eκεί, όπου ο μalraux συνάντησε την περσεφόνη. eνα μουσείο χωρίς τοίχους.
eκεί, όπου ο malraux συνάντησε την περσεφόνη. ενα μουσείο χωρίς τοίχους.
εκεί, όπου ο μalraux συνάντησε την περσεφόνη. ενα μουσείο χωρίς τοίχους.
Πλυτάς Σάββας
καθηγήτριες:
Αριάδνη Βοζάνη Βάνα Ξένου
Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Αθήνα-Ελευσίς 2017
*Αφορμή της παρούσας διάλεξης αποτέλεσε η εμπειρία της συνθετικής διαδικασίας αρχιτεκτονικού σχεδιασμού της διπλωματική εργασίας “Εκεί, όπου ο Malraux συνάντησε την Περσεφόνη | Ένα μουσείο χωρίς τοίχους”, σε συνεργασία με τον Κανακόπουλο Θεόδωρο, υπό την επίβλεψη των Καθηγητριών κ. Α. Βοζάνη και κ. Β.Ξένου, το Ακαδημαϊκό Έτος 2015-2016, στη σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
εκεί, όπου ο μalraux συνάντησε την περσεφόνη. ενα μουσείο χωρίς τοίχους.
Ο André Malraux και η Περσεφόνη,
ο Γάλλος πολιτικός και συγγραφέας του 20ου αιώνα, η μυθική Παρθένος-Κόρη-Θεά της αρχαιότητας, το Le Musée Imaginaire ή το Φανταστικό Μουσείο του André Malraux του 1965 μ.χ. ο Ομηρικός Ύμνος εις Δήμητραν και Περσεφόνη του 610 π.χ. Η συνάντηση δύο προσώπων και δύο κειμένων, 2.575 ετών διαφοράς, στην Ελευσίνα του 21ου αιώνα.
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Π ΡΟΘΕΣ Η
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
[ Πρόθεση ] Ως πρόθεση της παρούσας μελέτης ορίζεται η διερεύνηση του θέματος: “Ένα μουσείο χωρίς τοίχους”. Το θέμα αφορά σε έναν τρόπο εργασίας και μία μεθοδολογία προσέγγισης, ερμηνείας και διαχείρισης τόπων αρχαιολογικής κληρονομιάς και έργων τέχνης του παρελθόντος. Εν γένει, αφορά στη “χωρίς τοίχους”, διανοητική διαδικασία αρχιτεκτονικού συνθετικού σχεδιασμού ενός Μουσείου του 21ου αιώνα. Προς αυτή τη κατεύθυνση, η υπόθεση της παρούσας μελέτης ορίζεται “Εκεί, όπου ο Malraux συνάντησε την Περσεφόνη”. Ο τίτλος αποκαλύπτει έναν τόπο, ένα γεγονός και δύο πρόσωπα. Ως το “Εκεί”, τόπος συνάντησης και επεξεργασίας αυτής της θεώρησης, θα ορισθεί η Ελευσίνα. Το Μουσείο, ως αρχιτεκτονική πράξη, έχει ανάγκη να θεμελιωθεί σε έναν τόπο και να φέρει εντός του το υλικό και άυλο περιεχόμενο του τόπου αυτού. Ο André Malraux, εκπρόσωπος της έννοιας και των αρχών του Μουσείου και η Περσεφόνη, η μυθική Παρθένος-Κόρη-Θεά της Ελευσίνος, θα συναντηθούν “Εκεί”, και ίσως μέσω ενός εσωτερικού διαλόγου πρόσληψης, ερμηνείας και νοηματοδότησης των κειμένων, των ιδεών και των συμβόλων που αντιπροσωπεύουν, θα καταφέρουν να φωτίσουν την απόπειρα θεμελίωσης ενός Μουσείου του 21ου αιώνα για την Ελευσίνα. Δια μέσου του André Malraux, πρόκειται να παρουσιαστεί μία προσέγγιση της έννοιας του Μουσείου κατά τον 21ο αιώνα και μία διαδικασία πρόσληψης και ερμηνείας των τόπων και των έργων τέχνης του παρελθόντος, η οποία αποσκοπεί στη δημιουργία μίας μεθοδολογίας αρχιτεκτονικού σχεδιασμού των χώρων διαχείρισης του παρελθόντος και των έργων της τέχνης. Δια μέσου της Περσεφόνης, πρόκειται να παρουσιαστεί ένας σύγχρονος τρόπος προσέγγισης και ερμηνείας της ιστορικής, κοινωνικής, πολιτικής, πολιτιστικής, θρησκευτικής, φιλοσοφικής και ψυχολογικής σημασίας των αρχαίων πηγών, ο οποίος αποσκοπεί στην πρόσληψη του διαχρονικού και οικουμενικού νοήματος των τόπων αρχαιολογικής κληρονομιάς.
| ΕΙ Σ Α Γ Ω Γ Η
9
| Τ ΟΠΟΣ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
Γιατί η Ελευσίνα
;
[ Τόπος ]
Ο τόπος της Ελευσίνος είναι ταυτόχρονα αφορμή και προϋπόθεση για μία τέτοια απόπειρα.
Η διαδικασία αρχιτεκτονικού συνθετικού σχεδιασμού ενός Μουσείου του 21 αιώνα προϋποθέτει μία αρχέτυπη πνευματική, ψυχική και σωματική Μύηση εντός του κόσμου της τέχνης. Ένα κλείεσθαι τους οφθαλμούς και μία κάθοδο στις αρχαίες πηγές, στα αρχέτυπα σύμβολα και στις αρχές της ανθρώπινης δημιουργίας του παρελθόντος. Εκεί, όπου κανείς θα βίωνε την εμπειρία μίας πραγματικής Εποπτείας της α-λήθειας της τέχνης, τη θεώρηση της σχέσεως του ανθρώπου με τον άνθρωπο, και τη σχέση αυτού με τον τόπο, τη φύση, τον κόσμο και τη δημιουργία.
ου
Το Μουσείο του 21ου αιώνα, προκειμένου να θεμελιωθεί, προϋποθέτει μία τομή στο χώμα και μία αυτοψία στο σώμα και την ψυχή του τόπου της Ελευσίνος. Η τομή αυτή είναι το μυθικό ρήγμα, που διανοίγει η Γαία για την Κόρη στην Ελευσίνα. Είναι η υπόσχεση των Ελευσινίων Μυστηρίων, το χάσμα όπου ένα άπειρο παρελθόν και ένα άπειρο μέλλον συνδέονται σε μία κυκλική εποπτεία της φύσης και του κόσμου.
“Εκεί”, εν μέσω χωρικού και χρονικού ρήγματος, ο Malraux θα συναντήσει την Περσεφόνη, ως αρχέτυπο σύμβολο. Το πνεύμα και η ψυχή του τόπου θα αναδυθούν ως α-λήθεια εντός ενός “Μουσείου χωρίς τοίχους”. 10
| Ε Ι ΣΑ ΓΩΓΗ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
[ Πρόσωπα ] Γιατί ο André Malraux και η Περσεφόνη
| Π ΡΟΣ Ω Π Α
;
Ο André Malraux θα ορίσει το Μουσείο του 21ου αιώνα, ως Φανταστικό και θα θέσει τις αρχές περί διαχειρίσεως παρελθόντος και ανθρώπινου πολιτισμού και τη διαδικασία προσέγγισης ενός σύγχρονου αρχιτεκτονικού συνθετικού σχεδιασμού. Το Μουσείο άλλοτε ήταν μια κατάφαση, το Φανταστικό Μουσείο είναι μια διερώτηση του τώρα! Είναι εκείνο, το οποίο φέρει εντός του ό,τι έχει απομείνει από την ανθρώπινη δημιουργία και ως τέτοιο είναι αποσπασματικό, διανοητικό και πνευματικό, φανταστικό. Το Μουσείο θα ξαναβρεί το νόημα του, μόνο όταν θα πάψει να συγχέει το έργο τέχνης με ένα οποιοδήποτε αντικείμενο. Το έργο τέχνης δεν είναι ένα αντικείμενο, είναι μια φωνή. Το Φανταστικό Μουσείο είναι η υπόσχεση της επιστροφής στο παρόν όλων των έργων, των μορφών και των συμβόλων, τα οποία χάθηκαν στη σιωπή. Η Περσεφόνη θα αποκαλύψει την ιστορική, θρησκευτική, κοινωνική, πολιτική, πολιτιστική, φιλοσοφική και ψυχολογική α-λήθεια όλων αυτών των συμβόλων, τα οποία αποκρύφθηκαν εντός του Ομηρικού Ύμνου και των Ελευσινίων Μυστηρίων. Εντός του Φανταστικού Μουσείου, η Κόρη είναι το αρχέτυπο σύμβολο, που εκ φύσεως, συμ-βάλει, θέτει κάτι μαζί, καταστεί κάτι ορατό ή επιτρέπει σε κάτι να φανεί, εντός ενός όλου του κόσμου της τέχνης. Ο Ομηρικός Ύμνος και τα Ελευσίνια Μυστήρια, για το Φανταστικό Μουσείο είναι η σκιαγράφηση της αρχέτυπης εσωτερικής ατμόσφαιρας και η ιχνογράφηση της σωματικής, ψυχικής και πνευματικής βιωματικής εμπειρίας του ανθρώπου εντός αυτού του χώρου, ο οποίος δύναται να υποδεχθεί όλους τους χώρους και όλους τους χρόνους, όλα τα έργα και τις μορφές, όλα τα σύμβολα του κόσμου της Ελευσίνος.
Ο André Malraux φέρει τις αρχές και την τάξη, θέτει τα θεμέλια του χώρου, ο οποίος δύναται να φέρει εντός του, ό,τι έχει απομείνει από την ανθρώπινη δημιουργία του παρελθόντος της Ελευσίνος. Η Περσεφόνη φέρει εντός αυτού του χώρου το νόημα, τα σύμβολα και την ψυχή του τόπου της Ελευσίνος.
| ΕΙ Σ Α Γ Ω Γ Η
11
| ΠΕ ΡΙ Ε ΧΟΜΕ ΝΑ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
O.
[ Εισαγωγή ]
[ Ελευσίς / Έλευσις ] [ 2+1 Αφίξεις ]
i. ii. iii.
. . .
IΙ.
[ Έτερος Τόπος ]
ΙΙ.
i. ii. iii. iv. v.
. . . . .
39. 41. 43. 45. 47.
i. ii. iii. iv. v.
IV.
Άφιξη της Θεάς Άφιξη του Κύκλου Άφιξη του Αρχαιολόγου
Κληρονομιά Παλίμψηστο Μεταξύ Παρελθόντος και Μέλλοντος Ετεροτοπία Πόλη | Μουσείο
[ Εντός | Εκτός ] . . . . .
Πόλη Αρχαιότητα Βιομηχανία Θάλασσα Αρχείο
i. ii.
i. ii.
Ι. 25. 29. 33.
ΙΙΙ. 51. 57. 65. 71. 75.
[ Εκεί, όπου ο Malraux συνάντησε την Περσεφόνη ]
[ André Malraux ]
| Ε Ι ΣΑ ΓΩΓΗ
21.
I.
III.
12
9.
. .
Το Φανταστικό Μουσείο Το Φανταστικό Μουσείο της Ελευσίνος
79. 81. 85.
[ Περσεφόνη ]
99.
. .
102. 103.
Ομηρικός Ύμνος Ελευσίνια Μυστήρια
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
109. V. 113. 117. 119. 121. 125.
VΙ. 137. 139. 141. 144. 145.
VII. 155. 156. 157.
163 167.
| Π ΕΡΙ ΕΧ ΟΜΕΝ Α
[ Προ - Έλευσις ] [ Αρπαγή ] Ωκεανίδες Νύμφες Ιώ - Δήμητρα Αθήνα - Άρτεμις - Περσεφόνη Περσεφόνη - Εκάτη - Δήμητρα Δήμητρα - Γαία
. . . . .
[ Θρήνος ] Δήμητρα - Ποσειδών Δήμητρα - Μέδουσα - Περσεφόνη Περσεφόνη - Αϊδονεύς Μέδουσα - Βαυβώ - Δήμητρα Σύμβολα
. . . . .
[ Τελετή ] Μύησις Τέλεσις Εποπτεία
. . .
[ Ένα μουσείο χωρίς τοίχους ]
V. i ii iii iv v
VI. i ii iii iv v
VII. i ii iii
VIII.
[ André Malraux ] .
173. 193.
[ Περσεφόνη ] Βιβλιογραφία
.
| ΕΙ Σ Α Γ Ω Γ Η
13
| ΠΕ ΡΙ Ε ΧΟΜΕ ΝΑ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
I i.
[ Ελευσίς / Έλευσις ] [ 2+1 Αφίξεις ] Ο ορισμός ενός χωρικού και χρονικού πεδίου αναφοράς, μέσω 2+1 Αφίξεων. Η Άφιξη της Θεάς –Αρχαιότητα– και η Άφιξη του Κύκλου –Βιομηχανία– παρουσιάζονται ως αιτίες των δυο περιόδων της ιστορίας του τόπου, ενώ η Άφιξη του Αρχαιολόγου, ως αφορμή μελέτης της Ελευσίνος από τη σκοπιά της Ιστορίας και της Αρχαιολογίας, συνθήκη απαραίτητη για την γνωριμία του τόπου.
ii.
[ Έτερος Τόπος ]
iii.
[ Εντός | Εκτός ]
II 14
| Ε Ι ΣΑ ΓΩΓΗ
Tί άφησε πίσω του το παρελθόν του τόπου; Η ανάπτυξη μίας υπόθεσης για τον Έτερο Τόπο της Ελευσίνος, δια μέσου των εννοιών: Κληρονομιά, Παλίμψηστο, Παρελθόν|Μέλλον, Ετεροτοπία, Πόλη|Μουσείο. Ο εντοπισμός ενός πεδίου πρακτικής εφαρμογής της θεωριτικής υπόθεσης μεταξύ Πόλης, Αρχαιολογικού - Βιομηχανικού χώρου, Θάλασσας – Α, Β, Π, Θ–.
Η αρχιτεκτονική, χωρική και χρονική μελέτη, καταγραφή, περιγραφή και αρχειοθέτηση, σε ό,τι απέμεινε από την ανθρώπινη δημιουργία και σε ό,τι άφησε πίσω του το παρελθόν της Ελευσίνος, Εντός|Εκτός του πεδίου – Α, Β, Π, Θ – μεταξύ Πόλης, Αρχαιολογικού - Βιομηχανικού χώρου, Θάλασσας.
[ Εκεί, όπου ο Malraux συνάντησε την Περσεφόνη ] Ο André Malraux φέρει το συμπέρασμα της Ελεύσεως [I] και την αφορμή της δημιουργίας ενός Φανταστικού Μουσείου, ως απάντηση στον προβληματισμό περί διαχειρίσεως του –τι άφησε πίσω του το παρελθόν του τόπου–. Το Φανταστικό Μουσείο του André Malraux φέρει την τάξη, τις αρχές και τη μεθοδολογία προσέγγισης και σχεδιασμού ενός Μουσείου για την Ελευσίνα. Η Περσεφόνη φέρει την αφορμή για τον προβληματισμό της ΠροΕλεύσεως [II]. Ένα Φανταστικό Μουσείο θα μπορούσε να υπάρξει παντού. Για την Ελευσίνα το Φανταστικό Μουσείο θα έπρεπε να φέρει εντός του όλα τα σύμβολα της ψυχής του τόπου, τα οποία αποκρύπτονται εντός του Ομηρικού Ύμνου και των Ελευσινίων Μυστηρίων.
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
[ Προ - Έλευσις ] [ Αρπαγή ]
| Π ΕΡΙ ΕΧ ΟΜΕΝ Α
IΙΙ i.
Η Αρπαγή της Κόρης, ως απαρχή του Ομηρικού Ύμνου εις Δήμητραν και Περσεφόνη και ως αφορμή για την σκιαγράφηση των αρχέτυπων χωρικών και χρονικών εμπειριών εντός του Φανταστικού Μουσείου της Ελευσίνος. Η εθνολογική, ιστορική, θρησκευτική, κοινωνικοπολιτική, πολιτιστική, ηθική, φιλοσοφική και ψυχολογική ανάλυση των αρχέτυπων γυναικείων συμβόλων.
[ Θρήνος ]
ii.
Ο συσχετισμός Ομηρικού και Αρκαδικού Ύμνου εις Δήμητραν και Περσεφόνη, ο Θρήνος ως αποτέλεσμα της Αρπαγής και ως αφορμή ανάλυσης του συμβολικού περιεχομένου της σχέσεως Δήμητρας και Περσεφόνης, Μητέρας και Κόρης. Η εννοιολογική πρόσληψη της ψυχής του τόπου και η αποκάλυψη του κοινού συμβολικού περιεχομένου της Ελευσίνος και του Φανταστικού Μουσείου από την ανάσυρση του Πέπλου της Βαυβούς.
[ Ελευσίνια Μυστήρια ] Η ακολουθία της ιεράς πομπής των Ελευσινίων Μυστηρίων και η ενεργός μετοχή εντός μίας διανοητικής Μυήσεως, Τελετουργίας και Εποπτείας, ως αιτία ιχνογράφησης μίας βιωματικής κίνησης του σώματος εν χώρω και χρόνω και μίας πνευματικής και ψυχικής εμπειρίας εντός του Φανταστικού Μουσείου της Ελευσίνος.
[ Ένα μουσείο χωρίς τοίχους ] Η συνάντηση του Malraux και της Περσεφόνης αποκαλύπτει Ένα μουσείο χωρίς τοίχους. Ως εκ τούτου, προκύπτει η συγκρότηση ενός αρχιτεκτονικού λεξιλογίου συνθετικού σχεδιασμού της χωρικής και χρονικής ατμόσφαιρας και της σωματικής, ψυχικής και πνευματικής εμπειρίας του Μουσείου του 21ου αιώνα της Ελευσίνος. Αφορμή της παρούσας εργασίας στάθηκε αποκάλυψη της σκέψης πίσω από την πράξη, η αποκάλυψη της εμπειρίας του αρχιτεκτονικού συνθετικού σχεδιασμού και ως εκ τούτου ακολουθεί το αρχιτεκτονικό υλικό της διπλωματική εργασίας, “Εκεί, όπου ο Malraux συνάντησε την Περσεφόνη | Ένα μουσείο χωρίς τοίχους”.
iii.
IV | ΕΙ Σ Α Γ Ω Γ Η
15
| ΔΟ ΜΗ
16
| Ε Ι ΣΑ ΓΩΓΗ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Δ ΟΜΗ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
[ Δομή ] Η παρούσα διάλεξη δομείται σε 3 θεματικές ενότητες Ι. [ Ελευσίς/Έλευσις ], ΙΙ. [ Εκεί, όπου ο Malraux συνάντησε την Περσεφόνη ], ΙΙΙ. [ Προ-Έλευσις ] και τα συμπεράσματα IV. [ Ένα μουσείο χωρίς τοίχους ]. Οι θεματικές ενότητες I.II.III.IV. συνδέονται μεταξύ ανά δύο υπό τη μορφή αιτίου - αποτελέσματος. Οι θεματικές ενότητες Ι. [ Ελευσίς / Έλευσις ] και ΙΙ. [ Προ-Έλευσις ] εμπεριέχουν από 3 κεφάλαια η κάθε μία, [ Ι, ΙΙ, ΙΙΙ ] και [ V, VI, VII ] αντιστοίχως, και η μελέτη αποτελείται από 9 κεφάλαια, 1 εισαγωγικό, 3, 1 συνδετικό, 3, 1 συμπερασματικό. Εντός της θεματικής ενότητας Ι. [ Ελευσίς / Έλευσις ] : . Το κεφάλαιο [ Ι.] έχει χαρακτήρα εισαγωγικό. . Το κεφάλαιο [ ΙΙ.] αφορά στην κλιμακωτή ανάπτυξη της θεώρησης, η οποία καταλήγει σε συμπέρασμα εντός του υποκεφαλαίου [ ΙΙ.v ] . Το κεφάλαιο [ ΙΙΙ.] αφορά στην ανάλυση του πεδίου εφαρμογής της θεώρησης, η οποία καταλήγει σε συμπέρασμα εντός του υποκεφαλαίου [ ΙΙΙ.v ] Στο ενδιάμεσο της γραφής, ως συνδετικό κρίκος τοποθετείται το κεφάλαιο ΙΙ. “Εκεί, όπου ο Malraux συνάντησε την Περσεφόνη”. Η άφιξη του Malraux, αφορά στο συμπέρασμα της θεματικής ενότητας Ι. [ Ελευσίς / Έλευσις ], ενώ η άφιξη της Περσεφόνης, ως αποτέλεσμα της άφιξης του Malraux, αφορά στην αφορμή της θεματικής ενότητας ΙΙΙ. [ Προ-Έλευσις ]. Εντός της θεματικής ενότητας ΙΙΙ. [ Προ-Έλευσις ] : . Το κεφάλαιο [ V.] αφορά σε κλιμακωτή ανάλυση, η οποία συμπυκνώνει την ουσία της εντός των υποκεφαλαίων [ VΙ. iv, v ]. . Το κεφάλαιο [ VI.] αφορά σε κλιμακωτή εμβάθυνση, η οποία καταλήγει σε συμπέρασμα εντός του υποκεφαλαίου [ VΙ.v ]. . Το κεφάλαιο [ VΙΙ.] έχει χαρακτήρα συμπερασματικό. Η θεματική ενότητα ΙΙΙ. [ Προ-Έλευσις ] έχει τον χαρακτήρα αναζήτησης της προελεύσεως της ουσίας και της αλήθειας που αποκρύπτονται στα συμπεράσματα της θεματικής ενότητας Ι. [ Ελευσίς / Έλευσις ], στα συμπεράσματα της προσωπικής ελεύσεως στον τόπο της Ελευσίνος. Τέλος, τοποθετείται ως συμπέρασμα το κεφάλαιο IV. [ Ένα μουσείο χωρίς τοίχους ]. | ΕΙ Σ Α Γ Ω Γ Η
17
| ΔΟ ΜΗ
18
| Ε Ι ΣΑ ΓΩΓΗ
| Δ ΟΜΗ
Α. Ανάλυση Υ. Υπόθεση Σ. Συμπέρασμα
| ΕΙ Σ Α Γ Ω Γ Η
19
Ι 20
Ε λ ε υ σ Ί ς / Έ λ ε υ σ ις
21
| Ε Λ Ε ΥΣΊ Σ / ‘ Ε Λ Ε ΥΣΙ Σ
22
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΕΛ ΕΥΣ Ί Σ / ‘ ΕΛ ΕΥΣ Ι Σ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
[ Ελευσίς / Έλευσις ] /. Άφιξη Ελευσίς είναι το όνομα του τόπου κατά την αρχαία ελληνική γλώσσα. Πρόκειται για μία λέξη, ετυμολογικά προερχόμενη της λέξεως έλευσις του ρήματος ελεύσομαι - έρχομαι, γεγονός το οποίο κατά την αρχαία ελληνική γραμματική, σχετίζεται με την μετάθεση φωνηέντων των λέξεων. Ελευσίς ή Έλευσις, το όνομα του τόπου αποκαλύπτει μία Άφιξη, τον ερχομό ενός μη αυτόχθονου γεγονότος και το τέρμα ενός πολυώδυνου ταξιδιού, για την αποκατάσταση ενός πανάρχαιου συμβολισμού και την αποκάλυψη ενός βιολογικού, κοινωνικού, πολιτικού, πολιτιστικού, θρησκευτικού και πνευματικού κέντρου. Ο τόπος, πρωτού ονομαστεί Ελευσίς, έφερε το όνομα Σαισαρία, προερχόμενο του ονόματος της μυθολογικής κόρης της περιοχής Σαισάρα, η χαμογελαστή κόρη, το οποίο αποκαλύπτει την Περσεφόνη του Ομηρικού Ύμνου. Η Ελευσίς, μέσω του συμβολικού περιεχομένου του Ομηρικού Ύμνου, αναφέρεται στην ευμενή όψη του Κάτω Κόσμου του Άδη, αφότου αφίχθησαν στην αρχαία πόλη τα Ελευσίνια Μυστήρια, η Δήμητρα και η Περσεφόνη. Αποκαλύπτει το μετά θάνατον τόπο της ευτυχισμένης αφίξεως της αρχαιότητας: το Ηλύσιον Πεδίον.1 Ο ερχομός αυτός, ως εγγύηση Μητέρας και Κόρης, έγινε στόχος της ελληνικής ύπαρξης εντός του αρχαίου κόσμου για την μακαριότητα των Μυημένων στα Ελευσίνια Μυστήρια.2 Η θεματική ενότητα Ι. [ Ελευσίς / Έλευσις ] αφορά σε μία προσωπική άφιξη επί του τόπου, ως αφετηρία της παρούσας εργασίας, μέσω ενός σχήματος 2+1 ιστορικών Αφίξεων, οι οποίες όρισαν την πόλη της Ελευσίνος, ως τον κατεξοχήν τόπο της αφίξεως.
1. – C. Kerenyi [1962], Eleusis: Archetypical Image of
Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος
2. Μακαρισμοί των Μυημένων στα Ελευσίνια Μυστήρια: – Ομηρικός Ύμνος “…Τρισμακάριστοι είναι, όσοι από τους θνητούς, αφού παρακολούθησαν αυτές τις τελετές, κατέβηκαν στον Άδη. Μόνο για αυτούς υπάρχει εκεί ζωή, όλοι οι υπόλοιποι θα είναι κακότυχοι…” [ σ. 57 ] – Σοφοκλής “…Μακάριος όποιος, αφού δει αυτά, πάρει το δρόμο για τον κάτω κόσμο, γνωρίσει το τέλος της ζωής και την αρχή που χαρίζει ο Δίας…” [ σ. 57 ] – Πίνδαρος “…και όμως πρέπει να επισκεφτείς τη Αττική Γη, για να δεις εκείνες τις νύχτες των ιερών τελετών της Δήμητρας, και ενόσω βρίσκεσαι με τους ζωντανούς, θα είναι ο νους σου ξέγνοιαστος, και όταν πας να συναντήσεις τους περισσότερους, θα είναι ελαφρότερος…” [ σ. 57 ] – Κριναγόρας “…Όσοι συμμετέχουν σε αυτά βρίσκονται σε μία καλύτερη μοίρα όσον αφορά το τέλος της ζωής τους και ολόκληρο τον αιώνα…” [ σ. 57 ] – Ισοκράτης αναφ: C. Kerenyi [1999], Eleusis: Archetypical Image of Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 58-60 ]
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I
23
24
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| 2 +1 Α Φ Ι Ξ ΕΙ Σ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
[ 2+1 Άφίξεις ] Ι. Άφιξη της Θεάς Η απαρχή της Ελευσίνος είναι ασαφής. Ο τόπος φέρει τα πρώτα ίχνη ανθρώπινου οικισμού περί το 1900-1600 π.Χ., στις πλαγίες του ανατολικού άκρου της λοφοσειράς, που σχηματίζεται στη νοτιοδυτική άκρη του Πεδίου της Θρίας, το οποίο εκτείνεται από τον Ελευσίνιο Κόλπο έως την Πάρνηθα, το όρος Αιγάλεω και Ποικίλο και διασυνδέεται με την Αττική γη διαμέσου της Ιεράς οδού. Κατά την Υστεροελλαδική περίοδο, περί το 1580-1500 π.Χ. ο οικισμός αντικαταστάθηκε από μία σειρά οικισμών στις πλαγιές και την κορυφή της οροσειράς και αποτέλεσε την αρχαία πόλη της Ελευσίνος.3 Η άφιξη της Θεάς τοποθετείται από τον Ομηρικό Ύμνο κατά τους μυκηναϊκούς χρόνους (1500-1425 π.Χ). Ένας από τους οικισμούς της περιόδου αυτής στο Πεδίου της Θρίας, ταυτίστηκε με το βασίλειο του μυθικού Κελεού, ο οποίος αναφέρεται ως βασιλιάς της περιοχής, στην οποία κατέφθασε η Θεά μετά την εννεαήμερη περιπλάνηση της στον κόσμο. Ο Κελεός, του οποίου το όνομα σημαίνει δρυοκολάπτης, φαντάζει περισσότερο ως ένα μυθικό ον του δάσους, κάποιας αρχέγονης πρώτης φυλής, παρά ως πρόγονος κάποιας δυναστείας με το όνομα Κελείδες. Το Μέγαρον Β, οικοδόμημα μυκηναϊκού τύπου, είναι η απόδειξη απαρχής των Ελευσινίων Μυστηρίων κατά τη μυκηναϊκή περίοδο. Η θέση του οικισμού, ως πέρασμα από την Πελοπόννησο στην Αττική και στη Βόρειο Ελλάδα, έφερε και την πρώτη ρήξη Αθήνας-Ελευσίνος. Η σύγκρουση, γεγονός ιστορικό, προσωποποιήθηκε από τους μυθικούς βασιλιάδες, Εύμολπο και Ερεχθέα. Ο Εύμολπος, ετυμολογικά το όν που τραγουδά όμορφα, ήταν ο αρχιερέας, του οποίου η φωνή αναφωνούσε τα ιερά λόγια των Ελευσινίων Μυστηρίων. Εν αντιθέσει του Κελεού και της ανυπαρξίας του γένους των Κελείδων, ο Εύμολπος, αν και μυθικής καταγωγής, ήταν πρόγονος του γένους των Ευμολπίδων. Οι Ευμολπίδες κατάγονταν από θρακικά φύλλα, τα οποία εγκαταστάθηκαν στην Ελευσίνα, εξελληνίστηκαν και αποτέλεσαν τη γενιά όλων των Ιεροφαντών των Ελευσινίων Μυστηρίων.4 Η οριστική υποταγή στην Αθήνα κρίθηκε στα χρόνια του μυθικού Θησέα, όταν ο ήρωας ένωσε την Αθήνα με εννέα πόλεις υπό τον δήμο της Ιπποθοωντίδας φυλής, επιτρέποντας στην πόλη της Ελευσίνος να τελεί τα Ελευσίνια Μυστήρια.5
3. – Γ. Μυλωνάς [1961], Ελευσίς και Ελευσίνια Μυστήρια, Αθήνα, 2010, Εκδόσεις Κυκεών
4. – C. Kerenyi [1962], Eleusis: Archetypical Image of
Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 60-67 ]
5. “...Οι Δελφοί, οι δωρικοί Δελφοί, είναι εκείνοι,
που με ιδιαίτερο χρησμό τους θέτουν τέρμα στους αγώνες μεταξύ του Ερεχθέα και του Ευμόλπου και υποβάλλουνε απευθείας την ανάγκη μιας αγνής τους και βαθιάς συνδιαλλαγής. Πράγμα, που ενώ αποκαλύπτει από τους απώτατους καιρούς μια ουσιώδη αντιστοιχία μεταξύ από τον γνήσιο, από τον πρώτο Δωρισμό, που περιφρουρούσαν το πνεύμα του οι Δελφοί [...] και το αγνό Ελευσίνιο πρόγραμμα και πνεύμα, απ΄τ΄άλλο μέρος, υποβάλλει την βαθύτερη αιτία που ο αγώνας μεταξύ από Αθήνα και Ελευσίνα [...] στην ουσία του δεν θα παύε ποτέ. Κι αυτό, γιατί οι καθαροί του Ελευσίνιου προγράμματος και πνεύματος φορείς, όπου αγωνιζόντανε να ξαπλώσουνε στο δρόμο τους το πνεύμα και το σύνθημα της Δήμητρας, καθ΄ όλα σύμφωνοι σε αυτό με του Δελφούς, που από το αντίστοιχο απαραίτητο επίπεδο αγωνιζόντανε ν΄απλώσουνε στη γη τον ενιαίο Λόγο του Ήλιου, δηλαδή τον λόγο της υπέρτατης, καθολικής Διαιτησίας, εδιαβλέπανε στο “Άστυ”, στην ιδιαίτερη συγκρότηση του “‘Άστεως”, κάθε “Άστεως”, με άλλα λόγια: στη συγκρότηση ενός μοιραία από οποιαδήποτε άποψη, ολιγαρχικού και απομονωτικού οργανισμού, ένα διαρκή και καίριο κίνδυνο για την εξάπλωση των καθαρά καθολικών και οργανικών κοινωνικών επιταγών της Μάνας-Γης...” [ σ. 75 ] – Ά. Σικελιανός [1935], Πεζός Λόγος Γ’, Ελευσίνια Διαθήκη, Αθήνα, 1981, Εκδόσεις Ίκαρος
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I
25
26
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
Κατά τους γεωμετρικούς χρόνους (1100-700 π.Χ.), η λατρεία Δήμητρος και Περσεφόνης καθιερώνεται καθ υπόδειξη χρησμού εντός του Μεγάρου Β και η Ελευσίς αναδεικνύεται ως εξαιρετικής σημασίας βιολογικό κέντρο πλησίον της Αθήνας, από το οποίο ο Τριπτόλεμος, ήρωας του Ομηρικού Ύμνου, θα διαδώσει στην ανθρωπότητα το θέλημα της Θεάς, τα Ελευσίνια Μυστήρια και τη γεωργία. Κατά τους αρχαϊκούς χρόνους εμφανίζεται ο Ομηρικός Ύμνος (610 π.Χ.), τα Ελευσίνια Μυστήρια κατατάσσονται στις Αθηναϊκές εορτές και ιδρύεται το πρώτο ιερό Τελεστήριο (600 π.Χ.). Περί τα μέσα της περιόδου, η λατρεία και το ιερό αποκτούν οικουμενικό χαρακτήρα και στη θέση του παλαιού Τελεστηρίου του Σόλωνος, κατασκευάζεται το Τελεστήριο του Πεισιστράτου (550-510 π.Χ.). Οι περσικοί πόλεμοι (479 π.Χ.) καταστρέφουν το ιερό και το νέο Τελεστήριο οικοδομείται από τον Κίμωνα (479-461 π.Χ.) Έως το τέλος της αρχαϊκής περιόδου στα Ελευσίνια Μυστήρια συμμετέχουν 30.000 μυημένοι. Το οικοδομικό πρόγραμμα του Περικλή (5ος αι. π.Χ.) περιέχει το ιερό Τελεστήριο υπό τα αρχιτεκτονικά σχέδια του Ικτίνου. Η Ελευσίνα περιέρχεται στην Αθηναϊκή Συμμαχία και αναδεικνύεται ως ένας από τους πέντε ιερούς τόπους του αρχαίου ελλαδικού χώρου, ανάμεσα σε Αθήνα, Δελφούς, Δήλο και Ολυμπία. Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους σημειώνεται η ακμή των Ελευσίνιων Μυστηρίων. Ο Αδριανός (117-138 μ.Χ.), ο Αντωνίνος Πίος (138-161 μ.Χ.) και ο Μάρκος Αυρήλιος (161-180 μ.Χ.) ολοκληρώνουν τη μνημειώδη μορφή του ιερού Τελεστηρίου, η μυητική διαδικασία και η εννεαήμερη πομπή γίνονται γνωστές οικουμενικά και κάθε πολίτης της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας έχει δικαίωμα συμμετοχής στα Ελευσίνια Μυστήρια. Η Ελευσίς αναδεικνύεται ως το κέντρο Μυήσεως του τότε γνωστού κόσμου.6,7 Το 170 μ.Χ., τοποθετείται η αρχή της παρακμής και το ιερό καταστρέφεται εν μέρει. Κατά τους χριστιανικούς χρόνους, επί του Θεοδοσίου Α’, τα Ελευσίνια Μυστήρια απαγορεύθηκαν (379 π.Χ.) και η ολοκληρωτική καταστροφή του Τελεστηρίου επήλθε κατά την επιδρομή των βαρβαρικών φυλών των Βησιγότθων και του Αλάριχου, που μετέβαλε το ιερό σε ερείπια (395 μ.Χ.). Κατά τη βασιλεία του Ιουστινιανού, επήλθε και το τέλος της διαιτησίας Αθήνας και Ελευσίνας και της διδασκαλίας της Φιλοσοφικής Σχολής των Αθηνών και των Ελευσινίων Μυστηρίων.8 Η μακρά περίοδος, 2000 χρόνων, της αρχαίας ελληνικής ύπαρξης και των Ελευσινίων Μυστηρίων, θα βρουν το τέλος τους. Τα Μυστήρια ήταν μία υπόσχεση, η οποία συνένωσε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος υπό ένα και μοναδικό αίτημα, ατομικό και συλλογικό. Το πανανθρώπινο αίτημα για ασφάλεια εμπρός στο φόβο του μοιραίου θανάτου και της καταστροφής, προς ευχή μία νέας μορφής πνευματικής και ψυχικής ύπαρξης και συνέχειας. Η νέα περίοδος, άνευ Μυστηρίων, είναι μία νέα μορφή της ελληνικής ύπαρξης εντός του Μεσαίωνα.
| 2 +1 Α Φ Ι Ξ ΕΙ Σ
6. – Κ. Πρέκα Αλεξανδρή [1991], Ελευσίς, Αθήνα,
2007, Υπουργείο Πολιτισμού, Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων
7. – Β. Ξένου, Υλικό για την Ελευσίνα, Αθήνα, 2014, Ε.Μ.Π.
8. – “...Δεν επιτρέπεται να αναφέρω το όνομα του
τωρινού Ιεροφάντη [...] Αυτός προείδε την καταστροφή του ιερού και το τέλος ολόκληρης της Ελλάδας [...] Είχε δηλώσει ξεκάθαρα [...] ότι θα τον διαδεχθεί ένας Ιεροφάντης, που δε θα είχε δικαίωμα να πλησιάσει το θρόνο του Ιεροφάντη, επειδή ήταν αφιερωμένος σε άλλους θεούς και είχε δώσει άρρητους όρκους ποτέ να μην προΐσταται σε άλλες τελετουργίες. Ωστόσο θα προΐστατο, αν και δε θα ήταν ούτε καν κάτοικος των Αθηνών. Το ιερό, θα καταστρεφόταν και θα ερημωνόταν την εποχή του, και ο σφετεριστής θα ζούσε για να το δει αυτό παρά την απεριόριστη φιλοδοξία του. Η λατρεία των δύο Θεαινών θα έσβηνε πριν από το θάνατο του. Εκείνος, πιστός στον όρκο του, δε θα ήταν πλέον Ιεροφάντης, ούτε θα ζούσε για πολύ. Και έτσι έγινε. Μόλις ο άντρας από τις Θεσπιές, που είχε τον βαθμό του πατέρα στα Μυστήρια του Μίθρα, έγινε Ιεροφάντης[...] ο Αλάριχος με τους βάρβαρους του, ξεχύθηκαν από το στενό των Θερμοπυλών, σαν να κατέβαινε τρέχοντας έναν στίβο, ένα πεδίο ποδοπατημένο από άλογα. Οι πύλες τις Ελλάδας είχαν ανοίξει εξαιτίας της ασέβειας εκείνων που, φορώντας τα μελανά τους ενδύματα, εισήλθαν μαζί του ανεμπόδιστα και επειδή καταλύθηκαν οι κανόνες που αφορούσαν τον Ιεροφάντη και ο δεσμός που εξέφραζαν...” – Ευνάπιος, Βίοι Σοφιστών, VII αναφ: C. Kerenyi [1962], Eleusis: Archetypical Image of Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 58-60 ]
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I
27
28
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| 2 +1 Α Φ Ι Ξ ΕΙ Σ
ΙΙ. Άφιξη του Κύκλου Η Ελευσίς, ύστερα από 2000 χρόνια αφάνειας και παρακμής, έμελε να ξαναβρεί την ύπαρξη της στον ελλαδικό χώρο και να αναδυθεί ως ένα εξαιρετικής σημασίας βιολογικό κέντρο για την Αττική γη και ως ένα από τα τρία μεγαλύτερα βιομηχανικά κέντρα του 19ου αιώνα, πλησίον της πρωτεύουσας της Ελλάδος, ακολουθώντας τον Πειραιά και το Λαύριο.
9. – Ν. Μπελαβίλας, Βιομηχανική Κληρονομιά στην Ελευσίνα και το Θριάσιο Πεδίο, Αθήνα, 2011, Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς
Η έναρξη της βιομηχανικής ιστορίας της Ελευσίνος, το 1875 μ.Χ. ταυτίζεται με την άφιξη του “Κύκλου της Ζυρίχης”, ο οποίος αφορά σε μία ομάδα βιομηχάνων, γόνων εφοπλιστών, απόφοιτων του Πολυτεχνείου της Ζυρίχης, που δραστηριοποιήθηκαν στο χώρο της εγχώριας βιομηχανίας, από το τέλος του 19ου αιώνα. Τα 5 πρώτα πρόσωπα: ο Ν. Κανελλόπουλος, ο Λ. Οικονομίδης, ο Ε. Χαρίλαος, ο Α. Χατζηκυριάκος και ο Α. Ζαχαρίου. Η άφιξη του “Κύκλου”, κατ’ εικόνα της αφίξεως της Θεάς από τα πέρατα της οικουμένης 2000 χρόνια νωρίτερα, όρισε την απαρχή μίας νέας βιομηχανικής εποχής για την πόλη της Ελευσίνας. Η βιομηχανική ιστορία της πόλης διακρίνεται σε 3 περιόδους. Η πρώτη αφορά τις χρονολογίες 1875-1906 μ.Χ., η δεύτερη τις χρονολογίες 1923-1939 μ.Χ. και η τρίτη τις χρονολογίες 1948-1971 μ.Χ : Κατά την πρώτη περίοδο, το 1875 ο Ε. Χαρίλαος και ο Ν. Κανελλόπουλος ιδρύουν ενδιάμεσα του αρχαίου τόπου και του παραθαλάσσιου μετώπου, το πρώτο εργοστάσιο, “Ελαιουργείο” και ορίζουν την αρχή της βιομηχανικής ιστορίας της πόλης. Το 1898 o Ε. Χαρίλαος και ο Λ. Οικονομίδης, ιδρύουν ενδιάμεσα του Ελαιουργείου και του αρχαίου τόπου, το δεύτερο εργοστάσιο, “Βότρυς”. Το 1902 ο Α. Χατζηκυριάκος και ο Α. Ζαχαρίου κατασκευάζουν πλησίον των δύο πρώτων, τη βιομηχανία “Τιτάν”. Κατά την δεύτερη περίοδο, κατασκευάζεται το εργοστάσιο “Κρόνος” το 1923 και το εργοστάσιο “Ίρις” το 1925. Το 1930 τα πέντε βιομηχανικά συγκροτήματα απασχολούσαν 1.500 εργάτες και το 1935 ιδρύθηκε το “Εργατικό Κέντρο” της πόλης. Κατά την Τρίτη περίοδο, μετά τη λήξη του Β’Παγκοσμίου Πολέμου, επήλθε και η ακμή της βιομηχανικής ιστορίας της πόλης έως σήμερα. Η Ελευσίνα, στα τέλη του 19ου αιώνα, αποκαλύπτεται κατ’ εικόνα του αρχαίου σιτοβολώνα των Αθηνών, ως το νέο βιομηχανικό λιβάδι της Αττικής γης και κέντρο πρωταρχικής βιολογικής σημασίας. Η απόσταση 20 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα, η σύνδεση της πόλης δια μέσου της Ιεράς οδού και της σιδηροδρομικής γραμμής Πελοποννήσου-Αθήνα-Πειραιά με την Αττική γη και τη Βόρειο Ελλάδα, η ελεύθερη και γόνιμη πεδιάδα του Ράριου Πεδίου μεταξύ Πάρνηθας, Αιγάλεου και Ποικίλου όρους, η ελεύθερη ακτογραμμή και το λιμάνι προς τον Ελευσίνιο κόλπο και η αγροτική παραγωγή αποτέλεσαν ορισμένους από τους λόγους για του οποίους συντελέστηκε η άφιξη της βιομηχανίας.9
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I
29
30
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
Η βιομηχανία, φάνταζε ως η εγγύηση για το μέλλον της ανερχόμενης Ελλάδος, μίας χώρας στο πλαίσιο της βιομηχανικής και τεχνοκρατικής Ευρώπης. Στο μυαλό του σύγχρονου ανθρώπου η βιομηχανία επέφερε μόνο δεινά. Η πραγματικότητα διαφέρει. Η Ελευσίνα ήταν ο τόπος, όπου βρήκαν πρόσφορο έδαφος, άνθρωποι καλλιεργημένοι και πρωτοπόροι, οι οποίοι είχαν όραμα για την ισχυρή παρουσία της Ελλάδος εντός της επιστημονικής και τεχνολογικής Ευρώπης. Η Ελευσίνα ήταν το τέρμα ενός πολυώδυνου ταξιδιού, όπου βρήκαν κατάλυμα, τροφή και μέλλον, 2000 πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής (1922 μ.Χ.), που αποτέλεσαν το εργατικό δυναμικό των βιομηχανιών. Η Ελευσίνα φάνταζε στο μυαλό των ανθρώπων του 19ου και 20ου αιώνα, ως η γη της επαγγελίας, που έφερε την υπόσχεση για ένα καλύτερο αύριο. Το φαινόμενο της αποβιομηχάνισης του 20ου αιώνα δεν απασχόλησε την περίπτωση της Ελευσίνας. Τα εργοστάσια, που υπέστησαν τις συνέπειες του φαινομένου και αποτελούν τα 5 ερείπια της βιομηχανικής αρχαιολογίας είναι το Ελαιουργείο, ο Βότρυς, ο Κρόνος, η Ίρις και η Ελαιουργική. Στο άνοιγμα του 21ου αιώνα, το σύννεφο καπνού που άλλοτε υψωνόταν στην αρχαία πόλη Ελευσίς από το βηματισμό της ιεράς πομπής των Ελευσινίων Μυστηρίων, σκεπάζει την Ελευσίνα, ως ρύπανση του φυσικού περιβάλλοντος. Εκπομπές αερίων και υγρά απόβλητα επέφεραν βαριά μόλυνση. Οι βιομηχανίες επεκτάθηκαν καθ’ όλο το μήκος του παραλιακού μετώπου αποκλείοντας τη θάλασσα από το εσωτερικό και την οικιστική ζώνη και εισχώρησαν εντός της γεωργικής γης του πεδίου. Η κλίμακα του αστικού και αγροτικού τοπίου αλλοιώθηκε. Οι υψικάμινοι των βιομηχανιών αναφύονται, ως άλλα στάχυα, εντός του πλέον βιομηχανικού λιβαδιού του Ράριου Πεδίου.
| 2 +1 Α Φ Ι Ξ ΕΙ Σ
10. “...Εάν κάποιος επρόκειτο να γράψει την
πνευματική ιστορία του αιώνα μας [...] η μεταφορική προσέγγιση όσων πραγματικά συνέβησαν στα μυαλά των ανθρώπων […] το πνεύμα […]θα ξεπροβάλει ωσάν να έχει εξαναγκαστεί να διαγράψει πλήρη κύκλο όχι μία, αλλά δύο φορές, κατά πρώτον όταν δραπέτευσε από την σκέψη στην πράξη και στη συνέχεια όταν η πράξη τον ώθησε, η ορθότερα, λόγω της πράξης ωθήθηκε, πίσω στη σκέψη. Κατά συνέπεια, αξίζει να σημειώσουμε ότι η έκκληση να σκεφτούμε εγείρεται στην παράκαιρη ενδιάμεση περίοδο, η οποία μερικές φορές παρεμβάλλεται καθ΄αυτήν στον ιστορικό χρόνο όταν οι οψιμότεροι ιστορικοί μα και οι δράστες και οι μάρτυρες, οι ίδιοι οι ζωντανοί, συνειδητοποιούν την ύπαρξη ενός μεσοδιαστήματος καθορισμένου ολοκληρωτικά από πράγματα ανύπαρκτα πλέον κι από πράγματα ανύπαρκτα ακόμη. Στην ιστορία αυτά τα μεσοδιαστήματα έδειξαν περισσότερο από μία φορά ότι μπορούν να περιέχουν τη στιγμή της αλήθειας...” [ σ. 20 ] – H. Arendt, Μεταξύ Παρελθόντος και Μέλλοντος, Αθήνα, 1996, Εκδόσεις Λεβιάθαν
Ο άνθρωπος και η πόλη επωμίζονται της συνέπειες της μεταστροφής του πολιτισμού του πνεύματος σε πολιτισμό της μηχανής. 2000 χρόνια πριν, η εγγύηση για το μέλλον του ανθρώπινου γένους ήταν μετοχή στα Ελευσίνια Μυστήρια. Στο σύγχρονο τεχνοκρατικό κόσμο της επιστήμης και της τεχνολογίας, η μυητική παιδευτική διαδικασία μετατράπηκε σε διαδικασία της βιομηχανικής παραγωγής. Αυτή η μετατόπιση του ανθρώπου από τη θρησκεία στην επιστήμη και από τον πνευματικό στον τεχνοκρατικό πολιτισμό είναι το φαινόμενο εκσυγχρονισμού του δυτικού πολιτισμού του 19ου και 20ου αιώνα.10
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I
31
32
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| 2 +1 Α Φ Ι Ξ ΕΙ Σ
ΙΙΙ. Άφιξη του Αρχαιολόγου Μισό αιώνα πρωτού της αφίξεως της βιομηχανίας, το 1812 μ.Χ. τα μέλη της αρχαιολογικής εταιρίας Dilletanti θα αποκαλύψουν τα ερείπια του ιερού Τελεστηρίου και του αρχαίου τόπου της Ελευσίνος. Η Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία εργάζεται ακόμη επί του τόπου, από το 1882 μ.Χ.11 Αυτή είναι και η αρχή της συστηματικής ιστορικής και αρχαιολογικής μελέτης της αρχαιότητας της πόλης και της αναζήτησης του μυστικού των Ελευσινίων Μυστηρίων. Εν γένει, πρόκειται για την μετατροπή του αρχαίου ιερού τόπου της Ελευσίνος σε αρχαιολογικό χώρο. Ο ιερός τόπος του Τελεστηρίου έφτασε στα χέρια ιστορικών και αρχαιολόγων ως αρχέτυπος θεμέλιος λίθος, με όλη τη σκόνη και τη φθορά του χρόνου, η οποία έπρεπε να αποτιναχτεί.12 Ήταν ένα είδος αρχείου, το οποίο κατέγραφε όλα τα πρόσωπα, όλες τις εποχές, όλες τις μορφές και τα σύμβολα και το οποίο, ως αποδεικτικό στοιχείο, έπρεπε να προστατευθεί από τη διάβρωση του χρόνου και του χώρου, και να οργανωθεί σε έναν τόπο ιστορίας της πόλης. Ο θεμέλιος αυτός λίθος μεταμορφώθηκε σε αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνος.13 Η ιστορία και η αρχαιολογία αποπειράθηκαν να θέσουν τα γεγονότα σε μία συνεχή γραμμή χρονολογήσεως και να αποκαταστήσουν την συνολική εικόνα ενός πολιτισμού, σε μία ενιαία ιστορία. Η ασυνέχεια και η ετερογένεια έπρεπε να μειωθούν και να εξαλειφθούν, προκειμένου να εμφανιστεί η συνέχεια του χρόνου. Η συνεχής ιστορία ήταν η εγγύηση, πως ότι διέφυγε από την αντίληψη του ανθρώπου μπορούσε να του επιστραφεί σε μία εποπτεία του παρελθόντος.14
Για την αρχαιολογία, το άρρητο των Ελευσινίων Μυστηρίων έπρεπε να ειπωθεί.
11. – Κ. Πρέκα Αλεξανδρή [1991], Ελευσίς, Αθήνα,
2007, Υπουργείο Πολιτισμού, Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων
12. “…η ιστορία, στην παραδοσιακή της μορφή,
επιχειρούσε να κάνει τα μνημεία του παρελθόντος να θυμηθούν, να τα μεταμορφώσει σε μαρτυρίες και να κάνει να μιλήσουν αυτά τα ίχνη, που από μόνα τους, συχνά δεν είναι καν λεκτικά ή λένε σιωπηλά άλλο πράγμα από εκείνο που λένε…” [ σ. 15 ]
13. “…κάποτε η αρχαιολογία, ως γνωστικός κλάδος των
βουβών μνημείων, των αδρανών ιχνών, των αντικειμένων χωρίς πλαίσιο αναφοράς και των πραγμάτων που είχε αφήσει το παρελθόν έτεινε να γίνει ιστορία και αποκτούσε νόημα μέσα από την αποκατάσταση ενός ιστορικού λόγου, παίζοντας λίγο με τις λέξεις, θα μπορούσαμε να πούμε ότι στις μέρες μας, η ιστορία τείνει να γίνει αρχαιολογία, έσωθεν περιγραφή του μνημείου…” [ σ. 15 ]
14. “...Η συνεχής ιστορία είναι το απαραίτητο σύστοιχο
της θεμελιακής λειτουργίας του υποκειμένου: η εγγύηση ότι όλα όσα του διέφυγαν μπορεί να του αποδοθούν και πάλι, η βεβαιότητα ότι ο χρόνος δεν θα διασπείρει τίποτα χωρίς να το αποκαταστήσει σε μία ενότητα, η υπόσχεση ότι όλα αυτά τα πράγματα [...] το υποκείμενο θα μπορεί κάποια μέρα, με τη μορφή της ιστορικής συνείδησης, να τα ιδιοποιηθεί στο εξής, να κυριαρχήσει πάνω τους και να βρει μέσα σε αυτά ό,τι μπορούμε να αποκαλέσουμε ενδιαιτήματά του...” [ σ. 23 ]
15. “…το πρόβλημα δεν αφορά πλέον την παράδοση
Ο χρόνος, κατά τον 20ου αιώνα, έπαψε να θεωρείται γραμμικός και κατ’ αυτό δεν ενδιαφέρει η αρχή και το τέλος της ιστορίας. Ο θεμέλιος λίθος της Ελευσίνος μεταφορτώθηκε όχι μία, αλλά πολύ περισσότερες φορές στη μακρόχρονη ιστορία του. Πρέπει να γίνει αντιληπτός ως προϊόν επίδρασης πολλών συνισταμένων κοινωνικών, πολιτικών, πολιτιστικών, θρησκευτικών, ηθικών, πνευματικών, ψυχικών φαινομένων ρήξεως και ασυνέχειας της ιστορίας.15
και το ίχνος, αλλά τη διατομή και το όριο, δεν είναι πλέον το πρόβλημα του θεμελίου που διαιωνίζεται, αλλά των μετασχηματισμών που ισχύουν ως θεμελίωση και ανανέωση των θεμελιώσεων…” [ σ. 13 ]
– M. Foucault [1969], Η Αρχαιολογία της Γνώσης, Αθήνα, 1987, Εκδόσεις Έξαντας
Η μελέτη αυτή δεν είναι αρχαιολογική ή ιστορική και δεν αφορά στην εξιστόρηση της γραμμικής συνέχειας του τόπου στο χρόνο. Η ιστορική τοποθέτηση έγινε χάριν της αναγκαιότητας ορισμού ενός γενικού ιστορικού πεδίου αναφοράς. | ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I
33
| Ε Τ Ε ΡΟ Σ Τ ΟΠΟΣ
34
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙ
| ΕΤΕΡΟΣ ΤΟΠ ΟΣ
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I Ι
35
36
“ μ ας εγκατέστησαν κληρονόμους
ΆΝΕΥ ΔΙΑΘΉΚΗΣ ” – René Char, Feuillets d’ Hypnos, Paris,1946
37
38
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΕΤΕΡΟΣ ΤΟΠ ΟΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
[ Έτερος Τόπος ] Ι. Κληρονομιά Ο αφορισμός του René Char “ Μας εγκατέστησαν κληρονόμους άνευ διαθήκης ” 1 ως αφορμή προβληματισμού, εντοπίζει την αδυναμία του ανθρώπου του 21ου αιώνα να αντιληφθεί τι άφησε πίσω του το παρελθόν του τόπου. Εν γένει, καταδεικνύει την αποτυχία, να κατανοήσει κανείς το νόημα της παράδοσης, της κληρονομιάς και του παρελθόντος. Η διαθήκη, ως νομικό έγγραφο, υποδεικνύει κληροδότη και κληρονόμο και παραχωρεί υπάρχοντα του πρώτου στον δεύτερο. Αποκαλύπτει το ποιος, τι, που, πότε, πως και γιατί; Ως ιστορικό έγγραφο, καθιστά εφικτή τη συνέχεια των υπαρχόντων, άυλων και υλικών αντικειμένων, επί του παρόντος. Καθιστά δυνατή μία παράδοση. Άνευ διαθήκης, δεν υπάρχει κληροδοτημένη συνέχεια στο χρόνο, και κατά συνέπεια ούτε ένα παρελθόν, ούτε ένα μέλλον, παρά μόνο η αέναη κυκλική μεταβολή του κόσμου. Άνευ διαθήκης, δεν υπάρχει παράδοση και ιστορία, ούτε κληροδοτημένη μνήμη, μόνο λήθη και απώλεια.2 Άνευ μνήμης, η απώλεια συντελέστηκε τη στιγμή κατά την οποία, ο μοντερνισμός ανήγγειλε στον εαυτό του και στις ανθρώπινες γενεές πως, ο Θεός είναι νεκρός. Απαρνήθηκε την παράδοση, την ιστορία και το πνεύμα του παρελθόντος. Δεν υπήρχαν κληροδοτημένα υπάρχοντα, ούτε όντα, ούτε πνεύματα. Καμία διαθήκη.3 Ο μοντέρνος άνθρωπος θεώρησε πως, όντας ο Θεός απών, είχε έρθει για να ζήσει σε ένα κόσμο, αποκομμένος από τα δεσμά του ιερού σύμπαντος, μόνος να αποδίδει απαντήσεις στα ερωτήματα του για τη σύλληψη της ιστορικής πραγματικότητας. O αφορισμός του René Char, βρίσκει δικαίωση στη ρήση του Alexis de Tocqueville, κατά την οποία “Αφού το παρελθόν έπαυσε να ρίχνει το φώς του στο μέλλον, ο ανθρώπινος νους περιπλανιέται στο σκοτάδι.” 4 Άνευ Θεού, ο νους του ανθρώπου του 20ου αιώνα δεν αναγνώρισε το πνεύμα και το νόημα του αρχαίου ιερού τόπου της Ελευσίνος. Και αυτό διότι, διέφυγε η το τέλος της ιστορίας, η γνώση μίας τελικής Εποπτείας. Τα Ελευσίνια Μυστήρια παρέμειναν άρρητα, η Θεά δεν αποκάλυψε το μυστικό και κατ’ αναλογία δεν παρέδωσε καμία διαθήκη.5 Ο τόπος μόνο, παρέδωσε στα χέρια του μοντέρνου κόσμου ένα αρχιτεκτονικό “έγγραφο”. Κληροδότησε τις γενεές μία αρχιτεκτονική διαθήκη. Ένα γραπτό ως αρχιτεκτονικό παλίμψηστο.
1. – René Char, Feuillets d’ Hypnos, Paris,1946 2. – H. Arendt, Μεταξύ Παρελθόντος και Μέλλοντος, Αθήνα, 1996, Εκδόσεις Λεβιάθαν [ σ. 14-15 ]
3. “...Πρωτού ο άνθρωπος δοθεί στην οικοδόμηση
της κοινωνίας της ευημερίας εφρόντισε να σβήσει από τον ουρανό το μάτι το οποίο “τα πανθ΄ ορά” [...] Εφρόντισε να αφανίσει και όλα τα εισδυτικά βλέμματα του παρελθόντος...” [ σ. 14 ] – Χ. Μαλεβίτσης, Η Εσωτερική Διάσταση, Αθήνα, 1970, Εκδόσεις Δωδώνη
4. – Alexis de Tocqueville, Democracy in America, New York, 1945
5. “...Δεν υπήρχε κανένας νους για να κληρονομήσει και να αναζητήσει, να στοχαστεί και να ενθυμηθεί. Η ουσία είναι ότι τους διέφευγε η πλήρωση, την οποία βέβαια, όπως σε κάθε τελεσμένο συμβάν, πρέπει να έχουν κατά νου όσοι πρόκειται να αφηγηθούν την ιστορία και να επιβεβαιώσουν το νόημα της, και δίχως τούτη τη σύννοη πλήρωση μετά την πράξη, χωρίς την συνάρθρωση που επιτελείται με την ανάμνηση, απλά δεν υφίσταται ιστορία για να ειπωθεί...” [ σ. 15 ]
– H. Arendt [1961], Μεταξύ Παρελθόντος και Μέλλοντος, Αθήνα, 1996, Εκδόσεις Λεβιάθαν
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I Ι
39
| Ε Τ Ε ΡΟ Σ Τ ΟΠΟΣ
40
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΕΤΕΡΟΣ ΤΟΠ ΟΣ
ΙΙ. Παλίμψηστο Ο τόπος της Ελευσίνoς, δύναται να εκληφθεί ως ένα αρχιτεκτονικό παλίμψηστο, ένα γραπτό, από το οποίο έχει αποξεσθεί η πρωταρχική γραφή, προκειμένου να γραφεί επάνω του κάτι νέο, χωρίς να αποκρύπτει το παλαιό. 6 Τρεις γραφές συνθέτουν αυτό το αρχιτεκτονικό γραπτό: η αρχαία, η βιομηχανική και η σύγχρονη, όπου κάθε μία εμπεριέχει ένα σύστημα περισσότερων αρχιτεκτονικών γραφών. Από την απαρχή της Ελευσίνας, η πρωτοελλαδική (2300-2000 π.Χ.), μεσοελλαδική (2100-1600 π.Χ.), μυκηναϊκή (1600-1100 π.χ.), γεωμετρική (1050-700 π.Χ.), αρχαϊκή (610-490 π.Χ.), κλασσική (490-323 π.Χ.), ελληνιστική (323-31 π.Χ.) και ρωμαϊκή (31-346 μ.Χ.) γραφή διαδέχονταν η μία την άλλη. Οι γραφές της βυζαντινής και οθωμανικής περιόδου (5ος-18ος αι. μ.Χ.) έχουν αποξεσθεί πλήρως από το Ελευσίνιο παλίμψηστο. Το νέο, εγγράφεται πάνω στο παλαιό και η βιομηχανική γραφή διαδέχεται την αρχαία. Οι λέξεις, Ελαιουργείο (1875), Βότρυς (1900), Τιτάν (1902), Κρόνος (1923), Ίρις (1925), Χαλυβουργική (1953), Ναυπηγεία (1958,1969), κ.α. εγγράφονται με κεφαλαία γράμματα στο αρχαίο κείμενο.
6. “…Ένα παλίμψηστο αποτελεί μία περγαμηνή από
την οποία έξυσαν την πρώτη γραφή ώστε να χαράξουν κάποια άλλη, η οποία εντούτοις δεν αποκρύπτει τελείως την πρώτη, έτσι ώστε να μπορεί να αναγνωσθεί λόγω της διαφάνειας το παλιό κάτω από το νέο. Θα μπορούσε κανείς να αποκαλέσει επομένως παλίμψηστα, με τρόπο μεταφορικό, ή υπερκείμενα, όλα εκείνα τα έργα που προήλθαν από ένα προηγούμενο έργο, μέσω μετασχηματισμού ή μίμησης…” – G. Genette, Palimpsestes: Literature in the Second Degree, France, 1982,
Το σύγχρονο κείμενο, εγγράφεται στο παλαιό, αρχαίο και βιομηχανικό, και συνθέτει ένα θραυσματικό αφήγημα, ως αρχιτεκτονική ιστορία. Οι γραφές, ως αρχιτεκτονικές πράξεις, αφορούν τις χωρικές και χρονικές παραμέτρους της πόλης, οι οποίες αλληλοπαρατίθενται, αλληλεπικαλύπτονται, τέμνονται και συγκρούονται μεταξύ τους, εκτός γραμμικού σχήματος σε οριζόντιο σύστημα αναφοράς. Το Ελευσίνιο Παλίμψηστο αντιτίθεται στον κλασσικό ορισμό του παλίμψηστού και η Ελευσίνα στην κλασσική στρωματογραφία των πόλεων. Η στρωματογραφία, θέλει τα ιστορικά στρώματα να διαδέχονται το ένα το άλλο, με μία αύξουσα σειρά, από το πρωταρχικό έως το τελικό, από τα έγκατα στην επιφάνεια της γης. Τα αρχιτεκτονικά ιστορικά στρώματα του τόπου, δεν αποτελούν ανακάλυψη κάποιας αρχαιολογικής κατακόρυφης τομής.
Για την Ελευσίνα, όλες οι ιστορικές περίοδοι είναι παρούσες εντός της πόλης.
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I Ι
41
42
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙ
“...Αυτός έχει δύο ανταγωνιστές: ο πρώτος τον πιέζει από τα πίσω, εξ υπαρχής. Ο δεύτερος φράζει το δρόμο μπροστά. Αυτός δίνει μάχη και με τους δύο. Βέβαια, ο πρώτος το υποστηρίζει στον αγώνα του με τον δεύτερο, εφόσον θέλει να σπρώξει προς τα εμπρός και αντίστοιχα ο δεύτερος τον υποστηρίζει στον αγώνα του με τον πρώτο, μια και τον οδηγεί προς τα πίσω. Μόνο θεωρητικά είναι όμως έτσι. Γιατί εκεί δεν βρίσκονται μονάχα οι δύο ανταγωνιστές, αλλά και ο ίδιος, και ποιός γνωρίζει πραγματικά τις προθέσεις του; Το όνειρό του, όμως, είναι να βρεθεί αφύλαχτος κάποια στιγμή, –και αυτό απαιτεί μία νύχτα σκοτεινότερη από οποιαδήποτε άλλη μέχρι ίσαμε τώρα– ώστε να πηδήξει έξω από το πεδίο της μάχης, και να προαχθεί, χάρη στη μαχητική του πείρα, σε θέση διαιτητή υπεράνω των ανταγωνιστών του, στον μεταξύ τους αγώνα...”
Μ Ε Λ Λ Ο Ν
Π Α Ρ Ε Λ Θ Ο Ν
| Ε Τ Ε ΡΟ Σ Τ ΟΠΟΣ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΕΤΕΡΟΣ ΤΟΠ ΟΣ
ΙΙΙ. Μεταξύ Παρελθόντος και Μέλλοντος Η Αρχαιότητα και η Βιομηχανία, συγκρούονται τόσο σε μία πνευματική, όσο και σε μία απόλυτα χρονική και χωρική διάσταση. Το φαινόμενο του δυισμού της Ελευσίνος, ίσως καταφέρει να γίνει αντιληπτό, από την πνευματική και χωρική ανάλυση, της παραβολής του Franz Kafka: 7
[...]
Το ιστόρημα καταγράφει ένα πνευματικό συμβάν. Σημείο αναφοράς, ο άνθρωπος και συγκρουόμενες δυνάμεις, οι συνισταμένες παρελθόντος και μέλλοντος.8 Ο αγώνας αφορά ένα παρόν, έναν ενδιάμεσο χώρο και χρόνο, ως χάσμα, εντός του οποίου στέκει ο άνθρωπος. Το φορτίο του παρελθόντος, από την πρωταρχή ωθεί προς τα εμπρός, καθώς φέρει μία άπειρη μνήμη. Το φορτίο του μέλλοντος, από το άγνωστο ωθεί προς τα πίσω, καθώς φέρει μία άπειρη αγωνία. Χωρίς τον άνθρωπο, οι δυνάμεις θα είχαν καταστρέψει η μία την άλλη, ως εκ διαμέτρου αντίθετες και ίσες. Ο αγώνας ισορροπίας φέρει τη δυνατότητα ύπαρξης στο παρελθόν και στο μέλλον. Χωρίς τις δυνάμεις, χωρίς παρελθόν και μέλλον, ο άνθρωπος θα έστεκε μόνος, παθητικό ον. Η ύπαρξη παρελθόντος και μέλλοντος καθιστά το ον ενεργητικό. Η παρεμβολή του υποκειμένου, θραύει το συνεχές αντίρροπο των δυνάμεων. Οι δυνάμεις παρεκκλίνουν υπό γωνία, και χωρίς κοινή αρχή συγκρούονται σε καθορισμένο τέλος. Το σημείο αναφοράς, ο άνθρωπος, θα εξαναγκαστεί να διαγράψει πορεία υπό την επίδραση της συνισταμένης, εντός του παραλληλογράμμου που ορίζεται από τις συνιστώσες, ως χώρος μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος. Ο άνθρωπος, εντός πεδίου μάχης διανοίγει το ρήγμα εντός του οποίου στέκει μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος.9 Κάθε άνθρωπος, διαρρηγνύει συνεχώς στο παρόν αυτό το χάσμα, όπου καλείται να ισορροπήσει, να οικειοποιηθεί παρελθόν και μέλλον, μέσα από ό,τι ονομάζει παράδοση και κληρονομιά, και να διαγράψει ομαλή πορεία εμπρός.10
Κάθε γενιά ανθρώπων, προκαλεί τη ρήξη μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος.
13
Αυτό το χάσμα, ίσως είναι και αυτό, που διανοίγει η Ελευσίνα και φέρει την Κόρη εντός του.11 Ον, αναδυόμενο ή καταδυόμενο, εντός αυτού του ρήγματος, σε μία συνεχή παλινδρόμηση από την ύπαρξη στην ανυπαρξία, από τη γέννηση στο θάνατο, μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος. Το μυθικό, αυτό χάσμα, είναι και αυτή η υπόσχεση των Ελευσινίων Μυστηρίων, όπου ένα άπειρο παρελθόν και ένα άπειρο μέλλον συνδέονται, σε μία κυκλική εποπτεία της φύσης και του κόσμου.12
7. – F. Kafka, Σημειώσεις από το έτος 1920, New York, 1946
8. “...Η σκηνή είναι πεδίο μάχης όπου συγκρούονται
αναμεταξύ τους οι δυνάμεις παρελθόντος και μέλλοντος, ανάμεσα τους βρίσκουμε τον άνθρωπο [...] ο οποίος, εάν θέλει να αντισταθεί, οφείλει να δώσει μάχη με τις δύο δυνάμεις...” [ σ. 21 ]
9. “...Ο χρόνος δεν είναι κάτι συνεχές, ροή αδιάκοπης
ακολουθίας, διακόπτεται στο μέλλον, στο σημείο όπου στέκει “αυτός” και η σκοπιά “του” δεν είναι το παρόν όπως συνήθως το κατανοούμε, αλλά μάλλον χάσμα στο χρόνο, το οποίο ο σταθερός αγώνας “του”, η δημιουργία θέσης έναντι παρελθόντος και μέλλοντος, κρατά σε ύπαρξη...” [ σ. 22 ]
10. “...Το χάσμα αυτό, για πολύ μεγάλες περιόδους της
ιστορίας μας, [...] γεφυρώθηκε απ΄ό,τι, [...] ονομάσαμε παράδοση...” [ σ. 26 ]
11. “...Υποψιάζομαι πως το χάσμα αυτό δεν είναι μοντέρνο φαινόμενο, μήτε καν ιστορικό δεδομένο, μα είναι σύγχρονο με την ύπαρξη του ανθρώπου επί της γης...” [ σ. 25 ]
12. “...Το ενδιαφέρον εστιάζεται στο πώς να κινηθούμε
μέσα σ΄αυτό το χάσμα, στη μόνη ίσως περιοχή όπου η αλήθεια τελικά θα εμφανιστεί...” [ σ. 27 ] – H. Arendt [1961], Μεταξύ Παρελθόντος και Μέλλοντος, Αθήνα, 1996, Εκδόσεις Λεβιάθαν
13. “...Η ουσία του ανθρώπου, έγκειται στο ότι είναι ένα ον
ριζικά και ανεπανόρθωτα ανασφαλές, ένα ον εκ κατασκευής πληγωμένο, ένα ον με ρωγμή μέσα στα σπλάχνα του. Μία ρωγμή και μία πληγή μεταφυσική, που καμία επιστήμη δεν μπορεί να γιατρέψει [...] Διότι μέσα σε αυτό το σιωπηλό σύμπαν μόνον ο άνθρωπος έχει τη συνείδηση, πως αυτός ο συμπαγής κόσμος έχει μία ραγισματιά, μέσα από την οποία ανοίγονται οι δρόμοι προς το αιώνιο. Έτσι, ο άνθρωπος υψώνεται σε υπέρτατη τραγική αξία, μέσα στον κόσμο της πλήρους απαξίας...” [ σ. 15 ] – Χ. Μαλεβίτσης, Η Εσωτερική Διάσταση, Αθήνα, 1970, Εκδόσεις Δωδώνη | ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I Ι
43
| Ε Τ Ε ΡΟ Σ Τ ΟΠΟΣ
44
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΕΤΕΡΟΣ ΤΟΠ ΟΣ
ΙV. Ετεροτοπία Το πνευματικό φαινόμενο της παραβολής του Franz Kafka, γίνεται χωρικό και χρονικό γεγονός, στην περίπτωση της Ελευσίνος, μεταξύ Πόλης – Αρχαιολογικού χώρου – Βιομηχανικού χώρου – Θάλασσας: 14 Ο τόπος αυτός, περιχαρακώνεται από την Πόλη της Ελευσίνας και τη Θάλασσα του Ελευσίνιου Κόλπου, αναγκαία προϋπόθεση, η οποία συστήνει την ετερότητα του.15 Η ετεροτοπία εξ΄ορισμού αποκόπτεται, ως περιεχόμενο στο περιέχον και προϋποθέτει το Όριο, που απομονώνει και αποκόπτει το εσωτερικό από το εξωτερικό. Το όριο είναι εκεί, όπου το παρελθόν και το μέλλον συγκρούονται, αποτελεί τη μετάβαση από το ταυτό στο έτερο και όσο πιο αυστηρό το όριο, τόσο πιο αυστηρό και το έτερο. Το όριο αυτό είναι το πέρασμα από την αγριότητα της φύσης στον πολιτισμό της πόλης. Ή από την παρανομία της πόλης στην ιερότητα του παρελθόντος ; Οι δύο δυνάμεις που διέπουν την Ετεροτοπία, η Αρχαιότητα και η Βιομηχανία.16 Το ένα άκρο: το ιερό Τελεστήριο και το σύμπλεγμα των αρχαίων ιερών, η Ουτοπία ενός λαμπρού παρελθόντος και μίας ιερής αρχαιολογίας, τόσο τέλεια, όσο ο κόσμος του σύγχρονου ανθρώπου είναι ακατάστατος και συγκεχυμένος. Το εκ διαμέτρου αντίθετο άκρο: τα ερείπια της βιομηχανικής κληρονομιάς, Ελαιουργείο και Βότρυς, η Δυστοπία μίας μοντέρνας ελπίδας και ενός μέλλοντος που δεν ήρθε ποτέ.17 Ο δυισμός αυτός είναι πεδίο σύγκρουσης στο συλλογικό υποσυνείδητο της Ελευσίνας, μεταξύ πνευματικής αναγέννησης και κοινωνικοοικονομικού μαρασμού. Μεταξύ παράδοσης και μοντέρνου. Η Ελευσίνια Ετεροτοπία εν γένει, ως πεδίο μάχης μεταξύ τεσσάρων δυνάμεων –Α, Β, Π, Θ– 18, είναι η ετεροτοπία του χρόνου. Ένα χρονικό κενό και ένας ενδιάμεσος χώρος, όπου έχουν κλειστεί όλοι οι χρόνοι, όλα τα σύμβολα και οι μορφές της Ελευσίνας, όλες οι γραφές του Ελευσίνιου Παλίμψηστου. Ο λόφος των αρχαίων Ελευσινίων Μυστηρίων, οι στιβαροί βράχοι γης, το ιερό Τελεστήριο, τα συμπλέγματα των ιερών αρχαιοτήτων, λατρευτικά αγάλματα, αγγεία, τελετουργικά εργαλεία και χρηστικά σκεύη, η υψικάμινος του Βότρυς, οι βιομηχανικές δεξαμενές του Ελαιουργείου, τα βιομηχανικά ερείπια, αρχιτεκτονικά μέλη και μηχανές, δημιουργούν ένα έτερο, το οποίο οδηγεί τον άνθρωπο εντός του, σε μία σχέση διαρκούς αβεβαιότητας με το χώρο και το χρόνο.19 Εκεί, όπου υπάρχουν όλοι οι χρόνοι έξω από το χρόνο, αναδύεται ένας αρχαιολογικός χώρος ή ένα μουσείο! 20
14. “...Προφανώς, ό,τι λείπει από την καφκική περιγραφή
ενός συμβάντος σκέψης, είναι κάποια χωρική διάσταση, όπου η σκέψη θα μπορούσε να ασκηθεί καθ΄αυτήν, χωρίς κατ΄ανάγκη να υπερπηδήσει τον ανθρώπινο χρόνο καθόλου...” [ σ. 23 ] – H. Arendt [1961], Μεταξύ Παρελθόντος και Μέλλοντος, Αθήνα, 1996, Εκδόσεις Λεβιάθαν
15. “...Πέμπτη αρχή. Οι ετεροτοπίες προϋποθέτουν
πάντα ένα σύστημα διάνοιξης και περίκλεισης που τις απομονώνει και συγχρόνως τις καθιστά διαπερατές. Γενικώς, δεν αποκτούμε εύκολα πρόσβαση σε μία ετεροτοπική χωροθεσία...” [ σ. 267 ]
16. “...Τέλος, χαρακτηριστικό των ετεροτοπιών είναι
ότι έχουν, σε σχέση με τον υπόλοιπο χώρο, κάποια λειτουργία. Αυτή η λειτουργία ξετυλίγεται ανάμεσα σε δύο ακραίους πόλους...” [ σ. 267 ]
17. “...Πρώτη αρχή [...] στις λεγόμενες “πρωτόγονες”
κοινωνίες υπάρχει μία μορφή ετεροτοπιών [...] με την έννοια ότι υπάρχουν τόποι προνομιακοί, ή ιεροί, ή απαγορευμένοι...” [ σ. 268 ]
18. “... Τρίτη αρχή. Η ετεροτοπία έχει την ικανότητα
να συμπαραθέτει σε έναν μόνο πραγματικό τόπο περισσότερους χώρους, περισσότερες χωροθεσίες, οι οποίες είναι μεταξύ τους ασύμβατες...” [ σ. 264 ]
19. “...Τέταρτη αρχή. Οι ετεροτοπίες συνδέονται,
ως επί το πλείστον, με χρονικές αποτμήσεις, δηλαδή διανοίγονται προς αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί, για λόγους απλής συμμετρίας, ετεροχρονίες. Η ετεροτοπία αρχίζει να λειτουργεί ολοκληρωμένα όταν οι άνθρωποι έρχονται σε ένα είδος απόλυτης ρήξης με τον παραδοσιακό χρόνο τους...” [ σ. 265 ]
20. “...Δεύτερη αρχή [...] κατά τη διαρκεί της ιστορίας της, μία κοινωνία μπορεί να θέσει σε λειτουργία με τρόπο πολύ διαφορετικό μία ετεροτοπία, που υπάρχει και δεν έπαψε να υπάρχει...” [ σ. 263 ]
– M. Foucault [1994], Ετεροτοπίες, Αθήνα, 2012, Εκδόσεις Πλέθρον [ σ. 255-270 ] | ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I Ι
45
46
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΕΤΕΡΟΣ ΤΟΠ ΟΣ
V. Πόλη | Μουσείο Το φαινόμενο δύναται να εκληφθεί ως η ετεροτοπία του μουσείου.21 Το μουσείο δεν υπήρχε πάντα.22 Το μουσείο δημιουργήθηκε ως η υπόσχεση του 19ου αιώνα, για το συνεχές γραμμικό του χρόνου και τη δυνατότητα ολοκληρωτικής εποπτείας του παρελθόντος και της ιστορίας. Ήταν εγγύηση ότι όλα όσα διέφυγαν από το παρελθόν, δύναται να επιστραφούν στο μέλλον, μέσω μίας ιστορικής συνείδησης και ότι ο χρόνος δεν θα διαβρώσει τίποτε χωρίς ο άνθρωπος να το αποκαταστήσει σε μία ενότητα. Η ετεροτοπία του μουσείου αναδύθηκε στη θέση της ετεροτοπίας του ιερού τόπου, όταν ο θεός έγινε έργο τέχνης.23 Το φαινόμενο του αιώνα είναι η αποιερωποίηση του κόσμου.24 Εντός αυτού του μουσείου της Ελευσίνος, η θρησκευτική, κοινωνική, πολιτική και πνευματική αξία των μορφών και των συμβόλων, έχει αντικατασταθεί από την αξία της έκθεσης τους.25 Η “αρχαιολογία της αρχαιότητας” και η “αρχαιολογία της βιομηχανίας” μεταμόρφωσαν τον τόπο – Α, Β, Π, Θ –, μεταξύ Πόλης – Αρχαιολογικού χώρου – Βιομηχανικού χώρου – Θάλασσας, σε Μουσείο.
21. “...Υπάρχουν κατ΄αρχάς οι ετεροτοπίες του χρόνου, λόγου
χάρη, τα μουσεία [...] η ιδέα να συσσωρευτούν τα πάντα, η ιδέα να συγκροτηθεί ενός είδους γενικό αρχείο, η βούληση να κλειστούν σε έναν τόπο όλοι οι χρόνοι, όλες οι εποχές, όλες οι μορφές, όλα τα γούστα, η ιδέα να συγκροτηθεί ένας τόπος όλων των χρόνων που να βρίσκεται ο ίδιος έξω από τον χρόνο, και προστατευμένος από τη διαύρωση του, το σχέδιο να οργανωθεί έτσι, ενός είδους διηνεκής και απεριόριστη συσσώρευση του χρόνου σε έναν αμετακίνητο τόπο, ε λοιπόν όλα αυτά ανήκουν στη νεωτερικότητα μας. Το μουσείο είναι ετεροτοπία που προσιδιάζει στον δυτικό πολιτισμό του 19ου αιώνα...” [ σ. 266 ] – M. Foucault [1994], Ετεροτοπίες, Αθήνα, 2012, Εκδόσεις Πλέθρον
22. “...Ο μύθος έπαιρνε τη θέση της ιστορικής συνείδησης
[...] Οι προηγούμενοι πολιτισμοί δεν ήξεραν παρά αυτό που ήταν οι ίδιοι, μόνο ο μοντερνισμός τόλμησε να σπάσει τον κύκλο και να διεκδικήσει την κληρονομιά συνόλου του πολιτισμού, παρόντος και παρελθόντος...” – Β. Ξένου, Σημειώσεις πάνω στην Ιδέα του Φανταστικού Μουσείου, Αθήνα, 2014, Ε.Μ.Π.
23. “...Όταν ο Νίτσε εξήγγειλε τον θάνατο του Θεού, είχε πολύ ποίηση μέσα του, για να υποπτευθεί και το θάνατο της ποίησης...” [ σ. 31 ]
24. “...Αυτή η αντιστροφή κατέστη δυνατή, αφού πρώτα η
ενεργός συνείδηση απεσύρθη από τους αρχέγονους χώρους του Ιερού. Το μέγα ιστορικό γεγονός που συνέβη στη Δύση, είναι η απο - ιέρωση του υπάρχοντος κόσμου...” [ σ. 25 ] – Χ. Μαλεβίτσης, Η Εσωτερική Διάσταση, Αθήνα, 1970, Εκδόσεις Δωδώνη
25. “...Tο μουσείο [...] αφαιρεί από τα έργα τέχνης ή από
αυτά που ονομάσαμε έργα τέχνης, την λειτουργικότητά τους. Δεν γνωρίζει ούτε παλάτια ούτε Αγίους [...] Οι θεοί και οι πρόγονοι είναι πια γλυπτά για χάρη του δικού μας κόσμου της τέχνης, εγκαταλείποντας τον κόσμο για τον οποίο είχαν δημιουργηθεί. Τελικά το μουσείο μας θεμελιώθηκε στο γεγονός ότι μεταμορφώθηκαν τα έργα που διαφυλάττει...” – Β. Ξένου, Σημειώσεις πάνω στην Ιδέα του Φανταστικού Μουσείου, Αθήνα, 2014, Ε.Μ.Π. | ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I Ι
47
48
49
| Ε ΝΤ ΟΣ / Ε Κ Τ ΟΣ
50
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙΙ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙΙ
[ Εντός / Εκτός ] I. Πόλη Η Πόλη ως δήμος Ελευσίνος ιδρύεται το 1836 μ.Χ. Η απαρχή της οικιστικής ανάπτυξης της περιοχής ταυτίζεται με την εκβιομηχάνισης της και την κατασκευή του πρώτου βιομηχανικού συγκροτήματος, το Ελαιουργείο, το 1875 μ.Χ.1 Η σύγχρονη πόλη οριοθετείται, εντός φυσικών και τεχνιτών ορίων. Νότια ο Ελευσίνιος Κόλπος, ανατολικά ο Σαρανταπόταμος και δυτικά το ρέμα. Βόρεια η Αττική Οδός, ανατολικά το Στρατιωτικό Αεροδρόμιο και νότια ενεργή Βιομηχανία.
1. – Ν. Μπελαβίλας, Βιομηχανική Κληρονομιά
Στο δίκτυο αξόνων αναγνωρίζεται η παλαιά σιδηροδρομική γραμμή Σ.Π.Α.Π, οι ισχυρές χαράξεις της Αττικής και Εθνικής Οδού, διασυνδέσεις της πόλης με την Αττική και το πανελλαδικό οδικό δίκτυο, η αρχαία χάραξη της Ιεράς Οδού και ένα σύστημα δευτερευόντων οδών. Η Εθνική Οδός διαπερνά την πόλη σε άξονα ανατολής-δύσης και ορίζει δύο κύριες περιοχές βορρά-νότου εκατέρωθεν. Η ρυμοτομία της πόλης, δεν αποτελεί ένα ενιαίο ορθοκανονικό σύστημα. Παρουσιάζει διαφορετικά εσωτερικά συστήματα ορθοκανονικότητας, ενδιάμεσες παρεμβολές από χαράξεις παράλληλες προς της Ιεράς οδού, απουσία ρυμοτομικού σχεδίου και προσχεδιασμού, διαφορετικές κλίμακες, πυκνώσεις και αραιώσεις οικοδομικών τετραγώνων, αστικού και αγροτικού ιστού.
πόλεως της Ελευσίνος, προήλθαν από προσωπική εμπειρία και μελέτη του τόπου κατά τη διπλωματική εργασία: “Εκεί, όπου ο Malraux συνάντησε την Περσεφόνη | Ένα Μουσείο χωρίς τοίχους”, σε συνεργασία με τον Θ. Κανακόπουλο.
Κεντρικά του χάρτη πόλεως, μεταξύ Εθνικής Οδού, οδού Ηρώων Πολυτεχνείου και Ιεράς Οδού, τοποθετείται το Κέντρο Πόλεως [1]. Νοτιοδυτικά τοποθετείται ο Αρχαιολογικός Χώρος [2] και ο Πρώην Βιομηχανικός Χώρος [3]. Νοτιοανατολικά τοποθετείται η Περιοχή Αμιγούς Κατοικίας [4]. Βόρεια τοποθετείται η Περιοχή Νεώτερων Επεκτάσεων [5] και οι εκτεταμένες Αγροτικές Εκτάσεις [6]. Στο ανατολικό και δυτικό άκρο της πόλης τοποθετείται ενεργή Βιομηχανική Ζώνη [7]. H Ελευσίνα αποτελείται από ένα σταθερό και δυσμετάβλητο πολεοδομικό σύστημα, το οποίο συντίθεται από στοιχεία του παρελθόντος: έναν αρχαιολογικό χώρο, μία στρωματογραφία λόφων και 5 ανενεργή βιομηχανικά συγκροτήματα και στοιχεία της σύγχρονης πόλης: οδικούς άξονες υπερταχείας, που κατακερματίζουν την εσωτερική ολότητα, και εκτεταμένες βιομηχανικές περιοχές, που αποκόπτουν την επαφή πόλης και τοπίου. Στοιχεία, τα οποία αποκαλύπτουν την εσωτερική, άτακτη, ασυνεχή, αποσπασματική και κορεσμένη οικιστική και αγροτική ανάπτυξη επάλληλων γραφών, επεκτάσεων, προσθηκών και αλλοιώσεων του ιστού της πόλης.2
στην Ελευσίνα και το Θριάσιο Πεδίο, Αθήνα, 2011, Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς
2. Ta συμπεράσματα για το πολεοδομικό σχέδιο της
3. Το πολεοδομικό σχέδιο της πόλεως της Ελευσίνος,
παραχωρήθηκε ως αρχείο σε ηλεκτρονική μορφή τύπου CAD, από δημόσιους φορείς: – Δημαρχείο Ελευσίνας – Πολεοδομία Ελευσίνας – Εργαστήριο Αστικού Περιβάλλοντος Ε. Μ. Π.
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I I Ι
51
52
53
54
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙΙ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
II. Αρχαιολογία της Αρχαιότητας i. Εξωτερική Αυλή Διά της Ιεράς Οδού συμβαίνει η άφιξη στον Αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνος, κατ’ εικόνα της πομπής των Ελευσινίων Μυστηρίων, 2000 χρόνια πριν. Η έλευσις σημαίνεται ως γεγονός από το κατώφλι εισόδου, το οποίο καλύπτεται από στρώματα αρχιτεκτονικών μελών και ερειπίων των ιερών συμπλεγμάτων. Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός του χώρου, της Εξωτερικής Αυλής [1], οφείλεται στους αυτοκράτορες της ρωμαϊκής περιόδου, περί το 80-117 μ.Χ., Ανδριανό, Αντωνίνο Πίο και Μάρκο Αυρήλιο. Τα αρχαιολογικά ευρήματα αποκαλύπτουν τα θεμέλια της Βορειοανατολικής και Βορειοδυτικής Στοάς [2], οι οποίες οριοθετούν το περίγραμμα του ακανόνιστου ορθογώνιου της Εξωτερικής Αυλής. Οι στοές είχαν τη λειτουργία συγκέντρωσης, στάσης, ανάπαυσης και προετοιμασίας των πιστών, και με αμφιθεατρικό τρόπο σε σχήμα Γ περιέκλειαν το κεντρικό στοιχείο της εισόδου, τον ναΐσκο της Προπυλαίας Αρτέμιδος και του Πατρός Ποσειδώνα [3]. Ανατολικά του ιερού σώζονται δύο βωμοί [4,5] της Αρτέμιδος και του Ποσειδώνος και δυτικά σώζεται η Εσχάρα [6], φρεατόσχημος τούβλινος βωμός, τόπος θυσίας στις χθόνιες θεότητες του Άδη, της Γαίας και της Εκάτης. Εμπρός στα Μεγάλα Προπύλαια [7], ανατολικά και δυτικά κείτονται πρόχειρα αναστηλωμένα τα αετώματα των ρωμαϊκών θριαμβικών αψίδων. Η Ανατολική θριαμβική Αψίδα [7], η είσοδος στην πόλη από το λιμάνι και τη θάλασσα και η Δυτική θριαμβική Αψίδα [8], η είσοδος στην πόλη από τον αγρό και τα ηπειρωτικά, καθιστούσαν την επιφάνεια της Εξωτερικής Αυλής, σκηνή εισόδου και εξόδου, κατ εικόνα της σκηνής της αρχαιοελληνικού θεάτρου και της τραγωδίας. Βορειοανατολικά της Ανατολικής Αψίδας, σώζεται η Κρήνη [9] και νοτιοδυτικά το Καλλίχορον Φρέαρ [10]. Το Καλλίχορον Φρέαρ εικονογραφεί τον ιερό τόπο όπου η Θεά είχε κάποτε καθίσει κατά την άφιξή της στην Ελευσίνα, ύστερα από την εννεαήμερη περιπλάνηση της σε ολόκληρη τη γη. Εκεί εκτεινόταν, κατά την αρχαϊκή περίοδο, το ορχηστήριο, όπου οι μυημένοι χόρευαν γύρω από το Καλλίχορον Φρέαρ μιμούμενοι το πένθος της Μητέρας. Στο κέντρο της σκηνής, ερείπια πλέον, τα Μεγάλα Προπύλαια και το Ρωμαϊκό Τείχος [11], τα οποία οριοθετούσαν το Τελεστήριο κατά το πρότυπο των Προπυλαίων της Ακροπόλεως των Αθηνών.4
4. Αναφορές του υποκεφαλαίου ii. [ Αρχαιολογία της
Αρχαιότητας ] για τον Αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνος, το Ιερό Τελεστήριο και τον λόφο των Ελευσινίων Μυστηρίων υπάρχουν στις εξής βιβλιογραφικές πηγές: – Γ. Μυλωνάς [1961], Ελευσίς και Ελευσίνια Μυστήρια, Αθήνα, 2010, Εκδόσεις Κυκεών – Δ. Φίλιος, Ελευσίς, Μυστήρια, Ερείπια και Μουσείον Αυτής, Αθήνα, 1906, Εκδόσεις Π.Δ. Σακελλαρίου – C. Kerenyi [1962], Eleusis: Archetypical Image of Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος
5. Το αρχιτεκτονικό σχέδιο (σελ. 60) του Αρχαιολογικού
χώρου της Ελευσίνος, του Ιερού Τελεστηρίου και του λόφου των Ελευσινίων Μυστηρίων, σε ηλεκτρονική μορφή τύπου CAD, έχει δημιουργηθεί, κατά τη διπλωματική εργασία: “Εκεί, όπου ο Malraux συνάντησε την Περσεφόνη|Ένα Μουσείο χωρίς τοίχους”, σε συνεργασία με τον Θ. Κανακόπουλο, από προσωπική αποτύπωση του τόπου και χρήση σχεδίων και υποβάθρων από τους: – Society of Dilettanti, The Unedited Antiquities of Attica, London, 1833, Priestley and Weale –J.A. Kaupert - E. Curtius, Karten von Attika, Berlin, 1881, Dietrich Reimer – Κ. Πρέκα Αλεξανδρή [1991], Ελευσίς, Αθήνα, 2007, Υπουργείο Πολιτισμού – Δημαρχείο Ελευσίνας – Πολεοδομία Ελευσίνας – Εργαστήριο Αστικού Περιβάλλοντος Ε. Μ. Π. | ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I I Ι
55
56
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙΙ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΕΝ ΤΟΣ / ΕΚΤΟΣ
ii. Προπύλαια Τα Μεγάλα Προπύλαια [13], το πρώτο εγκάρσιο όριο κίνησης και μυστικότητας της ιεράς πομπής των Ελευσινίων Μυστηρίων, αποτέλεσαν την κεντρική όψη της Εξωτερικής Αυλής και την κύρια είσοδο του ιερού χώρου κατά τη ρωμαϊκή περίοδο. Ανατολικά και δυτικά εκτείνονται ερείπια από τη Βοηθητική Περιοχή [15] του Ιερού Τελεστηρίου και από τα αρχιτεκτονικά συμπλέγματα του Πεισιστράτειου Περιβόλου [16], του Κιμώνειου και Περίκλειου Περιβόλου [17] και του Ρωμαϊκού Περιβόλου [18]. Βορειοδυτικά, η Βοηθητική Περιοχή ταυτίστηκε με τον Οίκο των Κηρύκων [19], ο οποίος χρησιμοποιήθηκε από τα μέλη του ιερατείου για διοικητικούς και θρησκευτικούς λόγους. Νοτιοανατολικά τοποθετούνται τα ερείπια της υπόγειας Ρωμαϊκής Δεξαμενής [20] και τα θεμέλια των Ρωμαϊκών και Περικλεών Σιλό [21,22] του στενόμακρου οικοδομήματος, που χρησιμοποιήθηκε για την αποθήκευση σιτηρών. Ευθεία, επί της Πομπικής ή εσωτερικής Ιεράς οδού [23], προς το Τελεστήριο, το βλέμμα οδηγείται εντός του σπηλαίου, καθώς ο άξονας των Μεγάλων Προπυλαίων προεκτείνεται προς το εσωτερικό του βράχου. Τα βήματα διαγράφουν διαφορετική πορεία από αυτή του βλέμματος, καθώς η οδός στρέφεται προς τα εκεί, όπου κάποτε ορθώνονταν τα Μικρά Προπύλαια [24]. Το Πρόπυλον υψωνόταν ως μία επιβλητικότερη και στενότερη είσοδος, καθώς τα τείχη, δημιουργούσαν ένα περίκλειστο ενδιάμεσο χώρο μεταξύ Εξωτερικής Αυλής και Αυλής Τελεστηρίου. Τα Μικρά προπύλαια ήταν το δεύτερο εγκάρσιο όριο κίνησης και μυστικότητας της ιεράς πομπής.
iii. Πλουτώνειον - Εκαταίον - Αγέλαστος Πέτρα Εντός της Εσωτερικής Αυλής [25], η πορεία επί της Πομπικής οδού ανηφορική, φέρει το σώμα και το βλέμμα κατά γης και τα συμπλέγματα των ιερών, λαξευμένων στον ιερό βράχο εκατέρωθεν, προειδοποιούν για τα στάδια μυήσεως πριν την προσέγγιση του Ιερού Τελεστηρίου. Δυτικά, εντός του σπηλαιώδη βράχου, το ιερό του Άδη, το Πλουτώνειον [25]. Το σπηλαιώδες χάσμα θεωρήθηκε ως μία είσοδος του κάτω κόσμου, από όπου η Κόρη επέστρεφε στον κόσμο ετησίως και όπου υπήρχε ο ομφαλός της Ελευσίνας, που συμβόλιζε το δεσμό του κάτω κόσμου, με τη γη και τον ουρανό. Το σπήλαιο, το οποίο αποτελεί οπτική επαφή καθ’ όλη τη διάρκεια ανάβασης, παρέμενε κρυφό πίσω από το Πεισιστράτειο Τείχος και το Πρόπυλον. Επί της αναβάσεως της Πομπικής οδού, δυτικά αυτής, λαξευμένοι αναβαθμοί στον βράχο χαράσσουν αμφιθεατρικό χώρο σε σχήμα Γ, την Εξέδρα [26], από την οποία οι πιστοί παρακολουθούσαν ιεροτελεστία επί του σημείου, όπου υπάρχει ο μικρός βράχος που ταυτίστηκε με την Αγέλαστο Πέτρα [27]. Νότια, της Εξέδρας οι αναβαθμοί οδηγούν στο ορθογώνιο άνδηρο, όπου σώζονται τα ίχνη των θεμελίων του ναού της Εκάτης, το Εκαταίον [28].
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I I Ι
57
58
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΕΝ ΤΟΣ / ΕΚΤΟΣ
iv. Τελεστήριο Το πρώτο ιερό, τοποθετείται στον λόφο το 1500 π.Χ. ως Μέγαρον Β [32]. Το τελικό οικοδόμημα, το οποίο παρόμοιο του, δεν έχει να επιδείξει ο αρχαιοελληνικός κόσμος, επεβλήθει με τη μορφή κύβου, προσανατολισμένου ανατολικά προς την Αθήνα. Σύμφωνα με την παράδοση, το έργο σχεδιάστηκε από τον Ικτίνο, και ολοκληρώθηκε από τους Κόροιβο, Μεταγένη, Ξενοκλή και Φίλωνα μετά το θάνατο του Περικλή. Η κυβική φόρμα δεν εκδηλωνόταν από το εξωτερικό κέλυφος, γεγονός ασυνήθιστο για τα δεδομένα των αρχαιοελληνικών επίμηκων ορθογώνιων ιερών, τα οποία λατρεύονταν πάντα από έξω. Η λατρεία της Ελευσίνας ήταν εσωτερική. Το ιερό της Δήμητρος οδηγούσε τελετουργικά εντός του σε ένα κεντρικό μυστικό. Το Ανάκτορον [33] αποτελεί το κεντρικό οικοδόμημα (Ω), εντός του Τελεστηρίου και έκκεντρα προς τη θέση του μυκηναϊκού Μεγάρου Β. Η τετράγωνη υπόστυλη αίθουσα και οι περιμετρικές κερκίδες θεωρούσαν το έκκεντρο στοιχείο του χώρου. Η είσοδος στο ναΐσκο ήταν απαγορευμένη. Εντός του απελευθερωνόταν η μεγάλη φωτιά των Ελευσινίων Μυστηρίων. Ο θρόνος του Ιεροφάντη πλευρικά του Ανακτόρου, ήταν στραμμένος στη μοναδική είσοδο αυτού, από την οποία αποκάλυπτε τα ιερά σύμβολα. Η στέγαση του Τελεστηρίου, επέτρεπε τον φωτισμό και τον αερισμό του εσωτερικού μέσω ενός κεντρικού φωταγωγού. Το οπαίο, επέτρεπε στον καπνό της μεγάλης νύχτας να αναδυθεί από το εσωτερικό στον ουρανό, ως σήμα της λήξης των Ελευσινίων Μυστηρίων. Το Ανάκτορον, οικοδομούνταν σε κάθε Τελεστήριο μετά από κάθε καταστροφή του, εκ νέου. Στο εσωτερικό, το ιδιαίτερο του Τελεστηρίου έγκειται στο ότι, κάθε νέο ιερό εγγραφόταν στον τόπο, περικλείοντας τα ίχνη του παλαιού ιερού στο εσωτερικό του, χωρίς να το καταστρέφει. Το τελικό ρωμαϊκό ιερό του 170 π.Χ, ακολούθησε το σχέδιο της κλασσικής εποχής και εμπεριείχε στο εσωτερικό του, ίχνη και ερείπια από το Μεταπερίκλειο, το Κιμώνειο, το Πεισιστράτιο, το Σολώνειο Ιερό και το Ανάκτορον. Ο πυρήνας του ιερού, παρέμεινε ίδιος για περισσότερο από 2000 χρόνια και το ιερό διαρκώς επεκτεινόταν από το εσωτερικό προς το εξωτερικό.6 Το Τελεστήριο, αποκαλύπτει τα ίχνη όλων των περιόδων της αρχαιότητας της Ελευσίνος, ως άλλο παλίμψηστο αρχιτεκτονικών γραφών. Η γνώση αυτή προέρχεται από την πρωταρχική επιλογή των Ελευσινίων Μυστηρίων να κρατούν στο βάθος της ουσίας τους καλά φυλαγμένη την πρωταρχική α-λήθεια του τόπου.7
6. – C. Kerenyi [1999], Eleusis: Archetypical Image of
Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 125-133 ]
7. “... Ένα οικοδόμημα, ένας αρχαιοελληνικός ναός
δεν αναπαριστά τίποτα […] Απλώς στέκεται μέσα στη ρημαγμένη πετρώδη κοιλάδα […] Ιστάμενο, το οικοδόμημα ησυχάζει πάνω στο πετρώδες έδαφος. Αυτή η εφησύχαση του έργου τέχνης, βγάζει από την πέτρα το σκοτάδι του άκαμπτου και όμως, αβίαστου φέρειν. Ιστάμενο, το οικοδόμημα υποφέρει τη θύελλα που μαίνεται πάνω του, κι έτσι πρωτοφανερώνει την ίδια αυτή θύελλα μέσα στη βία της. Η φωτερή λάμψη της πέτρας, μολονότι φαίνεται απλώς να προέρχεται από τον ήλιο, πρωτοφανερώνει το φέγγος της ημέρας, την έκταση του ουρανού, το σκοτάδι της νύχτας. Ορθωμένος με σιγουριά, ο ναός καθιστά ορατό τον αόρατο κόσμο της ατμόσφαιρας. Ο ακλόνητος χαρακτήρας του έργου τέχνης ορθώνεται ενάντια στο σάλο της φουσκοθαλασσιάς, και με την ηρεμία του επιτρέπει να φανερωθεί η μανία της. Το δέντρο και η χλόη, ο αετός και ο ταύρος, το φίδι και ο τζίτζικας εισδύουν ολόπρωτα μες στην ξεχωριστή τους μορφή, και έτσι πρωτοαναδύονται ως αυτά που είναι. Αυτό το αναδύεσθαι και αναφύεσθαι σαν τέτοιο, και ως όλον ονομάστηκε από τους αρχαίους Έλληνες Φύσις […] Ο ναός ιστάμενος, πρωτοπαρέχει στα πράγματα το πρόσωπό τους και στους ανθρώπους τη θέαση του εαυτού τους...” [ σ. 69 ] – M. Heidegger [1950], Η Προέλευση του Έργου Τέχνης, Αθήνα, 1986, Εκδόσεις Δωδώνη
8. –M. Eliade [1981], Πραγματεία πάνω στην Ιστορία των
Θρησκειών, Αθήνα, 1999, Εκδόσεις Χατζηνικολή [ σ. 257 ]
9. –L. Benoist [1981], Σημεία, Σύμβολα και Μύθοι, Αθήνα, 2010, Εκδόσεις Καρδαμίτσα [ σ. 96-98 ]
10. “...Η ιερότητα στο χώρο εμφανίζεται γλωσσολογικά
με τη λέξη templum, που δε σημαίνει τίποτε άλλο από το τέμενος - ναός, το οποίο καταδεικνύει την αφιερωμένη περιοχή στο Θεό [...] Το όριο, που ο άνθρωπος θέτει δια του αισθήματος του ιερού, γίνεται το σημείο εκκίνησης για την οριοθέτηση του χώρου. Οργανώνει έτσι ο άνθρωπος και διαρθρώνει την ολότητα του φυσικού κόσμου...” [ σ. 7 ] | ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I I Ι
59
| Ε ΝΤ ΟΣ / Ε Κ Τ ΟΣ
60
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙΙ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
Το φαινόμενο του ιερού Τελεστηρίου, ίσως γίνεται αντιληπτό από τη μελέτη της έννοιας του ιερού. Η έννοια του ιερού κατά την αρχαιότητα ταυτίζεται με την έννοια του τεμένους, του αφιερωμένου τόπου στους θεούς, templum. Η ετυμολογία της λέξης, τέμενος, εκ του τέμνω ή κόπτω, προϋποθέτει μία τομή και ένα όριο αποκοπής του ιερού τόπου, το οποίο συστήνει ένα εντός και ένα εκτός. 8,9,10,11 Το όριο, περικλείει και προστατεύει, φανερώνει και αποκρύπτει ενώ ταυτόχρονα αφήνει κάτι ελεύθερο εντός του.12 Το όριο αυτό, είναι το αρχαιοελληνικό ιερό, μέσα στο οποίο κάτι ελεύθερο αρχίζει την ουσία της ύπαρξης του. Το ιερό Τελεστήριο αφορά σε ένα όριο, το οποίο διαφυλάσσει την ουσία του τόπου να μην περιπέσει σε αχρηστία ή λήθη.13
Το εντός, αφορά στον περιορισμό από την απειρία του εκτός, ωστόσο φέρει και την απειρία του ιερού, τη σύνδεση του επίγειου χρόνου και χώρου με το υπέργειο άχρονο και άυλο, τη σύνδεση του πεπερασμένου σώματος και του άπειρου πνεύματος. Το Ανάκτορον (Ω), στο κέντρο της ύπαρξης του ιερού Τελεστηρίου, είναι η όσμωση των αντιθέτων, ένας ενδιάμεσος χώρος και χρόνος και ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο εντός και εκτός, από την ύπαρξη στην ανυπαρξία και από τη γέννηση, στο θάνατο.
Η σχέση Τελεστηρίου και Ανακτόρου (Ω), αφορά σε αυτή τη συμβολική σχέση ορίου-ελευθερίας-α-λήθειας-μη-λήθης. Αυτό το σύμβολο του ιερού τόπου διαφυλάσσει την πρωταρχική εκδήλωση της εννοιας της κατοίκησης του ανθρώπου στη γή.14,15 Για τον τόπο της Ελευσίνος, η ετεροτοπία του ιερού τόπου του Τελεστηρίου ίσως αφορά και σε αυτό το αίτημα των Ελευσινίων Μυστηρίων, για μία ελεύθερη και ασφαλή κατοίκηση του ανθρώπου στη γη, μακριά από το φόβο του μοιραίου θανάτου και της καταστροφής.
| ΕΝ ΤΟΣ / ΕΚΤΟΣ
11. “…Ο χρόνος, ο οποίος ορίζεται από τις εναλλαγές
του περάσματος στην ημέρα/νύχτα, την ανατολή/ δύση, μας οδηγεί στο λατινικό tempus [...] που σημαίνει χρόνος και αντιστοίχως, τα μονοπάτια που ορίζουν τον βηματισμό του ανθρώπου, μας οδηγούν στο λατινικό templum, που σημαίνει χώρος, και οι δύο έννοιες ενωμένες tempum + templum, contemplari-contemplatio, admirer, (σκέπτομαι, στοχάζομαι, θαυμάζω) μας δίνουν την έννοια της λέξης contemplation. Temple, είναι ο ναός ο κατεξοχήν ιερός χώρος. Αυτές, οι πρωταρχικές εικόνες ορίζουν την καταγωγή της έννοιας της ανθρώπινης συμβίωσης με τη γη και αντιστοίχως την πρώτη έννοια της Αρχιτεκτονικής. Ουσιαστικά οι όροι temenos, templum προέρχονται από τη ρίζα tem- που σημαίνει κόπτω, τομή, διαχωρισμό, διασταύρωση...” [ σ. 7 ] – Β. Ξένου, Προσεγγίσεις στον Αρχαιολογικό Χώρο της Ακροπόλεως των Αθηνών, Αθήνα, 2010, Ε.Μ.Π.
12. “…Η λέξη ειρήνη, Friede, εννοεί το ελεύθερο,
Freie, κι αυτό σημαίνει ελεύθερο, προφυλαγμένο από παθήματα και απειλές, προφυλαγμένο από […] δηλαδή διαφυλαγμένο. Ελευθερώνω σημαίνει στην πραγματικότητα διαφυλάσσω. Το να διαφυλάσσουμε δεν περιορίζεται μόνο στο να μην πειράζουμε αυτό που διαφυλάσσουμε. Το πραγματικό διαφυλάσσουμε είναι κάτι θετικό, και συμβαίνει όταν κάτι το αφήνουμε από την αρχή στην ουσία του, όταν το ελευθερώνουμε, με τον τρόπο που δηλώνει η λέξη freien: περικλείοντάς το....” [ σ. 143 ]
13. “ …Η γη είναι αυτή που φέρει υπηρετώντας, αυτή που
καρποφορεί ανθίζοντας [...] Οι θνητοί κατοικούν στον βαθμό που σώζουν, που κρατάνε τη γη […] με την αρχαιοελληνική σημασία του σώζω, του διατηρώ, δεν αφήνω κάτι να περιπέσει σε αχρηστία, σε λήθη. Το κράτημα δεν απαλλάσσει μόνο από έναν κίνδυνο, κρατάμε σημαίνει στην πραγματικότητα: αφήνουμε κάτι ελεύθερο στην ουσία του ...” [ σ. 143 ]
14. “…Κατοικούμε, ειρηνεύουμε, σημαίνει: παραμένουμε
περίκλειστοι σε ελευθερία, δηλαδή στην ελευθερία εκείνη η οποία διαφυλάσσει οτιδήποτε στην ουσία του. Το βασικό γνώρισμα της κατοίκησης είναι η διαφύλαξη. Διαπερνά την κατοίκηση απ΄ άκρη σ΄άκρη. Μας φανερώνει μόλις αναλογιστούμε πως το να είσαι άνθρωπος βασίζεται στην κατοίκηση, και μάλιστα με το νόημα της διαμονής των θνητών πάνω στη γη...” [ σ. 143 ] – M. Heidegger [1951], Κτίζειν, Κατοικείν και Σκέπτεσθαι, Αθήνα, 2006, Εκδόσεις Πλέθρον
15. –Βάνα Ξένου, Η Πολιτική Σημασία των Ιερών Χώρων, Αθήνα, 2014, Ε.Μ.Π.
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I I Ι
61
| Ε ΝΤ ΟΣ / Ε Κ Τ ΟΣ
62
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙΙ
63
64
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙΙ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΕΝ ΤΟΣ / ΕΚΤΟΣ
III. Αρχαιολογία της Βιομηχανίας i. Βότρυς Το Βότρυς ιδρύθηκε το 1898, από τον Ε. Χαρίλαο και τον Λ. Οικονομίδη και από το 1906 λειτούργησε, ως “Ανώνυμος Ελληνική Εταιρεία Οίνων και Οινοπνευμάτων”. Το 1974 εν μέσο αποβιομηχάνισης, η λειτουργία διεκόπη και η είσοδος εντός απαγορεύεται.16 Το Βότρυς, όπως αποκαλύπτει και το όνομά, είχε ως πρώτη ύλη τον καρπό του αμπελιού, από τον οποίο παρήγαγε οίνους, βερμούτ, κονιάκ, φωτιστικό οινόπνευμα και διθειούχο άνθρακα. Το βιομηχανικό συγκρότημα διατάσσεται σε σχήμα Γ και οριοθετείται από το εν ενεργεία βιομηχανικό συγκρότημα Τιτάν, τον λόφο των Ελευσινίων Μυστηρίων, το Ελαιουργείο, την οδό Ν. Κανελλοπούλου και Σαλαμίνος, τον Ελευσίνιο Κόλπο και τον οικιστικό ιστό. Εντός, διασώζονται 23 κτιριακές μονάδες. Τα κτίρια ισόγεια, μονώροφα, διώροφα και τριώροφα, τελούν υπό κακές συνθήκες, σε πλήρη ή ερειπιώδη μορφή και είναι πολλαπλών χρονολογικών φάσεων, προσθηκών και αλλοιώσεων και μεικτών κατασκευών από λιθοδομές, οπτοπλινθοδομές, φέροντες οργανισμούς υποστυλωμάτων και πλακών από οπλισμένο σκυρόδεμα, οριζόντια δώματα, δίρριχτες ξύλινες ή μεταλλικές στέγες με επικεράμωση κ.α. Η είσοδος στο Βότρυς διανοίγεται στο νότιο άκρο του συστήματος Γ επί της οδού Ν. Κανελλόπουλου. Εμπρός και καθ’ όλο το μήκος της εσωτερικής πλευράς της διατάξεως Γ, εκτείνεται ο Δρόμος [1] μεταξύ δεξαμενών και κτιρίων παραγωγής και αποθήκευσης Βότρυς και Ελαιουργείου, ο οποίος ενώνει την είσοδο και την Εσωτερική Αυλή [2], τον Πύργο Αποστακτηρίου [3], την Υψικάμινο [4] και 5 Δεξαμενές [5] στο μέσο της βόρειας πλευράς. Η κατάσταση των κτιρίων είναι κακή και τα επάλληλα συστήματα δόμησης, τοιχοποιίες λιθοδομής, δίρριχτες ξύλινες και μεταλλικές στέγες, τοιχοποιίες οπτοπλινθοδομής, μεικτές κατασκευές οπλισμένου σκυροδέματος και προσθήκες, αποδεικνύουν τη συνεχή χρονολογική επέκταση του βιομηχανικού συγκροτήματος.17 Ονομαστικά αναφέρονται 23 λειτουργίες, οι οποίες αντιστοιχούν στη σειρά με την οποία τα κτίρια ήταν διατεταγμένα περί το 1974, από την είσοδο έως το τέλος του συγκροτήματος, κατά μήκος του Εσωτερικού Δρόμου [1] και γύρω από την Εσωτερική Αυλή [2]. Θυρωρείο [6], Γραφεία Διοίκησης [7], Αποθήκες Σταφίδας [8], Εστιατόριο [9], Αντλιοστάσιο [10], Δεξαμενές [11], Οινοποιείο [12], Ηλεκτροστάσιο [13], Οινοπνευματοποιείο [14], Αίθουσα Εκχυλίσεως [15], Γενική Αποθήκη Υλικού [16], Αποθήκη Οινοπνεύματος [17], Πύργος Αποστακτυρίου [3], Υψικάμινος [4], 5 Δεξαμενές [5].
16. – Ν. Μπελαβίλας, Βιομηχανική Κληρονομιά στην Ελευσίνα και το Θριάσιο Πεδίο, Αθήνα, 2011, Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς
17. Ta συμπεράσματα για τον Βιομηχανικό Χώρο του
Βότρυς, προήλθαν από προσωπική εμπειρία και μελέτη του τόπου κατά τη διπλωματική εργασία: “Εκεί, όπου ο Malraux συνάντησε την Περσεφόνη | Ένα Μουσείο χωρίς τοίχους”, σε συνεργασία με τον Θ. Κανακόπουλο.
18. Το αρχιτεκτονικό σχέδιο (σελ. 61) του Βιομηχανικού
χώρου της Ελευσίνος, Ελαιουργείου και Βότρυς, παραχωρήθηκε, ως αρχείο σε ηλεκτρονική μορφή τύπου CAD, από τον: – Ν. Μπελαβίλα, Μελέτη: Ελαιουργείο και Βότρυς, Αθήνα, 2011, Ε.Μ.Π.
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I I Ι
65
66
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙΙ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΕΝ ΤΟΣ / ΕΚΤΟΣ
ii. Ελαιουργείο
Το Ελαιουργείο ιδρύθηκε το 1875, από τους αδερφούς Λ. και Ε. Χαριλάου και από το 1892 ονομάστηκε “Α.Β.Ε. Χαρίλαος & Κανελλόπουλος”, “Ελαιουργείο”. Ήταν η εποχή όπου, η Ελληνική Κυβέρνηση προσπαθούσε να προσελκύσει επιχειρηματίες βιομήχανους του παροικιακού ελληνισμού για επενδύσεις, ώστε να επιτύχει τον βιομηχανικό εκσυγχρονισμό και την τεχνοκρατική ισχυροποίηση της χώρας εντός της Ευρώπης. Το όνομα Ελαιουργείο αποκαλύπτει ως πρώτη ύλη του βιομηχανικού συγκροτήματος, τον καρπό της ελιάς, από τον οποίο παρήγαγε λινέλαια, βαμβακέλαια, κοκοφοινικέλαια, σπορέλαια, πυρηνέλαια, κικινέλαια, ρετσινέλαια, γλυκερίνη, άλευρα, ζωοτροφές και τον “Σάπων Ελευσίνος”. Η έκταση τοποθετείται μεταξύ του λόφου των Ελευσινίων Μυστηρίων και του Ελευσίνιου Κόλπου, εντός του οικιστικού ιστού της πόλης. Εντός, διασώζονται περί τις 23 κτιριακές μονάδες, επιφάνειας δόμησης 11.700 τ.μ., παρόμοιας αρχιτεκτονικής δομής με αυτών του Βότρυς.19
19. – Ν. Μπελαβίλας, Βιομηχανική Κληρονομιά στην Ελευσίνα και το Θριάσιο Πεδίο, Αθήνα, 2011, Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς
20. Ta συμπεράσματα για τον Βιομηχανικό Χώρο του
Ελαιουργείου, προήλθαν από προσωπική εμπειρία και μελέτη του τόπου κατά τη διπλωματική εργασία: “Εκεί, όπου ο Malraux συνάντησε την Περσεφόνη | Ένα Μουσείο χωρίς τοίχους”, σε συνεργασία με τον Θ. Κανακόπουλο.
Η διάταξη των βιομηχανικών κτιρίων εντός του οικοπέδου είναι σε μορφή διπλού Γ. Η είσοδος στον χώρο διανοίγεται επί τις οδού Ν. Κανελλοπούλου και ορίζεται από το Κτίριο Διοίκησης [1], το Θυρωρείο [2], το Υπόστεγο Οχημάτων [3] και τα κτίρια των αποθηκευτικών και παραγωγικών χώρων. Στο κέντρο του εσωτερικού Γ τοποθετείται η κοιλότητα του Αμφιθεάτρου των Αισχυλείων [20]. Αυτός είναι ο χώρος, ο οποίος ορίζεται ως Εσωτερική Αυλή [21]. Στο δυτικό άκρο, 28 Δεξαμενές [19] συνθέτουν το όριο του συγκροτήματος από το Βότρυς. Η δεύτερη είσοδος, επί της οδού Ι. Δραγούμη, οδηγεί εντός ενός υπαίθριου χώρου βιομηχανικής κλίμακας, ο οποίος ορίζεται ως Εξωτερική Αυλή [22].20 Ονομαστικά αναφέρονται οι λειτουργίες 23 κτιριακών όγκων, εν πλήρη λειτουργία του εργοστασίου το 1955. Κτίριο Διοίκησης [1], Θυρωρείο [2], Υπόστεγο Οχημάτων [3], Σαπωνοποιείο [4], Κικινελαιουργείο [5], Λινελαιουργείο [6], Καρυδελαιουργείο [7], Πυρηνελαιουργείο [8], Ξυλουργείο [9], Μηχανουργείο [10], Λεβητοστάσιο [11], Διυλιστήριο Ύδατος [12], Μηχανοστάσιο [13], Ξηραντήριο Πυρήνων [14], Καθαριστήριο Ελαίου [15], Αποθήκη Ραφής Σακών [16], Μονάδα Κοπής Λιναλεύρων [17], Χημείο [18], 28 Δεξαμενές [19], Εσωτερική Αυλή [21], Εξωτερική Αυλή [22]. Κατά την εποχή της αποβιομηχάνισης, το Ελαιουργείο διέκοψε τη λειτουργία του και περιήλθε στην κατοχή της Εθνικής Τραπέζης και το 2007 παρεχωρήθη στο Δήμο Ελευσίνας, προκειμένου ο παλαιός ερειπιώδης τόπος της αρχαιολογικής βιομηχανίας να μετατραπεί σε τόπο πολιτιστικής κληρονομιάς και πολιτιστικών δράσεων για την πόλη της Ελευσίνος, υπό την αιγίδα του φεστιβάλ των “Αισχυλείων”.
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I I Ι
67
| Ε ΝΤ ΟΣ / Ε Κ Τ ΟΣ
68
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙΙ
69
70
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΕΝ ΤΟΣ / ΕΚΤΟΣ
IV. Θάλασσα Η Θάλασσα ορίζει το γίγνεσθαι τη πόλης, ως ένα όριο το οποίο παίρνει και δίνει μνήμη με την έννοια, της ύπαρξης της Ελευσίνας.21 Ο Ελευσίνιος Κόλπος, είναι η θαλάσσια κοιλότητα της Αττικής γης, εντός της οποίας συνέβησαν δύο αφίξεις, διαφοράς 2000 χρόνων:
21. “...Οι περισσότεροι δειλιάζουν να γυρίσουν στην
Δια της θαλάσσης ήλθαν τα κρητικά φύλλα της αρχαιότητας, κατά τη μεσοελλαδική περίοδο περί το 1900-1600 π.Χ., και η θάλασσα ένωσε όλα τα φύλλα της Μεσογείου υπό το πνεύμα των Ελευσίνιων Μυστηριων και αποκάλυψε την αρχαία Ελευσίς, ως το ιερότερο κέντρο Μυήσεως του τότε γνωστού κόσμου. Δια της θαλάσσης ήλθε η αρχαιοελληνική μορφή ύπαρξης.22
22. – Carl Kerenyi [1962], Eleusis: Archetypical Image of
Δια της θαλάσσης, 2000 χρόνια αργότερα ήλθε και η μορφή ύπαρξης της σύγχρονης Ελευσίνας. Η θάλασσα έφερε το 1922, 2000 πρόσφυγες στο λιμάνι της αγροτικής περιοχής του δήμου Ελευσίνος. Οι άνθρωποι της προσφυγιάς έμελε ως εργατικό δυναμικό προσωπικό να στελεχώσουν τα βιομηχανικά συγκροτήματα και να ορίσουν τη ανάπτυξη και το μέλλον της βιομηχανικής Ελευσίνας του 21ου αιώνα.23 Η Ελευσίνα είναι η άφιξης δια στεριάς και Ιεράς Οδού και δια θαλάσσης και Αιγαίου Πελάγους. Είναι ανά του αιώνες το τέρμα ενός πολυώδυνου ταξιδιού, της περιπλάνησης θεών και ανθρώπων, Μητέρας και Κόρης, Μινωικού και Μυκηναϊκού πολιτισμού, Μικρασιατικής προσφυγιάς. Αυτή η γωνιά της Αττικής γης αποκρύπτει εντός του Ελευσίνιου κόλπου τη σημασία κοινωνικών και πολιτικών γεγονότων και της ιστορίας των φυλών της Μεσογείου. Ήταν το λιμάνι πολλών τραγικών μυθικών κα ιστορικών περιπλανήσεων ανά τους αιώνες και η κιβωτός ελπίδας για ένα καλύτερο μέλλον.
Η Ελευσίνα του 21ου αιώνα έχει τα μάτια κλειστά προς στη θάλασσα.
Ο Αμερικάνικός Προβλήτας που στέκει μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας είναι ένας ενδιάμεσος τόπος μεταξύ στεριάς και θάλλασας, όπου αγκυροβολεί το θαλάσσιο παρελθόν της Ελευσίνας. Εν δυνάμει, είναι ένα μάτι,24 προς τον Σαρωνικό Κόλπο που εκτείνεται εμπρός του. Πίσω του, Ελαιουργείο και Βότρυς, η αρχαιολογία της βιομηχανίας και της αρχαιότητας και η πόλη της Ελευσίνας του 21ου αιώνα. Το μάτι αυτό βρίσκεται μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος.25 Μπροστά του εκτείνεται ένα απεριόριστο μέλλον και πίσω ριζώνει ένα απεριόριστο παρελθόν, ως δύο αντίθετες δυνάμεις, εντός αυτής της ετεροτοπίας.
πηγή, γιατί ο πλούτος πράγματι αρχίζει μέσ΄τη θάλασσα [...] Η θάλασσα μα την αλήθεια παίρνει και δίνει μνήμη...” – F. Holderlin Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος
23. – Μάριος Σπηλιόπουλος, Ανθρώπων Ίχνη, Ελευσίνα, Ελαιουργείο, Αισχύλεια, 2008
24. “…Βλέπω το μάτι του να ατενίζει ένα πλατύ, υπόλευκο
πέλαγος, πέρα από τους βράχους της ακτής όπου ακουμπά ο ήλιος, ενώ μεγάλα και μικρά ζώα ελίσσονται στο φως του, ασφαλή και ήσυχα, όπως αυτό το φως και το ίδιο το μάτι. Μία τέτοια ευδαιμονία, μόνο ένας που υποφέρει ακατάπαυστα μπόρεσε να την εφεύρει, την ευτυχία ενός ματιού που μπροστά στη θάλασσα της ύπαρξης ηρέμησε και δεν χορταίνει να βλέπει την επιφάνεια της, και τούτη την ποικίλη, αβρή, τρεμάμενη θαλάσσια επιδερμίδα: Δεν είχε υπάρξει ξανά παρόμοια φρόνηση της ηδονής…” – F. Nietzsche, Gaya Scienza
25. “…Αυτός ο ουρανός, που σκεπάζει αυτά τα ερείπια,
σήμερα είναι ο ίδιος, μ’ αυτόν που χαμογελούσε πάνω από αυτό το συγκλονιστικό θρησκευτικό κέντρο. Η περιοχή της Ελευσίνας, με τις μάζες των ερειπίων, εικονογραφεί τις ιδιοτροπίες του ανθρώπινου μυαλού και την καταστροφή που προκαλείται από τις ανθρώπινες σκέψεις και πίστεις. Εδώ φαίνεται το θλιβερό πεπρωμένο της ανθρώπινης ύπαρξης να αγωνίζεται, να κοπιάζει και να δημιουργεί αυτό, που οι απόγονοι σε μια άλλη εποχή φτάνουν να καταστρέψουν και να το καταργήσουν. Όταν σταθούμε ανάμεσα στις σπασμένες κολώνες και τους γκρεμισμένους τοίχους, μόλις και μετά βίας μπορούμε να φανταστούμε το θάμβος που χαρακτήριζε αυτό το παγανιστικό κέντρο. Η σιωπή, που σαν ένας βαρύς ουρανός σκεπάζει αυτή την περίβολο σήμερα, δε μας δίνει κανένα σημάδι από τον παιάνα που έσκιζε κάποτε τους αιθέρες και άγγιζε τους ουρανούς. Οι βράχοι της Σαλαμίνας και της Πάρνηθας, είναι το ίδιο έδαφος που χαιρέτιζε τους πιστούς των αρχαίων χρόνων, όμως οι ιδέες έχουν αλλάξει και αυτή η αλλαγή μεταμόρφωσε το υπέροχο και ζωντανό τέμενος της γης, σε απέραντη έκταση βουβών ερειπίων…” – Γ. Μυλωνάς [1961], Ελευσίς και Ελευσίνια Μυστήρια, Αθήνα, 2010, Εκδόσεις Κυκεών | ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I I Ι
71
72
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙΙ
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I I Ι
73
| Ε ΝΤ ΟΣ / Ε Κ Τ ΟΣ
74
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙΙ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΕΝ ΤΟΣ / ΕΚΤΟΣ
V. Αρχείο Ο τόπος –Α, Β, Π, Θ–, το εντός: ο Αρχαιολογικός χώρος και ο Βιομηχανικός χώρος και το εκτός: η Πόλη και η Θάλασσα, ως αποσπάσματα μίας “αρχαιολογίας της αρχαιότητας” και μίας “αρχαιολογίας της βιομηχανίας” περιγράφηκαν με όρους αρχιτεκτονικής χωρικής και χρονικής “αρχειοθέτησης”. Η αρχαιολογία εμπεριέχει στην εσωτερική της δομή, τον όρο της αρχειοθέτησης. Η αρχειοθέτηση αυτή, αφορά στη σύνταξη ενός προσωπικού Αρχείου φωτογραφιών, ως απόπειρα προσέγγισης και ερμηνείας της “κληρονομιάς” της Ελευσίνιας Διαθήκης. 4 αρχέτυπες Φωτογραφίες από το Aρχείο:
Πολυκατοικία | Λόφος | Υψικάμινος | Πλοίο αντιπροσωπεύουν κάθε ένα από τα 4 αποσπάσματα της πόλεως της Ελευσίνος:
Πόλη | Αρχαιολογικός χώρος | Βιομηχανικός χώρος | Θάλασσα και συνοψίζουν επί της ουσίας, το φαινόμενο του τόπου –Α, Β, Π, Θ– Ο τόπος αυτός οριοθετείται χωρικά, αποκόπτεται χρονικά και παγιώνεται λειτουργικά, ως η κλασσική διαδικασία διαχείρισης, “φυσική” εξέλιξη των τόπων πολιτιστικής κληρονομιάς και των έργων τέχνης του παρελθόντος, κατά τον 19ο αιώνα. Η απόσπαση είναι η επιλογή του Μουσείου του 19ου αιώνα και το απόσπασμα, ο θεμέλιος λίθος του. Τα έργα της ανθρώπινης δημιουργίας και οι τόποι του παρελθόντος αποσπώνται από το χώρο, το χρόνο και τη λειτουργία τους και η κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική τους αλήθεια, έχει αντικατασταθεί από την αξία της έκθεσης τους. Ο τόπος –Α, Β, Π, Θ–, αποτελεί ένα πεδίο μάχης, μεταξύ 4 “αποσπασμάτων” -“εκθεμάτων” της πόλεως της Ελευσίνος. Ο Αρχαιολογικός χώρος και ο Βιομηχανικός χώρος, η Πόλη και η Θάλασσα συγκρούονται, τόσο σε ένα πνευματικό πεδίο παράθεσης φωτογραφιών, όσο και στον απόλυτα πραγματικό χώρο και χρόνο του τόπου. Αυτό το φαινόμενο είναι και η αιτία του ασυνεχούς και αποσπασματικού αφηγήματος της Ελευσίνος. Οι 4 αρχέτυπες φωτογραφίες, είναι η αφορμή για την αναζήτηση ενός πνευματικού διαλόγου, μεταξύ των 4ων αποσπασμάτων / εκθεμάτων –Α, Β, Π, Θ–, ο οποίος θα αποκαταστήσει τη συνέχεια του αφηγήματος του τόπου της Ελευσίνος. Το Αρχείο αυτό, είναι η αφορμή της αφίξεως του André Malraux και η αιτία δημιουργίας ενός “Μουσείου χωρίς τοίχους” για την Ελευσίνα.
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I I Ι
75
ΙΙ 76
Εκεί, οπου ο Malraux συναντησε την Περσεφονη
77
| A NDRE MA LRAUX
78
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
| A N D R E MA L R AUX
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
79
80
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| A N D R E MA L R AUX
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
[ André Malraux ] I. Το Φανταστικό Μουσείο Ο André Malraux (1901-1976), Γάλλος συγγραφέας και πολιτικός του ου 20 αιώνα, στο έργο του Le Musée Imaginaire ή Το Φανταστικό Μουσείο του 1965 μ.Χ., συνέστησε δύο εξαιρετικής σημασίας παραμέτρους πρόσληψης των έργων τέχνης, ως αρχείων-αρχών, συνδετικούς κρίκους μεταξύ παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος.1 Την έννοια του Μουσείου του 21ου αιώνα, ως Φανταστικό και το Collage - Montage, ως διαδικασία προσέγγισής του συνθετικού σχεδιασμού του. Η άφιξη του André Malraux στον τόπο της Ελευσίνος, αποτελεί συμπέρασμα της θεματική ενότητας Ι. [ Ελευσίς / Έλευσις ] και έχει ως πρόθεση να ορίσει τη “χωρίς τοίχους”, διανοητική διαδικασία αρχιτεκτονικού σχεδιασμού ενός Μουσείου του 21ου αιώνα για την Ελευσίνα, μέσω 3 θέσεων:
i. Μουσείο
Οι μετώπες του Παρθενώνα και η τραγική περιπλάνησή τους συμπυκνώνουν τις αρχές του Μουσείου. Ο Λόρδος Έλγιν απέσπασε από το αρχαίο ιερό των Αθηνών, το περιεχόμενο της ύπαρξής του και το εξέθεσε εντός του Βρετανικού Μουσείο.2 Τα αγάλματα, τα ιερά αντικείμενα, αποσπάστηκαν από τα ιερά και τους τόπους, από τους ναούς και τους τάφους και ονομαστήκαν έργα τέχνης, χάριν μίας εποπτείας του παρελθόντος. Μέχρι τότε, ήταν δημιουργίες θεοληψίας του ανώνυμου καλλιτέχνη, που αποκάλυπταν το θείο, το αόρατο και όχι κάποια μορφή τέχνης ή αισθητικής. Ο μοντερνισμός εγκατέστησε στη θέση της αποκάλυψης των θεών, την έννοια της γλυπτικής. Τα έργα τέχνης ή ό,τι ο άνθρωπος ονόμασε έργα τέχνης, είναι η μεταστροφή της θρησκευτικής λατρείας σε λατρεία της αισθητικής και το Μουσείο, η μεταμόρφωση των Θεών σε έργα τέχνης.3
1. “…Ο Malraux ζητάει την αλήθεια στην τέχνη και
τη λογοτεχνία. Ο θεός και ο άνθρωπος είναι νεκροί, τα μεγάλα σχέδια έχουν μετατεθεί. Ο κόσμος επιβιώνει, χωρίς ουρά και κεφάλι, διαβρώνοντας το πτώμα του. Αποκρουστικός ίλιγγος, νεκροφαγικός για το τίποτα. Μόνη επιστροφή στην αηδιαστική οκνηρία, μόνο αίνιγμα: Τα έργα. Διέξοδοι όλων των εποχών, όλων των τόπων, πως μπορούν πάντα να μας κεραυνοβολούν με το στρίγκλισμά τους ; Είναι τα κρυφά κουφά δωμάτια του απόλυτου. Μέσα στις εφευρεμένες από την αγωνία μορφές, αυτό που ποτέ δεν απαντά και δεν αφήνεται ποτέ να ξεχαστεί, κάνει να δονείται καμιά φορά, η άφωνη αλήθεια..” – J. F. Lyotard, Chambre Sourde: L’antiesthétique de Malraux, 1998, Galilee μτφρ. Β. Ξένου
2. “...Οι απαρχές της αρχαιολογίας ήταν εκείνα τα αγάλματα, που δεν όφειλαν τίποτε στην αρχαία Ελλάδα...”[ σ. 136 ]
– A. Malraux [1965], Το Φανταστικό Μουσείο, Αθήνα, 2007, Εκδόσεις Πλέθρον
3. “...Τον 19ο αιώνα ο Λόρδος Έλγιν θα αποσπάσει τις
μετώπες του Παρθενώνα και θα τις εισάγει στο Μουσείο. Τον αιώνα που μόλις πέρασε ο Marcel Duchamp, [...] παίρνει ένα ουρητήριο και το βαπτίζει “Fontaine”, το υπογράφει και το εισάγει [...] στο Μουσείο. Η πρώτη μετατόπιση [...] είναι η μεταμόρφωση των θεών σε γλυπτική όταν αυτοί έχασαν τον ιερό τους χαρακτήρα. Η δεύτερη μετατόπιση δημιούργησε ένα παρατεινόμενο σκάνδαλο που έχει εξελιχθεί σε επίμονη αναζήτηση μέχρι σήμερα, και αποτελεί αναπότρεπτη συνέχεια της πρώτης κίνησης...” – Β. Ξένου, Σημειώσεις πάνω στην Ιδέα του Φανταστικού Μουσείου, Αθήνα, 2014, Ε.Μ.Π. | ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
81
| A NDRE MA LRAUX
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
ii. Collage | Montage 4. “...Αυτή η εποποιία που αποτελεί το πλήρωμα του
Φανταστικού Μουσείου, θα ήταν άραγε ίδια χωρίς τον μετασχηματισμό της γλυπτικής από τη φωτογραφία ;”[ σ. 12 ]
5. “...Ο κόσμος των φωτογραφικών ειδώλων σίγουρα δεν είναι κάτι παραπάνω, παρά ένας θεράπων του κόσμου των πρωτοτύπων . ο κόσμος αυτός, όμως, αν και λιγότερο γοητευτικός και συγκινητικός, αν και πολύ πιο διανοητικός, μοιάζει να αποκαλύπτει, με το νόημα που έχει στη φωτογραφία αυτή η λέξη, τη δημιουργική πράξη . μοιάζει να καθιστά, πρωτίστως, την ιστορία της τέχνης μια αλληλουχία δημιουργημάτων...” [ σ. 137 ]
6. “...Όμως αυτός ο διανοητικοποιημένος κόσμος
διαθέτει τις δικές του πηγές συγκίνησης, γιατί καμία από τις φωτογραφικές αυτές πλάκες δεν εξαντλεί το έργο που αναπαριστά [...] Ιδίως όταν πρόκειται για αγάλματα που απαθανατίζονται επί τόπου, η φωτογραφία έχει τη δύναμη να μεταφέρει το σπήλαιο, τον καθεδρικό ναό ή τον ιερό τύμβο. Αντικαθιστώντας με ένα βιβλίο τέχνης την αίθουσα του Μουσείου, αποδίδεται ο κάπως σκοτεινός λυρισμός που γεννιέται από τη σύγκριση έργων που τα χώριζαν μεταξύ τους ολόκληρες ήπειροι, όταν φτάσουν σε εμάς μαζί με κομμάτια δασών, ερήμων και βουνών, που γεννιέται επίσης ως αποτέλεσμα της γωνίας, της απόστασης και του χρόνου της λήψης, όπως τα επέλεξε ο φωτογράφος. Η αυγή και το σούρουπο καθιστούν τη Σφίγγα μία ηθοποιό που υποδύεται το ρόλο της Σφίγγας...” [ σ. 137 ]
7. “...Το θραύσμα είναι ένας δάσκαλος της σχολής των
τεχνών της μυθοπλασίας [...] Το θραύσμα, που αποκτά αξία με την παρουσία του και έναν επιλεγμένο φωτισμό, επιτρέπει μία αναπαραγωγή που δεν συγκαταλέγεται στους ταπεινότερους κατοίκους του Φανταστικού Μουσείου [...] Το βιβλίο τέχνης απομονώνει, άλλοτε για να μεταμορφώσει μέσω της μεγέθυνσης, άλλοτε για να αποκαλύψει ή να συγκρίνει, κι άλλοτε πάλι για να αποδείξει. Και μέσω του θραύσματος ο φωτογράφος επανεισάγει ενστικτωδώς αυτά τα έργα στο δικό μας προνομιακό σύμπαν, με τον ίδιο τρόπο που τα έργα του αλλοτινού Μουσείου έμπαιναν σε αυτό...” [ σ. 102 ] – A. Malraux [1965], Το Φανταστικό Μουσείο, Αθήνα, 2007, Εκδόσεις Πλέθρον
8. “...έρχεται να συμπληρώσει νοητικά τα ερειπωμένα
πράγματα και τα φθαρμένα αντικείμενα, για να μπορέσει να διανοηθεί το μέρος της δημιουργίας που μένει ζωντανό, ή που εμείς οι ίδιοι καλούμαστε να κρατήσουμε ζωντανό...” [ σ. 18 ]
82
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
Ο André Malraux συνέλαβε το Φανταστικό Μουσείο ως διαδικασία, η οποία αφορά στη φωτογράφιση έργων, διαφορετικών εποχών και πολιτισμών και την παράθεση του υλικού, μέσω του Collage - Montage, με την προϋπόθεση πως, τα έργα που πλέον έχουν αποκοπεί από τον χώρο, το χρόνο και τη λειτουργία τους, θα ξαναβρούν έναν ακαταμάχητο διάλογο ερμηνειών και αναβιώσεων.4 Το Φανταστικό Μουσείο, ως εργαλείο προσφέρει τη δυνατότητα συλλογής διαφορετικών έργων, υπό την έννοια του φωτογραφικού αρχείου. Έως τον 18ο, το μουσείο υπήρχε υπό τη μορφή προσωπικών συλλογών, φιλότεχνων και αφορούσε την προσωπική αίσθηση ότι κάτι από το παρελθόν “μου” ανήκει. Περί τον 19ο και 20ο αιώνα, τα έργα τέχνης περιήλθαν εντός του μουσείου, εντός μίας προθήκης προστασίας από τη φθορά του χρόνου, ως αποδείξεις της ιστορίας και του παρελθόντος. Κατά τον 21ο αιώνα, οποιοδήποτε έργο ανήκει σε οποιονδήποτε, χωρίς να είναι κτήμα του, μέσω της φωτογραφίας.5
Το Φανταστικό Μουσείο εκτιμά, αυτή τη δύναμη της φωτογραφίας.6
Η φωτογραφία, ως εργαλείο, ενέχει τη μορφή της απόσπασης των έργων από το χώρο, το χρόνο και το λόγο δημιουργίας τους. Γεγονός, το οποίο εισάγει την έννοια του αποσπάσματος. Το απόσπασμα ή το θραύσμα, ως αντικείμενο της αρχαιότητας περιήλθε εντός του μουσείου.7 Η επιστήμη της αρχαιολογικής συντήρησης ανέλαβε την ευθύνη, να αποκαταστήσει το υλικό του αποσπάσματος. Το Φανταστικό Μουσείο ανέλαβε την ευθύνη, να αναβιώσει το νόημα του αποσπάσματος. Αυτή η ολοκλήρωση θα επέλθει, όταν οποιοδήποτε απόσπασμα θα ανακτήσει την ουσία της ύπαρξης του, εντός ενός διανοητικού και πνευματικού πεδίου, όπου θα φανεί η αλήθεια της δημιουργίας του.8 Τα έργα της ανθρωπότητας περιέχονται εντός του λευκού πλαισίου, το οποίο δημιουργεί η λευκή σελίδα της φωτογραφίας. Αυτό το πλαίσιο είναι οι λευκοί τοίχοι των μουσείων του 21ου αιώνα. Η συλλογή αυτών των εικόνων, δεν είναι ένα εγκυκλοπαιδικό εργαλείο, προς εκμάθηση μίας γραμμικής ιστορίας της τέχνης. Είναι η δυνατότητα εννοιολογικής σύνδεσης, μέσα από μία σειρά διανοητικών μεταμορφώσεων και μετατοπίσεων των έργων τέχνης, ως φωτογραφίες ενός Collage - Montage. Οι πολλαπλές φωτογραφήσεις των έργων είναι αντιπροσωπευτικές των πολλαπλών εκφάνσεων της βιολογικής, κοινωνικής, πολιτικής, πολιτιστικής, θρησκευτικής ιστορίας της ανθρώπινης δημιουργίας.
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| A N D R E MA L R AUX
iii. Φανταστικό Το Φανταστικό Μουσείο είναι το πεδίο του νου, εντός του οποίου επικρατεί η διάνοια και το πνεύμα των έργων τέχνης. Ένα πεδίο, το οποίο δεν είναι χώρος απαραίτητα υπαρκτός με όρους αρχιτεκτονικής. Είναι υπαρκτός με όρους εννοιολογίας, εντός της ανθρώπινης φύσης και δημιουργίας. Ο όρος Φανταστικό προϋποθέτει την πνευματική και διανοητική κατασκευή του μουσείου και όχι απαραίτητα την αρχιτεκτονική οικοδόμηση του. Δεν αφορά στην αρχειοθέτηση, τη γραμμική παράταξη αντικειμένων, έργων και μορφών, ανά κατηγορίες, χρόνους και περιοχές, προς την κατεύθυνση μίας ιστορικής αφήγησης του παρελθόντος.9
9. “...Σε καμία περίπτωση ο όρος Φανταστικό δεν
Προϋποθέτει, τη συνολική εποπτεία των έργων της ανθρώπινης δημιουργίας, τη μεταμόρφωση και τη νοηματοδότηση τους, μέσω των μεταξύ τους διαλόγων. Είναι μία διαδικασία ενεργητικής θεώρησης και εποπτείας και όχι παθητικής παρατήρησης. Είναι η έξωθεν αντιστροφή της ύλη και του φαίνεσθαι, σε είναι, σε πνεύμα και διάνοια, στο άυλο του νου. Για αυτό και φανταστικό.10 Το μουσείο άλλοτε ήταν μια κατάφαση, το Φανταστικό Μουσείο είναι μια διερώτηση του 21ου αιώνα. Είναι εκείνο το οποίο φέρει εντός του οτιδήποτε μένει από την ανθρώπινη δημιουργία του παρελθόντος και ως τέτοιο είναι αποσπασματικό, διανοητικό και πνευματικό, φανταστικό.11 Το μουσείο θα ξαναβρεί την μορφή του, μόνο όταν θα πάψει να συγχέει το έργο τέχνης με ένα οποιοδήποτε αντικείμενο.
10. “...Είναι η διάνοια που λέγεται φαντασία κι είναι
εννοεί μια χιμαιρική κατασκευή ή ένα προϊόν φαντασίας, κάτι το μυθικό ή το ονειρικό, όπως τα τέρατα και οι νεράιδες [...] το πεδίο που αφορά στη σημασία του φανταστικού, προφανώς θα πρέπει να το εκλάβουμε ως πεδίο της διάνοιας. Το Μουσείο είναι ο τόπος όπου μπορεί να διανοηθεί κανείς συνολικά την ιδιαιτερότητα και το εύρος της τέχνης [...] που μας επιτρέπει να εννοήσουμε μία συλλογική νοητική κατασκευή και όχι μία παράθεση υλικών αντικειμένων...” [ σ. 18 ] ο τρόπος που η διάνοια μέσα στο Μουσείο, που είναι ίδια η ζωή, έρχεται να συσχετίσει δεσμούς και έννοιες, έργα και μνημεία, πράγματα και πράξεις, για να ανοίξει τον ορίζοντα του λόγου πέρα από τις ξεπερασμένες μυθοπλασίες και ηγεμονικές ιδεολογίες, και να αφήσει την ποίηση και την τέχνη να αντηχήσουν μουσικά ως παλμός που κινεί συθέμελα κάθε υλική κατασκευή, για να της δώσει το μέγεθος και τη θέση μιας νοητικής κατασκευής, μίας διανοητικής ολοκλήρωσης της δημιουργίας που ούτε μεταφράζεται ούτε σχολιάζεται, αλλά την βιώνουμε και την απολαμβάνουμε, και που ο Malraux την ονομάζει Φανταστικό Μουσείο...” [ σ. 20 ]
11. “... Το Φανταστικό Μουσείο μένει φανταστικό και
Το έργο τέχνης δεν είναι ένα αντικείμενο, είναι μια φωνή.12
Ο όρος Φανταστικό, ίσως και να είναι τόσο εύστοχος, όσων αφορά στο φαινόμενο της Ελευσίνος, καθώς προϋποθέτει μία πνευματική και διανοητική μυσταγωγία, εντός του κόσμου της τέχνης. Προϋποθέτει, τη Μύησις, αυτό το “κλείεσθαι του οφθαλμούς” των Ελευσινίων Μυστηρίων. Την επιστροφή του ανθρώπου στην αρχή της ανθρώπινης δημιουργίας και τα αρχέτυπα έργα. Την επιστροφή του νου στο βάθος του πνεύματος και της διανόησης. Προϋποθέτει, την Εποπτεία, την θεώρηση της σχέσεως του ανθρώπου με τον άνθρωπο, και τη σχέση αυτού με τη φύση και τον κόσμο. Τη θεώρηση της σχέσεως του ανθρώπου με την τέχνη και το σύμβολο. Το Φανταστικό Μουσείο είναι η υπόσχεση της επιστροφής όλων των έργων, των μορφών και των συμβόλων, που δεν ακούγονται πια.13
τρέφει [...] τον λόγο που κρατά κανείς όπως μπορεί τα έργα ζωντανά και τον λόγο της δημιουργίας τους, ως τελικό στόχο της συνάντησης με την τέχνη...” [ σ. 20 ]
– Ντ. Ζαχαρόπουλος, Το Φανταστικό Μουσείο, Πρόλογος, Αθήνα, 2007, Εκδόσεις Πλέθρον
12. “...Το αληθινό Μουσείο είναι η εν ζωή παρουσία εκείνου που θα έπρεπε να ανήκει στο θάνατο...”
– Β. Ξένου, Σημειώσεις πάνω στην Ιδέα του Φανταστικού Μουσείου, Αθήνα, 2014, Ε.Μ.Π.
13. “…Aν τα αγάλματα έβρισκαν πάλι την πρώτη τους
ψυχή, τότε από τα Mουσεία μας θα υψωνόταν η πιο πελώρια μουσική που έχει ακούσει η γη…” – A. Malraux [1965], Το Φανταστικό Μουσείο, Αθήνα, 2007, Εκδόσεις Πλέθρον | ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
83
84
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| A N D R E MA L R AUX
II. Το Φανταστικό Μουσείο της Ελευσίνος Το Φανταστικό Μουσείο της Ελευσίνος, δημιουργείται κατά τις αρχές του Φανταστικού Μουσείου του André Malraux, ως ένας τρόπος προσέγγισης, ερμηνείας και διαχείρισης του τόπου και των έργων του παρελθόντος και αφορά σε ένα σύνολο 3 διαφορετικών εκφραστικών μέσων κατα τη συνθετική διαδικασία αρχιτεκτονικού σχεδιασμού του Μουσείου του 21ου αιώνα για την Ελευσίνα. Αφορά στην in situ φωτογράφιση των 4 αποσπασμάτων –Α, Β, Π, Θ–. Εντός του Αρχαιολογικού χώρου, η φωτογράφηση εφαρμόστηκε σε αγάλματα, νεκρικά και ταφικά αντικείμενα, αγγεία, ειδώλια, προτομές, αναθηματικές πλάκες και επιτύμβιες στήλες, χρηστικά εργαλεία, κιονόκρανα, κίονες, αρχιτεκτονικά μέλη και αποσπάσματα, σε χώρους και ιερά του λόφου των Ελευσινίων Μυστηρίων, στο Ιερό Τελεστήριο και σε ό,τι ο άνθρωπος του 21ου αιώνα, ονόμασε κλασσική γλυπτική ή αρχιτεκτονική, έργα τέχνης και “αρχαιολογία της αρχαιότητας”. Εντός του Βιομηχανικού χώρου: Ελαιουργείο και Βότρυς, η φωτογράφηση εφαρμόστηκε σε κτίρια ισόγεια, διώροφα, τριώροφα, τετραώροφα και σε χώρους αποθήκευσης και παραγωγής, σε βιομηχανικές αρχιτεκτονικές μορφές, δεξαμενές και υψικαμίνους, σε ερείπια, αρχιτεκτονικά μέλη και αποσπάσματα και σε ό,τι ο άνθρωπος του 21ου αιώνα, ονόμασε βιομηχανική κληρονομιά και “αρχαιολογία της βιομηχανίας”. Τα έργα φωτογραφίζονται, αρχειοθετούνται, αξιολογούνται και τυπώνονται. Προκύπτουν 150 φωτογραφίες έργων και τόπων, από ένα σύνολο περίπου 1000 φωτογραφιών. Η εικόνα κάθε έργου, τοποθετείται κεντρικά, εντός πλαισίου, σε διαφάνεια άσπρου χαρτιού, ως έκθεμα εντός φόντου. Το σύνολο των φωτογραφιών τοποθετείται τυχαία στην άσπρη επιφάνεια, την οποία ορίζουν τα σχεδιαστήρια του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, ως εκθέματα ενός άσπρου τοίχου του Μουσείου του 21ου αιώνα. Αφορά σε ένα είδος Αρχείου, ένα Collage άνευ Montage. Το Φανταστικό Μουσείο δεν είναι ένα Αρχείο και δεν αποσκοπεί σε αυτό. Πρέπει να υπάρξει το Montage, ως διανοητική κατασκευή του “Μουσείου χωρίς τοίχους”. Η Πλατφόρμα του Φανταστικού Μουσείου της Ελευσίνoς, ως εκφραστικό μέσο αφορά στη συνθετική διαδικασία του Montage. Οι φωτογραφίες του αρχείου τοποθετούνται σε υπέρθεση, ως επάλληλες γραφές ενός παλίμψηστου, επί της λευκής επιφάνειας plexiglas 80x120 cm., η οποία φέρει φως, και δημιουργούν το Μontage. Το εκφραστικό αυτό μέσο, αποσκοπεί στην απόδοση της αποσπασματικής χωρικής και χρονικής εμπειρίας του τόπου και στην ανάπτυξη μίας νοηματικής συνέχειας και ενός εσωτερικού διαλόγου μεταξύ των ετερόκλιτων και ετερογενών χώρων και χρόνων, τόπων, έργων, μορφών και συμβόλων και του κριτικού υποκειμένου: τον άνθρωπο. Το εργαλείο αυτό, φέρει στην ουσία της δημιουργίας του, την αναζήτηση των συμβόλων του τόπου και των έργων της ανθρώπινης δημιουργίας, την οποία προϋποθέτει ένα Φανταστικό Μουσείo.
i.Φωτογραφία
ii.Αρχείο
iii.Πλατφόρμα
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
85
| A NDRE MA LRAUX
86
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| A N D R E MA L R AUX
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
87
| A NDRE MA LRAUX
88
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| A N D R E MA L R AUX
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
89
| A NDRE MA LRAUX
90
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| A N D R E MA L R AUX
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
91
| A NDRE MA LRAUX
92
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| A N D R E MA L R AUX
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
93
| A NDRE MA LRAUX
94
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
| A N D R E MA L R AUX
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
95
| A NDRE MA LRAUX
96
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
| A N D R E MA L R AUX
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
97
| ΠΕ ΡΣΕ Φ ΟΝΗ
98
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
| Π ΕΡΣ ΕΦ ΟΝ Η
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
99
100
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Π ΕΡΣ ΕΦ ΟΝ Η
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
[ Περσεφόνη ] Η Περσεφόνη, η Παρθένος-Κόρη-Θεά της αρχαιότητας, αποτελεί ένα κατεξοχήν μη-φυσικό πρόσωπο, το οποίο θα συναντήσει τον André Malraux, ως ένα αρχέτυπο σύμβολο ενός “πνευματικού ιδείν” και “δεικνύειν”, το οποίο διαφυλάττει εντός του την ψυχή του τόπου, ως άρρητη α-λήθεια. Το σύμβολο, αφορά σε ένα στοιχείο, το οποίο εκ φύσεως, “συμ-βάλει”, θέτει κάτι μαζί, εντός ενός όλου του κόσμου της τέχνης και της ανθρώπινης δημιουργίας.14 Υπό την πρόσληψη των έργων της τέχνης και του κόσμου κατά Heidegger, μέσα στο έργο τέχνης έχει τεθεί εν έργω η α-λήθεια των όντων, ως ένα ενδόμυχο στοιχείο, σύμβολο.15 Κατά την αρχαία ελληνική γλώσσα, το σύμβολο “θέτειν”, καταστεί κάτι ορατό ή επιτρέπει σε κάτι να φανεί. “…Ούτε λέγει, ούτε κρύπτει, αλλά σημαίνει…” 16 Από το Φανταστικό Μουσείο λείπει αυτό το στοιχείο του συμβόλου, το οποίο εκ φύσεως θα θέσει εντός ενός όλου της ανθρώπινης δημιουργίας του παρελθόντος, τα αποσπάσματα του αφηγήματος του τόπου της Ελευσίνος.
14. “...Ασφαλώς το έργο τέχνης είναι ένα κατασκευασμένο
πράγμα, αλλά φέρει και κάτι άλλο [...] μαζί με το κατασκευασμένο συναποτίθεται και κάτι άλλο. Συναποθέτω στα αρχαία ελληνικά σημαίνει συμβάλλω - θέτω κάτι μαζί. Το έργο τέχνης είναι σύμβολο...” [ σ. 14 ] – Β. Ξένου, Προσεγγίσεις στον Αρχαιολογικό Χώρο της Ακροπόλεως των Αθηνών, Αθήνα, 2010, Ε.Μ.Π.
15. “...Το έργο τέχνης με τον τρόπο του ξανοίγει το Είναι
τον όντων. Αυτό το ξάνοιγμα, δηλαδή η αποκάλυψη, δηλαδή η αλήθεια των όντων, συμβαίνει μέσα στο έργο τέχνης. Μέσα σε αυτό έχει τεθεί εν έργω [ έχει ενεργοποιηθεί και σταθεροποιηθεί ] η αλήθεια των όντων. Η τέχνη είναι το εν-έργω-τίθεσθαι της αλήθειας...” [ σ. 65 ]
16. “...Η ουσία της τέχνης φαίνεται λοιπόν να είναι
ετούτη: το εν-έργω-τίθεσθαι της αλήθειας των όντων. Αλλά ως τώρα, η τέχνη είχε να κάνει με την τέχνη και την ομορφιά, και όχι με την αλήθεια...” [ σ. 60 ]
Η άφιξη της Περσεφόνης στον τόπο της Ελευσίνος, είναι αποτέλεσμα της αφίξεως του André Malraux και αφορμή της θεματικής ενότητας ΙΙ. [ Προ - Έλευσις ] και έχει ως πρόθεση να ορίσει έναν τρόπο προσέγγισης, ερμηνείας και διαχείρισης των τόπων, των έργων και των συμβόλων της ανθρώπινης δημιουργίας του παρελθόντος, μέσω 2 αρχαίων πηγών: του Ομηρικού Ύμνου και των Ελευσινίων Μυστηρίων.
17. “...Αυτή η όψη των πραγμάτων παραμένει ανοιχτή, όσο
Πρόθεση αυτής της απόπειρας είναι, αφενός να αποκαλυφθεί η α-λήθεια, η πολιτική, κοινωνική, πολιτιστική, πνευματική, φιλοσοφική και ψυχολογική προέλευση και σημασία των αρχέτυπων συμβόλων, που αποκρύφθηκαν εντός των αρχαίων πηγών, των τόπων και των έργων του παρελθόντος και αφετέρου, μέσω αυτής της αναζήτησης και αποκάλυψης των συμβόλων της ψυχής του τόπου, η δημιουργία των αρχών και εκφραστικών μέσων κατά τη διαδικασία αρχιτεκτονικού συνθετικού σχεδιασμού, εντός αυτού του κόσμου της ανθρώπινης δημιουργίας, ενός Μουσείου του 21ου αιώνα.17
Αριστερά: Δήμητρα, Τριπτόλεμος, Περσεφόνη Ελευσινιακό Ανάγλυφο, υ. 2,2 x π. 1,5, 440-450 Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
“Εκεί, όπου ο André Malraux συνάντησε την Περσεφόνη”, το πνεύμα και η ψυχή του τόπου θα αναδυθούν ως απόλυτη α-λήθεια, εντός ενός “Μουσείου χωρίς τοίχους”.
το έργο τέχνης είναι έργο τέχνης, όσο ο θεός δεν έφυγε από αυτό...” [ σ. 72 ] – M. Heidegger [1950], Η Προέλευση του Έργου Τέχνης, Αθήνα, 1986, Εκδόσεις Δωδώνη
π.χ.
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
101
| ΠΕ ΡΣΕ Φ ΟΝΗ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
I. Ομηρικός Ύμνος 18. “...Η Μυθολογία, μύθος - λέγειν, όπως και το
κεφάλι του Ορφέα, συνεχίζει να τραγουδά και πέρα από το θάνατο [...] Το αντικείμενο της είναι ένα συγκεκριμένο είδος πανάρχαιου παραδοσιακού υλικού που περιέχεται στις ιστορίες [...] των θεών [...] που είναι πασίγνωστες αλλά δεν επιδέχονται ανάκληση [...] Η καλύτερη ελληνική λέξη για αυτές είναι το μυθολόγημα. Η μυθολογία αποτελεί τη δράση του υλικού, είναι συγχρόνως κάτι συμπαγές και ευκίνητο, ουσιώδες συστατικό, αν και μη στατικό, που έχει την ικανότητα να μεταμορφώνεται...” [ σ. 8 ]
19. “...Η
μορφοποίηση στη μυθολογία είναι εικονογραφική και μέσα από εκεί αναβλύζει ένας χείμαρρος μυθολογικών εικόνων. Αυτό το ρεύμα είναι συγχρόνως και μία ανακάλυψη, αν και τα μυθολογήματα διατηρούνται με τη μορφή ιερών παραδόσεων, ωστόσο ανήκουν στη φύση του έργου τέχνης...” [ σ. 8 ]
20. “...Ο φιλόσοφος αγωνίζεται να διαπεράσει τον κόσμο των μορφών για να μπορέσει να δει τι πραγματικά είναι...” [ σ. 8 ]
21. “...Η μυθολογία [...] δεν απαντά στο ερώτημα γιατί,
πως, και από που, δηλώνει τις αιτίες, τα αίτια, αυτό το κάνει στο μέτρο που διδάχθηκε από τον Αριστοτέλη ότι τα αίτια είναι αρχαί [...] Για τους παλαιότερους Έλληνες φιλοσόφους αι αρχαί ήταν για παράδειγμα το νερό, η φωτιά ή αυτό που ονομαζόταν άπειρον, το Απεριόριστον. Όχι απλές αιτίες αλλά πρωταρχικές καταστάσεις χωρίς ηλικία που ποτέ δεν μπορούν να ξεπεραστούν και αιώνια παράγουν τα πάντα. Το ίδιο συμβαίνει με τα γεγονότα της μυθολογίας. Σχηματίζουν τη βάση ή το θεμέλιο του κόσμου [...] Είναι οι αρχές που πηγάζει και επιστρέφει καθετί το ατομικό και ξεχωριστό, ενώ αυτές παραμένουν αιώνια νέες, ανεξάντλητες, σε μία άχρονη πρωταρχικότητα, σε ένα παρελθόν που παραμένει άφθαρτο εξαιτίας των ακατάπαυστα επαναλαμβανόμενων αναγεννήσεων του...” [ σ. 8 ]
22. “...Οι θεοί είναι τόσο αρχετυπικοί ώστε με κάθε νέα
θεότητα γεννιέται ένας καινούριος κόσμος, μία καινούρια εποχή, μια νέα όψη του κόσμου...” [ σ. 8 ] – Β. Ξένου, Προσεγγίσεις στον Αρχαιολογικό Χώρο της Ακροπόλεως των Αθηνών, Αθήνα, 2010, Ε.Μ.Π.
23. – C. Kerenyi [1999], Eleusis: Archetypical Image of
Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος
[ σ. 75-86 ]
102
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
Ο Ομηρικός Ύμνος είς Δήμητραν και Περσεφόνη του 610 π.Χ., αποτελεί αρχαία πηγή, τμήμα της συλλογής 33 Ομηρικών Ύμνων, οι οποίοι αποδίδονται στον Όμηρο. Ο συγγραφέας τοποθετεί στο κέντρο της αφηγήσεως του, 3 Θεούς της Ελληνικής Μυθολογίας:18 την Δήμητρα, την Περσεφόνη και τον Άδη, ως κεντρικά πρόσωπα του γεγονότος: της Αρπαγής της Κόρης.19 Η παρούσα εργασία δεν αποσκοπεί σε καμία είδους παθητική αφήγηση του Ομηρικού Ύμνου, καθώς αυτό κρίνεται άσκοπο, έως επικίνδυνο και παραπλανητικό. Τα πρόσωπα του Ομηρικού Ύμνου δεν πρέπει να προσεγγίζονται και να ερμηνεύονται ως τα φυσικά πρόσωπα κάποιου ανενεργού αφηγήματος του παρελθόντος20 και κάποιας ξεχασμένης από καιρό θρησκείας, αλλά ως τα φυσικά κοινωνικά, πολιτικά, πολιτιστικά, πνευματικά, ιστορικά κ.τ.λ. αίτια, τα οποία συνθέτουν το πνευματικό περιεχόμενο και το αποσπασματικό αφήγημα και την ιστορία του τόπου της Ελευσίνος.21 Το περιεχόμενο της θεματικής ενότητας ΙΙ. [ Προ - Έλευσις ], αφορά στην αναζήτηση της πολιτικής, κοινωνικής, πολιτιστικής, πνευματικής, φιλοσοφικής και ψυχολογικής προελεύσεως και σημασίας, των 10 αρχέτυπων συμβόλων - προσώπων:22 της Περσεφόνης και της Δήμητρος, των Ωκεανίδων Νυμφών, της Ιούς, της Αθηνάς, της Αρτέμιδος, της Εκάτης, της Γαίας, της Μέδουσας και της Βαυβούς, τα οποία έχουν κεντρικό χαρακτήρα σε 2 σκηνές του αφηγήματος του Ομηρικού και του Αρκαδικού Ύμνου: την Αρπαγή της Κόρης, κεφάλαιο V. [ Αρπαγή ] και τον Θρήνο της Μητέρας, κεφάλαιο VΙ. [ Θρήνος ].23 Η αναζήτηση της προ-ελεύσεως των συμβόλων εντός των αρχαίων πηγών του Ομηρικού και Αρκαδικού Ύμνου και η αποκάλυψη του πνευματικού περιεχομένου της Ελευσίνος, αφορά σε μία διαδικασία παράλληλη προς τη διαδικασία αρχιτεκτονικού συνθετικού σχεδιασμού, η οποία ως πρόθεση έχει την ανάπτυξη ενός 1ου εκφραστικού μέσου: τη σκιαγράφηση της αρχέτυπης χωρικής και χρονικής ατμόσφαιρας εντός του Μουσείου του 21ου αιώνα γα την Ελευσίνα.
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Π ΕΡΣ ΕΦ ΟΝ Η
ΙI. Ελευσίνια Μυστήρια
Τα Ελευσίνια Μυστήρια τελούνταν κατά την αρχαιότητα, ως εννεαήμερη εορτή από την Αθήνα προς την Ελευσίνα, εις ανάμνηση της εννεαήμερης περιπλάνησης της Δήμητρος, για την εύρεση της Περσεφόνης.24 Αυτό είναι και το δώρο της Θεάς Δήμητρος προς την ανθρωπότητα, ως ένα ιερό τρίπτυχο: Μύησις, Τέλεσις, Εποπτεία.25 Αφορά στην έκβαση του Ομηρικού Ύμνου, έκβαση και της θεματικής ενότητας ΙΙ. [ Προ - Έλευσις ]. Η Μύησις και τα Μικρά Ελευσίνια Μυστήρια, τελούνταν εντός της Άγρας, πλησίον της πόλεως των Αθηνών, τον μήνα Ανθεστηριώνα (Φεβρουάριος). Η Τέλεσις και τα Μεγάλα Ελευσίνια Μυστήρια, άρχιζε την 14η ημέρα του μήνα Βοηδρομιώνος (Σεπτέμβριος). Η ιερά πομπή άρχιζε την 19η ημέρα. Με αφετηρία το νεκροταφείο του Κεραμικού και την Ιερά Πύλη εντός της πόλεως των Αθηνών και δια μέσου της Ιεράς οδού, ως μία μυσταγωγική τελετουργική πορεία διαρκούς κίνησης και στάσης σε ιερά και σημεία του τόπου με συμβολικό περιεχόμενο, η ιερά πομπή έφτανε εντός της Ελευσίνος και του ιερού Τελεστηρίου της Δήμητρος. Εντός του ιερού Τελεστηρίου, η Εποπτεία και το Όραμα Μακαριότητος, η εύρεση της Περσεφόνης ήταν και η τελείωσις των Ελευσινίων Μυστηρίων.26, 27
24. “...Το σύμπαν, γίνεται το σκηνικό ενός τέτοιου
δράματος απλά και μόνο επειδή ο άνθρωπος αφομοίωσε και ακτινοβόλησε σε ολόκληρο τον κόσμο τη νοητική του ζωντάνια και ρευστότητα . ή ακόμη επειδή το ζωηρό και εύστροφο ανθρώπινο πνεύμα συνάντησε και διαπέρασε το σύμπαν. Η αρχαϊκή άποψη συνδυάζει την ανοιχτή αποδοχή της πραγματικότητας [...]προϋποθέτει μία ενότητα με τον κόσμο, μία τέλεια αποδοχή όλων των όψεων του...” [ σ. 179 ]
25. “...Η μυθολογία, γίνεται κατανοητή σαν δημιουργία
των θεών από το νου, με την έννοια πως έρχεται στον κόσμο κάτι άξιο και αληθινό. Οι πραγματικότητες που αυτοαποκαλύπτονται στο νου είναι άχρονες. Οι μορφές με τις οποίες ξετυλίγονται, αποτελούν στάδια μίας αποκαλυπτικής διαδικασίας, όπου κάθε αποκάλυψη οδηγεί στη διάλυση...” [ σ. 166 ] – C. Kerenyi - C. Jung, Η Επιστήμη της Μυθολογίας, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος
Η παρούσα εργασία στο κεφάλαιο VΙΙ. [ Τελετή ], σαφώς δεν αποσκοπεί στην αφήγηση του τι ακριβώς συνέβαινε σε αυτά, καθώς αυτό παραμένει άρρητο μυστικό. Τα Ελευσίνια Μυστήρια δεν πρέπει να προσεγγίζονται, ως κάποια θρησκευτική πρακτική, αλλά ως πνευματική ενατένιση της ουσίας και της α-λήθειας του τόπου της Ελευσίνος.28
26. – C. Kerenyi - C. Jung, Η Επιστήμη της Μυθολογίας,
Η ακολουθία της ιεράς πομπής των Ελευσινίων Μυστηρίων και η μετοχή εντός μίας διανοητικής Μυήσεως, Τελετουργίας και Εποπτείας, ως διαδικασία παράλληλη προς αυτή του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, ως πρόθεση έχει την ανάπτυξη ενός 2ου εκφραστικού μέσου: την ιχνογράφηση μίας βιωματικής κίνησης του σώματος, εν χώρω και εν χρόνο, και μίας πνευματικής και ψυχικής εμπειρίας εντός του Μουσείου του 21ου αιώνα γα την Ελευσίνα.
28. “...Ο μύθος, η τελετουργία, το δράμα και η τέχνη,
Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 181 ]
27. – C. Kerenyi [1999], Eleusis: Archetypical Image of
Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος
[ σ. 102-108 ]
ξαναφέρνουν, με έναν εντυπωσιακό τρόπο, τα πάθη του σώματος και της ψυχής... Από την άποψη αυτή είναι χαρακτηριστικό ότι η τέχνη ξαναπαίρνει το πριν του μύθου και της τελετουργίας, δηλαδή της συλλογικής καλλιέργειας διαφορετικών καταστάσεων, όπως η μυητική μανία, και το προβάλει σε ένα μετά και πέραν από την εποχή της, χαράσσοντας τους δρόμους που θα ακολουθήσει η δυτική κοινωνία και τέχνη μέχρι τις μέρες μας...” [ σ. 1781 ] –Π. Ρηγοπούλου [2003], Το Σώμα, Ικεσία και Απειλή, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Πλέθρον
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
103
| ΠΕ ΡΣΕ Φ ΟΝΗ
104
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
| Π ΕΡΣ ΕΦ ΟΝ Η
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
105
| ΠΕ ΡΣΕ Φ ΟΝΗ
106
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
| Π ΕΡΣ ΕΦ ΟΝ Η
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο I V
107
ΙΙΙ 108
Π ρ ο - Ε λ ε υ σ ις
109
| Α ΡΠΑ ΓΗ
110
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
| Α ΡΠ Α Γ Η
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V
111
112
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Α ΡΠ Α Γ Η
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
[ Αρπαγή ] I. Ωκεανίδες Νύμφες / Άφιξη δια της Θαλάσσης 21 Ωκεανίδες Νύμφες1 και 2 Παρθένες-Κόρες-Θεές, η Αθηνά και η Άρτεμις, ακόλουθες της Περσεφόνης, είναι παρούσες στο συμβάν της Aρπαγής της Κόρης. Γεγονός, το οποίο συνδέει, το πρωταρχικό καταγωγικό στοιχείο του νερού των Ωκεανίδων Νυμφών, με την πρωταρχή του Ομηρικού Ύμνου και την καταγωγή των Ελευσινίων Μυστηρίων. Οι 21 κόρες του νερού θέτουν το ζήτημα της Προ-Ελεύσεως.
1. “...Λευκίππη, Φαινώ, Ηλέκτρα, Ιάνθη, Μελίτη, Ιάχη,
Οι νύμφες ως κόρες της θάλασσας, φέρουν τον κυκλικό νόμο του γίγνεσθαι των υδάτων, μέσω ενός διττού στοιχείου. Ως θεότητες της γονιμοποιητικής και αναγεννητικής δύναμης των νερών, φέρουν την γονιμοποιητική όψη της Δήμητρος και της γυναικείας φύσης, τροφού και παραμάνας των ζωντανών πλασμάτων. Ως θεότητες της φονικής δύναμης των υδάτων, φέρουν τη νεκρική όψη της Περσεφόνης. Οι Νύμφες δεν πρέπει να ειδωθούν εντός του φυσικού τους κόσμου, καθώς η γοητεία τους ωθεί στο θάνατο. Ιδιότητα την οποία φέρει και η πεπλοφορούσα Κόρη του Κάτω Κόσμου. Οι Ωκεανίδες, ως ακόλουθες της Περσεφόνης κατά την επίγεια ύπαρξη της, προοικονομούν το μοιραίο σκοπό της Κόρης και τον δυισμό των Ελευσινίων Μυστηρίων, μίας κυκλικής εποπτείας της ζωής μεταξύ γέννησης και θανάτου.2
2. –M. Eliade [1981], Πραγματεία πάνω στην Ιστορία
Αν κανείς φτάσει κάτω από την φαινομενικότητα των νερών τους, θα αντιληφθεί πως οι κόρες της θαλάσσης ωθούν τη σκέψη στο καταγωγικό στοιχείο του νερού, ως σύμβολο προ-έλευσης των ίδιων των Ελευσινίων Μυστηρίων. Ο Ορφικός Ύμνος αποκαλύπτει πως οι κόρες του Νηρέως, οι Νηρηίδες έφεραν τα Μυστήρια και πως συμμετείχαν εντός της θαλάσσης που περιέβαλε την οδό της πομπής, στο χορό των μυημένων. Οι δύο Ύμνοι υπαινίσσονται με την παρουσία των Ωκεανίδων ή Νηρηίδων, την άφιξή των Ελευσινίων Μυστηρίων εντός του Ελευσίνιου Κόλπου δια των υδάτων της Μεσογείου. 3
Ρόδεια, Καλλιρόη, Τύχη, Μηλόβοσις, Ωκυρόη, Χρησηίς, Ιάνειρα, Ακάστη, Αδμήτη, Ροδόπη, Πλουτώ, Καλυψώ, Στύγα, Ουρανία, Γαλαξαύρα, Αθηνά, Άρτεμις...” – Ομηρικός Ύμνος εις Δήμητραν των Θρησκειών, Αθήνα, 1999, Εκδόσεις Χατζηνικολή [ σ. 199 ]
3. – C. Kerenyi [1962], Eleusis: Archetypical Image of
Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 67 ]
4. – Ά. Σικελιανός [1935], Πεζός Λόγος Γ’, Ελευσίνια Διαθήκη, Αθήνα, 1981, Εκδόσεις Ίκαρος [ σ. 75 ]
Πίσω: Η Αρπαγή της Περσεφόνης, Τοιχογραφία, υ. 3 x π 4,5, 350 π.Χ., Αιγές
Ο νους, απευθείας ωθείται προς την Κρήτη. Η πρώτη άφιξη επί του τόπου, ήταν η ίδια η έλευσις της Δήμητρας εκ της Κρήτης. Η επιρροή του ελληνικού πολιτισμού από τον Μινωικό και Μυκηναϊκό πολιτισμό κατά τον 15ο αιώνα π.Χ. είναι ιστορικό τεκμήριο. Η θεμελίωση των Ελευσινίων Μυστηρίων φαίνεται να είναι απόρροια της άμυνας ενός Μινωικού και Μυκηναϊκού ιερού, εναντίον ταυτόχρονων ραγδαίων ιστορικών, κοινωνικών, πολιτικών και θρησκευτικών εξελίξεων εντός του ελλαδικού κόσμου.4 | ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V
113
114
115
| Α ΡΠΑ ΓΗ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
IΙ. Ιώ - Δήμητρα / Αίγυπτος - Ελλάδα 5. “...Η Αίγυπτος, λένε, από ένα πλήθος σοβαρών
απόψεων, εμφανίζει ένα μοναδικό φαινόμενο στα χρονικά του κόσμου, ως της κυριότατης πανάρχαιης ιστορικής δεξαμενής, μες στην οποία είχαν κατασταλάξει, διυλιστεί και μ΄ένα τρόπο, θα μπορούσαμε να πούμε, πρωτοκολληθεί, οι θρησκευτικές ιδέες και τα δόγματα άλλων πιο αρχαίων απ΄αυτήν πολιτισμών...” [ σ. 81 ]
6. “...Τα Ελευσίνια Μυστήρια, κατά χρονολογική
και τοπολογική σειρά, προέρχονται απευθείας από την Αίγυπτο, αλλά η βαθύτερη καταγωγή τους αναβλύζει ολόκληρη από μίαν απώτερη και αγνότερη ιστορική πηγή, την Ινδική ή Βεδική...” [ σ. 81 ]
7. “...Η προσφυγή του Δαναού και των Δαναΐδων στο
Άργος [...] όπου φεύγαν τα πενήντα τους ξαδέρφια που εζητούσαν να τις παντρευτούνε με τη βία, κ΄επομένως να σφετερισθούνε προϋπάρχοντα ιερά τους κληρονομικά δικαιώματα ή προνόμια, τί άλλο να ναι τάχα από ένα γεγονός, χειροπιαστό ετούτη τη φορά, της καταδίωξης της “μητρικής”, και μάλιστα σε τούτο το σημείο, της “παρθενομητρικής” αρχής της ζωής, όχι μονάχα ως φυσικής, αλλά συγχρόνως, και βαθύτατα κοινωνικής και ιστορικής αρχής, από το μέρος κάποιων νέων και βίαιων της ιστορίας και της ζωής διαιτητών...” [ σ.86 ]
8. “...Το γεγονός του ερχομού του Δαναού και
των Δαναΐδων [...] αποτελεί το πρώτο βήμα της Αιγυπτιοπελασγικής διασταύρωσης, που ως συμβολή ιστορική στην πρωτο-Ελλάδα, αφού σταθεί και αφού δουλέψει ένα διάστημα στο Άργος, κι αποχτήσει και αλλού μες στην Ελλάδα διέξοδο, διυλίζεται στο τέλος, σε σημείο όπου να μοιάζει πρωτόβγαλτη και αυτόχθονη από τη λεπτότατη αυτή γη της Αττικής...” [ σ. 88 ] –Ά. Σικελιανός [1935], Πεζός Λόγος Γ’, Ελευσίνια Διαθήκη, Αθήνα, 1981, Εκδόσεις Ίκαρος [ σ. 43-93 ]
116
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
Πρωτύτερα της Κρήτης, η Αίγυπτος, ως η μεγαλύτερη δεξαμενή διύλισης όλων των αρχαίων θρησκειών και δογμάτων, ιερών ιδεών και συμβόλων, και εν γένει πολισμών, εντός των υδάτων της Μεσογείου.5,6 Η απαρχή αυτής της σύζευξης αιγυπτιακού κι ελληνικού πολιτισμού της αρχαιότητας διασώζεται στο γεγονός της αφίξεως του Δαναού και των Δαναΐδων, εκ της Αιγύπτου στο Άργος. Ίσως είναι η προσωποποίηση της αφίξεως των αιγυπτιακών ιδεών και συμβόλων, τα οποία έμελε να αποκρυσταλλωθούν ως Ελευσίνια Μυστήρια. Οι 50 Δαναΐδες, θυγατέρες του Δαναού, εκδιωγμένες από τους 50 υιούς του Αιγύπτου, κατέφθασαν από την Αίγυπτο στο Άργος και τον βασιλιά Πελασγό. Ο εκπατρισμός και η περιπλάνηση των γυναικών, οφείλεται στην θέληση των ανδρών να τις παντρευτούν με τη βία. Οι 50 υιοί, καταφτάνουν στο Άργος, υπό τη συνοδεία στρατού και ζητούν πίσω τις 50 θυγατέρες. Ο Δαναός, υποχωρεί, παραδίδει τις θυγατέρες σε ομαδικό γάμο, οι οποίες σκοτώνουν τους συζύγους τους, την πρώτη νύχτα του γάμου τους στα νυφικά τους κρεβάτια, καθ΄ υπόδειξη του πατρός τους.7 Το γεγονός αυτό, θεμελιώνει τη νέα γενιά του Άργους. Οι 49 κόρες του Δαναού παντρεύονται 49 υιούς του Άργους και οι Πελασγοί μετονομάζονται σε Δαναούς. Γενιά, η οποία προκύπτει από την πρώτη αιγυπτιοπελασγική διασταύρωση, των φυλών της Αιγύπτου και της Ελλάδος. Η γενιά των Δαναών, θα αποκτήσει διέξοδο στον πρωτοελλαδικό κόσμο, θα αποτελέσει αρχή επόμενων γενεών και θα φθάσει μέσα από μία μακρά πορεία γενεαλογικών διαδικασιών, να φαίνεται ως πρωτόβγαλτη και αυτόχθονη από την Αττική γη και την Ελλάδα.8 Εντός αυτής της γενιάς, η Υπερμνήστρα, η 50η θυγατέρα του Δαναού, αρνείται να φονεύσει τον σύζυγό της, υποκύπτουσα στον έρωτα και στη θέληση παιδιών. Ο σπόρος αυτός, φανερώνεται ως η συνέχεια του αιγυπτιακού εντός του ελληνικού πολιτισμού. Η Υπερμνήστρα γίνεται πρωθιερέα του Ηραίου, ως καθαρά μητριαρχικός ναός και οι 50 Δαναΐδες θεσπίζουνε τα Θεσμοφόρια, τις γυναικείες τελετουργίες που αφιερώθηκαν στη Δήμητρα Μητέρα ως προετοιμασία των Ελευσινίων Μυστηρίων.
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
Οι ιεροί λόγοι του Ηραίου του Άργους, ταύτισαν την περιπλάνηση Δήμητρας και Ιούς. Η ιέρεια του Ηραίου, Ιώ, βρέθηκε περιπλανώμενη, εξαιτίας του έρωτα της, σε ολόκληρη την οικουμένη, από το Άργος, στα βάθη της Ασίας, έως και την Αίγυπτο. Εκεί, η Ιώ ίδρυσε τον ιερό ναό της Δήμητρας, την οποία οι Αιγύπτιοι λάτρευαν ως Ίσιδα, και γονιμοποιήθηκε από τη μυθική θωπεία του Διός. Η γονιμοποίηση αυτή, ενέχει την προφητική διύλιση των κοινωνικών και θρησκευτικών ιδεών εντός της Αιγύπτου, υπό τις επιταγές του ανώτατου όλων Δία. Η παράδοση συνδέει τα ονόματα των θεών και των πόλεων σε έναν κύκλο, που θέλει την Αίγυπτο και την Ελλάδα σε ένα βαθύ δεσμό κοινωνικών, πολιτικών, πολιτιστικών και θρησκευτικών αλληλεπιδράσεων. Ο εκπατρισμός των 50 θυγατέρων από τους 50 υιούς, φέρει το ζήτημα της αρπαγής της Κόρης. Η αντίσταση στο γάμο δια της βίας, είναι ο ιστορικός αγώνας ενός μητριαρχικού πολιτισμού έναντι ενός πατριαρχικού καθεστώτος. Μίας μητριαρχικής θρησκείας και ενός αγροτικού πολιτισμού, έναντι της πατριαρχικής αυθαιρεσίας και τις πολιτικής του πολέμου, των όπλων, της σφαγής και της βίας. Είναι ίδια, η αντίσταση των Δαναΐδων στους Αιγυπτίους και της Κόρης στον Άδη, ίδια και η περιπλάνηση της Δήμητρας και της Ιούς. Είναι η ιστορία της “κατά τόπον πασχούσης γυναικός” και ενός πανάρχαιου Μητρικού και Αγροτικού Δικαίου των λαών της Μάνας γης.9 Η ιστορία αυτή είναι ένα παγκόσμιας σημασίας κοινωνικό, πολιτικό και ανθρωπολογικό γεγονός. Η Ελευσίς ήταν το αιώνιο λιμάνι και η κιβωτός σωτηρίας, ενός πολιτισμού εκπατρισμένου και κατατρεγμένου από την έλευση των βαρβαρικών φύλλων. Ήταν το τέρμα ενός πολυώδυνου ταξιδιού, του Μητρικού και Αγροτικού Δικαίου όλων των λαών της Μεσογείου, το οποίο αναζητούσε να καταπιαστεί από ένα σταθερό σημείο της γης, να ριζώσει και να διανθίσει.10 Εντός της Ελευσίνος δεν γεννήθηκε κάτι αυτόχθονο. Εντός αυτής αποκρύφθηκαν όλες οι ιδέες και τα σύμβολα ως εσωτερικός αγώνας εντός του άρρητου των Ελευσινίων Μυστηρίων. Ως αγώνας περιφρούρησης των αγροτικών συμβόλων της γης και των μητριαρχικών συμβόλων της γέννησης του ανθρώπου και της αρμονικής και οργανικής συνέχειας και ενότητας του ανθρώπου με τον άνθρωπο, και του ανθρώπου με τη φύση.11
| Α ΡΠ Α Γ Η
9. “...Ο ερχομός στην Ελευσίνα δεν είναι άλλο από
το αποτέλεσμα μιας καταδίωξης συστηματικής, από τη μεριά “κάποιον νεότερων αυθαίρετων Θεών” [...] Η Ελευσίνα και τα Μυστήρια της, δεν είναι άλλο τίποτε, παρά το ακμαίο λείψανο και η τελευταία κιβωτός κάποιας θρησκείας [...] κυνηγημένης, που ζητούσε να πιαστεί σε μία οποιαδήποτε γωνιά της γης και με ένα τρόπο να κρυφτεί μέσα σε αυτή και να ριζώσει...” [ σ. 74 ]
10. “...Κυριότατο θεμέλιο και αφορμή της ίδρυσης των,
είναι αυτή η περιφρούρηση του πανάρχαιου κυνηγημένου Μητρικού Δικαίου, στην πιο βαθιά και στην πλατύτερη εκδοχή του, ως αρχής ενός παγκόσμια στοργικού, ουσιαστικά πνευματικού και κατά βάση αγροτικού πολιτισμού, ενάντια στην ωμή αυθαιρεσία, όλων εκείνων όπου ανέκαθεν ζήτησαν τάχα να στηρίξουν ( χωρισμένοι από την αρχή της γενικής αυτής μητρότητας, με τα όπλα και τη βία και τη σφαγή, και για μια εφήμερη όσο και άγονη δική τους επικράτηση ) κομματιασμένο κι ανακόλουθο τον προορισμό της ιστορίας και το μόχθο και την έννοια της ανθρώπινης ζωής...” [ σ. 90 ]
11. “...Η βαθύτερη ουσία της Μητριαρχίας, είναι ακριβώς
αυτή η πρώτη καθαρή θρησκευτικότητα της, όπου τη συνδέει με τις ρίζες της γυναικείας, της αυθόρμητης, απέραντης στοργής, μ΄όλους τους λαούς κι όλη τη γη, και που προσφέρει το ασφαλέστερο θεμέλιο μίας λατρείας και μίας ενόρασης καθολικής και οργανικής του κόσμου και του ανθρώπου, με τα σύμβολα, τα τόσο απλά, αλλά απειροδύναμα και μόνο αιώνια σύμβολα, που περικλείει πρώτα-πρώτα αυτό το ίδιο το Μυστήριο της Γέννησης του Ανθρώπου μες στον κόσμο και κατόπι, η φωτεινή και τεράστια δυναμική προέκταση του μες στα σύμβολα της σκέψης και του αγώνα και της δράσης, όπως άλλωστε και η απλή δημιουργική προέκταση τους μες στα σύμβολα της ίδιας της καλλιέργειας της Γης. Κι αυτή την τρίσβαθη ασφαλώς, αλλά ακόμα ως ακατέργαστη ουσία, πριν ακόμα την προβάλει η Ελευσίνα μόνο Δήμητρα για όλους τους ανθρώπους καθαρή και φωτεινή και διαρθρωμένη, κλείνει η Δίκτυννα, η Άσχερα, η Ίσις, η Κυβέλη, η Ρέα, η Αστάρτη, η Νείθ, η Αναίτις - με άλλα λόγια: οι ΜητέρεςΘεές όλων των λαών της Γης....” [ σ.71 ] –Ά. Σικελιανός [1935], Πεζός Λόγος Γ’, Ελευσίνια Διαθήκη, Αθήνα, 1981, Εκδόσεις Ίκαρος [ σ. 43-93 ] | ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V
117
| Α ΡΠΑ ΓΗ
118
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Α ΡΠ Α Γ Η
ΙΙΙ. Αθηνά-Άρτεμις-Περσεφόνη / Αθήνα-Ελευσίνα Η Αθηνά και η Άρτεμις αποτελούν συντρόφισσες της Περσεφόνης, γεγονός το οποίο συνδέει σε ένα πνευματικό φαινόμενο τις 3 Κόρες, Παρθένες, Θεές.12 Η Αθηνά προστάτιδα των Αθηνών, ως Πολιάς λατρευόταν στην Ακρόπολη. Η θεά στατική, πάνοπλη, με κράνος, αιγίδα και δόρυ, είναι η πιο πολεμοχαρής και ανδρόγυνη μορφή ακλόνητη, ακίνητη, αλώβητη. Η Αθήνα είναι η προσωποποίηση της κόρης της Ακροπόλεως, πόλη ακίνητη, πάνοπλη και περιτειχισμένη, φρούριο του πνεύματος και της νόησης. Η παρθένος, απελευθερωμένη από οποιαδήποτε σεξουαλικότητα δεν υποκύπτει σε κανέναν άντρα, όπως οι άλλες παρθένες, και κατά αυτό παραμερίζεται η πιθανότητα υποταγής της Αθήνας σε οποιοδήποτε βαρβαρικό φύλο. Η απουσία υποταγής, φέρει το νόημα της απελευθέρωσης από οποιαδήποτε σωματική επιταγή προς την κατεύθυνση της σοφίας, της διανοητικής και πνευματικής υπεροχής. Η Άρτεμις είναι η ενεργητική όψη της Κόρης. Είναι μία Θεά εν κινήσει στο αρχαιοελληνικό τοπίο, προστάτιδα της άγριας ζωής, της παρθενιάς και της γέννας, που φέρει μέσα της το θάνατο, με τη μορφή του φόνου. Ισορροπεί ενδιάμεσα σε Αθηνά και Περσεφόνη, ανάμεσα σε πολιτισμό και αγριότητα, σε θηλυκότητα και ανδρισμό, σε ζωή και θάνατο, σε Αθήνα και Ελευσίνα. Ακόλουθες της Αρτέμιδος, οι Νύμφες. Άρτεμις και Νύμφες είναι παρούσες στα δύο τοπία, Αθήνα και Ελευσίνα. Η Εξωτερική Αυλή της Ελευσίνος μοιράζεται στοιχεία από δύο χώρους, την αγριότητα του εκτός και τον πολιτισμό του εντός. Ανάμεσα σε αγρό και άστυ, η θεά εμφανίζεται στο όριο, εκεί όπου η ταυτότητα συναντά την ετερότητα. Τέτοιος τόπος είναι και η Άγρα των Αθηνών, ο τόπος του κυνηγιού, καθώς μία Μύησις δεν είναι ένα οικείο συμβάν, αλλά μία πράξη που φέρει στην ουσία της τον θάνατο, εντός της κυριαρχίας της Άρτεμις και των Νυμφών.
12. –C. Kerenyi -C. Jung [1942], Η Επιστήμη της Μυθολογίας, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος
[ σ. 145-148 ]
“...Οι μεγάλοι μυθολογικοί ποιητές της αρχαιότητας [...] προσπάθησαν να αποκρύψουν πως επρόκειτο για μία μόνο Κόρη και μία μόνο Μητέρα [...] Η Περσεφόνη είναι Κόρη όχι επειδή βρίσκεται πάνω από όλες τις θηλυκές σχέσεις -με μητέρα ή σύζυγο- αλλά επειδή ενσωματώνει αυτές τις σχέσεις σαν δύο μορφές ύπαρξης, καθεμία από τις οποίες φτάνει στα άκρα και εξισορροπείται από την άλλη. Η μία από τις μορφές (κόρη-μητέρα) εμφανίζεται σαν ζωή. Η άλλη (κόρη-σύζυγος) εμφανίζεται σαν θάνατος...” [ σ. 146 ]
13. “...Η Κόρη είναι ένα πλάσμα προορισμένο να ζήσει
σαν λουλούδι και δεν μπορεί να περιγραφεί καλύτερα παρά με τα λόγια ενός από τους ποιητές - “ ένας μικρός χείμαρρος ζωής γέρνει στην κορφή του μίσχου, αστραποβολά, στρέφεται γύρω στο πλευρό της καμπύλης πτήσης μιας παραβολής, βυθίζεται και γλυστρά σαν τον κομήτη που χάνεται μέσα στο αόρατο ” - αυτή φαίνεται να είναι η ουσία της Περσεφόνης . μια καθυστέρηση στα σύνορα του Άδη, μια παροδική στιγμή κολοφώνα και χάθηκε αμέσως...” [ σ. 147 ]
Η Περσεφόνη αντιπροσωπεύει την απόλυτα παθητική όψη σε έναν κόσμο καθαρά οργανικό, φυσικό και θηλυκό. Στο πρόσωπό της λατρεύεται η ζωή και ο θάνατος, καθώς ενσωματώνει αυτές τις σχέσεις σε μία διπολική μορφή ύπαρξης, ως παρθένος κόρη και ως βασίλισσα σύζυγος. Η κόρη είναι τόσο θηλυκή, ώστε είναι προορισμένη να ζει ως άνθος, που αναφύεται και καταφύεται στο ρήγμα της Γαίας, σε μία οριακή γραμμή όπου η αρπαγή της είναι μία ποιητική αλληγορία γέννησης και θανάτου.13 Η Αθηνά διαφέρει από την Περσεφόνη, όσο η Αθήνα και η Ελευσίνα, ωστόσο εντός τους υπάρχει ένας ενδιάμεσος χώρος και η παρουσία της Αρτέμιδος ή της Άγρας. Ο Ομηρικός Ύμνος και τα Ελευσίνια Μυστήρια ένωσαν σε μία πορεία, γραμμή τις τρεις Κόρες και τις δύο ιερές πόλεις του αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Από το εκτός της Ακροπόλεως των Αθηνών, εντός της Άγρας, έως το εκτός της ακροπόλεως της Ελευσίνος, εντός της Εξωτερικής Αυλής, η ιερά πομπή μεταβαίνει από δύο χώρους της ετερότητας, σε δύο τόπους της ταυτότητας, από τις ιδιότητες κάθε μίας από τις τρεις θεές, ως μία διαδικασία μετάβασης από το σώμα, την ψυχή και το πνεύμα και από τον πατριαρχικό πολιτισμό της Αθήνας στο μητριαρχικό πολιτισμό της Ελευσίνας.
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V
119
| Α ΡΠΑ ΓΗ
120
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Α ΡΠ Α Γ Η
ΙV. Περσεφόνη-Εκάτη-Δήμητρα Μάρτυρες της αρπαγής της Κόρης, ο Ήλιος και η Εκάτη. Ο Ήλιος είναι ο πανταχού παρόν ουράνιος θεός, το φώς του οποίου διακηρύσσει το νόμο του δικαίου. Η Εκάτη, εμφανίζεται ως ένα πολικό αντίθετο. Η Εκάτη είναι η Σελήνη. Περσεφόνη, Εκάτη, Δήμητρα, αποτελούν 3 όψεις: Θυγατέρα, Σελήνη, Μητέρα.14 Η Σελήνη, είναι μία οντότητα παθητικά υποταγμένη στον παγκόσμιο νόμο του γίγνεσθαι. O Ήλιος είναι αυτόφωτο όν. Η Σελήνη υποταγμένη φέρει το φως του. Η γυναικεία φύση έναντι της ανδρικής είναι το περιεχόμενο της τριπλής ενότητας. Η Περσεφόνη υποτάσσεται, περνά το όριο της παρθένας προκειμένου να αναδυθεί ως σύζυγος. Η Μητέρα πρώτη, έχει υποταχθεί προκειμένου να φέρει την Κόρη. Η Εκάτη, ως Σελήνη, άρχει κάθε σχέση μητέρας και κόρης. Η Εκάτη είναι μία άλλη Δήμητρα που αναζητεί την Κόρη. Η Περσεφόνη και η Εκάτη είναι αχώριστες, όσο Μητέρα και Κόρη. Η Εκάτη είναι η όψη της γονιμοποιού Δήμητρας, με την ιδιότητα της γονιμοποιού Σελήνης. Η γυναίκα υποτάσσεται στο μηνιαίο κύκλο της έμμηνου ρήσης, ο οποίος εκφράζεται από την περιοδική επανάληψη του φαινομένου της Σελήνης. Η γονιμότητα βρίσκει την Κόρη ως απαχθείσα γυναίκα. Η Εκάτη βρίσκει την Περσεφόνη στον Κάτω Κόσμο. Η Εκάτη είναι μία άλλη Περσεφόνη, με την ιδιότητα της νεκρικής Σελήνης “...H Σελήνη είναι ο πρώτος νεκρός…” Ο έναστρος ουρανός για τρεις νύχτες μένει σκοτεινός, αφού η Σελήνη πεθαίνει, ώστε η Νέα να αναγεννηθεί και να φέρει το φως. Το προσωνύμιο της Εκάτης: “φωσφόρος”. Η Σελήνη και η Κόρη φέρουν το θάνατο. Ο παγκόσμιος αυτός νόμος έθεσε ως ένα σύμβολο, τον κύκλο Εκάτης-Σελήνης και στην περίμετρο, Δήμητρα και Περσεφόνη, ως το γίγνεσθαι μεταξύ ζωής και θανάτου και κέντρο αυτού του κύκλου τα Ελευσίνια Μυστήρια, ως εγγύηση για μία καλύτερη ζωή μέσα στο θάνατο.15 Στη Θεογονία του Ησίοδου, η αρχέγονη θεότητα κυριαρχεί στα τρία βασίλεια, της γη, τον ουρανό και τη θάλασσα και λατρεύεται στα τρίστρατα των τριών στοιχείων τη φύσης. Η τριπλότητα της Εκάτης, το τρίγωνο και το πρόσωπο στραμμένο στις τρεις κατευθύνσεις, είναι το υποχθόνιο σύμβολο της θεάς, η οποία κυβερνά ως άλλη Περσεφόνη, το αμορφοποίητο μέρος του αρχέγονου Κάτω Κόσμου. Ο πρώτος θάνατος του ανθρώπου συμβαίνει στη γη, επί της κυριαρχίας της Δήμητρος, κατά την αποχώρηση της ψυχής από το σώμα. Ο δεύτερος, συμβαίνει στη Σελήνη, την επιφάνεια της Περσεφόνης, κατά την αποχώρηση της ψυχής από τον νου. Ο νους απορροφάται από το σύμβολο του πνεύματος, τον Ήλιο. Η γέννηση επιτελείται με την αντίστροφη πορεία. Η γονιμοποίηση της Σελήνης από τον Ήλιο, είναι η πρωταρχική ένωση για τη δημιουργία ενός συνόλου νου-ψυχής. Ο πυθαγορισμός τοποθετεί τα Ηλύσια Πεδία στην Σελήνη. Ως σύμβολο στα Ελευσίνα Μυστήρια εκφράζει την εμπειρία ενός θανάτου και μίας εκ νέου γέννησης. Η ιδιότητα του μυημένου μετά το πέρας της ιερής τελετουργίας είναι η ζωή ως νέου ανθρώπου κατά τα πρότυπα της νέας σελήνης.16
14. –C. Kerenyi – C. Jung [1942], Η Επιστήμη της Μυθολογίας, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος
[ σ. 148-153 ]
“...Οι τρεις θεές εμφανίζονται ως μία συμπαγής ομάδα, σαν μία τριάδα αδιαχώριστων προσώπων: η Μητέρα, η Θυγατέρα και η Θεά του Φεγγαριού Εκάτη [...] Όσοι τείνουν να θεωρούν τις ελληνικές θεότητες σαν αμιγείς τύπους, θα πρέπει να συνηθίσουν στη δυαδικότητα δύο θεμελιακά διαφορετικών θεαινών. Θα πρέπει, ακόμη, να αντιληφθούν πως η ιδέα της μη ύπαρξης στην ελληνική θρησκεία σχηματίζει την όψη ρίζα της ύπαρξης. Αυτή η συνειδητοποίηση θα τους βοηθήσει να κατανοήσουν τη βαθιά ριζωμένη ταυτότητα των δύο διαφορετικών αλλά τόσο στενά συνδεδεμένων μορφών. Από την άλλη, όσοι δεν τείνουν προς αυτή την άποψη δελεάζονται να υιοθετήσουν μια επιπόλαιη και μεταγενέστερη συγχώνευση δύο ανεξάρτητων αρχικά θεαινών...” [ σ. 150, 161 ]
15. “...Η Σελήνη είναι [...] είναι υποταγμένη στον
παγκόσμιο νόμο του γίγνεσθαι, της γέννησης και του θανάτου. Σαν τον άνθρωπο, η Σελήνη έχει μία παθητική ιστορία [...] καταλήγει στο θάνατο [...] Ο ίδιος συμβολισμός ενώνει μεταξύ τους το Φεγγάρι, τα Νερά, τη Γονιμότητα της γυναίκας, τη Βλάστηση, το πεπρωμένο των ανθρώπων και τις τελετουργίες της Μύησης [...] Ο θάνατος [...] δεν είναι μία εξαφάνιση αλλά μία μετατροπή [...] Ο νεκρός συμμετέχει σε έναν άλλο τρόπο ζωής [...] η “ζωή μέσα στο θάνατο” αξιολογείται και επικυρώνεται από την ιστορία της Σελήνης και από αυτήν της Γης...” [ σ. 155-156, 170 ]
–M. Eliade [1981], Πραγματεία πάνω στην Ιστορία των Θρησκειών, Αθήνα, 1999, Εκδόσεις Χατζηνικολή [ σ. 155-183 ]
16. “ …Υπάρχει τόσο στενή αναλογία ανάμεσα
στους ελληνικούς όρους που σημαίνουν πεθαίνω και μυώ…” 16 – Πλούταρχος,
αναφ: M. Eliade [1981], Πραγματεία πάνω στην Ιστορία των Θρησκειών, Αθήνα, 1999, Εκδόσεις Χατζηνικολή [ σ. 171-174 ]
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V
121
122
123
124
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Α ΡΠ Α Γ Η
V. Γαία-Δήμητρα Η Γαία είναι αυτή, η οποία κατ εντολή του Διός, διανοίγει το χάσμα, εντός της Νύσας το Πεδίον. Η Γαία φέρει το χάσμα ως διττό σύμβολο ισορροπίας ανάμεσα σε δύο κόσμους. Φέρει το χάσμα, ως ενδόμυχο σύμβολο παλινδρόμησης και ισορροπίας, από την ύπαρξη, στην ανυπαρξία, από τη γέννηση στο θάνατο.17 Το συμβάν της αρπαγής της Κόρης αποκρύπτει τη διττή σχέση της γεωργικής πράξης και της γονιμοποιητικής διαδικασίας της ανθρώπινης ζωής.18 Το χωράφι, το οργωμένο σώμα της Μητέρας-Γης, φέρει το αυλάκι, εντός του οποίου το φαλλικό σύμβολο του αρότρου, εναποθέτει τον εμβρυακό σπόρο.19 Η Γαία, ως πρώτη Μητέρα, φέρει στο σώμα της το χάσμα εντός του οποίου η Κόρη, ως άλλος σπόρος καταφύεται και αναφύεται, σε μία κυκλική παλινδρόμηση από της ζωή, στο θάνατο. Η αρπαγή της Περσεφόνης ισοδυναμεί με θάνατο. Ο σπόρος, καταφύεται στο υπέδαφος, σαπίζει στο χώμα, εντός της γης, σε έναν άλλο θάνατο. Ο θάνατος αυτός για τη Γαία, είναι γάμος. Είναι η αρχέτυπη ένωση του ιερού άρρενος με το ιερό θήλυ, υπό την εποπτεία της νεκρικής και γονιμοποιού Μητέρας. Ο δυισμός της Γαίας, ως γονιμοποιού και νεκρικής θεότητας, αποκαλύπτεται μέσο δύο αρχαϊκών παραδόσεων: Πρώτη παράδοση, η φύλαξη του σπόρου. Ο σπόρος του στάχεως ενταφιάζεται εντός αγγείων, σε αποθήκες εντός της γης, σαν να βρισκόταν σε κατάσταση θανάτου, εντός τάφου. Η προετοιμασία του σπόρου για την αναγέννηση του, ως τροφή, διαρκούσε το ένα τρίτο του χρόνου, όσο διαρκούσε και η απουσία της Κόρης από τον επίγειο κόσμο, ο θάνατος της. Αυτή η περίοδος, αφορούσε σε μία ιερή ένωση, εντός του μητρικού χώρου της Γαίας, τον γάμο Περσεφόνης και Άδη, ο οποίος ευλογούσε τη γονιμότητα του μητρικού χώρου των αγγείων και της σποράς. 20 Δεύτερη παράδοση, η ταφή των παιδιών. Ο εγχυτρισμός, κατά την αρχαιότητα, αφορά στην αρχαϊκή παράδοση ενταφιασμού του νεκρού νεογέννητου παιδιού, εντός ενός αγγείου γεμάτο χώμα. Αφορά στην αφιέρωση του νεκρού βρέφους και η επιστροφή του στους μητρικούς κόλπους της Μητέρας-Γης, προς ευχήν μίας γονιμοποιού αναγέννησης και ίσως της θεοποίησης του. Ο χώρος εντός του αγγείου ισοδυναμεί με το μητρικό χώρο του αμνιακού σάκου και ο ενταφιασμός εντός της Μητέρας-Γης, με την εναπόθεση του βρέφους στα σπλάχνα της μητέρας. 21 Εντός αυτών των παραδόσεων αποκρύφθηκαν ίσως, τα μεγαλύτερα σύμβολα των Ελευσινίων Μυστηρίων ως διπολικές έννοιες, ταφή-σπορά, έμβρυο-σπόρος, γη-μητέρα, αγγείο-μητρικός χώρος-γη.22 Η Γαία, ως ρήγμα, είναι ο κατεξοχήν μητρικός χώρος, ο οποίος ως αρχέτυπο σπήλαιο, χάσμα, κοιλότητα προϋποθέτει το θάνατο προτού της γεννήσεως. Ως εκ τούτου, γίνεται αντιληπτή η νεκρική και γονιμοποιός όψη της αρχέτυπης Μητέρας-Γης, από την οποία προέρχονται όλες οι ζωντανές μορφές και τα πλάσματα, οι θεοί και τα τέρατα, οι άνθρωποι και η φύση και στη οποία καταλήγουν όλα νεκρά.23
17. “...Η γη - ως εύκυκλος σφαίρη, είναι φορέας ανάδυσης
που συνάμα επαναφέρει στην αφάνεια, φανερώνεται επίσης ως φορέας των πάντων [...] η μυθική της υπόσταση είναι κοιλιά και τάφος των παιδιών της ( γέννηση-θάνατος ) [...] η σχισμή που ανοίγει η γη, στην Ελευσίνα, για την Περσεφόνη δεν είναι χάσμα, αλλά ένα ενδόμυχο στοιχείο που περιέχει το καταδυόμενο και το αναδυόμενο. Αυτό το σχίσμα περισυλλέγει, συναρμόζει δύο αντίθετα στοιχεία, τη ζωή και το θάνατο [...] Αυτή την αέναη κίνηση από την αφάνεια στη φανέρωση του Είναι των όντων, αυτή τη στοιχειώδη δύναμη παροχής παρουσίας θα την ονομάσει ο Heidegger, Γη...” [ σ. 14 ] – Β. Ξένου, Προσεγγίσεις στον Αρχαιολογικό Χώρο της Ακροπόλεως των Αθηνών, Αθήνα, 2010, Ε.Μ.Π.
18. “…η ένωση των δύο εις σάρκα μία, δια της οποίας
ο άνθρωπος ανεξαρτητοποιείται, απαιτεί σκότος, δηλαδή σχετική συνειδητοποίηση του θανάτου και δια μέσου αυτού της ζωής…” – Ν. Πεντζίκης, Προς Εκκλησιασμόν αναφ: Β. Ξένου, Σημειώσεις
19. –L. Benoist [1981], Σημεία, Σύμβολα και Μύθοι, Αθήνα, 2010, Εκδόσεις Καρδαμίτσα [ σ. 101-102 ]
20. – C. Kerenyi - C. Jung, Η Επιστήμη της Μυθολογίας, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 157-160 ]
21. –M. Eliade [1981], Πραγματεία πάνω στην Ιστορία
των Θρησκειών, Αθήνα, 1999, Εκδόσεις Χατζηνικολή [ σ. 231-251, 310, 325-342 ]
22. “...Μέσα στο χώμα πρέπει να βλέπουμε, γιατί εκεί
προετοιμάζονται όλα, μέσα στο χώμα δηλαδή μέσα στην εγκρυπτόμενη φύση, εκεί συμβαίνει η αποκάλυψη του κόσμου του νοητού...” – Δ. Πικιώνης, Κείμενα Γαίας Ατίμωσις, Αθήνα, 1985, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
23. “...Οι νεκροί δεν υπάρχουν πια. Και αυτό είναι
σοβαρό, διότι ο θάνατος κάτω από όλες τις όψεις του, συμπεριλαμβανομένης και της ταφής, ήταν σημάδι ενός συγκεκριμένου πολιτισμού...” – Γ. Κουνέλλης, αναφ: Βάνα Ξένου, Σημειώσεις | ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V
125
126
127
128
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
Η Δήμητρα, Δα ή Δη, Δη-Μήτηρ είναι η Γη-Μητέρα.24 Δεν έχει τη χθόνια και νεκρική όψη της αρχέτυπης Μητέρας-Γης. Είναι αυτή που αντικατέστησε την αρχαϊκή Γαία, ως γεωργία. Η Δήμητρα αφορά την πρώτη εκδήλωση ενός μητριαρχικού και αγροτικού πολιτισμού, ως κατεξοχήν γυναικεία θρησκευτική πράξη και εκδήλωση της επαφής του ανθρώπου με τη γη και τη φύση. Αυτή η αλήθεια προϋπήρχε της Δήμητρας, εντός όλων των γυναικείων θεαινών της Μεσογείου από όπου και προήλθε, εντός των θεοτήτων Αστάρτη, Άσκερα, Αναίτις, Δίκτυννα, Ίσις, Κυβέλη, Ρέα, Γαία. Η Θεά είναι η μητέρα της σποράς και της γεωργίας, η ολότητα της γήινης σφαίρας εντός και σε ολόκληρη την έκταση της, το καλλιεργημένο έδαφος, οι καρποί, οι σπόροι, τα φυτά και τα γεωργικά προϊόντα της τροφής του ανθρώπου.25 Ως θεσμοφόρος και θεσμοθέτης είναι η εγγύηση των Ελευσίνιων Μυστηρίων για την περιφρούρηση του Αγροτικού και Μητριαρχικού Δικαίου των λαών της γης.26 Για τη Μητέρα-Θεά, η Κόρη δεν είναι μόνο η ανθρωπομορφική παρουσία της θυγατέρας. Είναι η θυγατέρα υπό τη μορφή του σπόρου.27 Είναι Κόρη, κατά το κούρα ή κόρος, σπόρος και βλαστός. Χωρίς την Κόρη, η Μητέρα είναι ότι θα ήταν, η γη χωρίς γονιμότητα. Η Δήμητρα είναι σωματικά, ψυχικά και πνευματικά νεκρή. Χωρίς τον σπόρο, άνευ μίας Κόρης, η γη άγονη δεν παρέχει γεωργία και τροφή. Ο θρήνος, η λίπη, το πένθος της Μητέρας και η άφιξή της εντός της Ελευσίνας είναι γνωστά. Ενδιαφέρον, θα είχε ίσως, η εκδοχή του λιγότερο γνωστού Αρκαδικού Ύμνου.
| Α ΡΠ Α Γ Η
24. – C. Kerenyi [1962], Eleusis: Archetypical Image of
Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 70-71 ]
25. “...Ένα από τα σύμβολα των Ελευσινίων
Μυστηρίων είναι ένα απλό στάχυ σταριού. Έτσι, το ολοφάνερο δώρο της Θεάς βοηθάει να εκφραστεί ό,τι αποκαλυπτόταν μονάχα στον μυημένο. [...] Στη μορφή της Δήμητρας ανήκουν και οι τρεις όψεις: Θεά Μητέρα, Θεά των Σιτηρών και Θεά των Μυστηρίων. Δεν μπορούμε να παραγκωνίσουμε καμία από αυτές, ειδικότερα τις δύο τελευταίες που συνδέονται στενά μέσα στον Ύμνο...” [ σ. 155 ]
26. “...Το νόημα της - το καλό κρύβεται μέσα στο κακό
- είναι η αθανασία [...] η συμπεριφορά της Δήμητρας δεν είναι ανθρωπομορφική. Δεν συνδέεται με τη μοίρα να περνά κανείς από τη φωτιά και να μένει ζωντανός, δηλαδή να κερδίζει την αθανασία. Μήπως, η θεά ξεπερνά τα όρια του ανθρώπινα δυνατού, εξαιτίας της κυριαρχίας της που περιλαμβάνει τη μοίρα του σιταριού; [...]Ίσως αυτό να συμβαίνει στην πραγματικότητα, αν σκεφτούμε μάλιστα, πως ο δημητριακός καρπός τελειοποιείται μέσα στη φωτιά για την τροφή του ανθρώπου [...] Η Δήμητρα μεταχειρίζεται τον Δημοφώντα σαν σπόρο [...] η αθανασία είναι ένα από τα δώρα της Δήμητρας και πως μοιάζει αρκετά με την αθανασία του σπόρου...” [ σ. 156 ]
27. “...Ουσιαστικά η μορφή του σπόρου είναι μορφή
και των δύο: της αρχής και του τέλους, της μητέρας και της θυγατέρας . και εξαιτίας αυτού δείχνει πέρα πό το ατομικό, στο παγκόσμιο και αιώνιο...” [ σ. 157 ] – C. Kerenyi - C. Jung [1942], Η Επιστήμη της Μυθολογίας, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 153-160 ]
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V
129
130
131
| Α ΡΠΑ ΓΗ
132
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
| Α ΡΠ Α Γ Η
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V
133
| Α ΡΠΑ ΓΗ
134
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
| Α ΡΠ Α Γ Η
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V
135
136
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΘΡΗ Ν ΟΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ
[ Θρήνος ] Ι. Δήμητρα-Ποσειδών Το Αρκαδικό Μυθολόγημα θέλει τον Ποσειδώνα να ενώθηκε με τη Δήμητρα, σε ένα συμβάν όμοιο της αρπαγής της Περσεφόνης. Η Θεά μεταφορτώθηκε σε φοράδα, διώχθηκε και αρπάχθηκε παρά τη θέληση της από τον Θεό, μεταφορτωμένο σε άλογο. Ο καρπός της ένωσης τους ήταν το άλογο Αρίων και μία κόρη, ένα όν ακατανόμαστο μπροστά στον αμύητο, η Άρρητος Κούρα. Η λέξη Πατρός, που αποδίδεται στον ναΐσκο του Ποσειδώνα στην Εξωτερική Αυλή, αποκαλύπτει τη σχέση Θεού, Δήμητρας και Περσεφόνης και το συσχετισμό Ομηρικού, Αρκαδικού Ύμνου, Ελευσινίων και Αρκαδικών Μυστηρίων. Σημειώνεται πως επίσημος πατέρας της Περσεφόνης θεωρείτο ο Ζεύς.
1. – C. Kerenyi - C. Jung [1942], Η Επιστήμη
της Μυθολογίας, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 162-164 ]
2. – C. Kerenyi [1962], Eleusis: Archetypical Image of
Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 72-75 ]
Η Δήμητρα βιώνει την καταδίωξη, την αρπαγή και το βιασμό από τον Ποσειδώνα, κατά τις 9 ημέρες της περιπλάνησής της στην οικουμένη, για την εύρεση της αποπλανημένης Κόρης από τον Άδη. Κατόπιν αυτού, φέρει το όνομα Ερινύς ή Μέλαινα, την οργή, τη θλίψη και την εκδίκηση της Νέμεσις, για τη βίαιη αρπαγή της Κόρης και για τη βίαιη αρπαγή, που υπέστη προσωπικά. Η Περσεφόνη είναι, μοιραία, το alter ego της Δήμητρας και η Μητέρα κατέχει τη νεκρική όψη της Κόρης. Το σωματικό συμβάν της αρπαγής γίνεται πνευματικό συμβάν ψυχικού θανάτου. Η Δήμητρα πρωτίστως είναι Μητέρα της Περσεφόνης. Η Μητέρα βιώνει την αρπαγή κατ εικόνα της Κόρης και από πενθούσα μητέρα γίνεται απαχθείσα κόρη η ίδια. Βιώνει ένα διπλό θάνατο, αυτόν του πένθους για το χαμό της Κόρης της και αυτόν της πνευματικής και ψυχικής αρπαγής της κόρης που φέρει μέσα στη δική της ύπαρξη. Από αυτό το θάνατο, ο οποίος είναι και γάμος, γεννά μία δεύτερη Άρρητο Κούρα, η οποία φέρει και εντός της τη μοίρα της αρπαγής, για αυτό και ακατανόμαστη. Αυτή η ιδέα είναι η σχέση που ορίζει κάθε γυναίκα και κάθε σχέση μητέρας και θυγατέρας. Είναι η τάξη του γίγνεσθαι, που θέλει την κόρη, ως συνέχεια της μητέρας, προορισμένη σε μία παρόμοια μοίρα και ζωή. Γεγονός της φύσης, το οποίο επέβαλλε τη βαθιά αρχέγονη ταύτιση, Δήμητρας και Περσεφόνης. Η μία το alter ego της άλλης ως σύμβολο Μητέρα-Θυγατέρα, το οποίο συγκεντρώνει την ιδέα θανάτου-γέννησης ως μία φυσική, αρμονική και οργανική, κυκλική μοίρα του γίγνεσθαι.1,2
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V Ι
137
138
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΘΡΗ Ν ΟΣ
ΙΙ. Δήμητρα-Μέδουσα-Περσεφόνη Η Θεά του Αρκαδικού Ύμνου, ως Δημήτηρ Μέλαινα ή Ερινύς, χαρακτηριζόταν στην όψη από “τα φίδια και τα άλλα ζώα που ξεφύτρωναν από το κεφάλι της”, εικόνα που ωθεί τη σκέψη στη Μέδουσα.3,4 Η ταύτιση εξακριβώνεται και στην περίπτωση αναλογισμού της Μέδουσας. Η χθόνια και νεκρική θεότητα, απαχθείσα από τον Ποσειδώνα, αναπαριστάται με σώμα αλόγου, από το οποίο γεννήθηκε το άλογο Πήγασος και ο τερατόμορφος μυστηριώδης υιός Χρυσάωρ, κατ εικόνα της αλογοκέφαλης Θεάς και της γεννήσεως, της Άρρητου Κούρας και του Αρίωνος. Ο θάνατός της Μέδουσας είναι και ο τοκετός της. Οι δύο γυναίκες, απαχθείσες και ατιμασμένες, οργισμένες και θλιμμένες, για την υποταγή της γυναικείας φύσης, είναι νεκρές πνευματικά, ψυχικά και σωματικά, ανείδωτες, σε κατάσταση μίας νεκρικής και αλλόκοσμης όψης, που ως Νέμεσις τιμωρεί και εκδικείται στο διάβα της. Δήμητρα και Μέδουσα αποτελούν το ενιαίο σύμβολο της “κατά τόπον πασχούσης γυναικός”.4 Ο συμβολισμός που θέλει, Δήμητρα και Περσεφόνη, ως ένα και το αυτό alter ego σύμβολο, συνδέει διά ευθείας γραμμής Κόρη και Μέδουσα. Ο Άδης αρπάζει την Περσεφόνη. Ο Περσέας δολοφονεί τη Μέδουσα. Η αρπαγή εξισώνεται με φόνο, και ο γάμος με θάνατο. Ο Περσέας φορά το πέπλο του Άδη, δεν μπορεί να ειδωθεί, ως αόρατος, Αϊδονεύς. Άδης και Περσέας, αποτελούν μία ενότητα σύζυγος-δολοφόνος. Το όνομα Περσεφόνη, ομολογεί τον κοινό δολοφόνο. Περσεφόνη ή Περσεφονεία, η ετυμολογία του ονόματος αποκαλύπτει αυτή που φονεύθηκε εκ του Περσέα, μια Μέδουσα εγκρυπτόμενη στο ίδιο το όνομα της Κόρης. Το κεφάλι της Μέδουσας κόβεται με δρεπάνι. Το σεληνόμορφο εργαλείο θερισμού, είναι αυτό που κόβει και το ορθό στάχυ, το φυτό που φέρει το σπόρο, μία Περσεφόνη. Ο φόνος είναι κοινός. Μέδουσα και Περσεφόνη αποτελούν μία ολότητα που φέρει τις πολλαπλές όψεις του θέματος της κόρης της αρχαιότητας, νύφη-σπόρος, γάμος-θάνατος. Η Περσεφόνη, ανάμεσα σε Αθηνά και Άρτεμη, είναι η μόνη εκ των τριών που υποτάσσεται σε άνδρα. Η Μέδουσα, ανάμεσα σε Σθενώ και Ευρυάλη, είναι η μόνη εκ των τριώνγοργόνωνπουδενέχειφτεράκαιφονεύεται.ΗΑθηνά καιηΆρτεμις,φέρουντο σύμβολο της Μέδουσας, στο στήθος τους. Είναι φονικές. Η Περσεφόνη φέρει τη Μέδουσα εντός της. Το κεφάλι της Μέδουσας απαγορεύεται να ειδωθεί. Φέρει τη μορφή του φόβου, του φόνου και του θανάτου. Η Θεά του Κάτω Κόσμου, Άρρητος Κούρα ή Περσεφόνη απαγορεύεται να αποκαλυφθεί, ως άρρητο μυστικό. Φέρει το μαύρο πέπλο της Μυήσεως και του θανάτου. Το γοργόνειο στοιχείο είναι διττό. Το τερατώδες και το θείο δεν μπορούν να αποκαλυφθούν ευθέως, αποκρύπτονται πάντα μισοειδωμένα πίσω από ένα πέπλο ή ένα καθρέπτη. Οι Κόρη και η Μέδουσα, ισορροπούν ανάμεσα σε δύο κόσμους. Ως πλάσματα του Κόσμου της Γης και του φωτός του ήλιου, είναι τα πλέον γοητευτικά και επιθυμητά, ως θεότητες του Κάτω Κόσμου και της νεκρικής πανσελήνου, είναι εκείνα το πλάσματα της μη ύπαρξης, οι πάσχουσες γυναίκες που αποφεύγουν οι ζωντανοί να αντικρίζουν από τρόμο.5
3. –Π. Ρηγοπούλου [1994], Ο Νάρκισσος, στα Ίχνη
της Εικόνας και του Μύθου, Αθήνα, 2002, Εκδόσεις Πλέθρον [ σ. 62-70 ]
4. –Π. Ρηγοπούλου [2003], Το Σώμα, Ικεσία και Απειλή, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Πλέθρον [ σ. 172-183 ]
“…Γοργώ. Το τρομακτικό βλέμμα της τρομαγμένης γυναίκας, της ανοργασμικής γυναίκας, της γυναίκας που φοβήθηκε τον οργασμό γιατί τον έζησε σαν βιασμό και θάνατο, της υστερικής γυναίκας που δεν βρίσκει το δρόμο της επιθυμίας που θα την κάνει μοναδική. Ο Περσέας αιχμαλωτίζει, ενσωματώνει στον καθρέφτη τη φονική δύναμη της Γοργόνας, κάνει την φονική αυτή δύναμη να αλλάξει κατεύθυνση χτυπώντας την φόνισσα….” [ σ. 172 ]
5. “...Στη μορφή της Περσεφόνης, της μεγαλόπρεπης
Βασίλισσας του Άδη, βλέπουμε τη Γοργόνα. Αυτό που συλλαμβάνουμε φιλοσοφικά σαν στοιχείο της μη-ύπαρξης στη φύση της Περσεφόνης, εμφανίζεται μυθολογικά σαν το φοβερό κεφάλι της Γοργόνας [...] δεν είναι καθαρή μη-ύπαρξη [...] είναι κάτι το τερατώδες που σφετερίστηκε το χώρο της αφάνταστης ομορφιάς . πρόκειται για τη νυχτερινή όψη εκείνου που τη μέρα είναι το πλέον επιθυμητό...” [ σ. 168 ] – C. Kerenyi - C. Jung [1942], Η Επιστήμη της Μυθολογίας, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 167-169 ]
Αριστερά: Το Κεφάλι της Μέδουσας, Caravaggio, Ελαιογραφία, 1597 μ.Χ., Πινακοθήκη Ουφίτσι, Φλωρεντία
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V Ι
139
140
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΘΡΗ Ν ΟΣ
ΙΙΙ. Περσεφόνη-Αϊδονεύς Η Περσεφόνη λατρεύεται ως βασίλισσα του Κάτω Κόσμου, σύζυγος του βασιλέα των νεκρών. Άδης ή Αϊδονεύς, ο σύζυγος είναι αόρατος. Καθ΄ αυτό και η σύζυγος, Άρρητος κούρα, ανείδωτη και ανείπωτη. Ο Άδης και η Περσεφόνη, είναι μία ενότητα θεών, που κυριαρχούν στις πολλαπλές όψεις του θανάτου. Η Περσεφόνη, χθόνια και αδυσώπητος ανάσα των νεκρών, είναι το γίγνεσθαι και το απόλυσθαι, της κυκλικής θεώρησης του κόσμου, αυτή που δύναται να παρέχει και να αφαιρεί ζωή.6 Το βασίλειο του Άδη, κατά τον Ομηρικό Ύμνο, ουδεμία σχέση έχει με την αρχαϊκή πρόσληψη του Κάτω Κόσμου ως βασίλειο των νεκρών, τρομακτικών και αποκρουστικών, τεράτων και υβριδίων. Το νεκρικό στοιχείο διαμορφώνεται άμορφο, φτωχό σε γραμμές μορφών, ρευστό, αδιαχώριστο, σκιώδες και ομιχλώδες, ως ο τόπος όπου τελείται η συνάθροιση όλως των ψυχών. Δεν νοείτε τίποτε το νεκροζώντανο. Οι ψυχές αυτές, αποτελούν εικόνες των νεκρών με την ελάχιστη μορφή, η οποία διατηρεί την ιδιαιτερότητα της εικόνας με την οποία το νεκρό άτομο εμπλουτίζει των κόσμο των ζωντανών.7 Η όψη της Περσεφόνη επί της ουσίας, υποτάσσεται σε αυτό το νόμο. Δε φέρει τίποτα το απεχθές, το άσχημο, το τερατώδες ή το νεκροζώντανο.8,9 Αντιθέτως φέρει πέπλο, ως απόλυτη νύφη, νεκρή και μυημένη. Η αρπαγή της Κόρης είναι και ο θάνατος της. Αυτός ο θάνατος είναι και γάμος. Κατά την κλασσική αρχαιότητα, ο γάμος ισοδυναμεί με θάνατο και ο νυμφώνας με τάφο. Ο θάνατος ενός μυημένου άνδρα παρομοιάζεται, με τον γάμο του με την Περσεφόνη και ομοίως, ο θάνατος μίας μυημένης γυναίκας, με τον γάμο της με τον Άδη. Ο γάμος προϋποθέτει το μαύρο πέπλο το οποίο φέρει η γυναίκα και καλύπτει το πρόσωπό της, κατ εικόνα της νεκρικής θεάς του Κάτω Κόσμου.10
6. “...Η Περσεφόνη, η αιώνια μοναδική, είναι αυτή
που κυριαρχεί στις αμέτρητες “εικόνες” όλων όσων ήταν κάποτε ζωντανοί και αποτελούν τώρα μία συσσωρευμένη, απροσδιόριστη και αχαρακτήριστη μάζα...” [ σ. 165 ]
7. “…Η ψυχή του Πατρόκλου διατηρεί ακόμη τα
όμορφα μάτια του ήρωα, αν και αυτά έχουν αποσυντεθεί από καιρό…” [ σ. 165 ]
8. “...Σε έναν κόσμο ζωής και θανάτου - δηλαδή, στον
κόσμο της Δήμητρα και της Περσεφόνης - υπάρχει μία ενδόμυχη σχέση ανάμεσα στη μοναδικότητα και την ομορφιά. Μπορούμε να την εξετάσουμε μόνο από τη σκοπιά της ομορφιάς, όπως ο Winckelman ο οποίος σκεπτόταν ασυνείδητα την Περσεφόνη όταν είπε: “Αυστηρά μιλώντας, ένα όμορφο πρόσωπο είναι όμορφο μόνο για μία στιγμή”...” [ σ. 169 ] – C. Kerenyi - C. Jung [1942], Η Επιστήμη της Μυθολογίας, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 164-166 ]
9. “…ένα βράδυ πήρα την ομορφιά στα πόδια μου και μου φάνηκε πικρή…”
– A. Rimbeau, Μία Εποχή στην Κόλαση αναφ: Βάνα Ξένου, Σημειώσεις
10. –G. Devereux [1989], Βαυβώ, Το Μυθικό Αιδοίο, Αθήνα, 2006, Εκδόσεις Ολκός [ σ. 45 ]
Χωρίς την Περσεφόνη, τίποτα δεν θα υπήρχε στον Κάτω Κόσμο, ούτε και αυτός ο ίδιος. Το γεγονός πως υπάρχει η Κόρη, είναι η υπόσχεση της ύπαρξης εντός αυτής της αόριστης μη ύπαρξης. Η Περσεφόνη, είναι η αιώνια μοναδική εντός αυτού του άμορφου, απροσδιόριστου, αχαρακτήριστου Κάτω Κόσμου.
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V Ι
141
142
143
| Θ ΡΗΝΟΣ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
IV. Μέδουσα-Βαυβώ-Δήμητρα 11. –Π. Ρηγοπούλου [1994], Ο Νάρκισσος, στα Ίχνη
της Εικόνας και του Μύθου, Αθήνα, 2002, Εκδόσεις Πλέθρον [ σ. 47-51 ]
12. –Π. Ρηγοπούλου [2003], Το Σώμα, Ικεσία και Απειλή, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Πλέθρον [ σ. 172-183 ]
“…Βαυβώ. Η απ’ ευθείας θέαση, αυτοψία στα αρχαία, πιο διεισδυτική από την μεσολαβημένη. Η αυλαία του ενδύματος σηκώνεται, η Δήμητρα βλέπει την γυναικείακοιλιά και το περιεχόμενό της. Η κύηση και η γέννα συνεχίζονται, κάνουν την Γη-Μητέρα, που ήταν νεκρή και φονική να γελάσει. Ο Ίακχος, αρσενικό έμβρυο του Άδη, που ξαναφέρνει την Δήμητρα και την ανθρωπότητα στη ζωή. Η κύησή του είναι η δεύτερη γέννηση της. Κύηση-Μύηση μέσα από το άσχημο, το γκροτέσκο και το βρώμικο, άνοδος από τα κάτω, μέσα από το φθαρτό σώμα μίας δούλας, μέσα από μία κοιλιά που δεν έχει τίποτα το θετικό.….” [ σ. 172 ]
13. “...Και αφού μίλησε έτσι, η Βαυβώ ανασήκωσε το πέπλο της, για να δείξει ό,τι πιο άσεμνο υπήρχε στο σώμα της: ο μικρός Ίακχος που ήταν εκεί, γελούσε και ανακινούσε με το χέρι του κάτω από τον κόλπο της Βαυβούς. Η Θεά τότε χαμογέλασε, γέλασε με την καρδιά της και δέχτηκε το γεμάτο από κυκεώνα κύπελλο με τις πολύχρωμες ανταύγειες...”
– Κλημής Αλεξανδρεύς, Προτρεπτικός: 2.21. 1
14. –G. Devereux [1989], Βαυβώ, Το Μυθικό Αιδοίο, Αθήνα, 2006, Εκδόσεις Ολκός [ σ. 26-28, 54-58, 64-65, 89-93, 167-168 ]
15. “...Είναι το “ δεικνύειν ” που δεν καταδικάζει στην αφάνεια την ανθρώπινη πρακτική [...] δείχνω κάτι θα πει: “ αφήνω κάτι να γίνει ορατό ”, συγχρόνως αφού το αφήνω να γίνει ορατό, το συγκαλύπτω, το φυλάσσω. Ένα τέτοιο δεικνύειν είναι το αυθεντικό συμβάν στο πεδίο της α-λήθειας ( μη-λήθης ) Με αυτή την έννοια, η μεγάλη παιδευτική και μυητική διαδικασία δεν ήθελε να κρύψει κάτι αλλά να προστατεύσει...” – Β. Ξένου, Σημειώσεις πάνω στην Ιδέα του Φανταστικού Μουσείου, Αθήνα, 2014, Ε.Μ.Π.
144
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ
Το συσπασμένο πρόσωπο της Μέδουσας, είναι και σώμα. Τα μάτια έχουν τη θέση των μαστών, τα ρουθούνια τη θέση του ομφαλού και το ανοιχτό στόμα, με τα επικίνδυνα δόντια, την προεξέχουσα προκλητική γλώσσα, έχει τη θέση μίας οδοντωτής μήτρας. Είναι το πρόσωπο της οργισμένης, εκδικητικής, χθόνιας και νεκρικής Γοργόνας. Είναι το μαινόμενο πρόσωπο-σώμα, στο οποίο εγγράφεται ο θάνατος της αρπαγής. Ένα σώμα, σαν και αυτό είναι η Βαυβώ. Το σώμα της Βαυβούς, παρουσιάζεται σε μικρά αγαλματίδια και ειδώλια να φέρει τις ίδιες ιδιότητες του προσώπου-σώματος της Μέδουσας.11,12 Η Βαυβώ υπενθυμίζει στην Δήμητρα, μέσω της επίδειξης των γεννητικών της οργάνων και του τοκετού της, την αναπαραγωγική ικανότητα που φέρει ως γυναίκα.13 Η Δήμητρα πενθεί για έναν διπλό θάνατο. Ο πρώτο θάνατος συνέβη κατά την αρπαγή της Περσεφόνης από τον Άδη. Ο δεύτερος θάνατος συνέβη κατά την αρπαγή της ιδίας από τον Ποσειδώνα. Η Δήμητρα παρά το πένθος γελά, καθώς η ανασήκωση του πέπλου αποκαλύπτει όχι μόνο πως δεν είναι σωματικά, ψυχικά και πνευματικά νεκρή, αλλά πως η ίδια ως γυναίκα δύναται, να γονιμοποιηθεί και να αντικαταστήσει την Κόρη με μία νέα. Η Δήμητρα, από τον ιερό γάμο με τον Ποσειδώνα γεννά μία Άρρητο Κούρα. Η κύηση της είναι και η δεύτερη γέννηση της, η αναγέννηση της από απαχθείσα κυοφορούσα κόρη, σε μητέρα. Η Άρρητος Κούρα, είναι μία δεύτερη Περσεφόνη. Η ακατανόμαστη, η ανομολόγητη κόρη εμπρός στον αμύητο, σχετιζόταν με το ανομολόγητο κρυφό μυστικό των Ελευσινίων Μυστηρίων. Προσωνύμιο της Άρρητου Κούρας, το Δέσποινα. Ήταν ίδια η Περσεφόνη, καθώς Κόρη ή Δέσποινα, είναι τα τελετουργικά ονόματα αυτής. Αυτή η επανεμφάνιση της Περσεφόνης, νοείται ως ο κυκλικός νόμος του γίγνεσθαι των Ελευσίνιων Μυστηρίων, το επαναλαμβανόμενο δράμα του ερχομού και της αποχώρησης από τη ζωή.14 Βαυβώ, το όνομα της γυναίκας σημαίνει αιδοίο και κοιλιά, είναι ο κατεξοχήν μητρικός χώρος. Η πράξη αυτή, η ανάσυρση του πέπλου είναι μία αποκάλυψη. Είναι, το ευθύβολο κοίταγμα της νεκρικής όψης της Μέδουσας. Είναι, ό,τι θα ήταν και η ανάσυρση του πέπλου, που φέρει η Περσεφόνη, για τον αμύητο. Το πέπλο αυτό καλύπτει ένα διττό στοιχείο. Αφόρα στην αποκάλυψη, του θείου ή του τερατώδους, που αποκρύπτεται πάντα πίσω από το μυητικό πέπλο. Είναι το δεικνύειν του άρρητου μυστικού της Εποπτείας των Ελευσινίων Μυστηρίων.15
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΘΡΗ Ν ΟΣ
V. Σύμβολο Για τον τόπο της Ελευσίνος, αυτό το δεικνύειν είναι το κατεξοχήν πνευματικό ιδείν των Ελευσινίων Μυστηρίων, που ήθελε την αλήθεια να παραμένει άρρητη, κρυφή πίσω από το μυητικό πέπλο, αποκεκαλυμμένη μόνο εμπρός στον μύστη. Όχι για να αποκρύψει το άσεμνο και το ανίερο, το κρυφό όργιο, αλλά για να προστατεύσει την α-λήθεια, που αποκαλύπτει το πνεύμα και την ψυχή του τόπου, την απόλυτη αλήθεια της ζωή των όντων.16 Για την τέχνη, αυτό το δεικνύειν, είναι ό,τι ο Heidegger αναφέρει ως α-λήθεια της τέχνης. Η τέχνη, εκ του τίκτω ή γεννώ αφορά ευθέως στο πνευματικό συμβάν που φέρει η ανάσυρση του πέπλου της Βαυβούς.17 Κατά τον Heidegger, η αλήθεια της τέχνης οφείλει να παραμένει κρυφή, πίσω από ένα πέπλο, ένα όριο το οποίο, περικλείει, προστατεύει, διασώζει και διαφυλάττει τα πράγματα, σύμβολα, μορφές και νοήματα και ταυτοχρόνως τα αναδεικνύει ως τέτοια. Είναι το όριο μέσα στο οποίο κάτι αρχίζει την ουσία της ύπαρξης του, κρυμμένο-αποκεκαλυμμένο. Η φανέρωση της αλήθειας, η ανάσυρση του πέπλου και ένα τέτοιο δεικνύειν, είναι η αλήθευση του έργου της τέχνης.18, 19, 20 Για το Φανταστικό Μουσείο της Ελευσίνας, η ανάσυρση του πέπλου της Βαυβούς που συσκότιζε τόπους, έργα, μορφές, σύμβολα, έννοιες και νοήματα, αποκαλύπτεται σε εμάς ως γέννηση. Η γέννηση της ιδέας ενός μητρικού χώρου.
16. “...Δεν πιστεύουμε πια πως η αλήθεια παραμένει ακόμη
αλήθεια όταν της βγάλεις το πέπλο. Έχουμε ζήσει πάρα πολύ για να πιστεύουμε κάτι τέτοιο. Σήμερα θεωρούμε ζήτημα ευπρέπειας το να μη θέλει κανείς να βλέπει τα πάντα γυμνά, να παρευρίσκεται σε όλα, να καταλαβαίνει και να «ξέρει» τα πάντα. «Είναι αλήθεια πως ο καλός Θεός είναι παρών παντού;» ρώτησε ένα κοριτσάκι τη μητέρα του: ‘Το βρίσκω όμως αυτό άπρεπο. Ιδού μια απόδειξη για τους φιλοσόφους! Θα ’πρεπε να δείχνουμε περισσότερο σεβασμό προς την αιδώ με την οποία κρύβεται η φύση πίσω από τα αινίγματα και αβεβαιότητες. Να ’ναι τάχα και η αλήθεια μια γυναίκα που έχει λόγους να μη μας αφήνει να δούμε τους λόγους της; Μήπως το όνομα της είναι –για να μιλήσουμε ελληνικά – Βαυβώ;… Αχ, αυτοί οι Έλληνες! Ήξεραν να ζουν: πράγμα που απαιτεί να σταματάς θαρραλέα στην επιφάνεια, στην πτυχή, στην επιδερμίδα, να λατρεύεις τη φαινομενικότητα, να πιστεύεις στις μορφές, στους ήχους, στις λέξεις, σ’ ολόκληρο τον Όλυμπο της φαινομενικότητας. Αυτοί οι Έλληνες ήταν επιφανειακοί από βάθος! Και μήπως εκεί δεν ξαναγυρίζουμε, εμείς οι ριψοκίνδυνοι του πνεύματος, που σκαρφαλώσαμε στην πιο ψηλή και επικίνδυνη κορυφή της σύγχρονης σκέψης και που κοιτάξαμε ολόγυρα μας από εκεί πάνω – που κοιτάξαμε κάτω μας από εκεί πάνω; Μήπως δεν είμαστε, ακριβώς απ’ αυτή την άποψη, Έλληνες; Λάτρεις των μορφών, των ήχων, των λέξεων; Και συνεπώς –καλλιτέχνες ; ...” – F. Nietzsche, Gaya Scienza
17. “…Παράγω στα ελληνικά λέγεται τίκτω. Από τη ρίζα
τεκ, αυτού του ρήματος έχει προκύψει η λέξη τέχνη. Αυτή δεν σημαίνει για τους έλληνες ούτε τέχνη, ούτε χειροτεχνία, αλλά: αυτό μέσω του οποίου, κάτι εμφανίζεται ως το ένα ή το άλλο, έτσι ή αλλιώς, σε αυτό που είναι παρόν. Οι Έλληνες σκέφτονται την τέχνη, την παραγωγή, από τη σκοπιά αυτού, μέσω του οποίου πραγματοποιείται η εμφάνιση. Η τέχνη, νοητή με αυτό τον τρόπο, είναι κρυμμένη από παλιά στην τεκτονική της αρχιτεκτονικής...” – M. Heidegger [1951], Κτίζειν, Κατοικείν και Σκέπτεσθαι, Αθήνα, 2006, Εκδόσεις Πλέθρον
18. –M. Heidegger [1969], Η Τέχνη και ο Χώρος, Αθήνα, 2006, Εκδόσεις Ίνδικτος
19. –Β. Ξένου, Προσεγγίσεις στον Αρχαιολογικό Χώρο της Ακρόπολης των Αθηνών, Αθήνα, 2010, Ε.Μ.Π.
20. –Β. Ξένου, Σημειώσεις για το Όραμα στα Ελληνικά Μυστήρια, Αθήνα, 2014, Ε.Μ.Π.
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V Ι
145
146
147
| Θ ΡΗΝΟΣ
Πίσω: Βαυβώ, Ειδώλιο, Τερρακότα της Πριήνης, Δεξιά: Πήλινο Ομοίωμα Ιερού Τελεστηρίου στους Βουνούς, Εποχή του Χαλκού, Κυπριακό Μουσείο, Λευκωσία
148
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ
| ΘΡΗ Ν ΟΣ
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V Ι
149
| Θ ΡΗΝΟΣ
150
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ
| ΘΡΗ Ν ΟΣ
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V Ι
151
| Θ ΡΗΝΟΣ
152
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ
| ΘΡΗ Ν ΟΣ
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V Ι
153
154
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΤΕΛ ΕΤΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΙ
[ Τελετή ] Ι. Μύησις 1, 2
Αριστερά: Ο Καθαρμός του Ηρακλή, Τεφροδόχος Λοβατέλι, Ρώμη, Εθνικό Μουσείο
Ο όρος Μύησις, κατά την ρωμαϊκή εποχή, ως initia, είναι οι αρχές και η αρχή, και ως initiatio, αφορά στην παρουσίαση των αρχών και του μυστικού των Μυστηρίων. Η αρχή του Ομηρικού Ύμνου, είναι η αρπαγή της Κόρης. Η αρχή της μυήσεως είναι κοινή. Η Άγρα, ως τόπος του κυνηγιού, αφορά σε ένα συμβολικό φόνο Μυημένου-Κόρης, ως προετοιμασία για την είσοδο στον ιερό κόσμο των Μυστηρίων της Ελευσίνος.
1. – C. Kerenyi - C. Jung [1942], Η Επιστήμη
Η λέξει Μυστήριο, sacrament, αποκαλύπτει την άμεση σχέση των Μυστηρίων με ό,τι το Ιερό, sacred. Το Μυστήριο, ως ιερή τελετή που αποκαλύπτει το θείο, έπρεπε να παραμείνει μυστικό, secret, αυτό που κλείεται εντός του εαυτού του, ως μύστον.3 To μυστικό, στα γερμανικά heimlich, προέρχεται από τη λέξη οίκος, heim, και αποκαλύπτει ένα όριο και έναν προφυλαγμένο χώρο, το οικείο. To εκτός του οίκου, unheimlich, αποκαλύπτει το ανοίκειο, 4 την αποκάλυψη του μυστικού στον αμύητο. Το μυστικό δεν κρατιόταν κρυφό για να αποκρύψει, αλλά για να προφυλάξει την αλήθεια εντός ενός προστατευτικού ορίου. Το άρρητο μυστικό αποκαλύπτει την Άρρητο Κούρα, την πεπλοφορούσα Κόρη, όπου κάτω από ένα όριο, πέπλο, αποκρυπτόταν ένα ιερό - οικείο και ένα ανίερο - ανοίκειο: πρόσωπο, σύμβολο, μυστικό. Τα Μυστήρια έμειναν μυστικά, διότι η έκφραση του άρρητου θα καταργούσε την ίδια τους την ύπαρξη, δεν θα υπήρχε τίποτε το ιερό να αποκαλυφθεί. Η Μύησις, εκ του ρήματος μυέω-μυώ, σημαίνει κλείνω και αποκαλύπτει το κλείεσθαι τους οφθαλμούς του Μυημένου. Αυτό το κλείεσθαι προϋποθέτει, το μαύρο πέπλο, με το οποίο ο Μυημένος καλύπτει το πρόσωπο του, κλείνει τα μάτια του7, τυλίγεται στο σκοτάδι και παραμένει σωματικά παθητικός, ως νεκρός. Αυτή είναι η κοινή μοίρα Μυημένου και Περσεφόνης. Ως κόρη, καταδικάζεται σε μία συμβολική αρπαγή από τα εγκόσμια. Ο Μυημένος, κάτω από το πέπλο, ως σύμβολο και όργανο της καθόδου, είναι ενεργητικός, πνευματικά και ψυχικά. Δεν πρέπει να μάθει δια του λόγου, πρέπει να πάθει και να περιέλθει σε μία βιωματική εμπειρία.8 Πρέπει να υποστεί μία κάθοδο, την επιστροφή στις αρχές, τους νόμους και τα σύμβολα της φύσης και του κόσμου, την κάθοδο στις ρίζες της ύπαρξης του και τη σύνδεση του με τον προγονικό του κόσμο. Κλείεται εντός ενός σκοταδιού, ως πράξη διαλογιστική, στοχαστική, και παλιγγενετική. Αυτός ο θάνατος είναι και γάμος. Η Μύηση, προβάλλεται ως ιερή ένωση του Μυημένου με την Περσεφόνη. Ο θάνατο αυτός, δεν είναι τιμωρία μίας νεκρικής θεότητας, αλλά η συνειδητοποίηση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, πως ο θάνατος είναι ενεργός ακόμα και στην ίδια τη γέννηση, ως γονιμοποιό πράξη δημιουργίας.
της Μυθολογίας, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 181-182 ]
2. – C. Kerenyi [1962], Eleusis: Archetypical Image of
Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 87-93 ]
3. – P. Sherrard, Το ιερό στη Ζωή και στην Τέχνη, Αθήνα, 1994, Εκδόσεις Ακρίτας [ σ. 9-50 ]
4. – S. Freud [1919], Το Ανοίκειο, Αθήνα, 2009, Εκδόσεις Πλέθρον
5. – Β. Ξένου, Σημειώσεις για το Όραμα στα Ελληνικά Μυστήρια, Αθήνα, 2014, Ε.Μ.Π.
6. – Β. Ξένου, Η Καταγωγή και το Νόημα μιας Μυητικής και Παιδευτικής Μεθόδου, Αθήνα, 2014, Ε.Μ.Π.
7. “…ο αναποδογυρισμένος βολβός είναι, ταυτόχρονα
το πιο κλειστό και το πιο ανοιχτό μάτι: επιφέροντας την περιστροφή της σφαίρας του, και ως εκ τούτου παραμένοντας ίδιος και στη θέση του, ανατρέπει την ημέρα και τη νύχτα, διαβαίνει το όριο τους, μόνο και μόνο όμως, για να ξαναβρεί την ίδια γραμμή και από την άλλη μεριά […] ο αναποδογυρισμένος βολβός δεν υποδηλώνει τόσο το μικρό θάνατο, όσο τον θάνατο εν γένει, του οποίου την εμπειρία βιώνει το μάτι ακριβώς εκεί όπου βρίσκεται, σε αυτή την επιτόπια ανάβλυση που το κάνει να περιστρέφεται. Ο θάνατος [...] είναι για το μάτι, το όριο, που δεν σταματά να παραβιάζει, και το οποίο εμφανίζεται ως απόλυτο όριο, χάρη στην εκστατική κίνηση που επιτρέπει στο μάτι να αναπηδά από την άλλη μεριά…” [ σ. 28-29 ] – M. Foucault [1994], Ετεροτοπίες, Αθήνα, 2012, Εκδόσεις Πλέθρον
8. “…ου μαθείν τι, αλλά παθείν καί διατεθήναι…” – Αριστοτέλης | ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V Ι Ι
155
| ΤΕΛΕΤΗ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
ΙΙ. Τέλεσις 9, 10 9. – C. Kerenyi - C. Jung [1942], Η Επιστήμη
της Μυθολογίας, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 182-183 ]
10. – C. Kerenyi [1962], Eleusis: Archetypical Image of
Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 102-145 ]
11. – C. Kerenyi - C. Jung [1942], Η Επιστήμη
της Μυθολογίας, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 191-192 ]
12. – C. Kerenyi [1962], Eleusis: Archetypical Image of
Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 185-186 ]
13. – C. Kerenyi - C. Jung [1942], Η Επιστήμη
της Μυθολογίας, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 185-186 ]
14. – C. Kerenyi [1962], Eleusis: Archetypical Image of
Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 135-137 ]
15. “...Οι μυθολογίες μιλάνε με την εικόνα του θεϊκού
παιδιού, του αρχέγονου, του πρωτότοκου, μέσα στο οποίο υπήρξε για πρώτη φορά η “αρχή”, δεν κάνουν λόγο για κάποιο επερχόμενο είδος ανθρώπου αλλά για τον επερχόμενο θεϊκό κόσμο ή παγκόσμιο θεό [...] Παραμένοντας στη χωρική θεώρηση ενός κέντρου ιδανικού μέσα στον άνθρωπο, μπορούμε να πούμε ότι μέσα σε αυτό το σημείο του ιδανικού κέντρου, εκεί που αποκαλύπτεται η αβυσσαλέα αρχή του σπόρου, υπεισέρχεται ο ίδιος ο κόσμος. Ο ίδιος ο κόσμος μιλάει με εικόνες της γέννησης, που αναβλύζουν από μέσα του ως μια βλάστηση, εκροή, ανάβλυση πηγαία, με όλη τη σημασία της λέξεως θεϊκή...” [ σ. 9 ] – Β. Ξένου, Προσεγγίσεις στον Αρχαιολογικό Χώρο της Ακροπόλεως των Αθηνών, Αθήνα, 2010, Ε.Μ.Π.
156
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΙ
Ο όρος Τέλεσις, προέρχεται από το ρήμα τελείν ή δράν και αποκαλύπτει τη δρημοσύνη των ιερών, την οποία εισήγαγε η Δήμητρα στα Ελευσίνια Μυστήρια, ως δρώμενα, λεγόμενα, δεικνύμενα. Αυτό το τρίπτυχο αφορά κατά το δραν, σε όλες αυτές τις ιερές δράσεις, που ως σωματική κίνηση -δρώμενα-, πνευματικός λόγος -λεγόμενα-, και ψυχικά σύμβολα -δεικνύμενα-, συνιστούν την Ελευσίνια τελετουργία. Η τελετουργία, εκ του οργίου ή έργου, ως δράση αποκαλύπτει αυτή την ενεργό μετοχή των μυημένων, η οποία ως τέλος είχε μία ενεργό ψυχική και πνευματική μεταβολή. Αυτή η μεταβολή, αφορά στο ενεργό πέρασμα του ανθρώπου, από τον άμεσα αισθητό κόσμο της τάξης, του σώματος και των αισθήσεων, που αντιπροσωπεύει η Μύησις της Άγρας, στη σφαίρα της πνευματικής και ψυχικής νόησης, στην επικράτεια Δήμητρας και Περσεφόνης, κατά την τελική Εποπτεία εντός της Ελευσίνος. Η μεταβολή αυτή είναι η δυνατότητα του μυημένου να βρίσκεται σε μία ενδιάμεση κατάσταση ως ένθεος, εν μέσω χώρου και χρόνου, σώματος, ψυχής και πνεύματος. Η Τέλεσις, εκ του ρήματος τελέω-τελώ, αποκαλύπτει μία τελείωσις, ως μία ενεργώ σωματική, ψυχική και πνευματική μεταβολή και ένα τέλος, ως σκοπό. Το Τελεστήριο, το Ιερό της Δήμητρος και της Περσεφόνης, αποκαλύπτει αυτό το τέλος που συνέβαινε εντός του, κατά την Εποπτεία των Ελευσινίων Μυστηρίων. Η Εποπτεία των Ελευσινίων Μυστηρίων, ήταν ένα πνευματικό ιδείν, μία αποκάλυψη του άρρητου μυστικού. Ποιο ήταν ή τι μπορεί να ήταν αυτό; Κανείς δεν γνωρίζει. Η ανάλυση αυτού του ιδείν, θα αρκεσθεί στην πρόσληψη 3 ιερών πράξεων:
ΙΙΙ. Εποπτεία i. Δρώμενα 11, 12 Η τελευταία ημέρα των Ελευσινίων Μυστηρίων έφερε το όνομα πλημοχοαί, των χοών της πλησμονής. Αφορούσε σε ιερά δρώμενα, αφιερωμένα στα 3 αρχέτυπα στοιχεία του Ουρανού, του Νερού και της Γης, που αποκαλύπτουν την ανεξάντλητη πηγή αφθονίας και πλούτου κάθε μορφής της ζωής. Το όνομα πλημοχοαί έφεραν και τα 2 αγγεία, που χρησιμοποιούνταν στην ιερή τελετουργία. Το ένα αγγείο τοποθετούνταν στην Ανατολή και το άλλο στη Δύση, στις κατευθύνσεις της γεννήσεως και του θανάτου. Ο ιερουργός, αναφωνούσε “Ύε” προς τον ουρανό και “Κύε” προς τη γη. Τα δοχεία, στρέφονταν και άδειαζαν το υγρό περιεχόμενο τους εντός ενός χάσματος της γης. Τα “Ύε, Κύε” ερμηνεύονται ως “Βρέξε, Καρποφόρησε” ή “Συνέλαβε”. Η ιερή πράξη αποκαλύπτει την πρωταρχική ένωση Ουρανού και Γης, μέσω του νερού. Στην περίπτωση των Μυστηρίων, οι αρχέτυπες θεότητες, έχουν την όψη, του Διός και της Δήμητρος ή του Αϊδονέα και της Περσεφόνης. Η ιερή πράξη αποκαλύπτει το γάμο, του ιερού άρρενος με το ιερό θήλυ. Είναι η εορτή των ζωντανών και των νεκρών και τις ιερής ένωσης αυτών. Είναι η
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΤΕΛ ΕΤΗ
εορτή αυτού του γάμου, ως θάνατος από τον οποίο προέρχεται η ζωή, υπό τη μορφή ενός κύκλου της φύσης. Είναι η συνειδητοποίηση της ιδέας της αιώνιας γέννησης.
ii. Λεγόμενα 13, 14 Εντός του ιερού Τελεστηρίου, την τελευταία νύχτα των Ελευσινίων Μυστηρίων, ο Ιεροφάντης, εντός του Ανακτόρου και της ιερής φωτιάς, αναφωνούσε τη συμβολική γέννηση ενός θεϊκού παιδιού: “Η μεγάλη θεά γέννησε ένα ιερό παιδί: η Βριμώ γέννησε το Βριμό”.15 Κατά την πρόσληψη των εννοιών του Ομηρικού Ύμνου, Μητέρα και Θυγατέρα είναι ένα alter ego πρόσωπο. Η Κόρη γίνεται μητέρα και η Μητέρα κόρη διαρκώς, μέσα από μία συνεχή εναλλαγή των όψεων τους. Το παιδί ως σύμβολο, είναι ο καρπός της γέννησης, ο σπόρος μίας επαναλαμβανόμενης κυκλικής αρχής. Η μητέρα, η κόρη και το ιερό παιδί είναι μία ενότητα. Είναι η διαρκώς γόνιμη γυναίκα, η οποία εκδηλώνεται ως παντοτινή ύπαρξη και υπόσχεση ζωής. Το θεϊκό ιερό παΐδι, είναι η αφθονία και ο πλούτος, οι σπόροι και οι γόνοι που αναβλύζουν από την ανεξάντλητη πηγή ζωής, Μητέρα-Γη.
iii. Δεικνύμενα 16, 17 Το λεγόμενον της γεννήσεως ενός θεϊκού παιδιού, ακολουθούσε η αποκάλυψη του θερισμένου στάχεως, ως ένα ιερό σύμβολο δεικνύμενο εν σιωπή. Το στάχυ είναι το σύμβολο της κοινής μοίρας Περσεφόνης-Δήμητρας και ανθρώπου. Το στάχυ συγκεντρώνει όλες τις όψεις Μητέρας-Θυγατέρας σε μία καθαρή και ενιαία μορφή, η οποία αποκρύπτει εντός της, την απειρία και την περατότητα. Κάθε στάχυ εμπεριέχει μία απειρία σπόρων, ένα σύνολο επόμενων γενεών σποράς. Κάθε κόρη φέρει εντός της μία απειρία επόμενων γόνων, άπειρες θυγατέρεςμητέρες. Κάθε σπόρος και κάθε κόρη, εμπεριέχει και έναν ολόκληρο κόσμο προγονικών ψυχών. Το σύμβολο του στάχεως, είναι η υπόσχεση διαφύλαξης ενός προγονικού και απόγονου πολιτισμού, μίας υπερατομικής, πανανθρώπινης ύπαρξης παρελθόντος και μέλλοντος.18,19 Κατά την Εποπτεία του στάχεως, ο άνθρωπος βίωνε κάτι παραπάνω από μία προσωπική εμπειρία. Δεν χρειάζονταν λέξεις, ούτε και πράξεις. Ο άνθρωπος βίωνε της ένταξη του στις αρχές της προγονικής του ζωής και του Μητρικού και Αγροτικού Δικαίου, όλων των λαών της Μεσογείου, που ήθελε τη ζωή, αρμονική, οργανική, φυσική, σε μία ενότητα και ολότητα του ανθρώπου με τον άνθρωπο, και του ανθρώπου με τη φύση, εντός του ιερού σύμπαντος.20 Η άβυσσος του πυρήνα του στάχεως, είναι μία απειρία ζωής, μία απεραντοσύνη της ανθρώπινης υπάρξεως. Αυτό το Όραμα Μακαριότητος είναι η ουσία της γεννήσεως, ως υπόσχεση μίας ενδελέχειας της ζωής και μίας ατομικής και συλλογικής συνέχειας τη ύπαρξης, όχι μόνο της ελληνικής, αλλά και ολόκληρης της οικουμένης.
16. – C. Kerenyi - C. Jung [1942], Η Επιστήμη
της Μυθολογίας, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 194-198 ]
17. – C. Kerenyi [1962], Eleusis: Archetypical Image of
Mother and Daughter, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος [ σ. 137-145 ]
18. –M. Eliade [1981], Πραγματεία πάνω στην Ιστορία των Θρησκειών, Αθήνα, 1999, Εκδόσεις Χατζηνικολή
[ σ. 383-384 ]
19. “...Το μυθολόγημα της θεάς κόρης αναφέρεται σε
μία [...] αρχή που [...] που είναι η αρχή των αμέτρητων όντων, πριν και μετά από αυτό. Το άτομο, χάρη σ΄ αυτήν την αρχή, προικίζεται με το άπειρο που ενυπάρχει στο σπόρο [...]“η άβυσσος του πυρήνα” αποκαλύπτεται και έτσι πρέπει να συμπεράνουμε πως εκεί βρίσκεται το κέντρο, που οργανώνεται όλη η ύπαρξη μας. Αν βλέπαμε αυτή την καθαρά εσωτερική όψη της ζωής μας με όρους χωροχρονικούς, η αρχή του σπόρου είναι το κεντρικό σημείο, όπου ταυτίζονται η προέλευση και η γνώση μας για τις πηγές. Με την επιστροφή στα βάθη του εαυτού μας θεμελιωνόμαστε. Το παράδοξο της μυθολογικής θεμελίωσης είναι ότι ο άνθρωπος που στρέφεται μέσα του συγχρόνως ανοίγεται...” [ σ. 9 ] – Β. Ξένου, Προσεγγίσεις στον Αρχαιολογικό Χώρο της Ακροπόλεως των Αθηνών, Αθήνα, 2010, Ε.Μ.Π.
20. “...Ο άνθρωπος . οι οργανικοί δεσμοί του ανθρώπου με
το σύμπαν . οι δεσμοί που δεν μπορούν να νοηθούν έξω πια από το βαθύ συγκεκριμένο πλούτο του κορμιού και της ψυχής του. Ο άνθρωπος ως μια βαθιά προσωπική υπόσταση και σύγχρονα εγγύηση και προζύμι κοσμικής αλληλεγγύης, ως ενότητα μαζί και ολότητα, ως μονά μαζί και ως πλήθος, [...] ξάφνου νιώθει την απόλυτη ανάγκη να ανασυνδεθεί με τελική πληρότητα στις αρχικές πηγές της κίνησης του [...] ιδού σήμερα η αξίωση που αναβλύζει με παλμό συγχρονικό, αν και υποσυνείδητο, από τα βάθη των οξύτερα αισθανόμενων ατόμων ή από το μόχθο και τον βόγκο των λαών...” [ σ. 49 ] –Ά. Σικελιανός [1935], Πεζός Λόγος Γ’, Ελευσίνια Διαθήκη, Αθήνα, 1981, Εκδόσεις Ίκαρος | ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V Ι Ι
157
158
159
| ΤΕΛΕΤΗ
160
| ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΙ
| ΤΕΛ ΕΤΗ
| ΚΕΦ Α Λ Α Ι Ο V Ι I
161
ΙV 162
ενα
Μ ο υ σ ε ιο
χ ω ρ ις τ οι χ ο υ ς
163
| Θ Ε ΩΡΊ Α
164
| ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΘΕΩ ΡΙ Α
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
[ Θεωρία ] Η έννοια του όρου “Μουσείο χωρίς τοίχους” αφορά στην περιοχή – Α, Β, Π, Θ –, η οποία ορίζεται μεταξύ Αρχαιολογικού Χώρου – Βιομηχανικού Χώρου – Πόλης – Θάλασσας. Στο άνοιγμα του 21ου αιώνα, ο τόπος αυτός οριοθετείται χωρικά, αποκόπτεται χρονικά και παγιώνεται λειτουργικά, ως ένας Έτερος Τόπος εντός της Ελευσίνος. Επί της ουσίας, πρόκειται για την κλασσική διαδικασία διαχείρισης των τόπων πολιτιστικής κληρονομιάς και των έργων τέχνης του παρελθόντος, κατά τον 19ο αιώνα. Η κατάτμηση της πόλης, η οριοθέτηση, η αποκοπή και η παγίωση είναι μία επιλογή διαχείρισης του τόπου, διόλου ουδέτερη τον 21ο αιώνα, καθώς ενέχει ένα βαθύ κοινωνικό, πολιτικό και πολιτιστικό περιεχόμενο. Η απόσπαση είναι η επιλογή του Μουσείου του 19ου αιώνα και το απόσπασμα, ο θεμέλιος λίθος του ως έκθεμα. Τα έργα της ανθρώπινης δημιουργίας και οι τόποι του παρελθόντος αποσπώνται από το χώρο, το χρόνο και τη λειτουργία τους και η κοινωνική, πολιτική, πολιτιστική και θρησκευτική τους αλήθεια, έχει αντικατασταθεί από την αξία της έκθεσης τους. Τα έργα τέχνης είναι ό,τι ο άνθρωπος ονόμασε ως έργα της τέχνης, προς τη δημιουργίας μίας ιστορικής συνείδησης. Ο ιερός τόπος του Τελεστηρίου της Δήμητρος και της Περσεφόνης και ο βιομηχανικός χώρος του Ελαιουργείου και του Βότρυς, μεταμορφώθηκαν σε “εκθέματα”, μίας “αρχαιολογίας της αρχαιότητας” και μίας “αρχαιολογίας της βιομηχανίας”. Ο τόπος αυτός αποτελεί ένα πεδίο μάχης, μεταξύ των 4 αποσπασμάτων Α, Β, Π, Θ της πόλεως της Ελευσίνος, τόσο σε ένα πνευματικό και ιδεολογικό επίπεδο, όσο και στον απόλυτα πραγματικό χώρο και χρόνο. Ο Αρχαιολογικός χώρος και ο Βιομηχανικός χώρος, η Πόλη και η Θάλασσα συγκρούονται ως δίπολα ενός παρελθόντος και ενός μέλλοντος, εκεί ακριβώς όπου εφάπτονται: στο όριο. Αυτά τα φαινόμενα ρήξεως είναι και η αιτία του ασυνεχούς και αποσπασματικού αφηγήματος της Ελευσίνος. Ως αρχιτέκτονες οφείλουμε να σταθούμε στο όριο. Η διάλεξη αυτή θα αποπειραθεί να σταθεί στο όριο, εκεί όπου θα θεμελιωθεί και το “Μουσείο χωρίς τοίχους”, ως απάντηση σε αυτόν τον προβληματισμό.
| Σ ΥΜΠ ΕΡΑ Σ ΜΑ
165
| A NDRE MA LRAUX
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Ι.
[ André Malraux ] Διαμέσου της ελεύσεως του André Malraux και της θεματικής ενότητας Ι. [ Ελευσίς / Έλευσις ], ορίσθηκε ο τρόπος προσέγγισης, ερμηνείας και διαχείρισης των τόπων αρχαιολογικής κληρονομιάς και των έργων τέχνης του παρελθόντος. Ως συμπέρασμα τίθενται 4 όροι για “Ένα Μουσείο χωρίς τοίχους”. Μουσείο Χωρίς Τοίχους
Ι.
Ο τόπος μεταξύ – Αρχαιολογικού Χώρου – Βιομηχανικού Χώρου – – Πόλης – Θάλασσας, ορίζεται ως το “Μουσείο χωρίς τοίχους”. Το μουσείο άλλοτε ήταν μία κατάφαση, το “Μουσείο χωρίς τοίχους” είναι μία διερώτηση του τώρα. Δεν αφορά στην αρχειοθέτηση, στη γραμμική παράταξη αντικειμένων, ανά κατηγορίες, χρόνους και περιοχές, εντός της προθήκης του μουσείου και της προστατευμένης ιστορικής και αρχαιολογικής αφήγησης του παρελθόντος. Ούτε και σε ένα κτίριο, ως μία και μόνη αλήθεια. Το “Μουσείο χωρίς τοίχους” αφορά στη δυνατότητα της καθολικής Εποπτείας των έργων της ανθρώπινης δημιουργίας του παρελθόντος, ως ένα σύνολο αποσπασμάτων, διαφόρων κοινωνικών, πολιτικών, πολιτιστικών και θρησκευτικών φαινομένων ρήξεως και ασυνέχειας της ιστορίας, εντός του πνευματικού και πραγματικού τόπου της δημιουργίας τους.
Έκθεμα
ΙΙ.
Εκθέματα του “Μουσείου χωρίς τοίχους” αποτελούν τα 4 αποσπάσματα της πόλεως της Ελευσίνος, ο Αρχαιολογικός Χώρος και ο Βιομηχανικός Χώρος, η Πόλη και η Θάλασσα. Το “Μουσείο χωρίς τοίχους” είναι αυτό, που φέρει εντός του οτιδήποτε έχει μείνει από την ανθρώπινη δημιουργία του τόπου, αγάλματα, νεκρικά αντικείμενα, αγγεία, ειδώλια, προτομές, αναθηματικές πλάκες, χρηστικά εργαλεία, κίονες, αρχιτεκτονικά μέλη, χώρους και ιερά, το ιερό Τελεστήριο του λόφου των Ελευσινίων Μυστηρίων και τα βιομηχανικά συγκροτήματα του Ελαιουργείου και του Βότρυς, ισόγεια, διώροφα, τριώροφα, τετραώροφα κτίρια και χώρους αποθήκευσης και παραγωγής, βιομηχανικές μορφές, δεξαμενές και υψικαμίνους, ερείπια, αρχιτεκτονικά μέλη, θραύσματα και υλικά αποσπάσματα. Το Μουσείο αυτό, φέρει εντός του ό,τι ο άνθρωπος του 21ου αιώνα, ονόμασε έργα της τέχνης του παρελθόντος και πολιτιστική κληρονομιά και ως τέτοιο είναι αποσπασματικό, “χωρίς τοίχους”, πνευματικό και εν τέλει φανταστικό.
166
| ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
Το Φανταστικό Μουσείο, ως αποσπασματικό, θα θεμελιωθεί σε 3 σημεία, στο όριο μεταξύ των 4 αποσπασμάτων – Α, Β, Π, Θ –, της πόλεως της Ελευσίνος.
| A N D R E MA L R AUX
ΙΙΙ.
Όριο
ΙV.
Ενδιάμεσος Χώρος
Η θεμελίωση στο όριο μεταξύ των 4 αποσπασμάτων Α, Β, Π, Θ, αφορά στην κατάλυση των ορίων και στη δημιουργία 3 χώρων μετάβασης και συρραφής, οι οποίοι δύναται να αποκαταστήσουν την πνευματική συνέχεια στο αποσπασματικό αφήγημα της Ελευσίνος και την χωρική και χρονική, πραγματική συνέχεια στον τόπο του “Μουσείου χωρίς τοίχους”. Το Φανταστικό Μουσείο δεν έχει όρια, αντιθέτως είναι το πεδίο σύζευξης των αντιθέσεων. Το Φανταστικό Μουσείο θα θεμελιωθεί στο όριο, ως ενδιάμεσος χώρος μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος. Το Φανταστικό Μουσείο, ως ενδιάμεσος χώρος, θα δεχθεί εντός του, το αιώνιο κριτικό δημιουργικό υποκείμενο: τον άνθρωπο και το αντικείμενο του παρελθόντος: το έργο τέχνης ως συνδετικό κρίκο μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος του ανθρώπινου γίγνεσθαι. Αυτός ο ενδιάμεσος χώρος είναι το πεδίο σύζευξης των αντιθέσεων μέσω ενός πνευματικού διαλόγου, ο οποίος δύναται να αποκαλύψει τις αρχές της δημιουργίας και την κοινωνική, πολιτική, πολιτιστική και θρησκευτική αλήθεια των αρχέτυπων έργων, πίσω από την εικόνα που προβάλει το μουσείο. Το Φανταστικό Μουσείο ως ενδιάμεσος χώρος στο όριο, θεμελιώνεται εκεί όπου ένα άπειρο παρελθόν και ένα άπειρο μέλλον συνδέονται, σε μία κυκλική εποπτεία της σχέσεως του ανθρώπου με τον άνθρωπο και του ανθρώπου με τη φύση, τον κόσμο και τη δημιουργία. Το “Μουσείο χωρίς τοίχους” κατακτά το νόημα του, καθώς παύει να συγχέει το έργο τέχνης με ένα οποιοδήποτε αντικείμενο. Το έργο τέχνης δεν είναι ένα αντικείμενο, είναι μία φωνή. Το “Μουσείο χωρίς τοίχους” είναι η υπόσχεση της επιστροφής όλων αυτών των τόπων, των έργων και των συμβόλων, που χάθηκαν στη σιωπή. | Σ ΥΜΠ ΕΡΑ Σ ΜΑ
167
| A NDRE MA LRAUX
168
| ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ
| A N D R E MA L R AUX
| Σ ΥΜΠ ΕΡΑ Σ ΜΑ
169
| A NDRE MA LRAUX
170
| ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ
| A N D R E MA L R AUX
| Σ ΥΜΠ ΕΡΑ Σ ΜΑ
171
| ΠΕ ΡΣΕ Φ ΟΝΗ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΙI.
[ Περσεφόνη ] Διαμέσου της ελεύσεως της Περσεφόνης και της θεματικής ενότητας ΙΙ. [ ΠροΈλευσις ] αποκαλύφθηκε η θρησκευτική, κοινωνική, πολιτική, πολιτιστική προέλευση όλων των συμβόλων, τα οποία αποκρύφθηκαν εντός του Ομηρικού Ύμνου και των Ελευσινίων Μυστηρίων. Ως συμπέρασμα τίθενται 3 όροι για “Ένα Μουσείο χωρίς τοίχους” Τόπος
Ι.
Τα πρόσωπα του Ομηρικού και Αρκαδικού Ύμνου δεν πρέπει να προσεγγίζονται και να ερμηνεύονται ως τα φυσικά πρόσωπα κάποιου αφηγήματος, αλλά ως τα φυσικά κοινωνικά, πολιτικά, πολιτιστικά, θρησκευτικά, ιστορικά κ.τ.λ. αίτια, τα οποία συνθέτουν το αποσπασματικό αφήγημα του τόπου της Ελευσίνος. Διαμέσου των γυναικείων θεαινών, η Ελευσίνα αποκαλύπτεται ως ένα παγκόσμιας σημασίας κοινωνικοπολιτικό κέντρο αφίξεως της “κατά τόπον πασχούσης γυναικός” και το τέρμα της περιπλάνησης, του μητρικού και αγροτικού δικαίου και όλων εκπατρισμένων λαών της Μεσογείου, από την έλευση των βαρβαρικών φυλών. Εντός των Ελευσινίων Μυστηρίων και του Ομηρικού Ύμνου αποκρύφθηκαν ως άρρητος εσωτερικός αγώνας περιφρούρησης, τα σύμβολα της φυσικής και αρμονικής, συνέχειας, ενότητας και ενδελέχειας της ζωής, ενάντια στην πολιτική του πολέμου, που ήθελε τον ανθρώπινο πολιτισμό τεμαχισμένο, αποσπασματικό, θραυσματικό. Αυτή είναι και η απόλυτη αλήθεια του “Μουσείου χωρίς τοίχους”, η σύζευξη των αντιθέσεων διαφορετικών τόπων, έργων και συμβόλων και δια μέσω αυτού, η σύζευξη διαφορετικών πολιτισμών και εν γένει, ανθρώπων.
Ομηρικός Ύμνος
ΙΙ.
Ο Ομηρικός και Αρκαδικός Ύμνος αφορούν στην σκιαγράφηση των αρχέτυπων χωρικών και χρονικών εμπειριών εντός του “Μουσείου χωρίς τοίχους”. Η ψυχογραφία των γυναικείων θεαινών: της Δήμητρος και της Γαίας, της Ιούς, των Ωκεανίδων Νυμφών, της Αθηνάς, της Αρτέμιδος, της Εκάτης, της Μέδουσας, της Βαυβούς και της Περσεφόνης, αποτελούν αφορμές έμπνευσης και δημιουργίας κατά τη διαδικασία αρχιτεκτονικού συνθετικού σχεδιασμού του “Μουσείου χωρίς τοίχους”. Η επιλογή των 10 γυναικείων θεαινών, ως αίτια του αφηγήματος της Ελευσίνος, αποδείχθηκε πως δεν είναι διόλου τυχαία. Ως εκ τούτου, η επιλογή τους ως αρχές έμπνευσής και δημιουργίας του αφηγήματος του “Μουσείου χωρίς τοίχους”, θεωρείται απαραίτητη.
172
| ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ
Ακολουθεί παράδειγμα εφαρμογής. (σελ. )
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Π ΕΡΣ ΕΦ ΟΝ Η
Τα Ελευσίνια Μυστήρια αφορούν στην ιχνογράφηση της σωματικής, ψυχικής και πνευματικής εμπειρίας του ανθρώπου εντός του “Μουσείου χωρίς τοίχους”. Το τρίπτυχο Μύησις, Τέλεσις, Εποπτεία έχει μία άμεση αναλογία με τον πρώτο, δεύτερο και τρίτο ενδιάμεσο χώρο στο όριο μεταξύ των 4 αποσπασμάτων – Α, Β, Π, Θ –.
ΙΙΙ.
Ελευσίνια Μυστήρια
Η Μύησις είναι η αρχή. Η είσοδος στο “Μουσείο χωρίς τοίχους”, ως προετοιμασία εισαγωγής στον κόσμο της Ελευσίνος και η κοινοποίηση του μυστικού, ως παρουσίαση των αρχέτυπων έργων και συμβόλων της τέχνης του τόπου. Αφορά στον 1ο ενδιάμεσο χώρο του Φανταστικού Μουσείου, μεταξύ Πόλης και Αρχαιολογικού χώρου. Ως βιωματική εμπειρία, αφορά σε αυτό το κλείεσθαι τους οφθαλμούς των Ελευσινίων Μυστηρίων. Εντός του Φανταστικού Μουσείου, ο άνθρωπος κλείεται εντός ενός σκοταδιού προσωπικού, ως μία πράξη διαλογιστική, στοχαστική και παλιγγενετική, που αφορά στην επιστροφή στην αρχή της ανθρώπινης δημιουργίας και το αρχέτυπο. Σύμβολο της εμπειρίας της Μυήσεως, το μαύρο πέπλο. Για το “Μουσείο χωρίς τοίχους” μία διάτρητη πλάκα, που χωρίζει και ενώνει δύο κόσμους: έναν επάνω και έναν κάτω.
i.
Μύησις
Η Τέλεσις αφορά σε όλες τις δράσεις εντός του “Μουσείου χωρίς τοίχους”. Από την αρχή της Μυήσεως και τον 1ο ενδιάμεσο χώρο μεταξύ Πόλης και Αρχαιολογικού, έως και το τέλος της Εποπτείας και τον 3ο ενδιάμεσο χώρο μεταξύ Βιομηχανικού και Θάλασσας, είναι η ενεργώς μεταβολή του ανθρώπου διαμέσου της βιωματικής σωματική, ψυχικής και πνευματικής μετοχής εντός ενός όλου της ανθρώπινης δημιουργίας του τόπου. Ως αρχέτυπη εμπειρία αφορά σε αυτή την κάθοδο της Κόρης του Ομηρικού Ύμνου. Εντός του Φανταστικού Μουσείου, στον 2ο ενδιάμεσο χώρο μεταξύ Αρχαιολογικού και Βιομηχανικού χώρου, ο άνθρωπος καταφύεται στο χάσμα εντός της γης, ως Κόρη, σε μία συμβολική πράξη θανάτου και εκ νέου γέννησης. Το χάσμα αυτό, είναι και αυτή η υπόσχεση των Ελευσινίων Μυστηρίων, όπου ένα άπειρο παρελθόν και ένα άπειρο μέλλον συνδέοντα σε μία εποπτεία του κυκλικού γίγνεσθαι του κόσμου. Σύμβολο της εμπειρίας της Τελέσεως, το χάσμα. Για το “Μουσείο χωρίς τοίχους” 2 τοίχοι, μία κάθοδος και μία άνοδος.
ii.
Τέλεσις
Η Εποπτεία εντός “Μουσείου χωρίς τοίχους” αφορά στο πνευματικό ιδείν των Ελευσινίων Μυστηρίων. Είναι η ένταξη του ανθρώπου στις αρχές ενός προγονικού κόσμου, του μητρικού και αγροτικού δικαίου όλων των λαών της Μεσογείου, που ήθελαν τη ζωή, αρμονική και οργανική, ως μία ενότητα του ανθρώπου με τον άνθρωπο και αυτού με τη φύση, τον κόσμο και τη δημιουργία, ως γέννηση. Επί της ουσίας, πρόκειται για μία εκ νέου γένεση, ψυχική και πνευματική, που προσφέρεται εντός του κόσμου της τέχνης του “Μουσείου χωρίς τοίχους”. Αφορά στο τέλος του Φανταστικού Μουσείου, στο 3ο ενδιάμεσο χώρο μεταξύ Βιομηχανικού χώρου και Θάλασσας και σε ένα δεικνύειν, το οποίο: ούτε λέγει, ούτε κρύπτει αλλά σημαίνει. Για το “Μουσείο χωρίς τοίχους” ένα εμπρός και ένα πίσω: η θέαση δυο κόσμων.
iii.
Εποπτεία
| Σ ΥΜΠ ΕΡΑ Σ ΜΑ
173
| ΠΕ ΡΣΕ Φ ΟΝΗ
174
| ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ
| Π ΕΡΣ ΕΦ ΟΝ Η
| Σ ΥΜΠ ΕΡΑ Σ ΜΑ
175
| ΠΡΑ Ξ Η
176
| ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ
| Π ΡΑ Ξ Η
| Σ ΥΜΠ ΕΡΑ Σ ΜΑ
177
| ΠΡΑ Ξ Η
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
[ Πράξη ] Ως κρίσιμο παράδειγμα του τρόπου προσέγγισης, ερμηνείας και διαχείρισης των τόπων αρχαιολογικής κληρονομιάς της αρχαιότητας και της βιομηχανίας και εν γένει, της διαδικασίας αρχιτεκτονικού συνθετικού σχεδιασμού του “Μουσείου χωρίς τοίχους” της Ελευσίνος, επιλέχθηκε ο 2ος ενδιάμεσος χώρος της Τελέσεως, στο όριο μεταξύ Αρχαιολογικού χώρου και Βιομηχανικού χώρου. Αφορμή έμπνευσης αυτών των χώρων του Φανταστικού Μουσείου, στάθηκαν 2 φωτογραφίες του τόπου: το Αγγείο και η Δεξαμενή, από την αρχειοθέτηση του Έτερου Τόπου της Ελευσίνος, που αποπειράθηκε στη θεματική ενότητα Ι. [ Ελευσίς / Έλευσις ] του André Malraux και 2 πρόσωπα του τόπου: η Κόρη και η Γαία, από την ερμηνεία του Ομηρικού και Αρκαδικού Ύμνου και των Ελευσινίων Μυστηρίων, που αποπειράθηκε στη θεματική ενότητα ΙΙ. [ Προ - Έλευσις ] της Περσεφόνης.
Ι. Αρχαιολογία της Αρχαιότητας / Η ταφή των παιδιών
Κατά την αρχαιότητα, ο εγχυτρισμός αφορούσε στην αρχαϊκή παράδοση ενταφιασμού του νεκρού νεογέννητου παιδιού, εντός ενός αγγείου γεμάτο χώμα, ως αφιέρωση του νεκρού βρέφους στους μητρικούς κόλπους της Μητέρας-Γης, προς ευχήν μίας εκ νέου γέννησης. Για το “Μουσείο χωρίς τοίχους”, αφορά στη χωρική και πνευματική αναλογία Γαίας - μητέρας - γης και Κόρης - βρέφους - σπόρου. ΙΙ. Αρχαιολογία της Βιομηχανίας / Η φύλαξη του σπόρου Κατά την αρχαιότητα, ο σπόρος του στάχεως ενταφιαζόταν εντός αγγείων, σε αποθήκες εντός της γης, σαν να βρισκόταν σε κατάσταση θανάτου, εντός τάφου. Αυτή ήταν η προετοιμασία του σπόρου για την αναγέννηση του, ως τροφή, η οποία διαρκούσε το 1/3 του χρόνου, όσο διαρκούσε και ο Αρπαγή της Κόρης. Για το “Μουσείο χωρίς τοίχους”, αφορά στη χωρική και πνευματική αναλογία Κόρης - σπόρου και Γαίας - αγγείου. Κατά τη βιομηχανική εποχή, οι σπόροι της ελιάς και της αμπέλου ενταφιαζόταν εντός των δεξαμενών.
178
| ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ
Για το “Μουσείο χωρίς τοίχους”, η δεξαμενή είναι ότι θα ήταν και ένα αγγείο.
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| Π ΡΑ Ξ Η
Το συμπέρασμα από την αναλογία μεταξύ των 2 πρόσωπων - 2 φωτογραφιών ταυτίζεται επί της ουσίας, με ό,τι φέρει η ανάσυρση του πέπλου της Βαυβούς. Αυτό το πνευματικό ιδείν και δεικνύειν, εισηγείται την ιδέα της δημιουργίας του 2ου ενδιάμεσου χώρου του “Μουσείου χωρίς τοίχους”, ως έναν μητρικό χώρο συμβολής των εννοιών ενδιάμεσος χώρος - δοχείο - δεξαμενή - αγγείο - μήτρα - γη - μητέρα- σπόρος- άνθρωπος.
ΙΙΙ. Αγγείο / Δεξαμενή
Εντός του “Μουσείου χωρίς τοίχους”, οι δεξαμενές του Ελαιουργείου και του Βότρυς θα χρησιμοποιηθούν ως μητρικοί χώροι συμβολής, με την έννοια του συμβόλου και του ρήματος συμβάλλω που σημαίνει θέτω κάτι μαζί εντός ενός όλου. Ως αγγεία του 21ου αιώνα, οι δεξαμενές εκ του ρήματος δεκ – δέκομαι, θα δεχθούν στην εσωτερική τους κοιλότητα έναν ολόκληρο κόσμο της τέχνης, όλα τα έργα, τις μορφές και τα σύμβολα της ανθρώπινης δημιουργίας του τόπου της Ελευσίνος. Εκεί, θα συνυπάρξουν με αναπάντεχο τρόπο αγγεία, τελετουργικά αντικείμενα, ειδώλια, προτομές, εργαλεία, νεκρικά και ταφικά αντικείμενα, αρχιτεκτονικά μέλη και αποσπάσματα, τα σύμβολά της σποράς και της φύσης, ως σπόροι του στάχεως (Ελευσίς-Περσεφόνη), της ελιάς (Ελαιουργείο-Αθήνα-Αθηνά) και της αμπέλου (Βότρυς-Αθήνα-Διόνυσος). Εκεί, θα συνυπάρξουν και το νεκρό ανθρώπινο σώμα του παρελθόντος: το άγαλμα και το δημιουργικό κριτικό υποκείμενο ως σώμα σύμβολο: ο άνθρωπος. Η είσοδος αυτή εντός των αγγείων του 21ου αιώνα είναι η συμβολική επιστροφή του ανθρώπου στην αρχή της δημιουργίας, εντός του αρχέτυπου μητρικού χώρου της αρχαιότητας. Εκεί, θα αναπτυχθεί και αυτός ο πνευματικός διάλογος μεταξύ των αποσπασμάτων μίας “αρχαιολογίας της αρχαιότητας” και μίας “αρχαιολογίας της βιομηχανίας”, ο οποίος συνδέει σε έναν κύκλο, τον κόσμο του παρελθόντος και του μέλλοντος του τόπου της Ελευσίνος και αποκαλύπτει ένα πραγματικό όραμα Εποπτείας. Τη θεώρηση της σχέσεως του ανθρώπου με τον άνθρωπο και αυτού τη δημιουργία, τη γέννηση και το θάνατο, ως μία υπόσχεση ενδελέχειας της ζωής.
Εν τέλει, “Εκεί” είναι και “όπου ο André Malraux συνάντησε την Περσεφόνη”.
Ένας τέτοιος μητρικός χώρος συμβολής, ίσως είναι και ένα κατεξοχήν “Μουσείο χωρίς τοίχους”, ένα Μουσείο του 21ου αιώνα για την Ελευσίνα.
| Σ ΥΜΠ ΕΡΑ Σ ΜΑ
179
| ΠΡΑ Ξ Η
180
| ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ
| Π ΡΑ Ξ Η
| Σ ΥΜΠ ΕΡΑ Σ ΜΑ
181
| ΠΡΑ Ξ Η
182
| ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ
| Π ΡΑ Ξ Η
| Σ ΥΜΠ ΕΡΑ Σ ΜΑ
183
| ΠΡΑ Ξ Η
184
| ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ
| Π ΡΑ Ξ Η
| Σ ΥΜΠ ΕΡΑ Σ ΜΑ
185
| ΠΡΑ Ξ Η
186
| ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ
| Π ΡΑ Ξ Η
| Σ ΥΜΠ ΕΡΑ Σ ΜΑ
187
| ΠΡΑ Ξ Η
188
| ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ
| Π ΡΑ Ξ Η
| Σ ΥΜΠ ΕΡΑ Σ ΜΑ
189
| ΠΡΑ Ξ Η
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
Ως περιπτώσεις εφαρμογής της υπόθεσης και των ιδεών που αναπτύχθηκαν στην παρούσα εργασία, χρησιμοποιήθηκαν αρχιτεκτονικά σχέδια και φωτογραφικό υλικό από την διπλωματική εργασία “Εκεί, όπου ο Malraux συνάντησε την Περσεφόνη | Ένα μουσείο χωρίς τοίχους”, πρόταση για το Μουσείο του 21ου αιώνα της Ελευσίνος . Η παρούσα διάλεξη δεν επιχειρεί να τεκμηριώσει θεωρητικά, ως σωστό ή μοναδικό, το αρχιτεκτονικό αποτέλεσμα της διπλωματικής εργασίας, δεδομένου ότι ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός έχει πολλαπλές προσεγγίσεις και εκδοχές. Ως εκ τούτου, στόχο δεν αποτελεί η αξιολόγηση του συγκεκριμένου αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, αλλά η κριτική αποτίμηση ενός τέτοιου τρόπου εργασίας και μίας τέτοιας μεθοδολογίας και του κατά πόσο μέσω ανάλογων διαδικασιών εκπορεύονται εύστοχες ερμηνείες και δημιουργικές κατευθύνσεις κατά τη διαδικασία αρχιτεκτονικού συνθετικού σχεδιασμού. Στόχο αποτελεί, η αποκάλυψη της σκέψης πίσω από την πράξη και η διανοητική κατασκευή ενός Μουσείου του 21ου αιώνα για την Ελευσίνα.
Αν κανείς αποδεχθεί τον όρο Ελευσίνιο Παλίμψηστο, όρο με τον οποίο περιγράφηκε μεταφορικά η περιοχή – Α, Β, Π, Θ – της Ελευσίνος, τότε η μελέτη αυτή δεν έχει να πραγματευτεί δύο, αλλά τρία κείμενα. Το Le Musée Imaginaire ή το Φανταστικό Μουσείο του André Malraux του 1965 μ.χ., τον Ομηρικό Ύμνο εις Δήμητραν και Περσεφόνη του 610 π.χ., και το αρχιτεκτονικό παλίμψηστο της Ελευσίνος. Το τελευταίο γραπτό αποτελεί χωρική και χρονική πραγματικότητα. Υπό την ίδια σκοπιά, το Φανταστικό Μουσείο και ο Ομηρικός Ύμνος, θα μπορούσαν πράγματι να γεννήσουν μία σύγχρονη αρχιτεκτονική γραφή σχεδιασμού και εν τέλει, έναν πραγματικό χώρο και χρόνο.
190
| ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ
Αυτή ίσως είναι και η εργασία μας ως αρχιτέκτονες.
Να ανασύρουμε εικόνες, εικόνες της φαντασίας και του υποσυνείδητου, εικόνες ενός κειμένου, ενός πίνακα ζωγραφικής, ενός γλυπτού, ενός έργου τέχνης εν γένει, και να τις μετατρέπουμε σε πραγματικό βιώσιμο χώρο.
| Π ΡΑ Ξ Η
*Αφορμή της παρούσας διάλεξης αποτέλεσε η εμπειρία της συνθετικής διαδικασίας αρχιτεκτονικού σχεδιασμού της διπλωματική εργασίας “Εκεί, όπου ο Malraux συνάντησε την Περσεφόνη | Ένα μουσείο χωρίς τοίχους”, σε συνεργασία με τον Κανακόπουλο Θεόδωρο, υπό την επίβλεψη των Καθηγητριών κ. Α. Βοζάνη και κ. Β.Ξένου, το Ακαδημαϊκό Έτος 2015-2016, στη σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
| Σ ΥΜΠ ΕΡΑ Σ ΜΑ
191
| Ε ΥΧΑ ΡΙ ΣΤ Ι Ε Σ
192
| Ε ΥΧΑ ΡΙ ΣΤ Ι Ε Σ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΕΥΧ Α ΡΙ Σ ΤΙ ΕΣ
Στο τέλος της παρούσας διάλεξης, οφείλω να ευχαριστήσω θερμά τις καθηγήτριες μου, κ. Α. Βοζάνη και κ. Β. Ξένου, για την άψογη συνεργασία στην εκπόνηση αυτού του έργου. Γιατί στο 4ο έτος των ακαδημαϊκών μου σπουδών, με μύησαν βίαια και χωρίς δισταγμό, σε ένα ολόκληρο σύμπαν, έργων, εννοιών και συμβόλων και αργά, μεθοδικά, παιδευτικά, σχεδόν τελετουργικά, με έμαθαν να διαβάζω και να εμπνέομαι, να σχεδιάσω και να εκφράζομαι. Έως και το 7ο έτος, με έμαθαν πράγματι, να εποπτεύω. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους ανθρώπους που είναι σημαντικοί στη ζωή μου, την οικογένεια μου, την μητέρα και τον πατέρα μου, για την πίστη τους σε εμένα, η οποία αποτέλεσε εφαλτήριο δύναμη για τους στόχους και τα όνειρα μου και τους φίλους μου, τον Δημήτρη, την Κάτια, την Χριστίνα και τη Σοφία, οι οποίοι είναι πάντα εκεί. | ΕΥΧ Α ΡΙ Σ ΤΙ ΕΣ
193
| Β Ι Β Λ Ι Ο ΓΡΑ ΦΙ Α
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
ΠΗΓΕΣ
[ Βιβλιογραφία ] I. ARENDT HANNAH [1961], Μεταξύ Παρελθόντος και Μέλλοντος, μτφρ. Φώτης Σιατίτσας, Αθήνα, 1996, Εκδόσεις Λεβιάθαν BENOIST LUC [1981], Σημεία, Σύμβολα και Μύθοι, μτφρ. Αριστέα ΠαρίσηΑθήνα, 2010, Εκδόσεις Καρδαμίτσα DEVEREUX GEORGES [1989], Βαυβώ, Το Μυθικό Αιδοίο, μτφρ. Γιώργος Τόλιας, Αθήνα, 2006, Εκδόσεις Ολκός ELIADE MIRCEA [1981], Πραγματεία πάνω στην Ιστορία των Θρησκειών, μτφρ. Έλση Τσούτη, Αθήνα, 1999, Εκδόσεις Χατζηνικολή FOUCAULT MICHEL [1969], Η Αρχαιολογία της Γνώσης, μτφρ. Κωστής Παπαγιώργης, Αθήνα, 1987, Εκδόσεις Έξαντας FOUCAULT MICHEL [1994], Ετεροτοπίες, μτφρ. Τάσος Μπετζέλος, Αθήνα, 2012, Εκδόσεις Πλέθρον FREUD SIGMUNT [1919], Το Ανοίκειο, μτφρ. Έμη ΒαϊκούσηΑθήνα, 2009, Εκδόσεις Πλέθρον HEIDEGGER MARTIN [1950], Η Προέλευση του Έργου Τέχνης, μτφρ. Γιάννης Τζαβάρας, Αθήνα, 1986, Εκδόσεις Δωδώνη HEIDEGGER MARTIN [1951], Κτίζειν, Κατοικείν και Σκέπτεσθαι, μτφρ. Γιώργος Ξηροπαιδής, Αθήνα, 2006, Εκδόσεις Πλέθρον HEIDEGGER MARTIN [1969], Η Τέχνη και ο Χώρος, μτφρ. Γιάννης Τζαβάρας, Αθήνα, 2006, Εκδόσεις Ίνδικτος HEIDEGGER MARTIN [1998], Διαμονές: το Ταξίδι στην Ελλάδα, μτφρ. Γιάννης Φαράκλας, Αθήνα, 2014, Εκδόσεις Κριτική
194
| ΠΗΓΕ Σ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΒΙ ΒΛ Ι ΟΓ ΡΑ Φ Ι Α
KERENYI CARL [1962], Eleusis: Archetypical Image of Mother and Daughter, μτφρ. Ελένη Παπαδοπούλου, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος KERENYI CARL - JUNG CARL [1942], Η Επιστήμη της Μυθολογίας, μτφρ. Κώστας Ζάρρας, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Ιάμβλιχος MALRAUX ANDRE MALRAUX [1965], Το Φανταστικό Μουσείο, μτφρ. Νίκος Ηλιάδης, Αθήνα, 2007, Εκδόσεις Πλέθρον NORBERG - SCHULZ CHRISTIAN [1980], Genius Loci - Το Πνεύμα του Τόπου, μτφρ. Μίλτος Φραγκόπουλος, Αθήνα, 2009, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Ε.Μ.Π. PAUL VALERY [1921], Ευπαλίνος ή ο Αρχιτέκτον, μτφρ. Έλλη Λαμπρίδη, Αθήνα, 2005, Εκδόσεις Άγρα RICHEPIN JEAN, Ελληνική Μυθολογία, Τόμος Α’&Β΄, μτφρ. Νικόλαος Τετενές, Ελλάδα, 1953, Εκδόσεις Βίβλος SHERRARD PHILIP, Το ιερό στη Ζωή και στην Τέχνη, μτφρ. Ιωσήφ Ροηλίδης, Αθήνα, 1994, Εκδόσεις Ακρίτας STRAUSS CLAUDE-LEVI [1978], Μύθος και Νόημα, μτφρ. Βαγγέλης Αθανασόπουλος, Αθήνα, 1986, Εκδόσεις Καρδαμίτσα
TANIZAKI JUNICHIRO [1933], Το Εγκώμιο της Σκιάς,
μτφρ. Παναγιώτης Ευαγγελίδης, Αθήνα, 2016, Εκδόσεις Άγρα
W. OTTO - C. KERENYI - W. WILI - P. SCHMITT, Ελληνικά Μυστήρια, μτφρ. Απόστολος Κοντός, Αθήνα, 2005, Εκδόσεις Ιάμβλιχος
WITTGENSTEIN LUDWIG, Γλώσσα, Μαγεία, Τελετουργία, μτφρ. Κωστής Κωβαίος, Αθήνα, 1990, Εκδόσεις Καρδαμίτσα
| Π Η Γ ΕΣ
195
| Β Ι Β Λ Ι Ο ΓΡΑ ΦΙ Α
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
ΙI. ΟΜΗΡΙΚΌΣ ΎΜΝΟΣ ΕΙΣ ΔΉΜΗΤΡΑΝ ΗΣΊΟΔΟΣ, Θεογονία, μτφρ. Σκάρτσης Σωκράτης, Αθήνα, 1993, Εκδόσεις Κάκτος ΛΈΦΑΣ ΠΑΎΛΟΣ, Αρχιτεκτονική και Κατοίκηση, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Πλέθρον ΜΑΛΕΒΊΤΣΗΣ ΧΡΉΣΤΟΣ, Η Εσωτερική Διάσταση, Αθήνα, 1970, Εκδόσεις Δωδώνη ΜΠΕΛΑΒΊΛΑΣ ΝΊΚΟΣ, Βιομηχανική Κληρονομιά στην Ελευσίνα και το Θριάσιο Πεδίο, Αθήνα, 2011, Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς ΜΥΛΩΝΆΣ ΓΕΏΡΓΙΟΣ [1961], Ελευσίς και Ελευσίνια Μυστήρια, Αθήνα, 2010, Εκδόσεις Κυκεών ΞΈΝΟΥ ΒΆΝΑ, Η Καταγωγή και το Νόημα μιας Μυητικής και Παιδευτικής Μεθόδου, Αθήνα, 2014, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο ΞΈΝΟΥ ΒΆΝΑ, Η Πολιτική Σημασία των Ιερών Χώρων, Αθήνα, 2014, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο ΞΈΝΟΥ ΒΆΝΑ, Προσεγγίσεις στον Αρχαιολογικό Χώρο της Ακρόπολης των Αθηνών, Αθήνα, 2010, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο ΞΈΝΟΥ ΒΆΝΑ, Σημειώσεις για το Όραμα στα Ελληνικά Μυστήρια, Αθήνα, 2014, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο ΞΈΝΟΥ ΒΆΝΑ, Σημειώσεις πάνω στην Ιδέα του Φανταστικού Μουσείου, Αθήνα, 2014, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο ΞΈΝΟΥ ΒΆΝΑ, Υλικό για την Ελευσίνα, Αθήνα, 2014, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο ΠΡΈΚΑ-ΑΛΕΞΑΝΔΡΉ ΚΑΛΛΙΌΠΗ [1991], Ελευσίς, Αθήνα, 2007, Υπουργείο Πολιτισμού, Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων ΡΗΓΟΠΟΎΛΟΥ ΠΈΠΗ [2003], Το Σώμα, Ικεσία και Απειλή, Αθήνα, 2008, Εκδόσεις Πλέθρον ΡΗΓΟΠΟΎΛΟΥ ΠΈΠΗ [1994], Ο Νάρκισσος, στα Ίχνη της Εικόνας και του Μύθου, Αθήνα, 2002, Εκδόσεις Πλέθρον
196
ΣΙΚΕΛΙΑΝΌΣ ΆΓΓΕΛΟΣ [1935], Πεζός Λόγος Γ’, Ελευσίνια Διαθήκη, Αθήνα, 1981, Εκδόσεις Ίκαρος | ΠΗΓΕ Σ
| Ε Κ Ε Ι , Ο Π Ο Υ Ο M A L R AU X Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Ε Τ Η Ν Π Ε Ρ Σ Ε Φ Ο Ν Η | Ε Ν Α Μ Ο Υ Σ Ε Ϊ Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ο Ι Χ Ο Υ Σ
| ΒΙ ΒΛ Ι ΟΓ ΡΑ Φ Ι Α
ΦΊΛΙΟΣ ΔΗΜΉΤΡΙΟΣ, Ελευσίς, Μυστήρια, Ερείπια και Μουσείον Αυτής, Αθήνα, 1906, Εκδόσεις Π.Δ. Σακελλαρίου
ΙΙI. Χαρτογραφία SOCIETY OF DILETTANTI, The Unedited Antiquities of Attica, London, 1833, Priestley and Weale
J.A. KAUPERT - E. CURTIUS, Karten von Attika, Berlin, 1881, Dietrich Reimer ΝΊΚΟΣ ΜΠΕΛΑΒΊΛΑΣ, Ηλεκτρονικό Αρχείο Αρχιτεκτονικών Σχεδίων: Ελαιουργείο και Βότρυς, Μελέτη 2011, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο ΔΗΜΑΡΧΕΊΟ ΕΛΕΥΣΊΝΑΣ, Ηλεκτρονικό Αρχείο Πολεοδομικών Σχεδίων ΠΟΛΕΟΔΟΜΊΑ ΕΛΕΥΣΊΝΑΣ, Ηλεκτρονικό Αρχείο Πολεοδομικών Σχεδίων
ΙV. Εκθέσεις ΝΑΥΡΊΔΗΣ ΝΊΚΟΣ, Try Again. Fail Again. Fail Better. Ελευσίνα, Ελαιουργείο, Αισχύλεια, 2013 ΞΈΝΟΥ ΒΆΝΑ, Έλευσις Πέρασμα, Ελευσίνα,Εργοστάσιο Κρόνος, 2004 ΞΈΝΟΥ ΒΆΝΑ, Η Ψυχή του Τόπου, Αθήνα, Εθνικός Κήπος, Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, 2010 ΣΠΗΛΙΌΠΟΥΛΟΣ ΜΆΡΙΟΣ, Ανθρώπων Ίχνη, Ελευσίνα, Ελαιουργείο, Αισχύλεια, 2008 ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ, 9 Μεταβάσεις, Ελευσίνα, Ελαιουργείο, Αισχύλεια, 2016
V. Φιλμογραφία ΚΟΥΤΣΑΦΤΉΣ ΦΊΛΙΠΠΟΣ, Αγέλαστος Πέτρα, 2000
V. Ιστότοποι http://aisxylia.gr/ | Π Η Γ ΕΣ
197