Final_NoraWebster.indd 2
14/10/15 4:02 μ.μ.
ΝΟΡΑ ΓΟΥΕΜΠΣΤΕΡ
Final_NoraWebster.indd 3
14/10/15 4:02 μ.μ.
Η παρούσα μετάφραση πραγματοποιήθηκε με την οικονομική υποστήριξη του Ireland Literature Exchange, Δουβλίνο, Ιρλανδία.
www.irelandliterature.com, info@irelandliterature.com
Τίτλος πρωτοτύπου: Nora Webster © Colm TÓibín, 2014
© για την ελληνική έκδοση Εκδόσεις Ίκαρος, 2015 Μετάφραση από τα αγγλικά: Αθηνά Δημητριάδου Τυπογραφική επιμέλεια: Ελευθερία Κοψιδά
Σχεδιασμός - Εικονογράφηση εξωφύλλου: Χρήστος Κούρτογλου Στοιχειοθεσία - Σελιδοποίηση: Εκδόσεις Ίκαρος
Εκτύπωση: Φωτόλιο & Τύπικον Γραφικές Τέχνες Α.Ε. Βιβλιοδεσία: Ι. Μπουντάς - Π. Βασιλειάδης Ο.Ε.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, της σελιδοποίησης, του
εξωφύλλου και γενικότερα όλης της αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν.2121/1993.
Πρώτη έκδοση: Νοέμβριος 2015 ISBN 978-960-572-084-1
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΚΑΡΟΣ • ΒΟΥΛΗΣ 4, 105 62 ΑΘΗΝΑ • Τ: 210 3225152 • www.ikarosbooks.gr
Final_NoraWebster.indd 4
14/10/15 4:02 μ.μ.
Colm TÓibín
ΝΟΡΑ ΓΟΥΕΜΠΣΤΕΡ Μετάφραση - Επίμετρο
Αθηνά Δημητριάδου
ΙΚΑΡΟΣ
Final_NoraWebster.indd 5
14/10/15 4:02 μ.μ.
Final_NoraWebster.indd 6
14/10/15 4:02 μ.μ.
Brid TÓibín (1921-2000)
Niall TÓibín (1959-2004).
Final_NoraWebster.indd 7
14/10/15 4:02 μ.μ.
Final_NoraWebster.indd 8
14/10/15 4:02 μ.μ.
Κεφάλαιο 1
«Δεν τους βαρέθηκες πια; Δεν είν’ ώρα να τις κόψουνε τις επισκέψεις;» Ο Τομ Ο’Κόνορ, ο γείτονάς της, στεκόταν μπροστά στην πόρτα του, την κοίταζε, περίμενε απάντηση. «Ξέρω κι εγώ;» του είπε.
«Μην τους ανοίγεις. Εγώ στη θέση σου αυτό θα ’κανα». Η Νόρα έκλεισε την πόρτα του κήπου.
«Από καλοσύνη το κάνουν, είναι πονετικοί οι άνθρωποι», του
είπε.
«Μα κάθε βράδυ! Δεν μπορώ να καταλάβω πώς τα βγάζεις
πέρα».
Η Νόρα σκεφτόταν αν θα προλάβαινε να χωθεί στο σπίτι της
χωρίς να του απαντήσει. Τώρα τελευταία ο Τομ είχε υιοθετήσει
έναν καινούργιο τόνο απέναντί της, έναν τόνο που δεν θα χρησιμοποιούσε παλιότερα. Σαν να είχε αποκτήσει κάποια εξουσία πάνω της.
«Από καλοσύνη το κάνουν», επανέλαβε, μόνο που τούτη τη
φορά την έπνιξε η θλίψη, δάγκωσε το χείλι της για να μη δακρύσει. Όταν το βλέμμα της διασταυρώθηκε με του Τομ Ο’Κόνορ,
κατάλαβε ότι η έκφρασή της μαρτυρούσε πόσο την μείωνε, πόσο 9
Final_NoraWebster.indd 9
14/10/15 4:02 μ.μ.
την ισοπέδωνε αυτή η κουβέντα. Γύρισε και μπήκε στο σπίτι της.
Το ίδιο βράδυ, κόντευε οκτώ όταν χτύπησε η πόρτα. Είχε α-
ναμμένο το τζάκι στο καθιστικό, τα δυο αγόρια έκαναν τα μαθήματά τους.
«Άντε ν’ ανοίξεις», είπε ο Ντόναλ στον Κόνορ. «Να πας εσύ».
«Ας πάει κάποιος τελικά», τους είπε η Νόρα.
Ο Κόνορ, ο μικρότερος, σηκώθηκε και βγήκε στο χολ. Η Νό-
ρα άκουσε μια γυναικεία φωνή, όταν ο μικρός άνοιξε την πόρτα αλλά δεν την αναγνώρισε. Ο Κόνορ έμπασε την επισκέπτρια στο σαλόνι.
«Είν’ αυτή η κυρούλα που μένει στην Κορτ Στριτ», ψιθύρισε
της μητέρας του, όταν ξανάρθε. «Ποια κυρούλα;»
«Δεν ξέρω πώς την λένε».
Με το που είδε τη Νόρα, η Μέι Λέισι κούνησε το κεφάλι της
μελαγχολικά.
«Είπα να μην έρθω από τους πρώτους, Νόρα. Δεν φαντάζε-
σαι πόσο λυπήθηκα για τον Μόρις».
Άπλωσε το χέρι της κι έπιασε το χέρι της Νόρας.
«Κι ήταν τόσο νέος. Τον ήξερα από μικρό παιδί. Όλους τους
ξέραμε στη Φράιαρι Στριτ».
«Βγάλε το παλτό σου και πάμε μέσα», της είπε η Νόρα. «Τα
παιδιά κάνουν τα μαθήματά τους αλλά μπορούν να έρθουν εδώ
και ν’ ανάψουν την ηλεκτρική. Έτσι κι αλλιώς, όπου να ’ναι, θα πάνε για ύπνο».
Η Μέι Λέισι, με τις τούφες το γκρίζο, αραιό μαλλί να προβά-
λει από το καπέλο της, με το κασκόλ ακόμα γύρω από τον λαιμό
της, κάθισε απέναντι στη Νόρα, στο καθιστικό, κι έπιασε αμέσως την κουβέντα. Σε λίγο τα αγόρια ανέβηκαν στο δωμάτιό τους· 10
Final_NoraWebster.indd 10
14/10/15 4:02 μ.μ.
όταν η Νόρα τους φώναξε να έρθουν να πουν καληνύχτα, ο Κόνορ ντρεπόταν να κατέβει, όμως ο Ντόναλ κατέβηκε, κάθισε μαζί τους και παρατηρούσε σιωπηλά τη Μέι Λέισι.
Τώρα πια άλλη επίσκεψη δεν επρόκειτο να έρθει. Η Νόρα ξα-
λάφρωσε, απόψε δεν θα ήταν υποχρεωμένη να κάνει την οικοδέσποινα σε ανθρώπους που ή δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους ή δεν συμπαθούσαν οι μεν τους δε.
«Που λες», συνέχιζε η Μέι Λέισι, «ο Τόνι βρέθηκε σ’ εκείνο το
νοσοκομείο στο Μπρούκλιν και του φέρνουν έναν τύπο στο διπλανό κρεβάτι και πιάνουν κουβέντα, κι ο Τόνι κατάλαβε ότι ήταν Ιρλανδός και του λέει πως η γυναίκα του ήταν από την κομητεία του Γουέξφορντ».
Σώπασε και έσφιξε τα χείλη της σαν να προσπαθούσε να θυ-
μηθεί κάτι. Ξαφνικά άρχισε να μιλάει με ανδρική φωνή: «Α, κι
εγώ από κει είμαι, του λέει ο άλλος, και τότε λέει ο Τόνι, από το
Ένισκορθι είναι η γυναίκα μου· α, λέει ο άλλος, από κει είμαι κι
εγώ. Οπότε ρωτάει τον Τόνι από ποιο μέρος του Ένισκορθι ήταν η κυρά του κι ο Τόνι του λέει από τη Φράιαρι Στριτ».
Η Μέι Λέισι δεν άφηνε από τα μάτια της το πρόσωπο της Νό-
ρας, αναγκάζοντάς την έτσι να δείχνει ενδιαφέρον κι έκπληξη.
«Και του λέει ο άλλος, κι εγώ από κει είμαι. Απίστευτο, έτσι!» Σώπασε περιμένοντας την απάντηση.
«Και λέει του Τόνι ότι προτού φύγει από την πόλη είχε φτιάξει
εκείνη τη σιδεριά –πώς το λένε αυτό που βάζουν στο περβάζι;– γρίλια, κιγκλίδωμα, στου Τζέρι Κρέιν. Που λες, πετάχτηκα μέχρι εκεί και το είδα. Ο Τζέρι δεν είχε ιδέα πώς βρέθηκε εκεί η σιδεριά
κι από πότε ήταν. Όμως ο άντρας στο διπλανό κρεβάτι με τον Τόνι, στο Μπρούκλιν, είπε ότι εκείνος το ’φτιαξε, ήταν, λέει, οξυγονοκολλητής. Κοίτα σύμπτωση. Να βρεθούν στο Μπρούκλιν».
Ο Ντόναλ σηκώθηκε να πάει για ύπνο και η Νόρα πήγε να ε11
Final_NoraWebster.indd 11
14/10/15 4:02 μ.μ.
τοιμάσει τσάι. Το έφερε με μπισκότα και κέικ σ’ έναν δίσκο. Όταν τέλειωσε με το σερβίρισμα, η Μέι Λέισι ήπιε μια γουλιά τσάι και άρχισε πάλι να μιλάει.
«Εννοείται ότι όλοι οι δικοί μου εκτιμούσαν απεριόριστα τον
Μόρις. Πάντα με ρωτούσαν για κείνον στα γράμματά τους. Έκαναν παρέα με τον Τζακ, προτού φύγει ο Τζακ. Σπουδαίος δάσκαλος ο Μόρις. Τα παιδιά τού είχαν μεγάλο σεβασμό, αυτό μια ζωή το άκουγα».
Με το βλέμμα στυλωμένο στη φωτιά η Νόρα έκανε αναδρο-
μές, προσπαθώντας να θυμηθεί αν η Μέι Λέισι είχε ξανάρθει σ’
αυτό το σπίτι. Μάλλον όχι. Την ήξερε όλη της τη ζωή, όπως άλλωστε και τόσους άλλους σ’ αυτή την πόλη, ώστε να την χαιρετάει
και να ανταλλάσσουν χαριτολογήματα ή να κοντοστέκονται και
να λένε τα νέα στα όρθια, αν υπήρχαν νέα. Την ιστορία της ζ ωής της την ήξερε από τότε που είχε ακόμη το πατρικό της όνομα, όπως ήξερε και ποια δυο μέτρα γης προορίζονταν γι’ αυτήν στο νεκροταφείο. Μια φορά είχε τύχει να την ακούσει να τραγουδάει σ’
ένα κοντσέρτο, θυμόταν την τσιριχτή σοπράνο φωνή – ήταν στο
“Home, Sweet Home” ή στο “Oft in the Stilly Night”, σε κάποιο απ’ αυτά τέλος πάντων.
Απ’ όσο ήξερε, η Μέι Λέισι δεν πολυέβγαινε από το σπίτι της, ίσα
ίσα για τα ψώνια της και για να πάει στην εκκλησία τις Κυριακές.
Σώπαιναν, η Νόρα υπέθεσε ότι κανονικά η Μέι δεν θ’ αργού-
σε να φύγει.
«Καλοσύνη σου που ήρθες να με δεις», της είπε.
«Αχ, Νόρα, λυπήθηκα πάρα πολύ, όμως έλεγα μέσα μου ότι
έπρεπε να κάνω υπομονή. Δεν ήθελα μέσα σ’ όλους να σου φορτωθώ κι εγώ».
Αρνήθηκε ένα δεύτερο τσάι και όταν η Νόρα μάζεψε τον δί-
σκο και τον πήγε στην κουζίνα, είχε την εντύπωση ότι η Μέι θα 12
Final_NoraWebster.indd 12
14/10/15 4:02 μ.μ.
σηκωνόταν και θα έβαζε το παλτό της, αλλά εκείνη δεν σάλεψε. Η Νόρα ανέβηκε επάνω για να δει αν κοιμούνταν τα παιδιά. Άθελά της χαμογέλασε στη σκέψη ότι θα μπορούσε να πάει κι εκείνη για ύπνο και ν’ αφήσει τη Μέι Λέισι κάτω να κοιτάζει τη φωτιά και να την περιμένει.
«Τα κορίτσια πού είναι;» ρώτησε η Μέι, μόλις κάθισε η Νόρα.
«Δεν τις βλέπω πια, κάποτε περνούσαν όλη την ώρα πάνω κάτω».
«Η Όνια πάει σχολείο στο Μπανκλόντι. Είναι εσωτερική. Και
η Φιόνα κάνει την πρακτική της άσκηση στο Δουβλίνο, για να γίνει δασκάλα».
«Άμα φύγουνε, θα σου λείψουν», είπε η Μέι Λέισι. «Εμένα μου
λείπουν όλα τους, ναι, όλα, αλλά το περίεργο είναι ότι πιο πολύ
απ’ όλoυς την Έιλι σκέφτομαι, κι ας νοσταλγώ και τον Τζακ. Κι εγώ δεν ξέρω πώς να σου το πω, απλά δεν ήθελα να την χάσω την
Έιλι. Όταν πέθανε η Ρόουζ –τα ξέρεις όλα αυτά, Νόρα–, νόμιζα ότι η Έιλι θα γύριζε για να μείνει, ότι όλο και κάποια δουλειά θα
’βρισκε, όμως μια μέρα, ήταν δεν ήταν δυο βδομάδες που είχε
έρθει, πρόσεξα πως δεν άνοιγε το στόμα της, κάτι που δεν το συνήθιζε, κι άρχισε να κλαίει στο τραπέζι, και τότε τα μάθαμε τα
νέα, πως ο φίλος της στη Νέα Υόρκη δεν την άφηνε να γυρίσει εδώ, αν δεν παντρεύονταν. Κι αυτή τον παντρεύτηκε εκεί πέρα
χωρίς να πει σε κανέναν από μας τίποτα. “Ό,τι έγινε, έγινε, Έιλι”, της λέω κι εγώ. “Άρα, πρέπει να γυρίσεις κοντά του”. Και να
μην μπορώ να την κοιτάξω στα μάτια ούτε να της πω μια κουβέντα, κι εκείνη να μου στέλνει φωτογραφίες τους από τη Νέα Υόρ-
κη και να μη θέλω ούτε να τις δω. Ήταν το τελευταίο πράμα στον κόσμο που ήθελα να δω στα μάτια μου. Αλλά τι να σου πω, πολύ στεναχωρέθηκα που δεν έμεινε εδώ».
«Ναι, κι εγώ λυπήθηκα όταν άκουσα ότι γύρισε, μπορεί όμως
να είναι ευτυχισμένη εκεί», είπε η Νόρα και αυτομάτως αναρω13
Final_NoraWebster.indd 13
14/10/15 4:02 μ.μ.
τήθηκε, βλέποντας τη Μέι Λέισι να σκύβει μελαγχολικά το κεφάλι με μια πληγωμένη έκφραση στο πρόσωπό της, μήπως δεν έπρεπε να πει τέτοια κουβέντα.
Η Μέι Λέισι άρχισε να ψαχουλεύει μέσα στην τσάντα της. Με-
τά φόρεσε κάτι γυαλιά για το διάβασμα.
«Είχα την εντύπωση ότι το είχα φέρει το γράμμα του Τζακ, αλ-
λά φαίνεται ότι δεν το πήρα», είπε.
Έριξε μια ματιά σ’ ένα χαρτί, μετά σ’ ένα άλλο.
«Όχι, δεν το ’φερα. Ήθελα να σ’ το δείξω. Γράφει μέσα για κά-
τι που θέλει να σου ζητήσει».
Η Νόρα δεν μίλησε. Είχε να δει τον Τζακ Λέισι πάνω από εί-
κοσι χρόνια.
«Αν το βρω, θα σου το στείλω», της είπε η Μέι. Σηκώθηκε να φύγει.
«Δεν πιστεύω ότι τώρα πια έχει σκοπό να γυρίσει», είπε καθώς
έβαζε το παλτό της. «Και τι να κάνει εδώ; Έχουνε τη ζωή τους εκεί, στο Μπέρμινχαμ, μου έχουνε πει να πάω κι εγώ, ξέρεις τώρα, αλλά εγώ του είπα, άκου, Τζακ, προτιμώ να μετοικήσω εις
τας ουρανίους μονάς, ας μου λείπει η Αγγλία. Πάντως νομίζω ότι θα ’θελε να ’χει κατιτί εδώ, ένα μέρος για να μπορεί να ’ρχεται, ίσως να ’ρχονται και τα παιδιά της Έιλι, μπορεί και τα παιδιά των άλλων».
«Αφού έχει το σπίτι σου για να ’ρχεται», είπε η Νόρα.
«Σκέφτηκε μήπως πουλήσεις το Κους», είπε η Μέι φτιάχνο-
ντας το κασκόλ της. Το πέταξε δήθεν στην τύχη, αλλά έτσι όπως
κοίταζε τώρα τη Νόρα, το βλέμμα της ήταν έντονο, διαπεραστικό, το πιγούνι της είχε αρχίσει να τρέμει.
«Με ρώτησε αν σκοπεύεις να το πουλήσεις», είπε κι έκλεισε
σφιχτά το στόμα.
«Δεν το έχω σκεφτεί», είπε η Νόρα.
14
Final_NoraWebster.indd 14
14/10/15 4:02 μ.μ.
Η Μέι έσφιξε πάλι τα χείλη. Δεν έκανε καμιά κίνηση.
«Κρίμα που δεν έφερα το γράμμα», είπε. «Ο Τζακ το αγαπού-
σε πάντα το Κους και το Μπάλικονιγκαρ. Πήγαιναν με τον Μόρις και με τους άλλους, το θυμόταν πάντα. Είναι που δεν έχει
αλλάξει και πολύ η περιοχή, τον ξέρουνε όλοι εκεί πέρα. Την τελευταία φορά που ήρθε, τους μισούς στην πόλη δεν τους ήξερε». Η Νόρα δεν μίλησε. Δεν έβλεπε την ώρα να φύγει η Μέι.
«Τέλος πάντων, θα του πω ότι σου το κουβέντιασα. Άλλο τί-
ποτα δεν μπορώ να κάνω».
Όταν και πάλι η Νόρα δεν μίλησε, η Μέι την κοίταξε φανερά
ενοχλημένη από τη σιωπή της. Βγήκαν μαζί από το δωμάτιο, κοντοστάθηκαν στο χολ.
«Ο χρόνος τα γιατρεύει όλα, Νόρα. Αυτό μόνο έχω να σου πω,
και σου μιλάω εκ πείρας».
Καθώς η Νόρα της άνοιγε την πόρτα, η Μέι αναστέναξε. «Σ’ ευχαριστώ που ήρθες, Μέι», της είπε.
«Λοιπόν, καληνύχτα, Νόρα, και να προσέχεις τον εαυτό σου». Η Νόρα την ακολούθησε με το βλέμμα καθώς προχωρούσε αρ-
γά στη διάβαση τραβώντας κατά το σπίτι της.
Πήγε στο Κους ένα Σάββατο του Οκτώβρη με το παλιό τους Όστιν
Α40, έχοντας αφήσει τα αγόρια να παίζουν με τους φίλους τους,
χωρίς να πει σε κανέναν πού πήγαινε. Όλους εκείνους τους μήνες του φθινοπώρου που θα οδηγούσαν στον χειμώνα, έκανε τα αδύνατα δυνατά για το καλό των παιδιών, ίσως και για το δικό
της, να συγκρατεί τα δάκρυά της. Τα φαινομενικά αναίτια δάκρυα τρόμαζαν τα παιδιά, τα αναστάτωναν, πάνω που προσπαθούσαν σιγά σιγά να συνηθίσουν στην ιδέα της απουσίας του πατέρα τους. Τώρα πια το είχε αντιληφθεί, τα παιδιά είχαν υιοθετήσει μια συμπεριφορά σαν να μην είχε αλλάξει τίποτα στη ζωή
15
Final_NoraWebster.indd 15
14/10/15 4:02 μ.μ.
τους, σαν να μην τους έλειπε τίποτα. Είχαν μάθει να κρύβουν αυτό που ένιωθαν. Εκείνη, από την πλευρά της, είχε μάθει ν’ αναγνωρίζει τα σημάδια του κινδύνου, τις σκέψεις που θα οδηγούσαν
σε άλλες σκέψεις. Την επιτυχία της με τα παιδιά την στάθμιζε με βάση το πόσο κατόρθωνε η ίδια να ελέγχει τα συναισθήματά της.
Όπως κατηφόριζε τη λοφοπλαγιά έξω από το Μπάλα και αντί-
κρισε τη θάλασσα, της πέρασε από τον νου ότι ποτέ άλλοτε δεν είχε κάνει μόνη της αυτή τη διαδρομή. Όλα αυτά τα χρόνια πότε κάποιο αγόρι, πότε κάποιο κορίτσι, όσο ήταν μικρά, θα φώναζε ακριβώς σ’ αυτό το σημείο, «Η θάλασσα η θαλασσιά!», και να πρέπει εκείνη να τα πείσει να καθίσουν ήσυχα.
Στο Μπλάκγουοτερ σκέφτηκε να κάνει μια στάση για τσιγά-
ρα ή για καμιά σοκολάτα ή για ό,τι να ’ναι, για να καθυστερήσει
να φτάσει στο Κους. Ήταν όμως σίγουρη ότι όλο και κάποιος γνωστός θα την έβλεπε και θα έσπευδε να την συλληπηθεί. Τα λόγια
έβγαιναν αβίαστα: «Πολύ λυπήθηκα» ή «Λυπάμαι πολύ γι’ αυτό
που σας βρήκε». Όλοι το ίδιο λέγανε, όμως συνταγή για ν’ απαντήσεις δεν υπήρχε. Αν τους έλεγε ένα σκέτο «Το ξέρω» ή «Ευχαριστώ», θ’ ακουγόταν ψυχρό, σχεδόν ψεύτικο. Άσε που κοντοστέκονταν και την κοίταζαν, ώσπου δεν έβλεπε την ώρα να φύγει. Υ-
πήρχε κάτι αδηφάγο στον τρόπο που της κρατούσαν το χέρι, που την κοίταζαν στα μάτια. Αναρωτιόταν αν είχε φερθεί κι εκείνη
κάποτε το ίδιο, αλλά μάλλον όχι. Καθώς έκανε στροφή δεξιά προς
το Μπάλικονιγκαρ, συνειδητοποίησε ότι θα ένιωθε πολύ χειρότερα αν ο κόσμος άρχιζε να την αποφεύγει. Μετά σκέφτηκε ότι ίσως το έκαναν ήδη, αν και δεν το είχε παρατηρήσει για την ώρα.
Ο ουρανός είχε σκοτεινιάσει, χοντρές σταγόνες έσκαγαν στο
παρμπρίζ. Τούτη η πλευρά ήταν η πιο γυμνή, την έπιανε πιο πολύ ο αέρας απ’ ό,τι την εξοχή στον δρόμο προς το Μπλάκγουοτερ. Έστριψε αριστερά, στο γήπεδο του χάντμπολ, με κατεύθυν16
Final_NoraWebster.indd 16
14/10/15 4:02 μ.μ.
ση προς το Κους, κι άφησε στον εαυτό της το περιθώριο μιας ανάσας, να φανταστεί για ένα λεπτό ότι τούτη εδώ ήταν μια στιγμή
από το πρόσφατο παρελθόν, μια σκοτεινή καλοκαιριάτικη μέρα
μ’ έναν απειλητικό ουρανό, κι εκείνη πήγαινε στο Μπλάκγουο-
τερ ν’ αγοράσει κρέας, ψωμί κι εφημερίδα. Τα είχε ρίξει όλα στο πίσω κάθισμα, η υπόλοιπη οικογένεια ήταν στο σπίτι, που συνόρευε με τη λιμνούλα με τη μάργα, ο Μόρις και τα παιδιά, μπορεί
κι ένας δυο φίλοι τους, τα παιδιά είχαν αργήσει να ξυπνήσουν, τα είχαν βάψει μαύρα που δεν είχε λιακάδα, όχι πως τα εμπόδιζε
να το ρίξουν στα ράουντερς ή να χαλάνε τον κόσμο μπροστά στο σπίτι ή να κατέβουν στην παραλία. Αν όμως η βροχή βαστούσε όλη μέρα, τότε αναγκαστικά θα κάθονταν μέσα και θα παίζανε
χαρτιά, ώσπου τα δυο αγόρια θ’ άρχιζαν να αρπάζονται με το παραμικρό και θα την τρέλαιναν στην γκρίνια.
Αφέθηκε να τα φαντάζεται όλα αυτά όσο τραβούσε η ψυχή
της. Μόλις όμως αντίκρισε τη θάλασσα και τον ορίζοντα πέρα από τη στέγη των Κόριγκαν, τέτοια ονειροπολήματα ήταν άχρη-
στα, επέστρεψε για μια ακόμα φορά στη σκληρή πραγματικότητα. Κατηφόρισε στο δρομάκι και ξεκλείδωσε τη μεγάλη, σιδερέ-
νια αυλόπορτα. Πάρκαρε μπροστά στο σπίτι κι έκλεισε την πόρτα ώστε να μη φαίνεται το αυτοκίνητο. Πολύ θα ήθελε να ήταν εκεί κάποια από τις παλιές της φίλες, η Κάρμελ Ρέντμοντ ή η Λίλι Ντέβερο, που θα της μιλούσαν μυαλωμένα, όχι για το τι έχασε ούτε για το πόσο είχαν λυπηθεί για λογαριασμό της, αλλά για
τα παιδιά, για τα χρήματα, για κάποια δουλειά με μειωμένο ωράριο, για το πώς θα ζούσε από δω και πέρα. Και θα την άκουγαν προσεκτικά. Όμως η Κάρμελ ζούσε στο Δουβλίνο κι ερχόταν
μόνο τα καλοκαίρια και η Λίλι ερχόταν πια αραιά και πού, μόνον για να βλέπει τη μητέρα της.
Η Νόρα βούλιαξε στο κάθισμα, ο αέρας από τη θάλασσα να 17
Final_NoraWebster.indd 17
14/10/15 4:02 μ.μ.
ουρλιάζει ολόγυρα. Το σπίτι θα ήταν παγωμένο. Έπρεπε να είχε
πάρει πιο βαρύ παλτό μαζί της. Ήξερε ότι το να εύχεται να βρει
εδώ τις φίλες της ή το να κάθεται και να τρέμει μέσα στο αυτοκίνητο, ήταν απλούστατα τρόποι για να αναβάλει ν’ ανοίξει την εξώπορτα και να μπει στο άδειο σπίτι.
Και τότε άρχισε να σφυρίζει ένας ακόμα πιο μανιασμένος αέ
ρας, κόντεψε να το σηκώσει το αυτοκίνητο. Κάτι που μέχρι τώρα δεν είχε επιτρέψει στον εαυτό της να το σκεφτεί, κι ας το ήξε-
ρε εδώ και μερικές μέρες, πέρασε αστραπιαία από το μυαλό της,
και την έκανε να δώσει νοερά μια υπόσχεση. Δεν θα ξαναρχόταν ποτέ εδώ. Ήταν η τελευταία φορά που πατούσε το πόδι της σ’ αυτό το σπίτι. Θα πήγαινε τώρα αμέσως μέσα, θα έκανε μια βόλτα
στα λίγα δωμάτια. Θα έπαιρνε μαζί της ό,τι προσωπικά αντικείμενα έβρισκε, ό,τι δεν ήθελε να αφήσει εδώ, θα έκλεινε την πόρτα και θα γύριζε στην πόλη και, στο μέλλον, δεν θα έστριβε ποτέ
ξανά στη στροφή του γηπέδου, στον δρόμο μεταξύ Μπλάκγουοτερ και Μπάλικονιγκαρ.
Σάστισε και η ίδια με τη σκληρή της απόφαση, πόσο εύκολα
γύριζε την πλάτη σε όλα εκείνα που είχε αγαπήσει, κι άφηνε τούτο το σπίτι στο δρομάκι που έβγαζε στον βράχο να το γνωρίσουν άλλοι, να έρθουν το καλοκαίρι και να το γεμίσουν με αλλιώτικους
θορύβους. Κι όπως καθόταν και κοίταζε τον μπλάβο ουρανό πάνω από τη θάλασσα, αναστέναξε. Άφησε, εντέλει, τον εαυτό της
ελεύθερο να νιώσει πόσα είχε χάσει, πόσα θα της έλειπαν. Βγήκε από το αυτοκίνητο, κράτησε κόντρα στον αέρα.
Η μπροστινή πόρτα άνοιγε σ’ ένα διαδρομάκι. Δεξιά κι αρι-
στερά υπήρχαν δυο δωμάτια, τα δωμάτια στ’ αριστερά με κουκέτες, ένα καθιστικό στα δεξιά με την κουζίνα και το μπάνιο πιο
πίσω, και στο βάθος η κρεβατοκάμαρά τους, ήσυχη, μακριά από τα παιδιά. 18
Final_NoraWebster.indd 18
14/10/15 4:02 μ.μ.