New Babylon 2.0
από την ουτοπία του Constant στο διαδίκτυο
Μαρία Κελέκη Γιώργος Μπουγιούκος
Επιβλέπων Παναγιώτης Τουρνικιώτης
Αθήνα, Σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ Ιούνιος 2016
Περιεχόμενα Εισαγωγή
7
New Babylon
Constant: ιστορικό-κοινωνικό πλαίσιο εποχής και καλλιτεχνική πορεία Περιγραφή σιτουασιοννιστικών όρων Homo Ludens- σύντομη αναφορά στον Παίζοντα Άνθρωπο Περιγραφή της New Babylon Μετάβαση
Διαδίκτυο
Εισαγωγή στο άυλο Περιγραφή ψηφιακών όρων Σύντομη πορεία εξέλιξης του διαδικτύου
13 23 31 35 47
53 57 61
Μεταφορά της New Babylon στο διαδίκτυο
Συσχετισμός των δομών της New Babylon με αυτές του διαδικτύου Συμπεράσματα
67 79
Επίλογος
85
Βιβλιογραφικές Αναφορές
89
Ευρετήριο Εικόνων
94
Παράρτημα εικόνων της New Babylon
99
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Εισαγωγή
7
Με την ανάπτυξη των ψηφιακών τεχνολογιών τη δεκαετία του ’90, ο ενθουσιασμός για την ενασχόληση με τα αναδυόμενα μέσα, εντεινόταν ολοένα και περισσότερο. Η πληροφοριακή επανάσταση έθεσε νέα δεδομένα στον τρόπο αντίληψης του χώρου και του χρόνου, τόσο στο πεδίο της καθημερινότητάς μας, όσο και στην ηλεκτρονική του προέκταση. Ο συνδυασμός φυσικού και ψηφιακού, πραγματικού και δυνητικού κόσμου, έχει προσδώσει ένα διττό ύφος στον τρόπο ζωής του αιώνα που διανύουμε, επηρεάζοντας άμεσα την κοινωνία. Ο σύγχρονος άνθρωπος καλείται να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες και να αξιοποιήσει προς όφελός του τα νέα μέσα που διατίθενται. Ο ψηφιακός κόσμος, με τις αμέτρητες δυνατότητες που προσφέρει, μπορεί να αποτελέσει ένα μεταφυσικό εργαστήριο, ένα εργαλείο για να εξετάσουμε μέχρι και τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ίδια την πραγματικότητα.[1] Η επινόηση του διαδικτύου, μάλιστα, έχει καταφέρει να ανάγει την κλίμακα αυτού του εργαστηρίου σε παγκόσμιο επίπεδο. Με τη συνεχή εξέλιξη της τεχνολογίας, γίνεται λόγος, λοιπόν, για ένα ζωντανό οργανισμό που αποζητά την «εξημέρωση» και την εκμετάλλευσή του από τον ίδιο του το δημιουργό, τον ανθρώπινο νου. Σε αυτή την ερευνητική εργασία, θα μας απασχολήσει μία από τις δυνατότητες που μας προσφέρει η παγκόσμια διασύνδεση των ανθρώπων σε ένα κοινό δίκτυο. Αυτή είναι η δυνατότητα διεξαγωγής κοινωνικών πειραμάτων, βασισμένων σε δομές που είχαν προταθεί στο παρελθόν. Κοινωνικές δομές, που απέτυχαν να δοκιμαστούν, εξαιτίας του μεγέθους των απαιτούμενων υποδομών και των αλλαγών που επέβαλλαν στο κτιστό -και μη- περιβάλλον. Θα εστιάσουμε σε μία περίοδο έντονου προβληματισμού και οραματισμού, όταν -πριν ακόμη από την εμφάνιση του διαδικτύου- ο Marshall McLuhan έκανε λόγο για το «global village» και ο Κωνσταντίνος Δοξιάδης για την «Οικουμενόπολης». Πιο συγκεκριμένα, θεωρούμε ότι τα σενάρια φαντασίας των αρχιτεκτόνων της μεταπολεμικής περιόδου, που αφορούσαν τη μορφή και τη συγκρότηση των μελλοντικών πόλεων, επιδέχονται εκ νέου κριτική αξιολόγηση με την επαναφορά τους στο ψηφιακό προσκήνιο. Θα μελετήσουμε, λοιπόν, ένα από αυτά τα σενάρια, την ουτοπική πόλη της New Babylon (1956-74), έργο του Ολλανδού καλλιτέχνη και αρχιτέκτονα Constant Nieuwenhuys (1920-2005), το οποίο μέχρι και σήμερα, προκαλεί ποικίλες αντιδράσεις. 1] Heim, Michael, The Metaphysics of Virtual Reality, «The Erotic Ontology of Cyberspace» Oxford University Press, New York, 1993, σελ. 82
8
New Babylon 2.0
Στις δεκαετίες του ’50 και του ‘60, όπου κυριαρχεί ο καταναλωτισμός και επικρατεί η κοινωνία του θεάματος, η ανάγκη για προτάσεις εναλλακτικών κοινωνικών δομών διαδίδεται. Εμφανώς επηρεασμένος από το πνεύμα της αναζήτησης νέων ιδανικών, ο Constant ακολουθεί τις πειραματικές τάσεις της εποχής του, συλλαμβάνοντας την ιδέα μίας κοινωνίας για τον απόλυτα ελεύθερο άνθρωπο. Πιστός στις σιτουασιοννιστικές του απόψεις περί ψυχογεωγραφίας και ενιαίας πολεοδομίας, περιγράφει το δημιουργικό τρόπο ζωής των κατοίκων της New Babylon. Μία κουλτούρα, που σκοπό έχει να αναδείξει το στοιχείο του παιχνιδιού, μέσα από τον «Παίζοντα Άνθρωπο» (Homo Ludens), του Johan Huizinga. Ο παιδότοπος των Homo Ludens, όπως συχνά τον αποκαλεί ο Constant, θα ήταν ένα πολυδιάστατο «κέλυφος» ζωής, που θα κατασκευαζόταν πάνω από το έδαφος της Γης και θα εκτεινόταν σε όλο τον κόσμο. Ένας κόσμος, όπου η τεχνολογία θα ήταν πλήρως εξελιγμένη και υπόδουλη του ανθρώπου, το χρήμα θα απουσίαζε, οι ταξικές διακρίσεις θα εξέλειπαν και η αυτοματοποίηση των εργασιών της παραγωγής για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών θα ήταν δεδομένη. Σημασία θα είχε μόνο η διαμόρφωση της ιδιοσυγκρασίας των ανθρώπων μέσα από τη μεταξύ τους αλληλεπίδραση, τη διάδραση με το περιβάλλον και την εξερεύνησή του. Αυτό που πραγματικά οραματιζόταν ο Constant, ήταν μία διαφορετική πόλη για μία διαφορετική ζωή («Une autre ville pour une autre vie»[2]), που θα κατέρριπτε τα καταπιεστικά πρότυπα της κοινωνίας στην οποία ζούσε. Το ενδιαφέρον για τους προβληματισμούς που έθετε η New Babylon, επαναφέρει ο αρχιτέκτονας Marcos Novak (1957-). Ασχολούμενος με τα ψηφιακά μέσα, ένας transarchitect όπως αυτοαποκαλείται, αναθεωρεί κάποιες δεκαετίες αργότερα, το έργο του Constant. Συνιστά, λοιπόν, τη νεότερη προσέγγισή του, εκπροσωπώντας τη σημερινή εποχή της πληροφορίας. Μας παροτρύνει να δούμε τη «μυστηριώδη πρόβλεψη» που υπονοείται, λέγοντας χαρακτηριστικά: “Είναι σαν ο Constant να διαισθάνθηκε τον εικονικό χώρο, όπως εμείς τον κατανοούμε τώρα, αλλά δεν είχε τα μέσα να ταιριάξει το όραμά του με τις τεχνικές της εποχής του [..] Σήμερα, με τις εναλλακτικές τεχνολογίες, οι προτάσεις του μοίαζουν καταπληκτικά ρεαλιστικές”[3] 2] το «Une autre ville pour une autre vie» γράφτηκε από τον Constant και δημοσιεύτηκε στο Internationale Situationniste, τεύχος 2, Δεκέμβριος 1958 3] Βλ. Novak, Marcos, NEXT BABYLON, SOFT BABYLON, (trans)Architecture is an Algorithm to Play in, σε ΑRCHITECTURAL DESIGN, Architects in Cyberspace II, Maggie Toy (επιμ.), Τόμος 68,
Εισαγωγή
9
Ο Novak, στη «ρευστή» αρχιτεκτονική[4] των ψηφιακών χώρων, αναφέρεται σε μία εικονική ουτοπία, που είναι, πλέον, εφικτό να δοκιμαστεί. Υποστηρίζει, πως οι προτάσεις του Constant αποτελούν μία πρόκληση, τόσο για τη μορφή της αρχιτεκτονικής, όσο και για τη μορφή της κοινωνίας, που θα τις παρήγαγε και θα τις κατοικούσε. Θεωρεί, επίσης, πως ο ψηφιακός κόσμος ενδείκνυται για τις δομές της New Babylon και το κοινωνικό πείραμα που αυτή πρεσβεύει. Έτσι, εφορμόμενοι από την γενικευμένη προτροπή για μία Soft Babylon στον αχανή κυβερνοχώρο, από τον Novak, αναζητάμε τη θέση αυτής στο γνώριμο σε εμάς διαδίκτυο. Μελετώντας την καλλιτεχνική πορεία του Constant και τις επιρροές που δέχτηκε μέσα από την κινηματική του δράση, θα σχολιάσουμε το δημιούργημά του και τις θεμέλιες θεωρίες του. Θα ερευνήσουμε το ενδεχόμενο της -υπό όρους- διεξαγωγής του πειράματος της New Babylon στο κυρίαρχο μέσο της εποχής, εφιστώντας την προσοχή μας σε πιθανούς αναγωγισμούς και απλουστεύσεις. Θα προσπαθήσουμε, επιπλέον, να αντιστοιχίσουμε ορισμένες ποιότητές της με τις ανάλογες του διαδικτύου, χωρίς να χρίσουμε τον Constant, «προάγγελο» του ψηφιακού χώρου. Το όραμά του, άλλωστε, στόχευε να προκαλέσει και να ασκήσει αυστηρή κριτική στη μεταπολεμική κοινωνία, όπου και τοποθετούνταν. Τελικά, έχοντας ως δεδομένο τις σαφώς διαφορετικές εποχές στις οποίες εντάσσονται, θα δούμε πώς μπορούν να συσχετισθούν οι δύο φαινομενικά ασύνδετες εφευρέσεις της New Babylon και του διαδικτύου.
τεύχος 11/12, εκδόσεις Academy Press, London, Νοέμβριος – Δεκέμβριος 1998, σελ. 23 (ιδία μετάφραση) 4] Βλ. Liquid Archtectures in Cyberspace, σε Benedikt, Michael, Cyberspace: The first steps, “Cyberspace: Some Proposals”, The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 1991. Ο Marcos Novak χρησιμοποιεί τον τίτλο για να ορίσει την αρχιτεκτονική που αναπνέει, πάλλεται, πηδά έχοντας μια μορφή και προσγειώνεται έχοντας μια άλλη, που υπόκειται στα ενδιαφέροντα του χρήστη.
*
NEW BABYLON
*Βλ. New Babylon de Constant, Viktor Nieuwenhuys (επιμ.), Maartje Seyferth (επιμ.), έγχρωμο, διάρκεια: 13 λεπτά, 2005 (ιδία μετάφραση)
New Babylon
13
Constant: ιστορικό-κοινωνικό πλαίσιο εποχής και καλλιτεχνική πορεία Πριν ξεκινήσουμε την παρουσίαση της φουτουριστικής πρότασης του Constant, θα παρακολουθήσουμε την πορεία του Ολλανδού καλλιτέχνη μέχρι το ξεκίνημα της ώριμης παραγωγής μακετών, σκίτσων και σχεδίων, που θα πλαισίωναν την ιδέα για μια νέα -ιδανική- πόλη, η οποία θα ονομαζόταν αργότερα New Babylon[5]. Η πορεία θα είναι χρονική και θα ακολουθήσει τα βήματα του Constant, από την νεαρή του ηλικία, έτσι ώστε να καταγράψουμε τις διαφορετικές έννοιες και θεωρίες, με τις οποίες ήρθε σε επαφή, και διαμόρφωσαν την σκέψη του. Επιλέξαμε να αναφερθούμε σε γεγονότα και καταστάσεις, που τον επηρέασαν άμεσα στην καλλιτεχνική του πορεία και τα οποία τον ώθησαν στη σύνθεση της New Babylon. Ο Constant Anton Nieuwenhuys (1920–2005), γεννήθηκε και πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στο Άμστερνταμ. Από πολύ μικρός έκλινε προς τις τέχνες: η ζωγραφική ήταν η κύρια ενασχόληση του, και θα παρέμενε η τέχνη που θα ασκούσε μέχρι το τέλος της ζωής του. Παράλληλα, είχε εκδηλώσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και για την μουσική· έπαιζε πολλά όργανα, τραγουδούσε και συνέθετε. Χάρη στην ενασχόληση του αυτή, γνώρισε την μουσική των Ρομά. Αφού ήρθε σε επαφή με την κουλτούρα και την παράδοση τους, επηρεάστηκε βαθιά. Το στοιχείο του αυτοσχεδιασμού, χαρακτηριστικό της μουσικής τους, τον είχε ενθουσιάσει σε τέτοιο βαθμό που, έκτοτε, κυριαρχούσε στην ερμηνεία του. Πέρα από την μουσική, τον απασχόλησαν ζητήματα σχετικά με τον τρόπο ζωής τους, όπως ο νομαδισμός που τον γοήτευσε ιδιαίτερα. Η λογική της συνεχούς μετακίνησης, τόσο χαρακτηριστική της κουλτούρας των Ρομά, συνόδευσε την σκέψη του σε όλη την μετέπειτα πορεία του. Επιστρέφοντας στην ζωγραφική, θα δούμε τον Constant, να κάνει τα πρώτα του ώριμα καλλιτεχνικά βήματα, αμέσως μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, παράλληλα με την ανάδυση σημαντικών καλλιτεχνικών και κοινωνικών ρευμάτων της εποχής. Πρώτος σταθμός, της ώριμης περιόδου
5] Η αρχική πρόθεση του Constant ήταν να ονομάσει το έργο του «Dériville». Μετά από παρότρυνση του Guy Debord, στενού φίλου και συνεργάτη, υιοθετήθηκε η ονομασία «New Babylon», ονομασία που πρωτοεμφανίστηκε στην 4η έκδοση της Σιτουασιοννιστικής Διεθνούς τον Ιούνιο του 1960. Βλ. Wigley, Mark, Constant’s New Babylon: The Hyper-Architecture of Desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam, 1998, σελ. 16
14
New Babylon 2.0
του καλλιτέχνη, είναι η ίδρυση της Ολλανδικής Πειραματικής Ομάδας[6]. Η ομάδα αυτή είχε ως βασικό άξονα θεώρησης και δημιουργίας την παιδική και πρωτόγονη έκφραση. Ένα στοιχείο που θα απασχολήσει τον Constant, όταν θα κληθεί να περιγράψει τον χρήστη της New Babylon. “Το παιδί δεν ξέρει άλλο νόμο πέρα από την αυθόρμητη ζέση του για ζωή και δεν έχει άλλη ανάγκη από το να την εκφράσει. Το ίδιο συμβαίνει και για τους πρωτόγονους ανθρώπους. Και είναι αυτή η ποιότητα που γοητεύει τόσο πολύ τον σύγχρονο άνθρωπο, ο οποίος ζει σε μια νοσηρή ατμόσφαιρα πλαστότητας, ψέματος και ακαρπίας”[7] Την ίδρυση της Ολλανδικής Πειραματικής Ομάδας, ακολούθησε το avantgarde κίνημα καλλιτεχνών που ονομάστηκε CoBrA[8]. Στόχος του κινήματος ήταν η ολοκληρωτική απελευθέρωση από τους κανόνες και τη θεωρία, η πρωτόγονη και ανόθευτη έκφραση ως ικανοποίηση των βασικών αναγκών και ο συνεχής πειραματισμός γύρω από αυτές τις έννοιες. Η τομή της CoBrA στην καλλιτεχνική δημιουργία-και θεωρία- βρίσκεται στην προσέγγιση της τέχνης, ως μη εξειδικευμένη δραστηριότητα του ανθρώπου, που συμβάλει στην ικανοποίηση της βασικής ανάγκης της έκφρασης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το παιχνίδι των μικρών παιδιών, που απαντά σε μια πηγαία, ενστικτώδη ανάγκη εξερεύνησης και εξωτερίκευσης συναισθημάτων. Η πρόθεση της CoBrA ήταν ένα σχόλιο πάνω στις άξιες της κοινωνίας και της τέχνης, που είχαν δεχθεί ένα σοβαρό πλήγμα με το πέρας του πολέμου. Η ομάδα αυτή ήθελε να επαναφέρει την καλλιτεχνική δημιουργία στην αρχετυπική μορφή της, η οποία απαντάται -κατά τα λεγόμενά των μελών της- μόνο στο παιδικό παιχνίδι. Σε αυτή την κατάσταση, παύει η καλλιτεχνική δημιουργία και το 6] Η Ολλανδική Πειραματική Ομάδα (Dutch Experimental Group) ιδρύθηκε στις 16 Ιουλίου του 1948. Τα πρώτα μέλη της ήταν ο Karel Appel (1921-2006), o Corneille Guillaume Beverloo (19222010) και ο Constant. Στην συνέχεια προστέθηκαν ο αδερφός του Constant, Jan Nieuwenhuys (1922-1986), o Anton Rooskens (1906-1976) και ο Theo Wolvecamp (1925-1992). Η ομάδα εξέδιδε το δικό της περιοδικό, το «Reflex», στο οποίο δημοσίευσε και το μανιφέστο της, στο τεύχος του Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου 1948, βλ. Cobra 1948-1951, σε http://stichtingconstant.nl/ cobra-1948-1951 7] Ο.π. (ιδία μετάφραση) 8] Ο.π. Η ομάδα CoBrA δημιουργήθηκε στις 8 Νοεμβρίου του 1948, στο καφέ «Notre Dame» στο Παρίσι. Εκεί, η Ολλανδική Πειραματική Ομάδα (Dutch Experimental Group), οι Βέλγοι Σουρεαλιστές (Belgian Revolutionary Surrealist Group) και η Δανέζικη ομάδα Høst, υπέγραψαν το Μανιφέστο της CoBrA, το οποίο είχε συντάξει ο Christian Dotremont, βασικό ιδρυτικό μέλος της ομάδας. Το μανιφέστο είχε τίτλο “La Cause était entendue” (σε ελεύθερη μετάφραση, «O Λόγος έγινε αντιληπτός»). Ο τίτλος ήταν προβοκατόρικος, και δήλωνε το σχίσμα, την ασυμφωνία μεταξύ όλων των παραπάνω και του γαλλικού τμήματος των σουρεαλιστών καλλιτεχνών.
New Babylon
17
μονό που μένει είναι η δημιουργία, απαλλαγμένη από κάθε εξειδίκευση και με μοναδικό στόχο την ικανοποίηση του δημιουργού και του χρήστη. “Η έκθεση παιδικής καλλιτεχνίας που έλαβε χώρα στο μουσείο Stedelijk του Άμστερνταμ απέδειξε, για μια ακόμη φορά, πόσο ισχυρές είναι οι δημιουργικές δυνάμεις που υπολανθάνουν στα ανθρώπινα όντα. Οφείλουμε να ανοίξουμε το δρόμο προκειμένου ν’ αφυπνισθεί αυτή η δημιουργικότητα, καταστρέφοντας τους έσχατους φορμαλισμούς που εξακολουθούν να την παρεμποδίζουν.”[9] Συνεχίζοντας την πορεία μας, θα εξετάσουμε μια ανάλογη -και μεταγενέστερη κίνηση με αυτήν της CoBrA- τη Σιτουασιοννιστική Διεθνή (Internationale Situationniste).[10] Όλες οι προαναφερθείσες θεωρίες και τα καλλιτεχνικά ρεύματα ενώθηκαν, βρίσκοντας ένα ευρύ συλλογικό πεδίο ανάπτυξης και αλληλοεμπλοκής. Η κοινή επιθυμία για -την κατά το δυνατόν πιο απελευθερωτική- αλλαγή της κοινωνίας και του τρόπου ζωής, τους ώθησε στην πειραματική επίλυση του προβλήματος, διαμέσου της κατασκευής «καταστάσεων» («situations»).[11] Τα μέλη της Διεθνούς ασχολούνταν με κάθε πτυχή της πνευματικής δημιουργίας, χωρίς να μένουν μονάχα σ’ αυτό. Η πρακτική των Σιτουασιοννιστών ήταν, όπως εκφράζει και ένα από τα βασικά τους συνθήματα («La beauté est dans la rue»), αυτή της επανάστασης και της άμεσης πράξης. Με την ίδια λογική, ανέπτυξαν την κριτική τους σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας, η οποία συνοδεύτηκε από πρωτοποριακές δράσεις στα πεδία της αρχιτεκτονικής, της πολιτικής και της φιλοσοφίας.
9] Nieuwenhuys, Constant, Το Αισθητικό και το Πολιτικό, Reflex #2, μτφ. Πάνος Τσαχαγέας, Νίκος Β. Αλεξίου, Αθήνα: εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος, Δεκέμβριος 1996, σελ. 31 (ιδία μετάφραση) 10] Η Internationale Situationniste, SI (Σιτουασιοννιστική Διεθνής) ιδρύθηκε στις 28 Ιουλίου 1957, στα πλαίσια του συνεδρίου Cosio d’ Arroscia , με την συγχώνευση της Λεττριστικής Διεθνούς, του Κινήματος για ένα Φανταστικό Μπάουχαους και της Ψυχογεωγραφικής Επιτροπής του Λονδίνου. Η SI είχε ευθύς εξ αρχής διεθνή διάσταση, με ισχυρή παρουσία στις χώρες Μπενελούξ, στην Σκανδιναβία, και στην Γερμανία. Βλ. Το Αισθητικό και το Πολιτικό, Ανθολογία Κειμένων από την Cobra στην Καταστασιακή Διεθνή, «Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΠΡΟΤΩΠΟΡΙΑΚΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ», μτφ. Πάνος Τσαχαγέας, Νίκος Β. Αλεξίου, εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα, Δεκέμβριος 1996, σελ. 17 11] Debord, Guy-Ernest, Guy Debord and the Situationist Interntional, edited by Tom McDonough, The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, London, England, 2004, σελ. 29-44
18
New Babylon 2.0
Οι Σιτουασιοννιστές υποστήριζαν, επίσης, ότι η καθημερινότητα των ανθρώπων είχε πλήρως ποσοτικοποιηθεί, τόσο σε προσωπικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Η «κοινωνία του θεάματος»[12] είχε κυριαρχήσει, υπηρετούμενη από τον ανάλογο πολεοδομικό σχεδιασμό, που ικανοποιούσε –κυρίως- οικονομικά και λειτουργικά κριτήρια. Εξέφρασαν με ζήλο την ανάγκη τους για περισσότερη ελευθερία έκφρασης και κίνησης μέσα στην πόλη και την πλαισίωσαν θεωρητικά και πρακτικά με πολυάριθμες κινήσεις και παρεμβάσεις. Μία απ’ αυτές ήταν η ψυχογεωγραφική ανάλυση των σύγχρονων πόλεων, μέσα από την «συρραφή» διάφορων σιτουασιοννιστικών διαδρομών. Το κέντρο της προσοχής τους στράφηκε στον ελεύθερο άνθρωπο, που θα μπορούσε να απολαύσει την πόλη του, να περιηγηθεί μέσα σε αυτή, αποπροσανατολισμένος και ανέμελος, και να εκφραστεί -όπως και όποτε- ήθελε, απαλλαγμένος από κάθε ενδοιασμό και περιορισμό. Αργότερα, ο κάτοικος αυτός θα αποτελούσε το πρότυπο του New Babylonian. Αυτά τα χαρακτηριστικά, μάλιστα, σε συνδυασμό με τη νομαδικότητα των Ρομά και τον Homo Ludens του Huizinga, θα αποτελούσαν τις βάσεις δημιουργίας του. Όντας ενεργό μέλος της Σιτουασιοννιστικής Διεθνούς, ο Constant ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με την κριτική για την πόλη και την επιστήμη της «ψυχογεωγραφίας», που πρώτη η Διεθνής Λεττριστική του Débord είχε εισάγει[13], γνωρίζοντας έτσι τις έννοιες του dérive και του détournement, που αποτέλεσαν τους θεμέλιους λίθους της New Babylon. Έτσι μπόρεσε και ανέπτυξε την μεγαλόπνοη πολεοδομική και κοινωνική θεώρηση που επεξεργαζόταν για καιρό, την οποία ονόμασε «Urbanisme Unitaire» και εφάρμοσε αργότερα στο έργο του. Η «ενιαία πολεοδομία» ήταν μια κριτική στην πολεοδομική προσέγγιση του μοντέρνου κινήματος, όπως αυτή συνοψίστηκε στην Χάρτα των Αθηνών το 1933. Τότε, ο Le Corbusier και οι υπόλοιποι συμμετέχοντες υποστήριξαν ότι ο πολεοδομικός σχεδιασμός αφορούσε τέσσερις βασικές δραστηριότητες: την διημέρευση, την εργασία, την μεταφορά και την αναψυχή. Επίσης, η «ενιαία πολεοδομία» εναντιώθηκε στη Μοντέρνα ιδέα της πράσινης κηπούπολης, χαρακτηρίζοντάς την ως «επιστημονική φαντασία», που απέχει από την πραγματική ει12] Ο όρος είναι δανεισμένος από το βιβλίο, Η κοινωνία του θεάματος, Guy Debord, μτφ. Πάνος Τσαχαγέας, εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα, Ιανουάριος 1990 13] Ο Guy-Ernest Debord (1931-1994), πρωτοεισήγαγε την έννοια στο άρθρο του “Introduction to a Critique of Urban Geography”, το οποίο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Les Lèvres Nues” No.6, τον Σεπτέμβριο του 1955. Έπειτα μεταφράστηκε από τον Ken Knabb, Αμερικάνο συγγραφέα και θεωρητικό και δημοσιεύτηκε το 1981 στην ανθολογία του με κείμενα των Σιτουασιοννιστών, με τίτλο “Situationist International Anthology”.
New Babylon
19
κόνα της σύγχρονης πόλης[14]. Η αισθητική του μοντερνισμού ήταν για τον Constant αληθοφανής, προκλητικά μη-ανθρωποκεντρική, και αναλωνόταν στην κενή επίδειξη ενός διεθνούς στυλ, αδιαφορώντας για την ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών, πέραν των βασικών. “Εφόσον ο Λε Κορμπυζιέ έχει κάνει το έργο του να αποτελεί μια διαφώτιση κι ένα αποτελεσματικό εργαλείο δράσης για τις χειρότερες δυνάμεις καταστολής, αυτό το έργο – του οποίου ορισμένες διδαχές πρόκειται ωστόσο να ολοκληρωθούν – θα εξαφανιστεί εντελώς.»[15]
Η Σιτουασιοννιστική Διεθνής προσπάθησε να δώσει ιδανικές απαντήσεις στα βουβά χωρικά και κοινωνικά αδιέξοδα, που είχαν δημιουργηθεί μετά τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Διεκδικούσε καλύτερες συνθήκες διαβίωσης για την καταβεβλημένη και αποπροσανατολισμένη κοινωνία της εποχής. Ο Constant είχε, ήδη, αρχίσει την παράγωγη σχεδίων και μοντέλων για τη New Babylon, η οποία ήταν η δική του απάντηση στα παραπάνω αδιέξοδα. Προκύπτει, λοιπόν, εξαιρετικά γόνιμο το έδαφος για τον Ολλανδό καλλιτέχνη, ο οποίος άρχισε να στρέφει το ενδιαφέρον του στην αρχιτεκτονική, εγκαταλείποντας προσωρινά τη ζωγραφική. Η «μετά-σιτουασιοννιστική»[16] περίοδός του χαρακτηρίστηκε από την έντονη ενασχόλησή του με πολεοδομικά και σχεδιαστικά ζητήματα. Όντας ολοκληρωτικά αφοσιωμένος στο πρακτικό και θεωρητικό πεδίο της αρχιτεκτονικής, συναναστράφηκε με πολλούς και σημαντικούς αρχιτέκτονες, που μεσουρανούσαν την εποχή εκείνη. Ξεχωρίζουμε την εμβληματική φυσιογνωμία του Aldo Van Eyck, με τον οποίο ο Constant γνωριζόταν από την περίοδο της Co14] Η άποψη αυτή πρωτοακούστηκε, στα πλαίσια μιας διάλεξης, με τίτλο “Urbanisme Unitaire”, που διεξήχθη στο Μουσείο Stedelijk, στο Άμστερνταμ, στις 20 Δεκεμβρίου του 1960. Η διάλεξη μεταφράστηκε από τον Robyn De Jong-Dalziel. Βλ. Wigley, Mark, Constant’s New Babylon: The Hyper Architecture of Desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 131-135 15] Wolman, Gilles Joseph, Το Αισθητικό και το Πολιτικό, Ανθολογία Κειμένων από την Cobra στην Καταστασιακή Διεθνή, «ΠΑΡΕΜΒΣΑΗ ΤΟΥ ΒΟΛΜΑΝ, ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΗΣ ΛΕΤΤΡΙΣΤΙΚΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ, ΣΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ ΑΛΜΠΑ, ΤΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟ ΤΟΥ 1956», μτφ. Πάνος Τσαχαγέας, Νίκος Β. Αλεξίου, εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα Δεκέμβριος 1996, σελ. 75 (ιδία μετάφραση) 16] Η πορεία του Constant στη Διεθνή διακόπηκε βίαια, καθώς έπειτα από προσωπική ρήξη με τον Débord, παραιτήθηκε.(1959-1960)
20
New Babylon 2.0
BrA, ο οποίος είχε αφιερωθεί σε ζητήματα που σχετίζονταν με την κουλτούρα του παιχνιδιού. Σχεδίασε πολυάριθμους παιδότοπους και υποστήριζε -με τις λύσεις του- το δικαίωμα στην ενεργό συμμετοχή του χρήστη. Η τριβή των δύο καλλιτεχνών, αποτέλεσε την αφορμή για τη δημιουργία του «Ambience de Jeu» από τον Constant. Ένα έργο που προσεγγίζει κατά πολύ το ύφος ενός παιδότοπου και το οποίο επηρέασε άμεσα τις σκέψεις του, όσον αφορά στη χωρική οργάνωση της New Babylon. Το 1974, η Σιτουασιοννιστική Διεθνής διαλύεται, ενώ συγχρόνως ο Constant ολοκληρώνει, σε μορφή σχεδίων και μοντέλων, τη New Babylon. Έκτοτε, ο Ολλανδός θα επιδοθεί και πάλι στη ζωγραφική, μέσω της οποίας θα προσπαθήσει να δώσει ζωή στην πόλη που ονειρευόταν, αποτυπώνοντας στον καμβά του στιγμιότυπα από την καθημερινότητά των New Babylonians. Ο Constant αναφέρει χαρακτηριστικά για τη μετέπειτα πορεία του ότι: “Από τη στιγμή που λίγο πολύ είχα ολοκληρώσει το έργο μου για τη New Babylon […] θα μπορούσα, θεωρητικά, να κάνω τρία πράγματα, θα μπορούσα να συνεχίσω με τη New Babylon, η οποία όπως λέτε δεν είναι ποτέ έτοιμη, αλλά αυτό θα σήμαινε ότι επαναλαμβάνομαι. Θα μπορούσα να σταματήσω τα πάντα και να μην κάνω τίποτα […] Αλλά ήμουν ανίκανος, φυσικά, να μην κάνω τίποτα. Και η τρίτη πιθανότητα ήταν απλά να συνεχίσω να δουλεύω πάνω σε οτιδήποτε μου άρεσε να κάνω και πράγματι αυτό έκανα.”[17]
Στο σημείο αυτό, θα μας βοηθούσε να συνοψίσουμε τα στοιχεία, τις ιδέες και τις έννοιες, που ο Constant έχει περισυλλέξει από την ζωηρή και πολύχρονη καλλιτεχνική πορεία του. Αρχικά εντοπίζουμε το στοιχείο του παιχνιδιού ως το κυρίαρχο ζήτημα της πνευματικής του αναζήτησης. Από τα χρόνια της Ολλανδικής Πειραματικής Ομάδας και της CoBrA, υποστήριζε με ζήλο τη σημασία που έχει για την κοινωνία, η πρωτόγονη και παιδική έκφραση του ατόμου· μία έκφραση, κατ αυτόν ανόθευτη και πλήρως απεξαρτημένη από τα φορμαλιστικά πρότυπα της εποχής. Αργότερα, μέσα 17] Βλ. Kelk, Fanny, ‘A Talk with Constant,’ Constant: Schilderijen 1969-1977 (Amsterdam: Stedelijk Museum, 1978), σε Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 71 (ιδία μετάφραση)
New Babylon
21
από την Σιτουασιοννιστική Διεθνή και την πρακτική της ψυχογεωγραφίας, επανεξέτασε τα ζητήματα του αποπροσανατολισμού και της εναλλαγής των ατμοσφαιρών ως ποιοτικά χαρακτηριστικά της καθημερινότητας του ανθρώπου. Σημαντικό είναι και το γεγονός ότι στην αρχή της πορείας του, ο Constant, εστίαζε περισσότερο σε μια πιο θεωρητική προσέγγιση του κοινωνικού χώρου, ενώ με τη συμμετοχή του στη Σιτουασιοννιστική Διεθνή επιδόθηκε στην πρακτική της σχεδίασής του. Τότε είναι που παρατηρείται η μεταστροφή του από τη ζωγραφική στην αρχιτεκτονική, η οποία θα μπορούσε να εκφράσει πληρέστερα την «ανοικοδόμηση» της New Babylon. Με τις απαντήσεις που έδωσε στα χωρικά ζητήματα που τον απασχολούσαν, απαξίωνε τον στοχοκεντρικό σχεδιασμό και τη λογική της «πυρετωδούς» αποτελεσματικότητας, μεταχειριζόμενος τις έννοιες του dérive και του détournement. Τελικά, μέσα από την αρχιτεκτονική, μπόρεσε να αρθρώσει την σκέψη του και να τη μεταφράσει στον χώρο. Στην συνέχεια, θα περιγράψουμε ορισμένες έννοιες που αναφέρθηκαν στην ενότητα αυτή, προκειμένου να αντιληφθούμε τον καταλυτικό ρόλο που έπαιξαν στην δημιουργία της New Babylon. Με αυτό τον τρόπο, θα μπορέσουμε να τις κατανοήσουμε, μέσα στο αρχικό πλαίσιο θεώρησής τους, αλλά και να τις αναδείξουμε ως εν δυνάμει εγγράψιμες στο διαδίκτυο.
22
New Babylon 2.0
New Babylon
23
Περιγραφή σιτουασιοννιστικών όρων ψυχογεωγραφία |psychogeographie| Όρος που εισήγαγε το 1957 η Λεττριστική Διεθνής και κληροδότησε στη Σιτουασιοννιστική Διεθνή. Η ψυχογεωγραφία ορίζεται ως η μελέτη των συγκεκριμένων αποτελεσμάτων του -συνειδητά ή μη- διευθετημένου γεωγραφικού περιβάλλοντος, που επιδρά άμεσα πάνω στην συναισθηματική συμπεριφορά ατόμων.[18] Πιο απλά, ασχολείται με την αμφίδρομη σχέση που αναπτύσσει ο κάτοικος μιας πόλης με το αστικό περιβάλλον του, τον τρόπο που αυτό επηρρεάζει τον ψυχισμό του, αλλά και τη δυναμική που αποπνέει ως βιωματικός χώρος.
«κατάσταση» |situation| Ο Debord, πρεσβεύοντας την κυρίαρχη πρόθεση των Σιτουασιοννιστών, κάνει λόγο για την «κατασκευή καταστάσεων» στο αστικό περιβάλλον, η οποία υποκινεί και ανατρέπει τις συμπεριφορές ενός ατόμου. Οι κατασκευασμένες καταστάσεις θα ήταν εφήμερες, χωρίς μέλλον, περάσματα· συνθέσεις εκείνων των ύψιστων στιγμών, όπου ένας συνδυασμός περιβάλλοντος και ανθρώπων παράγει μία υπερβατική και επαναστατική συνείδηση.[19] Κάθε τέτοια κατάσταση θα προσέφερε ένα ντεκόρ και μία ατμόσφαιρα τέτοιας δυναμικής, που θα διέγειρε νέα είδη συμπεριφορών, μία ματιά σε μία βελτιωμένη μελλοντική κοινωνική ζωή βασισμένη στις ανθρώπινες συναντήσεις και το παιχνίδι.[20]
18] Το Αισθητικό και το Πολιτικό, Ανθολογία κειμένων από την Cobra στην Καταστασιακή Διεθνή, μτφ. Αλεξίου Ν., Τσαχαγέας Π., εκδ. Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα, 1996. σελ. 95 19] Debord, Guy-Ernest, Guy Debord and the Situationist International, texts and documents, Report on the Construction of Situations and on the Terms of Organization and Action of the International Situationist Tendency, Tom McDonough (επιμ.), εκδόσεις The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 2002, σελ. 29-50 20] Βλ. Internationale lettriste, “…Une idée neuveen Europe,” Potlach, no.7, Paris, Άυγουστος 1954, και “La ligne générale,”Potlach, no.14, Paris, Νοέμβριος 1954, και τα δύο επανεκδόθηκαν ως Potlach 1954-1957, Paris, εκδόσεις Gérard Lebovici, 1985, σελ. 45-46,76-77 σε Sadler, Simon, The Situationist City, “A NEW BABYLON, The city redesigned”, εκδόσεις The MIT Press, Cambrige, Massachusetts, 1998, σελ. 105
24
New Babylon 2.0
εκτροπή |détournement| détourner: de+tourner,-εκ +τρέπω, το να βγάζω κάτι έξω από την μέχρι τώρα πορεία του Πρόκειται για ένα δυσνόητο ψυχογεωγραφικό όρο που αναπτύχθηκε από τη Λεττριστική Διεθνή. Ως εκτροπή ορίστηκε η ενσωμάτωση σημερινών ή παλιότερων παραγωγών των τεχνών, σε μια ανώτερη κατασκευή του περιβάλλοντος. Μ’ αυτή την έννοια δεν μπορεί να υπάρχει σιτουασιοννιστική ζωγραφική ή μουσική, αλλά σιτουασιοννιστική χρήση αυτών των μέσων. Σύμφωνα με μια παλιότερη έννοια, το détournement στο εσωτερικό παλιών πολιτιστικών σφαιρών είναι μια μέθοδος προπαγάνδας που μαρτυρεί την φθορά και την απώλεια ενδιαφέροντος αυτών των σφαιρών.[21] Η εκτροπή είναι, λοιπόν, μία τεχνική. Πιο συγκεκριμένα είναι η τεχνική κατά την οποία, επιλέγεται ένα μέσο (πχ. η τηλεόραση) και χρησιμοποιείται αντισυμβατικά, για να προβοκάρει και να δηλώσει μια συγκεκριμένη άποψη, που, εν τέλει, θα δημιουργήσει ένα βεβιασμένο διάλογο. Απώτερος σκοπός της εκτροπής είναι να αναδείξει μια προβληματική πτυχή της καθημερινότητας, με την οποία εξαρχής δεν συμφωνεί και την οποία μάχεται. Για να το πετύχει αυτό, προκαλεί την κοινή γνώμη (πρόκειται, λοιπόν, για μια δημόσια δήλωση) με την κίνησή του να «σπάσει» τους κανόνες χρήσης του μέσου που χρησιμοποιεί. Η εκτροπή είναι μια μορφή στρατευμένης προπαγάνδας, που ανέπτυξε η Λεττριστική Διεθνής για να αντιταχθεί στην ανάδυση των μέσων μαζικής επικοινωνίας (media), ως μέσων χειραγώγησης και επιβολής της κουλτούρας του θεάματος. Προκειμένου να γίνει πιο εύκολα αντιληπτός ο όρος της εκτροπής παρατίθεται ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που περιλαμβάνει την εκτροπή μιας εικόνας της εποχής. Η συγκεκριμένη εικόνα απεικονίζει τους θεατές μιας κινηματογραφικής αίθουσας. Εάν «αναγνώσουμε» την εικόνα συμβατικά βλέπουμε το κοινό να παρακολουθεί προσηλωμένο μια ταινία, χρησιμοποιώντας μάλιστα την νέα τεχνολογία της εποχής -τα γυαλιά τρισδιάστατης απεικόνισης. Στην περίπτωση, που, παράλληλα, διαβάζαμε το βιβλίο του Guy Debord «Η κοινωνία του θεάματος» (το εξώφυλλο του οποίου κοσμεί η εικόνα αυτή) όπου γίνεται λόγος για την αναδυόμενη κουλτούρα των μέσων επικοινωνίας, η εικόνα αυτή θα λειτουργούσε διαφορετικά και 21] Internationale Situationniste, Χωροταξία, «Ορισμοί», μτφ. Λωράν Κ., Τουρνικιώτης Π., εκδόσεις ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ 7 – ΑΚΜΩΝ, Αθήνα Ιανουάριος 1979, σελ.7
26
New Babylon 2.0
πολύ προβοκατόρικα, εγείροντας έντονους προβληματισμούς γύρω από το θέμα του βιβλίου. H ίδια η New Babylon αποτέλεσε μια εκτροπή από τη συμβατική αρχιτεκτονική και τα προβλήματα που αυτή επέλυε. Ο Constant δεν ασχολήθηκε με τα κλασσικά ζητήματα της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας του χώρου, που απασχολούσαν τους αρχιτέκτονες της εποχής. Αντ αυτού, προτίμησε να στρέψει το επίκεντρο του αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος σε θέματα επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης μέσα στον χώρο. Σχεδίασε τη New Babylon, αδιαφορώντας παντελώς για το κόστος κατασκευής της.
“Ναι.Κοστίζει πολύ. Αυτό λέει ο κόσμος. Ένας καλλιτέχνης δεν σκέφτεται ποτέ το κόστος. Πάντα πετάει λεφτά – η ολοκληρωτική απώλεια. Εάν φτιάχνεις πλαστικές ράγες για το πλύσιμο πιάτων ή κουβάδες, μπορείς εύκολα να βγάλεις λεφτά.Μια κάτοψη που έχει ένα μέσο μέγεθος είναι απλά αδύνατο να πραγματοποιηθεί. Η ιδέα μου μεγάλωσε πολύ για το στούντιό μου. Η μόνη λύση είναι να επιλέξω την επανάσταση με μια αντάρτικη τεχνική για να επηρεάσω όσο περισσότερο κόσμο γίνεται”[22]
22] Βλ. Paul Hellmann, ‘Constant: Guerillastrijd tegen de bestaande orde,’ Het Vrije Volk, 9 Οκτωβρίου 1965, σε Wigley, Mark, Constant’s New Babylon: The Hyper Architecture of Desire, “The Electronic Legacy”, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 68 (ιδία μετάφραση)
New Babylon
27
«ενιαία πολεοδομία» |urbanisme unitaire| Οι Σιτουασιοννιστές την ορίζουν ως την θεωρία της συνολικής χρήσης τεχνών και τεχνικών που συμβάλλουν στην ολοκληρωμένη κατασκευή ενός περιβάλλοντος, σε δυναμική σχέση με εμπειρίες της συμπεριφοράς.[23] Η ενιαία πολεοδομία αποτέλεσε την κεντρική ανησυχία τους, καθώς οραματίζονταν ένα έδαφος εμπειριών για τον κοινωνικό χώρο των μελλοντικών πόλεων. Εστίαζαν στην πολύπλοκη, ευκίνητη και συνεχή δραστηριότητα, που γίνεται αντιληπτή ως παρέμβαση στην καθημερινότητα ενός ατόμου, με στόχο την επίτευξη μιας ισορροπίας ανάμεσα στις ανάγκες και τις δυνατότητές του.[24] Η δραστηριότητα αυτή, σεβόμενη την προσωπική ελευθερία του καθενός, δεν έχει σκοπό να προσδώσει κάποιο νόημα στην ζωή -κάποιον στόχο-, αλλά να αποδείξει πως το να ζει κάποιος, έχει από μόνο του νόημα, χωρίς να χρειάζεται κάποιο κέντρο αυτοπροσδιορισμού. Η Ενιαία Πολεοδομία αντιτίθεται στην ακινητοποίηση των πόλεων μέσα στο χρόνο και κηρύσσει τον διαρκή μετασχηματισμό τους.
“Ο καθένας μπορεί να γίνει αρχιτέκτονας, εξασκώντας μία ατέρμονη, «εναία πολεοδομία», που τα περιέχει όλα. Τίποτα δε θα είναι δεδομένο. Ένας στενός δεσμός επιθυμίας και χώρου θα παράξει ένα νέο είδος αρχιτεκτονικής για μία νέα κοινωνία.”[25]
23] Internationale Situationniste, Χωροταξία, «Ορισμοί», μτφ. Λωράν Κ., Τουρνικιώτης Π., εκδόσεις ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ 7 – ΑΚΜΩΝ, Αθήνα Ιανουάριος 1979, σελ.7 24] Βλ. Liga Nieuw Beelden, Unitair Urbanisme, παρουσίαση με ήχο και εικόνα της New Babylon στο Μουσείο Stedelijk, Amsterdam, 20 Δεκεμβρίου 1960, μτφ. Robyn de Jong-Dalziel, σε Wigley, Mark, Constant’s New Babylon: The Hyper Architecture of Desire, “Unitary Urbanism”, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 132 25] Wigley, Mark, Constant’s New Babylon: The Hyper Architecture of Desire, “The great Urbanism Game”, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 9 (ιδία μετάφραση)
28
New Babylon 2.0
παρέκκλιση |dérive| dérive: de + rive,-από + ποτάμι,-το να εκτρέπεται το νερό από τον ποταμό, να παρεκκλίνει από την κοίτη του, -προέρχεται από το λατινικό derivare. Τα νέα δεδομένα στην καθημερινότητα της πόλης, επέφεραν μια νέα δραστηριότητα στο προσκήνιο. Οι κάτοικοι της πόλης, οι περιπατητές της, ήρθαν αντιμέτωποι με την έννοια του θεάματος που έντυσε το αστικό περιβάλλον δημιουργώντας ελκυστικές εικόνες. Ο περίπατος μέσα στην πόλη απέκτησε άλλο νόημα. Πλέον μπορούσε κανείς να περιηγηθεί στους δρόμους της, χωρίς κάποιον στόχο, με το ενδιαφέρον του να στρέφεται στις βιτρίνες των καταστημάτων, τον καλοντυμένο κόσμο, σε διάφορα δρώμενα που εκτυλίσσονταν στον δρόμο κ.ά. Την τάση αυτή αντιλήφθηκαν οι Λεττριστές, οι οποίοι θέλησαν να την απογυμνώσουν από την θεαματική της χροιά και να την χρησιμοποιήσουν για την ανάδειξη της ψυχογεωγραφικής πτυχής της πόλης. Έτσι, επινοήθηκε ο όρος της παρέκκλισης, που αναφέρεται στην διαδικασία κατά την οποία ένας περιηγητής παρεκκλίνει από την προδιαγεγραμμένη πορεία του, ικανοποιώντας την περιέργεια του, που εξάπτεται από τα κέντρα προσοχής που υπάρχουν στο αστικό παρασκήνιο. Πιο συγκεκριμένα, το dérive ορίστηκε ως η «ροή» που υπονομεύει την δομή της πόλης, εν-τοπίζοντας και δημιουργώντας μεταβατικές, παράλληλες ατμόσφαιρες, οι οποίες βρίσκονται εκτός του ελέγχου οποιασδήποτε κεντρικής εξουσίας ή οικονομικής δύναμης. Οι σύγχρονες πόλεις, στην πραγματικότητα, ήταν γεμάτες από υποβόσκοντα κέντρα προσοχής, δυναμικά πεδία και «ροές επιθυμιών». Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να αντιληφθούμε το derive ως έναν νέο πειραματικό τρόπο συμπεριφοράς δεμένο με τις συνθήκες της αστικής (urbaine) κοινωνίας: η τεχνική του γρήγορου περάσματος μέσα από ποικίλες ambiences.[26]
26] Internationale Situationniste, Χωροταξία, «Ορισμοί», μτφ. Λωράν Κ., Τουρνικιώτης Π., εκδόσεις ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ 7 – ΑΚΜΩΝ, Αθήνα Ιανουάριος 1979, σελ.7
«Απογυμνωμένη Πόλη» |Naked City| Ο πιο γνωστός σιτουασιοννιστικός ψυχογεωγραφικός χάρτης, σχεδιασμένος από τους Guy Debord και Asger Jorn, απεικονίζει την πόλη του Παρισιού κατακερματισμένη, σε κομμάτια που φαίνεται να πλέουν στο κενό. Η πόλη χαρτογραφείται υπό το φίλτρο της υποκειμενικής εμπειρίας κι έτσι, ξεφεύγοντας από τη συμβατική μορφή απεικόνισής της, «απογυμνώνεται», από-δομείται και επαναπροσδιορίζεται βάσει προσωπικών βιωμάτων. Τα θραύσματα του ιστορικού κέντρου αποτελούν ενότητες ατμοσφαιρών, ενεργά πεδία, σταθμούς ή περάσματα, κόμβους της ψυχογεωγραφικής ροής του Παρισιού[27], ενώ τα βέλη δηλώνουν πιθανές περιπλανήσεις, τροχιές στο κενό μεταξύ των αναμνήσεων. Οι χάρτες του Debord παραπέμπουν σε αρχιπελάγη. Πλωτές πλάκες, νησιά, ρεύματα, δίνες και πάνω από όλα η έννοια του dérive, με την έννοια του παρασύρομαι, χωρίς κατεύθυνση, στο έλεος του νερού, αλλά και με την ναυτική έννοια, ως μέρος πλοίου, μια διερεύνηση και επέκταση της καρίνας, που καθιστά πιθανή την πλεύση ενάντια στο ρεύμα και την επιλογή κατεύθυνσης.[28]
27] Sadler, Simon, The Situationist City, “A passion for maps”, εκδόσεις The MIT Press, Cambrige, Massachusetts, 1998, σελ. 82 28] Careri, Francesco, Walkscapes, walking as an aesthetic practice, editorial Gustavo Gili, εκδόσεις S.L., Barcelona, 2002, σελ.100
New Babylon
31
Homo Ludens- σύντομη αναφορά στον Παίζοντα Άνθρωπο Ο Constant προάγει ένα νέο τρόπο ζωής και συμπεριφοράς μέσω της φιγούρας του New Babylonian, βασισμένος στο στοιχείο του παιχνιδιού. Κάνει λόγο για τον άνθρωπο που παίζει, τον Homo Ludens, για τον οποίο έκανε λόγο ο Ολλανδός ιστορικός Johan Huizinga (1972-1945), ένας από τους θεμελιωτές της μοντέρνας ιστορίας του πολιτισμού. Στο βιβλίο του, «Homo Ludens, a study of the play-element in culture»[29], ερευνά την δημιουργική φύση του ανθρώπου, πρωταρχικής σημασίας στη διαμόρφωση του πολιτισμού. Ήδη από τον πρόλογό του, δίνει τη δέουσα βαρύτητα στην έμφυτη αυτή τάση του ατόμου και αναφέρει χαρακτηριστικά το «παίζειν» ως αξιοσημείωτη λειτουργία του ανθρώπινου είδους, ισάξια με το «λογίζεσθαι» και το «κατασκευάζειν». Θεωρεί, δηλαδή, πως μετά τον Homo Sapiens, τον λογικό άνθρωπο, και τον Homo Faber, τον άνθρωπο κατασκευαστή που τον διαδέχτηκε, σημαντική θέση στην ονοματολογία αυτή κατέχει ο Homo Ludens, o «Παίζων Άνθρωπος»[30]. Δίνει ένα διαφορετικό ορισμό της -τόσο αφηρημένης- έννοιας του παιχνιδιού, προσδιορίζοντας το ρόλο της παρουσίας του, σε όλες τις διαφορετικές εκφάνσεις του πολιτισμού (γλώσσα, νόμοι, τέχνη, ποίηση, θρησκεία, κ.ά.). Υποστηρίζει, λοιπόν, πως το παιχνίδι προϋπήρχε του πολιτισμού[31]. Τον συνόδευε και τον διέπνεε από τη γέννησή του μέχρι σήμερα, αποτελώντας μια σημαίνουσα λειτουργία, που ξεπερνάει τα όρια της καθαρά φυσικής ή βιολογικής δραστηριότητας. Ο Huizinga δεν ασχολείται με όλες τις μέχρι τότε τεκμηριώσεις της εκδήλωσή του, καθώς αυτό που πραγματικά τον ενδιαφέρει -δεν είναι το κατά πόσον αποτελεί κάποιο ένστικτο, ανάγκη ή εκτόνωση- αλλά η προσέγγιση της έννοιας του παιχνιδιού από μία πιο ιστορική-ανθρωποκεντρική σκοπιά. Αποσκοπεί στην ανάδειξη της συνεισφοράς του στην εξέλιξη της κοινωνίας. Ισχυρίζεται, πως είναι μία δραστηριότητα εκούσια, μη υλιστική, χωρίς συμφέροντα, η οποία δεν περικλείει κάποια ηθική υπόσταση. Εντοπίζεται εκτός διπόλων, όπως αυτών της σοφίας και της μωρίας, της αλήθειας και του ψέματος, του καλού και του κακού. 29] Huizinga, Johan, Homo Ludens, a study of the play-element in culture, Routledge & Kegan Paul Limited(έκδοση και επιμ.), Boston, 1980 30] Huizinga, Johan, Ο άνθρωπος και το παιχνίδι (Homo Ludens), «ΠΡΟΛΟΓΟΣ», μτφ. Λυκιαρδόπουλος Γ., Ροζάνης Στ., εκδόσεις «γνώση», Αθήνα, 2010, σελ. 9 31] ό.π., σελ. 11, ο Huizinga υποστηρίζει το επιχείρημά του αναφερόμενος στο παράδειγμα του παιχνιδίσματος των ζώων. «Τα ζώα δεν περίμεναν να έλθει ο άνθρωπος για να τα μάθει να παίζουν»
32
New Babylon 2.0
Σε μία προσπάθεια να ορίσει, τελικά, το παιχνίδι, ο Huizinga αναλύει τα τρία κύρια χαρακτηριστικά του. Το πρώτο που ξεχωρίζει, είναι η ταύτιση του παιχνιδιού με την ελευθερία, καθώς το παιχνίδι δεν επιβάλλεται από φυσική αναγκαιότητα ή ηθική υποχρέωση. Δεν αποτελεί καθήκον και συμβαίνει αβίαστα, κατά τον «ελεύθερο χρόνο». Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό, είναι ότι δεν αποτελεί μέρος του «συνήθους» ή «πραγματικού» βίου, αφού δεν έχει σχέση με την ικανοποίηση αναγκών και ορέξεων. Είναι περισσότερο ένα πέρασμα από την «πραγματική» ζωή σε μία προσωρινή σφαίρα δραστηριότητας, με εντελώς δική της διάταξη. [..] ένα διάλειμμα, ένα ιντερλούδιο στην καθημερινή μας ζωή.[32] Η μεταπήδηση αυτή σε έναν άλλο κόσμο, η «προσποίηση» -δηλαδή- ενός άλλου, γίνεται απολύτως συνειδητά, απορροφά το άτομο και δεν τοποθετεί το παιχνίδι εκτός σοβαρότητας. Το τρίτο κύριο χαρακτηριστικό του παιχνιδιού είναι η διάκρισή του από την καθημερινότητα, αφού έχει το δικό του τόπο και χρόνο και τους δικούς του κανόνες. Από τη στιγμή που οι κανόνες καταστρατηγούνται, ολόκληρος ο κόσμος του παιχνιδιού καταρρέει[33]. Είναι απομονωμένο, περιορισμένο, έχει αρχή και τέλος.
32] Huizinga, Johan, Ο άνθρωπος και το παιχνίδι (Homo Ludens), «Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ», μτφ. Λυκιαρδόπουλος Γ., Ροζάνης Στ., εκδόσεις «γνώση», Αθήνα, 2010, σελ. 21-22 33] ό.π, σελ. 25
New Babylon
35
Περιγραφή της New Babylon Η New Babylon τοποθετείται χρονικά στη μεταπολεμική εποχή, μία εποχή συνεχούς αμφισβήτησης των κατεστημένων αρχών του Μοντερνισμού, αλλά και κάθε μορφής κατεστημένου. Μία εποχή, όπου η κρίση στην κοινωνική, πολιτισμική, αλλά και αρχιτεκτονική σφαίρα, ήταν πλέον αισθητή. Η τρομερή στροφή που έγινε στην αντίληψη της νέας πραγματικότητας, ήταν το αποτέλεσμα ενός γενικευμένου κλίματος αναστάτωσης, κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα. Πολλά είναι τα παραδείγματα, στα πλαίσια της αρχιτεκτονικής, που ανέδειξαν το ανήσυχο αυτό πνεύμα, καθώς αρκετοί ήταν αυτοί που άσκησαν κριτική σε μία κοινωνία με τάσεις αυτοκαταστροφής. Ακολουθώντας την πορεία του Constant και την εξέλιξη της ζωηρής προσωπικότητάς του στον χρόνο, είδαμε πώς η επιρροή του από εξίσου πνευματικά ανήσυχους ανθρώπους, του προσέφερε τα απαραίτητα ερεθίσματα, ώστε, εν έτη 1956, να δώσει μορφή στις κατασταλαγμένες ιδέες του. Για τα επόμενα 18 χρόνια αφιερώθηκε στο σχεδιασμό και στην περιγραφή του έργου του, υπό τον τίτλο «New Babylon». Ένας πολύπλοκος, εκτενής και δυναμικός λαβύρινθος που σκοπό είχε να μεταμορφώσει ολόκληρο τον κόσμο σε έναν ενιαίο ιστό. Το έργο του έχει καταφέρει να δημιουργήσει πολλές και συχνά αντικρουόμενες απόψεις μέχρι και σήμερα. Εφορμώμενος από την εικόνα ενός καταυλισμού στην μικρή επαρχιακή ιταλική πόλη Alba, ο Constant, λάτρης του τρόπου ζωής των Ρομά, επηρεάστηκε στο βαθμό που συνέλαβε την ιδέα για μία κατασκήνωση νομάδων σε παγκόσμια κλίμακα. Μία New Babylon, όπου κάτω από την ίδια στέγη και με την βοήθεια κινητών στοιχείων, μία κοινή κατοικία θα χτιζόταν· ένας προσωρινός, συνεχώς μετασχηματιζόμενος χώρος ζωής.[34] Μια προσωπική φαντασίωση για έναν ιδανικό κόσμο. Η αναζήτηση, βέβαια, της ιδανικής πόλης δεν είναι ένα εγχείρημα πρωτάκουστο για την εποχή. Υπάγεται στα πλαίσια μίας ανερχόμενης τάσης του δεύτερου μισού της δεκαετίας του ‘50. Ο Yona Friedman συντόνιζε, την ίδια περίοδο, μία διεθνή ομάδα αρχιτεκτόνων, αφιερωμένη στην ανάπτυξη νέων μορφών πόλεων· μία ανάγκη, που σχηματίστηκε από το αίτημα για μία αρχιτεκτονική προσαρμοσμένη στους ταχύτατους ρυθμούς της σύγχρονης 34] Βλ. Nieuwenhuys, Constant, New Babylon, «A nomadic town», γραμμένο για κατάλογο έκθεσης, δημοσιεύτηκε από το Haags Gemeetenmuseum, Hague, 1974 σε http://www.notbored. org/new-babylon.html
New Babylon
37
ζωής.[35] Ο Constant, ο οποίος αργότερα θα γίνει μέλος της ομάδας αυτής, παρουσιάζει τη δική του πρόταση, στα πλαίσια ενός γενικευμένου κλίματος πειραματισμού. Στη New Babylon, επιδιώκει την απόλυτη ελευθερία του ανθρώπου, την οποία ορίζει μέσω του αποκλεισμού των στοιχείων που θεωρεί ότι την καταλύουν. Υποστηρίζει, πως η ελευθερία του ανθρώπου έγκειται στη συνεχή ελεύθερη έκφραση και δημιουργικότητά του, ανάγκη που θα έπρεπε να εκδηλώνουν, αλλά και να ικανοποιούν όλοι. Πολέμιος των ταξικών διαχωρισμών, αφοσιώνεται στο σχεδιασμό μίας κατασκευής, συλλογικής ιδιοκτησίας. Στοχεύει σε μία αταξική κοινωνία, όπου η απουσία οποιασδήποτε μορφής κοινωνικής οργάνωσης και κανόνων συμπεριφοράς, συνεπάγεται για τον ίδιο την ύψιστη ελευθερία του ατόμου· στο βαθμό που, ίσως, ελλοχεύει ο κίνδυνος ενός κοινωνικού χάους. Ένα ακόμα στοιχείο, που συμβάλει στην επίτευξη της απόλυτης ελευθερίας, όπως την ονειρευόταν ο Constant, είναι η απαλλαγή του ατόμου από την υποχρεωτική εργασία. Για να το πετύχει αυτό, βασίζεται σε μελλοντικά τεχνολογικά επιτεύγματα, τέτοια που να επιτρέπουν την απόλυτη αυτοματοποίηση όλων των εργασιών, που περικλείει η παραγωγή διαδικασία. Αυτό το -καθαρά φουτουριστικό- όραμα προέβλεπε την κάλυψη όλων των βασικών αναγκών των ανθρώπων από μέσα υψηλών τεχνολογιών. Σαν αποτέλεσμα, θα δινόταν η δυνατότητα στον άνθρωπο να έχει στη διάθεσή του όλον τον ελεύθερο χρόνο που χρειάζεται για να ξεδιπλώσει κάθε πτυχή της δημιουργικής του φύσης, παίζοντας. Ο Constant αποκαλεί τη New Babylon «κοινωνικό χώρο» (social space) ο οποίος θα αναδείκνυε με την μορφή του, την σημασία των κοινωνικών συναντήσεων και της αλληλεπίδρασης μεταξύ των ανθρώπων -σε αντιδιαστολή με το λειτουργικό χώρο (functional space) του Μοντέρνου Κινήματος. Συνθέτει ένα δυναμικό λαβύρινθο, ένα κοινωνικό δίκτυο παιχνιδιού, περιπέτειας και κινητικότητας. Ένα τεχνητό δίκτυο, που το μόνο που χρειάζεται, όπως χαρακτηριστικά λέει, είναι το κίνητρο της ύπαρξής του κι έπειτα θα κατάφερνε μέσα από τη «ρευστότητα» των προκαθορισμένων δομών και κανόνων του να εξελιχθεί σε ένα μοναδικό, άγνωστο για τον οποιοδήποτε, παγκόσμιο πολιτισμό. 35] Το Νοέμβριο του 1957, ο Yona Friedman ιδρύει στο Παρίσι το «Groupe d’ Etudes d’ Architecture Mobile» (GEAM). Βλ. https://openarchitectures.com/2011/09/19/19/
38
New Babylon 2.0
Οραματίζεται, λοιπόν, μία νέου είδους αστικότητα. Περιγράφει ένα «πλωτό» κατασκεύασμα, τοποθετημένο σε απόσταση πάνω από την επιφάνεια της Γης[36], το οποίο θα εξαπλώνεται προς όλες τις κατευθύνσεις. Ένα δίκτυο από υπερμεγέθεις χωρικές μονάδες «αλυσιδωτής» σύνδεσης, που παίρνει τη μορφή μίας μεγακατασκευής εκτός ανθρώπινης κλίμακας. Αδιαφορεί για την ένταξή της στον υπάρχοντα πολεοδομικό ιστό, διαταράσσοντας την αρχιτεκτονική συνέχεια, και επιβάλλεται στο φυσικό περιβάλλον. Στο έδαφος «ακουμπά» ένα δίκτυο κυκλοφορίας μηχανοκίνητων μέσων δευτερεύουσας σημασίας. Η χρήση του αυτοκινήτου και των μέσων μαζικής μεταφοράς δε συνάδει με τις έννοιες της ενστικτώδους περιήγησης και του dérive, τις οποίες ο Constant υποδεικνύει. Με την ανύψωση της κατασκευής, δημιουργεί ένα αποστειρωμένο περιβάλλον, αποκομμένο από τις υφιστάμενες κοινωνικοπολιτικές δομές των κοινωνιών που επαφίενται στη Γη. . Οι «τομείς» (sectors) της New Babylon -έτσι ονομάζονται οι αυτόνομες μονάδες της- αποτελούν τους συνδέσμους (links) που συνιστούν το δίκτυο των κοινωνικών χώρων της. Το πολυεπίπεδο εσωτερικό του επιτρέπει τη μέγιστη δυνατή ελευθερία του χρήστη στο μετασχηματισμό του ζωτικού χώρου. Το εύπλαστο αυτό περιβάλλον με τη «ρευστότητα» των στοιχείων του, ανταποκρίνεται στο πνεύμα του αυθορμητισμού των New Babylonians. Επομένως, η ζωή, παρουσιάζεται ως ένα ατελείωτο ταξίδι σε έναν κόσμο που αλλάζει τόσο ραγδαία που μοιάζει πάντα άλλος[37]. Αυτός είναι ο λόγος που ο Constant προσπαθούσε επί χρόνια να αποδώσει το πνεύμα αυτού του φαντασιακού τόπου μέσα από μακέτες, σχέδια, σκίτσα, ζωγραφιές και κείμενα. Ο ίδιος τόνιζε πως οποιαδήποτε αναπαράσταση δεν αποτελούσε πάρα μόνο ένα πιθανό στιγμιότυπο, καθώς δεν ήθελε να δώσει την εντύπωση μίας σταθερής εικόνας για τη New Babylon. Αυτό που τον απασχολούσε ήταν η περιγραφή της, με ό,τι μέσα είχε τότε στη διάθεσή του. Δεδομένου του τεράστιου μεγέθους των τομέων, απαιτούνταν ο τεχνητός εξαερισμός, φωτισμός και κλιματισμός του εσωτερικού τους. Γι αυτό είναι εξοπλισμένοι με τεχνολογία που επιτρέπει τον απόλυτο έλεγχο των συνθηκών του περιβάλλοντός τους (ένταση φωτός, θερμοκρασίας, υγρασίας, 36] Ο Constant κάνει λόγο για «pilotis». Ο όγκος της New Babylon θα στηριζόταν, δηλαδή, από «ελεύθερα» υποστυλώματα, αφήνοντας το χώρο κάτω από αυτήν κενό. 37] Βλ. Nieuwenhuys, Constant, New Babylon, «The Network», γραμμένο για κατάλογο έκθεσης, δημοσιεύτηκε από το Haags Gemeetenmuseum, Hague, 1974 σε http://www.notbored. org/new-babylon.html
New Babylon
39
εξαερισμού, ήχου, χρωμάτων). Ο Constant αξιοποιεί την εξάρτηση αυτή προς όφελος του χρήστη, ο οποίος θα είχε ακόμα ένα στοιχείο για το παιχνίδι του, ακόμα μεγαλύτερη ποικιλία ατμοσφαιρών. Αποστρέφεται, όμως, από καθετί φυσικό, καθώς κάνει λόγο για απελευθέρωση από τη μονότονη εναλλαγή μέρας νύχτας[38]. Υπονοεί ότι η επαναληψιμότητα των φυσικών φαινομένων παραπέμπει σε μία ακόμη ρουτίνα, αποφεύγοντας οτιδήποτε μπορεί να οδηγήσει στην «παγίδα» της συνήθειας. Προεκτείνοντας την προηγούμενη λογική χρήσης του εξοπλισμού, οποιαδήποτε τεχνολογία συνοδεύει τους τομείς δεν υπηρετεί αυστηρά λειτουργικούς σκοπούς. Οι τηλεπικοινωνίες και τα οπτικοακουστικά μέσα, για παράδειγμα, υπόκεινται στην ευχέρεια της ludic δραστηριότητας, ως μορφές παιχνιδιού. Ο New Babylonian, απαλλαγμένος -με κάθε δυνατό τρόπο- από την έννοια της καθημερινότητας, περιηγείται συνεχώς σε έναν κόσμο παιχνιδιού. Συνθέτει τη δική του συλλογική κουλτούρα, βασισμένη στις δημιουργικές του ορμές, ενώ ακολουθεί νέου τύπου συμπεριφορές, επηρεασμένες άμεσα από «καταστάσεις», που ο ίδιος κατασκευάζει στο περιβάλλον του. Η διαφορά του με τον Homo Ludens έγκειται στο γεγονός ότι, το παιχνίδι του, δεν αποτελεί απόδραση από την καθημερινότητα, καθώς ταυτίζεται με αυτήν. Δε βυθίζεται σε έναν άλλο κόσμο, επιστρέφοντας αργότερα στη σφαίρα του «πραγματικού», καθώς είναι προορισμένος να ζει για πάντα μέσα σε αυτόν. Μοιάζει, σχεδόν να περιορίζεται σε μία «ρουτίνα παιχνιδιού». Ο χρόνος στη New Babylon αποτελεί μία εξίσου «ρευστή» έννοια, όπως αυτή του χώρου της. Ο χρήστης έχει μηδενική ιστορική βάση και είναι αποκομμένος από το παρελθόν. Το μοντέλο ανθρώπου του Constant τοποθετείται σε μια κοινωνία, που δε λαμβάνει υπόψιν της καμία χρονολογική συνέχεια -σε αντίθεση με αυτό του Huizinga. Σε συνδυασμό με τον αποκλεισμό της επαναληψιμότητας εικόνων στο περιβάλλον της New Babylon, η έννοια της μνήμης επαναπροσδιορίζεται. Καθίσταται, έτσι, σχεδόν αδύνατο να φανταστούμε αυτό το νέο είδος ανθρώπου. Την ίδια δυσκολία φαίνεται να αντιμετώπιζε και ο δημιουργός της, προσπαθώντας να αποδώσει τη μορφή των New Babylonians.
38] ό.π «Topography» Ο Constant, μάλιστα, μελέτησε εκτενέστερα έναν τομέα (Yellow Sector), για τον οποίο ισχυριζόταν ότι θα απελευθέρωνε το εσωτερικό του από τον ήλιο. Βλ. Sadler, Simon, The Situationist City, “A cybernetic architecture” , The MIT Press, Cambrige, Massachusetts, 1998, σελ. 148
42
New Babylon 2.0
Η τοποθέτηση του Constant για το ζήτημα της κατοικίας στο έργο είναι ξεκάθαρη. Βασίζει το κοινωνικό του μοντέλο στο νομαδικό τρόπο ζωής[39], στον οποίο απουσιάζει η έννοια της μόνιμης κατοικίας. Τοποθετεί καθορισμένους πυρήνες μέσα στους τομείς, για τη προσωρινή διαμονή των χρηστών, που συμπεριλαμβάνουν τεχνικά κέντρα υπηρεσιών μικρής έκτασης. Η κατοικία στη New Babylon αντιπροσωπεύεται αποκλειστικά από ένα χώρο κάλυψης βιολογικών αναγκών. Για τον δημιουργό της, η ιδιωτικότητά της θα λειτουργούσε ως «απειλή» για την κοινωνική ζωή και αντιθετικά ως προς το δημόσιο παιδότοπο των Homo Ludens. Η ανάγκη κοινωνικής απομόνωσης δε λαμβάνεται υπόψιν -και μαζί με αυτήν ο χώρος που της αναλογεί- αγγίζοντας, ίσως, τα όρια της καταπίεσης. Η New Babylon συναντάται συχνά στη βιβλιογραφία ως «πόλη». Ο όρος αυτός, όμως, προερχόμενος από την αρχαία ελληνική λέξη «πόλις», είναι στενά συνυφασμένος με την έννοια του αστικού κέντρου, έννοια που αντιτίθεται στη διάχυτη λογική και απουσία οποιουδήποτε σημείου αναφοράς στο έργο του Constant. Ο ίδιος πιστεύει ότι, η «πόλη» αποτελεί μία μορφή αστικότητας, χαρακτηριστικό μίας ωφελιμιστικής κοινωνίας, που έρχεται σε ασυμφωνία με τη μορφή του οράματός του. Επιπλέον, δεδομένης της ιστορίας της πολεοδομίας, μπορούμε να θεωρήσουμε πως το χωρικό αποτύπωμα των πόλεων -και κατ’ επέκταση της αστικής ζωής- αναπτύσσεται γραμμικά στο χρόνο· λογική αντίθετη με τον εκθετικά μεταβαλλόμενο χώρο ζωής των New Babylonians. “Ας αποκαλέσουμε αυτό το περιβάλλον New Babylon και ας προσθέσουμε ότι δεν έχει τίποτα, ή σχεδόν τίποτα, σχετικό με την «πόλη», με την παραδοσιακή έννοια του όρου.”[40] 39] Ο Constant προλογίζει το έργο του σε κατάλογο έκθεσης παραθέτοντας τα λόγια του προέδρου της παγκόσμιας κοινότητας των Ρομά, Vaida Voivod III: «Εμείς είμαστε τα ζωντανά σύμβολα ενός κόσμου χωρίς σύνορα, ενός κόσμου ελευθερίας, χωρίς όπλα, όπου ο καθένας μπορεί να ταξιδεύει χωρίς ενδοιασμούς και εμπόδια από τις στέπες της κεντρικής Ασίας ως τις ακτές του Ατλαντικού, από το υψηλό οροπέδιο της Νότιας Αφρικής ως τα δάση της Φινλανδίας» μέρος συνέντευξης που δημοσιεύτηκε από Algemeen Handelsblad, Amsterdam, 18 May 1963. Γοητευμένος από την ατέρμονη μεταφορά των καταυλισμών των Ρομά από τόπο σε τόπο, αλλά και της ελευθερίας που τους προσέδιδε αυτή η αέναη κίνησή τους, εμπνέεται το κέλυφος που θα ευνοούσε το ταξίδι μέσα από συνεχώς μεταβαλλόμενες ατμόσφαιρες. Βλ. Nieuwenhuys, Constant, New Babylon, «A nomadic town», γραμμένο για κατάλογο έκθεσης, δημοσιεύτηκε από το Haags Gemeetenmuseum, Hague, 1974 σε http://www.notbored. org/new-babylon.html 40] Βλ. Nieuwenhuys, Constant, New Babylon, «The Network», γραμμένο για κατάλογο έκθεσης, δημοσιεύτηκε από το Haags Gemeetenmuseum, Hague, 1974 σε http://www.notbored. org/new-babylon.html (ιδία μετάφραση)
New Babylon
45
Παρατηρούμε, τελικά, πως η New Babylon αφορά περισσότερο την κοινωνική συγκρότηση του ανθρώπινου πολιτισμού, από άποψη δομών και σχέσεων, και λιγότερο την χωρική τοποθέτηση και μορφολογική αναζήτηση μιας ιδανικής λύσης. Αποτελεί ένα έργο που για πολλούς λόγους, κατασκευαστικούς και μη, δε θα μπορούσε ποτέ να πραγματοποιηθεί. Παρ’ ότι ο Constant στο έργο του εκφράζει ιδέες που εμφανίζουν αρκετό ενδιαφέρον, καταλήγει να εγκλωβίζεται στους κανόνες που ο ίδιος θέτει. Η New Babylon έχει περισσότερο τη δυναμική ενός έργου τέχνης, που σκοπό έχει να προκαλέσει παρά να απαντήσει σε προβλήματα. Πίσω από τις μεγαδομές της, κρύβεται ένα επικριτικό σχόλιο για την κοινωνία του ’60 κι όχι μία «στεγνή» πολεοδομία. Όπως πολύ εύστοχα την παρομοίασε ο ίδιος:
“Η New Babylon είναι σαν το στριπτίζ. Προκαλεί τη δράση και γι’ αυτό είναι αληθινή”[41]
41] Βλ.Constant, “Nieuw Babylon”, Delftse School, no.3, 1961, σελ. 4 σε Wigley, Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, «Stained Architecture”, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 71 (ιδία μετάφραση)
New Babylon
47
Μετάβαση Η New Babylon, αποτελεί αναμφισβήτητα μία μη ρεαλιστική πρόταση. Πολλές από τις ανέσεις που παρείχε, απαιτούσαν μια τεχνολογία που δεν είχε κατακτηθεί. Η διαπίστωση αυτή, κρύβει ένα ειρωνικό σχόλιο για τον Constant, ο οποίος το 1958, είχε χαρακτηρίσει ως «χιμαιρική» μια αντίστοιχη πρόταση ενός μέλους της Λεττριστικής Διεθνούς[42], υποστηρίζοντας πως δεν υπήρχε η κατάλληλη τεχνική βάση για την υλοποίησή της. Ο κόσμος των New Babylonians στέκεται αυθύπαρκτα έξω από τον πραγματικό κόσμο. Ο χρόνος, παύει να υφίσταται ως ένα καταναλωτικό προϊόν, καθώς χρησιμοποιείται δημιουργικά και αβίαστα από τον ελεύθερο άνθρωπο. Τα χαρακτηριστικά αυτού του κόσμου μπορούν εύκολα να μας παραπέμψουν συνειρμικά στο πρώτο παράδειγμα ουτοπίας, του Sir Thomas More[43], ο οποίος οραματιζόταν μία ιδανική κοινωνία τοποθετημένη σε ένα απομονωμένο νησί, όπου ξεχωρίζουν οι αρχές της κοινοκτημοσύνης και της ισότητας. Το χρήμα απουσιάζει, και υπάρχει αφθονία αγαθών. Η κοινωνία του Constant θα λέγαμε ότι «πλέει» -και αυτή- πάνω από τις σύγχρονες πόλεις, έχοντας ως «κοινωνικά θεμέλια» τις ίδιες αρχές με αυτές του More. Παρ’ ότι ο εμπνευστής της είχε επιμείνει αρκετά στη δυνατότητα της εφαρμογής της, η New Babylon παρέμεινε μία ουτοπία. Η Σιτουασιοννιστική Πόλη προωθούσε ένα νέο τρόπο ζωής, προσπαθώντας να κατανοήσει την ανθρώπινη ψυχολογία μέσα από πειράματα. Το παράδειγμα της New Babylon αποτελεί ένα από αυτά, που αν και στόχευε στη διεξαγωγή του, περιορίστηκε στην πρόκληση αντιδράσεων και προβληματισμών. Στην εποχή μας, δε μπορεί, ακόμη, να πραγματοποιηθεί στον υλικό κόσμο. Μπορούμε, όμως, να δοκιμάσουμε να το μεταφέρουμε σε ένα άλλο πεδίο, το οποίο θα μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες του χωρίς ιδιαίτερο ρίσκο· το διαδίκτυο. Το μέσο αυτό, το οποίο δεν πρόλαβε να γνωρίσει ο Constant, 42] Βλ. Gilles Ivain (Ivan Chtcheglov), ‘Formulaire pour un urbanisme nouveau’, Internationale Situationiste, no.1 (Ιούνιος 1958), σελ. 15-20, μτφρ. Paul Hammond στο Andreotti and Costa, Theory of the Dérive, σελ. 14-17, σε Wigley, Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, “Psychogeographic Design”, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 17 43] Sir Thomas More, Utopia, 1516. Το έργο του Μορ εκδόθηκε στα λατινικά. Την έκδοση επιμελήθηκε ο Έρασμος, στενός φίλος του Μορ. Ο τίτλος που είχε δώσει ο Μορ στο έργο του ήταν Nusquam (Πουθενά) αλλά κατά την έκδοση, εμφανίστηκε ως Utopia, από τις ελληνικές λέξεις ου και τόπος.
48
New Babylon 2.0
ίσως ευνοήσει την, υπό όρους, πραγματοποίηση του οράματός του. Στο σημείο αυτό, πρέπει να επισημάνουμε την βασική πρόθεση της εργασίας μας, η οποία μπορεί εύκολα να παρεξηγηθεί. Σκοπός μας δεν είναι να ταυτίσουμε την ουτοπία του Constant με το διαδίκτυο, χρίζοντάς τον προφήτη της σύγχρονης ψηφιακής εποχής. Η ενέργεια αυτή θα αποτελούσε λογικό άλμα, καθώς δεν μπορούμε να αντιστοιχίσουμε μία κοινωνική επανάσταση με το πεδίο ανάπτυξής της. Αντιθέτως, επιδιώκουμε την τοποθέτηση του πειράματος της New Babylon στο «εργαστήριο» που του αναλογεί, εντός του διαδικτύου.
Μπορεί, λοιπόν, η New Babylon να «μεταφερθεί» στο διαδίκτυο; Θα μπορούσε να υπάρξει εκεί ο κατάλληλος τόπος και χρόνος, έτσι ώστε να είναι σε θέση να διεξαχθεί το κοινωνικό πείραμα του Constant;
Ας φανταστούμε τώρα τη New Babylon ως το πολύτιμο φορτίο που θα μεταφερθεί, με την βοήθεια μιας υπόθεσης -ενός κυβερνοσκάφους-, από τον υλικό κόσμο στο αχανές και άπειρο διαδίκτυο –διάστημα- προκειμένου να ενεργοποιηθεί. “Τα ταξίδια στο διάστημα, που ανακοινώνονται, μπορεί να επηρεάσουν αυτή την εξέλιξη, επειδή οι βάσεις που θα εγκατασταθούν σε άλλους πλανήτες θα εγείρουν αμέσως το πρόβλημα της «σκεπασμένης» πόλης, και μπορεί να δώσουν το μοντέλο για την μελέτη μας για την μελλοντική πολεοδομία”[44]
44] Βλ. ‘Une autre ville pour une autre vie’, Internationale Situationniste no. 3, Δεκέμβριος 1959, σελ.37-40, μτφρ. Paul Hammond, σε Wigley, Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, “Another City for Another Life”, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 115 (ιδία μετάφραση)
New Babylon
Εισαγωγή στο άυλο
49
ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
*Mitchell, William, Soft Cities, σε ARCHITECTURAL DESIGN, Architects in Cyberspace, Martin Pearce (επιμ.), Neil Spiller (επιμ.), profile 118, εκδόσεις Academy Press, London, Δεκέμβριος 1996, σελ. 9 (ιδία μετάφραση)
Διαδίκτυο
53
Εισαγωγή στο άυλο Το ζητούμενο σε αυτή την ενότητα είναι να οικειοποιηθούμε έννοιες που αφορούν τον ψηφιακό κόσμο, ώστε να προσλάβουμε τα απαραίτητα εφόδια, πριν την επιδίωξη της εγγραφής της New Babylon στο διαδίκτυο. Θα προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε την έννοια αυτού του δικτύου στα πλαίσια του ψηφιακού χώρου, στον οποίο ενυπάρχει και εξελίσσεται: τον κυβερνοχώρο, ένα χώρο στον οποίο κατευθύνεις τα ταξίδια σου και περιηγείσαι με τον τρόπο σου μέσα σε εικονικές πόλεις από ψηφία, τον κόσμο των 0 και 1[45].
κυβερνοχώρος |cyberspace| Το πρόθεμα cyber- έχει τις ρίζες του στο ελληνικό ρήμα «κυβερνώ», από το οποίο, μάλιστα, έχουν προκύψει πολλά παράγωγα για την περιγραφή εννοιών που τον συνοδεύουν. (πχ. cybernaut, cyberpiracy, cybercrime κ.ά.) «Πατέρας» του όρου, θεωρείται ο αμερικανό-καναδός συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας William Ford Gibson[46] (1948-), ο οποίος τον εισήγαγε το 1982, στο μυθιστόρημά του «Νευρομάντης». |Neuromancer| “Το ηλεκτροσύμπαν. Μια συμβατική παραίσθηση την οποία μοιράζονται κάθε μέρα δισεκατομμύρια χειριστές σε ολόκληρο τον κόσμο. Παιδιά που μαθαίνουν τις μαθηματικές έννοιες... Μια γραφική αναπαράσταση των πληροφοριών που προέρχονται από όλους τους κομπιούτερ της ανθρωπότητας. Αφάνταστη πολυπλοκότητα. Φωτεινές γραμμές μέσα στο αδιάστατο του ανθρώπινου νου, συμπλέγματα και γαλαξίες πληροφοριών. Σαν τα φώτα μιας πόλης που αφήνουν τη θέση τους [..]”[47] Η προσέγγιση του Gibson είναι εμπειρική, καθώς περιγράφει τον ψηφιακό χώρο, όπως τον φαντάζεται, δίνοντας έμφαση στο δημιουργό της νέας αυτής εφεύρεσης, τον άνθρωπο. Παρομοιάζει την αφηρημένη έννοια του 45] Holtzman, Steven, Digital Mosaics: The Aesthetics of Cyberspace, Simon & Schuster, 1997, σελ. 22 46] Η πρώτη χρήση του όρου έγινε στα τέλη του ’60, με άλλη, όμως, ερμηνεία από αυτή που του αποδίδουμε σήμερα. O William Gibson, συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας μυθιστορημάτων, αποτέλεσε τον πατέρα του όρου με την σημερινή του σημασία, ο οποίος έπλασε μία ολόκληρη ιστορία βασισμένη στον κυβερνοχώρο,στο πολύ γνωστό του μυθιστόρημα με τίτλο «Neuromancer» (Ο Νευρομάντης), 1982 47] Gibson, William, Νευρομάντης, μτφ. Δημήτρης Σταματιάδης, εκδόσεις ΑΙΟΛΟΣ, Αθήνα 1998, σελ.66 (ιδία μετάφραση)
54
New Babylon 2.0
κυβερνοχώρου με εικόνες από την καθημερινή ζωή. Έκτοτε, ακολούθησαν και άλλοι που προσπάθησαν να ορίσουν το νέο πεδίο, με μία πιο τεχνική προσέγγιση αυτή τη φορά, αναδεικνύοντας τις δυνατότητές του. Ενδεικτικά αναφέρεται ο ορισμός του αμερικανού αρχιτέκτονα Michael Benedikt: “Ο κυβερνοχώρος είναι μία παγκόσμια διασυνδεδεμένη, πολυδιάστατη, τεχνητή ή «εικονική» πραγματικότητα, που υποστηρίζεται, είναι προσβάσιμη και παράγεται από τους υπολογιστές. Σε αυτή την πραγματικότητα, στην οποία κάθε υπολογιστής αποτελεί ένα παράθυρο, τα αντικείμενα που ακούμε και βλέπουμε δεν είναι ούτε φυσικά ούτε, απαραίτητα, αναπαραστάσεις των φυσικών αντικειμένων, αλλά είναι περισσότερο ως προς τη μορφή, το χαρακτήρα και την πράξη, κατασκευασμένα από δεδομένα, από γνήσια πληροφορία. Αυτή η πληροφορία προέρχεται, εν μέρει, από τις λειτουργίες του φυσικού κόσμου, αλλά, το μεγαλύτερο μέρος, προέρχεται από την έντονη κυκλοφορία της πληροφορίας που συνιστά την ανθρώπινη δραστηριότητα στην επιστήμη, την τέχνη, τις επιχειρήσεις και τον πολιτισμό.”[48]
διαδίκτυο |internet| Με τον όρο διαδίκτυο αναφερόμαστε αυτομάτως σ’ ένα παγκόσμιο σύστημα διασυνδεδεμένων δικτύων υπολογιστών. Για να κατανοήσουμε καλύτερα τον τρόπο λειτουργίας του, θα μπορούσαμε να το παρομοιάσουμε με το ταχυδρομικό μας σύστημα. Όπως ακριβώς οι ταχυδρομικές υπηρεσίες δίνουν την δυνατότητα στους ανθρώπους να στέλνουν ο ένας στον άλλον φακέλους και πακέτα -που περιέχουν μηνύματα ή αντικείμενα- έτσι και το διαδίκτυο δίνει την δυνατότητα στους υπολογιστές να στέλνουν μεταξύ τους μικρά πακέτα από δεδομένα σε ψηφιακή μορφή |digital data|. Το σύστημα αυτό λειτουργεί με ένα κοινό κώδικα οργάνωσης των διευθύνσεών μας στο φυσικό κόσμο, σε αντιστοιχία με το διαδίκτυο, όπου τοποθετούμαστε επακριβώς, στο «χάρτη» ενός συστήματος διευθύνσεων του ψηφιακού κόσμου (IP address). Το 2015 ο αριθμός αυτών των μοναδικών διευθύνσεων ξεπέρασε τα τρία δισεκατομμύρια[49]. 48] Benedikt, Michael, Cyberspace: The first steps, “Cyberspace: Some Proposals”, The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 1991 σελ. 119-224 (ιδία μετάφραση) 49] Η πληροφορία είναι δυναμική και αλλάζει συνεχώς. Βλ. http://www.internetlivestats.com/
Διαδίκτυο
55
Η διακίνηση των ψηφιακών δεδομένων πραγματοποιείται σε ασύλληπτες ταχύτητες, οι οποίες με την συνεχή εξέλιξη της τεχνολογίας, μειώνουν ολοένα και περισσότερο τα κλάσματα του δευτερολέπτου που απαιτούνται για να καλυφθούν τεράστιες χιλιομετρικές αποστάσεις στο φυσικό κόσμο. Το διαδίκτυο θα μπορούσε να νοηθεί ως μία ατμόσφαιρα, αφού βρίσκεται συγκεκριμένα πουθενά και παντού την ίδια στιγμή. Δεν πας σε αυτό, συνδέεσαι από οπουδήποτε στον φυσικό κόσμο τυχαίνει να βρίσκεσαι. [50] Αποτελεί, δηλαδή, έναν τόπο ανεξάρτητο από το φυσικό σύμπλεγμα του υλικού κόσμου που περικλείει τις δικές του έννοιες περί χώρου και χρόνου, καθώς το DNA του είναι κατασκευασμένο, οντολογικά, από άυλα ψηφία. Ένας τόπος συνάντησης του παγκόσμιου κοινού και συγκέντρωσης της παγκόσμιας πληροφορίας χωρίς χωροχρονικά όρια. Επομένως, κάθε άτομο που έχει στη διάθεσή του έναν προσωπικό υπολογιστή ή μία κινητή συσκευή, που μπορεί να έχει πρόσβαση στο διαδίκτυο, αποτελεί ένα κομμάτι, μία μοναδική συνιστώσα του οικουμενικού δικτύου. Ο Pierre Lévy παραλληλίζει αυτό το δίκτυο με έναν και μόνο υπολογιστή, που είναι αδύνατο να χαράξουμε τα όρια του και να καθορίσουμε το περίγραμμά του. Έναν υπολογιστή, που το κέντρο του βρίσκεται παντού και η περιφέρειά του πουθενά, διάσπαρτο, ζωντανό, ταχέως πολλαπλασιαζόμενο, ατελείωτο, δυνητικό, έναν υπολογιστή-Βαβέλ: για τον ίδιο τον κυβερνοχώρο[51].
internet-users/ 50] Mitchell William., City of Bits, “Spatial / Antispacial”, The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, London. England, 19996, σελ. 8 51] Lévy Pierre, Δυνητική Πραγματικότητα, “Ο ΚΥΒΕΡΝΟΧΩΡΟΣ, Ή Η ΔΥΝΗΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΗ”, μτφ. Μιχάλης Καραχάλιος, Εκδόσεις Κριτική, Ιούνιος, 2001, σελ. 61
Διαδίκτυο
57
Περιγραφή ψηφιακών όρων Browsing (the net) |Διαδικτυακή περιήγηση| Ο όρος «browsing» έχει επικρατήσει, ανάμεσα στους χρήστες του διαδικτύου, για να περιγράψει την ψηφιακή περιήγηση. Το browsing δεν θα πρέπει να ταυτιστεί με μια ενδελεχή έρευνα στο διαδίκτυο για ένα συγκεκριμένο ζήτημα. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να μην υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος σκοπός για να ξεκινήσει ένας χρήστης το διαδικτυακό του ταξίδι, αλλά μπορεί -κατά την διάρκεια της περιήγησής του- να ανακαλύψει ένα νέο κέντρο ενδιαφέροντος, δίνοντας νέα κατεύθυνση στην πορεία του. Πρόκειται για μια δυναμική διαδικασία, που εξαρτάται κάθε φορά από τα ερεθίσματα που λαμβάνει ο χρήστης από το ψηφιακό του περιβάλλον και τις επιλογές που κάνει βάσει των δεδομένων και των επιθυμιών του. Προκειμένου να γίνει πιο εύκολα αντιληπτός ο όρος, θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε το παράδειγμα του William Mitchell, ο οποίος αναφέρεται σε έναν τέτοιο ψηφιακό περίπατο με την εξής έκφραση: “Click, click στον κυβερνοχώρο: αυτός ειναι ο νέος αρχιτεκτονικός περίπατος.”[52]
Immersion |Βύθιση| Η βύθιση (immersion) είναι ένα από τα χαρακτηριστικότερα στοιχεία μιας ψηφιακής εμπειρίας. Κατά την διαδικασία αυτή «μεταφέρεται» η συνείδηση και η αίσθηση του χρήστη, ως τα δύο βασικά χαρακτηριστικά της ύπαρξης, σε έναν προσομοιωμένο χώρο. Η συνεπής απόδοση των δομικών και αισθητικών χαρακτηριστικών του περιβάλλοντος και η θελκτικότητά του κεντρίζουν το ενδιαφέρον του χρήστη, απορροφώντας τον σταδιακά στην ψηφιακή εμπειρία. Εφόσον συντελείται η βύθιση, ο χρήστης του ψηφιακού χώρου παύει να είναι ένας απλός παρατηρητής μιας κατάστασης, καθώς μετέχει σε αυτήν ολοκληρωτικά, βιώνοντάς την αποκομμένος από τον εξωγενή-φυσικό χώρο. Όσον αφορά στις αισθήσεις, η ολοκληρωτική μεταφορά τους στον ψηφιακό χώρο είναι υπό ανάπτυξη, γεγονός που αν επιτευχθεί, θα δημιουργήσει την «απόλυτη» βύθιση, που στην ουσία είναι η οικεία εμπειρία της φυσικής 52] Mitchell William., City of Bits, “Continuous / Connected” The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, London. England, 19996, σελ. 24 (ιδία μετάφραση)
58
New Babylon 2.0
παρουσίας. Για παράδειγμα, στην περίπτωση των βιντεοπαιχνιδιών, ο εμπλεκόμενος εγκαταλείπει κάθε τι συνηθισμένο και καθημερινό, για να αφεθεί στην ικανοποίηση της πηγαίας αυτής ανθρώπινης ανάγκης. Για το λόγο αυτό, το περιβάλλον τους είναι σχεδιασμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε να ελκύει όσο το δυνατόν περισσότερο το ενδιαφέρον του χρήστη, απορροφώντας τον σε έναν άλλο κόσμο.
Hypertext - Hyperlinks |Υπερκείμενο - Υπερσύνδεσμοι| Οι δύο αυτοί όροι αποτελούν μία από τις βασικές ιδέες πάνω στην οποία στηρίζεται το οικοδόμημα του παγκόσμιου ιστού. Πιο συγκεκριμένα, το υπερκείμενο είναι ένας νέος τρόπος οργάνωσης πληροφοριών στο διαδίκτυο, υπό τη μορφή κειμένου. Καταρρίπτει ένα σημαντικό περιορισμό που εμφανίζουν τα κλασσικά μέσα οργάνωσης πληροφοριών (πχ. βιβλία, εφημερίδες, περιοδικά): τη γραμμικότητά τους. Αυτή η υπέρβαση δικαιολογεί και το πρόθεμα της λέξης «υπέρ». Η γραμμικότητα των κλασσικών μέσων έγκειται στο γεγονός ότι ένας χρήστης, προκειμένου να λάβει την πληροφορία που υπάρχει στο περιεχόμενό τους, οφείλει να διαβάσει το κείμενό τους σειριακά. Αυτό δε συμβαίνει σε ένα υπερκείμενο, όπου ο χρήστης μπορεί να πλοηγηθεί ελεύθερα και ο τρόπος οργάνωσης της πληροφορίας βασίζεται στη λογική των υπερσυνδέσμων. Η λογική αυτή επιτρέπει την απόκλιση από τη γραμμικότητα, επιτρέποντας στον χρήστη να «πατήσει» πάνω σε μια λέξη ή μια εικόνα του υπερκειμένου και να μεταφερθεί σε μια άλλη σελίδα. Προφανώς, σε ένα υπερκείμενο, η πληροφορία είναι οργανωμένη με τρόπο που να διατηρείται μια στοιχειώδης ροή και συνοχή, χωρίς παράλληλα να περιορίζει την επιλογή του χρήστη. Με το υπερκείμενο και τους υπερσυνδέσμους, λοιπόν, είναι εφικτή η διαδικτυακή περιήγηση στην παγκόσμια γνώση.
Avatar |Ψηφιακό Είδωλο| Η χρήση της λέξης «avatar» έχει διπλό νόημα στον ψηφιακό κόσμο. Από τη μία, μπορεί να αναφέρεται σε μια εικόνα-φωτογραφία που χρησιμοποιείται ως «φωτογραφία-προφίλ» σε φόρουμ και μέσα κοινωνικής δικτύωσης, από τον χρήστη. Σε αυτή την περίπτωση δεν αποτελεί παρά μόνο την προβολή ενός προσωπικού στοιχείου, όπως είναι η φωτογραφία στην ταυτότητά μας. Από την άλλη, το avatar είναι η εικονική απόδοση, η γραφική αναπαράσταση του χρήστη στον ψηφιακό χώρο. Μπορεί ένα avatar να μην
Διαδίκτυο
59
είναι ένα ανθρώπινο σώμα , αλλά η μορφή ενός ζώου ή οτιδήποτε άλλο. Με το avatar, δημιουργείται μια συγκεκριμένη ψηφιακή οντότητα. Έτσι, και στις δύο περιπτώσεις, επιτυγχάνεται η διαφοροποίηση του χρήστη από τους υπόλοιπους, με τους οποίους μπορεί πλέον να συναναστραφεί. Το avatar είναι ο ψηφιακός εαυτός, το cyber-ego του ανθρώπου, το διαδικτυακό του παρουσιαστικό.
User Interface |Διεπιφάνεια χρήστη| Ο όρος αναφέρεται στο λογισμικό, που χρησιμοποιείται για την αλληλεπίδραση μεταξύ του υπολογιστή και του χρήστη. Καθώς οι δύο παραπάνω «ομιλούν» σε διαφορετική γλώσσα, το interface λειτουργεί ως ο διερμηνέας μεταξύ τους. Ουσιαστικά, αναλαμβάνει την αποκωδικοποίηση της γλώσσας του ανθρώπου, προκειμένου να γίνει αντιληπτή από τη μηχανή, και το αντίστροφο. Για να το πετύχει αυτό, χρησιμοποιεί όλα τα πιθανά εργαλεία που έχει ο χρήστης στην διάθεσή του: τις συσκευές εισόδουεξόδου (πληκτρολόγιο, οθόνη κλπ.), τα γραφικά αντικείμενα, τους ήχους και τις πληροφορίες που απευθύνονται στο χρήστη, τις εντολές και τους χειρισμούς που ο χρήστης του συστήματος μπορεί να εκτελέσει. Με αυτόν τον τρόπο, το interface οργανώνει τη συνεχή ακολουθία των ενεργειών του χρήστη και των αποκρίσεων του συστήματος, που τελικά, συνθέτουν τον διάλογο χρήστη – συστήματος.[53]
53] Χαρίτος, Δ., Τα μέσα επικοινωνίας δι’ εντοπισμού και οι επιδράσεις τους ως προς την κοινωνική αλληλόδραση στο περιβάλλον της σημερινής πόλης, Ζητήματα Επικοινωνίας, τχ. 5, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2007, σελ. 46
Διαδίκτυο
61
Σύντομη πορεία εξέλιξης του δαδικτύου Η εξέλιξη του ψηφιακού κόσμου, τις τελευταίες πέντε δεκαετίες, έχει επιφέρει τεράστιες αλλαγές στην επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων. Η πρώτη καταγεγραμμένη περιγραφή κοινωνικών διαδράσεων μέσω δικτύωσης υπολογιστών έγινε το ’62, από τον J.C.R. Licklider, ο οποίος ασχολήθηκε ενδελεχώς με την επιστήμη των υπολογιστών, και έκανε λόγο για ένα «Γαλαξιακό Δίκτυο»[54]. Οραματιζόταν ένα παγκόσμια διασυνδεδεμένο σύνολο υπολογιστών, μέσω των οποίων ο καθένας θα μπορούσε γρήγορα να έχει πρόσβαση σε δεδομένα και προγράμματα, από οποιαδήποτε τοποθεσία. Ένα όραμα που άρχισε να επαληθεύεται με την εγκατάσταση του ARPANET -πρόδρομος του σημερινού διαδικτύου- στο Πανεπιστήμιο της California στο Los Angeles της Αμερικής (UCLA), το 1969. Το «Big Bang» για την μετάβασή μας στην εποχή της πληροφορίας ήταν πια γεγονός. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90, εξαιτίας της δυσκολίας στη χρήση τους, το ευρύ κοινό δεν μπορούσε εύκολα να εξοικειωθεί με τη λογική των δικτύων. Όταν, λίγο αργότερα, έγινε ευρέως διαδεδομένη η χρήση των γραφικών συστημάτων διεπαφής (graphical interfaces) στους υπολογιστές, άνοιξε ο δρόμος για ένα νέο κόσμο διευκολυμένης περιήγησης στα προγραμματιστικά περιβάλλοντα, που είχε ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση του αριθμού των ενεργών χρηστών. Ο William Michell παραλληλίζει, την εξάπλωση της κοινότητας αυτής, με αυτήν της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, όπου αναρίθμητες μικρότερες, ανεξάρτητες αποικίες και συμπολιτείες αναπτύσσονταν στον ίδιο χρόνο.[55] Όσο το διαδίκτυο ήταν ακόμη νεογνό, αρκετοί ήταν αυτοί που κοιτούσαν με δυσπιστία το μέλλον του, καθώς ισχυρίζονταν ότι η χρήση του δεν θα γινόταν ποτέ η επικρατούσα τάση. Αναφέρουμε το παράδειγμα του αμερικανικού περιοδικού Newsweek, που το 1995 φιλοξένησε ένα άρθρο με τίτλο «Why the Web won’t be nirvana»[56], στο οποίο ο συγγραφέας του, Clifford Stoll, αμφισβητούσε πολλά από αυτά που έχει επιτύχει το διαδίκτυο 54] Βλ. J.C.R. Licklider & W. Clark, On-Line Man Computer Communication, August 1962, σε Barry M. Leiner, Vinton G. Cerf, David D. Clark, Robert E. Kahn, Leonard Kleinrock, Daniel C. Lynch, Jon Postel, Larry G. Roberts, Stephen Wolff, A Brief History of the Internet, http://www.cs.ucsb. edu/~almeroth/classes/F04.176A/handouts/history.html#JCRL62 55] Βλ. Mitchell, William, Soft Cities, σε Architectural Design, Architects in Cyberspace, Martin Pearce (επιμ.), Neil Spiller (επιμ.), profile 118, εκδόσεις Academy Press, Δεκέμβριος 1996, σελ. 8-13 56] Βλ. http://europe.newsweek.com/clifford-stoll-why-web-wont-be-nirvana-185306?rm=eu
62
New Babylon 2.0
μέχρι σήμερα, αποκαλώντας τα ανοησίες. Άλλοι πάλι, ανησυχούσαν για την επιβίωσή του μέσα στα καπιταλιστικά όρια που το περιέβαλλαν. Για αυτόν το λόγο, οι διαχειριστές της πλατφόρμας του δεν επέτρεπαν την είσοδο εμπορικών επιχειρήσεων, με το σκεπτικό ότι η χρηματοδότησή του γινόταν αποκλειστικά προς όφελος της έρευνας. Η υπερ-καταναλωτική κουλτούρα και τα εμπορικά συμφέροντα, που χαρακτηρίζουν τη σύγχρονη κοινωνία, θα επηρέαζαν αναπόφευκτα το ψηφιακό ανάλογό της. Το ίδιο έτος, σε άρθρο του περιοδικού Electronic Engineering Times, o Jeff Johnson εκφράζει τον προβληματισμό του, περί κυριαρχίας των μεγαλύτερων επιχειρήσεων, λέγοντας ότι: “Ιδανικά, οι ιδιώτες και οι μικρές επιχειρήσεις θα έκαναν χρήση της «λεωφόρου των πληροφοριών» για να επικοινωνούν, αλλά το πιο πιθανό είναι ότι «η λεωφόρος των πληροφοριών» θα ελέγχεται από τις 500 κορυφαίες εταιρίες σε 10 χρόνια” [57] Τελικά, το Μάιο του 1995, άνοιξε ο δρόμος για το ηλεκτρονικό εμπόριο |e-commerce| και οι φοβίες των προηγούμενων ετών εξαφανίστηκαν, καθώς ο αριθμός των συμμετεχόντων ήταν αδιανόητα μεγαλύτερος από αυτόν που έδειχναν οι προβλέψεις. Ο συνολικός αριθμός των σελίδων που αναρτήθηκαν |Web pages| και των αρχείων που διατέθηκαν μέσω συνδέσμων |links|, ξεπέρασε τα 600 δισεκατομμύρια. Αυτό, που όλοι είχαν αποτύχει να αναγνώσουν, ήταν το τμήμα αυτού του νέου κόσμου, που θα κατασκευαζόταν από τους χρήστες κι όχι από τα εταιρικά συμφέροντα.[58] Το αποτέλεσμα ήταν ο συνεχώς αυξανόμενος αριθμός των χρηστών, που έφτιαχναν τη δική τους ψηφιακή σελίδα, κανάλι, μπλόγκ (blog), προσφέροντας χρόνο, ενέργεια και πόρους -χωρίς κάποιο οικονομικό αντίκρισμα. Το συμμετοχικό αυτό πνεύμα τρέφεται, κυρίως, από την αφιλοκερδή ανταλλαγή δεδομένων, αλλά και από την ανάγκη των ατόμων για ανταπόδοση του χρόνου και της ενέργειας των άλλων χρηστών του διαδικτύου. Σε συνδυασμό με την ανάγκη αλληλεπίδρασης και διάδοσης γνώσεων, προσωπικών εμπειριών και απόψεων, συνέβαλαν σε μία στροφή προς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εξυψώνοντας το διαδίκτυο ως ενεργό κοινωνικό χώρο. Εδραιώνεται, με αυτόν τον τρόπο, η θέση του ως σημαντικό μέσο για την επικοινωνία των 57] Johnson, Jeff, The Information Highway: A Worst-Case Scenario, Communications of the ACM, vol.39(2), New York, February, 1996, σελ. 15-17 (ιδία μετάφραση) 58] Βλ. Kelly Kevin, We are the Web, σε Wired Magazine, Ιανουάριος, 2005 http://www.wired. com/2005/08/tech/
Διαδίκτυο
63
ανθρώπων, αλλά και την αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου τους –μέσω της διαδικτυακής περιήγησης- για ψυχαγωγικούς, αλλά και επιμορφωτικούς λόγους. Σε αντίθεση με τα πρώτα χρόνια εμφάνισης του, οι χρήστες του έχουν αντιληφθεί πλήρως τις δυνατότητες που αυτό τους προσφέρει και -άρα- τη δυναμική του μέσου που έχουν στην κατοχή τους. Παρατηρείται μία, ολοένα μεγαλύτερη, εξοικείωση του χρήστη με τα τεχνολογικά εργαλεία που έχει στη διάθεσή του, ο οποίος φαίνεται να μην αντιμετωπίζει ιδιαίτερες δυσκολίες στο να συμβαδίσει με τους ρυθμούς εξέλιξής τους. Οι χρήστες αναζητούν συνεχώς νέες «καταστάσεις», όπως αυτές είχαν περιγραφεί από τους Σιτουασιοννιστές κάποιες δεκαετίες νωρίτερα, αλληλεπιδρώντας σε ένα κοινό δίκτυο που μορφοποιούν και μεταλλάσουν οι ίδιοι. Μπορούμε να αναφερόμαστε, πλέον, σε έναν υπερδικτυωμένο άνθρωπο, του οποίου η κουλτούρα τον τοποθετεί στον κόσμο των υπερσυνδέσμων. Αυτός ζει με μία νέα συνθήκη ζωής, ακροβατώντας στο μεταίχμιο δύο κόσμων -του φυσικού και του ψηφιακού-, καθώς ένας νέος τρόπος συνδυαστικής σκέψης ανθρώπου και μηχανής έχει αρχίσει και αναδύεται. Επιπλέον, η τεχνολογία των τηλεπικοινωνιών εξελίσσεται με ραγδαίους ρυθμούς, οι ταχύτητες μεταφοράς δεδομένων αυξάνονται κατακόρυφα, το κόστος σύνδεσης στο διαδίκτυο είναι χαμηλό, οι τιμές των υπολογιστών (desktops, laptops, tablets) και των «έξυπνων συσκευών» κινητής τηλεφωνίας (smart phones) γίνονται συνεχώς πιο προσιτές για τον απλό καταναλωτή. Διαπιστώνουμε, τελικά, ότι οι παράγοντες, που μπορούν να υποδείξουν το κατά πόσον το διαδίκτυο είναι έτοιμο να υποδεχθεί κοινωνικά πειράματα -σαν αυτό της New Babylon-, αφορούν αφενός το χρήστη του και αφετέρου την τεχνική του βάση. Με αυτά ως δεδομένα, θα επιχειρήσουμε να εγγράψουμε, τη New Babylon στο διαδίκτυο, εντοπίζοντας πιθανές συγγένειες και αποκλίσεις.
ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΗΣ NEW BABYLON ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
Μεταφορά της New Babylon στο διαδίκτυο
67
Συσχετισμός των δομών της New Babylon με αυτές του διαδικτύου Κατά τη μεταφορά της New Babylon στο διαδίκτυο, θα αναζητηθούν συγκεκριμένες ποιότητες που αφορούν το χώρο που σχεδίασε ο Constant, το χρήστη που φαντάστηκε και το περιβάλλον στο οποίο τοποθέτησε το έργο του. Πριν ξεκινήσουμε την αντιστοίχηση αυτών των στοιχείων στον ψηφιακό χώρο, θα ήταν ενδιαφέρον να αναφερθεί μια γενική ομοιότητα που εμφανίζει η New Babylon σε σχέση με το διαδίκτυο, ως προς την αρχιτεκτονική που μεταχειρίζεται, η οποία αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία θα στηριχτούν οι παρατηρήσεις που θα ακολουθήσουν. Μελετώντας την ουτοπία του Constant, παρατηρούμε το εξής: η τεχνολογία χρησιμοποιείται ως το βασικότερο εργαλείο αρχιτεκτονικής σύνθεσης και ο χώρος που προκύπτει έχει επαυξημένες δυνατότητες, οι οποίες καλύπτουν τις νέες ανάγκες του χρήστη. Συνεπώς, αναφερόμαστε σε ένα νέο είδος αρχιτεκτονικής -την υπερ-αρχιτεκτονική (Hyper-Architecture[59])-, η οποία στοχεύει στην παραγωγή χώρων, με τη βοήθεια της τεχνολογίας. Η δυναμική των υπερ-χώρων της New Babylon προάγει την προσωπική έκφραση και την αλληλεπίδραση μεταξύ των χρηστών της. Το κύριο μέλημα του Constant ήταν να δημιουργήσει ένα μέσο επικοινωνίας κι όχι ένα χώρο διαμονής. Η λογική της υπερ-αρχιτεκτονικής χαρακτηρίζει, εξίσου, τη δομή του σημερινού διαδικτύου. Γίνεται αντιληπτή -και στις δύο περιπτώσεις- η συγχώνευση της αρχιτεκτονικής με την τεχνολογία. Το αποτέλεσμα είναι μια υπερ-δομή, που έχει στο κέντρο της τις επιθυμίες του ανθρώπου, χρησιμοποιώντας την τεχνολογία στο έπακρο για να τις ικανοποιήσει. Παρακάτω, θα παρουσιαστούν ειδικότερα κάποια βασικά σημεία τομής των δύο μέσων, έτσι ώστε να αποσαφηνιστεί η μεταξύ τους σχέση. Προσεγγίζοντας, αρχικά, την αφηρημένη έννοια του χώρου της New Babylon και του διαδικτύου, αντιλαμβανόμαστε μία πολύ βασική ομοιότητα που παρουσιάζουν. Ο Constant παρομοίαζε την πρώτη με έναν «ιστό», ένα δίκτυο που θα εκτεινόταν σε ολόκληρη την υφήλιο[60]. Το μέγεθος και η έκτασή της, όμως, λειτούργησαν ως ανασταλτικοί παράγοντες στην υλοποίησή της. Στην περίπτωση του διαδικτύου, αναφερόμαστε σε ένα οργανικό σύνολο από συνδέσμους, έναν παγκόσμιο «ιστό», ο οποίος έχει καταστεί προσβάσιμος 59] O Mark Wigley αναφέρεται χαρακτηριστικά σε μια HyperArchitecture of Desire 60] Βλ. New Babylon de Constant, Viktor Nieuwenhuys (επιμ.), Maartje Seyferth (επιμ.), έγχρωμο, διάρκεια: 13 λεπτά, 2005
68
New Babylon 2.0
κάθε στιγμή και από οποιοδήποτε σημείο. Επίσης, η «φυσική» θέση του οικουμενικού αυτού «χώρου» -αν θα μπορούσαμε να την ορίσουμε για ένα άυλο μέσο- μπορεί να παραλληλιστεί με αυτήν που επέλεξε ο Constant για τη New Babylon. Όπως η τελευταία αιωρούνταν, κατά μία έννοια, πάνω από τις σύγχρονες πόλεις, έτσι και το διαδίκτυο γίνεται αντιληπτό ως η αόρατη στρώση πληροφοριών, που κείτεται πάνω από το φυσικό χώρο.[61] Η πρόθεση της υλοποίησης της New Babylon, αγνοούσε επιδεικτικά το ζήτημα ένταξής της στο υφιστάμενο φυσικό και αρχιτεκτονικό περιβάλλον. Δε σεβόταν ούτε τον πολεοδομικό ιστό, ούτε τη μορφολογία του εδάφους. Η σχέση της με οτιδήποτε προϋπήρχε αυτής, μπορεί να χαρακτηριστεί ως «προβληματική». Η αντιμετώπιση του Constant απέναντι στην παγκόσμια αρχιτεκτονική ιστορία και παράδοση, αλλά και σε κάθε είδους τοπική ιδιαιτερότητα, τον θέτει δικαιολογημένα στο στόχαστρο επικριτικών σχολιασμών. Το έργο του, όμως, δε θα προκαλούσε τέτοιες αντιδράσεις, σε ένα πεδίο, όπου δεν τίθεται το ζήτημα της χωρικής συνέχειας. Στον ψηφιακό κόσμο, μπορεί να δοθεί η δυνατότητα στη New Babylon να υπάρξει ως ένας αυτόνομος εικονικός χώρος, παράλληλα με εκατομμύρια άλλους. Το ζήτημα της αρχιτεκτονικής ένταξης, το οποίο σχετίζεται με ποιότητες του φυσικού χώρου και του βιωμένου χρόνου, όπως η υλικότητα, η μνήμη και η ιστορική παράδοση, δε θα αποτελούσε πρόβλημα. Στοιχεία που λειτουργούν περιοριστικά στο φυσικό κόσμο, στο διαδίκτυο εξαλείφονται. Επιπλέον, ο συνεχής μετασχηματισμός των πολλαπλών επιπέδων της New Babylon από το χρήστη είναι, ακόμα και σήμερα, πολύ δύσκολο να επιτευχθεί κατασκευαστικά. Οι φυσικές ιδιότητες των υλικών τους δυσχεραίνουν αυτού του είδους την ελευθερία. Επομένως, η «πλαστικότητα» που τους απέδιδε ο δημιουργός τους ήταν, σε μεγάλο βαθμό, ιδεατή. Στον ψηφιακό κόσμο ευνοείται η μεταβολή του χώρου, βάσει των δεδομένων που εισάγει ο χρήστης, λόγω της άυλης φύσης του. Η αλγοριθμική σχεδίαση αποτελεί το βασικό εργαλείο για τη δημιουργία δυναμικών χώρων, επιτρέποντας την οργανική σχέση μεταξύ περιβάλλοντος και χρήστη. Οι χώροι που προκύπτουν είναι «εικονικοί» (virtual) και δίνουν στον χρήστη τη δυνατότητα της άμεσης εξερεύνησης και επεξεργασίας τους. 61] “we can think of cellspace as the invisible layer of information that is laid over physical space and is customised by an individual user[...]” Βλ. Manovich, Lev, The poetics of urban media surfaces, σε First Monday, Special Issue #4: Urban Screens: Discovering the potential of outdoor screens for urban society, Τόμος 18, Τεύχος 7, Ιούλιος, 2013 http://www.firstmonday.org/ojs/index.php/fm/article/view/1545/1460#author
Μεταφορά της New Babylon στο διαδίκτυο
69
“Ετερογενείς επιθυμίες συγκρούονται και παράγουν νέους χώρους.”[62] Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του αρχιτέκτονα Marcos Novak, ο οποίος χρησιμοποίησε την αλγοριθμική σχεδίαση για να δημιουργήσει ψηφιακούς χώρους που μεταβάλλονταν έπειτα από την αλληλεπίδρασή τους με έναν χρήστη. Οι χώροι αυτοί είναι μέρος μιας γενικότερης θεώρησης του αρχιτέκτονα, που ονόμασε “Liquid Archtectures in Cyberspace”.
62] Βλ. Nieuwenhuys, Constant,αδημοσίευτο χειρόγραφο διάλεξης στους σπουδαστές της Association at the Royal Academy of Copenhagen, 12 Μαρτίου 1964, σε Wigley, Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, “The Politics of Atmosphere”, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 14 (ιδία μετάφραση)
Μεταφορά της New Babylon στο διαδίκτυο
71
Ο Constant δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο κομμάτι των τεχνολογικών μέσων στο έργο του, καθώς αποτελούν το διερμηνέα μεταξύ χρηστών και μηχανικού περιβάλλοντος. Οι περιγραφές του, όμως, επικεντρώνονται στις δυνατότητες που προσέφεραν κι όχι στον τρόπο χειρισμού τους. Η παράλειψη αυτή δικαιολογείται από την απουσία της απαιτούμενης τεχνογνωσίας την εποχή εκείνη. Οι μη εμπεριστατωμένες λύσεις του δε μοιάζουν πειστικές. Στην περίπτωση του διαδικτύου, το γνωστικό κενό στη χρήση των εργαλείων για το μετασχηματισμό του περιβάλλοντος, έχει καλυφθεί. Τα συστήματα διεπαφής (interfaces), βοηθούν το χρήστη να επικοινωνήσει με το μηχανικό περιβάλλον του -τον υπολογιστή- ώστε αρχικά να το αντιληφθεί κι έπειτα να είναι σε θέση να το διαμορφώσει. Στοχεύουν στην εξοικείωση του ανθρώπου με τις δυνατότητες του ψηφιακού χώρου και στη διευκολυμένη ψηφιακή περιήγηση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα διεπιφάνειας χρήστη (user interface) είναι η «επιφάνεια εργασίας» (desktop), που εμφανίζεται στην οθόνη των υπολογιστών. Ο τρόπος που είναι διαμορφωμένη, παραπέμπει σε αντικείμενα του οικείου, σε εμάς, υλικού περιβάλλοντος. (π.χ. «φάκελοι», «έγγραφα», «κάδος απορριμμάτων», κ.ά.) Συνεπώς, αυτό που περιγράφηκε ελλιπώς από τον Constant, εξελίσσεται συνεχώς στον ψηφιακό χώρο, συντελώντας από μόνο του μία ξεχωριστή επιστήμη. Ας στρέψουμε τώρα το ενδιαφέρον μας στο χρήστη της New Babylon. Ο Constant φαντάζεται έναν κόσμο, όπου οι βασικές ανάγκες των ανθρώπων είναι πλήρως καλυμμένες. Δεδομένου αυτού, ο New Babylonian ζει αποδεσμευμένος από το ένστικτο της επιβίωσης, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον του στη διαμόρφωση της ιδιοσυγκρασίας του, μέσα από τη δημιουργία και το παιχνίδι. Αλληλεπιδρά με τους υπόλοιπους χρήστες, «μοιράζεται» τις εμπειρίες του κι επιδίδεται στο συλλογικό πνεύμα που κυριαρχεί, χωρίς αυτό να τον αποκλείει συγχρόνως από την ατομική δραστηριότητα. Η συμπεριφορά αυτή δε διαφέρει πολύ από αυτή του χρήστη του διαδικτύου. Αρχικά, οι βιολογικές ανάγκες του ανθρώπου δεν αποτελούν πρόβλημα προς επίλυση στον ψηφιακό κόσμο. Η πρωτεύουσα ανάγκη που καλύπτει το διαδίκτυο είναι αυτή της διάδρασης και της ανταλλαγής εμπειριών μεταξύ των ατόμων. Ο Kevin Kelly, μάλιστα, σε άρθρο του με τίτλο «We are the Web» (2005), κάνει λόγο για μία αναδυόμενη κουλτούρα μοιράσματος (sharing)[63]. Αυτή η κουλτούρα παρουσιάζεται πιο έντονα στα περιβάλλοντα πολλαπλών χρηστών (multi-user environments), τα οποία αποσκοπούν στη 63] Βλ. Kelly Kevin, We are the Web, σε Wired Magazine, Ιανουάριος, 2005 http://www.wired. com/2005/08/tech/
72
New Babylon 2.0
διάδραση (interaction) των ατόμων. Έτσι, το συμμετοχικό πνεύμα προωθείται και ο ρόλος του διαδικτύου ως «κοινωνικός χώρος» (social space) αναδεικνύεται. “Κάθε μετασχηματισμός του χώρου, όσο μικρός και αν είναι, γίνεται αντιληπτός ως ευθεία παρέμβαση στην κοινωνική ζωή που πυροδοτεί μια «αλυσιδωτή αντίδραση» απαντήσεων.”[64] Χαρακτηριστικό παράδειγμα περιβάλλοντος πολλαπλών χρηστών είναι το βιντεοπαιχνίδι Minecraft[65]. Ένας τρισδιάστατος, αλγοριθμικά παραγόμενος, κόσμος, που επιτρέπει στους παίκτες τη διαμόρφωση του χώρου κατά βούληση. Ένας εικονικός κόσμος, που κατοικείται από τους παίκτες του, και περιλαμβάνει αναρίθμητους χώρους συλλογικής ιδιοκτησίας, που έχουν δημιουργηθεί μέσα από τη διάδραση των παικτών. Αντίστοιχης λογικής, είναι η περίπτωση της ψηφιακής εγκυκλοπαίδειας Wikipedia, η οποία βασίζεται στην εθελοντική ενημέρωσή της από τους χρήστες του διαδικτύου.
64] Wigley, Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, “The Politics of Atmosphere”, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 14 (ιδία μετάφραση) 65] Το παιχνίδι κυκλοφόρησε επίσημα στο διαδίκτυο, στις 17 Μαΐου 2009, από την Mojang, την Microsoft Studios και την 4J Studios. Έκτοτε έχει κινήσει το παγκόσμιο ενδιαφέρον παικτών και παραγωγών, χάρη στην απόλυτη ελευθερία κινήσεων που έχει ο χρήστης στην διαμόρφωση του περιβάλλοντός του, μέσα από τη δημιουργία κατασκευών από κύβους διαφορετική υλικότητας. Η κοινότητα του παιχνιδιού, που ολοένα και αυξάνεται, καταπιάνεται εκτός των άλλων και με καθαρά χωρικά ζητήματα.
Μεταφορά της New Babylon στο διαδίκτυο
73
Συνεχίζοντας, οι New Babylonians, πλάθουν τον κόσμο των φαντασιώσεών τους, απορροφημένοι από το δημιουργικό παιχνίδι τους. Κανένας παράγοντας δε θα προκαλούσε τη διάσπαση της προσοχής τους κι έτσι, θα επιδίδονταν στην πρακτική του dérive, η οποία θα μπορούσε να διαρκέσει μέχρι και ολόκληρες εβδομάδες, όπως χαρακτηριστικά υποστήριζε ο Constant.[66] Η «βύθιση» στον κόσμο της New Babylon, έναν κόσμο τελείως αποκομμένο από το εξωτερικό περιβάλλον, αποτελούσε μία μόνιμη κατάσταση για τον χρήστη της. Στην περίπτωση του διαδικτύου, η «βύθιση» (immersion) είναι μία κατάσταση, όπου η συνείδηση του χρήστη αποκόβεται προσωρινά από το υλικό περιβάλλον του. Έτσι, από παρατηρητής γίνεται -για λίγο«κάτοικος» αυτού του χώρου, μετέχοντας ολοκληρωτικά σε αυτόν, μέχρι να επιστρέψει πάλι στη φυσική πραγματικότητα. “Εξετάζουμε έναν κόσμο χωρίς τέλος που αποτελείται από στενά διασυνδεδεμένους, αλλά ετερογενείς χώρους”[67] Βασική θεώρηση των Σιτουασιοννιστών ήταν η ιδιότητα του χώρου να επηρεάζει άμεσα τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά ενός ατόμου, η οποία ήταν το αντικείμενο μελέτης της ψυχογεωγραφίας. Το dérive, η πιο χαρακτηριστική ψυχογεωγραφική πρακτική, συνιστά την παρέκκλιση από μια δεδομένη πορεία, εξαιτίας κάποιας παρόρμησης, που προκαλείται από ερεθίσματα του περιβάλλοντος. Ο σχεδιασμός της New Babylon είναι στενά συνυφασμένος με αυτόν τον ψυχογεωγραφικό παράγοντα, καθώς η δημιουργία και το παιχνίδι τού χρήστη βασίζονται στην εναλλαγή ατμοσφαιρών. Σκοπός του δημιουργού της ήταν η σύνθεση ενός δυναμικού λαβύρινθου, όπου η αλληλεπίδραση με το περιβάλλον -ανθρώπινο ή υλικόθα προκαλούσε, συνεχώς, νέες ροές επιθυμιών. Πιο απλά, θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε το dérive με το ξεφύλλισμα ενός περιοδικού. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, το σύνολο των τίτλων των φωτογραφιών και των σχεδίων, που θα προσελκύσουν περισσότερο τον αναγνώστη, προκύπτει από μία σειρά προσωπικών επιλογών του. Ανάλογα λειτουργεί και το «διαδικτυακό ξεφύλλισμα», το λεγόμενο browsing. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, το εύρος των ερεθισμάτων είναι σαφώς μεγαλύτερο και 66] Βλ. Nieuwenhuys, Constant, Unitair Urbanisme, αδημοσίευτο χειρόγραφο διάλεξης στο Stedelijk Museum, Amsterdam, 20 Δεκεμβρίου 1960, μτφ. Robyn de Jong-Dalziel, σε Wigley, Mark, Constant’s New Babylon: The Hyper Architecture of Desire, “Unitary Urbanism”, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 134 67] Wigley, Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, “The great Urbanism Game”, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 11(ιδία μετάφραση)
74
New Babylon 2.0
ο τρόπος περιήγησης δεν ακολουθεί τη γραμμικότητα ενός περιοδικού. Η αδιάκοπη εξερεύνησή του είναι εφικτή, αφού κάθε υπερσύνδεσμος (hyperlink) αποτελεί συγχρόνως το τέλος μίας πορείας και την αφετηρία μίας άλλης. Αυτή η λογική περιήγησης αποτελεί το συντακτικό της διαδικτυακής γλώσσας. Ο ψυχογεωγραφικός χάρτης της «απογυμνωμένης πόλης» (Naked City) του Παρισιού, από τον Guy Debord και τον Asger Jorn, αποτελεί μία υποκειμενική ανάγνωση του πολεοδομικού ιστού της, διαμέσου της πρακτικής του dérive. Απεικονίζει την θραυσματική καταγραφή μίας μεμονωμένης εμπειρίας, ενός περιπάτου στην πόλη, η οποία προέκυψε από μία σειρά μοναδικών επιλογών των δημιουργών της. Ο συγκεκριμένος τρόπος καταγραφής μίας περιήγησης χωρίς προκαθορισμένη πορεία, δεν απέχει πολύ από το «ιστορικό» (history) μίας διαδικτυακής περιήγησης. Τα κομμάτια του περιπάτου των δύο Σιτουασιοννιστών δεν παρουσιάζουν καμία νοηματική συνάφεια για έναν εξωτερικό παρατηρητή. Θα μπορούσαν, ίσως, να παραλληλιστούν με ένα σύνολο από ιστοσελίδες, που συγκροτούν έναν «ψηφιακό περίπατο» στο διαδίκτυο. Ένας περίπατος βασισμένος στις ορμές και στις επιθυμίες ενός χρήστη, ο οποίος δεν είχε, πιθανότατα, κάποιον άμεσο στόχο ή τερματικό προορισμό. Επομένως, οι επιλογές του ατόμου συγκροτούν ένα συνεχές αποτέλεσμα στον ασυνεχή ψηφιακό κόσμο, καθορίζοντας ένα μοναδικό ταξίδι. Ακολουθώντας ένα συνειρμικό συλλογισμό, θα λέγαμε ότι το διαδίκτυο χρησιμοποιείται ως ένα μέσο για τη δημιουργία προσωπικών αφηγήσεων, που λειτουργεί με ανάλογο σκεπτικό με αυτό της προοπτικής απεικόνισης, η οποία έδωσε για πρώτη φορά τη δυνατότητα ενός νέου τρόπου αντίληψης του φυσικού χώρου στους ζωγράφους της Αναγέννησης. Αντιστοίχως, η λογική των υπερσυνδέσμων ανοίγει νέους ορίζοντες ως προς τον τρόπο αντίληψης του ψηφιακού χώρου. Ακόμα μια σιτουασιοννιστική πρακτική της New Babylon, που βρίσκει το ψηφιακό της ανάλογο είναι το détournement (εκτροπή). Όπως αναφέρθηκε, η τεχνική του détournement περιγράφει την προπαγανδιστική χρήση ενός μέσου, με σκοπό την πυροδότηση ενός δημόσιου διαλόγου. Η σύγχρονη πρακτική που το προσεγγίζει είναι το «τρόλ», ένα φαινόμενο σχετικά νέο για τους χρήστες του διαδικτύου. Ο τρόλερ χρησιμοποιεί αυτό το μέσο για να προκαλέσει, να ενοχλήσει και εν τέλει να προβληματίσει πάνω στο ζήτημα με το οποίο καταπιάνεται. Η τακτική που χρησιμοποιεί για να πετύχει
Μεταφορά της New Babylon στο διαδίκτυο
77
τον στόχο του είναι αυτή της διαφορικής κατάφασης[68]. Αρχικά, υιοθετεί μια «οικεία» συμπεριφορά, προκειμένου να γίνει ευρέως αποδεκτός από τους χρήστες, αποδεχόμενος τους κανόνες του διαδικτύου (η κατάφαση). Έπειτα, εφόσον έχει εξασφαλίσει το βήμα του δημόσιου λόγου του, εξαπολύει την επίθεση του, δημιουργώντας μια ανεπιθύμητη κατάσταση, αθετώντας τους κανόνες του μέσου που χρησιμοποιεί. Έτσι, προκαλεί την αντίδραση των χρηστών και τον προβληματισμό τους. Η πρόθεσή του δε συμβαδίζει με τη δημόσια εικόνα και συμπεριφορά του (η διαφορικότητα). Οι Σιτουασιοννιστές λειτουργούσαν απροκάλυπτα απέναντι στα κυρίαρχα μέσα της εποχής τους, αδιαφορώντας για το δημόσιο αποκλεισμό τους. Αυτή η διαπίστωση δε διαφοροποιεί τους τρόλερ από τους Σιτουασιοννιστές ως προς την πρόθεσή τους. Τονίζει, όμως, την αδυναμία των πρώτων να υπάρξουν εκτός του πεδίου δράσης τους. Αυτό σημαίνει ότι ο τρόλερ είναι αναγκασμένος -προκειμένου να ενεργήσει- να σεβαστεί τους κανόνες χρήσης και συμπεριφοράς του διαδικτύου. Επομένως, η βασική συγγένεια του détournement και της διαδικτυακής πρακτικής του τρόλ, έγκειται στο γεγονός ότι και οι δύο πλευρές χρησιμοποιούν το μέσο δράσης τους, χωρίς να κυριολεκτούν, με απώτερο σκοπό να δημιουργήσουν ένα δυναμικό διάλογο εκεί που έχει επικρατήσει ένας επικίνδυνος μονόλογος. Τέλος, παρ’ ότι οι New Babylonians παρέμειναν προϊόντα της φαντασίας του Constant, θεωρούνταν δεδομένη η ανθρώπινη υπόστασή τους. Η σωματικότητα, κύριο χαρακτηριστικό της υπόστασης αυτής, αποτελεί το βασικό εργαλείο πρόσληψης ερεθισμάτων από το περιβάλλον, μέσω των αισθήσεων. Τα σύγχρονα τεχνολογικά μέσα, όμως, δεν έχουν αναπτυχθεί στον βαθμό που να επιτρέπουν την ψηφιοποίηση της όσφρησης και της γεύσης. Η διαφορά με το διαδίκτυο, λοιπόν, εντοπίζεται στην αδυναμία της ολοκληρωτικής μεταφοράς της φυσικής παρουσίας μέσα σε αυτό. Η βιολογική μας σύσταση είναι εξ ορισμού ασύμβατη με την απουσία ύλης του ψηφιακού κόσμου. Η έννοια της φυσικής υπόστασης, όμως, δεν καταργείται, αλλά προσομοιώνεται. Το ρόλο της διαμεσολαβημένης αναπαράστασης του εαυτού, αναλαμβάνει η εικονική εκπροσώπηση του ανθρώπου από το avatar. Αυτό είναι το ψηφιοποιημένο «σώμα», που δύναται να καταλάβει ο χρήστης, εφόσον θελήσει να «βρεθεί» σε ένα διαδικτυακό περιβάλλον. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η χρήση της λέξης «σώμα» αποκτά συμβολική αξία και αναφέρεται στα αντιληπτά όρια της ψηφιακής παρουσίας του χρήστη. 68] Τρυφωνόπουλος Σ., Ευσταθίου Κ., Τρόλ, η μεταγραφή από το διαδίκτυο στην σύγχρονη αρχιτεκτονική πρακτική, Νικόλαος-Ίων Τερζόγλου (επιβλ.), Σχολή Αρχιτεκτόνων, ΕΜΠ, Αθήνα 2016
Μεταφορά της New Babylon στο διαδίκτυο
79
Συμπεράσματα Ολοκληρώνοντας την προσπάθεια αντιστοίχησης των χαρακτηριστικών της New Babylon με αυτά του διαδικτύου, καλούμαστε να απαντήσουμε στο αρχικό μας ερώτημα. Η New Babylon δεν μπορεί να μεταφερθεί ολοκληρωτικά στο διαδίκτυο. Το στοιχείο που μας οδηγεί στο συμπέρασμα αυτό, είναι η ειδοποιός διαφορά των δύο κόσμων (φυσικού- ψηφιακού) στο ζήτημα της σωματικότητας. Αν και η πλήρης ψηφιοποίηση των χωρικών ποιοτήτων και των εργαλείων χρήσης του περιβάλλοντος που σχεδίασε ο Constant είναι εφικτή, ο New Babylonian δεν μπορεί να κατοικήσει το νέο αυτό χώρο. Είναι αδύνατη η ολοκληρωμένη φυσική παρουσία του εκεί. Είναι, όμως, το στοιχείο αυτό, ικανό να αποτρέψει την διεξαγωγή του πειράματος της ludic κοινωνίας; Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που παρουσιάζει -για εμάς- το στοιχείο του δημιουργείν μέσα από το παίζειν, μας ωθεί στο να αναζητήσουμε μια εναλλακτική πρόταση, βασιζόμενοι πάντα στην παρότρυνση του Novak για τη δυνητικοποίηση της New Babylon. Προκειμένου, λοιπόν, να καταστεί δυνατή η πρόταση αυτή, θα παρακάμψουμε το εμπόδιο της απόλυτης μεταφοράς της σωματικότητας στον ψηφιακό χώρο, προτείνοντας την κατοίκησή της από το σύγχρονο χρήστη του διαδικτύου. Αμέσως, δημιουργείται η ανάγκη απόδοσης της μορφής του σεναρίου αυτού. Σε κάθε περίπτωση, αποτελεί ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Η New Babylon παύει να συνιστά μία ουτοπία. Μετουσιώνεται σε μία ετεροτοπία[69]. Είναι, πλέον, επισκέψιμη από τον χρήστη του διαδικτύου, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να μεταπηδά, κατά βούληση, από τον φυσικό στον ψηφιακό κόσμο. Επανέρχεται στο γνώριμο πεδίο της καθημερινότητας, όποτε αυτός θελήσει να «αποσυνδεθεί». Το παιχνίδι του εκτυλίσσεται, με αυτόν τον τρόπο, σε ορισμένα χρονικά και τοπικά όρια. Περιέχει τη δική του πορεία και το δικό του νόημα. Έχει τους δικούς του κανόνες.[70] Το στοιχείο του παιχνιδιού, όπως ορίστηκε αρχικά από το Huizinga, επαναπροσεγγίζεται. Ο χρήστης μπορεί να επιλέξει την μορφή που πραγματικά επιθυμεί και να αναλάβει το ρόλο που θέλει να «παίξει», υιοθετώντας το δικό του μοναδικό 69] Ο Foucault όρισε την ετεροτοπία ως τον χώρο εκείνο, που έχει έναν συγκεκριμένο και πραγματικό τόπο, έναν τόπο που μπορεί να εντοπιστεί στον χάρτη[...] έναν καθορισμένο χρόνο, έναν χρόνο που μπορεί να προσληφθεί και να μετρηθεί σύμφωνα με το καθημερινό ημερολόγιο. Foucault, Michel, ΟΥΤΟΠΙΕΣ ΚΑΙ ΕΤΕΡΟΤΟΠΙΕΣ, Π. Καλαμαράς (επιμ.), Ά.Τσουλούφη-Λαγιού (μτφ.), εκδόσεις Ελευθεριακή Κουλτούρα, 2015, σελ.7 70] Huizinga, Johan, Ο άνθρωπος και το παιχνίδι (Homo Ludens), «Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ», μτφ. Λυκιαρδόπουλος Γ., Ροζάνης Στ., εκδόσεις «γνώση», Αθήνα, 2010, σελ. 21-22
80
New Babylon 2.0
avatar. Μέσω αυτού, επιδίδεται σε διαδικτυακά dérive, σε υπερχώρους ανάλογους με αυτούς που οραματιζόταν ο Constant. Με τα κατάλληλα εργαλεία (interfaces), μετασχηματίζει τον χώρο που τον περιβάλλει, βάσει των προσωπικών του επιθυμιών. Αλληλεπιδρά με τους υπόλοιπους χρήστες, με τους οποίους επιδίδεται στην κατασκευή καταστάσεων, καθιστώντας το περιβάλλον του, εν δυνάμει κοινωνικό χώρο. Αυτό το πειραματικό σενάριο είναι η μετεξέλιξη της New Babylon. Σαφώς διαχωρισμένο από το σιτουασιοννιστικό πρόγονό του, μετονομάζεται σε «New Babylon 2.0».
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Επίλογος
85
Η New Babylon αποτέλεσε την πιο συνολικά αποδομένη ενσάρκωση των σιτουασιοννιστικών ιδεών της μεταπολεμικής εποχής. O Constant, έχοντας στη διάθεσή του ένα σύνολο επαναστατικών εργαλείων (psychogeographie, détournement, dérive, καταστάσεις, ενιαία πολεοδομία), επιχείρησε να τα συνδυάσει με την παιχνιδοκεντρική θεωρία του Homo Ludens. Το επιχείρημά του, όμως, δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει κάποια βασικά εμπόδια, που του στέρησαν τη βιωσιμότητα. Η New Babylon θεωρήθηκε ουτοπία, κατά κύριο λόγο, διότι απευθυνόταν στην ανιστορική φιγούρα του, απόλυτα ελεύθερου, New Babylonian και αδιαφορούσε για το φυσικό και αστικό περιβάλλον πάνω στο οποίο κυριαρχούσε, ξεπερνώντας την ανθρώπινη κλίμακα. Οι επιλογές του δημιουργού της, απέτυχαν να υποστηρίξουν το μεγαλεπήβολο όραμα του για το σχηματισμό της ιδανικής κοινωνίας, αποτελώντας την τροχοπέδη του έργου. Το βέβαιο είναι ότι η New Babylon, ανεξάρτητα από το πόσο ρεαλιστική και πόσο απελευθερωτική ήταν, παρέμεινε στις συνειδήσεις ως ένα πειραματικό έργο τέχνης με προκλητικές θέσεις. “Θα μπορούσε η New Babylon να είναι ο απελευθερωτικός δρόμος του μέλλοντος, ή θα μπορούσε, το ίδιο εύκολα, να είναι μια, υψηλής τεχνολογίας, εφιαλτική φυλακή των επιθυμιών; Όπως και να’ χει είναι ένα σοκ!”[71] Επηρεασμένοι από την επίμαχη σύνθεση του Constant και την πρόταση του Novak για την ψηφιακή αναθεώρησή της, αναζητήσαμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα γεννηθεί η μορφή της “New Babylon 2.0”. Με την εισαγωγή της στο διαδίκτυο, παρακάμπτουμε τους δύο βασικούς λόγους που κατέστησαν την ύπαρξή της New Babylon αδύνατη στο φυσικό περιβάλλον. Ο ψηφιακός χώρος δεν επηρεάζεται από την κλίμακα των μεγαδομών της, και ο κάτοικος που επιζητεί, ανακαλύπτεται στο πρόσωπο του σύγχρονου χρήστη του διαδικτύου. Έτσι, ανοίγεται ο δρόμος για την ψηφιακή πραγμάτωσή της, η οποία θα τροφοδοτήσει την καθημερινότητά μας, με τις ιδέες της περί κοινωνικών δομών. Κλείνοντας την εργασία μας, προτείνουμε μερικά παραδείγματα της μορφής που θα μπορούσε να έχει η “New Babylon 2.0”. Προτείνουμε δύο εναλλακτικές, χωρίς να εντοπίζουμε ποιοτικές διαφορές μεταξύ τους. Επομένως, θα μπορούσε η “New Babylon 2.0” να ήταν μια ιστοσελίδα (www.newbabylon2.com) ή ένα διαδικτυακό παιχνίδι (New Babylon 2.0 ™), χωρίς κάποιον 71] Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ.12 (ιδία μετάφραση)
86
New Babylon 2.0
εμπορικό προσανατολισμό. Δημιουργοί της θα είναι οι ίδιοι οι χρήστες της, οι οποίοι θα μπορούσαν να αναλάβουν από την εικονική διαμόρφωση του χώρου, μέχρι και τη δημιουργία του κώδικα που θα παράξει την ψηφιακή πλατφόρμα. Οφείλουμε, επίσης, να υποστηρίξουμε τη δυνατότητα που έχει ο σύγχρονος άνθρωπος να χρησιμοποιεί τον ψηφιακό και τον φυσικό κόσμο παράλληλα, προκειμένου να αποφύγουμε την επιβολή μιας ολοκληρωτικής πρότασης -όπως αυτής του Constant. Με την στοιχειοθέτηση της δυνητικοποίσησης της New Babylon, είμαστε, πλέον, σε θέση να συζητήσουμε για το πώς θα μπορούσε το πείραμα αυτό να επηρεάσει την σύγχρονη κοινωνία, ανεξάρτητα από τη συγκεκριμένη μορφή που θα έχει. O στόχος της διάλεξης αυτής, άλλωστε, δεν είναι η συγκρότηση μιας ολοκληρωμένης εναλλακτικής, αλλά η παρουσίαση ενός απερίφραστου συνειρμού, που θα αποτελέσει το έναυσμα για τον περαιτέρω προβληματισμό πάνω στο ζήτημα της θεμελίωσης μιας κοινωνικής ουτοπίας. “[..] μπορεί να ανακαλύψουμε ότι στο τέλος τέτοιων εξερευνήσεων, μπορεί να είναι αρκετά λογικό να διακρίνουμε συμπεράσματα που αλλάζουν τους τρόπους με τους οποίους οργανώνουμε την φυσική κοινωνική μας ζωή.”[72]
72] Novak, Marcos, Next Babylon, Soft Babylon, (trans)Architecture is an Algorithm to Play in, σε AD σελ. 24 (ιδία μετάφραση)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Βιβλία Benedikt, Michael, Cyberspace: The first steps, “Cyberspace: Some Proposals”, The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 1991 Careri, Francesco, Walkscapes, walking as an aesthetic practice, Gustavo Gili (επιμ.), S.L., Barcelona, 2002 Debord, Guy, Η κοινωνία του θεάματος, μτφ. Πάνος Τσαχαγέας, Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα, Ιανουάριος 1990 Foucault, Michel, ΟΥΤΟΠΙΕΣ ΚΑΙ ΕΤΕΡΟΤΟΠΙΕΣ, Π. Καλαμαράς (επιμ.), Ά.Τσουλούφη-Λαγιού (μτφ.), Ελευθεριακή Κουλτούρα, 2015 Gibson, William, Νευρομάντης, μτφ. Δημήτρης Σταματιάδης, εκδόσεις ΑΙΟΛΟΣ, Αθήνα 1998 Heim, Michael, The Metaphysics of Virtual Reality, Oxford, University Press, New York, 1993 Holtzman, Steven, Digital Mosaics: The Aesthetics of Cyberspace, Simon & Schuster, 1997 Huizinga, Johan, Homo Ludens, a study of the play-element in culture, Routledge & Kegan Paul Limited (έκδοση και επιμ.), Boston, 1980 Huizinga, Johan, Ο άνθρωπος και το παιχνίδι (Homo Ludens), μτφ. Λυκιαρδόπουλος Γ., Ροζάνης Στ., «γνώση», Αθήνα, 2010 Johnson, Jeff, The Information Highway: A Worst-Case Scenario, Communications of the ACM, vol.39(2), New York, February 1996, σελ. 15-17 Lévy, Pierre, Δυνητική Πραγματικότητα (réalité virtuelle), Η φιλοσοφία του Πολιτισμού και του Κυβερνοχώρου, μτφ. Μιχάλης Καραχάλιος, Εκδόσεις Κριτική, Ιούνιος, 2001
McDonough, Tom, Guy Debord and the Situationist Interntional, The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, London, England, 2004, σελ. 29-44 Mitchell, William., City of Bits, The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, London. England, 19996 Sadler, Simon, The Situationist City, The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 1998 Wigley, Mark, Constant’s New Babylon: The Hyper-Architecture of Desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam, 1998 Χαρίτος, Δ., Τα μέσα επικοινωνίας δι’ εντοπισμού και οι επιδράσεις τους ως προς την κοινωνική αλληλόδραση στο περιβάλλον της σημερινής πόλης, Ζητήματα Επικοινωνίας, τχ. 5, Καστανιώτη, Αθήνα, 2007 Internationale Situationniste, Χωροταξία, μτφ. Λωράν Κ. , Τουρνικιώτης Π., ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ 7 – ΑΚΜΩΝ, Αθήνα, Ιανουάριος 1979 Το Αισθητικό και το Πολιτικό, Ανθολογία Κειμένων από την Cobra στην Καταστασιακή Διεθνή, Ελευθεριακή Κουλτούρα (επιμ.), μτφ. Πάνος Τσαχαγέας, Νίκος Β. Αλεξίου, Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα, Δεκέμβριος 1996
Αρθρογραφία Kelly, Kevin, We are the Web, σε Wired Magazine, Ιανουάριος, 2005 http://www.wired.com/2005/08/tech/ (τελ. ημερ. ανάκτ.: 18/6/2016) Manovich, Lev, The poetics of urban media surfaces, σε First Monday, Special Issue #4: Urban Screens: Discovering the potential of outdoor screens for urban society, Τόμος 18, Τεύχος 7, Ιούλιος, 2013 http://www.firstmonday.org/ojs/index.php/fm/article/ view/1545/1460#author (τελ. ημερ. ανάκτ.: 18/6/2016) Mitchell, William, Soft Cities, σε ARCHITECTURAL DESIGN, Architects in Cyberspace, Martin Pearce (επιμ.), Neil Spiller (επιμ.), profile 118, εκδόσεις Academy Press, London, Δεκέμβριος 1996 Novak, Marcos, Next, Soft Babylon, σε ΑRCHITECTURAL DESIGN, Architects in Cyberspace II, Maggie Toy (επιμ.), profile 136, εκδόσεις Academy Press, London, Νοέμβριος – Δεκέμβριος 1998 Σταυρίδης, Σταύρος, Προς μία ανθρωπολογία του κατωφλιού, σε ΟΥΤΟΠΙΑ, επιθεώρηση θεωρίας και πολιτισμού, εκδότης Ευτύχης Μπιτσάκης, τεύχος 33, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1999, σελ 107-121 Σταυρίδης, Σταύρος, Οι χώροι της ουτοπίας και η ετεροτοπία: Στο κατώφλι της σχέσης με το διαφορετικό, σε ΟΥΤΟΠΙΑ, επιθεώρηση θεωρίας και πολιτισμού, εκδότης Ευτύχης Μπιτσάκης, τεύχος 31, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1998, σελ 51-66
Ιστότοποι http://stichtingconstant.nl/cobra-1948-1951 (τελ. ημερ. ανάκτ.: 17/6/2016) https://en.wikipedia.org/wiki/Minecraft (τελ. ημερ. ανάκτ.: 10/6/2016) http://www.firstmonday.org/ojs/index.php/fm/article/ view/1545/1460#author (τελ. ημερ. ανάκτ.: 18/6/2016) http://www.notbored.org/new-babylon.html (τελ. ημερ. ανάκτ.: 19/6/2016) https://openarchitectures.com/2011/09/19/19/ (τελ. ημερ. ανάκτ.: 19/6/2016) https://en.wikipedia.org/wiki/Utopia_(book) (τελ. ημερ. ανάκτ.: 19/6/2016) http://www.internetlivestats.com/internet-users/ (τελ. ημερ. ανάκτ.: 18/6/2016) http://europe.newsweek.com/clifford-stoll-why-web-wont-be-nirvana185306?rm=eu (τελ. ημερ. ανάκτ.: 18/6/2016) http://www.cs.ucsb.edu/~almeroth/classes/F04.176A/handouts/history. html#JCRL62 (τελ. ημερ. ανάκτ.: 19/6/2016)
Βίντεο New Babylon de Constant, Viktor Nieuwenhuis (επιμ.), Maartje Seyferth (επιμ.), έγχρωμο, διάρκεια: 13 λεπτά, 2005 Eeuw van de Stad hollandoc - simon vinkenoog interviewt Constant Nieuwenhuys over Nieuw Babylon, ασπρόμαυρο, διάρκεια 15’35’’, (άγνωστη ημερομηνία δημοσίευσης και δημιουργοί)
Εργασίες Αλυγίζου Νίκη-Ξένια, Αρμπάρα Σοφία, Αναζητώντας τον δυνητικό πλάνητα, Περί δράσης και χώρου στο αναδυόμενο περιβάλλον, Νικόλαος-Ίων Τερζόγλου (επιβλ.), Σχολή Αρχιτεκτόνων, ΕΜΠ, Αθήνα 2015 Ευσταθίου Κ., Τρυφωνόπουλος Σ., Τρόλ, η μεταγραφή από το διαδίκτυο στην σύγχρονη αρχιτεκτονική πρακτική, Νικόλαος-Ίων Τερζόγλου (επιβλ.), Σχολή Αρχιτεκτόνων, ΕΜΠ, Αθήνα 2016 Λέκκου Αναστασία, μεταβάσεις δεδομένων, το πλήθος υπό συνθήκες αβεβαιότητας, Νικόλαος-Ίων Τερζόγλου (επιβλ.), Σχολή Αρχιτεκτόνων, ΕΜΠ, Αθήνα, 2015
Ευρετήριο Εικόνων Εξώφυλλο – Οπισθόφυλλο: Η εικόνα είναι αποτέλεσμα προσωπικής επεξεργασίας. Χρησιμοποιήθηκε η εικόνα: Lev Nussberg, Natalia Prokuratov, Altar for the Temple of the Spirit (Sketch for the creation of an altar at the Institute of Kinetics) 1969-70 σελ. 10-11: Nieuwenhuys, Constant, “W’mdharp (Windharp)”, διαστάσεις 200x200 cm, νάυλον, ξύλο, μέταλλο, σχέδιάστηκε για την πλατεία Evoluon στο Eindhoven, φωτογραφία: Victor E. Nieuwenhuys, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 63 σελ. 15: Nieuwenhuys, Constant, άποψη από εγκατάσταση της έκθεσης της Cobra στο μουσείο Stedellijk, Amsterdam, 1949, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 12 σελ. 16: Nieuwenhuys, Constant, “δουλεύωντας στο Eivormige Constructie (Egg-shaped Construction)”, 1957, φωτογραφία: Bram Wisman, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 13 σελ. 22: Nieuwenhuys, Constant, “Symbolische voorstelling van New Babylon” (Συμβολική αναπαράσταση της New Babylon), τεχνική κολάζ, 122x133 cm, άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 203 σελ. 25: εξώφυλλο του Life magazine, “Full frame of movie audience wearing special 3D glasses to view film Bwana Devil which was shot with new “natural vision” 3 dimensional technology.” φώτογραφία: J.R. Eyerman, Θέατρο Paramount , Hollywood, California, Νοέμβριος, 1952. Τμήμα αυτής της φωτογραφίας χρησμιοποιήθηκε για το εξώφυλλον της αγγλικής έκδοσης της “Κοινωνίας του Θεάματος” του Guy Debord, το 1983 σελ. 29: Guy Debord, Asger Jorn, “The Naked City”, Illustrations de l’hypothése des plaques tournantes en psychogeographique, 1957, χάρτες του Παρισιού επεξεργασμένη με την τεχνική του Dérive, πηγή εικόνας: http://bustakay.tumblr.com/post/95432367046/the-naked-city1957-guy-debord-and-asger-jorn σελ. 30: Aldo Van Eyck, παιδότοπος στο Laurierstraat, Amsterdam, 1960, ένας από τους 700 παιδότοπους που έφτιαξε ο Aldo van Eyck για την πόλη, φωτογραφία: © Ed Suister, Amsterdam City Archives, πηγή εικόνας: http://www.uncubemagazine.com/blog/9318763
σελ. 33: Nieuwenhuys, Constant, “Ambiance de Jeu”, 12 x 155 x 155 cm, λαδομπογιά σε ξύλο, ιδιωτική συλλογή / μακρυπρόθεσμο δάνειο στο Haags Gemeentemuseum, Hague, , άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, φωτογραφία: Bram Wisman, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 77 σελ. 34: Nieuwenhuys, Constant, “New Babylon/Den Haag (The Hague)”, 200 x 300 cm, τέμπερα σε χαρτί, άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 155 σελ. 36: Nieuwenhuys, Constant, “Gele sector (Yellow Sector)”, 21 x 82.5 x 77.5 cm, σίδερο, αλουμίνιο, χαλκός, μελάνι σε plexi-glass, λάδι σε ξύλο, άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, φωτογραφία: Bam Wisman, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 88 σελ. 40-41: Nieuwenhuys, Constant, “Sector constructie (Sector Construction)”, 280 x 160 x 60 cm, μέταλλο, κατεστραμμένη, άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, φωτογραφία: Victor E. Nieuwenhuys, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 110 σελ. 43: Nieuwenhuys, Constant, “Grote gele sector (Large Yellow Sector)”, 38 x 131 x 155 cm, σίδερο, αλουμίνιο, χαλκός, μελάνι σε plexi-glass, λάδι σε ξύλο, άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, φωτογραφία: Victor E. Nieuwenhuys, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 181 σελ. 44: Nieuwenhuys, Constant, “Rode sector (Red Sector)”, 24 x 96.5 x 77.5 cm, σίδερο, αλουμίνιο, χαλκός, μελάνι σε plexi-glass, λάδι σε ξύλο, άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, φωτογραφία: Rob Kolaard, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 92 σελ. 46: Nieuwenhuys, Constant, “Orient sector (Orient Sector)”, 17 x 77.5 x 60.5 cm, μέταλλο, μελάνι σε plexi-glass, λάδι σε ξύλο, άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, φωτογραφία: Victor E. Nieuwenhuys, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 97 σελ. 49: Nieuwenhuys, Constant, “Ruimtevaart (SpaceTravel)”, 1957, 32 x 42 cm, λάδι σε πάνελ, ιδιωτική συλλογή, φωτογραφία: Tom Haartsen, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers,
Rotterdam 1998, σελ. 42 σελ. 50-51: Oliver Groth, στιγμιότυπο από σχετικό βίντεο που οπτικοποιεί τις συνδέσεις του διαδικτύου σε παγκόσμια κλίμακα, δημιουργήθηκε στα πλαίσια μαθήματος για το Department of Civil Engineering, Technical University of Denmark, 2012, πηγή εικόνας: http://www.olivergroth.dk/ site/#top σελ. 56: Nieuwenhuys, Constant, χωρίς τίτλο (μοντέλο που χρησιμοποιεί είδη ηλεκτρονικής), 1969, 1.5 x 1.5 x 2 m, μέταλλο, κατεστραμμένη, φωτογραφία: Victor E. Nieuwenhuys, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 64 σελ. 60: Nieuwenhuys, Constant, “Groep sectoren (Group of Sectors)”, 4.5 x 100 x 100 cm, μέταλλο (σίδηρος και χαλκός), μελάνι σε plexi-glass, λάδι σε ξύλο, άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, φωτογραφία: Bram Wisman, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 119 σελ. 64-65: Η εικόνα είναι αποτέλεσμα προσωπικής επεξεργασίας. Εικόνες που χρησημοποιήθηκαν: 1. Nieuwenhuys, Constant, “W’mdharp (Windharp)”, διαστάσεις 200x200 cm, νάυλον, ξύλο, μέταλλο, σχέδιάστηκε για την πλατεία Evoluon στο Eindhoven, φωτογραφία: Victor E. Nieuwenhuys, 2. Oliver Groth, στιγμιότυπο από σχετικό βίντεο που οπτικοποιεί τις συνδέσεις του διαδικτύου σε παγκόσμια κλίμακα, δημιουργήθηκε στα πλαίσια μαθήματος για το Department of Civil Engineering, Technical University of Denmark, 2012 σελ. 66: Η εικόνα είναι αποτέλεσμα προσωπικής επεξεργασίας. Χρησημοποιήθηκε η εικόνα: Nieuwenhuys, Constant, “Gele sector (Yellow Sector)”, 21 x 82.5 x 77.5 cm, σίδερο, αλουμίνιο, χαλκός, μελάνι σε plexiglass, λάδι σε ξύλο, σελ. 89, άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, φωτογραφία: Bram Wisman σελ. 69: Novak, Marcos, τρισδιάστατη σύνθεση που μεταλλάσεται δυναμικά και αποτελεί μια ρευστή αρχιτεκτονική. Τα μέρη της δομής ποικίλουν ανάλογα με την θέση, το μέγεθος και την εγγύτητα που έχουν με άλλα μέρη της δομής. Η εικόνα αποτελεί μέρος της σειράς “Liquid Arcitectures”, πηγή εικόνας: http://www.zakros.com/liquidarchitecture/ liquidarchitecture.html σελ. 70: Nieuwenhuys, Constant, “Ode à l’Odéon (Tribute to Odeon)”, 190 x 200 cm, λάδι και μπογιά αλουμινίου σε καμβά, ιδιωτική συλλογή / μακρυπρόθεσμο δάνειο στο Haags Gemeentemuseum, Hague, άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 198 σελ. 72: Render από μία πόλη του Minecraft, που περιλαμβάνει πάνω από 250 ουρανοξύστες. Οι παίκτες όπως δήλωσαν εμπνεύστηκαν από αρχιτέκτονες όπως ο Rietvield και ο Mies Van der Rohe και από καλλι-
τέχνες όπως ο Van Gogh και ο Mondriaan, 2013. Πηγή εικόνας: http:// imgur.com/gallery/tsiKf σελ. 75: Η εικόνα είναι αποτέλεσμα προσωπικής επεξεργασίας. σελ. 76: Nieuwenhuys, Constant, “Klein Labyr (Small Labyrinth)”, 70 x 35 x 56 cm, μέταλλο (σίδερο και αλουμίνιο), plexi-glass, ξύλο, λάδι, κιμωλία, άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, φωτογραφία: Victor E. Nieuwenhuys, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 104 σελ. 78: Nieuwenhuys, Constant, “Sector constructie (Sector Construction)”, 280 x 160 x 60 cm, μέταλλο, κατεστραμμένη, άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, φωτογραφία: Bram Wisman, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 110 σελ. 82-83: Η εικόνα είναι αποτέλεσμα προσωπικής επεξεργασίας. Εικόνες που χρησημοποιήθηκαν: 1. Nieuwenhuys, Constant, “Combinatie van sectoren (Combination of sectors)”, άγνωστες διαστάσεις, άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, φωτογραφία: Victor E. Nieuwenhuys 2. Η εικόνα αποτελεί την αφίσα της ταινίας “The 13th floor”, ταινία αμερικάνικης παραγωγής, διάρκεια: 1 ώρα και 40 λεπτά, 1999 σελ. 87: Nieuwenhuys, Constant, “Erotic Space”, 164x174 cm, μπογιές λαδιού και αλουμίνιο πάνω σε καμβά, άγνωστη ημερομηνία παραγωγής, πηγή εικόνας: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam 1998, σελ. 217
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΕΙΚΟΝΩΝ ΤΗΣ NEW BABYLON πηγή: Wigley Mark, Constant’s New Babylon: The HyperArchitecture of desire, Witte de With, center for contemporary art / 010 Publishers, Rotterdam, 1998
Title: Labyrinth met trappen (Labyrinth with Stairs)
Title: Vogelvlucht groep sectoren I (Birdseye view Group of Sectors I)
Title: Vogelvlucht groep sectoren I (Birdseye view Group of Sectors I)
Title: Schets voor een sector (Sketch for a Sector)
Title: Gezicht op een sector (View of a Sector)
Title: Babylon-Domazlice (reisschets) (Travel Sketch)
Title: New Babylon
Title: Labyrismen (Labyrisms)
Title: Labyrismen (Labyrisms)
Title: Labyrismen (Labyrisms)
Title: Labyrismen (Labyrisms)
Title: Ladderlabyrinth (Ladder Labyrinth)
Title: Ingang van het Labyr (Entrance of the Labyrinth)
Title: Gezicht op New Babylonische sectoren (View of New Babylonian Sectors)