι για όλες τις δουλειές. Οι συνάδελφοι που ανάφερα, ήταν η εμπροσθοφυλακή η αιχμή του δόρατος οι πρωτοπόροι, γιατί πίσω ακολουθούσαν όλοι οι συνάδερφοι μηδενός εξαιρουμένου. Έμπαιναν σε Ομάδες εργασίας ΚΑΙ ΒΟΗΘΟΎΣΑΝ ΌΛΟΙ. Θα πω μια μεγάλη αλήθεια όλοι οι συνάδερφοι εκτίμησαν τις ικανότητες που είχαμε και πολλά άλλα δραστήρια άτομα μας βοήθησαν εκ του μακρόθεν . Όταν γίνονταν κάποια ψηφοφορία τα ποσοστά που


παίρναμε ήταν μεγάλα, αλλά είχαμε την ανοχή για να μην πω την στήριξη και των υπολοίπων. Δεν ήταν μικρό πράγμα η ομάδα του μακαρίτη ΝΙΚΟΥ ΧΑΝΙΩΤΑΚΗ να βρει την τοποθεσία και να μαζέψουν 132 εκατομμύρια για να αγοράσομε την έκταση για την δημιουργία του οικοδομικού συνεταιρισμού. Έγινε η μελέτη στο Γραφείο Δοξιάδη το μεγαλύτερο Τεχνικό Γραφείο στην Ελλάδα . Μοιράστηκαν τα 440 οικόπεδα βγήκαν οι πολεοδομικές άδειες και κατοικούνται πάνω από είκοσι χρόνια . Αν δεν κάνω λάθος είναι ο μοναδικός συνεταιρισμός που έχει κατοικηθεί στο Ηράκλειο !!!! Με πρόταση του Κλεάνθη Ψαρολογάκη αποφασίσαμε να ιδρύσομε Τράπεζα εκπαιδευτικών, σχεδόν όλοι οι συνάδερφοι γράφτηκαν ιδρυτικά μέλη και αγόρασαν συνεταιριστική μερίδα .πήγαμε και βρήκαμε τον πρόεδρο της ΟΛΜΕ Ηρακλείου τον Γιάννη Κουτράκη -Πρόεδρε ξεκινήσαμε μια προσπάθεια να ιδρύσουμε τράπεζα εκπαιδευτικών στο Ηράκλειο , οι καθηγητές δεν πρέπει να λείψουν από την προσπάθεια αυτή. Ο Κλέάνθης που ήταν και ο εισηγητής του θέματος είπε στους καθηγητές ότι τέτοια προσπάθεια είχε γίνει και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας όπως


παράδειγμα στη Λάρισα με μικρότερο όγκο συναλλαγών από το

Ηράκλειο και πάνε πολύ καλά . Ο Πρόεδρος μας είπε ότι συμφωνεί αλλά πρέπει να παρθεί απόφαση από την ολομέλεια των καθηγητών. Η απόφαση πάρθηκε και μπήκαν και οι καθηγητές. Μπήκαν και οι καθηγητές των ΙΕΚ και άλλοι. Εν τω μεταξύ άλλαξε το Διοικητικό Συμβούλιο, εμείς στελεχώσαμε την Δ\νση και τα γραφεία, και πρόεδρος στο ΔΣ του συλλόγου εκλέχτηκε ο μακαρίτης Νικος ο Αμανάκης. Δεν ξέρω για πιο λόγο έβαλαν μέσα και τους εμπόρους και αμέσως έγιναν αρχαιρεσίες και ο κ Λεμπιδάκης εκλέχτηκε Πρόεδρος της προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής, Η πρώτη του δουλειά ήταν να βάλλει ταφόπετρα και να αλλάξει την ονομασία της τράπεζας και από Τράπεζα Εκπαιδευτικών να την μετονομάσει σε Συνεταιριστική Τράπεζα. Με εισήγηση του μακαρίτη Μανώλη Ψυχαράκη πήραμε απόφαση να αγοράσομε ιδιόκτητα Γραφεία του συλλόγου, ο κάθε συνάδερφος έβαλε ένα χιλιάρικο και μαζέψαμε ένα εκατομμύριο δραχμές και αγοράσαμε τα γραφεία που στεγάζεται σήμερα ο σύλλογος στην οδό Γερωνυμάκη δίπλα από το 24ο Δημοτικό σχολείο.


Όλα καλά αλλά ήταν χωρίς επιπλα μόνο οι τοίχοι. Τότε σηκώνεται όρθιος ο μακαρίτης ο Παντελής Ο Μαρκατάτος και λέει έχω γράψει τρία βιβλία

εκθέσεων ένα για πρώτη Δευτέρα, ένα για Τρίτη Τετάρτη και ένα για την Πέμπτη και Έκτη τάξη. Θα τα εκδώσουμε σε πολλά αντίτυπα και ο κάθε συνάδερφος θα τα διαθέσει με πολύ μικρό αντίτιμο και θα μας φέρει τα χρήματα Σε λιγότερο από μήνα ήρθαν στο σύλλογο 500.000 χιλιάδες δραχμές και επιπλώσαμε τα γραφεία του συλλόγου με καινούρια έπιπλα .


Στις 10-2-1981 προσκλήθηκα να φοιτήσω για επιμόρφωση στη ΣΕΛΔΕ Ηρακλείου.


Μια μέρα περνούσα έξω από την Νομαρχία Ηρακλείου΄είχα χρόνο και ανέβηκα να πω μια καλημέρα στον συνάδερφο Αντινομάρχη, Σήφη Αγγελιδάκη. Ο Αντινομάρχης με υποδέχθηκε όπως πάντα εγκάρδια και μου πρότεινε να πιούμε μαζί τον πρωινό καφέ. Δεν μου άφησε περιθώρια ν΄αρνηθώ γιατί αμέσως σήκωσε το τηλέφωνο και παράγγειλε δυο «Βενιζελικούς» καφέδες . Ετσι έλεγε τους ελληνικούς καφέδες. Με το χαμόγελο «στα χείλη» μου ζήτησε να του πω, το λόγο της πρωινής μου επίσκεψης. Δεν θέλω τίποτα απλά πέρασα να δω τι κάνεις. Με την άνεση που μου δίνει, η μακρόχρονη φιλία, η συναδελφικότητα, μα και οι κοινοί συνδικαλιστικοί αγώνες, για την εξύψωση του Δασκάλου, για την αξιοπρέπειά του, για καλύτερες συνθήκες δουλειάς, για ανθρώπινους μισθούς και συντάξεις, μα πάνω απ΄ όλα, το ενδιαφέρον και η αγάπη μας για τα παιδιά, για καλύτερη αγωγή και μόρφωση, εξακολουθούν να μας απασχολούν και σήμερα, παρά το γεγονός ότι έχουν περάσει λίγα χρόνια από τότε, που δεν είμαστε πια μάχιμοι εκπαιδευτικοί. Από διαφορετικό μετερίζι ο καθένας μας, προσπαθούμε ακόμα και σήμερα να προσθέσουμε ένα μικρό λιθαράκι στο τεράστιο οικοδόμημα της ελληνικής παιδείας. Περνούσα συχνά έτσι χωρίς λόγο για να πούμε δυο κουβέντες και να θυμηθούμε τα παλιά. Ύστερα από μερικά πειράγματα από μέρους μου, για το χρώμα των μαλλιών μας, ήρθαν οι «Βενιζελικοί» ελληνικοί καφέδες και συνεχίσαμε την κουβέντα, επαναφέροντας στη


μνήμη μας πρόσωπα και καταστάσεις, μέσα από τη μακρόχρονη κοινή πορεία και δράση στο χώρο της εκπαίδευσης. Τη ζεστή και φιλική μας συζήτηση διέκοψε, η είσοδος στο γραφείο, ενός νεαρού άντρα ηλικίας τριάντα με τριανταπέντε χρόνων. Ήταν μετρίου αναστήματος στρογγυλοπρόσωπος με μαύρο μουστάκι, φορούσε μαύρο πουκάμισο και τζιν πανταλόνι. Φαίνεται ότι είχαν ραντεβού με τον Αντινομάρχη, γιατί τον προσκάλεσε να καθίσει και προχώρησε στις απαραίτητες συστάσεις. -Τον γνωρίζεις τον κ. Ξυλούρη ; με ρωτά ο Αντινομάρχης. Τότε ένιωσα ένα παράξενο συναίσθημα να με διαπερνά. Σαν να ήταν κάποιος μακρινός συγγενής, που είχα χρόνια να τον δω. -Δε νομίζω, του απαντώ .Και απευθυνόμενος στον επισκέπτη τον ρωτώ. -Από πού είστε κ. Ξυλούρη; -Από τα Ανώγεια, μ΄αποκρίνεται με την χαρακτηριστική προφορά των Ανωγειανών. -Καλά του λέω από εκεί σίγουρα θα είναι ο τόπος της καταγωγής σου, φαίνεται εξάλλου και από το επίθετό σου. Εδώ , στο Ηράκλειο πες μας που μένεις. -Εδώ, μένω στου Καλού. Είναι ένα πολύ μικρό χωριουδάκι στο Δήμο Τεμένους. Όχι ιδιαίτερα μακριά από το Ηράκλειο. -Μη συνεχίσεις, ξέρω καλά το χωριό σου. -Στο χωριό σου έχει κάνει δάσκαλος του λέει ο Αντινομάρχης, μήπως τον είχες δάσκαλο; -Ο κ. Μηνάς είσαι ; μου λέει το παλικάρι και


σηκώνεται από τη θέση που καθόταν και με χαιρετά. -Ο κ. Μηνάς είναι τον βεβαιώνει ο Αντινομάρχης. -Μανώλη σε λένε; Τον ρωτώ με σπασμένη φωνή. -Ναι, Μανώλη -Πρέπει να σου έκανα μάθημα στην πρώτη τάξη, μαζί με ένα κοριτσάκι ,νομίζω πως την έλεγαν Αγάπη --Ναι!!! Ναι !!! Τώρα σε θυμήθηκα!!!. Ξέρεις δάσκαλε πόσες φορές, αναφερόμαστε στο όνομά σου σε συζητήσεις άλλων συμμαθητών , που έχουν φύγει από το χωριό, αναζητώντας καλύτερη τύχη, καλύτερες συνθήκες διαβίωσης, και επισκέπτονται το χωριό σε κάθε ευκαιρία, ιδιαίτερα τις ημέρες των εορτών του Πάσχα και των Χριστουγέννων; Δάσκαλε, θυμάσαι που δεν ήθελα να έρχομαι στο σχολείο, και δεν έπιασαν τόπο οι καραμέλες, οι τσίχλες, και οι σοκολάτες που μου κρατούσες κάθε πρωί που ερχόσουν στο σχολείο; -Τώρα που το λες το θυμάμαι. -Θυμάσαι όμως τη συμφωνία που κάμαμε για να έρχομαι στο σχολείο; -Να σου πω την αλήθεια, Μανώλη δεν την θυμάμαι .Για πες μας. -Δάσκαλε, σου είπα, θα σου κάνω το χατίρι και θα έρχομαι στο σχολείο, αλλά μόλις θα’ρχεται αυτοκίνητο στο χωριό, θα με αφήνεις να βγαίνω έξω να το βλέπω; Εσύ το αποδέχτηκες με ένα πλατύ χαμόγελο και έκλεισε η συμφωνία, γρήγορα – γρήγορα χωρίς όρους και ποινικές ρήτρες. -Μανώλη είσαι παντρεμένος έχεις δική σου οικογένεια;


-Όχι ακόμα, μου απαντά για λογαριασμό του ο Αντινομάρχης. Είναι μάλιστα και πρόεδρος του

τοπικού συμβουλίου στο Δήμο Τεμένους. -Εύχομαι να παντρευτείς γρήγορα και να μας καλέσεις να έρθουμε μαζί με τον Αντινομάρχη στο γάμο σου. -Γι αυτό να είστε βέβαιοι, αλλά επειδή δεν ξέρουμε το πότε .Σας προσκαλώ τώρα να πάρετε τις γυναίκες σας να έρθετε στο χωριό, να σφάξω μια προβατίνα να πιούμε ένα κρασί. -Αυτοκίνητο Μανώλη έχεις; -Ναι έχω, μόνο μην ανησυχείς Δάσκαλε, πως θα σας παρατήσω αν έρθει κάποιο αυτοκίνητο και θα πάω να το δω. -Να είσαι καλά βρε Μανώλη, που μου θύμησες πράγματα και καταστάσεις που κι εγώ αναπολώ πολλές φορές με νοσταλγία. Νοσταλγώ την ηλικία των τριάντα ετών που ήμουν τότε ,την όρεξη το πάθος θα έλεγα για δουλειά και δημιουργία. Νοσταλγώ, την παρέα με τους απλούς ανθρώπους του χωριού, τα πειράγματά τους , για το πώς τα κατάφερνα κάθε πρωί και ήμουν στην δουλειά μου στην ώρα μου, ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες. -Μα είναι αλήθεια, Δάσκαλε , πως αν κάρφωνε το


αμάξι σου στις λάσπες, το σήκωνες και το ξεκολλούσες; Δεν απάντησα και γελάσαμε όλοι μαζί.

Όταν είσαι τριάντα χρονών και αυτό ακόμα μπορείς να κάνεις είπα ενώ αποχαιρετούσα τον παλιό μου μαθητή.!!!!


Στις 7-4-1986 με απόφαση του ΠΥΣΔΕ Ηρακλείου ορίζομαι Γραμματέας του ΠΥΣΔΕ με αναπληρωτή μου τον συνάδελφο Γιάννη Τσαγάκη. !! Στις 29-8-1986 εκλέγομαι και τοποθετούμαι Διευθυντής του12\θέσιου 35ου Δημοτ.Σχολ. Ηρακλειου. Στις22-6-1988 μετατέθηκα στο 44ο Δημοτ. Σχολ. Συστεγαζόμενο με το 6ο Δημ. Σχολείο Ηρακλείου. Μια μέρα με επισκέφτηκε η γλύπτρια Ασπασία Παπαδοπεράκη αδερφή του γνωστού Ηρακλειώτη ζωγράφου θωμά Παπαδοπεράκη , Την ρώτησα τι κάνει ο Θωμάς, η συγκίνησή της ήταν πολύ μεγάλη. -Ξέρεις το Θωμά; -Είμαστε συμμαθητές στο 2ο Γυμνάσιο . -Ω ωω,! θα τρελαθεί τώρα που θα πάω στην Αμερική, για πες μου τι άλλο ξέρεις για το Θωμά; Είμαστε πολύ φίλοι ακόμα έχω το σκίτσο που μου είχε κάνει με τρεις γραμμές. Τον θυμάμαι όταν έκαναν την αγιογράφηση του Αγίου Μηνά , στον Τρούλο που θα ζωγράφιζαν τον Παντοκράτορα Είχαν κάνει μια σκαλωσιά, πολύ- πολύ κοντά, στον τρούλο τόσο που ο Θωμάς ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα για να χωρέσει και έτσι ζωγράφιζε όλη την ημέρα -Κύριε Μηνά επειδή τέλειωσε σ΄αυτό το σχολείο ο Θωμάς τώρα που θα φτιάξετε το καινούριο σχολείο,


θα σου φέρω Πέντε προπλάσματα σημαντικών Ηρακλειωτών, που έχω κάνει τις προτομές τους όπως του Καζαντζάκη , του Ελύτη του Θεοτοκόπουλου δεν θυμάμαι ποια άλλα μου είπε, να τα τοποθετήσετε στην προμετωπίδα του διαδρόμου του νέου σχολείου., και ψάξε αν βρεις το σκίτσο που σου έχει κάνει ο Θωμάς να του το κρατώ στην Αμερική.!!!.! Στις 30-8-1990, Μετατέθηκα στο 8Ο Δημοτικό σχολείο Ηρακλείου.ως δάσκαλος. Στις 23-8-1990 τοποθετούμε ως Δημ. Σχολείο Ηρακλείου.

Διευθυντής στο 1ο

Στις 6-12-93 τοποθετήθηκα με απόσπαση στο Γραφείο του Βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Ηρακλείου κ.Μάνου Φραγκιαδουλάκη για την Γραμματειακή στήριξη του γραφείου του. Είχε προηγηθεί πριν από πολλά χρόνια μια άλλη απόσπαση , από το Υπουργείο Παιδείας στο Υπουργειο Προεδρίας και το Υπουργείο Προεδρίας με διέθεσε στο Γραφείο του τότε Πρωθυπουργού ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ για την Γραμματειακή στήριξη του Γραφείου του πρωθυπουργού Τις επόμενες ημέρες θα είχαμε εκλογές στην ΔΟΕ.Για την ανάδειξη νέου Προεδρείου στην Διδασκαλική Ομονδία Ελλάδας. Οι υπεύθυνοι του συνδικαλιστικού του ΠΑΣΟΚ Είχαν συμφωνήσει να


ηγηθεί του ψηφοδελτίου της ΠΑΣΠ Ο ΒΑΓΓΕΛΗΣ Ο ΓΙΟΥΚΆΚΗΣ, Φύγαμε με το Πρώτο αεροπλάνο για την Αθήνα μόνοι μας χωρίς τις οικογένειές μας. ‘Όταν τακτοποιηθούμε , ίσως να παίρναμε τις οικογένειές μας στην Αθήνα . Αυτά και άλλα όνειρα κάναμε με τον μακαρίτη τον Βαγγέλη κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. ΄Ηταν ευτυχής συγκυρία που την ίδια χρονική περίοδο θα βρισκόμαστε και οι δυό στην ΑΘΉΝΑ από διαφορετικό μετερίζι ο καθένας να προβάλλουμε τα χρονίζοντα προβλήματα των συναδέρφων μας Δασκάλων. Φτάνοντας στην Αθήνα πήραμε ένα Ταξί και μας πήγε στη Χαριλάου Τρικούπη στα Γραφεία του ΠΑΣΟΚ, εκεί συναντήσαμε τους υπεύθυνους συνδικαλιστικού του Κινήματος, τον Παυλίδη που είχε κάνει και Υφυπουργός Εθνικής Αμυνας και τον Φωτιάδη τον Υφυπουργό Οικονομικών. Μετά τις χαιρετούρες ο κ, Φωτιάδης λέει στο Βαγγέλη , -Ξέρεις Βαγγέλη ; αποφασίσαμε να μην ηγηθείς εσύ του ψηφοδελτίου της παράταξης αλλά κάποιος δάσκαλος που υπηρετεί στην Γερμανία με σημαντικούς αγώνες στο ενεργητικό του. Λέγεται Παπαχρίστου θα είναι αυτός πρόεδρος και εσύ θα είσαι αντιπρόεδρος. -Εμείς άλλα είχαμε συμφωνήσει!! -Ναι, αλλά και η αντιπροεδρία είναι καλή ! -Στην Αντιπροεδρία έχει σειρά να πάει ο εκπρόσωπος


από το Ρέθυμνο ο κ. Ψωμάς και εγώ δεν παίρνω τη θέση του.!! Σηκώνεται όρθιος να φύγει σηκώνομαι κι εγώ , -Πάμε του λέω! -Μηνά μα για σένα δεν υπάρχει πρόβλημα, εσύ θα πας στο Γραφείο του Πρωθυπουργού.!!! -Όχι δεν πάω γιατί είσαστε αναξιόπιστοι και μπορεί μετά κανένα μήνα να μου πείτε Μηνά έχουμε ένα καλό παιδί από την Αυστραλία μόνο άδειασε μας την καρέκλα,!! -Πάμε Βαγγέλη Πήραμε το επόμενο αεροπλάνο και γυρίσαμε πίσω . Δεν είπαμε κουβέντα σε κανένα, για να μην δημιουργήσουμε πρόβλημα στην παράταξη.


Με βαριά καρδιά άρχισα να γράφω σήμερα, γιατί ότι πίστευα για επαναστατικά κινήματα, για αγώνες για την απελευθέρωση της πατρίδας από κάθε μορφή τυραννίας, αγώνες για εδαφική ακεραιότητα και ανεξαρτησία, αγώνες για την καθιέρωση της ισονομίας, της ισοπολιτείας, αγώνες για την επικράτηση του δίκαιου και του ηθικού και όχι το δίκαιο του ισχυρού, γκρεμίστηκαν σε μια βραδιά ακούγοντας τον πρόεδρο της Τουρκίας Ερτογκάν. Να βρίζει και να απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα. Δίδασκα στους μαθητές μου για πάρα πολλά χρόνια για τις αρετές των Ελλήνων την αγάπη τους στην ελευθερία, τον ηρωισμό και την αυτοθυσία με την οποία την υπερασπίζονταν. Οι Έλληνες έλεγα πάντα αγωνίστηκαν για ειρήνη και δημοκρατία, και όταν χρειάστηκε άφησαν το αλέτρι, το κοπάδι το πλεούμενο, το γραφείο και υπερασπίστηκαν την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδος που επιβουλεύτηκε την ελευθερία της . Ηρώα και κενοτάφια είναι διάσπαρτα απ΄ άκρη σε άκρη σε ολόκληρο τον Ελλαδικό χώρο. Από τους τριακόσιους του Λεωνίδα στο Μαραθώνα, τις Πλαταιές, τον Ιερό Λόχο του Δραγατσανίου μέχρι το τελευταίο χωριουδάκι. Όταν μιλούσα στους μαθητές μου ότι οι ήρωες πολεμούσαν σαν Έλληνες ότι δεν πολεμούσαν ξεχωριστές στρατιωτικές φυσιογνωμίες, πολεμούσαν όμως Έλληνες και αυτοί είναι όλοι ήρωες, τα μάτια τους βούρκωναν και τα μικρά τους στήθη


φούσκωναν από υπερηφάνεια.!!!

Όταν τους παρότρυνα να μην ξεχάσουν ποτέ πόσο μεγάλο και ατίμητο αγαθό είναι η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, και ότι πρέπει να θυσιάζομε την ζωή μας αν χρειαστεί να την υπερασπισθούμε, στα υγρά μάτια τους διάβαζες την απάντηση ότι και αυτοί θα συμπεριφερθούν το ίδιο αφού είναι Έλληνες . Έλεγα στους μαθητές μου , ότι εδώ είναι η γη που έχει θρέψει τον Μέγα-Αλέξανδρο, τον Κολοκοτρώνη, τον Καραϊσκάκη, τον Μακρυγιάννη. Σήμερα τι να λέει άραγε στους μαθητές του ο σημερινός δάσκαλος ; Θα ξανατραγουδήσει ποτέ το «Μακεδονία ξακουστή του Αλεξάνδρου η χώρα ; Θα ονομάσει τον Μιαούλη τον Ανδρούτσο, τον Παπαφλέσσα τον Αθανάσιο Διάκο, τον πυρπολητή του Αρκαδίου Κωστή Γιαμπουδάκη, τον Κρητίκαρο Γιάννη Δασκαλογιάννη και τον μπουρλοτιέρη Κωνσταντίνο Κανάρη, ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ή θα κινδυνέψει να χαρακτηρισθεί από τον ανιστόρητο και παραχαράχτη της Ιστορίας Πρόεδρο της Τουρκίας και την παρέα του, ότι αυτοί όλοι τους ήταν Τρομοκράτες ;!!! Σήμερα όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει το τραγούδι του Ρήγα Φεραίου «καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή» είναι πια παρωχημένο.


Σήμερα οι πάντες έχουν σιγήσει χύνεται αίμα αθώων, χθες στην Συρία και στο Λίβανο σήμερα στη Λιβύη αύριο κάπου αλλού και δεν μιλάει κανείς η όποια διαφωνία που ακούγεται είναι ως προς τον αριθμό των θυμάτων, αν ήταν τριάντα εννιά ή σαράντα, λες και έχει καμιά σημασία. Επί μέρες συνεδριάζουν στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για να βγάλουν απόφαση για το πώς θα ονομάσουν το σταμάτημα των βομβαρδισμών εκεχειρία ή κατάπαυση του πυρός . Και η σφαγή συνεχίζεται… Δεν θα περάσουν πολλά χρόνια αν συνεχίσουν να κρατούν τις τύχες του κόσμου στα χέρια τους «ανθρωπάκια» σαν τους σημερινούς «ηγέτες» και θα δικαιώσουν ακόμα και τον Χίτλερ. Έχετε περάσει από το αεροδρόμιο του Μάλεμε στα Χανιά ; Διαβάσατε τι γράφει κάτω από τα πόδια του πέτρινου γυπαετού, του μνημείου που άφησαν οι Γερμανοί φεύγοντας ; « Οι εξ ουρανού πεσόντες ίνα εκπολιτίσουν τους αγρίους»!!!! Αυτός λοιπόν ήταν ο λόγος της επίσκεψής τους και εμείς οι «άγριοι» δεν τους αφήσαμε.!!! Σκόρπισαν παντού τον όλεθρο και την καταστροφή, εκατόμβες τα θύματα από τους συνεχείς βομβαρδισμούς, χωριά πυρπολήθηκαν, ολόκληρες οικογένειες ξεκληρίστηκαν και γενναίοι πατριώτες


οδηγήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα και όλα αυτά ήταν μέρος του εκπολιτιστικού τους

προγράμματος.!!! Τρέμω στην ιδέα μήπως όλοι αυτοί οι ανιστόρητοι σε κάποια στιγμή μου πούνε ότι για να είμαι αρεστός στον νέο Σουλτάνο, πρέπει να ζητήσω συγγνώμη από τους μαθητές μου γιατί τόσα χρόνια τους έλεγα ψέματα !!!

Ονειρεύομαι μια άλλη Ελλάδα, και εργάζομαι γι΄αυτό.Την Ελλάδα της τιμιότητας και της αρετής , την Ελλάδα του πνεύματος και των αγνών ιδανικών, της αξιοκρατίας και της αλληλεγγύης, της εργασίας και του μόχθου . Γιατί υπάρχει αυτή η Ελλάδα, οι Έλληνες στην πλειοψηφία τους είναι λαός ειρηνικός εργατικός και περήφανος, αλλά δυστυχώς στις μέρες μας τα όνειρα δύσκολα πραγματοποιούνται.!!!


Από την κόρη μου την Αργυρώ έχω αποκτήσει δυό εγγόνια τη Μηλένα και το Γιώργο. Γι΄ αυτά αναπνέουμε και ζούμε . Τα παρακολουθούμε με την Γιαγιά τους και τα καμαρώνουμε καθώς ανεβαίνουν τα σκαλοπάτια της ζωής και παρακαλούμε να έχουν την υγειά τους να είναι πάντα καλά και ευτυχισμένα. Τους τελευταίους μήνες άρχισε να δημιουργείται μια σχέση ανάμεσά μας που με τρομάζει, γιατί σκέφτομαι, μήπως δεν ήμουν καλός πατέρας; Μήπως στέρησα από τα δικά μου παιδιά το χάδι, το νανούρισμα, το παιγνίδι, το τραγούδι; Μήπως νιώθω ενοχές γι αυτά που δεν μπόρεσα να δώσω στα δικά μου παιδιά, γιατί δεν είχα χρόνο; Ήμουν σχεδόν πάντα κουρασμένος και νυσταγμένος ; Θυμάμαι τώρα και τα μάτια μου βουρκώνουν την προσπάθεια που κατάβαλε ο γιος μου να του πω ένα παραμύθι, ξαπλώναμε μαζί στο κρεβάτι και άρχιζα, «μια φορά κι έναν καιρό…..» σε λίγη ώρα, στο κρίσιμο σημείο της διήγησης τα μάτια μου έκλειναν και με έπαιρνε ο ύπνος, με έπιανε από το πηγούνι και με ταρακουνούσε πέρα δώθε και μου έλεγε : «λέγε…» με αγωνία και περιέργεια για την συνέχεια. Δεν με άφηνε αν δεν άκουγε «και περάσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα». Αργότερα που το κατάλαβα, το μαρτύριο μου τέλειωνε γρήγορα γιατί μόλις άρχιζα να νυστάζω έλεγα το κλασικό «και


περάσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα» και ευχαριστημένος πήγαινε στο

κρεβάτι του και κοιμόταν ικανοποιημένος. Αντίθετα τώρα με τα εγγόνια μου έχω όσο χρόνο θέλω στη διάθεσή μου, τα παίρνω στο δωμάτιό μας ξαπλώνουμε στο μεγάλο κρεβάτι και τους τραγουδώ παραδοσιακά νανουρίσματα «κοιμήσου και παρήγγειλα στην πόλη τα προικιά σου…..» και «νάνι νάνι κάνει το παιδάκι που βυζάνει….» τους χαϊδεύω τα μαλλιά τους και σε πολύ λίγο τα παίρνει ο πιο γλυκός ύπνος, καμιά φορά ξυπνάει κάποιο έντρομο να δει τι έγινε ,αν είμαι ακόμα εκεί ή αν την πήγα στο δικό του κρεβάτι και όταν δει ότι είμαι δίπλα του ,μου «σκάει» το πιο γλυκό χαμόγελο του κόσμου, κλείνει τα μάτια του και συνεχίζει τον ύπνο του. Τα παίρνω στο τραπέζι όταν τρώμε και γίνεται «ο χαμός» μας κοιτάζουν μέσα στα μάτια, ολόκληρο το πρόσωπό τους λάμπει και περιμένουν με ανοικτό στόμα σαν το μικρό πουλάκι μέσα στη φωλιά που πηγαίνει η μητέρα του να το ταΐσει. Τα ρούχα τους γίνονται αγνώριστα γεμάτο λεκέδες, μα δεν πειράζει τα πλυντήρια γιατί τα έχομε; Αν καθίσω να διαβάσω ή να γράψω κάτι πρέπει παράλληλα να τους έχω έτοιμο το τετράδιό τους και το μολύβι τους να γράψουν κι εκείνα. Πιστεύω ότι τα παιδιά από αυτή την ηλικία


μαθαίνουν να «γράφουν και να διαβάζουν» αν περιμένεις να πάνε τα παιδιά στο σχολείο κι ως τότε δεν τα έχεις βάλλει ποτέ στα γόνατά σου να τα χορέψεις, να τους

τραγουδήσεις και να τους πεις παραμύθια, αν δεν σε έχουν δει ποτέ με ένα βιβλίο στο χέρι μόνο να είσαι ξαπλωμένος στον καναπέ, να μην δίνεις σημασία στις εκκλήσεις του παιδιού για παιγνίδι ή κουβέντα και επί πλέον να του λες να κάνει ησυχία γιατί παρακολουθείς τον Μικρούτσικο στην τηλεόραση ε !! τότε σίγουρα στο σχολείο θα έχεις προβλήματα !! Τρεις είναι οι βασικοί παράγοντες της αγωγής του παιδιού. Η οικογένεια, το σχολείο και το περιβάλλον, συμμαθητές, φίλοι, παρέες. Όταν οι τρεις αυτοί παράγοντες λειτουργούν αρμονικά, τα αποτελέσματα για την διαμόρφωση του χαρακτήρα του παιδιού θα είναι τα επιθυμητά. Όλες μου οι ενέργειες έχουν σαν στόχο στην καλλιέργεια του κριτικού πνεύματος, στην ψυχολογική προετοιμασία και την κοινωνικοποίησή τους, και αργότερα όταν μεγαλώσουν να ξέρουν ότι η οικογένειά τους θα τους προσφέρει ένα σταθερό συναισθηματικό στήριγμα, να είναι ανθεκτικά και προετοιμασμένα στις δυσκολίες της ζωής και να έχουν οπλιστεί με θάρρος και δύναμη να τις ξεπεράσουν.


Πολλά είναι τα βράδια, ιδιαίτερα τις σκοτεινές και κρύες νύχτες του χειμώνα που μένω ξάγρυπνος, δεν έχω διάθεση για ύπνο, χίλιες κακές σκέψεις περνούν από το μυαλό μου, συχνοί οι εφιάλτες απρόσκλητοι επισκέπτες με βασανίζουν αναίτια. Είναι πολύ λίγα τα λεπτά που θα κλείσω τα μάτια, ενώ ο εγκέφαλος παραμένει άγρυπνος φρουρός, να δράσει στο παραμικρό ερέθισμα. Αβάσταχτο μαρτύριο να περιμένω να ξημερώσει η επόμενη μέρα, με την ελπίδα πως τα πράγματα θα είναι καλύτερα. Ο καιρός περνάει οι μέρες διαδέχονται τις νύχτες αλλά το αποτέλεσμα πάντα το ίδιο. ΟΙ μέρες μου περνούν όχι καλύτερα αλλά γρηγορότερα. Οι νύχτες είναι μαρτυρικές κοιτάζω επίμονα το ρολόι του τοίχου, οι δείκτες του αρνούνται πεισματικά να μετακινηθούν έστω ένα χιλιοστό.. -Θα τέλειωσαν οι μπαταρίες του σκέφτομαι, αύριο θα πρέπει να πάρω άλλες να τις αλλάξω .Επιστρατεύω το κινητό μου τηλέφωνο, η διαφορά ελάχιστη. Τα μάτια μου με «κόβουν» με πονά έντονα το κεφάλι μου, τα μηλίγγια μου δέχονται δυνατά χτυπήματα από μέσα .Σηκώνομαι για λίγο από το κρεβάτι, παίρνω κάποιο παυσίπονο και κυκλοφορώ σαν την άδικη κατάρα από δωμάτιο σε δωμάτιο μέχρι να με «πιάσει» το παυσίπονο αλλά η κατάσταση δεν αλλάζει Δεν αντέχω άλλο, ξαπλώνω στο κρεβάτι με την ελπίδα ότι θα με πάρει λίγο ο ύπνος να


ξαποστάσω λίγο, να πάρω καινούριες δυνάμεις , να αντέξω την καινούρια μέρα που ξημερώνει. Αποφεύγω να δω τηλεόραση, να ακούσω ειδήσεις ή να διαβάσω Εφημερίδα. Κλείσαμε τη ζωή μας, σκέφτομαι, στους τέσσερις τοίχους ενός δωματίου και περιορίσαμε τις δραστηριότητές και τις επαφές μας στα εντελώς απαραίτητα, στο φούρνο, το μανάβη τον κρεοπώλη και στο Σουπερ Μάρκετ. Αυτή θα είναι λοιπόν στο εξής η ζωή μου , η ζωή του συνταξιούχου;. Αρνούμαι να δεχτώ ότι έτσι κυλά και η ζωή των άλλων συνταξιούχων, δεν μπορεί, οι άλλοι θα περνούν καλύτερα. Σκέφτομαι μάλιστα να το συζητήσω με τους παλιούς συσπουδαστές μου στην ετήσια συνάντησή μας που έχομε καθιερώσει να γίνεται στις αρχές κάθε Καλοκαιριού. Αν υπάρχει κάτι που με κρατά ακόμα στη ζωή, είναι η γυναίκα μου, αυτή η ηρωίδα της καθημερινότητας, μήπως αργότερα χρειαστεί την βοήθειά μου. Όμως Τύχη αγαθή με αξίωσε να αποκτήσω από την κόρη μου την Αργυρώ δυο εγγόνια, τη Μηλένα και τον Γιώργο, αυτά τα παιδιά τα λατρεμένα, είναι η αιτία που ζω, υπάρχω και επιβιώνω. Παρακολουθώ διακριτικά κάθε τους βήμα καθώς ανεβαίνουν τα πρώτα σκαλοπάτια της ζωής και χαίρομαι , είναι η μόνη χαρά που δέχομαι και αυτά


σαν να το διαισθάνονται μου την προσφέρουν απλόχερα . Η μορφή τους είναι ζωγραφισμένη με ανεξίτηλα χρώματα στη μνήμη μου και όταν δεν τα βλέπω, κουβεντιάζω μαζί τους, τώρα λέω θα είναι στο σχολείο, τώρα θα έχουν βγει διάλειμμα τώρα θα έχουν σχολάσει και θα τρώνε το φαγητό τους, τώρα θα πηγαίνουν στις εξωσχολικές τους δραστηριότητες και έτσι περνά η μέρα μου . Εύχομαι ο καλός Θεός να τα προφυλάσσει από κακοτοπιές και πειρασμούς και να τους χαρίζει υγεία, οικογενειακή ευτυχία, αγάπη και προκοπή. Έχω πρόβλημα με τα πολύ κοντινά μου πρόσωπα, σε όποιον τολμήσω να μιλήσω για το μαρτύριό μου με αποπαίρνει με στερεότυπες φράσεις «τίποτα δεν έχεις όλα είναι αποκυήματα της φαντασίας σου» «Βρες κάποια δουλειά να κάνεις» -Αν τολμήσω να πω ότι δεν ξέρω να κάνω άλλη δουλειά, δεν ήταν αρκετά τα τριάντα έξι χρόνια που ήμουν δάσκαλος; Την τελευταία τους λέξη δεν την ακούω γιατί έχουν ήδη κατέβη τα μισά σκαλοπάτια της σκάλας! Δεν μου λείπει το φαγητό ένα πιάτο φαί πάντα υπάρχει, παρά την κρίση που περνούμε όλοι μας. Αυτό που μου λείπει είναι η κατανόηση και η αναγνώριση των όποιων ικανοτήτων διαθέτω, δεν


αφήνουν ευκαιρία να μην προσπαθήσουν να με μειώσουν, μου λείπει η συνομιλία η κουβέντα και η συντροφιά, νοιώθω μόνος και ας είμαι με πολλούς μαζί , το πιο σπουδαίο όμως είναι η ΑΓΑΠΗ έχω την αίσθηση πως δεν με θέλει κανείς. Πορεύτηκα στη ζωή μου με ανθρωπιά, αξιοπρέπεια και καλοσύνη. Η ζωή μου όλη στηρίχτηκε στο τρίπτυχο της Χριστιανικής θρησκείας αγάπη, πίστη, ελπίδα. Η πατρίδα μου εμπιστεύθηκε την μόρφωση και διαπαιδαγώγηση τόσων γενεών Ελληνόπουλων . Ανταποκρίθηκα με επιτυχία θέλω να πιστεύω στην εντολή της Πολιτείας αλλά και της συνείδησής μου, να καλλιεργήσω την Εθνική συνείδηση στους μαθητές μου, να εμφυσήσω μέσα τους τα πιο αγνά ιδανικά, την αγάπη για την πατρίδα, τη θρησκεία, την ελευθερία ,την οικογένεια, την αρετή και τη Δημοκρατία. Τα ιδανικά που φώτισαν το δρόμο μου ήταν η καλοσύνη, η ομορφιά της ζωής και η αλήθεια. Αγάπησα πολύ τον τόπο καταγωγής μου, τη Μητρόπολη και τους συγχωριανούς μου, ανθρώπους του μόχθου και της εργασίας και την αγάπη μου αυτή προσπάθησα να την μεταλαμπαδεύσω και στα παιδιά μου. Από μικρό παιδί με θεωρούσαν απαραίτητο για να κάνουν τις δουλειές τους, αλλά όχι σημαντικό , πάντα με κατάτασσαν στις τελευταίες θέσεις στις προτιμήσεις τους.


Σήμερα ύστερα από μια πετυχημένη θέλω να πιστεύω θητεία ως δάσκαλος και όχι μόνο, αλλά πετυχημένος και ως συγγραφέας με εκατοντάδες δημοσιευμένα άρθρα μου στον ημερήσιο και διαδικτυακό, ηλεκτρονικό τύπο και εξαντλημένα τα πέντε βιβλία που έχω εκδώσει, η κατάσταση δεν έχει αλλάξει!. -Καλό παιδί ο Μηνάς ! -Για το Μηνά λέτε, τι να σας πω πολύ καλός, παιδί… μάλαμα!! κάποια άλλη λέξη ήθελαν να πουν , μα τέλος πάντων. Δεν τρώγω αχλάδια ,πορτοκάλια ή σύκα, ή άλλα φρούτα που έχω στο χωριό! --Κόψε όσα θες του Μηνά είναι !! Κάθε χρόνο μου τρυγούσαν ένα κρασάμπελο που είχα για να βάνω ένα βαρέλι κρασί ,το ξεπάτωσα και ησύχασα. Μέχρι ένα λιόφυτο μου ράβδισαν μια χρονιά. Είχα ένα χωράφι άδειο για να βάζω κηπευτικά, πάω μια μέρα και βλέπω με έκπληξη να είναι γεμάτο με ωραία κουνουπίδια. Ρώτησα αυτόν που τα είχε βάλλει γιατί δεν μου το είπε και μου απάντησε, εμένα μου το νοίκιασε ο …θείος σου και του έδωσα και τα λεφτά!!! Και κάτι τελευταίο, είχα δυο «σηκωματαρές» χοντρολιές μοναδική κληρονομιά από την μάνα του πατέρα μου, κάθε χρόνο όταν τις μάζευα την θυμόμουν με πολύ αγάπη και έλεγα, λίγο πολύ αυτό είχε και αυτό μου άφησε η συγχωρεμένη. Το υπόλοιπο λιόφυτο ανήκε σε ένα ξάδερφό μου, κάποτε πούλησε τις ελιές του και


πούλησε και τις δικές μου!.Αυτό δεν άρεσε καθόλου στο γιο μου και ήθελε να χαλάσει την αγοραπωλησία. Αυτός ο θεσμός ιδιοκτησίας υπάρχει μόνο στην Κρήτη, έλεγε και οι άνθρωποι έκαναν αγοραπωλησίες μόνο «με το λόγω τιμής» Καλό παιδί ο Μηνάς ένα… κομμάτι μάλαμα σου λέω !!! Θυμάμαι με νοσταλγία τα λόγια του πατέρα μου: Κάποτε μου είπε, ένας γονιός χόρευε στα γόνατά του το μονάκριβο γιο του. -Νάξερες γιε μου πόσο σ΄ αγαπώ και η απάντηση του γιού του, έτσι και γω πατέρα θα αγαπώ την άλλη μέρα τα παιδιά μου, ! Δεν με πειράζει, αυτή είναι η μοίρα των ανθρώπων δεν μπορείς να την αλλάξεις. Με θλίβει όμως και με παίρνει το παράπονο και ένα μεγάλο ΓΙΑΤΙ ; μένει πάντα αναπάντητο.


Πάντα έχω στο μυαλό μου τις παραινέσεις και συμβουλές Των μεγάλων παιδαγωγών: Αν ένα παιδί ζει με επικρίσεις μαθαίνει να καταδικάζει. Αν ένα παιδί ζει μέσα στην εχθρότητα μαθαίνει να φιλονικεί Αν ένα παιδί ζει στην κοροϊδία, μαθαίνει να είναι δειλό. Αν ένα παιδί ζει με το φόβο. μαθαίνει να είναι ανήσυχο και φοβισμένο Αν ένα παιδί ζει με τη ντροπή. μαθαίνει να νιώθει ένοχο. Αν ένα παιδί ζει με την ανοχή, μαθαίνει να είναι καρτερικό. Αν ένα παιδί ζει με την ενθάρρυνση, μαθαίνει να έχει αυτοπεποίθηση. Αν ένα παιδί ζει μέσα στην αποδοχή, μαθαίνει να αγαπά. Αν ένα παιδί ζει με την επιδοκιμασία, μαθαίνει ότι είναι καλό να έχει στη ζωή του ένα σκοπό. Αν ένα παιδί ζει μέσα στην τιμιότητα, μαθαίνει πια είναι η αλήθεια. Αν ένα παιδί ζει με δίκαιη μεταχείριση, μαθαίνει τη δικαιοσύνη. Αν ένα παιδί ζει μέσα σε ασφάλεια, μαθαίνει να εμπιστεύεται τον εαυτό του και τους άλλους. Αν ένα παιδί ζει μέσα στη φιλικότητα μαθαίνει ότι κόσμος είναι όμορφος για να ζει κανείς, να αγαπά και να αγαπιέται.


Εύχομαι από καρδιάς πάντα να είναι ευτυχισμένα τα παιδιά όλου του κόσμου και τα εγγόνια μου!! `Νάναι όλα ρόδινα στην ζωή τους, να μην υπάρξουν αναποδιές που θα πικράνουν ποτέ τα παιδικά τους χείλη ,και να μην υπάρξει ποτέ αιτία να κλάψουν τα παιδικά τους μάτια. Μ΄αρέσει να πηγαίνω στο χωριό. Να περπατώ «αξημέρωτα» σε χωματόδρομο να ακούω» την μυρωδιά που αναδίδει το χώμα και τα ξερά χόρτα. Να χαιρετώ όλους τους συγχωριανούς μου που συναντώ, με τα μικρά τους ονόματα. Ο πρωινός αυτός περίπατος με αναζωογονεί. Περπατώ στο χωμάτινο δρόμο, σε απόλυτη ησυχία, ακούγονται μόνο οι φωνές των ζώων και τα τιτιβίσματα των πουλιών. Όπου και να ρίξω το βλέμμα μου απολαμβάνω την απαλότητα των χρωμάτων . Στο γυρισμό καλημερίζω τους ανθρώπους που συναντώ, καθώς πηγαίνουν για τις δουλειές τους . Σε λίγο φθάνω έξω από το σχολείο, η καρδιά μου χτυπά δυνατά χωρίς να το θέλω ένα κύμα συγκίνησης γεμίζει τα σωθικά μου .Στέκομαι για λίγο. Άθελά μου σφίγγω τα χείλη. Δεν βλέπω τα παιδιά ακούω μόνο τις φωνές και τα γέλια τους καθώς παίζουν στην αυλή του σχολείου. Κλείνω για λίγο τα μάτια και αναπολώ τα αθώα παιδικά μου χρόνια.


Εδώ στο ίδιο σχολείο ( η φωτογραφία του είναι στο εξώφυλλο)ένα μικρό ντροπαλό παιδί με «τόκινο» κοντό παντελονάκι, πέρασα για πρώτη φορά την εξώπορτα της αυλής του , πριν από εβδομήντα χρόνια περίπου. Η μάνα μου με κρατούσε από το χέρι. Με δυσκολία προχωρούσα τα καινούρια δερμάτινα παπούτσια με στένευαν λίγο. Δυστυχώς όμως, όσο περνούν τα χρόνια οι επισκέψεις μου στο χωριό αραιώνουν, τα παιδιά μου έχουν τις οικογένειές τους και τις δουλειές τους και δεν θέλουν να πηγαίνομε. Η γυναίκα μου άρχισε να αμφισβητεί τις ικανότητές μου, στην οδήγηση και φοβάται να μπαίνει στο αυτοκίνητο όταν οδηγώ εγώ ,όλο έχει δουλειές και ανεβασμένο ζάχαρο. -Άστο , αργότερα, θα δούμε..!!! Τα βράδια όλο το χωριό αναζητώντας λίγη δροσιά, αποσπέριζε (βεγγέριζε) κάτω από τα μεγάλα δένδρα κατά γειτονιές. Στα χαμηλά κλαδιά των δένδρων κρεμούσαν δυο – τρία λυχνάρια, πολλά από αυτά ήταν πολύ μεγάλα με διπλό φυτίλι για να δίδουν περισσότερο φως. Το απαλό γλυκό φως των λυχναριών, τρεμόπαιζε στο ελαφρό φύσημα του αέρα και καθώς χόρευε η φλόγα , οι ίσκιοι των κλαδιών και των φύλλων έπαιρναν άλλες διαστάσεις δημιουργώντας εξωτικά πλάσματα των παραμυθιών.


Οι γείτονες , συγγενικά πρόσωπα οι περισσότεροι, συζητούσαν τα νέα της ημέρας, για τις καλλιέργειές τους , αλλά και για την πολιτική κατάσταση της χώρας. Πολλοί από αυτούς είχαν το χάρισμα να διηγούνται με παραστατικότητα τα γεγονότα , που είτε τα είχαν ζήσει οι ίδιοι είτε όχι, οι νεότεροι και ιδιαίτερα τα παιδιά κρέμονταν από τα χείλη τους . Στις διηγήσεις τους συμπεριλάμβαναν πολλές φορές και χιουμοριστικές ιστορίες, άλλοτε πάλι μιλούσαν για νεράιδες και άλλοτε για ξωτικά και αερικά, θέματα που εξήπταν την φαντασία και ήταν πολύ αγαπητά στα παιδιά. Έτσι οι γεροντότεροι δίδασκαν και μεταλαμπάδευαν στους νεότερους, την ιστορία, τα ήθη και τα έθιμα και τον πολιτισμό του τόπου μας. Ήταν πραγματικά ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΗΣ ΖΩΗΣ Αυτά τα δυό μαζί , Δημόσιο σχολείο και Μεγάλο σχολείο της ζωής πιασμένα χέρι-χέρι συμβαδίζουν και μεγαλουργούν , σε αντίθετη περίπτωση φυλλορροούν με κίνδυνο να σβήσουν και να χαθούν.!!!






Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.