Καθημερινός βίος του υπόδουλου ελληνισμού

Page 1

ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ

ΜΑΘΗΤΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821



PROJECT: Η καθημερινή ζωή του υπόδουλου ελληνισμού.

Κολλάγγη Μαρία Βετούλα Δανάη Επιβλέπων Κυριακουλόπουλος Ευάγγελος



« Εν αιχμαλωσία…»

«Στους χριστιανούς δεν επετράπη να λησμονήσουν ότι ήταν υποτελής λαός. Δεν μπορούσαν να χτίσουν νέες εκκλησίες χωρίς ειδική άδεια, η οποία σπάνια διδόταν… Οι χριστιανοί έπρεπε να φορούν ιδιαίτερη ενδυμασία. Εκτός από τον Πατριάρχη κανένας από αυτούς δεν μπορούσε να ιππεύει άλογο. Κανένας χριστιανός δεν μπορούσε να υπηρετεί επισήμως στις ένοπλες δυνάμεις, αν και στην πραγματικότητα τους στρατολογούσαν βιαίως στο ναυτικό, και στις χριστιανικές περιοχές είχαν σχηματισθεί τοπικά τμήματα εθνοφρουρών, οι γνωστοί Αρματολοί. Οι χριστιανικές οικογένειες ήσαν εκτεθειμένες στην αυθαίρετη αρπαγή των νεαρών γιών τους, για να εξισλαμισθούν και να καταταγούν στα τάγματα των γενιτσάρων. Ένας χριστιανός που είχε εξισλαμισθεί, έστω και παρά τη θέλησή του ως παιδί ή ως αιχμάλωτος, ήταν υποκείμενος στην ποινή του θανάτου, αν ξαναγύριζε στην παλιά του πίστη». (Στ. Ράνσιμαν «Η Μεγάλη Εκκλησία εν αιχμαλωσία», Εκδ. Μπεργαδή, τόμος Β’ Αθήνα, 1979, σελ. 357-358).



Εθνική επιβίωση

Οι δύο πρώτοι αιώνες της Τουρκοκρατίας ήταν οι δυσκολότεροι για τους Χριστιανούς. Οι δημογραφικές, οικονομικές και κοινωνικές μεταβολές ήταν μεγάλες. Αρκετοί κάτοικοι μετακινήθηκαν σε ορεινούς τόπους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Επίσης, οι βυζαντινοί άρχοντες εξαφανίστηκαν μετά την Άλωση. Τέλος, αρκετοί λόγιοι έφυγαν στη Δυτική Ευρώπη. Όλα αυτά επηρέασαν αρνητικά τη συνοχή του ελληνικού πληθυσμού. Τελικά όμως οι υπόδουλοι Έλληνες δεν αφομοιώθηκαν, αφού κατάφεραν να διαφυλάξουν, με τη βοήθεια και της Εκκλησίας, τρία βασικά στοιχειά της εθνικής τους ταυτότητας: τη θρησκεία, τη γλώσσα και την παράδοση. Η εσωτερική οργάνωση του Γένους προσδιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό από τα «προνόμια» που κατά παραχώρηση του κατακτητή απολάμβανε το Πατριαρχείο Με τα προνόμια ουσιαστικά συγκροτήθηκε μία Αρχή άμεσα υπεύθυνη για την υποταγή και τη νομιμοφροσύνη των χριστιανών στην κρατική εξουσία. Απέβλεπαν στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της Πύλης και ο Πατριάρχης ήταν ακούσιος εγγυητής της μόνιμης υποταγής των ραγιάδων. Σημαντική για το γένος αναδείχτηκε και η πολιτική οργάνωση στο χώρο της κοινότητας και τούτο λόγω της φιλανθρωπίας και φιλαδελφίας που αποτελούν τα θεμέλια του κοινοτισμού. Οι αυτοδιοικούμενες κοινότητες των Ρωμιών απετέλεσαν τον αυτοφυή πολιτικό θεσμό του Γένους, καλλιέργησαν το δημοκρατικό φρόνημα και βοήθησαν τους υπόδουλους να αποφύγουν την ανάμιξη των Οθωμανών στα εσωτερικά τους.



Παιδεία

Μέχρι τα τέλη του 16ου αιώνα, δηλαδή τους δύο πρώτους «σκοτεινούς αιώνες» όπως λέγονται, η εκπαίδευση είχε περιοριστεί στα λεγόμενα Κολυβογράμματα. Τα σχολεία ήταν προσαρτημένα στην Εκκλησία και δάσκαλος που ήταν ο ιερέας δίδασκε, συνήθως εν σκότει και προφυλακτικά μέσα στο νάρθηκα του ναού ή του μοναστηριού, τα ιερά γράμματα, ανάγνωση εκκλησιαστικών βιβλίων, το Ωρολόγιο, την Οκτώηχο και το Ψαλτήρι. Αυτό ήταν στην πραγματική του υπόσταση το θρυλικό «κρυφό σχολείο» την εικόνα του οποίου παρακολουθούμε ζωηρή και αναλλοίωτη ως το τέλος της Τουρκοκρατίας στις απομονωμένες ελληνικές επαρχίες.



Παιδεία Μεταξύ 1700-1730 τοποθετείται το λυκαυγές της πνευματικής κίνησης. Από το 1700 πολλαπλασιάζονται και βελτιώνονται τα ελληνικά σχολεία: Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός αναφέρει: «…. Έως τριάκοντα επαρχίας περιήλθον, δέκα σχολεία ελληνικά εποίησα, διακόσια δια κοινά γράμματα». H εκπαιδευτική δραστηριότητα είχε ως αφετηρία την Εκκλησία και οι περισσότεροι φωτισμένοι λόγιοι και διδάσκαλοι του Γένους ήταν ιερωµένοι. Οι Έλληνες λόγιοι, προσπαθούν όχι μόνο να εμβαθύνουν στις επιστημονικές γνώσεις της Ευρώπης, αλλά και να τις εισαγάγουν και διαδώσουν στις ελληνικές χώρες. Αποτέλεσμα του φιλεκπαιδευτικού ζήλου και των νέων οικονομικών συνθηκών είναι να εξελιχθούν ορισμένα σχολεία σε αξιόλογες εστίες παιδείας, τα ονομαζόμενα Γυμνάσια σε όλες τις πόλεις, στα οποία προσφέρονται τρεις κύκλοι σπουδών. Ο κατώτερος ο οποίος εξακολουθεί να παρέχει τη στοιχειώδη μόρφωση, ο μέσος κύκλος παρέχει την ελληνοπαιδεία δηλαδή τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και ο τρίτος, ο ανώτερος κύκλος που παρέχει τη μελέτη φιλοσοφίας και των επιστημών. Κατά τις αρχές του 19ου αιώνα οι κύκλοι αυτοί παραμένουν. Στον ελλαδικό χώρο όμως αρχίζουν να κυριαρχούν με την ακτινοβολία τους οι ανώτερες σχολές και πραγματοποιείται αλλαγή του κλίματος στην εκπαίδευση. Οι σχολές θα στεγαστούν σε κτήρια ικανά να καλύψουν τις ανάγκες αιθουσών διδασκαλίας, στέγασης των μαθητών και του διδακτικού προσωπικού, τις ανάγκες εξοπλισμού και κυρίως βιβλιοθηκών. Και ενώ στους προηγούμενους αιώνες ο δάσκαλος ήταν ένας απλός ιερέας, τώρα οι δάσκαλοι προέρχονται από τα Ιταλικά πανεπιστήμια και κομίζουν νέες γνώσεις από την ανάπτυξη των φυσικών επιστημών των μαθηματικών και της φιλοσοφίας Η προσωπικότητα του δασκάλου καθορίζει σε απόλυτο βαθμό τόσο την ομαλή και επιτυχή λειτουργία της σχολής όσο και το φιλελεύθερο ή συντηρητικό κλίμα που την διαπνέει. Η μέθοδος διδασκαλίας είναι η από καθέδρας διδασκαλία, το εκπαιδευτικό πρόγραμμα περιλαμβάνει τη διδασκαλία μαθηματικών, φυσικών επιστημών, φιλοσοφίας, αρχαίας ελληνικής γραμματείας και θεολογίας.



Οικογενειακή ζωή

Κατά τη διάρκεια της οθωµανικής κυριαρχίας η καθηµερινή ζωή οργανώνεται γύρω από την οικογένεια. Οι οικογένειες είναι πολυµελείς και στηρίζονται στην προσφορά και τη συνεργασία των µελών τους για τις καθηµερινές ανάγκες. Τα παιδιά µαθαίνουν συνήθως το επάγγελµα των γονιών τους για να εξασφαλίσουν τη ζωή τους. Το σπίτι είναι η βασική απασχόληση των γυναικών της οικογένειας. Το σπίτι όµως δεν είναι µόνο το µαγείρεµα, το ζύµωµα, η καθαριότητα, η φροντίδα των παιδιών αλλά και ο αργαλειός, το κέντηµα, ακόµα και τα ζωντανά και τα χωράφια. Η γέννηση του παιδιού, ο γάµος αλλά και ο θάνατος αποτελούν σηµαντικά γεγονότα και συνδέονται µε πλήθος έθιµα που φέρνουν κοντά τους ραγιάδες. Έθιµα που έχουν σχέση µε τις καθηµερινές ασχολίες και τη θρησκευτική ζωή προσφέρουν ευκαιρίες για κοινωνική συναναστροφή. Τα τοπικά πανηγύρια γίνονται αφορµή για ψυχαγωγία και βοηθούν στη διατήρηση της παράδοσης, ενώ τονώνουν και την οικονοµική δραστηριότητα των περιοχών. Οι συνθήκες ζωής δεν είναι βέβαια παντού και για όλους τους υπόδουλους πληθυσµούς οι ίδιες. Αλλιώς ζουν για παράδειγµα οι εύπορες οικογένειες των νησιών και αλλιώς οι κολίγοι στη Θεσσαλία.



Φορολογία Η οργάνωση των κατακτημένων περιοχών έγινε με βάση το βυζαντινό πρότυπο. Το κράτος διαιρέθηκε σε δύο τμήματα = εγιαλέτια, της Ανατολής (Μικρασίας) και της Ρούμελης (Βαλκάνια). Το Εγιαλέτι ήταν χωρισμένο σε μικρότερα τμήματα = σαντζάκια ή πασαλίκια. Αυτά διοικούνταν από τον μπεηλέρμπεη ο οποίος ήταν εκπρόσωπος του σουλτάνου και επέβλεπε την εφαρμογή των διαταγών της κεντρικής εξουσίας, την τήρηση της τάξης, και τη δίωξη των ταραχοποιών. Σε ότι αφορά το γαιοκτητικό σύστημα πρέπει να επισημάνουμε ότι κατά τη μουσουλμανική παράδοση όλη η γη ανήκει στο θεό και αποτελεί κτήση του Σουλτάνου που είναι ο εκπρόσωπός του. Με βάση αυτή την παραδοχή διαμορφωνόταν και το φορολογικό σύστημα το οποίο βάρυνε όλους τους ραγιάδες. Ήταν πολύπλοκο και διαφορετικό ανά περιοχή. Οι φόροι διακρίνονταν σε τακτικούς οι οποίοι διαμορφώνονταν σύμφωνα με τον ιερό νόμο και τους έκτακτους που τους επέβαλλε μέσω διατάγματος ο Σουλτάνος. Στους τακτικούς ανήκαν ο κεφαλικός και ο έγγειος φόρος που είχαν ταπεινωτικό χαρακτήρα διότι συμβόλιζαν την υποτέλεια των μη μουσουλμάνων πολιτών. Με τον κεφαλικό φόρο εξασφαλιζόταν η ζωή των απίστων και η άδεια να κατοικούν στην επικράτεια του Ισλάμ, ενώ με τον έγγειο φόρο δηλωνόταν η πεποίθηση ότι η γη ανήκει στους κατακτητές.



Επαγγέλματα

Η κτηνοτροφία, η γεωργία µε την αµπελουργία και την καλλιέργεια δηµητριακών, ελιάς και βαµβακιού, η αλιεία, η οικοτεχνία κυρίως µε την υφαντική, αποτελούν τις βασικές ασχολίες των υπόδουλων πληθυσµών για τη διαβίωσή τους. Η οικονομία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στηριζόταν κυρίως στις αγροτικές καλλιέργειες (σιτάρι, κριθάρι, βαμβάκι, καπνός, λάδι, σταφίδα). Οι κτηνοτρόφοι, είτε ζούσαν μόνιμα σε ένα μέρος είτε ήταν νομάδες, πρόσφεραν μαζί με τους αγρότες πρώτες ύλες στη βιοτεχνία για την παραγωγή νημάτων και υφαντών. Η παραγωγή ικανοποιούσε κυρίως τις ανάγκες του σπιτιού. Όσα προϊόντα τους περίσσευαν, οι γεωργοί τα πουλούσαν στις τοπικές αγορές ή τα διέθεταν στο εξωτερικό, με αντάλλαγμα κυρίως βιομηχανικά εργαλεία και άλλα προϊόντα.



Εμπόριο Οι Έλληνες ανέπτυξαν εμπορική δραστηριότητα στην Κεντρική και τη Δυτική Ευρώπη καθώς και τη Ρωσία, ίδρυσαν στα μέρη αυτά σημαντικές παροικίες και ανέλαβαν μεγάλο μέρος του εισαγωγικού και εξαγωγικού εμπορίου της Δύσης με την Ανατολή, κερδίζοντας πολλά πλούτη. Μαζί όμως με τα αγαθά έφταναν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και οι επαναστατικές ιδέες, που επικρατούσαν την εποχή αυτή στην Ευρώπη. Παράλληλα σχηματίστηκε ένας αξιόλογος ελληνικός εμπορικός στόλος, με πληρώματα έμπειρα στη ναυσιπλοΐα αλλά και στην αντιμετώπιση των πειρατών. Μεγάλες πόλεις, όπως η Κοζάνη, η Μοσχόπολη, τα Ιωάννινα, η Θεσσαλονίκη αλλά και νησιά, όπως η Χίος, η Ύδρα και τα Ψαρά, έγιναν σημαντικά κέντρα του ελληνικού εμπορίου. Η οικονομική άνθηση, ο πολυάριθμος εμπορικός στόλος και οι εύπορες παροικίες του εξωτερικού βελτίωσαν τη θέση των Ελλήνων, παραμονές της Μεγάλης Επανάστασης του 1821. Από αυτούς λοιπόν τους πλούσιους εμπόρους αναδείχθηκαν εκείνοι που πρωταγωνίστησαν αργότερα στον ξεσηκωμό του γένους μαζί με τους υπόλοιπους παραδοσιακούς ηγέτες του υπόδουλου ελληνισμού.



Βιοτεχνία

Ένας άλλος θεσμός που λειτούργησε στα χρόνια της τουρκοκρατίας ήταν οι βιοτεχνικές συσσωματώσεις. Στις νέες ορεινές εστίες του 15ου και του 16ου αιώνα η ανάπτυξη της βιοτεχνικής επεξεργασίας του μαλλιού και των δερμάτων υπήρξε η κυριότερη πηγή πλουτισμού. Ο Τσελεμπή αναφέρει το εμπόριο των μεταξωτών και της αργυροχοϊας στα Γιάννενα, τα ταπητουργεία και τα υφαντουργεία της Μοσχόπολης. Στα Αμπελάκια και τη Ραψάνη αναπτύχθηκε ιδιαίτερα η τεχνική της ερυθροβαφής των νημάτων. Στην Καστοριά, κατασκεύαζαν αριστοτεχνικά γούνες από κοψίδια. Στην ανάπτυξη της οικονομίας των ορεινών περιοχών συνέβαλαν και οι συνθήκες του Κάρλοβιτς (1699) και του Passarowitz (1718), που ελευθέρωσαν τους δρόμους του εμπορίου. Ωστόσο, απώτερος λόγος της επιβίωσης και ανάπτυξης του Ελληνισμού υπήρξαν τα «προνόμια» εκείνα που είχε εκχωρήσει στον Πατριάρχη ο Πορθητής.



Θαλάσσιο εμπόριο

Οι γεωγραφικές ανακαλύψεις, η χρήση νέων εμπορικών δρόμων και ο τερματισμός των κατακτήσεων συνέβαλαν στην παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι έμποροι από τη Δυτική Ευρώπη δεν ήταν υποχρεωμένοι πλέον να περνούν από το έδαφος της για να πάνε στην Ινδία ή την Κίνα. Έτσι τα κρατικά της έσοδα από τους φόρους του εμπορίου σταδιακά μειώθηκαν και το νόμισμά της υποτιμήθηκε. Προοδευτικά η οικονομική δραστηριότητα πέρασε κυρίως στα χέρια των υπηκόων του Σουλτάνου και ιδιαίτερα των Ελλήνων. Δύο ακόμη παράγοντες ωφέλησαν τους Έλληνες: οι συνθήκες του Κάρλοβιτς (1699) και του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774), που υπέγραψε η ηττημένη Οθωμανική Αυτοκρατορία, επέτρεψαν, κυρίως στην Αυστρία και τη Ρωσία, να επηρεάζουν τις εξελίξεις στο εσωτερικό της. Επίσης, οι Διομολογήσεις, δηλαδή οι εμπορικές συμφωνίες που έκαναν οι δυτικές χώρες με τους Οθωμανούς Σουλτάνους, ευνόησαν το ελληνικό εμπόριο και τη ναυσιπλοΐα, αφού έδωσαν τη δυνατότητα στους Έλληνες να υψώνουν στα καράβια τους τις σημαίες των χωρών αυτών. Έτσι ανέπτυξαν ένα αξιόλογο ναυτικό στόλο ο οποίος θα παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στις ναυτικές συγκρούσεις του Αγώνα.



Διασπορά. Πορεία καραβανιού στα ορεινά της Ροδόπης, 1819.

Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας αρκετοί Έλληνες έφυγαν από τη γενέτειρά τους και μετανάστευσαν, είτε εξαιτίας των πολέμων είτε για οικονομικούς λόγους, σε άλλες περιοχές. Εκεί δημιούργησαν νέες κοινότητες, τις παροικίες. Η μετανάστευση των Ελλήνων στο εξωτερικό, κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, πραγματοποιήθηκε κυρίως σε δυο χρονικές περιόδους. Την πρώτη περίοδο, από τον 15ο έως τον 16ο αιώνα, η μετανάστευση ήταν συνήθως υποχρεωτική. Κατά τη διάρκειά της λόγιοι, ευγενείς και στρατιώτες, άλλοτε μόνοι και άλλοτε συνοδευόμενοι από τις οικογένειές τους, εγκατέλειψαν την υπόδουλη Ελλάδα εξαιτίας των πολεμικών συγκρούσεων και της επέκτασης των Τούρκων. Οι περισσότεροι πρόσφυγες κατάγονταν από νησιά (Κύπρος, Κρήτη) ή παραθαλάσσια μέρη (Μονεμβασιά, Μάνη, Ναύπλιο, Ήπειρος). Εγκαταστάθηκαν κυρίως σε παραθαλάσσιες πόλεις της Ιταλίας καθώς και σε άλλα μέρη της Ευρώπης, ιδρύοντας παροικίες. Οι Έλληνες μετανάστες εξασκούσαν συνήθως το επάγγελμα του στρατιώτη, του ναυτικού, του τεχνίτη, του εμπόρου, του αντιγραφέα χειρογράφων καθώς και του δασκάλου σε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Η δεύτερη περίοδος της μετανάστευσης, κατά τον 17ο και 18ο αιώνα, ήταν εθελοντική και ειρηνική, με οικονομικά κυρίως αίτια. Τα εμπορεύματα μεταφέρονταν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία προς την Κεντρική Ευρώπη και τη Ρωσία διά ξηράς από συγκεκριμένους δρόμους, με καραβάνια που διέσχιζαν τα Βαλκάνια. Σε αρκετές πόλεις κατά μήκος αυτών των δρόμων εγκαταστάθηκαν Έλληνες. Την ίδια περίοδο, Έλληνες από τον Πόντο μετακινήθηκαν στον Καύκασο και την Κριμαία ιδρύοντας παροικίες, με γνωστότερη την Οδησσό. Οι Έλληνες από τη Μακεδονία εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Βιέννη, την Τεργέστη, τη Σερβία και την Ουγγαρία, όπου ασχολήθηκαν με το εμπόριο βαμβακερών, δερμάτων, χαλιών και άλλων ειδών. Αρκετοί Έλληνες, τέλος, δραστηριοποιήθηκαν στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, τη Βλαχία και τη Μολδαβία, περιοχές που κυβερνούσαν Φαναριώτες ηγεμόνες. Αυτοί οι μετανάστες που ονομάστηκαν Έλληνες της Διασποράς, με τα πλούτη που απέκτησαν, ενίσχυαν οικονομικά τα ελληνικά σχολεία στις τουρκοκρατούμενες περιοχές και κατασκεύαζαν πολυτελείς κατοικίες στους τόπους καταγωγής τους (π.χ. στη Σιάτιστα, την Καστοριά, την Κοζάνη, τα Ζαγοροχώρια και τα χωριά του Πηλίου), τα λεγόμενα αρχοντικά. Από τους Έλληνες των παροικιών ξεκίνησε τον 18ο αι. η πνευματική αναγέννηση του υπόδουλου έθνους.



Παιδομάζωμα Ήταν από τις τραγικότερες μορφές του εξισλαμισμού, ισοδυναμούσε με καταστροφή και ο γενίτσαρος ήταν φρικτό πρόσωπο. Οι στρατολογούμενοι από 14 – 18 ετών ονομάζονταν ατζέν ογλάν και επάνδρωναν το σώμα των Γενιτσάρων. Η επιλογή γινόταν ανά περιοχή κάθε πέντε χρόνια με βάση τους καταλόγους της κοινότητας. Προτιμούσαν τα έξυπνα και δυνατά παιδιά και τα έστελναν στην Κων/λη για μακροχρόνια θρησκευτική και στρατιωτική εκπαίδευση. Οι νέοι μεταμορφώνονταν σε φανατικούς υποστηρικτές του καθεστώτος, χωρίς να απουσιάζουν και οι περιπτώσεις εκείνων που διατηρούσαν τη μνήμη της καταγωγής τους και απέβαιναν ωφέλιμοι στο Γένος. Υπήρχε και μια δεύτερη ομάδα που αποτελούσαν παιδιά ηλικίας 6-10 ετών. Αυτά προορίζονταν για τα σουλτανικά ανάκτορα και εκπαιδεύονταν με αυστηρότητα για 14 χρόνια. Μάθαιναν την τουρκική την αραβική και περσική γλώσσα, γίνονταν φανατικοί μωαμεθανοί και διδάσκονταν τη χρήση του τόξου, της λόγχης και ιππασία. Μετά τη διαπίστωση της τυφλής τους πειθαρχίας και υπακοής έπαιρναν αξιώματα του κράτους και της αυλής. Οι οικογένειες των απαχθέντων παιδιών ντύνονταν στα μαύρα και την πρώτη Κυριακή μετά την αρπαγή έκαναν μνημόσυνα στις εκκλησίες. Το 1705 οι Ναουσαίοι αντιστάθηκαν στη στρατολόγηση των παιδιών τους και αυτό είχε ως αποτέλεσμα την κατάπνιξη της εξέγερσής τους, αλλά σήμανε και τον επίλογο του παιδομαζώματος.



Εξισλαμισμός Ο εξισλαμισμός υπήρξε η τρομερότερη απειλή εναντίον των υπόδουλων διότι αποτελούσε μόνιμη αφαίμαξη έμψυχων δυνάμεων. Εξισλαμισμός σήμαινε άρνηση της θρησκευτικής και εθνικής ταυτότητας και προσχώρηση στο σώμα του κατακτητή. Η αλλαξοπιστία δεν επιβλήθηκε επίσημα, διότι υπήρχε η διάκριση των μιλλετίων, αλλά στην πράξη οι πιέσεις που δέχονταν οι υπόδουλοι ήταν τόσο βαριές που δεν τους άφηναν περιθώρια και η αλλαξοπιστία αποτελούσε μονόδρομο. Στους πρώτους αιώνες, αλλά και σε περιόδους πολεμικών αναταραχών, παρατηρείται ισχυρό ρεύμα αποστασίας, διότι ο δελεασμός ήταν μεγάλος, και ο εξισλαμισμένος γινόταν αυτόματα από δούλος αυτόματα κύριος. Βέβαια δεν έλλειψαν ούτε οι αλλαξοπιστίες ακόμα και επισκόπων με ανυπολόγιστες συνέπειες και επίδραση στο λαό. Ο μοναχός Νεκτάριος Τέρπος διηγείται ένα περιστατικό που βίωσε ο ίδιος: «Πέρυσι 25 Δεκεμβρίου 1724 πηγαίνω εις ξένην επαρχίαν του Αλπανισίου εις χωρίον Τραγότι, και εμπαίνωντας εγώ εις την Εκκλησίαν του Χριστού, ηύρηκα τον παπά με ως εκατόν είκοσι γυναίκες και άνδρες ως δέκα πέντε. Και πολλά επικράθηκα δια την ολιγότητα των ανδρών και είχα ρωτήσει προτήτερα και μου είπαν, πως οι επίλοιποι άνδρες, φευ, όλοι ετούρκεψαν..» Με τον εξισλαμισμό είναι άμεσα συνδεδεμένοι οι Νεομάρτυρες. Η περίπτωση των Νεομαρτύρων, διαποτισμένη από την Ορθόδοξη πίστη, συνιστά την αποτελεσματικότερη αντίσταση απέναντι στον κατακτητή. Η θυσία τους αποκτούσε θρησκευτική και εθνική δυναμική, αποδείκνυαν ότι ο κατακτητής δεν είναι αήττητος, αφού στην ουσία τον περιφρονούσαν και τον ευτέλιζαν. Το μαρτύριό τους «υπέρ της πίστεως» ήταν ταυτόχρονα μαρτύριο και «υπέρ της πατρίδος». Απώλεια της πίστης ήταν και απώλεια της Ρωμαίικης ταυτότητας, αντίληψη που εκφράζεται στη σωζόμενη ομολογία των Νεομαρτύρων Αθανάσιου Διάκου και παπά- Ευθύμιου Βλαχάβα: « Εγώ Γραικός γεννήθηκα, γραικός θε να πεθάνω».



Βασανισμοί - Διώξεις

Οι διακρίσεις σε βάρος των Χριστιανών ήταν πιο έντονες σε απομακρυσμένες περιοχές. Οι τοπικοί διοικητές, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι η κεντρική εξουσία δεν μπορούσε εύκολα να τους ελέγξει, δεν δίσταζαν να τους κακομεταχειρίζονται και να τους βασανίζουν με φρικτά βασανιστήρια, όπως ξυλοδαρμοί, παλούκωμα, γδάρσιμο του δέρματος, ιδίως σε περιόδους ταραχών. Αυτό γινόταν για εξασφάλιση τυφλής πειθαρχίας, για εκφοβισμό και εξαναγκασμό, αλλά και για την ενίσχυση του προσωπικού τους ταμείου. Ακόμα πιο σκληρά όμως μέτρα που αντιμετώπισαν οι Χριστιανοί, ιδιαίτερα τους πρώτους αιώνες της κατάκτησης, ήταν οι σφαγές και οι αιχμαλωσίες, οι εξισλαμισμοί, το παιδομάζωμα καθώς και η εγκατάσταση τουρκικών και άλλων φύλων σε εύφορα εδάφη, με συνέπεια την αναγκαστική μετακίνηση ελληνικών πληθυσμών στο εξωτερικό ή σε απομονωμένα και ορεινά μέρη στο εσωτερικό. Οι περισσότεροι υπόδουλοι κατείχαν εκτάσεις γης κυρίως σε άγονες περιοχές ή σε νησιά. Αντίθετα, τα πιο εύφορα κτήματα ανήκαν στο Σουλτάνο και τους Οθωμανούς.



Κλέφτικη ζωή Η τουρκική κατάκτηση δημιούργησε τις συνθήκες για την ανάπτυξη ενός ρεύματος που οδηγούσε τους κατοίκους από τις πεδινές περιοχές προς τους ορεινούς όγκους. Μπροστά στην απειλή της σφαγής και της αιχμαλωσίας πολλοί ήταν αυτοί που διάλεγαν τον δρόμο της φυγής. Μετακινούμενοι σε ορεινές περιοχές, οι φυγάδες αυτοί γνώριζαν ότι οι συνθήκες διαβίωσης θα ήταν πολύ δύσκολες. Για να επιβιώσουν χρειαζόταν σκληρός αγώνας. Αυτό είχε σαν συνέπεια τόσο την ανάπτυξη σωματικών και πνευματικών ικανοτήτων όσο και τη δημιουργία διαφορετικής ψυχοσύνθεσης και νοοτροπίας.Κατά την πρώτη, σκοτεινή περίοδο, της τουρκοκρατίας σε όσους κατέφευγαν στους ορεινούς όγκους, δημιουργήθηκε η ψυχοσύνθεση του αντάρτη, του ανυπότακτου. Δεν δεχόντουσαν να συμβιβασθούν με την εξουσία, είτε επρόκειτο για την οθωμανική διοίκηση είτε για τους κοτζαμπάσηδες. Πολύ συχνά κατέφευγαν για την επιβίωσή τους σε αρπαγές. Για να φθάσει όμως ο κλέφτης να γίνει ο θρυλικός αγωνιστής της ελευθερίας, όπως μας τον παρουσιάζουν τα δημοτικά μας τραγούδια και η παράδοση, χρειάστηκε να περάσουν τρεις περίπου αιώνες μετά την άλωση. Το κίνημα των Κλεφτών εξέφρασε στην πράξη τ ην αντίσταση του Γένους εναντίον της Οθωμανικής κυριαρχίας και τη θέληση του να μην συμβιβαστεί. Οι Κλέφτες κρατούν μόνιμα αναμμένη την επαναστατική φλόγα και διατηρούσαν ακλόνητο γόητρο στη λαϊκή συνείδηση. Παράλληλα δρούσαν και οι Αρματολοί ως πολιτοφυλακές για τη διατήρηση της τάξης και από αυτά τα ένοπλα σώματα θα προέλθουν οι μάχιμες δυνάμεις του Αγώνα.



Γάμος Στην διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας οι προσκλήσεις των γάμων των Ελλήνων στέλνονταν στους καλεσμένους 5 ημέρες πριν το μυστήριο, μαζί με παραδοσιακά γλυκά, τους κουκουλέδες. Την προπαραμονή, το ζευγάρι πήγαινε στο λουτρό, ο γαμπρός το πρωί και η νύφη το απόγευμα για να μην συναντηθούν. Στόχος αυτού του εθίμου ήταν η επιθεώρηση της σωματικής αξίας της νύφης. Το ίδιο βράδυ ακολουθούσε το έθιμο της «εορτής των παρθένων», δηλαδή η διασκέδαση των γυναικών και οι προπαρασκευές του γάμου. Το ίδιο ίσχυε και για τον γαμπρό, που πραγματοποιούσε την τελευταία εκδήλωση πριν τα δεσμά του γάμου. Έτρωγαν, χόρευαν, τραγουδούσαν και απάγγελλαν σατιρικά ποιήματα. Και όταν έφτανε πια η ώρα που έπρεπε να διαλύσουν τη γιορτή και να απέλθουν, αγκαλιάζονταν και αντάλλασσαν ασπασμούς, με δάκρυα και ευχές. Διασώθηκε και ένα τετράστιχο που απευθυνόταν στη νύφη: «Να ζήσει, να γεράσει / και να ασπρομαλλιάσει / να κάνει γιους περίσσιους / και πλούμα δεχατέρα»! Την επομένη, την παραμονή του γάμου, συνήθως Σάββατο, ακολουθούσαν πολλά όμορφα και γραφικά έθιμα, όπως η παράδοση των προικιών.



Χαρέμι Τα κορίτσια πού αρπάζονταν αιχμάλωτα πολέμου στα πεδία της μάχης κατέληγαν στα Χαρέμια. Ο όρος χαρέμι συνοδευόταν από την έννοια της δουλείας και σκλαβιάς των γυναικών που ζούσαν στο χαρέμι του Σουλτάνου, ο οποίος ανέπτυσσε παράλληλες σχέσεις μαζί τους. Επίσης αγοράζονταν ή απάγονταν μικρά κορίτσια σε ηλικία 5-7 ετών και ανατρέφονταν έως ότου γίνονταν ώριμες αρκετά ώστε να προσφερθούν στον Σουλτάνο. Καθώς μεγάλωναν και γίνονταν πιο όμορφες κατατάσσονταν σε διάφορες δραστηριότητες όπως τη μουσική, τους αβρούς τρόπους, τις αδελφικές σχέσεις. Το χαρέμι αποτελούσε στοιχείο της μουσουλμανικής θρησκείας και σύμβολο της χλιδής και της απόλαυσης. Παρόλο που ήταν είδος δουλείας, δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις όπου οι γονείς ήλπιζαν οι κόρες τους να μπουν σε χαρέμι και πιθανώς να γίνουν σύζυγοι του Σουλτάνου.



Φαγητό - διατροφή Εάν επιχειρήσουμε να δούμε πως τρέφονταν οι κάτοικοι της Ελλάδας την περίοδο της τουρκοκρατίας θα διαπιστώσουμε ένα διαχωρισμό, όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα στην ιστορία της διατροφής και αφορά τη διάκριση ανάμεσα στα αστικά και τα αγροτικά πρότυπα κατανάλωσης . Η διατροφή των Ελλήνων στην περίοδο αυτή αποτελεί τη λεγόμενη ελληνική παραδοσιακή διατροφή. Βασίζεται στην αρχαία και στη βυζαντινή διατροφή, αλλά έχει δεχτεί και επιδράσεις από τους ξένους κατακτητές. Το ψωμί, τα όσπρια , τα λαχανικά και τα χόρτα, το κρασί ,το κρέας, τα ψάρια και τα θαλασσινά καθώς και το γάλα με τα προϊόντα του αποτελούν τον κορμό της διατροφής τους. Το φαγητό στρώνεται στο σοφρά, συνήθεια των Τούρκων που απόκτησαν και οι Έλληνες. H λιτότητα του καθημερινού γεύματος ήταν εμφανής σε όλη σχεδόν την επικράτεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ένα συνηθισμένο γεύμα αποτελούνταν από ένα κομμάτι ψωμί ανάλογα με τη ποιότητα των σιτηρών κάθε περιοχής, ένα κρεμμύδι, λίγες ελιές ή ένα κομμάτι τυρί ή παστό κρέας, όσπρια, χόρτα και λίγο κρασί, κι αυτό όταν υπήρχε. Τα σιτηρά με τη μορφή του πρόχειρου και συχνά χωρίς προζύμι ψωμιού ή των χυλών οι οποίοι περιείχαν δημητριακά ή λίγο ξινόγαλο ή τυρί ή βούτυρο ή ακόμα με νερό, κρεμμύδια και δυο σταγόνες λάδι, αποτελούσαν τη μόνιμη βασική τροφή τους. Εξαίρεση από τα καθημερινά λιτοδίαιτα γεύματα γινότανε στις μεγάλες χριστιανικές γιορτές, όπου το κρέας αποτελούσε την κύρια τροφή. Παράλληλα οι θρησκευτικές νηστείες των χριστιανικών πληθυσμών οι οποίοι απείχαν για μεγάλο διάστημα από τις λεγόμενες ακάθαρτες τροφές, έκαναν τα γεύματα ακόμα πιο λιτά.



Ασθένειες Η απουσία ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και κοινωνικής πρόνοιας ασθενών και τραυματιών έγινε ιδιαίτερα αισθητή στον ελλαδικό χώρο κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Οι Έλληνες από τις πρώτες κιόλας μέρες του αγώνα της Ανεξαρτησίας είχαν να αντιμετωπίσουν εκτός από τους τραυματίες των μαχών και τους νοσούντες από επιδημικές και όχι μόνο ασθένειες. Αναπόφευκτα δηλαδή επακόλουθα των ανύπαρκτων μέτρων υγιεινής που χαρακτήριζαν τα στρατόπεδα των μαχητών και τις πόλεις που συγκεντρώνονταν οι πρόσφυγες. Σε κείμενα της εποχής συχνές είναι εξάλλου οι αναφορές για την εμφάνιση επιδημιών στην Πελοπόννησο, όπως η πανώλη, ο εξανθηματικός τύφος, η δυσεντερία, η χολέρα, η ευλογιά, οι οποίες στο πέρασμά τους προκαλούσαν περισσότερα θύματα ακόμα και από τις πολεμικές αναμετρήσεις. Παρά τη λήψη εκτάκτων μέτρων που έλαβαν οι προσωρινές κυβερνήσεις (1821-1827) και ο Ιωάννης Καποδίστριας (1828-1831), τα καταστρεπτικά αποτελέσματα των επιδημιών δεν έλειψαν καθ’ όλη τη διάρκεια των συγκρούσεων. Ο Καποδίστριας, έχοντας σπουδάσει την ιατρική επιστήμη οργάνωσε τον τομέα της υγείας και δημιούργησε το πρώτο σύγχρονο λοιμοκαρθατήριο για τις κοινότητες που πλήττονταν από επιδημίες, όπως τύφο, ελονοσία, δυσεντερία. Έτσι κατόρθωσε και αντιμετώπισε με επιτυχία την πανώλη που έπληξε το Ναύπλιο, τις Σπέτσες και την Ύδρα, λαμβάνοντας επείγοντα και αποτελεσματικά μέτρα.



Πανηγύρια Οι εμποροπανηγύρεις ήταν ένας πανάρχαιος θεσμός, θρησκευτικού και εμπορικού χαρακτήρα. Στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας του ελλαδικού χώρου, τα περισσότερα εμπορικά πανηγύρια της Πελοποννήσου, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας γίνονταν κάθε Αύγουστο και Σεπτέμβριο. Τα βυζαντινά πανηγύρια αποτελούσαν κατάλληλη ευκαιρία για πλανόδιους εμπόρους, καθώς και για απλούς χωρικούς, που έρχονταν από γειτονικά χωριά, για να διαθέσουν διάφορα προϊόντα. Υπήρχαν πανηγύρια που οργανώνονταν σε μεγάλα αστικά κέντρα, διαρκούσαν πολλές ημέρες και προσέλκυαν μεγάλο αριθμό εμπόρων και αγοραστών. Οι εμποροπανηγύρεις ήταν αυστηρά οργανωμένες αγορές, ετήσιου χαρακτήρα, όπου συγκεντρωνόταν πλήθος εμπορευμάτων και εμπόρων, από γειτονικές ή μακρινές περιοχές, κατά τη διάρκεια διαφόρων μηνών του έτους. Οι εμποροπανηγύρεις συνέβαλλαν στη σύνδεση της οικονομίας πόληςυπαίθρου, στην κυκλοφορία του νομίσματος και στην ανάπτυξη των εμπορικών συναλλαγών. Παρά τη μεγάλη διάδοση των εμποροπανηγύρεων κατά τον 18ο αιώνα, υπήρχαν και σημαντικά εμπόδια στη διεξαγωγή τους, που σχετίζονταν με τους κινδύνους μετάδοσης επιδημιών, κυρίως της πανούκλας, τις ληστρικές επιθέσεις, καθώς και τις τοπικές ταραχές. Ο μεγάλος αριθμός εμποροπανηγύρεων που οργανώνονταν στο Βυζάντιο[14] αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα για τη συμβολή τους στην οικονομική και κοινωνική ζωή. Στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας του ελλαδικού χώρου, ιδιαίτερα κατά τον 18ο αιώνα, διεξάγονταν εμποροπανηγύρεις στην Πελοπόννησο (Τρίπολη, Μυστράς, Καλάβρυτα), στη Θεσσαλία (Λάρισα,[15] Μοσχολούρι, Ελασσόνα, Φάρσαλα), την Ήπειρο (Ιωάννινα, Άρτα, Κόνιτσα, Παραμυθιά) κ.α. Μαζί με τους πλανόδιους πραματευτάδες[16] και τα εμπορεύματά τους, ταξίδευαν από εμποροπανήγυρη σε εμποροπανήγυρη ειδήσεις, προκαταλήψεις, ιδέες και όνειρα για μια καλύτερη ζωή.



Γιορτή Ανάστασης

Ανεξαρτήτως εξωτερικών παραγόντων, τα χρόνια της σκλαβιάς οι προετοιμασίες για τη Μεγάλη Εβδομάδα και τον εορτασμό του Πάσχα ξεκινούν από τις πρώτες ημέρες της Σαρακοστής, όταν οι δημογέροντες των πόλεων συνέρχονται για να καταρτίσουν επιτροπές «προς συλλογήν εράνων διά τους πτωχούς». Παράλληλα, τα μοναστήρια, οι μονές και τα μετόχια -ιδίως τα πλουσιότερα- μοιράζουν στους φτωχούς ψωμί, κρέας, αλεύρι, λαμπάδες, χρήματα και διάφορα μικρά δώρα. Από τη Μεγάλη Δευτέρα ξεκινά η αυστηρή καθαριότητα των σπιτιών εν όψει του Πάσχα, ενώ οι ανύπαντρες και οι νιόπαντρες ετοιμάζουν τις φορεσιές με τις οποίες θα εμφανιστούν στην Ανάσταση και την Αγάπη. Στην αγορά, οι έμποροι στολίζουν τα μαγαζιά τους με μύρτα και βάγια, ενώ πουλούν λαμπάδες με μαύρο κερί για τον Επιτάφιο και επιχρυσωμένες για την Ανάσταση. Το Μεγάλο Σάββατο επικρατεί απόλυτη σιωπή ενώ ακούγονται μόνο τα παιδιά που γυρνούν στα χριστιανικά σπίτια μαζεύοντας αβγά και κουλουράκια ή ψέλνοντας το «Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα…». Αυτή την ημέρα τρώνε ελάχιστα και πηγαίνουν όλοι στον εσπερινό που κρατά μέχρι τη νύχτα που αρχίζει η αναστάσιμη λειτουργία . Πριν από την πρώτη Ανάσταση η κλησάρισσα της ενορίας πηγαίνει από σπίτι σε σπίτι και χτυπά τις πόρτες με ένα χοντρό ξύλο φωνάζοντας: «Κοπιάστε στην εκκλησιά», αφού το χτύπημα της καμπάνας επιτρέπεται μόνο σε έκτακτα γεγονότα συγκέντρωσης της κοινότητας και όχι για θρησκευτικούς σκοπούς. Επιστρέφοντας στην ημέρα του Πάσχα, πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει το έδεσμα της Λαμπρής, ο «λαμπριάτης». Ειδικά για το Πάσχα στην Κωνσταντινούπολη, το πρώτο φιρμάνι του Μωάμεθ αναφέρει ότι: «H εορτή του Πάσχα με ελευθερίαν να πανηγυρίζεται και τρεις νύκτας να μείνη ανοικτή η πόρτα του Φαναρίου για τους Xριστιανούς. ¨όμως το 1772 δίνονται από την Πύλη στον Πατριάρχη Θεοδόσιο Β’ αυστηρές εντολές εορτασμού του Πάσχα χωρίς τραγούδια, φωνές και λαμπερά ρούχα. «Γνωστόν έστω πάσιν υμίν ότι κατά τας ημέρας της Λαμπρής, να περάσωσιν όλοι οι Xριστιανοί ραγιάδες με ησυχίαν και σεμνότητα, χωρίς χορούς και τραγούδια και παιγνίδια, και να μη περιπατώσι μαζεμένοι εις τους δρόμους, αλλά να ησυχάζωσιν εις τα οσπίτια και εις τους οντάδες των. … προς τούτοις, να μη φορούν καλπάκια υψηλά, γούναις με προφύλια μεγάλα και άλλα μπέτικα και όπου ανήκουν εις τους κρατούντας……. όποιος αθετήσει καμμίαν από τας προσταγάς ταύτας, ο τοιούτος να ειξεύρη ότι θέλει να παιδευθή με βαρυτάτην τιμωρίαν»



Γιορτές

«Οι Έλληνες είχαν µερικές ευκαιρίες διασκεδάσεων. Είναι οι τέσσερες κυριότερες γιορτές του χρόνου: του Αγίου Ανδρέου, του Αγίου Νικολάου, των Τεσσαράκοντα Μαρτύρων και του Αγίου Γεωργίου. […] Στη γιορτή του Αγιαντρέα γίνονται επισκέψεις, και οι γυναίκες κάνουν πάντοτε τηγανίτες. Στη γιορτή του Αγίου Νικολάου ζυµώνουν πίττα και ρίχνουν στο προζύµι έναν παρά. Κι‘ οποίος πετύχει το νόµισµα θεωρείται ο τυχερός της χρονιάς. Πρέπει να το φυλάξη προσεχτικά. Στη γιορτή των Αγίων Σαράντα χορεύουν τραγουδώντας αυτό το δίστιχο : «Ας χορέψουµε κι' ας είναι των Αγίων Σαράντα είναι »



Θρησκευτική ζωή

Τα μοναστήρια συχνά - πυκνά οι Τούρκοι τα παρέδιναν στις φλόγες και οι εκκλησίες, όσες δεν μετατρέπονταν σε τζαμιά, ήταν καταδικασμένες στην ερήμωση. Η διαταγή του σουλτάνου είναι σαφέστατη: «έστω γνωστόν ότι […] ανέγερσις εις τινα πόλιν ή χωρίον νέων εκκλησιών ή μονών ανηκουσών εις τους απίστους απαγορεύεται απολύτως, και ότι μόνον η επιδιόρθωσις και η επισκευή των ήδη υπαρχουσών παλαιών επιτρέπεται, και αυτή κατόπιν αδείας χορηγούμενης υπό του υψηλού χαλιφάτου Μου». Επιπροσθέτως οι μοναχοί και οι ιερείς ήταν συχνά θύματα καταπιέσεων, βασανισμών και εκτελέσεων ακόμη, έτσι ώστε περιοχές ολόκληρες έμεναν χωρίς παπά γεγονός που σηματοδοτούσε τον μαρασμό της κοινότητας και την παύση κάθε εκπαιδευτικής δράσης.



Εκκλησιαστική ζωή Η Εκκλησία πρόσφερε το πλαίσιο μέσα στο οποίο συνεχίστηκε η ζωή του Γένους και διασώθηκε η ύπαρξή του. Η ενορία η οποία συμπίπτει με τα όρια του χωριού είναι ο χώρος στον οποίο καλλιεργείται το ελληνορθόδοξο ήθος. Ο χώρος της λατρείας ένωνε τους Ρωμηούς διατηρώντας τη συνοχή και την ενότητα της υπόδουλης Ρωμιοσύνης, μεταβαλλόταν σε πηγή δυνάμεων, ενίσχυε τον ψυχισμό, δυνάμωνε το φρόνημα και εξασφάλιζε τη συνέχεια της ζωής του Γένους. Μετά τη θεία Λειτουργία της Κυριακής οι χριστιανοί με τον επίσκοπο ή τον ιερέα συγκεντρώνονταν στον αυλόγυρο του Ναού και συζητούσαν, αποφάσιζαν, ψήφιζαν. Τα εκκλησιαστικά μυστήρια και τα πανηγύρια ήταν γεγονότα στη ζωή του χωριού με έντονο ενοποιητικό χαρακτήρα. Επιπλέον το κήρυγμα αναπτέρωνε το φρόνημα και συντηρούσε την Ελπίδα. Το μήνυμα της Εκκλησίας συντηρούσε την αναστάσιμη ελπίδα στα εκκλησιαστικά τροπάρια που λόγω των συμβολισμών τους μεταβάλλονταν σε πατριωτικά τραγούδια όπως το «τη Υπερμάχω Στρατηγώ..» και το « Χριστός Ανέστη».



Επικοικισμοί Η τουρκική επέκταση στον ελλαδικό χώρο είχε ως αποτέλεσμα την υπονόμευση της οικονομίας και της δημογραφικής εξέλιξης. Οι μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών προς τη Δύση και η μετατόπιση στα ορεινά για ασφάλεια, είχαν συνέπειες στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική κατάσταση. Οι Τούρκοι για την εξασφάλιση των κατακτήσεών τους εποίκιζαν τις ελληνικές περιοχές με μουσουλμάνους και οι Έλληνες εκτοπίζονταν στα ορεινά δημιουργώντας τα κεφαλοχώρια. Μετά τις συστηματικές εγκαταστάσεις τουρκικών πληθυσμών, οι κάτοικοι πεδινών περιοχών αναζητούν καταφύγιο στα βουνά και ιδίως στην Πίνδο και τις παραφυάδες της. Ο τόπος καταγωγής, τα επαγγέλματα και οι ασχολίες των κατοίκων, ο άγιος προστάτης της παλιάς τους πατρίδας δίνουν την ονομασία τους στους νέους τόπους. Πολλά ορεινά χωριά της δυτικής Μακεδονίας και της ΒΑ Ηπείρου συνοικίζονται. Η φτώχεια του εδάφους στρέφει τους κατοίκους προς την κτηνοτροφία. Στην Πίνδο βρίσκουμε συγκεντρωμένο έναν πολυάριθμο βλάχικο πληθυσμό που βρίσκει διέξοδο σε άλλους ορεινούς όγκους. Την εποχή αυτή ιδρύθηκαν ή συνοικίστηκαν από σκόρπιες βλαχοποιμενικές εγκαταστάσεις οι περισσότεροι ορεινοί οικισμοί της Μακεδονίας που θα γνωρίσουν μεγάλη άνθηση. Οι υπόδουλοι γενικά αντιμετώπιζαν απαγορεύσεις και ταπεινώσεις. Βρίσκονταν κάτω από την αυστηρή επίβλεψη του τουρκικού στοιχείου και συχνά όλα αφήνονταν στις ατομικές προθέσεις των κρατούντων. Έτσι δεν μπορούμε να μιλάμε για μια ενιαία τουρκοκρατία αλλά για «τουρκοκρατίες» με ειδικές κατά τόπους συνθήκες και σχέσεις.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.