ΑΛΕΞΑΝ∆ΡΟΣ ∆. ΣΤΑΘΑΚΙΟΣ
Μεταπτυχιακή διπλωµατική εργασία που υποβλήθηκε στο τµήµα θεολογίας Α.Π.Θ.
ΣΑΜΟΣ 2000
2
Πίνακας περιεχοµένων Πίνακας περιεχοµένων Πρόλογος Α. Εισαγωγή Β. Γνωριµία µε τον χώρο. 1. Ο χώρος και οι κάτοικοί του. 2. Ιστορική αναδροµή. Γ. Η είσοδος στη «νεωτερική» εποχή. 1. Η προεπαναστατική κοινωνία. 2. Το κίνηµα των Καρµανιόλων ορόσηµο για την είσοδο στη «νεωτερική εποχή». 3. Η Εκκλησία απέναντι στο κίνηµα των Καραµανιόλων. ∆. Η κοινωνική δυναµική της Σαµιακής κοινωνίας από την εγκαθίδρυση της Ηγεµονίας µέχρι και τον Β’ παγκόσµιο πόλεµο. 1. Η συνεχής κρίση της αγροτικής οικονοµίας και κοινωνίας. 2. Η αστική ανάπτυξη. Ε. Η λαϊκή παράδοση ως αποτέλεσµα και συντελεστής του ιστορικού γίγνεσθαι. Στ. Η µεταπολεµική εξέλιξη. 1. Το πλαίσιο. 2. Η αγροτική οικονοµία και οι συνεταιρισµοί τα πρώτα µεταπολεµικά χρόνια. 3. Το περιβάλλον της φθίνουσας κατάστασης στον αστικό χώρο. 4. Η εκπαίδευση. 5. Ο τουρισµός. 6. Ο καταναλωτισµός και η συµβολή του στην µεταβολή των κοινωνικών συµπεριφορών. Ζ. Συµπεράσµατα. Η. Βιβλιογραφία
3
Πρόλογος Ο γενέθλιος χώρος ενός ατόµου είναι συνήθως και χώρος αναζήτησης των προσωπικών του καταβολών. Σε µένα, εδώ και πολλά χρόνια, υπήρχε ένα ερώτηµα σχετικά µε τη µικρή, νησιωτική, ιδιαίτερη πατρίδα µου, τη Σάµο: Κάτω από ποιους όρους και µε ποιο τρόπο εισήλθε στα όρια αυτού του «πλανητικού χωριού», που, όπως λέγεται, είναι ο σύγχρονος κόσµος ; Η ευκαιρία µου δόθηκε µε τη συγγραφή της παρούσας εργασίας. Ευχαριστώ, λοιπόν, θερµά το τµήµα Θεολογίας του Α.Π.Θ. και ειδικότερα τον καθηγητήσύµβουλο µου, κ. Ιωάννη Πέτρου, που µου έδωσαν αυτή την ευκαιρία. Η βοήθεια του κ. Ι. Πέτρου ήταν καθοριστική, καθώς µου συµπαραστάθηκε µε αµείωτο ενδιαφέρον σε κάθε βήµα µου, ελέγχοντας την πορεία της έρευνας και διορθώνοντας τα χειρόγραφα µου. Ευχαριστίες ακόµη οφείλω στο προσωπικό της ∆ηµόσιας Βιβλιοθήκης Σάµου, καθώς και στον πρόεδρο και το προσωπικό του Πνευµατικού Ιδρύµατος Σάµου «Νικόλαος ∆ηµητρίου», για την αµέριστη συµπαράστασή τους στην εύρεση και αξιοποίηση της βιβλιογραφίας. Αισθάνοµαι ακόµα υποχρεωµένος να ευχαριστήσω και εδώ τους οικείους µου και πάνω απ’ όλους τη σύντροφό µου, για τη παντοειδή συµπαράσταση που µου πρόσφεραν. 10 Ιουνίου 2000 Α.∆.Σ.
Α. Εισαγωγή Το θέµα «παράδοση και εκµοντερνισµός» στην Ελληνική κοινωνία, είναι ένα ζήτηµα που απασχολεί πολλαπλά τους σύγχρονους Έλληνες, καθώς συναρτάται µε πολλά κοµβικά πολιτισµικά προβλήµατα της σηµερινής κοινωνίας. Την υπόθεση της εθνικής ταυτότητας και το άνοιγµα στην οικουµενική πλέον κοινωνία και επικοινωνία. Την συζήτηση σχετικά µε το αν και κατά πόσο οι οικονοµικές, κοινωνικές και πολιτιστικές δοµές της ελληνικής πραγµατικότητας είναι συµβατές µε την ανάγκη αλλά και θέληση των σηµερινών Ελλήνων να ενταχθούν στην πολυεθνική πραγµατικότητα
4 της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν η σηµερινή πολιτική πραγµατικότητα αντανακλά σε µια «κοινωνία των πολιτών» ή σε τύπο κοινωνικής συµβίωσης µε πολλές αναχρονιστικές προ-αστικές νοοτροπίες. Καταρχήν έχουµε µια πορεία. Η αφετηρία είναι η παραδοσιακή κοινωνία των Ρωµιών της Οθωµανικής αυτοκρατορίας, που ζει µέσα στο θεσµικό πλαίσιο των µιλιέτ (εθνοτήτων) µε επικεφαλής τον ανώτερο κλήρο και του κοινοτισµού, όπου συνυπάρχουν στοιχεία άµεσης δηµοκρατίας αλλά και παγιωµένες επί το πλείστον δοµές. Στην κοινωνία αυτή, ως και κατά την ελληνική επανάσταση, επιβιώνουν πολλά χαρακτηριστικά της βυζαντινής περιόδου, µε κυριότερο χαρακτηριστικό το βυζαντινό ιδιωτικό δίκαιο που εφαρµόζεται από την Εκκλησία. Ως θεσµός στα πλαίσια του Οθωµανικού κράτους, η Εκκλησία είναι υπεύθυνη για τη «διαγωγή» των Χριστιανών απέναντι στον Σουλτάνο και ελέγχει τις έννοµες σχέσεις µεταξύ αυτών. Παρά όµως την τη σκληρή δοκιµασία των υπόδουλων Ελλήνων, παρατηρείται µια µακρά διαδικασία διαφοροποίησης, η οποία -αρκετά χρόνια πριν την επανάσταση του 1821- έχει δώσει συγκεκριµένα αποτελέσµατα: Το κοινοτικό σύστηµα, µια παράλληλη και πολλές φορές ανταγωνιστική προς τον Εκκλησιαστικό θεσµό διοικητική οργάνωση και τη δηµιουργία νέων κοινωνικών στρωµάτων µε µεγάλη οικονοµική δύναµη, τα οποία προήλθαν από την ανάπτυξη του εµπορίου και της ναυτιλίας. Στην συνέχεια ο Ελλαδικός χώρος θα βρεθεί στην δίνη όλων των ανακατατάξεων της Ευρωπαϊκής ιστορίας: οι γεωπολιτικοί ανταγωνισµοί των µεγάλων δυνάµεων µε το ανατολικό ζήτηµα και οι παγκόσµιοι πόλεµοι. Η ελληνική κοινωνία, παράλληλα, έχει τις δικές της αγωνίες. Το ζήτηµα της εθνικής ολοκλήρωσης σύµφυτο άλλωστε µε τον ηγεµονικό λόγο του διαφωτισµού, που επιδρά στα αστικοποιούµενα κοινωνικά στρώµατα, αλλά και τα οράµατα ανασύστασης της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, που είναι µέρος της παράδοσης- συνθέτει το βασικό µοτίβο της κρατούσας ιδεολογίας. Παρεπόµενο ζήτηµα είναι η οικονοµική ανάπτυξη, αφού -µέσα από καταστροφές πολλές φορές - γίνεται αντιληπτό, ότι χωρίς αυτή δεν θα γίνουν ποτέ πραγµατικότητα τα οράµατα. Η οικονοµική κατάσταση των αγροτικών στρωµάτων που δεν µεταβάλλεται ουσιαστικά µέχρι τα τέλη του 19ου αι. θα ενισχύσει ανορθολογικά κινήµατα εναντίον των δυτικότροπων νέων κυριάρχων που πήραν τη θέση των µπέηδων. Έτσι πολλοί θέτουν το ερώτηµα: κάτω από ποιους όρους έγινε η Ελληνική κοινωνία µια -έστω περιφερειακή- ευρωπαϊκή κοινωνία; Μήπως επιβιώνουν µια σειρά από νοοτροπίες ριζικά διαφορετικές από αυτές που συνθέτουν τον κοινό ευρωπαϊκό πολιτισµό; Πολλοί αντιστρέφουν το ερώτηµα: Μήπως η εν σπουδή «µετακένωση» των ιδεών του δυτικού διαφωτισµού στον παραδοσιακό ιστό, άφησε µια σειρά από αναφοµοίωτα αστικά χαρακτηριστικά; Η θεωρητική συζήτηση στις µέρες µας έχει πάρει τον χαρακτήρα µιας σφοδρής ιδεολογικής και πολιτικής διαµάχης1 µε άµεσες προεκτάσεις σε ζητήµατα της τρέχουσας πολιτικής2. Χρησιµοποιούνται πολλοί όροι για να περιγραφεί αυτή η πορεία. Έτσι ο όρος «εξευρωπαϊσµός», οδηγεί στην έννοια της µεταβολής του παραδοσιακού πλαισίου µε τάση προς τα ηγεµονικά Ευρωπαϊκά πρότυπα. Παράλληλος είναι και ο όρος «δυτικοποίηση». Ο όρος «εκσυγχρονισµός», ελληνοποιηµένη έκφραση του «εκµοντερνισµού» µπορεί να αποφορτίσει την έννοια από τα συγκεκριµένα ιδεολογικά, κοινωνικά και αισθητικά χαρακτηριστικά του «µοντέρνου» ή «νεωτερικού», όπως επικράτησε να λέγεται στη γλώσσα πολλών ελλήνων επιστηµόνων του πολιτισµού. Όµως η ταύτιση του «σύγχρονου» µε την χρονική του σηµασία µπορεί να οδηγήσει σε νέα ιδεολογικοποίηση, διάφορη από τις αρχές του µοντέρνου. Ο όρος «ανάπτυξη» είναι ο πιο ουδέτερος και δεν εισάγει κάποια διχοτοµική λογική, όµως στη ρέουσα γλώσσα έχει ταυτιστεί µε οικονοµικά κυρίως µεγέθη.3 1
∆. Μόσχος, Η νεοδιαφωτιστική κριτική απέναντι σε κοινωνικές αναφορές της ορθόδοξης σκέψης, Σύναξη 73, Ιαν. - Μαρ. 2000, σ.24 κ. εξ. 2 Κ. Τσουκαλάς, «Πεφωτισµένες» έννοιες στο σκοτάδι, Ταξίδι στο λόγο και την ιστορία - κείµενα 1969- 1996 τ. β’, σ. 113 κ. εξ, «Tσαµπατζήδες» στην χώρα των θαυµάτων, όπ. π., σ. 143 κ.εξ, Παράδοση και εκσυγχρονισµός, µερικά γενικότερα ερωτήµατα, όπ. π.,255 κ.εξ. 3 ∆. Γ. Τσαούσης, Χρηστικό λεξικό κοινωνιολογίας, Αθήνα 1984, σ.79, 119,135, 136 , 211. Του ιδίου, Η κοινωνία του ανθρώπου- εισαγωγή στην κοινωνιολογία, Αθήνα 1983, σ. 201-206
5 Τα ιδεολογικά προτάγµατα του νεωτερικού, δεν έµειναν ως θέσφατα στην αστική κοινωνία. Εκτός από την αποκάλυψη των «κρυµµένων» κοινωνικών στόχων τους που έγινε από τον µαρξισµό, ακολούθησε η αποκάλυψη της θέλησης για δύναµη πίσω από την ηγεµονία του Λόγου από τον Νίτσε. Έτσι ξεκίνησε µια µακρά πορεία αµφισβήτησης του κατά πόσο η πορεία προς την επικράτηση του νεωτερικού λόγου, ήταν µια πορεία απελευθέρωσης του ανθρώπου, ή µια πορεία εντονότερης αλλά µεθοδικότερης εκµετάλλευσης και καταπίεσης. Επιστέγασµα όλων αυτών η επιχειρούµενη φανέρωση από τον Μ. Φουκώ του εξουσιαστικού χαρακτήρα των επιστηµών του ανθρώπου, ο οποίος είναι σύµφυτος µ’ αυτές από την στιγµή της γένεσης τους.4 Αυτή η διαδροµή, που συνιστά την εξέλιξη του µεταµοντερνισµού στον χώρο των ιδεών έφερε και ένα άλλο ερώτηµα: Κατά πόσο ο διαφωτισµός και ο µοντέρνος κόσµος επέβαλαν την σπίλωση και την καταστροφή του παραδοσιακού για να δοµήσουν ανενόχλητα την δική τους εξουσιαστική κοινωνική συµβίωση.5 Ερώτηµα που απαντήθηκε στο χώρο των εικαστικών τεχνών και της αρχιτεκτονικής µε την επανεισαγωγή µορφών του παραδοσιακού. Στα πλαίσια της εργασίας µας βέβαια δεν µπορούν να εξεταστούν τέτοια θεωρητικά προβλήµατα, όµως η διαλεκτική σχέση στην οποία έχουν τοποθετηθεί, µετά από όλα αυτά, ο αστικός Μοντερνισµός και η ενιαία «ρωµαίικη» Παράδοση µας απασχολούσαν διαρκώς κατά την έρευνα.6 Είναι γεγονός όµως ότι ο σύγχρονος κόσµος, µε την πάροδο του χρόνου, όλο και περισσότερο περιορίζει την σηµασία των τοπικών παραδόσεων. Η πρωτοκαθεδρία της οικονοµικής σφαίρας στην αξιολογική πυραµίδα των κοινωνιών και το άνοιγµα όλων σχεδόν των πολιτισµών του πλανήτη στην παγκόσµια επικοινωνία, δεν αφήνει περιθώρια για την επιβίωση των παραδοσιακών µορφών και αξιών των πολιτισµών, παρά µόνο µε τον τύπο της φουνταµενταλιστικής άρνησης της πραγµατικότητας. Οι παραδόσεις των λαών και οι υψηλές µορφές πολιτισµού που κατακτήθηκαν στην πορεία της ιστορίας, µπορούν να συµβάλουν ,όµως, σε ένα παγκόσµιο διάλογο, ο οποίος θα αναζητά οικουµενικές αξίες που θα αντιστρατεύονται την οµογενοποιηµένη νοοτροπία και συµπεριφορά, που επιβάλλεται στις κοινωνίες από το ενοποιηµένο πλέον οικονοµικό σύστηµα και θέτει σε κίνδυνο την σχέση του ανθρώπου µε τον συνάνθρωπο του και το φυσικό περιβάλλον. Όσοι όµως θέλουν να προβάλλουν την αξία των παραδοσιακών µορφών είναι αδύνατο να αγνοήσουν όλες τις µεταβολές οι οποίες µετά τον διαφωτισµό και κάθ’ όλη την πορεία του µοντέρνου κόσµου, έχουν µεταβάλει ριζικά τις πολιτισµικές δοµές σε παγκόσµια κλίµακα.7 Ιδιαίτερα για κοινωνίες σαν την Ελληνική, οι οποίες και σχετικά γρήγορα και άµεσα επηρεάσθηκαν από τις «νεωτερικές» ιδέες και τα πολιτισµικές αξίες που 4
J. Habermas, Ο φιλοσοφικός λόγος της νεωτερικότητας, µτφρ. Λ. Αναγνώστου - Α. Καραστάθη, Αθήνα 1993 5 Σ. Χτούρης, Τα δίκτυα ως µέθοδοι και εργαλεία ανάλυσης, ∆ίκτυα επικοινωνίας και πολιτισµού στο Αιγαίο - Πρακτικά συνεδρίου, Αθήνα 1997, σ.14-37 6 Πρέπει να σηµειώσουµε ότι η διάσταση αυτή στην ουσία της, δεν είναι προνόµιο των σηµερινών ου Ελλήνων. Ήδη στα τέλη του 19 αιώνα ο γερµανός κοινωνιολόγος Toennies παρουσιάζοντας την κύρια µεταβολή που είχε επέλθει στην κοινωνική συµβίωση, δηλαδή την εκλογίκευση της κοινωνικής συγκρότησης στη βάση της αντικατάστασης του εθίµου από το τυπικό δίκαιο (τύπος της «κοινωνίας»), δείχνει την προτίµηση του προς τον τύπο της κοινωνίας που αντικαταστάθηκε, δηλαδή τον τύπο αυτόν της συµβίωσης που βασίζεται σε πρωτογενή ψυχικά χαρακτηριστικά (τύπος της κοινότητας) . Ο Durkheim αντίθετα παρουσιάζοντας την ίδια µεταβολή µε διαφορετικούς όρους (οργανική - µηχανική αλληλεγγύη), θεωρεί ότι αυτή η µεταβολή αποτελεί πρόοδο και εξανθρωπισµό της κοινωνικής συµβίωσης. Βλέπε: Β. Ι. Φίλιας, Όψεις της διατήρησης και της µεταβολής του κοινωνικού συστήµατος, τόµος Α’, Αθήνα 1994, σ.93-97 και Β. Τ. Γιούλτσης, Εισαγωγή στη γενική η κοινωνιολογία (3 έκδοση), Θεσσαλονίκη, χ.χ.εκδ., σ.209-211 7
Ι.Σ. Πέτρου, Άγιο πνεύµα, ανθρώπινη ελευθερία και πολιτισµικός πλουραλισµός. Επιστηµονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ., τόµος 8 (νέα σειρά), Θεσσαλονίκη 1998,σ.363-374. Για την ιδιαίτερη περίπτωση των ελληνικών εµµονών σε προ-νεωτερικά πρότυπα, ενδιαφέρουσα είναι η παρουσίαση του Κ. Τσουκαλά: Ο «Ελληνισµός» ως άλλοθι των προ- νεωτερικών προτύπων, στο δοκίµιο Η ελληνική Ταυτότητα στην Ενωµένη Ευρώπη, Ταξίδι στο λόγο και την ιστορία - κείµενα 1969- 1996 τ. β’, σ.285-290
6 αυτές έφεραν, παρόλο που το έναυσµα για τη συγκρότηση του µοντέρνου κόσµου δόθηκε στο πλαίσιο άλλων κοινωνιών και κάτω από συγκεκριµένες κοινωνικοοικονοµικές και πνευµατικές διαδικασίες, των οποίων µόνο τον αντίκτυπο «αισθάνθηκε» η κοινωνία του τουρκοκρατούµενου Ελληνικού χώρου. Η επιλογή µας να ερευνήσουµε την πορεία αυτή µέσα από την ιδιαίτερη ιστορία της Σαµιακής κοινωνίας στηρίχθηκε σε δυο δυνατότητες. Πρώτον ότι σε τοπικό επίπεδο µπορεί να ερευνηθεί πιο λεπτοµερειακά η σχέση ανάµεσα στην παράδοση και τον εκµοντερνισµό, αφού µπορούν να οργανωθούν καλύτερα σε µια ενότητα όλες οι ενδείξεις, από τελείως διαφορετικούς τοµείς της κοινωνικής ζωής και δεύτερον η βιωµατική σχέση µε την κοινωνία αυτή, µας επιτρέπει την αµεσότερη παρατήρηση και την διασταύρωση των πληροφοριών µε τις µνήµες των καθηµερινών ανθρώπων. Έχει διαπιστωθεί ότι ο παραδοσιακός πολιτισµός της Σάµου, υποχωρεί µετά το τον δεύτερο παγκόσµιο πόλεµο, όπως και γενικότερα της Ελλάδας,8 εξ’ αιτίας της αποδυνάµωσης των αγροτικών κοινοτήτων, αλλά και εξ’ αιτίας του σταδιακού ενστερνισµού των αστικών προτύπων από τους ανθρώπους της υπαίθρου.9 Όµως η οικείωση του µοντέρνου δεν µπορεί να συσχετιστεί µόνο µε την διατήρηση των τοπικών εθίµων και των γενικότερων πολιτισµικών ιδιαιτεροτήτων. Πολλά άλλα στοιχεία που αφορούν την κοινωνική συµπεριφορά των πληθυσµιακών οµάδων, την εξέλιξη των ιδεών και των νοοτροπιών, σηµατοδοτούν ένα πλαίσιο εκµοντερνιστικών τάσεων που οδηγούν στην σταδιακή µεταβολή της Σαµιακής κοινωνίας, η οποία βέβαια δεν είναι αταλάντευτη. Η µεταπολεµική εποχή, µε την ισχυροποίηση των καταναλωτικών προτύπων, τη σηµαντική κοινωνική κινητικότητα των αγροτικών µαζών, την αστυφιλία και τη µετανάστευση στο εξωτερικό, την άνοδο του µορφωτικού επιπέδου του πληθυσµού και τέλος τον τουρισµό, θα είναι αυτή που θα αλλάξει την εικόνα του πολιτισµικού τοπίου της Σάµου ριζικά. Στην παρούσα εργασία εµφανίζεται µια ιδιορρυθµία. Για µια µακρά χρονική περίοδο που εξετάζουµε, δηλαδή από την προεπαναστατική εποχή, µέχρι και τον δεύτερο παγκόσµιο πόλεµο η εργασία βασίστηκε κυρίως σε εργασίες ιστορικών, βιβλία µε ενθυµήσεις ανθρώπων της εποχής, λαογραφικό υλικό, ανακοινώσεις σε επιστηµονικά συνέδρια. Μέσα από τις πηγές αυτές παρακολουθώντας ένα ευρύ φάσµα θεµάτων, προσπαθήσαµε να ιχνηλατήσουµε τη πορεία του παραδοσιακού και του µοντέρνου µέσα στον χρόνο και να αναλύσουµε τα δοµικά στοιχεία των εκµοντερνιστικών τάσεων, µέσα στο εκάστοτε κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο. Αν και οι περισσότερες από τις πηγές αυτές, είναι δευτερογενείς, εντούτοις είναι το προϊόν του µόχθου αρκετών ανθρώπων, οι οποίοι µεθοδικά και σε βάθος µελέτησαν συγκεκριµένα σηµεία της Σαµιακής κοινωνικής ιστορίας. Οι πηγές αυτές, πάρα πολλές φορές συζητήθηκαν, έγιναν αντικείµενο κριτικής και ανάλυσης από την τοπική επιστηµονική κοινότητα. Θεωρούµε ότι η άντληση στοιχείων από αυτές ήταν η καλύτερη επιλογή για µια τέτοια διαπραγµάτευση, που, όσο µεγαλύτερο εύρος χρονικών περιόδων και περιοχών του κοινωνικού βίου περιλαµβάνει, τόσο και σφαιρικότερα περιγράφει το θέµα. Κατά συνέπεια, παρόλο που για την περίοδο αυτή παρουσιάζει ελάχιστα καινούργια στοιχεία, η εργασία αυτή συµβάλει στη ταξινόµηση, την αντιπαραβολή και τη σύνθεση των στοιχείων, έτσι ώστε να περιγραφεί όσο το δυνατόν πληρέστερα η πορεία της Σαµιακής κοινωνίας από τον παραδοσιακό στον µοντέρνο κόσµο. Όσον αφορά την µεταπολεµική εποχή εµφανίζεται ένα πρόβληµα: Η ύπαρξη ελάχιστων µεθοδικών ιστορικών εργασιών. Η έρευνα βασίστηκε κυρίως στον τοπικό τύπο και σε διάφορες άλλες άµεσες πηγές. Ως ένα βαθµό, σε αυτό το σηµείο επιχειρείται και µια πρώτη ιστορική καταγραφή. Είναι σε γνώση µας ότι η καταγραφή αυτή δεν είναι εξαντλητική. Όµως καταβλήθηκε προσπάθεια να 8
Βλέπε: Μ.Γ. Βαρβούνης, Ο δεύτερος παγκόσµιος Πόλεµος ως ορόσηµο για τον Ελληνικό παραδοσιακό πολιτισµό, Κοµοτηνή 1994. 9 Μ.Γ. Βαρβούνης, Λαϊκή λατρεία και θρησκευτική συµπεριφορά των κατοίκων της Σάµου, Αθήνα 1992, σ.24-29,179,223-224 και του ιδίου: Τα πανηγύρια στη Σάµο. Παραδοσιακά µορφώµατα και σύγχρονα µορφώµατα ως συνάρτηση των κοινωνικών διαφοροποιήσεων, Απόπλους(5/12), Σάµος 1994, σ.383-388
7 φανούν όλα εκείνα τα στοιχεία, που εξηγούν τις σχετικές µε το θέµα µας µεταβολές αυτής της περιόδου. Ο προσδιορισµός των χρονικών περιόδων έγινε µε βάση τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά που σηµαδεύουν κάθε περίοδο, αλλά και µε βάση τους γενικότερους προβληµατισµούς για τις διαστάσεις του θέµατος στη νεότερη και σύγχρονη Ελληνική ιστορία. Με βάση τα παραπάνω, δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στο δηµοκρατικό κίνηµα των «Καρµανιόλων», το οποίο, ως σηµείο καµπής, είναι δυνατό να φανερώσει τη κοινωνική δυναµική της προεπαναστατικής περιόδου και από την άλλη µε την εξέταση των αιτηµάτων που θέτει, είναι δυνατό να σκιαγραφηθούν οι σχέσεις ανάµεσα στη νεωτερικότητα και τη παράδοση στην αρχική φάση της συνάντησής τους. Η µεγαλύτερη περίοδος σε χρόνο, µε βάση τον ορισµό που επιχειρήσαµε, είναι αυτή που ξεκινά µε το τέλος της ελληνικής επανάστασης και τελειώνει µε τον Β’ παγκόσµιο πόλεµο. Σε όλη αυτή την περίοδο, παρά τις αντιφάσεις και τις ταλαντεύσεις διακρίναµε ένα κυρίαρχο χαρακτηριστικό: Την δηµιουργία «θυλάκων» µέσα στο παραδοσιακό πολιτισµικό τοπίο, οι οποίοι, «υπόκωφα» αλλά εντελώς αποτελεσµατικά, ασκούν πιέσεις στην τοπική κοινωνία για την αλλαγή των παραγωγικών, αισθητικών, ιδεολογικών, αλλά και κοινωνικών προτύπων. Η µεταπολεµική περίοδος χαρακτηρίζεται από τη µια µε την εµφάνιση του κράτους ως κυρίαρχου αναπτυξιακού παράγοντα. Ο ρόλος αυτός του κράτους υποσκελίζεται κατά τις πρώτες δεκαετίες αυτής της περιόδου από τον αυταρχισµό και τη προβληµατική κοινωνικοπολιτική επικοινωνία, η οποία µε τη σειρά της περιορίζει τις δυνατότητες της τοπικής κοινωνίας να προσδιορίσει τις ανάγκες της και να τις αντιµετωπίσει. Εντούτοις µια σειρά από άλλες συνιστώσες µε κυριότερη την ανάπτυξη της τουριστικής οικονοµίας, η οποία έφερε και την εκτεταµένη αστικοποίηση, έκαναν τη Σαµιακή κοινωνία να έχει -σε γενικές γραµµές- τη προοπτική αλλά και τα προβλήµατα των µοντέρνων κοινωνιών.
Β. Γνωριµία µε τον χώρο. 1. Ο χώρος και οι κάτοικοί του. Η Σάµος ανήκει γεωγραφικά στα νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου και µαζί µε το νησί Ικαρία και το σύµπλεγµα των µικρονήσων Φούρνοι ή Κορσοί, αποτελούν σήµερα τον νοµό Σάµου. Είναι λοιπόν αναγκαίο να κάνουµε γνωστό εξαρχής, ότι η παρούσα εργασία αναφέρεται µόνο στο νησί Σάµος, προς αποφυγή κάθε σύγχυσης µε τον οµώνυµο νοµό. Ο περιορισµός µόνο στα πολιτισµικά δεδοµένα του νησιού Σάµου και όχι του νοµού, κρίθηκε απαραίτητος διότι αυτό ακολούθησε διαφορετική ιστορική πορεία από τα άλλα νησιά που συναπαρτίζουν σήµερα το νοµό Σάµου, ιδιαίτερα κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, τα προεπαναστατικά χρόνια, κατά την επανάσταση του 1821, και κατά τον υπόλοιπο 19ον αιώνα, έως και τις αρχές του 20ου, οπότε µετά την προσάρτηση όλων στο Ελληνικό κράτος, συναποτέλεσαν τον νέο Νοµό. Η έκτασή της Σάµου είναι περίπου 477 τετραγωνικά χιλιόµετρα10 και η περιφέρεια της ως 75 ναυτικά µίλια.11 Το σχήµα της είναι επίµηκες µε άξονα ανατολή - δύση. Βρίσκεται ανάµεσα στα νησιά Χίος και Πάτµος µε γεωγραφικό µήκος 26ο-27ο και πλάτος 37ο -38ο. 12 Με την µικρασιατική ακτή 10
Αχ. ∆ηµητρόπουλος κλπ , Ζώα της Σάµου -αναφορά στην πανίδα του νησιού, Αθήνα 1998, σ.18 Ν.Α .∆ηµητρίου, Η Σάµος από γεωγραφική και ιστορική άποψη, Αθήνα 1929,σ.8 12 Μ.Γ. Βαρβούνης, Λαϊκή λατρεία και θρησκευτική συµπεριφορά των κατοίκων της Σάµου, Αθήνα 1992, σ.17, όπου και εκτεταµένη βιβλιογραφία σχετική µε τα γεωγραφικά δεδοµένα του νησιού. 11
8 σχεδόν εφάπτεται, αφού χωρίζεται µε πορθµό, του οποίου το πλάτος είναι περίπου 1300 µέτρα. Στο πλάτος του οφείλει και το αρχαίο όνοµά του: Επταστάδιος.13 Στο κέντρο του νησιού κυριαρχούν δυο ορεινοί όγκοι : Στο δυτικό άκρο το οξυκόρυφο βουνό Κέρκης (ή Κερκετεύς) µε ψηλότερη κορυφή 1440 µ. ∆ασωµένο από τους πρόποδες µέχρι την µέση και από εκεί µέχρι την κορυφή βραχώδες. Ιδιαίτερα δύσβατη η δυτική του πλευρά, ευνόησε την ανάπτυξη του ασκητικού µοναχισµού από την πρωτοχριστιανική εποχή και µέχρι τον αιώνα µας, αλλά και την εµφάνιση ένοπλων κινηµάτων σε κρίσιµες στιγµές της ιστορίας του νησιού. Η Β.Α. του πλευρά είναι καλλιεργήσιµη καθώς ορισµένες εύφορες παραθαλάσσιες ζώνες.14 Στη µέση του νησιού η «οροσειρά» Άµπελος, µε µήκος περίπου 30 χλµ., δεσπόζει στο νησί. Το ψηλότερο βουνό στο κέντρο της είναι ο Καρβούνης (1140µ.). Τα βουνά και οι λόφοι που αποτελούν αυτό το σύνολο είναι ιδιαίτερα εύφορα, µέχρι και την ψηλότερη κορυφή κατάφυτα µε δάση ή καλλιεργηµένα µε ελιές και αµπέλια (από εδώ και το όνοµα «Άµπελος»). Ιδιαίτερο ρόλο στις καλλιέργειες έχουν οι πολλές πηγές, των οποίων το νερό αποταµιεύεται σε στέρνες, καθώς τα πολλά ρέµατα, οι χείµαρροι, ακόµα και τα ποτάµια στερεύουν το καλοκαίρι. Οι πιο ψηλές κορυφές αυτής της οροσειράς σχηµατίζουν ένα τόξο από τα Β.∆. στα Ν.Α. έτσι τέµνει το νησί σε δυο µέρη: το δυτικό και το ανατολικό.15 Αυτός ο χωρισµός µάλιστα, διαµόρφωσε διαφορετικές απόψεις στο ανατολικό και δυτικό τµήµα του νησιού σχετικά µε το ποια πόλη είναι η πρωτεύουσα του νησιού.16 Στο νότιο µέρος του νησιού υπάρχουν οι περισσότερες πεδινές εκτάσεις : ο κάµπος της Χώρας, ο Μεσόκαµπος και η εύφορη λεκάνη των Μυτιληνιών. Ανατολικά βρίσκεται το λεκανοπέδιο της Βλαµαρής. Νοτιοδυτικά κάτω από τον Μαραθόκαµπο, ο οµώνυµος Κάµπος ή Βελανιδιά. Βόρεια µια µικρή πεδινή έκταση εκεί που σήµερα απλώνεται η πόλη Καρλόβασι και µια στενή λωρίδα που αποκαλείται Κάµπος Βουρλιωτών.17 Στην λεκάνη των Μυτιληνιών έχουν ανακαλυφτεί λείψανα θηλαστικών του µειόκαινου.18 Συνολικά στο έδαφος της Σάµου το 69,5% είναι βουνά, το22% καταλαµβάνουν ηµιορεινές εκτάσεις και το 8,5 % πεδιάδες. Ενώ από άποψη βλάστησης, σήµερα οι καλλιέργειες καταλαµβάνουν το 33,5% , τα δάση το 21,4%, οι βοσκότοποι το 40,5%, 3,6 οι οικισµοί και ο οδικός άξονας και 1% άλλοι περιβαλλοντικοί τύποι.19 Ανάµεσα στα πολλά ακρωτήρια του νησιού σχηµατίζονται κόλποι, πολλοί όρµοι και ορµίσκοι καθώς και φυσικά λιµάνια µε κυριότερο αυτό της πρωτεύουσας Βαθύ(Β∆), το οποίο βρίσκεται στο µυχό του οµώνυµου κόλπου και έχει επιφάνεια περίπου ένα τετραγωνικό µίλι20. Στο νότιο µέρος του νησιού οι δυο µεγάλοι ανοιχτοί κόλποι του Ηραίου (ΝΑ) και του Μαραθοκάµπου (Ν∆).21 Ο πληθυσµός του νησιού µε την απογραφή του 1991 22 ανέρχεται σε 33039 κατοίκους. 23 Οι οικισµοί του νησιού σήµερα, µετά την εφαρµογή της αναγκαστικής συνένωσης των κοινοτήτων, µε το σχέδιο «Καποδίστριας», είναι κατανεµηµένοι σε τέσσερις δήµους: 1. Βαθέος (11904 κάτοικοι). Περιλαµβάνει την πρωτεύουσα του νησιού Λιµένα Βαθέος (ή Σάµος, όπως άστοχα ονοµάστηκε πριν λίγες δεκαετίες) και χωριά της βόρειας-βορειοανατολικής πλευράς του νησιού. 13
Ν.Α .∆ηµητρίου, Γεωγραφία της Σάµου, σχολικό βοήθηµα, Σάµος 1978, σ.3. (Στάδιο: µονάδα µέτρησης µήκους των αρχαίων Ελλήνων, 14 στάδιο = 185µ.) 14 Ν.Α .∆ηµητρίου , Η Σάµος από γεωγραφική και ιστορική άποψη, σ. 12-14,18 15 Αυτόθι, σ.10 -12, 15-18. Σήµερα γίνονται προσπάθειες να αποταµιευτεί, όσο περισσότερο νερό των χειµάρρων γίνεται σε µεγάλες λιµνοδεξαµενές. 16 Μ.Γ. Βαρβούνης, Λαϊκή λατρεία και θρησκευτική συµπεριφορά των κατοίκων της Σάµου,σ.19-20. 17 Ν.Α .∆ηµητρίου, Γεωγραφία της Σάµου, σχολικό βοήθηµα,σ.6-7, 18 Αχ. ∆ηµητρόπουλος κλπ , Ζώα της Σάµου -αναφορά στην πανίδα του νησιού,σ.31 19 Των ιδίων, Ζώα της Σάµου -αναφορά στην πανίδα του νησιού,σ.18. 20 Ν.Α .∆ηµητρίου, Η Σάµος από γεωγραφική και ιστορική άποψη, σ.15 21 Μ.Γ. Βαρβούνης, µνηµ. Έργ., σ.18 22 Στοιχεία από φυλλάδιο της «Στατιστικής υπηρεσίας Νοµού Σάµου». 23 Σαµιακό Βήµα , 13/3/75, σ.3. Ο πληθυσµός του νησιού σύµφωνα µε την απογραφή του 1971 έφτανε τους 32671 κατοίκους, ενώ σύµφωνα µε την απογραφή του 1981 είχε 31643..
9 2. Καρλοβάσου (8673 κάτοικοι). Περιλαµβάνει το Καρλόβασι, την «συµπρωτεύουσα» και παλαιότερη πόλη του νησιού, µε έντονη βιοµηχανική και εµπορική ιστορία, και οικισµούς της βόρειας βορειοδυτικής Σάµου. 3. Πυθαγορείου (9455 κάτοικοι). Περιλαµβάνει το Πυθαγόρειο (Τηγάνι), που είναι κτισµένο πάνω στην αρχαία και βυζαντινή πόλη της Σάµου, την Χώρα, πρωτεύουσα του νησιού επί Τουρκοκρατίας, την κωµόπολη Μυτιληνιοί και χωριά της νότιας και ορεινής - κεντρικής Σάµου. 4. Μαραθοκάµπου (3007 κάτοικοι). Περιλαµβάνει χωριά της νοτιοδυτικής - βορειοδυτικής πλευράς του νησιού µε κέντρο την κωµόπολη Μαραθόκαµπος, στους πρόποδες του βουνού Κέρκης.24 Αυτή η κατανοµή αν και µε µικρές διαφοροποιήσεις ανταποκρίνεται σε πολύ παλιά οµαδοποίηση των οικισµών του νησιού25, συνάντησε αντιδράσεις, ιδιαίτερα στο νοτιοανατολικό τµήµα του (νέος δήµος Πυθαγορείου), στο οποίο παρότι δέσποζε η Χώρα του νησιού, υπήρχαν ωστόσο κι άλλοι το ίδιο σηµαντικοί οικισµοί (π.χ. Μυτιληνιοί, και Παγώνδας,) σύµφωνα µε τις παραδοσιακές νοοτροπίες αλλά και σύµφωνα µε τα σηµερινά πληθυσµιακά κριτήρια.26 Από άποψη παραγωγικών δραστηριοτήτων και οι τέσσερις δήµοι παρουσιάζουν σήµερα την εξής εικόνα: α) Μια εκτεταµένη παραλιακή ζώνη µε κύριες παραγωγικές δραστηριότητες τον Τουρισµό, τις εµποροβιοτεχνικές δραστηριότητες αλλά και την εντατική γεωργία. ∆εν λείπουν ακόµα και ορισµένες µικρές βιοµηχανίες γύρω από τις δύο πόλεις. Αυτή η περιοχή παρουσιάζει µεγάλη πυκνότητα πληθυσµού. β) Μια ενδιάµεση ζώνη µε γεωργικό κυρίως προσανατολισµό, η οποία όµως, καθώς τέµνεται από τους κυριότερους οδικούς άξονες του νησιού και ευνοείται από την ύπαρξη µεγάλων στρατιωτικών µονάδων, διευκολύνει και τις εµποροβιοτεχνικές δραστηριότητες (π.χ. Χώρα, Μυτιληνιοί). γ) Μια φθίνουσα ορεινή περιοχή, της οποίας οι οικισµοί αντιµετωπίζουν πρόβληµα επιβίωσης καθώς οι κάτοικοί της µετακοµίζουν στις δυο πόλεις του νησιού ή στην αναπτυσσόµενη παράλια περιοχή. Παραµένουν βέβαια πολλοί συνταξιούχοι, οι οποίοι επιστρέφουν από τα αστικά κέντρα της Ελλάδας ή και από το εξωτερικό. Επίσης αρκετοί κάτοικοι που ασκούν γεωργικά επαγγέλµατα και είτε διατηρούν παράλληλα µικρές βιοτεχνίες, είτε εργάζονται ως εποχιακοί τουριστικοί υπάλληλοι τα καλοκαίρια.27 Τέλος υπάρχουν λίγοι αποκλειστικά αγρότες, ιδιαίτερα σε οικισµούς κοντά σε συστηµατικές αµπελοκαλλιέργειες.28 24
Ο πληθυσµός των νέων δήµων έγινε µε άθροιση του πληθυσµού των κοινοτήτων και των δήµων που τους συναποτέλεσαν σύµφωνα µε την απογραφή του 1991. Συγκριτικά, το 1971 ο πληθυσµός των περιοχών αυτών ήταν: Καρλόβασι: 8590, Μαραθόκαµπος: 3566, Πυθαγόρειο:9463, Βαθύ: 11025. Αυτός ο αριθµός είναι αποτέλεσµα της άθροισης των κατοίκων των τότε δήµων και κοινοτήτων του νησιού, ανά νέο- µετά την συνένωση- δήµο, µε βάση την απογραφή του 1971, όπως δηµοσιεύεται στην εφηµερίδα «Σαµιακόν Βήµα» , 13/3/75, σ.3 . 25 Μ.Ι. Νικολαΐδης , Η ζωή στη Σάµο κατά την τελευταία φάση της ηγεµονίας και µετά 1900-1945, Αθήνα 1995, σ.10- 11. Κατά την διάρκεια της ζωής της ως αυτόνοµη Ηγεµονία, η Σάµος ήταν χωρισµένη σε 4 τµήµατα: Βαθέος, Καρλοβάσου, Χώρας, Μαραθοκάµπου. Το κάθε τµήµα µάλιστα εξέλεγε και από ένα βουλευτή. Οι βουλευτές µαζί µε τον ηγεµόνα ασκούσαν την εκτελεστική εξουσία. Η διοικητική διαίρεση αυτή ανταποκρίνεται σε ακόµη παλαιότερη, της περιόδου της τουρκοκρατίας. η Βλέπε: Επ. Σταµιατιάδη, Σαµιακά- 2 µεταγλωττισµένη έκδοση (µεταγλ. Ν. Μύτικας) τ.2, Αθήνα 1965, σ.22-24 ,30 26 Σύµφωνα µε την απογραφή του 1920 το Πυθαγόρειο είχε 2229 κατοίκους, ο Παγώνδας 2451 και οι 5042, ενώ σύµφωνα µε την απογραφή του 1991 είχαν αντίστοιχα: 1579, 1406,2602. Στοιχεία από φυλλάδιο της «Στατιστικής υπηρεσίας Νοµού Σάµου». 27 Βλέπε: ∆ιεύθυνση Β/βάθµιας Εκπαίδευσης Ν. Σάµου, η Εκπαίδευση και η σχέση της µε την κοινωνία και τα επαγγέλµατα στον νοµό Σάµου - εκπαιδευτική έρευνα, τόµος Β’, Σάµος 1999, σ.318,32. Αντιπροσωπευτικά οι µαθητές του Γυµνασίου Πύργου (Σάµου), οι οποίοι κατοικούν σε ορισµένα από τα πλέον ορεινά και µη τουριστικά χωριά, δηλώνουν σε σχέση µε το επάγγελµα των γονιών τους . Οι πατέρες: 34% δηµόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι, 34% ελεύθεροι επαγγελµατίες, 2% τουριστικά επαγγέλµατα και µόνο 18% αγρότες. Οι µητέρες: 10% υπάλληλοι, 10% ελεύθερες επαγγελµατίες, περίπου 4% τουριστικά επαγγέλµατα και µόνο 8% αγρότισσες. Ενώ 26% των γονιών, ανεξαρτήτως φύλου, ασχολούνται και µε τον τουρισµό εκτός από το κύριο επάγγελµά τους. Οι γονείς των παιδιών της σχολικής ηλικίας κατά τεκµήριο ανήκουν στις παραγωγικές ηλικιακές οµάδες µιας κοινωνίας.(Χρόνος διεξαγωγής της έρευνας Μάρτιος 1997: βλέπε αυτόθι τ. Α΄σ.23) 28 Τα κρασιά της Σάµου και ειδικότερα ο «Ανθοσµίας» ή «Μοσχάτο», είναι διεθνώς γνωστά για το χαρακτηριστικό τους άρωµα, που µάλλον οφείλεται στις τοπικές κλιµατικές συνθήκες. Ο «Ανθοσµίας»
10 Το νησί διαθέτει αεροδρόµιο το οποίο βρίσκεται στον Κάµπο της Χώρας και τέσσερα λιµάνια : Βαθύ, Καρλόβασι , Πυθαγόρειο, Όρµος Μαραθοκάµπου. Τα δύο πρώτα είναι τα πιο σηµαντικά.29
2. Ιστορική αναδροµή. Όπως και στα άλλα νησιά και στις ακτές της Ιωνίας, έτσι και στη Σάµο, βρίσκονται ίχνη ανθρώπινου πολιτισµού που χρονολογούνται ακόµα και από την νεολιθική εποχή.30 Το όνοµα Σάµος είναι µάλλον φοινικικό και σηµαίνει ψηλός τόπος. Οι Φοίνικες ήταν οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού, σύµφωνα µε την ιστορική παράδοση.31 Από άποψη κοινωνικής συγκρότησης πολιτεύµατος ακολούθησε την διαπιστωµένη τάση32 της προκλασσικής αρχαίας Ελλάδας, ειδικότερα µάλιστα της Ιωνίας: Βασιλεία, ολιγαρχία, τυραννία.33 Από τους τυράννους σκληρότατος εξουσιαστής , σύµφωνα µε τις ιστορικές πηγές, ήταν ο Πολυκράτης(566-537π.Χ.). Ικανότατος διοικητής όµως, άφησε έργα, τα οποία έκαναν την Σάµο «πρώτη από όλες τις ελληνικές και Βαρβαρικές πόλεις», σύµφωνα µε τον Ηρόδοτο.34 Τότε έγινε το «εν θαλάσση χώµα», ένα από τα σπουδαιότερα λιµενικά έργα της αρχαιότητας, ο ναός της θεάς Ήρας, ο µεγαλύτερος από όσους είχε δει ο Ηρόδοτος και το Ευπαλίνειο υδραγωγείο, το σπουδαιότερο ίσως των αρχαίων χρόνων: ∆ηµιούργησαν ένα τούνελ 1045 µ. από την µια πλαγιά στην άλλη του βουνού που δεσπόζει πάνω από το αρχαίο άστυ (το σηµερινό Πυθαγόρειο), για να υπάρχει νερό στην οχυρωµένη πόλη ακόµα και σε περίπτωση πολιορκίας. 35 Σύγχρονος του Πολυκράτη ήταν και ο φιλόσοφος και µαθηµατικός Πυθαγόρας, ο οποίος έφυγε από το νησί µάλλον διωγµένος από το ανελεύθερο καθεστώς του τυράννου.36 Κατά τους Περσικούς πολέµους το νησί ήταν κάτω από την κυριαρχία των Περσών, οι οποίοι είχαν εγκαταστήσει και φιλικά διακείµενο σε αυτούς τύραννο. Κατά τη ναυµαχία της Μυκάλης (479 π.Χ.), όµως πολλοί Σάµιοι, σύµφωνα µε τον Ηρόδοτο (Θ, 103) επαναστάτησαν και πολέµησαν µε κάθε τρόπο για τηννίκη των Ελλήνων. Τότε απέκτησαν ξανά την ελευθερία τους.37Από τότε µέλος της Αθηναϊκής συµµαχίας η Σάµος, επαναστάτησε για να πολιορκηθεί για εννέα µήνες από τους είναι µοναδικό προϊόν όπως π.χ. το µαστίχι της Χίου και για αυτό τον λόγο είχε και έχει µεγάλη ζήτηση στις διεθνείς αγορές. Προς επίρρωση των παραπάνω αξίζει να αναφερθεί ότι στα τέλη του ου 19 αιώνα εγκαταστάθηκε στο νησί, Καθολική αποστολή µε κύριο σκοπό την παρασκευή και εξαγωγή στη Γαλλία µοσχάτου κρασιού για εκκλησιαστική χρήση. Αν και η αµπελοκαλλιέργεια συνέβαλε ευεργετικά στην οικονοµική ανάπτυξη του νησιού σε διάφορες ιστορικές περιόδους, δεν ήταν πάντα προσοδοφόρα για τον αγρότη, εξ’ αιτίας κοινωνικών και οργανωτικών- παραγωγικών δυσχερειών και αναχρονισµών, οι οποίοι θα αναφερθούν κατά περιόδους στην παρούσα εργασία. Πολύ πρόσφατα πάντως φαίνεται να ανακάµπτει καθώς γίνεται πλέον συγκριτικά αποδοτική επαγγελµατική δραστηριότητα ακόµα σε σχέση και µε τον τουρισµό. Το πρόβληµα όµως είναι ότι δεν προσφέρονται όλα τα εδάφη του νησιού για αυτήν. Βλέπε : Κ. Στείρου, Οίνοι Σάµου- Ανθοσµίας, «Αρχείον Σάµου» (3/Α-∆), Επιµ. Νικ. Ι. Ζαφειρίου, Αθήνα 1948/1954, σ.243-247 29 Ν.Α .∆ηµητρίου, Γεωγραφία της Σάµου, σχολικό βοήθηµα,σ.11, 27,41-42,63, 71,96 30 Μ.Γ. Βαρβούνης, µνηµ. Έργ., σ.28. Στις υποσηµειώσεις των σελίδων 28-31, παρέχεται πλούσια βιβλιογραφία για την Σαµιακή ιστορία. 31 Ν.Α .∆ηµητρίου, Ιστορία της Σάµου, Σάµος 1979, σ.7. 32 Θουκυδίδης, Ιστορία, προοίµιο 33 η Ν.Α .∆ηµητρίου, όπ. π. , σ.8-13 βλέπε και Ε. Σταµατιάδη, Σαµιακά τόµος 1ος - 2 έκδοση µεταγλωττισµένη, Αθήνα 1965, σ.51-72 34 Ν.Α .∆ηµητρίου, Μελέτες και άρθρα - ανατύπωση κειµένων 1927-1996, επιµ. Μ.Γ. Βαρβούνης, Αθήνα 1996, σ.241-244 και Ε. Σταµατιάδη, όπ. π, σ.73-74, 82-83, 35 Ν.Α .∆ηµητρίου, Γεωγραφία της Σάµου, σχολικό βοήθηµα,σ.91-95. Του ιδίου, Ιστορία της Σάµου, σ.19-22,26. Βλέπε και Ε. Σταµατιάδη, όπ. π, σ.210-212 36 Του ιδίου, Ιστορία της Σάµου, σ. 29 -30, και Ε. Σταµατιάδη, όπ. π, σ.86-109 . 37 Η Σάµος από του έτους 490-439 π.Χ., «Αρχείον Σάµου» (3/Α-∆), Επιµ. Νικ. Ι. Ζαφειρίου, σ.5-9. Ο συντάκτης παραθέτει εκτενή βιβλιογραφία από αρχαίες πηγές: Ηρόδοτος (βιβλία Η΄ και Θ΄), ∆ιόδωρος Σικελιώτης (ΙΧ και ΧΙ), Πλούταρχος (Περικλής 8 και 24-28), Στράβων (ΧΙV), Θουκυδίδης (Α΄,Η΄), ∆ιονυσ. Αλικαρνασεύς (ΧΙV). Βλέπε και Ε. Σταµατιάδη, όπ. π, σ.116-126
11 Αθηναίους, µε αρχηγούς τον ίδιο τον Περικλή και τον ποιητή Σοφοκλή και να νικηθεί. 38 Η Σάµος κατά τον Πελοποννησιακό πόλεµο διατέλεσε υποχρεωτικά µέλος της Αθηναϊκής συµµαχίας. Μετά την πτώση της Αθήνας στους Σπαρτιάτες, αρνήθηκε να δεχθεί την επικυριαρχία της Σπάρτης, έτσι πολιορκήθηκε και από αυτούς (402 π.Χ.). Μέχρι και την νίκη του Φιλίππου στην µάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.) η Σάµος βρισκόταν πότε υπό την της Σπάρτης, πότε της Αθήνας και πότε των Περσών. Οι Αθηναίοι µάλιστα εγκατέστησαν το 352 π.Χ. στη Σάµο κληρούχους. Γιος Αθηναίου κληρούχου ήταν και ο φιλόσοφος Επίκουρος, ο οποίος γεννήθηκε στο νησί γύρω στο 342 π.Χ. Από την µάχη της Χαιρώνειας και µετά η Σάµος ήταν τυπικά αυτόνοµη και ουσιαστικά υποτελής στο Μακεδονικό βασίλειο ή στους επιγόνους του Μ. Αλεξάνδρου, µέχρι το 131 π.χ. που έγινε Ρωµαϊκή επαρχία. Οι Ρωµαίοι θεωρούσαν τη Σάµο παραθεριστικό θέρετρο, όπως φαίνεται από την ολιγόχρονη διαµονή σ’ αυτή του Αυγούστου, του Αντωνίου και της Κλεοπάτρας, του Καλιγούλα και άλλων Ρωµαίων επιφανών. ∆εν δίστασαν όµως πολλοί από αυτούς, αλλά και οι ύπαρχοι που διοικούσαν το νησί να λεηλατούν τους θησαυρούς του λαµπρού ναού της Ήρας. Αυτή την εποχή αναφέρονται από τις ιστορικές πηγές και κρούσµατα πειρατείας.39 Πρώτος χριστιανός που πέρασε από το νησί ήταν ο Απ. Παύλος, ο οποίος όµως δεν φαίνεται να έκανε κάποιο ιεραποστολικό έργο (Πράξεις 20,1540). Τον Χριστιανισµό διέδωσαν στη Σάµο µάλλον αυτήκοοι µαθητές του Απ. Ιωάννη από την Έφεσο. Το Ευπαλίνειο υδραγωγείο µάλιστα φαίνεται ότι χρησιµοποιήθηκε και ως κρυφός τόπος συνάθροισης των χριστιανών κατά την εποχή των διωγµών.41 Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους η Σάµος αποτέλεσε τµήµα της επαρχίας των νήσων µε πρωτεύουσα την Ρόδο, ή ιδιαίτερο Θέµα µαζί µε τα απέναντι παράλια και ορίστηκε έδρα του διοικητή του. Με την εµφάνιση των Σελτζούκων Τούρκων η Σάµος απειλείται και καταλαµβάνεται προσωρινά από αυτούς. Το 1124-1125 καταλαµβάνεται από τους Σταυροφόρους, για να περιέλθει στην αυτοκρατορία της Νικαίας το 1247. Γύρω στο 1367 οι Γενουάτες Ιουστινιάνες της Χίου επεκτείνουν την κυριαρχία τους στη Σάµο. Αυτοί φαίνεται να ήταν οι τελευταίοι κυρίαρχοι του νησιού πριν την «ερήµωση», ή την µερική αραίωση του πληθυσµού εξ, αιτίας των πειρατικών επιδροµών. Η πειρατεία άκµαζε τότε στο Αιγαίο εξ αιτίας των συχνών ανακατατάξεων στο Χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και την ανυπαρξία µιας λειτουργικής κρατικής µηχανής. 42 Με την επικράτηση του Χριστιανισµού τα ιερά της αρχαίας Θρησκείας µετατράπηκαν σε χριστιανικούς ναούς, µε πιο χαρακτηριστική περίπτωση την τρίκλιτη βασιλική που κτίζεται στο κέντρο του ναού της Ήρας και χρονολογείται από τον 5ο αι. µ.Χ. Ενώ στη θέση του Ελληνιστικού γυµναστηρίου χτίζεται µια µεγάλη βασιλική(Τρία ∆όντια). 43 Πολλά µνηµεία της Βυζαντινής εποχής υπάρχουν κυρίως στη δυτική Σάµο και ειδικότερα πάνω στον Κέρκη στον οποίο ο ασκητικός µοναχισµός ακµάζει από τον 10ο αιώνα µ.Χ. µετά την άφιξη στην Σάµο του οσίου Παύλου από το 38 Η Σάµος από του έτους 490-439 π.Χ., «Αρχείον Σάµου» όπ. π, σ.9 -13. Βλέπε και Ε. Σταµατιάδη, όπ. π, σ.127-133. 39 Η Σάµος από του έτους 439π.Χ- 323µ.Χ, «Αρχείον Σάµου» οπ.π.,σ.14-26. Και εδώ υπάρχει πλούσια βιβλιογραφία από πηγές: Πλούταρχος (Αλκιβιάδης, Λύσανδρος, εν βίω Αντώνιου 56, Ποµπήιος 24), Πολυαίνου Στρατηγήµατα (Γ’), ∆ίων Κάσσιος (Ρωµ. Ιστορ.54, 6-9), Ι. Ζωναράς (Χρον. 10,34∆),κ.α. . Βλέπε και Ε. Σταµατιάδη, όπ. π, σ.134-177. 40 Η Αγία Γραφή - µετάφραση από τα πρωτότυπα κείµενα, Αθήνα (1997) Απόδοση της Κ.∆. στη δηµοτική: Π. Βασιλειάδης, Ι. Γαλάνης, Γ.Γαλίτης, Ι. Καραβιδόπουλος, (Σ.Αγουρίδης, Β.Στογιάννος). Πρξ. 20, 15: Από κει την άλλη µέρα αποπλεύσαµε και φτάσαµε απέναντι από την Χίο. Την εποµένη σταµατήσαµε στη Σάµο µείναµε στο Τρωγύλλιο και την µεθεποµένη φτάσαµε στη Μίλητο. 41 Μητρ. Ιω .Πάπαλη, Η Εκκλησία της Σάµου, από της Ιδρύσεως αυτής µέχρι σήµερον, Σάµος 1967, σ .36-37 42 Η Σάµος κατά τους Βυζαντινούς χρόνους, όπ. π. , σ.31-43. Αναφέρονται Βυζαντινές πηγές : Κεδρηνός (Β), Θεοφάνης (VI), Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος (Βυζαντ. ιστορία Α’), Ζωναράς(ΧVΙΙ), Άννα Κοµνηνή (Βιβλ. 9), Νικηφόρος Γρηγοράς (Βιβλ. ΙΙ), κ.α. Βλέπε και Ε. Σταµατιάδη, όπ. π, σ.177-206. Σηµαντικές πηγές για την Βυζαντινή Σάµο που έχει επισηµάνει η νεότερη έρευνα στο: Α. Σαββίδης, Η µεσαιωνική Σάµος στις σελίδες ενός νέου βιβλίου για τη Σαµιακή Ιστορία, Σαµιακές Μελέτες τ. 1, Αθήνα 1994, σ.121-142 43 Κ. Τσάκος , Σάµος πρώιµοι Βυζαντινοί χρόνοι, Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµεραπρακτικά συνεδρίου τ. Α’, Αθήνα 1998, σ.21-28
12 Λάτρος της Μικράς Ασίας. Σήµερα στην περιφέρεια των χωριών ∆ρακαίοι και Καλλιθέα, σώζονται βυζαντινά εκκλησάκια µε έξοχες τοιχογραφίες που χρονολογούνται από τον 13ο αι. µ.Χ.44 Εξάλλου στην περιοχή του Καρλοβάσου η λεγόµενη σήµερα «Παναγία του Ποταµιού», µπορεί να χρονολογηθεί, µε βάση την αρχική µορφή της, την ίδια εποχή ή το αργότερο το πρώτο µισό του 14ου αι.45 Σύµφωνα µε πηγές της Τουρκοκρατίας η Σάµος «ερηµώθηκε από τα τέλη του 14ου µ.χ. αιώνα µέχρι τα µέσα του επόµενου, εξ’ αιτίας των πειρατικών επιδροµών. Οι ερευνητές είχαν αµφιβολίες από την αρχή. Το 1881, ο Επαµεινώνδας Σταµατιάδης, ο οποίος πρώτος ασχολήθηκε συστηµατικά µε τη Σαµιακή ιστορία, δεν αναφέρει πλήρη ερήµωση και δέχεται την ύπαρξη υποτυπωδών κοινοτήτων.46 Σήµερα η έρευνα µάλλον έχει αποδείξει ότι δεν υπήρξε ερήµωση, αλλά µια αρκετά µεγάλη µείωση του πληθυσµού.47 Το βέβαιο είναι ότι µετά το 1552 οι Τούρκοι δίνοντας προνόµια πολιτικής, οικονοµικής και κοινωνικής ανεξαρτησίας στο νησί και τη δυνατότητα άµεσης κατάληψης καλλιεργήσιµης γης από τους εποίκους, έφεραν πάρα πολλούς νέους κατοίκους στο νησί από άλλα νησιά, την Ηπειρωτική Ελλάδα καθώς και από την Μικρά Ασία. Μάλιστα φαίνεται ότι ήρθαν οργανωµένες οµάδες εποίκων. Ο Καπουδάν -Πασάς (αρχηγός του Τούρκικου στόλου) Κιλίτζ -Αλή εµπνεύστηκε και εγγυήθηκε τον εποικισµό.48 Καθ’ όλη την διάρκεια της υπόλοιπης ζωής του, εγγυήθηκε ο ίδιος τα προνόµια και επέβλεπε την διοίκηση του νησιού από εκλεγµένους Χριστιανούς προκρίτους, τους οποίους αναγνώριζε άµεσα ο Σουλτάνος. Τα προνόµια πέρα από την αυτοδιοίκηση επεκτείνονταν στον όρο να µη µπορεί κανένας Τούρκος να κατοικήσει το νησί. Αυτός ο όρος οδήγησε πολλούς χριστιανούς στη Σάµο µε την ελπίδα µιας πιο ελεύθερης ζωής. Οργανωτής του εποικισµού και ουσιαστικός διοικητής του νησιού σ’ αυτή την φάση, ήταν ο Πάτµιος Νικόλαος Σαρακίνης, ο οποίος έγινε κύριος µιας µεγάλης έκτασης στο πιο εύφορο σηµείο του νησιού. Στην παρούσα εργασία παρακολουθούµε την ιστορία του νησιού από την είσοδο στους «νέους χρόνους» και µετά, στοχεύοντας στην κατάδειξη των παραγόντων που επιδρούν στον παραδοσιακό πολιτισµό του νησιού, την όποια αντίδραση των φορέων του απέναντί τους και την τελική ενσωµάτωση στοιχείων του µοντέρνου, αφοµοιωµένων ή αναφοµοίωτων, σ’ αυτόν
Γ. Η είσοδος στη «νεωτερική» εποχή 1. Η προεπαναστατική κοινωνία
Μετά το θάνατο του Κιλίτζ -Αλή η Σάµος που είχε χαριστεί προσωπικά σ’ αυτόν έγινε κληροδότηµα (βακούφι)49, σε Μουσουλµανικό τέµενος της Κων/πολης, όπως αποδεικνύεται πλέον και από οθωµανικά έγγραφα της εποχής εκείνης που δηµοσιεύτηκαν. ∆ηλαδή οι έποικοι δεν είχαν την 44
Αγγ. Μητσάνη, Βυζαντινές τοιχογραφίες στη Σάµο, όπ.π. , σ. 85-109. Α. Πετρονώτης, Ένα ανέκδοτο µνηµείο της εποχής των Λασκαριδών, όπ.π. ,σ. 81-84. 46 Ε. Σταµατιάδη, όπ. π, σ.2-8 47 Μ.Γ. Βαρβούνης, µνηµ. έργ., σ.30-31, όπου και εκτεταµένη βιβλιογραφία για το θέµα αυτό. Του ιδίου, Η συµβολή των λαογραφικών δεδοµένων στη διερεύνηση του προβλήµατος της ερηµώσεως της Σάµου, Πρακτικά Ι∆΄ Πανελλήνιου Ιστορικού Συνεδρίου, Θεσσαλονίκη 1994 (ανάτυπο) , σσ. 145162. Παρατίθεται αναλυτικά όλη η πορεία της έρευνας σχετικά µε αυτό το θέµα. 48 Ε. Σταµατιάδη, όπ. π, σ.7-14 49 Τα βακούφικα κτήµατα ήταν σε πλεονεκτικότερη θέση από άποψη δικαίου. ∆εν υπόκειντο σε δήµευση, κατάσχεση. Επίσης δεν παρείχαν µεγάλη ευχέρεια υπερεκµετάλλευσης των φορολογικών προσόδων τους από τους εκµισθωτές των φόρων, όπως συνέβαινε στη περίπτωση των δηµοσίων γαιών. Βλέπε: Ν. Ι. Πανταζόπουλος, Κοινοτικός βίος εις την Θετταλοµαγνησίαν επί τουρκοκρατίας, Θεσσαλονίκη 1967, σ.18-20 45
13 πλήρη κυριότητα της γης, αλλά το δικαίωµα χρήσης της. Από τα ίδια έγγραφα όµως, φαίνεται ότι αυτό περιοριζόταν µόνο στην αρόσιµη γη, ενώ τα αµπέλια, οι κήποι και τα οικήµατα ήταν στην πλήρη ιδιοκτησία των κατοίκων. Επίσης φαίνεται ότι πολύ γρήγορα οι Οθωµανοί περιόρισαν τα προνόµια του νησιού, µε το διορισµό Τούρκων αξιωµατούχων στο νησί.50 Ενώ ο επίτροπος του κληροδοτήµατος, ο εκάστοτε Σε?χ- ουλ Ισλάµ51, έπαιρνε κάθε χρόνο για όφελος του τεµένους, τα δικαιώµατα επικαρπίας των αρόσιµων γαιών, την δεκάτη, τους τελωνιακούς δασµούς, καθώς και διάφορα έκτακτα «δοσίµατα» τα οποία έπρεπε να τα συγκεντρώνουν οι πρόκριτοι. Η τοπική Οθωµανική διοίκηση επέβλεπε την όλη διαδικασία. Το κοινοτικό σύστηµα δηλαδή, υποτάχτηκε ουσιαστικά στους Τούρκους αξιωµατούχους. Αργότερα µε την εγκατάσταση αρχιεπισκόπου στο νησί, ο οποίος είχε εκτεταµένη δικαστική δικαιοδοσία για τις διαφορές µεταξύ των χριστιανών, το διοικητικό σύστηµα της Σάµου παγιώθηκε έχοντας ως άξονες τους Τούρκους αξιωµατούχους, τους προεστούς και την Εκκλησία. Οι πρόκριτοι όµως, έχοντας ως κύρια δικαιοδοσία την κατανοµή της φορολογίας , κατάφεραν µε τον συγχρωτισµό τους µε την οθωµανική επικυριαρχία και την δόλια εκµετάλλευση των φορολογικών προσόδων να γίνουν οικονοµικά κυρίαρχη τάξη στο νησί και να µετατρέψουν το σύστηµα αυτοδιοίκησης σε ολιγαρχικό.52 Σε αυτή την πραγµατικότητα θα βασιστεί το κίνηµα των Καρµανιόλων, για να διεκδικήσει την αλλαγή του κοινωνικού status του νησιού προβάλλοντας το ουσιαστικό αίτηµα της διάσωσης των αρχαίων προνοµίων.53 Με βάση και τα παραπάνω η οικονοµία του νησιού κινήθηκε µε κυρίαρχο άξονα τη γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή, µε τις καλλιέργειες οικογενειακής βάσης και τη µικρή έγγειο ιδιοκτησία, έστω µε τον περιορισµό της επικαρπίας του βακουφιού. Το ερώτηµα είναι γιατί δηµιουργήθηκαν οι µεγάλες κοινωνικές αντιθέσεις που εξέθρεψαν το παραπάνω κίνηµα, όταν είναι γνωστό ότι κίνητρο του εποικισµού ήταν η κατάληψη καλλιεργήσιµης γης, γεγονός που λογικά θα είχε ως αποτέλεσµα την οικονοµική ισορροπία µε βάση τις µικρές οικογενειακές καλλιέργειες. Η κατάληψη της γης ήταν βέβαια ανισοµερής. Οι έποικοι ήρθαν στη Σάµο κατά κύµατα, µε αποτέλεσµα οι πρώτοι να καταλάβουν τις περισσότερες και πιο εύφορες γαίες, ενώ όσο προχωρούσε ο εποικισµός, η καλλιεργήσιµη γη λιγόστευε και οι νεοφερµένοι ωθούνταν στα ορεινά και άγονα µέρη. Τέλος η ύπαρξη ακτηµόνων δικαιολογείται µε την ύπαρξη σχετικά µεγάλων γαιοκτησιών54, όπως αυτή του Νικόλα Σαρακίνη που δωρίθηκε στο µοναστήρι της Πάτµου55. Η λογική αυτή εξήγηση πρέπει να συνδυαστεί όµως µε την ακόλουθη που ανταποκρίνεται στα δεδοµένα της ιστοριογραφίας και αντανακλά την διαµόρφωση του τοπικού συστήµατος εξουσίας. Οι πρόκριτοι δηλαδή, είχαν την ευχέρεια, µε την σύµπραξη των Οθωµανών αξιωµατούχων, να απαλλοτριώνουν προς όφελός τους εκτάσεις που για διάφορους λόγους, όπως π.χ. τη µη ύπαρξη αρρένων κληρονόµων, έφευγαν από την κυριότητα των άλλων καλλιεργητών. Από την άλλη όντας συλλέκτες της φορολογίας και διαχειριστές του ταµείου του «κοινού», πέρα από την όποια διαρπαγή των δηµόσιων χρηµάτων, µπορούσαν να δανείζουν χρήµατα 50
Σοφία Λα?ου, οθωµανικά έγγραφα που αφορούν την Ιστορία της Σάµου 1581-1648, Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Α’,σ.195-205 51 Τούρκος ανώτατος θρησκευτικός αξιωµατούχος 52 Μ. Παΐζη- Αποστολοπούλου, Εκκλησιαστικές πηγές για τη Σάµο του 16ου αι., Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Α’, σ. 200-219 Βλέπε και Σοφία Λα?ου, όπ. π. και Ε. Σταµατιάδη, όπ. π, σ.22-30 53 Λογοθέτη Λυκούργου, Τα εν Σάµω συµβάντα κατά τον υπέρ Ελευθερίας Ελληνικού αγώνα (Σχόλια από τον Αλ. Λυκούργο, παρουσίαση Μ. Βουρλιώτη), Σαµιακή Επιθεώρηση (Θ΄35/36), Ιαν.1988, σ.121: «εξωσθείς ... δια τους υπέρ αυτής( Σ.Σ. Σάµου) ενεργήσας να αποκτήσει η νήσος τα αρχαία αυτής προνόµια.» (σηµείωση αντιγραφέα Αλέξανδρου Λυκούργου) . 54 Σ.Γ. Καραθανάσης, Παγώνδας το αρχοντοχώρι της Σάµου, Σάµος χ. χ. εκδ. σ 14. 55 Μ.Γ. Βαρβούνης, Η συµβολή των λαογραφικών δεδοµένων στη διερεύνηση του προβλήµατος της ερηµώσεως της Σάµου, Πρακτικά Ι∆΄ Πανελλήνιου Ιστορικού Συνεδρίου, Θεσσαλονίκη 1994 (ανάτυπο) , σ.161. Γύρω από την περιοχή που βρίσκεται το κτήµα του µοναστηριού της Πάτµου εγκαταστάθηκαν αρκετοί Πάτµιοι. Όπως είναι γνωστό το µοναστήρι χρησιµοποιούσε για την εκµετάλλευση των γαιών του στη Πάτµο οικογένειες ακτηµόνων καλλιεργητών και βοσκών εξαρτηµένων από αυτό. Λογικό είναι να ήρθαν αρκετοί- κάτω από το ίδιο καθεστώς -στην εύφορη Σάµο.
14 στους καλλιεργητές, οι οποίοι µη µπορώντας να αντέξουν την αποπληρωµή των δανείων χρεοκοπούσαν και έτσι οι προεστοί συγκέντρωναν στα χέρια τους µεγάλες καλλιεργήσιµες γαίες. Η όλο και µεγαλύτερη µε το χρόνο φορολογική επιβάρυνση των αγροτών, οδηγούσε περισσότερους στο δανεισµό και την ενδεχόµενη πτώχευση.56 Φαίνεται ότι η παραδοσιακή τάξη των προεστών, µέχρι και τις παραµονές της επανάστασης του 1821, συνέχιζε να αντιµετωπίζει την αύξηση της φορολογίας ως τρόπο πλουτισµού, αφού αναγκάζεται ο αρχιεπίσκοπος Σάµου Κύριλλος να χρησιµοποιήσει τις γνωριµίες του στην Κωνσταντινούπολη, για να περιορίσει τις καταχρήσεις εις βάρος του ποιµνίου του.57 Οι Σαµιώτες µάλλον µέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα δεν ασχολήθηκαν σοβαρά µε το εµπόριο και την θάλασσα, ενώ οι κοινωνικές και οικονοµικές συνθήκες από µια άποψη πρέπει να παρέµεναν στάσιµες, αφού δεν παρατηρείται σοβαρή εµποροναυτική δραστηριότητα, όπως συµβαίνει σε άλλα νησιά του Αιγαίου.58 Μια σηµαντική παρατήρηση όµως που µπορεί να γίνει εδώ, έχει σχέση µε τον εποικισµό. Κατ’ αρχήν το ίδιο το γεγονός του εποικισµού θα µπορούσε να χαρακτηριστεί ως καινοτόµος µετανάστευση.59 ∆ιότι το κίνητρο των εποίκων ήταν η αλλαγή των συνθηκών της ζωής τους και µέχρι ενός σηµείου αυτό έγινε πραγµατικότητα: α. Αρκετοί έποικοι κατέλαβαν αρχικά αξιόλογη καλλιεργήσιµη γη. Μια υπόθεση που µπορεί να γίνει, είναι, ότι οι περισσότεροι έποικοι ήταν ακτήµονες ή γενικότερα φτωχοί άνθρωποι για να δικαιολογηθεί η ριψοκίνδυνη φυγή τους από τις εστίες τους, αφού πέρα από τις όποιες υποσχέσεις της Οθωµανικής εξουσίας, δεν γνώριζαν ακριβώς τι θα συναντήσουν. Ας σηµειωθεί ότι κατέφτασαν έποικοι έξω από το πλαίσιο της άµεσης γειτονίας για τα µέτρα της εποχής εκείνης, όπως π.χ. από την Πελοπόννησο και τη Ρούµελη. β. Οι έποικοι βρέθηκαν σε ένα χώρο, στον οποίο δεν υπήρχαν αρχικά παγιωµένες δοµές. Έπρεπε να µπορέσουν να αυτοδιοικηθούν, να µοιράσουν µεταξύ τους τη γη, να λειτουργήσουν το καθεστώς των προνοµίων. Αργότερα θα χρειαζόταν να το προστατέψουν, από την αυξανόµενη επέµβαση των Τούρκων. Οπωσδήποτε θα απαιτήθηκε κάποιος χρόνος µέχρι να παγιωθούν οι συγκεκριµένες οικογένειες που νέµονταν τα οφέλη από το δηµογεροντικό σύστηµα60. γ. Οι νέοι κάτοικοι του νησιού έπρεπε να δοκιµάσουν νέες καλλιέργειες, ή να πειραµατιστούν µε τις παραδοσιακές των τόπων καταγωγής τους σε ένα νέο φυσικό περιβάλλον. Συγχρωτίστηκαν µε γείτονες οι οποίοι προέρχονταν από τελείως διαφορετικά µέρη του ελληνόφωνου χώρου, επέδρασαν ο ένας στο άλλο και στο τέλος δηµιούργησαν σε γενικές γραµµές ένα ενιαίο πολιτισµό. δ. Οπωσδήποτε τα προνόµια και ιδιαίτερα η απουσία Οθωµανικών πληθυσµών από το νησί παρά την προϊούσα καταπίεση των προκρίτων, έδιναν µια αίσθηση υπεροχής σε σχέση µε τους άλλους ελληνόφωνους πληθυσµούς61. 56 Α. Σεβαστάκης, Επιδράσεις στα Σαµιακά πράγµατα της Γαλλικής επανάστασης, της Φιλικής εταιρίας και του συντάγµατος του Ρήγα, Σύγχρονα θέµατα (ανάτυπο), 1965, χωρίς αριθµό σελίδων. Ο Επ. Σταµατιάδης έχει διασώσει τις αναφορές των εξεγερµένων το 1808 κατοίκων του νησιού προς τον Πασά του Τούρκικου στόλου, στον οποίο άνηκε διοικητικά η Σάµος. Από αυτές φαίνεται ότι η τοπική Οθωµανική διοίκηση και οι κοτζαµπάσηδες που συνεργαζόταν µ’ αυτή, δεν έπαιρναν τις οφειλές των καλλιεργητών προς την πύλη µε την µορφή αγροτικών προϊόντων, αλλά ζητούσαν χρήµατα οδηγώντας έτσι µε µαθηµατική ακρίβεια τους µικροκαλλιεργητές στην πτώχευση. Από τις ίδιες επιστολές φαίνεται ότι η κατάσταση βαθύτατης ένδειας του πληθυσµού είχε επηρεάσει αρνητικά το εµπόριο. (Α. Σεβαστάκης, Το «Στρατοπολιτικόν Σύστηµα» Σάµου και η Κεντρική Ελληνική η διοίκηση, Σαµιακές Μελέτες τ. 1, σ.104 και Επ. Σταµατιάδης, Σαµιακά τόµος Β’ - 2 έκδοση, σ. 7882) 57 Ευαγγ. Ι. Ζαφείρη, Κύριλλος ο θρυλικός δεσπότης της Σάµου κατά την επανάσταση, Σαµιακή Επιθεώρηση (Η΄31/32)- Απρ.1985, σ.138-139 58 Β. ∆ηµητριάδης η σχολή του Καρλοβάσου και ο πρώτος σχολάρχης Ιάκωβος Σφίγγας. Ο Γ. Κλεάνθης και η εποχή του - Πρακτικά συνεδρίου, σ.165 59 ∆. Γ. Τσαούσης, Χρηστικό λεξικό κοινωνιολογίας,σ.126,182. 60 ου Βέβαια ο Ιωσήφ Γεωργειρήνης, ήδη τα τέλη του 17 αιώνα µας παρουσιάζει µια κατάσταση σε σχέση µε το δηµογεροντικό αξίωµα η οποία ανταποκρίνεται στα δεδοµένα της εποχής του κινήµατος των καρµανιόλων. 61 Β. ∆ηµητριάδης, όπ. π.
15 Όλα αυτά σηµατοδοτούν ένα εσωστρεφές ασφαλώς πολιτισµικό περιβάλλον, αλλά ταυτόχρονα δυναµικό. Βέβαια σε κάποια φάση περιορίστηκε η σηµασία των παραπάνω παραγόντων αφού «καταστάλαξαν» οι νοοτροπίες, οι συνήθειες και οι συµπεριφορές των κατοίκων, όµως δεν έπαψαν να είναι αυτοί που δηµιούργησαν το «κέλυφος» της προεπαναστατικής Σαµιακής κοινωνίας και του ιδιαίτερου πολιτισµού της. Το ότι η Σάµος συνολικά δεν ανοίχθηκε στη θάλασσα και το εµπόριο, δεν αναιρεί το γεγονός ότι υπήρξαν θύλακες µε έντονη εµποροναυτική δραστηριότητα, όπως π.χ. το Καρλόβασι, του οποίου οι κάτοικοι πολύ νωρίς, σύµφωνα µε ιστορικές µαρτυρίες, ασχολήθηκαν µε την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων του νησιού, αποκοµίζοντας καλό εισόδηµα παρά το γεγονός ότι δεν είχαν καλό φυσικό λιµάνι.62 Τα παραπάνω οδηγούν στις εξής σκέψεις: Περιοχές σαν το Καρλόβασι, χωρίς να έχουν τις κατάλληλες συνθήκες αναπτύσσουν το εµπόριο, επειδή οι έποικοι που εγκαταστάθηκαν εκεί προήλθαν από περιβάλλοντα µε σχετική εµπορική κίνηση.63 Οι έµποροι µεταφέροντας προϊόντα του τόπου (µοσχάτο κρασί και κρεµµύδια) έρχονται σε αναγκαστική επαφή µε τους αγροτικούς πληθυσµούς µεταφέροντας ειδήσεις, ιδέες και συµπεριφορές σ’ αυτούς. Το γεγονός ότι ευπορούν από αυτή την εργασία τους, είναι ένα κίνητρο και για ριψοκίνδυνα άτοµα που προέρχονται από άλλα περιβάλλοντα να ασχοληθούν µε το εµπόριο και έτσι αυτή η καινοτοµία εισάγεται µέσα στον παραδοσιακό ιστό των άλλων κοινοτήτων. Οι πτωχεύσεις των µικρών αγροτικών νοικοκυριών ενισχύουν αυτή τη διαδικασία. Τούτο µάλιστα αντανακλάται στον παραδοσιακό προφορικό πολιτισµό, καθώς σε πολλά λαϊκά παραµύθια παρατηρούµε την αντίληψη ότι οι παρίες της κοινότητας πρέπει να αναζητήσουν την τύχη τους έξω από αυτή.64 Η συνθήκη του Κιουτσούκ- Καϊναρτζή έδωσε πολύ µεγάλη ώθηση στη ναυτιλία και το εµπόριο της Σάµου, καθώς τα αγροτικά προϊόντα της Σάµου, ιδιαίτερα το ονοµαστό µοσχάτο κρασί και οι σταφίδες, ξεπερνώντας το χώρο του Αιγαίου, εξάγονται τώρα σε πολλά λιµάνια της Μαύρης θάλασσας. Οι Σαµιώτες καραβοκύρηδες, όπως και πολλοί άλλοι αγαιοπελαγίτες, θα αποδειχτούν ιδιαίτερα ριψοκίνδυνοι «σπάζοντας» αποκλεισµούς ακτών στα πλαίσια των Ισπανογαλλικών πολέµων και πουλώντας πολύ ακριβά τα Σαµιώτικα κρασιά στα αποκλεισµένα παράλια. Οι ζώνες εµποροναυτικής δραστηριότητας εξαπλώθηκαν σε κάθε πλευρά του νησιού : Στο φυσικό λιµάνι του Βαθιού, στον όρµο Μαραθοκάµπου στο Ποτοκάκι του κάµπου της Χώρας, στον Πάλο Κουµε?κων και σε πολλούς άλλους όρµους. Εδώ υπάρχει ένας µικρόκοσµος, πέρα από τους ναυτικούς, που ανεξαρτητοποιήθηκε από τη γη: Καραβοµαραγκοί, µεσίτες, αγωγιάτες. 65 Στο τέλος του αιώνα οι ναυτικοί της Σάµου υπολογίζονταν -σύµφωνα µε µια προξενική έκθεση- στα 2000 άτοµα, αριθµός όχι ευκαταφρόνητος µε τα τότε πληθυσµιακά δεδοµένα.66 Το γεγονός ότι αρκετοί είναι σκορπισµένοι στους διάφορους ορµίσκους που χρησιµεύουν ως «σκάλες» για να φορτώνονται τα πλοία µε τα γεωργικά προϊόντα δηµιουργεί ακόµα ευνοϊκότερες συνθήκες για την επικοινωνία των νέων αυτών κοινωνικών οµάδων µε την παραδοσιακή αγροτική πλειοψηφία. Άλλο δίκτυο µεταφοράς πληροφοριών στο νησί είναι και οι λιανέµποροι. Οι έµποροι διατηρούν «µαγαζιά» στα λιµάνια και τα κεντρικά χωριά και από εκεί για να πουλήσουν το εµπόρευµα, ή το
62
Α. Σεβαστάκης, Ιστορικά Νέου Καρλοβάσου, Αθήνα 1995, σ.14: Αναφέρεται σε περιγραφή του Ιωσήφ Γεωργειρήνη 63 Αυτό στην συγκεκριµένη περίπτωση µπορεί να συσχετισθεί µε τους λεγόµενους «Χιοσάµιους». Βλέπε: Ν.Α .∆ηµητρίου, Μελέτες και άρθρα, 60-62,66. Επίσης Μ.Γ. Βαρβούνης Η συµβολή των λαογραφικών δεδοµένων στη διερεύνηση του προβλήµατος της ερηµώσεως της Σάµου, Πρακτικά Ι∆΄ Πανελλήνιου Ιστορικού Συνεδρίου, Θεσσαλονίκη 1994 (ανάτυπο) , σ. 160-161 64 Ε. Σταµατιάδη, 2η µεταγλωττισµένη έκδοση (µεταγλ. Ν. Μύτικας) τ.5, Αθήνα 1966, σ. 475-478. Περισσότερα στοιχεία για την αντανάκλαση των κοινωνικών καταστάσεων στα λαϊκά παραµύθια στην σελ. της παρούσας εργασίας. 65 Α. Σεβαστάκη, Το κίνηµα των Καρµανιόλων (µε ανέκδοτα έγγραφα), Αθήνα 1996, σ 19 66 Μ. Βουρλιώτης, Οι Καρµανιόλοι και το Βιβλίο, Αθήνα 1990, σ. 10-11
16 περιφέρουν οι ίδιοι στα πανηγύρια των χωριών όπου συγκεντρώνεται ο κόσµος, ή το µεταπουλούν σε άλλους λιανέµπορους.67 Άλλη µία σηµαντική οµάδα οι τεχνίτες συγκεντρώνονται σε πέντε οικισµούς: Βαθύ, Καρλόβασι, Μαραθόκαµπος, Χώρα, Μυτιληνιοί. Υπήρχαν γύρω στα χίλια εργαστήρια σε όλο το νησί , πράγµα που σηµαίνει ότι ήταν πολλαπλάσια τα άτοµα που απασχολούνταν σ’ αυτά, αν αναλογιστεί κανείς τις τεχνολογικές δυνατότητες εκείνης της εποχής.68 Παρόλα αυτά στη Σάµο δεν είχαν σχηµατιστεί ακόµα την εποχή αυτή πάρα πολύ µεγάλες περιουσίες. Όπως αναφέρει ο Επ. Σταµατιάδης εύπορος λογιζόταν αυτός που είχε περιουσία 200 γρόσια, ενώ όποιος είχε περιουσία 500 γροσίων ήταν δακτυλοδεικτούµενος.69 Αυτό µπορεί να φανερωθεί και µε την σύγκριση µε κατάστιχα των εξόδων του «κοινού» της ίδιας περιόδου, που µελέτησε και δηµοσίευσε ο Αλ. Σεβαστάκης.70 Η παιδεία µέχρι και λίγες δεκαετίες πριν την επανάσταση του 1821 είναι υποτυπώδης. Μόλις το 1757 βρίσκουµε το πρώτο οργανωµένο σχολείο στη Χώρα, µέχρι τότε κάποια στοιχειώδη γράµµατα ίσως παρέχονταν από κληρικούς. Η πρώτη προσπάθεια για σχολείο ισάξιο αυτών που ήδη υπήρχαν στα γειτονικά νησιά και στην απέναντι µικρασιατική ακτή (Χίος, Σµύρνη) ξεκίνησε από το Καρλόβασι από έναν καταγόµενο από τη Σάµο επίσκοπο, τον Τυρολόης Πορφύριο Ζαµπέτη. Το 1784 η σχολή γίνεται Πατριαρχικό σταυροπήγιο, συνδιοικούµενη από το «κοινό» της πόλης και τον αρχιερέα του νησιού. Η ίδρυση και η λειτουργία της σχολής είναι κατόρθωµα των Καρλοβασιτών, ο οποίοι µετά το θάνατο του Πορφύριου, συνέχισαν την προσπάθειά του, παρά τις υπέρογκες δαπάνες που έπρεπε να υποστούν, για τη λειτουργία της σχολής, σε σχέση µε τα εισοδήµατά τους. Καταδεικνύεται έτσι η σχέση του εµποροναυτικού κόσµου µε το αίτηµα των γραµµάτων, καθώς το Καρλόβασι ήταν -όπως επισηµάναµε παραπάνω- ο κυριότερος «θύλακας» του εµπορίου και της ναυτιλίας.. Η παιδεία που παρέχεται όµως σ’ αυτή τη σχολή δεν µπορεί να χαρακτηριστεί όµως «νεωτερική».71 Όλα τα παραπάνω στοιχεία µας οδηγούν στη σκέψη, ότι, παρά το δυναµισµό και την ισχύ τους οι καραβοκύρηδες και οι άλλες καινούργιες κοινωνικές οµάδες, δεν µεταβλήθηκαν σε µιαν «αριστοκρατία του χρήµατος», όπως συνέβη την ίδια εποχή στην εµπορικά αναπτυγµένη Σµύρνη,72 αλλά παρέµεναν σε άµεση σχέση µε τα υπόλοιπα κοινωνικά στρώµατα, ώστε να δέχονται, βέβαια, επιρροές απ’ αυτά, αλλά κυρίως να µπορούν να τους µεταβιβάζουν ιδέες και συµπεριφορές των «νέων χρόνων», καθώς η σχέση αυτή ευνοούσε τις νέες κοινωνικές δυνάµεις. Η φτώχεια των αγροτών και απόγνωση τους από την αδικία των προκρίτων, έκανε και τα πλέον συντηρητικά αγροτικά στρώµατα, να βλέπουν ως θετικό παράδειγµα, όσους είχαν καταφέρει να ξεφύγουν από το φαύλο κύκλο της εκµετάλλευσης. «Όχι σκλαβιά βασιλική, αµή απ’ τους δικούς µας, απ’ τους συµπατριώτας µας κι από τους προεστούς73 µας.»74, θα διαλαλήσει µέσα από τους στίχους του ο Αναγνώστης Σαλαµαλέκης, λαϊκός
67
Ζιζή Σαλίµπα, ο Μικρόκοσµος των καταστηµάτων στο Βαθύ (1828-1830), Η πόλη της Σάµου Πρακτικά συνεδρίου, σ. 316. Το άρθρο αναφέρεται σε πρακτικές της περιόδου της εθνεγερσίας. Πιστεύουµε όπως σηµειώνουµε και αλλού, ότι δεν διέφεραν ουσιαστικά από τα τελευταία χρόνια πριν την επανάσταση. 68 Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων, σ. 102-103. Το στοιχείο αυτό από την απογραφή του 1828, η οποία βέβαια έγινε τα χρόνια του εθνικού αγώνα, ανταποκρίνεται όµως στα δεδοµένα των τελευταίων χρόνων πριν την επανάσταση καθώς είναι αδύνατο να επέδειξαν οικονοµική και επαγγελµατική κινητικότητα οι κάτοικοι της Σάµου στα πλαίσια µια σκληρής πολεµικής αναµέτρησης. 69 Α. Σεβαστάκης, Ιστορικά Νέου Καρλοβάσου, σ.47-48. 70 Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων, σσ.143-276. Π. χ. ο ναύλος ενός καϊκιού κοστίζε 824 γρόσια. 71 Β. ∆ηµητριάδης, όπ π. σ.157-158, 160-162, 164-165. Φαίνεται ότι το αρχικό διδακτικό της πρόγραµµα ακολουθούσε το αντίστοιχο της σχολής της Πάτµου και της Πατριαρχικής σχολής στο Φανάρι. 72 Βλέπέ: Φ. Ηλιού, Κοινωνικοί αγώνες και διαφωτισµός. Η περίπτωση της Σµύρνης, 2η έκδοση, εκδόσεις «Μνήµων» 1986. 73 ∆ηµογέροντες, κοινοτικοί άρχοντες, πρόκριτοι
17 ποιητής που κατέγραψε, τα γεγονότα που ορίζουν αυτό που σήµερα αποκαλούµε «κίνηµα των Καρµανιόλων»75. Η διαµόρφωση µιας τέτοιας νοοτροπίας, η οποία θέλει τους Ρωµιούς προεστώτες των κοινοτήτων, καταπιεστές µαζί µε τους επικυρίαρχους Οθωµανούς, έχει να κάνει και µε την εξέλιξη του κοινοτικού συστήµατος σε ολιγαρχικό σε πολλά µέρη της Ελλάδας,76 ανάµεσα σ’ αυτά και η Σάµος. Το κοινοτικό σύστηµα στηρίχθηκε, όπως αναφέραµε ήδη σε παραχώρηση προνοµίων από την πλευρά της σουλτανικής ηγεσίας. Τα προνόµια αυτά, πέρα από τη δυνατότητα αυτοδιοίκησης του νησιού, προεκτεινόταν στην οργάνωση της οικονοµικής ζωής, τη κατοχύρωση των τοπικών ιδιωτικών εννόµων σχέσεων77. Ήταν διαρθρωµένο σε οµοσπονδιακή βάση: Τρεις «Μεγάλοι Προεστοί» ή επίτροποι του κοινού, εκλέγονται από σύνοδο αντιπροσώπων των χωριών και εγκαθίστανται στη Χώρα του νησιού σε δηµόσιο οίκηµα το οποίο χρησιµοποιούν και ως κατοικία. Έχουν στην υπηρεσία τους υπαλλήλους και ασχολούνται µε θέµατα που αφορούν όλο το νησί, κυρίως µε την κατανοµή των φόρων αναλογικά σε κάθε οικισµό και την συλλογή τους. Οι «Μικροί Προεστοί» είναι οι δηµογέροντες του κάθε οικισµού. Έχουν στην διάθεσή τους ένα κήρυκα τον «πρωτόγερο». Σε µεγαλύτερα χωριά υπάρχουν κι άλλοι υπάλληλοι, όπως ο «βαρδιάνος» (όργανο για την τάξη) στο Βαθύ. Οι προεστοί και οι υπάλληλοί τους παίρνουν ετήσιο µισθό.78 Όπως αποδεικνύεται πλέον και από το αρχειακό υλικό οι δηµογέροντες της Σάµου είχαν και εκτεταµένη δικαστική εξουσία, την οποία βέβαια ασκούσαν µε την συγκατάθεση του επικυρίαρχου Οθωµανού αγά. Η δικαστική αρµοδιότητα του κοινού επεκτεινόταν και στα ποινικά αδικήµατα ( εκτός ίσως από τον φόνο), τα οποία τιµωρούσαν µε βαριά πρόστιµα. Σε ελάχιστες βέβαια περιπτώσεις οι χριστιανοί κατέφευγαν στην οθωµανική δικαιοσύνη, όπως είχαν δικαίωµα. Το «κοινό» όµως, µάλλον ασκούσε πίεση στα θύµατα, ή τους συγγενείς τους ώστε να µη καταφύγουν σ’ αυτή. Σε µια περίπτωση-από τις ελάχιστες- ανθρωποκτονίας κατά τη περίοδο 18051812, οι πρόκριτοι του νησιού επιβάλουν πρόστιµο σε συγγενή θύµατος που προκάλεσε την επέµβαση της Οθωµανικής δικαιοσύνης79 Πρέπει να σηµειωθεί ότι αρχικά οι Οθωµανοί επικυρίαρχοι δεν είχαν επιτρέψει στην Εκκλησία, δικαστικό θεσµό αναγνώρισαν για τη περιοχή των ιδιωτικών εννόµων σχέσεων µεταξύ των χριστιανών, το δικαίωµα να δικάζει και τις αξιόποινες πράξεις που διέπρατταν αυτοί µεταξύ τους. Όµως από τον 17ο αιώνα και µετά, ο θεσµός της κοινοτικής αυτοδιοίκησης επέκτεινε τη δικαιοδοσία του και στο χώρο της απονοµής της ποινικής δικαιοσύνης, γεγονός που ανέχτηκε ο κατακτητής. Η εξέλιξη αυτή δείχνει τη δύναµη του κοινοτικού θεσµού, ειδικότερα µάλιστα στο χώρο του Αιγαίου, από όπου έχουν διασωθεί οι περισσότερες σχετικές έγγραφες πηγές. Οι Οθωµανοί διατήρησαν για τον εαυτό τους την εκδίκαση του εγκλήµατος της ανθρωποκτονίας. Όµως και σε αυτή την περίπτωση, καθώς οι Οθωµανικές δικαστικές αρχές δεν κινούνταν αυτεπάγγελτα κατά των φονέων, οι δηµογέροντες προσπαθούσαν να αντιµετωπιστεί το έγκληµα στα πλαίσια του «κοινού» µε χρηµατική αποζηµίωση των συγγενών του θύµατος από τον δράστη.80 Η εκκλησιαστική αρχή άργησε να έρθει στη Σάµο (1623) και βρήκε ήδη διαµορφωµένο το κοινοτικό σύστηµα . Μέχρι τότε τις θρησκευτικές ανάγκες των κατοίκων, νέων και παλιών, εξυπηρετούσαν κυρίως µοναχοί. Κοινοβιακός µοναχισµός υπήρχε στο νησί και κατά την περίοδο της υποτιθέµενης ερήµωσης.81Με την διαµόρφωση του Εκκλησιαστικού συστήµατος, αρχικά ως 74
Αναγνώστη Σαλαµαλέκη, από ένα λαϊκό στιχούργηµα του 1812-(Αποσπάσµατα), Σαµιακή Επιθεώρηση τ. Ι(37-38) Αθήνα , Ιαν 1989, σ.3-4 75 Μ . Σίµος, Γεωργίου αναγνώστη Σαλαµαλέκη «Ιστορική διήγησις», Σαµιακή Επιθεώρηση τ. Ι(3940) Αθήνα , ∆εκ. 1990. 76 Βλέπέ: Φ. Ηλιού, όπ. .π. και Ι.Σ. Πέτρου, Εκκλησία και Πολιτική, Θεσσαλονίκη 1992, σ.101-102. 77 Α. Σεβαστάκης, ∆ίκαιο και δικαστική εξουσία στη Σάµο 1550-1912, Αθήνα 1986, σ. 14 78 Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων , σ.72-73 79 αυτόθι, σ. 90-92 80 Ιστορία του Ελληνικού έθνους «Εκδοτικής Αθηνών», τόµος ΙΑ΄. Το δίκαιο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, σ.111-113 81 Μ. Βουρλιώτης, Συµβολή στην έρευνα για την ερήµωση της Σάµου, Σαµιακή επιθεώρηση(Ζ/25) Απρ. 1980, σ.160 κ. εξ.
18 πατριαρχικό σταυροπήγιο µε επικεφαλής έξαρχο και αργότερα ως αρχιεπισκοπή, η Εκκλησία έγινε γρήγορα πηγή ισχύος. Ο αρχιεπίσκοπος Σάµου είχε την δικαστική δικαιοδοσία για τις διαφορές των Χριστιανών. Κυρίαρχος χώρος εφαρµογής της εκκλησιαστικής δικαστικής δικαιοδοσίας ήταν το οικογενειακό δίκαιο, µε το οποίο βέβαια επιδικαζόταν διαφορές, οι οποίες είχαν και οικονοµικές συνέπειες: π.χ. διαζύγια, προίκες και κληρονοµικά δικαιώµατα. Γι αυτή την δικαιοδοσία του, ο αρχιεπίσκοπος ήταν εφοδιασµένος µε σουλτανικό µπεράτι 82, το οποίο απαγόρευε την επέµβαση των Τουρκικών αρχών. Υποστηρίζεται ότι η απαγόρευση αυτή επεκτεινόταν και στους τοπικούς προκρίτους, αφού ήταν οι απαγορευτικές ρήτρες ήταν διατυπωµένες γενικευτικά.83 Την επικράτηση του εκκλησιαστικού δικαστικού συστήµατος, ευνόησε το γεγονός ότι το γραπτό Βυζαντινό δίκαιο (η «Εξάβιβλος») , στο οποίο στηριζόταν η εκκλησιαστική κρίση, ήταν το κοινό δίκαιο όλων των εποικιστών της Σάµου, ενώ ίσως οι τοπικές συνήθειες να ήταν ακόµα στη φάση της διαµόρφωσής τους.84 Η «Εξάβιβλος», νοµική σύνθεση του Κωνσταντίνου Αρµενόπουλου, «κριτή» Θεσσαλονίκης (14ος αιώνας), χρησιµοποιήθηκε κυρίως µε τις παραφράσεις85 της στην απλή γλώσσα. Πρέπει να σηµειωθεί ότι τα εκκλησιαστικά δικαστήρια ερµήνευαν µε µεγάλη ευελιξία τις διατάξεις του βυζαντινού δικαίου µε σκοπό οι αποφάσεις τους να είναι αποδεκτές και εφαρµοστέες από τις τοπικές κοινωνίες, καθώς πάντα υπήρχε ο κίνδυνος να εφεσιβληθούν αυτές στα Οθωµανικά δικαστήρια. Από την άλλη βέβαια χρησιµοποιούσαν την απειλή του αφορισµού86, η οποία είχε µεγάλη επίδραση στους χριστιανικούς πληθυσµούς της Οθωµανικής αυτοκρατορίας, για να είναι εφαρµοστέες οι αποφάσεις τους.87 Τα όρια ανάµεσα στη δικαστική εξουσία των δύο αρχών (εκκλησιαστική και κοινοτική) ήταν συγκεχυµένα. Είναι γνωστό ότι οι φορείς του κοινοτικού συστήµατος, σε άλλα νησιά κινήθηκαν προς τον περιορισµό αυτής της δικαστικής δικαιοδοσίας της Εκκλησίας.88 Στην περίπτωση της Σάµου, τέτοια προσπάθεια µαρτυρείται, σύµφωνα µε την µέχρι σήµερα έρευνα, σε ύστερη φάση.89 Όµως αναφέρονται περιπτώσεις στις οποίες λαϊκά δικαστήρια ασχολήθηκαν µε καθαρά εκκλησιαστικά θέµατα, όπως π.χ. ηθικά παραπτώµατα κληρικών, χωρίς να υπάρχει καταγεγραµµένη αντίδραση από την πλευρά της Εκκλησίας.90 Η παρουσία της Οθωµανικής εξουσίας ήταν ισχνή. Υπήρχαν ελάχιστοι αξιωµατούχοι (Αγάς, Καδής91, Ναΐπης92 και Σούµπασης93) και µερικά εκτελεστικά όργανα. 94 Άλλοι Τούρκοι δεν φαίνεται να υπάρχουν. Φαίνεται ότι το προνόµιο το σχετικό µε την µη εγκατάσταση Τούρκων, διατηρήθηκε.95 82
διάταγµα Α. Σεβαστάκης, ∆ίκαιο και δικαστική εξουσία στη Σάµο 1550-1912, Αθήνα 1986, σ. 14,16 84 Α. Σεβαστάκης, όπ. π., σ. 16 85 Οι παραφράσεις της «Εξαβίβλου» περιείχαν στην ουσία επιρροές από το εθιµικό δίκαιο των που ίσχυε σε κάθε περιοχή. Η εκκλησία ήταν αντίθετη σ’ αυτή την εξέλιξη γι’ αυτό θέλησε να αποκαθάρει το επίσηµο βυζαντινό δίκαιο από τις λαϊκογενείς τροποποιήσεις. Έτσι ευνόησε την «αποκαθαρµένη»µετάφραση της από τον Αλέξιο Σπανό που εκδόθηκε το 1744. Κι αυτή όµως η έκδοση, σε ορισµένα σηµεία της, διέστρεψε το νόηµα του αρχικού κειµένου, µε αποτέλεσµα να χάνεται η δυνατότητα εξώδικης επίλυσης των ιδιωτικών διαφορών. Η εξώδικη διαιτητική δράση, ήταν ο κατ’ εξοχήν χώρος εφαρµογής του λαϊκού εθιµικού δικαίου στα πλαίσια των κοινοτήτων. Βλέπε: Ν.Πανταζόπουλος, Η δικαιοδοτική πολιτική κατά την επανάσταση και κατά την καποδιστριακή περίοδο, Θεσσαλονίκη 1978,σ.17-19 και του ιδίου, Από της «λογίας» παραδόσεως στον Αστικό κώδικα, Αθήνα 1947, σ.95-103. 86 σελ. 78 της παρούσας εργασίας 87 Ιστορία του Ελληνικού έθνους «Εκδοτικής Αθηνών», τόµος ΙΑ΄. Το δίκαιο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, σ. 110-117 88 Ι.Σ. Πέτρου, Εκκλησία και Πολιτική, σ.50, 102 89 Α. Σεβαστάκης, όπ. π., σ.38 90 Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων , σ.96 91 Οθωµανός ιεροδικαστής 92 Οθωµανός ιεροδικαστής κατώτερος από τον Καδή. 93 αρχιαστυνόµος 94 Α. Σεβαστάκης, ∆ίκαιο και δικαστική εξουσία στη Σάµο 1550-1912, σ. 15. Του ιδίου, Το κίνηµα των Καρµανιόλων , σ.73 95 Επ. Σταµιατιάδη, Σαµιακά- 2η µεταγλωττισµένη έκδοση (µεταγλ. Ν. Μύτικας) τ.2, Αθήνα 1965, σ.98 83
19 Επίσης φαίνεται ότι σε εξαιρετικές περιπτώσεις οι πρόκριτοι είχαν την δυνατότητα να ζητούν την αντικατάσταση των Οθωµανών διοικητών και να το πετυχαίνουν.96 Ο υψηλότερος όµως θεσµός στην συνείδηση του πληθυσµού, ήταν η σύνοδος των αντιπροσώπων των χωριών η οποία στις αρχές κάθε Μάρτη συνεδρίαζε στη Χώρα. Είχε πρώτα από όλα ελεγκτικό ρόλο: Οι αντιπρόσωποι έπρεπε να ελέγξουν τους λογαριασµούς των «Μεγάλων Προεστών» για την αποφυγή καταχρήσεων. Έπειτα αποφάσιζαν πως θα κατανείµουν τον κεφαλικό φόρο και για άλλα θέµατα που απασχολούσαν γενικότερα τον τόπο. Οι συνεδριάσεις της συνόδου ήταν δηµόσιες και σε καθοριστικές στιγµές, πλήθη ανθρώπων µαζευόταν στη Χώρα για να προασπίσουν τα «δίκαια» του νησιού. Στη συνείδηση των κατοίκων του νησιού παρέµενε ο προνοµιακός θεσµός, ο οποίος αποτελούσε «ανάχωµα» απέναντι στη πλήρη µετατροπή του κοινοτικού συστήµατος σε ολιγαρχικό. Για τον λόγο αυτό, παρόλο που οι Οθωµανοί αξιωµατούχοι, αλλά και ορισµένοι πρόκριτοι θέλησαν να τον αχρηστεύσουν, δεν τα κατάφεραν . 97
96 97
Α. Σεβαστάκης, Ιστορικά Νέου Καρλοβάσου,σ.61 Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων , σ.30,47,73
20
2. Το κίνηµα των Καρµανιόλων ορόσηµο για την είσοδο στη «νεωτερική εποχή» Όπως είπαµε στη Σάµο, η αντίδραση ενάντια στο κατεστηµένο των προεστών εκφράστηκε καθαρά µε προσπάθεια ανατροπής τους από την εξουσία. Προσπάθεια που πέτυχε δυο φορές, την πρώτη προς το τέλος της Τουρκοκρατίας και τη δεύτερη κατά την επανάσταση του 1821. Ως γνωστό καθ’ όλη την διάρκεια της Τουρκοκρατίας είχαµε διάφορα κινήµατα µε κοινωνικό περιεχόµενο, όπως π.χ. του ∆ιονυσίου µητροπολίτη Λαρίσης - Τρίκης, του «Φιλόσοφου» ή «Σκυλόσοφου», στο χώρο της Ηπειρωτικής Ελλάδας.98 Απ’ την άλλη είναι γεγονός ότι σε φιλελεύθερα στοιχεία βασιζόταν ο αρχικός πυρήνας του εθνικού ξεσηκωµού, πράγµα το οποίο εκφράστηκε και στις αποφάσεις των πρώτων εθνοσυνελεύσεων.99 Σίγουρα η κοινωνική δυναµική που εκφράστηκε στη Σάµο δεν ήταν διαφορετική στην ουσία της από εκείνη που εµφανίστηκε σε άλλα µέρη της Ελλάδας, όµως οι τοπικές ιδιαιτερότητες, µε κυριότερη την ισχνή παρουσία του Οθωµανικού παράγοντα, επέτρεψαν να φανούν εντονότερα οι κοινωνικοί και ιδεολογικοί ανταγωνισµοί. Το όνοµα «Καρµανιόλοι», ήταν ήδη σε χρήση στα Επτάνησα και µάλλον το έφεραν στη Σάµο Επτανήσιοι έµποροι και ναυτικοί, οι οποίοι προς το τέλος του 18ου αιώνα σχηµατίζουν αξιόλογη παροικία στη Σάµο. Οι περισσότεροι µάλλον συµπαθούσαν τους Καρµανιόλους και εµφανίζουν την ίδια νοοτροπία µ’ αυτούς σχετικά µε την ανάπτυξη των γραµµάτων.100 Σύµφωνα µε τις πηγές αυτό που έδωσε το όνοµα «Καρµανιόλοι» στη ριζοσπαστική αυτή ο οµάδα, ήταν «ο χορός της καρµανιόλας», τον οποίο χόρευαν και οι εξεγερµένοι Γάλλοι κατά την λεγόµενη περίοδο της «τροµοκρατίας». Κάποιοι Σαµιώτες ναυτικοί, συνεπαρµένοι από την ιδέα της επανάστασης τον δίδαξαν στη φτωχολογιά του νησιού και από τότε έγινε σύµβολο της ρήξης των περισσότερων κατοίκων του νησιού µε τους παραδοσιακούς δηµογέροντες.101 Οι ηγέτες των Καρµανιόλων, πέρα από τον αρχηγό Λυκούργο Λογοθέτη (Γεώργιο Παπλωµατά), είναι έµποροι και καραβοκύρηδες µικρής εµβέλειας που µένουν µόνιµα στο νησί και αναδεικνύονται µέσα από τη σκληρή αντιπαράθεση µε τους παλαιούς προεστούς. Σ’ αυτή την οµάδα ανήκουν ακόµα και ευκατάστατοι κτηµατίες όπως ο Χριστόδουλος Καψάλης από τον Παγώνδα, οι οποίοι, ενώ άνηκαν 98
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών τόµος Ι’ , σ. 98, 244, 252. 324-328 Γιώργος Αναστασιάδης, Από τον Ρήγα στον Αλ. Παπαναστασίου, Θεσσαλονίκη 1999, σ. 31-37: Ο Ι. Καποδίστριας και ο πολιτικοκοινωνικός πλουραλισµός της εποχής του. 106 Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ως ηγεµόνας της Ουγγροβλαχίας, προχώρησε 100 Μ. Βουρλιώτης, Οι Καρµανιόλοι και το βιβλίο (1800-1839), Αθήνα 1990, σ.10-13 101 η Επ. Σταµιατιάδη, Σαµιακά- 2 µεταγλωττισµένη έκδοση (µεταγλ. Ν. Μύτικας) τ.2, σ.77 102 Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων, σ51 , του ιδίου, Το «Στρατοπολιτικόν Σύστηµα» Σάµου και η Κεντρική Ελληνική διοίκηση, Σαµιακές Μελέτες τ. 1, σ.105 και Μ. Βουρλιώτης, όπ. π., σ.10- 15 103 η Φ. Ηλιού, Κοινωνικοί αγώνες και διαφωτισµός. Η περίπτωση της Σµύρνης, 2 έκδοση, εκδόσεις «Μνήµων» 1986, σ. 8-9. 104 Αυτόθι σ. 14. 105 Αυτόθι σ.15-19 106 Χρησιµοποίησε αρχικά ως επώνυµο το αξίωµα που έλαβε στις παραδουνάβιες ηγεµονίες και αργότερα ως όνοµα το ψευδώνυµο που είχε ως φιλικός. 99
21 στο περιβάλλον των «παλαιών προκρίτων»,αποσπάστηκαν από αυτό, αποδεχόµενοι το αίτηµα των ριζοσπαστών για ορθολογικότερο φορολογικό σύστηµα. Αργότερα αναδεικνύονται και οι µορφωµένοι νέοι, απόφοιτοι των σχολών Πάτµου, Σµύρνης, Κυδωνιών και Χίου. Κανένας τους δεν είχε κάνει σπουδές στη ∆ύση. Πρέπει να σηµειωθεί ότι όλοι αυτοί προσπαθούσαν να σπουδάσουν κάτω από πιο αντίξοες συνθήκες. Είναι σηµαντικό, ότι όλοι οι Σαµιώτες συνδροµητές σε νεοεκδιδόµενα βιβλία, από το 1814 που ανιχνεύονται σε καταλόγους εκδοτών, ανήκουν στο περιβάλλον των Καρµανιόλων ή στην Εκκλησία. Κανένας τους δεν προέρχεται από την παράταξη των «παλαιών προεστών».102 Πρέπει να σηµειωθεί, ότι τα χρόνια αυτά που οι νέοι της Σάµου φεύγουν από το νησί για να σπουδάσουν µε κυριότερο προορισµό τη Σµύρνη, κορυφώνεται ο ανταγωνισµός ανάµεσα στους οπαδούς και τους αντιπάλους του διαφωτισµού. Ειδικότερα στη πόλη αυτή, η οποία για τα δεδοµένα της εποχής ήταν ένα πολύ µεγάλο αστικό κέντρο, ο ανταγωνισµός είχε πάρει το χαρακτήρα ανοικτής σύγκρουσης ανάµεσα στις κοινωνικές οµάδες της πόλης. Το «Φιλολογικό Γυµνάσιο», το οποίο ήταν κάτω από τον έλεγχο της κοινότητας, αποτελούσε τον κυριότερο φορέα της διάδοσης των «νεωτερικών» ιδεών. Υπό τον έλεγχο της εκκλησίας ήταν η παλαιότερη «Ευαγγελική Σχολή».103 Στη Σµύρνη όµως η κοινωνική κατάσταση ήταν πολύ διαφορετική από ότι στη Σάµο: Υπάρχει µια τάξη πολύ πλούσιων εµπόρων, ασχολουµένων µε το διαµετακοµιστικό εµπόριο, η οποία ελέγχει ουσιαστικά τη κοινοτική εξουσία.104 Η τάξη αυτή αν και είναι ο πιο συνεπής φορέας των ιδεών του διαφωτισµού, δεν αποδέχεται την συµµετοχή νέων κοινωνικών στρωµάτων στην άσκηση της κοινοτικής εξουσίας. Η εµπορική ανάπτυξη είχε δηµιουργήσει «µικροαστικά» στρώµατα λιανέµπορων και τεχνητών που ζητούσαν συµµετοχή στη διοίκηση του «κοινού» της πόλης. Αυτές οι οµάδες είχαν διαµορφώσει µια συγκεχυµένη δηµοκρατικού τύπου ιδεολογία, η οποία φυσικά ήταν σε αντιπαράθεση µε την ιδεολογία των «µεγαλοαστών». 105 Οι νέοι από τη Σάµο που σπούδαζαν στη Σµύρνη, αλλά και οι έµποροι που ταξίδευαν εκεί πρέπει λογικά να επηρεάστηκαν και από την ιδεολογική διαµάχη που σηµατοδοτεί ο ανταγωνισµός των σχολών, αλλά και από τις κοινωνικές συγκρούσεις. Στην ιδιαίτερη τους πατρίδα βέβαια τα πράγµατα ήταν διαφορετικά. Ο εµποροναυτικός κόσµος, που δεν είχε αυτονοµηθεί ακόµα οικονοµικά και κοινωνικά, είναι η ραχοκοκαλιά ενός κινήµατος ενάντια στους παραδοσιακούς δηµογέροντες, οι οποίοι είχαν συγκεντρώσει µεγάλη γαιοκτησία στα χέρια τους και από κει αντλούσαν τη δύναµή τους. Το κίνηµα αυτό, καταρχήν σχηµατικά και όπως παρουσιάζουµε παρακάτω και ουσιαστικά, ταυτίζεται µε το κυρίαρχο αποτέλεσµα της πολιτικοκοινωνικής νεωτερικότητας, δηλαδή τη Γαλλική επανάσταση. Ο αρχηγός των Καρµανιόλων Γεώργιος Παπλωµατάς (Γεώργιος Λογοθέτης, Λογοθέτης Λυκούργος)106 ήταν άνθρωπος που είχε δουλέψει για τους Φαναριώτες στις παραδουνάβιες ηγεµονίες, φτάνοντας µέχρι το υψηλό αξίωµα του Λογοθέτη. Όπως, όµως, φαίνεται, είχε γνωρίσει καλά τις ιδέες του Ρήγα, καθώς ξεκίνησε την σταδιοδροµία του από το περιβάλλον του Αλέξανδρου Υψηλάντη107, στο οποίο και ο µεγάλος Έλληνας είχε βρει προστασία. Η γνωριµία του Λυκούργου Λογοθέτη µε τα
103
η
Φ. Ηλιού, Κοινωνικοί αγώνες και διαφωτισµός. Η περίπτωση της Σµύρνης, 2 έκδοση, εκδόσεις «Μνήµων» 1986, σ. 8-9. 104 Αυτόθι σ. 14. 105 Αυτόθι σ.15-19
106
Χρησιµοποίησε αρχικά ως επώνυµο το αξίωµα που έλαβε στις παραδουνάβιες ηγεµονίες και αργότερα ως όνοµα το ψευδώνυµο που είχε ως φιλικός. 107 Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ως ηγεµόνας της Ουγγροβλαχίας, προχώρησε στην σύνταξη νοµικού κώδικα µε βάση κυρίως τις βυζαντινές πηγές αλλά και το εγχώριο της περιοχής δίκαιο, λίγα χρόνια πριν την εκεί άφιξη του Λυκούργου (1780). Βλέπε: Ιστορία του Ελληνικού έθνους «Εκδοτικής Αθηνών», τόµος ΙΑ΄. Το δίκαιο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, σ.117
22 κείµενα του Ρήγα φαίνεται εξάλλου και από τα κείµενα των τοπικών πολιτευµάτων της Σάµου,108 των οποίων υπήρξε ο κυριότερος συντάκτης. Κατά την διετή εξορία του στο Άγιο Όρος, κατάφερε να δηµιουργήσει φιλίες µε τους συντηρητικούς µοναχούς και να γίνει στο τέλος «γραµµατέας του κοινού». Έτσι ο Λογοθέτης γίνεται ο άνθρωπος που γνωρίζει και εξοικειώνεται µε όλες τις αντιφατικές νοοτροπίες της προεπαναστατικής κοινωνίας. Πέρα από τα βασικά γράµµατα στο Καρλόβασι, είχε σπουδάσει στην Κωνσταντινούπολη δουλεύοντας παράλληλα ως γραµµατικός στο Πατριαρχείο.109 Ο Ιωάννης Λεκάτης ήταν άλλη µια ηγετική φυσιογνωµία των Καρµανιόλων. Σπούδασε και αυτός στη Πορφυριάδα σχολή του Καρλοβάσου και µετά στη Πάτµο, τη Χίο και τη Σµύρνη. Χρηµάτισε αρχικά γραµµατέας του µητροπολίτη Κυρίλλου.110 Το 1831 αγοράζει τυπογραφείο, το φέρνει στη Σάµο και τυπώνει διάφορα βιβλία, ανάµεσα στα άλλα -σε µετάφραση µιας γυναίκας, της Φωτεινής Σπάθη111την τραγωδία του Βολταίρου, «ο Φανατισµός ή ο προφήτης Μωάµεθ112. Ο Λεκάτης έχει αφήσει πίσω του ένα σηµαντικό γραπτό, από το οποίο φαίνεται συνεπής αποδέκτης της «νεωτερικής» παιδείας. Η σκέψη του κινείται στον άξονα τριών εννοιών: «Ελευθερία- Παιδεία- Πρόοδος». Πρότεινε από τότε την κατασκευή έργων, όπως τεχνητά λιµάνια, τα οποία θα πραγµατοποιηθούν µισόν αιώνα µετά. Κρίνοντας των χαρακτήρα των κατοίκων διαφόρων χωριών, προσπαθεί να εντοπίσει ποιες λαθεµένες νοοτροπίες τους οδηγούν στη στασιµότητα. Κανείς, πιστεύει, δεν µπορεί να υπερηφανεύεται ότι είναι απόγονος των αρχαίων Ελλήνων, επειδή συµπτωµατικά κατοικεί στον ίδιο γεωγραφικό χώρο µ’ αυτούς. Πρέπει να το αποδείξει µε τη συµπεριφορά και τον πολιτισµό του. 113 Σηµαντική λόγια µορφή ήταν και ο ποιητής Γεώργιος Κλεάνθης, ο οποίος στην τελευταία φάση του αγώνα της ανεξαρτησίας , θα αναδειχθεί σε ηγετικό παράγοντα του νησιού.114 Σε προεπαναστατικά ποιήµατα του ανιχνεύονται άµεσες επιδράσεις από τον Αδ. Κοραή. Ταξιδεύει το 1815 -1817 στην Ιταλία και τη Γαλλία και συναρπάζεται από τον απόηχο της Γαλλικής επανάστασης. Πιστεύει ότι η επανάσταση έχει επηρεάσει την καθηµερινή συµπεριφορά του Γαλλικού λαού, έτσι ώστε να δείχνει πιο χαρούµενος και αισιόδοξος σε σχέση µε τον Ιταλικό.115 Αυτή η τελευταία λεπτοµέρεια της ζωής του ποιητή, νοµίζω πως είναι σηµαντική, για να εξηγήσουµε το πως η Γαλλική επανάσταση και άλλα επαναστατικά κινήµατα στην Ευρώπη, επηρεάζουν τη Σάµο. ∆εν γίνεται αυτό κυρίως µε «µετακένωση» µορφοποιηµένων ιδεών. Θα µπορούσε κανείς να µιλήσει καλύτερα για «µετακένωση» συµπεριφορών, αλλά ακόµα και εικόνων από άλλα µέρη της Μεσογείου όπου την ίδια εποχή έδρασαν νεωτερικά κινήµατα, ιδιαίτερα από την Ιταλία και τη Γαλλία. Οι δρόµοι του θαλάσσιου εµπορίου το επιτρέπουν αυτό. Στη Σάµο συναντούν την καταπίεση, τη φτώχεια και την ανάπτυξη νέων κοινωνικών στρωµάτων. Έτσι το ίδιο παραδοσιακό πολιτισµικό πλαίσιο µετεξελίσσεται, εντείνοντας και τη µεταβολή των κοινωνικών δοµών. Όσα άτοµα και κοινωνικές οµάδες καταπιέζονταν από τις παρωχηµένες κοινωνικές σχέσεις µπορούσαν να γίνουν φορείς του ριζοσπαστικού κοινωνικοπολιτικού λόγου, αφού αυτός συναντούσε προϋποθέσεις
108
Ν.Πανταζόπουλος, Η δικαιοδοτική πολιτική κατά την επανάσταση και κατά την καποδιστριακή περίοδο, Θεσσαλονίκη 1978,σ.41-43. 109 η Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων, σ.32 , Ε. Σταµατιάδη, Σαµιακά τόµος Β’ - 2 έκδοση, σ.104-109 και Γιάννη Α. Ζαφείρη, Λογοθέτης Λυκούργος- Ο µεγάλος του 1821, Αθήνα 1977, σ.18-22, 46-50 110 Α. Σεβαστάκης, Οι Καρµανιόλοι στην επανάσταση της Σάµου- Ιωάννης Λεκάτης, Αθήνα 1980, σ.15-25 111 Φωτεινή Σπάθη: κόρη του υποπρόξενου της Αγγλίας. Λόγω της ευρύτατης παιδείας της, θεωρείται αξιόλογο και υπολογίσιµο πρόσωπο από τους ηγετικούς κύκλους της Σάµου, εκείνη την εποχή και ιδιαίτερα από τους Λ. Λογοθέτη και Ι. Κωλέττη, προσωπικά. (Μ. Βουρλιώτης, όπ. π., σ.2526) 112 Μ. Βουρλιώτης, όπ. π., σ.23-27 113 Ι. Λεκάτη, Συνοπτική περιγραφή της νήσου Σάµου, παρουσίαση Μ. Βουρλιώτη, Σαµιακή Επιθεώρηση (Ι/37-38), Αθήνα Ιαν. 1989, σ.17-21. 114 η Επ. Σταµιατιάδη, Σαµιακά- 2 µεταγλωττισµένη έκδοση τ.2, σ.516-538 115 Μ. Βουρλιώτης, Οι Καρµανιόλοι και το βιβλίο, σ.11
23 πρόσληψης από το πολιτισµικό πλαίσιο, το οποίο βέβαια συνεχίζει να έχει πάρα πολλά παραδοσιακά χαρακτηριστικά.116 Οι Καρµανιόλοι διεκδίκησαν την τοπική κοινοτική ηγεσία, την πήραν το 1805 και την κράτησαν µέχρι το 1812. Οι παλαιοί πρόκριτοι, που ονοµάζονταν σκωπτικά «Καλικάντζαροι»117 θα αντιδράσουν λυσσαλέα για να πετύχουν την εµπλοκή του Οθωµανικού παράγοντα. Οι Οθωµανοί αξιωµατούχοι, αν και αρχικά κινήθηκαν εναντίον του κινήµατος, αποτραβήχτηκαν γρήγορα. Κατανόησαν µάλλον ότι σκοπός του κινήµατος δεν ήταν η ανατροπή της επικυριαρχίας τους, αλλά η αλλαγή των εσωτερικών συσχετισµών του «κοινού». Το τίµηµα που καταβλήθηκε από τους Καρµανιόλους ήταν η φυλάκιση και εξορία του ηγέτη τους Λυκούργου Λογοθέτη µε χαλκευµένες κατηγορίες και η κατατροµοκράτηση του πληθυσµού από τουρκικά στίφη, πριν ακόµα αποφασίσει ο Οθωµανικός παράγοντας να απεµπλακεί από την εσωτερική διένεξη. Από το 1812 µέχρι και το 1821 την εξουσία ξαναπαίρνουν οι «παλαιοί προεστοί», αν και εντείνουν την εκµετάλλευση των µικροκαλλιεργητών, το υπόδειγµα εναλλακτικής διακυβέρνησης έχει καθιερωθεί. Με την έκρηξη της επανάστασης θα παραγκωνιστούν πλήρως.118 Οι Καρµανιόλοι κυρίαρχοι πλέον στο νησί θα προτιµήσουν µια «χαλαρή σχέση» µε τη κεντρική διοίκηση του αγώνα και θα αντιταχθούν στην επέκταση των εθνικών συνταγµάτων στο νησί.. Είδαν µάλλον µε δυσπιστία τα κεντρικά σχήµατα διοίκησης, µε την κυρίαρχη παρουσία σ’ αυτά των οµάδων εξουσίας της Οθωµανικής περιόδου (κοτζαµπάσηδες). Ακόµα οι ιδέες τους για τη διάρθρωση του κράτους δεν συνέπιπταν µε αυτές των εθνικών πολιτευµάτων.119 Το πολίτευµα της Σάµου προέβλεπε ισχυρή µονοπρόσωπη κεφαλή στην εκτελεστική εξουσία, αλλά και πολύ διευρυµένη συµµετοχή του λαού στη νοµοθετική εξουσία, τη διαδικασία ελέγχου της εκτελεστικής εξουσίας.120 Μετά την καταστροφή της Χίου, για την οποία οι ένθερµοι Σαµιώτες επαναστάτες και ο ηγέτης τους θα θεωρηθούν υπεύθυνοι, θα υπάρξει µια σύντοµη περίοδος επανόδου των παλαιών δηµογερόντων που καλύπτονταν πίσω από τους απεσταλµένους της Κεντρικής διοίκησης. Γρήγορα η αντίδραση του πληθυσµού ανατρέπει αυτή την εξέλιξη. 121 Οι Καρµανιόλοι µε τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα κρατήσουν την εξουσία µέχρι το 1834, όταν επιβλήθηκε µε την απειλή σφαγής το καθεστώς της ηµιαυτόνοµης- υποτελούς στην «Υψηλή Πύλη», «Ηγεµονίας της Σάµου» και οι περισσότεροι από αυτούς αυτοεξορίστηκαν στο νεοσύστατο Ελληνικό κράτος.122 Πίσω από όλους αυτούς τους οξείς ανταγωνισµούς, διακρίνουµε µια ριζική αντίθεση ανάµεσα σ’ αυτούς που για διάφορους λόγους -π.χ. συµφέροντα και νοοτροπίες- υπερασπίστηκαν µε φανατισµό το παραδεδεγµένο κοινωνικό πλαίσιο, και σ’ αυτούς που ζήτησαν την επανεξέτασή του, ώστε µε την εισαγωγή νέων δοµών σ’ αυτό, ή ακόµα τη διόρθωση και τον εξορθολογισµό ήδη υπαρχόντων, να ανταποκριθεί καλύτερα στις ανάγκες των ανθρώπων. Υπό αυτό το πρίσµα τα γεγονότα αυτά σηµατοδοτούν την είσοδο της Σαµιακής κοινωνίας στη «νεωτερική εποχή». Ο Αναγνώστης Σαλαµαλέκης διασώζοντας την περιρρέουσα ατµόσφαιρα γύρω από τη πρώτη προσπάθεια των 116
Ο Α. Σεβαστάκης υποστηρίζει: «Μέχρι σήµερα, η έρευνα δεν έχει αποδελτιώσει και δεν έχει αποκαλύψει τους διαύλους µετακένωσης στη Σάµο των ιδεών της Γαλλικής επανάστασης, ούτε έχει επισηµάνει τις τυχόν εµπορικές ή γενικότερες οικονοµικές σχέσεις ή εµπορικές διασυνδέσεις.» Το «Στρατοπολιτικόν Σύστηµα» Σάµου και η Κεντρική Ελληνική διοίκηση, Σαµιακές Μελέτες τ. 1,Αθήνα 1994,σ.103 117 Σκωπτικό όνοµα από τον λαό για τις υποχθόνιες ενέργειες τους. 118 Γιάννη Α. Ζαφείρη, όπ. π, 43-82 και, Ε. Σταµατιάδη, όπ. π., σ.77-163 119 Ν. Πανταζόπουλος, Η δικαιοδοτική πολιτική κατά την επανάσταση και κατά την καποδιστριακή περίοδο, Θεσσαλονίκη 1978, όπ.π. 120 Α. Σεβαστάκης, Σαµιακή πολιτεία 1830-1834- Λογοθέτης Λυκούργος, Αθήνα 1985, σ.31 και του ιδίου, Το «Στρατοπολιτικόν Σύστηµα» Σάµου και η Κεντρική Ελληνική διοίκηση, Σαµιακές Μελέτες τ. 1, σ.102-115. Για τη σύγκρουση ανάµεσα στα εθνικά και τοπικά πολιτεύµατα της Επανάστασης βλέπε: Γ. Αναστασιάση, Από τον Ρήγα στον Αλ. Παπαναστασίου, σ.31-37. 121 Γιάννη Α. Ζαφείρη, όπ .π, σ. 292-344 και Ε. Σταµατιάδη, όπ .π, σ. 253-331 122 Γιάννη Α. Ζαφείρη, όπ. π, σ. 392-440 και Ε. Σταµατιάδη, όπ .π, σ. 370-500.
24 Καρµανιόλων να κρατηθούν στην ηγεσία του «κοινού», αιτιολογεί και τη παθητικότητα των «πτωχών» στο παρελθόν, παρά τη καταπίεση: .......«Λοιπόν αυτά εγίνονταν από περίσσα χρόνια τρώγαν το αίµα των πτωχών σαν τα κακά τελώνια. Τρώγαν το αίµα των πτωχών µ’ αυτοί δεν το νοούσαν µόνον στο Θιό τους έριχναν, και πάντα εβογγούσαν»....123 και αλλού: «’πειδή και ήτον άπρακτοι, δεν ξεύραν το καθένα δεν είχαν το πολιτικό, ολίγοι ξεύραν πένα. ∆ιατί τότ’ οι άνθρωποι δεν ήξευραν ετότε, δεν είχαν το πολιτικό, ήτανε ιδιώται.»124 ή: ο πρώτος πούταν ευφυής στους περασµένους χρόνους τώρ’ είναι ο κατώτερος ετουτουνούς τους χρόνους Ως και οι ζευγολάτιδες που σήκωναν τζ’ αλέτραις κι αυτοί άνοιξαν τα µάτια τους κι’ εγίνηκαν καθρέπταις.125 Παρατηρούµε λοιπόν, ότι ακόµα και σε ένα δηµώδες ποίηµα, σηµειώνεται η ποιοτική διαφορά. Τώρα δηλαδή οι άνθρωποι, δεν αντιµετωπίζουν πλέον µοιρολατρικά τα αίτια της κακοµοιριάς τους, δεν είναι «ιδιώται», οι πράξεις τους είναι συνειδητές. Το «πολιτικό», δηλαδή η δύναµη που αντλούν από τη µεταξύ τους επικοινωνία και ένωση µε στόχο το κοινό συµφέρον, είναι µια δύναµη ικανή να αλλάξει τη ζωή τους. Αυτή ακριβώς η αιχµηρή διαφοροποίηση ανάµεσα στο «τότε» και το «τώρα», βρίσκεται πολύ κοντά στις φιλοσοφικές αρχές της νεωτερικότητας.126 Μια σειρά από ιστορικά στοιχεία θεµελιώνουν παραπέρα αυτή την άποψη. Αφορµή για να ξεσπάσουν τα γεγονότα ήταν η αναζήτηση συστηµατικών λύσεων για την πληρωµή των φορολογικών βαρών του νησιού προς τον Σουλτάνο, ώστε να αποφεύγεται µ’ αυτό τον τρόπο η αυθαιρεσία και η διαφθορά.127 Αξίζει να σηµειωθεί ότι, σύµφωνα µε οικονοµικές αναλύσεις που έγιναν στην εποχή µας και αφορούν την περίοδο της Τουρκοκρατίας, η φορολογική επιβάρυνση των χωρικών ήταν η κύρια αιτία της παραγωγικής καθυστέρησης του αγροτικού χώρου. Οι καλλιεργητές των τιµαρίων, αλλά και οι ανεξάρτητοι µικροκαλλιεργητές, λόγω της υπέρογκης και ασταθούς φορολόγησης τους, δεν µπορούσαν να αποκτήσουν καθαρά εισοδήµατα από τις καλλιέργειες και έτσι δεν είχαν οικονοµικά κίνητρα για την αύξηση της παραγωγής πέρα από τα όρια της αυτοκατανάλωσης και της πληρωµής των φόρων.128 Η δηµογεροντική ηγεσία αντέδρασε µε βιαιότητα στις καινοτόµες ιδέες, όπως και στο αίτηµα για υποχρεωτική λογοδοσία της στο λαό, αφού και τα δυο δηµιουργούσαν «ρήγµατα» στην καθιερωµένη 123
Αναγνώστη Σαλαµαλέκη, από ένα λαϊκό στιχούργηµα του 1812-(Αποσπάσµατα), όπ. π., σ. 3-4 Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων , σ.18. 125 όπ.π., σ. 77-78 126 J. Habermas, O φιλοσοφικός λόγος της νεωτερικότητας (µετάφρ. από τα Γερµανικά), Αθήνα 1993,σ.15-39: «Η συνείδηση του χρόνου στη νεωτερικότητα και η ανάγκη της για αυτοβεβαίωση.» 127 Α. Σεβαστάκης, όπ.π., σ.25-26 128 Σπ. Ι. Ασδραχάς, Ζητήµατα Ιστορίας, Ιστορική Βιβλιοθήκη - Εκδ. «Θεµέλιο» (1983) - Φορολογία και εκχρηµατισµός στην οικονοµία των Βαλκανικών χωριών, σ. 41-50 124
25 πραγµατικότητα, που ήταν προς όφελός της.129 Οι ιδέες για συστηµατικότητα και εξορθολογισµό των σχέσεων ανάµεσα στους άρχοντες και αρχόµενους και η επιβολή του προσυµφωνηµένου από το κοινωνικό σύνολο νόµου, πάνω στην αυθαίρετη βούληση των κυβερνώντων είναι ίσως η βασικότερη πολιτική αρχή των «νέων χρόνων».130 Οι Καρµανιόλοι εκµεταλλεύτηκαν το θεσµό της συνόδου, και διατήρησαν το καθιερωµένο σχήµα αυτοδιοίκησης, επειδή το θεωρούσαν οργανικό στοιχείο της Σαµιακής κοινωνίας. Ήταν αναγνωρισµένο στοιχείο της τοπικής κοινωνίας, ήταν και βοηθητικό στη συµµετοχή του ευρύτερου πληθυσµού στις νέες διαδικασίες. Έδωσαν λοιπόν νέα ώθηση σους παραδοσιακούς θεσµούς µε την τακτική σύγκληση συνόδων, την ουσιαστική ελεγκτική λειτουργία τους πάνω στα πεπραγµένα της αρχής και µε την παρουσία µάλιστα όχι µόνο των αντιπροσώπων, αλλά ευρύτερων πληθυσµιακών οµάδων. Με αυτές τις διαδικασίες εισήγαγαν ουσιαστικά την έννοια του πολίτη στον δηµόσιο βίο της Σάµου. 131 Το παραδοσιακό αυτοδιοικητικό σύστηµα της Τουρκοκρατίας ενσωµατώθηκε σε γενικές γραµµές και στον «Στρατοπολιτικό ∆ιοργανισµό», το συνταγµατικό κείµενο της επαναστατικής περιόδου 1821.132 Όπως επικυρώνεται και επισηµοποιείται συντακτικά το γραπτό ιδιωτικό δίκαιο που ίσχυσε καθ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, δηλαδή οι κωδικοποιήσεις του βυζαντινού δικαίου, δηλαδή η «Εξάβιβλος». Η λογική της εισαγωγής του Βυζαντινού δικαίου υπάρχει διότι αναζητείται η συνέχεια του δικαίου και η εξοικείωση των πολιτών µ’ αυτό. Όµως µε τη συγκεκριµένη αναφορά στην «Εξάβιβλο»133 και όχι την αφηρηµένη στο δίκαιο των «αειµνήστων Βυζαντινών ηµών αυτοκρατόρων»,134 των τοπικών ή εθνικών πολιτευµάτων της κεντρικής Ελλάδας, διευκολύνεται ο λαϊκός έλεγχος στη βάση της σαφήνειας του δικαίου. Ο «Στρατοπολιτικός ∆ιοργανισµός» δεν απέκλεισε το έθιµο και το λαϊκογενές δίκαιο, το έκανε βάση της διαιτητικής δράσης των ηγετών των κοινοτήτων. Οι εµπορικές διαφορές πρέπει να επιδικάζονται µε βάση την «Εξάβιβλο» ή, αν δεν καλυπτόταν από αυτή, µε βάση της επικρατέστερες συνήθειες. Αποφεύγεται έτσι η εισαγωγή του 129
Α. Σεβαστάκης, όπ. π., σ.80-81: «Η αρχική ιδέα του Γεώργιου Λογοθέτη ήταν να αναλάβει το «Κοινόν της πατρίδος» κατ’ αποκοπήν ( «µακτού») όλα προς την Πύλη καθιερωµένα φορολογικά βάρη, ώστε και να αποτραπούν στο µέλλον οι καταχρήσεις, καταπιέσεις και οι αυθαιρεσίες των Οθωµανών υπαλλήλων και των συνεργατών τους «Μεγάλων Προεστών». 130 Η αρχή αυτή τείνε στα χαρακτηριστικά της νόµιµης εξουσίας όπως την όρισε ο Μάξ Βέµπερ, σε αντιδιαστολή µε την παραδοσιακή εξουσία, όπου η νοµιµότητα της άσκησης εξουσίας θεµελιώνεται στην ιερότητα της κοινωνικής ιεραρχίας. Βλέπε ∆. Γ. Τσαούσης, Η κοινωνία του ανθρώπουεισαγωγή στην κοινωνιολογία, σ. 474- 477 131 Α. Σεβαστάκης, όπ. π., σ.30, 47, 71-72, 74-75. Ο συγγραφέας που έχει µελετήσει αρχειακό υλικό της εποχής εκείνης ανάµεσα στα άλλα παραθέτει και το εξής: « ... δια να ηξεύρη ο καθ’ ένας το τι εγράφη· τοιαύτη δαιµονική ιδέα τους εκυρίευσεν τον στοχασµόν και θέλουν να είναι τα πάντα κοινά.»( απόσπασµα επιστολής των επιτρόπων προς τον Λογοθέτη, όπ. π., σ.75) 132 Α. Σεβαστάκης, όπ. π.,σ.72 και του ιδίου, Το «Στρατοπολιτικόν Σύστηµα» Σάµου και η Κεντρική Ελληνική διοίκηση, Σαµιακές Μελέτες τ. 1, σ.100-101 133 Η σηµασία που έχει η αναφορά στη συγκεκριµένη νοµική σύνθεση και όχι γενικά στο Βυζαντινό δίκαιο, φαίνεται και από τον τρόπο που η «Εξάβιβλος» αντιµετωπίζει το θέµα του αφορισµού: Αντιµετωπίζεται ως ένα επιτίµιο του εκκλησιαστικού δικαίου, αντίθετα µε τη κατάχρηση του τη περίοδο της Τουρκοκρατίας, κατά την οποία εφαρµόζεται ως συνήθης ποινή για όλες σχεδόν τις παραβατικές πράξεις. Βλέπε: Π.∆. Μιχαηλάρης, Αφορισµός. Η προσαρµογή µιας ποινής στις αναγκαιότητες της Τουρκοκρατίας, Αθήνα 1997, σ.135, 250-252, 296-297. 134 Υπάρχει η άποψη, ότι τα εθνικά πολιτεύµατα απέφυγαν τη συγκεκριµένη αναφορά στην «Εξάβιβλο», διότι ως πηγή του δικαίου που απένεµαν τα εκκλησιαστικά δικαστήρια, θα δηµιουργούσε δυσαρέσκεια και ίσως αντιδράσεις στον πληθυσµό, καθώς αυτός προτιµούσε το λαϊκογενές εθιµικό δίκαιο, το οποίο εφάρµοζαν οι αιρετοί κριτές του κοινοτικού θεσµού. Το προσωρινό πολίτευµα της Επιδαύρου είχε παραγκωνίσει ολοκληρωτικά το λαϊκό δίκαιο. Στο «Στρατοπολιτικό ∆ιοργανισµό» όµως, το εθιµικό δίκαιο εφαρµόζεται στα διαιτητικά κοινοτικά δικαστήρια που προβλέπονται από αυτόν. Το επαναστατικό πολίτευµα της Σάµου, χωρίς περιστροφές, επικύρωσε µε σαφήνεια και τις δυο πηγές δικαίου που ίσχυαν στη προεπαναστατική περίοδο. Βλέπε: Ν.Πανταζόπουλος, Η δικαιοδοτική πολιτική κατά την επανάσταση και κατά την καποδιστριακή περίοδο, σ.42-43,45 και του ιδίου, Από της «λογίας» παραδόσεως εις τον Αστικό κώδικα, σ.151-152
26 Γαλλικού Εµπορικού δικαίου.135 Αν επιµείνει κανείς στο χαρακτηριστικό της αποδοχής των παραδοσιακών σχηµάτων ίσως αµφισβητήσει την νεωτερικότητα των Καρµανιόλων.136 Ειδικά για τη µετέπειτα εποχή της ηγεµονίας, υπάρχει η άποψη, ότι η πρωτοκαθεδρία του βυζαντινού δικαίου και των τοπικών ηθών στη διαµόρφωση του δικαίου και η ταυτόχρονη απόρριψη ξένων συγχρόνων πηγών, εκφράζει µια καθαρά οπισθοδροµική νοοτροπία.137 Όµως η οµάδα των Καρµανιόλων χρησιµοποίησε τα παραδοσιακά γνώριµα σχήµατα138 για να αλλάξει τη νοοτροπία υποταγής του πληθυσµού και να πετύχει την ενεργοποίησή του για την προάσπιση των µόλις αποκτηµένων κοινωνικών ή εθνικών ελευθεριών.139 Είναι διαφορετικό το οικονοµικό κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο µέσα στο οποίο λειτούργησαν οι παραδοσιακές δοµές την εποχή της ηγεµονίας. Εξάλλου, υπάρχουν πολλά άλλα εκσυγχρονιστικά χαρακτηριστικά στο εν λόγω συνταγµατικό κείµενο και σε σχέση µε τις προϋπάρχουσες στη Σάµο «πολιτειακές» και «δικαστικές» δοµές, αλλά και σε σχέση µε τα άλλα παράλληλα συντάγµατα της Ελληνικής επανάστασης, διότι: α) ∆ηµιουργείται νοµικό πλαίσιο λειτουργίας για το θεσµό της τοπικής αυτοδιοίκησης. β) Εισάγεται η αρχή της καθολικής ψηφοφορίας, η οποία δεν ίσχυσε στα άλλα τοπικά πολιτεύµατα, εκτός από τον Γενικό οργανισµό της Πελοποννήσου, όπου επιβλήθηκε από τον ∆. Υψηλάντη. γ) ∆ίνεται συνταγµατικό έρεισµα στην πρακτική λογοδοσίας και λαϊκού ελέγχου της διοίκησης, που είχε γίνει πραγµατικότητα την προεπαναστατική περίοδο της διοίκησης των Καρµανιόλων. Το συνταγµατικό αυτό κείµενο, όσον αφορά τις γενικές αρχές του, µπορεί να θεωρηθεί απότοκο του συντάγµατος του Ρήγα Βελεστινλή, µόνο που εφαρµόστηκε σε συγκεκριµένες τοπικές συνθήκες και ιστορικές συγκυρίες, για τούτο έπρεπε να είναι λειτουργικό, έχοντας αυτάρκεια και πληρότητα.140 Σε αυτή την ανάγκη, σίγουρα ήταν καθοριστική η εµπειρία του Λογοθέτη, κύριου συντάκτη του «Στρατοπολιτικού διοργανισµού», ως ανώτατου διοικητικού στελέχους των παραδουνάβιων ηγεµονιών, όπου ίσχυαν -σύγχρονες για την εποχή εκείνη- κωδικοποιήσεις δικαίου µε βάση το Βυζαντινό γραπτό δίκαιο και τις εγχώριες συνήθειες.141 Όµως η φιλοσοφία και η δοµή του επαναστατικού πολιτεύµατος της Σάµου, ήταν πολύ διαφορετική από τα απολυταρχικά αυτά κρατίδια. Οι ίδιες αυτές πολιτικές αρχές εκφράστηκαν και την περίοδο που οι Σαµιώτες αναγκαστικά αποσπάστηκαν από τη νεότευκτη Ελληνική πολιτεία, διότι σύµφωνα µε τις διπλωµατικές συµφωνίες το νησί έπρεπε να επιστρέψει στη Τουρκία. Οι Σαµιώτες τότε συνέστησαν την αυτόνοµη «Σαµιακή 135
Α. Σεβαστάκης, ∆ίκαιο και δικαστική εξουσία στη Σάµο 1550-1912,σ.25-27 Σύµφωνα µε την άποψη του Ν.Ι.Πανταζόπουλου, κοινό χαρακτηριστικό, αρκετών εκπροσώπων κι αρκετών οπαδών του διαφωτισµού ήταν η παραγνώριση της ισχύουσας πραγµατικότητας στο χώρο του κοινοτικού θεσµού. Θέλοντας να δώσουν άλλα εναλλακτικά πολιτισµικά σχήµατα απέναντι στα παρωχηµένα και καταπιεστικά της τουρκοκρατίας, στράφηκαν στην Ευρώπη και την αρχαία Ελλάδα και δεν κατάλαβαν ότι µε τη βαθµιαία εξέλιξη του κοινοτικού θεσµού, αρκετοί τόποι στην υπόδουλοι Ελλάδα ήδη ζούσαν σε ένα πολιτισµικό πλαίσιο αρκετά χειραφετηµένο από την Εκκλησία και την τουρκική επικυριαρχία. (Βλέπε :Ελλήνων συσσωµατώσεις κατά την Τουρκοκρατίαν, Αθήνα 1958, σ.5. ). Οι Καρµανιόλοι, όπως τουλάχιστον εκφράστηκαν θεσµικά, δεν εντάσσονται σ’ αυτούς που παραγνώρισαν-σύµφωνα µ’ αυτή την άποψη- τη δυναµική του θεσµού των κοινοτήτων, ενώ, όπως φαίνεται από την συνολική τους παρουσία, ήταν φορείς των «νεωτερικών» ιδεών της Γαλλικής επανάστασης και του νεοελληνικού διαφωτισµού. 137 Γ. Μουτάφης, Ιστορικοί προβληµατισµοί σχετικά µε την Σαµιακή Ηγεµονία 1867-1876, Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου, σ.180,187 138 Ο ∆, Καταρτζής, υποστήριξε την συνέχιση της ισχύος του βυζαντινού δικαίου µε την επίκληση του ορθού λόγου. Βλέπε: Ν.Πανταζόπουλος, Η δικαιοδοτική πολιτική κατά την επανάσταση και κατά την καποδιστριακή περίοδο, σ.34 139 Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων , σ.72 και του ιδίου, ∆ίκαιο και δικαστική εξουσία στη Σάµο 1550-1912,σ.24-25 140 Του ιδίου, Επιδράσεις στα Σαµιακά πράγµατα της Γαλλικής επανάστασης, της Φιλικής εταιρίας και του συντάγµατος του Ρήγα. Ο Α. Σεβαστάκης πιστεύει ότι εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων (Μ. Σακελλαρίου και Ν. Πανταζόπουλος) , η ελληνική νοµική επιστήµη δεν έχει µελετήσει σε βάθος το επαναστατικό Σαµιακό πολίτευµα. Βλέπε: Το «Στρατοπολιτικόν Σύστηµα» Σάµου και η Κεντρική Ελληνική διοίκηση, Σαµιακές Μελέτες τ. 1 σ. 100 και Ν. Πανταζόπουλος, Η δικαιοδοτική πολιτική κατά την επανάσταση και κατά την καποδιστριακή περίοδο, σ.41-43 141 Ιστορία του Ελληνικού έθνους «Εκδοτικής Αθηνών», τόµος ΙΑ΄. Το δίκαιο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, σ.117. 136
27 Πολιτεία» (1830-1834), συνεχίζοντας την προσπάθεια για ελευθερία. Παρά τις όποιες προσαρµογές, ο καταστατικός χάρτης της «Σαµιακής Πολιτείας» ακολουθεί στις περισσότερες διατάξεις του τον «Στρατοπολιτικό ∆ιοργανισµό.»142 Οι Καρµανιόλοι µπορεί να αποδέχτηκαν και να ενσωµάτωσαν στην διοίκηση τους το παραδοσιακό κοινοτικό σύστηµα, δεν αποδέχτηκαν όµως µε κανένα τρόπο, την νοοτροπία της διοίκησης των παραδοσιακών δηµογερόντων, αλλά ούτε τα αποτελέσµατα που είχε αυτή για την ζωή του πληθυσµού. Με την επικράτηση της επανάστασης του 1821 οι αγρότες ξαναπήραν πίσω τα κτήµατα που είχαν απολέσει προς όφελος των πιστωτών τους143 Άλλη ενέργειά τους που αποδεικνύει τη φιλελεύθερη ιδεολογία τους, ήταν ότι κατάργησαν και τις δυο φορές που βρέθηκαν στην εξουσία τη συντεχνία («εσνάφι», «ρουφέτι») των βαρελάδων. Είναι η µοναδική ίσως περίπτωση που επιµένουν στη κατάργηση ενός παραδοσιακού θεσµού. ∆εν ανέχονται τις κλειστές τάξεις επαγγελµατιών που βασίζουν την δύναµή τους στη προστασία από την εξουσία για να ελέγχουν και να παρακωλύουν το εµπόριο144. Βέβαια πρέπει να σηµειωθεί ότι το αποτέλεσµα αυτής πράξης ήταν κάποιοι να γίνουν και «λαδάδες και κρασάδες», τελικά και βαρελάδες και κάποιοι άλλοι να ζητούν την επιστροφή στα «παλαιά έθη»145 Τελικά η πολυτιµότερη συνεισφορά του κινήµατος των Καρµανιόλων στην οικοδόµηση ενός «νεωτερικού» υποδείγµατος πολιτικής συµπεριφοράς ήταν, όπως σηµείωσε ο Α. Σεβαστάκης, ότι: « ....καλλιέργησε µια ποιοτικά διαφορετική αλληλεγγύη µεταξύ του πληθυσµού. Η καθεστωτική αλληλεγγύη της υποταγής µεταµορφώθηκε σε µιαν επαναστατική αλληλεγγύη, απέναντι στις ακίνητες εξουσίες, τοπική και οθωµανική... (Σ.Σ. αργότερα, κατά την περίοδο 1821-1834, το ίδιο συνέβη και µε τη νεότευκτη Ελλαδική εξουσία.) ... Αναζητήθηκε και κατακτήθηκε... η εισβολή στο προσκήνιο της ιστορίας του µαχόµενου προσώπου.»146 Αυτή η αναζήτηση ενός καλύτερου πλαισίου κοινωνικής συµβίωσης, πραγµατοποιήθηκε και µε τη διατήρηση πολλών παραδοσιακών θεσµών. Αυτοί βέβαια τοποθετήθηκαν σε ένα καινούργιο άξονα αναφοράς, ο οποίος ήταν η εξυπηρέτηση των αναγκών του ανθρώπου και όχι η στείρα αντιγραφή του παρελθόντος. Τι γίνεται όµως στην µετέπειτα περίοδο της ηγεµονίας; Είναι αδύνατο ένα τόσο εκτεταµένο κοινωνικό κίνηµα να µην άφησε κανένα ίχνος, παρόλο που οι θερµότεροι οπαδοί του εκπατρίστηκαν. Υπήρξε έντονη αντίσταση ενάντια στον πρώτο Ηγεµόνα µε κατάληξη την επαναστατική συνέλευση το 1849 στο χωριό Πύργος. Με την προεδρία του ηγέτη των δηµοκρατικών Ι. Λεκάτη, ο οποίος επέστρεψε στη Σάµο µε στόχο το κοινωνικό κίνηµα147, συνέρχεται συνέλευση, η οποία: 142
Α. Σεβαστάκης, Η θεµελίωση της Σαµιακής Πολιτείας 1830-1834 (µε ανέκδοτα έγγραφα), Σαµιακές Μελέτες τ. 2, Αθήνα 1996, σ.310-311και του ιδίου, Σαµιακή Πολιτεία 1830-1834 Λογοθέτης Λυκούργος, σ.32,40-43. 143 Α. Σεβαστάκης, Επιδράσεις στα Σαµιακά πράγµατα της Γαλλικής επανάστασης, της Φιλικής εταιρίας και του συντάγµατος του Ρήγα. Οι κοτσαµπάσηδες µε την εγκαθίδρυση της Ηγεµονίας , έθεσαν αυτό το θέµα στην Β’ Γεν. Συνέλευση των Σαµίων, ζητώντας δικαίωση.( Πρακτικά Β’ Γενικής των Σαµίων Συνελεύσεως 1835, συνεδρ.28 Ιαν .,άρθρ. Ε’, σ. 16 στο Ιστορικό Αρχείο Σάµου, όπως µας πληροφορεί ο συγγραφέας). 144 Βλέπε: Σπ. Ι. Ασδραχάς, Ζητήµατα Ιστορίας, Ιστορική Βιβλιοθήκη - Εκδ. «Θεµέλιο» (1983) - Οι συντεχνίες στην Τουρκοκρατία: οικονοµικές λειτουργίες σ. 97-115 145 Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων , σ.102-107. 146 όπ. π. , σ.77-78. 147 Οι απόψεις σχετικά µε το κίνηµα του 1849 διίστανται. Φαίνεται ότι στο κίνηµα µετείχε ένα πλήθος από όλες τις πολιτικοκοινωνικές δυνάµεις του νησιού, ανάµεσά τους κι οι πρώην αντίπαλοι των Καρµανιόλων. Το κίνητρο αυτών ήταν απλά η εξάρθρωση του διοικητικού µηχανισµού του ηγεµονίας, που είχε στελεχωθεί µε µη ντόπιους και κατά συνέπεια , µη ελεγχόµενους από αυτούς. Ως επιχείρηµα χρησιµοποιείται το γεγονός ότι αργότερα ο Ι. Λεκάτης αποκήρυξε αυτή την εξέγερση. ( Βλέπε: Ν. Βαφέας, Η εξέγερση του 1849 στη Σάµο, Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’, Αθήνα 1998, σ. 134-147.) Όµως δεν µπορεί να αγνοηθούν
28 α) ∆ιακηρύσσει ότι η Ηγεµονική διοίκηση είναι υπεύθυνη ενώπιον του λαού της Σάµου. β) Συστήνει επιτροπές για έλεγχο και διαφανή διαχείριση των οικονοµικών του νησιού (κατά πάγια τακτική των Καρµανιόλων). γ) Καταργεί τον επίσηµο διορισµό εµποροµεσιτών «γιατί όσον το εµπόριο είναι ελεύθερον, τόσον ωφελείται και η Γεωργία και η Βιοµηχανία». δ) Τέλος ζητεί να εκλέγεται από τον λαό της Σάµου ο µητροπολίτης και αυτή η εκλογή απλώς και µόνο να τίθεται υπό την έγκριση του Πατριάρχη. Επιπρόσθετα, αποφασίζει να παίρνει αυτός µόνο σταθερό µισθό και όχι να πληρώνεται για τις ιεροπραξίες του.148 Η Σαµιακή κοινωνία είχε αντιδράσει εξάλλου λίγο πιο µπροστά, για την ενδεχόµενη επαναφορά της δικαστικής εξουσίας του µητροπολίτη, εντός του καθεστώτος της Ηγεµονίας, και ζήτησε να την υπαγάγει κάτω από το έλεγχο των εκλεγµένων αντιπροσώπων.149 Όλα αυτά τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι οι «νεωτερικές» ιδέες γύρω από την κοινωνική συγκρότηση και διοίκηση, εξακολουθούν να είναι ζωντανές. Η επαναστατική αυτή συνέλευση, απέτυχε τελικά στο να εφαρµοστούν οι παραπάνω αποφάσεις της. Πέτυχε όµως να αλλάξει η ηγεµονική διοίκηση. Με τη νέα ηγεµονική διοίκηση συµφώνησε στη κατάργηση του συστήµατος των αιρετών δικαστών, θέλοντας να διασφαλίσει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Αναγνώρισε ότι στη νέα κατάσταση που είχε δηµιουργηθεί, δεν ήταν δυνατόν να λειτουργήσουν οι διοικητικές δοµές του «Καρµανιολικού» συστήµατος.150 Παράλληλα νέα πρόσωπα που έπαιξαν ρόλο σε αυτή την επαναστατική συνέλευση συνεχίσαν να συµµετέχουν στο δηµόσιο βίο της Σάµου για αρκετά χρόνια µετά.151 Το 1949 είναι σηµείο καµπής γιατί από τότε πολλοί φιλελεύθεροι άρχισαν να συνεργάζονται µε το Ηγεµονικό καθεστώς όταν αυτό αντιστεκόταν στα σχέδια των παλαιών κοτζαµπάσηδων. Αναγνώρισε ότι δεν ήταν δυνατό να εδραιώσει την εξουσία του στο νησί βασιζόµενο µόνο σε µια κοινωνική οµάδα που υποβλεπόταν από τις άλλες.152 Εξ’ άλλου ο «σκληρός πυρήνας» του κινήµατος ήταν έµποροι, ναυτικοί, άτοµα που γενικά, µάλλον είχαν προοπτική εξόδου από την στατικότητα της γης. Αυτοί ευνοήθηκαν από το «υβριδικό» οικονοµικό καθεστώς της ηγεµονίας.153
κάποιες καίριες αποφάσεις της συνέλευσης οι οποίες ήταν όντως αποτέλεσµα της επίδρασης των ιδεών του «Καρµανιολισµού». 148 Α. Χατζηµιχάλη, Η εν Πύργω Γενική Συνέλευση του 1849, Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου, σ. 161-163 149 Α. Σεβαστάκης, ∆ίκαιο και δικαστική εξουσία στη Σάµο 1550-1912,σ.38. 150 Α. Σεβαστάκης ,όπ. π., σ.48, του ιδίου, Οι Καρµανιόλοι στην επανάσταση της Σάµου- Ιωάννης Λεκάτης,σ.73- 74. 151 Του ιδίου, Οι Καρµανιόλοι στην επανάσταση της Σάµου- Ιωάννης Λεκάτης, σ.59-60 152 Του ιδίου, ∆ίκαιο και δικαστική εξουσία στη Σάµο 1550-1912,σ.48-53. 153 Ν. Ζαφειρίου, Η Βυρσοδεψική εν Σάµω, Αρχείον Σάµου (3/Α-∆), σ. 85
29
3.Η Εκκλησία απέναντι στο κίνηµα των Καραµανιόλων. Ένα µεγάλο ερώτηµα είναι το πως αντέδρασε στο φιλελεύθερο - δηµοκρατικό κίνηµα η Εκκλησία. Ο Αλέξης Σεβαστάκης ο οποίος έχει κάνει εκτεταµένες και πολύχρονες έρευνες πάνω στο αρχειακό υλικό αυτής ακριβώς της περιόδου είναι κατηγορηµατικός: «Το κίνηµα των Καρµανιόλων ηγεµονεύει ιδεολογικά όχι µόνο στην συλλογική συνείδηση, αλλά και στο χώρο της εκκλησιαστικής συσσωµάτωσης. Ο αρχιεπίσκοπος Σάµου, οι Ηγούµενοι των µονών, η στρατιά των µοναχών και ο εφηµεριακός κλήρος καλύπτουν µε το κύρος της ορθοδοξίας και της επί αιώνες πνευµατικής παρουσίας τους την επαναστατική δράση των Καρµανιόλων.»154 Η άποψη αυτή, απόλυτα στηριγµένη στα ιστορικά γεγονότα δηµιουργεί µιαν έκπληξη, διότι τουλάχιστον η πρώτη φάση του κινήµατος, η περίοδος δηλαδή που οι Καρµανιόλοι διεκδικούν και καταλαµβάνουν τη κοινοτική ηγεσία του νησιού, συµπίπτει µε την εποχή που το Οικουµενικό Πατριαρχείο «σκληραίνει» τη στάση του απέναντι στους οπαδούς του διαφωτισµού και τα «νεωτερικά» κινήµατα. Ενδεικτική της στάσης αυτής, είναι η εγκατάσταση γύρω στο 1819 στην Κωνσταντινούπολη λογοκριτή ( Ιλαρίων ο Κρής ή Σιναίτης) , ο οποίος είχε εντολή να εξετάζει τα εκδιδόµενα Ελληνικά βιβλία, ώστε να αντιµετωπιστεί ο κίνδυνος της ανάπτυξης των «επικίνδυνων» ιδεών του διαφωτισµού στον Τουρκοκρατούµενο ελληνικό χώρο. Ακόµα φαίνεται ότι το περιβάλλον του Πατριαρχείου είχε απειλήσει «να φέρει τον Κοραή σιδηροδέσµιο στη Πόλη». Τέλος παραµονές της επανάστασης του 1821, οι τοπικοί επίσκοποι της Σµύρνης και της Χίου, εκδηλώνουν τη διάθεση να κλείσουν τα «νεωτερικά» σχολεία της Σµύρνης και της Χίου, το οποίο από πολύ συντηρητικό που ήταν µε διευθυντή τον Αθανάσιο τον Πάριο, είχε αλλάξει κατεύθυνση µε διευθυντή το Νεόφυτο Βάµβα.155 Κατά τη δεύτερη φάση του κινήµατος, τη περίοδο της επανάστασης του 1821 οι Καρµανιόλοι και η τοπική εκκλησία συνεργάστηκαν πάρα πολύ στενά. Όµως αποκλείουµε την υπόθεση ότι οι εκκλησιαστικοί παράγοντες συνεργάστηκαν µε την οµάδα των Καρµανιόλων, παρακινούµενοι µόνο από πατριωτικά αισθήµατα. Ένα ισχυρότατο ιστορικό τεκµήριο που θεµελιώνει την άποψη αυτή, είναι η συµµετοχή των ηγετικών παραγόντων της τοπικής εκκλησίας στη «Φιλανθρωπική εταιρία». Η 154
Α. Σεβαστάκης Το «Στρατοπολιτικόν Σύστηµα» Σάµου και η Κεντρική Ελληνική διοίκηση, Σαµιακές Μελέτες τ. 1 σ.104 155 Φ. Ηλιού, «Τύφλωσον Κύριε τον λαόν σου»- οι προεπαναστατικές κρίσεις και ο Νικόλαος Πίκολος, Αθήνα 1988, σ. 19-30,40,42,47,63.
30 µυστική αυτή εταιρία, στα πρότυπα της «Φιλικής» και µοναδική στην Ελλάδα µετά την έκρηξη της επανάστασης, είχε ως κύριο σκοπό να παρεµποδίσει την εισπήδηση της κεντρικής Ελλαδικής διοίκησης στον χώρο της Σάµου. Η εισχώρηση αυτή προχωρούσε µε συνεργασία των πολιτικών αντιπάλων των Καρµανιόλων -οι οποίοι προέρχονταν από την οµάδα των παλιών προεστών- και δηµιουργούσε τη βάσιµη υπόνοια, ότι ήθελε να περιορίσει τις κοινωνικές κατακτήσεις που έφερε µαζί της η επανάσταση. Οι εκκλησιαστικοί παράγοντες συµµετέχουν σε µια «προς τα κοινωφελή ένωσι των αγαθών πατριωτών» που σκοπεί στην «ασφάλεια των δικαιωµάτων του κάθε πατριώτου» Αυτό θα γίνει κατορθωτό δε, «δια της δικαιοσύνης και της παιδείας».156 Η άµεση σχέση παραγόντων της τοπικής Εκκλησίας µε το κίνηµα καταγράφεται µε την εµφάνιση του. Στην πρώτη επιτροπή που πήγε, µε την έκρηξη του κινήµατος το 1805, να εκθέσει στην Κωνσταντινούπολη τα παράπονα των Σαµιωτών για την διεφθαρµένη διοίκηση των προκρίτων τους και της τοπικής Οθωµανικής αρχής, βρέθηκε ο ιεροµόναχος χατζή Ιωακείµ.157 Αρχιεπίσκοπος της Σάµου την εποχή αυτή είναι ο ∆ανιήλ από τη Πελοπόννησο. Αυτός είχε κατηγορηθεί από τους παλιούς κοτζαµπάσηδες ότι υποστήριζε τους Καραµανιόλους.158 Ζούσε βέβαια σε ένα πνευµατικό περιβάλλον, που παραδεχόταν την ιεραρχική δοµή της κοινωνίας, την καρτερία των αδυνάτων και εξαρτούσε πολλά πράγµατα από την φιλευσπλαχνία των πλουσίων.159 Η πράξη του όµως να µην εισπράξει την οφειλόµενη σε αυτόν εισφορά των οικονοµικά κατεστραµµένων αγροτών,160 την ίδια στιγµή που οι εκµεταλλευτές πρόκριτοι απαλλοτρίωναν προς όφελός τους τα κτήµατα αυτών των ανθρώπων, θα µπορούσε να θεωρηθεί και ως πράξη µε ευρύτερη συµβολική σηµασία, αφού οι συγκρίσεις ήταν αυτονόητες για τη µικρή τοπική κοινωνία. Σε σχέση µε τα καθιερωµένα προνόµια του εκκλησιαστικού θεσµού161, πρέπει να παρατηρήσουµε ότι αποδέχτηκε τη περικοπή της δικαστικής δικαιοδοσίας της Εκκλησίας, έστω και αν κληρικοί δικάζονται από πολιτικά δικαστήρια και µάλιστα τιµωρούνται αυστηρά για ηθικά παραπτώµατα. Οι Καρµανιόλοι, όµως νοιάζονται ιδιαίτερα για την καλή εικόνα του κλήρου και δίνουν έκτακτη χρηµατική ενίσχυση σε πάµφτωχους κληρικούς, έτσι ώστε να µην έχουν κίνητρα σιµωνιακών πράξεων. Το «κοινόν» επεµβαίνει για να µαταιώσει αλλαξοπιστίες και «χρηµατοδοτεί» την µεταστροφή Εβραίων.162 Οπωσδήποτε, η διαφορετική στάση της τοπικής Εκκλησίας απέναντι στις ιδέες του διαφωτισµού από αυτή του Οικουµενικού Πατριαρχείου, πρέπει να οφειλόταν εν µέρη και στη προσωπικότητα του επόµενου αρχιεπισκόπου Κύριλλου Αγραφιώτη, που βρίσκεται στον επισκοπικό θρόνο της Σάµου τη στιγµή που κορυφώνεται η σύγκρουση µε τους «διαφωτιστές» Αυτός ήταν άνθρωπος µε νεωτεριστικές ιδέες. Μόλις ήρθε στο νησί άρχισε να χτίζει λοιµοκαθαρτήρια, να οργανώνει σχολεία, να ιδρύει νοσοκοµείο για τους φτωχούς, κάνοντας τον «Λόγιο Ερµή» της Βιέννης να αναφερθεί πάρα πολύ εγκωµιαστικά στο έργο του. Υποστήριξε σθεναρά τους Καρµανιόλους, κατήγγελλε τις αυθαιρεσίες και αδικίες των κοτζαµπάσηδων στο Φανάρι και δεν διάβασε τον αφορισµό του Αλ. Υψηλάντη από τον Γρηγόριο Ε’. Έγινε στέλεχος της διευθυντικής οµάδας του Λογοθέτη και αυτοεξορίστηκε µαζί του από το νησί.163 Υπήρξε κάτοχος βιβλίων του Βολτέρου και ιατροφαρµακευτικών συγγραµµάτων στα γαλλικά και τα ιταλικά, οργάνων αστρονοµίας, φυσικής και 156
Α. Σεβαστάκης, Επιδράσεις στα Σαµιακά πράγµατα της Γαλλικής επανάστασης, της Φιλικής η εταιρίας και του συντάγµατος του Ρήγα, και Ε. Σταµατιάδη, Σαµιακά 2 έκδοση τόµος 2ος-, σ.360363. 157 Του ιδίου, Το κίνηµα των Καρµανιόλων , σ.31 158 Μητρ. Ιω .Πάπαλης, Η Εκκλησία της Σάµου, από της Ιδρύσεως αυτής µέχρι σήµερον, σ. 64-65 και Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων , σ.95 159 Α. Χατζηµιχάλη, Εκκλησιαστικοί ρητορικοί λόγοι, Ο Γ. Κλεάνθης και η εποχή του - Πρακτικά συνεδρίου, σ. 208-212 160 Α. Χατζηµιχάλη, όπ. π. 161 σελ 162 Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων , σ.96,126-127 και του ιδίου, ∆ίκαιο και δικαστική εξουσία στη Σάµο 1550-1912,σ. 28 163 Ευαγγ. Ι. Ζαφείρη, Κύριλλος ο θρυλικός δεσπότης της Σάµου κατά την επανάσταση, Σαµιακή Επιθεώρηση(Η/31-32 ),σ. 138-139.
31 ιατρικής, τα οποία εγκατέλειψε µετά τη φυγή του164. Ο Κύριλλος αναφερόµενος στην κατάσταση του κλήρου της επισκοπής του το 1830, αναγνωρίζει ότι βρίσκεται «υπό αµάθειαν» και ότι αυτό είναι αποτέλεσµα του τυραννικού ζυγού και της επακόλουθης φτώχειας.165 Είναι σηµαντική η παραδοχή αυτή από ένα ιεράρχη της εποχής: δηλαδή η εξάρτηση του πνευµατικού έργου των κληρικών από τις κοινωνικές και οικονοµικές συνθήκες. Την ίδια εποχή όµως, χαρακτηρίζει «διεφθαρµένο» και «καταφρονητή των θρησκευτικών εθίµων» τον αλληλοδιδακτικό δάσκαλο, ιεροδιάκονο Καλλίνικο, ο οποίος δεν συµφωνούσε µε την προσκύνηση των εικόνων κι έδειχνε µάλλον µια ελευθεριάζουσα συµπεριφορά ως προς την ακριβή πίστη των θρησκευτικών δογµάτων. Για τον ίδιο δάσκαλο, το ίδιος έτος, η πολιτική αρχή του νησιού, η υπό τον Ι. Κωλέττη έκτακτη Επιτροπεία, πιστοποιεί ότι έδειξε άριστη διαγωγή.166 Όλα αυτά µπορούν να τον κατατάξουν στους συνεπείς εκπροσώπους των «νεωτερικών» ιδεών, χωρίς αυτό να σηµαίνει ότι αµβλύνθηκε το θρησκευτικό του συναίσθηµα. Πολλοί ιερείς, ειδικά από το Καρλόβασι, µεταναστεύουν µαζί µε τον µητροπολίτη τους το 1834, στην Ελλάδα, επειδή προφανώς έλαβαν ενεργό µέρος στην επανάσταση υπό τον Λ. Λογοθέτη και δεν αισθανόταν άνετα στη διαµορφούµενη νέα κατάσταση.167 Οι σχέσεις βέβαια του κινήµατος των Καρµανιόλων µε τη τοπική Εκκλησία, ήταν οµαλές και µάλλον θερµές διότι και οι Καρµανιόλοι ήταν άτοµα µε έντονη θρησκευτικότητα και ενεργά µέλη της τοπικής εκκλησίας, τουλάχιστον όπως µπορεί να συµπεράνει κανείς από τα βιογραφικά στοιχεία των ηγετικών και λογίων µορφών αυτού του κινήµατος.168 Από τους πιο συνεπείς οπαδούς των ιδεών του νεοελληνικού διαφωτισµού ήταν ο Ι. Λεκάτης. Αυτός τιµούσε όσους κληρικούς συνεισέφεραν στην διάδοση της παιδείας, αλλά οργιζόταν όταν αναφερόταν σε µοναστήρια που εκµεταλλεύονταν ακτήµονες.169 Το 1929 πρότεινε να αναλάβουν τα µοναστήρια τα οικονοµικά των σχολείων. Τα περισσότερα δέχτηκαν.170 Οι Καρµανιόλοι, θεωρούσαν την «αρετήν του Ευαγγελίου», διαγωγή που αντιβαίνει στον «δεσποτισµόν του Τυράννου αιµοβόρου εχθρού του χριστιανικού ονόµατος», γι αυτό και όταν η αγαπηµένη τους πατρίδα κινδυνεύε να γίνει, µε τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τµήµα της Οθωµανικής επικράτειας, ενδιαφέρονται εντονότερα για τα θρησκευτικά θέµατα και προβάλλουν την θρησκευτική πίστη τους ως δύναµη και αιτία αντίστασης.171 Αυτή η ιδιαίτερη στάση της τοπικής εκκλησίας της Σάµου, οδήγησε ορισµένους ερευνητές να κινηθούν σε ένα άλλο επίπεδο, ώστε να εξετάσουν πληρέστερα τη νοοτροπία που διαµορφώνουν οι εκκλησιαστικοί παράγοντες αυτής της εποχής. Η έρευνα κινήθηκε πρώτα από όλα στο περιβάλλον του αρχιεπισκόπου ∆ανιήλ καθώς ήταν γνωστό ότι υπήρξε φηµισµένος ιεροκήρυκας στην εποχή του, µαζί τον ανεψιό του Παρθένιο, ηγούµενο της µονής του Τιµίου Σταυρού και πρωτοσύγγελο του.172 Σε χειρόγραφους κώδικες του παραπάνω µοναστηριού, σώζονται µια σειρά από κηρύγµατα τα οποία οι ερευνητές τα αποδίδουν και στους δυο µαζί, µε την έννοια ότι ο ανεψιός επεξεργάστηκε και εµπλούτισε αρχικές σηµειώσεις του θείου του και αργότερα οι µοναχοί καθαρόγραψαν ευλαβικά το υλικό του Παρθενίου.173 164
Μ. Βουρλιώτης, Οι Καρµανιόλοι και το βιβλίο, σ.37-39 Χ. Λάνδρος, Ονοµαστικός κατάλογος των εν Σάµω ιερέων ιεροµονάχων και µοναχών, µια απογραφή των κληρικών της Σάµου το 1830, Αντιπελάργηση, Αθήνα 1992, σ.386 166 όπ. π., σ. 392 - 394 167 , όπ. π., σ.395-397 168 σελ. 169 Ι. Λεκάτη, Συνοπτική περιγραφή της νήσου Σάµου, παρουσίαση Μ. Βουρλιώτη, Σαµιακή Επιθεώρηση (Ι/37-38), σ.19. 170 Α. Σεβαστάκης, Οι Καρµανιόλοι στην επανάσταση της Σάµου- Ιωάννης Λεκάτης, σ.28 171 Α. Σεβαστάκης, Η θεµελίωση της Σαµιακής Πολιτείας 1830-1834 (µε ανέκδοτα έγγραφα), Σαµιακές Μελέτες τ. 2, σ. 315-316 172 Μητρ. Ιω .Πάπαλης, όπ. π., σ.66-69. 173 Μ.Γ. Βαρβούνης, Παρθένιος και ∆ανιήλ οι Πελοποννησοσάµιοι και η λαϊκή κηρυγµατική κατά τον ο ο 18 και 19 αιώνα, πρακτικά Ε’ διεθνούς συνεδρίου Πελοποννησιακών σπουδών τ. Γ’, σ. 229-230. 165
32 Ο αρχικός σχολιασµός των κειµένων αυτών έδειξε ότι απηχούν συντηρητικές, για την εποχή τους, κοινωνικοπολιτικές ιδέες: Η κοινωνία χωρίζεται σε πλούσιους και φτωχούς . Ανάµεσα στα δυο αυτά µέρη υπάρχει µια «ασύµµετρη» σχέση εξάρτησης. Κριτική εναντίον του πλούτου ασκείται µόνο όταν οι πλούσιοι παραβλέπουν αυτή τη σχέση εξάρτησης, µε το να δείχνουν µια «αφιλάνθρωπη» στάση απέναντι στους φτωχούς. Οι αντιλήψεις αυτές συνοδεύονται και από την πεποίθηση ότι όσες ταλαιπωρίες και αν υποστεί ο πιστός στη παρούσα ζωή θα «αποζηµιωθεί» στη µέλλουσα174 Άλλη προσέγγιση, η οποία θεωρεί ότι τα κείµενα αυτά «απηχούν ιδέες και πνευµατικά κινήµατα του ελληνικού διαφωτισµού», τα τοποθετεί στα όρια «της λαϊκής κηρυγµατικής» της τελευταίας περιόδου της τουρκοκρατίας, µε κορυφαίους εκπροσώπους τον Ηλία Μηνιάτη και τον Νικηφόρο Θεοτόκη. Ο λαϊκός κηρυγµατικός λόγος, ειδικά την εποχή αυτή, είναι αναγκαστικά ηθικολογικός, σύµφωνα µε τη προσέγγιση αυτή. Όµως και εδώ αναγνωρίζεται ότι σε ορισµένους λόγους αποτυπώνεται µια διχοτοµική αντίληψη για τη κοινωνική συγκρότηση.175 Πάντως και η στάση του Νικηφόρου Θεοτόκη στο χώρο των κοινωνικοπολιτικών ιδεών µπορεί να κριθεί συντηρητική, παρόλο που ο ίδιος αποδέχτηκε τη «νεωτερικότητα» σε σχέση µε τις φυσικές επιστήµες. Όντως οι ιδέες του εµφανίζονται παράλληλες µε αυτές των Παρθενίου - ∆ανιήλ. Ο άνθρωπος οφείλει να διαχειριστεί σωστά την κατάσταση στην οποία θα βρεθεί για να πράξει το θέληµα του Θεού, ο πλούσιος µε την «φιλανθρωπία» και ο φτωχός µε την υποµονή του. Στη µέλλουσα ζωή θα ανταµειφθούν αυτοί που ακολούθησαν το σωστό δρόµο. Έτσι όµως η κοινωνική ανισότητα αποδίδεται στο Θεό, αφού θεωρείται θέληµά Του η κοινωνική κατάσταση στην οποία θα βρεθεί ο πιστός.176 Στο κήρυγµα των ∆ανιήλ - Παρθενίου πάνω στη παραβολή «του πλουσίου και του πτωχού Λαζάρου» (χειρόγραφο 126, σπάραγµα δ’), συναντάµε διδασκαλία της Εκκλησίας ότι ο κάθε άνθρωπος είναι διαχειριστής των υλικών αγαθών που παραχωρήθηκαν από το Θεό µε σκοπό την ωφέλεια όλων των ανθρώπων177: «Κολασµένος πλούσιος είναι εκείνος, όπου δεν λογαριάζει πως ο θεός τον έκαµε πλούσιον δια να είναι οικονόµος και επίτροπος των πτωχών και ορφανών και ας ακούση τον Θεόν τι λέγει δια του προφήτου ∆αυίδ : «σοι εγκαταλέλειπται ο πτωχός, ορφανώ σοι ήσθα βοηθός».178 Όµως από τα κηρύγµατά τους λείπει η άποψη που συναντάµε σε πολλούς πατέρες (π.χ. Μ. Βασίλειο, Γρηγόριο Θεολόγο και Ι. Χρυσόστοµο ), ότι η οικονοµική ανισότητα του παρόντος κόσµου δεν είναι έργο του Θεού, αλλά αποτέλεσµα των ανθρώπινων ενεργειών.179 Αντίθετα στο παραπάνω κήρυγµα επεκτείνεται η διδασκαλία του Απ. Παύλου για την αναγκαιότητα όλων των χαρισµάτων στην Εκκλησία ( Α’ Κορ. κεφ. 12), έτσι ώστε η φτώχεια και ο πλούτος να εµφανίζονται ως «χαρίσµατα» του Θεού , αναγκαία για την ενότητα της κοινωνίας: «∆ιότι αν ήτον, καθώς λέγει ο απόστολος, όλον το σώµα του ανθρώπου οφθαλµός, που ήθελαν είσθαι τα λοιπά µέρη του σώµατος, και αν ήταν όλοι οι άνθρωποι πλούσιοι, εις ποίους ήθελε να γίνεται η ελεηµοσύνη; Και αν έλειπεν η ελεηµοσύνη, η µεγάλη αρετή, πως εσώνετο ο άνθρωπος; και πάλι αν ήταν όλοι πλούσιοι και δεν εχρειάζετο ο ένας τον άλλον, πως ήθελαν να έχουν αγάπη µεταξύ τους.....»180 174
Α. Χατζηµιχάλη, Εκκλησιαστικοί ρητορικοί λόγοι, Ο Γ. Κλεάνθης και η εποχή του - Πρακτικά συνεδρίου, σ. 209-211. Αυτές βέβαια οι αντιλήψεις µπορεί να προήλθαν από την χριστιανική εσχατολογική προσδοκία για τη ζωή του "µέλλοντος αιώνος", στην οποία θα καταργηθούν όλες οι διαιρέσεις του παρόντος κόσµου. Αυτή η προσδοκία σχετικοποιεί όλα τα κοινωνικά συστήµατα και τις πολιτικοκοινωνικές ιδεολογίες, δίνοντας έτσι διέξοδο στη συνεχή αναζήτηση ενός καλύτερου παρόντος. Βλέπε: Γ. Μαντζαρίδης, Κοινωνιολογία του Χριστιανισµού, Θεσσαλονίκη 1990, σ.114. Η θεώρηση, όµως, της µέλλουσας ζωής ως ατοµική επιβράβευση του σωστού χριστιανού αποτελεί η διαστρέβλωση της παραπάνω διδασκαλίας Βλέπε: Ν. Ματσούκας, Ιστορία της Φιλοσοφίας(6 έκδοση) Θεσσαλονίκη 1997, σ.277 κ. εξ. 175 Μ.Γ. Βαρβούνης, όπ. π., σ.230-231. 176 Ι.Σ. Πέτρου, Εκκλησία και Πολιτική, σ. 119-122 177 Γ.Μαντζαρίδης, όπ. π., σ. 237-241. 178 Μ.Γ. Βαρβούνης, όπ. π., σ.241 179 Ι.Σ. Πέτρου, Κοινωνική ∆ικαιοσύνη, Θεσσαλονίκη 1992, σ. 68-81, 88-90. 180 Μ.Γ. Βαρβούνης, όπ. π., σ.243.
33 Η επέκταση και στην περιβάλλουσα κοινότητα των χαρακτηριστικών που έχει η Εκκλησία ως σώµα Χριστού, γίνεται έτσι αβίαστα, επειδή την εποχή αυτή, οι φορείς της εκκλησιαστικής παράδοσης ταυτίζουν την Εκκλησία και την κοινοτική οργάνωση των υπόδουλων χριστιανών.181 Όµως, όπως µας αποκαλύπτει και το ποίηµα του Αναγνώστη Σαλαµαλέκη, όχι µόνο κάποιοι «διανοούµενοι», αλλά και ευρύτερα πληθυσµιακά στρώµατα, αµφισβητούσαν τότε τις υπάρχουσες κοινωνικές δοµές . Μάλιστα, θεωρούσαν αιτία της δηµιουργίας αυτών των δοµών, την άγνοια που είχαν οι άνθρωποι για «τα πολιτικά» πράγµατα «τα περασµένα χρόνια».182 Βέβαια, ο ∆ανιήλ ως ιεράρχης, όπως ήδη αναφέραµε, έδειξε έµπρακτο ενδιαφέρον για τους ενδεείς. Μ’ αυτό τον τρόπο έγινε ιδιαίτερα αγαπητός στις κοινωνικές οµάδες που ακολουθούσαν το κίνηµα των Καρµανιόλων, ενώ οι παλαιοί κοτζαµπάσηδες τον έβλεπαν µε καχυποψία. Ο αρχιµανδρίτης Παρθένιος, µετά το θάνατο του θείου του, το 1823 όπως το ίδιο το κείµενο (χειρόγραφο 119- σπάραγµα γ’) µας πληροφορεί, εκφώνησε έναν λόγο, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα γράφτηκε εναντίον όσων διέδιδαν στο νησί νέες ιδέες. ∆εν µπορούµε - βέβαια- να αποκλείσουµε τη περίπτωση οι ιδέες αυτές να ήταν καινοφανείς απόψεις στο χώρο των θρησκευτικών δογµάτων, καθώς, όπως ήδη αναφέρθηκε, πολύ λίγα χρόνια αργότερα σηµειώθηκε και µια τέτοια περίπτωση. 183 Όµως η γενικότητα µε την οποία είναι διατυπωµένος ο λόγος αδυνατίζει τη περίπτωση των δογµατικών κακοδοξιών, διότι τότε οι «πλάνες» έπρεπε λογικά να αναφέρονται µε κάθε λεπτοµέρεια. Αυτοί που ο Παρθένιος θέλει να αντιµετωπίσει, πρέπει να ήταν φορείς του ευρωπαϊκού διαφωτισµού: «.. Εις τούτο όµως αδελφοί, δεν απολείπουσι κατά καιρούς να φέρωνται κάποιοι εναντίως, οι µεν από την ειδικήν µας αυλή, οι δε από τη ξένην καταγόµενοι και δοκιµάζοντες να ανατρέψουσι το πράγµα, από πλάνην και µαταιότητά τους κινούµενοι, λέγουσι εδώ και εκεί ότι το δένδρον αυτό δεν είναι τάχα όπως το έχοµεν ηµείς, και ως το κρατούµεν, ..... ηµείς δε ακούοντες τους τοιούτους λόγους των, ως ζωύφια τους αποβάλλοµεν, ....... ότι αδύνατον να δεχθώµεν τα λόγια τους ως σωστά και αληθινά, αν δεν µας παραστήσουσι και αυτοί γράµµατα, προ χιλιάδων χρόνων γραµµένα και από µιλιόνια ανθρώπων συµµαρτυρούµενα και βασιλικώς και θεϊκώς επικυρούµενα,....»184 Είναι γνωστό, ότι ο Παρθένιος είχε διαφωνήσει µε το θερµότατο οπαδό του διαφωτισµού Ι. Λεκάτη πάνω στο βιβλίο του Α. Πάλµα, «Πολιτική Κατήχησις», γιατί ο συγγραφέας του χρησιµοποιούσε τον όρο θρησκεία δίνοντας του ευρύτερη σηµασία. Όµως, µπορεί να επισηµανθεί και το γεγονός της επικοινωνίας, αφού το βιβλίο ο Λεκάτης του το έστειλε να το διαβάσει.185 Άλλη µια προσωπικότητα της τοπικής Εκκλησίας που συµπαρατάχθηκε ολοκληρωτικά µε τους Καρµανιόλους, όντας ιδρυτικό µέλος της µυστικής τους εταιρίας, ήταν ο ιεροµόναχος και δάσκαλος Ιγνάτιος. Εξορίστηκε και θανατώθηκε τελικά από τους Τούρκους τον καιρό της Ηγεµονίας, επειδή υποστήριξε επανάσταση ενάντια στον Ηγεµόνα Βογορίδη. Όµως, στα γραπτά που έχει αφήσει (ιδιωτικές επιστολές), εµφανίζεται ως ένα άτοµο µε παραδοσιακή σκέψη, νοοτροπία και συµπεριφορά. Οι «νεωτερικές» ιδέες τον αγγίζουν µόνο «κατ’ επίφαση», διότι «ακολουθεί ξένα προς αυτόν σχήµατα, προσπαθώντας να προσαρµοστεί σε ένα κόσµο που µεταβάλλεται».186 Η ρευστότητα και η µεταβατικότητα της νοοτροπίας και της συµπεριφοράς του Ιγνάτιου, µας αποκαλύπτει τα διλήµµατα στα οποία βρέθηκαν ορισµένοι φορείς παραδοσιακών νοοτροπιών και στάσεων:. Από τη µια υπήρχε η ανάγκη να συνταχθούν µε ένα λαϊκό κίνηµα, το οποίο, έστω προσωρινά και πάνω στον επαναστατικό βρασµό, φαίνεται να υιοθετεί της ιδέες της Γαλλικής 181
Γ.Μαντζαρίδης, όπ. π., σ. 73-74. σελ.33-34 183 σελ.43. 184 Μ.Γ. Βαρβούνης, όπ. π.,σ.234-235 185 Μ. Βουρλιώτης, Οι Καρµανιόλοι και το βιβλίο, σ.23 186 Αλ. Σφοίνη, Γλώσσα και Νοοτροπίες. Η περίπτωση του δασκάλου Ιγνάτιου στη Σάµο στα τέλη του ου ου 18 µε αρχές του 19 , αι. Ο Γ. Κλεάνθης και η εποχή του - Πρακτικά συνεδρίου, σ. 193-206. Τα άτοµα που απηχούν την εκκλησιαστική παιδεία, παρουσιάζουν µια ποικιλία στάσεων και δεν µπορεί να θεωρηθεί ότι συνολικά εκφράζουν τον συντηρητισµό. 182
34 επανάστασης. Από την άλλη όµως τα παραδοσιακά πολιτισµικά σχήµατα εξακολουθούσαν να επηρεάζουν κατά πολύ τη ζωή τους ∆. Η κοινωνική δυναµική της Σαµιακής κοινωνίας από την εγκαθίδρυση της Ηγεµονίας µέχρι και τον Β’ παγκόσµιο πόλεµο.
1. Η συνεχής κρίση της αγροτικής οικονοµίας και κοινωνίας. Η Σαµιακή ηγεµονία, ως προς την πολιτειακή της υπόσταση, ήταν πολιτεία ηµιαυτόνοµη και υποτελής στην Οθωµανική κυβέρνηση. Γεννήθηκε για καλύψει την εξυπηρέτηση των διεθνών ισορροπιών στην περιοχή και γι’ αυτό το λόγο τις εσωτερικές της ισορροπίες επηρέασαν άµεσα, όχι µόνο οι διαθέσεις της Τουρκικής κυβέρνησης, αλλά και άλλων κρατών, όπως της Ελλάδας και των µεγάλων οικονοµικών και στρατιωτικών δυνάµεων της εποχής187. Αυτό φαίνεται και από την αδυναµία των αρχών να ιδρύσουν µια κεντρική τράπεζα στο νησί. Οι προσπάθειές τους σκόνταψαν στον ανταγωνισµό ανάµεσα στα Ευρωπαϊκά κεφάλαια για τον οικονοµικό έλεγχο της περιοχής και στην άρνηση της Τουρκικής κυβέρνησης να δεχτεί την επέκταση της «Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας» στο Ανατολικό Αιγαίο.188 Το µικρό κρατίδιο απέκτησε ένα προσωρινό χαρακτήρα και αυτό είχε επιπτώσεις και στο κοινωνικό-οικονοµικό καθεστώς του. Η πλούσιοι τοπάρχες µε τη συντηρητική νοοτροπία παρέµεναν µόνιµα στην εξουσία, οδηγώντας τις άλλες κοινωνικές οµάδες στην ουδετερότητα.189 Οι Καλλιεργητές αντιµετωπίζουν, σχεδόν τις ίδιες συνθήκες που αντιµετώπιζαν και στην προεπαναστατική εποχή: Η γεωργική πίστη ήταν ανύπαρκτη.190 Η διάθεση της παραγωγής ήταν στο έλεος των εµπόρων οι οποίοι µπορούσαν να µεταχειρίζονται δόλιους τρόπους, ώστε να παραλαµβάνουν την παραγωγή σε µηδαµινές τιµές, χωρίς να τους ελέγχει κανείς. Το κυριότερο απέβλεπαν στο γρήγορο και χωρίς κίνδυνο πλουτισµό. Έτσι δεν προχώρησαν ούτε σε παρεµβάσεις για τη βελτίωση της παραγωγής, ούτε επένδυσαν στην επεξεργασία των γεωργικών προϊόντων (κυρίως των σταφυλιών ή του µούστου) στο εσωτερικό του νησιού. Αυτό που τους ενδιέφερε ήταν να πιέσουν τους αγρότες, ώστε να πουλήσουν στις µικρότερες δυνατές τιµές, ακόµα και µε κίνδυνο αλλοίωσης της ποιότητας των αγαθών και εις βάρος της φήµης τους στο εξωτερικό.191 Το σύστηµα ήταν τόσο ευάλωτο που µια θεοµηνία µπορούσε να καταστρέψει µαζικά τα νοικοκυριά των µικροκαλλιεργητών.192 ∆εν υπήρχε καµιά ασφάλεια για αυτούς. Όταν µαζικές καταστροφές της παραγωγής οδήγησαν στη πτώχευση τα αγροτικά νοικοκυριά, δεν υπήρξε καµιά κρατική αρωγή για την κάλυψη των άµεσων βιοτικών αναγκών τους, ούτε βέβαια χρηµατοδότηση για την ανάκαµψη της παραγωγής.193 Η έλλειψη ρευστού χρήµατος για τις αγροτικές οικογένειες, οδηγεί στο δανεισµό «επί εξωνήσει», όταν είχαν να αντιµετωπίσουν κάποιο έκτακτο περιστατικό, π.χ. µια σοβαρή αρρώστια µέλους τους. Η απουσία οποιασδήποτε κοινωνικής πρόνοιας ήταν άλλη µια αιτία που ωθούσε τους 187
Κ. Στείρου, Οίνοι Σάµου- Ανθοσµίας, «Αρχείον Σάµου» (3/Α-∆), Επιµ. Νικ. Ι. Ζαφειρίου, σ.244 Θ. Καλαφάτης, Τραπεζικές παρεµβάσεις και τοπική οικονοµία, Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’, Αθήνα 1998, σ.30-35 189 Γ.Γ. Κώνστα, Από την Ηγεµονία στην ένωση, Σαµιακή Επιθεώρηση(Η/29-30), Απρ.1984,σ.26-27 190 Γ. Μουτάφης, όπ .π., σ. 178 191 Κ. Στείρου, όπ. π., σ. 246 192 Κ. Καραµηνά - Πόθου, Εν Μυτιληνίοις τη.... . Η ανάπτυξη της καπνοκαλλιέργειας στο χωριό µας, Σάµος (1998), σ. 37. 193 ∆. Θρασυβούλου, Αγροτική κρίση και κοινωνικοί µηχανισµοί και Θ. ∆. Σαρρηγιάννης, Η κρίση στη ου γεωργία της Σάµου το τελευταίο τέταρτο του 19 αιώνα, αφετηρία οικονοµικών, κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων, Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’, Αθήνα 1998, σ.156,165 και 234-237 188
35 µικροκαλλιεργητές στην πτώχευση.194 Οι δανειστές ήταν η κυρίαρχη οικονοµική οµάδα της εποχής, αφού δεν υπήρχε κάποιο γεωργικό πιστωτικό ίδρυµα. Οι αγρότες κατέφευγαν σ’ αυτούς που τους δάνειζαν µε όρους τοκογλυφίας.195 Η κυριαρχία των δανειστών στον οικονοµικό τοµέα, οδήγησε στη κατάληψη της τοπικής ηγεσίας των χωριών από αυτούς. Οι τοπικοί αντιπρόσωποι και συνήθεις δανειστές µετά τη χρεοκοπία καρπώνονταν τη περιουσία του καλλιεργητή. Αυτοί δεν ήθελαν καµιά αλλαγή. Για παράδειγµα µε το πρόσχηµα της σωστής δηµοσιονοµικής διαχείρισης, αντί να δηµιουργούν δηµόσιες θέσεις στα χωριά, αναγκαίες για ένα ελάχιστο δίκτυο κοινωνικής προστασίας, προτιµούσαν να συγχωνεύουν τις ήδη υπάρχουσες. Ο αγροτικός λαός συµµετέχει στις φατρίες τους, χωρίς να προβάλει κανένα αίτηµα, προσβλέποντας να ωφεληθεί η οικογένεια του καθενός από την εύνοια του κόµµατος όταν αυτό έρθει στην εξουσία.196 Οι πτωχεύσεις θα απασχολήσουν και ορισµένους Ηγεµόνες, όπως τον Κωνσταντίνο Αδοσίδη το 1874. Η πρότασή του να ανασταλούν οι κατασχέσεις µέχρι την προσεχή συγκοµιδή, θα απορριφθεί από τους τοπικούς αντιπροσώπους. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι βασικά δεν ανησυχούσαν για την επιστροφή των χρηµάτων τους· οι πτωχεύσεις και κατασχέσεις ήταν µια συντονισµένη προσπάθεια συγκέντρωσης καλλιεργήσιµης γης σε χέρια λίγων.197 Η Βουλή198 νωρίτερα (1854) είχε ζητήσει την αλλαγή του δικονοµικού συστήµατος, µε βάση το οποίο οι περιουσίες των οφειλετών κατέληγαν στα χέρια των δανειστών, ζητώντας να υπαγάγει ουσιαστικά κάτω από τον έλεγχό της την κατάσταση. Οι τοπικοί αντιπρόσωποι όµως απέρριψαν τη πρόταση, δίνοντας ολιγόµηνη παράταση για την εξόφληση των οφειλών.199 Υπήρξαν βέβαια και εποχές, που οι κεφαλαιούχοι ήταν απρόθυµοι να δανείσουν τους αγρότες, καθώς οι καταστροφές πολυετών καλλιεργειών (π. χ. αµπελώνες και ελαιόδενδρα) ελαχιστοποιούσαν την αξία των κτηµάτων. Η αδυναµία του αγρότη να ζήσει µε τις υπάρχουσες συνθήκες παραγωγής και διακίνησης των παραδοσιακών προϊόντων (λάδι και κρασί) θα οδηγήσει στην εισαγωγή της καπνοκαλλιέργειας. Όταν η φυλλοξήρα, ασθένεια των αµπελιών, κατέστρεψε τους αµπελώνες, χωριά µε εύφορες γαίες όπως οι Μυτιληνιοί, που ζούσαν βασικά από την αµπελοκαλλιέργεια βρέθηκαν σε αδιέξοδο. Έτσι η περιοδική µετανάστευση στη Μ. Ασία θα ενταθεί. Από τους περιοδικούς µετανάστες µεταφέρεται η καπνοκαλλιέργεια και στη Σάµο. Η νέα καλλιέργεια είναι εντάσεως εργασίας και αυτό αποτελεί µια σηµαντική αλλαγή στην καθηµερινότητα του αγρότη. Οι αποδόσεις είναι πολύ µεγαλύτερες από τις µέχρι τότε παραδοσιακές καλλιέργειες, παρόλο που υπήρχαν οι πιέσεις από τους εµπόρους για χαµηλότερες τιµές.200 Η καπνοκαλλιέργεια «ριζώνει», γιατί αρχικά ανταποκρίνεται σε ανάλογες καινοτοµίες των αστών µε την ανάπτυξη της σιγαροποιίας. Αργότερα µε την ενσωµάτωση στην Ελλάδα θα εµφανίσει και η σιγαροποιία σηµάδια κάµψης. Η καπνοκαλλιέργεια όµως, θα συνεχίσει να υπάρχει µέχρι και τη δεκαετία του 1970, ξεπερνώντας µάλιστα την παγκόσµια οικονοµική κρίση του 1929. Η περίοδος του µεσοπολέµου φαίνεται ότι είναι περίοδος σχετικής οικονοµικής άνεσης και
194
Σ.Γ. Καραθανάσης, Παγώνδας το αρχοντοχώρι της Σάµου, σ. 15. Βλέπε και σελ. 21-22 του ίδιου βιβλίου: Οι έλλειψη κοινωνικής πρόνοιας συνοδευόταν και από απουσία κατάλληλων υγειονοµικών συνθηκών, έτσι ώστε οι σοβαρές λοιµώδεις ασθένειες να είναι µια κανονικότητα της ζωής. 195 ∆. Θρασυβούλου, όπ .π., σ.159 196 Γ. Μουτάφης, όπ .π., σ.178,182,183,184. Βλέπε Σ.Γ. Καραθανάσης, όπ. π., σ.13 και Βασ. Καριώτογλου, Πολιτικά µελετήµατα - Αι αφορµαί και τα αίτια και τα µέσα της αναγεννήσεως και της προόδου ηµών, Σάµος 1912, σ. 45 197 Γ. Μουτάφης, όπ .π., σ.181 198 ΟΙ Βουλευτές (4) ήταν, µε την σηµερινή αντιστοίχηση υπουργοί, αλλά εκλεγµένοι από αντιπροσωπευτικό σώµα. 199 Α. Σεβαστάκης, ∆ίκαιο και δικαστική εξουσία στη Σάµο 1550-1912,σ.53-54 200 Κ. Καραµηνά - Πόθου, όπ .π., σ.37, 49, 52
36 εξέλιξης για τους αγρότες που καλλιεργούν εύφορη και σχετικά πεδινή γη. Η καλή απόδοση των καλλιεργειών, σύµφωνα µε πληροφορίες ελαχιστοποιεί τη µετανάστευση.201
201
Κ. Καραµηνά - Πόθου, όπ .π., σ.52-55, 61,72. Οι Μητιλινιοί, το Βαθύ, η Χώρα, το Ν.Καρλόβασι, ο Παγώνδας, το Κοκκάρι, αλλά ακόµα και οι Μύλοι, οι Μαυρατζαίοι, ο Μαραθόκαµπος , και ο Πλάτανος θα βρεθούν µε αξιόλογη καπνοπαραγωγή το 1930.
1 Κοινωνική και παραγωγική καινοτοµία των τελευταίων χρόνων του µεσοπολέµου, που συµβάλλει στον αγροτικό εκσυγχρονισµό, είναι η ίδρυση συνεταιρισµών και ειδικά η «Ένωση»202. Θεσµός που µπορεί να αποδεσµεύσει την αγροτική τάξη από την κηδεµονία των κοµµαταρχών- µεσιτών και δανειστών. Καθώς θα αναλάβει την πλήρη παραγωγή κρασιού στο νησί και θα ασκήσει την αγροτική πίστη. Θα στηρίξει ο αγρότης µεγάλες ελπίδες πάνω της.203Η µεγάλη αύξηση του πληθυσµού που γνωρίζουν, σύµφωνα µε πληροφορίες204, αυτήν την εποχή χωριά όπως ο Παγώνδας, δεν πρέπει να αποδοθεί µόνο στην καπνοκαλλιέργεια, αφού εδώ υπάρχουν και οι τρεις βασικές προπολεµικές καλλιέργειες: αλλιέργειες: αµπέλι , ελιά, καπνά205, αλλά ίσως στη σχετική καλυτέρευση της ζωής του αγρότη, παράλληλα µε τη µικρή ανάπαυλα από τις πολεµικές περιπέτειες. Βέβαια η συνολική βελτίωση της εικόνας ενός γεωργικού χωριού δεν σηµαίνει ότι όλοι οι κάτοικοί του ευτυχούν. Αντίθετα µε την ανάπτυξη επέρχεται ακόµα µεγαλύτερη κοινωνική ανοµοιογένεια, µε αποτέλεσµα η περιθωριοποίηση στη βάση της κοινωνικής πυραµίδας να σηµατοδοτεί την έκρηξη που θα ακολουθήσει.206
202
Η Ένωση Οινοποιητικών Συνεταιρισµών Σάµου επιβλήθηκε µε τον νόµο «περί αναγκαστικών συνεταιρισµών» τον 6085/ 1934. Βλέπε: Κ. Στείρου, όπ. π. 203 Ν.Α .∆ηµητρίου, Λαογραφικά της Σάµου τ. Β΄, Αθήνα 1986, σ. 25-26 204 Κ. Γ. Καµπούρης, Το χρονικό της Σάµου τ. Α’, Αθήνα , σ. 246-247 205 Σ.Γ. Καραθανάσης, όπ. π., σ.12 206 όπ. π., σ. 30-31
1
Οι αδυναµίες του συστήµατος αγροτικής παραγωγής και διάθεσης των προϊόντων δεν ήταν δυνατόν να καλυφθούν απόλυτα µε όλες τις παραπάνω καινοτοµίες, ιδιαίτερα για µέρη όχι τόσο εύφορα και πεδινά. Έτσι ένα σηµαντικό µέρος του πληθυσµού οδηγείται στη µετανάστευση και στη ναυτιλία207 και στη συµµετοχή στις βιοτεχνικές αρχικά δραστηριότητες. Οι εκτεταµένες πτωχεύσεις αγροτών για παράδειγµα σε περιοχές γύρω από το Καρλόβασι, γύρω στο 1880, ευνοούν την ανάπτυξη της Βυρσοδεψίας.208 Η περιοδική µετανάστευση σχεδόν για όλον τον 19ο αιώνα, µετά το τέλος του αγώνα της ανεξαρτησίας, είναι συνηθισµένη πρακτική για την αγροτική τάξη. Αντίθετα από τη Σάµο, στην απέναντι µικρασιατική ακτή υπάρχουν τσιφλίκια που χρειάζονται αγροτικά χέρια. Οι γαιοκτήµονες είχαν όφελος από τους εποχιακούς αγρεργάτες, γιατί δεν ήταν υποχρεωµένοι να υποστούν το κόστος συντήρησης των ίδιων και των οικογενειών τους, όπως συµβαίνει σε καθεστώς δουλοπαροικίας. Οι µετανάστες πήγαιναν κυρίως στη Μ. Ασία την εποχή του θερισµού. Άλλοι όµως απασχολούνταν στις καπνοκαλλιέργειες, πολλοί ακόµα και ως παροδικοί βοσκοί. Ένας λόγος της µετανάστευσης ήταν η κάλυψη αναγκών σε τρόφιµα που δεν είχε τη δυνατότητα να τα καλλιεργήσει µόνο του το κάθε νοικοκυριό, παρόλο που παρουσίαζε µια πολυποίκιλη παραγωγική δραστηριότητα: ελαιοκοµία, αµπελουργική, οικόσιτη κτηνοτροφία, κηπουρική, καλλιέργεια δηµητριακών, οσπρίων και ζωοτροφών. Είναι γεγονός όµως, ότι η Σάµος την εποχή αυτή (δεύτερο µισό του 19ου αιώνα), εισάγει στάρι από την Τουρκία για να καλύψει το διατροφικό της έλλειµµα.209 Οι συνεχείς πτωχεύσεις επίσης, δηµιουργούσαν ένα νέο πλήθος ακτηµόνων, που δεν µπορούσε να απασχοληθεί στο νησί. Ένας άλλος σηµαντικότατος λόγος είναι η αγορά εργαλείων και υποζυγίων. Ο περιοδικός µετανάστης εύρισκε ακόµη πόρους για να πληρώνει τα τοκοχρεολύσια των δανείων και τους φόρους. Όλα αυτά συνιστούν ένα άνοιγµα της παραδοσιακής αγροτικής κοινωνίας προς τα έξω. Όσο κι αν οι µέθοδοι της εργασίας είναι περίπου ίδιοι, συναντούν διαφορετικές εθιµικές συµπεριφορές στους τόπους µετανάστευσης, ζουν για λίγο σε µια κοινωνία µε διαφορετικά προβλήµατα, σε διαφορετικό γεωγραφικό περιβάλλον µε εκτεταµένη ενδοχώρα και διαφορετικό πολιτικό καθεστώς. Αυτό είναι ένα καινούργιο πολιτισµικό φορτίο, που µπορεί να οδηγήσει σε παραπέρα διαφοροποίηση της κοινωνίας. Η άµεση καινοτοµία στο χώρο της παραγωγής (καπνοκαλλιέργεια) που ξεκινάει µε την παρεµβολή τους, είναι ένα σπουδαίο στοιχείο.210 Άλλος δρόµος ανοίγµατος της τοπικής αγροτικής κοινωνίας στο µοντέρνο κόσµο είναι εκπαίδευση211. Η εµποροβιοµηχανική ανάπτυξη των πόλεων του νησιού, αλλά και των πολύ µεγάλων αστικών κέντρων της περιοχής (π.χ. Σµύρνη, Αλάτσατα, Τσεσµές212), δηµιουργούσε θέσεις εργασίας στο τριτογενή τοµέα της οικονοµίας. Η ένταξη στην υπαλληλική τάξη, προϋπέθετε και σχετική εκπαίδευση. Αυτό ήταν ένα σπουδαίο κίνητρο για την εξουθενωµένη αγροτική τάξη, ώστε να ωθήσει τα παιδιά της στη βασική εκπαίδευση της εποχής213. Ειδικά στα ορεινά χωριά, εκεί που οι οικογένειες αντιµετώπιζαν σοβαρό πρόβληµα έλλειψης και κατακερµατισµού της καλλιεργήσιµης γης, ήταν ασύµφορο όλα τα αγόρια να γίνουν αγρότες. Έτσι όσο πιο φτωχό ήταν το χωριό, τόσο µεγαλύτερη 207
Κ. Γ. Καµπούρης, όπ. π τ. Β’, Αθήνα 1977, σ. 103-104 Γ. Μουτάφης, όπ .π., σ.186 και Ανδροµάχη Οικονόµου, Σηµείωµα για τη Βυρσοδεψία στη Σάµο, Σαµιακές Μελέτες τ. 1, σ. 189-191 209 ος Ν. Μέλιος, Όψεις της οικονοµικής ζωής της Σάµου (19 αιώνας), Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’, Αθήνα 1998, σ.21 210 Γ. Μουτάφης, Σάµιοι υπήκοοι και επιστάτες στη Μ. Ασία, Σαµιακές Μελέτες τ. 1, σ. 176-177. Κ. Καραµηνά - Πόθου, όπ .π., σ.37 και Γ. Γιαννόπουλος, Τοπική ιστορία, Τοπική ιστορία και αρχείαπρακτικά συνεδρίου, σ.31-32 211 Α. Βουγιούκας, Η Σάµος πριν και µετά τον Β’ παγκόσµιο πόλεµο- Προσωπικές ποιητικές µαρτυρίες, Απόπλους (6/14-16) Σάµος 1995,σ.327. 212 Ανδρ. Νανάκη, Τα Αλάτσατα και οι αρχιερείς τους στην Εκκλησία της Ελλάδος, Επιστηµονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ., τόµος 8 (νέα σειρά), Θεσσαλονίκη 1998,σ.315,316, 319 213 Κ. Καλατζή, Το ταµπάκικο, Αθήνα 1990, σ.80-81 208
2 ήταν η ανάγκη να πάνε στο σχολείο τα παιδιά, για να έχουν αργότερα µια διαφορετική διέξοδο στη ζωή τους.214 Κατά τις δυο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, ο µαθητικός πληθυσµός της Σάµου αυξάνεται σταθερά. Οι µαθητές αποτελούν αυτή την εποχή το 10% του συνολικού πληθυσµού του νησιού, αν και η φοίτηση δεν είναι υποχρεωτική.215 Στις αρχές του αιώνα µας αναλογούσαν στη Σάµο περίπου105,5 µαθητές ανά σχολείο, στην Κρήτη 54,7 και στην Μακεδονία 60,5. Επειδή µάλιστα από πολύ νωρίς ο αριθµός των σχολείων της Σάµου σε σχέση µε τους κατοίκους είναι -σε γενικές γραµµέςικανοποιητικός, µπορούµε να υποθέσουµε, ότι υπήρχε ικανοποιητική προσέλευση στην εκπαίδευση. 216 Αυτά τα ποσοστά δεν θα υπήρχαν ασφαλώς, αν και παιδιά από τα δυσπρόσιτα χωριά δεν προσπαθούσαν, κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, να «πάρουν κάποια βασικά γράµµατα». Βέβαια ένα µεγάλο θέµα είναι η ποιότητα της παρεχόµενης βασικής εκπαίδευσης και η τακτική παρακολούθηση των µαθηµάτων217, αλλά εν προκειµένω το ζήτηµα είναι η θέληση για εκπαίδευση. Κοντά σε όλα αυτά ήταν και οι προοδευτικοί αστοί , οι δηµοτικιστές, που πίστευαν ότι ήταν πλαστός ο ευρωπαϊκός αέρας των πόλεων και έστρεφαν συχνά τα φώτα της δηµοσιότητας στην ύπαιθρο όσο και αν κάποιοι στις πόλεις ήθελαν να την ξεχάσουν. Ο Γεώργιος Καρατζάς, ένας προοδευτικός και µαχητικός αστός διανοούµενος, διαµαρτύρεται γιατί κάποιοι αποκαλούν τη Σάµο Ελβετία της Ανατολής, τη στιγµή που δεν υπάρχει «ούτε κλήρος, ούτε παιδεία, ούτε δικαιοσύνη άξια περιωπής.»218 Ενώ άλλος ένας λόγιος, δηµοτικιστής κι αυτός, ο Ι. Βακιρτζής προτείνει δηµοσιογραφώντας, καινοτοµίες στον χώρο της οινοποιίας προς όφελος των αµπελουργών, οι οποίες πολύ µετά την ίδρυση της Ένωσης Οινοποιητικών Συνεταιρισµών θα γίνουν πραγµατικότητα.219 Το «πολιτικό» αρχίζει σιγά - σιγά να απασχολεί ουσιαστικά τις αγροτικές µάζες. Η χρησιµοποίηση του νησιού ως τόπου εξορίας από την δικτατορία του Μεταξά µαζί µε τους απόκληρους µικρασιάτες που δουλεύουν ως αγρεργάτες στα χωριά, καθώς και η επιστροφή κάποιων πολεµιστών της µικρασιατικής εκστρατείας µε ανατρεπτικές ιδέες δηµιουργούν δίκτυο επικοινωνίας µε τις σοσιαλιστικές ιδέες. Φαίνεται να υπάρχει στα χωριά ενδιαφέρον και µια ανάγκη τοποθέτησης.220 Οι νέες αυτές ιδέες µπορούν να εµβολίσουν τα ιδεολογικά ερείσµατα ακόµα και ενός παραδοσιακού παπά. Η µεγάλη φτώχεια και η πίστη σε αξίες όπως η δικαιοσύνη, φαίνεται ότι για ορισµένους ανθρώπους είχαν µεγαλύτερο ειδικό βάρος από την αθεΐα των µαρξιστών επαναστατών.221 Γενικά από το τέλος του αγώνα της ανεξαρτησίας ο παραδοσιακός αγροτικός πολιτισµός βρίσκεται συνεχώς σε µια ένταση: 1. Στον τοµέα της παραγωγής και της οικονοµίας αρχικά. 2. Στον τοµέα της γνωριµίας και της πρόσκτησης νέων πολιτισµικών στοιχείων, µε την αναγκαστική επαφή µε το γειτονικό αστικό περιβάλλον των αναπτυσσόµενων πόλεων της Σάµου και της µικρασιατικής ακτής. 3. Με τη µετανάστευση από και προς το νησί. 4. Με τη συµµετοχή των ανδρών σε µακροχρόνιες πολεµικές επιχειρήσεις.
214
Ν.Α .∆ηµητρίου, Λαογραφικά της Σάµου τ. Γ΄, Αθήνα 1986, σ.236 Λ. Παπαδάκη οι εκπαιδευτικές τάσεις στη Σάµο, Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµεραπρακτικά συνεδρίου τ. Β’, Αθήνα 1998, σ.544 216 Π. ∆ιακογιάννη, Η παιδεία στη Σάµο από την Τουρκοκρατία µέχρι σήµερα, Αθήνα (;),σ.352-353. Οι αναλογίες εξάγονται από τους πίνακες «αναλογία αριθµού σχολείων προς τους κατοίκους(1876) και «αναλογία πληθυσµού σχολείων µαθητών.» 217 βλέπε :σελ. , της παρούσας εργασίας. 218 Α. Σφοίνη, Η πολιτιστική ζωή επί Ηγεµονίας, Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.50-51 219 Χ. Λάνδρος, Ιωάννης Βακιρτζής, Απόπλους (2/5), Σάµος Μάρ. - Ιούν.1991, σ.48 220 Σ.Γ. Καραθανάσης, όπ. π.,σ.29 221 Γ.Αγαθός, Ο παπά - Γιαννακός, Απόπλους (2/5), σ.81-83 215
3 Η βίωση της τραγωδίας της µικρασιατικής καταστροφής είχε µεγάλη επίδραση στη συνειδητοποίηση του τέλους ενός κόσµου, αφού η Σάµος όπως και τα άλλα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου ήταν ζωτικά συνδεδεµένα µε την απέναντι µικρασιατική ακτή και τις πόλεις της. 222 2. Η αστική ανάπτυξη. Οι ηγεµόνες, στο ιδιόµορφο πολίτευµα της Σάµου, ήταν οι κύριοι φορείς της εκτελεστικής εξουσίας και µαζί µε τους αιρετούς αντιπροσώπους του πληθυσµού (Βουλή, Γενική Συνέλευση) φορείς της νοµοθετικής εξουσίας. Αρκετοί έδειξαν ευελιξία στο να προστατέψουν άµεσα και να στηρίξουν κάθε νέο βήµα παραγωγικού εκσυγχρονισµού223. Οι ηγεµόνες ήταν άτοµα της αριστοκρατικής γραφειοκρατίας του οθωµανικού κράτους. Κοσµοπολίτες και λάτρεις της Ευρωπαϊκής «κουλτούρας»224. Το περιβάλλον στο οποίο ανατράφηκαν ήταν αυτό της Βαλκανικής πόλης. Έµπαιναν ξαφνικά στο «θρόνο» κάποιου µικρού κρατιδίου, στο οποίο ήθελαν να βάλουν και την σφραγίδα της δικής τους έµπνευσης225.Συνήθως δεν προλάβαιναν να εφαρµόσουν το πρόγραµµά τους, γιατί αποπέµπονταν γρήγορα από το σύστηµα των κοµµαταρχών.226 Πολλές φορές πρότειναν µέτρα για την ενίσχυση της εµπορικής ανάπτυξης, τα οποία δεν καρποφόρησαν από αδιαφορία ή και αδυναµία των «γηγενών» παραγόντων.227 Κάποιοι εισηγήθηκαν ανεπιτυχώς µέτρα κοινωνικού εκσυγχρονισµού, τα οποία ήταν πρωτοποριακά για την εποχή τους. Όπως την δηµιουργία γεωργικής τράπεζας, για να δανείζονται οι αγρότες µε ασφάλεια.228 Τα µεγάλα δηµόσια έργα (επέκταση λιµένων) που πραγµατοποιήθηκαν, παρά τις αντιρρήσεις κάποιων κοµµαταρχών229, όπως η κατασκευή ενός βασικού δικτύου αµαξιτών οδών230, έγιναν και µε την δική τους συµβολή αφού ήταν ο κύριος φορέας της εκτελεστικής εξουσίας. Τα δηµόσια έργα που κατασκευαζόταν στη Σάµο τα τέλη του 19ου αιώνα, ήταν ασύγκριτα περισσότερα και πιο εκτεταµένα από αυτά που την ίδια εποχή ήταν σε εκτέλεση στα γειτονικά νησιά (Χίος, Λέσβος) σύµφωνα µε µαρτυρίες περιηγητών της εποχής.231
222
Α. Βουγιούκας, Η Σάµος πριν και µετά τον Β’ παγκόσµιο πόλεµο- Προσωπικές ποιητικές µαρτυρίες, Απόπλους (6/14-16),σ.323-324. Βλέπε και Karl Krumbacher, Ελληνικό ταξίδι- Φύλλα από το ηµερολόγιο ενός ταξιδιού στην Ελλάδα και την Τουρκία (µετάφρ. Γ. Θανόπουλος) εκδ. «Ιστορητής» 1994 (Πρώτη Γερµανική έκδοση: Βερολίνο 1886), σσ.143-163, 329-380 223
∆. Θρασυβούλου, Η ασφαλιστική εταιρεία «Σάµος» (1876), Τοπική ιστορία, Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου, σ. 207, 213. 224 F. Marinescou - M. Rafaila, Ο Ιωάννης Γκίκας στη Σάµο, µε βάση ανέκδοτο αρχειακό υλικό από το Βουκουρέστι. Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.245-247 225 όπ .π. , σ. 247,248 226 Βασ. Καριώτογλου, Πολιτικά µελετήµατα - Αι αφορµαί και τα αίτια και τα µέσα της αναγεννήσεως και της προόδου ηµών, σ. 38-39. Η αντίληψη ότι το πολιτικό σύστηµα της Σάµου, περιόριζε την όποια αναπτυξιακή δράση των Ηγεµόνων είναι πολύ παλιά. Το ότι οι περισσότεροι ήταν αδαείς και στερηµένοι πολιτικής παιδείας, είναι ένα θέµα συζήτησης. Πάντως αρκετοί όπως κρίνονται σήµερα από τις προτάσεις τους, είχαν µοντέρνες ιδέες και διάθεση να βοηθήσουν το νησί. Το έργο τους ήταν ιδιαίτερα δυσχερές καθώς βρέθηκαν ανάµεσα στην σύγκρουση του τουρκικού και του ελληνικού εθνικισµού. 227 Ν. Ζαφειρίου, Η Ναυτιλία, όπ. π., σ.82 228 Γ. Μουτάφης, Ιστορικοί προβληµατισµοί σχετικά µε την Σαµιακή Ηγεµονία 1867-1876, Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου, σ.178 229 όπ. π., σ. 179 και Π.Μ. Γρύλλος, Λιµενικά έργα στην πόλη της Σάµου, από το 1896 µέχρι σήµερα, Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.192-197. 230 ος Χ. Λάνδρος, Λ. Βαθέος: ∆ιοικητικό κέντρο 19 -20ος αι., Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.32 231 Karl Krumbacher, Ελληνικό ταξίδι- Φύλλα από το ηµερολόγιο ενός ταξιδιού στην Ελλάδα και την Τουρκία, σ. 455-456
4 Οι ίδιοι οι ηγεµόνες βέβαια, ευνοούσαν το συγκεντρωτικό διοικητικό σύστηµα.232 όπως έχει γραφτεί «ευνοούσαν τον εκσυγχρονισµό σε όλα τα θέµατα, εκτός από αυτό της διαχείρισης της εξουσίας».233 Αυτό τους επέτρεπε, αν είχαν τη θέληση και την αντοχή, να βασιστούν στα φιλοπρόοδα στοιχεία του νησιού και να δηµιουργήσουν υποδοµές και θεσµούς.234 ∆ιαφορετικά, κολακευµένοι µέσω της εξυπηρέτησης των παθών τους από το τοπικό σύστηµα εξουσίας, µπορούσαν να γίνουν δούλοι του, διευκολύνοντάς το στην πραγµάτωση των ιδιοτελών στόχων του.235 Το συγκεντρωτικό σύστηµα από την άλλη, δεν ήταν πάντοτε αποδοτικό, διότι οι Σάµιοι, έχοντας ισχυρές µνήµες αυτοδιοίκησης, πάντοτε υποπτεύονταν τις προθέσεις τους και επαναστατούσαν πολλές φορές.236 Σε ορισµένες µάλιστα περιπτώσεις άδικα, δόλια παρακινηµένοι από τους τοπάρχες.237 Την ανάγκη να δηµιουργήσει η ηγεµονική αρχή ένα δικό της δίκτυο πληροφόρησης, ενισχύοντας την συγκεντρωτική δοµή, φανερώνει η επιλογή του ηγεµόνα Μιλτιάδη Αριστάρχη να εκδώσει η επίσηµη πολιτεία εφηµερίδα.238 Όµως, µέχρι τη στιγµή της σύγκρουσης του τουρκικού και του ελληνικού εθνικισµού, κάλυψαν ακόµα και τους πλέον ριζοσπάστες αστούς, απέναντι στην τουρκική επικυριαρχία.239 Η σταθερή κοινωνική βάση των Καρµανιόλων ήταν ο µικρόκοσµος των λιµανιών και οι βιοτέχνες, καθώς και ανήσυχα στοιχεία από κεντρικά χωριά που λειτουργούσαν ως εσωτερικοί κόµβοι. Αυτοί είχαν βέβαια διαψευστεί από το 1849 και µετά, σχετικά µε τα οράµατά τους για ουσιαστικό δηµοκρατικό έλεγχο της εξουσίας. Είχαν όµως αποθαρρυνθεί και από το καθεστώς υποτέλειας και οικονοµικής δυσπραγίας στο µικρό ελεύθερο ελληνικό κράτος, στο οποίο είχαν εγκατασταθεί πολλοί φίλοι και συναγωνιστές τους, εκπατρισµένοι, επειδή δεν ήθελαν την υποτέλεια στην Τουρκία. Συνεπώς λογικό ήταν να προσπαθήσουν να διαφυλάξουν την ατοµική και οικογενειακή τους µοίρα από την εξουσία των κοµµαταρχών. Η διέξοδος που είχαν, ήταν να εντείνουν και να ισχυροποιήσουν τις καινοτόµες δραστηριότητες τους (για παράδειγµα την εµπορική ναυτιλία240), που τους είχαν οδηγήσει και προεπαναστατικά εκτός του πλαισίου ελέγχου των κοτζαµπάσηδων. Στην προσπάθειά τους αυτή θα βοηθηθούν από τις «υβριδικές» οικονοµικές και δηµοσιονοµικές συνθήκες του κρατιδίου. Για παράδειγµα στην ανάπτυξη της βυρσοδεψίας συνέβαλε αφ’ ενός η αδασµολόγητη, από το Σαµιακό δηµόσιο, εισαγωγή ακατέργαστων δερµάτων. Παράλληλα όµως επιτεύχθηκε και η αδασµολόγητη εξαγωγή στην Τουρκία των κατεργασµένων δερµάτων, µε προσωπικές ενέργειες πολιτικών παραγόντων στην Υψηλή Πύλη.241
232
Γ. Μουτάφης, όπ. π., σ.187 Ε. Κατσικογιάννη, Οι πολιτικές επιλογές των πληρεξουσίων από το 1880-85, ως απόρροια της ιδεολογικής και κοινωνικής τους καταγωγής, Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµεραπρακτικά συνεδρίου τ. Β’, σ.489. 234 Α. Σεβαστάκης, Οι Καρµανιόλοι στην επανάσταση της Σάµου- Ιωάννης Λεκάτης,σ.73- 74. 235 Του ιδίου, ∆ίκαιο και δικαστική εξουσία στη Σάµο 1550-1912,σ.61-63 236 Ν.Α. ∆ηµητρίου, Ιστορία της Σάµου, σ.84-97. 237 Όπ. π., σ.85,87 238 Π.∆. ∆ιακογιάννη, Τυπογραφία και Τύπος στη Σάµο, Σαµιακή Επιθεώρηση (τεύχος 26-27),σ.109. 239 Μ. Βουρλίώτης, βιβλιοκρισία για την δηµοσίευση του αρχείου του Α. Μαυρογένη από τον µητρ. Ροδυπόλεως Ιερώνυµο στο «Εκκλησία και θεολογία- Επετηρίς της Ιερ. Αρχ. Θειατείρων». Σαµιακή Επιθεώρηση(Ι/37-38 ),σ. 79. Μέσα από τα αρχεία αυτά αποκαλύπτεται ότι ο παραπάνω ηγεµόνας υπερασπιζόταν τον Θ. Σοφούλη στις Τουρκικές αρχές. 240 Ν. Ζαφειρίου, Η Ναυτιλία, «Αρχείον Σάµου» (3/Α-∆),σ.77, 80-81. Οι µικροί καραβοκύρηδες της Σάµου φτάνουν µέχρι και το Κάιρο µέσω του Νείλου για να πουλήσουν τα εµπορεύµατά τους. Επειδή δεν έχουν κεφάλαια αρχικά δεν διαθέτουν το εµπόρευµα χονδρικά, αλλά το πουλάν µέσα από τα πλοία µε άµεση πληρωµή. Κάποιοι από αυτούς θα γίνουν στο τέλος µεγάλοι εφοπλιστές ποντοπόρων πλοίων. 241 Ν. Ζαφειρίου, Η Βυρσοδεψική εν Σάµω, όπ. π., σ. 85. Αναφέρεται η περίπτωση του κοµµατάρχη Ι. Χατζηγιάννη, ο οποίος πέτυχε το αδασµολόγητο των σαµιακών κατεργασµένων δερµάτων στην Τουρκία. Βλέπε και Λύκειο Καρλοβάσου, Τα βυρσοδεψία, Καρλόβασι 1999, σ. 26 και Ανδροµάχη Οικονόµου, όπ .π. 233
5 Οι άνθρωποι που ξεκίνησαν καινοτόµες επιχειρηµατικές δραστηριότητες (επεξεργασία καπνού και δέρµατος) στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα δεν ήταν οι παραδοσιακοί «κεφαλαιούχοι», που επένδυαν στη τοκογλυφία.242 Πολύ γρήγορα οι επιχειρηµατικές τους δραστηριότητες εδραιώθηκαν, αφού συνάντησαν ευνοϊκές συνθήκες. Μικρές αλλά πολύ ανθηρές βιοµηχανικές ζώνες σχηµατίζονται στο νησί.243 Η Σάµος γύρω στο 1900 έδινε την εικόνα του βιοτεχνικού εργαστηρίου της ευρύτερης περιοχής.244Το υπόδειγµα της βιοµηχανικής παραγωγής οδηγεί και σε άλλους νεωτερισµούς: Ατµοκίνητα ελαιοτριβεία,245 σαπωνοποιεία,246 και τέλος εγκατάσταση τηλεφωνικού δικτύου µε ιδιωτική πρωτοβουλία247. Παράλληλα η ανάπτυξη της εµπορικής ναυτιλίας δηµιουργεί την ανάγκη ασφαλιστικής εταιρίας. Όταν η Σαµιακή ναυτιλία θα καµφθεί, εξ αιτίας της µη έγκαιρης ανταπόκρισης της στην εισβολή του ατµού, η ασφαλιστική εταιρία, θα συνεχίσει να ευηµερεί, πράγµα που οφείλεται αφενός στο εµπόριο κρασιού, αφετέρου στα νέα αγαθά που εξάγονται από το νησί και εισάγονται σ’ αυτό. Ανάµεσα στους µετόχους της πέρα από τους εµπόρους και τους πλοιοκτήτες, υπάρχουν δικηγόροι και δικαστές καθώς και εκπαιδευτικοί. Σύµφωνα µε το καταστατικό, η εταιρία µπορούσε να ασκεί και τραπεζικές εργασίες π.χ. δανειοδοτήσεις.248 Η τελευταία είναι ιδιαίτερα σηµαντική παρέµβαση αν σκεφτούµε το καθεστώς των δανειστών -τοπικών εξουσιαστών, που οδηγούσαν στην πτώχευση πολλούς αγρότες. Παραπάνω παρουσιάσαµε την αποτυχία των ηγεµονικών αρχών να ιδρύσουν κατά τη τελευταία περίοδο του αυτόνοµου κρατιδίου και µια κεντρική τράπεζα, η οποία µάλιστα θα µπορούσε να εκδώσει και νόµισµα.249 Σχηµατίζεται σιγά - σιγά µια αστική τάξη µε αρχές και θέληση για επιβολή του δικού της υποδείγµατος παραγωγής και ανάπτυξης, αλλά και για την επικράτηση των δικών της αξιών: του ρίσκου, της καινοτοµίας, της συνεχούς αναζήτησης νέων διεξόδων απέναντι στους εθιµικά παγιωµένους κανόνες της παραδοσιακής αγροτικής κοινωνίας. Ο πεζογράφος Κ.Ι. Καλατζής, από το υλικό της µνήµης του και της προφορικής παράδοσης, µας έχει δώσει σε λίγες, αδρές γραµµές τον ιδεότυπο του Σαµιώτη αστού των αρχών του αιώνα µας: «Σε όλα του ήταν απλός ο κύριος Ιούλιος. Και κουβαρντάς και φιλοπρόοδος. Ότι καινούργιο έβγαινε θα το εφάρµοζε πρώτος. Τα’ άρεσε να βάζει στο χέρι στην κάσα, και να σκορπάει. Ήθελε όµως την κάσα του να είναι γεµάτη. Είχε αναπτυγµένο στο έπακρο το ένστικτο της ιδιοκτησίας. Τα ήθελε όλα δικά του. Όχι για να τα στοιβάζει αλλά να τα βάζει να κυλάνε, κι αυτός να τα οδηγάει. Είχε κόσµο στη δούλεψή του. Παραγιούς και παρακόρες, κηπουρούς και αµαξάδες, γραµµατικούς και εργάτες, πολλούς εργάτες. Νοιαζόταν για τους ανθρώπους του..... Αυτός κανόνιζε την ζωή τους..... Αυτός ήταν ο κύριος. 242
Οι αρχικοί ιδρυτές βυρσοδεψείων στο Καρλόβασι, όπως ο εκ Φούρνων Κων/νος Κατεβαίνης, (Ν. Ζαφειρίου, Η Βυρσοδεψική εν Σάµω, όπ. π., σ.88), ο Α. Πασχάλης µε την σιγαροποιία (Μ. Ι. Νικολα?δης , Ο Αλέξανδρος Πασχάλης και το πολύπλευρο έργο του, Αθήνα 1992, σ. 21 -22), ο πρώην δηµοδιδάσκαλος Γ. Σούτος που κυριάρχησε στον µεσοπόλεµο (Γ. ∆ιακογιάννης, Καπνεργοστάσια και συµµετοχή τους στην οικονοµική ζωή, Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.326) 243 Μ. Ι. Νικολα?δης ,όπ .π. , σ. 16 244 Θ. Καλαφάτης, όπ .π., σ.29 245 Σ.Γ. Καραθανάσης, Παγώνδας το αρχοντοχώρι της Σάµου, σ23. 246 Karl Krumbacher, Ελληνικό ταξίδι- Φύλλα από το ηµερολόγιο ενός ταξιδιού στην Ελλάδα και την Τουρκία, σ. 456. 247 Κ. Γ. Καµπούρης, Το χρονικό της Σάµου τ. Γ’, Αθήνα 1979 , σ. 236 248 ∆. Θρασυβούλου, Η ασφαλιστική εταιρεία «Σάµος» (1876), Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου, σ. 207-216. Ο συγγραφέας του άρθρου σηµειώνει : « Η ίδρυση ασφαλιστικής εταιρίας που θα έχει και τραπεζικές ιδιότητες, δηλώνει ότι ένα σύνολο ανθρώπων µε κοινά οικονοµικά συµφέροντα έχει πλέον αποκτήσει αυτόνοµη κοινωνική οντότητα και τη συνείδηση µιας ιδιαίτερης οµάδας- τάξης στον κοινωνικό χώρο» 249 σελ 49
6 Αυτοί δεν µπορούσαν να κανονίσουν τίποτα. Ένας εργάτης µπορούσε λεύτερα να του πει : «αφεντικό θέλω». Αυτός θ’ άκουγε, θα ζύγιαζε και θ’ αποφάσιζε ∆υο εργάτες δεν µπορούσαν να του πουν: «εµείς θέλουµε». Θα φεύγανε από την δουλειά αµέσως. Τους είχε τους εργάτες από κοντά, τους παρακολουθούσε. Κι όταν έβλεπε πως ένας τους ξεχώριζε, τον άφηνε όσο ν’ αργάσει σαν το πετσί, και τον φώναζε: - Έλα ∆ηµητρό, έγινες. Καιρός να βγεις στον δικό σου δρόµο. Πάρε και ξεκίνα. Και του ακούµπαγε πάνω στο Luis XVI γραφείο του το χρήµα. Ο ∆ηµητρός υπόγραφε ένα χαρτί, κι έβαζε µπρος, Έχτιζε το δικό του µαγαζί. ......... Ο Ιούλιος Αργυριάδης δεν ήταν τοκογλύφος. Άφηνε λάσκα στους χρεώστες του, εκείνοι προκόβανε και κείνος είχε σίγουρο χρυσό κέρδος.»250 Ο ιδεώδης δανειστής ήταν υπαρκτό πρόσωπο.251Όµως και πολλές άλλες προσωπικότητες δικαιώνουν αυτήν την περιγραφή.252 Οι περισσότεροι νέοι αστοί ενώ αρχικά, µάλλον ανέχτηκαν το σύστηµα εξουσίας της Ηγεµονίας της Σάµου, διότι είχαν όφελος από την πολιτική σταθερότητα για τις επιχειρηµατικές τους δραστηριότητες, αργότερα έγιναν ο κύριος µοχλός ανατροπής του253: Όταν εδραιώθηκε η κυριαρχία τους στον οικονοµικό χώρο, πίστεψαν ότι η ρευστότητα των θεσµών της Ηγεµονίας και η επικυριαρχία του Οθωµανικού κράτους δεν έδιναν εγγυήσεις για την ασφάλεια των επενδύσεων τους. Η στενότερη σύνδεση µε την Ελληνική µεγαλοαστική τάξη η οποία τότε βρισκόταν σε φάση ανάπτυξης ήταν η ιδεώδης λύση γι’ αυτούς. Το «προοδευτικό κόµµα» του Θεµιστοκλή Σοφούλη, που εξέφραζε τα δυναµικά αστικά στρώµατα, θα προσπαθήσει δύο φορές στις αρχές του αιώνα να ιδρύσει κεντρική τράπεζα στο νησί σε συνεργασία µε Ελληνικά πιστωτικά ιδρύµατα. Η Οθωµανική κυβέρνηση ως επικυρίαρχη θα απορρίψει και τις δυο σχετικές συµφωνίες. Η αστική τάξη της Σάµου, είδε έτσι πως ήρθε η ώρα της ρήξης.254 Αργότερα όµως έγινε αντιληπτό ότι η οικονοµία του νησιού ήταν ανέτοιµη να ενταχθεί στην Ελληνική οικονοµική πραγµατικότητα. Οι Σαµιώτες εµποροβιοµήχανοι έχασαν τον προστατευτισµό και τη δυνατότητα άµεσης πολιτικής παρέµβασης. Έτσι έπρεπε να αντιµετωπίσουν ένα δασµολογικό και δηµοσιονοµικό πλαίσιο, το οποίο δεν είχαν τη δυνατότητα να το προσαρµόσουν ευµενώς στις δραστηριότητές τους. Ακολούθησε η Μικρασιατική καταστροφή, η οποία ήταν ένα πολύ σηµαντικό πλήγµα στην οικονοµία της Σάµου, διότι χάθηκε η πιο γνώριµη αγορά για τις εµποροβιοµηχανικές δραστηριότητες του νησιού. 255 Οι συνέπειες βέβαια δεν ήταν άµεσα ορατές, γιατί το φτηνό εργατικό δυναµικό των προσφύγων έδωσε µια ανάσα στην οικονοµία του νησιού. Φάνηκαν όµως µετά τον Β’ παγκόσµιο πόλεµο, την κατοχή και την εµφύλια σύρραξη: Μετά την καταστροφή του κεφαλαίου της 250
Κ. Καλατζή, Το ταµπάκικο, σ.72-73. Στο ίδιο διήγηµα συναντούµε τον ιδεότυπο του αυταρχικού γραφειοκράτη των πρώτων µεταπολεµικών χρόνων που θα παρουσιάσουµε παραπάνω. 251 Ήταν ο Γ. Κ. Νικολάου από το Καρλόβασι. Βλέπε: Ν. Ζαφειρίου, Η Βυρσοδεψική εν Σάµω, σ.8586. 252 Ο Α. Πασχάλης για παράδειγµα, πέρα από το Αρχαιολογικό Μουσείο και τον ναό του Αγ. Σπυρίδωνα, οι οποίες είναι δωρεές του, συνέδραµε πολλούς ανθρώπους, πρώτους από όλους, τους υπαλλήλους του: Μ. Ι. Νικολα?δης ,όπ .π. , σ. 82, 88-89 Ο Γεώργιος Σούτος µοιράζει χαρτονοµίσµατα στο δρόµο σαν µποναµά και ουρές ανθρώπων τον περιµένουν γι’ αυτό κάθε παραµονή πρωτοχρονιάς: Γ. ∆ιακογιάννης, Καπνεργοστάσια και η συµµετοχή τους στην οικονοµική ζωή. Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.329. 253 Γ.Γ. Κώνστα, Από την Ηγεµονία στην ένωση, Σαµιακή Επιθεώρηση(Η/29-30), σ.26-27 254 Θ. Καλαφάτης, όπ .π., σ.32-35 255 Κ. Σοφούλης, Γενικαί κατευθήνσεις για την σύνταξη προγράµµατος περιφερειακής ανάπτυξεως των νήσων Σάµου Ικαρίας και Πάτµου, σ.13 : « Η οικονοµία της νήσου ήρχισε φθίνουσα από του 1925 και εντεύθεν µε προϊόντα ρυθµόν ......... η Σάµος δεν ηδυνήθη να προσαρµοστεί εις την δηµειουργηθείσαν νέαν εθνικήν αγοράν της συγχρόνου Ελλάδος, και ούσα περιοχή κατ’ εξοχήν προσανατολισµένη προς τας εξωτερικάς οικονοµίας και το εµπόριον, απώλεσε βαθµιαίως τα συγκριτικά πλεονεκτήµατά της, εις όφελος των νέων βιοµηχανικών κέντρων της ηπειρωτικής Ελλάδος.»
7 κατά τη διάρκεια των πολεµικών επιχειρήσεων, η αστική τάξη στάθηκε αδύνατο να βρει ζωτικό χώρο για να δραστηριοποιηθεί, ώστε να ξεπεράσει τις συνέπειες του πολέµου .256 Οι κάτοικοι των πόλεων ενδιαφέρθηκαν να δηµιουργήσουν, µε όσα µέσα διέθεταν, ένα περιβάλλον καθηµερινής ζωής, ανάλογο των πολιτισµικών προτύπων που είχαν υιοθετήσει. Ο γενικός κανόνας για τον αστό αυτής της εποχής, είναι να αγωνίζεται ώστε όλη η τοπική κοινωνία να εγκολπωθεί τον «ευρωπαϊκό πολιτισµό», όπως βέβαια αυτός τον εννοούσε.257 Και αυτό ξεκινάει µε την αρχιτεκτονική εικόνα της πόλης: Η δηµοτική αρχή του Λιµένα Βαθέος (1875-76) απαγόρευσε να κατασκευάζονται σπίτια µε ανατολίτικη εξωτερική όψη στην πρωτεύουσα. Αργότερα στήνει στην κεντρική πλατεία της πόλης, δηµοτικό ρολόι, αποµίµηση του πύργου του Άιφελ, το οποίο ξηλώνεται πολύ γρήγορα, επειδή προκαλούσε θυµηδία.258 Αργότερα χτίζονται πολλά κτήρια µε νεοκλασικό ρυθµό (η µόδα της εποχής) για να στεγάσουν τις δηµόσιες υπηρεσίες,259 αλλά και τους πλούσιους260, ενώ στο Καρλόβασι, την ίδια εποχή, εγκαινιάζεται αστική συγκοινωνία (ιππήλατος τροχιόδροµος). 261 Η Σάµος συνδέεται µε πολλά λιµάνια της Μεσογείου και όχι µόνο. Την επισκέπτονται Γάλλοι, Ιταλοί, Αυστριακοί ναυτικοί, έµποροι και περιηγητές.262 Επιπλέον στο µεταίχµιο του 20ου αιώνα υπάρχει τακτική συγκοινωνία απευθείας, αλλά και µε ανταπόκριση από τη Σµύρνη, µε λιµάνια της Μεσογείου, της Μαύρης θάλασσας, αλλά και της Βόρειας Ευρώπης (π. χ. Άµστερνταµ).263 Οι ναυτικοί και οι ταξιδιώτες θα διαφηµίσουν τον καπνό της, ανοίγοντας τον δρόµο των ευρωπαϊκών αγορών για την νεότευκτη βιοµηχανία.264 «Μητρόπολη» για τη Σαµιακή κοινωνία στο µεταίχµιο του αιώνα είναι η Σµύρνη. Σαµιώτες έµποροι αλλά και παροδικοί µετανάστες µεταφέρουν πολιτισµικά στοιχεία της πολυεθνικής µεγαλούπολης στο νησί.265 Ανοίγουν ξενοδοχεία για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους ταξιδιώτες, αλλά και εστιατόρια και ζαχαροπλαστεία και αυτό έχει επίπτωση στις συνήθειες της τοπικής κοινωνίας.266 Ταυτόχρονα αρχίζουν να παρουσιάζονται σοβαρές σκέψεις για προνοµιακή ανάπτυξη του τουρισµού στη Σάµο φέρνοντας ως παράδειγµα το Μονακό και το Μόντε Κάρλο. Οι αντιδράσεις προέρχονται κυρίως από τους φιλελεύθερους αστούς και τον ίδιο τον Θ. Σοφούλη.267 Η εµπορική και βιοµηχανική ανάπτυξη εκείνης της εποχής δεν δηµιουργούσε το κατάλληλο κλίµα για την
256 Ν. Ζαφειρίου, Η Βυρσοδεψική εν Σάµω, σ.85-86. Επίσης Κ. Καµπούρη, Το Χρονικό της Σάµου τ. Β’, σ. 28-29 257 Βασ. Καριώτογλου, όπ. π., σ. 37: «Εάν εστέλνοντο δυο η τρεις ευρωπαίοι οργανωταί, περί αυτούς θα συνεκεντρούντο οι υπολειφθέντες εν τη Νήσω Σάµιοι, εκ του χάους θα εδηµιουργείτο ρυθµός και τάξις, θα προελεµβάνετο η καθολική σύγχυσις, θα εξηφανίζοντο τα υπολειφθέντα ελαττώµατα, θα εκράτουν έξεις πολιτικής ηθικής, οι διάφοροι πολιτειακοί κλάδοι θα οργανούντο και η Σάµος απηλλαγµένη στρατιωτικών βαρών και διαθέτουσα υπέρ των ιδίων αναγκών τους δηµοσίους αυτής πόρους θα απετέλει σήµερον αλληθή όασιν ευηµερίας και πολιτισµού ανά την Ανατολήν.» Βλέπε και Α. Σφοίνη, Η πολιτιστική ζωή επί Ηγεµονίας, Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.42-43 258 ος Χ. Λάνδρος, Λ. Βαθέος: ∆ιοικητικό κέντρο 19 -20ος αι., Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.20-22 259 όπ.π.,σ.23-24 260 Α. Σφοίνη, Η πολιτιστική ζωή επί Ηγεµονίας, Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.52 261 Λύκειο Καρλοβάσου, Τα βυρσοδεψία, Καρλόβασι 1999, σ. 29 262 Ε. Κατσικογιάννη, Μια πόλη υποδέχεται τους επισκέπτες και τους παροδίτες, Η πόλη της Σάµου πρακτικά συνεδρίου, σ. 112και Μ. Ι. Νικολαΐδης ,όπ .π. , σ.15. Του ιδίου, Η ζωή στη Σάµο κατά την τελευταία φάση της ηγεµονίας και µετά 1900-1945, σ.19,25. 13,14. 263 Μ. Ι. Νικολαΐδης , Η ζωή στη Σάµο κατά την τελευταία φάση της ηγεµονίας και µετά 1900-1945, σ.25-34 264 Του ιδίου, , Ο Αλέξανδρος Πασχάλης και το πολύπλευρο έργο του,σ.22 265 Ε. Κατσικογιάννη, όπ. π., σ. 118-119 και ∆. Τροβά, Μ. Ασία και Σάµος, Συµπόσιο Σαµιακής Λογοτεχνίας -Πρακτικά, Αθήνα 1989, σ.361-362. 266 όπ.π.,σ.114-117, 121-123. 267 όπ.π.,σ.120 και Μ. Ι. Νικολαΐδης , Η ζωή στη Σάµο κατά την τελευταία φάση της ηγεµονίας και µετά 1900-1945, σ.63
8 επιβολή τέτοιων απόψεων. Όµως το ενδιαφέρον για τον Τουρισµό δεν σταµατά καθ’ όλη την διάρκεια του πρώτου µισού του 20ου αιώνα.268 Αυτό που µπορεί να παρατηρήσει κανείς σχετικά µε τη γόνιµη για τη Σάµο παρουσία των αστών, είναι το ενδιαφέρον τους για τη δηµιουργία υποδοµών κοινωνικής πρόνοιας. Είναι σηµαντικό ότι πάρα πολλές τέτοιες υποδοµές των πόλεων ξεκίνησαν από εθελοντικές πρωτοβουλίες φορέων και όχι από προσπάθειες της οργανωµένης πολιτείας. Το Λαϊκό φαρµακείο του Καρλοβάσου269 και το πρώτο Νοσοκοµείο 270του νησιού ξεκίνησαν µε αυτόν τον τρόπο. Οι ίδιοι οι αστοί , µε συλλογικές τους πρωτοβουλίες, θα δηµιουργήσουν φορείς που θα εξυπηρετούν την ψυχαγωγία τους, την πνευµατική καλλιέργεια τους και τον αθλητισµό. Στην πρωτεύουσα ιδρύονται πολιτιστικοί και αθλητικοί σύλλογοι, ωδεία και φιλαρµονικές και εκδίδονται φιλολογικά περιοδικά. Σκοπός όλων αυτών των φορέων είναι ο κάτοικος της πόλης να βασιστεί σε τέτοια υποδοµή, ώστε να µπορεί να αποκτήσει την καλλιέργεια του Ευρωπαίου.271 Στο Καρλόβασι, παρόλο που δεν υπάρχει η αναπτυγµένη αριστοκρατία του πνεύµατος, όπως στο Βαθύ, το οποίο ήταν η πρωτεύουσα ενός -έστω µικροσκοπικού- κράτους, οι συλλογικές προσπάθειες πολιτιστικής ανάτασης είναι το ίδιο έντονες.272 H ίδρυση συλλόγων την εποχή της ηγεµονίας εντάσσεται λοιπόν µέσα σε ένα συνολικό αναπτυξιακό όραµα. Αυτό δείχνει και η ευρύτατη συµµετοχή των φιλελεύθερων στοιχείων, τα οποία ήρθαν αργότερα σε ρήξη µε το καθεστώς, στους πρώτους αθλητικούς οµίλους.273 Η ανάγκη για πνευµατική καλλιέργεια δεν καλύπτεται από τους συλλόγους. Την ίδια εποχή, φαίνεται ότι ήταν ένα συνηθισµένο φαινόµενο τα ιδιωτικά µαθήµατα ευρωπαϊκής µουσικής, γαλλικών και ζωγραφικής.274 Ο Γιάννης Ψυχάρης θα έρθει στο νησί, προσκεκληµένος από τους τοπικούς λόγιους και τους ανθρώπους που δραστηριοποιούνται στους πολιτιστικούς συλλόγους.275Οι περισσότεροι µε τον έναν ή τον άλλο τρόπο ασχολούνται και µε τη λογοτεχνία.276 Η κίνηση των ιδεών είναι ζωηρή. Συντηρητικές κρίσεις και νοοτροπίες διασταυρώνονται µε φιλελεύθερες και δηµοτικιστικές ιδέες. Η συνειδητοποίηση της σηµασίας που έχει η ανεξαρτησία του τύπου για τη διαµόρφωση ενός δηµιουργικού πολιτικού κλίµατος, είναι µια άµεση συνέπεια.277
268
όπ.π.,σ.123-124. Κ. Γ. Καµπούρης, Το χρονικό της Σάµου τ. Β’, Αθήνα 1977 , σ. 64 270 Μ. Ι. Νικολαΐδης , Μ. Ι. Νικολαΐδης , Ο Αλέξανδρος Πασχάλης και το πολύπλευρο έργο του,σ.16 17 271 Α. Σφοίνη, Η πολιτιστική ζωή επί Ηγεµονίας, Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ. 43-45. Κ. Γαρουφαλής, η καλλιτεχνική Ζωή στη Σάµο, στον ίδιο τόµο σ. 63-68 και ∆. Αποστολάτος, Τα αθλητικά σωµατεία της πόλης Σάµου από την περίοδο της Ηγεµονίας µέχρι σήµερα, στον ίδιο τόµο σ.155-175. Ένα κρίσιµο σηµείο που πρέπει να ερευνηθεί είναι η συµµετοχή των εργατών στις δραστηριότητες αυτές, ιδίως µετά το 1922, τότε που αναπτύσσεται µια πολυάριθµη εργατική τάξη στην πόλη της Σάµου. Στο Καρλόβασι πάντως φαίνεται ότι ένας κουρέας γίνεται η ψυχή του ερασιτεχνικού θεάτρου. 272 Κ. Καλατζή, Ο δάσκαλος και το χτεσινό Καρλόβασι, Σαµιακή Επιθεώρηση(Θ/33-34), Ιαν. 1987, σ. 15,17 273 όπ.π.,σ.120 και Μ. Ι. Νικολα?δης , Η ζωή στη Σάµο κατά την τελευταία φάση της ηγεµονίας και µετά 1900-1945, σ.63 274 Στρ. Βασίλενας Η κοινωνική και οικονοµική ζωή της Σάµου µέσα από τις διαφηµίσεις (1895-1899), Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’, σ.79. 275 Κ. Γαρουφαλής, όπ. π., σ. 64 ,και Φωτεινός Βακιρτζής, Ο πατέρας µου Ι. Βακιρτζής, Απόπλους (2/5), Σάµος Μάρ. - Ιούν.1991, σ.51-52 276 Ζήσιµος Σίδερης, ποιητής και µεταφραστής της Οδύσσειας, Ι. Βακιρτζής, µεταφραστής του Ψαλτηρίου, Β. Ιωαννίδης, Θ. Στεφανίδης, Β. Θεοφανίδης. Βλέπε: Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.63-64 και Φωτεινός Βακιρτζής, όπ. π., σ.51-52 277 Α. Σφοίνη, όπ. π., σ.50-51και Χ. Λάνδρος, Ιωάννης Βακιρτζής, Απόπλους (2/5), Σάµος Μάρ. Ιούν.1991, σ.44-45 και Φωτεινός Βακιρτζής, όπ. π., σ.50 269
9 Μεγάλο είναι το ενδιαφέρον της τοπικής κοινωνίας για την καλλιέργεια της Βυζαντινής µουσικής.278 Νοµίζω πως δεν είναι αντιφατικό αυτό το ενδιαφέρον. ∆εν πρέπει να µας διαφεύγει η αναζήτηση της ενότητας του Ελληνισµού, στα πλαίσια της «µεγάλης ιδέας», που θέλγει τον πληθυσµό αυτή την εποχή. Η βυζαντινή µουσική είναι ένα παραδοσιακό πολιτιστικό στοιχείο, που πέρα από την ιστορικότητα, διαθέτει και µεγαλοπρέπεια, αλλά και υποβλητικότητα, άξιες να συγκινήσουν τον αστό της εποχής και όχι µόνο.279 Η εισαγωγή ξένων πολιτιστικών στοιχείων είχε κατηγορηθεί µε δριµύ τρόπο ως άρνηση της θρησκείας και της ελληνικότητας από τους συντηρητικούς, οι οποίοι ταυτίζονταν πολιτικά µε την Ηγεµονία.280 Όµως οι αστοί κάθε άλλο παρά αρνητές αυτών των δύο ήταν. Ήταν φίλοι της ευρωπαϊκής τέχνης επειδή τη θεωρούσαν υψηλή µορφή πολιτισµού. Για τον ίδιο λόγο ανάλογη στάση έδειξαν για τη βυζαντινή µουσική. ∆εν είναι εύκολο να αποτιµήσει κανείς την στάση των αστών των αρχών του αιώνα για µορφές του παραδοσιακού θρησκευτικού πολιτισµού, ούτε είναι εύκολο να την εντάξει σε γενικευτικά σχήµατα. Σε γενικές γραµµές η στάση του φιλελεύθερου αστού, ανταποκρίνεται στον τύπο που σκιαγραφείται µε βάση την προσωπικότητα του Ιωάννη Βακιρτζή, διευθυντή και εκδότη της εφηµερίδας «Αιγαίον». Ο άνθρωπος αυτός µεταφράζει στη δηµοτική σε δεκαπεντασύλλαβο στίχο και δηµοσιεύει τακτικά στην εφηµερίδα του -από το 1912 ως το 1941- τους Ψαλµούς του ∆αυίδ. Από µικρός διακονεί ως αναγνώστης την ενορία του και ξέρει όλους σχεδόν τους ψαλµούς των ακολουθιών απ’ έξω και δεν «παύει ποτέ να τους µελετά».281 Ο ίδιος όµως προτείνει την κατεδάφιση ενός µάλλον πεπαλαιωµένου ναού του χωριού του, για να δηµιουργηθεί µια ευρύχωρη πλατεία. Ιδιαίτερη σηµασία έχει ο λόγος που προβάλλεται. Η πλατεία επιτρέπει «την εισπνοήν του αέρος, όπερ µεγάλην έχει την επίδραση επί της υγείας των κατοίκων».282 Στο χωριό του Μυτιληνιοί, «οι παλαιότεροι κάτοικοι έφτιαχναν τα σπιτάκια τους....κολληµένα το ένα µε το άλλο, φτωχά και µικρούτσικα. Και δροµάκια στενά και τέτοια, που αδύνατο να ξεµπλέξεις.»283 Είχε συνεπώς πολεοδοµία προβληµατική για ένα γεωργικό κεφαλοχώρι, ιδιαίτερα µε την πληθυσµιακή αύξηση των χρόνων της ακµής της καπνοκαλλιέργειας. Ενώ αντίθετα το ίδιο χωριό µέχρι και σήµερα, έχει τη µεγαλύτερη αναλογία ναών στη περιφέρεια του, σε σχέση µε κάθε άλλο οικισµό του νησιού.284 Ο φιλελεύθερος αστός της εποχής βιώνει την Εκκλησιαστική παράδοση, λοιπόν, όµως δεν τη βλέπει ως αντίρροπη δύναµη στην καλυτέρευση των όρων διαβίωσης του κοινωνικού συνόλου. Τη βελτίωση αυτή µάλιστα, την αποτιµά µέσα από ένα πρίσµα που τείνει στις αρχές του µοντέρνου.285 Η καθηµερινή ζωή έχει ξεφύγει αρκετά από το παραδοσιακό πλαίσιο. Η ευρωπαϊκή µόδα κάνει αισθητή την παρουσία της.286 Άλλωστε η βόλτα των γυναικών στην παραλία και στα
278
Γ.Αγγελινάρας, Η ψαλτική παράδοση της Σάµου, Σαµιακή Επιθεώρηση(Θ/33-34), Ιαν. 1987, σ. 46-49, του ιδίου, Η διδασκαλία της Εκκλησιαστικής Βυζαντινής Μουσικής, Η πόλη της Σάµου πρακτικά συνεδρίου, σ. 69-81. 279 όπ. π.,σ.86,88-91 280 Α. Σφοίνη, όπ. π., σ49-50 281 Οι ψαλµοί του ∆αβίδ, µετάφραση Ιωάννη ∆. Βακιρτζή - πρόλογος, Απόπλους (2/5) σ. 53 282 Χ. Λάνδρος, Ιωάννης Βακιρτζής, Απόπλους (2/5), σ. 47-48 283 Ν.Α. ∆ηµητρίου, Γεωγραφία της Σάµου,σ. 36 284 Μ.Γ. Βαρβούνης, Λαϊκή λατρεία και θρησκευτική συµπεριφορά των κατοίκων της Σάµου, σ.46 285 Χωρίς να γενικεύσει κανείς αυτή τη συµπεριφορά, µπορεί ωστόσο να υποθέσει και από τα παραπάνω ότι ένα µεγάλο τµήµα των αστών, όντως είχε ενστερνιστεί τις βασικές αξίες του Ευρωπαϊκού «αστικού» πολιτισµού που στην ουσία είναι οι αξίες του µοντέρνου κόσµου: ∆ηλαδή χειραφέτηση από τις αυθεντίες του παρελθόντος, ρηξικέλευθη αντιµετώπιση του περιβάλλοντος, πίστη στην ιδέα ότι ο άνθρωπος µε τη δύναµη της επιστήµης και της τεχνικής θα δηµιουργήσει καλύτερες προϋποθέσεις για την ζωή του. Βεβαίως υπάρχουν και αντίθετες απόψεις. Ο καθηγητής Β. Ι. Φίλιας, πιστεύει ότι ο ενστερνισµός των ευρωπαϊκών προτύπων υπήρξε επίπλαστος. Αυτό µάλιστα και για πόλεις µε εντονότερη Βιοµηχανική ανάπτυξη, όπως π.χ. η Σύρος και η Πάτρα: Όψεις της διατήρησης και της µεταβολής του κοινωνικού συστήµατος, τόµος Β’, Αθήνα 1979, σ.81-83 286 Α. Σφοίνη, όπ. π., σ.47
10 «καφεζαχαροπλαστεία» µαζί µε τους συνοδούς τους, είναι πλέον µια καθιερωµένη συνήθεια.287 Το 1895 συναντάµε ήδη και τη πρώτη Σαµιώτισα επιστήµονα.288 Την εποχή του µεσοπολέµου παρατηρείται διαφοροποίηση της καθηµερινής ζωής και τις διασκέδασης ακόµη και σε αγροτικά χωριά µε σηµαντικούς πόρους. Τέτοιο χωριό είναι οι Μυτιληνιοί.289Λογικά ανάλογες εξελίξεις πρέπει να υπήρχαν σε χωριά όπως ο Μαραθόκαµπος, που εξοικειώνεται νωρίς µε τον κινηµατογράφο,290 η Χώρα, ο Παγώνδας και µετά την εγκατάσταση των προσφύγων το Τηγάνι. Άλλος άξονας των νέων ηθών είναι η κοσµική ζωή του Ηγεµονικού καθεστώτος, περισσότερο «φορµαλιστική» όµως. Οι ηγεµόνες µε την «τελετουργική» παρουσία τους, έδωσαν περισσότερο στο Βαθύ, χαρακτήρα µητροπολιτικού άστεως που αντικειµενικά δεν τον είχε.291 Αυτή η πραγµατικότητα οδηγεί και στη δηµιουργία κάποιου «µύθου» ευγενικής καταγωγής για τα άτοµα της αριστοκρατίας.292 Η εργατική τάξη που έχει κάνει ήδη την οργανωµένη εµφάνισή της µε τον συνδικαλισµό, ενδυναµώνεται µε τους πρόσφυγες και οι σοσιαλιστικές ιδέες αρχίζουν να απασχολούν σοβαρά την Σαµιακή κοινωνία. Το πρώτο σωµατείο εργατών είναι των σιγαροποιών «Η Οµόνοια»(1903), το οποίο, αµέσως µετά την ίδρυσή του, αρχίζει τις διεκδικήσεις, ανάµεσα στα άλλα και την καθιέρωση του οχταώρου. Το σωµατείο αυτό διαλύεται µε συνοπτικές διαδικασίες τον ίδιο χρόνο. Το 1907 κάνει ξανά την εµφάνισή του.293 Όπως φαίνεται, οι αµοιβές των εργατών της Σαµιακής σιγαροποιίας ήταν ιδιαίτερα χαµηλές, πιο χαµηλές και από τις ανάλογες της Αιγυπτιακής. Η φτηνή τιµή ήταν ένας σηµαντικός λόγος που τα σαµιώτικα τσιγάρα κέρδιζαν έδαφος στη διεθνή αγορά.294 Οι εργάτες των Βυρσοδεψείων στο Καρλόβασι, απεργούν και περιφρουρούν την απεργία τους από τους τυχόν απεργοσπάστες. Μάλλον η κοινωνία της πόλης τους αντιµετωπίζει µε συµπάθεια και καταφέρνουν τελικά να περιοριστεί ο χρόνος εργασίας και τυχόν υπερωρίες να πληρώνονται. Οι κινητοποιήσεις των εργατών θα συνεχιστούν µέχρι την δικτατορία του Μεταξά που θα διαλύσει τον συνδικαλισµό295 Σύµφωνα µε πληροφορίες πάνω από 1000 εργάτες απασχολούνταν µόνιµα στη σιγαροποιία και την βυρσοδεψία στις αρχές του µεσοπολέµου296. Ενώ µόνο οι εργάτες των ταµπάκικων του Καρλοβάσου ήδη το 1920 είναι 297.297 Αριθµοί για τα δεδοµένα της Σάµου σηµαντικοί. Οι καπνοβιοµήχανοι και καπνέµποροι της Σάµου ευνοούνται ιδιαίτερα από την άφιξη των προσφύγων. Το 1924 υπάρχουν περίπου 15000 πρόσφυγες στη Σάµο. Στην πρωτεύουσα και γύρω από αυτή υπάρχουν περίπου 6.000. Αυτοί, ευνόητα, είναι στην πλειοψηφία τους εργάτες. Την ίδια εποχή κτίζονται καινούργια καπνεργοστάσια και αποθήκες, αφού η φτηνή εργατική δύναµη δηµιουργεί ευοίωνες προοπτικές. Οι καπνοβιοµήχανοι και καπνέµποροι θα ζητήσουν να µην µετακινηθούν κι 287
Κ. Καλατζή, Το ταµπάκικο, σ.46. Α. Σφοίνη, όπ. π., σ.46 289 Κ. Καραµηνά - Πόθου, Εν Μυτιληνίοις τη.... . Η ανάπτυξη της καπνοκαλλιέργειας στο χωριό µας, σ. 55-56. 290 Ρ. Χίου, Βωβός κινηµατογράφος στον Μαραθόκαµπο, Απόπλους (9/18-19-20), σ.141. 291 Μ. Ι. Νικολα?δης, Η ζωή στη Σάµο κατά την τελευταία φάση της ηγεµονίας και µετά 1900-1945, σ. 39-49 292 όπ. π. , σ. 66 293 Κ. Τζίχα, Συµβολή στην Ιστορία του εργατικού κινήµατος στη Σάµο, Χαραυγή 1/5/99-Επιπλέον, σ.2- 3 294 Επιχώρια πριν ένα αιώνα στη Σάµο ( δηµοσιεύµατα των εφηµερίδων της Σάµου 1863-1894), «Χαραυγή» 1/4/2000, σ. 2 295 Κ. Τζίχα, Συµβολή στην Ιστορία του εργατικού κινήµατος στη Σάµο, Χαραυγή 1/5/99-Επιπλέον, σ.2- 3 296 Μ. Ι. Νικολα?δης, Ο Αλέξανδρος Πασχάλης και το πολύπλευρο έργο του, σ.16 297 Ανδροµάχη Οικονόµου, Σηµείωµα για τη Βυρσοδεψία στη Σάµο, σ.189-191 288
11 άλλοι πρόσφυγες στην ηπειρωτική Ελλάδα, προσφέροντας πενταετή εργασία.298Ενηµερωτικά µόνο στα καπνοµάγαζα της περιοχής του Βαθυού, εργάζονταν λίγο πριν το 1940- µόνιµα ή εποχιακά- γύρω στα 2000 άτοµα..299 Παρόλο που φαίνεται να έχει διατηρηθεί ακόµα και στις πόλεις η αίσθηση της κοινότητας ανάµεσα στους κατοίκους, οι άνθρωποι που είχαν µοναδικό εφόδιο, αλλά και µοναδική εξάρτηση την εργασία τους, ήταν φυσιολογικό να αµφισβητήσουν το οικονοµικό , κοινωνικό και ιδεολογικό πλαίσιο µέσα στο οποίο ζούσαν. 300 Για τον παραδοσιακό αγρότη που έρχεται σε αναγκαστική επαφή µε αυτόν τον κόσµο γιατί πρέπει να πουλήσει τα προϊόντα του,301 να σπουδάσει, να συναλλαγεί µε την διοίκηση, το «Έξω», δεν είναι πολύ µακριά. Υπάρχει µια ευκολότερη επικοινωνία και συµβολική διαντίδραση των δυο αυτών κόσµων302. Ο προσανατολισµός της εκπαίδευσης από ότι φαίνεται στα χρόνια της Ηγεµονίας ήταν µάλλον προσαρµοσµένος στην ανάγκη για γρήγορη εµπορική ανάπτυξη. Στο Καρλόβασι, πολλά χρόνια πριν ιδρυθεί Γυµνάσιο, υπάρχει η «Πορφυριάδα Σχολή», η οποία µετεξελίσσεται σε πρότυπη εµπορική σχολή (1891). Στην σχολή αυτή διδάσκονται ανάµεσα στα άλλα 3 ξένες γλώσσες και έχει για διευθυντή διδάκτορα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Αθηνών.303Στο Βαθύ ήδη από το 1855 υπάρχει το «Πυθαγόρειον Γυµνάσιον», στο πρόγραµµα του οποίου συναντάµε νωρίς τη διδασκαλία 2 Ευρωπαϊκών γλωσσών, ενώ το 1894 εισάγεται και τρίτη.304 Το 1887 ιδρύεται δηµόσια σχολή ξένων γλωσσών µε πολύ χαµηλά δίδακτρα. Η ανταπόκριση των κατοίκων της πόλης είναι πολύ µεγάλη.305 Η Σαµιακή Ηγεµονία είναι και το πρώτο Κράτος στον κόσµο, στα δηµόσια σχολεία του οποίου διδάσκεται η Εσπεράντο(1910-1912).306 Εξάλλου για να καλυφτεί η ανάγκη για συστηµατική εµπορική εκπαίδευση το 1890 ιδρύεται το ιδιωτικό εµπορικό λύκειο «Σπυρίδη».307 Το 1902 ιδρύεται η «Μαυρογένειος» τεχνική σχολή.308 Η «αρχαιολατρεία» είναι βέβαια δεδοµένη στα προγράµµατα του Πυθαγορείου Γυµνασίου, καθώς ακολουθεί την αντίστοιχη τάση του Ελληνικού Βασιλείου.309 Στα αναγνωστικά όµως της βασικής εκπαίδευσης, φαίνεται νωρίς η προσπάθεια για συνταίριασµα της καθαρεύουσας και της δηµώδους γλώσσας, καθώς επίσης η σύζευξη της αρχαιοελληνικής κληρονοµιάς µε θέµατα από την καθηµερινή ζωή των παιδιών.310 Σταδιακά βέβαια η εκπαίδευση προσανατολίζεται στις επιλογές του Ελληνικού κράτους, δηλαδή την εδαφική επέκταση και τη προσήλωση του περιφερειακού ελληνισµού προς το «εθνικό κέντρο», την Αθήνα. Έτσι, για
298
Α. Χατζηµιχάλη, πρόσφυγες στην πόλη της Σάµου, Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.265. 299 Νίκος Νόου, Λ. Βαθέος, Αλιευτικός πλούτος και παράκτιο πολιτιστικό περιβάλλον, Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.231. 300 Κ. Καλατζή, Ο δάσκαλος και το χτεσινό Καρλόβασι, Σαµιακή Επιθεώρηση(Θ/33-34), σ. 14 301 Του ιδίου,Η ασηµόπετρα, 2η εκδοση, Αθήνα ,σ.98-99: Ο γαλατάς, ο λαδάς και ο περιβολάρης χαρακτηριστικοί τύποι που διασυνδέουν τον αστικοποιούµενο χώρο και το χωριό. 302 Μ .Γ. Βαρβούνης, ο παραδοσιακός χορός και το εθιµικό πλαίσιο, Σαµιακές Μελέτες Β’,σ.366-367. Στην προκειµένη περίπτωση, ο συγγραφέας διαπιστώνει και εµπειρικά, µε την παρακολούθηση των νεωτερισµών στον χορό, ότι οι κυριαρχούµενες τάξεις υιοθετώντας τα πρότυπα των κυρίαρχων τάξεων έχουν την ψευδαίσθηση ότι συµµετέχουν στο σύστηµα , δηλαδή αυτή την διαδικασία που ο Γκράµσι ονοµάζει ηγεµονισµό. 303 Π. ∆ιακογιάννη, Η παιδεία στη Σάµο από την Τουρκοκρατία µέχρι σήµερα,σ.22-25,26-30 304 όπ. π., σ. 151-157 305 όπ. π., σ.176-177 306 Π. ∆ιακογιάννη, Η παιδεία στη Σάµο από την Τουρκοκρατία µέχρι σήµερα, σ.232 307 όπ. π., σ.227 308 όπ. π., σ.176-177 309 ∆. Καλβίνου, Προγράµµατα διδασκαλίας του Πυθαγορείου γυµνασίου, Η πόλη της Σάµου πρακτικά συνεδρίου, σ.128-132 310 Π. ∆ιακογιάννη, Η παιδεία στη Σάµο από την Τουρκοκρατία µέχρι σήµερα, σ.110-116
12 παράδειγµα, η γειτονική Μικρά Ασία στα βιβλία της γεωγραφίας αυτή της εποχής φαίνεται να είναι πιο µακριά από ότι η Αττική. 311 Η εκπαίδευση των κοριτσιών δεν υστερεί. Ήδη το 1850 λειτουργεί το πρώτο Παρθεναγωγείο χάρη στη σύζυγο του ηγεµόνα Γκίκα.312 Στις αρχές του αιώνα λειτουργούν και πολλά άλλα σε µικρότερους δήµους. 313Την ίδια εποχή, λειτουργεί στην πρωτεύουσα οικοκυρική σχολή µε σκοπό να µεταδώσει τις απαραίτητες γνώσεις ενός µοντέρνου σπιτιού. Το 1911 µεταφέρεται στο Καρλόβασι καθώς το πρόγραµµά της καλύπτεται από την Γαλλική σχολή Καλογραιών που λειτουργεί παράλληλα.314 Η Γαλλική σχολή Καλογραιών Saint Joseph λειτουργεί στο λιµάνι του Βαθιού από το 1901. ∆ιαθέτει και οικοτροφείο για τις κοπέλες από τα χωριά. Οι κοπέλες παράλληλα µε τις εγκύκλιες σπουδές µαθαίνουν εργόχειρο, ραπτική, Γαλλικά και πιάνο. Οι οικότροφες δεν φαίνονται ιδιαίτερα αποµονωµένες, µε βάση βέβαια και τα ήθη της εποχής, αφού φοιτούν εκεί και αγόρια ως εξωτερικοί µαθητές για να µάθουν Γαλλικά ή µουσική.315 Οι συντηρητικοί δεν βλέπουν µε καλό µάτι την εγκατάσταση και προβλέπουν κίνδυνο προσηλυτισµού.316 Όπως φαίνεται, όµως µετά την εβδοµηκονταετή λειτουργία της σχολής, δεν υπήρξαν προσηλυτισµοί.317 Το 1959, ο δήµος της πρωτεύουσας του νησιού τίµησε την γαλλική καθολική αποστολή στο πρόσωπο του προϊσταµένου της, προσφέροντας το αργυρό µετάλλιο της πόλης.318 Από το περιβάλλον των πόλεων που θέλουν να οµοιάσουν στην Ευρώπη δεν µπορούσαν να λείψουν και τα νηπιαγωγεία. Η τάση αυτή κατακτά πρόσκαιρα και κεφαλοχώρια (Παγώνδας και Μαραθόκαµπος).319 Πολύ νωρίς έγινε κατανοητό ότι για την ορθολογική λειτουργία και παρακολούθηση της εκπαίδευσης ήταν αναγκαίο να υπάρξουν, επιστήµονες µε τις ανώτερες δυνατές για την εποχή σπουδές. Έτσι το 1863 χορηγήθηκαν υποτροφίες σε νέους για συνέχιση των σπουδών στη θεολογία, την φιλολογία και τα παιδαγωγικά. Με αυτή την υποτροφία θα σπουδάσουν στη Γενεύη ο µετέπειτα µητροπολίτης Σάµου, Κωνσταντίνος Βοντζαλίδης, ο επί χρόνια Γυµνασιάρχης του Πυθαγορείου Γυµνασίου και τοπικός λόγιος Κωνσταντίνος Κατεβαίνης και ο Ηρακλής Θαλασσινός, που έγινε επιθεωρητής των σχολείων.320 . Στις πόλεις υπήρχαν το Πυθαγόρειο γυµνάσιο, οι εµπορικές και τεχνικές σχολές, τα διδασκαλεία, τα παρθεναγωγεία, η διδασκαλία των ξένων γλωσσών. Στα κεφαλοχώρια τα Σχολαρχεία ή τα «Ελληνικά σχολεία»321. Η διαφορετική δυναµική της ανάπτυξης ανάµεσα στις πόλεις και την ύπαιθρο, εµφανίζεται και στον χώρο της εκπαίδευσης, καθώς στα χωριά υπήρχαν µεν σχολεία, αλλά µε κακοπληρωµένους και ολιγογράµµατους δασκάλους. Πολλοί µαθητές τον καιρό της συγκοµιδής δεν παρακολουθούσαν τα µαθήµατα, αν και όπως αναφέραµε παραπάνω, ήταν διαπιστωµένη η ανάγκη σε πολλά χωριά να τελειώσουν τα περισσότερα αγόρια την βασική εκπαίδευση.322 Ενώ συνήθως η κεντρική διοίκηση 311
Χρ. Κουλούρη, Η Σάµος στα σχολικά βιβλία της Ηγεµονίας. Σχέσεις εθνικής και τοπικής ταυτότητας, Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’, σ.555-564 312
όπ. π., σ.125 όπ. π., σ.128-132 314 όπ. π., σ.238 315 Θ. ∆. Σαρρηγιάνης , Η Γαλλική σχολή Καλογραιών Saint Joseph, Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.137 316 Α. Σφοίνη, Η πολιτιστική ζωή επί Ηγεµονίας, Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.50-51 317 Θ. ∆. Σαρρηγιάνης, όπ. π., σ.135-154. Ο Μανώλης Βαρβούνης αναφέρει τον προσηλυτισµό µιας µόνο οικογένειας στην δεκαετία του 50, αλλά δεν διευκρινίζεται αν έπαιξε κάποιο ρόλο η σχολή. (Μ.Γ. Βαρβούνης, Λαϊκή λατρεία και θρησκευτική συµπεριφορά των κατοίκων της Σάµου, σ. 86-87) 318 Ελλάς6/3/1959, σ.1. 319 Π. ∆ιακογιάννη, Η παιδεία στη Σάµο από την Τουρκοκρατία µέχρι σήµερα, σ.136-137 320 όπ. π, σ.41-48 321 όπ. π, σ.41-48 322 Σ. Γιοκαρίνης, Η διαµαρτυρία ενός δασκάλου, Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου, σ.199-200 και Π. ∆ιακογιάννη, Η παιδεία στη Σάµο από την Τουρκοκρατία µέχρι σήµερα, σ.72 313
13 ενδιαφερόταν έντονα323, οι τοπικοί κοµµατάρχες δεν άφηναν να ευοδωθούν οι πρωτότυποι και καινοτόµοι ακόµα και για σήµερα σχεδιασµοί της324. Η εικόνα της εκπαιδευτικής έντασης καθ’ όλη την διάρκεια της ανάπτυξης αστικού τύπου, φαίνεται και στους στατιστικούς πίνακες. Οι µαθητές των διαφόρων σχολείων κάθε χρόνο γίνονταν όλο και περισσότεροι325, για να φτάσουν το 1908 το 11,3% επί του πληθυσµού.326 Τελικά το 1914 η δηµόσια εκπαίδευση της Σάµου εντάσσεται στα πλαίσια λειτουργίας της εκπαίδευσης του Ελληνικού κράτους. Από τότε οι εκπαιδευτικές δοµές θα ακολουθήσουν τη µοίρα της εκπαίδευσης σε µια µικρή και παραµεθόριο ελληνική επαρχία. ∆υο πραγµατικότητες όµως θα καθυστερήσουν την εµφάνιση των συνεπειών αυτής της µεταβολής: Η πρώτη είναι η εκπαιδευτική µεταρρύθµιση της δεύτερης περιόδου των Βενιζελικών κυβερνήσεων. Η δεύτερη οι εθελοντικές προσπάθειες των προοδευτικών αστών που δεν σταµατούν µέχρι και τη δικτατορία του Μεταξά. Ιδιαίτερο παράδειγµα για τις εκπαιδευτικές τάσεις που επικρατούσαν στη Σάµο στις αρχές του 20ου αιώνα, είναι το Ιεροδιδασκαλείο «η Ανατολή». Η σχολή αυτή φιλοδοξούσε να στελεχώσει µε δασκάλους και ιερείς τον περιφερειακό Ελληνισµό. Το πρόγραµµά της, περιείχε πολλά νεωτεριστικά στοιχεία για ιεροδιδασκαλείο όπως Γυµναστική, Ευρωπαϊκή µουσική, πάρα πολλές γνώσεις φυσικής, χηµείας, ανθρωπολογίας, υγιεινής, γεωπονικών κ.τ.λ. και ασφαλώς παιδαγωγικών. Ο καθηγητής των παιδαγωγικών εξέδιδε περιοδικό µε το οποίο πληροφορούσε τη Σαµιακή κοινωνία για τις εφαρµογές της επιστήµης του. Ο Θ. Σοφούλης στους αποφοίτους της θα βασιστεί για να δηµιουργήσει τον πρώτο πυρήνα δασκάλων µε επάρκεια.327 Οι αστοί θεωρούσαν ότι η ανασυγκροτηµένη Εκκλησία µπορούσε να βοηθήσει στο εκπαιδευτικό έργο, αλλά πάντα µέσα στα πλαίσια των επιλογών της πολιτείας: « Το έργον του σχολείου θα υποβοηθήσει ο κλήρος, αναδιοργανούµενος, ανσυγκροτούµενος, ασφαλιζόµενος δια σταθερών οικονοµικών πόρων.....» πίστευε ο Β. Καριώτογλου.328 Η ανάγκη κάποιων κληρικών να δώσουν πειστικές απαντήσεις στο ακροατήριο τους, που συνεχώς µεταβάλει νοοτροπίες και συµπεριφορές, φαίνεται από τα βιβλία που ίσως χρησιµοποιούν ως βοηθήµατα στα κηρύγµατα: α)«Κυριακοδρόµιον» του Ν. Θεοτόκη. β) «∆ιδαχαί εις την αγίαν και µεγάλην τεσσαρακοστή» του Η. Μηνιάτη. γ) «Σύντοµος ερµηνεία εις τα Ευαγγέλια της Αγίας και Μεγάλης Πέµπτης» του Μ.Ι. Γαλανού.329 Αλλά και α) «Λόγοι απολογητικοί υπέρ των θεµελιωδών αληθειών του Χριστιανισµού» του Ερνέστου Λουθάρδου, µεταφρασθέντες εκ της Γερµανικής εγκρίσει του µακ. Πατριάρχου Ιεροσολύµων Κυρίλου του Β’. 323
Π. ∆ιακογιάννη, Η παιδεία στη Σάµο από την Τουρκοκρατία µέχρι σήµερα, σ.74 και 48. Βλέπε και Γ. Μουτάφης, Ιστορικοί προβληµατισµοί σχετικά µε την Σαµιακή Ηγεµονία 1867-1876, Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου, σ.180 324 Π. ∆ιακογιάννη, όπ. π., σ.85-86 325 όπ. π., σ.48 326 όπ. π., σ.355 327 Π. ∆ιακογιάννη, Η παιδεία στη Σάµο από την Τουρκοκρατία µέχρι σήµερα, σ.209-226, 246-247 328 Πολιτικά µελετήµατα - Αι αφορµαί και τα αίτια και τα µέσα της αναγεννήσεως και της προόδου ηµών, σ.73 329 Μ.Γ. Βαρβούνης, Μοναστική ζωή και παραδοσιακή θρησκευτική συµπεριφορά, Αθήνα 1998, σ.49,54 .Στο τµήµα αυτό του βιβλίου δηµοσιεύεται το περιεχόµενο της βιβλιοθήκης της Ι.Μ. Αγίας Ζώνης Σάµου. εξυπακούεται πως υπάρχουν πολλά λειτουργικά βιβλία, κώδικες κανόνων, βίοι αγίων και διηγήσεις θαυµάτων, συγγράµµατα πατέρων, αρχαιοελληνική και λατινική γραµµατεία κ. τ. λ., έργα των εκκλησιαστικών συγγραφέων της Τουρκοκρατίας. Τα έργα που αναφέρουµε εκδίδονται ή αγοράζονται από τους µοναχούς τέλη του 19ου - αρχές του 20ου αιώνα. Τέτοια έργα ιδιαίτερα τα δυο πρώτα, αλλά και «η Ορθόδοξος ∆ιδασκαλία» του Πάτωνα Μόσχας που βρέθηκε στην ίδια βιβλιοθήκη, συνδέονται µε την εµφάνιση και ανάπτυξη του ευσεβισµού στο χώρο της θεολογίας και της εκκλησιαστικής ζωής. ∆εν είναι στα πλαίσια της εργασίας αυτής η ενασχόληση µε το θέµα αυτό. Ως τάση όµως είναι και αποτέλεσµα της θέλησης για συγχρονισµό µε τις κοινωνικές µεταβολές, έστω και ως συντηρητική απάντηση σ’ αυτές, µε τα γνωστά αρνητικά αποτελέσµατα.
14 β) «Εικών της Χριστιανικής ευγλωττίας κατά τον ∆’ µ. χ. αιώνα» του Μ. Villemain , µεταγλωττισθείσθα υπό Ν. Σταµατιάδου.330 Τον εγκλιµατισµό σε ένα κόσµο που αλλάζει, σηµατοδοτεί και ο χαρακτήρας του µοναστηριού «Αγία Ζώνη», από όπου η µνηµονευθείσα βιβλιοθήκη: Είναι έντονα ανοιχτό στον κόσµο. Οι µοναχοί κατεβαίνουν συχνά στην πόλη, έχουν κοινωνικές σχέσεις µε τους «τριγύρω». Κάποια στιγµή συγγενείς γυναίκες µοναχών - ιδίως µεγάλης ηλικίας- µένουν στο µοναστήρι. Αυτό βέβαια είναι συνήθης πρακτική για τη Σάµο. Ταυτόχρονα όµως δεν παύει να λειτουργεί και σαν φορέας αξιών και νοοτροπιών. 331 Ο ανοιχτός χαρακτήρας του µοναχισµού, που δεν παρεµποδίζει αλλά ισχυροποιεί τον θρησκευτικό του ρόλο, φαίνεται ακόµα και στην περίπτωση της Ιεράς Μονής Ιωάννου του Θεολόγου της Πάτµου, η οποία έχει πολλά µετόχια στη Σάµο. Η µονή της Πάτµου έχει ρίζες στην Σάµο από τον καιρό ακόµα του εποικισµού του νησιού, αφού το εκτεταµένο κτήµα του Νικόλα Σαρακίνη, του ανθρώπου που επέβλεψε τον ανασυνοικισµό, για λογαριασµό του Τούρκου πασά του στόλου,332δωρίθηκε σ’ αυτή. Η µονή µε το πέρασµα του χρόνου ισχυροποίησε περισσότερο τις σχέσεις της µε τη Σάµο, που είναι και θρησκευτικές αλλά κυρίως εµπορικές. Το άνοιγµα στον πληθυσµό του νησιού λόγω του εµπορίου, συντελεί στην ισχυροποίηση των επιδράσεων της µονής στο χώρο της λατρείας.333 Στην δικτατορία του Μεταξά κάνει αισθητή την παρουσία του και το κατηχητικό, µε πρωτοβουλία ανθρώπων που είχαν σχέσεις µε την θρησκευτική αδελφότητα «Ζωή». Αργότερα κατά τη πρώτη µεταπολεµική περίοδο το κατηχητικό θα ταυτιστεί µε τον σκόπιµο και φανατικό αντιµοντερνισµό.334 Ε. Η λαϊκή παράδοση ως αποτέλεσµα και συντελεστής του ιστορικού γίγνεσθαι. Μελετώντας κανείς τον παραδοσιακό πολιτισµό ενός γεωγραφικού χώρου, σαν αυτόν της Σάµου και τις µεταλλαγές που υφίσταται µέσα στο χρόνο, θα συναντήσει τη στέρεα πεποίθηση πως οι µικρές αυτάρκεις τοπικές οικονοµίες και κοινωνίες είναι εχθρικές στους νεωτερισµούς.335 Άλλη επίσης γενίκευση είναι αυτή που αφορά τους κοινωνικούς κανόνες. Οι κοινωνικοί κανόνες των πρωτογενών κοινωνιών, στηρίζονται στο έθιµο και αποτελούν ενιαίο σύνολο. ∆ιατηρούνται και επιβάλλονται από φορείς, οι οποίοι δεν συγκρούονται µεταξύ τους ως προς τους στόχους και τη λειτουργία τους.336 Με όλη την ως τώρα διαπραγµάτευση δοκιµάσαµε - ανάµεσα στα άλλα- να καταδείξουµε, ότι η Σαµιακή κοινωνία είναι δύσκολο να χαρακτηριστεί πρωτογενής ήδη από τη προεπαναστατική εποχή. Ενώ ποτέ στο σύνολό της δεν υπήρξε αυτάρκης. ∆εν µπορεί να χαρακτηριστεί έτσι η αγροτική κοινωνία της Σάµου, όταν βιώνει αλλεπάλληλες κρίσεις που οδηγούν σε παραγωγικές καινοτοµίες (εισαγωγή της καπνοκαλλιέργειας) και στη κοινωνική κινητικότητα ( Οι µικροκαλλιεργητές γίνονται εργάτες βυρσοδεψείων, εµποροϋπάλληλοι, ή και αστοί) .
330
Μ.Γ. Βαρβούνης, Μοναστική ζωή και παραδοσιακή θρησκευτική συµπεριφορά, , σ.52-53. όπ. π., σ.201-202, 204 332 βλέπε σελ 16. 333 Μ.Γ. Βαρβούνης, Εξωγενείς παράγοντες για τη µετάδοση της θρησκευτικής συµπεριφοράς των κατοίκων της Σάµου: Η περίπτωση των Πατµιακών προνοµίων. «∆ωδεκανησιακά Χρονικά τ. ΙΕ’ (ανάτυπ.), Αθήνα 1994, σ. 310-313 334 Π. ∆ιακογιάννη, Η παιδεία στη Σάµο από την Τουρκοκρατία µέχρι σήµερα, σ.253 Το 1939, την διεύθυνση των κατηχητικών σχολείων αναλαµβάνει ο Κ. Παναγιώτου. όλοι οι µαθητές του έχουν να θυµούνται κάτι από την κοντόφθαλµη συµπεριφορά του. Την εποχή αυτή πληροφορούµαστε ότι τα Κατηχητικά λειτουργούσαν µε τη φροντίδα της «Ζωής». 335 Γ. Γιαννόπουλος, Τοπική ιστορία, Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου, σ.19-20 336 Β.Ι. Φίλιας, Όψεις της διατήρησης και της µεταβολής του κοινωνικού συστήµατος, τόµος Α’, Αθήνα 1994, σ.53-64 331
15 Συνεπώς, όχι µόνο εξωτερικές δυνάµεις επενεργούν πάνω στον παραδοσιακό πολιτισµό µεταβάλλοντάς τον, αλλά η ίδια η συγκρότηση της παραδοσιακής κοινωνίας, έχει από την αρχή κάποια δυναµική που µε τον χρόνο, αλλά και τη πίεση των εξωτερικών παραγόντων, θα εκδηλωθεί και θα οδηγήσει σε µεταβολές337. Κατά την διάρκεια των µεταβολών υπάρχει γενικά η τάση επανακαθορισµού των στοιχείων του παρελθόντος. Το τι θα διατηρηθεί από τον παραδοσιακό πολιτισµό, τι θα ανανεωθεί και τι αντικατασταθεί, εξαρτάται από τις ανάγκες και τους στόχους της κοινωνίας338, αλλά και τους γενικότερους σχεδιασµούς των δυναµικών οµάδων που κυριαρχούν.339 Αυτή την άποψη µπορούν να στηρίξουν και τα πορίσµατα της λαογραφικής έρευνας: Όταν κάποιος αναφέρεται σε Ελληνικό παραδοσιακό πολιτισµό ή ακόµα και σε Σαµιώτικο αναγκαστικά κάνει µια γενίκευση. Η γενίκευση αυτή από µόνη της περιέχει την διαφοροποίηση και στη διάσταση του χρόνου, αλλά και του χώρου. Η ανοµοιότητα της κοινωνικής δοµής από οικισµό σε οικισµό αντανακλάται και στα έθιµα. Η εθιµική συµπεριφορά, βασικό στοιχείο διατήρησης του παραδοσιακού πολιτισµού µεταβάλλεται σύµφωνα µε τις κοινωνικές συνθήκες που την προκαλούν και την υποστηρίζουν.340 Η πορεία των µεταλλαγών µπορεί να εξηγηθεί µέσα από την αποκλίνουσα συµπεριφορά των αµφισβητιών, η οποία, ακόµα και στις κοινωνίες που βασίζουν την λειτουργία τους σε έναν εθιµικό κώδικα, άλλοτε γίνεται αποδεκτή και άλλοτε απορρίπτεται.341 Η σταθεροποίηση ορισµένων αποκλίσεων σε µια περιοχή της καθηµερινότητας, είναι ήδη µια µεταβολή. Αυτή την πραγµατικότητα θα την δει κανείς και στην ροή του χρόνου. Ο Επαµεινώνδας Σταµατιάδης περιγράφοντας «τον βίο των σηµερινών Σαµίων» (τέλη 19ου αιώνα) παρατηρεί ότι «αλλοιώνεται µέρα µε τη µέρα κάτω από την επίδραση του νεώτερου πολιτισµού».342 Το ίδιο βλέπουν όσοι και πρόσφατα περιέγραψαν τα ίδια έθιµα και τις ίδιες παραδόσεις .343 Η δυναµική του χρόνου είναι βέβαια για κάθε κοινωνική συγκρότηση διαφορετική.344 Η Σαµιακή κοινωνία µε το κίνηµα των Καρµανιόλων εισήλθε στη νεωτερική εποχή και από τότε µέχρι και τον Β΄ 337
Γ. Γιαννόπουλος, Τοπική ιστορία, Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου, σ.31-32 Μ. Γ. Βαρβούνης, Τα πανηγύρια στη Σάµο. Παραδοσιακά µορφώµατα και σύγχρονα µορφώµατα ως συνάρτηση των κοινωνικών διαφοροποιήσεων, Απόπλους(5/12), Σάµος 1994, σ.388 339 Ένα ερώτηµα είναι το κατά πόσο ιδεολογικά στοιχεία, όπως η «Μεγάλη Ιδέα», επηρέασαν τις νοοτροπίες των φορέων του πολιτισµού για τη µορφή, το περιεχόµενο και την αξία του παραδοσιακού πολιτισµού. Κατά πόσο π.χ. η διατήρηση πολλών παραδοσιακών στοιχείων και µορφολογικά, υποτάχτηκε στη λογική της «τρίσηµης ενότητας του Ελληνισµού», λειτουργώντας παράλληλα και µέσα από τον ηγεµονικό λόγο των ίδιων οµάδων οι οποίες σε επίπεδο οικονοµικών και πολιτικών σχέσεων προωθούν καινοτοµίες. Βλέπε και Μ. Γ. Βαρβούνης, Ο Παραδοσιακός χορός και το εθιµικό πλαίσιο, Σαµιακές µελέτες Β΄σ.365: «...Το βιβλιογραφικό και εθνογραφικό υλικό από τη Σάµο, καθώς και τα δεδοµένα της σύγχρονης επιτόπιας έρευνας, υποδεικνύουν ότι στην εξέλιξη των πανηγυριών µπορούν να διακριθούν συγκεκριµένες φάσεις Υποθετικά µπορούµε να µιλήσουµε για τις τέσσερις δεκαετίες του αιώνα µας, οπότε οι εθιµικές µορφές συντηρούνταν συνειδητά και γνώριζαν µια τελετουργική ανάπτυξη, βασιζόµενη στις επικρατούσες συνθήκες που ευνοούσαν µια τέτοια συντήρηση.» 340 Μ. Γ. Βαρβούνης, όπ. π, σ. 364-365. Ο ίδιος, Εξελίξεις και µετασχηµατισµοί στον Ελληνικό παραδοσιακό πολιτισµό, 1995,σ. 87-88: «Αν δεχτούµε ότι η έννοια της παράδοσης σχετίζεται µε µια οποιαδήποτε µορφής σχέση προς πολιτισµικές µορφές του παρελθόντος, τις οποίες τείνει εν µέρει να αναβιώσει ή να προεκτείνει στο παρόν, τότε οι µεταλλαγές και οι µετασχηµατισµοί αποτελούν το µέσο πραγµατοποίησης της διαδικασίες καθώς διαµορφώνουν τα πατροπαράδοτα στοιχεία µε τέτοιο, ώστε αυτά να µπορέσουν να επιβιώσουν, εξελισσόµενα και µε κάθε προσαρµογή προς τις νέες συνθήκες κάθε εποχής και κάθε τόπου.» 341 Μ. Πετρονώτη , Συµβολή στη µελέτη της οικονοµικής αυτονοµίας των Γυναικών στα νησιά Κάλυµνο, Σάµο και Κάρπαθο(ανάτυπο), Καρπαθιακαί Μελέται τ. Γ΄, Αθήνα 1984,σ. 244-250: «...Ενώ κάθε κοινωνία έχει τις δικές της σαφώς καθορισµένες αξίες, συµβαίνει συχνά όχι µόνο να µη συµµορφώνονται όλα τα µέλη τους µε αυτές, αλλά και η όποια απόκλιση να αντιµετωπίζεται µε τρόπους ανόµοιους: Άλλοτε να γίνεται αποδεκτή και άλλοτε να απορρίπτεται.». Βλέπε και Β.Τ.Γιούλτση, όπ.π., σ. 222. 342 η Επ. Σταµατιάδη , Σαµιακά τόµος Ε’ - 2 έκδοση µεταγλωττισµένη, Αθήνα 1966, σ.171. 343 Σ.Γ. Καραθανάσης, Παγώνδας το αρχοντοχώρι της Σάµου. 344 Γ. Γιαννόπουλος, Τοπική ιστορία, Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου, σ.32: « ...ο ου Πειραιάς, µε µερικές ψαροκαλύβες στις αρχές του 19 αιώνα εξελίχτηκε - χάρη και στις πολιτικές 338
16 παγκόσµιο πόλεµο χαρακτηρίζεται από τη µετάβαση σε αστικές δοµές, µε ένα διχοτοµικό τρόπο ίσως, αλλά χωρίς αυτό να αποκλείει τις αλληλεπιδράσεις εξαιτίας της άµεσης γειτνίασης των αστικοποιούµενων πόλεων µε την ύπαιθρο και τον κοµβικό ρόλο που παίζουν αυτές στα κλειστά γεωγραφικά όρια ενός νησιού. Αυτή η κοινωνία άφησε πίσω της ένα πλούσιο υλικό παραδοσιακών πολιτιστικών στοιχείων, ως επί το πλείστον λαϊκών. Τα στοιχεία αυτά αντανακλούν καταρχήν αυτή τη τάση µετάβασης. Έπειτα φανερώνουν την σκοπιµοθηρική λογική που υπάρχει σε διάφορους εθιµικούς θεσµούς, πίσω από τον ενδεχόµενο, µε τις σηµερινές αντιλήψεις, ανορθολογισµό τους. Η σκοπιµότητα αυτή είναι µια πρώτης τάξης υποδοχή για τον ορθολογισµό της µοντέρνας κοινωνικής δόµησης. Η βασιµότητα της υπόθεσης µας στηρίζεται σε ορισµένα στοιχεία: Η ποινή για τις βαρύτερες «εγκληµατικές» πράξεις της προεπαναστατικής εποχής, που επιδικαζόταν στα πλαίσια της κοινότητας, δηλαδή τη µοιχεία και τη κλοπή, ήταν η διαπόµπευση. Το γεγονός αυτό σήµαινε ιδιότυπο εξοστρακισµό από την παραδοσιακή κοινότητα. Τα πταίσµατα τιµωρούνταν µάλλον µε περιφρόνηση και ίσως µε ξυλοδαρµό. Αυτή η πρακτική, στο βαθµό που δεν ενηµερωνόταν η θεσµική δικαιοσύνη, συνεχίστηκε και την µεταεπαναστατική εποχή, µέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα.345 Ήδη όµως προς το τέλος της Τουρκοκρατίας, ακόµα και περιπτώσεις «διαφθοράς» τιµωρούνταν µε πρόστιµα.346 Υπάρχουν κάποιες λαϊκές µνήµες για εξοντωτικές ποινές, π.χ. κόψιµο της µύτης, αν και βέβαια µπορούν να αιτιολογηθούν στη λογική των επιδράσεων του Βυζαντινού δικαίου, πρέπει όµως να προέρχονται από εξαιρετικά µεµονωµένες περιπτώσεις, σίγουρα µιας πολύ παλιάς εποχής, οι οποίες διατηρήθηκαν στη µνήµη του λαού, εξ αιτίας του ασυνήθιστου χαρακτήρα τους. Τέτοιες ποινές δεν ήταν αναγκαίες. Ο εξοστρακισµός από τη κοινότητα είχε ισχυρή ανασταλτική επίδραση στη ψυχολογία των χωρικών347. Ο εξοστρακισµός µπορούσε να πάρει ακόµη και θρησκευτική χροιά: Όπως αναφέραµε παραπάνω παράλληλα µε την «κοινοτική» δικαιοσύνη είχε και η Εκκλησία δικαστική αρµοδιότητα. Σ’ αυτή την περίπτωση η βαρύτερη τιµωρία ήταν ο αφορισµός από τον επίσκοπο. Ο φόβος τέτοιου εξοστρακισµού, µε ότι σήµαινε αυτό, ήταν πάρα πολύ µεγάλη απειλή. Οι ανακριτικές µέθοδοι, που αναφέρονται, ακόµα και οι «µαγικές» µε την χρήση των ιερών βιβλίων για παράδειγµα, οδηγούν στη σκέψη ότι στην πραγµατικότητα πίεζαν τον δράστη µε την απειλή της θείας τιµωρίας, ώστε να οµολογήσει την παράβαση.348 Στα χρόνια της τουρκοκρατίας το εκκλησιαστικό επιτίµιο του αφορισµού, είχε γίνει συνηθισµένη ποινή κατασταλτικού και «αποτρεπτικού χαρακτήρα». Ως ποινή κάλυπτε κάθε απείθεια σε κανόνα δικαίου, γραπτού και εθιµικού, ακόµα και στο πεδίο των ιδιωτικών εννόµων σχέσεων, για παράδειγµα κτηµατικές διαφορές. Η απειλή του αφορισµού εναντίον όσων προέβαιναν σε ενέργειες, οι οποίες έβλαπταν άλλους χριστιανούς, ήταν ένα χρήσιµο µέσο για την αποκατάσταση της δικαιοσύνης. Η ίδια απειλή χρησιµοποιήθηκε ως ανακριτικό µέτρο και ως καταναγκασµός για την αποδοχή κάποιων αποφάσεων των εκκλησιαστικών ή και των κοινοτικών αρχών. Συνήθως, τη διαδικασία για την επιβολή της ποινής του αφορισµού, τη ξεκινούσαν οι αδικούµενοι, οι οποίοι πλήρωναν και τα «έξοδα» για την όλη διαδικασία. Μ’ αυτόν τον τρόπο καθίστατο ένα έσοδο για την Εκκλησία. Ο Κωνσταντίνος εξ’ Οικονόµων, ανάµεσα σε πολλούς άλλους, είχε κατακρίνει την κατάχρηση του εκκλησιαστικού επιλογές σε ένα από τα µεγαλύτερα λιµάνια της Μεσογείου. Στην Ευρυτανία όµως, εκατό χρόνια µετά την προσπάθεια του Ιωάννη Καποδίστρια για τεχνολογικό εκσυγχρονισµό της γεωργίας, το 1929, χρησιµοποιούνταν µόνο 33 σιδεράλετρα. 345 Ν.Α. ∆ηµητρίου, όπ. π. , σ.199-200 346 Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων , σ. 347 Ν.Α. ∆ηµητρίου, Λαογραφικά της Σάµου τ. Α’, Αθήνα 1983, σ.200-201. Ο ίδιος µε την µορφή «ελεύθερου αναγνώσµατος», αναφέρει µια ιστορία θανάτωσης νεογέννητου ύστερα από µυστική γέννα, για να µη γίνει γνωστός ο «άνοµος καρπός»( όπ. π., σ.248-249). ∆εν σηµαίνει ότι αυτό έγινε και στην πραγµατικότητα, αλλά µε την προσθήκη και της αναγκαίας µυθοπλασίας, γίνεται αντιληπτό πόσο µεγάλος ήταν ο φόβος να αποκαλυφθεί η «άνοµη σχέση». 348 Ν.Α. ∆ηµητρίου, όπ. π. , σ.199-200.
17 αυτού επιτιµίου, διότι «...εσφενδονίζετο καταχρηστικώς και δια αυτά τα ελάχιστα πταίσµατα....». 349 Πρέπει να σηµειωθεί ότι η πρακτική αυτή, συνεχίστηκε και κατά τον 19ο αιώνα, ακόµα και στα πλαίσια της αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδας. Τούτο µαρτυρούν έγγραφα, που αναφέρουν έξοδα αφορισµών. ∆ηλαδή υπήρχε η δυνατότητα κάποιος ιδιώτης να αποταθεί στις εκκλησιαστικές αρχές και να ζητήσει να αφορισθεί, ή απειληθεί µε αφορισµό, κάποιο άλλο άτοµο.350 Η ποινή του αφορισµού είχε πολύ σηµαντικές συνέπειες στη ζωή του τιµωρηµένου µ’ αυτή. Ο εξοστρακισµός από τη κοινότητα γινόταν µε τον πλέον επίσηµο και σαφέστατο τρόπο351. Η αποποµπή από τις θρησκευτικές συνάξεις και η αφαίρεση του δικαιώµατος της συµµετοχής στα εκκλησιαστικά µυστήρια, ουσιαστικά σήµαινε αφαίρεση της «ταυτότητας» του προσώπου που αφοριζόταν.352 Ψυχολογικά ισχυρότερες ήταν οι συνέπειες που, µε βάση τις αντιλήψεις της εποχής, θα είχε ο αφορισµός µετά το θάνατο, αν ο τιµωρηµένος δεν φρόντιζε µέχρι τότε να αρθεί η ποινή: Το σώµα του αφορισµένου θα παρέµενε «αιωνίως άλυτο»(= άλιωτο), σηµάδι της µη άφεσης των αµαρτιών του από το Θεό. Αυτή η µεταθανάτια «επίπτωση» της ποινής, σύµφωνα µε την έρευνα, είναι καθαρά δηµιούργηµα της περιόδου της Τουρκοκρατίας. Κατά συνέπεια εξυπηρετούσε τη σκοπιµότητα για χάρη της οποίας, ένα εκκλησιαστικό µέτρο απέκτησε τόσο γενικευµένη χρήση, ενώ προηγουµένως αφορούσε συγκεκριµένες περιπτώσεις διατάραξης της ενότητας και της πειθαρχίας στο χώρο της εκκλησίας. 353 Συµπερασµατικά λοιπόν, η παραδοσιακή κοινότητα για να διατηρήσει τη συνοχή της, έπρεπε να απειλήσει, όσα αγαθά µπορούσε από αυτά, τα οποία µε βάση το πολιτισµικό πλαίσιο της εποχής θεωρούνταν πολύ σηµαντικά. Έτσι απείλησε άµεσα, τις κοινωνικές σχέσεις, τη πολιτιστική και υπαρξιακή ταυτότητα του ατόµου αλλά και την µεταθανάτια ανάπαυση της ψυχής του. Στην αναγκαιότητα αυτή είχε προσαρµοστεί και η Εκκλησία, ένας θεσµός, ο οποίος µε την ιερότητά του έκανε ισχυρές αυτές τις απειλές. Η υπαρξιακή ανάγκη του ατόµου για ένωση µε το άλλο φύλο, έπρεπε να εκφραστεί µέσα στα πλαίσια των οικογενειακών στρατηγικών της εποχής εκείνης. Τα πλαίσια αυτά δεν έδιναν πολλές ευκαιρίες- ειδικά στις κοπέλες- για να εκφράσουν τη προτίµησή τους. Υπήρχαν όµως κάποιες εθιµικές ρυθµίσεις , οι οποίες έδιναν διέξοδο στη παραπάνω ανάγκη, χωρίς βέβαια να θιχτούν οι γενικότερες αρχές και συνήθειες, µε τις οποίες αντιµετωπιζόταν το θέµα του γάµου. Στο κοινό τραπέζι της λαµπρής για παράδειγµα, οι νέοι και οι νέες υπηρετούν τους µεγαλύτερους. Όταν αποσύρονται οι µεγαλύτεροι, οι νέοι τρώνε και γλεντούν µε τη σειρά τους, στήνοντας κούνιες. 354 Στις κούνιες τα παλικάρια κουνούν τις κοπέλες λέγοντας τραγούδια, που στην πραγµατικότητα είναι προτάσεις ερωτικού ενδιαφέροντος µε σκοπό τη µνηστεία και το γάµο. Οι κοπέλες απαντούν ανάλογα αν ενδιαφέρονται.355 Αναφέρεται και άλλη περίπτωση υποβολής τέτοιων προτάσεων , µέσω τρίτου σεβάσµιου προσώπου, στους δηµόσιους χορούς του Πάσχα.356 Ένα σηµείο όπου έχει σταθεί η κριτική, για τον ανορθολογισµό που εκδηλώνεται στα πλαίσια των κοινωνιών, οι οποίες δεν έχουν δεχτεί τις επιδράσεις του µοντέρνου, είναι η διαχείριση της ασθένειας. Το πρόβληµα των αγυρτών που εκµεταλλεύονταν την αµάθεια των χωρικών, το έχει καυτηριάσει ο Επ. Σταµατιάδης357 Όµως παράλληλα µε «διάσηµους» µάγους που υπάρχουν στο νησί µέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα,358υπάρχουν και άλλοι που µε ένα ρεαλιστικό τρόπο ασχολούνται µε την φροντίδα των ασθενών. Η µαµή δεν έδινε κανέναν µαγικό υπερβατικό χαρακτήρα 349
Π.∆. Μιχαηλάρης, Αφορισµός. Η προσαρµογή µιας ποινής στις αναγκαιότητες της Τουρκοκρατίας, Αθήνα 1997, σ.120-123, 126, 167-204, 257, 306-317. 350 Όπ. π., σ. 119-123 351 Όπ. π., σ. 113-115 352 Όπ. π., σ.270-281, 353 Όπ. π., σ.288-293,299-302 354 Σ.Γ. Καραθανάσης, Παγώνδας το αρχοντοχώρι της Σάµου, σ.44 355 η , Ν.Α. ∆ηµητρίου, όπ. π σ. 474 και Σαµιακά τόµος Ε’ - 2 έκδοση µεταγλωττισµένη, σ.314-315 356 Επ. Σταµατιάδη , µνηµ. έργ. τ.5, σ.231 357 Αποσπάσµατα από την Σαµιακή Επιθεώρηση (Γ/9), Νοέ 1966,.σ.29 358 Ν.Α. ∆ηµητρίου, Λαογραφικά της Σάµου τ. Γ’, σ.236
18 στις ικανότητές της Ήταν µια «παραδοσιακή τέχνη» που πήγαινε από µάνα σε κόρη. ∆εν κερδοσκοπούσε και οι απολαβές της ήταν ανάλογες µε την οικονοµικής δύναµης της οικογένειας.359 Η φιλοξενία ήταν µεγάλη αξία της παραδοσιακής κοινωνίας, ενδεδυµένη µε θρησκευτικό κύρος: «Πίστευαν πως µε την περιποίηση αυτή, ανταµείβονται οι οικείοι νεκροί στον «άλλο κόσµο»360 έτσι αντιµετωπίζεται µια ανάγκη, ειδικά για τη Σάµο, ένα νησί όπου µάλλον δεν υπήρχαν πολλά χάνια και ήταν λογικό να υπάρχει κάποιος φόβος εξ’ αιτίας της πειρατείας. Μια δυνατότητα για να ερευνήσουµε τη δυναµική µέσα στην παραδοσιακή κοινωνία της Σάµου, είναι να µελετήσουµε τις µεταβολές και την διαφοροποίηση µέσα στους θεσµούς που επί το πλείστον στηρίζονται στο έθιµο και τους άγραφους ηθικούς κανόνες. Ένας τέτοιος θεσµός και µάλιστα γι αυτού του τύπου κοινωνίες είναι η οικογένεια. Μια πρώτη παρατήρηση έχει να κάνει µε την αξία που δίνει η οικογένεια στα νεογέννητα παιδιά σε σχέση µε το φύλο τους. Έχει παρατηρηθεί ότι δεν υπάρχει υποτίµηση του θηλυκού παιδιού στα πλαίσια του παραδοσιακού πολιτισµού της Σάµου. Αντίθετα υπάρχει το γνωµικό : «Της καλοµάνας το παιδί το πρώτο ‘ναι κορίτσι». Βέβαια η αξία αυτή έχει να κάνει µε την λειτουργικότητα της παραδοσιακής οικογένειας και τη χρησιµότητα του κοριτσιού για τη βοήθεια της µητέρας στους παραδοσιακούς ρόλους της γυναίκας.361 Όµως και η αναγνώριση της σπουδαιότητας του παραδοσιακού ρόλου της γυναίκας σε µια κατά βάση πατριαρχική κοινωνία, είναι µια διαφοροποίηση. Στο σηµείο αυτό δεν µπορούµε να αποφύγουµε µια παρέκβαση: Ο ιστορικός Επ. Σταµατιάδης που διέσωσε αυτό το γνωµικό και από το έργο του οποίου το αντλούµε, όταν επιχειρεί να το εξηγήσει, χρησιµοποιεί τα σχήµατα της δικής του εποχής. Σε µια παλαιότερη εποχή όµως, η γυναίκα στα πλαίσια του γάµου µάλλον είχε ακόµα σηµαντικότερο ρόλο ,362για τον οποίο θα αναφερθούµε στη συνέχεια. Ο Ν. ∆ηµητρίου περιγράφει µια διττή πραγµατικότητα. Από τη µια συνεχίζει να υπάρχει η παραπάνω αντίληψη, όµως τώρα υπάρχουν πολλοί που δυστροπούν στη γέννηση κοριτσιού, γι’ αυτό και η γέννησή του γίνεται γνωστή «στα βουβά»363. Φαίνεται οι τύποι της εποχής του Σταµατιάδη εντάθηκαν περισσότερο στις αρχές του 20ου αιώνα. Όµως η προηγούµενη µακρόβια συµπεριφορά έχει δηµιουργήσει, ένα πλέγµα αντιλήψεων που αντιστρατεύονται, αυτές τις επιδράσεις· η απάντηση ενός µέρους της κοινωνίας και ιδιαίτερα των γυναικών, είναι ότι τέτοιοι πατεράδες- που δεν θέλουν τα θηλυκά παιδιά- καλύτερα να κλειστούν σε µοναστήρι. 364 Αφού δηλαδή δεν κατανοούν τη σηµασία των γυναικών στη λειτουργία της οικογένειας, δεν πρέπει να συµµετέχουν σ’ αυτή . Το θέµα της προνοµιακής θέσης της γυναίκας στην Σαµιακή κοινωνία έχει ξεκινήσει µε την διατριβή του Ν. Ζαφειρίου «Το µητρικόν δίκαιο εν Σάµω», ο οποίος αντλεί το υλικό του κυρίως από την περιοχή της δυτικής Σάµου.365 Η υπόθεσή του βασίζεται στην υπεροχή των µητρωνυµικών επωνύµων στην περιοχή. Η ερευνητική προσπάθεια επικεντρώθηκε στην πρώτη από τις αιτίες που επισήµανε και ο ίδιος: δηλαδή, λόγω των ιδιαιτέρα µικρών και διεσπαρµένων αγροτικών κλήρων του νησιού, ο πατέρας λείπει από το σπίτι και έτσι η µητέρα είναι αυτή που ουσιαστικά το διοικεί. 366 Μ’ αυτό τον τρόπο η γυναίκα αποκτά σχετική αυτονοµία: δηλαδή οικονοµική και κοινωνική ισχύ µέσα στα γενικότερα θέσµια της παράδοσης την οποία, µε βάση τους καθιερωµένους κανόνες, µόνο οι άνδρες 359
Του ιδίου, Λαογραφικά της Σάµου τ. Α’, σ.242-245 όπ. π σ.54 361 Επ. Σταµατιάδη , µνηµ. έργ. τ.5, , σ.176 362 Μ. Γ. Βαρβούνης, Η γυναίκα στην παραδοσιακή σαµιακή κοινωνία, Ο Γ. Κλεάνθης και η εποχή του - Πρακτικά συνεδρίου, σ.220-221 363 Ν.Α. ∆ηµητρίου, Λαογραφικά της Σάµου τ. Α’, σ.227-228 364 όπ. π ., σ..246-247 365 Μ. Γ. Βαρβούνης, Η γυναίκα στην παραδοσιακή σαµιακή κοινωνία, Ο Γ. Κλεάνθης και η εποχή του - Πρακτικά συνεδρίου, σ.216 366 Μ. Γ. Βαρβούνης, όπ. π., σ.217και Μ. Πετρονώτη , Συµβολή στη µελέτη της οικονοµικής αυτονοµίας των γυναικών στα νησιά Κάλυµνο, Σάµο και Κάρπαθο(ανάτυπο), σ.253-254 360
19 διεκδικούσαν.367 Τα µητρωνυµικά επίθετα αυτή την πραγµατικότητα απηχούν. Όταν η κοινότητα ονοµατίζει κάποιον µε βάση το όνοµα της µητέρας του, σηµαίνει, ότι αυτή κατέχει διακεκριµένη και επίζηλη θέση σ’ αυτήν.368Για την επίζηλη αυτή θέση µπορούν να τεθούν κι άλλες συµπληρωµατικές προσεγγίσεις. Μια από αυτές συναρτά το φαινόµενο µε την κοινωνία που προϋπήρχε στο νησί πριν τον ανασυνοικισµό. Ίσως µπορεί να εικάσει κανείς µια κοινωνία λιγότερο αγροτική και περισσότερο κατά διαφόρους τρόπους- ναυτική.369Αυτό το φαινόµενο δεν ήταν σπάνιο για την περιοχή της Μεσογείου. Στη µελέτη της Μ. Πετρονώτη αναφέρονται τουλάχιστον άλλα δυο Ελληνικά νησιά (Κάλυµνος και Κάρπαθος) µε σχεδόν παράλληλα οικογενειακά ήθη. 370 Η ελεύθερη δράση των παντρεµένων γυναικών στο χώρο που αφορά την οικογενειακή οργάνωση και ζωή, µπορεί να εξελιχτεί και στη συµµετοχή τους σε ένα ενδιάµεσο πεδίο του «οίκου» και του «δήµου». Αυτό το πεδίο είναι η αντιπροσώπευση της οικογένειας στην κοινότητα.371 Υπάρχουν ιστορικές µαρτυρίες για τη συµµετοχή των γυναικών σε συνελεύσεις του κοινού της Σάµου. Σε αναφορά των Σαµίων προς τον Καπουδάν Πασά (πασά του στόλου) µε ηµεροµηνία 20 Ιουνίου 1808, η οποία αναφέρεται στη σύνοδο- µε ευρύτερη βέβαια συµµετοχή372- που έγινε στη Χώρα σηµειώνεται: «εκεί εσυνάχθηµεν άνδρες και γυναίκες». 373 Επειδή αυτή την εποχή σύνοδοι µε παρεµβολή πληθυσµιακών οµάδων έγιναν αρκετές, υπάρχει η πεποίθηση, ότι σε όλες συµµετείχαν και γυναίκες.374 Αυτές βέβαια η ιδιαιτερότητες δεν µπορούν να διαγράψουν µια συνολική διαφοροποίηση των παραδοσιακών αντιλήψεων, µε βάση τις οποίες αντιµετώπιζαν τη γυναικεία προσωπικότητα. Αν και στα πλαίσια του γάµου η γυναίκα είχε µια σχετική ελευθερία κινήσεων, εντούτοις δεν είχε τη δυνατότητα να επιλέξει ελεύθερα τον άνδρα που ήθελε να παντρευτεί. Ο γάµος της εντασσόταν στις «στρατηγικές» των οικογενειών.375 Όπως σηµειώσαµε και παραπάνω στα πλαίσια κάποιων εθιµικών ρυθµίσεων είχε τη δυνατότητα να δείξει τη προτίµησή της. Όµως η αποδοχή αυτής της προτίµησης από το οικογενειακό της περιβάλλον δεν ήταν πάντα δεδοµένη. Αργότερα τα µητρωνυµικά περιορίζονται. Ο υστερινός περιορισµός της γυναικείας αυτονοµίας, ερµηνεύεται µε τη συγκέντρωση της οικογενειακής διαχείρισης στα χέρια των ανδρών, λόγω της εισαγωγής µηχανικών µέσων στη γεωργία που επιτρέπουν στους άνδρες, να ασχολούνται περισσότερο χρόνο µε την οικογένεια τους.376 Όµως η περιοδική µετανάστευση, η οποία κρατά ένα σηµαντικό µέρος του αντρικού πληθυσµού µακριά από τις εστίες του, συνεχίζεται µέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα. Μια παράλληλη και συµπληρωµατική ερµηνεία του φαινοµένου που αναφέρεται στα µεταεπαναστατικά πολιτισµικά δεδοµένα, συναρτά το περιορισµό της γυναικείας αυτονοµίας µε την πορεία αστικοποίησης του νησιού που εισάγει στις ιδιότυπες οικογενειακές δοµές του νησιού τον γενικό κανόνα που επικρατεί εκείνη την χρονική στιγµή στον Ελληνικό χώρο.377 Κανόνας που επικρατεί επίσης στο γενικότερο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, µε τον οποίο έχει εµπορικές σχέσεις η Σάµος. Η εφαρµογή του κανόνα, περιέχει όµως και τη νέα δυναµική που αναπτύσσεται στον αστικό 367
Μ. Πετρονώτη , όπ π., σ. 244 και Μ. Γ. Βαρβούνης, όπ. π.. Μ. Πετρονώτη , όπ. π., σ. 253 369 Μ. Γ. Βαρβούνης, όπ. π., σ.218 370 «Συµβολή στη µελέτη της οικονοµικής αυτονοµίας των Γυναικών στα νησιά Κάλυµνο, Σάµο και Κάρπαθο»(ανάτυπο), Καρπαθιακαί Μελέται τ. Γ΄, Αθήνα 1984, 371 Μ. Πετρονώτη , όπ. π., σ. 245 372 Στις συνόδους αυτές, εκτός από τους ορισµένους αντιπροσώπους των χωριών συµµετείχαν ευρύτερες οµάδες πληθυσµού από τα χωριά. Αυτοί βέβαια που ψήφιζαν ήταν οι αντιπρόσωποι, αλλά για τη ψήφο τους ρόλο έπαιζε και η γνώµη των συγχωριανών τους που παρευρίσκονταν εκεί: Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων, σ.45 373 Α. Σεβαστάκης, Το κίνηµα των Καρµανιόλων, σ..47. 374 όπ. π , σ. 75. 375 Ζ. Σαλίµπα, «Μόνη και έγκυος», Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’, σ.257 376 Μ. Πετρονώτη, όπ. π , σ. 256- 257. 377 Μ. Γ. Βαρβούνης, όπ. π., σ 221 368
20 χώρο. Η Σαµιακή κοινωνία προσφέρει όµως τη σχετική ανοχή της παράδοσης στην εκδήλωση της γυναικείας αυτονοµίας, γι’ αυτό έχουµε τα παραδείγµατα της µεταφράστριας Φωτεινής Σπάθη στα χρόνια του Καποδίστρια και της Σαµιώτισας οδοντογιατρού Ευτέρπης Μανταφούνη το 1895378, η οποία µάλλον «είναι η πρώτη Ελληνίς εν Ανατολή, ήτις εσπούδασε την οδοντιατρικήν».379 Κλείνοντας το θέµα µε τα ονόµατα θα πρέπει να αναφερθούµε και στα πορίσµατα σύγχρονης έρευνας στο αρχείο της Μονής Ζωοδόχου Πηγής, το οποίο βρίσκεται στην ανατολική Σάµο. Η έρευνα έδειξε ότι: «Οι γυναίκες υπογράφουν µε το βαφτιστικό τους και µε το πατρώνυµο και σπάνια ως «γυνή του....». Σπανιότερα η γυναίκα υπογράφει µε το όνοµα του άντρα της, χάνοντας το βαφτιστικό της(π.χ. Ζεϊµπέκαινα), ενώ πιο συχνά συναντάµε άντρες να έχουν ως επώνυµο το όνοµα της µητέρας τους.»380 όπως σηµειώσαµε και παραπάνω, τα µητρωνυµικά επίθετα έχουν αξιολογηθεί µε βάση την υπόθεση ότι η µητέρα κατέχει διακεκριµένη και επίζηλη θέση στη τοπική κοινότητα. Ο περιορισµός της γυναικείας αυτονοµίας και η συµµόρφωση στο γενικό κανόνα των σχέσεων των δύο φίλων δεν σηµαίνει ότι εγκαταλείφτηκε εντελώς η προνοµιακή µεταχείρισης της γυναίκας στα πλαίσια της αγροτικής Σαµιακής κοινωνίας, η οποία συνεχίζει -εν πολλοίς- να ζει στα εθιµικά πλαίσια της παράδοσης. Η ανάληψη της εκπροσώπησης της οικογένειας καθαρά πλέον από τους άντρες, µάλλον δεν περιόρισε αισθητά την ευκινησία της γυναίκας στα εσωτερικά πλαίσια της οικογένειας. Αυτό βασίζεται και στην διάθρωση της παραγωγής: Γυναίκες και άντρες συµµετέχουν το ίδιο στις αγροτικές εργασίες και συχνά οι δουλειές του σπιτιού έρχονται σε δεύτερη µοίρα από τις γυναίκες. 381 Το µοντέλο που κυριαρχεί είναι ο πατέρας αρχηγός και η µητέρα του βοηθός του. Ο ρόλος του άντρα είναι περισσότερο κυριαρχικός. Η ύπαρξη των µητρωνυµικών, χαρακτηρίζεται σπάνια. Όµως παράλληλα σπάνια η γυναίκα προσωνυµείται από το βαφτιστικό του συζύγου της (Μιχάλαινα). Αυτό είναι δείγµα σχετικής της αυτονοµίας σε σχέση µε άλλα µέρη της Ελλάδας. 382 Υπάρχουν όµως πολλά άλλα στοιχεία που δείχνουν ότι συνεχίζει να είναι σεβαστή η ατοµική οντότητα της γυναίκας και δεν µεταβάλλεται σε ένα πρόσωπο κρυµµένο «στη σκιά του άνδρα». ∆εν φεύγει όταν υπάρχουν ξένοι στο σπίτι, αλλά αντίθετα συµµετέχει στις συζητήσεις µε τους ξένους. Το σηµαντικότερο δέχεται επισκέπτες στην ονοµαστική της εορτή.383 Η διανοµή της οικογενειακής περιουσίας σε κάθε περίπτωση λαµβάνει υπόψη και τις κόρες, έχοντας την τάση της δικαιοσύνης. Τον καιρό της Τουρκοκρατίας- µε την επικαρπία της αρόσιµης γης να ανήκει στο βακούφι- κινδύνευε η οικογένεια να χάσει αυτή τη γη, αν δεν υπήρχε άρρην κληρονόµος. Γι αυτό στα παλαιότερα κείµενα υπάρχει η πληροφορία, ότι ο πιο διαδεδοµένος τύπος κατανοµής είναι η πατρική περιουσία (κτήµατα) στους γιους και τα µητρικά αγαθά (οικοσκευή και ίσως σπίτι) στις κόρες. 384 Τουλάχιστον στη Βορειοδυτική Σάµο, συνεχίζει ο άντρας να προσφωνείται µε το όνοµα της γυναίκας του π.χ. «Ο Γιάννης της Άννας», ενώ πιο σπάνια συµβαίνει το αντίθετο. 385 Η παράδοση δεν αγνοεί και την ανάγκη για σεξουαλική ικανοποίηση της γυναίκας, έστω κι αν εκφράζεται µε κοµψό τρόπο στην καθηµερινότητα.386Στα αποκριάτικα τραγούδια αυτό εκφράζεται ελευθερόστοµα και υπάρχουν πληροφορίες για την συµµετοχή και γυναικών στη σάτιρα.387 378
Μ.Βουρλιώτης, οι Καρµανιόλοι και το βιβλίο, σ.25 Α. Σφοίνη, Η πολιτιστική ζωή επί Ηγεµονίας, Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.46 380 Τ.Ιωάννου, αρχείο Ζωοδόχου Πηγής Σάµου, Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου, σ.126 381 Ν.Α. ∆ηµητρίου, Λαογραφικά της Σάµου τ. Β’, σ.104 382 Ν.Α. ∆ηµητρίου, όπ. π , τ. Α’, σ.σ.58-59 383 Ν.Α. ∆ηµητρίου, όπ. π. , και Μ. Πετρονώτη , Συµβολή στη µελέτη της οικονοµικής αυτονοµίας των γυναικών στα νησιά Κάλυµνο, Σάµο και Κάρπαθο(ανάτυπο), σ. 255 384 Μ. Πετρονώτη , όπ . π. ,σ. 256 και Ν.Α. ∆ηµητρίου, όπ. π. ,174-176 385 Μ. Πετρονώτη , όπ . π. ,σ.255 386 Ν.Α. ∆ηµητρίου, Λαογραφικά της Σάµου τ. Β’, σ.236: για παράδειγµα το παρακάτω γνωµικό: «Τι Θελ’ς , γ’ναίκα πρώτα: να φάµι για να πάµι στου κριβάτ;» ρώτησε κάποιος την γυναίκα του. - Ο,τα θέλ’ς συ» απάντησε η γυναίκα «κι ύστιρα τρώµι» 387 Μ. Γ. Βαρβούνης, Η γυναίκα στην παραδοσιακή σαµιακή κοινωνία, όπ. π., σ 220 379
21
Στην συνέχεια παρατίθενται κάποια στοιχεία, τα οποία προέρχονται από λαϊκά παραµύθια και διηγήσεις. Από εδώ γίνεται προσπάθεια να ανιχνευτούν οι νοοτροπίες και τα συναισθήµατα που δεν εκφράζονται σε άλλα ιστορικά µνηµεία, όπως π.χ. αναφορές στους άρχοντες, τα οποία συνήθως περιέχουν την ανάγκη συµµόρφωσης σε ό,τι γενικά θεωρείται κανονικό, ηθικό, νόµιµο κ. τ. λ.388 Το ότι στα παραµύθια υπάρχει ένας πυρήνας που ανταποκρίνεται στα δεδοµένα της καθηµερινής ζωής, ενισχύεται από το γεγονός ότι στις συνάξεις (π.χ. στο βελόνιασµα των φύλλων καπνού από τους καπνοκαλλιεργητές) εκτός από παραµύθια λέγονταν και ιστορικές αφηγήσεις, για παράδειγµα από την συµµετοχή σε πολεµικές περιπέτειες.389 Ένα άλλο παράδειγµα µετατροπής της πραγµατικότητας σε µύθο είναι η περίπτωση του µπακάλη στο χωριού. Ήταν συνήθως µετανάστης που επέστρεψε. Έπρεπε να δηµιουργήσει ένα «µύθο» γύρω από τις δραστηριότητές του στο εξωτερικό, ο οποίος βέβαια δεν απείχε και πολύ από την πραγµατικότητα. Η καινοτοµία του να ιδρύσει εµπορικό κατάστηµα για µια κοινωνία που -µέχρι εκείνη τη στιγµή- βασίζεται στην αυτοκατανάλωση, πρέπει να έχει ανταπόκριση. Οι ιστορίες του αυτή την ανάγκη εξυπηρετούσαν. 390 Άλλη µια ένδειξη άµεσης αντανάκλασης από την πραγµατικότητα είναι το παιγνίδι «πεθαµένος» που παίζουν οι µικροί της εποχής του Επ. Σαµατιάδη. Οι µικροί αναπαράγουν άµεσα τη σκληρή και επικίνδυνη ζωή των παροδικών µεταναστών στης Μικρά Ασία.391 Το υλικό από το οποίο αντλούµε τα στοιχεία έχει καταγραφεί σε διάφορες εποχές. Υπάρχουν παραµύθια που έχουν καταγραφεί από αφήγηση που έγινε στις µέρες µας392 Το παραµύθι χρησιµοποιείται στην εργασία και την ψυχαγωγία, εξ’ αιτίας της προφορικής διάδοσης ανανεώνεται συνεχώς µε εµπειρικά στοιχεία του αφηγητή που προστίθενται πάνω στο βασικό «σενάριο». Ο παραµυθάς ή η παραµυθού δεν είναι το οποιοδήποτε άτοµο. Χρειάζεται µια ειδική ικανότητα. Πολλές φορές, στο παρελθόν οι παραµυθάδες πληρώνονταν µε τρόφιµα κτλ, ώστε να πουν ιστορίες και παραµύθια στις συνάξεις. 393 Αυτό µας επιτρέπει να συµπεράνουµε ότι το υλικό των παραµυθιών διαπλέκεται και µε τις εµπειρίες, τις σκέψεις και τα βαθύτερα συναισθήµατα των ακροατών, αφού πρέπει να αρέσει. Ένα πρώτο στοιχείο που εξάγουµε από την µελέτη αυτού του υλικού είναι ότι ορισµένες φορές η καινοτοµία και η παράβαση των πατροπαράδοτων κανόνων επιβραβεύονται·394 αν και από την άλλη, υπάρχουν άλλες διηγήσεις στις οποίες είναι καταστρεπτικές.395 Η πόλη κρύβει κινδύνους για αυτούς που αναγκαστικά πρέπει να έλθουν σε επαφή µε τον κόσµο 396 της. Οι παρίες της κοινότητας όµως, πρέπει να φύγουν έξω για να καλυτερεύσει η ζωή τους και να 388
Είναι σε γνώση µας ότι το θέµα αυτό απαιτεί µια διεξοδικότερη έρευνα. Η έρευνα αυτή όµως δεν ήταν δυνατό να γίνει µέσα στα πλαίσια της παρούσας µεταπτυχιακής εργασίας. Τα στοιχεία που παρατίθενται δεν στοιχειοθετούν µια µοναδική συµπεριφορά για τα υποκείµενα. Άλλωστε αυτό θα αδυνάτιζε τις απόψεις που αναπτύσσονται: ∆ηλαδή την ύπαρξη δυναµικότητας και διαλεκτικής στον παραδοσιακό πολιτισµό. 389 Κ. Καραµηνά - Πόθου, Εν Μυτιληνίοις τη.... . Η ανάπτυξη της καπνοκαλλιέργειας στο χωριό µας, σ. 49 390 Ν.Α. ∆ηµητρίου, Μελέτες και Άρθρα (επιµελ. Μ. Γ. Βαρβούνης ), Αθήνα 1996, σ.207-208 391 η Επ. Σταµατιάδη , Σαµιακά τόµος Ε’ - 2 έκδοση µεταγλωττισµένη, σ. 212 392 Μ. Γ. Βαρβούνης, Αφήγηση και αφηγητές στα Ελληνικά παραµύθια - η περίπτωση µιας παραµυθούς από τη Σάµο, Αθήνα 1998, σ.26. Είναι γνωστό ότι οι παραµυθάδες βάζουν εµπειρικά τους βιώµατα στις αφηγήσεις τους. Τούτο δεν αποτελεί όµως εµπόδιο στο να θεωρήσουµε το υλικό µας παραδοσιακό, διότι η ανάπλαση του παραδοσιακού υλικού από την αφηγήτρια (Ανδρονίκη Ανδρειωµένου) ακολουθεί ορισµένους κανόνες και η αυθεντικότητα των αφηγήσεων της µπορεί να ελεγχθεί µε βάση και παλαιότερες δηµοσιεύσεις των ίδιων παραµυθιών: (όπ. π. σ, 28). Επίσης η το παραδοσιακό των σύγχρονων καταγραφών µπορεί να πιστοποιηθεί και µε βάση την οµοιογένεια και την αλληλουχία που υπάρχει ανάµεσα στα πολιτιστικά στοιχεία όλων των παραµυθιών που αναλύσαµε, ανεξάρτητα από την εποχή που καταγράφηκαν. 393 Μ. Γ. Βαρβούνης, Τα παραµύθια ως δίκτυο επικοινωνίας, ∆ίκτυα επικοινωνίας και πολιτισµού στο Αιγαίο- πρακτικά συνεδρίου, Αθήνα 1997, και του ιδίου, όπ .π.,σ.19, 23, 27 394 η Επ. Σταµατιάδη , Σαµιακά τόµος Ε’ - 2 έκδοση µεταγλωττισµένη, σ.434-436 395 Επ. Σταµατιάδη , όπ. π., σ.478-480
22 επιστρέψουν «θριαµβευτές».397. Η έξοδος από την κοινότητα είναι η διέξοδος για τους «νοικοκυραίους» που φτώχυναν.398 Η φυγή από το χωριό, η έσχατη καινοτοµία, η ανάληψη των ρίσκων είναι οι ενέργειες που µπορούν να αλλάξουν την ζωή των φτωχών.399 Υπάρχουν παραµύθια που περιγράφουν πολύ ρεαλιστικά το δυναµισµό των εµποροναυτικών δραστηριοτήτων.400 Αλλού το εµπορικό δαιµόνιο ανταµείβεται έστω και αν τυπικά δεν είναι απόλυτα τίµιο.401Το εµπόριο, προσοδοφόρο µα κι επικίνδυνο,402 θέλει εξυπνάδα403, ευτυχώς που υπάρχει (ή ζητείται) ο ρυθµιστικός ρόλος της εξουσίας.404 Έχει ερευνηθεί βέβαια και έχει στηριχτεί πάνω σε γεγονότα, η υπόθεση ότι οι Σαµιώτες καλλιεργητές ήταν αρχικά πολύ επιφυλακτικοί απέναντι στις δραστηριότητες των εµποροναυτικών.405 Η επιφυλακτικότητα αυτή όµως, καθώς και η συνακόλουθη κριτική για τον τρόπο που, καθ’ υπέρβαση της ηθικής, αποκτούσαν πολλές φορές τα υπάρχοντά τους, δεν αποκλείει το ότι οι µικροκαλλιεργητές θέλγονταν από τα αποτελέσµατα της εµπορικής δραστηριότητας. Ο βασιλιάς µεταµφιέζεται και µ’ αυτόν τον τρόπο ανακαλύπτει τις αδικίες.406 Αντανακλάται έτσι η γνωστή διαίρεση του παραδοσιακού κόσµου σε άρχοντες και αρχόµενους. Καλείται όµως η εξουσία να την υπερβεί και να γνωρίσει τα προβλήµατα των απλών ανθρώπων. Η παράδοση δεν αγνοεί ότι τα εξουσιαστικά σχήµατα ( στην προκειµένη περίπτωση ο καδής) είναι πολλές φορές αυθαίρετα και εκµεταλλεύονται την αδυναµία των υπηκόων.407 Αν βέβαια στην παραπάνω περίπτωση ο εκµεταλλευτής είναι Τούρκος σε µια άλλη, αυτός που εξαπατά είναι ο παπάς. Αυτός µπορεί να χρησιµοποιήσει την συµβολική εξουσία του για να εξαπατήσει τα άλλα µέλη της παραδοσιακής κοινότητας.408Ακόµα κι αγράµµατος παπάς µπορεί να 396
Μ. Γ. Βαρβούνης, Αφήγηση και αφηγητές στα Ελληνικά παραµύθια - η περίπτωση µιας παραµυθούς από τη Σάµο, σ. σ.69: Στο παραµύθι «οι τρεις σπανοί», η παπαδιά πάει στην πόλη όταν αρρωσταίνει ο παπάς, εκεί συναντά τους σπανούς που την θέλουν να την κλέψουν. Αυτή µπροστά στην ανάγκη της αν και φαίνεται να καταλαβαίνει την αδικία, δέχεται την κλεψιά. 397 Επ. Σταµατιάδη , όπ. π, σ.449-450 398 Μ. Γ. Βαρβούνης, όπ. π , σ. 47. Στο παραµύθι «ο κοσκινάς», ο πατέρας που είναι εύπορος έµπορος, ξεπέφτει και φεύγει στην πόλη να «αναζωογονήσει την δουλειά του.» 399 Μ. Γ. Βαρβούνης, όπ π., σ.83-84: «Ήτανε ολωσδιόλου αυτά τα µέρη που περπατούσε ήτανε ακαλιέργητα. Είχε πού και πού - πως να το πούµε - κάτι δέντρα άγρια. Βρήκε µια λίµνη που φωσφορίζανε τα βατράχια µέσα, γιατί είχε ολόγυρα λιµνασµένα νερά. Πώς το σκέφτηκε το παιδί, λέιε: «εγώ θα καθίσω εδώ να µάθω τη γλώσσα των βατραχιών και µπορεί να µου χρειαστεί». Κάθισε πολύν καιρό. Όλη µέρα σκυµµένος εκεί άκουγε τα βατράχια: βρε- κε- κεξ, κουάξ-κουάξ, βρε- κε- κεξ, κουάξ-κουάξ. Άκουγε αυτό!» 400 Επ. Σταµατιάδη , όπ. π , σ. 492-493. Στο παραµύθι αυτό παρατηρούµε µια διαρκή κίνηση µε ένα καΐκι σε όλο το Αιγαίο και τη Μ.Ασία και µια συνεχή αναπροσαρµογή των στόχων ανάλογα µε τα κίνητρα. 401 Επ. Σταµατιάδη , όπ. π, σ.502-503. Οι επίδοξοι έµποροι ξεκινάνε µε δανεικά χρήµατα, ξεγελούν τον καπετάνιο που τους µεταφέρει το ψεύτικο τους εµπόρευµα. Στέκονται όµως τυχεροί διότι επωφελούνται από την ζηλοφθονία ενός εβραίου, ξεπληρώνουν τον καπετάνιο και αποκτούν πλούτο. 402 Μ. Γ. Βαρβούνης, όπ π.,σ.47. Η επιλογή της εµπορικού επαγγέλµατος για αυτόν που φτωχαίνει ξαφνικά, έχει να κάνει µε την επικινδυνότητα του εµπορίου, που δικαιολογεί τη ξαφνική πτώση. 403 Μ. Γ. Βαρβούνης, όπ. π,σ.93-94: «Από κει και πέρα ο έµπορας, που ‘θελε να κάνει το έµπορα και δεν ήξερε από εµπόριο πρόσεξε καλά. Άνοιξε τα µάτια του δεκατέσσερα που λέει ο λόγος.» 404 όπ. π. ,σ.91-94 405 Ζιζή Σαλίµπα, Ο µικρόκοσµος των εµπορικών καταστηµάτων, Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.317-319. 406 Επ. Σταµατιάδη , όπ. π, σ.484-486: «Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλέας. Ο βασιλέας αυτός ήταν δίκαιος και καλός κι ήθελε να µάθη αν οι υπήκοοι του είν’ ευχαριστηµένοι µε τη βασιλεία του κι αν οι κριτάδες αποφασίζουν µε δισαιοσύνη, όταν κρίνουν τις υποθέσεις που τυχαίνουν µεταξύ των ανθρώπων.» Βλέπε και Μ. Γ. Βαρβούνης, όπ π.,σ.60, 91-92 407 Επ. Σταµατιάδη , όπ. π, σ.475-478 408 Ν.Α. ∆ηµητρίου, Λαογραφικά της Σάµου τ. Γ’, Αθήνα 1986, σ. 222-223 Η ιστορία βασίζεται σε ένα µάλλον υπαρκτό πρόσωπο του οποίου η δράση απέκτησε παροιµιώδεις διαστάσεις. «... είπε ο παπάς: «έτι και έτι κλίνοντες τα γόνατα....» και γονάτισαν οι ενορίτες. Έκανε πως θα γονατίσει κι ο ίδιος µα.... θυµήθηκε πως δεν φορούσε γυαλιά ....
23 εξαπατήσει τους άλλους, εξ αιτίας της θέσης του. 409Ο «δεσπότης» και ο αστυνόµος θέλουν «λάδωµα», ενώ πριν την δωροδοκία ήταν υπερβολικά αυστηροί και µη συγκαταβατικοί.410 Οι άρχοντες απεχθάνονται τους «χωριάτες». Όµως αν κάποιος «χωριάτης», αποδείξει πρωταρχικά µε την απόκτηση πλούτου- ότι είναι καλύτερος από αυτούς µπορεί να γίνει αποδεκτός.411 Οι άρχοντες µπροστά στη σκοπιµότητα δεν έχουν καµία ηθική αναστολή. Οι φτωχοί όµως προστατεύονται από το σύστηµα των αξιών του πολιτισµού τους, που στην περίπτωσή µας εκφράζεται µε «την ευχή της µάνας». Η ευχή των γονιών προϋποθέτει τον ενστερνισµό των αξιών του παραδοσιακού πολιτισµού, λειτουργεί ως επιβράβευση µιας υγιούς -για την παραδοσιακή κοινωνίακοινωνικοποίησης.412 Οι απατεώνες έχουν κάποια χαρακτηριστική διαφορά είναι συνήθως ή Εβραίοι, ή σπανοί.413 Εδώ βέβαια υπάρχει η προ του ∆ιαφωτισµού λαϊκή αντίληψη, που θέλει τους κάθε είδους διαφθορείς, ανθρώπους «ξένους», άτοµα που έχουν κάποια αλλότρια χαρακτηριστικά σε σχέση µε τη συλλογική ταυτότητα. Βέβαια στις αρχές του αιώνα στη Σάµο, σύµφωνα µε µαρτυρίες, δεν υπάρχουν πολλοί Εβραίοι. ∆υο - τρεις όλοι κι όλοι και αυτοί βιοπαλαιστές. Ανακαλώντας κανείς ψύχραιµα το παρελθόν πιστοποιεί: «Ήταν καλοί άνθρωποι. Εµείς όµως τους φοβόµασταν, γιατί οι µανάδες µας, άµα ήθελαν να µας φοβερίσουν, µας έλεγαν: «Έρχιτι ου Ουβραίους µι d’ bανέρα (= µε τη πανέρα του) να σας πάρ’».» 414 Πρέπει να σηµειωθεί ότι τέτοιες προκαταλήψεις δεν σχηµατίζονται µόνο εις βάρος εκείνων, οι οποίοι έχουν ένα σηµαντικό χαρακτηριστικό που τους διαφοροποιεί ( π.χ. άλλη θρησκεία) από την κοινότητα. Πολλές φορές ο «απειλητικός ξένος» είναι οµοεθνής. Από ιστορικές πηγές µπορούµε να πληροφορηθούµε ότι σε κάποια χωριά του νησιού την εποχή της επανάστασης του 1821, υπήρχε έντονη καχυποψία εναντίον των Ελλήνων πάροικων, µε αποτέλεσµα αυτοί να κατηγορούνται για όλες τις αξιόποινες πράξεις που συνέβαιναν στα όρια της κοινότητας.415 είδε τον Παπαβαγγενινό..... πλησίασε τον παπά, τον καληµέρισε και τον ερώτησε αν απόλυσε η ενορία του. Χαµογελώντας αυτός πονηρά, απάντησε: «Πάνι να ιδείς πως τα ‘χου γοναdσµένα!» 409 Ν.Α. ∆ηµητρίου, όπ. π., σ.216:«Ου παπάς µιανού χουριού ήτανι αγράµµατους. ∆ε ξέρου πως κι τίλια τουνι έβαψι ου ∆ισπότ’ς..... Άµα θλα πιράσ’ τν’ ακουλουθία σι κανενανι πιθαµένου, έβγινι όξου όλου του gόσµου, θκοι κι ξέν’ κι έµινι µουναχός τ’ µες στην ικκλησά. Έπιρνι του θυµιατό, στέgτανι bρουστά στα πουδάρια τα’ πιθαµέν’ τουνι θύµιαζι τρεις βουλές κι έλιι: - Τώρα συ πέθανις! Εγώ τι να σι κάµου; Αλληλούια!» 410 Ν.Α. ∆ηµητρίου, όπ. π., σ.223-226: «Απλοϊκός και φτωχός καθώς ήταν, ο δεσπότης δεν του έδινε καµία σηµασία. Πολλές φορές, που ήθελε να πάει στη µητρόπολη για κάποια υπόθεση δεν του άνοιγαν την πόρτα. Άµα έβλεπε ο διάκος του ∆εσπότη, κρυφά από το παράθυρο, πως αυτός που χτύπαγε ήταν ο «Παπαβαγγιλνός», το ‘λεγε στο ∆εσπότη κι αυτός απαντούσε: «Άσ’ τον να φύγει!» κάποια φορά, που ήταν ανάγκη να παρουσιαστεί στο ∆εσπότη, έβανε µέσα στον «τρουβά» ένα «γρουτζλάκ’»(=γουρουνόπουλο). Το φόρτωσε στο γαϊδούρι, καβαλίκεψε κι αυτός και πήγε στο Βαθύ. Τράβηξε ίσα στη µητρόπολη µε τον Τρουβά στον ώµο. Σαν τον είδε ο ∆ιάκος µε τον συνηθισµένο τρόπο δεν του άνοιξε. Ξαναχτύπησε και τσίµπησε την ίδια στιγµή του γουρουνόπουλου το αφτί. Πόνεσε αυτό και γρύλισε. Τρέξε να του ανοίξεις γρήγορα είπε ο ∆εσπότης. ...... (όταν έγινε το ίδιο µε τον αστυνόµο) Σε ερώτηση των χωριανών του..... απάντησε: «ου Αστυνόµους καταλαβαίν’ τη γρουνίσα γλώσσα. Γι αυτό πήγα µι του γρούν’ κι τουνι βρήκα.». Υπάρχει και µια άλλη ιστορία στην οποία ο ∆εσπότης απειλεί να τιµωρήσει τον παπά και ένας φίλος του τον δωροδοκεί. 411 Μ. Γ. Βαρβούνης, Αφήγηση και αφηγητές στα Ελληνικά παραµύθια - η περίπτωση µιας παραµυθούς από τη Σάµο, σ.62,51: «Κι όχι άλλο, λέει ο κόσµος ότι θα πάρει την κόρη µου. Εµ’ όχι δα να πάρει και την κόρη µου αυτός ο χωριάτης!» «Έσύ παιδί µου αξίζεις πιο πολύ από µένα ! Για να κάµεις σ’ ένα χρόνο τόση δουλειά και για να καλιεργήσεις όλο εκείνο το κτήµα που ήταν όλο πέτρα και να γίνεις τόσο πλούσιος, θα πει πως αξίζεις πιο πολύ. Εσύ θα κυβερνήσεις πιο καλά τη χώρα µου. Γι’ αυτό σου δίνω το στέµµα µου και θα σου δώσω και την κόρη µου να την παντρευτείς».» 412 Μ. Γ. Βαρβούνης, όπ. π., σ. 49 413 Μ. Γ. Βαρβούνης, όπ. π.,σ.69, 78, 92και Επ. Σταµατιάδη , όπ. π, σ.503 414 Ν.Α. ∆ηµητρίου, Λαογραφικά της Σάµου τ. Α’, σ.198-199 415 Ζ. Σαλίµπα, «Μόνη και έγκυος», Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’, σ.257.
24
Στ. Η µεταπολεµική εξέλιξη. 1.Το πλαίσιο Η οικονοµία της Σάµου τις πρώτες δεκαετίες µετά το τέλος των πολεµικών περιπετειών (1940-1949) εισέρχεται σε µια βαθµιαία ύφεση. Αυτό έχει αντίκτυπο και στην κοινωνία. Οι προσδοκίες των κατοίκων για µια καλύτερη ζωή, οι οποίες εντάθηκαν µέσα στις οδύνες του πολέµου, αντιστρατεύτηκαν αισθητά, την εξέλιξη της οικονοµικής εξασθένισης σε πλήρη αποδυνάµωση κι έτσι διατηρήθηκαν κάποιες δυνάµεις, οι οποίες είχαν αναπτυχθεί στη Σαµιακή κοινωνία κατά την διάρκεια των προηγούµενων χρόνων. Αυτό µάλιστα συνέβη παρά το µεγάλο αυταρχισµό, τη καχυποψία, καθώς και τη διάσπαση των κοινωνικών δεσµών, απότοκα όλα της - ιδιαίτερα σκληρής για το νησί- εµφύλιας σύγκρουσης.416 Οι αυξηµένες όµως προσδοκίες για µια καλύτερη ζωή, οδήγησαν και στην έξοδο ενός σηµαντικού τµήµατος του πληθυσµού προς τα µεγάλα αστικά κέντρα της Ελλάδας και το εξωτερικό.417 Η Σάµος είναι πλέον ένας παραµεθόριος νησιωτικός τόπος της Ελληνικής περιφέρειας, χωρίς κάποιον ιδιαίτερο δυναµικό παράγοντα (π.χ. όπως η ναυτιλία για τη Χίο) και ακολουθεί την τύχη των αναλόγων τόπων της επικράτειας. Είναι η εποχή που στη ∆ύση αναγνωρίζεται ότι το κράτος είναι ένας από τους κυριότερους µοχλούς οικονοµικής µεγέθυνσης και -κυρίως στην Ευρώπη- µηχανισµός αναδιανοµής του εθνικού εισοδήµατος. Το ελληνικό κράτος βοηθείται από το εξωτερικό να πραγµατώσει αυτό το ρόλο του, καθώς και να εντάξει την ελληνική οικονοµία συνολικά στην παγκόσµια αγορά.418 Από την άλλη βέβαια διάφοροι παράγοντες, ανάµεσα σε αυτούς και οι γεωπολιτικές στρατηγικές του διεθνούς συστήµατος, δεν άφησαν να έχει ουσιαστικά αποτελέσµατα αυτή η βοήθεια.419 Επιπλέον εξ’ αιτίας της πολιτικής ανωµαλίας, αντί η εξωτερική οικονοµική βοήθεια να έχει ευεργετικές επιδράσεις σε όλα τα κοινωνικά στρώµατα, συντέλεσε στην διόγκωση µιας µεσαίας τάξης άµεσα εξαρτηµένης από τις κρατικές επιχορηγήσεις.420 Αυτό είχε τις πλέον αρνητικές επιπτώσεις κυρίως σε περιφέρειες αποµακρυσµένες από τα µεγάλα αστικά κέντρα της χώρας, όπως η Σάµος. 416
Ο Σαµιώτης διηγηµατογράφος και δοκιµιογράφος Άλκης Αγγελόγλου ήδη το 1950, δηµοσιεύει διήγηµα στο οποίο όσο το δυνατόν του επιτρέπεται από τις υπάρχουσες συνθήκες αποτυπώνει αυτό το κλίµα: Υποτίθεται πως κάποιος Σαµιώτης εγκατεστηµένος στην Αθήνα, καλείται να καταταγεί στο Στρατό για να πολεµήσει τους «συµµορίτες» της ιδιαίτερης πατρίδας του. Καθώς µεταβαίνει απρόθυµα στο «πεδίο της µάχης», συναντά στο πλοίο αντιπροσωπευτικούς τύπους της κοινωνικής συµπεριφοράς του νησιού. Με όσο γίνεται πιο ανώδυνο τρόπο εκτίθεται η αντικοµµουνιστική υστερία, η φοβία του κόσµου που κάποιοι επιτήδειοι εκµεταλλεύονται µε µαεστρία. Τον κυνισµό, όσων απροκάλυπτα δηλώνουν ότι στην κατοχή κέρδισαν υφαρπάζοντας τις περιουσίες των Εβραίων που κινδύνευαν Αποκαλύπτοντας έτσι την νέα παρασιτική τάξη που έχει σχηµατιστεί και εκµεταλλεύεται ένα κοινωνικοπολιτικό πεδίο που στους πιο πολλούς συνταξιδιώτες, δηµιουργεί ανασφάλεια και ος φόβο. Άλκη Αγγελόγλου, Υ/δνέας στο 96 τάγµα Εθνοφυλακής, Ελληνική δηµιουργία έτος Γ’ τόµος 6 τεύχος 60, Αθήνα 1950, σ. 191. Βλέπε και Κ. Σοφούλης, Γενικαί κατευθύνσεις για την σύνταξη προγράµµατος περιφερειακής ανάπτυξεως των νήσων Σάµου Ικαρίας και Πάτµου(ανάτυπο), Αθήνα 1965, σ. 10 417 Β.Ι.Φίλιας, Όψεις της διατήρησης και της µεταβολής του κοινωνικού συστήµατος, τόµος Β’, Αθήνα 1979, σ. 118-119 418 Κ. Βεργόπουλος, Η συγκρότηση της νέας αστικής τάξης 1944-1952, Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950 (συλογικός τόµος), Αθήνα 1984, σ. 529-533. 419 Σ. Τσαπάρας, Η πολιτική ηγεσία και οι ξένοι στην νεώτερη ιστορία της Ελλάδας, τ. Γ’, Αθήνα (1990), σ.396-398. 420 Κ. Τσουκαλάς, Η ιδεολογική επίδραση του εµφυλίου πολέµου, Η Ελλάδα στην δεκαετία 19401950 (Συλλογικός τόµος), Αθήνα 1984, σ.563-564
25 Η αστική τάξη (βιοµήχανοι, µεγαλέµποροι) της Σάµου καταστράφηκε οικονοµικά µε την κατοχή. 421 Ελάχιστοι ορθοπόδησαν µετά, µέσω των κρατικών δανείων και επιχορηγήσεων. Αυτοί που αναδεικνύονται τώρα είναι οι µεγαλογιατροί και δικηγόροι , που πλαισίωναν τους πανίσχυρους προπολεµικούς αστούς. Τώρα, όσοι από αυτούς είχαν συνταχτεί µε τους νικητές του εµφυλίου, αυτονοµούνται από την αποδυναµωµένη οικονοµική ελίτ και περιστοιχίζουν την κρατική εξουσία, η οποία πλέον διανέµει το χρήµα. Μαζί τους οι ανώτεροι δηµόσιοι υπάλληλοι ως εκφραστές του συγκεντρωτικού κράτους.422 Σιγά -σιγά σχηµατίζεται η διευθυντική οµάδα, µικροαστικής και µεσοαστικής προέλευσης,423 που ελέγχει το νησί, µέσω των κοµµαταρχών και της διοίκησης, καθώς ο «φιλήσυχος πολίτης» είναι η κυρίαρχη νοοτροπία.424 Οι αντιδράσεις, είναι στα πλαίσια πάντα των µικροκοµµατικών σκοπιµοτήτων και επιδιώξεων. ∆ηλαδή υπάρχει µια ευχέρεια στο να κατακρίνει κάποιος ή να εκθειάζει τα ίδια πρόσωπα και τις ίδιες συµπεριφορές, ανάλογα µε τη σχέση που έχει τη δεδοµένη στιγµή µε τη διευθυντική οµάδα. Οι κοµµατικές αντιπαραθέσεις ανάµεσα στα αστικά κόµµατα διαπερνούν την οµάδα, όµως η κοινότητα των στόχων και των µεθόδων οδηγεί στη ρευστότητα της κοµµατικής ένταξης του καθενός µέλους της και του συστήµατος των προσωποπαγών σχέσεων που τη στηρίζει. 425 Από την άλλη θα ήταν αβάσιµο και άδικο να ισχυριστεί κανείς ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν προσπάθησαν να στηρίξουν το νησί.426 Όµως ήταν αδύνατοι απέναντι στην κεντρική εξουσία. ∆εν διέθεταν ούτε την οικονοµική δύναµη, ούτε την πολιτική ισχύ, καθώς η Σάµος, ένας πολύ µικρός νοµός σε προϊούσα κατάρρευση, δεν έπαιζε κάποιο ιδιαίτερο ρόλο για τις πολιτικές ισορροπίες. Αυτό που προσπάθησαν ήταν µέσα από τις διαπροσωπικές τους σχέσεις να ευαισθητοποιήσουν κάποιους αρµόδιους παράγοντες της κεντρικής πολιτικής σκηνής.427 Ο Κ. Καλατζής έχει δώσει µυθιστορηµατικά τον ιδεότυπο του νέου αυτού κυρίαρχου της Σαµιακής κοινωνίας: «Ο κύριος Ελισαίος Τσαρέλος, ήταν ο κύριος διευθυντής ! Χωριατόπαιδο είχε κατεβεί στην πολιτεία κοντά σε µια χήρα µακρινή θεία του που ξενόπλενε. Πήγαινε στο ∆ηµοτικό. Άµα σκόλαγε έκανε χουσµέτια - θελήµατα- στην αγορά. Ξυπόλυτος µε µπαλωµένα βρακιά και µε το κεφάλι του κουρεµένο γουλί. Για κακή του τύχη είχε έναν έµφυτο υπερτροφικό εγωισµό, που τον έκανε να νιώθει βαθιά προσβεβληµένος όταν έκανε τα χουσµέτια. ........ Αλλά µαζί µε αυτό κουβαλούσε κι άλλα, κουβαλούσε και τα ψώνια του κυρίου Ιουλίου Αργυριάδη. Φορτωνόταν ένα γεµάτο ίσαµε πάνω ζεµπίλι και τα κατέβαζε στο µεγάλο σπίτι στη Ρίβα. 421
Ν. Ζαφειρίου, Η Βυρσοδεψική εν Σάµω, όπ. π., σ.88, Κ. Καλατζής, Η Ασηµόπετρα, σ.166 και του ιδίου, Το Ταµπάκικο, σ. 79-80 και Κ. Σοφούλης, Γενικαί κατευθήνσεις για την σύνταξη προγράµµατος περιφερειακής ανάπτυξεως των νήσων Σάµου Ικαρίας και Πάτµου, σ.10 422 «Ελλάς», 18/1/60, σ1,3 -25/1/60, σ. 3 : «Η ωφέλιµος οµήγυρις», η εφηµερίδα αναφέρεται σ’ αυτή την διευθυντική οµάδα που ελέγχει σχεδόν κάθε συλλογική έκφραση του νοµού και στην δεδοµένη χρονική στιγµή έχει αρχηγό τοπικό βουλευτή. 423 Β.Ι.Φίλιας, Όψεις της διατήρησης και της µεταβολής του κοινωνικού συστήµατος, τόµος Β’, σ.185194, 223-226 424 Α. Βουγιούκας, Η Σάµος πριν και µετά τον Β’ παγκόσµιο πόλεµο- Προσωπικές ποιητικές µαρτυρίες, Απόπλους (6/14-16),σ.328: «Τον ξέρουν όλοι στη χώρα και τα χωριά: ο κύριος νοµάρχης, ο νοµατάρχης και τα παιδιά. Ούτε γαβγίζει, ούτε δαγκώνει. Γλαρώνει µόνο και ζαχαρώνει.» 425 «Ελλάς»,30/1/56,σ.1 - 11/2/59, 18/1/60, σ1,3 -25/1/60, σ.3 - 5/3/60,σ.1. Βλέπε και «Σαµιακόν Βήµα» 31/1/53, σ.1, 21/3/61, σ.1, 31/3/61, σ.1, 426 «Σαµιακόν Βήµα»,15/6/56 σ.1: «∆ιαµαρτυρία βουλευτή Ι. Σπύρου.» Ακόµα στο «Σαµιακόν Βήµα» 16/1/57, σ.1, Ο ίδιος παραπάνω βουλευτής διαµαρτύρεται στην κυβέρνηση για την ασυδοσία των ακτοπλοϊκών εταιριών που περιορίζουν τον χειµώνα τα δροµολόγια τους, αφήνοντας την περιφέρεια του χωρίς συγκοινωνία 427 «Σαµιακόν Βήµα»,29/6/56, σ.1: (Σαµιώτες) «Βουλευταί επεσκέφθησαν υπουργούς». «Σαµιακή» 8/6/64, σ. 4. : Ο βουλευτής Γρηγορίου µε «προσωπικές του ενέργειες», εξασφάλισε εργασία για τους άνεργους καπνεργάτες. Ακόµα «Σαµιακόν Βήµα» 16/4/56, σ. 1: ο βουλευτής Σπύρου ζήτησε και πέτυχε παρέµβαση του κράτους ώστε να συγκρατηθούν οι τιµές πώλησης των καπνών από τους καλλιεργητές στους εµπόρους.
26 Έµπαινε από την πίσω πόρτα στην κουζίνα. ....... Ήθελε να βροντήξει κάτω το πιάτο και να φύγει. Αλλά δεν το ‘κανε, και ντρεπότανε γι αυτό. Πείναγε, και τα φαγητά ήταν αλλιώτικα , µοσχοµυριστά πάντα και ωραία. ........ Έβγαλε το ∆ηµοτικό. Ήταν έξυπνος µαθητής. Γράφτηκε στην εµπορική σχολή. Την έβγαλε κι αυτή. Ενήργησε τότε ο κύριος Ιούλιος και τον πήραν στο υποκατάστηµα της Τράπεζας που µόλις είχε ανοίξει. .......... ∆ούλεψε στο υποκατάστηµα σαν σκλάβος σε γαλέρα. Σήκωσε και εκεί µέσα όλα τα υπαλληλικά ζεµπίλια, έκανε όλα τα χουσµέτια. Ανέβηκε. Και σήµερα ήταν ο κύριος διευθυντής . Ήταν το πιο σηµαντικό πρόσωπο της πολιτείας. Είχε το χρήµα, αυτό το τόσο σπάνιο για κείνον τον µεταπολεµικό καιρό χρήµα. Στη θέση του πάλαι ποτέ κραταιού Ιουλίου «του ευεργέτη του» ήταν αυτός!»428 . Τα προβλήµατα είναι πολλά. Η ίδια η τοπική κοινωνία, όπως φαίνεται από τα πρώτα συνέδρια των δήµων και κοινοτήτων του νησιού429, περιγράφει τις δυσχέρειες που αντιµετωπίζει και ζητά από το κράτος την κάλυψη κάποιων βασικών αναγκών. Πρώτο σε ιεράρχηση πρόβληµα ήταν το συγκοινωνιακό. Η Σάµος ήταν ένα αποµακρυσµένο µέρος από την Αθήνα και κάθε άλλο αστικό κέντρο (π.χ. Θεσσαλονίκη , Πάτρα), όλη της η οικονοµική και κοινωνική ζωή (εκπαίδευση, υγεία, διοίκηση) εξαρτάται από τα ελλαδικά αστικά κέντρα πλέον. Η θαλάσσια συγκοινωνία ήταν υποτυπώδης και επιπλέον το χειµώνα µε τις περιορισµένες δυνατότητες της τότε ακτοπλοΐας, αβέβαιη. Η τοπική κοινωνία πίστεψε ότι µε τη κατασκευή αεροδροµίου θα έλυνε το πρόβληµα. Το αίτηµα για τη βελτίωση των συγκοινωνιών συνδέεται και µε τις ελπίδες για ταχεία προσέλκυση τουριστών. Ο τουρισµός από πολύ νωρίς εµφανίζεται ως «σανίδα σωτηρίας» για τη Σάµο. Οι υπεύθυνοι παράγοντες του νησιού πίστευαν ότι αν το κράτος έχτιζε στο νησί ένα πρωτοποριακό για την εποχή του τουριστικό ξενοδοχείο, αυτό θα αποτελούσε πόλο έλξης και έτσι θα ξεκινούσε η τουριστική κίνηση. Τα περισσότερα χωριά δεν έχουν ρεύµα, µε αποτέλεσµα να µην είναι δυνατή η εγκατάσταση σε αυτά τεχνολογικά αναβαθµισµένων βιοτεχνιών, έτσι ώστε να κρατηθεί κάποιος µη καθαρά αγροτικός πληθυσµός εκεί. (Το ηλεκτρικό δίκτυο θα επεκταθεί στο εσωτερικό της Σάµου στο δεύτερο µισό της δεκαετίας του ’60.)Το ίδιο συµβαίνει και µε το τηλεφωνικό δίκτυο. Η έλλειψη επαγγελµατικής εκπαίδευσης συντελούσε στην αποδυνάµωση της βιοτεχνίας. ∆ιότι εκπατρίζονταν όσοι από τους νέους ήθελαν να ασκήσουν ένα άµεσα παραγωγικό επάγγελµα. Η υγειονοµική περίθαλψη είναι µηδενική ειδικά για τους φτωχούς των αγροτικών περιοχών. Οι κάτοικοι του νησιού ζητούσαν να υπάρχει αγροτικός γιατρός ( ο οποίος δεν πληρώνεται από το ασθενή) σε κάθε χωριό. Το µεγαλύτερο πρόβληµα βέβαια, που καθιστούσε την όποια προοπτική ανάπτυξης ιδιαίτερα δυσχερή, ήταν η αθρόα µεταναστευτική έξοδος του πληθυσµού. Η κρατική εξουσία, βλέποντας τους ρυθµούς µε τους οποίους οι Σάµιοι µετανάστευαν στο εξωτερικό, απαγόρευσε την µετανάστευση από το νοµό Σάµου. Οι τοπικοί παράγοντες ζητούν να αρθεί αυτό το µέτρο, γιατί όπως είναι τα πράγµατα και αυτοί που µένουν δεν έχουν τίποτα να κάνουν. ∆έκα χρόνια µετά οι ίδιες περίπου διαπιστώσεις γίνονται από τους φορείς της Σαµιακής κοινωνίας430: Το δηµογραφικό πρόβληµα λόγω της µετανάστευσης, αναστέλλει κάθε προοπτική προόδου. Υπάρχει έλλειψη κεφαλαίων στο νησί από δικούς του πόρους. Ζητείται από το κράτος να µεταφέρει πόρους στο νησί για να ξεκινήσει κάποια ανάπτυξη και κατηγορείται ότι δεν το έπραξε µέχρι εκείνη τη στιγµή. 428
Το ταµπάκικο, σ. 80-81 «Σαµιακόν Βήµα», 28/11/1955, σ.1 και «Σαµιακή», 1/12/56, σ.1 430 «Σαµιακή»,19/10/66, σ.1,4: «Πορίσµατα της εν Σάµω διασκέψεως των εκπροσώπων των συλλογικών Σαµιακών οργάνων.» 429
27 Είχαν µάλλον αρχίσει να βλέπουν ότι τα µεγάλα δηµόσια έργα δεν ήταν δυνατό να φέρουν από µόνα τους την ανάπτυξη, έτσι τώρα συµπληρώνουν τις προτάσεις µε µια σειρά παρεµβάσεων µικρής εµβέλειας, οι οποίες όµως θα µπορούσαν να έχουν αµεσότερα αποτελέσµατα: Η εµπορική ναυτιλία είχε γίνει διέξοδος τότε για πάρα πολλούς νέους. Η ίδρυση σχολής εµποροπλοιάρχων στη Σάµο, θα βοηθούσε ώστε να «βγαίνουν στη θάλασσα» µε άλλες αξιώσεις οι νέοι της. Σ’ αυτό το πνεύµα προβάλλεται ως επιτακτική η ίδρυση γαλακτοκοµικού συνεταιρισµού και η ενίσχυση του από το κράτος, ώστε να δοθεί δυνατότητα ανάπτυξης για την κτηνοτροφία. Οι περισσότεροι γεωργοί της Σάµου µέχρι πριν λίγα χρόνια διέθεταν κάποια οικόσιτα αιγοπρόβατα, αλλά και βοοειδή στα πεδινά µέρη, τα οποία χρησίµευαν για την κάλυψη των αναγκών της οικογένειας και την πώληση νωπού γάλακτος σε στενό κύκλο. Αν είχαν κάποιο κίνητρο ίσως να αύξαναν τα ζώα τους, αυξάνοντας και το εισόδηµα τους, µε συνέπεια και την τόνωση του εµπορίου. Αντί για αυτό, λίγο αργότερα έγιναν σφαγεία, τα οποία γρήγορα εγκαταλείφτηκαν, καθώς δεν υπήρχαν οργανωµένες κτηνοτροφικές µονάδες στο νησί431. ∆είγµα κι αυτό για το πως µπορεί να προχωρήσει ο εκσυγχρονισµός της παραγωγικής διαδικασίας µε µοχλό ένα συγκεντρωτικό κράτος. Οι. φορείς του νησιού ζητούσαν επίσης να δηµιουργηθούν µια σειρά από υποδοµές, όπως µουσεία και σύγχρονα ιαµατικά λουτρά, έτσι να υπάρχουν και άλλοι πόλοι προσέλκυσης των τουριστών, πέρα από ένα πρωτοποριακό ξενοδοχείο. Η µετανάστευση όπως αναφέρθηκε παραπάνω είχε πάρει διαστάσεις µαζικής φυγής: Για παράδειγµα κεφαλοχώρια όπως ο Παγώνδας έχασαν µέσα σε δυο δεκαετίες τα 2/3 του πληθυσµού τους432. Η πληθυσµιακή µείωση του νησιού στη δεκαετία του ’50, τότε που ίσχυε για µερικά χρόνια και η απαγόρευση της µετανάστευσης, ήταν 10.000 περίπου άνθρωποι433 σε ένα συνολικό πληθυσµό κάτω των 50.000. Το 1974, κατοικούν µόνον στην Αττική γύρω στους 25000 Σαµιώτες434, ένας αριθµός συγκρίσιµος µε τον αριθµό των κατοίκων του νησιού (32644435) . Μπορεί να υπήρχαν δικαιολογίες της µορφής «οι έλληνες είναι αποδηµητικά πτηνά»,436 όµως ήταν το κυρίαρχο θέµα του τύπου της εποχής. Το προπολεµικό πλαίσιο ανάπτυξης έγινε τη µεταπολεµική εποχή ανασταλτικός παράγοντας για αντιµετώπιση των δυσχερειών µέσα στις καινούργιες συνθήκες. Το Βαθύ και το Καρλόβασι την εποχή της αστικοποίησης είχαν δηµιουργήσει µια µικρή επικράτεια από χωριά δορυφόρους γύρω τους. Όµως και λόγω του ανταγωνισµού τους δεν είχαν φροντίσει να φτιάξουν ένα καλό αµαξιτό δρόµο που να συνδέει τις δυο πόλεις. Μέχρι την δεκαετία του ’60 ο µεταξύ τους δρόµος δεν είχε ασφαλτοστρωθεί.437 Την πολύ άσχηµη οικονοµική κατάσταση επέτεινε και η επιδείνωση των σχέσεων Ελλάδας- Τουρκίας , λόγω του Κυπριακού. Το θέµα αυτό δυσκόλευε τα σχέδια αυτών που ήθελαν να µετατρέψουν το νησί σε τουριστικό θέρετρο.438 Οι πρώτοι που είχαν ζηµιές από αυτή την κατάσταση ήταν οι Σαµιώτες ψαράδες, ο οποίοι τώρα δεν µπορούσαν να ψαρέψουν ανάµεσα στην Μικρασιατική ακτή και τα ανατολικά παράλια της Σάµου, όπου υπήρχαν περισσότερα ψάρια εξαιτίας του κινδύνου να συλληφθούν από τα τουρκικά περιπολικά. Μέσα σε λίγα χρόνια από τις 22 ανεµότρατες που είχε το νησί, µείνανε 5.439
431
Α. Γιοκαρίνης, Άπαντα - ποιήµατα, πεζά, συνεντεύξεις -επιστολές (επιµ. Μ.Γ. Βαρβούνης), Αθήνα 1996, σ. 24, 25: «Κέντρα διασκεδάσεως», «∆ηµοτικά Σφαγεία». 432 Κ.Γ. Καµπούρης, Το χρονικό της Σάµου Α’, σ.246-247 433 «Ελλάς», 27/7/59 434 «Σαµιακή» 5/2/75, σ.1 435 Σαµιακόν Βήµα , 13/3/75, σ.3. 436 «Σαµιακή», 6/5/55, σ.1 437 «Ελλάς»,17/1/59, σ.1 438 «Ελλάς»,3/4/59, σ.2 439 «Ελλάς»,3/8/59, σ.1
28 Έτσι δεν φαίνεται απίστευτη η πληροφορία, που δηµοσιεύεται στον τύπο της εποχής, ότι µια εργάτρια στην Αθήνα κερδίζει µόνη της σχεδόν όσα, όλη η υπόλοιπη οικογένεια της στο νησί.440 Αυτή η κατάσταση είναι και αποτέλεσµα της κρατικής πολιτικής, η οποία φαίνεται ότι ευνοεί την συγκέντρωση της βιοµηχανίας σε µεγάλα αστικά κέντρα , κοντά σε µεγάλα λιµάνια και οδικές αρτηρίες. Αυτό φαίνεται και από το παρακάτω γεγονός: Το 1956 µεταβάλλεται το καθεστώς που χαρακτηρίζει µια βιοµηχανία «επαρχιακή» δίνοντας σε αυτή προνόµια και οφέλη. Έτσι χαρακτηρίζονται «επαρχιακές» βιοµηχανίες, αυτές των Πατρών και της Χαλκίδας. 441Οι τελευταίες ελπίδες να στηριχτούν οι βιοµηχανίες της Σάµου σε κρατικές πολιτικές, για να αντεπεξέλθουν στον ανταγωνισµό αποδεικνύονται φρούδες. Ο καταλογισµός ευθυνών αν και γίνεται σε συγκυριακό επίπεδο, είναι εύκολος. «Πταίουν οι εκάστοτε κυβερνήσεις, αλλά πταίουν περισσότερον οι αντιπρόσωποι του Σαµιακού λαού.»442 Στην κοινωνία, µέσα από αυτές όλες τις εξελίξεις, ενδυναµώνονται ακόµα πιο πολύ οι συντηρητικές τάσεις. Αυτό το παρατηρούµε και µε τη τακτική της «προικοδοτήσεως των απόρων κορασίδων» από κοινωφελή ιδρύµατα. Οι ιθύνοντες της Σαµιακής κοινωνίας καταβάλλουν προσπάθειες ώστε να προικοδοτηθούν µ’ αυτόν τον τρόπο όλο και περισσότερα κορίτσια, γιατί κρατώντας στα χέρια της «προίκας βιβλιάρια», θα έχουν την τύχη ενός καλύτερου γάµου, δίνοντας έτσι µια διέξοδο στη ζωή τους.443 Από µια άποψη, ήταν κάτι κι αυτό µέσα στη γενική ανέχεια, όµως ταυτόχρονα πολύ υποτιµητικό για τη προσωπικότητα αυτών των «απόρων κορασίδων». Θα µπορούσε να εκτιµήσει κανείς ότι το κράτος αλλά και η τοπική διοικητική οµάδα, δείχνει σαφώς την προτίµησή της στην επίταση των παραδοσιακών οικογενειακών δοµών που ανταποκρίνονται σε αγροτικού τύπου κοινωνικές δοµές και όχι στην κατεύθυνση των κοινωνικών µεταβολών που είχαν ήδη ξεκινήσει κατά το µεσοπόλεµο, µε τη δυναµική παρουσία του γυναικείου φύλου στα καπνεργοστάσια και τις καπναποθήκες444. Ως ένα βαθµό λοιπόν, οι συντηρητικές κατευθύνσεις σε σχέση µε τις κοινωνικές δοµές, που υλοποιούνται από την διοικητική οµάδα του νησιού ανταποκρίνονται στις νοοτροπίες µεγάλου µέρους των κατοίκων. Η Σαµιακή κοινωνία είχε αλλάξει ριζικά µε την µετανάστευση µεγάλου µέρους της αστικής445 αλλά και της εργατικής τάξης. Ειδικά η δεύτερη δεν είχε και τίποτα να την κρατάει στο νησί, αφού η δυνατότητα εργασίας είχε σχεδόν χαθεί. Επίσης πρέπει να αναχώρησαν και οι κατά τεκµήριο πιο «ανήσυχοι» αγρότες, αυτοί που έµπαιναν στη διακινδύνευση να ξεκινήσουν µια ζωή χωρίς την ασφάλεια του µικρού χωραφιού. Ένα περιστατικό που φανερώνει τις υπερσυντηρητικές εµµονές, µέρους της Σαµιακής κοινωνίας που κινείται γύρω από τις οµάδες εξουσίας, είναι το εξής: Ο υπηρεσιακός νοµάρχης Σάµου Θεµ. Νόβας το 1953, τόλµησε στην οµιλία του για την επέτειο του ΟΧΙ να µην αναφερθεί καθόλου στον Ι. Μεταξά, παρουσιάζοντας τον Ελληνοϊταλικό πόλεµο ως εποποιία του λαού. Η τότε συντηρητική τοπική εφηµερίδα «Σαµιακόν Βήµα», ξεκινάει έναν πόλεµο εναντίον του µε το σκεπτικό ότι έτσι αγνοείται η συµβολή του ηγέτη στην Ιστορία. Ο Νοµάρχης απαντά ότι και ο Αισχύλος στους «Πέρσες» δεν παρουσιάζει τον Θεµιστοκλή, αλλά τους Έλληνες, οι οποίοι ως συλλογικό πρόσωπο νικούν την Περσική επιθετικότητα. Η εφηµερίδα απαντά ότι παρόλα αυτά, αυτό που βαραίνει στο αποτέλεσµα της σύγκρουσης είναι ο ρόλος του ηγέτη.446 Όταν οι υπηρεσιακοί νοµάρχες θα αντικατασταθούν από κυβερνητικούς παράγοντες, η εφηµερίδα θα πανηγυρίσει, διότι ο νοµάρχης για αυτήν είναι «εκλεκτός»
440
«Ελλάς»,3/8/59, σ.1 «Ελλάς»,13/10/59, σ.3 442 Σαµιακόν Βήµα , 27/1/54 ,σ.1 443 Α. Γιοκαρίνης, Άπαντα, σ.229-230 444 Γ. ∆ιακογιάννης, Καπνεργοστάσια και η συµµετοχή τους στην οικονοµική ζωή. Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.327 445 Κ. Σοφούλης, Γενικαί κατευθύνσεις για την σύνταξη προγράµµατος περιφερειακής ανάπτυξεως των νήσων Σάµου Ικαρίας και Πάτµου(ανάτυπο), Αθήνα 1965, σ.10 446 Σαµιακόν Βήµα, 9/11/53-18/11/53. 441
29 της εξουσίας και µε αυτόν τον τρόπο έχει το κύρος, ώστε να µεταφέρει την κεντρική πολιτική στην επαρχία.447 Στην ταραγµένη πολιτικά δεκαετία του 1960-1970, αρχίζει η συνειδητοποίηση των δοµικών δυσλειτουργιών της Σαµιώτικης οικονοµίας αλλά και της κοινωνίας. Σ’ αυτό βοηθάει το περιοδικό «Σαµιακή Επιθεώρηση» που εκδίδεται από την Αδελφότητα Σαµίων της Αθήνας, η οποία είχε εκδηλώσει νωρίτερα έντονο ενδιαφέρον για την αλλαγή της προοπτικής στη µητρική γη.448 Σ΄ αυτό το περιοδικό βρίσκουν θέση -ανάµεσα στα άλλα- αναλύσεις νέων επιστηµόνων για πλευρές της υπάρχουσας οικονοµικής και κοινωνικής κατάστασης στο νησί, αποφορτισµένες από την τρέχουσα πολιτική διαµάχη. Θα µπορούσε να πει κανείς ότι σταθµός στην ανάλυση της οικονοµικής κατάστασης του νησιού, ήταν η µελέτη του µετέπειτα πανεπιστηµιακού οικονοµολόγου και πολιτικού Κώστα Σοφούλη: «Γενικαί κατευθύνσεις για την σύνταξη προγράµµατος περιφερειακής αναπτύξεως των νήσων Σάµου, Ικαρίας και Πάτµου.» Είναι ένα έργο που αναλύει τα οικονοµικά δεδοµένα του νησιού, λαµβάνοντας υπόψη και την κοινωνική συγκρότηση και τις νοοτροπίες του πληθυσµού και την ιστορία, αλλά και τις δυνατότητες παραγωγικής διασύνδεσης του νησιού µε τα γειτονικά νησιά, εξοµαλύνοντας το ειδικό βάρος που είχε στην ανάπτυξη του νησιού η σύνδεσή του µε ένα µακρινό κέντρο, την Αθήνα. Η µελέτη διαπιστώνει ότι το κατά κεφαλήν ετήσιο εισόδηµα της Σάµου ήταν µόλις λίγο υψηλότερο από αυτό του 1864 δηλαδή έναν αιώνα νωρίτερα ( 142 δολάρια Αµερικής το 1864, έναντι 170 δολαρίων το 1961).449 Η οικονοµία του νησιού συνεπώς ήταν πιο ισχυρή τότε. Βέβαια η κατανοµή του εισοδήµατος σταδιακά έγινε δικαιότερη. Πάντως ορισµένοι δείκτες, όπως η αναλογία γιατρών- κατοίκων ( 1/1644 έναντι 1/774), µπορούσαν να συγκριθούν µε τον προηγούµενο αιώνα.450 Η εικόνα αυτή είναι επακόλουθο δυο παραγόντων: Αρχικά της όχι και τόσο λειτουργικής ένταξης του ηµιαυτόνοµου νησιού στον εθνικό κορµό και πολύ περισσότερο οι δυσµενείς εξελίξεις των 2 πρώτων µεταπολεµικών δεκαετιών που ανέτρεψαν την οικονοµική βάση του νησιού.451 Οι καλλιέργειες χρόνο µε τον χρόνο µειώνονταν. Εκείνο δε, που έσωζε την κατάσταση, ήταν η «µεταναστευτική συνδροµή», η οποία ήταν αδύνατο να διαρκέσει έπ’ άπειρο.452 Επειδή µάλιστα στη Σάµο κυριαρχεί η µικρή έγγειος ιδιοκτησία, οι αγρότες -συνέπεια και της οικονοµικής τους ανασφάλειας- κατά ένα µεγάλο µέρος έστρεφαν τις καλλιέργειες στην αυτοκατανάλωση. Τούτο είχε ως συνέπεια να µη κυκλοφορεί εύκολα το χρήµα στο νησί, δυσκολεύοντας το οποιοδήποτε πρόγραµµα ανάπτυξης. Έτσι πρώτο µέτρο θα έπρεπε να ήταν ο «εχρηµατισµός του γεωργικού κλάδου» κατά 70%.453 Παραπάνω σηµειώσαµε, µε την περίπτωση των σφαγείων, πως το συγκεντρωτικό κράτος υλοποιούσε τέτοιες προτάσεις. Ο συγγραφέας βέβαια προτείνει για τη γεωργία την εγκατάλειψη των καλλιεργειών µε µικρή εµπορική αξία και την ενίσχυση των εντατικών καλλιεργειών του νησιού, όπως το αµπέλι και ο καπνός.454 Τέλος για τη διαφαινόµενη τουριστική ανάπτυξη προτείνει να βασιστεί στη βάση της ανάπτυξης της αγροτικής οικονοµίας του νησιού, η οποία θα βρει τον προνοµιακό εµπορικό της ορίζοντα στην κατανάλωση των τοπικών προϊόντων από τους τουρίστες.455 Το ίδιο πρόσωπο θα γνωρίσει µέσα από τις σελίδες της «Σαµιακής Επιθεώρησης» στο κοινό του νησιού, πτυχές της οικονοµικής ανάλυσης του Μ. Keynes και θα περιγράψει τις αρχές «του Κράτους
447
Σαµιακόν Βήµα, 9/1/54 «Ελλάς»,2/12/56, σ. 1 449 Κ. Σοφούλης, Γενικαί κατευθήνσεις για την σύνταξη προγράµµατος περιφερειακής ανάπτυξεως των νήσων Σάµου Ικαρίας και Πάτµου, σ.11,13 450 όπ. π., σ.12 451 όπ. π., σ. 9-10,13 452 όπ. π., σ.15 453 όπ. π., σ.17 454 όπ. π., σ.20 455 όπ. π., σ.20-21 448
30 Ευηµερίας». Ταυτόχρονα θα επισηµάνει την σύνδεση της οικονοµικής ανάπτυξης µε την αλλαγή της συνολικής πολιτισµικής συγκρότησης.456 Στο ίδιο ακριβώς τεύχος άλλος αρθρογράφος ζητά την ορθή εφαρµογή του «ρυθµιστικού ρόλου του κράτους» για την άνοδο του βιοτικού επιπέδου στο νησί. 457 Μέσα από το παραπάνω περιοδικό θα έρθει το φως πληθώρα άλλων αναλύσεων και προτάσεων για την ανάπτυξη του νησιού. Θα επισηµανθεί για παράδειγµα ότι η κεντρική διοίκηση αγνοεί κατά την εκπόνηση και την εφαρµογή των προγραµµάτων της, τις τοπικές ιδιαιτερότητες των περιφερειών. Για τη Σάµο θα τονιστεί η τόσο αποδοτική στο παρελθόν παραγωγική σύνδεση της µε την Μικρασιατική ακτή και θα προταθούν τοµείς, στους οποίους και εκείνη ακόµα την εποχή θα µπορούσε να υπάρξει συνεργασία.458 Το περιοδικό αυτό είχε πάρει από την αρχή θέση στο θέµα της ανάπτυξης του τουρισµού, η οποία προβαλλόταν στην δεκαετία του ’50 ως πανάκεια για όλα τα προβλήµατα του νησιού.459 ∆εν φαίνεται να συναινεί στην τουριστική ανάπτυξη της Σάµου µε την µορφή κοσµοπολίτικου θέρετρου. Βλέπει µάλλον τον τουρισµό ως φορέα διαπολιτισµικής προσέγγισης. Αυτή η προσέγγιση προϋποθέτει την πλήρη γνωριµία των επισκεπτών του νησιού µε το φυσικό και κοινωνικό του περιβάλλον.460 Η στρατιωτική δικτατορία θα ανακόψει την µικρή απελευθέρωση των κοινωνικών δυνάµεων κατά τη δεκαετία του ’60. Από πλευράς ανάπτυξης θα πρέπει να επισηµανθούν κάποια µικρά δηµόσια έργα, τα οποία βέβαια παρουσιάστηκαν ως δώρα του καθεστώτος στο νησί.461 Προς το τέλος της δικτατορικής διακυβέρνησης οι νύξεις για την περαιτέρω χειροτέρευση της κατάστασης θα εµφανιστούν. Αφετηρία η απογραφή του πληθυσµού το 1971, που πιστοποιεί περαιτέρω µείωση του πληθυσµού. 462 Η µεταπολίτευση θα βρει το νησί στην κορύφωση της αποσύνθεσης που ξεκίνησε µε την κατοχή και τον εµφύλιο. Ταυτόχρονα όµως και «εν σπέρµατι» όλους τους παράγοντες, οι οποίοι σταδιακά τα επόµενα χρόνια θα µεταβάλουν πολλές πτυχές της κοινωνικής ζωής του νησιού. Η γεωργία έχει πολλά προβλήµατα. Ένας δυναµικός κλάδος του παρελθόντος, η καπνοκαλλιέργεια, οδεύει προς εξαφάνιση. Οι αγρότες θα βοηθηθούν όµως από τις κρατικές παροχές µε την µορφή επιδοτήσεων και δανείων, που θα αυξηθούν µε την είσοδο της Ελλάδας στην Ε.Ο.Κ. Η κατάσταση από άποψη γεωργικής πίστης και διάθεσης των προϊόντων σταδιακά έχει γίνει πολύ καλύτερη. Όµως µια σειρά από άλλους παράγοντες, όπως η αποµόνωση την περίοδο του χειµώνα εξαιτίας των κακών συγκοινωνιών και η έλλειψη υποδοµών υγείας, εκπαίδευσης πολιτιστικής ζωής και ψυχαγωγίας, δεν συντελούν ώστε να παραµείνει η νέα γενιά στο νησί και ειδικά στα ορεινά χωριά του.463 Ένας καθοριστικός παράγοντας είναι η εκµηχάνιση των καλλιεργειών σε χώρους που ανταποδίδουν την επένδυση. Τα χωριά επίσης αρχίζουν να δέχονται τους συνταξιούχους µετανάστες επιστρέφουν στον τόπο καταγωγής. Αυτοί ασκούν µάλλον την παραδοσιακή γεωργία, λιγότερο από βιοποριστική ανάγκη και περισσότερο ως αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, αφού το εισόδηµα τους, από τις συντάξεις τους είναι αξιόλογος πόρος για τη ζωή στο χωριό. Η υπεροχή του εισοδήµατος τους, σε σχέση τουλάχιστον µε εκείνο των συνοµηλίκων τους και η δυνατότητά τους να διαθέτουν περισσότερο ελεύθερο χρόνο από τους άλλους, είναι παράγοντες που ευνοούν και την ανάδειξή τους σε παράγοντες των συλλογικών φορέων των χωριών: (συνεταιρισµοί σύλλογοι, τοπική αυτοδιοίκηση). Η
456
Σαµιακή Επιθεώρηση (Β/7), Άνοιξη1965, σ.19,162 Κ.Σ. Ζαχαρίου, Σαµιακή Επιθεώρηση (Β/7), Άνοιξη1965, σ.17 458 Κ.Σ. Ζαχαρίου, Η Σάµος χρειάζεται πρόγραµµα, Σαµιακή Επιθεώρηση (Β/6), ΦθινόπωροΧειµώνας 1965, σ.9-10 459 Βλέπε σελ.120 460 Τουρισµός και πνευµατική ζωή (Θέσεις της σύνταξης),Σαµιακή Επιθεώρηση (Α/1), Αυγ. 1963, σ.1 461 Βλέπε : «Πυθαγόρας», ∆ελτίο Πληροφοριών Νοµαρχίας Σάµου 1969-1972 462 Το µεγάλο πρόβληµα της Σάµου(Θέσεις της σύνταξης),Σαµιακή Επιθεώρηση (∆/14), Μάιος 1971, σ.1 463 Γ. Πατέλη, Έρευνες στις προβληµατικές περιοχές του Ελληνικού αγροτικού χώρου -4. Η Σάµος, 1978, σ. 60, 68 457
31 επιστροφή των συνταξιούχων µεταναστών είναι ένας άλλος συντελεστής µεταβολής των στάσεων και των νοοτροπιών. Αυτοί ως κοινωνική οµάδα βιώνουν µια αντιφατική κατάσταση: Από τη µια προσπαθούν να αναστήσουν το περιβάλλον από το οποίο αποκόπηκαν ξαφνικά και νοσταλγούν, λησµονώντας προς στιγµή όλα εκείνα τα στοιχεία που τους οδήγησαν στη ξενιτιά.464 Ξεκινώντας ως παρίες σχεδόν τη ζωή τους στους χώρους όπου µετανάστευσαν, έζησαν αρχικά την αποξένωση και την περιθωριοποίηση, αλλά και τους κινδύνους αλλοτρίωσης. Οι παράγοντες αυτοί ενέτειναν την διαφοροποιητική λειτουργία της τοπικής πολιτισµικής ταυτότητας, που σχηµατοποιείται στη βάση του «εµείς και οι διαφορές µας µε τους άλλους». Η πολιτισµική αυτή ταυτότητα επεκτείνεται σε επάλληλα επίπεδα. Για την περίπτωση της Σάµου έχει ως εξής: Χωριό -νησί - Αιγαίο- Ελλάδα. Επιστέφοντας στο γενέθλιο χώρο, συναντούν µια κοινωνία η οποία σταδιακά -και µε διαφορετικό τρόπο για την κάθε κοινωνική οµάδα- έχει ενστερνιστεί πρότυπα τα οποία για αυτούς στάθηκαν «το αντίπαλον δέος». Έτσι ξεκινούν µια προσπάθεια «αναστύλωσης» των εθίµων και των παλιών µορφών κοινωνικής ζωής.465 Από την άλλη βέβαια έχοντας ζήσει σε πολυπολιτισµικά περιβάλλοντα, επιδεικνύουν τάσεις παρεµβολής στις νοοτροπίες του χωριού, ώστε να εξοµαλύνουν τη διαδικασία της επερχόµενης από πολλούς άλλους παράγοντες (Μ.Μ.Ε, τουρισµός ) αστικοποίησης. ∆εν είναι βέβαια απαραίτητο να συνυπάρχουν στα ίδια πρόσωπα αυτής της οµάδας οι παραπάνω συµπεριφορές, αλλά ούτε είναι και απίθανο, καθώς η κοινωνική συµπεριφορά δεν είναι µονοσήµαντη. Στο σηµείο αυτό µπορούν να αναφερθούν κάποια συµπεράσµατα που εξάγονται από τη µελέτη των «ποικίλων ερευνών» του ελληνικού αγροτικού χώρου και έχουν κατατεθεί από την Ι. Λαµπίρη – ∆ηµάκη. Τα συµπεράσµατα αυτά στηρίζουν περαιτέρω τις παρατηρήσεις µας για την εξέλιξη της Σαµιακής υπαίθρου: Η ελληνική αγροτική κοινωνία κατά τη πορεία της στη σύγχρονη ιστορία φαίνεται ότι είναι µια ανοιχτή κοινωνία που τροφοδοτεί µε ζωντανές δυνάµεις τον αστικό χώρο, αφού τα παιδιά των αγροτών εµφανίζουν µεγαλύτερη κινητικότητα προς την µεσαία αστική τάξη των υπαλλήλων και των ελεύθερων επαγγελµατιών. Η ελληνική αγροτική κοινωνία εµφανίζεται ως µια «κοινωνία των συµβιβασµών». Οι έλληνες αγρότες τείνουν να ενσωµατώσουν πρακτικές του εκσυγχρονισµού µέσα σε γενικότερες παραδοσιακές συµπεριφορές. Αναφέρεται η περίπτωση των Μεγάρων, όπου υπήρξε αποδοχή της µισθωτής εργασίας των γυναικών στα εργοστάσια, γιατί µε το αυξηµένο οικογενειακό εισόδηµα ενισχυόταν ο θεσµός της προίκας.466 Άλλη πληθυσµιακή οµάδα που συντελεί στον εκµοντερνισµό είναι οι επιστήµονες και οι τεχνικοί467 που στελεχώνουν το εκτεταµένο σε σχέση µε το παρελθόν δίκτυο του δηµόσιου τοµέα468. Οι άνθρωποι αυτοί καθώς στην πλειοψηφία τους έχουν ζήσει τα παιδικά και νεανικά τους χρόνια στο ασφυκτικό µεταπολεµικό περιβάλλον, έχουν την τάση να είναι κριτικοί απέναντι στις παγιωµένες συµπεριφορές. Η µεταπολιτευτική πολιτικοποίηση των περισσοτέρων εκφάνσεων της κοινωνικής συµβίωσης έχει και θετικά και αρνητικά αποτελέσµατα. Το κυριότερο θετικό, που έχει σχέση µε τον εκµοντερνισµό της κοινωνίας, είναι ότι η άρθρωση πολιτικού λόγου µέσα σε µη συναινετικό κλίµα, οδηγεί στην εγρήγορση για την ανάδειξη των τοπικών προβληµάτων και των προτεινόµενων λύσεων. Αυτή η κατάσταση -έστω και µε τα αρνητικά συµπαροµαρτούντα (π.χ. εµπάθεια, διαστρέβλωση της 464
Α. Βουγιούκας, Η Σάµος πριν και µετά τον Β’ παγκόσµιο πόλεµο- Προσωπικές ποιητικές µαρτυρίες, Απόπλους (6/14-16), σ.335 «Στην πλατεία» 465 Μ. Γ. Βαρβούνης, Εξελίξεις και µετασχηµατισµοί στον Ελληνικό παραδοσιακό πολιτισµό, σ. 11-19, 81, 91-106 466 Η κοινωνική έρευνα στον ελληνικό αγροτικό χώρο, Κοινότητα- Κοινωνία-Ιδεολογία. Ο Κ. Καραβίδας και η προβληµατική των κοινωνικών επιστηµών, Αθήνα 1990,σ.187-189. 467 ∆ιεύθυνση Β/βάθµιας Εκπαίδευσης Ν. Σάµου, η Εκπαίδευση και η σχέση της µε την κοινωνία και τα επαγγέλµατα στον νοµό Σάµου - εκπαιδευτική έρευνα, τόµος Α΄, σ.151: οι απόφοιτοι τριτοβάθµιας εκπαίδευσης της µέσης παραγωγικής ηλικίας αυξήθηκαν µέσα σε µια γενιά από 3,7% σε 15,6%. 468 ∆. Ε. Η. , Ο. Τ. Ε , τοπική αυτοδιοίκηση κ.τ.λ.
32 πραγµατικότητας)- δεν ευνοεί -ακόµα και για τις συντηρητικές δυνάµεις- την εµµονή στο παρελθόν, αλλά τον ριζοσπαστικό ή µετριοπαθή µετασχηµατισµό. Η αρνητική εξέλιξη, σε σχέση πάντα µε το θέµα µας, είναι η αυτονόµηση της πολιτικής από τις πραγµατικό δυναµισµό της κοινωνίας και η µεταβολή της σε ένα παιγνίδι εξουσίας, που ελάχιστα ζητεί να παρέµβει και να µεταβάλει προς το καλύτερο τους όρους της ζωής των κατοίκων. Οι σύγχρονη πολιτική πολλές φορές έχει κατηγορηθεί γι αυτό. Όµως θα ήταν µονοµέρεια αν επισηµανθεί µόνο η αρνητική πλευρά και όχι και η θετική. Ένας άλλος παράγοντας που σχετίζεται µε τα παραπάνω είναι οι οικονοµικοί πρόσφυγες από την ανατολική Ευρώπη και τον Τρίτο κόσµο που βρίσκουν δουλειά στο νησί καθώς είναι ελκυστικό εργατικό δυναµικό για τις οικοδοµές και για τις εντατικές αγροτικές εκµεταλλεύσεις. Τελευταία παρατηρείται η είσοδος ορισµένων από αυτούς σε επαγγέλµατα όπως του ξενοδοχοϋπάλληλου, του πωλητή, του τεχνίτη σε µικρές βιοτεχνικές επιχειρήσεις. Αν προσθέσουµε και τις οικιακές βοηθούς που σχεδόν στην ολότητά τους είναι οικονοµικές µετανάστριες, οι περισσότεροι Σαµιώτες σχετίζονται άµεσα µε τους οικονοµικούς µετανάστες. Γενικά, η είσοδός τους δεν σχετίστηκε µε την αύξηση της εγκληµατικότητας, επειδή ακριβώς σπάνια βρέθηκαν κάποιοι από αυτούς ένοχοι για εγκληµατικές πράξεις, ιδιαίτερα για τις βαρύτερες( π.χ. ληστείες). Λόγω του νησιωτικού χαρακτήρα της περιοχής, οι άνθρωποι αυτοί σκοπεύουν να βρουν µόνιµη απασχόληση και εντάσσονται οµαλά στην κοινωνία.469 Ο τουρισµός,470 που στα τέλη της δεκαετίας του ’70 είναι ήδη ένας σηµαντικός τοµέας επαγγελµατικών δραστηριοτήτων, θα εξελιχθεί την δεκαετία του ’80 στον δυναµικότερο -αν όχι το µοναδικόπαράγοντα οικονοµικής ανάπτυξης. Η αύξηση των τουριστικών εκµεταλλεύσεων θα οδηγήσει στην έκρηξη της οικοδοµικής δραστηριότητας, στην τόνωση του εµπορίου και της βιοτεχνίας. Θα φέρει ακόµα στο νησί πολλούς ανθρώπους από άλλες περιοχές της Ελλάδας καθώς και αλλοδαπούς αµβλύνοντας την εξάρτηση της κοινωνίας από τα παραδοσιακά στερεότυπα και εντείνοντας την εξέλιξή της σε πολυπολιτισµική. Με τον τουρισµό πολλοί αγρότες και αγρότισσες θα εισέλθουν στο στίβο της µισθωτής εργασίας-ιδιαίτερα τη θερινή περίοδο- καλλιεργώντας παράλληλα τα κτήµατά τους. Η κάµψη των ρυθµών της τουριστικής ανάπτυξης τη δεκαετία του ’90, θα βρει την Σαµιακή κοινωνία να έχει πολλά αστικά χαρακτηριστικά. Η αρνητική αυτή µεταβολή σε συνδυασµό µε την ανυπαρξία άλλων δυναµικών οικονοµικών κλάδων στο νησί και τις γενικότερες µεταβολές στην αγορά εργασίας στην Ελλάδα και την Ευρώπη, θα φέρει και την αύξηση της ανεργίας. Η ανεργία θα έχει αρνητική επίπτωση στις αµοιβές των εποχιακών υπαλλήλων του τουριστικού τοµέα. Αυτός είναι ένας λόγος που αναζητούνται αυτή τη στιγµή πρωτότυπες λύσεις στον χώρο της παραγωγής και της εργασίας µε την προώθηση από την τοπική κοινωνία εναλλακτικών µορφών ανάπτυξης, µακριά από την τουριστική µονοµέρεια της προηγούµενης περιόδου.471 Στη συνέχεια παραθέτουµε ορισµένα στοιχεία από εµπειρικές έρευνες που έγιναν στο νησί τα τελευταία χρόνια, για τις ανάγκες της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης και φωτίζουν πολλές πλευρές της σύγχρονης Σαµιακής κοινωνίας.472 Τα στοιχεία αυτά καθώς επεκτείνονται στους γονείς των µαθητών, ανταποκρίνονται στα δεδοµένα της πληθυσµιακής οµάδας που κατά τεκµήριο βρίσκεται στην πιο παραγωγική ηλικία. 469
∆υστυχώς δεν έχουµε υπόψη µας κάποια εµπειρική έρευνα για το τµήµα αυτό της Σαµιακής κοινωνίας καθώς η έλευσή τους άρχισε γύρω στο 1990 και εντάθηκε µόλις την τελευταία πενταετία. Μια µικρή, αλλά πολύ περιεκτική έρευνα για τους οικονοµικούς πρόσφυγες στη Σάµο έχει κάνει η Αγγελική Χατζηµιχάλη στα πλαίσια της ανακοίνωσής της στο Συνέδριο « Η πόλη της Σάµου ». Βλέπε: Η πόλη της Σάµου - πρακτικά συνεδρίου, 267-271. 470 Βλέπε το ειδικό κεφάλαιο της παρούσας εργασίας που ακολουθεί. 471 Αυτή τη στιγµή οι τοπικοί φορείς προτείνουν ως διέξοδο καινούργιες δραστηριότητες στο πρωτογενή τοµέα όπως π. χ. την καλλιέργεια και τη τυποποίηση των αρωµατικών φυτών, την οικολογική γεωργία αλλά και τη δηµιουργία πρότυπων και εναλλακτικών τουριστικών µονάδων οι οποίες θα προσφέρουν ένα διαφορετικό χώρο διακοπών από αυτόν του «νησιού- θέρετρου». Βλέπε ενηµερωτικό δελτίο της «Εταιρείας Τοπικής ανάπτυξης Σάµου»- 2000 472 ∆ιεύθυνση Β/βάθµιας Εκπαίδευσης Ν. Σάµου, η Εκπαίδευση και η σχέση της µε την κοινωνία και τα επαγγέλµατα στον νοµό Σάµου - εκπαιδευτική έρευνα, τόµοι Α+ Β’, Σάµος 1999.
33 Το πρώτο στοιχείο είναι τα επαγγέλµατα αυτών των ανθρώπων : Στις µέσες ηλικιακές οµάδες της κοινωνίας της Σάµου κυριαρχούν οι υπάλληλοι, οι ελεύθεροι επαγγελµατίες και οι έµποροι. 473 Αγρότες είναι πλέον µόνο το 8,8 των ανδρών και το 3,4% των γυναικών.474 Αυτό είναι µια σηµαντική εξέλιξη για το νησί, που πριν µερικές δεκαετίες µόνο, κατοικείτο κατά βάση από αγροτικό πληθυσµό. Αυτή η τάση επεκτείνεται όπως σηµειώσαµε και παραπάνω, ακόµα και στα χωριά, καθώς όσοι νέοι άνθρωποι τα κατοικούν, εργάζονται είτε διατηρώντας µικρές βιοτεχνικές και εµπορικές επιχειρήσεις, είτε ασχολούµενοι µε οικοδοµικά έργα, είτε ως ξενοδοχοϋπάλληλοι. Παρότι µόνο το 3,4% ανδρών και γυναικών φαίνονται να ασχολούνται µε τουριστικά επαγγέλµατα, πολλοί που εργάζονται ως ιδιωτικοί υπάλληλοι (π.χ. πωλητές) και έµποροι (εστιάτορες, ιδιοκτήτες καταστηµάτων τουριστικών ειδών) έχουν σχέση µε τον τουρισµό. Εξάλλου ένα 23,6% του δείγµατος ασχολείται δευτερευόντως και µε τον τουρισµό.475 Ένα άλλο εξίσου διαφωτιστικό στοιχείο είναι ο τόπος καταγωγής των γονέων αυτών. Ένα µεγάλο τµήµα τους προέρχεται από άλλους νοµούς της Ελλάδας και ένα µικρό, αλλά υπαρκτό, είναι αλλοδαποί.476 Το επίπεδο της εκπαίδευσης είναι ιδιαίτερα ικανοποιητικό. Οι απόφοιτοι της τριτοβάθµιας εκπαίδευσης φτάνουν στο 20% στην πρωτεύουσα του νοµού, ενώ στην χειρότερη περίπτωση που είναι κάτοικοι των ορεινών περιοχών, του γυµνάσιου Πύργου είναι 5,5%.477 ∆ιαφοροποίηση υπάρχει στα ποσοστά που αφορούν τις µονογονεϊκές οικογένειες: Ενώ τα παιδιά τέτοιων οικογενειών στο 1ο Γυµνάσιο της Πόλης της Σάµου, είναι το 11% του συνολικού αριθµού, του Γυµνασίου Πύργου είναι 0%, γεγονός που υποδηλώνει, ότι στις λιγότερο αστικοποιηµένες περιοχές «αντέχει» ακόµα το παραδοσιακό οικογενειακό πρότυπο.478 Άλλο ένα στοιχείο είναι ότι η πλειοψηφία των µαθητών προέρχονται από οικογένειες µε πάνω από 5 µέλη.479 Όλα τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν ότι το πιο δυναµικό κοµµάτι της κοινωνίας της σηµερινής Σάµου τείνει να ενσωµατώσει νοοτροπίες και συµπεριφορές του σύγχρονου κόσµου, αλλά ταυτόχρονα διατηρεί κάποια στοιχεία της παράδοσης. Αυτά, επειδή αντανακλώνται κυρίως στον ευαίσθητο χώρο της οικογένειας δεν αποτελούν εµπόδιο για την κοινωνική ανάπτυξη, καθώς εξοµαλύνουν κάποιες αρνητικές επιπτώσεις της αστικοποίησης. 2.Η αγροτική οικονοµία και οι συνεταιρισµοί τα πρώτα µεταπολεµικά χρόνια. Η αγροτική οικονοµία κατά τη µεταπολεµική εποχή σηµατοδοτείται από την λειτουργία και την ισχυροποίηση των συνεταιριστικών οργανώσεων. Το Ελληνικό συνεταιριστικό κίνηµα την µεταπολεµική εποχή ισχυροποιήθηκε αισθητά, αφού ευνοήθηκε από την διανοµή των µεγάλων γαιοκτησιών στους ακτήµονες κατά το πρώτο µισό του 20ου αιώνα και ιδιαίτερα την εποχή του µεσοπολέµου. Έτσι η Ελληνική αγροτική οικονοµία απέκτησε µια δοµή στην οποία κυριαρχεί η µικρή ιδιοκτησία και η οικογένεια ως µονάδα παραγωγής. Η ευνοϊκή αυτή εξέλιξη όµως θα µπορούσε να έχει διαλυτικά αποτελέσµατα στα µικρά αγροτικά νοικοκυριά, αφού δεν ήταν δυνατό από µόνα τους να αντιµετωπίσουν την εισβολή του καπιταλισµού. Αυτή η 473
∆ηµόσιοι υπάλληλοι:27,5% οι άνδρες και 12,5% οι γυναίκες, Ιδιωτικοί υπάλληλοι : 11,5 και 8,5 %, Ελεύθεροι επαγγελµατίες 31,6% και 7,9%, Έµποροι - επιχειρηµατίες 7,3 %και 4,5%. ∆ιεύθυνση Β/βάθµιας Εκπαίδευσης Ν. Σάµου, όπ. π, τόµος Α, σ.39-40 474 Πρέπει βέβαια να σηµειώσουµε πως ένα µεγάλο ποσοστό των ανθρώπων που ασκούν ένα άλλο επάγγελµα, ασχολούνται παράλληλα και µε τις καλλιέργειες, καθώς και πολλές γυναίκες που δηλώνονται ως νοικοκυρές 475 ∆ιεύθυνση Β/βάθµιας Εκπαίδευσης Ν. Σάµου, η Εκπαίδευση και η σχέση της µε την κοινωνία και τα επαγγέλµατα στον νοµό Σάµου - εκπαιδευτική έρευνα, τόµος Α’ σ.39-40 476 όπ .π., τόµος Β’, σ. 321-322 477 όπ .π.,σ.316 478 όπ .π.,σ.314 479 όπ .π.,σ.313
34 διαπίστωση µάλιστα είχε γίνει πολύ νωρίς. 480 Τον ρόλο του "αναχώµατος" απέναντι στην εισβολή αυτή, έπρεπε να παίξουν οι συνεταιρισµοί. Ταυτόχρονα το κράτος προέβη στην ανάπτυξη ενός δικτύου γεωτεχνικής στήριξης και επενδυτικών πιστώσεων που ανέλαβε κυρίως η "Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος" (Α. Τ. Ε.). Πράγµατι, µεταπολεµικά αυξήθηκαν αισθητά ο παραγωγικός εξοπλισµός και οι εγκαταστάσεις των συνεταιρισµών και θεαµατικότερα ο όγκος των χρηµατικών τους συναλλαγών, αφού πέρα από τη συγκέντρωση και την επεξεργασία των προϊόντων, οι συνεταιρισµοί προχώρησαν στην εµπορία αγαθών γεωργικής χρήσης (φυτοφάρµακα, λιπάσµατα, κ.τ.λ.) και άλλων προϊόντων και, µε τη βοήθεια της Α. Τ. Ε., στην άσκηση αγροτική πίστης.481 Στη Σάµο δεν υπήρχε µεγάλη γαιοκτησία, εκτός κάποιες µεσαίου µεγέθους ιδιοκτησίες που δηµιουργήθηκαν λόγω των πτωχεύσεων, όµως σίγουρα οι εξελίξεις ευνόησαν τον αγροτικό πληθυσµό της αφού δηµιουργήθηκε έτσιµια ισχυρή δοµή αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων στην οποία µπορούσε να συµµετέχουν και οι συνεταιρισµοί του νησιού. Έτσι, οι συνεταιρισµοί του νησιού, οι οποίοι σε δευτεροβάθµιο επίπεδο συγκροτούν την Ένωση οινοποιητικών συνεταιρισµών Σάµου (Ε.Ο.Σ.Σ.), εξελίσσονται σε παράγοντα της γεωργικής πίστης, αφού σταδιακά καθίστανται ο κύριος µεσολαβητικός φορέας ανάµεσα στην Αγροτική Τράπεζα και στα µέλη τους. Επιπλέον, µε τη στήριξη και την εποπτεία της παραπάνω τράπεζας, διαθέτουν φυτοφάρµακα, λιπάσµατα και άλλου είδους αναγκαία αγαθά για την ανάπτυξη της γεωργίας, µε ευκολίες πληρωµής. 482 Με την πάροδο του χρόνου πέρα από το κρασί, εµπλέκονται στην εµπορία του λαδιού, των βρώσιµων ελιών κ.τ.λ., συµβάλλοντας πολλές φορές, ως ανταγωνιστές των µεγαλεµπόρων, στην αποσυµπίεση των τιµών προς όφελος των αγροτών. Για παράδειγµα, το 1960 η Ε.Ο.Σ.Σ., συγκέντρωσε αρκετή ποσότητα ελαίων µε 8-9 δραχµές το κιλό, ενώ το εµπόριο πρόσφερε 6-6,5 δραχµές το κιλό.483 Αυτή η επωφελής παρέµβαση των συνεταιρισµών στις τιµές σηµειώθηκε βέβαια σε πανελλήνια κλίµακα. Όµως παρ' όλα αυτά δεν µπόρεσαν µέχρι το 1974 να συγκεντρώσουν πάνω από το 10% της συνολικής εγχώριας εµπορεύσιµης παραγωγής του γεωργικού τοµέα.484 Το γεγονός αυτό δηµιουργεί πολλά αναπάντητα ερωτήµατα για τις πραγµατικές τους δυνατότητες να µεταβληθούν σε ένα δυναµικό φορέα στήριξης των αγροτών απέναντι στις πιέσεις της αγοράς. Αναµφισβήτητα µε όλες τις παροχές τους και τις διευκολύνσεις για τους αγρότες έπαιξαν ένα ρόλο στήριξης της αγροτικής οικονοµίας και των αγροτών και η λειτουργία τους ήταν σαφώς ένα βήµα εκµοντερνισµού της αγροτικής κοινωνίας, καθώς -έστω και σε ένα γενικό πλαίσιο- αναγνωρίστηκαν τα δικαιώµατα των αγροτών απέναντι στις πιέσεις της αγοράς. Οι συνεταιρισµοί όµως δεν µπόρεσαν να εξελιχθούν σε αυτοδύναµους πόλους οικονοµικής και κοινωνικής οργάνωσης των αγροτών, τουλάχιστον µέχρι τη µεταπολίτευση και παρέµεναν µεταβιβαστές της εκάστοτε κρατικής πολιτικής στον αγροτικό τοµέα.485 Αυτή η αδυναµία φαίνεται ότι είναι η διάχυτη εντύπωση πολλών σηµερινών Σαµίων για τις συνεταιριστικές οργανώσεις.486 Σ’ αυτό το πλαίσιο τα πρώτα µεταπολεµικά χρόνια η Ε.Ο.Σ.Σ., η µοναδική δευτεροβάθµια συνεταιριστική οργάνωση του νησιού βρίσκεται συνεχώς στην επικαιρότητα περισσότερο για αρνητικούς λόγους. Ο πολύ ισχυρός οινοποιητικός συνεταιρισµός Βουρλιωτών Σάµου κατηγορεί -ήδη 480
Μ. Κοµνηνού, Η τοπική διάσταση στο πελατειακό σύστηµα, Κοινότητα- Κοινωνία-Ιδεολογία. Ο Κ. Καραβίδας και η προβληµατική των κοινωνικών επιστηµών, Αθήνα 1990,σ.304 481 Π.Σ. Αβδελίδης, Το αγροτικό συνεταιριστικό κίνηµα στην Ελλάδα. Ιστορική εξέλιξη και δράση και προοπτικές ανάπτυξης, Αθήνα 1986., σ.99-115. 482 Σαµιακόν Βήµα 31/3/52, σ. 2. Ελλάς 4/5/56, σ.4, ∆ηµοκρατική 21/8/64, σ.3 βλέπε και Ν.Α .∆ηµητρίου, Λαογραφικά της Σάµου τ. Β΄, Αθήνα 1986, σ. 25-26 483 Π.Σ. Αβδελίδης, όπ.π. , σ. 103 484 Π.Σ. Αβδελίδης, όπ.π. , σ.101-104. 485 Χρ. Ν. Χριστοδουλάκης, Εν όψει της ελαιοσυγκοµιδής, Σαµιακή 2/11/56. 486 Μ. Γ. Βαρβούνης, τα παραµύθια ως δίκτυο επικοινωνίας, ∆ίκτυα επικοινωνίας και πολιτισµού στο Αιγαίο πρακτικά συνεδρίου, σ. 288
35 το 1952- την «Ένωση», ότι αφενός διαθέτει πάρα πολλούς αργόµισθους υπαλλήλους και αφετέρου δεν έχει δηµιουργήσει ένα δικό της δίκτυο διάθεσης του Σαµιώτικου κρασιού, αλλά συνεργάζεται µε τους παλαιούς εµπόρους. Τα µέλη του δεν έχουν εξοφληθεί ακόµα για την παραγωγή του 1950.487 Τα προβλήµατα των συνεταιριστικών οργανώσεων γίνονται συχνά αντικείµενο µικροπολιτικής διένεξης ανάµεσα στους πολιτικούς παράγοντες του νησιού, αλλά και αφορµή για συνολικές τοποθετήσεις πάνω στο θέµα των συνεταιριστικών οργανώσεων.488 Οι προτάσεις για εκσυγχρονισµό των συνεταιρισµών και της Ε.Ο.Σ.Σ., συνεχίζονται: «Σάµιος αµπελουργός» προτείνει, πέρα από το κρασί, να συγκεντρώνει η ένωση και να εξάγει και επιτραπέζια σταφύλια. Αν δοθούν τέτοια κίνητρα και οι αµπελώνες θα αυξηθούν, αφού θα καλλιεργηθούν µη ευνοϊκά για το µοσχάτο σταφύλι κτήµατα, αλλά και ο κύκλος εργασιών της µόνης δευτεροβάθµιας συνεταιριστικής οργάνωσης του νησιού θα αυξηθεί µε αποτέλεσµα την γενικότερη ωφέλεια του νησιού.489 Όµως, όπως φαίνεται, δεν ήταν η κατάλληλη εποχή για τέτοιες νεωτεριστικές πρωτοβουλίες. Το αποτέλεσµα είναι να συρρικνώνεται όλο και περισσότερο το εισόδηµα των γεωργών.490 Οι συνεταιρισµοί και µε την ικανότητά τους να προσλαµβάνουν εκτεταµένο εποχιακό προσωπικό την εποχή της συγκοµιδής συνδέθηκαν από νωρίς µε το τοπικό σύστηµα εξουσίας.491 Αυτό είχε αρνητικές επιπτώσεις στην νοοτροπία της κοινωνίας, διότι σε ένα πολύ πρώιµο στάδιο τους συνέδεσε µε την ανορθολογική διαχείριση, την εξυπηρέτηση κοµµατικών και προσωπικών συµφερόντων, µε µια έκφανση της εξουσίας στη χειρότερή της µορφή492. Όλα αυτά βέβαια δίνουν αφορµή στους αρνητές της συνεταιριστικής ιδέας να παρουσιάσουν τους συνεταιρισµούς ως αχρείαστη καινοτοµία σε σχέση µε τους «νοικοκυρεµένους οινεµπόρους»493. Είναι γεγονός όµως, ότι στον χώρο της καπνοκαλλιέργειας που δεν καλύπτεται από κάποια δευτεροβάθµια συνεταιριστική οργάνωση, τα πράγµατα είναι πολύ χειρότερα αφού υπάρχει µεγαλύτερη συµπίεση των τιµών από τους εµπόρους.494 Υπολογίζεται ότι η παραγωγή καπνών το 1950 είναι το15% της προπολεµικής.495 ∆εν πρέπει να αποδοθεί µόνο στην καταστροφή της γεωργίας από τους πολέµους και την µεγάλη µετανάστευση, αλλά και στις επικρατούσες τιµές. Αν αυτές ήταν ελκυστικότερες θα υπήρχε και µεγαλύτερη παραγωγή, τη στιγµή που και οι άλλες καλλιέργειες δεν ήταν ιδιαίτερα αποδοτικές. Έτσι ζητείται από το κράτος να παρέµβει και να αγοράσει περισσότερο Σαµιώτικο καπνό για να ανέβει η τιµή του.496Το κράτος πράγµατι παρεµβαίνει, δίνοντας µια ανάσα στους καπνοκαλλιεργητές.497
487
Σαµιακόν Βήµα, 15/7/52, σ.1 Κ. Στείρου, Οίνοι Σάµου- Ανθοσµίας, «Αρχείον Σάµου» (3/Α-∆), σ. 247. Σαµιακόν Βήµα 27/2/56, σ.1- 1/3/56, σ.1 - 1/4/56, σ.1- 6/4/56, σ.1-15/4/56, σ.1 και Σαµιακή 15/6/56 βλέπε και Ελλάς 17/1/59, σ.3-Επιστολή του βουλευτή Ιππ. Ζαΐµη: Οι υπεύθυνοι της Ε.Ο.Σ.Σ. έδειξαν ότι δεν κατέχουν τα µυστικά της αγοράς και πούλησαν πολύ φτηνά το Σαµιώτικο κρασί, όταν τα αµπέλια της Γαλλίας είχαν πάθει ζηµιά και οι τιµές του κρασιού ήταν πολύ υψηλές στη ευρωπαϊκή αγορά. 489 Σαµιακόν Βήµα 1/10/56, σ. 1. 490 Ελλάς 15/6/60, σ.3: «Η γιορτή του Σαµιώτικου κρασιού». 491 Σαµιακόν Βήµα 19/9/52, σ.2 Επιστολαί. 492 Ο ποιητής Α. Βουγιούκας, έχει αποτυπώσει σε λίγες γραµµές την εντύπωση που άφησε στον κόσµο η λειτουργία των συνεταιρισµών: Πιο πέρα του συνεταιρισµού το χτίσµα, µε µια αίθουσα συνεδριάσεων µεγάλη, όπου φωνάζουν όλοι µαζί και στο τέλος βγάζουν εκείνους που τους λένε τα αφεντικά της ηµέρας. Πρώτα έπαιρναν οι µεγαλέµποροι το πράµα, µετά το σύστηµα άλλαξε, όχι όµως το πράµα στην ουσία του: γραφειοκρατία , µεσιτεία, τοκογλυφία, τα ίδια. Α. Βουγιούκας, Η Σάµος πριν και µετά τον Β’ παγκόσµιο πόλεµο- Προσωπικές ποιητικές µαρτυρίες, Απόπλους (6/1416),σ. 327-328. 493 Σαµιακόν Βήµα 16/5/52, σ.2. Παραγωγός εκ Μαυρατζαίων. 494 Κ. Καραµηνά - Πόθου, Εν Μυτιληνίοις τη.... . Η ανάπτυξη της καπνοκαλλιέργειας στο χωριό µας, σ. 60 495 Γ. ∆ιακογιάννης, Καπνεργοστάσια και η συµµετοχή τους στην οικονοµική ζωή. Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.329. 496 Σαµιακόν Βήµα 16/4/56, σ.1. : «Το ζήτηµα του καπνού». 497 Ελλάς 16/5/56, σ. 1 488
36 Την ίδια εποχή µέσα από τον τοπικό τύπο, προτείνονται διάφορες πρωτότυπες ή και ώριµες για την εποχή ιδέες, που ξεκινούν από την εισαγωγή της καλλιέργειας νέων ειδών όπως η σόγια498, τους αναδασµούς499,τα αρδευτικά έργα,500 την επιχειρηµατική επέκταση των καλλιεργειών,501 την ασφάλιση των αγροτών502. και περισσότερο της αγρότισσας που εγκυµονεί,503 την εκστρατεία για την τόνωση της αυτοπεποίθησης του αγρότη, ο οποίος θεωρεί τον εαυτό του στην κατώτερη κλίµακα της ιεράρχησης των επαγγελµάτων από πλευράς κοινωνικής θέσης504. Όταν οι κρατικοί φορείς εισηγήθηκαν προγράµµατα εκσυγχρονισµού τα οποία περιλάµβαναν και χρηµατικά κίνητρα (δανειοδοτήσεις) οι αγρότες έδειξαν απρόθυµοι να τα αξιοποιήσουν.505 Ίσως όµως και να διατηρούσαν αυτή την στάση εξαιτίας της ανασφάλειας τους, αφού διάφορες καταρχήν ευοίωνες για αυτούς ρυθµίσεις του κράτους π.χ. οι αναγκαστικοί συνεταιρισµοί, στην πορεία εξελίχτηκαν όχι τόσο ευνοϊκά. Η ανασφάλεια και η επιφύλαξη των µικρών αγροτικών κοινοτήτων απέναντι στις κρατικές παρεµβάσεις, έχει διαπιστωθεί και από ανθρωπολογικές έρευνες που έγιναν στο χώρο του Αιγαίου. Πάντως στις κοινότητες αυτές εµφανίζεται και µια οµάδα , η οποία δυναµικά υποστηρίζει τον προγραµµατισµό και τον τεχνολογικό εκσυγχρονισµό που προωθούν οι κρατικές υπηρεσίες (γεωπόνοι- αγροτική τράπεζα).506 Τα γεωργικά προϊόντα ήταν δύσκολο να µεταφερθούν από τις αγροτικές περιφέρειες, αφού δεν υπήρχαν αρκετοί αγροτικοί δρόµοι. Το αποτέλεσµα είναι να µεγαλώνει κατά πολύ το κόστος αυτών των προϊόντων. Γι’ αυτό και οι τοπικοί παράγοντες µετά την µεταπολίτευση θεωρούν πρώτης προτεραιότητας ενέργεια, την κατασκευή αγροτικών δρόµων.507 Πράγµατι τις 3 τελευταίες δεκαετίες η αγροτική οδοποιία ήταν η κυριότερη επένδυση του κράτους στην οικονοµία του νησιού. Οι ταλαιπωρηµένοι τις προηγούµενες δεκαετίες αγρότες, κατάφεραν µέσω των συνεταιρισµών και της τοπικής αυτοδιοίκησης, να ανοίξουν ίσως και χιλιάδες χιλιόµετρα αγροτικών δρόµων. Ορισµένοι όµως πιστεύουν ότι ακόµα και η εκτέλεση εκτεταµένων έργων αγροτικής οδοποιίας, είναι µια ένδειξη του κακού προγραµµατισµού. Αρκετοί αγροτικοί δρόµοι δεν έχουν πλέον καµιά χρησιµότητα στη γεωργία, διότι η αξία πολλών αγροτικών προϊόντων είναι µηδαµινή και αυτό οφείλεται στην ανυπαρξία µακροπρόθεσµων στρατηγικών ανάπτυξης.508 Στις µέρες µας συνεχίζεται να υπάρχει έντονος προβληµατισµός για το πως θα κρατηθεί ο νέος πληθυσµός στα χωριά, ειδικά στα ορεινά. Πολλές φορές οι προτάσεις δεν διαφέρουν στην ουσία τους από αυτές του 60’ ή του ’70. ∆ηλαδή να βελτιωθούν οι συγκοινωνίες, να υπάρχει καλύτερη πρόσβαση στην κοινωνική πρόνοια και την παιδεία και να αναδειχθούν νέες παραγωγικές δραστηριότητες στο πλαίσιο της αγροτικής οικονοµίας, ώστε να συµπληρώνεται το εισόδηµα που µπορεί να αποκοµίσει κάποιος από τις παραδοσιακές καλλιέργειες. .509 3.Το περιβάλλον της φθίνουσας κατάστασης στον αστικό χώρο.
498
Σαµιακή 8/6/56, σ.1 Ελλάς 2/3/55, σ. 3 και 23/2/57,σ. 2 500 Σαµιακόν Βήµα2/6/55, σ.3 και Ελλάς 16/5/56, σ.3. 501 Σαµιακή 1/2/65, σ.1 502 Σαµιακόν Βήµα 5/6/57, σ.3 503 Σαµιακόν Βήµα 20/1/54,σ.3 504 Σαµιακόν Βήµα 23/1/53, σ.3 505 Σαµιακή 1/2/65, σ.1 506 Ε. Παπαταξιάρχης, «∆ια την σύστασιν και ωφέλειαν της κοινότητος του χωριού». Σχέσεις και σύµβολα της εντοπιότητας σε µια Αιγιακή κοινωνία. . Ο Κ. καραβίδας και η προβληµατική των κοινωνικών επιστηµών,σ.352-353,363. 499
507
Ζαχ. Κράτσα (βουλευτού), «Πως θα αναπτυχθούν τα χωριά µας», Σαµιακόν Βήµα 13/3/75, σ. 1 Βίγλα, εφηµερίδα της «Κίνησης Οικολόγων Σάµου», τ.23, σ.8: «Κάθε λιµάνι και καηµός» 509 Θ. Αναγνώστου, Πρόταση ανάπτυξης του πρωτογενούς τοµέα, Σαµιακόν Βήµα 28/2/2000 και Χαραυγή 11/9/1999, «Ηµερίδα για το ‘Γ’ Κοινοτικό πλαίσιο στήριξης’» 508
37 Περιγράφοντας ως φθίνουσα την κατάσταση στον αστικό χώρο δεν εννοούµε ότι ελαττώνεται ο αστικός πληθυσµός, αλλά ότι µειώνεται ο δυναµισµός που εµφάνιζε αυτός ο χώρος προπολεµικά. Βασικό σηµείο της παρακµής, είναι η απονέκρωση της βιοµηχανίας στο νησί, που φέρνει και την συρρίκνωση της εργατικής τάξης στις πόλεις. Όσοι εργατοϋπάλληλοι παραµένουν και δεν φεύγουν στα αστικά κέντρα της Ελλάδας και στο εξωτερικό, απασχολούνται σε εργασίες που έχουν άµεση σχέση µε την πολιτική εξουσία ή δουλεύουν σε µικρές εµπορικές επιχειρήσεις και βιοτεχνίες.510 Στη δεύτερη περίπτωση επικρατεί ένα εντελώς διαφορετικό κλίµα άµεσης εξάρτησης από τον εργοδότη, που ορισµένες φορές εξελίσσεται σε συµµόρφωση µε τη νοοτροπία και τη στάση του στα κοινωνικά, πολιτικά και πολιτισµικά ζητήµατα. Από την άλλη, αρκετές φορές ο εργοδότης δεν είναι σε καλύτερη οικονοµική µοίρα από τον εργαζόµενο, µέσα στο κλίµα της γενικής ανέχειας. Αναπτύσσεται µεταξύ τους ένας σύνδεσµος που έχει να κάνει µε «τη σωτηρία του µαγαζιού», που «δίνει ψωµί» και στους δυο. Αυτές βέβαια οι νοοτροπίες και συµπεριφορές είναι πιο κοντά στα λεγόµενα «µικροαστικά» πρότυπα.511 Επίσης µε τη φυγή των παλιών αστών, οι κοινωνικές πρωτοβουλίες που είχαν αναπτυχθεί στο χώρο της πρόνοιας, του πολιτισµού, της ψυχαγωγίας περιορίζονται, αφού και όσοι µένουν στο νησί από τους πρωτοποριακούς πυρήνες δεν βρίσκουν πηγές χρηµατοδότησης για µεγαλεπήβολα έργα. Η υπαρκτή λύση είναι να συνεργαστούν µε το κράτος και να ακολουθήσουν τους δικούς του κοινωνικούς και πολιτικούς στόχους, π.χ. τα «ελληνοχριστιανικά ιδεώδη» Στα υπολείµµατα της παλιάς βιοµηχανικής εποχής, όπως οι ελάχιστες καπναποθήκες, εργάζονται τώρα εποχιακοί εργάτες, οι περισσότεροι από τα κοντινά χωριά. Το εµπόριο καπνού φθίνει, όπως και η καπνοκαλλιέργεια. Την δεκαετία του 1960 κλείνουν και οι τελευταίες καπναποθήκες.512 Το κράτος καλείται πάλι να σπεύσει προς βοήθεια. Ο βουλευτής Γρηγορίου δηλώνει ότι ενήργησε και κατάφερε οι καπναποθήκες του άλλοτε κραταιού µεγαλέµπορα Σούτου, να µισθωθούν από τον κρατικό οργανισµό καπνού και να µεταφερθούν στη Σάµο καπνά από τη Χίο, τη Μυτιλήνη και από άλλα µέρη της Ελλάδας, ώστε να δουλέψουν οι «χειµαζόµενοι» καπνεργάτες.513 Φαίνεται ότι αυτή η ενέργεια συµπίπτει και µε αύξηση της καπνοπαραγωγής του νησιού.514 Όταν συνταξιοδοτήθηκαν και οι τελευταίοι εναποµείναντες καπνεργάτες, δεν υπήρξε ενδιαφέρον για κρατική παρέµβαση και έτσι η επεξεργασία και το εµπόριο καπνού «έσβησε» οριστικά.515 Η βυρσοδεψία στο Καρλόβασι είναι σε παρόµοια κατάσταση, αν και αντέχει σε ληθαργική κατάσταση για περισσότερα χρόνια. Και εδώ ζητείται από το κράτος άµεση παρέµβαση. Ο βουλευτής Κοτσώνης ζητά από το 1954 ειδική προστατευτική µεταχείριση της βιοµηχανίας αυτής.516 Ενώ λίγα χρόνια αργότερα ζητείται να ιδρυθεί κρατικό εργοστάσιο στο Καρλόβασι, το οποίο θα κατασκευάζει τα άρβυλα του στρατού, για να µη φύγουν οι εργάτες των βυρσοδεψείων από το νησί αναζητώντας αλλού δουλειά.517 Από ότι φαίνεται η βοήθεια δεν έρχεται. Πέρα από το δυσµενές περιβάλλον για τη διατήρηση αυτής της βιοµηχανίας υπήρχαν πολλές εγγενείς αδυναµίες, οι οποίες τον καιρό της αλµατώδους ανάπτυξης, µέσα σε ένα ευνοϊκό κλίµα και ευτυχείς συµπτώσεις (αυξηµένες στρατιωτικές παραγγελίες) δεν είχαν ληφθεί υπόψη. Από τις επιχειρήσεις που λειτουργούσαν τη δεκαετία του 50, 510
Κ. Τζίχα, Συµβολή στην Ιστορία του εργατικού κινήµατος στη Σάµο, Χαραυγή 1/5/99-Επιπλέον, σ.σ.7-8. Η εκτίµηση αυτή βασίζεται στους τίτλους των σωµατείων του Εργατικού Κέντρου που παρατίθενται, αν αφαιρέσει κανείς τους βυρσοδέψες και τους καπνεργάτες. 511 Β.Ι.Φίλιας, Όψεις της διατήρησης και της µεταβολής του κοινωνικού συστήµατος, τόµος Β’, Αθήνα 1979, σ.107-112. Αυτή την περίοδο, ίσως οι πόλεις της Σάµου να τείνουν στο µοντέλο της αστικοποίησης των υπανάπτυκτων οικονοµιών, που περιγράφεται σε αυτό το βιβλίο. Μπορούν να θεωρηθούν πόλεις κατανάλωσης περισσότερο και όχι παραγωγής. 512 Γ. ∆ιακογιάννης, Καπνεργοστάσια και η συµµετοχή τους στην οικονοµική ζωή. Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, σ.330. 513 Ελλάς 13/10/56, σ.3 514 Σαµιακή 30/3/64, σ. 4 515 Γ. ∆ιακογιάννης, όπ .π. 516 Σαµιακόν Βήµα 8/5/54, σ.2 517 Σαµιακή 15/1/57, σ.1
38 ελάχιστες µπορούσαν να ανταγωνιστούν τις ανάλογες των αστικών κέντρων. Το κόστος παραγωγής λόγω των µεταφορικών, ήταν απαγορευτικό για αισιόδοξες προβλέψεις, εκτός αν παρενέβαινε κάποιος δυναµικός οικονοµικός παράγοντας, όπως το κράτος.518 Αρνητικός συντελεστής για την εµποροβιοµηχανική ανάπτυξη είναι η ακριβή τιµή του ηλεκτρικού ρεύµατος. Η ηλεκτρική εταιρία Σάµου καταγγέλλεται ως κερδοσκοπική και ζητείται από το κράτος να εξασφαλιστεί φθηνό ηλεκτρικό ρεύµα για τους κατοίκους της Σάµου το οποίο είναι κοινωνικό αγαθό.519 Το 1961, γίνεται ένα θετικό βήµα µε την εξαγορά της ηλεκτρικής εταιρίας από τη ∆ΕΗ.520 Κάθε θέση εργασίας που χανόταν, ενέτεινε πολλαπλά το κύµα φυγής των νέων από το νησί. Έτσι µπορεί να εξηγηθεί και η νοµαρχιακή απόφαση του 1960 που απαγορεύει την εισαγωγή αλεύρων από άλλες περιφέρεις, για την προστασία του µοναδικού κυλινδρόµυλου του νησιού και κίνητρο, όπως τουλάχιστον δηµοσίως προβλήθηκε, την προστασία των εργαζοµένων σ’ αυτόν.521 Ο προβληµατισµός για το πως θα εξασφαλισθούν ορισµένες θέσεις εργασίας στο νησί, ώστε να αντιµετωπιστεί µερικώς το κύµα της φυγής των νέων, είναι έκδηλος µέχρι την «έκρηξη» της τουριστικής ανάπτυξης. Το 1975 πιέζονται οι βουλευτές για να «ενεργήσουν», ώστε οι εγκαταλελειµµένες αλυκές να µετατραπούν σε ιχθυοτροφείο. Κάποιοι νέοι εργάτες θα έβρισκαν δουλειά εκεί, αφού η επεξεργασία καπνού έλαβε οριστικά τέλος.522 Από το 1964, είχε επισηµανθεί και άλλος ένας λόγος της φυγής του εργατικού δυναµικού: ∆εδοµένης της εποχικότητας της προσφοράς εργασίας στο νησί, πολλοί εργάτες κινδύνευαν να µην συνταξιοδοτηθούν, αφού δεν συµπλήρωναν τα απαραίτητα ηµεροµίσθια. Έτσι προτείνεται µια πιο ελαστική αντιµετώπιση των εργατών των υποβαθµισµένων επαρχιών σ’ αυτό το θέµα.523 Η διάχυτη απογοήτευση από τη µη ανταπόκριση του δευτερογενή τοµέα της Σαµιώτικης οικονοµίας στις τεχνολογικές εξελίξεις, µεταβάλλεται καµιά φορά σε δυσφορία απέναντι στον τεχνολογικό πολιτισµό. Χρονογράφηµα µε τίτλο «µας έφαγε η µηχανή», ψέγει την ταχύτατη είσοδο της µηχανής στο οικονοµικό και κοινωνικό προσκήνιο. Της αποδίδεται η ευθύνη για την ανεργία και την εκροή ελληνικού χρήµατος στο εξωτερικό, για την απόκτησή της.524 Θα µπορούσε να εντάξει κανείς τέτοιες απόψεις σε µια στείρα λατρεία του παρελθόντος. Όµως ο ίδιος ο χρονογράφος, ο πρώην Γυµνασιάρχης Ευάγγελος Τροβάς, σε άλλα δηµοσιεύµατά του, εµφανίζεται να υπεραµύνεται της τεχνικής - επαγγελµατικής κατεύθυνσης της παιδείας, έναντι του κλασσικισµού. Πρέπει να σηµειωθεί ότι η πλήρης κάµψη της Σαµιακής βιοµηχανίας συµπίπτει µε το αυξηµένο ενδιαφέρον για τον τεχνολογικό πολιτισµό. Η εφηµερίδα Σαµιακή δηµοσιεύει -σχεδόν σε κάθε φύλλο της- φωτογραφίες και σχόλια για ένα «θαύµα» της δυτικής τεχνολογίας.525 Πάντως υπάρχουν και οι αισιόδοξοι και τολµηροί. Η Σαµιώτικη βιοµηχανία ζυµαρικών «Ιτάλα», γνωστοποιεί την ίδρυσή της και καλεί τους καταναλωτές να αγοράσουν τα «ντόπια» µακαρόνια.526 Στη φθίνουσα πορεία της αστικής ανάπτυξης µπορεί να συµπεριληφθεί και η κακή συγκοινωνία που συνέδεε το νησί µε τον «έξω» κόσµο. Σε ένα κόσµο που συνεχώς ανοίγεται και διασυνδέεται, τα Ελληνικά νησιά µένουν µε απαρχαιωµένα και µικρά καράβια, τα οποία το χειµώνα αραιώνουν τα δροµολόγια τους επειδή δεν υπάρχουν ικανοποιητικοί ναύλοι.527 Οι τοπικοί παράγοντες συχνά είχαν διαµαρτυρηθεί για αυτήν την κατάσταση.528Όµως δεν φαίνεται να είχαν αποτέλεσµα. Μάλλον οι 518
Σαµιακή 24/11/56, σ.1 Σαµιακή 12/9/58, σ.1 520 Χ. Λάνδρος, Συνοπτικό χρονολόγιο του 20ου αιώνα, Στιγµές.....2000- Η Σάµος του 20ου αιώνα, Ειδική έκδοση της εφηµερίδας Χαραυγή, σ. 33, Σάµος 521 «Ελλάς» 17/8/60, σ.1 522 Σαµιακόν Βήµα 25/1/75, σ. 1. 523 Θ. ∆ηµητριάδης, Ο Εργάτης και το ΙΚΑ, Σαµιακή 7/11/64, σ.1 524 Ε. Τροβάς, «Μας έφαγε η µηχανή», Σαµιακόν Βήµα 13/7/56, σ.2 525 Σαµιακή, τόµος 63-66, ∆ηµόσια βιβλιοθήκη Σάµου. 526 «Ελλάς» 27/5/57, σ.3 527 Σαµιακή, 18/11/55,σ.1, 18/9/56,σ.1. Βλέπε και, Α. Γιοκαρίνης, Άπαντα - ποιήµατα, πεζά, συνεντεύξεις -επιστολές, σ. 54 528 Σαµιακόν Βήµα 16/1/57, σ. 1. ∆ιαµαρτυρία του βουλευτή Σπύρου. 519
39 πιέσεις των εφοπλιστών ήταν ισχυρότερες από τις πολιτικές πιέσεις των τοπικών παραγόντων. Αν κι ο κόσµος φαίνεται να το διασκεδάζει, ειδικά τα καλοκαίρια, οι συνθήκες του ταξιδιού µε τα καράβια αυτά είναι «τριτοκοσµικές».529 Μέσα από την «εγκατάλειψη» της Σάµου από τις ναυτιλιακές εταιρίες ωριµάζει η σκέψη για δηµιουργία τοπικής εταιρίας λαϊκής βάσης για να εκτελεί σωστά τα δροµολόγια.530 Τέλη της δεκαετίας του 1970, θα γίνει πραγµατικότητα.531 Όµως γρήγορα θα καταστεί προβληµατική αυτή η εταιρία, απογοητεύοντας ακόµα περισσότερο τον κόσµο της Σάµου σχετικά µε τη δυνατότητα φθηνής και ικανοποιητικής συγκοινωνίας για το νησί.532 Όπως ήδη έχει αναφερθεί το ζήτηµα της κατασκευής αεροδροµίου και η λειτουργία αεροπορικής γραµµής για την Σάµο είχε γίνει υπ’ αριθµόν ένα ζήτηµα της Σαµιακής κοινωνίας κατά τις πρώτες µεταπολεµικές δεκαετίες. Πολύ γρήγορα, το 1949, µε την ευκαιρία της πρωθυπουργίας του Σαµιώτη Θεµιστοκλή Σοφούλη, ξεκίνησε η όλη προσπάθεια. Γρήγορα ολοκληρώθηκαν οι απαλλοτριώσεις τα σχέδια κ.τ.λ., όµως το έργο ελλείψει µεταγενέστερων πιστώσεων καθυστέρησε πολύ.533 Το 1962, ενώ ολοκληρώνεται η κατασκευή του αεροδροµίου, προσγειώνεται το πρώτο αεροπλάνο µε επιβάτες τους κυβερνητικούς βουλευτές, για την απαραίτητη προβολή του έργου, µέσα στο πνεύµα της εποχής, ως αποτελέσµατος των προσπαθειών τους. Το 1963, µέσα σε κλίµα ενθουσιασµού εγκαινιάζεται η αεροπορική γραµµή.534 Οι πτήσεις όµως, ένα µήνα µετά, κρίνονται προβληµατικές, λόγω ακαταλληλότητας του αεροδροµίου535και λίγο αργότερα αναστέλλονται536, µέχρι να διορθωθεί ο αεροδιάδροµος, ώστε να είναι συµβατός µε τις τοπικές καιρικές συνθήκες. Η έντονη πολιτική διαµάχη που ξέσπασε αµέσως µετά, ήταν αναµενόµενη, αφού πολλοί ήταν αυτοί που θεώρησαν ότι αυτή η εξέλιξη ήταν αποτέλεσµα των βεβιασµένων ενεργειών των τοπικών παραγόντων, ενέργειες που κινούνταν µε γνώµονα το µικροπολιτικό συµφέρον.537 Άλλο ένα γεγονός που πρέπει να σηµειωθεί εδώ είναι ότι και οι µεταφορές και η συγκοινωνία στο εσωτερικό του νησιού δεν είναι ιδιαίτερα ευνοηµένες. Οι κάτοικοι των µικρών χωριών δεν µπορούν εύκολα να µετακινηθούν έξω από αυτά. Η επαφή µε τον «έξω κόσµο» είναι πολυδάπανη, αφού δεν υπάρχει για αυτά τακτική δηµόσια συγκοινωνία, ούτε ακόµα και την δεκαετία του ‘70.538 H σύγχρονη αστική ανάπτυξη, όπως τουλάχιστον εµφανίστηκε στο υπόδειγµα του µεταπολεµικού ευρωπαϊκού κράτους «πρόνοιας», περιέχει και την ανάπτυξη σε σχέση µε τα κοινωνικά αγαθά και όχι µόνο σε σχέση µε τα τεχνολογικά και τα οικονοµικά. Φαίνεται ότι η τοπική κοινωνία, είχε συνειδητοποιήσει την αξία αυτού του σκέλους της ανάπτυξης, καθώς οι αντιπαραθέσεις ανάµεσα στους βουλευτές και η γενικότερη πολιτική διαµάχη ως κεντρικότερο άξονα αναφοράς έχουν τον χώρο της κοινωνικής πρόνοιας. Το ενδιαφέρον του κόσµου για αυτά τα ζητήµατα κάνει την τοπική πολιτική εξουσία να ασχολείται καθηµερινά µ’ αυτά, ή προσπαθώντας να αποσείσει τις ευθύνες της για τις δυσλειτουργίες του συστήµατος κοινωνικής πρόνοιας, ή προβάλλοντας τη συµβολή της στην επίλυση προβληµάτων του χώρου. Η έλλειψη ή η δυσλειτουργία των υποδοµών υγείας σε ένα νησί, το οποίο συνδέεται µε την ηπειρωτική Ελλάδα µε µια προβληµατική ακτοπλοϊκή γραµµή, γίνεται ένας καθοριστικός παράγοντας, ο οποίος συµβάλει στην φυγή των νέων από το νησί. Φυγή που µε την σειρά της αδυνατίζει κατά πολύ τις προϋποθέσεις ανάπτυξης του νησιού.
529
Α. Βογιατζής , ένας φοιτητής ταξιδεύων, Απόπλους (2/6-7), Σάµος Φθιν. - Χειµ. 1991, σ.207-208 Α. Γιοκαρίνης, όπ. π., σ. 40-41 531 Α. Γιοκαρίνης, όπ. π., σ.55 532 Α. Γιοκαρίνης, όπ. π., σ.109-110 533 Κ.Γ. Καµπούρης, Το χρονικό της Σάµου Α’, σ.130-132 534 Σαµιακή 24/6/63, σ.1. 535 Σαµιακή 1/7/63, σ. 1 536 Σαµιακή 19/8/63, σ. 1. 537 Σαµιακή 19/8/63, σ.1 538 Σκουρέικα, το παραµεληµένο χωριό.», Σαµιακόν Βήµα 18/2/75 σ. 3 « 530
40 Ο τοπικός τύπος της πρώτης µεταπολεµικής περιόδου είναι γεµάτος για φαινόµενα διαφθοράς στα ιδρύµατα υγείας και κοινωνικής πρόνοιας, για ανεξήγητους θανάτους στο νοσοκοµείο του νησιού, για πληµµελή άσκηση των καθηκόντων ορισµένων δηµοσίων λειτουργών.539 Οπωσδήποτε στις περισσότερες καταγγελίες υπάρχει µια δόση υπερβολής από αντιπολιτευτική διάθεση. Πρέπει να αντανακλούν όµως, ένα µέρος της αλήθειας, καθώς προέρχονται από όλο το τότε πολιτικό φάσµα και είναι πολύ συχνές. Ο δήµος της πρωτεύουσας πήρε την πρωτοβουλία να ιδρυθεί στα µέσα της δεκαετίας του 1950, δηµοτικό γηροκοµείο, εκµεταλλευόµενος κληροδότηµα που προϋπήρχε.540 Ήταν µια σηµαντική συµβολή στην αντιµετώπιση του προβλήµατος, που προέκυψε µετά την µετανάστευση των παραγωγικών ηλικιών. Οι ηλικιωµένοι σύµφωνα µε τα παραδοσιακά πρότυπα, πρέπει να τυγχάνουν της φροντίδας των οικείων τους. Όµως τα παιδιά ή οι άλλοι συγγενείς πολλών γερόντων ήταν πολύ µακριά. Παρόλη την καινοτοµία του δηµάρχου, τρία χρόνια µετά την παραίτησή του, το γηροκοµείο δεν είχε καταφέρει να λειτουργήσει κανονικά, αν και τα οικονοµικά του ήταν ανθηρά.541
4.Η εκπαίδευση. Η αναπτυσσόµενη γραφειοκρατία του κράτους είχε ανάγκη από µεσαία στελέχη για την λειτουργία της. Αυτό δηµιούργησε µια τάση στην ελληνική επαρχία, η οποία φαίνεται ότι τις πρώτες µεταπολεµικές δεκαετίες βρέθηκε σε αδιέξοδο. Υπήρχαν πάρα πολλοί απόφοιτοι γυµνασίων, αλλά οι θέσεις που τους προσφερόταν στην επαρχία ήταν δυσανάλογες του αριθµού τους. το ίδιο συµβαίνει και στη Σάµο: «....Ο δυστυχής τελειόφοιτος δια να µη σύρει τα κουρασµένα βήµατά του εις τον δρόµο του χωρίου, εκπατρίζεται ή µεταβαίνει εις τας Αθήνας µε το στερεότυπον σηµείωµα του βουλευτού της περιφερείας προς κάποιον υπουργόν....» Στο ίδιο δηµοσίευµα καυτηριάζεται η σαφής υποτίµηση της τεχνικής επαγγελµατικής εκπαίδευσης από το κράτος και κρίνεται ως µη συµφέρουσα από άποψη επαγγελµατική και οικονοµική ακόµα και η ανώτατη εκπαίδευση, διότι «το επάγγελµα του δασκάλου ή του καθηγητού καταδικάζει εις φυτοζωϊσµόν, αφού οι µισθοί των εκπαιδευτικών αντιπροσωπεύουν σήµερον το 40% των προπολεµικών µισθών». 542 Οι απόψεις αυτές εδραιώνονται σε ένα µεγάλο κοµµάτι της τοπικής κοινωνίας αφού αποτελούν την πρόταση για την παιδεία του τοπικού πολιτευτή και µετέπειτα δηµάρχου Λιµένα Βαθέος, Γ. Βασιλειάδη. Αυτός πίστευε ότι η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, έπρεπε να βασιστεί στην δηµιουργία ενός δικτύου πλήρους και συστηµατικής, δηµόσιας επαγγελµατικής εκπαίδευσης και όχι να αφήνεται στην ιδιωτική πρωτοβουλία, η δηµιουργία τέτοιων σχολών. 543 Ο πρώην γυµνασιάρχης, Ε. Τροβάς καυτηριάζει την εµµονή πολλών γονέων να εισαχθούν τα παιδιά τους στο Πανεπιστήµιο, χωρίς να έχουν συµπληρώσει πλήρως τον κύκλο των γνώσεων που παρέχονται στην εγκύκλια εκπαίδευση. Οικτίρει µεγάλο µέρος της τοπικής κοινωνίας που δεν ενδιαφέρεται για την ποιότητα της παρεχόµενης εκπαίδευσης στα δηµοτικά και τα γυµνάσια του τόπου, η οποία είναι πολύ χαµηλή (Μονοτάξια δηµοτικά, ελλιπές διδακτικό προσωπικό) και ενδιαφέρεται µόνο πόσοι µαθητές «περνούν το κατώφλι» των πανεπιστηµίων. ∆εν έχει γίνει συνείδηση, πιστεύει, ότι δεν είναι όλοι οι µαθητές κατάλληλοι για το είδος της γνώσης που προσφέρει η ακαδηµαϊκή κοινότητα, χωρίς αυτό να σηµαίνει ότι είναι άτοµα µε µειωµένη αντίληψη. Αντίθετα 539
∆ηµοκρατική 24/11/65 σ.1, 15/11/64, σ.1, 2/12/64, 19/7/65, 24/11/65, Σαµιακόν Βήµα 31/1/53, 21/3/61, σ. 1, Σαµιακή 14/11/64, σ.1 , 12/10/64, σ.4., 25/11/65, σ.3, «Ελλάς» 11/2/59, σ.3.,10/10/60, σ.1., 15/6/60, σ.1, 17/10/60, σ.1, 28/11/60,σ. 1, 24/4/59, σ. 3 «ΠΙΝΑΚΙ∆ΕΣ» , 27/6/59, σ.1., 1/8/60, σ. 3 540 Σαµιακόν Βήµα 2/4/56, σ.1. : «Απολογισµός τέως δηµάρχου Ι.Σπύρου». 541 «Ελλάς» 10/2/59, σ.1. 542 Σαµιακόν Βήµα 7/10/52, σ. 3 543 Σαµιακόν Βήµα 21/3/54, σ. 3
41 µπορούν να ωφελήσουν πολλαπλώς την κοινωνία από τη θέση που ταιριάζει στις ικανότητες και τα ενδιαφέροντά τους.544 Οι απόψεις αυτές φυσικά συναντούν τον αντίλογο. Ο τοπικός λόγιος Χρ. Κωνσταντάρας αντικρούει τη διαίρεση της εκπαίδευσης σε θεωρητική και πρακτική. Φαινοµενικά µόνο θα ωφελήσει, αλλά στην ουσία θα διευρύνει το κοινωνικό χάσµα: Οι πλούσιοι στα πανεπιστήµια, οι φτωχοί στις τεχνικές σχολές. Και θέτει ακόµα ένα ερώτηµα που έχει να κάνει µε το ιδεολογικό πρόταγµα το οποίο ακολουθεί ο ίδιος, αλλά πιθανώς και πολλοί άλλοι µε διαφορετικές, ίσως, απόψεις για το θέµα της εκπαίδευσης: Πώς θα στηριχθούν τα «εθνικά ιδεώδη» χωρίς την κλασσική παιδεία;545 Σ’ αυτό το πλαίσιο µπορεί να ενταχθεί και ο αδιάλλακτος γλωσσικός φορµαλισµός πολλών καθηγητών στα σχολεία. Η χρήση της «καθαρής» µορφής της γλώσσας γίνεται κριτήριο της συµµόρφωσης µε την κρατούσα ιδεολογία, της οποίας η βασική αναφορά είναι το ένδοξο «Ελληνοχριστιανικό» παρελθόν. Η πράξη ορισµένων µαθητών να γράφουν στη δηµοτική µπορεί να ερµηνευτεί και ως ρήξη µε την ιδεολογία αυτή.546 Η κοινωνική διάσταση των δοµών της εκπαίδευσης απασχολεί αυτή την περίοδο την Σαµιακή κοινωνία, παρόλο που είναι δύσκολη αυτή την εποχή η κριτική των δοµών της κοινωνίας. Όµως η οικονοµική κατάσταση των περισσοτέρων οικογενειών είναι άσχηµη και ταυτόχρονα υπάρχει µεγάλο ενδιαφέρον για την εκπαίδευση. Έτσι ακόµα και η συντηρητική εφηµερίδα «Σαµιακόν Βήµα», ζητά την άµεση κατάργηση των εκπαιδευτικών τελών για τα παιδιά των εργατών και των αγροτών.547 Η αγραµµατοσύνη είναι το βασικότερο εµπόδιο για την βελτίωση της οικονοµικής και κοινωνικής θέσης των αγροτών. Ο γεωργός πρέπει να αποκτήσει στην παιδική ηλικία τις στοιχειώδεις γνώσεις και έπειτα να γνωρίσει βασικά στοιχεία της βιολογίας, της χηµείας, της οικονοµικής και της γεωπονίας, ώστε να είναι αυτοδύναµος στην δουλειά του και να µην έχει ανάγκη πατερναλιστικής κατεύθυνσης. Αντί γι’ αυτό τι γίνεται; ∆εν υπάρχουν σχολεία σε όλα τα χωριά και όπου υπάρχουν υπολειτουργούν, αφού δεν στελεχώνονται µε το απαραίτητο προσωπικό. Η πληµµελής οργάνωση της στοιχειώδους εκπαίδευσης στην ύπαιθρο περιλαµβάνει και την απουσία παρακολούθησης της προόδου όλων των µαθητών από τους δασκάλους, αφού πολλοί µικροί µαθητές χρησιµοποιούνται στα χωράφια από τους γονείς τους εις βάρος της µελέτης. Ως εναλλακτική πρόταση προβάλλεται η αναδόµηση του σχολικού προγράµµατος για τα ορεινά χωριά και η δηµιουργία θερινών σχολείων - κατασκηνώσεων, στα οποία ο µικρός µαθητής παρακολουθούµενος πλήρως από το διδακτικό προσωπικό θα µπορέσει να εµπεδώσει την παρεχόµενη στοιχειώδη γνώση. Υπάρχει η συνείδηση ότι τέτοια σχολεία θα χρειαστούν πολλαπλάσιες πιστώσεις από το κράτος, όµως η εκπαίδευση είναι προϋπόθεση της ανάπτυξης. 548 Σήµερα βέβαια προκαλούν κατάπληξη τέτοια µέτρα στρατωνισµού των µικρών µαθητών, όµως αν η συµπεριφορά πολλών γονιών είναι αυτή που περιγράφεται παραπάνω, ήταν µέτρα που άµεσα µπορούσαν να απαλλάξουν τα παιδιά αυτά από το αντίξοο περιβάλλον. Αν περίµενε κανείς να αποδώσουν µέτρα παρεµβολής στη νοοτροπία των γονιών που δεν ευνοούσαν τη γνώση, ίσως να έχανε µια γενιά. Οι απόψεις αυτές πρέπει να κριθούν και µοντέρνες και ανθρωπιστικές αφού υποστηρίζουν ότι οι άνθρωποι, ακόµα και αυτοί που βρίσκονται σε δυσµενές εξωτερικό περιβάλλον, µε τη µόρφωση που αποσκοπεί στην ισχυροποίηση της πνευµατικής και κοινωνικής αυτοδυναµίας τους, µπορούν να µεταβληθούν στους σηµαντικότερους συντελεστές µετατροπής αυτού του περιβάλλοντος, σε περιβάλλον προόδου και ευηµερίας. Αρκετοί δάσκαλοι στα µειονεκτικά χωριά ήταν δυναµικοί παράγοντες εκµοντερνισµού των κοινωνικών αντιλήψεων. Η δηµιουργική παρουσία τους, µε τη µεταφορά των σύγχρονων πολιτισµικών κεκτηµένων
544
Σαµιακόν Βήµα 1/5/54 «Ενιαία Εκπαίδευσις», Σαµιακή 30/4/57 546 Α. Βουγιούκας, Κ . Καλατζής, Η Σάµος στη νεώτερη λογοτεχνία,- πρακτικά συνεδρίου, Αθήνα 1998,σ 149-151, 170-173. 547 21/3/54, σ. 1. 548 Ε. Ανάση, Ορεινοί πληθυσµοί και εκπαίδευσις, Σαµιακή, 20/1/56, σ. 1. 545
42 στο λειτουργικό περιβάλλον της µικρής κοινότητας, ενέπνεε τους κατοίκους και έτσι η αναγκαιότητα της εκπαίδευσης γινόταν αποδεκτή.549 Τη δεκαετία του ’60 είναι περισσότερο αυξηµένο το ενδιαφέρον για την εκπαίδευση και ειδικά για τα µέσα της αγωγής. Ο δάσκαλος ∆ιαµαντής Ρήνας δηµοσιεύει καυστικό άρθρο κατά του ξυλοδαρµού στα σχολεία, προσπαθώντας να πείσει κάποιους συναδέλφους του που παραµένουν οπαδοί του «παραδοσιακού» σωφρονισµού, να σταµατήσουν αυτό το ταπεινωτικό και ανώφελο παιδαγωγικά µέτρο.550 Η ίδια εφηµερίδα δηµοσιεύει σε συνέχειες για ένα χρόνο, άρθρα ενός άλλου δασκάλου, του Σταύρου Καραθανάση, που εκλαϊκεύουν τις επικρατούσες εκείνο τον καιρό «επιστηµονικές» απόψεις για την αγωγή των παιδιών. 551 Προτρέπει καταρχήν τους γονείς να συνεργάζονται µε το σχολείο για την πραγµάτωση των σκοπών της αγωγής και όχι να τείνουν στη βαθµοθηρία.552Επισηµαίνει τη σηµασία του οικογενειακού περιβάλλοντος- ειδικά των πρώτων χρόνων της ζωής του παιδιού- για την επιτυχία της εκπαιδευτικής διαδικασίας.553 Θεωρεί όµως, ως αποκλειστικά υπεύθυνη για την δηµιουργία του περιβάλλοντος αυτού την µητέρα,554 αναπαράγοντας µε αυτό τον τρόπο τα συντηρητικά πρότυπα. Έτσι παίρνει σαφή θέση κατά της εργαζόµενης µητέρας, ειδικά για αυτή που εργάζεται όχι για λόγους βιοπορισµού, αλλά γιατί πιστεύει ότι έτσι αναπτύσσεται η προσωπικότητά της.555 Κατά τα πρώτα µεταπολεµικά χρόνια και στη Σάµο, όπως και γενικά στην Ελλάδα το κατηχητικό σχολείο, θεωρείται απαραίτητος συµπληρωµατικός θεσµός της αγωγής των παιδιών και οφείλει την εξάπλωσή του στην δραστηριότητα της αδελφότητας θεολόγων «η Ζωή».556Είναι µέσα στα πλαίσια των απόψεων της εποχής ο λόγιος µητροπολίτης Σάµου Ειρηναίος όταν εκθειάζει το έργο των κατηχητικών και επισηµαίνει: «Αι επιστηµονικαί αλήθειαι αναλύουν τον άνθρωπο, τον κοµµατιάζουν, τον εξανεµίζουν. Ο Χριστός τον ολοκληρώνει, τον λυτρώνει από τον πόνον......τον οδηγεί εις την αιωνιότητα. Το κατηχητικόν σχολείον δηµιουργεί εις ένα πνεύµα αγάπης και στοργής εκουσίαν πειθαρχίαν εις τους θεσµούς του έθνους µας .... Η αξία του έθνους µας είναι το Χριστιανικόν ορθόδοξο πνεύµα του.»557 Ο σύνδεση της ολοκλήρωσης του ανθρώπινου προσώπου στο χώρο της Εκκλησίας µε την «εκούσιαν πειθαρχίαν εις τους θεσµούς του έθνους µας», δείχνει το πως η εκκλησιαστική ηγεσία συµβιβάστηκε µε την στήριξη του «ελληνοχριστιανικού ιδεολογήµατος» πάνω στη θρησκευτική παράδοση.558 Βασικός παράγοντας των κατηχητικών σχολείων, εκτός των ιερωµένων, έχουν αναδειχθεί από την εποχή του Μεταξά, εκπαιδευτικοί µε επικεφαλής ένα θεολόγο. Τα κατηχητικά που λειτουργούν µε τη στήριξη της αδελφότητας θεολόγων «Η Ζωή»559, θεωρούνται απαραίτητο συµπλήρωµα του σχολείου. Από ότι φαίνεται από τις µαρτυρίες των µαθητών, κατηχητικό και σχολείο έχουν ταυτίσει την χριστιανική πίστη µε την αδιάλλακτη άρνηση του µοντέρνου κόσµου. Αυτό µάλιστα σε αναντιστοιχία 549
Σύνδεσµος Μαυρατζωτών, αρ. φ. 28, Σεπ. 1999. «Το ραβδί της καρυδιάς», Σαµιακή 6/5/63, σ.1. 551 βλέπε εφ. Σαµιακή από 8/10/65 έως 12/10/66 552 Σαµιακή 31/1/66,1/3/66,2/11/66. 553 Σαµιακή 19/4/66 554 Σαµιακή 24/4/66 555 Σαµιακή 10/1/66 556 Σαµιακόν Βήµα 28/5/52, σ.3 557 Σαµιακόν Βήµα 28/5/52, σ.1 558 ∆εν είναι δυνατό να προβούµε σε ανάλυση αυτού του θέµατος στα πλαίσια αυτής της εργασίας. Πολύ περιεκτική και διαφωτιστική κριτική για το ιδεολόγηµα του Ελληνοχριστιανισµού και από την πλευρά της ορθόδοξης παράδοσης και από την πλευρά των ελληνικών πολιτισµικών προϋποθέσεων συναντά κανείς στο άρθρο του Νίκου Ματσούκα: Η θεολογία ως ανθρωπιστική επιστήµη, περιοδικό «∆ιαβάζω» αφιέρωµα στην Θεολογία.(τ. 21, 1990). Το άρθρο ανατυπώθηκε στο: Ν. Ματσούκας, "Μυστήριον επί των ιερώς κεκοιµηµένων" και άλλα µελετήµατα, Θεσσαλονίκη 1992 σ.83-101. Βλέπε και Γιώργος Καραγιάννης, Εκκλησία και Κράτος 1833-1997. Ιστορική ανασκόπηση των σχέσεων τους, εκδόσεις «Το Ποντίκι» 1997.σ. 91-97. 559 Π. ∆ιακογιάννη, Η παιδεία στη Σάµο από την Τουρκοκρατία µέχρι σήµερα. σ. 253 550
43 µε τις απόψεις των περισσοτέρων γονέων των µαθητών.560 Έχει δηµιουργηθεί ένα κλίµα φοβίας στους µαθητές για την εξωσχολική ζωή τους και χρησιµοποιούνται ως καταδότες οι συνειδητοί µαθητές του κατηχητικού.561 Η παρακολούθηση κινηµατογραφικών προβολών απαγορεύεται. Μόνο σε ειδικές προβολές και υπό την εποπτεία του σχολείου, οι µαθητές µπορούσαν να δουν κάποια ταινία. Το περιβάλλον του σχολείου ενοχλείται ακόµη και από τα αθώα φιλιά που υπάρχουν στις γνωστές επικές ταινίες του ιταλικού κινηµατογράφου, ενώ δεν ανησυχεί για τους φόνους και τις άλλες σκηνές βίας που βλέπουν οι µαθητές σε αυτές τις ειδικές προβολές.562 Ο θεολόγος του σχολείου, λόγω του πουριτανισµού του, µπορούσε να δεχθεί, οποιαδήποτε ανοησία αν του παρουσιαζόταν ως προάσπιση της ηθικής.563 Όπως σηµειώσαµε και παραπάνω, αυτός ο ακραίος πουριτανισµός δεν αντανακλούσε καµιά υπαρκτή ηθική και κοινωνική αντίληψη. Ο κύκλος του κατηχητικού, όταν ερχόταν σε αντιπαράθεση µε ανθρώπους που είχαν εξουσία και κύρος στη τοπική κοινωνία, µετρίαζε την ακραία συµπεριφορά του.564 Αυτά όλα είχαν τις χειρότερες συνέπειες και για το ρόλο των θρησκευτικών στο σχολείο, αλλά και γενικότερα για τη χριστιανική αγωγή. ∆ιαβάζοντας κανείς αυτές τις αναµνήσεις, διαισθάνεται ότι οι περισσότεροι µαθητές, έβλεπαν τον θρησκευτικό πολιτισµό, όπως παρουσιαζόταν από το σχολείο και το κατηχητικό, σαν ένα παρωχηµένο και καταπιεστικό µόρφωµα. ∆εν έχουν όµως, όλοι οι εκπαιδευτικοί φορείς του νησιού αυτή την άποψη για τον ρόλο της εκκλησίας στην εκπαίδευση: δηλαδή του θεµατοφύλακα της ηθικής. Ζητούν από αυτή να πρωτοστατήσει σε µια µορφωτική ανάταση, κατά το παράδειγµα του Παπατρέχα, του Αδ. Κοραή, ο οποίος πρότεινε τα χρήµατα που συγκεντρώθηκαν για την διαπλάτυνση του ναού της ενορίας του, να µπουν στην άκρη για να πληρώνεται ένας δάσκαλος που θα µορφώσει τα παιδιά.565 Όµως τα αίτια της κατάστασης αυτής αλλού κυρίως πρέπει να αναζητηθούν και όχι µόνο στην προσωπικότητα και τις προϋποθέσεις των εκπαιδευτικών αυτής της περιόδου. Απλώς κάποιοι από αυτούς ήταν ένθερµοι οπαδοί της ακολουθούµενης εκπαιδευτικής πολιτικής. Τα κατηχητικά σχολεία και το µάθηµα των θρησκευτικών έγιναν η αιχµή της αυταρχικής εκπαιδευτικής πολιτικής της πρώτης µεταπολεµικής περιόδου, η οποία ζητεί να ισχυροποιήσει το ιδεολόγηµα του «ελληνοχριστιανικού πολιτισµού», µέσω της εκπαίδευσης. Τα εθνικιστικά προσχήµατα χρησιµοποιούνται για καλυφθεί ο περιορισµός κάθε αναφοράς σε κοινωνικά προβλήµατα καθώς θεωρήθηκε ότι τέτοιες αναφορές θα αναζωπύρωναν την ένταση του εµφυλίου πολέµου.566 Η στρέβλωση βέβαια του θρησκευτικού πολιτισµού πρόσφερε το ένα σκέλος αυτού του ιδεολογήµατος. Η οπισθοδρόµηση της εκπαιδευτικής πολιτικής σε σχέση µε την προπολεµική εποχή είναι εµφανής, όχι µόνο σε σχέση µε τους στόχους της εκπαίδευσης, αλλά και καθαρά σε σχέση µε την εκπαιδευτική διαδικασία. ∆εν ήταν υπό έλεγχο µόνο η παρακολούθηση του κινηµατογράφου από τους µαθητές, αλλά και η παρακολούθηση και η συµµετοχή σε αγώνες ποδοσφαίρου. Οι µαθητές που θα συµµετείχαν σε τέτοιες δραστηριότητες απειλούνταν µε αποβολή. Κρίνεται ότι ο αυταρχισµός και η καταπίεση στο σχολείο είχε ξεπεράσει κατά πολύ τον αυταρχισµό της πολιτικής σφαίρας.567
560
Α. Βογιατζής, ο απαγορευµένος καρπός του κινηµατογράφου, Απόπλους(9/18-19-20) Σάµος, Χειµ. 1999, σ. 193-198 561 Λ. Ψαραύτη, Σινεµά ο «Απόλλων», Απόπλους(9/18-19-20) Σάµος, Χειµ. 1999, σ. 188-190 562 Α. Βογιατζής, όπ. π, σ. 193-198 563 Λ. Ψαραύτη, όπ. π , σ. 188-190 564 Α. Βογιατζής, όπ. π, σ. 193-198 565 Χαιρετισµός ∆. ∆ηµόπουλου ∆/ντή Στοιχειώδους εκπαιδεύσεως, Πρακτικά Α΄ Ιερατικού Συνεδρίου Σάµου και Ικαρίας Σάµος 1964. 566 Κ. Τσουκαλάς, Η ιδεολογική επίδραση του εµφυλίου πολέµου, Η Ελλάδα στην δεκαετία 19401950 (Συλλογικός τόµος), Αθήνα 1984, σ. 576-577. 567 όπ.π., σ.584-585
44 5.Ο τουρισµός Μέσα στις αρνητικές εξελίξεις των πρώτων µεταπολεµικών δεκαετιών, αρχίζει να προβάλλεται ως η µοναδική σωτήρια λύση για το νησί η ανάπτυξη του τουρισµού. Αυτή η άποψη κατακτά πολύ γρήγορα και τον κύκλο των ανθρώπων που έχουν εξουσία και κύρος στην πρωτεύουσα του νοµού. Έτσι ο τουρισµός γίνεται η κυριότερη ελπίδα ανάσχεσης των αρνητικών οικονοµικών εξελίξεων στο νησί.568 Η γειτονική Μύκονος γίνεται το υπόδειγµα ανάπτυξης του.569 Βέβαια η Σάµος είναι ένας χώρος µε πολύ διαφορετικές ιστορικές, οικονοµικές, πολιτισµικές προϋποθέσεις από τη Μύκονο, αλλά αυτό δεν φαίνεται να απασχολεί σοβαρά τους θιασώτες του τουρισµού. 570 Η προοπτική αναδιοργάνωσης του πρωτογενούς και δευτερογενούς τοµέα της οικονοµίας είχε περάσει σε δεύτερη µοίρα σε σχέση µε την ελπίδα της τουριστικής ανάπτυξης. Είναι πολύ δύσκολο να απαντηθεί το ερώτηµα αν υπήρχε η δυνατότητα αναδιοργάνωσης των υφιστάµενων παραγωγικών δοµών, µέσα στα γνωστά οικονοµικά, κοινωνικά και πολιτικά πλαίσια της µεταπολεµικής εποχής και αν τα οφέλη από αυτή τη διαδικασία θα ήταν αµεσότερα από αυτά της τουριστικής ανάπτυξης.571 Είναι όµως άξιο παρατήρησης ότι οι τοπικοί συλλογικοί φορείς την πρώτη µεταπολεµική εποχή έχουν περισσότερες µακροπρόθεσµες στρατηγικές ανάπτυξης για τον τουρισµό, αντί για τους υπάρχοντες παραγωγικούς τοµείς, τουλάχιστον στο επίπεδο της προσπάθειας για την υλοποίηση των σχεδίων: Η Σάµος έπρεπε να προσελκύσει τους πρώτους επισκέπτες, οι οποίοι θα διαφήµιζαν την φυσική οµορφιά της και τους αρχαιολογικούς της θησαυρούς, ώστε να γίνει το νησί γνωστό ως τουριστικός τόπος στο εξωτερικό, αλλά και στο εσωτερικό. Οι τοπικοί φορείς επέλεξαν πετυχηµένα, όπως φάνηκε στην συνέχεια, να διαφηµίσουν το νησί µέσω του ονόµατος του γνωστότερου ανά την υφήλιο Σαµιώτη, του Πυθαγόρα. Οι φίλοι της Πυθαγόρειας φιλοσοφίας, που είχαν οργανωθεί σε συνδέσµους µε παγκόσµια δικτύωση, σκόπευαν να γιορτάσουν τα 2500 χρόνια από την ίδρυση της σχολής του το 1955. Οι τοπικοί φορείς τους καλούν να πραγµατοποιήσουν αυτή τη γιορτή στη Σάµο και µε την στήριξη του Ελληνικού κράτους διοργανώνουν µια πολύ ελκυστική διαµονή και περιήγησή αυτών στο νησί. Τέλος ως εντυπωσιακότερο κίνητρο αποφασίζουν την αλλαγή του ονόµατος της κοινότητας Τηγανίου, που είναι κτισµένη πάνω στην αρχαία πόλη της Σάµου, σε Πυθαγόρειο.572 Είναι τέτοια η ανάγκη του κόσµου για µια προοπτική ανάπτυξης που ακόµα και ο µητροπολίτης Ειρηναίος, µελετητής των ορθόδοξων δογµάτων αλλά και της φιλοσοφίας, συµµετέχει τελώντας δοξολογία στις γιορτές αυτές.
568
Θ. Στεφανίδη, Ο Σαµιώτικος τουρισµός, Σαµιακή 3/4/56, σ.1: Πρέπει να γίνει σα να πούµε µια επανάσταση ψυχών, που να κινήσει και να αναταράξει τα λιµνασµένα µας νερά. Επανάσταση που θα δύσει να νιώσουν όλοι, πως ο τουρισµός είναι πηγή πλούτου ανώτερη κι απ’ το λάδι κι απ’ τον καπνό κι απ’ το κρασί. Βλέπε και Σαµιακή 24/12/55,σ.1, 18/1/56, σ.1, 27/2/56,σ.1 27/4/56, σ.1, Σαµιακόν Βήµα 28/6/54, σ.4 -25/2/55, σ. 1 569 Σαµιακόν Βήµα 28/11/55, σ.1. Κ. Καµπούρη, Ο τουρισµός και η Σάµος, Σαµιακή Επιθεώρηση (Ε/17)Μάιος 1972, σ.36 570 Σε σχέση µε την Μύκονο θα µπορούσε να προβληθεί ο αγροτικός και όχι εµποροναυτικός προσανατολισµός της οικονοµίας και της κοινωνίας για το µεγαλύτερο διάστηµα του παρελθόντος και η διαφορετικού ρυθµού και τύπου αστικοποίηση τον προηγούµενο αιώνα: Η Σάµος αναπτυσσόµενος βιοµηχανικός χώρος µε έντονες οικονοµικές σχέσεις µε τις γειτονικές του νησιωτικές και η ηπειρωτικές περιφέρειες. Ενώ η Μύκονος είχε έντονη παρουσία στο διαµετακοµιστικό εµπόριο. Η ελπίδα για γρήγορη τουριστική ανάπτυξη, η οποία θα δώσει ξανά τον «ευρωπαϊκό αέρα» στο νησί, ανταποκρίνεται σε αυτό που πολύ εύστοχα είχε σηµειώσει από το 1965 ο Κ. Σοφούλης ότι η κοινωνική και οικονοµική κατάσταση της Σάµου εκείνη την εποχή έµοιαζε «κατά πολύ µε τας παλαιάς εκείνας οικογενείας, αι οποίαι εγνώρισαν τον πλούτον και την δόξαν, αλλά αυτοκαταδικάζονται εις αφάνειαν λόγω αδυναµίας προσαρµογής εις τας δηµιουργηµένας νέας συνθήκας.»: Κ. Σοφούλης, Γενικαί κατευθήνσεις για την σύνταξη προγράµµατος περιφερειακής ανάπτυξεως των νήσων Σάµου Ικαρίας και Πάτµου, σ.10 571 Αυτό ίσως απαντηθεί, µε εµβριθείς εργασίες οικονοµικής ανάλυσης, τώρα που σηµειώνεται πλέον µείωση των οφελών από τις γνωστές µορφές του µαζικού τουρισµού. 572 Σαµιακόν Βήµα 14/2/55, σ. 1, 15/3/55, σ.1, 11/7/55, σ. 1, 16/9/55, σ. 1.
45 Ήταν βέβαια γνωστό ότι η Πυθαγόρεια φιλοσοφία έχει και θρησκευτικές προεκτάσεις που µάλιστα δεν συµβαδίζουν σε βασικά σηµεία τους µε τον χριστιανισµό. Κρίνοντας σκοπιµοθηρικά όµως, ότι η προσέλκυση των Πυθαγορείων ήταν ένα σηµαντικό βήµα για την ανάπτυξη του νησιού, µπαίνει σε µια διαδικασία άντλησης επιχειρηµάτων για να υποστηρίξει την προσπάθεια . ∆ηµοσιεύει µάλιστα και άρθρο για να αιτιολογήσει την στάση του. Η Ελληνική φιλοσοφία υποστηρίζει, ήταν προπαρασκευαστική για τον Χριστιανισµό. Ο Πυθαγόρας ήταν «ιδεαλιστής» σε σχέση µε τους υπόλοιπους Ίωνες φιλόσοφους οι οποίοι ήταν «υλιστές». Οι κοινότητες των Πυθαγορείων λειτουργούσαν µε βάση την «ηθική πειθαρχία». Οι Σαµιώτες µπορούν λοιπόν να σχετιστούν µε την σηµερινή παγκόσµια κοινότητα των Πυθαγορείων, αφού αυτό θα ωφελήσει τον τόπο τους, γνωρίζοντας βέβαια ότι πρεσβεύουν σε ορισµένα σηµεία διαφορετικά πράγµατα από ότι η πατροπαράδοτη πίστη τους. 573 Η «ηθική πειθαρχία» και η αντίθεση απέναντι στο «υλισµό», ήταν βέβαια σηµαντικά στοιχεία της κρατούσας ιδεολογίας της εποχής και κατά συνέπεια ο µητροπολίτης βλέπει ότι µπορούν να θεµελιώσουν απόλυτα τη στάση του στο θέµα αυτό. Οι σχέσεις µε τους Πυθαγορείους πράγµατι, ήταν ένα δυναµικό ξεκίνηµα.574 Από τότε οι κάτοικοι του Τηγανίου και της γύρω περιοχής θα συνειδητοποιήσουν την σηµασία αυτής της αλλαγής του ονόµατος. Η αρχαιότητα καθίσταται οικονοµικός πόρος και µ’ αυτόν τον τρόπο επανακαθορίζεται ο παραγωγικός προσανατολισµός της περιοχής.575 Η οριστική βέβαια επικράτηση της λογικής του τουρισµού θα διαφανεί προς τα τέλη της δεκαετίας του ’60.576 Όµως από όλες τις µετονοµασίες πόλεων και χωριών της Σάµου, κυρίως αυτή του Τηγανίου σε Πυθαγόρειο έχει επικρατήσει στον καθηµερινό λόγο των κατοίκων του νησιού, γεγονός που δείχνει σε µακρόχρονη προοπτική, την επιτυχία εκείνης της πρώτης προσπάθειας τουριστικής ανάπτυξης. Η στρατηγική προσέλκυσης τουριστών συνεχίστηκε και µετά την έλευση των «Πυθαγορείων». Οι τοπικοί φορείς συνεπικουρούµενοι από την Αδελφότητα Σαµίων της Αθήνας-στην οποία µπορούσαν να βασιστούν, διότι στα µέλη της περιλαµβάνονται άτοµα «καλής κοινωνικής τοποθετήσεως»-577 θα κάνουν κάθε προσπάθεια ώστε να οργανωθούν στη Σάµο συνέδρια επαγγελµατικών κλάδων. Θα καταφέρουν γίνει η Σάµος µαζί µε τη Μυτιλήνη χώρος διεξαγωγής του Πανελλήνιου Ιατρικού Συνέδριου, παρόλο που έχουν την γνώση ότι οι υπηρεσίες που µπορεί να προσφέρει το νησί στον τοµέα του τουρισµού είναι ακόµα χαµηλές και υπάρχει κίνδυνος να έχουν τα αντίθετα αποτελέσµατα.578 Θα κάνουν έτσι, το κάθε τι δυνατό ώστε να γίνει αρτιότερη η οργάνωση της διαµονής των συνέδρων, προσφέροντας εντυπωσιακές παράλληλες εκδηλώσεις, όπως συναυλία κλασικής µουσικής υπό τη διεύθυνση του -Σαµιακής καταγωγής- ακαδηµαϊκού Μ. Καλοµοίρη.579 Συνεχίζοντας τις προσπάθειες θα προσπαθήσουν να µπουν στα δροµολόγια των κρουαζιερόπλοιων, υποδεχόµενοι τους πρώτους ταξιδιώτες αυτού του είδους ως να ήταν επίσηµα πρόσωπα.580 Η αδελφότητα Σαµίων της Αθήνας, πράγµατι θα γίνει ένας σηµαντικός παράγων για την έλευση τουριστών. ∆ιοργανώνει εκθέσεις µε θέµα την Σάµο στην Αθήνα,581 παράγει ντοκιµαντέρ µε τίτλο «Σάµος το νησί του Πυθαγόρα»582 και συνεργάζεται µε διαφηµιστική εταιρία για την προβολή του νησιού.583
573
Ειρηναίου Σάµου, Οι Πυθαγόρειοι και ο Χριστιανισµός, Σαµιακόν Βήµα10/1/56 Παρεπιπτώντως µια µοντέρνα συµπεριφορά για τα πλαίσια της εποχής εκείνης. 574 Ανταπόκριση εξ Αθηνών, Σαµιακή 27/1/56,σ.1 575 Συνέντευξη του προέδρου της κοινότητος Πυθαγορείου, Ιωάννη Σουλούνια, Σαµιακή 7/2/56, σ.1 576 Θ. ∆ηµητριάδη, Τουριστικό Ξύπνηµα, Σαµιακή 4/6/66, σ.1 577 «Ελλάς» 2/12/56, σ.1 578 Σαµιακόν Βήµα 25/1/57, σ.1 579 Χ.Λάνδρος, Η Σάµος του 20ου αιώνα -χρονολόγιο των κυριοτέρων γεγονότων από το 1990-1999, Χαραυγή 11/12/99 -Επιπλέον σ.10 580 Σαµιακή 11/3/63: Τουριστική επιτροπή Σάµου. 581 Σαµιακόν Βήµα 21/6/57, σ.1 582 Σαµιακή 7/1/62, σ.4 583 Σαµιακή 7/6/66, σ.1
46 Εκτός όµως από τη προσέλκυση των πρώτων τουριστών έπρεπε να δηµιουργηθούν και υποδοµές. Την δεκαετία του ’50 στη Σάµο, που θέλει να αναπτύξει τον τουρισµό, δεν υπάρχει κάποιο σύγχρονο «τουριστικό ξενοδοχείο». Η τοπική αυτοδιοίκηση αρχικά, αργότερα ο «τουριστικός σύλλογος» ή η «τουριστική επιτροπή», που έχουν ήδη ιδρυθεί, θα φροντίσουν ώστε να βρίσκονται δωµάτια σε σπίτια µε όσο το δυνατό καλύτερες υπηρεσίες για να εξυπηρετούνται οι τουρίστες που προσελκύονται.584 Όµως αυτό δεν είναι αρκετό. Με καθηµερινές προσπάθειες και συνεχείς πιέσεις στην κεντρική κυβέρνηση, κατορθώνουν σε σχετικά λίγα χρόνια, να χτιστεί από το κράτος στην πόλη της Σάµου ένα τέτοιο ξενοδοχείο.585 Για να «ολοκληρωθεί» η Σάµος ως τουριστικός τόπος δεν φτάνουν µόνο τα καταλύµατα. Χρειάζονται κάποιοι πόλοι έλξης. Το ∆ηµοτικό Συµβούλιο Καρλοβάσου απειλεί να παραιτηθεί όταν µαθαίνει ότι σταµάτησαν τα έργα για την κατασκευή ιαµατικών λουτρών στην περιοχή, επειδή τα νερά κρίθηκαν όχι και τόσο κατάλληλα.586 Οι άνθρωποι που πρωτοστατούν στις προσπάθειες για την τουριστική ανάπτυξη θα συνδράµουν τους κατοίκους των «Μανωλατών», ενός γραφικού χωριού του νησιού, οι οποίοι µε ίδια µέσα και προσωπική εργασία κατασκευάζουν αµαξιτό δρόµο για το χωριό τους.587 Θα δηµιουργήσουν την πρώτη οργανωµένη πλάζ στο νησί και θα εργαστούν ώστε να καθαριστούν και να αποδοθούν στο κοινό σπουδαίοι αρχαιολογικοί χώροι όπως το Ευπαλίνειο Υδραγωγείο.588 Πρέπει όµως να προσελκυσθεί και ο πληθυσµός του νησιού στη λογική των τουριστικών εκµεταλλεύσεων, γι’ αυτό και οι τοπικές εφηµερίδες της εποχής είναι γεµάτες από τα δηµοσιεύµατα των πρωτοστατών του τουρισµού για τι πρέπει να κάνει ο κάθε Σαµιώτης, αν θέλει να ορθοποδήσει το νησί µέσω του τουρισµού.589 Και όπου «δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος»: Η Χωροφυλακή απαγορεύει στους αγωγιάτες να περνούν από τους κεντρικούς δρόµους των πόλεων.590 Φαίνεται ότι ήταν σε γνώση των τοπικών παραγόντων ότι θα καθυστερούσε πολύ να δηµιουργηθεί τουριστικό ρεύµα για το νησί, από το µηδέν. Έτσι έδιναν µεγάλη δηµοσιότητα στα τυχόν εγκωµιαστικά δηµοσιεύµατα του διεθνούς τύπου, αλλά και στους λόγους για τους οποίους οι ίδιοι οι τουρίστες έλεγαν ότι έρχονται στην Ελλάδα µε τη µόνιµη υπενθύµιση, «χρειάζεται ακόµη λίγη προσπάθεια».591 Με τον τουρισµό είναι άµεσα συνδεδεµένη και η προσπάθεια για την ανάπτυξη των συγκοινωνιών που περιγράψαµε σε άλλα σηµεία αυτής της εργασίας. Όπως φαίνεται όµως, µετά από όλες αυτές τις προσπάθειες, η τουριστική ανάπτυξη της Σάµου ξεκίνησε µε πρωτοβουλία των τοπικών φορέων, οι οποίοι είδαν σε αυτή τη λύση του οξύτατου οικονοµικού, κοινωνικού και δηµογραφικού προβλήµατος του νησιού. ∆εν ήταν αποτέλεσµα της ανακάλυψης του χώρου από τους τουρίστες, όπως συµβαίνει συχνά.592 Πρέπει µάλιστα να σηµειωθεί ότι στην αρχή οι προοπτικές δεν ήταν καθόλου ευοίωνες, αφού τα πρώτα ξενοδοχεία που άνοιξαν δεν είχαν την αναµενόµενη πελατεία. 593 Από αυτή την άποψη η εισαγωγή του τουρισµού στην οικονοµία του νησιού µπορεί να θεωρηθεί µια καινοτοµία της τοπικής κοινωνίας, ένα βήµα σκόπιµου οικονοµικού και κοινωνικού εκµοντερνισµού, ένδειξη ευελιξίας και κινητικότητας. Αν κριθεί βέβαια µε βάση την κατοπινή εξέλιξη της γρήγορης και άναρχης ανάπτυξης µε βάση τα παραγγέλµατα και τις προτιµήσεις των µεγάλων διεθνών εταιριών στο χώρο του τουρισµού, ίσως καταλογιστούν πολλά αρνητικά στην όλη προσπάθεια. Όµως δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αυτοί οι άνθρωποι επιθυµούσαν 584
Σαµιακόν Βήµα 7/5/55, σ.4, 13/5/57, σ.1, Α. Γιοκαρίνης, Άπαντα, σ.333-335 Χ . Β. Βλιάµος, Το Ξενοδοχείον, Σαµιακόν Βήµα 27/6/55, 4/7/55, 11/7/55. Σαµιακή 22/11/55, σ.1, 6/12/56,σ.1, 17/7/56, σ.1. Σαµιακόν Βήµα 28/6/54, σ.4. 586 «Ελλάς» 3/6/57, σ.1 587 Σαµιακόν Βήµα, 21/6/57, σ.1 588 Α. Γιοκαρίνης, Άπαντα, σ.333-335 589 βλέπε Σαµιακή 28/9/56, σ.1, 14/1/58, σ.1, 20/4/58, σ.1 590 Σαµιακή 20/4/64, σ.3 591 Σαµιακόν Βήµα 25/2/55, σ.1. Σαµιακή 14/10/63, σ.3. 27/6/66, σ.1. 592 Π. Τσάρτας, Τουρίστες, ταξίδια ,τόποι - Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις στον Τουρισµό, Αθήνα 1996, σ.289 593 Σαµιακή 25/9/56, σ.1 585
47 τη γνωστή κατοπινή εξέλιξη. Από το 1965, τα τουριστικά γραφεία, ήδη είναι σηµαντικότερος παράγοντας για την υπόθεση του τουρισµού από ότι οι «ερασιτέχνες» που προηγήθηκαν...594 Τη δεκαετία του ’70 θα ξεκινήσει ουσιαστικά η τουριστική ανάπτυξη, µε τον τύπο του σύγχρονου οργανωµένου τουρισµού. Παρατηρείται ίδρυση τουριστικών καταλυµάτων µεγάλου και µεσαίου µεγέθους στο Πυθαγόρειο, το Καρλόβασι, το Κοκκάρι και την πρωτεύουσα του νησιού. Θα ακολουθήσει η έλευση των πρώτων Σκανδιναβών τουριστών µε πτήση τσάρτερ.595 Η ανάπτυξη του τουρισµού θα κορυφωθεί τη δεκαετία του ’80, µε την δηµιουργία άλλων µονάδων, στη πλειοψηφία τους µικρών, µε βάση τα κρατικά κίνητρα ( δάνεια, επιδοτήσεις)596. Τότε θα διαφανούν και τα σηµαντικά πολιτιστικά ψυχολογικά, περιβαλλοντικά προβλήµατα, που έφερε η «απρογραµµάτιστη τουριστική έκρηξη» και θα ζητηθεί από τους τοπικούς φορείς η δυνατότητα κοινωνικών παρεµβάσεων για τη λειτουργία της τουριστικής οικονοµίας µε βάση ένα πιο ορθολογικό πλαίσιο.597 Πρέπει να επισηµανθεί ότι πολύ νωρίς, από τον καιρό που ακόµα δεν είχε εκδηλωθεί η κρίση, ήταν καταγεγραµµένη και η τάση ολοκληρωτικής άρνησης του µαζικού τουρισµού, εξ’ αιτίας αφενός της εγκατάλειψης κάθε άλλης αναπτυξιακής προσπάθειας, και αφετέρου της γνωστής «σχέσης εξυπηρέτησης» που µεταβάλλει τον εργαζόµενο από δηµιουργό σε κόλακα.598 Ο οργανωµένος τουρισµός είναι ουσιαστικά µια «βιοµηχανία» που πουλά τυποποιηµένα προϊόντα στην αγορά. Αυτά τα προϊόντα που χαρακτηρίζονται είτε «µοντέρνα», είτε «παραδοσιακά» ή «εξωτικά», συνδέονται µε τον τόπο των διακοπών, αλλά και µε τις ανάγκες του µάρκετινγκ και τον διεθνή ανταγωνισµό. Αυτοί που αναλαµβάνουν την προώθηση του προϊόντος στη διεθνή αγορά, ζητούν οι προσφερόµενες υπηρεσίες στον τόπο των διακοπών να ακολουθούν τις ανάγκες του µάρκετινγκ. Έτσι η ρευστότητα σε µια αγορά στην οποία όλοι προσφέρουν ουσιαστικά το ίδιο προϊόν σε όλους ( φτηνές, διασκεδαστικές και ξεκούραστες διακοπές), εµφανίζει πολλές φορές ήδη ξεπερασµένες τις υποδοµές που πριν λίγο καιρό δηµιουργήθηκαν στους τόπους υποδοχής των τουριστών. 599 Πολύ γρήγορα, ήδη από το πρώτο µισό της δεκαετίας του ’90, θα διαφανούν τα προβλήµατα του κυρίαρχου µοντέλου τουριστικών εκµεταλλεύσεων, που βασίζεται στο φθηνό µαζικό τουρισµό µε προέλευση τις χώρες της ∆υτικής Ευρώπης. Τα προβλήµατα έρχονται στην επιφάνεια µε την πτώχευση πολλών µικρών τουριστικών επιχειρήσεων και τη σχετική σταθεροποίηση του ρυθµού αύξησης των αφίξεων, η οποία δεν ανταποκρίνεται στην αύξηση της προσφοράς εργασίας στον τοµέα του τουρισµού. Οι µακροπρόθεσµες προοπτικές του διαγράφονται αυτή τη στιγµή χειρότερες, αφού δεν µένουν πλέον στο νησί οικονοµικά πλεονάσµατα, τα οποία θα χρησιµοποιηθούν για µελλοντική ανάπτυξη.600 Ο σκελετός των οικονοµικών, κοινωνικών και πολιτισµικών στοιχείων που περιγράφουν την πορεία της τουριστικής ανάπτυξης, ακολουθεί τον γενικό κανόνα, µε κάποιες εξαιρέσεις, που ακολούθησε ο Τουρισµός σε παγκόσµια κλίµακα. Κοινωνιολογικές µελέτες του τουριστικού φαινοµένου έχουν περιγράψει ως εξής την πορεία των επιδράσεων του τουρισµού στις τοπικές κοινωνίες: Σε ένα πρώτο στάδιο, η τοπική κοινωνία- συνήθως αγροτικού τύπου- υποδέχεται τους τουρίστες, οι οποίοι είναι αυτόνοµοι περιηγητές και ο τοπικός 594
Σαµιακή 20/12/65, σ.1 Χ.Λάνδρος, Η Σάµος του 20ου αιώνα -χρονολόγιο των κυριοτέρων γεγονότων από το 1990-1999, Χαραυγή 11/12/99 -Επιπλέον σ. 12-13 596 Σ. Αγαπητός, εισήγηση στο Αναπτυξιακό συνέδριο Νοµού Σάµου, Μάιος 1988, Πίνακας επενδύσεων Ν.1262/82 µέχρι 31.12.87(υπαγωγές)Νοµού Σάµου.: Σύνολο επενδύσεων τριτογενούς τοµέα: 4.713.062.500,νέες θέσεις εργασίας τριτογενούς τοµέα 1379, αριθµός κλινών 3.331. 597 Ν. Μάρκου, πρόεδρος της κοινότητας Πυθαγορείου, εισήγηση στο Αναπτυξιακό συνέδριο Νοµού Σάµου, Μάιος 1988. 598 Κ. Καλατζής, Γράµµα στο Μήτσο, Σαµιακή Επιθεώρηση τ. 37/38, σ.58. 599 Π. Τσάρτας, Τουρίστες, ταξίδια ,τόποι - Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις στον Τουρισµό, Αθήνα 1996, σ.32-33, 282-283 600 Περιοχή Νοτιοδυτικής Σάµου - Οριακή κατάσταση, Χαραυγή 13/11/99 595
48 πληθυσµός αντιδρά µάλλον θετικά. Στην επόµενη φάση το διαφαινόµενο όφελος από τις τουριστικές εκµεταλλεύσεις οδηγεί σε επενδύσεις στο χώρο του τουρισµού και στην ενασχόληση µε τα τουριστικά επαγγέλµατα, λόγω του ότι είναι πιο αποδοτικά από τα παραδοσιακά. Η αγροτική κοινωνία υιοθετεί επιφανειακά τα γνωρίσµατα των αστικών κέντρων. Αυτό οδηγεί στη συνύπαρξη των παραδοσιακών ηθών και εθίµων µε σύγχρονες παραγωγικές δραστηριότητες, αλλά και νοοτροπίες στο χώρο της οικονοµίας αρχικά και βαθµιαία και σε άλλους τοµείς της καθηµερινής ζωής. Στο τελευταίο στάδιο έχουµε την πλήρη ανάπτυξη του οργανωµένου µαζικού τουρισµού. Έχουν εµπεδωθεί πλέον η αστικοποίηση της τοπικής κοινωνίας µε ένα χαρακτήρα συχνά αντιφατικό:601 Αφ’ ενός παρατηρείται η αύξηση της απασχόλησης και των εισοδηµάτων και, κατά συνέπεια, η οικονοµική απεξάρτηση των νέων από το οικογενειακό τους περιβάλλον, αλλά και η επιβολή των καταναλωτικών προτύπων. Αφ’ ετέρου επιβιώνουν στην κοινωνική δοµή πολλά χαρακτηριστικά της αγροτικής κοινωνίας, όπως ο αυξηµένος κοινωνικός έλεγχος, ο οποίος γίνεται εντονότερος τη µη τουριστική περίοδο ( το Χειµώνα για τα Ελληνικά δεδοµένα) όταν ο χώρος κυριολεκτικά «αδειάζει» από τον πληθυσµό του. Η συνειδητοποίηση όµως, ότι µε την κορύφωση της τουριστικής ανάπτυξης, η περαιτέρω τουριστική µεγέθυνση εξαρτάται από εξωγενείς παράγοντες (οικονοµική δυνατότητα και νοοτροπίες των κατοίκων των χωρών προέλευσης, συναλλαγµατικές ισοτιµίες, κέρδη των πολυεθνικών εταιριών που ελέγχουν τον παγκόσµιο τουρισµό), οδηγεί στη συνειδητοποίηση της ενσωµάτωσης στο διεθνές οικονοµικό σύστηµα. Σ’ αυτό το στάδιο ο διπολισµός ανάµεσα στο «σύγχρονο» και το «παραδοσιακό» αποκτά χαρακτήρα σύγκρουσης.602 Η εµπορικοποίησή της παράδοσης και οµογενοποίησή της για όφελος της τουριστικής αγοράς, που αναζητά τον ίδιο αναγνωρίσιµο τύπο προϊόντων603, γίνεται αφορµή για την διπλή απόρριψη της νόθας µορφής του λαϊκού πολιτισµού που προβάλλεται. Είτε µε την αναζήτηση του αυθεντικού στο παρελθόν, είτε µε την αναζήτηση του προσωπικού χαρακτήρα στη δηµιουργία. Πρέπει όµως να σηµειώσουµε ότι η επιλογή της δεύτερης περίπτωσης είναι δυσκολότερη, διότι αυτός που την ακολουθεί πρέπει να ξεπεράσει την κυρίαρχη νοοτροπία σχετικά µε το χαρακτήρα ενός χώρου που αποκοµίζει οικονοµικά οφέλη προβάλλοντας τον «παραδοσιακό» πολιτισµό του. Στην πρώτη περίπτωση η διαφορετικότητα µπορεί να ενταχθεί ως ποιοτικότερη -ασφαλώς-λεπτοµέρεια στο µοντέλο που επικρατεί. Υπάρχει µια διάχυτη άποψη ότι ο τουρισµός µεταβάλλει τις δοµές της τοπικής κοινωνίας προς το µοντέρνο υπόδειγµα µε εντατικότερο τρόπο από κάθε άλλη παραγωγική διαδικασία, λόγω των επιδράσεων των τουριστών στην τοπική κοινωνία. Υπάρχουν όµως διάφοροι λόγοι που οι επιδράσεις αυτές παραµένουν επιδερµικές. Τα πλαίσια του σύγχρονου µαζικού τουρισµού κάθε άλλο παρά ενθαρρύνουν την ουσιαστική επαφή των τουριστών µε τους ντόπιους. Ο λίγος χρόνος, το πρόγραµµα και η ασφάλεια που τα γραφεία οφείλουν να παρέχουν στους τουρίστες δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια για ουσιαστική επαφή. Αυτό που υπάρχει είναι µια σχέση εξυπηρέτησης, την οποία συχνά οι ντόπιοι τη θεωρούν ανισότιµη αφού πιέζονται για βιοποριστικούς λόγους, να υιοθετήσουν ένα είδος καθηµερινής συµπεριφοράς το οποίο να ανταποκρίνεται στις συνήθειες και τις προσδοκίες των τουριστών. Μόνο κάτω από ιδιάζουσες περιπτώσεις (µικτοί γάµοι, µόνιµη ή περιοδική εγκατάσταση ξένων στο τουριστικό µέρος κ.α.) υπάρχει η δυνατότητα ουσιαστικών επιδράσεων. 604 Η ουσιαστική µεταβολή που επιφέρει ο τουρισµός και µάλιστα ο µαζικός στην τοπική κοινωνία είναι άλλης µορφής. Η βιοµηχανική λειτουργική λογική των τουριστικών εκµεταλλεύσεων, η προσφορά µισθωτής εργασίας σε ευαίσθητες κοινωνικές οµάδες - π.χ. έφηβοι και γυναίκες, η σταδιακή συνειδητοποίηση της ενσωµάτωσης στο διεθνές οικονοµικό σύστηµα φέρνουν την αστικοποίηση του πληθυσµού.
601
Π. Τσάρτας, Τουρίστες, ταξίδια ,τόποι - Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις στον Τουρισµό, σ.289-290 όπ. π. ,σ. 263-267 603 όπ. π. , σ.310, 322 604 Π. Τσάρτας, Τουρίστες, ταξίδια ,τόποι - Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις στον Τουρισµό, σ.213-214219 602
49 Αυτό έχει διαπιστωθεί και από συγκριτικές εµπειρικές έρευνες που διεξήγαγε το Ε.Κ.Κ.Ε στον Ελλαδικό χώρο: Η µεταβολή στις κοινωνικές δοµές των περιοχών µε τουριστική ανάπτυξη είναι παράλληλη µε τη µεταβολή στις δοµές των βιοµηχανικών περιοχών. Σε συγκεκριµένες, όµως, παραµέτρους όπως π.χ. οι σχέσεις µέσα στην οικογένεια, οι βιοµηχανικές περιοχές χαρακτηρίζονται «προοδευτικότερες».605 Στη περίπτωση της Σάµου υπάρχουν κάποιες ιδιαιτερότητες, αρκετά σηµαντικές για την εξέταση της συµβολής του τουρισµού στην αλλαγή των κοινωνικών δοµών: Η τουριστική ανάπτυξη του νησιού δεν ήταν αποτέλεσµα κυρίως της ανακάλυψής του από µέρους των τουριστών, αλλά των µακροπρόθεσµων στρατηγικών της τοπικής κοινωνίας. Οι τουρίστες συνάντησαν µεν µια αγροτική δοµή, όχι όµως κλειστή και µε µνήµες µιας περισσότερο διαφοροποιηµένης στο παρελθόν κατάστασης. Η εξέλιξη της τοπικής οικονοµίας και κοινωνίας προς τα χαρακτηριστικά του µαζικού τουρισµού, έγινε σε πολύ µικρότερο χρονικό διάστηµα από ότι σε άλλους χώρους Πολύ νωρίς έγιναν αντιληπτές οι αδυναµίες αυτού του µοντέλου. Οι πιέσεις για την απεµπλοκή της οικονοµίας και της κοινωνίας του νησιού από την µονοκαλλιέργεια του τουρισµού. Από την άλλη δεν είναι δυνατόν να αγνοηθεί µια εικοσαετία περίπου οικονοµικής µεγέθυνσης µε άξονα την τουριστική ανάπτυξη. Η τοπική κοινωνία ζητά αυτή τη στιγµή να χρησιµοποιηθούν τα θετικά αποτελέσµατα του τουρισµού ως βάση για τη δηµιουργία νέων κοινωνικών και οικονοµικών δοµών. Εξάλλου όπως ο σύγχρονος κόσµος είναι διαρκώς µεταβαλλόµενος, έτσι αλλάζουν και οι προτεραιότητες που θέτουν κάθε φορά οι ανάγκες των ανθρώπων. Το αίτηµα στο βιοµηχανικό κόσµο µετά τον β’ παγκόσµιο πόλεµο ήταν ένα κράτος ευηµερίας και κοινωνικής πρόνοιας. Οπωσδήποτε δεν ήταν στην επιφάνεια κάποιες παράµετροι που τον απασχόλησαν πολύ εντονότερα αργότερα, όπως η καταστροφή του περιβάλλοντος και η κοινωνική παθογένεια λόγω της υπερκατανάλωσης. Μ’ αυτόν τον τρόπο η ραγδαία τουριστική ανάπτυξη αποκάλυψε κάποια αγαθά τα οποία φαινοµενικά δεν είχαν αξία: Το 1961 φαίνεται πρόοδος και εκµοντερνισµός η µετατροπή µιας γραφικής παραλίας σε τουριστική πλάζ. ∆ιότι εκεί που πρώτα «βγαίνανε φαντάσµατα» τώρα υπάρχει ακόµα και νυχτερινή ζωή.606 Σήµερα η καταστροφή µιας παραλίας για τη τουριστική ανάπτυξη της περιοχής προκαλεί σφοδρές αντιδράσεις σε µερίδα του πληθυσµού.607 6.Ο καταναλωτισµός και η συµβολή του στην µεταβολή των κοινωνικών συµπεριφορών « ...Τίποτα άλλο σήµερα δεν ακούς: ψυχαγωγία ολοένα. Αυτό άλλως τε είναι το πνεύµα της εποχής µας. Άλλοτε ο λαός γλεντούσε σε ένα - δύο πανηγύρια. Τώρα ολοένα, κάθε Κυριακή ιδίως, θέλει να διασκεδάζει.... ...Νεωτερισµός παντού στα µέσα και στα έξω. Κι ενώ άλλοτε ο λαός αποστρεφότανε τις νέες ιδέες και κάθε νεωτερισµό....σήµερα τόση έλξιν και ζήλο αισθάνεται.» Αυτά διαπιστώνει χρονογράφος της εποχής και προσπαθεί να ανιχνεύσει τις αιτίες: Απόγνωση και αγωνία εξ’ αιτίας του ψυχρού πολέµου, αποτέλεσµα της χαλάρωσης των ηθών «εξ αιτίας των νέων υλιστικών θεωριών, αποτέλεσµα «της εκπολιτιστικής εξελίξεως» ή ξέσπασµα της φτώχειας και της κακοµοιριάς. Ο ίδιος δεν διακινδυνεύει την απάντηση.608 Η εξήγηση που δόθηκε αργότερα συνδέθηκε µε την ανάδυση την δεκαετία του 1950 νέων µεσαίων στρωµάτων στην Ελληνική κοινωνία. Τα στρώµατα αυτά σε αντίθεση µε τους παλαιούς αστούς, ήταν 605
Ε.Μανώλογλου κ.α., Ο τουρισµός ως παράγοντας κοινωνικής αλλαγής, Αθήνα 1998, σ. 37,143145,194-195 606 Α. Γιοκαρίνης, Άπαντα, σ. 170-171 607 Βίγλα, εφηµερίδα της «Κίνησης Οικολόγων Σάµου», τ. 24 /Μαρ.- Απρ. 99, σ.2,4 και τ. 26 /Ιουλ.Αυγ.99, σ. 1 608 Κ. Καπενεκάς, Ψυχαγωγία, Σαµιακή, 4/1/1956, σ.1
50 αδύναµα να προβούν σε αυτόνοµες επιχειρηµατικές πρωτοβουλίες και εξαρτούσαν την ύπαρξή τους από την στήριξη του κράτους, το οποίο έθεσε ως πρώτη προτεραιότητα την ένταξη της ελληνικής κοινωνίας στο δυτικό οικονοµικό σύστηµα µε άξονα την «ανάπτυξη». Ο όρος αυτός την εποχή αυτή συνίσταται στην γρήγορη εκβιοµηχάνιση µε την εισαγωγή ξένου κεφαλαίου και την άνοδο του βιοτικού επιπέδου του πληθυσµού, το οποίο συναρτάται µε την απόκτηση των νέων καταναλωτικών αγαθών του δυτικού κόσµου. Κάτω από αυτές τις συνθήκες οι νέοι µεσοαστοί, δεν αντιµετώπισαν τα εισοδήµατα τους ως παραγωγικό κεφάλαιο, αλλά σαν δείκτες καταναλωτικής ισχύος. 609 Αργότερα στην δεκαετία του ’60 -αλλά και µετά- η καταναλωτική συµπεριφορά θα παγιωθεί, αφού η ελληνική οικονοµία και κοινωνία θα προσκολληθεί στην δυτικοευρωπαϊκή ευηµερία. Τα µεταναστευτικά εµβάσµατα, ο τουρισµός και η εµπορική ναυτιλία θα γίνουν ο κύριος µοχλός, αυτής της εξέλιξης. Ο δυναµισµός αυτών των νέων αστικών στρωµάτων, αντανακλάται και στην µετέπειτα κοινωνική συγκρότηση: Η παραγωγική δοµή της Ελλάδας ήταν στις δεκαετίες του ’70 και του ’80 υπό των έλεγχο µικρών οικογενειακών επιχειρήσεων. ∆οµή που εν πολλοίς ακόµη και σήµερα είναι ισχυρή. Παρότι όµως οι παραδοσιακές κοινωνικές δοµές (κοινωνική ισχύς της οικογένειας) έδειχναν να ανθίστανται, σιγά - σιγά έχαναν έδαφος στο χώρο του κοινωνικού ελέγχου, επειδή ακριβώς µετατοπίστηκαν από το ιστορικό τους πλαίσιο. Το άνοιγµα στον καταναλωτισµό και η προσκόλληση στην δυτική κοινωνία, έγιναν οι κυριότερες αιτίες της αποδυνάµωσής τους.610 Ανάλογες µεταβολές είχαµε και στη δοµή της κοινωνίας της υπαίθρου. Λόγω των αλλαγών, στο τοµέα της γεωργικής παραγωγής που περιγράψαµε παραπάνω αρκετά αγροτικά νοικοκυριά είχαν τη δυνατότητα να αυξήσουν τα εισοδήµατά τους. Ταυτόχρονα οι µετανάστες λειτούργησαν ως επικοινωνιακός σύνδεσµος ανάµεσα στα καταναλωτικά πρότυπα και την κοινωνία της υπαίθρου. Επίσης, δεν πρέπει να λησµονηθεί ότι η οικογενειακή εµποροβιοτεχνική επιχείρηση έµοιαζε ως προς τη δοµή και τους στόχους της µε το αγροτικό νοικοκυριό. Αυτό διευκόλυνε τον µεταξύ τους ανταγωνισµό ως προς τη χρήση των καταναλωτικών αγαθών, δεδοµένου ότι σταδιακά οι επιχειρήσεις αυτές εξαπλώθηκαν και στις ηµιαστικές κοινωνίες των µικρών κωµοπόλεων της υπαίθρου. Έτσι µέσα στη δεκαετία 1964 –1974, συνέκλιναν τα καταναλωτικά πρότυπα των κατοίκων των αγροτικών περιοχών µε αυτά των κατοίκων των αστικών κέντρων. Η µεταβολή ήταν ραγδαία: Για παράδειγµα, 14πλασιάστηκαν, µέσα στη δεκαετία αυτή, οι δαπάνες για την αγορά αγαθών αναψυχής, σε σχέση µε τις συνολικές οικογενειακές δαπάνες.611 Την µεταβολή αυτή υποβοήθησε και η αυξανόµενη κοινωνικοποίηση των γυναικών και των νέων,612 που προχωρούσε µέσα από τα λαϊκά περιοδικά, τον κινηµατογράφο και το ραδιόφωνο. Ακόµη και για ένα µικρό νησί όπως η Σάµος, αυτή η εξέλιξη άρχισε να γίνεται ορατή ήδη από τα µέσα της δεκαετίας του 1950. Η χαλάρωση του προτύπου της αυταρχικής οικογένειας µε την απόλυτα κυρίαρχη φυσιογνωµία του πατέρα, έχει ήδη αρχίσει να εξασθενεί και η σεξουαλική απελευθέρωση των νέων για τα µέτρα της εποχής είναι παρατηρήσιµη.613 Η διεύρυνση λίγα χρόνια αργότερα της χρήσης του µοτοποδηλάτου από τους νέους, ως ενός φθηνού σχετικά µέσου µεταφοράς, που τους παρέχει ελευθερία κινήσεων και η σύνδεση του µε τη σεξουαλική απελευθέρωση τους, από τον τοπικό τύπο,614 είναι µια απτή ένδειξη της σχέσης των καταναλωτικών προτύπων µε την άµβλυνση των παραδοσιακών οικογενειακών αντιλήψεων. Προς τα τέλη της δεκαετίας του ’60 η αλλαγή των αντιλήψεων αυτών έχει συντελεστεί, γεγονός που δηµιουργεί την ανάγκη µιας πιο ουσιαστικής τοποθέτησης από τον τοπικό τύπο: Οι νέοι όντως έχουν ανάγκη µια σχετικής πείρας στις σχέσεις µε το άλλο φύλο πριν τον γάµο. Οι σχέσεις αυτές ξεκινούν µε 609
Κ. Βεργόπουλος, η συγκρότηση της νέας αστικής τάξης (1944-1952), σ.532-533,548-552. Του ιδίου, Η από- ανάπτυξη σήµερα; ∆οκίµια για τη δυναµική της στασιµότητας στη νότια Ευρώπη , Αθήνα 1986, σ. 170, 173, 179, 182, 185, 189, 193-195. 611 Β. Καραποστόλης, Η καταναλωτική συµπεριφορά στην Ελληνική κοινωνία (1960-1974), Αθήνα 1983., σ. 100,104,108,153-154 612 όπ .π., σ.175-177 613 Κ. Καπενεκάς, Η καλπάζουσα εξέλιξις, Σαµιακή, 17/1/1956, σ.1 614 Σαµιακή, 9/3/1964, σ.1, «Σαµιακά» 610
51 τον αµοιβαίο έρωτα και την ορθολογικότητα στην επιλογή του συντρόφου και καταλήγουν στον γάµο. Οι γάµοι που βασίζονται στην συµβατικότητα δεν έχουν τόσο ευοίωνες προοπτικές, όσο αυτοί που βασίζονται στη σωστή διαπροσωπική σχέση. Εδώ στέκεται τώρα η κριτική: η ταύτιση µε τα «είδωλα» του κινηµατογράφου και της «ποπ» - µουσικής, η µίµηση των τουριστών οι οποίοι έρχονται στη Σάµο λίγες µέρες για να ξεφαντώσουν, είναι αρνητικοί παράγοντες για την εµπέδωση της σωστής διαπροσωπικής σχέσης.615 Ο τουρισµός, όταν γίνεται πλέον εµφανής στο νησί συµβάλει πάρα πολύ στη λεγόµενη «χαλάρωση των ηθών».616 Όµως, όπως φαίνεται, η «ελίτ» του Βαθυού βλέπει το θέµα µε χιούµορ και αρχίζει να αµφιβάλει για την αξία του πουριτανισµού. 617 Τα «λαϊκά» περιοδικά, τα οποία κατακρίνονται από την αριστερά, επηρεάζουν άµεσα την κοινωνία. Σε πληθυσµό 15000 των περιοχών Καρλοβάσου - Μαραθοκάµπου, υπάρχουν 2000 αναγνώστες αυτών των περιοδικών. Η µόδα και οι καταναλωτικές συµπεριφορές µεταδίδονται στους ηµιαστικούς και αγροτικούς πληθυσµούς µέσω αυτών των εντύπων.618 Εκτός από τα περιοδικά αυτά την κοινωνία επηρεάζει άµεσα και ο κινηµατογράφος. Είναι η εποχή του. Σήµερα οι νέοι της εποχής εκείνης αναγνωρίζουν ότι στάθηκε για αυτούς «το πρώτο παράθυρο στον παραέξω κόσµο». Η οικογένεια φαίνεται να αντιδρά αρνητικά στη σχέση αυτή, ειδικά στα λιγότερο αστικοποιηµένα µέρη, όµως -εν τέλη- η αντίδρασή της αυτή, δεν φαίνεται αξεπέραστη.619 Οι αστοί φαίνονται βέβαια πολύ πιο θετικοί.620 Το σχολείο είναι αυτό που αντιδρά αυστηρότερα και σπασµωδικά, όπως είδαµε παραπάνω. Έτσι για πολλούς νέους ταυτίζεται µε το συντηρητισµό, ενώ δραστηριότητες όπως η παρακολούθηση του κινηµατογράφου µε την πρόοδο.621 Ο κινηµατογράφος ήταν ο κυριότερος µοχλός για τις εξελίξεις στις κοινωνικές συνήθειες που σήµερα θεωρούνται κανονικότητες της ζωής. Γράφει ο Μ. Σίµος: «Ο κινηµατογράφος επέδρασε στην διαµόρφωση των επαρχιακών µας ηθών. Τα κορίτσια φόρεσαν το µπικίνι, αφού οι µανάδες τους συνήθισαν να το βλέπουν στο πανί. Οι νέοι ήρθαν πιο κοντά στον αθλητισµό και φρόντισαν περισσότερο την καθαριότητα και την εµφάνισή τους. Αλλά ήταν και οι ελαφριοί τύποι που µιµούνταν τα απογεύµατα στη βόλτα της παραλίας τον Μπάρκουλη ή τον Παπαµιχαήλ....η κινηµατογραφική µουσική µας εξοικείωσε µε τους µοντέρνους ρυθµούς και τα ελληνικά λαϊκά τραγούδια και τόσα άλλα....»622 ∆εν πρέπει βέβαια να αγνοήσουµε το ρόλο που έπαιξε η αστική ανάπτυξη των τελευταίων προπολεµικών δεκαετιών, στον γρήγορο ενστερνισµό των νέων τάσεων από την τοπική κοινωνία. Το 1954 το ρεµπέτικο τραγούδι φαίνεται ότι έχει κατακτήσει τις πόλεις του νησιού και ακούγεται ακόµα και στα µικρά χωριά.623 Μέσα σε αυτές τις δεκαετίες, η Εκκλησία έχασε τη θέση που είχε στην πυραµίδα του κοινωνικού status. Οι αιτίες πρέπει να αναζητηθούν και στα καταναλωτικά πρότυπα που διεισδύουν στην τοπική κοινωνία. Κορυφή είναι πλέον αυτός που µπορεί να προσφέρει τα αγαθά του τεχνολογικού 615
Σπ. Γιοκαρίνης, Σύγχρονα θέµατα, Σαµιακή, 27/6/66, σ.1, 8/7/66, σ.1, 12/7/66, σ.1, 22/8/661, 30/8/66,σ.1, 3/9/66,σ.1. 616 Αυτή η «χαλάρωση των ηθών» µε τον τρόπο που ο καταναλωτισµός προκαλεί µπορεί να θεωρηθεί και ως µορφή κοινωνικής ανοµίας, στο µέτρο που αυτό που στην αρχή είναι παράβαση του κανόνα σε λίγο καιρό, γίνεται κανονικότητα: Β. Ι. Φίλιας, Όψεις της διατήρησης και της µεταβολής του κοινωνικού συστήµατος, τόµος Α’, Αθήνα 1994, σ.28-32 617 Α. Γιοκαρίνης, Άπαντα, σ. 57, 63, 76-77, 82-83 618 Κ.Σεβαστάκη, ∆ηµοκρατική 21/8/64, σ.2 619 Ε. Χίου, «τι διδακτικές που είναι µαθές, αυτές οι ασπρόµαυρες Ελληνικές ταινίες!», Απόπλους (9/18-19-20), σ.199-202 620 Α. Βογιατζής, ο απαγορευµένος καρπός του κινηµατογράφου, Απόπλους(9/18-19-20) , σ. 193198 621 σελ 101-102 622 Οι κινηµατογραφικές βραδιές στο λιµάνι του Βαθυού, Απόπλους (9/18-19-20), σ.203-204 623 Κ. Καλατζής, Ο δάσκαλος και το χτεσινό Καρλόβασι, Σαµιακή Επιθεώρηση Θ/33-34, σ. 16 ( µε βάση αποσπάσµατα από τη βιογραφία του Μάρκου Βαµαβακάρη.)
52 πολιτισµού, δηλαδή ο µηχανικός και γενικότερα ο επιστήµονας του τεχνικού τοµέα. Ακόµα αυτός που µπορεί µε άνεση να αγοράσει τα αγαθά αυτά, δηλαδή αυτός που έχει υψηλό εισόδηµα. Έτσι ενώ δεν ατόνησε το θρησκευτικό συναίσθηµα, η εκκλησία ως θεσµός και οι κληρικοί άρχισαν να χάνουν την συµβολική δύναµη που είχαν παλιότερα: Ενώ το 1950, θεωρείτο τιµή να γίνει κάποιος ιερέας, την δεκαετία του 1980 θεωρείται κατώτερος επαγγελµατικά.624 Η εξάπλωση των καταναλωτικών συνηθειών έχει βέβαια ένα άµεσο και πολύ αρνητικό, όπως το βλέπουµε σήµερα αποτέλεσµα, την καταστροφή των µνηµείων του λαϊκού πολιτισµού. Ήδη το 1955, εντελώς αντίθετα µε τις σηµερινές αντιλήψεις κατακρίνεται το στρώσιµο του παραλιακού δρόµου «µε αθλιέστατους κυβόλιθους» και όχι µε άσφαλτο.625 Είναι η εποχή που το αυτοκίνητο αρχίζει να εισβάλει στη ζωή του νησιού και συµπαρασύρει ότι σχετίζεται µε τη χρήση του. Υπάρχουν βέβαια ελάχιστες αντιδράσεις σ’ αυτή την τάση δυτικοποίησης που δείχνει να αγνοεί την ιστορία του νησιού. Το 1957 µε την ευκαιρία, της απόφασης των αρχών για κατεδάφιση του πρώην ηγεµονικού µεγάρου, υπάρχουν διαµαρτυρίες για την καταστροφή των ιστορικών µνηµείων.626 Το 1964,το ηγεµονικό µέγαρο έχει πλέον κατεδαφιστεί και δεν είναι το µόνο ιστορικό µνηµείο που δεν έγινε σεβαστό. Το µεσαιωνικό κτήριο της αρχιεπισκοπής Σάµου έχει πουληθεί σε ιδιώτη. Το κάστρο του Πυθαγορείου, σύµβολο της επανάστασης του 1821, χτισµένο πάνω στα ερείπια Μεσαιωνικού τείχους, απειλείται µε κατάρρευση.(Εδώ πρέπει να σηµειώσουµε ότι µόλις το 1999 άρχισαν οι εργασίες αποκατάστασής του.) Η αριστερά κατηγορεί το «πνεύµα εξαµερικανισµού», το οποίο ζητά να σβηστεί η ελληνική ιστορία, έτσι ώστε να συγχωνευτεί γρηγορότερα η Ελλάδα στον ενοποιηµένο πολιτισµό που επαγγέλλεται η διάδοση των καταναλωτικών προτύπων.627 Οι καταναλωτικές συµπεριφορές βέβαια, µπορούν να συνυπάρχουν µε τις πιο απάνθρωπες προνεωτερικές προκαταλήψεις. Έτσι Χήρα 38 ετών πεθαίνει το 1954 στην Καλλιθέα, ένα αποµακρυσµένο χωριό, από αιµορραγία που οφείλεται στην έκτρωση 8µηνου εµβρύου, το οποίο ανακαλύφτηκε µετά την ταφή της.628 Εξετάζοντας κανείς όλες τις παραπάνω ραγδαίες εξελίξεις, κατανοεί γιατί οι άνθρωποι που γνωρίζουν το σκληρό και εκµεταλλευτικό χαρακτήρα της αγροτικής κοινωνίας των χωριών της Σάµου και τον έχουν περιγράψει εκτενώς, νοσταλγούν από µια άλλη άποψη τις κοινωνικές σχέσεις που επικρατούσαν σ’ αυτή.629 Ο καταναλωτισµός, ως τάση που µετέβαλε πολύ γρήγορα την κοινωνική συµπεριφορά, ιδιαίτερα των ανθρώπων της επαρχίας, άφησε µετέωρη τη συνειδητοποίηση της µετάβασης σε ένα διαφορετικό πολιτισµικό πλαίσιο. Πράγµατι έχει διαπιστωθεί η ύπαρξη µιας αποκλίνουσας τάσης ανάµεσα στις υλικοοικονοµικές συνθήκες, υπό τις οποίες ζει η Ελληνική κοινωνία και στο τρόπο που αυτή νοηµατοδοτεί τη συµπεριφορά της .630 Βέβαια, το καινούργιο πολιτισµικό πλαίσιο δεν παύει να είναι προβληµατικό και να δηµιουργεί πολλές αντιδράσεις, αφού βασίζεται σε ένα µηχανισµό που περιπλέκει τη κατοχή και χρήση των καταναλωτικών αγαθών µε τις κοινωνικές σχέσεις και τον σχηµατισµό των αξιών µια πολύ µεγάλης πληθυσµιακής οµάδας. Τότε η γοητεία του παλιού, του ανέγγιχτου από τον καταναλωτισµό και τον µονολιθικό πολιτισµό της αγοράς, εµφανίζεται ως το «αντίπαλο δέος». Γράφει η λογοτέχνις Έλσα Χίου: «Αυτό το αίσθηµα ανελευθερίας και κατασκευασµένης ενοχής που σφίγγει κάθε ευαίσθητο καταναλωτή των σούπερ αγορών, εκµηδενίζεται στο ταπεινό µαγαζάκι του παντοπώλη. Κάτω από τις σύγχρονες συνθήκες που το καταναλωτικό χάος καραδοκεί, οι παλιές ποιότητες και τα ξεχασµένα ήθη, 624
Μ.Γ. Βαρβούνης, Λαϊκή λατρεία και θρησκευτική συµπεριφορά των κατοίκων της Σάµου,σ.40-43 Σαµιακή,25/11/55 , σ.1, «Η εµφάνισις της Πόλεως» 626 Ι. Γιαγάς, Το ηγεµονικό µέγαρο, Σαµιακή, 3/11/57/, σ.1 627 ∆ηµοκρατική 24/10/64, σ.2 628 Σαµιακόν Βήµα 21/4/1954, σ.1. 629 Κ. Καραµηνά - Πόθου, Εν Μυτιληνίοις τη.... . Η ανάπτυξη της καπνοκαλλιέργειας στο χωριό µας, σ.15 630 Β. Καραποστόλης, Συµβίωση και επικοινωνία στην Ελλάδα (2 έκδοση) , εκδόσεις «Αλεξάνδρεια» 1999, σ. 23. 625
53 δεν έχουν αντίκρισµα κι οι ευαίσθητοι υποστηρικτές του παραδοσιακού παντοπωλείου παίρνουν τη ρετσινιά του χωριάτη που δεν τολµά να αγγίξει τα ράφια των πολυκαταστηµάτων, επειδή ούτε το λατινικό αλφάβητο γνωρίζει, ούτε την χρήση των περισσοτέρων προϊόντων.»631 Αν κρίνει κανείς από τις απαντήσεις που έδωσαν οι µαθητές των λυκείων της Σάµου στο ερώτηµα, «τι θεωρείς σηµαντικότερο για την επιτυχία στη ζωή;», µπορεί να αισιοδοξεί ότι τελικά οι αρνητικές συνέπειες του καταναλωτισµού (κυνηγητό της επιτυχίας, µανία για οικονοµικούς πόρους που επιτρέπουν την αυξηµένη κατανάλωση κλπ) δεν έχουν αγγίξει το πιο ευαίσθητο κοµµάτι της σαµιακής κοινωνίας, δηλαδή τους νέους. Σχεδόν οι µισοί θεωρούν σηµαντικότερη την προσωπική και οικογενειακή ευτυχία και όχι το χρήµα ή την κοινωνική και επαγγελµατική καταξίωση.632 Όµως δεν µπορεί να αγνοηθεί το εξιδανικευµένο πρίσµα που βλέπει κανείς τα πράγµατα σε αυτή την ηλικία. Ζ. Συµπεράσµατα Παρακολουθώντας την κίνηση της Σαµιακής κοινωνίας µέσα στο χρόνο διαπιστώσαµε ένα ευρύτατο φάσµα µορφοποιήσεων και σχηµάτων που επιβάλει το σταδιακό αλλά µη ευθύγραµµο άνοιγµά της στον ορίζοντα των παγκόσµιων εξελίξεων. Παρατηρήσαµε ότι η κοινωνική δοµή του παραδοσιακού δεν µπορεί να εξηγηθεί απόλυτα από τον γενικευτικό κανόνα του πλαισίου, αφού µια σειρά από ιδιαιτερότητες που έχουν να κάνουν µε τις συγκεκριµένες ιστορικές συνθήκες οδηγούν στην ύπαρξη µιας -έστω περιορισµένης- δυναµικής και διαλεκτικής αλληλεπίδρασης ανάµεσα στα στοιχεία του παραδοσιακού. Κάποιες από αυτές τις ιδιαιτερότητες, όπως η αναβαθµισµένη θέση της γυναίκας στα πλαίσια του γάµου, γίνονται στοιχεία που διευκολύνουν την αποδοχή άλλων συµπεριφορών, όπως τη γυναίκα- επιστήµονα, στα πλαίσια του διαφορετικού περιβάλλοντος της αστικής ανάπτυξης. Εξετάσαµε την εισβολή του «νεωτερικού» µε την συγκεκριµένη µορφή του κοινωνικού κινήµατος, το οποίο δονείται από το κυρίαρχο χαρακτηριστικό των φιλελεύθερων ιδεών της Γαλλικής επανάστασης : Την αισιοδοξία για το µέλλον του ανθρώπου, όταν αυτός απαλλαγεί από τις δυνάµεις που καταδυναστεύουν µέχρι και την εσωτερική του ύπαρξη και τον παγιδεύουν σε κατάσταση αφασίας απέναντι στα κοινωνικά δρώµενα. Χαρακτηριστικό που, όπως φαίνεται, είχε διεισδύσει και στις ιδέες των καθηµερινών ανθρώπων, αφού απαντάται στο έργο ενός λαϊκού ποιητή. Το κοινωνικό κίνηµα αυτό εκδηλώθηκε αν και δεν είχαν αναπτυχθεί οι αστικές παραγωγικές σχέσεις σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο. Οι κοινωνικές δυνάµεις που δηµιούργησαν αυτό το κίνηµα , όταν βρεθούν πλέον σε ένα διαφορετικό πολιτικοκοινωνικό τοπίο θα µεταβάλλουν συµπεριφορές και από τον κοινωνικοπολιτικό ριζοσπαστισµό θα µεταπέσουν στον οικονοµικό και πολιτιστικό µοντερνισµό. Σε ένα µεταγενέστερο στάδιο θα εκδηλωθεί στον χώρο της δραστηριότητάς τους η «κοινωνία των πολιτών», αφού βασικές δοµές πρόνοιας, παιδείας και κουλτούρας θα δηµιουργηθούν από την καινοτόµο πρωτοβουλία των αστικών στρωµάτων και όχι από το κράτος. Η σχέση µε την ύπαιθρο είναι διχοτοµική, χωρίς αυτό να σηµαίνει την απουσία αλληλεπιδράσεων ανάµεσα στο αγροτικό και αστικό στοιχείο. Η παρατεταµένη αγροτική κρίση θα γίνει η αιτία που η κοινωνία της υπαίθρου δεν φαίνεται κλειστή αλλά ανοιχτή στις εξωτερικές επιδράσεις και ευµετάβλητη τουλάχιστον όσον αφορά την παραγωγική διαδικασία. Η κατάρρευση όλων των όρων της εµποροβιοµηχανικής ανάπτυξης µεταπολεµικά, θα φέρει στο προσκήνιο το Κράτος ως δύναµη συντήρησης της φθίνουσας οικονοµικής, κοινωνικής και πολιτιστικής πραγµατικότητας από την πλήρη αποτελµάτωση. Εξαιτίας των αρνητικών εξελίξεων θα επιταθούν ορισµένες οπισθοδροµικές νοοτροπίες, όπως π.χ. σχετικά µε το ρόλο της προίκας. Ο αυξηµένος 631
Χρονογράφηµα : Παντοπωλείο, Χαραυγή 4/3/2000, σ.9. Βλέπε: ∆ιεύθυνση Β/βάθµιας Εκπαίδευσης Ν. Σάµου, η Εκπαίδευση και η σχέση της µε την κοινωνία και τα επαγγέλµατα στον νοµό Σάµου - εκπαιδευτική έρευνα, τόµος Β’, σ. 390-392
632
54 αυταρχισµός θα εµποδίσει να εµφανίσει η σύγκρουση του συντηρητικού µε το προοδευτικό σαφές περιεχόµενο, όπως είχε πάρει την προπολεµική εποχή. Το κράτος όσο προβαίνει σε αναδιανεµητικές και αναπτυξιακές πρακτικές µε την στήριξη της αγροτικής πίστης (συνεταιρισµοί) και τα δηµόσια έργα (αεροδρόµιο) συµβάλει στη διατήρηση κάποιας ζωτικότητας στην τοπική κοινωνία. Η διευθυντική οµάδα (ή οι οµάδες) που παίρνουν την θέση των παλαιών αστών αποτελείται από επιστήµονες και γραφειοκράτες οι οποίοι συνεπικουρούνται από ένα δίκτυο τοπικών κοµµαταρχών. Οι περισσότεροι από αυτούς θα πεισθούν ότι µε την ανάπτυξη του τουρισµού θα υπάρξει εφικτή και άµεση αναστροφή της φθίνουσας πορείας και µε επιµονή θα επιτύχουν την προσέλκυση των πρώτων τουριστών. Η αναστροφή θα έλθει αργά και θα σηµάνει την πλήρη αστικοποίηση όλων των πληθυσµών µε την προσέλκυση στην βιοµηχανική λογική του µαζικού τουρισµού. Το γενικότερο συµπέρασµα που µπορεί να εξαχθεί µε βάση αυτό το υλικό είναι το εξής: Η πορεία από την παράδοση στον εκµοντερνισµό έχει τρεις βασικούς συντελεστές. Τις εκάστοτε παραδοσιακές δοµές, οι οποίες δεν είναι µονοσήµαντες, το άνοιγµα στο εξωτερικό περιβάλλον που δεν ακολουθεί ευθύγραµµη διαδροµή και τις άµεσες ανάγκες των ανθρώπων. Οι ανάγκες αυτές δεν οδηγούν αναγκαστικά στο δρόµο του εκµοντερνισµού. Για παράδειγµα η µεταπολεµική Σαµιακή κοινωνία αφέθηκε στη δύναµη ενός αντιφατικού, αυταρχικού και εν πολλοίς συντηρητικού κράτους, επειδή ήταν ο µοναδικός διαφαινόµενος παράγοντας βοήθειας, εµπρός στην κατάρρευση των προηγουµένων όρων ανάπτυξης.
Βιβλιογραφία Αβδελίδης Π.Σ., Το αγροτικό συνεταιριστικό κίνηµα στην Ελλάδα. Ιστορική εξέλιξη και δράση και προοπτικές ανάπτυξης, Αθήνα 1986 Αγαθός Γ. , «Ο παπά - Γιαννακός», Απόπλους (2/5))Σάµος 1991 σ.81-83 Αγαπητός Σ. , Εισήγηση στο Αναπτυξιακό συνέδριο Νοµού Σάµου, Μάιος 1988. Αγγελινάρας Γ. , «Η ψαλτική παράδοση της Σάµου», Σαµιακή Επιθεώρηση(Θ/33-34), Ιαν. 1987. ———, «Η διδασκαλία της Εκκλησιαστικής Βυζαντινής Μουσικής», Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου. Αγγελόγλου Άλκης, «Υ/δνέας στο 96 τάγµα Εθνοφυλακής», Ελληνική δηµιουργία έτος Γ’ τόµος 6ος τεύχος 60, Αθήνα 1950. Αναγνώστου Θ., «Πρόταση ανάπτυξης του πρωτογενούς τοµέα», Σαµιακόν Βήµα (28/2/ 2000) Ανάσηs Ε., «Ορεινοί πληθυσµοί και εκπαίδευσις,» Σαµιακή(20/1/56) Αναστασιάδης Γ., Από τον Ρήγα στον Αλ. Παπαναστασίου, Θεσσαλονίκη 1999 Αποστολάτος ∆., «Τα αθλητικά σωµατεία της πόλης Σάµου από την περίοδο της Ηγεµονίας µέχρι σήµερα.», Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου. Ασδραχάς Σπ. Ι., Ζητήµατα Ιστορίας, Ιστορική Βιβλιοθήκη - (Αθήνα 1983) Βακιρτζής Ιωάννης ∆.(µετάφραση - πρόλογος), «Οι ψαλµοί του ∆αβίδ», Απόπλους (2/5) Σάµος.1991.
55 Βακιρτζής Φ., Ο πατέρας µου Ι. Βακιρτζής, Απόπλους (2/5), Σάµος Μάρ. - Ιούν.1991. Βαρβούνης Μ.Γ., «Η γυναίκα στην παραδοσιακή σαµιακή κοινωνία» , Ο Γ. Κλεάνθης και η εποχή του - Πρακτικά συνεδρίου, Σάµος 1991. ———, Λαϊκή λατρεία και θρησκευτική συµπεριφορά των κατοίκων της Σάµου, Αθήνα 1992 ———, Τα πανηγύρια στη Σάµο. Παραδοσιακά µορφώµατα και σύγχρονα µορφώµατα ως συνάρτηση των κοινωνικών διαφοροποιήσεων, Περιοδικό «Απόπλους» έτος 5ο τεύχος 12, Σάµος 1994. ———, Εξελίξεις και µετασχηµατισµοί στον Ελληνικό παραδοσιακό πολιτισµό, 1995 (χωρίς τόπο έκδ.) ———, «Τα παραµύθια ως δίκτυο επικοινωνίας», ∆ίκτυα επικοινωνίας και πολιτισµού στο Αιγαίο πρακτικά συνεδρίου. ———, «Εξωγενείς παράγοντες για τη µετάδοση της θρησκευτικής συµπεριφοράς των κατοίκων της Σάµου: Η περίπτωση των Πατµιακών προνοµίων». ∆ωδεκανησιακά Χρονικά τ. ΙΕ’ (ανάτυπ.),Αθήνα 1994. ———, Μοναστική ζωή και παραδοσιακή θρησκευτική συµπεριφορά, Αθήνα 1998. ———, Ο παραδοσιακός χορός και το εθιµικό πλαίσιο, Σαµιακές Μελέτες Β’ Αθήνα 1996 ———, Ο δεύτερος παγκόσµιος Πόλεµος ως ορόσηµο για τον Ελληνικό παραδοσιακό πολιτισµό, Κοµοτηνή 1994 ———, «Η συµβολή των λαογραφικών δεδοµένων στη διερεύνηση του προβλήµατος της ερηµώσεως της Σάµου», Πρακτικά Ι∆΄ Πανελλήνιου Ιστορικού Συνεδρίου, (ανάτ.) Θεσσαλονίκη 1994 ———, «Παρθένιος και ∆ανιήλ οι Πελοποννησοσάµιοι και η λαϊκή κηρυγµατική κατά τον 18ο και 19ο αιώνα», Πρακτικά Ε’ διεθνούς συνεδρίου Πελοποννησιακών σπουδών τ. Γ’, σ. 225-246. Βασίλενας Στρ., «Η κοινωνική και οικονοµική ζωή της Σάµου µέσα από τις διαφηµίσεις (1895-1899)», Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’, Αθήνα 1998, σ.79 Βεργόπουλος Κ., Η από- ανάπτυξη σήµερα; ∆οκίµια για τη δυναµική της στασιµότητας στη νότια Ευρώπη , Αθήνα 1986 ———, «Η συγκρότηση της νέας αστικής τάξης 1944-1952», Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950 (συλογικός τόµος), Αθήνα 1984. Βογιατζής Α., « Ένας φοιτητής ταξιδεύων», Απόπλους (2/6-7), Σάµος Φθιν. - Χειµ. 1991. ———, «Ο απαγορευµένος καρπός του κινηµατογράφου», Απόπλους(9/18-19-20) Σάµος, Χειµ. 1999, σ. 193-198 Βουγιούκας Α., «Η Σάµος πριν και µετά τον Β’ παγκόσµιο πόλεµο- Προσωπικές ποιητικές µαρτυρίες», Απόπλους (6/14-16) Σάµος 1995. Βουγιούκας, Κ . Καλατζής, Η Σάµος στη νεώτερη λογοτεχνία,- πρακτικά συνεδρίου, Αθήνα 1998. Βουρλιώτης Μ., Οι Καρµανιόλοι και το Βιβλίο, Αθήνα 1990. ———, «Συµβολή στην έρευνα για την ερήµωση της Σάµου», Σαµιακή επιθεώρηση(Ζ/25) Αθήνα Απρ. 1980. ———,Βιβλιοκρισία για την δηµοσίευση του αρχείου του Α. Μαυρογένη από τον µητρ. Ροδυπόλεως Ιερόνυµο στο «Εκκλησία και θεολογία- Επετηρίς της Ιερ. Αρχ. Θειατείρων». Σαµιακή Επιθεώρηση(Ι/3738) Γαρουφαλής Κ., «Ηκαλλιτεχνική Ζωή στη Σάµο», Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου. Γιαγάς Ι., «Το ηγεµονικό µέγαρο», Σαµιακή (3/11/57), σ.1. Γιαννόπουλος Γ., «Η Τοπική ιστορία», Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου. Σάµος 1992, σ.17-41. Γιοκαρίνης Α., Άπαντα - ποιήµατα, πεζά, συνεντεύξεις -επιστολές (επιµ. Μ.Γ. Βαρβούνης), Αθήνα 1996. Γιοκαρίνης Σπ., «Η διαµαρτυρία ενός δασκάλου», Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου. ———, «Σύγχρονα θέµατα», Σαµιακή( 27/6/66),,( 8/7/66),,(12/7/66),( 22/8/66), (30/8/66), (3/9/66). Γρύλλος Π.Μ., «Λιµενικά έργα στην πόλη της Σάµου, από το 1896 µέχρι σήµερα», Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου.
56 ∆ηµητριάδης Θ., Ο Εργάτης και το ΙΚΑ, Σαµιακή (7/11/64). ———, «Τουριστικό Ξύπνηµα», Σαµιακή (4/6/66), σ.1 ∆ηµητρίου Ν. Α., Λαογραφικά της Σάµου τ. Α’, Β’, Γ’, Αθήνα 1983-86 ———, Η Σάµος από γεωγραφική και ιστορική άποψη, Αθήνα 1929. ———, Γεωγραφία της Σάµου, σχολικό βοήθηµα, Σάµος 1978. ———, Ιστορία της Σάµου, Σάµος 1979. ———, Μελέτες και άρθρα - ανατύπωση κειµένων 1927-1996( επιµ. Μ.Γ. Βαρβούνης), Αθήνα 1996 ∆ηµητρόπουλος Αχ. κ α., Ζώα της Σάµου -αναφορά στην πανίδα του νησιού, Αθήνα 1998. ∆ηµόπουλος ∆., «Χαιρετισµός ∆/ντή Στοιχειώδους εκπαιδεύσεως», Πρακτικά Α΄ Ιερατικού Συνεδρίου Σάµου και Ικαρίας , Σάµος 1964. ∆ιακογιάννης Γ., « Καπνεργοστάσια και συµµετοχή τους στην οικονοµική ζωή», Η πόλη της Σάµου πρακτικά συνεδρίου. ∆ιακογιάννης Π., Η παιδεία στη Σάµο από την Τουρκοκρατία µέχρι σήµερα, Αθήνα χ.χρ.εκδ. ———, «Τυπογραφία και Τύπος στη Σάµο», Σαµιακή Επιθεώρηση (τεύχος 26-27) 1981, σ.109. ∆ιεύθυνση Β/βάθµιας Εκπαίδευσης Ν. Σάµου, Η Εκπαίδευση και η σχέση της µε την κοινωνία και τα επαγγέλµατα στον νοµό Σάµου - εκπαιδευτική έρευνα, τόµοι Α’και Β’, Σάµος 1999. Εκδοτικής Αθηνών (έκδ), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόµοι Ι’, ΙΑ’ , Αθήνα Ειρηναίου µητρ. Σάµου, «Οι Πυθαγόρειοι και ο Χριστιανισµός», Σαµιακόν Βήµα (10/1/56) ———, (Η Εορτή των Κατηχητικών), Σαµιακόν Βήµα (28/5/52), σ.1 Ζαφείρη Γιάννη Α., Λογοθέτης Λυκούργος- Ο µεγάλος του 1821, Αθήνα 1977. Ζαφείρη Ευαγγ. Ι., «Κύριλλος ο θρυλικός δεσπότης της Σάµου κατά την επανάσταση», Σαµιακή Επιθεώρηση (Η΄31/32), Απρ.1985. Ζαχαρίου Κ.Σ., «Η Σάµος χρειάζεται πρόγραµµα», Σαµιακή Επιθεώρηση (Β/6), Φθινόπωρο- Χειµώνας 1965. ———, Σαµιακή Επιθεώρηση (Β/7), Άνοιξη1965. Ηabermas J., Ο φιλοσοφικός λόγος της νεωτερικότητας, µτφρ. Λ. Αναγνώστου - Α. Καραστάθη, Αθήνα 1993 Ηλιού Φ., Κοινωνικοί αγώνες και διαφωτισµός. Η περίπτωση της Σµύρνης2,1986 χ.τοπ.εκδ (εκδόσεις «Μνήµων») ———, «Τύφλωσον Κύριε τον λαόν σου»- οι προεπαναστατικές κρίσεις και ο Νικόλαος Πίκολος, Αθήνα 1988 Θρασυβούλου ∆., «Η ασφαλιστική εταιρεία ‘Σάµος’ (1876)», Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου, σ. 207, 213. ———, «Αγροτική κρίση και κοινωνικοί µηχανισµοί» Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’, Αθήνα 1998, σ. 149-180 Ιωάννου Τ., «Αρχείο Ι .Μ. Ζωοδόχου Πηγής Σάµου», Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου Καλατζής Κ., Το ταµπάκικο, Αθήνα 1990, ———, Η ασηµόπετρα2, Αθήνα χ.χρ.εκδ. ———, «Ο δάσκαλος και το χτεσινό Καρλόβασι», Σαµιακή Επιθεώρηση(Θ/33-34) Ιαν. 1987. Καλαφάτης Θ., «Τραπεζικές παρεµβάσεις και τοπική οικονοµία» , Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’, Αθήνα 1998, σ.30-35 Καλβίνου ∆., «Προγράµµατα διδασκαλίας του Πυθαγορείου γυµνασίου», Η πόλη της Σάµου πρακτικά συνεδρίου. Καµπούρης Κ. Γ., «Ο τουρισµός και η Σάµος», Σαµιακή Επιθεώρηση (Ε/17)Μάιος 1972. ———, Το χρονικό της Σάµου τ. Α’, Β’, Γ’ Αθήνα 1976-1979. Καπενεκάς Κ., «Ψυχαγωγία» , Σαµιακή (4/1/1956) σ.1 Καραγιάννης Γιώργος, Εκκλησία και Κράτος 1833-1997. Ιστορική ανασκόπηση των σχέσεων τους,
57 1997 (εκδόσεις «Το Ποντίκι»). Καραθανάσης Σ.Γ., Παγώνδας το αρχοντοχώρι της Σάµου, Σάµος χ.χρ.εκδ.. Καραθανάσης Σταυρ. , (Θέµατα για την αγωγή των παιδιών) Σαµιακή από 8/10/65 έως 12/10/66 Καραµηνά - Πόθου Κ., Εν Μυτιληνίοις τη.... . Η ανάπτυξη της καπνοκαλλιέργειας στο χωριό µας, Σάµος (1998). Καραποστόλης Β., Συµβίωση και επικοινωνία στην Ελλάδα 2 , (Αθήνα) 1999( εκδόσεις «Αλεξάνδρεια») Καριώτογλου Βασ., Πολιτικά µελετήµατα - Αι αφορµαί και τα αίτια και τα µέσα της αναγεννήσεως και της προόδου ηµών, Σάµος 1912. Κατσικογιάννη Ε., «Μια πόλη υποδέχεται τους επισκέπτες και τους παροδίτες», Η πόλη της Σάµου πρακτικά συνεδρίου. ———, «Οι πολιτικές επιλογές των πληρεξουσίων από το 1880-85, ως απόρροια της ιδεολογικής και κοινωνικής τους καταγωγής», Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’. Κοµνηνού Μ., «Η τοπική διάσταση στο πελατειακό σύστηµα», Κοινότητα, Κοινωνία, Ιδεολογία. Ο Κ. Καραβίδας και η προβληµατική των κοινωνικών επιστηµών, Αθήνα 1990 Κουλούρη Χρ., «Η Σάµος στα σχολικά βιβλία της Ηγεµονίας. Σχέσεις εθνικής και τοπικής ταυτότητας», Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’, σ.555-564 Κράτσας Ζαχ., «Πως θα αναπτυχθούν τα χωριά µας», Σαµιακόν Βήµα (13/3/75) σ. 1 Κrumbacher Karl, Ελληνικό ταξίδι- Φύλλα από το ηµερολόγιο ενός ταξιδιού στην Ελλάδα και την Τουρκία. Κώνστας Γ.Γ., «Από την Ηγεµονία στην ένωση», Σαµιακή Επιθεώρηση(Η/29-30), Αθήνα Απρ.1984. Κωνσταντάρας Χρ. , «Ενιαία Εκπαίδευσις», Σαµιακή (30/4/57) Λαµπίρη - ∆ηµάκη Ι. «Η κοινωνική έρευνα στον ελληνικό αγροτικό χώρο, Κοινότητα- ΚοινωνίαΙδεολογία». Ο Κ. Καραβίδας και η προβληµατική των κοινωνικών επιστηµών, Αθήνα 1990. Λάνδρος Χ., «Η Σάµος του 20ου αιώνα -Χρονολόγιο των κυριοτέρων γεγονότων από το 1990-1999», Χαραυγή 11/12/99 -Επιπλέον ———, «Ονοµαστικός κατάλογος των εν Σάµω ιερέων ιεροµονάχων και µοναχών, µια απογραφή των κληρικών της Σάµου το 1830», Αντιπελάργηση, Αθήνα 1992. ———, «Ιωάννης Βακιρτζής», Απόπλους (2/5), Σάµος Μάρ. - Ιούν.1991. ———, «Λ. Βαθέος: ∆ιοικητικό κέντρο 19ος -20ος αι.», Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου. ———, ( κ. α) «Συνοπτικό χρονολόγιο του 20ου αιώνα», Στιγµές.....2000- Η Σάµος του 20ου αιώνα, Ειδική έκδοση της εφηµερίδας Χαραυγή, (Σάµος 1999) Λεκάτη Ι., «Συνοπτική περιγραφή της νήσου Σάµου», παρουσίαση Μ. Βουρλιώτη, Σαµιακή Επιθεώρηση (Ι/37-38), Αθήνα Ιαν. 1989. Λογοθέτη Λυκούργου, «Τα εν Σάµω συµβάντα κατά τον υπέρ Ελευθερίας Ελληνικού αγώνα» (Σχόλια από τον Αλ. Λυκούργο, παρουσίαση Μ. Βουρλιώτη), Σαµιακή Επιθεώρηση (Θ΄35/36), Ιαν.1988. Λύκειο Καρλοβάσου, Τα βυρσοδεψία, Καρλόβασι 1999. Μανταζαρίδης Γ. Κοινωνιολογία του Χριστιανισµού, Θεσσαλονίκη 1990. Μανώλογλου Ε κ.α. , Ο τουρισµός ως παράγοντας κοινωνικής αλλαγής, Αθήνα 1998. Μarinescou F. - M. Rafaila, «Ο Ιωάννης Γκίκας στη Σάµο, µε βάση ανέκδοτο αρχειακό υλικό από το Βουκουρέστι.» Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου. Αθήνα 1998. Μάρκου Ν., εισήγηση στο Αναπτυξιακό συνέδριο Νοµού Σάµου, Μάιος 1988. Ματσούκα Νίκου, «Η θεολογία ως ανθρωπιστική επιστήµη», Μυστήριον επί των ιερώς κεκοιµηµένων" και άλλα µελετήµατα, Θεσσαλονίκη 1992 ———, Ιστορία της Φιλοσοφίας, Θεσσαλονίκη 1997, Μέλιος Ν., «Όψεις της οικονοµικής ζωής της Σάµου (19ος αιώνας)», Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’.
58 Μητσάνη Αγγ., «Βυζαντινές τοιχογραφίες στη Σάµο», Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Α’, Αθήνα 1998. Μόσχος ∆., «Η νεοδιαφωτιστική κριτική απέναντι σε κοινωνικές αναφορές της ορθόδοξης σκέψης», Σύναξη τ. 73, Ιαν. - Μαρ. 2000. Μουτάφης Γ., «Ιστορικοί προβληµατισµοί σχετικά µε την Σαµιακή Ηγεµονία 1867-1876», Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου. ———, «Σάµιοι υπήκοοι και επιστάτες στη Μ. Ασία», Σαµιακές Μελέτες τ. 1, Αθήνα 1994 Νανάκη Ανδρ., «Τα Αλάτσατα και οι αρχιερείς τους στην Εκκλησία της Ελλάδος», Επιστηµονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ., τόµος 8 (νέα σειρά), Θεσσαλονίκη 1998. Νικολαΐδης Μ.Ι., Η ζωή στη Σάµο κατά την τελευταία φάση της ηγεµονίας και µετά 1900-1945, Αθήνα 1995. ———, Ο Αλέξανδρος Πασχάλης και το πολύπλευρο έργο του, Αθήνα 1992. Νόου Νίκος, «Λ. Βαθέος, Αλιευτικός πλούτος και παράκτιο πολιτιστικό περιβάλλον», Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου. Οικονόµου Ανδροµάχη, Σηµείωµα για τη Βυρσοδεψία στη Σάµο, Σαµιακές Μελέτες τ. 1. Παπαδάκη Λ., «Οι εκπαιδευτικές τάσεις στη Σάµο», Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµεραπρακτικά συνεδρίου τ. Β’. Παπάλη Ιω. (Μητρ.), Η Εκκλησία της Σάµου από της Ιδρύσεως αυτής µέχρι σήµερον, Σάµος 1967. Πανταζόπουλος Ν.Ι, .Κοινοτικός βίος εις την Θετταλοµαγνησίαν επί τουρκοκρατίας, Θεσσαλονίκη 1967. ———, ∆ικαιοδοτική πολιτική κατά την επανάσταση και κατά την καποδιστριακή περίοδο, Θεσσαλονίκη 1978 ———, Από της «λογίας» παραδόσεως στον Αστικό κώδικα, Αθήνα 1947 ———, Ελλήνων συσσωµατώσεις κατά την Τουρκοκρατίαν, Αθήνα 1958 Παπαταξιάρχης Ε., « “∆ια την σύστασιν και ωφέλειαν της κοινότητος του χωριού”. Σχέσεις και σύµβολα της εντοπιότητας σε µια Αιγιακή κοινωνία.» . Ο Κ. Καραβίδας και η προβληµατική των κοινωνικών επιστηµών Αθήνα 1990 Πετρονώτης Α., Ένα ανέκδοτο µνηµείο της εποχής των Λασκαριδών, Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Α’, Αθήνα 1998. Πετρονώτη Μ., Συµβολή στη µελέτη της οικονοµικής αυτονοµίας των Γυναικών στα νησιά Κάλυµνο, Σάµο και Κάρπαθο, «Καρπαθιακαί Μελέται» τ. Γ΄ (ανάτυπο), Αθήνα 1984. Πέτρου Ι.Σ., «Άγιο πνεύµα, ανθρώπινη ελευθερία και πολιτισµικός πλουραλισµός». Επιστηµονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ., τόµος 8 (νέα σειρά), Θεσσαλονίκη 1998. ———,, Κοινωνική ∆ικαιοσύνη , Θεσσαλονίκη 1992. ———, Εκκλησία και Πολιτική, Θεσσαλονίκη 1992 Ρήνας ∆., «Το ραβδί της καρυδιάς», Σαµιακή (6/5/63). ———, «Βασκανία», Σαµιακή (8/7/1963), (15/7/1963). Σαββίδης Α. , «Η µεσαιωνική Σάµος στις σελίδες ενός βιβλίου για τη Σαµιακή Ιστορία», Σαµιακές Μελέτες τ. 1, Αθήνα 1996. Σαλαµαλέκης Αναγνώστης, «Αποσπάσµατα από ένα λαϊκό στιχούργηµα του 1812», Σαµιακή Επιθεώρηση τ. Ι(37-38) Αθήνα , Ιαν 1989, σ.3-4 Σαλίµπα Ζ., «Μόνη και έγκυος», Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’ ———, «Ο µικρόκοσµος των εµπορικών καταστηµάτων», Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, Σαρρηγιάννης Θ. ∆., Η Γαλλική σχολή Καλογραιών Saint Joseph, Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου. ———, «Η κρίση στη γεωργία της Σάµου το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, αφετηρία οικονοµικών, κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων», Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµερα- πρακτικά συνεδρίου τ. Β’.
59 Σεβαστάκης Α., «Επιδράσεις στα Σαµιακά πράγµατα της Γαλλικής επανάστασης, της Φιλικής εταιρίας και του συντάγµατος του Ρήγα» (ανάτυπο), 1965, (περιοδ. «Σύγχρονα θέµατα») ———, «Το «Στρατοπολιτικόν Σύστηµα» Σάµου και η Κεντρική Ελληνική διοίκηση», Σαµιακές Μελέτες τ. 1, Αθήνα 1994 ———, «Η θεµελίωση της Σαµιακής Πολιτείας 1830-1834 (µε ανέκδοτα έγγραφα)», Σαµιακές Μελέτες τ. 2, Αθήνα 1996. ———, Ιστορικά Νέου Καρλοβάσου, Αθήνα 1995, ———, Το κίνηµα των Καρµανιόλων (µε ανέκδοτα έγγραφα), Αθήνα 1996. ———, ∆ίκαιο και δικαστική εξουσία στη Σάµο 1550-1912, Αθήνα 1986, σ. 14, ———, Οι Καρµανιόλοι στην επανάσταση της Σάµου- Ιωάννης Λεκάτης, Αθήνα 1980. ———, Σαµιακή πολιτεία 1830-1834- Λογοθέτης Λυκούργος, Αθήνα 1985. Σίµος Μ ., «Γεωργίου αναγνώστη Σαλαµαλέκη «Ιστορική διήγησις», Σαµιακή Επιθεώρηση τ. Ι(39-40) Αθήνα , ∆εκ. 1990. ———, «Οι κινηµατογραφικές βραδιές στο λιµάνι του Βαθυού», Απόπλους (9/18-19-20), Σάµος, Χειµ. 1999.σ.203-204 Σοφούλης Κ., Γενικαί κατευθύνσεις για την σύνταξη προγράµµατος περιφερειακής ανάπτυξεως των νήσων Σάµου Ικαρίας και Πάτµου(ανάτυπο), Αθήνα 1965 ———, «Ψυχολογία Αναπτύξεως» Σαµιακή Επιθεώρηση (Β/7), Άνοιξη1965 Σταµατιάδη Επ., Σαµιακά2, τ.1-5, Αθήνα 1965-66. (Μεταγλωττισµένη έκδοση, µεταγλ. Ν. Μύτικας, επιµ. Γ. Ζαφείρης) Στεφανίδη Θ. , «Ο Σαµιώτικος τουρισµός», Σαµιακή 3/4/56 Σφοίνη Α., «Η πολιτιστική ζωή επί Ηγεµονίας», Η πόλη της Σάµου -πρακτικά συνεδρίου, —— , «Γλώσσα και Νοοτροπίες. Η περίπτωση του δασκάλου Ιγνάτιου στη Σάµο στα τέλη του 18ου µε αρχές του 19ου αι.» , Ο Γ. Κλεάνθης και η εποχή του - Πρακτικά συνεδρίου Τζίχας Κ., «Συµβολή στην Ιστορία του εργατικού κινήµατος στη Σάµο», Χαραυγή 1/5/99-Επιπλέον. Τροβάς Ε., «Μας έφαγε η µηχανή», Σαµιακόν Βήµα 13/7/56, σ.2 Τσάκος Κ., «Σάµος πρώιµοι Βυζαντινοί χρόνοι», Η Σάµος από τα βυζαντινά χρόνια µέχρι σήµεραπρακτικά συνεδρίου τ. Α’, Αθήνα 1998. Τσαούσης ∆. Γ., Χρηστικό λεξικό κοινωνιολογίας, Αθήνα 1984 ——, Η κοινωνία του ανθρώπου- εισαγωγή στην κοινωνιολογία, Αθήνα 1983, Τσαπάρας Σ., Η πολιτική ηγεσία και οι ξένοι στην νεώτερη ιστορία της Ελλάδας, τ. Γ’, Αθήνα (1990). Τσάρτας Π., Τουρίστες, ταξίδια ,τόποι - Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις στον Τουρισµό, Αθήνα 1996. Τσουκαλάς Κ., Ταξίδι στο λόγο και την ιστορία - κείµενα 1969- 1996, τ. β’, ——, «Η ιδεολογική επίδραση του εµφυλίου πολέµου», Η Ελλάδα στην δεκαετία 1940- 1950 (Συλλογικός τόµος), Αθήνα 1984. Φίλιας Β. Ι., Όψεις της διατήρησης και της µεταβολής του κοινωνικού συστήµατος, τόµος Α’, Αθήνα 1994. ——, Όψεις της διατήρησης και της µεταβολής του κοινωνικού συστήµατος, τόµος Β’, Αθήνα 1979. Χατζηµιχάλη Α., «Η εν Πύργω Γενική Συνέλευση του 1849», Τοπική ιστορία και αρχεία- πρακτικά συνεδρίου, ——, «Εκκλησιαστικοί ρητορικοί λόγοι», Ο Γ. Κλεάνθης και η εποχή του - Πρακτικά συνεδρίου,. Χίου Ε., «τι διδακτικές που είναι µαθές, αυτές οι ασπρόµαυρες Ελληνικές ταινίες!», Απόπλους (9/1819-20), Σάµος, Χειµ. 1999. Χίου Ρ., Βωβός κινηµατογράφος στον Μαραθόκαµπο, Απόπλους (9/18-19-20), Σάµος, Χειµ.1999. Χριστοδουλάκης Χρ. Ν., Εν όψει της ελαιοσυγκοµιδής, Σαµιακή ( 2/11/56.) Χτούρης Σ., Τα δίκτυα ως µέθοδοι και εργαλεία ανάλυσης, ∆ίκτυα επικοινωνίας και πολιτισµού στο Αιγαίο - Πρακτικά συνεδρίου, Αθήνα 1997, Ψαραύτη Λ., Σινεµά ο «Απόλλων», Απόπλους(9/18-19-20) Σάµος, Χειµ. 1999.
60
Τοπικές εφηµερίδες και περιοδικά. Απόπλους (εκδίδεται από επιτροπή) (5/12), Σάµος 1994, σ.377-380. Αρχείον Σάµου (περιοδικό) έτος 3 τεύχη Α-∆ - Επιµ. Νικ. Ι. Ζαφειρίου, , Αθήνα 1948/1954 Βίγλα, εφηµερίδα της «Κίνησης Οικολόγων Σάµου», Σάµος (τ. 24 /Μαρ.- Απρ. 99, σ.2,4, τ. 26 /Ιουλ.Αυγ.99) ∆ηµοκρατική, (δ/ντής Σεβαστάκης Α.) Καρλόβασι Σάµου (21/8/64.21/8/64. 24/10/64. 15/11/64. 2/12/6419/7/65. 24/11/65. 24/11/65) Ελλάς (δ/ντής Κ. Πτίνης) Σάµος από 4/5/56 έως28/11/60 Σαµιακή (δ/ντής Η. και Α. Γιαννουλόπουλος) Σάµος από (6/5/55) έως (5/2/75) Σαµιακή Επιθεώρηση, περιοδικό της Αδελφότητας Σαµίων εν Αθήναις, τεύχος (Α/1), Αυγ. 1963. –––––, (Β/7), Άνοιξη1965 –––––, (Γ/9), Νοέ 1966. –––––, (∆/14), Μάιος 1971. Σαµιακόν Βήµα (δ/ντής Κ. και Μ. ∆ούκας) Σάµος από(31/3/52) έως(13/3/75) Σύνδεσµος Μαυρατζωτών, αρ. φ. 28, Σεπ. 1999. Χαραυγή «Ηµερίδα για το Γ’ Κοινοτικό πλαίσιο στήριξης’» (11/9/1999) ——,(1/4/2000), «Επιχώρια πριν ένα αιώνα στη Σάµο» (δηµοσιεύµατα των εφηµερίδων της Σάµου 1863-1894).