1
Στιχουργιματα Τάςου Κωμαΐδθ
ΚΑΣΑ ΠΑΝΣΟ ΤΠΕΤΘΤΝΟΤ 2011
2
3
ΚΑΣΑ ΠΑΝΣΟ ΤΠΕΤΘΤΝΟΤ 2011
4
ΒΙΟΓΡΑΥΙΚΟ Ο Σάσος Θωμαΐδης γεννήθηκε στο συνοικισμό προσφύγων από τη Μικρά Ασία, στην Κόρινθο το 1940. Πενήντα χρόνια ζει στην Αθήνα. Έχει ταξιδέψει σε πολλές χώρες του κόσμου, ιδίως στην Ασία. πούδασε εργαλειομηχανικός. Μηχανικός ΜΕΚ. χέδιοζωγραφική στην ABC. Αποφοίτησε από το μικρό Πολυτεχνείο. Παρακολούθησε το 6μηνο σεμινάριο του Τπουργείου Παιδείας για το αρχαίο θέατρο. Μυήθηκε στην ενεργειοθεραπεία. Δημιούργησε έργα σε χαλκό που υπάρχουν σε ιδιωτικές συλλογές πολλών χωρών του κόσμου. Η σειρά κοσμημάτων τέχνης «ΑΦΣΙΔΑ» είναι δημιουργίες του, καθώς και τα εξαιρετικής αισθητικής εύχαντρα. Αρχιτεκτονικά σχέδια του εφαρμόστηκαν σε εξοχικές κατοικίες. Έγραψε το βιβλίο «Ο ΔΡΟΜΟ ΣΟΤ ΑΝΘΡΨΠΟΤ ΚΑΙ ΣΟΤ ΚΟΜΠΟΛΟΓΙΟΤ» και το λεύκωμα «ΚΟΜΠΟΛΟΩ». Οι στίχοι και η μουσική στο cd «ΦΑΝΣΡΑ ΦΑΝΣΡΑ ΣΡΑΓΟΤΔΨ» καθώς και άλλα οκτακόσια περίπου στιχουργήματα είναι δημιουργίες του.
*Σο εξώφυλλο είναι φωτογραφία από διαδήλωση επεξεργασμένη από τον Σάσο Θωμαΐδη. Οι υπόλοιπες εικόνες είναι από έργα του σε χαλκό.
5
ΗΜΕΙΨΜΑ ΣΟΤ ΣΙΦΟΤΡΓΟΤ Ο δογματισμός, ο εθνικισμός, η βία, ο σαδισμός, η ζηλοφθονία, η καχυποψία, η ξενοφοβία κι ό,τι άλλο κακό συμβαίνει σήμερα στους ανθρώπους είναι αποτέλεσμα εγωισμού, έλλειψης πολιτισμού, αυτοσεβασμού, αμορφωσιάς τα οποία πηγάζουν από την άγνοιά μας. Οι επιδιώξεις υλικού κέρδους και η προβολή του ΕΓΨ μας, αντί να μας κάνουν χαρούμενους και υγιείς μας έκαναν αγχώδεις, καταθλιπτικούς, παχύσαρκους, εσωστρεφείς και βάρβαρους! Οι καταστάσεις σήμερα μας προτρέπουν να αλλάξουμε αντιλήψεις, τρόπο ζωής και τους στόχους μας. Ας μην αναθέτουμε σε αντιπροσώπους δικά μας καθήκοντα και υποθέσεις. Ας γίνουν οι παρέες μας πυρήνες επιμόρφωσης. Ας αυτοοργανωθούμε στη βάση της άμεσης δημοκρατίας προκειμένου να συμμετέχουμε στην κατανόηση και στη λύση των προβλημάτων. Ας βαδίσουμε το δρόμο της αυτογνωσίας, της γνώσης, της δημιουργίας, της δικαιοσύνης, της ισότητας, της υπευθυνότητας, του ουμανισμού, της ανεξαρτησίας, της δημοκρατίας, της ελευθερίας, της ανάτασης του πνεύματος και των ευγενών συναισθημάτων
*Επιτρέπεται σε όλους η χρήση των στίχων, αρκεί να αναφέρουν την προέλευσή τους.
6
7
ΞΕΚΑΘΑΡΑ ΚΑΙ ΑΠΛΑ ΡΕΛΕΧΟΜΕΝΑ Το εγϊ ςου δοφλεψε το Είςαι ςε παράνοια Το φάρμακο τθσ λευτεριάσ Με αίματα και τρζλα Δεν επιτρζπεται Σε γελάςαν Λαζ μου δεν διδάχτθκεσ Ζξω μείναν ςαλταδόροι Μονάχοσ, ζρθμοσ Ραρζκκλιςθ Μαφρα τα ςφννεφα βαριά Ανκοδζςμθ από μοφντηεσ Οι άνκρωποι τουσ ‘φτιάξαν Χάκθκε θ παρτίδα Σε βοφρκουσ μθν καλάρεισ Ωδι ςτο λαό Άραγε κα καταλάβεισ Ικελα να ‘ξερα Γφρω ςου μαυρίλα Το ςυμφζρον ςου Άμυαλε λαζ Να δίνεισ Ο φαςίςτασ το εγϊ μου Ζλα πάρε-πάρε
ΣΕΛ.
ΣΕΛ.
13 Άγνοια και φόβοσ 13 Ζχουμε κάλπικο εγϊ 14 Γίνε εςφ λυράρθσ 14 Βοφρδουλασ μασ χρειάηεται 15 Εςφ τθν τφχθ φτιάχνεισ 16 Πλα μπουρδζλο 17 Ο υποταγμζνοσ είπε 18 Για το λαό 19 Με τθν Σαξ όταν τα βάηεισ 20 «Ανάπτυξθ και Λδιωτικι πρωτοβουλία» 21 Ροιοι 22 Ροιοσ 22 Λαζ μου κόπανε 23 Να ποιοσ βάηει τισ φωτιζσ 23 Κυβζρνθςθ και τράπεηεσ 24 Πργωνε το μυαλό ςου 24 Και τα ψιλά ςου πιρανε 25 Θ κρίςθ 25 Ξεφτιλιςτικαμε 26 Βάηω ςτόχο το μυαλό μου 27 Να αποκλείςεισ εξουςίεσ 27 Τζρμα τϊρα ςτθν πτϊςθ 28 Αχ ελλθνικζ λαζ 28 Δθμοκρατία άμεςθ
29 30 31 32 33 33 34 35 36 37 38 39 39 40 41 42 43 43 44 45 46 47 48 49
ΠΟΝΟΙ ΟΡΓΗ ΠΑΡΑΠΟΝΑ Βρωμοκοινωνία Το ςφςτθμα μασ τρζλανε εμβάηουμε Ρνευματικι ανάπτυξθ Πλα κατανάλωςθ Οι Νεοζλλθνεσ Ο δουλοπρεπισ είπε Ο αλλοτριωμζνοσ είπε Γεια ςου ρε νεοζλλθνα Αγανάκτθςθ Καλό παράδειγμα Πταν βάηεισ εκπροςϊπουσ Εμείσ και ο Τςε Γκεβάρα Άιντε μπροσ μορφϊςου Ψάξε εςφ για άλλθ κυρά Δεν είςαι θ μόνθ
53 54 54 55 56 57 58 59 60 60 61 62 62 63 64 65
Σου ζμακαν Ο θλίκιοσ είπε Ηιςε τουσ πειραςμοφσ Στθρίηεισ τθ ςκάρτθ κοινωνία Ανταλλαγι Σκλαβάκι ςε κατάντθςαν Μοίραςε χάδια και φιλιά Αχ κακόμοιρθ Ραγϊνα Ράψε πια Κα ςκοτϊςω το εγϊ μου Βάλ’ του φωτιά Τθ μαλακία προτιμάσ Στον χοντρό Τθν αγάπθ δεν κερδίηεισ με λεφτά Αγάπθςε τον εαυτό ςου Το μυςτικό
65 66 67 68 68 68 69 70 70 71 71 72 72 73 73 74
8
ΣΕΛ.
Ραπάδεσ μθν πιςτεφεισ Είςαι ματςαράγκασ Ρρόςεξε Να ξαναγαπθκοφμε Διόρκωςε τθ ρότα Πμωσ ξζρε το Κιρυξε επανάςταςθ Κοίτα πάλι τθ ηωι ςου Φοβάςαι και όλο κρφβεςαι Τθν αγάπθ δϊςε Ταξίδεψε ςτα αςτζρια Ζλα να παίξεισ Ωχ! Ξεπζςαμε Ραίρνεισ μθδζν Κζλεισ νεκροφσ να κυβερνάσ Ρροτροπι Ράντα με τρίπλεσ Φταίνε οι εξουςίεσ Δεν είμαςτε αντίγραφα Εςζνα αποκροφω Δεν ςε γουςτάρω Άλλαξε ιδζεσ Δεν γουςτάρω ςυμβουλζσ Τον εαυτό ςου άι να βρεισ Το καλό μου κομπολόι Πταν παίηω κομπολόι Τα χζρια δϊςτε Τον εαυτό μου δζχκθκα Για να είςαι εςφ καλά Τι είναι ο φαςιςμόσ Υπεφκυνοσ κα γίνω Δεν ηω για κεακιναι
75 75 76 76 77 77 78 78 79 79 80 80 81 82 82 83 84 84 85 86 86 87 88 89 90 90 91 92 93 94 95 95
ΣΕΛ.
Κακιά κοινωνία Εμείσ ηθτάμε ςυντρόφουσ Πλοι τρελακικαμε Μάγιςςα θ γνϊςθ Είμαι ςφγχρονοσ πολίτθσ Δίχωσ όνειρα Μιδειεσ Δθμόςιο Ραλιοηωι αγάπθ μου Μπανανόφλουδα Το ρολογάκι πζταξα Άιντε τρζχα ρε κορόιδο Να ιμουν ερμαφρόδιτοσ Τςάμπα βαςανίηεςαι ωτάω το κεό Μιδεια Είμαι κλειςμζνοσ ςε κελί Καλό παράδειγμα Βγαίνω ξελευτερία Με μπεγλζρια και με τζλια Μθ μπερδεφεισ Τα ηϊδια Δεν είναι λόγια θ αγάπθ Ζχει τα βάςανα πολλά Ρίςτεψε ξανά ςτον εαυτό ςου Οι ανάγκεσ ςου δεν είναι αγάπθ Φραγκάτοι και μπατίρθδεσ Κζλω να είμαι μαχθτισ Λευτεριά και αλυςίδεσ Με χαδάκια και αγκαλίτςεσ Ζλα φιλάρα ζλα Οι δρόμοι τθσ ηωισ
96 96 97 97 98 98 99 100 100 101 101 102 103 104 104 105 105 106 107 108 108 109 110 111 111 112 113 114 114 115 115 116
ΣΟΤ ΑΛΛΟΤ ΛΑΟΤ ΣΑ ΑΜΑΣΑ Άιντε να αλλάξουμε πλευρό Ράρε τα καυτά φιλιά μου Δεν ξζρω από λυγμοφσ Σταμάτα πια να τρζχεισ Ζμπα ςτο ντορό Αλάνι με φωνάηουνε Ρικρά φιλιά Κουρελιαςμζνοσ ςζρνομαι Με τα λόγια που μου είπεσ Ψάχνω ανκρϊπουσ Τισ χαντροφλεσ δφο δφο
119 120 120 121 122 122 123 124 124 125 126
Κζρατο κα ςου φορζςω Το ςαράκι κα με φάει Με γκρίνιεσ δεν κερδίηεισ Τα κζλω φωτεινά Κάψε με Αγάπθ μου μελζνια Τθ λευτεριά φοβάμαι Μάγια κα ςου κάνω Λουλουδάκι μου μαβί Ψάξε Ράψε πια να εκδικείςαι
127 128 129 129 130 130 131 132 132 133 134
9
ΣΕΛ.
Άμα ςυ κα αγαπάσ Χαλάρωςε κορίτςι μου Στθν κόλαςθ κα πασ Μάκε να δίνεισ Κάκε μζρα ςκλάβουσ φτιάχνεισ Ράρ’ το μάγκα μου χαμπάρι Ζλα Μαριϊ Εκείνοσ κα ςε ςϊςει Θ Φανίτςα Αφοφ φοβικθκεσ Πχι όμωσ τα φτερά Σ’ αναηθτϊ μεσ τθ ςιωπι Σ’ αγαπϊ ς’ αγαπϊ Σε μιςϊ ςε μιςϊ Άςε τισ ηιλειεσ Κοιμιςου μεσ τθν αγκαλιά μου Δείξε μου τθν ορμι ςου Ξζχνα το χκεσ Με τα γλαρά τα μάτια ςου Σεμνότυφοσ δεν είμαι Τα κζλω Ντίνα Κωνςταντίνα Μθ ηθτάσ να με κερδίςεισ
135 136 136 137 137 138 139 140 141 142 142 143 144 144 145 145 146 146 147 147 148 148 149
ΣΕΛ.
Βάηεισ ςτόχουσ Σε χρειάηομαι Αυτι θ ϊρα Χαμζνοσ ς’ ανθφόρι Ζλα να ςαλπάρουμε Κι όμωσ πρζπει Ροίθςθ κάνω τθ ςιωπι Το ξζφωτο Κάκε δικό ςου βλζμμα Λευτεριά ωςαννά Ρροδοςία Για τα φιλιά Θ ηθλιάρα Μεκάω από ζρωτα Στο ςτακμό Ράςα κα ςε κάνω Κάγκελα τριγφρω βάηεισ Θ ηωι μασ φεφγει βιάςου Οι ερινφεσ κα ςε βρουν Αποτελεςματικό φάρμακο Το ςφμπαν κα ςε εκδικθκεί Λππότθσ είμαι εγϊ
149 150 151 151 152 153 153 154 155 155 156 156 157 158 158 159 159 160 161 161 162 166
10
11
ΞΕΚΑΘΑΡΑ ΚΑΙ ΑΠΛΑ
12
13
ΣΟ ΕΓΨ ΟΤ ΔΟΤΛΕΧΕ ΣΟ Όσο κυνηγάς τη δόξα, εξουσίες και το χρήμα τόσο άδικος θα είσαι και αυτό θα’ναι το κρίμα. Θα μολύνεις τα ποτάμια, θάλασσες και τον αέρα βρώμικες σφραγίδες βάζεις ιστορία κι πιο πέρα. Κοίτα τώρα την καρδιά σου, το μυαλό σου δούλεψε το ασ’ τους θρόνους και το μέλλον, το εγώ σου άλλαξε το.
ΕΙΑΙ Ε ΠΑΡΑΝΟΙΑ Μαριονέτα σ’ έχουν κάνει άβουλο χωρίς ψυχή. α σκουπίδι βολοδέρνεις είσαι όλο ταραχή. Δέκα κάρτες φορτωμένος πνίγεσαι στα δάνεια. Με κοιλάρες φουσκωμένες τρέχεις με παράνοια. ου το λέω θα κλατάρεις θα σε κλείσουν στο Δαφνί. Κάτσε σκέψου που πηγαίνεις πάψε ‘συ να΄σαι τ’ αρνί. Με μικρά πηδηματάκια κάν’ τηνε απ’ τους πολλούς. Έλα γράψου στην παρέα που μας λέν’ εμάς τρελούς.
14
ΣΟ ΥΑΡΜΑΚΟ ΣΗ ΛΕΤΣΕΡΙΑ Σο σύστημα κατάφερε να κάνει τους ανθρώπους να κλείνονται στα σπίτια τους με βάσανα και κόπους. Σην καλημέρα δεν την λεν, ούτε στο διπλανό τους καχύποπτα όλοι κοιτούν, ως και τον κολλητό τους. Όλοι στην απομόνωση, στην εσωστρέφεια μας τον έρωτα τον χάσαμε, γιορτές και τα μυαλά μας. Ανοίξτε φίλοι τις καρδιές, πείτε τα βάσανά σας δώστε αγάπη και φιλιά, ανοίξτε τα φτερά σας. Μην πιστεύετε παπάδες, ούτε και τ’ αφεντικά όλοι είναι φαφλατάδες, βρωμεροί και τρωκτικά. Σο φάρμακο της λευτεριάς είν’ οι επικοινωνίες αυτές λυτρώνουν τις καρδιές αλλάζουν κοινωνίες.
ΜΕ ΑΙΜΑΣΑ ΚΑΙ ΣΡΕΛΑ Ποτέ δε φανταζόμουνα λαός ότι υπάρχει που τονε κλέβεις και το καίς του παίρνεις ότι λάχει κι αυτός με στωικότητα αυτά τα καταπίνει τους ψεύτες κλέφτες εξυμνεί, σ’ αυτούς τη ψήφο δίνει. Μα τώρα το φαντάζομαι το βλέπω το βιώνω είναι οι νεοέλληνες….φοβάμαι και κρυώνω. Σο αύριο τους ζοφερό με αίματα και τρέλα με φόνους και ναρκωτικά σταυρούς και φουστανέλα.
15
ΔΕΝ ΕΠΙΣΡΕΠΕΣΑΙ Κεφάλαιο και κάμερες μας βάλανε στο στόχο και όλα τα ελέγχουνε σα να ‘μαστε στο όχο. Και τρομοκράτες φτιάξανε σ’ όλη την οικουμένη αχ όλα μας τ’ αρπάζουνε αυτοί οι βολεμένοι. ε λίγο φίλε μου να δεις θα ερευνούν το σόι θα ψάχνουνε να μάθουνε αν παίζεις κομπολόι. Ξέρεις δεν επιτρέπεται εμείς να χαλαρώνουμε κι όλα τα κέρδη της δουλειάς στην τσέπη τους τα χώνουνε. Μα ‘γω τους γράφω χαμηλά κρατώ κομπολογάκι ακόμη κι αν με βάλουνε να κάτσω στο σκαμνάκι. Σότε θα πω στο δικαστή για το κομπολογάκι μου πως είναι η φιλάρα μου, το ψώνιο, το μεράκι μου.
16
Ε ΓΕΛΑΑΝ ε γελάσαν άνθρωπέ μου αν πιστεύεις ότι ζεις για ν’ αρπάξεις, να νικήσεις, να κερδίσεις και να πιείς. ε γελάσαν φιλαράκο αν πιστεύεις σ’ αρχηγούς, σε παράδεισους καζάνια και σε δίκαιους θεούς. ε γελάσαν αν πιστεύεις πως χρειάζεσαι δεσπότες τους πολέμους και τα πλούτη και των Γερμανών τις μπότες. ε γελάσαν αν νομίζεις ότι γίνεσαι καλά αν τους άλλους θα τους ρίξεις και τους πάρεις τα πολλά. Μάθε φίλε το καλό σου νίκησε τον διάβολό σου που δεν είναι άλλος …. κοίτα …. τον κακό… τον εαυτό σου! Εάν εμείς διορθώσουμε τον σάπιο εαυτό μας ούτε θεός δεν θα μπορεί να σβήσει τ’ όνειρό μας... της αγάπης, της ειρήνης, της υγείας κι ανθρωπιάς της ευθύνης και της γνώσης κι όχι της αποκοτιάς.
17
ΛΑΕ ΜΟΤ ΔΕΝ ΔΙΔΑΦΣΗΚΕ Λαέ μου δεν διδάχτηκες απ’ τις ταλαιπωρίες τα βάσανα και τους καημούς που φέρνουν οι εξουσίες. Χηφίζεις αντιπρόσωπους κι ύστερα την αράζεις και με το μεροκάματο τη βγάζεις, δεν την βγάζεις. Κάτσε και σκέψου απ΄την αρχή τι φταίει τι δε φταίει σκέψου παπά και δάσκαλο τι λέει τι δε λέει. Μας φλόμωσαν στα ψέματα μας κάναν προβατάκια κι αντί να είμαστ’ αρχηγοί γίναμε κουταβάκια.
18
ΕΞΨ ΜΕΙΝΑΝ ΑΛΣΑΔΟΡΟΙ Σα μισά τα παλικάρια ζούνε μέσα σε κελιά κι άλλα τόσα μες’ στ’ αμπάρια ξεψυχάνε στη δουλειά. Έξω μείναν σαλταδόροι πονηροί κομπιναδόροι παριστάνουν τους σπουδαίους καμιά σχέση με «ωραίους». Πότε μωρέ θ’ ανοίξουμε φτερά και τα πανιά μας; Να σώζουμε τους γέρους μας τα άμοιρα παιδιά μας; Πότε θα τιμονεύουμε στη δύσκολη ζωή μας; Σους βουλευτές να θάβουμε να ακούγεται η φωνή μας; Πότε θα καταλάβουμε πως οι πολιτικοί κλέφτες αλήτες πονηροί μας παίρνουν το βρακί;
19
ΜΟΝΑΦΟ, ΕΡΗΜΟ τους χρόνους τούτους τους φτωχούς στο νου και στην καρδιά μας φωλιάζει η κατάθλιψη, και βάραθρα μπροστά μας. Κοιλάρες όλοι φτιάχνουνε γίνονται σαν γουρούνια και τα λαμόγια κι οι τρελοί ξεφύτρωσαν μιλιούνια. Εγώ μονάχος έρημος χτυπώ τον ταμπουρά μου και του τα χώνω άγρια σε όποιον βρεθεί μπροστά μου. Περνάμε δύσκολους καιρούς, δίχως αγάπη χρόνους όλοι το χρήμα κυνηγούν παράσημα και θρόνους. Σον έρωτα ξεχάσαμε και χάδια δεν υπάρχουν μόνο βρισιές κι αλαλαγμοί και δολοφόνοι άρχουν.
20
ΠΑΡΕΚΚΛΙΗ Η φύση μας επλούτισε μ’ αίσθημα κι ηδονή αυτοί μας αλλοτρίωσαν κρατούντες και τρανοί! Ο δάσκαλος απ’ το σχολειό και από την εκκλησία φούμαρα μας γεμίσανε σανά κι υποκρισία! Διδάξανε τη στέρηση κι όλο την ευλογάνε για ηδονή και για χαρά καθόλου δε μιλάνε. Μας κάνανε και χάσαμε της ηδονής την αίσθηση ζούμε μες στις φιγούρες μας με βότανα παραίσθηση! Ευτυχισμένοι νοιώθουμε όταν μας προσκυνάνε και δεν μας νοιάζει φίλε μου αν έχουμε να φάμε. Αρκεί οι άλλοι να πειστούν πως είμαστε σπουδαίοι τι κι αν αισθήσεις κάλπικες κλέφτες και φαρισαίοι. Ψχ τι θα κάνω φίλε μου με τούτη εδώ τη ζήση πως θα αλλάχτεί ο κόσμος μας αισθήσεις ν’ αγαπήσει.
21
ΜΑΤΡΑ ΣΑ ΤΝΝΕΥΑ ΒΑΡΙΑ Γουλιά γουλιά μας δίνουνε φαρμάκι κάθε μέρα τα πάντα στερηθήκαμε μας κόβουν τον αέρα. Παντέρμοι ξένοι πίνουμε στης μοναξιάς τα στέκια εσίγησαν και δεν βροντούν αγάπης τα ντουφέκια. ΕΩΣΖ και νέφος θέρισαν ελπίδες όνειρά μας μαύρα τα σύννεφα βαριά σκέπασαν την καρδιά μας. Μαύρα τα σύννεφα βαριά σκέπασαν τη χαρά μας ΕΩΣΖ και νέφος ρήμαξαν ελπίδες όνειρά μας.
22
ΑΝΘΟΔΕΜΗ ΑΠΟ ΜΟΤΝΣΖΕ Αχ κακούργα κοινωνία, πως μας φτιάχνεις τους ανθρώπους να χαιρόμαστε που άλλοι, ζουν με βάσανα και κόπους. Αχ μπαμπέσα κοινωνία, βρώμικη, κακιά και σκάρτη σου’ χω φτιάξει ανθοδέσμη από μούντζες, κι έλα πάρ’ τη.
ΟΙ ΑΝΘΡΨΠΟΙ ΣΟΤ ΥΣΙΑΞΑΝΕ Σο διάβολο και το θεό οι άνθρωποι τους φτιάξανε! Για να φορτώνουνε σ’ αυτούς την άγνοια, το φόβο τους και τον εγωισμό. Σο κράτος, το κεφάλαιο, μαζί με τους παπάδες τον κόσμο αλυσόδεσαν με το χριστιανισμό! Θρόνους, κοσμήματ’ άμφια, κουρσάρες και τεκνά για αυτά, τώρα, φροντίζουνε κι όχι για ορφανά. Και εσύ χαζούλη μου λαέ, αυτούς τους προσκυνάς και στα παπαδομάγαζα πηγαίνεις τ’ ακουμπάς! Δημιουργείς Εφραίμηδες, πανούργους πατριάρχες αρχιμανδρίτες πονηρούς, ρεμούλας τους αυλάρχες.
23
ΦΑΘΗΚΕ Η ΠΑΡΣΙΔΑ Δάσκαλοι και παπαδαριό μας φλόμωσαν στα ψέματα οι πλούσιοι κι οι δούλοι τους μας βούτηξαν στα αίματα. Γιατί ετούτοι παίζανε βάζοντας τον παρά τους μας έχουν κάνει ποίμνιο για τα συμφέροντά τους. Και εμείς το έθνος ψάχνουμε την όμορφη πατρίδα, τους ένδοξους προγόνους μας, μα χάθηκ’ η παρτίδα.
Ε ΒΟΤΡΚΟΤ ΜΗΝ ΚΑΛΑΡΕΙ Όλα, μας σπρώχνουν στον γκρεμό στο τίποτα, στο χάος σε θώκους σε ανεμελιά σε κόμμα σαν το ΛΑ.Ο.. Αυτοί σε σπρώχνουν στο γκρεμό εσύ γιατί πηγαίνεις γιατί δεν αντιστέκεσαι γιατί γι’ αυτούς υφαίνεις; Αφού μπορείς να αντισταθείς άλλο στρατί να πάρεις τ’ ανθρώπου του υπεύθυνου, σε βούρκους μην καλάρεις.
24
ΨΔΗ ΣΟ ΛΑΟ Ψδή θα φτιάξω στο λαό, σ’ ετούτο το ξεφτέρι στην κοινωνία πάντοτε χαμένος από χέρι. Οι υπουργοί τον παίζουνε, σα χαζοκουταβάκι κι αυτός τον ψήφο δαγκωτό, ρίχνει μες το κουτάκι. Ύστερα τρέχει σ’ εκκλησιές, εκεί μεταλαβαίνει την κοροϊδία του Εφραίμ δεν την καταλαβαίνει! Άιντε βούρλο, άιντε ψώνιο άιντε σύμβολο αιώνιο όλο παίζεις το πουλί σου κι έτσι χάνεις τη ζωή σου.
ΑΡΑΓΕ ΘΑ ΚΑΣΑΛΑΒΕΙ; Άραζες στον καναπέ σου και δεν κοίταζες τριγύρω, σου τα πήραν τώρα όλα, σε κατάντησαν μπατίρω. Άραγε θα καταλάβεις; Θα αναλάβεις τις ευθύνες; Ή θα φταίνε πάλι οι άλλοι, βουλευτάδες και κηφήνες; Οι βουλευτάδες πάντοτε την πάρτη τους κοιτάζουνε σε βλέπουνε ηλίθιο, τα πάντα σου τ’ αρπάζουνε. Πρέπει πια να εξετάζεις τι σου δίνει η εξουσία μη τα χάφτεις τώρα όλα, να κοιτάζεις την ουσία.
25
ΗΘΕΛΑ ΝΑ ‘ΞΕΡΑ ου αδειάσαν τα ταμεία σε γεμίσανε κοριούς σου καρβούνιασαν τη χώρα σου φορτώσαν νέους φόρους και αυξήσαν τους παλιούς. Και στους πλούσιους χαρίσαν χρέη τόκους δάνεια και συ τρέχεις τους ψηφίζεις είσαι σε παράνοια. Ήθελα να ‘ξερα μωρέ τι έχεις στο μυαλό σου γεμάτο είναι πίτουρα; Δε ξέρεις το καλό σου; Μάλλον σε βρήκε ταραχή σου λάσκαρε η βίδα και η φαιά ουσία σου θέλει χειροβομβίδα.
ΓΤΡΨ ΟΤ ΜΑΤΡΙΛΑ Θέλω να σου βάλω φόκο στον δικό σου καναπέ για να δω θα κάνεις μόκο; Θα αφήσεις τον καφέ; Όλα γύρω σου μαυρίλα μα εσύ στον καναπέ σου ρουφάς το καφεδάκι σου, κάνεις τις τσιγαριές σου. Σην Σι Βι θα στήνε πάρω, θα σου κρύψω κομπολόγια και την γλώσσα θα σου δέσω να μην είσαι μόνο λόγια. Αδειάσανε τις τσέπες σου, τριγύρω αποκαΐδια και στο μυαλό σου βάλανε πίτουρα ροκανίδια. Μα συ, το παίζεις άνετος μας λες όλο τα ίδια πως δεν αλλάζει η ζωή πως είμαστ’ όλοι γίδια.
26
ΣΟ ΤΜΥΕΡΟΝ ΟΤ Για ταξικούς πολέμους κι επανάσταση είπαν ο Μαρξ, ο Λένιν για ανάσταση. Όμως εσύ, εάν δεν φτιάξεις το εγώ σου καμία μάχη δεν θα φέρει το καλό σου. Άμα εσύ ο άνθρωπος δεν δεις το διπλανό σου ότι το κύτταρο αυτό, κομμάτι είναι δικό σου αν δεν παλεύεις για αγάπη και ειρήνη στάχτη και μπούρμπερη ο κόσμος σου θα γίνει. Γίνε παράδειγμα εσύ της ανθρωπιάς σου της γνώσης, της ειρήνης κι αρχοντιάς σου οργάνωνε σωστά την άμυνα σου και οι κακοί, να βρίσκουνε μπροστά τους, τα καλά σου. Σότε θα είσαι ευτυχής θα ‘ σαι λαμπρός ναός όλα θα είναι φωτεινά θα νιώθεις σαν θεός. Σότε θα είσαι ευτυχής θα’ σαι λαμπρό αστέρι σ’ όλους θα δίνεις τη χαρά και ο καιρός για σένανε, μόνο καλά θα φέρει.
27
ΑΜΤΑΛΕ ΛΑΕ Κέρδος, κέρδος κι άλλο κέρδος το ΕΓΨ σ’ ουράνια πρώτες μούρες οι πουτάνες βούρκος και παράνοια. Καπιτάλες και λαμόγια βουλευτές κ’ εκπρόσωποι τρώνε πίνουν λένε λόγια κ’ οι ιερείς διπρόσωποι. Και εσύ άμυαλε λαέ μου προσπαθείς σ’ αυτούς να μοιάσεις αντί, πούτσους να ατσαλώνεις μαζικά να τους βιάσεις.
ΝΑ ΔΙΝΕΙ Αγαπημένο μου παιδί, που σπας τις τζαμαρίες, που καις τα αυτοκίνητα και κάνεις φασαρίες. Πετροβολάς τους ένστολους, τους μπάτσους, τους φασίστες αυτά τα δύστυχα μηδέν, που λειτουργούν με λίστες.. Θέλω δυο λόγια να σου πω, δυο λόγια να ακούσεις πάψε τη δόξα να ζητάς, τη φήμη ν’ αποκτήσεις. Κοίτα τη ζήση πως μπορείς να τηνε κάνεις γνώσεις τον εαυτό σου σπούδασε, τους άλλους μην προδώσεις. Να είσαι εσύ δημιουργός, της δύναμης μπροστάρης πνευματικής ανάπτυξης, να δίνεις, να μην πάρεις.
28
Ο ΥΑΙΣΑ, ΣΟ ΕΓΨ ΜΟΤ Σο Εγώ μου ο φασίστας όλο θέλει να παλεύει. ’ όλα θέλει να’ ναι πρώτο κι όλους να τους κυριεύει. Παραδέχτηκα τα λάθη κι αγαλλίασε η καρδιά μου. Πυρκαγιές τ’ όνειρα μου, τώρα νιώθω σαν θεός. Δεν μ’ αρέσει να παλεύω δεν ζητάω τις πρωτιές. Αγαπώ τους συνανθρώπους, τρέχω σβήνω τις φωτιές.
ΕΛΑ ΠΑΡΕ-ΠΑΡΕ Αφού τ’ όνειρό σου είναι πως εσύ θα προβληθείς λαμογιές πάντα θα κάνεις και θα είσ’ ημιμαθής. Θα γεμίζεις τον σκεμπέ σου και προγούλια θα μας δείχνεις το συμφέρον θα κοιτάζεις και τη μάνα σου θα ρίχνεις. Πάρε πόπολο ετούτα, κατανάλωσε κι αυτά βάλε τούτα στο καλάθι, τώρα φάε και σκατά.
29
ΑΓΝΟΙΑ ΚΑΙ ΥΟΒΟ Αναρχικός αυτόνομος δηλώνεις ότι είσαι παντού μοιράζεις συνταγές σαν αρχηγός κινείσαι. Κουφοντίνας μας το παίζεις, λες θα φέρεις αλλαγές σα 17 Νοέμβρη, συ θα φέρεις συμφορές. Δεν κατάλαβες ρε φίλε, πως με φόνους κι απειλές ο λαός μένει απέξω, δε συμβαίνουν αλλαγές! Αναρχικός θα πει υπεύθυνος, ελεύθερος και γνώστης, ειλικρινής, αυθόρμητος, απλός και συνετός. Που αγαπάει τη ζωή, τη φύση, τους ανθρώπους, δουλεύει για το όμορφο, το δίκιο, το καλό! Παλεύει με το μέσα του σκοτώνει το εγώ του και διορθώνει ότι βρει στο σάπιο εαυτό του. Όταν καθείς την πάρτη του γνωρίσει κι ομορφύνει ουμανιστής αν θα γενεί και θέλει την ειρήνη τότε θα πέσουν οι αρχές που κάθονται στο σβέρκο δεν θα αντλούνε δύναμη απ’ το λαό τον τσέρκο*. Σις εξουσίες τις γεννά η άγνοια κι ο φόβος, η αξεσιά, ο φασισμός αμορφωσιάς ο βόμβος.
*Σσέρκο = αλλοπρόσαλλο - αλλοτριωμένο.
30
ΕΦΟΤΜΕ ΚΑΛΠΙΚΟ ΕΓΨ Φιλιάδες χρόνια είμαστε σκλάβοι εξαρτημένοι γι’ αυτό μας ξεφτιλίζουνε αυτοί οι πουλημένοι. Παράτησε τα έτσι σου τα δήθεν, τις φιγούρες διόρθωνε τη γνώση σου παράτα τις καψούρες. Άνοιξε το βιβλίο σου τρόχισε το μυαλό σου ανέλαβε ευθύνες σου κοίτα το διπλανό σου. Άσ’ τις μαγκιές στην μπάντα ψάξε το φασισμό σου κοίτα βαθιά το είναι σου διώξ’ το ραγιαδισμό σου. Σο εγώ μας ρε συ φίλε είναι κάλπικο, φτωχό στο εμείς να κινηθούμε για να ελευθερωθούμε.
31
ΓΙΝΕ ΕΤ ΛΤΡΑΡΗ Ποτέ σου δεν εκτίμησες την όμορφή σου χώρα σκουπίδια έριχνες παντού κάτσε και φάτα τώρα. Ποτέ σου δεν κατάλαβες εσένα τι συμφέρει το τώρα μόνο κοίταζες κ’ η τύχη ότι φέρει. Ποτέ σου δεν κατάλαβες ποιο είναι το καλό σου μα τώρα σου ‘ρθαν πυρκαγιές βρήκες το διάολό σου. Άραγε τώρα θα σκεφθείς; Θα πάρεις την ευθύνη; ή πάλι τώρα θα μας πεις ….. ας γίνει ότι γίνει; Μα δεν κατάλαβες μωρέ πως είσαι ο φονιάς ευθύνη και τη δύναμη την έχει ο ντουνιάς! Μην προσκυνάς τους άρχοντες, γίνε εσύ μπροστάρης ξέχνα θεούς και δαίμονες γίνε εσύ λυράρης. Και παίξε και τραγούδησε τραγούδια της ειρήνης ευθύνης και ισότητας θεός εσύ να γίνεις.
32
ΒΟΤΡΔΟΤΛΑ ΜΑ ΦΡΕΙΑΖΕΣΑΙ την εποχή μας, πρότυπα ξανθές είναι πουτάνες λαμόγια ομοφυλόφιλοι ρουφιάνοι με καμπάνες. Όλους αυτούς τα ΜΜΕ προβάλλουν πρώτη μούρη βούρδουλας μας χρειάζεται, φωτιά, σπαθί, τσεκούρι. Αφού χαζεύουμε TV, τον τύπο τον πιστεύουμε σκυλάκια τους γινήκαμε και με λαμογιές δουλεύουμε. Ύστερα τα ναρκωτικά σ΄όλους χτυπούν την πόρτα το αλκοόλ, κατάθλιψη αυτά χαράζουν ρότα. Βούρδουλας μας χρειάζεται φωτιά, σπαθί, τσεκούρι ν’αλλάξουμε συνήθειες ν΄αλλάξουμε την μούρη.
33
ΕΤ ΣΗΝ ΣΤΦΗ ΥΣΙΑΦΝΕΙ Ο άνθρωπος δημιουργεί ότι ωραίο κι άσχημο τη θλίψη του και τη χαρά, σημαντικό ή άσημο. Γι’ αυτό σταμάτα να ζητάς από την τύχη ρέστα τις μαλακίες που’ κανες, αυτά σκέψου και πέστα. Και τότε μάτια μου θα δεις πως η δική σου τύχη δικό σου δημιούργημα, είν’ άρρωστη και βήχει.
ΟΛΑ ΜΠΟΤΡΔΕΛΟ Σις πουστάρες, τις πουτάνες, σου περάσαν πρότυπα είσαι τώρα τάχαμ’, δήθεν με φτηνά λογότυπα. Έτσι δεν βλέπεις τα στραβά, τα «πρέπει», λες τα θέλω πουλάς, πουλιέσαι άμοιρη, σαν πόρνη σε μπουρδέλο. Μπουρδέλα είν’ οι εκκλησιές, τα σπίτια και η βουλή μας τα «πρέπει» κι η αλλοτρίωση νομίζουμε βολή μας. τέρηση, εσωστρέφεια, φόβος και μοναξιά νευρώσεις , κτητικότητα, δώσε σ’ αυτά σπρωξιά. Έτσι θα βρεις τα ζύγια σου, θα ‘ρθεις στα συγκαλά σου θα ζήσεις λεύτερη ζωή, χαρές και όνειρά σου.
34
Ο ΤΠΟΣΑΓΜΕΝΟ ΕΙΠΕ Μη μου μιλάς για τους φτωχούς ότι ‘ναι πατριώτες και πλούσιοι ταυτίζονται με εχθρούς και καταδότες. Μη μου μιλάς για αρχηγούς, πολιτικούς, δεσπότες πως ξεζουμίζουν τους φτωχούς τους καταντάνε πότες. Δε θέλω μένα να μου λες, να μάθω ιστορία ότι πολέμους και σφαγές κάνει η πλουτοκρατία. Δε θέλω να μου ξαναπείς λάθος το σύστημά μας ότι λαμόγια πλούσιοι μας κλέβουν τα λεφτά μας. Δε θέλω λέξη να μου πεις, η δεξιά πως είναι των γερακιών σφηκοφωλιά ο τάδε και ο δείναι. Εγώ συντρέχω άρχοντες και τη πλουτοκρατία δεν είμαι γω με εργατιά, αγρότες κι αλητεία. Σι κι αν δεν έχω γω λεφτά μόρφωση και κουλτούρα τι κι αν οι πλάτες μου σκυφτές βαδίζω με μαγκούρα εγώ συντρέχω άρχοντες και τη πλουτοκρατία δεν είμαι γω με τους φτωχούς αγρότες κι αλητεία.
35
ΓΙΑ ΣΟ ΛΑΟ Ρε περίεργος που είσαι, τόσο βλάκας και φτωχός της ζωής σου δε γνωρίζεις, πιο το πίσω πιο το ‘μπρός Σον εαυτό σου υποτιμάς, σκύβεις παντού παρακαλάς τους ψεύτες τους αλήτες τους πλούσιους και πονηρούς λαμόγια και προφήτες. Σο ήθος και τη δύναμη, την ομορφιά και γνώση στο δρόμο πάντα τα πετάς και απ’ τον ανύπαρκτο θεό, ζητάς για να σε σώσει! Βρε μη ζητάς αφεντικά, ανέλαβε ευθύνες εσύ έχεις τη δύναμη και όχι οι κηφήνες. Οι πλούσιοι και άρχοντες σε έχουν υπηρέτη με τη δική σου δύναμη χτίζουν το βιλαέτι. Και συ σα χάνος το κοιτάς το βλέπεις το θαυμάζεις με σεβασμό τους προσκυνάς και στο ζουμί σου βράζεις. Αυτό της φτώχιας κι αξεσιάς αμορφωσιάς και πάθη που μόνος σου δημιουργείς με τα δικά σου λάθη.
36
ΜΕ ΣΗΝ ΑΞ ΟΣΑΝ ΣΑ ΒΑΖΕΙ Είδατε φίλοι τι έπαθε ο φίλος ο τρος Καν τη δίμετρη του πάσαραν και τώρα, ωχ αμάν. Η δίμετρη η πράκτορας της Γκόλμαν αξ τσιράκι την έπεσε στον πρόεδρο που είχε κουσουράκι. Άπλωνε τις χερούκλες του χωρίς μυαλό και γνώση και τώρα από την Γκόλμαν αξ ποιος θα το’ νε γλυτώσει. Άμα με τη αξ τα βάζεις πρέπει να ‘σαι καθαρός μην απλώνεις τα κουλά σου ούτε πίσω ούτε μπρος!
37
«ΑΝΑΠΣΤΞΗ ΚΑΙ ΙΔΙΨΣΙΚΗ ΠΡΨΣΟΒΟΤΛΙΑ» Η δεσποινίς ανάπτυξη με την πρωτοβουλία στα δάση βγήκαν παγανιά και καίνε με μανία. Κάθε δεντράκι φουντωτό κάθε κλαρί και βάτο τα καίνε για «ανάπτυξη» για να μας παν στον πάτο. Κι έτσι καζίνα θα ‘χουμε χοτέλια κυριλάτα ‘ξεπούλα’ και ανάπτυξη τα κάναμε σαλάτα. Γι’ αυτά, δεν φταίνε βουλευτές, ούτε και εταιρείες εμείς δεν έχουμε μυαλό και χάφτουμε αηδίες. Σώρα καλά μας κάνανε και κάψανε τα δάση αφού μυαλό και λογική εμείς έχουμε χάσει. Ο σεβασμός στον άνθρωπο ιδέα ξεχασμένη κι αλλοτρίωση γλυκιά καλομαγειρεμένη.
38
ΠΟΙΟΙ Ποιοι μας καίνε μας ρημάζουν και μας παίρνουνε το βιός ; Ποιος τις πυρκαγιές τις βάζει ; Μα ποιος είν’ ο πονηρός ; Μήπως είναι εταιρείες που θα χτίσουνε πολλά ; Μήπως ειν’ αυτές που παίρνουν του κοσμάκη τα καλά ; Μήπως ειν’ αυτές που θα ‘ρθουν σαν σωτήρες, σαν το φως ; Και ανάπτυξη θα φέρουν για να τρέχω σαν τρελός ; Για να ξοφλήσω δάνεια, για να προλάβω τόκους το κράτος να ‘ναι πάμφτωχο και με τρελούς ανθρώπους! Πιστεύω τώρα ήρθανε νέες μορφές πολέμου δεν μοιάζουνε του Βιετνάμ ούτε του Γουλιέλμου. Αλλά, καίνε καταστρέφουν και σωτήρες επιστρέφουν! Και εμείς μέσα στ’ αμπάρι δεν τους παίρνουμε χαμπάρι.
39
ΠΟΙΟ Ποιος μας έκαψε τα δάση ; ποιος μας παίρνει τ’ οξυγόνο ; ποιος τις θάλασσες βρωμίζει ; ποιος με φόβους μας γεμίζει ; Ποιος βρωμίζει τα ποτάμια, πολιτείες και βουνά ; Ποιος με θλίψη μας φορτώνει κι όλοι λέμε ωσαννά ; Ποιος σκοτώνει την ειρήνη, την αγάπη και το φως ; Μήπως πίσω απ’ όλα πάλι, ο κακός μας εαυτός ; Δεν είν’ τυχαίο τίποτα, ούτε θεός μας κρίνει το σύμπαν έχει τις αρχές και ότι του δίνεις δίνει.
ΛΑΕ ΜΟΤ ΚΟΠΑΝΕ Κοίτα να δεις ο διάβολος που ‘βαλε την ουρά του στο Βατοπέδι τρύπωσε κι αυτώνει τα παιδιά του. Και ο θεούλης τα ‘χασε, δεν ξέρει τι να κάνει και μες την παραζάλη του, τους στέλνει το φιρμάνι. «Ε όχι κι έτσι ρε παιδιά εσείς το παρακάνατε στις λαμογιές και στις κλεψιές τους υπουργούς, τους βάλατε». Αυτά τ’ αθώα μου παιδιά, ετούτες τις παρθένες που τα ψηφίζει ο λαός, να λύνει τις καδένες. Ξύπνα λαέ μου κόπανε γιατί θεοί με ράσο όλα θα σου τα πάρουνε, θα σου περάσουν λάσο.
40
ΝΑ ΠΟΙΟ ΒΑΖΕΙ ΣΙ ΥΨΣΙΕ Μην ψάχνεις ποιος τις έβαλε αυτές τις πυρκαγιές του εαυτού σου κοίταξε βλακείες, λαμογιές! Σο «δε βαριέσαι ρ’ αδερφέ» το «τι με νοιάζει εμένα» αυτά τις βαλαν τις φωτιές κι είν’ όλα πια καμένα! Αυτό που είσαι Έλληνα ετούτο σου ανήκε για κάθε λάθος και στραβό μια πυρκαγιά σε βρήκε! Με τ’ αυθαίρετα σημαία προχωράς πάντα εμπρός και βιλάρες αποκτάει κάθε «έτσι» πονηρός! Υακελάκια στην υγεία, γρηγορόσημο παντού και αντί με επιστήμη προσπαθείς με τα βουντού! Οι τρανές οι εταιρείες με συμφέροντα μεγάλα κλέβουν, πνίγουν και σκοτώνουν μα γι’ αυτές μέλι και γάλα! Κι εσύ κορόιδο Έλληνα ξάπλα στον καναπέ σου χαζεύεις τηλεόραση και πίνεις τον καφέ σου! Γι’ αυτό τα ρέστα μη ζητάς, πάψε να αναπνέεις την τρύπα εις το όζο σου, άιντε να αγναντεύεις. Χήσου σαν το λουκάνικο, πνίξου σαν το ποντίκι γονάτιζε στους «Δέσποτες», ψέλνε απολιτίκι. Αυτό που είσαι Έλληνα, ετούτο σου ανήκε για κάθε λάθος και στραβό μια πυρκαγιά σε βρήκε.
41
ΚΤΒΕΡΝΗΗ ΚΑΙ ΣΡΑΠΕΖΕ Οι τράπεζες την πέσανε και πάλι στα μπατίρια τα σπίτια τους τα παίρνουνε και μένουν σε τσαντίρια. Μαζί με την κυβέρνηση, οι τράπεζες ορμάνε βαθιά στην τσέπη του φτωχού, όλα να του τα φάνε. Σα δις αρπάξαν τράπεζες, το σύστημα να σώσουν φόρους θα δίνει ο λαός , δάνεια να του δώσουν. Ώπα οι αλήτες μας , ώπα τα λαμόγια κλέβουνε τον κοσμάκη μας, αυτά δεν είναι λόγια. Σα δις δίν’ η κυβέρνηση, αχ βρε στους τραπεζίτες τους φόρους παίρνει από μας, μας κάνει τρωγλοδύτες. Σώρα όλοι σε τσαντίρια, όλοι γίναμε μπατίρια μα θα έχουμε καμάρι Γκόλντεν Μπόϋς με φερράρι. Κι όταν σ’ εκλογές θα πάμε, πάλι θα χειροκροτάμε κυβερνήτες και λαμόγια, είν’ αλήθεια, δεν είν’ λόγια!
42
ΟΡΓΨΝΕ ΣΟ ΜΤΑΛΟ ΟΤ Κυβέρνηση, κεφάλαιο μας στύβουν σα λεμόνι ξεβράκωτους μας άφησαν, σφυρί χωρίς αμόνι. Με ψίχουλα μας έχουνε, στην τσίτα στην τρεχάλα κι όταν παραπονιόμαστε, αυτοί μας λένε άλλα. Όμως καλά μας κάνουνε, αφού αυτούς ψηφίζουμε όλα σ’ αυτούς τ’ αφήσαμε, τίποτα δεν ορίζουμε. Σην πάρτη μας αφήνουμε, πάντοτε τελευταία αφέντες βάζουμε παντού, τα βλέπουμε μοιραία. Πως τάχα θέλημα θεού, είν’ το κατάντημα μας και εξουσίες βρώμικες το συναπάντημά μας. Ξύπνα βρε άμυαλε λαέ, πίστεψε στο εγώ σου μην προσκυνάς αφεντικά, όργωνε στο μυαλό σου. Μην κάθεσαι σαν κούτσουρο, σαν χάνος και σαν βλάκας ρίξε τις εξουσίες σου, μην πιάνεσαι μαλάκας.
43
ΚΑΙ ΣΑ ΧΙΛΑ ΟΤ ΠΗΡΑΝ Μέχρι τα ψιλά σου πήραν με καρτούλες, δάνεια. αν τρελός στριφογυρίζεις είσαι σε παράνοια. Με τις τράπεζες τα βάζεις με το κράτος κι αρχηγούς. Σο μυαλό σου κάτσε φτιάξε μη τα βάζεις με ταγούς. Μη τα βάζεις με τους άλλους, κι άσε τις δικαιολογίες πως οι άλλοι σ’ αναγκάζουν κι έτσι κάνεις τις βλακείες.
Η ΚΡΙΗ Σην κρίση, μας τη σέρβιρε ο καπιταλισμός όλα σαπίσαν γύρω μας, προβλέπεται σεισμός. Να, της δουλειάς οι άνθρωποι στέκονται σαν χαμένοι και πάρτι κάνουνε τρελό κάποιοι καταραμένοι. Αυτοί που έχουν τα λεφτά, τους θρόνους και τα σκήπτρα αυτοί που κλέβουν τις ζωές και μας ζητούν και λύτρα.
44
ΞΕΥΣΙΛΙΣΗΚΑΜΕ Μας ξεφτίλισε η κρίση και τη χάσαμε τη στύση. Για να δούμε που θα πάμε που δεν θα’ χουμε να φάμε. Θα βρούμε ρίζες του κακού; Θα δείξουμε τους φταίχτες; Θα κάνουμε την κίνηση να μην μας λένε κλέφτες! Σο σύστημα τα έφαγε τα φράγκα τη βολή μας αυτό πρέπει να αλλάξουμε να ζούμε τη ζωή μας. Δημοκρατία αληθινή χρειάζεται αδέρφια όχι μετάνοιες, τάματα τσιφτετελιές και ντέφια.
45
ΒΑΖΨ ΣΟΦΟ ΣΟ ΜΤΑΛΟ ΜΟΤ Σα έφτυσε το σύστημα μα δεν το βάζει κάτω σκοτώνει τώρα μαθητές και σπρώχνει προς τον πάτο. Λοστάρια δίνουν στους φρουρούς και πέτρες κουβαλάνε στοχεύουν την ειρήνη μας γνώση πετροβολάνε. Κυβέρνηση, κεφάλαιο και οι μηχανισμοί τους σπάζουν τα πάντα γύρω τους, μη χάσουν τη βολή τους. Αυτά ας γίνουν σήμαντρα , που δείχνουν νέους στόχους όχι στην κατανάλωση, στους βρώμικους τους βρόγχους. Σέρμα τσιγάρα και ποτά στο άγχος και στα κινητά τέλος και οι κουρσάρες δεν θέλω δόξες φήμες και λεφτά, τέρμα και οι φανφάρες. Βάζω στόχο το μυαλό μου, να το σπρώξω πιο ψηλά γνώσεις, ήθος ν’ αποκτήσω, να μην είμαι χαμηλά.
46
ΝΑ ΑΠΟΚΛΕΙΕΙ ΕΞΟΤΙΕ Κάθε τόσο στην πλατεία λέμε για δημοκρατία για την κρίση συζητάμε που δεν θα’ χουμε να φάμε. Ένας λέει το μακρύ του κι άλλος λέει το κοντό του βλέπει πάντα άλλους φταίχτες μα ποτέ τον εαυτό του. Ο εαυτός μας φίλε μου είναι ο πρώτος φταίχτης ο ψεύτης κι αδιάφορος της λαμογιάς ο παίχτης. Που ψήφιζε εκπρόσωπους και ζήταγε ρουσφέτια κομπίνες σκαρφιζότανε κι έχτιζε βιλαέτια. Με δανεικά την έβγαζε και έκανε και φιγούρες το σύστημα δεν τ’ άλλαζε τραγούδαγε καψούρες. Σώρα φίλε συμμορφώσου και ανέλαβε ευθύνες μην ταΐζεις βουλευτάδες, αφεντάδες και κηφήνες. Κοίτα τώρα και μορφώσου άνοιγε κανα βιβλίο να αποκλείσεις εξουσίες που σου μαύριζαν το βίο.
47
ΣΕΡΜΑ ΣΨΡΑ ΣΗΝ ΠΣΨΗ Δήθεν κι ανευθυνότητα τα στέλνουμε πεσκέσι τώρα σ’ αγώνα μπαίνουμε θερμό κι όποιος μπορέσει. τη λαϊκή συνέλευση χτίζουμε κάθε μέρα νέα προσωπικότητα με ήθος και αέρα. Αέρα αξιοπρέπειας ευθύνης και αγάπης τσακίζουμε ψευτομαγκιές δεν είμαι πια σατράπης. Υροντίζουμε τον άνθρωπο φροντίζουμε τη γνώση ξεχνάμε τις φιγούρες μας τέρμα τώρα στην πτώση. ’ εκείνη που μας έσπρωξαν παπάδες, βουλευτάδες τα κόμματα, τ’ αφεντικά αυτοί οι κλεφταράδες.
48
ΑΦ ΕΛΛΗΝΙΚΕ ΛΑΕ Δυο χιλιάδες εκατόν πενήντα έξι τόσα χρόνια αχ λαέ εσύ έχεις αντέξει. Και την γλώσσα σου δεν έχασες αδέρφι τους καημούς και τις χαρές μετράς με ντέφι. ε ξεπούλησαν, σε πρόδωσαν καρντάση και στη γύρα ζητιανιά βγήκες με τάσι. Μα στα δύσκολα εσύ πάντα θεριεύεις κάθε αφέντη και κακό το κυριεύεις. Έλα τώρα πάλι σήμανε η ώρα να τινάξεις απ΄ τις πλάτες σου αφέντες που σου κάνουν τη ζωή σου ένα μαρτύριο και σταμάτα πια να πίνεις δηλητήριο.
49
ΔΗΜΟΚΡΑΣΙΑ ΑΜΕΗ Εδώ είναι το ύνταγμα εδώ είναι «πλατεία» εδώ παλεύουμε ξανά για τη δημοκρατία. Αφήσαμε τον καναπέ αφήσαμε την Σζούλια σκεφτόμαστε σαν άνθρωποι καλλιεργούμε γιούλια. Δημοκρατία άμεση βάλαμε στο τραπέζι να πάψει πια ο βουλευτής εμάς να περιπαίζει. Σον πρώτο λόγο στη ζωή να έχει ο πολίτης κι όχι ο ψεύτης βουλευτής αυτός ο λωποδύτης. Ελάτε Έλληνες ξανά να μπούμε στον αγώνα να χτίσουμε την λευτεριά σε τούτο τον αιώνα.
50
51
ΠΟΝΟΙ, ΟΡΓΗ, ΠΑΡΑΠΟΝΑ
52
53
ΒΡΨΜΟΚΟΙΝΨΝΙΑ Αχ βρε βρωμοκοινωνία πως τους φτιάχνεις τους ανθρώπους καλημέρα να μην λένε στους δικούς τους, τους συντρόφους. Δεν ακούν ότι τους λένε μόνο θέλουν να μιλούν όλους κι όλα κριτικάρουν όλους κι όλα εγκαλούν. Έτσι φτιάχνει ο καθένας την δική του φυλακή και μας παίζει τον Ψνάση μ’ ένα πιάτο από φακή. Και να, τα ψυχοφάρμακα και να τσιγαριλίκια παντού τα αδιέξοδα παντού τα ρεζιλίκια. Μάθε φίλε μου καλέ μου μάθε φίλε μου ν’ ακούς ψάξε μέσα στο μυαλό σου μη μας παίρνεις για τρελούς.
54
ΣΟ ΤΣΗΜΑ ΜΑ ΣΡΕΛΑΝΕ Σο σύστημα μας τρέλανε, μας έχει εξοντώσει τις απολαύσεις κι έρωτα, τα έχουμε προδώσει. Καθένας στο καβούκι του, βράζει μες το ζουμί του και με τσιγάρα και ποτά δαμάζει την ορμή του. τον διπλανό του δεν μιλά, δεν λέει τον καημό του τη μοναξιά αγκάλιασε, φτύνει τον εαυτό του. Έλα κοσμάκη ξύπνησε, άλλαξ’ το σύστημά τους κράτα αυτά π’ απόκτησες, πάρε και τα δικά τους. Ανέπτυξε το πνεύμα σου, αγάπα τον κοσμάκη χαλάρωσε, ηρέμησε, ψάξε και βρες μεράκι.
ΡΕΜΒΑΖΟΤΜΕ Μολύναμε τις θάλασσες, τους κάμπους, τα ποτάμια, τον ουρανό, τα πέρατα κι η γη ‘ναι τώρα λάμια. Σα δάση μας τα κάψαμε εισπνέουμε τους ρύπους όμως εμείς βολτάρουμε με κότερα και τύπους. Ρεμβάζουμε στο όζον μας δασών τα’ αποκαΐδια όλοι ξεφτιλιστήκαμε και γίναμε σκουπίδια.
55
ΠΝΕΤΜΑΣΙΚΗ ΑΝΑΠΣΤΞΗ Σα υλικά σου αγαθά θεώρησες για πλούτο. Πνευματική ανάπτυξη άγνωστο σου είναι φρούτο. Με άγχος, με κατάθλιψη τρέχεις να ‘κονομήσεις σα γουρουνάκι πάχυνες μα όλα θα τ’ αφήσεις. Σα σπίτια, τα παλάτια σου κότερα και πισίνες τα έτσι σου και τα αλλιώς τις πόρνες Ζοζεφίνες. Εδώ όλα θα μείνουνε κορόιδο ανθρωπάκι που χάνεις την υγεία σου για λούσα, παραδάκι. Πνευματική ανάπτυξη να βρε τι είναι πλούτος αν το ‘ξερε το μυστικό δεν θα ‘σφαζε ο Βρούτος.
56
ΟΛΑ ΚΑΣΑΝΑΛΨΗ Μόνο κέρδος κι άλλο κέρδος όλα κατανάλωση. Σο μυαλό μας κι η καρδιά μας όλα προς ανάλωση! Σο ποιος είσαι το τι κάνεις έχεις πάψει να ρωτάς σαν ρομπότ καταναλώνεις τίποτα άλλο δεν κοιτάς Εκατό κιλά ζυγίζεις τα τσιγάρα πάφα πούφα με την τύχη σου τα βάζεις τη ζωή την λες μαγκούφα. Κοίτα λίγο στο μυαλό σου άνοιξε και τα γκαβά σου η χαρά και η γαλήνη είναι δίπλα σου, μπροστά σου. Εσύ ’σαι πάντα ρυθμιστής, εσύ τα φτιάχνεις όλα εσύ δεν αντιστέκεσαι και έχαψες τη φόλα.
57
ΟΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΕ Ήρθε αββατοκύριακο μπήκαμε στην μπε εμ βε μας στην άσφαλτο ρολάρουμε δείχνουμε τον τουπέ μας. Ήρθε αββατοκύριακο για πόλεμο κινάμε με αμαξάρες ζόρικες όλοι μαζί ορμάμε. Νιονιό ευγένεια κι αρχές τα έχουμε γραμμένα σε μας η τετρακίνηση τα ΄χει καπελωμένα. Σαχύτητες θα βάλουμε τριπλάσιες του πρέπει έτσι θα αποδείξουμε πως η βλακεία ρέπει. Ασφάλτων μακελάρηδες και της φιγούρας ΣΟΠ ορμούμε παραβλέπουμε της σήμανσης τα ΣΟΠ. Περνούμε όλοι ξέσκουρα σαν σίφουνες, σαν σφαίρες βροχή τα δυστυχήματα σαν του πολέμου μέρες. Μανάδες ετοιμάσετε τα σάβανα στους γιούς σας ήρθανε νεοέλληνες και παίρνουνε το νου σας. Μαγκάκια νεοέλληνες πάρτε το πια χαμπάρι. με μόστρες αυτοκίνητα δεν είστε κεχριμπάρι. ’ αρχαίους πατριώτες μας δεν μοιάζουμε κοπάνια είμαστε ‘μεις κορόιδα μου του γύφτου τα χαϊβάνια. Εκείνοι ‘τρωγαν έπιναν πηδούσανε πολύ δεν είχαν σαν του λόγου μας της ρόδας το βιολί. Με των ερώτων τα βιολιά μερόνυχτα γλεντούσαν με το κρασάκι μέθαγαν κι όλο φιλοσοφούσαν. Γι’ αυτό σας λέω μάγκες μου σκεφθείτε το καλά αρχαίους να διαβάσουμενα βάλουμε μυαλά.
58
Ο ΔΟΤΛΟΠΡΕΠΗ ΕΙΠΕ Σριακόσια πήρα σύνταξη και δέκα του Ο.Γ.Α. πήρα το λάδι το ψωμί, δε φτάσανε γι’ αυγά. Και καταριέμ’ αριστερούς, ανάρχες, δημοκράτες, κομμουνιστές και φοιτητές αυτούς τους τρομοκράτες. Δεν αφήνουν εξουσίες να ορίζουν τη ζωή που γνωρίζουν κάθε πράγμα και του δίνουνε πνοή. Κάθε τόσο διαδηλώσεις απεργίες, τσακωμοί δεν ακούν τ’ αφεντικά τους και υπάρχουν σκοτωμοί. Μα! Σι ζητάς εργάτη μου, αγρότη διακονιάρη αφού θεός τα όρισε να είσαι με ταγάρι. Μη ζητάς να ανατρέψεις του θεού μας τις βουλές προσευχήσου και θα ‘ρθουνε άλλες μέρες πιο καλές. Όπου να ‘ναι θα πεθάνεις, στο παράδεισο θα πας εκεί πάνω ευτυχία θα πηδήσεις και θα φας.
59
Ο ΑΛΛΟΣΡΙΨΝΕΝΟ ΕΙΠΕ Πήρα το μεροκάματο και είμ’ ευτυχισμένος δέκα ολόκληρα ευρώ και από χαρά χεσμένος. Πήρα το μεροκάματο και πάω να μεθύσω και δαγκωτό τη δεξιά θα πάω να ψηφίσω! Η ψήφος μου στους άρχοντες, στους κεφαλαιοκράτες όχι στο κόμμα του λαού, αλλά σ’ αριστοκράτες! Δε γουστάρω ‘γω να ανήκω, στους φτωχούς και χαμηλούς σε ενγράμματους κι ανάρχες που χρωστούν της Μιχαλούς. Είμ’ εγώ μες τη παρέα, του Πατέρα και του Λάτση πού ‘χουν κότερα βιλάρες κι αγοράζουν ότι κάτσει. Είμαι περήφανος εγώ που ‘χω αφεντικό μου δίνει μεροκάματο, σωστό το μερτικό! Πήρα τα δέκα μου ευρώ γιατί αυτά αξίζω θα προσκυνώ τους άρχοντες αυτούς θα λιβανίζω. Σι κι αν δε φτάνουν για ψωμί για λάδι για πατάτες ετούτα πρέπουνε σε με, δε κάνω ‘γω απάτες. Πήρα το μεροκάματο και πάω να μεθύσω κι αυτή την άσημη ζωή πάω να την γλεντήσω. Ο θεός τα ‘χει μοιράσει στους ανθρώπους τα λεφτά τις βιλάρες τα στολίδια που κοιτάζω στα κλεφτά. Ανήκω ‘γω στους άρχοντες, τους πλούσιους ηγέτες δε θέλω σχέσεις με φτωχούς και με τους υπηρέτες.
60
ΓΕΙΑ ΟΤ ΡΕ ΝΕΟΕΛΛΗΝΑ Ομόλογα σου κάνανε λαέ μου τα λεφτά σου χοντρή κονόμα κάνανε με τ’ αποθέματά σου. Κάποιοι την αποκάλυψαν ετούτη την απάτη και η κυβέρνηση κρυφά τους έκλεισε το μάτι. Σο θέμα το κουκούλωσε πήγε σε εκλογές και συ λαέ μου ψήφισες πάλι τις λαμογιές. Κι αναρωτιέμαι ο φτωχός και ψάχνω στο μυαλό σου πίτουρα στο κεφάλι σου? Άδειο το καύκαλο σου; Γεια σου ρε νεοέλληνα, μεγάλο κοροϊδάκι είσαι μαζόχας και φελλός μοιάζεις με κουταβάκι.
ΑΓΑΝΑΚΣΗΗ Αυτό που είσαι Έλληνα ετούτο και σε βρήκε ότι είσαι βλάκας, πονηρός κι άλλη σφραγίδα μπήκε. Σην βάλανε οι πυρκαγιές, τα’ ομόλογα, οι μίζες Μπουρμπούλιες και Γιοσάκηδες, ριάλιτι και Λίζες. Η χώρα η πανέμορφη δεν ήταν άξιά σου πάρε καψάλα κόλαση γι’ αυτή την αξεσιά σου. Μόνο για τους προγόνους σου ξέρεις να καμαρώνεις εσύ είσαι βλάκας πονηρός, γι’ αυτό να το βουλώνεις. Ζήσε τώρα στην καψάλα, σε οδύνη, ορυμαγδό αφού είσαι μια κουφάλα δίχως σκέψη και αιδώ.
61
ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ Σον χάσαμε τον μπούσουλα και σαν τυφλοί γυρνάμε ψάχνουμε όλοι για βολή δεν ξέρουμε που πάμε. Όλοι για θρόνους ψάχνουμε φαρδιά πλατειά ν’ αράξουμε τους άλλους να διατάζουμε κι όλα να τους τα’ αρπάξουμε. ’ όλους κοιτάμε το στραβό στην πάρτη μας το ίσο και το καπέλο μας ζαβά στο σβέρκο μας το γείσο. Έτσι θωρούμε όλοι μας ανάποδα τα πάντα κλωτσιές που μας χρειάζονται να κάτσουμε στην πάντα. Κοιτώ εγώ την πάρτη μου ψάχνω μην έχω κάλους θέλω καλό παράδειγμα να είμαι για τους άλλους.
62
ΟΣΑΝ ΒΑΖΕΙ ΕΚΠΡΟΨΠΟΤ Όταν βάζεις εκπρόσωπους να ρυθμίζουν τη ζωή σου η ζωή θα σου την κάνει και θα χάσεις το βρακί σου. Γι’ αυτό εσύ ανέλαβε ετούτη τη φορά κάθε ευθύνη και σκοπό εσένα π’ αφορά. Οι βουλευτάδες πάντοτε την πάρτη τους κοιτάζουνε σε βλέπουνε ηλίθιο, τα πάντα σου τ’ αρπάζουνε.
ΕΜΕΙ ΚΑΙ Ο ΣΕ ΓΚΕΒΑΡΑ Ήθελα να ‘ξερα ο Σσε ξέρει την εποχή μας; Ξέρει την αλλοτρίωση πως ζούμε στη βολή μας; Ξέρει πως τον θυμόμαστε, μάθαμε τους αγώνες που έκανε για τους φτωχούς κι έδειξ’ απατεώνες. Ξέρει ότι εμπόρευμα είναι τρανών εμπόρων; Σο θάνατό του εξυμνούν κερδίζουν κατά κόρον; Από μπλουζάκια, σήματα, φιέστες και τις γιορτές οι εξουσίες προωθούν μάσκες για αρπαχτές. Κι εμείς σα ζώα πρόβατα ζητάμε τον τσοπάνη τα χόρτα μας να έχουμε να μένουμε στη στάνη.
63
ΑΩΝΣΕ ΕΜΠΡΟ ΜΟΡΥΨΟΤ Δεν μας φταίνε εξουσίες που πιέζουν το λαό μα αυτός που τις ψηφίζει κι έτσι μπαίνει στον ντορό. Ο λαός να μάθει πρέπει ν’ αγαπά τον εαυτό του να μην θέλει δεσποτάδες προεστούς, ληστές αγάδες. Σου λαού τα βάσανά του, ξεκινούν απ’ τα μυαλά του αφού σκύβει σ’ αφεντάδες, πονηρούς και σε παπάδες. Όσο λαέ μου δε γροικάς εσένα τι συμφέρει θα βρίσκεις επιτήδειο κι αυτός θα σου τη φέρει. Γι’ αυτό υπεύθυνα εσύ στηρίξου στο εγώ σου ξέχνα τον αντιπρόσωπο άιντε εμπρός μορφώσου.
64
ΧΑΞΕ ΕΤ ΓΙΑ ΑΛΛΗ ΚΤΡΑ Μεμψιμοιρείς λεπτομερώς, τριχοτομείς την τρίχα όλα τα βάζεις στην σειρά, μας κόβεις και το βήχα. Παντού βάζεις προγράμματα κι όλα τα κανονίζεις τ’ αυθόρμητο το όρισες, όπως εσύ νομίζεις. Όλα τα βλέπεις στατικά κι όλα μελετημένα και χώρο για ανάσες μου, δεν άφησες για μένα. Σο παίζεις γνώστης και θεός, δικτάτορας, μεσσίας μα είσαι φίλε ανασφαλής και εκτός πάσης ουσίας. Γι’ αυτό φίλε μου σ’ αφήνω πάω σ’ άλλου την αυλή που την βρίσκει μ’ ότι κάτσει κι είν’ αυθόρμητος πολύ. Κάτσε εσύ με την μουρμούρα βάζε τάξη και σειρά για την κρεβατομουρμούρα ψάξε εσύ γι’ άλλη κυρά.
65
ΔΕΝ ΕΙΑΙ Η ΜΟΝΗ Όλοι μας, χάλια έχουμε ανώριμων ανθρώπων δίχως αυτοπεποίθηση πρόσφυγες άλλων τόπων. Έλα βγες τώρα στον Ήλιο δείξε σ’ όλους τις πληγές σου μάθε πως δεν είσ’ η μόνη που ’χεις χάσει τις οπλές σου.
ΟΤ ΕΜΑΘΑΝ ου έμαθε το σύστημα, να παίρνεις, να μη δίνεις να ζεις στο περιθώριο, τον έρωτα να φτύνεις. ου ‘μαθε το παπαδαριό να ζεις μες στις στερήσεις να προσκυνάς αφεντικά, να απαγγέλεις ρήσεις. Σου δούλου, του κατάδικου, του άψυχου του βλάκα εκείνου που τ’ αφεντικά τον θεωρούν μαλάκα. Και συ τα βλέπεις ηθικά, αυτά τους τα καμώματα και την ζωή σου, έκανες μιζέρια και μπαλώματα. Αν συνεχίσεις κούκλα μου ετούτο το βιολί θα τρέχεις σε ψυχίατρο, θα είσαι πια τρελή.
66
Ο ΗΛΙΘΙΟ ΕΙΠΕ «Μη μου λες να αναλύσω να κοιτάξω και να μάθω πως σκλαβώνουν εξουσίες τι κακό μπορεί να πάθω. Δε μου φτάνουνε η πείνα η μιζέρια κι η απονιά; συ μου λες να διαδηλώνω να κοιτάζω το ντουνιά. Εγώ κοιτώ τη πάρτη μου και δε τα καταφέρνω, έχω τη δυνατότητα εγώ καλό να φέρνω; Άφησέ με στη σκοτούρα, στις φωτιές στις συμφορές, «έτσι τα ‘φερε η μοίρα να ‘χω εγώ αναποδιές!» Μη μου λες για αδικίες, για απάτες και κλεψιές που τις κάνουν εξουσίες κι οι θεοί είναι ψευτιές. Εγώ γουστάρω άρχοντες θεούς και δεσποτάδες κομουνιστές κι αριστεροί είν’ όλοι φαφλατάδες». Εντάξει ρε συνάνθρωπε κάνε ότι γουστάρεις έχεις σκουπίδια για μυαλό και από παντού φαλτσάρεις.
67
ΖΗΕ ΣΟΤ ΠΕΙΡΑΜΟΤ Προσπαθείς πάντα ν’ αρέσεις σ’ όλα τα αρσενικά και γουστάρεις να τα βλέπεις μόνο μελαγχολικά. Η χαρά σου μεγαλώνει όταν βλέπεις να σε θέλουν όταν όλοι σε θαυμάζουν και για σένανε να ψέλλουν. Σότε μόνο εσύ βιώνεις ηδονές και οργασμούς τηνε βρίσκεις, χαλαρώνεις με εκδίκησης τριγμούς. Ηρέμησε, κορίτσι μου δέξου τον εαυτόν σου μοιράσου το κορμάκι σου καρδούλα και μυαλό σου. Έτσι θα νιώσεις στη ζωή χαρά και οργασμούς γαλήνη θα ΄χεις στην ψυχή και όχι καημούς, λυγμούς.
68
ΣΗΡΙΖΕΙ ΣΗΝ ΚΑΡΣΗ ΚΟΙΝΨΝΙΑ Νομίζεις είναι ηθικό το στόμα να σφραγίζεις και το κορμί σου άμυαλη στους άντρες δεν χαρίζεις. Νομίζεις είναι πουτανιά το σώμα να γλεντάς αν συνεχίσεις το βιολί, τρελάδικο θα πας. Φαϊδεύεσαι μονάχη σου, σε άντρες νάζια κάνεις την λευτεριά σου έθαψες και πας να μας τρελάνεις. Σις έκοψες τις γέφυρες της επικοινωνίας έγινες στήριγμα κι εσύ, της σκάρτης κοινωνίας.
ΑΝΣΑΛΛΑΓΗ Σο σώμα σου δεν το γλεντάς χωρίς ανταλλαγή το ανταλλάσεις με λεφτά ή με υποταγή. Άντρες ζητάς στα πόδια σου να σούρνονται σκλαβάκια κι εσύ ανέραστο πουλί την βγάζεις στα κλουβάκια.
ΚΛΑΒΑΚΙ Ε ΚΑΣΑΝΣΗΑΝ Αχ γυναίκα σε λυπάμαι! ε κατάντησαν τρελή οι μπαμπάδες, οι παπάδες, χίλιοι δάσκαλοι φελλοί. ου διδάξανε το «πρέπει» συκοφάντησαν το «θέλω» και τη στέρηση και φόβους, σου φορέσανε καπέλο. Και τώρα ζεις στη νεύρωση, μέσα στο σαδισμό κι αντί χαδάκια να σκορπάς, πουλάς ναρκισσισμό. Κάθε τόσο με τα μπότοξ, σιλικόνες και μασκούλες, φουστανάκια, μοντελάκια, γκλαμουριές και τις φιρμούλες. Έτσι σου ‘ξασφαλίσανε δωμάτιο στην τρέλα σκλαβάκι σε κατάντησαν και γάιδαρο με σέλα. Άμα θέλεις να γλυτώσεις, έλα δω να ξεφαντώσεις λευτεριά και την ορμή σου δώσ’ τα τώρα στο κορμί σου.
69
ΜΟΙΡΑΕ ΦΑΔΙΑ ΚΑΙ ΥΙΛΙΑ ου έμαθαν πως ηθικό είναι το να στερείσαι να προσκυνάς παπαδαριό, μην δείχνεις ότι είσαι. ε ‘φτιαξαν δούλο ταπεινό, σ’ αφεντικά, συζύγους σε ‘καναν καθαρίστρια σε σπιτικά και πύργους. Ανήθικο σου είπανε πως είναι το κρεβάτι μονογαμία σέρβιραν φαί χωρίς αλάτι. Σώρα σε ‘ζεψαν στο ντόρο, σε ‘στειλαν στη δουλειά τον χρόνο σου, τον έκλεψαν, για αγκαλιές, φιλιά. Και συ ανόητο κουκλί, αντί ν’ αντισταθείς από συζύγους τύραννους, ζητάς να γαντζωθείς. Καλά να πάθεις σουρλουλού που χάνεις τη ζωή σου που δέχεσαι το σύστημα δεν δείχνεις την οργή σου. τηρίξου βρε στα πόδια σου, μούντζωσε τους αφέντες μοίρασε χάδια και φιλιά σε πάρκα και σε τέντες. Έτσι θα λάμψει η χαρά, στο νου και στην καρδιά σου θα γίνεις λεύτερο πουλί, θα ζεις τα όνειρα σου. Αλλιώς νευρώσεις έρχονται, ρυτίδες και σκοτούρες πόνοι σε όλο το κορμί, βάσανα και καμπούρες.
70
ΑΦ ΚΑΚΟΜΟΙΡΗ ΠΑΓΨΝΑ Καχύποπτη και πονηρή σε ‘φτιαξαν οι γονείς σου κι έχεις κλειδώσει το κορμί, ιδίως το μουνί σου. Και η τρέλα πάει γόνα αχ κακόμοιρη παγώνα πας ανάποδα γλυκιά μου σε ετούτο τον αιώνα. πάσε τις αλυσίδες σου δώσε μου το κορμί σου δώσ’ μου αγάπη και φιλιά, βάλε με στο μουνί σου. Αχ κακόμοιρη παγώνα σε ετούτο τον αιώνα πας ανάποδα γλυκιά μου και η τρέλα πάει γόνα.
ΠΑΧΕ ΠΙΑ Ότι πρόβλημα σε βρίσκει πρωτομάστορας εσύ. Μη τα βάζεις με τους άλλους έλα πιες ένα κρασί. Σαξιδάκι να σε πάω στ’ αστέρια και το φως . Έλα άλλαξε τη ρότα πάψε να’ σαι πια γκαβός.
71
ΘΑ ΚΟΣΨΨ ΣΟ ΕΓΨ ΜΟΤ Επανάσταση θα κάνω, θα σκοτώσω τον εχθρό μου και απέναντι μου βάζω τον κακό τον εαυτό μου! Θα του κάνω εγώ χουνέρια θα τον μάθω να’ ναι εντάξει και θα είμ’ εγώ μπροστάρης, μόνο στην καλή την πράξη. Επανάσταση θα κάνω, θα σκοτώσω το εγώ μου και σε όλους σας θα δίνω, τον καλό τον εαυτό μου.
ΒΑΛ’ ΣΟΤ ΥΨΣΙΑ Ό, τι κακό στο δρόμο μου εγώ το έχω φτιάξει αλλά χρεώνω το θεό, με μένα να 'μαι εντάξει. Ό,τι κακό και ό, τι στραβό στην τύχη μου τα ρίχνω έτσι ανεύθυνος εγώ, κρατώ σβηστό το λύχνο. Σο λύχνο αναγέννησης, της γνώσης, της ευθύνης της ανθρωπιάς και του καλού, της ψυχικής ειρήνης. Γι’ αυτό απ’ το ‘να το κακό, στο άλλο εγώ σκοντάφτω πάρε το άδειο μου μυαλό, βάλτου φωτιά και κάφ’ το.
72
ΣΗ ΜΑΛΑΚΙΑ ΠΡΟΣΙΜΑ Δεν μας δίνεις τα φιλιά σου, την στοργή και την αγάπη και ζητάς την ευτυχία, κάνοντας μας το σατράπη. Ηδονίζεσαι, τη βρίσκεις, αν στερείς στ’ αρσενικά τις εκστάσεις, τα φιλάκια, και χαδάκια στοργικά. Σην μαλακία προτιμάς, απ’ των κορμιών την ένωση κερνάς τους άντρες την οργή, χιλιάδων βολτ εκκένωση.
ΣΟΝ ΦΟΝΣΡΟ Κάτσε ρε μάγκα ζύγισε την μπάκα τα προγούλια γιατί σαν σκλάβος κουβαλάς λίπος, κιλά, σακούλια; Σο νόημα της ζήσης σου το βρίσκεις στο φαί; Άιντε στη γνώση, στη δουλειά να κάνεις το νταή!
73
ΣΗΝ ΑΓΑΠΗ ΔΕΝ ΚΕΡΔΙΖΕΙ ΜΕ ΛΕΥΣΑ Γούνα αγόρασες και πάλι στη δικιά σου την έντυσες την στόλισες την πήγες στον οντά σου. Με τις γούνες ρε κορόιδο στη ζωή τα κάνεις ρόιδο. Κοίταξε να σ’ αγαπάνε και στην τσέπη μην κοιτάνε. Με τις γούνες τα δωράκια τα λεφτά, ε, σε λίγο θα σε δω ρε φιλαράκο κερατά!...
ΑΓΑΠΗΕ ΣΟΝ ΕΑΤΣΟ ΟΤ Σην πίεση ανέβασες κι έχεις χοληστερίνη κιλά διακόσια έφτασες φιγούρα του Υελίνι. Και τώρα πήγες στο γιατρό αυτός για να σε σώσει τώρα που εσύ την πάρτη σου οικτρά έχεις προδώσει. Αγάπησε και φρόντισε φίλε τον εαυτό σου τότε θα γίνεις υγιής και χέσε τον γιατρό σου.
74
ΣΟ ΜΤΣΙΚΟ Θέλεις να πω το μυστικό γιατί εσύ φοβάσαι; Είναι γιατί δεν μπόρεσες ποτέ ο εαυτός σου να ‘σαι! Όλο ανταγωνίζεσαι ποιοι είναι και ποιός είσαι ηρέμησε χαλάρωσε κάθησ’ εκεί που είσαι. Κάνε εκείνο που μπορείς ετούτο φτάνει μόνο μην ξεπερνάς τη φύση σου θα πιείς φαρμάκι, πόνο. Και όχι μόνο τούτο δω θα γίνεις και κακός και όταν σίγουρα θα φταις εσύ θα λες… αυτός! Και να, η απομόνωση μαράζι καρδιοχτύπια και να ‘σαι τώρα χάνεσαι με τούτα τα τερτίπια. Ηρέμησε χαλάρωσε δείξε στοργή και γνώση αγάπη κατανόηση αυτό θε να σε σώσει. Κάθισες να σκεφθείς ποτέ τι παίρνεις και τι δίνεις; Πόσες οι πίκρες οι καημοί που πίσω σου αφήνεις; Αν θες να είσαι ευτυχής να είσαι φόρτσα βίρα κάτσε και σκέψου αποβραδίς «τι έδωσα, τι πήρα».
75
ΠΑΠΑΔΕ ΜΗΝ ΠΙΣΕΤΕΙ Από την αρχαιότητα σε όλους τους λαούς γιορτές ερώτων κάνανε με πέη σαν δαυλούς. Όμως θρησκείες ήρθανε κι αυτά τα καταργήσαν και νεύρα πάθη και ψευτιές ήρθαν και δεν αργήσαν. Γι’ αυτό σου λέω κούκλα μου παπάδες μην πιστεύεις κι από χαδάκια κι έρωτα σταμάτα να νηστεύεις.
ΕΙΑΙ ΜΑΣΑΡΑΓΚΑ Ο φόβος σου σε οδηγεί και μας το παίζεις μάγκας. Σον ξύπνιο κάνεις σαν μιλάς, μα είσαι ματσαράγκας. Άλλα λες και άλλα μας κάνεις όλους θες να μας τρελάνεις ψεύτης είσαι αρχηγός της απάτης χορηγός. Όποιος φίλε μου φοβάται με γαλήνη δεν κοιμάται. Εφιάλτες τα όνειρά του και το στρες από κοντά του.
76
ΠΡΟΕΞΕ Σα μούσκουλα σου έφτιαξες σαν το σκληρό μπαλόνι την δείχνεις την κορμάρα σου, βολτάρεις στο μπαλκόνι. Πιστεύεις ότι έγινες ο πρώτος ο ωραίος όμως στα μάτια των σοφών φαντάζεις αρουραίος. Σου μυαλού σου κοίτα φίλε, να καούν τα ροκανίδια κάποια πράγματα να μάθεις, να πετάξεις τα σκουπίδια. Σα σκουπίδια που σου ρίχνουν τα σχολειά κι η εκκλησιά πρόσεξε θα τη πατήσεις και θ’ αρπάξεις την κλωτσιά.
ΝΑ ΞΑΝΑΓΑΠΗΘΟΤΜΕ Ζητούσες την ισότητα, στη δώσαμε κυρά μου τρέχεις για μεροκάματο, δεν είσαι πια κοντά μου. τριφογυρνάς σα δαίμονας, στο σπίτι, στη δουλειά στο φαγητό και τα λοιπά, τινάζεις και χαλιά. Πίνεις, καπνίζεις, βλαστημάς, ντύνεσαι σαν αντράκι γλεντάς με φιλενάδες σου, κρατάς κομπολογάκι. Όμως για πες μου, λευτεριά είναι αυτό το πράμα; ή αλυσόδεμα διπλό κι η ζωή μας δράμα! Αυτό που πρέπει να ζητάς, αλλά κι εγώ επίσης είναι αγάπη και στοργή, τις κόντρες να αφήσεις.
77
ΔΙΟΡΘΨΕ ΣΗ ΡΟΣΑ Καχύποπτα τα πάντα τα κοιτάζεις ψάχνεις να βρεις αθέατες πλευρές! Με μπάτσο, σου το λέω ότι μοιάζεις. και στην ευθεία, ταξιδεύεις με στροφές. Ετούτα τα καμώματα που κάνεις στο λέω δεν σε βγάζουν σε καλό. τραβά το αρμενίζεις το καράβι όμως εσύ θεόστραβο τον βλέπεις, τον ίσιο, το γιαλό. Έλα διόρθωσε τη ρότα τη δική σου είναι καλό να κάνεις στο μυαλό σου αλλαγές. Κάνε χαρά και ηρεμία την οργή σου πάψε να δίνεις αυστηρές διαταγές.
ΟΜΨ ΞΕΡΕ ΣΟ Νομίζεις αν επιβληθείς και αν εξουσιάσεις θα είσαι μούρη μόρτικη και δεν μπορείς να χάσεις. Όμως ξέρε το κυρά μου από χέρι ‘σαι χαμένη αφού σχέση εξουσίας είναι χρεωκοπημένη. Αν ισότιμη δεν είσαι, στων ερώτων τα παιχνίδια η ζωή θα σου χαρίσει τ’ αδειανά μας τα αρχίδια.
78
ΚΗΡΤΞΕ ΕΠΑΝΑΣΑΗ Νάζια πάντοτε μου κάνεις κι έτσι τη ζωή σου χάνεις. Μόνο προσπαθείς ν’ αρέσεις κι όλο λες δεν θα μπορέσεις. Κάτσε λιγάκι να σκεφθείς, πως ο καιρός περνάει τ’ όμορφο κορμάκι σου ο χάρος θα το φάει. Γι’ αυτό λυτρώσου κούκλα μου και γλέντα το κορμί σου γιατί ρυτίδες και καημοί θα σε εύρουν στη ζωή σου. Ξέχνα τώρα τους συζύγους, εξουσίες και παπάδες που σε θέλουνε σκλαβάκι και να ζεις χωρίς μεράκι . Κάνε την επανάσταση σε τούτους τους δικτάτορες κεράτωσέ τους πάραυτα, γιατί ‘ναι προβοκάτορες.
ΚΟΙΣΑ ΠΑΛΙ ΣΗ ΖΨΗ ΟΤ Δεν πιστεύεις στο εγώ σου, μας το παίζεις αρχηγός! Είσαι πάντοτε χαμένη και της τρέλας χορηγός. Κοίτα πάλι τη ζωή σου, έλα δέξου το κορμί σου άνοιξε μας την καρδιά σου, ζήσε πια τ’ όνειρά σου. Αυτά γιατρεύουν το κορμί, δίνουν χαρά κι ελπίδα και στις φουρτούνες της ζωής ατσάλινη ασπίδα.
79
ΥΟΒΑΑΙ ΚΙ ΟΛΟ ΚΡΤΒΕΑΙ Με χρώματα κι αρώματα με πούλιες και με χάντρες με κάθε τρόπο προσπαθείς ν’ αρέσεις βρε στους άνδρες. Κάθε τόσο στον καθρέφτη εξετάζεις την μορφή σου το μυαλό σου το κοιμίζεις σουλουπώνεις το κορμί σου. Κι όταν κάποιοι σε προσέξουν και σου πουν το σ’ αγαπώ αδιάφορα σφυρίζεις αφού πέτυχες σκοπό. Σους άντρες να ταλαιπωρείς γιατί εσύ δεν το μπορείς να νιώσεις και να δώσεις. Σον οργασμό τον αγνοείς φοβάσαι κι όλο κρύβεσαι και ζεις μες στις νευρώσεις.
ΣΗΝ ΑΓΑΠΗ ΔΨΕ Με τους φόβους σου κοιμάσαι, με τους φόβους σου ξυπνάς. Αγωνίες σε τυλίγουν, όταν βλέπεις πως γερνάς. Δεν τολμάς να συμμετέχεις, στο παζάρι της ζωής το κορμί σου το στολίζεις, να το δώσεις δεν μπορείς. Μόνο το σαδομαζοχισμό σου, μόνο αυτόν υπηρετείς έτσι όλα σε ενοχλούνε δεν μπορείς να βολευτείς. Όλο κάτι σου πονάει, όλο κάτι σε ενοχλεί την αγάπη αν δεν δώσεις, θα ‘σαι σκλάβα σε κλουβί.
80
ΣΑΞΙΔΕΧΕ ΣΑ ΑΣΕΡΙΑ το ‘να χέρι το μπεγλέρι και στο άλλο το τσιγάρο το μαγκάκι παριστάνεις κακόμοιρα μου αχ Μάρω! Ξεπερασμένα όνειρα έχεις για φυλαχτά το νάζι σου, το βλέμμα σου κι αυτά είναι φτιαχτά. Πέταξε Μάρω τον καπνό τα νάζια, τα μπεγλέρια ελεύθερη κι αυθόρμητη ταξίδεψε στα ‘στέρια. Σότε εγώ θα σ’ αγαπώ θα περπατώ μαζί σου στις θάλασσες, στους ουρανούς θα σπέρνω τους σκοπούς σου.
ΕΛΑ ΝΑ ΠΑΙΞΕΙ Η ζωή ‘ναι πάρε δώσε, όχι απομόνωση έρωτας αλισβερίσι, μίξη και εκτόνωση. Αν δεν παίξεις τα παιχνίδια του κορμιού και της καρδιάς οι νευρώσεις θα σου φέρουν καταστάσεις συμφοράς.
81
ΨΦ! ΞΕΠΕΑΜΕ τις ταβέρνες πάω πίνω μπύρες ούζο και κρασί τις φωτιές τρέχω και σβήνω που μου άναψες εσύ. Ψχ εποχή! μας έστυψες σκότωσες το μεράκι σε όλα μας τα έστριψες πάει το μπεγλεράκι. Μας έκανες και τρέχουμε σαν τους δαιμονισμένους τα δώσαμε δεν έχουμε μετράμε στους χαμένους. Σο συμφέρον και τα λούσα μας την πέσανε με φιρμούλες και με κούρσες αχ ξεπέσαμε.
82
ΠΑΙΡΝΕΙ ΜΗΔΕΝ Μας ζάλισες τα τέτοια μας όλο μας λες φιγούρες φαγούρα μου ‘ρθε στ’ αχαμνά σου βάζω εγώ κουλούρες. Μηδέν παίρνεις στον έρωτα κουλούρα και στη γνώση κι αν πεις στο τεστ της ηθικής φουλαριστή η πτώση. εμνή να γίνεις κούκλα μου να μένεις στην ουσία άσε τα λόγια τα παχιά ν’ αλλάξουν όλα στη ζωή, να γίνουν πανδαισία.
ΘΕΛΕΙ ΝΕΚΡΟΤ ΝΑ ΚΤΒΕΡΝΑ Προσπαθείς να μου αρέσεις, να σε θέλω και να λιώνω προσπαθείς να μου φορτώνεις πίκρες κλάματα και πόνο; Γιατί βρε άσπλαχνη μικρή, ζητάς τη στέρησή μου; Γιατί ζητάς το θάνατο καρδιάς και της ψυχής μου; Γιατί μου καις τ’ όνειρα που έκανα για σένα; Γιατί στοργή, φιλιά και έκσταση τα θέλεις πεθαμένα; τη ζωή σου στόχους βάζεις, μόνο να μας τυραννάς τις αγάπες τις σκοτώνεις, θες νεκρούς να κυβερνάς.
83
ΠΡΟΣΡΟΠΗ Μαύρα τα σύννεφα βαριά και οι καημοί χιλιάδες πλακώνουν την καρδούλα μου και να λυγμοί μυριάδες. Έφυγε η αγάπη του με άλλον τώρα τα ‘χει και κλαίει ουρλιάζει έρημος μονάχος σε μια ράχη. Ζητά εκδίκηση τρελή τον άλλον να σκοτώσει και «ανδρισμούς κι εγωισμούς» αυτός να μην προδώσει. Που ζεις ρε φίλε φουκαρά κοίταξε τον αιώνα τρέξε μελέτα διάβασε τον νέο τον κανόνα. Όταν σου φύγει η γκόμενα ο άλλος δε σου φταίει την πάρτη σου εξέτασε κι εκεί θα βρεις τι καίει.
84
ΠΑΝΣΑ ΜΕ ΣΡΙΠΛΕ Μια ετούτο σου βρωμάει μια εκείνο δεν σ’ αρέσει και τις τρίπλες σου τις κάνεις σ’ όλους μας φοράς το φέσι. Όλοι σούζα θες να είναι στη δική σου τη σειρά κι όλα τα παρωχημένα τα σερβίρεις πονηρά. Όταν κάποιους συναντήσεις που δεν μοιάζουνε με σένα με καμάκι τους καρφώνεις τους γαμείς τ’ αποθαμένα.
ΥΣΑΙΝΕ ΟΙ ΕΞΟΤΙΕ Σον πόνο και τη θλίψη μου, προκάλεσες εσύ όταν εγώ σε ήθελα σαν το παλιό κρασί. Με άφηνες και έπλεκα, με εσέ, τα όνειρά μου και δίχως λόγο κι άπονα, τσάκισες τα φτερά μου. Θεώρησες ανήθικο, που σ’ έκανα θεά μου σαν μέγαιρα θανάτωσες, ψυχή και την καρδιά μου. ου έμαθαν να τυραννάς, να ζεις τη μοναξιά σου τους άντρες όλους να πονάς, να διώχνεις μακριά σου. Όμως, κάτσε κι εξέτασε, τι σου ’δωσα, τι πήρα ποιος απ’ τους δυο μας ο καλός, ποιος χαλασμένη μπύρα. Γνωρίζω πως δεν φταις εσύ μόνο οι εξουσίες, αυτές σε αλλοτρίωσαν, σε θέλουν στρίγγλα και νεκρή, έξω από πανδαισίες. Γι’ αυτό ακόμα σ’ αγαπώ, εγώ σε συμπονάω σου δείχνω μόνο το σωστό και έτσι σε προσπερνάω.
85
ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΕ ΑΝΣΙΓΡΑΥΑ Άμα κάτι δεν σ’ αρέσει ωχ στο τσακ τρελαίνεσαι όλους βλέπεις σαν εχθρούς σου μόνη σου παινεύεσαι . Σον κοσμάκη τονε βλέπεις όμοιο με τον δικό σου και αντίγραφα μας θέλεις που ‘χεις μέσα στο μυαλό σου. Κάθε άνθρωπος καλή μου κατοικεί σ’ άλλη αυλή και χωρίς να θέλει παίζει το δικό του το βιολί. Μην μας βλέπεις όλους σκάρτους μην απομονώνεσαι μην ζητάς παντού την τάξη πάψε να τσακώνεσαι. Δείξε λίγο καλοσύνη άλλαζε συχνά μυαλά νέρωσε και το κρασί σου για να είσαι εσύ καλά.
86
ΕΕΝΑ ΑΠΟΚΡΟΤΨ Σην εξουσία προσπαθείς να πάρεις, να ασκείς κι αντί για αγάπες κι αγκαλιές εσύ μου φωνασκείς. τοργή και τρυφερότητα τα ξέχασες στο ράφι κι όλο μου δίνεις εντολές σαν να’ σαι ο Καντάφι. Εσύ μου λες να χτίσουμε ιδανικά την σχέση όμως γλυκιά μου, κοίτα με, μου ‘χεις φορέσει φέσι. Μέχρι τ’ αυτιά μου το ‘χωσες δεν βλέπω δεν ακούω γι’ αυτό την έκανα και γεια, εσένα αποκρούω.
ΔΕΝ Ε ΓΟΤΣΑΡΨ ου έδινα, σου έδινα κι εσύ πάντα ζητούσες σου 'δινα την αγάπη μου, σαν τσόλι την πετούσες. Γι’ αυτό κι εγώ «την έκανα», αγάπησα τη γνώση την τέχνη, το φιλοσοφείν , τη βρώση και την πόση. Σώρα ζητάς, παρακαλάς, για να γυρίσω πίσω μα εγώ σε ξέχασα τρελή, χαράζω δρόμο ίσο. Αγγέλους έχει το δρομί, νεράιδες και γαλήνη χαρές πολλές της προσφοράς, βελούδα και ειρήνη. Μην με ενοχλήσεις άλλο πια αλλού άντε και γδύσου δεν σε γουστάρω κούκλα μου πήγαινε και πηδήσου.
87
ΑΛΛΑΞΕ ΙΔΕΕ Πάντα ψάχνεις την κοπάνα από γνώσεις, γράμματα χίλιους έχω για τα σένα τους θυμούς και ράμματα. Σο ρουσφέτι στο μυαλό σου έχεις μόνη συνταγή κι όλο ψάχνεις για να πάρεις μια λευκή επιταγή. Κι όταν θα τα καταφέρεις και θα ζεις σαν πονηρός εκατό κιλά θα γίνεις και τρελάρα και στραβός. Γι’ αυτό φιλάρα κάθισε και βάλ’ τα όλα κάτω άλλαξε τις ιδέες σου γιατί θα πιάσεις πάτο.
88
ΔΕ ΓΟΤΣΑΡΨ ΤΜΒΟΤΛΕ Μα τι σε πιάνει φίλε μου κι όλο με συμβουλεύεις με τα δικά μου πιάνεσαι κι όλο καβαλικεύεις. Λες ότι είσαι φίλος μου κι ενδιαφέρον έχεις στο τι θα κάνω, τι θα πω τάχα μου με συντρέχεις. υμβουλές δεν τις γουστάρω ούτε δανεικά θα πάρω γι’ αυτό κάθισε στ’ αυγά σου άιντε κοίτα τα δικά σου. Οι φίλοι είν’ αληθινοί όταν δεν παρεμβαίνουν και δεν τους βλέπεις πουθενά εκεί που δεν τους σπέρνουν.
89
ΣΟΝ ΕΑΤΣΟ ΟΤ ΑΩ ΝΑ ΒΡΕΙ Φρόνια πολλά μαστίζουνε οι ταραχές την δόλια μου καρδιά. Σου έρωτα οι μαχαιριές μ’ αφήσανε σακάτη! Δεν έχω τόπο να σταθώ μα το θεό και σαν βαμπίρ στριφογυρνώ εγώ δεν κλείνω μάτι! Ρωγομετράω το «τεσμπίχ» τις χάντρες του ρωτάω πώς να γλιτώνω μαχαιριές το κάρο μην τραβάω. Κ’ οι χάντρες μ’ αποκρίθηκαν ήρεμα και σταράτα τον εαυτόν σου άιντε βρες και την δική σου στράτα. Αν περιμένεις στη ζωή έρωτας να σε σώσει φίλε να είσαι σίγουρος αυτός θα σε προδώσει.
90
ΣΟ ΚΑΛΟ ΜΟΤ ΚΟΜΠΟΛΟΩ Μεταξένια έχω φούντα στο καλό μου κομπολόι οι χαντρούλες κεχριμπάρι και κυλούν όλα ρολόι. Έλα πάρ’ το το ρολόι θα κρατώ το κομπολόι που γλυκά με χαλαρώνει και ποτέ δε με αγχώνει. Εσύ κομπολογάκι μου είσαι το νταλκαδάκι μου με όνειρα με στόλισες και τη χαρά μου δώρισες.
ΟΣΑΝ ΠΑΙΖΨ ΚΟΜΠΟΛΟΩ Όταν παίζω κομπολόι σταματάει το ρολόι κάθε χτύπος στη χαντρούλα μια καινούργια αγαπούλα. Εσύ κομπολογάκι μου γιατρεύεις το σαράκι μου τα νευράκια μου περνάνε οι χαντρούλες σα χτυπάνε. Με τα κομπολογάκια μου κάνω τα ταξιδάκια μου κι όταν δίνω το καλό μου σταματάει το μυαλό μου. Δώσε μου το κομπολόι δεν αντέχω το ρολόι που με κάνει κι όλο τρέχω και τη γη μ’ ιδρώτα βρέχω.
91
ΣΑ ΦΕΡΙΑ ΔΨΣΕ Σο σύστημα κατάφερε, σ’ αυτήν την κοινωνία να θανατώνει την χαρά, την επικοινωνία. Ο καθείς στην μοναξιά του, στον τρελό τον κόσμο του δεν θα πει μια καλημέρα, δεν θα πει τον πόνο του. Μόνο ζήλια, μόνο μίσος, κόντρες και επίδειξη αγνοούν αλληλεγγύη και την υποστήριξη. Σην αγάπη την μισούμε, την φιλία, την χαρά, τώρα πια δεν τραγουδάμε, το μυαλό μας στον παρά. Έτσι σίγουρα τραβάμε, προς την τρέλα, στο κακό οι νευρώσεις μας κυκλώνουν, ζούμε μες τον πανικό. Και νάτη η κατάθλιψη, θρονιάζει στην ψυχή μας και αντί για αγάπη και στοργή, ξεσπάμε την οργή μας. Σώρα τα χέρια δώστε τα, πείτε μια καλημέρα δεθείτε με συνάνθρωπο για να ‘ρθει άσπρη μέρα.
92
ΣΟΝ ΕΑΤΣΟ ΜΟΤ ΔΕΦΘΗΚΑ Μια εκείνο με πειράζει μια το άλλο μου βρωμάει. Βλέπω λάθη στον κοσμάκη όλα είναι σαν φαρμάκι. Με το φίλο μου μαλώνω είμαι μόνος και κρυώνω. Δεν μπορώ να ησυχάσω το μυαλό μου θα το χάσω. Κι έτσι μέσα στη σκοτούρα ήρθε μια καλή φιγούρα μου ψιθύρισε στ’ αυτί, βρε γκρινιάζεις σαν γατί! Μου’ πε για να χαλαρώσω με εμένα να φιλιώσω να δεχθώ τον εαυτό μου κι ας κάνω το δικό μου. Σον εαυτό μου δέχθηκα λάθη μου παραδέχτηκα Είδα και τις ασχήμιες μου κι έτσι ξεμπερδεύτηκα.
93
ΓΙΑ ΝΑ ΕΙΑΙ ΕΤ ΚΑΛΑ αν τα βάζεις με τους άλλους κοίταξε σε εσέ τι φταίει. Σι σε σένα δεν αρέσει και το πας αλλού πεσκέσι. Για να είσαι εσύ καλά άλλαζε συχνά μυαλά Μην αρκείσαι στη μορφή σου κοίτα μέσα στην ψυχή σου. Να την έχεις καθαρή το μυαλό σου να ’ναν ξυράφι το καλάμι άφησε το και κατέβα απ' το ράφι. Ετούτα είχα να σου πω φιλάρα και αδέρφι μου δώσε μου το μπουζούκι σου πάρε εσύ το ντέφι μου.
94
ΣΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΥΑΙΜΟ Όλα μου 'φταιγαν του ντουνιά με έπνιγαν σα κύμα νόμιζα με πρεσάριζαν πονούσα κι ήταν κρίμα. Μου φταίγανε ετούτα εδώ τα άλλα παραπέρα τους κούναγα το δάκτυλο τους έβγαζα μαχαίρα. ιγά-σιγά τα νεύρα μου γίνανε σαν τσατάλια στην λούφα μου στριμώχτηκα κι όλα φριχτά σμπαράλια. Ώσπου μια μέρα σκέφτηκα πως ο καθένας βλέπει αλλιώτικα τον κόσμο μας κι όπως νομίζει ρέπει. Σότε εγώ κατάλαβα τι είναι φασισμός πρώτος εγώ δικτάτορας σε όλα τα -ισμός. Ευθύς ελευθερώθηκα την λούφα μου παράτησα με τον ντουνιά μπερδεύτηκα και σε γιορτές περπάτησα. Σα νεύρα μου χαλάρωσαν τον κόσμο τον αγάπησα αφού αυτός μου έδειξε δρόμους που δεν περπάτησα.
95
ΤΠΕΤΘΤΝΟ ΘΑ ΓΙΝΨ Θα γίνω ‘γω υπεύθυνος χωρίς αντιπροσώπους χωρίς κανόνες και αρχές θα ζήσω σ’ άλλους τόπους. ΄ αυτούς που ζει η λευτεριά, το θέλω, τ’ αγαπάω γεια σου κοσμάκη μίζερε, για έρωτες τραβάω. Γυρεύω έρωτες, φωτιές, ανατροπές του τώρα να μάθω για την πάρτη μου, τον Ήλιο και την μπόρα. Εκεί θα ζήσω τ’ όνειρο, που μου στερούν αφέντες θα ζήσω χρόνια δίσεκτα και μήνες με καλέντες.
ΔΕΝ ΖΨ ΓΙΑ ΘΕΑΘΗΝΑΙ Όταν σου δίνω άνθρωπε όταν σε συμβουλεύω είναι αγάπης έκφραση και δεν επιβουλεύω. Μάθε καλά πως είμ’ εγώ όταν κι οι άλλοι είναι ψάχνω εγώ για ανθρωπιά δεν ζω για θεαθήναι.
96
ΚΑΚΙΑ ΚΟΙΝΨΝΙΑ Αχ κοινωνία μου κακιά πόσο με βασανίζεις όταν προσφέρω το καλό πάντα εσύ με βρίζεις. Όταν εγώ κατανοώ τους πόνους των ανθρώπων με βλέπεις σκάρτο ύπουλο άνθρωπο άλλων τόπων. Για σένα κοινωνία μου θα ήμουνα ωραίος αν θα 'μουν κλέφτης, πονηρός βρομύλος, αρουραίος.
ΕΜΕΙ ΖΗΣΑΜΕ ΤΝΣΡΟΥΟΤ Σα άδικα εντόπισες αυτής της κοινωνίας της εξουσίας λαμογιές, θώκους ανοησίας. Όλα τα καυτηρίασες, μίλησες γι’ αλλαγές δείχνεις την επανάσταση, νέες επιταγές. Όλοι μας συμφωνήσαμε πως έχεις σ’ όλα δίκιο κι αν θα ριχνόσουν στη δουλειά, θα ήτανε αντρίκιο. Όμως εσύ ρε μάγκα μου, καρέκλα μας ζητούσες για να μας δίνεις εντολές κι όλο μασουλούσες. Αφέντες φίλε έχουμε, καθώς και αρχηγούς εμείς ζητάμε σύντροφους, λεβέντες χορηγούς. Ζητάμε την κατάργηση κάθε αντιπροσώπου ισότιμοι να είμαστε στο διάβα του ανθρώπου.
97
ΟΛΟΙ ΣΡΕΛΑΘΗΚΑΜΕ τους καιρούς αυτούς που ζούμε, τρελαθήκαμε με κακό να τυλιχτούμε όλοι μας βαλθήκαμε. Κατανόηση κι αγάπη δεν τα ξέρουμε ετούτα μίσος, ζήλεια και κακίες θεωρούμε για σωστά. Κι όταν δίπλα μας σκορπάμε πόλεμο κι ερείπια καμαρώνουμε θανάτους σε γριές και νήπια. Όταν κάποιος καλοσύνη, δίνει γνώσεις και ειρήνη δεν τον βλέπουν σαν καλό κι αν μιλήσει για αγάπη σίγουρα τον θεωρούνε ή για βλάκα ή τρελό.
ΜΑΓΙΑ Η ΓΝΨΗ Μ’ αγκάλιασε με τα φτερά η μάγισσα η γνώση και στοργικά ψιθύρισε εκείνο που θα σώσει. Απ’ τη σκλαβιά τ’ αφεντικού, το άδικο της ζήσης μου ‘πε, ποτέ σου στη ζωή, να μην κυριαρχήσεις. Μα ούτε και να αφεθείς σε χέρια εξουσίας αλλά αυτόνομος εσύ με γνώση και ευθύνη να ζήσεις υπερήφανος σε πλαίσια ουσίας να δίνεις και να αγαπάς κι ας γίνει ότι γίνει.
98
ΕΙΜΑΙ ΤΓΦΡΟΝΟ ΠΟΛΙΣΗ Δε πάω ‘γω με το μετρό, παίρνω το γιώτα χι μου δεν πάω ‘γω με τους φτωχούς είμαι στην εποχή μου. Ρυπαίνω και στριμώχνομε στους δρόμους στα στενά καίω βενζίνη πνίγομαι δημιουργώ κενά. Είμαι σύγχρονος πολίτης κυριλέ κι όχι αλήτης οικολόγους δε ρωτώ και δε μπαίνω στο μετρό.
ΔΙΦΨ ΟΝΕΙΡΑ Δίχως όνειρα και λαύρα στη ζωή θα ήταν μαύρα δίχως άνοιξη κι αστέρια στη ζωή θα βρεις μαχαίρια. Μην περιμένεις άδικα για να ‘βρεις ηρεμία όλα κυλούν σ’ αντίφαση θύελλα νηνεμία.
99
ΜΗΔΕΙΕ Άμα εσύ θα παντρευτείς παιδάκια αν θα κάνεις αν θα χωρίσεις ύστερα θα τρέχεις δεν θα φτάνεις. Η πρώην η γυναίκα σου θε να σε κυνηγάει μαζί με τα παιδάκια της θα πέσει να σε φάει. Κι αν εσύ επίμονα ζητάς την λευτεριά σου αυτή γίνεται Μήδεια σκοτώνει τα παιδιά σου. Αφού λοιπόν παντρεύτηκες πρέπει να υποταχτείς ίσως είναι καλύτερα να πας και να πνιγείς. Επίσης μάθε ξέρε το η τσέπη σου θ’ αδειάζει εσύ σκλάβος του γάμου σου αυτή θα μουργελιάζει… Όμως, τα ίδια γίνονται σαν φύγει η γυναίκα ο άνδρας τότε Μήδεια κι αξίζει αυτός για δέκα. Και όλα τούτα φίλοι μου απ’ τους εγωισμούς ποιος είμ’ εγώ ποιος είσαι συ σκαμπίλια μ’ ασπασμούς. Καθένας απ’ τη θέση του πιστεύει στα δικά του και απαιτεί τριγύρω του να έχουν τα μυαλά του. Μα ο καθείς στη σκέψη του στο χούι το δικό του το πρόβλημά του λύνεται αν βρει τον εαυτό του. Μόνος του να πορεύεται μόνος του να τα πίνει να τριγυρνά εδώ κι εκεί και λόγο να μην δίνει. Μα για να γίνει τούτο δω χρειάζονται τα κότσια μονάχος σου να σέρνεσαι να μη ζητάς καρότσια. Σέλος προσέξτε φίλοι μου πριν πα να παντρευτούμε τους χωρισμένους δύστυχους με προσοχή ν’ ακούμε.
100
ΔΗΜΟΙΟ Ανεβαίνω σκαλοπάτια και μετρώ τους όροφους. φραγιδούλες, ενσημάκια έρημος με αμμόλοφους. Πήγα τώρα στο γραφείο που ‘χει αριθμό το δύο ο υπάλληλος να δει που θα το ‘βρει το κλειδί. Σο κλειδάκι του αρχείου αυτουνού του πανδοχείου που το λεν’ δημόσιο. το δημόσιο θα πάνε οι τεμπέληδες να φάνε άντε πάνε και αυτοί που τους τράβηξε η φτώχεια το αυτί.
ΠΑΛΙΟΖΨΗ ΑΓΑΠΗ ΜΟΤ Παλιοζωή αγάπη μου και βρωμοκοινωνία μας τρέλανες μας μόλυνες σκάρτη ‘πικοινωνία. τις ταβέρνες τρέχω πίνω μπύρες ούζο και κρασί τις φωτιές πάω και σβήνω που μου άναψες εσύ. Παλιοζωή μας τυραννάς που θα μου πας που θα μου πας θα σ’ αρπάξω απ’ το γιακά σου θα σου στρίψω τ’ άντερά σου θα σ’ αρπάξω απ’ το μαλλί δεν τη βγάζεις καθαρή.
101
ΜΠΑΝΑΝΟΥΛΟΤΔΑ Πάντα «προσεκτικά» στο δρόμο περπατάω μα να μια μπανανόφλουδα που δεν την προσπερνάω. Με προσοχή ηλίθιου τήνε κοιτώ σα βλάκας και σκέφτομαι … πάλι κι εδώ θα πέσω ο μαλάκας.
ΣΟ ΡΟΛΟΓΑΚΙ ΠΕΣΑΞΑ Σο ρολόι με αγχώνει με τσιτώνει με δαγκώνει και με βάζει κι όλο τρέχω το κορμί μ΄ ιδρώτα βρέχω. Όλα ‘γω να τα προλάβω σαν τρελό και εργολάβο που στιγμούλα δεν αράζει μόνο τις κραυγές του βγάζει δεν κρατάει κομπολόι κι όλο βλέπει το ρολόι. Σο ρολογάκι πέταξα κρατώ κομπολογάκι τις μπίζνες τις παράτησα πίνω στο ταβερνάκι.
102
ΑΩΝΣΕ ΣΡΕΦΑ ΡΕ ΚΟΡΟΩΔΟ Μπαΐλντισα και σήμερα απ’ το πρωί στο πόδι χαμένος μέσα στο ντουνιά βάδιζα σαν το βόδι. Και ντρίγκι ντρίν τα κινητά που να ’βρεις ησυχία τα μούντζωσα και τράβηξα σε κοντινή πλατεία. Δεντράκι βρήκα σκιερό την άραξ’ από κάτω παίζω το κομπολόι μου κι ας πιάσουν όλα πάτο. Εγώ τη ζαχαρένια μου δε θα τήνε χαλάσω άσ' τους να τρέχουν σαν τρελοί δεν μου περνάνε λάσο. Φάδια στο κομπολόι μου και στη γλυκιά φουντίτσα θα μείνω έτσι αραχτός «δεν πάω τη βαλίτσα». Άιντε τρέχα ρε κορόιδο τα ‘χεις κάνει όλα ρόιδο. Σα ‘χεις κάνει όλα ρόιδο άντε τρέχα βρε κορόιδο.
103
ΝΑ ΗΜΟΤΝ ΕΡΜΑΥΡΟΔΙΣΟ Για να βρεθείς ερωτικά με τ’ άλλο σου το φύλο λουλούδια ερωτόλογα δίνεις φιλιά και ξύλο. Όρκοι και παζαρέματα θα γίνουνε πολλά κι από ψευτιές και φούμαρα σου φεύγουν τα μυαλά. Και μάλιστα πολλές φορές δωράκια… ναι προσφέρεις στο κρεβατάκι τ’ έρωτα γυναίκα για να φέρεις. Κι όταν τα καταφέρουμε περίπου να τα βρούμε απ’ το πετσί μας πιο βαθειά δεν πρόκειται να μπούμε. Γιατί βρε ζήση μου τρελή έτσι τα έχεις φτιάξει τι έφταιξα τι σου ‘κάνα γιατί την έχω βάψει; κουλήκι ερμαφρόδιτο ας μ’ έκανες θεέ μου απ’ του Ιώβ τα βάσανα να γλίτωνα Φριστέ μου. Δίχως ψευτιές ‘ρωτόλογα χωρίς τα νταβαντούρια όποτε του ‘ρθει χαίρεται φτάνει στα γεννητούρια. Έτσι εγώ θα γλίτωνα του έρωτα τους πόνους δεν θα ζηλεύω σκούληκες φτωχούς γδυτούς και μόνους;
104
ΣΑΜΠΑ ΒΑΑΝΙΖΕΑΙ τα χαστούκια της ζωής μου βγάζω ‘ γω τη γλώσσα μου κάθομαι ξεκοκαλίζω τη γριά τη γκιόσα μου. Έλα βάλ'τα όσα κι όσα νάτο φεύγει το φαρμάκι τώρα σκότωσα το χάρο κι είμαι φουλ μες το μεράκι. Κ’ άντε τότε πιάσε με μη με ψάχνεις άσε με πάψε να βουρλίζεσαι τσάμπα βασανίζεσαι.
ΡΨΣΑΨ ΣΟ ΘΕΟ Ρωτώ τον πάνσοφο θεό που όλα τα προβλέπει γιατί να στέκει μακριά και μόνο επιβλέπει. Θέλω μια μέρα να μου πει για τούτο και το άλλο γιατί υπάρχουν πλάσματα που τρώει το ‘να τ’ άλλο! Γιατί δεν έδωσε μυαλό σε όλους μας το ίδιο πολλοί ξυράφι έχουνε κι άλλοι έχουν γίδιο. Ση δύναμη στο διάβολο ποιος τάχα του την δίνει; ποιος σατανάδες έφτιαξε και ζούμε στην οδύνη; Η άγνοια κι αμορφωσιά έχουνε την ευθύνη ετούτες 'φτιαξαν τους θεούς πολέμους και ειρήνη.
105
ΜΗΔΕΙΑ Είναι η καρδιά μου σήμερα σαν φυλακής τα σίδερα. Γκρίζα τα σύννεφα βαριά πόνος και θλίψη στην καρδιά. Η Μήδεια δεν πέθανε θεριεύει ξανανιώνει σαν θα της φύγει ο άνδρας της μοναχογιούς σκοτώνει. Όταν μητέρα δεν μπορεί σύζυγο να κρατήσει σκοτώνει τα παιδάκια της το μίσος της να σβήσει.
ΕΙΜΑΙ ΚΛΕΙΜΕΝΟ Ε ΚΕΛΙ αν το έρημο το δέντρο με χτυπούν οι κεραυνοί αν σας πω τα βάσανά μου θα σκιστούν οι ουρανοί. Παλεύω με τους πόνους μου μετράω τις λαχτάρες είμαι κλεισμένος σε κελί με τρείς σειρές αμπάρες. Η μια αμπάρα από τρελή η άλλη απ’ τα χρόνια η τρίτη απ’ τον έρωτα και τέλος είναι επειδή σκοτώνουν χελιδόνια.
106
ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ Μολόγα το ρε φίλε μου και να ‘σαι ειλικρινής έρωτα πότε έκανες σαν κείνο το κανίς. Σο σκύλο αυτό της γειτονιάς, τον πρώτο ερωτιάρη χαμός γινόταν γύρω του, δεν έπαιρνε χαμπάρι. Μόνο με τη σκυλίτσα του αυτός χαϊδολογιόταν καρφάκι δεν του καίγονταν γριά που καταριόταν. Αυτός ζούσε στον κόσμο του, έκανε τη δουλειά του δίχως δεσμεύσεις και ταμπού, λουλούδια στην καρδιά του. Ενώ αν δεις τον άνθρωπο κι όταν τον μελετήσεις εκείνα που θα δεις εκεί στον τάφο του θα φτύσεις. Για σκέψου ρε συ φίλε μου την αλλοτρίωσή μας πολύ κακό παράδειγμα φέρνουμε το κανίς μας. Μακάρι να του μοιάζαμε έστω στο δαχτυλάκι θα είμαστε καλύτεροι, λιγότερο φαρμάκι.
107
ΒΓΑΙΝΨ ΞΕΛΕΤΣΕΡΙΑ υγκυρίες στη ζωή μας διαμορφώνουν χαρακτήρα ε! δεν έχω την ευθύνη «βγαίνω και ξελευτεριά». Έτσι λοιπόν ξεσπάθωσε δείξε τον εαυτό σου μη σε κομπλάρει τι θα πει ο ξένος ο δικός σου. Μαθαίνεις τότε για τα σε και άλλων τα σπασμένα διόρθωσε την πάρτι σου βγάλε τ’ απωθημένα. Έτσι θα γίνεις πιο σωστός όμορφος και μ’ αξίες θα ηρεμήσεις θα γυρνάς μέσα στους γαλαξίες.
108
ΜΕ ΜΠΕΓΛΕΡΙΑ ΚΑΙ ΜΕ ΣΕΛΙΑ Με μπεγλέρια και με τέλια τη ζωή γλυκαίνουμε και με σέξι τσιφτετέλια άιντε ξαποσταίνουμε. Σης ζωής η ανηφόρα φέρνει πάντα κατηφόρα ας γλεντήσουμε πια τώρα για να μη μας παρ’ η μπόρα. κρόφα ζωή μας τυραννάς που θα μου πας που θα μου πας θα στη φέρω με τα τέλια και με σέξι τσιφτετέλια. Κούνησε το το κορμί σου η ζωή είναι δική σου μην μας πάρει αποκάτω να μην φτάσουμε στον πάτο.
ΜΗ ΜΠΕΡΔΕΤΕΙ Βρε μη μπερδεύεις έρωτες, μ’ αγάπες και λουλούδια ανάγκες σου μη μας τις λες της άνοιξης τραγούδια. Ο έρωτας είναι καημοί, καψούρα και βαβούρα αιτήσεις, ζήλιες και κακό, στριφογυρνάς σα σβούρα. Ενώ Αγάπη Άνοιξη, λουλούδια και μπαξέδες όλα γαλήνια κι όμορφα δίχως τους βερεσέδες.
109
ΣΑ ΖΨΔΙΑ Όπου βρεθείς κι όπου σταθείς για ζώδια μιλάνε στο τσαφ σε αναλύουνε κι ευθύς παραμιλάνε. Μόλις σε δουν σε βάζουνε σε μια κατηγορία με γνώμονα τα ζώδια δεν έχουν απορία. Με τούτα ερμηνεύουνε όλες τις καταστάσεις κι ακόμη ξέρουν να σου πουν πότε μπορεί να κλάσεις. Ο κάθε μπούφος και χαζός ζώδια αν μελετήσει φιλοσοφία μόρφωση μπορεί και να τις φτύσει. Καμιά απόδειξη γι’ αυτά εντούτοις δεν υπάρχει φτωχό το μυαλουδάκι μας κι έτσι ο κόσμος τα ‘χει. Κι όλα πηγαίνουν κι έρχονται γυρνάνε σαν τη σβούρα τα ζώδια οι πονηροί τα 'φεραν για βαβούρα. Να μην προβληματίζεται ο δόλιος ο κοσμάκης το ζώδιό του είναι κακό γι’ αυτό και μπατιράκης. Να τα λοιπόν τα βλέπουμε χωρίς αμφιβολία σύννεφο φάπες πέφτουνε αντίδραση καμία. Ξυπνήστε φίλοι και εχθροί ας ψάξουμε να βρούμε φταίνε αυτά τα ζώδια και μας ταλαιπωρούνε; Σι λέτε αν θα ρίχναμε την κάθε εξουσία καλύτερη να φέρναμε με ήθος και αξία; Σότε θα χρειαζόμασταν των ζώδιων τη γνώση χαζά θα περιμέναμε τ’ αστέρι να μας σώσει; Ή μήπως καταφέρναμε μονάχοι να σωθούμε κι απ’ το κακό και τ’ άδικο μπορούσαμε να βγούμε;
110
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΛΟΓΙΑ Η ΑΓΑΠΗ Δεν είναι λόγια η αγάπη, παρά οι πράξεις προσφοράς. Όπου μοιράζεις στους ωραίους και πληρωμή δεν τους ζητάς. Προσφέρεις γνώσεις και θυσίες, το χρόνο σου, την προκοπή. Γιατρεύεις πάθη, φαντασίες, συμπόρευσης ανατροπή. Δεν είναι λόγια η αγάπη, ούτε τα πάθη μας κι οι σχέσεις οι στενές είναι το δόσιμο, το φως κι η ελευθερία που κάνουν τις ζωές μας φωτεινές. Η αγάπη είναι ταξίδι προσφοράς! Επομένως: αν δεν έχεις, αν δεν είσαι αν δεν ξέρεις, αν δεν δίνεις δεν μπορείς να αγαπάς.
111
ΕΦΕΙ ΣΑ ΒΑΑΝΑ ΠΟΛΛΑ Φαιρέτησα στο ασανσέρ το γείτονα του δίπλα μα ’κείνος αδιάφορος μου έκανε μια τρίπλα. Θαρρώ πως ενοχλήθηκε που του ‘πα καλημέρα έχει τα βάσανα πολλά και τρέχει όλη μέρα. Σα φράγκα δεν του φτάνουνε χρωστάει γύρω γύρω και το σουβλάκι αδειανό το τρώει δίχως γύρο. κέφτηκα τώρα τι να πω να ξεχαστεί λιγάκι έβγαλα και του χάρισα ένα κομπολογάκι.
ΠΙΣΕΧΕ ΞΑΝΑ ΣΟΝ ΕΑΤΣΟ ΟΤ Είσαι πολύ εγωιστής να το θυμάσαι ψάξε και βρες γιατί τόσο πολύ φοβάσαι. Είσαι απρόσιτος είσαι πολύ εσωστρεφής στην απομόνωση που ζεις πως το μπορείς; Έλα και πίστεψε ξανά στον εαυτό σου δέξου τη φύση σου το σώμα το μυαλό σου αισθήματα αγνά και φυσικά δώσ’ τα στους φίλους, τα καυτά σου μυστικά.
112
ΟΙ ΑΝΑΓΚΕ ΟΤ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ Πες μου εσύ τι εννοείς σαν λες πως μ’ αγαπάς μήπως τα πεντοχίλιαρα για μένα τα σκορπάς; Πες μου τι έφταιξα εγώ που νύχτες δεν κοιμάσαι και ξενυχτάς στην πόρτα μου λες και σκοπός μου να ‘σαι! Πες μου τι σου ‘κανα και δυο βδομάδες τώρα δεν πήγες στο γραφείο σου κανονικά, στην ώρα; Εγώ τι φταίω που εσύ μόνο εμένα θέλεις εγώ σε αδυνάτισα; τι σαν πουλάκι τρέμεις; Μην πεις ότι για μένανε παθαίνεις όλα αυτά! Εγώ δεν θέλω από σε αισθήματα καυτά. Κουκλάκι μου τα μπέρδεψες δεν αγαπάς εμένα σκέφτεσαι για την πάρτι σου και κακομαθημένα. Αν αγαπάς εμένανε κάνε αυτό που σου ‘πα πήγαινε στο σπιτάκι σου κι άσε τα μου πες σου ‘πα.
113
ΥΡΑΓΚΑΣΟΙ ΚΑΙ ΜΠΑΣΙΡΗΔΕ Σα μπατίρια κι οι φραγκάτοι έχουν τώρα κομπολόι. Οι φραγκάτοι για φιγούρα κι οι φτωχοί για μοιρολόι. Οι φτωχοί τα βάσανά τους τα μετράνε χάντρα χάντρα το κεφάλι τους στη φτέρνα για να μην κλειστούν στη μάντρα. Ανάθεμα σε βρε ζωή έτσι που τα μοιράζεις απάτες κάνεις πάμπολλες και σα φονιάς μου μοιάζεις. Άλλους τους βάζεις στα ψηλά σε κήπους σε σαλόνια κι άλλους τους ρίχνεις χαμηλά σε πύρινα αλώνια. Όμως να το ξέρεις πόρνη θα γυρίσει ο τροχός και θα ‘ρθουν τα πάνω κάτω και θα ζήσει κι ο φτωχός. Και θα ζήσει κι ο φτωχός θα γυρίσει ο τροχός. Σότε τα κομπολογάκια θα κρατούν τα φτωχαδάκια κι οι φραγκάτοι από σόι δεν θα έχουν κομπολόι.
114
ΘΕΛΨ ΝΑ ΕΙΜΑΙ ΜΑΦΗΣΗ Η ζωή είναι αγώνας που σου δίνει τη χαρά κι όποιος κάθεται στην άκρη τόνε βρίσκει συμφορά. Δεν είμαι εγώ παράσιτο μαμμόθρεφτο μανάρι θέλω να είμαι μαχητής της γνώσης το φανάρι.
ΛΕΤΣΕΡΙΑ ΚΑΙ ΑΛΤΙΔΕ Μεγάλος είν’ ο πόνος σα φύγει κι είσαι μόνος ο καημός κι η μοναξιά είναι σύννεφα βαριά. Μεγάλος είν’ ο πόνος όταν θα μείνεις μόνος όμως τη λευτεριά σου πες μου πως τηνε μετράς. Λευτεριά και αλυσίδες δεν ταιριάζουνε είν’ το άσπρο και το μαύρο που ποτέ δεν μοιάζουνε.
115
ΜΕ ΦΑΔΑΚΙΑ ΚΙ ΑΓΚΑΛΙΣΕ Φαντρούλα μια, χαντρούλα δυο χαντρούλες πέντε δέκα όλα τα τακτοποίησα και πάω στη μπεμπέκα. Με χαδάκια κι αγκαλίτσες στην ακρούλα οι χαντρίτσες είναι ώρα για «βαβούρες» έξω τώρα οι σκοτούρες. Σις σκοτούρες τις περνάω ρίχνοντας τις χάντρες μου τίκι τακ κομπολογάκι και ξεχνώ τις μαύρες μου.
ΕΛΑ ΥΙΛΑΡΑ ΕΛΑ Κάθεσαι μαραζωμένο και τη βρίσκεις με κομπιούτερ έλα τώρα ξεκουνήσου, έλα πάρε συ το ρούτερ. Σην μια βραδιά με τη Γωγώ, την άλλη με τη τέλλα έλα και ζήσε τη ζωή, έλα φιλάρα έλα. Σην μια φορά θα προδοθείς, την άλλη θα προδώσεις έτσι ‘ναι πάντα η ζωή θα πάρεις και θα δώσεις. Απ ‘ αυτό το αλισβερίσι, με του έρωτα μεθύσι στους αιθέρες θα γυρνάς και θεούς δεν προσκυνάς.
116
ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΣΗ ΖΨΗ Δυο δρόμους έχει η ζωή που αντίθετα τραβάνε πρέπει να βρεις που βρίσκεσαι κοίταξε που σε πάνε. Ένας τραβά στην αρετή ο άλλος στις κακίες στον πρώτο παν’ οι όμορφοι δίχως αδυναμίες. Σον δεύτερο όταν τραβάς απ’ όλους πάντα παίρνεις σε όλους κάνεις κριτική πόνους και κλάμα φέρνεις. Αυτό τον δρόμο αν τραβάς δρόμος ατομισμού δρόμος στενός κακομοιριάς δρόμος εγωισμού. Ο κόσμος φίλε φτιάχτηκε να δίνεις καλοσύνη να δρας πάντα να σκέφτεσαι να φέρνεις την ειρήνη. Κι όταν το δρόμο το σωστό εσύ έχεις προδώσει αυτός θα βρει τον τρόπο του και θα σε εξοντώσει.
117
ΣΟΤ ΑΛΛΟΤ ΛΑΟΤ ΣΑ ΑΜΑΣΑ
118
119
ΑΝΣΕ Ν’ ΑΛΛΑΞΟΤΜΕ ΠΛΕΤΡΟ Μην είσαι άδικη μωρό μου μη με κακολογείς άλλο ήταν τ’ όνειρό μου δεν μπορούσες να το δεις. Εσύ αλλού με πήγαινες κι εγώ αλλού τραβούσα πάντα σ΄ εμπιστευόμουνα καθόλου δεν ρωτούσα. Σώρα πέσαμε σε λούμπα κι αμολάμε την καλούμπα όλο γκρίνιες φασαρία ε, δεν είσαι και κυρία. Γι’ αυτό κορίτσι μου καλό άντε ν’ αλλάξουμε πλευρό να πας να φύγεις από κει να πα’ να φύγω απ’ εδώ.
120
ΠΑΡΕ ΣΑ ΚΑΤΣΑ ΥΙΛΙΑ ΜΟΤ Μυριάδες ειν’ οι στεναγμοί μυριάδες οι καημοί μου δεν με λυπάσαι μάτια μου που λειώνει το κορμί μου. αν τη λαμπάδα της λαμπρής που λιώνει λίγο λίγο δεν με λυπάται πια κανείς με θάνατο που σμίγω. Γύρισε στην αγκαλιά μου πάρε τα καυτά φιλιά μου πάρε τα γλυκά φιλιά μου γύρνα μες στην αγκαλιά μου. Αχ! είν’ το στόμα σου φωτιά και το κορμί καμίνι φωτιά με καίει μάτια μου με τίποτα δε σβήνει. ΔΕΝ ΞΕΡΨ ΑΠΟ ΛΤΓΜΟΤ Φάιδεψα την ψυχή σου και το δέχτηκες. Φόρεψα στο κορμί σου και τ’ ανέχθηκες. ου ‘δωσα τα όνειρά μου και τα κράτησες. ου ‘δωσα την αγάπη μ’ απαράτησες. Δεν μπορείς μες τη γαλήνη και την ομορφιά θέλεις ένταση με γκρίνια και πολλά καρφιά. Είσαι γάτα είσαι κύκνος και μποέμισσα σου την έκανα και γειά σου, αχ ηρέμησα. Σώρα, δεν θέλω κλάματα πόνους και στεναγμούς πηγαίνω γι’ άλλα θάματα δεν ξέρω από λυγμούς.
121
ΣΑΜΑΣΑ ΠΙΑ ΝΑ ΣΡΕΦΕΙ Για το θεό σου λέω μη σταμάτησε να τρέχεις έλα και κοίτα απ’ την αρχή ποιος είσαι και τι έχεις. Σι τρέχει στην καρδούλα σου τι έχεις στο μυαλό σου κοίτα και ψάξε για να βρεις ποιο είναι το καλό σου. Όλη μέρα με μουρμούρα ψάχνεις και ζητάς όλη μέρα με βαβούρα σίφουνας περνάς. Για το θεό σου λέω μη σταμάτησε λιγάκι έλα και κάτσε δίπλα μου παίξε κομπολογάκι. Να μερώσει η καρδιά σου το μυαλό σου να καλμάρει και την κάθε σου σκοτούρα ο βοριάς να τήνε πάρει.
122
ΕΜΠΑ ΣΟΝ ΝΣΟΡΟ Πλησίασες παμπόνηρα και με τα ροζ τα όνειρα πήγες «να μου τη βγεις». Όμως εγώ σ’ ανθίστηκα και σφόδρα ετσαντίστηκα παράτα με, κοπάνα τη, δε θέλω να μου πεις. Σα όνειρά σου κράτα τα, χάδια φιλιά παράτα τα και έμπα στον ντορό. Να δούμε αν ταιριάζουμε πόσα απίδια βάζουμε και τότε κοριτσάκι μου θα δω.
ΑΛΑΝΙ ΜΕ ΥΨΝΑΖΟΤΝΕ Μαυρομάνικο μαχαίρι ωχ! μου κάρφωσες! Μ’ απονιά τα όνειρά μου μου τα σάρωσες! Σις βραδιές μου τριγυρνάω γειτονιές και με πόνο φέρνω σβούρα ζεμπεκιές. Για κοίτα ρε αλάνισα κοίτα βρε πως κατάντησα. Αχ! σε είχα τ’ όνειρό μου τώρα χάνω το μυαλό μου. Για κοίτα ρε αλάνισα κοίτα βρε πως κατάντησα οι φίλοι μου με κράζουνε αλάνι με φωνάζουνε.
123
ΠΙΚΡΑ ΥΙΛΙΑ Ποτέ φιλί δεν μου ‘δωσες από αγάπη μόνο πάντα μου το γαρνίριζες με πίκρα και με πόνο. Δυο φιλιά όταν μου δίνεις σε βαθύ γκρεμό με ρίχνεις δίνεις χέρι και με βγάζεις στην καρδιά μαχαίρι βάζεις. Δεν τα θέλω τα φιλιά σου την τρελή την αγκαλιά σου προτιμώ τη μοναξιά μου απ’ τους πόνους στην καρδιά μου. Προτιμώ πικρό φαρμάκι να το πιώ γουλιά γουλιά απ’ την πίκρα που μου δίνουν τα δικά σου τα φιλιά.
124
ΚΟΤΡΕΛΙΑΜΕΝΟ ΕΡΝΟΜΑΙ Σο ένα ύστερα από τ’ άλλο τα τσιγάρα αναβοσβήνω τα ποτήρια με τους πόνους μονοκοπανιά τα πίνω. Και ο ύπνος ο δικός μου έχει κάνει πια φτερά μα κι οι σκέψεις που μου μείναν είν’ μαχαίρια κοφτερά. Η δική σου η «αγάπη» σαν τον πιο σκληρό σατράπη με βασάνισε. Μια στιγμή μες τη ζωή μου ησυχία στο κορμί μου δεν μου άφησε. Ντυμένος στα κουρέλια μου σέρνομαι σε μια άκρη εκεί που σμίγουν οι καημοί που στέρεψε το δάκρυ.
ΜΕ ΣΑ ΛΟΓΙΑ ΠΟΤ ΜΟΤ ΕΙΠΕ αν κομπολογιών τις χάντρες που στο κέντρο έχουν τρύπες τρύπησες και την καρδιά μου με τα λόγια που μου είπες. Μα τώρα φεύγω άστατη όλα θα σου τ’ αφήσω μόνο το κομπολόι μου αυτό θα πάρω πίσω. Θα ψάχνεις γύρω θα ρωτάς τ’ αστέρια το φεγγάρι σαν την τρελή θα τριγυρνάς άλλη θα μ’ έχει πάρει.
125
ΧΑΦΝΨ ΑΝΘΡΨΠΟΤ Μες στη ζωή προσπάθησα να είμαι ο εντάξει στη θεωρία πρόσεχα το ίδιο και στην πράξη. ε σένα βάση έδωσα σε λάτρεψα κυρά μου σου ‘δωσα την αγάπη μου ατόφια την καρδιά μου. Εσύ όμως την πάρτη σου μονάχα υπηρετούσες στη ζούλα μου την έφερνες και με ποδοπατούσες. Σώρα όμως ρε πανούργα τα μυρίστηκα τις κομπίνες τα κολπάκια όλα σου τ’ ανθίστηκα. Κι έτσι παίρνω την καρδιά μου τον τρελό τον έρωτά μου ταξιδεύω γι’ άλλους τόπους πα’ να βρω σωστούς ανθρώπους.
126
ΣΙ ΦΑΝΣΡΟΤΛΕ ΔΤΟ ΔΤΟ Σις χαντρούλες μία μία τις χαντρούλες μου δυό δυό σε φαντάζομαι σε γδύνω και σε βλέπω με μαγιό. Όταν όλες θα τις ρίξω θα μου πουν το μυστικό που μου κρύβεις βρε κουκλίτσα βιαστικό αερικό. τάσου λίγο να δροσίσεις και εμέ το φουκαρά έλα βρε να με φιλήσεις να μου παίξεις ταμπουρά. Μη μ΄ αφήνεις με χαντρούλες να την βρίσκω μόνος μου έλα χάιδεψε κι εμένα να μου φύγει ο πόνος μου.
127
ΚΕΡΑΣΟ ΘΑ ΟΤ ΥΟΡΕΨ Σα πικρόχολα λογάκια που μου είπες ψες αργά μου συντρίψανε σου λέω τη φτωχή μου την καρδιά. Οδοστρωτήρες πέρασαν απάνω στο κορμί μου τα λόγια που ξεστόμισες αγάπη μου καλή μου. Γιατί μου δίνεις τη χολή όταν σε αγαπάω; αφού το παν, είσαι για με, κι όλο, σου τραγουδάω! Θα ρωτήσω τα αστέρια, το φεγγάρι και τον Κρόνο τι να κάνω να με βάλεις, στης καρδούλας σου το θρόνο! Ξέρεις, μου πάνε τ΄ αστέρια το μεγάλο μυστικό κέρατο να σου φορέσω να πιο είν΄ το γιατρικό. Και τότε, όλα ήρεμα, λογάκια και φιλάκια χαδάκια, τρυφερότητα σαν τα κομπολογάκια.
128
ΣΟ ΑΡΑΚΙ ΘΑ ΜΕ ΥΑΕΙ Φάντρα χάντρα τους καημούς μου ρίχνω στο κομπολογάκι μου βήμα βήμα μεγαλώνει μαύρο το σαράκι μου. Σο σαράκι που μου φόρτωσες εσύ με κιλά το θανατώνω δυνατό κρασί. Λίγο πριν τα κακαρώσει βλέπω θέλει κι άλλη δόση και του δίνω και το πίνει πα να φύγω, δεν μ’ αφήνει. Υέρε κάπελα κρασί γιατί η δόση ήταν μισή το σαράκι να σκοτώσω δεν μπορώ θα βαλαντώσω. Σο σαράκι δεν ψοφάει εε!! το βλέπω θα με φάει φέρε κάπελα κρασί γιατί η δόση ήταν μισή γιατί η δόση ήταν μισή φέρε κάπελα κρασί.
129
ΜΕ ΓΚΡΙΝΙΕ ΔΕΝ ΚΕΡΔΙΖΕΙ Θα πάω να κλειστώ σε μοναστήρι θα γίνω του Θεούλη οπαδός να πάψει το δικό σου το ψαλτήρι ναι μάρτυς μου θα είναι ο Θεός. Πάψε την γκρίνια δεν μπορώ να σε χαρώ να σε χαρώ. Ας την ζωή μου να χαρώ που σε ποθώ να σου δοθώ. Με γκρίνιες την αγάπη δεν κερδίζεις κι εγώ να σ’ αγαπήσω δεν μπορώ σταμάτα σου το λέω να αφρίζεις να σε χαρώ που σε ποθώ να σε χαρώ.
ΣΑ ΘΕΛΨ ΥΨΣΕΙΝΑ Δεν τη μπορώ τη Ντίσκο ούτε τα σκοτεινά τα ροζ τα όνειρά μου τα θέλω φωτεινά. Να βλέπω αστραπούλες απ’ τα ματάκια σου να παίζω κομπολόι τα δαχτυλάκια σου. Σα ροζ τα όνειρά μας διψάω να τα ζήσουμε βαβούρες και σφηνάκια να τ’ αγνοήσουμε. Μέσα στην καμαρούλα σφιχτά ν’ αγκαλιαζόμαστε τρελή μου αγαπούλα να «ξεκατινιαζόμαστε».
130
ΚΑΧΕ ΜΕ Όμορφή μου ακριβή μου έλα πάρε το κορμί μου πήγαινε για να το κάψεις στου κορμιού σου τη φωτιά. Καίγονται τα σωθικά μου σπαρταράει η καρδιά μου το κορμί μου περιμένει τη θερμή σου αγκαλιά. Κάψε με καβούρντισέ με δεν μπορώ τη λησμονιά ψήσε με καρβούνιασέ με μη με πάρει η παγωνιά.
ΑΓΑΠΗ ΜΟΤ ΜΕΛΕΝΙΑ Αγάπη μου ξυνόρωγη αγάπη μου μελένια μοναδικέ μου έρωτα μοναδική μου έγνοια. Ήλιε μου αστεράκι μου χάραμα της αυγής μαβί απομεσήμερο λουλούδι χαραυγής. Μείνε πάντοτε κοντά μου και θα είσαι η χαρά μου. Μην μου φύγεις και σε χάσω και καημούς να μην περάσω. της ζωής την ανηφόρα φύλαξέ με απ’ τη μπόρα φύλαξέ με απ’ τη μπόρα στης ζωής την ανηφόρα.
131
ΣΗ ΛΕΤΣΕΡΙΑ ΥΟΒΑΜΑΙ Σ’ αγαπώ, μα το φοβάμαι πες, αν ξέρεις τι είν’ αυτό μήπως είναι η λευτεριά μου που κρατώ σαν φυλαχτό; Μήπως πρέπει να τ’ αφήσω να πετάξει σα πουλί λευτεριά κι επιθυμία να μην τα’ χω σε κλουβί; Όμως τρέμω απ’ το φόβο και τον κόσμο τι θα πει γι’ αυτό κόβω τα φτερά μου κι είμαι γραιά σε ΚΑΠΗ. Δυο θηλιές όμως με πνίγουν σφίγγουν μέση και λαιμό νιώθω σαν την σκλαβωμένη που βαδίζω σε γκρεμό. Έλα κράτα μου το χέρι έλα πάρε με ψηλά ψάχνω δύναμη ν’ αντέξω λευτεριά και αγκαλιά.
132
ΜΑΓΙΑ ΝΑ ΟΤ ΚΑΝΨ Πω πω! Ένας ώμος κάτι μαγουλάκια ωχ! για τα χεράκια τι μπορώ να πω! Βλέφαρα τεγίδες σαν πυγολαμπίδες… άστραψαν δεν βλέπω πω πω τα δοντάκια σου. Σρέχεις σαν ελάφι ωχ! τι έχω πάθει ίσως στο όνειρό μου σ’ έχω ξαναδεί! Σι να κάνω ‘γω ο δόλιος που ‘χω μεγαλώσει και δεν θα με θέλεις αχ! τι να σου πω! Μάγια να σου κάνω; Δαίμονα να βάνω; Να ‘ρθω να σε κλέψω; Πώς να γιατρευτώ;
ΛΟΤΛΟΤΔΑΚΙ ΜΟΤ ΜΑΒΙ Σι καχύποπτο που είσαι λουλουδάκι μου μαβί φοβισμένο, τρομαγμένο κίτρινο και μολυβί. Σις χαρές τις κάνεις πέρα τα στενάχωρα ζητάς τη φοβάσαι την αγάπη μόνο μου με παρατάς.
133
ΧΑΞΕ Σο σχολείο κι οι παπάδες σου’ κάναν μαθήματα και σου’ μαθαν να σκοτώνεις πόθους και αισθήματα. το απόσπασμα τα στήνεις λευτεριάς ονείρατα προσκυνάς τις εξουσίες κάνεις ατοπήματα. ε κατάφεραν να είσαι ρομποτάκι κουρδιστό να σιχαίνεσαι τ’ ωραίο την σκλαβιά βλέπεις σωστό. Σώρα με ξεσκονόπανο τη βγάζεις όλη μέρα τρελή σε καταντήσανε σου πήραν τον αγέρα. ήκωσε τα ματάκια σου κοίτα μακριά στα ‘στέρια άκου εκείνα τι θα πουν κοίτα στα δυο σου χέρια. Αγάπης έχουν δάχτυλα παλάμη με καλούδια χαδάκια τρυφερότητας σωστά είν’ αγγελούδια. Μην προσκυνάς κανένανε ψάξε την λευτεριά σου στηρίξου στα αισθήματα κι άνοιξε τα φτερά σου. Υτερούγισε στα πέρατα ζήτα παντού τη γνώση τον εαυτό σου ψάξε τον, εκείνος θα σε σώσει.
134
ΠΑΧΕ ΠΙΑ ΝΑ ΕΚΔΙΚΕΙΑΙ Με κοιτάζεις μες τα μάτια κι όλο κάτι περιμένεις σου χαρίζω την καρδιά μου όμως κόμπους, μου τη δένεις. Με κοιτάζεις μες τα μάτια κι όλο κάτι μου ζητάς όταν όλα στα χαρίζω θες στον Άδη να με πας. Εκδικείσαι την αγάπη, τις χαρές, τους έρωτες επειδή σε έχουν δεσμεύσει νύχτες αξημέρωτες. Ζεις σαν σκλάβα κι όλο τρέχεις δεν τα σπάζεις τα δεσμά σου δεν ανοίγεις τα φτερά σου και οργή για άντρες έχεις. Πάψε πια να εκδικείσαι χάρισε μας την αγάπη μη μας παίζεις τα παιχνίδια του κακού, τρελού ατράπη. Όσους άντρες κι αν δεσμεύσεις με τα πλάνα σου τα μάτια αν δεν βρεις τη λευτεριά σου όλα γύρω σου κομμάτια.
135
ΑΜΑ Τ ΘΑ ΑΓΑΠΑ «αν υφαντό στον αργαλειό υφαίνεις τη ζωή μου εσύ της βάζεις χρώματα ορίζεις το κορμί μου. Κι εγώ τυφλά σ΄ ακολουθώ κι ότι μου πεις το κάνω και αν αυτό σ’ ευχαριστεί θα πέσω να πεθάνω». Αυτά τα λόγια μάτια μου ποτέ σου μην πιστέψεις την καφετζού μη τη ρωτάς μπορείς να τα μαντέψεις. Είναι λογάκια κάλπικα δεν έχουνε αξία αυτά σκοπεύουν πονηρά δεν έχουν σημασία. Όσο εγώ κι αν σ΄ αγαπώ εσένα μη σε νοιάζει μόνο εσύ αν αγαπάς δεν θα ‘χεις το μαράζι.
136
ΦΑΛΑΡΨΕ ΚΟΡΙΣΙ ΜΟΤ Φαλάρωσε κορίτσι μου και έχε υπομονή ξεδίπλωσε και απόλαυσε την κάθε σου στιγμή. Μην τρέχεις, μην αγχώνεσαι, ηρέμησε και κοίτα πάλι τους στόχους στη ζωή, ξανά την αλφαβήτα. Όταν συμβαίνει το κακό, εκεί κάνε μια στάση ψάξ’ του, τις ρίζες τις αρχές, εκεί κάνε γιορτάσι! Αφού το κάθε μας κακό, σοφία περιέχει, πάρ’ το σαν ξεροπόταμο, που άρχισε να τρέχει. Ξέχνα τα πρέπει τις αρχές, το γρήγορα το τώρα έλα αργά, νωχελικά και απόλαυσε την μπόρα. Έτσι θα μάθεις τη ζωή, θα δεις εσύ ποια είσαι εκεί θα μάθεις ν΄αγαπάς, εκεί τους κόμπους λύσε.
ΣΗΝ ΚΟΛΑΗ ΘΑ ΠΑ τολίζεσαι και φτιάχνεσαι και κούκλα θέλεις να΄σαι σ’ όλους ν’ αρέσεις προσπαθείς, τη λευτεριά φοβάσαι. Απέχεις από όργια, αγάπες δε χαρίζεις τη στέρηση και μοναξιά για ηθική νομίζεις. Ποτέ σου δεν απόλαυσες, την επικοινωνία και δεν κερνάς τ’ αρσενικά, τη θεία κοινωνία. Σα δεσμά σου καμαρώνεις, δεν χαρίζεις ηδονές προκαλείς κακό, οδύνη, της απελπισιάς φωνές. Με τούτα τα καμώματα, στην κόλαση θα πας και το κακό κεφάλι σου, στον τοίχο θα χτυπάς. Γι’ αυτό σου λέω μάτια μου, κάτσε ξανά και σκέψου ζήσε αγάπες ηδονές, κι άντε μ΄αυτά, γιατρέψου.
137
ΜΑΘΕ ΝΑ ΔΙΝΕΙ αν τη σφίγγα τα χειλάκια, τα ‘ χεις διπλομανταλώσει ηδονές και ελευθερίες, σε κελί έχεις κλειδώσει. Σον έρωτα φοβήθηκες ,της άνοιξης τη γύρη και δήλωνες ότ’ είσαι απών σε χώρας πανηγύρι. Μέσα στην εσωστρέφεια, κρυώνεις τουρτουρίζεις φοβάσαι τα μικρόβια, τους λεύτερους, τους βρίζεις. Γεννήθηκες σαν άγγελος, παραμυθιού νεράιδα μα τέτοια ανασφάλεια, ποτέ μου δεν ξανάειδα. Δείξε λίγο εμπιστοσύνη, κάν’ την επανάστασή σου σπάσε τώρα τα δεσμά σου κι έλα δώσ’ μου το κορμί σου.
ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΚΛΑΒΟΤ ΥΣΙΑΦΝΕΙ Κάθε μέρα στη ζωή σου, σκλάβους φτιάχνεις στην αυλή σου τον αφέντη σ’ όλους κάνεις, τώρα πας να μας τρελάνεις. Σους φόβους και κακομοιριά τα έχεις λάβαρό σου κι αντί αγάπη να σκορπάς, μας δίνεις το κακό σου. Έτσι η πρώτη ασθενής είσαι εσύ γλυκιά μου για ν’ αναρρώσεις κούκλα μου ψάξε στα όνειρά μου.
138
ΠΑΡ’ΣΟ ΜΑΓΚΑ ΜΟΤ ΦΑΜΠΑΡΙ Έσπασα το κομπολόι απ’ το τίκι τίκι τάκα πάλι μάγκα μου την είπες την τρελή σου την ατάκα. Ποτέ δεν έφταιξες εσύ, είσαι περιστεράκι μόνο εγώ σε πείραξα με το κομπολογάκι. Άμα μάγκα με πειράζεις μου τη δίνεις δεν μπορώ τις ανάποδες τις παίρνω και τις χάντρες μου χτυπώ. Όταν μ’ αφήνεις ήσυχη τις χάντρες τις μετράω όταν μου κάνεις τις μαγκιές τότε τις κοπανάω. Μου κάνεις παρατήρηση για το κομπολογάκι δηλώνεις είναι αντρικό όχι για γυναικάκι. Πάρτο μάγκα μου χαμπάρι πως αλλάξαν οι καιροί ο καθένας θα το πλένει το δικό του το βρακί.
139
ΕΛΑ ΜΑΡΙΨ Γιατί κακούργα μου Μαριώ σ΄αρέσει εγώ να λιώνω; Να είμαι μόνος στη γωνιά να τρέμω να κρυώνω; Γιατί με άλλους τριγυρνάς χαρίζεις τα φιλιά σου; Γιατί εμένα δεν κοιτάς δεν μ’ έχεις αγκαλιά σου; Όταν κοιτώ τα μάτια σου φλουριά μου τάζουν χίλια και με τα λόγια, μου πουλάς λαγούς με πετραχήλια. ’ αρέσει να με τυραγνάς σ’ αρέσει να’ μαι μόνος να με κρατά αιχμάλωτο η ζήλεια και ο πόνος. Γιατί είσαι τόσο άπονη και θέλεις το κακό μου; Λυπήσου με το φουκαρά κι έλα στ’ αρχοντικό μου. Θα σ’ έχω σα βασίλισσα θα σου’ χω ιπποκόμους δεν θα σου λείπει τίποτα θα σου’ χω κι αστυνόμους. Θα σ’ έχω σαν πριγκίπισσα θα σου’ χω υπηρέτες για πάρτη σου και χορευτές θα κάνουν πιρουέτες. Για σε θα φτιάξω και χαμάμ θα σ’ έχω σε παλάτια ποτέ να μην δακρύζουνε τα δυο γλυκά σου μάτια. Έλα Μαριώ σε μένανε δώσε μου τα φιλιά σου ηρέμησε, χαλάρωσε κι άφησε τα τρελά σου!!
140
ΕΚΕΙΝΟ ΘΑ Ε ΨΕΙ Σο σχολείο κι οι παπάδες, σου ’καναν μαθήματα και σου μάθαν να σκοτώνεις πόθους και αισθήματα. το απόσπασμα τα στήνεις λευτεριάς ονείρατα προσκυνάς τις εξουσίες όχι στα «παραστρατήματα». ε κατάφεραν να είσαι ρομποτάκι κουρδιστό να σιχαίνεσαι τ’ ωραίο, τη σκλαβιά να λες σωστό. ήκω τα μάτια σου ψηλά, κοίτα εκεί στ’ αστέρια άκου εκείνα τι θα πουν, κοίτα στα δυο σου χέρια. Αγάπης έχουν δάχτυλα, παλάμες με καλούδια για χάδια, τρυφερότητα, σωστά ‘ναι αγγελούδια. Μην προσκυνάς κανένανε, ψάξε την λευτεριά σου στηρίξου στα αισθήματα, κι άνοιξε τα φτερά σου. Υτερούγισε στα πέρατα, ζήτα παντού τη γνώση τον εαυτό σου ψάξε τον εκείνος θα σε σώσει!
141
Η ΥΑΝΙΣΑ Σα χειλάκια κερασάκια μα το βλέμμα σου βαρύ την καρδιά μου σε αμόνι τη χτυπάς με το σφυρί. Σα φτερά, μου τα τσακίζεις και μου φέρνεις πανικό αχ Υανίτσα μου Υανούλα αχ μωράκι μου κακό. Κάθε τόσο μου γκρινιάζεις κι όλο θες να διατάζεις κι όταν πάω να την κάνω έρχεσαι και μ’ αγκαλιάζεις. Αχ Υανίτσα μου Υανούλα αχ ναζιάρικο μικρό την καρδιά μου, έχεις πάρει σα κακό αερικό. Κομπολόγια θα ρωτήσω τι να κάνω ‘γω με σένα που συνέχεια δηλώνεις περασμένα ξεχασμένα. Αχ Υανίτσα μου Υανούλα αχ μωράκι μου γλυκό.
142
ΑΥΟΤ ΥΟΒΗΘΗΚΕ Σώρα που ξεμακραίνω από σένα αναρωτιέμαι, τι τάχα, να’ τανε αυτό που με τραβούσε να τρυπώσω στην καρδιά σου και στα ξενύχτια σου να παίζω ‘γω κρυφτό. Λες να ‘ τανε το χρώμα των ματιών σου; το βλέμμα σου τ’ ανήσυχο, το φως ; Tο μήνυμα που στέλνεις των παθών σου ή μήπως η διαίσθηση, το πρόβλημα, το πώς; Ότι και να ‘τανε, τα ρίχνω τώρα στο γιαλό αφού φοβήθηκες το φως και την αλήθεια κι είδες εμένα σα ληστή και σαν τρελό κι έτσι προτίμησες να ζεις στα παραμύθια.
…ΟΦΙ ΟΜΨ ΣΑ ΥΣΕΡΑ! Με ρωτάς και θες να μάθεις αν ακόμα σ’ αγαπώ την καρδιά μου σου’ χω δώσει πως αλλιώς να σου πω; Εσύ μου δίνεις βάσανα, σιωπή και δάκρυά σου μου φέρεσαι σαν σε εχθρό με διώχνεις μακριά σου. Έλα πες μου τι να κάνω για να είσαι εσύ κυρά τη ζωή μου, σου τη δίνω, όχι όμως τα φτερά!
143
’ ΑΝΑΖΗΣΨ ΜΕ ΣΗ ΙΨΠΗ Σις γέφυρες τις έκοψες, τις επικοινωνίες και την σιωπή επέβαλες, των τάφων αρμονίες. ’ αναζητώ μες τη σιωπή, στο βλέμμα, στο παράπονο αναρωτιέμαι το γιατί είσαι κακό και άπονο. Που σου έφταιξα για πες μου, τι σου στέρησα να ξέρω γιατί μ‘ έστειλες στον Άδη μοναχό μου κι υποφέρω. Θέλω να γίνεις δυνατή, ελεύθερη κι ωραία τους σκλάβους να περιφρονείς, μη γίνεσαι μοιραία. Έλα και γίνε πλούσια, δώσε μου τα φιλιά σου δώσ’ μου φιλιά και την στοργή, ξέμπλεξε τα μαλλιά σου. Πες μου κάθε παράπονο, καημούς, ελπίδες, πόνους εκτέλεσε τους δήμιους, ληστές και παρανόμους. Μη με κάνεις κι υποφέρω, άσε με να σου προσφέρω την αγάπη, τη γαλήνη και την ψυχική ειρήνη.
144
’ ΑΓΑΠΨ ’ ΑΓΑΠΨ ’ αγαπώ σ’ αγαπώ στις πλατιές λεωφόρους σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ στα κρυφά μονοπάτια σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ στων ανέμων τα πείσματα σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ κι ας μου βγάζεις τα μάτια! ’ αγαπώ σ’ αγαπώ μες της θλίψης τα κύματα σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ και με φως και σκοτάδι σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ με πουλιών τιτιβίσματα σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ κι ας με στέλνεις στον Άδη! ’ αγαπώ σ’ αγαπώ στων κυκλώνων τις έριδες σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ με φιλιά του Ιούδα σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ με γαλήνη κι αέρηδες σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ σαν Φριστό και σαν Βούδα σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ στα κρυφά τα φιλήματα σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ και σου κάνω θελήματα!
Ε ΜΙΨ Ε ΜΙΨ ε μισώ σε μισώ, γιατί έφυγες άπονη σε μισώ σε μισώ, σαν τη πέτρα την άγονη σε μισώ σε μισώ, γιατί είσαι μια μάγισσα και για σένα κορίτσι μου, τις σπουδές μου τις άφησα. ε μισώ σε μισώ, σαν του φόνου τα αίματα σε μισώ σε μισώ ,σαν του μίσους τα βλέμματα σε μισώ σε μισώ γιατί μου ‘βαλες κέρατα σε μισώ σε μισώ άντε χάσου στα πέρατα σ’ αγαπούσα ηλίθια όμως έχεις τον κάλο πάρε δρόμο και δίνε του, άντε βρες έναν άλλο.
145
ΑΕ ΣΙ ΖΗΛΕΙΕ Υίλησε με που σου λέω κι άσ’ τις ζήλειες, τα γινάτια γλυκούλα μου χαλάρωσε, με έκανες κομμάτια. Έλα σου λέω πάρε με, βάλε με στη φωλιά σου κρυώνω τώρα χάνομαι, έξ’ απ΄την αγκαλιά σου. Άσε τις ζήλειες μάτια μου, δώσε μου το κορμί σου με χίλια χάδια κι αγκαλιές να ενωθώ μαζί σου.
ΚΟΙΜΗΟΤ ΜΕ ΣΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ ΜΟΤ Δεν είναι μούσα μου οι στάσεις ούτε ο τόπος που θα μπει ψάξε εσύ να ξαποστάσεις άκου καρδιά τι θα σου πει. Δεν είναι μούσα μου τα λόγια ούτε κορμιά των εραστών τυλίξου μόνο με αγάπη διώξε τα χούγια των αγροίκων εραστών. Διώξε τους φόβους κι αγωνίες δώσε συναίσθημα, αγάπη και στοργή βάλε με μέσα στην καρδούλα και μη ζητάς υποταγή. Έτσι θα κάνεις το ταξίδι που σου στερούν οι ενοχές κοιμήσου μες την αγκαλιά μου νιώσε τις χίλιες εκδοχές.
146
ΔΕΙΞΕ ΜΟΤ ΣΗΝ ΟΡΜΗ ΟΤ Φάιδεψε την ψυχούλα σου αγάπα το κορμί σου δέξου τα λάθη τα παλιά δείξε μου την ορμή σου. Εκεί θα δεις την έκπληξη που κρύβει το εγώ σου θα βρεις ξανά ανθάκι μου χαμένο φυλαχτό μου.
ΞΕΦΝΑ ΣΟ ΦΘΕ Σους φόβους, την εξάρτηση την σύγχυση, το πάθος τα όνειρα για λευτεριά θα έχουμε σαν σκάφος. Και καπετάνιος θα ‘σαι συ εγώ μηχανικός σου ταξίδι κόντρα στον βοριά σημαία τ’ όνειρό σου. Δημιουργός και τρυφερή τραγούδι και λουλούδι νεράϊδα, έρημο πουλί ατσάλι αγγελούδι. Σέτοια θεά, κορίτσι μου θα γίνεις, πίστεψε το θα σεργιανάς στους ουρανούς το χθες σου, ξέχασε το!
147
ΜΕ ΣΑ ΓΛΑΡΑ ΣΑ ΜΑΣΙΑ ΟΤ αν τα παλιά χαλάσματα έκανες τη ζωή μου με έκαψες με πάτησες κούκλα μου καλλονή μου. Με τα γλαρά τα μάτια σου μ’ έκανες κομματάκια είμαι παιχνίδι για τα σε σαν τα κομπολογάκια. Κομπολόι ’γω θα πάρω να μετράω τους καημούς κι από σένα θ’ αριβάρω δίχως αναστεναγμούς. Άλλα της κομπολογάκι συ μου διώχνεις τους καημούς μόνο εσύ καταλαβαίνεις της καρδιάς μου τους τριγμούς.
ΕΜΝΟΣΤΥΟ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ εμνότυφος δεν είμαι και όλα θα τα πω σωστά με τ’ όνομά τους, γιατί να σας ντραπώ; Ατσαλένιο πούτσο έχω, για τα ζόρικα μουνιά που σεμνότυφα δεν είναι και ανοίγουνε πανιά. Σαξιδεύουν γι΄ άλλους τόπους στου παράδεισου τα μέρη αχ γλυκό μου συ κορμάκι τροφαντό μου κωλομέρι. Σα βυζάκια σου τα βλέπω σαν το μάννα τ’ ουρανού που μου τα ‘στειλε ο Φριστούλης είναι δώρα εκεινού.
148
ΣΑ ΘΕΛΨ Σα χειλάκια σου τα θέλω την κοιλίτσα αγαπώ για την όμορφη πλατούλα αχ δεν ξέρω τι να πω. Για τον κουμπαρά σου έχω χίλια τάλιρα χρυσά και ο κρίνος μου για σένα έχει τρέλα και λυσσά. Σα μπαλόνια σου τα θέλω για καυτά τρελά φιλιά και τα πόδια σου τανάλια να με πάρουν αγκαλιά.
ΝΣΙΝΑ ΚΨΝΣΑΝΣΙΝΑ Όταν παίζεις τα παιχνίδια, που εσύ έχεις σκαρώσει είσαι γόησσα, τσαχπίνα και μοτέρ που’ χει φορτώσει. Όταν όμως το παιχνίδι, δεν ελέγχεις δεν ορίζεις τότε χάνεις τη σαγήνη, σαν γυφτάκι κλαψουρίζεις. Υοβάσαι το συναίσθημα π’ αγγίζει την καρδιά σου τρελαίνεσαι κι ανησυχείς και χάνεις τα νερά σου. Γίνεσαι πάγος κι άχαρη, στριμμένο αντεράκι και δεν θυμίζεις πουθενά, το σέξι κοριτσάκι. Εκείνο το τσαχπίνικο λαμπρό το διαμαντάκι. Αχ Ντίνα Κωνσταντίνα μου «τρελό» Κωνσταντινάκι.
149
ΜΗ ΖΗΣΑ ΝΑ ΜΕ ΚΕΡΔΙΕΙ Σο κορμί σου σαν μου δίνεις στον παράδεισο με πας όταν ζήλιες με φορτώνεις στην καρδιά μου δεν περνάς. Έλα δώσ’ μου τα χειλάκια τα βυζάκια, το μουνάκι τα μπουτάκια , το κορμί σου, είμ’ εγώ μεθυσμενάκι. Πάψε πείσματα να κάνεις δεν μπορείς να με τρελάνεις σε γουστάρω καυλωμένη όχι όμως τρελαμένη. Μη ζητάς να με κερδίσεις με την στέρηση και ζήλιες σου το λέω θα με χάσεις και θα γίνουμε και μπίλιες.
ΒΑΖΕΙ ΣΟΦΟΤ την ζωή σου βάζεις στόχους άντρες να τους κατακτάς στων ερώτων τα αλώνια δεν γλεντάς, τα προσπερνάς. Φαράμισες την ζήση σου σε κάλπικους αγώνες και την ψυχή σου τυραννούν θύελλες και κυκλώνες. Φαλάρωσε κουκλίτσα μου πάψε να κατακτάς δώσε χαρά και ηδονή στ΄αστέρια να πετάς.
150
Ε ΦΡΕΙΑΖΟΜΑΙ Πάτα γκάζι δεν πειράζει ονειρεύομαι όταν βρίσκομαι κοντά σου με τα δυνατά φτερά σου αλλοπαίρνομαι. τους αιθέρες τα φιλιά σου με πηγαίνουνε σε καινούργιους γαλαξίες στη βελούδινη φωλιά σου τώρα μπαίνουμε. Να σ’ αυτό το αστεράκι θέλω ‘γω να με φιλέψεις στεναγμούς και σ’ εκείνο παραπέρα παίξε μου με τη φλογέρα έρωτα λυγμούς. ’ ερωτεύθηκα στο λέω σε χρειάζομαι κι άμα θέλεις τώρα αμέσως μ’ ασημένια μαχαιράκι για τα σένα σφάζομαι.
151
ΑΤΣΗ Η ΨΡΑ Αυτή η ώρα θάνατος αυτή η ώρα μάγια αυτή η ώρα κεραυνός αυτή η ώρα φάρος. Αυτή η ώρα ερημιά αυτή η ώρα γάμος αυτή η ώρα σύννεφο αυτή η ώρα Ήλιος. Αυτή την ώρα χάνομαι αυτή ξαναγεννιέμαι αυτή την ώρα σε ποθώ κι αυτή σε καταριέμαι.
ΦΑΜΕΝΟ ’ ΑΝΗΥΟΡΙ Δρόμους στ΄αστέρια θα χαράξω να περπατάς στους ουρανούς να χάνομαι στο χρώμα των ματιών σου έρωτες, ξόρκια, κεραυνούς. Φαμένος στ΄ανηφόρι και σ’ ανάγκες σε δάσος στεναγμών και της ντροπής νεφέλωμα του χάους αισθημάτων της αγκαλιάς, της ανταρσίας, της νωπής. Σου Ήλιου και του χρόνου οι αιώνες ανθρώπων μόχθοι, Παρθενώνες να φτάσουν στα ψηλά που δεν γνωρίζουν ερώτων ουρλιαχτά που φοβερίζουν.
152
ΕΛΑ ΝΑ ΑΛΠΑΡΟΤΜΕ Βογκούν φαράγγια και βουνά βογκά μαζί μου όλη η πλάση ένας καημός με τυραννά ένα καημός μ’ έχει γεράσει. Ανάσα φυλλοκάρδι μου φεγγάρι μου καμάρι μου κοντά μου γύρνα πάλι να βγούμε στ’ ακρογιάλι. Σαξίδι να σκαρώσουμε στου κόσμου εκεί την άκρη που δεν υπάρχουν στεναγμοί που δεν υπάρχει δάκρυ. Καράβι μας ο έρωτας πανιά μας τα όνειρά μας με πράγματα αφανέρωτα στο πάθος στη χαρά μας.
153
ΚΙ ΟΜΨ ΠΡΕΠΕΙ τα έρμα της μοναξιάς σοκάκια τριγυρίζω το όραμα αγάπης προδομένης νανουρίζω. τα νυχτοπούλια κάνω τώρα συντροφιά έσβησε ο ήλιος κι ήρθε μαύρη συννεφιά. Σα γιασεμιά δεν άνθισαν εφέτος συμπάσχουν στα σημάδια των καιρών κουρσάροι μακελέψανε μανάδες και στέρησαν το γάλα των μωρών. Νύχτες ολάκερες τ’ αστέρι περιμένω το άστρο της ελπίδας των φτωχών αργά και δύσκολα σας λέω ανασαίνω κι όμως πρέπει τώρα πιό ψηλά να ανεβώ.
ΠΟΙΗΗ ΚΑΝΨ ΣΗ ΙΨΠΗ αν κυκλάμινο φυτρώνεις και στου βράχου τη σχισμάδα θύελλα και οπτασία, του χιονιού τρελή νιφάδα. Πετρένια είσαι μουσική και σκόνη ‘σαι του χρόνου χάδι γλυκό του αγεριού, διαταγές του θρόνου. Νεράιδα είσαι του γιαλού και ξωτικό του δάσους ζεστή είσ’ φλόγα του τζακιού κι αίματα του πάθους. το μυαλό μου τριγυρίζεις και σαν χάροντας θερίζεις πότε κόσμους μου χαρίζεις, κι άλλοτε με ευνουχίζεις. Είσαι αδέκαστος κριτής, ξεφτάς τ’ όνειρά μου στα έξι μέτρα εκτελείς, τους πόθους την χαρά μου. Πες μου τώρα τι κερδίζεις που παντιέρα ανεμίζεις της οργής και της σκλαβιάς γιατί χάδια δεν χαρίζεις γιασεμιά δεν τα ποτίζεις κι είσαι γλώσσα πυρκαγιάς; Ση σιωπή σου εγώ παίρνω και την κάνω ποίηση δώρο κάνω στους ανθρώπους λευτεριά και μύηση.
154
ΣΟ ΞΕΥΨΣΟ Και ήτανε μπόρα και χαλάζι και ήτανε άνοιξη με λούλουδα σ’ ένα χρυσό παλάτι και πιάστηκαν χέρι με χέρι στο στρατί μην ξέροντας μόνον ο ένας για τον άλλον κάτι. Πέρασαν κήπους παραδείσων ‘νειρευτούς νοιώσανε ζεστασιά μεσ’ το χειμώνα διαβήκαν πολιτείες κάμπους ποταμούς και κόψαν τ’ έρωτα πλουμάτη μια ανεμώνα. Και ξάφνου άρχισαν σιγά σιγά τριγμοί και σείστηκαν η γης και το παλάτι κι ο ένας τράβηξε απ’ εδώ κι ο άλλος εκεί χαθήκανε, χωρίς να ξέρει, ο ένας για τον άλλον κάτι. Έτσι μονάχος, έρημος, με συντροφιά το νου σκέπτεται …. ψάχνει για να βρει το μονοπάτι το μονοπάτι το σωστό που οδηγεί που φτάνει εκεί ψηλά στου ουρανού τα πλάτη. Και είδε πως έκανε ένα λάθος αρχικό ν’ αρχίσει το στρατί μέσα στη μπόρα και όμως δεν μετανόησε γι’ αυτό γιατί έμαθε πολλά γι’ αυτόν και για το τώρα. Έμαθε ν’ αγνοεί εγωισμούς κι εγωιστές να εκτιμά ανθρώπους μεταπλάστες ν’ αφήνει τους μονάχους μοναχούς πως έχει η ζωή τους δουλευτές και τους δυνάστες.
155
ΚΑΘΕ ΔΙΚΟ ΟΤ ΒΛΕΜΜΑ Βελούδο και παρηγοριά κάθε δικό σου βλέμμα το φως από αστροφεγγιά, πληγές με δίχως αίμα. Βλέμμα αλμύρα, θάλασσα, μυριάδες υποσχέσεις όλο τον κόσμο τάζουνε, φωτιές και κατασχέσεις. Βλέμμα νυστέρι κοφτερό, χάος, πυκνό σκοτάδι όποτε θέλει το μπορεί, στέλνει πολλούς στον Άδη. Βλέμμα σαν άστρο φωτεινό, ανάσα και χαρά μου τύλιξε πάλι με στοργή τ’ αθώα όνειρά μου.
ΛΕΤΣΕΡΙΑ ΨΑΝΝΑ Να σου ρουφήξω θέλω το μουνί, τις ρόγες, την γλωσσούλα να ψάξω θέλω στην ψυχή, να μπω μες την καρδούλα. Σα μπούτια και τις γάμπες σου τα θέλω προσκεφάλι και στην κοιλίτσα χάδια μου να τρέχουν μαϊστράλι. Σα χείλια σου τα έκφυλα, τα θέλω γλειφιτζούρι σαν το γυφτάκι που πεινά και ψάχνει για κουλούρι. Σους γοφούς σου, την πλατούλα και τους όμορφους τους ώμους με φιλιά θα στα μετρήσω, σαν φλουριά από κληρονόμους. τα γλυκά σου τα ματάκια εκεί θέλω να χαθώ και παντού όπου χωράω εκεί θέλω να χωθώ. Ετούτα θέλω φυλακή ισόβια δεσμά μου σου δίνω σάρκα και ψυχή είσαι το ωσαννά μου.
156
ΠΡΟΔΟΙΑ Η γκόμενα με πρόδωσε και κερατά με λένε με έλιωσε με πάτησε τα σωθικά μου καίνε. Ο ήλιος και ο ουρανός έχουνε γίνει μαύρα δεν έχω τόπο να σταθώ είμαι φωτιά και λαύρα. Σην έχω χάσει τη χαρά είμ’ ένα μοιρολόι μονάχη μου παρηγοριά είναι το κομπολόι! Αΐντε χάιδεψε χαντρούλα και ξεχνάς την αγαπούλα.
ΓΙΑ ΣΑ ΥΙΛΙΑ Σου πάθους τα φιλιά, δεν είν’ ποτέ παραγγελιά! Γι’ αυτό, δεν θέλω τίποτα σε μένανε να δώσεις εκτός μονάχα, ότι, απ’ την ψυχή σου το ποθείς. Να ξέρεις δεν μπορείς εσύ να με πληγώσεις δεν είμαι ‘γω κρυμμένο μυστικό να με προδώσεις. Δεν θέλω τίποτα σου λέω να μου δώσεις κι ούτε μπορείς το φταίξιμο σε μένα να φορτώσεις.
157
Η ΖΗΛΙΑΡΑ Με τη ζήλια σου, τσακίζεις τα φτερά του έρωτά μου την αγάπη, μου σκοτώνεις γι’ αυτό φύγε μακριά μου. Με τις ζήλιες και τη γκρίνια, με ποτίζεις τη χολή τη ζωή, μου φαρμακώνεις νοιώθω έρημο πουλί. Πολλές φορές σου μίλησα σου έδωσα αγάπη όμως εσύ αγιάτρευτη μου κάνεις το σατράπη. Σώρα έφυγα και γειά σου κάτσε μόνη σου στ’ αυγά σου απ’ αγάπη δε σκαμπάζεις ξέρεις μόνο να γκρινιάζεις. Έτσι μονάχος έρημος με τρώει το αγιάζι μετρώ το κομπολόι μου και λέω δεν πειράζει.
158
ΜΕΘΑΨ ΑΠΟ ΕΡΨΣΑ Εάν δεν θέλεις μια φορά εγώ δεν θέλω δέκα. Άμα το θέλεις μια εσύ θα σε ρουφήξω σαν κρασί. Θέλω εσύ να δίνεσαι δεν θέλω να σε παίρνω. Δεν είμαι εγώ αρσενικό που μοναξιά σου φέρνω. Δεν είμαι του ψεκάσατε σκουπίστε κι ήρθε τέλος είμαι «σκλαβάκι» γυναικών και της αγάπης μέλος. Μεθάω από έρωτα και επικοινωνία και ανατρέπω τις αρχές νόμους και κοινωνία.
ΣΟ ΣΑΘΜΟ Μήνες και χρόνια στο σταθμό το τρένο περιμένω γαλάζια όνειρα, φιλιά, μου λείπουν και πεθαίνω. Φιόνια, χαλάζι, παγωνιά, ψυχρό το ξεροβόρι έρημος, μόνος στη γωνιά, με τρύπιο πανωφόρι. Περνούν διαβάτες βιαστικοί, με βλέπουν σα ζητιάνο το τρένο έφυγε για αλλού, κάθε ελπίδα χάνω. τριμώχνω στο δισάκι μου καημούς και όνειρά μου και μες τα μάτια των παιδιών ψάχνω για τη χαρά μου
159
ΠΑΑ ΘΑ Ε ΚΑΝΨ Δεν πίστευες στην πάρτη σου ζήταγες κατακτήσεις ήθελες να με δεις νεκρό στον τάφο μου να φτύσεις. Και κόλπα έκανες πολλά μέχρι να με τουμπάρεις και όταν τα κατάφερες κοίταξες να ρεφάρεις. ε όλους, τους την έπεφτες με λόγια με ναζάκια δίχως ντροπή τους έδειχνες μέχρι και τα βυζάκια. Σώρα ‘γω με κομπολόι γράφω εσένα κι που ξέρεις σε ψυχίατρο να πας και τρελόχαρτο να φέρεις. Σότε εγώ θα σε πιστέψω κι αΐντε δε θα σε κουρέψω μόνο πάσα θα σε κάνω στον τρελό του από πάνω.
ΚΑΓΚΕΛΑ ΣΡΙΓΤΡΨ ΒΑΖΕΙ Με φροντίζεις σαν πουλάκι για να μ’ έχεις σε κλουβάκι αχ ρε βλάμισσα. Πάντα κάνεις το δικό σου πίσω απ’ όλα ο εαυτός σου ρε αλάνισα. Κάγκελα τριγύρω έχω τη σκλαβιά δεν την αντέχω βρε κουκλίτσα μου. Σώρα ξύπνησα και βλέπω γι’ αυτό γεια σου δεν αντέχω παίρνω τη βαλίτσα μου.
160
Η ΖΨΗ ΜΑ ΥΕΤΓΕΙ ΒΙΑΟΤ ου ζητάω ραντεβού με ρωτάς πότε και που. ου ορίζω μέρος ώρα μα με στήνεις αλεπού. Προσπαθώ εδώ και τώρα μα … μου λες δεν είναι ώρα … κάνε λίγο υπομονή αχ βρε κούκλα καλλονή. Δεν μπορώ να περιμένω σιγολιώνω το καημένο κάθε τι κολλά στη βράση άντε μπρος κι έχω γεράσει. Σα χρονάκια της ζωής μας είναι όλα μια στιγμή κάνε γρήγορα και βιάσου όλα θέλουνε πυγμή. Σων ερώτων τα παιχνίδια μην τα βάζεις στη γραμμή στρίμωξ’ τα προώθησέ τα τώρα που ‘σαι σαν αυγή. Η ζωή μας αχ περνάει σαν την αστραπή και πάει σαν και χθες ήμουν παιδάκι τώρα είμαι γεροντάκι.
161
ΟΙ ΕΡΙΝΤΕ ΘΑ Ε ΒΡΟΤΝ Με είδες ανταγωνιστή, όχι συνοδοιπόρο με μίσησες, με ζήλεψες, μου στέρησες το χώρο. Σαξίδια δεν γευτήκαμε, του έρωτα αντάρες κι αντί για χάδια και φιλιά, με φόρτωσες κατάρες. Οι ερινύες θα σε βρουν, γι’ αυτό το φέρσιμο σου κι απ΄το κακό σ’ άλλο κακό θα μπαίνει το εγώ σου.
ΑΠΟΣΕΛΕΜΑΣΙΚΟ ΥΑΡΜΑΚΟ Πάρε κι συ το γιατρικό για όλες τις παθήσεις στις αγκαλιές των αγοριών άιντε να αμαρτήσεις. Ετούτο δω το φάρμακο γιατρεύει τον καρκίνο γι’ αυτό πάρε τον κρίνο μου και κάνε τον κλαρίνο.
162
ΣΟ ΤΜΠΑΝ ΘΑ Ε ΕΚΔΙΚΗΘΕΙ Μου έριξες τα δίχτυα σου και μπλέχτηκα, μικρή μου. Ύστερα με καμάκωσες λάβωσες την ψυχή μου. ’ αρέσει να με τυραννάς που λιώνω ‘γώ, δεν με πονάς. Σα θύματα σου δεν κοιτάς και τις πληγές μας δεν μετράς. Γιατί σκληρή και άπονη σε έφτιαξε η φύση γιατί αισθάνεσαι καλά καρδιές που’ χεις θερίσει; Όμως να ξέρεις, άσπλαχνη ‘μοβόρα, καλλονή μου θα το πληρώσεις που εσύ μαυρίζεις τη ζωή μου.
ΙΠΠΟΣΗ ΕΙΜΑΙ ΕΓΨ Ελπίζω πια να έμαθες με μένα να μην παίζεις γιατί ιππότης είμ’ εγώ της στρογγυλής τραπέζης. Δεν το σηκώνω τ’ άδικο τα δήθεν, τα παιχνίδια τα σουξου μουξου και τ’ αλλιώς εγώ έχω...βαρίδια. ΣΕΛΟ
163
164
165
166
Αιϊνεσ τϊρα, ουςιαςτικά είμαςτε υποδουλωμζνοι και εξαρτθμζνοι. Αυτό είχε ςαν αποτζλεςμα να χάςουμε ό,τι κετικό μασ χαρακτιριηε ςαν λαό και ςαν ζκνοσ. Χάςαμε τθν ςοφία, τον πολιτιςμό, τθν κουλτοφρα, τθν ευαιςκθςία, τθν ανκρωπιά, τθ φιλοξενία και άλλα παρόμοια χαρακτθριςτικά μασ. Μζςα ς’ όλα αυτά τα χρόνια, τα κοινωνικά ςυςτιματα με τισ πολιτικζσ και κρθςκευτικζσ εξουςίεσ, μασ είπαν ψζματα για τθν ιςτορία και για τουσ ςτόχουσ τθσ ηωισ. Μασ καλλιζργθςαν τα πιο ταπεινά ηωϊδθ ζνςτικτά μασ. Μασ φόβιςαν. Μασ ζκαναν απακείσ, εγωκεντρικοφσ, εγωιςτζσ, νάρκιςςουσ, υποκριτζσ, αναςφαλείσ, με αιςκιματα κατωτερότθτασ τα οποία προβάλλουμε ςαν ανωτερότθτασ. Γίναμε καταναλωτζσ των πάντων! Μασ ζπειςαν ότι θ απόκτθςθ, θ κατάκτθςθ, θ εξουςία, θ επίδειξθ γενικά και ειδικά του ΕΓΩ μασ είναι οι ςτόχοι ςτθ ηωι μασ. Μασ φόρτωςαν πλθροφορίεσ όχι όμωσ μόρφωςθ και ςοφία. Μασ ζκαναν και ξεχάςαμε το «γνϊκι ς’ αυτόν», τθν αξία τθσ δθμιουργίασ, τθσ ιςότθτασ, τθσ δικαιοςφνθσ, του ουμανιςμοφ, τθσ ανεξαρτθςίασ, τθσ αγάπθσ, τθσ ελευκερίασ, τθσ άμεςθσ δθμοκρατίασ. Μασ ζκαναν παραγωγικά ηϊα ςε φάρμα για να αποκτοφν κάποιοι ελάχιςτοι υλικό πλοφτο και εξουςία. Κάναμε δφο και τρεισ δουλειζσ για να «εξαςφαλίςουμε» τουσ εαυτοφσ μασ και τα παιδιά μασ. Πμωσ αυτά που εξαςφαλίςαμε είναι άγχοσ, ςτρεσ, ςάκχαρο, πίεςθ….καρκίνο. Ριςτζψαμε ότι είμαςτε βαςιλιάδεσ ςε παλάτι που με τον καιρό αυτό κα γινόταν πιο χλιδάτο και με πολλοφσ δοφλουσ. Μασ χϊριςαν ςε άςπρουσ, μαφρουσ, κίτρινουσ και μασ ζπειςαν ότι το άςπρο χρϊμα που ζχουμε εμείσ είναι το καλφτερο, το ανϊτερο. Μασ οπαδοποίθςαν και μασ ζπειςαν ότι ο εχκρόσ μασ είναι ο ςυνάνκρωπόσ μασ που ανικει ςε άλλθ ομάδα, ςε άλλο κόμμα, ςε άλλο χρϊμα, ςε άλλθ κρθςκεία, ςε άλλθ τάξθ. Μασ ζκαναν και ςτρεφόμαςτε ο ζνασ εναντίον του άλλου. Με τον γείτονα τθσ απζναντι πόρτασ δεν λζμε καλθμζρα. Λδιωτεφουμε, δεν είμαςτε κοινωνία και αυτό είναι παρά φφςθ, επομζνωσ κακό για όλουσ μασ. Μασ ζπειςαν ότι αρκεί να ψθφίηουμε και μετά να αράηουμε ςτον καναπζ και οι πολιτικοί με τουσ παπάδεσ κα μασ οδθγοφν ςτθν ευτυχία. Αυτοί βζβαια μασ εξευτζλιςαν όπωσ και τουσ εαυτοφσ τουσ. Μασ ζκρυψαν ότι ο κάκε άνκρωποσ είναι κφτταρο του οργανιςμοφ που λζγεται ανκρωπότθτα και μασ καλλιζργθςαν το ΕΓΩ μασ για να μθν ζχουμε τθ δφναμθ και τθν ομορφιά που απορρζει από το ΕΜΕΛΣ. Τάςοσ Κωμαΐδθσ