Η δουλειά του ντότκιν(Jack Vance)

Page 1

Jack Vance Dodkin`s Job (1959)

Η θεωρία της Οργανωμένης Κοινωνίας (όπως την ανέπτυξαν οι Κιντς, Κόλμπιγκ, Πέντον και άλλοι) αποφέρει ένα τέτοιο πλούτο από σημαντικές πληροφορίες, αποκαλύπτει τόσες πολύμορφες περιπλοκές και δυσοίωνες προβολές, ώστε κάνει καλό να λαμβάνει κανείς υπ' όψη του κατά καιρούς την απατηλά απλή κύρια πρότασή του (ακολουθεί η περιγραφή όπως την εκθέτει ο Κόλμπιγκ). Όταν ισχυρές μικρομονάδες ενώνουν τις δυνάμεις τους και προσβάλλουν μια ανθεκτική μεγαλομονάδα, τότε περιορίζονται ορισμένες ελευθερίες δράσεως. Αυτή είναι η βασική μέθοδος της Οργανώσεως. Όσο περισσότερες και πιο εκκεντρικές είναι οι μικρομονάδες, τόσο πιο περίπλοκη πρέπει να είναι η δομή και η λειτουργία της μεγαλομονάδας - και ως εκ τούτου τόσο πιο εισδυτικές και περιοριστικές πρέπει να είναι οι λεπτομέρειες της Οργανώσεως. Από το βιβλίο Πρώτες Αρχές της Οργανώσεως του Λέσλυ Πέντον.

Ο πληθυσμός γενικά της Πόλεως είχε ξεχάσει τις περιορισμένες ελευθερίες του, όπως το φίδι δεν θυμάται πια τα πόδια των προγόνων του. Όπως ανέφερε κάποιος κάπου: «Όταν η διαφωνία ανάμεσα στη θεωρία και την πρακτική εφαρμογή ενός πολιτισμού είναι πολύ μεγάλη, αυτό δείχνει πως ο πολιτισμός υφίσταται γρήγορη αλλοίωση». Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, ο πολιτισμός της Πόλεως ήταν σταθερός, αν όχι στατικός. Ο πληθυσμός κανόνιζε τη ζωή του σύμφωνα με το πρόγραμμα, την ταξινόμηση και το προηγούμενο και έβρισκε ικανοποιητικές τις αβρές αμοιβές της Οργανώσεως. Αλλά και στους πιο υγιείς ιστούς υπάρχουν μικρόβια και το πιο ασήμαντο ελάττωμα βγάζει σκάρτη την κρίσιμη αποκρυστάλλωση. Ο Λιουκ Γκρόγκατς ήταν σαραντάρης, αδύνατος και ξερακιανός, με μέτωπο αυστηρό, με σαρκαστική έκφραση στο στόμα και στα φρύδια και με το κεφάλι του κάπως έτσι γερμένο στο πλάι, σαν να υπόφερε από πόνο στο αυτί. Είχε τόση αντίληψη ώστε να μην παρασταίνει πως δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις, ήταν όμως και τόσο δύστροπος ώστε δεν προσπαθούσε να καλυτερέψει τη θέση του, ήταν τόσο απαισιόδοξος, καβγατζής, είρωνας και αυθόρμητος, ώστε δεν μπορούσε να φτουρήσει στις δουλειές που τον τοποθετούσαν. Κάθε καινούρια ταξινόμηση τον κατέβαζε στην ιεραρχία της διαβαθμίσεως. Αντιπαθούσε την κάθε καινούρια δουλειά του με όλο και μεγαλύτερη ζέση. Τον κατατάξανε τελικά στην κατηγορία: Κατάλληλος για βοηθητικές εργασίες (Κατηγορία Δ) Ανειδίκευτος και τον έστειλαν στον Τομέα 8892, Υπηρεσία Συντηρήσεως Οχετών και από εκεί τον τοποθέτησαν σα βοηθό της νυχτερινής βάρδιας στο περιστροφικό τρυπάνι της υπ' αριθμόν 3 ομάδας της Σήραγγας. Όταν παρουσιάστηκε να αναλάβει υπηρεσία, ο Λιουκ συστήθηκε στον αρχιεργάτη της ομάδας, τον Φιόντορ Μισκίτμαν, έναν ψηλό άντρα με μούτρο βοδιού, ξεθωριασμένα ξανθά μαλλιά και ήρεμα γαλάζια μάτια. Ο Μισκίτμαν έβγαλε ένα φτυάρι και πήγε τον Λιουκ σε μια θέση πίσω από την υποδοχή του τρυπανιού. Εδώ, του είπε ο Μισκίτμαν, είναι το πόστο σου, Λιουκ.


Η δουλειά του ήταν να διατηρεί το πάτωμα της σήραγγας καθαρό από τα βράχια και τα χαλίκια που έπεφταν. Όταν η σήραγγα θα συναντούσε προχωρώντας κανένα παλιό οχετό, θα είχε να καθαρίσει επιπλέον και τα τρίμματα από κείνα τα ακατονόμαστα που είναι γνωστά σαν «νωπά περισσεύματα». Ο Λιουκ έπρεπε να φροντίζει να είναι καθαρός ο συλλέκτης σκόνης και η συναρμολόγησή του να είναι άριστη. Στα διαλείμματα έπρεπε να γρασάρει εκείνους τους τριβείς που ήταν απομονωμένοι από το αυτόματο σύστημα γρασαρίσματος και έπρεπε να αντικαθιστά τα σπασμένα δόντια του κοφτερού κεφαλιού κάθε φορά που ήταν απαραίτητο. Ο Λιουκ ρώτησε αν τα καθήκοντά του τελείωναν εδώ και η δυνατή του φωνή ήταν γεμάτη ειρωνεία, που ξέφυγε από την προσοχή του απονήρευτου Φιόντορ Μισκίτμαν. - Αυτά είναι όλα, είπε ο Μισκίτμαν. Παρέδωσε στον Λιουκ το φτυάρι. - Θα έχεις κυρίως να κάνεις με σκουπίδια. Το δάπεδο πρέπει να μένει καθαρό. Ο Λιουκ πρότεινε στον αρχιεργάτη μια τροποποίηση των σιαγόνων της χοάνης, που θα είχε σαν αποτέλεσμα να ελαττωθεί το ξεχείλισμα του σπασμένου βράχου. Και ήταν ανάγκη, υποστήριζε ο Λιουκ, να σκοτιστούν καθόλου με αυτό ; Αφήστε τα βράχια να μείνουν εκεί που πέσανε. Η τσιμεντένια επένδυση της σήραγγας θα σκέπαζε ένα τόσο ασήμαντο ποσοστό σκορπισμένων χαλικιών. Ο Μισκίτμαν απόρριψε αυτή τη πρόταση αμέσως: τα βράχια έπρεπε να απομακρυνθούν. Όταν ο Λιουκ τον ρώτησε γιατί, ο Μισκίτμαν του είπε: - Αυτός είναι ο τρόπος που γίνεται η δουλειά. Ο Λιουκ είπε κάτι το χοντρό από μέσα του. Δοκίμασε το φτυάρι και κούνησε δυσαρεστημένος το κεφάλι του. Το στυλιάρι ήταν πολύ μακρύ, η κόψη πολύ κοντή. Το ανέφερε στον Μισκίτμαν, που αντί να του απαντήσει, κοίταξε το ρολόι του και έδωσε σήμα στο χειριστή του τρυπανιού. Η μηχανή άρχισε να περιστρέφεται κλαψουρίζοντας και ήρθε σε επαφή με το βράχο, με ένα μουγκρητό που σου έπαιρνε τα αυτιά. Ο Μισκίτμαν έφυγε και ο Λιουκ γύρισε πίσω στη δουλειά του. Στο διάστημα της βάρδιας του, ανακάλυψε πως θα εργαζόταν μισό - σκυφτός, το μεγαλύτερο μέρος της ζεστής, φορτωμένης με σκόνη εξατμίσεως, που έβγαινε από τη μηχανή, θα περνούσε πάνω από το κεφάλι του. Καθώς άλλαζε ένα δόντι κοψίματος στην πρώτη ανάπαυλα, έκαψε έτσι το μεγάλο δάχτυλο στο αριστερό του χέρι, που έκανε φουσκάλα. Στο τέλος της βάρδιας του, μια σκέψη μόνο συγκράτησε τον Λιουκ για να μη δηλώσει πως είναι ανειδίκευτος: θα τον κατέτασσαν από την κατηγορία: Βοηθός (Κατηγορία Δ') Ανειδίκευτος σε Νεώτερο Εκτελεστή με την ανάλογη περικοπή του κονδυλίου δαπανών. Ένας τέτοιος αναχαρακτηρισμός θα τον κατέβαζε στον πάτο της Ιεραρχικής κατατάξεως και αυτό ήταν κάτι που δεν θα έπρεπε να δώσει το δικαίωμα να του γίνει. Κι έτσι το κονδύλι δαπανών του μόλις που επαρκούσε. Κάλυπτε το φαγητό του στην Υπηρεσία τροφίμων Τύπου ΡΠ, του χορηγούσε χώρο για να κοιμάται στο ημιυπόγειο Υπνωτήριο τύπου 22 και του έδινε δεκαέξι Ειδικά Κουπόνια το μήνα. Δικαιούτο ακόμα Ερωτική Λειτουργία 14 ης Τάξεως που του επιτρεπόταν να περνάει δώδεκα ώρες το μήνα στην Ψυχαγωγική Λέσχη με προαιρετική χρήση του μονόζυγου, του επιτραπέζιου τένις, δύο μικροσκοπικών διαδρόμων σφαιροβολίας και όποια από τις έξι οθόνες τηλεοράσεως ήθελε, που ήταν γυρισμένες μόνιμα στο κανάλι Η. Ο Λιουκ ονειρευόταν συχνά μια πολυτελή ζωή: Φαγητό ΑΑΑ, ένα ολόκληρο διαμέρισμα για δικιά του αποκλειστική χρήση, Ειδικά Κουπόνια σωρηδόν, Ερωτική Λειτουργία 7

ης

Τάξεως ή

μπορεί και 6 ης Τάξεως, ακόμα και 5 ης και παρά την περιφρόνησή που ένιωθε για την Ανώτερη Διάταξη, δεν είχε καμία αντίρρηση για τις παροχές της. Και πάντα, σαν ένα πικρό επιστέγασμα σε αυτά τα ονειροπολήματα, ερχόταν η βεβαιότητα πως θα μπορούσε να τα απολάμβανε όλα αυτά τα ωραία πράγματα και στην πραγματικότητα. Είχε παρακολουθήσει τους συνανθρώπους του να ελίσσονται για να επιπλεύσουν, ήξερε όλα τα κόλπα και όλα τα τεχνάσματα: το να δουλεύεις σκληρά, το να πιάνεις φιλίες με όλο τον κόσμο, το να βρίζεις και να παραγκωνίζεις τους άλλους... Γιατί να μη χρησιμοποιούσε αυτές του τις γνώσεις ; «Προτιμώ φαίνεται να ανήκω στην Τάξη Δ των βοηθών», κορόιδεψε τον εαυτό του ο Λιουκ. Πότε - πότε κάποια αμφιβολία τρύπωνε στο μυαλό του. Μπορεί να του έλειπε απλούστατα το θάρρος να συναγωνιστεί τους άλλους να παλέψει με τον κόσμο! Και αυτή η λιγοστή αμφιβολία γινόταν ένα ρυάκι από αυτοπεριφρόνηση. Ήταν ανεπίδεκτος να συμμορφωθεί, αυτό ήτανε - και του έλειπε το θάρρος να το ομολογήσει! Το πείσμα του Λιουκ του επιβλήθηκε και πάλι. Γιατί να παραδεχτεί πως ήταν ένας ανεπίδεκτος, τη στιγμή που αυτό θα σήμαινε ένα ταξιδάκι στο Σπίτι της Παραλυσίας ; Θα ήταν βλακεία - και ο Λιουκ δεν ήταν βλάκας. Μπορεί και να ήταν ένας που δεν εννοούσε να συμμορφωθεί με όλη τη σημασία της λέξεως, μπορεί


όμως και όχι - δεν είχε καταλήξει ακόμα στο συμπέρασμα. Υπόθετε πως θα τον υποψιάζονταν, πότε - πότε έπιανε κάτι περίεργες λοξές ματιές και κουνήματα κεφαλιού, γεμάτα σημασία ανάμεσα στους συναδέλφους του. Ας' τους να στραβοκοιτάζουν. Δεν μπορούσαν να αποδείξουν τίποτα. Τώρα, όμως... ήταν ο Λιουκ Γκρόγκατς, ο Βοηθός Τάξεως Δ, που τον χώριζε μια και μόνη βαθμίδα από το αταξινόμητο κατακάθι των εγκληματιών, των ηλίθιων παιδιών κι των αποδειγμένα ανεπίδεκτων συμμορφώσεως. Ήταν ο Λιουκ Γκρόγκατς που είχε κάνει τέτοια όνειρα για την Ανώτατη Διάταξη, όνειρα για υπερηφάνεια και ανεξαρτησία, και αντί για αυτό ήταν ο Λιουκ Γκρόγκατς, ο Βοηθός Τάξεως Δ που έπαιρνε τις διαταγές από έναν κόπανο με κεφάλι σαν άχυρο και εργαζόταν με ημιειδικευμένους εργάτες με θέση το ίδιο χαμηλή όπως η δική του ; Ο Λιουκ Γκρόγκατς, ο Βοηθός! Πέρασαν εφτά βδομάδες. Η αντιπάθεια που ένιωθε για τη δουλειά του, μεταβλήθηκε σε καυτερό πάθος. Η δουλειά ήταν δύσκολη, ζεστή και αποκρουστική. Ο Φιόντορ Μισκίτμαν είχε ένα βλέμμα τέτοιο, που έδειχνε καθαρά πως δεν καταλάβαινε τίποτα από τις προτάσεις και τα επιχειρήματα του Λιουκ. Αυτός ήταν ο τρόπος που γινόταν η δουλειά, κι ήταν ο τρόπος που γινόταν από παλιά - και θα γινόταν πάντοτε, όπως υπονοούσε το φέρσιμό του. Ο Φιόντορ Μισκίτμαν έπαιρνε μια καθημερινή πολιτική ντιρεκτίβα από τον επόπτη των έργων και τη διάβαζε στο συνεργείο του στο διάστημα του πρώτου διαλείμματος της βάρδιας. Αυτές οι ντιρεκτίβες ασχολούνταν συνήθως με θέματα όπως, τις νόρμες εργασίας, τη διάθεση του συνεργείου και τη συνεργασία. Επίσης, με υποδείξεις για ένα καλύτερο λουστράρισμα του τσιμέντου, με προειδοποιήσεις εναντίον επιεικειών στις αλλαγές της βάρδιας που θα μπορούσαν να περιορίσουν τον ενθουσιασμό και να ελαττώσουν την απόδοση των εργατών. Ο Λιουκ δεν έδινε συνήθως και μεγάλη σημασία σε αυτά, μέχρι που κάποια μέρα ο Φιόντορ Μισκίτμαν, βγάζοντας το γνώριμο κίτρινο φύλλο διάβασε με την απαθή του φωνή: ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ, ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ, ΤΟΜΕΑΣ 8892 ΤΜΗΜΑ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΝ Υπηρεσία Κατασκευής και Συντηρήσεως Οχετών Γραφείο Προμηθειών Ντιρεκτίβα Πολιτικής Κατευθύνσεως: 6511 Σειρά Β96 Κώδικας Τάξεως: ΓΖΠ-ΑΑΡ- ΡΕΓ Σχετικό: G98 - 7542 Κώδικας Ημερομηνίας: ΒΤ-ΕΚΟΥ-ΛΛΤ Εξουσιοδοτήθηκε: ΛΛ8-Π-ΣΚ 8892 Ελέγχθηκε: 48 Έγινε αντιπαραβολή: 92Γ Από: Λάβεστερ Λάιμον, Προϊστάμενον υπηρεσίας Προμηθειών Μέσω: Όλων των υπηρεσιών κατασκευής και συντηρήσεως Προς: Όλους τους επόπτες κατασκευής και συντηρήσεως Προσοχή: Όλους τους αρχιεργάτες των έργων Θέμα: Μακροζωία των εργαλείων, η προαγωγή τους Διάρκεια αρμοδιότητας: Μόνιμη Ουσία: Στην έναρξη κάθε βάρδιας τα χειρονακτικά εργαλεία θα εκδίδονται από την Αποθήκη Συντηρήσεως Οχετών Τμήματος 8892. Στο τέλος κάθε βάρδιας όλα τα χειρονακτικά εργαλεία θα καθαρίζονται προσεχτικά και θα επιστρέφονται σε αυτήν. Η Ντιρεκτίβα θεωρήθηκε και διαβιβάστηκε: Μπάρτυ Κεγκχορντ, Γενικός Επιθεωρητής Κατασκευών, Υπηρεσία Κατασκευής Οχετών. Κλάιν Κάντο, Επιθεωρητής Συντηρήσεως Οχετών. Καθώς ο Φιόντορ Μισκίτμαν διάβαζε το κομμάτι που αφορούσε την ουσία, ο Λιουκ δεν μπορούσε να πιστέψει αυτά που άκουγε. Ο Μισκίτμαν τελείωσε, δίπλωσε το φύλλο προσεχτικά με τα χοντρά του δάχτυλα και κοίταξε το ρολόι του. - Αυτή είναι η ντιρεκτίβα, Έχουμε ξεπεράσει ην ώρα μας κατά είκοσι πέντε δευτερόλεπτα. Πρέπει να ξαναγυρίσουμε στην εργασία. - Μια στιγμή, είπε ο Λιουκ. Θέλω να μου εξηγήσετε ένα - δυο πράγματα σε αυτή τη ντιρεκτίβα. Ο Μισκίτμαν γύρισε το ήπιο του βλέμμα πάνω στον Λιουκ. - Δεν την κατάλαβες ;


- Όχι εντελώς. Ποιον αφορά ; Είναι μια διαταγή για ολόκληρο το συνεργείο. - Τι θέλουν να πουν με τα «χειρονακτικά εργαλεία» ; - Είναι τα εργαλεία που τα κρατάς στο χέρι. - Αυτό σημαίνει και το φτυάρι ; - Φτυάρι ; Ο Μισκίτμαν σήκωσε του γερούς του ώμους. - Ένα φτυάρι είναι χειρονακτικό εργαλείο. Ο Λιουκ ρώτησε με φωνή γεμάτη προσποιητή απορία: - Θέλουν δηλαδή να λαμπικάρω το φτυάρι μου, να το κουβαλήσω τέσσερα μίλια μέχρι την αποθήκη και να πάω να το πάρω αύριο και να το κουβαλήσω εδώ ; O Μισκίτμαν ξεδίπλωσε τη ντιρεκτίβα, την κράτησε σε απόσταση ενός βραχίονα και την ξαναδιάβασε. - Ναι αυτή είναι η διαταγή. Ξαναδίπλωσε το χαρτί και το ξανάβαλε στην τσέπη του. Ο Λιουκ έκανε πάλι πως απορεί. - Πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχει κάποιο λάθος. - Λάθος ; Ο Μισκίτμαν παραξενεύτηκε. - Γιατί να υπάρχει λάθος ; - Δεν μπορούν να το λένε στα σοβαρά, είπε ο Λιουκ. Δεν είναι μονάχα γελοίο, είναι και πολύ παράξενο. - Δεν ξέρω, είπε ο Μισκίτμαν χωρίς να δείχνει καμιά περιέργεια. Πιάστε δουλειά. Αργήσαμε ενάμιση λεπτό. - Υποθέτω πως όλο αυτό το καθάρισμα και η μεταφορά θα γίνεται σε βάρος του χρόνου της Οργανώσεως, πρότεινε ο Λιουκ. Ο Μισκίτμαν ξεδίπλωσε ξανά τη ντιρεκτίβα, την κράτησε σε ενός βραχίονα απόσταση και την ξαναδιάβασε. - Δεν το λέει αυτό. Η μερίδα μας δεν αλλάζει. Δίπλωσε ξανά τη ντιρεκτίβα και την έβαλε στην τσέπη του. Ο Λιουκ έφτυσε στο βράχινο δάπεδο. - Θα φέρνω δικό μου φτυάρι. Ας' τους να κουβαλούν τα πολύτιμα εργαλεία τους. Ο Μισκίτμαν έξυσε το πηγούνι του και ξαναδιάβασε τη ντιρεκτίβα για μια φορά ακόμα. Κούνησε το κεφάλι του με αμφιβολία. - Η διαταγή λέει πως όλα τα χειρονακτικά εργαλεία πρέπει να καθαρίζονται και να μεταφέρονται στην αποθήκη. Δεν λέει για το ποιος είναι ο ιδιοκτήτης τους. Ο Λιουκ, μόλις που μπόρεσε να μιλήσει από τη φούρκα του. - Ξέρετε τι πιστεύω γι' αυτή τη ντιρεκτίβα ; Ο Φιόντορ Μισκίτμαν δεν του έδωσε σημασία. - Δουλειά. Έχουμε ξεπεράσει την ώρα μας. - Αν ήμουν ο γενικός επιθεωρητής... άρχισε να λέει ο Λιουκ, μα ο Μισκίτμαν γρύλισε άξεστα. - Δεν κερδίζουμε τα δώρα μας κουβεντιάζοντας. Δουλειά. Αργήσαμε. Ο περιστροφικός κόφτης άρχισε. Εβδομήντα δύο δόντια μπήχτηκαν στη γκριζο-καφετιά αμμόπετρα. Τα σαγόνια της χοάνης κατάπιναν τα κομμάτια, περνώντας τα πάνω από μα επιγλωττίδα σε ένα χωνευτή που τα άδειαζε πολύ μακρύτερα στο τούνελ, με ανασυρόμενους κουβάδες. Πάνω στο δάπεδο του τούνελ έπεφταν βροχή τα κομμάτια που είχαν ξεφύγει, και ο Λιουκ Γκρόγκατς έπρεπε να τα μαζεύει και να τα πετάει πίσω στη χοάνη. Πίσω από τον Λιουκ έρχονταν δύο ενισχυτές που πετούσαν ατσάλινα στεφάνια στη θέση τους, οξυγονοκολλώντας τα σε επιμήκεις μπάρες με γοργά τσιμπήματα των δαχτύλων τους, ενώ οι πλάκες επαφής μέσα στα γάντια τους άδειαζαν την απαιτούμενη ποσότητα ενέργειας. Πίσω τους ακολουθούσε ο άνθρωπος που ράντιζε με τσιμέντο, ρίχνοντάς το σφυρίζοντας, από το περιστροφικό του πιστόλι, και τον ακολουθούσαν δύο άντρες νευρικοί που εργάζονταν και τελειοποιούσαν με λυσσαλέα ενέργεια το τσιμέντο, έτσι που εκείνο έπαιρνε ένα γυαλιστερό λούστρο. Ο Φιόντορ Μισκίτμαν βάδιζε πάνω - κάτω εξετάζοντας την ενίσχυση και μετρώντας το πάχος του τσιμέντου. Τσεκάριζε συχνά τον έλεγχο της προόδου στους χάρτες στο πίσω μέρος των περιστροφικών κοπτικών μηχανών, όπου μια ηλεκτρονική επινόηση σχεδίαζε την πορεία της σήραγγας, οδηγώντας την μέσα από ένα σύστημα αγωγών, οχετών, διόδων, καλωδίων και σωληνώσεων για το νερό,


τον αέρα, το γκάζι, τον ατμό, τη μεταφορά, τα φορτία και τις συγκοινωνίες, που έδεναν την Πόλη με μια Οργανωμένη μονάδα. Η νυχτερινή βάρδια τελείωνε στις τέσσερις το πρωί. Ο Μισκίτμαν έκανε προσεκτικά τις εγγραφές στο ημερολόγιό του, ο άνθρωπος που ράντιζε το τσιμέντο ξεφύσηξε το στόμιο της μηχανής του, οι εργάτες ενισχύσεως έβγαλαν τα γάντια, τη συσκευή ενέργειας και τα μονωτικά τους ρούχα. Ο Λιουκ Γκρόγκατς σηκώθηκε όρθιος, έτριψε τη πονεμένη του πλάτη και έμεινε εκεί αγριοκοιτάζοντας το φτυάρι. Ένιωθε τον Μισκίτμαν να τον μελετάει με ηρεμία βοδιού. Αν πετούσε το φτυάρι στην άκρη του τούνελ όπως το έκανε συνήθως και έφευγε, θα ήταν ένοχος για άτακτη συμπεριφορά. Η τιμωρία ήταν, όπως το ήξερε πολύ καλά ο Λιουκ, η αποταξινόμηση. Ο Λιουκ κάρφωσε τα μάτια του στο φτυάρι, βράζοντας από ταπείνωση. Να υποταχθεί ή να γίνει... να γίνει ο Νεώτερος Εκτελεστής ; Ο Λιουκ βαριαναστέναξε. Το φτυάρι ήταν αρκετά καθαρό. Αν το σκούπιζε μια δυο φορές με ένα κουρέλι, θα το καθάριζε από τις σκόνες. Μα ήταν και η διαδρομή με την κινούμενη κορδέλα που ήταν πάντα φίσκα από τους άντρες για την αποθήκη, η ουρά στο παράθυρο, η παράδοση, η επιπλέον απόσταση για το υπνωτήριο του. Η διαδικασία αυτή θα επαναλαμβάνονταν αύριο. Ποια αλλαγή υπήρχε για το πρόσθετο αυτό κόπο: Ο Λιουκ το ήξερε αρκετά καλά. Κάποιος άγνωστος υπάλληλος κάπου στη σειρά από τις υπηρεσίες και επιτροπές προσπαθούσε να βρει κάποιον τρόπο για να δείξει την εξυπνάδα του. Υπήρχε καλύτερος τρόπος από το να δείξει πως φροντίζει για την ιδιοκτησία της Πόλεως ; Σαν συνέπεια βγήκε αυτή η παράλογη ντιρεκτίβα, που ήρθε στα χέρια του Φιόντορ Μισκίτμαν και τελικά κατέληξε στον Λιουκ Γκρόγκατς, το θύμα. Τι χαρά που ένιωθε, αν αντιμετώπιζε ποτέ αυτόν τον άγνωστο υπάλληλο πρόσωπο με πρόσωπο, θα τον άρπαζε από τη μιξιάρικη μύτη του και θα τον τραβολογούσε από τους διαδρόμους του γραφείου του κλωτσώντας τον στον πισινό του, που θα ζάρωνε από το φόβο του... Η φωνή του Φιόντορ Μισκίτμαν διέκοψε τους ρεμβασμούς του. - Καθάρισε το φτυάρι σου. Η βάρδια τελείωσε. Ο Λιουκ έκανε πως έφερνε αντίρρηση. - Το φτυάρι είναι καθαρό, γρύλισε. Αυτή είναι η μεγαλύτερη ανοησία που έμπλεξα ποτέ στη ζωή μου. Αν μπορούσα μονάχα... Ο Φιόντορ Μισκίτμαν του είπε με φωνή το ίδιο ήρεμη και αβίαστη όπως ένας βαθύς ποταμός. - Αν δεν σου αρέσει αυτός ο τρόπος, πρέπει να ρίξεις μια αίτηση στο κουτί των προτάσεων. Αυτό το προνόμιο το έχουν όλοι. Μέχρι να αλλάξει η διάταξη πρέπει να συμμορφωθείς. Αυτός είναι ο τρόπος της ζωής μας. Αυτό θα πει Οργάνωση και είμαστε οργανωμένοι άνθρωποι. - Αφήστε με να δω εκείνη τη ντιρεκτίβα, γρύλισε ο Λιουκ. Θα τους βάλω να την τροποποιήσουν. Θα τους τη χώσω στη μούρη. Θα... - Πρέπει να περιμένεις μέχρι να περαστεί στο ημερολόγιο. Τότε μπορείς να την πάρεις, θα είναι άχρηστη για μένα. Μεθοδικά και με περίσκεψη ο Φιόντορ Μισκίτμαν έκανε έναν τελικό έλεγχο της εργασίας, επιθεωρώντας τα μηχανήματα, τα δόντια της κοπτικής μηχανής, το στόμιο του πιστολιού, την ταινία εκφορτώσεως. Πήγε στο μικρό του γραφείο πίσω από το περιστροφικό τρυπάνι, σημείωσε την πρόοδο, υπόγραψε τις αποδείξεις πληρωμής εξόδων, και τελικά κατέγραψε τη ντιρεκτίβα τακτικής στο μικροφίλμ. Και τότε έτεινε το κίτρινο φύλλο με μια επιδεικτική κίνηση στον Λιουκ. - Τι θα κάνεις με αυτό ; - Θα μάθω ποιος έχει εκδώσει αυτή την ηλίθια διαταγή. Θα του πω τι σκέφτομαι γι' αυτήν και για αυτόν τον ίδιο, χωρίς να κρύψω τίποτα. Ο Μισκίτμαν κούνησε το κεφάλι του αποδοκιμαστικά. - Αυτός δεν είναι ο σωστός τρόπος να γίνονται τέτοια πράγματα. - Και πως θα το κάνατε εσείς ; τον ρώτησε ο Λιουκ γελώντας με κακία. Ο Μισκίτμαν έπεσε σε συλλογή, ζαρώνοντας τα χείλη του και ανασηκώνοντας τα τριχωτά του φρύδια. Στο τέλος είπε με μεγάλη απλότητα: - Δεν θα το έκανα καθόλου. Ο Λιουκ σήκωσε τα χέρια του και ξεκίνησε από το τούνελ. Η φωνή του Μισκίτμαν βούιξε από πίσω του. - Πρέπει να πάρεις το φτυάρι. Ο Λιουκ κοντοστάθηκε. Γύρισε αργά, αγριοκοίταξε την ογκώδη σιλουέτα του αρχιεργάτη πίσω του. Να υπακούσεις τη ντιρεκτίβα ή να αναταξινομηθείς. Με βήμα αργό, με κεφάλι κρεμασμένο και γυρισμένα αλλού τα μάτια, ξαναγύρισε. Αρπάζοντας το φτυάρι γύρισε πίσω στο τούνελ με περπάτημα καμαρωτό. Η


κοκαλιάρικη πλάτη του ήταν απροφύλακτη και ευαίσθητη. Το πράο γαλάζιο μάτι του Φιόντορ Μισκίτμαν που τον ακολουθούσε, έμοιαζε να κομματιάζει τα νεύρα της ράχης του. Μπροστά του απλωνόταν το τούνελ, ένα ανοιχτόχρωμο γυαλιστερό κοίλωμα, που χανόταν στο βάθος πέρα από το κομμάτι που είχαν τρυπήσει. Με κάποιο παράξενο κόλπο της αντανακλάσεως, εναλλασσόμενοι φωτεινοί και σκοτεινοί κύκλοι ζώνανε τη σήραγγα, μπερδεύοντας το μάτι και δημιουργώντας μια υπνωτική ομοιότητα με διπλή διάσταση. Ο Λιουκ προχωρούσε μελαγχολικά, σέρνοντας το τα πόδια του μέσα σε αυτό το φανταστικό φινιστρίνι, ζαλισμένος από τη ντροπή και την ανημποριά, με το φτυάρι στον ώμο του, ένα φορτίο απογνώσεως. Ώστε είχε πέσει τόσο χαμηλά - αυτός, ο Λιουκ Γκρόγκατς, ο τόσο αλαζονικός πριν στον κυνισμό του που μόλις τον έκρυβε ; Ήταν λοιπόν ένας ανεπίδεκτος να συμμορφωθεί; Έπρεπε δηλαδή να σκύψει τελικά το κεφάλι του δουλικά, μπροστά σε βλακώδεις κανονισμούς; ... Αν ήταν μονάχα μερικά πόστα πιο ψηλά στην κατάσταση! Φαντάστηκε μελαγχολικά πόσο θα ξαφνιαζόταν και με ποια δυσπιστία θα χαιρετούσε τη ντιρεκτίβα με τις οδηγίες, σκέφτηκε τη σαρκαστική νωχέλεια με την οποία θα άφηνε το φτυάρι να πέσει από τα κουρασμένα του χέρια... Πολύ αργά, πολύ αργά πια! Τώρα έπρεπε να κάνει ότι του έλεγαν, έπρεπε να πηγαίνει πρόθυμα το φτυάρι του στην αποθήκη. Με ένα σπασμό λύσσας πέταξε το αθώο εργαλείο, έτσι που κύλησε κάνοντας φασαρία μπροστά του, στο τούνελ. Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα! Δεν μπορούσε να αποταθεί πουθενά! Δεν είχε κανένα τρόπο να ανταποδώσει το κακό που του κάνανε. Η Οργάνωση ήταν ατάραχη και άσπλαχνη. Η Οργάνωση ήταν τεράστια και αδρανής, ανεκτική σε κείνους που υποτάσσονταν, εξαιρετικά σκληρή απέναντι σε άπιστους... Ο Λιουκ άπλωσε το χέρι του και ψιθυρίζοντας μια αισχρή βρισιά, το σήκωσε απότομα και κατέβηκε τρέχοντας σχεδόν το σκοτεινό τούνελ. Σκαρφάλωσε μέσα από μια ανθρωποθυρίδα και αναδύθηκε στο κατάστρωμα της 1123

ης

Κεντρικής

Λεωφόρου, όπου τον κατάπιε αμέσως το πλήθος που περπατούσε βαριά ανάμεσα σε κορδέλες μεταφοράς, που έλαμπαν σαν ακτίνες τροχού, και τις διάφορες κινούμενες σκάλες. Σφίγγοντας το φτυάρι πάνω στο στήθος του, ο Λιουκ τα κατάφερε να ζοριστεί πάνω στη ταινία μεταφοράς Φοντέγκο και ξεκίνησε ορμητικά προς τα νότια, μια κατεύθυνση που ήταν αντίθετη ακριβώς από το υπνωτήριό του. Ταξίδεψε δέκα λεπτά μέχρι την Κεντρική Αστόρια, έπεσε κατακόρυφα μια ντουζίνα πατώματα πάνω στην κινούμενη σκάλα του Γκρίμσμπυ Κόλλετζ, διέσχισε μια σκυθρωπή περιοχή που μύριζε μπαγιάτικους βράχους και έφτασε μέχρι την τοπική ταινία τροφοδοτήσεως που τον έφερε ως την Αποθήκη του τμήματος 8892 της Συντηρήσεως των Οχετών. Ο Λιουκ βρήκε την αποθήκη λαμπρά φωτισμένη και κέντρο μεγάλης δραστηριότητας, με μερικές εκατοντάδες ανθρώπους που έρχονταν και έφευγαν. Αυτοί που έρχονταν σαν τον Λιουκ, κουβαλούσαν εργαλεία, αυτοί που έφευγαν είχαν τα χέρια τους άδεια. Ο Λιουκ μπήκε στη γραμμή που σχηματίστηκε μπροστά στο δωμάτιο για τα εργαλεία. Μπροστά του ήταν πενήντα με εξήντα άνθρωποι, μια σκουρόχρωμη σαρανταποδαρούσα από χέρια, ώμους κεφάλια, πόδια και εργαλεία που προεξείχαν και από τις δύο πλευρές. Η σαρανταποδαρούσα προχωρούσε αργά, ενώ οι άντρες αντάλλαζαν πειράγματα και αστεία. Όταν πρόσεξε την υπομονή τους, η συνηθισμένη οξυθυμία του Λιουκ επικράτησε μέσα του. Για κοίταξέ του, σκέφτηκε, να στέκονται σαν τα πρόβατα και να μπαίνουν αμέσως προσοχή μόλις ακούσουν το θρόισμα μιας ντιρεκτίβας που τη ξεδιπλώνουν. Ρώτησαν καθόλου για το λόγο αυτής της διαταγής ; Αναρωτήθηκαν καθόλου αν υπήρχε καμιά ανάγκη για το ξεβόλεμά τους; Όχι! Οι κόπανοι στέκονται γελώντας και φλυαρώντας και δέχτηκαν τη ντιρεκτίβα σαν μια από τις ανυπολόγιστες κακίες της ζωής, σαν κάποιο από τα στοιχεία της φύσης, κάτι το μοιραίο, σαν την αλλαγή των εποχών... Και αυτός, ο Λιουκ Γκρόγκατς να ήταν άραγε καλύτερός τους ή χειρότερος; Το ερώτημα τον έκαιγε στο λαρύγγι του, σαν γεύση μετά από εμετό. Όπως και να 'ταν, καλύτερος ή χειρότερος, κάτι έπρεπε να διαλέξει: Να συμμορφωθεί ή να αποταξινομηθεί. Δεν είχε μεγάλη εκλογή. Υπήρχε βέβαια πάντοτε το κουτί των προτάσεων, όπου μπορούσε να προσφύγει, όπως του υπέδειξε ο Φιόντορ Μισκίτμαν, ίσως σαν ένα ευγενικό αστείο. Ο Λιουκ γρύλισε αηδιασμένος. Βδομάδες μετά, ίσως, θα έπαιρνε κάποιο έντυπο όπου θα ήταν τσεκαρισμένη μα απάντηση στην κατάσταση με τις ποικιλόμορφες δηλώσεις, από κάποιον βοηθό ή νεώτερο εκτελεστή: «Η κατάσταση, την οποία περιγράφετε στην αίτησή σας, μελετάται ήδη από τους υπεύθυνους επισήμους. Σας ευχαριστούμε για το ενδιαφέρον σας». Ή «Η κατάσταση που περιγράφετε στην αίτησή σας είναι προσωρινή και μπορεί να τροποποιηθεί σε λίγο. Σας ευχαριστούμε για το ενδιαφέρον σας». Ή, πάλι, «Η κατάσταση την οποία περιγράφετε στην αίτησή σας είναι το αποτέλεσμα κατεστημένης πολιτικής και δεν υπόκειται σε αλλαγή. Σας ευχαριστούμε για το ενδιαφέρον σας». Μια καινούρια σκέψη του ήρθε: θα μπορούσε να καταβάλει μια μεγάλη προσπάθεια και να αποταξινομηθεί, ανεβαίνοντας στην κατάσταση. Έδιωξε αυτή την ιδέα μόλις του ήρθε. Πρώτα - πρώτα


πλησίαζε να γίνει μεσόκοπος, ήταν πολλοί οι νέοι που στριμώχνονταν για να τον ξεπεράσουν. Ακόμα και αν μπορούσε να αναγκάσει τον εαυτό του να συναγωνιστεί μαζί τους... Η γραμμή προχωρούσε αργά. Πίσω από τον Λιουκ, ένας χοντρούλης λύγιζε κάτω από το βάρος μιας μηχανής μετρήσεως Βέλστρο. Μια μπούκλα από τα ανοιχτοκάστανα μεταξένια του μαλλιά, είχε πέσει στο μέτωπό του, το στόμα του είχε μαζευτεί σαν μπουμπούκι από τις έννοιες που τον έτρωγαν, τα μάτια του ήταν σοβαρά μέχρι βλακείας. Φορούσε μια μάλλον κομψή τριανταφυλλιά και καφετιά φόρμα με πορτοκαλιές πόρπες που του έφτανε μέχρι τον αστράγαλο και ένα μπλε μπερέ με τρία πορτοκαλιά πονπόν, που το φορούσαν οι τεχνίτες του Βέλστρο. Η διαφορά ανάμεσα στον κακοντυμένο, πικρόστομο Λιουκ και σε αυτόν τον φεγγαροπρόσωπο κοντούλη με τη στολή του λιμοκοντόρου ήταν τόσο βασική, που μια αμοιβαία άμεση αντιπάθεια ήταν αναπόφευκτη. Τα γουρλωτά μάτια του κοντούλη σταμάτησαν στο φτυάρι του Λιουκ και ταξίδεψαν συλλογισμένα πάνω στα λασπωμένα παντελόνια και τη ζακέτα του. Γύρισε τα μάτια του αλλού. - Ήρθες από μακριά ; τον ρώτησε με κακεντρέχεια ο Λιουκ. - Όχι μακριά, του είπε ο φεγγαροπρόσωπος. - Δούλεψες υπερωρίες, ε ; του έκλεισε το μάτι ο Λιουκ. Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από το να κάνες τον εργατικό, έτσι μου λένε τουλάχιστον. - Τελειώσαμε τη δουλειά, είπε ο χοντρούλης με αξιοπρέπεια. Δεν κάναμε τους εργατικούς. Γιατί να ξοδέψουμε τη μισή αυριανή βάρδια σε δουλειά πέντε λεπτών, που μπορούσαμε να την κάνουμε σήμερα ; - Ξέρω ένα λόγο, είπε σοφά ο Λιουκ. Για να την φέρεις στο συνάνθρωπό σου. Ο φεγγαροπρόσωπος στράβωσε το στόμα του σε ένα γοργό αβέβαιο χαμόγελο, έβγαλε όμως μετά το συμπέρασμα πως η κουβέντα δεν ήταν αστεία. - Εγώ δεν δουλεύω έτσι, είπε ψυχρά. - Αυτό εδώ το πράγμα πρέπει να είναι βαρύ, είπε ο Λιουκ, παρατηρώντας πως αγωνίζονταν τα μικρά χοντρουλά χέρια του να βολευτούν στις ακανόνιστες καμπύλες του εργαλείου. - Ναι, ήρθε η απάντηση, είναι βαρύ. - Μιάμιση ώρα, άρχισε να μονολογεί ο Λιουκ. Τόση ώρα μου χρειάζεται να παρκάρω αυτό το φτυάρι. Μόνο και μόνο γιατί κάποιος που είναι ψηλά στον κατάλογο, είδε έναν εφιάλτη. Και εμείς, οι ηλίθιοι, κάτω κάτω στον κατάλογο, υποφέρουμε γι' αυτό. - Δεν είμαι στον πάτο του καταλόγου. Είμαι χειριστής τεχνικών εργαλείων. - Καμιά διαφορά, είπε ο Λιουκ. Η μια ώρα και η μισή ώρα είναι η ίδια. Μόνο και μόνο γιατί σε κάποιον κατέβηκε αυτή η ανόητη ιδέα. - Δεν είναι και τόσο ανόητη, είπε ο φεγγαροπρόσωπος. Φαντάζομαι πως θα υπάρχει κάποιος σοβαρός λόγος γι' αυτή τη διαταγή. Ο Λιουκ τράνταξε το φτυάρι κρατώντας το από το στυλιάρι. - Και γι' αυτό είμαι αναγκασμένος εγώ να κουβαλάω αυτό πίσω - μπρος, πάνω στις ταινίες μεταφοράς, επί τρεις ώρες τη μέρα ; Ο κοντούλης ζάρωσε τα χείλη του. - Εκείνος που έβγαλε αυτή τη ντιρεκτίβα θα ξέρει χωρίς καμιά αμφιβολία πολύ καλά τη δουλειά του. Αλλιώτικα δεν θα μπορούσε να κρατηθεί σε αυτό το πόστο. - Και ποιος να είναι αυτός ο μεγάλος άντρας ; γέλασε σαρκαστικά ο Λιουκ. Θα ήθελα πολύ να τον γνωρίσω. Θα ήθελα να μάθω, γιατί θέλει να χάνω τρεις ώρες τη μέρα; Ο κοντούλης κοίταξε τον Λιουκ όπως θα κοίταζε ένα έντομο στο συσσίτιο του. - Μιλάς σαν ένας Ανεπίδεκτος να συμμορφωθεί. Σου ζητώ συγγνώμη αν σε πρόσβαλα. - Γατί να ζητάς συγγνώμη για κάτι που δεν μπορείς να αλλάξεις ; τον ρώτησε ο Λιουκ και του γύρισε την πλάτη. Πέταξε το φτυάρι του στο γραφιά πίσω από τα κάγκελα και πήρε την απόδειξη. Ο Λιουκ γύρισε επιτηδευμένα προς τα φεγγαροπρόσωπο και του έχωσε την απόδειξη στη μπροστινή τσέπη της καφετιάς και ροζ στολής του. - Κράτη την, θα σου χρειαστεί το φτυάρι πριν από μένα. Βγήκε καμαρωτός από την αποθήκη. Ήταν μια σπουδαία χειρονομία μα, - δίστασε πριν ανέβει πάνω στην ταινία μεταφοράς - ήταν όμως λογική ; Ο χειριστής τεχνικών εργαλείων με την καφετιά και ροζ φόρμα βγήκε από την αποθήκη ξοπίσω του και ρίχνοντας μια περίεργη ματιά, βιάστηκε να φύγει.


Ο Λιουκ κοίταξε πίσω του στην αποθήκη. Αν γύριζε τώρα θα μπορούσε να κανόνιζε τα πράγματα και αύριο δεν θα είχε καμία δυσκολία. Αν έφευγε τώρα πάνω στο θυμό του για το υπνωτήριό του, αυτό θα σήμαινε μια άλλη αποταξινόμηση. Λιουκ Γκρόγκατς, Νεώτερος Εκτελεστής! Ο Λιουκ έχωσε το χέρι του στο πουλόβερ του και τράβηξε από μέσα τη ντιρεκτίβα που πήρε από τον Φιόντορ Μισκίτμαν: ένα κομμάτι κίτρινο χαρτί όπου ήταν τυπωμένες μερικές γραμμές, ένα πράγμα δίχως σημασία από μόνο του - συμβόλιζε όμως την Οργάνωση: μια τεράστια δύναμη με ακατανίκητη δράση. Ο Λιουκ έπαιξε νευρικά με το χαρτί και κοίταξε πίσω του την αποθήκη. Ο χειριστής εργαλείων τον είχε ονομάσει Ανεπίδεκτο να συμμορφωθεί. Το στόμα του Λιουκ στράβωσε σε μια σύντομη, κουρασμένη, γκριμάτσα. Δεν ήταν αλήθεια. Ο Λιουκ δεν ήταν ένας Ανεπίδεκτος να συμμορφωθεί. Ο Λιουκ δεν πίστευε σε τίποτα το ειδικό. Και είχε ανάγκη από το κρεβάτι του, το δελτίο τροφής του και το φτωχικό κονδύλι εξόδων του. Ο Λιουκ βόγκηξε σιγανά - σχεδόν ψιθυριστά. Ήταν το τέλος του δρόμου. Έφτασε όσο πιο μακριά μπορούσε, ήταν δυνατό να πίστεψε ποτέ στα σοβαρά πως θα μπορούσε να νικήσει την Οργάνωση ; Μπορεί να έκανε λάθοςαυτός και να είχαν δίκιο όλοι οι άλλοι; Δεν ήταν απίθανο, σκέφτηκε ο Λιουκ χωρίς πεποίθηση. Ο Μισκίτμαν έμοιαζε ικανοποιημένος, ο χειριστής εργαλείων δεν έμοιαζε μόνο ικανοποιημένος, αλλά και ευχαριστημένος. Ο Λιουκ ακούμπησε στον τοίχο της αποθήκης, και τα μάτια του έκαιγαν και τα ένιωθε υγρά από τη λύπηση για τον εαυτό του. Ανεπίδεκτος να συμμορφωθεί! Ακατάλληλος! Τι θα γινόταν; Σούφρωσε τα χείλη του περιφρονητικά, και πάτησε στην ταινία μεταφοράς. Που να τους πάρει ο διάβολος όλους τους! Θα τον αποταξινομούσαν, θα γινόταν ένας Νεώτερος Εκτελεστής και θα χόρταινε γέλιο! Με κατευνασμένο το πνεύμα του ο Λιουκ ταξίδεψε μέχρι τον Κεντρικό Σταθμό Γκρίμσμπυ. Εδώ, έτοιμος να ανέβει στην κινούμενη σκάλα, σταμάτησε απότομα, ανοιγοκλείνοντας τα μάτια του και τρίβοντας το μακρύ χλωμό πηγούνι του άρχισε να μελετάει μια άλλη ακόμα άποψη του ζητήματος. Του φάνηκε να προσφέρει κάποια δυνατότητα να... όχι, όμως. Δεν ήταν δυνατό... και όμως, γιατί όχι ; Μελέτησε για μια φορά ακόμα τη ντιρεκτίβα. Λάβεστερ Λάιμον, Διευθυντής του Τοπικού Γραφείου Προμηθειών, αυτός φαίνεται πως έβγαλε αυτές τις οδηγίες. Ο Λάβεστερ Λάιμον μπορούσε λοιπόν και να τις ακυρώσει. Αν ο Λιουκ τα κατάφερνε να πείσει τον Λάιμον, οι στεναχώριες του ίσως και να μη διαλύονταν, θα ελαττώνονταν όμως τουλάχιστον. Θα μπορούσε να παρουσιάζεται χωρίς το φτυάρι του στη δουλειά. Θα μπορούσε να γελούσε σαρκαστικά σαν απάντηση στο ευγενικό κρυφό - ειρωνικό χαμόγελο του Φιόντορ Μισκίτμαν. Θα μπορούσε μάλιστα να κάνει τον κόπο να ψάξει να βρει τον φεγγαροπρόσωπο κοντούλη με τη μηχανή μετρήσεως... Ο Λιουκ αναστέναξε. Γιατί να συνεχίσει αυτό το μάταιο ονειροπόλημα ; Πρώτα από όλα έπρεπε να πεισθεί ο Λάβεστερ Λάιμον να ακυρώσει αυτή τη ντιρεκτίβα - και ποιες πιθανότητες είχε να το πετύχει; ... Ίσως όχι και τόσο αστρονομικές, εδώ που τα λέμε, συλλογιζόταν θλιβερά ο Λιουκ καθώς ταξίδευε με την ταινία μεταφοράς πίσω στο υπνωτήριο του. Η ντιρεκτίβα δεν ήταν , σίγουρα, καθόλου πρακτική. Έβαζε σε δυσκολίες πάρα πολλούς ανθρώπους, ενώ βόλευε ελάχιστους. Αν μπορούσε να πείσει τον Λάβεστερ Λάιμον γι αυτό το πράγμα, αν μπορούσε να του αποδείξει πως το γόητρό του ζημιωνόταν με αυτήν, ίσως να δεχόταν να αποσύρει αυτή τη γελοία ντιρεκτίβα. Ο Λιουκ έφτασε στο υπνωτήριό του λίγο μετά από τις εφτά. Πήγε αμέσως στο θάλαμο επικοινωνίας και κάλεσε το Γραφείο Προμηθειών του Τμήματος 8892. Του είπαν πως ο Λάβεστερ Λάιμον θα ερχόταν στις οχτώ και τριάντα. Ο Λιουκ έκανε μια φροντισμένη τουαλέτα και αφού το σκέφτηκε καλά, επένδυσε τέσσερα Ειδικά Κουπόνια σε ένα καινούριο κουστούμι βαμβακερών ρούχων: ένα εφαρμοστό μαύρο σακάκι και ένα μπλε παντελόνι, που είχαν ένα κόψιμο κάπως στρατιωτικό, και ήταν αρκετά καλύτερης ποιότητας από τα συνηθισμένα ρούχα. Όταν περιεργάστηκε τον εαυτό του στον καθρέφτη του λουτρού, ο Λιουκ έβγαλε το συμπέρασμα ότι το παρουσιαστικό του δεν ήταν και τόσο άσχημο. Πήρε το πρωινό του μερτικό τροφής σε κοντινό σταθμό φαγητού τύπου ΡΠ, ανέβηκε στον 14

ο

ημιόροφο και πήγε με την ταινία μεταφοράς στην Υπηρεσία Κατασκευής και Συντηρήσεως Οχετών της 8892 Περιοχής. Μια αναιδής κοπέλα του γραφείου με τα καστανά μαλλιά της κατεβασμένα στο πρόσωπο σύμφωνα με το μοντέρνο χτένισμα «του βαρόνου-ληστή» οδήγησε τον Λιούκ στο γραφείο του Λάβεστερ Λάιμον. Όταν έφτασε στην πόρτα, κοίταξε με ύφος σεμνό πίσω της κι ο Λιουκ χάρηκε που είχε επενδύσει τα κουπόνια του σε καινούρια ρούχα. Με τονωμένο το ηθικό σήκωσε το κεφάλι του ψηλά και μπήκε με ύφος γεμάτο εμπιστοσύνη στον εαυτό του στο γραφείο του Λάβεστερ Λάιμον. Ο Λάβεστερ Λάιμον, που καθόταν στο γραφείο του, βρέθηκε για μιας στιγμή όρθιος, απαντώντας ευγενικά στο χαιρετισμό του. Ήταν ένας άνθρωπος μετρίου αναστήματος, αρκετά συμπαθητικός με χρυσοκάστανα μαλλιά βουρτσισμένα προσεκτικά πάνω από μια ηλιοκαμένη και γεμάτη πανάδες φαλάκρα. Τα


μάτια του ήταν χρυσοκάστανα, στρογγυλά και μαλακά, το σακάκι του ήταν χρυσοκάστανο και το παντελόνι του από χρυσοκάστανο βελούδο κοτλέ, καλής ποιότητας. Κούνησε το χέρι του δείχνοντας μια πολυθρόνα. - Θέλετε να καθίσετε, κύριε Γκρόγκατς ; Αντιμετωπίζοντας τέτοια εγκαρδιότητα, ο Λιουκ έκοψε την αγριάδα και ένιωσε μάλιστα μια ελπίδα να ανθίζει μέσα του. Ο Λάιμον έμοιαζε να είναι εντάξει άνθρωπος, μπορεί και η ντιρεκτίβα να ήταν απλούστατα ένα λάθος διοικητικό. Ο Λάιμον σήκωσε ερωτηματικά τα χρυσοκάστανα φρύδια του. Ο Λιουκ δεν έχασε τον καιρό του σε εισαγωγή. Παρουσίασε τη ντιρεκτίβα. - Η υπόθεση μου αφορά αυτό το πράγμα, κύριε Λάιμον: Πρόκειται για μια διαταγή που φαίνεται πως τη συντάξατε εσείς. Ο Λάιμον πήρε τη ντιρεκτίβα, τη διάβασε και κούνησε το κεφάλι του. - Ναι, είναι δική μου διαταγή. Έχει κανένα λάθος ; Ο Λιουκ ξαφνιάστηκε και ένιωσε ένα κακό προαίσθημα. Ένας τόσο λογικός άνθρωπος έπρεπε σίγουρα να αντιλαμβάνεται αμέσως τη βλακεία αυτής της ντιρεκτίβας! - Πρόκειται απλούστατα περί μιας διαταγής που δεν είναι εφαρμόσιμη, είπε σοβαρά ο Λιουκ. Είναι, πραγματικά, τελείως παράλογη, κύριε Λάιμον. Ο Λάβεστερ Λάιμον δεν φάνηκε να θίγεται καθόλου. - Ώστε έτσι! Και γιατί το λέτε αυτό ; Επ' ευκαιρία, κύριε Γκρόγκατς, είστε... Και πάλι τα χρυσοκάστανα φρύδια του ανασηκώθηκαν ερωτηματικά. - Είμαι βοηθός, Τάξεως Δ, στο συνεργείο του τούνελ, είπε ο Λιουκ. Έχασα μιάμιση ώρα σήμερα για να παραδώσω το φτυάρι μου. Αύριο θα χάσω άλλη μιάμιση ώρα πάλι, για να το παραλάβω. Όλα αυτά είναι σε βάρος του δικού μου χρόνου. Δεν μου φαίνεται να είναι λογικό. Ο Λάβεστερ Λάιμον ξαναδιάβασε την ντιρεκτίβα, σούφρωσε τα χείλη του και κούνησε μια - δυο φορές το κεφάλι του. Μίλησε στο τηλέφωνο του γραφείου του. - Μις Ραμπ, θα ήθελα να δω... - συμβουλεύτηκε το σχετικό αριθμό της ντιρεκτίβας - θέμα εφτά - πέντε - τέσσερα - δύο, φάκελος Γ, ενενήντα οχτώ. Στον Λιουκ είπε με μάλλον αφηρημένη φωνή: - Αυτά τα πράγματα μπερδεύονται πολύ καμιά φορά. - Μπορείτε όμως να αλλάξετε τη διαταγή σας ; ξέσπασε ο Λιουκ. Συμφωνείτε και εσείς πως είναι παράλογη; Ο Λάιμον έγειρε το κεφάλι του προς τα πλάγια κι έκανε ένα μορφασμό γεμάτο αμφιβολία. - Θα δούμε τι λέει το σχετικό χαρτί. Αν θυμάμαι καλά... Κι η φωνή του έσβησε. Είκοσι δευτερόλεπτα πέρασαν. Ο Λάιμον χτυπούσε τα δάχτυλά του νευρικά πάνω στο γραφείο του. Ακούστηκε ένα σιγανό χτύπημα καμπάνας. Ο Λάιμον άγγιξε ένα κουμπί και η οθόνη του γραφείου του παρουσίασε αυτό που είχε ζητήσει: μια άλλη καθοδηγητική ντιρεκτίβα που έμοιαζε σε διατύπωση με την πρώτη. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ, ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ, ΤΟΜΕΑΣ 8892 ΤΜΗΜΑ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΝ Γραφείο Διευθυντού Ντιρεκτίβα Πολιτικής Κατευθύνσεως: 2888 Σειρά ΒΚΟΥ 008 Κώδικας Τάξεως: ΓΖΠ-ΑΑΡ-ΡΕΦ Σχετικό: ΟΠ9 - 123 Κώδικας Ημερομηνίας: ΒΡ - ΕΚΟΥ -ΛΛΤ Εξουσιοδοτήθηκε: Α Σ Έγινε αντιπαραβολή: ΣΧ ΜΚΔ Από: Τζουντάια Ρίππ, Διευθυντή Μέσω: Προς: Λάβεστερ Λάιμον, Προϊστάμενο Γραφείου Προμηθειών. Θέμα: Οικονομίες εργασίας Χρόνος Εφαρμογής: Αμεσος Διάρκεια Αρμοδιότητας: Μόνιμη


Ουσία: Το μηνιαίο μερίδιο σας ανεφοδιασμού προς συμπλήρωση του Τύπου Α, Β, Δ, Η, Φ ελαττώνεται κατόπιν του παρόντος σε 2,2%. Προτείνεται όπως γνωρίσετε στο ενδιαφερόμενο προσωπικό αυτή την ελάττωση και λάβετε μέτρα για την εξασφάλιση μιας μεγαλύτερης οικονομίας. Έχει παρατηρηθεί πως η χρήση υπό των τμημάτων (εφοδίων) κυρίως του Τύπου Δ είναι ανώτερη του υπολογισθέντος μέσου όρου. Πρόταση: Μεγαλύτερη προσοχή από μέρους ατόμων που χρησιμοποιούν εργαλεία, συμπεριλαμβανομένης της αποθηκεύσεως κατά τη διάρκεια της νύχτας. - Τα εργαλεία τύπου Δ, είπε ξερά ο Λάβεστερ Λάιμον είναι τα χειρονακτικά εργαλεία. Ο γέρο - Ριππ θέλει να γίνονται αιματηρές οικονομίες. Εγώ απλώς το ανακοινώνω. Αυτή είναι ολόκληρη η ιστορία που κρύβεται πίσω από το έξι - πέντε - ένα - ένα. Έδωσε πίσω στον Λιουκ τη σχετική ντιρεκτίβα και ξάπλωσε στο κάθισμά του. - Το βλέπω πως σας κουράζει αυτό, αλλά... - σήκωσε τα χέρια του σε μια αδιάφορη σχεδόν αναιδή χειρονομία - αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο εργάζεται η Οργάνωση. Ο Λιουκ πάγωσε από την απογοήτευση που ένιωσε. - Δεν θα ανακαλέσετε λοιπόν τη ντιρεκτίβα ; - Γίνεται, καλέ μου άνθρωπε ; Ο Λιουκ έκανε πως δεν σκοτιζόταν καθόλου. - Εντάξει, λοιπόν, θα βρεθεί πάντοτε κάποια θέση και για μένα ανάμεσα στους Νεώτερους Εκτελεστές. Τους είπα που να βάζουν τα φτυάρια τους. - Μμμμ. Μην ενεργείται απερίσκεπτα. Λυπάμαι που δεν μπορώ να βοηθήσω. Ο Λάιμον μελέτησε περίεργος τον Λιουκ και στα χείλη του ζωγραφίστηκε ένα ελαφρύ ειρωνικό χαμόγελο. - Γιατί να μην επιχειρήσετε να τα πείτε με τον γέρο - Ριππ ; Ο Λιουκ τον λοξοκοίταξε με υποψία. - Και τι θα κερδίσω με αυτό ; - Δεν μπορείτε ποτέ να ξέρετε, είπε καλόκαρδα ο Λάιμον. Φανταστείτε να πέσει κανένα αστροπελέκι, φανταστείτε πως θα αλλάξει τη ντιρεκτίβα του ; Δεν μπορώ να τα βάλω μαζί του προσωπικά, θα έχω φασαρίες - μα δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην μπορείτε να το κάνετε εσείς. Γύρισε στο Λιουκ με ένα γοργό πολύξερο χαμόγελο και ο Λιουκ κατάλαβε πως η φιλοφρόνηση του Λάβεστερ Λάιμον, με όλο που ήταν ειλικρινής, του χρησίμευε σαν ένα πολύ βολικό καμουφλάζ για την ιδιοτέλειά του και το επιδέξιο παιχνίδι της μηχανορραφίας. Ο Λιουκ σηκώθηκε όρθιος απότομα. Δεν επρόκειτο να βγάλει, για κανέναν, κάστανα από τη φωτιά και άνοιξε κιόλας το στόμα του για να το πει στον Λάβεστερ Λάιμον. Εκείνη τη στιγμή μια ανάμνηση πέρασε από το μυαλό του, η σκηνή στην αποθήκη όπου πέταξε περιφρονητικά και την απόδειξη για το φτυάρι του στον χειριστή τεχνικών εργαλείων. Ο Λιουκ αγαπούσε πάντοτε τις μεγάλες χειρονομίες και εξετέθη τόσο από την απροσεξία του, που δεν του έμεινε περιθώριο για οπισθοχώρηση. Πότε θα μάθαινε να συγκρατείται ; Ο Λιουκ ρώτησε με ταπεινή φωνή: - Ποιος είναι πάλι αυτός ο Ριππ ; - Ο Τζουντάια Ριππ, Διευθυντής του Τμήματος Αποχετεύσεως. Μπορεί να κουραστείτε να τον δείτε, είναι ένα πολύ δύσκολο κτήνος. Περιμένετε να δω αν είναι στο γραφείο του. Ζήτησε πληροφορίες από το τηλέφωνο του γραφείου του. Σε απάντηση του είπαν πως ο Τζουντάια Ριππ μόλις είχε φτάσει στο γραφείο του Τμήματος, στον ημιόροφο 3, κάτω από το πάρκο Μπράμπλμπαρυ. Ο Λάιμον έδωσε στον Λιουκ μια συμβουλή τακτικής: - Είναι πολύ ευέξαπτος, βάζει εύκολα τις φωνές. Θα σας πω το μυστικό: μην του δώσετε σημασία. Σέβεται τη σταθερότητα. Χτυπήστε τη γροθιά σας στο γραφείο. Βάλτε και σεις τις φωνές. Αν πάτε με το γάντι, θα σας πετάξει με τις κλωτσιές. Μη τον λογαριάστε και τότε θα σας ακούσει. Ο Λιουκ κοίταξε καλά - καλά τον Λάβεστερ Λάιμον, γνωρίζοντας θαυμάσια πως το παίξιμο στο χρυσοκάστανο μάτι του ήταν μια ευθυμία γεμάτη κακεντρέχεια. Του είπε: - Θα ήθελα ένα αντίγραφο της ντιρεκτίβας, για να καταλάβει περί τίνος μιλάω. Ο Λάιμον συνήλθε αμέσως. Ο Λιουκ μπορούσε να διαβάσει το μυαλό του: Θα τα βάλει άραγε μαζί μου ο Ριππ αν του στείλω αυτόν τον παλαβό ; Αξίζει τον κόπο να το δοκιμάσω. - Εντάξει, είπε ο Λάιμον. Πάρτε την από την κοπέλα.


Ο Λιουκ ανέβηκε στο Ημιόροφο 3 και μπήκε από την ευχάριστη τριόροφη αψίδα κάτω από το πάρκο Μπράμπλμπαρυ. Πέρασε την ψηλή δεξαμενή για ψάρια με τους γυάλινους τοίχους που ήταν ανοιχτή προς τον ουρανό και φωτιζόταν από τον ήλιο, ανέβηκε στην τοπική ταινία μεταφοράς και έπειτα από διαδρομή δύο - τριών λεπτών κατέβηκε μπροστά στο Γραφείο Υγειονομικών Έργων της 8892 Περιοχής. Το Τμήμα Αποχετεύσεως καταλάμβανε μια σειρά από μάλλον κακοβαλμένα δωμάτια, δίπλα σε ένα εσωτερικό κηπάκο. Ο Λιουκ πέρασε από ένα διάδρομο στρωμένο με μπλε, γκρίζο και πράσινο μωσαϊκό και μπήκε σε ένα λευκό δωμάτιο με ανοιχτή γκρι και ροζ επίπλωση. Μια μακρόστενη τοιχογραφία από χρυσές μαύρες και άσπρες σωληνώσεις επιδέξια δεμένες μεταξύ τους διακοσμούσε τον ένα τοίχο. Ένας άλλος ήταν πνιγμένος κάτω από βαριά πράσινα φύλλα που φύτρωναν μέσα από μια ψηλή γλάστρα. Στο γραφείο καθόταν η ρεσεψιονίστ, μια παχουλή μουτρωμένη κοπέλα με ένα ψεύτικο κόκαλο περασμένο από τη μύτη της και ένα κολιέ από δόντια καρχαρία κρεμασμένο γύρω από το λαιμό της. Είχε τα μαλλιά της δεμένα ψηλά, γύρω από το κεφάλι της σαν μια δεσμίδα σιταριού και ένα αστείο καφέ και μαύρο πρωτόγονο σύμβολο διακοσμούσε το μέτωπό της. Ο Λιουκ της εξήγησε πως θα ήθελε να πει δυο λόγια με τον κ. Τζουντάια Ριππ, τον Διευθυντή του Τμήματος. Ίσως επειδή ένιωθε άβολα, ο Λιουκ μιλούσε απότομα. Η κοπέλα ανοιγοκλείνοντας τα μάτια της από την έκπληξη τον εξέτασε με περιέργεια. Μετά από μιας στιγμής δισταγμό, κούνησε το κεφάλι της με αμφιβολία. - Δεν θα σας έκανε κάποιος άλλος ; Η μέρα του κυρίου Ριππ είναι προγραμματισμένη ασφυκτικά. Για ποιο πράγμα θέλετε να τον δείτε; Ο Λιουκ δοκίμασε να της χαμογελάσει με ύφος πειστικό, αλλά το μόνο που πέτυχε ήταν να την στραβοκοιτάξει με βλοσυρή σημασία. Η κοπέλα, ολοφάνερα, τα έχασε. - Ίσως θα μπορούσατε να πείτε στον κ. Ριππ πως είμαι εδώ, είπε ο Λιουκ. Σε μια από τις καθοδηγητικές του ντιρεκτίβες - πώς να το πω ; έχουν γίνει μερικές ανωμαλίες ή μάλλον κακές εφαρμογές... - Ανωμαλίες ; Η κοπέλα φάνηκε να έπιασε μονάχα αυτή τη μοναδική λέξη. Κοίταξε τον Λιουκ με άλλο μάτι τώρα, παρατηρώντας το καινούριο μαύρο και μπλε κουστούμι του με το κάπως στρατιωτικό κόψιμο του. Να ήταν άραγε κανένας επιθεωρητής ; - Θα καλέσω τον κ. Ριππ, είπε νευρικά. Το όνομά σας, κύριε, και το βαθμό σας ; Ο Λιουκ χαμογέλασε ξανά και η κοπέλα γύρισε τα μάτια της αλλού. - Δεν έχει σημασία. - Θα καλέσω τον κ. Ριππ, κύριε. Μια στιγμή, σας παρακαλώ. Γύρισε στη θέση της, μουρμούρισε κάτι φοβισμένα στην οθόνη της, κοίταξε τον Λιουκ και ξαναμίλησε πάλι. Μια ψιλή φωνή απάντησε, μιλώντας με τη μύτη. Η κοπέλα γύρισε πίσω στη θέση της και κούνησε το κεφάλι της στον Λιουκ. - Ο κ. Ριππ μπορεί να σας διαθέσει μερικά λεπτά. Από την πρώτη πόρτα παρακαλώ. Ο Λιουκ μπήκε με στητούς τους ώμους του σε ένα ψηλοτάβανο δωμάτιο, ντυμένο με ξύλο. Ο ένας τοίχος άνοιγε πάνω στη δεξαμενή που φέγγιζε πράσινη ενώ κόκκινα ψάρια κολυμπούσαν πέρα - δώθε γοργά. Στο γραφείο καθόταν ο Τζουντάια Ριππ, ένας ψηλός, γεμάτος άνθρωπος που έμοιαζε κι ο ίδιος με μεγάλο ψάρι. Το κεφάλι του ήταν στενόμακρο, χλωμό σαν του σκουμπριού και ήταν γερμένο πίσω στους ώμους του. Το πηγούνι του δεν διακρινόταν, ο λαιμός του έφτανε μέχρι το στόμα του, που δεν έμοιαζε σαν του κυπρίνου. Ωχρά μάτια κάρφωναν τον Λιουκ πάνω από μικρά στρογγυλά ρουθούνια, τα μαλλιά του σαν μια κοντότριχη βούρτσα έβγαιναν από το πίσω μέρος του κεφαλιού του όπως τα ξερά χορτάρια που φυτρώνουν από έναν αμμόλοφο. Ο Λιουκ θυμήθηκε πως του απεικόνισε προφορικά ο Λάβεστερ Λάιμον τον Ριππ: «οξύθυμος». Μάλλον δεν του ταίριαζε. Να είχε άραγε ο Λάιμον προσωπικά με τον Ριππ ; Μήπως χρησιμοποιούσε τον Λιουκ σαν όργανο για κακεντρεχή εκδίκηση; Επειδή το υποψιαζόταν αυτό ο Λιουκ ένιωθε άβολα και αδέξια. Ο Τζουντάια Ριππ τον επιθεώρησε με ένα ψυχρό ακίνητο μάτι από πάνω ως κάτω. - Σε τι μπορώ να σας εξυπηρετήσω κ. Γκόγκατς ; Η γραμματεύς μου μου είπε πως είστε ένα είδος επιθεωρητή. Ο Λιουκ μελέτησε την κατάσταση, με τα στενά μαύρα μάτια του στυλωμένα στο πρόσωπο του Ριππ. Του είπε την καθαρή αλήθεια. - Επί μερικές βδομάδες τώρα εργάζομαι υπό την ιδιότητα του Βοηθού Δ Τάξεως σε ένα συνεργείο τούνελ. - Τι διάβολο ψάχνετε σε ένα συνεργείο τούνελ ; τον ρώτησε ο Ριππ διασκεδάζοντάς τον ψυχρά.


Ο Λιουκ κούνησε ελαφρά το χέρι του με μια χειρονομία που σήμαινε πολλά ή τίποτα, όπως ήθελε να το πάρει ο άλλος. - Χθες το βράδυ ο αρχιεργάτης αυτού του συνεργείου πήρε μια καθοδηγητική ντιρεκτίβα, που την είχε εκδώσει ο Λάβεστερ Λάιμον από το γραφείο Προμηθειών. Αυτή η ντιρεκτίβα ξεπερνάει με τη βλακεία της κάθε άλλη που έτυχε να δω ποτέ. - Αν είναι δουλειά του Λάιμον δεν μου είναι καθόλου δύσκολο να το πιστέψω, είπε ο Ριππ μέσα από τα δόντια του. - Πήγα και τον βρήκα στο γραφείο του. Αρνήθηκε να πάρει αυτός την ευθύνη και με παρέπεμψε σε εσάς. Ο Ριππ ανακάθισε πιο ίσια στην καρέκλα του. - Ποια οδηγία είναι ; Ο Λιουκ του πέρασε τις δυο ντιρεκτίβες πάνω από το τραπέζι. Ο Ριππ τις διάβασε αργά και τις επέστρεψε πρόθυμα, λέγοντας: - Δεν βλέπω ακριβώς... Σταμάτησε. - Θα έπρεπε να πω πως αυτές οι ντιρεκτίβες αντανακλούν απλώς τις εντολές που έλαβα εγώ και τις εξέδωσα σε ντιρεκτίβες. Που είναι η δυσκολία ; - Επιτρέψτε μου να σας αναφέρω την προσωπική μου εμπειρία, είπε ο Λιουκ. Σήμερα το πρωί κουβάλησα - όπως σας είπα υπό την προσωρινή ιδιότητά μου του βοηθού - ένα φτυάρι από την είσοδο του τούνελ μέχρι την αποθήκη, όπου και το παρέδωσα. Μου χρειάστηκε μιάμιση ώρα γι' αυτή την επιχείρηση. Αν εργαζόμουν μόνιμα σε τέτοιου είδους εργασία, θα έχανα εντελώς το ηθικό μου. Ο Ριππ φάνηκε να μην ενοχλήθηκε καθόλου. - Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να σας παραπέμψω στους ανωτέρους μου. Μίλησε στο τηλέφωνο του γραφείου του. - Διαβιβάστε μου παρακαλώ τον φάκελο ΟΡ εννιά, αριθμός ένα - δύο - τρία. Γύρισε πάλι προς το μέρος του Λιουκ. - Δεν μπορώ να αναλάβω την ευθύνη ούτε για τη ντιρεκτίβα ούτε για την ανάκλησή της. Μου επιτρέπετε να ρωτήσω τι είδους έρευνες σας οδηγούν κάτω στη σήραγγα ; Και σε ποιον τις αναφέρετε; Μη βρίσκοντας λόγια που να είναι ταυτόχρονα υπεκφυγή και πειστικά, ο Λιουκ προτίμησε να κρατήσει τη στάση της περιφρονητικής σιωπής. Ο Τζουντάια Ριππ κατσούφιασε σουφρώνοντας το πετσί του γύρω στα στρογγυλά ανέκφραστα μάτια του. - Όσο περισσότερο σκέφτομαι αυτή την υπόθεση, τόσο περισσότερο απορώ. Γιατί να γίνει αυτό το ζήτημα, θέμα έρευνας ; Ποιος είναι αυτός που... Η ντιρεκτίβα που είχε ζητήσει ο Ριππ ξεπήδησε από ένα στενό άνοιγμα. Της έριξε μια ματιά και την πέρασε μετά στον Λιουκ. - Θα δείτε πως η ντιρεκτίβα αυτή με απαλλάσσει εντελώς από κάθε ευθύνη, είπε κοφτά. Η ντιρεκτίβα είχε τη συνηθισμένη μορφή: ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ, ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ Γραφείο του Αρμοστή Δημόσιας Χρησιμότητας Ντιρεκτίβα Πολιτικής Κατευθύνσεως: 449 Σειρά ΟΥΑ-14-Γ2 Κώδικας Τάξεως: ΓΖΠ-ΑΑΡ-ΡΕΦ Σχετικό: ΤΚΟΥ9 - 1422 Κώδικας Ημερομηνίας: ΒΠ-ΕΚΟΥ-ΛΛΤ Εξουσιοδοτήθηκε: ΡΟΥ-ΡΟΥΔ-Οργ. Ελέγχθηκε: Γ. Έβανς Έγινε αντιπαραβολή: Χέρνον Κλάνεκ Από: Πάρρις ΝτεΒίκερ, Αρμοστή Δημόσιας Χρησιμότητας Μέσω: Όλων των Περιφερειακών Πρακτορείων Υγειονομικών Έργων Προς: Όλους τους Προϊσταμένους Υπηρεσιών Προσοχή: Θέμα: Επείγουσα ανάγκη αυστηρών και άμεσων οικονομιών στη χρήση εξαρτημάτων και την κατανάλωση των εφοδίων. Χρόνος Εφαρμογής: Αμεσος


Διάρκεια Αρμοδιότητας: Μόνιμη Ουσία: Όλοι οι προϊστάμενοι υπηρεσιών εντέλλονται να αρχίσουν, να εφαρμόζουν και να επιβάλλουν αυστηρές οικονομίες στη χρήση των εφοδίων και του εξοπλισμού, ιδίως όσον αφορά αντικείμενα κατασκευασμένα από μεταλλικά κράματα ή που απαιτούν τη λειτουργική κατανάλωση των ιδίων των μετάλλων, σε εκείνες τις περιοχές όπου εφαρμόζεται η επίσημη εξουσία. Μια ελάττωση κατά 2% θεωρείται σαν η ελάχιστη. Η βαθμολογική προαγωγή θα επηρεάζεται ως έναν ορισμένο βαθμό από τις επιτευχθείσες οικονομίες. Η ντιρεκτίβα θεωρήθηκε και μεταδόθηκε υπό: Λη Τζον Σμιθ - Περιφερειακό πράκτορα των Υγειονομικών Έργων

8892.

Ο Λιουκ σηκώθηκε όρθιος, γιατί το μόνο που τον ενδιέφερε τώρα ήταν να βγει από το γραφείο όσο πιο γρήγορα γινόταν. Έδειξε με το χέρι του τη ντιρεκτίβα: - Αυτό είναι αντίγραφο ; - Ναι. - Θέλω να το πάρω, αν επιτρέπεται. Έβαλε τη ντιρεκτίβα με τις άλλες δυο. Ο Τζουντάια Ριππ τον παρακολουθούσε με μια ελαφριά αλλά πολύ φανερή καχυποψία. - Δεν μπορώ να καταλάβω ποιον αντιπροσωπεύετε. - Όσο λιγότερα ξέρει κανείς καμιά φορά, τόσο το καλύτερο, είπε ο Λιουκ. Η υποψία χάθηκε από το ψαρίσιο μούτρο του Τζουντάια Ριππ. Μόνο ένα πρόσωπο που το εξασφάλιζε ο βαθμός του μπορούσε να επιτρέψει στον εαυτό του να χρησιμοποιήσει γλώσσα τέτοιου είδους μιλώντας σε ένα μέλος της κατώτερης Ανώτατης Διατάξεως. Κούνησε ελαφρά το κεφάλι του. - Αυτό είναι το μόνο που σας χρειάζεται ; - Όχι, είπε ο Λιουκ, μα είναι το μόνο που μπορώ να πάρω από εδώ, Γύρισε προς την πόρτα νιώθοντας τον Ριππ να σκαλίζει την πλάτη του με τα μάτια του. Η φωνή του Ριππ τον σταμάτησε απότομα και κοφτερά: - Μια στιγμή, παρακαλώ. Ο Λιουκ γύρισε αργά. - Ποιος είστε ; Να δω το διαπιστευτήριό σας. Ο Λιουκ γέλασε χοντρά. - Δεν έχω. Ο Τζουντάια Ριππ σηκώθηκε όρθιος και πυργώθηκε πιέζοντας τα κοκαλάκια των χεριών του πάνω στο γραφείο. Ξαφνικά ο Λιουκ είπε πως ο Ριππ ήταν οξύθυμος κατά βάθος. Το πρόσωπό του, χλωμό σαν του σκουμπριού βάφτηκε ροζ σαν του σολομού. - Πέστε μου ποιος είστε, είπε βραχνά, προτού καλέσω το φύλακα. - Φυσικά, είπε ο Λιουκ. Δεν έχω τίποτα να κρύψω. Είμαι ο Λιουκ Γκρόγκατς. Εργάζομαι σαν Βοηθός Τάξως Δ στο Συνεργείο της Σήραγγας υπ' αριθ. 3 της Υπηρεσίας Κατασκευής και Συντηρήσεως των Αποχετεύσεων. - Και γιατί ήρθατε με πλαστή ιδιότητα και σπαταλάτε το χρόνο μου ; - Που εμφανίστηκα υπό πλαστή ιδιότητα ; ζήτησε να μάθει ο Λιουκ με φωνή γεμάτη ικανοποίηση. Ήρθα εδώ να μάθω γιατί υποχρεώθηκα σήμερα το πρωί να κουβαλήσω το φτυάρι μου από την αποθήκη. Μου στοίχισε μιάμιση ώρα. Είναι παράλογο. Σας διατάξανε να κάνετε 2% οικονομία και γω αναγκάζομαι να χάνω τρεις ώρες κάθε μέρα για να κουβαλάω μπρος - πίσω ένα φτυάρι. Ο Τζουντάια Ριππ κοίταξε σαν χαμένος τον Λιουκ επί μερικά δευτερόλεπτα, κι έπειτα κάθισε απότομα κάτω. - Είστε Βοηθός Τάξεως Δ ; - Σωστό. - Χμμμ. Έχετε πάει στο Γραφείο Προμηθειών ; Σας έστειλε εδώ ο Προϊστάμενος; - Όχι. Μου έδωσε ένα αντίγραφο της ντιρεκτίβας που έλαβε, ακριβώς όπως εσείς. Το ρόδινο χρώμα του σολομού έσβησε στα αδύνατα μάγουλα του Ριππ. Τα ψαρίσιο στόμα του άρχισε να παίζει διασκεδάζοντας με την κατάσταση. - Αυτό φυσικά δεν είναι κανένα κακό. Τι ελπίζετε να πετύχετε ;


- Δεν θέλω να κουβαλάω αυτό το σιχαμερό φτυάρι πάνω - κάτω. Θα ήθελα να βγάζατε μια σχετική διαταγή. Ο Τζουντάια άπλωσε τα χλωμά του χείλη σε ένα ψυχρό, αποθαρρυντικό χαμόγελο. - Φέρτε μου μια καθοδηγητική ντιρεκτίβα σχετικά σε αυτό από τον Πάρρις ντεΒίκερ και θα το κάνω μετά χαράς. Τώρα όμως... - Θα θέλατε να κλείσετε ένα ραντεβού για μένα ; - Ένα ραντεβού ; Ο Ριππ ξαφνιάστηκε. - Με ποιον : - Με τον αρμοστή της Δημόσιας Χρησιμότητας. - Μπα! Ο Ριππ κούνησε το χέρι του αποπέμποντάς τον με ύφος ψυχρό. - Έξω! Ο Λιουκ στεκόταν στον προθάλαμο με το γαλάζιο μωσαϊκό βράζοντας από το μίσος του για τον Ριππ, τον Λάιμον, τον Μισκίτμαν και κάθε άλλον ανώτερο λειτουργό που ανακατώνονταν εκεί που δεν τους έσπερναν. Αν γινόταν Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου για δυο σύντομες ώρες μονάχα (συνέχιζε το ονειροπόλημα του, που τόσο συχνά το επαναλάμβανε) πόσο θα τον έτρεμαν! Με τα μάτια της φαντασίας του έβλεπε τον Τζουντάια Ριππ να φτυαρίζει τα βρεμένα απορρίμματα με ένα μολυβένιο φτυάρι, την ώρα που ένα περιστροφικό τρυπάνι, που έκανε τη διπλάσια φασαρία και είχε τη διπλάσια ισχύ, ξεφυσούσε μαύρες μπόρες ζεστής σκόνης και τα θρύμματα του βράχου πάνω στο λαιμό του. Ο Λάβεστερ Λάιμον θα υποχρεωνόταν να αλλάζει τα δόντια του τρυπανιού που κάπνιζαν από τη θερμότητα με μια μικρή και σκουριασμένη πένσα, ενώ ο Φιόντορ Μισκίτμαν, θα κουβαλούσε, πριν και μετά τη βάρδια, το φτυάρι, την πένσα και όλα τα φθαρμένα δόντια μπρος - πίσω στην αποθήκη. Ο Λιουκ στάθηκε ράθυμος για πέντε λεπτά στο διάδρομο, ανέβηκε έπειτα με τις κινούμενες σκάλες στην επιφάνεια σε αυτό το σημείο, χάρη στο Πάρκο Μπράμπλμπαρυ μπορούσε και ξεχώριζε καθαρά σαν επιφάνεια και όχι σαν ένας όροφος ανάμεσα στους άλλους. Περπατούσε αργά μέσα από τα χαλικοστρωμένα δρομάκια, και ήταν τόσο απορροφημένος από τα προβλήματά του που δεν έδωσε καν σημασία στο ανοιχτό ουρανό. Αντιμετώπιζε ένα αδιέξοδο. Δεν του έμεινε άλλο πεδίο για δράση. Ο Τζουντάια Ριππ του είχε προτείνει κοροϊδευτικά να δει τον Αρμοστή της Δημόσιας Χρησιμότητας. Ακόμα και αν χάρη σε απίθανες συνθήκες θα εξασφάλιζε ένα ραντεβού με τον Αρμοστή, τι θα πετύχαινε ; Γιατί να ακύρωνε ο Αρμοστής μια καθοδηγητική οδηγία με τόσο ολοφάνερη σπουδαιότητα; Εκτός αν μπορούσε να πεισθεί - από ποιον παράγοντα, ήταν αδύνατο στον Λιουκ να το καθορίσει και ούτε καν να το φανταστεί - να εκδώσει μια ειδική ντιρεκτίβα που θα εξαιρούσε τον Λιουκ από την εφαρμογή της οδηγίας... Ο Λιουκ γέλασε υπόκωφα και ο θόρυβος αυτός τρόμαξε τα περιστέρια που πηγαινοέρχονταν καμαρωτά στο δρόμο. Και τώρα; Πίσω στο υπνωτήριο. Τα δικαιώματά του στο υπνωτήριο συμπεριλάμβαναν τη χρήση της κουκέτας του επί δώδεκα ώρες καθημερινά και δεν έβγαζε την ολοκληρωτική αξία από το λογαριασμό των εξόδων του αν δεν έκανε τη σχετική χρήση τους. Ο Λιουκ δεν είχε όμως την παραμικρή επιθυμία να κοιμηθεί. Καθώς κοίταξε την άποψη των πύργων που τριγύριζαν το πάρκο, ένιωσε μια μελαγχολική χαρά. Ο ουρανός, ο θαυμαστός καθαρός ανοιχτός ουρανός, ο γαλάζιος και λαμπερός ουρανός! Ο Λιουκ άρχισε να τρέμει γιατί ο ήλιος κρυβόταν από το Φεγγαρόκορφο του Μοργκενταου και ο αέρας ήταν ψυχρός. Ο Λιουκ διέσχισε το πάρκο και σκέφτηκε να καθίσει εκεί όπου λίγος καταχνιασμένος ήλιος έπεφτε σαν κομμένη λωρίδα ανάμεσα στους πύργους. Στους πάγκους ήταν στοιβαγμένοι γέροι και γριές, που ανοιγόκλειναν τα μάτια τους στο φως, μα σε λίγο ο Λιουκ βρήκε μια θέση. Κάθισε εκεί κοιτάζοντας τον ουρανό και χαιρόταν τη γλυκιά φυσική ζέστη του ήλιου. Πόσο σπάνια τον έβλεπε! Στα νιάτα του ξεκινούσε συχνά για μακρινές πεζοπορίες, περιπλανιόταν ψηλά πάνω στους δρόμους του ουρανού, με ελεύθερο το χώρο στα αριστερά και στα δεξιά του, με τα σύννεφα τόσο κοντά ώστε μπορούσε να τα μελετήσει με όλες τους τις λεπτομέρειες και με τον ήλιο να λάμπει και να καίει το δέρμα του. Σιγά - σιγά οι περιπλανήσεις αυτές άρχισαν να αραιώνουν, και γίνονταν όλο και σε μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα τέτοια, που τώρα δεν μπορούσε σχεδόν να θυμηθεί πότε είχε περπατήσει για τελευταία φορά πάνω στους ουράνιους δρόμους. Τι όνειρα έκανε εκεί τον παλιό καιρό, τι πλούσια οράματα που είχε! Τα εμπόδια του φαίνονταν μηδαμινά, έβλεπε τον εαυτό του να σκαρφαλώνει ψηλά στην κατάσταση, να κερδίζει ένα καλό κονδύλι εξόδων, τις διαλεχτότερες αμοιβές, αμέτρητα Ειδικά Κουπόνια! Σχεδίαζε να έχει ένα εναέριο αμάξι δικό του, απεριόριστη τροφή, ένα διαμέρισμα πάνω από την επιφάνεια, ψηλό και απόκεντρο... Όνειρα! Ο Λιουκ στάθηκε θύμα της γλώσσας


του, του οξύ του χαρακτήρα, του πείσματός του. Κατάβαθα η ψυχή στην ψυχή του δεν ήταν «Ασυμμόρφωτος» - όχι, φώναξε ο Λιουκ, αυτό ποτέ! Ο Λιουκ ήταν από οικογένεια μεγάλων επιχειρηματιών και χάρη στα μέσα, μια λέξη εδώ, ένας υπαινιγμός εκεί, λανσαρίστηκε στην Οργάνωση με μεγάλο βαθμό. Μα οι περιστάσεις και η χρονική αγριάδα του Λιουκ τον έριξαν σε αντίθεση με τον καθημερινό τρόπο ζωής και κατρακύλησε από την κατάσταση των αξιωμάτων: μέσα από τις επαγγελματικές υποτροφίες, τις τοποθετήσεις σαν τεχνικός εκπαιδευόμενος, σαν μαθητευόμενος βιοτεχνίας, όλα τα είδη των μισο - επιτηδειοτήτων και στο χειρισμό μηχανών. Τώρα ήταν ο Λιουκ Γκρόγκατς βοηθός ανειδίκευτος Τάξεως Δ, που αντιμετώπιζε την τελική αποταξινόμηση. Μα ακόμα ήταν αρκετά κενόδοξος ώστε να μη θέλει να κουβαλάει ένα φτυάρι. Όχι: ο Λιουκ διόρθωσε τον εαυτό του. Δεν επρόκειτο περί ματαιοδοξίας. Είχε αποβάλει από καιρό τη ματαιοδοξία μαζί με τα εφηβικά του όνειρα. Το μόνο που του είχε μείνει ήταν η υπερηφάνεια, το δικαίωμά του να χρησιμοποιεί τη λέξη «εγώ» σχετικά με τον εαυτό του. Αν υποτασσόταν στην Καθοδηγητική Ντιρεκτίβα 6511 θα παρατιόταν από αυτό το δικαίωμα, θα τον απορροφούσε ο όγκος της Οργανώσεως όπως μια πιτσιλιά από αφρό πέφτει πίσω και απορροφιέται από τον ωκεανό... Ο Λιουκ πετάχτηκε νευρικά στα πόδια του. Έχανε την ώρα του έτσι όπως καθόταν εκεί. Ο Τζουντάια Ριππ με την κακεντρέχεια ενός μουλαριού του είχε προτείνει να φέρει μια ντιρεκτίβα από τον Αρμοστή της Δημόσιας Χρησιμότητας. Πολύ καλά, ο Λιουκ θα την έπαιρνε αυτή τη ντιρεκτίβα και θα την έχωνε κάτω από τα ωχρά στρογγυλά ρουθούνια του Ρίππ. Πώς ; Ο Λιουκ έτριψε το πηγούνι του με αμφιβολία. Πήγε στο θάλαμο επικοινωνίας και έψαξε στον κατάλογο. Όπως είχε υποθέσει, ο Αρμοστής της Δημόσιας Χρησιμότητας είχε την έδρα του στον Κεντρικό Πύργο της Οργανώσεως στο Σιλβεράντο, Περιφέρεια 3666, ενενήντα μίλια βορειότερα. Ο Λιουκ στεκόταν στο αχνό φως του ήλιου. Ελπίζοντας να του κατέβει καμιά έμπνευση. Οι γέροι τεμπέληδες, ζαρωμένοι στους πάγκους σαν σπουργίτια που παραχειμώνιαζαν , τον παρακολουθούσαν χωρίς καμία περιέργεια. Για μια ακόμα φορά ο Λιουκ χάρηκε αμυδρά που αγόρασε καινούρια ρούχα. Είχε σπουδαία εμφάνιση, βεβαίωνε τον εαυτό του. Πώς ; αναρωτιόταν ο Λιουκ. Πώς να εξασφαλίσει ένα ραντεβού με τον αρμοστή; Πώς να τον πείσει να αλλάξει τις απόψεις του; Δεν του κατέβαινε καμιά ιδέα για να λύσει τα προβλήματά του. Κοίταξε το ρολόι του: ήταν ακόμη η μέση του πρωινού. Είχε μπόλικο καιρό να επισκεφτεί το Κέντρο της Οργανώσεως και να γυρίσει έγκαιρα για να παρουσιαστεί στη δουλειά... Ο Λιουκ έκανε έναν αδύνατο μορφασμό. Τόσο αδύνατη ήταν λοιπόν η αποφασιστικότητά του ; Θα πήγαινε δηλαδή απόψε με κατεβασμένα τα αυτιά του στο τούνελ κουβαλώντας το μισητό φτυάρι του; Ο Λιουκ κούνησε αργά το κεφάλι του. Δεν ήξερε. Στο Σταθμό Αλλαγής του Μπράμπλμπαρυ ο Λιουκ ανέβηκε σε μια εναέρια υπερταχεία που πήγαινε σε βόρεια κατεύθυνση για το Σταθμό του Σιλβεράντο. Συρίζοντας και τσιρίζοντας το λαμπερό σκουλήκι ξεκίνησε σαν αστραπή, ανεβαίνοντας στο 13 ο πάτωμα κι άρχισε να τρέχει προς το βορρά με μεγάλη ταχύτητα μέσα κι έξω από το φως του ήλιου, μέσα από σήραγγες, πάνω από γκρεμούς ανάμεσα σε πύργους, ενώ βαθιά κάτω του έβραζε νευρικά η Πόλη. Τέσσερις φορές η υπερταχεία σταμάτησε αναστενάζοντας: στο Πανεπιστήμιο του Αι-Μπι-Μι, στο Μπράιμερ, στη μεγάλη Βορινή Διασταύρωση και τελικά, τριάντα λεπτά αφού έφυγαν από το Μπράμπλμπαρυ, σταμάτησε στο Κεντρικό Σταθμό του Σιλβεράντο. Ο Λιουκ κατέβηκε, η υπερταχεία έφυγε γλιστρώντας μέσα από τους πύργους, ευκίνητη σα χέλι στα φύκια. Μπήκε στο φουαγιέ του δέκατου πατώματος του Κεντρικού Πύργου, μια πελώρια σπηλιά από μάρμαρο και μπρούντζο. Μπουλούκια από άντρες και γυναίκες σπρώχνονταν γύρω του: βλοσυροί λεφτάδες περνούσαν καμαρωτά, τα πρόσωπά τους ήταν σφραγισμένα με την όψη της μοίρας, το προσωπικό της Ανώτατης Ιεραρχίας, οι βοηθοί τους, οι βοηθοί των βοηθών τους, οι λειτουργοί των κατώτερων διαβαθμίσεων της καταστάσεως. Όλοι τους υποχρεωτικά ήταν ντυμένοι με ρούχα του ανώτατου προσωπικού, οι κατώτεροι με την ελπίδα να τους περάσουν κατά λάθος για τους προϊσταμένους τους. Όλοι τους βιάζονταν, είχαν πρόσωπα τεντωμένα και ήταν απότομοι στους τρόπους τους, εν μέρει από συνήθεια, εν μέρει γιατί μόνο έναν πρόσωπο κατώτερης διαβαθμίσεως δεν έχει ανάγκη να βιάζεται. Ο Λιουκ σπρωχνόταν και έκανε χρήση των αγκώνων του μαζί με τους καλύτερους και προχώρησε μέχρι το κεντρικό περίπτερο, όπως συμβουλεύτηκε έναν οδηγό. Ο Πάρρις ντεΒίκερ, Αρμοστής της Δημόσιας Χρησιμότητας είχε το γραφείο του στο 59 ο όροφο. Ο Λιουκ τον πέρασε και ανακάλυψε τον Γραμματέα των Δημοσίων Υποθέσεων, τον κύριο Σιούελλ Σέππ, στον 81 ο όροφο. Όχι υφιστάμενοι πια, σκέφτηκε ο Λιουκ. Τούτη τη φορά θα τραβήξω κατευθείαν στην κορυφή. Αν είναι κάποιος που μπορεί να λύσει αυτό το θέμα, αυτός θα είναι ο Σιούελλ Σεππ.


Μπήκε στο ασανσέρ και βγήκε στον προθάλαμο του Υπουργείου των Δημοσίων Υποθέσεων, - ένα μεγαλόπρεπο χώρο, που λαμποκοπούσε με πειθαρχημένα χρώματα και ήταν διακοσμημένο σε εκείνο το ψευτο - αρχαίο στυλ που ήταν γνωστό σαν το σαν το Δεύτερο Ιδρυματικό. Οι τοίχοι ήταν καμωμένοι από γυαλισμένα ματ τζάμια, με μενταγιόν που τρεμολαμπύριζαν με τα χρώματα του καλειδοσκοπίου. Το πάτωμα ήταν διανθισμένο με μπλε και άσπρες πέτρες που έλαμπαν. Δώδεκα μπρούτζινα αγάλματα κυριαρχούσαν στο δωμάτιο, ογκώδεις φιγούρες που συμβόλιζαν τις βασικές δημόσιες υπηρεσίες: επικοινωνίες, μεταφορές, εκπαίδευση, νέο ρεύμα και υγειονομική υπηρεσία. Ο Λιουκ πέρασε γύρω από τα βάθρα τους και διέσχισε το δωμάτιο προς το γκισέ της υποδοχής, όπου δέκα νεαρές γυναίκες με όμορφες καφέ και μαύρες στολές στέκονταν με στρατιωτική τάξη, η καθεμιά τους για τα έξι πόδια γκισέ που της αναλογούσε. Ο Λιουκ διάλεξε μια από αυτές τις κοπέλες που στρογγύλεψε τα χείλη της σε ένα κενό μηχανικό χαμόγελο. - Μάλιστα, κύριε ; - Θέλω να δω τον κ. Σεππ, είπε αναιδέστατα ο Λιουκ. Το χαμόγελο της κοπέλας πάγωσε στα χείλη της καθώς τον κοίταζε με γουρλωμένα μάτια. - Ποιον κύριο ; - Τον κ. Σιούελλ Σεππ, τον Γραμματέα των Δημοσίων Υποθέσεων. Η κοπέλα τον ρώτησε γλυκά: -Έχετε κλείσει ραντεβού, κύριε ; - Όχι. - Είναι αδύνατο να τον δείτε, κύριε. Ο Λιουκ κούνησε το κεφάλι του με πίκρα. - Τότε θα δω τον αρμοστή Πάρρις ντεΒίκερ. - Έχετε ραντεβού να δείτε τον κ. ντεΒίκερ ; - Όχι, φοβούμαι πως όχι. Η κοπέλα κούνησε το κεφάλι της σα να το διασκέδαζε. - Κύριε δεν γίνεται να μπείτε έτσι στα καλά καθούμενα σε αυτούς τους ανθρώπους. Είναι φοβερά απασχολημένοι. Ο Καθένας που θέλει να τους δει, πρέπει να κλείσει πρώτα ένα ραντεβού. - Ελάτε τώρα, είπε ο Λιουκ, σίγουρα θα υπάρχει... - Οπωσδήποτε όχι, κύριε. - Τότε, είπε ο Λιουκ, θα κλείσω ένα ραντεβού. Θα ήθελα να έβλεπα τον κύριο Σεππ κάποια ώρα σήμερα, αν είναι δυνατόν. Η κοπέλα έπαψε να ενδιαφέρεται για τον Λιουκ. Επανήλθε πάλι στον τρόπο της, της απρόσωπης ευγένειας. - Θα καλέσω το γραφείο του γραμματέα επί τον συνεντεύξεων του κ. Σέππ. Μίλησε μέσα σε ένα χωνί, γύρισε πάλι στον Λιουκ. - Δεν υπάρχει κανένα ανοιχτό ραντεβού γι' αυτόν το μήνα, κύριε. Θα θέλατε να μιλούσατε με κάποιον άλλο. Κανέναν κατώτερο λειτουργό ; - Όχι, είπε ο Λιουκ. Γράπωσε την άκρη του γκισέ και για μια στιγμή, γύρισε να φύγει και ρώτησε μετά: - Ποιος κανονίζει αυτές τις συνεντεύξεις ; - Ο πρώτος βοηθός του γραμματέα, που προβάλλει στην οθόνη την κατάσταση των αιτήσεων. - Τότε θα ήθελα να μιλήσω με τον πρώτο βοηθό. Η κοπέλα αναστέναξε. - Πρέπει να έχετε ραντεβού, κύριε. - Πρέπει να έχω ραντεβού για να μιλήσω και μαζί του ; - Μάλιστα, κύριε. - Μήπως χρειάζομαι ένα ραντεβού για να κλείσω ραντεβού ; - Όχι, κύριε. Περάστε κατευθείαν μέσα. - Που ; - Διαμέρισμα Σαράντα δύο, μέσα στη ροτόντα, κύριε. Ο Λιουκ πέρασε από την κρυστάλλινη πόρτα, δώδεκα πόδια πλάτους και κατέβηκε σε ένα μικρό χωλ. Βιαστικά σχέδια χρωμάτων τον συνόδευαν σαν σκιές κατά μήκος και των δυο τοίχων. Αλλόκοτα κυβιστικά σχήματα που παρωδούσαν τις κινήσεις του σώματός του. Ο Λιουκ ξαφνιάστηκε με αυτή τη φαντασμαγορία και μπορεί και να του άρεσε κάτω από λιγότερο κρίσιμες συνθήκες.


Πέρασε από ένα άλλο ζευγάρι κρυστάλλινες πόρτες και μπήκε στη ροτόντα. Έξι ορόφους πιο ψηλά ένα θολωτό ταβάνι απεικόνιζε επάνω σε βιτρώ διάφορες μυθικές σκηνές. Πίσω από έναν κύκλο που τον σχημάτιζαν δερμάτινα ντιβάνια, κάποιες πόρτες οδηγούσαν σε γραφεία γύρω - γύρω. Μια από αυτές τις πόρτες, ακριβώς απέναντι στην είσοδο έφερε την επιγραφή: ΓΡΑΦΕΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΕΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ Καθισμένοι στα ντιβάνια καμιά πενηνταριά άντρες και γυναίκες περίμεναν με διάφορες εκφράσεις υπομονής. Η συγκρατημένη περιφρόνηση, που έδειχναν καθώς περιεργάζονταν ο ένας τον άλλο, φανέρωνε πως τα πόστα τους ήταν ψηλά. Κοίταζαν τόσο συχνά τα ρολόγια τους, που σου έδιναν την εντύπωση πως λίγο ακόμα και θα έφευγαν. Μια μειλίχια φωνή αντήχησε από το μεγάφωνο: - Παρακαλώ, ο κύριος Αρθουρ Κοφφ να περάσει στο γραφείο του Γραμματέως. Ένας χοντρουλός κύριος πέταξε κάτω ένα περιοδικό που κοίταζε ανυπόμονα και πετάχτηκε όρθιος. Πήγε στην πόρτα που ήταν φτιαγμένη από ορείχαλκο και μαύρο γυαλί και μπήκε μέσα. Ο Λιουκ τον ακολούθησε ζηλεύοντας με τα μάτια του και έστριψε μετά από την κάμαρα που έγραφε Διαμέρισμα 42. Ένας κλητήρας με μαύρη και καφέ στολή ήρθε να τον υποδεχτεί. Ο Λιουκ του ξήγησε το σκοπό του και ο άλλος τον οδήγησε σε ένα μικρούτσικο δωμάτιο. Ένας νέος καθισμένος πίσω από ένα μεταλλικό γραφείο τον κοίταξε επίμονα. - Καθίστε παρακαλώ, του έδειξε μια καρέκλα. Πως λέγεστε ; - Λιουκ Γκρόγκατς. - Μάλιστα κύριες Γκρόγκατς. Μου επιτρέπετε να ρωτήσω τι ζητάτε ; - Έχω κάτι να πω στο Γραμματέα των Δημοσίων Υποθέσεων. - Σχετικά με ποιο θέμα ; - Είναι θέμα προσωπικό. - Λυπάμαι, κύριε Γκρόγκατς. Ο Γραμματεύς είναι κάτι παραπάνω από απασχολημένος. Είναι πνιγμένος από σοβαρές υποθέσεις της Οργανώσεως. Μα αν μου εξηγήσετε την υπόθεσή σας, θα σας συστήσω σε ποιον αρμόδιο υπάλληλο θα πρέπει να αποταθείτε. - Δεν θα με βοηθήσει αυτό, είπε ο Λιουκ. Ήθελα να συμβουλευτώ τον Γραμματέα σχετικά με μια καθοδηγητική ντιρεκτίβα που εκδόθηκε τώρα τελευταία. - Που την εξέδωσε ο Γραμματεύς ; - Ναι. - Θέλετε να φέρετε αντιρρήσεις σε αυτή τη ντιρεκτίβα ; Ο Λιουκ το παραδέχτηκε απρόθυμα. - Υπάρχουν αρμόδιοι δρόμοι γι αυτήν τη διαδικασία, είπε ο βοηθός αποφασιστικά. Αν έχετε την καλοσύνη, συμπληρώστε αυτό το έντυπο - όχι εδώ, στη ροτόντα - και ρίξτε το στο κουτί των προτάσεων που βρίσκεται δεξιά από την πόρτα καθώς βγαίνετε... Σε ένα ξαφνικό ξέσπασμα θυμού ο Λιουκ τσαλάκωσε το έντυπο και πέταξε πάνω στο γραφείο. - Θα έχει οπωσδήποτε πέντε ελεύθερα λεπτά... _ Φοβάμαι πολύ πως όχι, κύριε Γκρόγκατς, είπε ο βοηθός με παγερή φωνή. Αν ρίξετε μια ματιά στη ροτόντα, θα δείτε αρκετούς πολύ σημαντικούς ανθρώπους που περιμένουν, μερικοί από αυτούς, επί μήνες ολόκληρους, για να δουν τον Γραμματέα. Αν συμπληρώσετε μια αίτηση, περιγράφοντας λεπτομερώς το ζήτημά σας, θα φροντίσω να της δώσουν την πρέπουσα προσοχή. Ο Λιουκ βγήκε καμαρωτά από το γραφειάκι. Ο βοηθός τον κοίταξε με ένα χλωμό χαμόγελο γεμάτο αντιπάθεια. Αυτός ο άνθρωπος είχε οπωσδήποτε τάσεις «Μη Συμμορφωμένου» σκέφτηκε... ίσως θα έπρεπε να τον παρακολουθούν. Ο Λιουκ στάθηκε στη ροτόντα: «Και τώρα ; Και τώρα;» μουρμούριζε σε ένα χαμηλό τόνο, λες και ήταν υπνωτισμένος. Κοίταξε ολόγυρα στη ροτόντα, όλους αυτούς τους παραφουσκωμένους γάλους της Ανώτατης Διατάξεως, που συμβουλεύονταν υπεροπτικά κάθε τόσο τα ρολόγια τους και χτυπούσαν τα πόδια τους ανυπόμονα στο πάτωμα. - Ο κύριος Τζέππερ Πρινν! Φώναξε ξανά η μειλίχια φωνή από το μεγάφωνο. Παρακαλώ να περάσετε στο γραφείο του Γραμματέως. Ο Λιουκ παρακολούθησε τον Τζέππερ Πρινν να πηγαίνει στην πόρτα από μπρούτζο και μαύρο γυαλί. Ο Λιουκ χώθηκε σε μια καρέκλα, έξυσε τη μακριά του μύτη και κοίταξε περίεργα ολόγυρα στη ροτόντα. Κοντά του καθόταν ένας μεγαλοκαμωμένος άνθρωπος, με λαιμό ταύρου, κατακόκκινο πρόσωπο, χοντρά


χείλη και μια θημωνιά από ξανθά άγρια μαλλιά. Έμοιαζε για μεγάλος επιχειρηματίας αν έκρινε κανείς από το ύφος του, του απόλυτου κύρους. Ο Λιουκ σηκώθηκε και πήγε στο γραφείο, που ήταν τοποθετημένο εκεί για την εξυπηρέτηση αυτών που περίμεναν. Πήρε μερικά φύλλα χαρτί με την επικεφαλίδα του Πύργου και έκανε το γύρο της ροτόντας, πηγαίνοντας στην είσοδο του Διαμερίσματος 42 και προσπαθώντας να μη γίνει αντιληπτός. Ο επιχειρηματίας με το λαιμό του ταύρου δεν του έδωσε καμία σημασία. Ο Λιουκ μάζεψε τις δυνάμεις του, κούμπωσε το κολάρο του και τακτοποίησε το σακάκι του. Πήρε βαθιά αναπνοή και έπειτα, όταν ο κοκκινοπρόσωπος άνθρωπος έριξε μια ματιά προς το μέρος του, τον πλησίασε με ύφος επίσημο. Κοίταξε ζωηρά γύρω στα καθίσματα κάνοντας πως συμβουλεύεται τα χαρτιά του. Έπειτα πιάνοντας το μάτι του επιχειρηματία συνοφρυώθηκε, λοξοκοίταξε και ήρθε κοντά του. - Το όνομά σας, κύριε ; ρώτησε ο Λιουκ με επίσημη φωνή. - Είμαι ο Χάρντιν Αρθρουρ, είπε η φωνή σα να έξυνε κάτι ο επιχειρηματίας. Γιατί; Ο Λιουκ κούνησε το κεφάλι του και ξανακοίταξε τα χαρτιά του. - Τι ώρα έχετε ραντεβού ; - Στις έντεκα και τριάντα. Τι σημασία έχει ; - Ο Γραμματεύς θα ήθελε να μάθει, αν θα σας εξυπηρετούσε να φάτε μαζί του στη μία και μισή ; Ο Αρθρουρ έπεσε σε συλλογή. - Νομίζω πως γίνεται, γρύλισε. Θα πρέπει να μεταφέρω κάποια άλλη υπόθεση... Δεν είναι πολύ βολικό... μπορώ όμως να το κάνω, μάλιστα. - Θαυμάσια είπε ο Λιουκ. Ο Γραμματεύς πιστεύει πως τρώγοντας μαζί σας, θα μπορέσει να συζητήσει πιο ανεπίσημα την υπόθεσή σας και για περισσότερη ώρα παρά στις έντεκα και τριάντα, οπότε μπορεί να σας διαθέσει μόνο εφτά λεπτά. - Εφτά λεπτά! Μούγκρισε αγανακτισμένος ο Αρθρουρ. Μα δεν μπορώ να του γνωρίσω λεπτομερώς τα σχέδιά μου σε εφτά λεπτά. - Μάλιστα, κύριε, είπε ο Λιουκ. Ο Γραμματεύς το έχει υπ' όψη του, γι αυτό σας προτείνει να φάτε μαζί του. Ο Αρθρουρ σηκώθηκε μουτρωμένος, με προσπάθεια, στα πόδια του. - Πολύ καλά λοιπόν. Το γεύμα θα είναι στη μία και τριάντα, σωστά ; - Σωστά, κύριε. Θα έχετε την καλοσύνη να μπείτε κατευθείαν στο γραφείο του Γραμματέως εκείνη την ώρα. Ο Αρθρουρ σηκώθηκε κι έφυγε από τη ροτόντα και ο Λιουκ βολεύτηκε στη θέση που είχε αδειάσει. Η ώρα περνούσε πολύ αργά. Στις έντεκα και δέκα η μειλίχια φωνή φώναξε: - Ο κύριος Χάρντιν Αρθρουρ, παρακαλώ. Περάστε στο γραφείο του γραμματέως. Ο Λιουκ σηκώθηκε όρθιος, πέρασε καμαρωτά με μεγάλη αξιοπρέπεια από τη ροτόντα και μπήκε στην πόρτα από μπρούτζο και γυαλί. Πίσω από ένα μεγάλο μαύρο γραφείο καθόταν ο Γραμματέας, ένας μάλλον ασήμαντος άνθρωπος με ψαρά μαλλιά και δηκτικά, γκρίζα μάτια. Σήκωσε τα φρύδια του, όταν παρουσιάστηκε ο Λιουκ: ήταν βέβαιο πως ο Λιουκ δεν ταίριαζε στην ιδέα που είχε σχηματίσει για τον Χάρντιν Αρθρουρ. Ο Γραμματέας είπε: - Καθίστε κ. Αρθρουρ. Νομίζω πως είναι προτιμότερο να σας πω ντόμπρα και ειλικρινά πως νομίζουμε ότι το σχέδιό σας δεν είναι πρακτικό. Με το «νομίζουμε», εννοώ τον εαυτό μου και το Συμβούλιο της Προγραμματικής Αποτιμήσεως - που φυσικά κατέφυγε στα Αρχεία. Πρώτα από όλα, τα έξοδα είναι υπέρογκα. Δεύτερον, δεν υπάρχει καμιά εγγύηση ότι θα μπορέσετε να προσαρμόσετε το πρόγραμμά σας στο πρόγραμμα των άλλων μεγάλων επιχειρηματιών. Τρίτον, το Συμβούλιο της Προγραμματικής Αποτιμήσεως μου λέει πως το Αρχείο αμφιβάλλει αν θα χρειαστεί τόσο μεγάλη καινούρια χωρητικότητα. - Μάλιστα, είπε ο Λιουκ και κούνησε με ύφος σοφό το κεφάλι του. Καταλαβαίνω. Δεν πειράζει, λοιπόν. Δεν έχει και τόση σημασία. - Δεν έχει σημασία ; Ο Γραμματέας ανακάθισε στην καρέκλα του και κάρφωσε τον Λιουκ με μάτια διάπλατα από την έκπληξη. - Ξαφνιάζομαι που σας ακούω να το λέτε. Ο Λιουκ έκανε μια αόριστη χειρονομία.


- Ξεχάστε το. Η ζωή είναι πολύ σύντομη για να στεναχωριόμαστε για τέτοια πράγματα. Έχω ένα άλλο θέμα που θα ήθελα να συζητούσα μαζί σας. - Ναι ; - Ίσως να σας φανεί ασήμαντο, μα οι συνέπειες είναι μεγάλες. Ένας πρώην υπάλληλός μου, μου επέστησε την προσοχή πάνω σε αυτό. Τώρα εργάζεται σαν βοηθός σε ένα από τα συνεργεία συντηρήσεως των τούνελ και είναι σπουδαίο παιδί. Ιδού περί τίνος πρόκειται: Ένας ηλίθιος έβγαλε μια ντιρεκτίβα που υποχρεώνει αυτόν τον άνθρωπο να κουβαλάει το φτυάρι του από και πίσω στην αποθήκη πριν και μετά τη δουλειά. Έλαβα τον κόπο να ερευνήσω αυτή την υπόθεση και η αλυσίδα οδηγεί εδώ. Ο Λιουκ έδειξε τις καθοδηγητικές ντιρεκτίβες του. Ο Γραμματέας συνοφρυώθηκε περνώντας τις βιαστικά. - Φαίνεται να είναι όλες τους απόλυτα κανονικές. Τι θέλετε να κάνω εγώ ; - Να βγάλετε μια ντιρεκτίβα που να επεξηγεί αυτή την οδηγία. Όπως και να είναι, δεν μπορούμε να βάζουμε αυτούς τους κακομοίρηδες να εργάζονται τρεις ώρες υπερωριακά για αυτή τη βλακεία. - Βλακεία ; Ο Γραμματέας φάνηκε να δυσαρεστήθηκε. - Όχι και βλακεία, κύριε Αρθρουρ. Η ντιρεκτίβα για οικονομία μου ήρθε από το Διοικητικό Συμβούλιο, από τον ίδιο τον Πρόεδρο και αν... - Μη με παρεξηγείτε, βιάστηκε να πει ο Λιουκ. Δεν έχω τίποτα εναντίον της οικονομίας, θέλω απλώς να εφαρμόζεται λογικά αυτή η οδηγία. Να παραδίνεται ένα φτυάρι στην αποθήκη - που βλέπετε εδώ την οικονομία ; - Πολλαπλασιάστε αυτό το φτυάρι επί ένα εκατομμύριο, κ. Αρθρουρ, είπε ο Γραμματέας ψυχρά. - Πολύ καλά, ας το πολλαπλασιάσουμε, είπε ο Λιουκ. Έχουμε ένα εκατομμύριο φτυάρια. Πόσα φτυάρια από αυτό το εκατομμύριο περισώζονται με αυτή τη διαταγή ; Δύο ή τρία το χρόνο; Ο Γραμματέας σήκωσε τους ώμους του. - Είναι φανερό πως σε μια ντιρεκτίβα που καλύπτει γενικότητες σαν κι αυτήν, συμβαίνουν αδικίες. Όσο με αφορά εμένα, έχω εκδώσει αυτή τη ντιρεκτίβα, γιατί τέτοια εντολή πήρα. Αν θέλετε να την αλλάξετε, πρέπει να δείτε τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου. - Πολύ καλά. Μήπως θα μπορούσατε να μου κανονίσετε ένα ραντεβού ; - Ας τακτοποιήσουμε αυτό το ζήτημα πιο γρήγορα ακόμα, είπε ο Γραμματέας. Τώρα αμέσως. Θα του μιλήσουμε από την οθόνη, αν και όπως το είπατε και εσείς, το θέμα φαίνεται να είναι ασήμαντο... - Η απώλεια του ηθικού των εργατικών δυνάμεων δεν είναι κάτι τι το ασήμαντο, Γραμματέα Σεππ. Ο Γραμματέας σήκωσε τους ώμους του, πίεσε ένα κουμπί και μίλησε σε ένα άνοιγμα. - Τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου, αν είναι ελεύθερος. Η οθόνη φωτίστηκε. Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου τους κοίταζε. Καθόταν σε μια πλιαν καρέκλα στη βεράντα του ρετιρέ του πάνω στην κορυφή του πύργου. Στο ένα του χέρι κρατούσε ένα ποτήρι γεμάτο από ένα ωχρό αεριούχο υγρό, πίσω του φαινόταν το φως του ήλιου και γαλάζιος αέρας και ένα μεγάλο κομμάτι θέας της θαυμαστής Πόλεως. - Καλημέρα, Σεππ, είπε ο Πρόεδρος εγκάρδια και κούνησε το κεφάλι του προς το μέρος του Λιουκ. Καλημέρα σας, κύριε. - Πρόεδρε, ο κύριος Αρθρουρ από δω διαμαρτύρεται για τη ντιρεκτίβα σχετικά με οικονομίες που μας στείλατε πριν μερικές μέρες. Ισχυρίζεται πως η αυστηρή εφαρμογή προκαλεί δυσκολίες στην εργατική δύναμη: κατ' ουσίαν, πρόκειται περί απώλειας του ηθικού. Κάτι σχετικό με φτυάρια. Ο Πρόεδρος έπεσε σε συλλογή. - Ντιρεκτίβα σχετικά με οικονομίες ; Δεν θυμάμαι περί τίνος ακριβώς πρόκειται. Ο Γραμματέας Σεππ περιέγραψε τη ντιρεκτίβα, αναφέροντας τον κώδικα και το σχετικό αριθμό, εξηγώντας τις προβλέψεις και ο Πρόεδρος κούνησε το κεφάλι του καθώς θυμήθηκε. - Ναι, εκείνη η υπόθεση σχετικά με την ανεπάρκεια των μετάλλων. Φοβάμαι πολύ πως δεν μπορώ να σας βοηθήσω σε τίποτα, Σεππ ή εσάς κ. Αρθρουρ. Την έστειλε επάνω η Αποτίμηση. Όπως φαίνεται, έχουμε έλλειψη σε μεταλλεύματα. Τι άλλο μπορούμε να κάνουμε ; Να σφίξουμε τα ζωνάρια μας, ε; Είναι δύσκολο για όλους μας. Τι συμβαίνει με τα φτυάρια; - Αυτό είναι όλο το θέμα ; φώναξε ο Λιουκ στριγκλίζοντας ξαφνικά, και προκαλώντας ξαφνιασμένες ματιές από το Γραμματέα και τον Πρόεδρο. Να κουβαλάς ένα φτυάρι μπρος - πίσω από την αποθήκη, τρεις ώρες τη μέρα! Αυτό δεν λέγεται οικονομία, είναι μια φάρσα αποδιοργανώσεως!.


- Ελάτε τώρα κύριε Αρθρουρ, τον μάλωσε με χιούμορ ο Πρόεδρος. Τι συγχύζεστε αφού δεν το κουβαλάτε εσείς το φτυάρι ; H σύγχυση μπορεί να σας κάνει χάλια το στομάχι σας. Μέχρι που Προγραμματική Αποτίμηση αλλάξει τη συλλογική της γνώμη - όπως το κάνει συχνά - ως τότε εμείς θα πρέπει να την ακολουθήσουμε. Δεν μπορούμε να πάμε αντίθετα στην Προγραμματική Αποτίμηση, ξέρετε. Αυτοί είναι οι άνθρωποι με τα στοιχεία και τους αριθμούς... - Αυτό δεν είναι ούτε εδώ ούτε εκεί, ψέλλισε ο Λιουκ. Να κουβαλάς ένα φτυάρι επί τρεις ώρες... - Ίσως να δυσκολεύει κάπως τους ανθρώπους που τους αφοράει, είπε ο Πρόεδρος δείχνοντας κάποια ανυπομονησία, πρέπει όμως να βλέπουν τα πράγματα με τη μελλοντική τους σημασία. Σεππ, θα ήθελες να φας μαζί μου για μεσημέρι ; Είναι μια μέρα υπέροχη, ένας τεμπέλικος καιρός. - Σας ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε. Θα με ευχαριστήσει πραγματικά. - Θαυμάσια. Στις μία και μισή, όποτε σε βολεύει. Η οθόνη έσβησε. Ο Γραμματέας Σεππ σηκώθηκε όρθιος. - Αυτό είναι, κύριε Αρθρουρ. Δεν μπορώ να κάνω τίποτα παραπάνω. - Πολύ καλά, κύριε Γραμματέα, είπε ο Λιουκ με άδεια φωνή. - Λυπάμαι πολύ που δεν μπορώ να φανώ πιο χρήσιμος σε αυτή την άλλη υπόθεση, μα όπως σας είπα... - Είναι άνευ σημασίας. Ο Λιουκ, γύρισε, βγήκε από το κομψό γραφείο, πέρασε από την πόρτα από μπρούτζο και μαύρο γυαλί στη ροτόντα. Από την κάμαρα που έβγαινε στο 42 ο Διαμέρισμα είδε ένα μεγαλόσωμο άντρα, με λαιμό ταύρου και κόκκινο σαν τομάτα πρόσωπο να γέρνει καμπουριασμένος πάνω από ένα γκισέ. Ο Λιουκ προχώρησε επιδέξια, φεύγοντας από τη ροτόντα ακριβώς τη στιγμή που ο πραγματικός κ. Αρθρουρ και ο βοηθός βγήκαν, βυθισμένοι σε μια ταραγμένη συζήτηση. Ο Λιουκ σταμάτησε στο γραφείο πληροφοριών. - Που βρίσκεται η Διοίκηση της Προγραμματικής Αποτιμήσεως ; - Στον όροφο είκοσι εννιά αυτού του κτιρίου, κύριε. Στην Προγραμματική Αποτίμηση του 29 ου ορόφου ο Λιουκ μίλησε με ένα νέο με μεταξένιο μουσάκι, ευγενικό και κομψό, με ταξινομικό βαθμός Συντονιστή Σχεδίων. - Φυσικά! Ανέκραξε ο νέος απαντώντας στην ερώτηση του Λιουκ. Επίσημες πληροφορίες αποτελούν τη βάση της επίσημης οργανώσεως. Υλικά και Αρχεία αντιπαραβάλλονται και κατατάσσονται στην Υπηρεσία Συγκεφαλαιώσεως και στέλνονται εδώ επάνω, σε εμάς. Εμείς τα επεξεργαζόμαστε και τα παρουσιάζουμε στο Συμβούλιο των Διευθυντών υπό τη μορφή μιας καθημερινής περιλήψεως. Ο Λιουκ ενδιαφέρθηκε για την Υπηρεσία Συγκεφαλαιώσεως και ο νέος βαρέθηκε πολύ γρήγορα. - Σκαλίζουν τις στατιστικές, δεν είναι καλά - καλά ικανοί να σχηματίσουν μια φράση όπου να βγαίνει κάποιο νόημα. Αν δεν ήμασταν εμείς... Τα φρύδια του, το ίδιο μεταξένια όπως και το μουστάκι του, υποδήλωσαν τις καταστροφές που θα πάθαινε η Οργάνωση αν δεν υπήρχε η Προγραμματική Αποτίμηση. - Εργάζονται σε ένα διαμέρισμα, κάτω, στον Έκτο όροφο. Ο Λιουκ κατέβηκε στην Υπηρεσία Συγκεφαλαιώσεως και δεν βρήκε καμιά δυσκολία να τον δεχτούν στο γενικό γραφείο. Σε αντίθεση με τη μάλλον ομιχλώδη διανοητική αντίληψη της Προγραμματικής Αποτιμήσεως, η Υπηρεσία Συγκεφαλαιώσεως έμοιαζε εργατική και προσγειωμένη. Μια μεσόκοπη γυναίκα, ευχάριστα χοντρή. Ρώτησε τι ζητούσε ο Λιουκ και όταν αυτός της παρουσιάστηκε για δημοσιογράφος τον ξενάγησε μέσα από τα γραφεία. Πήγαν από το κεντρικό χωλ, σοβατισμένο αρχαϊκά σε κρεμ χρώμα με χρυσή σπειροειδή διακόσμηση, πέρασαν έξω από μουχλιασμένα γραφειάκια όπου υπάλληλοι κάθονταν σε γραφεία - προβολείς διαβάζοντας γρήγορα κορδέλες από λόγια. Απανθίζοντας ιδέες και συνέχειες, διόρθωναν, έκοβαν, συμπύκνωναν, αντιπαρέβαλλαν, και παρουσίαζαν τελικά τη συγκέντρωση που θα την υπόβαλαν στην Προγραμματική Αποτίμηση. Η χοντρή και χαρούμενη ξεναγός του Λιουκ τον κέρασε τελικά ένα τσάι. Του έκανε ερωτήσεις που ο Λιουκ τις απαντούσε με γενικότητες, βιάζοντας τη φωνή του και σουφρώνοντας τα χείλη του για να φανεί ευχάριστος και εγκάρδιος. Έκανε και ο ίδιος ερωτήσεις. - Ενδιαφέρομαι για τη σειρά των στατιστικών σχετικά με την ανεπάρκεια των μεταλλευμάτων ή των μετάλλων ή κάτι παρόμοιο, που πήγε τελευταία στην Προγραμματική Αποτίμηση. Μήπως ξέρετε εσείς τίποτα σχετικό με αυτό ; - Προς Θεού, απάντησε η γυναίκα. Έρχεται τόσο πολύ υλικό, οι υποθέσεις ολόκληρης της Οργανώσεως. - Από πού έρχεται αυτό το υλικό ; Ποιος σας το στέλνει;


Η γυναίκα έκανε μια αστεία γκριμάτσα σιχασιάς. - Από το Αρχείο, κάτω, στον 12 ο ημιόροφο. Δεν μπορώ να σας πω πολλά πράγματα, γιατί δεν έχουμε σχέσεις με το προσωπικό εκεί. Σκέτα αυτόματα. Ο Λιουκ εξέφρασε το ενδιαφέρον του για την πηγή των πληροφοριών της Υπηρεσίας Συγκεφαλαιώσεως. Η γυναίκα σήκωσε τους ώμους της, σαν να ήθελε να πει «ο καθένας με τα γούστα του». - Θα τηλεφωνήσω κάτω στον Προϊστάμενο του Αρχείου. Τον γνωρίζω πολύ λίγο. Ο Προϊστάμενος του Αρχείου, κ. Σίντ Μπόοτριτζ, ήταν φαντασμένος και απότομος, σα να γνώριζε πολύ καλά πόσο λίγη εκτίμηση τρέφανε για αυτόν στην Υπηρεσία Συγκεφαλαιώσεως. Απόδιωξε την ερώτηση του Λιουκ με παγωμένα χαρακτηριστικά που έδειχναν αδιαφορία. - Δεν έχω στα αλήθεια καμιά ιδέα, κύριε. Αρχειοθετούμε, γράφουμε πίνακες και αντιπαραβάλλουμε το υλικό στην Τράπεζα Πληροφοριών, μα ασχολούμαστε ελάχιστα με τα εξερχόμενα. Τα καθήκοντά μου είναι στην πραγματικότητα προπαντός διοικητικά. Θα καλέσω έναν από τους υφισταμένους μου, ίσως μπορέσει να σας πει περισσότερα από μένα. Ο κατώτερος γραφιάς που ήρθε στην πρόσκληση του Μπόοτριτζ, ήταν ένας κοντοστούπης με πρόσωπο σαν παντζάρι και αχτένιστα κόκκινα μαλλιά. - Πάρε τον κ. Γκρόγκατς έξω στο γραφείο σου, είπε ο Προϊστάμενος του Αρχείου νευριασμένος, θέλει να σου κάνει μερικές ερωτήσεις. Στο γραφείο, έξω, εκεί που δεν μπορούσε να τους ακούσει ο Προϊστάμενος του Αρχείου, ο κατώτερος γραφιάς κατσούφιασε και πήρε ύφος, σα να μάντεψε, ποιος ήταν ο βαθμός του Λιουκ. Αναφερόταν στον εαυτό του μάλλον σαν «ευθυγραμμιστής» παρά σαν υπάλληλος γραφείου, γιατί η δεύτερη ονομασία φαινόταν να ήταν βαθμός με μικρότερο κύρος. Η «ευθυγράμμισή» του συνίστατο στο να κάθεται δίπλα σε έναν πίνακα όπου έκαιγαν και τρεμόσβηναν αμέτρητα πορτοκαλιά και πράσινα φωτάκια. - Τα πορτοκαλιά φωτάκια δείχνουν πληροφορίες που εισέρχονται στην Τράπεζα, είπε ο υπάλληλος αρχείου. Τα πράσινα δείχνουν πως κάποιος σε ψηλότερο όροφο τραβάει πληροφορίες - συνήθως αυτό γίνεται από την Υπηρεσία Συγκεφαλαιώσεως. Ο Λιουκ παρακολουθούσε για μια στιγμή τις πορτοκαλιές και τις πράσινες αναλαμπές. - Τι πληροφορία διαβιβάζεται τώρα ; - Δεν μπορώ να ξέρω, γρύλισε ο υπάλληλος του αρχείου. Είναι όλες κωδικοποιημένες. Κάτω στο παλιό γραφείο υπήρχε ένα μηχάνημα αποκωδικοποιήσεως, μα δεν το χρησιμοποιούσαμε ποτέ. Είχαμε τόσα άλλα να κάνουμε. Ο Λιουκ έπεσε σε συλλογή. Ο υπάλληλος του γραφείου έδειχνε πως βαρέθηκε. Το μυαλό του Λιουκ άρχισε να εργάζεται γρήγορα. Ρώτησε: - Αν καταλαβαίνω λοιπόν καλά - εσείς αρχειοθετείτε τις πληροφορίες, μα δεν έχετε έπειτα καμιά δουλειά με αυτές ; - Τις αρχειοθετούμε και τις κωδικοποιούμε. Όποιος ζητάει κάποια πληροφορία, βάζει ένα πρόγραμμα στη μηχανή και η πληροφορία του έρχεται. Δεν τη βλέπουμε ποτέ, εκτός αν πάμε και κοιτάξουμε μέσα στην παλιά μηχανή της αποκωδικοποιήσεως. - Που βρίσκεται ακόμα κάτω στο παλιό σας γραφείο ; Ο γραφιάς κούνησε καταφατικά το κεφάλι του. - Τώρα το λένε σκηνοθετική κάμαρα. Δεν υπάρχει τίποτα εκεί, εκτός από σωλήνες εισερχομένων και εξερχόμενων, το μηχάνημα αποκωδικοποιήσεως και ο φύλακας. - Που βρίσκεται η σκηνοθετική κάμαρα ; - Πολλούς ορόφους πιο κάτω, πίσω από την Τράπεζα. Είναι πολύ χαμηλά για να εργαστώ εγώ εκεί κάτω. Έχω μεγαλύτερες φιλοδοξίες. Και για να υπογραμμίσει περισσότερο τα λόγια του, έφτυσε στο πάτωμα. - Λέτε πως υπάρχει κάποιος φύλακας εκεί ; - Ένας γέρος Νεώτερος Εκτελεστής που λέγεται Ντότκιν. Βρίσκεται εκεί εδώ και εκατό χρόνια. Ο Λιουκ έπεσε απότομα τριάντα πατώματα με το ασανσέρ - εξπρές, κατέβηκε μετά άλλα έξι πατώματα με κινούμενη σκάλα, μέχρι που έφτασε στον ημιόροφο 46. Βγήκε σε ένα βρώμικο κεφαλόσκαλο, με μια αίθουσα εστιατορίου κατώτερης τάξεως από τη μια μεριά και ένα υπνωτήριο των παιδιών του ασανσέρ από την άλλη. Ο αέρας βρωμούσε βαθύ υπόγειο, ήταν κράμα από ταγκό τσιμέντο, φενόλη θειάφι και μια ελαφριά αλλά επίμονη ανθρώπινη μπόχα. Ο Λιουκ κατάλαβε διασκεδάζοντάς το πικρά, πως ξαναγύρισε στο γνώριμό του περιβάλλον.


Ακολουθώντας τις οδηγίες που του τις έδωσε απρόθυμα ο υπάλληλος του γραφείου, ο Λιουκ ανέβηκε σε μια κορδέλα μεταφοράς με την επιγραφή 902 - Αποθήκες, που έκανε πολύ φασαρία. Σε λίγο έφτασε σε ένα λαμπρά φωτισμένο κεφαλόσκαλο σημειωμένο με μια επιγραφή σε μαύρο και κίτρινο: Αποθήκες Πληροφοριών, Τεχνικός Σταθμός. Μέσα από την πόρτα αρκετοί τεχνίτες κάθονταν σε ψηλά σκαμνιά και κουνούσαν τα πόδια τους στον αέρα, τεμπελιάζοντας και πειράζοντας ο ένας τον άλλον. Ο Λιουκ άλλαξε και πήρε μια άλλη κορδέλα μεταφοράς που πήγαινε προς τα πλάγια, ακόμα πιο σαράβαλο, σχεδόν εντελώς χαλασμένη. Στη δεύτερη διασταύρωση - αυτή τη φορά χωρίς κανένα σήμα κατέβηκε από την ταινία, έστριψε σε ένα διάδρομο και κατηφόρισε προς μια κίτρινη λάμπα που έκαιγε κάπου μακριά. Ο διάδρομος ήταν σιωπηλός. Δυσοίωνος σχεδόν, στην αποτράβηξή του από τη ζωή της Πόλεως. Κάτω από το μοναδικό κίτρινο λαμπτήρα, πάνω σε μια πόρτα, βρισκόταν η κακογραμμένη επιγραφή: ΑΠΟΘΗΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ - ΣΚΗΝΟΘΕΤΙΚΗ ΚΑΜΑΡΑ - ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ Ο Λιουκ δοκίμασε την πόρτα και τη βρήκε κλειδωμένη. Χτύπησε δυνατά και περίμενε. Η σιωπή τύλιγε το διάδρομο σα σάβανο και ο μόνος ήχος που τη διέκοπτε ήταν ο κρότος της μακρινής ταινίας μεταφοράς. Ο Λιουκ χτύπησε ξανά και τώρα από μέσα ακούστηκε σα να περπατούσε κάποιος, σέρνοντας τα πόδια του. Η πόρτα γλίστρησε ανοίγοντας και τον κοίταξαν χλωμά, πράα μάτια. Μια μάλλον αδύνατη φωνή τον ρώτησε: - Ορίστε, κύριε ; Ο Λιουκ επιχείρησε να πάρει ύφος προϊσταμένου. - Είστε ο Ντότκιν, ο φύλακας ; - Μάλιστα, κύριε, είμαι ο Ντότκιν. - Ανοίξτε, σας παρακαλώ, θέλω να μπω. Τα χλωμά μάτια ανοιγόκλειναν σε μια ήπια απορία. - Μα αυτό δεν είναι παρά η σκηνοθετική κάμαρα, κύριε. Δεν υπάρχει τίποτα εδώ για να δείτε. Τα αρχεία αποθηκών βρίσκονται πίσω από τη γωνία, στην πρόσοψη. Αν γυρίσετε πίσω στη διασταύρωση... Ο Λιουκ του έκοψε την κουβέντα: - Έρχομαι από τα αρχεία. Εσάς είναι που θέλω να δω. Τα χλωμά μάτια ανοιγόκλεισαν για μια ακόμα φορά. Η πόρτα άνοιξε γλιστρώντας. Ο Λιουκ μπήκε στη στενόμακρη σκηνοθετική κάμαρα με το τσιμεντένιο δάπεδο. Από το ταβάνι κατέβαιναν αμέτρητοι αγωγοί που έμπαιναν μέσα στον τοίχο και ο κάθε αγωγός είχε μια μεταλλική ετικέτα κρεμασμένη επάνω του. Σε μια άκρη του δωματίου βρισκόταν μια βρώμικη κουκέτα, όπου φαίνεται πως κοιμόταν ο Ντότκιν, στην άλλη άκρη ήταν ένα μακρύ μαύρο γραφείο: να ήταν η μηχανή της αποκωδικοποιήσεως, άραγε ; Ο ίδιος ο Ντότκιν ήταν κοντούλης και καμπούριαζε, αλλά κινιόταν πιο εύκολα, παρόλο που δεν υπήρχε αμφιβολία πως ήταν μεγάλος στην ηλικία. Τα άσπρα του μαλλιά ήταν κιτρινισμένα μα καλοχτενισμένα. Τα μάτια του, αδύνατα και νερουλά, δεν είχαν πονηριά και ήταν στυλωμένα πάνω στον Λιουκ με την αμεροληψία ενός αστρονόμου. Ανοιξε το στόμα του και τα λόγια ξεχείλισαν από μέσα τρεμουλιαστά, ενώ ο Λιουκ μάταια προσπαθούσε να τον διακόψει. - Δεν μου έρχονται συχνά επισκέπτες από πάνω. Συμβαίνει τίποτα ; - Όχι, δεν συμβαίνει απολύτως τίποτα. - Θα έπρεπε να μου το πουν, αν κάτι δεν πάει καλά ή ίσως και να βγήκαν καινούριες οδηγίες που δεν με ειδοποίησαν για αυτές. - Τίποτα από αυτά, κ. Ντότκιν. Είμαι απλώς ένας επισκέπτης... - Δεν βγαίνω τόσο συχνά όσο θα έπρεπε, την περασμένη βδομάδα, όμως... Ο Λιουκ έκανε πως άκουγε, καθώς ο Ντότκιν μωρολογούσε συνοδεύοντας σε σόλο τις πικρές του σκέψεις. Η συνέχεια από ντιρεκτίβες που οδηγούσαν από τον Φιόντορ Μισκίτμαν στον Λάβεστερ Λάιμον και στον Τζουντάια Ριππ, προσπερνώντας τον Πάρρις ντεΒίκερ πήγαιναν στον Σιούελλ Σεππ και στον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου, επέστρεφαν και πάλι στη διαβάθμιση και κατέβαιναν τους ορόφους μέσα από το Συμβούλιο της Προγραμματικής Αποτιμήσεως στην Υπηρεσία Συγκεφαλαιώσεως και το Γραφείο του Προϊσταμένου του Αρχείου - αυτή η συνέχεια τελείωσε επιτέλους. Το νήμα που είχε ακολουθήσει με τόση χαμένη ελπίδα, έμοιαζε πως θα λυνόταν τελικά. Ωραία, είπε ο Λιουκ στον εαυτό του, είχε δεχτεί την πρόκληση του Μισκίτμαν, απότυχε και αντιμετώπιζε πάλι την αρχική του εκλογή. Να υποταχτεί και να κουβαλάει αυτό το σιχαμερό φτυάρι στην αποθήκη και πίσω πάλι ή να αψηφήσει τη διαταγή, να πετάξει το φτυάρι χάμω και να επιβληθεί σαν ελεύθερος άνθρωπος και να αποταξινομηθεί και να καταντήσει ένας Νεώτερος Εκτελεστής σαν τον γέρο - Ντότκιν, που σφυρίζοντας και ξεφυσώντας συνέχιζε να φλυαρεί ασταμάτητα.


- ... κάποιο λάθος. Εγώ δεν το ξέρω ποτέ, γιατί ποιος μου το λέει εμένα ; Από χρόνο σε χρόνο δεν με ενοχλεί κανείς εδώ κάτω και δεν υπάρχει κανείς να με αντικαταστήσει και σπάνια μόνο ανεβαίνω επάνω, μια φορά στις δεκαπέντε, πάνω - κάτω μα όταν είδες μια φορά τον ουρανό τι σημασία έχει; Μήπως αλλάζει ποτέ; Και ο ήλιος και το θαύμα του ήλιου, μα αν είδες μια φορά ένα θαύμα... Ο Λιουκ πήρε βαθιά αναπνοή. - Κάνω έρευνες για κάποια πληροφορία που έφτασε στο γραφείο του Προϊσταμένου του Αρχείου. Ίσως θα μπορούσατε να με βοηθούσατε εσείς. Ο Ντότκιν ανοιγόκλεινε τα ωχρά του μάτια. - Για ποιο θέμα πρόκειται, κύριε ; Θα χαρώ φυσικά πολύ να σας βοηθήσω με κάθε τρόπο, μ' όλο που... - Πρόκειται για την οικονομία σε χρήση μετάλλων και μεταλλικών εργαλείων. Ο Ντότκιν κούνησε το κεφάλι του. - Θυμάμαι αυτό το θέμα πολύ καλά. Τώρα ήταν η σειρά του Λιουκ να τον κοιτάξει με διάπλατα τα μάτια. - Θυμάστε αυτό το θέμα ; - Φυσικά. Ήταν, αν μου επιτρέπετε την έκφραση, μια από τις μικρές μου πονηρίες, μια προσωπική παρατήρηση που εσώκλεισα μεταξύ του άλλου υλικού. - Θα είχατε την καλοσύνη να μου το εξηγήσετε ; Ο Ντότκιν χάρηκε και με το παραπάνω, που μπορούσε να εξηγήσει: - Την περασμένη βδομάδα είχα την ευκαιρία να πάω να επισκεφτώ ένα παλιό μου φίλο, πέρα στο Κλάξτον Αμπεϋ, έναν σπουδαίο συμμορφούμενο, καλά προσαρμοσμένο και πολύ συνεργάσιμο, με όλο που δεν είναι δυστυχώς παρά ένας Νεώτερος Εκτελεστής. Δεν θέλω φυσικά να προσβάλω τον καλό μου φίλο, τον Νταίβυ Έβανς, που και αυτός σαν και μένα είναι έτοιμος να βγει στη σύνταξη - με όλο που σήμερα δίνουν τόσα λίγα... - Πονηριά ; - Μάλιστα, αυτό λέγαμε. Όταν γύριζα σπίτι με την ταινία μεταφοράς - στον ημιόροφο Τριάντα Δύο όπως θυμάμαι - είδα κάποιον εργατικό - μπορεί να ήταν και ηλεκτρολόγος - να πετάει μερικά εργαλεία σε μια χαραμάδα φεύγοντας από τη βάρδια του. Είπα μέσα μου - αυτό θα πει τεμπελιά - απαίσιο! Και αν υποθέσουμε πως ο άνθρωπος αυτός θα ξεχνούσε που πέταξε τα εργαλεία του ; Θα χάνονταν! Τα αποθέματα μας σε μεταλλεύματα είναι πολύ χαμηλά - αυτό το ξέρει όλος ο κόσμος - και χρόνο με το χρόνο τα νερά του ωκεανού γίνονται όλο και πιο αδύνατα, όλο και πιο αραιά. Αυτός ο άνθρωπος δεν ενδιαφερόταν καθόλου για το μέλλον της Οργανώσεως. Θα έπρεπε να φροντίζουμε για τα φυσικά μας πλούτη, δεν συμφωνείται και εσείς, κύριε; - Φυσικά συμφωνώ, μα... - Όπως και να 'ναι, γύρισα εδώ και πρόσθεσα ένα σχετικό υπόμνημα στο άλλο υλικό που πηγαίνει στο Βοηθό του Προϊστάμενου του Αρχείου. Σκέφτηκα πως ίσως να εντυπωσιαζόταν και έλεγε κανένα λόγο σε κανέναν άνθρωπο με κάποια επιρροή - ίσως στον Προϊστάμενο του Αρχείου. Όπως και να 'ναι, αυτή είναι η ιστορία της πονηριάς μου. Προσπάθησα φυσικά να της δώσω κύρος, προσθέτοντας τα σχετικά με την αναπόφευκτη ελάττωση του φυσικού μας πλούτου. - Κατάλαβα, είπε ο Λιουκ. Και προσθέτετε συχνά τις πονηριές σας στις πληροφορίες της μέρας ; - Πότε - πότε, είπε ο Ντότκιν, και πρέπει να σας πως ότι διαπιστώνω καμιά φορά με ευχαρίστησή μου, πως άνθρωποι πιο σπουδαίοι από εμένα μοιράζονται τις απόψεις μου. Μόλις πριν από τρεις βδομάδες με καθυστέρησαν στο δρόμο μου ανάμεσα στον Κλάστον Αμπεϋ και το Κιττβιλλ. Στον Τριακοστό Ημιόροφο. Έγραψε ένα σχετικό σημείωμα και πρόσεξα την περασμένη βδομάδα πως άρχισε η κατασκευή μιας καινούριας ταινίας μεταφοράς με οχτώ δρομάκια ανάμεσα σε αυτά τα δύο σημεία, ένα πραγματικά υπέροχο και μοντέρνο επιχείρημα. Πριν ένα μήνα πρόσεξα κάτι ξεδιάντροπα κορίτσια, πασαλειμμένα με καλλυντικά σαν τους άγριους. Τι σπατάλη, είπα μέσα μου, τι κενοδοξία και τι βλακεία! Έκανα μια σχετική νύξη στον Βοηθό του Προϊσταμένου του Αρχείου. Φαίνεται πως αυτή την άποψη την μοιράζονται πολλοί μαζί μου, γιατί έπειτα από δυο μέρες ο Γραμματέας Εκπαιδεύσεως έβγαλε μια γενική διαταγή που αποθαρρύνει αυτές τις νόστιμες κουφιοκέφαλες. - Ενδιαφέρον, μουρμούρισε ο Λιουκ, πολύ ενδιαφέρον μάλιστα. Και πως διαβιβάζετε αυτές ... τις πονηριές.. μέσα στις πληροφορίες ; Ο Ντότκιν έτρεξε κουτσαίνοντας στη μηχανή της αποκωδικοποιήσεως. - Το προϊόν από τις αποθήκες περνάει από δω. Γράφω μερικές γραμμές στη γραφομηχανή και τις χώνω εκεί που θα τις δει ο Βοηθός του Προϊσταμένου.


- Θαυμάσια, αναστέναξε ο Λιουκ. Ένας άνθρωπος με την εξυπνάδα σας έπρεπε να είχε μεγαλύτερο βαθμό στην Υπηρεσιακή Κατάσταση. Ο Ντότκιν κούνησε το ήρεμο γέρικο κεφάλι του. - Δεν έχω ούτε φιλοδοξίες ούτε την ικανότητα. Κάνω μόνο γι' αυτή την απλή δουλειά, και αυτό ίσα ίσα. Θα έπαιρνα αύριο τη σύνταξή μου, μόνο που ο Προϊστάμενος του Αρχείου με παρακάλεσε να μείνω λίγο ακόμα, μέχρι που να βρει έναν άνθρωπο να πάρει τη θέση μου. Η ησυχία εδώ κάτω, φαίνεται να μην αρέσει σε κανένα. - Ίσως πάρετε τη σύνταξή σας πιο γρήγορα από ότι το περιμένετε, είπε ο Λιουκ. Ο Λιουκ ερχόταν με το πάσο του από το γυαλιστερό σωλήνα, που τον έζωναν ανοιχτές και σκούρες αντανακλάσεις φωτός, σαν το μάτι του βοδιού. Μπροστά του είχε κίνηση, έλαμπε το μέταλλο και ακούγονταν φωνές να μουρμουρίζουν. Ολόκληρο το συνεργείο της υπ' αριθμ. 3 Σήραγγας στεκόταν ανήσυχο, χωρίς να πιάνει δουλειά. Ο Φιόντορ Μισκίτμαν κούνησε το χέρι του με ασυνήθιστη σφοδρότητα. - Γκρόγκατς! Στη θέση σου! Καθυστέρησες ολόκληρο το συνεργείο! Το βαρύ του πρόσωπο είχε κοκκινίσει ολόκληρο. - Αργήσαμε τέσσερα λεπτά, σύμφωνα με το πρόγραμμα. Ο Λιουκ τον πλησίασε αργοπατώντας. - Κάνε γρήγορα, μούγκρισε το Μισκίτμαν. Που νομίζεις ότι βρίσκεσαι, σε κανένα καταραμένο περίπατο ; Αν μη τι άλλο, ο Λιουκ καθυστέρησε ακόμα περισσότερο το βήμα του. Ο Φιόντορ Μισκίτμαν κατέβασε το μεγάλο του κεφάλι και τον κοίταξε εξαγριωμένος. Ο Λιουκ σταμάτησε ακριβώς μπροστά του. - Που είναι το φτυάρι σου ; το ρώτησε ο Φιόντορ Μισκίτμαν. - Δεν ξέρω είπε ο Λιουκ. Ήρθα εδώ να κάνω τη δουλειά μου. Δικιά σας δουλειά είναι να με εξοπλίσετε με εργαλεία. Ο Φιόντορ Μισκίτμαν τον κοίταξε, μη μπορώντας να πιστέψει στα μάτια του. - Δεν το πήγες στην αποθήκη ; - Ναι, είπε ο Λιουκ. Το πήγα εκεί. Αν το θέλετε, να πάτε να το πάρετε. Ο Φιόντορ Μισκίτμαν άνοιξε το στόμα του και βρυχήθηκε: - Φύγε από τη δουλειά! - Όπως θέλετε, είπε ο Λιουκ. Εσείς είστε ο αρχιεργάτης. - Και μη γυρίσεις! Μούγκρισε ο Μισκίτμαν. Θα σε αναφέρω προτού βγει η μέρα. Δεν θα πάρεις προαγωγή από μένα, ξέρε το! - Προαγωγή ; Ο Λιουκ γέλασε. - Προχώρα! Κόψε με και κάνε με Νεώτερο Εκτελεστή. Μήπως νομίζεις πως σκοτίστηκα ; Καθόλου. Και θα σου πω και το γιατί. Θα γίνουν μερικές αλλαγές. Όταν δεις την κατάσταση να αλλάζει, θυμήσου με. Ο Λιουκ Γκρόγκατς, Νεώτερος Εκτελεστής αποχαιρέτησε το φύλακα της σκηνοθετικής κάμαρας που έφευγε με σύνταξη. - Μη με ευχαριστείτε, δεν υπάρχει λόγος, είπε ο Λιουκ. Είμαι εδώ, επειδή το επιδίωξα μόνος μου. Κατ' ουσίαν... μα δεν έχει σημασία. Ανεβείτε επάνω, καθίστε στον ήλιο, χαρείτε τον καθαρό αέρα. Τελικά ο Ντότκιν, που χαιρόταν και στεναχωριόταν ταυτόχρονα, πέρασε κουτσαίνοντας για μια τελευταία φορά από τον υγρό διάδρομο, πηγαίνοντας προς τη φασαρτζίδικη κορδέλα μεταφοράς. Ο Λιουκ έμεινε μόνος στη σκηνοθετική κάμαρα. Ολόγυρά του βούιζαν οι πληροφορίες που έβγαιναν βιαστικά, χωρίς σχεδόν να ακούγονται. Πίσω από τον τοίχο ένιωθες εκατομμύρια ενισχυτές να χτυπούν, να στρίβουν, να μπλέκονται, ένιωθες κυλίνδρους και ανιχνευτικούς αγωγούς και δεξαμενές μνήμης να βουίζουν πάνω στη δράση τους. Το προϊόν έβγαινε από τη μηχανή αποκωδικοποιήσεως σαν κίτρινη ταινία και τυλιγόταν σε ένα καρούλι. Δίπλα στεκόταν η γραφομηχανή. Ο Λιουκ κάθισε. Η πρώτη του πονηριά: Ποια θα ήταν ; Ελευθερία για τους Μη Συμμορφούμενους; Να κουβαλούν οι αρχιεργάτες των συνεργείων που εργάζονταν σε τούνελ τα εργαλεία ολόκληρου του συνεργείου; Ένα μεγαλύτερο κονδύλι εξόδων για τους Νεώτερους Εκτελεστές; Ο Λιουκ σηκώθηκε και έξυσε το πηγούνι του. Ισχύς... που έπρεπε να εφαρμόζεται με διάκριση. Πως θα μπορούσε να τη χρησιμοποιήσει ; Να πετύχει πλούσια προνόμια για τον εαυτό του; Ναι, αυτό θα το


κατόρθωνε φυσικά με πλάγιους τρόπους. Και τότε - τι; Ο Λιουκ σκέφτηκε τα αμέτρητα πλήθη των αντρών και των γυναικών που ζούσαν και εργάζονταν στην Οργάνωση. Κοίταξε τη γραφομηχανή. Θα μπορούσε να αναπλάσει τις ζωές τους, να αλλάξει τις σκέψεις τους, να αποδιοργανώσει την Οργάνωση. Θα ήταν φρόνιμο αυτό; Θα ήταν σωστό; Ή απλώς θα ήταν διασκεδαστικό; Ο Λιουκ αναστέναξε. Με τα μάτια του νου του είδε τον εαυτό του να στέκεται σε μια ταράτσα, ψηλά πάνω από την πόλη. Ο Λιουκ Γκρόγκατς, ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου. Δεν ήταν αδύνατο, ήταν πολύ πιθανό. Αν έμπαινε κάθε φορά από λίγο η σωστή πονηριά... Λιουκ Γκρόγκατς, Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου. Μάλιστα. Αυτός, θα ήταν ο σκοπός του. Ήταν όμως απαραίτητο να κινείται πολύ προσεχτικά, με μεγάλη λεπτότητα. Ο Λιουκ κάθισε στη γραφομηχανή και άρχισε να γράφει με το ένα δάχτυλο την πρώτη του πονηρή σκέψη.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.