1
ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΠΤΑ ΜΕΓΙΣΤΩΝ ΕΡΩΤΩΝ
ΚΑΤΕΡΙΝΗ 1994
ΓΑΖΕΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
2
ΑΡΧΗ
Δάκρυα, ξενύχτια κουβαλάω στα δίχτυα. Περνάω απέναντι να τα δω όπως ήταν.
3
ΕΠΙΚΛΗΣΙΣ
Ας μην ανέβω στο πρώτο σκαλί ως ο Ευμένης.
Ας το δω κι ευτυχής θα το δεις πως θα είμαι. Σ’ αγαπώ κι όταν έρθω απλά κοίταξέ με.
4
16-8-19....
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
Η βροχή όταν πέσει στις δεκάξι ίσως του μηνός Αυγούστου πανηγύρια ξέχνα και παραστάσεις με ή άνευ γούστου.
Στη βροχούλα ο φίλος γρήγορα φεύγει με σακάκι σκεπάζεται. Ο καθένας για δρόμους βροχερούς, χιονισμένους σκεφτικός ετοιμάζεται.
Χειμώνας επίκειται και το χιόνι θα σκεπάσει καρδιές. Και η Τρίτη βροχή που θα ‘ρθει σε λίγο θα σβήσει φωτιές. 5
OI ΦΙΛΟΙ
Οι φίλοι. Το 80 ο Θανάσης. Ο Δημήτρης, ο Γιώργος η Θωμάς, η Θοδώρα και άλλοι πολλοί. Πολλών τα ονόματα ξέχασα κι αυτοί το δικό μου ξεχνούνε. Καλοί φίλοι. Ο Αντώνης, ο Φώνης η Μαρία, ο Αντρέας Ο Παναγιώτης έξω και χαμένη η Ιουλία. Ώρες ατέλειωτες περάσαμε χτίζοντας όνειρα χίλια.
6
ΓΙΑ ΔΥΟ ΦΙΛΟΥΣ
Α Χορός ινδιάνικος στων Σερβίων το κάστρο. Εκεί στη στροφή αυτές περιμέναμε μα
όχι όπως ήρθαν.
Β Γεια σου Θανάση
Γ Την πισίνα για φόντο του νερού τις ανταύγειες ζωγραφιά είν’ στον τοίχο το μικρό σου χωριό. VB cans άλλη μια mate.
Δ Γεια σου Πανάγο
7
ΤΟ ΧΩΡΙΟ
Να το χωριό μου. Σταύρωση- ανάσταση σε άλλη διάσταση.
Να το χωριό μου. Σε κείνο το σπίτι τα λάθη μου σβήνω, σε κείνο το δρόμο τα φτερά μου ανοίγω.
Να το χωριό μου. Στις ρίζες του ζω. Μικρή η ζωή μας και δίχως αυτό ακόμα πιο λίγη.
Να το χωριό μου. Η αγάπη γι’ αυτό πόνος και λύτρωση είναι. Για κάθε που χάνεται μέρα τη μέρα πάλεψε. Παίρνε και δίνε.
8
ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΗ Η ΚΑΛΥΒΑ
Tου Γιωργή η Καλύβα με άχυρα και χρυσά στον ήλιο παράθυρα
Με καφέ ξεκινάει τη μέρα κι ένα γκρίζο χαμόγελο Του αλόγου χαϊδεύει τη χαίτη.
Και ξανά πάλι ελπίζοντας Ξεκινάει σφυρίζοντας Το σκοπό του επαίτη
Για τον κόπο σφυρίζει που πηγαίνει χαμένος άλλος και σήμερα ξανά κερδισμένος
9
ΒΡΑΔΙΕΣ ΣΤΟ ΛΙΒΑΔΙ
Από τον Άκη μέχρι το Μύλο τα οχτάρια μου κάνω μαζί μ’ ένα φίλο.
Τη μια με ουίσκυ την άλλη με μπύρα μέθυσα πάλι χαμπάρι δεν πήρα.
Αργά σα γυρίζω το τσιγάρο στο στόμα γελώντας σφυρίζω κι ας είμαι ένα πτώμα.
10
ΟΙ ΕΠΟΧΕΣ
Άργησε πάλι ο χειμώνας φέτος. Φυσιολογικά και κατ’ έτος Οκτώβρη στο χωριό κινούσε το κρύο και χιονούσε.
Κουνώντας τα κεφάλια οι γέροντες απορούνε. Kι επιμένοντες λένε: «κακά σημάδια Γενάρη τα πράσινα λαγκάδια».
11
Η ΚΗΔΕΙΑ
Ήρθε η ώρα. Ο ήλιος ο ψεύτικος κλάμα θα φέρει. Ήρθε η ώρα. Στο χάος θα φύγει με τις στάχτες το τρένο. Στην κηδεία σας θα ‘μαι πεθαμένος κι εγώ.
12
ΟΥΡΑΓΟΣ
Στα μπαλκόνια της θλίψης ρεμβάζω. Στο καζάνι της πόλης με άλλους ανθρώπους το ζουμί μου το βράζω. Στη σκέψη μου όνειρα παράνομα βάζω στα άγια δάση τα πάντα τα τάζω. Περνάει ο ένας, περνάει ο άλλος μέγας ο σάλος φωνές φασαρία κακό. Ουραγός της ζωής με το χέρι στην κόρνα πνίγω το χρόνο σε βρώμικους δρόμους.
13
Ο ΗΛΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ
Θυμάμαι ένα γέροντα που ρώταγε τον ήλιο μια μεσημέρι μια πρωί και μια πριν βασιλέψει πότε να πιει το τσίπουρο και πότε τον καφέ του πότε να πιει λίγο κρασί λιγάκι να μερέψει.
14
ΕΡΩΤΙΚΟ
Έλα αγάπη μου στα χέρια μου μείνε και πέτρα μικρή για προσκύνημα γίνε.
Γέλα αγάπη μου κρύβω τον πόνο μέσα που έχω κι εσύ ξέρεις μόνο.
Κλάψε αγάπη μου στον ώμο μου μείνε πες μου ξανά η ζωή τι μας πήρε.
Φύγε αγάπη μου κρύψου στις πόλεις ζωή το φιλί που μας πάθιασε μόλις. 15
ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ
Στο χρόνο το μετρημένο με μπύρες κι όχι με δείχτες. Στο χρόνο των ροκ κομματιών της μπαλάντας του Dylan έγιναν όλα. Η μαύρη βασίλισσα που όλα τα ξέρει σας πήρε απ’ το χέρι.
Σας λυπήθηκε.
Για σας έκλαψε και κάπου στην πόλη σε κάποιο στενό μ’ αγάπη σας έκρυψε.
16
Η ΒΡΟΧΗ ΤΟΥ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΥ
Τώρα θα στο πω και να θυμάσαι. Η βροχή βροχή δεν είναι. Η αγάπη μου είναι που ζεσταίνει - κρυώνει.
Στης βροχούλας τις στάλες ικέτης προσπέφτω. Λέω δάκρυ να γίνουν. Απ’ τις χούφτες σου μέσα κανένα ας μη φύγει.
Στάλες βροχής φθινοπωρινής που ξυπνάτε τη θλίψη της μεταξύ μας απόστασης σας παρακαλώ. Λέω. Την αγάπη μου φέρτε σιμότερα λίγο.
17
ΣΤΙΧΟΙ ΠΟΥ ΣΟΥ ΑΝΗΚΟΥΝ
Κι αν στερηθώ την έμπνευση τι μ’ αυτό; Ποτέ δεν ήμουν ποιητής Και δε θα λυπηθώ. Μα τι κι αν δεν είμαι ποιητής; Τρελά αγαπώ. Τα φτωχά μου στιχάκια σε σένα χρωστώ.
18
ΟΝΟΜΑΤΙΣΗ
Αύρα. Έτσι θέλω να σε λέω κι έτσι σου ταιριάζει. Κι αν χειμώνας είναι δεν με νοιάζει.
19
Η ΝΥΧΤΑ
Τη νύχτα π αγάπησα και πίσω την άφησα καλοκαιράκι Αυτή τη σατράπισσα πολύ την αγάπησα μικρό μου πουλάκι.
Της νύχτας τον έρωτα -μ ουίσκι ανέρωτασα παίζει η κιθάρα κάποιοι ξενέρωτα -πλάσματα αφτέρωτατου δίνουν κατάρα.
20
ΜΙΑ ΒΡΟΧΕΡΗ ΜΕΡΑ
Ήρθανε πάλι οι βροχές κι ακούγονται σταλαγματιές στο σπίτι ξάπλα κάθομαι και ντρίγκι ντρίγκι ο μπαγλαμάς και μουρ μουρ μουρ η μάνα μου πότε θα γίνεις άνθρωπος;
Μα δεν μου καίγεται καρφί άστηνα να ωρύεται πως η ζωή μας είν’ μικρή και έτσι δεν αφήνεται ποτέ δεν το κατάλαβε.
Έτσι και ‘γω με ένα ωπ με ίσα, άιντε κι ωχ αμάν τους φίλους μου θα πάω να βρω μια καλησπέρα να τους πω και δυο παπάδες για να πιω.
21
3.ΧΑΜΕΝΗ ΠΡΟΣΜΟΝΗ
Με τις μέρες τα ‘χω καθότι στη δεύτερη νιότη με κάνανε πότη προσμένοντας εσένα αγάπη μου δίπλα μου να ‘χω.
Με τους μήνες τα ‘χω. Αλλάζουν και με τρομάζουν και με φωνάζουν. Μ’ αδειάζουν χωρίς την αγάπη μου δίπλα μου να ‘χω.
22
ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Ο ρυθμός της πόλης τους σκότωσε. Νεκρά τα κορμιά τους στη στάση ριγμένα. Με μάτια κλαμένα οι φίλοι κοιτάνε.
23
ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΩΝ
Πολλάκις ακούσανε τον πομπώδη Φανφάρα εις αστών δεξιώματα στίχους να λέει ’’μαύρα κοράκια.....κόκκινα κοράκια’’ και ούτω καθεξής. Λατρευτός ήταν στίχος του πεινάλα Φανφάρα. Μα ταχέως τους κόρακες ελησμόνει ο τάλας ( καθότι πεινάλας ) εψημμένα ως έβλεπε στο τραπέζι ορνίθια. Και θλιμμένος εσκέπτετο ποιητής πειναλέων της ποιήσεως πτώσιν. Και κρατώντας ακόρντα της ποιήσεως σύμφωνα λορδικώς εσκεπτότανε την κοιλίαν του μόνο.
24
ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ
1. Λήθη στ’ αήθη ανοήτων ήθη
2. Οι ιδέες πάντα θα άρχουν. Τις πληγές δυνατές όσες κι αν έχω αντέχω.
3. Την αγάπη αν θες να τη βρεις σ’ αυτή να πιστέψεις. Κι αν θέλεις ν’ αγαπηθείς πρώτη θα πρέπει σ’ αγαπάω να πεις.
25