Περίληψη Το σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης αποτελεί ένα αναγνωρισμένο και έγκυρο ενεργειακό σενάριο που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην Ευρώπη το 2005. Αυτή είναι η τέταρτη παγκόσμια έκδοση της Ενεργειακής Επανάστασης: παλαιότερες εκδόσεις είχαν δημοσιευτεί το 2007, το 2008 και το 2010. Η Ενεργειακή Επανάσταση 2012 εξασφαλίζει ένα πρακτικό και ολοκληρωμένο μονοπάτι για την προστασία του κλίματος: περιγράφει αναλυτικά τη μετάβαση από το σημείο που βρισκόμαστε τώρα στο σημείο που χρειάζεται να φτάσουμε. Καταργεί σταδιακά τα ορυκτά καύσιμα και μειώνει τις εκπομπές CO2, ενώ ταυτόχρονα με εγγυάται παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια. Η εξέλιξη των σεναρίων συμπεριλαμβάνει μια εμπεριστατωμένη ανάλυση των θέσεων εργασίας στον ενεργειακό τομέα το 2010, ενώ επεκτείνει την έρευνα περισσότερο προκειμένου να ενσωματώσει νέα δεδομένα σε σχέση με τη ζήτηση ενέργειας και τις μεταφορές, περιορισμούς στην εκμετάλλευση πετρελαίου και φυσικού αερίου και τεχνικοοικονομικά δεδομένα στην ανανεώσιμη θέρμανση και τα συστήματα ψύξης. Ενώ η έκδοση 2010 είχε δύο σενάρια – ένα βασικό και ένα πιο προοδευτικό, η παρούσα έκδοση πλέον παρουσιάζει μόνο ένα το οποίο αποτελεί εξέλιξη του προηγούμενου προοδευτικού σεναρίου.
Το δίλημμα των ορυκτών καυσίμων Η αυξανόμενη ενεργειακή ζήτηση ασκεί πιέσεις στην παραγωγή ορυκτών καυσίμων και πλέον προωθεί τις γεωτρήσεις για εξεύρεση μη συμβατικών κοιτασμάτων πετρελαίου. Απομακρυσμένα και ευαίσθητα οικοσυστήματα, όπως η Αρκτική, απειλούνται από τις γεωτρήσεις που ολοένα αυξάνονται, ενώ η καταστροφική για το περιβάλλον εκμετάλλευση πισσούχου άμμου (tar sands) στον Καναδά προωθείται ως ‘λύση’ προκειμένου να αντικατασταθούν οι συμβατικές πετρελαϊκές πηγές. Η έλλειψη όμως του συμβατικού πετρελαίου δεν είναι ο πιο σημαντικός λόγος για τη σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων: η δραστική μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων είναι μονόδρομος για να σώσουμε το κλίμα του πλανήτη μας. Η μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας επίσης προσφέρει σημαντικά οφέλη, όπως η ανεξαρτησία από τις τιμές των ορυκτών καυσίμων στην παγκόσμια αγορά και η δημιουργία εκατομμυρίων, νέων, πράσινων θέσεων εργασίας. Μπορεί επίσης να εξασφαλίσει ενέργεια για δύο δισεκατομμύρια ανθρώπους που δεν έχουν πρόσβαση σε ενεργειακές υπηρεσίες σήμερα. Η Ενεργειακή Επανάσταση 2012 έδωσε έμφαση στα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για να απεξαρτηθούμε νωρίτερα από το πετρέλαιο, ώστε να σώσουμε την Αρκτική από την εξόρυξη πετρελαίου, να αποτρέψουμε τις επικίνδυνες εξορύξεις σε μεγάλα βάθη και να εγκαταλείψουμε τα σχέδια για σχιστολιθικό πετρέλαιο (oil shale).
Οι απειλές από τις κλιματικές αλλαγές Η απειλή των κλιματικών αλλαγών, η οποία προκαλείται από την αύξηση της πλανητικής θερμοκρασίας, είναι η πιο σημαντική περιβαλλοντική πρόκληση που αντιμετωπίζει ο πλανήτης στην αυγή του 21ου αιώνα. Έχει σοβαρές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομική και κοινωνική σταθερότητα, τους φυσικούς πόρους και πιο συγκεκριμένα στον τρόπο, με τον οποίο παράγουμε και καταναλώνουμε ενέργεια. Για να αποτρέψουμε τις πιο καταστροφικές επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών, η αύξηση της μέσης πλανητικής θερμοκρασίας πρέπει να συγκρατηθεί όσο το δυνατόν χαμηλότερα από τους 2°C. Αυτό είναι εφικτό, αλλά τα χρονικά περιθώρια εξαντλούνται. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, οι παγκόσμιες εκπομπές θα πρέπει να σταθεροποιηθούν ως το 2015 και να σημειώσουν
δραματική πτώση αμέσως μετά, ώστε να φτάσουν όσο το δυνατόν πιο κοντά στο μηδέν ως τα μέσα του αιώνα. Το βασικό αέριο του θερμοκηπίου είναι το διοξείδιο του άνθρακα (CO2), το οποίο παράγεται από την καύση ορυκτών καυσίμων για την παραγωγή ενέργειας. Ο περιορισμός της αύξησης της θερμοκρασίας υπό τους 2°C, συχνά αναφέρεται ως ‘ασφαλές επίπεδο’ υπερθέρμανσης, αλλά αυτό δεν συνάδει με τα πιο πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα, τα οποία επιβεβαιώνουν ότι ένας τέτοιος στόχος θα είχε τρομακτικές συνέπειες για σημαντικά φυσικά και ανθρώπινα συστήματα.1 Ακόμα και ο περιορισμός της αύξησης σε 1,5°C, σημαίνει αυξήσεις σε ξηρασίες, καύσωνες και πλημμύρες, καθώς και άλλες καταστροφικές επιπτώσεις, όπως αυξημένες ελλείψεις νερού για έως και 1,7 δισεκατομμύριο ανθρώπους, έξαρση των πυρκαγιών και πλημμύρες σε πολλές περιοχές του πλανήτη. Επιπλέον, ο περιορισμός της αύξησης της θερμοκρασίας κάτω από τους 2°C, δεν αποκλείει καταστροφές μεγάλης κλίμακας, όπως το λιώσιμο μεγάλων στρωμάτων πάγου. Η μερική τήξη των πάγων της Γροιλανδίας και πιθανά των πάγων της ∆υτικής Ανταρκτικής, θα μπορούσε να προκληθεί ακόμα και από αύξηση της θερμοκρασίας κατά 0,8 – 3,8°C, σε σύγκριση με τα σημερινά επίπεδα. 2 Αν θέλουμε να συγκρατήσουμε την θερμοκρασία σε αποδεκτά όρια, τότε χρειάζεται να μειώσουμε άμεσα και δραστικά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Αυτό δεν έχει μόνο σημαντική περιβαλλοντική αξία, αλλά και οικονομική.
Παγκόσμιες διαπραγματεύσεις Τα συμβαλλόμενα μέρη της Σύμβασης – Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις Κλιματικές Αλλαγές το 1992, αναγνώρισαν την παγκόσμια απειλή των κλιματικών αλλαγών και συμφώνησαν το Πρωτόκολλο του Κιότο το 1997. Το Πρωτόκολλο τέθηκε σε νομική ισχύ στις αρχές του 2005 και τα 193 συμβαλλόμενα μέρη του συναντώνται συνεχώς για να διαπραγματευτούν το μέλλον του. Μόνο ένα μεγάλο βιομηχανοποιημένο κράτος δεν έχει επικυρώσει το Πρωτόκολλο του Κιότο, οι ΗΠΑ. Το 2011, ο Καναδάς ανακοίνωσε την πρόθεσή του να εγκαταλείψει το Πρωτόκολλο. Στην Κοπεγχάγη το 2009, τα μέρη της Σύμβασης – Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις Κλιματικές Αλλαγές, δεν κατάφεραν να υπογράψουν μία καινούργια συμφωνία που θα εξασφάλιζε φιλόδοξες και δίκαιες μειώσεις των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Στη ∆ιάσκεψη του 2012 στο Ντέρμπαν της Νοτίου Αφρικής, συμφωνήθηκε να επιτευχθεί νέα συμφωνία έως το 2015 και να υιοθετηθεί μία δεύτερη περίοδος δεσμεύσεων μετά το τέλος της πρώτης περιόδου δεσμεύσεων του Κιότο, η οποία λήγει στο τέλος του 2012. Ωστόσο, το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών, εξέτασε τις υποσχέσεις των κρατών για τις μειώσεις των εκπομπών και διαπίστωσε ένα τεράστιο κενό ανάμεσα στα σχέδια των κρατών και σε αυτό που επιτάσσει η επιστήμη. Τα προτεινόμενα σχέδια των κυβερνήσεων στην ουσία θα οδηγήσουν σε αύξηση της μέσης πλανητικής θερμοκρασίας κατά 2,5 – 5°C, σε σύγκριση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.3
Πυρηνική ενέργεια Η πυρηνική βιομηχανία υπόσχεται ότι η πυρηνική ενέργεια μπορεί να συμβάλλει τόσο στην καταπολέμηση των κλιματικών αλλαγών, όσο και στην ενεργειακή ασφάλεια, ωστόσο οι ισχυρισμοί αυτοί δεν υποστηρίζονται από στοιχεία. Η πιο πρόσφατη έκθεση με τίτλο ‘Energy Technology Perspectives’ που δημοσιεύθηκε από τη ∆ιεθνή Υπηρεσία Ενέργειας, περιλαμβάνει το σενάριο ‘Γαλάζιος χάρτης’, το οποίο προβλέπει τετραπλασιασμό της εγκατεστημένης 1
W. L. Hare. A Safe Landing for the Climate. State of the World. Worldwatch Institute. 2009. Joel B. Smith, Stephen H. Schneider, Michael Oppenheimer, Gary W. Yohe, William Hare, Michael D. Mastrandrea, Anand Patwardhan, Ian Burton, Jan Corfee-Morlot, Chris H. D. Magadza, Hans-Martin Füssel, A. Barrie Pittock, Atiq Rahman, Avelino Suarez, and Jean-Pascal van Ypersele: Assessing dangerous climate change through an update of the Intergovernmental Panel on Climate Change (IPCC) "reasons for concern". Proceedings of the National Academy of Sciences. Published online before print February 26, 2009, doi: 10.1073/pnas.0812355106. The article is freely available at: http://www.pnas.org/content/early/2009/02/25/0812355106.full.pdf A copy of the graph can be found on Appendix 1. 3 UNEP emissions gap report 2
πυρηνικής ισχύος έως το 2050. Για να επιτευχθεί ο στόχος, η έκθεση προβλέπει ότι θα πρέπει να κατασκευάζονται 32 μεγάλοι πυρηνικοί σταθμοί (1000MW) κάθε χρόνο από τώρα έως το 2050. Σύμφωνα με την ίδια τη ∆ιεθνή Υπηρεσία Ενέργειας, αυτή η μαζική πυρηνική επέκταση θα συνέβαλε στη μείωση των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μόλις κατά 5%. Μία πιο ρεαλιστική ανάλυση λαμβάνοντας υπόψη την πρόσφατη ιστορία της ανάπτυξης της πυρηνικής ενέργειας και την παγκόσμια πυρηνική ισχύ, δείχνει ότι – ούτως ή άλλως - μία τέτοιου μεγέθους ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας είναι ανέφικτη. Το πρόσφατο πυρηνικό ατύχημα στη Φουκουσίμα το Μάρτιο του 2011, συνέβη 25 χρόνια μετά την καταστροφή του Τσερνόμπιλ στην πρώην Σοβιετική Ένωση, αποκαλύπτοντας τα τεράστια προβλήματα της πυρηνικής ενέργειας. Η πυρηνική ενέργεια είναι απλά επικίνδυνη, αναποτελεσματική στη σημαντική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και ακριβή, ενώ το πρόβλημα της διάθεσης πυρηνικών αποβλήτων διαρκώς διογκώνεται.
Κλιματικές αλλαγές και ενεργειακή ασφάλεια Η ενεργειακή ασφάλεια, τόσο υπό την έννοια της πρόσβασης, όσο και της οικονομικής σταθερότητας, βρίσκεται πλέον στην κορυφή της ενεργειακής, πολιτικής ατζέντας. Οι πρόσφατες δραματικές αυξήσεις των τιμών του πετρελαίου έχουν σχέση με πολλούς παράγοντες, ωστόσο δεν πρέπει να παραβλέψουμε έναν από τους βασικότερους: οι συμβατικές πηγές πετρελαίου δεν επαρκούν, ενώ παράλληλα το κόστος παραγωγής τους γίνεται ολοένα και πιο υψηλότερο. Σαν αποτέλεσμα, κάποιες μη συμβατικές πηγές ορυκτών καυσίμων, όπως το σχιστολιθικό πετρέλαιο (shale oil) και η πισσούχος άμμος (tar sands) έχουν γίνει πλέον οικονομικά ανταγωνιστικές με ανυπολόγιστες καταστροφικές επιπτώσεις για το περιβάλλον σε τοπικό επίπεδο. Η εποχή του 'φθηνού πετρελαίου' και των 'φθηνών' ορυκτών καυσίμων έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Το ουράνιο, το καύσιμο των πυρηνικών σταθμών, είναι επίσης πεπερασμένο. Αντίθετα, το τεχνικό εκμεταλλεύσιμο δυναμικό των ΑΠΕ μπορούν να καλύψουν τις παγκόσμιες ενεργειακές ανάγκες 40 φορές, σύμφωνα με την Ειδική Έκθεση για τις ΑΠΕ (Special report Renewables, SRREN) της ∆ιακυβερνητικής Επιτροπής για τις Κλιματικές Αλλαγές (IPCC). Οι ανανεώσιμες τεχνολογίες διαφέρουν σε βαθμό τεχνολογικής και οικονομικής ωριμότητας, αλλά η ποικιλία στις επιλογές προσφέρει ολοένα και πιο ελκυστικές επιλογές. Οι μειώσεις του κόστους, μόλις τα τελευταία δύο χρόνια έχουν αλλάξει τα οικονομικά των ΑΠΕ δραματικά, ειδικότερα στα φωτοβολταϊκά και την αιολική ενέργεια. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι ότι έχουν μηδενικές ή ελάχιστες εκπομπές, ενώ αποτελούν μία ανεξάντλητη πηγή ενέργειας, χωρίς δηλαδή κόστος καυσίμου. Κάποιες τεχνολογίες είναι ήδη ανταγωνιστικές. Η ηλιακή και αιολική βιομηχανία έχουν διατηρήσει διψήφιους αριθμούς ανάπτυξης τα τελευταία 10 έτη, οδηγώντας σε μεγαλύτερη τεχνολογική εξέλιξη παγκοσμίως. Η εξοικονόμηση ενέργειας παραμένει ο κοιμώμενος γίγαντας και προσφέρει την πιο ανταγωνιστική επιλογή για την αναδιαμόρφωση του ενεργειακού τομέα. Υπάρχει τεράστιο δυναμικό για τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, με ταυτόχρονη εξασφάλιση του ίδιου επιπέδου ενεργειακών υπηρεσιών. Πρέπει να αναπτυχθούν νέα επιχειρηματικά μοντέλα για την εξοικονόμηση ενέργειας, η οποία θα πρέπει να απολαμβάνει πολύ μεγαλύτερης πολιτικής υποστήριξης. Αυτή η μελέτη αναλύει μία σειρά από μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, τα οποία θα μπορούν να μειώσουν δραματικά την κατανάλωση ενέργειας στη βιομηχανία, τον οικιακό και τριτογενή τομέα, τις μεταφορές και τις υπηρεσίες.
Οι βασικές αρχές της Ενεργειακής Επανάστασης Οι ειδικοί συμφωνούν ότι είναι απαραίτητο να ξεκινήσει μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια μία θεμελιώδης μετάβαση στον τρόπο, με τον οποίο παράγουμε και καταναλώνουμε ενέργεια για να
αποτρέψουμε τις χειρότερες επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών. 4 Το μέγεθος αυτής της πρόκλησης απαιτεί την οριστική μετάβαση του τρόπου με τον οποίο παράγουμε, καταναλώνουμε και διανέμουμε την ενέργεια, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα κοινωνικά δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη. Αυτή η μετάβαση βρίσκεται στον πυρήνα της Ενεργειακής Επανάστασης. Οι πέντε βασικές αρχές πίσω από αυτήν την αλλαγή είναι:
Εφαρμογή ανανεώσιμων λύσεων, με έμφαση στις αποκεντρωμένες εφαρμογές.
Σεβασμός στα φυσικά όρια του πλανήτη
Κατάργηση των βρώμικων, μη βιώσιμων, πηγών ενέργειας
Κοινωνική δικαιοσύνη στη χρήση των πόρων
Αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης από την κατανάλωση ορυκτών καυσίμων
Οι αποκεντρωμένες ενεργειακές εφαρμογές, με τις οποίες η ενέργεια και η θερμότητα παράγεται κοντά στο σημείο, όπου καταναλώνεται θα συμβάλει στη μείωση των απωλειών ενέργειας κατά τη μεταφορά και διανομή. Οι επενδύσεις σε ‘κλιματικές υποδομές’, όπως τα έξυπνα, διαδραστικά δίκτυα και τα υπερ-δίκτυα για τη μεταφορά μεγάλων ποσοτήτων παραγόμενης ενέργειας από ηλιοθερμικούς σταθμούς και υπεράκτια αιολικά πάρκα είναι θεμελιώδους σημασίας. Η κατασκευή ομάδων μικροδικτύων ειδικά για ανθρώπους που ζουν σε απομακρυσμένες περιοχές, θα αποτελέσουν κεντρικό εργαλείο για την βιώσιμη ηλεκτροπαραγωγή σε σχεδόν δύο δισεκατομμύρια ανθρώπους που σήμερα δεν έχουν πρόσβαση σε στοιχειώδεις ενεργειακές υπηρεσίες, όπως είναι το ηλεκτρικό ρεύμα.
Προβλέψεις πραγματικότητας Πρόβλεψη για την παγκόσμια εγκατεστημένη ισχύ αιολικής ενέργειας στο τέλος του 2010 σύμφωνα με την πρώτη έκδοση της Ενεργειακής Επανάστασης (Ιανουάριος 2007) -> 156GW Πραγματική παγκόσμια, συνολική εγκατεστημένη ισχύς ΑΠΕ στο τέλος του 2010 -> 197 GW H παγκόσμια, συνολική εγκατεστημένη ισχύς ΑΠΕ στο τέλος του 2011 έφτασε τα 237 GW Πρέπει να γίνουν περισσότερα.
Ενεργειακή Επανάσταση – Οι βασικές αρχές Οι ΑΠΕ το 2009 κάλυπταν το 13,6% της παγκόσμιας ζήτησης πρωτογενούς ενέργειας. Η κύρια πηγή είναι η βιομάζα, η οποία χρησιμοποιείται κυρίως στον τομέα της θερμότητας. Στην ηλεκτροπαραγωγή οι ΑΠΕ συνεισφέρουν κατά 19,3% ενώ στην παραγωγή θερμότητας περίπου κατά 25% (ένα μεγάλο κομμάτι του οποίου προέρχεται από παραδοσιακές χρήσεις, όπως η καύση ξύλων). Στις μέρες μας, περίπου το 81% της παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας προέρχεται ακόμη από ορυκτά καύσιμα και ένα 5,5% από πυρηνική ενέργεια. Το σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης περιγράφει το μονοπάτι σε ένα μοντέλο βιώσιμης παραγωγής ενέργειας που επιτυγχάνει το στόχο της επείγουσας μείωσης CO2, την κατάργηση των πυρηνικών, ενώ παράλληλα αποτρέπει τη χρήση μη-συμβατικών πηγών πετρελαίου. Τα
4
IPCC – Special Report Renewables, Chapter 1, May 2011
αποτελέσματα του σεναρίου της Ενεργειακής Επανάστασης, τα οποία θα επιτευχθούν μέσω των παρακάτω μέτρων, είναι τα εξής:
Σημαντική επιβράδυνση της παγκόσμιας ζήτησης ενέργειας: Η παγκόσμια ζήτηση ενέργειας εκτιμάται συνδυάζοντας την ανάπτυξη του πληθυσμού, την ανάπτυξη του ΑΕΠ και την ενεργειακή ένταση. Σύμφωνα με το σενάριο Αναφοράς, η συνολική ζήτηση πρωτογενούς ενέργειας αυξάνεται κατά 61% από περίπου 500 ΕJ/έτος το 2009 σε 806 ΕJ/έτος το 2050. Αντίθετα, στο σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης η ζήτηση αυξάνεται μόλις κατά 10% έως το 2020 σε σύγκριση με τα σημερινά επίπεδα και στη συνέχεια μειώνεται ελαφρά στα επίπεδα του 2009.
Έλεγχος της παγκόσμιας ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας: Σύμφωνα με το σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης, η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας αναμένεται να αυξηθεί δυσανάλογα, με μεγαλύτερη αύξηση στα νοικοκυριά και τις υπηρεσίες. Με κατάλληλα μέτρα αποδοτικότητας, όμως, μια υψηλότερη αύξηση μπορεί να αποφευχθεί οδηγώντας την ενεργειακή ζήτηση περίπου στα 41.000 TWh/έτος το 2050. Σε σύγκριση με το σενάριο Αναφοράς, τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας εξοικονομούν 12.800 TWh/έτος.
Μείωση της παγκόσμιας ζήτησης για θέρμανση: Τα οφέλη της αποδοτικότητας στον τομέα της παραγωγής θερμότητας είναι ακόμη μεγαλύτερα από ό,τι στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας. Σύμφωνα με το σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης, η τελική ζήτηση παραγωγής θερμότητας μπορεί τελικά να μειωθεί σημαντικά. Σε σύγκριση με το σενάριο Αναφοράς, κατανάλωση που ισοδυναμεί με 46.500 PJ/έτος αποφεύγεται μέσω της εφαρμογής μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας ως το 2050. Η χαμηλότερη ζήτηση μπορεί να επιτευχθεί με την ενεργειακή αναβάθμιση του υπάρχοντος κτιριακού αποθέματος, την εισαγωγή αυστηρότερων προδιαγραφών για νέα και ανακαινιζόμενα κτίρια, ακόμα και την κατασκευή 'energy-plus-houses', (σπίτια που παράγουν περισσότερη καθαρή ενέργεια από ό,τι καταναλώνουν), ώστε οι άνθρωποι να απολαμβάνουν την ίδια άνεση και τις ίδιες παροχές ενέργειας.
Εξέλιξη της παγκόσμιας ζήτησης ενέργειας στον βιομηχανικό τομέα: Η ζήτηση ενέργειας στον τομέα της βιομηχανίας αυξάνεται τόσο στο σενάριο Αναφοράς, όσο και στην Ενεργειακή Επανάσταση. Ενώ όμως αμφότερα τα σενάρια χρησιμοποιούν τους ίδιους δείκτες οικονομικής ανάπτυξης, η αύξηση της συνολικής ζήτησης ενέργειας διαφέρει, εξαιτίας της γρηγορότερης αύξησης της ενεργειακής έντασης στο σενάριο Αναφοράς. Η αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης από τη ζήτηση ενέργειας είναι το κλειδί για να φτάσουμε στην παραγωγή βιώσιμης ενέργειας ως το 2050, με το σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης να εξοικονομεί 40% περισσότερη ενέργεια ανά $ ΑΕΠ, από ό,τι το σενάριο της Αναφοράς.
Παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας: Μια δυναμικά αυξανόμενη αγορά ανανεώσιμης ενέργειας αντισταθμίζει τη σταδιακή κατάργηση της πυρηνικής ενέργειας και τους λιγότερους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής που τροφοδοτούνται με ορυκτά καύσιμα. Έως το 2050, το 94% της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται παγκοσμίως θα προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι ‘νέες’ ΑΠΕ – κυρίως αιολικά, φωτοβολταϊκά και γεωθερμία – θα καλύπτουν το 60% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Το σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης εκτιμά άμεσες εξελίξεις στην αγορά ηλεκτρισμού που θα οδηγήσουν σε υψηλούς ρυθμούς διείσδυσης ΑΠΕ: 37% μέχρι το 2020 και 61% μέχρι το 2030. Η παγκόσμια εγκαταστημένη ισχύς των ΑΠΕ θα φτάσει τα 7.400 GW το 2030 και τα 15.100 GW μέχρι το 2050.
Μελλοντικό κόστος ηλεκτροπαραγωγής: Σύμφωνα με το σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης, το κόστος της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας θα αυξηθεί ελαφρώς σε σύγκριση με το σενάριο Αναφοράς. Αυτή η διαφορά θα είναι λιγότερη από 0,6 US$cent/kWh έως και το 2020. Όσο περισσότερο όμως αυξηθούν οι τιμές των ορυκτών καυσίμων – συγκριτικά με τις προβλέψεις της Ενεργειακής Επανάστασης – τόσο μικρότερη θα είναι η
διαφορά του κόστους ανάμεσα στα δύο σενάρια. Σύμφωνα με την Ενεργειακή Επανάσταση, το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας θα έχει γίνει πιο ανταγωνιστικό ως το 2025 ενώ μέχρι το 2050 το κόστος θα είναι 7,3 US$ cents/kWh, δηλαδή κατά 45% μικρότερο από το σενάριο Αναφοράς.
Ο μελλοντικός λογαριασμός ηλεκτρικής ενέργειας: Σύμφωνα με το σενάριο Αναφοράς, η ανεξέλεγκτη αύξηση στη ζήτηση ενέργειας οδηγεί τις συνολικές ετήσιες δαπάνες για ηλεκτρική ενέργεια από US$ 2.157 δισεκατομμύρια που είναι σήμερα σε US$ 8.058 δισεκατομμύρια ως 2050. Αντιθέτως, το σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης συμβάλλει στη σταθεροποίηση του κόστους ηλεκτροπαραγωγής. Η αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας και η χρήση ΑΠΕ που δεν έχουν κόστος καυσίμου, σημαίνει ότι οι συνολικές δαπάνες ως το 2050 θα είναι κατά 22% χαμηλότερες από το σενάριο Αναφοράς (συνυπολογίζοντας το κόστος επενδύσεων σε εφαρμογές ενεργειακής αποδοτικότητας και εξοικονόμησης ενέργειας).
Μελλοντικές επενδύσεις στην ηλεκτροπαραγωγή: Ως το 2020 απαιτούνται παγκοσμίως επενδύσεις της τάξεως των US$ 11,5 τρις στο σενάριο Αναφοράς και US$ 20,1 τρις στην Ενεργειακή Επανάσταση. Το μέγεθος των μεγάλων αυτών επενδύσεων προκύπτει αφενός από την ανάγκη να αντικατασταθεί ο υπάρχων γερασμένος 'στόλος' των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής στις χώρες του ΟΟΣΑ αφετέρου από την ανάγκη κατασκευής νέων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής στις αναπτυσσόμενες χώρες. Βασιζόμενοι στους τοπικούς πόρους, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (για παράδειγμα ο άνεμος σε μια περιοχή με έντονο αιολικό δυναμικό) μπορούν να παράγουν ηλεκτρική ενέργεια στα ίδια επίπεδα κόστους με τους σταθμούς άνθρακα ή φυσικού αερίου. Τα φωτοβολταïκά ήδη επιτυγχάνουν το 'grid parity' σε πολλές βιομηχανικές χώρες. Για να γίνει πραγματικότητα το σενάριο Ενεργειακής Επανάστασης μέχρι το 2050 θα απαιτούνταν US$ 50,4 τρις επενδύσεων στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής (συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων για την αντικατάσταση των σταθμών που ολοκληρώνουν τον κύκλο ζωής τους). Σύμφωνα με το σενάριο Αναφοράς, μέχρι το 2050 το 48% των επενδύσεων κατευθύνεται σε συμβατικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής και το 52% σε ΑΠΕ και συμπαραγωγής (ΣΗΘΥΑ). Αντιθέτως, στο σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης, το 95% των παγκόσμιων επενδύσεων κατευθύνεται σε ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ. Έως και το 2030, οι επενδύσεις σε συμβατικές πηγές θα αφορούν κατά κύριο λόγο σταθμούς ΣΗΘΥΑ. Η μέση ετήσια επένδυση στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής από σήμερα μέχρι το 2050 θα ήταν US$ 1.2 τρισεκατομμύρια, σε σύγκριση με τα US$ 506 δισεκατομμύρια στο σενάριο Αναφοράς.
Εξοικονόμηση χρημάτων από δαπάνες για καύσιμα: Επειδή οι ΑΠΕ, με εξαίρεση τη βιομάζα, δεν έχουν κόστος καυσίμου, η συνολική εξοικονόμηση χρημάτων από την περιορισμένη χρήση καυσίμων στο σενάριο Ενεργειακής Επανάστασης φθάνει τα US$ 52,8 τρισεκατομμύρια ως το 2050, ή, US$ 1,32 τρισεκατομμύρια ετησίως. Συνεπώς, η συνολική εξοικονόμηση χρημάτων θα κάλυπτε περισσότερο από δύο φορές τις συνολικές πρόσθετες επενδύσεις σε σύγκριση με το σενάριο Αναφοράς. Οι ΑΠΕ θα συνέχιζαν τότε να παράγουν ηλεκτρική ενέργεια χωρίς καθόλου κόστος καυσίμου μετά το 2050, ενώ αντίθετα στο σενάριο Αναφοράς οι δαπάνες για άνθρακα και φυσικό αέριο θα εξακολουθούν να αποτελούν βάρος για τις εθνικές οικονομίες.
Παραγωγή θερμότητας: Οι ΑΠΕ σήμερα καλύπτουν το 25% της παγκόσμιας ζήτησης για θερμότητα, με την κύρια συνεισφορά να έρχεται από τη χρήση βιομάζας. Στο σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης, οι ΑΠΕ θα καλύπτουν το 51% της συνολικής ζήτησης θερμότητας ως το 2030 και το 91% ως το 2050. Τα μέτρα ενεργειακής αποδοτικότητας μπορούν να μειώσουν τη σημερινή ζήτηση για παραγωγή ενέργειας μέχρι και 10%, και να βελτιώσουν το βιοτικό επίπεδο των πολιτών.
Μελλοντικές επενδύσεις στον τομέα της παραγωγής θερμότητας: Ο τομέας της θερμότητας στο σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης θα απαιτούσε μία μείζονα αναθεώρηση των υφιστάμενων στρατηγικών επιλογών για την παροχή θέρμανσης και ψύξης στα κτίρια. Πιο συγκεκριμένα, απαιτείται τεράστια αύξηση των εγκαταστάσεων που εκμεταλλεύονται το ανανεώσιμο δυναμικό για θερμότητα σε κτίρια, όπως είναι δηλαδή ο ηλιακός κλιματισμός (θέρμανση και ψύξη) καθώς και οι γεωθερμικές αντλίες θέρμανσης και ψύξης. Η σημερινή εγκατεστημένη ισχύς θα πρέπει να αυξηθεί κατά 60 φορές για την ηλιακή θέρμανση και περισσότερο από 3.000 φορές για τις γεωθερμικές αντλίες. Εξαιτίας της πολυπλοκότητας των τεχνολογιών αυτών στον τομέα της θέρμανσης, η Ενεργειακή Επανάσταση προχώρησε σε μία αρκετά γενική εκτίμηση του συνολικού απαιτούμενου επενδυτικού κόστους, περίπου στα US$ 27 τρις παγκοσμίως σε πράσινη θερμότητα ως το 2050, ή, US$ 670 δις ετησίως (στο ποσό αυτό συμπεριλαμβάνεται το κόστος αντικατάστασης των συστημάτων που ολοκληρώθηκε ο κύκλος ζωής τους).
Μελλοντική απασχόληση στον ενεργειακό τομέα: Το σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης δημιουργεί περισσότερες θέσεις εργασίας σε κάθε στάδιο υλοποίησής του. o
Υπάρχουν 23,3 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στην Ενεργειακή Επανάσταση και 18,7 εκ. στο σενάριο Αναφοράς το 2015.
o
Το 2020, υπάρχουν 22,6 εκ. θέσεις εργασίας στο σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης και 17,8 εκ. στο σενάριο Αναφοράς
o
Το 2030, υπάρχουν 18,3 εκ. θέσεις εργασίας στο σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης και 15,7 εκ. στο σενάριο Αναφοράς
Σε όλα τα σενάρια υπάρχουν αλλαγές στο συνολικό αριθμό των θέσεων εργασίας για κάθε τεχνολογία από το 2010 ως το 2030. Οι θέσεις εργασίας στη βιομηχανία του άνθρακα μειώνονται και στα δύο σενάρια, με αποτέλεσμα στο σενάριο Αναφοράς να παρατηρείται μία γενικότερη μείωση στο σύνολο των θέσεων εργασίας του ενεργειακού τομέα. Αντιθέτως, στο σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης, η μεγάλη ανάπτυξη των ΑΠΕ υπερκαλύπτει τη μείωση από τον τομέα του άνθρακα με αποτέλεσμα να παρατηρείται μία αύξηση 4% στο σύνολο των θέσεων εργασίας του ενεργειακού τομέα ως το 2015. Ως το 2030, οι θέσεις εργασίας στις ΑΠΕ αντιστοιχούν στο 65% του συνολικού ενεργειακού τομέα και μάλιστα κατανέμονται ισομερώς ανά τεχνολογία (αιολικά, Φ/Β, ηλιακή θερμότητα, βιομάζα).
Παγκόσμιος Τομέας Μεταφορών: Στο σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης θεωρείται ότι η κατανάλωση ενέργειας στον τομέα των μεταφορών θα συνεχίσει να αυξάνει ως το 2030 εξαιτίας της μεγάλης προβλεπόμενης αύξησης της ζήτησης για υπηρεσίες. Μετά το 2030 υποχωρεί στα σημερινά επίπεδα ζήτησης ως το 2050. Ωστόσο σε σύγκριση με το σενάριο Αναφοράς, η συνολική ζήτηση ενέργειας του τομέα των μεταφορών μειώνεται κατά 60%, ή κατά 90.000 PJ/έτος ως το 2050. Συνεπώς, η ζήτηση ενέργειας προβλέπεται να αυξηθεί την περίοδο 2009-2050 μόνο κατά 26%, φτάνοντας περίπου στα 60.500 PJ/έτος. Μεγάλη εξοικονόμηση ενέργειας σημειώνεται από τη μετάβαση σε μικρότερα οχήματα μέσω προγραμμάτων παροχής κινήτρων, καθώς επίσης και με τη μετάβαση σε διαφορετικές τεχνολογίες κίνησης, τον εξηλεκτρισμό των τρένων και τη μείωση των οχηματοχιλιομέτρων. Το 2030 η ηλεκτρική ενέργεια θα καλύπτει το 12% της ενέργειας του συνόλου του τομέα των μεταφορών, ενώ το 2050 το ποσοστό αυτό θα φτάσει το 44%.
Πρωτογενής κατανάλωση ενέργειας: Σύμφωνα με το σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης το σύνολο της πρωτογενούς κατανάλωσης ενέργειας μειώνεται κατά 40% το 2050 σε σύγκριση με το σενάριο αναφοράς. Το σύνολο σχεδόν του παγκόσμιου τομέα
ηλεκτρισμού, συμπεριλαμβανομένου σχεδόν του συνόλου της ενέργειας για τα κτίρια και τη βιομηχανία, θα καλύπτεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ο τομέας των μεταφορών – και κυρίως η ναυσιπλοΐα και η αεροπλοΐα – θα είναι ο τελευταίος που θα απεξαρτηθεί από τα ορυκτά καύσιμα.
Εξέλιξη εκπομπών CO2: Ενώ οι παγκόσμιες εκπομπές CO2 στο σενάριο Αναφοράς αυξάνονται κατά 62%, στην Ενεργειακή Επανάσταση μειώνονται σχεδόν κατά 90% σε σχέση με σήμερα (από 27.925 εκ. τόνους το 2009 σε 3.076 εκ. τόνους το 2050). Οι ετήσιες κατά κεφαλήν εκπομπές μειώνονται από 4,1 τόνους CO2 σήμερα σε 2,4 τόνους CO2 το 2030 και 0,3 τόνους CO2 το 2050. Ακόμα και με την απόσυρση όλων των πυρηνικών σταθμών και λαμβάνοντας υπόψη την παγκόσμια αυξανόμενη ζήτηση ενέργειας, οι παγκόσμιες εκπομπές από τον ενεργειακό τομέα μειώνονται κατά 85% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990. Μακροπρόθεσμα, η αύξηση της αποδοτικότητας και η μεγαλύτερη χρήση καθαρής ενέργειας στις μεταφορές θα μειώσει σημαντικά τις εκπομπές του τομέα. Με ένα ποσοστό 33% επί του συνόλου των εκπομπών ως το 2050, ο τομέας των μεταφορών θα έχει παραμείνει η μόνη κύρια πηγή εκπομπών πάνω από τη βιομηχανία και την ηλεκτροπαραγωγή. Ως το 2050, οι συνολικές εκπομπές του ενεργειακού τομέα είναι κατά 85% χαμηλότερες σε σχέση με το 1990.
Αλλαγές στην πολιτική Προκειμένου να πραγματοποιηθεί το όραμα της Ενεργειακής Επανάστασης και να αποφευχθούν οι ανεξέλεγκτες κλιματικές αλλαγές, η Greenpeace, η GWEC και το EREC απαιτούν από τις κυβερνήσεις να εφαρμόσουν τις ακόλουθες πολιτικές και δράσεις στον ενεργειακό τομέα: 1. Σταδιακή κατάργηση όλων των επιδοτήσεων προς τα ορυκτά καύσιμα 2. Ενσωμάτωση του εξωτερικού κόστους (κοινωνικού και περιβαλλοντικού) από την παραγωγή ενέργειας μέσω ενός αποτελεσματικού συστήματος εμπορίας ρύπων 'cap and trade'. 3. Εφαρμογή αυστηρών προδιαγραφών ενεργειακής αποδοτικότητας σε όλα τα κτίρια, τα οχήματα και τις ηλεκτρικές συσκευές 4. Υιοθέτηση νομικά δεσμευτικών στόχων για την ανάπτυξη των συμπαραγωγής ηλεκτρισμού και θερμότητας στην ηλεκτροπαραγωγή
ΑΠΕ
και
της
5. Αναδιάρθρωση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας με διασφάλιση της προτεραιότητας πρόσβασης στο δίκτυο στους παραγωγούς ΑΠΕ 6. Παροχή σαφών και σταθερών κινήτρων σε επενδυτές ΑΠΕ, όπως για παράδειγμα το σύστημα πώλησης της ηλεκτρικής κιλοβατώρας από ΑΠΕ 'feed-in tariff'. 7. Εφαρμογή προγραμμάτων σήμανσης προϊόντων και εμφάνισης πληροφοριών περιβαλλοντικών επιδόσεων για την καλύτερη ενημέρωση των καταναλωτών. 8. Αύξηση των διαθέσιμων κονδυλίων για έρευνα και ανάπτυξη τεχνολογιών ΑΠΕ και εξοικονόμηση ενέργειας.