Παράκτια Τοπία Μεταξύ Λείου και Ραβδωτού Χώρου|Coastal Landscapes Between Smooth and Striated Space

Page 1





Π Α Ν Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ι Ο Π Α Τ Ρ Ω Ν, Τ Μ Η Μ Α Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ω Ν Μ Η Χ Α Ν Ι Κ Ω Ν

ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ| ΚΥΠΡΙΩΤΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ|ΛΥΔΙΑ ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ| ΠΡΩΙΜΟΥ ΑΓΑΠΗ ΜΑΡΤΙΟΣ 2020


Για την ολοκλήρωση της μελέτης αυτής θα ήθελα να ευχαριστήσω την οικογένειά μου για την πολύτιμη στήριξη και βοήθειά της, τους φίλους μου Αλεξία, Αντωνία, Μαρία και Νικόλα καθώς η εκπόνησή της δεν θα ήταν εφικτή χωρίς την υπομονή και τη συμπαράστασή τους, αλλά κυρίως θέλω να ευχαριστήσω την επιβλέπουσα καθηγήτριά μου, κ. Αγάπη Πρωίμου για τις γνώσεις της και τον χρόνο που αφιέρωσε για τη σωστή καθοδήγησή κατά τη διάρκεια της έρευνας μου.

ΠΡΟΙΜΙΟ

Η επιλογή του θέματος της ερευνητικής μου εργασίας προέκυψε από το ενδιαφέρον για τη διερεύνηση των μετασχηματισμών του φυσικού τοπίου και τις επιρροές που προέκυψαν από την αρχιτεκτονική πράξη. Το παράκτιο τοπίο που ορίζεται από τον Φαληρικό όρμο μέχρι την περιοχή στα Λιμανάκια Βουλιαγμένης-Βάρκιζας επειδή αποτελεί σημαντική ιστορική, πολιτιστική και ιδιαίτερου κάλλους περιοχή αποτέλεσε την αφορμή για τη διερεύνηση των ζητημάτων αυτών.



Η εργασία συγκροτείται από δύο μέρη, αρχικά από το θεωρητικό πλαίσιο το οποίο οργανώνεται σε τρία κεφάλαια, και στη συνέχεια από την πρωτογενή έρευνα η οποία επίσης δομείται από τρία ακόμη. Μέσω βιβλιογραφικών αναφορών αναλύεται ο επαναπροσδιορισμός της έννοιας του τοπίου και η απόσπασή του από την έννοια της φύσης. Εστιάζοντας στο αθηναϊκό παράκτιο τοπίο, μελετάται μέσω ιστορικής αναδρομής η διαδικασία μετάβασης από το φυσικό σε τεχνητό τοπίο, προσεγγίζοντάς το παράλληλα με τις δύο χωρικές έννοιες που εισήγαγαν οι γάλλοι φιλόσοφοι, Felix Guattari και Gilles Deleuze, του λείου και του ραβδωτού. Στη συνέχεια, εξετάζοντας τις ιδιότητες του ορίου και με στόχο την αναζήτησή τους στην ακτογραμμή, τη γραμμική δηλαδή παράθεση ανάμεσα στον αστικό ιστό και την υδάτινη λεκάνη, διακρίνονται δύο αναφορικοί τύποι, του κοινού και του κρίσιμου ορίου. Προκειμένου να συσχετιστούν οι έννοιες του λείου και του ραβδωτού χώρου στα τρία είδη τοπίων της αττικής ακτογραμμής, αποσκοπείται ο προσδιορισμός των κριτηρίων ενός χώρου και κατ’ επέκταση η προσπάθεια οπτικοποίησής τους, με ένα αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο. Στο δεύτερο σκέλος της εργασίας, οι θεωρητικές έννοιες του πρώτου μέρους, εφαρμόζονται στα επιλεγμένα παραδείγματα κατά μήκος της αττικής ακτογραμμής, προκειμένου να χαρακτηριστεί το είδος τοπίου σε κάθε ένα από αυτά, και στη συνέχεια να αναλυθούν ως προς τον χώρο που συγκροτούν. Τέλος, αναζητάται η σχέση του φυσικού και του τεχνητού, με το λείο και το ραβδωτό. Από την ανάλυση των παραδειγμάτων και την αναζήτηση των κριτηρίων, προκύπτει η σχέση του τοπίου με τον χώρο που δημιουργείται σε αυτό.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Το φυσικό τοπίο δέχεται διαρκώς ανθρωπογενείς παρεμβάσεις με αποτέλεσμα το μετασχηματισμό της μορφολογίας του. Τα ακτογραφικά όρια έχουν αλλοιωθεί αισθητά προκύπτοντας νέα είδη τοπίων και χώρων αποσπασμένων από τη φύση. Αντικείμενο της παρούσας εργασίας αποτελεί η διερεύνηση του τοπίου της ακτογραμμής κατά μήκος του Σαρωνικού κόλπου από τον Φαληρικό όρμο έως τα Λιμανάκια της Βουλιαγμένης και Βάρκιζας. Αφετηρία αποτελεί ο μετασχηματισμός της μορφολογίας του αττικού παράκτιου ορίου. Οι ανθρωπογενείς παρεμβάσεις στο παραλιακό αθηναϊκό τοπίο από τα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα, προκάλεσαν έντονο διαχωρισμό μεταξύ του φυσικού και του τεχνητού. Διακρίνοντας τα τοπία σε τρεις κατηγορίες, τα τεχνητά, τα τεχνητά «φυσικά» και φυσικά, η ακτογραμμή μελετάται σημειακά από την ανάλυση επιλεγμένων παραδειγμάτων, προκειμένου να εξεταστεί το τοπίο σε σχέση με τον χώρο που δημιουργείται σε αυτό.


The natural landscape morphology is constantly being altered due to human interventions. The coastal boundaries have been noticeably transformed resulting in new kind of landscapes and spaces which are detached from nature. This research document focuses on investigating the coastal landscape along the length of Saronikos bay which starts at the Falirikos bay and stretches until the “Limanakia” area located in Varkiza-Vouliagmeni. The starting point of the research is the transformation of the morphology of the Attic coastal boundary. Attica’s coastline landscape is constantly transforming due to human interventions that started during the first decade of the 20th century, and as a result, a vivid separation between the natural landscape and the artificial landscape has been occurred. The landscapes in this research have been categorized into 3 main categories, the artificial, the artificial “natural” and the natural. Different spots of the coastline are being studied in the particular research and by using some selected examples, it analyzes and compares the landscape with the space created in it.

ABSTRACT

This research paper is divided into two sections which both consist of three chapters, the first section focuses on the theoretical and the second section which focuses on the research conducted. Bibliographical references have been used to analyze how the landscape definition has been redefined and how it has been stripped off of the “nature”context. The research paper specifically targets the Athenian coastline landscape and highlights how the specific landscape is transformed from a natural landscape to an artificial one. The paper adopts two spatial theories formulated by two French philosophers, Felix Guattari and Gille Deleuze, that describe the concepts of the smooth and the striated space. Following, by examining the properties of the boundary, are identified two types of boundaries, the “common” and “critical” one, in order to identify them at the coastline that is being examined which is the linear representation between the urban landscape and the water basin. In order to understand how the smooth and striated space concepts apply to the three kinds of landscapes found at Attica’s coastline, the research strives to define the criteria which are used to define space and the ways that those can be visualized, using architectural terms. The second section of the paper applies the theoretical concepts defined at the first section at some selected spots that can be found alongside the coastline, in order to define the kind of landscape that each spot is part of and following to analyze them in terms of the space that they define. Finally, the research explores the connection between the artificial and natural concepts and the smooth and striated definitions. By commenting and analyzing the examples presented and by searching for the criteria specified above, the relationship between the landscape and the space is defined.


02 ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΙΩΝ

2.1 Το όριο, σελ.34 2.2 Το «κοινό» όριο, η περίπτωση της ακτογραμμής σελ.36 2.3 Το «κρίσιμο» όριο, η συνύπαρξη του λείου και του ραβδωτού , σελ.38

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

σελ.08

1.1 Ετυμολογία τοπίου, σελ.12 1.2 Το λείο και το ραβδωτό τοπίο,σελ.18 1.3 Το αττικό τοπίο, από φυσικό σε τεχνητό, σελ. 22 1.4 Από το ευρύτερο τοπίο, στο τοπίο της ακτογραμμής,σελ.26 1.5 Το τοπίο της αττικής ακτογραμμής, σελ.30

ΜΕΡΟΣ Α

ΠΕΡΙ ΤΟΠΙΟΥ

01


04

Μ Ε Τ ΑΞ Υ Τ Ε Χ Ν Η Τ Ο Υ Κ Α Ι Φ Υ Σ Ι Κ Ο Υ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

3.1 Τα κριτήρια διαχωρισμού των δύο χώρων, σελ.50 Ομοιογένεια|Ετερογένεια, Σημείο|Γραμμή, Οπτικός|Απτικός, Έκταση|’Ενταση, Πολλαπλότητα Μεγέθους|Απόστασης, Πρόγραμμα|Γεγονός, Γεωμετρία|Τοπολογία, Εποχικότητα Με το πέρασμα του χρόνου

03

4.2.Α Τεχνητά «φυσικά» τοπία, οι ακτές της Αθηναϊκής Ριβιέρας,σελ.104 4.2.1 Ακτή Αστέρα, Γλυφάδα, σελ.106 4.2.2 Μεγάλη Ακτή Βουλιαγμένης, σελ.110 4.2.3 Ακτή Αστέρα Βουλιαγμένης, σελ.114 4.2.Β Το λείο και το ραβδωτό στα τεχνητά «φυσικά» τοπία των ακτών, σελ.122 4.3.Α Φυσικά τοπία, σελ.142 4.3.1Μια ανοργάνωτη ακτή, στην περιοχή της Βουλιαγμένης, σελ.143 4.3.2 Τα Λιμανάκια μεταξύ Βουλιαγμένης και Βάρκιζας, σελ.144 4.3.Β Το λείο και το ραβδωτό στα παράκτια φυσικά τοπία, σελ.146 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

σελ.168

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

σελ.176

ΜΕΡΟΣ Β

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ

4.1.Α Τεχνητά Τοπία, μια αγνώριστη ακτογραμμή, σελ.64 4.1.1 Το παράδειγμα του Φαληρικού όρμου, σελ.66 4.1.Β Το λείο και το ραβδωτό στο τεχνητό τοπίο του Φαλήρου, σελ.84


Η έννοια της φύσης, κατά μια άποψη, είναι η εσωτερική δύναμή της να εξελίσσει και να αλλάζει τα πράγματα χωρίς να επεμβαίνει κάποια εξωτερική άλλη δύναμη. Ως εξωτερική δύναμη ή ως άλλη δύναμη μπορεί να χαρακτηριστούν οι ενέργειες του ανθρώπου που παρεμβαίνοντας στη φύση τροποποιούν τον χαρακτήρα και την φυσική εξέλιξη των πραγμάτων. Η αιτία της ανθρώπινης παρέμβασης αποσκοπεί σε μετασχηματισμούς προκειμένου να ανταποκριθεί στις σύγχρονες ανάγκες του της εκάστοτε εποχής. Πρωταρχική και βασική ενέργεια του ανθρώπου για τον σκοπό αυτό, είναι η αντίληψη και η ερμηνεία της φύσης ώστε στη συνέχεια να είναι εφικτή η προσαρμογή της στα ανθρώπινα δεδομένα. Οι ενέργειες του ανθρώπου για την προσαρμογή της, εμπεριέχουν, με την ευρεία έννοια του όρου, πολιτισμικά δεδομένα μετατρέποντάς τη σε ένα τοπίο, κατεξοχήν πολιτισμικό, δηλαδή σε έναν τόπο. Εστιάζοντας στις ενέργειες και παρεμβάσεις του ανθρώπου στο αττικό ακτογραφικό περιβάλλον εξετάζεται ο βαθμός, το είδος και οι επιρροές της παρέμβασής του ώστε να χαρακτηριστεί η ιδιαιτερότητα του τοπίου. Με την χρήση των παραμέτρων αυτών εντοπίζονται τρία είδη τοπίων κατά μήκος του αττικού παράκτιου ορίου, α) τα απολύτως τεχνητά, β) τα τεχνητά «φυσικά» και γ) τα φυσικά τοπία.

Ο λείος χώρος αφορά μια συνθήκη ετερογενή, έναν χώρο απροσδιόριστο και άμορφο. Ο ραβδωτός αντίθετα δίνει μορφή στον χώρο και είναι καθορισμένος. Είναι ένας χώρος γεωμετρικών αναφορών και εννοιών, δηλαδή έχει όρια, κατανοητές επιφάνειες και μορφές. Στο βιβλίο «Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια, Χίλια Πλατώματα» οι δύο θεωρητικοί αναλύουν τις δύο έννοιες με βάση μια σειρά χωρικών μοντέλων. Στηριζόμενοι στην μελέτη τους θα προσδιοριστούν τα χαρακτηριστικά χώρων, ώστε να καταταγούν ανάλογα σε λείο ή ραβδωτό. Με δεδομένο τη δυνατότητα ενός χώρου να μεταβαίνει από τη λείανση στη ράβδωση ή το αντίστροφο, θα εξεταστούν οι χώροι στα προαναφερόμενα τρία είδη τοπίων.

08

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Εξετάζοντας μεμονωμένα τα τρία αυτά είδη τοπίων αποσκοπείται η διερεύνηση της σχέσης του τοπίου με τον χώρο ή τους χώρους που συγκροτούνται σε αυτό. Για την κατανόηση των χώρων είναι απαραίτητο να εντοπιστούν και να κατηγοριοποιηθούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους. Ως εργαλείο, για το σκοπό αυτό, χρησιμοποιείται η μελέτη των γάλλων φιλοσόφων Felix Guattari και Gilles Deleuze οι οποίοι εξετάζοντας τον χώρο με βάση τις ιδιαιτερότητές του διακρίνουν δύο ποιότητες, του λείου και του ραβδωτού.


Στόχος της εργασίας είναι αρχικά η μελέτη του αθηναϊκού τοπικού μετασχηματισμού εστιάζοντας στη δημιουργία τριών παράκτιων τοπίων κατά μήκος της αττικής ακτογραμμής. Στη συνέχεια της μελέτης, με εργαλείο τη θεώρηση των δύο φιλοσόφων για τις χωρικές έννοιες του λείου και του ραβδωτού, εξετάζεται η σχέση μεταξύ τοπίου και χώρου. Αποσκοπείται η διερεύνηση ώστε να εξακριβωθεί εάν τελικά μπορεί να συσχετιστεί με σαφήνεια το είδος ενός τοπίου με τον χώρο που συγκροτείται σε αυτό, δηλαδή εάν υπάρχει σχέση αλληλεξάρτησης μεταξύ τους. Προκειμένου να διερευνηθούν οι δύο έννοιες σε ένα αρχιτεκτονικό μοντέλο, γίνεται προσπάθεια μιας νέας γραφής η οποία εφαρμόζεται στα παραδείγματα που επιλέχθηκαν, κατά μήκος του παράκτιου ορίου, ώστε να προκύψουν οι μεταξύ τους χωρικές και τοπιακές σχέσεις.

09


ΠΕΡΙ ΤΟΠΙΟΥ



ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΠΙΟΥ

1. 1

Σύμφωνα με τον Simmel, η αίσθηση του τοπίου, η διάκρισή του από τη φύση, προϋποθέτει αρχικά την απόσπασή του από αυτή.1 Η πλειονότητα των ανθρώπων στην Αρχαιότητα και στον Mεσαίωνα ζούσε μέσα στη φύση οπότε η ανάγκη ανάδειξης της έννοιας του τοπίου δεν είχε προκύψει. Με το τέλος του Μεσαίωνα, ο άνθρωπος της Δύσης, αντιλήφθηκε τη φύση ως τοπίο αφού εγκατέλειψε τις αγροτικές του δραστηριότητες δημιουργώντας έτσι τον πολιτισμό των πρώτων σημαντικών αστικών κέντρων. Τη στιγμή αυτή, έπαψε να αποτελεί ο ίδιος μέρος της στρέφοντας το βλέμμα του σε αυτή. Η φύση μετατράπηκε σε αντικείμενο θέασης και κατά συνέπεια, αντικείμενο απεικόνισης από τους ζωγράφους της Αναγέννησης. Η νέα αυτή εικόνα της φύσης με ή χωρίς την παρουσία ανθρώπινων παρεμβάσεων, αφορούσε μια ερμηνεία, μια διαφορετική αντίληψη, μια αντίληψη πολιτισμική η οποία αναφερόταν ουσιαστικά στο τοπίο. Για πολλά μάλιστα χρόνια ο όρος τοπίο αφορούσε την αναπαράσταση μιας θέας και όχι την ίδια τη θέα καθαυτή. Έτσι, το τοπίο απέκτησε συμβολική διάσταση καθώς μετατράπηκε σε μια «ιστορικά νοηματοδοτημένη αναπαράσταση του ανθρώπινου περιβάλλοντος» όπου ο Δυτικός άνθρωπος πρόβαλε τις αξίες κάθε ιστορικής στιγμής.2 Στη μακρόχρονη Δυτική παράδοση της ιταλικής Αναγέννησης, του γαλλικού μπαρόκ και του βρετανικού ρομαντισμού, η θεώρηση του τοπίου αντικατόπτριζε τις κοινωνικές και πολιτισμικές πεποιθήσεις κάθε εποχής.3 Ετυμολογικά ο όρος προέρχεται από το μεσαιωνικό «τοπίον» και το μεταγενέστερο «τόπιον», υποκοριστικό του αρχαίου τόπος.4 Η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στον ελληνικό όρο «τοπίο» και στην αγγλοσαξονική ετυμολογία έγκειται στον τόπο και τη γη ως τόπο ταυτόχρονα γεωγραφικό και πολιτισμικό. Το τοπίο λοιπόν αποτελεί ένα τμήμα του τόπου, είναι ένας μικρός τόπος που φέρει χαρακτηριστικά του ευρύτερου τόπου.5 Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για το Τοπίο (ELC

1 2

Simmel, G., Ritter, J., Gombrich, E.H. (2004), Το τοπίο, Εκδόσεις Ποταμός, Αθήνα Simmel, G., Ritter, J., Gombrich, E.H. , σ. 151-153

3 Πάνος Δραγώνας, «Μετασχηματισμοί του αττικού τοπίου», Αρχιτεκτονικά Θέματα, 39/2005 4 Γεώργιος Δ.Μπαμπινιώτης, Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας, β’ έκδοση, β΄ανατύπωση, 2005, σ. 1776-77 5 86

12

Γιάννης Αίσωπος, «Το Σύγχρονο Αττικό Τοπίο», Αρχιτεκτονικά Θέματα, 39/2005, σ.

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΠΕΡΙ ΤΟΠΙΟΥ

2000)6, τοπίο ορίζεται ως η ζώνη ή η περιοχή, όπως την αντιλαμβάνονται οι ντόπιοι ή οι επισκέπτες, τα οπτικά χαρακτηριστικά και ο χαρακτήρας της οποίας είναι αποτέλεσμα της επενέργειας φυσικών και/ή πολιτισμικών (τουτέστιν ανθρώπινων) παραγόντων. Αυτός ο ορισμός αντικατοπτρίζει την ιδέα ότι τα τοπία εξελίσσονται συν το χρόνω, ως αποτέλεσμα της επενέργειας τόσο των δυνάμεων της φύσης όσο και των ανθρώπων7 με αποτέλεσμα να συγκροτεί ένα σύνολο φυσικών και πολιτιστικών συνιστώσεων. Ως απόρροια αυτού, όλα τα τοπία είναι πολιτισμικά.8 Το τοπίο ωστόσο, σύμφωνα με τον Δημήτρη Πικιώνη και τον Γιώργο Κανδύλη, αφορά μια πιο ρομαντική ερμηνεία της φύσης, καθώς «τοπίο δεν είναι μόνο το άμεσο ή έμμεσο περιβάλλον είναι ακόμα το φως, το χρώμα, ο ήχος και καμιά φορά η μυρωδιά». Το τοπίο λοιπόν, αποσπώμενο πλέον από την έννοια της φύσης, μπορεί να αφορά την απεικόνιση μιας θέας ή διαφορετικά τη θέα ως αντικείμενο αισθητικής απόλαυσης, τη θεώρηση των ανθρωπογενών χειρονομιών στο φυσικό τοπίο ή ακόμη τους μετασχηματισμούς του αστικού τοπίου. Μπορεί ακόμη να αφορά την ανθρωπογενή οντότητα η οποία διαμορφώνει ένα πολιτισμικό τοπίο. Επομένως, οι τρόποι προσέγγισης της έννοιάς του μπορούν να διακριθούν σε αυτούς κατά τους οποίους το τοπίο αντιμετωπίζεται ως αποτέλεσμα οπτικής κατασκευής, δηλαδή ως εικόνα ενός συγκεκριμένου περιβάλλοντος, και σε εκείνους σύμφωνα με τους οποίους αντιμετωπίζεται ως ένα πεδίο ανθρώπινων δραστηριοτήτων, ενός κοινωνικού χώρου.9 Η διαφοροποίηση λοιπόν του τοπίου, είτε φυσικού είτε τεχνητού από την φύση προκύπτει από τη διαμεσολάβηση ενός ανθρωπογενούς και επομένως πάντα πολιτισμικού φορέα και εκφραστή μιας ιδεολογίας και μιας ταυτότητας.10 Αφορά στο σύνολό του, την ανθρωπογενή οντότητα η οποία

6 Θεάνω Σ. Τερκενλή, «Τουρισμός και τοπίο: Η περίπτωση της Ελλάδας», στο Γιάννης Αίσωπος (2015), Τοπία Τουρισμού, Ανακατασκευάζοντας την Ελλάδα, εκδόσεις ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, σ. 190 7 Θεάνω Σ. Τερκενλή, «Τουρισμός και τοπίο: Η περίπτωση της Ελλάδας», στο Γιάννης Αίσωπος (2015), Τοπία Τουρισμού, Ανακατασκευάζοντας την Ελλάδα, εκδόσεις ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, σ. 175, σ. 190 8

Θεάνω Σ. Τερκενλή , ό.π., σ. 190

9 86

Γιάννης Αίσωπος, «Το Σύγχρονο Αττικό Τοπίο», Αρχιτεκτονικά Θέματα 39/2005, σ.

10

Γιάννης Αίσωπος , ό.π., σ. 86

13


E I K O N A 01 |02 : Α Π Ο Τ Η Φ Υ Σ Η Σ Τ Ο Τ Ο Π Ι Ο

διαμορφώνει μια νέα αντίληψη για τη φύση, ένα «πολιτισμικό τοπίο». Σύμφωνα με τον αρχιτέκτονα Α. Σπανομαρίδη, «Το τοπίο μπορεί να θεωρηθεί ως μέρος της πολιτιστικής συνδιαλλαγής, ένας τόπος στον οποίο οι πρακτικές και οι διαδικασίες των πολιτιστικών συνδιαλλαγών γίνονται μορφές της πολιτιστικής κληρονομιάς». Το πολιτιστικό τοπίο επομένως, είναι η ένωση του ανθρώπου και της φύσης.

14

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΠΕΡΙ ΤΟΠΙΟΥ

Ως επέκταση των παραπάνω, «φυσικό τοπίο» ορίζεται η φυσιογνωμία ενός τμήματος γήινης επιφάνειας το οποίο δεν έχει επηρεαστεί από συνεχείς ανθρώπινες παρεμβάσεις αλλά αντίθετα πρόκειται για το αποτέλεσμα δυναμικών σχέσεων μεταξύ φυσικών συστημάτων. Η ανθρώπινη δραστηριότητα ωστόσο, δεν αποκλείεται από τη στιγμή που δεν υπάρχει αποτύπωμα ώστε να αλλοιώσει τη φυσική διάσταση του συγκεκριμένου τοπίου. «Το φυσικό τοπίο παρέχει την ύλη, ο πολιτισμός παρέχει τη δυνατότητα διαμόρφωσης και “ο ανθρώπινος νους” δημιουργεί τον πολιτισμό»11. Κατόπιν μετάβασης από τη φύση στο φυσικό τοπίο, εμφανίστηκε η έννοια του τεχνητά φυσικού και κατ’ επέκταση του τεχνητού. Ο Christian Norberg-Schulz ερμήνευσε και συνέδεσε τη μετάβαση από τα φυσικά τοπία στους ανθρωπογενούς τόπους, με την ανάγκη του ανθρώπου να καταστήσει τις φυσικές δομές πιο ακριβείς. Εξετάζοντας λοιπόν τη σχέση του ανθρώπου και της φυσικής δομής, διέκρινε μια τάση του να οπτικοποιεί τη δική του «κατανόηση» της φύσης, εκφράζοντας το υπαρξιακό έρεισμα που έχει αποκτήσει. Εκεί όπου η φύση αναδεικνύει ένα περιορισμένο χώρο, εκείνος κτίζει έναν περίβολο. Εκεί όπου η φύση φαίνεται να οργανώνεται γύρω από ένα κέντρο, εκείνος ορθώνει ένα εμπορικό κέντρο. Εκεί όπου η φύση υποδεικνύει μια κατεύθυνση, εκείνος φτιάχνει ένα δρόμο. O άνθρωπος πρέπει να συμπληρώσει τη δεδομένη κατάσταση, προσθέτοντας εκείνο που «λείπει».12 Εν μέσω της διαδικασίας αναγνώρισης και κατανόησης της φύσης προκύπτει η δημιουργία σχηματισμών μέσω μιας αρχιτεκτονικής γραφής στο τοπίο. Έτσι, από την ερμηνεία της φύσης, ο άνθρωπος πέρασε στην κατασκευή, δημιουργώντας νέα αστικά τοπία. Πέρα όμως από τα φυσικά και τα τεχνητά τοπία, διακρίνονται τα υπερρεαλιστικά τα οποία δεν χαρακτηρίζονται ούτε τελείως τεχνητά αλλά ούτε και πραγματικά ή φυσικά καθώς στην προσπάθεια του ανθρώπου να απεικονίσει μια υπερρεαλιστική κατάσταση, χάθηκε η αυθεντικότητά τους.

11 Από διάλεξη : Landscape and culture, Α. Σπανομαρίδης, The Sir John Cass Faculty of Art, Architecture and Design, London Metropolitan University, 2016, μτφ. Α. Σπανομαρίδης 12 Schulz, C. N. (2009) Genius Loci, Το πνεύμα του τόπου, Για μια φαινομενολογία της αρχιτεκτονικής, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, σ. 64

15


ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΕΝΟΣ ΛΑΟΥ ΣΤΗΝ ΥΛΗ

Μ Ι Α Μ Α Ζ Α Α Π Ο Τ Η Γ Η, Τ Α Φ Υ Τ Α Κ Α Ι Τ Ο Ν Ε Ρ Ο, Ε Ι Ν Α Ι Η Π Ρ Ο Β Ο Λ Η

Τ Ο Τ Ο Π Ι Ο Δ Ε Ν Ε Ι Ν Α Ι Ο Π Ω Σ Τ Ο Α Ν Τ Ι Λ Α Μ Β Α Ν Ο Ν Τ Α Ι Μ Ε Ρ Ι Κ Ο Ι, Α Π Λ Α


Ε Λ Υ Τ Η Σ, Ο Δ Υ Σ Σ Ε Ι Α


ΤΟ ΛΕΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΡΑΒΔΩΤΟ ΤΟΠΙΟ

1. 2

Οι δύο φιλόσοφοι Gilles Deleuze και Felix Guattari στο έργο τους «Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια, Χίλια Πλατώματα», χρησιμοποιούν τις έννοιες του «λείου» και του «ραβδωτού» προκειμένου να ερμηνεύσουν τον χώρο, προσεγγίζοντας το τοπίο διαφορετικά. Η προσέγγισή τους αφορά μια «γεωφιλοσοφική» ματιά παραθέτοντας την έννοια της λείανσης και της ράβδωσης ως εργαλεία προκειμένου ο χώρος ή το τοπίο να επανερμηνευτεί ως μια σύνθετη ανάμειξη αλληλεπιδράσεων, σχέσεων μετάβασης και διαχωρισμού.13 Ο λείος χώρος, αναφέρεται σε ένα τοπίο ροών και ακατάπαυστων παραλλαγών. Πρόκειται για έναν χώρο απείρως ανοιχτό και απεριόριστο προς όλες τις κατευθύνσεις. Αφορά ένα διανυσματικό περιβάλλον το οποίο δεν καταλαμβάνεται από διαμορφωμένα και αντιληπτά στοιχεία αλλά από συμβάντα. Είναι ένα σώμα χωρίς όργανα, αντί για οργανισμός και οργάνωση. Ένα τοπίο πρωταρχικών συγκινήσεων, εντάσεων και ποιοτήτων. Το τοπίο αυτό λοιπόν, λείο και άμορφο συγκροτεί ένα ανομοιογενές και απρόβλεπτο σύστημα όπου το σώμα κινείται περιπλανώμενο σε αυτό χωρίς προκαθορισμένες κινήσεις. Το «patchwork» είναι ένα παράδειγμα ενός λείου χώρου καθώς ενώ συγγενεύει με το κέντημα ως προς την ποικιλία θεμάτων του, το διάστημα δεν συγκροτείται σ’ αυτό με τον ίδιο τρόπο: δεν υπάρχει ένα κέντρο ή ένα μοτίβο βάσης. Συντίθεται από ένα μοναδικό στοιχείο του οποίου η επαναφορά απελευθερώνει μοναδικά ρυθμιστικές αξίες, οι οποίες διακρίνονται από τις αρμονίες του κεντήματος. Πρόκειται για μια άμορφη τελικά συλλογή κομματιών, το ένα δίπλα στο άλλο, που η συναρμογή τους μπορεί να γίνει με άπειρους τρόπους.14 Ο ραβδωτός χώρος από την άλλη, αφορά ένα τοπίο αναγκαστικά περιχαραγμένο και περίκλειστο σε μια πλευρά τουλάχιστον. Πρόκειται για ένα τοπίο ορίων. Είναι ένας χώρος έκτασης, μετρήσιμος και με σταθερές κατευθύνσεις. Συγκροτείται από μορφές και συνεπώς αποτελεί έναν οπτικό χώρο. Η ράβδωση του τοπίου διατηρείται υπό τις τελειότερες και αυστηρότερες μορφές της και ο χώρος καταλαμβάνεται από ομοιογένεια.15 Για παράδειγμα το κέντημα, με το κεντρικό μοτίβο ή θέμα πλέκεται από

13 Οι δύο φιλόσοφοι, Gilles Deleuze και Felix Guattari εξετάζουν τα δύο είδη χώρων σύμφωνα με τέσσερις μεταβλητές όψεις, χαρακτηριζόμενες ως μοντέλα: το τεχνολογικό, το θαλάσσιο, το μαθηματικό και το αισθητικό. 14 Gilles Deleuze-Felix Guattari, (2017), Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια, Ο ΑντιΟιδίπους, Εκδόσεις ΠΛΕΘΡΟΝ, Αθήνα, σ. 587-588 15

18

Gilles Deleuze-Felix Guattari, ό.π., σ. 616

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


19

E I K O N A 03 : F E L I X G U A TT A R I & G I LL E S D E L E U Z E


20

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 04 : Τ Ο Λ Ε Ι Ο & Τ Ο Ρ Α Β Δ Ω Τ Ο Τ Ο Π Ι Ο Ε Ρ Η Μ Ο Σ, Κ Τ Η Μ Α Τ Α


ΠΕΡΙ ΤΟΠΙΟΥ

τις βελόνες οι οποίες ραβδώνουν τον χώρο εναλλάξ λειτουργώντας πότε ως στημόνι και πότε ως υφάδι. Πλέκουν με σταθερές, προκαθορισμένες κατευθύνσεις παρουσιάζοντας αναγκαστικά μια κανονική όψη και μια ανάποδη. «Η μελέτη της “χειραγώγησης” του εδάφους, οδηγεί σε ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις σχετικά με τις ιδιότητες που ερμηνεύουν την αρχιτεκτονική ως “τοπίο” και τις νέες χωρικές εμπειρίες που εμφανίζονται ανάλογα με τους μετασχηματισμούς που υφίσταται το έδαφος»16. Συνεπώς, από τη στιγμή που η φύση χαρακτηρίστηκε ως τοπίο, ανεξάρτητα από τη μορφή του, μπορεί να εξεταστεί ως προς τη λείανση ή τη ράβδωσή του αρκεί να οριστούν τα κριτήρια των δύο χώρων.

16 Από διαλέξη: ‘“Topography” as the scripture / writting of a place, Αθανάσιος Σπανομαρίδης, Architectural Association school of Architecture. London, 2017

21


ΤΟ Α Τ Τ Ι Κ Ο Τ Ο Π Ι Ο, Α Π Ο Φ Υ Σ Ι Κ Ο Σ Ε Τ Ε Χ Ν Η Τ Ο

1. 3

Το αττικό τοπίο αποτελεί σημαντική κληρονομιά για την πόλη καθώς οι αλληλεπιδράσεις του στον αναπτυσσόμενο αστικό χώρο συντέλεσαν στην εξέλιξή της. Το τοπίο της Αττικής δέχεται ανθρωπογενείς παρεμβάσεις εδώ και τουλάχιστον 5.000 χρόνια. Τα τελευταία όμως 160, οι παρεμβάσεις έχουν κλιμακωθεί με αποκορύφωμα την πενταετία που μεσολάβησε από το 2000 έως το 2005 όπου τα ολυμπιακά έργα αποτέλεσαν σημαντικό αριθμό μεγάλων τεχνικών έργων για την Αθήνα δημιουργώντας ένα νέο αστικό τοπίο υπό κατασκευή στην Αττική.17 Με τη Μικρασιατική καταστροφή μετά το 1922 ο πληθυσμός της Αθήνας αυξήθηκε δραματικά καθώς το 1930 ξεπέρασε τους 1.000.000 κατοίκους όταν το 1900 ήταν 130.000. Η ανάγκη οικιστικής επέκτασης είχε ως αποτέλεσμα την αποσπασματική επέκτασή της είτε με νόμιμο είτε με αυθαίρετο τρόπο. Με την αύξηση του πληθυσμού το 1960 στους 1.400.000 κατοίκους, η πολιτεία έστρεψε το ενδιαφέρον της στη δημιουργία ενός σημαντικού δικτύου υποδομών εκμεταλλευόμενη την αμερικανική οικονομική βοήθεια που έλαβε μετά τον πόλεμο. Έτσι, κατασκευάστηκαν αυτοκινητόδρομοι, αεροδρόμια καθώς επίσης λιμενικές και τουριστικές εγκαταστάσεις.18 Όσον αφορά το αττικό τοπίο και την εξέλιξή του, ο αρχιτέκτονας Γιάννης Αίσωπος το 2005 σημειώνει: «Με αρχή τη δεκαετία του ‘50, το αττικό τοπίο αποικίζεται, αλλοιώνεται αλλά και επανακατασκευάζεται τόσο από τα τουριστικά συγκροτήματα και τις αστικές ακτές που εξαπλώνονται κατά μήκος της ακτής του Σαρωνικού από το Φάληρο ως το Λαγονήσι και την Ανάβυσσο (με ορισμένες πολύ ενδιαφέρουσες προτάσεις όπως οι ακτές Γλυφάδας και Βουλιαγμένης από τους αρχιτέκτονες Π.Βασιλειάδη, Ε.Βουρέκα και Π.Σακελλάριο) όσο και από τους μικροαστικούς αυθαίρετους παραθεριστικούς οικισμούς της ανατολικής αττικής ακτής».19 Η διαρκής επέκταση της πόλης και η αδυναμία της πολιτείας να ελέγξει την εξέλιξή της προκάλεσε τα πρώτα τραύματα στο τοπίο της Αττικής. Ο Δημήτρης Πικιώνης απογοητευμένος από τον τρόπο με τον οποίο διαμορφωνόταν το αττικό τοπίο, ανέφερε στο «Γαίας ατίμωσης», «..δεν σας απόμεινε παρ’ η κατώτερη μορφή της σχέσης με τη φύση, η εκμετάλλευση».20

17 Πάνος Δραγώνας, «Μετασχηματισμοί του αττικού τοπίου», Αρχιτεκτονικά Θέματα, 39/2005, σ. 79

22

18

Πάνος Δραγώνας, ό.π., σ. 80

19 89

Γιάννης Αίσωπος, «Το Σύγχρονο Αττικό Τοπίο», Αρχιτεκτονικά Θέματα ,39/2005, σ.

20

1954, όπ.ανάφ. στο «Γαίας ατίμωσις»

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΠΕΡΙ ΤΟΠΙΟΥ

Καθώς η αλλοίωση της φυσιογνωμίας και η άναρχη δόμηση του ελληνικού τοπίου έγινε αισθητή, «Τα αρχιτεκτονικά συνέδρια δεν θα οδηγήσουν στην εφαρμογή συγκεκριμένων προτάσεων αλλά θα αποδειχθούν κρίσιμα για τη συνειδητοποίηση του ιδιαίτερου ρόλου του αρχιτέκτονα στη διαμόρφωση του αστικού χώρου και του τοπίου. Η ευαισθητοποίηση της πολιτείας για τα προβλήματα αλλοίωσης της φυσιογνωμίας του ελληνικού τοπίου, η συνειδητοποίηση του κοινωνικού ρόλου του αρχιτέκτονα μέσα από τα αρχιτεκτονικά συνέδρια αλλά και η δυναμική παρουσία του αρχιτεκτονικού τύπου της εποχής συμβάλλουν στη διαμόρφωση του κατάλληλου κλίματος για την υλοποίηση σημαντικών δημόσιων έργων. Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζουν τα προγράμματα τουριστικής αξιοποίησης του τοπίου, τα οποία περιλαμβάνουν ξενοδοχειακά συγκροτήματα και οργανωμένους χώρους αναψυχής».21 Τα πιο ενδιαφέροντα παραδείγματα αρχιτεκτονικών παρεμβάσεων στο τοπίο της Αττικής υλοποιήθηκαν στο όριο της ακτογραμμής. Με τον πληθυσμό σε λογικά επίπεδα ακόμη, οι νέες υποδομές της πόλης παρείχαν δυνατότητες αξιοπρεπούς διαβίωσης στον αστικό χώρο και απόλαυσης των φυσικών χαρακτηριστικών του αττικού τοπίου. Το 1970 ο πληθυσμός έφτασε τους 2.800.000 κατοίκους22 ενώ η άναρχη επέκταση της Αττικής συνεχίστηκε προσαρμοζόμενη ανεπιτυχώς στα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά του αττικού τοπίου τραυματίζοντάς το ολοένα και περισσότερο. Τα νερά του Σαρωνικού μολύνθηκαν, οι ποταμοί καταστράφηκαν και οι ακτές χαρακτηρίστηκαν ακατάλληλες για το κοινό.23 Κατά τη διάρκεια του 1980 παρατηρήθηκε μια τάση μετακίνησης προς τα προάστια λόγω της επιθυμίας του ανθρώπου να βρίσκεται κοντά στη φύση. Ωστόσο, η αλόγιστη επέκταση του οικιστικού συγκροτήματος είχε ως αποτέλεσμα την αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος.

21 Πάνος Δραγώνας, «Μετασχηματισμοί του αττικού τοπίου», Αρχιτεκτονικά Θέματα, 39/2005, σ. 83 22 Πάνος Δραγώνας, «Μετασχηματισμοί του αττικού τοπίου», Αρχιτεκτονικά Θέματα, 39/2005, σ. 84 23

Πάνος Δραγώνας, ό.π., σ. 84

23


24

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 05| 06 : Τ Ο Α Τ Τ Ι Κ Ο Τ Ο Π Ι Ο Τ Ο 1 8 8 0 Κ Α Ι Τ Ο 2 0 2 0


ΠΕΡΙ ΤΟΠΙΟΥ

Από τα τέλη του 20ου αιώνα είναι αδύνατο να γίνει αναφορά στο αθηναϊκό φυσικό τοπίο παρά μόνο στα υπολείμματά του ανάμεσα στο τεχνητό. «Αυτό που πια κυριαρχεί είναι ένα κατασκευασμένο αστικό τοπίο, ένα πεδίο δραστηριοτήτων που ανταποκρίνεται στην «προγραμματική» προσέγγισή του», όπως αναλύθηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο. Το φυσικό τοπίο της Αθήνας αντικαταστάθηκε από ένα ισοπαχές στρώμα κτισμένου, καλύπτοντας αδιάκριτα τη φυσική τοπογραφία.24 Το νέο συνεχές, επεκτεινόμενο τοπίο αποτελεί μια νέα πραγματικότητα, διαφοροποιημένη από το προπολεμικό φυσικό τοπίο της Αττικής. Ένα τοπίο κατασκευασμένο από τον άνθρωπο. Η διάχυτη αστική συγκέντρωση της Αθήνας του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα αδιαφόρησε για το φυσικό, επενδύοντας μόνο στην εξάπλωση του τεχνητού, του ανθρωπογενούς. Είναι αλήθεια ότι η σκέψη του αρχιτέκτονα Γιάννη Αισώπου25 ότι η απώλεια της φύσης πρέπει σιγά σιγά να αναπληρωθεί με τεχνητά μέσα και να ανακατασκευαστεί μέσω του σχεδιασμού με μητροπολιτικά πάρκα, πάρκα περιβαλλοντικής ευαισθησίας, κήπους και πλατείες, σε μεγάλο βαθμό σήμερα εφαρμόζεται. Ίσως λοιπόν, οι μεταπολεμικές δεκαετίες του ‘50 και του ‘60 καθόρισαν την αρχή της σκληρής αντιπαλότητας φυσικού και τεχνητού τοπίου καταστρέφοντας τελικά το φυσικό τοπίο λόγω της χωρίς όρους οικοπεδοποίησης και ανοικοδόμησης,26 αλλά ταυτόχρονα λόγω της επιθυμίας του ανθρώπου να οικειοποιηθεί τη φύση, τραυματίζοντας έτσι το φυσικό υπόστρωμα και δημιουργώντας ένα τσιμεντένιο, τέχνεργο πέπλο.

24 90

Γιάννης Αίσωπος, «Το Σύγχρονο Αττικό Τοπίο», Αρχιτεκτονικά Θέματα ,39/2005, σ.

25

Γιάννης Αίσωπος, ό.π, σ. 91

26

Γιάννης Αίσωπος, ό.π., σ. 88

25


1. 4 Α Π Ο Τ Ο Ε Υ Ρ Υ Τ Ε Ρ Ο Τ Ο Π Ι Ο, Σ Τ Ο Τ Ο Π Ι Ο Τ Η Σ Α Κ Τ Ο Γ Ρ Α Μ Μ Η Σ

Ως ακτογραμμή ορίζεται η γραμμή επαφής της θάλασσας με την ξηρά. Η ακτογραμμή μεταβάλλεται από φυσικά φαινόμενα δηλαδή από το ύψος και την ένταση των κυμάτων της θάλασσας που συνήθως εκδηλώνονται το χειμώνα ή ακόμα λόγω έντονων καιρικών φαινομένων. Ένας ακόμη λόγος φυσικής μεταβολής της ακτογραμμής είναι η παλίρροια και η άμπωτης. Εκατέρωθεν της ακτογραμμής ορίζεται η παράκτια ζώνη όπου εκδηλώνεται η σχέση του θαλάσσιου και του χερσαίου τμήματος, μέσω των σύνθετων οικολογικών συστημάτων που περιλαμβάνουν βιοτικές και αβιοτικές συνιστώσες. Πιο επιστημονικά, «Η παράκτια ζώνη είναι ο χώρος στον οποίο τα γήινα περιβάλλοντα επηρεάζουν τα θαλάσσια ή τα λιμναία και το αντίστροφο. Το πλάτος της ποικίλει και μπορεί ακόμα να αλλάξει με το χρόνο. Η οροθεσία των συνόρων των διαφόρων τμημάτων της δεν είναι δυνατή. Συχνά τα όρια σημειώνονται από περιβαλλοντικές βαθμίδες ή μεταβάσεις. Σε κάθε τοποθεσία, το παράκτιο τοπίο της ζώνης αυτής, χαρακτηρίζεται από φυσικά, βιολογικά και πολιτιστικά κριτήρια. Αυτά στην πραγματικότητα σπάνια συμπίπτουν».27 Σύμφωνα με το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον παράκτιο χώρο, η παράκτια ζώνη αποτελείται από δύο ζώνες διαχείρισης, την «κρίσιμη» και τη «δυναμική». Η Κρίσιμη Ζώνη αποτελεί το μέτωπο του παράκτιου χώρου εκατέρωθεν της ακτογραμμής, το πλέον ευαίσθητο περιβαλλοντικά κομμάτι το οποίο συχνά δέχεται σημαντικές πιέσεις από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Το κομμάτι αυτό περιλαμβάνει θαλάσσιο και χερσαίο τμήμα. Το θαλάσσιο τμήμα της κρίσιμης ζώνης ταυτίζεται με το θαλάσσιο τμήμα του παράκτιου χώρου ενώ το χερσαίο τμήμα της κρίσιμης ζώνης καθορίζεται μέσα από τα Γ.Π.Σ. ή τα Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π του Ν. 2508/97 και μεταβατικά και από άλλα σχέδια χρήσεων γης. Η Δυναμική ζώνη ταυτίζεται με το τμήμα του παράκτιου χώρου που απομένει μετά την αφαίρεση της κρίσιμης ζώνης. Το τμήμα αυτό του παράκτιου χώρου αποτελεί «ζώνη μετάβασης» από την κρίσιμη παράκτια ζώνη στον αμιγώς ηπειρωτικό χώρο.

27 R.W.G. Carter, (1988), Coastal Environments, An Introduction to the Physical, Ecological and Cultural Systems of Coastlines, Academic Press, Cambridge, μτφ. προσωπική, σ. 01

26

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΠΕΡΙ ΤΟΠΙΟΥ

Σύμφωνα με τον νόμο Ν. 2971/2001 «Αιγιαλός, παραλία και άλλες διατάξεις» ορίζεται: ως Αιγιαλός η ζώνη της ξηράς, που βρέχεται από τη θάλασσα από τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της. Παλαιός Αιγιαλός: Ονομάζεται η ζώνη της ξηράς, που προέκυψε από τη μετακίνηση της ακτογραμμής προς τη θάλασσα, οφείλεται σε φυσικές προσχώσεις ή τεχνικά έργα και προσδιορίζεται από τη νέα γραμμή αιγιαλού και το όριο του παλαιότερα υφιστάμενου αιγιαλού. Παραλία: Είναι η ζώνη ξηράς που προστίθεται στον αιγιαλό, καθορίζεται δε σε πλάτος μέχρι και πενήντα (50) μέτρα από την οριογραμμή του αιγιαλού, προς εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς με τη θάλασσα και αντίστροφα. Λιμένας: Είναι η ζώνη ξηράς και θάλασσας μαζί με έργα και εξοπλισμό, που επιτρέπουν κυρίως την υποδοχή κάθε είδους πλωτών μέσων και σκαφών αναψυχής, τη φορτοεκφόρτωση, αποθήκευση, παραλαβή και προώθηση των φορτίων τους, την εξυπηρέτηση επιβατών και οχημάτων και την ανάπτυξη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τις θαλάσσιες μεταφορές. Λιμενικά έργα: Είναι εκείνα, που εκτελούνται ολικώς ή μερικώς στον αιγιαλό, την όχθη, την παραλία ή την παρόχθια ζώνη, μέσα στην θάλασσα, στον πυθμένα της θάλασσας και στο υπέδαφος του βυθού, καθώς και εκείνα που επιφέρουν διαμόρφωση ή αλλοίωση των χώρων αυτών ή που προβλέπονται από τις διατάξεις περί Λιμενικών Ταμείων. Η ακτογραμμή ως τοπίο παρουσιάζει διάφορους σχηματισμούς στη μορφολογία της καθώς διαπιστώνεται ότι οι ακτές αποτελούν ευμετάβλητα συστήματα τα οποία εξαρτώνται τόσο από φυσικές όπως προαναφέρθηκε, όσο και από τεχνητές μεταβολές. Με βάση την ταξινόμηση του Sheppard, οι ακτές χωρίζονται σε πρωτοβάθμιες και δευτεροβάθμιες. Πρωτοβάθμιες ακτές είναι εκείνες που έχουν διαμορφωθεί κυρίως από επίγεια μέσα (συμπεριλαμβανομένων κι εκείνων που σχετίζονται με την τεκτονική πλάκα), ενώ δευτεροβάθμιες ακτές είναι αυτές, στις οποίες η δράση των κυμάτων και άλλων παράκτιων διεργασιών είναι το κυρίαρχο στοιχείο διαμόρφωσης της φόρμας τους.28

28 Robin Davidson-Arnott, (2009), Introduction to Coastal Processes and Geomorphology, Cambridge University Press, Cambridge, σ. 13

27


Οι πιθανοί σχηματισμοί που μπορούν να δημιουργηθούν εξαιτίας φυσικών παραγόντων μεταξύ του ορίου στεριάς και θάλασσας σχηματίζοντας έτσι τα ακτογραφικά στοιχεία είναι τα εξής:29 01| Στενά χερσαία περάσματα, λωρίδες γης που ενώνουν δύο στεριές και χωρίζουν δυο θάλασσες. 02| Στενές λωρίδες θάλασσας, που χωρίζουν δύο στεριές και ενώνουν δύο θάλασσες. 03| Εσωτερικές κοιλότητες στις οποίες εισχωρεί η θάλασσα. 04| Επιμήκη τμήματα γης που εισχωρούν μέσα στη θάλασσα και συνδέονται με την υπόλοιπη ξηρά από τη μία μόνο πλευρά τους. 05| Εκτάσεις ξηράς που περιβρέχονται περιμετρικά από τη θάλασσα. 06| Και βραχώδεις ανυψώσεις του θαλάσσιου πυθμένα. Η διάκριση μεταξύ τεχνητού και φυσικού ακτογραφικού ορίου είναι εμφανής καθώς στις περιπτώσεις που υφίσταται ανθρώπινη παρέμβαση, η γεωμορφολογία της ακτογραμμής είναι γεωμετρική με σαφή όρια μεταξύ στεριάς και θάλασσας, όπως για παράδειγμα εντοπίζεται στους λιμένες και τις μαρίνες. Επιπλέον, σημαντικό μορφολογικό μετασχηματισμό παρουσιάζουν τα ακτογραφικά τμήματα στα οποία κατασκευές όπως προβλήτες, προκυμαίες, κυματοθραύστες και φράγματα υποδομούνται. Αντίθετα, τα παράλια στα οποία δεν υπάρχει ανθρώπινη παρέμβαση, αυτά διατηρούν μια περισσότερο οργανική μορφή με σταδιακή υποχώρηση του εδάφους που παρατηρείται εντονότερη στα κεκλιμένα επίπεδα. (Εικ.07)

29 Περιγραφή των ακτογραφικών στοιχείων σύμφωνα με το λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη

28

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΛΙΜΕΝΑΣ

ΜΑΡΙΝΑ

E I K O N A 07 : Α Κ Τ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Κ Ο Ι Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Ι

ΠΑΡΑΛΙΑ

ΒΡΑΧΩΔΕΣ ΕΔΑΦΟΣ

ΤΟΜΗ

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

ΚΑΤΟΨΗ


ΤΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΑΚΤΟΓΡΑΜΜΗΣ 1. 5

�ια τη διερεύνηση της μορφολογίας του τοπίου και της ακτογραμμής της νοτιοανατολικής αττικής, για τις περιοχές που αναφέρονται στην παρούσα μελέτη, αντλούνται σημαντικά στοιχεία και ουσιαστικές πληροφορίες από το σύγγραμμα του αρχιτέκτονα Κωνσταντίνου Δοξιάδη του 1959, που μελέτησε διεξοδικά την περιοχή. Διερευνώντας τη μορφολογία της αττικής ακτογραμμής, σύμφωνα με τη μελέτη του, παρατηρούνται ποικίλες μορφές ακτών λόγω των διαφόρων πετρωμάτων της περιοχής. Όπου ευνοήθηκε η επιφανειακή διάβρωση των γαιωδών ακτών και η απόθεση νέου χερσαίου ή θαλάσσιου κλαστικού υλικού, διαμορφώθηκαν χαμηλές γαιώδεις ακτές, όπως εντοπίζονται στη Βούλα, ή αμμώδεις παραλίες, όπως στο Νέο Φάληρο, στη Βάρκιζα και στη Γλυφάδα. Ταυτόχρονα, κατά τον κατακόρυφο άξονα, εντοπίζονται άλλοτε ασβεστολιθικοί όγκοι και όγκοι μάργας, άλλοτε ομαλές βραχώδεις ακτές, που καταλήγουν στη θάλασσα με μικρή κλίση. Όσον αφορά τη βλάστηση των περιοχών κατά μήκος της, από την Πειραϊκή χερσόνησο μέχρι το Νέο Φάληρο όπως και από τη Βουλιαγμένη μέχρι τη Βάρκιζα παρουσιάζεται γυμνή. Εξαιρουμένων των αμμωδών παραλιών, η υπόλοιπη περιοχή έχει βλάστηση καλλωπιστικών δένδρων και θάμνων. Είναι γνωστό ότι ο κυματισμός της θάλασσας με ανάλογες συνέπειες στη διαμόρφωση της ακτογραμμής εξαρτάται από την ένταση και τη διεύθυνση των ανέμων. Με δεδομένο ότι η περιοχή είναι προστατευμένη από τους βόρειους ανέμους, οι νότιοι και δυτικοί άνεμοι, δημιουργούν αυξημένης έντασης κυματισμό στα περισσότερο εκτεθειμένα τμήματα της θάλασσας και λιγότερο στις περιοχές της ακτογραμμής. Με τη συνήθη για την περιοχή πνοή της αύρας παρατηρείται μικρός κυματισμός στον κόλπο του Αλίμου και στην περιοχή της Βούλας όπως επίσης στους όρμους της Βουλιαγμένης και της Βάρκιζας. Ιδιαίτερα ήρεμη συναντάται η θάλασσα στον όρμο Παλαιού Φαλήρου και Καλαμακίου, σε αντίθεση με τις ακτές του Ελληνικού και της Γλυφάδας που η θάλασσα καθίσταται ταραγμένη. Συνήθως ήρεμη παρατηρείται μεταξύ ακρωτηρίου Βούλας και Καβουρίου έως και τον όρμο της Βουλιαγμένης. Η μορφολογία του βυθού στη θαλάσσια ζώνη που ξεκινά από την ακτογραμμή είναι βραχώδης και μετά συνεχίζεται αμμώδης ή χωματώδης. Σε γενικές γραμμές η σύσταση του βυθού είναι αμμώδης στη Βάρκιζα, στον κόλπο της Βουλιαγμένης και στο Καβούρι, βραχώδης στον Άγιο Κοσμά και στην Άνω Βούλα, ενώ αποτελείται από άμμο και χώμα στο Νέο Φάληρο.

30

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


E I K O N A 09: Π Α Ρ Α Λ Ι Α Κ Α Β Ο Υ Ρ Ι Ο Υ, 1 9 3 0

E I K O N A 08: Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η, «Υ Π Ο Τ Α Π Ε Υ Κ Α Κ Α Ι Ε Ι Σ

Τ Η Ν Θ Α Λ Α Σ Σ Α Ν», 1 9 5 0

ΠΕΡΙ ΤΟΠΙΟΥ

31


32

ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΙΩΝ



2. 1 Τ Ο Ο Ρ Ι Ο

O Kevin Lynch στο βιβλίο του: «The image of the city», ταξινομεί και αναλύει τα συστατικά στοιχεία της εικόνας μιας πόλης όσον αφορά τις φυσικές μορφές, διαχωρίζοντάς τα σε πέντε τύπους: μονοπάτια, όρια, περιοχές, κόμβοι και τοπόσημα ή αλλιώς ορόσημα. Ως όρια, ορίζει: 30 Τα γραμμικά στοιχεία τα οποία χρησιμοποιούνται ή θεωρούνται ως μονοπάτια από τον παρατηρητή. Είναι τα όρια μεταξύ δύο καταστάσεων, δηλαδή γραμμικές ρωγμές της συνέχειας: ακτές, σιδηροδρομικές γραμμές, όρια αστικής ανάπτυξης, τοιχία. Τα όρια μπορεί να είναι εμπόδια, περισσότερο ή λιγότερο διαπερατά, τα οποία αποκόπτουν μια περιοχή από την άλλη, ή μπορεί να είναι ενωτικές γραμμές κατά μήκος των οποίων δύο περιοχές σχετίζονται και ενώνονται μεταξύ τους. Τα όρια, σαν στοιχεία, είναι σημαντικά οργανωτικά εργαλεία που ενοποιούν ή καθορίζουν περιοχές, όπως είναι τα τοιχία που οικοδομήθηκαν στο περίγραμμα μιας πόλης ή η ακτογραμμή που δίνει ταυτότητα σε μια χερσαία περιοχή. Επομένως, η έννοια του ορίου δεν περιγράφει μια συγκεκριμένη δομή, μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε δύο καταστάσεις αλλά μπορεί ταυτόχρονα να περιγράψει τη σύμπτωση, το διαχωρισμό, τη μετάβαση, την εισαγωγή ή την έξοδο από μια κατάσταση. Το όριο υφίσταται όταν συνυπάρχει με ένα άλλο, ορίζοντας τη διαφοροποίηση των στοιχείων μεταξύ των δύο καταστάσεων. Η επαφή δύο οριοθετημένων χώρων, (δηλαδή ο κοινός χώρος των δύο οριοθετημένων περιοχών) συγκροτεί μια ενδιάμεση περιοχή που ονομάζεται συμμιγής περιοχή και είναι η τομή μεταξύ των δύο οριακών συνθηκών.31 Το σύνορο αντίθετα, καθιστά συγκεκριμένα τα όρια δύο περιοχών. Είναι ο γραμμικός διαχωρισμός της συμμιγούς περιοχής. Διαχωρίζει, εμποδίζει, διευκολύνει, επιτρέπει ή αποτρέπει την μεταξύ τους σχέση και επικοινωνία. (Εικ.10) Το όριο συνεπώς, είναι μια έννοια μεταβλητή και η μορφή του δεν είναι σταθερή. Υπάρχουν πολλές και διαρκώς μετακινούμενες γραμμές ορίων, μεταβαλλόμενα περιγράμματα που άλλοτε συναντώνται ή επικαλύπτονται, ή αποκλίνουν ανάλογα με τις καταστάσεις που το καθορίζουν. Σε κάθε περίπτωση, το όριο μπορεί να εκφραστεί αριθμητικά και γεωμετρικά με μια γραμμή που χωρίζει ή συνδέει διαδοχικές φάσεις και καταστάσεις μεταξύ τους. Σύμφωνα με τον Π. Τουρνικιώτη, το όριο άλλοτε είναι «κοινό» μεταξύ δύο εντελώς διαφορετικών φάσεων και συνθηκών και άλλοτε «κρίσιμο», πέρα του οποίου επέρχεται ριζική μεταβολή στο εσωτερικό της ίδιας όμως

30

Kevin Lynch,(1990), The image of the city, The M.I.T Press, United States, σ. 46 31 Παναγιώτης Τουρνικιώτης, «Όρια και ορισμός της αρχιτεκτονικής.Από την ουσία στο περίγραμμα», Θέματα χώρου και τεχνών, 27/1996, σ. 94

34

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΙΩΝ

ΣΥΜΜΙΓΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗ

ΟΡΙΟ

32

ΣΥΝΟΡΟ

Παναγιώτης Τουρνικιώτης, ό.π., σ. 94

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

E I K O N A 10: Δ Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Α Ο Ρ Ι Ω Ν

κατάστασης.32 Με δεδομένο τον διαχωρισμό αυτόν, στα επόμενα κεφάλαια PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION οι δύο τύποι ορίων, του «κοινού» και του «κρίσιμου», θα διερευνηθούν στον λείο και στον ραβδωτό χώρο.

35


Τ Ο Κ Ο Ι Ν Ο Ο Ρ Ι Ο, Η Π Ε Ρ Ι Π Τ Ω Σ Η Τ Η Σ Α Κ Τ Ο Γ Ρ Α Μ Μ Η Σ 2. 2

Σύμφωνα με τον αρχιτέκτονα Παναγιώτη Τουρκινιώτη, «κοινό» όριο χαρακτηρίζεται το σύνορο μιας συμμιγούς περιοχής ανάμεσα σε δύο διαφορετικές καταστάσεις. Το γραμμικό αυτό όριο εφόσον βρίσκεται στη συμμιγή περιοχή, δηλαδή στην ενδιάμεση ζώνη μεταξύ δύο οριοθετημένων καταστάσεων, αντλεί χαρακτηριστικά και από τις δύο. Οι δύο αυτές καταστάσεις, ανόμοιων ιδιοτήτων, προσαρμοζόμενα στην παρούσα μελέτη μπορούν να θεωρηθούν ως τοπία. Με αυτή την έννοια, δύο τοπία εντελώς διαφορετικών χαρακτηριστικών τα οποία έρχονται σε επαφή, είναι το τοπίο της στεριάς με αυτό της θάλασσας. Ως όριο των δύο αυτών τοπίων είναι η ακτογραμμή, δηλαδή η ενδιάμεση ζώνη των δύο τοπίων που παρουσιάζει χαρακτηριστικά και των δύο και ορίζεται σύμφωνα με τον παραπάνω διαχωρισμό ως ένα όριο «κοινό». Το «κοινό» όριο που δημιουργείται στη συμμιγή περιοχή της επαφής των δύο καταστάσεων-τοπίων αποτελεί ένα τοπίο σύμμεικτων χαρακτηριστικών των δύο. Δηλαδή, είναι ένα τοπίο που μπορεί να θεωρηθεί σύμβολο κλεισίματος αλλά και ανοίγματος, αποτελούμενο από όμοια και αντίθετα χαρακτηριστικά. Επομένως, το όριο ως τοπίο συγκροτεί χώρους του «μεταξύ», χώρους ενδιάμεσους, ποικιλόμορφους, τόσο από οικολογικής και περιβαλλοντικής άποψης, όσο και από πολιτικοκοινωνικής, λειτουργικής και αντίληψης. Όπως γράφουν οι Felix Guattari και Gilles Deleuze: «Όταν οι αρχαίοι Έλληνες μιλούν για τον ανοιχτό χώρο του νομού, τον μη περιχαραγμένο, τον αμέριστο, την προ-αστική ύπαιθρο, τη βουνοπλαγιά, το οροπέδιο ή τη στέπα, δεν τον αντιθέτουν με τον πολιτισμό, που μπορεί, αντίθετα, να αποτελεί μέρος του, τον αντιθέτουν με την πόλιν»33 Η ακτογραμμή ως «κοινό» όριο στην παρούσα μελέτη, αποτελεί ταυτόχρονα τον ενδιάμεσο χώρο που ενσωματώνει τα φυσικά χαρακτηριστικά ενός ανοιχτού τοπίου, δηλαδή της θάλασσας, με τα φυσικά χαρακτηριστικά μιας χερσαίας περιοχής ή εκείνα της τεχνητής ή ακόμα και με τα χαρακτηριστικά μιας παράκτιας πόλης, με την ευρύτερη έννοια. Επομένως θα μπορούσε να ενσωματώνει ταυτόχρονα, τα χαρακτηριστικά ενός λείου και ενός ραβδωτού χώρου. Για να χαρακτηριστεί το τοπίο του «κοινού» ορίου προϋποθέτει την ύπαρξη σε αυτό διαφορετικών χαρακτηριστικών που παράλληλα συναντώνται και αλληλοκαλύπτονται. Η συμμιγής λοιπόν περιοχή στην οποία βρίσκεται

33 Gilles Deleuze-Felix Guattari, (2017), Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια, Ο ΑντιΟιδίπους, Εκδόσεις ΠΛΕΘΡΟΝ, Αθήνα, σ. 593

36

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΙΩΝ

το τοπίο της ακτογραμμής σχετίζεται με τα χαρακτηριστικά της στεριάς και της θάλασσας, τα οποία άλλοτε εξισορροπούνται και άλλοτε ανατρέπουν τις μεταξύ τους σχέσεις. Όπως αναφέρει ο αρχιτέκτονας Κωνσταντίνος Ιωαννίδης στην Διδακτορική του εργασία: «Η ακτογραμμή δεν είναι ανούσια ή φανταστική αλλά πολυδιάστατη και με ποικίλες συμβολικές ιδιότητες. Δεν είναι μια τυχαία γραμμή, συμβολίζει την ένωση στεριάς-θάλασσας, άρα ταυτόχρονα έχει τις ιδιότητες και των δύο, ενώ αποτελεί κυριολεκτικά τη γραμμή-όριο του τοπίου. Περιλαμβάνει μια δυνατότερη πλήρωση χωρικών ιδιοτήτων, ιδιαίτερης σημασίας και ως εκ τούτου δεν αντιμετωπίζεται μόνο προγραμματικά αλλά και ως πραγματικές συνθήκες για τις οικιστικές μονάδες που μοιάζουν με χωρικά περιστατικά».34 Ως εκ τούτου, το όριο της ακτογραμμής άλλοτε συνδέει ως δίκτυο και άλλοτε διαχωρίζει ως φράγμα. Ως «κοινό» όριο και συνδετικό στοιχείο επιτυγχάνει τον αλληλοσυσχετισμό γήινου-υδάτινου, στερεού-υγρού, εσωτερικούεξωτερικού, αντικειμένου-ορίζοντα, κενού-πλήρες, τεχνητού-φυσικού, αλλά και λείου-ραβδωτού. Είναι ένα ευαίσθητο περιβάλλον, ένα τοπίο μετάβασης ή ακόμη μια ενδιάμεση κατάσταση, η οποία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί από μια συγκεκριμένη τυπολογική αναφορά εξαιτίας της διαρκούς μεταβολής του. Αυτό σημαίνει ότι το γραμμικό, «κοινό» όριο της ακτογραμμής δεν είναι εύκολα προσδιορίσιμο καθώς εξαρτάται από περιβαλλοντικές συνθήκες ή μεταβάσεις. Ως παράδειγμα μπορεί να αναφερθεί εκείνο που αναπτύσσεται γραμμικά τροποποιούμενο πολλές φορές από τη θάλασσα, σε σχέση με τον ευμετάβλητο αστικό ιστό. Το τοπίο που συγκροτείται, αποκτά νόημα και χαρακτήρα από τις μεταξύ τους σχέσεις και αντιθέσεις, αποτελώντας ένα στοιχείο χωρικής διαμεσολάβησης διαφορετικών καταστάσεων της θάλασσας και στεριάς, με άλλα λόγια τοπίο μεταξύ λείανσης και ράβδωσης.

34 Ioannidis, Konstantinos (2011), Desining the Edge: an Inquiry into Psychospatial nature of meaning in the architecture of the urban waterfront, σ. 133

37


Τ Ο Κ Ρ Ι Σ Ι Μ Ο Ο Ρ Ι Ο, Η Σ Υ Ν Υ Π Α Ρ Ξ Η Τ Ο Υ Λ Ε Ι Ο Υ Κ Α Ι Τ Ο Υ Ρ Α Β Δ Ω Τ Ο Υ 2. 3 38

Το κρίσιμο όριο είναι η διαχωριστική γραμμή, εκατέρωθεν της οποίας προκύπτει μια ριζική μεταβολή στο εσωτερικό της ίδιας κατάστασης,35 τοπίου και κατ’ επέκταση χώρου. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, σε κάθε χώρο εντοπίζονται οι έννοιες του λείου και του ραβδωτού, οι οποίες αν και αφορούν δύο χαρακτηρισμούς διαφορετικών ιδιοτήτων, μπορούν να εντοπιστούν ταυτόχρονα στο ίδιο περιβάλλον. Οι Felix Guattari και Gilles Deleuze, αναφέρουν ότι η ύπαρξή τους προϋποθέτει τη μεταξύ τους ανάμιξη. Ως εκ τούτου, «ο λείος χώρος δεν παύει να μεταφράζεται, να μετατοπίζεται σε έναν ραβδωτό, ενώ ο ραβδωτός χώρος να ξαναχύνεται σταθερά σε ένα λείo, χαρακτηριζόμενος και πάλι ως τέτοιος».36 Σαν παράδειγμα στην τοποθέτησή τους μπορεί να αναφερθεί η έρημος, η οποία αποτελεί ένα λείο περιβάλλον, το οποίο όμως μπορεί να μεταβληθεί σε ραβδωτό, ενώ ύστερα από συγκεκριμένες επεμβάσεις επανέρχεται στην λεία του μορφή. Το «κρίσιμο» όριο επομένως, στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης κατάστασης-τοπίου, όπως είναι αυτή της ερήμου, της θάλασσας, της πόλης, μπορεί να αποτελεί τη γραμμή μετάβασης από έναν χώρο σε έναν άλλο με διαφορετικές ιδιότητες, παραμένοντας όμως και οι δύο χώροι στο ίδιο τοπίο όπως για παράδειγμα, στο τοπίο μιας ακτής μπορεί να αναφερθεί ο διαχωρισμός σε δύο περιοχές, αυτόν της ελεύθερης χρήσης και εκείνον της επί πληρωμής. (Εικ. 15-16) Όπως διδάσκει ο Kandinsky37, το όριο μπορεί να αποτελεί ένα σημείο αναχώρησης που ξεκινά η ανακάλυψη μιας διαφορετικής πραγματικότητας. Αυτό θα μπορούσε να μεταφραστεί ως μια δεύτερη πραγματικότητα διαφορετικών ιδιοτήτων στα πλαίσια μιας κοινής ωστόσο κατάστασης. Παρόλο που οι χώροι λείανσης και ράβδωσης με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους συνυπάρχουν στο εσωτερικό μιας κατάστασης ή ενός τοπίου, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν προσδιορίζονται και δεν εντοπίζονται με σαφήνεια τα χαρακτηριστικά τους. Οι Felix Guattari και Gilles Deleuze καταγράφουν τον προβληματισμό τους: «…αν πρόκειται για ένα λείο χώρο που έχει γίνει αντικείμενο σφετερισμού, περιβεβλημένος από έναν ραβδωτό ή για ένα ραβδωτό χώρο που διαλύεται μέσα σε έναν λείο και επιτρέπει να αναπτυχθεί ως τέτοιος;» Και στη συνέχεια, διερωτώνται πώς «ένας λείος χώρος, έντονα κατευθυνόμενος, τείνει να

35 Παναγιώτης Τουρνικιώτης, «Όρια και ορισμός της αρχιτεκτονικής.Από την ουσία στο περίγραμμα», Θέματα χώρου και τεχνών, 27/1996, σ. 94 36 Gilles Deleuze-Felix Guattari, (2017), Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια, Ο ΑντιΟιδίπους, Εκδόσεις ΠΛΕΘΡΟΝ, Αθήνα, σ. 586 37 Αναφέρει η Antonella Valentini στο Progettare paesaggi di limite, Firenze University Press, 2005, σ. 118

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΙΩΝ

αναμιχθεί με έναν ραβδωτό χώρο» και πώς «ένας ραβδωτός χώρος, όπου η στατιστική κατανομή διαστημάτων θα είναι εκ των πραγμάτων ίση, τείνει να αναμιχθεί με έναν λείο χώρο»38. Οι προβληματισμοί τους αυτοί μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι αμφίδρομες μεταβάσεις του λείου και του ραβδωτού χώρου στο εσωτερικό της ίδιας κατάστασης-τοπίου, δημιουργούν «κρίσιμα» όρια. Εκατέρωθεν του ακτογραφικού ορίου, τόσο στη θάλασσα όσο και στην ξηρά, υπάρχουν «κρίσιμα όρια», μεταξύ, όπως και εντός του λείου και ραβδωτού χώρου που καθορίζονται από αμφίδρομες μεταβάσεις. Εξετάζοντας την πόλη σαν ένα περιβάλλον με ομοιογενή χαρακτηριστικά, μπορεί να οριστεί ως ένας χώρος ραβδωτός με σαφή όρια της έκτασης που καταλαμβάνει. Εστιάζοντας όμως σε τμήματα από τα οποία συντίθεται, διαπιστώνεται ότι υπάρχουν χώροι και ραβδωτοί και λείοι. Επίσης, σε έναν χώρο λείο υπάρχουν περιοχές ή περιοχή με τα χαρακτηριστικά του ραβδωτού, όπως συμβαίνει και το αντίστροφο. Εξετάζοντας συγκεκριμένα πολεοδομικά στοιχεία, παραδείγματος χάρη τους ασφαλτοστρωμένους δρόμους της πόλης, διαπιστώνεται ότι ραβδώνουν περιοχές με τον ίδιο τρόπο που και τα οικοδομήματα ραβδώνουν ένα οικοδομικό τετράγωνο. Αυτή καθαυτή η πλατεία ως ένας χώρος λείος, ραβδώνεται στη χωμάτινη περιοχή της από την συστοιχία δέντρων. Όπως αναλύθηκε πιο πάνω, τα χαρακτηριστικά της ράβδωσης και της λείανσης δεν είναι μόνο γεωμετρικά. Ένα παράδειγμα είναι ο δημοτικός χώρος στάθμευσης όπου κατά τις ώρες λειτουργίας του αποτελεί έναν χώρο ραβδωτό που συνεχώς μεταλλάσσεται, ενώ στις ώρες που παραμένει κλειστός αποτελεί έναν χώρο λείο. (Εικ.11-12) Οι εναλλαγές των λείων και των ραβδωτών χώρων που εντοπίζονται εξετάζοντας μια πόλη στο σύνολό της ή τα κατά τόπου μέρη της, καθορίζονται από τα μεταξύ τους όρια τα οποία είναι τελικά «κρίσιμα» όρια.

38 Gilles Deleuze-Felix Guattari, (2017), Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια, Ο ΑντιΟιδίπους, Εκδόσεις ΠΛΕΘΡΟΝ, Αθήνα, σ. 590

39


Η θάλασσα κατά την άποψη των θεωρητικών που εξετάζουμε στην παρούσα μελέτη είναι ένας «κατεξοχήν λείος χώρος, κι ωστόσο εκείνος που βρέθηκε όσο πιο νωρίς αντιμέτωπος με τις απαιτήσεις μιας ολοένα αυστηρότερης ράβδωσης»39 και συνεχίζοντας γράφουν ότι ο θαλάσσιος χώρος ραβδώνεται βάσει της αστρονομικής και της γεωγραφικής εξέτασης δηλαδή μέσω του στίγματος που προκύπτει από ένα σύνολο υπολογισμών και μιας παρατήρησης των άστρων και του ήλιου. Ο χάρτης, που διασταυρώνει μεσημβρινούς και παράλληλους, γεωγραφικά πλάτη και μήκη, ραβδώνει γνωστές ή άγνωστες περιοχές της θάλασσας καθορίζοντας προσδιορίσιμες συντεταγμένες. Η ράβδωση της θάλασσας όπως και η ράβδωση της ερήμου δεν εξαρτάται μόνο από φυσικά φαινόμενα αλλά και από τις ανθρώπινες παρεμβάσεις. Ως περιβάλλον με χαρακτηριστικά λείου τοπίου, διατηρεί ταυτόχρονα τη δυναμική του να μεταλλάσσεται, σε μικρό ή σε μεγαλύτερο βαθμό, σε ένα ραβδωτό χώρο. Κατά αυτόν τον τρόπο, η συνύπαρξη και η δράση του λείου και ραβδωτού στην «κατάσταση» της θάλασσας καθορίζει τα μεταξύ τους όρια ως «κρίσιμα». Σύμφωνα με τον φιλόσοφο Martin Heidegger: «Το όριο δεν είναι εκεί όπου κάτι τελειώνει αλλά, όπως το αντιλήφθηκαν οι Έλληνες, το όριο είναι εκεί όπου κάτι αρχίζει την παρουσία του».40

39

Gilles Deleuze-Felix Guattari, ό.π., σ. 591

40 Schulz, C. N. (2009) Genius Loci, Το πνεύμα του τόπου, Για μια φαινομενολογία της αρχιτεκτονικής, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, σ. 16

40

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


E I K O N A 12: Ο Χ Ω Ρ Ο Σ Σ Τ Α Θ Μ Ε Υ Σ Η Σ Ω Σ ΛΕΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

E I K O N A 11: Ο Χ Ω Ρ Ο Σ Σ Τ Α Θ Μ Ε Υ Σ Η Σ Ω Σ ΡΑΒΔΩΤΟΣ ΧΩΡΟΣ

ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΙΩΝ

41


42

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 13: Τ Ο Κ Ρ Ι Σ Ι Μ Ο Ο Ρ Ι Ο Σ Τ Ο Α Σ Τ Ι Κ Ο Τ Ο Π Ι Ο Η Δ Ι Α Β Α Σ Η, Ω Σ Ρ Α Β Δ Ω Τ Ο Σ Χ Ω Ρ Ο Σ


E I K O N A 14: Λ Ε Ι Ο Σ Χ Ω Ρ Ο Σ Σ Τ Ο Α Σ Τ Ι Κ Ο Τ Ο Π Ι Ο

ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΙΩΝ

43


44

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

E I K O N A 15: Τ Ο Κ Ρ Ι Σ Ι Μ Ο Ο Ρ Ι Ο Μ Ε Τ Α Ξ Υ Λ Ε Ι Ο Υ Κ Α Ι Ρ Α Β Δ Ω Τ Ο Υ Χ Ω Ρ Ο Υ Σ Τ Ο Τ Ο Π Ι Ο Τ Η Σ Α Κ Τ Η Σ, Η Ο Ρ Γ Α Ν Ω Μ Ε Ν Η Α Κ Τ Η ΩΣ ΡΑΒΔΩΤΟΣ ΧΩΡΟΣ


E I K O N A 16: Τ Ο Κ Ρ Ι Σ Ι Μ Ο Ο Ρ Ι Ο Μ Ε Τ Α Ξ Υ Λ Ε Ι Ο Υ Κ Α Ι Ρ Α Β Δ Ω Τ Ο Υ Χ Ω Ρ Ο Υ Σ Τ Ο Τ Ο Π Ι Ο Τ Η Σ Α Κ Τ Η Σ, Η Ε Λ Ε Υ Θ Ε Ρ Η Α Κ Τ Η Ω Σ ΛΕΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΙΩΝ

45


46

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 17: Τ Ο Κ Ρ Ι Σ Ι Μ Ο Ο Ρ Ι Ο Σ Τ Ο Τ Ο Π Ι Ο Τ Η Σ Θ Α Λ Α Σ Σ Α Σ, ΟΙ ΠΡΟΒΛΗΤΕΣ ΩΣ ΡΑΒΔΩΤΟΣ ΧΩΡΟΣ


E I K O N A 18: Ο Λ Ε Ι Ο Σ Χ Ω Ρ Ο Σ Τ Η Σ Θ Α Λ Α Σ Σ Α Σ

ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΙΩΝ

47


48

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ



ΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ 3. 0 50

Αναλύοντας τη σύνθεση του τοπίου εντοπίζονται χώροι με διαφορετικά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά βάση των οποίων, διακρίνεται ο λείος και ο ραβδωτός χώρος. Σκοπός του κεφαλαίου αυτού είναι να αναλυθούν τα κριτήρια του διαχωρισμού των δύο χώρων χρησιμοποιώντας ως εργαλείο τα έξι μοντέλα που αναφέρονται στο κεφάλαιο «Το λείο και το ραβδωτό» του θεωρητικού βιβλίου «Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια, Χίλια Πλατώματα» του Felix Guattari και Gilles Deleuze. Η αποσαφήνιση και ο χαρακτηρισμός ενός χώρου με βάση τις θεωρητικές απόψεις του βιβλίου δεν είναι κάτι δεδομένο. Η προσπάθεια για τη διάκριση του λείου από τον ραβδωτό χώρο, θα βασιστεί σε χαρακτηριστικά που εντοπίστηκαν στην ανάλυση των έξι μοντέλων. Δηλαδή, θα χρησιμοποιηθούν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που εντοπίστηκαν όπως: η ομοιογένεια και η ετερογένεια, το σημείο και η γραμμή, η πολλαπλότητα μεγέθους και απόστασης, η έκταση και η ένταση, το οπτικό και απτικό, η γεωμετρία και η τοπολογία, το πρόγραμμα και το γεγονός. Σε κάποια από τα χαρακτηριστικά είναι απαραίτητη η μελέτη τους στη διάρκεια του χρόνου και στην εποχικότητα.

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΟΜΟΙΟΓΕΝΕΙΑ|ΕΤΕΡΟΓΕΝΕΙΑ

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ

Ως ομοιογένεια ορίζεται η ύπαρξη μιας ενιαίας µορφής, σύστασης και χαρακτήρα σε ένα σύνολο ή μια σύνθεση. Η ομοιογένεια είναι το καίριο χαρακτηριστικό της ράβδωσης, ή αλλιώς η χαρακτηριστική μορφή ενός ραβδωτού χώρου. Πρόκειται για έναν κεντροθετημένο χώρο, με συμμετρικές σχέσεις που συγκροτεί μια ομοιογένεια. Η θέση του κέντρου δεν αλλάζει ακόμη και όταν αλλάζουν κατεύθυνση οι παράλληλες γραμμές. Στο παράδειγμα του υφάσματος, όσο κανονικότερη είναι η διασταύρωση που σχηματίζουν οι βελόνες, τόσο σφιχτότερη είναι η ράβδωση και άρα τόσο περισσότερο ο χώρος τείνει να γίνει ομοιογενής. Σύμφωνα με τον Cassirer «στην φιλοσοφία των συμβολικών μορφών», o ομοιογενής χώρος είναι ένας ουδέτερος χώρος κάθε σημείο του οποίου έχει τις ίδιες ιδιότητες με το διπλανό του. Ο ομοιογενής χώρος δεν είναι ποτέ ένας χώρος δεδομένος. Είναι ένας χώρος γεννημένος από μια κατασκευή, από μια κοινωνική πράξη.41 Έτσι, η γεωμετρική έννοια της ομοιογένειας μπορεί με ακρίβεια να εκφραστεί με το αξίωμα σύμφωνα με το οποίο από κάθε σημείο του χώρου είναι δυνατό να πραγματοποιήσουμε ομοιόμορφες κατασκευές σ’ όλους τους τόπους και σ’ όλες τις κατευθύνσεις.42 O λείος χώρος εν αντιθέσει, δεν χαρακτηρίζεται από ομοιογένεια αφού είναι μεταβλητός προς όλες τις κατευθύνσεις.43 Απλώνεται σε μια συνεχή και διαρκή παραλλαγή. Αποτελεί άμορφο χώρο και όχι ομοιογενή. Το λείο ανήκει σε μια βασική ετερογένεια του «patchwork» και όχι της ύφανσης όπως ο ραβδωτός. Υφίσταται σε συνεχή παραλλαγή που ξεπερνά κάθε κατανομή σταθερών. Και αν το λείο και το ραβδωτό επικοινωνούν φαινομενικά, αυτό γίνεται μόνο διότι το δεύτερο δεν φτάνει στο ιδανικό της τέλειας ομοιογένειας επειδή αδυνατεί να δώσει εκ νέου το λείο.44

41 Νίκος Κομνηνός (1986), Θεωρία της Αστικότητας, Αστικός σχεδιασμός και κατασκευή της πόλης, Αθήνα https://www.komninos.eu/wp-content/uploads/2013/12/Theoria-astikotitas-3.pdf 42 Νίκος Κομνηνός, ό.π. 43 Gilles Deleuze-Felix Guattari, (2017), Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια, Ο ΑντιΟιδίπους, Εκδόσεις ΠΛΕΘΡΟΝ, Αθήνα, σ. 599 44 Gilles Deleuze-Felix Guattari, ό.π., σ. 599

51


Σ Η Μ Ε Ι Ο | Γ Ρ Α ΜΜ Η

Οι έννοιες της γραμμής και του σημείου παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στον χώρο του λείου και του ραβδωτού. Στον ραβδωτό χώρο οι γραμμές, δηλαδή οι διαδρομές τείνουν να υποτάσσονται και να εξαρτώνται από σημεία τα οποία λειτουργούν ως κατευθυντήριοι οδηγοί της διαδρομής. Στον λείο χώρο, γίνεται ακριβώς το αντίστροφο καθώς τα σημεία δεν καθορίζουν τη διαδρομή. Όπως και στον ραβδωτό ή ραβδωμένο χώρο, υπάρχουν στάσεις και διαδρομές με τη διαφορά ότι η διαδρομή είναι αυτή που παρασύρει τη στάση ή το μεσοδιάστημα. Το σώμα κινείται στον ανοιχτό χώρο χωρίς προκαθορισμένες στάσεις, χαράζοντας την δική του αφηρημένη γραμμή. Έτσι, η γραμμή εδώ είναι ένα διάνυσμα, μια κατεύθυνση και όχι μια διάσταση ή ένας μετρικός προσδιορισμός. Δεν περιχαράσσει τίποτα, δεν σημειώνει πλέον κανένα περίγραμμα, σε αντίθεση με το ραβδωτό και δεν μετακινείται από το ένα σημείο στο άλλο, αλλά περνά από την οριζόντια στην κάθετο, και εκτρέπεται από τη διαγώνιο αλλάζοντας κατεύθυνση. Αφορά την αφηρημένη, μεταβαλλόμενη γραμμή χωρίς εσωτερικό και εξωτερικό, χωρίς μορφή και φόντο, χωρίς αρχή και τέλος, χωρίς βάθος, ζωντανή όσο και με συνεχή παραλλαγή, περιγράφοντας έναν λείο χώρο. Έχει έκφραση. Αλλά δεν είναι και μια παραστατική γραμμή που περιχαράσσει και αναπαριστά. Είναι ένας χώρος δομημένος βάσει τοπικών διεργασιών όπου οι κατευθύνσεις αλλάζουν είτε λόγω της φύσης της διαδρομής, είτε λόγω της μεταβλητότητας του σκοπού ή του σημείου που πρέπει να προσεγγιστεί. Είναι κάτι παραπάνω από μια γραμμή και λιγότερο από μια επιφάνεια, λιγότερο από έναν όγκο και περισσότερο από μια επιφάνεια, είναι ένας λείος χώρος.45 Συμπερασματικά, ο λείος και ο ραβδωτός χώρος μπορούν να διακριθούν με βάση την αντίστροφη σχέση του σημείου και της γραμμής όταν εξετάζονται ταυτόχρονα στον χώρο. Έτσι, η ράβδωση δημιουργεί μια περίκλειστη επιφάνεια με προκαθορισμένα σημεία και γραμμές σε αντίθεση με τη λείανση, που δημιουργεί έναν ανοιχτό, μη προβλέψιμο, μη εξαρτημένο αλλά δημιουργούμενο από τις διαδρομές χώρο.

45

52

Gilles Deleuze-Felix Guattari, ό.π., σ. 601

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


Π Ο ΛΛ Α Π Λ Ο Τ Η Τ Α Μ Ε Γ Ε Θ Ο Υ Σ | Α Π Ο Σ Τ Α Σ Η Σ

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ

Οι Felix Guattari και Gilles Deleuze αναφέρουν ότι ο λείος και ο ραβδωτός χώρος μπορούν να εξεταστούν σύμφωνα με μια μαθηματική σκέψη η οποία προϋποθέτει τον ορισμό της πολλαπλότητας.46 Σύμφωνα με τον μαθηματικό Bernhard Riemann, κάθε πολλαπλότητα προσδιορίζεται βάσει ν-προσδιορισμών οι οποίοι μπορεί άλλοτε να εξαρτώνται από μια συγκεκριμένη κατάσταση και άλλοτε όχι.47 Ο Alexius Meinong και ο Bertrand Russel, εισήγαγαν την έννοια της απόστασης και την αντιπαρέθεσαν στην έννοια του μεγέθους48. Συσχετίζοντας επομένως τους δύο χώρους του λείου και του ραβδωτού με δύο διαφορετικά είδη πολλαπλοτήτων, προκύπτει η πολλαπλότητα μεγέθους για τον ραβδωτό χώρο και η πολλαπλότητα απόστασης για τον λείο. Οι πολλαπλότητες μεγέθους προσδιορίζονται όπως είναι φυσικό από μεγέθη. Για να γίνει πιο σαφές, σύμφωνα με την πολλαπλότητα μεγέθους, μπορούμε να συγκρίνουμε το μέγεθος μιας κάθετης γραμμής μεταξύ δύο σημείων και το μέγεθος μιας οριζόντιας γραμμής μεταξύ δύο άλλων. Η πολλαπλότητα λοιπόν είναι μετρική, αριθμητική, ομοιογενής και μπορεί να υποστεί ράβδωση. Σε μια ομοιογενή έκταση, σε έναν ραβδωτό χώρο δηλαδή, η διαίρεση ενός μεγέθους μπορεί να γίνει δίχως όρια. Τα μεγέθη μπορούν να ποικίλλουν με μόνη συνέπεια τη μεγέθυνση ή τη σμίκρυνση του χώρου που ραβδώνουν. Από την άλλη, οι πολλαπλότητες απόστασης αφορούν χώρους συνεχούς παραλλαγής, χώρους λείους. Πολλαπλότητες ποιοτικές και μη ραβδωτές. Για παράδειγμα, σε αντίθεση με το μέγεθος της γραμμής, δεν είναι δυνατόν να συγκριθεί η διαφορά μεταξύ δύο ήχων ίσης οξύτητας και διακριτής έντασης με δύο ήχους ίσης έντασης και διακριτής οξύτητας. Οι δύο προσδιορισμοί δεν είναι διακριτοί παρά μόνο αν ο ένας είναι μέρος του άλλου. Επομένως, η κατάληξη στο μικρότερο ή στο μεγαλύτερο είναι εφικτή χωρίς όμως να μπορεί να διευκρινιστεί το ακριβές μεγέθος. Η απόσταση για παράδειγμα, είναι η σύγκριση των διαδρομών με αποτέλεσμα να μπορεί να κριθεί η μεγαλύτερη χωρίς να χρησιμοποιηθεί ένα ακριβές-δεδομένο μέγεθος. Οι αποστάσεις δηλαδή μπορούν να διαιρεθούν μόνο όταν ένας προσδιορισμός τους είναι σε θέση να είναι μέρος ενός άλλου προκειμένου η σύγκριση και ο χαρακτηρισμός ανάμεσά τους να είναι εφικτός. Οι δύο πολλαπλότητες, μεγέθους και απόστασης ερμηνεύτηκαν επίσης από τον Henri Bergson49, ως αριθμητικές και ποιοτικές αντιστοίχως ο οποίος πρόσθεσε έναν επιπλέον διαχωρισμό μεταξύ τους: τις μετρικές ως κεντροθετημένες και τις άκεντρες ως διανυσματικές.

46

Gilles Deleuze-Felix Guattari, ό.π., σ. 595

47 Για την παρουσίαση των πολλαπλοτήτων του Riemann και του Helmhotz, βλ. Jules Vuillemin, «Philosophie de l’ algebre», P.U.F., σ. 409 48 Συναντάμε μια ανάλυση των εννοιών της απόστασης και του μεγέθους στο Albert Spaier, «La pensée et la quantité», Alcan. 49 Στο βιβλίο του «Δοκίμιο για τα άμεσα δεδομένα της συνείδησης» ο Henri Bergson καταγράφει τη σύλληψή της διάρκειας ως μια πολλαπλότητα.


ΕΚΤΑΣΗ|ΕΝΤΑΣΗ

Η ένταση ορίζεται ως ο βαθμός της δύναμης ή της σφοδρότητας με την οποία εκδηλώνεται ένα γεγονός. Αφορά ένα μέγεθος με δυνατότητα μέτρησης και αριθμητικής απεικόνισης. Ορίζει τη ροή ενέργειας σε μια επιφάνεια σε συγκεκριμένο χρόνο. Επομένως, έχει συγκεκριμένη και μετρήσιμη ενέργεια ανά μονάδα χρόνου. Η ένταση είναι βασικό μέγεθος που αφορά άυλα και υλικά. Η ένταση γίνεται ευκολότερα κατανοητή από το παράδειγμα της έντασης του ήχου. Η διερεύνηση της έντασης στον χώρο, και o προσδιορισμός του βαθμού αυτής, θα ήταν δυνατό να δοθεί με το λόγο δύο αριθμών στη μορφή κλάσματος που ο παρονομαστής θα περιείχε τις διαστάσεις του χώρου και ο αριθμητής τον αριθμό του υπό εξέταση αντικειμένου. Για παράδειγμα, ο αριθμός των ανθρώπων που κατοικεί σε μια συγκεκριμένη σε έκταση περιοχή μας δίνει σαν αποτέλεσμα την ένταση της πυκνότητας των κατοίκων. Ως έκταση ορίζεται ο χώρος που καταλαμβάνει μια γεωγραφική περιοχή. Μπορεί να αφορά είτε την έκταση ενός οικοπέδου, είτε μιας πόλης είτε μιας καλλιεργήσιμης γης. Ένας χώρος έκτασης ορίζεται από μετρήσιμες διαστάσεις. Μπορεί να αφορά το όλον ή μέρος του όλου. Ένα στοιχείο εκτείνεται ως τα επόμενα ώστε να συγκροτεί ένα όλον. Μια τέτοια σύνδεση όλον-μέρη σχηματίζει μια άπειρη σειρά που δεν έχει ούτε τελευταίο όρο ούτε και όριο. Ωστόσο, οι εκτάσεις αδιάκοπα αυξομειώνονται κερδίζοντας και χάνοντας μέρη με αποτέλεσμα να υπάρχει αδιάκοπη τροποποίηση των ορίων τους. Ο λείος χώρος, ως χώρος έντασης δεν συντίθεται από αθροίσματα και μετατοπίσημα μεγέθη. Για παράδειγμα, μια ταχύτητα δεν αποτελεί το άθροισμα δύο μικρότερων ταχυτήτων. Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τους θεωρητικούς, κάθε όρος της έντασης που διαιρείται διακρίνεται ως προς τη φύση του από τον άλλον αφού το διαιρεμένο αλλάζει φύση σε κάθε στιγμή διαίρεσης. Όπως η κίνηση, η οποία σαφώς μπορεί να διαιρεθεί σε έναν βηματισμό αλλά την ίδια στιγμή που η κίνηση έγινε βηματισμός η φύση της άλλαξε.50 Ωστόσο, στον ραβδωτό χώρο των αποστάσεων, δεν αλλάζει φύση μόνο το διαιρούμενο αλλά και ο ίδιος ο χώρος: η έρημος, η στέπα, η θάλασσα ή ο παγετώνας, είναι πολλαπλότητες του ίδιου τύπου, μη μετρικές, άκεντρες και διανυσματικές.

50 Gilles Deleuze-Felix Guattari, (2017), Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια, Ο ΑντιΟιδίπους, Εκδόσεις ΠΛΕΘΡΟΝ, Αθήνα, σ. 596

54

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΟΠΤΙΚΟΣ|ΑΠΤΙΚΟΣ

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ

Η δυνατότητα του ανθρώπου να λαμβάνει με τα μάτια ερεθίσματα και να σχηματίζει αναπαραστάσεις της εξωτερικής πραγματικότητας ονομάζεται οπτική ικανότητα. Αντίθετα, η απτική ικανότητα αφορά το συνδυασμό αισθήσεων με πρωταγωνιστικό ρόλο την αφή. Βασική αντίθεση μεταξύ ενός απτού ή αλλιώς «απτικού» χώρου και ενός οπτικού είναι η απόσταση από την οποία βιώνεται και γίνεται αντιληπτός ο χώρος. Ο απτικός χώρος για να γίνει αντιληπτός προϋποθέτει τη συνεργασία όλων των αισθήσεων και όχι αυτής και μόνο της όρασης. Για να προκύψουν οι σχετικές διακρίσεις του απτικού και του οπτικού για τον λείο και τον ραβδωτό χώρο αντιστοίχως, πρέπει πρώτα να προσδιοριστεί ο τρόπος με τον οποίο γίνονται αντιληπτοί. Η κατανόηση του λείου χώρου που χαρακτηρίζεται ως απτικός, επιτυγχάνεται με τη συνεργασία των αισθήσεων. Δεν έχει διαστάσεις με την έννοια της επιφάνειας ούτε περιορίζεται από περιγράμματα. Ποικίλες κατευθύνσεις τον καθορίζουν με χαρακτηριστικό γνώρισμα την ετερογένεια. Η κατανόηση του ραβδωτού χώρου επιτυγχάνεται με την οπτική ικανότητα του ανθρώπου, σε συνδυασμό με αναγνωρίσιμες και κατανοητές από τον άνθρωπο μορφές και σχήματα που ήδη έχουν καταγραφεί και ερμηνευθεί στη μνήμη του. Δηλαδή στο ραβδωτό χώρο, ο παραλληλισμός και η σύγκριση των δεδομένων με τα νέα στοιχεία που ο παρατηρητής εισπράττει τον βοηθούν να ταυτοποιήσει με βεβαιότητα μεγέθη, σχήματα, μορφές και όρια. Με εργαλείο δηλαδή την όραση και μόνο την όραση, αντιλαμβάνεται πλήρως το περιβάλλον. Ως παράδειγμα των δύο χώρων, οπτικών και απτικών, θα μπορούσε να αναφερθεί ο τρόπος με τον οποίο ο παρατηρητής αντιλαμβάνεται την αιγυπτιακή πυραμίδα (οπτικός χώρος) και τον περιβάλλοντα αυτής χώρο δηλαδή την έρημο (απτικός χώρος). Η μορφή της πυραμίδας παρουσιάζεται στον παρατηρητή με εντελώς προσδιορίσιμα και ξεκάθαρα όρια, με αναγνωρίσιμες πλευρές, όσον αφορά το μήκος, το ύψος και το σχήμα τους. Ο όγκος και η κυβική της διάσταση ορίζουν την προοπτική σε συνάρτηση με το φως και τη σκιά που δημιουργείται.51 Σε αντίθεση, η θέα της ερήμου για τον παρατηρητή είναι ουσιαστικά απροσδιόριστη χωρίς ξεκάθαρα όρια και αναγνωρίσιμες διαστάσεις, εκτείνεται απεριόριστα χωρίς να γίνεται δηλαδή αντιληπτό το μέγεθος και η έκτασή της. Επομένως, στο παράδειγμά μας, η πυραμίδα αποτελεί το ραβδωτό χώρο σε αντίθεση με την έρημο που προσδιορίζει έναν χώρο λείο.

51

Gilles Deleuze-Felix Guattari, (2017), ό.π., σ. 607

55


ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ|ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ

Η τοπολογία ως όρος είναι ο επιστημονικός κλάδος που ασχολείται με τις ιδιότητες ενός τόπου, τη γεωγραφία και την ιστορία του. Η τοπολογία στα μαθηματικά, είναι ο κλάδος που μελετά τις ιδιότητες των γεωμετρικών σχηματισμών οι οποίες παραμένουν αμετάβλητες παρόλες τις μεταμορφώσεις που υπόκεινται οι σχηματισμοί. Δύο αριθμοί είναι ισοδύναμοι τοπολογικώς εάν μπορούν να καμπυλώσουν ή τεντώσουν μια επιφάνεια χωρίς περικοπές ή πτυχές. Είναι ένας σύνθετος ορισμός έχοντας αναδρομική λογική. Πιο επεξηγηματικά, η τοπολογία αφορά μεταβλητές διαμορφώσεις και ελαστικές κινήσεις, που επεκτείνονται όχι μόνο στις δυνάμεις που δρουν στις ίδιες τις δομές τους αλλά και στις μεταξύ τους συνδέσεις. Αναφέρονται στις ιδιότητες των αρχικών μορφών και σε αυτές ύστερα από στρέβλωση. Η τοπολογία ακόμη, μελετά τις ιδιότητες των αντικειμένων ανεξάρτητα από το μέγεθος και τη μορφή τους. Μελετά όλες τις αντιληπτές μορφές - αφηρημένες, πολυδιάστατες - καθώς και τη συνέχειά τους, σε πιθανό τέντωμα ή και στη συμπίεσή τους. Η γεωμετρική τοπολογία είναι χρονική, εξετάζοντας την αλλαγή και την εξέλιξη των μορφών ως ουσιώδη χαρακτηριστικά για την κατανόηση και την ταξινόμησή τους. Ακόμη, η σύνδεση μεταξύ αντικειμένων είναι περισσότερο σημαντική από τα ίδια τα αντικείμενα. Επομένως, η τοπολογία στον χώρο, αφορά την κατανόηση ενός λείου, απρόβλεπτου και άμορφου χώρου, θέση η οποία έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές της ελληνικής γεωμετρίας, όπου κάθε μορφή εκεί είναι η σκιά ενός αμετάβλητου μαθηματικού ιδεώδους, μιας ραβδωτής, καθορισμένης επιφάνειας. Με άλλα λόγια, αφορά τη μελέτη των συνόλων που συγκροτούν τον χώρο ως προς την παραμόρφωση, τη συνέχεια, την οριοθέτηση και τη σύγκλησή τους. Είναι συνεπώς, ένα είδος γενικευμένης γεωμετρίας που αφορά τη συνέχεια ή μη, κάποιων παραμέτρων του χώρου. Εξετάζει τον χώρο στο σύνολό του. Ο ροϊκός-λείος χώρος παραπέμπει σε μια ελάσσονα γεωμετρία, καθαρά ποιοτική, καθώς πρόκειται για μια «αναλφάβητη» γεωμετρία, για ένα σύστημα μη μετρικό, ένα σύστημα άμορφο όπου οι τοπικές λειτουργίες του δεν είναι καν ικανές ώστε να γενικευτούν. Δεν υπάρχουν μορφές και ομοιογένεια. Αντίθετα, στον ραβδωτό ή προς ράβδωση χώρο, υπάρχει η έννοια του μέτρου, της κατεύθυνσης, των καθέτων και των παραλλήλων και επομένως ο χώρος μπορεί να μεταφραστεί γεωμετρικά, αποτελούμενος από ομοιόμορφα στοιχεία. Η γεωμετρία σε αυτόν τον χώρο λειτουργεί ως εργαλείο αποτύπωσης και παράστασης ή και ως εργαλείο σύνθεσης μορφών. «Όπως δηλαδή η γλώσσα χρησιμοποιεί τις λέξεις για να αρθρώσει τον λόγο, έτσι η γεωμετρία χρησιμοποιεί τη γραμμή για να οικοδομήσει τη μορφή».52 Μια αναγνωρίσιμη δηλαδή, από τον άνθρωπο, έννοια η οποία συντελεί στη συγκρότηση ενός ραβδωτού χώρου.

52 Από διάλεξη: Η γεωµετρία ως η γλώσσα της µουσικής, CONTRAPUNTO, Αθανάσιος Σπανομαρίδης, Πανεπιστήμιο Πατρών, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, 2020

56

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ|ΓΕΓΟΝΟΣ

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ

Ο Bernard Tschumi στη συζήτηση με τίτλο: ‘Program and Event’ («Πρόγραμμα και γεγονός»), αναφέρει πως για την κατανόηση της αρχιτεκτονικής πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη η ιδέα του χώρου, της κίνησης και του γεγονότος καθώς μέσω αυτής, οι τρεις έννοιες έρχονται σε επαφή.53 Είναι σημαντικός αρχικά, ο διαχωρισμός του γεγονότος ή αλλιώς του συμβάντος με το πρόγραμμα. Το πρόγραμμα υποδηλώνει κάτι το κωδικοποιημένο, κάτι που μπορεί να επαναληφθεί, που πολύ συχνά καθορίζεται από κοινωνικούς κανόνες ή από τις επαναλαμβανόμενες συμβάσεις της κοινωνίας. Το γεγονός ωστόσο, είναι γενικά το απρόβλεπτο, εκείνο που δεν μπορεί να κωδικοποιηθεί, που ανήκει στο χώρο του συμπτωματικού. Το συμβάν ή γεγονός, δεν είναι η πραγμάτωση μιας αναμενόμενης πράξης, η άφιξη ενός πράγματος μέσω μιας προβλεπόμενης τελεολογικής διαδικασίας. Συνεπώς, η εμπειρία του συμβάντος δεν καθορίζεται με τους όρους που επιβάλλει μια προδιαγεγραμμένη δυνατότητα, καθώς δεν είναι προγραμματισμένο να πραγματοποιηθεί. Όπως σημειώνει και ο αρχιτέκτονας Τάκης Κουμπής, «Το συμβάν είναι η απόλυτη έκπληξη, είναι η έλευση του αφικνούμενου που δεν αναμένεται, που δεν αναγγέλλεται, και όταν αφιχθεί διαταράσσει κάθε λογική ή πρόβλεψη περί του δυνατού και του αδύνατου. Κατ’ ουσία, το συμβάν απειλεί συνεχώς κάθε δυνατότητα πραγματοποίησής του. Το γεγονός ωστόσο, είναι κάτι που ο αρχιτέκτων δίνει το έναυσμα για να συμβεί. Δεν μπορεί να σχεδιάσει ή να οργανώσει κανείς το γεγονός, μπορεί όμως να οργανώσει τις συνθήκες ώστε να λάβουν χώρα γεγονότα. Στον τομέα της τέχνης και της αρχιτεκτονικής, το συμβάν ταυτίζεται με την επινόηση. Η αρχιτεκτονική επινόηση ως συμβάν δηλώνει την άφιξη, την εφεύρεση ενός πράγματος, μιας κατασκευής, που μέχρι τώρα δεν ήταν δυνατόν να επινοηθεί».54 Ο Gropius αναφερόμενος στη σχέση της αρχιτεκτονικής και του γεγονότος, σημειώνει ότι οικοδομική δράση ή αρχιτεκτονική πράξη δεν μπορεί να υπάρξει εάν δεν υπάρχει συμβάν. Η αρχιτεκτονική επινόηση, αυτή η δημιουργία συμβάντων που διακηρύσσει ο Gropius, εγκαθίσταται εξαρχής στο πεδίο του αδυνάτου, θέτοντας τις προϋποθέσεις για την άφιξη της εμπειρίας καθαυτής του δυνατού.

53 Γιάννης Αίσωπος & Γιώργος Σημαιοφορίδης,(2001), Η σύγχρονη (ελληνική) πόλη, METAPOLIS Press, Αθήνα, σ. 278 54 Τάκης Κουμπής, «Η ακύρωση του αρχιτεκτονικού συμβάντος», Αρχιτέκτονες 45/2004,σ. 36

57


Ο Gilles Deleuze στο βιβλίο του «Η Πτύχωση» εξετάζει το συμβάν από περισσότερες οπτικές γωνίες. Αρχικά το περιγράφει ως μια δόνηση, με άπειρες αρμονικές ή άπειρα υποπολλαπλάσια, όπως σ’ ένα ηχητικό ή φωτεινό κύμα, ένα μέρος χώρου όλο και πιο μικρό, κατά μια χρονική διάρκεια όλο και πιο μικρή.55 Ο χώρος και ο χρόνος σύμφωνα με εκείνον, δεν είναι όρια αλλά αφηρημένες συντεταγμένες. Επομένως, αναφερόμενος στο συμβάν ως σύνολο εκτατικών μορφών, συνεχίζει με τις ιδιότητές του όπως για παράδειγμα, το ύψος, την απόχρωση ή τη καθαρότητα ενός χρώματος, οι οποίες εισέρχονται σε νέες άπειρες σειρές. Το συμβάν λοιπόν, για τον G.Deleuze, είναι αδιαρρήκτως η εξαντικειμενίκευση μιας λήψης και η εξυποκειμενίκευση μιας άλλης, είναι συγχρόνως δημόσιο και ιδιωτικό, εν δυνάμει και εν ενεργεία, εισερχόμενο στο γίγνεσθαι ενός άλλου συμβάντος και υποκείμενο του δικού του γίγνεσθαι.56 Με γνώμονα τις παραπάνω απόψεις, ένας χώρος στον οποίο δεν δημιουργούνται γεγονότα δεν αποτελεί αρχιτεκτονική πράξη. Επιπλέον ένας χώρος ο οποίος είναι σχεδιασμένος για προμελετημένες διαδικασίες δεν αφορά συμβάντα αλλά προγράμματα, και αυτή είναι η βασική διαφορά ανάμεσα στα δύο είδη χώρων που μελετάμε. Ο λείος χώρος καταλαμβάνεται από συμβάντα και όχι τόσο από διαμορφωμένα ή αντιληπτά πράγματα.57 Είναι ένας χώρος πρωταρχικών συγκινήσεων όπου μπορεί να συμβεί οτιδήποτε οπουδήποτε, αφού δεν υπάρχουν όρια και προγραμματισμός. Είναι ένας ανοιχτός χώρος ο οποίος μπορεί να φιλοξενήσει οποιοδήποτε γεγονός. Αντίθετα, ο ραβδωτός χώρος χαρακτηρίζεται από όρια και περιφράξεις που ενισχύουν την έννοια του προγράμματος.

55 σ. 168

Gilles Deleuze,(2006), Η Πτύχωση, Ο Λαιμπνιτς και το Μπαροκ, ΠΛΕΘΡΟΝ, Αθήνα,

56

Gilles Deleuze,(2006), ό.π., σ. 168

57 Gilles Deleuze-Felix Guattari, (2017), Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια, Ο ΑντιΟιδίπους, Εκδόσεις ΠΛΕΘΡΟΝ, Αθήνα, σ. 591

58

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΕΠΟΧΙΚΟΤΗΤΑ

Καθώς ο λείος και ο ραβδωτός χώρος συνυπάρχουν, η μετάβαση από τον έναν στον άλλο επηρεάζεται σαφώς από τον παράγοντα της εποχικότητας. Το τοπίο και ο χώρος που αναπτύσσεται σε αυτό παρουσιάζει έντονες τροποποιήσεις οι οποίες πολλές φορές οφείλονται στις καιρικές συνθήκες. Οι βουνοκορφές, απότομες και τραχιές, τους καλοκαιρινούς μήνες μπορούν να θεωρηθούν ραβδωτές επιφάνειες όπου μεγέθη και μορφές είναι διακριτές. Όταν όμως το χειμώνα στις βουνοκορφές πέσει χιόνι και καλύψει κάθε μορφή που σχηματίζουν τα βράχια, ένας άμορφος και λείος χώρος θα σχηματιστεί. Ωστόσο, η νέα αυτή κατάσταση θα έχει διάρκεια λίγους μόνο μήνες, αφού ο χώρος θα επιστρέψει στην αρχική του κατάσταση μόλις αλλάξει η εποχή. Έτσι, οι εναλλαγές λείανσης και ράβδωσης ενός χώρου εξαρτώνται συχνά από φυσικούς παράγοντες οι οποίοι είναι συνδεδεμένοι με το χρόνο.

ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ

Χαρακτηρίζοντας έναν χώρο ραβδωτό ή λείο δεν σημαίνει ότι στο πέρασμα του χρόνου θα παραμείνει ως τέτοιος. Στην παράγραφο της συνύπαρξης αναφέρθηκε ότι οι δύο χώροι υπάρχουν μόνο μέσα από τη μεταξύ τους ανάμιξη και ότι ο ραβδωτός χώρος μπορεί να επαναδημιουργηθεί σε έναν λείο. Πρόκειται για μια μετάλλαξη που μπορεί να διακριθεί χρονικά. Ο τρόπος με τον οποίο ένας λείος χώρος παραδίδεται στη ράβδωση, αλλά και αυτός όπου ένας ραβδωτός χώρος παράγει εκ νέου τον λείο με διαφορετικές ποιότητες, αλλάζει στο πέρασμα του χρόνου. Οι χώροι είναι ανατρεπτικοί και ευάλωτοι στις ανθρώπινες επεμβάσεις. Η κατάσταση ενός χώρου επομένως, δεν είναι σταθερή και πολλές μεταβάσεις μεταξύ των δύο ειδών μπορούν να συμβούν στο πέρασμα του χρόνου λόγω φυσικών ή ανθρωπογενών αιτιών. Από τη στιγμή που ο χρόνος διαπλέκει τις καταστάσεις και επομένως μετασχηματίζει το τοπίο, οι χώροι κατ’ επέκταση εξελίσσονται και ανατρέπονται διαρκώς.

59


ΟΜΟΙΟΓΕΝΕΙΑ ΓΡΑΜΜΗ

ΕΤΕΡΟΓΕΝΕΙΑ ΣΗΜΕΙΟ

60

ΜΕΓΕΘΟΣ

1.00 m

ΑΠΟΣΤΑΣΗ

1.00 m

ΛΕΙΟΣ

ΡΑΒΔΩΤΟΣ

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΟΠΤΙΚΟΣ

ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

E I K O N A 19: Δ Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Α Κ Ρ Ι Τ Η Ρ Ι Ω Ν Δ Ι Α Χ Ω Ρ Ι Σ Μ Ο Υ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ

ΑΠΤΙΚΟΣ

ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ

ΓΕΓΟΝΟΣ

ΕΚΤΑΣΗ

ΕΝΤΑΣΗ

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ

61


62

Μ Ε Τ Α Ξ Υ Τ Ε Χ Ν Η Τ Ο Υ Κ Α Ι Φ Υ Σ Ι Κ Ο Υ, Τ Α Τ Ρ Ι Α Τ Ο Π Ι Α



4. 1. A Τ Ε Χ Ν Η Τ Α Τ Ο Π Ι Α, Μ Ι Α Α Γ Ν Ω Ρ Ι Σ Τ Η Α Κ Τ Ο Γ Ρ Α Μ Μ Η

Η άναρχη δόμηση που χαρακτήρισε την αττική διάχυση πλήγωσε τη γη καθώς και το όριο της ακτογραμμής του Σαρωνικού. Σε συγκεκριμένες περιοχές μοιάζει σαν να «έβρεξε» τσιμέντο και να πλημμύρισε εγκαταστάσεις. Συγκρίνοντας τις παλαιότερες αεροφωτογραφίες του 1938 με τις νεότερες του 2020, η αττική ακτογραμμή είναι αγνώριστη. Εστιάζοντας στο όριο μεταξύ στεριάς και θάλασσας που απεικονίζεται στις αεροφωτογραφίες του 1938, η παράκτια γραμμή είναι κυρίως φυσική με μικρές προβλήτες να διακόπτουν χωρίς απαραίτητα να εμποδίζουν τη συνέχεια της ακτογραμμής. Ωστόσο, το 2020 η γραμμή του φυσικού ορίου έχει αλλοιωθεί σημαντικά στην προσπάθεια του ανθρώπου να «κανονικοποιήσει» και να ομαλοποιήσει τη φυσική της δομή.58 Πλήθος δομικών έργων έχουν διαμορφώσει ένα τσιμεντένιο «τείχος» στο μεγαλύτερο μέρος της ακτογραμμής, ενώ πυκνή δόμηση υπάρχει και στις περισσότερες παραλιακές περιοχές.59 Η ανθρώπινη δραστηριότητα αυτής της περιόδου δείχνει μια πρόθεση «τσιμεντοποίησης» όλων των υπαρχόντων φυσικών στοιχείων, όπου το τεχνητό καλύπτει το φυσικό δημιουργώντας νέα όρια και ένα εξαιρετικά βαρύ οικολογικό αποτύπωμα.60 Με την καταπάτηση όμως του φυσικού και την ανέγερση τέχνεργων κατασκευών που ξεπερνούν τα όρια και τη μορφολογία της φύσης, τίθεται προς αμφισβήτηση το τοπίο που εν τέλει δημιουργείται σήμερα. Παρατηρώντας το νέο όριο της αττικής ακτογραμμής από την περιοχή του Μοσχάτου μέχρι τα Λιμανάκια της Βουλιαγμένης, εντοπίζονται σημεία στα οποία οι ανθρωπογενείς παρεμβάσεις έχουν αλλοιώσει σε τέτοιο βαθμό το χαρακτήρα τους ώστε να μην μπορούν πλέον να χαρακτηριστούν ως φυσικά τοπία. Πρωτοφανές παράδειγμα αποτελεί η μαρίνα Νέου-Παλαιού Φαλήρου και Μοσχάτου. Το σημερινό, τεχνητό αποτύπωμα του ορίου δεν μπορεί να συγκριθεί με το προγενέστερο, ενώ οι τσιμεντένιες μαρίνες έχουν εξαφανίσει το παλιό ίχνος της ακτογραμμής. Όπως εύκολα διακρίνονται τα τεχνητά τοπία κατά μήκος της αττικής ακτογραμμής, με αντίστοιχη ευκολία μπορούν να εντοπιστούν και τα φυσικά που έχουν διασωθεί – εκεί όπου το έδαφος δεν έχει χάσει τον παρθένο χαρακτήρα του, τα βράχια δεν έχουν σκεπαστεί από τσιμέντο και ο βυθός της θάλασσας δεν έχει διαμορφωθεί κατάλληλα για τους κολυμβητές.

58 Schulz, C. N. (2009), Genius Loci, Το πνεύμα του τόπου, Για μια φαινομενολογία της αρχιτεκτονικής, Αθήνα: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις ΕΜΠ, σ. 64 Γιάννης Ελαφρός (2019), «Τα 80 χρόνια που άλλαξαν την “Αθηναϊκή 59 Ριβιέρα”», Η Καθημερινή. Έρευνα του τμήματος ΕΛΚΕΘΕ (Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών) και του Τμήματος Γεωλογίας ΕΚΠΑ (Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών), «The coasts at the front of the city of Attica Basin: Landforms, coastal uses and management proposals under the principles of integrated coastal management».

60

64

Γιάννης Ελαφρός, ό.π.

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

Βραχάκια απομονωμένα, δυσπρόσβατα και μη, παραλίες ανοργάνωτες, ακτές γυμνιστών αποτελούν πλέον τα φυσικά παράκτια τοπία. Πέρα όμως από τα τσιμεντένια τοπία ή εκείνα που παραμένουν ακόμη αγνά, υπάρχουν και τα τεχνητά «φυσικά» περιβάλλοντα, όπου ο λουόμενος θεωρεί ότι έρχεται σε επαφή με το παρθένο τοπίο ενώ στην πραγματικότητα το τελευταίο έχει υποστεί αλλοιώσεις, όπου οι αστικές ακτές είναι οριοθετημένες και η πρόσβαση δεν είναι ελεύθερη. Συμπερασματικά, η αττική ακτογραμμή σήμερα συγκροτεί ένα σύνολο ανάμεικτων παράκτιων τοπίων, εντελώς διαφορετικών μεταξύ τους. Πρόκειται για ένα κατακερματισμένο, δαντελωτό όριο στο οποίο το τεχνητό, το τεχνητά «φυσικό» και το φυσικό εμφανίζονται ως τρεις διαφορετικές καταστάσεις. Κατόπιν ανάλυσης των τριών τοπίων μέσα από επιλεγμένα παραδείγματα κατά μήκος της Σαρωνικής ακτογραμμής, επιδιώκεται η μελέτη της σχέσης τους με τις έννοιες του λείου και του ραβδωτού, ανάλογα με το χώρο που συγκροτούν.

65


Τ Ο Π Α Ρ Α Δ ΕΙ Γ Μ Α Τ Ο Υ Φ Α Λ Η Ρ Ι Κ Ο Υ Ο Ρ Μ Ο Υ 4. 1. 1 66

Ο Φαληρικός όρμος αποτελεί ιδιαίτερο κομμάτι της αττικής ακτογραμμής, καθώς στο σημείο αυτό ο Σαρωνικός πλησιάζει την ελάχιστη δυνατή απόσταση από το κέντρο της Αθήνας, αυτή των 6 χλμ. Το συνολικό μήκος του παράκτιου μετώπου διατρέχει απόσταση 2,5 χλμ., ενώ το πλάτος του κυμαίνεται από τα 25 έως τα 900 μ. Εκτείνεται από το Μικρολίμανο μέχρι τη μαρίνα του Φλοίσβου και η γεωγραφική του θέση χαρακτηρίζεται ως ιδιαίτερα προνομιούχα, καθώς βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από στρατηγικά σημεία της Αττικής, όπως το λιμάνι του Πειραιά, αλλά και από σημεία τουριστικού ενδιαφέροντος τόσο της Αθήνας όσο και του Σαρωνικού κόλπου, όπως τα νησιά της Αίγινας και της Σαλαμίνας. Ο Φαληρικός όρμος αποτελεί κομβικό σημείο – κατά μήκος του προβάλλονται τα σημαντικότερα στοιχεία της αττικής τοπιογραφίας όπως η Ακρόπολη, ο Υμηττός και η Καστέλλα, ενώ ταυτόχρονα συνδέει τους δύο αθηναϊκούς χειμάρρους, τον Κηφισό και τον Ιλισό, με τη θάλασσα, ως φυσικό τόπο εκβολής τους. Ο όρμος πλαισιώνεται από τις πυκνοδομημένες περιοχές του Νέου Φαλήρου (συνοικία του Πειραιά), Μοσχάτου, Καλλιθέας και Παλαιού Φαλήρου, που συνδέουν το παράκτιο μέτωπο με τον αστικό ιστό του αθηναϊκού κέντρου. Ο Φαληρικός όρμος τον 19ο αιώνα αποτελούσε μία θαυμάσια παραλία από την Καστέλλα μέχρι το Π. Φάληρο, όπου οι εύποροι Αθηναίοι απολάμβαναν τα μπάνια τους στο φυσικό τοπίο της χρυσαφένιας άμμου. Ενώ ο όρμος αναδείχθηκε σε τόπο μεγάλης κλίμακας επενδύσεων σχετικών με την αναψυχή, με την ανέγερση της πειραϊκής βιομηχανίας κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα η κοσμική μέχρι τότε λουτρόπολη μολύνθηκε από απόβλητα και ρύπους οδηγούμενη σταδιακά στην υποβάθμισή της. Με την έλευση μεγάλου αριθμού προσφύγων λόγω της Μικρασιατικής καταστροφής το 1922, δημιουργήθηκαν οι πρώτοι προσφυγικοί συνοικισμοί στην περιοχή της Καλλιθέας. Κατά τη διάρκεια της κατοχής οι Γερμανοί κατέστρεψαν πολλές από τις εγκαταστάσεις αναψυχής του Φαληρικού όρμου. Κολυμβητικές εγκαταστάσεις και τα δύο δημοφιλή ξενοδοχεία ‘‘Grand Hotel de Phalere’’ και «Ακταίον» εγκαταλείφθηκαν και τελικά κατεδαφίστηκαν. Η εποχή που το Φάληρο πρόβαλε ως το ασυναγώνιστο κοσμικό θέρετρο έφτασε στο τέλος της.

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

Τη δεκαετία του ’70 τα προβλήματα του αμείωτου ρυθμού αστικοποίησης έγιναν εντονότερα. Η μείωση ελεύθερων δημόσιων χώρων, η υποβάθμιση του δομημένου περιβάλλοντος εξαιτίας υψηλών συντελεστών δόμησης, η ρύπανση και καταστροφή του παράκτιου μετώπου δημιούργησαν σοβαρά προβλήματα συμφόρησης με αποτέλεσμα την κατασκευή μεγάλων δημόσιων έργων. Ο όρμος καταστράφηκε στο όνομα της τουριστικής ανάπτυξης.61 Ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού ανέλαβε να διαμορφώσει ένα πρόγραμμα εντατικής αξιοποίησης, καταλήγοντας τελικά σε εκτεταμένες επιχωματώσεις, την κατασκευή της μαρίνας Φλοίσβου, του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας και την υπερύψωση της Λεωφόρου Ποσειδώνος. Το τοπίο της κάποτε αμμώδους παραλίας μεταλλάχθηκε σιγά σιγά σ’ ένα συνονθύλευμα από γυμνούς ασβεστόλιθους. Η Καλλιθέα, το Μοσχάτο και το Νέο Φάληρο, αν και στο όριο του Σαρωνικού κόλπου, αποκόπηκαν από τη θάλασσα62 υποβαθμίζοντας έτσι το αστικό περιβάλλον. Το παράκτιο μέτωπο μετατράπηκε σταδιακά σε αυθαίρετο αποδέκτη μπαζών και η αρχική μορφή του τοπίου έγινε αγνώριστη. Τα υπογειοποιημένα και υποβαθμισμένα ποτάμια του Ιλισού και του Κηφισού λειτούργησαν ως αρτηρίες μεταφοράς των λυμάτων μολύνοντας ολοένα και περισσότερο τον Σαρωνικό κόλπο. Παρ’ όλα αυτά, οι προοπτικές εξέλιξης και η σπουδαιότητα του Φαληρικού τοπίου αναγνωρίστηκαν από τον Κανδύλη ο οποίος, στο Β’ Αρχιτεκτονικό Συνέδριο στη Θεσσαλονίκη το 1962, πρότεινε τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην παράκτια ζώνη του Φαληρικού όρμου, σημειώνοντας ότι: «Μια γραμμική μόνιμη επέκταση πρέπει να αρχίζει από ένα κέντρο και όχι να τελειώνει σε ένα κέντρο. Η πρωτεύουσα αρχίζει από τη θάλασσα και η επέκταση θα ακολουθήσει τους αιώνιους δρόμους χαραγμένους από τη γεωγραφική διαμόρφωση του λεκανοπεδίου».63 Κι ενώ ο Φαληρικός όρμος παρέμενε ένα μπαζωμένο, παγιωμένο τοπίο, το 1968 διεξάχθηκε αρχιτεκτονικός διαγωνισμός για την αξιοποίησή του, στον οποίο το πρώτο βραβείο κέρδισαν οι Ν. Βαλσαμάκης, Κ. Δεκαβάλλας και Β. Μπογάκος. Στόχος του σχεδίου ήταν η καλύτερη εξυπηρέτηση του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού λουόμενων, καθώς επίσης και η καταλληλότερη τουριστική

61 Μαριλένα Ιατρίδου, «Φαληρικός Όρμος. Η Ολυμπιακή Δόμηση και η Μεταολυμπιακή Εμπορευματοποίηση», Αρχιτέκτονες, 59/2006, σ. 66-68

62

Μαριλένα Ιατρίδου, ό.π., σ. 66-68

Αχιλλέας Χεκίμογλου, «Μισός αιώνας από την πρόταση του Γ. Κανδύλη 63 για την Αθήνα», Το Βήμα, 8/12/2012, στο https://www.tovima.gr/2012/12/07/society/misosaiwnas-apo-tin-protasi-toy-g-kandyli-gia-tin-athina/

67


αξιοποίηση της περιοχής. Ένα νέο τοπίο αναδύθηκε για τον Φαληρικό όρμο, αφού πλέον το όραμα αξιοποίησής του βασίστηκε σε μεγάλο αριθμό τεχνητών κατασκευών. Οι τρεις αρχιτέκτονες πρότειναν τη διεύρυνση της ζώνης της ακτής με πρόσχωση μέσου πλάτους 200 μ. και αναμόρφωση των συγκοινωνιακών κόμβων της περιοχής, διαχωρίζοντάς τη σε δύο ζώνες, από την Καστέλλα ώς τη λεωφόρο Συγγρού και από εκεί ώς το Τροκαντερό64. Επιπλέον, προτάθηκε η δημιουργία τουριστικών εγκαταστάσεων υποδοχής και διανομής ξένων, καθώς επίσης και η εξυπηρέτηση των κατοίκων της περιοχής μέσω των εγκαταστάσεων αναψυχής.65 Το 1985, κατασκευάστηκε ο πρώτος μπετονένιος όγκος τέτοιων διαστάσεων συμβάλλοντας στην αποξένωση του όρμου. Το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας (ΣΕΦ) εγκαινιάστηκε, σχεδιασμένο από το γραφείο «Θ. Παπαγιάννης και Συνεργάτες» κατόπιν του διαγωνισμού που είχε προκηρύξει η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού το 1977.66 Τα 320 περίπου στρέμματα μπετόν με το μεγάλο αυτό αντικείμενο, με τα αναψυκτήρια και εστιατόρια, τη μαρίνα και τις λοιπές τεχνητά διαμορφωμένες υδάτινες επιφάνειες και έργα λιμενικής προστασίας, κάλυψαν ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του Φαληρικού όρμου.67 Παρά την προνομιακή τοποθεσία, η υποδομή κατασκευάζεται σύμφωνα με μια εσωστρέφεια, καθώς οι δραστηριότητες περιορίζονται εντός του κελύφους και δεν επεκτείνονται στον περιβάλλοντα υδάτινο χώρο. Τη δεκαετία του ’80 το ζήτημα αξιοποίησης του Φαληρικού όρμου άρχισε να αφορά ένα κατασκευασμένο τοπίο. Σύμφωνα με το Ρυθμιστικό Σχέδιο (ΡΣΑ 83, Ν.1515/85), του Οργανισμού της Αθήνας, η ευρύτερη περιοχή του Φαληρικού όρμου, συμπεριλαμβανομένου και του παλαιού Ιπποδρόμου, καθορίστηκε ως υπερτοπικός πόλος αναψυχής, αθλητισμού και πολιτιστικών λειτουργιών.68 Το 1994 επιχειρήθηκε η εγκατάσταση καζίνο, συνεδριακού κέντρου, ξενοδοχείου, μαρίνας, χώρου στάθμευσης και δημοτικών αθλητικών εγκαταστάσεων από τους αρχιτέκτονες Η. Ζέγγελη και Ε. Τσιγάντε χωρίς

64 28/1994, σ.82

«Τουριστική Αξιοποίηση Φαληρικού Δέλτα», Αρχιτεκτονικά Θέματα,

Γιάννης Αίσωπος (2015), Τοπία Τουρισμού-Ανακατασκευάζοντας την 65 Ελλάδα, Αθήνα: ΔΟΜΕΣ, σ. 477 Θύμιος Παπαγιάννης, «Αθλητικό Κέντρο Φαλήρου», Αρχιτεκτονικά 66 Θέματα, 12/1978, σ. 201 Θύμιος Παπαγιάννης, «Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας και Αθλητικό Κέντρο 67 Πειραιά», Αρχιτεκτονικά Θέματα, 20/1986, σ. 151 Μαριλένα Ιατρίδου, «Φαληρικός Όρμος. Η Ολυμπιακή Δόμηση και η 68 Μεταολυμπιακή Εμπορευματοποίηση», Αρχιτέκτονες, 59/2006, σ. 66

68

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

E I K O N A 20: Μ Α Κ Ε Τ Α Π Ρ Ο Τ Α Σ Η Σ Γ Ι Α Τ Η Ν Α Ν Α Π Λ Α Σ Η Τ Ο Υ Φ Α Λ Η Ρ Ι Κ Ο Υ Ο Ρ Μ Ο Υ, Β Α Λ Σ Α Μ Α Κ Η Σ, Δ Ε Κ Α Β Α Λ Λ Α Σ, Μ Π Ο Γ Α Κ Ο Σ, 1 9 9 4

τελικά να πραγματοποιηθεί.69 Προκειμένου να αποφευχθεί η ανεξέλεγκτη κατεύθυνση των αναπλάσεων στους μητροπολιτικούς πόλους αναψυχής και να παραμείνουν στις κατευθύνσεις του Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθηνών του ’85, το Συμβούλιο της Επικρατείας επέβαλε την κατασκευή περιορισμένων σε έκταση και μέγεθος στεγασμένων κτιριακών εγκαταστάσεων που εξυπηρετούν τις αντίστοιχες ανάγκες των κατοίκων της περιοχής.

69 Γιώργος Σημαιοφορίδης & Γιάννης Αίσωπος (1996), Τοπία του οικείου, Αθήνα: Υπουργείο Πολιτισμού & Untimely Books, σ. 168

69


Η περίοδος μεταξύ 1997-2004 έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο μετασχηματισμό της μορφολογίας του Φαληρικού όρμου και του ορίου της ακτογραμμής. Εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων, διαμορφώθηκαν επίπεδες επιφάνειες στο έδαφος, ώστε η κατασκευή του όρμου να πάρει στη συνέχεια, με τη χρήση του μπετόν, την επιθυμητή μορφή. Το όριο της ακτογραμμής στο σημείο αυτό άλλαξε σε τέτοιο βαθμό που τίποτα πλέον δεν θυμίζει το παλιό, φυσικό ίχνος. Ο Οργανισμός Αθηνών, εν όψει της ολυμπιακής και μετα-ολυμπιακής περιόδου, διαμόρφωσε Γενικό Σχέδιο Ανάπτυξης και Ανάπλασης του Φαληρικού όρμου μέσα από τη σύμπραξη γραφείων μελετών με την επωνυμία «Φάληρο 21» με κύριους αρχιτέκτονες το γραφείο του Θ. Παπαγιάννη και το γραφείο των Reichen et Robert από το Παρίσι. Στόχοι του σχεδιασμού ήταν η διασφάλιση του κοινόχρηστου υπερτοπικού και δημόσιου χαρακτήρα του χώρου, το άνοιγμα της πόλης στη θάλασσα και η επίλυση των χρόνιων προβλημάτων των υποδομών της περιοχής αλλά και ευρύτερα του Λεκανοπεδίου. Λόγω των χρονικών δεσμεύσεων, η συγκεκριμένη μελέτη περιλάμβανε δύο φάσεις εφαρμογής. Σύμφωνα με την πρώτη, προτάθηκε η κατασκευή του γηπέδου Tae Kwon Do (12.000 τ.μ.), του Beach Volley δίπλα στον Ιλισό, του Handball καθώς επίσης και άλλων υποδομών προκειμένου να καλυφθούν οι απαιτήσεις των αγώνων. Η δεύτερη φάση προέβλεπε την οριστική αντιμετώπιση των προβλημάτων της περιοχής μετά το πέρας των αγώνων, την ολοκλήρωση δηλαδή των προβλεπόμενων έργων ανάπλασης και αντιπλημμυρικής προστασίας, έτσι ώστε η περιοχή να αναπτυχθεί σε μητροπολιτικό και τοπικό επίπεδο. Το 2002, με την έγκριση του ΠΔ (ΦΕΚ 233/Δ/26-3-2002) «Έγκριση Ειδικού Σχεδίου Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης» (ΕΣΟΑΠ), άλλαξε ολοκληρωτικά ο χαρακτήρας του όρμου. Σύμφωνα με το σχέδιο, επιτράπηκε η κατασκευή των δύο γηπέδων, του Tae Kwon Do και του Beach Volley, καθώς επίσης και ενός γραμμικού κτιρίου που συνδέει τα δύο γήπεδα μεταξύ τους.70 Η περιοχή υποδομήθηκε κατά 27.235 τ.μ. από τη συνολική επιτρεπόμενη δόμηση των 37.875 τ.μ., αποκόπτοντας ολοένα και περισσότερο την Καλλιθέα από τη θάλασσα. Βάσει σχεδίου κατασκευάστηκαν η ναυταθλητική μαρίνα, η πλατεία Νερού και η υπερυψωμένη «Εσπλανάδα», η οποία παρέχει τη μοναδική δυνατότητα σύνδεσης του Φαληρικού όρμου με την πόλη. Ο Φαληρικός όρμος άρχισε να μοιάζει ξένος με την ένταξη υπερυψωμένου κόμβου για τη σύνδεση της Λεωφόρου Κηφισού με τη Λεωφόρο Ποσειδώνος και την κάλυψη του τελευταίου τμήματος του Κηφισού. Παράλληλα με τα προαναφερθέντα έργα

70 Μαριλένα Ιατρίδου, «Φαληρικός Όρμος. Η Ολυμπιακή Δόμηση και η Μεταολυμπιακή Εμπορευματοποίηση», Αρχιτέκτονες, 59/2006, σ. 66

70

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

χτίστηκε και ένα εμπορικό κέντρο 17 στρεμμάτων από τον κατασκευαστικό όμιλο Βωβού κατά την έκταση του οποίου ανακαλύφθηκε τμήμα του αρχαίου λιμανιού του Φαλήρου.71 Το συγκρότημα αναψυχής το οποίο περιλαμβάνει το ‘‘Village word’’, μπόουλινγκ, μπιλιάρδα, καφέ - εστιατόρια, δύο μεγάλες αλυσίδες ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών και τριώροφο υπόγειο σταθμό αυτοκινήτων,72 ενισχύει την πρόθεση για οικοδόμηση εσωστρεφή κτιριακών μονάδων αποκομμένων από τον περιβάλλοντα χώρο και τη θάλασσα. Μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες, αφού το τοπίο του Φαληρικού όρμου μετατράπηκε σε μια εξέδρα μεμονωμένων κτιριακών έργων μεγάλης κλίμακας, η προσπάθεια αξιοποίησης της ολυμπιακής κληρονομιάς συνεχίστηκε με το ψήφισμα του Ν3342/2005 (ΦΕΚ 13|Α) «Βιώσιμη ανάπτυξη και κοινωνική αξιοποίηση των Ολυμπιακών εγκαταστάσεων», ορίζοντας τον Φαληρικό Όρμο προς εμπορευματοποίηση. Σύμφωνα με το ψήφισμα, η αποκλειστική αξιοποίηση, χρήση, διαχείριση και εκμετάλλευση των Ολυμπιακών συγκροτημάτων ανατέθηκε στην Ανώνυμη Εταιρεία «Ολυμπιακά Ακίνητα Α.Ε.», διατηρώντας την υπέρμετρη δόμηση και τις προσωρινές κατασκευές στον Φαληρικό όρμο. Το γήπεδο Tae Kwon Do μετασκευάστηκε σε συνεδριακό κέντρο και η παραχώρηση αυτού και του Beach Volley τέθηκε προς διαπραγμάτευση. Τα σχέδια οργανωμένης ανάπτυξης της ολυμπιακής κληρονομιάς δεν κατάφεραν τελικά να πραγματοποιήσουν το όραμα μιας ολοκληρωμένης και συνεχούς παράκτιας ζώνης. Όσο ελπιδοφόρα έμοιαζε να ήταν η ανέγερση των ολυμπιακών υποδομών προς όφελος της ανάδειξης του αττικού παράκτιου μετώπου, το τελευταίο κατέληξε σήμερα να αποτελεί μια κατακερματισμένη ζώνη, γεμάτη από ολυμπιακά κουφάρια. Η αμμώδης ακτή, που κάποτε αποτελούσε τόπο απόλαυσης και αναψυχής για τους εύπορους Αθηναίους, κόμβο του υδάτινου στοιχείου και του ορίζοντα, μοιάζει τώρα να αποτελεί ένα ανθρωπογενές τοπίο που δεν θα επιστρέψει στην αρχική του μορφή. Έτσι, κάθε μορφής σχέδιο αξιοποίησης του όρμου αποσκοπούσε σε ένα τοπίο όλο και περισσότερο οργανωμένο, συγκροτημένο με τις όσο το δυνατόν περισσότερες εγκαταστάσεις, προκειμένου να συνιστά ένα πολυχρηστικό, εμπορικό και τουριστικό συγκρότημα. Σε αυτό το πλαίσιο, η εταιρεία «Παράκτιο Αττικό Μέτωπο Α.Ε. ανέλαβε την αξιοποίηση του Φαληρικού

71 Το αρχαίο λιμάνι ήταν το πρώτο και αρχαιότερο λιμάνι της Αθήνας μέχρι το 493 π.Χ. Η έκτασή του πιθανότατα άρχιζε από τις Τζιτζιφιές ή το Δέλτα και έφτανε ως το σημείο της σημερινής μαρίνας Φλοίσβου. Το Φάληρο ήταν το μόνο και κύριο λιμάνι της Αθήνας, δεδομένου ότι ήταν πιο κοντά στο παλιό τμήμα της πόλης της αρχαίας Αθήνας που συνδεόταν μέσω της Φαληρικής οδού, δρόμου βατού και εύκολα προσπελάσιμου.

72

Μαριλένα Ιατρίδου, ό.π., σ. 67

71


όρμου και 19 ακόμη ακινήτων. Στόχος της ήταν η διοίκηση, η διαχείριση, η αξιοποίηση δημόσιων και ιδιωτικών εκτάσεων, κτιρίων και εγκαταστάσεων της περιοχής μεταξύ του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας και του ακρωτηρίου Σουνίου. Το 2014, με το ψήφισμα του Ρυθμιστικού Σχεδίου της Αθήνας (Ν. 4277/2014 άρ. 11), η περιοχή εντάχθηκε στον αναπτυξιακό άξονα διεθνούς εμβέλειας, στον οποίο προβλέπονταν πλέγματα λειτουργιών μητροπολιτικής και διεθνούς εμβέλειας. Σε κοινή τροχιά με το όραμα των προηγούμενων αναπλάσεων, τριτογενείς επιχειρηματικές δραστηριότητες με γραφειακούς χώρους και έδρες επιχειρήσεων τουριστικών, πολιτιστικών, αθλητικών υπηρεσιών αποτέλεσαν το κύριο ενδιαφέρον του σχεδίου. Πέρα από τα μεγάλα αντικείμενα, τις επιχωματώσεις, τις μαρίνες και ό,τι σκέπασε το φυσικό τοπίο του Φαληρικού όρμου, το Κέντρο Πολιτισμού που στεγάζει την Εθνική Βιβλιοθήκη και τη Λυρική Σκηνή, χρηματοδοτούμενο από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος στην περιοχή του παλαιού Ιπποδρόμου, αποτέλεσε αναμφίβολα ένα τεχνητό τοπίο. Στην έκταση 240 στρ. δημιουργήθηκε πάρκο 170 στρ., καταλαμβάνοντας έτσι το 85% της επιφάνειας του κέντρου. Κατά μήκος του ανατολικού ορίου του Κέντρου, αναπτύσσεται υδάτινο κανάλι σαν μια τεχνητή συνέχεια των δύο ρεμάτων, του Κηφισού και του Ιλισού. Τα διάφορα μονοπάτια, που πλαισιώνονται από ψηλά πεύκα και ελιές, οδηγούν με ήπια ανηφορική κλίση στο πράσινο δώμα του κτιρίου της Λυρικής Σκηνής σε ύψος 32 μέτρων.73 Ο τεχνητός «λόφος», εμπνευσμένος από τα χαρακτηριστικά των πέντε βουνών που περιβάλλουν το αττικό λεκανοπέδιο, οδηγεί στο σημείο όπου ο επισκέπτης απολαμβάνει την ίδια στιγμή τη θέα του Σαρωνικού κόλπου, της Ακρόπολης και του Μεσογειακού πάρκου, αποτελώντας έτσι ένα αττικό, σχεδιασμένο τοπίο. Σε μια περιοχή η οποία αποκόπηκε απότομα από τη θάλασσα, το Κέντρο Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ), επανασχεδιάζει τη γραμμική «Εσπλανάδα» με στόχο τον επαναπροσδιορισμό της σχέσης του αστικού ιστού με τη θάλασσα, προσπαθώντας έτσι να συνδέσει το συγκρότημα και το αστικό μέτωπο με το παραθαλάσσιο προβλεπόμενο πάρκο του Φαληρικού όρμου. Ως καταλύτης εξελίξεων, το 2011, βάσει του Ν. 3843/2010 άρ. 11 θεσπίστηκε το «Πρόγραμμα Ολοκληρωμένης Ανάπλασης Φαληρικού Όρμου» με το οποίο επισημάνθηκε η σημασία σύνδεσης του Κέντρου Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος με τον Φαληρικό όρμο μέσω ενός ολοκληρωμένου σχεδίου. Το σχέδιο, με βάση το οποίο η περιοχή ανοικοδομείται, πραγματοποιήθηκε από τους Renzo Piano Building Workshop, Architecture 3, Ε. Παγκάλου landscape και Θ. Παπαγιάννης και Συνεργάτες. Σύμφωνα με το σχέδιο, η παρέμβαση του ανθρώπου είναι αισθητή καθώς ο παραλιακός αυτοκινητόδρομος

73

72

Γιάννης Αίσωπος, ό.π., σ. 532

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

υψηλής κυκλοφορίας καλύπτεται με μια καμπύλη επιφάνεια πρασίνου, ενώ παράλληλα δημιουργούνται πέντε προβλήτες που ενώνουν την πόλη με τον όρμο.

E I K O N A 21: Τ Ο Τ Ο Π Ι Ο Τ Ο Υ Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Ο Υ ΚΕΝΤΡΟΥ ΤΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΝΙΑΡΧΟΣ

Οι μεγάλοι κτιριακοί όγκοι των ολυμπιακών έργων, οι τεράστιες εκτάσεις εργοταξίου και η υπογειοποίηση των δύο μεγάλων χειμάρρων δημιούργησαν ένα τοπίο μη αναγνωρίσιμο. Σήμερα, ο Φαληρικός όρμος αποτελεί ένα χώρο όπου η ανάπτυξη της πόλης επικάλυψε τη φυσική ακτογραμμή. Το μεν φυσικό τοπίο, η παραλία του Φαλήρου και η εκβολή του Κηφισού, καλύφθηκαν. Η παραλία έχει σήμερα επιχωματωθεί και τα ρέματα έχουν περιοριστεί σε αντιπλημμυρικά κανάλια. Η δε πόλη ουδέποτε κατάφερε να εποικήσει την παραλία αλλά ούτε και να εξημερώσει την αττική φύση, καθώς τα εγκιβωτισμένα ρέματα και ο υψηλός υδροφόρος ορίζοντας εξακολουθούν να απειλούν την περιοχή. Το Φάληρο, σήμερα, αποτελεί μια τρομακτικά κενή περιοχή, μία περιοχή τεχνητή, ένα προϊόν επιχωματώσεων, κυκλοφοριακών διευθετήσεων και αντιπλημμυρικών έργων δίχως περιβαλλοντική συνείδηση. Πρόκειται για μια περιοχή η οποία δεν δημιουργήθηκε, αλλά προέκυψε μέσα από την εκτέλεση τεχνικών έργων μεγάλης κλίμακας. Αν και θα μπορούσε να αποτελεί τη μεγαλύτερη ευκαιρία της πόλης να προσεγγίσει τη νέα ακτογραμμή, έχει αποκοπεί πλήρως από τον υπόλοιπο αστικό ιστό συγκροτώντας μια περιοχή δίχως μνήμη. Πρόκειται για ένα λεηλατημένο φυσικό περιβάλλον, ένα τοπίο προς αμφισβήτηση.

73


“Ε Σ Π Λ Α Ν Α Δ Α”

22

23

Κ Ο Μ Β Ο Σ Λ Ε Ω Φ Ο Ρ Ο Υ Π Ο Σ Ε Ι Δ Ω Ν Ο Σ, Λ Ε Ω Φ Ο Ρ Ο Σ Κ Η Φ Ι Σ Ο Υ


26

Γ Η Π Ε Δ Ο T A E K W O N D O, Φ Α Λ Η Ρ Ο

ΓΗΠΕΔΟ BEACH VOLLEY

24

25

ΣΤΑΔΙΟ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ ΦΙΛΙΑΣ


76

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

E I K O N A 27: Τ Ο Τ Ο Π Ι Ο Τ Ο Υ Φ Α Λ Η Ρ Ι Κ Ο Υ Ο Ρ Μ Ο Υ, 1 9 4 0


E I K O N A 28: Τ Ο Τ Ο Π Ι Ο Τ Ο Υ Φ Α Λ Η Ρ Ι Κ Ο Υ Ο Ρ Μ Ο Υ, 1 9 6 0

ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

77


78

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

E I K O N A 29: Τ Ο Τ Ο Π Ι Ο Τ Ο Υ Φ Α Λ Η Ρ Ι Κ Ο Υ Ο Ρ Μ Ο Υ, 1 9 6 0


E I K O N A 30: Τ Ο Τ Ο Π Ι Ο Τ Ο Υ Φ Α Λ Η Ρ Ι Κ Ο Υ Ο Ρ Μ Ο Υ, 2 0 1 8

ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

79


E I K O N A 31: Α Κ Τ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Κ Ο Σ Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ Τ Ο Υ Φ Α Λ Η Ρ Ι Κ Ο Υ Ο Ρ Μ Ο Υ, Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΦΥΣΙΚΟ ΣΕ ΤΕΧNΗΤΟ ΟΡΙΟ|ΤΟΠΙΟ

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION AN AUTODESK STUDENT VERSION

80

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

1960 1987

PRODUCED BY AN AUTODESK STU PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

AN AUTODESK STUDENT VERSION PRODUCED BY ANPRODUCED AUTODESKBY STUDENT VERSION

2002

2017+

AN AUTODESK STUDENT VERSION PRODUCED BY ANPRODUCED AUTODESKBY STUDENT VERSION PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

81


E I K O N A 32: Μ Α Ρ Ι Ν Α Φ Λ Ο Ι Σ Β Ο Υ, Φ Α Λ Η Ρ Ι Κ Ο Σ Ο Ρ Μ Ο Σ



4. 1. B Τ Ο Λ Ε Ι Ο Κ Α Ι Τ Ο Ρ Α Β Δ Ω Τ Ο Σ Τ Ο Τ Ε Χ Ν Η Τ Ο Τ Ο Π Ι Ο Τ Ο Υ Φ Α Λ Η Ρ Ι Κ Ο Υ Ο Ρ Μ Ο Υ 84

Για μια περισσότερο αναλυτική εξέταση της έκτασης από το Παλαιό έως το Νέο Φάληρο χωρίστηκε σε έξι διαφορετικές περιοχές ώστε να είναι εφικτή η κατά τόπους εξέτασή τους. Πρόκειται για τη μαρίνα του Φλοίσβου, το άλσος ναυτικής παράδοσης, την πλατεία του νερού, τη ζώνη του ναυταθλητικού λιμένα, το μεγάλο κενό χώρο νότια του Μοσχάτου και την ευρύτερη περιοχή του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας.74 Ως διακριτές ενότητες δημιουργούνται χώροι διαφορετικών ποιοτήτων με δυνατότητα τη μεμονωμένη εξέτασή τους ως προς τις έννοιες του λείου και του ραβδωτού.

01 Μ Α Ρ Ι Ν Α Φ Λ Ο Ι Σ Β Ο Υ Η Μαρίνα Φλοίσβου αποτελεί δημοφιλή τουριστικό προορισμό καθώς εκμεταλλεύεται τις εγκαταστάσεις της μαρίνας σε συνδυασμό με τις κτιριακές υποδομές προκειμένου να φιλοξενήσει χώρους αναψυχής και υπηρεσιών. Ως παραθαλάσσιος δημόσιος χώρος, κατασκευασμένος εξ αρχής από τον άνθρωπο, παρουσιάζει ομοιογένεια προς τις κτιριακές του υποδομές οι οποίες αφορούν μια διατετραγωνισμένη κτιριακή μονάδα επαναλαμβανόμενη κατά μήκος ενός άξονα. Ακόμη, μέσω αυτής της μονάδας η έννοια της κλίμακας και του μεγέθους γίνεται αισθητή καθώς το συγκρότημα στο σύνολό του επιδεικνύει σχέσεις αναλογίας. Το ίχνος της κίνησης και των στάσεων που διαγράφει ο επισκέπτης στον χώρο, είναι ουσιαστικά προγραμματισμένο αποκλείοντας την περιπλάνησή του. Ο χώρος οργανώνεται στο μεγαλύτερο μέρος του με τρόπο που επιτρέπει δραστηριότητες και προγράμματα αφήνοντας ελεύθερο ένα μικρότερο ώστε να εξυπηρετεί τυχαία γεγονότα. Στις κτιριακές υποδομές του φιλοξενούνται χώροι αναψυχής, εμπορικά καταστήματα, εστιατόρια και καφέ κατασκευασμένα με τέτοιο αρχιτεκτονικό σχεδιασμό που καθορίζουν την κίνηση και την εξυπηρέτηση των επισκεπτών σε οριοθετημένους και στεγασμένους χώρους. Στον εξωτερικό ακάλυπτο χώρο έχει κατασκευαστεί μια σειρά τσιμεντένιων καθισμάτων σε γραμμική κατάταξη. Είναι φυσικό ότι στον εξωτερικό αυτό χώρο η κίνηση των επισκεπτών είναι το ίδιο προκαθορισμένη αλλά περισσότερο ελεύθερη. Η συνολική έκταση είναι ιδιαίτερα λειτουργική έχοντας συγκεκριμένα όρια, με κατασκευές από σαφείς και αναγνωρίσιμες μορφές οι οποίες γίνονται εύκολα αντιληπτές για τον επισκέπτη. Ο παράκτιος αυτός χώρος είναι συγκροτημένος από γεωμετρικές μονάδες ορίζοντας επιφάνειες σε οριζόντιες και κάθετες χαράξεις.

74

Πάνος Δραγώνας, ‘Φάληρο: Horror vacui’, GRA Review, 02/2011, σ. 44

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

02 Α Λ Σ Ο Σ Ν Α Υ Τ Ι Κ Η Σ Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Η Σ Το άλσος Ναυτικής παράδοσης είναι μια έκταση η οποία φιλοξενεί δραστηριότητες αθλητισμού όπως, η κολύμβηση σε πισίνα, το τένις, το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ, το στίβο καθώς επίσης φιλοξενεί και το κλειστό κολυμβητήριο. Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για έναν ετερογενή χώρο στο σύνολό του, χωρίς συνέχεια και επανάληψη αλλά με τυχαία τοποθέτηση και οργάνωση, οι μονάδες που τον συγκροτούν δηλαδή τα γήπεδα, αφορούν αυστηρά ένα ραβδωτό χώρο. Τα γήπεδα, ως χώροι τεχνητοί προϋποθέτουν πιστή ακολουθία κανόνων προκειμένου να κατασκευαστούν σύμφωνα με τους κανόνες της κάθε δραστηριότητας και η κατασκευή της επιφάνειάς τους βασίζεται στην έννοια του τυπικού μέτρου. Η μαρίνα κατασκευασμένη από σκυρόδεμα είναι ομοιογενής ως προς το υλικό κατασκευής της, και έχει σαφή όρια. Είναι όμως και μια «έκταση» που μπορεί να επεκταθεί προς κάθε κατεύθυνση. Ο επισκέπτης μπορεί να περπατήσει στα χαραγμένα μονοπάτια αλλά ταυτόχρονα, εάν το θελήσει, μπορεί αλλάζοντας τη διαδρομή του να διασχίσει εκτάσεις πρασίνου. Αυτό σημαίνει ότι η διαδρομή που θα ακολουθήσει ο κάθε επισκέπτης είναι και προγραμματισμένη εξαιτίας των μονοπατιών αλλά και τυχαία (απρογραμμάτιστη) βάση επιλογής του. Το άλσος περικλείει ένας καμπυλόμορφος δρόμος με σαφή χάραξη και αμφίδρομη κατεύθυνση που ορίζεται ως ένας χώρος ραβδωτός δεδομένου ότι έχει μέτρο και σαφή όρια για τον επισκέπτη.

85


86

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 33| 34: Μ Α Ρ Ι Ν Α Φ Λ Ο Ι Σ Β Ο Υ, Α Λ Σ Ο Σ Ν Α Υ Τ Ι Κ Η Σ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

87


ΛΕΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

ΡΑΒΔΩΤΟΣ ΧΩΡΟΣ

88

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 35| 36: Μ Α Ρ Ι Ν Α Φ Λ Ο Ι Σ Β Ο Υ, Α Λ Σ Ο Σ Ν Α Υ Τ Ι Κ Η Σ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

89


03 Π Λ Α Τ Ε Ι Α Ν Ε Ρ Ο Υ Η ζώνη αυτή που πήρε το όνομά της από την πλατεία του νερού που βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της, εντοπίζονται κελύφη με μορφή και χρήση εσωστρεφή όπως το Ολυμπιακό γήπεδο Tae Kwon Do-Handball και το εμπορικό συγκρότημα, σε μια αρκετά τυχαία τοποθέτηση σε σχέση με το περιβάλλοντα χώρο. Η επιχωματωμένη αυτή έκταση, στο μεγαλύτερο μέρος της, οριοθετείται από τη λεωφόρο Ποσειδώνος, που την περιβάλλει με τοξοειδή μορφή και από την τεχνητή προβλήτα από την πλευρά της θάλασσας. Δρόμοι ως ραβδωτά στοιχεία του χώρου, προκαθορίζουν διαδρομές δημιουργώντας όμως ταυτόχρονα εκτάσεις ελεύθερες στις οποίες η κίνηση και οι δραστηριότητες του επισκέπτη είναι μη καθορισμένη. Η «Εσπλανάδα», μια πλατιά δενδροφυτεμένη πεζογέφυρα που συνδέει την τριγωνική πλατεία του νερού με το τεχνητό τοπίο του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, είναι ένας ραβδωτός χώρος με αυστηρά όρια και κατεύθυνση. Είναι ένας γραμμικός χώρος εύκολα αντιληπτός από τον επισκέπτη ως προς τις διαστάσεις του, δηλαδή την απόσταση που διατρέχει, με σαφή χρήση. Συγκροτεί ένα περιβάλλον θέτοντας την έννοια του βάθους με σημείο αναφοράς το κέντρο πολιτισμού, ενώ χαρακτηρίζεται από ομοιογένεια και σαφήνεια ως προς την γραμμή κίνησης. Η πλατεία του νερού που δεν είναι εύκολα ορατή από τον επισκέπτη, έχει διαφορετική επισκεψιμότητα δηλαδή είναι ένας χώρος εντάσεων καθώς ο αριθμός των ανθρώπων που συγκεντρώνεται εκεί διαφέρει σημαντικά ανά περιόδους. Κατά τη διοργάνωση πολιτιστικών διοργανώσεων όπως παραδείγματος χάριν συναυλιών, ο αριθμός των επισκεπτών αυξάνεται κατακόρυφα. Στη μεγαλύτερη διάρκεια του χρόνου, την πλατεία Νερού επισκέπτονται περιπατητές, ποδηλάτες προσδίδοντας στην έκταση της πλατείας μια ελεύθερη χρήση για διαφορετικές δραστηριότητες, δίνοντας στην πλατεία τον ορισμό του λείου χώρου. Αντίθετα, ο ορισμός του ραβδωμένου χώρου μπορεί να δοθεί στην προκαθορισμένη, «αυστηρή» διαδρομή της εσπλανάδας.

90

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

04 Ζ Ω Ν Η Ν Α Υ Τ Α Θ Λ Η Τ Ι Κ Ο Υ Λ Ι Μ Ε Ν Α Η ζώνη αυτή που γειτνιάζει με την πλατεία Νερού αποτελείται από δύο τμήματα. Στο πρώτο τμήμα δημιουργήθηκε μαρίνα για τη φιλοξενία σκαφών ενώ το δεύτερο τμήμα καταλαμβάνει το ανοιχτό γήπεδο Beach Volley και το γήπεδο ποδοσφαίρου. Η δημιουργία της μαρίνας συνετέλεσε ώστε ο ροϊκός υδάτινος χώρος να αποκτήσει όρια μέσω της γεωμετρικής ράβδωσής του από τις κατασκευασμένες, γραμμικές προβλήτες. Στον χώρο αυτό δημιουργήθηκε ένα ασφαλές περιβάλλον για τα σκάφη, εκμηδενίζοντας τα προβλήματα της έντασης και της ισχύος της θάλασσας παρέχοντας ένα «κλειστό», οργανωμένο, ομοιογενές και γεωμετρικό παράκτιο τοπίο για χρήση. Στο υπόλοιπο τμήμα όπου δημιουργήθηκε το γήπεδο Beach Volley και το γήπεδο ποδοσφαίρου είναι έντονα διακριτή η ράβδωση του χώρου που αποτελείται από παράλληλες χαραγμένες διαδρομές που επαναλαμβάνονται σε θέση διαγώνια ως προς τον χώρο. Αυτές οι παράλληλες διαδρομές που ραβδώνουν τον χώρο παρέμειναν για αρκετό διάστημα χωρίς συντήρηση με αποτέλεσμα στο πέρασμα του χρόνου από τη δημιουργία τους μέχρι σήμερα να έχουν η επιφάνειά τους έχει τροποποιηθεί από τη φύση και τα όριά τους πλέον δεν είναι ξεκάθαρα και σαφή. Το γήπεδο Beach Volley είναι κατά τέτοιο τρόπο τοποθετημένο στον χώρο ώστε να επιτρέπει οποιοδήποτε δραστηριότητα στον ανοιχτό χώρο που εκτείνεται μπροστά του. Έτσι, ο χώρος κατά το μεγαλύτερο μέρος του αν και αυστηρά σχεδιασμένος αρχικά, με το πέρασμα του χρόνου, λειάνθηκε αποκτώντας έναν περισσότερο απτικό χαρακτήρα, με τη φύση να εισχωρεί στις ανθρωπογενείς επεμβάσεις. Αντίθετα, το γήπεδο ποδοσφαίρου παραμένει ένας ραβδωτός χώρος με σαφή περίγραμμα και λειτουργία.

91


92

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 37| 38: Π Λ Α Τ Ε Ι Α Ν Ε Ρ Ο Υ, Ζ Ω Ν Η Ν Α Υ Τ Α Θ Λ Η Τ Ι Κ Ο Υ ΛΙΜΕΝΑ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

93


ΛΕΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

ΡΑΒΔΩΤΟΣ ΧΩΡΟΣ

94

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 39| 40: Π Λ Α Τ Ε Ι Α Ν Ε Ρ Ο Υ, Ζ Ω Ν Η Ν Α Υ Τ Α Θ Λ Η Τ Ι Κ Ο Υ ΛΙΜΕΝΑ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

95


05 Κ Ε Ν Ο Σ Χ Ω Ρ Ο Σ Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Ο Υ Μ Ο Σ Χ Α Τ Ο Υ Αν και αυτή η επιφάνεια γης είναι τεχνητή, κατασκευασμένη από επιχωματώσεις και μπαζώματα, ο δημιουργημένος χώρος χαρακτηρίζεται από ετερογένεια καθώς απλώνεται με μια συνεχή παραλλαγή. Λοφίσκοι από χώματα, θάμνοι, περάσματα, όλα μαζί συγκροτούν έναν εγκαταλελειμμένο χώρο εργοταξίου. Τον χώρο διατρέχουν διαφορετικών κατευθύνσεων διαδρομές με μια αρχική και μη ολοκληρωμένη χάραξη, που ουσιαστικά χρησιμοποιείται από τον επισκέπτη-περιπατητή ως ένας αδιαμόρφωτος ανοιχτός και απρογραμμάτιστος ως προς τη χρήση του χώρος με εξαίρεση τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο της βορινής πλευράς του. Αυτή η περιγεγραμμένη επιφάνεια ορίζει έναν χώρο που δεν είναι γεωμετρικά σχεδιασμένος με σαφείς μορφές με τρόπο ώστε να αποτελεί έναν ενιαίο απροσδιόριστο που μπορεί να οριστεί ως απτικός χώρος. Συγκρίνοντας τον χώρο αυτό με το παράδειγμα που προαναφέρθηκε της αιγυπτιακής πυραμίδας, εντοπίζονται χαρακτηριστικά και ομοιότητες με το αμμώδες περιβάλλον. Είναι ένας χώρος που προκειμένου να γίνει αντιληπτός, απαιτεί την επί τόπου διερεύνησή του.

06 Ε Υ Ρ Υ Τ Ε Ρ Η Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Ο Υ Σ Τ Α Δ Ι Ο Υ Ε Ι Ρ Η Ν Η Σ Κ Α Ι ΦΙΛΙΑΣ Το κομβικό σημείο ένωσης της Λεωφόρου Ποσειδώνος με τη Λεωφόρο Κηφισού, που δημιουργήθηκε από τους ανισόπεδους δρόμους αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ραβδωτού χώρου καθώς καθορίζει συγκεκριμένες διαδρομές στην κίνηση των αυτοκινήτων και κατασκευαστικά αποτελείται από στοιχεία ομοιογένειας υλικών. Πρόκειται για μια καθορισμένη περιοχή, με σαφή όρια ανάμεσα στον αστικό ιστό και την παράκτια ζώνη. Στην προέκταση του κομβικού αυτού σημείου δημιουργήθηκε προβλήτα που εισχωρεί στη θάλασσα. Στη δεξιά πλευρά της προβλήτας, διαμορφώθηκε η εκβολή του ποταμού Κηφισού ενώ στην αριστερή δημιουργήθηκε μαρίνα για την εξυπηρέτηση σκαφών. Η προβλήτα αυτή, δημιουργεί χώρο που ενώνει λειτουργικά την ξηρά με τη θάλασσα με βάση τις επιθυμητές λειτουργίες. Στον παράπλευρο χώρο όπου το στάδιο δομείται, η γη τροποποιήθηκε αποκτώντας αρχιτεκτονική μορφή και γεωμετρία. Η κίνηση του επισκέπτη στη ζώνη αυτή δεν είναι ακριβώς προκαθορισμένη δίνοντάς του τη δυνατότητα να κινηθεί σε αυτή και σε υπάρχουσες χαραγμένες διαδρομές και σε ανοιχτούς χώρους. Παρόλο που ο χώρος έχει χαρακτηριστικά λείου, παρατηρούνται και ιδιότητες ραβδωτού χώρου, σε ομοιογενείς εκτάσεις και στις υπάρχουσες γεωμετρικές μορφές. Αποκλειστικά ραβδωτό χώρο αποτελούν οι ανισόπεδοι δρόμοι του κόμβου.

96

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


Τελικά, ο Φαληρικός όρμος αποδεικνύει ότι ενώ αποτελεί ένα τεχνητό τοπίο, για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων σκοπών, αναιρεί τον ορισμό αυτής καθαυτής της έννοιας της ράβδωσης που θεωρούμε ότι είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα των χώρων που δημιουργούν οι ανθρώπινες παρεμβάσεις. Από την ανάλυση των έξι τμημάτων του Φαληρικού όρμου, συμπεραίνεται ότι οι επεμβάσεις τελικά δημιουργούν χώρους που αναγνωρίζονται ταυτόχρονα με ιδιότητες λείου και ραβδωτού. Αυτό σημαίνει ότι λείοι χώροι, χώροι ραβδωτοί, ανοιχτοί ή οριοθετημένοι, χώροι αυστηρά προγραμματισμένοι ή μη, μπορούν να εντοπιστούν στον κατακερματισμένο Φαληρικό όρμο ο οποίος δεν θυμίζει καθόλου το φυσικό τοπίο με την αμμουδιά που χαρακτήριζε για πάρα πολλά χρόνια την περιοχή.

97


98

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 41| 42: Κ Ε Ν Ο Σ Χ Ω Ρ Ο Σ Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Ο Υ Μ Ο Σ Χ Α Τ Ο Υ, ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΣΤΑΔΙΟΥ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ ΦΙΛΙΑΣ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

99


ΛΕΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

ΡΑΒΔΩΤΟΣ ΧΩΡΟΣ

100

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 43| 44: Κ Ε Ν Ο Σ Χ Ω Ρ Ο Σ Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Ο Υ Μ Ο Σ Χ Α Τ Ο Υ, ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΣΤΑΔΙΟΥ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ ΦΙΛΙΑΣ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

101


PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

ΦΑΛΗΡΙΚΟΣ ΟΡΜΟΣ

300

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

50

ΟΜΟΙΟΓΕΝΕΙΑ|ΕΤΕΡΟΓΕΝΕΙΑ

Σ Η Μ Ε Ι Ο | Γ Ρ Α Μ Μ Η

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ|ΓΕΓΟΝΟΣ


PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

15,925 m

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION ΕΚΤΑΣΗ|ΕΝΤΑΣΗ

Ο Π Τ Ι Κ Ο Σ| Α Π Τ Ι Κ Ο Σ

ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ|ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ


Τ Ε Χ Ν Η Τ Α Φ Υ Σ Ι Κ Α Τ Ο Π Ι Α, Ο Ι Α Κ Τ Ε Σ Τ Η Σ Α Θ Η Ν Α Ι Κ Η Σ Ρ Ι Β Ι Ε Ρ Α Σ 4. 2. Α 104

Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 και στις αρχές του ’60, το ζήτημα περί ανάπτυξης της Σαρωνικής ακτογραμμής άρχισε να αφορά το συνδυασμό του μαλακού μεσογειακού κλίματος με τις όμορφες αμμουδιές. Μέσα από λεπτούς σχεδιαστικούς χειρισμούς, νέα, τεχνητά «φυσικά» τοπία προέκυψαν. Τα παραθαλάσσια θέρετρα και οι οργανωμένες παραλίες αξιοποιούν τον φυσικό πλούτο με έναν τρόπο σιωπηλά τεχνητό. Οι ακτές ελκύουν μεγάλο αριθμό κόσμου, τουρίστες ή ακόμη και κατοίκους σε αναζήτηση του καθημερινού ή εβδομαδιαίου μπάνιου, ορίζοντας μια ριζική μετατόπιση στη χρήση ακτών και μετασχηματίζοντάς τες σε νέους δημόσιους χώρους μιας αναπτυσσόμενης μαζικής κουλτούρας.75 Η Αθηναϊκή Ριβιέρα συντέλεσε καθοριστικά στην πραγματοποίηση και στην εξάπλωση οργανωμένων ακτών, τοπίων ομορφιάς και αναψυχής. Η Ριβιέρα ετυμολογικά προέρχεται από το ιταλικό ‘‘Riviera’’ που σημαίνει ακτή. Αναφέρεται στην τουριστική περιοχή της Δυτικής Ιταλίας, στις ακτές του κόλπου της Γένοβας. Ως ιδέα δεν είναι τόσο πραγματική όσο φαντασιακή. Ριβιέρες υπάρχουν παντού στον κόσμο, από τη «γενέτειρα» Ιταλία, τη Νότια Αγγλία, την Κυανή Ακτή, τη λίμνη Λεμάν και τα δυτικά Βαλκάνια έως την Καλιφόρνια και την Κίνα, όπου δηλαδή μπορεί να απελευθερωθεί ή να κατασκευαστεί χώρος για καλή ζωή. Συνυφασμένη με τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα και την ευρυχωρία, δεν μπορεί να φανταστεί κανείς μια Ριβιέρα χωρίς θάλασσα, ξενοδοχεία και κόσμο που καταφθάνει από παντού, για να αφεθεί σε ένα πλατό εικόνων και αισθήσεων, σε εναλλαγές ηρεμίας και ταχύτητας. Η Ριβιέρα ως ιδέα είναι ατμομηχανή του τουρισμού και της οικονομίας.76 Ως Αθηναϊκή Ριβιέρα περιγράφεται η παραλιακή ζώνη μήκους 70 χλμ. της Αττικής, από το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας στο Φάληρο έως το Σούνιο. Οι κυριότερες περιοχές της είναι η Μαρίνα Φλοίσβου, η Γλυφάδα, η Βούλα, η Βουλιαγμένη, η Βάρκιζα, το Λαγονήσι, η Σαρωνίδα, η Ανάβυσσος και το Σούνιο. Η Αθηναϊκή Ριβιέρα γεννήθηκε περισσότερο ως επιθυμία, με την ελπίδα ότι όλη η ζώνη από την Καστέλλα έως τη Βουλιαγμένη θα γινόταν μια κορδέλα ομορφιάς, αναψυχής, κίνησης ανθρώπων και κεφαλαίου με κύριο στόχο η Αθήνα να προσφέρει τη δική της εκδοχή στη διεθνή κουλτούρα της κοσμοπολίτικης, αστικής αναψυχής. Όπως οι λουτροπόλεις της Μπελ Επόκ στην κεντρική Ευρώπη, έτσι και οι παραθαλάσσιες Ριβιέρες με τα καζίνο,

75 Γιάννης Αίσωπος & Γιώργος Σημαιοφορίδης (2001), Η σύγχρονη (ελληνική) πόλη, Αθήνα: METAPOLIS Press, σ. 222 Νίκος Βατόπουλος, «Αθηναϊκή Ριβιέρα: Οθόνη επιθυμίας, πλατφόρμα 76 ευημερίας», Η Καθημερινή, 11/07/2016, στο https://www.kathimerini.gr/866993/gallery/ epikairothta/ellada/a8hnaikh-riviera-o8onh-epi8ymias-platforma-eyhmerias

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

τα ξενοδοχεία, τα εστιατόρια, τα λούνα παρκ, τις αποβάθρες, τα θέατρα και τις όπερες, τις επαύλεις και τα πολυτελή διαμερίσματα, θα μπορούσαν να συντηρούν στο διηνεκές μια συμπαγή πραγματικότητα διαρκών ψευδαισθήσεων. Με όραμα την Αθηναϊκή Ριβιέρα έγιναν ορισμένες αποφασιστικές κινήσεις οι οποίες συνέβαλαν στην αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος. Αυτό το τοπίο της χρυσαφένιας και καθαρής άμμου, χωρίς φύκια, χωρίς βότσαλα, χωρίς βράχια και χωρίς ψαράδες, είναι ένα τεχνητό κατασκεύασμα αποτελούμενο από φυσικά αντικείμενα, δηλαδή τους κόκκους της άμμου.77 Έχει ως στόχο να απεικονίσει τη φύση αλλά δεν είναι η φύση, όπως συμβαίνει και με την «εισαγωγή μιας φαντασιακής βοτανικής» κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα – την ένταξη εξωτικών φοινίκων και μπανανιών που δεν αποτελούν μέρος του τόπου. Οι οργανωμένες ακτές όπως εκείνες που αποτελούν σύμβολα της Αθηναϊκής Ριβιέρας, τα Αστέρια στη Γλυφάδα, η Μεγάλη Ακτή της Βουλιαγμένης, ο Αστέρας και πολλές ακόμη, είναι τοπία που έχουν οργανωθεί κατάλληλα προκειμένου να αποτελέσουν τουριστικούς πόλους.

77 Ζαν Ντιντιέ Ουρμπαίν (2000), Στην ακροθαλασσιά – Η μεταμόρφωση του ταξιδιώτη σε παραθεριστή, Αθήνα: Ποταμός, σ. 209

105


4.2.1 Α Κ Τ Η Α Σ Τ Ε Ρ Α Γ Λ Υ Φ Α Δ Α Τα Αστέρια είναι η πρώτη πλαζ πολυτελείας του Αργοσαρωνικού στην περιοχή των νοτίων προαστίων, στη Γλυφάδα. Τα πρώτα βήματα για την αξιοποίηση του τοπίου της έγιναν από το 1922-25, ενώ η εκπόνηση του βασικού σχεδίου της ανάπλασης έγινε το 1954 και ολοκληρώθηκε με τις επεκτάσεις του το 1964. «Διά το λαμπρότερον προάστειον του προσεχούς μέλλοντος: είναι η Κυανή Ακτή της Αττικής και λουτρόπολις ακόμη και ιαματικών πηγών, έχει το βουνό του Υμηττού και την θέαν του Σαρωνικού και την χάριν του πεύκου».78 Το 1930 η περιοχή παραχωρήθηκε στην Ανώνυμη Εταιρεία Ξενοδοχειακών Επιχειρήσεων Γλυφάδας ΑΕΞΕΓ με σκοπό την ίδρυση και εκμετάλλευση θαλάσσιων και ιαματικών πηγών, αθλητικών εγκαταστάσεων (γκολφ, τένις κ.λπ.), αναψυκτηρίων, μεγάλου ξενοδοχείου, μικρών εξοχικών επαύλεων (bungalows) κ.λπ.79 Παρά την έγκριση του σχεδίου της ΑΕΞΕΓ από το Υπουργείο Συγκοινωνίας, το οποίο πρότεινε ταυτόχρονα μικρές τροποποιήσεις στο Σχέδιο Πόλεως, τίποτα δεν πραγματοποιήθηκε μέσα στα επόμενα εννέα χρόνια. Η προσπάθεια αξιοποίησης της ακτής συνεχίστηκε από την πρόταση του Ανωτάτου Πολεοδομικού Οργανισμού της Διοικήσεως Πρωτευούσης με το σχέδιο του Γεώργιου Μιχαλιτσιάνου, πάνω στο οποίο προτάθηκαν αλλαγές από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας, τον Π. Καραντινό. Το θέμα της αξιοποίησης των ακτών του Αργοσαρωνικού φαίνεται να ήταν ένα από τα θέματα που απασχόλησε τον Καραντινό ως Διευθυντή της Πολεοδομικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Διοικήσεως Πρωτευούσης.80 Σχεδόν αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1951, επικράτησε ένα γενικότερο κλίμα ανασυγκρότησης και ανοικοδόμησης μέσα στο οποίο και αποφασίστηκε η αξιοποίηση της Πλαζ της Γλυφάδας. Ζητήθηκε βοήθεια από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΤΕ), ενώ τελικά μέσα από τις προσπάθειες του Δήμου, ο Εθνικός Οργανισμός Τουρισμού (ΕΟΤ) χρηματοδότησε το έργο. Η μελέτη ανατέθηκε στον Τεχνικό Σύμβουλο αρχιτέκτονα Παναή Μανουηλίδη, σύμφωνα με την οποία προβλεπόταν διαμόρφωση και αξιοποίηση της παραλίας με κέντρα αναψυχής, οργανωμένης πλαζ με αποδυτήρια, αναψυκτήρια, πέργκολες,

78 Το 1927, επιτροπή των κατοίκων της Γλυφάδας υποβάλλει «ένσταση μετά διαμαρτυρίας» προς το Υπουργείο Συγκοινωνίας λόγω της προσπάθειας εγκατάστασης καζίνο στην περιοχή, με αποτέλεσμα την αυθαίρετη τροποποίηση του πολεοδομικού σχεδίου της. Στην επιστολή τους στο Κοινωνικό Συμβούλιο και τον Υπουργό χαρακτηρίζουν την περιοχή τους με τα προαναφερθέντα. Μάρω Καρδαμήτση-Αδάμη, «Οι ακτές του Αργοσαρωνικού», στο Γιάννης 79 Αίσωπος (2015), Τοπία Τουρισμού, Ανακατασκευάζοντας την Ελλάδα, Αθήνα: ΔΟΜΕΣ, σ. 175

80

106

Μάρω Καρδαμήτση-Αδάμη, ό.π, σ. 176

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


E I K O N A 46|47: Α Κ Τ Η Α Σ Τ Ε Ρ Α Γ Λ Υ Φ Α Δ Α, Β Ο Υ Ρ Ε Κ Α Σ, Σ Α Κ Ε Λ Λ Α Ρ Ι Ο Σ, Β Α Σ Ι Λ Ε Ι Α Δ Η Σ, 1960

ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

107


108

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

E I K O N A 48: Α Κ Τ Η Α Σ Τ Ε Ρ Α Γ Λ Υ Φ Α Δ Α, Β Ο Υ Ρ Ε Κ Α Σ, Σ Α Κ Ε Λ Λ Α Ρ Ι Ο Σ, Β Α Σ Ι Λ Ε Ι Α Δ Η Σ, 1 9 6 0


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

εστιατόριο κ.λπ., καθώς και κατασκευή πολυτελούς ξενοδοχείου 100 κλινών στην κορυφή του λοφίσκου, σε υψόμετρο 4 μέτρων. Η ακτή πλέον άρχισε να φαντάζει ένας τόπος πολυ-χρηστικός, ένα οριοθετημένο παραθαλάσσιο συγκρότημα σε ένα τοπίο πλήρως οργανωμένο και σχεδιασμένο. Με την ίδρυση της εταιρείας «Αστήρ ΑΕ», το 1954 η αρχιτεκτονική μελέτη και επίβλεψη της Πλαζ παραχωρήθηκε στους αρχιτέκτονες Εμμανουήλ Βουρέκα, Περικλή Σακελλάριο και Προκόπη Βασιλειάδη (με τους συνεργάτες τους, Κ. Δεκαβάλλα και Α. Γεωργιάδη). Το κτιριολογικό πρόγραμμα, όπως είναι φυσικό, είχε πολλές ομοιότητες με το πρόγραμμα του 1939 των Καραντινού-Μιχαλιτσιάνου, όσο και με αυτό του 1952 του Παναή Μανουηλίδη. Η οργανωμένη ακτή αποτελούσε ένα σύνολο καθαρά ελληνικό, δομημένο από γυμνό μπετόν, αδρή λιθοδομή, χαμηλές πεζούλες, καλαμωτές στους ημι-υπαίθριους χώρους, κεραμοσκεπές. Το λουτρικό συγκρότημα, κατασκευασμένο στη θέση παλαιότερων εγκαταστάσεων, μπορούσε να παρέχει διαμονή 200 ατόμων και την ψυχαγωγία 5000 ημερησίως, καθώς περιλάμβανε αποδυτήρια, εστιατόριο/κέντρο διασκέδασης, αναψυκτήριο και 100 καμπάνες. Τα αποδυτήρια κατανεμήθηκαν σε τρεις ομάδες 70 μονάδων, ενώ ανάμεσά τους οργανώθηκαν ανοιχτοί χώροι άθλησης. Οι 100 καμπάνες (με υπνοδωμάτιο, αίθριο, λουτρό, μικρή κουζίνα) οργανώθηκαν σε ομάδες των 5 ή 6, που διασπείρονται στο τοπίο προσφέροντας απομόνωση και αίσθηση οικειότητας.81 Το αναψυκτήριο τοποθετήθηκε στο κέντρο της ακτής, ενώ το εστιατόριο/κέντρο διασκέδασης στην άκρη, προς την Αθήνα, επιτρέποντας την ανεξάρτητη χρήση. Το συγκρότημα εγκαινιάστηκε το καλοκαίρι του 1954 και αποτέλεσε προορισμό για ολόκληρη την επώνυμη Αθήνα. Κάθε προσωπικότητα που πέρασε από την Αθήνα έπρεπε να ανέβει στην Ακρόπολη, να πιει το ποτό της στο Χίλτον ή τη Μεγάλη Βρετανία και να κάνει το μπάνιο της στα Αστέρια.82 «Το Μόντε Κάρλο στ’ Αστέρια», η «Κυανή Ακτή στη Γλυφάδα» είναι μερικοί από τους τίτλους που κέρδισε η Ακτή της Γλυφάδας. Η περιφραγμένη ακτή των Αστεριών δεν ήταν ωστόσο τελείως εξωπραγματική, ούτε τελείως τεχνητή, αλλά δεν ήταν επίσης εντελώς φυσική. Αισθητικά ήταν μάλλον υπερρεαλιστική, μία σκηνή χωρίς άλλο φόντο πέρα από το μεταβαλλόμενο μονόχρωμο της θάλασσας και τη διαφάνεια του ουρανού που την επεκτείνει έως το άπειρο. Η παραλία είναι ένας φανταστικός χώρος, παράδοξος, καταφύγιο ενός εσωτερικού υπαίθριου θεάματος, ένα σιωπηλά παραμορφωμένο τοπίο.

81

Γιάννης Αίσωπος & Γιώργος Σημαιοφορίδης (2001), ό.π., σ. 222

82

Μάρω Καρδαμήτση-Αδάμη , ό.π., σ. 178

109


4.2. 2 Μ Ε Γ Α Λ Η Α Κ Τ Η Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ, Λ Α Ι Κ Η Π Λ Α Ζ Η Βουλιαγμένη βρίσκεται σε ένα κομβικό σημείο της Αθηναϊκής Ριβιέρας, συμπεριλαμβάνοντας το Μικρό και το Μεγάλο Καβούρι. Στην αφετηρία της ανάπτυξής της ενώ εξυπηρετούσε παραθεριστές όλων των κοινωνικών και οικονομικών τάξεων διαμορφώθηκε και κατέληξε σε ένα παραθεριστικό χαρακτήρα ιδιαίτερης μορφής. Σήμερα αποτελεί έναν από τους πολυτελείς παραθεριστικούς προορισμούς με φημισμένα ξενοδοχεία, εστιατόρια, μαρίνες και οργανωμένες ακτές. Ωστόσο, παρά το ενδιαφέρον για ενίσχυση του τουριστικού της χαρακτήρα, το φυσικό τοπίο δεν έχει υποστεί ριζική αλλοίωση. Σε αντίθεση με την περίπτωση του Φαληρικού όρμου, όπου ο αστικός ιστός οριοθετεί αυστηρά την παράκτια ζώνη ενθαρρύνοντας έτσι την υπερίσχυση ενός τέχνεργου τοπίου, στην περίπτωση της Βουλιαγμένης η χωροθέτηση της λεωφόρου ταχείας κυκλοφορίας, γνωστή ως παραλιακή, γίνεται σε μεγάλη απόσταση από τους πόλους τουρισμού. Επιπλέον, ο αστικός ιστός έχει εξαπλωθεί με έναν τρόπο διάχυτο και αποσπασματικό χωρίς έτσι να μοιάζει μια μάζα μπετόν που έρχεται να «πνίξει» το φυσικό τοπίο. Παρ’ όλα αυτά, οι αμμώδεις ακτές που μοιάζουν σαν μια όαση λίγο πιο έξω από το κέντρο της Αθήνας, δεν αποτελούν πλέον ένα παρθένο φυσικό τοπίο. Πολλές από τις αμμουδιές έχουν οργανωθεί, οριοθετηθεί και οριστεί αποτελώντας τελικά τεχνητά «φυσικά» τοπία. Η ανάπτυξη της Ακτής της Βουλιαγμένης ξεκίνησε το 1958, όταν η Επιτροπή Εξουσιοδοτήσεως της Βουλής, μετά τη μεγάλη επιτυχία αξιοποίησης της Πλαζ της Γλυφάδας, έκανε δεκτό το αίτημα για την τουριστική αξιοποίηση της Βουλιαγμένης αναθέτοντας τα σχέδια της αξιοποίησης του Μικρού Καβουριού, του Λαιμού Βουλιαγμένης και της Λαϊκής Πλαζ (Μεγάλης Ακτής) του ΕΟΤ, στους ίδιους αρχιτέκτονες, Ε. Βουρέκα, Π. Σακελλάριο και Π. Βασιλειάδη. Ήδη από το 1955, ο Κώστας Κιτσίκης, Καθηγητής του ΕΜΠ και Πρόεδρος του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, είχε χαρακτηρίσει την περιοχή της Βουλιαγμένης-Καβουριού ως «μία από τα ωραιότερα ελληνικά τοπία κοντά στην πρωτεύουσα που συνδυάζει πεύκο και θάλασσα».83 Η αρχή έγινε το διάστημα 1959-1961 με συνεργάτη αρχιτέκτονα το Νίκο Χατζημιχάλη. Η Μεγάλη Ακτή στη Βουλιαγμένη εγκαινιάστηκε το 1962 και αποτελούνταν από εγκαταστάσεις λουόμενων, με δύο μονάδες αποδυτηρίων και χώρους υπηρεσιών ενώ δύο εστιατόρια, η «Ωκεανίδα» και η «Αργώ» βρίσκονταν το ένα στην ανατολική και το άλλο στη δυτική άκρη αντίστοιχα. Με δύο κύριες όψεις το καθένα –η μία στο δρόμο (σε ψηλότερο επίπεδο) και η άλλη στη θάλασσα– τα κτίρια επέτρεπαν την κίνηση διαμέσου τους υλοποιώντας και τονίζοντας τη σχέση πόλης και θάλασσας. Από τους μεγάλους εξώστες των

83

110

Μάρω Καρδαμήτση-Αδάμη, ό.π., σ. 179

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


E I K O N A 49: Μ Ε Γ Α Λ Η Α Κ Τ Η Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ, Β Ο Υ Ρ Ε Κ Α Σ, Σ Α Κ Ε Λ Λ Α Ρ Ι Ο Σ, Β Α Σ Ι Λ Ε Ι Α Δ Η Σ, 2019 E I K O N A 50: Μ Ε Γ Α Λ Η Α Κ Τ Η Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ, Β Ο Υ Ρ Ε Κ Α Σ, Σ Α Κ Ε Λ Λ Α Ρ Ι Ο Σ, Β Α Σ Ι Λ Ε Ι Α Δ Η Σ, 2019

ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

111


εστιατορίων προσφερόταν απρόσκοπτη θέα προς την ακτή και τον κόλπο. Αντίθετα, οι εγκαταστάσεις των λουόμενων (αποδυτήρια, σνακ-μπαρ, στέγαστρα, διαμορφωμένο τοπίο) αποτελούσαν τμήμα της παραλίας και της θάλασσας (ως προς την έλλειψη ύψους, τα υλικά και την ανάπτυξή τους πάνω στην άμμο) και παρέμεναν, έτσι, συστατικά μιας εφήμερης δραστηριότητας αναψυχής. Η κατασκευή έγινε με πλάκες από ενισχυμένο σκυρόδεμα, μεταλλικές κολώνες και στέγαση από ένα κυματοειδές κέλυφος.84 Παρά τις παρεμβάσεις του ανθρώπου και την προσπάθεια οικειοποίησης του τοπίου, οι χειρονομίες χαρακτηρίζονται από σεβασμό προς αυτό δημιουργώντας εγκαταστάσεις εφήμερες και ελαφριές. Η αρχιτεκτονική αταξία, με τις διασκορπισμένες κατασκευές, περιέχει την εύθραυστη γοητεία του εφήμερου και τυχαίου συμβάντος, αλλά και την ήρεμη βεβαιότητα των φυσικών νόμων. Εντούτοις, η ακτή αφορά ένα τοπίο διαμορφωμένο κατάλληλα προκειμένου να αποτελεί πόλο τουρισμού και αναψυχής. Πρόκειται για ένα τοπίο παρόμοιο με την ακτή των Αστεριών στη Γλυφάδα, ενός ενδιάμεσου πεδίου, μεταξύ της διχοτομίας της φύσης και του τέχνεργου.

84

112

Γιάννης Αίσωπος, ό.π., σ. 373

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


E I K O N A 51: Ω Κ Ε Α Ν Ι Δ Α, Β Ο Υ Ρ Ε Κ Α Σ, Σ Α Κ Ε Λ Λ Α Ρ Ι Ο Σ, Β Α Σ Ι Λ Ε Ι Α Δ Η Σ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

113


4.2. 3 Α Κ Τ Η Α Σ Τ Ε Ρ Α Σ Τ Η Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Το συγκρότημα Αστέρας Βουλιαγμένης είναι αναμφισβήτητα ένα από τα σημαντικότερα αρχιτεκτονήματα όχι μόνο του Αργοσαρωνικού αλλά ολόκληρης της χώρας.85 Η ακτή συγκροτεί ένα συνολικό έργο με τη γειτονική Μεγάλη Ακτή Βουλιαγμένης. Το έργο των Π. Βασιλειάδη, Ε. Βουρέκα και Π. Σακελλάριου αφορούσε μια οργανωμένη πλαζ λουόμενων με είσοδο, ενοικιαζόμενες ξαπλώστρες και ομπρέλες, ατομικά αποδυτήρια και αναψυκτήριο - σνακ μπαρ.86 Το ξενοδοχείο ‘‘Astir Hotel & Tourism Enterprise’’ ιδρύθηκε το 1954, με όραμα τη δημιουργία ενός εμβληματικού ξενοδοχειακού συγκροτήματος με διεθνή έκκληση. Το αναπτυξιακό σχέδιο του αρχιτέκτονα Κώστα Βουτσινά περιλάμβανε εγκαταστάσεις παραλίας για 3000 επισκέπτες ημερησίως, 60 πολυτελείς καμπάνες, ένα ξενοδοχείο 150 δωματίων και αίθουσα χορού.87 Το 1960 η παραλία ‘‘Astir’’ άνοιξε τις πύλες της στο κοινό. H παραλία χαρακτηριζόταν από απλότητα και κομψότητα. Τα λευκά αποδυτήρια, οι ριγέ ομπρέλες και τα πρωτοποριακά στέγαστρα από λευκό καραβόπανο σαν θαλασσοπούλια δίπλα στο κύμα, συνέθεταν το ιδανικό περιβάλλον για τους επισκέπτες που ήθελαν να κολυμπήσουν στα κρυστάλλινα νερά και να απολαύσουν τις ανέσεις που τους προσφέρονταν. Η παραλία έγινε γρήγορα σημείο συνάντησης της αθηναϊκής ελίτ, συνδυάζοντας το φυσικό κάλλος με την αναψυχή. Την επόμενη χρονιά οι πρώτες καμπάνες και το εστιατόριο ολοκληρώθηκαν. Ο σχεδιασμός των 18 καμπανών-οικίσκων, οργανώθηκε σε 3 έως 9 ανεξάρτητες μονάδες των δύο και ακολούθησε τις φυσικές γραμμές του περιγράμματος. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1967, ύστερα από την αυξανόμενη αναζήτηση ενός παραθαλάσσιου προορισμού, εισήχθη το πρώτο ξενοδοχείο, ο «Αρίωνας», από τον Κ. Βουτσινά. Κατόπιν σύγκρουσης της διοίκησης του Αστέρα με τον αρχιτέκτονα, η συνέχεια του έργου και ο σχεδιασμός ορισμένων πρόσθετων καμπανών παραχωρήθηκε στους αρχιτέκτονες Βουρέκα, Γεωργιάδη και Δεκαβάλλα. Το 1980 το δεύτερο ξενοδοχείο, το «Ναυσικά» άνοιξε τις πύλες του, σχεδιασμένο από τους ίδιους αρχιτέκτονες. Αντίθετα με την κατεύθυνση της δημιουργίας μεγάλων αντικειμένων αποκολλημένων από το έδαφος, στο έργο αυτό επιχειρήθηκε η ενσωμάτωση του κτιρίου στο τοπίο.88 Ωστόσο, το ξενοδοχείο άλλαξε σε μεγαλύτερο βαθμό συγκριτικά με το πρώτο, το όριο της ακτογραμμής με τη δημιουργία μιας εξέδρας προκειμένου να αναδυθεί ένας χώρος όλο και πιο κοντά στη θάλασσα, πλάι

114

85

Μάρω Καρδαμήτση-Αδάμη, ό.π., σ. 182

86

Γιάννης Αίσωπος, ό.π., σ. 373

87

Διαδικτυακή Ιστοσελίδα Αστέρα https://astir.gr/

88

Γιάννης Αίσωπος, ό.π., σ. 381

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


E I K O N A 52: Α Κ Τ Η Α Σ Τ Ε Ρ Α Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ, 2019

E I K O N A 53: Λ Α Ι Μ Ο Σ Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ, 1957

ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

115


116

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

E I K O N A 54|55: Λ Α Ι Μ Ο Σ Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ, Ξ Ε Ν Ο Δ Ο Χ Ε Ι Α Ο Α Ρ Ι Ω Ν Α Σ & Τ Ο Ν Α Υ Σ Ι Κ Α, 2 0 1 8


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

στο κύμα με ξαπλώστρες και μαξιλάρες για τους λουόμενους επισκέπτες. Το τρίτο ξενοδοχείο, η «Αφροδίτη», σχεδιάστηκε από τους αρχιτέκτονες Δ. Αντωνακάκη, Β. Μπογκάκο, Γ. Νικολετοπούλου και Ν. Χατζημιχάλη και ολοκληρώθηκε το 1984. Ως το πιο ήσυχο και οικογενειακό ξενοδοχείο στο συγκρότημα του Αστέρα, ζωγραφισμένο σε γήινες αποχρώσεις, η «Αφροδίτη» πρόσφερε στους επισκέπτες μερικές από τις καλύτερες απόψεις σε ολόκληρο το συγκρότημα λόγω της προνομιούχας θέσης του. Σήμερα δεν υπάρχει πια.

Το 2006 η διαχείριση του Αστέρα πέρασε στη ‘‘Starwood’’, μετονομάζοντας το συγκρότημα σε ‘‘Arion Luxury Collection’’ και ‘‘Westin Nafsika’’. Μια νέα εποχή ξεκίνησε για τον Αστέρα, καθώς σημαντικές ανακαινίσεις αναβάθμισαν το συγκρότημα. Το 2009 η παραλία Astir ανακαινίστηκε από την αρχιτεκτονική εταιρεία ‘‘Zeppos - Georgiadi’’ και συνεργάτες της. Το 2017 ο Αστέρας Βουλιαγμένης και τα Four Seasons Hotels and Resorts εξήγγειλαν μια νέα εποχή της Αθηναϊκής Ριβιέρας, με τη δημιουργία του πρώτου ξενοδοχείου ‘‘Four Seasons’’ στην Ελλάδα. Το 2019 πραγματοποιήθηκε μία πλήρης ανακαίνιση και αναβάθμιση, με νέες εγκαταστάσεις και προηγμένες υπηρεσίες. Η αναβάθμιση της μαρίνας Αστήρ αποτέλεσε έναν ακόμη βασικό πυλώνα της ανακατασκευής, ενώ ταυτόχρονα το σχέδιο περιλαμβάνει επίσης την ανάπτυξη μέχρι και 13 παραθαλάσσιων πολυτελών ιδιωτικών βιλών. Το συγκρότημα Αστέρας, με την ακτή και τα τρία ξενοδοχεία, συνθέτει ένα τοπίο που συνδυάζει το φυσικό κάλλος με τις εγκαταστάσεις του, προσφέροντας ένα σχεδόν «εξωπραγματικό» τοπίο που απευθύνεται σε επιλεγμένο κοινό.

117


E I K O N A 56: Α Κ Τ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Κ Ο Σ Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ Μ Ε Τ Α Ξ Υ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΒΟΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΚΙΖΑΣ

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

1960

118

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

2017 + PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

119


120

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


Ποιο είναι όμως το τοπίο της παραλίας τελικά; Τι είναι αυτό που χαρακτηρίζει μια παραλία και ποιος είναι ο χώρος της; Ποιο είναι το τοπίο που δημιουργείται και ποια η ιδιαιτερότητά του; Ποιοι πλαστικοί και φυσικοί, οπτικοί και σωματικοί όροι προΐστανται στη δημιουργία της ώστε να χαρακτηρίζουν την όψη, τη χρήση και τη λειτουργία της; Η παραλία των διακοπών αποκτά την ταυτότητά της με τίμημα τις μεταμορφώσεις και θεμελιώδεις διαρρυθμίσεις που δεν μπορούν να αγνoηθούν. Η απομονωμένη από το υπόλοιπο περιβάλλον ακτή δεν είναι ούτε ένας κλειστός ούτε ένας ανοιχτός χώρος. Δεν είναι ούτε τελείως αυθεντικός, ούτε και ρεαλιστικός. Είναι ένα δημόσιο θέατρο της ιδιωτικής ζωής για δημόσια χρήση.89 Είναι σαν το λιβάδι που περιγράφει ο Jean Urbain στο βιβλίο του «Στην ακροθαλασσιά – Η μεταμόρφωση του ταξιδιώτη σε παραθεριστή», το οποίο δεν θα έπρεπε να υπήρχε στο μέρος που υπάρχει. Το λιβάδι είναι ένα τεχνητό κατασκεύασμα από φυσικά αντικείμενα, τα χόρτα. Έχει στόχο να απεικονίσει τη φύση, και αυτή η απεικόνιση αποκτά σάρκα και οστά με την αντικατάσταση της φύσης του συγκεκριμένου τόπου από μια φύση που είναι βέβαια φυσική, όσον αφορά τον εαυτό της, αλλά και τεχνητή, όσον αφορά τον συγκεκριμένο τόπο. Έτσι και η οργανωμένη ακτή. Έχει άμμο εκεί που προηγουμένως είχε βράχια. Είναι ένα τεχνητά «φυσικό» τοπίο.90

89 Ζαν Ντιντιέ Ουρμπαίν, (2000), Στην ακροθαλασσιά – Η μεταμόρφωση του ταξιδιώτη σε παραθεριστή, Ποταμός, Αθήνα, μτφρ: Τίνα Πλυτά, σ. 211 Ζαν Ντιντιέ Ουρμπαίν, ό.π., σ. 209 90

121


122 E I K O N A 58: Α Κ Τ Η Α Σ Τ Ε Ρ Α Γ Λ Υ Φ Α Δ Α Σ, 1 9 6 0

4. 2. Β Τ Ο Λ Ε Ι Ο Κ Α Ι Τ Ο Ρ Α Β Δ Ω Τ Ο Σ Τ Α Τ Ε Χ Ν Η Τ Α «Φ Υ Σ Ι Κ Α» Τ Ο Π Ι Α


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

ΟΜΟΙΟΓΕΝΕΙΑ|ΕΤΕΡΟΓΕΝΕΙΑ

Τα κοινά χαρακτηριστικά των τριών δημοφιλών ακτών της Αθηναϊκής Ριβιέρας που επιλέχθηκαν να εξεταστούν στην παρούσα εργασία, (τα Αστέρια στη Γλυφάδα, η Μεγάλη Ακτή Βουλιαγμένης και το συγκρότημα του Αστέρα), θα μελετηθούν ταυτοχρόνως ως προς τις έννοιες του λείου και του ραβδωτού. Στο τοπίο των έντονα διαμορφωμένων ακτών είναι σαφές ότι σειρές από ομπρέλες μονόχρωμες ή ριγέ όλες όμοιες μεταξύ τους διατρέχουν την εκατοντάδων μέτρων αμμουδιά μη αφήνοντας τετραγωνικό μέτρο ανεκμετάλλευτο. Η τοποθέτησή τους είναι συμμετρική προς κάθε κατεύθυνση, δημιουργώντας την εντύπωση πως ο χώρος αυτός έχει συγκροτηθεί από την επανάληψη ομοιόμορφων κατασκευών. Η ομοιογένεια αυτών των ίδιων στοιχείων μεταξύ τους, έρχεται και ραβδώνει την ακραία ετερογένεια της λείας άμμου πάνω στην οποία έχουν τοποθετηθεί. Η έκταση άμμου απλώνεται σε συνεχή παραλλαγή συγκροτώντας έναν άμορφο και ανοιχτό χώρο προς όλες τις κατευθύνσεις, παρόμοιο με αυτόν της ετερογενούς θάλασσας. Αυτός ο τύπος ομοιογένειας γίνεται περισσότερο αντιληπτός στο παράδειγμα της ακτής του Αστέρα όπου η τοποθέτηση κάθε ομπρέλας αποτελεί μέρος συνολικού σχεδιασμού. Λιγότερο ομοιογενής μοιάζει η Λαϊκή πλαζ Βουλιαγμένης ενώ τα Αστέρια της Γλυφάδας μπορούν να χαρακτηριστούν ετερογενείς ως προς το τμήμα στο οποίο η τοποθέτηση των ομπρελών είναι ανοργάνωτη. Στο συγκρότημα των Αστεριών οι παραλληλόγραμμες κτιριακές μονάδες σε συνδυασμό με την επανάληψη των τετράγωνων σουιτών δημιουργεί μια ομοιογενή ράβδωση του χώρου. Αντίστοιχα, στη μεγάλη Ακτή Βουλιαγμένης την επαναλαμβανόμενη μονάδα αποτελούν τα γήπεδα τένις καθώς επίσης τα αναψυκτήρια και τα αποδυτήρια που βρίσκονται τοποθετημένα στην ακτή. Αν και η τοποθέτησή τους στον χώρο δεν ακολουθεί κάποιον άξονα, οι μονάδες επαναλαμβάνονται ακολουθώντας έναν συγκεκριμένο αρχιτεκτονικό τύπο κατασκευής.

123


ΣΗΜΕΙΟ|ΓΡΑΜΜΗ

Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ ενός ραβδωτού και λείου χώρου είναι το σημείο και η γραμμή, δηλαδή η στάση και η διαδρομή αντίστοιχα. Σύμφωνα με τους Felix Guattari και Gilles Deleuze, σε έναν ραβδωτό χώρο η διαδρομή ορίζεται από τις στάσεις και επομένως η χάραξή της εξαρτάται από αυτές ενώ αντίθετα, στον λείο χώρο όπου δεν υπάρχουν προκαθορισμένες στάσεις, η διαδρομή είναι αφηρημένη με τυχαίες στάσεις. Και στις τρεις περιοχές που εξετάζονται ως τεχνητά «φυσικά» τοπία, η κίνηση του επισκέπτη στον χώρο είναι προσχεδιασμένη και καθορισμένη. Σημεία ή στάσεις αναγνωρίζονται τα αναψυκτήρια, τα αποδυτήρια, οι χώροι άθλησης που κατευθύνουν τον λουόμενο σε μια χαραγμένη εκ των προτέρων διαδρομή καθ’ όλη την διαμονή του στον χώρο. Δηλαδή, η διαδρομή του από την είσοδο, στην διαμορφωμένη πλαζ μέχρι και την έξοδό του από αυτή, ο επισκέπτης θα ακολουθήσει συγκεκριμένες διαδρομές για να πάει στην ομπρέλα του, στη θάλασσα και για να επισκεφθεί το αναψυκτήριο ή άλλες παροχές, χρησιμοποιώντας ασφαλτοστρωμένα μονοπάτια ή ξύλινους διαδρόμους κίνησης. Στην περίπτωση του Αστέρα Βουλιαγμένης όπου η ακτή έχει μικρότερες διαστάσεις η διαδρομή που ακολουθεί ο επισκέπτης είναι περιορισμένη σε αντίθεση με τη μεγαλύτερη σε έκταση Ακτή της Βουλιαγμένης όπου η κίνηση είναι δαιδαλώδης διατηρώντας ένα μεγαλύτερο βαθμό ελευθερίας. Παρόμοιο φαινόμενο παρατηρείται και στα Αστέρια Γλυφάδας με την ιδιαιτερότητα της ύπαρξης στον χώρο ενός μεγαλύτερου κατάφυτου τοπίου με περισσότερες επιλογές κίνησης ή διαδρομών του επισκέπτη. Συνολικά, είναι χώροι που προκύπτουν μέσω μιας αρχιτεκτονικής πράξης, με επιλεγμένες κινήσεις προκειμένου ο επισκέπτης να αντιλαμβάνεται με τον κατάλληλο τρόπο την οργάνωση του χώρου. Επομένως, η εμπειρία του χώρου μέσω της καθορισμένης κίνησης, των αυστηρών σχηματισμών στο τοπίο, είναι ταυτόχρονα σωματική και νοητική. Όπως αναφέρει ο αρχιτέκτονας Α. Σπανομαρίδης, «..ο σχεδιασμός του αρχιτεκτονικού χώρου προϋποθέτει μια “κινητική εμπειρία” ενώ η δημιουργία “μιας χορογραφημένης” κίνησης προϋποθέτει “μια αρχιτεκτονική εμπειρία”».91

91 Από διάλεξη: Σχηματισμοί στο Τοπίο, Αθανάσιος Σπανομαρίδης, Πανεπιστήμιο Πατρών, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, 2020

124

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΠΟΛΛΑΠΛΟΤΗΤΑ ΜΕΓΕΘΟΥΣ|ΑΠΟΣΤΑΣΗΣ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

Οι διαμορφωμένοι αυτοί αιγιαλοί, ήταν κάποτε άμορφα φυσικά τοπία άλλα με άμμο ή χώμα και μερικά με βραχώδεις δυσπρόσβατες επιφάνειες. Ο αέρας ως φυσικό φαινόμενο στους αιγιαλούς με άμμο, ανάλογα με την ένταση και τη φορά του, άλλοτε ράβδωνε την επιφάνειά της άμμου και άλλοτε αυτή μετατρεπόταν σε μια λεία, άμορφη και μη διανυσματική περιοχή. Ήταν χώροι μη οριακοί, χωρίς μεγέθη και συντεταγμένες. Η αρχή και το τέλος του φυσικού τοπίου δεν προσδιορίζονταν με την αυστηρή έννοια του όρου και δεν υπήρχε αντίληψη του μέτρου στον χώρο. Μια πέτρα θα μπορούσε να συγκριθεί με μια άλλη προκειμένου να χαρακτηριστεί μικρότερη ή μεγαλύτερη αλλά η ίδια η πέτρα, στον άμετρο χώρο δεν μπορούσε να οριστεί ως προς τις διαστάσεις της. Με την επέμβαση του ανθρώπου, και την τοποθέτηση διάφορων κατασκευών όπως χώρους αναψυκτηρίων, ξύλινων διαδρόμων πάνω στην άμμο για την ευκολότερη κίνηση των επισκεπτών, τα τοπία απέκτησαν μέγεθος. Η διαδρομή που επιλέγει ένας περιπατητής σε ένα αδιαμόρφωτο αιγιαλό, όπου δεν υπάρχουν μετρήσιμα στοιχεία, δηλαδή κάποια αναγνωρίσιμα αντικείμενα ή κατασκευές είναι μια διαδρομή απόστασης που δεν μπορεί εύκολα να μετρηθεί. Και αυτό ακριβώς συμβαίνει διότι κατά τη διαδρομή του ο περιπατητής δεν έχει ως μέτρο σύγκρισης γνωστά και αναγνωρίσιμα αντικείμενα. Στα τεχνητά όμως «φυσικά» περιβάλλοντα, κατά τη διάρκεια της διαδρομής η έννοια του μεγέθους γίνεται αισθητή και ο περιπατητής μπορεί να αντιληφθεί την πορεία και την έκταση της διαδρομής του. Η συνολική έκταση του μετασχηματισμένου φυσικού τοπίου της ακτής, έχει πλέον σαφή όρια με μεγέθη που αντιλαμβάνεται ο επισκέπτης, αναγνωρίζοντας σαφώς την αρχή και το τέλος του ορισμένου πλέον τοπίου.

125


126

ΕΚΤΑΣΗ|ΕΝΤΑΣΗ

Το φυσικά «τεχνητό» τοπίο των τριών οργανωμένων ακτών αποσαφηνίζεται από τον περιβάλλοντα χώρο και καθορίζεται επακριβώς ως προς την έκταση της επιφάνειας που καλύπτει από την περίφραξή του. Τα στοιχεία που περιέχονται στον χώρο διατάσσονται με μια ακολουθία έτσι ώστε εκεί που κάποιο σταματά αρχίζει ένα άλλο, ορίζοντας με αυτό τον τρόπο μια αρχή και ένα τέλος μιας συγκεκριμένης κατάστασης. Κάτω από το πρίσμα αυτό, ενώ οι διαστάσεις του όλου ενός φυσικού τεχνητού τοπίου είναι όπως προαναφέρθηκε συγκεκριμένες και εύκολα αντιληπτές δεν συμβαίνει το ίδιο για όλες τις επιμέρους εκτάσεις που λειτουργούν ως υποσύνολό της. Παρατηρούνται κάποια υποσύνολα-εκτάσεις που δεν έχουν ακριβή οριοθέτηση με την ακριβή έννοια του όρου που σημαίνει ότι σε αυτά δεν παρατηρείται μια ακολουθία. Σε αυτούς τους χώρους που κατασκευάστηκαν ή οργανώθηκαν για συγκεκριμένες λειτουργίες και χρήσεις, η επισκεψιμότητα των κολυμβητών είναι ελαστική. Υπάρχει μια συνεχής αυξομειούμενη ροή ανθρώπων ανάλογα με το συγκεκριμένο χώρο και τις λειτουργίες του έτσι ώστε να προσδιορίζει έναν ορισμό της έντασης. Δηλαδή, σε μια συγκεκριμένη έκταση κατά τη διάρκεια της ημέρας παρατηρείται εντελώς διαφορετική ένταση που προκαλεί η επιθυμία των επισκεπτών-κολυμβητών να επισκεφτούν το αναψυκτήριο, να παίξουν τένις, να κολυμπήσουν ή να απολαύσουν τον ήλιο.

ΟΠΤΙΚΟΣ|ΑΠΤΙΚΟΣ

Η θάλασσα όπως έχει προαναφερθεί, αποτελεί τον κατεξοχήν λείο χώρο. Άμορφος, μη μετρήσιμος και ασαφής ως προς την έκτασή της για τον παρατηρητή. Χώρος όπου το βάθος δεν είναι διακριτό και αναγνωρίσιμο όπως σε ένα οπτικά αντιληπτό τοπίο. Με δεδομένο ότι χαρακτηρίζεται ως χώρος απτικός, δεν μπορεί να αντιληφθεί κανείς τις γεωμετρικές της διαστάσεις με αυτή και μόνο την αίσθηση της όρασης. Ο υδάτινος χώρος δεν συγκροτεί μια περιγεγραμμένη επιφάνεια, κλειστή και σαφώς ορισμένη. Αντίστοιχα, και η άμμος αποτελεί ένα απτό στοιχείο το οποίο αν και λείο μπορεί να ραβδωθεί είτε φυσικά σχηματίζοντας πτυχώσεις εξαιτίας του αέρα είτε λόγω ανθρώπινων παρεμβάσεων. Στην περίπτωση των οργανωμένων ακτών παρά την απτή υπόσταση της άμμου, η τοποθέτηση κατασκευών σε επανάληψη συγκροτεί ένα χώρο με βάθος που είναι κατανοητός οπτικά. Ωστόσο, αν και ο χώρος αυτός έχει πλέον οργανωθεί με τρόπο ώστε να ανταποκρίνεται στις ανθρώπινες απαιτήσεις αναψυχής, είναι δηλαδή ένας ραβδωτός χώρος, στην περιοχή της ακτογραμμής και συγκεκριμένα εκεί όπου η θάλασσα «βρέχει» την άμμο, παρατηρείται το φαινόμενο της λείανσης.

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

E I K O N A 59: Α Κ Τ Η Α Σ Τ Ε Ρ Α Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η

ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ|ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ

Όπως ορίζει η ετυμολογία της λέξεως «τοπολογία», ο τοπολογικός χώρος σχετίζεται κυρίως με τις έννοιες του ορίου, της συνέχειας, της συνεκτικότητας και της σύγκλισης προκαλώντας την τέλεια μορφοποίησή τους. Εφαρμόζοντας τις αρχές της τοπολογίας στις οργανωμένες ακτές ως οπτικοποιημένοι φυσικοί χώροι, παραπέμπουν σε ένα περιβάλλον που ομοίως το όριο, η συνέχεια και η συνεκτικότητα παίρνουν μορφή και γεωμετρικοποιούνται. Κάθε παραμόρφωση είναι δυνατή μεταξύ των ομοιόμορφων στοιχείων προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχεια του χώρου. Τα επιμέρους στοιχεία του χώρου των οργανωμένων ακτών κατασκευάζονται με τρόπο ώστε να αποτελέσουν ένα συνεχές σύνολο συγκροτημένο από γεωμετρικές κατασκευές όπως για παράδειγμα η διαχρονική ή εφήμερη κτιριακή υποδομή ή οι ξύλινοι διάδρομοι κίνησης των επισκεπτών οι οποίοι οδηγούν από το ένα γεωμετρικό σύστημα στο άλλο. Η εφαρμοσμένη αρχιτεκτονική στους χώρους αυτούς ακολουθεί έναν άξονα, έναν κάναβο, μια παράλληλο και μια κάθετο προκειμένου να παραμείνει πιστή στις οπτικά κατανοητές μορφές της γεωμετρίας.

127


128

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

E I K O N A 60|61: Α Κ Τ Η Α Σ Τ Ε Ρ Α Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ 1 9 6 0, 2 0 1 9


ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ|ΓΕΓΟΝΟΣ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

Τα τεχνητά «φυσικά» τοπία, στην περίπτωση των ακτών, αφορούν οργανωμένους χώρους. Η μορφή, η έκταση και τα όρια του κάποτε φυσικού τοπίου έχει πλέον χαθεί και τροποποιηθεί πλήρως προκειμένου να αποτελέσει έναν συγκροτημένο χώρο αναψυχής. Οι ιδιωτικές ακτές είναι προσδιορισμένοι χώροι με συγκεκριμένες λειτουργίες. Τα τεχνητά «φυσικά» τοπία που εξετάζονται έχουν κοινό παρονομαστή, την περίφραξη ώστε να είναι κατανοητός και συγκεκριμένος ο χώρος τους. Σε αυτά, εκτελούνται δραστηριότητες που εκ των προτέρων έχουν προγραμματιστεί στη μεγαλύτερη έκτασή τους. Υπάρχουν δηλαδή χώροι για συγκεκριμένη δραστηριότητα, όπως τα γήπεδα τένις στην Ακτή Βουλιαγμένης ή του Beach Volley και άλλων δραστηριοτήτων. Παράλληλα με τους οριοθετημένους υπάρχουν και αρκετοί ελεύθεροι χώροι που σκόπιμα έχουν αφεθεί για μη προκαθορισμένη χρήση, κατάλληλα διαμορφωμένοι ώστε να παρέχουν ασφάλεια σε οποιαδήποτε επιθυμητή δραστηριότητα των επισκεπτών. Τους χώρους αυτούς καλυμμένους με χλοοτάπητα συναντάμε αμέσως μετά την είσοδο στην Ακτή Βουλιαγμένης όπου διάφορα συμβάντα διασκέδασης, όπως ρακέτες, παιχνίδια μικρών παιδιών ή εκδηλώσεις απόλαυσης του περιβάλλοντος όπως πικ νικ στη γη πραγματοποιούνται. Στη μικρότερη σε έκταση επιφάνεια της ακτής του Αστέρα, υπάρχουν λιγότεροι χώροι συγκεκριμένης δραστηριότητας με σχεδόν παντελή έλλειψη χώρων ελεύθερης χρήσης. Στη συγκεκριμένη ακτή και με δεδομένο την ύπαρξη, ύστερα από τυχαία ανασκαφή στις αρχές του αιώνα, του ναού του Απόλλωνα Ζωστήρα, ο οποίος βρίσκεται σε σημαντικά χαμηλότερο επίπεδο από την επιφάνεια της ακτής, είναι ορατός με οριοθετημένο χώρο αλλά μη επισκέψιμος. Τα Αστέρια της Γλυφάδας σήμερα, καταλαμβάνουν μια έκταση η οποία είναι διαιρεμένη, αποτελούμενη από μεμονωμένα κελύφη τα οποία λειτουργούν ανεξάρτητα μεταξύ τους, σε αντιπαράθεση με το συλλογικό χαρακτήρα του πρώιμου σχεδίου της πλαζ. Είναι χώροι συγκεκριμένων λειτουργιών και δραστηριοτήτων αναψυχής. Καταλήγοντας, οι τρεις αυτές ακτές που εμπεριέχονται στην Αθηναϊκή Ριβιέρα είναι τόποι απόλαυσης και δραστηριοτήτων που φαινομενικά ο επισκέπτης θα μπορούσε να τους θεωρήσει δεδομένους και φυσικά δημιουργημένους, ενώ στην πραγματικότητα είναι τόποι τεχνητά τροποποιημένοι και προγραμματισμένοι βάση ενός γενικότερου σχεδίου. «Η ορμή του πλήθους, που σπεύδει κάθε καλοκαίρι σε αυτή, δεν έχει τίποτε το αμνημόνευτο ή το αυθόρμητο.»92 Είναι αυτονόητο ότι τα τεχνητά «φυσικά» τοπία των ακτών έχουν ως στόχο την στοχευμένη αξιοποιήση του φυσικού πλούτου προκειμένου να αναπτυχθούν δραστηριότητες οι οποίες συντελούν στην ανάπτυξη τουριστικών παράκτιων πόλων όπου καμία ενέργεια αυθορμητισμού δεν επιδιώκεται.

92 Ζαν Ντιντιέ Ουρμπαίν, (2000), Στην ακροθαλασσιά – Η μεταμόρφωση του ταξιδιώτη σε παραθεριστή, Ποταμός, Αθήνα, μτφρ: Τίνα Πλυτά, σ. 56

129


ΕΠΟΧΙΚΟΤΗΤΑ ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ 130

Ένας χώρος όμως που εύκολα διακρίνεται και χαρακτηρίζεται ως ραβδωτός ύστερα από την επίδραση φυσικών ή άλλων γεγονότων μπορεί να μετατραπεί σε λείος. Ένα παράδειγμα είναι οι οργανωμένες ακτές που τους χειμερινούς μήνες ακριβώς λόγω των καιρικών συνθηκών η επιφάνεια των χώρων τους λειαίνονται χάνοντας τα χαρακτηριστικά της ραβδωμένης περιοχής. Τμήματα της ακτής επανέρχονται στην άμμορφη κατάστασή τους, αφού κάθε είδους χάραξη του χώρου εξαφανίζεται από τις καιρικές συνθήκες. Οι σχεδιασμένα στοιχισμένες ομπρέλες και οι ξαπλώστρες αφαιρούνται, οι ξύλινοι διάδρομοι κίνησης των επισκεπτών σκεπάζονται από την άμμο, τα αναψυκτήρια ερημώνουν και οι προκαθορισμένες δραστηριότητες εγκαταλείπονται. Το τοπίο των ακτών αν και οργανωμένο αποκτά ένα λείο χαρακτήρα όπου η φύση καθορίζει τις ποιότητες του χώρου. Ο χαρακτηρισμός ενός χώρου ως λείος ή ραβδωτός δεν είναι πάγιος. Εξετάζοντας τα παραδείγματα των οργανωμένων ακτών στο πέρασμα του χρόνου, γίνεται αντιληπτή η ιδιότητα που έχουν να αλλάζουν χαρακτήρα. Διερευνώντας τη σχέση των τεχνητά «φυσικών» τοπίων με τους ραβδωτούς χώρους, δεν είναι απόλυτο και δεδομένο ότι κάθε ανθρώπινη επέμβαση στον φυσικό χώρο τον οργανώνει. Από τον αρχικό-πρώιμο σχεδιασμό της δεκαετίας του 1950 του Αστέρα της Βουλιαγμένης, με τα λευκά τριγωνικά στέγαστρα και τα ετερογενώς σχεδιασμένα μονοπάτια κίνησης του λουόμενου στην άμμο, διαπιστώνεται ότι το τέχνεργο εκείνο «φυσικό» τοπίο, παρόλη την περίφραξη και αποσαφήνιση του χώρου που παραμένει, διαφέρει αισθητά από το σημερινό όπου ο χαρακτηρισμός του λείου είναι λιγότερο αντιληπτός. Στον αρχικό σχεδιασμό της εποχής οι λίγες προκαθορισμένες από μονοπάτια διαδρομές του επισκέπτη δεν τον απέτρεπαν να κινηθεί με περισσότερη ελευθερία στην ακτή, να διαγράψει τη δική του αφηρημένη διαδρομή και να τοποθετήσει την ομπρέλα του όπου εκείνος επιθυμούσε. Επρόκειτο για ένα περισσότερο οργανικό παρά αυστηρό περιβάλλον. Ομοίως, και η μεγάλη Ακτή της Βουλιαγμένης που εγκαινιάστηκε η χρήση της το 1962 διατηρούσε κυρίως στοιχεία του λείου χώρου σε αντίθεση με την σημερινή κατάστασή της όπου γραμμικά στοιχισμένες ομπρέλες, ξύλινοι διάδρομοι τοποθετημένοι στην άμμο για την κίνηση των κολυμβητών αλλάζουν την έννοια και τον χαρακτηρισμό του χώρου. Έντονα διακριτή διαφορά αποτελεί η σημερινή μεταλλική περίφραξη του χώρου σε αντίθεση με τον καθορισμό των ορίων του 1962 που αποτελούσε ο δημόσιος παραλιακός δρόμος. Όμοια χαρακτηριστικά συναντώνται και στην ίδρυση της οργανωμένης ακτής των Αστεριών της Γλυφάδας. Εκτός κάποιων κτιριακών υποδομών που κατασκευάστηκαν, ο βασικός χώρος για την απόλαυση του ήλιου και της θάλασσας, δηλαδή η παραλία, παρέμενε ετερογενής και ελεύθερη χωρίς τοποθετημένες με συγκεκριμένη διάταξη ομπρέλες σκίασης που υπάρχουν σήμερα στο συγκρότημα «Baloux».

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


E I K O N A 62: Μ Ε Γ Α Λ Η Α Κ Τ Η Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ, 1960

131

E I K O N A 63|64: Α Κ Τ Η Α Σ Τ Ε Ρ Α Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ, 1960


20

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

Α Κ Τ Η Α Σ Τ Ε Ρ Α, Γ Λ Υ Φ Α Δ Α PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

150

ΜΕΓΑΛΗ ΑΚΤΗ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ

125

25

Α Σ Τ Ε Ρ Α Σ, Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η

10

50

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION ΟΜΟΙΟΓΕΝΕΙΑ|ΕΤΕΡΟΓΕΝΕΙΑ

Σ Η Μ Ε Ι Ο | Γ Ρ Α Μ Μ Η

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ|ΓΕΓΟΝΟΣ


PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

1,125 m

408,60 m

712,96 m

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION ΕΚΤΑΣΗ|ΕΝΤΑΣΗ

Ο Π Τ Ι Κ Ο Σ| Α Π Τ Ι Κ Ο Σ

ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ|ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ


134

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 66|67: Α Κ Τ Η Α Σ Τ Ε Ρ Α Γ Λ Υ Φ Α Δ Α Σ, Μ Ε Γ Α Λ Η ΑΚΤΗ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

135


ΛΕΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

ΡΑΒΔΩΤΟΣ ΧΩΡΟΣ

136

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 68|69: Α Κ Τ Η Α Σ Τ Ε Ρ Α Γ Λ Υ Φ Α Δ Α Σ, Μ Ε Γ Α Λ Η ΑΚΤΗ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

137


138

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 70: Α Κ Τ Η Α Σ Τ Ε Ρ Α Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

Από την ανάλυση των τεχνητά «φυσικών» τοπίων, υπό το πρίσμα των κριτηρίων που επιλέχθηκαν, για τον καθορισμό του λείου ή του ραβδωτού χώρου, διαπιστώνεται ότι οι επεμβάσεις του ανθρώπου στις οργανωμένες ακτές δημιουργούν μια ομοιογένεια στον χώρο ως συνέπεια των επαναλαμβανόμενων στοιχείων. Παρόλες τις προσπάθειές του να δημιουργεί οπτικούς χώρους, δηλαδή ραβδωτούς, απρόβλεπτες συνθήκες μπορούν να μεταβάλλουν-τροποποιήσουν τον χώρο σε λείο. Οι ραβδωτοί χώροι ορίζουν το μέτρο δηλαδή συγκεκριμενοποιούν την απόσταση σε μέγεθος μετρήσιμο. Οι προκαθορισμένες στον χώρο διαδρομές του επισκέπτη είναι εξαρτημένες από τις επιλεγμένες στάσεις στις οποίες λαμβάνουν χώρα συγκεκριμένες δραστηριότητες. Ενώ η έκταση του χώρου αποσαφηνίζεται από την περίφραξή του, οι επιμέρους κατασκευές των τεχνητών «φυσικών» τοπίων είναι δυνατόν να μην έχουν ακριβή οριοθέτηση. Στους χώρους αυτούς η ροή των ανθρώπων αυξομειώνεται διαρκώς δημιουργώντας συνθήκες διαφορετικών εντάσεων. Στον σχεδιασμό τους, εφαρμόζονται οι αρχές της τοπολογίας παραπέμποντας σε ένα περιβάλλον που καθορίζεται από όρια, συνέχεια και γεωμετρία. Ωστόσο, παρά την οποιαδήποτε διάκριση του χώρου σε λείο ή ραβδωτό, τα σχεδιασμένα αυτά τοπία, εξαιτίας του χρόνου ή των καιρικών συνθηκών μεταβάλλουν πολλές φορές τα χαρακτηριστικά τους με συνέπεια να μεταπηδούν, ως προς τον ορισμό τους, από τον έναν χώρο στον άλλον.

139


E I K O N A 71: Α Κ Τ Η Α Σ Τ Ε Ρ Α Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ ΛΕΙΟΣ ΧΩΡΟΣ ΡΑΒΔΩΤΟΣ ΧΩΡΟΣ

140

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

141


ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑΙΚΗ ΡΙΒΙΕΡΑ 4. 3. Α

Φ Υ Σ Ι Κ Α Τ Ο Π Ι Α,

Τα φυσικά τοπία κατά μήκος του ορίου της ακτογραμμής αφορούν τα σημεία στα οποία τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τόπου βρίσκονται στην πρωταρχική τους μορφή, χωρίς την οποιαδήποτε ανθρώπινη προσπάθεια οικειοποίησής τους. Μια φυσική αμμουδιά ή μια βραχώδης πλαγιά χωρίς πληγές από κτίσματα και τουριστικά στίγματα. Αφορά την εικόνα ενός είδους «αγνού προϊόντος», της παραλίας που συλλαμβάνεται ως φυσική, αυθεντική και προστατευμένη από τον κόσμο. Εκείνης που αντιπαρατίθεται στη παραλία του ξενοδοχείου, πλαστογραφημένη, κατακλυσμένη και κηλιδωμένη.93 Εκείνης που δεν αφορά μια παραμόρφωση. Τα φυσικά τοπία αφορούν είτε παρθένες ή ανεξερεύνητες τοποθεσίες, είτε ήδη επισκέψιμες ακτές οι οποίες όμως δεν έχουν υποστεί μεταμορφώσεις. Στο όριο της αττικής ακτογραμμής υπάρχουν κομμάτια τα οποία παραμένουν παρθένα, παρά την ανακάλυψή τους από τον άνθρωπο. Σημαντικά σημεία που αποτελούν προορισμό για πολλούς παραθεριστές ενώ ταυτόχρονα διατηρούν τον φυσικό τους χαρακτήρα είναι τα Λιμανάκια της Βουλιαγμένης, Βάρκιζας, καθώς επίσης και οι ανοργάνωτες ακτές κατά μήκος της Σαρωνικής ακτογραμμής.

93 Ζαν Ντιντιέ Ουρμπαίν, (2000), Στην ακροθαλασσιά – Η μεταμόρφωση του ταξιδιώτη σε παραθεριστή, Ποταμός, Αθήνα, μτφρ: Τίνα Πλυτά, σ. 62

142

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

4.3. 1 Μ Ι Α Α Ν Ο Ρ Γ Α Ν Ω Τ Η Α Κ Τ Η, Σ Τ Η Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Η ανοργάνωτη παραλία βρίσκεται περίπου απέναντι από τη λίμνη της Βουλιαγμένης σε αρκετά χαμηλότερο υψόμετρο από αυτό του παραλιακού δρόμου. Η πρόσβαση επιτυγχάνεται είτε μέσω μιας τεχνητής σκάλας είτε μέσω ενός μονοπατιού. Αν και αποτελεί προορισμό για πολλούς, με αποτέλεσμα να γεμίζει από κολυμβητές και εφήμερες κατασκευές, τελικά επανέρχεται στην αρχική της φυσική κατάσταση καθώς απογυμνώνεται από οποιοδήποτε ανθρώπινο ίχνος. Σε αυτή την περίπτωση της ανοργάνωτης ακτής, πρόκειται για την ίδια την παραλία και όχι για τα περιβάλλοντα στοιχεία που τη συγκροτούν. Σημασία έχει το κέντρο και όχι η περιφέρεια με τις λειτουργίες που προσφέρονται. Η παραλία, όπως σημειώνει ο Urbain, είναι ήδη για τον ανθρωπολόγο της αναψυχής ένας κόσμος από μόνη της.94

E I K O N A 72: Α Κ Τ Η Χ Ε Ι Μ Ε Ρ Ι Ν Ω Ν Κ Ο Λ Υ Μ Β Η Τ Ω Ν ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ

Αν και ως τοπία προσεγγίζονται από τον άνθρωπο, τα φυσικά τους χαρακτηριστικά παραμένουν αναλλοίωτα διατηρώντας τη μορφολογία και τις συνθήκες που τα χαρακτηρίζουν ως τέτοια. Πρόκειται για χώρους οι οποίοι, αγγίζοντας το όριο της μηδενικής αρχιτεκτονικής γραφής, προσλαμβάνουν το φυσικό τοπίο σύμφωνα με την εικόνα της παλαιάς παραλίας, εκείνης όπου ο επισκέπτης υπάρχει στον χώρο ανενεργά, χωρίς την επιθυμία κατάληψης και τραυματισμού της.

94

Ζαν Ντιντιέ Ουρμπαίν, ό.π., σ. 62

143


4.3. 2 Τ Α Λ Ι Μ Α Ν Α Κ Ι Α Τα Λιμανάκια αποτελούν έναν από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς των νοτίων προαστίων. Βρίσκονται μεταξύ της Λίμνης Βουλιαγμένης και των ορίων της Βάρκιζας. Πρόκειται για απότομες πλαγιές λειασμένων βράχων που εκτείνονται μέχρι τη θάλασσα, κάτω από τις στροφές της Λεωφόρου Ποσειδώνος. Λουόμενοι που αναζητούν τοπία τα οποία να συνδυάζουν την εξερεύνηση με την απόλαυση του φυσικού πλούτου, επισκέπτονται τους μικρούς κολπίσκους της περιοχής. Σε σύγκρουση με τη μηδενική ανθρώπινη χειρονομία κατά μήκος της δαιδαλώδους ακτογραμμής, στη δεύτερη στροφή, στον δεύτερο κολπίσκο από τη Βουλιαγμένη προς Βάρκιζα, μια ξύλινη κατασκευή αναρτημένη στα απότομα βράχια λειτουργεί ως παραθαλάσσιο αναψυκτήριο. Ανομοιόμορφες πλατφόρμες δημιουργούν μικρές εξέδρες χαλάρωσης και ηλιοθεραπείας. Παρά την επέμβαση του ανθρώπου, το φυσικό τοπίο δεν τροποποιείται προκειμένου να αποτελέσει ένα ευνοϊκό παραθαλάσσιο περιβάλλον· αντίθετα ο άνθρωπος προσαρμόζεται στο έντονο ανάγλυφο, κάνοντας λεπτές και περιορισμένες χειρονομίες. Οι ξύλινες εξέδρες σχεδιάζονται διατηρώντας μια απόσταση καθ’ ύψος από τα βράχια με αποτέλεσμα να μην τα αλλοιώνουν. Λόγω της περιορισμένης δυνατότητας εγκατάστασής τους, ο αριθμός των παραθεριστών που μπορούν να τις χρησιμοποιήσουν είναι μειωμένος. Ωστόσο, οι κολυμβητές προσαρμόζονται στη φύση του ανώμαλου και απότομου εδάφους απλώνοντας τις πετσέτες τους όπου είναι δυνατόν στα βράχια προκειμένου να κάνουν μια βουτιά. Ο χαρακτηρισμός του τοπίου αυτού του κολπίσκου παρουσιάζει μια δυσκολία, καθώς θα μπορούσε να περιγραφεί ως ένα φυσικό περιβάλλον το οποίο οριακά αγγίζει τα χαρακτηριστικά του τεχνητά «φυσικού». Ωστόσο, παρά την ανθρώπινη χειρονομία, η μορφολογία και ο χαρακτήρας του τοπίου δεν έχουν υποστεί κάποια σημαντική αλλοίωση. Οι υπόλοιποι μικροί κόλποι κατά μήκος του παράκτιου ορίου της περιοχής παραμένουν άθικτοι, αποτελώντας προορισμό προς εξερεύνηση και παραθερισμό.

144

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


E I K O N A 73: Λ Ι Μ Α Ν Α Κ Ι Α Μ Ε Τ Α Ξ Υ Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ ΚΑΙ ΒΑΡΚΙΖΑΣ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

145


146

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

E I K O N A 74

4. 3. Β

Τ Ο Λ Ε Ι Ο Κ Α Ι Τ Ο Ρ Α Β Δ Ω Τ Ο Σ Τ Α Φ Υ Σ Ι Κ Α, Π Α Ρ Α Κ Τ Ι Α Τ Ο Π Ι Α


ΟΜΟΙΟΓΕΝΕΙΑ|ΕΤΕΡΟΓΕΝΕΙΑ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

Σε αντίθεση με τις οργανωμένες πλαζ, στις ανοργάνωτες παραλίες δημιουργείται μια χωρική κατάσταση διαφορετική κάθε φορά όσον αφορά την πυκνότητα, τη διάταξη και την ομοιογένεια. Τυχαία τοποθετημένες ομπρέλες, διαφόρων χρωμάτων και μεγεθών τοποθετούνται στην ελεύθερη έκταση που καταλαμβάνει η άμμος, συγκροτώντας στο σύνολό τους ένα ετερογενές τοπίο. Έναν χώρο στον οποίο η έννοια της συνέχειας και της επανάληψης δεν υφίσταται αλλά υπερτερεί η αυθόρμητη και τυχαία επιλογή τοποθέτησης. Στους κολπίσκους που δημιουργούνται στην περιοχή μεταξύ Βουλιαγμένης και Βάρκιζας, παρατηρούνται δύσβατες και βραχώδεις εκτάσεις που καταλήγουν σε μη εύκολα προσβάσιμες προς τη θάλασσα περιοχές. Η φύση του εδάφους εδώ, αφορά ένα ομοιογενές σύστημα, ίδιας υλικότητας που επαναλαμβάνεται με αναγνωρίσιμες και δύσκολα μεταβλητές μορφές. Ωστόσο οι μορφές που αποτελούν την έκταση παρουσιάζουν διαφορετικές εντάσεις υλικών αφού σε άλλα σημεία είναι βράχοι λειασμένοι και σε άλλα μυτεροί. Οι ανόμοιες κλίσεις μεταξύ τους, δημιουργούν διαφορετικές σχέσεις σε σύγκριση με την επιφάνεια του νερού, καθώς τμήματα στην περιοχή αποκτούν μια περισσότερο ομαλή σχέση μεταξύ εδάφους-νερού ενώ σε άλλα δημιουργείται μια διχοτόμηση μεταξύ στερεού και υγρού στοιχείου. Αντίθετα, η ξυλοκατασκευή της υπάρχουσας, στο δεύτερο λιμανάκι, καντίνας δημιουργεί ένα ετερογενές τοπίο γεωμετρικά κατασκευασμένο με ανισόπεδα προς τη θάλασσα ξύλινα επίπεδα-εξέδρες ακολουθούν και διορθώνουν την κλίση του εδάφους.

147


ΣΗΜΕΙΟ|ΓΡΑΜΜΗ

Η υπό εξέταση ακτή, είναι ένας χώρος απρογραμμάτιστος, ως προς τη διακίνηση του επισκέπτη, όπου οποιοδήποτε διαδρομή θα μπορούσε να ακολουθηθεί. Δηλαδή, γίνεται αντιληπτό ότι υπάρχει καθημερινή ή ακόμη καλύτερα συνεχής εναλλαγή διαδρομών των επισκεπτών. Εξ αυτής της αιτίας, η γραμμή που χαράσσεται δεν είναι συγκεκριμένη, εφόσον δεν υπάρχουν κατασκευές παροχής υπηρεσιών για τον επισκέπτη, δηλαδή δεν υπάρχουν σταθερά σημεία στάσεων. Πρόκειται για μια τυχαία και μοναδική γραμμή εκτός από τα δύο σημεία πρόσβασης της ακτής που είναι προκαθορισμένα. Διαφορετικές συνθήκες στα υπό εξέταση κριτήρια, επικρατούν στα Λιμανάκια. Σε αυτόν τον ομοιογενή χώρο, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι η κίνηση είναι απόλυτα ελεύθερη. Αντίθετα, η κίνηση εκεί του επισκέπτη είναι ακαθόριστη αλλά περιορισμένη. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι εξαιτίας της μορφολογίας του εδάφους και συγκεκριμένα των βράχων κάποια σημεία γης είναι βατά και άλλα όχι. Συνεπώς, ενώ ο επισκέπτης ελπίζει σε ελευθερία κίνησης τελικά διαπιστώνει ότι αυτή η ίδια η φύση εμποδίζει διαδρομές του και ραβδώνει τον χώρο. Ο χώρος που καταλαμβάνει η καντίνα και οι εξέδρες είναι επισκέψιμος από μια προκαθορισμένη γραμμή-διαδρομή που έχει χαραχθεί από τον ιδιοκτήτη της για τη διευκόλυνση των επισκεπτών. Πέρα από τη συγκεκριμένη διαδρομή και τις εγκαταστάσεις, ο περιβάλλοντας χώρος έχει τα ίδια ακριβώς χαρακτηριστικά με το υπόλοιπο τοπίο. Σε αυτό τον χώρο ο λουόμενος κινείται με μια ελευθερία προκειμένου να βρει το σημείο στο οποίο θα δημιουργήσει τον δικό του χώρο.

148

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


ΠΟΛΛΑΠΛΟΤΗΤΑ ΜΕΓΕΘΟΥΣ|ΑΠΟΣΤΑΣΗΣ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

Η ακτή που εξετάζεται στην παρούσα μελέτη σχηματίζει έναν χώρο όπου η έννοια του συμβατικού μετρικού συστήματος δεν απουσιάζει εντελώς εξαιτίας της από οπλισμένο σκυρόδεμα κατασκευασμένης κλίμακας καθώς και ενός μικρού τοιχίου που ακολουθεί τον άξονα ενός μονοπατιού, που κατασκευάστηκαν για τη διευκόλυνση των επισκεπτών. Παρόλα αυτά, η ακτή εξακολουθεί να διατηρεί τα χαρακτηριστικά της καθημερινής ετερογένειας, εξαιτίας της τυχαίας και κατά την κρίση των κολυμβητών τοποθέτησης ομπρελών σκίασης. Αυτό σημαίνει ότι σε αντίθεση με τις οργανωμένες ακτές και με τις μόνιμα και σταθερών, ανά συγκεκριμένη απόσταση, τοποθετημένων ομπρελών και στοιχείων ανάπαυσης που καθιστούν εύκολη την αντίληψη του μεγέθους η ακτή αυτή δεν έχει συγκεκριμένα και σταθερά μεγέθη. Η καθημερινή και συνεχώς τροποποιούμενη επισκεψιμότητα δεν αποτελεί ένα μετρικό μέγεθος που η πολλαπλότητά του θα όριζε μετρήσιμη επιφάνεια. Ομοίως, οι κολπίσκοι που βρίσκονται στα Λιμανάκια, ως χώροι συνεχούς παραλλαγής, ως προς την χρήση τους, δεν έχουν το στοιχείο της πολλαπλότητας. Η παντελής έλλειψη τεχνητών κατασκευών και η αδυναμία λόγω της φύσης του εδάφους για την τοποθέτηση ομπρελών δεν βοηθά στη διευκρίνηση συγκεκριμένων μεγεθών. Δηλαδή, ο παρατηρητής δεν αντιλαμβάνεται ένα μετρήσιμο μέγεθος τοπίου. Αντίθετα χαρακτηριστικά, παρουσιάζει η περιοχή της καντίνας, που εξαιτίας του συγκεκριμένου μεγέθους της καθώς και των διαστάσεων των εξεδρών προσδιορίζουν μέτρο σύγκρισης του περιβάλλοντα χώρου.

149


ΕΚΤΑΣΗ|ΕΝΤΑΣΗ

Τα τρία παραδείγματα τοπίου κατά μήκος της αττικής ακτογραμμής αποτελούν χώρους στους οποίους ο άνθρωπος δεν έχει επέμβει καθοριστικά θέτοντας όρια. Εφόσον, δεν υπάρχει γεωμετρία και σαφής οριοθέτηση οι χώροι αυτοί δεν θεωρούνται πεπερασμένοι όπως στις οργανωμένες ακτές. Στην ακτή της Βουλιαγμένης, ενώ δεν υπάρχει ανθρώπινη παρέμβαση τα όρια του χώρου έχουν καθοριστεί από τη φύση. Η απότομα υπερυψωμένη βορεινή πλευρά της και η γραμμή της ακτής δημιουργούν τον χώρο της παραλίας σε μια τοξοειδή μορφή. Εξαιτίας των σχετικά περιορισμένων διαστάσεων της παραλίας αυτής και της μεγάλης επισκεψιμότητας, που δημιουργεί η βατή και εύκολη πρόσβαση στη θάλασσα και η ομορφιά του χώρου, η ένταση σε αυτόν είναι ιδιαίτερα μεγάλη. Αντίθετα, η πολύ μεγάλη βραχώδης έκταση γης στα Λιμανάκια, η δύσβατη περιοχή και η δύσκολα προσβάσιμη θάλασσα μειώνει αισθητά την κατά τόπους επισκεψιμότητα, έχει δηλαδή ο χώρος μικρή ένταση. Εξαίρεση αποτελεί η περιοχή της καντίνας με τις ξύλινες εξέδρες όπου οι διευκολύνσεις και οι παροχές αναψυχής στην περιοχή συγκεντρώνουν μεγάλο αριθμό επισκεπτών σε μια έκταση ιδιαίτερα μικρή. Η έντονη και συνεχής, καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, στους καλοκαιρινούς μήνες δημιουργεί μεγάλη ένταση στον χώρο. Επομένως, στα Λιμανάκια παρατηρούνται δύο διαφορετικών βαθμών εντάσεις, ενός μικρού και ενός πολύ μεγαλύτερου.

150

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


E I K O N A 75: Κ Α Ν Τ Ι Ν Α Σ Τ Α Λ Ι Μ Α Ν Α Κ Ι Α

ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

151


152

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

E I K O N A 76|77: Β Ρ Α Χ Α Κ Ι Α Σ Τ Α Λ Ι Μ Α Ν Α Κ Ι Α Τ Η Σ Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Σ Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ - Β Α Ρ Κ Ι Ζ Α Σ, ΕΞΕΔΡΕΣ ΑΝΑΨΥΚΤΗΡΙΟΥ


ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ|ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ

ΟΠΤΙΚΟΣ|ΑΠΤΙΚΟΣ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

Στην φυσική ανοργάνωτη ακτή με άμμο και βότσαλο που ονομάζεται «Ακτή χειμερινών κολυμβητών Βουλιαγμένης» παρόλο το σχετικά μικρό μέγεθός της αποτελεί ένα χώρο απτικό. Ο χώρος αυτός τροποποιείται και μετασχηματίζεται σε οπτικό από τη στιγμή που οι επισκέπτες-κολυμβητές τοποθετούν εκεί ομπρέλες σκίασης, σε τυχαίες θέσεις, που η προβολή τους στον χώρο και η σκιά που δημιουργούν προσομοιάζουν με το παράδειγμα των πυραμίδων. Οι διαστάσεις του χώρου κατά αυτόν τον τρόπο γίνονται περισσότερο αντιληπτές. Τη βραχώδη περιοχή στα Λιμανάκια, εάν την παρατηρήσει κάποιος από μακριά αντιλαμβάνεται έναν χώρο ομοιογενή σε σχέση με το υλικό που αποτελείται δηλαδή έναν χώρο οπτικό. Η επί τόπου όμως επίσκεψη διαφοροποιεί εντελώς την αντίληψή του, διότι αντιλαμβάνεται εντάσεις του υλικού με βράχια λεία, βράχια οξυκόρυφα, μικρά και μεγάλα, που ο επισκέπτης αντιλαμβάνεται πλήρως κατά τη διάρκεια της διαδρομής του στον χώρο. Είναι δηλαδή ένας χώρος απτικός που η θέαση του από μακριά, δεν του έδωσε τα πραγματικά χαρακτηριστικά του χώρου, τα οποία έγιναν αντιληπτά από την επιτόπου επίσκεψη. Αντιθέτως, ο χώρος και οι κατασκευές της ξύλινης καντίνας ερμηνεύεται σωστά από αυτή και μόνη την παρατήρησή τους.

Τόσο οι ελεύθερες αμμουδιές όσο και το βραχώδες τοπίο στα Λιμανάκια είναι χώροι φυσικοί, άμορφοι και στο μεγαλύτερο μέρος τους μη οριοθετημένοι. Καμία γεωμετρία δεν χαρακτηρίζει τον χώρο καθώς δεν υπάρχουν προσδιορίσιμες και αντιληπτές μορφές εξαιρουμένου του παραθαλάσσιου αναψυκτηρίου στα Λιμανάκια. Η κατασκευή του μαζί με τις ξύλινες εξέδρες που έχουν τροποποιήσει την κλίση και την επιφάνεια της βραχώδους περιοχής που καλύπτουν αποτελούν μετρήσιμα γεωμετρικά στοιχεία. Εκτός αυτών, οι υπόλοιποι χώροι είναι οργανικοί σε τοπία που δεν έχουν τροποποιηθεί από ανθρώπινες επεμβάσεις.

153


ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ|ΓΕΓΟΝΟΣ

Οι ανοργάνωτες παραλίες συγκροτούν έναν χώρο μη προγραμματισμένων δράσεων όσον αφορά την κίνηση των επισκεπτών. Πρόκειται για έναν χώρο που ο καθένας κινείται και τον απολαμβάνει σύμφωνα με τις δικές του επιλογές και επιθυμίες, ένας χώρος συνεχών μετασχηματισμών. Κάθε ενέργεια είναι τυχαία εξαιτίας της ελεύθερης βούλησης. Αυτό συμβαίνει στο παράδειγμα της ελεύθερης παραλίας της Βουλιαγμένης που μόνο η είσοδος των επισκεπτών ακολουθεί τις δύο προκαθορισμένες διαδρομές προσέλευσης. Τα Λιμανάκια, συγκροτούν χώρους όμοιου χαρακτήρα που ο καθένας ενεργεί ελεύθερα. Είναι τοπίο λείο και τοπολογικό που το χαρακτηρίζει η φύση και ο χαρακτήρας του και όχι η απουσία της ανθρώπινης παρέμβασης. Είναι τοπίο όπου ο επισκέπτης-λουόμενος επιλέγει τον χώρο για να τοποθετήσει την πετσέτα του, σε ένα φυσικά λειασμένο βράχο που προσφέρεται για αυτό, όπως επιλέγει και τον φυσικά διαμορφωμένο βράχο, σαν βατήρα, για να κάνει τη βουτιά του στη θάλασσα. Ερμηνεύει δηλαδή με μια προσωπική αντιληπτική αίσθηση τον χώρο και τις δυνατότητες που του προσφέρονται. Με άλλα λόγια, είναι ο χώρος που προκύπτει από τον ίδιο τον χρήστη προκειμένου να δημιουργήσει αναπάντεχες δράσεις. Στον χώρο του παραθαλάσσιου αναψυκτηρίου, οι ξύλινες εξέδρες που τοποθετούνται προκειμένου να δημιουργήσουν ένα πιο ευνοϊκό περιβάλλον στους κολυμβητές, μπορούν να συσχετιστούν με την περιγραφή του Τ.Κουμπή για το συμβάν. Πρόκειται για κατασκευές οι οποίες σχεδιάζονται και οργανώνουν τις συνθήκες ώστε να λάβουν χώρα γεγονότα χωρίς να προκαθορίζουν αυτό το ίδιο το γεγονός. «Η σύγχρονη παραλία των διακοπών προέρχεται από ταπεινά γεγονότα και διακριτικά συμβάντα, a priori μηδαμινά αλλά αποφασιστικά, τα οποία, εάν δεν τα υπολογίσουμε, δεν μπορούμε να τα συλλάβουμε, πέραν της ειδικής αξίας αυτού του χώρου στο σύμπαν της αναψυχής, ούτε και την πολιτιστική του σημασία»95.

95 Ζαν Ντιντιέ Ουρμπαίν, (2000), Στην ακροθαλασσιά – Η μεταμόρφωση του ταξιδιώτη σε παραθεριστή, Ποταμός, Αθήνα, μτφρ: Τίνα Πλυτά, σ. 63

154

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


E I K O N A 78: Β Ρ Α Χ Α Κ Ι Α Σ Τ Α Λ Ι Μ Α Ν Α Κ Ι Α Τ Η Σ Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Σ Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ- Β Α Ρ Κ Ι Ζ Α Σ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

155


ΕΠΟΧΙΚΟΤΗΤΑ ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ 156

Τα φυσικά τοπία, κάτω από την επίδραση της φύσης μεταλλάσσονται ανάλογα με την εποχή. Οι ελεύθερες ακτές τους χειμερινούς μήνες μετατρέπονται σε χώρους μη επισκέψιμους από τον άνθρωπο εξαιτίας της επίδρασης των καιρικών συνθηκών. Η δύναμη του χειμερινού κύματος σε συνδυασμό με τις μεγάλες εντάσεις του αέρα τροποποιούν τις ήρεμες φυσικές, με άμμο παραλίες σε ένα αφιλόξενο τοπίο και εναλλάσσουν αυτό από λείο σε ραβδωτό και αντιστρόφως. Κατά τον ίδιο τρόπο, επηρεάζουν και το βραχώδες τοπίο στα Λιμανάκια που σε συνδυασμό με την πρόσκρουση των κυμάτων στην ακτογραμμή, μεταβάλλουν την περιοχή σε επικίνδυνη.

Σε αντίθεση με τις υπόλοιπες περιοχές της ακτογραμμής που εξετάζεται σε αυτή τη μελέτη, διαπιστώνεται ότι στα τρία επιλεγμένα σε αυτήν παραδείγματα φυσικών τοπίων, διαπιστώνεται ιδιαίτερα μικρή αλλοίωση ή παραμόρφωση του τοπίου χωρίς σημαντικές παρεμβάσεις από τον άνθρωπο. Το όριο της ακτογραμμής σε αυτές, έχει αλλάξει σε μικρό βαθμό. Η διαμόρφωση του χώρου που καταλαμβάνουν, παραμένει στο πέρασμα του χρόνου σχεδόν αναλλοίωτη. Ο λείος και ο ραβδωτός χώρος συνυπάρχουν, και η διάκρισή τους είναι εμφανής με βάση τα χαρακτηριστικά που έχουν ειπωθεί. Τα μοναδικά στοιχεία που προστέθηκαν στο παράκτιο τοπίο των παραδειγμάτων, με μικρή αλλοίωση του χωρικού χαρακτήρα τους είναι στα Λιμανάκια το αναψυκτήριο με τις εξέδρες του και η κλίμακα με το μονοπάτι πρόσβασης στην ελεύθερη ακτή των χειμερινών κολυμβητών.

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


157


ΑΚΤΗ ΧΕΙΜΕΡΙΝΩΝ ΚΟΛΥΜΒΗΤΩΝ

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

10

40

ΑΝΑΨΥΚΤΗΡΙΟ ΣΤΑ ΛΙΜΑΝΑΚΙΑ

10

40

ΛΙΜΑΝΑΚΙΑ

50

200

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION ΟΜΟΙΟΓΕΝΕΙΑ|ΕΤΕΡΟΓΕΝΕΙΑ

Σ Η Μ Ε Ι Ο | Γ Ρ Α Μ Μ Η

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ|ΓΕΓΟΝΟΣ


PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION

100 m

190 m

5,000.65 m

PRODUCED BY AN AUTODESK STUDENT VERSION ΕΚΤΑΣΗ|ΕΝΤΑΣΗ

Ο Π Τ Ι Κ Ο Σ| Α Π Τ Ι Κ Ο Σ

ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ|ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ


160

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 80|81: Α Κ Τ Η Χ Ε Ι Μ Ε Ρ Ι Ν Ω Ν Κ Ο Λ Υ Μ Β Η Τ Ω Ν, ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΚΟΛΠΙΣΚΟΣ ΣΤΑ ΛΙΜΑΝΑΚΙΑ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

161


ΛΕΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

ΡΑΒΔΩΤΟΣ ΧΩΡΟΣ

162

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 82|83: Α Κ Τ Η Χ Ε Ι Μ Ε Ρ Ι Ν Ω Ν Κ Ο Λ Υ Μ Β Η Τ Ω Ν, ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΚΟΛΠΙΣΚΟΣ ΣΤΑ ΛΙΜΑΝΑΚΙΑ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

163


164

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 84: Λ Ι Μ Α Ν Α Κ Ι Α Μ Ε Τ Α Ξ Υ Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ ΒΑΡΚΙΖΑΣ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

Από την ανάλυση των φυσικών τοπίων με βάση τα κριτήρια του λείου και του ραβδωτού χώρου διαπιστώνεται ότι ο χώρος στην ελεύθερη ακτή χειμερινών κολυμβητών είναι ετερογενής σε αντίθεση με το περιβάλλον των κολπίσκων μεταξύ Βουλιαγμένης και Βάρκιζας. Στην πρώτη περίπτωση, πρόκειται για ένα τοπίο που μετασχηματίζεται, από την τυχαία τοποθέτηση ομπρελών και άλλων αντικειμένων του επισκέπτη, σε «οπτικό χώρο» στον οποίο οι διαστάσεις του γίνονται καλύτερα αντιληπτές. Στα Λιμανάκια, η αντίληψη του παρατηρητή, για τις διαστάσεις του χώρου, εξαρτάται από την απόσταση από την οποία θα τον παρατηρήσει. Δηλαδή, είναι ένας απτικός χώρος. Η ελεύθερη πλαζ στη Βουλιαγμένη, όπως και το τοπίο στους κολπίσκους, σε αντίθεση με τις οργανωμένες ακτές, συγκροτούν χώρους συνεχούς παραλλαγής με αποτέλεσμα να μην ορίζουν μια σαφή επιφάνεια. Η απουσία καθορισμένων δράσεων για τον επισκέπτη-λουόμενο καθιστά χώρους απροσδιόριστους ως προς την λειτουργία τους και κατ’ επέκταση ως προς την κίνηση των ανθρώπων στον χώρο. Ιδιομορφία στις συνθήκες χρήσης των κολυμβητών παρουσιάζεται στον χώρο του παραθαλάσσιου αναψυκτηρίου και των εξεδρών στην περιοχή των κολπίσκων. Εκεί παρά τις κατασκευές του ανθρώπου, δεν είναι ένας αυστηρά προγραμματισμένος χώρος αλλά ένας χώρος όπου εκδηλώνονται τυχαίες και επιθυμητές δράσεις. Από την εξέταση του κριτηρίου της έντασης και της έκτασης, στα τρία επιλεγμένα παραδείγματα, διαπιστώθηκε ότι η επιφάνεια έκτασης ενός χώρου δεν είναι ανάλογη με τον βαθμό της έντασής του και αντίστροφα. Όσον αφορά την ελεύθερη ακτή, καμία γεωμετρία δεν χαρακτηρίζει τον χώρο, γεγονός που εντοπίζεται μόνο στην κατασκευή της καντίνας και των ξύλινων εξεδρών της. Ως φυσικά τοπία, με τις μικρές ανθρώπινες επεμβάσεις, οι χώροι μετασχηματίζονται και τροποποιούνται διαρκώς από τη φύση με συνέπεια την εναλλαγή τους από λείους σε ραβδωτούς.

165


ΛΕΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

ΡΑΒΔΩΤΟΣ ΧΩΡΟΣ

166

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ E I K O N A 85: Λ Ι Μ Α Ν Α Κ Ι Α Μ Ε Τ Α Ξ Υ Β Ο Υ Λ Ι Α Γ Μ Ε Ν Η Σ ΒΑΡΚΙΖΑΣ


ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ, ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΠΙΑ

167


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Μέσω αυτής της διερεύνησης των τοπίων του ακτογραφικού ορίου της Αττικής, προκύπτουν προβληματισμοί για το τοπίο και τους χώρους που εμπερικλείονται σε αυτό καθώς και για τις μεταξύ τους σχέσεις. Αναφορικά με το τοπίο, διαφαίνεται ότι κάθε μετασχηματισμός του, που δεν είναι φυσική εξέλιξη, είναι απόρροια της προσπάθειας του ανθρώπου να ερμηνεύει καταστάσεις της φύσης προκειμένου να δημιουργεί τοπία κατανοητά και λειτουργικά. Η αρχική αποστασιοποίηση του ανθρώπου από τη φύση σε καιρούς που την αντιμετώπιζε ως μια «ωραία» εικόνα, απολαμβάνοντάς την ως θέα, εξελίχθηκε σε επιθυμία δημιουργίας αντιληπτών «τεχνητών» τοπίων που τελικά αποδείχθηκε λύση μη επαρκής στο μέγεθος που ο άνθρωπος επιθυμούσε να απολαμβάνει τη φύση. Στην κατεύθυνση αυτή δημιούργησε τεχνητά «φυσικά» τοπία εξ’ ολοκλήρου ή ενέταξε αυτά στο φυσικό ανέγγιχτο περιβάλλον, επεμβαίνοντας όμως όπου και αν ήταν απαραίτητο σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό προκειμένου να εξυπηρετεί τις ανάγκες για τις οποίες δημιουργήθηκε. Ο χώρος που η αρχιτεκτονική πράξη ή οποιαδήποτε ανθρώπινη παρέμβαση διαμορφώνει και δημιουργεί περιβάλλον που πληρεί κατά το δυνατόν τις ανθρώπινες απαιτήσεις, με γνώμονα κανόνες αρχιτεκτονικής και γεωμετρίας, δίνει συχνά έναν χώρο ραβδωτό. Είναι λογικό ότι ο ραβδωτός χώρος, κάτω από τις συνθήκες από τις οποίες δημιουργήθηκε, είναι για τον άνθρωπο περισσότερο κατανοητός και λειτουργικός με προγραμματισμένες συνθήκες εκμετάλλευσης. Παρόλα αυτά, ο άνθρωπος συχνά αναζητά χώρους που θα μπορεί να «περιπλανηθεί» σε αυτούς με περισσότερη ελευθερία, χώρους ελεύθερης δράσης, χώρους ροϊκούς με μεγαλύτερη δυναμική. Δηλαδή, συνήθως χώρους λείους. Όπως προαναφέρθηκε σε αυτή τη μελέτη, είναι κατανοητή η διαφορά των εννοιών των δύο χώρων στο παράδειγμα των οργανωμένων πλαζ Αστεριών, Βουλιαγμένης και του Αστέρα, με τις ποικίλες και πολύμορφες παροχές, σε αντιδιαστολή με τον άμορφο χώρο στα βραχώδη Λιμανάκια της περιοχής μεταξύ Βουλιαγμένης και Βάρκιζας. Η αναζήτηση των δύο εννοιών, δηλαδή του λείου και του ραβδωτού χώρου, που απασχόλησε ιδιαίτερα την έρευνα, στις τρεις κατηγορίες τοπίων, δηλαδή στα τεχνητά, τα τεχνητά «φυσικά» και τα φυσικά τοπία, οδήγησε καταρχάς στη διαπίστωση ότι ο λείος και ο ραβδωτός χώρος δεν ταυτίζεται πάντα με το φυσικό ή το τεχνητό τοπίο αντίστοιχα. Αυτό σημαίνει ότι χώροι δυναμικοί, δηλαδή λείοι, μπορούν να αναπτυχθούν και σε τοπία απολύτως γραμμικά με αναγνωρίσιμη αρχιτεκτονική, όπως εντοπίστηκαν στον όρμο του Φαλήρου.

168

|ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΧΩΡΟΥ


Η σχέση μεταξύ τοπίου και εμπειρίας του χώρου που προκύπτει σε αυτόν είναι ένα ζήτημα που επιδέχεται πολλές ερμηνείες. Όπως διαπιστώνεται μέσω αυτής της μελέτης, που εξετάζει αποκλειστικά τις ιδιότητες του λείου και του ραβδωτού χώρου σε σχέση με το τοπίο, ο χαρακτηρισμός αυτού, εξαρτάται κυρίως από την ανθρώπινη δραστηριότητα. Δηλαδή, η διάκρισή του σε τεχνητό ή φυσικό ή ακόμη και τεχνητά «φυσικό» προκύπτει από το αποτύπωμα της ανθρώπινης παρέμβασης σε αυτό. Σε αντίθεση όμως με αυτή τη σχέση αλληλεξάρτησης μεταξύ τοπίου και ανθρώπου, ο χώρος, λείος ή ραβδωτός, δεν προκύπτει αποκλειστικά και μόνο από ανθρώπινες παρεμβάσεις. Πολλές φορές, η φύση στο πέρασμα του χρόνου τροποποιεί και επαναφέρει χώρους στην προγενέστερή τους μορφή εξουδετερώνοντας κατασκευαστικές επεμβάσεις του ανθρώπου που είχαν ραβδώσει τον χώρο αυτό. Σε αντίθεση με τον χώρο, οι ανθρώπινες επεμβάσεις στο τοπίο μπορεί να τροποποιήσουν δραματικά και οριστικά τα μορφολογικά του χαρακτηριστικά αλλοιώνοντας σε μεγάλο βαθμό αυτά ή καταστρέφοντάς τα. Ακριβώς αυτό εντοπίζεται στο παράδειγμα του Φαληρικού όρμου, όπου η τροποποίηση του τοπίου είναι ολοκληρωτική. Αντίθετα, οι χώροι που αναπτύχθηκαν σε αυτό, με χαρακτηριστικά λείου ή ραβδωτού, επηρεάστηκαν ή μπορούν να επηρεαστούν και να τροποποιηθούν από τη φύση. Παρά το γεγονός ότι υπάρχει εξάρτηση μεταξύ τοπίου και χώρου, εντοπίζεται διαφορετική εξέλιξη στο τοπίο και στον χώρο, παρόλο που το δεύτερο είναι υποσύνολο του πρώτου. Αυτό σημαίνει ότι δεν υφίσταται σχέση αμφίδρομης αλληλεξάρτησης του τοπίου και του χώρου. Δηλαδή, το τοπίο δεν εξαρτάται από το είδος του χώρου που συγκροτείται σε αυτό, σε αντίθεση με το είδος του χώρου που εμπεριέχει το τοπίο. Εφαρμόζοντας τα εργαλεία που επινοήθηκαν για την παρούσα μελέτη στα επιλεγμένα παράκτια τοπία της αττικής ακτογραμμής, προέκυψε ένας σύγχρονος τρόπος αναγνώρισης του τοπίου σε σχέση με τις έννοιες του λείου και του ραβδωτού. Η ανάγνωση των ακτών μπορεί να γίνει με τη χρήση δύο εννοιών, αυτόν της τάξεως που ανταποκρίνεται στο ραβδωτό τοπίο ή της δυνατότητας που ανταποκρίνεται στο λείο. Η τάξη αφορά ένα τοπίο σαφώς ορισμένο, προγραμματισμένο, με συγκεκριμένα όρια και προοπτικές. Είναι ένα τοπίο ραβδωτό όπως αυτό των οργανωμένων ακτών που η έρευνα απέδειξε.

169


Αντίθετα, το λείο τοπίο έχει τη δυνατότητα της μετάλλαξης, του μετασχηματισμού, της διαμόρφωσής του. Είναι ένα τοπίο δυνατοτήτων ως προς την ερμηνεία και την εξέλιξή του. Ποια είναι όμως η σχέση του κάθε παράκτιου τοπίου με το χρήστη και ποια η θέση του χρήστη με το τοπίο; Με δεδομένο ότι το λείο τοπίο είναι ένα περιβάλλον χωρίς όρια, μη προγραμματισμένο και κατ’ επέκταση ελεύθερο σε οποιαδήποτε ενέργεια του χρήση, διαπιστώνεται ότι αυτός διατηρεί μια πιο έντονη σχέση με το τοπίο, σε αντίθεση με τον χρήστη ενός διαμορφωμένου τοπίου, δηλαδή ραβδωτού, που οι ενέργειές του εκεί είναι περιορισμένες. Ο λουόμενος απολαμβάνει μια προγραμματισμένη διαδικασία με περιορισμένες όμως δυνατότητες αυθορμητισμού και επιλογών. Αντίθετα, η ελευθερία πρωτοβουλιών που δίνεται στο χρήστη του λείου τοπίου, προσφέρει τη δυνατότητα επιλογής του δικού του χώρου και των ενεργειών σε αυτόν, δηλαδή πρωτοβουλίες που εμπεριέχονται στη δημοκρατική συμπεριφορά. Οι επί σειρά ετών επεμβάσεις για τη δημιουργία ενός λειτουργικού αθηναϊκού παράκτιου τοπίου που να εξυπηρετεί τη ραγδαία αύξηση του πληθυσμού της περιοχής είχε ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό και την τροποποίηση του φυσικού του χαρακτήρα. Στον αντίποδα ενός σύγχρονου και λειτουργικού τοπίου, που καλύπτει τις ανάγκες των κατοίκων για τους οποίους δημιουργήθηκε, βρίσκεται το φυσικό τοπίο που ο άνθρωπος πάντοτε αναζητούσε, απολάμβανε και θα απολαμβάνει επειδή ακριβώς αποτελεί τον φυσικό του χώρο. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι ποιο είδος τοπίου αναζητά τελικά ο άνθρωπος και με ποια εργαλεία αυτά τα είδη μπορούν να ταυτοποιηθούν; Στην παρούσα έρευνα, η οποία βασίστηκε στις έννοιες του λείου και του ραβδωτού και σύμφωνα με όσα ορίζουν οι θεωρητικοί Felix Guattari και Gilles Deleuze, θεσπίστηκαν συγκεκριμένα εργαλεία για την εξέταση και διερεύνηση του τοπίου, που η εφαρμογή τους στα παραδείγματα της αττικής ακτογραμμής, οδήγησε στην προσπάθεια διαγραμματοποίησης του κάθε τοπίου, κατευθύνοντας ένα νέο τρόπο διερεύνησης του λείου και του ραβδωτού χώρου σύμφωνα με μια αρχιτεκτονική γλώσσα και άποψη. Η καταγραφή αυτή, του τοπίου και των χωρικών εννοιών, απέδειξε τη συνύπαρξη, τις αντιθέσεις και τις μεταξύ τους μεταβάσεις, που συμβαίνουν ταυτόχρονα σε κάθε είδος τοπίου. Παρόλα αυτά, ο χαρακτηρισμός ενός χώρου σε λείο ή ραβδωτό είναι μια πολύπλευρη διαδικασία διερεύνησης και διαρκούς αμφισημίας.

170


Κατόπιν αυτής της μελέτης και της προσπάθειας που γίνεται μέσω αυτής, το βέβαιο είναι ότι το τεχνητό, τεχνητά «φυσικό», φυσικό παράκτιο τοπίο της αττικής ακτογραμμής, με τις διαφορετικές εντάσεις των δυνατοτήτων του απαιτεί ένα σύγχρονο τρόπο διερεύνησης και εκτίμησης του βαθμού της ανθρώπινης επέμβασης, έναν τρόπο αναγνώρισης του τοπίου ως λείο ή ραβδωτό.

171


300

150

15,925 m

1,125 m

125

50

712,96 m

408.


.60 m

40

200

100 m

40

5,000.65 m

190 m

173


ΛΕΙΟ

ΑΚΤΗ ΧΕΙΜΕΡΙΝΩΝ ΚΟΛΥΜΒΗΤΩΝ

ΛΙΜΑΝΑΚΙΑ

ΑΝΑΨΥΚΤΗΡΙΟ ΣΤΑ ΛΙΜΑΝΑΚΙΑ

ΦΑΛΗΡΙ

0


ΙΚΟΣ ΟΡΜΟΣ

ΑΣΤΕΡΙΑ ΓΛΥΦΑΔΑΣ

ΜΕΓΑΛΗ ΑΚΤΗ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ

ΑΣΤΕΡΑΣ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ

ΡΑΒΔΩΤΟ


ΕΛΛΗΝΙΚΗ|ΜΕΤΑΦΡΑΣΜΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

|Γιάννης Αίσωπος & Γιώργος Σημαιοφορίδης, (2001), Η σύγχρονη (ελληνική) πόλη, METAPOLIS Press, Αθήνα |Γιώργος Σημαιοφορίδης & Γιάννης Αίσωπος, (1996), Τοπία του οικείου, Υπουργείο Πολιτισμού & Untimely Books, Αθήνα |Γιάννης Αίσωπος,(2015),Τοπία Ελλάδα, εκδόσεις ΔΟΜΕΣ, Αθήνα

Τουρισμού-Ανακατασκευάζοντας

την

|Ζήσης Κοτιώνης, (2006), Πές, πού είναι η Αθήνα, Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα |Κώστας Η. Μπίρης, (1996), Αι Αθήναι -Από του 19ου εις τον 20ον αιώνα, Μέλισσα, Αθήνα |Κωνσταντίνος Μωραΐτης, (2015), Η τέχνη του Τοπίου: Πολιτιστική επισκόπηση των νεωτερικών τοπιακών θεωρήσεων και διαμορφώσεων, [ηλεκτρονική μορφή], https://repository.kallipos.gr/pdfviewer/web/viewer.html?file=/bitstream/11419/2621/1/00_master_document.pdf |Kωνσταντίνος Μωραΐτης, (2005), Το τοπίο, πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου: Σημειώσεις για τη νεώτερη, τοπιακή επεξεργασία του τόπου, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα |Κοτιώνης, Ζ. (2007), Μορφοποιητική: Το ανθρώπινο σώμα στο τοπίο και την αρχιτεκτονική, Βόλος: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας |Νίκος Καζέρος, Παύλος Λέφας, (2003), Χωρίς όρια : Οι αχανείς εκτάσεις των αθηναϊκών προαστίων, Futura, Αθήνα |Συλλογικό Έργο: Μανωλίδης Κώστας (Επιμ.), (2003), Ωραίο, Φριχτό Κι Απέριττο Τοπίον!, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Νησίδες, Σκόπελος |Τερκενλή, Θ. (1996), Το πολιτισμικό τοπίο-γεωγραφικές προσεγγίσεις, Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση και Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Αθήνα |Guattari Fellix, (1991), Οι τρεις οικολογίες, Αλεξάνδρια, Αθήνα, μτφ: Μάντα Σολωμού

176


|Gilles Deleuze- Guattari Fellix, (2017), Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια, Ο Αντι-Οιδίπους, Εκδόσεις ΠΛΕΘΡΟΝ, Αθήνα | Gilles Deleuze, (2006), Η Πτύχωση, Ο Λαιμπνιτς και το Μπαροκ, ΠΛΕΘΡΟΝ, Αθήνα |Guy Burgel, (1976), Αθήνα η ανάπτυξη μιας μεσογειακής πρωτεύουσας, Εξάντας, Αθήνα, μτφ: Πέτρος Ρυλμόν |Jean-Didier Urbain, (2000), Στην ακροθαλασσιά Η μεταμόρφωση του ταξιδιώτη σε παραθεριστή, Ποταμός, Αθήνα, μτφρ: Τίνα Πλυτά |Schulz, C. N. (2009) Genius Loci, Το πνεύμα του τόπου, Για μια φαινομενολογία της αρχιτεκτονικής, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα |Simmel, G., Ritter, J., Gombrich, E.H. (2004), Το τοπίο, Εκδόσεις Ποταμός, Αθήνα

177


ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑ

|Kevin Lynch,(1990), The image of the city, The M.I.T Press, United States |P.P.Wong,(1993), Tourism vs Environment The Case for Coastal Areas, Kluwer Academic Publishers,Netherlands |Kim Dovey, Fluid City, (2005), Transforming Melbourne’s Urban Waterfront, UNSW Press Book, Australia |Robin Davidson-Arnott,(2010), Introduction to Coastal Processes and Geomorphology, Cambridge University Press, UK |Stan Allen,(1999), Points + Lines, Diagrams and projects for the city, Princeton Architectura Press, New York

ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

|Tim Ingold, (2000), The perception of the environment, Routledge, London

|Νίκος Βατόπουλος, “Αθηναική Ριβιέρα: Οθόνη επιθυμίας, πλατφόρμα ευημερίας”, Η Καθημερινή, 11/07/2016, στο https://www.kathimerini.gr/866993/gallery/epikairothta/ellada/a8hnaikh-riviera-o8onh-epi8ymias-platforma-eyhmerias, (τ.π. 18/04/2020) |Αχιλλέας Χεκίμογλου, “Μισός αιώνας από την πρόταση του Γ.Κανδύλη για την Αθήνα”, Το Βήμα, 8/12/2012, στο https://www.tovima.gr/2012/12/07/ society/misos-aiwnas-apo-tin-protasi-toy-g-kandyli-gia-tin-athina/,(τ.π. 18/04/2020) |Γιάννης Ελαφρός, “Τα 80 χρόνια που άλλαξαν την “Αθηναϊκή Ριβιέρα”, Η Καθημερινή, 2019, στο https://www.kathimerini.gr/1047909/gallery/ epikairothta/ellada/ta-80-xronia-poy-alla3an-thn-a8hnaikh-riviera,(τ.π. 18/04/2020)

178


ΑΡΘΡΑ

|Αργυρώ Λουκάκη, “Αρχιτεκτονική και Πειραϊκές ακτές”, Αρχιτέκτονες, 44/2004, σ.56 |Γιάννης Αίσωπος, “Το Σύγχρονο Αττικό Τοπίο”, Αρχιτεκτονικά Θέματα, 39/2005, σ.86 |Θάνος Παγώνης, “Τα απομεινάρια υποδομής των Ολυμπιακών Αγώνων και ο πολεοδομικός σχεδιασμός της Αθήνας”, Αρχιτέκτονες, 59/2006, σ.54 |Θύμιος Παπαγιάννης, “Αθλητικό Κέντρο Φαλήρου”, Αρχιτεκτονικά Θέματα, 12/1978, σ.201 |Θύμιος Παπαγιάννης, “Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας και Αθλητικό Κέντρο Πειραιά”, Αρχιτεκτονικά Θέματα 20/1986, σ.151 |Μαριλένα Ιατρίδου, “ Φαληρικός Όρμος, Η ολυμπιακή δόμηση και η μεταολυμπιακή εμπορευματοποίηση”, Αρχιτέκτονες, σ.67 |Μάρω Ευαγγελίδου, “Ανατολική ακτή Σαρωνικού,Κρίσιμα θέματα σχεδιασμού και διαχείρισης της δημόσιας περιουσίας”, Αρχιτέκτονες, 59/2006, σ.57 |Μαίρη Ανανιάδου-Τζημοπούλου, “Από την επικαιρότητα του σχεδιασμού τοπίου”, Αρχιτέκτονες, 49/2005 |Ελένη Πορτάλιου, “Από τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην εκποίηση των ολυμπιακών εγκαταστάσεων”, Αρχιτέκτονες, 59/2006, σ.50 |Πάνος Δραγώνας, “Αττικό Τοπίο”, Αρχιτεκτονικά Θέματα 39/2005, σ.73 |Τάκης Κουμπής, “Η ακύρωση του αρχιτεκτονικού συμβάντος, Αρχιτέκτονες, 45/2004, σ.36 |Γιάννης Κούκης, “Χτίζοντας τα όρια στον χώρο”, Αρχιτεκτονικά θέματα, 36/2002, σ.140 |Παναγιώτης Τουρνικιώτης, “Όρια και ορισμός της αρχιτεκτονικής. Από την ουσία στο περίγραμμα”, Θέματα χώρου και τεχνών, 27/1996

179


|Πάνος Δραγώνας, “Μετασχηματισμοί του αττικού τοπίου”, Αρχιτεκτονικά Θέματα, 39/2005, σ.79

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

|“Τουριστική Αξιοποίηση Φαληρικού Δέλτα”, Αρχιτεκτονικά Θέματα, 28/1994, σ.82

|Ν.1515/1985, (ΦΕΚ 18/Α/18-02-1985), ‘Ρυθμιστικό σχέδιο και πρόγραμμα προστασίας του περιβάλλοντος ευρύτερης περιοχής Αθήνας’ |Ν.2971/01 (ΦΕΚ Α-285), ‘Παραλία και άλλες διατάξεις’, Άρθρο 1-Ορισμοί |ΠΔ 22-3/26-03-2002, (ΦΕΚ Δ’ 233), ‘Έγκριση Ειδικού Σχεδίου Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης (Ε.Σ.Ο.Α.Π.) περιοχής Ολυμπιακών εγκαταστάσεων Beach volley και λοιπών αθλημάτων και Ανάπλαση της περιοχής στο Φαληρικό όρμο (Ν. Αττικής)’ |Ν.3342/2005, (ΦΕΚ131/Α/06-06-2005), ‘Βιώσιμη ανάπτυξη και κοινωνική αξιοποίηση των Ολυμπιακών εγκαταστάσεων, αδειοδότηση, χρήσεις, λειτουργίες τους, διάρθρωση, οργάνωση και λειτουργία Γενικής Γραμματείας Ολυμπιακής Αξιοποίησης’ |Ν.3843/2010, (ΦΕΚ 62/2010), “Ταυτότητα κτιρίων, υπερβάσεις δόμησης και αλλαγές χρήσης, μητροπολιτικές αναπλάσεις και άλλες διατάξεις. Ανάπλαση Φαληρικού Όρμου Αττικής” |Ν. 4277/2014 (ΦΕΚ Α 156/1-8-2014), ‘Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο ΑθήναςΑττικής και άλλες διατάξεις’, Άρθρο 11- Οργάνωση αξόνων και πόλων ανάπτυξης

180


|Λιόγα Κατιάνα Μαρία, (2016), Αστικό Υδάτινο Μέτωπο, Σχεδιάζοντας το όριο μεταξύ στεριάς και νερού, Πανεπιστήμιο Πατρών, Τμήνα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πάτρα

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ

|Βαρβάρα Κούρτη, Μαρία Μπαλτούμα, (2017), Ακτογραφικές Ασυνέχειες, Από το όραμα του Δοξιάδη στο σήμερα, Πανεπιστήμιο Πατρών, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πάτρα

|Βασίλης Χατζής,(2011), Ανάκτηση του ορίου, αστικό παράκτιο μέτωπο Ανατολικής Θεσσαλονίκης, η περίπτωση της Καλαμαριάς, ΑΠΘ, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Θεσσαλονίκη

ΕΓΚΥΚΛΟΠΕΔΙΑ ΛΕΞΙΚΟ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ

|Βιργινία Μαλάμη,(2014), Το τοπίο ως πολιτισμικό και συνθετικό εργαλείο για το σχεδιασμό του χώρου, Πολυτεχνείο Κρήτης, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών

|Γεώργιος Μπαμπινιώτης, [2002], Λεξικό της Νέας Ελληνικής γλώσσας, Β’ έκδοση, Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα

181


01

ΠΕΡΙ ΤΟΠΙΟΥ ΕΙΚ. 01| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 02| https://gr.pinterest.com/pin/491525746832706103/, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 03| https://twitter.com/fourbythreemag/status/860873075964956675/ photo/1, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 04| https://nooshinesmaeili.wordpress.com/2009/09/24/sep-25-thesmooth-and-the-striated-deleuze-and-guattari/#jp-carousel-1140, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 05| https://allmyfriendsarejpegs.com/2014/11/30/acropolis/, (τ.π. 15/04/2020) ΕΙΚ. 06| ΕΥΗ ΑΝΤΩΝΑΤΟΥ & MARIE MAUZY, Μ.Γ. ΤΣΑΓΚΑΡΗ, (2002), Φωτογραφικά Πανοράματα Της Ελλάδας, εκδόσεις ΠΟΤΑΜΟΣ, Αθήνα, σ. 25, προσωπική επεξεργασία ΕΙΚ. 07| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 08| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 09| Προσωπικό Αρχείο

02

ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΙΩΝ ΕΙΚ. 10| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ.11| https://gr.pinterest.com/pin/30891947431210038/, (τ.π. 15/04/2020) ΕΙΚ. 12| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 13| https://issuu.com/yuccamagazine/docs/yucca_magazine__7/50, (τ.π. 15/04/2020)

182


ΕΙΚ. 14| https://gr.pinterest.com/pin/151715081167590039/, (τ.π. 15/04/2020) ΕΙΚ. 15| https://issuu.com/yuccamagazine/docs/yucca_magazine__7/50, (τ.π. 15/04/2020) ΕΙΚ. 16| https://issuu.com/yuccamagazine/docs/yucca_magazine__7/50, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 17| https://gr.pinterest.com/pin/846958273657651695/, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 18| Προσωπικό Αρχείο

03 04

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΡΑΒΔΩΤΟΥ ΕΙΚ. 19| Προσωπικό Αρχείο

Μ Ε Τ Α Ξ Υ Τ Ε Χ Ν Η Τ Ο Υ Κ Α Ι Φ Υ Σ Ι Κ Ο Υ, Τ Α Τ Ρ Ι Α Τ Ο Π Ι Α ΕΙΚ. 20| Αρχιτεκτονικά Θέματα 28 (1994), σ.83 ΕΙΚ. 21| https://www.sika.com/en/reference-projects/stavros-niarchos-center.html, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 22| https://www.kefaloniapress.gr/ellada/article/188810/i-anaplasitoy-falirikoy-ormoy-poy-tha-allaxei-drastika-ti-morfi-tis-periochis/, (τ.π. 30/04/2020)

183


ΕΙΚ. 23| https://www.newsit.gr/ellada/prosoxi-kykloforiakes-rythmiseis-sti-leoforo-poseidonos/2792717/, (τ.π. 30/04/2020) ΕΙΚ. 24| Google Earth ΕΙΚ. 25| Google Earth ΕΙΚ. 26| https://athensatrium.gr/en/athens/faliro-pavillion/, (τ.π. 30/04/2020) ΕΙΚ. 27|Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 28|Google Earth, προσωπική επεξεργασία ΕΙΚ. 29| http://www.in2life.gr/features/notes/article/535231/ voyties-sthn-palia-ellada., (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 30| https://www.enm.gr/infrastructure-development, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 31| Skilodomou H., Stefouli M., Bathrellow G., (2002), Spatio-temporal analysis of the coastline of Faliro Bay, Attica, Greece, προσωπική επεξεργασία ΕΙΚ. 32| http://www.lamdadev.com/el/επενδυτικό-χαρτοφυλάκιο/ επενδετικά-ακίνητα/μαρίνα-φλοίσβου.html, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 33| Google Earth, προσωπική επεξεργασία ΕΙΚ. 34| Google Earth, προσωπική επεξεργασία ΕΙΚ. 35| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 36| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 37| Google Earth, προσωπική επεξεργασία ΕΙΚ. 38| Google Earth, προσωπική επεξεργασία

184


ΕΙΚ. 39| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 40| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 41| Google Earth, προσωπική επεξεργασία ΕΙΚ. 42| Google Earth, προσωπική επεξεργασία ΕΙΚ. 43| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 44| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 45| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 46| https://www.lifo.gr/articles/retronaut_articles/140496, (τ.π. 16/04/2020) ΕΙΚ. 47| Νίκος Βατόπουλος, “Αθηναική Ριβιέρα: Οθόνη επιθυμίας, πλατφόρμα ευημερίας”, Η Καθημερινή, 11/07/2016, στο https://www.kathimerini.gr/866993/gallery/epikairothta/ellada/a8hnaikh-riviera-o8onh-epi8ymias-platforma-eyhmerias, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 48| Νίκος Βατόπουλος, “Τα “Αστέρια” της Γλυφάδας, ευοίωνο μέλλον αλλά και φωτεινό παρελθόν”, Η Καθημερινή, 19/08/2017, στο https://www. kathimerini.gr/923303/article/politismos/polh/ta-asteria-ths-glyfadas-eyoiwno-mellon-alla-kai-fwteino-parel8on, (τ.π. 16/04/2020) ΕΙΚ. 49| https://www.notia.gr/2013/09/se-idiotes-i-plaz-tis-vouliagmenis/, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 50| http://vouliagmeni-akti.gr/photo-gallery/, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 51| https://www.lifo.gr/articles/retronaut_articles/143923, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 52| https://3vita.gr/athens-riviera-voskotopi-31519, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 53| https://www.thetimes.co.uk/article/how-the-athens-riviera-is-harking-back-to-its-glamorous-heyday-609c6hmh2, (τ.π. 18/04/2020)

185


ΕΙΚ. 54| Τασούλα Επτάκοιλη, “Αστέρας Βουλιαγμένης: Τέλος εποχής”, Η Καθημερινή, 17/02/2017, στο https://www.kathimerini.gr/896154/gallery/ epikairothta/ellada/, (τ.π. 18/04/2020) asteras-voyliagmenhs-telos-epoxhs ΕΙΚ. 55| https://www.thenationalherald.com/240485/four-seasons-astirpalace-opens-on-athens-coast/, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 56| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 57| https://www.astir.gr/beach/ ΕΙΚ. 58| Δημήτρης Ρηγόπουλος, “Πώς γεννήθηκε η αθηναική Ριβιέρα και το όραμα της ελληνικής ντόλτσε βίτα”, 28/3/2013 στο https://www.lifo.gr/mag/ features/3723, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 59| https://www.andro.gr/zoi/astir-beach-september/, (τ.π. 16/04/2020) ΕΙΚ. 60| Νίκος Βατόπουλος, “Αθηναική Ριβιέρα: Οθόνη επιθυμίας, πλατφόρμα ευημερίας”, Η Καθημερινή, 11/07/2016, στο https://www.kathimerini.gr/866993/gallery/epikairothta/ellada/a8hnaikh-riviera-o8onh-epi8ymias-platforma-eyhmerias, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 61| https://sothebysrealty.gr/blog/athens-exciting-property-market/ athens-riviera-2/, (τ.π. 16/04/2020) ΕΙΚ. 62| Νίκος Βατόπουλος, “Αθηναική Ριβιέρα: Οθόνη επιθυμίας, πλατφόρμα ευημερίας”, Η Καθημερινή, 11/07/2016, στο https://www.kathimerini.gr/866993/gallery/epikairothta/ellada/a8hnaikh-riviera-o8onh-epi8ymias-platforma-eyhmerias, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 63| Ό.π. ΕΙΚ. 64| https://www.apotis4stis5.com/vintage/19054-boutia-paliesparalies-attikis, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 65| Προσωπικό Αρχείο

186


ΕΙΚ. 67| Google Earth, προσωπική επεξεργασία ΕΙΚ. 68| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 69| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 70| Google Earth, προσωπική επεξεργασία ΕΙΚ. 71| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 72| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 73| https://www.youtube.com/watch?v=8PO5wbU11Xo, (τ.π. 16/04/2020) ΕΙΚ. 74| http://boxtarentum.altervista.org/tarantino-finalista-al-sony-world-photography-award/, (τ.π. 16/04/2020) ΕΙΚ. 75| https://www.patrisnews.com/limanakia-vouliagmenis-xylino-baraki-tou-lefteri-pano-sti-thalassa-photos/, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 76| Ελευθερία Αλαβάνου, “Διακοπές στην πόλη”, Η Καθημερινή, 10/08/2016, στο https://www.kathimerini.gr/870601/article/ta3idia/sthn-ellada/diakopes-sthn-polh, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 77| https://www.in2life.gr/escape/weekend/article/341713/mia-merasta-limanakia-voyties-sth-voyliagmenh.html, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 78| https://www.in2life.gr/escape/weekend/article/538353/poy-napao-gia-mpanio.html, (τ.π. 18/04/2020) ΕΙΚ. 79| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 80| Google Earth, προσωπική επεξεργασία ΕΙΚ. 81| Google Earth, προσωπική επεξεργασία ΕΙΚ. 82| Προσωπικό Αρχείο

187


ΕΙΚ. 83| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 84| Google Earth, προσωπική επεξεργασία ΕΙΚ. 85| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 86| Προσωπικό Αρχείο ΕΙΚ. 87| Προσωπικό Αρχείο

188


189





Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.