Ερευνητικό θέμα προπτυχιακού προγράμματος
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Φοιτήτρια _ Ράνια Γιαννακού Επιβλέπουσα Καθηγήτρια _ Ίρις Λυκουριώτη Βόλος _ Σεπτέμβρης 2022
Ερευνητικό θέμα προπτυχιακού προγράμματος
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Φοιτήτρια _ Ράνια Γιαννακού Επιβλέπουσα Καθηγήτρια _ Ίρις Λυκουριώτη Βόλος _ Σεπτέμβρης 2022
Θα ήθελα να ευχαριστήσω την κυρία Λυκουριώτη, επιβλέπουσα καθηγήτρια της παρούσας ερευνητικής εργασίας για την βοήθειά της, την κυρία Γιαννίση η οποία με έφερε σε επαφή με την σύζυγο του κύριου Φατούρου, καθώς και την ίδια την κυρία Τρέσσου για την όμορφη συζήτηση που είχαμε. Τέλος, ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όσους ήταν δίπλα μου όλο αυτό το διάστημα.
με
που δημιουργούν στο σύνολό τους την ουσιαστική συνθήκη του τόπου και σε δεύτερη ανάλυση του τοπίου. Μέσω της πολλαπλής συγκρότησης του τόπου και των αρετών ηπιότητάς του, ενυπάρχει η κατοίκηση, σημείο της αρχιτεκτονικής που ταυτίζεται με το «να είμαστε». Και παρότι το κατοικείν έγκειται, ως ένα μεγάλο βαθμό, στην συνύπαρξη αποκαλύπτεται πως η φύση
η κατοίκηση
Μέσα από μια ποιητική
On the occasion of various thoughts on the enigmatic term of the word place (locus), and additionally on the complex existence of habitation in our lives, this research paper traces how these two terms of architecture coexist, through the perspective of Dimitris Fatouros. In this journey to finding the meaning of “locus habitare”, there will be made two different approaches both to architecture and to life. There is identified a direct correlation of the characteristics of architecture with the virtues that govern life.
Locus is closely related with presence. Actions, balances and imagination are analysed, which as a whole create the essential condition of locus, as well as the landscape, on second analysis. Through the mul tiple composition of locus and its mildness, there is habitation, a part of architecture that is identified with the meaning of “being”. Despite the fact that, habitation is identical to coexistence, it is noticed that its na ture is simultaneously, purely reclusive. Through a poetic interpretation, habitation is likened to the right to a hedonistic freedom.
When all this is placed in time in the present, additional analyzes and disputes are emerging as for the maintainance of authenticity of the two terms. “Locus-locus habitare”, even when interpreted as a condi tion, is approached by thinking and there are imposed on it tendencies, uses and “roles”, through human existence. In an era with complex and contradictory recruits, locus-locus habitare keeps serving every project which is associated with its values. As a closing, the presence of mild mess is confirmed through two examples of architecture by Dimitris Fa touros and the various uses locus has to provide, “performing” in multi ple actions each time.
από την ενασχόληση με το σχεδιασμό, την τριβή με
προκαλούνται βασικά ερωτήματα, ή πιθανόν
έχουν άμεση σχέση με τον τόπο. Παράλληλα,
είναι εκείνη που ωθεί τον καθένα
περιβάλλοντος στο οποίο θα ενταχθεί
διότι, όσο σημαντική είναι η υλοποίηση και
χώρου που θα ανταποκριθεί στο αντίστοιχο
σημαντική είναι και η συσχέτιση του με τον τόπο που το περιβάλλει. Η αλληλεπίδραση μεταξύ του φυσικού και κτισμένου περιβάλλοντος, το πώς συνυπάρχει ένα κτίριο με τη φύση, και το πώς αναπτύσσεται μία κατοίκηση με τον γύρω χώρο, είναι σχέσεις οι οποίες με οδήγησαν να προβληματιστώ πάνω στην αοριστία των όρων «τόπος» και «κατοίκηση» ή «κατοικείν».
Η πρώτη άμεση επαφή που είχα με τον τόπο και το κτίριο, συνέβη τον Μάιο του 2017, σε εκείνο το ταξίδι των πρωτοετών στο νησί της Κιμώλου. Εκεί που αντικρίσαμε ένα από τα δημιουργήματα του Δημήτρη Φατούρου, το Κίμωλος V. Ήταν η πρώτη φορά που μου δημιουργήθηκε ο προβληματισμός ως προς το πώς πετυχαίνει η ένταξη ενός κτιρίου στο τοπίο, και πιο συγκεκριμένα το πώς έχει καταφέρει το συγκεκριμένο κτίριο να γίνει ένα με το τοπίο και να συνυπάρξουν αρμονικά όλες οι υλικότητες μεταξύ τους· για
είχαμε
Κάπως έτσι, η προσωπική αναζήτηση του συσχετισμού του τόπου και της κατοίκησης μέσα από την προσέγγιση του Φατούρου πάνω στον συγκεκριμένο προβληματισμό, θα αποτελέσουν το θέμα αυτής της ερευνητικής εργασίας. Παρατηρώντας την ζωή του αρχιτέκτονα, σημεία και στιγμές του, τα οποία καθόρισαν ορισμένες οπτικές του, θα δημιουργηθεί και θα χτιστεί η βάση, πάνω στην οποία στηρίζεται, στην συνέχεια, η δομή της έρευνας. Τόσο η έννοια του «τόπου» όσο και αυτή του «κατοικείν» θα αναλυθούν ξεχωριστά προς την πλήρη ή την επαρκέστερη κατανόηση τους, μέσα από τα μάτια του Δημήτρη Φατούρου και παράλληλα όσων τον ενέπνευσαν στην πορεία του αυτή. Με την δημιουργία του απότοκου αυτού θα έχει ήδη σχηματιστεί νοητικά η έννοια του «τόπου του κατοικείν», πάνω στην οποία θα καταγραφούν και τα ουσιαστικά συμπεράσματα της έρευνας. Το τελευταίο απόσπασμα θα αποτελεί μια μικρή «ανασκαφή» σε δύο από τα έργα του Φατούρου, συμπεριλαμβανομένου του «Κίμωλος V», τα οποία θα έχουν διαφορετικές λειτουργίες χρήσης και τοποθετήσεις στον χάρτη, αναπάντεχα και στον «τόπο». Μεταξύ, λοιπόν, δυο διαφορετικών συνθηκών, θα αναζητήσω τον «τόπο του κατοικείν» μέσα από σχέδια, εικόνες, κείμενα, προσωπικές αναμνήσεις και αφηγήσεις, της συζύγου του Δημήτρη Φατούρου, κυρίας Λίτσας Τρέσσου.
Για εκείνους που δεν έχουν διαβάσει για τον Δημήτρη Φατούρο, ή αλλιώς στους περισσότερους Μίμη, επρόκειτο για έναν άνθρωπο με γνήσιο ενδιαφέρον για την ζωή. Και αυτό πιθανόν να αποτελεί και το ξεχωριστό γι’ αυτόν. Αναφερόμαστε στον άνθρωπο Φατούρο και έπειτα στον αρχιτέκτονα, σε έναν ανθρωπιστή της εποχής μας, γεννημένο το 1928. Μέσα σε έναν παραλίγο αιώνα, υπήρξε μια προσωπικότητα πολυσχιδής· αρχιτέκτονας, ποιητής, συγγραφέας, ζωγράφος, καθηγητής Πανεπιστημίου και Υπουργός Παιδείας. Συμπληρώνει ένα προφίλ, το οποίο
ισορροπημένα πολλές πτυχές και όλες
αυτός που του επέτρεψε να έχει μια σπάνια προσέγγιση στην γραφή του. Μια προσέγγιση που άγγιζε τον άνθρωπο, έβλεπε μέσα του, έβλεπε το όλον. Είχε στόχο να πλαισιώσει και να καταλάβει κάθε θεματική, μέσα από μια οδό, η οποία κατά βάθος ήταν κυρίως ανθρώπινη και είχε χαρακτηριστικά της αυθεντικότητας που τον ακολουθούσε σε όλη του την ζωή. Παράλληλα λοιπόν με την αρχιτεκτονική, πληροφορείται και ενδιαφέρεται για την εξέλιξη της τεχνολογίας, τον άνθρωπο και την εικαστική τέχνη. Έτσι, διατηρεί τις απόψεις του «επίκαιρες», θα έλεγε κανείς, έχει κρίση και εκφέρει άποψη για καθετί νέο παρουσιάζεται, εμπλέκει το «lifestyle» της κουλτούρας του σήμερα και έχει το σθένος να διατηρεί τις αποστάσεις.1
Πριν ακόμη ολοκληρώσει τις σπουδές του, είχε βρεθεί στο πλευρό του Παναγιώτη Μάρθα αρχιτέκτονα και ζωγράφου και έπειτα από το πτυχίο του αρχιτέκτονα, από το Μετσόβιο Πολυτεχνείο, ξεκίνησε να διαμορφώνει την ακαδημαϊκή του πορεία ως επιμελητής του ΕΜΠ. Μετρούσε πολλά ταξίδια, σε όλο τον κόσμο, τα οποία πλούτιζαν όλη αυτή
πολιτικούς. Από το 1960, μάλιστα και έπειτα, ο Φατούρος εμφανίζεται τακτικά σε περιοδικά της εποχής ως αρθρογράφος τους. Γράφει ενδεικτικά για τον Ζυγό, την Νέα Εστία, τις Εποχές, τα Ekis tics, τον Παρατηρητή
αργότερα για τα Αρχιτεκτονικά
Στο σημείο αυτό αξίζει να παρατηρηθεί πως από την δεκαετία του ’60 και για μια εικοσαετία, η Αρχιτεκτονική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου συγκριτικά με κάθε άλλη αρχιτεκτονική σχολή της χώρας, διαμόρφωσε ένα αισθητά εναλλακτικό και προοδευτικό πρόγραμμα διδασκαλίας και σπουδών. « Σ’ αυτήν την οργασμική φάση των πρώτων χρόνων ο Φατούρος φροντίζει ακούραστα τα οράματα του για μια διαφορετική προσέγγιση στην εκπαίδευση του αρχιτέκτονα αναγνωρίζοντας την
πειθαρχημένης και επιμονής επιστημονικής, καλλιτεχνικής και τεχνικής γνώσης, θεωρεί ως την πιο κρίσιμη συνιστώσα της εκπαίδευσης του αρχιτέκτονα την σύνθεση. […] ο Φατούρος πρωτοστατεί στην προσπάθεια συγκρότησης και διδασκαλίας μιας θεωρίας της σύνθεσης. Έχοντας ως παρακαταθήκη την διδαχή του Μιχελή, τις θεωρητικές καταγραφές του Bauhaus, αλλά και την προσωπική του εναρκτήρια καταχώριση στο περιοδικό Νέα Εστία, επιδίδεται στην διάπλαση του διδακτικού πλέγματος. »4
Ο Δημήτρης Φατούρος, όπως προδίδουν όλες του οι σημειώσεις και οι σκέψεις αποτυπωμένες στο χαρτί, είχε ουσιαστικά έγνοια και πόνο για το μέλλον του ανθρώπου, μέσα από μια ενεργή στοχαστικότητα. Προσπαθούσε να καταλάβει από την αρχή των φοιτητικών του χρόνων έως και το τέλος, πώς ο άνθρωπος βιώνει τον χώρο και πώς χειρίζεται τα ενδιάμεσα όριά του. Είχε δηλώσει κάποια στιγμή για την αρχιτεκτονική πως: « Όλη η υπόθεση της τέχνης είναι σχέσεις φόβου. Η αρχιτεκτονική είναι εκείνη που οργανώνει τα όρια του φόβου. »5 Με την φράση αυτή, το όριο, είτε αφορά την τέχνη, είτε αφορά την ψυχή του ανθρώπου, φαίνεται να είναι ένας ιδιαίτερος συνδετικός κρίκος στην σχέση της τέχνης, του χώρου και της αρχιτεκτονικής· ή μάλλον στην σχέση της τέχνης με την αρχιτεκτονική. « […] μιλώντας για το 12ο Διεθνές Συνέδριο Καλλιτεχνών, Κριτικών και Μελετητών της Τέχνης στο Ρίμινι το 1963, θα υποστηρίξει ότι « η νέα σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και το χώρο προσδίδει ηθική σημασία στην ολική καλλιτεχνική μορφή (…). Αυτές οι μορφές τέχνης, αυτές οι «ολότητες», μπορούν να παραλλάσσονται: αρχιτεκτονική, συν ζωγραφική, συν γλυπτική· μουσική, συν ποίηση, συν θέατρο· ζωγραφική, συν γλυπτική, συν μουσική, και πάει λέγοντας. Ή, για να μη παραμερίσουμε την τρέχουσα ορολογία, οπτικά στοιχεία συν ήχος· λέξεις συν όραση, συν χώρος κλπ. Ακολουθώντας αυτή τη γραμμή σκέψης, τα happenings μπορούν να θεωρηθούν προπομποί αυτής της ευρύτερης καλλιτεχνικής προοπτικής (…). Είναι πιθανόν ότι και το as semblage είναι στοιχειώδης μορφή μιας τέτοιας «ολότητας», εξάλλου
είναι «κάτι παραπάνω» απ’ ότι δείχνει
Στην σύγχρονη αρχιτεκτονική
Μέσα στο πεδίο των προτεραιοτήτων των αρχιτεκτονικών εγχειρημάτων του, εισάγεται και το «πολιτικό σκέπτεσθαι», το οποίο θα καθοδηγήσει ίσως και τυφλά, τον Φατούρο σε θεμελιώδη ζητήματα που πηγάζουν μέχρι και σήμερα από το τρίπτυχο αρχιτεκτονικής, συμβίωσης και πόλης. Με τον όρο της συμβίωσης
Με τα λόγια αυτά ερμηνεύει, πως πρέπει ο καθένας να «φεύγει έξω» από τις στερεότυπες απαιτήσεις, από όσα επαναλαμβάνονται καθημερινά, κυρίως στις μεγάλες κλίμακες σχεδιασμού. Οι νέες συνθήκες διαμόρφωσης των ανθρώπινων σχέσεων και συναντήσεων, άμεσα και έμμεσα συνδεδεμένες με το άτομο ως πολιτική οντότητα, όλο και περισσότερο συσχετίζονται με τον δημόσιο χώρο. Ο δημόσιος χώρος ο οποίος σήμερα, ίσως και να έχει αποκτήσει ανταγωνιστές. Οι followers, για παράδειγμα, που αναφέρει προκειμένου να παράξει μια συσχέτιση με τις περιόδους έντονης πολιτικής έννοιας, ήταν κάποτε οι συνοδοιπόροι σου. Αυτοί που συμφωνούσαν μαζί σου, σε ακολουθούσαν και σε υποστήριζαν· και τώρα γίνονται αυτές οι αφηρημένες οντότητες, χωρίς σάρκα και οστά, χωρίς ζεστασιά σώματος. Ο δημόσιος χώρος, τώρα, δεν μπορεί να είναι αυτός που ήταν κάποτε. Κάποτε για να συναντήσεις κάποιον έπρεπε να πας κάπου για να τον βρεις. Η συνεύρεση προϋπέθετε ανταλλαγές χειρονομίας, ήχου, φωνής (έντονης ή ήρεμης), σώματος (ντύσιμο, στήσιμο, στάση κεφαλιού). Πράγματα τα οποία πλέον έχουν εκλείψει σε μεγάλο βαθμό λόγω της άυλης επικοινωνίας. « Θα βγούνε και θεωρίες ότι δεν παίζει κανέναν ρόλο που δεν έχεις αυτή την σωματική επαφή, την επικοινωνία. Δεν βλέπεις σώμα, δεν βλέπεις τον ιδρώτα, δεν κινείται ο άλλος πλάι σου.»9 Με λίγα λόγια, λείπει και από την αρχιτεκτονική σε ζητήματα αστικών συγκροτήσεων, η γειτνίαση (proximity), η οποία τα τελευταία χρόνια, ακόμη πιο έντονα, εντοπίζεται κυρίως σε σχέσεις διαδικτυακές, δημιουργώντας άλλες/νέες κατηγορίες γειτονίας. Ένας νέος κόσμος που κατά τον Φατούρο είχε έναν έντονα πολιτικό χαρακτήρα, χωρίς να διαχωρίζει το «καλό» και από το «κακό». Παρατηρούσε
Η πολυμερής, πολλαπλή και αντιφατική συγκρότηση του έργου της αρχιτεκτονικής, υπάρχει και αναπτύσσεται στον χρόνο ως συνολικότητα συναρθρώσεων της υλικότητας και της μη υλικότητας του έργου και αναζητεί πάντοτε αποσαφηνίσεις και διευκρινίσεις. Το έργο της αρχιτεκτονικής για τον Φατούρο είναι μια δυναμική, πολλαπλή, χρονική οντότητα. Οι υλικότητες και οι μη υλικότητες της τεχνικής και της γεωγραφικής ταυτότητας συντάσσονται με το σύνολο του αντιληπτικού κόσμου, και όχι μόνο του οπτικού, και των ανθρωπίνων συμπεριφορών. Με συνδυαστικές διαδικασίες οι υλικότητες και οι μη υλικότητες συναρθρώνονται με την πρόθεση, την άποψη του συνθέτη/ αρχιτέκτονα και με το φαντασιακό. Στο δημιουργικό έργο δεν υπάρχει το κενό. Η πυκνότητα, η επανάληψη, το μέγεθος, το σχήμα, οι οπτικές διαφυγές και οι ευρύτεροι οπτικοί ορίζοντες, η χαραμάδα και το μεγάλο ανοιχτό πεδίο, η βροχή και η νύχτα, είναι συνεχώς παρόντα. Σε κάθε κλίμακα και σε κάθε χρόνο του έργου, οι μίκρο - μάκρο διαδρομές και οι στιγμιαίες διαδρομές αποκαλύπτουν τις θεμελιώδεις συσχετίσεις. Το αρχιτεκτονικό έργο είναι διαδρομές. Οι συσχετίσεις όμως αυτές, ακόμη και από τις λέξεις της καθημερινής χρήσης, εύκολα απομακρύνονται
1 Νίκος Καλογήρου, Οπτικές απόσπασμα από: Φατούρος, ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, σελ.76
2 Ατελές Χρονολόγιο, Φατούρος, ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, σελ.28
3 Le Carre Bleu, Μάρτιος 1991
4 Σαράντης Ζαφειρόπουλος, Οπτικές απόσπασμα από: Φατούρος, ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, σελ.119
5 Δημήτρης Φατούρος, 60 Χρόνια Αρχιτεκτονικής, Εκδήλωση για την Ανακήρυξή του σε επίτιμο μέλος του Σ.Α.Ν.Α., Πάτρα, 12 Δεκεμβρίου 2012
6 Οπτικές, Φατούρος, ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, σελ.150
7 Δημήτρης Φατούρος, Έρευνα στο Μεταίχμιο, Κείμενα και Σχέδια, Θεσσαλονίκη, 1961, σελ.19
8 Β.Πετρίδου, Π.Πάγκαλος, Ν.Κυρκίτσου, Εργάζομαι άρα κατοικώ, Δημήτρης Φατούρος, Η αγωνία της αρχιτεκτονικής, Πάτρα, σελ.38-39
9 Απόσπασμα από την διάλεξη του για τον δημόσιο χώρο, Ιωάννινα, 24 Μαΐου 2013
Ο τόπος, για τον Δημήτρη Φατούρο, προσεγγίζει πάντα μια πολλαπλότητα και πιο ιδανικά ταυτίζεται μ’ αυτήν. Οι απόψεις και οι συσχετισμοί με την τοπικότητα δεν τον έβρισκαν απολύτως σύμφωνο, καθώς πίστευε πως ο τόπος βρίσκεται παντού και δεν χρειάζεται τους περιορισμούς και τις παραμορφώσεις, μέσα στις οποίες τον εντάσσει ο παραλληλισμός με την τοπικότητα. Βρίσκεται σε πολύ μεγάλη νοητική απόσταση από την περιοριστική προσέγγισή του με την υλική διάσταση. Ο τόπος είναι μία περιοχή, είτε μικρή είτε μεγάλη, κατοικημένη ή ακατοίκητη, και κάπως έτσι ορίζεται και ο ίδιος ως μικρός ή μεγάλος τόπος. Ο τόπος αποτελεί ένα πεδίο δράσης. Μέσα σε αυτόν η ανθρώπινη κοινότητα έχει παρουσία και έκφραση. Όπως έχει πει και ο ίδιος: « Όλα είναι παρόντα, συγκινησιακά, σωματικά, συμβολικά, υλικά και άυλα, η μακρά και η σύντομη διάρκεια, η συνέχεια και η ασυνέχεια, η ελευθερία και ο εγκλεισμός, η ψευδής και η πραγματική ανάγκη. Ο γεωγραφικός τόπος είναι το πεδίο δράσης του ατομικού και του συλλογικού, της μοναχικότητας και του πλήθους. »10 Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, ότι ο κατοικημένος γεωγραφικός τόπος διέπεται από τρεις ενέργειες της ανθρώπινης κοινότητας. Την δράση, την παρουσία και την έκφραση. Κάθε μια από αυτές αρκεί για να υπάρξει τόπος, με ουσιαστική και κυρίαρχη την παρουσία. Τα κοινά στοιχεία τα οποία έχει, ο τρόπος μέσα από τον οποίο πραγματοποιείται η κατοίκηση και ο γεωγραφικός τόπος είναι μια σειρά αντιφάσεων και ιδιαιτεροτήτων, οι οποίες στην συνέχεια θα αποφέρουν ταυτότητες και επικαλύψεις τόσο για τον τόπο όσο και για την ίδια
κατοίκηση.
Εντοπίζεται, μέσα από αυτά τα λόγια, η αισθητή παρουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, η οποία δεν είναι απαραίτητο να έχει μια υπόσταση· δεν είναι υλική και απτή. Η παρουσία εντοπίζεται και μέσα από το βλέμμα, το οποίο θα οδηγήσει σε σκέψεις και μέσα από τις σκέψεις θα δημιουργηθούν εικόνες, που ακόμη και άυλες, βρίσκονται εκεί. Κάπου εδώ, θα μπορούσαμε να παραδεχτούμε ότι εντοπίζεται και η ποιητική του αρχιτέκτονα, η τριβή του μαζί της και η συνύπαρξη της με τον τόπο σε μεγάλο βαθμό.
Όλα όσα προαναφέρθηκαν είναι εμφανή στις απεικονίσεις και τις αφηγήσεις του τοπίου, ενός επιπέδου το οποίο αποτελεί το σκηνικό της καθημερινής ζωής και είναι ένα υποκοριστικό για τον τόπο, προβάλλοντας την πολλαπλή του συγκρότηση. Το τοπίο είναι ένα από τα στοιχεία που αλλοιώνονται με την πάροδο των χρόνων και έχει άμεση επιρροή από στερεοτυπικά στοιχεία, τα οποία επικρατούν σε κάθε περίοδο. Εξάλλου, έχει αναφέρει και ο ίδιος, πως μέσω της ποιητικής και της ζωγραφικής έχουν εμφανιστεί και αποδοθεί πολλά από τα χαρακτηριστικά στοιχεία του τόπου. Δίνοντας μια πιο στοχευμένη ματιά σε εγχώρια έργα και τέχνη, θα παρατηρήσουμε πως οι ιδιαιτερότητες και εκείνες οι λεπτές συσχετίσεις τους, αποκαλύπτουν γνωρίσματα του ελληνικού τόπου, ο οποίος θα απασχολήσει περισσότερο και τον Φατούρο. Οι ηπιότητες του τόπου, όπως το φως, η ατμόσφαιρα πάντοτε συγκροτούν συνθήκες ορατότητας και αποκαλύπτουν μορφές, χρώματα και υφή που συνεπάγονται διαφορετικές σχέσεις με τις συνθήκες του καθημερινού περιβάλλοντος. Μέσα από την αναγνώριση της ουσίας και της άυλης υπόστασης των στοιχείων του, αντιλαμβάνεται κανείς πως ο όρος «τόπος» (εάν θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει) αφορά εξίσου το ονειρικό, το φευγαλέο, και γιατί όχι το φαντασιακό.
φαντασιακού, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι
συνθηκών και κατά συνέπεια η ηπιότητα
Μέσα από την ύπαρξη του «απέναντι», που χρησιμοποιεί
κατακτάται η ηπιότητα. Το «απέναντι» το οποίο
κομμάτι της καθημερινότητας, κυρίως των τόπων με προσανατολισμό στο Αιγαίο, παρουσιάζεται στα κείμενά του σαν μία διέξοδος, αρχικά οπτική και στη συνέχεια ψυχική. Εκεί ο παρατηρητής, το υποκείμενο του τόπου, έρχεται αντιμέτωπος με το γνωστό ή το άγνωστο· μια παρουσία και μια ύπαρξη, το «άλλο». Κάπως έτσι ανυποψίαστα δημιουργείται μία συνομιλία, μεταξύ δύο τόπων, ενός τόπου και ενός υποκειμένου, ή και το αντίστροφο. Πιθανόν, όπως με το βλέμμα του θεατή και μόνο, κατοικείται ένας ακατοίκητος τόπος, έτσι και το απέναντι, με άγνοια της συνθήκης στην οποία βρίσκεται, μπορεί να κατοικηθεί από βλέμματα και «συνομιλίες» αγνώστων. Είναι μία σχέση αμφίδρομη μεταξύ τόπων, η οποία προσφέρει στις καλλιεργημένες συνειδήσεις, την πληρέστερη έκφραση του ανθρώπινου πνεύματος. Μία συνομιλία μεταξύ ιστορικών διαστάσεων (εφόσον αναφερόμαστε σε ελληνικά τοπία) και μια πνευματικότητα, η οποία ενισχύεται με την εμφάνιση της συνέχειας/του «απέναντι» σε έναν ορίζοντα που δεν είναι ποτέ άπειρος. Η ηπιότητα η οποία κυριαρχεί στον γεωγραφικό τόπο, κατοικημένο και μη, δεν παραμένει πάντοτε ομαλή και γαλήνια. Επιρροές από την εξέλιξη των τεχνολογικών
Ο όρος της ηπιότητας λοιπόν, έχει ενταχθεί και στο κτισμένο περιβάλλον του σήμερα. Υπάρχει όμως άραγε όπως δέσποζε παλαιότερα, πάνω σε λόφους, γκρεμούς και πεδινές εκτάσεις; Για να παρατηρηθεί ηπιότητα στον σημερινό τόπο, πιθανόν να είναι αναγκαία μία υπέρβαση των σκοτεινών συνθηκών των κοινωνιών. Συνθήκη που θα λάμψει μέσα από τις διαπροσωπικές μας αλληλεπιδράσεις και το φυσικό περιβάλλον. Ο τόπος, για να λειτουργήσει αρμονικά και ομαλά, έχει άμεσα ανάγκη εκείνο το βλέμμα. Τον θεατή, όσο και την ηπιότητα της ψυχής του. Μέσα στην έννοια του τόπου, κρύβονται ποιοτικές δεσμεύσεις οι οποίες αναφέρονται σε μια πιο πρώιμη μορφή του. Πριν τον κτισμένο και κατοικημένο γεωγραφικό τόπο, όπου επικρατούν μόνο τα φυσικά στοιχεία και τα άυλα συναισθήματα του θεατή, ο τόπος παρατηρείται ως μια
με κρυφές δυναμικές,
η άσφαλτος, παράγουν μια θεατρικότητα στον τόπο που είναι εν δυνάμει κατοικημένος. Είναι αυτά τα στοιχεία τα οποία «τολμούν» και δίνουν την απόλυτη ελευθερία στις σκέψεις του θεατή. Απλώς υπάρχουν. Παράλληλα, ο τόπος μέσα από την πρωτόλειά του μορφή γίνεται «λευκός καμβάς» για τις ενέργειες, τις σκέψεις και τα αισθήματα των ανθρώπων. Πρόκειται για ένα ποιοτικό φαινόμενο, του οποίου οι ιδιότητες δεν μπορούν να αποσιωπηθούν. Λειτουργούν όλες ταυτόχρονα και υπάρχουν μέσα στον χρόνο. Έτσι, ο τόπος μετατρέπεται σε χώρο φαντασίας παράγοντας ποιητικές εικόνες, που σχετίζονται, σε βάθος χρόνου με υλικά αντικείμενα (αναπόσπαστο μελλοντικό κομμάτι του). Υλικά αντικείμενα που δεν είναι τίποτα περισσότερο από αφαιρέσεις, όπως και εμείς οι άνθρωποι εξάλλου.
Στην περίπτωση αυτή, και για τον Φατούρο, έχουμε αποκλειστεί από την ουσιαστική οπτική των πραγμάτων. Δεν αφιερώνουμε την απαραίτητη ενέργεια στον κόσμο της ζωής μας αλλά σε «εργαλεία» που έρχονται να τον συμπληρώσουν. « Ο κόσμος είναι ένα “πολυαντιληπτικό φαινόμενο”. Συμπεριφορές, έρωτας, κρύο-ζέστη, γεωμετρία, που ο χώρος τα ξεχνάει. »13
Κάπως έτσι και με τον τρόπο αυτό, σε χρονική ακολουθία, η αντιληπτική εικόνα είναι αυτή η οποία θα προκύψει μετά την δυναμική εξάντληση των στοιχείων του «γυμνού» τόπου. Όπως προαναφέραμε ο «γυμνός» τόπος θα αποκτήσει πλέον δράση, παρουσία και έκφραση. Θα κατοικηθεί. Θα γίνει πολλά παραπάνω από μια αφηρημένη τοποθεσία. Χρώματα, υφές, σχήματα και το βλέμμα του θεατή που έχει δημιουργήσει μια λειτουργική αλλά και αφηρημένη γλώσσα που απευθύνεται ταυτόχρονα στον ίδιο τόπο.
«Η έννοια του τοπίου υφίσταται μέσα από μια αποφασιστική αμφισημία που αναπτύσσεται ανάμεσα σε δυο πόλους: τον τόπο και το υποκείμενο. Με τη λέξη «τοπίο» αναφερόμαστε ταυτόχρονα σε μια καθορισμένη γεωγραφική ενότητα αλλά και στην πρόσληψή της από το βλέμμα μας, δηλαδή σε μια νοητική κατάσταση που επιλέγει, ερμηνεύει και ανασυνθέτει τα δεδομένα αυτής της ενότητας. Στη διαδικασία αυτή ενεργούν ψυχολογικοί, αισθητικοί και ιδεολογικοί επικαθορισμοί, με τους οποίους διασταυρώνονται ευρύτερες φιλοσοφικές συνιστώσες κάθε εποχής. Έτσι, ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε στοιχειά του περιβάλλοντος ως τοπίο, εκφράζοντας τη φαντασιακή μας σχέση με τη φύση, αντιπροσωπεύει τελικά τον τρόπο με τον οποίο ορίζουμε τον εαυτό μέσα στον κόσμο.»16, όπως έχει γράψει ο Κώστας Μανωλίδης. Ο Φατούρος μέσα από τον σχεδιασμό του στα τοπία αλλά και τις επιλογές του ανάμεσά τους, «οριοθετεί και σταθεροποιεί το έδαφος όπου μπορεί να πατήσει η αρχιτεκτονική για να συνομιλήσει με το “τώρα”»17. Η πολλαπλή συγκρότηση η οποία μεταφράζεται και ως μια πολυσημία18 του τόπου, συνδέεται άμεσα με την πολυσημία που ορίζει την πραγματικότητα στην οποία ζούμε. Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, που φανερώνει την ιδιαίτερη ταυτότητα του τόπου για τον Φατούρο. Αποκαλύπτει την αξία του γι’αυτό που είναι και για τις δυνατότητες και τις δυναμικές του, προκειμένου να γίνει «κάτι». Όπως είχε παραθέσει και σε μια συζήτηση του με τον Καζέρο, το 2008, « …το τοπίο είναι μια κατηγορία ταξιδιού, ή και το αντίστροφο. Είναι μια σχέση με τον άλλον. »19 Μέσα από την συζήτηση αυτή, η οποία εστιάζει σ’ ένα μεγάλο της μέρος της στο τοπίο της πόλης, δημιουργείται ένα ισχυρό συμπέρασμα για την σχέση της αρχιτεκτονικής με το τοπίο. Είναι μια σχέση δίχως διακοπές συνεχειών ή αλλιώς «δεν δημιουργεί
Σε μία προσπάθεια συλλογικής σκέψης όλων όσων έχουν αναφερθεί, ο τόπος είναι σύνολο ιστορίας και μορφών, στο οποίο ο Φατούρος επιζητά να βρει αρμονία. Μελετώντας τον τόπο επαναφέρει το αρχιτεκτονικό πρόβλημα στην σωστή του διάσταση προτρέποντας την σημασία του ίδιου του τόπου. Η στάση
10 Λόγια από την επικοινωνία μου με την γυναίκα του, Λίτσα Τρέσσου.
11 Δημήτρης Φατούρος, Η ηπιότητα του τόπου απόσπασμα από: Τοπία Τουρισμού: Ανακατασκευάζοντας την Ελλάδα, ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, Μάρτιος 2015, σελ.184
12 Δημήτρης Φατούρος, Η ηπιότητα του τόπου απόσπασμα από: Τοπία Τουρισμού: Ανακατασκευάζοντας την Ελλάδα, ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, Μάρτιος 2015, σελ.184
13 Δημήτρης Φατούρος, 60 Χρόνια Αρχιτεκτονικής, Εκδήλωση για την Ανακήρυξή του σε επίτιμο μέλος του Σ.Α.Ν.Α., Πάτρα, 12 Δεκεμβρίου 2012
14 Christian Norberg-Schulz, Genius Loci – Το πνεύμα του τόπου, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις ΕΜΠ, 2009, σελ.9
15 Παναγιώτης Ν. Δουκέλλης, Το ελληνικό τοπίο, Εστία, Νοέμβριος 2005, σελ.14
16 «Στο άναρθρο ασκούμενος» Τα νεανικά σχέδια του Δημήτρη Φατούρου, Κώστας Μανωλίδης: απόσπασμά από: Οπτικές, Φατούρος, ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, σελ.140
17 «Στο άναρθρο ασκούμενος» Τα νεανικά σχέδια του Δημήτρη Φατούρου, Κώστας Μανωλίδης: απόσπασμά από: Οπτικές, Φατούρος, ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, σελ.140, 4η παράγραφος
18 «Η πολλαπλότητα της πολυσημίας δεν είναι μια ασαφής αοριστία, είναι η δυνατότητα του διαφορετικού, της πολύτροπης απάντησης», Alvaro Siza
19 Το τοπίο. Η σχέση με τον άλλον. Συζήτηση του Δ.Α. Φατούρου με τον Νίκο Καζέρο: απόσπασμά από: Οπτικές, Φατούρος, ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, σελ. 107
20 Το τοπίο. Η σχέση με τον άλλον. Συζήτηση του Δ.Α. Φατούρου με τον Νίκο Καζέρο: απόσπασμά από: Οπτικές, Φατούρος, ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, σελ. 108
Όταν
κοινότητας στον κόσμο συσχετίζεται
τόπος μετατρέπεται σε κατοικημένο γεωγραφικό τόπο, τότε
κατοικείν υποδηλώνει την κατοίκηση
Ειδοποιός διαφορά
δύο λέξεων
μέσα στην έκφραση του κατοικείν. Σύμφωνα με τον Heidegger, στην διάλεξη του «Κτίζειν, Κατοικείν, Σκέπτεσθαι», η ελευθερία του κατοικείν τεκμηριώνεται έμμεσα, καθώς για τον ίδιο το κατοικείν σημαίνει να είμαι. «Ο τρόπος με τον οποίο εσύ είσαι και εγώ είμαι, ο τρόπος σύμφωνα με τον οποίο εμείς οι άνθρωποι είμαστε πάνω στη Γη είναι το Buan, το κατοικείν. Να είναι κανείς άνθρωπος σημαίνει να είναι επάνω στη Γη ως θνητός: σημαίνει να κατοικεί».21 Συνεπώς, η ελευθερία και η ύπαρξη του ανθρώπου πάνω στη Γη συνδέονται άμεσα με το κατοικείν. Χωρίς τους περιοριστικούς νοηματικούς άξονες της λέξης «κατοίκηση», το κατοικείν μας αντιπροσωπεύει και μας συνδέει με όποιον τόπο οικειοποιούμαστε χωρίς τις παραμέτρους της κατοικίας. Έτσι, γίνεται πιο ξεκάθαρο πως η κατοικία δεν συμπίπτει πάντοτε με κάθε χώρο που κατοικούμε. Η κατοίκηση του χώρου συνίσταται από την άνεση, την προστασία, την οικειότητα που θα νιώσει ο άνθρωπος στον χώρο. Κύριο χαρακτηριστικό του κατοικείν λοιπόν, είναι το να γίνεσαι κομμάτι μίας βιωμένης κατασκευής
Το κατοικείν βρίσκεται στην πραγματοποιημένη διάσταση, στην πρόσκληση της πρωταρχικής σημασίας του στον χώρο και σε ό,τι παράγει ο άνθρωπος. Παρά τις ποικίλες, και πολλές φορές αποκλίνουσες, φιλοσοφικές αντιλήψεις που έχουν αναπτυχθεί σχετικά με τις έννοιες του τόπου και του δομημένου χώρου, το σημαντικό χαρακτηριστικό της αποδοχής της ζωής, παραμένει στη σχέση που διατηρεί ο άνθρωπος με τον τόπο του και τα όσα τον κατοικούν. Το να ζεις εδώ και στο τώρα, σημαίνει να ζει στον χώρο και ανάμεσα στα πράγματα, να χρησιμοποιείς χώρο και πράγματα, να μένεις στο διάστημα και ανάμεσα στα πράγματα και τα λοιπά. Το φάσμα των ερμηνειών που αποδίδουμε σε αυτό το χωρικό και πραγματικό νόημα της ζωής κυμαίνεται μεταξύ της χρηστικής οπτικής του χώρου και της πιο ποιοτικής σύλληψής του, διανύοντας νοηματικά, κυρίως, μία απορία αντιλήψεων, που έχουν να κάνουν με μία πιο πολιτιστική και ιστορική έννοια της κατοίκησης. Όλα αυτά σαν στοιχεία εντάσσονται σε ένα όλον οικειότητας, η οποία όμως δημιουργεί αναπάντεχα ένα διχασμό στον άνθρωπο. Η μία όψη της, βλέπει το άτομο να νιώθει ασφαλές και ότι ανήκει κάπου (είναι ένα μέρος ενός μεγαλύτερου ασφαλούς συνόλου), ενώ η άλλη όψη έγκειται στην ουσία του ατόμου καθώς το να νιώθει κανείς άνεση, ενισχύει την ουσιαστική αναζήτηση του εαυτού του, την εσωτερική του αναζήτηση. Έτσι, μέσα από την άνεση που αναπτύσσει ο άνθρωπος λόγω του κατοικείν, βρίσκεται διαρκώς σε μία αναζήτηση της ποιοτικότερης κατοίκησης, του εαυτού του και της υπαρξιακής του ουσίας.
συνειδητής σκέψης
θα πρέπει ο καθένας να κατοικεί έναν τόπο, ο Heide gger βρίσκει την λύση, σε οποιονδήποτε έχει χάσει τον εαυτό του. Μόνο όταν κανείς στοχάζεται το κατοικείν και το αναζητά συνεχώς στην πορεία της ζωής του, καταφέρνει να δημιουργήσει τον τόπο, δηλαδή έναν χώρο ο οποίος μέσω της κατοίκησης αποκτά υπόσταση.
Εάν η κατοίκηση θέτει δύο ερωτήματα για τον άνθρωπο σύμφωνα με τον Φατούρο, θα λέγαμε πως το πρώτο είναι συσχετισμένο με την θέση και την στάση του στον τόπο και το δεύτερο με τη στάση του απέναντι στους συνανθρώπους του, σχηματίζοντας έτσι μία κοινότητα. Αν η οικοδομική δραστηριότητα, λόγω του κτίζειν, αποτελεί μία από τις πολλές εκδηλώσεις της κοινής διαβίωσης, και το μέσο για την ολοκλήρωση του κτίζειν, οι διάφορες άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες (γεωργία, βιομηχανία, διοίκηση, υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση κλπ.) και οι μορφές με τις οποίες εκδηλώνονται θα πρέπει επίσης να θεωρούνται, η καθεμιά με τον δικό της τρόπο, ως ιδιαίτερες εκδηλώσεις της ζωής (και του κατοικείν), ως ένας τρόπος να διατηρείται η κοινότητα ενωμένη. Συνεπώς, ένα κτίριο έχει αντίστοιχη θέση στο κατοικείν με πολλά άλλα αποτελέσματα ενεργειών του ανθρώπου, χωρίς να αποτελεί αποκλειστικό μέσο για την κατανόηση της κατοίκησης. Με την σύγκριση αυτή, αντιλαμβανόμαστε πως και οι δύο έννοιες, κατοικείν και κτίζειν, λειτουργούν συλλογικά και αυτόνομα ταυτόχρονα μακριά από στερεοτυπικές συσχετίσεις. Το κατοικείν έχοντας πρωταρχική αξία στην οντότητα μας, δεν είναι έννοια τόσο αυτονόητη ή δεδομένη μέσα στην ζωή πολλών. Ορισμένες φορές, θα μπορούσε να προκύπτει υποσυνείδητα, μέσα από τις ενέργειες του ανθρώπου, οι οποίες αποσκοπούν καθαρά στην διαβίωσή του. Χωρίς έτσι να συμβαίνουν στοχευμένες πράξεις για τη δημιουργία του «κατοικείν», θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι και μία έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου η οποία μέσα από χαρακτηριστικά που
Ο χαρακτήρας του κατοικείν είναι ιδιαίτερα μοναχικός. Αυτό που μας περιγράφει ουσιαστικά ο Φατούρος είναι μία ζωή κτισμένη ή δομημένη η οποία έχει ως βάση και ως επίκεντρο τον εαυτόν, το άτομο. Εφόσον καταφέρει και δημιουργήσει το ιδανικό περιβάλλον, και εξασφαλίσει συνθήκες που αντιπροσωπεύουν την ηρεμία του
τότε
να συγκροτήσει μία ομάδα, έναν κόσμο πολιτισμού και δημιουργίας. Μπορούμε να αντιληφθούμε την αξία και την ιδιαίτερη σημασία καθώς εν ’ολίγης μέσα από το κατοικείν περιγράφουμε την ζωή. Περιγράφουμε ένα καταφύγιο ψυχής, σωματικότητας και πνεύματος. Το οικείο, το οποίο κάτω από παραγωγικές συνιστώσες και παραμέτρους αγγίζει το ιδανικό, το ονειρικό και το απόλυτο. Και κάπως έτσι επιβεβαιώνεται για ακόμα μια φορά η θεωρία που ανάπτυξε ο Heidegger στην διάλεξή του, πως το «bin» και το «κατοικείν» είναι δυο λέξεις ταυτόσημες, εξυπηρετώντας τον ίδιο απώτερο σκοπό. Στο πλαίσιο αυτό του κατοικείν και ως προέκταση της κατοικίας του, ο Φατούρος κάνει λόγο για το πεδίο και το πρόσωπο, δύο έννοιες άμεσα συνδεδεμένες με την κατοίκηση. Αναλύοντας το πρόσωπο της κατοικίας σε αντίστοιχη ενότητα, της αποδίδει τρία χαρακτηριστικά τα οποία την αντιπροσωπεύουν μέσα στο κατοικείν. «Όταν η κατοικία αναγνωριστεί και κατανοηθεί ως βιωματικό, ατομικό και συμβιωτικό κύτταρο της ανθρώπινης κοινότητας, το πρόσωπο της είναι το ανθρώπινο πρόσωπο της μοναχικής και κοινωνικής συμπεριφοράς
Ερμηνεύοντας με μία ποιητικότητά, όπως θα έλεγε και εκείνος, την κατοικία, την παρομοιάζει με μία αφήγηση, μία ελευθερία, ένα δικαίωμα, μία επιθυμία, και μία ηδονή. Βιωματικά, λοιπόν, η κατοικία μετατρέπεται και εκφράζεται ως ένα μέσο αποδοχής και πρόσληψης έντονων και εξίσου αναγκαίων συναισθημάτων. Όλα αυτά είναι μία έκφραση και μία συσχέτιση με τον δημιουργό, την άποψή του πάνω στην αρχιτεκτονική
σωστά
στην
Ο Φατούρος
της κατοικίας με το ίδιο το πρόσωπο του δημιουργού, την αυθαίρετη στάση του πάνω στα δρώμενα αναζητώντας μία διέξοδο και ένα νέο πεδίο καλλιέργειας συνδέσεων. «Το 1949 ο Claude Shannon, ιδρυτής της θεωρίας της πληροφορίας, που σήμερα δοξάζεται με το internet, το Facebook κ.α., έγραψε: «Το νόημα είναι άσχετο.» (Meaning is irrelevant), απελευθερώνοντάς την πληροφορία για να μπορεί να είναι εργαλείο χρήσιμο σε πολλαπλές κατευθύνσεις. Οι οικονομικές ιεραρχήσεις σήμερα και οι κατευθύνσεις διάρθρωσης της ανθρώπινης κοινότητας διαμεσολαβούν στην διάχυση της πληροφορίας στην ανθρώπινη κοινότητα. Η μονοσήμαντη αυτή διαμεσολάβηση μεταποιεί αυτές τις ίδιες τις απελευθερωτικές, άυλες, ψηφιακές συνθήκες και τις δυνατότητες επικοινωνίας, χρόνου και εγκατάστασης που διαμορφώνουν τους όρους της καθημερινής ζωής και τις ανθρώπινες σχέσεις, ακόμη και την ίδια την δυναμική της τεχνολογικής καινοτομίας και την καλλιέργεια της επιστημονικής αναζήτησης. Η κατοίκηση μετατοπίζεται, κατακερματίζεται με ταξινομήσεις, γίνεται δοχείο και όχι δοχείο ζωής.» Με αφορμή
την
οικειότητας του κατοικείν, στη μονάδα και σε υγιή πρότυπα κατοίκησης. Προτεραιότητα αποτελεί η ίδια η τεχνολογία και καμιά άλλη πολιτισμική, πολιτική ή κοινωνική μεταβολή των καιρών. Αυτό που θέλει να τονίσει λοιπόν, ο Φατούρος, μέσα από την παρατήρηση των φαινομένων της εποχής του 21ου αιώνα, είναι πως τα πράγματα μεταμορφώνονται, συμβαίνουν. Όπως διατύπωσε και στην διάλεξη του στα Ιωάννινα το 2013, «… είναι πολλοί οι καινούριοι παράγοντες που φτιάχνουν τις συνθήκες». Χωρίς να παίρνει θέση ως προς το εάν είναι καλές ή όχι οι νέες συνθήκες, παραδέχεται ότι επιφέρουν μεταβολές στην ζωή και την καθημερινότητά, τις οποίες πρέπει να αναγνωρίζουμε. «Αλλάζει η εγγύτητα των πραγμάτων. Οι μεταμορφώσεις, του τι σημαίνει ανθρώπινη επαφή, θα είναι εκατό τοις εκατό μεγαλύτερες. Διεθνής πολιτική, οικονομία, κυριαρχίες… ό,τι θέλετε.» Οι διαφορετικότητες και οι πολλαπλότητες πλέον εκλείπουν και συμπερασματικά
σε έναν
υπόλοιπα.
στον χρόνο και όχι στον χώρο. Μόνο εκεί υπάρχει διάρκεια, καθώς η ουσία βρίσκεται στο πως βλέπεις κάποια πράγματα και με ποιον γνώμονα. Ο κατοικημένος χρόνος ίσως υπάρχει, ίσως είναι ζωντανός, δημιουργεί ερωτήματα, προστατεύει,
21 Martin Heidegger, «Κτιζειν, Κατοικείν, Σκέπτεσθαι», Πλέθρον, σελ. 29
22 Δημήτρης Φατούρος, Η επιμονή της αρχιτεκτονικής, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2003, σελ.108
23 Martin Heidegger, «Κτιζειν, Κατοικείν, Σκέπτεσθαι», Πλέθρον, σελ. 24
24 Έχοντας ως αφετηρία το ρήμα buan το οποίο χρησιμοποιούνταν για την λέξη κτίζω, παλαιότερα, ο Heidegger εξηγεί πως η συγκεκριμένη λέξη σήμαινε κατοικώ, δηλαδή διαμένω κάπου. Παράλληλα τα ρήματα buri, büren, beuren, beuron σημαίνουν και αυτά κατοικώ. Παρότι, η παλιά λέξη buan δεν περιγράφει απλώς ότι bauen, το κτίζω πρωτογενώς σημαίνει κατοικώ. Η λέξη κατοικώ όμως, και γενικότερα οι λέξεις bauen, baun, beo είναι η λέξη bin (= είμαι) [ ich bin, du bist κλπ. ] καθώς και η ρποστακτική bis, το «να είσαι» δηλαδή. Έτσι σύμφωνα με τις γερμανικές ρίζες των λέξεων το να είμαστε πάνω στην Γη είναι το Buan, είναι το να κατοικούμε. Martin Heidegger, «Κτιζειν, Κατοικείν, Σκέπτεσθαι», Πλέθρον, σελ. 29-31
25 Δημήτρης Φατούρος, Η επιμονή της αρχιτεκτονικής, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2003, σελ.123
26 Κώστας Μιχαηλίδης, Η εστία του ανθρώπου, Το έραν και το είναι, Εκδόσεις των Φίλων, 2000
27 Δημήτρης Φατούρος, Η επιμονή της αρχιτεκτονικής, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2003, σελ.27
28 Δημήτρης Φατούρος, Η πυκνότητα των μεταβάσεων απόσπασμα από: Μπούκη Μπαμπάλου – Νουκάκη, 8+1 κείμενα για την αρχιτεκτονική και την πόλη, DOMA, Δεκέμβριος 2020, σελ.11
Ομιλία στο 4ο Συνέδριο/Εργαστήριο για την πόλη, CityLab, «Χρόνος Αρχιτεκτονική, Τέχνη», Τα διαρκή στοιχεία της Αθήνας, Αθήνα, 2017
Μεταξύ λοιπόν των πέντε κατευθύνσεων που έχει ορίσει ο Φατούρος απαραίτητες για την οργάνωση της αρχιτεκτονικής είναι ο «τόπος του κατοικείν». Θα έλεγε κανείς πως όντας μια έκφραση που σπάνια βρίσκεται σε κείμενα άλλων συγγραφέων ή αρχιτεκτόνων, είναι αποκλειστικά δική του δημιουργία, με κάθε πνευματικό δικαίωμα πάνω του. Πάνω στην προσπάθεια προσδιορισμού του τόπου, που αναλύσαμε στην πρώτη ενότητα της έρευνας, αποτυπώθηκαν αποσαφηνίσεις και διευκρινίσεις μέσα από τις οποίες ο τόπος απέκτησε έναν προσανατολισμό. Έτσι κι αλλιώς, φαντάζει χαοτικός ο συσχετισμός, οποιασδήποτε θέσης μέσα στον κόσμο, να ορίζεται από την αρχιτεκτονική. Έχοντας ως πυρήνα κάθε αρχιτεκτονήματος το κατοικείν και αναζητώντας μια σαφέστερη ταυτότητα του «locus», του τόπου της αρχιτεκτονικής, ο Δημήτρης Φατούρος κατέληξε στην έκφραση του τόπου του κατοικείν. Όπως είπε και ο ίδιος: «Η τέχνη γι’ αυτό τον τόπο του κατοικείν είναι η κυρίαρχη, πρωταρχική πλευρά της αρχιτεκτονικής».30 Εφόσον, η αρχιτεκτονική ταυτίζεται σε όλο της το εύρος με έναν τόπο του κατοικείν και συντονίζεται μαζί του, αυτό συνεπάγεται πως κάθε έκφραση της, είτε αυτή είναι έντονα τεχνική, είτε προσεγγίζει φαινόμενα κοινωνικού περιεχομένου
τον τόπο προκύπτουν σχέσεις
αρχιτεκτόνημα στον τόπο, έχουμε μια
καθώς μέσα σε μια
από το έργο
ο Φατούρος παρατηρεί πως θα
νοήματά
προσδιορίζει έναν τόπου του κατοικείν, τότε διαμορφώνει ή επιχειρεί να διαμορφώσει καταστάσεις και σχέσεις που συμβάλλουν στις δημιουργικές διανθρώπινες διαντιδράσεις και στον σεβασμό του άλλου, και διαμορφώνει χώρους ζωής που ικανοποιούν και προάγουν όχι μόνο τυπικά χρηστικά και τεχνικά, αλλά συνολικά, τις συνθήκες ζωής. »32 Ο Φατούρος περιγράφει διαφορετικά τον «τόπο του κατοικείν» ως «είμαι εκεί και συμμαζεύομαι», αναπτύσσοντας συμβολικές και αιρετικές, προσωπικές στάσεις και προτεραιότητες, στοιχεία τα οποία αποτελούν στο σύνολο τους προϋποθέσεις για το κατοικείν. Το έργο πάντοτε θα κρύβει τις μεταβολές του. Από αυτές όμως πηγάζει μια ποιότητα και προκαλείται μια συγκίνηση, ακόμη και στις περιπτώσεις που δεν γίνεται συζήτηση για κάποιο εξαιρετικά εντυπωσιακό αρχιτεκτονικό έργο. Ορισμένα από τα ζητήματα, λοιπόν, που προκύπτουν για συζήτηση και αφορούν άμεσα την ταυτότητα του τόπου του κατοικείν
Το «είμαι εκεί και συμμαζεύομαι», το οποίο θέτει ο Φατούρος, προσεγγίζει με μια πολύ απλή και παραστατική έκφραση, την ηρεμία που πιθανόν να αποζητά κάθε άνθρωπος στον προσωπικό του χώρου, έναν χώρο ιδιωτικότητας. Η λέξη «συμμάζεμα», η οποία αντικατοπτρίζει αυτήν την πνευματική ησυχία, χρησιμοποιείται κυρίως μεταφορικά δημιουργώντας μια συσχέτιση με ένα συμμάζεμα, μια τακτοποίηση δηλαδή σκέψεων, συναισθημάτων και ενστίκτων, η οποία είναι ο απώτερος στόχος του τόπου του κατοικείν. Η ουσία φυσικά της έκφρασης αυτής δεν βρίσκεται όλη εκεί, καθώς εξίσου σημαντική είναι και η πρώτη της πρόταση, το «είμαι εκεί», που εάν το μεταφράσουμε χαϊντεγκερικά σημαίνει πως «κατοικώ» (είμαι) εκεί. Έχουμε έτσι, ένα τοπικό επίρρημα που μας εντάσσει τον τόπο και το ρήμα «είμαι» (bin) που μας εισάγει το κατοικείν. Πρόκειται για μια απόδοση του «τόπου του κατοικείν», η οποία περικλείει τα βασικά του χαρακτηριστικά και προσδιορίζει και το συναισθηματικό-πνευματικό «συμμάζεμα» ως απώτερο σκοπό του. Η αιρετική καταγραφή του τοπίου στην αρχιτεκτονική πραγματικότητα είχε άμεση σχέση με το τρόπο ζωής δηλαδή με τον τόπο του κατοικείν. Όταν η ίδια η αρχιτεκτονική αποσκοπεί σε εντυπώσεις και γίνεται υποχείριο μιας ανθρώπινης κοινότητας η οποία επιμένει στην κατάργηση της ιδιωτικότητας, της ανθρώπινης αξιοπρέπειας τότε
τρόπου ζωής. Είναι
Ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα μπορούσε να αντικρούσει η αρχιτεκτονική όλο αυτό το παραλήρημα μιας εποχής υποταγμένης στον «μιντιακό χώρο», είναι μέσα από την ποιητική της διάσταση, συμβάλλοντας σε όσα ορίζονται ως πρακτικές ανάγκες και απαιτήσεις. Ο Φατούρος ακόμα και στο λεπτό ζήτημα της ποιητικότητας, δεν διαχώριζε μια κατοικία από ένα μεγάλο τεχνικό έργο. Έτσι, συμπεραίνει στο βιβλίο “Η επιμονή της αρχιτεκτονικής” πως: «Η συζήτηση για τον τόπο του κατοικείν, για τον τρόπο ζωής, είναι κρίσιμη και για τα μεγάλα τεχνικά έργα, αφού αυτά δημιουργούν τοπία, σύνθετα τοπία, κρίσιμα για την ποιότητα της ζωής».33 Προσπαθώντας να εξηγήσει και να κατανοήσει την νέα πραγματικότητα, ο Φατούρος αντιλαμβάνεται ορισμένα χαρακτηριστικά τα οποία πιθανότατα τον απογοητεύουν, αρχικά για την ίδια την αρχιτεκτονική και έπειτα για την ραγδαία και βίαιη εισχώρηση της τεχνολογίας (-media) στην ζωή μας, ήδη από την δεκαετία του ’90. Μιλούσε συχνά για τον διχασμό ο οποίος προέκυπτε άλλοτε έντονα, άλλοτε πιο ήπια, πάνω στις προσεγγίσεις της αρχιτεκτονικής. Από την μια τοποθετούνταν μια επιστημονική προσέγγιση, κοντά στην τεχνολογία· η αρχιτεκτονική που υπάρχει μόνο στις χρήσεις και από την άλλη μια αρχιτεκτονική αισθητικής. Αυτός ο διχασμός, παρά την ύπαρξη του, για τον ίδιο τον Φατούρο δεν μπορούσε να υφίσταται. Αντιλαμβανόταν και εξηγούσε πως η ζωή είναι πραγματικά πολύ δύσκολη, όταν σκέπτεται κανείς πως πρέπει να κάνει την πιο αναλυτική δουλειά, τον σχεδιασμό, αλλά να εξετάζει και μια πιο ποιητική μεριά ταυτοχρόνως.34 Αυτές τις δυο απόψεις τις στήριζαν ρεύματα,
Ο Φατούρος σχολιάζει την εισαγωγή της τεχνολογίας στον κόσμο μας, κυρίως ως ένα μέσο με το οποίο διαταράσσονται οι ισορροπίες των τόπων του κατοικείν και ως ένα εργαλείο για να εξυπηρετήσει τα ίδια τα media.35 Υποστήριζε πάντοτε πως μέσα σε μια κοινωνία, την οποία απασχολούν τόσο πολύπλοκα και ταυτόχρονα ανούσια ζητήματα, η αρχιτεκτονική πτωχεύει, επηρεάζεται από την επιθετική ένταση, τον θορυβώδη πολλαπλασιασμό και την νέα κατεύθυνση των συνθηκών του περιβάλλοντος. Επιβάλλονται μέσω της χρήσης τους, γενικές τάσεις και προβάλλονται πρότυπα τα οποία κατευθύνουν τον σχεδιασμό σε έτοιμες και κυρίως εύκολες απαντήσεις.
Το σκέπτεσθαι παύει να υφίσταται σε μεγάλο βαθμό και κάπως έτσι αλλοιώνεται μια σύνδεση, ο κρίκος, του κατοικείν. Εφόσον μέσα από τις επικρατούσες απόψεις πλέον υπερισχύει το αντίθετο της ηρεμίας που προτάσσει ένας τόπος του κατοικείν, και το «θορυβώδες» εξυψώνεται ως συνθήκη και τρόπος ζωής, πολλά στοιχεία της κατοίκησης αλλάζουν. « … η ταυτότητα ενός τόπου του κατοικείν περιορίζεται σε ορισμένα, ελάχιστα, χαρακτηριστικά και σημεία ενός κτισμένου περιβάλλοντος και υπακούει ομοιόμορφα στις “οδηγίες” της διαφήμισης, της κατανάλωσης κτλ. ».36
Το κατοικείν, όπως προαναφέραμε, σε ένα αρνητικό περιβάλλον παύει να υφίσταται. Όσα προσφέρονται πλέον, παύουν να συντάσσονται με την έννοια του κατοικείν και αυτό ίσως να αποτελεί ένα αποτέλεσμα του ότι οι τάσεις απορροφούν χωρίς καμία κριτική επεξεργασία οποιονδήποτε συνδυασμό της medio-τεχνολογίας37 με έναν σχεδόν προκαθορισμένο τρόπο ζωής. Μιας καθημερινότητας, η οποία υπακούει σε κάθε αδρανές θέαμα και όποια διαφήμιση, έχοντας έντονα αυτοαναφορικές ανάγκες με ελλιπή πεδία αναφοράς. Σχολιάζοντας το σήμερα, έρχεται αντιμέτωπος με το lifestyle. Για τον Φατούρο το life style σίγουρα δεν έχει την σημασία που του πρωτοδόθηκε το 1929 από τον Alfred Ad ler.38 Για τον
Όλα αυτά οδηγούν με βεβαιότητα και ακρίβεια σε μια απογύμνωση της κατοίκησης, του τόπου και του τοπίου, του χώρου και κυρίως του ανθρώπου. Καθώς, χρόνο με τον χρόνο, ο τόπος του κατοικείν εξαλείφεται, οι ανθρώπινες διαπροσωπικές σχέσεις παύουν να υπάρχουν, τουλάχιστον κάτω από τις συνθήκες προ life style εποχής. Οι αλλαγές και οι αντιφάσεις οι οποίες προκύπτουν από τις νέες περιόδους, κοινωνικές, πολιτισμικές, πολιτικές, οδηγούν σε ερωτήματα για τον ίδιο τον πυρήνα της ύπαρξης της ανθρώπινης συνθήκης. Μέσα σε χαώδεις καταστάσεις ζωής, αδυναμίας χειραγώγησης της πληροφορίας και κυρίως της παράπληροφορίας, το έργο της αρχιτεκτονικής,
επειδή πρέπει να υπακούει σε τάσεις, μιντιακές επιταγές και life style, αψηφώντας την ουσία του κατοικείν. Ο Δημήτρης Φατούρος κατάφερε αναμφίβολα να αντιληφθεί στο «όλον» του τον σκοπό της αρχιτεκτονικής και της αξίας της στην ζωή και την συμβίωση. Μέσα από τον τόπο του κατοικείν δημιουργούνται ισορροπημένες συνθήκες μέσα στις οποίες ο άνθρωπος ζει παραγωγικά, έχοντας εξασφαλίσει την ιδιωτικότητα, την ασφάλεια και την ηρεμία του. Εκφράζεται και δρα μέσα σε ένα γεωγραφικό τόπο(- τόπο)41 παίρνοντας στοιχεία από την ηπιότητά του και δημιουργώντας ηπιότητα τόσο στις συνθήκες όσο και στις σχέσεις τις οποίες δημιουργεί. Σχηματίζει ολοκληρωμένες συνθήκες ζωής, που έχουν άμεση αντανάκλαση στο κατοικείν και την δομή του. Είναι προφανές λοιπόν, όταν μιλάμε για αρχιτεκτονική να αναφερόμαστε και σε αρετές σχεδιασμού, χώρους42 και δυναμικές «στιγμές» μέσα στα κτίρια. Ο τόπος του κατοικείν, ακόμα και αν θεωρηθεί μια συνθήκη στην οποία κάποιος ζει, πάντα θα συσχετίζεται με το αντίστοιχο έργο το οποίο το υπηρετεί. Ο Φατούρος
30 Δημήτρης Φατούρος, Η επιμονή της αρχιτεκτονικής, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2003, σελ.121
31 Δημήτρης Φατούρος, Η επιμονή της αρχιτεκτονικής, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2003, σελ.122
32 Δημήτρης Φατούρος, Η επιμονή της αρχιτεκτονικής, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2003, σελ.123
33 Δημήτρης Φατούρος, Η επιμονή της αρχιτεκτονικής, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2003, σελ.125
34 Απόσπασμα από την σειρά αυτοβιογραφικών ντοκιμαντέρ «ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ» από το 1982 με αφιέρωμα στον Δημήτρη Φατούρο, του Γιώργου και της Ηρώς Σγουράκη, παραγωγής ΕΡΤ, 8’ - 11’.
35 Τα media για τον Φατούρο απότελουν μια τάση για επιμονή της κατάργησης της ιδιωτικότητας και την προφύλαξης του ανθρώπινου προσώπου και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
36 Δημήτρης Φατούρος, Η επιμονή της αρχιτεκτονικής, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2003, σελ.128
37 Μια από τις λέξεις που δημιουργούσε ο Φατούρος, συνειρμικά, μέσα από την σκέψη και την ανάλυση του πάνω σε θεματικές. Στην προκειμένη περίπτωση έχει δημιουργήσει έναν όρο ο οποίος εκφράζει την ταύτιση και την επιρροή των media στις ζωές μας με κύριο αγωγό τους την τεχνολογία, η οποία μετατρέπεται σε μέσο για την έκταση τους. 38 Ο ψυχολόγος Alfred Adler χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το 1929 τον όρο του lifestyle. Πίστευε ότι το lifestyle αναπτύσσεται από νωρίς στην
39 Δημήτρης Φατούρος, Η επιμονή της αρχιτεκτονικής, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2003, σελ.129
40 Ο τόπος του κατοικείν είναι μια μορφή ασταθούς και εποχιακής πολιτισμικής συνήθειας και στερεοτύπων.
41 Ο Φατούρος χρησιμοποιεί στα κείμενα του την επανάληψη σε δυο πολύ συγκεκριμένους όρους, τον άνθρωπο και την φύση . Η επανάληψη συμβαίνει για να μπορέσει να διαφοροποιήσει τους όρους από τις καθημερινές και κατασκευασμένες, ή/και πτωχευμένες συνθήκες που καταλήγουν συχνά να μην αντιπροσωπεύουν την έννοια του όρου. Προς μια πιο εύκολη αναγνώριση των λέξεων άνθρωπος και φύση, που χρησιμοποιούνται γύρω μας, προς μια διάκριση από τον μη-άνθρωπο και την μη-φύση, τις πτωχευμένες και παραποιημένες έννοιές τους, εισάγει τους όρους άνθρωπος-άνθρωπος και φύση-φύση. Έτσι και σε αυτή την εργασία, προς μια διαφοροποίηση του τόσο, κατά τα άλλα, γενικού όρου τόπος, επιλέχθηκε η μορφή της επανάληψης ως μια αποστασιοποίηση του από τις υπόλοιπες ερμηνείες. Ο τόπος-τόπος, λοιπόν, έχει την μοναδικότητα της ματιάς του Φατούρου και εκπροσωπεί την προσωπική του οπτική. 42 Χώρους, οι οποίοι είναι ένα αποτέλεσμα του τόπου σε συνδυασμό με το ποιείν του αρχιτέκτονα.
διεύθυνση έργου _ λαγκαδάς
χρόνος μελέτης _ 1966-1967 χρόνος αποπεράτωσης _ 1970 αρχείο _ αρχείο δημήτρη καλαπόδα
εικ.20 Γυμνάσιο-Λύκειο Λαγκαδά, 1970 Φωτογραφικό αρχείο: Δημήτρη Καλαποδά
Το πρώτο κτίριο στο οποίο θα γίνει αναφορά είναι το ΓυμνάσιοΛύκειο του Λαγκαδά, ένα έργο αφιερωμένο στην εκπαίδευση, που σχεδιάστηκε σε συνεργασία με τον Βασίλη Γιαννάκη (1965-1967). Πρόκειται για ένα κτίριο το οποίο έχει κτιστεί στην πεδιάδα του Λαγκαδά, πολύ κοντά στην λίμνη της περιοχής. Ένα από τα χαρακτηριστικά σημεία του σχεδιασμού του αποτελεί η διατήρηση της οριζόντιας ανάπτυξης, συνυπάρχοντας σε απόλυτη αρμονία με τον τόπο. Η επανάληψη, η μονάδα, η ένωση και ο κοινός τόπος της πλατείας και του διαδρόμου. Είναι τα κύρια μέρη του έργου. Η επανάληψη των οκταγωνικών αιθουσών που στιγματίζουν το μάτι του παρατηρητή, έχει σχολιαστεί και ως μια μέθοδος προσθετικής της μονάδας στο οικόπεδο.
Σχέδια έργου, 1967
Η τάξη ως κυρίως πυρήνας της επανάληψης του κτιρίου έχει μια δυναμική, καταφέρνει και σχηματίζει νέες χρήσεις, είτε ως ένα οκτάγωνο (διαφορετικές διατάξεις θρανίων και πινάκων) είτε ως ως σύνθεση οκτάγωνων (ο πολλαπλασιασμός της μονάδας παράγει τα εργαστήρια). Με την χρήση του οκτάπλευρου, υπάρχει ελευθερία κινήσεων και χρήσεων μέσα στον χώρο. Αποφεύγονται οι δύσκολες και έντονες γωνίες και
Ο διάδρομος είναι η χαμηλότερη μονάδα του όγκου, η οποία παράλληλα έχει έναν συγκεντρωτικό ρόλο. Είναι το σημείο έντονης αλληλεπίδρασης των υποκειμένων του σχολείου και ο κορμός που συνδέει τις αίθουσες μεταξύ τους, αποτρέποντας την θέασή του από τον προαύλιο χώρο και την ίδια στιγμή επιτρέποντας το φως και τον αέρα να εισέλθουν στην εξωτερική πλευρά του
μέσα των
Η κίνηση των μαθητών και των καθηγητών παίρνει μορφή, οι διαφοροποιημένες χρήσεις παραλαμβάνονται σε διαφορετικές θέσεις, ενθαρρύνει την στάση, την συζήτηση και οργανώνεται η σχέση του έσω με το έξω. Ο προαύλιος χώρος στον οποίο έχει πρόσβαση κάθε αίθουσα, ταυτοχρόνως με τον διάδρομο, είναι η προσέλευση και ο αποχωρισμός, είναι το μέρος που προσφέρει μια υποδοχή μέσω του υπαίθριου ανοιχτού χώρου, στεγάστρων, στοών και υποστέγων (χαρακτηριστικά σημεία του Φατούρου στον σχεδιασμό) και παράλληλα όταν αυτό είναι αναγκαίο οριοθετεί μαθητές, ηλικίες, δραστηριότητες. «Η μελέτη του σχολείου ανάγεται σε μανιφέστο αρχιτεκτονικών αρχών και το σχολείο σ’ένα καθ’ υπερβολήν πρότυπο αρχιτεκτονικής. »43 Το κατοικείν στην περίπτωση του σχολείου του Λαγκαδά, όπως και ο τόπος του, δεν αφορούν μια κατοικία
διεύθυνση έργου _ φανάρα, κίμωλος χρόνος μελέτης _ 1995-1996 χρόνος αποπεράτωσης _ 1998 εικ.27 Κίμωλος V, 1989 Φωτογραφία: Γιώργος Τριανταφύλλου
Για την Κατοικία V της Κιμώλου η προσέγγιση θα έχει τρεις διαφορετικούς χαρακτήρες. Οι πρώτοι δυο αφορούν μια περιγραφική οπτική και ανάλυση του έργου μέσα από τα σχέδια του αρχιτέκτονα (χειρόγραφα και ψηφιακά) και σκίτσα, καθώς και τον αφηγηματικό χαρακτήρα της κατοικίας μέσα από την αντιληπτική εικόνα του Φατούρου, της ζωής του μέσα σ’αυτό και τα λόγια που μοιράστηκε μαζί μας στο προαύλιο του σπιτιού το καλοκαίρι του 2017. Εδώ εντάσσεται όμως και το βιωματικό στοιχείο, καθώς βρέθηκα κι εγώ στην κατοικία βιώνοντας τον χώρο, τους διαδρόμους και τις συνδέσεις του.
Πρωτού περάσουμε στο Κίμωλος V, αξίζει να αναφερθούμε στην σειρά παραλλαγών (Κίμωλος I, II, III), για να λυθούν και οι πιθανές, εύλογες απορίες ως προς την ονοματοδοσία της κατοικίας. Ο Φατούρος δούλεψε πάνω στην μελέτη τριων όγκων μέσα σε μια πενταετία (1984 - 1989), καταλήγοντας στην πορεία στον σχεδιασμό και την υπολοποίηση των Κίμωλος IV και Κίμωλος V. Όλες οι προτάσεις αναφέρονται σε μια διαχρονικότητα και διατοπικότητα των αρχιτεκτονικών προσεγγίσεων.44 Η προβολή της αρχιτεκτονικής που προσφέρει ο Φατούρος στο νησί και με μια ευρύτερη έννοια στον Κυκλαδίτικο τόπο μέσα από την εξοχική του κατοικία, εκπροσωπεί την νεωτερικότητα, έναν από τους τρεις τύπους αρχιτεκτονικής γλώσσας στον νησιωτικό χώρο. Σχεδιάζοντας στην Κίμωλο δημιουργεί σενάρια με βάση τον τόπο της κατοικίας και εστιάζοντας ιδιαιτέρως στην σωματική συμπεριφορά του ατόμου, έχοντας πάντα στο νου τα ιδεώδη του τόπου και της ζωής, που καλείται να δημιουργήσει. Από τον σχεδιασμό του Κίμωλος V και την αρμονική συνύπαρξη με το τοπίο, ο «Μίμης» ή ο «κύριος καθηγητής» όπως τον αποκαλούσαν όλοι οι ντόπιοι του νησιού, ανανοηματοδοτεί την κυκλαδική
Για όλους εμάς τους φοιτητές που εκτελούσαμε εκείνη την μέρα χρέη πεζοπόρων-περιπατητών, το σπίτι αποτελούσε μια όαση· πρωτίστως μέσα στο τοπίο και έπειτα μια όαση δροσιάς και ξεκούρασης από την δίωρη διαδρομή μας στον ανοιξιάτικο ήλιο του Αιγαίου. Ήταν ένα είδος επιβράβευσης, ψυχικά και πνευματικά μετά από συζητήσεις, σχέδια, φαντασιώσεις, ζούσαμε μπροστά του και μας δινόταν η ευκαιρία να γνωρίσουμε το «κατοικείν» του. Το Κίμωλος V βρίσκεται αρκετά απόμερα από την πυκνοκατοικημένη χώρα του νησιού και την βουή του κόσμου. Θα έλεγε κανείς πως ο όγκος του υπακούει στην γη και το έδαφος. Είναι επιβλητικά κτισμένο πάνω στην πλαγιά με θέα το απέραντο μπλε. Έχει δηλαδή με όρους που αναλύθηκαν νεότερα, ένα δικό του «απέναντι», ταυτισμένο και ολοκληρωτικά παραδομένο στην γαλήνη του ανθρώπου, μέσα από το οποίο κατακτάται και η ηπιότητα. Σε μια τοποθέτηση ηρεμίας, παράλληλη με την θάλασσα, τον ορίζοντα και τους λόφους που υψώνονται πίσω του μια ένταση, ίσως από την μαγεία του βιώματος, ελλοχεύει στην κατασκευή.
Ανηφορίζοντας τον δρόμο από την αυλόπορτα έως το κτιριακό σύνολο, οι ημιυπαίθριοι χώροι, από την θέαση τους και μόνο, αποτελούν ένα απάγκιο για της ζεστές περιόδους του έτους· στοιχείο που μαρτυρά μια συμφωνία μεταξύ σχεδιασμού και τόπου, μια κατανόηση και ένα σεβασμό της φύσης-φύσης44. Ένας από τους ημιυπαίθριους χώρους είναι ο διάδρομος (πιθανόν μια σχισμή) μέσω του οποίου διαφοροποιούνται οι λειτουργίες και οι χρήσεις του όγκου. Έτσι, η κύρια κατοικία επικοινωνεί μέσω του υπαίθριου χώρου με τον μονόχωρο ξενώνα που έχει σχεδιαστεί. Θα μπορούσα να την αποκαλέσω ένα «στιγμιαίο ανάμεσα» την σχέση αυτή των δύο χώρων. Η προσθήκη του δεύτερου αυτοτελούς ξενώνα, στα βορειοανατολικά του κύριου όγκου έρχεται να επισφραγίσει της δυναμική της υλικότητας στην ένταξη στο τοπίο, όπως και τον πειραματισμό και την ανησυχία του έκρυβε μέσα του ο Φατούρος.
Πανοραμική
Κίμωλος V και η θέαση στην θάλασσα, 2017
Μέσα από τις διαφορετικές ποιότητες κατοίκησης, εσωτερικά του κτιρίου σχηματίζεται μια πολλαπλότητα που συντονίζει το κατοικείν στις ποικίλες οπτικές του. Χαρακτηριστικά στοιχεία του εσωτερικού, οι περίτεχνοι καθρέφτες, τα ανοίγματα ως μια σύνδεση με το έξω και οι υγροί χώροι, οι οποίοι πυκνώνουν και συνδέουν τις χρήσεις και την συμβίωση στον χώρο. Ο καθρέφτης όσο και το άνοιγμα (παράθυρο - πορτοπαράθυρο) είναι “διαβάσεις” προσδιορισμού της αλληλεπίδρασης και της ανταλλαγής του έσω και του έξω· ανοίγματα και καθρέφτες, διαφορετικά μεταξύ τους, τονίζοντας την μοναδικότητα της κάθε “στιγμής” μέσα στην κατοικία, καθώς υπάρχει διαφορετική ανάγκη για θέαση ανάλογα με το σημείο του σπιτιού. Ο Φατούρος συζητώντας μαζί μας τηλεφωνικώς, έπειτα από την περιήγηση στην κατοικία της Κιμώλου, ανέλυσε τόσο τον όρο του κενού όσο και της εγκοπής στην υλικότητα· ερμηνείες των χρήσεων του καθρέφτη και του ανοίγματος.
Μίμης Φατούρος
Γιώργος Τζιρτζιλάκης
Και
είναι πάνω στην έννοια του κενού.
Τ.: Τι μπράβο;
οντότητες κατοίκησης.
ξενώνας
τζαμαρία προς τη θάλασσα. Είναι η άλλη στο κεντρικό που έχει κάτω τουαλέτα αλλά έχει και πάνω, μια μικρο οντότητα
Τ.: Network. Φ.: Τα networks αλλά πρέπει να τα σκεφτούμε με μικρές διατομές, δηλαδή ένα δίκτυο, όχι με μπετονένιες διατομές ή με μεταλλικές μεγάλες, με διατομές 1015 εκατοστά το πολύ. Το μόνο που θέλω να πρσθέσω για αυτές τις χαραμάδες στην υλικότητα είναι … Κοίταξε απ΄έξω, θα είδες ίσως ότι στο στιθαίο του κτιρίου του σπιτίου έχει μια μακρόστενη εγκοπή με υαλότουβλο. Απ’ έξω άμα
(γέλια)
τον τόπο του Δημήτρη Φατούρου αντιλαμβάνεται κανείς πόσο η απλότητα της ψυχής, μπορεί να “γεμίσει” κενά και να ολοκληρώσει εικόνες και στιγμές. Όπως είχε αναφέρει και ο Κώστας Μανωλίδης: «… το νησιωτικό τοπίο μοιάζει να διακατέχεται από τον υπόκωφο παροξυσμό που δημιουργεί η δυσβάσταχτη λάμψη του μεσημεριού, καθώς η ύλη ζωντανεύει. Στα σχέδια
ισογείου,
43 Γεώργιος Παπακώστας, Γυμνάσιο – Λύκειο Λαγκαδά, Αρχιτεκτονική –Παιδαγωγός, Αρχιτεκτονική απόσπασμα από: Φατούρος, ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, σελ.271
44 Πορείες Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού. Μια διερεύνηση των Θεωρητικών Συντελεστών της Αρχιτεκτονικής Πρακτικής, Αρχιτεκτονικά Θέματα, τχ.25, 1996
45 «Στο άναρθρο ασκούμενος» Τα νεανικά σχέδια του Δημήτρη Φατούρου, Κώστας Μανωλίδη απόσπασμά από: Οπτικές, Φατούρος, ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, σελ.141
2009 Παπαδόπουλος Λ. (επιμ.), Ατελές Χρονολόγιο, ΦΑΤΟΥΡΟΣ, ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, 2009 Παπαδόπουλος Λ. (επιμ.), Οπτικές, ΦΑΤΟΥΡΟΣ, ΔΟΜΕΣ, Αθήνα, 2009 Φατούρος Δ., Έρευνα στο Μεταίχμιο, Κείμενα και Σχέδια, Θεσσαλονίκη, 1961 Φατούρος Δ.,