ΕΝΟΧΟ ΠΑΘΟΣ
Μετάφραση: Τρύφων Ζαχαρόπουλος
•• ΧΑΡΛΕΝΙΚ ΕΛΛΑΣ •• ΕΚΔΟΤΙΚΗ
Α.Β.Ε.Ε.
Ιπποκράτους 57, 106 80 Αθήνα Τηλ.: 010. 3609 438 - 010. 3629 723
Τίτλος πρωτοτύπου: A Seductive Revenge Mills & Boon Romance
© 2000 by Kim Lawrence. All rights reserved. © 2002 ΧΑΡΛΕΝΙΚ ΕΛΛΑΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ Α.Β.Ε.Ε. για την ελληνική γλώσσα, κατόπιν συμφωνίας με τη HARLEQUIN ENTERPRISES II B.V. ΧΡΥΣΑ ΑΡΛΕΚΙΝ Νο.1080 ISSN 1105-8226 Μετάφραση: Τρύφων Ζαχαρόπουλος Επιμέλεια: Μάρω Αντωνοπούλου Διόρθωση: Λεωνίδας Κατσούδας
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους ή του συνόλου του βιβλίου, η αναπαραγωγή ή μετάδοση του με οποιοδήποτε μέσο, χωρίς την άδεια του εκδότη. Όλοι οι χαρακτήρες είναι φανταστικοί. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα, που ζουν ή έχουν πεθάνει, είναι καθαρά συμπτωματική. Τυπώθηκε και βιβλιοδετήθηκε στην Ελλάδα. Made and printed in Greece.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Ο Τζος Πρέντις ανασήκωσε το κεφάλι και κοίταξε τον ατζέντη του με ανέκφραστο βλέμμα. «Άλλαξα γνώμη», είπε, και το νωθρό χαμόγελο που συνόδευε την απροσδόκητη δήλωση του προξένησε στο μεσόκοπο άντρα τη διάθεση να τραβήξει τα λίγα μαλλιά που είχαν απομείνει στο κεφάλι του. Ο Άλεκ Τζόρνταν είχε κάθε λόγο να αισθάνεται ξαφνιασμένος γιατί, πέρα από καλύτερος πελάτης του, ο Τζος ήταν στενός φίλος και ήξερε πολύ καλά ότι συνήθως δεν υπήρχε νωθρότητα στη συμπεριφορά του. «Έχω κανονίσει μια τηλεοπτική συνέντευξη σου για αύριο το βράδυ», εξήγησε για τρίτη φορά, προσπαθώντας να διατηρήσει την υπομονή του. «Η χρονική στιγμή είναι ιδανική, γιατί τα εγκαίνια της έκθεσης σου είναι την επόμενη εβδομάδα και ο γαλλικός Τύπος δείχνει να σε έχει συμπαθήσει πολύ μετά τη συνέντευξη που έδωσες στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ», είπε και έσφιξε το σαγόνι του απογοητευμένος από την αδιάφορη υποδοχή που είχαν τα λόγια του από τον νεαρό άντρα. «Χρειάστηκε να αλλάξουμε ήδη μια φορά την ημερομηνία της συνέντευξης, επειδή συνέπιπτε με τα γενέθλια του Λίαμ», πρόσθεσε παραπονεμένα, βρίσκοντας την ευκαιρία να του υπενθυμίσει τι τραβούσε καθημερινά προκειμένου να ικανοποιεί τις απαιτήσεις ενός υπερπροστατευτικού πατέρα που μεγάλωνε μόνος το παιδί του. «Σ' ευχαριστούμε πολύ για το δώρο σου, ο Λίαμ ξετρελάθηκε μαζί του». Ο Αλεκ αναζήτησε κάποιο σημάδι μεταμέλειας στα γκρίζα
μάτια του πελάτη του και αναστέναξε απογοητευμένος όταν δε βρήκε κανένα. Αφησε το μυαλό του να ταξιδέψει στους νέους ζωγράφους που λιμοκτονούσαν μέσα στα ατελιέ τους και αναλογίστηκε πόσο πιο εύπλαστοι χαρακτήρες θα πρέπει να ήταν συγκριτικά με τον Τζος, ο οποίος, σαν να μην έφταναν όλα αυτά, δε χρειαζόταν καν να συντηρείται από τη ζωγραφική και δε διέθετε ίχνος επιχειρηματικού δαιμόνιου. «Το αεροπορικό εισιτήριο για το Παρίσι έχει ήδη εκδοθεί», επέμεινε ο Αλεκ. «Τότε δεν έχεις παρά να το ακυρώσεις», είπε ο Τζος ασυγκίνητος, καθώς ο ατζέντης του σωριαζόταν θεατρικά στην πολυθρόνα απέναντι' του, στηρίζοντας το κεφάλι με τα χέρια του. «Εφόσον λοιπόν ο προορισμός σου δεν είναι το Παρίσι, θα σε πείραζε να μου πεις τουλάχιστον πού σκοπεύεις να ταξιδέψεις;» ρώτησε χαμηλόφωνα. «Μην αρχίσεις μόνο τις βλακείες περί καλλιτεχνικού ταμπεραμέντου, γιατί ξέρουμε καλά και οι δύο πως δε διαθέτεις κανένα!» Ο Τζος ξεπέρασε το καυστικό σχόλιο με ένα ανεπαίσθητο μειδίαμα των χειλιών του. «Για να είμαι ειλικρινής, ούτε και εγώ ο ίδιος γνωρίζω ακόμη τον προορισμό του ταξιδιού μου», απάντησε και αφού ανεβοκατέβασε μηχανικά το φερμουάρ του μπουφάν του, κινήθηκε με νευρικότητα στο δωμάτιο, αποφεύγοντας το εξεταστικό βλέμμα του φίλου του. Ο Αλεκ ένιωσε μια ανατριχίλα να διαπερνά τη ραχοκοκαλιά του σαν ηλεκτρικό ρεύμα, γιατί διέκρινε στα γκρίζα μάτια του Τζος εκείνα τα ίδια συναισθήματα οργής και εσωστρέφειας που είχε εκδηλώσει αμέσως μετά το θάνατο της γυναίκας του, της Μπράιντι. Σ' εκείνη τη σκοτεινή περίοδο, ο μόνος που είχε τολμήσει να έρθει αντιμέτωπος με τις εκρήξεις και τα ξεσπάσματα του ήταν ο δίδυμος αδελφός του, ο Τζέικ. «Δεν εξαρτάται από μένα, αλλά από τον άνθρωπο που παρακολουθώ», απάντησε και ένα πλατύ χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο του. «Σοβαρά, π... παρακολουθείς κάποιον;» «Ναι, μια γυναίκα», είπε κοφτά ο Τζος, βάζοντας τέλος στο αμήχανο τραύλισμα του φίλου του. Ο Αλεκ χαμογέλασε με φανερή ανακούφιση, ξεχνώντας αυ-
τόματα τα όποια προβλήματα θα προέκυπταν από την ακύρωση της εμφάνισης του στη γαλλική τηλεόραση, γιατί αυτά ήταν στην πραγματικότητα σπουδαία νέα. «Επιτέλους! Περίμενα καιρό να ακούσω αυτές τις λέξεις από το στόμα σου», αναφώνησε επιδοκιμαστικά, γιατί πίστευε ακράδαντα πως δεν ήταν φυσιολογικό για έναν άντρα σαν τον Τζος να ζει απομονωμένος από τα εγκόσμια σαν τον καλόγερο. Κανείς από τον στενό κύκλο του δεν επιθυμούσε να τον δει ξεμυαλισμένο από την πρώτη γυναίκα που θα συναντούσε στο δρόμο του, αλλά εκείνος τα τελευταία τρία χρόνια δεν είχε σηκώσει το βλέμμα του να κοιτάξει ούτε καν θηλυκή γάτα... «Γιατί δε μου ανέφερες τίποτα; Ποια είναι;» «Η Φλόρα Γκράχαμ». Ο Αλεκ έμεινε έκπληκτος και το αναψοκοκκινισμένο πρόσωπο του την άλλη στιγμή χλόμιασε. «Δεν πιστεύω να εννοείς τη γνωστή Φλόρα Γκράχαμ, την κόρη του ανθρώπου...» Ο Τζος τον κοίταξε με παγερό χαμόγελο. «Του ανθρώπου που είναι υπεύθυνος για το θάνατο της γυναίκας μου;» συμπλήρωσε, αγνοώντας επιδεικτικά τις έντονες διαμαρτυρίες του φίλου του και αναρωτήθηκε γιατί όλοι φαίνονταν τόσο πρόθυμοι να βρίσκουν δικαιολογίες για τον Ντέιβιντ Γκράχαμ, τη στιγμή που εκείνος αδυνατούσε να σκεφτεί έστω και μία. «Ναι, ακριβώς αυτή τη Φλόρα Γκράχαμ εννοώ», τον διαβεβαίωσε με ήρεμο τόνο. Ο Αλεκ περίμενε μια αρκετά πιο βίαιη αντίδραση του Τζος, γι' αυτό πήρε μια βαθιά ανάσα ανακούφισης και παρέμεινε σιωπηλός. Η αλήθεια ήταν πως είχε χρειαστεί αρκετός χρόνος, μέχρι ο φίλος του να αποδεχτεί το γεγονός ότι η πολυαγαπημένη σύζυγος του είχε πεθάνει στη διάρκεια της γέννας. Πριν από μερικούς μήνες όμως, εκεί που όλα έδειχναν ότι οι πληγές του Τζος είχαν αρχίσει κάπως να επουλώνονται, μια είδηση που αφορούσε το μαιευτήρα της Μπράιντι βγήκε στο φως της δημοσιότητας και αυτό ανέτρεψε αμέσως όποιες προόδους είχαν επιτευχθεί τα τελευταία τρία χρόνια. Η είδηση, ούτε λίγο ούτε πολύ, ήταν πως ο Ντέιβιντ Γκράχαμ αντιμετώπιζε σοβαρότατες κατηγορίες για κατοχή και εμπόριο ναρκωτικών. Λίγες μέρες αργότερα, οι σοβαρότερες κατηγορίες αποσύρ-
θηκαν, γιατί αποδείχτηκε πως οι πληροφορίες προέρχονταν από μια πρώην υπάλληλο του γιατρού που είχε αποπειραθεί στο παρελθόν να τον εκβιάσει, προκειμένου να προμηθεύει την ίδια και τους περιθωριακούς φίλους της με ναρκωτικά. Το ενδιαφέρον και η φαντασία των δημοσιογράφων είχε όμως ήδη κεντριστεί κι αυτές οι αποκαλύψεις δεν ήταν αρκετές για να καταλαγιάσουν το θόρυβο που είχε δημιουργηθεί σχετικά με το ήθος του κορυφαίου στο είδος του γιατρού. Οι απόπειρες του Τζος να κινήσει νομικά το ζήτημα αντιμετωπίστηκαν με κατανόηση από τους δικηγόρους που συμβουλεύτηκε, αλλά όλοι του απάντησαν ουσιαστικά το ίδιο πράγμα, ότι δηλαδή, παρά τις εξονυχιστικές έρευνες τους, δεν είχαν αποκομίσει κανένα στοιχείο που να αποδείκνυε ότι βρισκόταν υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών κατά τη διάρκεια του μοιραίου τοκετού της Μπράιντι. Αυτή η ομόφωνη αντίδραση ενδυνάμωσε μέσα του τα αισθήματα αδικίας και ενεργοποίησε την επιθυμία του για εκδίκηση. Γι' αυτό και ο Αλεκ είχε αρχικά ξαφνιαστεί από την αδιάφορη στάση που κράτησε ο Τζος, όταν η υπόθεση Γκράχαμ έφτασε στα δικαστήρια και έγινε πρωτοσέλιδο σε όλες τις σκανδαλοθηρικές εφημερίδες. Τώρα όμως, αν όντως είχε ερωτευτεί την κόρη του γιατρού, όλα είχαν μια λογική εξήγηση. «Πολύ εντυπωσιακή κοπέλα», είπε, μολονότι ο ίδιος προσωπικά δε θα επέλεγε ποτέ τη συντροφιά της κατάξανθης γυναίκας με την ψυχρή, απόμακρη ομορφιά. Τέτοιες γυναίκες συνήθως τον έκαναν να νιώθει ανεπαρκής ως άντρας, αλλά ευτυχώς αυτού του είδους οι ανασφάλειες σπανίως κρατούσαν τον Τζος ξύπνιο τις νύχτες. «Πολύ ξανθιά γυναίκα», πρόσθεσε αμήχανα, αδυνατώντας να σκεφτεί κάτι πιο πρωτότυπο. «Δεν είχα ιδέα ότι την ήξερες! Πότε γνωριστήκατε;» «Δεν έχουμε γνωριστεί ακόμα, αλλά γι' αυτόν ακριβώς το σκοπό ακολουθώ τα ίχνη της», εξήγησε υπομονετικά ο Τζος. Ο Αλεκ ένιωσε το στομάχι του να σφίγγεται από ένα δυσάρεστο προαίσθημα. «Και τι σκοπεύεις να κάνεις όταν με το καλό τη γνωρίσεις;» ρώτησε, φοβούμενος πως γνώριζε εκ των προτέρων την απάντηση που θα έπαιρνε. Είχαν υπάρξει αρκετές περιστάσεις τον τελευταίο καιρό,
που η Φλόρα Γκράχαμ είχε τη δυνατότητα να αποκηρύξει δημόσια τον πατέρα της, αλλά εκείνη είχε αρνηθείπεισματικά να το κάνει. Ο Τζος θυμόταν ακόμη με κάθε λεπτομέρεια τη χροιά της φωνής της και την αξιοπρέπεια με την οποία είχε υπερασπιστεί τον πατέρα της. Από τη στιγμή που ο γιατρός Γκράχαμ είχε αποφύγει τη φυλάκιση επιλέγοντας τον εγκλεισμό του σε κλινική αποτοξίνωσης, ήταν φυσικό το εκδικητικό μένος του να στραφεί εναντίον της μονάκριβης θυγατέρας του, η οποία μάλιστα, σύμφωνα με τις έγκυρες πηγές του, επρόκειτο σύντομα να φύγει από την πόλη. Εκείνο που είχε κάνει το ποτήρι να ξεχειλίσει, ήταν το γεγονός ότι τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης άλλαξαν ριζικά τη στάση τους απέναντι στο γιατρό που ενδεχομένως έκανε διακίνηση ναρκωτικών, γιατί ξαφνικά ο Ντέιβιντ Γκράχαμ είχε μετατραπεί σε μια τραγική φιγούρα, θύμα των περιστάσεων, που ουδέποτε όμως στη ζωή του είχε βλάψει άλλον, εκτός από τον ίδιο του τον εαυτό. Συνήθως ο Τζος έδειχνε μεγάλη κατανόηση απέναντι στις ανθρώπινες αδυναμίες και τα πάθη, αλλά αυτή τη φορά ήταν αποφασισμένος να κάνει μια εξαίρεση. Τα γκρίζα μάτια του έλαμψαν πίσω από τα μισόκλειστα βλέφαρα του. «Δεν έχω σκεφτεί ακόμα όλες τις λεπτομέρειες, αλλά η βασική ιδέα είναι να της προκαλέσω όσο πιο βαθιά στενοχώρια γίνεται». Κι αν αυτό σήμαινε πως θα έπρεπε να κοιμηθεί μαζί της για να καταφέρει κάτι τέτοιο, συμπλήρωσε μέσα του ο Τζος, ήταν προετοιμασμένος να φτάσει μέχρι τα άκρα.
Είχε ήδη περάσει μια ώρα που είχε βγει από τον αυτοκινητόδρομο, όταν η Φλόρα βεβαιώθηκε πως την παρακολουθούσε κάποιος με ένα κόκκινο αυτοκίνητο. Παραδέχτηκε απρόθυμα πως ο συγκεκριμένος οδηγός ήταν πολύ πιο σχολαστικός από τους υπόλοιπους δημοσιογράφους που είχαν μετατρέψει σε κόλαση τη ζωή της τους τελευταίους μήνες. Ξαφνικά συνειδητοποίησε πως είχε φτάσει στο σημείο να φεύγει από την πόλη στην οποία γεννήθηκε σαν κοινή εγκληματίας που καταζητεί ο Νόμος και αποφάσισε πως της ήταν
αδύνατο να ανεχτεί άλλο αυτή την κατάσταση. Σε μια στροφή του δρόμου, εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι είχε βγει από την ορατότητα του άλλου οδηγού και φρέναρε απότομα το αυτοκίνητο της μπροστά από μια συστάδα δέντρων. Έπειτα από μερικά δευτερόλεπτα, όπως ακριβώς είχε προβλέψει, είδε το κουπέ αυτοκίνητο να φρενάρει απότομα και να σταματάει λίγα μέτρα πιο πέρα. Έσφιξε τα χέρια της στο τιμόνι μέχρι που άσπρισαν οι κλειδώσεις της και πήρε μια βαθιά ανάσα, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι δεν είχε κανένα απολύτως νόημα να συμπεριφέρεται σαν θύμα. Ήταν καιρός να τους μιλήσει στη δική τους γλώσσα και να τους πληρώσει με το ίδιο νόμισμα! Αρκετά διπλωματική είχε υπάρξει απέναντι τους. Τα ψηλά τακούνια της αντήχησαν στην άσφαλτο καθώς πλησίασε με αποφασιστικότητα προς το κόκκινο αυτοκίνητο. Δεν έκανε την παραμικρή απόπειρα να απευθύνει το λόγο στον οδηγό, αντίθετα, γονάτισε μπροστά από την πίσω ρόδα και έπειτα από μερικές στιγμές άκουγε τον χαρακτηριστικό ήχο του λάστιχου που ξεφούσκωνε. Η Φλόρα έτριψε τα χέρια της, ικανοποιημένη από τη γλυκιά εκδίκηση που μόλις είχε πάρει, αλλά το χαμόγελο πάγωσε στα χείλη της όταν ο οδηγός άνοιξε την πόρτα και ξεπρόβαλε με εμβρόντητο ύφος από το αυτοκίνητο. «Τι στα κομμάτια κάνεις εκεί πέρα;» Αναγνώρισε αμέσως στη μεγαλόσωμη φιγούρα τον πιο επίμονο από τους δημοσιογράφους που ήταν τους τελευταίους μήνες μονίμως κατασκηνωμένοι έξω από το σπίτι της. Η έκπληξη έκανε το πρόσωπο του τόσο αστείο, ώστε η Φλόρα δεν κρατήθηκε να μη χαμογελάσει. Αμέσως όμως μετάνιωσε για την αυθόρμητη συμπεριφορά της, γιατί στο κάτω κάτω δεν έπαυε να έχει απέναντί της έναν εύσωμο άντρα που ήταν έτοιμος να εκραγεί από το θυμό του. Απόρησε με τον εαυτό της που δεν είχε κάνει το προφανές και δεν τον είχε οδηγήσει έξω από το πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα. Αυτό που μέσα στα νεύρα της δεν είχε προλάβει να σκεφτεί, τώρα το συνειδητοποιούσε σε όλο του το μεγαλείο, γιατί στην ουσία βρίσκονταν σε έναν ερημικό δρόμο μιας, έτσι
κι αλλιώς, αραιοκατοικημένης περιοχής. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ένας δυνατός αέρας έκανε τα φύλλα των δέντρων να θροΐσουν, προσδίδοντας μια πιο δραματική διάσταση στις σκέψεις της και επιστράτευσε τις δυνάμεις της για να μην το βάλει τρομαγμένη στα πόδια. «Σκύλα!» αναφώνησε ο οδηγός, καθώς συνήλθε από το σοκ και άρχισε να κατευθύνεται προς το μέρος της. Η Φλόρα ανακάλυψε έντρομη πως τα πόδια της αρνούνταν να μετακινηθούν από το σημείο όπου στεκόταν και κάρφωσε το βλέμμα της στον άντρα που πλησίαζε με απειλητικές διαθέσεις. «Αυτό που μόλις έκανες θεωρείται εγκληματική ενέργεια!» Τα λόγια του αντήχησαν στ' αυτιά της σαν κλαψούρισμα κακομαθημένου παιδιού, εξαφανίζοντας έτσι και το τελευταίο ίχνος πανικού που αισθανόταν μέσα της. «Εξίσου εγκληματική ενέργεια θεωρείται και το να ψάχνεις τις σακούλες των σκουπιδιών μου», αντιγύρισε θαρραλέα εκείνη. «Ακόμα κι αν δεν είναι, θα έπρεπε να υπάρχει ένας τέτοιος νόμος! Πάρε αμέσως τα χέρια σου από πάνω μου!» φώναξε έξαλλη, καθώς η ιδρωμένη παλάμη του τυλίχτηκε σφιχτά γύρω από το μπράτσο της. Αν και δεν είχε καμία απολύτως πρόθεση να της κάνει κακό, αυτό δεν εμπόδισε τον Τομ Τσάνινγκ να νιώσει βαθιά ικανοποίηση στη διαπίστωση ότι αυτή η πανέμορφη αλλά παγερή γυναίκα μπορούσε να φοβηθεί το ίδιο όπως όλος ο κόσμος. Η αλήθεια ήταν πως μέχρι εκείνη τη στιγμή διατηρούσε τις αμφιβολίες του, γιατί όλες αυτές τις εβδομάδες που η Φλόρα Γκράχαμ βρισκόταν κάτω από τα αδυσώπητα φώτα της δημοσιότητας, δεν την είχε δει ούτε μια φορά να χάνει την αυτοκυριαρχία της. Αν έκρινε αυτά που είχε δει ως τώρα, ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι στην ίδια δυσάρεστη θέση με τη δική της συνήθως ήταν ευερέθιστοι και έχαναν πολύ εύκολα την ψυχραιμία τους, εκείνη παρέμενε πάντα ανέκφραστη, κρύβοντας με υπεροπτική άνεση τα συναισθήματα της, γεγονός που εκείνος δεν το έβρισκε καθόλου φυσιολογικό! Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, όλοι ανεξαιρέτως οι φίλοι και συγγενείς της κρατούσαν την ίδια παγερή στάση απέναντι
στους δημοσιογράφους και αρνιόνταν πεισματικά να κάνουν το οποιοδήποτε αρνητικό σχόλιο για εκείνη. Σε μια ξαφνική αναλαμπή ειλικρίνειας, ο Τομ συνειδητοποίησε ότι σε αυτή ακριβώς την αλώβητη αξιοπρέπεια της οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό η περίεργη εμμονή του με τη δικαστική περιπέτεια του πατέρα της, τη στιγμή μάλιστα που οι πιο πολλές εφημερίδες είχαν χάσει εδώ και καιρό το ενδιαφέρον τους. Η διαλεύκανση του μυστηρίου είχε πια μετατραπεί σε καθαρά προσωπική υπόθεση. «Και τι ακριβώς σκοπεύεις να κάνεις, δεσποινίς Γκράχαμ, σε περίπτωση που δεν πάρω τα χέρια μου από πάνω σου;» ρώτησε προκλητικά, χαρούμενος που είχε εκείνος αυτή τη φορά το πάνω χέρι. «Υπάρχει κάποιο πρόβλημα εδώ;» Ο Τομ χαλάρωσε αμέσως το κράτημα του και στράφηκε εκνευρισμένος να κοιτάξει τον άντρα που είχε κάνει την ερώτηση. Αν η Φλόρα παρατηρούσε την έκφραση του δημοσιογράφου, θα την έβρισκε σίγουρα διασκεδαστική, αλλά εκείνη δεν είδε τίποτα, γιατί δεν μπορούσε να ξεκολλήσει στιγμή το βλέμμα της από τον άγνωστο γοητευτικό άντρα με την αισθησιακή φωνή και τα γκρίζα διαπεραστικά μάτια. Για την ακρίβεια, και η αλήθεια ήταν πως προσπαθούσε να είναι ακριβής όσο πιο πολύ γινόταν, σχεδόν καθετί πάνω του μπορούσε να μαγνητίσει για ώρες το βλέμμα της. Υπολόγισε πως το ύψος του θα πρέπει να ήταν πάνω από ένα και ενενήντα, ενώ το τέλεια γυμνασμένο κορμί του την έκανε να υποθέσει πως θα μπορούσε κάλλιστα να είναι κολυμβητής, και μάλιστα ολυμπιακών επιδόσεων! Το χειρότερο απ' όλα ήταν ότι μπορούσε να νιώσει την ερωτική ενέργεια του, παρά το γεγονός ότι στεκόταν αρκετά μέτρα μακριά της, και κατάλαβε πως μαζί του ήταν ανώφελο να κρατήσει μια απόσταση ασφαλείας, γιατί η έλξη που ασκούσε πάνω της θα παρέμενε ακριβώς η ίδια. Ένας κοφτός αναστεναγμός βγήκε από τα μισάνοιχτα χείλη της και παραξενεύτηκε με τον εαυτό της που κοιτούσε τόσο απροκάλυπτα αυτό τον άγνωστο άντρα. Η αλήθεια ήταν ότι ποτέ δεν ανήκε στην κατηγορία των γυναικών που φλερτάρουν έντονα με τους άντρες, ιδιαίτερα αν τύχαινε να είναι
παντρεμένοι, όπως ο συγκεκριμένος. Δεν μπορούσε να είναι βέβαιη, αλλά το μικρό αγόρι που τον συνόδευε και του έμοιαζε καταπληκτικά, σε συνδυασμό με τη βέρα που φορούσε στο αριστερό χέρι, συνηγορούσαν στο ότι αυτό ήταν και το πιο πιθανό σενάριο. «Δεν υπάρχει πρόβλημα, έγινε απλώς μια μικρή παρεξήγηση», εξήγησε βιαστικά ο δημοσιογράφος, καθώς απαγκίστρωσε αυτόματα το χέρι του από τον καρπό της γυναίκας. Μπορεί ο πανύψηλος άντρας να ήταν χαμογελαστός και να συνοδευόταν από ένα πιτσιρίκι, αυτό όμως δεν τον καθιστούσε ούτε κατά διάνοια λιγότερο απειλητικό απέναντί του. Εκτός αυτού, υπήρχε κάτι στη φυσιογνωμία του που του ήταν αδιόρατα οικείο... Η Φλόρα βρυχήθηκε σαρκαστικά και ίσιωσε τσαντισμένη το καπέλο της. Ήταν τέτοιο το θράσος του, που στο τέλος θα ισχυριζόταν ότι δεν την είχε παρακολουθήσει και ότι η συνάντηση τους ήταν τελείως συμπτωματική! Δάγκωσε τη γλώσσα της για να μην του απαντήσει όπως του άξιζε και χαμογέλασε με σφιχτά χείλη. Ήξερε πως όσο πιο αυθόρμητες ήταν οι κουβέντες της, τόσο πιο πολύ κινδύνευε να εκτεθεί στον άγνωστο άντρα, γιατί με αυτό τον τρόπο θα ήταν αναγκασμένη να του αποκαλύψει λεπτομέρειες από την πονεμένη ιστορία της. «Δεν ξέρω κατά πόσο είναι όντως μικρή η παρεξήγηση που έχω με τον κύριο», είπε, κοιτάζοντας περιφρονητικά το δημοσιογράφο, «αλλά παρ' όλα αυτά είμαι μια χαρά, σας ευχαριστώ πολύ». Προς μεγάλη της ανακούφιση ο άγνωστος άντρας δεν επέμεινε, παρά το γεγονός ότι έδειχνε να μην έχει πειστεί καθόλου από τα λόγια της. Αντίθετα, έστρεψε το βλέμμα του στον φυλλαδιογράφο που πίεζε το σκασμένο λάστιχο με τη μύτη της μπότας του. «Σας έσκασε το λάστιχο;» Ο Τομ Τσάνινγκ έγνεψε καταφατικά, ρίχνοντας παράλληλα ένα δολοφονικό βλέμμα στη Φλόρα. «Το άσχημο είναι ότι δεν έχω μαζί μου ρεζέρβα για να το αλλάξω», παραδέχτηκε με ένα μουγκρητό. «Απ' ό,τι φαίνεται, η τύχη δεν είναι με το μέρος σας σήμερα», αποκρίθηκε ξερά ο Τζος. Κάτω από άλλες συνθήκες, το γεγο-
νός και μόνο ότι κάποιος άνθρωπος έκανε τη ζωή της δεσποινίδας Γκράχαμ δύσκολη, θα ήταν αρκετό για να τον συμπαθήσει. Σε αυτή την περίπτωση όμως ένιωθε υποχρεωμένος να αναθεωρήσει τις απόψεις του, γιατί ο συγκεκριμένος ήταν ένας γλοιώδης τύπος που τον είχε αντιπαθήσει από την πρώτη στιγμή. Καθώς γύρισε την πλάτη του στον αντιπαθητικό άντρα, εστίασε το βλέμμα του στη Φλόρα και της έκλεισε πονηρά το μάτι. Εκείνη, γοητευμένη από το απροσδόκητο ενδιαφέρον που διέκρινε στα γκρίζα μάτια του, ένιωσε ανήμπορη να προβάλει την παραμικρή αντίσταση και ανταπέδωσε σαστισμένη το χαμόγελο του. Εκείνη τη στιγμή αντιλήφθηκε τον γιο του να του λέει κάτι επιτακτικά με την ψιλή, τρεμάμενη φωνή του, αλλά του ήταν αδύνατον να συγκεντρώσει το μυαλό του σε αυτό που του έλεγε, γιατί η έκπληξη που είχε μόλις δεχτεί ήταν πραγματικά πολύ μεγάλη. Η αλήθεια ήταν πως τίποτε δεν τον είχε προετοιμάσει για τη μεταμόρφωση της από ψυχρή θεά σε μία θερμή και σαγηνευτική γυναίκα. Οι λεπτές ρυτίδες έκφρασης που πλαισίωναν τα γαλανά μάτια της, σε συνδυασμό με το συνωμοτικό χαμόγελο της, ήταν αρκετά για να αγγίξουν τις ευαίσθητες χορδές μέσα του και να κεντρίσουν το ενδιαφέρον του. Αυτό όμως που του έδωσε το χαριστικό χτύπημα ήταν το λακκάκι που σχηματιζόταν στο αριστερό μάγουλο και που δημιουργούσε ένα ανεπαίσθητο αλλά εκφραστικό ράισμα στην πορσελάνινη επιδερμίδα της. Αυτό ήταν που τον συγκλόνισε περισσότερο απ' όλα, γιατί ούτε οι σύντομες ματιές που της είχε ρίξει μέσα στην αίθουσα δικαστηρίου, ούτε όμως και οι συγκρατημένες τηλεοπτικές εμφανίσεις της, τον είχαν προϊδεάσει γι' αυτό που αντίκριζαν τα μάτια του. Η Φλόρα, προτού καν το πρόσωπο της αρχίσει να κοσμεί τα πρωτοσέλιδα των σκανδαλοθηρικών εφημερίδων, ήταν ήδη εξοικειωμένη με το γεγονός ότι προσείλκυε τα φλογερά βλέμματα του αντρικού πληθυσμού. Κανένας άντρας όμως δεν την είχε κοιτάξει ποτέ με τόσο έντονο ενδιαφέρον, γεγονός που της πρόσφερε βαθιά ανακούφιση, γιατί είχε βαρεθεί τους άντρες που θαύμαζαν το, έτσι κι αλλιώς, κατά τη γνώμη της,
γλυκανάλατα όμορφο παρουσιαστικό της, χωρίς να τους καίγεται καρφάκι για το τι είδους γυναίκα κρυβόταν πίσω από την εντυπωσιακή, γυαλιστερή επιφάνεια. «Το κινητό μου δε λειτουργεί...» είπε ο δημοσιογράφος, καθώς πλησίασε διστακτικά προς το μέρος τους. «Μήπως μπορώ να χρησιμοποιήσω το δικό σας;» «Πολύ φοβάμαι πως ούτε το δικό μου δίνει σήμα», εξήγησε ο Τζος, νεύοντας προς την επιβλητική οροσειρά που δέσποζε στο τοπίο και καθιστούσε αδύνατη την επικοινωνία μέσω κινητής τηλεφωνίας. «Αν όμως θυμάμαι καλά, σε απόσταση ενός χιλιομέτρου το πολύ, θα πρέπει να υπάρχει ένα συνεργείο αυτοκινήτων...» Παρατηρώντας τις χειρονομίες του, η Φλόρα δεν μπόρεσε να μη θαυμάσει την αρρενωπή ομορφιά του που έδενε αρμονικά με την άγρια και καθόλου ειδυλλιακή ομορφιά του τοπίου. Αν και η διαίσθηση της της έλεγε να είναι επιφυλακτική απέναντί του, αποφάσισε να μη δώσει σημασία, γιατί το γεγονός και μόνο ότι είχε υπάρξει αρραβωνιασμένη με έναν βλάκα, όπως ο Πολ, ήταν αρκετό για να μην έχει πια καμία εμπιστοσύνη στο ένστικτο της, «Υπάρχει πιθανότητα να με πετάξετε μέχρι εκεί με το αυτοκίνητο;» ρώτησε θαρραλέα, μα μόλις ο Τζος ανασήκωσε με υπεροπτική έκπληξη τα φρύδια του, αναψοκοκκίνισε ολόκληρος και χαμήλωσε το βλέμμα του. «Εντάξει, μην μπαίνετε στον κόπο, κατάλαβα. Μου απαντήσατε ξεκάθαρα με τη σιωπή σας», πρόσθεσε πικρόχολα, καθώς τους γύριζε την πλάτη και άρχισε να απομακρύνεται. Η Φλόρα παρακολούθησε τον μεγαλόσωμο δημοσιογράφο να μπαίνει στο αυτοκίνητο του μουρμουρίζοντας βρισιές μέσα από το στόμα του και η εικόνα που παρουσίαζε ήταν τόσο αστεία, ώστε χρειάστηκε να δαγκώσει τα χείλη της για να μην ξεσπάσει σε γέλια. «Νομίζω πως πληγώσατε τα αισθήματα του», είπε στον άγνωστο άντρα και χαμογέλασε ειρωνικά όταν το κόκκινο αυτοκίνητο πέρασε με θόρυβο από δίπλα τους. «Επιτρέπεται να οδηγεί με σκασμένο λάστιχο;» «Όχι».
«Αυτή την εντύπωση είχα κι εγώ», απάντησε εκείνη, βγάζοντας έναν αναστεναγμό ικανοποίησης. «Μπαμπά!» Το μικροσκοπικό χέρι που τραβούσε επίμονα το μπατζάκι του παντελονιού του κατάφερε αυτή τη φορά να τον επαναφέρει στην πραγματικότητα. «Τι συμβαίνει, Λίαμ;» «Νομίζω πως θα κάνω εμετό!» Και προτού ο μικρός ολοκληρώσει καλά καλά την πρόταση του άρχισε να αδειάζει το στομάχι του, κάνοντας τη Φλόρα να κοιτάξει έντρομη τις πιτσιλιές που πετάχτηκαν με ορμή πάνω στο ανοιχτόχρωμο παντελόνι και τα αγαπημένα της χειροποίητα μοκασίνια. «Αισθάνομαι κάπως καλύτερα τώρα», είπε το παιδί, χαμογελώντας με ανακούφιση στον πατέρα του. Ο Τζος του ανταπέδωσε το χαμόγελο, έβγαλε από τις τσέπες ένα χαρτομάντιλο για να του σκουπίσει το στόμα και έστρεψε με τρόπο το βλέμμα του προς τη λυγερή ξανθιά, βέβαιος πως θα την έβλεπε στα πρόθυρα νευρικής κρίσης. Γνώριζε εκ πείρας πως γυναίκες σαν τη Φλόρα Γκράχαμ, γυναίκες που ποτέ δεν εμφανίζονταν δημόσια εάν δεν ήταν πρώτα μακιγιαρισμένες και χτενισμένες στην εντέλεια, ήταν φυσικό να μην έχουν ανοχή απέναντι στα μικρά, μα καθόλου ειδυλλιακά, περιστατικά της ζωής, όπως ήταν ο εμετός ενός μικρού παιδιού. Βλέποντας όμως τους λεκέδες στις άκρες του παντελονιού και στα παπούτσια της, αναγκάστηκε να παραδεχτεί πως το θέαμα ήταν αποκρουστικό ακόμα και για τις γυναίκες που δε φρόντιζαν τόσο την εξωτερική εμφάνιση τους. «Χαίρομαι που αισθάνεσαι καλύτερα», είπε, απευθύνοντας το λόγο στο μικρό αγόρι, «γιατί εγώ αισθάνομαι πραγματικά απαίσια!» Ο Τζος συνοφρυώθηκε καθώς την παρατήρησε να χαμογελάει τρυφερά στον Λίαμ, γιατί διέκρινε μια απροσδόκητη θλίψη στο βλέμμα της, και αυτό αρκούσε για να ανατρέψει την εικόνα που είχε σχηματίσει για το άτομο της. «Η αλήθεια είναι ότι μυρίζεις άσχημα», είπε με αφοπλιστική ειλικρίνεια ο Λίαμ.
Η Φλόρα μόρφασε με κατανόηση. «Το παρατήρησα κι εγώ αυτό», παραδέχτηκε απρόθυμα. «Πρέπει να κάνεις ένα μπάνιο. Δε συμφωνείς κι εσύ μαζί μου, μπαμπά;» Ο Τζος έγνεψε μηχανικά, γιατί εκείνη τη στιγμή φανταζόταν το νερό να κυλάει πάνω στη μεταξένια επιδερμίδα της γυμνής πλάτης της. Όταν το βλέμμα του προσηλώθηκε στα καλοσχηματισμένα οπίσθια της, ένιωσε μια ακαταμάχητη, όσο και ανεπιθύμητη διέγερση να ξυπνάει στιγμιαία μέσα του και χαμήλωσε γρήγορα το κεφάλι του. Συνειδητοποίησε όμως πως το έντονο σφίξιμο που ένιωθε παράλληλα στο στομάχι του, δεν είχε καμία σχέση με τις αμαρτωλές σκέψεις του, αλλά οφειλόταν αποκλειστικά στο άτομο που στεκόταν απέναντι' του. Αναστέναξε βαθιά, γιατί η απροσδόκητη εξέλιξη της όλης κατάστασης του υπενθύμιζε πως κάποιος εκεί ψηλά διατηρούσε μια παράξενη αίσθηση του χιούμορ. «Ακόμα κι αν η ιδέα του μπάνιου δεν είναι εφικτή, θα πρέπει απαραιτήτως να αλλάξω τα ρούχα μου», είπε η Φλόρα με μελαγχολική διάθεση. «Έχουμε στο αυτοκίνητο ένα μεγάλο κουτί με υγρά χαρτομάντιλα...» Ο Τζος ανασήκωσε στην αγκαλιά του τον Λίαμ, που ξαφνικά είχε γίνει ιδιαίτερα ομιλητικός. «Λυπάμαι πάρα πολύ γι' αυτό το συμβάν, δεσποινίς...» Περιμένοντας την απάντηση της, επιστράτευσε το χαμόγελο του αβοήθητου πατέρα, που σχεδόν πάντα ενεργοποιούσε τα προστατευτικά συναισθήματα όλων των γυναικών ανεξαιρέτως και το οποίο δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να χρησιμοποιεί όταν οι περιστάσεις το απαιτούσαν. Η εποχή που ήθελε να αποδείξει στον εαυτό του και τον κόσμο ότι μπορούσε να τα καταφέρει όλα μόνος του είχε πια περάσει ανεπιστρεπτί, τώρα δεν ήταν τόσο αντίθετος στο να κάνει τη ζωή του πιο εύκολη. «Φλόρα», απάντησε μονολεκτικά εκείνη, επιλέγοντας να διατηρήσει την ανωνυμία της. «Εγώ ονομάζομαι Τζος. Τζος Πρέντις. Ο μικρός συνοδός μου
που, απ' ό,τι διαπιστώσατε και μόνη σας, ζαλίζεται πολύ εύκολα στο αυτοκίνητο, ονομάζεται Λίαμ. Σας δηλώνω εκ των προτέρων ότι είμαι πρόθυμος να πληρώσω τα έξοδα του καθαριστηρίου», πρόσθεσε ευγενικά, τείνοντας το χέρι του προς το μέρος της. «Νομίζω πως είναι καλύτερα να αποφύγουμε προς το παρών τη χειραψία», είπε η Φλόρα, κοιτάζοντας με μια γκριμάτσα αηδίας τα λερωμένα χέρια της. «'Οσον αφορά το ζήτημα του καθαριστηρίου, δε χρειάζεται να το σκέφτεστε, γιατί έχετε ήδη ξεπληρώσει το χρέος σας απέναντι' μου με τον άψογο τρόπο που χειριστήκατε αυτό τον άξεστο προηγουμένως», είπε, καθώς αναλογίστηκε από πόσο άσχημη κατάσταση την είχε μόλις γλιτώσει. «'Οταν έρχομαι αντιμέτωπη με τόσο ηλίθιους ανθρώπους, πραγματικά εύχομαι να είχα γεννηθεί άντρας και δεν αναφέρομαι καθόλου σε αυτό επειδή θα ήθελα να υπερέχω σε σωματική δύναμη», εξήγησε. «Εννοώ πως θα μπορούσα να χειρίζομαι πιο αποτελεσματικά τέτοιου είδους ανθρώπους αν αντιμετώπιζα τα πράγματα με την ίδια διπλωματικότητα που δείχνει το αντρικό φύλο σε ανάλογες περιπτώσεις». Τα έκπληκτα βλέμματα που εισέπραξε δεν κατάφεραν να την πτοήσουν, γιατί είχε καταλάβει από πολύ νωρίς πως ο συνδυασμός ομορφιάς και εξυπνάδας που διέθετε, μπορούσε να είναι ένα πολύ αποτελεσματικό όπλο απέναντι στους άντρες, εφόσον παράλληλα συνοδευόταν και από κοφτερή γλώσσα. Οι φίλοι της, που γνώριζαν πόσο ευαίσθητο άτομο ήταν στην πραγματικότητα, θορυβήθηκαν όταν είδαν την απότομη αλλαγή στη συμπεριφορά της. Η ικανότητα όμως να θωρακίζει τα συναισθήματα της πίσω από ένα ανέκφραστο προσωπείο, αποδείχτηκε χρήσιμο όπλο απέναντι στο δημόσιο διασυρμό του ονόματος της από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και, κυρίως, απέναντι στο γεγονός ότι ο πατέρας της, τον οποίο θαύμαζε μια ολόκληρη ζωή, είχε αποκτήσει τη φήμη ανθρώπου εθισμένου στα ναρκωτικά. Στην προσπάθεια της να αποσπάσει το βλέμμα της από πάνω του, έστρεψε την προσοχή της στον μικρό που στεκόταν στο πλάι του και διέθετε τα ίδια υπέροχα γκρίζα μάτια με
αυτόν. «Το ξέρεις, Λίαμ, ότι τα μπισκότα από πιπερόριζα είναι το καλύτερο φάρμακο για το ανακατεμένο στομάχι;» ρώτησε, καθώς τα μάτια του παιδιού φωτίστηκαν στην αναφορά του φαγητού με το αναμενόμενο ενδιαφέρον. «Εγώ πάντως, όσες φορές τα έχω δοκιμάσει, μετά αισθάνομαι πολύ καλύτερα. Νομίζω, μάλιστα, πως ίσως να έχω μερικά και στο αυτοκίνητο», συμπλήρωσε, καθώς κοίταξε τον Τζος για να βεβαιωθεί ότι το ενέκρινε. Ο Τζος, όσο και να ήθελε, δεν μπορούσε να κρύψει το θαυμασμό του για το εξαιρετικό ταλέντο της δεσποινίδας Γκράχαμ να περνά απαρατήρητη. Ενώ οι περισσότερες γυναίκες κατάφερναν κάτι τέτοιο με μικρές επεμβάσεις στην εξωτερική εμφάνιση τους, εκείνη περνούσε απαρατήρητη με το να αλλάζει τελείως τη συμπεριφορά της, σε βαθμό που θύμιζε περισσότερο χαρωπή ξεναγό, παρά την απόμακρη, τραγική φιγούρα που είχε συνηθίσει να βλέπει στα δελτία ειδήσεων. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, όμως, βρέθηκε αντιμέτωπος με μια μεγάλη έκπληξη. Παρακολούθησε άφωνος τη Φλόρα να βγάζει την ξανθιά περούκα που όλοι νόμιζαν πως ήταν τα πραγματικά μαλλιά της, αποκαλύπτοντας ένα κοντοκουρεμένο, σχεδόν αγορίστικο μα εξίσου ξανθό κεφάλι, που τόνιζε απροσδόκητα τα χαρακτηριστικά της και έκανε τη φιγούρα της να μοιάζει ακόμα πιο λεπτεπίλεπτη. Το φοβερότερο ήταν πως ακόμα κι αν ξυριζόταν σύρριζα, πάλι το ίδιο εντυπωσιακή θα ήταν στα μάτια του. Περνώντας τα δάχτυλα ανάμεσα στα μαλλιά της, η Φλόρα ένιωσε ένα στιγμιαίο ξάφνιασμα, γιατί δεν είχε συνηθίσει ακόμα το αγορίστικο κούρεμα της. Παρ' όλα αυτά, το γεγονός ότι ο Πολ έτρεφε αντιπάθεια για τις γυναίκες με κοντά μαλλιά, ήταν αρκετό ώστε να προβεί σε μια τόσο ριζοσπαστική αλλαγή της εμφάνισης της. Σε μια από τις σπάνιες στιγμές αδυναμίας του, ο πρώην αρραβωνιαστικός της είχε ξεπεράσει προσωρινά την τάση που είχαν όλοι οι πολιτικοί να λένε ψέματα και της είχε εκμυστηρευτεί ότι ο λόγος που αντιπαθούσε τα κοντά μαλλιά στις γυναίκες, ήταν επειδή στερούσε από πάνω τους
κάθε ίχνος θηλυκότητας και υποδήλωνε μια σύγχυση της σεξουαλικής ταυτότητας τους. Το φοβερότερο βεβαίως στην όλη υπόθεση ήταν ότι δεν αστειευόταν καθόλου και ότι αυτό στην ουσία ήταν το επίπεδο της σκέψης του. Δυστυχώς όμως της είχε πάρει χρόνο μέχρι να συνειδητοποιήσει τη σκληρή πραγματικότητα. Ανεξάρτητα πάντως από τον Πολ, ο οποίος δεν έπαυε να είναι ένας εξαιρετικά στενόμυαλος άνθρωπος, ήταν τα λάθος κριτήρια και η εγκληματική έλλειψη ενστίκτου που την είχαν φέρει τόσο κοντά στο να φτιάξει οικογένεια μαζί του. «Κοντεύεις να φτάσεις στον προορισμό σου, Φλόρα, ή έχεις ακόμη δρόμο μπροστά σου;» ρώτησε με φιλική διάθεση ο Τζος, ελπίζοντας μέσα του να ισχύει το πρώτο, γιατί ο Λίαμ είχε αρχίσει να κουράζεται και ήξερε πως δε θα σταματούσε με τίποτα τη μουρμούρα αν απομακρύνονταν κι άλλο από την πόλη. Τα μάτια της έλαμψαν από συγκίνηση καθώς ο Τζος έσκυψε και φίλησε στοργικά το μάγουλο του γιου του. Έπειτα από τον Πολ, που ήταν άνθρωπος υστερικός με την καθαριότητα, ήταν πραγματική ευχαρίστηση να βλέπει κάποιον που είχε γίνει χάλια από τα λερωμένα χέρια του γιου του και να μη νοιάζεται καθόλου γι' αυτό. Το τελευταίο διάστημα είχε χάσει κάθε καλή διάθεση απέναντι στο αντρικό φύλο, γιατί είχε καταλάβει πως στην πλειοψηφία τους ήταν πολύ προβληματικοί. Κατά έναν παράδοξο τρόπο όμως, αυτός ο γοητευτικός άντρας, που παράλληλα ήταν και σύζυγος κάποιας άλλης γυναίκας, είχε καταφέρει να κεντρίσει για καλά το ενδιαφέρον της. Εστιάζοντας το βλέμμα της στη λεπτή, γεροδεμένη σιλουέτα του, αναρωτήθηκε γιατί δεν μπορούσε να βρει και η ίδια έναν άντρα που να τηρεί όλες τις προϋποθέσεις όπως ο Τζος Πρέντις, με μόνη διαφορά ότι θα προτιμούσε να μην είναι το ίδιο όμορφος με αυτόν. Όσο πιο όμορφος ήταν, τόσο πιο πολύ θα κινδύνευε να της τον κλέψει κάποια άλλη γυναίκα, κατέληξε μέσα της και κοκκίνισε από ντροπή στη σκέψη ότι, έστω και υποσυνείδητα, δεν έπαυε να φλερτάρει με έναν παντρεμένο. «Πηγαίνω στο εξοχικό κάποιων φίλων, το οποίο δεν πρέπει να είναι πολύ μακριά
από εδώ», εξήγησε, αναφέροντας το όνομα του χωρίου όπου βρισκόταν το σπίτι. «Το έχεις, μήπως, ακουστά;» Ο Τζος έγνεψε καταφατικά, προκαλώντας μέσα της ανακούφιση που μπορούσε πάλι έπειτα από πολύ καιρό να ξεπεράσει τις αναστολές της και να συμμετάσχει σε μια φυσιολογική κουβέντα. Τρόπος του λέγειν φυσιολογική κουβέντα, πρόσθεσε μελαγχολικά μέσα της, γιατί τον έβρισκε τόσο ακαταμάχητα όμορφο, που της ήταν αδύνατον να είναι χαλαρή απέναντι' του. «Ακόμα όμως κι αν δεν είναι τόσο μακριά», συνέχισε η Φλόρα, «εγώ θα πρέπει να αλλάξω τα ρούχα μου. Δε φαντάζομαι να μπορείς να...» άρχισε να λέει, μα σταμάτησε με μια γκριμάτσα την πρόταση της στη μέση. «Ασ' το καλύτερα, γιατί πιθανότατα δε θα μπορείς...» «Έχεις συχνά την τάση να απαντάς μόνη σου στις ερωτήσεις που κάνεις στους άλλους;» «'Οχι και τόσο συχνά», απάντησε εκείνη, καθώς τον παρατήρησε να υψώνει προκλητικά το σαγόνι του. «Εφόσον το θέτεις έτσι το θέμα, αυτό που ήθελα να σου ζητήσω είναι να προσέχεις μήπως τυχόν έρθει καμία οικογένεια για πικνίκ και με βρει γυμνή πίσω από τα δέντρα...» «Κανονικά θα μου έκανε εντύπωση που ανησυχείς περισσότερο για μια οικογένεια και όχι για κάποιον ηδονοβλεψία, αλλά από τη στιγμή που δήλωσες πόσο καλά ξέρεις να χειρίζεσαι τους άντρες, δεν ξαφνιάζομαι καθόλου από την απάντηση σου». «Προσωπικά πιστεύω πως είναι μάλλον απίθανο να συναντήσουμε ψυχή σε αυτή την ερημιά», εξήγησε ήρεμα εκείνη. «Μην ξεχνάς ότι συνάντησες όμως εμένα». «Σε αυτό ομολογώ πως πρέπει να στάθηκα πολύ τυχερή», παραδέχτηκε, γιατί όσο ακίνδυνος και να θεωρούσε ότι ήταν ο δημοσιογράφος, δεν έπαυε αυτός ο άντρας να την έχει σώσει από μια αρκετά δυσάρεστη κατάσταση. Σαν αμνός επί σφαγή, σκέφτηκε με εύθυμη διάθεση ο Τζος, μόλις διαπίστωσε ότι είχε καταφέρει να κερδίσει την εμπιστοσύνη της. Παρ' όλα αυτά, υπήρχε κάτι μέσα του που τον εμπόδιζε να είναι ενθουσιασμένος με την εξέλιξη των πραγμά-
των, γιατί στην ουσία εκνευριζόταν από τη φιλικότητα που του έδειχνε. «Πάντως μην ανησυχείς, γιατί ούτε εγώ θα ήθελα να σου κάνουν μήνυση για προσβολή της δημοσίας αιδούς». Τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα κι ένα ειρωνικό χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη της. «Είμαι σίγουρη πως θα το λάτρευαν κάτι τέτοιο οι δημοσιογράφοι!» «Ορίστε;» Η Φλόρα επιστράτευσε τις δυνάμεις της, παίρνοντας κουράγιο από το ανέκφραστο βλέμμα του, γιατί υποδήλωνε πως δε γνώριζε τίποτα για την πονεμένη ιστορία της. «Είναι μια μεγάλη ιστορία». «Και σίγουρα, όχι δική μου υπόθεση». Τα μάγουλα της αναψοκοκκίνισαν, γιατί συνειδητοποίησε πόσο αδικαιολόγητα επιφυλακτική ήταν απέναντι' του. «Η αλήθεια είναι ότι δε μου είναι πολύ ευχάριστο να συζητάω αυτό το θέμα». «Φαντάζομαι πως είναι πιο δύσκολο από τη στιγμή που σου είμαι παντελώς άγνωστος». «'Οχι απαραίτητα γιατί, παρά το γεγονός ότι δε γνωριζόμαστε, φαίνεσαι αρκετά ευγενικός άνθρωπος», απάντησε ζεστά εκείνη και αναρωτήθηκε γιατί τα όμορφα χαρακτηριστικά του είχαν σκληρύνει τόσο πολύ. «Σε περίπτωση όμως που δεν ήμουν καλός άνθρωπος, αλλά ένας επικίνδυνος άντρας με ανήθικους σκοπούς, πάλι θα μπορούσες να με χειριστείς χωρίς κανένα πρόβλημα, έτσι δεν είναι;» Η Φλόρα χαμογέλασε κάπως αμήχανα και προσπάθησε να αγνοήσει το σφίξιμο στο στομάχι της που είχαν προκαλέσει τα λόγια του. «Εσύ όμως δε θα μπορούσες να ανήκεις σε αυτή την κατηγορία γιατί έχεις μαζί σου και τον Λίαμ... είσαι πατέρας»· «Και το γεγονός ότι είμαι πατέρας είναι αρκετό για να με θέσει υπεράνω πάσης υποψίας... και πειρασμού;» ρώτησε και ήταν έτοιμος να απαριθμήσει παραδείγματα διεθνούς φήμης κακοποιών που ήταν παράλληλα υποδειγματικοί πατέρες, αλλά προτίμησε να μην επισημάνει τα τρωτά σημεία της θεωρίας της. «Ομολογώ πως δεν είχα ποτέ σκεφτεί το θέμα από αυτή την οπτική γωνία και γενικά ξαφνιάζομαι από την εμπιστοσύνη που δείχνεις στο άτομο μου».
Η Φλόρα δεν παραξενεύτηκε καθόλου από την έντονη αντίδραση του, γιατί καταλάβαινε πως οι περισσότεροι άντρες, ακόμα κι αν ήταν ευτυχισμένοι οικογενειάρχες, δεν ήθελαν με τίποτα στον κόσμο να θεωρούνται ακίνδυνοι. «Δεν είναι τελικά και τόσο άσχημο να εμπνέεις εμπιστοσύνη στο γυναικείο φύλο», του εξήγησε με ήρεμο τόνο, αν και στην πραγματικότητα δε διαφωνούσε καθόλου μαζί του. Ασχετα αν έπεφτε συχνά έξω στις προβλέψεις της, ήταν αρκετά έξυπνη για να ξέρει πότε ένας άντρας αποτελούσε κίνδυνο και ο συγκεκριμένος, είτε είχε άλλα δώδεκα παιδιά είτε όχι, ήταν δίχως αμφιβολία επικίνδυνος. «Ούτε νομίζω πως παίζει καθοριστικό ρόλο το γεγονός ότι είσαι πατέρας», συμπλήρωσε με ειλικρινές ύφος. «Δε σου έχει συμβεί ποτέ να συναντάς κάποιον για πρώτη φορά και να τον εμπιστεύεσαι από καθαρό ένστικτο;» Έκπληκτη με τον ίδιο της τον εαυτό, παρατήρησε τα έντονα ζυγωματικά του να βάφονται κόκκινα και βεβαιώθηκε πως η ερώτηση της του είχε προκαλέσει αμηχανία. Το παράξενο στην όλη υπόθεση ήταν πως θεωρούσε απολύτως φυσιολογική την αντίδραση του και δε θα απορούσε καθόλου αν του είχε δώσει την εντύπωση ότι προσπαθούσε να τον φλερτάρει. Ο Τζος έσπασε έπειτα από λίγο την παράξενη σιωπή που είχε πέσει ανάμεσα τους. «Έτσι κι αλλιώς, είναι καλό για τον Λίαμ που ξεμουδιάζει λίγο τα πόδια του, γιατί είχε κουραστεί κι αυτός τόσες ώρες στο αυτοκίνητο», σχολίασε ανάλαφρα, χωρίς να δώσει την παραμικρή προέκταση στα λόγια της. «Αν λοιπόν θέλεις να αλλάξεις, θα έχω τα μάτια μου δεκατέσσερα μήπως τυχόν και κάνει την εμφάνιση της καμιά ομάδα προσκόπων!» «Είσαι σίγουρος πως δε θα είχες... σ' ευχαριστώ πολύ». Έχοντας παράλληλα στο οπτικό πεδίο του τον Λίαμ που έφτιαχνε ένα πύργο από πέτρες, ο Τζος επικέντρωσε το βλέμμα του στον πλαϊνό καθρέφτη του αυτοκινήτου του, όχι γιατί ανησυχούσε μήπως ερχόταν κάποιος, αλλά κυρίως επειδή μ' αυτό τον τρόπο μπορούσε να την παρακολουθεί καθώς άλλαζε ρούχα μέσα στο δικό της. Αυτόματα κυριεύτηκε από τύψεις για τα σκοτεινά σενάρια που κατασκεύαζε το μυαλό του, αλλά κατάφερε να τις παρά-
μερίσει, υπενθυμίζοντας στον εαυτό του ότι ήταν πια πολύ αργά για οποιαδήποτε παρέκκλιση από το αρχικό σχέδιό του. Δεν είχε κανένα περιθώριο για συναισθηματισμούς αν ήθελε πραγματικά να εκδικηθεί τον Γκράχαμ για το μοιραίο σφάλμα του και ο καλύτερος τρόπος για να το πετύχει αυτό, ήταν να τον χτυπήσει στο σημείο που τον πονούσε περισσότερο. Φυσικά, η αχίλλειος πτέρνα του δεν ήταν άλλη από τη μονάκριβη και πολυαγαπημένη κόρη του, η οποία, εκτός των άλλων, δεν είχε δείξει την παραμικρή προθυμία να παραδεχτεί έστω και ένα ελάττωμα του πατέρα της. Όπως έκανε κάθε φορά που τον βασάνιζαν αμφιβολίες, ο Τζος προσπάθησε να φέρει στο μυαλό του την εικόνα του χαμογελαστού προσώπου της Μπράιντι, αλλά οι σκηνές που εξελίσσονταν μέσα στο αυτοκίνητο της δεσποινίδας Γκράχαμ κατάφεραν να διαλύσουν τελείως την αυτοσυγκέντρωση του. Όποιος πεζοπόρος αντίκριζε τυχαία αυτό το υπέροχο θέαμα, θα έπρεπε να θεωρεί τον εαυτό του πολύ τυχερό άνθρωπο, γιατί θα είχε τη χαρά να θαυμάσει τα γυμνά στήθη της σε όλο το μεγαλείο τους. Παρατήρησε πως ήταν στητά και είχαν το ιδανικό μέγεθος, μα αμέσως μόλις εκείνη ανασήκωσε τα χέρια της για να φορέσει ένα κασμίρ ζιβάγκο, έστρεψε γεμάτος ενοχές το βλέμμα του προς την αντίθετη κατεύθυνση. Σε λίγο την ένιωσε να πλησιάζει από τον ήχο που έκαναν τα τακούνια της στην άσφαλτο, μα δε γύρισε αμέσως να την κοιτάξει. Αντίθετα, προσήλωσε τη ματιά του στον Λίαμ, που εκείνη τη στιγμή είχε πάρει ένα μακρύ κλαρί και κατέστρεφε τον πύργο που μόλις είχε φτιάξει. «Ομολογώ πως μερικές φορές με ανησυχεί αυτή η επιθετικότητα του». «Εγώ δε θα ανησυχούσα καθόλου στη θέση σου, γιατί είναι φυσιολογικό τα παιδιά να περνούν μια φάση επιθετικότητας», απάντησε καθησυχαστικά η Φλόρα, καθώς ο πιτσιρίκος γέλασε με όλη τη δύναμη του και άρχισε να τον ξανακτίζει από την αρχή. «Είμαι σίγουρη ότι και εσύ τα ίδια έκανες στην ηλικία του». «Ναι, με τη μόνη διαφορά ότι τους πύργους συνήθως τους έχτιζε ο αδερφός μου, ο Τζέικ. Εγώ απλώς τους γκρέμιζα, αλλά εκείνος ήταν που γινόταν επιθετικός μαζί μου και μου έριχνε
σφαλιάρες. Τώρα, τον ακριβοπληρώνουν για να κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα και, ευτυχώς, τα κτίρια που φτιάχνει δύσκολα πια κατεδαφίζονται». «Είναι πολιτικός μηχανικός;» «'Οχι, αρχιτέκτονας». «Εσύ τι ακριβώς επαγγέλλεσαι;» τον ρώτησε με ενδιαφέρον, μα μόλις τον είδε να την κοιτάζει σκεφτικός, δάγκωσε τα χείλη της από αμηχανία. «Δεν είσαι υποχρεωμένος να απαντήσεις εάν δε θέλεις. Έχω την τάση να κάνω τη μια ερώτηση πίσω από την άλλη», μουρμούρισε απολογητικά εκείνη. «Φαντάζομαι πως αυτή η τάση σου θα έχει παίξει καθοριστικό ρόλο και στην επαγγελματική σταδιοδρομία σου», σχολίασε εύθυμα ο Τζος, ενώ παράλληλα υπέκυψε στις επίμονες εκκλήσεις του γιου του και έβγαλε μια από τις καραμέλες που είχε στις τσέπες του. «Μόνο μια, δεν έχει άλλη μετά», είπε προειδοποιητικά. «Λοιπόν», συνέχισε, στρέφοντας πάλι το βλέμμα του στη Φλόρα, «μήπως τελικά επέλεξες να γίνεις αστυνομικός;» «Όχι, διάλεξα να γίνω δικηγόρος». «Κρίμα...» Η Φλόρα τον κοίταξε παραξενεμένη. «Πάντοτε έτρεφα μια ιδιαίτερη αδυναμία στις γυναίκες που φορούν στολή». Το απροσδόκητα καλοπροαίρετο σχόλιο του, σε συνδυασμό με το ακαταμάχητο χαμόγελο που το συνόδευε, έκαναν την καρδιά της να χτυπάει σαν τρελή, γι' αυτό προσπάθησε να αλλάξει θέμα συζήτησης. «Έχει άλλα αδέλφια ο Λίαμ;» Ο Τζος δεν απάντησε αμέσως στην ερώτηση της και όταν το έκανε, η σκοτεινή έκφραση που είχαν τα γκρίζα μάτια του προκάλεσε μέσα της ανησυχία. «Όχι, είναι μοναχοπαίδι». «Και εγώ μοναχοπαίδι είμαι», αναφώνησε η Φλόρα, χωρίς αυτό που της είχε πει να δικαιολογεί το θλιμμένο ύφος του, γιατί δεν πρέπει να ήταν μεγαλύτερος από τριάντα, και όπως όλα τα νέα αντρόγυνα, είχαν με τη γυναίκα του όλον το χρόνο να αποκτήσουν όσα παιδιά ήθελαν. «Τότε οι γονείς σου θα πρέπει να σου έχουν ακόμη μεγαλύτερη αδυναμία», είπε ο Τζος.
«Δυστυχώς η μητέρα μου δε ζει πια, πέθανε πριν από πέντε χρόνια». Με μια αυθόρμητη κίνηση του χεριού του, τα ακροδάχτυλά του χάιδεψαν το δικό της τόσο ανεπαίσθητα, που η Φλόρα αμφέβαλλε αν όντως την είχε αγγίξει. Παρ' όλα αυτά, παρέμεινε ακίνητη, στρέφοντας την προσοχή της στο παιδί που έπαιζε αμέριμνο, και προσπάθησε μάταια να καταπολεμήσει τις ανατριχίλες που τη διαπέρασαν σύγκορμη. Όταν το χέρι του απομακρύνθηκε, τα συμπτώματα άρχισαν κάπως να μετριάζονται, μα είχε βάσιμες υποψίες να πιστεύει ότι θα περνούσε αρκετή ώρα μέχρι να συνέλθει τελείως. «Καλύτερα να πηγαίνω», ψιθύρισε, νιώθοντας έναν κόμπο στο λαιμό, και κάρφωσε τη ματιά της στα πόδια της που σκάλιζαν αμήχανα το χώμα. Ο Τζος παρατήρησε σιωπηλός ότι το καθαρό ζευγάρι παπούτσια της έδειχνε εξίσου ακριβό με αυτό που είχε λερώσει ο γιος του. Ενώ, υπό κανονικές συνθήκες, το γεγονός αυτό θα ήταν αρκετό για να τον πείσει ότι η Φλόρα αποτελούσε κλασική περίπτωση κακομαθημένου πλουσιοκόριτσου, εκείνη τη στιγμή κάτι τον εμπόδισε να βγάλει αυτό το συμπέρασμα. «Σ' ευχαριστώ για όλα», πρόσθεσε εκείνη με συγκρατημένο χαμόγελο, βέβαιη πως αν παρέτεινε λίγο περισσότερο τον αποχαιρετισμό τους, θα του αποκάλυπτε την απροθυμία της να φύγει. Αναυδος από την εξέλιξη των πραγμάτων, ο Τζος βρέθηκε ξαφνικά αντιμέτωπος με συναισθήματα για τα οποία δεν ήταν καθόλου προετοιμασμένος. Το ενδεχόμενο να κάνει έρωτα με τη Φλόρα ήταν κάτι που είχε προσπαθήσει να αποδεχτεί ως αναπόσπαστο μέρος του σχεδίου του. Είχε πείσει τον εαυτό του πως αυτό που μετρούσε περισσότερο ήταν η ικανοποίηση που θα ένιωθε παίρνοντας την εκδίκηση του και είχε παραμερίσει κάθε ενδοιασμό απέναντι στην προοπτική να πληγώσει τα αισθήματα της, γιατί όλο αυτό το διάστημα ήθελε να πιστεύει ότι δεν είχε αισθήματα. Τώρα, όχι μόνο διαπίστωνε πως αυτή η φαινομενικά ψυχρή γυναίκα ήταν ευαίσθητη, αλλά έβλεπε παράλληλα και πόσο εύκολο θα ήταν γι' αυτόν να την πληγώσει ανεπανόρθωτα.
Κανονικά, θα έπρεπε να είναι ευχαριστημένος από το τρόπο που εξελίσσονταν τα πράγματα, γιατί μέχρι στιγμής όλα έδειχναν να δουλεύουν ρολόι. Είχε καταφέρει να κερδίσει την εμπιστοσύνη της, είχε σωστά επιλέξει τη χρονική περίοδο που ήταν περισσότερο ευάλωτη, γιατί πέρα από το δημόσιο διασυρμό του πατέρα της, ο άντρας που σχεδίαζε να παντρευτεί είχε πρόσφατα διαλύσει τον αρραβώνα τους και όλα έδειχναν πως η αποπλάνηση της θα ήταν γι' αυτόν παιχνιδάκι. Το μόνο που είχε να κάνει ήταν να το παίξει ευγενικός μαζί της και μόλις πετύχαινε τους στόχους του θα ερχόταν η πολυπόθητη στιγμή να της αποκαλύψει την αλήθεια. Μπορεί να είχε πολλά ελαττώματα, κανείς όμως δεν μπορούσε ποτέ να τον κατηγορήσει ότι επέλεγε την εύκολη λύση στα προβλήματα του. Καθώς τα χέρια του άγγιξαν το πρόσωπο της, η Φλόρα οπισθοχώρησε ζαλισμένη μερικά βήματα και ακούμπησε την πλάτη της στον κορμό ενός γέρικου δέντρου, πασχίζοντας απεγνωσμένα να κρατήσει επαφή με την πραγματικότητα. «Γιατί;» αναρωτήθηκε με τρεμάμενη φωνή. «Γιατί το έκανες αυτό;» Κοιτάζοντας τον εξεταστικά, διαπίστωσε απογοητευμένη πως το φιλί τους, παρά το γεγονός ότι είχε δείξει να το απολαμβάνει και ο ίδιος, δεν είχε φέρει την παραμικρή βελτίωση στην κακή διάθεση του. Ξαφνικά αισθάνθηκε μέσα της ντροπή για την ερωτική επιθυμία που έκαιγε σαν φωτιά τα σωθικά της. «Ήθελα απλώς να βεβαιωθώ αν είσαι στην πραγματικότητα τόσο αφελής όσο δείχνεις», αντιγύρισε κοφτά εκείνος. Η Φλόρα ανοιγόκλεισε έκπληκτη τα μάτια της. «Και ποια είναι τα συμπεράσματα σου;» «Διαπιστώνω πως όχι μόνο είσαι αφελής, αλλά και ότι δεν έχεις μέσα σου καμία αίσθηση αυτοκυριαρχίας», απάντησε οργισμένος. «Με συναντάς για πρώτη φορά στη ζωή σου και αντί να είσαι επιφυλακτική απέναντι' μου, αραδιάζεις όλες αυτές τις αηδίες περί εμπιστοσύνης! Θα μπορούσα κάλλιστα να είμαι ο Τζακ ο αντεροβγάλτης κι εσύ το μόνο που κάνεις είναι να με κοιτάς σαν...» Διέκοψε τη φράση του στη μέση και
ξανάρχισε, χαμηλώνοντας τον τόνο της φωνής του. «Ακόμα κι αν κάποιος έχει ελκυστική εξωτερική εμφάνιση, αυτό δε σημαίνει απαραίτητα ότι πρέπει να είναι και άξιος της εμπιστοσύνης σου». Τα χλομά μαγουλά της βάφτηκαν κόκκινα και αναρωτήθηκε αν τα συναισθήματα που ένιωθε μέσα της ήταν όντως τόσο εμφανή. «Τι ακριβώς σε κάνει να πιστεύεις ότι βρίσκω την εξωτερική εμφάνιση σου ελκυστική;» Ο Τζος τίναξε το κεφάλι του προς τα πίσω και γέλασε σαρκαστικά. «Είμαι σε θέση να αντιλαμβάνομαι ορισμένα πράγματα και ένιωσα πολύ καλά τη θέρμη με την οποία ανταποκρίθηκες στο φιλί μου!» «Οι περισσότεροι άντρες θα παρακαλούσαν να βρεθούν στη θέση σου», αντέτεινε εκείνη θυμωμένα, «αλλά αυτό εσύ δε φαίνεται να το εκτιμάς, προφανώς επειδή ο λόγος που με φίλησες ήταν για να μου δείξεις πόσο αφελής και ευκολόπιστη είμαι απέναντι στους άντρες...» Αν και τα λόγια της περιείχαν μια δόση αλήθειας, στην πραγματικότητα οι λόγοι του ήταν πιο σύνθετοι απ' όσο τους περιέγραφε. «Ο λόγος που σε φίλησα είναι επειδή ένιωσα την έντονη επιθυμία να το κάνω», απάντησε με θέρμη, κοιτάζοντας τη με μάτια που πετούσαν φλόγες. Η Φλόρα ήθελε να τον πιστέψει όσο τίποτα στον κόσμο, αλλά η αυστηρή έκφραση του συνηγορούσε για το αντίθετο και προκειμένου να καταπολεμήσει την αμηχανία της, έστρεψε χαμογελαστή το βλέμμα της στον Λίαμ. Ο μικρός ύψωσε τη χούφτα του προς το μέρος της και της πρόσφερε χαρούμενος τη μικρή πέτρα που μόλις είχε βρει. «Είναι μαύρη», της είπε, όταν είδε πως η Φλόρα δεν έδειχνε και τόσο ενθουσιασμένη με την ανακάλυψη του. «Το μαύρο είναι το αγαπημένο του χρώμα», εξήγησε κοφτά ο πατέρας του. «Είναι πολύ όμορφη πέτρα, Λίαμ», είπε γλυκά εκείνη, βάζοντας το δωράκι του παιδιού στην τσέπη της. «Σ' ευχαριστώ», πρόσθεσε, θυμωμένη με τον εαυτό της που είχε επιλέξει να αγνοήσει τη βέρα που κοσμούσε στο αριστερό χέρι ο πατέρας του. «Το ξέρει η γυναίκα σου ότι νιώθεις τόσο έντονες επιθυ-
μίες;» ρώτησε ψυχρά, εγκαταλείποντας την ίδια στιγμή κάθε προσπάθεια να συγκρατήσει τα νεύρα της. «Είσαι ο πιο αντιπαθητικός άνθρωπος που έχω γνωρίσει ποτέ στη ζωή μου!» συνέχισε με τρεμάμενη φωνή, αν και μέσα της ήξερε πως η αντιπάθεια ήταν το τελευταίο συναίσθημα που θα μπορούσε να νιώσει γι' αυτόν. «Η γυναίκα μου έχει πεθάνει», της απάντησε, χωρίς την παραμικρή αλλαγή στον ανέκφραστο τόνο της φωνής του και περίμενε υπομονετικά μέχρι να συνέλθει η Φλόρα από το απροσδόκητο σοκ. «Από τότε που την έχω χάσει, είναι η πρώτη φορά που αισθάνομαι την επιθυμία να φιλήσω μια γυναίκα», συμπλήρωσε ενάντια στη θέληση του. Η Φλόρα ένιωσε καυτά δάκρυα να αναβλύζουν στα μάτια της και ευχήθηκε να είχε κρατήσει το στόμα της κλειστό. Εκείνη το μόνο που ήθελε ήταν λίγες μέρες ξεκούρασης στην εξοχή, μια μικρή ανάπαυλα για να ξαναβρεί τον εαυτό της και όχι να έρθει αντιμέτωπη με έναν θλιμμένο, υπερβολικά όμορφο χήρο, που ήταν παράλληλα πατέρας ενός μικρού αγοριού. Ένιωσε έναν βαθύ πόνο στην καρδιά της καθώς παρακολούθησε πατέρα και γιο να απομακρύνονται, μα δεν έκανε καμία προσπάθεια να τους σταματήσει. Είχε ήδη αρκετά προβλήματα στη ζωή της για να προσθέσει κι άλλα, σοβαρότερα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
«Θα είχα φροντίσει να μαγειρέψω αν ήξερα πως θα έρθεις, αλλά η Νία δεν ανέφερε τίποτα όταν μιλήσαμε στο τηλέφωνο», είπε απολογητικά η Μέγκαν Τζόουνς και πρόσφερε ένα φλιτζάνι τσάι στο σύζυγο της, που βρισκόταν ακινητοποιημένος στον καναπέ με το ένα πόδι στο γύψο. «Δεν είχα προγραμματίσει να έρθω», εξήγησε ο Τζος, παίρνοντας άλλο ένα κομμάτι από το θεσπέσιο κέικ της πεθεράς του αδερφού του. «Ήταν κάτι που το αποφάσισα την τελευταία στιγμή». Η Μέγκαν Τζόουνς έγνεψε καταφατικά με κατανόηση. «Καλά έκανες και ήρθες, γιατί δεν παύεις και εσύ να έχεις ανάγκη από ξεκούραση. Η Νία μου λέει πως δουλεύεις περισσότερες ώρες απ' όσες θα έπρεπε». «Έτσι λέει;» ρώτησε αθώα ο Τζος, αποφεύγοντας διπλωματικά να δώσει απάντηση. Οι υποψίες ότι η νύφη του μιλούσε γι' αυτόν περισσότερο από το επιθυμητό στην οικογένεια της, άρχισαν να μεγαλώνουν από τα λόγια της μητέρας της, μα επιβεβαιώθηκαν περίτρανα από το αυθόρμητο σχόλιο που έκανε ένα από τα αδέρφια της, λίγα λεπτά αργότερα. «Η Νία λέει πως χρειάζεσαι επειγόντως μια γυναίκα στη ζωή σου, Τζος, και ομολογώ πως συμφωνώ απόλυτα μαζί της. Με την ευκαιρία, με γεια το κούρεμα, σου πάνε τα κοντά μαλλιά. Σε κάνουν και μοιάζεις σχεδόν ευυπόληπτος...» «Τζερέιντ!» αναφώνησε η Μέγκαν και πρόλαβε να χτυπήσει δυνατά το χέρι του γιου της, τη στιγμή που άρπαζε ένα
κομμάτι κέικ, βάζοντας το αμέσως μετά με βουλιμία στο στόμα του. «Ο Τζος είναι ευυπόληπτος», συμπλήρωσε κοφτά και έστρεψε το βλέμμα στον επισκέπτη τους για να βεβαιωθεί ότι δεν είχε θιχτεί από την ανάρμοστη συμπεριφορά του κανακάρη της. «Κοίταξε τις πατημασιές που άφησαν οι μπότες σου στα καθαρά πλακάκια!» «Θα γυρίσω λίγο πριν βραδιάσει, μαμά,», απάντησε εύθυμα, σαν να μην είχε ακούσει λέξη απ' όσα του είχε πει η μητέρα του. Αποχαιρέτησε με ένα νεύμα τον Τζος, χάιδεψε φευγαλέα το κεφάλι του Λίαμ, ανακατεύοντας τα μαλλιά του και βγήκε από το σπίτι με την ίδια ταχύτητα που είχε μπει. Μόλις τα βήματα του Τζερέιντ απομακρύνθηκαν, η μητέρα του έβγαλε ένα βαθύ αναστεναγμό. «Δουλεύει κι αυτός πάρα πολύ σκληρά», εξομολογήθηκε με ανήσυχο βλέμμα στον Τζος. «Σου έχω πει χίλιες φορές πως αν είχα τη δυνατότητα να προσλάβω κάποιον για να μας βοηθάει στις δουλειές του σπιτιού, θα το είχα κάνει από την πρώτη μέρα που έσπασα το πόδι μου», πετάχτηκε αγανακτισμένος ο σύζυγος της. «Πού να φανταστώ όμως με πέντε γιους ότι δε θα βρισκόταν κανείς τριγύρω για να μας βοηθήσει...» «Σύμφωνοι, αλλά δε νομίζω ότι ο Τζος ήρθε τόσο δρόμο για να ακούσει τα παράπονα μας», του υπενθύμισε η Μέγκαν με ένα γλυκό χαμόγελο. Ο Τζος παρατήρησε την ένταση που υπήρχε στο πρόσωπο της γυναίκας και κατέληξε στο συμπέρασμα πως ο Χιου Τζόουνς θα πρέπει να ήταν πολύ δύστροπος ασθενής. «Δεν πιστεύω ότι υπάρχουν καλές περίοδοι για να σπάσει κανείς το πόδι του, Χιου...» «Σίγουρα, όμως, δε θα μπορούσε να υπάρξει χειρότερη», συμπλήρωσε με ειρωνική διάθεση ο Χιου. «Πού σκοπεύετε να διανυκτερεύσετε απόψε;» «Ήλπιζα πως θα είχατε εσείς να μου προτείνετε κάποιο καλό πανδοχείο εδώ κοντά». «Το καλύτερο που υπάρχει στην περιοχή είναι αναμφίβολα το Πάντον», απάντησε ο Χιου. «Αν και το πιθανότερο είναι πως θα σου κοστίσει ο κούκος αηδόνι».
«Σιγά μη στείλουμε τον άνθρωπο στο Πάντον», διαμαρτυρήθηκε η γυναίκα του. «Ο Τζος και ο Λίαμ θα κοιμηθούν στον ξενώνα, όπως κάθε φορά που μας επισκέπτονται. Εξάλλου, είναι πάντα μεγάλη απόλαυση να υπάρχει ένα παιδί στο σπίτι και μου έχουν λείψει αυτές οι στιγμές», πρόσθεσε, χαμογελώντας με αγάπη στον Λίαμ. Ο Τζος είχε απολαύσει πολλές φορές τη φιλοξενία της Μέγκαν, γιατί από τότε που ο αδερφός του παντρεύτηκε τη Νία, είχε περάσει πολλά Σαββατοκύριακα σε αυτό το σπίτι. Ένας από τους βασικούς λόγους που οι επισκέψεις του είχαν γίνει κάποια περίοδο πολύ συχνές, ήταν το γεγονός ότι τα βουνά τής γύρω περιοχής ήταν ιδανικά για αναρρίχηση, και εκείνος, ως δεινός ορειβάτης, είχε σκαρφαλώσει πολλές φορές με τον αδερφό του στα πιο απόκρημνα σημεία τους. «Έχεις ήδη πολλές έγνοιες στο μυαλό σου, Μέγκαν, για να έχεις και εμάς μέσα στα πόδια σου», απάντησε ο Τζος, μα βλέποντας την έκφραση της, αποφάσισε να προτείνει μια συμβιβαστική λύση. «Δέχομαι να μας φιλοξενήσεις, υπό τον όρο ότι θα με αφήσετε να βοηθήσω στις δουλειές του κτήματος. Θα πρέπει να μου εξηγήσετε όμως μερικά πράγματα, γιατί είμαι τόσο άσχετος που δεν μπορώ να ξεχωρίσω μια αγελάδα από ένα πρόβατο», χαμογέλασε προειδοποιητικά, «αλλά διαθέτω ικανά χέρια για κάθε είδους χειρωνακτική εργασία», πρόσθεσε και έτεινε μπροστά τα χέρια του για να τους αποδείξει του λόγου το αληθές. «Ούτε να το σκέφτεσαι κάτι τέτοιο», διαμαρτυρήθηκε η Μέγκαν. Ο Χιου έκλεισε με μια απότομη κίνηση την εφημερίδα που διάβαζε και την άφησε στο πλάι του. «Γιατί το λες αυτό, γυναίκα; Στο κάτω κάτω, δεν προτείνει και κάτι τόσο φοβερό ο άνθρωπος... Ίσα ίσα, εγώ πιστεύω πως λίγη κοπιαστική εργασία στην ύπαιθρο καθαρίζει το μυαλό και γυμνάζει το σώμα». «Μη δίνεις σημασία στα λόγια του, Τζος, γιατί στο τέλος θα σε πείσει, όχι μόνο να ξεθεωθείς στην κούραση, αλλά να τον πληρώσεις και από πάνω για τις δουλειές που θα του κάνεις», αντέτεινε εκείνη και κατακεραύνωσε το σύζυγο της με ένα διαπεραστικό βλέμμα.
Ο Τζος, βλέποντας την αναστάτωση που τους είχε προκαλέσει, αισθάνθηκε τύψεις, γιατί η προθυμία του να τους βοηθήσει δε βασιζόταν σε καθαρά αλτρουιστικούς λόγους. Η πραγματική αιτία, που είχε αποφασίσει να επισκεφτεί τα πεθερικά του αδερφού του, ήταν το γεγονός ότι η φάρμα τους απείχε μόνο λίγα χιλιόμετρα από το χωριό που θα περνούσε η Φλόρα Γκράχαμ το Σαββατοκύριακό της. Η Φλόρα τσαλαβούτησε τις μπότες της στη λάσπη, πράγμα που έκανε για πρώτη φορά στη ζωή της και διέσχισε το μικρό μονοπάτι που ήταν σπαρμένο με λακκούβες γεμάτες βροχόνερο. Αν και δεν ήταν εξοικειωμένη με τις συνθήκες ζωής στην εξοχή, είχε ήδη πάρει το βάπτισμα του πυρός, όταν το προηγούμενο βράδυ είχε έρθει αντιμέτωπη με ένα ποντίκι μέσα στο δωμάτιο της. Ευτυχώς, το παντοπωλείο του χωριού ήταν εφοδιασμένο με ποντικοπαγίδες, αλλά η Φλόρα δίσταζε να καταφύγει σε αυτή τη λύση, γιατί φοβόταν πως ένα ψόφιο ποντίκι θα ήταν ακόμη πιο αηδιαστικό απ' ό,τι ζωντανό. Αφού πρώτα συμβουλεύτηκε το χάρτη που είχε στην τσέπη της, κατέληξε στο συμπέρασμα πως αν έπαιρνε το μονοπάτι στο οποίο βρισκόταν και το οποίο περνούσε ανάμεσα από μια φάρμα, θα επέστρεφε πολύ πιο σύντομα στο χωριό. Είχε ακούσει ότι οι αγρότες δεν ήταν και πολύ φιλόξενοι άνθρωποι, ιδίως όταν καταπατούσες τα χωράφια τους, αλλά ακολούθησε απτόητη το μονοπάτι, γιατί πίστευε πως ακόμα κι αν ήταν εχθρικοί απέναντι' της, σε περίπτωση που συναντούσε κάποιον στο δρόμο της, σίγουρα δε θα ήταν χειρότεροι από τους δημοσιογράφους που αντιμετώπιζε τους τελευταίους μήνες. 'Οταν όμως, έπειτα από λίγο, διέκρινε αρκετά μέτρα μακριά της έναν άντρα, διαπίστωσε έκπληκτη όχι μόνο ότι δεν την τρόμαζε, αλλά ότι αντίθετα δεν μπορούσε να αποσπάσει το βλέμμα της από πάνω του. Είχε την πλάτη του στραμμένη προς εκείνη και ήταν γυμνός από τη μέση και πάνω κι έσπρωχνε ένα καρότσι γεμάτο πασσάλους και συρματόπλεγμα, γε-
γονός ττου έκανε το θέαμα του ιδρωμένου, ηλιοκαμένου κορμιού του ακόμα πιο σαγηνευτικό. Έχοντας πια πλησιάσει αρκετά κοντά του, η Φλόρα ξερόβηξε για να κάνει αντιληπτή την παρουσία της. «Καλημέρα», είπε ευγενικά, καθώς ο γεροδεμένος άντρας γύριζε προς το μέρος της. «Μπορ ντα», ανταπέδωσε το χαιρετισμό της ο Τζος στα ελάχιστα ουαλικά που γνώριζε. Η αλλαγή στην εμφάνιση της ήταν τόσο ριζική, που κοντοστάθηκε και την κοίταξε φανερά εντυπωσιασμένος. Η περιβολή της ήταν καθαρά αθλητική και απείχε έτη φωτός από την κομψή και αψεγάδιαστη εικόνα που συνήθως έδινε προς τα έξω. Παραδέχτηκε απρόθυμα πως οι αλλαγές πάνω της έτειναν σαφέστατα προς το καλύτερο, γιατί το στενό τζιν της τόνιζε τα μακριά πόδια της και έκανε τη μέση της να φαίνεται ακόμα πιο λεπτή. Η Φλόρα πάγωσε και πήρε μια βαθιά αναπνοή για να ανακτήσει το κουράγιο της. «Εσύ!» «Έπειτα από αυτή τη συνάντηση αρχίζω πάλι και πιστεύω στη δύναμη των συμπτώσεων», είπε βραχνά εκείνος και κάλυψε με το ένα χέρι τα μάτια του για να τα προστατέψει από τη λάμψη του ήλιου. ΣΤΟ εύθυμο βλέμμα του δεν υπήρχε το παραμικρό ίχνος έκπληξης για το γεγονός ότι την έβλεπε να στέκεται μπροστά του. «Στη δύναμη του πεπρωμένου», διόρθωσε εκείνη και αναρωτήθηκε τι στο καλό την είχε πιάσει και του είχε απαντήσει με τόσο προκλητικό τρόπο. «Δηλαδή, εσύ πιστεύεις στο πεπρωμένο;» ρώτησε ο Τζος, αφήνοντας το καρότσι και την παρότρυνε να επεκταθεί περισσότερο πάνω στο ζήτημα. Η Φλόρα κατέβαλε φιλότιμες προσπάθειες να μην κατεβάσει το βλέμμα της χαμηλότερα από το πρόσωπό του, μα στο τέλος η περιέργεια της υπερίσχυσε και έριξε μια φευγαλέα ματιά στο άτριχο στέρνο και το επίπεδο στομάχι με τις τέλειες γραμμώσεις. Στην αρχή κατάφερε να συγκρατήσει την ταραχή της, αλλά μερικές μικρές λεπτομέρειες όπως η λεπτή, τρίχινη
γραμμή που ξεκινούσε από τον αφαλό του και χανόταν μέσα στο παντελόνι του, σύντομα έκαναν αδύνατο κάτι τέτοιο. Σκέφτηκε προς στιγμήν να του ζητήσει να φορέσει το πουκάμισο του που κρεμόταν από ένα κλαδί, αλλά έβγαλε γρήγορα τη σκέψη από το μυαλό της και αρνήθηκε να του προσφέρει μια τέτοια ικανοποίηση. «Στο πεπρωμένο;» επανέλαβε ελαφρώς θιγμένη, σαν να της είχε κάνει την πιο αδιάκριτη ερώτηση του κόσμου. «Και βέβαια όχι», απάντησε κοφτά, περνώντας επιδέξια στην αντεπίθεση. «Εδώ μένεις;» «'Οχι, απλώς βοηθάω για λίγες εβδομάδες στις δουλειές του κτήματος». Η Φλόρα τον κοίταξε με δυσπιστία, γιατί δεν έδειχνε καθόλου ο τύπος του ανθρώπου που εργαζόταν περιστασιακά και μάλιστα έχοντας ένα αφεντικό πάνω από το κεφάλι του. Πέρα από το γεγονός ότι έμοιαζε να έχει αριστοκρατική καταγωγή, της ήταν δύσκολο να φανταστεί πως ο Τζος Πρέντις θα δεχόταν ποτέ εντολές από κάποιον άλλο. Απόρησε με τον εαυτό της, γιατί δεν έπαυε να είναι κόρη ενός ανθρώπου που ήταν περήφανος για την ταπεινή καταγωγή του και ο οποίος, ήταν σίγουρη, θα την επέπληττε αν ποτέ μάθαινε τις απόψεις της περί χειρωνακτικής εργασίας. Το γεγονός ότι ένας άντρας χρησιμοποιούσε τη μυϊκή δύναμη του για να επιβιώσει οικονομικά, δε σήμαινε απαραίτητα ότι ήταν ακαλλιέργητος, σκέφτηκε μετανιωμένη κι αν τελικά ήθελε αποδείξεις για να ανατρέψει τη θεωρία της, δεν είχε παρά να κοιτάξει τα πανέξυπνα μάτια του άντρα που στεκόταν ακριβώς μπροστά της. Από τις μαρτυρίες των φίλων της που είχαν γίνει γονείς, η Φλόρα γνώριζε πως το μεγάλωμα των μωρών κόστιζε συνήθως μια ολόκληρη περιουσία. Ήξερε ζευγάρια που δυσκολεύονταν να τα φέρουν πέρα με δυο μισθούς το μήνα και καταλάβαινε πόσο πιο δύσκολο θα πρέπει να είναι στη δική του περίπτωση, μια και μεγάλωνε το παιδί ολομόναχος και χωρίς τα απαραίτητα προσόντα για να είναι επιλεκτικός στις δουλειές που αναλάμβανε. Απροσδόκητα, άρχισε να νιώθει κατανόηση για τα προβλήματα του και κυριεύτηκε από ενοχές για τη συγκριτικά πιο ευκατάστατη ζωή της.
«Αυτό το ονομάζεις εσύ βοήθεια», σχολίασε ένας μεγαλόσωμος, κοκκινομάλλης νεαρός, καθώς πλησίασε τον Τζος από πίσω και τον χτύπησε φιλικά στην πλάτη. «Εγώ θα έλεγα όμως πως μάλλον τεμπελιάζεις, φίλε μου», είπε γελαστά και παρατήρησε τη Φλόρα με απροκάλυπτο ενδιαφέρον. Το πρόσωπο της πήρε τη συνηθισμένη παγερή έκφραση του, μα η Φλόρα γρήγορα διαπίστωσε πως κανείς από τους δυο άντρες δεν έδειχνε να το προσέχει. Ο Τζος χαμογέλασε ήρεμα. Δεν έδειχνε να έχει ενοχληθεί από τη συμπεριφορά του άλλου. «Τζερέιντ, να σου γνωρίσω τη Φλόρα», είπε, κάνοντας ευγενικά τις απαραίτητες συστάσεις. «Φλόρα, ο ευτραφής νέος ονομάζεται Τζερέιντ Τζόουνς». «Εκτός από ευτραφής, τυχαίνει να είμαι και ο κύριος κληρονόμος αυτού του κτήματος», είπε με στόμφο εκείνος, αλλά η έκφραση του μαρτυρούσε πως δεν είχε πρόθεση να θίξει κανέναν με τα λόγια του. «Τι λες, λοιπόν, Τζος; Θα δουλέψεις καθόλου σήμερα;» ρώτησε πειραχτικά, καθώς ανέβηκε στο τρακτέρ και έβαλε μπρος τη μηχανή. «Σας χαιρετώ, δεσποινίς, και αν ποτέ χρειαστείτε καλό μάστορα, ελάτε να βρείτε εμένα, μην κάνετε το λάθος να απευθυνθείτε σ' αυτόν!» Η Φλόρα παρακολούθησε το νεαρό ν' απομακρύνεται πάνω στο τρακτέρ, νιώθοντας ολότελα ζαλισμένη από την πολυλογία του. «Είναι συχνά τόσο...» «Ομιλητικός; Ναι, αλλά όταν υπάρχει και μια όμορφη γυναίκα στην παρέα, γίνεται ακόμα περισσότερο». Παρ' ότι ήταν συνηθισμένη στα κολακευτικά σχόλια των αντρών, αυτή τη φορά ένιωσε τα γόνατα της να παραλύουν. «Ασχολείσαι μήπως με το βάψιμο σπιτιών;» ρώτησε διστακτικά, παρατηρώντας τα κουτιά με τα χρώματα που ήταν φορτωμένα στο καροτσάκι. «Θα μπορούσες να το πεις και έτσι», επιβεβαίωσε κάπως συγκρατημένα ο Τζος. «Δεν ξέρω πόσο φορτωμένο είναι το πρόγραμμα σου...» «Είναι κάπως φορτωμένο, αλλά ταυτόχρονα είναι και αρκετά ευέλικτο». «Σε αυτή την περίπτωση, ίσως υπάρχει μια δουλειά που μπορώ να σου αναθέσω», είπε και άρχισε να του εξηγεί γρήγο-
ρα πώς είχε η κατάσταση. «Η Κλαίρη, η φίλη ττου μου έχει παραχωρήσει το σπίτι στο χωριό, μου ζήτησε να βρω κάποιον καλό τεχνίτη κατά τη διάρκεια της διαμονής μου, για να κάνει επισκευές σε ένα από τα υπνοδωμάτια και να το βάψει. Βλέπεις, απέκτησε πρόσφατα μωρό, την Έμιλι, και θα ήθελε να βαφτεί με πιο φωτεινά χρώματα για να το μετατρέψει σε παιδική κρεβατοκάμαρα. Θέλει όμως να είναι έτοιμο το αργότερο μέχρι τα Χριστούγεννα. Τι λες; Ενδιαφέρεσαι;» «Προτείνεις να αναλάβω εγώ αυτή τη δουλειά;» τη ρώτησε παραξενεμένος. «Δε θα είμαι εγώ η εργοδότρια σου», βιάστηκε να του εξηγήσει, «εγώ απλώς ενεργώ ως μεσολαβητής της Κλαίρης». «Μου ζητάς, δηλαδή, να αναλάβω την πλήρη ανακαίνιση του δωματίου;» Βλέποντας πως ήταν έτοιμος να ξεκαρδιστεί στα γέλια, η Φλόρα σάστισε με τη συμπεριφορά του και αναρωτήθηκε τι ήταν αυτό που έβρισκε τόσο αστείο στην πρόταση της. Υπέθεσε πως μ' αυτό τον τρόπο ίσως έθιγε την αξιοπρέπεια του και αποφάσισε να μην ασκήσει την παραμικρή πίεση, γιατί ίσως του ήταν δύσκολο να παραδεχτεί σε μια γυναίκα ότι είχε ανάγκη από χρήματα. «'Οπως είπα, αν έχεις ελεύθερο χρόνο...» «Δε φοβάσαι μήπως επιχειρήσω να σε φιλήσω ξανά;» Η ερώτηση του τη βρήκε τελείως απροετοίμαστη και η Φλόρα αναγκάστηκε να ομολογήσει, ευτυχώς στον εαυτό της μόνο, ότι αυτό που φοβόταν περισσότερο ήταν να μην τη φιλήσει καθόλου. Πήρε μια βαθιά ανάσα και, πασχίζοντας να χαμογελάσει, ανασήκωσε αδιάφορα τους ώμους της. «Αυτό το θεωρώ μάλλον απίθανο να συμβεί. Δεν παρεξηγούμαι όμως, το εκλαμβάνω απλά σαν μια παρόρμηση της στιγμής». «Παρεκτροπή είναι η πιο κατάλληλη λέξη», είπε συγκαταβατικά εκείνος. Η Φλόρα τον κοίταξε με σκυθρωπό βλέμμα, εκνευρισμένη από την προκλητικότητα του και αποφασισμένη να δώσει ένα τέλος σε αυτά τα επίμονα ερωτικά υπονοούμενα του. «Για να τελειώνουμε με αυτή την ιστορία, σε πληροφορώ πως μόλις
χώρισα με τον αρραβωνιαστικό μου και το τελευταίο πράγμα για το οποίο έχω διάθεση αυτή τη στιγμή είναι τα ερωτικά φιλιά!» «Για ποιο λόγο χωρίσατε;» «Δε σε αφορά», απάντησε νευριασμένη. «Αυτό είναι αυστηρά προσωπική μου υπόθεση». «Συγνώμη», είπε με προσποιητή μεταμέλεια. «Δεν ήθελα να θίξω ένα τόσο ευαίσθητο θέμα». «Δε θίγεις κανένα ευαίσθητο θέμα», αντιγύρισε εκείνη. «Απλώς, ο Πολ μου ζήτησε να κάνω την επιλογή μεταξύ δυο αποφάσεων και εγώ αποφάσισα το αντίθετο από αυτό που περίμενε να επιλέξω». Η πραγματικότητα ήταν π ω ς ο Πολ δεν είχε μπορέσει να κατανοήσει ποτέ τους λόγους που την εμπόδιζαν να απομακρυνθεί από τον πατέρα της, όπως επίσης και τους λόγους που την ωθούσαν να εναντιώνεται στο δημόσιο διασυρμό του ονόματος του από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Η αρχική έκπληξή του είχε γρήγορα παραχωρήσει τη θέση της στο θυμό, καταλήγοντας μάλιστα να την αποκαλέσει εγωίστρια. «Εκτός αυτού, στην ουσία δεν ήταν παρά ένας ακόμη κακομαθημένος γόνος καλής και πλούσιας οικογένειας», κατέληξε κυνικά. «Δηλαδή, με άλλα λόγια, εννοείς π ω ς συμφωνήσατε από κοινού να διαλύσετε τον αρραβώνα...» «Ο λόγος που σου εξηγώ γιατί οι έρωτες έρχονται τελευταίοι αυτή την περίοδο στη σκέψη μου, είναι για να μην το πάρεις προσωπικά και, βασικά, για να ηρεμήσεις», είπε, άναυδη και η ίδια από το απροσδόκητα ειλικρινές ξέσπασμα της. Ήταν φυσικό να φοβάται πως ο Τζος δεν ήθελε να την ξαναφιλήσει, γιατί την πρώτη φορά που συνέβη ανάμεσα τους, δεν είχε δείξει να το απολαμβάνει και τόσο. 'Οσο και να μην ήθελε, θυμόταν ξεκάθαρα την έκφραση του, όπως επίσης και την απρόσμενη εξομολόγηση του που είχε ακολουθήσει αμέσως μετά. Αν όντως είχε πολύ καιρό να φιλήσει γυναίκα στο στόμα, πόσο μάλλον να έχει ερωτική επαφή μαζί της, τότε αυτό σήμαινε ότι πιθανότατα είχε μέσα του πολλά σεξουαλικά απωθημένα και εκείνη δεν είχε καμιά όρεξη να παίξει το ρόλο
της ψυχοθεραπεύτριας. Από την άλλη πλευρά όμως, δεν μπορούσε να πάρει τα μάτια της από πάνω του. «Με άλλα λόγια, φοβάσαι μήπως πληγωθείς κι εσύ με τον ίδιο τρόπο που πλήγωσες τον πρώην αρραβωνιαστικό σου, έτσι δεν είναι;» Η Φλόρα έσφιξε νευριασμένη τα δόντια της καθώς αντιλήφθηκε ότι έβγαζε σκοπίμως λανθασμένα συμπεράσματα και τον κοίταξε στα μάτια για να επιβεβαιώσει του λόγου το αληθές. «Δεν υπάρχει καμία περίπτωση στον κόσμο να πληγωθώ από σένα». «Εγώ νομίζω ότι στην ουσία δεν ενθαρρύνεις ποτέ τέτοιου είδους κινήσεις από άντρες που παίρνεις στη δούλεψη σου. Δεν κρατάς αυτή τη στάση απέναντι σε όλους τους άντρες, απλώς εξαιρείς εκείνους που δε διαθέτουν ακριβά αυτοκίνητα, ακριβά ρούχα. Με άλλα λόγια την οικονομική επιφάνεια που να εξασφαλίζει έναν τέτοιο τρόπο ζωής», κατέληξε με χλευαστικό τόνο στη φωνή του. Η Φλόρα ένιωσε να πνίγεται από το δίκιο της, γιατί μπορεί να είχε πολλά ελαττώματα, αλλά ποτέ δεν είχε κρίνει τους ανθρώπους με γνώμονα τον τραπεζικό τους λογαριασμό. Υπήρχαν πολλές γυναίκες που λειτουργούσαν και σκέφτονταν μ' αυτό τον τρόπο, όμως εκείνη δεν ήταν σαν αυτές. «Υπονοείς πως είμαι σνομπ;» Ο Τζος το σκέφτηκε λίγο πριν της απαντήσει. «Προς το παρόν, δεν μπορώ να υπονοήσω τίποτε απολύτως, γιατί στην ουσία σε γνωρίζω ελάχιστα. Αργότερα, βλέπουμε...» Το διφορούμενο χαμόγελο που συνόδευε τη δήλωση του εκνεύρισε ακόμη περισσότερο τη Φλόρα και ταυτόχρονα έκανε την καρδιά της να χτυπάει με ιδιαίτερα ανησυχητική ένταση. «Τη θέλεις αυτή τη δουλειά που σου προσφέρω, ναι ή όχι;» Εκείνος την κοίταξε με προκλητικό βλέμμα. «Εξαρτάται από το πόσα χρήματα είσαι διατεθειμένη να πληρώσεις». «Να πληρώσω;» επανέλαβε με μουδιασμένη φωνή εκείνη. «Φαντάστηκες πως θα κοπίαζα χωρίς να διαπραγματευτώ καθόλου την εργασία μου;» «Σαφώς και δε φαντάστηκα κάτι ffinio», ιίπε έξαλλη και
ξερόβηξε για να ανακτήσει την αυτοκυριαρχία της. «Ποιο είναι το ποσό που συνήθως χρεώνεις για μια αντίστοιχη δουλειά;» Ο Τζος ανέφερε ένα ποσό και εκείνη έδειξε πως συμφωνούσε, γνέφοντας καταφατικά με το κεφάλι της. «Ακούγεται αρκετά λογική η τιμή», μουρμούρισε όσο πιο πειστικά μπορούσε, γιατί ήταν άσχετη σε τέτοιου είδους θέματα και υποψιαζόταν πως, αν εκείνος το καταλάβαινε, θα προσπαθούσε να το εκμεταλλευτεί. Αν τελικά τη χρέωνε περισσότερο από όσο έπρεπε, ήταν αποφασισμένη να βάλει τα επιπλέον χρήματα από την τσέπη της, γιατί δεν είχε σκοπό να επιβαρύνει τη φίλη της. «Είμαστε σύμφωνοι, τότε», είπε, καθώς πλησίασε κοντά της για να δώσουν τα χέρια, επισφραγίζοντας έτσι τη συμφωνία τους. Η Φλόρα έτεινε διστακτικά το χέρι της, καθώς η βαριά, ερεθιστική μυρωδιά που ανέδιδε το σώμα του άρχισε να κυριεύει τις αισθήσεις της. Κράτησε την αναπνοή της μα, παρά τις προσπάθειες της, η μεθυστική μυρωδιά του διαπέρασε τα ρουθούνια της, προκαλώντας ένα πρωτόγνωρο σφίξιμο στο στομάχι της. Ο Τζος, αντί να σφίξει το χέρι της όπως σχεδίαζε, το έφερε στο στόμα του και απέθεσε στην ευωδιαστή επιδερμίδα ένα τρυφερό φιλί. Η φυσιολογική αντίδραση της θα ήταν να ξεκαρδιστεί στα γέλια, μα εκείνη, αντίθετα, πάγωσε στη θέση της και αναλογίστηκε τις καταστροφικές επιπτώσεις που θα είχε στην ψυχολογία της μια ερωτική περιπέτεια με τον Τζος Πρέντις. Πήρε μια βαθιά ανάσα και προσπάθησε να ανακτήσει την αυτοκυριαρχία της. «Αν τελικά το πρόγραμμα σου είναι αρκετά φορτωμένο αυτή την περίοδο, ίσως θα ήταν προτιμότερο να αναλάβεις την ανακαίνιση του δωματίου όταν εγώ φύγω από το σπίτι». «Και πότε ακριβώς σκοπεύεις να φύγεις;» «Αυτό είναι κάτι που δε γνωρίζω ακόμη», είπε, αποφεύγοντας να δώσει μια σαφή απάντηση, γιατί ήταν αποφασισμένη να μην πιέσει καθόλου τον εαυτό της. Έτσι κι αλλιώς, ούτε τον πατέρα της στην κλινική δεν μπορούσε να επισκεφτεί, αφού
δεν ήθελε να δει κανέναν μέχρι να ολοκληρώσει το πρόγραμμα αποτοξίνωσης που παρακολουθούσε. «Οι εργοδότες σου πρέπει να είναι άνθρωποι με τεράστια κατανόηση». Η Φλόρα χαμογέλασε αινιγματικά, παραλείποντας σκοπίμως να αναφέρει την πρόσφατη προαγωγή της. Τώρα ήταν κι εκείνη ένα από τα αφεντικά. Η αλήθεια πάντως ήταν πως οι συνεργάτες της είχαν δείξει υπομονή και της είχαν συμπαρασταθεί με συγκινητικό τρόπο στη δύσκολη περίοδο της δίκης. «Πράγματι, αυτό τον καιρό δεν έχω καμία πίεση από πλευράς χρόνου». «Χαίρομαι που το ακούω, αλλά πολύ φοβάμαι πως αυτό δεν ιοχύει το ίδιο και στην περίπτωση μου. Παρ' όλα αυτά, δε νομίζω να υπάρξει κάποιο πρόβλημα, γιατί είμαι από τους ανθρώπους που μπορούν να κάνουν αρκετές δουλειές ταυτόχρονα». «Προφανώς αποτελείς και την εξαίρεση στον κανόνα», είπε με εύθυμη διάθεση εκείνη, «γιατί οι περισσότεροι άντρες που γνωρίζω ανήκουν στην ακριβώς αντίθετη κατηγορία». Τα γκρίζα μάτια του εστιάστηκαν στο πρόσωπο της, απολαμβάνοντας με κρυφή χαρά τη νευρικότητα που διέκρινε στο βλέμμα της. «Εξάλλου, δεν πρόκειται να μείνουμε εδώ για πολλές μέρες ακόμα». «Εγώ είχα την εντύπωση πως μένετε εδώ μόνιμα...» «Η φύση της δουλειάς μου απαιτεί εγώ και ο Λίαμ να κάνουμε αρκετά συχνές μετακινήσεις». Η κοφτή δήλωση του επαλήθευσε τις υποψίες της περί οικονομικών προβλημάτων του, και χάρηκε που είχε πάρει την απόφαση να του προσφέρει αυτή τη δουλειά. «Αυτές οι μετακινήσεις όμως θα πρέπει να είναι αρκετά δύσκολες για το παιδί...» «Πιστεύεις ότι έχουν αρνητική επίδραση πάνω του;» «Δεν είμαι σε θέση να κρίνω κάτι τέτοιο, αλλά ο Λίαμ μου έδωσε την εντύπωση ενός ήρεμου παιδιού που προσαρμόζεται αρκετά εύκολα στις καταστάσεις...» «Όταν με το καλό γίνεις κάποια στιγμή μητέρα, θα καταλάβεις κι εσύ πως όλα τα παιδιά έχουν μέσα τους στοιχεία από
τον δόκτορα Τζέκιλ και τον κύριο Χάιντ», απάντησε μελαγχολικά εκείνος. Η Φλόρα ξαφνιάστηκε από το σκίρτημα που ένιωθε στην καρδιά της, γιατί, αν και δεν ήταν εναντίον της μητρότητας, πίστευε πως στα είκοσι εφτά χρόνια της ήταν ακόμα αρκετά νέα για να σκέφτεται σοβαρά αυτό το ζήτημα. «Αυτό που λες προϋποθέτει να θέλω και η ίδια να αποκτήσω παιδιά». «Ενώ εσύ δε θέλεις να αποκτήσεις, έτσι δεν είναι;» «Δεν εννοούσα απαραίτητα κάτι τέτοιο», βιάστηκε να του εξηγήσει, «απλώς εκνευρίζομαι όταν ο κόσμος βγάζει αυθαίρετα συμπεράσματα. Εκτός αυτού, όσο συντηρητικό και να ακούγεται, δε θα γινόμουν ποτέ μητέρα αν πρώτα δεν είχα βρει τον σωστό σύντροφο για να φτιάξω μαζί του οικογένεια». «Με άλλα λόγια, ο Πολ δεν πρέπει να ήταν και πολύ υπέρ της οικογένειας», συμπέρανε ο Τζος. Βγάζοντας έναν αναστεναγμό, η Φλόρα παραμέρισε τους δισταγμούς της και επιχείρησε να του μιλήσει με ειλικρίνεια. «Ο Πολ δεν είχε καμία αντίρρηση να φτιάξει οικογένεια, αρκεί βεβαίως αυτό να ταίριαζε με την εικόνα που ήθελε να προβάλει προς τα έξω», είπε με ένα πικρόχολο χαμόγελο, καθώς αναλογίστηκε πόσο συμφεροντολογικά ήταν τα κίνητρα για τις προτεραιότητες που έθετε στη ζωή του. Ήταν απολύτως σίγουρη πως, αν είχαν παντρευτεί, ο Πολ θα προγραμμάτιζε οι εγκυμοσύνες της να συμπίπτουν με τις προεκλογικές περιόδους, γιατί πίστευε πως μ' αυτό τον τρόπο θα εξασφάλιζε τις ψήφους κάποιων αναποφάσιστων. «Εγώ νομίζω πως θα αποτελούσατε ιδανικό συνδυασμό, γιατί με την κομψή εμφάνιση που διαθέτεις, θα μπορούσες να υποδυθείς άψογα το ρόλο του διακοσμητικού στοιχείου», είπε και κοίταξε επιδοκιμαστικά τα πανάκριβα ρούχα της, για να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στα λόγια του. «Έχετε έναν πολύ όμορφο τρόπο να προσβάλλετε τους ανθρώπους, κύριε Πρέντις», παρατήρησε ψυχρά εκείνη. «Δυστυχώς όμως, αυτή τη στιγμή δεν έχω καμία διάθεση να συζητήσω για το πόσο επιφανειακός άνθρωπος είμαι». «Σε περίπτωση που ξέχασες το όνομα μου, σου θυμίζωττως είναι Τζος».
«Το μόνο που είχα ξεχάσει για σένα είναι η προσβλητική συμπεριφορά σου, διαφορετικά δε θα σου είχα προτείνει ποτέ να αναλάβεις αυτή τη δουλειά». «Τι έγινε; Πάψαμε να είμαστε μεσολαβητές και γίναμε ξαφνικά αφεντικά;» είπε σαρκαστικά ο Τζος. «Ή μήπως σκοπεύεις να βρίσκεσαι συνεχώς μέσα στα πόδια μου, έτοιμη να εκφράσεις την άποψη σου για τον τρόπο που κάνω τη δουλειά μου;» «Δε συνηθίζω να επεμβαίνω στις δουλειές των άλλων», είπε με τρεμάμενη φωνή η Φλόρα, «γι' αυτό μπορείς να εκφράσεις τη δημιουργικότητα σου όσο πιο ελεύθερα θέλεις». «Αν είναι έτσι όπως τα λες, δεν έχω κανένα λόγο να αρνηθώ την πρόταση σου», παρατήρησε ήρεμα ο Τζος. «Αυτό... είναι υπέροχο», ψέλλισε η Φλόρα, ξαφνιασμένη από την απότομη αλλαγή στη συμπεριφορά του. «Αρχίζω δουλειά από αύριο κιόλας». «Τόσο σύντομα;» «Προτού το σκεφτείς καλύτερα και αλλάξεις γνώμη». «Δώσαμε τα χέρια και σκοπεύω να σεβαστώ τη συμφωνία μας, παρ' όλη την προκλητική στάση που κρατάς απέναντι' μου», απάντησε η Φλόρα, μα βλέποντας το ειρωνικό χαμόγελο που σχηματίστηκε στα χείλη του, μετάνιωσε αμέσως για τη νύξη που μόλις είχε κάνει. «Εγώ πάντως πιστεύω πως έχεις επιλέξει λάθος επάγγελμα». «Δεν είσαι η μόνη που το πιστεύει αυτό», είπε και χαμογέλασε αινιγματικά καθώς θυμήθηκε την αντίδραση των γονιών του όταν τους ανακοίνωνε τα σχέδια του να εγκαταλείψει τις ακαδημαϊκές σπουδές του και να γραφτεί στη σχολή Καλών Τεχνών. Επειδή όμως η επιτυχία συνήθως φέρνει μαζί της και την αναγνώριση, κατάφερε έπειτα από χρόνια να συμφιλιώσει τους γονείς του με την ιδέα πως είχαν γιο καλλιτέχνη. «Θα έπρεπε να ακολουθήσεις το ένστικτο σου και να αξιοποιήσεις τις φυσικές κλίσεις σου». «Αυτή τη στιγμή το ένστικτό μου μου υπαγορεύει να σε φιλήσω», της είπε. «Μπορείς να μου εξηγήσεις για ποιο λόγο το αναφέρεις αυτό συνέχεια;» τον ρώτησε, σφίγγοντας τα δόντια της.
«Γιατί ει'ναι κάτι που νομίζω ότι επιθυμούμε και οι δυο μας να ξανασυμβεί», είπε ο Τζος με αφοπλιστική ειλικρίνεια. «Εγώ, τουλάχιστον, δεν μπορώ να βγάλω αυτή τη σκέψη ούτε μια στιγμή απ' το μυαλό μου», παραδέχτηκε απρόθυμα, γιατί παρ' ότι αυτή η παράλογη επιθυμία δεν εξυπηρετούσε τους σκοπούς του, δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να τη χαλιναγωγήσει. Παρατηρώντας το βλέμμα του, η Φλόρα διαπίστωσε εκνευρισμένη ότι έριχνε πάνω της τις ευθύνες για την παράξενη έλξη ανάμεσα τους. «Μήπως, τελικά, ο λόγος που με κοιτάζεις τόσο έντονα είναι επειδή σου θυμίζω τη γυναίκα σου;» Η Φλόρα άγγιξε τα χείλη της με τρεμάμενα δάχτυλα, μα ήταν πια πολύ αργά. Η αλήθεια ήταν πως η ερώτηση αυτή είχε καρφωθεί στο μυαλό της από την προηγούμενη συνάντηση τους, μα δεν είχε προετοιμαστεί καθόλου απέναντι στο ενδεχόμενο ότι θα τον ρωτούσε κάτι τέτοιο, γιατί πίστευε ότι δε θα τον ξανασυναντούσε ποτέ. Ο Τζος, αφού παρέμεινε για λίγες στιγμές τελείως ανέκφραστος, άρχισε να την πλησιάζει με αργά βήματα. Σταμάτησε όταν δεν υπήρχε πια καμία απόσταση ανάμεσα τους και αφού ανασήκωσε το πιγούνι της με τα ακροδάχτυλά του, παρατήρησε ψύχραιμα κάθε λεπτομέρεια του προσώπου της. «Όχι, η αλήθεια είναι ότι δεν της μοιάζεις καθόλου», είπε κατηγορηματικά. «Δεν υπάρχει τίποτα το κοινό ανάμεσα σας». Παρ' ότι ο τόνος της φωνής του ήταν ψυχρός και απόμακρος, τα λόγια του αντήχησαν καθησυχαστικά στα αυτιά της, απαλύνοντας τους φόβους που βασάνιζαν τη σκέψη της. «Κατ' αρχήν, δεν ήταν ξανθιά», είπε καθώς πέρασε τα δάχτυλα του μέσα από τις ξανθές, κοντοκομμένες τούφες των μαλλιών της. «Αν κι αυτό είναι σχετικό, γιατί δεν αποκλείεται να υπήρξες κι εσύ κάποτε καστανή». «Αυτό είναι κάτι που μόνο εγώ γνωρίζω». Το χέρι του σταμάτησε να χαϊδεύει τα μαλλιά της και τα μάτια του φωτίστηκαν για πρώτη φορά από ένα πονηρό, σχεδόν συνωμοτικό χαμόγελο. «Υπάρχει τρόπος να επαλη-
θεύσω αν είσαι φυσική ξανθιά ή όχι και δεν έχεις ιδέα πόσο πολύ θέλω να μάθω την αλήθεια». «Συγκρατήσου!» τον επέπληξε η Φλόρα. «Αν επιχειρούσα αυτή τη στιγμή να σε φιλήσω, θα το θεωρούσες σοβαρό λόγο για να με απολύσεις;» Η απροσδόκητη ερώτηση του έκανε την καρδιά της να σφυροκοπά και στράγγιξε το χρώμα από τα μαγουλά της, αλλά συνειδητοποίησε π ω ς τα φιλιά του ήταν εκείνη τη στιγμή αυτό που λαχταρούσε περισσότερο απ' όλα. «Τυπικά, από τη στιγμή που δεν έχεις αρχίσει να δουλεύεις για μένα, δεν έχω κανένα δικαίωμα να σε απολύσω», αποκρίθηκε με βραχνή φωνή. «'Εχεις πολύ κοφτερό μυαλό πάνω στα νομικά θέματα», είπε με θαυμασμό εκείνος και ακούμπησε τρυφερά τα χέρια του στους ώμους της. «Δε νομίζω π ω ς αυτή τη στιγμή θαυμάζεις το κοφτερό μυαλό μου», παρατήρησε εύστοχα εκείνη. «Χαίρομαι που το αντιλαμβάνεσαι αυτό», είπε καθώς άγγιξε απαλά τα μισάνοιχτα χείλη της με το δάχτυλο του. «Δε χρειάστηκε ιδιαίτερη εξυπνάδα για να το καταλάβω», είπε ξέπνοα και αγωνίστηκε να κυριαρχήσει στις αισθήσεις της, γιατί η επιθυμία της να τη φιλήσει είχε γίνει τόσο έντονη, που κινδύνευε από στιγμή σε στιγμή να λιποθυμήσει. «Λατρεύω τα χείλη σου», ψέλλισε με βραχνή φωνή ο Τζος. «Είναι τόσο αισθησιακά... που σε προκαλούν να τα φιλήσεις». «Τζος...» μουρμούρισε, καθώς τα χέρια της τυλίχτηκαν γύρω από τους γεροδεμένους ώμους του. «Ναι, άγγελε μου...» Το άρωμα που ανέδιδε το δέρμα του μέθυσε τις αισθήσεις της και μεγάλωσε ακόμη περισσότερο την ανυπομονησία της. «Σκοπεύεις να με φιλήσεις;» «Ναι, και τίποτα στον κόσμο δεν πρόκειται να με σταματήσει...» Ο ενθουσιασμός με τον οποίο η Φλόρα παραδόθηκε στο ερωτικό κάλεσμα του οδήγησε γρήγορα την κατάσταση πέρα από κάθε έλεγχο. Το στόμα της άνοιξε για να υποδεχτεί την παλλόμενη γλώσσα του και τα χέρια της γαντζώθηκαν με
δύναμη από τις μπούκλες των εβένινων μαλλιών του. Όταν αποδείχτηκε πως ούτε αυτό ήταν αρκετό για να κατευνάσει τη φωτιά που ε'καιγε τα σωθικά της, εξερεύνησε με τα ακροδάχτυλά της κάθε πιθαμή του προσώπου του. Τα γόνατα της παρέλυσαν κι αν δεν υπήρχε το στιβαρό χέρι του να τη στηρίζει, θα είχε σίγουρα σωριαστεί στο έδαφος. Το σκυλί του κτήματος που μύριζε τα πόδια της με την υγρή μουσούδα του κατάφερε ε'πειτα από επίμονες προσπάθειες να κερδίσει το ενδιαφέρον της. «Ωχ, Θεέ μου», είπε με έναν αναστεναγμό, καθώς τα μάτια της διασταυρώθηκαν με το μελαγχολικό βλέμμα του σκύλου που στεκόταν ακριβώς από πίσω της. «Είναι μεγάλη ανοησία αυτό που κάνουμε», είπε και απομακρύνθηκε λίγα βήματα από κοντά του. «Ακόμα κι έτσι όμως, ποιος νοιάζεται αν αυτή τη στιγμή ενεργούμε και οι δυο παράλογα;» «Με νοιάζει εμένα και έπειτα δε θα ήθελα να γίνω εγώ η αιτία που θα χάσεις τη δουλειά σου». Η πείνα που διέκρινε στο βλέμμα του καθώς τη φιλούσε ήταν ο ανασταλτικός παράγοντας που εμπόδισε τη Φλόρα να αφεθεί ολοκληρωτικά στο ερωτικό κάλεσμα του. Υποδήλωνε πως μέσα του είχαν συσσωρευτεί πολλά απωθημένα συναισθήματα από τον πρόωρο θάνατο της γυναίκας του και φανέρωνε πως ήταν ακόμη προσκολλημένος σε αυτήν. Αν και δεν την παραξένευε καθόλου κάτι τέτοιο, δεν έπαυε να εδραιώνει την πεποίθηση της ότι δεν υπήρχε καμία προοπτική σε μια σχέση μαζί του. «Τι ώρα έχει πάει;» ρώτησε απότομα εκείνος. «Κοντεύει τρεις», απάντησε η Φλόρα, κοιτάζοντας μηχανικά το ρολόι που φορούσε στο χέρι της. «Ωχ, θα πρέπει να σε αφήσω, γιατί υποσχέθηκα πως θα τελειώσω τον φράχτη πριν αρχίσει να βραδιάζει. Προτείνω όμως να ανανεώσουμε το ραντεβού μας για αύριο», πρόσθεσε με ανάλαφρο τόνο στη φωνή του. Εκείνη έγνεψε καταφατικά με το κεφάλι της, κάνοντας φιλότιμες προσπάθειες να κρύψει τον εκνευρισμό που ξυπνούσε μέσα της η αλαζονική συμπεριφορά του. «Θα περάσω αύριο από το σπίτι σου, τότε».
«Εντάξει, σε περίπτωση που δεν είμαι εκεί, θα έχω αφήσει το κλειδί κάτω από το χαλάκι της πόρτας». Ο Τζος, μολονότι δεν είχε καμία αμφιβολία ότι θα την έβρισκε εκεί την επόμενη μέρα, προτίμησε να μην κάνει κανένα σχόλιο, απλά περιορίστηκε να χαμογελάσει ειρωνικά. Η Φλόρα πήρε το δρόμο της επιστροφής, χαμένη στις σκέψεις της, χωρίς να δώσει την παραμικρή σημασία στην επιβλητική ομορφιά του τοπίου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
«Είναι κανείς εδώ;» ρώτησε ο Τζος καθώς έσπρωχνε τη μισάνοιχτη πόρτα της κουζίνας. «Δεν ξέρεις πόσο χαίρομαι που σε βλέπω», αναφώνησε η Φλόρα, φανερά ανακουφισμένη από την παρουσία του. «Ήρθες ακριβώς στην κατάλληλη στιγμή. Έλα, πέρασε μέσα. Γρήγορα, σε παρακαλώ». Ξαφνιασμένος από την παντελή έλλειψη αυτοκυριαρχίας της, άφησε το βλέμμα του να περιπλανηθεί στο χώρο και διαπίστωσε απογοητευμένος πως η ταραχή της δεν οφειλόταν καθόλου στην ανεξέλεγκτη επιθυμία της γι' αυτόν. «Μη στέκεσαι ακίνητος, κάνε κάτι», πρόσταξε εκείνη, με έκδηλη την αγωνία στην ψιθυριστή φωνή της. Ο Τζος τταρατήρησε ότι η μασιά ττου κρατούσε σφιχτά στο χέρι της ήταν υπερβολικά μεγάλη για το μικροσκοπικό, ανυπεράσπιστο ποντίκι που είχε στριμώξει στη γωνία. «Τι σκοπεύεις να κάνεις;» Βλέποντας ότι δεν έκανε καμία κίνηση για να τη βοηθήσει, η Φλόρα απόρησε με την απαθή στάση του απέναντι στο πρόβλημά της και καταπολέμησε την έντονη επιθυμία της να ουρλιάξει. «Να μη σε νοιάζει», απάντησε κοφτά, ανήμπορη να μετακινήσει το βλέμμα της από την ακίνητη φιγούρα του τρομοκρατημένου τρωκτικού. «Γιατί δεν του δίνεις μια με τη μασιά, να τελειώνουμε;» της πρότεινε. «Αν μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο, θα το είχα κάνει ήδη»,
εξήγησε όσο πιο υπομονετικά μπορούσε εκείνη. «Δεν μπορώ να βλάψω ούτε κουνούπι», εξομολογήθηκε με σφιγμένα δόντια. «Τότε άφησε το να φύγει», είπε ο Τζος με φυσικότητα, μολονότι ήξερε πως το ποντίκι δεν επρόκειτο να το κουνήσει ρούπι, εάν πρώτα δεν την έπειθε να απομακρυνθούν από κοντά του. Φοβόταν όμως πως κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο, γιατί η Φλόρα δεν έδειχνε καμιά πρόθεση να μετακινηθεί από τη θέση της. «Τι;» αναφώνησε με τσιριχτή φωνή. «Και να περάσω άλλη μια νύχτα ξάγρυπνη, ακούγοντας το να ροκανίζει τα ξύλα του πατώματος; Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση!» «Θέλεις να το σκοτώσω εγώ, έτσι δεν είναι;» Το βλέμμα της στράφηκε πάνω του για πρώτη φορά από την ώρα που είχε έρθει και τον κοίταξε φανερά σοκαρισμένη. «'Οχι, προς Θεού, όχι!» «Θα πρέπει να πάρεις μια απόφαση», είπε ο Τζος, απορώντας και ο ίδιος με τον εαυτό του, γιατί γνώριζε εκ πείρας ότι η γυναικεία λογική ήταν ικανή τις περισσότερες φορές να του τινάξει τα νεύρα στον αέρα. Τα μάτια της φωτίστηκαν από μια ξαφνική έμπνευση. «Θα μπορούσες να το βγάλεις έξω, πήγαινε το όμως αρκετά μακριά από το σπίτι...» «Μισό λεπτό, για να βεβαιωθώ ότι κατάλαβα καλά. Θέλεις να πιάσω το ποντίκι με τα χέρια μου, να το χαϊδέψω τρυφερά στο κεφάλι και να το στείλω προς αναζήτηση άλλης κατοικίας, σωστά;» διερωτήθηκε, αποφασισμένος να παραμείνει ανεπηρέαστος απέναντι στην απρόσμενη εκδήλωση ευαισθησίας της. «Ναι, στην ουσία αυτό ακριβώς σου ζητάω και όσο πιο γρήγορα γίνεται», είπε εκείνη και γύρισε με αποστροφή το κεφάλι της προς την αντίθετη κατεύθυνση, καθώς εκείνος έπιασε το ποντίκι στη χούφτα του και βγήκε αθόρυβα από το σπίτι. Μόλις τον άκουσε να κλείνει πίσω του την πόρτα, έβγαλε έναν αναστεναγμό ανακούφισης και σωριάστηκε εξαντλημένη σε μια καρέκλα. Όταν εκείνος επέστρεψε από την αποστολή του, η Φλόρα είχε ήδη προετοιμάσει το λογύδριο που θα δικαιολογούσε την υστερική αντίδρασή της.
«Έχω πλήρη επίγνωση ότι το ποντίκι ήταν χίλιες φορές πιο τρομαγμένο από μένα», εξήγησε βιαστικά, προκειμένου να προλάβει κάποιο ειρωνικό σχόλιο του. «'Οπως επίσης καταλαβαίνω ότι η αντίδραση μου ήταν κάπως υπερβολική». «Πάλι καλά που δε σκαρφάλωσες σε καμιά καρέκλα», σχολίασε εύθυμα εκείνος. «Σ' ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια», του απάντησε ψυχρά. «Τώρα αισθάνομαι ακόμα πιο ηλίθια». «Μου κάνει εντύπωση που σκέφτεσαι κάτι τέτοιο», κάγχασε ο Τζος. «Το γεγονός ότι φοβήθηκα δε σημαίνει απαραίτητα ότι τα σιχαίνομαι κιόλας!» «Καλά έκανες και μου το διευκρίνισες αυτό, διαφορετικά θα πίστευα ότι πάσχεις από κάποιο είδος φοβίας». «Αυτό που με ανατριχιάζει περισσότερο», είπε, επαληθεύοντας αμέσως τα λόγια της με ένα τίναγμα του κορμιού της, «είναι ο θόρυβος που κάνουν... και εκτός αυτού, είναι όλο μικρόβια γιατί ζουν μέσα στη βρομιά. Με την ευκαιρία, νομίζω πως θα ήταν καλή ιδέα να πλύνεις αμέσως τα χέρια σου», κατέληξε με ύφος που δε σήκωνε αντιρρήσεις. «Δεν πιστεύω να είσαι κι εσύ από τους ανθρώπους που είναι υστερικοί με την καθαριότητα», της είπε, αλλά έλαβε αμέσως την απάντηση του, διαπιστώνοντας με μια γρήγορη ματιά την ακαταστασία που επικρατούσε στο χώρο. «Παίρνω πίσω τα λόγια μου, γιατί απ' ό,τι βλέπω ισχύει μάλλον το αντίθετο». «Είναι πολύ άδικο να με κατηγορείς για ακαταστασία, τη στιγμή, μάλιστα, που μόλις έζησα μια τόσο τραυματική εμπειρία... Είχα μόλις ξυπνήσει και ετοίμαζα το πρωινό μου, όταν ξαφνικά...» «Το μεγάλο θηρίο πετάχτηκε πάνω σου!» «Γέλα όσο θέλεις», του είπε με αδιόρατο χαμόγελο, «αλλά η αλήθεια είναι ότι ούτε κι εγώ ξέρω τι θα είχα κάνει σε περίπτωση που δεν εμφανιζόσουν». «Ούτε εγώ ξέρω να σου απαντήσω σ' αυτό, αλλά φαντάζομαι πως θα εξαρτάται από το πόσο δυνατή είσαι απέναντι στις δύσκολες καταστάσεις». Τα χαρακτηριστικά του προσώπου της σκλήρυναν καθώς
επανέφερε στη μνήμη της τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων. «Γίνομαι σκληρή εκεί όπου χρειάζεται να είμαι». «Το πιστεύω αυτό που λες», είπε καθώς έκλεισε τη βρύση του νεροχύτη και γύρισε να την κοιτάξει με χέρια που έσταζαν. Η Φλόρα σηκώθηκε από τη θέση της, έβγαλε μια καθαρή πετσέτα από ένα συρτάρι και του την πρόσφερε. «Αν και τα ειρωνικά σχόλια σου έχουν αρχίσει να μου σπάνε τα νεύρα, οφείλω να σ' ευχαριστήσω για την πολύτιμη βοήθεια που μου πρόσφερες». Το εξεταστικό βλέμμα του την έκανε να συνειδητοποιήσει, έστω και καθυστερημένα, πως φορούσε μόνο μια λεπτή ρόμπα που αποκάλυπτε το ντεκολτέ του δαντελένιου νυχτικού της και τα λεπτά, μακριά πόδια της. Ο Τζος φορούσε παντελόνι τζιν όπως και τις προάλλες, μόνο που αυτό ήταν ακόμα πιο ξεθωριασμένο και ξεφτισμένο στα γόνατα, ενώ το λευκό πουκάμισο του, παρ' ότι ήταν καθαρό, είχε πάνω του ανεξίτηλους λεκέδες από μπογιά. Τίποτα όμως από όλα αυτά δεν αρκούσε για να καταλαγιάσει την ερωτική τρικυμία που μαινόταν μέσα της, γιατί ήξερε πως ακόμα κι αν ήταν ντυμένος με κουρέλια, πάλι θα έβρισκε τη γοητεία του ακαταμάχητη. «Τελικά, δε μου είπες, τι σε έκανε να μ' επισκεφτείς μέσα στο άγριο χάραμα;» «ΣΤΟ άγριο χάραμα;» επανέλαβε έκπληκτος. «Αν είχες ξυπνήσει από τις πέντε τα ξημερώματα όπως εγώ, θα είχες κι εσύ την εντύπωση ότι κοντεύει μεσημέρι». «Βρίσκεται μόνος του ο Λίαμ όλες αυτές τις ώρες που λείπεις από το σπίτι;» ρώτησε εκείνη. «Όχι. Έχει τη Μέγκαν να τον φροντίζει, η οποία, επιπλέον, για κάποιον ανεξήγητο λόγο, δείχνει να του έχει και τρομερή αδυναμία». Η Φλόρα αναρωτήθηκε κατά πόσο αυτή η μυστηριώδης Μέγκαν, την οποία δεν της είχε ποτέ αναφέρει ως τώρα, έτρεφε, πέρα από το γιο, την ίδια τρομερή αδυναμία και για τον πατέρα. Στην προσπάθεια της να παραστήσει την αδιάφορη, διαπίστωσε πόσο δύσκολο ήταν να ελέγχει με εκείνον μπροστά τα συναισθήματα της και χαμογέλασε με φανερή
αμηχανία. «Πολύ ωραίο όνομα το Μέγκαν», μουρμούρισε, χωρίς να πείσει ούτε καν τον εαυτό της. «Κι εμένα μου αρέσει ττολύ», συμφώνησε εκείνος, προσπαθώντας να μη γελάσει. «Θα πρέπει κάποια στιγμή να τη γνωρίσεις. Είμαι βέβαιος πως θα συμπαθήσετε αμέσως η μια την άλλη». «Θα χαρώ πολύ να τη γνωρίσω, αν και ομολογώ πως δεν έχω έρθει εδώ για να κάνω κοινωνικές επαφές». «Αλήθεια, για ποιο λόγο ακριβώς έχεις έρθει εδώ;» «Αν θυμάμαι καλά, σου είχα αναφέρει ότι ο αρραβωνιαστικός μου και εγώ αποφασίσαμε πρόσφατα να χωρίσουμε». «Απορώ πώς μπόρεσα να ξεχάσω τέτοιο κοσμοϊστορικό γεγονός», είπε σαρκαστικά ο Τζος. «Επομένως, θες να πεις ότι ήρθες εδώ πάνω ολομόναχη για να γιατρέψεις τις πληγές σου και να συνέλθεις ψυχολογικά από το χωρισμό σας;» «Ακριβώς, γιατί δεν είναι όλοι οι άνθρωποι πρόθυμοι να εκθέσουν σε κοινή θέα τα συναισθήματα τους». «Μην ξεχνάς πως μερικοί δε διαθέτουν καθόλου συναισθήματα για να φοβούνται κάτι τέτοιο», συνέχισε ακάθεκτος εκείνος, καθώς της επέστρεφε την πετσέτα που είχε μόλις διπλώσει προσεκτικά. Βγάζοντας καπνούς από το θυμό της, η Φλόρα τράβηξε με μια απότομη κίνηση την πετσέτα από το χέρι του. «Αν περιμένεις να πιστέψω ότι ήσουν πραγματικά ερωτευμένη μ' αυτό τον Πολ, θα περιμένεις πολύ ακόμα. Δεν αμφιβάλλω ότι υπήρχαν πολλά υπέρ στη σχέση σου μαζί του, όπως για παράδειγμα το ότι ήταν από αριστοκρατική οικογένεια, με τις κατάλληλες κοινωνικές διασυνδέσεις και πιθανότατα, εκτός αν το ένστικτό μου πέφτει έξω, άφθονο χρήμα», συμπλήρωσε, απολαμβάνοντας την οργισμένη έκφρασή της. «Δε δίνω δεκάρα τσακιστή για το τι πιστεύεις!» αντέτεινε με περιφρονητικό τόνο εκείνη, έξαλλη από την ικανότητά του να διαστρεβλώνει τα λόγια της και να υποβιβάζει τη μακρόχρονη σχέση της με τον Πολ στο επίπεδο μιας ψυχρής συνδιαλλαγής. Είχε συνηθίσει από μικρή στην ιδέα ότι κάποια μέρα θα τον παντρευόταν και όλα αυτά τα χρόνια δεν της είχε δώσει την παραμικρή αφορμή για να αλλάξει τη γνώμη της.
«Αν ήσουν όντως ερωτευμένη μαζί του, θα είχες αποτρέψει κάθε προσπάθεια μου να σε φιλήσω. Θα είχες αντισταθεί με όλη σου τη δύναμη...» Εκείνη όμως δεν είχε κάνει κάτι τέτοιο και τώρα ήταν αναγκασμένη να υποστεί τις συνέπειες των πράξεων της. «Ο λόγος που δεν αντιστάθηκα είναι επειδή έχω μάθει να ξεχωρίζω τις διαφορές ανάμεσα στο σεξ και στον έρωτα», τον αντέκρουσε η Φλόρα, έχοντας όμως και η ίδια αμφιβολίες για το επιχείρημα της. «Αυτή είναι μια άποψη που συνήθως υποστηρίζεται από τους άντρες». «Μην ξεχνάς ότι ζούμε σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο», επισήμανε εύστοχα εκείνη. «Είμαι της αντίληψης ότι η ζωή μιας γυναίκας μπορεί να γίνει καλύτερη, μόνο όταν αρχίσει και τη ζει με το δικό της τρόπο». «Α, ώστε ανήκεις κι εσύ σ' αυτή τη νέα γενιά γυναικών που βάζουν κάτω τους άντρες στο ποτό και είναι εξίσου αθυρόστομες μ' εκείνους. Εγώ ποτέ δεν εντυπωσιάστηκα από αυτού του είδους τις γυναίκες, αν και δεν κρύβω πως αναγνωρίζω τα πλεονεκτήματα που θα είχε μια τέτοια σχέση, κυρίως από οικονομικής πλευράς, γιατί θα γλίτωνα από τα έξοδα που απαιτούνται για μια πιο ρομαντική κατάκτηση...» «Αυπάμαι, αλλά αμφιβάλλω ότι υπάρχει έστω και ίχνος ρομαντισμού στην καρδιά σου», είπε και πέταξε νευριασμένα την πετσέτα που κρατούσε στο καλάθι με τα άπλυτα. «Θεωρείς ότι είναι νόμος της φύσης οι άντρες να κάνουν ό,τι θέλουν και οι γυναίκες να μένουν στο σπίτι και να μαντάρουν τις βρόμικες κάλτσες των συζύγων τους... Γιατί γελάς σαν βλάκας;» ρώτησε κοφτά όταν τον είδε να ξεκαρδίζεται στα γέλια. «Επειδή δεν μπορώ να σε φανταστώ να μαντάρεις κάλτσες», απάντησε ο Τζος. «Μου φαίνεται τόσο απίθανο κάτι τέτοιο, που είμαι πρόθυμος να φάω τις δικές μου αν ξέρεις έστω και να περνάς την κλωστή μέσα από τη βελόνα». «Ήταν σχήμα λόγου, Τζος. Δε νομίζω πως υπάρχουν γυναίκες που να μαντάρουν στις μέρες μας». «Απ' ό,τι ξέρω, η Μέγκαν δε σταμάτησε ποτέ να μαντάρει κάλτσες», αντέτεινε εκείνος.
«Τότε λοιπόν, ίσως η Μέγκαν να είναι τελικά η ιδανική σύντροφος για σένα!» «Καταλαβαίνω π ω ς το γεγονός ότι είμαι χήρος με μικρό παιδί ξυπνά σε πολύ κόσμο τη διάθεση να μου κάνει προξενιό, αλλά εγώ δεν ενδιαφέρομαι να κάνω μια καινούρια σχέση» απάντησε ο Τζος, ελπίζοντας πως αυτή η δήλωση θα αναθέρμαινε το ενδιαφέρον της και όχι το αντίθετο. «Η Μέγκαν τα γνωρίζει όλα αυτά;» «Η Μέγκαν, δυστυχώς, είναι παντρεμένη εδώ και πολλά χρόνια με τον ίδιο άντρα», είπε μελαγχολικά εκείνος. «Ο σύζυγος της, ο Χίου, είναι ο πατέρας του Τζερέιντ, του νεαρού που γνώρισες χθες και η Μέγκαν, βεβαίως, είναι η μητέρα του». «Κατάλαβα». «Μου είναι τελείως αδύνατο να φανταστώ για ποιο λόγο ζηλεύεις τόσο, αφού ξέρεις ότι είσαι η μόνη γυναίκα στον κόσμο που θέλω αυτή τη στιγμή να φιλήσω». Παρ' όλο που τα λόγια του επέτειναν την ονειροπόλα διάθεση της, απέτυχαν να της προσφέρουν την παραμικρή ανακούφιση στους φόβους και τις ανησυχίες της. Τώρα που ο Τζος είχε δώσει ένα τέλος στην εθελούσια αποχή του από τις εγκόσμιες απολαύσεις, το γεγονός ότι ήταν η πρώτη γυναίκα που είχε ξυπνήσει την ερωτική επιθυμία μέσα του, δεν της εξασφάλιζε σε καμία περίπτωση ότι θα ήταν και η τελευταία. «Ποτέ δεν ήμουν ο τύπος της γυναίκας που ζηλεύει» είπε η Φλόρα, κάνοντας μια άχαρη απόπειρα να γελάσει ανέμελα. «Μπορείς να ξεκινήσεις όποτε θέλεις τη δουλειά σου, μην αφήνεις εμένα να σε καθυστερώ», πρόσθεσε, καθώς άρχισε να μαζεύει τα πράγματα που ήταν πεταμένα γύρω της. «Είθισται να προσφέρουν στον μάστορα ένα φλιτζάνι τσάι πριν αρχίσει τη δουλειά του», επισήμανε ειρωνικά εκείνος. «Τίποτα δε γνωρίζεις πια από καλούς τρόπους;» «Απ' ό,τι απέδειξες και εσύ περίτρανα, τίποτα», του απάντησε ξερά. «Υπάρχουν και άλλοι κανονισμοί που θα πρέπει να γνωρίζω;» «Το τσάι θα πρέπει να σερβίρεται ανά τακτά διαστήματα, καθ' όλη τη διάρκεια της εργασίας», είπε και χαμήλωσε το κεφάλι του με έναν αναστεναγμό, χαϊδεύοντας το λαιμό της με
την καυτή ανάσα του. «Το επόμενο αίτημα μου ίσως σου φανεί κάπως παράξενο, είναι όμως κάτι που έχω επιθυμήσει τα τελευταία χρόνια και θα χαιρόμουν πολύ αν μπορούσες να μου το προσφέρεις», ψιθύρισε εκείνος και έφερε το κορμί του να κολλήσει πάνω στο δικό της. «Ποιο είναι το αίτημα σου;» ρώτησε με ξεψυχισμένη φωνή η Φλόρα και η εμφανής διέγερση του διέλυσε και τις τελευταίες αμφιβολίες για τις διαθέσεις του. Ένιωσε τα χέρια της άκαμπτα σαν να είχαν πάθει αγκύλωση και αφέθηκε στην αγκαλιά του, αναποφάσιστη σχετικά με το ποια θα έπρεπε να είναι η επόμενη κίνηση της. Ο Τζος, που είχε αρχίσει να την πολιορκεί ερωτικά από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας τους, συνειδητοποίησε ξαφνικά την πλάνη του, γιατί τόσον καιρό πίστευε πως αυτό το φλερτ δεν είχε κανέναν αντίκτυπο στα αισθήματα του, αλλά ότι αποτελούσε απλώς μέρος του σχεδίου του. Τώρα ανακάλυπτε έκπληκτος πως η ομορφιά της όχι μόνο έκοβε την ανάσα του, αλλά και έθετε σε σοβαρό κίνδυνο την αυτοκυριαρχία του. Η εικόνα της και μόνο ξαπλωμένη σε ένα κρεβάτι, του ήταν υπεραρκετή για να φτάσει η διέγερση του στα όρια του παροξυσμού. Καθάρισε το λαιμό του και απάντησε με όση φυσικότητα του επέτρεπαν εκείνη τη στιγμή οι συνθήκες. «Τα μπισκότα και κατά προτίμηση με γεύση σοκολάτας, γιατί σε περίπτωση που πάθω υπογλυκαιμία δε θα μπορώ να κουνήσω ούτε το μικρό μου δαχτυλάκι». Ο ερωτισμός στο βλέμμα της αντικαταστάθηκε αμέσως από ταπείνωση. Ένιωθε σαν ηλίθια που είχε αφήσει για άλλη μια φορά τους πόθους της να την παρασύρουν σε λάθος συμπεράσματα και προσπάθησε με αδέξιο τρόπο να τραπεί σε φυγή. «Ε, μισό λεπτό», φώναξε ο Τζος, πιάνοντας την από τον αγκώνα. «Πλάκα σου έκανα», αναφώνησε μετανιωμένος. «Αλλά απ' ό,τι καταλαβαίνω, πρέπει να έχω πολύ κακή αίσθηση του χιούμορ και σου ζητώ συγνώμη γι' αυτό». «Εγώ είμαι αυτή που πρέπει να ζητήσει συγνώμη, γιατί το μυαλό μου παρασύρθηκε σε σκέψεις ανεπίτρεπτες», δήλωσε με αφοπλιστική ειλικρίνεια η Φλόρα. «Χωρίς όμως αυτό να
σημαίνει ότι δεν ενθάρρυνες κι εσύ αυτές τις σκέψεις. Και αυτό με κάνει να αναρωτιέμαι αν όντως βρίσκεσαι εδώ για να φτιάξεις το παιδικό δωμάτιο ή αν έχεις έρθει απλώς για να με βασανίσεις με την παρουσία σου». Ένας μυς συσπάστηκε στο πρόσωπο του. «Δεν είσαι η μόνη που βασανίζεται αυτή τη στιγμή, ξέρεις». Η έκφραση της μαλάκωσε γιατί διαισθάνθηκε από το βλέμμα του ότι μέσα του μαίνονταν αντικρουόμενα συναισθήματα εξίσου επώδυνα με τα δικά της και απόρησε που τόση ώρα δεν είχε εξετάσει ούτε μια φορά τα πράγματα από τη δική του σκοπιά. Τώρα που τα έβλεπε, συνειδητοποιούσε ότι η δική του μάχη είχε άμεση σχέση με τα τραύματα που έφερε από τον πρόωρο θάνατο της γυναίκας του. «Χαίρομαι που ακούω κάτι τέτοιο, γιατί όσο κοινότοπο και αν ακούγεται, είναι αρκετά παρήγορο να ξέρω ότι δεν υποφέρω μόνο εγώ σε αυτή τη ζωή», είπε. «Δε χρειάζεται όμως να αισθάνεσαι τύψεις για τη συμπεριφορά σου, γιατί θεωρώ πως η ερωτική έλξη ανάμεσα μας είναι κάτι απολύτως φυσιολογικό». Ο Τζος έδειξε σαστισμένος από τη δήλωση της και έμεινε να την κοιτάζει με ανοιχτό το στόμα. «Όσο και να καταπιέζεις τις ορμές σου», συνέχισε ευγενικά εκείνη, «είναι αναπόφευκτο κάποια στιγμή να βγουν στην επιφάνεια, γιατί δεν παύεις να είσαι και εσύ άνθρωπος όπως όλοι μας». Ο Τζος προσπάθησε να κατευνάσει τα αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα του, γιατί όσο εγκληματική και να ήταν η αμέλεια του πατέρα της ως γιατρού, όλα υποδήλωναν πως εκείνη ήταν άνθρωπος με ακέραιο χαρακτήρα και αφοπλιστικά ειλικρινή συμπεριφορά. «Από την άλλη πλευρά», συνέχισε η Φλόρα όταν είδε πως δεν έπαιρνε απάντηση, «πέρα από το ενδεχόμενο να μην είμαι εγώ η κατάλληλη γυναίκα για σένα, μπορεί, πολύ απλά, να μην είσαι ακόμα ψυχολογικά έτοιμος για μια καινούρια σχέση. Αλήθεια, πόσα χρόνια είναι που έχεις χάσει τη γυναίκα σου;» «Τρία χρόνια». «Τρία», επανέλαβε προβληματισμένη. «Αυτό σημαίνει πως ο Λίαμ ήταν μωρό ακόμα...»
«Για την ακρίβεια, η Μττράιντι πέθανε στη διάρκεια της γε'ννας, από εμβολή», εξήγησε ο Τζος, καθώς τα χαρακτηριστικά του προσώπου του σκλήρυναν ακόμα περισσότερο. Η Φλόρα αυτή τη φορά δεν παραξενεύτηκε καθόλου από την οργή που διέκρινε στα μάτια του, αντίθετα, τον παρότρυνε τρυφερά να καθίσει σε μια καρέκλα και συνέχισε να του χαϊδεύει απαλά την πλάτη. «Η εμβολή κατά τη διάρκεια του τοκετού είναι κάτι που συμβαίνει εξαιρετικά σπάνια. Ο πατέρας μου είναι γιατρός και τυχαίνει να το γνωρίζω πολύ καλά αυτό», συμπλήρωσε. «Εμένα όμως μου είπαν ότι είναι κάτι που δε συμβαίνει ιδιαίτερα συχνά». «Δηλαδή, ανέλαβες μόνος σου τη φροντίδα του Λίαμ από τότε που ήταν βρέφος;» «Από τότε που γεννήθηκε, έχουμε περάσει μόνο μια μέρα χωριστά κι αυτό, επειδή είχα αποφασίσει πως θα ήταν καλύτερα να εξαφανιστώ από τη ζωή του», παραδέχτηκε, με έντονα αυτοσαρκαστικό τόνο. «Ακόμα και τώρα καμιά φορά σκέφτομαι πόσο πιο ευτυχισμένος θα ήταν αν είχε υιοθετηθεί από τον αδελφό μου και τη γυναίκα του, και είχε μεγαλώσει, όπως τα περισσότερα παιδιά, ανάμεσα σε δυο γονείς...» «Ανοησίες!» είπε με θέρμη η Φλόρα, διαφωνώντας κάθετα μαζί του, γιατί είχε ήδη διαπιστώσει με τα ίδια της τα μάτια πόσο στοργικός και υπομονετικός πατέρας ήταν. «Για να λείψεις μόνο μια μέρα, σημαίνει πως δεν κατάφερες να φτάσεις και πολύ μακριά. Μα ακόμα κι αν υποθέσουμε πως η αντίδραση σου ήταν πιο ακραία, είναι φυσιολογικό για κάποιον που έχει χάσει τον άνθρωπο του να σκέφτεται και να ενεργεί παράλογα», είπε, πιάνοντας το χέρι του και βάζοντας το τρυφερά στην ποδιά της. «Το γεγονός ότι ο αδερφός σου είναι παντρεμένος και ευκατάστατος, δε σημαίνει απαραίτητα ότι ο Λίαμ θα ήταν πιο ευτυχισμένος μαζί του. Είσαι υπέροχος πατέρας!» Ο Τζος παρέλειψε σκόπιμα να αναφέρει ότι ο Τζέικ, εκτός από δίδυμος αδερφός του, ήταν παράλληλα και της ίδιας άποψης με τη δική της. «Αλήθεια, έτσι πιστεύεις;» «Εσύ και η γυναίκα σου πρέπει να ήσαστε πολύ δεμένοι και
αρμονικό ζευγάρι. Δε συμβαίνει σε όλους τους ανθρώπους να γνωρίσουν τον αληθινό έρωτα, όπως δεν έχει συμβεί μέχρι στιγμής και σ' εμένα», εξήγησε κάπως αμήχανα εκείνη. «Επομένως, δεν ξέρω να σου πω ποιος από τους δυο μας είναι στην πραγματικότητα πιο τυχερός, αν και γνωρίζω από προσωπική πείρα πώς είναι να χάνει κάποιος άνθρωπος το σύντροφο του...» Ο Τζος παρατήρησε πόσο σφιχτά τυλιγμένα ήταν τα δάχτυλα της γύρω από το χέρι του και ανασηκώνοντας το βλέμμα του, κοίταξε βαθιά μέσα στα γαλανά μάτια της. «Εννοείς τους γονείς σου;» Η Φλόρα έγνεψε καταφατικά. «Η μητέρα μου ήταν ένας τόσο ήσυχος και διακριτικός άνθρωπος, που μου ήταν αδύνατο να φανταστώ ότι η απουσία της θα δημιουργούσε ποτέ τόσο μεγάλο κενό στη ζωή του... Κόστισε και σ' εμένα ο θάνατός της, δε λέω, αλλά στον πατέρα μου κόστισε ακόμη περισσότερο. Το άσχημο στην υπόθεση είναι ότι κανείς μας δεν υποψιάστηκε τίποτα, αφ' ενός γιατί έδινε την εντύπωση του ανθρώπου που μπορούσες πάντοτε να στηρίζεσαι πάνω του και αφ' ετέρου επειδή ήξερε να κρύβει επιμελώς τα πληγωμένα αισθήματα του», είπε και έκανε μια παύση για να καθαρίσει το λαιμό της, παρατηρώντας μια έντονη αλλαγή στην έκφραση του. «Το θέμα είναι, Τζος, ότι ο πατέρας μου δεν ξεπέρασε ποτέ αυτή την απώλεια, ενώ εσύ κατάφερες να σταθείς στο ύψος των περιστάσεων και να μεγαλώσεις το παιδί σου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο... Επομένως, δεν είναι σωστό να κακίζεις τον εαυτό σου όποτε κάνεις κάποιο λάθος ή όποτε έχεις μέσα σου αμφιβολίες». «Συγνώμη, αλλά δε γίνεται να συνεχιστεί άλλο αυτή η ιστορία ανάμεσα μας», είπε εκείνος και τινάχτηκε όρθιος από την καρέκλα του. Η Φλόρα έμεινε εμβρόντητη από την αψυχολόγητη αντίδραση του. «Τι είπες;» «Είμαι βέβαιος πια ότι δεν είσαι η κατάλληλη γυναίκα για μένα», της εξήγησε ψυχρά. Αυτό που την παραξένεψε δεν ήταν τόσο η απόρριψη όσο το γεγονός ότι επαναλάμβανε ακριβώς τις ίδιες λέξεις που του
είχε πει και η ίδια προηγουμένως. «Χαίρομαι, γιατί αυτό απλοποιεί σε μεγάλο βαθμό τα πράγματα», απάντησε, μουδιασμένη ακόμα από την απροσδόκητη και αμετάκλητη τροπή των γεγονότων. Ένα μέρος του εαυτού της ένιωθε πως έπρεπε να του χρωστά ευγνωμοσύνη, γιατί την είχε αποτρέψει από το να κάνει ένα μεγάλο σφάλμα. Παρ' όλα αυτά, της ήταν αδύνατο να νιώσει την ίδια ανακούφιση που είχε αισθανθεί όταν ο Πολ της είχε ανακοινώσει ότι δεν μπορούσε να την παντρευτεί. Ο Τζος συμφώνησε με ένα κοφτό νεύμα. «Που βρίσκεται το δωμάτιο;» «Είσαι ακόμα διατεθειμένος να αναλάβεις τη δουλειά;» «Ναι, εκτός κι αν άλλαξες γνώμη». Η Φλόρα δυστυχώς δεν είχε αλλάξει γνώμη και η μόνη λογική εξήγηση γι' αυτό ήταν δίχως αμφιβολία οι μαζοχιστικές τάσεις της. «Τηλεφώνησα ήδη στην Κλαίρη και είναι κατενθουσιασμένη που βρήκα κάποιον να ανακαινίσει το δωμάτιο», είπε, αποφεύγοντας επιμελώς να διασταυρώσει το βλέμμα της με το δικό του. «Τότε λοιπόν δεν έχεις παρά να μου δείξεις πού βρίσκεται ο χώρος». «Υπάρχουν μόνο δύο υπνοδωμάτια στον πάνω όροφο, εσύ θα πας σ' αυτό που είναι στο βάθος του διαδρόμου», του απάντησε. Αφού πρώτα βεβαιώθηκε ότι είχε απομακρυνθεί από την κουζίνα, η Φλόρα άφησε τα δάκρυα να κυλήσουν καυτά στα μαγουλά της και έπειτα τα σκούπισε με μια απότομη κίνηση του χεριού. Σηκώθηκε γρήγορα από την καρέκλα, πήγε στο νεροχύτη και άρχισε να ξεπλένει με κρύο νερό το κατακόκκινο από τα κλάματα πρόσωπό της. Όταν ανασήκωσε το κεφάλι της, τον είδε να στέκεται πάλι απέναντί της. «Το πλύσιμο με κρύο νερό ωφελεί πάντοτε την επιδερμίδα», σχολίασε με αυτοσαρκαστική διάθεση. Ο Τζος δεν έκανε καμία προσπάθεια να κρύψει την έκπληξή του. «Ειλικρινά, δεν περίμενα ότι θα στενοχωρηθείς τόσο πολύ από τα λόγια μου». «Ούτε κι εγώ το περίμενα», παραδέχτηκε αυθόρμητα εκείνη,
«αλλά δεν έχει και τόση σημασία. Στο κάτω κάτω κανείς δεν πέθανε ποτέ από ερωτική απογοήτευση. Μη με κοιτάς τόσο σοκαρισμένος, γιατί διαθέτεις αρκετή φαντασία ώστε να ξέρεις πόσο επώδυνη μπορεί να είναι η απόρριψη για κάποιους ανθρώπους». «Σοκάρομαι, γιατί θεωρώ πως είσαι πολύ θελκτική γυναίκα για να σου έχει ξανασυμβεί έστω και μία φορά κάτι τέτοιο», αποκρίθηκε ο Τζος. «Πάντως νομίζω ότι πήρες τελικά τη σωστή αττόφαση, γιατί θεωρώ πως δεν είσαι ακόμα ψυχολογικά προετοιμασμένος για να πάρεις το βάπτισμα του πυρός και να αρχίσεις πάλι μια καινούρια σχέση». Ο Τζος προσπάθησε να μην παρασυρθεί από τις ερωτικές φαντασιώσεις που προξενούσαν τα λόγια της μέσα του, αλλά του ήταν αδύνατο να πάρει τα μάτια του από τα στήθη της, που διαγράφονταν προκλητικά κάτω από το βρεγμένο μπλουζάκι της. Διαπιστώνοντας καθυστερημένα το λόγο που την κοιτούσε με τόσο έντονο ενδιαφέρον, η Φλόρα δίπλωσε μπροστά τα χέρια της για να προστατευτεί από το βλέμμα του. «Δεν έχω κανένα σκοπό να λάβω μέρος σε διαγωνισμό βρεγμένης μπλούζας», δήλωσε ψυχρά. Ένα πνιχτό γέλιο ξέφυγε από τα χείλη του. «Είσαι πάντα τόσο κυνική με τους ανθρώπους;» «Είμαι όταν το απαιτούν οι περιστάσεις. Την τελευταία φορά που είχα ένα παρόμοιο ξέσπασμα, ήταν την ημέρα που ο Πολ ζήτησε να του επιστρέψω το δαχτυλίδι του, κάνοντας παράλληλα κάποιο ειρωνικό σχόλιο για την περιορισμένη νοητική αντίληψη μου...» «Έκανε τέτοιο πράγμα;» ρώτησε, αλλάζοντας απότομα το ύφος του. «Θα πρέπει να είναι και πολύ μεγάλος υποκριτής!» «Ακριβώς αυτό συνειδητοποίησα κι εγώ εκείνη την ημέρα», σχολίασε εκείνη με ένα μελαγχολικό χαμόγελο. «Όπως οι περισσότεροι που ασχολούνται με την πολιτική, έτσι κι αυτός αποφεύγει τις σταράτες κουβέντες. Η αλήθεια είναι ότι έχω γίνει αρκετά φιλύποπτη με τους ανθρώπους και δεν ανοίγομαι
εύκολα παρά μόνο στους φίλους μου, χωρίς αυτό να σημαίνει πως θα μπορούσα ποτέ να σε δω...» «Φιλικά;» Η Φλόρα έγνεψε καταφατικά. «Κάτω από διαφορετικές συνθήκες ίσως γινόμαστε δυο πολύ καλοί φίλοι», της είπε και εννοούσε αυτό που έλεγε. «Ίσως γινόμαστε και κάτι περισσότερο, αλλά οι παρούσες συνθήκες δε μας επιτρέπουν...» «Δεν υπάρχει κανένας λόγος να μου εξηγήσεις, Τζος»«Πίστεψε με, αυτή είναι η καλύτερη λύση και για τους δυο μας». Η Φλόρα ένιωσε την επιθυμία να αντικρούσει το επιχείρημα του, αλλά δεν το έκανε, γιατί μέχρι στιγμής είχε αποφύγει να του αποκαλύψει τα πραγματικά αισθήματα της και προτιμούσε να παραμείνουν τα πράγματα μεταξύ τους ακριβώς όπως είχαν. Ακόμα κι αν ο Τζος ήταν πρόθυμος να της δώσει κάποιες εξηγήσεις, εκείνη δεν ήταν καθόλου σίγουρη ότι ήθελε να τις ακούσει.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Η Φλόρα κατάφερε έπειτα από πολλές προσπάθειες να φτάσει στο εξοχικό λίγο μετά τις τρεις το μεσημέρι. Στο διαδρομή από το λιμάνι είχε μπερδευτεί και είχε στρίψει τρεις φορές σε λάθος σημεία, γεγονός που είχε προσθέσει στο κοντέρ του αυτοκινήτου της τουλάχιστον είκοσι χιλιόμετρα επιπλέον. Κατά κάποιο τρόπο όμως, χαιρόταν που είχε αργοπορήσει, γιατί οι πιθανότητες να τον συναντήσει ήταν πια ελάχιστες κι έπειτα αυτός ήταν αρχικά ο λόγος που είχε αποφασίσει να κάνει τη μονοήμερη επίσκεψη της στο Δουβλίνο. Την προηγούμενη μέρα είχε αναγκαστεί να κάνει μια μεγάλη βόλτα στη γύρω περιοχή κάτω από βροχή, αλλά ακόμα κι αυτό ήταν προτιμότερο από το να βρίσκεται συνεχώς μέσα στο σπίτι και να ανταλλάσσει τυπικές κουβέντες μαζί του. Η ημερήσια εκδρομή στην Ιρλανδία αποδείχτηκε η ιδανική λύση στο πρόβλημα της, αν εξαιρούσε κανείς το γεγονός ότι τα πόδια της είχαν πρηστεί από το πολύ περπάτημα και ότι δεν ήταν στην κατάλληλη ψυχολογική διάθεση να χαρεί τη βόλτα της στο Δουβλίνο, που κατά τη γνώμη της ήταν μια από τις ομορφότερες πόλεις του κόσμου. Μπήκε στην αυλή του σπιτιού με την ελπίδα ότι ο Τζος δε θα βρισκόταν πια εκεί και άνοιξε την πόρτα, βγάζοντας αμέσως τα παπούτσια από τα πονεμένα πόδια της. Ακούμπησε τις τσάντες με τα ψώνια στο πάτωμα και κίνησε να ανεβεί τις σκάλες, αλλά ξαναγύρισε για να πάρει το λούτρινο αρκουδάκι που είχε αγοράσει για τον Λίαμ. Όταν το είδε στη βιτρίνα, το
μυαλό της πήγε αμέσως στο παιδί και ευχήθηκε να μην παρεξηγιόταν η αυθόρμητη χειρονομία της από τον πατε'ρα του. Παρατήρησε από την άκρη του διαδρόμου πως υπήρχε ακόμα φως στο παιδικό υπνοδωμάτιο και υπέθεσε ότι ο Τζος το είχε προφανώς ξεχάσει αναμμένο. Φτάνοντας έξω από την ανοιχτή πόρτα, η Φλόρα έβγαλε ένα επιφώνημα θαυμασμού. Ο μέχρι πρότινος μουντός χώρος είχε μεταμορφωθεί σε έναν μαγικό μικρόκοσμο, με εξαιρετικές τοιχογραφίες και στις τέσσερις όψεις του δωματίου, που απεικόνιζαν με κάθε λεπτομέρεια τη ζωή στο βυθό της θάλασσας. Διέκρινε θαλάσσια πλάσματα να ξεπροβάλλουν πίσω από βράχους, ένα βυθισμένο καράβι και ένα σωρό άλλα πράγματα που θα χρειαζόταν ώρες για να τα προσέξει ένα ένα. «Κρίμα που πάει χαμένο τόσο ταλέντο», μονολόγησε εντυπωσιασμένη. «Θα έπρεπε να γίνει επαγγελματίας ζωγράφος...» «Καθόλου άσχημη ιδέα». Γυρνώντας ταραγμένη το κεφάλι της, τον είδε να στέκεται στο άνοιγμα της πόρτας και να την κοιτάζει. «Πίστευα ότι λογικά θα είχες γυρίσει σπίτι σου τέτοια ώρα, τι σε έπιασε και δουλεύεις μέχρι τόσο αργά;» ρώτησε με τρεμάμενη φωνή, σίγουρη πως οι δυνατοί χτύποι της καρδιάς της αντηχούσαν σε ολόκληρο το δωμάτιο. «Έπρεπε να προσθέσω μερικές τελευταίες πινελιές στο δημιούργημα μου, γι' αυτό έβαλα τον Λίαμ για ύπνο και ξαναγύρισα να το ολοκληρώσω», εξήγησε εκείνος. «Συγκεντρώνομαι καλύτερα όταν δεν υπάρχει κανένας τριγύρω να μου αποσπά την προσοχή», πρόσθεσε με περιπαιχτικό χαμόγελο. «Ζητώ συγνώμη αν χθες σε δυσκόλεψα με την παρουσία μου», απάντησε εκείνη, σαν παιδί που μόλις το είχαν μαλώσει για κάποια αταξία. Αποφεύγοντας να δώσει απάντηση, ο Τζος πέρασε τα δάχτυλα μέσα από τα μαλλιά του και εστίασε το βλέμμα του στο πάνινο αρκουδάκι που κρατούσε στο χέρι της. «Ωραίο κουκλάκι, αλλά δε νομίζεις πως είσαι λίγο μεγάλη για τέτοιου είδους παιχνίδια;» «Δεν το πήρα για μένα», απάντησε χαμογελαστά, καθώς
έτεινε το αρκουδάκι προς το μέρος του. «Είναι για τον Λίαμ... Ελπίζω να μη σε πειράζει». «Για ποιο λόγο να με πειράζει;» ρώτησε απορημένος ο Τζος, παίρνοντας το δώρο από τα χέρια της και ακουμπώντας το στο περβάζι του παραθύρου δίπλα τους. «Ο Λίαμ θα πετάει αύριο από τη χαρά του. Τακτοποίησα όσα κουτιά με μπογιά περίσσεψαν στην αποθήκη», πρόσθεσε με ύφος ευσυνείδητου επαγγελματία. «Λοιπόν, κάπως έτσι είχες φανταστεί ότι θα έφτιαχνα το παιδικό δωμάτιο;» «'Οχι, δε θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ κάτι τόσο περίτεχνο και δημιουργικό», ομολόγησε εντυπωσιασμένη. «Τώρα καταλαβαίνω πόσο ταλαντούχος ζωγράφος είσαι», κατέληξε και έστρεψε πάλι το βλέμμα της στην τοιχογραφία, μελετώντας προσεκτικά κάθε μικρή λεπτομέρεια. «'Εχεις σκεφτεί να ασχοληθείς επαγγελματικά με τη ζωγραφική;» «Πολλές φορές, αλλά οι γονείς μου πίστευαν ότι δεν είναι η σωστή επαγγελματική επιλογή για έναν ώριμο άντρα». Η Φλόρα μόρφασε αποδοκιμαστικά. «Και ο πατέρας μου πίστευε ότι το να γίνω ποινικολόγος δεν ήταν η κατάλληλη επιλογή για μια γυναίκα», σχολίασε καυστικά, καθώς σκέφτηκε τις ατέλειωτες συζητήσεις τους για τους τεράστιους κινδύνους που επιφύλασσε η υπεράσπιση εγκληματικών στοιχείων της κοινωνίας. «Αυτό όμως δεν κατάφερε να σταθεί εμπόδιο στις αποφάσεις μου», πρόσθεσε. «Κατανοώ, βεβαίως, ότι στη δική σου κατάσταση είναι τελείως διαφορετικά τα πράγματα, γιατί εγώ δεν είχα παράλληλα και ένα μικρό παιδί να μεγαλώσω». «Όσον αφορά το παιδί, δεν μπορώ να έχω κανένα παράπονο από τους γονείς μου, γιατί πάντα στάθηκαν στο πλευρό μου και βοήθησαν ουσιαστικά στην ανατροφή του», εξήγησε εκείνος, νιώθοντας τύψεις που παρουσίαζε τους δικούς του ως αδαείς προκειμένου να της αποκρύψει την πραγματική του ταυτότητα. «Ακόμα και την περίοδο που προσπαθούσα να αποδείξω ότι μπορούσα να τα καταφέρω όλα μόνος μου, παίζοντας παράλληλα το ρόλο του πατέρα και της μητέρας, εκείνοι υπέμεναν την παράλογη συμπεριφορά μου και δε σταμάτησαν στιγμή να μου συμπαραστέκονται».
Ο ουδέτερος τόνος της φωνής του δεν κατάφερε να αποκρύψει το γεγονός ότι είχε περάσει πολύ δύσκολες καταστάσεις. Ο πόνος δεν της ήταν καθόλου άγνωστο συναίσθημα και η πονεμένη έκφραση του τώρα ξυπνούσε την προστατευτικότητά της. «Τι κάνει ο Λίαμ;» «Καλά είναι, ελπίζω να κοιμάται του καλού καιρού, όπως θα πρέπει να κάνω κι εγώ σε λίγο. Έχω αναλάβει το αυριανό άρμεγμα και θα πρέπει να σηκωθώ από το άγριο χάραμα». Η Φλόρα παρατήρησε για πρώτη φορά τους μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια του. «Θα πρέπει να είναι κανονικό σκότωμα να ξυπνάς από τόσο νωρίς, κάθε μέρα». «Έμαθα να κοιμάμαι περίεργα ωράρια από τότε που ο Λίαμ ήταν μωρό, αλλά έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν ήμουν άνθρωπος που έχει ανάγκη από πολλές ώρες ύπνου», είπε, μα η νυσταλέα έκφραση στα μάτια του φανέρωνε ακριβώς το αντίθετο. «Μόνο που θα πρέπει πρώτα να τακτοποιήσουμε το οικονομικό θέμα», υπενθύμισε εκείνη, κάνοντας φιλότιμες προσπάθειες να κρύψει τη βαθιά απογοήτευση που ένιωθε μέσα της. «Υπάρχει κάποιο πρόβλημα;» Το πρόβλημα ήταν πως είχε αρχίσει να τον ερωτεύεται παράφορα, σκέφτηκε με πεσιμιστική διάθεση, αλλά αυτό φυσικά ήταν κάτι που δεν μπορούσε να του εξομολογηθεί. «Νόμιζα πως είχα χάσει την τσάντα μου, αλλά τώρα θυμήθηκα ότι την έχω αφήσει στο τραπέζι της κουζίνας», πρόσθεσε, περιμένοντας να τη συνοδέψει στο ισόγειο. «Θα είχες πρόβλημα να σου δώσω επιταγή;» Ο Τζος δεν έδειξε την παραμικρή διάθεση να κουνηθεί από τη θέση του, μα τα νυσταγμένα μάτια του που εξακολουθούσαν να είναι καρφωμένα πάνω της, εξέπεμπαν έναν έντονο ερωτισμό. «Επιταγή;» «Ναι, Τζος, έφερες σε πέρας τη δουλειά που σου ανέθεσα και τώρα ήρθε η ώρα να σε πληρώσω». «Εγώ όμως δε θέλω τα χρήματα σου», ανακοίνωσε με ήρεμο ύφος εκείνος. «Μα δεν είναι τα δικά μου χρήματα», διαμαρτυρήθηκε η Φλόρα, έκπληκτη από τη δήλωση του. «Θέλω να πω, η Κλαίρη θα μου επιστρέψει στο ακέραιο το ποσό που θα σου δώσω...»
Παρ' όλα τα επιχειρήματα της, ο Τζος παρέμεινε αμετάπειστος. «Όχι». Η Φλόρα αναστέναξε με απόγνωση, γιατί απ' όλους τους άντρες που θα μπορούσε να έχει ερωτευτεί, εκείνη είχε διαλέξει τον πιο δύστροπο απ' όλους, ο οποίος, επιπλέον, δεν έτρεφε το παραμικρό αίσθημα απέναντί της. «Δεν μπορώ να καταλάβω ποιο είναι τελικά το πρόβλημα σου...» «Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Ο λόγος που δε θέλω να πληρωθώ είναι ότι, παρά όλες τις ώρες δουλειάς που αφιέρωσα σε αυτό το δωμάτιο, για μένα δεν ήταν σωματική εργασία αλλά ψυχική εκτόνωση». Η Φλόρα δεν ήξερε κατά πόσο έπρεπε να πιστέψει τον ισχυρισμό του, γιατί η ψυχική εκτόνωση συνήθως χαλάρωνε τους ανθρώπους και εκείνος μόνο χαλαρός δεν έδειχνε αυτή τη στιγμή. «Το γεγονός ότι εκφράζεσαι δημιουργικά μέσα από τη δουλειά σου, δε σημαίνει απαραίτητα πως δε θα έπρεπε να πληρώνεσαι και γι' αυτή. Μου αρέσει κι εμένα αυτό που κάνω, αλλά δεν έχω κανένα πρόβλημα όταν έρχεται η ώρα να ανταμειφθώ για τις υπηρεσίες μου». «Ας υποθέσουμε πως η σημερινή μέρα σηματοδοτεί την αρχή μιας καινούριας καριέρας και ας το αφήσουμε εκεί το θέμα...» Δάκρυα αγανάκτησης άρχισαν να αναβλύζουν από τα μάτια της. «'Οχι, δεν πρόκειται να το αφήσουμε εκεί το θέμα, γιατί με αυτά τα χρήματα μπορεί να πάρεις στο παιδί σου ένα ζευγάρι παπούτσια παραπάνω και στο κάτω κάτω δεν πρόκειται για αγαθοεργία. Αυτά τα χρήματα τα κέρδισες με τον ιδρώτα σου!» «Δεν πρόκειται να δεχτώ χρήματα από σένα και δε σηκώνω καμία συζήτηση πάνω σ' αυτό». «Είσαι πραγματικά αγύριστο κεφάλι», είπε με ξέπνοη φωνή η Φλόρα. «Όσο όμως γενναιόδωρη και να είναι η χειρονομία σου, δεν μπορώ να τη δεχτώ... δε θα ήταν σωστό». «Δε σκοπεύω να είμαι γενναιόδωρος μαζί σου», δήλωσε με πονηρό χαμόγελο εκείνος και με ένα βήμα βρέθηκε ακριβώς μπροστά της. «Θέλεις να μάθεις με τι είδους άντρα έχεις να κάνεις στην πραγματικότητα;» κάγχασε με αυτοσαρκαστική
διάθεση ο Τζος. «Θέλεις; Πες μου!» την προκάλεσε, τραντάζοντας τη δυνατά από τους ώμους. Η Φλόρα δεν έδωσε καμία απάντηση, γιατί το μεθυστικό άρωμα που ανέδιδε το κορμί του ζάλισε τις αισθήσεις της και προξένησε ένα ανεξέλεγκτο τρέμουλο στα γόνατα της. Ο ήχος του κινητού τηλεφώνου έσπασε τη σιωπή που επικράτησε για μερικές στιγμές ανάμεσα τους. «Πρέπει να χτυπάει το δικό μου, το έχω αφήσει στην κουζίνα». «Δε θα πας να το σηκώσεις;» ρώτησε κοφτά εκείνος. «Κανονικά θα έπρεπε», παραδέχτηκε απρόθυμα, απογοητευμένη που η συζήτηση τους κοβόταν ακριβώς στο καλύτερο σημείο. Ο Τζος έκανε στο πλάι, καθώς εκείνη πέρασε από μπροστά του και κατέβηκε σαν σίφουνας τις σκάλες. 'Οταν έπειτα από μερικά λεπτά κατέβηκε να τη συναντήσει στο ισόγειο, τη βρήκε να στέκεται μαρμαρωμένη, κρατώντας το ακουστικό λίγα εκατοστά μακριά από το αυτί της. «Τι συνέβη;» ρώτησε ανήσυχος, καθώς ξεγάντζωσε τρυφερά τα δάχτυλα της από το ακουστικό και το έβαλε στη θέση του. «Μόλις πληροφορήθηκα το θάνατο του πατέρα μου», εξήγησε χαμηλόφωνα η Φλόρα, χωρίς να συνειδητοποιεί απόλυτα αυτό που του έλεγε.'«Πέθανε από καρδιακή προσβολή νωρίς το απόγευμα...» πρόσθεσε, νιώθοντας ένα μούδιασμα να απλώνεται σε όλο της το σώμα. Ο Τζος παρέμεινε σιωπηλός, δείχνοντας τη συμπόνια του μόνο με τα μάτια. Η αναγγελία του απροσδόκητου θανάτου λειτούργησε ξαφνικά ως καταλύτης απέναντι στα αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα του, και συνειδητοποίησε για πρώτη φορά πόσο ανώριμη ήταν η απόπειρα του να εκδικηθεί τον γιατρό Γκράχαμ μέσω της κόρης του. «Κάθισε κάτω», την παρότρυνε ευγενικά. Η Φλόρα έγνεψε αρνητικά και άρχισε να πηγαινοέρχεται νευρικά μέσα στο δωμάτιο. «Τον τελευταίο καιρό είχε αντιμετωπίσει εξαιρετικά δυσάρεστες καταστάσεις, είχε χάσει τη δουλειά του, το κύρος του ως γιατρού, τα πάντα. Οι κατηγορίες δεν ήταν τόσο σοβαρές ώστε να διαγραφεί από τον Ιατρικό Σύλλογο, αλλά ήξερε πως αυτό 6εν ήταν αρκετό για
να ξανακερδίσει τη χαμένη εμπιστοσύνη της πελατείας του. Ήξερε πως η καριέρα του είχε τελειώσει οριστικά», πρόσθεσε θλιμμένα. «Τι είναι αυτό;» ρώτησε, καθώς ο Τζος έτεινε ένα ποτήρι προς το μέρος της. «Μπράντι». Παρά την αντιπάθεια που έτρεφε για το αλκοόλ, η Φλόρα πήρε υπάκουα το ποτήρι από το χέρι του και κατέβασε με μια γουλιά το περιεχόμενο του, σαν να έπινε φάρμακο. «Ουσιαστικά, η αντίστροφη μέτρηση για τον πατέρα μου ξεκίνησε ταυτόχρονα με το θάνατο της μητέρας μου», συνέχισε η Φλόρα, έχοντας τα μάτια της κλειστά. «Προκειμένου να απαλύνει τον πόνο που βάραινε την ψυχή του, κατέφυγε στα ηρεμιστικά χάπια και κατέληξε σταδιακά να εθιστεί σε αυτά. Αμφιβάλλω αν ο ίδιος είχε συνειδητοποιήσει το μέγεθος της εξάρτησης του, αλλά η γραμματέας που είχε πρόσφατα προσλάβει γνώριζε τις χημικές ουσίες αρκετά ώστε να αντιληφθεί αμέσως το πρόβλημα του», σχολίασε καυστικά, καθώς ανασήκωνε το κεφάλι και συναντούσε το βλέμμα του. «Η επόμενη κίνηση της ήταν να τον εκβιάσει, προκειμένου να προμηθεύεται εκείνη και οι φίλοι της δωρεάν ναρκωτικά. Αυτό ήταν και η χαριστική βολή για την αξιοπρέπεια του πατέρα μου. Τότε αναγκάστηκε να συνειδητοποιήσει για πρώτη φορά το μέγεθος του προβλήματος του», είπε, σκουπίζοντας με την ανάστροφη του χεριού της τα δάκρυα οργής που ανέβλυζαν από τα μάτια της. «Την άλλη μέρα πήγε στην αστυνομία και κατήγγειλε όλα όσα είχαν συμβεί, αλλά εκείνη, φοβούμενη πως αυτή θα ήταν η αντίδραση του, είχε ήδη φροντίσει να καταθέσει εις βάρος του. »Η υπόθεση οδηγήθηκε στα δικαστήρια, αλλά τελικά αναγκάστηκαν να τον απαλλάξουν από τις κατηγορίες λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων. Φυσικά και δεν υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία!» αναφώνησε αγανακτισμένη. «Ο πατέρας μου δεν ήταν ούτε ναρκομανής ούτε έμπορος ναρκωτικών, ήταν απλώς ένας δυστυχισμένος άντρας που προσπαθούσε απεγνωσμένα να απαλύνει τη μοναξιά του. Παρά την αθωωτική απόφαση του δικαστηρίου, η ζημιά είχε ήδη γίνει, γιατί οι δημοσιογράφοι άδραξαν αμέσως την ευκαιρία και μετέτρεψαν την ιστορία του σε σκάνδαλο πρώτου μεγέθους».
Όταν ανασήκωσε το κεφάλι της να τον κοιτάξει, ο Τζος κατάλαβε από την έκφραση των ματιών της ότι καταλόγιζε στον εαυτό της μεγάλο μέρος της ευθύνης για τον τρόπο που είχαν εξελιχθεί τα πράγματα. «Αν βρισκόμουν πιο κοντά του εκείνη τη δύσκολη περίοδο, ίσως και να είχε αποφευχθεί το κακό», είπε με τρεμάμενη φωνή εκείνη. «Από τη στιγμή όμως που έχασε τη μητέρα μου, είχε χάσει παράλληλα και κάθε επιθυμία για ζωή. Δε θα ήθελα ποτέ να βρεθώ στη θέση του», τόνισε άγρια, «και αυτός είναι ουσιαστικά ο λόγος που δεν αφήνω τον εαυτό μου να ερωτευτεί παράφορα. Φοβάμαι πως αν ποτέ νιώσω την απώλεια ενός τόσο αγαπημένου προσώπου, η αντίδραση μου θα είναι ακριβώς η ίδια με αυτή του πατέρα μου. Τουλάχιστον με τον Πολ ήξερα πως δε διατρέχω τέτοιου είδους κίνδυνο», κατέληξε, αφήνοντας τα δάκρυα να κυλήσουν αβίαστα στο πρόσωπο της. Ο Τζος πήρε το άδειο ποτήρι από το χέρι της και την παρακίνησε να καθίσει σε μια καρέκλα, χαϊδεύοντας τρυφερά τα μαλλιά της. Η Φλόρα έμεινε για αρκετά λεπτά ακίνητη, με το μάγουλο της κολλημένο στο σφιχτό στομάχι του και τα χέρια της τυλιγμένα γύρω από τη μέση του. Όταν ανασήκωσε το κεφάλι της να τον κοιτάξει, το πρόσωπο της ήταν αναψοκοκκινισμένο από το κλάμα. «Σου ζητώ συγνώμη για το ξέσπασμα μου». «Δεν υπάρχει λόγος», αντιγύρισε ευγενικά εκείνος. «Οι ώμοι μου φημίζονται για τις καταπραϋντικές τους ιδιότητες, όπως άλλωστε και το στομάχι μου», πρόσθεσε χαμογελαστά, στην προσπάθειά του να δώσει μια πιο ανάλαφρη νότα στην ατμόσφαιρα. «Θα πρέπει να φύγω αμέσως για το Λονδίνο». «Ίσως θα έπρεπε να ξεκουραστείς για λίγη ώρα πρώτα», τη συμβούλεψε, βλέποντας το πρόσωπο της να αποκτά πάλι την παγωμένη έκφραση που είχε κατά τη διάρκεια της δίκης του πατέρα της. Εκείνη κούνησε αρνητικά το κεφάλι της. «Δε γίνεται, υπάρχουν ένα σωρό πράγματα που θα πρέπει να ρυθμίσω», είπε κοφτά, γιατί ήξερε πως μόνο με τη δραστηριότητα θα μπορούσε να αποσπάσει το μυαλό της από τις δυσάρεστες σκέψεις.
«Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν μπορείς να οδηγήσεις σε αυτή την κατάσταση», δήλωσε εξίσου κοφτά εκείνος, στρέφοντας επιδεικτικά το βλέμμα του στο ανοιχτό μπουκάλι με το μπράντι. «Τότε αναγκαστικά θα πρέπει να πάω με το τρένο... Θα καλέσω ένα ταξί να με πάει στην Μπανγκόρ...» «Θα σε πάω εγώ». «Εσύ;» «Ναι, εγώ. Έχεις αρκετό χρόνο στη διάθεση σου για να ετοιμαστείς, γιατί η μόνη ταχεία για Λονδίνο περνάει στις πεντέμισι το απόγευμα. Εγώ πηγαίνω να ενημερώσω τον Τζερέιντ για την κατάσταση», πρόσθεσε και κατευθύνθηκε βιαστικά προς την πόρτα. «Είσαι σίγουρος για όλα αυτά;» «Απολύτως!» Πιστός στο λόγο του, ο Τζος επέστρεψε να την παραλάβει. Εν τω μεταξύ εκείνη είχε φτιάξει τις αποσκευές της. «Σκεφτόμουν μήπως τελικά πήγαινα με το αυτοκίνητο μου, έτσι κι αλλιώς δεν έχω πιει παρά μόνο δυο γουλιές...» «'Οχι, γιατί αυτές οι δυο γουλιές σε συνδυασμό με την ψυχική εξάντληση μπορεί να σου προκαλέσουν υπνηλία και να αποκοιμηθείς πάνω στο τιμόνι», επισήμανε ο Τζος, με ύφος που δε σήκωνε δεύτερη κουβέντα. Η Φλόρα απέφυγε να δώσει απάντηση, γιατί δε διέθετε ούτε ένα επιχείρημα για να διαφωνήσει μαζί του. Παρέμεινε σιωπηλή καθ' όλη τη διάρκεια της διαδρομής, χαμένη στις σκέψεις της. Όσο και να προσπαθούσε, δυσκολευόταν ακόμη να αποδεχτεί το θάνατο του πατέρα της. Είχαν μιλήσει στο τηλέφωνο μόλις το προηγούμενο βράδυ και το περίεργο ήταν πως τον είχε ακούσει πιο αισιόδοξο από κάθε άλλη φορά. «Δεν είχα κανένα σκοπό να σε πληγώσω, Φλόρα, και ζητώ συγνώμη αν το έκανα», είπε απολογητικά εκείνος, ανακινώντας για άλλη μια φορά με ελαφρώς διαφορετική προσέγγιση το ίδιο θέμα. Εκείνη επιχείρησε να του μιλήσει, μα όλες οι προσπάθειες της απέτυχαν να κατευνάσουν την οργή που ένιωθε για τον εαυτό του.
Ο Τζος της ξαναμίλησε όταν έφτασαν στο σταθμό. Στάθηκε μπροστά από το βαγόνι πρώτης θέσεως και της έδωσε από το παράθυρο τις αποσκευές της. «Επειδή τα έχω περάσει κι εγώ όλα αυτά, καταλαβαίνω πόσο οδυνηρά είναι τα συναισθήματα σου αυτές τις ώρες. Το μόνο που μπορώ να σου πω, είναι ότι με το πέρασμα του χρόνου ο πόνος απαλύνεται κι ας ξέρω ότι δε θα ακουστεί καθόλου παρήγορο στα αυτιά σου». Αν και η αρχική αντίδραση της ήταν να τον κοιτάξει θυμωμένα, η Φλόρα κατάλαβε πως της μιλούσε με ειλικρίνεια και έγνεψε καταφατικά. Έπειτα συνειδητοποίησε ότι δεν την είχε αφήσει προηγουμένως να πληρώσει το εισιτήριο της και άρχισε να ψάχνει μέσα στη μεγάλη τσάντα για να βρει το πορτοφόλι της. Ο Τζος κατάλαβε την πρόθεση της και την αποθάρρυνε ευγενικά με μια κοφτή κίνηση του χεριού του. «Θέλω να σου κάνω εγώ τα έξοδα του ταξιδιού και δε σηκώνω καμία συζήτηση πάνω σ' αυτό». Η Φλόρα ένιωσε να διχάζεται. Δεν ήξερε αν έπρεπε να δείξει ευγνωμοσύνη για την προσφορά του ή να βάλει τις φωνές. «Εντάξει, θα σε παρακαλέσω όμως να μην το ξανακάνεις αυτό. Είναι πολύ ευγενική η χειρονομία σου, αλλά ξέρω ότι δε σου περισσεύουν...» «Μπορείς να μου ανταποδώσεις τη χειρονομία κάποια άλλη στιγμή, σύντομα», απάντησε με αινιγματικό χαμόγελο εκείνος. «Σκοπεύεις να ξαναγυρίσεις όταν ξεμπερδέψεις με αυτή την ιστορία;» Τότε όλος ο εκνευρισμός εξαφανίστηκε από μέσα της, γιατί της είχε μόλις κάνει την ερώτηση που επιθυμούσε πιο πολύ να ακούσει. «Εσύ... θα βρίσκεσαι εδώ;» «Θα βρίσκομαι μόνο εφόσον το θέλεις και η ίδια», της απάντησε, κοιτάζοντας βαθιά μέσα στα μάτια της. «Θα το ήθελα πολύ να σε ξαναδώ», ομολόγησε χαμηλόφωνα εκείνη. Καθώς το τρένο ξεκινούσε, ο Τζος πρόλαβε για μια στιγμή και είδε τα δάκρυα που κυλούσαν στο πρόσωπο της. Στις επόμενες μέρες που ακολούθησαν, η σκέψη ότι θα επέστρεφε σύντομα κοντά του δεν έπαψε ούτε για ένα λεπτό
να τη συντροφεύει και να της δίνει κουράγιο ακόμα και στις ΤΓΙΟ δύσκολες στιγμές της. Επειδή όμως η συναισθηματική φόρτιση των ημερών ήταν γενικά πολύ έντονη, η Φλόρα συνειδητοποίησε για πρώτη φορά πόσο πολύ της είχε λείψει, μόνο όταν στάθμευσε το αυτοκίνητο της, μια εβδομάδα αργότερα, έξω από το αγροτόσπιτο της Κλαίρης. Ρισκάροντας το ενδεχόμενο να γίνει ρεζίλι στα μάτια του, πήρε απρόθυμη το μονοπάτι που οδηγούσε στη φάρμα. Παρ' ότι η λογική της υπαγόρευε το αντίθετο, συνέχισε με αμείωτο ρυθμό το περπάτημα της, ωσότου οι στέγες των σπιτιών του Μπριν Γκολέ ξεπρόβαλαν μέσα από τα δέντρα. Όταν κόντευε πια να φτάσει στη φάρμα, συνάντησε στο δρόμο της τον Τζερέιντ, ο οποίος εκείνη την ώρα μάλωνε στη μητρική του γλώσσα τον πιο μικρό από τους δυο σκύλους που τον συνόδευαν. «Αν δεν τα μάθεις να υπακούνε τώρα που είναι κουτάβια, δεν πρόκειται να μάθουν ποτέ», είπε εύθυμα στα αγγλικά, χαϊδεύοντας το κεφάλι του μεγαλύτερου σκύλου που στεκόταν υπάκουος δίπλα του. «Γυρεύεις τον Τζος, έτσι δεν είναι;» «Υποθέτω πως ναι», απάντησε κοφτά, αποφασισμένη να μη νιώσει άσχημα με το διεισδυτικό βλέμμα του. «Πρέπει να βρίσκεται στο στάβλο», είπε, γνέφοντας προς την κατεύθυνση που βρισκόταν το οίκημα. «Σ' ευχαριστώ». Ο Τζερέιντ, που είχε ήδη αρχίσει να κατηφορίζει το λόφο με τα σκυλιά στο κατόπι του, στράφηκε πάλι προς το μέρος της και την αποχαιρέτησε με ένα ανοιχτόκαρδο χαμόγελο.
Μέσα στο στάβλο επικρατούσε μισοσκόταδο, ενώ η βαριά μυρωδιά που ανέδιδαν τα στοιβαγμένα στο πάτωμα δεμάτια από σανό κυρίεψε αμέσως τις αισθήσεις της, ξυπνώντας μέσα της παιδικές μνήμες. Η Φλόρα πρόλαβε και τον είδε προτού την αντιληφθεί εκείνος. Ήταν γυμνός από τη μέση και πάνω και το γεροδεμένο κορμί του γυάλιζε από τον ιδρώτα που είχε νοτίσει το δέρμα του. Δυστυχώς όμως, δεν μπόρεσε να απολαύσει αρκετά το θέαμα, γιατί ο Τζος αντιλήφθηκε την παρου-
σία της και γύρισε να την κοιτάξει. Η έκφραση του δεν υποδήλωνε το παραμικρό ίχνος έκπληξης. «Καλημέρα», μουρμούρισε, με έκδηλη αμηχανία στη φωνή της. «Πως πήγαν τα πράγματα;» τη ρώτησε με αφοπλιστική ευθύτητα εκείνος, μα το αδηφάγο βλέμμα του μαρτυρούσε πως εκείνη τη στιγμή όλο το ενδιαφέρον του ήταν στραμμένο αλλού. Η Φλόρα χαμογέλασε μελαγχολικά, κάνοντας προσπάθειες να διατηρήσει την αυτοκυριαρχία της. «Υποθέτω πως θα μπορούσαν να είχαν πάει και χειρότερα». «Πότε επέστρεψες;» «Πριν από ένα τέταρτο», απάντησε αυθόρμητα και τα μαγουλά της βάφτηκαν αμέσως κόκκινα. «Ελπίζω να μη σε απασχολώ από τη δουλειά σου...» «Για την ακρίβεια, ετοιμαζόμουν να κάνω ένα μικρό διάλειμμα. Αν μπορείς να περιμένεις δυο λεπτά...» «Ναι, με την ησυχία σου», είπε εκείνη, και κάλυψε το πρόσωπο με τις παλάμες της για να κρύψει την ταραχή της. «Ποιος είναι ο λόγος της επίσκεψης σου αυτή τη φορά;» ρώτησε ανέμελα ο Τζος. Η Φλόρα αποφάσισε να πει τα πράγματα με το όνομα τους, αφήνοντας κατά μέρος τις περιστροφές. «Γνωρίζουμε και οι δυο το λόγο της επίσκεψης μου, αν και εγώ προσωπικά έχω την παράξενη αίσθηση ότι βρίσκομαι εδώ παρά τη θέληση μου». «Αυτό είναι ευχάριστο, γιατί δείχνει πως έκανες αυτό που υπαγόρευε η φωνή της καρδιάς σου και όχι αυτό που υπαγόρευε η φωνή της λογικής». «Δεν ξέρω κατά πόσο αυτό είναι ευχάριστο και για τους δυο μας, αλλά η αλήθεια είναι ότι ήθελα με όλη τη δύναμη της καρδιάς μου να βρεθώ πάλι κοντά σου», ψιθύρισε η Φλόρα, νιώθοντας τελείως εκτεθειμένη απέναντι' του. «Έλα κοντά μου», είπε σχεδόν επιτακτικά ο Τζος, μα η φωνή του ήταν πιο απαλή και από το μετάξι. Χωρίς δεύτερη σκέψη, η Φλόρα τον πλησίασε και αφέθηκε στην αγκαλιά του, καθώς τα δάχτυλα της τυλίχτηκαν γύρω από τις μπούκλες των εβένινων μαλλιών του. Ανασήκωσε
πρόθυμα το κεφάλι της και τα χείλη τους έσμιξαν σε ένα παθιασμένο φιλί. Με το μυαλό της να αδυνατεί να σκεφτεί οτιδήποτε δε σχετιζόταν μ' εκείνον, η Φλόρα άνοιξε τα μάτια της και κοίταξε βαθιά μέσα στα δικά του, συνειδητοποιώντας πόσο ερωτευμένη ήταν τελικά μ' αυτό τον άντρα. Ο Τζος άφησε το χέρι που χάιδευε την πλάτη της να γλιστρήσει χαμηλά και κόλλησε το κορμί του πάνω της, δείχνοντας το μέγεθος της ερωτικής διέγερσης του. «Ίσως θα έπρεπε να σταματήσουμε, γιατί είναι πιθανό να μπει κάποιος μέσα και να μας δει». Ακούμπησε τρυφερά το χέρι της στο στόμα του για να τον κάνει να σωπάσει κι εκείνος μισάνοιξε τα φιλήδονα χείλη του και άρχισε να πιπιλάει τα ακροδάχτυλά της. «Αυτή είναι μια ατάκα που λένε συνήθως τα κορίτσια και όχι τα αγόρια», επισήμανε εύστοχα εκείνη. «Εσύ όμως δε μοιάζεις με κανένα από τα κορίτσια που γνωρίζω». «Και αυτό είναι καλό ή κακό;» αναρωτήθηκε με αισθησιακή φωνή, καθώς ανασηκώθηκε στις μύτες των ποδιών της και φίλησε τρυφερά το κάτω χείλος του, τρίβοντας τη μύτη της με τη δική του. «Λατρεύω τα χείλη σου», δήλωσε, με τόνο που υποδήλωνε ότι πίστευε ακράδαντα σε αυτό που του έλεγε. «Είναι τέλεια από κάθε άποψη». «Καιρό είχα να ακούσω κάτι τόσο κολακευτικό για μένα», ομολόγησε ο Τζος, εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του με ένα ακόμη πιο παθιασμένο φιλί. Έπειτα, χωρίς να καταβάλει την παραμικρή προσπάθεια, την πήρε στην αγκαλιά του και την απέθεσε πάνω σε ένα παχύ στρώμα από άχυρα. Χαμογέλασε συνωμοτικά καθώς ξάπλωσε κι εκείνος δίπλα της, βγάζοντας τα μικρά κομμάτια άχυρο που είχαν μπλεχτεί στα μαλλιά της. Η Φλόρα τέντωσε το κορμί της προς τα πίσω, αφήνοντας τον Τζος να ξεκουμπώσει ένα ένα τα κουμπιά του πουκαμίσου της. Παραδομένη στην αίσθηση που προκαλούσε το άγγιγμα του, έκλεισε τα μάτια της και προσπάθησε να κατευνάσει την ταχυπαλμία της με μικρές, κοφτές ανάσες.
«Φλόρα, είσαι καλά;» ρώτησε εκείνος, με έντονη ανησυχία στη φωνή του. «Ποτέ δεν έχω αισθανθεί καλύτερα», τον διαβεβαίωσε, πεταρίζοντας παιχνιδιάρικα τα βλέφαρα της. «Ίσως τελικά να μην είναι και πολύ καλή ιδέα αυτό που κάνουμε», ψιθύρισε με σκυθρωπό ύφος ο Τζος. «Στο κάτω κάτω, δεν έχουν περάσει παρά μόνο λίγες μέρες από το θάνατο του πατέρα σου και είναι φυσικό να μην έχεις συνέλθει ακόμα από την τραυματική εμπειρία». Τα δάχτυλα της χώθηκαν στα μαλλιά του και τον τράβηξε με δύναμη, αναγκάζοντας τον να την κοιτάξει στα μάτια. «Η πιο τραυματική εμπειρία για μένα αυτή τη στιγμή, θα ήταν να αλλάξεις γνώμη και να μην κάνουμε έρωτα. Ξέρω πολύ καλά τι κάνω και είμαι σε θέση να ελέγχω τα συναισθήματα μου», δήλωσε, ξαφνιάζοντας με αυτό το ξέσπασμα ακόμα και τον ίδιο της τον εαυτό. «Παραδίνομαι», αναφώνησε ο Τζος, και όταν είδε πως εκείνη συνέχιζε να του τραβά τα μαλλιά, έκανε μια τελευταία προσπάθεια να ελευθερωθεί από το κράτημα της. «Ωχ, συγνώμη γι' αυτό», είπε χαμηλόφωνα, καθώς τράβηξε το χέρι της και είδε τις τούφες από μαλλιά που ήταν μπλεγμένες στα δάχτυλα της. «Αν και τα μαλλιά σου είναι τόσο πυκνά που όσο και να τα τραβάω εγώ δεν πρόκειται να αραιώσουν». «Το τελευταίο θέμα που με απασχολεί αυτή τη στιγμή είναι η τριχοφυΐα μου!» «Αλήθεια; Μου κάνει εντύπωση, γιατί οι άντρες της ηλικίας σου...» Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την πρόταση της, γιατί ο Τζος κάλυψε το στόμα της με το δικό του και την παρότρυνε να ξαπλώσει ανάσκελα. Η Φλόρα βυθίστηκε σε μια κατάσταση γλυκιάς αποχαύνωσης, ανήμπορη να προβάλει έστω και την παραμικρή αντίσταση. Μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου, το πουκάμισο και το σουτιέν της είχαν βρεθεί στο πάτωμα, αφήνοντας τη γυμνή σάρκα της στο έλεος των ερεθιστικών αγγιγμάτων του. «Σε ήθελα σαν τρελός από την πρώτη στιγμή που σε είδα»,
παραδέχτηκε ξέπνοα εκείνος. «Δεν μπορώ να πάρω τα μάτια μου από πάνω σου...» Ρίχνοντας το κεφάλι της προς τα πίσω, παραδόθηκε στο γλυκό παιχνίδισμα της γλώσσας του με τις Θηλές της και φίλησε τα ακροδάχτυλά του που χάιδευαν τα πρησμένα από τα παράφορα φιλιά χείλη της. Επιχείρησε να ξεκουμπώσει το παντελόνι του, μα οι κινήσεις της ήταν τόσο αδέξιες, που στο τέλος ο Τζος αναγκάστηκε να βοηθήσει. Όταν τα ρούχα του προστέθηκαν στο σωρό που είχε σχηματιστεί στο πάτωμα, η Φλόρα θαύμασε τη γενναιοδωρία με την οποία τον είχε προικίσει η φύση και τρίφτηκε πάνω του, αγγίζοντας με την κοιλιά της το παλλόμενο μέλος του. «Σε θέλω... σε θέλω τώρα». «Το ξέρω, μωρό μου, το ξέρω», ψιθύρισε εκείνος, αφαιρώντας με επιδέξιες κινήσεις τα υπόλοιπα ρούχα της. «Τελικά, επιβεβαιώνεται πως είσαι φυσική ξανθιά», είπε, μετανιωμένος που είχε αμφισβητήσει την αυθεντικότητα του χρώματος της. Η Φλόρα επιχείρησε να κάνει κάποιο ειρωνικό σχόλιο, αλλά η καρδιά της χτυπούσε τόσο γρήγορα, που της ήταν αδύνατο να αρθρώσει έστω και μια λέξη. Το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να τον κοιτάζει όπως στεκόταν μπροστά της, χωρίς ίχνος ντροπής για τη γύμνια του. «Έλα γρήγορα κοντά μου», τον κάλεσε με ανυπομονησία. Ο Τζος υπάκουσε στην έκκληση της και, γονατίζοντας μπροστά της, γέμισε με φιλιά τα πιο ευαίσθητα σημεία του σώματος της. «Έχεις δίκιο, είσαι τελείως έτοιμη να με δεχτείς μέσα σου», είπε, καθώς ανασηκώθηκε στα γόνατα του, έπιασε τρυφερά τα οπίσθιά της και εισχώρησε με βασανιστικά αργές κινήσεις μέσα της. Η Φλόρα βόγκηξε, γιατί τόσον καιρό δεν είχε ιδέα ότι η ηδονή μπορούσε να αγγίξει τέτοια ύφη. Ποτέ στη ζωή της δεν είχε λαχταρήσει έναν άντρα όσο λαχταρούσε τον Τζος εκείνη τη στιγμή. «Σε θέλω... σε θέλω όλον δικό μου», κλαψούρισε ικετευτικά, καθώς τα χέρια της αγκάλιασαν σφιχτά το γεροδεμένο κορμί του. Χωρίς να χρειάζεται άλλη ενθάρρυνση, ο Τζος άρχισε να πάλλεται μέσα της, επιταχύνοντας συνέχεια το ρυθμό του,
μέχρι που τα ενωμένα κορμιά τους συσπάστηκαν ανεξέλεγκτα, φτάνοντας ταυτόχρονα και οι δυο στην αποκορύφωση. «Δεν είχα ποτέ φανταστεί πως ένας οργασμός μπορούσε να είναι τόσο συγκλονιστικός», εξομολογήθηκε η Φλόρα, έκπληκτη από την ανακάλυψη που μόλις είχε κάνει. «Το φοβερότερο απ' όλα είναι πως, αν παντρευόμουν τον Πολ, πιθανότατα θα περνούσα το υπόλοιπο της ζωής μου χωρίς να το ανακαλύψω ποτέ...» «Υπάρχουν αποφάσεις που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της ζωής μας», είπε εκείνος καθώς ανασήκωσε μια τούφα μαλλιά από το μέτωπο της. «Εσύ, ευτυχώς, έκανες τη σωστή επιλογή και δε χαράμισες τη δική σου», πρόσθεσε βαθυστόχαστα, γιατί οι εφήμερες ερωτικές περιπέτειες που είχαν προηγηθεί της σχέσης του με την Μπράιντι τον είχαν μάθει από νωρίς να προσφέρει στις γυναίκες το δώρο του έρωτα και όχι να σκέφτεται μόνο το πώς θα ικανοποιήσει τις δικές του ερωτικές ορμές. Αναψοκοκκινισμένη από την απροσδόκητη απάντηση του, απέφυγε να κάνει οποιαδήποτε αναφορά στη σχέση της με τον Πολ, γιατί δεν ήθελε να του δώσει την εντύπωση ότι της άρεσε να εκφράζεται υποτιμητικά για τους πρώην εραστές της. Η σκέψη και μόνο ότι θα αναφερόταν και σ' εκείνον ως «πρώην εραστή» κάποια μέρα ήταν αρκετή για να προκαλέσει ανατριχίλες στη ραχοκοκαλιά της. «Το εννοείς στ' αλήθεια ότι αυτός ήταν ο πρώτος σου πραγματικός οργασμός;» Η Φλόρα έγνεψε καταφατικά και έκανε να χαμηλώσει το βλέμμα της, μα εκείνος την εμπόδισε αγγίζοντας το πιγούνι της με το δάχτυλο του. «Ίσως αυτό να οφειλόταν και στη δική μου ερωτική συμπεριφορά...» «Εγώ δεν είδα να υπάρχει κανένα πρόβλημα στον τρόπο που κάνεις έρωτα», διαμαρτυρήθηκε ένθερμα εκείνος, καθώς ένα πονηρό χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του. «Πέρα από το ότι το λάθος μπορεί να οφείλεται σ' εκείνον, ξέρεις τι άλλο σημαίνει επίσης;» ρώτησε καθώς χάιδεψε τις ρυτίδες στο συνοφρυωμένο μέτωπο της. «Σημαίνει ότι θα πρέπει να συμπληρώσεις τα κενά που έχεις σ' αυτό τον τομέα... Αν το θέλεις
και η ίδια, εγώ είμαι διατεθειμένος να αφιερώσω όσο χρόνο χρειάζεται προκειμένου να τα καλύψω», πρόσθεσε, αφαιρώντας ακόμη μερικά άχυρα από τα μαλλιά της. Παρά το γεγονός ότι ο παθιασμένος τρόπος που είχαν κάνει τρωτά δε θύμιζε καθόλου περιπέτεια της μιας βραδιάς, η Φλόρα ένιωσε τεράστια ανακούφιση που τον άκουγε να επαληθεύει τις βαθύτερες επιθυμίες της. «Πολύ φοβάμαι όμως ότι προς το παρόν δεν έχουμε άλλο χρόνο στη διάθεση μας για να συνεχίσουμε αυτά τα μαθήματα. Είναι η ώρα που η Μέγκαν σερβίρει το τσάι και, αν δεν εμφανιστώ, το πιθανότερο είναι ότι θα έρθει εδώ προς αναζήτηση μου». Στην ιδέα και μόνο ότι μπορούσε κάποιος να τους ανακαλύψει σε αυτή την απρεπή στάση, η Φλόρα ανατρίχιασε σύγκορμη και συνειδητοποίησε πόσο παράτολμο ήταν αυτό που μόλις είχαν κάνει. Από την άλλη πλευρά όμως, αρκούσε μια ματιά της στο αψεγάδιαστο, γυμνό κορμί του, για να πειστεί απόλυτα ότι δεν υπήρχε τίποτα το παράλογο στην απόφαση της να κάνει έρωτα μαζί του. «Αν θέλεις, είσαι ευπρόσδεκτη να πάρεις κι εσύ το τσάι σου μαζί μας», πρότεινε εκείνος, καθώς είχε ήδη ντυθεί και παρακολουθούσε κάθε της κίνηση με εξεταστικό βλέμμα. «Η Μέγκαν θα χαιρόταν πολύ να σε γνωρίσει και ο Λίαμ με ρωτάει συνέχεια για εκείνη την ωραία κυρία που μύριζε κάπως περίεργα. Η αλήθεια είναι ότι του έκανες πολύ καλή εντύπωση...» «Μόνο στον Λίαμ έχω κάνει καλή εντύπωση;» ρώτησε με προσποιητή αφέλεια. «Και στους δυο μας», επιβεβαίωσε συγκρατημένα εκείνος. «Θα μπορούσαμε επίσης να δειπνήσουμε έξω το βράδυ. Κάπου ήσυχα όπου θα μπορούμε να κουβεντιάσουμε...» «Προτείνεις, δηλαδή, να βγούμε κανονικό ραντεβουδάκι;» Η ερώτηση της τον προσγείωσε απότομα στην πραγματικότητα, επαναφέροντας τις αμφιβολίες του, μα ήταν πια πολύ οργά για να κάνει πίσω. Ήξερε πως έπρεπε αργά ή γρήγορα να της αποκαλύψει την αλήθεια, αλλά, παράλληλα, του ήταν εξαιρετικά δύσκολο να παραδεχτεί ότι το αρχικό του κίνητρο να την ξελογιάσει στηριζόταν αποκλειστικά και μόνο στην
επιθυμία του να εκδικηθεί τον πατέρα της. Ίσως κάτω αττό το φως των κεριών και κυρίως έπειτα από αρκετά ποτηράκια κρασί, έβρισκε το θάρρος να της μιλήσει ανοιχτά, τίποτα όμως από όλα αυτά δεν εγγυόταν τη θετική αντίδραση της. «Θα μπορούσα να μαγειρέψω κάτι κι εγώ στο σπίτι», πρότεινε εκείνη. «Ίσως είναι καλύτερα έτσι... Να είμαστε μόνο οι δυο μας, απερίσπαστοι...» είπε όσο πιο πειστικά γινόταν, γιατί στην ουσία, ο πραγματικός λόγος που του πρότεινε να μείνουν μέσα είχε άμεση σχέση με την οικονομική κατάσταση του και με το γεγονός ότι μ' αυτό τον τρόπο θα τον γλίτωνε από περιττά έξοδα. «Βρίσκω την ιδέα σου καταπληκτική», απάντησε συγκαταβατικά εκείνος, μια και ήταν προτιμότερο να βρίσκονται μόνοι τους όταν της αποκάλυπτε την αλήθεια, σε περίπτωση που γινόταν έξαλλη μαζί του και άρχιζε να του εκσφενδονίζει αντικείμενα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
Βγαίνοντας από τον αχυρώνα και προτού τα μάτια του προλάβουν να προσαρμοστούν στο εκτυφλωτικό φως του ήλιου, ο Τζος αναγνώρισε αμέσως τον άντρα που είχε μόλις προκαλέσει με την παρουσία του τα απειλητικά γρυλίσματα ενός από τα σκυλιά του κτήματος. «Οι σκύλοι φημίζονται για το αλάθητο ένστικτο τους», είπε αντί για χαιρετισμό, γελώντας αυθόρμητα με τις νευρικές κινήσεις του εύσωμου άντρα. Έπειτα, με ένα κροτάλισμα των δαχτύλων του, κάλεσε το κόλεϊ να πάει κοντά του και εκείνο υπάκουσε με εκπληκτική ταχύτητα. «Σε τι μπορώ να σας φανώ χρήσιμος;» Ο άντρας έκανε μερικά διστακτικά βήματα προς το μέρος του. «Φαντάζομαι π ω ς δε θα με θυμάστε, έτσι δεν είναι;» «Για την ακρίβεια, σας θυμάμαι πολύ καλά», αντέκρουσε ο Τζος. «Πάντως δεν πρέπει να έχετε παράπονο», συνέχισε ακάθεκτος εκείνος. «Την αμέσως επόμενη ημέρα από την κηδεία του πατέρα της, μπήκε στο αυτοκίνητο της και ήρθε τρέχοντας σ' εσάς...» Το ειρωνικό ύφος του δημοσιογράφου έκανε τον Τζος έξαλλο από θυμό. Παρ' όλα αυτά, αποφάσισε π ω ς δεν άξιζε τον κόπο να χάσει την υπομονή του μ' αυτό τον άντρα και έσφιξε με δύναμη τα δόντια του για να συγκρατήσει τις βρισιές που ήταν έτοιμος να ξεστομίσει. «Οφείλετε πάντως να παραδεχτείτε ότι δεν έχω χάσει το δημοσιογραφικό ένστικτο μου», είπε ο Τομ Τσάνινγκ, βρίζοντας
τον εαυτό του που είχε διανύσει τόσα χιλιόμετρα, χωρίς να έχει μαζί του μια φωτογραφική μηχανή. «Αυτό που βλέπω είναι ότι δεν έχετε χάσει το ελάχιστο από τα περιττά κιλά σας», παρατήρησε με αλαζονικό ύφος ο Τζος. Ο δημοσιογράφος χαμογέλασε βεβιασμένα, ρουφώντας μηχανικά το στομάχι του προς τα μέσα. «Δεν υπάρχει λόγος να γίνεστε επιθετικός μαζί μου, κύριε Πρέντις. Στο κάτω κάτω, αν έχετε ήδη αποκαλύψει την αλήθεια στη δεσποινίδα Γκράχαμ, δεν έχετε να φοβάστε απολύτως τίποτα». «Τώρα, υποτίθεται πως θα πρέπει να αιφνιδιαστώ απρ το σχόλιο σας;» «Αυτό σημαίνει πως δε γνωρίζει ακόμη τίποτα», συμπέρανε με θριαμβευτικό χαμόγελο ο δημοσιογράφος. «Συγκρατώ πολύ εύκολα φυσιογνωμίες και ομολογώ πως η δική σας μου ήταν ιδιαίτερα οικεία από την πρώτη στιγμή τής κάπως ανορθόδοξης γνωριμίας μας. Αφού έστυψα για αρκετές ώρες το μυαλό μου, συνειδητοποίησα πως δεν είστε άλλος από το γνωστό ζωγράφο που έχει δημιουργήσει σάλο με τη δουλειά του στους καλλιτεχνικούς κύκλους του Λονδίνου. Ανατρέχοντας στα αρχεία της εφημερίδας, πληροφορήθηκα για τον ξαφνικό θάνατο της συζύγου σας στη διάρκεια της γέννας και είμαι σίγουρος πως καταλαβαίνετε την έκπληξη μου όταν ανακάλυψα πως μαιευτήρας δεν ήταν άλλος από τον δόκτορα Γκράχαμ, πατέρα της δεσποινίδας Γκράχαμ. Σκέφτηκα προς στιγμήν μήπως επρόκειτο για σύμπτωση, αλλά γρήγορα απέκλεισα και αυτό το ενδεχόμενο, γιατί η δουλειά μου με έχει διδάξει να μην πιστεύω σε συμπτώσεις». «Δεν είχα καμία αμφιβολία πάνω σ' αυτό», σχολίασε καυστικά ο Τζος. «Την παρακολουθούσατε και εσείς με το αυτοκίνητο εκείνη την ημέρα, έτσι δεν είναι;» «Συνεχίστε την ιστορία σας, έχει ενδιαφέρον...» «Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω τι είδους παιχνίδι παίζετε ακριβώς μαζί της, αλλά δε χρειάζεται ιδιαίτερη φιλοσοφία για να καταλάβω ότι απώτερος σκοπός σας ήταν να εκδικηθείτε τον πατέρα της. Αυτό όμως που με προβληματίζει σ' εσάς, είναι το ότι δε σκεφτήκατε πόσο πιο αποτελεσματική θα ήταν
η εκδίκηση σας, αν όλη αυτή η ιστορία έβλεπε το φως της δημοσιότητας», πρόσθεσε, κάνοντας μια παύση για να συλλάβει την επικεφαλίδα του άρθρου του. «'Πώς κατέληξα στο κρεβάτι με την κόρη του δολοφόνου της γυναίκας μου'. Υπέροχος τίτλος, δε συμφωνείτε κι εσείς;» «Ταιριάζει υπέροχα με το ύφος της σκανδαλοθηρικής εφημερίδας για την οποία γράφετε. Είστε δημοσιογράφος στην Κλάριον, αν δεν απατώμαι, έτσι δεν είναι;» «Μου κάνει εντύπωση που την έχετε ακουστά», αναφώνησε ενθουσιασμένος ο δημοσιογράφος, καθώς έβγαλε από την τσέπη του ένα αντίτυπο για να του αποδείξει ότι δούλευε όντως σε αυτήν. «Αυτό είναι ένα από τα πρωτοσέλιδα μου», ανακοίνωσε με στόμφο, τείνοντας το χέρι του μπροστά για να ανταλλάξουν χειραψία. «Λοιπόν, σύμφωνοι;» Ο Τζος κοίταξε το χέρι του με ένα μορφασμό περιφρόνησης, αποφεύγοντας να κάνει την παραμικρή κίνηση. «'Οπως προτιμάτε», απάντησε χολωμένα εκείνος. «Να ξέρετε πάντως ότι το άρθρο θα γραφεί με ή χωρίς τη συγκατάθεση σας», πρόσθεσε με προειδοποιητικό ύφος. «Πείτε μου κάτι, σας αρέσει η δουλειά σας;» Μολονότι η ερώτηση του Τζος είχε ειπωθεί σε ήρεμους τόνους, κατάφερε να προκαλέσει νευρικότητα στο δημοσιογράφο. Αυτό που ανησυχούσε περισσότερο τον Τομ σ' αυτό τον άντρα, είχε να κάνει με το γεγονός ότι οι αντιδράσεις του ήταν απρόβλεπτες και ταυτόχρονα τελείως ελεγχόμενες. «Ναι, μου αρέσει πάρα πολύ η δουλειά μου», απάντησε με βεβιασμένο χαμόγελο, γιατί όσο και να μην ήθελε να το παραδεχτεί, θεωρούσε τον εαυτό του πολύ τυχερό που εργαζόταν σε αυτή την εφημερίδα. Από τότε που είχε κόψει για τελευταία φορά το αλκοόλ, όλοι οι ευυπόληπτοι εκδότες, με μόνη εξαίρεση τον συγκεκριμένο της Κλάριον, απέφευγαν να συνεργαστούν ξανά μαζί του. Τώρα που ήταν νηφάλιος, ήθελε να αποδείξει σε όλους αυτούς ότι δεν είχε χάσει τίποτε από το δημοσιογραφικό ταλέντο του, αλλά χρειαζόταν απαραίτητα μια καλή είδηση για να το καταφέρει. «Το γεγονός ότι δε σε απέλυσαν έπειτα από την πανωλεθρία που έπαθες στο Μάντσεστερ, αρκεί από μόνο του για να τη
λατρεύεις», σχολίασε παγερά. «Φαντάζομαι πως θα ε'παιξε ρόλο το γεγονός ότι τα πίνατε πολύ συχνά παρέα με τον διευθυντή σύνταξης. Τώρα όμως εκείνος είναι συνταξιούχος, έτσι δεν είναι; Αλήθεια, πώς είναι οι σχέσεις σας με τον καινούριο διευθυντή;» «Πώς μάθατε για το Μάντσεστερ;» ρώτησε με τρεμάμενη φωνή ο Τομ, σκουπίζοντας τον ιδρώτα που κυλούσε στο μέτωπο του. «Έκανα κι εγώ μια μικρή έρευνα για το άτομο σας και μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι είναι πολύ πιο εμπεριστατωμένη από τη δική σας. Ήθελα πιο πολύ να ανακαλύψω τι σόι άνθρωπος είναι κάποιος που του αρέσει να τρομοκρατεί τις γυναίκες και νομίζω πως το κατάφερα». «Δεν ήταν καθόλου τρομοκρατημένη», διαμαρτυρήθηκε αναψοκοκκινισμένος εκείνος. «Με την ίδια λογική, ούτε η γυναίκα σας πρέπει να ήταν τρομοκρατημένη την τελευταία φορά που τη στείλατε στο νοσοκομείο...» Ο δημοσιογράφος είχε πια γίνει κόκκινος σαν το παντζάρι, ανήμπορος να αρθρώσει έστω και μια λέξη. «Και κάτι άλλο», συνέχισε ο Τζος, με μάτια που πετούσαν φλόγες. «Η Φλόρα Γκράχαμ είναι τόσο περήφανος άνθρωπος, που ακόμα και τρομοκρατημένη να ήταν, δε θα το έδειχνε ποτέ!» «Αφήστε σας παρακαλώ τα ηθικά διδάγματα κατά μέρος, γιατί γνωρίζουμε πολύ καλά με ποιον από τους δυο μας κινδυνεύει περισσότερο», τον αντέκρουσε σαρκαστικά εκείνος. «Οι δικές μου προθέσεις απέναντι'της είναι απείρως πιο καλές από τις δικές σας!» Ο Τζος έσφιξε τα δόντια μέχρι που τα χείλη του έγιναν μια λεπτή γραμμή. «Αν θέλεις να κρατήσεις τη θέση σου στην εφημερίδα, σε συμβουλεύω να ξεχάσεις οτιδήποτε σχετίζεται με τη Φλόρα Γκράχαμ, ακόμα και το όνομα της!» δήλωσε προειδοποιητικά. «Απ' ό,τι βλέπω, κατάφερε να τυλίξει κι εσάς γύρω από το μικρό της δαχτυλάκι», παρατήρησε ειρωνικά ο Τομ, βέβαιος πια ότι αυτή η ιστορία θα έδινε μια νέα ώθηση στη φθίνουσα δημοσιογραφική καριέρα του.
«Μου δίνετε μια στιγμή το κινητό σας;» είπε ο Τζος, αιφνιδιάζοντας τον άλλο άντρα με το απροσδόκητο αίτημά του. «Θυμάστε απέξω τον αριθμό τηλεφώνου του αφεντικού σας ή θα πρέπει να συμβουλευτώ την ατζε'ντα μου;» «Ακούστε, κύριε, δεν υπάρχει λόγος να ανακατέψετε τον Τζακ Μπέικερ σ' αυτή την ιστορία...» «'Οταν λέω αφεντικό, δεν εννοώ το νέο αρχισυντάκτη σας, αλλά τον ιδιοκτήτη της εφημερίδας, τον Ντέιβιντ Μακλέοντ», επισήμανε κοφτά εκείνος. «Τηλεφωνήστε λοιπόν στον Ντέιβιντ, μιλήστε του με λίγα λόγια για την ιστορία, πείτε του ότι ο Τζος Πρέντις δεν επιθυμεί τη δημοσίευση της και μετά ρωτήστε τον τι σας συμβουλεύει να κάνετε», είπε, συνειδητοποιώντας ότι ήταν ικανός να φτάσει ακόμα και στα άκρα, προκειμένου να αποφύγει το διασυρμό του ονόματος της. «Είναι προφανές ότι μπλοφάρετε», μουρμούρισε σαστισμένος ο δημοσιογράφος. «Είναι αδύνατο να έχετε τόσο υψηλές διασυνδέσεις», κατέληξε, αμφιβάλλοντας όμως μέσα του όλο και περισσότερο γι' αυτό. «Οφείλετε να γνωρίζετε καλύτερα απ' όλους ότι το χρήμα σήμερα κυβερνάει τα πάντα και δυστυχώς για εσάς διαθέτω άφθονα. Αν διαβάζατε με μεγαλύτερη προσοχή το ιστορικό μου, θα μαθαίνατε ότι είχα ήδη γίνει εκατομμυριούχος προτού καν συμπληρώσω το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας μου». Ο Τομ Τσάνινγκ έγινε κάτωχρος. «Αποκλείεται να μιλάτε σοβαρά!» «Αυτό είναι κάτι που θα ανακαλύψετε μόνος σας στην πορεία», είπε ο Τζος, ανασηκώνοντας αδιάφορα τους ώμους του. «Σας προειδοποιώ όμως πως αν διαβάσω έστω και ένα αρνητικό σχόλιο για τη Φλόρα Γκράχαμ, η καριέρα σας ως δημοσιογράφου θα τελειώσει την επόμενη κιόλας μέρα». Ο Τομ Τσάνινγκ χαμήλωσε το βλέμμα του, γιατί κάτι μέσα του του έλεγε πως αυτός ο άντρας με το ατσάλινο βλέμμα και τον ήρεμο τρόπο ομιλίας διέθετε όλα τα μέσα για να πραγματοποιήσει την απειλή του. «Ωραία ελευθερία του Τύπου έχουμε», σχολίασε πικρόχολα, καταθέτοντας μ' αυτό τον τρόπο τα όπλα. «Μη μου αρχίζεις εμένα τα κηρύγματα περί ελευθεροτυπίας,
γιατί τα τελευταία είκοσι χρόνια δεν κάνεις άλλη δουλειά από το να παραβιάζεις την ιδιωτική ζωή των ανθρώπων και να μετατρέπεις τα δράματα τους σε πολύκροτα σκάνδαλα», τον αντέκρουσε με περιφρονητικό χαμόγελο ο Τζος. «Επειδή όμως η προσωπική ιστορία της δεσποινίδας Γκράχαμ δεν εμπεριέχει το παραμικρό ίχνος σκανδάλου, παρά μόνο ανθρώπινο πόνο, σε περίπτωση που επιχειρήσεις να τη δημοσιεύσεις, θα αναγκαστώ να καταθέσω στην αστυνομία ότι σε είδα να της φέρεσαι με βάναυσο τρόπο, αφού πρώτα την ακολούθησες αρκετά χιλιόμετρα με το αυτοκίνητο σου και την ανάγκασες να σταματήσει σε μια ερημική τοποθεσία...» «Δεν άσκησα την παραμικρή βία πάνω της», διαμαρτυρήθηκε έντονα ο δημοσιογράφος. «Ναι αλλά, αν θυμάμαι καλά, είχες τα δάχτυλα σου σφιγμένα γύρω από τον καρπό της, ενώ εκείνη αντιστεκόταν. Αυτά θα πω στην κατάθεση μου, για να δεις πόσο διαστρεβλωτική μπορεί να είναι η πραγματικότητα ιδωμένη από τη δική μου πλευρά», δήλωσε ατάραχα ο Τζος. «Η ιστορία ολοκληρώθηκε με το θάνατο του πατέρα της, γι' αυτό κάνε στον εαυτό σου τη χάρη και σταμάτα να σκαρφίζεσαι καινούριες επικεφαλίδες για την κόρη του...» «Δεν έχω καμία αντίρρηση πάνω σ' αυτό, καλέ μου φίλε...» «Μπορείνα είμαι πολλά πράγματα σ' αυτό τον κόσμο, αλλά σίγουρα δεν είμαι δικός σου φίλος, πόσο μάλιστα καλός», είπε αποστομωτικά, καρφώνοντας το βλέμμα του στον άλλον άντρα. Νιώθοντας πια ξεκάθαρα ότι ήταν ανεπιθύμητος, ο Τομ έβγαλε μηχανικά το πακέτο τσιγάρα από την τσέπη του πουκαμίσου του, ίσιωσε την πλάτη και απομακρύνθηκε με τη λίγη αξιοπρέπεια που του είχε απομείνει. «Δεν είπα ακόμα την τελευταία μου λέξη, αυτό να το θυμάστε», μουρμούρισε καθώς μπήκε στο αυτοκίνητο του. Οι απειλές του δημοσιογράφου δεν είχαν ιδιαίτερο αντίκτυπο στον Τζος, αλλά οι μικρές δόσεις αλήθειας που περιείχαν τα ειρωνικά σχόλια του είχαν καταφέρει να τον ταράξουν.
Κλείνοντας πίσω του την πόρτα του αγροτόσπιτου, ο Τζος διαισθάνθηκε μονομιάς τι επρόκειτο να επακολουθήσει. Η Φλόρα τον περίμενε καθισμένη σε μια καρέκλα και τα χαρακτηριστικά του προσώπου της ήταν αλλοιωμένα από την ένταση. Ο τρόπος που κοιτούσε τα λουλούδια που της είχε φέρει, ήταν ικανός από μόνος του να τα μαράνει. «Ξόδεψες τις λίγες οικονομίες σου για μένα;» Ο Τζος απέθεσε τη σαμπάνια και τα λουλούδια στο τραπέζι, ανήμπορος να αρθρώσει έστω και μια λέξη. Το φευγαλέο βλέμμα που του έριξε αρκούσε για να επαληθέψει το γεγονός ότι εξακολουθούσε να είναι ακαταμάχητα γοητευτικός, αλλά δεν αρκούσε για να κατευνάσει το θυμό που ένιωθε μέσα της. Την είχε εξαπατήσει και το χειρότερο απ' όλα ήταν ότι εκείνη δεν είχε υποψιαστεί απολύτως τίποτα. Ο Τζος έκλεισε τα μάτια του, πασχίζοντας να βρει τις κατάλληλες λέξεις που θα δικαιολογούσαν την ανειλικρινή στάση του απέναντι'της. «Προσπάθησα αρκετές φορές να σου πω την αλήθεια, Φλόρα, αλλά...» «Αλλά τι; Δεν έβρισκες το χρόνο γιατί ήσουν απασχολημένος να γελάς εις βάρος μου;» Συνεπαρμένος από την ομορφιά του θυμωμένου προσώπου της, ο Τζος ένιωσε την έντονη επιθυμία να τη ζωγραφίσει και παραξενεύτηκε, γιατί η τελευταία φορά που είχε πιάσει πινέλο στο χέρι του ήταν λίγους μήνες μετά το θάνατο της Μπράιντι. «Δε φταίει κανείς άλλος, φταίω εγώ που σε παρότρυνα να στραφείς επαγγελματικά στη ζωγραφική», συνέχισε νευριασμένα, καθώς εκσφενδόνισε προς το μέρος του ένα μάτσο προγράμματα από διάφορες εκθέσεις του. «Πού τα ανακάλυψες όλα αυτά;» ρώτησε με ανέκφραστο ύφος εκείνος, μαζεύοντας τα χαρτιά από το πάτωμα. «Έπειτα από τόσα ψέματα που μου αράδιασες, αυτό μόνο έχεις να μου πεις, πού τα ανακάλυψα;» τον αποπήρε εκείνη, σταυρώνοντας προστατευτικά τα χέρια μπροστά από το στήθος της. «Δεν είσαι παρά ένας κοινός ψεύτης κι ας βγάζεις μια μικρή περιουσία για κάθε πίνακα που πουλάς!» «Μήπως τελικά αυτό που σ' ενοχλεί είναι το γεγονός ότι έχω χρήματα;»
Η Φλόρα απόρησε με το θράσος του. Σίγουρα στο τέλος θα προσπαθούσε να ρίξει σ' εκείνη την ευθύνη για τα ψέματα του. «Δε θα είχα κανένα απολύτως πρόβλημα ακόμα κι αν ήσουν εκατομμυριούχος», απάντησε κοφτά, νιώθοντας καυτά δάκρυα να αναβλύζουν στα μάτια της. «Εκεί που έχω πρόβλημα είναι όταν κάποιος μου λέει ψέματα και με κοροϊδεύει». «Εμένα αυτό που μ' ενοχλεί περισσότερο είναι το ενδεχόμενο να έκανες έρωτα μαζί μου επειδή πίστεψες ότι είμαι μπατίρης ή επειδή αισθάνθηκες για μένα λύπηση», της αντιγύρισε ο Τζος, δείχνοντας πως είχε κι εκείνος την ευάλωτη πλευρά του. «Τίποτε από τα δυο δεν ισχύει», διαμαρτυρήθηκε έντονα εκείνη. «Ο λόγος που δέχτηκα να κάνω έρωτα μαζί σου, είναι... είναι τελείως διαφορετικός», πρόσθεσε, δειλιάζοντας την τελευταία στιγμή να του αποκαλύψει τα αληθινά της συναισθήματα. «Τότε, με ποια λογική ο τρόπος που βγάζω το ψωμί μου ανατρέπει τόσο πολύ την εντύπωση που έχεις σχηματίσει για μένα;» «Σου επαναλαμβάνω πως δεν έχω πρόβλημα με το τι κάνεις για να βγάζεις χρήματα, αλλά με αυτά που κάνεις όταν δε βγάζεις χρήματα, επειδή στην ουσία δεν είσαι παρά ένας αργόσχολος που λέει ψέματα στις γυναίκες, προκειμένου να έχει μαζί τους εφήμερες περιπέτειες χωρίς καμία απολύτως δέσμευση!» «Γνωρίζουμε πολύ καλά και οι δυο πως δεν είχα καμία ερωτική περιπέτεια τα τελευταία τρία χρόνια», απάντησε χαμηλόφωνα εκείνος. Συνειδητοποιώντας την γκάφα που μόλις είχε κάνει, η Φλόρα χαμήλωσε το κεφάλι και προσπάθησε να κρύψει την αμηχανία της. «Αναρωτιέμαι αν θα μπορούσες για ένα λεπτό να με ακούσεις ήρεμη, χωρίς να φωνάζεις και να εκσφενδονίζεις αντικείμενα», είπε εκείνος, εκμεταλλευόμενος τη σιωπή που επικράτησε για λίγα δευτερόλεπτα ανάμεσα τους. «Ποιος ξέρει; Συμβαίνουν και θαύματα σ' αυτή τη ζωή», παρατήρησε σαρκαστικά η Φλόρα. «Ακόμα και σ' αυτούς που δεν το αξίζουν!»
«Δε θυμάμαι να σου είπα ποτέ ότι η δουλειά μου είναι να βάφω σπίτια...» «Ναι, αλλά όταν εγώ συμπέρανα λανθασμένα κάτι τέτοιο, δεν έκανες την παραμικρή απόπειρα να με διαψεύσεις, γεγονός που στο δικό μου τρόπο αντίληψης ισοδυναμεί με ψέμα». «Πάνω που ετοιμαζόμουν να σου πω όλη την αλήθεια, με προσκάλεσες στο σπίτι σου, Φλόρα, και αυτό λειτούργησε ανασταλτικά στην απόφαση μου, γιατί ο πόθος μου για σένα ήταν πολύ πιο ισχυρός...» Το φλογερό βλέμμα του έκοψε την ανάσα της κι ένιωσε το θυμό μέσα της να μετατρέπεται σε ανεξέλεγκτη ερωτική επιθυμία. «Το λες αλήθεια;» Ο Τζος έγνεψε καταφατικά. «Ναι, αν και τότε ακόμα δεν το παραδεχόμουν ούτε καν στον εαυτό μου τον ίδιο». «Και τι δουλειά είχες να αρμέγεις αγελάδες όταν σε συνάντησα;» «Ο αδερφός μου είναι παντρεμένος με την αδελφή του Τζερέιντ, τη Νία, και τους θεωρώ κι εγώ δική μου οικογένεια», άρχισε να εξηγεί ο Τζος, επιλέγοντας προσεκτικά τις λέξεις του. «Όταν, που λες, ήρθα να τους επισκεφτώ, διαπίστωσα ότι αντιμετώπιζαν σοβαρό πρόβλημα και αποφάσισα πως έπρεπε να τους βοηθήσω. Βλέπεις, ο πατέρας των παιδιών και σύζυγος της Μέγκαν, ο Χίου, είχε σπάσει το πόδι του, με αποτέλεσμα πολλές δουλειές του κτήματος να έχουν μείνει πίσω. Με άλλα λόγια, ούτε κι εγώ σχεδίαζα να παρατείνω τη διαμονή μου τόσες πολλές μέρες». «Και γιατί έμεινες;» ρώτησε εκείνη, ανήμπορη να κρύψει την ικανοποίηση που είχαν προκαλέσει τα λόγια του. «Πάντως όχι για να είσαι όλη την ώρα θυμωμένη μαζί μου», απάντησε ο Τζος, επιστρατεύοντας το πιο γοητευτικό χαμόγελο του. «Αν νομίζεις πως με ένα γλυκό χαμόγελο θα γλιτώσεις τον εξάψαλμο, είσαι πολύ γελασμένος». «Ομολογώ πάντως πως μέχρι στιγμής με έχει σώσει από πολύ δύσκολες καταστάσεις». «Δεν αμφιβάλλω καθόλου γι' αυτό, αλλά στη συγκεκριμένη
φάση θα δυσκολευτείς πολύ να ξεφύγεις», απάντησε με προσποιητή αυστηρότητα εκείνη. «Ο μόνος λόγος που πρότεινα να μείνουμε μέσα και να μαγειρέψω το δείπνο, ήταν επειδή πίστευα ότι είσαι στριμωγμένος οικονομικά και δεν ήθελα να αισθανθείς μειονεκτικά απέναντι' μου». «Το ξέρω, αισθάνθηκα κι εγώ πολύ άσχημα εκείνη τη στιγμή», παραδέχτηκε με αφοπλιστική ειλικρίνεια εκείνος. «Το άσχημο της υπόθεσης είναι ότι δεν έχω κάνει ακόμα καμία προετοιμασία για το δείπνο...» «Το θέμα του φαγητού είναι το τελευταίο που με απασχολεί αυτή τη στιγμή». «Μα έπειτα από όλες αυτές τις ώρες εξαντλητικής δουλειάς στη φάρμα, θα έπρεπε κανονικά να πεθαίνεις της πείνας». «Ναι, αλλά για κάποιο μυστήριο λόγο νιώθω πιο αναζωογονημένος από κάθε άλλη φορά». Το βλέμμα του εξαφάνισε από μέσα της κάθε ίχνος δυσπιστίας απέναντί του. «Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και σ' εμένα». «Σε πληροφορώ πάντως ότι φτιάχνω καταπληκτική ομελέτα, επομένως υπάρχει και αυτή η εναλλακτική λύση σε περίπτωση που πεινάσουμε αργότερα...» «Εντάξει, αν και αυτή τη στιγμή ούτε εγώ τρελαίνομαι στην ιδέα του φαγητού», του απάντησε, μολονότι μέσα της ένιωθε να κατακλύζεται από χιλιάδες ανασφάλειες. Οι περισσότερες πήγαζαν από τα σκληρά λόγια που της είχε πει την ημέρα του χωρισμού τους ο Πολ και αναρωτήθηκε για πολλοστή φορά αν εμπεριείχαν μέσα τους ψήγματα αλήθειας. «Δεν είσαι υποχρεωμένη να διαθέτεις πάντοτε πλήρη έλεγχο των συναισθημάτων σου», είπε τρυφερά ο Τζος, παρατηρώντας τη σκυθρωπή έκφραση της. «Στη δική μας περίπτωση νομίζω πως ισχύει το αντίθετο», ψιθύρισε εκείνη, βλέποντας τον συνοφρυώνεται. «Αυτό δε σημαίνει ότι δεν εμπιστεύομαι εσένα», βιάστηκε να ξεκαθαρίσει, «απλώς δεν έχω την παραμικρή εμπιστοσύνη στο τρόπο που χειρίζομαι εγώ τα πράγματα. Μερικές φορές οι άνθρωποι φέρονται πολύ απερίσκεπτα όταν καταλαμβάνονται από... τον πόθο». «Νομίζω παις έχεις σημειώσει θεαματική πρόοδο στον τρό-
πο ττου εκφράζεις τα συναισθήματα σου», σχολίασε ανέκφραστα εκείνος. Η Φλόρα κοίταξε σαστισμένη τις σπίθες θυμού που τρεμόπαιζαν στο βλέμμα του. «Αναλογίστηκες καθόλου αυτό που συνέβη ανάμεσα μας σήμερα το απόγευμα;» «Βεβαίως, πολλές φορές». «Μπορούμε να μιλήσουμε για δυο λεπτά σοβαρά;» ρώτησε, προσπαθώντας να συγκρατήσει το χαμόγελο της. «Αναφέρομαι στο γεγονός ότι δε χρησιμοποιήσαμε κανενός είδους προφύλαξη όταν κάναμε έρωτα και όχι στους λόγους που το κάναμε», διευκρίνισε. «Οι περιπτώσεις να έχει συμβεί κάτι είναι ελάχιστες, αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι φερθήκαμε και οι δυο απερίσκεπτα». «Όταν λες να έχει συμβεί κάτι, αναφέρεσαι στο ενδεχόμενο να έχεις μείνεις έγκυος;» Η Φλόρα κούνησε καταφατικά το κεφάλι της. «Ναι, και αυτή τη στιγμή δεν είμαι καθόλου προετοιμασμένη ψυχολογικά να αντιμετωπίσω αυτό το ενδεχόμενο». «Εγώ ούτε είμαι ούτε πρόκειται να υπάρξω ποτέ», αντέκρουσε με αδιάλλακτο ύφος εκείνος. Παρ' ότι η σχέση τους βρισκόταν ακόμα στο αρχικό στάδιο και κανείς δε γνώριζε ποια θα ήταν η εξέλιξη της, η Φλόρα ένιωσε τα συναισθήματα της να πληγώνονται από την αρνητική αντίδραση του. «Εφόσον η στάση σου είναι τόσο απόλυτη, όφειλες και εσύ να είσαι πιο προσεκτικός». «Λες να μην το ξέρω αυτό;» αναφώνησε αγανακτισμένα ο Τζος. «Έπειτα από αυτό που συνέβη στην Μπράιντι, είμαι ο τελευταίος άντρας που θα ήθελε να εκθέσει μια γυναίκα σε τέτοιου είδους κίνδυνο. Όσο το σκέφτομαι, βρίσκω όλο και πιο εγκληματική την αμέλεια μου», εκμυστηρεύτηκε, καρφώνοντας το βλέμμα του στο κενό, «γιατί ενδιαφέρομαι πραγματικά για σένα και δε θα ήθελα να επωφεληθώ από την ανάγκη που έχεις αυτή την περίοδο για τρυφερότητα...» «Δεν είμαι κανένα κοριτσάκι, Τζος, και γνώριζα πολύ καλά τι έκανα», αντέτεινε εκείνη. «Και το βασικότερο απ' όλα είναι πως ήθελα να το κάνω. Για την ακρίβεια, αυτή η σκέψη βασανίζει το μυαλό μου από την πρώτη στιγμή που σε είδα. Επομένως,
το γεγονός ότι κάναμε έρωτα δε σχετίζεται καθόλου με την ψυχολογική μου κατάσταση αυτή την περίοδο». Η σιωπή που μεσολάβησε ανάμεσα τους έκανε τη Φλόρα να συνειδητοποιήσει την αψυχολόγητη συμπεριφορά της απέναντί του. Το γεγονός ότι είχε χάσει απροσδόκητα τη γυναίκα του, έφτανε και περίσσευε για να αιτιολογεί πλήρως τις φοβίες του πάνω στο συγκεκριμένο θέμα, και εκείνη το μόνο που έκανε ήταν να θίγεται προσωπικά από την αντίδραση του. «Τζος, όπως όλα τα πράγματα στη ζωή, έτσι και η εγκυμοσύνη εμπεριέχει κάποιους κίνδυνους. Όσο τραγικό και να είναι το γεγονός ότι έχασες τη γυναίκα σου, μην ξεχνάς ότι αυτό δεν παύει να είναι κάτι που συμβαίνει εξαιρετικά σπάνια», εξήγησε, καθώς ανασήκωνε το βλέμμα της και τον κοίταζε έκπληκτη. «Με συγχωρείς, είπες ότι ενδιαφέρεσαι για μένα ή εγώ άκουσα λάθος;» «Δε θα το θεωρούσες βιαστικό εκ μέρους μου αν σου έλεγα ότι ενδιαφέρομαι;» Η Φλόρα έγνεψε αρνητικά, σπεύδοντας να καθησυχάσει τους φόβους του. «Ωραία, τότε το παραδέχομαι. Νοιάζομαι τόσο πολύ για σένα που δε θα ήθελα ποτέ να στερηθείς κάτι εξαιτίας μου», εξήγησε χαμηλόφωνα εκείνος. «Επομένως, αν αυτό που ζητάς από μια σχέση είναι η δημιουργία μιας οικογένειας, οφείλω να σου ξεκαθαρίσω από την αρχή πως αυτό είναι κάτι που δεν μπορώ να σου προσφέρω. Ξέρω πως κάτι τέτοιο δεν είναι δίκαιο για σένα, γιατί εγώ έχω ήδη ένα παιδί, αλλά μου πήρε πολύ χρόνο μέχρι να αποδεχτώ το θάνατο της Μπράιντι και δεν είμαι διατεθειμένος να διακινδυνέψει κάποια άλλη γυναίκα τη ζωή της εξαιτίας μου». Μολονότι τα συναισθήματα της ήταν τόσο έντονα που δεν της επέτρεπαν να σκεφτεί καθαρά, η Φλόρα συνειδητοποίησε πως όσο αδιάλλακτη και να ήταν η θέση του πάνω στο συγκεκριμένο θέμα, δεν έπαυε να υποδηλώνει τις σοβαρές προθέσεις του απέναντι' της. «Τζος, εννοείς δηλαδή πως δεν αποκλείεις το ενδεχόμενο να δημιουργηθεί ανάμεσα μας μια μόνιμη σχέση;» Ο Τζος έστρεψε το βλέμμα του πάνω της με αγανάκτηση.
«Εσύ τι λες; Θα καθόμουν να σ' τα πω όλα αυτά αν δεν ήθελα να έχω μαζί σου μια σχέση; Ορισμένα πράγματα είναι αυτονόητα...» Η Φλόρα δεν έφερε αντιρρήσεις, παρ' όλο που δε συμφωνούσε απαραίτητα με όλα όσα της έλεγε. Κατά παράδοξο τρόπο όμως ένιωθε αισιόδοξη και πίστευε ότι με το πέρασμα του χρόνου θα καταλάβαινε ότι οι αντιδράσεις του, αν και όχι παράλογες, δεν έπαυαν να είναι κάπως υπερβολικές. Αυτό όμως που είχε τη μεγαλύτερη σημασία εκείνη τη στιγμή, ήταν το γεγονός ότι ο Τζος χρειαζόταν απεγνωσμένα τη στοργή και τη φροντίδα της. «Εγώ φρόντισα ήδη να εφοδιαστώ με προφυλακτικά, αλλά είμαι ανοιχτός σε οποιαδήποτε εναλλακτική λύση έχεις να προτείνεις...» «Δε νομίζω π ω ς έχω να προτείνω κάτι το ιδιαίτερο», απάντησε με ντροπαλό χαμόγελο εκείνη, δείχνοντας έτσι π ω ς δεν ήταν εξίσου εξοικειωμένη μ' εκείνον στα ερωτικά ζητήματα. «Σε έχω ανάγκη, Φλόρα, έχω ανάγκη από τα φιλιά σου», ψιθύρισε παίρνοντας μια βαθιά αναπνοή ο Τζος. «Θέλω να νιώσω το άγγιγμα των χεριών σου στο κορμί μου... θέλω να κάνουμε έρωτα...» ΣΤΟ άκουσμα αυτών των ερωτόλογων, η Φλόρα ένιωσε έναν ασυγκράτητο πόθο να ξυπνά πάλι μέσα της και ανασήκωσε το βλέμμα της να τον κοιτάξει. «Έχω κι εγώ την ίδια τρελή επιθυμία να σε φιλήσω», εξομολογήθηκε με βραχνή φωνή. «Θα σε συμβούλευα να εμπιστευτείς το ένστικτο σου», πρότεινε ανεπιφύλακτα εκείνος. «Προς τι αυτό το πονηρό χαμόγελο;» «Τίποτε, απλώς σκεφτόμουν πόσο όμορφα αισθάνομαι αυτή τη στιγμή», ψέλλισε η Φλόρα, νιώθοντας αποκαμωμένη από την ερωτική διέγερση. Τύλιξε ακόμα πιο σφιχτά τα δάχτυλα της γύρω από το σβέρκο του και ανασηκώθηκε στις μύτες των ποδιών της, παίρνοντας την πρωτοβουλία να τον φιλήσει. «Φιλάς υπέροχα», είπε με αφοπλιστική ειλικρίνεια, μεθυσμένη από το πάθος που διέκρινε στα γκρίζα μάτια του. «Κι εσύ το ίδιο», αντέτεινε ο Τζος, καθώς την ανασήκωνε
στα χέρια του, παίρνοντας τη με αξιοθαύμαστη ευκολία στην αγκαλιά του. «Δε βλέπω την ώρα να βρεθώ στο κρεβάτι μαζί σου!» «Λυπάμαι που θα χαλάσω τα σχέδια σου, αλλά η σκάλα είναι κάπως στενή για να με μεταφέρεις στην αγκαλιά σου...» Ο Τζος την ακούμπησε διστακτικά στο έδαφος και ίσιωσε με την παλάμη του τις μικρές ζαρωματιές που είχαν σχηματιστεί στη φούστα της. «Ήταν μια έμπνευση της στιγμής, αν και για να είμαι ειλικρινής, η ιδέα να κάνουμε έρωτα τριβελίζει όλη μέρα το μυαλό μου». «Αυτό δεν ακούγεται καθόλου άσχημη ιδέα», απάντησε ναζιάρικα εκείνη. «Μόνο που θα πρέπει να ανεβώ μόνη μου τις σκάλες και, αν θέλεις, μπορείς να με ξαναπάρεις στην αγκαλιά σου μόλις φτάσουμε έξω από το δωμάτιο». «Αυτή είναι μια καθαρά δικηγορίστικη πρόταση, αλλά τη δέχομαι». «Ωραία», είπε ενθουσιασμένη, καθώς του γύριζε την πλάτη της και άρχισε να ανεβαίνει δυο δυο τα σκαλοπάτια. Όταν έφτασε στο κεφαλόσκαλο, άνοιξε διάπλατα τα χέρια και τον κάλεσε να πάει κοντά της. «Έλα λοιπόν, τι έπαθες και πάγωσες στη θέση σου;» τον ρώτησε ανυπόμονα. «Προσπαθώ να καταλάβω αν είμαι ξύπνιος ή όχι», απάντησε ο Τζος, χαμογελώντας μελαγχολικά. «Μήπως βλέπεις εφιάλτη;» «'Οχι, άγγελέ μου, αντίθετα, έχω χρόνια να δω τόσο όμορφο όνειρο», παραδέχτηκε, πρόθυμος να πει ακόμα και ψέματα προκειμένου να κάνει αυτό το όνειρο πραγματικότητα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
Όταν το πάθος ανάμεσα τους καταλάγιασε, χρειάστηκαν αρκετά λεπτά μέχρι η Φλόρα να αποκτήσει πάλι επαφή με την πραγματικότητα. Παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, μύρισε τις βαριές, μεθυστικές μυρωδιές που ανέδιδαν τα ιδρωμένα κορμιά τους και άνοιξε διστακτικά τα μάτια της. Απόλαυσε την αίσθηση της απόλυτης χαλάρωσης που ένιωθε εκείνη τη στιγμή μέσα της, καθώς ανακαλούσε στο μυαλό της τις σκηνές πρωτόγνωρης έντασης που είχαν διαδραματιστεί πριν λίγα λεπτά ανάμεσα τους. Ο τρόπος που έκανε έρωτα ο Τζος ήταν τόσο παράφορος που την είχε οδηγήσει σε κατάσταση παρρξυσμού, ζητώντας του πράγματα που δεν ήταν σίγουρη πως θα της επέτρεπε να του κάνει. Ανήμπορη να συγκρατήσει άλλο τις ορμές της, είχε φτάσει στο σημείο να ψιθυρίσει στο αυτί του την τρελή επιθυμία της και όταν εκείνος ενθάρρυνε την πρωτοβουλία της, χαμήλωσε αμέσως το κεφάλι της ανάμεσα στα πόδια του, επιδεικνύοντας μια πρωτοφανή μαεστρία. «Εύχομαι να μπορούσα να μείνω εδώ το βράδυ», μουρμούρισε νωχελικά ο Τζος, καθώς τα ακροδάχτυλά του έτριψαν τρυφερά τη μύτη της. Η Φλόρα ανασηκώθηκε από την αγκαλιά του και γύρισε μπρούμυτα στο κρεβάτι, στηρίζοντας το κεφάλι στους αγκώνες της. «Πρέπει να φύγεις τόσο σύντομα;» αναφώνησε με παραπονιάρικο ύφος, αποφεύγοντας την τελευταία στιγμή να σουφρώσει τα χείλη της.
«Είναι καλύτερα να φύγω τώρα, γιατί δε θέλω να ξυπνήσει ο Λίαμ και να μη με βρει στο κρεβάτι μου». «Φυσικά και δε θέλεις», είπε με έναν βαθύ αναστεναγμό εκείνη. «Καταλαβαίνω ότι ο Λίαμ έρχεται πρώτος στις προτεραιότητες σου. Είναι φυσικό», πρόσθεσε, καθώς γύρισε πάλι ανάσκελα και ανακάθισε στο κρεβάτι. Ο Τζος την κοίταξε χαμογελώντας, φανερά παραξενεμένος από την ήπια αντίδραση της. «Δε θα ήθελα να το πάρεις σαν ερωτικό υπονοούμενο, αλλά δε νομίζεις π ω ς μου οφείλεις μια συγνώμη για όλες τις ώρες ύπνου που έχασα εξαιτίας σου;» Νιώθοντας τα μαγουλά της να βάφονται κόκκινα από την ντροπή, διαπίστωσε για άλλη μια φορά ότι ο Τζος είχε την ικανότητα να διαβάζει τη σκέψη της και να μαντεύει τις επιθυμίες της, προτού καν γίνουν αντιληπτές από την ίδια. «Ερωτικό υπονοούμενο εσύ; Αν είναι ποτέ δυνατόν!» είπε ειρωνικά, ανεβάζοντας το πόδι, που μόλις είχε κατεβάσει στο πάτωμα, πάλι πάνω στο κρεβάτι. Με απροσδόκητη γρηγοράδα, ο Τζος τράβηξε το πόδι της προς το μέρος του, αναγκάζοντας τη να πέσει ξανά ανάσκελα. «Είσαι πανέμορφη από την κορυφή μέχρι τα νύχια», ψιθύρισε με αισθησιακή φωνή, καθώς τα χείλη του φιλούσαν τρυφερά το μεγάλο δάχτυλο του ποδιού της. Η Φλόρα σύρθηκε προς το μέρος του μέχρι που βρέθηκε καθισμένη ανάμεσα στα πόδια του, με τα δικά της τυλιγμένα σφιχτά γύρω από τη μέση του. «Συνήθως δε φέρομαι έτσι, δεν ξέρω τι μ' έχει πιάσει», δικαιολογήθηκε αδύναμα. «Δε θα ήθελα πάντως να πιστέψεις...» «Βασανίζομαι και εγώ από τα ίδια αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα, επομένως δεν είσαι η μόνη που νιώθει αυτή τη στιγμή αμηχανία...» «Αλήθεια;» «Για την ακρίβεια», τόνισε με σκυθρωπό βλέμμα, «ποτέ δεν έχω νιώσει τόσο άβολα στη ζωή μου». «Αυτό είναι...» Ο Τζος άρχισε να εκνευρίζεται με τη συνήθεια που είχε αποκτήσει να αφήνει τις προτάσεις της ανολοκλήρωτες. «Αυτό είναι, τι; Αστείο; Ανησυχητικό;»
«Χαίρομαι που επιβεβαιώνεις τις υποψίες μου πως είσαι ο πιο αλαζονικός άνθρωπος του κόσμου», σχολίασε εκείνη εύθυμα, χαϊδεύοντας με τα ακροδάχτυλά της τις λεπτές ρυτίδες που είχαν σχηματιστεί στο μέτωπο του. «Τι θέλεις να σου πω, δηλαδή; Ότι είμαι τρελά ερωτευμε'νη μαζί σου;» διερωτήθηκε με αφοπλιστική ειλικρίνεια. «Είχα την εντύπωση πως είναι προφανές κάτι τέτοιο...» Τα υγρά, σαρκώδη χείλη του άγγιξαν επιτακτικά τα δικά της, ξυπνώντας πάλι μέσα της την επιθυμία να ξανακάνουν έρωτα. «Εσύ, αντίθετα, διαψεύδεις την εντύπωση που είχα για σένα πριν γνωριστούμε. Για να είμαι πιο ειλικρινής μαζί σου, ποτέ άλλοτε δεν έχω πέσει τόσο έξω στις εκτιμήσεις μου». «Μπορώ να φανταστώ, πάνω κάτω, για ποιους λόγους ήσουν αρχικά επιφυλακτικός απέναντί μου», αντέτεινε η Φλόρα, ενώ ταυτόχρονα συνειδητοποίησε έκπληκτη το βαθύτερο νόημα που έκρυβαν τα λόγια του. Αν και καθυστερημένα, συμπέρανε ότι θα του ήταν οικεία από τις χιλιάδες φωτογραφίες της που είχαν δημοσιευτεί στον κίτρινο Τύπο. «Θες να πεις πως είχες δει το πρόσωπο μου στις εφημερίδες και πως γνώριζες τα πάντα γύρω από την πολύκροτη δίκη του πατέρα μου;» «Ναι, Φλόρα, τα ήξερα όλα». «Μου κάνει εντύπωση που δε μου είπες απολύτως τίποτα», σχολίασε συνοφρυωμένη, μα βλέποντας την έκφραση στο πρόσωπό του, μετάνιωσε αμέσως για τα λόγια της και έσπευσε να τον κατευνάσει με ένα απαλό χάδι. «Ζητώ συγνώμη για την καχυποψία μου, αλλά το τελευταίο καιρό περιστοιχίζομαι από ανθρώπους που παριστάνουν τους ευγενικούς, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι», εξήγησε με βραχνή φωνή. «Ίσως γι' αυτό μπερδεύτηκα και μαζί σου, επειδή δεν μπορώ πια να διακρίνω εύκολα τη διαφορά». «Δεν υπάρχει και τόσο τεράστια διαφορά ανάμεσα σ' εμένα και αυτούς τους ανθρώπους, γιατί κι εγώ αρχικά δεν ήμουν καθόλου ευγενικός απέναντί σου», παραδέχτηκε εκείνος με θλιμμένο ύφος. «Ίσως κι εγώ να πέταξα καυστικά σχόλια για σένα πίσω από την πλάτη σου, γι' αυτό να είσαι πιο συγκρατημένη όταν λες καλά λόγια για μένα, γιατί μπορεί και να μην
τα αξίζω. Η μόνη διαφορά ανάμεσα σ' εμένα και τον υπόλοιπο κόσμο, είναι ότι εγώ ακολούθησα το ένστικτο μου και ανακάλυψα την πραγματική Φλόρα». «Δε χρειάζεται να είσαι τόσο αυστηρός με τον εαυτό σου, Τζος, γιατί λίγο πολύ όλοι μας επηρεαζόμαστε από τα ψέματα που διαβάζουμε στις εφημερίδες». Τα χαρακτηριστικά του προσώπου του μαλάκωσαν καθώς την κοίταζε βαθιά μέσα στα μάτια. «Ο Θεός να μας φυλάει, άγγελε μου, αλλά πολύ φοβάμαι ότι έχω αρχίσει και ερωτεύομαι την πραγματική Φλόρα». Η Φλόρα ένιωσε το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια της. «Είσαι σίγουρος γι' αυτό που μου λες;» «Δεν μπορώ να είμαι εκατό τοις εκατό σίγουρος, γιατί κανείς δεν ξέρει τι του επιφυλάσσει το μέλλον, αλλά αυτή τη στιγμή νιώθω τρελά ερωτευμένος μαζί σου», δήλωσε απερίφραστα, χωρίς τίποτα στην έκφραση του να υποδηλώνει πως ίσχυε κάτι τέτοιο. «Αν υπάρχει κάποιος άνθρωπος που δεν του αρέσουν καθόλου τα ρίσκα, αυτός είμαι εγώ», είπε χαμηλόφωνα η Φλόρα. «Αυτή τη φορά όμως είμαι διατεθειμένη να διακινδυνέψω τα πάντα, προκειμένου να είμαι μαζί σου», δήλωσε κοφτά. «Ακούγεσαι θυμωμένη με τον εαυτό σου...» «Δεν είμαι θυμωμένη με τον εαυτό μου, απλώς έχω κουραστεί να αντιστέκομαι και αισθάνομαι τελείως αδύναμη», απάντησε με αφοπλιστική ειλικρίνεια, νιώθοντας τους χτύπους της καρδιάς της να αυξάνονται ανησυχητικά. «Έχω ιδιαίτερη... αδυναμία στις αδύναμες, μα αφοσιωμένες γυναίκες». «Χαίρομαι γι' αυτό, γιατί αυτό ακριβώς θέλω, να αφοσιωθώ σ' εσένα», ψιθύρισε εκείνη. Η ανάσα του Τζος άρχισε να γίνεται όλο και πιο κοφτή, καθώς τα δάχτυλα του χάιδεψαν τρυφερά το πίσω μέρος του λαιμού της. «Έχεις συναίσθηση του αντίκτυπου που έχουν τα λόγια σου πάνω μου;» «Είναι πολύ εύκολο να το διαπιστώσω αυτό, από το σημείο όπου βρίσκομαι καθισμένη», είπε με αθώο ύφος εκείνη. Το πρόσωπο του συσπάστηκε από ένα πνιχτό γέλιο, μα τα
γκρίζα μάτια του που παρέμεναν καρφωμένα στα δικά της μαρτυρούσαν τις προθέσεις του. Παροτρύνοντας με απαλές κινήσεις τη Φλόρα να γείρει το κεφάλι της στα μαξιλάρια, ο Τζος ένιωσε τη διέγερση του να πάλλεται. «Με θέλεις;» Αντί για θετική απάντηση, η Φλόρα έβγαλε ένα μουγκρητό ανυπομονησίας, γιατί τον ήθελε τόσο πολύ που της ήταν αδύνατο να αρθρώσει έστω και μία λέξη. Τα ενωμένα κορμιά τους άρχισαν να κινούνται στον βασανιστικά αργό ρυθμό του παράφορου πάθους τους, με κάθε κίνηση να τους φέρνει όλο και πιο κοντά στην πολυπόθητη κορύφωση. Όταν αυτή η στιγμή έφτασε, ο Τζος φώναξε δυνατά τ' όνομα της, ενώ εκείνη έριξε πίσω το κεφάλι και άφησε τον εαυτό της ελεύθερο να παρασυρθεί στη δίνη της γλυκιάς ηδονής που είχε κυριέψει το κορμί της. Αφού έμεινε για μερικά λεπτά ξαπλωμένος πάνω της, ο Τζος γλίστρησε στο πλάι, στήριξε το κεφάλι στον αγκώνα του και παρατήρησε τα στήθη της να ανεβοκατεβαίνουν στο ρυθμό της λαχανιασμένης αναπνοής της. Η Φλόρα ένιωσε τα μάτια της να βουρκώνουν, μα αυτή τη φορά δε φοβόταν να δείξει τα δάκρυα της, γιατί ήταν δάκρυα πραγματικής ευτυχίας και αυτό ήταν ένα συναίσθημα που μέχρι πρότινος πίστευε ότι υπήρχε μόνο στη φαντασία του ανθρώπου. «Ξέρω πως πρέπει να φύγεις σύντομα...» «Σύντομα», επανέλαβε με αισθησιακή φωνή εκείνος, «αλλά όχι αμέσως. Θέλω να σε κοιτάξω για λίγη ώρα πρώτα. Ποιος ξέρει, ίσως θελήσω κιόλας να σε αγγίξω...» «Είχα την εντύπωση πως εσείς οι άντρες δεν τρελαίνεστε για τέτοιου είδους οικειότητες...» «Αυτό εξαρτάται από τον άντρα... όπως επίσης και από τη γυναίκα με την οποία είναι μαζί», εξήγησε υπομονετικά ο Τζος. «Τώρα που το ξανασκέφτομαι όμως, ίσως το άγγιγμα να μην είναι τελικά και πολύ καλή ιδέα». «Χαίρομαι που με βρίσκεις ερωτικά ακαταμάχητη, αλλά ειλικρινά, εγώ δε θα ανησυχούσα αν ήμουν στη θέση σου. Εκτός κι αν είσαι υπεράνθρωπος!» συμπλήρωσε με προκλητικό τόνο στη φωνή της.
«Ενδεχομένως στο μέλλον να αποδειχτεί ότι είμαι, αλλά προς το παρόν επιφυλάσσομαι», παραδέχτηκε συνεσταλμένα εκείνος. «Άλλωστε, θα πρέπει να είσαι ήδη ικανοποιημένη από τις επιδόσεις μου...» «'Οχι μόνο ικανοποιημένη, εντυπωσιασμένη θα έλεγα, αν αναλογιστεί κανείς και την ηλικία σου», είπε πειραχτικά, βγάζοντας ένα πνιχτό γελάκι. Ο Τζος πήρε αμέσως το πάνω χέρι στη μικρή πάλη που ακολούθησε ανάμεσα τους, μα αυτό δεν εμπόδισε τη Φλόρα να απολαύσει τη μαγική στιγμή σε όλο της το μεγαλείο. «Δεν είναι δίκαιο αυτό που κάνεις, όταν γνωρίζεις πόσο εύκολα γαργαλιέμαι», διαμαρτυρήθηκε λαχανιασμένα εκείνη, ανασηκώνοντας τα τσουλούφια που έπεφταν στο μέτωπό της. Χαμηλώνοντας αμήχανα το κεφάλι, ο Τζος εστίασε το βλέμμα του στα πόδια τους που ήταν ακόμα μπλεγμένα και παρατήρησε γοητευμένος πόσο λευκό ήταν το δέρμα της σε σύγκριση με το δικό του. «Πολύ φοβάμαι πως κάνω και άλλα πράγματα που δεν είναι δίκαια, Φλόρα», απάντησε με σκυθρωπό ύφος, προκαλώντας αμέσως την αμηχανία της. «Καλύτερα να φεύγω σιγά σιγά», μουρμούρισε και, γυρνώντας στο πλευρό του, σηκώθηκε από το κρεβάτι με μια μόνο κίνηση. Χωρίς να πάρει τα μάτια της από πάνω του, η Φλόρα έγνεψε καταφατικά και συνέχισε να τον κοιτάζει, καθώς εκείνος άρχισε να περιφέρεται στο δωμάτιο, μαζεύοντας τα ρούχα του από το πάτωμα. Μολονότι δεν είχε ιδέα για το ποια θα μπορούσε να είναι η αιτία της απότομης αλλαγής της συμπεριφοράς του, η Φλόρα διαισθάνθηκε αμέσως πως δεν ήταν για καλό. «Ελπίζω να μην έχεις πρωινό ξύπνημα για άρμεγμα, αύριο». «Ευτυχώς δεν έχω άλλο άρμεγμα παρά μόνο αύριο το απόγευμα και αυτή πιθανότατα θα είναι η τελευταία φορά, γιατί το πρωί ο Χιου θα πάει στο νοσοκομείο για να του βγάλουν το γύψο», είπε, κουμπώνοντας το τελευταίο κουμπί στο πουκάμισό του. «Με την ευκαιρία, υποσχέθηκα στον Λίαμ πως αύριο το πρωί θα πάμε στην παραλία. Μην πάει το μυαλό σου για μπάνιο στη θάλασσα, ο καιρός δεν είναι ακόμα αρκετά ζεστός, φαντάσου πιο πολύ κάτι σαν πικνίκ στην
αμμουδιά», πρόσθεσε με ανέμελο ύφος. «Μήπως θα ήθελες να έρθεις κι εσύ μαζί μας;» «Σάντουιτς και άμμος, ένας από τους αγαπημένους μου συνδυασμούς» αναφώνησε εύθυμα, ελπίζοντας πως το ανέμελο ύφος της ήταν εξίσου πειστικό με το δικό του. Ο Τζος περιορίστηκε σε ένα γνέψιμο του κεφαλιού, μα παρ' όλα αυτά, ήταν φανερό ότι η απάντηση της τον είχε χαροποιήσει. Επανέλαβε στον εαυτό της πως το γεγονός ότι ήταν λιγομίλητος άνθρωπος, δε σήμαινε απαραίτητα πως έπρεπε να την πιάνει πανικός κάθε φορά που δεν τον καταλάβαινε. Στην ουσία, δεν είχε πρόβλημα να αποδεχτεί οποιαδήποτε ιδιορρυθμία του, ούτε ανησυχούσε ότι θα αντιμετώπιζαν ποτέ ως εραστές το παραμικρό πρόβλημα. Εκείπου σίγουρα δυσκόλευαν τα πράγματα, ήταν στο θέμα της φιλίας και στο πόσο συγκρατημένος εξακολουθούσε να είναι απέναντι' της, αλλά αυτό που μετρούσε πιο πολύ απ' όλα, ήταν το γεγονός ότι είχε αρχίσει να την ερωτεύεται. Προς το παρόν, το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να αρκεστεί σ' αυτή την αυθόρμητη εκδήλωση των συναισθημάτων του, ελπίζοντας πως με το χρόνο θα έρχονταν πιο κοντά ο ένας στον άλλο. «Θα περάσουμε να σε πάρουμε λίγο μετά τις έντεκα», είπε, σκύβοντας το κεφάλι του και δίνοντας ένα απροσδόκητο φιλί στα χείλη της — κίνηση που δικαίωσε στιγμιαία την αισιοδοξία της. Η επιθυμία της να κολυμπήσει, όπως πολύ σωστά είχε προβλέψει ο Τζος, ξεπεράστηκε έπειτα από μερικά διστακτικά βήματα που έκανε στην άκρη τής παγωμένης θάλασσας. Παρ' όλα αυτά, ο καιρός ήταν ευχάριστος, όπως ευχάριστο και αναζωογονητικό ήταν το παιχνίδι με τον μικρό Λίαμ, ο οποίος έτρεχε γεμάτος ενεργητικότητα κατά μήκος της σχεδόν ερημικής ακρογιαλιάς. Ο Τζος έπιασε το χέρι της και την τράβηξε να έρθει κοντά του. «Περνάς όμορφα;» τη ρώτησε ανέμελα, διαπιστώνοντας από τα κόκκινα μαγουλά της πόσο καλό της έκανε ο καθαρός
αέρας. «Ή βαθιά μέσα σου ονειρεύεσαι να βρισκόσουν κάτω από το ζεστό ήλιο της Καραϊβικής;» «Δεν αμφιβάλλω ότι θα είναι πολύ όμορφα και εκεί, αλλά αυτή τη στιγμή το γεγονός ότι βρίσκομαι μαζί σας, μου αρκεί. Δε μου καίγεται καρφάκι για το τροπικό κλίμα της Καραϊβικής», είπε, μα το διαπεραστικό βλέμμα του προξένησε μέσα της αμφιβολίες για το αν είχε πράξει σωστά. «Μπορείς να πεις ό,τι θέλεις, ακόμα και ότι είμαι παράξενη...» «Δεν είσαι καθόλου παράξενη, ίσα ίσα, πιστεύω πως είσαι... Ω Θεέ μου, Λίαμ! Πρόσεχε!» φώναξε δυνατά στον Λίαμ που είχε μπει επικίνδυνα στην άκρη της θάλασσας, αφήνοντας στη μέση αυτό που ήθελε να της πει. «Το πιο άσχημο με τα παιδιά είναι ότι δεν μπορείς ούτε για μια στιγμή να πάρεις τα μάτια σου από πάνω τους», μουρμούρισε θυμωμένα και άρχισε να τρέχει προς την κατεύθυνση του μικρού σκανταλιάρη. Αδυνατώντας να τρέξει με την ίδια ταχύτητα, η Φλόρα έφτασε στην ακρογιαλιά όταν πια πατέρας και γιος έβγαιναν αγκαλιασμένοι από τη θάλασσα. «Σε πληροφορώ πως βούτηξε με το κεφάλι», είπε ο Τζος, προσπαθώντας παράλληλα να συγκρατήσει το γιο του που ήταν αποφασισμένος να επαναλάβει την εμπειρία της βουτιάς. «Χαίρομαι που το βρίσκεις αστείο», πρόσθεσε βλέποντας τη να ξεκαρδίζεται στα γέλια. «Μα είναι αστείο», παραδέχτηκε. «Ειδικά από τη στιγμή που δε συνέβη κανένα κακό...» «Μπορεί να μη συνέβη κάτι κακό, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν είχαμε και απώλειες», είπε παραπονεμένα, καθώς είδε πως το παντελόνι του είχε γίνει μούσκεμα μέχρι τα γόνατα. «Το πιθανότερο είναι ότι αχρηστεύτηκε για πάντα». «Είμαι σίγουρη πως θα το αντικαταστήσεις το συντομότερο δυνατόν», αντέτεινε η Φλόρα, «αν και γενικά δε δίνεις την εντύπωση ανθρώπου που προσέχει ιδιαίτερα την εμφάνιση του». «Αρχίσαμε πάλι τα ίδια;» διαμαρτυρήθηκε ο Τζος, ανασηκώνοντας παρακλητικά τα χέρια του προς τον ουρανό. «Μου αρέσει να φοράω άνετα ρούχα και όχι ν' ακολουθώ τις
επιταγές της μόδας. Βρίσκεις να υπάρχει τίποτα το στραβό σε αυτό;» Απαξιώντας να του δώσει απάντηση, έβγαλε το σακάκι της και το έριξε στην πλάτη του παιδιού που είχε αρχίσει να τουρτουρίζει από το κρύο. «Μήπως, τελικά, ο λόγος που δε με γνωρίζεις στους φίλους σου, είναι επειδή το στυλ ντυσίματος μου δεν είναι αρκετά καλό για τα γούστα τους;» «Μακάρι να ήταν αυτό το πρόβλημα, γιατί θα λυνόταν μόνο με ένα καλό κοστούμι», είπε με στοχαστικό ύφος εκείνη. «Και δυστυχώς, χρειάζεσαι πολύ περισσότερα για να είσαι καλοντυμένος, έτσι όπως το εννοούν αυτοί». Αυτό δεν ήταν απλώς ανακρίβεια, ήταν καθαρό ψέμα, γιατί ήξερε πως αρκετές γυναίκες του κύκλου της θα πάθαιναν την πλάκα τους μόλις τον έβλεπαν, ακόμη κι αν ήταν ντυμένος με κουρέλια. «Ψηλομύτα», σχολίασε καλοπροαίρετα ο Τζος, καθώς ξεκίνησαν να πάνε εκεί όπου είχαν αφήσει τα πράγματα τους. Τους πήρε αρκετή χρόνο μέχρι να φτάσουν, σ' εκείνον επειδή συναντούσε σθεναρές αντιστάσεις από το γιο του και σ' εκείνη επειδή ένιωθε την αναπνοή της να κόβεται από το πολύ περπάτημα. Μετανιώνοντας που είχε παρατήσει για άλλη μια φορά το γυμναστήριο, υποσχέθηκε στον εαυτό της πως, όταν επέστρεφε με το καλό στο Λονδίνο, θα άρχιζε να το επισκέπτεται πιο συχνά. «Όσον αφορά τους φίλους μου, το γεγονός και μόνο ότι ανήκεις στον καλλιτεχνικό κόσμο, θα ήταν αρκετό για να σε αντιμετωπίσουν αρχικά με καχυποψία. 'Επειτα είναι και η συνήθεια που έχεις να αποφεύγεις το ξύρισμα...» Ο Τζος ακούμπησε προσεκτικά το γιο του στη ζεστή άμμο και ανασήκωσε το κεφάλι του να την κοιτάξει. «Ξυρίστηκα το πρωί, αν θες να ξέρεις. Δε φταίω εγώ αν έπειτα από λίγες ώρες ξαναβγαίνουν ακόμα πιο άγρια...» «Αυτό που λες το παρατήρησα κι εγώ», απάντησε εκείνη, νιώθοντας ανατριχίλες να διαπερνούν τη ραχοκοκαλιά της, καθώς θυμήθηκε πάλι την ερεθιστική αίσθηση που προκαλούσαν τα άγρια γένια του στο δέρμα της.
«Ίσως θα ήταν καλή ιδέα ν' αφήσω μούσι», είπε με αθώο ύφος εκείνος. «Θα σε συμβούλευα να μην κάνεις κάτι τέτοιο, εκτός και αν δε σε πειράζει που δε θα εμφανιστώ ποτέ ξανά μαζί σου σε δημόσιο χώρο!» του είπε προειδοποιητικά, ξεκαθαρίζοντας από την αρχή τη θέση της πάνω σ' αυτό το θέμα. «Βρίσκω πολύ απόλυτη τη στάση σου...» «Εσύ πώς θα αισθανόσουν δηλαδή, αν σταματούσα να κάνω αποτρίχωση στα πόδια μου; Θα αντιδρούσες καλύτερα;» «Πολύ αμφιβάλλω», παραδέχτηκε εκείνος. «Κατ' αρχήν θα έτρεμα στην ιδέα μήπως πληγωθώ σε ευαίσθητα σημεία...» «Είσαι τουλάχιστον υπερβολικός, για να μην πω παράλογος», αντιγύρισε κοφτά εκείνη, βέβαιη πως η συζήτηση τους δεν επρόκειτο να οδηγήσει πουθενά. Κατάλαβε πως ό,τι και να του έλεγε, εκείνος θα συνέχιζε να επιμένει στην άποψη του, μόνο και μόνο για να βάλει σε δοκιμασία τα νεύρα της. Για καλή της τύχη όμως ο Λίαμ, που κατά τα φαινόμενα διέθετε και αυτός το χάρισμα του πατέρα του να διαβάζει τις σκέψεις της, διέκοψε τη διαφωνία τους προτού πάρει μεγαλύτερες προεκτάσεις. «Δείξε μου πώς κολυμπάνε!» φώναξε με απαιτητικό τόνο το παιδί, υψώνοντας το πιγούνι και κοιτάζοντας τον πατέρα του. «Όχι τώρα, Λίαμ», του αρνήθηκε εκείνος. Ο Λίαμ επανέλαβε ακόμα πιο δυνατά το αίτημα του, μα όταν είδε πως δεν κατάφερνε τίποτα μ' αυτό τον τρόπο, σωριάστηκε μπρούμυτα στην άμμο και άρχισε να χτυπά τις γροθιές του. Με ύφος που υποδήλωνε ότι είχε δει πολλές φορές την ίδια σκηνή να διαδραματίζεται, ο Τζος πήρε το παιδί στην αγκαλιά του και αφού περίμενε πρώτα να μαζέψει τα πράγματα της, κατευθύνθηκαν μαζί προς το αυτοκίνητο. «Φαντάσου τον να παθαίνει τέτοιες κρίσεις ενώ παράλληλα εσύ προσπαθείς να μιλήσεις στο τηλέφωνο. Θέλω να πιστεύω ότι είναι μια φάση από την οποία περνάνε όλα τα παιδιά της ηλικίας του, αλλά αρκετά συχνά μου έρχεται η εικόνα του Λίαμ εφήβου, να κοπανιέται και να ουρλιάζει κάθε φορά που θα του λέω να διαβάσει τα μαθήματα του...» «Μπα, δεν το νομίζω», είπε καθησυχαστικά εκείνη. «Οι έφη-
βοι έχουν πολύ πιο αποτελεσματικές μεθόδους για να τιμωρούν τους σκληρούς γονείς». «Δε βλέπω την ώρα και τη στιγμή να μεγαλώσει», δήλωσε ειρωνικά εκείνος. «Ειλικρινά, Φλόρα, γνωρίζεις πολύ καλά πώς να κατευνάζεις τους φόβους και τις ανησυχίες των ανθρώπων», συμπλήρωσε, καθώς έβαζε τον Λίαμ στο πίσω κάθισμα και καθόταν κι αυτός δίπλα του. «Μπορείς, σε παρακαλώ, να μου φέρεις μια αλλαξιά ρούχα που είναι μέσα σε μια τσάντα στο πορτ μπαγκάζ;» Ο Τζος χρειάστηκε τη βοήθεια της και στη συνέχεια, γιατί ο Λίαμ, μολονότι είχε αρχίζει να μελανιάζει από το κρύο, αρνιόταν πεισματικά να συνεργαστεί μαζί του. «Κρίμα που δεν πήρα μαζί μια αλλαξιά ρούχα και για μένα», την πείραξε. «Πραγματικά, κρίμα», συμφώνησε εκείνη, ξαφνιάζοντας τον με το αισθησιακό χαμόγελο της. «Δε θα είχα καμία αντίρρηση να σε άλλαζα κι εγώ στο πίσω κάθισμα». Αυτόματα, ο Τζος σταμάτησε αυτό που έκανε και ανασήκωσε το βλέμμα του να την κοιτάξει. «Δεν μπορώ να πω πως μου είναι αδιάφορη η πρόταση σου...» «Ευτυχώς που έδωσες αυτή την απάντηση, γιατί αλλιώς θα σε άφηνα σύξυλο τούτη ακριβώς τη στιγμή». «Αυτό, εννοείται, με την προϋπόθεση ότι θα σε άφηνα πρώτα να φύγεις», απάντησε προκλητικά, πλησιάζοντας το πρόσωπο του στο δικό της. Η Φλόρα προσπάθησε μάταια να σταματήσει το καρδιοχτύπι της και αναρωτήθηκε πώς γινόταν κάθε φορά να μετατρέπει την απλή κουβέντα του σε ερωτικό υπονοούμενο. «Και με ποιο τρόπο ακριβώς σκοπεύεις να με σταματήσεις;» «Όλο και κάποιον τρόπο θα σκεφτώ, μην ανησυχείς καθόλου γι' αυτό». Χωρίς να γίνει ιδιαίτερα πειστική, κάγχασε και γύρισε το πρόσωπο της από την άλλη πλευρά. «Νομίζω πως είναι πια ώρα να γυρίσουμε πίσω. Ο Λίαμ δείχνει εξουθενωμε'νος από την κούραση...» «Δικαιολογίες», είπε πειρακτικά ο Τζος, γνωρίζοντας και ο ίδιος πως δεν το εννοούσε, γιατί ήταν φανερό από το στοργικό βλέμμα της, ότι ήδη είχε αρχίσει να ενδιαφέρεται για το παιδί.
«Δε βλέπεις με πόση δυσκολία κρατάει τα μάτια του ανοιχτά;» «Μην ανησυχείς, αντέχει για πολύ ακόμα», της είπε καθώς έδεσε έσφιξε τα λουριά στο καρεκλάκι του Λίαμ. «Υπήρχαν φορές, όταν ήταν μωρό ακόμα, που αναγκαζόμουν να τον βάζω στο αυτοκίνητο και να κάνω κύκλους στο τετράγωνο για να το πάρει ο ύπνος. Ακόμα και τώρα όταν έρχεται η ώρα να κοιμηθεί, πεισματώνει σαν το μουλάρι...» «Αναρωτιέμαι από ποιον άραγε έχει πάρει αυτό το γνώρισμα», αναρωτήθηκε ρητορικά, επαληθεύοντας για άλλη μια φορά την πεποίθηση της ότι όλα ήταν θέμα γονιδίων. Χωρίς να το θέλει, σκέφτηκε ότι ποτέ δε θα κρατούσε ένα μικρό του αντίγραφο στην αγκαλιά της και ένιωσε ένα σύννεφο μελαγχολίας να σκιάζει την ερωτευμένη καρδιά της. Παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, αποφάσισε ότι δε θα άφηνε τη διάθεση της να καταστρέψει αυτή την υπέροχη μέρα και προσπάθησε να διώξει τις στενόχωρες σκέψεις από το μυαλό της. «Είναι και ο δίδυμος αδερφός σου το ίδιο πεισματάρης;» αναρωτήθηκε καθώς κάθισε δίπλα του στη θέση του συνοδηγού. «Ο Τζέικ; Φοβάμαι πως δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός απέναντι' του. Προτιμώ πάντως να μη βρίσκομαι κοντά όταν εκείνος και η Ν ία αρχίζουν να μαλώνουν, γιατί συνήθως οι καβγάδες τους παίρνουν ομηρικές διαστάσεις»· «Εξακολουθούν όμως και έχουν καλή σχέση μεταξύ τους, έτσι δεν είναι; Θέλω να πω, εξακολουθούν να νιώθουν ερωτευμένοι ο ένας με τον άλλο...» «Εννοείται αυτό, χαζούλα, αλλιώς δε θα έμεναν μαζί τόσα χρόνια», την αντέκρουσε πειραχτικά εκείνος. «Παρά το γεγονός όμως ότι αγαπιούνται ακόμη σαν σχολιαρόπαιδα με τη Νία, νιώθω πως καταχράστηκα ελαφρώς τη φιλοξενία της οικογένειας της»· Η Φλόρα τον κοίταξε σαστισμένη, έχοντας το έντονο προαίσθημα ότι ετοιμαζόταν να της κάνει κάποια βαρυσήμαντη αποκάλυψη. «Εγώ δε συμφωνώ καθόλου. Δε νομίζω να είναι έτσι τα πράγματα», επισήμανε με ήρεμο τόνο. «Φαίνεται από ένα χιλιόμετρο μακριά ότι σου έχουν τρομερή αδυναμία και ότι σ' αγαπούν σαν να ήσουν πραγματικό παιδί τους». Ήταν αδύνατο πια για τη Φλόρα να ελέγξει τις ανασφάλειες
της. Αυτό που τη φόβιζε περισσότερο ήταν το ενδεχόμενο ο ερωτάς τους να οφειλόταν στο γεγονός ότι είχαν γνωριστεί κατά τη διάρκεια των διακοπών τους και να ξεθύμαινε, όπως οι πιο πολλές παρόμοιες σχε'σεις, όταν επέστρεφαν κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, στην καθημερινότητα τους. Αναρωτήθηκε αν είχε ήδη αρχίσει να έχει αμφιβολίες για τα αισθήματα που της είχε εκφράσει τόσο απρόσμενα την προηγούμενη μέρα και προσπάθησε να χαλαρώσει τα τεντωμένα νεύρα της, περιμένοντας με κομμένη ανάσα την απάντηση του. «Αυτό οφείλεται αφ' ενός στο γεγονός ότι είναι δίδυμος αδερφός μου και μοιάζουμε σε πολλά και αφ' ετέρου στο ότι τους χάρισε πρόσφατα, με τη βοήθεια της Νίας βεβαίως, ένα υπέροχο εγγονάκι, επομένως έχουν κάθε λόγο αυτή την περίοδο να πλέουν σε πελάγη ευτυχίας». «Εγώ, αντίθετα, πιστεύω ότι υπάρχει και το ενδεχόμενο να σε συμπαθούν απλά και μόνο γιατί είσαι αυτός που είσαι», είπε η Φλόρα, εκνευρισμένη από τη μετριοφροσύνη του. «Με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή, που συμπαθείς κι εσύ εμένα;» «Όχι», του απάντησε, κουνώντας αρνητικά το κεφάλι της. «Σαφώς και όχι με την ίδιο τρόπο!» Ο Τζος καταχώρισε τα λόγια της στη μνήμη του, καθώς πήγαινε στη δεξιά λωρίδα για να τους προσπεράσει ένα μεγάλο φορτηγό. «Θες να πεις πως στην ουσία δε σου αρέσω καθόλου;» Νιώθοντας τα μαγουλά της να βάφονται κόκκινα, ανασήκωσε το βλέμμα της και τον κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια. «Νομίζω πως είναι αποδεδειγμένο πλέον ότι μου αρέσεις περισσότερο απ' όσο θα ήθελα, με μοναδική εξαίρεση στιγμές σαν αυτή, που, ειλικρινά, μου έρχεται να σε στραγγαλίσω!» Ο Τζος χαμογέλασε, επιδοκιμάζοντας την επιθετικότητα της με ένα νεύμα του κεφαλιού, μα η ματιά του παρέμεινε μελαγχολική. «Αποφάσισα να πουλήσω το σπίτι που μένουμε όταν ερχόμαστε εδώ με τον Λίαμ», ανακοίνωσε. Η Φλόρα έβγαλε ένα επιφώνημα έκπληξης, γιατί αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα που περίμενε να ακούσει εκείνη τη στιγμή.
«Όταν το αγοράσαμε με την Μπράιντι, πιστεύαμε πως ήταν απαραίτητο για την οικογένεια ένα μεγάλο σπίτι», είπε ο Τζος, στην προσπάθεια του να βρει μια καλή δικαιολογία, γιατί στην πραγματικότητα ήξερε πολύ καλά ότι οι λόγοι που τον ανάγκαζαν να το πουλήσει ήταν καθαρά συναισθηματικοί. «Ένας τέτοιος χώρος πρέπει να ξυπνάει μέσα σου χιλιάδες αναμνήσεις», σχολίασε εκείνη. Χωρίς καμία διάθεση να αντικρούσει τα λόγια της, ο Τζος πήρε μια βαθιά ανάσα και χαμογέλασε. «Ναι, και δυστυχώς δεν είναι όλες τους ευχάριστες. Το ήξερα εδώ και καιρό ότι κάποια στιγμή θα έπρεπε να φύγω από αυτό το σπίτι, αλλά αρνιόμουν να το κάνω γιατί στην ουσία πίστευα πως δεν είχε έρθει ακόμα η κατάλληλη στιγμή». «Τώρα, δηλαδή, νιώθεις ότι έφτασε η κατάλληλη στιγμή να το κάνεις;» ρώτησε με τρεμάμενη φωνή η Φλόρα. «Την Μπράιντι δεν πρόκειται να την ξεχάσω ποτέ και αυτό, είτε το θέλω είτε όχι, είναι κάτι που δε θα αλλάξει, όσος χρόνος κι αν περάσει. Δε θα αλλάξει, ακόμα κι αν εγώ αποφασίσω να χαρώ το υπόλοιπο της ζωής που μου αναλογεί. Μου φαίνεται πως ήρθε η ώρα να ατενίσω πάλι το μέλλον με αισιοδοξία... Θεέ μου, θα πρέπει να ακούγεται τελείως τετριμμένο στα αυτιά σου αυτό που είπα...» «Εγώ πάντως ποτέ δε θα έκλαιγα με κάτι που ακούγεται τετριμμένο, αν αυτό σε κάνει να νιώθεις κάπως καλύτερα», απάντησε, ανασηκώνοντας το βλέμμα της για να αποδείξει του λόγου το αληθές. «Ο κυριότερος λόγος που νιώθω για πρώτη φορά τόσο αισιόδοξος για το μέλλον, είναι επειδή θέλω να είσαι κι εσύ μέρος αυτού». «Με την προϋπόθεση ότι θα τηρώ πιστά τους κανονισμούς που έχεις θέσει, έτσι δεν είναι;» ξεστόμισε αυθόρμητα εκείνη, συνειδητοποιώντας ακριβώς εκείνη τη στιγμή πόσο άδικο ήταν αυτό που του έλεγε, μα ήταν ήδη πολύ αργά πια για να το πάρει πίσω. «Λυπάμαι, Φλόρα, αλλά αυτός είναι ο τρόπος που αισθάνομαι απέναντι στο συγκεκριμένο θέμα». Δεν ήταν τόσο το γεγονός ότι ήθελε σώνει και καλά να
αποκτήσει παιδί μαζί του όσο το ότι της ζητούσε να αποκλείσει τελείως αυτή την πιθανότητα από τη ζωή της. «Απλώς ήθελα να βεβαιωθώ ότι συνεχίζεις να έχεις την ίδια πάντα άποψη». «Αυτή την περίοδο ψάχνω να αγοράσω καινούριο διαμέρισμα. Ίσως κάποια στιγμή στο μέλλον νιώσεις έτοιμη να κάνεις το μεγάλο βήμα...» «Τζος, μου ζητάς να μείνουμε μαζί;» «Ναι, αλλά δεν αναφέρομαι στο άμεσο μέλλον. Θέλω να είσαι απολύτως σίγουρη για την απόφαση σου, γιατί δεν πρόκειται να έχεις μόνο έναν συγκάτοικο, αλλά δύο!» Η Φλόρα ανασηκώθηκε στο κάθισμα της και γύρισε να κοιτάξει με γλυκό χαμόγελο τον μικρότερο από τους μέλλοντες συγκατοίκους της, ο οποίος κοιμόταν του καλού καιρού. «Αυτό το ήξερα και από μόνη μου, δε χρειαζόταν να μου το πεις, έξυπνε!» «Απλώς, το λέω επειδή είναι κάτι που θα πρέπει να το σκεφτείς πολύ προσεκτικά...» «Τι κακό είναι αυτό που σε πιάνει ώρες ώρες;» αναρωτήθηκε απορημένη. «'Οποτε μου λες κάτι όμορφο, αμέσως μετά φροντίζεις με κάποιον τρόπο να το πάρεις πίσω, μήπως τυχόν και πάθω κάτι από την πολλή ευτυχία... Πρώτα μου λες ότι είσαι ερωτευμένος μαζί μου και αμέσως μετά συμπληρώνεις πως θα πρέπει να βρω άλλον άντρα σε περίπτωση που θέλω να κάνω παιδιά. Έπειτα μου προτείνεις να συγκατοικήσουμε, ενώ την ακριβώς επόμενη στιγμή καταλήγεις στο συμπέρασμα ότι δεν είμαι ακόμα αρκετά ώριμη να αντεπεξέλθω σης συνθήκες διαβίωσης με ένα παιδί», δήλωσε με κατηγορηματικό ύφος, κάνοντας μια σύντομη παύση για να πάρει ανάσα. «Στην ουσία, ψάχνεις να βρεις λόγους που θα επιβεβαιώσουν τις υποψίες σου ότι αυτή η σχέση δεν έχει κανένα απολύτως μέλλον», επισήμανε, έχοντας επιτέλους αποκωδικοποιήσει το γρίφο που κρυβόταν πίσω από την επιφυλακτική συμπεριφορά του. «Ίσως τελικά η διστακτικότητα μου οφείλεται στο φόβο ότι δεν είμαι αρκετά καλός για σένα...» «Καλή προσπάθεια, αλλά θα χρειαστούν περισσότερες προκειμένου να πειστώ ότι είσαι πραγματικά τόσο μετριόφρων.
Πρέττει να είσαι πολύ αφελής για να μην έχεις επίγνωση του γεγονότος ότι είσαι περιζήτητος γαμπρός...» «Έτσι όπως το λες, ακούγεται σαν να παίρνω μέρος σε κάποιο διαγωνισμό». «Μη μου παριστάνεις εμένα την αθώα περιστερά, Τζος, γιατί ξέρεις πολύ καλά τι εννοώ... Με όλες αυτές τις αντιφάσεις, είναι τελείως ανθρώπινο που διατηρώ κι εγώ τις αμφιβολίες μου. Στη θέση μου, κι εστί ακριβώς το ίδιο θα έκανες, γι' αυτό πες μου, όντως θέλεις να μείνουμε μαζί και όντως είσαι ερωτευμένος μαζί μου;» «Φαντάζομαι πως οι αντίδικοι' σου στο δικαστήριο θα τρέμουν κάθε φορά που αγορεύεις εναντίον του πελάτη τους!» «Τζος, άφησε τις γαλιφιές κατά μέρος, γιατί δεν πρόκειται να σε οδηγήσουν πουθενά!» τον αποπήρε. «Εντάξει λοιπόν, αφού το θέλεις, θα μπω κατευθείαν στο ψητό. Η απάντηση είναι καταφατική και στα δυο ερωτήματα σου, αλλά ούτε κι εσύ έχεις ξεκαθαρίσει ποια είναι η δική σου απάντηση». «Ναι, και στα δυο», ψιθύρισε με τρεμάμενη φωνή εκείνη. «Ικανοποιημένος τώρα;» «Προς το παρόν, ναι, είμαι μια χαρά».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
«Δεν είμαι σίγουρη που ακριβώς θα τον βρεις, Φλόρα, αλλά αν θυμάμαι καλά, νομίζω πως μου είττε ότι πάει στη λίμνη. Το μονοπάτι που περνάει μέσα από το δάσος οδηγεί κατευθείαν στη δυτική όχθη της λίμνης, αλλά θα χρειαστείς πρώτα να βάλεις κάτι πιο ζεστό», είπε η Μέγκαν Τζόουνς, καθώς άγγιξε το μπράτσο της κοπέλας και διαπίστωσε πόσο λεπτή ήταν η ζακέτα που φορούσε. «Θα απορήσω αν δεν αρπάξεις τελικά κανένα κρύωμα, τόσο ελαφριά που είσαι ντυμένη», πρόσθεσε με αυστηρό τόνο και την παρότρυνε να περάσει μέσα. «Έλα να ζεσταθείς λίγο κοντά στη φωτιά...» Η Φλόρα ακολούθησε την οικοδέσποινα στο καθιστικό του σπιτιού, χωρίς να προβάλει την παραμικρή αντίσταση. «Έλα, κάθισε στην πολυθρόνα που είναι δίπλα στο τζάκι», είπε ευγενικά και το βλέμμα της περιφέρθηκε ανήσυχα στο δωμάτιο για να εντοπίσει το σημείο όπου βρισκόταν ο Λίαμ. «Έχω αναλάβει για μια δυο ώρες να προσέχω τον Λίαμ», εξήγησε, καθώς η Φλόρα βυθιζόταν στην υπερβολικά αναπαυτική πολυθρόνα. Κοιτάζοντας το παιδί που ζωγράφιζε με τους μαρκαδόρους του, καθισμένο μπροστά από ένα μικρό τραπέζι, η Φλόρα παρατήρησε την εκπληκτική ομοιότητα που είχε με τον πατέρα του και ένιωσε ένα σκίρτημα να διαπερνά σαν βέλος την καρδιά της. «Είσαι πολύ καλό παιδί, έτσι δεν είναι, γλυκέ μου;» ρώτησε τρυφερά η Μέγκαν, αλλά όταν σήκωσε ανυποψίαστη το κε-
φάλι της πρόσεξε ότι τα μάτια της δεσποινίδας Γκράχαμ ήταν βουρκωμένα. «Συμβαίνει κάτι, καλή μου;» «Σας παρακαλώ», είπε με ικετευτικό βλέμμα εκείνη, «μη ρωτάτε καλύτερα τίποτα, γιατί θα με πιάσει πάλι η πολυλογία και δε θα ήθελα να σας ζαλίσω με τα προβλήματα μου». «Εμένα δε με ζαλίζεις καθόλου, το θέμα είναι αν εσύ αισθάνεσαι έτοιμη να μιλήσεις...» «Πείτε μου κάτι», είπε, αλλάζοντας ξαφνικά υφός. «Γνωρίζατε τη μητέρα του Λίαμ;» Την ίδια στιγμή, ως διά μαγείας, ο πιτσιρικάς ήρθε κοντά της και της πρόσφερε μια κόλλα χαρτί που είχε μόλις ζωγραφίσει. «Σ' ευχαριστώ, γλυκέ μου», είπε χαμογελαστά η Φλόρα και απέθεσε ένα τρυφερό φιλί στο μέτωπο του. «Δυστυχώς δεν είχα την τύχη να τη γνωρίσω, γιατί όταν η Νία γνωρίστηκε με τον Τζέικ, είχαν ήδη περάσει δυο τρεις μήνες από το θάνατο της. Τραγικές καταστάσεις», συμπλήρωσε με ένα βαθύ αναστεναγμό, «αλλά, είτε το θέλουμε είτε όχι, η ζωή συνεχίζεται... 'Οσον αφορά τα δάκρυα που κυλούν στο πρόσωπο σου, δεν υπάρχει λόγος να ανησυχείς και να απασχολείς τη σκέψη σου με τους πεθαμένους, για τον απλούστατο λόγο ότι κατάφερες να κάνεις τον Τζος ευτυχισμένο και αυτό είναι κάτι που φαίνεται από ένα χιλιόμετρο μακριά!» Η Φλόρα αναλογίστηκε το ανώνυμο γράμμα που είχε εκείνη τη στιγμή στην τσέπη της και προσπάθησε να συγκρατηθεί, γιατί έπειτα από αυτά που είχε μάθει, τα λόγια της καλόκαρδης γυναίκας ηχούσαν τρομερά αστεία στα αυτιά της. «Νομίζω πως θα ήταν καλύτερα να πηγαίνω», ανακοίνωσε χαμηλόφωνα. Η Μέγκαν έγνεψε καταφατικά, κοιτάζοντας με ανήσυχο βλέμμα το χλομό πρόσωπο της. «'Οπως θέλεις, αλλά αν σκοπεύεις να κάνεις τόσο δρόμο για να βρεις τον Τζος, καλύτερα να φορέσεις κάτι ζεστό πάνω σου». Παίρνοντας το μπουφάν που της πρόσφερε ευγενικά η Μέγκαν, συλλογίστηκε το υπονοούμενο της και ορκίστηκε στον εαυτό της πως σύντομα θα διέλυε μια για πάντα την εντύπωση ότι έτρεχε από πίσω του σαν σκυλάκι. Βλέποντας τη να πλησιάζει προς το μέρος του, ο Τζος ακούμπησε το μπλοκ ζωγραφικής στα γόνατα του και την
υποδέχτηκε με ένα ζεστό χαμόγελο, το οποίο όμως γρήγορα σβήστηκε από τα χείλη του. Δεν την είχε ξαναδεί θυμωμένη και αυτή τη φορά φαινόταν πραγματικά εξοργισμένη μαζί του. Σηκώθηκε από τη θέση του και σκούπισε τα κομμάτια γρασίδι από το παντελόνι του, συνειδητοποιώντας ότι δεν υπήρχε η παραμικρή πιθανότητα να αποφύγει αυτό που έμελλε να συμβεί ανάμεσα τους. Παρ' όλο που τα λόγια του ανώνυμου γράμματος τριβέλιζαν ακόμη τη σκέψη της, η Φλόρα ένιωσε τα ίδια συμπτώματα που της προκαλούσε κάθε φορά που τον συναντούσε, και διατήρησε μέσα της τη μικρή ελπίδα ότι όλα ήταν ένα ψέμα. «Θα ήθελα να μου πεις αν όλα αυτά είναι αλήθεια», είπε με σφιγμένα δόντια, καθώς με τρεμάμενο χέρι έτεινε τις τσαλακωμένες σελίδες του γράμματος προς το μέρος του. «Είναι αλήθεια ότι η γυναίκα σου υπήρξε ασθενής του πατέρα μου και ότι με ακολούθησες με το αυτοκίνητο σου όλον το δρόμο από το Λονδίνο;» Ο Τζος κοίταξε για μερικά δευτερόλεπτα το πρόσωπο της και έπειτα χαμήλωσε πάλι το βλέμμα στις σελίδες που κρατούσε στα χέρια του. Το γεγονός και μόνο ότι παρέμενε σιωπηλός, ήταν αρκετό για να σβήσει και το τελευταίο ίχνος της ελπίδας που σιγόκαιγε μέσα της. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, αρνιόταν πεισματικά να το πιστέψει, αλλά τώρα αισθανόταν έτοιμη να δεχτεί τη σκληρή πραγματικότητα. «Ξέρω...» είπε ειρωνικά, μη παίρνοντας καμιά απάντηση. «Σκεφτόσουν να μου το αναφέρεις κάποια στιγμή, αλλά συνεχώς σου διέφευγε». «Δεν ήθελα να πληγωθείς, Φλόρα, γι' αυτό δε σου έλεγα τίποτα», της είπε με αφοπλιστική ευθύτητα, ενώ το σχεδόν βουρκωμένο βλέμμα του δεν άφηνε καμία αμφιβολία ότι έλεγε την αλήθεια. Αυτή η ειλικρίνεια του ήταν και η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, κάνοντας την οργή που ένιωθε μέσα της να φουντώσει ακόμη περισσότερο. «Εγώ, αντίθετα, πιστεύω πως αυτός ακριβώς ήταν ο σκοπός σου από την αρχή», τον αντέκρουσε κυνικά. «Δηλαδή, πρέπει να νιώθω και τυχερή, που τα συναισθήματα μου σ' ενδιέφεραν μόνο και μόνο επειδή σε εξυπηρε-
τούσαν στην εκδίκηση που ετοίμαζες για τον πατέρα μου. Όπως βλέπεις όμως, ούτε εσύ είχες την τύχη με το μέρος σου, γιατί πρόλαβε να πεθάνει, στερώντας σου έτσι μια τέτοια ικανοποίηση». Μόλις ο Τζος επιχείρησε να της αγγίξει το χέρι, εκείνη τέντωσε τη ραχοκοκαλιά και τον κατακεραύνωσε με το βλέμμα της. «Γι' αυτό αφήνεις πληροφορίες που αφορούν τη σχέση μας να διαρρέουν στις σκανδαλοθηρικές εφημερίδες, επειδή δε θέλεις να με πληγώσεις;» «Ποτέ δεν πούλησα πληροφορίες στους δημοσιογράφους για σένα, δε θα το έκανα ποτέ αυτό», ψέλλισε σαστισμένα. «Απορώ πώς πίστεψες ότι είμαι ικανός για κάτι τέτοιο...» «Δε νομίζεις πως είναι κάπως παράταιρο να θίγεται αυτή τη στιγμή η αξιοπρέπεια σου;» «Αυτή τη γνώμη λοιπόν έχεις για μένα, ότι έστησα ολόκληρη δολοπλοκία πίσω από την πλάτη σου;» «Ανεξάρτητα από το αν ήταν όλα στημένα από την αρχή ή όχι, ακόμα και τα μισά απ' όσα γράφει το γράμμα να ισχύουν, αρκούν και περισσεύουν για να μη στο συγχωρήσω ποτέ!» Ο Τζος υπέμεινε σιωπηλός το ξέσπασμα της, περιμένοντας να τελειώσει αυτά που είχε να του πει. «Το πιο φοβερό από όλα, είναι ότι πριν από λίγες ώρες, ούτε καν φανταζόμουν πως θα ήσουν ποτέ ικανός να κάνεις την παραμικρή κίνηση που θα με έβλαπτε», συνέχισε απτόητη, βλέποντας με κρυφή ικανοποίηση τα χαρακτηριστικά του να σκληραίνουν από το θυμό. «Για την ακρίβεια, ήμουν τόσο πεπεισμένη ότι μ' αγαπούσες, ώστε θα στοιχημάτιζα και τη ζωή μου την ίδια αν προσπαθούσε κανείς να το αμφισβητήσει. Πόσο λίγα ήξερα...» «Δεν καταλαβαίνεις ότι όποιος και αν σου έστειλε αυτό το γράμμα, το κάνει μόνο από καθαρό συμφέρον και όχι επειδή θέλει να σου ανοίξει τα μάτια;» αναρωτήθηκε με εύλογη απορία, μη έχοντας καμία αμφιβολία μέσα του για το ποιος ήταν ο αποστολέας αυτού του γράμματος. Σκέφτηκε πως τίποτε απ' όλα αυτά δε θα είχε συμβεί αν είχε λάβει τις απαραίτητες προφυλάξεις απέναντι στον αδίστακτο δημοσιογράφο και είχε μιλήσει στη Φλόρα όσο ακόμα ήταν καιρός. «Πίστεψε με, δεν είμαι τόσο ηλίθιος ώστε να θελήσω ποτέ να σε βλάψω συνειδητά».
«Το κατά πόσο είσαι τόσο ηλίθιος ή όχι είναι συζητήσιμο, αν και παραδέχομαι πως τα περισσότερα σ' αυτό το γράμμα υποδηλώνουν από μόνα τους ότι είναι ψέματα και κακοήθειες»· «Δεν το υποδηλώνουν μόνο, το αποδεικνύουν περίτρανα κιόλας», αντιγύρισε κοφτά εκείνος. «Ωραία, μπορεί να το αποδεικνύουν, αυτό όμως δεν ελαφρύνει καθόλου τη θέση σου, ούτε αναιρεί το γεγονός ότι με παρακολουθούσες καιρό, με σκοπό να με κάνεις να σ' ερωτευτώ. Όλα ήταν προσχεδιασμένα από την αρχή και αυτό είναι που μετράει πιο πολύ απ' όλα». «Παραδέχομαι ότι η αρχική πρόθεση μου ήταν να εκδικηθώ τον πατέρα σου και ζητώ συγνώμη γι' αυτό, αλλά...» «Είσαι πολύ γελασμένος αν νομίζεις πως θα ξεμπερδέψεις τόσο εύκολα», δήλωσε με αδιάλλακτο ύφος εκείνη. «Είναι πια πολύ αργά για εξηγήσεις...» Βλέποντας την πληγωμένη έκφραση της, ο Τζος ένιωσε ένα διαπεραστικό τσίμπημα στην καρδιά του. «Όλα αυτά τα σχέδια όμως παραμερίστηκαν, όταν ανακάλυψα πως είχα αρχίσει να σ' ερωτεύομαι», συμπλήρωσε αμήχανα, συνειδητοποιώντας και ο βίος πόσο ψεύτικα ηχούσαν εκείνη τη στιγμή τα ίδια του τα λόγια. Η Φλόρα έκλεισε ερμητικά τα μάτια και κούνησε αρνητικά πολλές φορές το κεφάλι της. «Μη μου μιλάς εμένα για έρωτα, γιατί έχεις ξεχάσει ακόμα και το νόημα της λέξης!» «Ούτε κι εγώ φανταζόμουν, Φλόρα, ότι θα μπορούσα ποτέ να νιώσω αυτά τα αισθήματα απέναντι' σου», εξήγησε με τρεμάμενη φωνή ο Τζος. «Προσπάθησα να σε αντιπαθήσω, προσπάθησα να πείσω τον εαυτό μου ότι είσαι μια σκληρή, άκαρδη γυναίκα, επαναλάμβανα συνέχεια μέσα μου ότι το σύστημα είχε αποτύχει οικτρά να τιμωρήσει τον πατέρα σου, αλλά γρήγορα συνειδητοποίησα πως κάθε προσπάθεια μου ήταν καταδικασμένη από την αρχή να αποτύχει...» «Ο πατέρας μου φρόντιζε να τιμωρεί ο ίδιος τον εαυτό του, σε βαθμό που είμαι σίγουρη πως θα ικανοποιούσε ακόμα κι εσένα!» «Όταν κάτι τόσο ξαφνικό και άσχημο συμβαίνει στη ζωή σου, αισθάνεσαι την ανάγκη, έστω και ενδόμυχα, να αποδώ-
σεις κάπου ή σε κάποιον την ευθύνη», της εξήγησε, καταπίνοντας με δυσκολία το σάλιο του. «Αυτό ακριβώς συνέβη και σ' εμένα, όταν ο πατέρας σου παραπέμφθηκε σε δίκη. Ξαφνικά είχα βρει κάποιον να κατηγορήσω...» «Όσο κι αν ήθελε να βλάψει τον εαυτό του σε προσωπικό επίπεδο, ο πατέρας μου ποτέ δεν έκανε κάτι που θα έθετε σε κίνδυνο τις ζωές των ασθενών του. Οι έρευνες που έγιναν πάνω σ' αυτό το ζήτημα δεν κατάφεραν να αποδείξουν το παραμικρό!» «Το ξέρω, Φλόρα, απλώς τόσον καιρό δεν άφηνα τον εαυτό μου να το πιστέψει, γιατί ένιωθα πως κάποιος έπρεπε να πληρώσει για το θάνατο της Μπράιντι. Ξέρω πόσο τρελό ακούγεται αυτή τη στιγμή, αλλά έτσι κι αλλιώς, ποτέ δε φημιζόμουν για την ψύχραιμη αντίδραση μου απέναντι στις δύσκολες καταστάσεις...» «Κατανοώ το γεγονός ότι χρειαζόσουν κάποιον άνθρωπο να παίξει το ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου, όπως επίσης θεωρώ ανθρώπινη και τη νοσηρή επιθυμία να εκδικηθείς το θάνατο της γυναίκας σου. Αυτό όμως που δεν καταλαβαίνω, είναι γιατί δεν εγκατέλειψες το σχέδιο σου όταν πέθανε ο πατέρας μου...» αναρωτήθηκε ψιθυριστά. «Γιατί συνέχισες να παίζεις θέατρο, ενώ μπορούσες κάλλιστα να φύγεις και να με αφήσεις στην ησυχία μου;» «Αφ' ενός δεν έπαιζα θέατρο, απέφευγα απλώς να σου πω την αλήθεια και αφ' ετέρου, όσο σκληρά και να προσπάθησα, στάθηκε αδύνατο να ελέγξω στα συναισθήματα μου για σένα», είπε με ειλικρίνεια ο Τζος. «Θες, δηλαδή, να πεις πως εγκρίνεις τη συμπεριφορά σου απέναντι' μου;» ρώτησε αηδιασμένη από το θράσος του. «Όχι μόνο δεν την εγκρίνω, αλλά ντρέπομαι κιόλας για λογαριασμό μου», την αντέκρουσε εκείνος. «Αν θες να ξέρεις, όσο τρομοκρατημένος και να ένιωθα απέναντι στο ενδεχόμενο να γνωρίσω κάποια στιγμή τον πατέρα σου, ήμουν αποφασισμένος να κάνω ακόμα κι αυτό, γιατί νοιαζόμουν για σένα και δεν ήθελα με τίποτα στον κόσμο να σε πληγώσω». «Αν όντως νοιαζόσουν για μένα, θα είχες βρει τη δύναμη να μου αποκαλύψεις όλη την αλήθεια από την αρχή...»
«Δεν έχεις ιδέα πόσες φορές επιχείρησα να σου μιλήσω», απάντησε αγανακτισμένα, περνώντας τα δάχτυλα ανάμεσα από τα μαλλιά του. «Κάθε φορά όμως συνέβαινε και κάτι που με ανάγκαζε να το αναβάλλω... Όταν συνέβη το απροσδόκητο γεγονός με τον πατέρα σου, θεώρησα πως δεν υπήρχε πια λόγος να σου αποκαλύψω την αλήθεια, γιατί δε ζούσε πια για να αποτελεί εμπόδιο στη σχέση μας...» «Ο πατέρας μου δε στάθηκε ποτέ εμπόδιο στη σχέση μας, Τζος», φώναξε εκείνη και δάκρυα άρχισαν να αναβλύζουν από τα μάτια της. «Στην ουσία, εσύ αποτελούσες το εμπόδιο». «Απλώς ήξερα εκ των προτέρων ότι η αλήθεια δεν επρόκειτο να ωφελήσει κανέναν και, τελικά, απ' ό,τι προκύπτει από τη συζήτηση μας, είχα απόλυτο δίκιο να πιστεύω κάτι τέτοιο», αντέτεινε. «Αυτό ακριβώς το βλέμμα ήταν που ήθελα να αποφύγω, ένα βλέμμα που να δηλώνει την απογοήτευση και το μίσος σου για μένα...» «Αυτή τη στιγμή νιώθω πως σε μισώ με όλη τη δύναμη της ψυχής μου!» απάντησε εκείνη. «Δε με μισείς», την αντέκρουσε. «Στο βάθος μ' αγαπάς κι εσύ το ίδιο παράφορα, το ξέρω, κι ας προσποιείσαι την αδιάφορη. Γνωρίζεις πολύ καλά πως αν αφήσεις αυτή την ευκαιρία να πάει χαμένη, δεν πρόκειται να συγχωρήσεις τον εαυτό σου όσα χρόνια κι αν περάσουν. Στο κάτω κάτω, εγώ ήμουν αυτός που επιχείρησε πρώτος να αντισταθεί, και ξέρω από πρώτο χέρι πόσο μάταιες ήταν οι προσπάθειες μου...» Παρά το γεγονός ότι τα λόγια του κατάφεραν να της θυμίσουν πόσο πληγωμένη είχε νιώσει από την απόρριψη του, η Φλόρα παρέμεινε ανυποχώρητη στις απόψεις της. «Το πρόβλημα μ' εσένα, Τζος, είναι ότι έχεις πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου. Μπορεί σαν ζωγράφος να είσαι εξαιρετικά ταλαντούχος και οι κριτικοί τέχνης να παραληρούν σε κάθε νέα έκθεση σου, αλλά σαν άνθρωπος δεν παύεις να είσαι εξίσου προβληματικός με τους περισσότερους», κατέληξε, νιώθοντας τους χτύπους της καρδιάς της να αυξάνονται επικίνδυνα. «Όπως επίσης, δεν παύω να είμαι και ο ιδανικός άντρας για σένα», της υπενθύμισε με μια σιγουριά που άγγιζε τα όρια της αλαζονείας.
Η Φλόρα γέλασε σαρκαστικά, πιο πολύ για να προστατέψει τα αισθήματα της παρά επείδή διαφωνούσε μαζί του. «Ακόμα και πριν διαπιστώσω πόσο μεθοδικός και άκαρδος άνθρωπος είσαι στην πραγματικότητα, η σχέση μας κάθε άλλο παρά ιδανική ήταν για τα δικά μου μέτρα και σταθμά», απάντησε ήρεμα. «Άλλωστε, ανεξάρτητα από το πόσο γοητευτικός είναι, ένας χήρος με μικρό παιδί σπάνια αποτελεί την ιδανική επιλογή για μια γυναίκα!» Βλέποντας το πρόσωπο του να γίνεται λευκό σαν την κιμωλία, η Φλόρα μετάνιωσε για τα λόγια της και προσπάθησε να τα διαψεύσει, κουνώντας επίμονα το κεφάλι της. «Δεν το εννοούσα πραγματικά αυτό, αλλά εγώ θέλω έναν άντρα που θα μπορεί να μου προσφέρει παιδιά και εσύ φαίνεσαι να είσαι αμετακίνητος πάνω σ' αυτό το θέμα, έτσι δεν είναι, Τζος;» «Πολύ φοβάμαι πως έτσι είναι», απάντησε ψύχραιμα ο Τζος. «Δεν πρόκειται να αποκτήσεις παιδιά μαζί μου, Φλόρα. Στάσου!» φώναξε ξέπνοα, μόλις την είδε να του γυρνά την πλάτη και να απομακρύνεται. «Δεν πιστεύω ούτε λέξη α π ' όσα μου είπες!» Η Φλόρα ανασήκωσε αδιάφορα τους ώμους της. «Μου είναι παντελώς αδιάφορο αν με πιστεύεις ή όχι, για την ακρίβεια, δε μ' ενδιαφέρει ν' ακούσω ούτε μια λέξη από το στόμα σου!»
«Αποστολή εξετελέσθη!» ανακοίνωσε χαρούμενος ο Σαμ Τάβερνερ και, κάνοντας ότι σφούγγιζε τον ιδρώτα από το μέτωπο του, στήριξε τα χέρια του στο γραφείο της. «Πώς τα καταφέρνεις και έχεις πάντα τόσο καθαρό γραφείο, ενώ το δικό μου μοιάζει μονίμως σαν να έχει υποστεί βομβαρδισμό;» «Το δικό σου γραφείο μοιάζει βομβαρδισμένο επειδή είσαι τρομερά ακατάστατος», απάντησε χαμογελαστά η Φλόρα, προσπαθώντας να κρύψει την ανυπομονησία της. «Λοιπόν, πώς πήγε; Τι ακριβώς του είπες;» «Του είπα πως πήγες στο Χονγκ Κονγκ και ότι δε γνωρίζουμε ακόμα πότε ακριβώς θα επιστρέψεις. Προσπάθησα να είμαι όσο πιο ασαφής γινόταν...» «Πώς σου ήρθε να του πεις ότι πήγα στο Χονγκ Κονγκ;»
«Ταξιδεύει συχνά ο γαμπρός μου για δουλειές εκεί», εξήγησε ο Σαμ, «και ήταν το πρώτο μέρος που ήρθε στο μυαλό μου», παραδέχτηκε αυθόρμητα. «Αν δεν του έλεγα παις βρίσκεσαι εκτός χώρας, πιθανότατα θα κατασκήνωνε εδώ απέξω μέχρι να επιστρέψεις»· Η Φλόρα θαύμασε για άλλη μια φορά το ταλέντο του φίλου της να βρίσκει πάντα μια λογική εξήγηση για κάθε ενέργεια του. «Ωραία, εντάξει», είπε ανυπόμονα. «Το θέμα είναι αν τον κατάφερες να σε πιστέψει». «Αρχικά φάνηκε να μην τα καταφέρνω, αλλά ας είναι καλά τα μαθήματα υποκριτικής που πήρα ως έφηβος... Περιττό να σου πω ότι έδωσα την πειστικότερη παράσταση της ζωής μου», συμπλήρωσε, περήφανος για το επίτευγμα του. «Είσαι απόλυτα σίγουρος πως έφυγε;» ρώτησε η Φλόρα, με έκδηλη την ανησυχία στον τόνο της φωνής της. «Ξέρεις, δε θα έβλαπτε αν έλεγες πού και πού ένα ευχαριστώ», απάντησε με αποδοκιμαστικό ύφος εκείνος. Νιώθοντας τα μαγουλά της να βάφονται κόκκινα, η Φλόρα χαμογέλασε και προσπάθησε να επανορθώσει για την απότομη συμπεριφορά της. «Συγχώρα με, Σαμ, ήταν πραγματικά υπέροχο αυτό που έκανες για μένα». «Εγώ πάντως, καλή μου, θα σε συμβούλευα να αποφεύγεις αυτό τον τύπο», είπε, και τα χαρακτηριστικά του προσώπου του σοβάρεψαν ξαφνικά. «Μπορεί να είναι επικίνδυνος...» «'Οχι, αυτό δεν είναι σίγουρα». «Πώς μπορείς να είναι τόσο σίγουρη;» αναρωτήθηκε, ανασηκώνοντας τα φρύδια του με δυσπιστία. «Απλώς είμαι σίγουρη, αυτό είναι όλο», αντιγύρισε εκείνη. «Ο Τζος δε θα διανοούνταν ποτέ να βλάψει άνθρωπο, ούτε έχει κάποιο είδος εμμονής μαζί μου...» «Απλώς του αρέσει να εμφανίζεται αναπάντεχα έξω από το σπίτι σου και στο χώρο εργασίας σου...» σχολίασε εκείνος, μορφάζοντας αποδοκιμαστικά. «Φλόρα, πίστευα ανέκαθεν ότι διαθέτεις την ικανότητα να ψυχολογείς σωστά τους αν-, θρώπους, αλλά αυτή τη φορά φοβάμαι πως έπεσες έξω στα συμπεράσματα σου, γιατί ο φίλος σου μόνο την εντύπωση του άκακου δε μου έδωσε...»
«Δεν είναι φίλος μου! Με τον τρόπο που το εννοείς, τουλάχιστον...» «Αλλος ένας λόγος παραπάνω για να μη φύγεις από το ίδιο σου το σπίτι, πράγμα που εσύ έκανες», υπενθύμισε χαμηλόφωνα. «Χωρίς, βεβαίως, αυτό να σημαίνει πως δεν είσαι ευπρόσδεκτη στο δικό μας. Απλώς, δεν καταλαβαίνω γιατί το έκανες». «Το έκανα επειδή δεν είμαι ακόμη έτοιμη να τον αντιμετωπίσω», παραδέχτηκε εκείνη με βεβιασμένο χαμόγελο, ενώ στην ουσία ο λόγος που δεν ήθελε να τον δει ήταν επειδή δεν αισθανόταν και τόσο σίγουρη ότι ήταν ακόμα θυμωμένη μαζί του. Εξακολουθούσε να θεωρεί απαράδεκτο το γεγονός ότι της είχε αποκρύψει την αλήθεια, αλλά από την άλλη πλευρά, της ήταν αδύνατο να αγνοήσει τα λόγια με τα οποία της είχε εκφράσει την αγάπη του. «Και από πότε φοβάσαι εσύ την αναμέτρηση με τους ανθρώπους;» αναρωτήθηκε ο Σαμ, δίχως την παραμικρή προσπάθεια να κρύψει την καχυποψία του. «Από τότε που ήρθα αντιμέτωπη μαζί του για τελευταία φορά». Ο Σαμ άρχισε σιγά σιγά να μπαίνει στο νόημα. «Θες να πεις ότι δεν τον έχεις δει καθόλου από τότε που... έμαθες ότι είσαι έγκυος;» Η Φλόρα χαμογέλασε αινιγματικά, αποφεύγοντας να δώσει απάντηση, γιατί ήταν σίγουρη πως εκείνη τη στιγμή ο Σαμ, ανεξάρτητα από το πόσο ειλικρινές ήταν το ενδιαφέρον του, ενεργούσε και για λογαριασμό της γυναίκας του, που τον είχε δασκαλέψει να αποκομίσει όσο πιο πολλές γαργαλιστικές λεπτομέρειες γινόταν. «Όχι, και ούτε έχω σκοπό να επιδιώξω μια συνάντηση μαζί του». Παρατηρώντας το βλέμμα του φίλου της, η Φλόρα κατάλαβε ότι τον είχε πείσει, μα αυτό δεν την έκανε να αισθάνεται πιο βέβαιη για τα συναισθήματα της. Αυτή η αβεβαιότητα ήταν και ο βασικός λόγος που τόσον καιρό απέφευγε να τον δει. Ήξερε πως με το που θα τον έβλεπε, θα ήταν έτοιμη να του συγχωρήσει τα πάντα, μα κάτι μέσα της την εμπόδιζε να καταθέσει τόσο εύκολα τα όπλα.
«Τι να πω στη Λιν; Θα έρθεις τελικά το βράδυ στο θέατρο;» Βγάζοντας ένα βαθύ αναστεναγμό, η Φλόρα συνειδητοποίησε πως ο επίμονος φίλος της δεν είχε καμία πρόθεση να την αφήσει μόνη στη δυστυχία της. «Ξέρεις πολύ καλά πόσο απεχθάνομαι τα τυφλά ραντεβού, Σαμ». «Ναι, αλλά θα είμαστε κι εμείς μαζί σας». «Υποτίθεται πως με αυτό τώρα θα πρέπει να αισθανθώ καλύτερα;» «Βεβαίως, γιατί σε περίπτωση που τον βρίσκεις ανυπόφορο, η Λιν κι εγώ θα φροντίσουμε διακριτικά να σε βγάλουμε από τη δύσκολη θέση». «Αυτό όντως κάνει πιο δελεαστική την πρόταση σου...» «Θα έρθεις, υπέροχα!» «Μη βιάζεσαι να χαρείς, γιατί αυτό δε σημαίνει ότι θα έρθω κιόλας», φώναξε πίσω του, μα εκείνος σφυρίζοντας αμέριμνα βγήκε από το γραφείο χωρίς να της δώσει την παραμικρή σημασία.
«Λοιπόν, πώς σου φάνηκε;» ψιθύρισε η Λιν με συνωμοτικό βλέμμα, μόλις άναψαν τα φώτα στο διάλειμμα της παράστασης. «Δεν ξέρω, το προηγούμενο έργο του μου άρεσε περισσότερο», απάντησε η Φλόρα. «Δε ζήτησα να μου πεις τη γνώμη σου για τον συγγραφέα και μη μου κάνεις εμένα ότι δεν καταλαβαίνεις! Θες να βάλεις λίγο ρουζ στα μαγουλά σου; Κουβαλάω τα πάντα στην τσάντα μου», πρόσθεσε, υπονοώντας με το ύφος της ότι την έβρισκε αρκετά ωχρή. «Έχει ξεβάψει και το κραγιόν σου...» «'Οχι, σ' ευχαριστώ», απάντησε αδιάφορα εκείνη. «Και δε φοράω καθόλου κραγιόν για να έχει αρχίσει να ξεβάφει». Η Λιν ένιωσε σοκαρισμένη από την αποκάλυψη της φίλης της, αλλά απέφυγε διπλωματικά να κάνει κάποιο σχόλιο. «Θα μου πεις τελικά πώς σου φάνηκε ο Τιμ;» «Πολύ καλός είναι», απάντησε ουδέτερα η Φλόρα, γιατί παρά το γεγονός ότι τον έβρισκε συμπαθητικό, δεν υπήρχε τίποτα που να τη συγκινεί πάνω του. Η Λιν χαμογέλασε θριαμβευτικά. «Ήμουν σίγουρη πως θα
τον συμπαθούσες, αν και δε σου κρύβω πως στην αρχή ήμουν αρκετά επιφυλακτική απέναντί του... Δεν ξέρω, είναι σχεδόν τέλειος και τον τελευταίο καιρό έχω γίνει λίγο καχύποπτη με τους άντρες που είναι ανύπαντροι παρ' ότι δείχνουν να διαθέτουν όλα τα προσόντα. Κάποιο ελάττωμα θα έχουν για να παραμένουν εργένηδες...» «Στις περισσότερες περιπτώσεις, απλώς τυχαίνει να μην είναι θαυμαστές του αντίθετου φύλου, αλλά του δικού τους...» Η Λιν έγνεψε καταφατικά, βγάζοντας έναν αναστεναγμό. «Τι κρίμα να πηγαίνουν έτσι χαμένοι», αναφώνησε αποδοκιμαστικά. «Ο Τιμ πάντως δεν είναι, φρόντισα και διασταύρωσα τις πληροφορίες μου...» «Είσαι πραγματικά απίστευτη», αναφώνησε η Φλόρα, έτοιμη να ξεκαρδιστεί στα γέλια. «Κι εσύ δεν πας καθόλου πίσω», επισήμανε εύστοχα η φίλη της. «Κανονικά θα έπρεπε οι άντρες να τρέχουν σαν τρελοί από πίσω σου, αλλά εσύ φροντίζεις να τους απομακρύνεις όλους με τη συμπεριφορά σου... Γι' αυτό, σε παρακαλώ, προσπάθησε αυτή τη φορά να είσαι ευγενική με τον Τιμ, αποφεύγοντας παράλληλα να του δείξεις πόσο έξυπνη είσαι στην πραγματικότητα...» «Κάτι τέτοια ακούν οι φεμινίστριες και γίνονται έξαλλες με το γυναικείο φύλο», σχολίασε ανάλαφρα η Φλόρα, καθώς το βλέμμα της περιφέρθηκε αφηρημένα στον κόσμο που είχε γεμίσει ασφυκτικά το φουαγιέ. Ξαφνικά, τη στιγμή που έφερνε το ποτήρι στα χείλη της για να πιει μια γουλιά κρασί, είδε τον Τζος να στέκεται λίγα μέτρα μακριά της και ένιωσε την καρδιά της να χτυπάει σαν τρελή. «Συγνώμη», είπε χαμηλόφωνα στον εύσωμο κύριο που στεκόταν μπροστά της και τον ανάγκασε να παραμερίσει μερικά βήματα για να ελευθερώσει το οπτικό της πεδίο. Αδιαφορώντας εντελώς για τα έκπληκτα βλέμματα της παρέας της, η Φλόρα χρειάστηκε μερικά μόνο δευτερόλεπτα για να βεβαιωθεί ότι ήταν εκείνος, παρά το γεγονός ότι ήταν σχεδόν αγνώριστος με το επίσημο ένδυμα και τη γραβάτα που φορούσε. «Κοιτάξτε πόσο υπέροχα μαλλιά έχει αυτή η γυναίκα», είπε
ξέπνοα η Λιν, αναφερόμενη στην εντυπωσιακή κοκκινομάλλα που συνόδευε τον Τζος. «Και πόσο υπέροχο κορμί», συμπλήρωσε με θαυμασμό ο Τιμ. Όσο δυσάρεστο και να ήταν το θέαμα για τη Φλόρα, αποδείχτηκε πως ήταν τελείως αδύνατο να στρέψει το βλέμμα της προς την αντίθετη κατεύθυνση. Αισθάνθηκε ρίγη να τη διαπερνούν σύγκορμη, καθώς παρατηρούσε την οικειότητα στις κινήσεις και στα βλέμματα του ζευγαριού. Αγνοώντας επιδεικτικά τις προσπάθειες του Σαμ να τη σταματήσει, η Φλόρα ανακατεύτηκε με το πλήθος και διέσχισε την αίθουσα πηγαίνοντας προς το μέρος τους. Εκείνοι δεν έδειξαν να την προσέχουν, ακόμα κι όταν στάθηκε προκλητικά πάνω από το τραπέζι όπου βρίσκονταν καθισμένοι. Συνέχισε να τους κοιτάζει, καθώς εκείνος έσκυβε και ψιθύριζε κάτι που προκάλεσε την έντονη ταραχή της κοκκινομάλλας. Τα πνιχτά γελάκια τους εξάντλησαν τα όρια της υπομονής της. Ξεροβήξει δυνατά, αναγκάζοντας το ζευγάρι να στρέψει την προσοχή του σ' εκείνη. Όταν το διεισδυτικό βλέμμα της συναντήθηκε με το δικό του, διαπίστωσε πόσο ατάραχος, σχεδόν αδιάφορος, ήταν ο τρόπος που την αντιμετώπιζε. Την κοιτούσε σαν να την έβλεπε για πρώτη φορά στη ζωή του, ενώ πριν από μερικές μέρες δήλωνε τρελά ερωτευμένος μαζί της. Προσπαθώντας να διατηρήσει την αυτοκυριαρχία της, η Φλόρα πήρε μια βαθιά ανάσα και αποτάθηκε στην εμβρόντητη κοκκινομάλλα. «Μπορεί εσάς να μη σας πειράζει, αλλά ο άντρας που κάθεται δίπλα σας είναι αδίστακτος ψεύτης και υποκριτής», δήλωσε με τρεμάμενη φωνή. «Νομίζω πως έχετε κάνει κάποιο...» επιχείρησε να πει εκείνος, με έκδηλη ανησυχία στον τόνο της φωνής του. «Λάθος;», συμπλήρωσε εριστικά η Φλόρα και χωρίς να περιμένει απάντηση, έριξε το περιεχόμενο του ποτηριού της στο πρόσωπο του και αποχώρησε θεαματικά, περνώντας με αγέρωχο ύφος μέσα από το άφωνο πλήθος. «Χαρτομάντιλο, γλυκέ μου;» Ο Τζέικ Πρέντις δέχτηκε το χαρτομάντιλο που του πρόσφερε η γυναίκα του, και κάθισε με αποσβολωμένο βλέμμα στην
καρέκλα του. «Ορκίζομαι πως πρώτη φορά βλέπω στη ζωή μου αυτήν τη γυναίκα!» «Ομολογώ πως δεν περίμενα ν' ακούσω διαφορετική απάντηση, γλυκέ μου». «Νία, σταμάτα να με δουλεύεις», είπε με παραπονεμένο ύφος. «Το πιστεύεις και εσύ ότι ήταν τρελή και δεν ήξερε τι έλεγε, έτσι δεν είναι;» «Ναι, αλλά αυτό που ουσιαστικά επιβεβαιώνει την αθωότητα σου, ομορφόπαιδο, δεν είναι τόσο το γεγονός ότι είναι τρελή όσο το ότι βρίσκεται παράλληλα και σε προχωρημένο στάδιο εγκυμοσύνης», απάντησε με ατάραχο χαμόγελο η Νία. Ο Τζέικ έμεινε άφωνος, γιατί η λεπτή σιλουέτα της κοπέλας δεν του είχε αφήσει κανένα περιθώριο να σκεφτεί ότι ήταν έγκυος. Παρ' όλα αυτά, ήξερε πως η Νία σπανίως έπεφτε έξω σε τέτοια ζητήματα, είτε από γυναικείο ένστικτο είτε επειδή στην ουσία ήταν μάγισσα. Μερικές φορές είχε την τάση να πιστεύει πως ίσχυε το δεύτερο. «Λες να είναι ο δίδυμος αδερφός μου μπερδεμένος σε όλη αυτή την ιστορία;» ρώτησε, καθώς συνειδητοποιούσε ότι ήταν πιθανό αυτή η γυναίκα να τον είχε μπερδέψει με τον Τζος. «Ειλικρινά, Τζέικ, ώρες ώρες αργείς πάρα πολύ να πάρεις μπροστά», δήλωσε με συγκαταβατικό ύφος η Νία. «Ναι, αλλά μην ξεχνάς ότι υπάρχουν φορές που τρελαίνεσαι όταν αργώ να πάρω μπροστά...» της υπενθύμισε τρυφερά εκείνος και χωρίς να ενοχλείται καθόλου από το γεγονός ότι είχαν γίνει το επίκεντρο της προσοχής, έσπευσε να της δώσει ένα φλογερό φιλί στο στόμα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8
Καθισμένος πάνω σε μια από τις κούτες της μετακόμισης, ο Τζος παρακολουθούσε με παραιτημένο βλέμμα τον αδερφό του να προσφέρει στον Λίαμ μια μεγάλη σοκολάτα. Ό π ω ς ήταν αναμενόμενο, ο γιος του δέχτηκε το δώρο του θει'ου του με απερίγραπτη χαρά. «Δε νομίζεις πως πρέπει να είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί απέναντι στο θέμα της διατροφής του;» παρατήρησε, προκαλώντας τις έντονες αντιδράσεις του μικρού. «Αυτά είναι στις αρμοδιότητες του γονιού, ο θείος παίζει τελείως διαφορετικό ρόλο στην ανάπτυξη του παιδιού... Αλήθεια, παρατήρησες ότι ο μικρός Λίαμ είναι από τους λίγους ανθρώπους που δεν μπερδεύονται από την ομοιότητα μας και ότι ξέρει ανά πάσα στιγμή να μας ξεχωρίζει;» «Ξέρει να μας ξεχωρίζει κυρίως επειδή εσύ είσαι πάντα πιο μαλακός μαζί του», αντέτεινε κοφτά εκείνος. «Να το θυμάσαι αυτό, γιατί σε λίγο θ' αρχίσουν να ξεπετάγονται τα δίδυμα και θα δυσανασχετείς κάθε φορά που θα τους φέρνω, ως καλός θείος, σοκολάτες», πρόσθεσε προειδοποιητικά. «Αλήθεια, τι κάνουν οι μικρές δίδυμες;» «Κάθε μέρα που περνάει, γίνονται όλο και πιο όμορφες!» απάντησε με ευτυχισμένο χαμόγελο ο Τζέικ. Ο Τζος γνώριζε εκ πείρας ότι αυτό το χαμόγελο σήμαινε την αρχή μιας ακατάσχετης λογοδιάρροιας του αδερφού του για τις νεοαποκτηθείσες κόρες του, γι' αυτό και έσπευσε έγκαιρα
να αναχαιτίσει τη φόρα του. «Είναι πολύ ευγενικό εκ μέρους της Νία που προσφέρθηκε να κρατήσει για σήμερα τον Λίαμ». «Είναι το λιγότερο που μπορούσαμε να κάνουμε, Τζος, γιατί ξέρουμε και οι δυο πως δεν υπάρχει πιο κουραστικό πράγμα στον κόσμο από τη μετακόμιση... Γεγονός που αποδεικνύεται και από το πόσο χάλια είναι η όψη σου», επισήμανε ο Τζέικ. «Η μετακόμιση ευθύνεται για τη χάλια όψη σου, έτσι δεν είναι, Τζος;» Ο Τζος μετάνιωσε που δεν είχε αφήσει τον αδερφό του να τον ζαλίσει με λεπτομέρειες για τις κόρες του και αντιστάθηκε στον πειρασμό να του απαντήσει πως δεν ήταν δική του δουλειά, γιατί ήξερε πως δεν επρόκειτο να καταφέρει τίποτα με αυτή την τακτική. «Που είναι η Νία;» «Προτίμησε να μείνει στο αυτοκίνητο, γιατί γενικά δε θέλει να είναι παρούσα στις συζητήσεις μεταξύ αδερφών, ιδίως όταν πρόκειται για λεπτά θέματα, γεγονός που φοβάμαι ότι ισχύει σε αυτή την περίπτωση», είπε με ανάλαφρο ύφος ο Τζέικ. «Α, και πριν το ξεχάσω, έχω φέρει κάτι για σένα...» Ήδη αρκετά υποψιασμένος από τον πρόλογο του περί «συζητήσεων μεταξύ αδερφών», ο Τζος ξεδίπλωσε το κομμάτι χαρτί που του έδωσε ο αδερφός του. «Τι είναι αυτό;» «'Οπως βλέπεις και μόνος σου, λογαριασμός καθαριστηρίου». «Από πότε ανέλαβα να πληρώνω αυτά τα έξοδα και δεν το ξέρω;» ρώτησε παραξενεμένος εκείνος, καθώς πρόσεξε το ποσό που αναγραφόταν στην απόδειξη. «Ήταν λεκέδες από κόκκινο κρασί που δεν έβγαιναν με τίποτα, γι' αυτό αναγκάστηκα να το στείλω στο καθαριστήριο», εξήγησε με περίλυπο ύφος ο Τζέικ. «Μόνο που θα σε παρακαλούσα να μπεις κατευθείαν στο ψητό, γιατί όπως καταλαβαίνεις, δεν έχω και πολύ χρόνο στη διάθεση μου», είπε, κοιτάζοντας το ρολόι στο χέρι του, για να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στα λόγια του. «Δεν υπάρχει λόγος να γίνεσαι σαρκαστικός μαζί μου. Αν ήξερα τη διεύθυνση της συγκεκριμένης κυρίας, θα είχα στείλει το λογαριασμό κατευθείαν σ' εκείνη. Επειδή όμως δεν την ξέρω, θεώρησα πως ήταν καλή ιδέα να αποταθώ πρώτα σ' εσένα... Τόσο κακό είναι αυτό;»
«Μπορείς ν' αφήσεις τους γρίφους κατά μέρος και να μιλήσεις ξεκάθαρα;» «Η εν λόγω κυρία ήταν ψηλή, με κοντοκουρεμένα ξανθά μαλλιά και με ιδιαίτερα εντυπωσιακή εμφάνιση», τον πληροφόρησε με συνωμοτικό ύφος εκείνος. «Χαίρομαι που σου θυμίζει κάτι αυτή η περιγραφή», είπε, βλέποντας τη φουρκισμένη έκφραση του αδερφού του. «Σε περίπτωση που σε ρωτήσει κάτι η Νία, μην κάνεις κανένα αστείο και αναφερθείς στα σχόλια μου για την εντυπωσιακή εμφάνιση...» «Πότε ακριβώς συνέβησαν όλα αυτά;» τον διέκοψε ο Τζος. «Ήταν κάτι που συνέβη κατά λάθος ή το έκανε επίτηδες;» συνέχισε, υποπτευόμενος ποια ήταν η απάντηση, μια και ήξερε πως η Φλόρα δεν ήταν καθόλου απρόσεκτη στις κινήσεις της. «Θα πρέπει να την προκάλεσες για να αντιδράσει έτσι...» «Δεν έκανα απολύτως τίποτα, Τζος, και μην κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις», διαμαρτυρήθηκε εκείνος. «Είναι εμφανές ότι ο λόγος που δέχτηκα αυτή την επίθεση, οφείλεται στην εκπληκτική ομοιότητα που υπάρχει ανάμεσα μας. Αλήθεια, πως είναι το όνομα της;» «Φλόρα», απάντησε ξερά εκείνος. Ο Τζέικ έγνεψε με το κεφάλι του με τον χαρακτηριστικό τρόπο που πάντα εξόργιζε τον Τζος. «Καλά το είχε σκεφτεί η Νία ότι αυτή θα ήταν...» «Από που και ως πού η Νία...» άρχισε να λέει, αλλά μάντεψε από μόνος του την απάντηση και σταμάτησε τη φράση του στη μέση. «Ασε, μη μου πεις, κατάλαβα. Από τη Μέγκαν...» συμπλήρωσε, πεπεισμένος ότι τίποτα δεν μπορούσε να μείνει κρυφό σ' αυτή την οικογένεια. «Η καλή σου η Φλόρα, λοιπόν, αφού πρώτα μου μίλησε με απρεπέστατο τρόπο, στη συνέχεια εκσφενδόνισε πάνω μου όλο το περιεχόμενο του ποτηριού που κρατούσε στο χέρι της», εξήγησε με ήρεμο τόνο. «Περιττό να σου πω πως όλα αυτά διαδραματίστηκαν παρουσία της συζύγου μου και κάτω από τα έκπληκτα βλέμματα εκατοντάδων ανθρώπων που βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή στην αίθουσα». Η εικόνα τού καθώς πρέπει αδερφού του να γίνεται δημόσιο θέαμα, κατάφερε προς στιγμήν να τον κάνει να χαμογελάσει.
Έπειτα όμως συνειδητοποίησε πως στόχος αυτής της επίθεσης ήταν στην ουσία ο ίδιος και η έκφραση του έγινε πάλι σκυθρωπή. Παρ' όλα αυτά, δεν μπορούσε να μη βρίσκει ειρωνικό το γεγονός ότι ενώ εκείνος όργωνε όλο το Λονδίνο για να τη βρει, την ίδια στιγμή η Φλόρα συναντιόταν με το δίδυμο αδερφό του. «Μου κάνει εντύπωση που δεν κατάλαβε πως είσαι ο δίδυμος αδερφός μου», μουρμούρισε, κοιτάζοντας τον Τζέικ με άγριο βλε'μμα. «Όση εντύπωση κάνει σ' εσένα, άλλη τόση κάνει και σ' εμένα, κυρίως επειδή δεν έχω τόσο έντονες κοινωνικές δραστηριότητες όσο εσύ», τον αντέκρουσε ο Τζέικ. «Ακόμα ένας λόγος δηλαδή που επιβεβαιώνει τη θεωρία μου, ότι αυτό ακριβώς ήταν, αγαπημένε μου αδερφέ, που την έκανε να με περάσει για σένα». «Ποιος είναι ακριβώς αυτός ο λόγος, δηλαδή; Το γεγονός ότι έχεις απομονωθεί από όλο τον κόσμο και δε βλέπεις ψυχή πέρα από τη Νία και τις δίδυμες;» Ο Τζέικ δεν έδειξε το παραμικρό σημάδι ενόχλησης στο καυστικό σχόλιο του αδερφού του. «Δεν ξέρω αν έχει υποπέσει στην αντίληψη σου, αλλά αυτός που βασικά έχει απομονωθεί τον τελευταίο καιρό είσαι εσύ και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που πολλοί αναρωτιούνται τι να απέγινες! Πάντως, αν θες να ξέρεις τη γνώμη μου...» «Είπα εγώ πως θέλω να ξέρω;» «Νομίζω πως ήταν καθαρά σκηνή ζηλοτυπίας». Ο Τζος ένιωσε ξαφνικά το ενδιαφέρον του για τη συζήτηση να αναζωπυρώνεται. «Είσαι σίγουρος γι' αυτό που μου λες;» ρώτησε, αποτυγχάνοντας παταγωδώς να κρύψει τον ενθουσιασμό του. «Ναι, γιατί εκείνη τη στιγμή συνέπεσε να αγκαλιάζω τη γυναίκα μου», είπε εύθυμα. «Είναι απαραίτητο να μιλάς πάντα με τόση αυταρέσκεια;» ρώτησε ο Τζος, πιο πολύ γιατί ένιωθε τη διάθεση να διαμαρτυρηθεί παρά επειδή το εννοούσε. «Όλοι γνωρίζουμε πόσο τέλειος σύζυγος και πατέρας είσαι, δεν είναι ανάγκη να μας το τονίζεις όλη την ώρα...» «Α, μισό λεπτό, εδώ θα διαφωνήσω μαζί σου, γιατί η Νία
θεωρεί πως εσύ είσαι το τέλειο υπόδειγμα ιδανικού πατέρα», απάντησε με προσποιητή μετριοφροσύνη ο Τζέικ. «Πάντοτε πίστευα πως η Νία είναι άνθρωπος με εξαιρετικό γούστο, έστω κι αν πήγε και παντρεύτηκε εσένα...» «Αν θέλεις πάντως την...» «Τη συμβουλή σου;» συμπλήρωσε με ειρωνικό ύφος εκείνος. «'Οχι, δεν τη θέλω, και γενικά, δεν καταλαβαίνω τι σου δίνει την εντύπωση ότι μπορείς να επεμβαίνεις κατ' αυτό τον τρόπο στην προσωπική μου ζωή», γρύλισε θυμωμένα. «Ειλικρινά, απορώ με το πόσο επιλεκτική μνήμη έχεις πάνω σε θέματα που δε σε συμφέρει να θυμάσαι», τον αντέκρουσε σε ανάλογο τόνο ο Τζέικ. «Εγώ πάντως θυμάμαι ξεκάθαρα κάποιον που έφτασε μέχρι το σημείο να πει ψέματα, προκειμένου να με πείσει πως έπρεπε πάση θυσία να βγω ραντεβού με τη Νία. Για να μην αναφέρω το γεγονός ότι μας άφησες επί δυο ώρες κλειδωμένους σ' ένα δωμάτιο... Από τη στιγμή που δεν είχες κανέναν απολύτως ενδοιασμό όταν επενέβαινες στη δική μου προσωπική ζωή, απορώ γιατί δυσανασχετείς όταν προσπαθώ και μάλιστα με πολύ πιο ήπιο τρόπο από το δικό σου, να πω απλώς τη γνώμη μου για κάτι που σχετίζεται μ' εσένα...» «Κατ' αρχήν, νομίζω ότι βγήκε σε καλό η δυναμική επέμβαση μου», επισήμανε εύστοχα ο Τζος. «Και κατά δεύτερον, είσαι τόσο ντροπαλός απέναντι στο γυναικείο φύλο, που αν δεν είχα επέμβει εγώ, το πιθανότερο είναι πως θα είχες μείνει γεροντοπαλίκαρο». «Γεροντοπαλίκαρο;» διαμαρτυρήθηκε εκείνος. «Δεν ήξερα ότι η μνήμη σου είναι τόσο ασθενική, ώστε να ξεχνάς ακόμη και το γεγονός ότι έχουμε την ίδια ηλικία!» «Υπάρχουν άνθρωποι που γερνάνε πριν την ώρα τους. Αν δεν είχες παντρευτεί, το πιθανότερο είναι ότι το ίδιο θα συνέβαινε και σ' εσένα. Παρ' όλα αυτά και παντρεμένος που είσαι, πάλι δείχνεις ο μεγαλύτερος από τους δυο μας». «Μπορεί να δείχνω μεγαλύτερος, αλλά εμένα ποτέ δε μου έχει πετάξει γυναίκα κρασί στο πρόσωπο, εκτός κι αν έχει μπερδευτεί, όπως η συγκεκριμένη, από την ομοιότητά μας». «Θα σε ξαφνιάσει αυτό που θα σου πω, αλλά είναι κόρη του δόκτορα Γκράχαμ», δήλωσε ο Τζος, σοβαρεύοντας απότομα.
Το καταφατικό νεύμα του Τζέικ επιβεβαίωσε τις υποψίες του Τζος ότι ο αδερφός του γνώριζε περισσότερα για τη Φλόρα από όσα ήθελε να παραδεχτεί. «Η αλήθεια είναι ότι την είχα δει αρκετές φορές στην τηλεόραση, αλλά μπόρεσα να καταλάβω ποια ήταν, μόνο όταν είχε βγει πια από την αίθουσα...» «Πρόσεξες αν ήταν μόνη της;» ρώτησε εκείνος, ανατριχιάζοντας και μόνο στην ιδέα ότι μπορεί να συνοδευόταν από άλλον άντρα. «Κοίταξε, δεν είδα να την ακολουθεί κανένας, όταν έκανε τη θεαματική έξοδο της από την αίθουσα, αλλά αυτό μάλλον δε σημαίνει τίποτα, γιατί δε μου έδωσε την εντύπωση γυναίκας που πηγαίνει μόνη της στο θέατρο». «Τώρα με φώτισες!» «Τι άλλο θέλεις να σου πω για να καταλάβεις πόσο απλό είναι αυτό που λέω!» φώναξε αγανακτισμένα ο Τζέικ. «Δεν είδα κανέναν να τη συνοδεύει, αλλά ακόμα κι εγώ να τη συνόδευα, θα είχα φροντίσει να κρυφτώ όσο πιο μακριά γινόταν». «Σκοπεύω να την παντρευτώ, ξέρεις». «Μη μου το λες εμένα αυτό, σ' εκείνη να το πεις. «Εσύ τι νομίζεις πως προσπαθώ να κάνω τόσον καιρό;» τον αντέκρουσε ο Τζος, μη μπορώντας να κρύψει την απόγνωση στον τόνο της φωνής του. «Προσπαθώ να την πείσω πως αυτή η εκδικητική διάθεση για τον πατέρα της σταμάτησε να υφίσταται σχεδόν αμέσως μετά τη γνωριμία μας και πως τα αισθήματα μου είναι απολύτως ειλικρινή απέναντι' της, αλλά εκείνη δε δείχνει να πείθεται με τίποτα». «Κατανοώ τις επιφυλάξεις της, αλλά παράλληλα διαπιστώνω με μεγάλη μου χαρά ότι έχεις κάνει θεαματικές προόδους πάνω στο θέμα Γκράχαμ...» «Αυτό που λες όντως ισχύει, αλλά η Φλόρα, ομολογουμένως αρκετά δικαιολογημένα, αρνείται πεισματικά να με πιστέψει». «Ναι, αλλά, αν καταλαβαίνω σωστά, η απροσδόκητη επίσκεψη στο πατρικό της Νία αποτελούσε και αυτή μέρος του σχεδίου εκδίκησης σου, έτσι δεν είναι; Επομένως, αυτό αποδεικνύει πως οι αρχικές, τουλάχιστον, προθέσεις σου δεν ήταν καθόλου καλοπροαίρετες απέναντί της», επισήμανε ο Τζέικ.
«Μπορείς να μου πεις τι ακριβώς σου είπε;» ρώτησε ο Τζος, αποφασισμένος να εκμαιεύσει με κάθε τρόπο πληροφορίες από τον αδερφό του. «Τίποτα περισσότερο από ακαταλαβίστικα υπονοούμενα και προσβλητικές κουβέντες», απάντησε κοφτά εκείνος. «Ομολογώ πως ο τρόπος που μιλούσε μου θύμισε προς στιγμήν εσένα, ίσως αυτό να είναι το κοινό στοιχείο που θα σας φέρει τελικά κοντά... Λίαμ; Θες να πάμε στη θεία Νία που μας περιμένει στο αυτοκίνητο;» ρώτησε τρυφερά τον ανιψιό του, τείνοντας μπροστά τα χέρια για να τον πάρει στην αγκαλιά του. Ο Λίαμ αγνόησε επιδεικτικά το κάλεσμα του θείου του και συνέχισε να τρώει τη σοκολάτα που είχε αρχίσει να λιώνει στα δάχτυλα του. «Πολύ φοβάμαι πως αυτή τη φορά τα έχω κάνει θάλασσα, Τζέικ». «Το είχα καταλάβει αυτό», απάντησε εκείνος καθώς σηκώθηκε από τη θέση του. «Αυτό όμως που ειλικρινά με εντυπωσιάζει, είναι το γεγονός ότι το παραδέχεσαι. Λοιπόν, τι σκοπεύεις να κάνεις;» «Μακάρι να ήξερα! Έχει δηλώσει ξεκάθαρα πως ούτε ζωγραφιστό δε θέλει να με ξαναδεί μπροστά της». Παραξενεμένος από το συναισθηματικό ξέσπασμα του αδερφού του, ο Τζέικ αποφάσισε πως χρειαζόταν επειγόντως λίγη εμψύχωση. «Ήξερα πάντα πως βαθιά μέσα σου είσαι ένας αθεράπευτα ρομαντικός, αλλά τώρα ανακαλύπτω ότι είσαι επίσης και φοβητσιάρης!» Ο Τζος άρπαξε τον αδερφό του από το γιακά και τον αγριοκοίταξε για μερικές στιγμές μέσα στα μάτια, μα ο θυμός του ξεθύμανε το ίδιο γρήγορα όσο είχε φουντώσει. «Εντάξει, παίρνω τα λόγια μου πίσω», είπε σαρκαστικά ο Τζέικ. «Δεν είσαι φοβητσιάρης, είσαι απλώς ηλίθιος. Πάντως, υπάρχει και κάτι ακόμα που θα έπρεπε να ξέρεις πριν πάρεις τις αποφάσεις σου...» «Ποιο είναι αυτό;» ρώτησε αδιάφορα ο Τζος και φίλησε τρυφερά το γιο του στο μέτωπο πριν τον βολέψει στην αγκαλιά του αδερφού του. «Να είσαι καλό παιδί με τη θεία Νία, εντάξει, μπόμπιρα;»
«Η θεία Νία, πάντως, πιστεύει ότι η Φλόρα είναι έγκυος», ανακοίνωσε ο Τζέικ, βλέποντας με κρυφή ευχαρίστηση τον σκληροτράχηλο Τζος να στηρίζεται στο τοίχο για να μη σωριαστεί στο πάτωμα. «Δεν είναι δυνατόν!» «Εγώ δε διαθέτω κανένα επιχείρημα για να διαφωνήσω μαζί σου πάνω σ' αυτό, αλλά αν ήμουν στη θέση σου, θα εμπιστευόμουν περισσότερο το γυναικείο ένστικτο της Νία...» «Λοιπόν;» ρώτησε ανυπόμονα η Νία, μόλις ο Τζέικ μπήκε στο αυτοκίνητο με τον ανιψιό τους στην αγκαλιά του. «Λοιπόν, τι;» «Ήσουν καλός και ευγενικός μαζί του;» «Αν ήμουν καλός και ευγενικός, δεν υπήρχε περίπτωση να πάρει σοβαρά αυτά που είχα να του πω...» «Ενώ τώρα που ήσουν σαρκαστικός και απότομος, τον κατάφερες να τα πάρει στα σοβαρά;» «Τι έπρεπε να κάνω δηλαδή; Να τον κανακέψω και από πάνω;» Η Νία τον κοίταξε με απεγνωσμένη έκφραση. «Αδερφός σου είναι! Δε θα σε παρεξηγούσε κανείς αν ήσουν λίγο πιο τρυφερός μαζί του...» παρατήρησε, απορημένη με το πόσο άχαρα εξέφραζαν μερικές φορές τα συναισθήματα τους οι άντρες. Πεπεισμένη ότι ο Τζος δεν επρόκειτο να κάνει άλλη απόπειρα για να τη συναντήσει, η Φλόρα αποφάσισε πως δεν υπήρχε πια λόγος να κρύβεται στο διαμέρισμα των φίλων της και άρχισε με βαριά καρδιά να μαζεύει τα πράγματα της. Όσο και να στενοχωριόταν από την αδιαφορία του, βαθιά μέσα της αισθανόταν ανακούφιση που ο ερωτάς του είχε αποδειχτεί ένα μεγάλο ψέμα. Δεν είχε καμία απαίτηση να μπει στο πρώτο αεροπλάνο για το Χονγκ Κονγκ προς αναζήτηση της, μα από την άλλη πλευρά, δεν της είχε περάσει καν από το μυαλό ότι θα μπορούσε να βρει τόσο εύκολα αντικαταστάτριά της. Όπως πολλοί άντρες, έτσι κι αυτός αδυνατούσε να παραμείνει πιστός σε μια γυναίκα
και ήταν ευτυχής συγκυρία που το είχε ανακαλύψει προτού τα πράγματα σοβαρέψουν ακόμα περισσότερο. Όταν έπειτα από λίγη ώρα έφτασε έξω από το διαμέρισμα της, ήταν τόσο εξουθενωμένη από το κουβάλημα, που δεν μπορούσε να κρατήσει σταθερό το χέρι της ώστε να βάλει το κλειδί στην πόρτα. Μπαίνοντας μέσα στο διαμέρισμα της, η Φλόρα άναψε τα φώτα και έμεινε σύξυλη να κοιτάζει τον Τζος που στεκόταν με άγριο βλέμμα απέναντι' της. Όλα τα συναισθήματα θυμού εξανεμίστηκαν στιγμιαία από μέσα της, ενώ παράλληλα ένιωθε την τρελή επιθυμία να τρέξει και να χωθεί στην αγκαλιά του. «Φύγε αμέσως από εδώ», φώναξε με όλη της τη δύναμη και, παίρνοντας ένα μαξιλαράκι από την πλησιέστερη πολυθρόνα, το εκσφενδόνισε με ορμή καταπάνω του. «Θα φύγω όταν έρθει η ώρα να φύγω», είπε απαλά εκείνος, τρίβοντας το κεφάλι του στο σημείο που τον είχε πετύχει το μαξιλάρι. «Με πόνεσες...» «Μακάρι να σε είχα πονέσει!» φώναξε πικρόχολα. «Και δεν πρόκειται να φύγεις όταν έρθει η ώρα, θα φύγεις ακριβώς αυτή τη στιγμή! Το ξέρει η φιλενάδα σου με τα πράσινα μάτια ότι έχεις έρθει εδώ; Ακόμα κι αν το ξέρει, αισθάνομαι μεγάλη λύπηση γι' αυτήν», πρόσθεσε, για να μην του δώσει και την εντύπωση ότι ζήλευε. «Η μόνη γυναίκα με πράσινα μάτια που μ' ενδιαφέρει, στέκεται αυτή τη στιγμή απέναντι' μου», είπε τρυφερά εκείνος, κοιτάζοντας το αναψοκοκκινισμένο πρόσωπο της. «Εγώ προτείνω να κόψεις τις εξυπνάδες και να μπεις κατευθείαν στο ψητό», ψέλλισε η Φλόρα, στην προσπάθεια της να του κόψει τον αέρα. «Εφόσον το θέτεις έτσι, θα ήθελα να μου εξηγήσεις τη σκηνή που διαδραματίστηκε στο φουαγιέ του θεάτρου...» «Νομίζω πως δεν έχεις δικαίωμα να ζητάς εξηγήσεις για τη συμπεριφορά μου, αλλά αφού θες να ξέρεις, σε πληροφορώ πως ό,τι διαδραματίστηκε ήταν μια αυθόρμητη εκδήλωση της περιφρόνησης που νιώθω για το άτομο σου», ξεστόμισε, προτού καν συνειδητοποιήσει τα λόγια της. «Λυπάμαι αν σου κατέστρεψα τη βραδιά», πρόσθεσε καυστικά.
«Δε βρίσκομαι εδώ ούτε για να κρίνω τη συμπεριφορά σου ούτε για να συζητήσουμε για τον υπέρογκο λογαριασμό καθαριστηρίου που έλαβα πρόσφατα...» «Μπα, δεν ήξερα ότι υπάρχουν ακόμη ανοιχτοί λογαριασμοί ανάμεσα μας!» «Εγώ νομίζω πως το ξέρεις και μάλιστα πολύ καλά», απάντησε ο Τζος και κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια της για να μάθει τα μυστικά που του έκρυβε. «Είναι αλήθεια, λοιπόν;» Η Φλόρα προς στιγμήν πάγωσε, αλλά κατάφερε να διατηρήσει την αυτοκυριαρχία της, επαναλαμβάνοντας στον εαυτό της ότι δε γινόταν να γνωρίζει κάτι για το οποίο ούτε η ίδια είχε μέχρι πρότινος ιδέα. «Ποιο πράγμα να είναι αλήθεια;» ρώτησε, με την απορία ζωγραφισμένη στο βλέμμα της όσο πιο πειστικά γινόταν. «Έχεις όρεξη για παιχνίδια, απ' ό,τι βλέπω», είπε με προειδοποιητικό τόνο στη φωνή του. «Πολύ ωραία, λοιπόν...» «Δεν έχω την παραμικρή ιδέα για ποιο πράγμα μιλάς», είπε, ευχόμενη να μην είχε ούτε κι εκείνος. «Θέλω να μιλήσουμε για εμάς». Απορημένη με το θράσος του, η Φλόρα κατέβαλε φιλότιμες προσπάθειες να κρύψει την ανακούφιση, ίσως και τη χαρά, που είχαν προκαλέσει μέσα της τα λόγια του. «Δεν υπάρχει τίποτα να συζητήσουμε για εμάς, αν υποθέσουμε, βέβαια, ότι υπήρξε ποτέ κάτι ανάμεσα μας!» Ο Τζος, χωρίς να δείχνει στο ελάχιστο ενοχλημένος από την επιθετική συμπεριφορά της, άρχισε να περιφέρεται μέσα στο δωμάτιο, κοιτάζοντας γύρω του μ' ενδιαφέρον. «Ομολογώ πως είναι πολύ όμορφο το διαμέρισμα σου», είπε ανάλαφρα, αγγίζοντας με το δάχτυλο του τις ράχες των βιβλίων που ήταν στοιβαγμένα στη βιβλιοθήκη. Κάτι σαν ηλεκτρικό ρεύμα διαπέρασε τη ραχοκοκαλιά της, σαν να είχε αγγίξει μόλις την ίδια και όχι τα βιβλία της. Στην προσπάθεια της να βάλει ένα φρένο στην ερωτική διέγερση που ένιωθε να φουντώνει μέσα της, η Φλόρα είπε το πρώτο πράγμα που ήρθε στο μυαλό της και δυστυχώς, ήταν κι αυτό εξίσου κακεντρεχές με τα προηγούμενα σχόλια της. «Αρέσει
και στη φίλη σου το διάβασμα ή αποφεύγει να σκοτίσει το όμορφο κοκκινομάλλικο κεφαλάκι της;» Ο Τζος ξερόβηξε δυνατά για να συγκρατήσει τη διάθεση που είχε εκείνη τη στιγμή να ξεκαρδιστεί στα γέλια. «Ποτέ δεν είχα σκεφτεί ότι το χρώμα των μαλλιών μπορεί να επηρεάσει το διανοητικό επίπεδο μιας γυναίκας», είπε. «Αλλωστε, εγώ ανήκω στην κατηγορία των αντρών που προτιμούν τις ξανθές», συμπλήρωσε, ενώ παράλληλα βολευόταν σε μια από τις αναπαυτικές, δερμάτινες πολυθρόνες που υπήρχαν στο καθιστικό. Η Φλόρα ευχήθηκε να είχε φορέσει παντελόνι, γιατί τώρα που βρισκόταν καθισμένος, ένιωθε ακόμα πιο εκτεθειμένη στο αδηφάγο βλέμμα του. «Ο αδερφός μου, ο Τζέικ, είναι αυτός που είχε ανέκαθεν αδυναμία στις...» «Δε μ' ενδιαφέρει ν' ακούσω απολύτως τίποτα και σταμάτα να κοιτάς τα πόδια μου, γιατί μ' εκνευρίζει!» είπε με κομμένη την ανάσα εκείνη, δείχνοντας την πόρτα με το δάχτυλο της. «Φύγε αμέσως... γιατί θα... θα καλέσω την αστυνομία!» «Ναι; Και τι θα τους πεις; Στείλτε αμέσως ένα περιπολικό σε αυτή τη διεύθυνση, γιατί το αγόρι μου κοιτάζει επίμονα τα πόδια μου;» «Κατ' αρχήν, δεν είσαι το αγόρι μου», αντιγύρισε αυθόρμητα εκείνη, όχι τόσο επειδή ήθελε να αμφισβητήσει τη σχέση τους, αλλά κυρίως γιατί ήταν εξαιρετικά αρρενωπός για να τον αποκαλεί αγόρι. «Ναι, έχεις δίκιο, δεν ακούγεται καθόλου ωραία στο αυτί», είπε εκείνος, επιβεβαιώνοντας της για άλλη μια φορά ότι μπορούσε να διαβάζει τη σκέψη της. «Προτιμώ να λέγομαι εραστής σου, έχει τελείως διαφορετική αίσθηση ως άκουσμα...» Η Φλόρα δεν είπε τίποτα, γιατί γνώριζε ότι δεν είχε πια καμιά ελπίδα να ελέγξει την κατάσταση. «Μιλούσαμε για τον αδερφό μου, τον Τζέικ...» «Εσύ μιλούσες»; αντέκρουσε εκείνη, σταυρώνοντας προστατευτικά τα χέρια μπροστά στο στήθος της. «Εγώ, για να σου πω την αλήθεια, δεν έχω καμία όρεξη αυτή τη στιγμή να ακούσω για την οικογένεια σου». «Μα γιατί; Εκείνος μίλησε με τα καλύτερα λόγια για σένα.
To ίδιο και η σύζυγος του, η Νία», πρόσθεσε, καθώς έβγαζε από την τσέπη του μια φωτογραφία και την έτεινε προς το μέρος της. Η Φλόρα αρνήθηκε πεισματικά να κάνει αυτό που της ζητούσε, απλά και μόνο για να του πάει κόντρα. «Δε μ' ενδιαφέρει να κοιτάξω τις οικογενειακές φωτογραφίες σου!» «Δεν είναι πολλές, μία είναι, κοίταξε τη σε παρακαλώ!» «Μη μου μιλάς εμένα κατ' αυτό τον τρόπο», τον προειδοποίησε, μα παρά τις προσπάθειες της, ο τόνος της φωνής της δεν ήχησε καθόλου απειλητικός. «Κοίταξε τη φωτογραφία», επανέλαβε πιο γλυκά, αλλά το ίδιο επίμονα εκείνος. «Είμαι σίγουρος πως θα τη βρεις πολύ ενδιαφέρουσα...» Καταλαβαίνοντας ότι δεν επρόκειτο να το βάλει κάτω, η Φλόρα αποφάσισε να του κάνει το χατίρι και πήρε τη φωτογραφία με προσεκτικές κινήσεις για να μην αγγίξει το χέρι του. Ξαφνικά, το πρόσωπο της έγινε άσπρο σαν το πανί και έμεινε να κοιτάζει τη φωτογραφία, μη πιστεύοντας στα μάτια της. Η φωτογραφία απεικόνιζε την όμορφη κοκκινομάλλα ανάμεσα σε δυο γοητευτικούς άντρες που ήταν πιστά αντίγραφα ο ένας του άλλου. Ο Τζος ήταν ο ένας άντρας, αλλά δεν είχε ιδέα ποιος από τους δυο ήταν! «Είστε δίδυμοι!» ψέλλισε και τα ωχρά μαγουλά της έγιναν κατακόκκινα από θυμό. «Ποτέ δε μου το είχες πει αυτό... Θεέ μου!» αναφώνησε έντρομη, καθώς θυμήθηκε τις σταγόνες από κόκκινο κρασί που έτρεχαν από το πρόσωπο του άτυχου σωσία-αδερφού του. «Γιατί στην ευχή δε μου είπες τίποτε;» αναρωτήθηκε με εύλογη απορία, σφίγγοντας νευριασμένη τις γροθιές της. «Αν μου είχες αναφέρει ότι είστε δίδυμοι, θα είχα αποφύγει να γίνω ρεζίλι μπροστά σε τόσον κόσμο...» Ο Τζος δέχτηκε το ξέσπασμα της, γνέφοντας καταφατικά το κεφάλι του. «Και ο Τζέικ πιστεύει ότι βασικά είναι δικό μου το φταίξιμο για ό,τι συνέβη...» «Πάλι καλά», ψιθύρισε μουδιασμένα εκείνη. «Κανονικά, θα έπρεπε να πιστεύει πως είμαι θεότρελη», πρόσθεσε και έκρυψε ντροπιασμένη το πρόσωπο στις παλάμες της, καθώς συνειδητοποιούσε όλο και περισσότερο το μέγεθος της γκάφας
που είχε κάνει. «Χριστέ μου, ο άνθρωπος βρισκόταν με τη σύζυγο του κι εγώ του επιτέθηκα!» «Αυτή ήταν η περιβόητη Νία», εξήγησε με απολογητικό ύφος εκείνος. «Είναι εξαιρετικά όμορφη γυναίκα», παραδέχτηκε αυθόρμητα, νιώθοντας τη ζήλια της να εξανεμίζεται, καθώς η κοκκινομάλλα είχε πάψει πια να αποτελεί κίνδυνο για εκείνη. «Επομένως, αυτό σημαίνει...» «Ότι όλον αυτό τον καιρό δεν έχω δει, ούτε σκεφτεί άλλη γυναίκα;» συμπλήρωσε εύστοχα εκείνος. «Ακριβώς, είμαι αθώος όλων των κατηγοριών. Αυτό σε κάνει να αισθάνεσαι κάπως καλύτερα;» «Με αφήνει παντελώς αδιάφορη», του απάντησε κοφτά, χωρίς να πείθει ούτε καν τον εαυτό της τον ίδιο. Ήξερε πως δεν είχε πια νόημα να του κρύβει τα αισθήματα της, αλλά κάτι μέσα της την έκανε να συνεχίσει τις προσπάθειες, ακόμα κι αν απέβαιναν άκαρπες. «Δεν πιστεύω να δημιούργησα κάποιο πρόβλημα στη σχέση των ανθρώπων;» «Μην ανησυχείς, όλα βαίνουν καλώς. Έτσι κι αλλιώς, η Νία έχει υπερβολική εμπιστοσύνη στον Τζέικ, όσον αφορά το θέμα των εξωσυζυγικών σχέσεων». «Όταν λες υπερβολική, εννοείς πως στην πραγματικότητα της είναι άπιστος;» ρώτησε, νιώθοντας αυτόματα να προκαταλαμβάνεται αρνητικά απέναντι' του. «Όχι, δεν εννοώ αυτό. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, κρατούσα πάντα μια πειραχτική, σχεδόν ανταγωνιστική στάση απέναντι στον αδερφό μου, αλλά ποτέ δεν μπορούσα να τον πειράξω πάνω στο θέμα της πίστης, γιατί ήξερα ότι θεωρούσε αδιανόητο οτιδήποτε θα μπορούσε ποτέ να πληγώσει τη Νία. Ο άνθρωπος είναι τρελά ερωτευμένος μαζί της...» «Τώρα που το λες, έδειχναν πολύ δεμένο ζευγάρι, μόνο που εγώ δεν ήμουν εκείνη τη στιγμή σε θέση να δω κάτι τέτοιο», είπε, νιώθοντας σταδιακά το θυμό να υποχωρεί μέσα της. «Ακόμα δυσκολεύομαι να πιστέψω πόσο πολύ μοιάζετε οι δυο σας. Σαν δυο σταγόνες νερό...»
«Δε νομίζω πως μοιάζουμε και τόσο πολύ», αντέτεινε πειραγμένα εκείνος. «Διαισθάνομαι ότι μόλις άγγιξα μια ευαίσθητη χορδή σου ή κάνω λάθος;» αστειεύτηκε ανάλαφρα εκείνη. «Είναι μια εσφαλμένη εντύπωση, γι' αυτό μ' ενοχλεί», παραδέχτηκε. «Το ότι είμαστε δίδυμοι, δε σημαίνει απαραίτητα ότι αποτελούμε και μια οντότητα... Η αλήθεια είναι ότι ένιωσα αρκετά απογοητευμένος που δεν αντιλήφθηκες αμέσως τη διαφορά και ξεγελάστηκες από την ομοιότητα μας. Η Νία μπορούσε να μας ξεχωρίζει από την πρώτη στιγμή, αλλά αυτό μάλλον οφείλεται και στο κέλτικο αίμα που κυλάει στις φλέβες της... 'Οσο παράξενο και να ακούγεται, έχω πειστεί και εγώ ότι οι Κέλτες διαθέτουν μεταφυσικές ικανότητες», παρατήρησε μεταξύ σοβαρού και αστείου. «Γεγονός που μου φέρνει στο μυαλό κάτι που ανέφερε η Νία σχετικά μ' εσένα...» «Κάτι που σίγουρα δε θα είναι και πολύ κολακευτικό», είπε η Φλόρα, αναλογιζόμενη την άσχημη εντύπωση που θα της είχε δώσει. «Ό,τι και να είπε πάντως, αποκλείεται να είναι χειρότερο από αυτά που της έχω σύρει εγώ τις τελευταίες μέρες», παραδέχτηκε με ένοχο ύφος. «Η ζήλια πολλές φορές μας οδηγεί σε λάθος συμπεράσματα». «Δεν ξέρω αν όλα αυτά τα λες επίτηδες για να μ' εκνευρίσεις ή αν τα λες επειδή όντως θεωρείς τον εαυτό σου πραγματικά ακαταμάχητο», αντιγύρισε εκείνη με σφιγμένα δόντια. «Περνάς μια φάση άρνησης της πραγματικότητας, αλλά βαθιά μέσα σου γνωρίζεις και η ίδια πόσο τρελά ερωτευμένη είσαι μαζί μου...» «Τελικά, δεν το βάζεις εύκολα κάτω, έτσι δεν είναι;» είπε με τσιριχτή φωνή, εκνευρισμένη από τη σιγουριά του. «Ποτέ!» επιβεβαίωσε κοφτά ο Τζος. «Μήπως υπάρχει και κάποιο άλλο γεγονός που αρνείσαι να αποδεχτείς ως πραγματικό;» «Τι άλλο αρνούμαι;» διερωτήθηκε αθώα η Φλόρα, ανυποψίαστη ακόμα για το τι επρόκειτο να επακολουθήσει. «Το γεγονός ότι είσαι έγκυος, ας πούμε...» «Ωχ, Θεέ μου», βόγκηξε συγκλονισμένη και, σχεδόν στα πρόθυρα της λιποθυμίας, δεν πρόλαβε καν να κινηθεί για να
καθίσει σε καρέκλα παρά σωριάστηκε στο πάτωμα. «Μα πώς είναι δυνατόν να το ξέρεις;» Σκύβοντας δίπλα της, ο Τζος χάιδεψε τρυφερά το κάτωχρο πρόσωπο της. «Είναι αλήθεια, λοιπόν», ψιθύρισε, χωρίς να ξέρει αν έπρεπε να χαρεί ή να χτυπήσει το κεφάλι του στον τοίχο. Γεγονός παρέμενε ότι τίποτε από όλα αυτά δε θα είχε συμβεί, αν εκείνος είχε σκεφτεί λογικά τη στιγμή που έπρεπε. Είχε κάνει και στο παρελθόν πολλά πράγματα για τα οποία δεν αισθανόταν υπερήφανος, αλλά αυτή ήταν η πρώτη φορά που ένιωθε πραγματική απέχθεια για τον εαυτό του. Η Φλόρα ανακάθισε στα γόνατα της, έκπληκτη από το πόσο κουρασμένα φαίνονταν εκείνη τη στιγμή τα χαρακτηριστικά του. «Μπορείς, σε παρακαλώ, να μου πεις πώς το έμαθες;» «Με κάπως ανορθόδοξο τρόπο», παραδέχτηκε αυθόρμητα εκείνος. «Βασικά, όλα ξεκινούν από το γεγονός ότι η Νία διαθέτει μια έκτη αίσθηση και προφανώς αυτές οι λίγες στιγμές που σε είδε, ήταν αρκετές για να βεβαιωθεί ότι ήσουν έγκυος... Εγώ, έτσι κι αλλιώς, δεν τα καταλαβαίνω και πολύ καλά όλα αυτά περί γυναικείας διαίσθησης...» «Καρφάκι δε μου καίγεται αν καταλαβαίνεις ή όχι», δήλωσε απερίφραστα εκείνη, υψώνοντας προκλητικά το πιγούνι της. «Πες μου κάτι που δεν ξέρω, αυτό το έχω ακούσει πάρα πολλές φορές από το στόμα σου, σήμερα», αντέτεινε καυστικά εκείνος. «Δεν πιστεύω να αισθάνεσαι ακόμη τάση για λιποθυμία;» πρόσθεσε και η ανησυχία ήταν έκδηλη στην έκφραση του. «Όχι», απάντησε κοφτά η Φλόρα. «Καταλαβαίνω, Τζος, για ποιους λόγους διστάζεις ακριβώς να ξαναγίνεις πατέρας και ειλικρινά τους σέβομαι, αλλά δεν προτίθεμαι σε καμία περίπτωση να κάνω έκτρωση», είπε κατηγορηματικά, τείνοντας μπροστά το χέρι της για να προλάβει την αντίδραση του. «Μην προσπαθείς να με πείσεις, γιατί ήδη έχω πάρει την απόφαση μου και είμαι πρόθυμη να αναλάβω εξ ολοκλήρου την ανατροφή του, χωρίς καμία δική σου επιβάρυνση». «Δε θα επιχειρούσα ποτέ να σε πείσω για κάτι που πιστεύω από τα βάθη της ψυχής μου ότι είναι εγκληματική ενέργεια», απάντησε ο Τζος, κοιτάζοντας βαθιά μέσα στα μάτια της.
«Μα εγώ νόμιζα...» «Ξέρω πολύ καλά τι νόμιζες», είττε εκείνος, μη αφήνοντας να ολοκληρώσει τη φράση της. «Αυτό που θέλω να μάθω είναι τι ακριβώς σε οδήγησε στο συμπέρασμα ότι εγώ θα μπορούσα ποτέ να απαρνηθώ το ίδιο μου το σπλάχνο!» Η Φλόρα δεν έκανε καμία προσπάθεια να κρύψει τη δυσπιστία της. «Εννοείς πως το θέλεις κι εσύ αυτό το παιδί;» «Οι επιφυλάξεις μου δεν έχουν καμία σχέση με το αν το θέλω ή όχι», άρχισε να εξηγεί ο Τζος, διαλέγοντας προσεκτικά τις λέξεις του. «Έχουν να κάνουν περισσότερο με τις ευθύνες που συνεπάγεται ένα τέτοιο γεγονός. Σου έχω ξαναμιλήσει για την περίοδο που είχα εγκαταλείψει ολοκληρωτικά τον Λίαμ στα χέρια του αδερφού μου, και δε θα ήθελα ποτέ να φτάσω ξανά σε αυτό το σημείο. Ειλικρινά, ούτε κι εγώ ξέρω τι θα είχε συμβεί, αν δεν ήταν ο Τζέικ...» «Αμάν πια, με τον Τζέικ!» αναφώνησε η Φλόρα. «Βαρέθηκα να ακούω συνεχώς το ίδιο τροπάριο... Στο κάτω κάτω, δεν παύει να είναι αδερφός σου και να έχει την ιερή υποχρέωση να σου συμπαραστέκεται στις δύσκολες στιγμές σου. Και εσύ αν ήσουν στη θέση του, το ίδιο πράγμα θα έκανες, έτσι δεν είναι;» «Φυσικά», τη διαβεβαίωσε. «Παρ' όλα αυτά, υπάρχουν ακόμα μερικές λεπτομέρειες που εσύ δε γνωρίζεις, όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι το είχα ρίξει στο ποτό...» «Σπουδαία τα λάχανα!» πέταξε εκείνη. «Έτσι συμβαίνει με τους περισσότερους ανθρώπους, πληγώνονται, χάνουν τον έλεγχο, μαθαίνουν από τα λάθη τους και καταφέρνουν να επιβιώνουν. Εσύ, δηλαδή, για ποιο λόγο να αποτελείς εξαίρεση; Και ποια τελικά είναι αυτά τα λάθη που δεν μπορείς ακόμα να συγχωρήσεις τον εαυτό σου;» ρώτησε με αφοπλιστική ευθύτητα. «Δεν έχεις επίγνωση του πόσο υπέροχος πατέρας είσαι για τον Λίαμ;» «Πώς μπορείς να με υποστηρίζεις, έπειτα απ' όλα αυτά;» ρώτησε ξαφνιασμένα εκείνος. «Είμαι πρόθυμη να σε υποστηρίξω μόνο απέναντι στον χειρότερο εχθρό σου, που πολύ φοβάμαι, φίλε μου, πως είναι ο ίδιος σου ο εαυτός», του απάντησε αποστομωτικά η Φλόρα.
«Δεν εννοώ με αυτό πως έχω αμφιβολίες για το αν θα γινόσουν καλός πατέρας του μωρού που έχει αρχίσει και μεγαλώνει μέσα μου», διευκρίνισε με ήρεμο τόνο. «Η αλήθεια είναι πως δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω ακόμα τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσω ως μέλλουσα μητέρα, αλλά φαντάζομαι πως θα μου είναι πολύ δυσάρεστο να έχω κάποιον πάνω από το κεφάλι μου που θα ανησυχεί με το παραμικρό μήπως κάτι πάει στραβά. Θέλω να απολαύσω στο μέγιστο βαθμό αυτή την εγκυμοσύνη, γιατί αποτελεί κάτι το εξαιρετικά σημαντικό για μένα...» «Πιστεύεις, δηλαδή, ότι η παρουσία μου θα σου προκαλούσε...» «Εκνευρισμό;» συμπλήρωσε εκείνη. «Ακριβώς, θα μου μετέδιδες το άγχος σου, Τζος, και αυτό ειλικρινά είναι κάτι που θέλω να αποφύγω. Γι' αυτό, αν όντως τρέφεις αληθινά αισθήματα για μένα, άφησε με στην ησυχία μου να το γεννήσω όπως θέλω εγώ, αφού έτσι κι αλλιώς εσύ δεν επιθυμείς καθόλου αυτό το μωρό...» «Πιστεύεις στ' αλήθεια ότι θα ήμουν ποτέ ικανός να παρατήσω εσένα και το παιδί;» «Αφού ξέρω ότι δεν το θέλεις!» διαμαρτυρήθηκε με παραπονεμένο ύφος εκείνη. «Θέλω όμως εσένα. Παντρέψου με, Φλόρα».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9
Αναυδη από την έκπληξη της, η Φλόρα ένιωσε τα γόνατα της να τρέμουν. «Δε γίνεται να σοβαρολογείς!» «Ποτέ δεν υπήρξα πιο σοβαρός στη ζωή μου», δήλωσε ήρεμα εκείνος. Μολονότι το βλέμμα του διέψευδε κάθε αμφιβολία της, η Φλόρα δεν ήταν διατεθειμένη να πειστεί τόσο εύκολα από τα λόγια του. «Κατανοώ την ανάγκη σου να νιώθεις π ω ς έχεις τον έλεγχο των καταστάσεων, αλλά αυτό δεν αποτελεί και λόγο για να θέλεις να με παντρευτείς». «Έχω χάσει τον έλεγχο της κατάστασης από την πρώτη μέρα που μπήκες στη ζωή μου», ομολόγησε κοφτά ο Τζος. «Δεν μπορώ να πω π ω ς ζούσα συναρπαστικά πριν σε γνωρίσω, αλλά πολλές φορές η ήσυχη ζωή και η προβλέψιμη καθημερινότητα παρέχουν μια αίσθηση σιγουριάς...» «Αυτό έπρεπε να το σκεφτείς όταν αποφάσιζες να με παρακολουθήσεις τόσα χιλιόμετρα με το αυτοκίνητο σου. Τώρα είναι πολύ αργά», δήλωσε απερίφραστα εκείνη. «Προβλέψιμη καθημερινότητα!» επανέλαβε με αυτοσαρκασμό ο Τζος. «Ούτε γεροξεκούτης να ήμουν δε θα μιλούσα έτσι. Αν εξακολουθήσω να χρησιμοποιώ τέτοιες εκφράσεις, πολύ σύντομα θα έχω γίνει το ίδιο βαρετός με τον Τζέικ», συμπλήρωσε, στρέφοντας τα βέλη στο δίδυμο αδερφό του. «Εγώ δε νομίζω π ω ς ο αδερφός σου είναι τελικά τόσο βαρετός, στο κάτω κάτω, δίδυμοι είστε, δε γίνεται να διαφέρετε στα πάντα!»
«Και όμως, σε πληροφορώ πως δεν έχουμε κανένα απολύτως κοινό σημείο. Είμαστε σαν το μαύρο και το άσπρο, ένα τελείως αταίριαστο δίδυμο!» «Μήπως τελικά τον ζηλεύεις επειδή είναι καλύτερος αττό σένα;» τον προκάλεσε εκείνη. «Πείραξε με όσο θέλεις, δε με νοιάζει, γιατί τώρα ξέρω ότι μ' αγαπάς στ' αλήθεια», απάντησε ο Τζος, δείχνοντας να πιστεύει ακράδαντα αυτό που έλεγε. «Κι εσύ πού το ξέρεις αυτό;» τον ρώτησε, αποφασισμένη να προβάλει αντιστάσεις για όσο ακόμα μπορούσε, σίγουρη πως δε θα ήταν πολύ. «Είναι ηλίου φαεινότερο ότι μ' αγαπάς, Φλόρα, ακριβώς επειδή σ' αγαπώ κι εγώ. Αγαπιόμαστε, επομένως πρέπει να παντρευτούμε», είπε και πήρε μια βαθιά ανάσα, περιμένοντας την απάντηση της. «Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει σώνει και καλά να παντρευτούμε. Φοβάσαι μήπως με αποκηρύξει η καλή κοινωνία του Λονδίνου;» «Να, είδες; Αλλος ένας λόγος που αποδεικνύει ότι με χρειάζεσαι», απάντησε με χιούμορ εκείνος, αγνοώντας επιδεικτικά την επιθετικότητα της. «Για ποιο λόγο σε χρειάζομαι; Για να μαρτυρήσω μια ολόκληρη ζωή στο πλάι σου; Ευχαριστώ πολύ, αλλά δε θα πάρω. Έτσι κι αλλιώς, οι απόψεις σου πάνω στο θέμα των παιδιών είναι τόσο ξεκάθαρες, ώστε αρκούν από μόνες τους για να αρνηθώ την πρόταση σου!» «Δεν καταλαβαίνεις ότι το γεγονός και μόνο πως μέσα σου κουβαλάς το παιδί μου, αρκεί για να αλλάξει τελείως την αντιμετώπιση μου απέναντι στο θέμα;» «Αυτό είναι που σ' ενδιαφέρει, δηλαδή, ότι είναι το παιδί σου; Ε, λοιπόν, αν θες να ξέρεις, χρειάζονται πολύ περισσότερα πράγματα από τα εγωιστικά κίνητρα για να μεγαλώσεις σωστά ένα παιδί. »Κατ' αρχήν, πρέπει να το αγαπάς κι εσύ δε δείχνεις πρόθυμος να το αγαπήσεις. Μέχρι, λοιπόν, να νιώσεις πως είσαι έτοιμος γι' αυτή την αγάπη, είναι καλύτερο να μείνεις μακριά μου... Αν ο μη γένοιτο μου συμβεί κάτι...»
Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την πρόταση της, γιατί ο Τζος βρέθηκε δίπλα της με εκπληκτική ταχύτητα και την έπιασε σφιχτά από τους ώμους, κοιτάζοντας τη με μάτια που πετούσαν φλόγες από την οργή. «Δε θέλω ποτέ να το ξαναπείς αυτό, ούτε καν για αστείο, ακούς;» την επέπληξε αυστηρά. «Συγνώμη, δεν ήθελα...» μουρμούρισε αμήχανα εκείνη. Ο Τζος χαλάρωσε το κράτημα του και τα χέρια του άρχισαν να χαϊδεύουν το πίσω μέρος του λαιμού της. «Ήμουν σύζυγος της, Φλόρα, όφειλα να μην αφήσω τίποτα να της συμβεί, αλλά δεν τα κατάφερα», της είπε με φωνή που μόλις ακουγόταν. «Στην αρχή τα έβαλα με τη μοίρα μου, έπειτα, όταν μου δόθηκε η ευκαιρία, τα έβαλα με τον πατέρα σου, αλλά βαθιά μέσα μου πάντα πίστευα πως ο πραγματικός υπεύθυνος για τον θάνατο της είμαι εγώ...» «Μα αυτό είναι πολύ σκληρό...» αναφώνησε εκείνη και μετά σφράγισε το στόμα της για να τον αφήσει να εκφραστεί, να βγάλει αυτά που είχε μέσα του. «Εγώ ήμουν αυτός που επέμενε από την αρχή να παντρευτούμε και να φτιάξουμε οικογένεια. Η Μπράιντι πιο πολύ δέχτηκε για να μ' ευχαριστήσει, κάτι που της άρεσε να κάνει, όπως βεβαίως άρεσε και σ' εμένα, γιατί με βόλευε που δε μου χαλούσε ποτέ χατίρι», σχολίασε με αυτοσαρκασμό. «Όπως ήταν αναμενόμενο, η οικογένεια της κατηγόρησε αμέσως εμένα, γιατί έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν ήθελαν να γίνει αυτός ο γάμος και ίσως τελικά να είχαν δίκιο... Μα ορκίζομαι πως σ' εσένα δε θ' αφήσω να συμβεί απολύτως τίποτα», πρόσθεσε με πιο ανάλαφρο τόνο, χαϊδεύοντας τα κοντοκουρεμένα μαλλιά της. «Μου έχει ήδη συμβεί κάτι και είναι αρκετά σοβαρό... Είμαι τρελά ερωτευμένη μαζί σου, Τζος», είπε, με την ερωτική επιθυμία μέσα της να κοχλάζει. Νιώθοντας τους χτύπους της καρδιάς του να πολλαπλασιάζονται, ο Τζος έγειρε το κεφάλι του μέχρι που το μέτωπο του ακούμπησε το δικό της. «Ξέρω πως κάναμε μια πολύ άσχημη αρχή στη σχέση μας, αλλά σου υπόσχομαι πως θα επανορθώ-
σω... Το θέμα είναι αν εσύ είσαι πρόθυμη να ξεχάσεις τα λάθη του παρελθόντος...» «Είμαι πρόθυμη», του απάντησε χωρίς δεύτερη σκέψη η Φλόρα, «δεν καταλαβαίνεις, όμως, ότι δεν είμαι εγώ στην προκειμένη περίπτωση το πρόβλημα; Το θέμα είναι αν εσύ μπορείς να συγχωρήσεις τον εαυτό σου για τα λάθη ή τις ατυχίες του παρελθόντος και όχι εγώ εσένα». «Δεν ξέρω κατά πόσο είμαι προετοιμασμένος να το δεχτώ. Εσύ τι λύσεις προτείνεις σ' αυτή την περίπτωση; Να μη με ξαναδείς, ας πούμε, ποτέ στη ζωή σου; Ίσως την επόμενη φορά, ο συνεργάτης σου μου πει ότι έχεις πάει στην Αυστραλία, πιο μακριά κι απ' το Χονγκ Κονγκ! Καλά, ειλικρινά πίστευες πως θα χάψω τέτοιο παραμύθι;» ρώτησε με θιγμένη αξιοπρέπεια. «Σε προειδοποιώ, Φλόρα, αυτή τη φορά είμαι αποφασισμένος να σε ακολουθήσω όπου κι αν πας, ακόμα και στην άκρη του κόσμου!» «Θα έφτανες στην άκρη του κόσμου για μένα;» ρώτησε εκείνη, νιώθοντας έναν κόμπο να κλείνει το λαιμό της. «Το αμφισβητείς;» Κοιτάζοντας μέσα στα μάτια του, όσο και να ήθελε, δεν μπορούσε να έχει καμία αμφιβολία. «Η αλήθεια είναι ότι δε θα άντεχα ούτε μια μέρα χωρίς εσένα», του εξομολογήθηκε με τρεμάμενη φωνή. «Σ' αγαπώ τόσο πολύ, που φοβάμαι πως δε θα αντέξω αν σε χάσω». Βγάζοντας μια βαθιά ανάσα ανακούφισης, ο Τζος έσκυψε το κεφάλι και την κοίταξε με μάτια που έλαμπαν από ευτυχία. «Περίμενα τόσον καιρό να ακούσω αυτά τα λόγια από τα χείλη σου», της είπε με λαχτάρα. «Αυτό δε σημαίνει ότι είμαι διατεθειμένη να υπομένω τα πάντα από σένα, τουλάχιστον προς το παρόν», συμπλήρωσε εκείνη. Η Φλόρα συγκράτησε την τάση που είχε να αναλύει τα πράγματα και κράτησε το στόμα της κλειστό, υπενθυμίζοντας στον εαυτό της πως δεν είχε τίποτα να χάσει μ' αυτό τον άντρα στο πλάι της, παρά μόνο να κερδίσει. Ήξερε βεβαίως πως οι εννιά μήνες θα ήταν αρκετά δύσκολοι, κυρίως για
εκείνον, αλλά ήταν σίγουρη π ω ς μπορούσε να τον κάνει να δει πιο αισιόδοξα τα πράγματα. «Πώς αισθάνεσαι, λοιπόν, που θα γίνεις μητέρα», ρώτησε ο Τζος, μαντεύοντας για άλλη μια φορά τις σκέψεις της. «Νιώθω σαν να πραγματοποιείται ένα μεγάλο όνειρο μου», του εξομολογήθηκε, λάμποντας από ευτυχία. «Έχεις επισκεφτεί ήδη τον γυναικολόγο σου;» «Ναι». «Ποιος είναι; Γνωρίζεις αρκετά γι' αυτόν;» «Γιατί; Ανησυχείς μήπως είναι κι αυτός ναρκομανής;» Η έκφραση της αμέσως σκοτείνιασε. «Δεν το εννοούσα έτσι». «Πώς το εννοούσες δηλαδή;» ρώτησε κοφτά εκείνη. «Όπως και να το εννοούσες, σε προειδοποιώ π ω ς δε θα ανεχτώ κανενός είδους καταπίεση. Είμαι απόλυτη πάνω σε αυτό, να το ξέρεις, Τζος». «Δεν έχω σκοπό να σε καταπιέσω, ούτε να σου φερθώ σαν να ήσουν μικρό παιδί. »Ο λόγος που ρωτούσα για το γιατρό ήταν επειδή τα δίδυμα είναι ένα συνηθισμένο φαινόμενο στην οικογένεια μου και θα ήθελα να το γνωρίζει κι εκείνος». Η Φλόρα έμεινε να τον κοιτάζει έκπληκτη, ανήμπορη να αρθρώσει έστω και μια λέξη. «Δίδυμα; Πόσο... πόσο συνηθισμένο φαινόμενο δηλαδή;» «Φλόρα, δε θέλω να φοβάμαι κάθε φορά που θέλω να εκφράσω τη γνώμη μου», ψιθύρισε και το χέρι του γλίστρησε πάνω στην, για την ώρα, επίπεδη ακόμα κοιλιά της. «Και κάτι ακόμα», πρόσθεσε, κοιτάζοντας τη στα μάτια. «Σε περίπτωση που κάτι δεν πάει όσο καλά περιμένουμε τα πράγματα με την εγκυμοσύνη σου, θέλω να μου υποσχεθείς ότι θα κάνεις ό,τι είναι απαραίτητο για να εξασφαλιστεί η δική σου υγεία πρώτα, και όχι του μωρού». Η Φλόρα ένιωσε την επιθυμία να τον αγκαλιάσει και να τον καθησυχάσει π ω ς όλα θα πήγαιναν μια χαρά, αλλά δεν το έκανε επειδή φοβόταν πως δε θα την πίστευε. «Αν και δε μου πολυαρέσει ο τόνος της φωνής σου αυτή τη στιγμή, δέχομαι το αίτημα σου, για τον απλούστατο λόγο ότι μου είναι τελείως
αδύνατο να ζήσω χωρίς εσένα», είττε, χωρίς την παραμικρή προσπάθεια να συγκρατήσει τα δάκρυα που κυλούσαν στο πρόσωπο της. Μόλις τα στιβαρά χε'ρια του τυλίχτηκαν γύρω της, τα δάκρυα στέγνωσαν ως διά μαγείας και μέσα της άναψε μια φωτιά που θα χρειαζόταν ώρες, ίσως και μέρες για να σβήσει. Ανασήκωσε το κεφάλι της και μισάνοιξε τα χείλη της για να υποδεχτεί το πολυπόθητο φιλί του. «Ελπίζω να συμφωνείς κι εσύ μαζί μου πως αυτό το θερμό φιλί αρκεί προς στιγμήν για να επισημοποιήσουμε τον αρραβώνα μας»· «Νιώθω σαν να πέρασες μόλις στο δάχτυλο μου το πιο ακριβό δαχτυλίδι αρραβώνων του κόσμου», απάντησε εκείνη ευτυχισμένη. «Το ήξερα πως θα καταλήξουμε σ' αυτό το σημείο, γι' αυτό φοβόμουν τόσες μέρες να σου ανοίξω την πόρτα μου», εξήγησε ανάλαφρα, στην προσπάθεια της να αιτιολογήσει την άρνηση της να τον δει όλες εκείνες τις μέρες που περίμενε έξω από την πόρτα του διαμερίσματος της. «Δεν ξέρεις πόσο βασανιστικό ήταν να σε ακούω να χτυπάς τόσες ώρες το κουδούνι της πόρτας μου. Νόμιζα ότι δε θα έφευγες ποτέ...» «Δεν ήμουν σίγουρος ότι ήσουν μέσα, αλλιώς δε θα έφευγα με καμία δύναμη. Συνήθως δεν κάνω τόσο ακραία πράγματα, έχω ηρεμήσει πια...» «Διακρίνω έναν τόνο μετάνοιας στη φωνή σου ή μήπως κάνω λάθος;» «Μετανιώνω για πολλά πράγματα που έχω κάνει, Φλόρα, αλλά πίστεψε με, κάτι για το οποίο δεν πρόκειται ποτέ να μετανιώσω είναι η απόφαση μου να είμαι μαζί σου». Η Φλόρα έδωσε ένα απαλό φιλί στην παλάμη που χάιδευε το πρόσωπο της. «Σε πιστεύω, Τζος». «Ωραία, τότε προτείνω να μη χρονοτριβούμε άλλο και να παντρευτούμε όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Στο κάτω κάτω, δε χρειάζεται να κάνουμε και ιδιαίτερες προετοιμασίες...» Η Φλόρα αγνόησε επιδεικτικά τη διάθεση του για συζήτηση και ξεκούμπωσε με επιδέξιες κινήσεις τα δύο πάνω κουμπιά του πουκαμίσου του. «Νομίζω πως θα πρέπει να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά...»
«Με έπεισες, σταματάω να μιλάω ακριβώς αυτή τη στιγμή». Κράτησε τρυφερά το χέρι του και τον οδήγησε στην πόρτα της κρεβατοκάμαρας της, ξέροντας πως όσο θα την κοιτούσε με αυτό το βλέμμα, όλα θα πήγαιναν μια χαρά. Η Φλόρα λάτρευε να κοιτάζει τον Τζος την ώρα που εκείνος ζωγράφιζε. Είχε έναν επιθετικό τρόπο να χρησιμοποιείτο πινέλο κι όμως αυτό που αποτυπωνόταν στον καμβά είχε μια ευκρίνεια και μια αρμονία χρωμάτων που λίγες φορές είχε συναντήσει σε πίνακες μοντέρνας τέχνης. Το διαμέρισμα σε λίγο καιρό είχε γεμίσει από πορτραίτα της που απεικόνιζαν όλα τα στάδια της εγκυμοσύνης της. Οι μέρες κυλούσαν ήρεμα και ο Τζος έδειχνε κατενθουσιασμένος με το καινούριο του διαμέρισμα, αλλά η Φλόρα ήξερε πως όσο φούσκωνε η κοιλιά της άλλο τόσο μεγάλωνε μέσα του και η υπερένταση. Ακόμα δεν μπορούσε να συνειδητοποιήσει ότι λεγόταν κυρία Πρέντις, μα αυτό που ήταν πιο απίστευτο απ' όλα ήταν η εμπειρία της συμβίωσης μαζί του. Κατ' αρχήν, είχε επιμείνει να γίνει ο γάμος τους όπως ακριβώς τον ονειρευόταν εκείνη, και φρόντισε να εκπληρώσει όλες τις επιθυμίες της κατά γράμμα, παρά την ανυπομονησία που τον έπιανε μερικές φορές. ΣΤΟ γάμο, παρ' ότι δεν παρευρίσκονταν πολλοί συγγενείς της, ένιωσε να περιστοιχίζεται από ανθρώπους που τη θεωρούσαν ήδη αναπόσπαστο μέλος της οικογένειας τους και αισθάνθηκε, έπειτα από πολλά χρόνια, την καρδιά της να πλημμυρίζει από αληθινή ευτυχία. Σηκώθηκε όσο πιο αθόρυβα μπορούσε από την καρέκλα της, γιατί δεν ήθελε να διασπά την αυτοσυγκέντρωση του όταν ζωγράφιζε, αλλά εκείνος αντιλήφθηκε αμέσως την κίνηση της και στράφηκε ανήσυχα προς το μέρος της. «Είμαι μια χαρά», πρόλαβε εκείνη την ερώτηση του. «Απλώς νιώθω την ανάγκη να τεντωθώ λιγάκι», πρόσθεσε, αποφεΰγο-
ντας προσεκτικά να αναφέρει τους πόνους που ένιωθε στην πλάτη της. «Καλημέρα σας». Η Φλόρα γύρισε να χαιρετήσει τον ατζέντη του Τζος, τον Αλεκ, που μόλις είχε κάνει την είσοδο του από την πόρτα του κήπου. «Ήρθα για να ευχαριστήσω και από κοντά τον ιδιοφυή σύζυγο σου». «Κάτι τέτοια λες, γι' αυτό παίρνουν τα μυαλά του αέρα». Ο Αλεκ την κοίταξε με αβέβαιο βλέμμα, γιατί δεν ήξερε πότε η σύζυγος του Τζος αστειευόταν και πότε μιλούσε σοβαρά. «Κατάφερα και πούλησα τις μετοχές», ανακοίνωσε ενθουσιασμένος στον Τζος. «Ποιες μετοχές;» «Δεν μπαίνω καν στον κόπο να απαντήσω στην ερώτηση σου», αποκρίθηκε με ψυχρό ύφος εκείνος. «Απλώς θα σου πω πως κέρδισα μια μικρή περιουσία», συμπλήρωσε με μάτια που έλαμπαν από χαρά. «Θα μπορούσα να βγω στη σύνταξη αύριο το πρωί, ανεξάρτητα από το αν θα το κάνω ή όχι». «Νιώθω μεγάλη ανακούφιση που δε βγαίνεις ακόμα στη σύνταξη και χαίρομαι πολύ για τη μικρή περιουσία που μόλις απέκτησες», του είπε ο Τζος. Η Φλόρα κοίταζε και τους δύο διαδοχικά με μπερδεμένο βλέμμα. «Μα ο Τζος δεν έχει ιδέα από Χρηματιστήριο... Πώς γίνεται με τις συμβουλές που σου δίνει να κερδίζεις χρήματα;» Ο Αλεκ στράφηκε με απορημένη έκφραση προς τον Τζος. «Αστειεύεται, έτσι δεν είναι; Της έχεις πει...» «Τι να μου έχει πει; Δεν πιστεύω να είστε μπλεγμένοι σε τίποτα παρανομίες...» άρχισε να λέει, αλλά το εκκωφαντικό γέλιο του Αλεκ διέκοψε τη φράση της στη μέση. «Γιατί ξαφνικά έχω την αίσθηση ότι προσπαθείτε να μου κρύψετε κάτι;» «Ουσιαστικά όλα ξεκίνησαν όταν ο Τζέικ κι εγώ κληρονομήσαμε κάποια χρήματα από τη γιαγιά μας, μόλις συμπληρώσαμε τα δεκαοχτώ», άρχισε να της εξηγεί ο Τζος. «Εκείνη την περίοδο στο σχολείο κάναμε μια εργασία για τις αγοραπω-
λησίες μετοχών στο Χρηματιστήριο, αλλά μόνο σε θεωρητικό επίπεδο. Ο στόχος ήταν ποιος θα βγάλει το μεγαλύτερο κέρδος και το έβγαλα εγώ, με τη μόνη διαφορά ότι ήταν πραγματικό το κέρδος μου, γιατί χρησιμοποίησα το ποσό της κληρονομιάς ως κεφάλαιο». «Αυτό ήταν μεγάλη απερισκεψία εκ μέρους σου», μουρμούρισε χωρίς ιδιαίτερη πειθώ εκείνη. «Το ίδιο ακριβώς είχε πει και η μητέρα μου, ανάμεσα σε πολλά άλλα, όταν το είχε μάθει», απάντησε με αινιγματικό χαμόγελο ο Τζος. «Θες να πεις πως εκτός από ανέμελος καλλιτέχνης είσαι παράλληλα και πλούσιος;» «Δεν ξέρω τι εννοείς εσύ με τη λέξη πλούσιος, αλλά αν το λες με την απλή έννοια της λέξης, τότε υποθέτω πως είμαι», παραδέχτηκε σκουπίζοντας με ένα πανί το λεκέ από λαδομπογιά που είχε στο χέρι του. «Δε νομίζεις πως έπρεπε να το είχες αναφέρει αυτό πριν από το γάμο μας;» «Αν θυμάσαι δυσκολεύτηκα πολύ να σε πείσω να με παντρευτείς. Φοβόμουν λοιπόν πως αν μάθαινες ότι έχω χρήματα, θα σχημάτιζες λάθος γνώμη για μένα. »Έτσι κι αλλιώς, δεν είναι κακό που έχουμε λίγα χρήματα να ζήσουμε τη ζωή μας όπως θέλουμε...» «Εντάξει λοιπόν, τι να κάνω, θα το δεχτώ κι αυτό όπως δέχτηκα και όλα τα άλλα». «Σ' αγαπώ», είπε ο Τζος και τη φίλησε τρυφερά, προκαλώντας αμηχανία στον ατζέντη του. Η Φλόρα του χαμογέλασε με λατρεία και σηκώθηκε από τη θέση της. «Κύριοι, σας ζητώ να με συγχωρήσετε, γιατί νιώθω μια εξάντληση και θα ήθελα να ξαπλώσω λίγο πριν γυρίσει ο Λίαμ από το σχολείο». «Μην ανησυχείς για τον Λίαμ. Ξεκουράσου όσο θέλεις, θα τον αναλάβω εγώ», της είπε τρυφερά ο Τζος, ακολουθώντας με τα μάτια του κάθε βήμα της, μέχρι που βγήκε από το δωμάτιο.
Ο Τζος ανέβηκε στην κρεβατοκάμαρα αρκετές ώρες αργότερα, αφού πρώτα ξεμπέρδεψε με το βραδινό μπάνιο του Λίαμ και παραξενεύτηκε όταν τη βρήκε να κοιμάται ακόμη. Παρ' όλα αυτά, αποφάσισε πως δεν υπήρχε λόγος να την ξυπνήσει και πήγε να βάλει το μικρό στο κρεβάτι του. Αρκετή ώρα αργότερα, και αφού είχε διαβάσει στον Λίαμ μερικές από τις αγαπημένες του ιστορίες, επέστρεψε στην κρεβατοκάμαρα, ανοίγοντας αθόρυβα την πόρτα για να μην την ξυπνήσει, και έμεινε σαν στήλη άλατος στη θέση που βρέθηκε μόλις την είδε διπλωμένη στο πάτωμα. «Τι κάνεις διπλωμένη στο πάτωμα;» Η Φλόρα σταμάτησε τις τεχνητές αναπνοές και τον κοίταξε με άγριο ύφος. «Εσύ τι νομίζεις ότι κάνω», τον αποπήρε συνεχίζοντας τις αναπνοές της. «Ω Θεέ μου!» αναφώνησε εκείνος, παγωμένος από το φόβο του. «Μη μου πεις ότι ήρθε η ώρα, δεν είναι δυνατόν...» «Θες να βάλουμε στοίχημα;» ρώτησε ξέπνοα εκείνη, βγάζοντας μια πονεμένη κραυγή. «Πάω να καλέσω ασθενοφόρο», της είπε και έβαλε τα χέρια στις τσέπες για να κρύψει το τρέμουλο του. «Κάλεσα εγώ ασθενοφόρο πριν από λίγη ώρα, αλλά πολύ φοβάμαι μήπως αργήσουν...» «Μη φοβάσαι τίποτα, όλα θα πάνε καλά», την καθησύχασε ο Τζος, γονατίζοντας μπροστά της. «Ξύπνησα από τους πόνους και τηλεφώνησα αμέσως στην κλινική», εξήγησε σχεδόν απολογητικά εκείνη. «Δεν ήθελα να καταλάβεις τίποτα προτού να έρθουν». «Ηρέμησε, καλή μου, το μόνο που έχει σημασία αυτή τη στιγμή είναι να παραμείνεις ήρεμη και να παίρνεις βαθιές αναπνοές...» Οι στιγμές που ακολούθησαν ήταν γεμάτες ένταση για τον Τζος, αλλά πάλεψε σιωπηλά με τους φόβους του, χωρίς να χάσει ούτε στιγμή την πίστη του ότι όλα θα έχουν αίσιο τέλος. Όταν έφτασε η στιγμή να κρατήσει τη νεογέννητη κορούλα τους στην αγκαλιά του, ήταν ακόμα τόσο πανικόβλητος που
δε συνειδητοποίησε τα δάκρυα ευτυχίας που κυλούσαν στα μάτια του. «Είναι πανέμορφη», είπε με καμάρι, αλλά στην πραγματικότητα όλη η προσοχή του ήταν στραμμένη στην πολυαγαπημένη γυναίκα του που προσπαθούσε να σκουπίσει τα δάκρυα που ανέβλυζαν ασταμάτητα από τα μάτια της. «Αυτό που μετράει πιο πολύ απ' όλα είναι ότι είσαι μια χαρά». «Αισθάνομαι υπέροχα», παραδέχτηκε εκείνη, κοιτάζοντας τον με εξεταστικό βλέμμα. «Απ' ότι βλέπω κι εσύ μια χαρά φαίνεσαι». «Νιώθω... νιώθω την τρελή επιθυμία να ξεκαρδιστώ στα γέλια σαν ηλίθιος». «Εμπρός λοιπόν», τον παρότρυνε εκείνη. «Γέλασε με όλη τη δύναμη της ψυχής σου. Τα καταφέραμε». «Μόνο μαζί μπορούσαμε να δημιουργήσουμε αυτό το μικρό θαύμα», είπε εκείνος, χαϊδεύοντας απαλά το κεφαλάκι του μωρού. «Και έχουμε όλον το χρόνο μπροστά μας για να δημιουργήσουμε και άλλα μικρά θαύματα».