ΔΗΜΟΣΙΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ
Ι.Ε.Κ. ΛΕΥΚΑΔΟΣ TΟΜΕΑΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΕΙΔΙΚΟΣ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ
ΧΡΗΣΗ ΤΟΠΙΚΩΝ ΔΙΚΤΥΩΝ ΤΟΜΟΣ Α΄
ΓΟΥΡΖΗΣ ΣΤΑΘΗΣ ΦΥΣΙΚΟΣ ΛΕΥΚΑΔΑ - ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 1998
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ
1)
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΤΟΠΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ - ΕΙΔΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ
Ορισμός των δικτύων ηλεκτρονικών υπολογιστών, δίκτυα με mainframes και τα είδη δικτύων που χρησιμοποιούμε σήμερα, πλεονεκτήματα δικτύωσης. 2)
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΔΙΚΤΥΩΝ
Βασικά χαρακτηριστικά των δικτύων, τοπολογία, τρόποι μεταφοράς δεδομένων, πρωτόκολλα επικοινωνίας, καλωδίωση, εφαρμογές και λειτουργικά συστήματα. 3)
ΤΑ WINDOWS NT 4.0
Εισαγωγή στο περιβάλλον των Windows NT 4.0,περιγραφή των βασικών χαρακτηριστικών ,πλεονεκτήματα σε σύγκριση με άλλα λειτουργικά συστήματα. 4)
ΛΕΞΙΚΟ ΤΩΝ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΟΡΩΝ ΣΤΑ ΔΙΚΤΥΑ
Η ορολογία των δικτύων με την μετάφρασή τους στα ελληνικά. ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Τα τελευταία 10 χρόνια οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές που βασίζονται στα λειτουργικά συστήματα του MS-DOS και των Windows, ( 3.1 – 95 – 98 ), έχουν γίνει αναπόσπαστο εξάρτημα του επιχειρηματικού κόσμου. Μέχρι πρόσφατα, όμως, δεν υπήρχε η δυνατότητα να συνδεθούν οι υπολογιστικές μονάδες και να αποκτήσουν τα πλεονεκτήματα του δικτύου. Από την έκδοση του MS-DOS 3.1 και με την εμφάνιση των επεξεργαστών 80386 και 80486 της Intel, ( από τα μέσα της δεκαετίας του ‘80), η τεχνολογία των δικτύων γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη και εφαρμόζεται πλέον με μικρό σχετικά κόστος και χωρίς να απαιτείται μεγάλο χρονικό διάστημα εγκατάστασης. Οι σημειώσεις αυτές έχουν σαν αντικείμενο τα τοπικά δίκτυα και τα χαρακτηριστικά τους, τόσο στο software όσο και στο hardware που τα αποτελούν. Τα Δίκτυα Τοπικής Περιοχής, ( Local Area Networks – LAN ),όπως λέγονται επίσημα, είναι εκείνα που έχουν τις περισσότερες εφαρμογές στις σημερινές επιχειρήσεις και γι’ αυτό έχει αναπτυχθεί πάρα πολύ η τεχνολογία που τα υποστηρίζει. Οι αλλαγές στα υπολογιστικά συστήματα και στα προγράμματα που χρησιμοποιούνται είναι ραγδαίες και παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές, μέσα σε διάστημα μερικών χρόνων ή και λίγων μηνών. Ο ανταγωνισμός οδηγεί τις κατασκευάστριες εταιρείες να παράγουν διαρκώς καινούργιους υπολογιστές και νέα λειτουργικά συστήματα, ώστε να καλύπτουν με τον πιο κατάλληλο τρόπο τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της αγοράς. Οι διαφορές στην ανάπτυξη της κάθε καινούργιας τεχνολογίας είναι μεγάλες και συχνά απαιτούν την προσαρμογή του προσωπικού στις νέες τεχνικές που χρησιμοποιούνται. Από αυτή την άποψη, δεν νοείται ειδικός κατασκευής, εγκατάστασης και ελέγχου δικτύων που να μην γνωρίζει και να μην παρακολουθεί τις τελευταίες εξελίξεις στον χώρο. Η τεχνολογία των δικτύων δεν έχει πάρει ακόμα μία συγκεκριμένη παγκόσμια μορφή και γι’ αυτό το λόγο κρίνεται απαραίτητη η διαρκής ενημέρωση των χρηστών. Ο ανταγωνισμός της παγκόσμιας αγοράς, στο άμεσο μέλλον, δεν θα επιτρέψει, το πιθανότερο, την ενοποίηση των προδιαγραφών για τα δίκτυα και οι εταιρείες θα εξακολουθήσουν να αναπτύσσουν τα δικά τους πρότυπα λειτουργίας. Έτσι οι σημειώσεις αυτές θα κινηθούν προς την κατεύθυνση του σήμερα, αναφέροντας τα σημαντικά βήματα του χτες στην ανάπτυξη των τοπικών δικτύων. Θεωρείται αυτονόητη η ύπαρξη της απαραίτητης υποδομής σε γνωστικό επίπεδο, όπως τα βασικά εξαρτήματα που αποτελούν έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή, οι βασικές γνώσεις των λειτουργικών συστημάτων και γενικότερα των μεγεθών που χρησιμοποιούνται στους computers.
Παράλληλα όπου κρίνεται απαραίτητο θα υπάρχουν αναφορές και επεξηγήσεις για κάθε καινούργιο στοιχείο που θα παρουσιάζεται στην πορεία. Τα τοπικά δίκτυα δεν είναι μόνο ένας επωφελής τρόπος για να αυξήσουμε την παραγωγικότητα των ηλεκτρονικών υπολογιστών, αλλά και ένας ταχύτατα αναπτυσσόμενος κλάδος της τεχνολογίας. Με την έλευση της καινούργιας χιλιετηρίδας πολλοί ειδικοί στον χώρο της πληροφορικής θεωρούν σχεδόν αδιανόητη την ύπαρξη μη δικτυωμένων υπολογιστών, σε παγκόσμιο επίπεδο. Έτσι η τεχνολογία των δικτύων αναμένεται να γνωρίσει ακόμη μεγαλύτερη ανάπτυξη και πολύ περισσότερες εφαρμογές, τόσο στις επιχειρήσεις όσο και στην καθημερινότητα όλων των ανθρώπων. Απτό παράδειγμα εφαρμογής των δικτύων είναι το πασίγνωστο πλέον Διαδίκτυο, το Internet, που απασχολεί όλο και περισσότερους ανθρώπους, σε όλο τον κόσμο. Η επανάληψη είναι η μητέρα της μάθησης, όπως λέγεται, αλλά μεγαλύτερος δάσκαλος στην εκμάθηση των δικτύων και των εφαρμογών τους παραμένει πάντα η πρακτική εξάσκηση, όπως και σε κάθε τομέα που αναπτύσσεται στην πληροφορική.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΤΟΠΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ ΕΙΔΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ
Εισαγωγή στα Δίκτυα υπολογιστών Δίκτυο υπολογιστών ονομάζουμε μία ομάδα από μηχανήματα που είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους, (network). Με αυτό τον τρόπο επικοινωνούν και μπορούν να μοιράζονται πόρους, που σημαίνει να μοιράζονται software όπως αρχεία, προγράμματα, δεδομένα ή και τμήματα hardware, όπως είναι οι οδηγοί των δισκετών, των CD-ROM, οι σκληροί δίσκοι, κ.λπ. Αποκτώντας πρόσβαση σε άλλους υπολογιστές επεκτείνουμε τις δυνατότητες της εργασίας μας, από τη στιγμή που έχουμε υπ’ όψη την καλή οργάνωση του δικτύου. Σε ένα δίκτυο υπολογιστών είναι εξίσου σημαντικό να υπάρχουν σωστά ενημερωμένοι ειδικοί αλλά και σωστά καταρτισμένοι χρήστες των υπολογιστών. Τα οφέλη από την χρήση των δικτύων είναι πολύ σημαντικά: α) Η κοινή χρήση του εξοπλισμού του δικτύου, δίνει την δυνατότητα της οικονομικότερης οργάνωσης, αφού απαιτείται η αγορά λιγότερων περιφερειακών. Κάθε χρήστης μπορεί να χρησιμοποιεί τον εκτυπωτή του δικτύου, τα διαθέσιμα CD - ROM και τους σκληρούς δίσκους με τους οποίους βρίσκεται συνδεδεμένος. β) Τα δεδομένα και τα προγράμματα του δικτύου γίνονται διαθέσιμα σε πολλούς χρήστες. Αυτό σημαίνει λιγότερο χρόνο αναζήτησης και περισσότερο χρόνο αξιοποίησης των πληροφοριών, με άμεσο αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγικότητας. γ) Οι πληροφορίες βρίσκονται σε μία περιοχή του δικτύου, συνήθως στο σκληρό δίσκο του server. Κάθε φορά που γίνεται διαχείρισή τους από τους χρήστες, όπως ανάγνωση δεδομένων, εγγραφή ή απλή ενημέρωση των αρχείων, ή ακόμα και διαγραφή εγγραφών, ελαχιστοποιείται ο παράγοντας του ανθρώπινου λάθους. Στην περίπτωση που τα δεδομένα θα βρίσκονταν σε πολλούς υπολογιστές, θα αυξάνονταν κάθετα η πιθανότητα λάθους, και από το software, το λειτουργικό σύστημα, και από το hardware, τους σκληρούς δίσκους ή και τα καλώδια μεταφοράς δεδομένων. δ) Σε ένα δίκτυο υπάρχουν ένα ή δύο άτομα που είναι υπεύθυνα για την ομαλή λειτουργία του. Τόσο το hardware όσο και το software, συντηρούνται από αυτά τα άτομα, κάνοντας έτσι πιο γρήγορη, αξιόπιστη και οικονομική την συντήρηση του δικτύου. ε) Οι συνδεδεμένοι υπολογιστές έχουν βέβαια το πλεονέκτημα της επικοινωνίας, όχι μόνο μέσα στο δίκτυο, αλλά και με άλλα δίκτυα που είναι
συνδεδεμένα. Η πληρέστερη και ταχύτερη ενημέρωση αυξάνει την ποιότητα και την αποδοτικότητα της εργασίας. Ο τρόπος με τον οποίο δημιουργούμε ένα δίκτυο καθορίζει και τα πλεονεκτήματα που μπορεί να μας προσφέρει, αν και οι βασικές αρχές παραμένουν κοινές. Τρεις είναι οι σημαντικότεροι τρόποι που διατίθενται σήμερα: α) Οι Host υπολογιστές και Τερματικά, β) Τα Τοπικά Δίκτυα,(LAN - Local Area Network),και γ) Τα Δίκτυα Ευρείας Περιοχής,(WAN - Wide Area Network) α) HOST Υπολογιστές και Τερματικά Είναι ο παλαιότερος τύπος δικτύου, που όμως χρησιμοποιείται ακόμα από πολλούς οργανισμούς. Υλοποιείται με ένα κεντρικό υπολογιστικό σύστημα ,που ονομάζουμε host,και έναν αριθμό τερματικών, (terminals), συνδεδεμένων με αυτό. Τα τερματικά χρησιμοποιούνται για εισαγωγή και εξαγωγή δεδομένων, ενώ η όλη επεξεργασία γίνεται στον host υπολογιστή. Έτσι τα τερματικά δεν έχουν μνήμη RAM, επεξεργαστή και μονάδες δίσκων. Ο host υπολογιστής είναι συνήθως ένας mainframe υπολογιστής. Τα mainframes είναι πολύ μεγάλα υπολογιστικά συστήματα, που έχουν δυνατότητα επικοινωνίας με εκατοντάδες τερματικά, σε υψηλές ταχύτητες μεταφοράς δεδομένων.
Εικόνα : Σύνδεση host υπολογιστή και τερματικών. Τέτοιου είδους μηχανές έχουν μεγάλο κόστος κατασκευής και συντήρησης, και γι’ αυτό χρησιμοποιούνται μόνο από μεγάλες εταιρείες και κρατικούς οργανισμούς. Εκτός από τα mainframes χρησιμοποιούνται και τα minicomputers, που παρ’ όλο το όνομά τους, είναι μεγάλα υπολογιστικά συστήματα, αλλά μικρότερα από τα mainframes. Δημιουργήθηκαν βέβαια για λόγους χαμηλότερου κόστους εγκατάστασης και συντήρησης. Η προσέγγιση δικτύων τύπου host - τερματικών είναι μία αρκετά διαδεδομένη λύση μηχανογράφησης στους δημόσιους οργανισμούς, λόγω του κεντρικού ελέγχου που προσφέρει σε όλους τους διαθέσιμους υπολογιστικούς πόρους. Σε τέτοιου τύπου δίκτυα υπάρχει μόνο ένα λειτουργικό σύστημα και μία μόνο συγκεκριμένη ομάδα εφαρμογών που διαθέτει το δίκτυο. Συνέπεια της απλής αυτής κατανομής του software είναι η ύπαρξη του προσωπικού της πληροφορικής να είναι απαραίτητη σε μία μόνο θέση, στο γραφείο που έχει τοποθετηθεί ο host υπολογιστής, βελτιώνοντας την οργάνωση της επιχείρησης. Μειονέκτημα αυτής της προσέγγισης είναι ότι δεν εξασφαλίζει την εύκολη επεκτασιμότητα του δικτύου, ακόμα και με μερικά τερματικά με τα ίδια βασικά χαρακτηριστικά δικτύωσης. Επίσης η χρήση ενός mainframe ή ενός minicomputer σε μία εταιρεία, την υποχρεώνει να παραμένει συνδεδεμένη με την ανάλογη τεχνολογία δικτύων, που δεν είναι πλέον άμεσα συμβατή με πιο σύγχρονες λύσεις δικτύωσης, που είναι διαθέσιμες σήμερα. Άλλο σημαντικό μειονέκτημα είναι η ειδική εκπαίδευση που πρέπει να έχει το προσωπικό της επιχείρησης για να χρησιμοποιήσει mainframe και τερματικά. Η γνώση του λειτουργικού συστήματος, της χρήσης, των PC’s είναι πιο εύκολη από την προσαρμογή στο δικτυακό περιβάλλον των mainframes. Δίκτυα με Mainframes Παρά τις ραγδαίες εξελίξεις στον χώρο των δικτυωμένων υπολογιστών η αρχιτεκτονική host και τερματικά, τα mainframes, δεν έχει γίνει οριστικά παρελθόν. Πολλές μεγάλες επιχειρήσεις χρησιμοποιούν εδώ και τρεις δεκαετίες αυτά τα υπολογιστικά συστήματα, τα ανανεώνουν και τα συντηρούν, αφού πληρούν ακόμα τις βασικές προδιαγραφές λειτουργίας ενός δικτύου. Η κατάργηση του ήδη υπάρχοντος δικτύου και η αντικατάστασή του από ένα πιο σύγχρονο, αποτελεί μία πολύ δαπανηρή απόφαση για οποιαδήποτε εταιρεία. Επιπλέον θα κοστίσει σε χρόνο και κόπο, μεγέθη που ενδιαφέρουν την λειτουργία κάθε επιχείρησης. Ακόμα υπάρχουν πλεονεκτήματα που προσφέρονται από τα mainframes, που δεν έχουν ξεπεραστεί από τα καινούργια συστήματα. Τα mainframes, ή big irons,
όπως αποκαλούνται λόγω των μεγάλων τους διαστάσεων, αναλαμβάνουν την μηχανοργάνωση επιχειρήσεων, τραπεζών, πανεπιστημίων και δημοσίων υπηρεσιών και οργανισμών. Κύριο χαρακτηριστικό των mainframes είναι ο συγκεντρωτισμός, η επεξεργασία και η αποθήκευση των δεδομένων που γίνεται στον κεντρικό υπολογιστή. Η επεξεργασία των δεδομένων, μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ‘80, σε μορφή δικτύου, γινόταν από μεγάλα υπολογιστικά συστήματα. Το λειτουργικό σύστημα που χρησιμοποιούσαν είναι το Unix, ένα πρόγραμμα που έρχεται από το μακρινό παρελθόν των ηλεκτρονικών υπολογιστών, αλλά διαρκώς ανανεώνεται και προσαρμόζεται στις σύγχρονες απαιτήσεις. Οι εργασίες που πραγματοποιούνταν ήταν κυρίως συνδιαλλαγές, transactions, που περιείχαν αυτοματοποιημένες διαδικασίες, όπως το κλείσιμο ενός λογιστικού έτους, η αποστολή τιμολογίων και η μισθοδοσία προσωπικού. Τα mainframes προσφέρουν απόλυτο έλεγχο στην διαχείριση των δεδομένων και στην ασφάλεια τους, αλλά έχουν σαν μειονέκτημα ότι δεν προσφέρουν επεκτασιμότητα αλλά και σύνδεση με άλλου τύπου μηχανήματα. Τα mainframes είναι σχεδιασμένα να λειτουργούν 24 ώρες την ημέρα, 7 ημέρες την εβδομάδα και 52 εβδομάδες τον χρόνο.
Εικόνα 2 : Υπολογιστής τύπου mainframe συνδεδεμένος με τερματικά. Τα βασικά χαρακτηριστικά της λειτουργίας των mainframes, είναι: 1) Κεντρική επεξεργασία των δεδομένων: Όλη η δουλειά γίνεται στον host υπολογιστή, στον κεντρικό, και ακολουθεί διαμοιρασμός στους χρήστες. 2) Τερματική χρήση: Οι χρήστες του δικτύου επικοινωνούν με τον κεντρικό υπολογιστή μέσω του τερματικού τους. Με αυτό απλά μεταφέρονται οι πληκτρολογήσεις στον host και απεικονίζονται τα αποτελέσματα στην οθόνη. 3) Διαχειριστές συστήματος: Υπάρχουν πάντα ειδικοί επιστήμονες υπεύθυνοι για το δίκτυο. Αυτοί φροντίζουν να βρίσκεται το σύστημα πάντα σε λειτουργία, για την εγκατάσταση καινούργιων προγραμμάτων, για την δημιουργία αντιγράφων ασφαλείας των δεδομένων και για την προστασία του δικτύου από ανεπιθύμητες ξένες προσβάσεις. Όμως οι ανάγκες των χρηστών μεταβάλλονται, όπως και οι απαιτήσεις της αγοράς. Έτσι από την δεκαετία του ‘80 θα υπάρξουν μεγάλες διαφοροποιήσεις στη εργασία με δικτυωμένους υπολογιστές. Μία από αυτές είναι ότι ο κάθε χρήστης, που είναι δικτυωμένος σήμερα, δεν είναι απλός εισαγωγέας δεδομένων στο δίκτυο και αποδέκτης κάποιων αποτελεσμάτων. Πολλές φορές πρόκειται για εξειδικευμένους επαγγελματίες, όπως πωλητές ή οικονομικούς αναλυτές της επιχείρησης, που χρησιμοποιούν την επεξεργασμένη πληροφορία σαν μέσο και όχι σαν αντικείμενο της δουλειάς τους. Ήταν φανερό ότι απαιτούνταν υπολογιστές με αυξημένες δυνατότητες, όπως οι προσωπικοί υπολογιστές, τα Personal Computers,τα γνωστά PC’s. Ένα άλλο πρόβλημα της προσαρμογής των mainframes στην εξέλιξη, ήταν και η αδυναμία τους να χρησιμοποιήσουν λειτουργικά συστήματα με γραφικό περιβάλλον εργασίας, όπως τα Windows, τα λεγόμενα GUI, Graphical User Interfaces. Επίσης δεν ήταν δυνατόν να υποστηρίξουν μεγάλο αριθμό χρηστών ή και εφαρμογών, κάτι που σήμερα θεωρούμε αυτονόητο και απαραίτητο σε ένα δίκτυο. Ακόμα η γεωγραφική επέκταση της διακίνησης της πληροφορίας, καθιστούσε επιτακτική την ανάγκη ύπαρξης δικτύων με τηλεπικοινωνιακή υποστήριξη. Τα παλαιότερα μηχανήματα ανήκουν στην τρίτη γενιά υπολογιστών, και περιλαμβάνουν ηλεκτρονικά κυκλώματα μικρής και μεσαίας κλίμακας ολοκλήρωσης,SSI και MSI.
Τα mainframes που κατασκευάστηκαν στην δεκαετία του ’80, βασίζονται σε τεχνολογία μεγάλης κλίμακας ολοκλήρωσης, LSI, και αποτελούν υπολογιστές τέταρτης γενιάς. Για να επιτευχθεί η παράλληλη επεξεργασία δεδομένων από πολλούς χρήστες, εφαρμόζεται η τεχνική των Πλασματικών Μηχανών, Virtual Machines - VM. Σύμφωνα με αυτή την τεχνική κάθε χρήστης που δουλεύει στο τερματικό του, έχει στην διάθεσή του ένα εικονικό σύστημα. Φαίνεται ότι διαθέτει έναν ανεξάρτητο υπολογιστή, με δικό του επεξεργαστή και δική του μνήμη. Ο κεντρικός υπολογιστής, βέβαια, απλά κάνει διαμοιρασμό των πόρων του συστήματος στους συνδεδεμένους χρήστες.
Εικόνα 3 : Χρήση προσομοίωσης VM,Virtual Machine, σε δίκτυο mainframe. Ο επεξεργαστής του συστήματος χρησιμοποιείται από όλους τους χρήστες, με την μέθοδο του χρονοκαταμερισμού. Ο έλεγχος του επεξεργαστή αποδίδεται κυκλικά σε όλα τα τερματικά, για ίσα χρονικά διαστήματα. Στα πιο σύγχρονα συστήματα μπορούμε να κατανέμουμε τον χρόνο χρήσης του επεξεργαστή σύμφωνα με προτεραιότητες, που δίνονται ανάλογα με το είδος της εργασίας που πραγματοποιείται. Για την πρόσβαση στη διαθέσιμη μνήμη του συστήματος χρησιμοποιείται ο μηχανισμός της Πλασματικής Μνήμης, Virtual Memory. Με αυτόν τον τρόπο επιτρέπεται η προσπέλαση μίας περιοχής μνήμης, που μπορεί να ξεπερνά
σε μέγεθος και την πραγματική διαθέσιμη μνήμη. Η ομαλή λειτουργία του συστήματος εξασφαλίζεται από το λειτουργικό σύστημα, που στα περισσότερα mainframes, βασίζεται στην αρχιτεκτονική DOS-VSE, ( Disk Operating System - Virtual Storage Extended ). Βασικά χαρακτηριστικά αυτής της αρχιτεκτονικής είναι: α) Η επίβλεψη του κεντρικού υπολογιστή από κάποιον ειδικό, τον supervisor. Αυτός ελέγχει τα προγράμματα που υλοποιούνται στο σύστημα και ενημερώνει τον υπεύθυνο του δικτύου, administrator, στην περίπτωση προβλημάτων, όπως είναι η κατάρρευση κάποιας εφαρμογής. β) Η διαχείριση των πόρων του συστήματος από τις εφαρμογές που υλοποιούνται στο δίκτυο, όπως είναι η μνήμη, ο σκληρός δίσκος κ.λπ. γ) Η διαχείριση των εκτυπώσεων του συστήματος, ο έλεγχος της ουράς των δεδομένων που είναι σε αναμονή εκτύπωσης. Ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά κάθε δικτύου, είναι η ασφάλεια που παρέχει στην διαχείριση των δεδομένων που επεξεργάζεται. Όλα τα mainframes διαθέτουν ένα σύστημα ελέγχου των χρηστών, Customer Information Control System,ή CICS όπως είναι πιο γνωστό. Σε αυτό το σύστημα έχει πρόσβαση μόνο ο διαχειριστής του δικτύου και αυτός καθορίζει τα επίπεδα πρόσβασης των άλλων χρηστών. Από αυτόν εκχωρούνται τα δικαιώματα χρήσης των πόρων του συστήματος, σε μεμονωμένους χρήστες ή ομάδες εργασίας. Ο διαχειριστής έχει ακόμα την δυνατότητα ελέγχου και αλλαγής των κωδικών πρόσβασης, passwords, στο δίκτυο. Από το σύστημα ελέγχου είναι δυνατή η σύνδεση και η αποσύνδεση οποιουδήποτε τερματικού από τον κεντρικό υπολογιστή, χωρίς να επηρεάζεται η εκτέλεση των εφαρμογών, αφού χρησιμοποιείται η τεχνική των Virtual Machines. Όλες οι πληροφορίες που αφορούν την ασφάλεια του συστήματος, όπως είναι τα δικαιώματα προσπέλασης, οι κωδικοί πρόσβασης και το πρωτόκολλο των ενεργειών για όλους τους χρήστες, καταχωρούνται σε μία ειδική βάση δεδομένων, που λέγεται Access Control List. Το σημαντικότερο πλεονέκτημα των μεγάλων υπολογιστικών συστημάτων είναι η ασφάλεια των δεδομένων και η σωστή λειτουργία του δικτύου. Τα αρχεία που χρησιμοποιεί το δίκτυο βρίσκονται μόνο στον κεντρικό υπολογιστή και έτσι είναι εύκολος ο έλεγχος και η συντήρησή τους, παρά στην περίπτωση που θα υπήρχαν αρχεία σε όλα τα τερματικά. Επίσης το σύστημα δεν κινδυνεύει από κατάρρευση στην περίπτωση που κάποιος σταθμός «κολλήσει» ή τεθεί για κάποιο λόγο εκτός λειτουργίας. Πολύ σημαντική είναι ακόμα η ικανότητα των mainframes να χειρίζονται με ακρίβεια πολύ μεγάλο όγκο δεδομένων. Η διαχείριση των αρχείων γίνεται σε ένα επίπεδο, το κεντρικό, πράγμα που επιτρέπει την αύξηση της ταχύ-τητας
επεξεργασίας και άρα και του αριθμού των δεδομένων. Ακόμα η αρχιτεκτονική των mainframes παρουσιάζει πολύ καλή διαχείριση εκτυπώσεων, μιας και είναι σε θέση να διαχειρίζεται μεγάλο φορτίο αρχείων εκτύπωσης. Υπάρχουν όμως και τα μειονεκτήματα, με σημαντικότερο αυτό της έλλειψης επεκτασιμότητας. Τα mainframes αναπτύσσονται ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, και είναι δύσκολο να συνδεθούν σε δίκτυο. Το hardware αλλά και το software που χρησιμοποιούν είναι εξειδικευμένο, με αποτέλεσμα να αυξάνει το κόστος αναβάθμισης και συντήρησής τους. Πολύ σημαντικό επίσης μειονέκτημα είναι και η αύξηση του χρόνου απόκρισης του συστήματος, όταν αυξάνεται πολύ ο αριθμός των χρηστών. Στα αρνητικά μπορούμε να αναφέρουμε και τα παλιά λειτουργικά συστήματα που χρησιμοποιούν τα mainframes. Αυτό γιατί απαιτείται μεγάλος χρόνος προσαρμογής και εκπαίδευσης για τους νέους συνεργάτες του δικτύου, που περιορίζει την παραγωγικότητά τους. SNA - Systems Network Architecture Τα mainframes χαρακτηρίζονται βέβαια από την δική τους αρχιτεκτονική, και η φιλοσοφία τους έχει τα αρχικά SNA, ( Αρχιτεκτονική δικτύων συστημάτων ). Η αρχιτεκτονική αυτή ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, από την IBM. Την εποχή εκείνη είχε αρχίσει να εκφράζεται ανοιχτά η δυσπιστία των μεγάλων επιχειρήσεων για την ασφάλεια των τότε υπαρχόντων τηλεπικοινωνιακών δικτύων. Χρειαζόταν, με άλλα λόγια, ένα πρόγραμμα, μία αρχιτεκτονική, μία μέθοδος, που θα εξασφάλιζε την ασφαλή διακίνηση των δεδομένων μέσα στα δίκτυα. Έτσι αναπτύχθηκε το SNA,σαν λύση σε υπαρκτά προβλήματα της αγοράς, παρά σαν προϊόν αναζήτησης και έρευνας. Το SNA ήταν σε θέση να αναγνωρίζει ορισμένα τυπικά προβλήματα, όπως η διακοπή επικοινωνίας, στην περίπτωση που η τηλεφωνική γραμμή ή το modem παρουσίαζε κάποιο πρόβλημα. Ακόμα μπορούσε να εντοπίσει προβλήματα στις εφαρμογές που υλοποιούνταν στο δίκτυο, τα λεγόμενα bugs,και να ενημερώσει τον administrator,για να γίνει η ανάλυση και να βρεθεί η λύση.
Εικόνα 4 : Αρχιτεκτονική δικτύων Συστημάτων, Systems Network Architecture. Το SNA είχε μεγάλη επιτυχία σε συστήματα mainframes, αλλά δεν τα πήγε το ίδιο καλά όταν εφαρμόστηκε σε τοπικά δίκτυα με ανεξάρτητα PC’s. Η εξέλιξη των δικτύων θα επηρεάσει και το SNA, που θα μετεξελιχθεί με μία δεύτερη έκδοσή του. Το νέο πρόγραμμα ονομάσθηκε APPN, Advanced Peer to Peer Networking, και το μόνο κοινό του σημείο με το SNA ήταν το πρωτόκολλο APPC. Σήμερα εφαρμόζονται και οι δύο αρχιτεκτονικές, με βασικό πλεονέκτημα την δυνατότητα άμεσης επικοινωνίας μεταξύ τους. Το APPN δουλεύει με δύο διαφορετικούς τύπους κόμβων. Ο ένας λέγεται End Node, ( EN ), και αποτελεί την πύλη εισόδου/εξόδου των δεδομένων στο δίκτυο. Σε αυτόν τον κόμβο τρέχουν όλες οι εφαρμογές, ανεξάρτητα αν πρόκειται για client ή server προγράμματα. Ο άλλος κόμβος λέγεται Network Node, ( NN ), και ασχολείται με την διαχείριση του δικτύου και την εκτέλεση των εφαρμογών. Σε πολλές περιπτώσεις το δίκτυο χωρίζεται σε ομάδες, με συγκεκριμένο αριθμό μελών που λέγεται NetworkID, ( NETID ). Κάθε τέτοιος αριθμός περιγράφει μία σειρά σταθμών εργασίας που βρίσκονται σε μία γεωγραφική περιοχή. Στο σύστημα SNA τα τερματικά και οι κόμβοι ενεργοποιούνται με την εκκίνηση του δικτύου. Παράδειγμα δικτύου αρχιτεκτονικής mainframe Όταν αναφερόμαστε στα mainframes εννοούμε, εκτός από το είδος της δικτύωσης και κάποιες μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες, που είχαν και το
μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς. Αναπόφευκτη λοιπόν η αναφορά σε αυτές και τα μοντέλα των υπολογιστών που κυριάρχησαν, ειδικά την περασμένη δεκαετία. Η πιο διαδεδομένη αρχιτεκτονική ήταν αυτή του IBM System 370. Η τεχνολογία δικτύωσης που χρησιμοποιούσε ήταν η IBM SNA, ( System Network Architecture ). Στο σύστημα βρίσκονταν συνδεδεμένα τερματικά χαρακτήρων ASCII, και συνδέονταν με τον κεντρικό υπολογιστή μέσω μισθωμένων γραμμών ή με dial - up συνδέσεις. Η σύνδεση των τερματικών ελεγχόταν από έναν front - end processor, όπως ήταν ο IBM 370x, που ήταν συνδεδεμένος με το mainframe μέσω διαύλου. Στο σύστημα μπορού-σαμε να έχουμε συνδεδεμένα και διάφορα minicomputers, όπως τα DEC VAX ή τα HP 3000. Η DEC - Digital Equipment Corporation και η HP - Hewlett Packard, είναι από τις κυρίαρχες εταιρείες κατασκευής δικτύων, μαζί με την IBM - International Business Machines. Τα πρωτόκολλα επικοινωνίας που χρησιμοποιούνταν ήταν σύγχρονα, ασύγχρονα και τα SNA/SDLC, ( System Network Architecture - Synchronous Data Link Control). Σε αυτά τα συστήματα, οι περισσότερες εφαρμογές ήταν γραμμέ-νες στη γλώσσα προγραμματισμού Cobol. β) Τοπικά Δίκτυα Υπολογιστών, ( LAN - Local Area Network ) Τα τοπικά δίκτυα υπολογιστών αποτελούν στην εποχή μας την πιο διαδεδομένη λύση και χρησιμοποιούνται ολοένα και σε περισσότερες επιχειρήσεις. Το βασικό πλεονέκτημα που προσφέρουν είναι η σύνδεση ανεξάρτητων PC’s,που είναι εύκολα στην εκμάθηση της λειτουργίας τους.
Εικόνα 5 : Τοπικό δίκτυο LAN με συνδεδεμένα PC’s. Σήμερα η χρήση ενός προσωπικού υπολογιστή δεν αποτελεί πια τόσο σπάνιο φαινόμενο και έτσι η μετάβαση στην χρήση του δικτύου είναι σχετικά απλή και δεν απαιτεί χρόνο ή και ιδιαίτερη οικονομική επένδυση. Χαρακτηριστικό των σύγχρονων LAN είναι η εύκολη επεκτασιμότητα που παρουσιάζουν, τόσο στο hardware όσο και στο software, στα λειτουργικά συστήματα που διαθέτουν. Ένα τοπικό δίκτυο, ( Local Area Network – LAN ), είναι ένας τρόπος σύνδεσης αυτόνομων PC’s μεταξύ τους, έτσι ώστε να μοιράζονται συγκεκριμένους πόρους. Τέτοιοι πόροι είναι οι σκληροί δίσκοι, οι εκτυπωτές και τα αρχεία που περιέχουν τις βάσεις δεδομένων του δικτύου. Σε ένα τοπικό δίκτυο υπάρχει επικοινωνία και συνεργασία μεταξύ των ατόμων που το χρησιμοποιούν. Τα LAN απέκτησαν την ονομασία τους επειδή τα PC’s που το απαρτίζουν βρίσκονται σε μία γεωγραφική περιοχή περιορισμένης έκτασης. Αυτά τα PC’s που συνδέονται με το δίκτυο λέγονται κόμβοι, (nodes). Συνήθως οι κόμβοι ενός δικτύου βρίσκονται μέσα στην ίδια αίθουσα ή στο ίδιο κτίριο. Η βασική διαφορά, μεταξύ ενός LAN δικτύου και της παλαιότερης προσέγγισης Host και τερματικά, είναι ότι κάθε PC που είναι συνδεδεμένο με το LAN είναι ένας πλήρης υπολογιστής από μόνος του. Οι μεμονωμένοι υπολογιστές είναι, βέβαια, λιγότερο ισχυροί από έναν mainframe, αλλά παρέχουν μεγαλύτερη ελευθερία στους χρήστες. Ένα άλλο σημαντικό πλεονέκτημα των τοπικών δικτύων είναι η εύκολη επεκτασιμότητα που παρέχουν, λόγω της σύγχρονης τεχνολογίας που τα υποστηρίζει. Η σύνδεση ενός ακόμα υπολογιστή είναι μία πολύ απλή διαδικασία και απαιτεί μόνο την επιβεβαίωση της επικοινωνίας του με το υπόλοιπο δίκτυο. γ) Δίκτυα Ευρείας Περιοχής, ( WAN - Wide Area Network ). Τα δίκτυα αυτά ορίζονται σύμφωνα με την γεωγραφική περιοχή που καλύπτουν, και αποτελούνται από PC’s που βρίσκονται μακριά το ένα από το άλλο, ακόμα και σε διαφορετικές πόλεις. Δίκτυα ευρείας περιοχής χρησιμοποιούν τα μεγάλα ερευνητικά κέντρα των πανεπιστημίων και επιχειρήσεις που διαθέτουν γραφεία σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές. Δίκτυο Αθήνας
Δίκτυο Θεσσαλονίκης Εικόνα 6: Ένα δίκτυο WAN, εκτείνεται σε μία μεγάλη γεωγραφική περιοχή.
Δίκτυο Πάτρας Πολλές φορές τα δίκτυα ξεκινούν με την μορφή ενός LAN και μετατρέπονται σε WAN, καθώς μεγαλώνει η εταιρεία ή ο οργανισμός που ανήκουν. Αν μία εταιρεία διαθέτει γραφεία στην Αθήνα και επεκταθεί στην Θεσσαλονίκη και την Πάτρα, θα εγκαταστήσει το πιθανότερο τοπικά δίκτυα LAN ίδιου τύπου και στις τρεις πόλεις. Αυτό σημαίνει ότι η σύνδεση των τριών LAN θα είναι και εύκολη αλλά και απαραίτητη για τις δραστηριότητες της επιχείρησης. Έτσι η δημιουργία των WAN αποτελεί, σχεδόν πάντα, το επόμενο βήμα στην εγκατάσταση των τοπικών δικτύων. Είδη Τοπικών Δικτύων Τα τοπικά δίκτυα είναι το αντικείμενο των σημειώσεων αυτών και οι διαφορετικές δυνατές προσεγγίσεις, με τις οποίες μπορούμε να τα υλοποιήσουμε. Έχουμε δύο τρόπους για να αναπτύξουμε τα τοπικά δίκτυα, ανάλογα με τις ανάγκες της διακίνησης των πληροφοριών που θέλουμε να διαχειριστούμε. Είναι η προσέγγιση Δικτύου Τύπου Πελάτη / Εξυπηρετητή, ( Client/Server ), και η προσέγγιση των Ομότιμων Δικτύων, (Peer - to Peer). α) Δικτύου Τύπου Πελάτη/Εξυπηρετητή, (Client/Server Networks) Τα δίκτυα Client/Server χρησιμοποιούνται σε μεγάλα LAN, όπως είναι τα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Στα δίκτυα αυτού του τύπου, χρησιμοποιείται ένας ισχυρός υπολογιστής, ο server, σαν το κέντρο του δικτύου και με αυτόν συνδέονται οι clients, άλλοι υπολογιστές με μικρότερες, αλλά όχι περιορισμένες δυνατότητες, αφού αποτελούν ανεξάρτητα PC’s, με δικούς τους πόρους. Η προσέγγιση client/server φαίνεται στην εικόνα 7: Εικόνα 7 : Προσέγγιση LAN δικτύου, τύπου client/server. Ένα δίκτυο τύπου client/server μπορεί να διαθέτει περισσότερους από έναν κεντρικούς υπολογιστές, servers, και μεγάλο αριθμό συνδεδεμένων clients, που λέγονται και κόμβοι του δικτύου, ( nodes ), ή σταθμοί εργασίας, (workstations). Σε ένα δίκτυο client/server μπορούν να χρησιμοποιηθούν πολλοί τύπο servers, ανάλογα με τις ανάγκες του δικτύου. Ορισμένοι από τους πιο κοινούς τύπους server είναι: 1)
Server Αρχείων (File Server): Ο υπολογιστής αυτός ασχολείται αποκλειστικά με την κεντρική αποθήκευση και την διαχείριση αρχείων.
2)
Server Εκτυπώσεων (Print Server): Παρέχει κεντρικές υπηρεσίες εκτύπωσης.
3)
Server Επικοινωνιών Communications Server): Παροχή υπηρεσιών για τα διαθέσιμα modem, τα fax και το e-mail, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.
4)
Server Βάσεων Δεδομένων (Database Server): Αυτός ο υπολογιστής ασχολείται αποκλειστικά με την διαχείριση των πληροφοριών για τις διαθέσιμες βάσεις δεδομένων του δικτύου.
Η επεξεργασία μεγάλου όγκου πληροφοριών, σε ψηφιακή μορφή, γινόταν έως την δεκαετία του ‘80, αποκλειστικά από τα mainframes. Αυτά τα μεγάλα υπολογιστικά συστήματα παρουσίαζαν όμως αρκετά προβλήματα στην διαχείριση των πληροφοριών, όσο αυτές μεγάλωναν σε μέγεθος, και στην επεκτασιμότητα σε σχέση με άλλου τύπου δίκτυα. Κάθε βήμα που γίνεται στην εξέλιξη της επιστήμης, και της πληροφορικής ειδικότερα, κάθε καινούργια ιδέα στην ανάπτυξη του hardware και του software, χρειάζεται χρόνο για να αποδείξει τις δυνατότητές της και τις βελτιώσεις, που ίσως να είναι απαραίτητες. Η χρήση των mainframes,που χρησιμοποιούνται και σήμερα σε πολλές επιχειρήσεις και οργανισμούς, ανέδειξε, με την πάροδο του χρόνου, κάποιες αδυναμίες. Ήταν φανερή η αναγκαιότητα να αναπτυχθεί μία καινούργια τεχνολογία που να προσφέρει ικανοποιητικές λύσεις σε αυτά τα προβλήματα. Έτσι κάποια στιγμή προτάθηκαν νέες λύσεις στα καινούργια προβλήματα, και μία από αυτές ήταν η χρήση των File Servers. Η αρχιτεκτονική client - server πρόσφερε απεριόριστη επεκτασιμότητα και την υποστήριξη πιο φιλικών προγραμμάτων στον συνδεδεμένο χρήστη. Ο λόγος ύπαρξης των servers ήταν η διαχείριση μεγάλων βάσεων δεδομένων και η παροχή πρόσβασης σε πολλούς χρήστες, την ίδια χρονική στιγμή. Παράλληλα είχαν την δυνατότητα του διαμοιρασμού των πόρων του δικτύου, όπως η κοινή χρήση εκτυπωτών. Το βασικό πρόβλημα που αντιμετώπισαν οι file servers ήταν η ταχύτητα επικοινωνίας όταν μεγάλωνε ο φόρτος του δικτύου. Γι’ αυτό άρχισε να γίνεται φανερή ή ανάγκη ενίσχυσης των τερματικών, ώστε να μπορούν να επεξεργάζονται έναν ορισμένο όγκο δεδομένων, για να αποσυμφορίζουν τον server σε ώρες αιχμής. Τα πρώτα προβλήματα της καινούργιας αρχιτεκτονικής δεν άργησαν να φανούν. Το πρώτο ήταν ότι οι client υπολογιστές, υπερφορτώνονταν εύκολα, αφού ένα λειτουργικό σύστημα με παραθυρικό περιβάλλον, μία βάση δεδομένων και ένα λογιστικό φύλλο μπορούσαν να κάνουν το σύστημα υπερβολικά αργό. Το δεύτερο πρόβλημα ήταν η υπερφόρτωση του δικτύου, στην περίπτωση που ήταν απαραίτητη η μεταφορά αρχείων από τον server στον client υπολογιστή.
Η εμφάνιση των προσωπικών υπολογιστών άλλαξε οριστικά και τον τρόπο χρήσης των δικτύων. Η αρχιτεκτονική τους θα προσαρμοστεί στην επεξεργασία στοιχείων από χρήστες με αυξημένες δυνατότητες, με σταθμούς εργασίας ικανούς να επεξεργάζονται την πληροφορία, και όχι απλά να την μεταφέρουν. Παράλληλα θα δοθεί η δυνατότητα σύνδεσης πολλών διαφορετικών κατασκευαστών στο ίδιο δίκτυο, πράγμα που θα ελευθερώσει την διακίνηση της πληροφορίας από και προς οποιοδήποτε σημείο που είναι συνδεδεμένο. Έτσι οι σημερινοί system administrators δεν ελέγχουν πια τον κάθε χρήστη ξεχωριστά, όπως στα mainframes, αλλά τα δικαιώματα πρόσβασης που έχουν στο δίκτυο. Η πιο συνηθισμένη σύνθεση στην χρήση ενός δικτύου client/server είναι η λειτουργία ενός file server, που παρέχει κοινές υπηρεσίες εκτύπωσης. Σε αυτή την περίπτωση ο έλεγχος των clients και των ενεργειών τους είναι διαθέσιμος στον server. Επειδή η συνεχής λειτουργία του δικτύου είναι πολύ σημαντική, οι περισσότεροι οργανισμοί, που ακολουθούν την προσέγγιση client/server, βασίζονται σε ένα άτομο για την υποστήριξη του δικτύου. Αυτό το άτομο, που είναι υπεύθυνο για την σωστή λειτουργία του hardware και του software, ονομάζεται επόπτης δικτύου,system administrator. Στην αρχιτεκτονική client - server είμαστε υποχρεωμένοι να δεχθούμε την συνύπαρξη δεκάδων τεχνολογιών, την επικοινωνία ετερογενών δικτύων και πολλών διαφορετικών λειτουργικών συστημάτων. Όμως μέσα από το λειτουργικό σύστημα που χρησιμοποιούμε, έχουμε την δυνατότητα να διαχειριστούμε πληροφορίες από οποιοδήποτε σύστημα. Για γίνει αυτό υπάρχουν ειδικά προγράμματα, που τα αποκαλούμε με μία λέξη middleware, ενδιάμεσα προγράμματα, που αναλαμβάνουν να μεταφράσουν τα δεδομένα από σύστημα σε σύστημα. Νέες κατασκευάστριες εταιρείες ήρθαν στο προσκήνιο, όπως η Sun και η Apollo, καθιερώνοντας τους σταθμούς εργασίας, workstations, με λειτουργικό σύστημα Unix και πρωτόκολλα όπως το TCP/IP, ( Transfer Control Protocol/Internet Protocol ), για δίκτυα ευρείας περιοχής, ( WAN ). Οι παλιές γραμμές μεταφοράς δεδομένων των X.25 αντικαταστάθηκαν με τις γρηγορότερες T1. Οι routers και τα hubs των δικτύων υποστήριζαν πλέον πολλά πρωτόκολλα επικοινωνίας. Οι βάσεις δεδομένων που σχεδιάζονταν μέχρι τότε από τους προγραμματιστές, απευθύνονταν σε συγκεκριμένα μηχανήματα, όπως αυτά της IBM και της DEC. Με τις αλλαγές που έγιναν όμως στο hardware των δικτύων δόθηκε η δυνατότητα να σχεδιαστούν προγράμματα, που θα είχαν επικοινωνία, ακόμα και αν υλοποιούνταν σε διαφορετικά δικτυακά περιβάλλοντα. Πιο απλά η ανοιχτή αρχιτεκτονική των δικτύων απελευθέρωνε και την διαχείριση της πληροφορίας μέσα στο σύστημα.
Το πρωτόκολλο επικοινωνίας SNMP, ( Simple Network Management Protocol ), διαδόθηκε σε πολλές επιχειρήσεις και η τεχνολογία μεταφοράς frame relay data switch ανέλαβε να λύσει το πρόβλημα των πολύπλοκων και αυξημένων αναγκών διακίνησης των δεδομένων. Επίσης άρχισαν να χρησιμοποιούνται και οι πύλες, gateways, για την επικοινωνία μεταξύ δικτύων διαφορετικού τύπου. Στα τέλη της δεκαετίας του ‘90 η ενιαία αντιμετώπιση των τοπικών δικτύων, ( LAN ), και των δικτύων ευρείας περιοχής, ( WAN ), είναι γεγονός. Οι χρήστες συνδέονται με οποιο-δήποτε δίκτυο μέσω των PDA, ( Personal Digital Assistant ), και η τεχνολογία των Frame Relay διευκολύνει την μεταφορά δεδομένων ανεξάρτητα από τον όγκο τους. Τα δίκτυα αρχιτεκτονικής Client / Server προσφέρουν σήμερα την δυνατότητα υποστήριξης για multimedia και video εφαρμογές, σε ομάδες εργασίας, workgroups. Η τεχνική των δικτύων Client / Server δίνει λύσεις στις σημερινές τάσεις αποκέντρωσης, στην κατανεμημένη εργασία και στην ασφαλή διακίνηση των δεδομένων. Έχει άμεση σχέση με την ανοιχτή αρχιτεκτονική των δικτύων, χωρίς να είναι ταυτόσημες σαν έννοιες. Όταν ορίζουμε ένα σύστημα σαν ανοιχτό εννοούμε ένα περιβάλλον από hardware και software, που διατηρεί μεγάλες, όχι απεριόριστες, δυνατότητες επέκτασης και ανάπτυξης. Η επέκταση αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί με την προσθήκη εξαρτημάτων διαφορετικής τεχνολογίας από αυτή που ήδη χρησιμοποιείται στο δίκτυο. Στο σύστημα αυτής της αρχιτεκτονικής έχουμε ένα σύνολο εντολών, που διαχειρίζεται όλες τις πληροφορίες για οποιοδήποτε σύστημα. Παραδείγματα υλοποιήσεων της αρχιτεκτονικής client/server σε τοπικά δίκτυα είναι τα Novell NetWare,τα Windows NT και τα LAN Manager.
β) Ομότιμα Δίκτυα,(Peer - to - Peer Networks) Η βασική διαφορά με την προσέγγιση client/server,είναι ότι σε αυτού του τύπου την δικτύωση δεν υπάρχουν κεντρικοί υπολογιστές, servers. Κάθε κόμβος του δικτύου παρέχει υπηρεσίες που μπορούν να προσπελάσουν οι άλλοι κόμβοι. Έτσι ο ρόλος του server στα ομότιμα δίκτυα, ( peer to peer ), είναι σχετικός, μιας και όλοι οι κόμβοι μπορούν να παρέχουν κοινόχρηστες υπηρεσίες. Ένα δίκτυο με ομότιμη προσέγγιση φαίνεται στην εικόνα 8:
Εικόνα 8 : Ομότιμο δίκτυο ηλεκτρονικών υπολογιστών,
peer to peer. Τα ομότιμα δίκτυα χρησιμοποιούνται για μικρά δίκτυα ή για ομάδες εργασίας, work-groups. Η προσέγγιση peer to peer παρουσιάζει πλεονεκτήματα σε σύγκριση με τα δίκτυα τύπου client/server, όπως το γεγονός ότι αν ένας κόμβος τεθεί εκτός λειτουργίας, δεν αδρανοποιείται ολόκληρο το δίκτυο. Ακόμα, δεν είναι απαραίτητος ένας επόπτης δικτύου, επειδή κάθε χρήστης έχει τον έλεγχο των δικών του πόρων, που διαθέτει στο δίκτυο. Παράδειγμα υλοποίησης ομότιμων δικτύων είναι τα Windows 95 και Windows 98, τα Windows for Workgroups, το LANtastic και το 10Net. Πλεονεκτήματα της σύνδεσης των ηλεκτρονικών υπολογιστών σε δίκτυο
Η βασική ανάγκη, που αποτέλεσε την αφετηρία για την ανάπτυξη των τοπικών δικτύων, ήταν η μείωση του κόστους της μηχανογράφησης για μία οποιαδήποτε επιχείρηση. Τα τοπικά δίκτυα επιτρέπουν σε όλους τους συνδεδεμένους χρήστες να χρησιμοποιούν τους κοινόχρηστους πόρους. Για παράδειγμα, αν διαθέτουμε ένα δίκτυο με 10 υπολογιστές, προφανώς θα χρειαζόταν να αγοράσουμε και 10 εκτυπωτές. Το κόστος αυτής της αγοράς θα ήταν αρκετά μεγάλο, που θα εξαρτιόταν άμεσα από το είδος του εκτυπωτή που θα αγοράζαμε. Αν αποφασίζαμε να χρησιμοποιήσουμε π.χ. 10 inkjet εκτυπωτές, το ποσό θα ήταν πολλαπλάσιο της αξίας ενός τέτοιου εκτυπωτή. Μπορούμε όμως να διαθέσουμε λιγότερα χρήματα και να αγοράσουμε έναν laser εκτυπωτή, για τις επαγγελματικές ανάγκες της επιχείρησης, ( έγγραφα και επεξεργασία γραφικών ), και έναν inkjet εκτυπωτή για πιο πρόχειρες και μαζικές εκτυπώσεις, όπως αυτές που απαιτεί ένα λογιστήριο. Αυτού του είδους η αγορά κατεβάζει αισθητά το κόστος της μηχανοργάνωσης της εταιρείας και αυξάνει την ποιότητα και το μέγεθος της παραγωγής. Ένα άλλο πλεονέκτημα της δικτύωσης είναι ότι κατεβαίνει αισθητά το κόστος της συντήρησης των συσκευών του δικτύου, αφού μειώνεται ο αριθμός τους. Τέλος διευκολύνεται ο έλεγχος του hardware του δικτύου, αφού απασχολεί λιγότερα συνδεδεμένα μηχανήματα, και είναι δυνατόν να εντοπίζονται τυχόν λάθη κατά την διάρκεια της λειτουργίας τους. Η κοινή χρήση των συσκευών και των προγραμμάτων σε ένα δίκτυο, είναι ο κύριος λόγος που συνδέουμε τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Οι πιο σημαντικοί κοινόχρηστοι πόροι ενός δικτύου είναι: 1) Ο κοινός αποθηκευτικός χώρος των σκληρών δίσκων, 2) Τα κοινόχρηστα δεδομένα, 3) Οι κοινόχρηστες εφαρμογές, 4) Οι κοινόχρηστοι εκτυπωτές,
5) Οι κοινόχρηστες μονάδες CD-ROM, 6) Το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, και 7) Η πρόσβαση σε άλλα συστήματα υπολογιστών.
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΠΙΚΩΝ ΔΙΚΤΥΩΝ
Τα συστατικά ενός τοπικού δικτύου. Ένα δίκτυο αποτελείται από πολλά διαφορετικά συστατικά, που αφορούν και το hardware και το software που χρησιμοποιούμε. Αυτά τα συστατικά είναι ίδια, είτε έχουμε στο δίκτυο λειτουργικό σύστημα τα Windows NT Server, είτε το Novell NetWare ή ακόμα και το OS/2, ( Operating System 2, της IBM ). Η συνεργασία μεταξύ αυτών των συστατικών πρέπει να είναι χωρίς προβλήματα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η παραγωγικότητα του δικτύου. Τα συστατικά αυτά χωρίζονται στις παρακάτω κατηγορίες: α) Καλώδια,(σύνδεση server - clients), β) Υλικός εξοπλισμός,(hardware), γ) Πρωτόκολλα, δ) Λειτουργικά συστήματα, ε) Εφαρμογές,(προγράμματα δικτύου). Τα περισσότερα συστατικά αφορούν το software, αλλά υπάρχουν και κάποια που εμπεριέχουν και το hardware. Τα συστατικά αυτά φαίνονται στην εικόνα 9:
Εικόνα 9: Τα βασικά συστατικά ενός τοπικού δικτύου. Στο σχήμα αυτό έχει γίνει ιεράρχηση των συστατικών, σε σχέση με την επαφή τους με τον χρήστη του δικτύου. Όταν χρησιμοποιούμε το δίκτυο, το πλέον συνηθισμένο είναι να υλοποιούμε κάποια εφαρμογή, κάποιο συγκεκριμένο πρόγραμμα, όπως είναι ένας κειμενογράφος. Αμέσως μετά στην μνήμη του server υπάρχει το λειτουργικό σύστημα και τα πρωτόκολλα που εξασφαλίζουν την επικοινωνία του δικτύου. Απαραίτητος όρος, βέβαια,
για την υλοποίηση του δικτύου είναι το hardware και η καλωδίωση, οι συνδέσεις των μηχανημάτων. Τεχνικά τα συστατικά των δικτύων είναι ανεξάρτητα μεταξύ τους. Αυτό ισχύει ακόμα και όταν κάποιες κατηγορίες συνεργάζονται μεταξύ τους για να παρέχουν τις αναγκαίες υπηρεσίες δικτύωσης. Η ανεξαρτησία αυτή επιτρέπει την επιλογή του εξοπλισμού κατά τμήματα, και όχι συνολικά. α) Καλώδια, ( σύνδεση server – clients ) Τα καλώδια αποτελούν το τεχνικό μέσο που χρησιμοποιούμε για να συνδέσουμε τους σταθμούς εργασίας με τον server του δικτύου, αλλά και τα άλλα συστατικά που διαθέτουμε. Οι επόπτες και οι ειδικοί που κάνουν την εγκατάσταση του δικτύου, χρειάζεται να γνωρίζουν κυρίως τον τύπο των καλωδίων που συνδέουν τα μηχανήματα. Οι τύποι των καλωδίων που χρησιμοποιούμε είναι αρκετοί, αλλά οι πιο συνηθισμένοι διακρίνονται στις παρακάτω κατηγορίες: 1) Ομοαξονικά καλώδια,(coaxial wires), 2) Καλώδια Συστραμμένων Ζευγών,(Twisted Pair Wires), 3) Ψηφιακές τηλεφωνικές γραμμές, 4) Οπτικές Ίνες,(Fiber Optics), 5) Ασύρματη επικοινωνία,(wireless). 1) Ομοαξονικά καλώδια, (coaxial wires) Ο όρος ομοαξονικό καλώδιο υποδηλώνει ένα είδος καλωδίου που έχει έναν κοινό άξονα. Αυτό αφορά τον τρόπο κατασκευής αυτού του τύπου των καλωδίων. Αποτελείται από έναν συμπαγή αγωγό που περιβάλλεται από μόνωση. Η μόνωση αυτή περιβάλλεται από ένα πλέγμα μεταλλικών ινών, ( αγωγών ), και ολόκληρη αυτή η κατασκευή περιβάλλεται από ένα ακόμα στρώμα μόνωσης. Η δομή αυτής της κατασκευής φαίνεται στην εικόνα 10:
Εικόνα 10: Δομή ομοαξονικού καλωδίου. Τα ομοαξονικά καλώδια μοιάζουν πολύ με αυτά που έχουν οι τηλεοράσεις. Στα τοπικά δίκτυα χρησιμοποιούνται γενικά τρείς τύποι ομοαξονικών
καλωδίων: το RG-8, το RG-11 και το RG -58. Τα δύο πρώτα έχουν μεγαλύτερο πάχος ενώ το τρίτο είναι λεπτότερο, και γι’ αυτό πιο εύκολο στην εγκατάσταση. Τα ομοαξονικά καλώδια χρησιμοποιούνται σπάνια σε καινούργια δίκτυα, γιατί εγκαθίσταται πιο δύσκολα από άλλα είδη. 2) Καλώδια Συστραμμένων Ζευγών, (Twisted Pair Wires) Τα καλώδια αυτά ονομάζονται έτσι επειδή αποτελούνται από πολλαπλούς συμπαγείς χάλκινους αγωγούς. Οι αγωγοί αυτοί είναι στριμμένοι ο ένας γύρω από τον άλλο. Το καλώδιο μπορεί να έχει τέσσερα ζεύγη τέτοιων αγωγών, συνολικά μπορεί να φτάσει δηλαδή τους οκτώ αγωγούς. Τα τέσσερα ζεύγη στρίβονται και αυτά το ένα γύρω από το άλλο. Καλώδιο αυτής της κατηγορίας φαίνεται στην εικόνα 11:
Εικόνα 11: Καλώδιο συστραμμένων ζευγών. Υπάρχουν δύο τύποι καλωδίων συστραμμένων ζευγών: α) Tο αθωράκιστο καλώδιο συστραμμένων ζευγών, UTP, ( Unshielded Twisted Pair ), β) Tο θωρακισμένο καλώδιο συστραμμένων ζευγών, STP, ( Shielded Twisted Pair ). Η διαφορά τους είναι ότι το θωρακισμένο καλώδιο, STP, διαθέτει ένα επιπλέον στρώμα μόνωσης μεταξύ των ζευγών. Η μόνωση αυτή βοηθά στον περιορισμό των ηλεκτρικών παρεμβολών, όταν τα δεδομένα μεταδίδονται με μεγάλες ταχύτητες. Στην αγορά διατίθενται οι ακόλουθες κατηγορίες καλωδίων συστραμμένων ζευγών: 1)
Κατηγορίες 1 και 2 : Καλώδια αυτής της κατηγορίας χρησιμοποιούνται για την μετάδοση φωνής και δεδομένων σε χαμηλές ταχύτητες, ( μέχρι 1 Mbps = Megabyte per second ). Τέτοιου τύπου είναι τα τηλεφωνικά καλώδια, που δεν είναι πλέον κατάλληλα για τα σημερινά δίκτυα.
2)
Κατηγορία 3 : Καλώδια για δίκτυα με ταχύτητα μετάδοσης μέχρι 10 Mbps.
3)
Κατηγορία 4 : Καλώδια για δίκτυα με ταχύτητα μετάδοσης μέχρι 16 Mbps.
Κατηγορία 5 : Καλώδια για δίκτυα με ταχύτητα μετάδοσης μέχρι και 100 Mbps. Οι κατηγορίες αυτές των καλωδίων συστραμμένων ζευγών δεν έχουν μεγάλη διαφορά στο κόστος της αγοράς και της εγκατάστασης. Το πιο κατάλληλο από αυτά για ένα σύγχρονο δίκτυο είναι της κατηγορίας 5, λόγω της μεγάλης ταχύτητας μεταφοράς δεδομένων και λόγω της συμβατότητας που παρουσιάζει στην περίπτωση που το αναβαθμίσουμε μελλοντικά. 4)
3) Ψηφιακές τηλεφωνικές γραμμές Οι τηλεφωνικές γραμμές χρησιμοποιούνται για δίκτυα που εκτείνονται σε μία μεγάλη γεωγραφική περιοχή, για την επέκταση ενός LAN σε δίκτυο τύπου WAN. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να μισθώσουμε από την τηλεφωνική εταιρεία μία αποκλειστική γραμμή χρήσης δεδομένων, που θα συνδέει τις εγκαταστάσεις του δικτύου. Οι γραμμές διακρίνονται ανάλογα με την χωρητικότητά τους, (το εύρος ζώνης-bandwidth). Υπάρχουν τρεις τύποι μισθωμένων γραμμών: Κανάλι 56Kb : Γραμμή αποκλειστικής χρήσης με ταχύτητα μεταφοράς δεδομένων 56 Kilobyte ανά δευτερόλεπτο,(χαμηλής χωρητικότητας). 1)
2)
Κανάλι Τ1 : Αυτό το είδος σύνδεσης είναι ισοδύναμο με 24 κανάλια 56 Kb και παρέχει χωρητικότητα 1.544 Mbps. Οι γραμμές αυτές χρησιμοποιούν οπτικές ίνες.
3)
Κανάλι Τ3 : Η πιο γρήγορη γραμμή αποκλειστικής χρήσης με ταχύτητα μεταφοράς δεδομένων 45 Gbps, Gigabyte ανά δευτερόλεπτο, ( πολύ υψηλής χωρητικότητας ).
Οι τηλεφωνικές γραμμές έχουν πολύ υψηλό κόστος μίσθωσης και εξαρτάται από την απόσταση των σημείων, των τοπικών δικτύων που θα συνδεθούν. 4) Οπτικές Ίνες, ( Fiber Optics ) Τα καλώδια των οπτικών ινών είναι τα ακριβότερα από όλες τις κατηγορίες, αλλά διαθέτουν τις υψηλότερες ταχύτητες μεταφοράς δεδομένων και την μεγαλύτερη ακρίβεια. Οι πληροφορίες μεταδίδονται κατά μήκος του καλωδίου σαν φωτεινοί παλμοί, αντί για τους ηλεκτρικούς παλμούς που
χρησιμοποιούν τα άλλα καλώδια. Τα ψηφιακά δεδομένα μετατρέπονται σε φως από ένα laser ή μία δίοδο LED, και το οπτικό σήμα παραμένει πρακτικά ανεπηρέαστο από τις συνήθεις παρεμβολές. Η ταχύτητα μεταφοράς δεδομένων με τις οπτικές ίνες φτάνει τα 800 Mbps.
Εικόνα 12: Καλώδιο οπτικής ίνας. Τα καλώδια οπτικών ινών κατασκευάζονται από γυαλί ή διαφανές πλαστικό και έχουν γενικά διαφορετικού τύπου τεχνολογία από τα υπόλοιπα καλώδια, που αποτελούνται από χαλκό. Έτσι χρειάζονται ειδικά εργαλεία για να συνδεθούν και εξειδικευμένο προσωπικό, για να μη γίνουν τεχνικά λάθη κατά την διάρκεια της εγκατάστασής τους. Αυτοί οι δύο λόγοι αυξάνουν γενικά το κόστος της καλωδίωσης ενός δικτύου με οπτικές ίνες και είναι τα μόνα μειονεκτήματα που παρουσιάζουν, σε σύγκριση με τους άλλους τύπους καλωδίων. 5) Ασύρματη επικοινωνία, ( wireless ) Σε ορισμένους χώρους, που είναι πιθανό να θέλουμε να εγκαταστήσουμε ένα τοπικό δίκτυο, παρουσιάζονται προβλήματα σχετικά με την εγκατάσταση των καλωδίων, ανεξάρτητα από τον τύπο τους. Η εναλλακτική λύση είναι η χρήση ασύρματων δικτύων. Για να υλοποιηθεί ένα ασύρματο δίκτυο χρησιμοποιούνται διάφορες τεχνικές μέθοδοι, όπως μικροκύματα και υπέρυθρες ακτινοβολίες. Τέτοιου τύπου δίκτυα υλοποιούνται σε κτίρια, που απέχουν λίγο μεταξύ τους ώστε να μην υπάρχουν σημαντικές ηλεκτρονικές ή μαγνητικές παρεμβολές. Στα ασύρματα δίκτυα εφαρμόζονται τεχνικές συμπίεσης και κωδικοποίησης, για την ασφάλεια της μετάδοσης των δεδομένων. Τα ασύρματα δίκτυα βρίσκουν πολύ καλή εφαρμογή στις κινητές θέσεις εργασίας, όπως σε γραφεία ή σε φορητούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές, ( laptops ). Η ασφάλεια της μεταφοράς των δεδομένων είναι υψηλότερη από την χρήση των χάλκινων καλωδίων και το κόστος εγκατάστασης είναι αρκετά υψηλό, όχι όμως όσο αυτό που απαιτεί η καλωδίωση με οπτικές ίνες. Αρχιτεκτονική Τοπικών Δικτύων Είδαμε ήδη μερικούς από τους διαφορετικούς τρόπους, με τους οποίους υλοποιείται ένα δίκτυο σε σχέση με το υλικό που συνδέει τα μηχανήματα μεταξύ τους, την καλωδίωση του hardware. Με ανάλογο τρόπο διακρίνουμε
τα τοπικά δίκτυα συγκριτικά με τον τρόπο που συνδέονται οι σταθμοί εργασίας με τον server ή μεταξύ τους. Κάθε τρόπος παρουσιάζει ένα συγκεκριμένο σχήμα, από τον οποίο παίρνει και το όνομά του. Ο διαχωρισμός των τοπικών δικτύων με αυτό τον τρόπο λέγεται Αρχιτεκτονική Δικτύου, ( Network Architecture ), ή Τοπολογία Δικτύων, ( Network Topology ). Στην υλοποίηση ενός δικτύου μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε οποιονδήποτε τύπο εξαρτημάτων, μηχανημάτων και καλωδίων, ανεξάρτητα από την αρχιτεκτονική του. Οι βασικές τοπολογίες του δικτύου είναι τρεις: α) Η τοπολογία Αστέρα,(Star topology), β) Η τοπολογία Διαύλου,(Bus topology),και, γ) Η τοπολογία Δακτυλίου,(Ring topology).
Εικόνα 13 : Συνδυασμός τοπολογιών στην υλοποίηση ενός τοπικού δικτύου. Υπάρχουν και συνδυασμοί αυτών των τοπολογιών σε υβριδικές μορφές ή και σε καθαρές ενώσεις δικτύων. Στην εικόνα 13 φαίνεται το δίκτυο της εταιρείας Banyan, που χρησιμοποιεί συνδυασμούς από διάφορες τοπολογίες για την υλοποίησή του. α) Η τοπολογία Αστέρα,(Star topology)
Ένας από τους παλαιότερους τύπους τοπολογίας δικτύων είναι η τοπολογία αστέρα. Ο τρόπος αυτός χρησιμοποιεί την ίδια προσέγγιση με την αποστολή και λήψη μηνυμάτων σε ένα τηλεφωνικό σύστημα. Υπάρχει ένας κεντρικός υπολογιστής, που διεκπεραιώνει τις κλήσεις που γίνονται από σταθμό εργασίας σε έναν άλλο σταθμό εργασίας. Όλα τα μηνύματα περνάνε από αυτόν τον υπολογιστή, που ελέγχει ταυτόχρονα και την ροή των δεδομένων, (Εικόνα 14):
Εικόνα 14:Τοπολογία δικτύου αστέρα. Η τοπολογία αστέρα έχει σημαντικό πλεονέκτημα την εύκολη προσθήκη σταθμών εργασίας στο δίκτυο. Για να συνδέσουμε έναν υπολογιστή σε ένα δίκτυο αστέρα, αρκεί η καλωδίωση και η κάρτα δικτύου. Ένα άλλο πλεονέκτημα είναι ότι ο διαχειριστής του δικτύου, έχει την δυνατότητα να δώσει μεγαλύτερη προτεραιότητα σε ορισμένους κόμβους. Ο κεντρικός υπολογιστής είναι σε θέση να δίνει υψηλότερη προτεραιότητα σε σταθμούς εργασίας που είναι περισσότερο απασχολημένοι. Στην περίπτωση αυτή οι χρήστες ζητούν άμεση απόκριση από το σύστημα και η τοπολογία αστέρα διευκολύνει την άμεση ικανοποίηση των αιτήσεων. Ακόμα στην τοπολογία αστέρα, όλα τα μηνύματα και οι διεργασίες του δικτύου ενημερώνουν τον κεντρικό υπολογιστή και έτσι είναι εύκολος ο έλεγχος και μεγαλύτερη η ασφάλεια των δεδομένων. Το πιο μειονέκτημα της τοπολογίας αυτής, είναι ότι τυχόν βλάβη στον κεντρικό υπολογιστή προκαλεί διακοπή της λειτουργίας ολόκληρου του δικτύου. Παραλλαγή της τοπολογίας αστέρα είναι η σύνδεση δικτύων αστέρα μεταξύ τους, που λέγεται συστοιχία αστέρα, ( clustered star topology ). Έτσι αν ένα δίκτυο αστέρα τεθεί εκτός λειτουργίας, το υπόλοιπο δίκτυο λειτουργεί. Απλά οι σταθμοί εργασίας του συγκεκριμένου αστέρα δεν παρέχουν τις υπηρεσίες τους στο συνολικό δίκτυο. Παράδειγμα δικτύου με τοπολογία αστέρα είναι το STARLAN της εταιρείας AT&T, ( American Telephone and Telegraph ). β) Η τοπολογία Διαύλου,(Bus topology) Η τοπολογία διαύλου μοιάζει, σαν τρόπος μεταφοράς δεδομένων, με μία «λεωφόρο», που συνδέει τους σταθμούς εργασίας ενός δικτύου. Σε αυτά τα δίκτυα ο σταθμός εργασίας, πριν στείλει κάποιο μύνημα, ελέγχει αν υπάρχει στον δίαυλο κάποιο μήνυμα γι’ αυτόν. Επειδή όλοι οι σταθμοί εργασίας μοιράζονται αυτόν τον διάδρομο, όλα τα μηνύματα περνούν και από άλλους σταθμούς εργασίας, στην πορεία προς τον προορισμό τους. Κάθε σταθμός
εργασίας ελέγχει την διεύθυνση του μηνύματος για να δει αν ταιριάζει με την δική του διεύθυνση. Αν ταιριάζει, αντιγράφει το μήνυμα στη RAM της κάρτας διασύνδεσης δικτύου, και μετά επεξεργάζεται την πληροφορία.
Εικόνα 15: Δίκτυο με τοπολογία διαύλου. Η καλωδίωση στην τοπολογία δικτύου είναι εύκολη στην εγκατάσταση, γιατί απαιτεί λιγότερη ποσότητα καλωδίων. Αυτό είναι πλεονέκτημα σε σύγκριση με την τοπολογία αστέρα, που χρειάζεται πολλά μέτρα καλώδιο και συγκεντρώνει μεγάλο αριθμό καλωδίων κοντά στον server. Πολλές λύσεις τοπικών δικτύων, που κατεβάζουν αισθητά το κόστος, χρησιμοποιούν τοπολογία διαύλου και καλώδια συστραμμένων ζευγών. Άλλο πλεονέκτημα αυτής της τοπολογίας είναι ότι η διακοπή ενός σταθμού εργασίας δεν επιφέρει διακοπή της λειτουργίας ολόκληρου του δικτύου. Το Ethernet, που θα εξετάσουμε στη συνέχεια, είναι παράδειγμα δικτύου που χρησιμοποιεί τοπολογία διαύλου. Σαν βασικό μειονέκτημα του δικτύου αυτού του τύπου, αναφέρουμε τον περιορισμό που υπάρχει στην απόσταση μεταξύ των σταθμών εργασίας. Τα μηχανήματα πρέπει να βρίσκονται κοντά το ένα με το άλλο για να αποφεύγονται οι ηλεκτρομαγνητικές παρεμβολές στη μετάδοση του σήματος. Μειονέκτημα επίσης είναι ότι ο κεντρικός έλεγχος του δικτύου είναι δύσκολος, αφού δεν υπάρχει υπολογιστής με κύριο ρόλο. Ακόμα δεν υπάρχει ασφάλεια στα δεδομένα, λόγω της κοινής χρήσης του διαύλου από όλους τους χρήστες. γ) Η τοπολογία Δακτυλίου,(Ring topology)
Η τοπολογία δακτυλίου, (ring), αποτελείται από αρκετούς κόμβους, σταθμούς εργασίας, που είναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους, σε σχήμα κύκλου. Τα μηνύματα προωθούνται από κόμβο σε κόμβο, προς μία μόνο κατεύθυνση. Μερικά δίκτυα με τοπολογία δακτυλίου, έχουν την δυνατότητα να στέλνουν μηνύματα και προς τις δύο κατευθύνσεις, αλλά μόνο ένα μήνυμα προς κάθε μία κατεύθυνση, ( Εικόνα 16 ).
Εικόνα 16: Δίκτυο με τοπολογία δακτυλίου και μετάδοση μηνυμάτων. Στην τοπολογία δακτυλίου επιτρέπεται η επιβεβαίωση της λήψης ενός μηνύματος. Όταν ένας κόμβος λάβει ένα μήνυμα που απευθύνεται σ’ αυτόν, αντιγράφει το μήνυμα και το στέλνει πίσω στον αποστολέα, βάζοντας μία σημαία που υποδεικνύει την λήψη του μηνύματος. Όλοι οι σταθμοί εργασίας έχουν ισότιμοι πρόσβαση στο δίκτυο. Στον δακτύλιο, σε τακτά χρονικά διαστήματα, αποστέλλεται στο δίκτυο από κάθε σταθμό εργασίας ένα πακέτο δεδομένων που λέγεται σκυτάλη δεδομένων,(token).
Εικόνα 17: Μορφή μίας σκυτάλης δεδομένων. Μία σκυτάλη δεδομένων, ένα token, είναι, στην πραγματικότητα, ένα σύνολο από ψηφία, 0 και 1, από bytes δηλαδή, που περιέχουν τις απαραίτητες πληροφορίες που συμβολίζουν τον σταθμό εργασίας που την αποστέλλει και τον παραλήπτη της σκυτάλης. Για τον καλύτερο έλεγχο του δικτύου, ένας από τους σταθμούς εργασίας ορίζεται σαν κόμβος παρακολούθησης, (monitoring node). Αν συμβεί κάποια βλάβη στον κόμβο αυτό, τότε ορίζουμε έναν άλλο σταθμό εργασίας σαν κόμβο παρακολούθησης. Αν το δίκτυο διαθέτει το κατάλληλο software μπορεί να παρακάμπτει την διακοπή της λειτουργίας ενός σταθμού εργασίας. Η τοπολογία δακτυλίου επιτρέπει την σύνδεση πολλών δικτύων με αυτή την μορφή. Αν όμως δημιουργήσουμε πολλούς δακτυλίους, είναι δύσκολο να προσθέσουμε νέους σταθμούς εργασίας, γιατί θα πρέπει να τεθεί εκτός λειτουργίας όλο το δίκτυο. Για να αποφεύγεται αυτό το πρόβλημα έχει αναπτυχθεί η τεχνική των κέντρων σύνδεσης, που φαίνεται και στην εικόνα 16. Τα κέντρα σύνδεσης είναι συσκευές που επιτρέπουν την
προσωρινή διακοπή της λειτουργίας ενός κόμβου ή και ενός δακτυλίου, χωρίς να είναι απαραίτητη η διακοπή για όλο το δίκτυο. β) Υλικός εξοπλισμός,(hardware) Οι συσκευές που χρειάζονται για την σύνδεση ενός σταθμού εργασίας στο δίκτυο, λέγεται εξοπλισμός προσπέλασης, (access hardware). Αυτός ο εξοπλισμός είναι υπεύθυνος για τον διαχωρισμό των πληροφοριών που διακινούνται στο δίκτυο, των strings, (σειρών), που αποτελούνται από bytes σε μικρά κομμάτια, που λέγονται πλαίσια, ( frames ). Αυτά τα πλαίσια μεταδίδονται μέσω των καλωδίων και συναρμολογούνται στην συσκευή λήψης. Πληροφορία (σε bytes)
Εξοπλισμός δικτύου
Διαχωρισμός σε πλαίσια (frames)
bytes
bytes
bytes
bytes
bytes
bytes
bytes
bytes
bytes
bytes
bytes
Αποστολή της πληροφορίας σε κομμάτια
Συναρμολόγηση της πληροφορίας στην συσκευή λήψης Εικόνα 18: Aποστολή και λήψη πληροφοριών
με πλαίσια, (frames). Η διαδικασία του διαχωρισμού και της συναρμολόγησης των πληροφοριών ελέγχεται από τον εξοπλισμό, που διαθέτει τις απαραίτητες προδιαγραφές της τεχνολογίας προσπέλασης. Τα ονόματα πολλών τύπων δικτύων προέρχονται από αυτές τις τεχνικές που έχουν αναπτυχθεί για την διακίνηση των πληροφοριών. Τέτοιες προδιαγραφές προσπέλασης δεδομένων είναι τo Ethernet, το Token-ring και το ARCNet. Σε κάθε δίκτυο μπορεί να υπάρχει μόνο ένας τύπος προσπέλασης πληροφοριών. Έτσι δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί εξοπλισμός που να υποστηρίζει διαφορετικούς τρόπους προσπέλασης στο ίδιο δίκτυο. Μπορούμε όμως να υλοποιήσουμε δίκτυα με διαφορετική τεχνολογία προσπέλασης δεδομένων και να τα συνδέσουμε με κατάλληλες συσκευές. α) Η τεχνολογία προσπέλασης Ethernet Ο τρόπος αυτός προσπέλασης δεδομένων είναι σήμερα ο πιο κοινός στα τοπικά δίκτυα. Η μεγάλη εξάπλωση του Ethernet στα LAN οφείλεται στο χαμηλό κόστος του εξοπλισμού και στην μεγάλη απόδοση που έχει. Η τεχνολογία αυτή αναπτύχθηκε αρ-χικά από τις εταιρείες DEC, (Digital Equipment Corporation), Intel και Xerox. Αργότερα, στα μέσα της δεκαετίας του ‘80 το Ethernet κωδικοποιήθηκε σαν διεθνής προδιαγραφή με το όνομα IEEE 802.3. Η ειδική τεχνολογία που χρησιμοποιεί το Ethernet για την αποστολή και λήψη πληροφοριών μέσα στο δίκτυο λέγεται CSMA/CD, (Carrier Sense Multiple Access/Collision Detection). Σημαίνει Ανίχνευση φέροντος, Πολλαπλή πρόσβαση/Ανίχνευση συγκρούσεων. Η επικοινωνία αυτή περιλαμβάνει τα ακόλουθα γενικά βήματα: 1)
Ο εξοπλισμός προσπέλασης ελέγχει το καλώδιο μετάδοσης, για να βεβαιωθεί ότι δεν χρησιμοποιείται.
2)
Αν δεν μεταδίδει κανείς, εκπέμπει μερικά πλαίσια και κατόπιν σταματά για λίγο, ώστε να δώσει χρόνο να μεταδώσουν και άλλοι σταθμοί.
3)
Αν υπάρχει ταυτόχρονη μετάδοση, σύγκρουση εκπομπής πλαισίων, collision, τότε ο εξοπλισμός περιμένει για ένα τυχαίο χρονικό διάστημα και επαναλαμβάνει την διαδικασία από το βήμα 1. Εικόνα 19: Πληροφορίες δικτύου σε πλαίσια,(frames).
Η τυπική ταχύτητα με την οποία μεταφέρονται οι πληροφορίες σε ένα δίκτυο είναι 10 Mbps, (Megabytes per second), μπορεί όμως και να αλλάζει, ανάλογα με τον τύπο της καλωδίωσης. Οι πιο συνηθισμένες προδιαγραφές υλοποίησης δικτύων Ethernet είναι οι παρακάτω: 1)
10Base2 : Δίκτυο Ethernet με ταχύτητα 10 Mbps που χρησιμοποιεί ομοαξονικό καλώδιο RG-58 με αντίσταση 50 Ω. Κάθε κλάδος καλωδίωσης μπορεί να φτάσει τα 200 μέτρα και το δίκτυο υποστηρίζει έως 30 κόμβους.
2)
10Base5 : Δίκτυο Ehternet με ταχύτητα 10 Mbps που χρησιμοποιεί ομοαξονικό καλώδιο RG-11 με αντίσταση 50 Ω. Κάθε κλάδος καλωδίωσης μπορεί να φτάσει τα 500 μέτρα και το δίκτυο υποστηρίζει έως 100 κόμβους.
3) 10BaseΤ : Δίκτυο Ethernet με ταχύτητα 10 Mbps που χρησιμοποιεί καλώδιο συστραμμένων ζευγών Κατηγορίας 3. Κάθε κλάδος καλωδίωσης μπορεί να φτάσει τα 100 μέτρα και υποστηρίζεται η τοπολογία αστέρα. Οι σταθμοί εργασίας συνδέονται με συγκεντρωτή. 4) 100BaseΤΧ : Δίκτυο Ethernet με ταχύτητα 100 Mbps που χρησιμοποιεί δύο ζεύγη καλωδίου συστραμμένων ζευγών Κατηγορίας 5 ή μία γραμμή οπτική ίνας. Κάθε κλάδος καλωδίωσης μπορεί να φτάσει τα 90 μέτρα. Υποστηρίζεται η τοπολογία αστέρα και οι σταθμοί εργασίας συνδέονται με συγκεντρωτή. 5) 100BaseΤ4 : Δίκτυο Ethernet με ταχύτητα 100 Mbps που χρησιμοποιεί τέσσερα ζεύγη καλωδίου συστραμμένων ζευγών Κατηγορίας 3. Κάθε κλάδος καλωδίωσης μπορεί να φτάσει τα 90 μέτρα. Υποστηρίζεται η τοπολογία αστέρα και οι σταθμοί εργασίας συνδέονται με συγκεντρωτή. 6) 100BaseVG : Δίκτυο Ethernet με ταχύτητα 100 Mbps που χρησιμοποιεί τέσσερα ζεύγη καλωδίου συστραμμένων ζευγών Κατηγορίας 3. Κάθε κλάδος καλωδίωσης μπορεί να φτάσει τα 90 μέτρα. Υποστηρί-ζεται η τοπολογία αστέρα και οι σταθμοί εργασίας συνδέονται με συγκεντρωτή. Η διαφορά που έχει από την 100Base4 είναι ότι χρησι-μοποιείται η τεχνολογία προσπέλασης που λέγεται προτεραιότητα κατά απαίτηση, (demand priority), αντί για την CSMA/CD. β) Η τεχνολογία προσπέλασης Token - Ring
Η μέθοδος προσπέλασης token-ring αναπτύχθηκε από την IBM στα μέσα της δεκαετίας του ‘80 και κωδικοποιήθηκε σαν διεθνής προδιαγραφή με το όνομα IEEE 802.5. Σε αυτή την μέθοδο προσπέλασης όλα τα μέλη του δικτύου είναι διευθετημένα σε ένα δακτύλιο. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει αρχή και τέλος του δικτύου, όπως σε άλλες τεχνολογίες προσπέλασης. Κάθε συσκευή είναι συνδεδεμένη με δύο άλλες, μία δεξιά και μία αριστερά, (Εικόνα 20):
Εικόνα 20 : Μέθοδος προσπέλασης δεδομένων Token - Ring. Η μέθοδος προσπέλασης token-ring, (σκυτάλη - δακτύλιος), παίρνει το όνομά της από το γεγονός ότι όλοι οι σταθμοί εργασίας είναι συνδεδεμένοι σε έναν δακτύλιο, (ring), και η μετάδοση των δεδομένων γίνεται μέσω μιας σκυτάλης, (token). Το token είναι ένα σύνολο πληροφοριών με μέγεθος μέχρι 4 Kilobytes, που κινείται διαρκώς μέσα στο δακτύλιο. Όταν το token περνά από ένα σταθμό εργασίας, ελέγχει αν υπάρχουν πληροφορίες για τον επόμενο σταθμό εργασίας. Αν υπάρχουν, παίρνει τις πληροφορίες αυτές, αν δεν υπάρχουν προχωρά στον επόμενο σταθμό. Παρόμοια, αν ένας κόμβος θέλει να μεταδώσει πληροφορίες, εξετάζει αν το token που διαθέτει είναι άδειο. Αν δεν έχει δεδομένα, τοποθετεί ένα πλαίσιο των 4 Kilobytes στο token και το στέλνει στον επόμενο σταθμό εργασίας. Αν δεν είναι, περιμένει να αδειάσει από δεδομένα για να στείλει τις πληροφορίες που θέλει. Όταν τα δεδομένα είναι μεγαλύτερα σε μέγεθος από τα 4 Kilobytes, που είναι και η πιο συνηθισμένη περίπτωση, τότε ο σταθμός ερ-γασίας, μετά την πρώτη αποστολή πληροφοριών, περιμένει πάλι το token να αδειάσει για να επαναλάβει την εκπομπή. Σε δίκτυα token-ring χρησιμοποιούνται θωρακισμένα καλώδια συστραμμένων ζευγών STP, (Shielded Twisted Pair Wires). Το καλώδιο τύπου 1 μπορεί να μεταφέρει δεδομένα με ταχύτητα μέχρι 4 Mbps, ενώ το καλώδιο τύπου 2 έχει ταχύτητα μέχρι 16 Mbps. Το μήκος κάθε κλάδου της καλωδίωσης αυτής μπορεί να φτάσει τα 100 μέτρα. Πλεονέκτημα της τεχνολογίας token - ring είναι ότι δεν υπάρχουν συγκρούσεις αιτήσεων μέσα στο δίκτυο, μιας και κινείται μόνο ένα πακέτο πληροφοριών μέσα σ’ αυτό ανά πάσα στιγμή. Άμεσο αποτέλεσμα αυτής της τεχνικής είναι η σταθερή απόδοση του δικτύου, ακόμα και όταν υπάρχει μεγάλο φορτίο επεξεργασίας πληροφοριών. Το token μετακινείται με σταθερή ταχύτητα, ανεξάρτητα από το μέγεθος των πληροφοριών που πρέπει να μετακινηθούν μέσα στον δακτύλιο. Η τεχνολογία token - ring περιλαμβάνει
ενσωματωμένες δυνατότητες αντιμετώπισης προβλημάτων και παρακολούθησης του δικτύου. Ο εξοπλισμός ενός δικτύου με αυτή την μέθοδο είναι ακριβότερος από άλλες εγκαταστάσεις, γιατί απαιτεί μεγάλη ακρίβεια. γ) Τεχνολογία προσπέλασης FDDI,(Fiber Distributed Data) και CDDI,(Copper Distributed Data Interface). Για δίκτυα που έχουν μικρό και μεσαίο μέγεθος, οι τεχνολογίες προσπέλασης του Ethernet και του Token - Ring,προσφέρουν ικανοποιητικά αποτελέσματα στην ταχύτητα μεταφοράς των δεδομένων. Όμως οι ανάγκες επεξεργασίας της πληροφορίας σε ορισμένα δίκτυα είναι πολύ μεγαλύτερες και απαιτούν μεγάλες ταχύτητες και ακρίβεια στην μεταφορά των δεδομένων. Γι’ αυτό τον λόγο αναπτύχθηκαν 2 καινούργιες τεχνολογίες προσπέλασης: α) Η τεχνολογία FDDI,(Fiber Distributed Data Interface), (Σύστημα μετάδοσης δεδομένων με οπτικές ίνες) και β) Η τεχνολογία CDDI = Copper Distributed Data Interface (Σύστημα μετάδοσης δεδομένων με χάλκινα καλώδια) Επειδή διατέθηκαν αρκετά πρόσφατα στην αγορά, έχουν υψηλό κόστος εγκατάστασης. Τα δίκτυα που χρησιμοποιούν αυτές τις δύο τεχνολογίες είναι δύο ειδών, τα Τύπου 1, (Type I) και Τύπου 2, (Type II). Τα δίκτυα Τύπου 1 επιτρέπουν ταχύτητες μεταφοράς δεδομένων μέχρι 100 Mbps,ενώ τα Τύπου 2 ταχύτητες μεταφορά έως και 600 Mbps. Και τα δύο είδη μπο-ρούν να θεωρηθούν επέκταση των δικτύων token - ring,επειδή χρησι-μοποιούν token,αλλά διαφέρουν στο γεγονός ότι χρησιμοποιούν πολλά token την ίδια χρονική στιγμή. Αποτέλεσμα είναι να αυξάνει η απόδοση του δικτύου, χωρίς να υπάρχει η πιθανότητα συγκρούσεων. δ) Η τεχνολογία προσπέλασης ARCNet To ARCNet είναι από τις παλαιότερες μεθόδους προσπέλασης δεδομένων. Αναπτύχθηκε σαν μια κλειστή μέθοδος δικτύωσης από την εταιρεία Thomas-Conrad Corporation. Η ταχύτητα μετάδοσης δεδομένων φτάνει τα 2.5 Mbps και χρησιμοποιεί ομοαξονικό καλώδιο τύπου RG-62 με αντίσταση 93 Ω. Αυτό σημαίνει ότι, εκτός της χαμηλής ταχύτητας, το δίκτυο έχει και δύσκολη εγκατάσταση λόγω της καλωδίωσης. Οι πληροφορίες σε ένα δίκτυο ARCNet μεταδίδονται γραμμικά, με tokens, όπως και σε άλλες μεθόδους προσπέλασης. Διαφορά αποτελεί ότι το token σε αυτά τα δίκτυα δεν αποστέλλεται πάντα στον επόμενο σταθμό εργασίας. Οι πληροφορίες κατανέμονται στους σταθμούς, ανάλογα την διεύθυνση
κάρτας δικτύου που διαθέτουν. Οι διευθύνσεις αυτές ταξινομούνται κατά προτεραιότητα και τo token αποστέλλεται στον σταθμό με την αμέσως μεγαλύτερη διεύθυνση κάρτας δικτύου. Η λειτουργία αυτή αποτελεί μειονέκτημα γιατί είναι πιθανό δύο ή περισσότεροι σταθμοί να ορίζουν την ίδια διεύθυνση κάρτας, με αποτέλεσμα ο επόπτης δικτύου να έχει μία επιπλέον αρμοδιότητα. ε) Συσκευές υλικού εξοπλισμού δικτύου(network hardware devices) Οι συσκευές που μπορούν να αποτελέσουν τον εξοπλισμό της δικτύωσης είναι αρκετές σε αριθμό και διαρκώς αυξάνονται με την ανάπτυξη των καινούργιων εφαρμογών της τεχνολογίας δικτύων. Εκτός από τον κεντρικό υπολογιστή, server, αν υπάρχει, και τους σταθμούς εργασίας, workstations, αναφέραμε ήδη και τα καλώδια, wires, που χρειάζονται για τις συνδέσεις των μηχανημάτων. Αυτά είναι τα βασικότερα συστατικά του εξοπλισμού, αλλά υπάρχουν και άλλα που είναι πια εξ’ ίσου απαραίτητα, όπως αυτά που αναφέρονται παρακάτω: 1) Κάρτα δικτύου,(network interface card), 2) Συγκεντρωτές ή πίνακες,(concentrators or hubs), 3) Γέφυρες, δρομολογητές και επαναλήπτες, (bridges, routers and repeaters). Οι συσκευές αυτές έχουν αναπτυχθεί κυρίως την τελευταία δεκαετία, και βασίζονται σε πραγματικές ανάγκες και προβλήματα που έχουν προκύψει κατά την διάρκεια της χρήσης των δικτύων όλων των τύπων, με την πάροδο του χρόνου. 1) Κάρτα δικτύου,(network interface card) Η κάρτα δικτύου είναι από τα σημαντικότερα εξαρτήματα του εξοπλισμού που διαθέτουμε, γιατί τα τεχνικά της χαρακτηριστικά συγκεντρώνουν στην ουσία τα βασικά χαρακτηριστικά του δικτύου που έχουμε υλοποιήσει. Η γεωγραφική κατανομή του δικτύου, το είδος της καλωδίωσης, η τοπολογία που έχουμε σχηματίσει και η τεχνολογία προσπέλασης των δεδομένων πρέπει να ληφθούν υπ’ όψη, πριν επιλεγεί η κατάλληλη κάρτα διασύνδεσης για τους σταθμούς εργασίας. Η κάρτα αυτή αποκαλείται και NIC, από τα αρχικά των λέξεων Network Interface Card. Σήμερα κατασκευάζονται εκατοντάδες τύποι καρτών για δίκτυα από πολλές εταιρείες, και οι τιμές τους είναι ανάλογες των χαρακτηριστικών και της τεχνολογίας που προσφέρουν.
Επίσης η τιμή της κάρτας εξαρτάται από τον τύπο του διαύλου που χρησιμοποιεί, (ISA,EISA,MCA ή PCI).
Εικόνα 21: Κάρτα διασύνδεσης δικτύου, (network interface card). 2) Συγκεντρωτές ή πίνακες,(concentrators or hubs) Τεχνικά είναι δυνατόν να δικτυώσετε δύο προσωπικούς υπολογιστές, PC’s, συνδέοντας τις κάρτες που διαθέτουν με ένα καλώδιο. Αυτή η απλή προσέγγιση απαιτεί ένα ειδικό καλώδιο, που έχει ανεστραμμένες τις γραμμές μετάδοσης και λήψης. Για δίκτυα όμως που περιλαμβάνουν περισσότερους υπολογιστές πρέπει να χρησιμοποιηθούν ειδικές συσκευές που λέγονται συγκεντρωτές, concentrators. Οι συγκεντρωτές, οι πίνακες, (hubs), και οι επαναλήπτες πολλαπλών θυρών, (multiport repeaters), είναι πρακτικά το ίδιο πράγμα. Μας δίνουν την δυνατότητα να συνδέσουμε γρήγορα και εύκολα πολλούς υπολογιστές στο ίδιο δίκτυο. Το κόστος των συγκεντρωτών είναι ανάλογο με το είδος της προσπέλασης που υποστηρίζουν, τον αριθμό των συνδέσεων που διαθέτουν και των επιπλέον υπηρεσιών που δίνουν στο δίκτυο. Ένα σημαντικό πλεονέκτημα που προσθέτουν στο δίκτυο είναι ότι απομονώνουν τους κόμβους, αν παρουσιασθεί κάποια βλάβη στις υπόλοιπες συσκευές. 3) Γέφυρες, δρομολογητές και επαναλήπτες, (bridges, routers and repeaters) Άλλος εξοπλισμός που μπορεί να απαιτηθεί για ένα δίκτυο είναι οι γέφυρες, bridges,οι δρομολογητές, routers και οι πύλες επικοινωνίας, gateways. Οι συσκευές αυτές δεν είναι όλες απαραίτητες σε μικρά δίκτυα, αλλά μπορούν να προστεθούν όταν μεγαλώνει ένα τοπικό δίκτυο. Μία γέφυρα, bridge, είναι μία συσκευή που επιτρέπει σε δύο δίκτυα με την ίδια μέθοδο προσπέλασης, να συνδεθούν μεταξύ τους. Οι γέφυρες χρησιμοποιούνται και για την διαχείριση του δικτύου. Αντί να δημιουργηθεί ένα μεγάλο LAN, μπορούμε να χωρίσουμε το δίκτυο σε ομάδες εργασίας και να τις συνδέσουμε με γέφυρες. Αυτό επιτρέπει την βελτιστοποίηση της κυκλοφορίας των δεδομένων σε κάθε ομάδα εργασίας, ανεξάρτητα από τις υπόλοιπες ομάδες,(Εικόνα 22).
Εικόνα 22: Χρήση γεφυρών, bridges, για την δημιουργία ομάδων εργασίας. Ένας δρομολογητής, router, χρησιμοποιείται για την σύνδεση δύο ξεχωριστών δικτύων, που δεν βρίσκονται απαραίτητα κοντά το ένα με το άλλο. Μία πολύ συνηθισμένη περίπτωση είναι η σύνδεση ενός LAN με το Internet. Ο δρομολογητής μεταφράζει τα πακέτα δεδομένων που κυκλοφορούν στο LAN και τα αποστέλλει στο Internet, ενώ αντίστροφα, λαμβάνει τα πακέτα από το Διαδίκτυο και τα ενσωματώνει στη ροή δεδομένων του τοπικού δικτύου. Οι πύλες, gateways, μοιάζουν με τις γέφυρες, επειδή συνδέουν δίκτυα αλλά με τη διαφορά ότι τα δίκτυα που ενώνουν είναι διαφορετικού τύπου. Και σε αυτή την περίπτωση, η κυκλοφορία των δεδομένων παραμένει απομονωμένη μέσα στο δίκτυο της κάθε ομάδας εργασίας. Η πύλη επικοινωνίας φροντίζει για την μετατροπή των δεδομένων, μεταξύ των μεθόδων προσπέλασης και ελέγχει την ασφαλή μεταφορά τους από το ένα δίκτυο στο άλλο. γ) Πρωτόκολλα δικτύωσης,(network protocols) Τα πρωτόκολλα αφορούν την διαμόρφωση των προγραμμάτων του δικτύου, του soft-ware που χρησιμοποιείται από τα μηχανήματα. Πρωτό-κολλο είναι μία ομάδα κανόνων που εξασφαλίζουν την σωστή επικοινωνία, τόσο στο εσωτερικό του δικτύου όσο και στην διασύνδεσή του με άλλα δίκτυα. Μπορούμε να συγκρίνουμε τα πρωτόκολλα με τις διαφορετικές γλώσσες που μιλούν οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο. Είναι διαφορετικές μεταξύ τους, μερικές μοιάζουν αλλά όλες χρησιμοποιούνται με τον ίδιο σκοπό: την επικοινωνία μεταξύ διαφορετικών ανθρώπων ή και φυλών. Τα πρωτόκολλα καθορίζουν την μορφή των πληροφοριών που διακινούνται μέσα στο δίκτυο, αλλά από και προς αυτό. Τα πρωτόκολλα που χρησιμοποιούν τα Windows NT αποτελούνται από 3 τμήματα, όπως φαίνεται στην εικόνα 23:
Εικόνα 23: Το πρωτόκολλο των Windows NT περιλαμβάνει τα τρία επίπεδα. α) Στο χαμηλότερο επίπεδο, κοντά στην κάρτα δικτύου, βρίσκεται το σύστημα NDIS, που σημαίνει Network Device Interface Specification,
( Προδιαγραφή συστήματος επικοινωνίας συσκευής δικτύου ). β) Αμέσως μετά είναι τα πρωτόκολλα μεταφοράς,Transport Protocols.Αυτά είναι οι πραγματικοί «συσκευαστές» της πληροφορίας και καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο μεταδίδονται τα δεδομένα. Τα Windows NT υποστηρίζουν πολλά είδη πρωτοκόλλων εκ των οποίων τα πιο γνωστά είναι: 1) AppleTalk,(για Macintoch υπολογιστές), 2) DLC,(για IBM - HP),Data Link Control, 3) IPX/SPX,(για Novell δίκτυα),Internetwork Packet Exchange/Sequential Packet Exchange, 4) NBF,(για Windows NT), 5) NetBEUI,(για Windows και MS-DOS),NetBIOS Extended User Interface, 5) TCP/IP,(δίκτυα UNIX και Internet),(Transmission Control Protocol / Internet Protocol) γ) Στο υψηλότερο επίπεδο υπάρχει το TDI, (Transport Device Interface),που έχει μεσολαβητικό ρόλο ανάμεσα στα πρωτόκολλα μεταφοράς. Τα πρωτόκολλα μεταφοράς είναι υπεύθυνα για την «συσκευασία» των δεδομένων σε πακέτα, (packets). Αυτά τα πακέτα διαφέρουν από τα πλαίσια, frames, κυρίως ως προς το μέγεθος των δεδομένων που περιέχουν. Τα πλαίσια έχουν προκαθορισμένο μέγεθος που εξαρτάται από το είδος της προσπέλασης που χρησιμοποιείται στο δίκτυο. Τα πακέτα είναι μηνύματα που ταξιδεύουν στο δίκτυο, ανεξάρτητα από το μέγεθος των πλαισίων. Κάθε πακέτο αποτελείται από τις πληροφορίες του τίτλου, header, και τα δεδομένα,data. Ο τίτλος είναι το μικρότερο κομμάτι, αλλά περιέχει τις βασικές πληροφορίες για την σωστή δρομολόγηση του πακέτου. Τα δεδομένα που περιλαμβάνονται στο πακέτο μπορούν, πρακτικά, να έχουν οποιοδήποτε μέγεθος. Τα πρωτόκολλα όμως θέτουν πάντα ένα όριο, και αν αυτό ξεπεραστεί, αποστέλλουν και άλλα πακέτα. Η εικόνα 24 παρουσιάζει ένα υποθετικό πακέτο που δημιουργήθηκε από ένα πρωτόκολλο μεταφοράς δεδομένων. Πριν από τα δεδομένα πρέπει να υπάρχουν πάντα οι διευθύνσεις αποστολέα και παραλήπτη, καθώς και πληροφορίες για την επαλήθευση της σωστής λήψης του πακέτου, (στην αρχή):
Εικόνα 24: Πακέτο δεδομένων και τα μέρη που το αποτελούν. Αν το μέγεθος του πακέτου δεν επαρκεί για την μετάδοση των πληροφοριών που αποστέλλονται και γίνει χρήση και άλλων πακέτων, οι τίτλοι που περιλαμβάνουν έχουν ενδείξεις για την σωστή σειρά με την οποία πρέπει να συναρμολογηθούν, για να αποτελέσουν το σύνολο της πληροφορίας. Η λειτουργία αυτή είναι απαραίτητη, ειδικά σε μεγάλα ή πολύπλοκα δίκτυα, όπου παρατηρείται μεγάλη κυκλοφορία πληροφοριών. δ) Λειτουργικά συστήματα δικτύου,(Network Operating Systems). Την ειδική ομάδα προγραμμάτων που διαχειρίζονται τις βασικές διαδικασίες ενός συστήματος, την λέμε λειτουργικό σύστημα. Τα προγράμματα αυτά καθορίζουν το σύστημα επικοινωνίας του υπολογιστή με τον χρήστη, την επεξεργασία των δεδομένων και την εμφάνιση των πληροφοριών στις συσκευές εξόδου, την οθόνη ή τον εκτυπωτή. Για τους προσωπικούς υπολογιστές έχουμε γνωρίσει προγράμματα όπως το MS-DOS,τα Windows 3.1 και τα Windows 95 ή 98. Τα περισσότερα από αυτά λειτουργούν και σε περιβάλλον δικτύου, αρκεί να έχουμε λίγους συνδεδεμένους κόμβους ή να είναι ομότιμα δίκτυα, peer to peer networks. Υπάρχουν όμως λειτουργικά συστήματα που είναι σχεδιασμένα ειδικά για δίκτυα, επειδή πολλές διαδικασίες, όπως είναι η χρήση των κοινών πόρων, είναι μοναδικές και δεν υπάρχουν στους προσωπικούς υπολογιστές. Τέτοια προγράμματα είναι το Novell Netware,το Unix και τα Windows NT Server. Το τελευταίο είναι και το πλέον δημοφιλές λειτουργικό σύστημα για δίκτυα, επειδή έχει κυκλοφορήσει σχετικά πρόσφατα για την ιστορία των δικτύων, το 1993, και περιλαμβάνει πολλές βελτιώσεις. Τα Windows NT Server έχουν την ευθύνη για την διαχείριση των γεγονότων του δικτύου τόσο στον κεντρικό υπολογιστή, όσο και στους σταθμούς εργασίας. Ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα που παρουσιάζουν τα Windows NT είναι ότι εξυπηρετούν σχεδόν ταυτόχρονα τις αιτήσεις όλων των χρηστών προς τον server, αξιοποιώντας τον χρόνο που ικανοποιούν τις αιτήσεις κυκλικά. Δεν περιμένουν δηλαδή την εκπλήρωση μίας αίτησης αλλά αρχίζουν την αποστολή δεδομένων και προς άλλες αιτήσεις που πιθανόν έχουν γίνει, με το ίδιο αντικείμενο, όπως είναι οι ίδιες εγγραφές μίας βάσης δεδομένων. Με αυτόν τον τρόπο όλοι οι σταθμοί εργασίας δουλεύουν με την ίδια ταχύτητα, γιατί λαμβάνουν τα ίδια αρχεία, αν αυτό ζητηθεί, σχεδόν την ίδια στιγμή. Ταυτόχρονα πραγματοποιείται έλεγχος των δικαιωμάτων των χρηστών που έχουν κάνει τις αιτήσεις επεξεργασίας, και επιβεβαίωση των αλλαγών που επιθυμούν να κάνουν στα δεδομένα.
ε) Εφαρμογές-προγράμματα δικτύου, (network applications) Από τα βασικά οφέλη της υλοποίησης ενός δικτύου είναι και η κοινή χρήση των προγραμμάτων που βρίσκονται στον σκληρό δίσκο του server ή των σταθμών εργασίας. Οι αιτήσεις που γίνονται για την κοινή χρήση των εφαρμογών είναι το πρώτο, και πιο άμεσο επίπεδο, επικοινωνίας του δικτύου με τον χρήστη. Σε γενικές γραμμές υπάρχουν δύο είδη εφαρμογών, εκείνες που είναι ενήμερες για το περιβάλλον του δικτύου και εκείνες που το αγνοούν. Οι περισσότερες εφαρμογές είναι σχεδιασμένες, έχουν προγραμματιστεί, με τέτοιο τρόπο ώστε να μην έχουν αντίληψη του δικτύου, επειδή «τρέχουν» σε προσωπικούς υπολογιστές. Οι κειμενογράφοι, τα λογιστικά φύλλα εργασίας και οι βάσεις δεδομένων είναι τέτοιου είδους εφαρμογές. Ορισμένες άλλες εφαρμογές είναι σχεδιασμένες για να «τρέχουν» σε περιβάλλον δικτύου και μερικές υλοποιούνται μόνο σε δίκτυα. Τέτοιου είδους προγράμματα περιλαμβάνονται συνήθως στα λειτουργικά συστήματα δικτύων και λέγονται υπηρεσίες δικτύου, όπως θα δούμε στη συνέχεια. Η δημιουργία αυτόματα αντιγράφων ασφαλείας στο δίκτυο και το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, είναι εφαρμογές που είναι ειδικά σχεδιασμένες για να «τρέχουν» σε περιβάλλον δικτύου. Το πρότυπο Διασύνδεσης Ανοικτών Συστημάτων,OSI, (Open Systems Interconnection) Η τεχνολογία των δικτύων εξελίσσεται συνεχώς και προσφέρει καινούργιες δυνατότητες στην παραγωγή αλλά και λύσεις στα προβλήματα που ήδη γνωρίζουμε. Επειδή η ανάπτυξη αυτή γίνεται σε πολλά διαφορετικά μέρη του κόσμου και αφορά πολλές εφαρμογές του hardware αλλά και του software, είναι απαραίτητος ο καθορισμός κάποιων προδιαγραφών κατασκευής. Τις προδιαγραφές αυτές τις καθορίζει ο Διεθνής Οργανισμός Προτύπων, ISO, (International Standards Organization). Από το 1974 ο οργανισμός αυτός έχει αναπτύξει το πρότυπο Διασύνδεσης Ανοικτών Συστημάτων, OSI, Open Systems Interconnection. Το μοντέλο αυτό αποτελείται από επτά επίπεδα και περιγράφει τον τρόπο οργάνωσης ενός δικτύου, όπως φαίνεται στη εικόνα 25:
Εικόνα 25 : Τα επτά επίπεδα του μοντέλου δικτύωσης OSI. Τα επίπεδα λειτουργίας του πρότυπου OSI περιγράφονται παρακάτω, ξεκινώντας από τον εξοπλισμό του δικτύου, network hardware, και προχωρώντας σιγά-σιγά προς τα προγράμματα, software, με τελευταίο επίπεδο τις εφαρμογές που χρησιμοποιεί ο χρήστης του δικτύου: *
Φυσικό, (Physical) : Αυτό το επίπεδο είναι υπεύθυνο για την μηχανική και ηλεκτρική σύνδεση με το μέσο επικοινωνίας. Περιλαμβάνει θέματα όπως το μέγεθος της τάσης του ηλεκτρικού ρεύματος, ο χρονισμός των ση-μάτων, η λειτουργία των ακροδεκτών, ο έλεγχος της κάρτας δικτύου κ.λπ.
*
Διασύνδεσης Δεδομένων, (Data Link) : Επίπεδο που ελέγχει την μετάδοση των μηνυμάτων, τον διαχωρισμό τους σε πλαίσια, (frames),και τον έλεγχο των λαθών.
*
Δικτύου,Network : Το επίπεδο αυτό είναι υπεύθυνο για την μεταφορά δεδομένων μέσα στο δίκτυο. Διαχειρίζεται τις συνδέσεις του δικτύου, παραδίδει τα πακέτα από την πηγή στον προορισμό και χρησιμοποιεί τα πρωτόκολλα δρομολόγησης. Μεταφοράς, Transport : Ελέγχει την αξιόπιστη μεταφορά δεδομένων από έναν υπολογιστή σε έναν άλλο. Κάνει επαλήθευση των πληροφοριών που αποστέλλονται μέσα στο δίκτυο.
*
*
Συνόδου, Session : Αυτό το επίπεδο είναι υπεύθυνο για την σωστή διαχείριση της ροής δεδομένων. Από εδώ γίνεται ο έλεγχος της επικοινωνίας μεταξύ των εφαρμογών που χρησιμοποιεί το δίκτυο.
*
Παρουσίασης, Presentation : Το επίπεδο αυτό είναι υπεύθυνο για την σωστή επικοινωνία των εφαρμογών και των κατωτέρων επιπέδων του δικτύου. Μετατρέπει τα δεδομένα από την μορφή του λειτουργικού συστήματος στην μορφή του δικτύου.
*
Εφαρμογής, Application : Είναι το επίπεδο που αντιλαμβάνεται ο χρήστης του δικτύου, όταν εργάζεται με κάποιο πρόγραμμα.
Συνοπτικά τα μοντέλα της δικτύωσης που περιγράφτηκαν σε αυτή την ενότητα φαίνονται στην εικόνα 26: Εικόνα 26 : Τρόποι δικτύωσης και επίπεδα λειτουργίας.
ΤΑ WINDOWS NT 4.0
Λειτουργικά Συστήματα Δικτύου,NOS,Netwotk Operating Systems. Τα λειτουργικά συστήματα των δικτύων, NOS, Netwotk Operating Systems, αναπτύσσονται από την αρχή της εφαρμογής των δικτύων στην πληροφορική, από την δεκαετία του ‘50. Στην αρχή επρόκειτο για προγράμματα που χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά στα δίκτυα, όπως ήταν τα λειτουργικά συστήματα της IBM που προορίζονταν για μεγάλα υπολογιστικά συστήματα, για τα mainframes. Η εξέλιξη όμως των δικτύων και η εφαρμογή τους στο σύνολο των δραστηριοτήτων των ηλεκτρονικών υπολογιστών, έκανε φανερή την αναγκαιότητα της δημιουργίας ενός καινούργιου λειτουργικού συστήματος. Αυτό προέκυπτε από την δυσκολία προσαρμογής των χρηστών στο περιβάλλον των παλιών προγραμμάτων και από τα προβλήματα που παρουσιάζονταν στην λειτουργία των δικτύων. Οι βελτιώσεις που έχουν γίνει ως σήμερα είναι πολύ σημαντικές και αφορούν τα δίκτυα σε όλα τα επίπεδα. Τα σημερινά λειτουργικά συστήματα των δικτύων διαθέτουν GUI, Graphic User Interface, Γραφικό Περιβάλλον Εργασίας, που είναι το φιλικότερο για τον χρήστη. Ακόμα διαθέτουν πλήρη ενημερωμένα αρχεία για τα γεγονότα του δικτύου, ώστε να διευκολύνουν τους απαραίτητους ελέγχους του επόπτη και να εντοπίζουν ή και να διορθώνουν πιθανά προβλήματα που μπορεί να παρουσιαστούν. Προσφέρουν μία πλήρη εικόνα των εφαρμογών που διεκπεραιώνονται στο δίκτυο, του software, αλλά και πρόσβαση σε πολλά χαρακτηριστικά του hardware, όπως οι κάρτες δικτύου. Η βελτίωση των δυνατοτήτων των προγραμμάτων αυτών συνεχί-ζεται με σημαντικούς αριθμούς, επειδή η εφαρμογή των δικτύων διαρκώς επεκτείνεται στις δραστηριότητες της παγκόσμιας αγοράς. Τα τελευταία πέντε χρόνια, 1993 - 1998, έχουμε πια στη διάθεσή μας λειτουργικά συστήματα με εκπληκτικές δυνατότητες όπως είναι τα Windows NT και οι καινούργιες εκδόσεις του Unix. Στην συνέχεια θα αναφερθούμε σε ένα από τα πλέον δημοφιλή και εύχρηστα λειτουργικά συστήματα, τα Windows NT 4.0, αφού πρώτα κοιτάξουμε την πορεία του λειτουργικού συστήματος, από την εποχή που το πρόγραμμα έβγαινε μόνο για προσωπικούς υπολογιστές. Ιστορία των Windows Η παραγωγή των πρώτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, που προορίζονταν για χρήση από το ευρύ κοινό, ξεκίνησε το 1980. Αυτή είναι η επίσημη αρχή
της μεγάλης εξάπλωσης που γνώρισαν οι υπολογιστές τα τελευταία 20 χρόνια. Τα Windows εμφανίστηκαν σχετικά γρήγορα, περίπου στα μέσα της δεκαετίας του ‘80, αλλά δεν απέκτησαν αμέσως την δημοσιότητα και την ευρεία εφαρμογή σε συστήματα που γνωρίζουν σήμερα. Χρειάστηκε να περάσουν τουλάχιστον 10 χρόνια για να γίνουν τα απαραίτητα εργαλεία σε κάθε υπολογιστή, όπως συμβαίνει στις μέρες μας. Στο ξεκίνημά τους τα Windows δεν ήταν καν ένα ανεξάρτητο πρόγραμμα, αποτελούσαν ένα γραφικό περιβάλλον λειτουργιών, που διεκπεραιώνονταν κάτω από το περιβάλλον του MS-DOS. Μπορούμε να πούμε ότι αποτελούσαν ένα συμπλήρωμα του λειτουργικού περιβάλλοντος της Microsoft,του MS-DOS, που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή, στους περισσότερους υπολογιστές. Η ευκολία στην χρήση των Windows,η γρήγορη εκμάθησή του από τους αρχάριους χρήστες και οι δυνατότητες που προσέφεραν στον έλεγχο του hardware, τα έκαναν σε σύντομο χρονικό διάστημα πολύ δημοφιλή στον κόσμο των computers και γι’ αυτό αναπτύχθηκαν ξεχωριστά σαν ανεξάρτητο πρόγραμμα. Στην σημερινή εποχή τα Windows βρίσκονται στην έκδοση 98 και έχουν περάσει στην ιστορία της πληροφορικής ως το πλέον διάσημο προϊόν, μετά το πρότυπο του προσωπικού υπολογιστή, PC, Personal Computer, που παρουσιάστηκε το 1980 από την ΙBM. Στις επόμενες σελίδες περιγράφουμε σύντομα τα σημαντικότερα βήματα στην ιστορία των Windows, αναφέροντας τα κυριότερα χαρακτηριστικά τους και τις σημαντικότερες διαφορές που παρουσίαζαν από τις προηγούμενες εκδόσεις. 1) Η έκδοση Windows 1.01 Τα Windows 1.01 παρουσιάστηκαν τον Νοέμβριο του 1985, και αυτή θεωρείται και η αρχή στην ιστορία του λειτουργικού συστήματος. Βέβαια η ανάπτυξη του προγράμματος είχε ξεκινήσει αρκετά χρόνια πριν, αλλά σαν αφετηρία θεωρούμε πάντα την επίσημη παρουσίαση του προϊόντος, που απευθύνεται πλέον για χρήση από οποιονδήποτε καταναλωτή. Η έκδοση αυτή ήταν ένα αργό πρόγραμμα, που παρουσίαζε πολλές ατέλειες και χρειαζόταν την έκδοση του MS-DOS 2.0. Ακόμα έπρεπε να υπάρχουν ένας σκληρός δίσκος και ένας οδηγός δισκέτας 5.25’’ ιντσών, κάποια κάρτα γραφικών και κατελάμβαναν συμβατική μνήμη, conventional memory, 256 KB. Τα πρώτα Windows υποστήριζαν λίγες κάρτες γραφικών και μερικά μόνο μοντέλα εκτυπωτών. 2) Η έκδοση Windows 1.03 και 1.04
Η έκδοση των Windows 1.03 δόθηκε στην αγορά τον Αύγουστο του 1986 και θεωρείται σαν μια μικρή αναβάθμιση της προηγούμενης έκδοσης. Χρειαζόταν το MS-DOS 3.2 και έπρεπε να υπάρχουν στον υπολογιστή ένας σκληρός δίσκος, ένας οδηγός δισκέτας, (5.25 ή και 3.5’’ ιντσών), κάρτα γραφικών και κατελάμβαναν συμβατική μνήμη 320 KB. Παρουσίαζε βελτίωση στην απεικόνιση της οθόνης και χρησιμοποιούσε καινούργιες γραμματοσειρές για τις εκτυπώσεις. Τα Windows 1.04 παρουσιάστηκαν τον Μάρτιο του 1987, χωρίς πολλές αλλαγές από την έκδοση 1.03. Οι μόνες διαφορές ήταν η επιπλέον υποστήριξη που διέθεταν για software και hardware που κατασκεύαζαν οι εταιρείες IBM και Hewlett Packard. 3) Η έκδοση Windows 2.03 Αυτή η έκδοση των Windows παρουσιάστηκε τον Νοέμβριο του 1987 και είναι μια σημαντική αναβάθμιση από έκδοση 1.04. Χρειαζόταν τουλάχιστον το MS-DOS 3.0 και έπρεπε να υπάρχουν στον υπολογιστή ένας σκληρός δίσκος, ένας οδηγός δισκέτας, (5.25 ή και 3.5’’ ιντσών), κάρτα γραφικών και κατελάμβαναν συμβατική μνήμη 512 KB. Τα Windows 2.03 είχαν βελτιώσει την διαχείριση των πόρων του συστήματος, την χρήση της οθόνης, της μνήμης και του σκληρού δίσκου. Τα παράθυρα που εμφανίζονταν ήταν αλληλεπικαλυπτόμενα, χωρίς να απαιτείται ο επανασχεδιασμός της οθόνης, όπως στις προηγούμενες εκδόσεις. Τα Windows είχαν αρχίσει να παίρνουν τα χαρακτηριστικά τους, όπως τα γνωρίζουμε σήμερα. 4) Η έκδοση Windows 2.1.και 2.11 Η αναβάθμιση των Windows με αριθμό 2.1 εμφανίστηκε τον Μάιο του 1988 και είναι η πρώτη έκδοση που απαιτούσε σκληρό δίσκο για να «τρέξει», ενώ στις άλλες εκδόσεις ο δίσκος ήταν προαιρετικός. Οι απαιτήσεις του συστήματος ήταν οι ίδιες με αυτές της έκδοσης 2.03. Τώρα τα Windows υποστήριζαν περισσότερες κάρτες γραφικών και πιο πολλά μοντέλα εκτυπωτών, αλλά και άλλων συσκευών. Σημαντική καινοτομία η χρήση του προγράμματος HIMEM.SYS,που φόρτωνε τα Windows στην υψηλή μνήμη, high memory, του συστήματος. Με αυτήν την τεχνική αυξανόταν η διαθέσιμη μνήμη του συστήματος κατά 50 KB και τα Windows «έτρεχαν» γρηγορότερα μέσα στο σύστημα. Τα Windows 2.11 ήταν μία μικρή αναβάθμιση και παρουσιάστηκαν τον Μάρτιο του 1989. Περιείχαν καλύτερη διαχείριση για το αρχείο προσωρινής επεξεργασίας δεδομένων, swap file, βελτίωση στην επικοινωνία μέσω των σειριακών θυρών του υπολογιστή και καλύτερο σύστημα εκτυπώσεων.
5) Η έκδοση Windows 3.00 Αυτή ή έκδοση των Windows έγινε πολύ γνωστή στο ευρύ κοινό γιατί αποτελούσε μεγάλη αναβάθμιση της έκδοσης 2.11.Παρουσιάστηκε τον Μάιο του 1990 και διέθετε σημαντική βελτίωση της ταχύτητας. Οι απαιτήσεις του συστήματος αυξήθηκαν σημαντικά. Χρειάζονταν λειτουργικό σύστημα MSDOS 3.1, σκληρό δίσκο και μονάδα δισκέτας, ολόκληρη την συμβατική μνήμη των 640 KB και χρήση πρόσθετων 256 ΚΒ από την εκτεταμένη μνήμη RAM και κάρτα γραφικών. Τα Windows 3.00 υποστήριζαν άμεση προσπέλαση της μνήμης καθώς και χρήση εικονικής μνήμης. Διέθεταν βελτιωμένες δυνατότητες γραφικών και καλύτερη απεικόνιση χρωμάτων. Σημαντική διαφορά είναι η χρήση παραθύρου για την εκτέλεση προ-γραμμάτων σε MS-DOS mode. Σημαντική βελτίωση ήταν η προσθήκη για την διαχείριση συσκευών πολυμέσων, multimedia. Είναι η αρχή της μετατροπής του υπολογιστή σε σύστημα αναπαραγωγής ήχου και εικόνας, όπως το γνωρίζουμε στις μέρες μας. 6) Η έκδοση Windows 3.10 και 3.11 Τα Windows 3.1 εμφανίστηκαν τον Απρίλιο του 1992 και διέθεταν σημαντικές βελτιώσεις σε σύγκριση με τις παλαιότερες εκδόσεις του προγράμματος. Οι απαιτήσεις του συστήματος τώρα ήταν λειτουργικό σύστημα MS-DOS 3.1, σκληρό δίσκο και μονάδα δισκέτας, ολόκληρη την συμβατική μνήμη των 640 KB και χρήση πρόσθετων 256 ΚΒ από την εκτεταμένη μνήμη RAM, (κατά προτίμηση έως 1 ΜΒ), και κάρτα γραφικών. Ακόμα για πρώτη φορά τα Windows απαιτούσαν επεξεργαστή συγκεκριμένου τύπου, τον 80286 ή ανώτερο, και ελεύθερο χώρο 6 ΜΒ, (προτιμώμενα 10 ΜΒ), στον σκληρό δίσκο του συστήματος. Αυτή η έκδοση διέθετε βελτιωμένο πρόγραμμα εγκατάστασης, αναλυτική βοήθεια διαθέσιμη μέσα στο πρόγραμμα, (on-line), καλύτερο σύστημα διαχείρισης αρχείων, File Manager, και πολλά προγράμματα υποστήριξης για περιφερειακές συσκευές. Ακόμα για πρώτη φορά υποστηρίζονταν οι γραμματοσειρές True Type, που βελτίωναν εντυπωσιακά τις εκτυπώσεις μέσα από τα Windows. Τα Windows 3.11 παρουσιάστηκαν τον Δεκέμβριο του 1993. Οι απαιτήσεις του συστήματος ήταν ίδιες με αυτές της έκδοσης 3.00. Αποτελούσαν μία μικρή αναβάθμιση. Περιείχαν καλύτερη διαχείριση δεδομένων για δίκτυα τύπου Novell και ορισμένες διορθώσεις λαθών. 7) Η έκδοση Windows for Workgroups 3.1 και 3.11
Τα Windows for Workgroups παρουσιάστηκαν τον Οκτώβριο του 1993 και αποτελούν την πρώτη μεγάλη προσπάθεια της Microsoft να δημιουργήσει ένα λειτουργικό σύστημα για δικτυακό περιβάλλον. Το ενδιαφέρον των επιχειρήσεων για μηχανογράφηση είχε αυξηθεί κατά πολύ και η προοπτική της δικτύωσης φαινόταν ως η μόνη δυνατή λύση για την αύξηση της παραγωγικότητας. Έτσι η αγορά των δικτύων αποκτούσε πλέον παγκόσμιο χαρακτήρα, αφού τα οφέλη της ήταν πολλαπλά και για τις εταιρείες και για τους καταναλωτές. Τα Windows for Workgroups αποτέλεσαν μία μεγάλη καινοτομία για την παραγωγή προϊόντων Windows από την Microsoft, γιατί δεν απευθύνονταν πια στην αγορά των προσωπικών υπολογιστών, αλλά στους υπολογιστές που λειτουργούσαν σε περιβάλλον δικτύου, (εικόνα 27).
Εικόνα 27: Τα Windows for Workgroups και Windows για PC’s Οι απαιτήσεις του συστήματος τώρα ήταν λειτουργικό σύστημα MS-DOS 3.3, (με προ-τίμηση στο MS-DOS 5.0), σκληρό δίσκο και μονάδα δισκέτας 1.44 ιντσών, ολόκληρη την συμβατική μνήμη των 640 KB και χρήση πρόσθετων 3 ΜΒ από την εκτεταμένη μνήμη RAM, κάρτα γραφικών VGA και κάρτα δικτύου. Ακόμα απαιτούσαν επεξεργαστή τύπου 80386 ή ανώτερο, και ελεύθερο χώρο 10 ΜΒ, (προτιμώμενα 15 ΜΒ), στον σκληρό δίσκο του συστήματος. Τα Windows for workgroups 3.11 παρουσιάστηκαν τον Νοέμβριο του 1993. Οι απαιτήσεις του συστήματος ήταν ίδιες με αυτές της έκδοσης 3.1. Αποτελούσαν μία μικρή αναβάθμιση του προγράμματος. Περιείχαν καλύτερη διαχείριση δεδομένων για δίκτυα τύπου Novell, υποστήριξη fax, βελτιώσεις στο σύστημα επικοινωνιών. 8) Η έκδοση Windows 95 Η έκδοση των Windows 95 ήταν η πιο διαφημισμένη, όχι μόνο σαν πρόγραμμα αλλά και σαν προϊών της πληροφορικής. Τον Αύγουστο του 1995 όλη η υφήλιος ανέμενε με αγωνία την έλευση των Windows, χωρίς να γνωρίζει, στην πλειοψηφία της, την υπόστασή τους. Μεγάλη διαφορά από όλα τα άλλα Windows είναι ότι αυτή η έκδοση μπορούσε να αποτελέσει και λειτουργικό σύστημα δικτύου,(εικόνα 28).
Εικόνα 28:Τα Windows 95 είναι κατασκευασμένα για PC’s και για δίκτυα. Οι απαιτήσεις του συστήματος είχαν αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό με πιο σημαντική την χρήση της εκτεταμένης μνήμης που έφτανε τα 16 MB,σε πλήρη λειτουργία. Τα καινούργια Windows απαιτούσαν επεξεργαστή τύπου 80486 ή ανώτερο, και ελεύθερο χώρο 20 ΜΒ, (προτιμώμενα 30 ΜΒ), στον σκληρό δίσκο του συστήματος. Οι αλλαγές στο πρόγραμμα από προηγούμενες εκδόσεις ήταν πολύ σημαντικές, ενώ περιελάμβανε πολλές καινούργιες δυνατότητες που προσέφεραν στον χρήση ακόμα μεγαλύτερο έλεγχο στον υπολογιστή. Τα Windows 95 και τα Windows 3.1αυτή την στιγμή βρίσκονται εγκατεστημένα στους περισσότερους ηλεκτρονικούς υπολογιστές του κόσμου. 9) Η έκδοση Windows 98 Τα Windows 98 κυκλοφόρησαν τον Ιούνιο του 1998 και αποτελούν συνέχεια της προ-ηγούμενης έκδοσης, μιας και οι αλλαγές που έχουν γίνει δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλες. Και αυτή η έκδοση των Windows μπορεί να είναι λειτουργικό σύστημα δικτύου. Οι απαιτήσεις του συστήματος έχουν αυξηθεί με πιο σημαντική την χρήση της εκτεταμένης μνήμης που φτάνει τα 32 MB, σε πλήρη λειτουργία. Τα Windows αυτά απαιτούν επεξεργαστή τύπου Pentium ή ανώτερο, και ελεύθερο χώρο 40 ΜΒ,( προτιμώμενα 60 ΜΒ), στον σκληρό δίσκο του συστήματος. Οι καινούργιες δυνατότητες που προσφέρουν αφορούν την σύνδεση του υπολογιστή με το παγκόσμιο δίκτυο, το Internet. Στην εικόνα 29 συνοψίζουμε τα σημαντικότερα βήματα στην εξέλιξη των Windows καθώς και την μνήμη που χρησιμοποιούν. Μέχρι την έκδοση 3.0 δεν γινόταν χρήση εκτεταμένης μνήμης, extended memory, παρά μόνο της διαθέσιμης συμβατικής μνήμης, conventional memory,του υπολογιστικού συστήματος. Ιστορία των Windows Εκδοση προγράμματος
Windows 1.01 Windows 1.03 Windows 1.04
Μήνας
Έτος
Νοέμβριος 1985 Αύγουστος 1986 Μάρτιος 1987
Συμβατική μνήμη 256 ΚΒ 320 ΚΒ 320 ΚΒ
Εκτεταμένη μνήμη
Windows 2.03 Windows 2.10 Windows 2.11 Windows 3.00 Windows 3.10 Windows 3.11 Windows 95 Windows 98 Windows for Workgroups 3.1 Windows for Workgroups 3.1 Windows NT 3.1
Νοέμβριος 1987 Μάιος 1988 Μάρτιος 1989 Μάιος 1990 Απρίλιος 1992 Δεκέμβριος 1993 Αύγουστος 1995 Ιούνιος 1998 Οκτώβριος 1992 Οκτώβριος 1992 Ιούλιος 1993
512 ΚΒ 512 ΚΒ 512 ΚΒ 640 ΚΒ 640 ΚΒ 640 ΚΒ 640 ΚΒ 640 ΚΒ 640 ΚΒ 640 ΚΒ 640 ΚΒ
256 KB 1 ΜΒ 1 ΜΒ 16 MB 32 MB 8 MB 8 MB 16 MB
Εικόνα 29 : Οι εκδόσεις των Windows και η μνήμη που χρησιμοποιούν, συμβατική, conventional memory, και εκτεταμένη, extended memory. 10) Η έκδοση Windows NT Η ανάπτυξη των Windows NT ξεκίνησε το 1988 αλλά η επίσημη παρουσίασή τους έγινε το 1993. Η ονομασία είναι Windows αλλά το πρόγραμμα αποτελεί ένα νέο λειτουργικό σύστημα. Το κοινό σημείο είναι το σύστημα επικοινωνίας με τον χρήστη, η επιφάνεια εργασίας, τα εικονίδια κ.λπ. Τα γράμματα NT σημαίνουν New Technology, Νέα Τεχνολογία και υποδηλώνουν τις νέες δυνατότητες του λειτουργικού συστήματος. Οι ελάχιστες απαιτήσεις του συστήματος ήταν επεξεργαστής 80386 στα 33 Mhz ή ανώτερος, 8 Mb μνήμης RAM, ελεύθερος χώρος 85 MB στον σκληρό δίσκο και κάρτα γραφικών VGA. Με την έκδοση των Windows NT η Microsoft διαχώρισε τα προϊόντα Windows σε λειτουργικά συστήματα για προσωπικούς υπολογιστές και λειτουργικά συστήματα δικτύου,(εικόνα 30).
Εικόνα 30: Τα Windows NT είναι κυρίως λειτουργικό σύστημα δικτύου. Τα δίκτυα που βασίζονται στα Windows NT Server είναι τύπου client/server. Μπορεί να είναι LAN ή WAN, αλλά συνήθως είναι LAN. Παρέχουν μεγάλη ευκολία στην εκμάθηση, γιατί μοιάζουν πολύ στα Windows 3.1 ή 95. Ο server τρέχει τα Windows NT, που λέγεται και NOS, Network Operating System, ενώ οι κόμβοι μπορούν να χρησιμοποιούν Windows 3.1 - Windows
95 - Windows 98 - Windows NT Workstation - Windows for Workgroups MS - DOS. Περιορισμός υπάρχει μόνο στα πρωτόκολλα που υπο-στηρίζει το λειτουργικό σύστημα. Πλεονεκτήματα των Windows NT α) Φιλικό User Interface: Το γνωστό περιβάλλον των Windows 95, β) Ασφαλές στη μεταφορά δεδομένων: Διαθέτει διαδικασίες επαλήθευσης και δημιουργίας αντιγράφων των αρχείων που χρησιμοποιούνται, γ) Σταθερό λειτουργικό σύστημα: Δεν παρουσιάζει διακοπές λειτουργίας, δ) Εκμεταλλεύονται πλήρως το hardware: Αξιοποιεί πλήρως τις συνδεδεμένες συσκευές του δικτύου, όπως κάρτες γραφικών, ήχου κ.λπ., ε) Υποστηρίζουν πολλούς τύπους επεξεργαστών, εκτός του Pentium Pro, στ) Κεντρική διαχείριση δικτύου, από τον επόπτη του συστήματος, ζ) Υποστήριξη πολλών λειτουργικών συστημάτων, όπως το OS/2,(της IBM),το Macintosh της Apple,το Unix,τα mainframes και τα mini computers, η) Υποστηρίζουν το πρότυπο SNA,(Systems Network Architecture),που αναπτύχθηκε από την IBM για όλα τα δίκτυα,(LAN - WAN), θ) Ανίχνευση και διόρθωση λαθών, κατά την διάρκεια της υλοποίησης των εφαρμογών του δικτύου, αλλά και της διαδικασίας σύνδεσης και αποσύνδεσης των χρηστών, ι) Υπηρεσίες Καταλόγου,Directory Services: Ορισμός ομάδων ή περιοχών εργασίας στο δίκτυο,domains,με πρόσβαση στους κοινόχρηστους πόρους, ια) Κατοπτρισμός δίσκων,Disk Mirroring: Δημιουργία διαμερισμάτων,partitions,στους σκληρούς δίσκους του δικτύου και αντιγράφων των δεδομένων σε αυτά, ιβ) Κατανομή σε δίσκους,Disk Striping: Δημιουργία αντιγράφων των δεδομένων, χωρισμένα σε ενότητες και σε διαφορετικούς σκληρούς δίσκους,
ιγ) Υπηρεσία απομακρυσμένης προσπέλασης,RAS,Remote Access Service: Σύνδεση δίκτυο από απόσταση, μέσω των τηλεφωνικών γραμμών, ιδ) Υποστήριξη συμμετρικής πολυεπεξεργασίας,symmetric multiprocessing: Χρήση πολλών επεξεργαστών στον server, ιε) Χρήση υποσυστήματος οθόνης στον πυρήνα του λειτουργικού, για μεγαλύτερη ταχύτητα επεξεργασίας δεδομένων, ιστ) Ασφάλεια στα δεδομένα, Αξιολόγηση από το NAS, National Security Agency, με επίπεδο ασφαλείας C2. 1)
Αναγνώριση και πιστοποίηση χρήστη,
2)
Έλεγχος πόρων δικτύου από τους κατόχους τους,
3)
Τα δεδομένα στη μνήμη προστατεύονται από άλλες διεργασίες του δικτύου,
4) Καταγραφή όλων των ενεργειών μέσα στο δίκτυο. Υπηρεσίες δικτύου στα Windows NT Server 4.0 1) DHCP Relay Agent : Το DHCP,(Dynamic Host Configuration Protocol),είναι ένα πρωτόκολλο που αναθέτει αυτόματα τις διευθύνσεις IP, (Internet Protocols), στους clients του δικτύου. Η υπηρεσία Relay Agent μεταδίδει μηνύματα μεταξύ διαφορετικών υποδικτύων στο ίδιο domain. 2) Gateway ( and Client ) Services for NetWare : Με αυτή την υπηρεσία συνδέεται ο server των Windows NT: α) με servers που χρησιμοποιούν Novell NetWare 4.x,και, β) με τους πόρους ενός δικτύου Novell. 3) Microsoft DHCP Server : Αυτή η υπηρεσία υλοποιεί το DHCP για την αυτόματη ανάθεση διευθύνσεων IP και σχετικών πληροφοριών, στους clients του δικτύου.
4) Microsoft DNS Server : Με αυτό τον τρόπο μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το σύστημα DNS, (Domain Naming System), για χρήση στο Internet και γενικότερα σε δίκτυα TCP/IP. 5) Microsoft Internet Information Server 2.0 : Αν ο υπολογιστής χρησιμοποιηθεί για παροχή υπηρεσιών μέσω Internet,πρέπει να εγκαταστήσουμε στην διαδικασίαsetup των Windows NT, τα προγράμματα του IIS, (Internet Information Server).Αν εγκαταστήσουμε αυτά τα προγράμματα επιλέγουμε αυτή την υπηρεσία, μαζί με την υπηρεσία των TCP/IP. 6) Microsoft TCP/IP Printing : Υπηρεσία που μας δίνει την δυνατότητα να χρησιμοποιούμε τα πρωτόκολλα TCP/IP για να εκτυπώνουμε στο δίκτυο,(σε δίκτυα Unix και στο Internet). 7) NetBIOS Interface : Προσπέλαση πληροφοριών από τα Windows NT χρησιμοποιώντας τo πρωτόκολλο IPX/SPX,(σε δίκτυα Novell). 8) Network Monitor Agent : Ανάλυση της κυκλοφορίας και της απόδοσης του δικτύου σε πραγματικό χρόνο. 9) Network Monitor Tools and Agent : Βοηθητική υπηρεσία της Network Monitor Agent, (περιέχει τα tools,προγράμματα με επιμέρους λειτουργίες για την συντήρηση του δικτύου). 10) Remote Access Service : Κλήση στον server και σύνδεση μέσω απλών τηλεφωνικών γραμμών, από οποιονδήποτε συνδεδεμένο χρήστη. Κατόπιν επιτρέπεται η πρόσβαση στους πόρους του δικτύου, σαν να υπάρχει κανονική τυπική σύνδεση μέσω κάρτας δικτύου. 11) Remoteboot Service : Αυτή η υπηρεσία επιτρέπει σε workstations που δεν διαθέτουν σκληρό δίσκο, να εκκινούν χρησιμοποιώντας αρχεία που βρίσκονται στο δίσκο του server. 12) RIP for Internet Protocol : Δρομολόγηση πακέτων πληροφοριών, (routing), μέσω διαφορετικών καρτών που διαθέτει server, χρησιμοποιώντας πρωτόκολλα TCP/IP. 13) RIP for Nwlink IPX/SPX Compatible Transport : Δρομολόγηση πακέτων πληροφοριών, (routing), μέσω διαφορετικών καρτών που διαθέτει ο server, χρησιμοποιώντας πρωτόκολλα IPX/SPX.
14) PRC Configuration : Υπηρεσία που επιτρέπει την χρήση κλήσεων από απομακρυσμένες διαδικασίες, RPC, (Remote Procedure Call), από τα Windows NT ή και άλλα προγράμματα που υλοποιεί ο server. 15) PRC support for Banyan : Υπηρεσία που επιτρέπει την χρήση κλήσεων από απομακρυσμένες διαδικασίες, RPC, (Remote Procedure Call), από τα Windows NTή και άλλα προγράμματα που υλοποιεί ο server, αλλά για δίκτυα τύπου VINES της εταιρείας Banyan, (σελίδα 18 - εικόνα 13). 16) SAP Agent : Υπηρεσία υποστήριξης του πρωτοκόλλου SAP,(Service Advertising Protocol), που απαιτείται από Netware clients για τον προσδιορισμό ονομάτων, name resoloution, σε δίκτυα Netware. 17) Server : Η υπηρεσία αυτή χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με την PRC Configuration, για κοινή χρήση αρχείων και εκτυπωτών, σε διαφορετικές κάρτες δικτύου, στον ίδιο server. 18) Services for Macintosh : Υπηρεσία επικοινωνίας του server με υπολογιστές τύπου Macintosh. Επιτρέπει, επίσης, και την χρήση των διαθέσιμων πόρων του δικτύου από τέτοιους υπολογιστές. 19) Simple TCP/IP Services : Τα Windows ΝΤ διαθέτουν αυτή την υπηρεσία για να επικοινωνούν με δίκτυα που χρησιμοποιούν πρωτόκολλα TCP/IP. 20) SNMP Service : Το SNMP, (Simple Network Managment Protocol), είναι ένα πρωτόκολλο που συγκεντρώνει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες της διαχείρισης του δικτύου, στον server. Η υπηρεσία αυτή ενημερώνει για την κατάσταση του server και του δικτύου, άλλα δίκτυα που χρησιμοποιούν πρωτόκολλα TCP/IP. 21) Windows Internet Name Service : Υπηρεσία που υλοποιεί ένα πρωτόκολλο που είναι απαραίτητο για τον προσδιορισμό ονομάτων σε περιβάλλον Windows. Αποκαλείται και με τα αρχικά WINS. 22) Workstation : Υπηρεσία παροχής υποστήριξης για συνδέσεις δικτύου και ενδοεπικοινωνία μέσα στο δίκτυο.
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΓΙΑ ΔΙΚΤΥΑ
Υλοποίηση Δικτύων Host και τερματικά
(Τοπικό δίκτυο - παλαιού τύπου - mainframes)
LAN = Local Area Network
(Τοπικό δίκτυο)
WAN = Wide Area Network
(Δίκτυο ευρείας περιοχής)
MAN = Metropolitan Area Network (Δίκτυο Πόλης,με FDDI & διόδους Laser) Προσεγγίσεις για Δίκτυα LAN Client/Server
Networks = Δίκτυα με κεντρικό υπολογιστή,server.
Peer - to - Peer
Networks = Δίκτυα χωρίς server.
Windows NT Server Networks = Δίκτυα με κεντρικό υπολογιστή - server. Server Program = Πρόγραμμα,software που τρέχει στον server Shell Program
= Πρόγραμμα,software που τρέχει σε workstation Αρχιτεκτονική Δικτύων
Ethernet = προσπέλαση δεδομένων σε LAN, σε τμήματα και με διαφορά φάσης. Token - Ring = προσπέλαση δεδομένων σε LAN, κατά token των 4 Kilobytes. FDDI = Fiber Distributed Data Interface
(Σύστημα διαμοιρασμού δεδομένων με οπτικές ίνες)
CDDI = Copper Distributed Data Interface (Σύστημα διαμοιρασμού δεδομένων με χάλκινα καλώδια) ARCNet = Δικτύωση με tokens, παλαιού τύπου, χαμηλής ταχύτητας. CSMA/CA = Common Sense Multiple Access / Collision Avoidance ) ( Ανίχνευση κοινού, πολλαπλή πρόσβαση / αποφυγή συγκρούσεων ) ( Τεχνολογία μεταφοράς δεδομένων σε όλα τα δίκτυα ) CSMA/CD = Carrier Sense Multiple Access / Collision Detection ( Ανίχνευση φέροντος, πολλαπλή πρόσβαση / ανίχνευση συγκρούσεων ) ( Τεχνολογία μεταφοράς δεδομένων σε Ethernet δίκτυο ) BroadBand Ethernet = Ασύρματο δίκτυο Ethernet frame = πλαίσιο, κομμάτι δεδομένων που μετακινείται στο δίκτυο. collision = σύγκρουση, ταυτόχρονες αιτήσεις από clients στον server. CD = Collision Detection ( ανίχνευση σύγκρουσης ) Τοπολογία Δικτύων star = σύνδεση συσκευών σε δίκτυο, σε σχήμα αστέρα. bus = σύνδεση συσκευών σε δίκτυο, σε σειρά, πάνω σε ένα δίαυλο. ring = σύνδεση συσκευών σε δίκτυο, σε σχήμα δακτυλίου. Dual token ring = Διπλό δαχτυλίδι, είδος τοπολογίας δικτύου. Λειτουργικά συστήματα δικτύων NOS = Network Operating System Novell Netware = Λειτουργικό σύστημα δικτύου, σε DOS mode.. Unix = Λειτουργικό σύστημα δικτύου
Πρωτόκολλα Δικτύων AppleTalk
= για Macintosh υπολογιστές.
DLC,(Data Link Control) = για IBM - HP υπολογιστές. IPX/SPX,(Internetwork Packet Exchange / Sequential Packet Exchange) = για δίκτυα με λειτουργικό σύστημα της Novell. NBF= για δίκτυα με λειτουργικό σύστημα Windows NT. NetBEUI,(NetBIOS Extended User Interface),για δίκτυα με λειτουργικό σύστημα Windows ή MS-DOS). TCP/IP,(Transmission Control Protocol / Internet Protocol) για δίκτυα με λειτουργικό σύστημα UNIX ή για το Internet. data link protocol = πρωτόκολλο διασύνδεσης δεδομένων transport protocol = πρωτόκολλο μεταφοράς, τα προγράμματα server και shell μαζί. Καλωδίωση Δικτύων Twisted pair wire = καλώδια συστραμμένων ζευγών Coaxial wire
= ομοαξονικό καλώδιο
fiber optic cable = καλώδιο οπτικής ίνας UTP = Unshielded twisted pair (Αθωράκιστο καλώδιο συστραμμένων ζευγών)
STP = Shielded Twisted Pair
(Θωρακισμένο καλώδιο συστραμμένων ζευγών)
Mbps = Megabytes per second (Ταχύτητα μεταφοράς δεδομένων) Hub
= Κεντρικός πίνακας συνδέσεων των καλωδίων με τον server
routers = δρομολογητές (συνδέει απομακρυσμένα δίκτυα, διαφορετικά μεταξύ τους) bridges = γέφυρες (συνδέουν όμοια δίκτυα, προσπέλασης δεδομένων) Switch = πίνακας συνδέσεων, βοηθητικός διακόπτης, επέκταση δικτύου. Διεθνείς Οργανισμοί - Πολυεθνικές εταιρείες ANSI = American National Standards Institute
( Οργανισμός Προτυποποίησης Η.Π.Α. )
IEEE = Institute of Electrical and Electronic Engineers ISO = International Standards Organization ( Διεθνής οργανισμός Προτύπων ) IBM = International Business Machines
( Πολυεθνική hardware – Software )
AT&T= American Telephone and Telegraph ( Πολυεθνική Τηλεπικοινωνιών ) ISDN = Integrated Services Digital Network ( παγκόσμιο τηλεφωνικό Δίκτυο )
ΕΠΙΛΟΓΟΣ Τα Windows NT είναι ένα λειτουργικό σύστημα που σχεδιάστηκε για να καλύψει τις ανάγκες του σύγχρονου χρήστη δικτύων. Όλες οι εκδόσεις που έχουν κυκλοφορήσει χρησιμοποιούν τις βασικές τεχνικές των Windows και στηρίζουν την εξέλιξή τους σ’ αυτές. Tα βασικά στοιχεία των Windows NT που μαθαίνουμε μπορούν να χρησιμοποιηθούν στις επόμενες εκδόσεις του προγράμματος. H εκμάθηση και ο ικανοποιητικός έλεγχος του προγράμματος, όπως και κάθε εφαρμογής για ηλεκτρονικούς υπολογιστές, απαιτεί συχνή εξάσκηση. Η ενασχόληση με το πρόγραμμα μπορεί να αποκαλύψει τις επι μέρους τεχνικές για την ευκολότερη χρήση του. Στη διάρκεια της εξάσκησης του προγράμματος κατακτάται και η εξοικείωση και η γνώση πάνω στις βασικές λειτουργίες. Όσες γραμμές σημειώσεων ή βιβλίων και αν γραφούν, δεν θα ήταν αρκετές να υποκαταστήσουν τις γνώσεις που αποκτά κάποιος με την πρακτική εμπειρία. Η πραγματική γνώση αποκτιέται μόνο μέσα από την μελέτη και συμπληρώνεται από την δοκιμή, τον πειραματισμό και την επιμονή του χρήστη, είτε είναι έμπειρος, είτε όχι. Η κατάρτιση και ο εμπλουτισμός των γνώσεών μας, παραμένει στην δική μας διάθεση και αποφασιστικότητα να ξεπερνάμε τις δυσκολίες του αρχάριου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1) “
Οδηγός των Windows NT Server 4 ” - Allen Wyatt Εκδόσεις Μ.Γκιούρδας - Αθήνα 1997
2) “
Τοπικά Δίκτυα Υπολογιστών “ - Stan Shatt Εκδόσεις Κλειδάριθμος - Αθήνα 1993
3) “ Τηλεπικοινωνίες και Δίκτυα υπολογιστών “ - Αθήνα 1991 Αλεξόπουλος Άρης Λαγογιάννης Γιώργος - Ηλεκτρολόγοι Μηχανικοί Περιοδικά Πληροφορικής 1) RAM
- Εκδόσεις Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη
2) CHIP (Παλιά έκδοση)
- Εκδόσεις Computer Verlag
3) CHIP
- Εκδόσεις Computer Verlag
4) COMPUTER για όλους
- Εκδόσεις Compupress Α.Ε.
5) WIN
- Εκδόσεις Ιδιότυπο
6) Ο κόσμος του INTERNET - Εκδόσεις Compupress Α.Ε.