H μεταμυθοπλασία στη παιδική λογοτεχνία

Page 1

Μεταμυθοπλασία και Παιδική Λογοτεχνία Γνωστή η θέση της μοντέρνας λογοτεχνίας και τέχνης: δεν υπάρχει αλήθεια αλλά αλήθειες. Ανάλογα με το ποια είναι η θέση σου στο σύστημα, αντιλαμβάνεσαι και ερμηνεύεις το σύστημα, το όλον. Τίποτα το καινούργιο δεν υπάρχει σε αυτή τη διαπίστωση. Πώς όμως η θεωρία γίνεται πράξη; Πώς αφηγείσαι μια ιστορία σε παιδιά υπονομεύοντας διαρκώς την ίδια την ιστορία; Το «κάνε κλικ για να συνεχίσεις την αφήγηση» ήταν κάποτε πρωτοπορία. Ο αναγνώστης έδινε τις λύσεις της επιλογής του. Αλλά παρέμενε δέσμιος της οπτικής του. Οι πολλαπλές επιλογές δεν μας ανοίγουν απαραίτητα νέα παράθυρα στον κόσμο. Το επίκεντρο εξακολουθεί να είναι ο εαυτός μας. Από το δικό μας παράθυρο, όμως, το μόνο που μπορούμε να δούμε είναι το λειρί του κόκορα. Ο υπέροχος κόσμος που τον περιλαμβάνει θα μας διαφεύγει. Ακριβώς αυτό καλείσαι ως αναγνώστης να ανακαλύψεις. Καλείσαι να γίνεις συγγραφέας της ιστορίας, αρκεί να βρεις τη σωστή απόσταση από τα πράγματα. «Μια φορά κι έναν καιρό ήταν…».

Απ΄τα τέλη του 20ου αιώνα, η Παιδική Λογοτεχνία έχει εξελιχθεί διεθνώς σ΄ένα διευρυμένο πεδίο λογοτεχνικής και παιδαγωγικής έρευνας. Για να σκιαγραφήσουμε την εξελικτική πορεία της σχετικής έρευνας, χρειάζεται να παρακολουθήσουμε τη σχετική μετάβαση απ΄τις φορμαλιστικές προσεγγίσεις ενός κειμένου στις μεταμοντέρνες αποκλίσεις εντός και


εκτός κειμένου. Οι πρώτες δομούν έναν αντικειμενικό αναγνώστη που βρίσκεται σε απόσταση από το κείμενο και ο οποίος είναι σε θέση ν΄αναλύει και ν΄αξιολογεί τα κειμενικά στοιχεία. Οι σύγχρονες προσεγγίσεις απ΄την άλλη, παρουσιάζουν το κείμενο ως ένα χώρο όπου ο αναγνώστης κατασκευάζει νόημα. Αυτή η ερμηνευτική που είναι περισσότερο φιλελεύθερη και ευέλικτη, επιτυγχάνει τη σύζευξη δύο παραδοσιακά αντίρροπων λογοτεχνικών θεωριών, οι οποίες σχηματικά αποδίδονται ως Εξω-κειμενικές και Ενδοκειμενικές. Προσεγγίζοντας αρχές της σύγχρονης επικοινωνιολογίας και σημειολογίας, το λογοτεχνικό κείμενο αποτελεί χώρο συνάντησης και πραγμάτωσης επικοινωνιακών προθέσεων και διαθέσεων όλων των προσώπων και θεσμών που πλαισιώνουν και εκπροσωπούν την παιδική λογοτεχνία. Τίθενται, επομένως, κάποια νέα θέματα αναφορικά με το γοητευτικό παιχνίδι μεταξύ αναγνώστη, κειμένου και πλαισίου, που έχουν να κάνουν με τον τρόπο που τα κείμενα απευθύνονται στους αναγνώστες τους και με τον τρόπο που οι αναγνώστες κάνουν τα κείμενα να αποκτούν νόημα βάσει της ταυτότητάς τους. Κάθε λογοτεχνικό είδος λοιπόν, είναι μια θεσμοποιημένη επικοινωνιακή πράξη, ένα επικοινωνιακό γεγονός με κάποιον αποστολέα, ο οποίος απευθύνεται σε μια κοινότητα αποδεκτών. Ωστόσο κάθε λογοτεχνικό είδος από τη στιγμή που αναγνωρίζεται ως επικοινωνιακό γεγονός συνδέεται αυτόματα με μία ειδική λεκτική πράξη, η οποία επιβάλλει στο κείμενο τη μορφή της και γενικότερα συνδιαμορφώνει το κείμενο γιατί χαρακτηρίζεται από ένα σκοπό, μία πρόθεση Ο αναγνώστης είναι μία προβλεπόμενη και προβλέψιμη κειμενική οντότητα. Ούτως ή, άλλως το κείμενο γράφεται γι αυτόν, αλλά ερήμην του. << Ως νωχελική μηχανή το κείμενο ζητάει από τον αναγνώστη του να εκτελέσει κάποιο μέρος του έργου του>> Επομένως το μέλλον των νεωτερικών κειμένων, έχει να κάνει με τη διαμόρφωση μιας νέας γενιάς αναγνωστών, όπου το βλέμμα της θα μπορεί να διακρίνει την αυτοαναφορικότητα αντί για την αναφορικότητα, την μεταμυθοπλασία αντί του ρεαλισμού της μυθοπλασίας, την παιγνιώδη διάσταση της αφήγησης, αντί της παντογνωσίας του αφηγητή. Έτσι σ΄ έναν κόσμο αβέβαιο, αυτο-αμφισβητούμενο και πολιτισμικά πλουραλιστικό, παρατηρείται ένα ευρύτερο ενδιαφέρον γύρω από το πώς οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τον κόσμο, για το πώς κατασκευάζουν και μεταδίδουν αυτές τις αντιλήψεις και κατά πόσο συνειδητοποιούν το ρόλο της γλώσσας στην κατασκευή και διατήρηση της αίσθησης της πραγματικότητας. Στο ρεαλισμό των κλασσικών μυθιστορημάτων της παιδικής λογοτεχνίας, ο λογοτέχνης αντλεί δύναμη και έμπνευση από την ακλόνητη πίστη του στον αντικειμενικό κόσμο της ιστορίας τον οποίο βιώνει από κοινού με τους αναγνώστες του. Ο ίδιος αναλαμβάνει σαν


παντογνώστης μικρός θεός, να διερμηνεύσει το λογικό σύμπαν της κοινωνικής πραγματικότητας για λογαριασμό του αναγνώστη. Οι μοντέρνοι συγγραφείς που ακολουθούν χρονικά, στρέφονται προς την υποκειμενικότητά τους. Η δική τους εμπειρία, είναι η μόνη πραγματικότητα την αλήθεια της οποίας μπορούν να καταθέσουν. Κατά τ΄άλλα «οποιαδήποτε απόπειρα ν΄αναπαρασταθεί η πραγματικότητα μπορεί να παράγει επιλεκτικές οπτικές αυτής της πραγματικότητας, δηλαδή μυθοπλασίες» Αυτός ο μυθοπλαστικός ρεαλισμός δεν αποτελεί απλά κυρίαρχη τάση της παραδοσιακής λογοτεχνίας, αλλά και αρετή της, καθώς μέσω αυτού απεικονίζεται η ζωή, όπως είναι και με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η αληθοφάνεια Επιπλέον η ακρίβεια στις χωροχρονικές συνθήκες είναι εγγενές στοιχείο της ιστορίας. Η χρήση της λεπτομέρειας θεωρείται ότι επιτείνει την αίσθηση της αληθοφάνειας. Ωστόσο, η επιλογή και η αξιοποίηση των προαναφερόμενων στοιχείων δεν μπορεί να είναι ουδέτερη, ούτε αντικειμενική και άρα η «ρεαλιστική απεικόνιση της πραγματικότητας τίθεται υπό αμφισβήτηση

Οι σύγχρονοι έλληνες μυθιστοριογράφοι, έχοντας συνειδητοποιήσει την πλασματική αλήθεια που προσφέρεται στον αναγνώστη μέσω του ρεαλισμού του μυθιστορήματος, ακολουθούν συχνά τεχνικές που υποσκάπτουν αυτήν ακριβώς την ευκολία ταύτισης του αναγνώστη. Σχηματικά μπορούμε να πούμε ότι η μεταμυθοπλασία έρχεται για να πει στο ρεαλισμό: «Λες ψέμματα» και το δηλώνει μέσα από μια αυτοαναφορικότητα του τύπου: «Εγώ λέω ψέμματα (μέσω του μύθου)», αλλά απ΄τη στιγμή που δηλώνω ότι λέω ψέμματα, καταλήγω να λέω την αλήθεια. Προκειμένου λοιπόν να στηρίξουν την ιστορική αλήθεια, οι μεταμοντέρνοι επικαλούνται κάποτε ιστορικές πηγές που παρατίθενται στο παράρτημα του βιβλίου. Άλλοτε πάλι, η υποκειμενικότητα της πρωτοπρόσωπης αφήγησης μετριάζεται, εφόσον δεν είναι μόνο ένα το πρόσωπο που μιλά, αλλά περισσότερα. Τα διαφορετικά αφηγηματικά πρόσωπα εκφέρουν πολλές πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις, δημιουργώντας έτσι ένα συνολικό αφηγηματικό ύφος που, εφόσον συνθέτει πολλές απόψεις, μπορεί να θεωρηθεί τελικά πλουραλιστικό και, κατά συνέπεια περισσότερο πλουραλιστικό και κατά συνέπεια περίσσοτερο αντικειμενικό. Ο μεταμοντερνισμός, έχει ως θεμελιώδη λογοτεχνική υπόθεση ότι η σύνθεση ενός μυθιστορήματος δεν διαφέρει στην ουσία από τη σύνθεση ή την κατασκευή της ίδιας της «πραγματικότητας». Χαρακτηρίζεται έτσι από μια οντολογική αβεβαιότητα που αφορά ερωτήματα όπως: «Πώς γεννιούνται οι ιδέες; Ποιά είναι η διαδικασία που οδηγεί στην


εδραίωση του Είναι και πώς το Είναι καταλήγει να προσλαμβάνεται ως πραγματικό και αληθινό;» Στο μεταμοντερνισμό αμφισβητούνται τα όρια μεταξύ κουλτούρας και υποκουλτούρας, λειτουργεί δε «ως κατάλογος εναλλακτικών προτάσεων στον κανόνα Brooker 1992 και απορρίπτει τον ΄΄κανόνα΄΄ της μεγάλης παράδοσης. Οι μεταμοντέρνοι λογοτέχνες αμφισβητούν την έννοια του παντογνώστη συγγραφέα, μέσω της προκλητικής επίδειξης του «θεϊκού» του ρόλου. Παρόλο που τόσο στο ρεαλισμό όσο και στο μοντερνισμό προβάλλεται η αισθητική διάσταση των κειμένων, στα μεταμοντερνιστικά κείμενα αποκαλύπτεται ο ρόλος των συμβάσεων που διέπουν τη δημιουργία τους. Προβάλλεται το γεγονός ότι τα ίδια τα κείμενα δεν είναι τίποτε άλλο παρά κατασκευές. Μια ανοιχτή κατάσταση και μια σύνθετη αναγνωστική διαδικασία που απαιτεί απ΄τον αναγνώστη ν΄αναθεωρήσει ή, ν΄αναπροσαρμόσει την αναγνωστική του στάση και να γίνει συνδημιουργός τους. Μια από τις εκδηλώσεις του μεταμοντερνισμού στη λογοτεχνία είναι η διερεύνηση της πραγματικότητας

και

της

δυνατότητας

της

μυθοπλασίας

ν΄αναπαριστά;

την

πραγματικότητα. Η πραγματικότητα πλέον δεν θεωρείται δεδομένη και προκαθορισμένη αλλά κατασκευάζεται μέσω της γλώσσας και της ιδεολογίας και η μυθοπλασία αντί ν΄αντιπροσωπεύει αυτή την πραγματικότητα, εκθέτει την διαδικασία κατασκευής της. Αυτός ο τύπος μυθοπλασίας που σκόπιμα προβάλλει την πλαστότητά του και μετουσιώνεται σε λόγο για την κατάσταση της μυθοπλασίας, μας οδηγεί στην ιδέα της μεταμυθοπλασίας . Είναι δύσκολο να καταλήξει κανείς σ΄εναν κοινά αποδεκτό ορισμό της μεταμυθοπλασίας, αφού ο όρος προσλαμβάνει διαφορετική σημασία για τους κριτικούς της Λογοτεχνίας. Η P.Waugh, προτείνει τον ακόλουθο ορισμό: Η μεταμυθοπλασία είναι ένας όρος που έχει αποδοθεί στη μυθιστορηματική γραφή, η οποία ενσυνείδητα και συστηματικά επισύρει την προσοχή μας στη δική της κατάσταση ως κατασκευής, ώστε να εγείρει ερωτήματα για τη σχέση φαντασίας και πραγματικότητας. Ασκώντας κριτική στις δικές τους μεθόδους κατασκευής, τέτοια έργα όχι μόνο εξετάζουν τις θεμελιακές δομές της μυθοπλαστικής γραφής, αλλά επίσης διερευνούν την πιθανή πλασματικότητα του κόσμου έξω από το λογοτεχνικό φανταστικό

κείμενο. Έτσι η

μεταμυθοπλασία κάποιες φορές παίρνει τη μορφή γλωσσολογικής, φιλοσοφικής ή, λογοτεχνικής θεωρίας. Η κριτικός υπογραμμίζει τον ρόλο που διαδραματίζει η γλώσσα στην κατασκευή του κόσμου/ κόσμων, επισημαίνοντας τη συμβατικότητά της.


Η μεταμυθοπλασία λοιπόν,δοκιμάζει συνεχώς τη σχέση της λογοτεχνίας, με την πραγματικότητα. Την καλεί, την ανατρέπει και ενίοτε διαρρηγνύει τη σταθερότητα του κόσμου. Για τον M. Currie η μεταμυθοπλασία είναι ένα είδος γραφής που τοποθετείται στο όριο κριτικής και μυθοπλασίας και έχει ως θέμα του το όριο αυτό. Σύμφωνα με τον Currie, λοιπόν η μεταμυθοπλασία είναι περισσότερο λειτουργία της ανάγνωσης παρά ιδιότητα του κειμένου, βασίζεται δηλαδή σε συγκεκριμένη ερμηνεία των μυθοπλαστικών μηχανισμών ως αυτοαναφερομένων

ή,

μετα-αφηγηματικών

στη

λειτουργία

τους.

Επομένως

ο

χαρακτηρισμός ενός έργου ως έργου μεταμυθοπλασίας, αποτελεί πρωτίστως ζήτημα ερμηνείας και επομένως σχετίζεται άμεσα με το ρόλο του αναγνώστη Έτσι, η μεταμυθοπλασία, μεταμοντέρνα στρατηγική συγγραφής μιας μυθοπλασίας, χωρίς να εγκαταλείπει το «ρεαλιστικό» κόσμο, χρησιμοποιεί «αόρατους» κώδικες και συμβάσεις, προκειμένου να βοηθήσει τον αναγνώστη να κατανοήσει με ποιον τρόπο η πραγματικότητα κατασκευάζεται με παρόμοια διαδικασία. Εάν η κατανόηση του κόσμου περνά μέσα από το φίλτρο της γλώσσας, τότε οι μυθοπλασίες (κόσμοι κατασκευασμένοι αποκλειστικά από τη γλώσσα) γίνονται χρήσιμα μοντέλα για το σκοπό αυτό. Σε μεταμυθοπλαστικά μυθιστορήματα, οι συγγραφείς συνθέτουν ιστορίες, ενώ παράλληλα τις σχολιάζουν, άλλοτε ανατρέποντας ή παρωδώντας το ρόλο του παντογνώστη συγγραφέα ή αφηγητή, άλλοτε καταλύοντας τις έννοιες της αρχής και του τέλους, συχνά απευθυνόμενοι στον αναγνώστη και καλώντας τον να συμπράξει μαζί τους στο παιχνίδι της κατασκευής νοημάτων . Εν κατακλείδι, Μέσα απ΄την αυτοαναφορικότητά της η λογοτεχνία, επικεντρώνει το ενδιαφέρον του αναγνώστη στις συμβάσεις και στους κανόνες που τη διέπουν. Έτσι προβαίνει στην παραδοχή της άποψης, ότι το κείμενο είναι μια κατασκευή, μια πλασματική ιστορία που ενίοτε σχετίζεται και με την πραγματικότητα. Διάχυση της άποψης ότι πρόκειται για μια πλασματική αναπαράσταση του κόσμου με συγκεκριμένες τεχνικές και αφηγηματικές επιλογές. Με αυτό τον τρόπο οι αναγνώστες ασκούνται στη συνειδητοποίηση

των

λογοτεχνικών

και

αισθητικών

μηχανισμών,

οι

οποίοι

χρησιμοποιούνται για την κατασκευή της ιστορίας, ενώ η απομυθοποίηση της γραφής και του συγγραφέα είναι αναπόφευκτη. Καταλήγοντας, μπορούμε να επισημάνουμε ότι η θεωρία για την παιδική λογοτεχνία δεν προσφέρει ακόμη ένα διευρυμένο σύνολο ερμηνευτικών και αξιολογικών προσεγγίσεων, αλλά την προοπτική περαιτέρω στοχασμού. Σημασία έχει η πολύτροπη ανάγνωση και η απόλαυση του κειμένου. Μέσω αυτών προκύπτει η κριτική συνείδηση του παιδιού που


αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα τόσο

εντός

όσο και εκτός της λογοτεχνικής

μυθοπλασίας. Ο Ίτσβαν Μπάνιαϊ γεννήθηκε και σπούδασε στη Βουδαπέστη. Ασχολείται επαγγελματικά με την εικονογράφηση βιβλίων και με τα κινούμενα σχέδια. Ζει, με τη γυναίκα του και το παιδί τους, στη Νέα Υόρκη. Τα περιοδικά New York Times και Publisher’s Weekly αλλά και τα ίδια τα παιδιά ανέδειξαν το βιβλίο αυτό ως ένα από τα καλύτερα παιδικά βιβλία της χρονιάς (1995). (Σβορώνου) Το Ζουμ είναι ένα βιβλίο που παίζει με τον αναγνώστη και τον προκαλεί να σκεφτεί και να

θέσει σε αμφισβήτηση τις σταθερές. Σελίδα ένα: Τι είναι αυτό τώρα; Βλέπουμε ένα πολύ κοντινό πλάνο ενός κατιτί. Κάτι σαν αστερίας μοιάζει. Ας το πάμε πιο επιστημονικά. Βλέπουμε τέσσερις απολήξεις ενός κατακόκκινου αντικειμένου αστεροειδούς σχήματος. Μπορεί να είναι ήλιος, αστέρι, λουλούδι και πολλά άλλα. Σελίδα δύο: «Ζουμ άουτ». Έχουμε την απεικόνιση ενός πλάνου πιο μακρινού (το αντίθετο του ζουμ, της εστίασης και μεγέθυνσης μιας λεπτομέρειας). Καθώς ο φακός απομακρύνεται από τη λεπτομέρεια, βλέπουμε το όλον. Είναι τελικά το λειρί ενός κόκορα. Και το μυαλό επαναπαύεται στις βεβαιότητές του. Αυτό το ζώο είναι ο πρωταγωνιστής. Ο


αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος της εικόνας και της ιστορίας. Τα χρώματα είναι πλακάτα, έντονα, με αντιθέσεις. Είναι το πορτρέτο του ήρωά μας. Λαμπερό, δεσπόζον, μνημειακό. Το αβέβαιο σχήμα με τις τέσσερις αστεροειδείς απολήξεις έγινε το λειρί του γνωστού μας πτηνού. Περιμένουμε να μας πει την ιστορία του. Σελίδα τρία: Ανατροπή. Δεύτερο «ζουμ άουτ». Ο κόκορας δεν είναι παρά αυτό που βλέπουν δυο παιδιά έξω από το παράθυρό τους. Το βλέμμα επομένως μετατίθεται. Ο αναγνώστης βλέπει τώρα τον αλέκτορα μέσα από τα μάτια δυο άλλων ηρώων. Το στιγμιαίο ξάφνιασμα διαδέχεται η αγαλλίαση της νέας βεβαιότητας. Ωραία, τώρα ελέγχουμε την εικόνα και την ιστορία. Θα μιλήσουμε για δυο παιδιά που ζούνε σε μια φάρμα και βλέπουν από το παράθυρό τους έναν κόκορα. Διαδοχικά «ζουμ άουτ» καταλήγουν στην πρώτη μεγάλη ανατροπή: όλα αυτά δεν είναι παρά ένα επιτραπέζιο παιχνίδι, μια φάρμα σε μικρογραφία. Ένα μελαγχολικό κορίτσι μετακινεί σπιτάκια, γουρούνια, πάπιες, δέντρα, κόκορες και ποτίστρες. Το βλέμμα τώρα του αναγνώστη ταυτίζεται με αυτό του κοριτσιού. Το βλέμμα του κόκορα και των παιδιών έχουν ξεθωριάσει. Ποιος θυμάται τώρα εκείνο το λειρί; Μέσα από διαδοχικά «ζουμ άουτ» το βιβλίο καταφέρνει να πει με τον πιο εύγλωττο τρόπο ότι δεν υπάρχει μια ιστορία, αλλά πολλές ιστορίες, ανάλογα με την οπτική και τη θέση που έχει ο ήρωας. Εκδοχές της αλήθειας και της πραγματικότητας μόνο και όχι καθολική αλήθεια. Αλήθεια υπάρχει μόνο εντός συγκεκριμένου πλαισίου. Άρα η οντολογική ομοιομορφία μεταβάλλει τον κόσμο σε αξίωμα(Είναι=Είναι) και μόνο η απόσταση απ΄τα πράγματα είναι αυτή που μεταβάλλει την κατανόηση της αίσθησης της πραγματικότητας και της προσδίδει αντικειμενικότητα. Αυτή η έκθεση του οντολογικού κενού μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας είναι σκόπιμη, γιατί το βιβλίο μετατρέπεται σ΄ερμηνευτικό εργαλείο των λογοτεχνικών συμβάσεων, συμβάλλοντας έτσι στην αποδόμηση της μυθοπλαστικής απάτης. Διαλύει σελίδα-σελίδα, την ρεαλιστική ψευδαίσθηση που δημιουργεί η μυθοπλασία και εκθέτει στα μάτια του υποψιασμένου

ενήλικου αναγνώστη τις συμβάσεις των αφηγήσεων, μέσα

απ΄την τεχνική του. Κάθε του σελίδα προβάλει έναν ψευδεπίγραφο ρεαλισμό που μετά έρχεται μια άλλη αλήθεια και τον διαψεύδει, καταδεικνύοντας έτσι την αληθοφάνεια της μυθοπλασίας που σε γλωσσικό επίπεδο συνοψίζεται στην αυτοαναφορική δήλωση «Εγώ λέω ψέμματα και απ΄τη στιγμή που το αποδεικνύω...λέω την αλήθεια»


Δραστηριότητες σχετικές με την μεταμυθοπλασία •

Ακούμε

μαθαίνουμε

και

σχολιάζουμε

το

τραγούδι

του

Σαββόπουλου(υποψιαζόμαστε την αυτοαναφορικότητα) •

Παρατηρούμε στο διαδίκτυο, τους συρμούς του μετρό. Εστιάζουμε την προσοχή μας στο πρώτο και στο τελευταίο βαγόνι που είναι πάντα ίδια. Σχολιάζουμε το γιατί και στη συνέχεια με αντιγραφή βάζουμε στα βαγόνια εικόνες του βιβλίου τόσο του ζούμ, όσο και άλλων βιβλίων που δεν έχουν αρχή και τέλος. Το πρώτο βαγόνι του συρμού προς τη μία κατεύθυνση γίνεται το τελευταίο προς την αντίθετη της. Ό,τι συμβαίνει και μ΄ένα βιβλίο που διαβάζεται τόσο απ΄την αρχή του όσο και απ΄το τέλος του.

Οι Απόκριες, οι δραματοποιήσεις μ΄εναλλαγές των ρόλων μπροστά στα μάτια των παιδιών, τα βοηθούν να προσεγγίσουν διαισθητικά τη μυθοπλασία της πλοκής και απ΄τη στιγμή που τη φανερώνουν και της μεταμυθοπλασίας. Το τραγούδι της Μ. Κυνηγού: « Έναν μασκαρά όλοι μαζί, φτιάξαμε τώρα στη στιγμή», νομίζω ότι προσφέρεται

Επίσης, παίρνω μια ομαδική ζωγραφιά των παιδιών, χωρίς να την δουν και τη μεταφέρω σ΄ενα μέρος με ελάχιστο φωτισμό(κουκλοθέατρο ή, κλείνω τα φώτα της αίθουσας). Κάθε φορά σ΄ένα-ένα παιδί φωτίζω μ΄ένα φακό ένα σημείο της και λέω στο παιδί να ζωγραφίσει αυτό το σημείο. Φροντίζω κάθε παιδί να ζωγραφίσει διαφορετικό σημείο, αλλά να έχουν καλυφθεί όλα τα εικαστικά σημεία. Στο τέλος, καθε παιδί μας δείχνει τη ζωγραφιά του, που είναι ένα μέρος της πραγματικής ζωγραφιάς αλλά που το συγκεκριμένο παιδί είχε την εντύπωση της δικής του πραγματικότητας ως μία αληθινή και αδιάσειστη.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.