Ο ναός του Ολυμπίου Διός στα νότια της Ακρόπολης των Αθηνών. Επί Αδριανού το ιερό ανακαινίσθηκε και συμπληρώθηκε με νέα κτίσματα.
Η Αθήνα του Αδριανού
Ο
Αδριανός (Puplius Aelius Traianus Hadrianus) διετέλεσε αυτοκράτορας από το 117 μ.Χ. έως το 138. Αν και ικανός στρατιωτικός και πολιτικός, έχει μείνει στην ιστορία ως προστάτης των τεχνών και των γραμμάτων, καθώς και χορηγός και εμπνευστής σημαντικών αρχιτεκτονικών έργων στη Ρώμη, αλλά και σε ολόκληρη την έκταση των ρωμαϊκών αποικιών. Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το περίφημο τείχος, που ξεκίνησε να οικοδομείται το 122 μ.Χ. στη Βρετανία, προκειμένου να προστατεύσει την επαρχία από επιδρομές και από την εισβολή των Καλυδωνίων. Στο πλαίσιο των πολυάριθμων ταξιδιών που πραγματοποίησε, προκειμένου να επιθεωρεί τη διοίκηση των ρωμαϊκών επαρχιών, ο φιλέλληνας Αδριανός επισκέφτηκε και την Ελλάδα. Το φθινόπωρο του 124 μ.Χ. έφτασε στην Αττική και πήρε μέρος στα Ελευσίνια Μυστήρια του έτους, ενώ την άνοιξη της επόμενης χρονιάς πρωτοστάτησε στα Διονύσια. Επισκέφθηκε την Αθήνα δύο φορές ακόμη. Ο θαυμασμός του Ρωμαίου αυτοκράτορα για την πόλη είναι ιδιαίτερα εμφανής στα σημαντικά οικοδομήματα με τα οποία την κόσμησε, επαναφέροντας την παλιά της αίγλη. Επί Αδριανού η Αθήνα γνώρισε μία περίοδο έντονης οικοδομικής δραστηριότητας, καθώς και πνευματικής και καλλιτεχνικής ακμής. Οι Αθηναίοι, για να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους, έστησαν περίπου εκατό βωμούς και δεκάδες αγάλματα προς τιμήν του, καθώς και την εντυπωσιακή θριαμβική αψίδα, γνωστή ως «Πύλη του Αδριανού». Κάποια από τα έργα του Αδριανού είναι η βιβλιοθήκη στην περιοχή της σημερινής Πλάκας (Μοναστηράκι), το περίφημο υδραγωγείο που έφερνε νερό από την Πεντέλη και, βέβαια, η ολοκλήρωση της ανοικοδόμησης του τεράστιου ναού του Ολυμπίου Διός, με τον οποίο ο αυτοκράτορας ταυτίστηκε, καθώς, σύμφωνα με πλήθος επιγραφών, λατρευόταν με την επωνυμία «Ολύμπιος». Η βιβλιοθήκη που έκτισε ο Αδριανός το 132 μ.Χ. κοντά στο Μοναστηράκι.
Η μνημειώδης πύλη που έκτισαν οι Αθηναίοι το 131-132 μ.Χ. έξω από τον περίβολο του Ολυμπιείου ως ένδειξη ευγνωμοσύνης προς το Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό για τα πολυάριθμα έργα του στην Αθήνα.
79
78 Α ΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
Α ΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
Η ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΣΤΟΝ ΗΡΑΚΛΕΙΟ (306 – 641)
O
Ο Μέγας Κωνσταντίνος αυτοκράτορας στο ανατολικό και δυτικό ρωμαϊκό κράτος Κ ωνσταντίνος γ εννή θ ηκε στη Ν αϊσσό το 2 7 2 .
Γονείς του ήταν ο Ρωμαίος καίσαρας Κωνστάντιος ο Χλωρός, ο οποίος υπήρξε αυτοκράτορας της Δυτικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας κατά την περίοδο 305–306, και η Ελένη (μετέπειτα Αγία Ελένη). Διαδέχθηκε τον πατέρα του το 306, ενώ επτά χρόνια αργότερα, το 313, υπέγραψε μαζί με τον Λικίνιο, αύγουστο της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (307–324), το διάταγμα των Μεδιολάνων, σύμφωνα με το οποίο κατοχυρώθηκε η ανεξιθρησκία και η θρησκευτική ελευθερία.
Μ
το 324 στη μάχη της Χρυσούπολης, ο Κωνσταντίνος έγινε μονοκράτορας ολόκληρης της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Το έτος αυτό θεωρείται από πολλούς ιστορικούς ορόσημο, που ορίζει το πέρασμα από τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία στη Βυζαντινή. Ο Κωνσταντίνος αποφάσισε να μεταφέρει την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας από τη Ρώμη και επέλεξε την πόλη Βυζάντιο της Θράκης, αρχαία αποικία των Μεγαρέων. Η πόλη ήταν κτισμένη σε εξαιρετική από στρατηγική άποψη θέση και διέθετε τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη του εμπορίου, καθώς και της γεωργίας και κτηνοτροφίας. Η οικοδόμηση άρχισε το 324 και ολοκληρώθηκε το 330. Η πόλη οχυρώθηκε με τείχη, ενώ οικοδομήθηκαν ανάκτορα, ναοί και δημόσια κτήρια. Η νέα πρωτεύουσα ονομάστηκε στην αρχή Νέα Ρώμη και αργότερα Κωνσταντινούπολη, προς τιμήν του ιδρυτή της. Το 325 ο Κωνσταντίνος συγκάλεσε την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια, με σκοπό την καταδίκη του Αρείου, ο οποίος υποστήριζε ότι ο Χριστός ήταν κτίσμα του Θεού και όχι τέλειος Θεός. Στη Σύνοδο καταδικάστηκε ο Άρειος, αναγνωρίστηκε το «ομοούσιο» του Υιού με τον Πατέρα και συντάχθηκαν τα οκτώ πρώτα άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως.
Οι διάδοχοι του Μεγάλου Κωνσταντίνου
Ελεφαντοστέινο δίπτυχο, στο αριστερό φύλλο του οποίου απεικονίζεται η (παλιά) Ρώμη και στο δεξί η Νέα Ρώμη (Κωνσταντινούπολη), 6ος αιώνας (Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης, Βιέννη).
Δεξιά: Κεφαλή κολοσσιαίου ανδριάντα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, 4ος αιώνας (Μουσείο Καπιτωλίου, Ρώμη).
ετά τη νίκη του επί του λικινίου
Ο
μεγάλος κωνσταντίνος πέθανε το 337 και σύντομα ξέσπασαν βίαια γεγονότα σχετικά με τη διαδοχή του, παρόλη τη φροντίδα που ο ίδιος επέδειξε σχετικά. Το ίδιο έτος ανακηρύχθηκαν αύγουστοι οι γιοι του, Κωνσταντίνος Β΄ (337–340), Κωνστάντιος και Κώνστας, που μοιράστηκαν την αυτοκρατορία. Ο Κωνστάντιος ανέλαβε την Ανατολή, ενώ ο Κωνσταντίνος Β΄ και ο Κώνστας μοιράστηκαν τις επαρχίες της Δύσης. Ο Κωνστάντιος Β΄, μετά από πολυετείς διαμάχες με τους αδελφούς του, κυριάρχησε σε όλη την αυτοκρατορία, που έγινε με αυτόν τον τρόπο και πάλι ενιαία. Οι πολιτικές διαμάχες συνοδεύτηκαν από θρησκευτικές, καθώς ο Κωνστάντιος ακολούθησε τη διδασκαλία του Αρείου, ενώ ο αδελφός του, Κώνστας, παρέμεινε πιστός στις αποφάσεις της Συνόδου της Νίκαιας. Τις εσωτερικές ταραχές εκμεταλλεύθηκαν οι εχθροί του κράτους, το οποίο απειλούνταν άμεσα από τους Πέρσες στην Ανατολή και από βαρβαρικές φυλές στο Βορρά, ενώ
95
94 Β ΥΖΑΝΤΙΟ
Β ΥΖΑΝΤΙΟ
Τα επιτεύγματα της τέχνης του 6ου αιώνα: ο ναός της Tου Θεού Σοφίας
Άνω: Ψηφιδωτό με τη μορφή του Χριστού από τη σκηνή της Δεήσεως στο υπερώο της Αγίας Σοφίας, β΄μισό 13ου αιώνα. Δεξιά: Άποψη του εσωτερικού της Αγίας Σοφίας.
Τ
ο σημαντικότερο δημιούργημα της τέχνης της περιόδου του Ιουστινιανού Α΄ (527-565) και σύμβολο της Ορθοδοξίας για πολλούς αιώνες, ο ναός της Αγίας Σοφίας δεσπόζει ακόμα και σήμερα στην Κωνσταντινούπολη. Ο τρίτος κατά σειρά ναός της Tου Θεού Σοφίας ανοικοδομήθηκε στη θέση βασιλικής, που καταστράφηκε κατά τη Στάση του Νίκα το 532. Οι εργασίες οικοδόμησης του νέου ναού διήρκεσαν μόλις πέντε έτη και το 537 o ναός εγκαινιάστηκε από τον ίδιο τον Ιουστινιανό, που ενθουσιασμένος αναφώνησε «Νενίκηκά σε, Σολομών». Οι δύο αρχιτέκτονες, Ανθέμιος και Ισίδωρος, εφάρμοσαν ένα πρωτοποριακό σχέδιο συνδυάζοντας δύο αρχιτεκτονικούς τύπους, της βασιλικής και του περίκεντρου κτίσματος, δημιουργώντας τον αρχιτεκτονικό τύπο της τρουλαίας βασιλικής. Ο τύπος αυτός θα επικρατήσει στη βυζαντινή ναοδομία και θα οδηγήσει αργότερα στη δημιουργία του σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού. Κύριο χαρακτηριστικό του ναού της Αγίας Σοφίας είναι η τετράγωνη κάτοψη και ο τεράστιος τρούλος, που στηρίζεται σε τέσσερα τόξα. Ο ναός στη σημερινή του μορφή έχει υποστεί διάφορες μετατροπές λόγω φυσικών καταστροφών και ιστορικών γεγονότων. Το 1453 ο ναός μετατράπηκε από τον Μωάμεθ Β΄ σε μουσουλμανικό τέμενος και παρέμεινε έτσι μέχρι το 1934, οπότε μετατράπηκε σε μουσείο από τον Κεμάλ Ατατούρκ. Στο εσωτερικό του σώζονται τμήματα ψηφιδωτής διακόσμησης διαφόρων εποχών, ενώ σπουδαίος είναι και ο γλυπτός διάκοσμος, που χρονολογείται κυρίως στον 6ο μ.Χ. αιώνα. 103
102 Β ΥΖΑΝΤΙΟ
Β ΥΖΑΝΤΙΟ
Η
ΜΕΣΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (641 – 1204)
M
Οι διάδοχοι του Ηρακλείου ε τους διαδόχους του Ηρακλείου ξεκινά η Μέση Βυζαντινή
περίοδος, που αρχίζει το 641 και λήγει το 1204 με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους. Μετά το θάνατο του Ηρακλείου στο θρόνο ανήλθε ο γιος του, Κωνσταντίνος Γ΄ (641), ο οποίος παρέμεινε αυτοκράτορας για λίγους μήνες, καθώς πέθανε σε νεαρή ηλικία. Τον διαδέχθηκε ο Κώνστας Β΄ (642–668), εγγονός του Ηρακλείου, ο οποίος υπήρξε επιπόλαιος, πράγμα που επέτρεψε στους Άραβες να κατακτήσουν τη Συρία και την Παλαιστίνη, να αποκτήσουν στόλο και να καταλάβουν την Κύπρο (649) και τη Ρόδο (649), καθώς και να λεηλατήσουν την Κρήτη και τη Μικρά Ασία φτάνοντας μέχρι τη Χαλκηδόνα (668), αναγκάζοντας το βυζαντινό κράτος να υπογράψει ταπεινωτική Συνθήκη. Ο Κώνστας Β΄ πολέμησε με επιτυχία τους Σλάβους της Βαλκανικής, αλλά επιχείρησε άσκοπες εκστρατείες στη Σικελία και την Αφρική. Το 663 εξεστράτευσε ανεπιτυχώς στην Ιταλία κατά των Λογγοβάρδων χάνοντας 20.000 στρατιώτες, αλλά τελικά κατέλαβε την Καρχηδόνα.
Μ Σόλιδος με προτομή του Κωνσταντίνου Δ΄ (668-685) και του γιου του, Ιουστινιανού Β΄ (685-695, 705-711) στον εμπροσθότυπο.
Ο Απόστολος Πέτρος με το Χριστό, τη Θεοτόκο και ανδρική μορφή εντός μεταλλίων. Κηρόχυτη εγκαυστική εικόνα, 6ος-7ος αιώνας (Μονή Αγίας Αικατερίνης, Όρος Σινά, Αίγυπτος).
ανέβηκε στο θρόνο ο γιος του, Κωνσταντίνος Δ΄ ο Πωγωνάτος (668–685), που αποδείχθηκε ικανός και θαρραλέος αυτοκράτορας. Το 673 πραγματοποιήθηκε μεγάλη επιδρομή των Αράβων στην Κωνσταντινούπολη. Η πρωτεύουσα πολιορκήθηκε για πέντε χρόνια. Τελικά ο Κωνσταντίνος με τη βοήθεια του υγρού πυρός, που εφεύρε ο μηχανικός Καλλίνικος, κατέκαψε πολλά πλοία των Αράβων, ενώ τους υποχρέωσε να συνάψουν ταπεινωτική ειρήνη και να πληρώσουν φόρο. Στη συνέχεια όμως, οι Άραβες κατέλαβαν όλη τη Βόρεια Αφρική φτάνοντας έως τον Ατλαντικό (681). Από το 675 έως το 681 οι Αβαροσλάβοι μαζί με τους Βουλγάρους πολιόρκησαν επανειλημμένως τη Θεσσαλονίκη, αλλά αποκρούστηκαν με ηρωισμό. Επί Κωνσταντίνου Δ΄ οι Βούλγαροι εγκαταστάθηκαν στην Κάτω Μοισία (σημερινή Βουλγαρία), ανάμεσα στο Δούναβη και τον Αίμο. Από εκεί, με αρχηγό τον Ασπαρούχ, έκαναν επιδρομές προς νότο και λεηλατούσαν τις βυζαντινές επαρχίες, φτάνοντας μερικές φορές μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Το 679 ο Κωνσταντίνος Δ΄ εξεστράτευσε εναντίον τους, αλλά αρρώστησε και επέστρεψε, παραχωρώντας στον Ασπαρούχ όλη την Κάτω Μοισία, όπου ο Βούλγαρος ηγεμόνας ίδρυσε κράτος με πρωτεύουσα τη Βάρνα, υποτάσσοντας όλες τις σλαβικές φυλές που ζούσαν στην περιοχή. Ο γιος και διάδοχος του Κωνσταντίνου Δ΄, Ιουστινιανός Β΄ (685–695, 705–711), λόγω της πνευματικής αστάθειας και της σκληρότητας που επέδειξε, σε συνδυασμό με τη βίαιη καταστολή εξεγέρσεων, ξεσήκωσε το λαό, με αποτέλεσμα να εκθρονιστεί. Στο θρόνο ανήλθε ο Λεόντιος (695–698) και στη συνέχεια ο Τιβέριος Β΄ (698–705). Ο Ιουστινιανός Β΄ κατόρθωσε να ανακτήσει την εξουσία του, αλλά παρασυρμένος από αισθήματα εκδίκησης προέβη σε ενέργειες που εξόργισαν τους υπηκόους του και τελικά συνελήφθη και σκοτώθηκε. Έτσι, έληξε άδοξα η ετά τον κώνστα β΄
109
108 Β ΥΖΑΝΤΙΟ
Β ΥΖΑΝΤΙΟ
Η μάχη της Δαμιέττας μεταξύ Σταυροφόρων και Μαμελούκων το 1167 σε μικρογραφία από γαλλικό χειρόγραφο (Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας, Παρίσι). Ο Μανουήλ Α΄ Κομνηνός σε μικρογραφία από βυζαντινό χειρόγραφο, μέσα 12ου αιώνα (Βιβλιοθήκη Βατικανού, Ρώμη).
Ο γιος του Αλεξίου Α΄, Ιωάννης Β΄ (1118–1143), φιλοδοξώντας να ανακτήσει όλα τα χαμένα εδάφη της αυτοκρατορίας, πραγματοποίησε διαρκείς πολέμους. Νίκησε τους Σελτζούκους ανακτώντας τη Λαοδίκεια, τη Σωζόπολη και την Κασταμονή (1133) και τους Πετσενέγους (1122) κοντά στη Βερόη της Βουλγαρίας (Στάρα Ζαγορά). Τέλος, νίκησε τους Σέρβους και τους Ούγγρους (1128) και ετοίμαζε εκστρατεία, για να απελευθερώσει την Ιερουσαλήμ από τους Σταυροφόρους, αλλά πληγώθηκε σε κυνήγι αγριόχοιρου και πέθανε σε ηλικία μόλις 55 ετών. Σφάλμα του Ιωάννη ήταν ότι δεν συγκρότησε ναυτικό και, όταν προσπάθησε να αφαιρέσει τα προνόμια από τους Βενετούς, αυτοί του κήρυξαν πόλεμο (1122–1126), με αποτέλεσμα την ανανέωσή τους. Ο Ιωάννης είχε ορίσει διάδοχό του το μικρότερο γιο του, Μανουήλ Α΄ (1143– 1180). Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του η αυτοκρατορία έφτασε στο απόγειο της κομνήνειας αναγέννησης. Σχεδόν ταυτόχρονα με την ανάρρησή του στο θρόνο, οι Νορμανδοί ξανάρχισαν τις επιθέσεις στην κυρίως Ελλάδα και τα νησιά (1147). Ο Μανουήλ, με τη βοήθεια των Βενετών, έφτασε έως την Ιταλία, με σκοπό να διαλύσει το κράτος των Νορμανδών. Τελικά πραγματοποίησε συμφωνία μαζί τους, αλλά ως αντάλλαγμα για τη βοήθεια των Βενετών παραχώρησε κι άλλα προνόμια, που επεκτάθηκαν και στους Γενουάτες και τους Πιζάνους (1170–1175). Ο Μανουήλ Α΄ ταλαιπωρήθηκε από τους Σταυροφόρους της Β΄ Σταυροφορίας (1147–1149), που λεηλατούσαν τις περιοχές που διέσχιζαν. Γι’ αυτό φρόντισε να τους διαπεραιώσει με πλοία στη Μικρά Ασία. Μετά τους Νορμανδούς στράφηκε κατά των Ούγγρων, που τους νίκησε στο Σίρμιο (1167) με τον ηρωικό στρατηγό Ανδρόνικο Κοντοστέφανο και τους υποχρέωσε να υπογράψουν ειρήνη και να παραδώσουν τη Δαλματία και μέρος της Κροατίας. Ύστερα στράφηκε κατά των Σέρβων, που είχαν βοηθήσει τους Ούγγρους, με αρχηγό τον Στέφανο Νεμάνια. Νίκησε τον τελευταίο το 1172 και έκανε τους Ούγγρους φόρου υποτελείς στο Βυζάντιο. Υποτίμησε όμως τη δύναμη των Σελτζούκων, που είχαν ιδρύσει ισχυρό κράτος στο Ικόνιο, και ηττήθηκε στο Μυριοκέφαλο (1176). Η ήττα αυτή, όπως και η προηγούμενη στο Ματζικέρτ (1071), είχε τραγικές συνέπειες για την τύχη του μικρασιατικού Ελληνισμού και όλης της αυτοκρατορίας: τότε ήταν που η Μικρά Ασία χάθηκε οριστικά. Ο Μανουήλ πέθανε το 1180 πολεμώντας τους Τούρκους. Τον Μανουήλ διαδέχθηκε ο ανήλικος γιος του, Αλέξιος Β΄ (1180–1183), που επιτροπευόταν από τη μητέρα του, Μαρία, Γαλλίδα πριγκίπισσα, η οποία προ-
Χάρτης της Ιερουσαλήμ με τα κυριότερα μνημεία της (άνω) και σκηνή από μάχη μεταξύ Σταυροφόρων και Αράβων (κάτω) σε μικρογραφία από γαλλικό χειρόγραφο, 13ος αιώνας.
125
124 Β ΥΖΑΝΤΙΟ
Β ΥΖΑΝΤΙΟ
Η
ΦΡΑΓΚΟΚΡΑΤΙΑ (1204 – 1261)
M
Τα φραγκικά ή λατινικά κράτη ετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης οι Λατίνοι
μοιράστηκαν το βυζαντινό κράτος και άρχισαν να νέμονται τα εδάφη του ή να προβαίνουν στην κατάκτησή τους διά των όπλων. Έτσι, σύμφωνα με τη Συνθήκη της διανομής μεταξύ των νικητών, ο κόμης της Φλάνδρας, Βαλδουίνος, ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας της Λατινικής Αυτοκρατορίας και πήρε την Κωνσταντινούπολη και τη γύρω περιοχή της, τη Θράκη, τις μικρασιατικές περιοχές γύρω από το Βόσπορο και τον Ελλήσποντο και τα νησιά Λέσβο, Χίο και Σάμο.
O Μαρμάρινο προσκυνητάρι με την ανάγλυφη μορφή του ένθρονου Χριστού, β΄ μισό 14ου αιώνα (Αρχαιολογικό Μουσείο, Μυστράς).
Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους σε ελαιογραφία του Τιντορέττο (Παλάτι των Δόγηδων, Βενετία).
ήταν φόρου υποτελή στον αυτοκράτορα Βαλδουίνο. Ο Βονιφάτιος Μομφερατικός έγινε βασιλιάς της Θεσσαλονίκης και πήρε όλες τις κτήσεις στην Ευρώπη. Οι Βενετοί έλαβαν τα παράλια της Μικράς Ασίας, τα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη, την Εύβοια, τη Μεθώνη και την Κορώνη στην Πελοπόννησο, το Δυρράχιο στην Ήπειρο κ.ά. Επίσης πήραν μία συνοικία της Κωνσταντινούπολης ως ανεξάρτητη παροικία και το δικαίωμα να εκλέγουν αυτοί τον πατριάρχη. Ως πρώτο Λατίνο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως εξέλεξαν τον Θωμά Μοροζίνη. Η Πελοπόννησος δόθηκε στους Γάλλους ιππότες, Γουλιέλμο Σαμπλίτ και Γοδεφρείδο Βιλλεαρδουίνο, οι οποίοι κατέλαβαν το μεγαλύτερο μέρος της μετά από διετή πόλεμο. Ο Ενετός Μάρκος Σανούδος ίδρυσε το Δουκάτο του Αιγαίου, στο οποίο ανήκαν τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου, με πρωτεύουσα τη Νάξο. Το Δουκάτο του Αιγαίου κατακτήθηκε από τους Τούρκους το 1566. Την Αθήνα και την Αττική είχε πάρει ο δούκας Όθων Ντελαρός, ο οποίος άρχισε να καταπατά τα θρησκευτικά δικαιώματα των ορθοδόξων, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί ο αρχιεπίσκοπός της, Μιχαήλ Χωνιάτης, να την εγκαταλείψει. Το 1311 Καταλανοί νίκησαν το στρατό του Ντελαρός και ίδρυσαν καταλανικό κράτος, που επιβίωσε έως το 1387. Το φθινόπωρο του 1204 ο Βονιφάτιος προχώρησε νότια με στρατό, για να κατακτήσει και τις υπόλοιπες ελληνικές περιοχές. Στο μεταξύ ο άρχοντας της Βόρειας Πελοποννήσου, Λέων Σγουρός, προσπάθησε να αντεπιτεθεί στους Λατίνους και, αποτυγχάνοντας να κυριεύσει την Αθήνα, κατέλαβε τη Λάρισα (1205). Παρόλ’ αυτά, μπροστά στην επέλαση του Βονιφάτιου υποχώρησε στην έδρα του. Οι άλλες περιοχές της Ελλάδας δεν προέβαλαν αξιόλογη αντίσταση και υπέκυψαν στους Λατίνους κατακτητές. Το μεγαλύτερο λατινικό κράτος στην κυρίως Ελλάδα ήταν το Πριγκιπάτο της Αχαΐας με πρωτεύουσα την Ανδραβίδα, το οποίο διατηρήθηκε έως τα τέλη του 14ου αιώνα. Πρώτος ηγεμόνας του ήταν ο Γουλιέλμος Σαμπλίτ (1205). Ο ηγεμόνας Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος (1209–1218) και ο γιος του, Γοδεφρείδος Β΄ (1218–1246), οργάνωσαν το κράτος φεουδαρχικώς. Ο αδελφός του, Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος (1246–1278), πολα τα άλλα λατινικά κρατίδια
139
138 Φ ΡΑΓΚΟΚΡΑΤΙΑ
Φ ΡΑΓΚΟΚΡΑΤΙΑ