«1922-2022: Ζωντανεύοντας την προσφυγική ιστορία του τόπου μας και της ίδρυσης του χωριού Ν. Σκοπός

Page 1

ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ 2021 – 2022

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ & ΛΥΚΕΙΟΥ Ν. ΣΚΟΠΟΥ ΣΕΡΡΩΝ Τίτλος Προγράμματος: «1922-2022: Ζωντανεύοντας την προσφυγική ιστορία του τόπου μας και της ίδρυσης του χωριού Ν. Σκοπός Σερρών μέσα από τη μελέτη ιστορικών πηγών & τις αφηγήσεις των προγόνων των μαθητών»

Έργο του Βασιλάκη Βασίλειου, ιερέα του Ν. Σκοπού

Υπεύθυνη του Προγράμματος Τοπικής Ιστορίας Γυμνασίου & Λυκείου Νέου Σκοπού Χαρτίου Γεωργία, φιλόλογος

1


Αν δεν γνωρίζουμε τα άσχημα που συνέβησαν στο παρελθόν, το πιθανότερο είναι να μην κατορθώσουμε να τα αποφύγουμε στο μέλλον. Η Ιστορία επαναλαμβάνεται. Γεγονότα και καταστάσεις είναι παρόμοια σε πολύ μεγάλο ποσοστό. Η γνώση είναι δύναμη. Ένας άνθρωπος που είναι ιστορικά ενημερωμένος, δεν πέφτει εύκολα θύμα προπαγάνδας. Ό,τι μας λένε δεν είναι πάντα και αληθές! Ο σωστότερος τρόπος για να βρούμε ποια είναι η πραγματικότητα, είναι να το εξετάσουμε εμείς οι ίδιοι μελετώντας την Ιστορία. Γνωρίζοντας τα ιστορικά πρόσωπα, επιλέγουμε πρότυπα ανθρώπων που έχουν προσφέρει στην ανθρωπότητα και αναγνωρίζουμε τα σάπια, πρότυπα της σημερινής εποχής. Η Ιστορία τροφοδοτεί με γνώση, οξύνει την κρίση, καλλιεργεί τη συνείδηση, δίνει μαθήματα ζωής και πολιτισμού, ωθεί σε φιλοσόφηση των ανθρώπινων πραγμάτων και του κόσμου, προετοιμάζει τους πολίτες του αύριο. Η Ιστορία συμβάλλει καθοριστικά στην αρτίωση της προσωπικότητας του νέου ανθρώπου. Δ. Χρυσόπουλος, φιλόλογος - ιστορικός

Η ιστορία είναι η πολιτιστική κληρονομιά ενός λαού. Μέσα από αυτή διαφαίνεται ο πολιτισμός, τα ήθη και τα έθιμα αλλά και οι παλαιότερες αξίες που συνέβαλαν στη διαμόρφωση των σύγχρονων αξιών. Μέσα από την ιστορία αναπτύσσεται η εθνική συνείδηση. Με την ιστορία μαθαίνουμε να εκτιμούμε την προσφορά των προγόνων μας και συνειδητοποιούμε ότι είμαστε εμείς υπεύθυνοι για τη διατήρηση του πολιτισμικού πλούτου της περιοχής μας. Α. Παπαγιάννη, αρθρογράφος 2


Γεννιόμαστε σε ένα κοινωνικό περιβάλλον που τα πάντα έχουν διαμορφωθεί. Είναι τόσο μεγάλο το βάρος του παρελθόντος πάνω στο παρόν, που ένας ιστορικός είχε ισχυριστεί «Οι νεκροί μάς κυβερνούν». Η ιστορία είναι μια πράξη αυτογνωσίας, μια πράξη γνώσης για τον συλλογικό μας εαυτό, απαραίτητη για να καταλάβουμε τον πολιτισμό μας. Δεν μαθαίνουμε ιστορία για χάρη των προγόνων. Μαθαίνουμε ιστορία για εμάς, για να καταλάβουμε ποιοι είμαστε και να σκεφτούμε πού θέλουμε να πάμε. Ρ. Αλβανός, Δρ. Πολιτικών Επιστημών - Ιστορικός

Λαός που ξεχνά την Ιστορία του, είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει. Τζ. Σανταγιάνα, φιλόσοφος, ποιητής

3


Πρόγραμμα Τοπικής Ιστορίας «1922-2022: Ζωντανεύοντας την προσφυγική ιστορία του τόπου μας και της ίδρυσης του χωριού Ν. Σκοπός Σερρών μέσα από τη μελέτη ιστορικών πηγών & τις αφηγήσεις των προγόνων των μαθητών» Οι μαθητές των τμημάτων Α1, Α2 και Β3 του Γυμνασίου και οι μαθητές της Α΄ και Β΄ Λυκείου Ν. Σκοπού Σερρών στα πλαίσια του Προγράμματος

Τοπικής

Ιστορίας

επιχείρησαν μέσα από δράσεις που αλληλοσυμπληρώνονταν να καταγράψουν και να ζωντανέψουν την ιστορία των χωριών τους και ειδικά αυτή του Ν. Σκοπού, το οποίο οφείλει την ίδρυσή του στην μικρασιατική καταστροφή και το 2022 – 2023 γιορτάζει τα 100 χρόνια από την ίδρυσή του. Οι μαθητές αρχικά ενημερώθηκαν από την υπεύθυνη καθηγήτρια του προγράμματος, Χαρτίου Γεωργία, για την μικρασιατική καταστροφή, τα αίτιά της καθώς και για τον πρώτο (1915) και δεύτερο (1922) ξεριζωμό των προγόνων τους από την Ανατολική Θράκη.

Οι Δράσεις που υλοποιήθηκαν από τους μαθητές των δύο σχολείων (από κοινού ή χωριστά) 1. Επίσκεψη των μαθητών στη βιβλιοθήκη του Γενικού Λυκείου Ν. Σκοπού. Εντοπισμός και ανάγνωση αποσπασμάτων από βιβλία και ιστορικά μυθιστορήματα που αφορούν τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. 2. Έρευνα στα αρχεία της βιβλιοθήκης του Συλλόγου Ορφέα (μόνο από τους μαθητές του Λυκείου) της προέλευσης των Θρακών προγόνων, των αιτιών ξεριζωμού τους από την Ανατολική Θράκη και της ιστορίας ίδρυσης του χωριού Ν. Σκοπός. Εντοπισμός φωτογραφικού υλικού τόσο από την ανοικοδόμηση του χωριού, όσο και από τα μετέπειτα χρόνια. 3. Επίσκεψη στο Λαογραφικό Μουσείο του Ν. Σκοπού και ξενάγηση των μαθητών από την κ. Κατερίνα Καραμπαϊρη, όπου οι μαθητές είχαν τη δυνατότητα να δουν ιδίοις όμμασι τα εργαλεία, τα σκεύη, τα ρούχα, τα έγγραφα των προγόνων τους και φωτογραφικό υλικό. 4


4. Επίσκεψη στην αίθουσα τελετών του Ν. Σκοπού, της οποίας οι εσωτερικοί τοίχοι έχουν φιλοτεχνηθεί με σκηνές από το διωγμό των κατοίκων από τον παλιό Σκοπό της Ανατολικής Θράκης. 5. Επίσκεψη (μόνο των μαθητών Γυμνασίου) στο Μουσείο του Λευκού Πύργου της Θεσσαλονίκης και μελέτη της θεματικής ενότητας για την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. 6. Συνεντεύξεις και καταγραφή των ιστοριών των προγόνων από τους μαθητές. 7. Διηγήσεις των προσφύγων προγόνων στους μαθητές. 8. Δημιουργία κολάζ από εικόνες του παλιού και Νέου Σκοπού. 9. Ξεκίνημα συγγραφής διηγημάτων και ποιημάτων με αφόρμηση τον ξεριζωμό της Μικρασιατικής καταστροφής και την ίδρυση του Ν. Σκοπού από τους προγόνους των μαθητών. 10.Προετοιμασία φωτογραφικού υλικού, κολάζ, ιστορικής ανασκόπησης και ομιλίας για τον εορτασμό των 100 χρόνων μνήμης από την ίδρυση του χωριού Ν. Σκοπού τον Οκτώβριο του 2022.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ: 1. Επίσκεψη στη βιβλιοθήκη του Γενικού Λυκείου Ν. Σκοπού Μελέτη ιστορικών βιβλίων και ιστορικών μυθιστορημάτων που αφορούν στην περίοδο ίδρυσης του χωριού Ν. Σκοπός Αρχικά οι μαθητές επισκέφθηκαν τη σχολική βιβλιοθήκη του Λυκείου προκειμένου να μελετήσουν μέσα από ιστορικά βιβλία, αλλά και ιστορικά μυθιστορήματα τις ιστορικές συνθήκες κατά τη χρονική περίοδο ίδρυσης του χωριού τους.

5


Ήρθαν έτσι σε επαφή με ιστορικά μυθιστορήματα, όπως: ‘’Ματωμένα Χώματα’’ και ‘’Μέσα στις φλόγες’’ της Διδούς Σωτηρίου, ‘’Αιολική Γη’’ και ‘’Νούμερο 31328’’ του Ηλία Βενέζη, ‘’Η Ιστορία ενός αιχμαλώτου’’ του Στρατή Δούκα, ‘’Χαμένος Παράδεισος’’ του Milton John, ‘’Λωξάνδρα’’ της Ιορδανίδου Μαρίας κ.α.

2.Μελέτη αρχείων της βιβλιοθήκης του Συλλόγου Ορφέα που αφορούν στον ξεριζωμό του 1922 από την Α. Θράκη στην εγκατάσταση των κατοίκων σε σερραϊκά χωριά και στην ίδρυση του χωριού Ν. Σκοπός Οι μαθητές ασχολήθηκαν με τα αίτια που ανάγκασαν τους προγόνους τους να αφήσουν το 1915 και το 1922 τον τόπο καταγωγής τους, την Ανατολική Θράκη, και να εγκατασταθούν στη Σερραϊκή κοιλάδα.

6


Σύλλογος Ορφέα Ν. Σκοπού

Αρχεία Βιβλιοθήκης Συλλόγου Ορφέα

3.Επίσκεψη στο Λαογραφικό Μουσείο του Ν. Σκοπού Έπειτα οι μαθητές επισκέφτηκαν το λαογραφικό μουσείο του χωριού Ν. Σκοπού, όπου ξεναγήθηκαν από την κ. Κ. Καραμπαϊρη, τέως φιλόλογο του Γυμνασίου Ν. Σκοπού,

7


8


και είχαν τη δυνατότητα να δουν ιδίοις όμμασι όλο τον υλικό πολιτισμό (εργαλεία, σκεύη, ρουχισμό, έπιπλα κ.α.) που διαιώνισαν ή ανέπτυξαν οι πρόγονοί τους, όταν εγκαταστάθηκαν στη νέα τους πατρίδα.

Εργαλείο προστασίας του χεριού από το δρεπάνι του θερισμού

9


Μελέτη φωτογραφικού υλικού Ο ξεριζωμός των προγόνων των μαθητών

Η ζωή των παππούδων των μαθητών στον νέο τους τόπο

10


4.Επίσκεψη στην αίθουσα τελετών του Ν. Σκοπού με τις τοιχογραφίες του ιερέα Βασίλειου Βασιλάκη από τον βίαιο διωγμό των κατοίκων από τον παλιό Σκοπό Επιπλέον οι μαθητές επισκέφθηκαν την αίθουσα τελετών του Ν. Σκοπού, της οποίας οι εσωτερικοί τοίχοι έχουν φιλοτεχνηθεί από τον ιερέα του χωριού, Βασίλειο Βασιλάκη και αποτυπώνουν πραγματικές, συγκλονιστικές σκηνές από τον βίαιο ξεριζωμό των κατοίκων από τον παλιό Σκοπό της Ανατολικής Θράκης. Ο ιερέας τους μίλησε για την ιστορία των διωγμών των προγόνων τους από τους Τούρκους, της περιπλάνησης και της εγκατάστασης τους στα χωριά του σερραϊκού κάμπου. Τέλος τους μίλησε για την επιλογή των τεσσάρων σκηνών με τις οποίες αποτύπωσε το διωγμό στους τοίχους της αίθουσας στηριζόμενος σε πραγματικά γεγονότα που του διηγήθηκαν οι απόγονοι των προσφύγων.

11


Οι τέσσερις συγκλονιστικές σκηνές γεμάτες συμβολισμούς που αποτύπωσε ο ιερέας από τον βίαιο διωγμό των Σκοπινών Η πρώτη πράξη των διωγμών συντελέστηκε με τον απαγχονισμό του ιερέα του χωριού

Οι κάτοικοι εγκαταλείπουν το χωριό τους με κάρα

12


Καθώς εγκαταλείπουν το χωριό, οι Τούρκοι επιλέγουν ποιους θα εκτελέσουν…

Ο εγγονός φιλάει το χέρι της γιαγιάς του που ζήτησε να την αφήσουν πίσω για να μην τους καθυστερεί…

13


Παρουσίαση του βιβλιαρίου που έγραψαν οι μαθητές του Γυμνασίου με τις διηγήσεις των προγόνων τους για τους ξεριζωμούς του 1915/1922 Στο τέλος της παρουσίασης των τοιχογραφιών, η υπεύθυνη καθηγήτρια του προγράμματος, Χαρτίου Γεωργία, παρουσίασε το μικρό βιβλίο - διαβάζοντας αποσπάσματα από αυτό - με τις διηγήσεις των προγόνων των μαθητών για τον ξεριζωμό τους από την Ανατολική Θράκη. Τις διηγήσεις συνέγραψαν οι μαθητές, έπειτα από συζητήσεις με τους παππούδες τους.

14


5.Επίσκεψη στο Λευκό Πύργο της Θεσσαλονίκης Στα πλαίσια του προγράμματος πραγματοποιήθηκε εκπαιδευτική εκδρομή

των τμημάτων Α1, Α2, Β3 του Γυμνασίουστη Θεσσαλονίκη

όπου οι μαθητές επισκέφθηκαν το μουσείο του Λευκού Πύργου, μελέτησαν τη θεματική ενότητα της Μικρασιατικής Καταστροφής

και φωτογράφισαν τα εκθέματα που αφορούσαν τα προσφυγικά καταλύματα της Θεσσαλονίκης το ’22. 15


Φωτογραφίες από τα προσφυγικά καταλύματα της Θεσσαλονίκης

16


Πρόσφυγες στη Ροτόντα

17


6.Συνεντεύξεις των μαθητών από τους προγόνους τους αναφορικά με: ➢ τον ξεριζωμό τους από την Α. Θράκη, ➢ την εγκατάστασή τους στα χωριά του σερραϊκού κάμπου ➢ και την ίδρυση του χωριού Ν. Σκοπού Σερρών το 1923 Σημειωτέον ότι οι μαθητές προτρέπονταν συνεχώς να έρχονται σε επαφή με τους προγόνους τους, με τους συγγενείς τους και να καταγράφουν, να βιντεοσκοπούν τις ιστορίες που έζησαν οι τελευταίοι κατά τη διάρκεια της εγκατάλειψης της παλιάς εστίας τους και της εγκατάστασής τους στο νέο τους τόπο στα πλαίσια της ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας μετά τους διωγμούς του 1922. Έτσι συγκεντρώθηκαν ιστορίες σαν κι αυτές:

7.Διηγήσεις των προγόνων στους μαθητές Η ιστορία του Αναστάσιου Τζιρλή από την Προύσα Ονομάζομαι Αναστάσιος Τζιρλής και είμαι 70 χρονών. Κατάγομαι από τις οικογένειες Τζιρλή και Χιτίρογλου. Οι γονείς μου ήταν πρόσφυγες από την Προύσα.

Εδώ ήρθαμε με το καράβι λόγω πολέμου. Ο πόλεμος γινόταν ανάμεσα στην 18


Ελλάδα και την Τουρκία. Νικητές ήταν οι Τούρκοι κι έδιωχναν με φριχτό τρόπο όλους τους Έλληνες από παντού. Έγινε συμφωνία για ανταλλαγή πληθυσμού μεταξύ των δύο χωρών. Όταν ήρθαμε στην Μακεδονία, εγκατασταθήκαμε πρώτα στον Νέο Σκοπό, αλλά δεν μπορούσαμε να μείνουμε εκεί λόγω των κουνουπιών, γι αυτό πήγαμε πιο βόρεια, σε ένα χωριό που λεγόταν “το Τσιφλίκι του Σαλίαγα’’. Οι συνθήκες εκεί ήταν άθλιες και η ζωή πολύ δύσκολη, αφού δεν είχαμε προλάβει να πάρουμε τίποτα μαζί μας. Επίσης δεν είχαμε δουλειά για να μπορέσουμε να βγάλουμε χρήματα, ώστε να καλύψουμε τις ανάγκες μας. Μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα η κυβέρνηση αποφάσισε να δώσει ένα στρέμμα στην κάθε οικογένεια. Εκεί με πολύ κόπο χτίσαμε οι ίδιοι τα σπίτια μας με πλιθιά. Με τον καιρό αρχίσαμε να ασχολούμαστε με την γεωργία και χρόνο με τον χρόνο δημιουργήσαμε από μόνοι μας περιουσίες.

19


Μια συγκλονιστική και θλιβερή ιστορία που θυμάμαι από την γιαγιά μου είναι η εξής: Τον άντρα της γιαγιάς μου, που ήταν 25 χρονών, τον πήρε αιχμάλωτο ο τουρκικός στρατός και τον έστειλε στα βάθη της Μικράς Ασίας για να πολεμήσει υπέρ της Τουρκίας. Μετά από αυτό δεν γύρισε ποτέ πίσω. Καράνταη Αναστασία Α2, Γυμνάσιο Ν. Σκοπού

Η ιστορία των παππούδων της Πηνελόπης Δουκουλιάνου Ονομάζομαι Πηνελόπη Δουκουλιάνου. Είμαι 68 ετών και κατάγομαι από τον Νέο Σκοπό Σερρών, από το σόι των Δουκουλιάνων και Σφέτσα. Οι παππούδες μου εγκατέλειψαν το χωριό Σκοπό της ανατολικής Θράκης, το οποίο βρισκόταν κοντά στην Αδριανούπολη, λόγω του μεγάλου διωγμού του 1922. Ήρθαν εδώ μέσω της ανατολικής Θράκης άλλοι περπατώντας, άλλοι με κάρα κουβαλώντας την πραμάτεια τους. Ταλαιπωρήθηκαν μέσα στους δρόμους αρκετό καιρό.

Όταν επιτέλους έφτασαν σε αυτήν την τοποθεσία, αποφάσισαν να στήσουν εδώ το χωριό τους. Σε όλη την περιοχή του χωριού, υπήρχαν στάσιμα νερά, καλάμια, άγρια ζώα και μεγάλα φίδια. Στην αρχή ήταν πολύ δύσκολα, πολλοί πέθαιναν από την ελονοσία και άλλες αρρώστιες. Το κράτος βοήθησε τους κατοίκους ώστε να τραβηχτούν τα νερά, να γίνουν πεδιάδες για να 20


μπορούν να χτίσουν το χωριό. Νερό δεν υπήρχε κι έτσι αναγκάστηκαν να ανοίξουν πηγάδια για να βρουν καθαρό νερό. Έμεναν σε παλιές αποθήκες που βρήκαν εδώ. Με πολύ κόπο και πολλές θυσίες άρχισαν να χτίζουν τα σπίτια τους. Στην αρχή τα κατασκεύαζαν με πλιθιά, μείγμα από λάσπη και άχυρα.

Όμως ανάμεσα στους χωριανούς ήταν και αυτοί που κατασκεύαζαν τούβλα και κεραμίδια. Έτσι σιγά σιγά άρχισαν να χτίζουν τα σπίτια τους με αυτά τα υλικά.

21


Τα πρώτα κτήρια που έχτισαν ήταν: η εκκλησία

και το δημοτικό σχολείο

Οι περισσότεροι από τους κατοίκους ήταν γεωργοί, κεραμοποιοί, κτηνοτρόφοι, οικοδόμοι, τυροκόμοι, καροποιοί, ράφτες, υποδηματοποιοί, σιδηρουργοί, πεταλωτές, παντοπώλες, κουρείς και υφασματοπώλες. Με τον 22


καιρό κάνανε κι άλλα επαγγέλματα. Εγώ όταν μεγάλωσα είχα δικό μου περίπτερο στην πλατεία του χωριού. Οι ξενιτεμένοι Σκοπινοί που βρίσκονταν στο εξωτερικό, βοήθησαν πολύ τους κατοίκους του χωριού στέλνοντας χρήματα. Έτσι στήθηκε αυτό το ωραίο χωριό, ο Νέος Σκοπός, με πολύ κόπο και θυσίες. Σύντομα έγινε μία πανέμορφη κωμόπολη, που όλοι την θαυμάζουν και την ζηλεύουν. Την ονόμασαν Νέο Σκοπό σε ανάμνηση του Παλιού Σκοπού. Ευαγγελία Αικατερίνη Μαλίγκου Α2, Γυμνάσιο Νέου Σκοπού

Η ιστορία των γονιών και παππούδων της Ρούλας Καρακώστα Ονομάζομαι Ρούλα Καρακώστα και είμαι 73 χρονών. Γεννήθηκα εδώ στο Ν. Σκοπό, αλλά οι γονείς μου είναι πρόσφυγες. Η μητέρα μου κατάεται από το γένος Μήδιαλη και ο πατέρας μου από το γένος Γκόβρανου. Οι παππούδες μου, ήρθαν εδώ το 1922 από τον Σκοπό της Ανατολικής Θράκης με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Έφυγαν από εκεί πεζοί με τα κάρα, στα οποία φόρτωσαν ό,τι τους επέτρεψαν να πάρουν οι Τούρκοι. Πρώτα όμως πήγαν στην Ρουμανία. Λίγο αργότερα οι συγγενείς που εγκαταστάθηκαν εδώ, δηλαδή στην περιοχή του μετέπειτα Ν. Σκοπού, τους ειδοποίησαν να έρθουν και αυτοί. Έτσι οι παππούδες μου πήραν το πλοίο από την Κωστάντζα της Ρουμανίας.

23


Όμως ταξίδευαν πολύ καιρό, γιατί είχε θαλασσοταραχή. Ο κόσμος άρχισε να φοβάται πολύ. Η μητέρα μου ήταν τότε μωρό. Κάποια στιγμή ο Ρουμάνος καπετάνιος πλησίασε τη γιαγιά μου, πήρε την μαμά μου στα χέρια του, την σήκωσε ψηλά και είπε « Αυτό το μωρό θα μας σώσει από την τρικυμία!» και της έδωσε το όνομα Ερωφίλη, που στα ρουμάνικα σημαίνει γαλήνη. Στην αρχή, η περιοχή του χωριού ήταν ένα δάσος με έλος και άγρια ζώα. Το πρώτο διάστημα έμειναν σε σκηνές και να προσπαθούσαν να επιβιώσουν. Μετά, με την βοήθεια του κράτους άρχισαν να γίνονται δρόμοι και να γίνεται ρυμοτόμηση του χωριού. Επίσης πολλοί συγγενείς που έφυγαν στην Αμερική άρχισαν να στέλνουν εμβάσματα. Έτσι βοήθησαν να χτιστούν η εκκλησία, το δημοτικό σχολείο κ. α.

Οι κάτοικοι στην αρχή αντιμετώπισαν πολλά προβλήματα. Υπήρχε λειψυδρία, πείνα και αρρώστιες. Επίσης στην περιοχή έκαναν συχνά την εμφάνισή τους λύκοι, αλεπούδες και τσακάλια που απειλούσαν τη ζωή τους και τη ζωή των ζώων τους. Τα πράγματα τον πρώτο καιρό ήταν πολύ δύσκολα, όμως σιγά σιγά έχτισαν τα σπίτια τους και έτσι άρχισαν να ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Με πολύ κόπο και προσπάθεια τα καταφέραν Καρακώστα Ματίνα Α2, Γυμνάσιο Ν. Σκοπού

24


Η ιστορία των παππούδων της Ευγενίας Χριστοδούλου Ονομάζομαι Ευγενία Χριστοδούλου. Είμαι 71 ετών. Είμαι από το Νεοχώρι Σερρών και γεννήθηκα εκεί. Η καταγωγή μου όμως είναι από την Ανατολική Θράκη, συγκεκριμένα από την Αδριανούπολη. Εδώ ήρθαν οι παππούδες μου με τον ξεριζωμό του 1922. Η μητέρα μου ήταν τότε τεσσάρων ετών και ο πατέρας μου οχτώ. Ταξίδευαν με κάρα που τα σέρνανε αγελάδες.

Όμως κατά τον διωγμό τους από την Ανατολική Θράκη τους κυνηγούσαν οι Τούρκοι και ψάχνανε τα πολύτιμα αντικείμενα τους και τα χρήματα τους. Η γιαγιά μου είχε ζυμώσει ψωμί κι είχε κρύψει εκεί μέσα τις λίρες. Οι Τούρκοι έσπαγαν τα ψωμιά και έπαιρναν τα χρυσά νομίσματα. Η γιαγιά μου τότε πρόλαβε να καταπιεί μερικές λίρες, για να μπορέσει να φροντίσει τα παιδιά της. Αυτά όμως έγιναν αιτία να τραυματιστούν τα ζωτικά της όργανα με αποτέλεσμα αργότερα να έχει προβλήματα υγείας. Στην αρχή έμειναν σε κάτι παλιούς στάβλους του στρατού, όπου οι συνθήκες ήταν δύσκολες. Αργότερα η κυβέρνηση τους έδωσε κτήματα, στα οποία κατάφεραν και εγκαταστάθηκαν με τρομερά μεγάλες δυσκολίες. Αντιμετώπισαν κρύο, φτώχεια, πείνα, αρρώστια και την περιφρόνηση των ντόπιων. Είχαν μια πάρα πολύ δύσκολη ζωή. 25


Για να ζήσουν άρχισαν να ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Αργότερα προέκυψαν και άλλα επαγγέλματα, όπως αυτό του γαλατά, του παγοπώλη, του καροποιού, του γανοματή κ.α. Σε κάποια χρόνια η ζωή τους μπήκε σε μια σειρά.

Κανακίδης Γιώργος Α2, Γυμνάσιο Ν. Σκοπού 26


Η ιστορία του Αλιατίδη Κωνσταντίνου από το Αινάτο Προύσας Ονομάζομαι Αλιατίδης Κωνσταντίνος. Κατάγομαι από το Αινάτο Προύσας Μικράς Ασίας. Κανονικά λέγομαι Σεριανίδης στο επίθετο αλλά επειδή η μητέρα μου ήθελε να πάρει κάποιες ομολογίες το αλλάξαμε σε Αλιατίδης.

Η οικογένειά μου και εγώ ήρθαμε από την Μικρά Ασία το 1922. Αναγκαστήκαμε να φύγουμε λόγω της Μικρασιατικής καταστροφής.

27


Εγκατασταθήκαμε στην πόλη των Σερρών σε κάτι παράγκες ονόματι “τσεμπεγκνέρι παράγκες”. Δεν ήταν καθόλου εύκολα ειδικά στην αρχή. Το κράτος έπειτα από λίγο καιρό έδωσε σε κάθε προσφυγική οικογένεια ένα βόδι και λίγα χωράφια που τα δούλευαν για να ζήσουν. Όλες οι δουλειές γινόντουσαν με τα χέρια, με τα χέρια έσπερναν, με τα χέρια όργωναν. Όλα γινόντουσαν χειρωνακτικά, κάτι που τώρα κάνουν με μηχανήματα. Δυστυχώς ο πατέρας μου ο Δημήτρης δεν κατάφερε να έρθει μαζί μας. Και υπάρχει μια τραγική και άδικη ιστορία πίσω από αυτό που ακόμη μας στοιχειώνει. Ο πατέρας μου ήταν σπουδαίο παλικάρι, καλός στρατιώτης και πολύ καλός άνθρωπος. Είχε όμως και μεγάλη περιουσία που θα γινόταν η αιτία να χάσει τη ζωή του. Ενώ, λοιπόν, ήταν ήταν πάνω στο άλογο του οι Τούρκοι στρατιώτες τον χτύπησαν, τον σκότωσαν και πήραν όλη του την περιουσία. Αλιατίδης Ευστράτιος Α1, Γυμνάσιο Ν. Σκοπού Η ιστορία των παππούδων της Αρετής Αλεξιάδου Ονομάζομαι Αρετή Αλεξιάδου και προέρχομαι από δύο πολύ παλιά χωριά της Ανατολικής Θράκης: το Ζαλούφ και το Αμπαλάρι.

Η οικογένεια μου

28


Οι γονείς μου ήρθαν στο Παραλίμνιο Σερρών σε μικρή ηλικία μαζί με τους περισσότερους χωριανούς τους, που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους στις αρχές της Μικρασιατικής Καταστροφής, δηλαδή το 1920 με 1921. Και τι δεν πέρασαν για να δουν άσπρη μέρα! Βάναυσο ήταν το ταξίδι τους. Μες στα κύματα έπλεαν για καιρό. Έπειτα περιπλανήθηκαν πεζοί στη Μακεδονία. Διώχτηκαν από τους Τούρκους και μετά τους ανέλαβε η φτώχεια. Τέλος στέριωσαν στις Σέρρες. Το Παραλίμνιο, φτωχό όπως ήταν τότε, δεν μπορούσε να υποστηρίξει το χτίσιμο κανονικών σπιτιών. Έτσι όποιος έμπαινε την εποχή εκείνη στο χωριό θα αντίκριζε προσφυγικά σπίτια φτιαγμένα από καλαμιές. Τίποτα σπουδαίο. Μόλις μετά από είκοσι χρόνια, με τη γέννηση μου, άρχισαν να φτιάχνουν νέα σπίτια. Πάλι τίποτα το ιδιαίτερο. Φτωχόσπιτα. Μόνο το υλικό του σπιτιού άλλαξε. Πλιθιά και λάσπη. Ίσα ίσα δύο κρεβάτια χωρούσαν σκεπασμένα με κουρέλια και μια εστία στη γωνία, για να μην πεθάνουμε από το κρύο. Η γεωργία και η κτηνοτροφία, η κύρια ασχολία μας εκείνη την εποχή, δεν έφερνε αρκετά χρήματα στο τραπέζι για πολλά – πολλά. Όμως με τις δουλειές αυτές καταφέραμε και κάναμε πολλές γνωριμίες με τους κατοίκους του χωριού κι έτσι αρχίσαμε να ενσωματωνόμαστε στο χωριό.

Ο καιρός περνούσε. Εγώ μεγάλωνα. Ο πατέρας μου άρχισε να τα πηγαίνει καλά με τις δουλειές. Σύντομα είχε το μεγαλύτερο κοπάδι σε όλο 29


χωριό. Η οικογένειά μου είχε καταφέρει να γλιτώσει από την μανία των Τούρκων κι η ελπίδα είχε φωλιάσει στις ψυχές μας.

Όμως στην νέα της πατρίδα έμελλε να έρθει αντιμέτωπη με έναν νέο άτιμο εχθρό, αυτόν των Κομιτατζήδων! Μια κάτασπρη αυγή, όταν ο πατέρας μου όργωνε, βρήκαν την κατάλληλη στιγμή να του ρίξουν. Έπεσε ετοιμοθάνατος. Μα αυτό δεν έφτανε. Ήθελαν να δουν πόνο στα πρόσωπα μας. Χαίρονταν με αυτό. Τον έβαλαν επάνω σε ένα σάπιο ξύλο και το κατακόκκινο από τις πληγές σώμα του, έτρεμε. Αντίκρισα τα μάτια του τα λαμπερά να δίνουν μάχη να μην κλείσουν. Ξεψύχησε ο πατέρας. Πρώτη έτρεξα να του δώσω μια τελευταία αγκαλιά. Ένα τελευταίο γλυκό φιλί. Όλο το χωριό θρηνούσε. Του κάναμε μια κηδεία με τιμές. Εγώ ήμουν μόλις εννιά χρόνων. Μα ο πόνος του θανάτου του δεν αντεχόταν. «Μετά από καιρό το συνηθίσει κάποιος», μου λέγανε, αλλά αυτό δεν ίσχυε στην δική μου περίπτωση. Η μάνα μου μοιρολογούσε για τον άντρα της και την πατρίδα της, ώσπου τα δάκρυα στράγγιξαν στο πρόσωπό της. Η συνέχεια ήταν τρελή, μα η μάνα μου, ο καπετάνιος του σπιτιού τα έβγαλε εις πέρας! Ανέθρεψε πέντε παιδιά χωρίς κανένα παράπονο! Την έπιασε το πείσμα μόλις πέθανε ο πατέρας. Δεν το έβαλε κάτω και τα κατάφερε. Όλα μας τα έδωσε. Ήρωας της καθημερινότητας η μητέρα μου. Μας έμαθε να είμαστε περήφανοι για την οικογένεια και την πατρίδα μας! Αυτό το

30


συναίσθημα δεν θα το ξεχάσω ποτέ κι ας γέρασα. Περήφανη Ελληνίδα θα μείνω! Κανείς δεν μου το κλέβει εμένα αυτό!

Αρετή Καζάκη Α1, Γυμνάσιο Ν. Σκοπού Η ιστορία των προγόνων του μαθητή Βακιρτζή Χρήστου Η γιαγιά μου, Δέσποινα Μόμτσιου, απ’ την πλευρά του πατέρα της, Δημήτρη Μόμτσιου κατάγεται από τις Σαράντα Εκκλησιές της Ανατολικής Θράκης. Ενώ η μητέρα της, Γαρυφαλλιά Καλούλη κατάγεται από τη Λήμνο. Ο προπάππους μου ο Δημήτρης, έμενε με την οικογένειά του στον Παληό Σκοπό μέχρι που στις 7 Οκτωβρίου 1922, αποφασίστηκε η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης. Αναγκάστηκαν να φύγουν από εκεί, όταν υπογράφηκε η συνθήκη των Μουδανιών στις 13 Οκτωβρίου 1922. Ο παππούς της μαμάς μου Κωνσταντίνος Τσαούσογλου, καταγόταν από κοντινό χωριό στον Παληό Σκοπό, το Χατζιήρ. Τον πατέρα του Χριστόδουλο τον πήρανε οι Τούρκοι σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου και πέθανε από γάγγραινα. Η μητέρα του Καλλιόπη ήτανε πολύ άρρωστη, μετά από λίγο καιρό πέθανε.

31


Έτσι μείνανε ορφανά ο Κωσταντής ο Χριστοφίλης και η Αθανασία. Όταν όλοι ξεκινούσαν με τα κάρα τους για την Ελλάδα, τα ορφανά καθόταν στην αυλή μόνα τους κι οι άλλοι τους έβλεπαν. Τότε ο θείος Αλεξανδρής, αδερφός του μπαμπά τους τα λυπήθηκε, τα πήρε στο κάρο μαζί με τα δικά του παιδιά. Ήρθανε στην Ελλάδα όπου συνεχίστηκε ο Γολγοθάς τους.

Αρχικά είχαν εγκατασταθεί γύρω απ’ την πλατεία του σημερινού χωριού, και η διαμονή τους ήταν ιδιαίτερα δύσκολη, γιατί τα σπίτια τους ήταν τα κάρα και τ’ αντικείμενά τους ήταν δύο κατσαρόλες και πέντε κουβέρτες, διότι πίστευαν ότι θα επέστρεφαν στην πατρίδα τους.

32


Στην αρχή άρχισαν να σκάβουν πηγάδια, ώστε να ξεδιψάσουν τα ζώα τους και να ποτίσουν χωράφια τους. Ασχολήθηκαν με την γεωργία. Ύστερα, άρχισαν να χτίζουν σπίτια, τα σπίτια τους, σχολείο, εκκλησία ακόμη και σύλλογο.

Τα πράγματα αρχικά ήταν πάρα πολύ άσχημα. Πέρασαν απίστευτες δυσκολίες. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι άφησαν σπίτια τους και τις περιουσίες τους για να έρθουν εδώ, σε ένα βάλτο. Η μάλλον όχι, δεν τα άφησαν εκείνοι, τους ανάγκασαν οι Τούρκοι. Τους έδιωξαν με τον ποιο βίαιο τρόπο... Βακιρτζής Χρήστος Α1, Γυμνάσιο Ν. Σκοπού 33


Η ιστορία του Βασίλειου Τικιστιρμά Ονομάζομαι Βασίλειος Τικιστιρμάς και κατάγομαι από τις οικογένειες Τικιστιρμά και Νίγδελη. Είμαι από την Μικρά Ασία, συγκεκριμένα από την Προύσα. Γεννήθηκα εκεί.

Εδώ ήρθα με τους γονείς μου το 1922 εξαιτίας του διωγμού από τους Τούρκους. Οι συνθήκες για να έρθουμε στην Ελλάδα ήταν τραγικές.

Ήρθαμε με το καράβι. Θυμάμαι ότι την ημέρα που φεύγαμε από την 34


Προύσα πολλοί γονείς πετούσαν τα παιδιά τους στην θάλασσα, γιατί προτιμούσαν να πνιγούν παρά να τα σκοτώσουν οι Τούρκοι. Τα πράγματα στην πατρίδα μας είχαν γίνει πολύ επικίνδυνα για μας τους Έλληνες αρκετό καιρό πριν. Τον πατέρα της μετέπειτα γυναίκας μου οι Τούρκοι τον σκότωσαν βάζοντας δηλητήριο μέσα στο καφέ του στο καφενείο. Στην αρχή όταν ήρθαμε εδώ, πήγαμε στο Νέο Σκοπό, όμως δεν μας άρεσε η τοποθεσία, επειδή ήταν βάλτος, και πήγαμε στο τσιφλίκι του Σαλίαγα. Στην αρχή ήταν πολύ δύσκολα και κάναμε πολύ καιρό να προσαρμοστούμε, διότι είχαμε αφήσει όλα μας τα πράγματα, όλη μας την περιουσία στην Προύσα. Εδώ μπορέσαμε να εγκατασταθούμε με την βοήθεια του κράτους, που μας έδωσε οικόπεδα και χωράφια για να ξαναρχίσουμε κυριολεκτικά μια νέα ζωή. Για να μπορέσουμε να σταθούμε στα πόδια μας ασχοληθήκαμε με την καλλιέργεια της γης και την κτηνοτροφία. Θυμάμαι πάρα πολύ έντονα πόση πολλή πείνα υπήρχε τότε και πόσο ρατσισμό αντιμετωπίζαμε από τους ντόπιους Έλληνες, επειδή ήμασταν νέοι κάτοικοι.

35


Για πάρα πολλά χρόνια πιστεύαμε ότι θα γυρίσουμε πίσω. Αλλά ακόμη και σήμερα, παρόλο που ζούμε εδώ παρά πολλά χρόνια, δεν ξεχνάμε ποτέ τις ρίζες μας και ούτε πρόκειται! Ο Βασίλης Τσικιστιρμάς πέθανε σε ηλικία 110 ετών.

Καλαϊτζίδου Μαρία Α2, Γυμνάσιο Ν. Σκοπού

Η ιστορία του Σωτήρη από την Ανατολική Ρωμυλία Ονομάζομαι Σωτήρης και κατάγομαι από την Ανατολική Ρωμυλία. Οι προπαππούδες μου ήρθαν εδώ το 1918. Αναγκάστηκαν να φύγουν από την πατρίδα τους, γιατί θα γινόταν πόλεμος.

Αρχικά τους φιλοξένησαν κάποιοι άνθρωποι στο σπίτι τους στην Αγία Ελένη Σερρών. Ήταν εξαντλημένοι από την ταλαιπωρία που περάσανε μέχρι να φτάσουν στις Σέρρες. Όταν εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του χωριού μας, η διαμονή τους ήταν δύσκολη, διότι δεν τους ήξεραν οι ντόπιοι, δεν τους εμπιστεύονταν και δεν τους έδιναν πολλά μεροκάματα. Γι΄ αυτό υπήρχε πείνα. Όμως πολλά χρόνια μετά, το 1950, έγινε αναδασμός στο χωριό και επειδή οι πρόσφυγες είχαν τα χαρτιά τους μαζί, δηλώθηκαν ως κάτοικοι του χωριού 36


κι έτσι πήραν χωράφια. Σύντομα άρχισαν να τα καλλιεργούν και είχαν δικά τους έσοδα. Βέβαια στην αρχή ήταν πολύ δύσκολα, γιατί έφυγαν από τον τόπο τους αφήνοντάς τις περιουσίες τους πίσω και θα έπρεπε να δημιουργήσουν ξανά ένα σπιτικό από την αρχή.

37


Και δεν έφταναν όλα αυτά, πέντε χρόνια μετά την εγκατάστασή τους μετά κόπων και βασάνων στο χωριό, πέθανε ο προππάπους μου (αυτός που ήρθε από την Ανατολική Ρωμυλία) αφήνοντας ορφανό τον παππού μου, σε ηλικία πέντε χρονών. Και ήταν στ’ αλήθεια πολύ δύσκολο για ένα προσφυγόπουλο να μην έχει τον πατέρα του σε ένα ξένο μέρος. Τα επόμενα χρόνια ήταν πέτρινα, όμως πέρασαν. Ο παππούς μου μεγάλωσε, έκανε οικογένεια κι έτσι κάπως γεννήθηκα εγώ και σας περιγράφω σήμερα την ιστορία του. Τσούρλου Χριστίνα Α1, Γυμνάσιο Ν. Σκοπού Συνέντευξη από τη γιαγιά της μαθήτριας Άννας Μαλίγκου • Πού γεννήθηκες; Ποια είναι η καταγωγή σου; Γεννήθηκα στις 8 Ιουνίου του 1953 από γονείς Θρακιώτες στο Νέο Σκοπό, πολύ αργότερα από τους διωγμούς, δηλαδή στο νέο χωριό που ήταν ελεύθερο και άρχισε να αναπτύσσεται σε μία όμορφη κωμόπολη. Ο πατέρας του πατέρα μου ήταν Θρακιώτης και ο πατέρας της μητέρας μου ήταν Σαρακατσάνος. • Από ποιον έμαθες τι συνέβη; Ό, τι γνωρίζω τα έμαθα από τον παππού μου που τα κρύα βράδια του χειμώνα μας διηγιόταν αληθινές ιστορίες, δηλαδή τις κακουχίες που αντιμετώπισαν μέχρι να φτάσουν σ' αυτό το μέρος, όπου χτίστηκε το νέο χωριό. • Που ζούσαν οι πρόσφυγες του Ν. Σκοπού πριν από τους διωγμούς; Ζούσαν στο Παλιό Σκοπό Ανατολικής Θράκης στην περιοχή των Σαράντα Εκκλησιών. Οι κάτοικοι εκεί ήταν σχετικά εύποροι και το χωριό πανέμορφο. • Για ποιον λόγο έγιναν οι διωγμοί; Ο πρώτος διωγμός έγινε το 1915- 1918. Αφορμή της Τουρκίας για να πραγματοποιήσει το προμελετημένο σχέδιό της, δηλαδή το ξερίζωμα του Ελληνισμού της Θράκης, ήταν ο φόνος του γιου του Νομάρχη Αδριανουπόλεως που έγινε από τους Βουλγάρους αλλά σκόπιμα ο φόνος αποδόθηκε στους Έλληνες. Ένας άλλος λόγος ήταν η πίεση που δεχόταν οι Έλληνες από τους Τούρκους για να αλλάξουν πίστη. '' Ή Τούρκος ή να φύγεις!'' Στις 10 Σεπτεμβρίου του 1915, ημέρα Πέμπτη, 8 η ώρα το πρωί όλοι οι 6.000 κάτοικοι του χωριού εγκαταλείπουν την πατρίδα τους και μετά από στερήσεις φτάνουν στα ξένα χώματα της Μικράς Ασίας. Όμως 800 οικογένειες που επέζησαν, επέστρεψαν στο Σκοπό στο τέλος του 1918 και ελεύθεροι πια ξανακτίζουν το 38


χωριό τους. Ο δεύτερος διωγμός έγινε το 1922. Η χαρά της ελευθερίας δεν βάσταξε πολύ. Οι Μεγάλες Δυνάμεις επέτρεψαν στους Τούρκους να κυριαρχήσουν σε όλη την περιοχή, έτσι για δεύτερη φορά σε μία πενταετία ο πολυβασανισμένος Ελληνικός πληθυσμός αναγκάστηκε να εκπατριστεί στην Μεγάλη μάνα, την Ελλάδα. • Πότε εγκατέλειψαν οι Έλληνες τον Σκοπό κατά τον δεύτερο διωγμό και πώς ήρθαν εδώ; Στις 7 Οκτωβρίου 1922 αρχίζει η εκκένωση του Σκοπού. Σε δύο μέρες 4.500 ψυχές παίρνουν τον δρόμο της προσφυγιάς. Στοιβαγμένα λίγα πράγματα και τα μικρά παιδιά τους πάνω στα αμάξια τους που τα σέρνουν τα βραδυκίνητα βόδια.

Προχωρούν και σταυροκοπιούνται κάτω από τις πλέον απάνθρωπες συνθήκες, θλιμμένοι, κουρασμένοι με μόνη ελπίδα τον Άγιο και παντοδύναμο Θεό, να τους αξιώσει να φθάσουν ζωντανοί στη μητέρα Ελλάδα. Οι γεωργοί του χωριού κατέληξαν στην πεδιάδα των Σερρών, τον Σεπτέμβριο του 1923. Σε ένα ύψωμα ξεπέζεψαν οι Σκοπινοί τα αμάξια τους σύμφωνα με την υπόδειξη της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων. • Πώς ήταν η περιοχή όταν ήρθαν οι Σκοπινοί εδώ και πώς ζούσαν; Σε όλη την περιοχή νότια του χωριού υπήρχαν στάσιμα νερά, ιτιές, καλάμια γεμάτα με άγρια ζώα και μεγάλα φίδια. Επί ένα χρόνο έμειναν σε αντίσκηνα, μετά σε καλύβες φτιαγμένες από καλάμια. Νερό δεν υπήρχε και 39


αναγκάζονταν οι κάτοικοι να ανοίξουν πηγάδια για να έχουν καθαρό, πόσιμο νερό για εκείνους αλλά και για τα ζώα τους. • Ποια ήταν τα επαγγέλματα και οι ασχολίες των κατοίκων; Τα επαγγέλματα των κατοίκων ήταν ποικίλα. Υπήρχαν γεωργοί, κτηνοτρόφοι, οικοδόμοι, κεραμοποιοί, καροποιοί (αραμπατζοί), πεταλωτές, τυροκόμοι, μαρμαράδες, μαραγκοί, ηλεκτρολόγοι, υδραυλικοί, αρτοποιοί, ράφτες, υποδηματοποιοί, σιδηρουργοί, κουρείς, εργάτες, παντοπώλες, βιοτέχνες, έμποροι, βιομήχανοι, υφασματοποιοί κλπ.

Μόνο δέκα- δώδεκα οικογένειες ήταν αστικές, άνθρωποι μορφωμένοι που ασχολούνταν με τα κοινά, με τα εκκλησιαστικά, με την μόρφωση των παιδιών ή και είχαν εμπορικά καταστήματα γύρω από την πλατεία του χωριού. • Είχε σχολείο το χωριό; Το πρώτο σχολικό κτήριο ήταν η ξυλόχτιστη εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Τα θρανία ήταν ξύλινα και μια ξυλόσομπα στημένη στη μέση που ζέσταινε τα παιδιά με ξύλα που έφερναν από το σπίτι τους. Το Διδακτήριο (σχολείο) θεμελιώθηκε το φθινόπωρο του 1924 με δαπάνες των ομογενών του Σικάγου και των κατοίκων του Νέου Σκοπού. Το Διδακτήριο καίγεται από τους Βουλγάρους στις 3 Μαρτίου 1942. Υπό την κατοχή των Βουλγάρων, τον Οκτώβριο του 1941, εκτελούνται στην αυλή του σχολείου 18 παλικάρια. Η μοίρα στάθηκε πολύ σκληρή μαζί μας και στην παλιά μας πατρίδα και στη νέα. Έτσι είναι. Τα βάσανα και οι καημοί των ανθρώπων δεν έχουν τέλος. 40


Ποίημα της γιαγιάς μου για το σχολείο που κάηκε από τους Βουλγάρους

Ένα σχολείο ελληνικό εκάηκε μία μέρα που ήταν πρέπος του χωριού φαινόταν πέρα ως πέρα

Χτυπά η καμπάνα του χωριού όπλα και πολυβόλα να τρέξουν οι χωριανοί για να τα σβήσουν όλα.

Το κάψανε οι Βούλγαροι μέσα σε μία ώρα και 'φέραν την αντλία τους για να τα σβήσει όλα.

Πάλι με χρόνους με καιρούς πάλι θα ξαναγίνει και η σημαία η ελληνική θα ξανακυματίζει.

Μέρα Τρίτη ξημέρωσε μαύρη μεσ' στο χωριό μας και ώρα μία εκάηκε το όμορφο σχολειό μας.

Γεωργία Κωστοπούλου Σκαρλατοπούλου Έτος γέννησης: 1928

Για την προσφυγική ιστορία του Ν. Σκοπού και των προγόνων τους έκαναν έρευνα και οι μαθητές του Γυμνασίου Γρηγορόπουλος Αναστάσης, Γατίδου Γεωργία του Α1, Αρόγλου Σταύρος του Α2 και Σπασέγκος Νίκος, Δοντσόπουλος Αντώνης του Β3. 41


8. Συγγραφή διηγημάτων με αφορμή την ίδρυση του Ν. Σκοπού από τους προγόνους των μαθητών Κατόπιν όλων αυτών των δράσεων σε κάθε τάξη έγιναν δράσεις δημιουργικής γραφής κατά τη διάρκεια των οποίων αρκετοί μαθητές άρχισαν να γράφουν κάποιο διήγημα ή κάποιο ποίημα για την προσφυγιά των προγόνων τους.

Διηγήματα των μαθητών της Α΄ Λυκείου «Το τελευταίο κρυφτό…» Ένα διήγημα εμπνευσμένο από τις ιστορίες της γιαγιάς μου, Γαρυφαλλιάς Μπόγιογλου

Συνάντησα μία παλιά, πολύ παλιά φίλη και αναπολήσαμε και οι δυο τις μέρες πίσω στην πατρίδα μας, τα παιδικά χρόνια μας εκεί. Γυρνώντας πίσω στο μοναχικό σπίτι νιώθω μεγάλη στεναχώρια, βλέποντας τη φωτογραφία όλης της οικογένειας, που τόσο μου λείπει, μα πιο πολύ η μεγάλη μου αδερφή, που φρόντισε να φτάσω ως εδώ. Ήταν μεσάνυχτα, στις 30 Αυγούστου του 1922. Ήμουν μικρό κορίτσι τότε και η αδερφή μου, η Μαρία, ήταν δεκαεφτά ετών. Μέρες πριν, νιώθαμε όλοι μας ότι ζύγωνε η ώρα που έπρεπε να αποχαιρετήσουμε την πατρίδα, να την αφήσουμε πίσω μας. Αυτό όμως που δεν ξέραμε, ήταν πως αυτό θα γινόταν τώρα! Στη μία ακριβώς το βράδυ, η πόρτα χτύπησε. Όλοι τρέμαμε, ο πατέρας μου άνοιξε την πόρτα με δισταγμό. Εμείς είχαμε ήδη έτοιμες τις βαλίτσες μας, γεμισμένες με κάνα δυο ρούχα, λίγο ψωμί και τα χρυσαφικά της γιαγιάς. Η πόρτα μισάνοιχτη. Ο μπαμπάς βγαίνει έξω. Ξαναμπαίνει μέσα. Το βλέμμα του είναι άδειο. Ο μπαμπάς μας ετοιμάζει να φύγουμε, αλλά μόνο εμένα και την αδερφή μου. Εμείς συνεχώς ρωτούσαμε «πού είναι τα πράγματά σας, που είναι η βαλίτσα της μαμάς και η δικιά σου;», όμως δεν παίρναμε απάντηση… Αποχαιρετήσαμε την γιαγιά και για κάποιο λόγο οι γονείς μας έκλαιγαν συνεχώς. Δεν ήξερα όμως το γιατί, αφού θα γυρίζαμε ξανά πίσω μετά τις διακοπές μας σε έναν φίλο του μπαμπά στην όμορφη Ελλάδα. Με τα πολλά, ανεβήκαμε στο κάρο. 42


Έπειτα από πολλή ώρα, έξω από την πόλη, κάναμε μια στάση. Εγώ πιασμένη από το ταξίδι, είχα την ιδέα να παίξουμε κρυφτό με την Μαρία. Εγώ κρύφτηκα πίσω από έναν μεγάλο βράχο και περίμενα με ανυπομονησία να έρθει να με βρει. Στη συνέχεια όμως, αφού πέρασαν κάποια λεπτά, άκουσα μια φωνή να με φωνάζει. Ήταν η Μαρία, δεν ακουγόταν καθόλου καλά, γι’ αυτό έτρεξα προς αυτή. Φτάνοντας πίσω στο κάρο, είδα την αδερφή μου πεσμένη κάτω, νόμιζα πως μου κάνει απλά πλάκα για να με διασκεδάσει. Πλησιάζοντας την είδα με αίματα στα χέρια της και μια μεγάλη πληγή στην κοιλιά. Τρομοκρατήθηκα. Μου είπε πως ήταν όλα μια χαρά και πως για να παίξω δίκαια θα έπρεπε να τρέξω όσο πιο μακριά μπορώ, μέχρι να βρω ένα μέρος πολύ όμορφο, ήσυχο, γεμάτο λουλούδια, χωρίς να κρατάει κανείς όπλο και να κρυφτώ εκεί. Μου είπε πως όταν βρω αυτό το μέρος, τότε αυτή θα έρθει να με βρει μετά από… Και να ‘μαι εδώ, αγαπημένη μου αδερφή, σε αυτήν την πολυθρόνα, μετά από πενήντα χρόνια, έχοντας σε στο μυαλό μου κάθε πρωί που ξυπνάω, κάθε βράδυ πριν πέσω να κοιμηθώ, ευγνωμονώντας σε που με έσωσες. Μου λείπεις κάθε μέρα. Αρόγλου Αναστασία Α΄ Λυκείου, ΓΕΛ Ν. Σκοπού

«Τα ξένα χέρια…» Το περιστατικό συνέβη την προηγούμενη εβδομάδα στην κεντρική πλατεία του χωριού. Δεν έγραφα τόσο καιρό για το συγκεκριμένο γεγονός καθώς δεν μπορούσα να το διαχειριστώ και ήθελα να το διαγράψω από την μνήμη μου. Έφτασε λοιπόν, η στιγμή που μπορώ να αποτυπώσω αυτήν την εμπειρία στο χαρτί και ίσως κάποια μέρα οι άλλοι θα το διαβάζουν σαν διήγημα, βέβαια όχι με την ίδια συγκίνηση. Είχα πάει, όπως κάθε μέρα, στο ψιλικατζίδικο της γειτονιάς μου να αγοράσω την καθιερωμένη εφημερίδα μου. Για κακή ή για καλή μου τύχη αποφάσισα να πρωτοτυπήσω αυτή τη φορά. Αποφάσισα να κάτσω να διαβάζω την εφημερίδα μου σε ένα παγκάκι, αντί να επιστρέψω σπίτι μου. Μετά από λίγη ώρα, εμφανίστηκαν δύο νεαροί. Ο ένας κρατούσε ένα 43


μπουζούκι και ο άλλος ένα μικρόφωνο και φαινόταν να ήθελαν να βγάλουν μεροκάματο παίζοντας μουσική. Ξαφνικά μία γνωστή μελωδία ήχησε στα αυτιά μου. Με διέγειρε μία ανατριχίλα και τα μάτια μου άρχισαν να δακρύζουν. Πολύ συγκεκριμένες εικόνες κατέκλεισαν το μυαλό μου. Αυτή η μελωδία έχει στοιχειώσει τη ζωή μου. Τα “Ξένα χέρια’’, το τραγούδι που κάνει κουρέλι την ψυχή μου. Μου φέρνει στο μυαλό πώς ακριβώς αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψουμε το υπέροχο χωριό μας, τις ζωές μας, το βιος μας για να πέσουμε σύντομα στα ξένα χέρια. Στην καχυποψία, στην ανάγκη ξένων ανθρώπων που δεν έχαναν ευκαιρία να μας εκμεταλλευτούν, να μας πληγώσουν. Αυτό το τραγούδι κάθε φορά που το ακούω νιώθω ότι ξαναζώ ό,τι με σημάδεψε, ό,τι μου ξερίζωσε την καρδιά. Όταν συνειδητοποίησα τι ακριβώς γινόταν, σηκώθηκα τρέμοντας από το παγκάκι και άρχισα να περπατώ γοργά προς το σπίτι μου. Μόλις μπήκα μέσα άρχισα να κλαίω σαν μικρό παιδί. Τις επόμενες μέρες η ψυχολογική μου κατάσταση συνέχισε να είναι άσχημη, ώσπου κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι η ζωή συνεχίζεται και δεν θα πρέπει να την σπαταλάω με αυτό τον τρόπο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτά που πέρασα, όπως και κανένας άλλος πρόσφυγας, αλλά θα τα αφήσω πίσω μου. Και θα βοηθάω ανθρώπους που ζουν τις ίδιες καταστάσεις με αυτές που ζήσαμε εμείς τότε. Έπειτα αναλογίστηκα ότι η ζωή μου είναι πλέον όμορφη και ήρεμη. Κατοικώ σε ένα ωραίο και ήσυχο χωριό σαν αυτό που άφησα πίσω μου. Ήρθε, λοιπόν, η ώρα να επουλώσω τα παλιά μου τραύματα. Μόμτσιου Ελένη Α΄ Λυκείου, ΓΕΛ Ν. Σκοπού

« Μόνο ένα γράμμα του…» Πριν λίγες μέρες επισκέφτηκα τη γιαγιά μου. Το κλίμα στη γειτονιά ήταν βαρύ κι αυτή στεναχωρημένη. Όταν την ρώτησα τι έχει συμβεί μου απάντησε ότι πριν λίγες ώρες έχασε τη ζωή του ο κύριος Νίκος, ο γείτονας και παιδικός της φίλος. Δυστυχώς δεν κατάφερε να κερδίσει τη μάχη με την αρρώστια του. Με αφορμή το γεγονός αυτό η γιαγιά μου άρχισε να αναπολεί στιγμές που πέρασε μαζί του καλές και άσχημες και έφερε στο μυαλό της 44


και την πιο σκληρή. Η ξενιτιά από τον τόπο τους ήταν ένα από τα γεγονότα που έζησαν μαζί και αναπολώντας το ξεκίνησε να μου διηγείται την εμπειρία της: «Ήμουν παιδάκι όταν έφυγα από τον τόπο μου. Θυμάμαι τα τελευταία λόγια της μητέρας μου πριν φύγουμε από το σπίτι: «ετοιμάστε τα πράγματα σας αγάπες μου πρέπει να φύγουμε». Ακολούθησαν οι ερωτήσεις μας για το που θα πάμε, αν θα πάμε ταξίδι αλλά δεν έδωσε καμία εξήγηση, δεν είπε τίποτα πέρα από το να κάνουμε γρήγορα. Και σε όλη την διαδρομή δεν είπε λέξη. Βγήκαμε από το σπίτι και η εικόνα ήταν πολύ άγνωρη για ένα μικρό παιδί όπως ήμουν εγώ. Στρατιώτες αγριεμένοι σκορπισμένοι να ελέγχουν τους ανθρώπους κι αυτοί να τρέχουν να μαζεύουν πράγματα και τους δικούς τους ανθρώπους. Στο τοπίο κυριαρχούσε ένας πανικός και στο δικό μου παιδικό μυαλό ένα μεγάλο μπέρδεμα. Δεν είχα συνειδητοποιήσει τι γινόταν όμως έβλεπα τον πόνο και τη θλίψη ζωγραφισμένη στο πρόσωπο της μητέρας μου και ένα βλέμμα που με γέμιζε φόβο και κατάλαβα ότι ό,τι κι αν ήταν δεν ήταν κάτι καλό. Ο δρόμος ήταν γεμάτος με κάρα και ανθρώπους ξεσπιτωμένους που άφηναν πίσω τη ζωή τους και αναζητούσαν μια νέα ζωή χωρίς να ξέρουν τι θα τους ξημερώσει την επόμενη μέρα. Πόσο θλιβερό να φεύγεις από τον τόπο σου, το σπίτι σου, την ασφάλεια σου και να μην ξέρεις που πηγαίνεις» σχολίασε και άρχισε να βουρκώνει. «Ο πατέρας μου, συνέχισε, είχε μείνει πίσω να βοηθήσει και μας είπε να ξεκινήσουμε και ότι θα μας βρει στο δρόμο. Μας αγκάλιασε, μας έδωσε ένα γλυκό φιλί στο μέτωπο είπε στην μητέρα μου να προσέχουμε, έτρεξε πίσω και σε δευτερόλεπτα χάθηκε μέσα στο χάος εκείνο. Περνούσαν οι μέρες, περιμέναμε πότε θα έρθει να μας βρει όμως αυτός άφαντος. Κούραση, απόγνωση, αγωνία για το τι θα γίνει αλλά η σκέψη του πατέρα κυριαρχούσε. Η μητέρα μου προσπαθούσε να είναι δυνατή για να δίνει κουράγιο σε εμένα και τον αδερφό μου αλλά τα βράδια όταν ξαποστάζαμε να ξεκουραστούμε και όλοι κοιμούνταν, λύγιζε κι αυτή και ξεσπούσε. Ένα βράδυ, ξύπνησα κρυφά και την άκουσα να κλαίει και να παρακαλάει τον Θεό να μην έχει πάρει τον άντρα της κοντά του. Εκεί κατάλαβα ότι τα πράγματα ήταν δύσκολα. Εκείνη τη στιγμή, η γιαγιά μου κοιτάζοντας στον τοίχο την φωτογραφία του πατέρα της ξέσπασε σε κλάματα. Πήγα να την ηρεμήσω, όμως συνήλθε αμέσως. Δεν θέλει, λέει, να την βλέπω να κλαίει, να δείχνει 45


την αδυναμία της. Και αμέσως συνέχισε: «Από εκείνη τη μέρα άρχισα να σκέφτομαι αλλιώς, το παιδικό μου μυαλό άρχισε να αντιμετωπίζει τις καταστάσεις με έναν τρόπο που ταίριαζε περισσότερο σε ενήλικα. Δεν ήταν ούτε η κατάσταση ούτε το περιβάλλον που αρμόζει σε ένα παιδί γι’ αυτό έπρεπε να προσαρμοστώ στην σκληρή πραγματικότητα. Μετά από κάποιες μέρες φτάσαμε επιτέλους εδώ στο χωριό. Δεν ήταν χτισμένο, βέβαια, όπως τώρα. Όταν φτάσαμε είδα μια περιοχή ερημωμένη δίπλα σε έναν βάλτο και είπαμε να σταθούμε εδώ. Φτιάξαμε πρόχειρα δυο τρία καταλύματα και περάσαμε τις πρώτες νύχτες. Μια μέρα, ξύπνησα το πρωί και άκουσα την μητέρα μου να μιλάει με ένα παλικάρι. Είχε έρθει κι αυτό με την οικογένεια του ήταν καινούργιοι, μόλις είχαν φτάσει. Το παλικάρι αυτό ήξερε τον πατέρα μου, μαζί βοηθούσαν τους ανθρώπους να ετοιμάσουν τα κάρα τους μέχρι που χάθηκε!. Στα ρούχα του βρέθηκε ένα γράμμα για την γυναίκα του. Ένας καλός συμπατριώτης κατάλαβα πόση σημασία θα είχε για μας αυτό το γράμμα και μας το έφερε! Έτσι τα τελευταία λόγια του πατέρα μου τα άκουσα μέσα από ένα γράμμα. Που να ήξερα ότι εκτός από το σπίτι μου, τον τόπο μου θα έχανα και την αδυναμία μου, τον πατέρα μου». Είπε και τελείωσε την εξιστόρηση με ένα δάκρυ να κυλά από τα βουρκωμένα της μάτια. Με κοίταξε στα μάτια και μου είπε: «είναι το άδικο, παιδί μου, που με πνίγει». Συμεωνίδου Αγγελική Α΄Λυκείου, ΓΕΛ Ν. Σκοπού «Κάθε χρόνο τέτοια μέρα…» 8:00΄ το πρωί και η κυρία Γλυκερία βρισκόταν ήδη στο γνωστό σημείο όπως και κάθε χρόνο τέτοια μέρα τα τελευταία δέκα χρόνια. Η φωτογραφία του άντρα της από το μνήμα του την κοίταζε, καθώς αυτή διαλυόταν πάνω του, θυμούμενη αυτά που έχασαν αυτοί και άλλοι πόσοι. Ιούνιος του ΄22 ήταν και πενήντα χρόνια μετά ακόμη θυμάται τον τρόμο στο πρόσωπο του άντρα της, όταν ξύπνησαν νωρίς το χάραμα από δυνατά χτυπήματα στην πόρτα τους. Ποιος να τους έλεγε πως εκείνη την στιγμή άρχιζαν όλα.... «Έχετε μέχρι το πρωί να φύγετε από αυτό το μέρος!» είπαν σε αυτούς και όλους τους άλλους Έλληνες στα διπλανά σπίτια, στις διπλανές 46


γειτονιές και ακόμη παραπέρα. Πού θα πάνε, πώς, γιατί, τί θα γίνει με τα σπίτια τους εκεί; Τόσες ερωτήσεις, καθόλου χρόνος και κανείς για να τις απαντήσει. Κλαμένη να προσπαθεί να μαζέψει τα απαραίτητα και ταυτόχρονα τον εαυτό της. Πώς θα έλεγε στα μικρά της παιδάκια πως έπρεπε να φύγουν άρον άρον από τον τόπο που μεγάλωσαν; Μάταια προσπάθησαν να σώσουν λίγη από την περιουσία τους. Βίαια ξεκίνησαν το ταξίδι τους για την ελεύθερη Ελλάδα. Σαν ένα πλήθος από πουλιά, ξεριζωμένα από τον τόπο τους. Στην Ελλάδα ήταν οι ρίζες τους, όμως ήταν η πρώτη φορά που θα πατούσαν τα χώματά της. Δεν υπήρχε κανείς να τους βοηθήσει και είχαν να διανύσουν μεγάλη απόσταση. Ταξίδευαν με γαϊδούρια, με κάρα που τα έσερναν αγελάδες, με τα πόδια, μικροί μεγάλοι. Όλο το βιος, που τους άφησαν να πάρουν, ήταν πάνω σε ένα κάρο που το έσερναν ζώα ή συχνά και οι ίδιοι. Λες και έσερναν ολόκληρη τη ζωή τους πάνω σε δυο τάβλες. Οι κακουχίες ήταν πολλές, ο άσχημος καιρός συχνά δυσκόλευε ακόμη περισσότερο τα πράγματα. Τα τρόφιμα τελείωναν, τα παιδιά έκλαιγαν και αυτοί δεν τολμούσαν να βγάλουν άχνα μήπως και τα τρομάξουν περισσότερο. Ηλικιωμένοι άφηναν την τελευταία τους πνοή στα μέσα της διαδρομής. Προσεύχονταν στο θεό να κάνει το μαρτύριό τους να τελειώσει μια ώρα αρχύτερα. Μα πόση πίστη να έχεις στο Θεό όταν νιώθεις πώς σε έχει εγκαταλείψει εδώ και μέρες; Κι έφτασαν επιτέλους στην Ελλάδα. Στην αρχή έμειναν σε σκηνές με άθλιες συνθήκες, με ανθρώπους δίπλα τους να τους αποφεύγουν γιατί γι ‘αυτούς ήταν ξένοι, άγνωστοι, επικίνδυνοι. Κι έπειτα με τα πολλά βρήκαν μέρος να εγκατασταθούν. Για να ξαναρχίσουν πάλι από την αρχή. Όλα από την αρχή. Να χτίσουν σπίτια, λέει… Μα ποια σπίτια;! Τα σπίτια τους είναι πίσω και τους περιμένουν. Θα γυρίσουν σε λίγο καιρό. Σίγουρα. Θα γυρίσουν. Μα τι σημασία έχουν όλα αυτά τώρα; Τι σημασία έχει πως ποτέ δεν ξαναγύρισαν; Πως ποτέ δεν ξαναείδαν τον λατρεμένο τους τόπο; Τώρα έχουν φτιάξει τις ζωές τους εδώ. Όμως η νοσταλγία είναι άτιμο πράγμα. Σου περονιάζει την ψυχή για πάντα. Μέχρι που να αφήσεις τον άδικο τούτο κόσμο… Γιαπουτζή Παναγιώτα Μαρία Α΄ Λυκείου, ΓΕΛ Ν. Σκοπού

47


Διήγημα μαθήτριας της Β΄ Γυμνασίου Ένα πρωινό του Οκτώβρη η μητέρα μου με ξύπνησε τρομοκρατημένη και με φωνή που έτρεμε. Μου είπε να ντυθώ γρήγορα και να μαζέψω όσα πράγματα μου ήταν απαραίτητα, γιατί πρέπει να φύγουμε από το χωριό. Οι Τούρκοι πάλι κατέκτησαν τη γη μας και μας καταδιώκουν! Σαστισμένη βγήκα έξω αντικρίζοντας οικογένειες πάνω στα κάρα. Είχαν στοιβαγμένα λίγα πράγματα και τα μικρά παιδιά τους πάνω στα αμάξια τους που τα σέρνουν βόδια βραδυκίνητα, προχωρούν κάνοντας τον σταυρό τους, κάτω από τις πλέον απάνθρωπες συνθήκες, θλιμμένοι, κουρασμένοι με μόνο στήριγμα την ελπίδα στον Άγιο και παντοδύναμο Θεό, να τους αξιώσει να φθάσουν ζωντανοί στη μητέρα Ελλάδα. Ταλαιπωρηθήκαμε μέσα στους δρόμους εβδομάδες και μήνες. Τελικά οι γεωργοί κατέληξαν στην πεδιάδα των Σερρών, τον Σεπτέμβριο του 1923. Σ’ ένα ύψωμα ξεπέζεψαν οι Σκοπινοί. Έριξα μια ματιά τριγύρω μου. Δάκρυα κύλισαν στο πρόσωπό μου γιατί το μόνο που μπορούσα να δω ήταν στάσιμα νερά, καλάμια, ιτιές, άγρια ζώα και μεγάλα φίδια. Η απελπισία μαύρισε την καρδιά μου. Με κυρίευσε ο φόβος και η ταραχή. Ανησυχώ για το μέλλον μας αλλά έχω πίστη και ελπίδα στους συγχωριανούς μου ότι γρήγορα θα ξαναχτίσουμε ένα όμορφο χωριό σαν αυτό που αναγκαστήκαμε να αφήσουμε. Στην αρχή μέναμε σε σκηνές. Ύστερα αρχίσαμε να χτίζουμε σπίτια με πλιθιά αφού καθαρίσαμε την περιοχή. Δεν υπήρχε πόσιμο νερό οπότε χρειάστηκε να ανοίξουμε πηγάδια μπροστά σε κάθε κατοικία. Πρώτο μέλημα των κατοίκων ήταν το χτίσιμο της Εκκλησίας μας που αποτελούσε και σχολείο. Η ψυχή μου γέμισε ελπίδα, γιατί έβλεπα το μεράκι, την αφοσίωση και τους κόπους που όλοι μαζί πασχίζαμε να δημιουργήσουμε το νέο μας χωριό, τη νέα μας πατρίδα! Άννα Μαλίγκου Β3 Γυμνασίου Ν. Σκοπού 48


9.Δημιουργία κολάζ από εικόνες του παλιού και Νέου Σκοπού Οι μαθητές με το φωτογραφικό υλικό που έψαξαν και βρήκαν από εκείνη την εποχή έκαναν ένα πολύ ενδιαφέρον κολάζ, το οποίο συνοδεύεται από ιστορική ανασκόπηση της συγκεκριμένης περιόδου.

49


Έργο της Αρετής Καζάκη, Α1 Γυμνασίου ‘’Από την Περγαμο στον Παρθενώνα’’

10.Προετοιμασία του υλικού για τον εορτασμό των 100 χρόνων μνήμης του ξεριζωμού του 1922 και της ίδρυση του Ν. Σκοπού το 1923 Τα κολάζ, οι συνεντεύξεις των παππούδων των μαθητών, τα διηγήματά ή τα ποιήματα των μαθητών θα αναρτηθούν την επόμενη χρονιά (2022 - 2023) στο διάδρομο της εισόδου του σχολείου στα πλαίσια κοινών δράσεων του Λυκείου και του Γυμνασίου Ν. Σκοπού για τα 100 χρόνια μνήμης από τον ξεριζωμό του 1922 και την ίδρυση του χωριού Ν. Σκοπός. Εκείνες τις μέρες στα διαλείμματα θα ακούγονται μουσική και τραγούδια της Μ. Ασίας και της Θράκης. Επιπλέον θα υπάρχει κι ένα κάλεσμα τόσο και στους υπόλοιπους μαθητές του Γυμνασίου και του Λυκείου, όσο και στις οικογένειές τους να συμμετέχουν στη διάσωση της ιστορίας των χωριών τους, καταγράφοντας ή βιντεοσκοπώντας τις διηγήσεις των προγόνων τους, διασώζοντας τις φωτογραφίες και τα οικογενειακά κειμήλια της εποχής εκείνης. Το υλικό που θα συγκεντρωθεί θα χρησιμοποιηθεί από το σχολείο για τη δημιουργία έντυπου και ψηφιακού υλικού που θα έχει ως σκοπό τη διάσωση της προσφυγικής ιστορίας του τόπου. 50


Οι δράσεις αυτές αναμένεται να συνεχιστούν και την επόμενη χρονιά, κατά τη διάρκεια της οποίας και η κοινότητα Ν. Σκοπού, αλλά και ο Δήμος Εμμανουήλ Παππά θα οργανώσουν εκδηλώσεις στη μνήμη του ξεριζωμού του 1922 και της ίδρυσης του χωριού Ν. Σκοπός Σερρών τον Οκτώβριο του 1923. Υπεύθυνη του Προγράμματος Τοπικής Ιστορίας Γυμνασίου και Λυκείου Νέου Σκοπού Χαρτίου Γεωργία, φιλόλογος

51


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.