the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
\ ταμπάκικα άμφισσας, 21 μαΐου – 5 ιουνίου 2011
the symptom projects Το the symptom projects είναι μια πλατφόρμα που στοχεύει στη διερεύνηση του «συμπτώματος» στην τέχνη. Το «σύμπτωμα», αυτή η σκοτεινή εμπειρία της λακανικής ψυχανάλυσης, το γλωσσικό συμβάν, που αναδύει το αδιάθετο ίχνος του πραγματικού, το αφανέρωτο ίχνος του πράγματος. Επικεντρωνόμαστε έτσι στην ανεικονική αλήθεια του έργου της τέχνης και όχι στις απεικονιστικές και ρεαλιστικές του καθηλώσεις. Συνεργαζόμενο με καλλιτέχνες, επιμελητές, θεωρητικούς και λογοτέχνες το The Symptom Projects γίνεται έτσι ένας τόπος σκέψης αλλά μαζί και ένα πειραματικό φόρουμ που με εκθεσιακές δραστηριότητες, στρογγυλές τράπεζες και κειμενικές παραγωγές επιχειρεί να διερευνήσει αυτό το αχαρτογράφητο απόθεμα που είναι όμως και η καταγωγική αναφορά του οποιουδήποτε έργου. αποστόλης αρτινός – μαργαρίτα καταγά – κώστας χριστόπουλος
the symptom projects The Symptom Projects is a platform that seeks to examine the “symptom” in art; the “symptom”, this dark experience of the lacanian psychoanalysis, the linguistic event that lets emerge the indisposed trace of the real, the unrevealed trace of the thing. We focus on the non pictorial truth of the work of art, not on its figurative and realistic fixations. Through a collaboration with artists, curators, theoreticians and litterateurs, The Symptom Projects becomes a place of thought no less than a forum of experimentation that aims to explore this unmapped reserve and, equally, this original reference of an artwork what so ever, by means of exhibition activities, round tables and textual productions. apostolis artinos – margarita kataga – kostas christopoulos
εσωτερικοί τόποι \ η λανθάνουσα κατάσταση της μνήμης Η εξέλιξη της γλώσσας και η διάρρηξη που επέρχεται στην οντολογία της με τη μορφή του συμπτώματος, αποτελεί το αντικείμενο μελέτης που γεννά το καταστατικό ερώτημα για το τι καθορίζει το σύμπτωμα ως μία αλυσίδα σημαινόντων η οποία εσωτερικεύεται στο είναι της γλώσσας. Η μελέτη ενός «τόπου», μέσα από τη γέννηση και τη συν-ύπαρξη του καλλιτεχνικού έργου, εγείρει ερωτήματα ως προς την ταυτότητα του υποκειμένου και τη διαδραστικότητα του Πραγματικού ως συνέχεια του συμπτώματος. Μαρτυρία της ιστορίας ενός τόπου, στοιχείο του απώτερου παρελθόντος που ανθίσταται στην εξαφάνιση του από την παρούσα στιγμή, τα Ταμπάκικα της Άμφισσας. Τα παλαιά βυρσοδεψεία της δελφικής γης, αποσυρόμενα από τη σύγχρονη ζωή της πόλης, πραγματικά φαντασματικά κτήρια, ένας ερειπιώνας, προσφέρονται τώρα ως ο τόπος και το σκηνικό εντός του οποίου διερευνάται το «αφανέρωτο». Ερείπια συντεχνιών, ο χωμάτινος τόπος του σκληρού μόχθου και της οσμηρότητας των δερμάτων των ζώων, φαντάζει σα ν’ αποζητά την ιδεατή ενσωμάτωση της τωρινής ύπαρξης. Κληροδοτεί την αρχή μιας διαδικασίας αναίρεσης των δεδομένων του παρελθόντος και του αρχείου μνήμης, «κατασκευάζοντας» μία συνθήκη ηθελημένης καταστασιακής αμνησίας η οποία δηλώνει την άφατη διάσταση του πραγματικού, το σύμπτωμα του τόπου. Ο τόπος αυτός φαντάζει ως μια σημειολογικά φορτισμένη, αυθύπαρκτη και αυτάρκης γη, η οποία αναμετράται με τη σιωπή της γλώσσας. Η -κατά Λακάνγλωσσική διάρρηξη οδηγεί στην εμφάνιση του «συμπτώματος» το οποίο παρά το γεγονός ότι δεν έχει το ίδιο νόημα, νοηματοδοτεί και αναδύει πάραυτα αυτή την αλήθεια του υποκειμένου. Πρόκειται όμως για ένα υποκείμενο τραυματισμένο, ένα υποκείμενο που εγκαταλείπεται σ' αυτό το ίχνος του πραγματικού που αναδύεται. Το σύμπτωμα έτσι εισάγει το υποκείμενο σε μηχανισμούς αναφορικών συστημάτων που ορίζονται από την έλλειψη και την παραίσθηση. Η πόλη της Άμφισσας οριοθετείται ως ο τόπος όπου η γλώσσα τυχαίνει να υποχωρεί ως αντικείμενο επιθυμίας. Γίνεται το σημείο όπου ο καλλιτέχνης διασαλεύει την πραγματικότητα του Άλλου, σαν να πρόκειται για ένα αυτούσιο σύμπτωμα, ένα ίχνος του πραγματικού. Οι μεταμορφώσεις συμβαίνουν μέσα από την διαδικασία της διανοητικής και πνευματικής σχέσης που εγκαθιδρύει ο δημιουργός με αυτό που συναντά. Η ιστορική δύναμη του τόπου της Άμφισσας και η σύγκριση με την παρούσα της κατάσταση υπάγεται σε μία υπερβατική λογική που γεννά ερωτήματα για τη φύση του χρόνου. Κατά τον γερμανό φιλόσοφο Edmund Husserl ότι προηγείται ενός γεγονότος περιέχει τον όρο δια του οποίου αυτό το γεγονός ακολουθεί κατ’ αναγκαιότητα. Κατά συνέπεια μια παρουσία σηματοδοτεί μέσω της διαμεσολάβησης αυτό το οποίο ήδη προϋπήρχε. Μεσολαβούν βιώματα, εμπειρίες, σκέψεις και στοχασμοί για να ερευνηθεί το «σύμπτωμα» του τόπου για ανευρεθούν από τον δημιουργό οι αιτιατοί κρίκοι πίσω από την εμφάνιση του τυχαίου το οποίο έχει εγχαραχθεί ως ίχνος στα παλιά βυρσοδεψεία της Άμφισσας. Τα έργα της έκθεσης ακροβατούν ανάμεσα στο πραγματικό και το πλασματικό και ορίζουν τον χώρο και το συμπτωματικό σοκ της ύπαρξης σαν το πραγματικό συμβάν στον κόσμο της μυθοπλασίας. Ο καλλιτέχνης γίνεται έτσι ο ίδιος ένας «θύλακας» του χώρου. Ακριβώς όπως τα επεξεργασμένα δέρματα των ζώων, που αφήνουν το σαρκικό τους ίχνος στη γη, έτσι και το έργο τέχνης ενυπάρχει ως το προστατευτικό, εννοιολογικό «περίβλημα», προστάτης το ίδιο του χώρου που περιβάλλει. Οι καλλιτέχνες διανοίγουν τόπους σημειακών παρεμβάσεων. Κατά τον Γάλλο φιλόσοφο Ηenri Lefebvre, «ο χώρος παράγεται πριν διαβαστεί και δεν παράγεται για να διαβαστεί και να γνωρίσει (να γίνει κτήμα γνώσης) αλλά για να βιωθεί από ανθρώπους που έχουν σώμα και ζωή». Συνεπώς η μνήμη δρα σε λανθάνουσα κατάσταση και το σφάλμα αποτελεί στοιχείο της. Στη διαμόρφωση της καλλιτεχνικής «μνήμης» το σύμπτωμα εν-τοπίζεται και ενχρονίζεται σε πλήρη διάκριση από τη φαινομενολογία των αφηγηματικών εμπειριών. Στην παρούσα τυπολογική και ιστορική συμπλεγματική σχέση του τόπου, τα ερείπια υποδηλώνουν διαφορετικούς τρόπους εν-οίκισης και επικοινωνίας μεταξύ των οντολογικών συστημάτων συμβίωσης. Οι μετουσιωτικές μορφές που αναδύονται στο φωτογραφικό έργο της Ελένης Λύρα, στηρίζονται στις υπαρξιακές δομές που ορίζουν τη φυσική υπόσταση του σώματος. Η εικονογραφία είναι επικεντρωμένη στην αρχετυπική μορφή της ιερότητας του γυναικείου σώματος. Η Λύρα μελετά τη θέση της γυναίκας στην ιστορία. Η μεταφυσική διάσταση της εικονογραφίας μαρτυρά την ευάλωτη φύση της γυναίκας στη συγχρονικότητα. Ο Χρήστος Βενέτης αποτυπώνει στα Ταμπάκικα της Άμφισσας τα στοιχεία του χάους. Καταγράφει το ατύχημα μεταξύ τάξης και αταξίας στην πέτρινη επιφάνεια του τόπου και τη μεταμόρφωση της ύλης μέσω της φωτιάς, μέσα από τη γέννηση και το θάνατο. Κατά το ρωμαϊκό ρητό, «κάνουμε κύκλους μέσα στη νύχτα και αναλωνόμαστε από τη φωτιά». Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Πλάτωνας στον Τίμαιο, «η πέτρα
που αποτελείται από ίσα και ομοιόμορφα μέρη γίνεται διαφανής και όμορφη ενώ εκείνη που έχει αντίθετες ιδιότητες είναι άσχημη. Η φωτιά είναι ικανή να εισχωρήσει το κενό της γης και τα σώματα γίνονται κάπως ανόμοια με τον εαυτό τους» Και το νερό, κατά τον Τίμαιο, μέσα στη γη χρησιμοποιεί βία για να βρει διέξοδο κι έτσι η γή δεν είναι συμπαγής, διασπάται βίαια από το νερό και είναι σε μόνιμη κίνηση πάνω από αυτό. Η Πολυάννα Βλατή επεξεργάζεται ένα φυσικό δομικό στοιχείο, τον πρωταγωνιστή των Ταμπάκικων, την πηγή της Χάρμαινας, που έδινε ζωή στην υλικοτεχνική χειροτεχνία των ακατέργαστων δερμάτων. Ορίζει μέσα από τα ίχνη τα οποία σμιλεύει, την υδάτινη παρουσία, την «αόρατη» αφηγηματική συνάντηση της ουσίας με τον τόπο. Η Λίλα Χρόνη αναδύει το φαντασιακό στοιχείο της πηγής και τους αρμονικούς συσχετισμούς της φύσης μέσα από τη διείσδυση στο σώμα. Φτιάχνει μια παράσταση σιωπής, ενορχηστρώνει τη σχέση με το χώρο, δημιουργώντας το πλαίσιο που διαρκώς μεταβάλλεται για να προσδιοριστεί εκ νέου η σχέση μας με τον χρόνο και τη μεταβολή. Στις συνθήκες οργανικής ύπαρξης και συνύπαρξης που ορίζει η ιαπωνική τέχνη του ΒUTOH παρατηρούμε αυτό που ο Gaston Bachelard ορίζει στο «Η Εποπτεία της στιγμής» ως «η εγγραφή χιλίων συγκεχυμένων και μπερδεμένων συμβάντων του παρελθόντος μέσα στην ύλη που είναι επιφορτισμένη να ενεστοποιήσει τον χαμένο χρόνο». Η εγγραφή του συμβάντος μέσα από το βασικό στοιχείο του νερού καταγράφεται με βιωματικό τρόπο και στον «φυσικό χώρο» που κατασκευάζει μέσω των ήχων η ομάδα ΤΟΤΕΜ. Η νέα τεχνική πραγματικότητα συγκαλύπτει την ψυχο-φυσιολογία της ακοής και της όρασης για να επινοηθεί ένας «τόπος χωρίς τόπο», παρόμοιο με τους χώρους χωρίς όρια στα αφηγήματα του Μaurice Blanchot, οι οποίοι κατευθύνονται προς το άπειρο. Επεξεργασία δεδομένων για την εκκίνηση μιας διαλεκτικής σχέσης με το χώρο με οργανικιστικές διαστάσεις, ορίζει και το έργο του Κωστή Σωτηρίου στα Ταμπάκικα. «Ο χώρος της πρωταρχικής μας αντίληψης» όπως διατείνεται ο Michel Foucault («Περί αλλοτινών χώρων», 1967) «ο χώρος των ονείρων μας, ο χώρος των παθών μας, περικλείει εγγενή χαρακτηριστικά». Ο χώρος τον οποίο καταλαμβάνει ο καλλιτέχνης φαντάζει -μέσω της ψηφιακής καθετοποίησης του φωτός και της παρουσίας της οργανικής ύλης -ενός γλυπτού από πάγο που φέρει τη μορφή της ανθρώπινης μύτης- ως ένας νέος τόπος ερμηνείας των αισθήσεων του σώματος μέσα από την ψηφιοποίηση των αισθήσεων. Το σώμα ως κατάλοιπο της πάλης μεταξύ ανθρώπου και φύσης είναι το στίγμα που αφήνει η παρουσία της κεφαλής ενός βίσωνα. Το γλυπτό που κατασκεύασε ο Νίκος Παπαδημητρίου για να ορίσει τη μετα-σχέση του ανθρώπου με τη φύση, είναι η κατάληξη, το παγωμένο σημαίνον ίχνος της παρουσίας του ανθρώπου ως σύμπτωμα. Kατά τον γάλλο φιλόσοφο Jacques Derrida, η επιβεβαίωση της εξουσίας του ανθρώπου στη φύση ορίζεται μέσα από την οριακή σχέση μεταξύ της έννοιας της θυσίας που προτάσσουν οι θρησκείες και την οντολογική φύση του κανιβαλισμού. Το ανατετμημένο ζωικό σώμα, το ζωικό δέρμα του προβάτου, προς επεξεργασία, αποκτά τον ρόλο του φορέα της κάθαρσης στο έργο της Μαρίας Χατζηνικολάου Το πτώμα –δέρμα, ως σύγχρονο τοτέμ αποποιείται την χρηστική του ιδιότητα και αποκτά την ιδιότητα του συμβόλου της κάθαρσης. Η εικαστικός το επαναφέρει με μια ειρωνική, συμπτωματική χειρονομία στο φυσικό του περιβάλλον, καταθέτοντας μέσα στο βυρσοδεψείο μια εικονική στατική αναπαράσταση της φύσης. Τα απομεινάρια ζωικών σπαραγμάτων του Βασίλη Γεροδήμου «στοιχειώνουν» το ταμπάκικο που εμπνέει τον καλλιτέχνη να ορίσει νέες συνθήκες μετασχηματισμού της οργανικής ύλης. Με πυκνή υποβλητικότητα ορίζει με μια υποκειμενική «γλωσσική» έκφανση τη σχέση μεταξύ του παρελθόντος και της μνήμης. Το άθροισμα των επεξεργασμένων σωμάτων και «ο επανασχεδιασμός» τους σε αφαιρετική ύλη, δεν αποτελούν πλέον –με βάση τη θεωρία του «Σώματος δίχως όργανα» των Deleuze - Guattari, απομεινάρια κατακερματισμού αλλά πεδία συμπυκνωμένης, μετασχηματισμένης έντασης. Σύμφωνα με τον Lacan, ένα σύμπτωμα είναι ένα σημείο που αναπαριστά κάτι για κάποιον. Ο Παναγιώτης Βούλγαρης μέσα από την εγκατάσταση του πάνω από την πηγή της Χάρμαινας αυτοπροσδιορίζει το σημείο των αντιληπτικών ιδιοτήτων του ανθρώπου σε σχέση με τη φύση και μεταβιβάζει τα παράλογα όρια που έχουν οριστεί αιώνια ανάμεσα στο αστικό τοπίο και τη φύση. Τα εφήμερα μέσα που υιοθετεί -η τροφή των αιγοπροβάτων- μια πιθαμή μακριά από το ‘αστικό’ τοπίο, ορίζει μια νέα μυθολογία σημαντική για την αυθεντική και ποιητική συνύπαρξη ανθρώπου- φύσης. Στην «Πραγματεία περί ανθρώπινης φύσεως» ο David Hume xωρίζει τις αντιλήψεις του πνεύματος σε εντυπώσεις και ιδέες. Η ιδέα μπορεί να αναπαριστά την εντύπωση και η ομοιότητα μπορεί τουτέστιν να διακριθεί χάρη στην μοναδική διάκριση της μνήμης από τη φαντασία. Η Ρένα Παπασπύρου ορίζει εκ νέου τη δυναμική της μνήμης στον τόπο. Η ύλη φθείρεται και διαλύεται στο σύμπαν και τα αστικά χαλάσματα, σα σώματα εν κινήσει,
μετοικίζουν, αλλάζουν τόπο. Η ύλη καθίσταται υπερβατική, ένα θραύσμα τοίχου με ιστορία γίνεται αυτό που ο Lacan ονόμασε μετουσιωτική μορφή, μορφή που υπονομεύει την υπαρξιακή δομή για να προσδώσει ελευθερία στο φαντασιακό υποκείμενο. Στη Χάρμαινα ένα φυσικό κομμάτι αρχιτεκτονικής ύλης αυτονομείται από το παρελθόν για να κατακτήσει το μέλλον. Η μετουσιωτική μορφή του λόγου ορίζεται μέσα στα όρια που θέτει το τρισδιάστατο σύμπλεγμα του Κώστα Χριστόπουλου. Με την περιχάρακωση εικόνων που παραπέμπουν στην πολιτισμική εξέλιξη του ανθρώπου - εντός ενός φετιχιστικού αντικειμένου το οποίο συμβολίζει τη φυλάκιση της φύσηςδιάφορα χαρακτηριστικά που παραπέμπουν στο διάλογο των πολιτισμών, εμφανίζονται ως κατηγορήματα μίας μη μορφολογικής υπόστασης. Η εικόνα εξερευνά μέσα στον εγκλεισμό της τα όρια της εντοπιότητάς της και το ρόλο της στον βιομηχανικό χώρο. Η καθεστηκυία ιερότητα της φαινομενικής ύπαρξης ερευνάται στο έργο της Βάσως Γκαβαϊσέ. Η ασύμπτωτη γραμμική υπόσταση της ύλης παραπέμπει στο στοιχείο που περιέγραψε ο Xέγκελ ως «πρώτη φύση», φύση πριν από τον άνθρωπο που βασίζεται στη μη-εννοιολογική τυχαιότητα. Η μνημειακή γεωμετρική σύνθεση εκδιπλώνεται στο εγκαταλελειμμένο, ερειπωμένο τοπίο ως μια ποιητική, μυθική ενόραση προς το χρόνο του μέλλοντος. Και στο έργο της Τερέζας Παπαμιχάλη, φαντάζει να ενοικεί ο αιώνιος χρόνος ο οποίος αντιπαραβάλλεται με την πραγματική αλλοίωση του περιβάλλοντα χώρου. Πρόκειται για μια αφηρημένη εικόνα των αξιών ενός τόπου η οποία τείνει να ανατρέψει την πραγματικότητα διαμέσου της διαστρέβλωσης της καταγεγραμμένης μνήμης. Η κατασκευή ενυπάρχει -μέσα στο ακατοίκητο σημείο του τόπου- ως θραύσμα του νου, ως ένα σύμπτωμα το οποίο προτάσσει ένα σύστημα ανάλυσης και σύνθεσης του παρόντος και του μέλλοντος. Ο Βασίλης Μπαλατσός ορίζει τις εσωτερικές και γεωφυσικές μεταφορές του χώρου (τετράγωνος και παραλληλόγραμμος όγκος), μέσα από τον οποίο επιτρέπεται η θέαση των χωρικών συντεταγμένων από το ανθρώπινο βλέμμα. O χρόνος ορίζεται από μία και μοναδική διάσταση – κατά τη ρήση του Immanuel Kant- και συνεπώς η καταστασιακή συνείδηση του χώρου είναι αποτέλεσμα της μνήμης και συνεχούς ανανέωσής της με φανταστικά τεχνάσματα. Στον κατασκευασμένο «τόπο» του Μπαλατσού, η γλωσσική διάρρηξη αποτελεί σημείο μιας κατάστασης η οποία δεν έχει βιωθεί. Το σύμπτωμα δεν έχει εξαρχής νόημα αλλά νοηματοδοτεί. Το σύμπτωμα του εγκλεισμού του σημαίνοντος και η συμβολικοποίησηεικονοποίηση του εκάστοτε εξουσιαστικού ορισμού ορίζει τη γλυπτική σύνθεση της Χριστίνας Σγουρομύτη. Η αιχμηρή αντιπαράθεση φύσης-εξουσίας εγκλωβίζεται με ηδονοβλεπτική έμφαση. Η καλλιτέχνις φυλακίζει το ‘αρσενικό’ βλέμμα μέσα σε μία θηλυκή χειρονομία η οποία οδηγεί σε σκέψεις για τους νέους ρόλους του κοινωνικού φύλου. Στις «φυσικές» παρεμβάσεις στον τόπο του Γιώργου Σκυλογιάννη, ο μικρόκοσμος της φύσης λαμβάνει συμπτωματικά συμβολική υπόσταση. Η στιγμιαία χειρονομία γίνεται στοιχείο δόμησης και το χρώμα κοινωνεί την προβληματική των κινητήριων δυνάμεων και των αποσπασματικών μορφών του οργανικού κόσμου, ο οποίος μεταλλάσσεται στο φυσικό τοπίο της πηγής της Χάρμαινας. Ο καλλιτέχνης επεμβαίνει στη χρωματικότητα της ύλης και ορίζει ένα νέο -οργανικό για τον τόπο-στοιχείο έκφρασης. Οι γλυπτικοί όγκοι ενυπάρχουν ως ελεύθερη γραφή του ενεστώτα χρόνου που χαρακτηρίζει τον τόπο. Αναβιώνοντας με διαλογικό τρόπο το προσωπικό βίωμα, η Δέσποινα Μειμάρογλου, καταθέτει αυτό που ο γάλλος φιλόσοφος Alain Badiou, θα όριζε ως «συμβάν», ως ρήξη, το ατύχημα μέσα από το οποίο ξεκινάει η αλλαγή. Η μελέτη μιας οικογένειας μεταναστών, η οποία ξεκίνησε από την Άμφισσα και κατέληξε στον δικό της γενέθλιο τόπο, την Αλεξάνδρεια, είχε σαν απόληξη τη γέννηση μιας αντιπαράθεσης δύο τόπων και δύο πολιτισμών μέσα από σπάνιες εικόνες. Οι παράλληλοι κόσμοι και οι μνήμες γίνονται η οπτική γλώσσα της εικαστικού και ορίζουν τη σχέση γέννησης –θανάτου στο γενέθλιο τόπο του καθενός απανταχού της γης. Πρόκειται για μια πολιτική, κριτική κατάθεση που προτείνει την επανεξέταση των διαπολιτισμικών διαχωρισμών οι οποίοι οδηγούν σε διαταξικές κοινωνικές απογοητεύσεις. Και στη βίντεο-εγκατάσταση του Δημήτρη Κόζαρη, το τοπίο εξυφαίνει χωροχρονικές, σιωπηλές εικόνες από τον τόπο των Ταμπάκικων και φαντάζει ως ένα ατελεύτητο σύμπτωμα το οποίο ορίζεται από τις μυστικιστικές εικόνες. Οι εικόνες αυτές μοιάζουν με αυτό που ο Walter Benjamin όρισε ως «γλώσσες της φύσης», οι οποίες συνυπάρχουν με την ανθρώπινη γλώσσα η οποία της αναδέχεται. Στον τόπο των παλιών βυρσοδεψείων της Άμφισσας, στην περιοχή των Ταμπάκικων της Άμφισσας, αναδύονται τόσο τα παρελθόντα όσο και τα ερχόμενα συμβάντα και το σημαίνον καταλαμβάνει τη θέση τόσο του Ενός, όσο και του όλου. Μαργαρίτα Καταγά
ιnterior spaces \ the latent state of memory The evolution of language and the advent of the disruption of its ontology under the form of the symptom are the objects of study generating the following constitutive question: what determines the symptom as a chain of signifiers interiorized in the being of language? The study of a “place” through the birth and the coexistence of the work of art raise questions related to the identity of the subject and the interactivity of the Real as continuity of the symptom. Testimony for the history of a place, element of a remote past that resists its disappearance from the present moment: the Tampakika of Amfissa. The old tanneries of the Delphic land withdrawn from the contemporary life of the city, real phantomlike buildings, a place of ruins, are given now as the place and the scenery in which the “unrevealed ” is explored. Wrecks of trade unions, the earthly place of manual labor and of the smelliness of animal skins appears as if it seeks the ideal integration of the present existence. It bequeaths the start of a sublation process for the past data and the memory archive, “constructing” a condition of intentional constitutive amnesia that manifests the ineffable dimension of the real, the symptom of the place. This place appears to be a semiologically charged and autarkic land, existing on its own and confronting the silence of language. According to Lacan, the linguistic disruption leads to the emergence of the “symptom”, which, although meaningless in itself, gives meaning and has the truth of the subject emerged at once. Nonetheless, it is a wounded subject, a subject abandoned to this emerging trace of the real. Thus, the symptom introduces the subject to mechanisms of referential systems defined by lack and hallucination. The city of Amfissa is demarcated as the place where the language happens to withdraw as the object of desire. It becomes the point where the artist perturbs the reality of the Other, as if there is a symptom per se, a trace of the real. Transformations happen through the process of intellectual and spiritual relation that the creator sets up with what she meets. The historic power of the place of Amfissa and the comparison with its present state fall under a transcendent logic that raises questions related to the nature of time. According to the German philosopher Edmund Husserl, what precedes a fact includes the condition under which this fact follows by necessity. Therefore, by means of mediation, a presence signals what already preexisted. There are experiences and thoughts that mediate the exploration of the place’s “symptom” by the creator, with the purpose of finding the causal links behind the advent of chance inscribed as a trace in the old tanneries of Amfissa. The artworks of the exhibition perform a kind of acrobatics between the real and the fictional, and define the space and the symptomatic chock of existence as the real event in the world of fiction. The artist herself becomes an “enclave” of the space. The work of art exists as a protective, conceptual “envelop”, as the protector of the enveloped space in the exact same way some worked skins of animals leave their carnal trace on the land. The artists open up places of punctual interventions. According to the French philosopher Henri Lefebvre, “the space is produced before it is read, and it is not produced to be read and known (be possessed as knowledge) but to be lived by humans having a body and a life”. Therefore, memory acts in a latent state having the error as its element. In the formulation of the artistic “memory” the symptom is located in a place and in time as opposed to the phenomenology of narrative experiences. The present, typological and historic, complex relation of the place taken into account, the ruins suggest different modes of inhibiting and communication between the ontological systems of living together. The sublimated forms emerging from the photographic work by Eleni Lyra rest on the existential structures that define the physical substance of the body. The imagery focuses on the archetypical figure of the sacredness of the female body. Lyra studies the place of the woman in history. The metaphysical dimension of the imagery testifies for the female fragility in synchronicity. Christos Venetis has the elements of chaos imprinted on the Tampakika of Amfissa. He registers the accident between order and disorder on the stone surface of the place, as well as the transformation of the matter through fire, birth and death. According to a roman saying, “we make circles in the night and are consumed by fire”. Plato in Timaeus says that “the stone which is composed by equal and uniform parts becomes transparent and beautiful, whereas the stone having the opposing properties is ugly. The fire is capable of penetrating the void of the earth, and the bodies become in a way dissimilar to themselves” in its place of residence. The water too, according to Timaeus, makes use of force inside the earth as it tries
to find an exit, so that the earth is not solid, is violently split by the water, in a perpetual movement on it. Polyanna Vlati works with a natural building element, the protagonist of the Tampakika, the spring of Charmena, that used to give life to the handicraft of animal skins. Through the traces of her sculpturing, she defines the watery presence, the “invisible” narrative meeting of substance and the place. Lila Chroni has the imaginary element of the source and the harmonic correlations of nature emerged by penetrating the body. She creates a performance of silence; she musically arranges the relation with the space by creating an ever-changing framework for redefining our relation with time and variation. Under the conditions of organic existence and coexistence defined by the Japanese art of butoh, we come to see what Gaston Bachelard in L’Intuition de l’Instant described as “the registering of a thousand confuse and interlaced events of the past inside the matter being charged with presentifying lost time”. The inscription of the event in the basic element of water is experientially executed in the “natural space” that the TOTEM group has created with sounds. The new technical reality conceals the psycho-physiology of hearing and vision with the purpose of inventing a “place without a place” similar to the limitless spaces found in the narratives by Maurice Blanchot, which tend towards infinity. The work by Kostis Sotiriou in the Tampakika is defined by data processing for the purpose of initializing a dialectical relation with space, endowed with organicist dimensions. Michel Foucault in "On other spaces" (1967) suggests that “the space of our original perception, the space of our dreams, the space of our passions includes inherent characteristics”. The space occupied by the artist– through the digital verticalisation of light and the presence of the organic material – of an ice sculpture stylized as a human nose – appears to be a new place of interpretation of the bodily senses through the digitalization of the human senses. The body as the residue of the fight between the human being and nature is the stigma of a presence: the head of a bison. The sculpture created by Nikos Papadimitriou for defining the meta-relation of humans and nature is the finishing point, the frozen signifying trace of the human presence as a symptom. According to the French philosopher Jacques Derrida, the affirmation of the human power in nature is defined by the liminal relation between the notion of sacrifice held forth by religions and the ontological nature of cannibalism. The dissected animal body, the animal skin of the sheep under work, takes on the role of a cathartic vehicle in the work by Maria Chatzinikolaou. The dead body-skin, just like a contemporary totem, renounces its usefulness and gets to be a symbol of catharsis. The visual artist takes it back to its natural environment with an ironic no less than symptomatic gesture; she has a pictorial static representation of nature deposited inside the tannery. The remnants of animal fragments in the work by Vasilis Gerodimos “haunt” the tannery, which inspires the artist to define new conditions of transformation for the organic matter. He defines the relation between the past and memory with dense suggestiveness and a subjective “linguistic” trope. The group of elaborated bodies and their “redesign” in abstract matter no longer are residues of fragmentation but fields of condensed, transformed tension, according to the theory of the “body without organs” by Deleuze-Guattari. According to Lacan, the symptom is a sign that represents something for someone. With his installation project set up over the spring of Charmena, Panagiotis Voulgaris defines the point of human perceptive properties in relation with nature, and transposes the absurd yet eternal limits between the urban landscape and nature. The ephemeral media – the food of the livestock, an inch away from the “urban” landscape – define a new mythology that is important for the authentic and poetical coexistence of humans and nature. In his "Treatise of Human Nature", David Hume divides perceptions into impressions and ideas. The idea can represent the impression and the similarity can then be singularly distinguished by setting memory apart from imagination. Rena Papaspyrou redefines the dynamics of memory in the place. The matter perishes and dissolves in the universe; the urban ruins, like bodies in motion, change residence, change place. The matter becomes transcendent; a fragment of historic wall becomes what Lacan has defined as a sublimated form, a form that undermines the existential structure for the purpose of setting the imaginary subject free. In Charmena, a natural piece of architectural matter becomes independent from the past, in order to conquer the future. The sublimated form of discourse is defined inside the limits set by the threedimensional complex created by Kostas Christopoulos. The circumscription of images refers to the human cultural evolution inside a fetishistic object that symbolizes the imprisonment of nature; characteristics referring to the dialogue of cultures appear here as the predicates of a non morphological substance.
In its inclusion, the image explores the limits of its locality and its role in the industrial space. The established sacredness of the phenomenal existence is explored in the work by Vasso Gavaisse. The asymptote linear substance of the matter refers to the element described by Hegel as the “first nature”, a nature being prior to humans and based on the non conceptual fortuitousness. The monumental geometrical composition unfolds in the abandoned and derelict landscape as a poetical, mythical intuition towards the time of the future. Also in the work of Tereza Papamichali, it seems that eternal time lives within, and comes in contrast with the actual deterioration of the surrounding space. Τhrough the ‘trace‘, a political image springs out. The image of the bullet which killed a young boy in Athens. The trial of the murderer took place in the town of Amfissa. The presence of the urban space and the events which take place within it seem to claim ςwithin the motionless space, the ‘unknown’ and its typical silence. The symptom mirrors the passing of time and the combination of present and future. Vassili Balatsos defines the internal and geophysical metaphors of the space (square and quadrilateral volume); inside of it, the human eye can contemplate the spatial coordinates. The time is defined by one and only dimension – as Immanuel Kant formulates; therefore, the situational consciousness of space is an effect of memory and its constant renewal by means of fictitious devices. In the constructed “place” of Mpalatsos, the linguistic disruption is a sign of a situation that has not been experienced. At first the symptom has no meaning, yet it gives meaning. The symptom of the encapsulation of the signified and the symbolization image formation of any idea of power defines the sculptural composition of Christina Sgouromiti. The sharp confrontation between nature and power appears trapped and loaded voyeuristic intentions. The artists imprisons the ‘male gaze’ via a female gesture, raising thus thoughts on the issue of the new roles of the social race. In the “natural” interventions by George Skiloyannis, the microcosm of nature takes on a symptomatic symbolic substance. The instant gesture becomes a building element, and the color communicates the problemitizing of the moving forces and the fragmentary forms of the organic world, which changes into the natural landscape of the spring of Charmena. The artist intervenes in the colorfulness of the matter and defines a new expressive – organic for the place – element. The sculptural volumes exist just like a free writing of the present time that characterizes the place. By reliving the personal experience in a dialogic way, Despina Meimaroglou offers what the French philosopher Alain Badiou would define as the event, the rupture, the accident where change comes about. The study of a family of immigrants, who departed from Amfissa and ended up at her own native land, Alexandria of Egypt, led to the birth of a contradistinction of two places and two cultures by means of rare images. The parallel worlds and the memories become the visual language of the artist, and define the relation of birth and death in the birthplace of anyone whenever in the world. It is a political and critical affirmation proposing the review of cultural delimitations that give rise to social disillusionments well beyond classes. In the video installation by Dimitris Kozaris, the landscape creates spatiotemporal silent images from the place of the Tampakika; a montage of images which appear to be an endless symptom defined by mystical images similar to what Walter Benjamin has defined as “languages of nature”; those languages coexisting with the human language that receives them. At the place of the old tanneries of Amfissa, in the region of the Tampakika, both past and present events emerge, and the signifier occupies the place of the One no less than the place of the whole. Margarita Kataga
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
xρήστος βενέτης \ christos venetis
Τα ταμπάκικα της Άμφισσας. Ριζικό ξεκίνημα και απόλυτο πέρας. Ένας αρχέγονος κόσμος όπου η φύση και οι ανθρώπινες κατασκευές αποτελούν έναν ενιαίο τόπο. Ο αρχέγονος κόσμος υπάρχει και λειτουργεί στο βάθος του γεωγραφικού και ιστορικού περιβάλλοντος και καθώς είναι εμμενής σ’ αυτό αποκαλύπτει όλη τη βία και την ωμότητά του. Χώρος ενορμήσεων που καταλήγουν όλες μαζί σε μία μεγάλη ενόρμηση θανάτου. Ο μετεωρισμός της ενόρμησης μεταξύ συναισθήματος και δράσης διαρρηγνύει τα περιβλήματα των κεντρικών κατηγοριών του υποκειμένου, αφήνοντάς το εκτεθειμένο σε φορτία άρρητου σημασιακού υλικού και σ’ ένα καταγωγικό πένθος- πένθος για μια πατρίδα γνωστή αλλά χαμένη από πάντα. The neighborhood of Tampakika in Amfissa. Radical start and absolute end. A primitive world where nature and human constructions coexist in a united place. The primitive, immanent world still operates in the depths of the geographical and historical environment, and reveals all of its violence, all of its cruelty. The suspense of impulsion between emotion and action breaks the shells of the central categories of the subject and lets it exposed to loads of ineffable semantic material and an original mourning – the mourning for a native land being well-known yet lost all along.
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
polyanna vlati \ πολυάννα βλατή
Η πηγή τής Χάρμαινας είναι το σημείο όπου το γόνιμο νερό βγαίνει από τα σπλάχνα της γης στο φως και ξαναμπαίνει στο σκοτάδι. Μια πορεία πού συνδέεται άμεσα με την πορεία του ανθρώπου, από την διαδικασία της γονιμοποίησης, της εγκυμοσύνης και της γέννησης μέχρι τον θάνατο. Ετούτο το νερό συνεχίζει, διασχίζοντας το στοιχειωμένο τοπίο, να δίνει ζωή στην λειτουργία των ταμπάκικων. Μέσα στην πηγή, το έργο, σαν στοιχειό που περιπαίζει με την ζωογόνο ενέργεια, άλλοτε αφήνει το νερό να κυλήσει και άλλοτε το εγκλωβίζει μέσα στα σπλάχνα του. The spring of Charmena is the point of exit of fertile water from the guts of the earth; it is also the point of reentry in darkness. It is a course directly related to the course of the human being, from the process of fertilization, pregnancy and birth, up to death. This water keeps going through the ghostly place, giving life to Tampakika. Inside the spring, the work, just like an eerie creature playing with vitalizing energy, sometimes lets the water flow free and sometimes takes hold of it in its core.
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
παναγιώτης βούλγαρης \ panagiotis voulgaris
«Ο πειρασμός του βουνού» Τα παλιά εργαστήρια βυρσοδεψίας δημιουργούν μια μεταβατική περιοχή ανάμεσα στην πόλη και το βουνό, τα τελευταία ανθρώπινα ίχνη που έχουν αφεθεί σε μια αργή διαδικασία ένταξης στην φύση, σαν μια θυσία του παρελθόντος και της μνήμης. Καθώς οι άνθρωποι και η πόλη τους στρέφονται προς την πεδιάδα αυτή η περιοχή μοιάζει άχρονη, σκοτεινή, θνησιγενής και αινιγματική, όπου η ανθρώπινη παρουσία μοιάζει διάφανη, εξαϋλωμένη και παραδομένη σε ένα παιχνίδι μεταμορφώσεων που την ξεπερνά. Τα χαλάσματα φαντάζουν σαν ένα πέρασμα προς το θείο, σαν ένας δίαυλος επικοινωνίας του τόπου με την φύση όπου της έχουν παραδοθεί με μια σιωπηρή και αργή διαδικασία αλλαγής να συντελείται. Ωστόσο τίποτα ακόμη δεν μοιάζει οριστικό σε αυτή την μάχη της επικράτησης. Η συνείδηση της ανθρώπινης θνητότητας δημιουργεί μια αέναη κατάσταση ανοσίας, ικανής να διεκδικήσει το όριο, να αντιπαλέψει τον πειρασμό του βουνού… “The temptation of the mountain” The old tanneries create a transitional region between the city and the mountain; they are the last human traces in a slow process of integration in nature, like a sacrifice of the past, a sacrifice of memory. People and their city turning towards the valley, this region seems timeless, dark, stillborn-like and enigmatic, where the human presence seems transparent, immaterial, like it has surrendered itself to a play of transformation that surpasses it. The ruins appear to be a passage to the divine, like a channel of communication between the place and nature; abandoned to a silent and slow process of change still under way. Yet nothing seems definite in this battle. The consciousness of human mortality creates an eternal state of immunity, capable of claiming the limit, of struggling against the temptation of the mountain…
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
vasilis gerodimos \ βασίλης γεροδήμος
Μετασχηματισμός Βασισμένος στην επανάληψη ενός στοιχείου που αναδιπλασιάζεται σχεδόν μετρικά, με ρυθμό, τείνοντας από το βάρος και τη συνοχή της ύλης του σε μια μορφή. Άτυπη μορφή. Το μοτίβο είναι χειροποίητο, καθώς και η ύλη από την οποία προκύπτει. Η επεξεργασία του υλικού είναι επίσης μια διαδικασία εξέλιξης, έρευνας και δοκιμής μέχρι την ανάδειξη της πρώτης σταθερής μονάδας, του κυττάρου. Ακριβώς όπως ένας ζώντας οργανισμός, το έργο του αναπτύσσεται διερευνώντας τις δυνατότητες της ύλης του και ταυτόχρονα αναζητώντας μέσα από συνεχείς μεταμορφώσεις, το όπτιμουμ (optimum) μιας νέας τελικής φόρμας. Μιας αμφιλεγόμενης, μετασχηματισμένης, άτυπης μορφής. Transformation Based on the repetition of an element duplicated in an almost metrical way, with a certain rhythm, tending towards a form under the weight and the cohesion of its matter. Formless form. The pattern is handmade, the same as the matter itself. The treatment of the material is also a process of evolution, research and testing, up to the point of emergence of the first stable element, the cell. Just like a living organism, his work is developing through the exploration of the possibilities of his matter, and a search for the optimum new final form in constant transformations; a quest for a controversial, transformed formless form.
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
βάσω γκαβαϊσέ \ vasso gavaisse
"Aσύμπτωτα Γραμμικά Κάτοπτρα", 2011 "Αsymptote Linear Mirrors", 2011
"Σύμφωνα με τον Νεύτωνα, η βαρυτική δύναμη όχι μόνον δρούσε σε τεράστιες αποστάσεις, αλλά επίσης δρούσε ακαριαία. Αν, για παράδειγμα, μετακινηθεί ένα σώμα, η δύναμη που ασκεί σε ένα άλλο μεταβάλλεται την ίδια ακριβώς στιγμή. και τούτο, ανεξάρτητα από το πόσο μακριά βρίσκεται το δεύτερο σώμα. Οι βαρυτικές, συνεπώς, επιδράσεις διαδίδονται με άπειρη ταχύτητα και όχι με ταχύτητα μικρότερη – ή τουλάχιστον ίση – με την ταχύτητα του φωτός, όπως πρέσβευε η ειδική θεωρία της σχετικότητας. Την αντιφατική αυτή κατάσταση υπογραμμίζει το εξής παράδοξο: ας υποθέσουμε ότι ένας παντοδύναμος μάγος του Σύμπαντος αποφάσιζε να εξαφανίσει ακαριαία τον Ήλιο. Το δραματικό αυτό γεγονός θα γινόταν αμέσως αντιληπτό, αφού η Γη, απελευθερωμένη από την έλξη του Ήλιου, θα ακολουθούσε μια πορεία εφαπτόμενη με την μέχρι τότε ελλλειπτική της τροχιά. Το σκοτάδι εν τούτοις από την εξαφάνιση του Ήλιου θα καθυστερούσε οκτώ λεπτά, αφού τόσο χρόνο κάνει το φως για να καλύψει την απόσταση από τον ΄Ηλιο στην Γή! Ένα ορατό λοιπόν γεγονός, όπως θα ήταν η εξαφάνιση του Ήλιου, θα έστελνε το σήμα του πιο γρήγορα με την βαρύτητα από ό,τι με το φως." Απόσπασμα από το βιβλίο «Η Αυτοβιογραφία του Φωτός» του Γιώργου Γραμματικάκη (Καθηγητής στο Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Κρήτης) “According to Newton, the gravitational force not only acted in huge distances but instantaneously too. For instance, if a body is moved, the force exerted to another body changes at that exact same moment, independently of how far the other body is. Therefore, the gravitational effects are spread in infinite velocity and not a smaller one – or at least equal one – to the velocity of the light, as the special relativity theory stipulates. This contradictive state is underlined by the following paradox: let us suppose that an omnipotent magician of the Universe decided to instantaneously have the Sun disappeared. This dramatic event would be perceived at once, since the Earth, detached by the attraction of the Sun, would go off at a tangent of its until then elliptical orbit. Nonetheless, the darkness due to the Sun’s disappearance would claim a delay of eight minutes, since this is the time that the light needs for covering the distance between the Sun and the Earth! Therefore, a visible event such as the disappearance of the Sun would send its signal much faster by means of gravity than the light.” Excerpt from the book “The autobiography of Light” by Giorgos Grammatikakis (Professor at the Physics Dept. of the University of Crete)
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
dimitris kozaris \ δημήτρης κόζαρης
Σχετικά με την βιντεοπροβολή μου στην Χάρμαινα, υπάρχουν μια σειρά βίντεο μικρής διάρκειας που έγιναν το περασμένο καλοκαίρι. Πρόκειται για μονόπλανα ημέρας που έγραψαν τον αποβιομηχανοποιημένο τόπο χωρίς ανθρώπους, με τα σύννεφα στον ουρανό να τρέχουν σε αξελερέ, και το φως του ήλιου να σκιαγραφεί χωρίς αρχή και τέλος τους τόπους. Ταινίες χωρίς ιστορία, χωρίς ήχο η θόρυβο, ταινίες φτιαγμένες από το τοπίο, τον ουρανό και το φως. With regard to my video display in Charmena, there is a series of short videos from last summer. They are daily one-shots that recorded the deindustialized place without people, with clouds in the sky running in accelerated motion, and the sunlight giving sketches of places without beginning, without end.
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
ελένη λύρα \ eleni lyra
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
Διάρκεια: περίπου 6 λεπτά / Duration: 6 minutes approx. Παραγωγή / Production: DESPINA MEIMAROGLOU ©2011 Μοντάζ: Παναγιώτης Τσάγκας / Edited by: Panayiotis Tsangas
despina meimaroglou \ δέσποινα μεϊμάρογλου
"Η Δέσποινα Μεϊμάρογλου συμμετέχει στην έκθεση «Το σύμπτωμα του τόπου» με ένα καινούργιο της έργο, μια βιντεοπροβολή που διερευνά το τραύμα του γενέθλιου τόπου, το πένθιμο ίχνος της ανάμνησης του. Οι εικόνες σ’ αυτό το έργο της είναι σινιάλα που αιωρούνται διαρκώς, χλωμά σημαίνοντα που αναδύονται στο πεπρωμένο της επιστροφής τους. Αν ο τόπος επιστρέφει κάπου, δεν μπορεί παρά να επιστρέφει εκεί, στην καταγωγική σιωπή των λέξεων του. Είναι οι αναμνήσεις έτσι που αναδύονται, το χλωμό τους φως πάνω στο τοπίο, οι φαντασματικές τους υποστάσεις, το διάφανο ίχνος των διαδρομών τους, όλα σ’ αυτή την τεθλασμένη γραμμή. «Το σύμπτωμα του τόπου» εντοπίζεται έτσι απ’ την Μεϊμάρογλου, σ’ αυτό το τέλος της ιστορίας. Σε μια επιστροφή που δεν εγκαταλείπεται στην νοσταλγία αλλά στον ίχνος ενός ακίνητου σημείου που καθηλώνει το υποκείμενο του στην αναμονή. Ο γενέθλιος τόπος γίνεται το λίκνο έτσι όλων των δυνατών αναπαραστάσεων, αυτή η ίδια η δυνατότητα της εικόνας, η καταγωγική της αφετηρία, το πρώτο φως που θα ιχνογραφήσει τη σκιά του. Από κει και πέρα όλα είναι δυνατά. Οι συνδέσεις, οι αναφορές, οι ομόκεντροι κύκλοι, οι παράλληλοι κόσμοι, μεταμορφώσεις όλα που εκτρέπονται σ’ αυτό το σύμπαν των εικόνων. «Έπεφτε ένα χιόνι!», ακούγεται κάποια στιγμή στην αρχή του βίντεο, αυτό το χιόνι των αναμνήσεων, που τυλίγει το τοπίο, απο-καλύπτοντας το, εγγράφοντάς το στην αφάνειά του, στη φαντασματική του διάσταση. Ύστερα το πρόσωπο που αναδύεται στον ελαιώνα, αυτή η μνήμη του τοπίου, η αδύνατη μνήμη του, η αλήθειά του. Αυτό «το πέρασμα στο ασάλευτο κατώφλι του κόσμου», που έλεγε ο Benjamin, στο σημείο μηδέν της εκτροπής του. Ο τόπος πλέον μιας αδύνατης επιστροφής, γιατί ο γενέθλιος τόπος, δεν θα λάβει χώρα ποτέ ξανά, αυτό ήταν, αυτό εξ αρχής, ένας τόπος απώλειας, αυτός ο τόπος εν τέλει του θανάτου." – Αποστόλης Αρτινός "Despina Meimaroglou participates in the exhibition “The symptom of the place” with her new work, a video display that examines the wound of the birthplace, the mournful trace of its remembrance. The images in her work are suspended signals, pale signifiers emerging in the destiny of their return. If the place returns somewhere, it cannot but return there, at the original silence of its words. What emerges is nothing but memories, the pale light over the landscape, their phantomlike substances, the transparent trace of their journeys, all of that in a crooked line. Meimaroglou locates “the symptom of the place” at this end of history; a return not abandoned to nostalgia but to the trace of an immobile point that has the subject fixated in waiting. Thus, the birthplace becomes the cradle of all possible representations, the very possibility of the image, its original starting point, and the first light that brings about sketches of shadows. From that moment on, everything is possible. The connections, the references, the concentric circles, the parallel worlds: all of them are transformations diverted to this universe of images. “So much snow was falling!” one hears near the beginning of the video, this snow of remembrances enveloping the landscape in a kind of dis-closure, having it registered in its invisibility, its phantomlike dimension; and then, this face emerging in the olive grove, this memory of the landscape, its impossible memory, its truth. This “passage on the stationary threshold of the world”, according to Benjamin, the zero point of its diversion. The place of an impossible return, since the birthplace will never again take place; it was what it was, from the early beginning, a place of loss; this place of death in the end." – Apostolis Artinos
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
βασίλης μπαλατσός \ vassili balatsos
Παραχώρηση του καλλιτέχνη και της γκαλερί Τhe Apartment - Αθήνα Courtesy of the artist and The Apartment Gallery - Athens
Αν η ψυχολογία ερευνά τις εσωτερικές κινήσεις του ανθρώπου, η γεωλογία μελετά τις εσωτερικές κινήσεις της γης, το εξωτερικό περίβλημα της οποίας χαρακτηρίζουμε ως τόπο. Το εσωτερικό όντας αθέατο, δεν επιρρεάζει την όποια αισθητική αναζήτηση σε σχέση με τον τόπο. Το τοπίο εξάλλου είναι ολόκληρη κατηγορία της ζωγραφικής, χωρίς να εξαρτάται στο ελάχιστο από το εσωτερικό του φαινομένου. Αυτό το εσωτερικό παραμένει ένα αντικείμενο μελέτης της ανάλογης επιστήμης και μόνον. Πλην όμως, για την επικοινωνία του φαινομένου είναι απαραίτητο να σχηματοποιηθεί οπτικά. Κατ’ αυτόν τον τρόπο επιστρέφει στις αισθητικές συντεταγμένες και γίνεται ορατό. Γίνεται και πάλι εικόνα, αναγκαστικά αποσπασματική, ανίκανη να μεταφέρει συναίσθημα ή άποψη. Ενας αφαιρετικός όγκος με μόνη αναφορά στην πραγματικότητα τον τίτλο του. Δεδομένης της άγνοιας για τον τόπο καθεαυτόν και δι’εαυτόν, η «εσωτερικότητά» του αντλεί το όποιο νόημα από το βλέμμα που πηγαίνει πάνω του και την αντίληψη που έχει ο παρατηρητής για το θέμα αυτό. Οτιδήποτε κατοικεί τον τόπο μπορεί να αποτελέσει το σύμπτωμά του και πρώτα απ’όλα ο παρατηρητής του, μέσα στη σχέση: ο τόπος επιτρέπει στο παρατηρητή να τον κοιτά – ο παρατηρητής κοιτά τον τόπο για να τον κατανοήσει, έτσι όπως ο τόπος του το επιτρέπει. If psychology explores the internal movements of the human being, geology studies the internal movements of the earth. The outer shell of the earth is called landscape. The invisible interior is of no influence on any aesthetic search related to the place. The landscape is an art category in its own right and independent from the inner state of the phenomenon. This inner state, though, remains an object of study only by the relevant science. Nonetheless, the visual communication of the phenomenon necessitates its figuration. Thus, it returns to the sensory coordinates and becomes visible. Yet again, it becomes an image and necessarily a fragmentary one, incapable of being a vehicle of emotion or opinion. It is an abstracted volume whose title is its only reference to reality. Given the ignorance of the place in itself and for itself, its “interiority” draws a certain meaning from the glance that reaches it and the perception of the spectator. Whatever inhabits the place can be its symptom and, first of all, the spectator being a part of the relation: the place enables the spectator to see it – the spectator sees the place in order to understand it the way the place itself enables her.
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
nikos papadimitriou \ νίκος παπαδημητρίου Trophy Ένα από τα συμπτώματα της ανθρώπινης φύσης είναι ο ανταγωνισμός. Ο ανταγωνισμός μεταξύ του ίδιου του ανθρώπινου είδους αλλά και μεταξύ ανθρώπου – φύσης. Από τα πολύ παλιά χρόνια λόγοι επιβίωσης ωθούσαν τον πρωτόγωνο άνθρωπο στο κυνήγι ζώων. Κυνηγώντας κάλυπτε τις ανάγκες του σε τροφή, σε ρουχισμό, κατασκεύαζε εργαλεία και όπλα. Τα όπλα τα χρησιμοποιούσε τόσο για να εξασφαλίσει όλα τα παραπάνω αλλά και για να επικρατήσει έναντι άλλων φυλών. Η ανθρώπινη ιστορία μας έχει δείξει ότι παρά την εξέλιξη του, το ανθρώπινο ον, εξακολουθεί να διακατέχεται από πρωτόγωνα ένστικτα ακόμα και αν πολλές φορές η πρόοδός του θα μπορούσε να κάνει κάποιον να υποθέσει, ότι τα έχει κατά κάποιο τρόπο τιθασεύσει. Τουναντίον όμως θα λέγαμε. Ακόμα και σήμερα παρά την αλματώδη τεχνολογική ανάπτυξη και με την πάροδο ετών εξέλιξη του είδους, τα ανά τον πλανήτη γεγονότα αποδεικνύουν μάλλον το αντίστροφο. Η κεφαλή του Βίσωνα αποτελεί τρόπαιο ή και λάφυρο. Καταδεικνύει το παραπάνω σύμπτωμα του ανθρώπινου είδους. Τοποθετείται ψηλά στον τοίχο ενός πλίνθινου κτίσματος στα Ταμπάκικα Άμφισσας επάνω σε έναν ξύλινο σκελετό υπογραμίζοντας τις καταβολές και τα ένστικτά μας. One of the symptoms of human nature is competition; the competition between the members of the human kind no less than between humans and nature. Since the dawn of times the survival imperative has led the primitive humans to the hunting of animals. By hunting they met their needs in food and clothing; they also fabricated tools and guns. The guns were used for all those purposes as well as for prevailing over other tribes. Human history has showed us that, regardless of its evolution, the human being is still under the reign of primitive instincts, even if progress could make one think that humans have hindered them in a way. The opposite is true, we might say. Even nowadays, despite the great technological breakthroughs and the course of evolution, facts all around the globe prove otherwise. The head of the Bison is a trophy or even a piece of loot. It reveals this very symptom of the human race. It is placed up on a wall of a brick house in Tampakika of Amfissa, in a wooden frame, meant for giving emphasis on our origins and instincts.
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
τερέζα παπαμιχάλη \ tereza papamichali
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
Εικόνα στην ύλη -1980 Αποτοιχισμένη επιφάνεια - σοβάς, επέμβαση με μολύβι
rena papaspyrou \ ρένα παπασπύρου
Image on matter -1980 De-walled surface - plaster, intervention with a pencil.
Aθήνα Άμφισσα, Παγκράτι Tαμπάκικα, οδός Φιλολάου 61 οδός Σοφοκλέους 7 Ένα αποσπασμένο κομμάτι εξωτερικού τοίχου από το Παγκράτι, στην Αθήνα, έρχεται ν΄ ακουμπήσει πάνω στον εξωτερικό τοίχο ενός σπιτιού στα Ταμπάκικα στην Άμφισσα. Χωρίς να ατονούν τα ατομικά τους χαρακτηριστικά, οι δύο επιφάνειες συντονίζονται σε ενιαία εννοιακή και μορφολογική γλώσσα. Η ύλη τους έχει διαμορφωθεί από τους ίδιους παράγοντες, την ανθρώπινη χρήση και τον χρόνο. Οι επιφάνειες τους είναι φορείς της ίδιας, εν δυνάμει, εικονοποιητικής δυνατότητας. Η θέση τους στον χώρο καταδείχνει την κοινή ταυτότητα του αστικού - δομημένου τοπίου.
Athens Amfissa, Pagkrati Tampakika, 61 Filolaou St. 7 Sofokleous St. A fragment of external wall from Pagkrati, Athens, leans upon the external wall of a house in Tampakika, Amfissa. Their individual characteristics being intact, the two surfaces are coordinated in a united conceptual and formal language. Their matter is worked by the same factors, human usage and time. Their surfaces have the same potential of generating images. Their position in space indicates the common identity of the urban-constructed landscape.
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
χριστίνα σγουρομύτη \ christina sgouromiti
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
george skiloyannis \ γιώργος σκυλογιάννης «Και θέλω με το ιερογλυφικό μιας ανάσας να ξανάβρω την έννοια ενός θεάτρου ιερού» Antonin Artaud: "le theatre de serafin". H αναπόληση του χώρου μέσα από την αναίρεση του... η άμορφη μορφή ως ανάμνηση, μια δυνατότητα αυτάρκειας, πέρα από την μίμηση ή την αναπαράσταση, σαν αναγνώριση μιας ασύμπτωτης ενόρασης. «Η βιωματική θεολογία του υλικού έξω από τα όρια της αναπαράστασης, την αμεσότητα της σκέψης, την απλότητα με μια βιωματική παραισθητική δύναμη, τις αρχέγονες συμπεριφορές υλικού και την αυτονομία της φόρμας ως κατάστασης που πηγάζει από την υλικότητα της, στις νοηματοδοτήσεις και την αυτοτέλεια της ενέργειας στο χώρο και στον χρόνο, με μια θελκτική εντροπία, ανάμεσα στην αρχή και το τέλος, στη φθορά και τον θάνατο». Μαρία Κενανίδου. “And by the hieroglyphic of a breath I want to regain the sense of a sacred theater” Antonin Artaud, «Le Théatre de Séraphin» The reminiscence of space through its abolition… the formless form as remembrance, a possibility of autarchy beyond mimesis or representation, as the recognition of an asymptote intuition. “The experiential theology of the material outside the limits of representation, the immediacy of thought, the simplicity by means of an experiential hallucinated force, the primitive conducts of the material and the autonomy of form as a state originated from its materiality, in its meanings and the self-rule of energy in space and time, with an attractive entropy, between the beginning and the end, decay and death.” Maria Kenanidou
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
κωστής σωτηρίου \ kostis sotiriou
Εγκατάσταση / ήχος και προβολή εικόνας διάρκεια 00:38/ υλικα,ωμόπλινθος άμμος, πηλός, σίδερο, ρητίνη, άχυρο.
Βραδινός Διάλογος ΕΙΣΑΙΕΝΑΝΙΚΑΝΟΤΕΡΑΣ Οι αλλεπάλληλες επικοινωνίες μεταξύ αντικειμένων και ανθρώπινων σωμάτων, συγκροτούν τον πυρήνα του εικαστικού έργου. Το φυσικό περιβάλλον του οικισμού, οι χώροι όπου κατασκευαστικά και χρηστικά αντικείμενα- μηχανήματα, φέρουν ιστορική φόρτιση, κτίζουν με το δικό τους τρόπο εμπειρίες και διαδικασίες. Το χώμα –ο ωμοπληνθος–, το σώμα – η μύτη–, ο άνεμος ως ηχητικό τοπίο, αποκαλύπτονται στο θεατή. Οι επιλογές πηγάζουν από μια ανάγκη ¨αναστήλωσης¨ και ενίσχυσης του δομικού στοιχείου της κατασκευής του έργου ως κτίσμα, αλλά και ολόκληρου του οικισμού ως μια πολεοδομική οντότητα. Το υποκείμενο θέτει σε εφαρμογή ένα εσωτερικό μπέρδεμα και μια σειρά αισθητηριακών αναφορών. Η αίσθηση της όσφρησης σαν μια μάζα ζωντανεύει και συνεργάζεται με το χώμα σε ένα περιβάλλον που το νερό εκκινεί ολόκληρο το σύστημα του βυρσοδεψείου όπου καταλήγει στο πάτωμα ενός δωματίου. Άλλοτε περπατά και δοκιμάζεται στην άμεση επαφή με τη γη και τα στοιχεία του περιβάλλοντος, άλλοτε διαμεσολαβεί τη σχέση αυτή με την τεχνολογία. Η εγκατάσταση περιεργάζεται την ιδέα της αναστήλωσης καταλήγοντας εντέλει σε μια άλλη εκδοχή της. Nocturnal Dialogue The series of communications between objects and human bodies are the inner core of the visual work. The natural environment of the housing district constructs experiences and processes in its own singular way; where the building objects and the useful objects-machines have a historical content, the spaces do that too. The earth – the brick – the body – the nose – the wind as a sound landscape: they are revealed to the spectator. The choices come from a need to “renovate” and strengthen the structural element of the work as a building and of the housing district itself as an urban entity. The subject mobilizes an internal daze and a series of sensory references. The sense of smell, just like a mass, comes into life and cooperates with the earth in an environment where the water moves the entire system of the tannery and ends up on the floor of a room. Sometimes it walks and gets tested in direct contact with the earth and the elements of the environment; sometimes it mediates a relation to technology. The installation examines the idea of renovation and ends up in another variation.
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
maria–andromachi chatzinikolaou \ μαρία–ανδρομάχη χατζηνικολάου
Kάθαρσις Όταν επισκέφτηκα την περιοχή όλο το δελφικό τοπίο με συνεπήρε, (μπορεί και λόγω της Άνοιξης). Ερχόμενη όμως στα ταμπάκικα πέρα από τη γοητεία των ερειπίων, μια αίσθηση θανάτου πλανιόταν στο χώρο, μπορεί από την εγκατάλειψη του τόπου, μπορεί από τα κρεμασμένα δέρματα που κρεμιόντουσαν σε κάποια κτίσματα, ίσως και από τον μύθο του στοιχειού της Χάρμαινας. Η άσχημη μυρωδιά των χώρων του εναπομείναντα βυρσοδεψείου, δε μου δημιούργησαν οικεία αίσθηση. Με το έργο μου θα προσπαθήσω να φέρω την Κάθαρση του χώρου, με την μεταφορική του έννοια, απομακρύνοντας όλα τα επιβλαβή στοιχεία. φέρνοντας το τοπίο μέσα στο χώρο εξαγνίζοντας τον πάλι με ένα τρόπο τελετουργικό. Η φύση, το νερό και ο αμνός ως θυσία ή εξιλαστήριο θύμα. When I visited the area I got under the spell of the Delphic landscape (maybe because it was springtime). But when I reached Tampakika, apart the thrill of the ruins, I came across a sense of death haunting the space: was it due to the overall abandonment, to the skins hung from some buildings or to the legendary spirit of Charmena? To me, the heavy smells of the tannery were anything but a familiar sense. With this work of mine I will try to bring Catharsis to the space, in a metaphorical way, by removing all noxious elements, introducing the landscape in the space, performing again a ritual of purgation. Nature, water, and the lamb as a sacrificial victim.
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
κώστας χριστόπουλος \ kostas christopoulos
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
totem \ ομάδα τοτέμ
Το έργο είναι μία ηχητική εγκατάσταση που προκύπτει από την καταγραφή ήχων της συνοικίας των Ταμπάκικων. Στεκόμαστε μπροστά στο αδιαπέραστο του παρόντος, όπως αυτό έχει επιβληθεί. Μία γκρίζα ζώνη που απαγορεύει την ενσωμάτωσή μας στην ιστορική συνέχεια του χώρου, αφού η συνέχεια αυτή έχει διαρραγεί. Στο έργο αποτυπώνεται η απόπειρα μας να ξεπεράσουμε αυτόν τον επώδυνο αποκλεισμό. Μέσα στο ανεξιχνίαστο παρόν αναζητούμε ως ηχητικοί ανιχνευτές τα ελάχιστα ίχνη, που σαν ηχώ διαφυλάττουν κάτι από το παρελθόν. Το νερό, στοιχείο οικείο και καταλύτης για τη δημιουργία των βυρσοδεψείων ακόμα διαπερνά τη συνοικία και αποτελεί το δεσμό μας με ό, τι πια δεν υπάρχει . Εντοπίζουμε ήχους νερού, μηχανημάτων, τη σιγή των χώρων και με αυτά φανερώνουμε ένα ηχητικό τοπίο. The work is a sound installation originated from the recordings of sounds in the neighborhood of Tampakika. We stand before the impenetrability of the present, the way this present is imposed. A grey zone that forbids our integration in the historic continuity of space, since this continuity is broken. The work registers our effort to go beyond this painful exclusion. Under the guise of sound detectors inside the unfathomable present, we search for minimal traces that preserve something of the past like an echo. The water, a familiar element and a catalyst of creation for the tanneries, still follows its path through the neighborhood connecting us with what is no longer existent. We locate sounds of water, of machines, we locate the silence of spaces, and we use our material for revealing a sound landscape.
the symptom projects \ the symptom 02 \ το σύμπτωμα του τόπου
λίλα χρόνη \ lila chroni
Concept - Choreography - Dance: Lila Chroni Sound design: Lila Chroni [music by Ash Ra Temple, Tangerine Dream, Eric Satie, J.S. Bach, Caribbean Breeze (RM)]. Costume - artistic design: Lila Chroni
Πριν καταπιώ το νερό… …θα με ξεδιψάσει ή θα με μεταμορφώσει σε υδάτινη ύπαρξη; ...θα μου δώσει χαρά ή θα με βυθίσει στη σιωπή; ...θα με κρατήσει στη ζωή ή θα με πνίξει; Νερό σε αέναη κίνηση που ρέει στο χρόνο ακυρώνοντάς τον. Στοιχείο της φύσης και στοιχειό. Πηγή, αναπόσπαστο κομμάτι του τόπου. Με κρατάει εγκλωβισμένη κοντά της παρέχοντάς μου το νερό της ζωής και την ασφάλεια της οικειότητας ή με συντηρεί και μου δίνει ώθηση να συνεχίσω το ταξίδι; Στερεύει ποτέ; Κίνηση στο μεταίχμιο παρελθόντος και μέλλοντος, ύπαρξης και ανυπαρξίας, έλλειψης και πληρότητας. Μεταξύ ατομικού και συλλογικού, ντόπιου και οικουμενικού. Αφορμή, οι οσμές του τόπου κι’ ένας μύθος του. Μια ύπαρξη, συνεχώς μεταβαλλόμενη σε αλληλεπίδραση με έναν τόπο εγκαταλελειμμένο όσο και ζωντανό που αναζητά κι’ εκείνος τη σπίθα της μεταμόρφωσης για να συνεχίσει την πορεία του στον άχρονο χρόνο. Πώς αλλιώς παραμένει ένας άνθρωπος ή ένας τόπος «ζωντανός»; «Μη βλέπετε με τα μάτια», Kazuo Ohno Before I swallow the water… …is it going to ease my thirst or transform me into a watery being? …is it going to give me joy or have me submerged in silence? …is it going to keep me alive or strangle me? Water in perpetual movement, which flows in time and abolishes it. Element of nature and ghostly being. The spring, an integral part of the place. Does it keep me trapped next to it, giving me the water of life and the security of intimacy, or does it preserve me, thrusting me into continuing my journey? Does it ever dry up? A movement on the borderline between past and future, existence and inexistence, lack and plenitude. Between the individual and the collective, the local and the global. Motivated by the smells of the place and by one of its legends. An existence, in constant variation and interaction with an abandoned non less than living place, which also seeks the spark of transformation during a journey in timeless times. Is there ever any other way for a human being or a place to stay “alive”? “Do not see with your eyes”, Kazuo Ohno.
η τοπογραφία του άλλου \ του αποστόλη αρτινού
Ο τόπος διανοίγεται, εγκαταλείπεται στη διάχυση του, μέχρι τα όρια της ολικής του εξάρνησης, του αρνητικού του ίχνους, αυτού του ίχνους της ατοπίας του, της ολικής, χωρικής του διαθεσιμότητας. Έτσι ο κάθε τόπος είναι στην πραγματικότητα μια αδυναμία του εαυτού του, η ανάδυση του στην α-δυνατότητα του Πραγματικού του ίχνους, η από-κάλυψη αυτού του ίδιου του Πραγματικού, της κατανόησης και της κατοίκησής του. Ο τόπος εν τέλει όπου ο άνθρωπος. Αυτή η τοπολογική εκτροπή του χώρου συνιστά στην ουσία και μια αντιστροφή στο επίπεδο της συμβολικής τάξης. Την πρωτεύουσα θέση δεν την κατέχει πλέον η απροσδιοριστία της χωρικής καταγωγής μας, αλλά το ενσυνείδητο ίχνος της τοπογραφίας μας. Και δεν αναφέρομαι εδώ μιλώντας για χώρο σ’ αυτήν την ακατοίκητη, «καθαρή έκταση» του Heidegger, αλλά στην καταγωγική αδυναμία του ίδιου του τόπου, στο σημείο μηδέν του ίχνους του. Μια χωρικότητα λαβυρινθώδη, περίκλειστη και ακοινώνητη, που δεν διατίθεται στην κοινωνία του υποκειμένου της, αλλά στη ρευστότητα μόνο των κινήσεων της. Μια εγρήγορση έτσι που καθιερώνει μια πράξη, αυτή της γένεσης του τόπου, μια πράξη πένθους στην πραγματικότητα, γιατί ο τόπος θα παραχωρήσει πάλι τη θέση του στην ατοπία του θανάτου του, στην αέναη επιστροφή της χωρικότητάς του. Οι σκηνές έτσι του τόπου είναι αυτές ακριβώς οι δύο στιγμές του, της ανάδυσης και της απόσυρσής του, η ένταση μεταξύ αυτών των δύο στιγμών, η μοναδικότητα και η αναμονή τους. Όταν ο τόπος γίνεται ο ίδιος μια πρόκληση του εαυτού του, μια σπάνια και μετέωρη διεμφάνιση του Πραγματικού του ίχνους στον ορίζοντα της ακίνητης τάξης του άλλου. Ένα καινό σημείο στην τάξη του κενού, ένα απόθεμα ενέργειας που εκχέεται από τις ρωγμές αυτού του ανώνυμου άλλου. «Ο χώρος», λέει ο Heidegger, «είναι το παραχωρημένο να εισέλθει στο όριό του», στο γλωσσικό σύμπαν των ορισμών. «Η γλώσσα είναι (η ίσως έχει γίνει) ένα πράγμα του χώρου», θα πει και ο Foucault. Η οριακότητα έτσι του τόπου διαγράφεται στο απεριόριστο του χωρικού του επέκεινα. Το κάθε όριο άλλωστε δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια δεξίωση αυτού του επέκεινα. Η καμπυλότητα του κόσμου έχει λειανθεί απ’ την ίδια την εξωτερικότητά του. Και η βαρύτητά του και οι όποιες άλλες εσωστρεφείς του κινήσεις δεν είναι παρά συνθήκες που υπαγορεύονται και εκτίθενται στο φαντασιακό της εκτροπής τους, σ’ αυτήν τη σκανδαλώδη και αδαπάνητη παρουσία του Έξω. Το ανάγλυφο του τόπου, όπως και οι συνθήκες του κατοικώ θα είναι πάντοτε χειρονομίες του άλλου, η «αύρα» των πραγμάτων που γίνεται εδώ και το αυθεντικό τους πεπρωμένο. Από την άλλη η απειρότητα του χώρου προσδίδει στον τόπο έναν ανοικτό ορίζοντα, μια πραγματική δυνατότητα. Ο τόπος δεν εξαντλείται στις αντικειμενικές του διαστάσεις, στο ανάγλυφο της πραγματικότητάς του, αλλά διανοίγεται στη δική του απειρότητα, στην απειρότητα των σημείων του. Ο χώρος έτσι από ένα αρνητικό πεπρωμένο του τόπου γίνεται το πεδίο της ανάπτυξής του και η πρόκληση εδώ είναι αυτό ακριβώς το άπειρο να μην παραδοθεί στο ανόητο της διάρκειας του, αλλά στην αλήθεια της ιστορικής του εγρήγορσης. Ο τόπος άλλωστε δεν είναι ένα κενό νοήματος, όλα τα σημεία του είναι σημεία αυτής ακριβώς της αποκάλυψης του, σημεία που αντηχούν το δικό του πεπρωμένο, τη δική του τελικότητα. Γι αυτό και οι τόποι είναι εν τέλει αυτοί που εξαντλούνται - ποτέ οι χώροι – αποσύρονται, εκβράζονται στη λήθη, στην αδυναμία της σιωπής τους, στην καταγωγική τους σαγήνη. Οι τόποι είναι εύθραυστοι εξαιτίας αυτής ακριβώς της αλήθειας τους, αυτού του αδύνατου «α» που με την απουσία του τους αποσύρει στη λήθη. Γι αυτό και οι αναδύσεις τους λαμβάνουν χώρα πάντοτε στην ατοπία του ρήγματος, στον τόπο του κενού. Οι συμβαντικές τους έτσι γενέσεις δεν έχουν προηγούμενο, δεν γενεαλογούνται, παρά εξέλκονται μόνο. Η βιωμένη χωρικότητα του τόπου, μια ρομαντική κατά βάση θέση που προτάσσει τη ψυχολογική και εμπειρική της θεώρηση απέναντι στη λογοκρατία του Διαφωτιστικού ορθολογισμού, συγκροτεί έναν προοπτικισμό που θεμελιώνεται σ’ αυτήν ακριβώς την αδυναμία του υποκειμένου, στη διαθεσιμότητά του στην έλξη του άλλου. Ο τόπος έτσι συνιστά τη διαφορά, ακριβώς επειδή δεξιώνεται τη διαφορά του άλλου, το ίχνος αυτής της ριζικής ετερότητας που έρχεται απ’ έξω. Μια ετερότητα που εγείρει και το ίχνος της υποκειμενικότητας αλλά και αυτό μαζί το τραύμα της αλλοτρίωσής της. Ήδη από τις πρώιμες φαινομενολογικές προσεγγίσεις του Husserl ο χώρος
ήδη έχει αρχίσει να αναγνωρίζεται ως αυτός ο γενέθλιος τόπος της διυποκειμενικότητας. Μια προοδευτική χωρικότητα που εκδηλώνεται μέσω μιας σωματικής και ψυχολογικής επανάκτησης του κόσμου, αυτής της εμπειρικής του επανασυγκρότησης, μέχρι το περίφημο χαϊντεγγεριανό «είναι-μέσα-στονκόσμο», και τις ενσώματες αλήθειες του Merleau–Ponty. Απεναντίας στο χώρο, αλλά και στις σύγχρονες διασυνδεδεμένες χωρικότητες, το υποκείμενο διαγράφεται στην αδιαφορία του, στο απισχνασμένο του ίχνος. Στον ορίζοντα για παράδειγμα της προσομοίωσης, όπως μοναδικά μας έδειξε ο Baudrillard, δεν υπάρχει η διαφορά του άλλου, αλλά η προσομοίωσή της, η τελική της εξαφάνιση. Το υποκείμενο έτσι γίνεται το περιεχόμενο του τόπου, ο τρόπος της κατοίκησης του. Όπως έχει επισημάνει και ο Heidegger, το υποκείμενο είναι πάντα ένα κατοικούν υποκείμενο και ο τόπος ένας κατοικημένος από το υποκείμενο τόπος. Ο τόπος όπου το Είναι εγείρει την κατοικία του πάντα όμως υπό το βλέμμα του άλλου, «του ουρανού», ή «των θεοτήτων», όπως το αντιλαμβανόταν ο Heidegger. Σημασία έχει πάντως αυτός ο εξωτερικός ορίζοντας που συνιστά και την «διαφωρά» του τόπου. Είναι αυτό το «υπό» που χαρακτηρίζει τον τόπο ως αυτόν πάντα τον τόπο του άλλου, τον τόπο που δεν ανήκει παρά στο εφήμερο ίχνος της κατοίκησής του, που γίνεται και το εφήμερο του ίδιου του τόπου. Γιατί αν ο τόπος είναι ο κατοικημένος τόπος και η κατοίκηση του είναι μια εφήμερη κατοίκηση, τότε ο τόπος είναι ένα εφήμερο ίχνος, μια διασαλευμένη και διασκορπισμένη ολότητα που καλείται το υποκείμενο, πάντα υπό το βλέμμα του άλλου, να τον «περισυλλέξει» και να τον μορφοποιήσει, να τον καταστήσει δυνατό, ορατό, και αληθινό. «Η γέφυρα περισυλλέγει τη γη ως τοπίο γύρω απ’ τον ποταμό», αυτή η σαγηνευτική φράση του Heidegger από το «Κτίζειν, κατοικείν, σκέπτεσθαι», που καθιερώνει την αρχιτεκτονική χειρονομία ως μια χειρονομία αποκαλυπτική του κόσμου, μια χειρονομία που συλλέγει και συνθέτει όλα τα διασκορπισμένα σημεία του αφιερώνοντάς τα στην ενότητα του. Είναι σαφής: «αυτό που συμβαίνει δεν είναι το γεγονός ότι η γέφυρα στήνεται σ’ έναν τόπο, αλλά το γεγονός ότι απ’ την ίδια τη γέφυρα γεννιέται κατ’ αρχάς ένας τόπος». Η αρχιτεκτονική γίνεται έτσι η χειρονομία που ορίζει τον τόπο, που τον περί-γράφει, εγκαταλείποντας τον στην εξωτερικότητά του, στο ίχνος αυτού του Έξω που τον περιβάλλει. Η αρχιτεκτονική δεν είναι η χειρονομία του Εγώ, της οικείας συνείδησης, όπως το έβλεπε ο Bachelard, αλλά αυτή η χειρονομία του εξωτερικού άλλου που εγείρει τη δική μου καλύβι, τη σκηνή της δικής μου μοναδικής κατοίκησης, μέσα στον κόσμο του. Αυτή τη σκηνή του αποκλεισμού μου αλλά και της επανεισόδου μου στον κόσμο. Ο Levinas βέβαια το έχει πει τόσο ωραία: «ερχόμαστε στον κόσμο όχι από ένα ανοικτό σύμπαν αλλά μέσα από τους τέσσερις τοίχους ενός σπιτιού». Είναι μάλιστα αυτή ακριβώς η έξωση από τον τόπο του άλλου που διανοίγει και την έσχατη δυνατότητα της μόνωσής μας. Ο αποκλεισμός μου στην καλύβη του εαυτού γίνεται και ο μόνος τρόπος που μου παρέχει ο άλλος για να συνυπάρχω μαζί του, για να υποφέρω την εξωτερικότητά του, αυτή την ίδια την εξωτερικότητα του κόσμου. Δεν θα υπάρξει άλλη προστασία για τον άνθρωπο από την προστασία που του παρέχουν τα τέσσερα ντουβάρια, όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο Πεντζίκης. Η έξωση έτσι γίνεται εδώ μια έσωση, μία περίκλειστη μόνωση στον τόπο της απεύθυνσης του εαυτού, μια αδιαφανής χωρικότητα, που δεν επιμερίζεται, αλλά δαπανάται ακέραια και μ’ αυτή μάλιστα την μπασελαριανή της θέρμη. Το Έξω υπάρχει τώρα πιο έντονο εδώ μέσα, καθότι είναι αυτό που ορίζει τον τόπο, τον τόπο του Είναι, την καθήλωση του στη θέα του κόσμου που θα είναι για πάντα αυτή η θέα του άλλου. Η μετρική έτσι του πλαισίου, της πόρτας ή του παραθύρου, θα γίνει και ο μόνος ασφαλής κώδικας αυτής της επικοινωνίας. Όταν ο Le Corbusier θα χτίσει το σπίτι της μητέρας του το 1923 στην όχθη της λίμνης Λεμάν στην Ελβετία, θα το περικλείσει ολόγυρα με έναν ψηλό μαντρότοιχο, έναν τοίχο που θα αποκλείσει το σπίτι απ’ τη θέα του κόσμου. Θα ανοίξει όμως ένα μικρό παράθυρο σ’ αυτό το εξωτερικό κέλυφος που θα επιτρέπει στο βλέμμα μια μοναδική θέαση, μια κλεφτή ματιά στον τόπο του άλλου. Η κατανόηση έτσι του κόσμου γίνεται πλέον μέσω της αρχιτεκτονικής του πλαισίωσης, εκεί όπου η ρευστότητα των κινήσεων του διαγράφεται στον ημερήσιο κύκλο της οικειότητας του ρήματος "κατοικώ". Το αρχιτεκτονικό έτσι ίχνος γίνεται πράγματι ένα καταστατικό ίχνος, ένα αφετηριακό γεγονός, καθώς χωροποιεί τον κόσμο ιχνογραφώντας τις «διαφωρές» του. Μια χειρονομία που αποστασιοποιείται από τη ρευστή και διάχυτη φυσικότητα του χώρου και επικεντρώνεται στη συνθήκη της επί-κοινωνίας του, στην αισθητική και νοητική σύλληψη του πλαισίου της. Η διαφορά του άλλου εντοπίζεται ακριβώς στα σημεία αυτής της διαλεκτικής του διεμφάνειας. Και θα είναι μάλιστα στον ύστερο Le Corbusier που αυτά τα φέροντα στοιχεία του κτηρίου θα οργανώνονται συνεχώς γύρω απ’ αυτή την ελευσόμενη αύρα του άλλου. Αυτός ο ενιαίος κενός χώρος καθ’ ύψος στις οικοδομές του που θα οργανωθεί πάνω στη δεξίωση της άπειρης χωρικότητας του κόσμου, του «άρρητου χώρου» του.
Όταν ο άλλος επιστρέψει στη τυφλότητα των σημείων του τότε έχουμε να κάνουμε με μυστικούς τόπους, με αδιαφανείς περιοχές που δεν διατίθεται αλλά υπομένουν το κενό της μοναξιάς τους. Στο «Εκείνος που δεν με συντρόφευε», του Μωρίς Μπλανσώ, ο ήρωας διασχίζει έναν μακρύ, υποφωτισμένο διάδρομο, πλαισιωμένο από πόρτες που από μέσα τους ακούγονται αναστεναγμοί. Δεν θα μάθουμε ποτέ όμως αν αυτός ο διάδρομος είναι ένας διάδρομος ξενοδοχείου ή νοσοκομείου, αν οι αναστεναγμοί που ακούγονται είναι αναστεναγμοί πόνου ή αναστεναγμοί ηδονής. Το ίδιο και με το δωμάτιο που βρίσκεται ο ετοιμοθάνατος Μαλλόν του Μπέκετ και καταγράφει τις αναντίστοιχες με την πραγματικότητα σκέψεις του. Είναι και οι δύο χώροι αγνώστου ταυτότητας, μοναχικά και αδιάγνωστα συμβάντα. Ετεροτοπικές συνθήκες που απολύουν μέσα στην αδιαφάνειά τους αυτή την ίδια την εικόνα του κόσμου, την δυνατότητα της καθολικής του αναπαράστασης. Δεν είναι ο Άλλος έτσι που διαταράσσει το Είναι μου αλλά η έκλειψη του, μια έκλειψη που δεν θα εγγράψει όμως ποτέ και «διαφωρά». Οι ετεροτοπικές έτσι συνθήκες δεν περιγράφουν τον τόπο, αλλά διαγράφουν ένα ανησυχαστικό και αναστοχαστικό περιβάλλον, μια χωρικότητα εγκαταλελειμμένη στο Πραγματικό του τοπικού, στη συμβαντικότητα της ελευσόμενης και καινοποιούς του εικονοποιίας. Στο σύγχρονο, που δεν είναι τελικά και τόσο σύγχρονο, εικονικό, τεχνοεπιστημονικό περιβάλλον ο «ιδεατός απόλυτος χώρος» του Kant αποσύρεται όχι στον εμπειρικό εντοπισμό του, όπως στον Heidegger, αλλά μέσα στο περιβάλλον των άπειρων μορφικών αναδιπλασιασμών του. Μια απροσδιοριστία που δεν ανιχνεύει καμιά τοπική αναφορά, ούτε καν μια δομική αντιστροφή αλλά αυτήν την ολική εκπραγμάτιση, την διάθεση μας στην λιμπιντική της απώθησης. Οι εικονικές, αποκαλυπτικές χωρικότητες που εκτοπίζουν σήμερα την εμπειρία διασυνδέουν τη επιθυμία σε μια δυνητική τροχιά υπερδιασύνδεσης, τόσο όμως πέραν των συνόρων που το παράδειγμα της δεν υφίσταται πια. Η εικονικότητα αυτής της χωρικής εμπειρίας γίνεται έτσι μια εξάρνηση του ίδιου του εαυτού της, μια αρνητική, απισχνασμένη δομή αφιερωμένη στην διαρκή της αποδόμηση. Χαρακτηρίζεται απ’ αυτό το ντελεζιανό «μίσος για την εσωτερικότητα» που εγκαταλείπεται σ’ ένα αφηρημένο και απεδαφικοποιημένο πεδίο άπειρων κωδικοποιήσεων και αυτοματισμών. Οι ντελεζιανές και γκουαταριανές πτυχώσεις των «χιλίων πλατωμάτων» δεν ανταποκρίνονται έτσι εκ της φύσεως τους σε ένα στέρεο, αρχιτεκτονικό, τοπολογικό ορίζοντα αλλά στην εκτροπή του, στη μεταφυσική της «κινητικότητάς» του. Η τοπικότητα εδώ δεν είναι πλέον η αποκαλυπτική του
οικείου χώρου, αλλά η αμφισημία του, το απροσδιόριστο και αδύνατο ίχνος του. Το ίχνος της επιθυμίας που διαγράφεται ακριβώς τη στιγμή της ολικής του απόσυρσης και απώθησης. Γι αυτό και το σκάνδαλο μέσα στην εικονικότητα δεν θα είναι ποτέ ο δυνητικός της ορίζοντας, αυτός ο ορίζοντας της σαγήνης, όπως υποστηρίζει ο Baudrillard, αλλά ο τόπος της εκτροπής της, το παράσιτο που θα την εκβάλει και πάλι στα λασπόνερα του Πραγματικού, σ’ αυτά τα λασπόνερα που υπάρχουν όμως ήδη στο Στάλκερ του Tarkovsky. Όταν εκλείπει η δομή του τόπου, στο σύμπαν της απεριόριστης απελευθέρωσής του, τότε αυτό που εγείρεται είναι αυτό ακριβώς το απωθημένο πεδίο, το σύμπτωμα του τόπου, το ίχνος που φέρει πάνω του ο τόπος, το τραύμα που του αφήνει το Πραγματικό. Γίνεται έτσι ένα προκλητικό πεδίο, ένα αληθινό συμβάν, αυτό το συμβάν του τόπου, που κομίζει στη διάχυση των πραγματικοτήτων τη δυνατότητα της εγγραφής του, μια πράξη που θα ιστορικοποιεί και θα σηματοδοτεί εφεξής την ίδια την επιθυμία. Αυτή η εγγραφή του χωρικού ίχνους στην τοπογραφία του πόθου είναι στην πραγματικότητα κάτι παραπάνω από μια φαινομενολογική εκτροπή, με την έννοια της αντιστρεψιμότητας των φαινομένων. Ο τόπος δεν είναι μόνο μια εκτροπή σημείων, των σημείων της χωρικής επιθυμίας, αλλά η ανάδυση μιας νέας δυνατότητας του Είναι. Η επιφάνεια έτσι του χωρικού διαβρώνεται και εγχαράσσεται από τις εγγραφές μιας βιωμένης αλλά και αδύνατης μαζί εμπειρίας. Είναι αυτό «το βάθος της επιφάνειας», όπως λέει ο Μούζιλ, που δίνει στα σημεία του φαντασιακού χώρου ένα οντολογικό βάθος, μια υπαρκτική δυνατότητα προοπτικής. Ο τόπος έτσι εγγράφεται σ’ αυτή ακριβώς την ευθραυστότητα της μέριμνάς του. Μια επανάπαυση και ο τόπος πάλιν υποχωρεί στην οντολογική του αδιαθεσία, στις φαντασιακές του πτυχώσεις. Ο Άλλος με εντοπίζει στον τόπο και με εκτοπίζει στη σκηνή της σαγήνης του. Αυτή η ετεροτοπική συνθήκη της ίδιας της γλώσσας, της γλώσσας της επιθυμίας, της επιθυμίας του άλλου. Η δυνατότητα της κατοίκησής της, όχι στον οικείο τόπο του Heidegger, αλλά στο ανοίκειο, στην αδυνατότητα μόνο του άλλου. Η σαγήνη έτσι του τόπου είναι η σαγήνη που του ασκεί ο άλλος, ο άλλος που δεν είναι τόπος, γι αυτό και ο τόπος θα ναι πάντα ο τόπος της απεύθυνσης και της επίκλησης σ’ αυτόν τον άλλον. Μια αδυνατότητα που κάνει και την ίδια την επίκληση μια αδύνατη επίκληση, μια επίκληση θανάτου. Γιατί όσο απευθυνόμαστε σ’ αυτόν τον άλλον τόσο αποσυρόμαστε, τόσο βυθιζόμαστε στο καταγωγικό μας μηδέν που θα γίνει στο τέλος και το μηδέν της ίδιας της επιθυμίας.
the topography of the other \ by apostolis artinos
The place is opened up, abandoned in its diffusion, up to the very limits of its total denegation, its negative trace, its atopic trace, its total spatial availability. Thus, every place is in fact a self-impossibility, its emergence in the in-possibility of its Real trace, the dis-closure of the Real itself, its conception and dwelling. Finally, the place where the human is being. This topological diversion of space also constitutes substantially a reversal at the level of the symbolic order. The capital position is no longer taken by the indetermination of our spatial origin but by the conscious trait of our topography. When I’m talking of space here I don’t refer to this uninhabited “pure extension” of Heidegger but to the original impossibility of the place itself, the zero degree of its trace; a labyrinthal, enclosed and incommunicable spatiality, which is not available to the communion of its subject but only to the fluidity of its movements; a vigilance instituting an action, the one of generating the place, the one of mourning in reality, since the place is about to yield yet again its position to its atopic death, to the eternal return of its spatiality. Thus, the scenes of the place aren’t but its two moments, of its emergence and its withdrawal, the tension between those two moments, their singularity and their awaiting; when the place becomes a challenge to itself, a rare and suspended transparency of its Real trace in the horizon of the immobile order of the other. A newly born point in the order of void, a reserve of energy spilled over from the fissures of the anonymous other. “Space is what is granted to enter its limit”, Heidegger suggests, in the linguistic universe of definitions. “Language is (or may have become) a thing of space”, Foucault formulates on his part. The liminality of the place is thus informed in the illimitable of its spatial beyond. In any case, every limit isn’t but the receiving of this beyond. The curvature of cosmos is chiseled by its own exteriority. Its gravity and other introvert movements aren’t but the conditions being dictated and exposed in the imaginary of their diversions, in this scandalous and unconsumed presence of the Exterior. The relief of the place as well as the condition of dwelling will always be the gestures of the other, the “aura” of things that also becomes here their authentic destiny. On the other hand, the infinity of the place grants an open horizon to the place, a real possibility. The place is not depleted in its objective dimensions, in the relief of its reality, but opens up to its own infinity, the infinity of its points. Space as a negative destiny of the place thus becomes its field of development; the challenge here is not letting this infinity surrender to the nonsense of its duration but to the truth of its historic vigilance. Besides, the place isn’t a void of sense; all of its points are points of its very revelation, points that echo its own destiny, its own finality. That is why places – and not spaces – are finally the ones exhausted, withdrawn, washed up to oblivion, in the weakness of their silence, their original seduction. The places are fragile due to their very truth, this impossible “non-” that has them withdrawn by its absence. That is why their emergences always take place in the atopy of the fissure, in the place of void. Thus, their eventual births have no precedent, no genealogies, they aren’t but extracted. The lived spatiality of the space, a basically romantic position that holds forth its psychological and empirical speculation against the logos of Enlighten rationalism, constitutes a perspectivism grounded on this very impossibility of the subject, its availability to the attraction of the other. Thus, the place constitutes the difference, given that it receives the difference of the other, the trace of this radical otherness coming from the exterior; an otherness that raises the trace of its subjectivity together with the wound of its alienation. Since the early phenomenological approaches by Husserl, the space is already acknowledged as the birth place of inter-subjectivity. A progressive spatiality manifested by a bodily and psychological recovery of the world, its empirical reconstitution, up to the famous heideggerian “being-in-the-world” and the incorporated truths of Merleau-Ponty. On the contrary, both in space and in the contemporary interlinked spatialities, the subject is informed in its indifference, its emaciated trace. In the horizon of simulation, as Baudrillard showed us in his singular way, there is no difference of the other, only its simulation and its final disappearance. Thus, the subject becomes the content of the place, its mode of inhabiting. Heidegger pointed out that the subject is always a dwelling subject, and
the place a place inhabited by the subject; the place where the Being raises its dwelling, always under the eyes of the other, the “sky” or the “deities”, according to Heidegger. The importance rests on this external horizon that constitutes the “differance” of the place. It is this “under” that characterizes the place as being always the place of the other, the place belonging to the ephemeral trace of its dwelling that becomes the ephemeral trait of the place itself. And this is so because, if the place is the dwelling place and its dwelling is an ephemeral dwelling, the place is an ephemeral trace, a disturbed and dispersed totality which the subject is called up, under the eyes of the other, to “re-assemble” and give form to, making it possible, visible and true. “The bridge recollects the earth as a landscape around the river”, this seductive wording by Heidegger from “Building, dwelling, thinking” institutes the architectural gesture as a gesture that reveals the world, collects and composes all of its dispersed points by dedicating them to its unity. And he is unambiguous: “what happens is not the fact that the bridge is raised in a place but the fact that, from the bridge itself, a place is firstly born”. Architecture becomes the gesture that defines the place, de-scribes it and abandons it to its exteriority, to the trace of this surrounding Exterior. Architecture is not the gesture of the Ego, the familiar conscience, as Bachelard suggested, but this gesture of the external other that raises my own cabin, the scene of my own singular dwelling, inside its own world; this scene of my own exclusion and my own reentering the world. Levinas has put it quite nicely: “we come in the world not from an open universe but from within the four walls of a house”. It is this very ejection from the place of the other that also opens up the ultimate possibility of our insularity. My exclusion in the cabin of the self becomes the only way provided by the other for me to coexist with the other, to suffer the exteriority of the other, the very exteriority of the world. There will be no protection for the human being other than the protection provided by the four bare walls, according to Pentzikis. Thus, the ejection becomes an injection, a closed insularity in the place of addressing the self, an opaque spatiality, undividable but consumed in its integrality and that Bachelardian fervor. The exterior lies on the inside in a more intense way, since it defines the place, the place of Being, its fixation in viewing the world, the view of the other. The metrics of the frame, the door or the window will become the only safe code of this communication. When Le Corbusier built the house of his mother in 1923, on the shore of the lake Le Mans in Switzerland, he constructed a tall fence, a wall that excluded the house from the eyes of the world. But he took care in opening a small window in this enveloping shell that allows for a single view, a sneak glance at the place of the other. Thus, the understanding of the world takes place through its architectural framing, where the fluidity of its movements is informed in the daily cycle of intimacy suggested by the verb “to dwell”. The architectural trace really becomes a constitutive trait, a factum of origin, since it spatializes the world by means of sketches of its “differances”; a gesture that distances itself from the fluid and diffuse naturality of the space and focuses on the condition of its communication, the aesthetic and conceptual grasp of its frame. The difference of the other is located in the very points of its dialectic transparency. In the late work by Le Corbusier the bearing elements of the building are always organized around this coming aura of the other. At the height of its structures, this united empty space is organized around a focal point: the receiving of the infinite spatiality of the world, its “ineffable space”. When the other returns to the blindness of its own points, then there are secret places, opaque regions being unavailable but bearing the void of their solitude. In “He who was not accompanying me” by Maurice Blanchot, the hero crosses over a long, poorly lit corridor, which is framed by doors letting sounds of sighs. We will never know if this corridor belongs to a hotel or a hospital, if the sighs are of pain or of pleasure. We are equally unaware of what happens in the room of the dying Malone, by Beckett, where he registers thoughts inadequate to reality. They are both places of unknown identity, solitary and scarcely diagnosed events; heterotopic conditions that, in their own opacity, abolish the very image of the world, the possibility of its total representation. It is not the other that perturbs my Being, but the eclipse of the other, an eclipse that will never register a “differance”. Thus, the heterotopic conditions don’t describe the place but inform an upsetting and reflexive environment, a spatiality abandoned to the Real of the local, the eventuality of its coming and new-producing imagery. In the contemporary – although not so contemporary – pictorial, technoscientific environment, the “ideal absolute space” of Kant is withdrawn not to its empirical localization, as it does in Heidegger, but to the environment of its infinite formal duplications; an indeterminacy that doesn’t detect any local reference, not even a structural reversal other that this total realization, our
availability to the libidinal play of repression. The pictorial, revelatory spatialities that nowadays dislocate experience connect the desire to a virtual orbit of interlinking but they do so in such a depth beyond limits that its paradigm is no longer valid. The pictorial nature of this spatial experience becomes then a denegation of its own self, a negative skeletal structure dedicated to its permanent destruction. It is characterized by a Delezian “hatred for interiority” that is abandoned to an abstract and deterritorialized field of infinite codifications and automations. The folds of “a thousand plateaus” suggested by Deleuze and Guattari don’t correspond by their own nature to a solid, architectural, topological horizon but to its diversion, the metaphysics of its “mobility”. Locality here is no longer revelatory of the familiar place, but its ambiguity, its indeterminate and impossible trace. The trace of desire is informed in the very moment of its total withdrawal and repression. That is why the very scandal in pictoriality will never be its virtual horizon, the horizon of seduction according to Baudrillard, but the place of its diversion, the parasite that has it thrown out again in the muddy waters of the Real, those muddy waters already present in Stalker by Tarkovsky. When the structure of the place vanishes, in the universe of its unlimited liberation, then what rises is the repressed field itself, the symptom of the place, the trace that the place bears and the wound of the Real. It thus becomes a provocative field, a true event, this event of the place that grants the possibility of its registration to the diffusion of realities, an action that would then historicize and signal its own desire. This registration of the spatial trace in the topography of desire is in fact something more than a mere phenomenological diversion, conceived as a reversal of phenomena. The place isn’t only a diversion of points, points of local desire, but the emergence of a new possibility of Being. Thus, the surface of the spatial is corrupted and inscribed by the recordings of a lived no less than impossible experience. It is this “depth of the surface”, according to Musil, that gives to the points of the imaginary space the ontological depth, an existential possibility of perspective. Thus, the place is registered in this very fragility of its caring for. Repose; then the place is yet again withdrawn to its ontological indisposition, to its imaginary folds. The Other has me located in the place and dislocated in a scene of seduction; this heterotopic condition of the language itself, the language of desire, the desire of the other; the possibility of dwelling not in the familiar place suggested by Heidegger but in the uncanny one, the mere impossibility of the other. Thus, the seduction of the place is being seduced by the other, the other that isn’t a place, in a way that the place will always be the place of addressing and calling this other. An impossibility that turns the calling itself into an impossible calling, a call for death, since, so far as we address this other, we withdraw, we submerge in our original nothingness that, in the end, will be the zero degree of desire itself.
βιογραφικά σημειώματα \ biographical notes χρήστος βενέτης \ christos venetis Γεννήθηκε το 1967 στα Ιωάννινα. Σπούδασε στο Τμήμα Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών του Α.Π.Θ. Συμμετείχε σε αρκετές ομαδικές εκθέσεις σε γκαλερί της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης και πήρε μέρος σε πολλές καλλιτεχνικές διοργανώσεις, όπως στη ‘’Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών των χωρών της Μεσογείου’’ στη Νίκαια της Γαλλίας. Ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη. He was born in 1967 in Ioannina. He studied at the Visual and Applied Arts Dept. of the Aristotelian University of Thessalonica. He has participated in various collective exhibitions at galleries of Athens and Thessalonica. He has also participated in many collective shows such as the “Biennial of Young Artists from the Mediterranean” in Niece, France. He lives and works in Thessalonica.
πολυάννα βλατή \ polyanna vlati Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1984. Απο το 2003 έως 2006 σπούδασε στη Σχολή Μαρμαρογλυπτικής Τήνου και, μετά την αποφοίτησή της, εισήχθη στην ΑΣΚΤ της Αθήνας, στο β’ εργαστήριο γλυπτικής της οποίας σπουδάζει μέχρι σήμερα. She was born in 1984 in Athens. She studied at the School of Marble Sculpture of Tinos (2003-2006). At the present time, she studies at the Athens School of Fine Arts (2nd Workshop of Sculpture).
παναγιώτης βούλγαρης \panagiotis voulgaris Ξεκίνησε τις σπουδές του το 1998 από τη Σχολή Μαρμαρογλυπτικής της Τήνου. Το 2002 πήρε πτυχίο (Bachelor of Arts) στις Καλές Τέχνες και την Τεχνολογία από το Middlesex University του Λονδίνου. Στη συνέχεια παρακολούθησε το Μεταπτυχιακό ( Master of Arts) στην Τέχνη και την Αρχιτεκτονική της Σχολής Αρχιτεκτονικής και Kαλών Τεχνών του Πανεπιστημίου του East London, από όπου αποφοίτησε με διάκριση το 2004. Είναι μέλος του Art and Architecture Society στο Ηνωμένο Βασίλειο.
βάσω γκαβαϊσέ \ vasso gavaisse Γεννήθηκε το 1973 στην Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται. Σπούδασε στην ΑΣΚΤ της Αθήνας και στην συνέχεια στο Chelsea College of Art Design (MA) και στο UeL (PD) στο Λονδίνο, με υποτροφία του ΙΚΥ. Έργα της έχουν παρουσιαστεί σε art fairs, σε ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Art Basel Miami Beach -Μαϊάμι, The Armory Show -Νέα Υόρκη, Artissima -Τορίνο, Fiac -Παρίσι, Κέντρο Τεχνών Λευκωσίας, Πύργος Μπαζαίου Νάξος κ.ά.) και στην ατομική της έκθεση “Δεν είμαστε μόνοι” (The Breeder gallery Αθήνα). Έργα της βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές, μουσεία και δημόσια κτίρια όπως το Athenaeum InterContinental Hotel, η Βιοιατρική Αμπελοκήπων και το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. She was born in 1973 in Athens, where she lives and works. She studied at the Athens School of Fine Arts and at the Chelsea College of Art Design (MA) and UeL (PD) in London, with a scholarship from the Greek State Scholarship Foundation. She has shown her work in art fairs and collective exhibitions in Greece and abroad (Art Basel Miami Beach, The Armory Show, New York, Artissima, Torino, Fiac, Paris, The Nicosia Art Center, Bazeos Tower, Naxos etc.) and in a solo exhibition “We’re not alone” (The Breeder Gallery, Athens). Works of hers can be found in private collections, museums and public buildings such as the Athenaeum InterContinental Hotel, Biomedicine Ampelokipoi and the Macedonian Museum of Contemporary Art.
δημήτρης κόζαρης \ dimitris kozaris Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960. Σπούδασε ζωγραφική στην Accademia di Belle Arti του Μιλάνου και βιομηχανικό σχέδιο στο Istituto Europeo της ίδια πόλης. Έχει εκθέσει, μεταξύ άλλων, στην Biennale της Βενετίας το 1993 και το 1995, στο PS1 της Νέας Υόρκης, στο Stedelijk Museum Voor Actuele Kunst της Γάνδης, στο Museum Ferdinandeum του Innsbruck, στην Kunstverein του Μονάχου, στο ΕΜΣΤ, στο Centre pour l’Image Contemporaine, Saint Gervais της Γενεύης και στο Institut of Contemporary Arts του Λονδίνου. Έχει, επίσης, επιμεληθεί εκθέσεις και έχει διδάξει οπτικοακουστικές τέχνες σε διάφορες σχολές καλών τεχνών της Ευρώπης. Από το 2007 είναι καθηγητής σκηνοθεσίας, μοντάζ και πολυμεσικού σχεδιασμού στην Accademia di Belle Arti di Frosinone. Από το 1983 ζει και εργάζεται στο Μιλάνο.
He started studying in 1998 at the School of Marble Sculpture of Tinos. In 2002, he got a degree (Bachelor of Arts) in Fine Arts and Technology from the Middlesex University of London. In 2004 he got a Master’s degree with honors in Arts and Architecture from the Architecture and Fine Arts School of the University of East London. He is a member of the Art and Architecture Society in United Kingdom.
He was born in 1960 in Athens. He studied painting at the Academia di Belle Arti of Milan and industrial design at the Istituto Europeo of Milan. He has shown his work at venues such as the Stedelijk Museum Voor Actuele Kunst of Ghent, the Museum Ferdinandeum of Innsbruck, the Kunstverein of Munich, the National Museum of Contemporary Art of Athens, the Centre pour l’Image Contemporaine, the Saint Gervais of Geneva and the Institut of Contemporary Arts of London. He was also the curator in various shows and has taught in several schools of fine art in Europe. Since 2007 he is a professor of direction, montage and multimedia design at the Accademia di Belle Arti di Frosinone. Since 1983 he lives and works in Milan.
βασίλης γεροδήμος \ vasilis gerodimos
ελένη λύρα \ eleni lyra
Γεννήθηκε στην Άρτα το 1977. Από το 2002 έως το 2005 σπούδασε στην Σχολή Μαρμαρογλυπτικής της Τήνου και το 2005 εισήχθη με διάκριση στην ΑΣΚΤ της Αθήνας. Έχει πάρει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
Σπούδασε στην ΑΣΚΤ της Αθήνας στο εργαστήριο της Ρένας Παπασπύρου και σκηνογραφία με τον Γιώργο Ζιάκα. Ολοκλήρωσε το Μεταπτυχιακό «Ψηφιακές Μορφές Τέχνης» της ΑΣΚΤ. Έχει πραγματοποιήσει τρεις ατομικές εκθέσεις στη γκαλερί Tint στη Θεσσαλονίκη και την Γκαλερί 7 στην Αθήνα και την ARCO της Μαδρίτης. Συμμετείχε σε πολλές ομαδικές εκθέσεις σε χώρους όπως το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Ρεθύμνης
He was born in 1977 in Arta. He studied at the School of Marble Sculpture of Tinos (2002-2004) and was accepted with honors at the Athens School of Fine Arts (2005-2010). He has participated in collective exhibitions in Greece and abroad. He lives and works in Athens.
She studied at the Athens School of Fine Arts in Athens under Rena Papaspyrou and Giorgos Ziakas (scenography). She got a Master’s degree in Digital Art Forms from the ASFA. She has shown her work in three solo exhibitions at Tint gallery, Thessalonica, 7 Galler, Athens, and ARCO, Madrid. She has participated in various collective exhibitions at venues such as the State Museum of Contemporary Art and the Crete Center of Contemporary Art.
δέσποινα μεϊμάρογλου \ despina meimaroglou
τερέζα παπαμιχάλη \ tereza papamichali
Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1944. Σπούδασε ζωγραφική, τυπογραφία και γραφικές τέχνες στο Kent Institute of Art & Design, στη Βρετανία (1961-1965). Το 1966 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου εργάστηκε σαν γραφίστας και art-director στη διαφήμιση 10 χρόνια. Από το 1981 έχει πραγματοποιήσει 25 ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, κι έχει συμμετάσχει σε μεγάλες ομαδικές διεθνείς εκθέσεις στην Ελλάδα, στο Παρίσι, στο Μιλάνο, στο Τορόντο, στην Τσεχία, στη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας και στις ΗΠΑ (Νέα Υόρκη, Ουάσιγκτον και Σικάγο). Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 συμμετέχει σε καλλιτεχνικά εργαστήρια (artists’ workshops), προσκεκλημένη από Πανεπιστήμια των ΗΠΑ, του Ecuador, καθώς και της Αγγλίας.
Γεννήθηκε το 1974 . Σπούδασε γλυπτική, film& video και θεωρίες σύγχρονης τέχνης στο Byam Shaw και στο London Metropolitan με υποτροφία. Είναι υποψήφια διδακτορική στην Σχολή Καλών Τεχνών της Βαρσοβίας.
She was born in 1944 in Alexandria. She studied painting, typography and graphic arts at the Kent Institute of Art & Design in Great Britain (1961-1965). In 1966 she moved in Athens where she worked for 10 years as a graphic designer and art-director with advertising companies. Since 1981 she has shown her work in 25 solo exhibitions in Greece and abroad. She has participated in major collective exhibitions in Greece, Paris, Milan, Toronto, the Czech Republic, at the Library of Alexandria, and in the USA (New York, Washington and Chicago). Since the mid-90s she has participated in artists’ workshops invited by Universities in the USA, Ecuador and England.
βασίλης μπαλατσός \ vassili balatsos Γεννήθηκε το 1966 στη Λάρισα. Έχει πραγματοποιήσει σειρά ατομικών εκθέσεων σε χώρους όπως η γκαλερί The Apartment στην Αθήνα και το Open Space του Art Cologne στη Γερμανία. Έχει λάβει μέρος σε πλήθος ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, σε μουσεία και γκαλερί, όπως το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Ιλεάνα Τούντα, το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και το Museum of Modern and Contemporary Art στη Γενεύη της Ελβετίας. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. He was born in 1966 in Larissa. He has shown his work in various solo exhibitions at venues such as The Apartment gallery in Athens and the Open Space of Art Cologne in Germany. He has participated in numerous collective exhibitions in Greece and abroad, at museums and galleries such as the National Museum of Contemporary Art, Ileana Tounta Contemporary Art Centre, the State Museum of Contemporary Art and the Museum of Modern and Contemporary Art in Geneva, Switzerland. He lives and works in Athens.
νίκος παπαδημητρίου \ nikos papadimitriou Γεννήθηκε στη Χίο το 1971. Σπούδασε Ζωγραφική και Χαρακτική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και πήρε Μaster Οπτικής επικοινωνίας στο Kent Institute of Art & Design της Αγγλίας. Επίσης φοίτησε με υποτροφία Erasmus στο Edinburgh College of Art. Έχει πραγματοποιήσει 9 ατομικές εκθέσεις και έχει πάρει μέρος σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έχει συμμετάσχει σε διάφορες Biennale, όπως αυτές του Σεράγεβο, της Πράγας, του Τελ Αβίβ και της Κωνσταντινούπολης. Έργα του βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές, στη Δημοτική Πινακοθήκη Χίου, και στην Αθήνα στα ξενοδοχεία 21, periscope και Intercontinental. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. He was born in 1971 in Chios. He studied Painting and Engraving at the Athens School of Fine Arts and got a Master’s Degree in Visual Communication from the Kent Institute of Art & Design in England. He also studied at the Edinburgh College of Art with an Erasmus scholarship. He has shown his work in 9 solo exhibitions and participated in various Biennials in Sarajevo, Prague, Tel Aviv and Istanbul. Works of his can be found in private collections, at the Municipal Gallery of Chios and the hotels 21, periscope and InterContinental in Athens. He lives and works in Athens.
She was born in 1974. Studied sculpture, time-based media and theories of contemporary art at Byam Shaw and the London Metropolitan under scholarship. She is currently a Phd candidate at the Academy of Fine Arts in Warsaw.
ρένα παπασπύρου \ rena papaspyrou Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1938. Σπούδασε στην ΑΣΚΤ στην Αθήνα και στην Ecole Nationale Supérieure des Beaux Arts στο Παρίσι. Από το 1993 έως το 2005 δίδαξε ως καθηγήτρια και διευθύντρια του Γ’ Εργαστηρίου Ζωγραφικής της ΑΣΚΤ, της οποίας είναι Ομότιμη Καθηγήτρια. Έχει πραγματοποιήσει 25 ατομικές εκθέσεις και έχει συμμετάσχει σε πολλές ομαδικές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. She was born in 1938 in Athens. She studied at the Athens School of Fine Arts (ASFA) and at the Ecole Nationale Supérieure des Beaux Arts in Paris. From 1993 to 2005 she was a professor of ASFA and served as the director of the 3rd Workshop of Painting; she is now a Professor Emerita of ASFA. She has shown her work in 25 solo exhibitions and participated in numerous collective exhibitions in Greece and abroad. She lives and works in Athens.
χριστίνα σγουρομύτη \ christina sgouromiti Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1976. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ζωγραφικής του Camberwell College of Arts, London Institute. To 2004 απέκτησε μεταπτυχιακό τίτλο στο Σχέδιο από το ίδιο πανεπιστήμιο. Έχει ασχοληθεί με site-specific εγκαταστάσεις στα πλαίσια εικαστικών ομάδων και διεπιστημονικών projects (AREA10, ARTIVISTS, άντερ κονστράξιον, Locus Solus, Christian Boltanski-Les abimés du téléphone). Έχει εκθέσει ατομικά στις Clarion Contemporary Art (2005) και Manifactura (2007) και έχει πάρει μέρος σε ομαδικές στην Αθήνα και το Λονδίνο. Την περίοδο αυτή εκπονεί διδακτορική διατριβή στην ΑΣΚΤ της Αθήνας σε συνεργασία με το τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. www.sgouromiti.com
She was born in 1976 in Athens and graduated from the Painting department of Camberwell College of Art, London Institute. In 2004 she acquired her master degree in MA Drawing at the same college. She has worked extensively with artists’ groups and cross-field collaborations, mainly in the form of site-specific installations (AREA10, ARTIVISTS, under construction group, Locus Solus intermedia, Christian Boltanski). She has had solo shows in Clarion Contemporary Art (2005) and Manifactura (2007) and she has participated in numerous group shows in Athens and London. Currently, she is a PhD candidate at the Athens School of Fine Arts, collaboratively with the department of Social Anthropology, University of the Aegean. She lives and works in Athens. www.sgouromiti.com
γιώργος σκυλογιάννης \ george skiloyannis
μαρία–ανδρομάχη χατζηνικολάου \ maria–andromachi chatzinikolaou
Γεννήθηκε στην Αμφισσα. Πήρε δίπλωμα ζωγραφικής και σκηνογραφίας από την ΑΣΚΤ της Αθήνας. Το 1981 πραγματοποίησε την πρώτη ατομική του έκθεση στην Αθήνα στη γκαλερί Μέδουσα. Ως υπότροφος της Γαλλικής Κυβέρνησης το 1982 συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης. Με τον καθηγητή Jean Laude, ολοκλήρωσε την Maitrise Αισθητικής πάνω στο έργο του J.Pollock. Έκανε σπουδές στη Φιλοσοφία της Τέχνης με καθηγητή τον Revault D’ Allones και έγινε κάτοχος του DEA. Το 1985 συνέχισε τις θεωρητικές σπουδές του στις πλαστικές τέχνες στο πανεπιστήμιο Paris VIII. Πολλές διακρίσεις και βραβεία συνοδεύουν τη μέχρι τώρα καλλιτεχνική του πορεία. Απο το 1996 είναι καλλιτεχνικός διευθυντής του Εικαστικού Εργαστηρίου του Δήμου Αμφισσας. Το 2006 εξελέγη καθηγητής των Εικαστικών και Εφαρμοσμενών Τεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ. Έχει πάρει μέρος σε αρκετές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έργα του υπάρχουν σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ισπανία.
Από το1992έως το 1997 σπούδασε στη Σχολή Γραφικών Τεχνών και Καλλιτεχνικών Σπουδών του TEI Αθήνας. Στη συνέχεια σπούδασε ζωγραφική στην ΑΣΚΤ της Αθήνας, με καθηγήτρια την Ρένα Παπασπύρου και φωτογραφία με τον Μανώλη Μπαμπούση. Έχει πραγματοποιήσει αρκετές οπτικοακουστικές εγκαταστάσεις σε δημόσιους χώρους και γκαλερί, έχει συμμετάσχει σε πολλά καλλιτεχνικά projects και εργαστήρια, ενώ έχει υπάρξει μέλος καλλιτεχνικών ομάδων.
He was born in Amfissa. He got a degree in painting and scenography from the Athens School of Fine Arts. In 1981 he showed his work in his first solo exhibition at The Medusa gallery in Athens. He studied at the University of Sorbonne, Paris, with a scholarship from the French government in 1982. Under Professor Jean Laude he got a Maitrise degree in Aesthetics on the work by J. Pollock. He studied Philosophy of Art under Professor Revault D’Allones and got his DEA degree. In 1985 he further studied plastic arts at the University Paris VIII. His work was honored by numerous distinctions and prizes. Since 1996 he is the art director of the Visual Workshop of the Municipality of Amfissa. In 2006 he was elected Professor of Visual and Applied Arts of the School of Fine Arts of the Aristotelian University of Thessalonica. He has participated in various solo and collective exhibitions in Greece and abroad. Works of his can be found in museums and private exhibitions in France, Germany, Italy and Spain.
κωστής σωτηρίου \ kostis sotiriou Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Είναι κάτοχος BA of ART in Architecture του πανεπιστημίου του Greenwich και διπλώματος αρχιτέκτονα μηχανικού από το University of East London (MA). Σπουδάζει στο 5o της ΑΣΚΤ με καθηγητή τον Γιώργο Λάππα. Ασχολείται με την σχέση αρχιτεκτονικής και τέχνης όπως αυτή εκτυλίσσεται μεταξύ σωμάτων και αντικειμένων. Έχει συμμετάσχει σε εκθέσεις και δράσεις στην Ελλάδα (Gallery Kappatos, Κεντρο ‘Βοτανικός’) και στο εξωτερικό (KΑΝΟΝ-rhizomatic actionsΒελιγράδι, Mimar Sinan University, Κωσταντινούπολη). He was born in 1980 in Athens. He got a BA degree in Architecture from the University of Greenwich and an architectural engineer degree from the University of East London (MA). He now studies at the Athens School of Fine Arts (5th) under Professor Giorgos Lapas. He is interested in the interrelation of architecture and art, the way it unfolds between bodies and objects. He has participated in exhibitions and actions both in Greece (Kappatos Gallery, “Botanikos”) and abroad (KΑΝΟΝ-rhizomatic actions- Belgrade, Mimar Sinan University, Istanbul).
τοτέμ \ totem Η ομάδα Τοτέμ είναι συνάντηση / Μια προσπάθεια πριν πράξουμε να κατανοήσουμε / Να διακρίνουμε αυτό που υπάρχει πριν από εμάς / Το κέντρο που αναδύεται πλήρες νοήματος / Ή δίχως νόημα/ Η δράση της ομάδας ξεκίνησε το 2010 με την επέμβαση στον υπό κατασκευή χώρο bbox (Μελάνυθρος). Η ομάδα απαρτίζεται από τους: Ιωάννα Γουζέλη, Γιάννη Δελαγραμμάτικα, Αλέξανδρο Κακλαμάνο, Αγγελική Μπόζου, Φωτεινή Παλπάνα, Γιάννη Χειμωνάκη. The Totem group is a meeting / An effort for us to understand before acting / To discern what exists prior to us / The center emerging full of meaning / Or without meaning / The action of the group started in 2010 with its intervention in the space bbox being under construction (Melanythros). The group includes Ioanna Gouzeli, Giannis Delagrammatikas, Alexandros Kaklamanos, Aggeliki Mpozou, Fotini Palpana and Giannis Chimonakis.
She studied at the Faculty of Graphic Arts and Art Studies of the Technological Educationa Institute of Athens (1992-1997). She also studied painting under Professor Rena Papaspyrou and photography under Professor Manolis Mpampousis at the Athens School of Fine Arts. Installations of hers were presented in various public spaces and galleries. She has participated in numerous art projects, workshops and art groups.
κώστας χριστόπουλος \ kostas christopoulos Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1976. Σπούδασε ζωγραφική στο Ζ’ εργαστήριο της ΑΣΚΤ (1996-2002) και ολοκλήρωσε το ΜΕΤ το 2008. Από το 2010 είναι υποψήφιος διδάκτορας του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης της Σχολής Ν.Ο.Π.Ε. του Α.Π.Θ.. Έχει πραγματοποιήσει δύο ατομικές εκθέσεις στη γκαλερί Ζουμπουλάκη και έχει συμμετάσχει σε αρκετές ομαδικές. Είναι μέλος της καλλιτεχνικής ομάδας Φιλοπάππου. www. kostaschristopoulos.com He was born in 1976 in Athens. He studied painting at the 7th Workshop of the Athens School of Fine Arts (1996-2002) and got a Master’s degree in 2008. Since 2010 he works on his PhD at the Political Science Dept. of the NOPE School of the Aristotelian University of Thessalonica. He has shown his work in two solo exhibitions at the Zoumpoulaki gallery and has participated in various collective exhibitions. He is a member of the art group of Filopappou. www.kostaschristopoulos.com
λίλα χρόνη \ lila chroni Η Λίλα Χρόνη έχει ασχοληθεί με τον κλασικό χορό από την ηλικία των πέντε ετών. Έχει διδαχθεί μοντέρνο και σύγχρονο χορό, jazz και έχει συμμετάσχει σε αντίστοιχα σεμινάρια της σχολής Alvin Ailey καθώς και σε σεμινάρια χοροθεραπείας. Έχει επίσης παρακολουθήσει μαθήματα παραδοσιακών ελληνικών χορών, flamenco, tango και άλλων ειδών χορού. Είναι απόφοιτος της σχολής Kripalu στη Μασαχουσέτη των ΗΠΑ παίρνοντας το δίπλωμα της Kripalu Yoga Teacher και Kripalu Υοga Dance Instructor. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται με την τεχνική του butoh και έχει παρακολουθήσει σεμινάρια και συμμετάσχει σε παραστάσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό με τους Masaki Iwana, Tadashi Endo, Ko Murobushi, Atsushi Takenouchi, Ymiko Yoshioka, Katsura Kan και Sumako Koseki. Διδάσκει Kripalu yoga και Kripalu yoga dance, διοργανώνει σεμινάρια butoh και χορεύει συνεχίζοντας παράλληλα τη δια βίου εκπαίδευσή της. Lila Chroni has been interested in classical dance since the early age of five. She studied modern and contemporary dance, jazz and participated in workshops held at the Alvin Alley School and other dance therapy workshops. She also studied Greek traditional dances, flamenco, tango and other kinds of dance. She has a Kripalu Yoga Teacher and a Kripalu Υοga Dance Instructor degree from the Kripalu School in Massachusetts, USA. In recent years, she is particularly interested in the butoh technique. She has participated in various workshops and shows in Greece and abroad, together with Masaki Iwana, Tadashi Endo, Ko Murobushi, Atsushi Takenouchi, Ymiko Yoshioka, Katsura Kan and Sumako Koseki. She teaches Kripalu yoga and Kripalu yoga dance, offers her own butoh workshops, dances and actively pursues her lifelong education.
Ευχαριστούμε Το Δήμο Δελφών και ιδιαιτέρως τον δήμαρχο Νικόλαο Δ. Φουσέκη, τον αντιδήμαρχο Δημοτικής κοινότητας Άμφισσας Παναγιώτη Ταγκαλή και τον πρόεδρο του δημοτικού συμβουλίου Αθανάσιο Παναγιωτόπουλο, για την αποφασιστική και καθοριστική τους υποστήριξη σε όλα τα επίπεδα κατά την διοργάνωση της έκθεσης καθώς επίσης και για την οικονομική ενίσχυση στην έκδοση του καταλόγου. Την Συντονιστική Επιτροπή Συλλογικών Φορέων Άμφισσας, τον Σύλλογο "ΕΛΙΑ", τον Σύλλογο Ερασιτεχνικής Αστρονομίας Φωκίδας "Αχυρόστρατα", τον Σύλλογο Εθελοντών Αιμοδοτών Άμφισσας "Οι Άγιοι Ανάργυροι" και τον Σύλλογο Γονέων και Κηδεμόνων 3ου Νηπιαγωγείου Άμφισσας, που συνέδραμαν και αυτοί στον παραπάνω σκοπό. Την εταιρεία Folli Follie και τον Όμιλο S&B για την οικονομική τους ενίσχυση. Τους Κώστα, Παναγιώτη, Σπύρο Μερινόπουλο και Παναγιώτη Ν. Μερινόπουλο για την ευγενική παραχώρηση των χώρων τους στα Ταμπάκικα. Καθώς επίσης και το Amfissa Press και το blog Εν Αμφίσση για την επικοινωνιακή υποστήριξη έκθεσης μας. χορηγοί Μεταφράσεις κειμένων: Νίκος Ηλιάδης Σχεδιασμός καταλόγου: Kώστας Μέντζος Εκτύπωση: Artiospamp, Γραφικές Τέχνες Ε.Π.Ε.
χρήστος βενέτης πολυάννα βλατή παναγιώτης βούλγαρης βασίλης γεροδήµος βάσω γκαβαϊσέ δηµήτρης κόζαρης ελένη λύρα δέσποινα µεϊµάρογλου βασίλης µπαλατσός νίκος παπαδηµητρίου τερέζα παπαµιχάλη ρένα παπασπύρου χριστίνα σγουροµύτη γιώργος σκυλογιάννης κωστής σωτηρίου µαρία ανδροµάχη χατζηνικολάου κώστας χριστόπουλος οµάδα τοτέµ λίλα χρόνη επιµέλεια έκθεσης: the symptom projects www.thesymptomprojects.gr