[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
ερευνητική εργασία διπλώματος Φοιτητής Επιβλέπουσα καθηγήτρια
Χατζηκαντής Εμμανουήλ Δούση Μαρία
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης | Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ιούνιος 2017
Ευχαριστώ θερμά την κ. Μαρία Δούση για την πολύτιμη καθοδήγηση της κατά την διάρκεια εκπόνησης της ερευνητικής αυτής εργασίας. Επίσης την οικογένεια μου για την αμέριστη υποστήριξη και υπομονή τους και τους φίλους μου για τη συμπαράσταση. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω προσωπικά τον κ. Μάγο Κυριάκο, τον κ. Παπαθεοδώρου Πάρη και την κ. Τόλιου Ειρήνη, για την βοήθεια τους.
Εποικισμός: (ο) ουσ. [<εποικίζω] η πράξη και το αποτέλεσμα του εποικίζω | η εγκατάσταση νέων κατοίκων σε κατοικημένο τόπο | (ειδ.) η μετατόπιση πληθυσμών με τη φροντίδα του κράτους, για λόγους ασφάλειας ή οικονομικούς | η εγκατάσταση κατ’ εντολή του κράτους σε κατακτημένη ή απαλλοτριωμένη περιοχή1
1. Τεγόπουλος & Φυτράκης, (1999). Μείζον ελληνικό λεξικό : ορθογραφικό, ερμηνευτικό, ετυμολογικό, συνωνύμων, αντιθέτων, αρκτικολέξων, κυρίων ονομάτων. Αθήνα: Αρμονία
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
1
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
2
ΜΕΡΟΣ 1Ο : ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
5
1.1 Η Ιταλία ως αποικιακή δύναμη
7
1.2 Δωδεκάνησα: γεωγραφικός προσδιορισμός
10
1.3 Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα
11
1.3.1 Πρώτη περίοδος Ιταλοκρατίας (1912-1923)
12
1.3.2 Δεύτερη περίοδος Ιταλοκρατίας (1923-1943)
13
1.3.2.1 Περίοδος διακυβέρνησης Mario Lago (1923-1943)
14
1.3.2.2 Περίοδος διακυβέρνησης De Vecchi (1936-1941)
19
1.3.3 Τέλος Ιταλοκρατίας
21
ΜΕΡΟΣ 2ο : ΑΠΟΙΚΙΑΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ 23
2.1 Αρχιτεκτονικές τάσεις της εποχής στην Ιταλία
25
2.2 Παραδοσιακή αρχιτεκτονική των οικισμών της Ρόδου
31
2.3 Ιταλική αποικιακή αρχιτεκτονική
2.3.1 Η περίπτωση της Ρόδου
2.4 Ίδρυση αγροτικών οικισμών
2.4.1 Ιταλικοί οικισμοί στη Ρόδο
34 37 41 45
2.4.1.1 San Marco
47
2.4.1.2 Peveragno
55
2.4.1.3 Campochiaro
65
2.4.1.4 San Benedetto
79
ΜΕΡΟΣ 3 ο : ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
89
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ
97
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
105
ΠΗΓΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ
110
[1]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[ΠΡΟΛΟΓΟΣ] Αντικείμενο της παρούσας ερευνητικής εργασίας είναι η καταγραφή και μελέτη της αρχιτεκτονικής των αγροτικών οικισμών που ιδρύθηκαν στο νησί της Ρόδου την περίοδο της Ιταλικής Κατοχής στα Δωδεκάνησα (1912-1943). Το ενδιαφέρον του θέματος αυτού επικεντρώνεται στο ζήτημα του εποικισμού, μέσα από το φάσμα της ιταλικής αρχιτεκτονικής και πως αυτή εντάσσεται στα πλαίσια του αγροτικού τοπίου της Ρόδου. Αφορμή για την επιλογή του θέματος, στάθηκε ο προβληματισμός σχετικά με την σημερινή διαχείριση των εγκαταστάσεων των ιταλικών οικισμών, καθώς αρκετά από τα αξιόλογα αυτά κτίρια, σήμερα είναι εγκαταλελειμμένα και χρήζουν αποκατάστασης. Έτσι λοιπόν, κρίνεται πρωτίστως αναγκαία η ύπαρξη μιας τεκμηριωμένης έρευνας σχετικά με το ζήτημα των ιταλικών οικισμών στο νησί της Ρόδου. Παράλληλα, αξίζει να μελετηθεί πως οι ιταλικοί οικισμοί ως ξένα σώματα στο αγροτικό τοπίο, συνυπήρξαν ανάμεσα στους ελληνικούς και αν ενσωματώθηκαν στην τοπική κοινωνία. Παρόλο που το θέμα της ιταλικής αρχιτεκτονικής στα Δωδεκάνησα έχει εξεταστεί από ποικίλες πλευρές, αξίζει να προσεγγιστεί από την πλευρά της αγροτικής αρχιτεκτονικής και των μοντέλων των αποικιοκρατικών ιταλικών οικισμών.
Προϋπόθεση για την καλύτερη κατανόηση των στόχων, είναι η αναφορά στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής και ειδικότερα στην περίοδο της Ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα. Ακόμα, αναγκαία είναι η αναφορά και σύγκριση των αντίστοιχων αγροτικών οικισμών, τόσο στην Ιταλία όσο και στις υπόλοιπες αποικίες. Σκοπός της έρευνας αυτής, μέσω της αναζήτησης σχετικής βιβλιογραφίας αλλά και της επιτόπου συλλογής στοιχείων, είναι η μελέτη της ιταλικής αποικιακής αρχιτεκτονικής και πιο συγκεκριμένα των αγροτικών οικισμών της Ρόδου, μέσω της ανάλυσης, σύγκρισης και αξιολόγησης αυτών, ώστε να εξαχθούν συμπεράσματα που θα φανούν αρωγός στην μετέπειτα διαχείριση των οικισμών και των κτισμάτων τους.
Μια τέτοια έρευνα, αποτελεί εφόδιο για την κατανόηση των στόχων της φασιστικής Ιταλίας στα Δωδεκάνησα, στα πλαίσια του ιταλικού εποικισμού, αλλά και της σχεδιαστικής στρατηγικής που εφαρμόστηκε σε αντιπαράθεση με το παραδοσιακό αγροτικό τοπίο, στην ίδρυση των ιταλικών οικισμών.
[2]
[ΕΙΣΑΓΩΓΗ] Η ιταλική κατοχή στα Δωδεκάνησα συνοδεύτηκε από μια δυναμική παρουσία στο δομημένο περιβάλλον των νησιών σε όλα τα επίπεδα: αναδιαμόρφωση των ιστορικών κέντρων, οργάνωση του οδικού δικτύου, επεκτάσεις και επανασχεδιάσεις του πολεοδομικού ιστού και ίδρυση ιταλικών οικισμών. Κατασκευάζοντας μεγάλο όγκο νέων κτηρίων σε όλα τα νησιά των Δωδεκανήσων, οι Ιταλοί δημιούργησαν τομή στην εικόνα των οικισμών, διαμορφώνοντας μια αποικιακή αρχιτεκτονική που λειτουργούσε συμβολικά και αναδείκνυε το μητροπολιτικό κράτος σε φορέα εκσυγχρονισμού. Τα νέα δημόσια κτήρια ξεχωρίζουν ακόμα και σήμερα τόσο για την απομάκρυνσή τους από τους προηγούμενους τύπους της τοπικής –λόγιας ή λαϊκής– αρχιτεκτονικής, όσο και για το μέγεθος, την κλίμακα και την ένταξή τους στο τοπίο των νησιών. Όσον αφορά τους ιταλικούς οικισμούς, η φασιστική αρχιτεκτονική συνδιαλέγονται με την παραδοσιακή και οδηγεί σε ένα συνονθύλευμα ρυθμών που προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει τον αγροτικό χώρο και να καθορίσει νέα σημεία αναφοράς στο νησιωτικό τοπίο. Αυτό γίνεται φανερό, λιγότερο ή περισσότερο, σε καθένα από τους τέσσερις αγροτικούς οικισμούς που ιδρύθηκαν στη Ρόδο και θα μελετηθούν παρακάτω. Για την καλύτερη κατανόηση των αρχιτεκτονικών και πολεοδομικών αρχών που εφαρμόστηκαν κατά την περίοδο ανέγερσης των οικισμών κρίνεται απαραίτητη η μελέτη της ιστορίας των Δωδεκανήσων και της
[3]
πολιτικής που άσκησε η Ιταλική Διοίκηση. Ο χαρακτήρας της διακυβέρνησης των εκάστοτε διοικητών επηρέασε άμεσα την αρχιτεκτονική δημιουργία στα νησιά. Έτσι λοιπόν, μπορούμε να διακρίνουμε δύο περιόδους στην αρχιτεκτονική της Ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα, που αντικατοπτρίζουν τις διαφορετικές αντιλήψεις των δύο γενικών διοικητών, του Mario Lago (1924-1936) και του Cesare Maria De Vecchi (1936-1941). Η μελέτη αυτή, αποτελεί το πρώτο μέρος της έρευνας και σκιαγραφεί το θεωρητικόιστορικό πλαίσιο. Στη συνέχεια, αναλύονται οι αρχιτεκτονικές τάσεις της εποχής στην Ιταλία αλλά και στις υπόλοιπες αποικίες, συγκριτικά με τα ρεύματα ιταλικής αρχιτεκτονικής που εφαρμόστηκαν στη Ρόδο. Για την αξιολόγηση της σχέσης των ιταλικών οικισμών με την τοπική παραδοσιακή αρχιτεκτονική των οικισμών της Ρόδου, παρουσιάζονται εν συντομία τα βασικά τους χαρακτηριστικά. Καθώς το φαινόμενο του ιταλικού εποικισμού δεν αφορά αποκλειστικά τα Δωδεκάνησα, αλλά όλη την τότε αποικιοκρατική Ιταλία, είναι εύλογη η σύγκριση των οικισμών που ιδρύθηκαν στα νησιά με τους αντίστοιχους στην Ιταλία αλλά και τις υπόλοιπες αποικίες στην Αφρική. Εστιάζοντας την μελέτη στους αγροτικούς οικισμούς της Ρόδου, επιχειρείται ο προσδιορισμός των συνθηκών κάτω από τις οποίες ιδρύθηκαν οι ιταλικοί οικισμοί, και η περιγραφή και ανάλυση των δημογραφικών, πολεοδομικών και αρχιτεκτονικών τους χαρακτηριστικών. Επιπλέον, αξίζει να παρουσιαστεί η χρήση των οικοδομημάτων των οικισμών και κατ’ επέκταση η ένταξη ή μη
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
στον τοπικό ιστό. Τέλος, ερευνάται η σημερινή κατάσταση των κτισμάτων των οικισμών και η αφομοίωση ή μη αυτών από την νησιωτική κοινωνία. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την εκπόνηση αυτής της ερευνητικής εργασίας, στηρίζεται στην μελέτη ελληνικής αλλά και ιταλικής βιβλιογραφίας, σχετική με την ιταλική κατοχή στα Δωδεκάνησα αλλά και την ιταλική αποικιοκρατική αρχιτεκτονική. Ακόμα σημαντικό ρόλο έπαιξε η επιτόπια έρευνα και αναλυτική φωτογραφική τεκμηρίωση των αγροτικών οικισμών. Αξιοσημείωτη πηγή στοιχείων αποτέλεσαν τα σχέδια των αρχιτεκτόνων των οικισμών, που παραχωρήθηκαν από το τμήμα Δωδεκανήσου του Γενικού Αρχείου του Κράτους. Χρήσιμο φάνηκε επίσης το ιστορικό φωτογραφικό υλικό που διατέθηκε από το φωτογραφικό αρχείο του κ. Γεωργαλλίδη Σταύρου. Ακόμα, ενδιαφέροντες πληροφορίες συλλέχτηκαν μετά από προσωπική συνέντευξη με ανθρώπους που έζησαν την περίοδο της ιταλοκρατίας στην εγγύς περιοχή των οικισμών (Παναής Σάββας: κάτοικος Καλαμώνα, Πιννής Σταμάτης: κάτοικος Κατταβιάς) αλλά και με αρμόδιους σχετικούς με τους οικισμούς (Τσουρδιού Παναγιώτης: Διευθυντής Κ.Α.Φ.Κ.Α Κολυμπιών Ρόδου, Μαγκίδου Άννα: Πρώην Πρόεδρος Πολιτιστικού Συλλόγου Διμυλιάς-Ελεούσας «Το Φουντουκλί»).
4 [4]
[1.1 Η Ιταλία ως αποικιακή δύναμη] Η ευρωπαϊκή υπερπόντια επέκταση αποτέλεσε το σημαντικότερο γεγονός του τέλους του 19ου αι. Οι χώρες της Αφρικής & της Ασίας ανοίχτηκαν στην ευρωπαϊκή επιρροή πολύ περισσότερο απ’ ότι στο παρελθόν και οι πληθυσμοί τους γνώρισαν τις ευρωπαϊκές διοικητικές μεθόδους, ιδέες και τεχνολογίες1. Οι Ευρωπαίοι, από θέση ισχύος, λόγω επιστημονικής, τεχνολογικής, οικονομικής, στρατιωτικής υπεροχής, λειτούργησαν ως ‘φορείς προόδου’. Η Ιταλία ήταν από τις τελευταίες ευρωπαϊκές δυνάμεις που ξεκίνησαν να αναπτύσσουν αποικιοκρατική πολιτική, καθώς μόλις το 1861 έγινε ενιαίο κράτος. Έτσι λοιπόν, επεκτάθηκε κυρίως στην Αφρική και εκεί με μεγάλες δυσκολίες, αποκτώντας τη Σομαλία (1889) και την Ερυθραία (1890) στην Ανατολική Αφρική. Το 1896 υπέστη ταπεινωτική ήττα στην Αιθιοπία. Το 1911 ξεκίνησε ο ιταλοτουρκικός πόλεμος με κύριο σκοπό την κατάληψη της Τριπόλεως και της Κυρηναϊκής χερσονήσου. Η Ιταλική κυβέρνηση βλέποντας τον συνεχή ανεφοδιασμό των Τουρκικών στρατευμάτων από τη Μικρά Ασία, αποφάσισε να καταλάβει τα Δωδεκάνησα, ώστε να κόψει τους δρόμους επικοινωνίας και να ωθήσει την Τουρκική κυβέρνηση στην υπογραφή συνθήκης ειρήνης2. Η κατάληψη της Δωδεκανήσου 1. Ιστορία – Τέχνες – Πολιτισμός. (2013) Ευρώπη: Το νέο κύμα αποικιοκρατίας και ο ιμπεριαλισμός τον 19ο αιώνα. Ανάκτηση Μάιος 24, 2017, από https://istoriatexnespolitismos.wordpress.com 2. Γενικό επιτελείο Εθνικής Άμυνας. Δωδεκάνησος – Η μακρά πορεία προς την Ενσωμάτωση με τη Μητέρα Ελλάδα. Ανάκτηση Μάιος 24, 2017, από http://www. geetha.mil.gr, σελ. 1 [7]
από τους Ιταλούς ήρθε σε μια στιγμή που ο ελληνικός πληθυσμός των νησιών υπέφερε από την άνοδο των Νεότουρκων. Έτσι οι αποβατικές Ιταλικές δυνάμεις χωρίς σημαντική αντίσταση των Τούρκων και με την ενθουσιώδη συμπαράσταση του ελληνικού πληθυσμού μπήκαν στην πόλη της Ρόδου στις 22 Απριλίου και στις 4 Μαΐου του 1912 ύψωσαν την Ιταλική σημαία στο φρούριό της. Το αποτέλεσμα ήταν οι κάτοικοι (που στην συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν Έλληνες) να συνταχθούν με ενθουσιασμό στην πλευρά των Ιταλών. Ο Ιταλοτουρκικός πόλεμος τελείωσε με τη συνθήκη που υπογράφθηκε στο Ouchy της Ελβετίας τον Οκτώβριο του 1912, όπου επικυρώθηκε η κυριαρχία της Ιταλίας στην Λιβύη. Η κατοχή της Δωδεκανήσου τότε απέκτησε ενεχυριακό χαρακτήρα καθώς σύμφωνα με τη συνθήκη η Ιταλία θα επέστρεφε τα Δωδεκάνησα στους Τούρκους όταν αυτοί θα απέσυραν οριστικά το στρατό τους από την Τρίπολη και την Κυρηναϊκή3. Η κήρυξη όμως του Α’ Παγκοσμίου πολέμου και η ανάγκη να συμμετέχει η Ιταλία στην πλευρά της Etende οδήγησαν στη υπογραφή της μυστικής συνθήκης, ανάμεσα σε αυτήν, τη Βρετανία και τη Γαλλία, στο Λονδίνο στις 26 Απριλίου 19154. Η συνθήκη αυτή ‘έδινε’ τα Δωδεκάνησα ως αντάλλαγμα στην Ιταλία προκειμένου να συμμετέχει στον πόλεμο υπέρ της Etende. Εικόνα 1. Χάρτης αποικιών Ιταλίας. Απέναντι σελίδα
3. Ibid., σελ. 3 4. Ibid., σελ. 3
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[8]
Το 1915 ιδρύεται ιταλικό προτεκτοράτο στην Αλβανία, παρέχοντας στην Ιταλία πρόσβαση στα Βαλκάνια και ενισχύοντας έτσι την θέση της στην ανατολική Μεσόγειο5. Το 1936 το φασιστικό καθεστώς, επιτυγχάνει την κατάληψη της Αιθιοπίας και επισύρει την καταδίκη της Κοινωνίας των Εθνών, γεγονός που την αναγκάζει να συμμαχήσει με την ναζιστική Γερμανία6. Η στρατιωτική κατάληψη της Αλβανίας αποτελεί την τελευταία αποικιοκρατική πράξη της Ιταλίας, η οποία με τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και τη συνθηκολόγηση της, θα χάσει το σύνολο των υπερπόντιων κτήσεών της.
5. Κολώνας, Β. (2002). Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αθήνα: Ολκός, σελ. 11 6. Οp. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 11 [9]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[1.2 Δωδεκάνησα: γεωγραφικός προσδιορισμός] Δωδεκάνησα ονομάζεται το νησιωτικό σύμπλεγμα του νοτιοανατολικού Αιγαίου Πελάγους, που περιήλθε στην Ελλάδα το 1947 και αποτελεί τον νομό Δωδεκανήσου. Ο όρος Δωδεκάνησα είναι κοινότερος αλλά λιγότερο δόκιμος, καθώς τα νησιά του συμπλέγματος προσδιορίζονται γεωγραφικά ως Νότιες Σποράδες. Η ονομασία προέρχεται από την βυζαντινή περίοδο, αφορούσε όμως στα δώδεκα νησιά που είναι κυκλικά της Δήλου (Κυκλάδες). Κατά την οθωμανική περίοδο Δωδεκάνησα, ονομαζόντουσαν τα δώδεκα προνομιούχα νησιά (χωρίς φορολογία) του Αιγαίου που άνηκαν στη διοικητική περιφέρεια του Οθωμανικού κράτους. Τα νησιά αυτά ήταν η Ικαρία, η Αστυπάλαια, η Πάτμος, η Λέρος, η Κάλυμνος, η Νίσυρος, η Χάλκη, η Τήλος (ή Επισκοπή), η Σύμη, η Κάρπαθος, η Κάσος και το Καστελόριζο7. Τα παραπάνω νησιά μαζί με την Ρόδο και την Κω αποτελούσαν το λεγόμενο σαντζάκι της Ρόδου8.Τα νησιά του σαντζακιού, με εξαίρεση την Ικαρία και το Καστελλόριζο, κατέλαβε το 1912 η Ιταλία, όπου έτυχε να είναι δώδεκα στον αριθμό. Ύστερα από τον Α’ Παγκόσμιο ενώθηκε και το Καστελλόριζο, καθώς παραχωρήθηκε από τις γαλλικές αρχές κατοχής9. Οι Ιταλοί αρχικά χρησιμοποιούσαν τον όρο «Νήσοι
7. Τσιρπανλής, Ζ. Ν. (1998). Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943 Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος. Ρόδος: Έκδοση Γραφείου Μεσαιωνικής Πόλης Ρόδου, σελ. 23 8. Γιαννόπουλος, Γ. (1997). Σύντομη Ιστορία της Δωδεκανήσου. Αθήνα: Βουλή των Ελλήνων, σελ. 7 9. Παπαχριστοδούλου, Χ. Ι. (1972). Ιστορία της Ρόδου, Από τους προϊστορικούς χρόνους έως την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου (1948). Αθήνα: Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών Δωδεκανήσου, σελ. 11
του Αιγαίου» ή «Δεκατρείς Σποράδες», ενώ όταν εγκαταστάθηκαν οριστικά προτίμησαν τον τίτλο «Ιταλικά νησιά του Αιγαίου» (Ιsole italiane dell’egeo)10. Ο όρος Δωδεκάνησος συνηθίστηκε στον αγώνα για απελευθέρωση και καθιερώθηκε με την ενσωμάτωση των νησιών στην Ελλάδα. Σήμερα, στο νησιωτικό σύμπλεγμα των Δωδεκανήσων αριθμεί περίπου 26 κατοικημένα νησιά και 137 ακατοίκητα νησιά και βραχονησίδες.
Εικόνα 2. Χάρτης Δωδεκανήσων
10. Ibid., σελ. 11 [10]
[1.3 Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα] Τα Δωδεκάνησα στη μακραίωνη ιστορία τους, παρά το πέρασμα ξένων κατακτητών κατάφεραν να διατηρήσουν ζωντανή την ελληνικότητα και τον πολιτισμό τους11. Καθένας από τους κατακτητές–Ιωαννίτες ιππότες (1309-1522), Οθωμανοί Τούρκοι (1522-1912), Ιταλοί (1912-1943), Γερμανοί (1943-1945), Άγγλοι(1945-1947)- επηρέασε λιγότερο ή περισσότερο την εξέλιξη των Δωδεκανήσων. Η πιο πρόσφατη κρίσιμη περίοδος διατήρησης της ελληνικής ταυτότητας των νησιών, που έχει διαμορφώσει κατά πολύ την σημερινή εικόνα τους, ήταν αυτή της Ιταλοκρατίας. Η κατάληψη των νησιών από τους Ιταλούς αρχικά φάνηκε να έχει προσωρινό χαρακτήρα.
Οι αρμόδιοι ιταλικοί παράγοντες καθησύχαζαν τους Έλληνες για την προσωρινότητα της κατοχής τόσο με προκηρύξεις όσο και με διαβεβαιώσεις στους πολιτικούς και εκκλησιαστικούς παράγοντες των νησιών. Οι διαβεβαιώσεις αυτές, περί σεβασμού της θρησκείας, των εθίμων και των παραδόσεων, είχαν σκοπό να αποφευχθούν οι αναταραχές, ώσπου να αναγνωριζόταν διεθνώς η Ιταλική κατοχή των Δωδεκανήσων. Η πολιτική αυτή εκφράστηκε με την υπογραφή διεθνών συνθηκών στην πρώτη δεκαετία της κατοχής, οι οποίες και κάθε φορά καθόριζαν τη διεθνή θέση των Δωδεκανήσων, μεταβάλλοντας το χαρακτήρα της Ιταλοκρατίας από προσωρινό σε ενεχυριακό και τέλος σε οριστικό.
Εικόνα 3. Απόβαση Ιταλών στο νησί της Ρόδου 05 /05/1912 11. Σταυρόπουλος, Σ. (1997). 50 Χρόνια από την Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα. Αθήνα: Βουλή των Ελλήνων, σελ. 3 [11]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[1.3.1 Πρώτη περίοδος Ιταλοκρατίας (1912-1923)] Η πρώτη περίοδος ιταλοκρατίας (19121923), ώσπου δηλαδή να οριστικοποιηθεί η ιταλική κυριαρχία στα Δωδεκάνησα, είχε ως κύρια χαρακτηριστικά τη στρατιωτική διοίκηση των νησιών, με στόχο να τεθούν τα θεμέλια για μόνιμη εγκατάσταση12. Για την προσάρτηση των νησιών στη διοίκηση της Ρώμης, τέθηκε μεθοδικά σε εφαρμογή ένα ευρύ πρόγραμμα εξιταλισμού. Παρά την ισχυρή αντίσταση των Δωδεκανησίων13, ο πρώτος κυβερνήτης των νησιών, Giovanni Ameglio, βάλθηκε να συντρίψει τους θεσμούς και τους κανόνες δικαίου που επί αιώνες συγκροτούσαν τον πυρήνα της εθνικής συνείδησης και πίστης14. Η πνευματική ηγεσία της Ρόδου, δημογέροντες αλλά και «διανοούμενοι»15, φυλακίστηκαν ή εξορίστηκαν, ώστε να πάψουν να ενισχύουν τα πατριωτικά αισθήματα και τον αγώνα απελευθέρωσης. Επιπρόσθετα, οι Ιταλοί επένδυσαν στην ιδεολογική προπαγάνδα, καθώς πλαστογραφήθηκε το ιστορικό παρελθόν με σκοπό να αποδείξουν ότι οι στρατιώτες τους στη Ρόδο, συνέχιζαν τα ένδοξα κατορθώματα των Ιπποτών του 12. Οp. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 8 13Κυρίως των Ελλήνων, καθώς Τούρκοι και Εβραίοι είχαν προνομιακή αντιμετώπιση από τους Ιταλούς. Αξίζει να αναφερθεί ότι το 1912 από τους 158.040 Δωδεκανήσιους, οι 146.421 ήταν Έλληνες, οι 8.744 Τούρκοι-μουσουλμάνοι και οι 2.845 Εβραίοι. (Οp. Cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 10) 14. Τσιρπανλής, Ζ. (30/11/1997). Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα. Προσωρινή κατοχή και νομικές βλέψεις την περίοδο 1912-1923. Καθημερινή, ένθετο ‘Επτά Ημέρες’, σελ. 6 15. Κύκλος των intellettuali ή intelligenzia όπως τους ονόμαζε ο Ameglio: Γιατροί, δικηγόροι, έμποροι, εκπαιδευτικοί κ.α.
τάγματος του Αγ. Ιωάννη της Ιερουσαλήμ16. Τα ιπποτικά μνημεία προσέλκυσαν το ενδιαφέρον της Ρώμης. Έτσι, αμέσως μετά την κατάληψη των νησιών, στάλθηκε ο Guiseppe Gerola, γνωστός μεσαιωνολόγος, για να καταγράψει την μνημειακή κληρονομιά των Ιπποτών, αλλά και άλλοι διακεκριμένοι αρχαιολόγοι και αρχιτέκτονες. Σκοπός τους ήταν να αποκαταστήσουν τα μνημεία με τρόπο τέτοιο ώστε να επισφραγίσουν την ιταλική παρουσίας στα νησιά, μέσω της προβολής και ανάδειξης των αρχιτεκτονικών καταλοίπων του τάγματος των Ιωαννιτών Ιπποτών ως έργα της ιταλικής παράδοσης. Επίσης, η διασφάλιση του αρχαιολογικού πλούτου των Δωδεκανήσων αποτελούσε βασικό μέλημα της κυβερνήσεως, καθώς γινόταν έλεγχος των ανασκαφών για την αποφυγή της αρχαιοκαπηλίας17. Για αυτόν τον σκοπό, ιδρύθηκε Εφορεία μνημείων και ανασκαφών με προϊστάμενο τον αρχαιολόγο Amedeo Maiuri, ο οποίος για δέκα χρόνια (1914-1924) επιτέλεσε σημαντικό έργο18. Τέλος την περίοδο αυτή πραγματοποιήθηκαν έργα κατασκευής οδικού δικτύου σύνδεσης των χωριών με την πόλη της Ρόδου, αλλά και κατασκευή δικτύου υδάτων της πόλης.
16. Μια προπαγάνδα που εξακολουθεί έως σήμερα καθώς πολλοί αγνοούν ότι η καταγωγή των Ιπποτών ήταν κυρίως από την Αραγονία, την Καταλανία, την Προβηγκία, τη Γαλλία, την Αγγλία, την Σκωτία, τη Γερμανία, την Πορτογαλία, την Βοημία και λιγότερο από την Ιταλία. (Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα. Προσωρινή κατοχή και νομικές βλέψεις την περίοδο 1912-192, σελ. 7) 17. Την ίδια στιγμή ο ίδιο ο Ameglio για λογαριασμό δικό του ή άλλων, φυγάδευε στην Ιταλία αρχαία αγάλματα από την Λίνδο. (Ibid., σελ. 7) 18. Πραγματοποίησε τις πρώτες επεμβάσεις ανάδειξης της ιπποτικής αρχιτεκτονικής με την αποκατάσταση συγκεκριμένων μνημείων της μεσαιωνικής πόλης. [12]
[1.3.2 Δεύτερη περίοδος Ιταλοκρατίας (1923-1943)] Η δεύτερη περίοδος της ιταλοκρατίας, ξεκινά το 1923 με την υπογραφή της συνθήκης της Λοζάνης (24.07.1923) όπου οριστικοποιήθηκε η μόνιμη κατάληψη και πλήρης κυριαρχία (de jure) των Δωδεκανήσων και τερματίζεται το 1943, με την πτώση του φασισμού και την συνθηκολόγηση της Ιταλίας19. Τα Δωδεκάνησα πλέον αποτελούσαν ‘Κτήση’ του Ιταλικού κοινοβουλίου (και όχι αποικία όπως οι υπόλοιπες κατακτήσεις), ενώ η νέα ονομασία τους είναι «Ιταλικά Νησιά του Αιγαίου» (Isole Italiani dell’Egeo)20. Την περίοδο αυτή, επιχειρείται πλήρης εξιταλισμός της δημόσιας ζωής, αλλοίωση της εθνολογικής σύστασης του πληθυσμού και απώλεια της εθνικής, θρησκευτικής, γλωσσικής και πολιτιστικής ταυτότητας. Πραγματοποιούνται, επεμβάσεις και μεταρρυθμίσεις στην παιδεία, στην εκκλησία, στην οικονομία, στην τοπική αυτοδιοίκηση, στον πολιτισμό αλλά και στην κοινωνική συνοχή. Η σχεδόν ταυτόχρονη άνοδος του φασισμού στην Ιταλία τον Οκτώβριο του 1922 σίγουρα έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην διοίκηση των νησιών η οποία πλέον μετατράπηκε σε πολιτική21. Δύο είναι οι σημαντικοί κυβερνήτες της περιόδου αυτής, με διαφορετικό έργο αλλά κοινό στόχο και ίδιες απολυταρχικές δικαιοδοσίες, ο Mario Lago (Νοέμβριος 1922 – Νοέμβριος 1936) και ο Cesare Maria De Vecchi di Val Cismon (Νοέμβριος 1936- Δεκέμβριος 1940).
Εικόνα 4. Ο διοικητής Mario Lago (ένστολος) και ο Cesare Maria De Vecchi (1936)
19. Οp. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 9 20. Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ. 134 21. Op. cit., Γενικό επιτελείο Εθνικής Άμυνας, Δωδεκάνησος – Η μακρά πορεία προς την Ενσωμάτωση με τη Μητέρα Ελλάδα, σελ. 5 [13]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[1.3.2.1 Περίοδος διακυβέρνησης Mario Lago (1923-1936)] Πολιτική Ο Mario Lago, την περίοδο «νομιμοφανούς βίας» της διακυβέρνησης του (1922-1936), έθεσε σε εφαρμογή το πρόγραμμα εξιταλισμού των Δωδεκανήσων. Στον τομέα της οικονομίας, επιτυγχάνει πλήρη έλεγχο, καθώς ιδρύει ιταλικές τράπεζες που δεν ευνοούσαν την παροχή πιστώσεων σε Έλληνες22. Επίσης, το εμπόριο περνάει στα χέρια των Ιταλών, Εβραίων και Φραγκολεβαντίνων και η εξαγωγή των προϊόντων γίνεται πλέον μέσω ιταλικών φορέων ακτοπλοΐας23. Δημιουργεί ιταλικές εταιρίες και βιομηχανίες ελέγχοντας έτσι τον δευτερογενή τομέα. Όσον αφορά την θρησκεία, περιόρισε τα δικαιώματα της Εκκλησίας, σε αποκλειστικά λατρευτικά και προσπάθησε να δημιουργήσει Αυτοκέφαλη Εκκλησία Δωδεκανήσων24, αλλά δεν τα κατάφερε καθώς βρήκε αντίθετο το Πατριαρχείο25. Το 1928 επανιδρύει την λατινική αρχιεπισκοπή Ρόδου, η οποία εκτός του θρησκευτικού έργου είχε και προπαγανδιστικό, υπέρ της προώθησης του καθολικισμού του ιταλικού πολιτισμού. Το 1926 ο Lago εφαρμόζει σχολικό κανονισμό, μέσω του οποίου επιβάλλεται η ιταλική γλώσσα, εισάγονται προπαγανδιστικά βιβλία και διορίζονται πρόσωπα εμπιστοσύνης για 22. Op. cit., Τσιρπανλής, Πλήρης κυριαρχία και εξιταλισμός. Η εικοσαετία 1923-1943 στάθηκε η πιο επικίνδυνη για την ταυτότητα των Δωδεκανήσων, σελ. 9 23. Ibid., σελ. 9 24. Σκοπός δημιουργία της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας ήταν να γίνει πιο ευάλωτη στον εκκαθολικισμό. 25. Παπαϊωάννου, Ε. (30/11/1997). Η εκκλησία των Δωδεκανήσων. Το κρίσιμο ζήτημα του Αυτοκέφαλου και η εθνική δράση κληρικών. Καθημερινή, ένθετο ‘Επτά Ημέρες’, σελ. 12
την διδασκαλία26. Επίσης, λόγω οικονομικής ασφυξίας, τα ελληνικά σχολεία μετατρέπονται σε επιχορηγούμενα και ελεγχόμενα από Ιταλούς. Όπως είναι επόμενο, τα γεγονότα αυτά οδήγησαν στην έξαρση του μεταναστευτικού – προσφυγικού ζητήματος, καθώς επί κυβερνήσεως Lago, 30.000 περίπου Έλληνες, εγκατέλειψαν τα νησιά27. Την ίδια στιγμή ο αριθμός των Ιταλών στο νησί μεγάλωνε με την άφιξη στρατιωτικών και πολιτικών υπαλλήλων αλλά και με τους συστηματικούς εποικισμούς28. Για τον έλεγχο της αγροτικής οικονομίας αλλά και τον αποτελεσματικότερο εξιταλισμό της νησιωτικής επαρχίας ιδρύονται πρότυποι αγροτικοί οικισμοί, στους οποίους εγκαθίστανται ιταλοί έποικοι. Έργα Ο Mario Lago, αμέσως μετά την άφιξή του στα Δωδεκάνησα, έθεσε σε εφαρμογή το στρατηγικό σχέδιο της ιταλικής διοίκησης. Στόχος του ήταν η επιβίωση και η διαιώνιση της εξουσίας μέσω των κτιρίων και των μνημείων, η λεγόμενη «πολιτική του λίθου»29. Έτσι λοιπόν, προχωράει σε αρχαιολογικές ανασκαφές, αποτυπώσεις και αποκαταστάσεις των μεσαιωνικών μνημείων, ίδρυση αγροτικών οικισμών , πολεοδομικές επεμβάσεις στα ιστορικά κέντρα και μεγάλης κλίμακας έργα
26. Op. cit., Τσιρπανλής, Πλήρης κυριαρχία και εξιταλισμός. Η εικοσαετία 1923-1943 στάθηκε η πιο επικίνδυνη για την ταυτότητα των Δωδεκανήσων, σελ. 10 27. Ibid., σελ. 10 28. Το 1935 η Ρόδος αριθμούσε 7000 στρατιώτες, 550 διοικητικούς υπαλλήλους και 7000 έποικους. 29. Ibid., σελ. 10 [14]
Εικόνα 5. Πανοραμική άποψη Porto Lago, Λέρος 1935
ανέγερσης δημόσιων κτιρίων30. Μάλιστα, το 1925 θεσπίζει οικοδομικό κανονισμό της πόλης της Ρόδου31. Τα σημαντικότερα έργα πραγματοποιήθηκαν στο νησί της Ρόδου, χωρίς όμως να υποβαθμίζεται η αξία των υπόλοιπων νησιών32. Αξίζει να 30. Οp. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 27 31. Ο οικοδομικός κανονισμός όριζε την διαδικασία χορήγησης οικοδομικής άδειας, το ύψος των κτιρίων και τη σχέση τους με το δρόμο. Ακόμα προσδιόριζε την εξωτερική εμφάνιση και εσωτερική διαρρύθμιση των κατοικιών. Τέλος, έθετε υγειονομικά μέτρα και μέτρα ασφαλείας. (Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ. 228) 32. H Κως ανοικοδομήθηκε μετά τον σοβαρό σεισμό του 1933. Στα υπόλοιπα νησιά, το έργο του περιορίζεται στο κτίριο του Διοικητηρίου, που περιλάμβανε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες. (Ibid., σελ. 27) [15]
αναφερθεί ότι στη Λέρο ανέγειρε ένα εντελώς καινούργιο αστικό οικιστικό σύνολο ως αεροναυπηγική βάση, μια μικρή μοντέρνα πόλη, στην περιοχή Λακκί, με την ονομασία Porto Lago (1928-1936)33 (βλ. εικόνα 5). Ο Lago σκόπευε να καταστήσει την Ρόδο ένα σημαντικό τουριστικό προορισμό αλλά και ένα πολιτιστικό κέντρο διεθνούς εμβέλειας. Έτσι λοιπόν, προχώρησε στην δημιουργία της Νέας Ρόδου, αναθέτοντας την σύνταξη του ρυθμιστικού σχεδίου της πόλης στον αρχιτέκτονα Florestano Di Fausto (βλ.
33. Το Porto Lago αποτελεί ένα από τα καλύτερα αστικά και αρχιτεκτονικά έργα της φασιστικής περιόδου του Μοντέρνου Κινήματος.
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Βιογραφικό Παράρτημα Αρχιτεκτόνων)34. Με το σχέδιο αυτό, οργανώνεται η επέκταση της πόλης, εντάσσοντας τις εκτός της «μνημειακής ζώνης» ελληνικές συνοικίες, χωροθετόντας τα δημόσια κτίρια και ορίζοντας τις νέες περιοχές κατοικίας για τους Ιταλούς έποικους (βλ. εικόνα 7). Ο F. Di Fausto σχεδίασε το Foro Italico, τη φαρδιά παραλιακή λεωφόρο του Μαντρακίου, το διοικητικό κέντρο δηλαδή της πόλης, με μία σειρά δημόσιων επιβλητικών κτιρίων (βλ. κεφ. 2.3.1). Το Foro Italico
περιλάμβανε τη Νέα Αγορά, την τράπεζα της Ιταλίας, την Ιταλική Λέσχη, τα Δικαστήρια, το Ταχυδρομείο και την Εκκλησία του Αγ. Ιωάννη. Παράλληλα, στο βορειότερο τμήμα του νησιού όρισε την τουριστική ζώνη, με πλήρως εξοπλισμένη παραλία (θαλάσσια λουτρά La Ronda), τον Ναυτικό Όμιλο, το ξενοδοχείο των Ρόδων και το ενυδρείο35. Αντίστοιχα, όρισε την βιομηχανική ζώνη, την ζώνη πρασίνου αλλά και την οικιστική.
Εικόνα 6. Τοπογραφικό σχέδιο πόλης της Ρόδου, 1929
Εικόνα 7. Νέο τοπογραφικό σχέδιο πόλης της Ρόδου, 1939
34. Ο Florestano Di Fausto αναδείχθηκε σε πρωταγωνιστική μορφή της ιταλικής αποικιακής αρχιτεκτονικής τόσο στα Δωδεκάνησα, όσο και στην Αλβανία αλλά και την Λιβύη.
35. Χριστοφυλάκης, Σ. (2004). Δωδεκανησιακά Χρονικά: Η αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα επί Ιταλοκρατίας (19121945). Αθήνα: Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών Δωδεκανήσου, σελ. 222 [1.3.2.1 Περίοδος διακυβέρνησης Mario Lago (1923-1936)]
[16]
Εικόνα 8. Foro Italico, Από αριστερά προς τα δεξιά διακρίνονται η Νέα Αγορά, η Τράπεζα της Ιταλίας, Η Ιταλική Λέσχη και τα Δικαστήρια, Florestiano di Fausto, Μανδράκι Ρόδου 1924-26
[17]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 9. Foro Italico, Μετά τις επεμβάσεις στις προσόψεις των κτιρίων του C. de Vecchi, 1936-1941 (πίσω διακρίνεται η ανοικοδόμηση του παλατιού του Μεγάλου Μαγίστρου)
[1.3.2.1 Περίοδος διακυβέρνησης Mario Lago (1923-1936)]
[18]
[1.3.2.2 Περίοδος διακυβέρνησης De Vecchi (1936-1941)] Πολιτική
[19]
Έργα
Ο επόμενος διοικητής των Δωδεκανήσων, o De Vecchi (1936-1941), πρώην διοικητής της Σομαλίας και υπουργός παιδείας του Μουσολίνι, με απόλυτη πολιτική και στρατιωτική εξουσία στα Δωδεκάνησα, φιλοδοξούσε να προσδώσει στη Ρόδο τα ανεξίτηλα χαρακτηριστικά μιας επαρχίας αντάξιας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας36. Σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, ο De Vecchi επεμβαίνει με ταχύ και ωμό τρόπο στην εκπαίδευση, στην αυτοδιοίκηση, στην απονομή δικαίου και στη δικαστική οργάνωση, στην εκκλησία και στην αρχιτεκτονική μορφή των κτιρίων37. Επέβαλε ριζικές αλλαγές στην παιδεία καθώς χαρακτήρισε τα ελληνικά ως «τοπική γλώσσα» (lingua locale) την οποία μετέτρεψε σε προαιρετικό μάθημα χωρίς βιβλία, ενώ εισάγει καινούργιο μάθημα την φασιστική αγωγή (cultura fascista)38. Σε γενικά πλαίσια, ο De Vecchi επιχειρεί να επιβάλει την ανάδειξη του φασιστικού καθεστώτος και ιδεολογίας της μητρόπολης, μέσω της αμφισβήτησης της προηγούμενης πολιτικής του Lago και της άμεσης εφαρμογής του προγράμματος εξιταλισμού. Η πολιτική αυτή, είναι εμφανής κυρίως στην αρχιτεκτονική, μέσω της επιβολής ρασιοναλιστικών προτύπων.
Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από αφαιρετική διάθεση και από την επικράτηση του ρασιοναλισμού και του μοντέρνου κλασικισμού39. Τα γενικά χαρακτηριστικά των νέων οικοδομημάτων είναι η μνημειώδης κλίμακα, η αυστηρή συμμετρία, έντονες γεωμετρίες και η συνύπαρξη κλασικού και μοντέρνου (ως συνέχεια της κλασικής Ρώμης με τη μοντέρνα φασιστική). Μέσα στη γενικότερη τάση που επικρατεί, ο De Vecchi πραγματοποιεί μια εκστρατεία «κάθαρσης» της αρχιτεκτονικής του προκατόχου του, αναπλάθοντας τις προσόψεις αρκετών δημόσιων κτηρίων. Η εκστρατεία «εξαγνισμού» των αραβουργημάτων στα δημόσια κτίρια, πραγματοποιείται μέσω της επένδυσής τους με πωρόλιθο ή επίχρισμα μιμούμενο τον πωρόλιθο (pietra finta), ως μέσο αποκατάστασης ιστορικής συνέχειας μεταξύ παλιάς και νέας πόλης40. Νέο κέντρο βάρους της απολυταρχικής διοίκησης είναι η Piazza dell’ Impero (1936). Η Piazza dell’ Impero αποτελείται από ένα γυμνό χώρο, την πλατεία, ο οποίος περικλείεται από δημόσια κτίρια (το θέατρο Puccini και τη Στρατιωτική και τη Φασιστική Διοίκηση)41. Κύρια εργαλεία σχεδιασμού των αρχιτεκτόνων
36. Οp. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 55 37. Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ. 260 38. Ibid., 163
39. Σαραντάκου, Ε. (2005). Αρχιτεκτονική της ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα. Πολιτιστική Πύλη του Αρχιπελάγους του Αιγαίου. Ανάκτηση Μάιος 05, 2017, από http://www.ehw. gr 40. Παραδείγματα τέτοιων μετατροπών έγιναν στα ξενοδοχείο των Ρόδων, το Δικαστικό Μέγαρο, το Μέγαρο του Φασισμού και στην Ιταλική Λέσχη (Οp. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 56) 41. Έργα του αρχιτέκτονα A. Bernabitti, ολοκληρομένα το 1939 (Ibid., σελ. 56)
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 10. Piazza dell’Impero, σημερινή πλατεία Δημαρχείου, Ρόδος, 1940
της περιόδου είναι η αφαιρετική «αναβίωση» της αρχιτεκτονικής των Σταυροφόρων, μέσω της απαλλαγής του μορφολογικού πλουραλισμού και της επιβολής των ρασιοναλιστικών προτύπων42 (βλ. κεφ. 2.3.1).
42. Κύριοι εκφραστές του κινήματος αυτού και σημαντικότεροι αρχιτέκτονες της περιόδου ήταν ο Rodolfo Petracco και ο Armando Bernabiti (βλ. Βιογραφικό Παράρτημα Αρχιτεκτόνων). [20]
[1.3.3 Τέλος Ιταλοκρατίας] Οι Ιταλοί είχαν πλέον εγκατασταθεί μόνιμα στα Δωδεκάνησα, συνεχίζοντας το πρόγραμμα εξιταλισμού. Τα διεθνή πολιτικά γεγονότα όμως, θα ανατρέψουν τα δεδομένα. Η πτώση του Μουσολίνι και την κυβέρνησης του (25/07/1943) και η ανακωχή του νέου στρατάρχη Pietro Badoglio με τους Άγγλοαμερικάνους (08/09/1943), σηματοδοτεί σημαντικές εξελίξεις στα Δωδεκάνησα43. Μέσα σε μια μέρα οι συμμαχίες αντιστράφηκαν και οι Ιταλοί έγιναν πλέον εχθροί των Γερμανών. Οι Γερμανοί, αντικαταστούν τους πρώην συμμάχους τους Ιταλούς, στα Δωδεκάνησα. Τα νησιά παρέμειναν υπό τον έλεγχο των Γερμανών για δύο χρόνια (1943-1945). Λίγες μόλις μέρες μετά την αυτοκτονία του Χίτλερ, δόθηκε εντολή για την παράδοση των γερμανικών δυνάμεων (08/05/1945) και την προσωρινή εγκατάσταση των Άγγλων. Μετά από μια περίοδο διαπραγματεύσεων, υπογράφηκε, στις 10 Φεβρουαρίου 1947, η συνθήκη του Παρισιού με την οποία κατοχυρωνόταν η ένωση των Δωδεκανήσων με το Ελληνικό κράτος. Στις 31 Μαρτίου 1947 έγινε η τελετή παράδοσης από τους Άγγλους. Με νόμο της 9ης Ιανουαρίου του 1948 ορίστηκε ότι τα νησιά προσαρτήθηκαν στο Ελληνικό κράτος από την 28η Οκτωβρίου 1947. Ο επίσημος εορτασμός έγινε στις 7η Μαρτίου 1948 με την έναρξη της περιοδείας του βασιλέα Παύλου. Έκτοτε καθιερώθηκε ως επίσημη επέτειος της ενσωμάτωσης της Δωδεκανήσου η 7 Μαρτίου. 43. Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ. 260
[21]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 11. Έπαρση ελληνικής σημαίας κατά την τελετή ενσωμάτωσης Δωδεκανήσων, Ρόδος 31/03/1947 [22]
Εικόνα 12. Casa del fascio, Giuseppe Terragni, Como Ιταλίας(1932-1936)
[25]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[2.1 Αρχιτεκτονικές τάσεις της εποχής στην Ιταλία] Από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι το 1914, η Ευρώπη έχει φτάσει στο απόγειο της δημογραφικής, βιομηχανικής, οικονομικής τεχνολογικής και επιστημονικής της ισχύος, ενώ παράλληλα κυριαρχούσε εδαφικά με τεράστιες αποικιακές αυτοκρατορίες στις πέντε ηπείρους. Σε αυτό το ιστορικό σκηνικό κάνει την εμφάνισή του, ο μοντερνισμός, ένα νέο καλλιτεχνικό κίνημα που επηρέασε την εξέλιξη της αρχιτεκτονικής. Στην Ιταλία μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, ένας όψιμος νεοκλασικισμός, με τάσεις επιστροφής στην τάξη, θα αποτελέσει την πλειονότητα των αρχιτεκτονικών επιλογών ως τα τέλη της δεκαετίας του 1920. Ο νεοκλασικισμός αυτός θα μείνει γνωστός με την επωνυμία Novecento. Ο μοντερνισμός έφτασε αργότερα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, όταν ήδη ο φασισμός είχε καθιερωθεί. Ο Benito Mussolini, ιδρυτής και ηγέτης του φασιστικού κόμματος (1922-1943), υιοθέτησε το μοντέρνο ως νεοτερισμό, όπως νεωτεριστική ήταν και η φασιστική του ιδεολογία, απαλλαγμένη από πρότυπα του παρελθόντος. Ο μοντερνισμός κάλυπτε την ανάγκη του φασιστικού καθεστώτος για μια έντονα συμβολική αρχιτεκτονική, σαφή και ευανάγνωστη, στον αστικό ιστό της πόλης. Έτσι το νέο αυτό αρχιτεκτονικό στυλ, υπηρετώντας τις επιταγές του καθεστώτος, υιοθέτησε ένα λιτό, ακόσμητο στιλ πρωτογενών γεωμετρικών μορφών44. Το διεθνές μοντέρνο αυτό κίνημα στην Ιταλία έμεινε γνωστό ως Ρασιοναλισμός45. «Η ρασιοναλιστική αρχιτεκτονική, όπως την αντιλαμβανόμαστε, ανακαλύπτει εκ νέου 44. Watkin, D. (2009) Ιστορία της δυτικής αρχιτεκτονικής / μετάφραση Κώστας Κουρεμένος. Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, σελ. 663 45. Ibid., 634
αρμονίες, ρυθμούς και συμμετρίες σε νέα κατασκευαστικά σχήματα, στη φύση των υλικών και στην απόλυτη ανταπόκριση στις απαιτήσεις σχεδιασμού ενός κτιρίου»46 G. Minnucci & A. Libera, 1928 Το 1926 ιδρύθηκε μια ομάδα αρχιτεκτόνων , γνωστοί ως Gruppo 7, εκφραστές του μοντέρνου κινήματος στην Ιταλία. Με το μανιφέστο τους για την ιταλική ρασιοναλιστική αρχιτεκτονική έθεσαν τα θεμέλια της νέας λειτουργικής αρχιτεκτονικής βασισμένης στην αυστηρή δομική μελέτη. Στόχος της ήταν η δημιουργία μιας αρχιτεκτονικής καθαρού μεγαλείου (pura gradiosita) και ήρεμου κάλλους (bellezza serena). Απορρίπτοντας την φουτουριστική «επανάσταση» υποστηρίζουν ότι: «Δεν μαχόμαστε την παράδοση, αλλά η παράδοση μεταβάλλεται και αποκτά νέες όψεις… Η νέα αληθινή αρχιτεκτονική οφείλει να προκύπτει από μια αυστηρή υπακοή στη λογική, στον ορθολογισμό»47. Σημαντικότερος εκπρόσωπος του ιταλικού ρασιοναλισμού και μέλος της Gruppo 7, ήταν ο Giuseppe Terragni. Ο Terragni τόνισε τον ρόλο του ρασιοναλισμού στην εδραίωση και διαιώνιση του φασιστικού ιδεώδους. Σημαντικότερα έργα του είναι το Novocomun (1927-1929) και η Casa del fascio (1932-1936) στο Como της Ιταλίας48. 46. Op. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 17 47. Ibid., σελ. 16 48. Η Casa del Fascio έχει απόλυτα τετράγωνη κάτοψη, και σχέση ύψους προς πλάτους ½. Οι όψεις του είναι υπενδεδυμένες με λευκό μάρμαρο. Στο κέντρο του διαθέτει αίθριο με γυάλινη στέγη, που περιβάλλεται από τους τέσσερις ορόφους με διαδρόμους και γραφεία. Οι γυάλινες πόρτες στην είσοδο ανοίγουν ταυτόχρονα με ηλεκτρονικό μηχανισμό. (Op. cit., Watkin, D. Ιστορία της δυτικής αρχιτεκτονικής / μετάφραση Κώστας Κουρεμένος, σελ. 634) [26]
Προς τα μέσα της δεκαετίας του 1930 και μετά την κατάληψη της Αιθιοπίας και την ανακήρυξη του Imperium, ο φασισμός απομακρύνεται από τον διεθνισμό του μοντέρνου και υιοθετείται ένα εθνικό αυτοκρατορικό στυλ. Αυτό το νέο στυλ χαρακτηρίζεται από νεοκλασική μνημειακότητα, παρόμοια με αυτή της κλασικής και της αναγεννησιακής Ρώμης. Ο μύθος της νέας αυτοκρατορίας αντλεί στοιχεία της κλασικής παράδοσης, όπως η αψίδα, ο συνεχής τοίχος, η κολόνα και ο πεσσός και παρουσιάζει απόλυτη συμμετρία, κατασκευαστική ευκρίνεια και δυναμική παρουσία στο χώρο49 (βλ. εικόνα 11). Τόσο ο ρασιοναλισμός όσο και η μνημειακή αρχιτεκτονική αποτελούν εκφράσεις της φασιστικής ιδεολογίας, επηρεασμένες κάθε φορά από τις αντίστοιχες αρχιτεκτονικές ομάδες, αποδεικνύοντας την συνέχεια της αρχιτεκτονικής μέσω της πολιτικής εξουσίας. Η Διοίκηση προχωράει στον σχεδιασμό μνημείων και νέων εγκαταστάσεων, κτιρίων κοινωνικού εξοπλισμού και συγκροτημάτων κατοικίας. Ιστορική παράδοση και επανασχεδιασμός της υπάρχουσας πόλης αποτελούν την πλειονότητα των μελετών που πραγματοποιούνται50. Δεσπόζουσα μορφή της αρχιτεκτονικής του μεσοπολέμου υπήρξε ο Marcello Piacentini, ανάμεσα στον νεοκλασικισμό του Novecento και τον 49. Op. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 18 50. Η πόλη την οποία προτείνει ο ρασιοναλισμός είναι στενά συνδεδεμένη με την παράδοση της ιστορικής πόλης και χρησιμοποιώντας τα θεμέλια στοιχεία του σχεδίου της πλατείες, οδικοί άξονες, οικοδομικά τετράγωνα, ιεραρχημένη (οικο)δόμηση αποτελεί μια «ανάλογη πόλη». (Πατέστος, Κ. (28/02/1999). Οι όμορφες και οι άσχημες πόλεις. Το Βήμα.) [27]
ορθολογισμό του Gruppo 7, σχεδίασε το πολεοδομικό σχέδιο της Ρώμης (1931), το Πανεπιστημίου της Ρώμης (1932-33) αλλά και το Esposizione Universale Roma, EUR (1930) (συγκρότημα που θα φιλοξενούσε την έκθεση για τα 20 χρόνια φασισμού)κ.α.51. Μάλιστα στο EUR χτίστηκε και ένα από τα χαρακτηριστικότερα κτίρια της μνημειακής φασιστικής αρχιτεκτονικής, το Palazzo della Civiltà Italiana (1937). Την ίδια περίοδο, πραγματοποιούνται πολλές πολεοδομικές παρεμβάσεις του καθεστώτος στα αστικά κέντρα, μέσω κατεδαφίσεων, εξυπηρετώντας φασιστικές πολιτικές. Στον βωμό του εκσυγχρονισμού, τμήματα των πόλεων κατεδαφίζονται και χαράσσεται νέο οδικό δίκτυο και νέα οικοδομικά τετράγωνα με μεγαλύτερους συντελεστές εκμετάλλευσης52. Φαρδιές λεωφόροι, πλατείες και πύργοι-σύμβολα του φασισμού είναι τα νέα σημεία αναφοράς του αυστηρά ιεραρχημένου ομοιόμορφου αστικού τοπίου. Τα καινούργια οικοδομήματα απευθύνονται σε ανώτερες οικονομικά βαθμίδες πληθυσμού53. Αυτό έχει ως συνέπεια, οι παλιοί φτωχότεροι κάτοικοι να μεταναστεύουν και να δημιουργούν υποβαθμισμένες συνοικίες εκτός κέντρου («δορυφορικές πόλεις»). Επιτυγχάνεται με αυτόν τον τρόπο, απομάκρυνση από το ιστορικό κέντρο της κατοικίας του εργαζόμενου πληθυσμού και περιθωριοποίησή του.
51. Op. cit., Watkin, D. Ιστορία της δυτικής αρχιτεκτονικής / μετάφραση Κώστας Κουρεμένος, σελ. 633 52. Op. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 20 53. Ibid., σελ. 20
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 13. Palazzo della Civiltà Italiana, G. Guerrini & E. La Padula & M. Romano, Ρώμη, Ιταλία (1937)
[28]
Παράλληλα, το φασιστικό καθεστώς προώθησε μια πολιτική στροφής προς την ύπαιθρο, για λόγους οικονομικής ανάπτυξης, με την δημιουργία πλήθους αγροτικών οικισμών – πόλεων. Οι νέες πόλεις γνωστές ως ‘κοινοτικά κέντρα’ (centri comunali), αποτελούν αξιόλογο δείγμα ρασιοναλιστικής αρχιτεκτονικής και ορόσημα στην ιστορία της οικοδόμησης, της συγκρότησης της νεότερης ευρωπαϊκής πόλης. Κυριότερες από αυτές είναι στην περιφέρεια του Latsio, η Littoria (1932), η Sabaudia(1934), η Aprilia(1935) και η Pomezia (1938), ενώ στη Σαρδηνία η Carbonia(1937)54. Η αντι-αστική πολιτική του Μουσολίνι, με τον αγροτικό πληθυσμό να παραμένει κοντά στη γη τους, αντανακλάται σε ένα από τα προπαγανδιστικά του συνθήματα: «Παραμένοντας αγρότες θα είστε πάντα πλησιέστερα στην καρδία μου»55 (βλ. κεφ. 2.4). Οι νέες πόλεις εμφανίζουν ενιαίο σχέδιο αστικής ανάπτυξης, το οποίο συμπεριλαμβάνει ρυθμιστικά και μελέτες εφαρμογής τμημάτων της πόλης, αποκαθιστώντας τη διαταραγμένη ενότητα μεταξύ αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας. Στις περιπτώσεις αυτές, πολεοδομικό σχέδιο και αρχιτεκτονικές προτάσεις, γενική μορφολογική αντίληψη και ειδικές τυπολογικές επιλογές, καθολικότητα της αστικής εικόνας και ιδιαιτερότητες των οικοδομικών διαρθρώσεων, συγκροτούν μια ενότητα που προσδίδει στις νέες πόλεις τον χαρακτήρα αστικής μοναδικότητας. Πυρήνας των πόλεων αυτών είναι η κεντρική πλατεία, ως τόπος συλλογικής δραστηριότητας, αποτελώντας το θεμέλιο στοιχείο των νέων 54. Ibid., σελ. 22 55. Ibid., σελ. 22 [29]
αρχιτεκτονικών προτάσεων και όχι τυχαίως, τα σημαντικότερα κτίρια διατάσσονται στην περίμετρό της56. Η μορφή της χαρακτηρίζεται από την παρουσία σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις περιστυλίου, το οποίο συνθέτουν ρωμαϊκά τόξα μεταφυσικής έμπνευσης: είναι εμφανής η σχέση με την εικόνα των πλατειών που ζωγράφισε την αμέσως προηγούμενη περίοδο ο Giorgio de Chirico, έχοντας εικονογραφική αναφορά τις αντίστοιχες αναγεννησιακές των λεγομένων «ιδανικών» πόλεων.
Εικόνα 14. Πύργος του φασισμού στην πλατεία της Pomezia, Ιταλία, 1939 56. Op. cit., Πατέστος, Κ. Οι όμορφες και οι άσχημες πόλεις.
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 17. Πανοραμική άποψη, Pontinia, Ιταλία, 1939
Εικόνα 18. Κεντρική λεωφόρος, Sabaudia, Ιταλία, 1935 [30]
[2.2 Παραδοσιακή αρχιτεκτονική των οικισμών της Ρόδου]
[31]
Η πολεοδομική οργάνωση των οικισμών της Ρόδου, διαφέρει ανά περίπτωση και εξαρτάται τόσο από την χρονολογία κατασκευής του, την μορφολογία του εδάφους, τα υλικά δόμησης, το φυσικό περιβάλλον και το κλίμα όσο και από την κοινωνική δομή, την οικονομία, την καταγωγή των κατοίκων αλλά και παραδόσεις αυτών. Οι οικισμοί της Ρόδου, από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας, μπορούν να διαιρεθούν σε τρεις κατηγορίες, σε σχέση με τη μορφή, την οργάνωση και την τοποθεσία τους: Η πρώτη περιλαμβάνει τους οικισμούς μέχρι τον 7ο αιώνα, που ήταν ναυτικού και αγροτικού χαρακτήρα με κλειστή οικονομική δομή και κανονική πολεοδομική οργάνωση (Βρουλιά, Κάμειρος και η αρχαία πόλη της Ρόδου)57. Οι οικισμοί αρχικά ήταν κυρίως παραθαλάσσιοι. Δεύτερη κατηγορία αποτελούν οι οικισμοί που ιδρύθηκαν μεταξύ 7ου και 16ου αιώνα, όταν οι πειρατικές επιδρομές και οι πόλεμοι υποχρέωσαν τους οικισμούς να είναι είτε οχυρωμένοι (π.χ. μεσαιωνική πόλη της Ρόδου) ή να βρίσκονται κοντά σε ένα οχυρό (π.χ. Λίνδος, Ασκληπειός κ.ά.) με κεντροβαρική, πολυκεντρική ή γραμμική πολεοδομική οργάνωση και σύνθεση58. Οι προηγούμενοι παραθαλάσσιοι οικισμοί οχυρώθηκαν και οι νέοι χτίζονται πλέον στην ενδοχώρα. Οι οικισμοί αυτοί είναι μεγαλύτεροι και παρουσιάζουν αμιγώς μεσαιωνική μορφή με στενούς, λαβυρινθώδεις δρόμους. Πολλοί
από αυτούς υπάρχουν και έως σήμερα. Τέλος, λίγοι οικισμοί που ιδρύθηκαν μετά την οθωμανική κατάκτηση, όταν δεν υπήρχε πια ανάγκη για οχύρωση, με πολυκεντρική, μονοπυρηνική ή γραμμική μορφή (Έμπωνας, Μάσαρη, Καλαβάρδα, Άγιος Ισίδωρος κ.ά.)59.
57. Παπαχριστοδούλου, Ι., & Παλαιοθόδωρος, Δ., & Βαξεβάνης, Γ., & Σπυροπούλου, Β., & Μπαζίνη, Ε., & Πατσιαδά, Β., & Σέλελη, Α. (2006). «Ρόδος». Πολιτιστική Πύλη του Αρχιπελάγους του Αιγαίου. Ανάκτηση Μάιος 05, 2017, από http://www.ehw.gr, σελ. 20 58. Ibit., σελ. 20
59. Ibit., σελ. 20 60. Ibit., σελ. 20 61. Η διάδοση αυτής της στοιχειώδους κατοικίας έχει τις ρίζες της στο εθιμικό δίκαιο, σύμφωνα με το οποίο ο πατέρας όφειλε να χτίσει ιδιαίτερο σπίτι για καθεμιά από τις θυγατέρες του.
Η κατοικία στη Ρόδο παρουσιάζει ως ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τη μορφή, τη λειτουργία, τον τρόπο κατασκευής, την εσωτερική διάταξη και τη διακόσμησή της, χαρακτηριστικά που διαμορφώθηκαν από ποικίλους εξωτερικούς και εσωτερικούς παράγοντες60. Ως εξωτερικοί παράγοντες μπορούν να θεωρηθούν οι επιρροές ξένων, Φράγκων, Οθωμανών, Αράβων, που συγχωνεύτηκαν με τοπικές παραδόσεις σε μια ποικιλία μορφών και ως εσωτερικοί η εξέλιξη της κοινωνικής δομής, καθώς και η καταγωγή των κατοίκων. Ως προς την παραδοσιακή αρχιτεκτονική, χρησιμοποιήθηκαν οικοδομικά υλικά που παρέχονταν από το άμεσο περιβάλλον, όπως πέτρα, ξύλο και χώμα. Τα περισσότερα παραδείγματα παραδοσιακών οικισμών, αναπτύσσονται οργανικά. Ο παλιότερος τύπος κατοικίας της Ρόδου, πρωτοεμφανισμένος την Μεταβυζαντινή περίοδο, είναι ο τύπος της αγροτικής κατοικίας61. Χαρακτηρίζεται από λιτότητα σχεδιασμού, λειτουργικότητα διαμόρφωσης και πλαστικότητα στην όγκων. Είναι ένα απλό,
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 19. Πανοραμική άποψη του παραδοσιακού οικισμού Λίνδος, Ρόδος
Εικόνα 20. Πανοραμική άποψη του αγροτικού οικισμού Λαχανιά, Ρόδος
Εικόνα 21. Εσωτερικό παραδοσιακής ροδίτικης κατοικίας στον οικισμό Παστίδα [32]
μονόχωρο, μονόροφο, δωματοσκέπαστο κτίριο σε πλατυμέτωπη διάταξη62. Οι κατοικίες αυτές είναι λιθόκτιστες. Ο φέρων οργανισμός γίνεται από ξύλινα δοκάρια. Τα κενά ανάμεσα στα δοκάρια του δώματος καλύπτονται από καλάμια, φύκια και για μόνωση στρώση από συνεκτικό αργιλώδες χώμα, γνωστό ως «πατελιά»63. Μια κατασκευαστική λύση για τη διεύρυνση του πλάτους των κτηρίων ήταν η παρεμβολή μιας χτιστής πέτρινης καμάρας εγκάρσια στα δοκάρια, που αποτελούσε το ενδιάμεσο στήριγμά τους και επέτρεπε το διπλασιασμό του ανοίγματος της στέγης. Δημιουργούνται έτσι δύο επιμέρους
εσωτερικοί χώροι που αντιστοιχούν στις δύο διακριτές λειτουργικές ζώνες, της διημέρευσης (με κουζίνα) και του ύπνου64. Τα δάπεδα της κατοικίας είναι από πατητό χώμα ή βοτσαλωτά. Ενδιαφέρουσα είναι η εσωτερική διακόσμηση με κεντήματα, υφάσματα και πιάτα. Ο φούρνος στο μονόχωρο σπίτι τοποθετούνταν εξωτερικά. Άλλες τυπολογίες σπιτιών που συναντάμε στη Ρόδο σε μικρότερο βαθμό είναι η ημιαστική κατοικία, τα αρχοντικά σπίτια της Λίνδου, οι «πύργοι», το τούρκικο σπίτι αλλά και τα λεγόμενα «μαράσια».
α.
β.
Εικόνα 22. α. Μονόχωρο αγροτικό σπίτι στον οικισμό Αρχάγγελο Ρόδου, β. Διώροφο σπίτι στον οικισμό Παραδείσι Ρόδου 62. Φιλιππίδης, Δ. (1990). Ελληνική παραδοσιακή αρχιτεκτονική (Τρίτος τόμος) Δωδεκάνησα – Κρήτη. Αθήνα: Μέλισσα, σελ. 188 63. Η «πατελία» ανανεωνόταν κάθε χρόνο στις αρχές του φθινοπόρου, πριν αρχίσουν δηλαδή οι βρόχες. [33]
64. Το τζάκι ή «τσιμνιά» βρίσκεται εσωτερικά δίπλα στην είσοδο, με υπερυψωμένο δάπεδο τριγύρω του. Το κρεβάτι ή «παταρός» είναι υπερυψωμένο με αποθηκευτικό χώρο από κάτω.
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[2.3 Ιταλική αποικιακή αρχιτεκτονική] Η αποικιακή πολιτική της Ιταλίας αποσκοπεί στην ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό των αστικών κέντρων και τη δημιουργία νέων οικισμών στην ύπαιθρο, σημειώνοντας μια δυναμική παρουσία στους τομείς της πολεοδομίας, της αρχιτεκτονικής και των κατασκευών65. Με την άφιξη έμπειρων αρχιτεκτόνων και μηχανικών εισάγεται νέα τεχνολογία και τεχνογνωσία και θεσπίζονται οικοδομικοί κανονισμοί στις εκάστοτε αποικίες. Βασικό μέλημα των αποικιακών κυβερνήσεων είναι η αναδιαμόρφωση των ιστορικών κέντρων, η χάραξη και η διάνοιξη οδικών αρτηριών και τέλος ο επανασχεδιασμός του πολεοδομικού ιστού. Θέτονται, λοιπόν, οι βάσεις για την κατασκευή ενός δικτύου νέων κτιριακών τύπων, τα οποία στεγάζουν νέες λειτουργικές ανάγκες. Οι επεμβάσεις αυτές αντικατοπτρίζουν το πνεύμα της ιταλικής διοίκησης. Αρχικά το προφίλ της Ιταλικής αποικιακής αρχιτεκτονικής, διέφερε σε σχέση με αυτό των υπόλοιπων αποικιοκρατικών δυνάμεων της Ευρώπης. Η Ιταλία δεν προσπάθησε να επιβάλλει την αρχιτεκτονική της Μητρόπολης, αλλά επιχείρησε να ενσωματώσει σε αυτήν στοιχεία από την εκάστοτε τοπική αρχιτεκτονική παράδοση, ή καλύτερα ότι έκρινε αυτή ως τοπική παράδοση66. Επί παραδείγματι, στη Λιβύη οι αρχιτέκτονες προσπάθησαν να αναδείξουν το ρωμαϊκό παρελθόν, όπως και στα Δωδεκάνησα το ιπποτικό, και στη συνέχεια να εντάξουν σε αυτό, μια νέα 65. Op. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 11 66. Ibit., σελ. 23
αρχιτεκτονική που τη θεωρούσαν τοπική. Το γεγονός αυτό φανερώνει τις αρχικά αβέβαιες κινήσεις της Ιταλικής κυβέρνησης, αλλά και τη μεταφορά του αντίστοιχου προβληματισμού της Μητρόπολης, μεταξύ ρασιοναλισμού και μνημειακής αρχιτεκτονικής67. Παραδείγματα αυτής της τάσης συνιστούν η Banca D’Italia στη Βεγγάζη (Guido Ferrazza, 1938), το ξενοδοχείο Uaddan και η νέα έδρα του INPS-INAIL στην Τρίπολη (Florestano di Fausto, 1935,1938). Αντίθετα, στην Ασμάρα της Ερυθραίας το μοντέρνο κίνημα και ο ρασιοναλισμός επηρέασαν έντονα την αποικιακή αρχιτεκτονική, όπως φαίνεται και στο Impero Cinema (Mario Messina, 1937). Η διάσταση μεταξύ αφρικανικής «παραδοσιακής» αρχιτεκτονικής και ιταλικής «κλασικής» αρχιτεκτονικής στη Λιβύη, έκανε επιτακτική την ανάγκη για αναζήτηση ενός νέου όρου που θα δημιουργούσε μια καθολική αρχιτεκτονική, γνήσια ιταλική αλλά ταυτοχρόνως με τοπικές μορφές. Η λύση βρέθηκε στον όρο μεσογειακότητα. Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Μεσογείου και ιδιαίτερα των ελληνικών νησιών, με τις λευκές επιφάνειες, τους γεωμετρικούς όγκους, τις ήρεμες αναλογίες και την καθαρότητα των μορφών, ήταν αυτή που ενέπνευσε τον μοντερνισμό αρχικά. Έτσι λοιπόν απαραίτητο ενοποιητικό στοιχείων όλων των τάσεων ήταν η καθαρότητα, η ελληνικότητα και η μεσογειακότητα της αρχιτεκτονικής της Ρώμης ως συνεχιστής της κλασικής Ελλάδας. Αυτός ο νέος μεσογειακός ρασιοναλισμός γίνεται εμφανής κυρίως στην αρχιτεκτονική των 67. Ibit., σελ. 25 [34]
Εικόνα 23. Ξενοδοχείο Uadan, Florestano di Fausto, Τρίπολη, Λιβύη, 1939
νεοσύστατων οικισμών. Όσον αφορά στα αστικά κέντρα δεν θα διαρκέσει πολύ, καθώς θα δεχτεί τις επιταγές της μνημειακότητας που επέβαλε η μεταστροφή της φασιστικής αποικιακής πολιτικής και η ανακήρυξη του Imperium.68 Παρ’ όλες τις διαφοροποιήσεις της προφασιστικής και φασιστικής Ιταλίας, η 68. Op. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 27 [35]
πολιτική που ακολουθήθηκε αποτέλεσε μια ενιαία συνέχεια, μια αλληλουχία επεμβάσεων που στόχευαν σε τρεις κατευθύνσεις: έλεγχο του χώρου μέσω της Ιταλικής διοίκησης κατοχής, επιλεγμένης προβολής και χειραγώγησης ιστορικής κληρονομιάς και τέλος πλήρους πολιτικοοικονομικής επιβολής Ιταλών εποίκων και εξάρτησης αυτοχθόνων69. Στις 69. Op. cit., Χριστοφυλάκης, Σ. Δωδεκανησιακά Χρονικά: Η αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα επί Ιταλοκρατίας (19121945), σελ. 211
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
αποικίες το μοντέρνο λειτούργησε ως προϊόν εισαγόμενο επιβεβλημένο και ταυτόχρονα ως μέσο εκπολιτισμού και εκσυγχρονισμού των κοινωνιών της περιφέρειας. Εντονότερη επιρροή είχε στην οργάνωση του χώρου και την τεχνολογία των κατασκευών, ενώ μορφολογικά συνυπήρχε με την κλασική Ιταλική αρχιτεκτονική. Τα δημόσια κτίρια, πλέον, έχουν έντονο συμβολικό χαρακτήρα ο οποίος αντανακλά την σκοπιμότητα
ανέγερσης τους. Ξεχωρίζουν στο αστικό τοπίο καθώς διαφοροποιούνται σε σχέση με προηγούμενες τυπολογίες και τεχνοτροπίες, ενώ παράλληλα παρουσιάζουν εντυπωσιακή μορφολογική ενότητα, ανεξαρτήτως λειτουργίας. Η αρχιτεκτονική ανταποκρίνεται στην νέα εικόνα που επιχειρεί να διαμορφώσει το φασιστικό καθεστώς, απαλλαγμένη από προηγούμενους παραδοσιακούς ρυθμούς.
Εικόνα 24. Cinema Impero, Mario Messina, Ασμάρα, Ερυθραία, 1937
[36]
[2.3.1 Η περίπτωση της Ρόδου] Η Ιταλία στήριξε το ιδεολογικό υπόβαθρο των επεμβάσεων της στο νησί της Ρόδου, σε δύο αντίθετες μεταξύ τους κατευθύνσεις. Η πρώτη ήταν το ιπποτικό της παρελθόν, που αποτέλεσε αναφορά μεγάλου μέρους των μορφολογικών επιλογών και η δεύτερη ήταν η μοντέρνα εκσυγχρονιστική διάσταση των επεμβάσεων, σε επίπεδο οργάνωσης του χώρου αλλά και αρχιτεκτονικής70. Όπως αναφέρθηκε και σε προηγούμενο κεφάλαιο, το ύφος των επεμβάσεων αλλά των έργων που πραγματοποιήθηκαν στη Ρόδο κατά την Ιταλοκρατία, χωρίζεται σε δύο περιόδους ανάλογα με τον εκάστοτε διοικητή (βλ. κεφ. 1ο 3.2.1 και 3.2.2). Έτσι λοιπόν παρουσιάζεται διαφορετικό στυλ αποικιακής αρχιτεκτονικής την περίοδο διακυβέρνησης του Mario Lago (1922-1936) και άλλη την περίοδο του De Vecchi (1936-1941). Την πρώτη περίοδο, η Ιταλία επιδίωξε μια ιδεατή συνέχεια με την Ιππποτοκρατία και προχώρησε στην αναβίωση τεχνοτροπιών όπως ο μανιερισμός και η αναγεννησιακή τέχνη. Η συμβολική αυτή αρχιτεκτονική που εφάρμοσε δεν υιοθετούσε αυτούσια τις μορφές αλλά μέσα από μια διαδικασία αφαίρεσης και ανασύνθεσης. Παράλληλα, στην προσπάθεια ενσωμάτωσης της «ξένης» αρχιτεκτονικής στις αποικίες, εντάχθηκαν αναγνωρίσιμα στοιχεία τοπικής παράδοσης
70. Ibit., σελ. 212 [37]
μέσα από το φίλτρο πάντα του κατακτητή71. Ο νεοκλασικισμός που είχε αναπτυχθεί μετά το 19ο αιώνα στις ελληνικές κοινότητες των Δωδεκανήσων αποκλείστηκε, γιατί παρέπεμπε στο εθνικό κέντρο των Ελλήνων, την Αθήνα72. Αλλά και η αιγαιοπελαγίτικη παράδοση υποβαθμίστηκε. Οι Ιταλοί στράφηκαν περισσότερο στην ανώνυμη και ιδεολογικά ακίνδυνη «οθωμανική», μεσογειακή και βαλκανική παράδοση73. Η νέα αρχιτεκτονική που δημιουργήθηκε συνδύασε ενετικά και γοτθικά στοιχεία με διακοσμητικά μοτίβα από τη λαϊκή τέχνη των Δωδεκανήσων και με δάνεια από την παράδοση γειτονικών αραβικών μεσογειακών κρατών74. Μέσα από τη μείξη όλης αυτής της ποικιλίας μορφών δημιουργήθηκε ένα νέο εκλεκτικιστικό αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο. Στην περίπτωση της Ρόδου, ο εκλεκτικισμός έλαβε έντονα στοιχεία εξωτισμού, που προσέδωσαν στο νησί το
71. Ως παραδοσιακή αρχιτεκτονική εννοείται η νησιώτικη αιγαιοπελαγίτικη αρχιτεκτονική. Χαρακτηριστικά της είναι οι καθαρές γραμμές και οι γεωμετρικοί όγκοι που ακολουθούν τον ακανόνιστο παραδοσιακό ιστό και τη φυσιολογία του εδάφους. (Op. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 36) 72. Op. cit., Σαραντάκου, Αρχιτεκτονική της ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα. Πολιτιστική Πύλη του Αρχιπελάγους του Αιγαίου. 73. Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, ο τρούλος των βυζαντινών εκκλησιών, μέσα από την οθωμανική του έκφραση στα λουτρά και τζαμιά, επιλέχθηκε για τους χώρους αναψυχής όπως της Έλλης και της Καλλιθέας. Παρόμοια, οι μιναρέδες θα γίνουν οι Torri Littorie του νέου καθεστώτος. (Op. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 40) 74. Op. cit., Σαραντάκου, Αρχιτεκτονική της ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα. Πολιτιστική Πύλη του Αρχιπελάγους του Αιγαίου.
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 25. Ξενοδοχείο των Ρόδων, Florestano di Fausto, Ρόδος, 1925-1927
διεθνές κλίμα του μεσογειακού θέρετρου75. Αποκορύφωμα αυτής της αρχιτεκτονικής αποτελεί το ξενοδοχείο των Ρόδων, του αρχιτέκτονα Florestano de Fausto (1925-1927) (βλ. Βιογραφικό Παράρτημα Αρχιτεκτόνων). Στα Λουτρά της Καλλιθέας (1928-1930) του Pietro Lombardi υπάρχει μια πιο αφαιρετική τάση κοντά στις αρχές του ρασιοναλισμού και
του αρ ντεκό, που αναπτύσσονταν εκείνη την περίοδο στην Ιταλία. Το ίδιο συμβαίνει τόσο στις εγκαταστάσεις θαλάσσιων λουτρών La Ronda (1935), όσο και στο Ενυδρείο (193435), έργα και τα δύο του Α. Bernabiti (βλ. Βιογραφικό Παράρτημα Αρχιτεκτόνων).
75. Op. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 30 [38]
Εικόνα 26. Λουτρά Καλλιθέας, Pietro Lombardi, 1928-1930
Εικόνα 27. Λουτρά La Ronda, σημερινή ‘Έλλη’, A. Bernabiti, 1935 [39]
Η δεύτερη περίοδος χαρακτηρίζεται από μεταστροφή της αποικιακής πολιτικής με στόχο την δημιουργία της εικόνας μιας επαρχίας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Κυριαρχεί, λοιπόν, μια αφαιρετική διάθεση και εδραιώνεται η επικράτηση του ρασιοναλισμού και του μοντέρνου κλασικισμού. Ο De Vecchi αλλάζει την εικόνα των δημόσιων κτηρίων της προηγούμενης περιόδου, αναπλάθοντας τις προσόψεις τους, με την εμφανή χρήση του πωρόλιθου ως μοντέρνο συνδετικό κρίκο με την αισθητική της ιπποτοκρατίας76. Χωρίς πολύπλοκα μορφολογικά στοιχεία, το ενδιαφέρον αυτής της αρχιτεκτονικής βρίσκεται στη φόρμα, τη χρήση του χρώματος και των υλικών και στην πλαστικότητα των όγκων που πολλές φορές γίνεται αρκετά τολμηρή. Τα νέα κτίρια που ανεγείρονται ακολουθούν τα πρότυπα της αποικιακής αρχιτεκτονικής της περιόδου, ενός μεσογειακού ρασιοναλισμού με επιρροές από το Art Déco, αντίστοιχα με αυτά των άλλων ιταλικών κτήσεων της Αφρικής. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι αυτό του θεάτρου Puccini (A. Bernabiti, 1936-37), του σημαντικότερο ρασιοναλιστικού έργου στα Δωδεκάνησα. Το κτίριο αυτό παρουσιάζει εμφανείς ομοιότητες με το Μέγαρο του Φασισμού στο Asti (Ottorino Aloisio, 1935) και με το κινηματοθέταρο του Γκοντάρ στην Αιθιοπία (Gherardo Bosio, 1940).
76. Παραδείγματα εφαρμογής της πολιτικής αυτής
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 28. Θέατρο Puccini, σημερινό Εθνικό Θέατρο, A. Bernabiti, 1963-1937
[2.3.1 Η περίπτωση της Ρόδου]
[40]
[2.4 Ίδρυση αγροτικών οικισμών] Η ίδρυση αγροτικών οικισμών, αποτελούσε βασικό μέλημα της Διοίκησης και εκφραζόταν μέσω της αντι-αστικής πολιτικής που εφάρμοσε τόσο στην Ιταλία, όσο και στις ιταλικές αποικίες στην Ερυθραία, την Σομαλία, την Λιβύη και τα Δωδεκάνησα. Η αγροτοποίηση αυτή του πληθυσμού είχε συμφέροντα οικονομικά, κοινωνικά και ιδεολογικά. Ως οικονομική κίνηση, σκόπευε στην εκμετάλλευση των πρώην ακαλλιέργητων εκτάσεων (συχνά ελώδεις περιοχές που αποξεραίνονταν) και στην κρατική αξιοποίηση της αγροτικής γης μέσω των απαλλοτριώσεων. Με την προώθηση της γεωργικής ανάπτυξης, επιχειρείται η αύξηση της εγχώριας αγροτικής παραγωγής με στόχο την επίτευξη της πολυπόθητης για τον Μουσολίνι, επισιτιστικής αυτάρκειας. Παράλληλα, δίνονταν λύση στο πρόβλημα της ανεργίας με την προσφορά εστίας και εργασίας. Την πρωτοβουλία αυτή της κυβέρνησης επικρότησαν πολλές ιδιωτικές επιχειρήσεις οι οποίες επένδυσαν στην κατασκευή των οικισμών και επωφελούνταν από το εργατικό δυναμικό. Η ίδρυση όμως των οικισμών στόχευε επίσης στον κοινωνικό διαχωρισμό , που αποτελούσε βασικό μέλημα του φασιστικού καθεστώτος. Μετά από μια περίοδο αστυφιλίας, κατάφερε να συγκεντρώσει με αυτόν τον τρόπο την αγροτική τάξη και μια μερίδα του πληθυσμού στην περιφέρεια. Ως εκ τούτου, δημιουργήθηκαν μικρότερες ομάδες πληθυσμού, άρα και ευκολότερα διαχειρίσιμες και καλύτερα ελέγξιμες. Ταυτόχρονα εξυπηρετούσε τον εξιταλισμό και την οικονομική εξαθλίωση των ιθαγενών, εντάσσοντας νησίδες ιταλικής εθνότητας σε ένα ξένο περιβάλλον [41]
και απαλλοτριώνοντας τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις των κατοίκων δίνοντας τες σε Ιταλούς αγρότες. Για τους παραπάνω λόγους, λοιπόν, ιδρύθηκαν μαζικά και κατασκευάστηκαν εκ του μηδενός, αγροτικοί οικισμοί με συγκεκριμένο χαρακτήρα, ως αναγνωρίσιμα τοπόσημα της ιταλικής φασιστικής κυριαρχίας, μέσω της χωρικής, κοινωνικής και αρχιτεκτονικής τους δομής. Οι οικισμοί αυτοί ακολουθούσαν την ορθολογική οργάνωση που επικρατούσε την εκείνη την περίοδο στον πολεοδομικό σχεδιασμό. Σε κάθε περίπτωση, διακρίνεται ένα κεντρικός πυρήνας υπηρεσιών και τοπικής εξυπηρέτησης που καθιστά τον οικισμό λειτουργικά αυτόνομο. Ο πυρήνας αυτός περιλαμβάνει την πλατεία, ως χώρο συνάθροισης των κατοίκων, ενισχύοντας την αίσθηση του ‘ανήκειν’77. Η πλατεία περικλείεται, από τις τρείς ή τέσσερις πλευρές, από δημόσια κτίρια. Οι χρήσεις που εντοπίζονται στο κέντρο σχετίζονται με την καθημερινή ζωή των εποίκων και την φασιστική προπαγάνδα78. Αυτές είναι η εκκλησία, το δημαρχείο, τα γραφεία του φασιστικού κόμματος (casa del fascio), το σχολείο (με κατοικίες για δασκάλους ανά περίπτωση), το στρατιωτικό και αστυνομικό τμήμα, το ιατρείο και το φαρμακείο (με κατοικία 77. Capresi, V, (2014). The piazza as the core of the Italian rural settlements in colonial Libya: atheatre for fascist power, the obvious answer to local town planning requirements, or just a place to meet?. 20th Century New Towns. Archetypes and Uncertainties Conference Proceedings. May 22-24, 2014. Cairo: German University in Cairo – GUC, σελ. 8 78. Ibit., σελ. 10
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 29. Αγροτικός οικισμός Oliveti, Florestano di Fausto, Τρίπολη, Λιβύη, 1938
για τον γιατρό), το πανδοχείο, ο φούρνος και η ταβέρνα. Τα κτίρια με θρησκευτική και πολιτική χρήση είναι άμεσα ορατά και αναγνωρίσιμα, λόγω του μεγαλύτερου ύψους τους σε σχέση με τα υπόλοιπα (π.χ. πύργος- σύμβολο φασισμού)79. Η εκκλησία συνήθως τοποθετείται κεντρικά της πλατείας τονίζοντας την αξονικότητα και συμμετρία του σχεδιασμού. Οι κατοικίες που προορίζονται για τις αγροτικές οικογένειες, αναπτύσσονται περιμετρικά του διοικητικού αυτού πυρήνα, πάνω στο νέο οδικό δίκτυο, δημιουργώντας έναν δακτύλιο προστασίας80. Παράλληλα με την αγροτοποίηση της 79. Ibit. σελ. 9 80. Fuller, M. (2007). Moderns Abroad. Architecture, cities and Italian imperialism. New York: Routledge, σελ. 184
ιταλικής κοινωνίας, θέτεται σε εφαρμογή το στρατηγικό πλάνο χορηγούμενου εποικισμού των υπερπόντιων κτήσεων. Έτσι, στις αποικίες της Αφρικής και των Δωδεκανήσων, ανεγείρονται οικισμοί σε εύφορες περιοχές, σαφώς οριοθετημένοι και πλήρως σχεδιασμένοι81. Η διαφορά σε σχέση με τους ιταλικούς οικισμούς, είναι ότι στις αποικίες χτίζονται σε ήδη κατοικημένες περιοχές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, όσο και αν πρόβαλε το αντίθετο η ιταλική διοίκηση, να αφομοιωθούν στοιχεία από τοπικές παραδόσεις82. Στην
81. Τα οικόπεδα διαχωρίζονται με τρόπο τέτοιο ώστε να αντιστοιχεί ένα σε κάθε οικογένεια-αγροικία. 82. Οι άραβες ήταν μέρος του εργατικού δυναμικού, γείτονες και ενεργά μέλη της οικονομίας των οικισμών. (Op. cit., Fuller, Moderns Abroad. Architecture, cities and Italian imperialis, σελ. 173) [42]
α
β
Εικόνα 30. α. Τύπος παραδοσιακής κατοικίας Αιθιοπίας, β. Αγροτική επιχείρηση, Pietro Morresi & Dogoberto Ortensi, Αιθιοπία
ανοικοδόμηση των οικισμών αυτών, φαίνεται η προσπάθεια ένταξης, λίγο ή πολύ, στοιχείων της τοπικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Για παράδειγμα στην Αιθιοπία, στον σχεδιασμό μιας αγροτικής επιχείρησης (έργο των Pietro Morresi και Dogoberto Ortensi), φαίνεται η μίμηση του τύπου της παραδοσιακής κατοικίας tukuls, με πιο εξελιγμένη τεχνολογία κατασκευής. Η ανέγερση νέων οικισμών έλαβε τεράστιες διαστάσεις στην περίπτωση του αγροτικού ιταλικού εποικισμού της Λιβύης83. Εκεί ο κυβερνήτης Italo Balbo, μετά από μια διαδικασία αποξηράνσεων 83. Η Λιβύη στην απογραφή του 1939 αριθμούσε 108.419 Ιταλούς κατοίκους και αποτελούσαν το 12,37% του πληθυσμού. (Ibid.) [43]
και απαλλοτριώσεων, στο διάστημα 19341939 δημιούργησε 37 νέους αγροτικούς οικισμούς και εγκατέστησε 25.000 ιταλούς έποικους84.Οι νεοσύστατοι αγροτικοί οικισμοί είναι κτισμένοι κατά μήκος των ακτών ανάμεσα στην Τρίπολη και την Κυρηναϊκή, σε εύφορες εκτάσεις85. Υπεύθυνοι για τον σχεδιασμό και την κατασκευή αυτών, ήταν οι αρχιτέκτονες Florestano Di Fausto, Umberto
84. Στους αποικιακούς οικισμούς, εγκαθίστανται έποικοι κυρίως από την Βόρεια Ιταλία, η οποία χαρακτηρίζεται για την προηγμένη της αγροτική παράδοση. Οι λόγοι εποικισμού ήταν κυρίως οικονομικοί. 85. Αυτού του είδους η αρχιτεκτονική έγινε συχνά στόχος αρνητικής κρητικής, καθώς δημοσιεύματα στην μητρόπολη την χαρακτήριζαν προιον γραφείου δημοσίων έργων. (Op. cit., Fuller, Moderns Abroad. Architecture, cities and Italian imperialis, σελ. 174)
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Di Segni και John Pellegrini86. Ακολουθούν μια ρασιοναλιστική γλώσσα με μεσογειακό τρόπο αποδοσμένη, εντάσσοντας ταυτόχρονα αραβικά στοιχεία. Λευκά γεωμετρικά κτίσματα, απλές ογκοπλασίες αρθρωτές μεταξύ τους σε διαφορετικά επίπεδα, στοές με τοξωτές καμάρες και εξωτερικά κλιμακοστάσια που οδηγούν σε βεράντες είναι μερικά από τα γενικά χαρακτηριστικά. Παραδείγματα των αγροτικών ιταλικών οικισμών στην Λιβύη αποτελούν οι οικισμοί Luigi Razza (1936), Bianchi (1937), Oliveti (1938) και D’ Annunzio (1938)87. Στις αγροικίες παρατηρούνται επαναλαμβανόμενες τυπολογίες σπιτιών, χωρίς διακοσμητικά στοιχεία και με γνώμονα σχεδιασμού την λειτουργικότητα και την υγιεινή.
Εικόνα 32. Αγροτικός οικισμός Bianchi, Λιβύη, 1937
Εικόνα 33. Αγροτικός οικισμός Oliveti, Λιβύη, 1938
Εικόνα 31. Τυπολογία ιταλικής αγροικίας στη Λιβύη 86. Op. cit., Città di fondazione nel periodo fascista, http://www.wikiwand.com 87. Οι οικισμοί Oliveti και D’ Annunzio είναι έργο του αρχιτέκτονα F. Di Fausto.
Εικόνα 34. Αγροτικός οικισμός D’ Annunzio , Λιβύη, 1938 [2.4 Ίδρυση αγροτικών οικισμών]
[44]
[2.4.1 Ιταλικοί οικισμοί στη Ρόδο]
[45]
Η μεταφορά Ιταλών εποίκων στη Ρόδο αποσκοπούσε στην αποξένωση του ελληνικού στοιχείου από τη γη του, τη εκμετάλλευση του ως εργατικό δυναμικό στην κατασκευή των δημόσιων έργων και τη διαχείριση της γεωργικής παραγωγής από τους Ιταλούς88. Ανάμεσα στα μέτρα που πήραν οι Ιταλοί που οδήγησαν στην εξαθλίωση των Δωδεκανήσιων, αλλά παράλληλα εξυπηρέτησαν τους εποικιστικούς σκοπούς ήταν τα ακόλουθα: Αρχικά, το διάταγμα του 1924 «περί δασών», σύμφωνα με το οποίο απαγορευόταν στους Έλληνες γαιοκτήμονες να σπείρουν ή να καλλιεργήσουν σε μέρη που υπήρχε έστω και ένας θάμνος, με το πρόσχημα προστασίας των δασών89. Έπειτα, το διάταγμα του 1928, όπου όριζε ότι τα ακαλλιέργητα για τρία χρόνια χωράφια (ως συνέπεια του προηγούμενου διατάγματος) περιέχονταν στο ιταλικό δημόσιο και παραχωρούνταν για καλλιέργεια σε Ιταλούς90. Τέλος, το διάταγμα του 1929 (όταν καταρτίστηκε το κτηματολόγιο) με το οποίο απαλλοτριώνονταν τα κτήματα που είχαν μείνει στην ιδιοκτησία των Δωδεκανησίων (κοινότητες, εκκλησία, μοναστήρια, ιδιώτες) και δίνονταν το δικαίωμα σε Ιταλούς να τα καταλάβουν και να τα καλλιεργήσουν εφαρμόζοντας πρότυπους μεθόδους καλλιέργειας91. Με αυτόν τον τρόπο κατάφεραν να απαλλοτριώσουν μεγάλες εκτάσεις γης και να τις καταγράψουν
στο νεοσύστατο Κτηματολόγιο ως κρατική περιουσία. Έπειτα «παραχωρούσαν» κάποιες από τις εκτάσεις αυτές σε ιδιωτικές επιχειρήσεις που θα επένδυαν στην Ρόδο, με αντάλλαγμα την κάλυψη των εξόδων ή την παροχή υλικών για την δημιουργία δημοσίων έργων. Έτσι αρκετοί από τους αγροτικούς οικισμούς που ιδρύθηκαν, σχετίστηκαν με την ανέγερση αντίστοιχων αγροτικών επιχειρήσεων92.
88. Op. cit., Παπαχριστοδούλου, Ιστορία της Ρόδου, Από τους προϊστορικούς χρόνους έως την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου (1948), σελ. 554 89. Op. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 64 90. Ibid., σ. 65 91. Ibid., σ. 65
92. Μάλιστα το 1928 η Τράπεζα της Σικελίας παρείχε ευνοϊκές συνθήκες και πιστώσεις για ίδρυση αγροτικών επιχειρήσεων. Τον ίδιο χρόνο ιδρύθηκε το κρατικό μονοπώλειο παραγωγής κρασιού (Cooperative Agricola Italiana di Rodi, CAIR). (Fuller, M. (2007). Moderns Abroad. Architecture, cities and Italian imperialism. New York: Routledge, σελ. 178)
Στα Δωδεκάνησα ιδρύθηκαν έξι ιταλικοί οικισμοί ανάμεσα σε ελληνικούς, τέσσερις στη Ρόδο και δύο στην Κω. Οι οικισμοί αυτοί ήταν το San Marco (Κατταβιά), το Peveragno (Καλαμώνας), το Campochiaro (Ελεούσα) και το San Benedetto (Κολύμπια) στη Ρόδο και το Torre in Lambi (Λάμπη) και το Anguillara ή Primavera ή Fiorenza (Λινοπότης) στην Κω. Κάθε οικισμός είχε διαφορετική εξειδίκευση ως προς την αγροτική οικονομία. Παρακάτω αναλύονται οι τέσσερις οικισμοί που ιδρύθηκαν στη Ρόδο.
Εικόνα 35. Τοποθεσία ιταλικών αγροτικών οικισμών στη Ρόδο, Απέναντι σελίδα
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[46]
Εικόνα 36. Κεντρικό κτιριακό συγκρότημα αγροτικού ιταλικού οικισμού San Marco, Κατταβιά, Ρόδος, 1946
[47]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[2.4.1.1 San Marco] Τοποθεσία Το 1925 ξεκινάει η συστηματική προσπάθεια εποικισμού στην πεδιάδα της Κατταβιάς, στο νότιο άκρο του νησιού, σε μια από τις πιο εύφορες περιοχές της Ρόδου, τότε γνωστή με την ονομασία «Ήμερος πεύκος» (σημερινή περιοχή Αγίου Παύλου). Η περιοχή έχει υψόμετρο 47 μέτρα και βρίσκεται σε απόσταση 78 χιλιομέτρων από την πόλη της Ρόδου. Εκεί ιδρύεται η γεωργική εταιρία με την ονομασία «Azienda Agricola San Marco», η οποία δραστηριοποιείται σε κτήματα των κατοίκων της Κατταβιάς και της Λαχανιάς. Η ιταλική Διοίκηση, λοιπόν, προχωράει σε απαλλοτριώσεις των δύο αυτών περιοχών, ανταλλάσσοντας τα με άλλα κτήματα λιγότερο εύφορα. Στην περιοχή της Κατταβιάς γίνονται οι περισσότερες δημεύσεις των ιδιοκτησιών93. Εκεί δημιουργήθηκε στρατιωτικό αεροδρόμιο λόγω της στρατηγικής του γεωγραφικής θέσης ( κοντά σε Κρήτη και Λίβανο). Μετά από δύο χρόνια όμως λειτουργίας, η εταιρία δεν φαίνεται να έχει δραστηριότητα, με αποτέλεσμα την οικονομική της καταστροφή. Το 1932 αναδιοργανώνεται ο χώρος και γίνονται και άλλες απαλλοτριώσεις αυτή τη φορά κτημάτων που ανήκαν σε Τουρκοκρητικούς, αποζημιώνοντάς τους ελάχιστα και μεταφέροντάς τους στην περιοχή Ασγούρου94.
93. Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ. 206 94. Τσαλαχούρης, Κ. (2000). Οικονομική Πολιτική της Ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα. Αθήνα: Τροχαλία, σελ. 83
Ίδρυση οικισμού Στις 29/03/1935 ο Mario Lago με κυβερνητικό διάταγμα, το υπ’ αρ. 77, ιδρύει τον οικισμό με την ονομασία San Marco, από την ομώνυμη εκκλησία που χτίστηκε εκεί. Το διάταγμα αυτό καθορίζει το ίδρυμα της κυβερνητικής αγροτικής αντιπροσωπίας “San Marco”, σε μια περιοχή που υποδιαιρείται σε δύο ζώνες. Η μια ζώνη αποτελείται από τέσσερα αγροκτήματα και τα αντίστοιχα σπίτια εποίκων και η άλλη χρησιμοποιείται ως βοσκότοπος95. Συνολικά το αγρόκτημα είχε έκταση 2500 στρεμμάτων, που καλλιεργούνταν με σιτηρά εκ των οποίων τα 75 στρέμματα με αμπέλια. Τον 1922 μεταφέρθηκαν περίπου 100 Ιταλοί γεωργοί από το Τρέβιζο (Treviso) και την Ρομάνια (Romania) (Βόρεια Ιταλία) με τις οικογένειες τους, που επιδόθηκαν στην καλλιέργεια των απαλλοτριωθέντων αγρών96. Αργότερα, τον Μάιο του 1935 είχαν έρθει από την Ιταλία και εγκαταστάθηκαν στον οικισμό τέσσερις πολυμελείς οικογένειες. Ο μισθός για κάθε έποικο ήταν 200 ιταλ. λιρέτες τον μήνα97. Είχαν διατεθεί επίσης τρία φορτηγά αυτοκίνητα, γεωργικά εργαλεία, μηχανικά μέσα και πεντακόσια πρόβατα.
95. Martinoli, S., & Perotti, E. (1999). Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943. Torino: Ed. Fondazione Giovanni Agnelli, σελ. 520 96. Petrucci, M. (2010). Restituiamo la storia: atlante geostorico di Rodi: territorialità, attori, pratiche e rappresentazioni (1912-1947): per una geografia del colonialismo italiano. Roma: Gangemi, σελ. 90 97. Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ.. 206 [48]
Έργα Στον αγροτικό οικισμό San Marco, παρά τον μικρό αριθμό των κατοίκων κατασκευάζονται έργα ώστε να καλύψουν τις νέες λειτουργίες. Ανεγείρονται τυπικές αγροτικές κατοικίες, με δυνατότητα φιλοξενίας 45-50 οικογενειών. Παράλληλα ιδρύεται αγροτική φυλακή, ονόματι «Colonia Penale Agricola», όπου το 1935 απασχολούσε 40 ποινικούς καταδίκους και 70 εργάτες-πολίτες98. Το 1936 χτίζονται 8 μεταγενέστερα σπίτια εποίκων και επισκευάζονται τα προϋπάρχοντα. Στον κέντρο του οικισμού, συγκεντρώνονται όλες οι διοικητικές υπηρεσίες, σε ένα κτηριακό συγκρότημα γύρω από την εκκλησία. Δίπλα από το συγκρότημα αυτό κατασκευάζεται το υδραγωγείο.
αλλά στο εσωτερικό των ιδιοκτησιών99. Το San Marco παρουσιάζεται ως ένα ισορροπημένο σύνολο οικισμού, με έντονη την οριζόντια διάσταση και με ήρεμη ένταξη στο τοπίο100.
Πολεοδομική συγκρότηση Ο οικισμός αναπτύσσεται κατά μήκος της κεντρικής οδικής αρτηρίας του νησιού αλλά και της κάθετης προς αυτήν δενδρώδους λεωφόρου, μήκους ενός χιλιομέτρου, που οδηγεί προς την θάλασσα (βλ. εικόνα 37). Ο κύριος αυτός δρόμος φυτεύτηκε με κυπαρίσσια για λόγους σκίασης αλλά και προστασίας των εκατέρωθεν αγρών από τους ανέμους. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι δεν οδηγεί αξονικά προς το κεντρικό κτίριο, όπως θα περίμενε κανείς, αλλά στα δεξιά του, προς το υδραγωγείο. Η βασική αρτηρία του νησιού διέρχεται μπροστά από το κεντρικό συγκρότημα τέμνοντας έτσι τον οικισμό στα δυο. Το οικιστικό συγκρότημα υποδιαιρείται σε 14 ιδιοκτησίες (1938), με μικρά σπίτια εποίκων, χτισμένα όχι στο όριο του δρόμου 98. Ibid., σ. 206 [49]
Εικόνα 37. Κεντρικός δρόμος με κυπαρίσσια Εικόνα 38. Δορυφορική εικόνα οικισμού San Marco (με λευκό τετράγωνο σημειώνεται το διοικητικό κέντρο), Απέναντι σελίδα 99. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 520 100. Op. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 74
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[50]
Εικόνα 39. Κύρια νότια όψη κεντρικού κτιριακού συγκροτήματος San Marco
Κεντρικό κτιριακό συγκρότημα Το κεντρικό κτιριακό συγκρότημα είναι προσανατολισμένο στην κατεύθυνση ανατολής δύσης, έτσι ώστε να κοιτάει προς τις καλλιεργούμενες εκτάσεις. Η κάτοψη του είναι σε σχήμα Π, σχηματίζοντας μια ορθογωνική πλατεία, αποτελούμενο από δυο πτέρυγες εκατέρωθεν της εκκλησίας του San Marco και σε επαφή με αυτήν. Ανατολικά της εκκλησίας υπάρχει ένα τετραγωνικής κάτοψης αίθριο με περιμετρική περίστυλη στοά101 (βλ. εικόνα 41). Στην δυτική γωνία, η άρθρωση των δύο πλευρών επιτυγχάνεται 101. Petrucci, M. (2010). Restituiamo la storia: atlante geostorico di Rodi: territorialità, attori, pratiche e rappresentazioni (1912-1947): per una geografia del colonialismo italiano. Roma: Gangemi, σελ. 91 [51]
Εικόνα 40. Κάτοψη σχολείου (αριστερά) και κατοικίας για τις καλογριές (πάνω δεξιά)
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
με ένα κυκλικό κτίσμα. Το συγκρότημα αυτό εκτός από εκκλησία, διέθετε δημοτικό σχολείο για την εκπαίδευση των παιδιών των εποίκων102, με προσαρτημένη κατοικία για τις καλόγριες, κοινοτικά γραφεία, αστυνομικό τμήμα, αποθήκες, φούρνο, φασιστική λέσχη και κτίριο διοίκησης. Η κατασκευή του είναι από οπλισμένο σκυρόδεμα103. Εκκλησία
Εικόνα 41. Αίθριο με περιμετρική περίστυλη
Εικόνα 42. Εσωτερικός χώρος της εκκλησίας San Marco
Η εκκλησία σχεδιάστηκε το 1922 από τον πολιτικό μηχανικό Torasso104, αλλά κατασκευάστηκε πολύ αργότερα, και εγκαινιάστηκε το 1937105. Αποτελεί τύπο μονόκλιτης βασιλικής με κυλινδρική επιστέγαση. Στην πρόσοψή της δεσπόζει ένας κυκλικός φεγγίτης κεντρικά, ενώ η εντυπωσιακή τοξωτή πύλη έχει περίτεχνα πλαίσια από εμφανή οπτοπλινθοδομή και έρχεται έτσι σε αντίθεση με την λευκή επιφάνεια της. Ο τετραγωνικής μορφής πύργος του καμπαναριού με το ρολόι, σε δευτερεύουσα θέση, είναι επενδυμένος και αυτός με τούβλα και καταλήγει σε πυραμιδοειδή στέγη. Το εκκλησιαστικό συγκρότημα, σε συνδυασμό με την απλότητα του αγροτικού περιβάλλοντος, είναι Φραγκισκανικού ύφους106. 102. Φούρλα, Δ.-Μ. (16/11/2016). Συνοπτική Ιστορική Αναδρομή στην εκπαίδευση Ιταλοκρατία. Δημοκρατική. 103. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 520 104. Ο Torasso είχε σχεδιάσει και το γυμνάσιο θηλέων Ρόδου μαζί με τον Fl. di Fausto που είχε σχεδιάσει τις όψεις. 105. Livadiotti, M., & Rocco, G. (1996). La presenza italiana nel Dodecaneso tra il 1912 e il 1948 : la ricerca archeologica, la conservazione, la scelte progettuali. Catania: Edizioni del Prisma, σελ. 338 106. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 520 [2.4.1.1 San Marco]
[52]
Αγροτικές φυλακές
[53]
Αγροικίες
Ιδιαίτερο κτίσμα αποτελεί επίσης αυτό των αγροτικών φυλακών. Αρχικά, η προβλεπόμενη του χρήση ήταν μεταξουργείο. Το κτίριο περιλάμβανε τμήματα παραλαβής, διανομής και απόπνιξης κουκουλιών, αναπηνιστήριο, κλωστήριο, μηχανοστάσιο, αποθηκευτικούς χώρους, καθώς και μαγειρείο, τραπεζαρία και χώρους διαμονής των εργατών107. Το συγκρότημα δεν λειτούργησε για αρκετό διάστημα ως μεταξουργείο, καθώς σύντομα μετατράπηκε σε αγροτικές φυλακές ώστε να καλύψει τις ανάγκες τις περιοχής108. Η ογκοπλασία του είναι λιτή. Οι επιμήκεις πτέρυγες οργανώνονται με τέτοιο τρόπο ώστε να σχηματίζουν ένα ανοιχτό τετράγωνο αίθριο. Είναι απομονωμένο από τον υπόλοιπο οικισμό και έχει μέτωπο στραμμένο προς το κεντρικό συγκρότημα. Εντυπωσιακή είναι η μεγάλη τοξωτή του πύλη πλαισιωμένη με εμφανείς λίθους, με την κεντρική υπερύψωση εν είδη καμπαναριού.
Οι αγροικίες που χτίζονται στην περιοχή με επιταγές την λειτουργικότητα και την οικονομία, χαρακτηρίζονται από λιτότητα σχεδιασμού και θυμίζουν κατοικίες μεσογειακής αρχιτεκτονικής109. Είναι ισόγεια κτίσματα μικρής κλίμακας, με ξύλινη πέργολα στο χώρο της εισόδου, η οποία στηρίζεται σε κίονα στην μια γωνία. Η κάτοψη τους είναι σε σχήμα σταυρού, ενώ στις δύο γωνίες οργανώνονται αντιδιαμετρικά η είσοδος και ένας χώρος κουζίνας που φέρει μονόκλινη στέγη. Παρατηρείται συνδυασμός διαφορετικών τύπων ανοιγμάτων, όπως γωνιακά (συνήθως δίπλα στο χώρο εισόδου), τοξωτά αλλά και απλά ορθοκανονικά. Οι καπνοδόχοι είναι τετραγωνικής διατομής και επενδυμένοι με τούβλο. Δίπλα από την κάθε κατοικία και σε μικρή απόσταση υπάρχει στάβλος ή αποθήκη, με ορθογωνική κάτοψη.
Εικόνα 43. Πρόσοψη αγροτικών φυλακών
Εικόνα 44. Τύπος αγροικίας οικισμού San Marco
107. Μαργιέ, Α., & Χαλβαντζή, Φ. (2010). Ιταλικά βιομηχανικά συγκροτήματα στο νησί της Ρόδου. Ανάκτηση Μάιος 5, 2017, από www.teepelop.gr 108. Οι φυλακισμένοι του σωφρονιστηρίου, είναι κατάδικοι μικρότερων εγκλημάτων και συμβάλλουν στην εργασία στα χωράφια.
109. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 520
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Σημερινή κατάσταση Σήμερα, ο οικισμός San Marco στέκει εγκαταλειμμένος. Με τον βομβαρδισμό από τους Βρετανούς το 1941 110, λόγω της κοντινής απόστασης από το στρατιωτικό αεροδρόμιο, ο οικισμός υπέστη φθορές. Παρ΄ όλα αυτά, το κεντρικό συγκρότημα και οι περισσότερες κατοικίες υφίστανται ως σήμερα. Με την αποχώρηση των Ιταλών εποίκων από την περιοχή και μετά την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα (1948), οι απαλλοτριωθείσες εκτάσεις μοιράστηκαν πάλι πίσω στους ντόπιους. Μερικές από τις αγροικίες κατοικούνται κανονικά σήμερα, και άλλες χρησιμεύουν σαν βοηθητικοί χώροι για τους αγρότες ή στέκουν εγκαταλελειμμένες. Το εργοστάσιο μεταξουργίας, το 1998 χαρακτηρίστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού ως διατηρητέο μνημείο, ωστόσο μέχρι σήμερα παραμένει εγκαταλειμμένο111. Όσον αφορά το συγκρότημα της πλατείας, τέθηκαν προβλήματα σχετικά με την ιδιοκτησία, μιας και παραχωρήθηκε η κυριότητα του στην Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Δωδεκανήσου το 1977 από την Νομαρχία, γεγονός που δεν βρίσκει σύμφωνους τους ιδιοκτήτες των ακινήτων όπως παρουσιάζονται στο Κτηματολόγιο112. Η εκκλησία από την άλλη, περιήλθε στην περιουσία της Ιεράς
110. Maltoni, L. (2000). Rodi Settembre 1942 sabotaggio agli aeroporti. Ανάκτηση Απρίλιος 29, 2017, από http://www.icsm.it 111. Μιχαλάκη, Μ. (2010, Δεκεμβρίου 06). Η βιομηχανική κληρονομιά της Δωδεκανήσου. Ανάκτηση Μάιος 05, 2017, από http://www.monumenta.org 112. Αθανασίου, Δ. (24/01/2014). Αντιδικίες για το ιστορικό ακίνητο του Αγίου Παύλου. Δημοκρατική (Ρόδου).
Μητρόπολης Ρόδου113, ενώ μετατράπηκε σε ορθόδοξη και μετονομάστηκε σε Άγιο Παύλο. Σήμερα έχουν ξεκινήσει κάποιες ενέργειες αποκατάστασης της εκκλησίας, αλλά και τμήματος των κτηρίων με ιδιωτική πρωτοβουλία.
Εικόνα 45. Άποψη του συγκροτήματος πλατείας από τον δρόμο, διακρίνεται το λευκό αποκατεστημένο τμήμα
Εικόνα 46. Εγκαταλελειμμένη αγροικία στον οικισμό San Marco 113. Μαστροδημήτρης, Μ. (10/05/2015). Το κτηριακό συγκρότημα στον Άγιο Παύλο της Κατταβιάς, που επί Ιταλοκρατίας λειτούργησε και ως φυλακή και η σημερινή εικόνα εγκατάλειψης. Η Ροδιακή. [2.4.1.1 San Marco]
[54]
Εικόνα 47. Πλατεία με δημόσια κτίρια του αγροτικού ιταλικού οικισμού Peveragno, Άνω Καλαμώνας, Ρόδος, 1931
[55]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[2.4.1.2 Peveragno] Τοποθεσία Χρονολογικά το δεύτερο γεωργικό χωριό που δημιουργήθηκε και κατοικήθηκε από Ιταλούς εποίκους ήταν το Peveragno στην «Κοιλάδα του Πελεκάνου», γνωστή ως «Κοιλάδα των Πεταλούδων»114. Το 1927 στην περιοχή Κάτω Καλαμώνα της Ρόδου ιδρύθηκε η ανώνυμη εταιρία καλλιέργειας φρούτων «La Centrale» (Societa Frutticοltura di Rodi) και κατείχε έκταση 1000 εκταρίων. Ο Κάτω Καλαμώνας βρίσκεται σε υψόμετρο 35 μ. και απέχει 20 χιλιόμετρα από την πόλη της Ρόδου. Έτσι υπό την καθοδήγηση της αγροτικής επιχείρησης, χτίστηκε στα ερείπια του τούρκικου οικισμού Άνω Καλαμώνα, αλλά και σε απαλλοτριωθείσες εκτάσεις, ο οικισμός Peveragno. To Peveragno απέχει από την επιχείρηση «La Centrale» 4,3 χιλιόμετρα και βρίσκεται σε υψόμετρο 122 μέτρα. Τα κτήματα που απαλλοτριωθήκαν έναντι ελάχιστης αξίας, ανήκαν σε γεωργούς από τα γειτονικά χωριά της Βιλλανόβα (σημερινού Παραδεισίου), της Δαματριάς, της Θολού και της Σορωνής115. Ο οικισμός παραδόθηκε έτοιμος στους εποίκους κατά το μέσα του 1929. Ίδρυση οικισμού Με κυβερνητικό διάταγμα, στις 08/08/1930 114. Παπανικολάου Β. (2014). Η Κοιλάδα του Πελεκάνου ή Η κοιλάδα με τις Πεταλούδες, στον Καλαμώνα – Θελόγου Ρόδου, από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας μέχρι σήμερα. Ρόδος: Τέχνη, σελ. 14 115. Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ. 206
δόθηκε στον οικισμό η ονομασία Peveragno, ως φόρος τιμής στην καταγωγή του διοικητή Mario Lago, το Peveragno Cunense116. Το Peveragno αποτελεί το μεγαλύτερο ιταλικό χωριό, καθώς αρχικά καταλαμβάνει έκταση 10.000 στρεμμάτων ενώ επεκτείνεται σε άλλη πολύ μεγαλύτερη, επιφάνειας 23.000 στρεμμάτων117. Είναι η πρώτη κρατική αγροτική επιχείρηση με 5000 καλλιεργήσιμα στρέμματα, από τα οποία, 2000 ήταν φυτεμένα με πρότυπα είδη αμερικανικών αμπελιών, 2000 με σιτηρά και άλλα 1000 με ελιές και εσπεριδοειδή118. Η περιοχή υποδιαιρείται σε δύο τμήματα: ένα περισσότερο πεδινό (της επιχείρησης) και ένα μεγαλύτερης έκτασης ορεινό το οποίο ενδείκνυται τόσο για γεωργική εκμετάλλευση όσο και για κτηνοτροφική. Κατά τον Ιούνιο του 1935 κατοικούσαν στο Peveragno 420 έποικοι καταγόμενοι από τη Λομβαρδία (Lomardia), κυρίως Παβία (Pavia), αλλά και την Σικελία (Sicilia) και την Απουλία (Puglia)119. Ο μισθός για κάθε ενήλικο εργάτη ανερχόταν σε 450 ιταλικές λιρέτες τον μήνα, ενώ παράλληλα ήταν απαλλαγμένος από κάθε φόρο120. Τα παραγόμενα προϊόντα όμως δεν έφθαναν για να καλύψουν τις ανάγκες των 60 οικογενειών.
116. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 517 117. Op. cit., Τσαλαχούρης, Οικονομική Πολιτική της Ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα, σελ. 80 118. Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ. 207 119. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 519 120. Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ. 208 [56]
Εικόνα 48. Αγροτική επιχείρηση La Centrale, Κάτω Καλαμώνας, Ρόδος, 1931
Πολεοδομική συγκρότηση Το 1926 διανοίχτηκε ο δρόμος που συνέδεε τον επαρχιακό δρόμο Ρόδου-Καμείρου με την κοιλάδα των Πεταλούδων, και διέσχιζε το εσωτερικό του νησιού προς τα δυτικά. Κατά μήκος αυτού του δρόμου συναντάμε στις περιοχές του Κάτω και Άνω Καλαμώνα, δύο κέντρα – πυρήνες με περιμετρικά αγροκτήματα. Στο πρώτο κέντρο, στην περιοχή του Κάτω Καλαμώνα, είναι χωροθετημένη πάνω στην βασική κεντρική αρτηρία, η αγροτική επιχείρηση «La Centrale». Η επιχείρηση ανέγειρε δεκάδες κτίρια με γεωργικές και βιομηχανικές λειτουργίες, όπως αλευρόμυλος, ελαιοτριβείο, μηχανουργείο, σιδηρουργείο, ξυλουργείο, στάβλους κ.α.121. Πρόκειται για επιμήκη κτίρια με μέτωπο προς τον δρόμο. Στη συνέχεια, ο δεύτερος πυρήνας χωροθετήθηκε στο κέντρο του τούρκικου οικισμού, στην περιοχή του Άνω Καλαμώνα και αποτελεί τον βασικό οικισμό Pevergano, με τις αγροικίες και τις δημόσιες υπηρεσίες. Ο οικισμός δεν φαίνεται να ακολουθεί κάποια κανονικότητα στον σχεδιασμό του, λόγω του έντονου φυσικού ανάγλυφου. 121. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 518 [57]
Έργα Στον οικισμό έγιναν έργα υδατικής οικονομίας όπως φράγματα, δεξαμενές, αγωγοί και διώρυγες. Ανεγέρθηκαν συνολικά 35 κατοικίες122. Το παλιό μουσουλμανικό τέμενος του τούρκικου χωριού μετασχηματίστηκε σε καθολική εκκλησία αφιερωμένη στη Santa Maria delle Stelle, πολιούχο του χωριού και εγκαινιάστηκε στις 27 Ιουλίου του 1930123. Χτίζονται ακόμα δύο σχολεία, ενδιαίτημα καλογριών, δημαρχείο, ταβέρνα, πρατήριο, φασιστική λέσχη (casa del fascio), γραφεία, σταθμός χωροφυλακής και αποθήκες. Τα οικοδομήματα αυτά ήταν δυσαναλόγως πολυτελή για την πραγματική οικονομική σημασία της επιχείρησης. Η τυπολογία των κτιρίων αυτών αποτελεί δείγμα εκλεκτικιστικής Εικόνα 49. Δορυφορική εικόνα οικισμού Peveragno, στα αριστερά με λευκό τετράγωνο σημειώνεται: 1. το κέντρο της επιχείρησης La Centrale (Κάτω Καλαμώνας), 2. το κέντρο του οικισμού Pevergno(Άνω Καλαμώνας), Απέναντι σελίδα
122. Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ. 207 123. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 517
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[58]
αρχιτεκτονικής με ρασιοναλιστικά στοιχεία124. Για την λειτουργία του οικισμού δαπανήθηκαν 17 εκατομμύρια λιρέτες, ποσό που θεωρήθηκε μη ανταποδοτικό125. Κεντρικό κτιριακό συγκρότημα Το 1932 ξεκινάν οι εργασίες κατασκευής των κτηρίων του διοικητικού κέντρου του οικισμού, βάση των σχεδίων του αρχιτέκτονα Bernabiti, και διήρκησαν ένα χρόνο. Το κτίριο το οποίο λειτούργησε ως σχολείο (νηπιαγωγείο και δημοτικό), συνδυάζει όγκους διαφόρων διαστάσεων, ενωμένους μέσω μιας γωνιακής πρόσοψης, με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό ένα καμπαναριό στην κορυφή126 (βλ. εικόνα 50). Παράλληλα, χτίζεται το κτίριο των στρατώνων των αστυνομικών, γωνιακό με ένα οκταγωνικής βάσης πύργο στο κέντρο, που σηματοδοτεί την είσοδο. Μάλιστα το κτίριο αυτό αναπτύσσεται σε δύο επίπεδα καθώς εκμεταλλεύεται την κλίση
του εδάφους (βλ. εικόνα 52, 54). Το δημαρχείο, τα γραφεία διοίκησης, η ιατρική κλινική, το φαρμακείο καθώς και το δωμάτιο – διαμέρισμα του γιατρού, στεγάζονται όλα μαζί σε ένα κτίριο127 (βλ. εικόνα 51, 53). Το πολυλειτουργικό αυτό κτίσμα είναι κατασκευασμένο επίσης σε σχήμα «L» με ένα χαρακτηριστικό υπερυψωμένο κυλινδρικό πυργίσκο στη θέση της γωνίας, που στην κορυφή του είναι διακοσμημένος μ’ ένα γεωμετρικό τριγωνικό μοτίβο. Το κτίριο στη νότια πλευρά διαθέτει κεκλιμένο στέγαστρο με κεραμίδια, το οποίο στηρίζεται σε τούβλινες κολώνες. Η επιλογή των υλικών, με τις λεπτομέρειες των εμφανών οπτοπλίνθων να χρησιμοποιούνται ως επί το πλείστον στα τελειώματα (φινιρίσματα), τις κεραμοσκεπές και το λευκό επίχρισμα, προσδίδει στα κτίρια ένα ρουστίκ128 και παραδοσιακό χαρακτήρα129. Το διακοσμητικό αυτό ύφος επαναλαμβάνεται και στις κατοικίες με πιο ήπιο τρόπο.
Εικόνα 50. Πανοραμική άποψη οικισμού Peveragno, 1931 124. Op. cit., Livadiotti & Rocco, La presenza italiana nel Dodecaneso tra il 1912 e il 1948 : la ricerca archeologica, la conservazione, la scelte progettuali, σελ. 334 125. Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ. 208 126. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 517 [59]
127. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 518 128. Ρουστίκ: το διακοσμητικό ύφος που μιμείται τα πρότυπα του παραδοσιακού αγροτικού Πολιτισμού. 129. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 518
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 51. Σχολείο οικισμού Peveragno, 1931
Εικόνα 54. Διοικητήριο οικισμού Peveragno, ανατολική όψη και κάτοψη
Εικόνα 52. Διοικητήριο οικισμού Peveragno, 1931
Εικόνα 53. Στρατώνας χωροφυλακής οικισμού Peveragno, 1931
Εικόνα 55. Στρατώνας χωροφυλακής οικισμού Peveragno, οψοτομή και κάτοψη [2.4.1.2 Peveragno]
[60]
Εκκλησία Η εκκλησία του οικισμού, Santa Maria delle Stelle (Αγία Μαρία των Αστεριών), σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα A. Bernabiti, με τυπολογία τρίκλιτης βασιλικής. Ο διαχωρισμός των κλιτών γίνεται μέσω δυο οξυκόρυφων αψίδων. Οι αψίδες όπως και ο θόλος, στηρίζονται κατασκευαστικά στο παλιό μουσουλμανικό τέμενος, όπως επίσης και το καμπαναριό στον μουσουλμανικό μιναρέ130. Στην όψη της διακρίνουμε ένα
τριμερή διαχωρισμό, με τα δύο πλευρικά κλίτη να είναι σε χαμηλότερο επίπεδο. Στο κεντρικό τμήμα υπάρχει ένα τριφυλλοειδές αέτωμα, φειδωλά διακοσμημένο, δείγμα ιπποτικής αρχιτεκτονικής, ενώ τα επιμήκη ανοίγματα παραπέμπουν σε βυζαντινό στυλ131. Στο εσωτερικό, υπάρχουν κεραμικές αναπαραστάσεις της Παρθένου Μαρίας, έργο της ιταλικής κεραμικής εταιρίας ICARO (Industria Ceramiche Artistiche RodioOrientali), ενώ ο θόλος είναι ζωγραφισμένος μπλε, με χρυσά και ασημένια αστέρια132.
Εικόνα 56. Σχέδια εκκλησίας οικισμού Pevergno, όψεις και κάτοψη Εικόνα 57. Μουσουλμανικό τέμενος Άνω Καλαμώνα, πριν την μετατροπή του σε χριστιανική εκκλησία Εικόνα 58. Όμοια, μετά την μετατροπή σε χριστιανική εκκλησία 130. Ibid., σελ. 517 [61]
131. Ibid., σελ. 517 132. Ibid., σελ. 517
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Αγροικίες Οι αγροικίες, που χτίζονται στην περιοχή αναπτύσσονται κυρίως σε δύο ορόφους. Κοινό χαρακτηριστικό είναι η χρήση μεικτού στυλ στέγασης, ισόπεδου δώματος και κεκλιμένης στέγης με κεραμίδια. Στο ισόγειο βρίσκονται οι χώροι διημέρευσης και η κουζίνα, ενώ στον όροφο τα υπνοδωμάτια και το λουτρό. Η σύνδεση μεταξύ των δύο επιπέδων επιτυγχάνεται εσωτερικά με ημικυκλικό κλιμακοστάσιο, του ο οποίου ο όγκος προεξέχει της ορθοκανονικής κάτοψης. Όμοια ανοίγματα σε ισόγειο και όροφο, διαμορφώνουν συμμετρικά ανεπτυγμένες λιτές όψεις, ενώ επίμηκες τοξωτό παράθυρο τονίζει τον κοίλο όγκο του κλιμακοστασίου. Εντοπίζουμε ακόμα και ανοίγματα τύπου κυκλικού φεγγίτη. Ξύλινοι στεγασμένοι εξώστες κοσμούν την κύρια όψη, ενώ παράλληλα προστατεύουν την κύρια είσοδο.
Εικόνα 59. Τύπος κατοικίας στον οικισμό Peveragno
Εικόνα 60. Σχέδια κατοικίας του οικισμού Peveragno, [2.4.1.2 Peveragno]
[62]
Εικόνα 61. Πανοραμική εικόνα οικισμού Peveragno, σημερινού στρατόπεδου Λοχαγού Νικολάου Μπελούμπαση Εικόνα 62. Πλατεία και διοικητήριο οικισμού Peveragno, σημερινού στρατόπεδου Λοχαγού Νικολάου Μπελούμπαση Εικόνα 63. Στρατώνας χωροφυλακής και κατοικία οικισμού Peveragno, σημερινού στρατόπεδου Λοχαγού Νικολάου Μπελούμπαση
[63]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Σημερινή κατάσταση Σήμερα, σώζονται αρκετά από τα οικοδομήματα που στέγαζαν την σημαντικότερη αγροτική επιχείρηση στη Ρόδο επί Ιταλοκρατίας. Μετά την αλλαγή του καθεστώτος από ιταλικό σε ελληνικό, ο οικισμός περιέχεται στην περιουσία του Ελληνικού δημοσίου και συγκεκριμένα στο Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικών Ερευνών (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.) του Υπουργείου Γεωργίας. Τα επόμενα χρόνια λειτουργεί στην περιοχή του Κάτω Καλαμώνα, ο Σταθμός Αναπαραγωγής ζώων, ο οποίος εκμεταλλεύεται τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις, ενώ το 1977 αλλάζει γραμμή και γίνεται Σταθμός Κτηνοτροφικής Έρευνας, μέχρι το τέλος της δεκαετίας 1990 όπου και παύει να λειτουργεί. Παράλληλα, στα κτίρια του Άνω Καλαμώνα λειτουργούσε Γεωργική και Γεωπονική Σχολή133. Τα περισσότερα αγροκτήματα μοιράστηκαν προς αγροτική εκμετάλλευση στους ντόπιους. Το 1963, εγκαταστάθηκαν στα κτίρια του Peveragno στον Άνω Καλαμώνα, οι υπηρεσίες του στρατού όπου υφίστανται ως σήμερα (στρατόπεδο Λοχαγού Νικολάου Μπελούμπαση 211 Μ/Κ ΤΕ). Ενώ από το 1974 και τα κτίρια της «Centrale», για ένα διάστημα λειτούργησαν ως στρατώνες. Η εκκλησία που βρίσκεται στο κέντρο του οικισμού, με εντολή του πρώτου Μητροπολίτη Ρόδου μετά την απελευθέρωση μετατράπηκε σε ορθόδοξη αφιερωμένη στον Άγιο Μόδεστο (προστάτη των ζώων)134. Από
το 2000, η διαχείριση του κτήματος του Κάτω Καλαμώνα έχει περιέλθει στη δικαιοδοσία του πρώην Δήμου Πεταλούδων (νυν ενιαίου Δήμου Ρόδου). Τα κτίρια τα οποία βρίσκονται εκεί είναι εγκαταλελειμμένα, εκτός από ένα το οποίο στεγάζει τον Σκοπευτικό Όμιλο Ρόδου.
Εικόνα 64. Κτίρια της αγροτικής επιχείρησης La Centrale
Εικόνα 65. Κτίρια της αγροτικής επιχείρησης La Centrale 133. Op. cit., Παπανικολάου, Η Κοιλάδα του Πελεκάνου ή Η κοιλάδα με τις Πεταλούδες, στον Καλαμώνα – Θελόγου Ρόδου, από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας μέχρι σήμερα, σελ. 37 134. Καραγιάννη–Μαρμαροκόπου, Μ. (21/12/2016). Το Πανηγύρι του Αγίου «Μόδεστου», του προστάτη των ζώων στον Καλαμώνα της Ρόδου. H Ροδιακή. [2.4.1.2 Peveragno]
[64]
Εικόνα 66. Πανοραμική άποψη οικισμού Campochiaro, Αγία Ελεούσα, Ρόδος, 1946
[65]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[2.4.1.3 Campochiaro] Τοποθεσία Η Ιταλία, συνεχίζοντας μεθοδικά το πρόγραμμα εξιταλισμού των Δωδεκανήσων, ιδρύει τον τρίτο χρονολογικά οικισμό, με το όνομα Campochiaro, στην σημερινή περιοχή της Αγίας Ελεούσας Ρόδου. Η ονομασία Campochiaro σημαίνει φωτεινό τοπίο. Ο οικισμός βρίσκεται κεντρικά του νησιού, στους πρόποδες του βουνού Προφήτη Ηλία, σε υψόμετρο 287 μέτρα. Επίσης, απέχει από την πόλη της Ρόδου 36 χιλιόμετρα. Το υψηλότερο σημείο του, βρίσκεται στην πηγή Κοσκινιστή, περιοχή του χωριού Διμυλιά, προς την κοιλάδα του Πλατή, μια από τις πιο εύφορες περιοχές της Ρόδου135, ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται ανάμεσα σε τρία δάση. Ο οικισμός θα επιφέρει την οικονομική καταστροφή των αγροτών των τριγύρω χωριών˙ της Αρχίπολης, της Διμυλιάς και της Σορωνής136, καθώς απαλλοτριώθηκαν οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις τους. Η ίδρυση του οικισμού αυτού, αποτελούσε μέρος του στρατηγικού πλάνου της Διοίκησης για την εκμετάλλευση του δασικού πλούτου του νησιού. Ο οικισμός δεν ήταν η μοναδική επένδυση των Ιταλών στην περιοχή, καθώς το 1928-1930 έκτισαν στην κορυφή του Προφήτη Ηλία, δύο ξενοδοχεία, το Έλαφος και Ελαφίνα137.
135. Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ. 209 136. Ibid., σ. 210 137. Η τυπολογία των ξενοδοχείων αυτών αναπαράγει τον τύπο του chalet, ενός κτιριακού τύπου συνδεδεμένου με την αρχιτεκτονική παράδοση της Βόρειας Ιταλίας.
Ίδρυση οικισμού Από το 1935 έχουν ξεκινήσει οι εργασίες ανοικοδόμησης του νέου αυτού οικισμού, ενώ επίσημα ιδρύεται με το κυβερνητικό διάταγμα υπ.’ Αρ. 128 της 23/03/1936. Τον Απρίλιο του 1935 μεταφέρθηκαν και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή υλοτόμοι από την κοιλάδα Di Fiemme, της Βόρειας Ιταλίας138. Ακολούθησαν οικογένειες από το Άλτο Άντιτζε (Alto Adige) και πιο συγκεκριμένα από τις επαρχίες Bolzano, Tirolo και Trento139. Εργάζονται κυρίως στην επέκταση των δασικών εκτάσεων για τουριστικούς λόγους αλλά και για αύξηση της παραγωγής ξυλείας140. Η ρητίνευση επιτρέπεται στα δάση των Σιαννών, Μονολίθου, Πλατανιών και Απόλλωνων141. Η ξύλευση είναι δυνατή μόνο μετά από ειδική άδεια από συγκεκριμένα σημεία, για στρατιωτικούς σκοπούς. Στις 30/09/1937 ιδρύεται μάλιστα Ειδικός Οργανισμός, υπεύθυνος για την δημόσια γη 138. Grosselli, R. M. (2012). Gli uomini del legno sull’isola delle rose, la vicenda storica del villaggio italiano di Campochiaro a Rodi, 1935-1947. Trento: Curcu & Genovese, σελ. 33 139. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 515 140. Για να κατανοήσουμε πως το δάσος εξυπηρετούσε τουριστικούς λόγους, αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι στην περιοχή είχαν χτιστεί δύο ξενοδοχεία που θύμιζαν ιταλικές Άλπεις. Επίσης, σε οικόπεδο8.100 στρεμμάτων στην άκρη ενός βράχου χτίστηκε η κατοικία του Ιταλού διοικητή των Δωδεκανήσων επί Μουσολίνι κόμη Τσέζαρε Μάριο Ντε Βέκι, γνωστή ως βίλλα ντε Βέκι. Η βίλα χρησιμοποιούνταν ως θερινό ανάκτορο του Ιταλού βασιλιά Βιτόριο Εμμανουέλε του Γ΄ και αργότερα ως εξοχική κατοικία του Μπενίτο Μουσολίνι. 141. Op. cit., Τσαλαχούρης, Οικονομική Πολιτική της Ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα, σελ. 84 [66]
Εικόνα 67. Ξυλοκόποι έποικοι από το Fiemme της Ιταλίας έχοντας κόψει ένα μεγάλο πεύκο, Ρόδος
και τη δασοκομία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, σε συνδυασμό με τους δασικούς νόμους, πάνω από το 30% του εδάφους της Ρόδου να χρησιμοποιείται ως δασική έκταση142. Πιο αναλυτικά 552 χιλιάδες στρέμματα θεωρούνταν δάσος, εκ των οποίων τα 121 χιλιάδες ήταν υπό ανάπτυξη143. Έργα Kύρια διαφορά του Campochiaro με τους υπόλοιπους οικισμούς είναι η δημιουργία του για την ανάπτυξη της δασοπονίας και όχι της γεωργίας. Παρ΄ όλα αυτά, η λογική οργάνωσης που ακολουθείται είναι παρόμοια με τους υπόλοιπους οικισμούς. Έτσι λοιπόν, το 1925 ανοίγονται δρόμοι προς το δάσος για να διευκολυνθεί το έργο των υλοτόμων και γίνονται τα απαραίτητα αρδευτικά έργα. Δημιουργούνται τρία μεγάλα κανάλια, τσιμεντόκτιστα, τα δύο με κατεύθυνση 142. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 514 143. Op. cit., Τσαλαχούρης, Οικονομική Πολιτική της Ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα, σελ. 85 [67]
προς τη Διμυλιά και το ένα προς την Αρχίπολη144. Παράλληλα, κατασκευάζονται δύο μεγάλες υδατοδεξαμενές διαστάσεων 40×40×3 και 60×60×3,5. Οι δημόσιες χρήσεις συγκεντρώνονται στο κέντρο του οικισμού, γύρω από την πλατεία και την εκκλησία. Συνολικά στον οικισμό χτίζονται 54 σπίτια145. Άλλα κτίρια που κατασκευάζονται είναι η οικία του διευθυντή, ειδικού για την εκμετάλλευση του δασικού πλούτου και τα προσκτίσμτατα για την διαμονή των δασκάλων. Οι έποικοι είχαν επίσης στην διάθεση τους 300 στρέμματα να καλλιεργούν λαχανικά για τις δικές τους ανάγκες146 . Πολεοδομική συγκρότηση Ο σχεδιασμός του οικισμού ανατέθηκε στους αρχιτέκτονες R. Petraco και Α. Bernabiti. Οι δύο αυτοί αρχιτέκτονες είχαν σχεδιάσει με επιτυχημένο τρόπο μια καινούργια πόλη στη Λέρο, το Porto Lago. Παρ’ όλα αυτά, εδώ προτίμησαν να υποκύψουν στις ευκολίες της άμετρης προσφυγής στο folklore147 για να ανταποκριθούν στις εσπευσμένες ανάγκες της σήμανσης και προβολής της κρατικής πρωτοβουλίας148. Η χωροταξική οργάνωσή του, ακολούθησε το ιδιαίτερο ανάγλυφο της περιοχής. Εικόνα 68. Δορυφορική εικόνα οικισμού Campochiaro (με λευκό τετράγωνο σημειώνεται το διοικητικό κέντρο), Απέναντι σελίδα 144. Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ. 210 145. Ibid., σ. 209 146. Op. cit., Τσαλαχούρης, Οικονομική Πολιτική της Ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα, σελ. 84 147. Folklore: τα παραδοσιακά λαϊκά στοιχεία, όπως εκφράζονται στην τέχνη ενός έθνους ή ενός λαού. 148. Op. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 72
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[68]
Εικόνα 70. Άποψη οικισμού Campochiaro από το σιντριβάνι, 1935
Εικόνα 69. Τοπογραφικό σχέδιο οικισμού Campochiaro
Σε μεγάλο πλάτωμα, κεντρικά του οικισμού, δημιουργήθηκε η ορθογωνική πλατεία, οριοθετημένη στις τέσσερις πλευρές της, από τα δημόσια κτίρια. Την πλατεία διασχίζουν κατά μήκος δύο κεντρικές αρτηρίες, οι οποίες συνδέουν την πόλη της Ρόδου με το βουνό του προφήτη Ηλία και την Αρχίπολη με τα Πλατάνια αντίστοιχα. Η κίνηση στους δρόμους αυτούς, οριοθετείται μέσω δύο νησίδων πρασίνου με δεντροστοιχίες, σε μεγάλο μήκος. Έτσι ο πυρήνας του οικισμού αποτελεί ταυτόχρονα ένα κυκλοφοριακό κόμβο. Οι κατοικίες χτίζονται περιμετρικά του κέντρου, διάσπαρτα, κατά μήκος των δρόμων. Στον δρόμο που οδηγεί προς το βουνό Προφήτη Ηλία, μόλις 200 μέτρα μετά την πλατεία, συναντάμε μια μεγάλη κυκλική υδατοδεξαμενή με σιντριβάνι, όπου συγκεντρώνονται τα νερά της παρακείμενης πηγής Κοσκινιστή. [69]
Εικόνα 71. Άποψη πλατείας Campochiaro, δεξιά: το διοικητήριο, αριστερά: η χωροφυλακή, κέντρο: η εκκλησία
Εικόνα 72. Άποψη διοικητηρίου και οικισμού Campochiaro από ψηλά
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Κεντρικό κτιριακό συγκρότημα Σχολείο Το διοικητικό κέντρο περιστοιχίζεται από την εκκλησία και τρία ανεξάρτητα κτίσματα, κατασκευασμένα το 1935-36. Στο βορειοανατολικό άκρο της πλατείας, απέναντι από την εκκλησία, πάνω σε υπερυψωμένη πέτρινη βάση, στέκεται το διώροφο κτίριο του σχολείου μαζί με τα καταλύματα των δασκάλων149. Το ισόγειο, με μεγαλύτερο ελεύθερο ύψος, περιλαμβάνει τις αίθουσες διδασκαλίας, ενώ στον όροφο βρίσκουμε τους χώρους διημέρευσης των δασκάλων και την μεγάλη αυλή. Η ογκοπλασία του κτιρίου διαιρείται σε τρία τμήματα. Πρώτο είναι αυτό της κύριας όψης, που αποτελεί ένα ορθογώνιο όγκο, ψηλότερο από το υπόλοιπο κτίριο, με λιτές όψεις και συμμετρικά τοποθετημένα ανοίγματα. Πίσω του, ακολουθεί ένα όγκος που προεξέχει της κύριας όψης με δύο ημικυκλικούς ‘πυργίσκους’, ο ένας μάλιστα περιλαμβάνει το κλιμακοστάσιο. Τέλος, το τρίτο τμήμα, στο ίδιο ύψος με το δεύτερο, περιστοιχίζεται από τοξωτά ανοίγματα στις όψεις και στους δύο ορόφους, με τον επάνω να είναι ανοιχτός, δίχως στέγαση.
Εικόνα 73. Πρόσοψη σχολείου οικισμού Campochiaro 149. Ibid., p. 514
Εικόνα 74. Σχέδια σχολείου οικισμού Campochiaro, όψη, τομή, κατόψεις [2.4.1.3 Campochiaro]
[70]
Διοικητήριο Βορειοδυτικά της πλατείας, βρίσκεται ένα επίμηκες κτίριο το οποίο στεγάζει το δημαρχείο, τα γραφεία διοίκησης, τη φασιστική λέσχη (casa del fascio), τον κινηματογράφο, το ιατρείο, το φαρμακείο, το εστιατόριο, το καπηλειό, το πανδοχείο, το εργαστήριο του μαραγκού και άλλων τεχνιτών. Το κτίριο αυτό αναπτύσσεται σε δύο ορόφους και αποτελείται από μια σειρά διαφορετικών όγκων ενωμένων μεταξύ τους. Στην πρόσοψη του διαθέτει τοξωτά ανοίγματα που δημιουργούν μια ημιυπαίθρια στοά. H πίσω όψη του «κοιτάει» σε διαμορφωμένο βαθμιδωτό πρανές. Κύριο σημείο αναφοράς του κτιρίου αλλά και γενικότερα της πλατείας, είναι ο πύργος-τοπόσημο με το ρολόι και τη μεταλλική διακοσμητική λεπτομέρεια στην κορυφή, της Casa del Fascio (φασιστικής λέσχης), σε μορφή ιταλικού Novecento. Ο πύργος αυτός, ως μιναρές αραβικού τεμένους, προσπαθεί να συνεισφέρει στην μεσογειακή – εξωτική εικόνα του κατά τ’ άλλα ορεινού οικισμού150.
Εικόνα 75. Πρόσοψη διοικητηρίου οικισμού Campochiaro
Εικόνα 76. Στοά διοικητηρίου οικισμού Campochiaro
150. Op. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 72 [71]
Εικόνα 77. Αίθουσα κινηματογράφου διοικητηρίου οικισμού Campochiaro
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 78. Σχέδια διοικητηρίου οικισμού Campochiaro, όψη, τομή, κατόψεις [2.4.1.3 Campochiaro]
[72]
Χωροφυλακή & καταστήματα Στην απέναντι πλευρά, με κατεύθυνση νοτιοανατολική, βρίσκεται άλλο ένα επίμηκες κτίριο αντίστοιχης τυπολογίας. Η διαφορά τους εντοπίζεται στον αριθμό των ορόφων, καθώς αυτό το κτίριο εκμεταλλεύεται την υψομετρική διαφορά της πλατείας με το επίπεδο πίσω από τα κτίρια και έχει έναν ακόμα όροφο, «ανοιχτό» από την μια όψη. Το κτίριο χωρίζεται σε δύο τμήματα τα οποία ενώνονται με μια διαμπερή στοά με τοξωτά ανοίγματα και από τις δύο πλευρές στο ισόγειο, που λειτουργεί στον όροφο ως υπερυψωμένος διάδρομος. Το ένα τμήμα στεγάζει την χωροφυλακή και το άλλο το εργαστήριο του ξυλουργού και σιδηρουργού με τα αντίστοιχα καταλύματα στον επάνω όροφο, ενώ στο υπόγειο υπάρχουν καταστήματα151. Ο σχεδιασμός και το μορφολογικό ύφος των δύο αυτών επιμήκων κτιρίων αντλεί υλικό από ένα λεξιλόγιο μεσογειακής αρχιτεκτονικής (δώματα, πέργολες, λευκός σοβάς), συνδυασμένο με στοιχεία του εικοστού αιώνα (μικρά μπαλκόνια, περίτεχνα κιγκλιδώματα)152.
Εικόνα 79. Πρόσοψη χωροφυλακής οικισμού Campochiaro
Εικόνα 80. Πίσω όψη χωροφυλακής και καταστημάτων οικισμού Campochiaro
151. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 515 152. Ibid., p. 515 [73]
Εικόνα 81. Πλάγια όψη (δεξιά) και στοά (αριστερά) χωροφυλακής και καταστημάτων οικισμού Campochiaro
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 82. Σχέδια κτιρίου χωροφυλακής και καταστημάτων οικισμού Campochiaro, όψη, τομή, κατόψεις
[2.4.1.3 Campochiaro]
[74]
Εκκλησία Η εκκλησία με την ονομασία La Chiesa dell’Addolorata153 αποτελεί σχέδιο του αρχιτέκτονα Petracco (βλ. Βιογραφικό Παράρτημα Αρχιτεκτόνων). Βρίσκεται στην νοτιοδυτική στενή πλευρά της πλατείας, ενώ είναι υπερυψωμένη από την στάθμη του εδάφους. Η πρόσβαση στην εκκλησία επιτυγχάνεται μέσω κεντρικού κλιμακοστασίου, τονίζοντας έτσι την μνημειακότητα και την καθετότητα του κεντρικού άξονα. Αποτελείται από ένα κεντρικό κλίτος, που πλαισιώνεται από δύο χαμηλότερα, χωρισμένα με τοξωτά ανοίγματα, και οδηγεί στο βάθος σε μια αψίδα, που καλύπτεται από ημισφαιρικό τρούλο και περιβάλλεται από περίστωο154. Η ενιαία όψη της, χαρακτηρίζεται από ένα νάρθηκα με βυζαντινές καμάρες, οι οποίες φθίνουν σε ύψος καθώς πηγαίνουν προς τις άκρες. Το μοτίβο αυτό επαναλαμβάνεται και στην κορυφή της εκκλησίας, στο καμπαναριό. Πίσω από την εκκλησία βρίσκεται το φραγκισκανικής έμπνευσης, μοναστήρι για τους ιερείς155.
Εικόνα 83. Πρόσοψη εκκλησίας οικισμού Campochiaro 153. Op. cit., Grosselli, Gli uomini del legno sull’isola delle rose, la vicenda storica del villaggio italiano di Campochiaro a Rodi, 1935-1947, σελ. 75 154. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 514 155. Ibid., p. 514 [75]
Εικόνα 84. Σχέδια εκκλησίας οικισμού Campochiaro
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Αγροικίες Οι κατοικίες, όπως προαναφέρθηκε, είναι τοποθετημένες κατά μήκος των κύριων δρόμων και σχεδιασμένες βάση μιας κοινής τυπολογίας. Κάθε σπίτι έχει ένα μικρό τμήμα αρδευόμενης γης προς καλλιέργεια, όπως και ένα κτίσμα δίπλα από την κατοικία, που λειτουργεί ως στάβλος – αχυρώνας – αποθήκη. Η τυπολογία των αγροικιών είναι εμπνευσμένη από την μεσογειακή αρχιτεκτονική, χρησιμοποιώντας απλούς κυβικούς όγκους με λευκό επίχρισμα, με ξύλινες πέργολες˙ με μόνη διαφορά τις ποικίλες μορφές καμινάδων. Ενδιαφέρουσα είναι η περιγραφή των κατοικιών του Campochiaro, που γίνεται στην εφημερίδα “Messagero di Rodi” το 1935, καθώς αναφέρει πως οι αρχιτέκτονες αγωνίστηκαν για να δώσουν μια αίσθηση χάρης και αρχιτεκτονικής αρμονίας στο νέο χωριό, μέσω της συμφωνίας του κενού και του πλήρους, των γεωμετρικών όγκων, των κομψών λεπτομερειών και των επιφανειών από λευκό ασβέστη156.
Εικόνα 85. Αγροικία οικισμού Campochiaro 156. Op. cit., Livadiotti & Rocco, La presenza italiana nel Dodecaneso tra il 1912 e il 1948 : la ricerca archeologica, la conservazione, la scelte progettuali, σελ. 338
Εικόνα 86. Σχέδια τυπολογίας αγροικίας οικισμού Campochiaro
[2.4.1.3 Campochiaro]
[76]
Σημερινή κατάσταση Με το τέλος της Ιταλικής κατοχής και την ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, ο οικισμός Campochiaro πέρασε σε ελληνικά χέρια. Οι περισσότερες κατοικίες σήμερα, κατοικούνται από ντόπιους. Η άλλοτε καθολική εκκλησία μετατράπηκε σε ορθόδοξη αφιερωμένη στον Άγιο Χαράλαμπο. Στα κτίρια της πλατείας, ύστερα από κατάλληλες διαρρυθμίσεις, από τον Αύγουστο του 1947, λειτούργησε το «Σανατόριο Δωδεκανήσου Βασίλισσα Φρειδερίκη», γνωστό ως Σανατόριο Αγίας Ελεούσας157. Για την μετατροπή των κτιρίων σε Σανατορίο, στεγάστηκε τμήμα της αυλής του ορόφου του σχολείου. Στο Σανατόριο, με δύναμη 80 κλινών και προβλεπόμενο προσωπικό 54 άτομα , νοσηλεύονταν πάσχοντες από φυματίωση . Η τοποθεσία αυτή δεν θεωρήθηκε κατάλληλη για Σανατόριο λόγω της απόστασης από το κέντρο, ούτε λόγω της επάρκειας των κτιριακών εγκαταστάσεων και των κλιματολογικών συνθηκών. Θεωρήθηκε όμως ιδανική για λόγους απομόνωσης. Το 1952 ξεκίνησαν εργασίες επέκτασης της νοτιοανατολικής πτέρυγας, λόγω αυξημένων αναγκών, που διακόπηκαν όμως διότι άρχισε η συζήτηση για μεταφορά του Σανατορίου σε τμήμα του κεντρικού Νοσοκομείου Ρόδου . Η μεταφορά αυτή δεν πραγματοποιήθηκε διότι τα περιστατικά μειώθηκαν με την ανακάλυψη αντιφυματικών φαρμάκων. Το Σανατόριο λειτούργησε επιτυχώς έως τον Αύγουστο του 1970. Με το κλείσιμο του Σανατορίου, το κτιριακό συγκρότημα μετονομάστηκε σε Ίδρυμα Ανιάτων Δωδεκανήσου (Ν.Δ. 928/1971), αλλά 157. Κωσταρίδης, Ε. (2005). Το Σανατόριο της Αγίας Ελεούσας. Ρόδος, σ. 20 [77]
δεν λειτούργησε πότε εκεί158, καθώς τελικά τα κτίρια χρησιμοποιήθηκαν ως στρατώνας από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας (1975-1978). Το 1983 η νοτιοανατολική πτέρυγα ανακαινίστηκε και λειτούργησε ως γυμνάσιο μέχρι το 2000. Μάλιστα για τη λειτουργεία του γυμνασίου προστέθηκε κλειστός χώρος στο υπόγειο, του οποίου το δώμα χρησίμευε ως αυλή στο ισόγειο. Σήμερα στεγάζει τις υπηρεσίες της ΕΤΑΙΠΡΟΦΥΚΑ (Εταιρία Πρόληψης Φυσικών Καταστροφών και Προστασίας Περιβάλλοντος Ρόδου). Το 2005 έγινε πρόταση αποκατάστασης από τον τότε Δήμο Καμείρου, για μετατροπή του βορειοδυτικού κτιρίου της πλατείας σε Μουσείου Φυσικής Ιστορίας, η οποία δεν υλοποιήθηκε. Σήμερα το κτίριο αυτό έχει βγει σε διαγωνισμό εκμίσθωσης από το ΤΑΙΠΕΔ, με δυνατότητα ανάπτυξης μονάδων Boutique Hotels. Σε σύνδεση με το «μελλοντικό» μουσείο, στην υδατοδεξαμενή δίπλα από την πλατεία κατασκευάστηκε το 2002 ένα περίπτερο που στεγάζει έκθεση με πληροφοριακό υλικό στη μορφή εντύπων και εφαρμογής multimedia (σε info-point) για το γκιζάνι159 ένα απειλούμενο προς εξαφάνιση τοπικό είδος ψαριού του γλυκού νερού, που ζεί στην υδατοδεξαμενή160. 158. Το νέο ίδρυμα τελικά στεγάστηκε στο Γηροκομείο Κολυμπιών, που ήταν το κέντρο του τέταρτου ιταλικού οικισμού San Benedetto. Έτσι με Π.Δ. 951/07.10.80 μετά από συγχώνευση των ιδρυμάτων μετονομάστηκε σε «Θεραπευτήριο Χρόνιων Παθήσεων Δωδεκανήσου – Οίκος Κολυμπιών» 159. Το Ladigesocypris ghigii (Pisces, Cyprinidae), κοινώς γκιζάνι, είναι ένα ψάρι μικρού μεγέθους που ζει αποκλειστικά στα γλυκά νερά της Ρόδου. Πήρε το κοινό, αλλά και το επιστημονικό όνομά του, από τον Ιταλό καθηγητή Alessandro Ghigi που το πρωτοσυνέλλεξε στο νησί στις αρχές του 1900. 160. Κέντρο Προστασίας και Ενημέρωσης Αγίας Ελεούσας. (2003). Ανάκτηση Μάιος 13, 2017, από http://www.life-gizani.gr,
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 87. Άποψη πλατείας από εκκλησία προς σχολείο
Εικόνα 90. Αυλή ορόφου σχολείου (μετατροπή σε χώρο)
Εικόνα 88. Πίσω όψη διοικητηρίου
Εικόνα 91. Εσωρική άποψη σχολείου
Εικόνα 89. Πίσω όψη χωροφυλακής (με προσθήκη αυλής)
Εικόνα 92. Είσοδος σχολείου [2.4.1.3 Campochiaro]
[78]
Εικόνα 93. Πανοραμική άποψη οικισμού San Benedetto, Κολύμπια, Ρόδος, 1940
[79]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[2.4.1.4 San Benedetto] Τοποθεσία Το 1933, με την άφιξη περισσότερων οικογενειών εποίκων, συστήνεται μια ακόμη αγροτική επιχείρηση με όνομα «Campo Savona», αρχικά κοντά στο χωριό Τριάντα, εξειδικευμένη στην καλλιέργεια λαχανικών και φρούτων161. Στην συνέχεια όμως μεταφέρεται στην κοιλάδα του ποταμού Λουτάνη, γνωστή ως Κολύμπια, η οποία καλύπτει συνολική έκταση 130 χιλ. στρεμμάτων162. Εκεί λοιπόν ιδρύεται ο τέταρτος ιταλικός οικισμός, ο οποίος φέρει το όνομα Savona, μετέπειτα San Benedetto και η αντίστοιχη αγροτική επιχείρηση ονομάζεται «Azienda di San Benedetto».Οι εκτάσεις που απαλλοτριώθηκαν για την εγκατάσταση του οικισμού ανήκαν σε κατοίκους των τριγύρω χωριών, Άφαντου και Αρχαγγέλου. Ο οικισμός βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του νησιού, σε υψόμετρο 35μέτρα (μέγιστο) ενώ απέχει από την πόλη της Ρόδου 25 χιλιόμετρα. Η ίδρυση και λειτουργία του οικισμού είχε ως στόχο τον έλεγχο της ευρύτερης περιοχής, με αποτέλεσμα την οικονομική εξόντωση των ντόπιων κατοίκων163. Ίδρυση οικισμού Ο σχεδιασμός και η κατασκευή του οικισμού ξεκίνησε το 1936 από τους αρχιτέκτονες Bernabiti και Petracco. Στις 24 Ιουλίου 1938, με κυβερνητικό διάταγμα 161. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 522 162. Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ. 210 163. Ibid., σ. 210
ιδρύεται ο αγροτικός οικισμός San Benedetto, στην περιοχή που πριν ονομαζόταν Savona ή και Colimbi164. Εκεί εγκαθίστανται έποικοι οι οποίοι προέρχονται κυρίως από την Τοσκάνη και την Σαρδηνία165. Ο οικισμός οριοθετείται με φυσικά όρια. Από βορρά οριοθετείται με τον ποταμό Λουτάνη, από νότο και δύση με βουνά, ενώ από ανατολή με θάλασσα. Το San Benedetto καλύπτει έκταση περίπου 900 εκτάρια εκ των οποίων το ένα τρίτο προοριζόταν για εκτροφή προβάτων166. Στην περιοχή υπήρχαν ήδη 1500 περίπου άριστα παλαιά ελαιόδεντρα και μερικά καλά αμπέλια. Αργότερα καλλιεργήθηκαν 2.100 στρέμματα με κλίματα, 18.600 με οπωροφόρα δέντρα (κυρίως βερικοκιές) και άλλα 6.200 με ελιές167. Έργα Στον οικισμό San Benedetto έγιναν σημαντικά εγγειοβελτιωτικά έργα, που έφτασαν σε κόστος τις 200.000 ιταλικές λιρέτες168. Κατασκευάστηκαν φράγματα στις θέσεις Λουτάνη, Επτά Πηγές και Παννόμυλος. Επίσης, φτιάχτηκε κτιστό υδραγωγείο μήκους 6.200μ., υπόγεια σήραγγα για την διοχέτευση του νερού 370 μ., κτιστές διώρυγες μήκους 3.650μ. και 50 κτιστές υδατοδεξαμενές 40 κυβ. μ. η καθεμία169. Επιπρόσθετα, για την διαμονή 164. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 522 165. Ibid., p. 523 166. Ibid., p. 522 167. Op. cit., Τσαλαχούρης, Οικονομική Πολιτική της Ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα, σελ. 85 168. Op. cit., Τσιρπανλής, Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, σελ. 210 169. Ibid., σ. 210 [80]
των εποίκων ανεγέρθηκαν 50 αγροικίες, τοποθετημένες πάνω στον κεντρικό δρόμο αλλά και διεσπαρμένες μέσα στο αγρόκτημα. Όπως και στους προηγούμενους οικισμούς, όλες οι δημόσιες χρήσεις συγκεντρώνονται σ’ ένα κτιριακό συγκρότημα κεντρικά. Εντυπωσιακό είναι το οργανωμένο ορθοκανονικό οδικό δίκτυο που εφαρμόστηκε στην περιοχή. Πολεοδομική συγκρότηση Πολεοδομικά ο οικισμός εμφανίζει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς οργανώνεται με μια ορθολογική ανάπτυξη, ακλουθώντας ένα ιπποδάμειο σύστημα. Μια μεγάλη κεντρική δεντρόφυτη λεωφόρος, μήκους 2 χιλιόμετρων περίπου, ξεκινάει σχεδόν έκκεντρα της πλατείας και καταλήγει στην θάλασσα. Η λεωφόρος είναι πλαισιωμένη με ευκαλύπτους, χαρίζοντας έτσι μνημειακότητα αλλά παράλληλα προστατεύοντας την περιοχή από κουνούπια λόγω των εκβολών του ποταμού Λουτάνη. Πλευρικά της λεωφόρου υπάρχει επίσης, το κτιστό αρδευτικό κανάλι. Η λεωφόρος αυτή τέμνεται από μικρότερους αγροτικούς δρόμους. Το σύστημα των δρόμων αυτών δημιουργεί καλλιεργήσιμα ‘οικοδομικά τετράγωνα’, τα πλείστα διαστάσεων 250μ.×200μ. Οι αγροικίες είναι τοποθετημένες κυρίως κατά μήκος της κεντρικής λεωφόρου, αλλά και μερικές με μέτωπο στους μικρότερους δρόμους. Το κτιριακό συγκρότημα του κέντρου, με πρόσοψη προσανατολισμένη με κατεύθυνση βορρά-νότου, αναπτύσσεται σε σχήμα Π δημιουργώντας έτσι μια ανοιχτή ορθογωνική πλατεία, στραμμένη προς την βασική οδική αρτηρία του νησιού.
[81]
Εικόνα 94. Κεντρικός δρόμος με ευκαλύπτους Εικόνα 95. Δορυφορική εικόνα οικισμού San Benedetto (με λευκό τετράγωνο σημειώνεται το διοικητικό κέντρο), Απέναντι σελίδα
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[82]
Κεντρικό κτιριακό συγκρότημα Το κέντρο του αγροτικού οικισμού San Benedetto παρουσιάζει μια μορφολογική συνέπεια στις αρχές του ρασιοναλισμού, ωστόσο η έκταση και η ακαμψία των επιμέρους κτιρίων δεν αντιστοιχούν στην κλίμακα ενός αγροτικού οικισμού170. Το κτιριακό συγκρότημα της πλατείας περιλαμβάνει το δημαρχείο, την φασιστική λέσχη (casa del fascio), το σχολείο, ιατρείο με φαρμακείο, την εκκλησία με το παρακείμενο πρεσβυτέριο, καταστήματα, φούρνο και ταβέρνα171. Το βόρειο τμήμα απαρτίζεται από ένα συνδυασμό όγκων, διαφορετικού ύψους. Η πλευρά η οποία «κοιτάει» προς την πλατεία είναι ισόγεια και στεγάζει τα καταστήματα και τον φούρνο. Αντίθετα, η πλευρά με όψη προς την κεντρική οδική αρτηρία του νησιού είναι διώροφη, με εξωτερικό κλιμακοστάσιο που οδηγεί στην φασιστική λέσχη, ενώ στο ισόγειο βρίσκεται η ταβέρνα και διαθέτει περιμετρική στοά με τοξωτά ανοίγματα. Το κεντρικό τμήμα αποτελεί ένα επίμηκες κτίριο που στεγάζει το σχολείο (τετραθέσιο δημοτικό και νηπιαγωγείο), το οποίο αυξάνεται καθ’ ύψος κλιμακωτά προς το κέντρο. Η δυτική του κύρια όψη, αναπτύσσεται συμμετρικά, με την επιβλητική είσοδο στο κέντρο και ανοίγματα πλευρικά στο ισόγειο αλλά και κεντρικά στον όροφο. Μάλιστα δεξιά της εισόδου υπάρχει μεγάλο τοξωτό άνοιγμα, όπου από εκεί γινόταν η διέλευση προς την δεντρόφυτη λεωφόρο και την θάλασσα. Το νότιο τμήμα συνδέεται με το υπόλοιπο συγκρότημα με μια τοξωτή στοά που οδηγεί προς την εκκλησία και το καμπαναριό. Τμήμα της στοάς στον όροφο στεγάζεται με ξύλινη πέργολα, η οποία στηρίζεται σε κίονες. 170. Op. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 74 171. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 522 [83]
Εικόνα 96. Άποψη φασιστικής λέσχης & ταβέρνας Εικόνα 97. Σχέδια φασιστικής λέσχης & ταβέρνας, όψη, κάτοψη
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 98. Πρόσοψη σχολείου οικισμού San Benedetto Εικόνα 99. Σχέδια σχολείου οικισμού San Benedetto, όψη, κάτοψη [2.4.1.4 San Marco]
[84]
Εκκλησία Η εκκλησία του οικισμού είναι αφιερωμένη στον San Benedetto (Άγιο Βενέδικτο) και χτίστηκε το 1936 σε σχέδια του Armando Bernabiti172. Η τυπολογία της παραπέμπει σε αντίστοιχες τυπολογίες εκκλησιών της ιταλικής υπαίθρου, σηματοδοτώντας έτσι την αδιαμφισβήτητη εθνική – θρησκευτική ταυτότητα των κατοίκων173. Από τον ορθογωνικής κάτοψης όγκο της προεξέχουν με χαμηλότερο ύψος, στα δυτικά και νότια, δύο ημικυλινδρικοί όγκοι που στεγάζονται με δώμα. Αριστερά της εκκλησίας και σε επαφή βρίσκεται το πρεσβυτέριο με ένα τετράγωνο φυτεμένο αίθριο. Το καμπαναριό, ως συνέχεια της στοάς πατάει σε μια βάση από τόξα, ενώ η μια του πλευρά εφάπτεται στην εκκλησία. Το συνολικό ύψος του καμπαναριού ανέρχεται στα 23 μέτρα. Το κωδωνοστάσιο επιστεγάζεται με μια οκταγωνικής βάσης πυραμιδοειδή στέγη.
Εικόνα 100. Άποψη της εκκλησίας του οικισμού San Benedetto 172. Op. cit., Livadiotti & Rocco, La presenza italiana nel Dodecaneso tra il 1912 e il 1948 : la ricerca archeologica, la conservazione, la scelte progettuali, σελ. 335 173. Op. cit., Κολώνας, Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943, σελ. 75 [85]
Εικόνα 101. Σχέδια της εκκλησίας του οικισμού San Benedetto, όψεις, τομές, κάτοψη
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Αγροικίες Το αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο που χρησιμοποιείται στον τέταρτο αγροτικό οικισμό αντλεί στοιχεία από την τοπική αρχιτεκτονική και τα αποδίδει με ένα πιο μοντέρνο και ρασιοναλιστικό σχεδιασμό. Παρόμοιο αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο, με πιο έντονο όμως το μεσογειακό στοιχείο παρατηρείται στον σχεδιασμό των αγροικιών. Οι αρχιτέκτονες πρότειναν δύο τύπους αγροικιών, ισόγειες και διώροφες. Στις διώροφες κατοικίες, οι χώροι διημέρευσης και η κουζίνα βρίσκονται στο ισόγειο και τα υπνοδωμάτια στον όροφο. Η επικοινωνία των ορόφων επιτυγχάνεται μέσω εξωτερικού κλιμακοστασίου σε σχήμα Π. Εξωτερικά, ενταγμένος στην ογκοπλασία της κατοικίας βρίσκεται ξυλόφουρνος με τετραγωνικής κάτοψης καμινάδα. Γενικά, οι αγροικίες αποτελούνται από λευκούς ενωμένους κυβικούς όγκους, εμπλουτισμένους με στοιχεία όπως ξύλινες πέργολες, αψίδες και κιονίσκους. Επιπλέον, παρατηρούνται κάποιες ρουστίκ λεπτομέρειες, όπως τα μικρά υπόστεγα με κεραμίδια, για προστασία των ανοιγμάτων. Τα κριτήρια επιλογής των υλικών είναι η λειτουργικότητα και η οικονομία. Για τον λόγο αυτό η τοιχοποιία είναι λιθοδομή με ασβεστοκονίαμα, ενώ εξωτερικά οι επιφάνειες φέρουν επίχρισμα με τραχιά υφή174. Το δάπεδο εσωτερικά είναι από τσιμεντοπλακίδια, ενώ τα κουφώματα είναι κατασκευασμένα από ξύλα της περιοχής175.
174. Op. cit., Martinoli & Perotti, Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943, σελ. 523 175. Ibid., p. 523
Εικόνα 102. Σχέδια διώροφης τυπολογίας κατοικίας του οικισμού San Benedetto, όψεις, τομή, κατόψεις
[2.4.1.4 San Marco]
[86]
Σημερινή κατάσταση
Εικόνα 103. Τύπος ισόγειας κατοικίας οικισμού San Benedetto
Εικόνα 104. Τύπος διώροφης κατοικίας οικισμού San Benedetto
Εικόνα 105. Τύπος ισόγειας κατοικίας οικισμού San Benedetto
[87]
Σήμερα ο οικισμός San Benedetto διατηρείται σε καλή κατάσταση, καθώς τα περισσότερα από τα κτίσματα του εξακολουθούν να έχουν χρήση. Μετά την αποχώρηση των Ιταλών εποίκων, τα Κολύμπια ξαναπήραν το όνομά τους και τα κτήματα μοιράστηκαν στους ακτήμονες των γειτονικών χωριών176. Η εκκλησία μετατράπηκε σε ορθόδοξη και μετονομάστηκε σε Άγιος Τρύφωνας. Το 1952 το κτιριακό συγκρότημα της πλατείας πρωτολειτούργησε ως «Οίκος Κολυμπιών» και κατοικήθηκε από ηλικιωμένους πρόσφυγες. Μετά την μετονομασία του Σανατορίου Ελεούσας σε «Ίδρυμα περιθλάσεως ανιάτων Δωδεκανήσου» (1971), τα δύο αυτά ιδρύματα συγχωνεύτηκαν με το Π.Δ. 95 στο ΦΕΚ 240/τ.Α./15.10.1980177. Το νέο ενιαίο ίδρυμα στα Κολύμπια, ονομάστηκε «Θεραπευτήριο Χρόνιων Παθήσεων Δωδεκανήσου» και φιλοξενούσε μη αυτοεξυπηρετούμενα άτομα άνω των 18 ετών. Τέλος το 1996 μετονομάστηκε σε «Κέντρο Αποθεραπείας Φυσικής και Κοινωνικής Αποκατάστασης Ατόμων με Αναπηρίες Ρόδου ( Κ.Α.Φ.Κ.Α. )» και έτσι λειτουργεί ως σήμερα. Το συγκρότημα υπέστη τις κατάλληλες μετατροπές (περίφραξη, αποκατάσταση, ανακαίνιση, διαχωρισμός κλινών) ώστε να μπορεί να λειτουργήσει ως ίδρυμα. Η μεγαλύτερη μετατροπή, ήταν η προσθήκη μιας νέας πτέρυγας, ανατολικά του συγκροτήματος και εγκάρσια στο κεντρικό τμήμα. 176. Δήμος Ρόδου. (2016). Τα νέα της Δημοτικής Ενότητας Αφάντου. Ανάκτηση Μάιος 17, 2017, από http://www.rhodes.gr 177. Διοίκηση 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας Πειραιώς και Αιγαίου. (2008). Κέντρο Αποθεραπείας Φυσικής και Κοινωνικής Αποκατάστασης Ρόδου (Κ.Α.Φ.Κ.Α). Ανάκτηση Μάιος 17, 2017, από http://www.ygeia12n.gov.gr
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 106. Νέα πτέρυγα κέντρου του οικισμού San Benedetto
Εικόνα 107. Καμπαναριό εκκλησίας οικισμού San Benedetto
Εικόνα 108. Άποψη τοξωτής στοάς οικισμού San Benedetto
[2.4.1.4 San Marco]
[88]
[89]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[90]
Συμπεράσματα Η μελέτη της ιταλικής κατοχής στα Δωδεκάνησα, αλλά και γενικότερα του ιταλικού αποικιακού έργου, φανερώνει την ύπαρξη μιας κοινής στρατηγικής της Ιταλικής φασιστικής Διοίκησης. Η ιδεολογική και πολιτική προσέγγιση είναι άμεσα συνδεδεμένη με το κτισμένο περιβάλλον. Η αρχιτεκτονική λειτουργεί ως προπαγανδιστικό μέσο προβολής και εδραίωσης του φασιστικού καθεστώτος τόσο στην ίδια την Ιταλία όσο και στις ιταλικές κτήσεις. Η μαζική εφαρμογή προτύπων και μοντέλων που υπηρετούν τα φασιστικά ιδεώδη, οδήγησε σε αλλαγή της εικόνας του παραδοσιακού τοπίου και άφησε έντονο το στίγμα της στο πέρασμά της. Παρ’ όλες τις εκφάνσεις της ιταλικής αρχιτεκτονικής, από το Novecento στον ρασιοναλισμό, τη μεσογειακότητα και την μνημειακή αρχιτεκτονική του Μουσολίνι, το σύνολο των κτισμάτων της περιόδου γίνεται άμεσα αντιληπτό στον αστικό ιστό, λόγω της απομάκρυνσής του από την εκάστοτε τοπική παράδοση αλλά και της ενιαίας μορφολογικής του ταυτότητας. Ο τύπος της αποικιακής αρχιτεκτονικής, επηρεάζεται από την γραμμή της πολιτικής που ακολουθείται και διαχωρίζεται χρονολογικά σε αρχιτεκτονική του «προστάτη» (πρώτη περίοδος Ιταλοκρατίας) και του «κατακτητή» (δεύτερη περίοδος Ιταλοκρατίας). Στην πρώτη επιχειρείται η ένταξη της αρχιτεκτονικής στο υφιστάμενο τοπίο, μέσω της ενσωμάτωσης επιλεγμένων στοιχείων παραδοσιακής τοπικής αρχιτεκτονικής και προβολής ενός συγκεκριμένου τμήματος της ιστορίας. Αντίθετα, στην δεύτερη καθαιρούνται τα στοιχεία τοπικού ή παραδοσιακού λεξιλογίου και εφαρμόζεται η μοντέρνα μνημειακότητα [91]
του απολυταρχικού καθεστώτος. Αυτή η μέθοδος ακολουθείται και στη Ρόδο με την πολιτική του κυβερνήτη Lago και του De Vecchi.
Εικόνα 109. Προπαγανδιστικό φασιστικό φυλλάδιο περί ιταλικού αγροτικού εποικισμού στην Αφρική
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Η ιταλική Διοίκηση μέσα από μία σειρά έργων, όπως εγκειοβελτικωτικά, κατασκευή οδικού δικτύου, πολεοδομικές επεμβάσεις, ανέγερση δημόσιων κτιρίων, ίδρυση οικισμών κ.α., λειτούργησε ως φορέας εκσυγχρονισμού εφαρμόζοντας νέες μεθόδους και τεχνολογίες κατασκευής. Τα καινοτόμα αυτά έργα, μέχρι σήμερα αποτελούν βασικό δομικό υπόβαθρο και αξιόλογη κατασκευαστική κληρονομιά των αποικιακών περιοχών. Τα έργα αυτά, σε συνδυασμό με τα μέτρα που πήρε η κυβέρνηση, στόχευαν στον εξιταλισμό των κατακτημένων περιοχών. Βασική μέθοδος εξιταλισμού, αποτέλεσε ο ιταλικός εποικισμός και η ίδρυση των αγροτικών οικισμών. Το ευρύ πρόγραμμα της ιταλικής αγροτοποίησης του πληθυσμού εξυπηρετούσε οικονομικούς και προπαγανδιστικούς λόγους. Η εκμετάλλευση της ακαλλιέργητης γης και η απαλλοτρίωση εκτάσεων που άνηκαν σε ιθαγενείς, λειτουργούσε προς όφελος της κρατικής οικονομίας με στόχο την επίτευξη της αυτάρκειας. Παράλληλα, στόχευε στην εξαθλίωση της οικονομίας των ντόπιων μέσω της κρατικοποίησης της ιδιωτικής περιουσίας, αλλά και την αλλοίωση της εθνικής ταυτότητάς του με την γειτονική εγκαθίδρυση ιταλικών ομάδων πληθυσμού. Όπως αναλύθηκε στην έρευνα, γίνεται κατανοητό το γεγονός ότι η δομή, η ιεράρχηση και ο σχεδιασμός του κάθε οικισμού ακολουθεί πρότυπα ιταλικά μοντέλα και εφαρμόζεται παρόμοια σε όλες τις περιπτώσεις. Ένας διοικητικός πυρήνας εξυπηρέτησης του οικισμού γύρω από την οριοθετημένη πλατεία και περιμετρική ανάπτυξη των κατοικιών, είναι τα βασικά χαρακτηριστικά οργάνωσης των οικισμών. Η διαφορά μεταξύ αποικιακών και ιταλικών αγροτικών οικισμών εντοπίζεται στις χαμηλότερες αρχιτεκτονικές και κοστολογικές
απαιτήσεις, καθώς στην ουσία στην Ιταλία πρόκειται για αγροτικές πόλεις ενώ στις αποικίες γίνεται λόγος για αγροτικά χωριά. Άρα εντοπίζεται διαφορά στο μέγεθος αλλά και τον πληθυσμό των οικισμών. Επίσης, από αρχιτεκτονικής πλευράς, παρατηρείται μια μεγαλύτερη προσπάθεια ένταξης των αποικιακών οικισμών στο τοπίο, μέσω της εφαρμογής της μεσογειακής αρχιτεκτονικής και ενός περισσότερο λαϊκού παρά μοντέρνου ρασιοναλισμού. Οι τέσσερις αγροτικοί οικισμοί που δημιουργήθηκαν στην Ρόδο, έχουν κοινή ορθολογική ανάπτυξη με τους αντίστοιχους της Αφρικής. Σε γενικές γραμμές χρησιμοποιείται κοινό αρχιτεκτονικό μεσογειακό λεξιλόγιο, με απλές γεωμετρίες, λιτές γραμμές, λευκές επιφάνειες, καθαρές ογκοπλασίες, τοξωτές στοές, χαμηλά δωματοσκέπαστα κτίσματα (έως δύο ορόφους) και εξωτερικά κλιμακοστάσια. Στην κενή ορθογωνική πλατεία, κυριαρχεί η αξονικότητα και η συμμετρία, ενώ ξεχωρίζει λόγω θέσης αλλά και ύψους η εκκλησία, και ο πύργος του φασισμού. Οι οικισμοί διαφοροποιούνται ανά περίπτωση λόγω μεγέθους, και κατ’ επέκταση λόγω αριθμού εποίκων (καθώς ήταν προκαθορισμένος). Έτσι σε κάποιους μεγαλύτερους οικισμούς στην Λιβύη βλέπουμε οι κατοικίες να αναπτύσσονται εν είδη συγκροτημάτων σε αντίθεση με τις μεμονωμένες αγροικίες, ή περισσότερα και μεγαλύτερα δημόσια κτίσματα στην πλατεία. Επίσης, αντίστοιχα επηρεάζονται ως κάποιο βαθμό από τοπικά στοιχεία, αραβικά ή ελληνικά, τα οποία όμως μεταφράζονται με τον όρο μεσογειακά. Έτσι λοιπόν παρατηρείται ένα ενδιαφέρον για τον σχεδιασμό της αγροτικής γης. Το αποτέλεσμα [Συμπεράσματα]
[92]
Εικόνα 110. Αγροτικός ιταλικός οικισμός Gioda, Λιβύη, Αφρική, 1938
όμως αυτού κρίθηκε αρνητικά από μερίδα Ιταλών της περιόδου, για την αρχιτεκτονική του ποιότητα ως έργο, την αισθητική του και την στείρα τυποποίηση που ‘απλά’ κάλυπτε τις λειτουργικές του ανάγκες. Αναλύοντας περαιτέρω τους αγροτικούς ιταλικούς οικισμούς της Ρόδου και συγκρίνοντάς τους μεταξύ τους, στους οικισμούς San Marco, Campochiaro και San Benedetto, παρατηρούμε μία κοινή αρχιτεκτονική γλώσσα. Τόσο στα κεντρικά κτίρια όσο και στις αγροικίες, παρουσιάζονται πολλές μορφολογικές ομοιότητες με διαφορετική όμως σύνθεση όγκων. Στο Peveragno χρησιμοποιείται διαφορετική αρχιτεκτονική καθώς ασπάζεται περισσότερο στοιχεία βόρειας ιταλικής αρχιτεκτονικής και όχι τόσο μεσογειακής ελληνικής. Πολεοδομικά
[93]
μπορούμε να τους χωρίσουμε τους οικισμούς σε δύο ομάδες: Στην πρώτη ανήκουν ο οικισμός San Marco και San Benedetto, που βρίσκονται σε εύφορες πεδιάδες του νησιού. Οι δύο αυτοί οικισμοί έχουν απλή ορθοκανονική πολεοδομική διάταξη, στην οποία τονίζεται το κεντρικό κτιριακό συγκρότημα μέσω της δεντρόφυτης λεωφόρου που ενώνει τον κέντρο με τον οικισμό και καταλήγει προς την θάλασσα. Κυριαρχούν γραμμικές χαράξεις, με μικρότερους και μεγαλύτερους δρόμους, που διαμορφώνουν τα όρια των αγροκτημάτων. Το συγκρότημα της πλατείας είναι σε σχήμα Π, ενώ η κεντρική αρτηρία του νησιού διέρχεται από μπροστά. Κεντρική θέση στο San Marco έχει η εκκλησία, ενώ στο San Benedetto το σχολείο. Παρ’ όλα
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 111. Αγροτικός οικισμός San Marco
Εικόνα 113. Αγροτικός οικισμός Peveragno
Εικόνα 112. Αγροτικός οικισμός San Benedetto
Εικόνα 114. Αγροτικός οικισμός Campochiaro
[94]
αυτά, τοπόσημο της περιοχής που ξεχωρίζει σε ύψος και στις δύο περιπτώσεις είναι το καμπαναριό της εκκλησίας. Στην δεύτερη ομάδα ανήκουν οι οικισμοί Peveragno και Campochiaro.Η ιδιαιτερότητα της λειτουργίας τους (εκμετάλλευση γεωργικών προϊόντων και προστασία δασικού πλούτου) αλλά και η γεωγραφική τοποθέτηση σε πλαγιά, οδηγεί σε διαφορετικό πολεοδομικό και αρχιτεκτονικό χαρακτήρα. Οι δύο οικισμοί οργανώθηκαν γύρω από μια πλατεία και αναπτύσσονται ακτινωτά ανάλογα με την μορφολογία του εδάφους. Η κεντρική οδική αρτηρία του νησιού στην περίπτωση του Campochiaro διέρχεται μέσα από την πλατεία, μετατρέποντάς την σε κυκλοφοριακό κόμβο. Στο Peveragno η οργάνωση του χώρου διαφέρει καθώς χτίστηκε στα ερείπια του τούρκικου χωριού Άνω Καλαμώνα, ακλουθώντας τις άναρχες χαράξεις του. Σε σύγκριση τώρα των ιταλικών αγροτικών οικισμών με τους παραδοσιακούς οικισμούς της Ρόδου εντοπίζουμε κάποιες ομοιότητες και διαφορές. Βασική διαφορά αποτελεί το γεγονός ότι οι νησιωτικοί οικισμοί δημιουργήθηκαν και αναπτύχθηκαν οργανικά μέσα στο χρόνο, σε αντίθεση με τους ιταλικούς οι οποίοι ιδρύθηκαν και σχεδιαστήκαν πλήρως. Ο σχεδιασμός τους από τους αρχιτέκτονες Bernabiti και Petracco, τόσο σε πολεοδομική όσο και σε αρχιτεκτονική κλίμακα, βασίζεται σε μια σειρά διαταγμάτων και οικοδομικών κανονισμών. Οι νέοι ιταλικοί οικισμοί στη Ρόδο, είναι αραιοκατοικημένοι με τα αγροκτήματα να χωρίζουν τις κατοικίες, ενώ οι παραδοσιακοί είναι πυκνοκατοικημένοι και συσπειρωμένοι
[95]
στο κέντρο με τα αγροκτήματα περιφερειακά. Παρόλα αυτά, ο τύπος του παραδοσιακού αγροτικού σπιτιού, φαίνεται να επηρέασε τον σχεδιασμό της ιταλικής αγροικίας που αποτελεί εξέλιξη του προηγούμενου.
Εικόνα 115. Αγροτικός ιταλικός οικισμός Campochiaro
Εικόνα 116. Παραδοσιακός αγροτικός οικισμός Έμπωνας, Ρόδος
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[San Marco]
Συνοψίζοντας, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το στρατηγικό πλάνο του ιταλικού εποικισμού, εγκαθιστώντας ‘ξένους’ σε ‘ξένους’ προς αυτούς τόπους με την ελπίδα εξιταλισμού των ντόπιων, άλλαξε σίγουρα τα δεδομένα στο αγροτικό τοπίο. Για την ακρίβεια, μέσω της ίδρυσης ιταλικών αγροτικών οικισμών, υπήρξε μια αλληλοεπίδραση των δύο πολιτισμών, χωρίς όμως να σβήσει καμία εθνική ταυτότητα. Η αλληλοεπίδραση αυτή φάνηκε και στην αρχιτεκτονική των αγροτικών οικισμών, περισσότερο σε σχέση με αυτήν της πόλης, καθώς ξένα πρότυπα αναμίχτηκαν με ελληνικά στοιχεία, δίνοντας το αποτέλεσμα που βλέπουμε σήμερα. Αναμφισβήτητα, η ιταλική παρουσία είναι εμφανής στην σημερινή εικόνα της Ρόδου, έχοντας επιδείξει ένα λαμπρό παράδειγμα ρασιοναλιστικής αρχιτεκτονικής που λειτουργεί ως τουριστικό φόντο μιας εξωτικής μοντέρνας και παράλληλα παραδοσιακής Ρόδου. Σήμερα πολλά από τα κτίσματα που χτίστηκαν την περίοδο της Ιταλοκρατίας, κυρίως αυτά του κέντρου, εξακολουθούν να έχουν χρήση. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με αυτά των αγροτικών οικισμών. Αποτελούν και αυτά μέρος της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ρόδου και έτσι πρέπει να αξιολογηθούν. Η απλότητα και η γραμμικότητα των κτισμάτων μέσα στο φυσικό τοπίο σε συνδυασμό με το συνονθύλευμα ρυθμών που χρησιμοποιείται, προσπάθησαν να επαναπροσδιορίσουν τον αγροτικό χώρο και να καθορίσουν νέα σημεία αναφοράς στο νησιωτικό τοπίο. Δεν αρκεί η μη κατεδάφιση ή η συνεχής χρήση, αλλά κρίνεται αναγκαίο ένα πρόγραμμα προστασίας και αναδείξεις αυτών, σε συνδυασμό με την πολυπόθητη ένταξή τους στο νησιωτικό τοπίο και στα δεδομένα του σήμερα.
[Peveragno]
[Campochiaro]
[San Benedetto]
[96]
[97]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[98]
Bernabiti Armando (1900-1970)
[99]
Εικόνα 121. Armando Bernabiti
του το 1965 και πέθανε 5 χρόνια αργότερα. Σημαντικότερα του έργα του στη Ρόδο είναι η Casa del Balilla, σημερινή λέσχη προσκόπων (1928–1932), ο Ναυτικός Όμιλος ΝΟΡ (19311932), η Arena del sole, σημερινό στάδιο Διαγόρα (1932), το Ενυδρείο (1934-1935), οι λουτρικές εγκαταστάσεις «La Ronda» (1935), η εκκλησία San Francesco (1936–1939), η Casa Littoria, σημερινό Δημαρχείο Ρόδου (19361939) και αποκορύφωμα της καριέρας του το Εθνικό θέατρο Giacomo Puccini (19361937). Στη Λέρο μαζί με τον R. Petracco κατασκεύασαν μια καινούργια μοντέρνα πόλη το Porto Lago (1930-1938). Ο Bernabiti εκεί σχεδίασε το ξενοδοχείο, την Casa del balilla, τις κατοικίες, το αστυνομικό τμήμα, την εκκλησία Αγίου Φραγκίσκου, το κινηματοθέατρο, το γυμνάσιο και το δημαρχείο. Στα υπόλοιπα νησιά περιορίστηκε στην ανέγερση του διοικητικού συγκροτήματος που περιλάμβανε ανά περίπτωση σχολείο, αστυνομικό τμήμα, αγορά, φασιστική λέσχη και κινηματοθέατρο.
Γεννημένος στην Crevalcore (Bologna) της Ιταλίας εργάστηκε ως αρχιτέκτονας του Υπουργείου Δημοσίων Έργων της Ιταλικής Κυβερνήσεως των Νησιών του Αιγαίου από το 1927 έως το 1945. Κατά την περίοδο αυτή όπου δραστηριοποιείται με κυβερνήτη τον Mario Lago και αργότερα τον De Vecchi, σχεδιάζει και κατασκευάζει ένα μεγάλο αριθμό δημόσιων κτιρίων, μεταξύ των οποίων αρκετά σχετίζονται με τον αθλητισμό, την ψυχαγωγία και την θρησκεία. Σε συνεργασία με τον Rodolfo Petracco, σχεδιάζει τους ιταλικούς αγροτικούς οικισμούς στην Ρόδο και την Κω (1935-1938). Ακόμα, βοήθησε τον Pietro Lombardi στον σχεδιασμό των λουτρικών εγκαταστάσεων στην Καλλιθέα (1930). Μετά την επιστροφή του στην Ιταλία αξιοποιήθηκε στην πόλη Πέζαρο. Ολοκλήρωσε την καριέρα
Εικόνα 122. Λουτρά Καλλιθέας, A. Bernabiti & Lompardi P, Ρόδος
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Florestano di Fausto (1890-1965)
Εικόνα 123. Ενυδρείο, A. Bernabiti, Ρόδος
Εικόνα 126. Florestano di Fausto
Εικόνα 124. Κινηματοθέατρο, A. Bernabiti, Porto Lago Λέρος
Εικόνα 125. Εκκλησία San francisco, A. Bernabiti, Ρόδος
Καταγόμενος από τη Rocca Canterano (Ρώμη), σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Ρώμης, όπου το 1914 πήρε το πτυχίο του αρχιτέκτονα και αργότερα το 1922 και το πτυχίο του πολιτικού μηχανικού. Ξεκίνησε να εργάζεται στο αρχιτεκτονικό τμήμα της κατασκευής του μνημείου του Πάπα Pio X στον Άγιο Πέτρο στο Βατικανό (1916-1923).Το 1921 ανέλαβε την θέση του τεχνικού συμβούλου στο Υπουργείο Εξωτερικών, όπου από το 1924 έως το 1932 ανέγειρε ή την τροποποίησε ιταλικές πρεσβείες στην Ευρώπη, την Αφρική και την Αμερική. Από το 1923 άρχισε να εργάζεται για τον κυβερνήτη των ιταλικών νησιών του Αιγαίου, Mario Lago. Εκεί είναι υπεύθυνος για το νέο Ρυθμιστικό σχέδιο της πόλης της Ρόδου (1926), αλλά και για πολεοδομικά θέματα που αφορούν άλλα νησιά (Κω, Λέρο, [Βιογραφικό παράρτημα αρχιτεκτόνων]
[100]
Καστελόριζο). Κατά την παραμονή του στη Ρόδο ο F. Di Fausto φαίνεται ότι σχεδίασε και κατασκεύασε περισσότερα από πενήντα δημόσια κτίρια, σπίτια, εκκλησίες, στρατώνες, αγορές και σχολεία. Αυτός είναι ο δημιουργός πολλών κτισμάτων που αποτελούν ορόσημο για την Ρόδο έως σήμερα, όπως η Νέα Αγορά Μαντρακίου (1925-1926), το Ξενοδοχείο των Ρόδων, σημερινό Casino (1925-1927) και το Palazzo del governo, σημερινό κτίριο Νομαρχίας (1926-1927). Μερικά άλλα από τα σημαντικότερά του έργα είναι το Palazzo di giustizia e tribunale, σημερινό Δικαστικό Μέγαρο (1924), η Caserma Regina di fanteria, σημερινό Πανεπιστήμιο Αιγαίου (1924-1926), ο καθεδρικός San Giovanni, σημερινή εκκλησία Ευαγγελισμός (1924-1925), η Κεντρική αστυνομία Ρόδου (1925-1926), το Circolo Italia, σημεριό Ακταίον (19251927), η Casa del fascio, σημερινό κεντρικό λιμεναρχείο (1926-1927), το Ταχυδρομείο (1927-1928) και η Τράπεζα της Ιταλίας (1931-1933). Στην Κω ανέγειρε αξιόλογα κτίσματα όπως το Δημαρχείο (1926-1927), το Ιπποκράτειο Νοσοκομείο (1926-1928), το Pallazo del governo (1927-1929), την καθολική εκκλησία του Agnus Dei, σε συργασία με τον R. Petracco (1927). Μετά από διαμάχη με τον κυβερνήτη Lago αποσύρεται σταδιακά από τη Ρόδο, και συνεχίζει το λαμπρό έργο του στην Ιταλία (επαύλεις, κατοικίες, βιομηχανίες), την Αλβανία (νέο σχέδιο πόλης Τυράννων, 1932) και κυρίως τη Λιβύη (νέο σχέδιο πόλης Τρίπολης). Το 1926-28 ο Μουσολίνι του ανέθεσε να φτιάξει το σχέδιο πόλεως και των δημόσιων κτιρίων της Predappio Nuova, μιας ‘ιδανικής’ αγροτικής πόλης. Αξίζει να τονίσουμε το πολυλειτουργικό συγκρότημα Uaddan που κατασκεύασε στην Τρίπολη, το οποίο περιλάμβανε ξενοδοχείο, πισίνες, [101]
Εικόνα 127. Palazzo del governo, Νομαρχία, F. di Fausto, Ρόδος
Εικόνα 128. San Giovanni, Ευαγγελισμός, F. di Fausto, Ρόδος
Εικόνα 129. Αγροτικός οικισμός D’ Annunzio, F. di Fausto, Λιβύη
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
καζίνο, θέατρο (1935) αλλά και το pavilion στο Μostra delle terre Italiane d’oltremare, έκθεση υπερπόντιων ιταλικών εδαφών 1940. Ακόμα στη Λιβύη σχεδίασε 8 από τα 32 αγροτικά χωριά ιταλών εποίκων (π.χ. Battisti, Villaggio D’Annunzio), ξενοδοχεία, τυπολογίες κατοικιών κ.α. Με τη λήξη του πολέμου ασχολήθηκε με την πολιτική και από το 1948 έως το 1953 έγινε βουλευτής με το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα. Τέλος, υπήρξε μέλος της Σχολής San Luca, και επιτροπής παιδείας της Σχολής Καλών Τεχνών της Ρώμης.
στο βουνό Προφήτη Ηλία (1928-1932). Άλλα σημαντικά του έργα του στη Ρόδο είναι το ξενοδοχείο Θέρμαι (1937), η ανοικοδόμηση του μοναστηριού στην Φιλέρημο (19311933), αλλά και συγκροτήματα εργατικών κατοικιών της πόλης και αστυνομικά τμήματα στα χωριά της Ρόδου. Στην Κω σχεδίασε την αγορά Mercato (1934-1935), την Ορθόδοξη εκκλησία Άγιου Νικολάου (1937-1939) αλλά και τον αγροτικό οικισμό Anguillara στο Λινοπότι (1936-1938). Μετά την επιστροφή του στην Ιταλία (1945), προσελήφθη ως ειδικός
Petracco Rodolfo 1889-1979 Ο Petracco, πολιτικός μηχανικός από την Τεργέστη, προσλαμβάνεται από το Υπουργείο Διοίκησης των νησιών του Αιγαίου το 1924. Το 1926 του ‘απονεμήθηκε’ ο τίτλος του αρχιτέκτονα με εγγραφή στο μητρώο αρχιτεκτόνων μηχανικών. Δραστηριοποιείται στα νησιά της Ρόδου και της Κω, της οποίας εκπόνησε το ρυθμιστικό σχέδιο για την ανοικοδόμηση της πόλης μετά το σεισμό του 1933 . Ο Petracco, πραγματοποίησε αξιοσημείωτο έργο τόσο στον τομέα της κατοίκησης και τουρισμού όσο και σε στρατιωτικό και εκκλησιαστικό τομέα. Μαζί με τον A. Bernabiti σχεδίασαν και κατασκεύασαν τους τέσσερις αγροτικούς οικισμούς στη Ρόδο (San Marco, Peveragno, Campochiaro, San Benedetto). Ακόμα σε συνεργασία πάλι με τον Bernabiti σχεδίασαν την μοντέρνα πόλη της Λέρου Porto Lago (1930-1938), όπου ο Petracco ασχολήθηκε με την ανέγερση των κατοικιών, στρατώνων, λιμεναρχείου, αστυνομικού τμήματος, αγοράς και σχολείου. Χαρακτηριστικό του έργο είναι τα ξενοδοχεία Έλαφος και Ελαφίνα
Εικόνα 130. Ξενοδοχείο Έλαφος, P. Rodolfo, Ρόδος
Εικόνα 131. Ξενοδοχείο Θέρμαι, P. Rodolfo, Ρόδος
[Βιογραφικό παράρτημα αρχιτεκτόνων]
[102]
πολιτικός μηχανικός στη Fotza. Εκεί το 1952 κατασκεύασε ένα παρεκκλήσι-οστεοφυλάκιο για να συλλέξει τα υπολείμματα όλων των πολιτών που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Lompardi Pietro (1894-1984) Αρχιτέκτονας από τη Ρώμη, αποφοίτησε το 1920 από την Σχολή Καλών Τεχνών της Ρώμης. Αρχικά εργάζεται στο πλάι διάσημων αρχιτεκτόνων όπως ο Armando Brasini, Pio και Marcello Piacentini. O Lomparidi γίνεται γνωστός μετά την νίκη του στο διαγωνισμό για την μνημειακή κρήνη Testaccio στη Ρώμη (1925). Το 1927 καλείται από τον Mario Lago για να καλύψει προσωρινά τον F. Di Fausto και τον ίδιο χρόνο θέτεται επικεφαλής της κυβερνητικής αρχιτεκτονικής. Εργάζεται στην αποκατάσταση τμημάτων της Παλαιάς Πόλης. Το 1928 σχεδιάζει το συγκρότημα στα ιαματικά λουτρά της Καλλιθέας, έργο που συγκαταλέγεται μεταξύ των καλύτερων αρχιτεκτονικών επιτευγμάτων της περιόδου. Επίσης κατασκευάζει τη Casa del Balilla, σημερινή λέσχη προσκόπων (1928 – 1932) αλλα και τη Sede della Compagnia Commerciale, σημερινή Πινακοθήκη στη Μεσαιωνική Πόλη (1929-1930). Παράλληλα, ο αρχιτέκτονας εργάζεται στις διεθνείς εκθέσεις αποικιακής αρχιτεκτονικής των νησιών. Μετά τον πόλεμο επέστρεψε στην Ιταλία και δίδαξε στην Σχολή Καλών Τεχνών στη Ρώμη (19571967).
Εικόνα 132. Casa del Ballila, Lompardi P. & Bernabiti A., Ρόδος
Εικόνα 133. Sede della Compagnia Commerciale, σημ. Πινακοθήλη, Lompardi P., Ρόδος
Εικόνα 134. Λουτρά Καλιθέας, Lompardi P. & Bernabiti A., Ρόδος
[103]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[104]
[105]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[106]
[ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ]
Ελλήνων.
Βιβλία
Δοντάς, Σ. (2012). Ρόδος, εκατό χρόνια φωτογραφίας, 1850-1950. Θεσσαλονίκη: Ζήτη.
Fuller, M. (2007). Moderns Abroad. Architecture, cities and Italian imperialism. New York: Routledge Grosselli, R. M. (2012). Gli uomini del legno sull’isola delle rose, la vicenda storica del villaggio italiano di Campochiaro a Rodi, 1935-1947. Trento: Curcu & Genovese. Livadiotti, M., & Rocco, G. (1996). La presenza italiana nel Dodecaneso tra il 1912 e il 1948 : la ricerca archeologica, la conservazione, la scelte progettuali. Catania: Edizioni del Prisma. Martinoli, S., & Perotti, E. (1999). Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943. Torino: Ed. Fondazione Giovanni Agnelli. Ortensi, D. (1941). Edilizia rurale urbanistica di centri comunali e di borgate rurali. Roma: Casa editrice mediterranea. Petrucci, M. (2010). Restituiamo la storia: atlante geostorico di Rodi: territorialità, attori, pratiche e rappresentazioni (1912-1947): per una geografia del colonialismo italiano. Roma: Gangemi. Watkin, D. (2009) Ιστορία της δυτικής αρχιτεκτονικής / μετάφραση Κώστας Κουρεμένος.. Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης Γιαννόπουλος, Γ. (1997). Σύντομη Ιστορία της Δωδεκανήσου. Αθήνα: Βουλή των
[107]
Κολώνας, Β. (2002). Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αθήνα: Ολκός. Κωσταρίδης, Ε. (2005). Το Σανατόριο της Αγίας Ελεούσας. Ρόδος. Μπογιάννος, Θ. (2008). Πως φθάσαμε στην ενσωμάτωση. Ρόδος: Δήμου Ροδίων. Παπανικολάου, Β. (2014). Η Κοιλάδα του Πελεκάνου ή Η κοιλάδα με τις Πεταλούδες, στον Καλαμώνα – Θελόγου Ρόδου, από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας μέχρι σήμερα. Ρόδος: Τέχνη Παπαχριστοδούλου, Χ. Ι. (1972). Ιστορία της Ρόδου, Από τους προϊστορικούς χρόνους έως την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου (1948). Αθήνα: Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών Δωδεκανήσου. Πάχος, Α. (2006). Η Ρόδος με τον φακό του Αντώνη Πάχου. Ρόδος: Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Δωδεκανήσου. Σταυρόπουλος, Σ. (1997). 50 Χρόνια από την Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα. Αθήνα: Βουλή των Ελλήνων. Τσαλαχούρης, Κ. (2000). Οικονομική Πολιτική της Ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα. Αθήνα: Τροχαλία. Τσιρπανλής, Ζ. Ν. (1998). Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα 1912-1943 Αλλοτρίωση του
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
ανθρώπου και του περιβάλλοντος. Ρόδος: Έκδοση Γραφείου Μεσαιωνικής Πόλης Ρόδου.
Πατέστος, Κ. (28/02/1999). Οι όμορφες και οι άσχημες πόλεις. Το Βήμα.
Φιλιππίδης, Δ. (1990). Ελληνική παραδοσιακή αρχιτεκτονική (Τρίτος τόμος) Δωδεκάνησα –. Κρήτη. Αθήνα: Μέλισσα.
Τσιρπανλής, Ζ. (30/11/1997). Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα. Προσωρινή κατοχή και νομικές βλέψεις την περίοδο 1912-1923. Καθημερινή, ένθετο ‘Επτά Ημέρες’, σελ. 5-7
Χριστοφυλάκης, Σ. (2004). Δωδεκανησιακά Χρονικά: Η αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα επί. Ιταλοκρατίας (1912-1945). Αθήνα: Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών Δωδεκανήσου, σελ. 211-237 Άρθρα Αθανασίου, Δ. (24/01/2014). Αντιδικίες για το ιστορικό ακίνητο του Αγίου Παύλου. Δημοκρατική (Ρόδου). Καραγιάννη–Μαρμαροκόπου, Μ. (21/12/2016). Το Πανηγύρι του Αγίου «Μόδεστου», του προστάτη των ζώων στον Καλαμώνα της Ρόδου. H Ροδιακή. Μαριάς, Μ. (1983, Φεβρουάριος). Αποικιακή πολιτική των Ιταλών στα Δωδεκάνησα. Η περίπτωση του Peveragno. Ο Δρόμος (Ρόδου) τχ. 16, σσ. 24-29. Μαστροδημήτρης, Μ. (10/05/2015). Το κτηριακό συγκρότημα στον Άγιο Παύλο της Κατταβιάς, που επί Ιταλοκρατίας λειτούργησε και ως φυλακή και η σημερινή εικόνα εγκατάλειψης. Η Ροδιακή. Παπαϊωάννου, Ε. (30/11/1997). Η εκκλησία των Δωδεκανήσων. Το κρίσιμο ζήτημα του Αυτοκέφαλου και η εθνική δράση κληρικών. Καθημερινή, ένθετο ‘Επτά Ημέρες’, σελ. 1213
Τσιρπανλής, Ζ. (30/11/1997). Πλήρης κυριαρχία και εξιταλισμός. Η εικοσαετία 19231943 στάθηκε η πιο επικίνδυνη για την ταυτότητα των Δωδεκανήσων. Καθημερινή, ένθετο ‘Επτά Ημέρες’, σελ. 8-11 Φούρλα, Δ.-Μ. (16/11/2016). Συνοπτική Ιστορική Αναδρομή στην εκπαίδευση Ιταλοκρατία. Δημοκρατική. Πρακτικά συνεδρίου: Capresi, V, (2014). The piazza as the core of the Italian rural settlements in colonial Libya: a theatre for fascist power, the obvious answer to local town planning requirements, or just a place to meet?. 20th Century New Towns. Archetypes and Uncertainties Conference Proceedings. May 22-24, 2014. Cairo: German University in Cairo – GUC Παπαθεοδώρου, Π. (2003). Μεταβολές της λειτουργίας των ιστορικών κέντρων. Η περίπτωση της Ρόδου. Μετασχιματισμοί της Ελληνικής Πόλης, Σοσιαλιστική Θεωρία, Προοπτικές και Καθημερινή Πράξη, 9-11 Μαΐου 2003 (σσ. 191-200). Αθήνα: Νέο Κίνημα Αρχιτεκτόνων.
[Βιβλιογραφία]
[108]
Λεξικά Τεγόπουλος & Φυτράκης, (1999). Μείζον ελληνικό λεξικό : ορθογραφικό, ερμηνευτικό, ετυμολογικό, συνωνύμων, αντιθέτων, αρκτικολέξων, κυρίων ονομάτων. Αθήνα: Αρμονία Ηλεκτρονικές πηγές Città di fondazione nel periodo fascista (2015). Ανάκτηση Μάιος 13, 2017, από http:// www.wikiwand.com Maltoni, L. (2000). Rodi Settembre 1942 sabotaggio agli aeroporti. Ανάκτηση Απρίλιος 29, 2017, από http://www.icsm.it Samuels, A. The Space Of Control: Fascism and Architecture in Libya. Ανάκτηση Ιούνιος 5, 2017, από https://theculturetrip.com Γενικό επιτελείο Εθνικής Άμυνας. Δωδεκάνησος – Η μακρά πορεία προς την Ενσωμάτωση με τη Μητέρα Ελλάδα. Ανάκτηση Μάιος 24, 2017, από http://www. geetha.mil.gr Δήμος Ρόδου. (2016). Τα νέα της Δημοτικής Ενότητας Αφάντου. Ανάκτηση Μάιος 17, 2017, από http://www.rhodes.gr
ο ιμπεριαλισμός τον 19ο αιώνα. . Ανάκτηση Μάιος 24, 2017, από https:// istoriatexnespolitismos.wordpress.com Κέντρο Προστασίας και Ενημέρωσης Αγίας Ελεούσας. (2003). Ανάκτηση Μάιος 13, 2017, από http://www.life-gizani.gr Μαργιέ, Α., & Χαλβαντζή, Φ. (2010). Ιταλικά βιομηχανικά συγκροτήματα στο νησί της Ρόδου. Ανάκτηση Μάιος 5, 2017, από www.teepelop.gr Μιχαλάκη, Μ. (2010). Η βιομηχανική κληρονομιά της Δωδεκανήσου. Ανάκτηση Μάιος 05, 2017, από http://www.monumenta. org Παπαχριστοδούλου, Ι., & Παλαιοθόδωρος, Δ., & Βαξεβάνης, Γ., & Σπυροπούλου, Β., &. Μπαζίνη, Ε., & Πατσιαδά, Β., & Σέλελη, Α. (2006). «Ρόδος». Πολιτιστική Πύλη του. Αρχιπελάγους. του Αιγαίου. Ανάκτηση Μάιος 05, 2017, από http://www.ehw.gr Σαραντάκου, Ε. (2005). Αρχιτεκτονική της ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα. Πολιτιστική Πύλη. του Αρχιπελάγους του Αιγαίου. Ανάκτηση Μάιος 05, 2017, από http://www. ehw.gr
Διοίκηση 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας Πειραιώς και Αιγαίου. (2008). Κέντρο Αποθεραπείας Φυσικής και Κοινωνικής Αποκατάστασης Ρόδου (Κ.Α.Φ.Κ.Α). Ανάκτηση Μάιος 17, 2017, από http://www. ygeia12n.gov.gr Ιστορία – Τέχνες – Πολιτισμός. (2013) Ευρώπη: Το νέο κύμα αποικιοκρατίας και
[109]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[ΠΗΓΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ] Εικόνα 1. http://www.freeiconspng.com/ images/world-map-png Εικόνα 2. http://www.united-hellas.com/ tourism/dodecanese/index-gr.htm Εικόνα 3. http://www.dodecaneso.org/1912. htm Εικόνα 4. Grosselli, R. M. (2012). Gli uomini del legno sull’isola delle rose, la vicenda storica del villaggio italiano di Campochiaro a Rodi, 1935-1947. Trento: Curcu & Genovese, σελ. 57 Εικόνα 5. http://www.leros.org/lerostouristhttp/historyleros_gr1.htm Εικόνα 6. Livadiotti, M., & Rocco, G. (1996). La presenza italiana nel Dodecaneso tra il 1912 e il 1948 : la ricerca archeologica, la conservazione, la scelte progettuali. Catania: Edizioni del Prisma, σελ. 297 Εικόνα 7. Livadiotti, M., & Rocco, G. (1996). La presenza italiana nel Dodecaneso tra il 1912 e il 1948 : la ricerca archeologica, la conservazione, la scelte progettuali. Catania: Edizioni del Prisma, σελ. 298
αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943. Αθήνα: Ολκός., σελ. 31 Εικόνα 10. http://www.dodecaneso.org/ arch.htm Εικόνα 11. Δοντάς, Σ. (2012). Ρόδος, εκατό χρόνια φωτογραφίας, 1850-1950. Θεσσαλονίκη: Ζήτη. Εικόνα 12. http://www.artribune.com/ progettazione/architettura/2017/03/ architettura-petizione-ex-casa-del-fascioterragni-como/ Εικόνα 13. http://asombrosaarquitectura. blogspot.gr/2013/12/palacio-de-lacivilizacion-italiana.html Εικόνα 14. http://www.comune.pomezia. rm.it/Storia Εικόνα 15. https://it.wikipedia.org/wiki/ Citt%C3%A0_di_fondazione_nel_periodo_ fascista Εικόνα 16. https://it.wikipedia.org/wiki/ Citt%C3%A0_di_fondazione_nel_periodo_ fascista Εικόνα 17. https://it.wikipedia.org/wiki/ Citt%C3%A0_di_fondazione_nel_periodo_ fascista
Εικόνα 8. Κολώνας, Β. (2002). Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 19121943. Αθήνα: Ολκός., σελ. 30
Εικόνα 18. https://it.wikipedia.org/wiki/ Sabaudia
Εικόνα 9. Κολώνας, Β. (2002). Ιταλική
Εικόνα 20. http://savvaidis.com/areaguides/lachania/
Εικόνα 19. http://www.zeiljachthuren.nl/ griekenland/zeiljacht-huren-rhodos.html
[Πηγές εικόνων]
[110]
Εικόνα 21. http://kamari-pastida.gr/
no.it/?gallery=vedute-dalla-libia-anni-30-40
Εικόνα 22. Φιλιππίδης, Δ. (1990). Ελληνική παραδοσιακή αρχιτεκτονική (Τρίτος τόμος) Δωδεκάνησα – Κρήτη. Αθήνα: Μέλισσα, σελ. 189
Εικόνα 33. http://biblioteca.comune.belluno.it/?gallery=vedute-dalla-libia-anni-30-40
Εικόνα 23. http://vogliadiarte.com/marcellodudovich-pittore-della-vita-modernasoggiorno-libia-1936-1937/ Εικόνα 24. https://it.wikipedia.org/wiki/ Cinema_Impero Εικόνα 25. http://www.tovima. gr/vimagourmet/restaurants/ article/?aid=757569 Εικόνα 26. http://www.rodospalladium.gr/ en/Kallithea-Springs-399.htm Εικόνα 27. http://ronda.gr/el/the-building/ Εικόνα 28. Φωτογραφικό αρχείο Γεωργαλλίδη Σταύρου Εικόνα 29. Ortensi, D. (1941). Edilizia rurale urbanistica di centri comunali e di borgate rurali. Roma: Casa editrice mediterranea, σελ. 545 Εικόνα 30. Ortensi, D. (1941). Edilizia rurale urbanistica di centri comunali e di borgate rurali. Roma: Casa editrice mediterranea, σελ. 566-567 Εικόνα 31. Ortensi, D. (1941). Edilizia rurale urbanistica di centri comunali e di borgate rurali. Roma: Casa editrice mediterranea, σελ. 537
Εικόνα 34. http://biblioteca.comune.belluno.it/?gallery=vedute-dalla-libia-anni-30-40 Εικόνα 35. https://www.google.gr/maps/ Εικόνα 36. Martinoli, S., & Perotti, E. (1999). Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943. Torino: Ed. Fondazione Giovanni Agnelli, σελ. 520 Εικόνα 37. Επιτόπια έρευνα 14/04/2017 Εικόνα 38. https://www.google.gr/maps Εικόνα 39. Επιτόπια έρευνα 14/04/2017 Εικόνα 40. Martinoli, S., & Perotti, E. (1999). Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943. Torino: Ed. Fondazione Giovanni Agnelli, σελ. 521 Εικόνα 41. Petrucci, M. (2010). Restituiamo la storia: atlante geostorico di Rodi: territorialità, attori, pratiche e rappresentazioni (1912-1947): per una geografia del colonialismo italiano. Roma: Gangemi. Εικόνα 42. Κολώνας, Β. (2002). Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 19121943. Αθήνα: Ολκός, σελ. 134 Εικόνα 43. https://www.google.gr/maps Εικόνα 44. Επιτόπια έρευνα 14/04/2017
Εικόνα 32. http://biblioteca.comune.bellu[111]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 45. Επιτόπια έρευνα 14/04/2017 Εικόνα 46. Επιτόπια έρευνα 14/04/2017 Εικόνα 47. Φωτογραφικό αρχείο Γεωργαλλίδη Σταύρου Εικόνα 48. http://www.comune.peveragno. cn.it/nelmondo.asp Εικόνα 49. https://www.google.gr/maps Εικόνα 50. http://biblioteca.comune. belluno.it/?gallery=isole-italianedellegeo-1939
Prisma, σελ. 335 Εικόνα 57. Φωτογραφικό αρχείο Γεωργαλλίδη Σταύρου Εικόνα 58. Φωτογραφικό αρχείο Γεωργαλλίδη Σταύρου Εικόνα 59. Φωτογραφικό αρχείο Γεωργαλλίδη Σταύρου Εικόνα 60. Martinoli, S., & Perotti, E. (1999). Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943. Torino: Ed. Fondazione Giovanni Agnelli, σελ. 518 Εικόνα 61. Επιτόπια έρευνα 23/04/2017 Εικόνα 62. Επιτόπια έρευνα 26/05/2017 Εικόνα 63. Επιτόπια έρευνα 26/05/2017
Εικόνα 51. Φωτογραφικό αρχείο Γεωργαλλίδη Σταύρου Εικόνα 52. Φωτογραφικό αρχείο Γεωργαλλίδη Σταύρου Εικόνα 53. Martinoli, S., & Perotti, E. (1999). Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943. Torino: Ed. Fondazione Giovanni Agnelli, σελ. 519 Εικόνα 54. Γενικό Αρχείο του Κράτους, Τμήμα Δωδεκανήσου Εικόνα 55. Γενικό Αρχείο του Κράτους, Τμήμα Δωδεκανήσου Εικόνα 56. Livadiotti, M., & Rocco, G. (1996). La presenza italiana nel Dodecaneso tra il 1912 e il 1948 : la ricerca archeologica, la conservazione, la scelte progettuali. Catania: Edizioni del
Εικόνα 64. Επιτόπια έρευνα 25/04/2017 Εικόνα 65. Επιτόπια έρευνα 25/04/2017 Εικόνα 66. http://biblioteca.comune.belluno.it/?attachment_id=4994 Εικόνα 67. Grosselli, R. M. (2012). Gli uomini del legno sull’isola delle rose, la vicenda storica del villaggio italiano di Campochiaro a Rodi, 1935-1947. Trento: Curcu & Genovese, σελ. 68 Εικόνα 68. https://www.google.gr/maps Εικόνα 69. Γενικό Αρχείο του Κράτους, Τμήμα Δωδεκανήσου Εικόνα 70. Martinoli, S., & Perotti, E. (1999). Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943. Torino: Ed. Fondazione Giovanni Agnelli, σελ. 515
[Πηγές εικόνων]
[112]
Εικόνα 71. Grosselli, R. M. (2012). Gli uomini del legno sull’isola delle rose, la vicenda storica del villaggio italiano di Campochiaro a Rodi, 1935-1947. Trento: Curcu & Genovese, σελ. 65
Εικόνα 72. Grosselli, R. M. (2012). Gli uomini del legno sull’isola delle rose, la vicenda storica del villaggio italiano di Campochiaro a Rodi, 1935-1947. Trento: Curcu & Genovese, σελ. 119
Εικόνα 86. Γενικό Αρχείο του Κράτους, Τμήμα Δωδεκανήσου Εικόνα 87. Επιτόπια έρευνα 04/03/2017 Εικόνα 88. Επιτόπια έρευνα 04/03/2017 Εικόνα 89. Επιτόπια έρευνα 04/03/2017 Εικόνα 90. Επιτόπια έρευνα 04/03/2017 Εικόνα 91. Επιτόπια έρευνα 04/03/2017
Εικόνα 73. Επιτόπια έρευνα 04/03/2017
Εικόνα 92. Επιτόπια έρευνα 04/03/2017
Εικόνα 74. Γενικό Αρχείο του Κράτους, Τμήμα Δωδεκανήσου
Εικόνα 93. http://biblioteca.comune. belluno.it/?gallery=isole-italianedellegeo-1939
Εικόνα 75. Επιτόπια έρευνα 04/03/2017 Εικόνα 76. Επιτόπια έρευνα 04/03/2017 Εικόνα 77. Επιτόπια έρευνα 04/03/2017 Εικόνα 78. Γενικό Αρχείο του Κράτους, Τμήμα Δωδεκανήσου Εικόνα 79. Επιτόπια έρευνα 04/03/2017 Εικόνα 80. Επιτόπια έρευνα 04/03/2017 Εικόνα 81. Επιτόπια έρευνα 04/03/2017 Εικόνα 82. Γενικό Αρχείο του Κράτους, Τμήμα Δωδεκανήσου Εικόνα 83. Επιτόπια έρευνα 04/03/2017 Εικόνα 84. Γενικό Αρχείο του Κράτους, Τμήμα Δωδεκανήσου
[113]
Εικόνα 85. https://www.google.gr/maps
Εικόνα 94. Επιτόπια έρευνα 14/04/2017 Εικόνα 95. https://www.google.gr/maps Εικόνα 96. Επιτόπια έρευνα 14/04/2017 Εικόνα 97. Martinoli, S., & Perotti, E. (1999). Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943. Torino: Ed. Fondazione Giovanni Agnelli, σελ. 523 Εικόνα 98. Επιτόπια έρευνα 14/04/2017 Εικόνα 99. Livadiotti, M., & Rocco, G. (1996). La presenza italiana nel Dodecaneso tra il 1912 e il 1948 : la ricerca archeologica, la conservazione, la scelte progettuali. Catania: Edizioni del Prisma, σελ. 337 Εικόνα 100. Επιτόπια έρευνα 14/04/2017
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Εικόνα 101. Livadiotti, M., & Rocco, G. (1996). La presenza italiana nel Dodecaneso tra il 1912 e il 1948 : la ricerca archeologica, la conservazione, la scelte progettuali. Catania: Edizioni del Prisma, σελ. 336 Εικόνα 109. http://www.comune.cinisello-balsamo.mi.it/pietre/spip.php?article420 Εικόνα 110. http://biblioteca.comune. belluno.it/?gallery=vedute-dalla-libiaanni-30-40 Εικόνα 111. https://www.google.gr/maps Εικόνα 112. https://www.google.gr/maps Εικόνα 113. https://www.google.gr/maps Εικόνα 114. https://www.google.gr/maps Εικόνα 115. Γενικό Αρχείο του Κράτους, Τμήμα Δωδεκανήσου Εικόνα 116. Φιλιππίδης, Δ. (1990). Ελληνική παραδοσιακή αρχιτεκτονική (Τρίτος τόμος) Δωδεκάνησα – Κρήτη. Αθήνα: Μέλισσα. Εικόνα 117. Martinoli, S., & Perotti, E. (1999). Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943. Torino: Ed. Fondazione Giovanni Agnelli, σελ. 520 Εικόνα 118. Φωτογραφικό αρχείο Γεωργαλλίδη Σταύρου Εικόνα 119. http://biblioteca.comune.belluno.it/?attachment_id=4994 Εικόνα 120. http://biblioteca.comune.
belluno.it/?gallery=isole-italianedellegeo-1939 Εικόνα 121. http://www.rodiaki.gr/ article/348807/poioi-einai-oi-arxitektones-twn-italikwn-kthriwn-ths-rodoy Εικόνα 122. Martinoli, S., & Perotti, E. (1999). Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943. Torino: Ed. Fondazione Giovanni Agnelli, σελ. 495 Εικόνα 123. Martinoli, S., & Perotti, E. (1999). Architettura coloniale nel Dodecaneso 1912-1943. Torino: Ed. Fondazione Giovanni Agnelli, σελ. 417
Εικόνα 124. http://www.lerostech.gr/pegasus/h002/keim.php?tkeim=16&tb=d01&pcode=D01_CD16 Εικόνα 125. http://www.artefascista.it/rodi__ fascismo__architettu.htm Εικόνα 126. http://www.rodiaki.gr/ article/348807/poioi-einai-oi-arxitektones-twn-italikwn-kthriwn-ths-rodoy Εικόνα 127. http://www.rodiaki.gr/article/279693/to-ektrwma-pisw-apo-thnomarxia Εικόνα 128. https://www.versustravel.eu/proorismos/313/rodos Εικόνα 129. https://it.wikipedia.org/wiki/ Florestano_Di_Fausto Εικόνα 130. http://viagallica.com/grece/
[Πηγές εικόνων]
[114]
lang_el/village_profitis_ilias.htm Εικόνα 131. http://www.skyscrapercity.com/ showthread.php?p=105476629 Εικόνα 132. http://www.ebay.com/itm/ EGEO-RODI-RHODES-IV-SERIE-LA-NUOVACITTA-039-ITAL-N-12-LA-CASA-DEL-BALILLA-/351386335126 Εικόνα 133. https://www.topgreekislands. com/el/sights/dimotiki-pinakothiki-rodoy Εικόνα 134. http://www.xn--pxavbfn.com.gr/
[115]
[ξένοι στα ξένα] Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
[Πηγές εικόνων]
[116]