Εκκρεμές - Τ1 2013 - Σχολή Μωραΐτη

Page 1

ΣΧΟΛΗ .. ΜΩΡ IΤΗ

THE MORAITIS SCHOOL

ΜΑΘΗΤΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΕΚΚΡΕΜΕΣ ΜΑΡΤΙΟΣ 2013 • τευχος

1


Αναστασάκου Λένα (ΙΒ2) Αντύπα Μαρία-Αθηνά (Α1) Βαρελίδη-Στρατή Θεοδώρα (ΙΒ1) Διαμαντοπούλου Κατερίνα (Β1) Ζημιανίτη Ιωάννα (Α5) Ζούλη Δήμητρα (Α1) Κουρσιούνη Μαρία-Άννα (Β2) Λουΐζου Έμιλυ (ΙΒ2) Μαρή Δομνίκη (Β1) Δαλακούρας Γιώργος (ΙΒ2) Δελενίκας Δημήτρης (ΙΒ2) Δουκάκης Θάνος (ΙΒ1) Ευστρατιάδη Πόλυ (ΙΒ1) Ηλιόπουλος Πάνος (ΙΒ2) Κεχριμπάρη Νίκολα (Α2) Κωνσταντινίδης Πέτρος (ΙΒ2) Νομικός Φιλήμων (Α5)

Μαριδάκη Ζήνα (Γ2) Ντέγκας Σωτήρης (Α5) Πανοπούλου Στέλλα (Γ2) Παπαδούδης Θάνος (Β2) Ραβαζούλα Μαρία (Α2) Σούρα Μαρίσσα (Β3) Τζανετοπούλου-Χρυσού Ήβη (Γ1) Τσουβελεκάκη Έλυα (ΙΒ1) Χριστοδουλάκη Μιχαέλα (ΙΒ1) Πάργα Άννα (Β1) Παπαδάτου Ειρήνη (Γ1) Ρήγα Ναταλία (Γ1) Ρομποτή Τατιάνα (Γ4) Ρούσση Μαρία (Β1) Στροφύλλα Αριάδνη (ΙΒ2) Τρανός Ιάσων (ΙΒ2)

Αλεξάνδρα Βρυώνη (ΙΒ2) Το συγκεκριμένο έργο αποτελεί μέρος του project «Το προφίλ ενός ήρωα» («Profile of a hero»). Η έμπνευση για το έργο αυτό πηγάζει από την ανάγκη να αναγνωρίσουμε τους καθημερινούς ήρωες γύρω μας, αλλά και μέσα μας. Οι άνθρωποι, δηλαδή, που, ενώ ζούνε κάτω από δύσκολες και ίσως απελπιστικές συνθήκες, συνεχίζουν με αισιοδοξία και ελπίδα για το μέλλον.

Νίκος Αντερριώτης

Επιμέλεια Εικαστικού

Κεντρικό Συντονισμός Κοινοτικό Ύλης Σχεδιασμός Συμβούλιο Επιμέλεια Εξωφύλλου Λυκείου

Συντακτική Ομάδα Λυκείου

2

Γιωλένα Τουλιάτου

• Ευχαριστούμε το τμήμα Visual Arts του ΙΒ της Σχολής Μωραΐτη για την παραχώρηση του έργου του εξωφύλλου. • Η αναπαραγωγή του φωτογραφικού υλικού και των εικόνων που συνοδεύουν τα κείμενα προορίζεται μόνο για εκπαιδευτικούς σκοπούς και για περιορισμένο αριθμό αντιτύπων.


3

Περιεχόμενα

1. Μήνυμα του Δημήτρη Δελενίκα, προέδρου του ΚΚΣ.................................................................4 2. Να ’μαστε..........................................................................................................................................................5 3. Φασισμός: ιδεολογία και συμπεριφορά • Η Ευρυδίκη των άλλων........................................................................................................................... 6-7 • Ο φόβος των κεραυνών...............................................................................................................................8 • Γιατί φασίστας;....................................................................................................................................................9 • Συναντήσεις_Άννα Φραγκουδάκη..................................................................................................10-11 • Το δικό μου όχι........................................................................................................................................12-13 • Όταν η δημιουργικότητα συσκευάζεται...............................................................................................14 • Καταμερισμός ευθυνών σε μια δημοκρατία.....................................................................................15 • Συναντήσεις_Γιώργος Θαλάσσης...................................................................................................16-17 • Ρεπορτάζ: Επίσκεψη σε ένα διαφορετικό σχολείο..................................................................18-19 • Συναντήσεις_Δημήτρης Χριστόπουλος...................................................................................... 20-21 • Η τέχνη της λογοκρισίας............................................................................................................................22 • Η ιστορία διδάσκει........................................................................................................................................23 • Συναντήσεις_ Γιάννης Κακλέας......................................................................................................24-25 • Πάντα να φοράς την αξιοπρέπειά σου................................................................................................26 • Συναντήσεις_ Λαέρτης Βασιλείου......................................................................................................... 27 • Κάπου μοιάζουμε.........................................................................................................................................28 • Συναντήσεις_ Κωστής Παπαϊωάννου..................................................................................................29 • Μάτια χαμένα..................................................................................................................................................30 • Σχολικά εγκλήματα........................................................................................................................................31 • Η “φασιστική” αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα...............................................................................32 • Κατηγορία άγνωστο..................................................................................................................................... 33 • Φασισμός και εκπαίδευση................................................................................................................34-35 • Τα παραμύθια κρύβουν μέσα τους αλήθειες..........................................................................36-37

4. Ό,τι θέλω να μοιραστώ • Ήταν η ώρα να πετάξω...............................................................................................................................38 • Angoisse............................................................................................................................................................39 • Καληνύχτα Κεμάλ... ....................................................................................................................................40 • Σε έναν κόσμο που όλο αλλάζει και όλο ίδιος μένει...................................................................41 • Κάποιος παρακαλώ.....................................................................................................................................42 • Για σένα.............................................................................................................................................................43 • Dear Diary........................................................................................................................................................44 • Τα μικρά και όχι μόνο ψέματα.................................................................................................................45 • Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος................................................................................................................46

5. Βγήκαμε και είδαμε • Αχ αυτά τα φαντάσματα.............................................................................................................................. 47 • Κάθε Πέμπτη Κύριε Γκρην.............................................................................................................. 48-49 • Οι παραθεριστές............................................................................................................................................50 • Η Οδύσσεια στο Εθνικό Θέατρο............................................................................................................51


4

Μήνυμα του Δημήτρη π ρ ο έ δ ρου ΚΚΣ

Εκκρεμές, Φεβρουάριος 2013 Έφτασε η στιγμή που κρατάμε στα χέρια μας το Εκκρεμές. Έχουν περάσει λίγοι μόνο μήνες από την ημέρα που μας επισκέφθηκαν στο ΚΚΣ οι υποψήφιοι για τη φετινή Συντακτική Ομάδα. Μέσα σε αυτό το διάστημα έψαξαν, ρώτησαν, έμαθαν, δούλεψαν και έγραψαν. Και να ‘μαστε τώρα, έτοιμοι να απολαύσουμε τους καρπούς των κόπων τους. Εκ μέρους του ΚΚΣ, εύχομαι να νιώσουμε όλοι την ανάγκη να αφιερώσουμε στο Εκκρεμές περισσότερα από μερικά λεπτά που αρκούν για να ξεφυλλίσουμε ένα περιοδικό. Να αφιερώσουμε χρόνο, ώστε να διαβάσουμε τις σκέψεις των παιδιών αυτών. Και να προβληματιστούμε και εμείς, όσο μπορούμε περισσότερο. Δημήτρης Δελενίκας

Πρόεδρος Μαθητικής Κοινότητας Λυκείου


5

Να ’μαστε! Καινούργια χρονιά, καινούργια ομάδα, καινούργιο αποτέλεσμα. Η επιλογή των θεμάτων είναι πάντα δύσκολη υπόθεση. Οι ιδέες πάντοτε πολλές. Παρακολουθήσαμε την επικαιρότητα, προβληματιστήκαμε και γράψαμε. Συναντήσαμε ανθρώπους σημαντικούς, τους οποίους από καρδιάς ευχαριστούμε που δέχτηκαν με χαρά να μας μιλήσουν: την κ. Άννα Φραγκουδάκη, τον κ. Δημήτρη Χριστόπουλο, τον κ. Γιώργο Θαλάσση, τον κ. Κωστή Παπαϊωάννου, καθώς και τον κ. Γιάννη Κακλέα και τον κ. Λαέρτη Βασιλείου. Βγήκαμε έξω από το Σχολείο. Κάναμε αυτό που λένε ρεπορτάζ και επισκεφθήκαμε ένα σχολείο μεταναστών. Συνάντηση με το διαφορετικό. Καλή σας ανάγνωση. Εκκρεμές Συντακτική Ομάδα Λυκείου Φεβρουάριος 2013


6

Φασισμός: ιδεολογί


7

α και συμπεριφορά Η Ευρυδίκη των άλλων Μου τράβηξε απότομα το χέρι. Γύρισα και τον κοίταξα μπερδεμένος. «Πού θες να πάμε;». «Μακριά». Τα χαρακτηριστικά του ήταν τραβηγμένα, η ματιά του παγωμένη. «Γιατί;» Η λαβή του στο χέρι μου δυνάμωσε, ένιωσα τα ιδρωμένα δάχτυλά του να συνθλίβουν τα δικά μου, ήμουν μικρός. Ξαφνικά, το σώμα του εκτεινόταν μέτρα πάνω απ’ το δικό μου, έπρεπε να σηκώσω το κεφάλι μου για να τον κοιτάξω. Αλλά αυτός απάντησε: «Φοβάμαι». Πώς φοβάται; Αφού είναι τόσο ψηλός… Ένα ρίγος με διαπέρασε και ξαφνικά ένιωσα στάλες κρύου ιδρώτα να γαργαλούν το μέτωπό μου. Φοβόμουν κι εγώ. Αλλά κάτι άλλο με τρόμαζε. Φοβόμουν το χέρι που ήταν σφιγμένο γύρω απ’ το δικό μου και τα φαγωμένα νύχια που μπήγονταν στη σάρκα μου. «Άσε με», είπα μαλακά, όσο μαλακά επέτρεπε το τρέμουλο στη φωνή μου. «Θέλω να μείνω για λίγο». Τα μάτια του έγιναν δύο λεπτές σχισμές. «Δεν τους ξέρεις. Δεν είναι σαν κι εμάς. Θα σε βλάψουν. Θα σε αλλοτριώσουν. Δεν σκέφτονται σαν εμένα κι εσένα». «Πού ξέρεις πώς σκέφτομαι;», ρώτησα, γυρνώντας ασυναίσθητα το κεφάλι από την άλλη μεριά, εκεί που ως εκείνη τη στιγμή κοιτούσε η πλάτη μου, εκεί όπου δεν τολμούσα να κοιτάξω, λες και αν κοίταζα η Ευρυδίκη θα χανόταν, θα επέστρεφε κάτω. Μα η Ευρυδίκη ήταν ακόμα εδώ. Το δέρμα της ήταν σταρένιο και τα μάτια της σχιστά. Αλλά μήπως δεν έλεγαν όσα περίμενα να ακούσω; Αυτός είχε δίκιο. Δεν ήταν σαν κι εμάς. Ήταν μια άλλη Ευρυδίκη. Με τράβηξε ξανά. «Και ποιος ξέρει πώς σκέφτεσαι; Η ξένη; Αν δεν γυρίσεις να με κοιτάξεις, θα μας χάσεις για πάντα. Εμείς είμαστε το σπίτι σου, η φύση σου, η οικογένειά σου, οι φίλοι σου, ο λαός σου, η συνέχειά σου. Αυτοί δεν θα σου δώσουν τίποτα. Θα τα ρουφήξουν όλα από μέσα σου, θα σε αφήσουν άδειο, χωρίς περιεχόμενο, χωρίς αντοχές, χωρίς ταυτότητα, έναν ξένο. Σαν και του λόγου τους. Διάλεξε. Εμάς ή αυτήν; Εμάς ή αυτούς;» Το χέρι του με πονούσε, δεν ήθελα κανένα να μου κρατάει το χέρι. Το χέρι ήταν δικό μου, ήθελε να πιάσει το χώμα, τα δέντρα. Το χώμα ήταν ίδιο μ’ αυτό που ήξερα, απλώς λίγο πιο σκούρο, ήθελε να πιάσει το δέρμα της. Γιατί να πρέπει να διαλέξω; Ο ουρανός ήταν ο ίδιος, το χώμα το ίδιο, απλώς διέφεραν στη μυρωδιά. Ένας κόκκος εδώ, ένα σύννεφο εκεί, μια ανάσα απ’ τον ίδιο αέρα. Γιατί να στεκόμαστε κι άλλο στις διαφορές μας κι όχι σε ό,τι μας ενώνει; Φώναξα: «Γιατί να διαλέξω; Γιατί δεν μπορώ να’ χω και τα δύο;». Είδα τη σκιά του να ορθώνεται απειλητική πάνω μου. «Ποιος είπε ότι στη ζωή μπορείς να’ χεις πάντα και τα δύο; Ή εμάς ή αυτούς». Ένιωσα πως μου έκλεβε όλον τον αέρα. Ο αέρας μας πια του ανήκε, γιατί εγώ είχα πάψει να είμαι σαν αυτόν. Δεν είχα δικαίωμα σ’ ένα μερίδιο από το δικό τους οξυγόνο. Όλα ήταν ένα δίλημμα. Πνιγόμουν. Ή μ’ εμάς ή μ’ αυτούς. «Με όλους», βρυχήθηκα, «Αλλιώς μ’ αυτούς που αποδέχονται τους άλλους. Μ’ αυτούς που δεν φοβούνται τον άνθρωπο, τη ζωή, τον εαυτό τους». Άφησε το χέρι μου, που έπεσε βαρύ στο πλευρό μου. Ο απογαλακτισμός με γρονθοκόπησε βίαια στο στομάχι, αλλά δεν πρόλαβα να πονέσω. Είχε ήδη τελειώσει. Είχε αφήσει το χέρι μου και η Ευρυδίκη των άλλων είχε απλώσει το δικό της, με τα χειροποίητα βραχιόλια να χτυπούν ρυθμικά μεταξύ τους. Τώρα, ήμουν με τους άλλους. Γιατί δεν μπορούσα να είμαι με όλους. Η Ευρυδίκη δεν θα ξαναέφευγε. «Με όλους», μου ψιθύρισε στο αυτί, σε μια γλώσσα άλλη. «Μια μέρα θα είμαστε». Μου το υποσχέθηκε. Η Ευρυδίκη των άλλων... Στέλλα Πανοπούλου Γ2

Η Ευρυδίκη των άλλων χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τη σύνταξη του πεζοποιητικού κειμένου του ομίλου Unesco.


8

Φασισμός: ιδεολογί Ο φόβος των κεραυνών Ό

λοι οι άνθρωποι διαφέρουμε. Είμαστε ξανθοί, μελαχρινοί, ψηλοί, κοντοί, εσωστρεφείς, εξωστρεφείς, χαρωποί, γκρινιάρηδες. Άλλοι είναι πιο έξυπνοι, άλλοι πιο καλόκαρδοι. Άλλοι θα σε αφήσουν να μπεις μπροστά στο ταμείο του σούπερ μάρκετ όταν βιάζεσαι και άλλοι όχι. Άλλοι θα σου ζητήσουν συγγνώμη αν σε σπρώξουν κατά λάθος, ενώ άλλοι θα σε κοιτάξουν με ένα βλέμμα: «Τι ήθελε τώρα κι αυτός/-ή μπροστά μου;» και θα φύγουν. Αυτό, όμως, δεν εξαρτάται από τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά τους. Από το αν έχουν φακίδες ή όχι, αν είναι 80 χρονών ή 20, χριστιανοί ή μουσουλμάνοι, κίτρινοι ή μαύροι, αν φοράνε σκισμένα τζιν ή παλιομοδίτικα παντελόνια πάνω από τη μέση και ζιβάγκο. Κάποιος μπορεί να είναι κοντός, άσχημος, βρώμικος, παράλυτος, κι όμως μέσα του να νιώθει πιο πολλή αγάπη και σεβασμό για τους γύρω του απ’ ό,τι αυτοί γι’ αυτόν. Να προσπαθεί περισσότερο μέσα από την καθημερινότητά του να βελτιώσει τον κόσμο απ’ ό,τι εμείς οι υπόλοιποι. Ποιος, όμως, από όλους εμάς τους υπόλοιπους το σκέφτεται αυτό όταν παρατηρεί τους ανθρώπους γύρω του; Περπατάω στο δρόμο και βλέπω έναν άγνωστο. Τι σκέφτομαι ακριβώς εκείνη τη στιγμή γι’ αυτόν; Πρώτα απ’ όλα, προσπαθώ να του δώσω μια ταυτότητα. Να τον προσδιορίσω ως άτομο της κοινωνίας μου. Είναι ψηλός, αδύνατος, με κοστούμι, μεσήλικας, άσπρος. Υποσυνείδητα σκέφτομαι ότι είναι ένας έξυπνος και από καλή οικογένεια επιχειρηματίας. Συνεχίζω να περπατάω και βλέπω ένα μαύρο να στέκεται στον τοίχο δεξιά μου με τα χέρια στις τσέπες, με τα μαλλιά ράστα, ψηλό, αδύνατο να με κοιτάζει. Τότε σκέφτομαι: «Πρέπει να τον προσέχω αυτόν τον τύπο. Είναι περίεργος».

Λάθος! Μέσα σε 5 δευτερόλεπτα χαρακτήρισα μέσα μου δύο ανθρώπους, τους οποίους δεν ήξερα καν. Τον έναν τον απέρριψα, τον άλλον όχι. Με βάση στερεότυπα που ριζώνουν βαθιά μέσα μου εδώ και 17 περίπου χρόνια. Αυτό είναι ρατσισμός. Να ομαδοποιείς τους ανθρώπους, να βάζεις ταμπέλα σε κάθε ομάδα και με βάση αυτή την ταμπέλα να φέρεσαι και να πράττεις ανάλογα. Όταν αρνείσαι να προσλάβεις στη δουλειά σου έναν αλλοδαπό, ασκείς φυλετικό ρατσισμό. Όταν αρνείσαι να ακούσεις τη γνώμη ενός Ινδουιστή, ασκείς θρησκευτικό ρατσισμό και όταν γυναίκες και άτομα με ειδικές ανάγκες θεωρούνται ανίκανοι για ένα επάγγελμα, τότε μιλάμε για κοινωνικό ρατσισμό. Ο λευκός επιχειρηματίας μού φάνηκε πιο οικείος, γιατί είχε το ίδιο χρώμα με μένα. Για τον μαύρο ήμουνα επιφυλακτική. Μου φάνηκε περισσότερο άγνωστος. Είναι στη φύση μας, όμως, να φοβόμαστε το άγνωστο. Να αντιδράμε στο περίεργο, το ασυνήθιστο. Μικρή φοβόμουνα τους κεραυνούς. Νόμιζα πως, αν ανοίξω το παράθυρο, μπορεί να με χτυπήσουν. Πλέον, όμως, γνωρίζω ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί. Ξέρω πότε κινδυνεύω πραγματικά από τους κεραυνούς και δεν τους φοβάμαι πλέον. Γνωρίζω ότι οι «ξένοι» δεν είναι όλοι επικίνδυνοι και ότι οι «καθώς πρέπει» πολίτες δεν είναι όλοι άγγελοι. Φόβος και αντίδραση προς το άγνωστο, το περίεργο ή το ασυνήθιστο υπήρχαν και θα υπάρχουν πάντα. Όμως, ο ρατσισμός, δηλαδή το να μην ξεπερνάς τους φόβους σου, αλλά να παραμένεις μισότυφλος και ανασφαλής μέσα στην ομίχλη των στερεοτύπων, στραμπουλώντας και παραπατώντας και βλάπτοντας τον εαυτό σου και τους γύρω σου, δεν δικαιολογείται σε καμία περίπτωση και πρέπει να τελειώσει. Τώρα. Μαριάννα Κουρσιούνη Β2


9

α και συμπεριφορά Φ

ασισμός. Με μια πρώτη ματιά ένα πολυσυζητημένο θέμα που ωστόσο κρύβει πολλές διαστάσεις: την πολιτική, την οικονομική, την κοινωνική, την ατομική, την πραγματική, τη φανταστική, την αφηρημένη, τη στοχευμένη, αλλά πάνω από όλα αυτή του ανθρώπου εκείνου που απογοητευμένος από τους γύρω του και πληγωμένος από τα τραύματα της κοινωνίας αναζητά απελπισμένα ένα πρότυποήρωα που υπερηφανεύεται ότι μπορεί να λύσει κάθε πρόβλημα. Ηρεμεί τους φόβους της κοινωνίας, φωνάζει γι’ αυτά που διψάει αυτή να ακούσει και ψιθυρίζει τις ατέλειες του συστήματος. Ωστόσο, μέσα σε τόση φασαρία ποιος ακούει τους ψιθύρους, ποιος διαβάζει τα μικρά γράμματα όταν πρόκειται για μια τόσο κερδοφόρα επιχείρηση, ποιος δεν θέλει να ρίξει αλλού το φταίξιμο, ποιος διώχνει την - ψεύτικη έστω - ευκαιρία να αλλάξει τη ζωή του;

Γιατί φασίστας;

Όσο και αν δεν καταλαβαίνω τους ανθρώπους που πίστεψαν σε αυτόν, λοιπόν, δεν τους κατηγορώ. Από την άλλη, όμως, είναι δύσκολο κανείς να αγνοήσει την ενόχληση που του προκαλεί το συναίσθημα να ξέρει ότι κάποια άτομα ακόμα πιστεύουν σε αυτόν και το φόβο ότι μπορείς να είσαι και εσύ ένας από αυτούς. Η άρνηση είναι ο εύκολος δρόμος και η υπερύψωση των προτερημάτων μας ο σίγουρος. “Εγώ έχω παιδεία, γνωρίζω το καλό και το κακό, προφανώς αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι μορφωμένοι”. Κλισέ να το δικαιολογήσουμε με βάση τη μόρφωση. Εξάλλου, το εκπαιδευτικό σύστημα έχει πολλές ρωγμές. Τι θα πείραζε άλλη μία; Δεν νομίζω, όμως, ότι φταίει αποκλειστικά αυτό που κάποιοι πολίτες υποστήριζαν, υποστηρίζουν και θα υποστηρίζουν το φασισμό. Άραγε, τι άλλο υπάρχει; Πρώτα απ’ όλα, τα συμφέροντα. Μια λέξη για την οποία οι άνθρωποι αλλάζουν αυτομάτως τα πιστεύω τους, καταρρίπτουν τις αξίες τους και κοιτάνε τυφλά τα πλεονεκτήματα της θέσης τους. Ο φασισμός μπορεί να είναι επίπονος για τις παρατάξεις που τον αμφισβητούν, αλλά σίγουρα ανταμείβει και με το παραπάνω εκείνους που τον ακολουθούν. Κάθε αξία που αλλοτριώνει τον άνθρωπο προσφέρεται στους οπαδούς ως ένδειξη της δύναμής τους και ως ανταμοιβή της πίστης. Οι καταπατητές των αδυναμιών των υπολοίπων γίνονται αυτόματα πιο δυνατοί και υποστηρίζουν με τη σειρά τους μια μεγαλύτερη χώρα, ένα ισχυρότερο έθνος, μια καλύτερη “φουρνιά” ανθρώπων. Επιπλέον, μια από τις βασικές ιδέες του φασισμού είναι ο επεκτατισμός που από μόνος του υπονοεί την αύξηση των εσόδων και, το πιο σημαντικό, την αναγνώριση από τα άλλα κράτη, που επιβεβαιώνει τις θέσεις του ηγέτη ότι “το κράτος μας είναι το καλύτερο”. Η περηφάνια ενός κατοίκου για τη χώρα του μετατρέπεται στην πεποίθηση ότι και ο ίδιος είναι ικανός για “κάτι παραπάνω”.

Ρατσισμός, σεξισμός, ναζισμός, πατριωτισμός, εθνικισμός, κάθε λέξη που λήγει σε “-ισμός” κρύβοντας μια δυσκολονόητη αρχή και μια απειλή για την κακή χρήση της μέσα της, μπερδεύονται στην ιδεολογία του φασισμού. Πολλοί υποστηρίζουν ότι ενισχύει τον πατριωτισμό, συναίσθημα (αν μπορεί να θεωρηθεί συναίσθημα και όχι απλώς σύμβαση) που είναι απαραίτητο σε κάθε κράτος. Μπερδεύουν, όμως, και συγχέουν την έννοια του πατριωτισμού και του εθνικισμού με αποτέλεσμα η θεωρητικά καλά υποβασταζόμενη ιδέα της αγάπης για την πατρίδα να μετατρέπεται σε μίσος για τις υπόλοιπες χώρες. Άδικο λίγο. Πολίτες που απλώς θέλανε να δουν τη χώρα τους να προοδεύει και να αποδεικνύει ότι είναι άξια επαίνου και όχι περιφρόνησης, γίνονται μάρτυρες της φρικαλεότητας πολέμων και αναγνωρίζονται από τους γύρω τους ως υπεύθυνοι της κατάστασης, ως φασίστες. Άδικο λίγο. Άλλο πατριωτισμός, άλλο εθνικισμός και άλλο φασισμός. Αλλά σε δύσκολες ώρες, κανείς δεν αναζητά αυτές τις διαφορές. Δεν θεωρώ πως οι πολίτες αυτοί είναι θύματα της υπόθεσης. Καθόλου. Είναι θύματα του ίδιου τους του εαυτού, που ξεγελάστηκαν από την παρόρμηση των πιστεύω τους.

Σβήνεις τη φωτιά με φωτιά. Παρόμοια, σε ακραίες καταστάσεις εμφανίζονται πάντα ακραίες θέσεις, γι’ αυτό και ο φασισμός εμφανίζεται σε περιόδους έντονης κρίσης. Σε αυτές τις περιπτώσεις αυτό που οδηγεί τους ανθρώπους να τον υποστηρίξουν είναι ο φόβος, η απελπισία και η ελπίδα. Φόβος για το αύριο, μην είναι ίδιο με το χθες, για τον εαυτό σου, δεν θες να . επαναληφθούν τα ίδια λάθη απελπισία για το τώρα, τι . θα γίνει, τι θα αλλάξει και ελπίδα για το μέλλον. Ο φασισμός, προκειμένου να πλησιάσει τους ανθρώπους, χρησιμοποιεί κάθε χρονική στιγμή (το φόβο του χθες, την απελπισία του τώρα, την ελπίδα του αύριο), κάθε αδυναμία, εμφανίζεται ως σωτήρας που θα βελτιώσει την κατάσταση, θα απαλύνει τον πόνο. Ποιος μπορεί, επομένως, να κατηγορήσει τους ανθρώπους που πίστεψαν σε ένα παραμύθι;

Προσπάθησα να κάνω το αντίστροφο από αυτό που κάνει ο φασισμός, δηλαδή να μην αποδώσω ευθύνες, αλλά να τις αφαιρέσω από εκείνους που τους αποδόθηκαν, όχι γιατί τους θεωρώ αθώους για όσα συνέβησαν στην ιστορία. Απλώς γιατί δεν τους θεωρώ τους μοναδικούς ενόχους. Παρατηρώντας το κείμενο, όμως, είδα ότι, όταν αναφέρομαι στους λόγους υποστήριξης της ιδεολογίας, χρησιμοποιούσα συνέχεια το γ’ ενικό και γ’ πληθυντικό και ποτέ το α’ ενικό πρόσωπο, βγάζοντας έτσι έξω τον εαυτό μου από αυτή την κατηγορία των ανθρώπων, θεωρώντας, ίσως, πως είμαι διαφορετική από αυτούς. Έτσι όμως, καθησυχάζομαι ότι δεν έχω καμία σχέση, ότι δεν έχω κάνει κανένα λάθος, ότι δεν φέρω καμία ευθύνη... Αυτό, όμως, δεν κάνει ο κάθε φασίστας για τον εαυτό του; Απαλλάσσεται από την ευθύνη και τα ρίχνει στους άλλους. Ίσως τελικά ο φασισμός να μην είναι μόνο μια ιδεολογία, αλλά και μια κρυφή πλευρά του ανθρώπου, για την οποία δεν είναι και πολύ περήφανος. Γι’ αυτό πασχίζει να βάζει ετικέτες σε ιδέες άλλων.

Μαρίσσα Σούρα Β3


10

Φασισμός: ιδεολογί Συναντήσεις

ΆνναΦραγκουδάκη Καθηγήτρια Κοινωνιολογίας της Εκπαίδευσης στο Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών του Πανεπιστημίου Αθηνών Η κ. Αννα Φραγκουδάκη μας υποδέχθηκε με ιδιαίτερη φιλοξενία στο σπίτι της μια Πέμπτη μετά το σχολείο. Έτσι, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε μαζί της για το ζήτημα του φασισμού και του εθνικισμού - τόσο για το ρόλο που έχει παίξει στην εξέλιξη της ιστορίας όσο και στη σημερινή κοινωνία. Η έρευνα και οι δημοσιεύσεις της κ. Φραγκουδάκη σχετίζονται μεταξύ άλλων με την κοινωνική ανισότητα στο σχολείο, την ιστορία των ιδεών για την εκπαίδευση, το ιστορικό γλωσσικό ζήτημα και τη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας μέσα από το σχολείο. Επίσης, είναι Επιστημονική υπεύθυνη Έργου στο Πρόγραμμα για την Εκπαίδευση των Παιδιών της Μουσουλμανικής Μειονότητας στη Θράκη.

Η ελληνική ταυτότητα είναι ανασφαλής και εύθραυστη Τι εννοούμε όταν λέμε «πατρίδα»; Πανάρχαια λέξη. Πατρίδα είναι η γενέτειρα στην αρχαία κοινωνία ή στην πολύ παραδοσιακή κοινωνία, την αγροτική, είναι η γενέτειρα, ο τόπος, η σχέση με την οικογένεια, ένα είδος φατρίας – και το πατρίς προέρχεται από το πατήρ - μια ευρεία οικογένεια που επικεφαλής είναι πάντα άντρας που φτιάχνει τη γενιά. Στη σύγχρονη κοινωνία, είναι η επικράτεια του έθνους-κράτους, μέσα στην οποία κατοικούν οι πολίτες αυτού του κράτους. Εδώ, στον παραδοσιακό εθνικισμό, τίθεται το θέμα ότι το έθνος αποτελείται από ομοιογενή άτομα που πιστεύουν σε μία θρησκεία, κάτι που δεν είναι ιστορικά αποδεδειγμένο μιας και τα διάφορα κράτη κατοικούνται από άτομα με διαφορετική γλώσσα, θρησκεία, ήθη, έθιμα και παραδόσεις. Βέβαια, όλα τα έθνη-κράτη (με πρώτο το γαλλικό) ομογενοποιήθηκαν. Η πρώτη ομογενοποίηση έγινε μέσω της γλώσσας. Ζούμε σε μια εποχή παγκοσμιοποίησης, μια εποχή στην οποία τα σύνορα γκρεμίζονται. Γιατί ταυτόχρονα αναπτύσσονται τόσο εθνικιστικές τάσεις; Η παγκοσμιοποίηση είναι ένας όρος γενικός. Κατ’ αρχάς, υπάρχει οικονομική παγκοσμιοποίηση. Πολυεθνικές εταιρείες ελέγχουν την οικονομία πέρα από σύνορα και ηπείρους. Αυτό είναι μία πλευρά. Μία απάντηση είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία προασπίζεται τα συμφέροντα της συγκεκριμένης περιοχής. Από την άλλη, η Ε.Ε. είναι κάτι το πρωτοποριακό, το διαφορετικό, σχεδόν δεν υπάρχουν σύνορα ανάμεσα στις χώρες, η γενιά σας μπορεί να «πεταχτεί» σε διάφορες χώρες εύκολα. Στην εποχή μου δεν συνέβαινε αυτό. Σήμερα ο κόσμος έχει «μικρύνει» πολύ και το γεγονός ότι τα κράτη ενοποιούνται με κάποιο τρόπο και χάνουν την αυτονομία τους σε κάποια θέματα, παρ’ όλη την αντίστασή τους, είναι πολύ θετικό. Ποια είναι η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο φασισμός; Ο φασισμός χρησιμοποιεί μία γλώσσα πρώτα πρώτα ρητορική, πλεοναστική, ταυτολογική. Πολλοί λένε: “Το εθνικό συμφέρον είναι αυτό που συμφέρει το έθνος». Επιπλέον, πολλές φορές χρησιμοποιεί τις λέξεις όχι ως έννοιες με σημασία, αλλά σαν αξίες. Άλλωστε, χρησιμοποιεί πληθωριστικά τη γλώσσα, κάνει κατάχρηση διάφορων αξιών (π.χ. ειρήνη, πατρίδα, δικαιοσύνη, τιμή) και τις χρησιμοποιεί σαν σήματα και όχι ως έννοιες. Υπονοούν, όμως, το καλό και το κακό, το ηθικό και το ανήθικο. Ωστόσο, αυτή η κατάχρηση των λέξεων είναι δεσμευτική. Όταν κάποιος «ρητορεύει» περί εθνικού κινδύνου, δεν εξηγεί από ποιον ή από πού προέρχεται ο κίνδυνος, δηλαδή δεν απευθύνεται στη λογική του δέκτη, αλλά αντίθετα επικαλείται το συναίσθημα. Οι στάσεις απέναντι σε μια διακήρυξη σαν και αυτή μπορεί να είναι δύο ειδών: πρώτον, κάποιος να πεισθεί αμέσως και να ακολουθεί τυφλά όσα του επιβάλλουν. Δεύτερον, αν κάποιος σκεφτεί λογικά, θα καταλάβει ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος. Τότε αυτόματα το καθεστώς θα τον ονομάσει προδότη. Είναι, δηλαδή, παγιδευτικός λόγος. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο φασισμός απευθύνεται στο θυμικό και όχι στη λογική, αξιολογεί και κατηγορεί, αλλά δεν επιχειρηματολογεί, δεν προτείνει ένα πολιτικό σχέδιο με στόχους και προοπτικές. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τον νοιάζει να πείσει, αλλά να κατασκευάσει μία συνοχή των δεκτών και να πετύχει τη νομιμοποίηση του πομπού. Δεν πείθει, αλλά παρασύρει, δεν βάζει τους δέκτες να σκέφτονται. Δεν εκφράζει ένα συλλογισμό - λέει ένα σύνθημα, μία κραυγή. Έννοια που συχνά χρησιμοποιεί ο φασισμός είναι «εμείς και οι άλλοι». Υπάρχει αρχικά ο βιολογικός ρατσισμός, ο οποίος δίνει σημασία σε διαφορές χρώματος, φυλής κτλ και δεν αποδεικνύεται επιστημονικά. Το αντίθετο μάλιστα από τότε που αποκωδικοποιήθηκε το DNA. Αφήστε που η γκάμα των χρωμάτων είναι μεγάλη. Ενδιαφέρον είναι αν δείτε ότι έχουν γίνει έρευνες σε μικρά παιδιά που δεν αντιλαμβάνονται τη διαφορά μεταξύ των ανθρώπων με διαφορετικά χρώματα δέρματος. Οι διακρίσεις αυτές προέρχονται από την κοινωνία. Επιπλέον, θα παρατηρήσετε ότι κάνοντας ένα ταξίδι προς το βορρά, θα νιώσετε ότι «αλλάζετε χρώμα, σκουραίνετε, ενώ στο νότο ξανθαίνετε». Είναι ο καθρέφτης του πώς μας βλέπουν οι άλλοι.


11

α και συμπεριφορά Ποιος είναι ο ορατός και ποιος ο αόρατος ρατσισμός; Ο ρατσισμός είναι η γενίκευση. Δηλαδή, αν έχω εγώ ρατσιστικές πεποιθήσεις απέναντι στα παιδιά της Σχολής Μωραΐτη και πω «ότι η Μαρίσσα είναι ένα άθλιο, φρικαλέο πλάσμα», αυτό δεν είναι ρατσισμός. Αν πω, όμως, ότι «όλα τα παιδιά της Σχολής είναι άθλια», αυτό είναι ρατσισμός. Τα ατομικά χαρακτηριστικά χάνονται, όταν σε όλα τα άτομα αποδίδεται μια γενική αρνητική ταυτότητα. Είναι ένα στερεότυπο. Μετά ο ρατσισμός έχει πάρα πολύ μεγάλη σχέση με την εικόνα του εαυτού μας. Αποδίδουμε στους άλλους αρνητικά χαρακτηριστικά προκειμένου να κρύψουμε τις δικές μας ανασφάλειες και να νιώθουμε ανώτεροι. Έχει, δηλαδή, μεγάλη σχέση με την αρνητική αυτοεικόνα. Σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο, όσο κατεβαίνουμε στην κοινωνική κλίμακα αξιών, τόσο αυξάνεται ο ρατσισμός. Παραδείγματος χάριν, όσο πάμε από τους εργαζόμενους στους άνεργους, από τους μορφωμένους στους αμόρφωτους, ο ρατσισμός μεγαλώνει. Και βέβαια, οι ρατσιστικές ακρότητες, με πρώτες τις ΗΠΑ, γίνονται από τις λεγόμενες Lumpen ομάδες - γερμανική λέξη που χρησιμοποιεί ο Μαρξ και σημαίνει «εξαθλιωμένοι και περιθωριακοί άνθρωποι». Ποια είναι η γνώμη σας για τις μαθητικές παρελάσεις; Κατ’ αρχάς, θεωρώ ότι μαθητικές παρελάσεις στις μέρες μας δεν θα έπρεπε να γίνονται, γιατί οι παρελάσεις με τη σημαία μπροστά συμβολίζουν έναν πατριωτισμό άλλων εποχών που το σχολείο ετοίμαζε στρατιώτες για να στείλει στα σύνορα της χώρας και αυτό ήταν απαραίτητο. Σήμερα, οι εθνικές εορτές και οι τελετουργίες τους πρέπει να αλλάξουν. Το σχολείο δεν ετοιμάζει στρατιώτες, αλλά πολύ περισσότερο διπλωμάτες για τις Βρυξέλλες. Σε σχέση με τα επεισόδια που είχαν γίνει πριν ορισμένα χρόνια με τον Αλβανό μαθητή και τη σημαία, ένα από τα επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον εναντίον του ήταν το εξής, το οποίο ήταν λογικοφανές: πώς ήταν δυνατόν ένας μαθητής αλβανικής καταγωγής να παρελαύνει σημαιοφόρος στην επέτειο της έναρξης του ελληνοαλβανικού πολέμου; Με βάση αυτή τη συλλογιστική, δεν μπορεί ένας αλλοεθνής να κρατάει τη σημαία του εθνικού επεκτατισμού. Όμως, δεν ζούμε στην εποχή του εθνικού επεκτατισμού. Οπότε ένας μη Έλληνας δεν χωράει σε μία συλλογική τελετουργία προς τιμήν του ηρωικού παρελθόντος και αξιών, όπως η ελευθερία; Αν η σημαία συμβολίζει την ελληνική δημοκρατία, τότε χωράει μέσα της και τον κάθε νόμιμο μετανάστη ως Έλληνα, όχι με την έννοια της παιδείας, αλλά με τη λογική του πολίτη. Αν αντιλαμβανόμαστε το έθνος όχι μέσω του βιολογικού ρατσισμού, αλλά ως ένα αριθμό ατόμων που έχουν υπογράψει ένα πολιτικό συμβόλαιο και θέλουν να υπερασπιστούν τα συμφέροντα του κράτους τους, από εκεί και πέρα δεν έχει καμία σημασία η καταγωγή τους. Η μαθητική παρέλαση πρέπει να καταργηθεί. Εξάλλου, η μαθητική παρέλαση καθιερώθηκε επί Μεταξά και αυτό κάτι λέει. Πώς η γλώσσα κατασκευάζει στερεότυπα, διακρίσεις, ανώτερους και κατώτερους ανθρώπους, πολιτισμούς και ιδεολογίες; Οι διακρίσεις είναι μέσα στη γλώσσα. Αυτό το δείξανε με πολύ ωραίο τρόπο οι φεμινίστριες, όταν προσπάθησαν να μην αναπαράγεται τυφλά ο σεξισμός μέσα στη γλώσσα. Είναι κουραστικό να λέμε πάντα «μαθητές/-τριες», «φοιτητές/-τριες», αλλά χρειάζεται εκσυγχρονισμός της γλώσσας και να μην αναπαράγεται ακόμα και αθώα ο σεξισμός. Ωστόσο, η γλώσσα είναι σεξιστική, επειδή η κοινωνία είναι σεξιστική. Από μόνη της η γλώσσα δεν φταίει σε τίποτα. Πιστεύετε ότι το εκπαιδευτικό σύστημα ενισχύει το φασισμό; Σίγουρα, το να πούμε ότι γεννά τον φασισμό είναι υπερβολικό. Ο εθνικισμός τώρα που είναι ενσωματωμένος στα σχολικά βιβλία μάς γυρνάει σε μια εποχή εθνικών επεκτατισμών και αυτό έχει πολύ σημαντική επίπτωση. Η ελληνική ταυτότητα είναι ανασφαλής και εύθραυστη. Έχει ανάγκη να αυτοπροβάλλεται, γιατί εμείς βλέπουμε τον εαυτό μας κοιτάζοντας τον ευρωπαϊκό καθρέπτη ως υποανάπτυκτο και ανατολίτικο. Εκεί παραμονεύει η μεγάλη παγίδα, που είναι η ελληνική αρχαιότητα, η οποία έχει τεράστιο κύρος στην Ευρώπη και υποκλίνονται σε αυτήν οι ισχυροί της γης. Ο κλασικός ευρωκεντρικός ρατσισμός - του ότι ο ανώτερος άνθρωπος είναι ο ψηλός, ξανθός, γαλανομάτης, εύπορος, επιχειρηματίας άνδρας υπάρχει μέσα στα σχολικά μας βιβλία. Η Ελλάδα, όμως, βρίσκεται μακριά από αυτό, γι’ αυτό και βάζει μπροστά την ασπίδα του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, από τον οποίο βέβαια επίσης απέχει. Υπάρχει ένα κενό. Το κενό αυτό όμως δεν αναφέρεται πουθενά στα σχολικά βιβλία ενώ υπάρχει, καθώς και καλύπτονται οι επιρροές από την Ανατολή. Προσπαθούμε να σβήσουμε οτιδήποτε μεσολαβεί ανάμεσα στην αρχαία και τη σύγχρονη Ελλάδα. Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στον πατριωτισμό και τον εθνικισμό; Ο πατριωτισμός, αν τον δούμε ετυμολογικά, σημαίνει «αγαπώ την πατρίδα». Όλοι οι άνθρωποι αγαπούν την πατρίδα τους και συνδέονται συναισθηματικά μαζί της, με αναμνήσεις, εμπειρίες. Η αγάπη για την πατρίδα εμφανίζεται σε μικροκλίμακες, αγαπάνε μια «τοπική πατρίδα», την πόλη τους. Όμως, από το «αγαπώ την πατρίδα μου» μέχρι το «μισώ τον όποιον άλλο είναι έξω από αυτή» έχει μεγάλη διαφορά. Στη Γερμανία γεννήθηκε ο πατριωτισμός μέσα στα πλαίσια της οικονομικοκοινωνικής κρίσης και ο γερμανικός λαός ενώθηκε σαν μια αδελφότητα και στράφηκε εναντίον οποιουδήποτε άλλου. Πρώτα πρώτα, εναντίον των Εβραίων για οικονομικούς λόγους, αφού ένα μέρος αυτών ήταν τραπεζίτες και σιγά σιγά «γλίστρησε» προς τους υπόλοιπους, αποδίδοντάς τους αρνητικά χαρακτηριστικά. Μετά έπλασε την εικόνα αυτού που ανήκε στην Αρεία Φυλή (ξανθός, δολιχοκέφαλος). Κάπως έτσι βέβαια, εκτός από τους Εβραίους, έμοιαζαν και οι Πολωνοί, για να τους αποκλείσουν όμως από το γερμανικό έθνος, τους απέδωσαν ηθικά χαρακτηριστικά (π.χ. είναι κλέφτες, εγκληματίες). Σας ευχαριστούμε πολύ. Κατερίνα Διαμαντοπούλου Β1 Μαρίσσα Σούρα Β3


12

Φασισμός: ιδεολογί Το δικό μου Όχι...

«Ο νεοναζισμός, ο φασισμός, ο ρατσισμός και κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς δεν προέρχεται από ιδεολογία, δεν περιέχει ιδεολογία, δεν συνθέτει ιδεολογία. Είναι η μεγεθυμένη έκφρασηεκδήλωση του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας χωρίς εμπόδιο στην ανάπτυξή του, όταν κοινωνικές ή πολιτικές συγκυρίες συντελούν, βοηθούν, ενισχύουν τη βάρβαρη και αντιανθρώπινη παρουσία του.»1

Ήταν η πρώτη φορά που «διάβαζα» Μάνο Χατζιδάκι. Πάντα τον θαύμαζα υπερβολικά για το ταλέντο και το μουσικό έργο του, αλλά ποτέ δεν είχε τύχει να βρεθώ τετ-α-τετ με κάποιο κείμενό του ή με μια ομιλία του, με κάτι που είχε πει ή είχε γράψει. Αμέσως κατάλαβα πόσο τυχερή είχα σταθεί εκείνη τη στιγμή… Και αν ποτέ δεν διάβαζα αυτό το κείμενο; Σίγουρα θα ήμουν χαμένη. Γιατί σε δύο σελίδες, αυτός ο τεράστιος άνθρωπος της τέχνης συνόψισε όλα όσα στριφογυρίζουν βασανιστικά στο μυαλό μου τους τελευταίους μήνες και αδυνατούσα να εκφράσω. Είχα συνειδητοποιήσει ότι το πρόβλημα είναι διαχρονικό. Δεν είχα, όμως, συνειδητοποιήσει ίσως πόσο.

«Ο εθνικισμός είναι κι αυτός νεοναζισμός. Τα κουρεμένα κεφάλια των στρατιωτών, έστω και παρά τη θέλησή τους, ευνοούν την έξοδο της σκέψης και της κρίσης, ώστε να υποτάσσονται και να γίνονται κατάλληλοι για την αποδοχή διαταγών και κατευθύνσεων προς κάποιο θάνατο. Δικόν τους ή των άλλων.» Μου προκαλεί φρίκη το γεγονός πως ακούω καθημερινά γύρω μου τον ισχυρισμό που παραμένει: «Δεν είναι φασισμός, είναι απλώς εθνικισμός.» Αλλά δεν είναι τόσο το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι που βλέπουν μέχρι εκεί και αδυνατούν να φανταστούν τη συνέχεια αυτό το οποίο μου προκαλεί πανικό. Όχι. Αυτό που κυριολεκτικά με τρομοκρατεί είναι το γεγονός ότι η λέξη εθνικισμός δεν πάει πακέτο με ένα αρνητικό πρόσημο για κάθε άνθρωπο, κάτι που θεωρούσα μέχρι τώρα αυτονόητο. Δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, ένα ολοκαύτωμα και όχι μόνο δεν αποδείχθηκαν αρκετά για να μας ωθήσουν να αγκαλιάσουμε και να ασπαστούμε την έννοια της ισότητας, της αδελφοσύνης, του ανθρωπισμού. Αξία εξακολουθεί να αποτελεί η επικράτησή μας στη διεθνή αρένα, η τόνωση του εγώ μας, καθώς αποποιούμενοι των ευθυνών μας και επικαλούμενοι ένα σπουδαίο παρελθόν, θα καταφέρουμε να αγγίξουμε κι εμείς μια πενιχρή ακρούλα της κορυφής, να νιώσουμε σημαντικοί και ανώτεροι από κάθε «βάρβαρο», φυσικά όχι λόγω κάποιας προσωπικής μας κατάκτησης, αλλά απλώς και μόνο διότι αποτελούμε μέρη ενός συνόλου – της Αρείας φυλής; Των απογόνων του Περικλή; Ας το κρίνουν και ας το θέσουν όπως νομίζουν.

1

Τα παραθέματα προέρχονται από το κείμενο του Μάνου Χατζηδάκι «Ο Νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι», που δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο του 1993 στο πρόγραμμα αντιναζιστικής συναυλίας που είχε δώσει τότε η Ορχήστρα των Χρωμάτων. Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε παράλληλα και στην Ελευθεροτυπία.

Αν μ’ ενοχλεί η αποποινικοποίηση της βίας; Αν μ’ ενοχλεί η αυτοδικία, η εκμετάλλευση, ο λαϊκισμός, ο τραμπουκισμός; Αυτό που μ’ ενοχλεί περισσότερο είναι ότι καλούμαι να απαντήσω σε τέτοιες ερωτήσεις, ότι η απάντηση δεν είναι πια δεδομένη και αναμενόμενη, ότι πρέπει να αποσαφηνίσω τη θέση μου γιατί υπάρχει ένα τρομαχτικά μεγάλο μέρος του πληθυσμού που διαφωνεί μαζί μου. Όχι, δεν απαιτώ να συμφωνούν όλοι με τις απόψεις μου, απλώς στην προκειμένη περίπτωση καλό θα ήταν να σταθούμε σε μια μικρή, αλλά όχι και τόσο ασήμαντη λεπτομέρεια: δεν πρόκειται για την προσωπική μου άποψη. Δεν λέω ότι το λεοπάρ είναι το νέο μαύρο, ή ότι ο Σον Κόνερι ήταν καλύτερος Μποντ από το Ντάνιελ Κρεγκ, περιμένοντας – απαιτώντας – από κάποιον να συμφωνήσει. Πρόκειται για το ρατσισμό, τον εθνικισμό, το (νέο)ναζισμό. Και ναι, η Ιστορία και όχι εγώ, απαιτεί για μία και μόνο φορά να κλείσουμε το στόμα και να γνέψουμε καταφατικά, κάτι που υπό άλλες συνθήκες μισώ να κάνω. Λατρεύω την αμφισβήτηση, αλλά όχι όσον αφορά στο φασισμό. Όχι. ΔΕΝ θα δώσω δεύτερη ευκαιρία στο φασισμό. ΔΕΝ θα ακούσω τα επιχειρήματα όποιου προσπαθήσει να τον υπερασπιστεί. ΔΕΝ θα επιτρέψω, όσο περνάει απ’ το χέρι μου και όσο δεν περνάει, να βυθιστεί η χώρα μου, ο κόσμος μου, η ζωή μου και η εποχή μου στο θάνατο, στη μαυρίλα, στη φυλακή, στον εξευτελισμό, στη σιωπή. Μήπως η δική μου αντιμετώπιση φαίνεται αυταρχική και φασιστική, καθώς αρνούμαι να δεχτώ οτιδήποτε; Ίσως, τελικά, αυτή να είναι η λογική ροή των πραγμάτων. Ίσως ο φασισμός να φέρνει φασισμό, όπως, δυστυχώς, και η δημοκρατία καταλύει τη δημοκρατία. Γιατί βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα γεγονός αναμφισβήτητα τρομακτικό, το οποίο μπορούμε μόνο να σχολιάσουμε σαν θεατές, καθώς για κανένα λόγο δεν πιστεύω ότι θα μπορούσε κάτι να συμβαίνει διαφορετικά: στο όνομα της δημοκρατίας δόθηκε η δυνατότητα να απειληθεί η δημοκρατία με την ίδια άνεση που – άκρως παιδαγωγικά – απειλούνται τα παιδιά με τον μπαμπούλα (ή με το Στάλιν) όταν αυτά δεν τελειώνουν τη σούπα τους. Σε καμία περίπτωση δεν κατηγορώ την απόλυτη ελευθερία της έκφρασης για τα επακόλουθα, καθώς είναι σημαντικότερη από κάθε άλλο αγαθό. Απλώς, βρίσκομαι στη δυσάρεστη θέση να κουνήσω λυπημένα το κεφάλι και να σχολιάσω αυτό το παράδοξο.

«Πρόσφατη περίπτωση ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Μόνο που ο πόλεμος αυτός μας δημιούργησε για ένα διάστημα μιαν αρκετά μεγάλη πλάνη, μιαν ψευδαίσθηση. Πιστέψαμε όλοι μας πως σ’ αυτό τον πόλεμο η Δημοκρατία πολέμησε το φασισμό και τον νίκησε. Σκεφθείτε: η «Δημοκρατία», εμείς με τον Μεταξά κυβερνήτη και σύμμαχο τον Στάλιν, πολεμήσαμε το ναζισμό, σαν ιδεολογία άσχετη από μας τους ίδιους. Και τον … νικήσαμε. Τι ουτοπία και τι θράσος. Αγνοώντας πως απαλλασσόμενοι από την ευθύνη του κτηνώδους μέρους του εαυτού μας και τοποθετώντας το σε μια άλλη εθνότητα υποταγμένη ολοκληρωτικά σ’ αυτό, δεν νικούσαμε κανένα φασισμό, αλλά απλώς μιαν άλλη εθνότητα επικίνδυνη που επιθυμούσε να μας υποτάξει.»


13

α και συμπεριφορά Όλοι οι αιμοδιψείς που φωνάζουν και απειλούν, που με τρομοκρατούν και μου στοιχειώνουν τον ύπνο, είναι άραγε φρέσκα προϊόντα της κρίσης και λαβράκια που πιάστηκαν πανεύκολα με τον άκρατο λαϊκισμό και την κατάλληλη προπαγάνδα; Δεν παίρνω κι όρκο. Δεν μπορεί κανείς να με πείσει ότι όλη αυτή η φρίκη γεννήθηκε απ’ το πουθενά, ότι ένα χρόνο πριν, και δύο, και τρία, δεν υπήρχε μέσα σ’ αυτούς τους ανθρώπους καταπιεσμένος ο φασισμός και ο αυταρχισμός, ο οποίος έβγαινε στην επιφάνεια κάθε φορά που τύχαινε να διαφωνήσουν μαζί σου ή να σε βρουν διαφορετικό απ’ αυτούς, έχοντας το πρόσωπο ενός αυτοκινήτου παρκαρισμένου στη μέση του δρόμου ή ενός ρατσιστικού ανεκδότου (μα καλά, δεν έχεις καθόλου χιούμορ;) Δυστυχώς, φαίνεται πως τέτοια αισθήματα ποτέ δεν εξαλείφθηκαν εντελώς, πως η ανάγκη να αγγίξει κάποιος λίγη εξουσία και λίγη ανωτερότητα είναι ένστικτο πρωτόγονο, αναπόσπαστο από την ανθρώπινη φύση, σαν αυτό της αυτοσυντήρησης. Ευτυχώς, όχι εξίσου σύνηθες. Όπως υπάρχουν τώρα, έτσι υπήρχαν και στο παρελθόν, απλώς οι συνθήκες δεν ήταν ακόμα κατάλληλες για να εκδηλωθούν. Η Ιστορία δεν φαίνεται να διδάσκει και πολλά πράγματα, και επαναλαμβάνεται με τρόπο ασύλληπτα τραγικό, λες και κάποιος από άλλο πλανήτη κάνει σ’ εμάς τους γήινους μια πολύ κακόγουστη φάρσα, το βλέπουμε να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας και δεν το καταλαβαίνουμε. Κι αυτός γελά με την ψυχή του, καθώς έχει λάβει θέση με τα ποπ-κορν στα πράσινα αρειανά χέρια του, για να παρακολουθήσει το σόου των ανθρώπων που πέφτουν ξανά, σαν τα ποντίκια στη φάκα, στην ίδια παγίδα.

«Η μόνη αντιβίωση για την καταπολέμηση του κτήνους που περιέχουμε είναι η Παιδεία. Η αληθινή παιδεία και όχι η ανεύθυνη εκπαίδευση και η πληροφορία χωρίς κρίση και χωρίς ανήσυχη αμφισβητούμενη συμπερασματολογία. Αυτή η παιδεία που δεν εφησυχάζει ούτε δημιουργεί αυταρέσκεια στον σπουδάζοντα, αλλά πολλαπλασιάζει τα ερωτήματα και την ανασφάλεια. Όμως, μια τέτοια παιδεία δεν ευνοείται από τις πολιτικές παρατάξεις και από όλες τις κυβερνήσεις, διότι κατασκευάζει ελεύθερους και ανυπότακτους πολίτες, μη χρήσιμους για το ευτελές παιχνίδι των κομμάτων και της πολιτικής. Κι αποτελεί πολιτική «παράδοση» η πεποίθηση πως τα κτήνη, με κατάλληλη τακτική και αντιμετώπιση, καθοδηγούνται, τιθασεύονται.»

Και αφού η Ιστορία τόσο φανερά επαναλαμβάνεται, γιατί δεν είναι αυτονόητο σε όλους, γιατί δεν γίνεται άμεσα αντιληπτό και υπάρχουν άνθρωποι που υποστηρίζουν «Άσε να δούμε πως θα εξελιχθεί, δεν έχει πει τίποτα για φασισμό, γιατί υπερβάλλεις;» Ο φασισμός, στα ελληνικά βιβλία Ιστορίας, ζήτημα να αποτελεί συνολικά δύο παραγράφους, οι οποίες απομνημονεύονται (ή ούτε καν αυτό) για να γραφούν σε τεστ και μετά να διαγραφούν από το σκληρό δίσκο και να αντικατασταθούν από τούρκικα σίριαλ ή πολεμικά βιντεοπαιχνίδια. Είναι, λοιπόν, δικαιολογημένο πως οι κατάλληλοι συνειρμοί δύσκολα γίνονται, καθώς ο κινηματογράφος, η (εκτός του σχολικού εγχειριδίου) λογοτεχνία και η Ιστορία, η οποία πρέπει να διδάσκεται με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο, απουσιάζουν από το επίσημο πρόγραμμα σπουδών. Έπρεπε να επιτρέψουμε σε τέτοιου είδους ιδεολογίες να αναζωπυρωθούν εν έτει 2012, δυόμισι αιώνες μετά τη Γαλλική Επανάσταση και το Διαφωτισμό, μισό αιώνα μετά το Μάη του ’68, την κοινωνική και σεξουαλική επανάσταση, εξήντα χρόνια μετά την κατοχύρωση του δικαιώματος ψήφου για τη γυναίκα; Τότε μόνο θα ξυπνούσαμε και θα συνειδητοποιούσαμε τη σημασία δραστικών αλλαγών στην παιδεία, τότε μόνο θα αναγνωρίζαμε τη βλάβη που έχει προκαλέσει η κουλτούρα του σκυλάδικου, του ελληνικού σίριαλ που βασίζεται σε βραζιλιάνικο σενάριο, της αγένειας που μεταφράζεται σε μεσογειακό ταμπεραμέντο ανάλογο του Ζορμπά, η κουλτούρα της πρωινής και μεσημεριανής ζώνης, της αστρολογίας, των ταρώ, των φύλλων τσαγιού, των εντοσθίων ταριχευμένων πτηνών και άλλων αξιολάτρευτων συνηθειών που καθόριζαν τη ζωή και την καθημερινότητα ουκ ολίγων νέων – και μεγαλύτερων - Ελλήνων.

«Ο φασισμός στις μέρες μας φανερώνεται με δυο μορφές. Ή προκλητικός, με το πρόσχημα αντιδράσεως σε πολιτικά ή κοινωνικά γεγονότα που δεν ευνοούν την περίπτωσή τους ή παθητικός μες στον οποίο κυριαρχεί ο φόβος για ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Ανοχή και παθητικότητα λοιπόν. Κι έτσι εδραιώνεται η πρόκληση. Με την ανοχή των πολλών. Προτιμότερο αργός και σιωπηλός θάνατος από την αντίδραση του ζωντανού και ευαίσθητου οργανισμού που περιέχουμε.»

Και έτσι έχουμε καταλήξει να σκύβουμε το κεφάλι και να αποδεχόμαστε τα προβλήματα του συστήματος και οτιδήποτε αποτελεί απόρροιά τους ως κάτι αναπόφευκτο. Ήμουν κοιμισμένη μέχρι που διάβασα αυτά τα εξαιρετικά διαχρονικά λόγια του Μάνου Χατζιδάκι. Και θα είμαι μέχρι να διαβάσω και κάτι άλλο, μέχρι να ακούσω και κάτι ακόμα, κάθε φορά θα ανοίγω ένα βλέφαρο κι αυτό θα ξανακλείνει. Γιατί πόσα τραγούδια ακόμα περιμένουν να μου αλλάξουν τη ζωή, πόσες ταινίες που δεν ξέρω καν ότι υπάρχουν περιμένουν να με συγκλονίσουν, πότε πραγματικά θα νιώσω ξύπνια; Θα κάνω τα πάντα για να ξυπνήσω κάποια μέρα εντελώς, να έχω επιτελέσει αυτό το καθήκον απέναντι στους γύρω μου και, πάνω απ’ όλα, απέναντι στον εαυτό μου. Δεν είναι αργά να ξυπνήσουμε. Γιατί, ακόμα κι αν νιώθουμε ξύπνιοι, δεν είμαστε από τη στιγμή που δεν μιλάμε, από τη στιγμή που φοβόμαστε και επιτρέπουμε σε τέτοια φαινόμενα να εξελίσσονται. Από τη στιγμή που δεν αναζητάμε, δεν διαβάζουμε, δεν ακούμε. Απ’ τη στιγμή που επικεντρωνόμαστε στα μαθήματά μας, ή στη δουλειά μας, ή στην καριέρα μας, ή στα λεφτά μας, και δεν αφήνουμε καθόλου χρόνο και ενέργεια για όσα συμβαίνουν γύρω μας. Απ’τη στιγμή που παλεύουμε για τεχνολογική πρόοδο, όταν η κοινωνία και οι αξίες μας οπισθοδρομούν αιώνες. Απ’ τη στιγμή που δεν προσπαθούμε να γκρεμίσουμε ό,τι μας πονάει και μας ντροπιάζει και να το ξαναχτίσουμε με θεμέλιο τίποτα άλλο παρά τον ανθρωπισμό.

«Και το Κακό ελλοχεύει χωρίς προφύλαξη, χωρίς ντροπή. Ο νεοναζισμός δεν είναι θεωρία, σκέψη και αναρχία. Είναι μια παράσταση. Εσείς κι εμείς. Και πρωταγωνιστεί ο Θάνατος.»

Στέλλα Πανοπούλου Γ2


14

Φασισμός: ιδεολογί

Όταν η δημιουργικότητα συσκευάζεται Ένα πραξικόπημα, μία ιδεολογία, ένα πρόσωπο, μια γροθιά, ένας ξυλοδαρμός, μια εξουσία... Ο φασισμός δεν έρχεται πάντα έτσι. Όσο περισσότερο το σκέφτομαι, τόσο περισσότερο συνειδητοποιώ πως ζούμε όλοι μας σε ένα φασισμό καθημερινά. Και αυτός είμαστε εμείς οι ίδιοι. Το πρόβλημά μου είναι το εξής: η σημερινή κοινωνία δεν ρωτά, απαιτεί. Και απαιτεί έτσι, με italics και bold και υπογράμμιση. Τελεία και παύλα. Ερχόμαστε σε αυτό τον κόσμο και μας συστήνουν στη φαντασία, στη διορατικότητα, στη διαφάνεια, στο συναίσθημα, στην εμπειρία, στη γνώση και σε άλλα πολλά. Κι όμως όλοι, αργά ή γρήγορα, καταλήγουμε με ένα τραπεζικό λογαριασμό, εκείνο το ζευγάρι τα άβολα δερμάτινα παπούτσια για τις πιο επίσημες περιστάσεις και ένα τεστ επαγγελματικού προσανατολισμού που αναλύει τον εαυτό μας σε ποσοστά. Δεν έχει σχέση με τον κομφορμισμό, ούτε με την συμβατικότητα. Έχει σχέση με το «έτσι είναι κι αν σ’ αρέσει». Για μένα, αυτό είναι η πιο επίβουλη, οδυνηρή μορφή φασισμού.

Δεν είναι δικτατορία, καταπίεση ή περιορισμός ως γεγονότα, αλλά ως σταθερές που κυριαρχούν στις ζωές όλων μας: καταναλωτισμός, εργασία, κοινωνικά στερεότυπα, τρόποι διασκέδασης, απαιτήσεις, προσδοκίες, το παρόν, το μέλλον, το κοντινό μέλλον, το μακρινό μέλλον, το μακρινότερο μέλλον και πάει λέγοντας. Και αν αναρωτηθείς τι επιλογές έχεις, τότε είναι που πραγματικά τρομοκρατείσαι. Μα δεν γίνεται να μην έχεις πιστοποιητικό γέννησης, ή ταυτότητα, ή φορολογική δήλωση, ή κινητό, ή δουλειά. Αν, λοιπόν, αποφασίσεις πως κουράστηκες, πού θα πας; Στη ζούγκλα; Στο βουνό; Ούτε αυτό επιτρέπεται πια. Όλα είναι κατειλημμένα, αλλοτριωμένα, ρυθμισμένα, καθορισμένα. Αφού πρέπει να μείνεις λοιπόν, ας αλλάξεις την κατάσταση. Αλλά από πού και πώς και ποιος θα σε ακούσει;

Πιθανόν οι άνθρωποι να ήταν πάντα τόσο αλαζόνες, αλλά αποκλείεται αυτή η ύβρις να μην έχει συνέπειες. Όταν κάποιος δεν μπορεί να βγει έξω από το κουτί, όταν η δημιουργικότητα συσκευάζεται και το άπειρο αποκτά σταθερή τιμή, τότε κάτι πάει στραβά. Αισθάνομαι πως αντικρίζω ένα έγκλημα κατά του ανθρώπου. Το χειρότερο είναι πως δεν είναι «κάποιος» ή «κάτι» που διαπράττει αυτό το έγκλημα. Είναι η κοινωνία. Είμαστε εμείς. Ο καθένας ξεχωριστά και όλοι μαζί. Απ’ ό,τι φαίνεται, ο φασισμός θα είναι πάντα εδώ, κάθε φορά με μια άλλη μορφή. Το ζήτημα είναι να το συνειδητοποιούμε, να τον αναγνωρίζουμε, να τον κρίνουμε και πάντα να σκεφτόμαστε: «Αν όμως...».

Θάνος Δουκάκης ΙΒ1


15

α και συμπεριφορά

Καταμερισμός ευθυνών σε μια δημοκρατία

Δ

εν μπορώ να διανοηθώ ότι η ιμπεριαλιστική πολιτική της Αμερικής θα μπορούσε να είναι όραμα του αμερικανικού λαού, ούτε ότι η απάνθρωπη πολιτική λιτότητας που ισοπεδώνει τα εργασιακά δικαιώματα και «ροκανίζει» το κράτος πρόνοιας αντιπροσωπεύει τη βούληση των ευρωπαϊκών λαών. Μπορώ, όμως, να επιρρίψω ευθύνες σε μας για τις πολιτικές μας επιλογές, για την αδράνειά μας απέναντι στον τρόπο εκπροσώπησής μας από τα πολιτικά πρόσωπα, αλλά και σε εκείνους που είτε δεν θέλησαν, είτε δεν μπόρεσαν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Το φαινόμενο δεν είναι πρωτοφανές, ούτε εκπλήσσει. Για άλλη μια φορά αποδεικνύεται πως η άσκηση εξουσίας όχι μόνο φανερώνει τις ικανότητες του άνδρα, αλλά και το ήθος και το χαρακτήρα του, καθώς η εξουσία μπορεί να διαφθείρει το άτομο, δίνοντάς του τη δυνατότητα να εξυπηρετήσει προσωπικά και άλλα συμφέροντα. Έτσι, λοιπόν, αναδεικνύει τόσο τον ικανό και οραματιστή πολιτικό ηγέτη, όσο και τον ιδιοτελή και κερδοσκόπο. Στην ανθρώπινη Ιστορία έχουν εμφανιστεί επανειλημμένα πολιτικοί που καλλιέργησαν ισχυρές προσδοκίες γύρω απ’ το όνομά τους, αλλά στη συνέχεια υπέκυψαν στην αλλοτρίωση που επιφέρει η εξουσία. Για μία ακόμη φορά, ο ανθρώπινος χαρακτήρας, παράγοντας απρόβλεπτος, μα πάντα με τις ίδιες αδυναμίες και πάθη στο πέρασμα των αιώνων, αποδεικνύεται εξαιρετικά ευάλωτος στην επίδραση της εξουσίας, ζήτημα που απασχόλησε και απασχολεί μέχρι σήμερα πολλούς στοχαστές.

Ως μέλος αυτής της κοινωνίας, πέρα από την οικονομική ύφεση, η οποία προβληματίζει τους περισσότερους από μας, ακόμη περισσότερο με απογοητεύει η πολιτική κρίση, που συνοδεύεται από την κοινωνική, ιδεολογική και πολιτιστική αποδόμηση στην παγκόσμια κοινότητα.

Ειδικά στο πλαίσιο της σύγχρονης κοινωνίας, όπου κυριαρχεί ο ατομικισμός και υποβαθμίζεται η αξία του κοινωνικού συμφέροντος, ο άνθρωπος στέκεται ολοένα και πιο αδύναμος απέναντι στην εξουσία και στις ωφέλειες που αυτή μπορεί να του προσφέρει, είτε πρόκειται για χρήμα, είτε για δόξα και κοινωνικό κύρος. Μέσα σ’ αυτή την πραγματικότητα, η έλλειψη ικανών ανθρώπων, που θα πληρούν τις προαναφερθείσες προϋποθέσεις, γίνεται σήμερα πιο αισθητή από ποτέ και προκαλεί έντονο προβληματισμό. Οι σύγχρονες κοινωνίες αναζητούν ηγέτες να τις οδηγήσουν στη σωστή κατεύθυνση και να δώσει λύση στα φλέγοντα προβλήματα. Πρόκειται για αναζήτηση που επιβεβαιώνει αυτή την έλλειψη, μα παράλληλα ενέχει κινδύνους: γιατί, αν σε μια κοινωνία καλλιεργούνται μεσσιανικές αντιλήψεις, δημιουργείται ταυτόχρονα και πρόσφορο έδαφος για τον ερχομό λαϊκιστών και δημαγωγών πολιτικών. Η χώρα μας βρίσκεται μπροστά σε τέτοιους κινδύνους. Το ζήτημα είναι να μη θέσουμε σε κίνδυνο τη δημοκρατία κυνηγώντας χίμαιρες και σωτήρες, αλλά αντίθετα να σκεφτόμαστε ότι μέσα στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες υπάρχει πάντοτε η δυνατότητα της δικής μας δραστηριοποίησης για την ανάδειξη υπεύθυνων και ικανών ηγετών, με γνώμονα την πολιτική δεινότητα, τη δύναμη του χαρακτήρα και την ανεξαρτησία συνείδησης.

Ζήνα Μαριδάκη Γ2


16

Φασισμός: ιδεολογί Συναντήσεις

ΓιώργοςΘαλάσσης Διευθυντής Γυμνασίου της Σχολής Μωραΐτη

Η χώρα περικλείει, το έθνος αποκλείει

Συνάντησα τον Διευθυντή του Γυμνασίου του Σχολείου μας κ. Γιώργο Θαλάσση με αφορμή μια συζήτηση για το φασισμό και τις προεκτάσεις του. Ο κ. Θαλάσσης εξέφρασε με ιδιαίτερο τρόπο τις απόψεις του, τονίζοντας τον εθνοκεντρισμό της ελληνικής εκπαίδευσης και κοινωνίας.

Πώς θα ορίζατε την έννοια του έθνους; Η έννοια του έθνους είναι μεταφυσική. Όταν, λοιπόν, επικαλείσαι μεταφυσικές έννοιες, δημιουργούνται πολλά προβλήματα και αντιφάσεις. Θα ήταν πολύ προτιμότερο να μιλάμε για τη χώρα μας, διότι, όταν μιλάμε για τη χώρα μας, μιλάμε για όλα όσα αυτή περικλείει. Το έθνος, αντίθετα, είναι μία έννοια αποκλεισμού, διότι αποκλείει πάρα πολλούς ανθρώπους. Η χώρα περικλείει, το έθνος αποκλείει. Αλλά εμείς κάνουμε κατάχρηση των όρων του έθνους - μιλάμε για εθνικές οδούς, εθνικές αρτηρίες. Δηλαδή, σωματοποιούμε το χώρο σαν να είναι ένας ζωντανός οργανισμός και εμείς που κυκλοφορούμε στις αρτηρίες του πρέπει να ανήκουμε στο έθνος, είμαστε αίμα. Ενώ, αν εισβάλει κάποιο ξένο στοιχείο, προκαλεί αρρώστια στον οργανισμό, στο έθνος και πρέπει να αποβληθεί. Ποια είναι η γνώμη σας για τις σχολικές παρελάσεις; Οι παρελάσεις είναι ένα κατάλοιπο της δικτατορίας του Μεταξά. Είναι μιλιταριστικές, επομένως άρρηκτα συνδεδεμένες με το φασισμό. Αν δεν υπήρχε η υποστήριξη του στρατού και της αστυνομίας, δεν θα μπορούσε να υπάρξει δικτατορία. Με τις παρελάσεις είναι δυνατόν να καλλιεργηθούν μιλιταριστικές αξίες στα παιδιά ήδη από πολύ μικρή ηλικία. Παράλληλα, μπορεί να αναδειχθούν διάφορα ζητήματα, όπως, για παράδειγμα, ποιος είναι αυτός που θα κρατήσει τη σημαία και ποιος θα παρελάσει, και οι πολίτες να παρεκτραπούν ακόμα και σε ακραίες αντιδράσεις. Αν δεν ήταν έτσι η παιδεία και η κοινωνία μας, δεν θα υπήρχε το θέμα αν θα κρατήσει ο αλλοδαπός τη σημαία ή όχι. Το πρόβλημα βρίσκεται στο ότι κάποιος πρέπει να την κρατήσει. Πιστεύετε ότι υπάρχει φασισμός στην ελληνική εκπαίδευση; Η ελληνική παιδεία είναι κατεξοχήν εθνικιστική και κυρίως όσον αφορά τα «εθνικά» μαθήματα, όπως τα αρχαία ελληνικά, η γλώσσα, η ιστορία, τα θρησκευτικά. Στη ουσία δεν διδάσκουμε, για παράδειγμα, ιστορία, αλλά μια εθνική μυθολογία. Πρέπει να αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο γίνονται τα μαθήματα αυτά. Μιλάμε στα παιδιά για τη συνέχεια του ελληνικού έθνους, το οποίο παίρνει την αξία του ακριβώς από αυτή τη συνέχεια. Όταν βλέπουμε τα πράγματα διαχρονικά και όχι συγχρονικά, δεν ασχολούμαστε τόσο με το παρόν, αλλά με το παρελθόν και την εξέλιξή του. Μέσα από ένα πλαίσιο ηρωικό και μυθικό, αναπόφευκτα οδηγεί κανείς το παιδί να αισθάνεται κάπως, όπως στο ποδόσφαιρο, δηλαδή «ανήκω σε μία ομάδα και η δική μου ομάδα είναι η καλύτερη».


17

α και συμπεριφορά Πιστεύετε ότι ο παράγοντας της μνήμης όλων των αποτρόπαιων γεγονότων που έχουν συμβεί στο παρελθόν εξαιτίας του φασισμού δεν παίζει κανένα ρόλο για τους υποστηρικτές του σε περιόδους κρίσης; Αυτός που σκέφτεται φασιστικά έχει έναν απλό, στερεοτυπικό τρόπο σκέψης. Τα βλέπει τα πράγματα μονόπλευρα. Και τα στερεότυπα δεν αντέχουν τη λογική και ο φασιστικός τρόπος σκέψης είναι λίγο σαν τα όνειρα - έχει πολλές αντιφάσεις. Όταν αφήνουμε το παιδί σε αυτό τον τρόπο σκέψης, εγκληματούμε. Όταν είναι σε νηπιακή ηλικία, μαθαίνει τον κόσμο μέσα από τα στερεότυπα, δεν έχει άλλο τρόπο να μάθει. Το σχολείο έχει υποχρέωση αυτό τον τρόπο σκέψης να τον αναπτύξει, ώστε να πάψει να είναι στερεοτυπικός. Είναι δύσκολο. Γι’ αυτό, οι απλοϊκοί άνθρωποι θεωρούν ότι μέσα από τα στερεότυπα έρχεται η λύση. Γιατί κάποιοι πιστεύουν ότι μόνο ένα ολοκληρωτικό καθεστώς μπορεί να επιβάλει την τάξη; Το να θεωρούμε ότι ένα ολοκληρωτικό καθεστώς έρχεται για να βάλει την τάξη είναι μία φενάκη, γιατί αυτά τα καθεστώτα δουλεύουν μόνο για τον εαυτό τους, όχι για τους άλλους. Το μόνο που έχουν να πουν είναι ότι επί Μουσολίνι τα τρένα φτάνανε στην ώρα τους. Όμως, δεν κρίνεται μία κοινωνία από το πότε φτάνουνε τα τρένα στο σταθμό. Πώς ορίζετε τη φασιστική συμπεριφορά; Η φασιστική συμπεριφορά είναι κυρίως εγωιστική, διότι σημαίνει «δεν ενδιαφέρομαι για τους άλλους». Η φασιστική συμπεριφορά αναπληρώνει τα κενά μου, μού δίνει δύναμη, την οποία λαχταρώ και μαζί με την απλοϊκή σκέψη είναι κάτι πάρα πολύ καταστρεπτικό. Δεν είμαι συνεπής σε καμία από τις υποχρεώσεις μου και το κενό μου το αναπληρώνω με τις φασιστικές μου επιλογές. Θεωρείτε ότι η ελληνική κοινωνία διακατέχεται από φασιστικά στοιχεία; Η ελληνική κοινωνία είναι μία κοινωνία καθόλου ανεκτική και διακατέχεται από φασιστικά στοιχεία. Στην Ελλάδα πολλοί άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται και δεν φροντίζουν ούτε τους συνανθρώπους τους ούτε το χώρο και πολλές φορές οδηγούνται σε εθνικιστικές εξάρσεις. Την ίδια στιγμή, όμως, κάποιοι από αυτούς παραμελούν τις τυπικές τους υποχρεώσεις απέναντι στο κράτος. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα σημειώνεται η μεγαλύτερη φοροδιαφυγή. Δεν μπορεί, επομένως, να λέει κάποιος ότι αγαπά την πατρίδα του, αλλά να μην πληρώνει τους φόρους του. Αυτό που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι το εύρος του φασισμού που συναντά κανείς μέσα στην ελληνική κοινωνία. Και αυτό, θεωρώ, ξεκινά από έναν ανέκαθεν υπάρχοντα εθνικισμό. Όμως, ο εθνικισμός αυτός τώρα έχει φουντώσει πολύ περισσότερο. Κι αυτό συμβαίνει διότι, όσο ακούμε τους ξένους να μας κατηγορούν για κάτι, νιώθουμε την ανάγκη να αναπληρώσουμε το κενό που δημιουργείται με κάτι άλλο. Αυτό κάποιοι το ονομάζουν πατριωτισμό. Ωστόσο, το συμπλήρωμα αυτό είναι η μεταφυσική έννοια του έθνους, από την οποία απορρέει και ο εθνικισμός. Και όταν επικαλούμαστε τη μεταφυσική αξία του εθνικισμού, αναπόφευκτα εξελισσόμαστε προς την πλευρά του φασισμού. Στη συνέχεια του ελληνικού έθνους εξαφανίζονται οι χρονικές διαφορές. Το ότι υπήρχε στην Ελλάδα πριν 2,5 χιλιάδες χρόνια μία μορφή δημοκρατίας δεν διασφαλίζει τίποτα για τη σημερινή χώρα και τους σημερινούς Έλληνες. Το λάθος είναι να λέμε «έχουμε τον Παρθενώνα, άρα είμαστε σπουδαίοι και δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα». Σας ευχαριστώ πολύ. Κατερίνα Διαμαντοπούλου Β1


18

ΡΤΑΖ

Φασισμός: ιδεολογί

ΡΕΠΟ Επίσκεψη σε ένα διαφορετικό σχολείο... Κυριακή 16/12/2012 Το Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών αποτελεί μία μη κρατική πρωτοβουλία μεταναστών και Ελλήνων εθελοντών για δωρεάν εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας σε εργαζόμενους μετανάστες και πρόσφυγες. Τα μαθήματα γίνονται κάθε Σαββατοκύριακο στον Κολωνό. Οι εθελοντές είναι εκπαιδευτικοί, φοιτητές Παιδαγωγικών Σχολών, αλλά και όποιος θέλει να ενισχύσει την προσπάθεια. Ιδρύθηκε το 2004 και αριθμεί σήμερα γύρω στους 250 μαθητές. Αποφασίσαμε να επισκεφτούμε το σχολείο και να γνωρίσουμε από κοντά τους μετανάστες και την προσπάθειά τους να μάθουν την ελληνική γλώσσα. Συζητήσαμε με δασκάλους και μαθητές στη διάρκεια ενός ευχάριστου κυριακάτικου πρωινού. Επικεντρωθήκαμε σε αυτό που συμβαίνει στο σχολείο και συνειδητοποιήσαμε μια άλλη εικόνα της κοινωνίας, την οποία δεν έχουμε συχνά τη δυνατότητα να συναντούμε. Για όλους τους μετανάστες είναι ζωτικής σημασίας η γνώση των ελληνικών. Μπορούν να διαβάζουν, να εκφράζονται, να υπερασπίζονται τα δικαιώματά τους. Από την άλλη πλευρά, καταλάβαμε πόσο μοιάζουμε οι άνθρωποι σε κάθε χώρα: παρόμοια όνειρα, ανησυχίες, σκέψεις και ασχολίες.

Κι ας ξεκινήσουμε με τους δασκάλους Πόσα χρόνια διδάσκετε εδώ και πώς θα περιγράφατε την εμπειρία σας; Σμαρούλα: Έχω έρθει από πέρυσι. Είναι πολύ ωραία εμπειρία. Έχω γνωρίσει πολλούς ανθρώπους από διάφορους πολιτισμούς. Έχουμε μάθει τις ιστορίες τους. Έχουμε γίνει όλοι μια μεγάλη, ζεστή παρέα. Για τους μαθητές εδώ, πέρα από το μάθημα, το πιο σημαντικό είναι ότι έρχονται σ’ ένα χώρο, όπου τους δέχονται γι’ αυτό ακριβώς που είναι. Θεωρείτε ότι έχει αποδώσει καρπούς η όλη διαδικασία που γίνεται εδώ; Έχουν φτάσει μαθητές να έχουν δώσει και εξετάσεις γλωσσομάθειας. Πιστεύετε ότι έχει μεγάλη σημασία να μπορούν οι μαθητές με τη γλώσσα να υπερασπίζονται τα δικαιώματά τους; Να μην πέφτουν θύμα σε επίπεδο καθημερινότητας και γραφειοκρατίας; Όντως ισχύει αυτό: ότι πρέπει να μαθαίνουν την ελληνική για να υπερασπίζονται τα δικαιώματά τους. Ήταν ένας μετανάστης που δεν ήξερε τη γλώσσα και του δώσανε στη δουλειά του να υπογράψει κάτι. Αυτός νόμιζε ότι ήταν κάτι πάρα πολύ καλό και τελικά ήταν τα χαρτιά για την παραίτησή του. Και ήρθε εδώ με χαρά ότι κάτι καλό έγινε και, τελικά, συνειδητοποίησε ότι ουσιαστικά τον απολύσανε. Τι τους δυσκολεύει περισσότερο στη γλώσσα; Η ορθογραφία. Οι πτώσεις. Οι χρόνοι... Εσείς πόσο καιρό είστε εδώ; Θωμάς: Είμαι χρόνια εδώ. Είναι μια προσπάθεια να μάθουν οι άνθρωποι την ελληνική γλώσσα για να διευκολύνουν τη ζωή τους, να δουλέψουν, να συνεννοηθούν και να ενταχθούν στην κοινωνία. Ποιο θεωρείτε ότι είναι το μεγαλύτερο όφελός σας από αυτή την πολυπολιτισμική συναναστροφή; Πρωτίστως, είναι η συνύπαρξη, η προσφορά και η αλληλεγγύη. Θα μπορούσε να είναι Έλληνες αποκλεισμένοι από τη δυνατότητα ή το οτιδήποτε. Τυχαίνει να είναι οι μετανάστες και οι πρόσφυγες. Από κει και πέρα, ασφαλώς προσθέτει η πολυπολιτισμικότητα. Είναι η γνωριμία με το καινούργιο. Για άλλους το καινούργιο είναι το απειλητικό, το επικίνδυνο και η εισβολή. Για μας είναι η ευκαιρία. Δεν πήγαμε εμείς ταξίδι στο εξωτερικό. Ήρθε το εξωτερικό εδώ. Ευγενία: Από τη δική μου εμπειρία, απ’ όλους τους μαθητές και απ’ ό,τι συζητάμε, πραγματικά αυτά που μας αφορούν είναι τα ίδια πράγματα. Έχουμε τις ίδιες ανησυχίες. Νιώθετε ότι είστε μόνοι σας σ’ αυτή την προσπάθεια; Βλέπετε ο κόσμος να νοιάζεται; Νατάσσα: Νομίζω ότι τώρα τελευταία νοιάζεται περισσότερο απ’ ό,τι 5-6 χρόνια πριν. Έχουν αλλάξει λίγο οι καταστάσεις. Κόσμος που ήταν πιο αδιάφορος στις ήρεμες εποχές, τώρα που βλέπει τα πράγματα να έχουν λίγο ζορίσει, είναι πιο έτοιμος, πιο δραστήριος.


19

α και συμπεριφορά Κι ας περάσουμε τώρα στους μαθητές Βαγγέλης, 26 χρονών από την Αλβανία Πότε ήρθατε στην Ελλάδα; Έχω έρθει από τα 13 μου. Ποιοι λόγοι σας ώθησαν να φύγετε από τη χώρα σας; Μια καλύτερη ζωή. Γιατί εκεί είχε περισσότερη φτώχεια. Η οικογένειά μου εδώ είναι. Έχω αφήσει τα ξαδέρφια μου. Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισα εδώ είναι η δουλειά. Δεν μπορώ να βρω δουλειά. Περιγράψτε μας λίγο την εμπειρία σας εδώ. Αυτό που με δυσκολεύει είναι το γράψιμο. Αν έγραφα καλύτερα, θα μπορούσα π.χ. να δουλέψω σε ένα σουπερμάρκετ. Θα έκανα διάφορες δουλειές που δεν μπορώ να κάνω τώρα. Ποια είναι η αγαπημένη σας ανάμνηση από τη χώρα σας; Όταν έπαιζα στο σχολείο με τους φίλους. Τις Κυριακές τρώγαμε όλοι μαζί με την οικογένεια… Παίζαμε με τους φίλους μπάλα… Όπως κι εδώ, παίζανε κι εκεί. Τα κορίτσια παίζανε κουτσό. Πατρίδα για μένα είναι το μέρος που γεννήθηκα, που μεγάλωσα. Στην Ελλάδα είμαι από τα 13 μου. Κι εδώ σαν δική μου χώρα είναι. Μισό-μισό. Δεν θέλω να γυρίσω πίσω. Πάω μια φορά το καλοκαίρι. Μια βδομάδα, 15 μέρες… Όμως, δεν θέλω να ξαναπάω εκεί. Εκεί είναι ακόμα πιο δύσκολα. Τους Έλληνες πόσο ξένους τους νιώθετε; Δεν τους νιώθω ξένους. Αντίθετα, ήρθα σε μικρή ηλικία και με Έλληνες κάνω παρέα. Ποιες αλβανικές λέξεις θα θα μας μαθαίνατε; Μεμεγιέσι που σημαίνει Καλημέρα και Τοτολούτε που σημαίνει Παρακαλώ. Κασίμ, 24 χρονών από το Πακιστάν Από πού είστε; Από το Πακιστάν. Είμαι 3 χρόνια στην Ελλάδα. Άμα έχεις δουλειά εδώ, είναι εντάξει. Αλλιώς, έχεις πρόβλημα. Ήρθα να δουλέψω. Ήρθα μόνος μου. Η οικογένειά μου είναι στο Πακιστάν. Είναι δύσκολο, αλλά παλεύεται. Θέλω να γυρίσω πίσω. Όταν σκέφτεστε την πατρίδα σας, τι θυμάστε; Πώς ήταν η ζωή σας; Ήτανε μια χαρά. Ήμουνα μικρός, πήγαινα σχολείο, γυρνούσα, είχα φίλους, παίζαμε παιχνίδια, ήμουνα με την οικογένειά μου. Η μέρα ήταν τέλεια. Το μυαλό καθαρό. Τώρα έχω χίλια πράγματα στο μυαλό. Τις Κυριακές παίζαμε με τα παιδιά ένα παιχνίδι. Το «κίρκετ». Παίζαμε 11 παιδιά. Είχαμε μια μικρή μπάλα και ξύλα και προσπαθούσαμε να πετύχουμε τη μπάλα στο τέρμα. Το μεσημέρι ήμασταν όλοι μαζί. Βγαίναμε έξω βόλτα. Να φάμε στην ταβέρνα. Και φίλοι και οικογένεια. Ήταν μια χαρά. Τα πάντα θυμάμαι. Μου λείπουν οι φίλοι μου, η οικογένειά μου, τα παιχνίδια μου. Όλα τα θυμάμαι τώρα. Τι σας δυσκολεύει περισσότερο στα ελληνικά; Το γράψιμο. Το μάθημα με έχει βοηθήσει. Άμα ξέρουμε ελληνικά, μπορούμε να βρούμε δουλειά και να μιλάμε με τον κόσμο. Έστω το πιο απλό: «Θέλω εισιτήριο». Το σχολείο πολύ μου αρέσει. Έχω δύο χρόνια εδώ. Φίλους Έλληνες έχετε; Όχι τόσο. Έχω ένα φίλο που δουλεύουμε μαζί. Είναι ηλεκτρολόγος. Οι φίλοι μου είναι από το Πακιστάν. Μιλάμε Πακιστανικά. Αλλά σπίτι μου εγώ μιλάω λίγα ελληνικά, γιατί πρέπει να τα μάθω. Πρέπει να τα μιλάμε για να τα μάθουμε. Αλλιώς, δεν γίνεται. Αλλά πολλοί δεν τα μιλάνε. Τους Έλληνες πόσο ξένους τους νιώθετε; Ε… Λίγο. Πάρα πολλοί μας αγαπάνε. Καμιά φορά θα βρω κάποιον να λέει «είσαι ξένος» και «μακριά». Πάρα πολλοί, όμως, μας αγαπάνε. Ποιες λέξεις στα πακιστανικά θα μας μαθαίνατε; Κι άχαρ που σημαίνει Γεια σου και Σου μπα χοχέρ που σημαίνει Καλημέρα. Σας ευχαριστούμε πολύ Δήμητρα Ζούλη Α1 Μαριάννα Κουρσιούνη Β2 Δομνίκη Μαρή Β1


20

Φασισμός: ιδεολογί Συναντήσεις

ΔημήτρηςΧριστόπουλος Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Επίκουρος Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

Προτιμώ την αταξία της δημοκρατίας παρά τη διαφθορά του φασισμού

Ένα απόγευμα μετά το σχολείο, είχαμε την ευκαιρία να συναντήσουμε στο σπίτι του τον Καθηγητή κ. Δημήτρη Χριστόπουλο. Ο κ. Χριστόπουλος μάς μίλησε για τη γλώσσα του φασισμού, την ελευθερία του λόγου και τη φασιστική πολιτική της έντασης στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Ο κ. Χριστόπουλος έχει διατελέσει Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου από το 2003 και Αντιπρόεδρος από το 2011. Επίσης, μεταξύ άλλων, είναι ιδρυτικό μέλος του Κέντρου Ερευνών Μειονοτικών Ομάδων.

Ποιος είναι ο Έλληνας πολίτης κατά την γνώμη σας; Το ποιος είναι ο Έλληνας πολίτης μπορεί να απαντηθεί με δύο τρόπους. Ο πρώτος είναι ο τυπικός, δηλαδή ότι Έλληνας πολίτης είναι αυτός που έχει την ελληνική ιθαγένεια. Ο δεύτερος τρόπος να οριοθετήσουμε ποιος είναι Έλληνας πολίτης είναι να μιλήσουμε ιδεολογικοπολιτικά για την ταυτότητα αυτού του ανθρώπου. Καλό είναι όμως να μην μιλάμε με γενικεύσεις, καθώς αυτές οδηγούν σε στερεότυπα που ενέχουν το ενδεχόμενο του ρατσισμού (π.χ. ο Έλληνας είναι φιλόξενος). Ποια είναι η σχέση τέχνης, ελευθερίας και λογοκρισίας; Η τέχνη και η λογοκρισία πάνε μαζί. Από τις πρώιμες καλλιτεχνικές αναζητήσεις του ανθρώπου υπάρχει πάντα ένας λόγος που θέλει να εκφέρεται ελεύθερα και από την άλλη ένα αντιστάθμισμα. Υπάρχουν τρία είδη λογοκρισίας: πρώτον, γράφω ένα τραγούδι, είσαι εσύ ο μουσικός μου παραγωγός και μου λες να μην κυκλοφορήσει καν, γιατί δεν θα πουλήσει. Αυτή είναι η κατασταλτική λογοκρισία. Δεύτερον, υπάρχει η προληπτική λογοκρισία, δηλαδή ο περιορισμός της ελευθερίας γίνεται πριν την εκφορά του λόγου: τραγουδάω εγώ ένα τραγούδι και εσύ μου λες ότι δεν σου αρέσει και το κατεβάζουμε. Η τρίτη είναι, αφού έχω υποστεί τις άλλες δύο, να τραγουδάω όπως αρέσει στο αφεντικό μου, να αυτολογοκρίνεσαι δηλαδή, να παράγεις το λόγο σου, όχι όπως πραγματικά τον θέλεις, αλλά όπως νομίζεις ότι θέλουν αυτοί που θα σε ακούσουν. Στην κοινωνία μας σήμερα παρατηρείται ένταση. Θεωρείτε ότι αυτή η ένταση είναι αποτέλεσμα ή στρατηγική μιας πολιτικής γραμμής; Κατά τη γνώμη μου, είναι η στρατηγική αυτή καθ’ αυτή. Δηλαδή, προκαλώ ένταση για να έρθω μετά και να παρουσιαστώ ως σωτήρας. Με μία έννοια η στρατηγική της έντασης είναι σύμφυτη με το φασισμό. Ο φασισμός δεν μπορεί στην ειρήνη να επιβάλει την ακραία του πολιτική γραμμή, γιατί θα υπάρξουν αντιδράσεις. Αν έχει, όμως, πόλεμο, τότε εσύ φοβάσαι, οπότε, όταν ένα φασιστικό καθεστώς αφαιρεί δικαιώματα, αφαιρεί ευθύνες και έτσι εσύ έχεις την ψευδαίσθηση της ασφάλειας. Η σκοπιμότητα της έντασης είναι να φανεί ο ολοκληρωτισμός ως λύση.


21

α και συμπεριφορά Η Ελλάδα έχει υποστεί στο παρελθόν τις συνέπειες του φασισμού. Πώς εξηγείτε το γεγονός ότι υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που καταφεύγουν σε αυτόν ως λύση; Δύο είναι οι απαντήσεις: ο φόβος και η αγανάκτηση, ειδικά σε περιόδους κρίσης. Όσο για τον παράγοντα της μνήμης, αυτός εμπεριέχει ιδεολογίες, δεν είναι απλώς η απεικόνιση του παρελθόντος. Χρειάζεται μια διαμεσολάβηση, η οποία απ’ ό,τι φαίνεται δεν είναι αυτονόητη. Ο άλλος δεν έχει ξεχάσει όσα έγιναν στη δεκαετία του 40, αλλά λόγω του φόβου και της αγανάκτησης δεν τα υπολογίζει. Η μνήμη παραμένει έντονη επηρεάζοντας την ιδεολογία μόνο όταν συνδέεται με συναισθηματικές καταστάσεις, όπως π.χ. τη δολοφονία ενός συγγενικού προσώπου από κάποια πολιτική παράταξη. Πώς συνδέονται η θρησκεία με το φασισμό; Τα φασιστικά καθεστώτα πάνε χέρι-χέρι με τη θρησκεία. Ακόμα και σε ολοκληρωτικά καθεστώτα όπως του Στάλιν, στο οποίο δεν υποστηριζόταν κάποια θρησκεία αλλά ο αθεϊσμός, υπάρχει ένα κοσμικό υποκατάστατο, μια προσωπολατρία του κόμματος και του αρχηγού του. Τέτοια καθεστώτα έχουν ανάγκη να εγείρουν το μεταφυσικό συναίσθημα της πίστης, ένα συναίσθημα που δεν βασίζεται στον ορθό λόγο, αλλά στο πάθος και στο θυμικό. Ο φασισμός είναι συμπεριφορά - στάση ζωής; Ο φασισμός φυσικά και είναι μια στάση ζωής που δεν την έχουν μόνο όσοι αυτοαποκαλούνται φασίστες. Όταν δηλώνεις πίστη στο φασισμό ως πολιτική ιδεολογία, είναι αδύνατο να μην είσαι φασίστας και στην καθημερινότητά σου. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει να μην κρίνεις τους ανθρώπους γι’ αυτό που είναι, αλλά με βάση τις ταξινομήσεις που έχεις κάνει εσύ γι’ αυτούς, και το δεύτερο είναι να μην ανέχεσαι υπαρξιακά τη διαφωνία μαζί τους, δηλαδή το να σου λέει ο άλλος «θέλω να μιλήσουμε» και να λες «δεν αντέχω να μιλάς». Ποια είναι η συνάφεια μεταξύ φασισμού-ρατσισμού-εθνικισμού; Ο ναζισμός είναι μία πολιτική παράταξη που κοιτάει το σύνολο, την κοινωνία με βάση φυλετικά χαρακτηριστικά. Με τον ισχυρισμό ότι οι έγχρωμοι, οι εβραίοι, οι ομοφυλόφιλοι είναι «υπάνθρωποι», δικαιολογούνται τα μαζικά εγκλήματα του ναζισμού. Άρα, στο ναζισμό υπάρχει η σύνδεση της πολιτικής κοινότητας με τη φυλή και ο αποκλεισμός οποιουδήποτε δεν ανήκει σε αυτήν. Αυτό σημαίνει ότι ο ρατσισμός είναι εγγενής ιδεολογία του ιδίου του ναζισμού. Ο φασισμός πάλι δεν δίνει έμφαση στη φυλή, αλλά στο δυνατό κράτος που είναι ικανό να ισοπεδώνει τα πάντα. Και όλα αυτά βέβαια συγκλίνουν στον εθνικισμό, δηλαδή μία αντίληψη ότι το έθνος μας απλώς υπερέχει έναντι των άλλων. Γιατί κάποιοι θεωρούν ότι μόνο ένα φασιστικό καθεστώς μπορεί τελικά να μας βγάλει από τη δύσκολη θέση; Γιατί μέσω της δημοκρατίας δεν μπορούν οι πολίτες να συνεργαστούν και να βρουν μονοί τους τη λύση; Όλα τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, όπως η ελληνική χούντα, ισχυρίζονται ότι ήρθαν για να καταπολεμήσουν τη φαυλοκρατία. Πάντως δεν υπάρχει ούτε ένα καθεστώς που έχει πράγματι εξομαλύνει την ένταση που αρχικά εκμεταλλεύτηκε για να ανέλθει στη εξουσία. Δηλαδή, πάντα τα κάνουν χειρότερα εξαιτίας της λογοδοσίας. Στην πράξη, το απολυταρχικό καθεστώς είναι πιο διεφθαρμένο από το προηγούμενο το οποίο κατηγορεί. Προτιμώ την αταξία της δημοκρατίας παρά τη διαφθορά του φασισμού. Γιατί οι άνθρωποι φανατίζονται τόσο εύκολα απ’ το φασισμό; Διότι αυτό δεν γίνεται με βάση τον ορθό λόγο, αλλά το θυμικό, το πάθος το οποίο εκμεταλλεύονται τέτοιου είδους καθεστώτα με σκοπό να κυριαρχήσουν. Ο φασισμός δεν είναι τόσο μακριά, όσο νομίζουμε. Είναι εύκολο να πεις ότι ο φασίστας είναι τρελός, αλλά πρέπει να λάβει κανείς υπόψη του ότι ο ίδιος δεν αντιλαμβάνεται ότι οι απόψεις του μπορεί να είναι λάθος. Αυτός δεν αντέχει την ιδέα ότι μπορεί να ισχύει κάτι διαφορετικό. Δεν είναι, όμως, η έλλειψη παιδείας, αλλά το θυμικό και η έλλειψη του ασφαλούς και πάγιου περιβάλλοντος, μια ιδεολογία για να τραβήξει τον κόσμο, οπότε στρέφονται προς τα εκεί ως μια απελπισμένη, θα έλεγε κανείς, αναζήτηση λύσης. Τα φασιστικά καθεστώτα, συνεπώς, εκδηλώνονται πάντα σε περιόδους κρίσης ή δημιουργούν τα ίδια την κρίση προκειμένου να εκδηλωθούν; Η φασιστική ιδεολογία έχει ως λίπασμα την οικονομική κρίση, την εξαθλίωση αλλά και τη συμπίεση των μικροαστικών στρωμάτων. Άνθρωποι που βιώνουν τη ματαίωση δεν είναι αυτοί που βρίσκονταν έτσι και αλλιώς στον πάτο, αλλά μικροαστοί, όπως και νέοι άνθρωποι, στο ξεκίνημα της ζωής τους. Η κρίση δεν γεννά νομοτελειακά φάσιμο, είναι αποτέλεσμα συσχετισμών. Αυτό το οποίο γεννά το φασισμό είναι ο τρόπος με τον οποίο διαχειριζόμαστε την κρίση. Όσοι, λοιπόν, σήμερα υποστηρίζουν φασιστικά καθεστώτα δεν είναι τα «βαμπίρ» της ελληνικής κοινωνίας, αλλά άνθρωποι που παλαιότερα υποστήριζαν τις κοινές πολιτικές ιδεολογίες. Σας ευχαριστούμε πολύ. Κατερίνα Διαμαντοπούλου Β1 Μαρίσσα Σούρα Β3


22

Φασισμός: ιδεολογί Η Τέχνη της... Λογοκρισίας

Λογοκρισία: ο έλεγχος που ασκεί η πολιτική εξουσία στα Mέσα Eνημέρωσης, στα έργα τέχνης, γραπτού λόγου, στα θεάματα με σκοπό να εμποδίσει τη διάδοση ιδεών και πληροφοριών αντίθετων προς τις αρχές και τις επιδιώξεις της. Η παραπάνω ερμηνεία μπορεί να παραπέμψει μόνο σε μία έννοια: το φασισμό. Διότι στη δημοκρατία μιλάμε για ελευθερία σκέψης και έκφρασης. Υπάρχει, όμως, λογοκρισία μόνο στα φασιστικά καθεστώτα; Όχι. Ακόμα και στα σύγχρονα, δυτικού τύπου κράτη εφαρμόζεται συχνά η πολιτική αυτή. Αν, όμως, η ελεύθερη έκφραση κάποιου καταπατά την ίδια τη δημοκρατία; Το σεβασμό και την αποδοχή της διαφορετικότητας; Προκαλεί πόνο και φόβο; Τότε είναι κάτι τέτοιο δημοκρατικό; Πρέπει μήπως το κράτος τότε να παρέμβει; Και μέχρι ποιο σημείο; Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα καθεστώτος που επέβαλλε παντού λογοκρισία αποτελεί το ναζιστικό κόμμα του Α. Χίτλερ στη Γερμανία. Όσον αφορά τα εικαστικά, ο κατάλογος των «Εκφυλισμένων Καλλιτεχνών» περιείχε μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της μοντέρνας τέχνης, όπως των Georg Grosz, Max Beckmann, Otto Dix, Wassily Kandinsky και Edvard Munch. Ακόμα, το Υπουργείο Διαφώτισης και Προπαγάνδας του J. Goebbels είχε απαγορεύσει την κυκλοφορία των βιβλίων δεκάδων συγγραφέων και επιστημόνων, όπως των Leo Tolstoy, Franz Kafka, Karl Marx, Albert Einstein κ.α. Το φασιστικό πνεύμα του καθεστώτος οδήγησε, επίσης, στο δημόσιο κάψιμο βιβλίων με σκοπό, όπως υποστήριζαν οι ναζί, την «κάθαρση της γερμανικής κουλτούρας από επικίνδυνες ιδέες». Από την άλλη, το ολοκληρωτικό καθεστώς του Στάλιν στη Σοβιετική Ένωση είχε δημιουργήσει, επίσης, έναν τεράστιο κατάλογο με βιβλία που είχαν υποστεί λογοκρισία, όπως το Δόκτωρ Ζιβάγκο του Boris Pasternak για την κριτική του στο κόμμα των Μπολσεβίκων, καθώς και το Αρχιπέλαγος Γκούλαγκ του Aleksandr Solzhenitsyn για την αποδοκιμασία του στη σοβιετική κυβέρνηση. Στην περίπτωση της Ελλάδας, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι επί Ι. Μεταξά αλλά και επί Γ. Παπαδόπουλου απαγορευμένα ήταν τα βιβλία όχι μόνο οποιουδήποτε συγγραφέα από τη Σοβιετική Ένωση (Tolstoy, Dostoevsky), αλλά και αρχαίες τραγωδίες, κωμωδίες και κείμενα, όπως η Αντιγόνη και ο Επιτάφιος του Περικλή. Περισσότερο ενδιαφέρον πάντως προκαλεί το γεγονός ότι η λογοκρισία δεν είναι μία πολιτική που εφαρμόζεται μόνο σε ολοκληρωτικά καθεστώτα, αλλά και σε δημοκρατικά πολιτεύματα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες είχε λογοκριθεί ένας πολύ μεγάλος αριθμός από βιβλία, όπως το The Catcher In the Rye, επειδή ήταν «απαράδεκτο»και «ανήθικο», καθώς και το The Grapes Of Wrath για τα «χυδαία λόγια του». Στο Ηνωμένο Βασίλειο, αντίστοιχα, το Ulysses είχε απαγορευθεί λόγω του σεξουαλικού του περιεχομένου, ενώ το The Picture of Dorian Gray, διότι «προέβαλλε την ομοφυλοφιλία και ανήθικα πρότυπα συμπεριφοράς».

Σημασία πάντως δεν έχει να παραθέσουμε έναν ατελείωτο κατάλογο με βιβλία και πίνακες που απαγορεύτηκαν κατά καιρούς σε διάφορες χώρες. Το νόημα είναι: ποιοι ήταν οι λόγοι, οι οποίοι ώθησαν τελικά την εκάστοτε πολιτική εξουσία σε μία τέτοια δράση; Η απάντηση πολυδιάστατη.

στην

παραπάνω

ερώτηση

είναι

Πρώτον, καταλυτικό παράγοντα που οδηγεί στη λογοκρισία αποτελεί η δύναμη της τέχνης να επηρεάζει τόσο βαθιά τους ανθρώπους. Σε αντίθεση προς την πολιτική, η τέχνη μιλά ξεκάθαρα και άμεσα στις ψυχές των ανθρώπων. Η τέχνη δεν εκφράζει το συμφέρον, αλλά συχνά λειτουργεί σαν καθρέπτης που αντικατοπτρίζει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Χαρακτηριστικά ο Oscar Wilde είπε: «Τα βιβλία που ο κόσμος αποκαλεί ανήθικα είναι αυτά που δείχνουν στον κόσμο την ίδια του την ντροπή». Σε πολιτικο-οικονομικό επίπεδο, τα καθεστώτα, ανάλογα με το πόσο αυταρχικά ή δημοκρατικά είναι, προσπαθούν να περιορίσουν στο ελάχιστο δυνατόν οποιαδήποτε φωνή που αντιτίθεται στην πολιτική τους γραμμή. Με την ενέργεια αυτή στερούν από τους πολίτες την ελεύθερη βούληση και έκφραση. Καθώς δεν έχουν τη δυνατότητα της επιλογής, οι άνθρωποι μετατρέπονται σε μία ναρκωμένη, εξανδραποδισμένη μάζα, χωρίς όμως να το ξέρουν. Ωστόσο, τον πλέον κρίσιμο άξονα της λογοκρισίας, κατά την άποψή μου, αποτελεί αυτός που αφορά την απαγόρευση κειμένων ή έργων τέχνης για ευαίσθητα ζητήματα, όπως η θρησκεία, η σεξουαλική προτίμηση, η εξωτερική εμφάνιση. Στην περίπτωση αυτή, το ζήτημα είναι ιδιαιτέρως περίπλοκο. Από τη μία, ο περιορισμός τη ελευθερίας έκφρασης είναι πράξη άδικη και αντισυνταγματική, καθώς το άτομο χάνει ένα από τα θεμελιώδη δικαιώματά του. Από την άλλη, όμως, είναι ακόμη πιο απαράδεκτο το να προσβάλλει κανείς προσωπικές επιλογές και αμετάβλητα φυσικά χαρακτηριστικά κάποιων συμπολιτών του. Η πολιτική εξουσία πρέπει να περιορίσει τις παρεμβάσεις της στο ελάχιστο και να ενεργεί μόνο σε ειδικές περιπτώσεις, όπως οι προαναφερθείσες. Η γραμμή ανάμεσα στην κριτική και την προσβολή είναι πολύ λεπτή, γι’ αυτό και είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Ωστόσο, είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορεί να κρατηθεί μια ισορροπία ανάμεσα στην ελευθερία έκφρασης και τον αλληλοσεβασμό. Ας φερθούμε ανοιχτόμυαλα και αντικειμενικά. Κατερίνα Διαμαντοπούλου Β1


α και συμπεριφορά Ηιστορίαδιδάσκει Ρατσισμός είναι η βρομιά που ανακάλυψαν οι πλούσιοι για να την εφαρμόζουν οι φτωχοί. Ουμπέρτο Έκο Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, που προκάλεσε τεράστιες καταστροφές σε χώρες και λαούς και στοίχισε χιλιάδες ανθρώπινα θύματα, υπογράφτηκε το 1948 από τα κράτη - μέλη του ΟΗΕ η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Στο πρώτο άρθρο της διακηρύσσει: “Όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα. Είναι προικισμένοι με λογική και συνείδηση και οφείλουν να συμπεριφέρονται μεταξύ τους με πνεύμα αδελφοσύνης”. Στο δεύτερο άρθρο της αναφέρει: “Κάθε άνθρωπος δικαιούται να επικαλείται όλα τα δικαιώματα και όλες τις ελευθερίες που προκηρύσσει η παρούσα Διακήρυξη, χωρίς καμία απολύτως διάκριση ειδικότερα ως προς τη φυλή, το χρώμα, το φύλο, τη γλώσσα, τις θρησκείες, τις πολιτικές ή οποιεσδήποτε άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική καταγωγή, την περιουσία, τη γέννηση ή οποιαδήποτε άλλη κατάσταση”. Η ιστορική μνήμη, η διαδρομή και η πολιτική παράδοση της χώρας μας και των πολιτών της δεν επιτρέπουν σε καμία περίπτωση να εκδηλώνονται και να αναπτύσσονται συμπεριφορές που περιφρονούν, παραβιάζουν και καταπατούν τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Οφείλουμε να αντιλαμβανόμαστε την ανορθολογική επιχειρηματολογία, τη συστηματική προπαγάνδα, τους εντυπωσιασμούς, τον σκληρό, διχαστικό, υβριστικό και χυδαίο πολιτικό λόγο. Καθήκον μας είναι να περιορίσουμε τις αιτίες που συμβάλλουν στην έξαρση αυτών των φαινομένων. Φυσικά, όλα αυτά είναι αποτέλεσμα της κρίσης που διανύουμε, που δεν είναι μόνο κρίση οικονομική, αλλά αφορά όλο το πολιτικό μας σύστημα, είναι μία γενικότερη κατάσταση αμφισβήτησης του συστήματος αξιών που επικρατεί στη χώρα μας εδώ και πολλά χρόνια. Η έλλειψη ενός συλλογικού οράματος, η αναποτελεσματική λειτουργία των θεσμών, οι εσφαλμένες πολιτικές σε πολλούς τομείς της δημόσιας ζωής, η αμετροέπεια, η κακή διαχείριση των δημοσίων οικονομικών είναι μερικοί από τους λόγους που όξυναν τα προβλήματα και οδήγησαν τα πράγματα στα σημερινά αδιέξοδα. Στην ιστορία των λαών έχει παρατηρηθεί ότι σε περιόδους με οξυμένα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, οι άνθρωποι γίνονται επιφυλακτικοί, λιγότερο ανεκτικοί, περισσότερο εσωστρεφείς. Αναθεωρούν αξίες και αμφισβητούν τις υπάρχουσες πολιτικές δομές. Όμως, είναι εξαιρετικά απλουστευτική, άδικη και πολιτικά επικίνδυνη η προσπάθεια απόδοσης όλου του προβλήματος και κυρίως της ανεργίας και της αύξησης της παραβατικότητας σε συγκεκριμένη μερίδα του πληθυσμού, κυρίως τους μετανάστες που ζουν στη χώρα μας. Από τις μακρινές χώρες καταγωγής τους, όπου μαίνονται ο πόλεμος και οι εμφύλιες συγκρούσεις, συχνά εξαπατημένοι από επιτήδειους που τους υποσχέθηκαν τη «Γη της Επαγγελίας» για να τους μεταφέρουν παράνομα σε μια ευρωπαϊκή χώρα, ρισκάρουν και τη ζωή τους, προκειμένου το όνειρό τους για μια καλύτερη ζωή να γίνει αληθινό. Πολλές φορές, το όνειρο αυτό σβήνει απότομα στα παγωμένα νερά της θάλασσας. Στις περιπτώσεις αυτές, το ταξίδι για μια καλύτερη ζωή έχει τραγική κατάληξη. Αλλά και όσοι τα καταφέρνουν και έρχονται στη χώρα μας γρήγορα βρίσκονται αντιμέτωποι με τη σκληρή πραγματικότητα, που τους επιφυλάσσει συχνά σωματική και ψυχολογική βία και ταπεινωτική συμπεριφορά που καταρρακώνει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ο ρατσισμός και η δαιμονοποίηση του ξένου θυμίζει το «κυνήγι των μαγισσών» σε άλλες εποχές, που επικρατούσε η έλλειψη ορθολογισμού και επιστημονικής γνώσης. Υπέρτατη αξία είναι η ελευθερία και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ο αγώνας για την ελευθερία είναι το ίδιο σημαντικός με τον αγώνα για την επιβίωση. Ο καθένας έχει δικαίωμα να είναι ελεύθερος και να ζει σύμφωνα με τις ιδέες του. Στην παρούσα κατάσταση, το ζητούμενο δεν είναι να κλειστούμε στον εαυτό μας, αλλά να επαναπροσδιορίσουμε τις σχέσεις μας και το ρόλο μας συνολικά. Η ιδέα μιας ανοιχτής και ανεκτικής κοινωνίας είναι ένα σκοπός για τον οποίο αξίζει να αγωνιστούμε.

Θάνος Παπαδούδης Β2

23


24

Φασισμός: ιδεολογί Συναντήσεις

ΓιάννηςΚακλέας Σκηνοθέτης

Η τέχνη δημιουργεί αντισώματα

Απόγευμα Πέμπτης 13 Δεκεμβρίου 2012 και βρίσκομαι στο Φάρο του Ψυχικού για να συναντήσω τον σκηνοθέτη Γιάννη Κακλέα. Έχοντας παρακολουθήσει πολλές παραστάσεις του, η χαρά μου που θα τον γνώριζα ήταν μεγάλη. Πράγματι, η κουβέντα μας ήταν όχι μόνο ενδιαφέρουσα, αλλά και ουσιαστική. Ακολουθεί ένα μέρος όσων είπαμε και τον ευχαριστώ πολύ για όλα.

Όταν ακούτε τη λέξη «φασισμός», ποιο είναι το πρώτο πράγμα που σας έρχεται στο μυαλό; Καταρχάς, μην ξεχνάς ότι μιλάς σε έναν καλλιτέχνη. Εγώ δεν είμαι πολιτικός. Επομένως, το φασισμό εγώ τον βλέπω. Έχει εικόνα για μένα ο φασισμός. Έχει σκληρή στάση σώματος, μια ναρκισσιστική διάθεση και συμπεριφορά, και μια παρανοϊκή, θα έλεγα εγώ, εμμονή στο να είναι κάποιος προστάτης κάποιων. Αυτό ως φαινόμενο περιέχει όλα τα βασικά συστατικά του φασισμού, που είναι ο σοβινισμός, ο ρατσισμός, που είναι η ιστορία του αίματος, και η στρατιωτική αντίληψη της ιεραρχίας και των διαταγών. Όλο αυτό το πράγμα καθιστά το φασισμό για μένα ένα φαινόμενο οπτικό, που κάποιους μπορεί να τρομάζει και κάποιους μπορεί να γοητεύει. Οπότε εξαρτάται από ποια πλευρά είσαι. Γιατί οι άνθρωποι σε μια δημοκρατία δεν είναι ίδιας αντίληψης. Σε μια δημοκρατία κάποιοι άνθρωποι θέλουν να την καταλύσουν και κάποιοι την υπερασπίζονται. Επομένως, τι είναι ακριβώς η δημοκρατία; Και πιστεύετε πως σήμερα έχουμε δημοκρατία; Η δημοκρατία είναι ένα σύστημα που επιτρέπει. Αφού, λοιπόν, επιτρέπει μέσα σε αυτή θα δημιουργηθούν φασιστικές, εθνικιστικές, κομμουνιστικές, αναρχικές, αντιεξουσιαστικές απόψεις και όλο αυτό το ζύμωμα, με την αρχή της πλειοψηφίας, όπως καθορίζεται στη δημοκρατία, οδηγεί σε ένα συμπέρασμα ως κοινοβουλευτική δημοκρατία. Όμως, μέσα στην κοινωνία υπάρχουν άτομα που μπορεί να λατρεύουν το φασισμό και υποκριτικά να τον καταπολεμούν. Εγώ τη δημοκρατία την έχω στο μυαλό μου σαν μία εύθραυστη ποιότητα που μια ο αέρας, μια το κακό κλίμα, μια η βροχή, μια ένα κακό συναίσθημα, μπορεί να τη μαραζώσει. Είναι εξωτικό φρούτο η δημοκρατία. Γιατί η δημοκρατία κατά βάθος είναι μια επιθυμία. Ποτέ η δημοκρατία δεν έχει συμβεί, νομίζουμε ότι έχει συμβεί, είναι μια επιθυμία να συμβεί. Γι’ αυτό και ο Αριστοφάνης στο έργο του Όρνιθες καθόρισε τη δημοκρατία ως ουτοπία. Άρα, μη λέμε ότι έχουμε δημοκρατία. Είναι ότι θέλουμε να έχουμε δημοκρατία. Το θέμα είναι: μπορούμε να έχουμε; Είμαστε άξιοι; Αυτό δεν έχει απαντηθεί. Η κρίση έχει άμεση σχέση με την έξαρση φασιστικών συμπεριφορών; Βέβαια. Η κρίση φέρνει το φασισμό. Όχι ότι δεν υπάρχουν φασιστικά σπέρματα στην ίδια την κοινωνία ή στην ίδια την οικογένεια. Ο Έλληνας, και ειδικά ο Έλληνας άνδρας, φημίζεται για τη σοβινιστική του συμπεριφορά στο χώρο της οικογένειας. Και ας μη μιλάμε για λίγες χιλιάδες ανθρώπους σε κάποιες πόλεις που έχουν καταφέρει να αποδεχθούν το φεμινισμό. Στη γενική αντίληψη, η έννοια του ‘ελληνάρα’ έχει να κάνει με έναν προθάλαμο φασιστικού προτύπου.


25

α και συμπεριφορά

Επομένως, συμφωνούμε ότι ο φασισμός δεν είναι μόνο ένα καθεστώς, αλλά μπορεί να είναι και μια συμπεριφορά ή μια ιδεολογία. Μα ο φασισμός, αν το ψάξεις, ποτέ δεν δημιούργησε ένα ιδεολογικό δόγμα. Δηλαδή, δεν έβγαλε νόμους, δεν έβγαλε θεωρίες. Ο φασισμός ήταν πάντα μια ορμητική διάθεση κάποιων ανθρώπων που ήταν κοντά στην παράνοια, όπως για παράδειγμα ο Μουσολίνι ή ο Χίτλερ, αλλά σε μια παράνοια αρκετά δημαγωγική. Δεν υπήρξε, λοιπόν, δόγμα, αλλά μία τάση να λατρέψουν μια κίνηση καθαρότητας, γι’ αυτό και μισούν τους μετανάστες. Μου άρεσε πολύ το απόσπασμα από το ποίημα της Κ. Γώγου που χρησιμοποιήσατε στην παράστασή σας πέρσι το καλοκαίρι «Όρνιθες». Έλεγε, λοιπόν, αυτό πως «σημασία έχει να παραμείνεις άνθρωπος. Θα τον αλλάξουμε τον κόσμο». Αλλά δεν πιστεύετε ότι έχουμε χάσει – ή ότι κινδυνεύουμε να χάσουμε – την ανθρωπιά μας, όταν βλέπουμε όλη αυτή τη βιαιότητα καθημερινά γύρω μας; Δίνουμε τη μάχη μας. Εμείς είμαστε από αυτή τη μεριά. Υπάρχουν άνθρωποι που είναι από την άλλη. Σίγουρα, υπάρχουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που μας πληγώνουν πάρα πολύ βαθιά, που μας χτυπάνε κάτω από τη μέση συνέχεια, και στο συναίσθημα και στην υπερηφάνεια μας και στην ιδεολογία μας και στην ανάγκη που έχουμε να φτιάξουμε έναν κόσμο δημοκρατικό και καλύτερο. Αυτά τα εμπόδια πάντα υπήρχαν. Μπορούμε να είμαστε άνθρωποι. Εγώ συμφωνώ με την Κατερίνα Γώγου, γι’ αυτό και έβαλα και το ποίημα για να κλείσουμε έτσι την παράσταση, και όχι σαν ουτοπία. Εξαρτάται από εμάς, τι είδους κοινωνική προσφορά παράγουμε, πόσο μαχητικοί είμαστε στις ιδέες μας και πόσο επίμονοι σε αυτό που θέλουμε. Το να θέλει κανείς κάτι είναι εύκολο, το να πραγματοποιείς ένα μέρος αυτού που θέλεις είναι μια ζωή. Γιατί πιστεύετε ότι μια χώρα με εσωτερικά προβλήματα έχει την τάση να στρέφεται προς φασιστικούς τρόπους επίλυσής τους; Τιμωρεί, κατά τη γνώμη μου. Αν και έχει δειλία αυτή η τιμωρία. Είναι θρασύδειλη η αντίληψη του να υποστηρίζω το φασισμό. Δηλαδή, λέω μέσα μου ότι οι άλλοι φταίνε, εγώ δεν φταίω. Ε, λοιπόν, εγώ θα βγω μπροστά και θα τους διαλύσω αυτούς τους ‘άχρηστους’ που με κατέστρεψαν. Δεν μπορώ να το κάνω, όμως, εγώ τώρα γιατί έχω δουλειές, έχω διάφορα άλλα πράγματα, εξάλλου είμαι και λίγο φιλήσυχος άνθρωπος. Μέσα μου, όμως, είμαι ένα τέρας, και ας βάλω τους άλλους να κάνουν τη δουλειά. Εγώ όμως ρωτάω αυτόν τον άνθρωπο: ποιός σου φταίει; Ο άλλος; Αυτό ήταν το πρόβλημά σου μια ζωή, και στην καριέρα σου, στην οικογένειά σου και στα παιδιά σου. Πάντα οι άλλοι σου φταίγανε. Εσύ, λοιπόν, είσαι μια χαρά εκεί που είσαι. Μόνο που δεν σου έχουν πει ότι φταις και εσύ για όλα. Δεύτερον, θες να τιμωρήσεις τον ίδιο τον καθρέφτη σου; Άρα, καταλαβαίνεις πως αυτό το πράγμα κρύβει μια παθογένεια, μια αρρώστια στην κοινωνία πολύ πιο καλά κρυμμένη, που τώρα βρήκε την ευκαιρία να εμφανιστεί. Η κρίση το βοηθάει αυτό, γιατί η κρίση φέρνει απόγνωση, έλλειψη ελπίδας και έλλειψη προοπτικής. Με αφορμή ό,τι έγινε στην παράσταση Corpus Christi, πιστεύετε ότι πρέπει να υπάρχουν όρια στην τέχνη; Δεν υπάρχει πιο επικίνδυνο πράγμα από αυτό. Δηλαδή, να κάψουμε τότε τα βιβλία με τα οποία κάποιοι άνθρωποι δεν συμφωνούν, να καταστρέψουμε τους ναούς στους οποίους δεν πιστεύουμε πια, να μην γίνονται μυστήρια. Ποια κοινωνία θα μας κάνει πάλι βάρβαρους; Αυτή είναι βαρβαρική κίνηση, ούτε καν συζητείται. Δηλαδή, η τέχνη έχει δικαίωμα, από τη στιγμή μάλιστα που εντάσσεται σε ένα καθαρά επαγγελματικό επίπεδο με την έννοια ότι έρχεσαι και καλείσαι σε ένα χώρο (δεν έρχομαι εγώ, δεν επιβάλλω εγώ), τότε μου στερείς εμένα το δικαίωμα να ζω τη ζωή μου όπως θέλω εγώ; Ποιος είσαι εσύ που θα μου το κάνεις αυτό; Σου είπα εγώ να μην κάνεις άλλα πράγματα; Όλα αυτά μας πάνε πίσω. Εμείς όμως θέλουμε να πάμε μπροστά και θα καθίσουμε τώρα να μιλάμε για αυτήν την υστερική αντίληψη των ανθρώπων; Είχα βγει ένα βράδυ έξω από το Θέατρο Βρετάνια και είδα μια συγκέντρωση τέτοιων ανθρώπων με κάτι πανό, φανατικοί θρησκευτικοί, και τρόμαξα. Γιατί σα να έγινε στο μυαλό μου εκείνη τη στιγμή ένα πέρασμα χρόνου, σα να πήγε πίσω στις αρχές του αιώνα και είπα: κοίτα να δεις τι κρύβει αυτή η κοινωνία στα σπλάχνα της, κάτι που καμιά φορά δεν το ξέρουμε. Μη νομίζεις, δεν ήταν πάρα πολλοί, καμιά 150αριά ήταν, αλλά είχαν ένα τέτοιο φανατισμό που σε πήγαινε πίσω σε μια τσαρική Ρωσία. Όμως, αυτός ο πυρήνας υπάρχει στην κοινωνία μας. Αλλά να σου πω κάτι πάνω σε αυτό, γι’ αυτό σου λέω για ανοχή της κοινωνίας: εγώ τους σέβομαι αυτούς τους ανθρώπους. Όμως το θέμα είναι να σέβονται και εκείνοι εμένα. Η τέχνη δεν πιστεύετε ότι κάνει τους ανθρώπους να δουν τα πράγματα από μια διαφορετική οπτική, να δουν τα πράγματα διαφορετικά; Η τέχνη είναι ένας ουσιαστικός τρόπος, όχι μόνο όταν την παράγεις, αλλά και όταν συμμετέχεις, παρακολουθείς, που βαθαίνει την κοινωνική συνείδηση και στοχεύει στην αυτογνωσία. Αυτά τα δύο πράγματα, όταν δηλαδή κάποιος έχει κοινωνική συνείδηση και τάση στην αυτογνωσία, ο φασισμός δεν μπορεί να τον αγγίξει ποτέ. Η τέχνη δημιουργεί αντισώματα προς όλες αυτές τις κοινωνικές δυνάμεις. Γιατί η τέχνη έχει για πυρήνα της κάτι πολύ αντιφατικό προς αυτά τα είδη. Έχει την ανάλυση και την έρευνα της λεπτομέρειας, δεν είναι χοντροκομμένο πράγμα, ψάχνει την ψυχολογία, το γιατί και το πώς, δικαιολογεί ανθρώπους, έχει μια γενναιοψυχία ακόμα και στο κακό, έχει μια κατανόηση στη διαστροφή, έχει μία έλξη και στο σκοτάδι και στο φως, και στο θάνατο και στον έρωτα, με έναν απόλυτο τρόπο, και βλέπεις μάλιστα και τα πράγματα μακροσκοπικά πια. Σας ευχαριστώ πολύ. Έμιλυ Λουΐζου ΙΒ2


26

Φασισμός: ιδεολογί Πάντα να φοράς την αξιοπρέπειά σου Η

Rosa Parks, μια γυναίκα πρότυπο για πολλούς, μέσα από μια φαινομενικά απλή, αλλά ταυτόχρονα σπουδαία πράξη της και με τη δύναμη της θέλησης, της δικαιοσύνης, της πίστης και του θάρρους κατάφερε να συμβάλει στη μείωση του ρατσισμού που υφίσταντο οι μαύροι από τους λευκούς κατά τον εικοστό αιώνα. Πιο συγκεκριμένα, στην Αμερική, πολλοί άνθρωποι έπεσαν θύματα ρατσισμού, όπως οι Αμερικανοί ιθαγενείς, οι Αφροαμερικανοί, οι Ασιοαμερικανοί, οι Λατινοαμερικανοί, οι Ιρακινοαμερικανοί, οι Ευρωαμερικανοί και πολλοί άλλοι. Η Rosa Luise McCarley Parks γεννήθηκε το 1913, ήταν Αφροαμερικανίδα και παντρεμένη από τα 21 της με τον Raymond Parks, μέλος της NAACP. Μεγάλωσε σε μια ρατσιστική κοινωνία, αφού εκείνη ούσα μαύρη δεν μπορούσε να ψηφίζει, να μετακινείται με το σχολικό λεωφορείο και χρησιμοποιούσε διαφορετικούς ψύκτες, διαφορετικές εισόδους-εξόδους, διαφορετικές αίθουσες αναμονής, διαφορετικές θέσεις στα λεωφορεία, διαφορετικά σχολεία και πανεπιστήμια. Έγινε γνωστή, λοιπόν, όταν το 1955, την πρώτη μέρα του Δεκεμβρίου στο Montgomery της Alabama, αρνήθηκε να δώσει τη θέση της στο έγχρωμο τμήμα σε έναν λευκό, καθώς το λευκό τμήμα είχε γεμίσει. Αργότερα, είπε για το γεγονός: “When that white driver stepped back toward us, when he waved his hand and ordered us up and out of our seats, I felt a determination cover my body like a quilt on a winter night”. Διότι, όπως είπε σε μια συνέντευξή της, “I would have to know for once and for all what rights I had as a human being and a citizen.” Η Rosa Parks δεν ήταν η πρώτη που αντιστάθηκε σε μια ρατσιστική συμπεριφορά, αλλά χάρη στην ωριμότητά της, την υπευθυνότητά της και την καλή της φήμη θεωρήθηκε η καταλληλότερη από τη ΝΑΑCP προκειμένου να φτάσει στα δικαστήρια ύστερα από τη σύλληψή της για αστική ανυπακοή. Αργότερα, το 1943, εξελέγη γραμματέας στη NAACP, διότι, όπως είχε πει η ίδια, “I was the only woman there, and they needed a secretary, and I was too timid to say no.“ Το 1965 έγινε γραμματέας και υπάλληλος υποδοχής του John Conyers, ενός Αφροαμερικανού εκπροσώπου. Σύντομα, ήρθαν τα προβλήματα υγείας και έχοντας βραβευτεί περισσότερες φορές από όσες είχε ποτέ φανταστεί, πέθανε σε ηλικία 92 ετών. Άνθρωποι όπως η Rosa Parks, ο Martin Luther King και ο Nelson Mandela βοήθησαν στην καταπολέμηση του ρατσισμού. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως ο ρατσισμός έχει εξαλειφθεί. Πρέπει να συνεχίσουμε το έργο τους και να τον καταπολεμήσουμε με όσα μέσα διαθέτουμε. Ακόμη και μέσω του χιούμορ, όπως αυτή η έξυπνη διαφημιστική εκστρατεία των Γερμανών αστυνομικών εναντίον των ναζιστών: «Αν ο Χριστός σας είναι Εβραίος, το αυτοκίνητο σας ιαπωνικό, η πίτσα που τρώτε ιταλική, η δημοκρατία σας ελληνική, οι αριθμοί σας αραβικοί, τα γράμματα σας λατινικά, τότε γιατί ο γείτονας σας είναι ξένος;» Έλυα Τσουβελεκάκη ΙΒ1


27

α και συμπεριφορά Συναντήσεις

ΛαέρτηςΒασιλείου Σκηνοθέτης Ο φασισμός υπάρχει. Δεν είναι ζήτημα μιας ημέρας, μιας παράστασης Λίγο πριν την παραμονή των Χριστουγέννων, συναντήσαμε τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Λαέρτη Βασιλείου στο θέατρο Χυτήριο. Μπαίνοντας για πρώτη φορά στον πολύ όμορφο χώρο του Χυτηρίου, δεν μπορούσαμε να φανταστούμε το μέγεθος - και την τραγικότητα - των γεγονότων που είχαν λάβει χώρα εκεί λίγο καιρό πριν με αφορμή την παράσταση του κ. Βασιλείου Corpus Christi. Τον ευχαριστούμε για όσα μοιράστηκε μαζί μας. Ποια συναισθήματα και ποιες σκέψεις σας γεννάει η λέξη φασισμός; Ο φασισμός έχει μια εθνικοσοσιαλιστική βιτρίνα που δεν ενδιαφέρεται για την κοινωνία και το έθνος. Η ελληνική κοινωνία αυτή τη στιγμή μαστιγώνεται από την οικονομική κρίση που, κατά βάθος, είναι κρίση αξιών. Απογοητευμένος ο λαός, στρέφει το ενδιαφέρον του προς άλλες κατευθύνσεις. Η ομίχλη που έχει πέσει πάνω στην ελληνική κοινωνία αυτή τη στιγμή θέλει ένα πολύ δυνατό ούριο άνεμο για να τη διώξει, κι αυτό δεν μπορει να ξεκινήσει από κανένα πολιτικό κόμμα. Αυτό πρέπει να ξεκινήσει από συλλογική δράση και κοινωνική αλληλεγγύη μεταξύ των ανθρώπων. Πάντως, το να καίμε τα καταστήματα και να ξεσπάμε την οργή μας σε περιουσίες αθώων ανθρώπων δεν είναι λύση. Η τέχνη είναι ένας χώρος όπου οι άνθρωποι μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα και με αυθεντικότητα. Με αφορμή την παράστασή σας, το Corpus Christi, και τις αντιδράσεις που προκάλεσε, πώς αισθανθήκατε και, τελικά, πιστεύετε πως πρέπει να υπάρχουν όρια στην τέχνη; Κοιτάξτε, είναι πολύ απλό το ζήτημα. Στην Ελλάδα έχουμε δημοκρατία, όχι μοναρχία. Άρα, πρέπει να απαγορευτούν τα έργα που έχουν βασιλιάδες; Και η Αντιγόνη; Και τα έργα του Σαίξπηρ; Είναι εγκληματικός ο δεσμός παραθρησκευτικών οργανώσεων, φασισμού και θρησκείας. Όσον αφορά το Corpus Christi, παραθρησκευτικές οργανώσεις έφεραν αντιδράσεις για μία παράσταση που δεν είχαν δει. Υπήρχε παραπληροφόρηση. «Μπήκαμε 50% πιστοί και βγήκαμε 200%», είπε ένα ζευγάρι ηλικιωμένων που είδε την παράσταση. Το καλοκαίρι που παίξαμε κι ήταν περίοδος εκλογών, δεν έγινε τίποτα. Τον Οκτώβριο, όμως, που θέλαμε να επαναλάβουμε την παράσταση, ήρθαν και διαδήλωσαν. Κατέβασαν ένα έργο, 12 άνθρωποι έχασαν τη δουλειά τους κι έκλεισαν ένα θέατρο. Είναι υποκριτικό. Η κρίση συμβάλλει σε όλη αυτή την έξαρση; Η κρίση είναι κρίση αξιών. Είναι ηθικό το ζήτημα. Η οικονομική κρίση ακολουθεί. Τελικά, πηγαίνοντας προς τα πίσω φταίει το πελατειακό κράτος. Οι σχέσεις διαμορφώθηκαν με τέτοιο τρόπο που στη γλώσσα του λαού λέγεται ρουσφετολογία. Ίσως στη γενιά σας αυτό υπάρχει ελπίδα να αλλάξει. Ποιος θεωρείτε ότι είναι ο ρόλος της θρησκείας στην ιδεολογία του φασισμού; Η Εκκλησία ευλογεί όλες τις κυβερνήσεις. Δηλαδή, δεν έχει καμία στάση. Η πίστη είναι κάτι που ο καθένας καλλιεργεί μέσα του ή όχι. Ο καθένας είναι ελεύθερος να πιστεύει ό,τι θέλει. Το πώς λειτουργεί το εκτελεστικό όργανο που έχει αποφασίσει ότι αντιπροσωπεύει το Θεό, είναι άλλο θέμα. Πήραμε απόφαση να σταματήσουμε τις παραστάσεις που ποτέ δεν μπορέσαμε να κάνουμε, γιατί όλες αυτές οι εικόνες φρίκης και ντροπής κάνανε τον γύρο του κόσμου. Κάποιοι άνθρωποι αναγκάζουν ένα θέατρο να κλείσει και μάλιστα σε μία χώρα που γέννησε το θέατρο. Η σχέση που υπάρχει μεταξύ εκκλησίας και κράτους δεν υπάρχει στην Ευρώπη, μόνο στην Ελλάδα. Υπάρχουν δύο άρθρα στον ποινικό κώδικα, που δεν υπάρχουν σχεδόν σε καμία άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι περί βλασφημίας και περί προσβολής του θρησκευτικού συναισθήματος. Με αυτή την δικαιολογία έγινε η μήνυση κατά της παράστασης. Η σημερινή ελληνική κοινωνία κινδυνεύει από το φασισμό; Φυσικά και κινδυνεύει. Έχετε δει τι συμβαίνει στους δρόμους; Όμως, οι άνθρωποι αδιαφορούν και δεν αντιδράει κανείς. Δεν είναι θέμα οικονομικής κρίσης. Ξεκινάμε από ιδεολογική κρίση, φτάνουμε σε οικονομική κρίση και, τελικώς, οδηγούμαστε σε ακραία φαινόμενα. Ο κόσμος απαυδισμένος από την πολιτική κατάσταση της χώρας μας, βρίσκει τη λύση έξω από τα όρια. Στην καθημερινή σας ζωή βλέπετε ρατσισμό, εθνικισμό, φασισμό με οποιαδήποτε μορφή; Γιατί ο φασισμός δεν υπάρχει μόνο στην πολιτική, αλλά αποτελεί και στάση ζωής, τρόπο σκέψης. Πρέπει να προσέχουμε, γιατί πολλές φορές η προτίμηση μεταφράζεται σε ρατσισμό. Στις εκλογές δεν είναι θέμα προτίμησης, είναι θέμα κοινωνικής συλλογικότητας. Όταν ψηφίζει ο λαός, έχει μεγάλη δύναμη στα χέρια του, αλλά δεν το έχει καταλάβει. Είναι πράξη ευθύνης. Η αδιαφορία είναι έγκλημα, όπως και η απραξία αυτή τη στιγμή. Ο φασισμός δεν σκοτώνει μόνο την τέχνη, σκοτώνει τον άνθρωπο. Ή με μας, ή εναντίον μας. Δεν υπάρχει διέξοδος. Ίσως, την πρώτη μέρα ήταν θέμα τέχνης. Από κει και πέρα έγινε θέμα της χώρας. Δεν τιμωρείται κανείς. Ένα κράτος ατιμωρησίας δημιουργεί αναρχία. Όλα ξεκινάνε από το κράτος: αν είσαι εγκρατής, αν είσαι δημοκράτης ή αν είσαι τρομοκράτης. Γι’ αυτό πιστεύω πολύ στην παιδεία. Αν υπήρχε σωστή παιδεία, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Θα υπήρχαν μόνο μεμονωμένα περιστατικά. Ο φασισμός υπάρχει. Δεν είναι ένα ζήτημα μιας ημέρας, μιας παράστασης. Σας ευχαριστούμε πολύ.

Θεοδώρα Βαρελίδη – Στρατή ΙΒ1 Έμιλυ Λουΐζου ΙΒ2

«…Όταν ήρθαν να πάρουν τους τσιγγάνους, δεν αντέδρασα. Δεν ήμουν τσιγγάνος. Όταν ήρθαν να πάρουν τους κομμουνιστές, δεν αντέδρασα. Όταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους, δεν αντέδρ Δεν ήμουν κομμουνιστής. ασα. Δεν ήμουν Εβραίος. Όταν ήρθαν να πάρου ν εμένα, δεν είχε απομείνει κανείς για να αντιδρ άσει…» Μπέρτολτ Μπρεχτ


28

Φασισμός: ιδεολογί υοπάΚΚάπου

...εμυοζάιομμοιάζουμε... Επιτίθεσαι, Επιτίθεμαι Τρέχω, Τρέχεις Αμύνεσαι, Αμύνομαι Φοβάμαι, Φοβάσαι. Σε βοηθώ, με διώχνεις Σε σέβομαι, με προσβάλλεις Σου προσφέρω, μου στερείς Με αποφεύγεις, σε αποφεύγω Με απειλείς, σε απειλώ Με καταστρέφεις, σε καταστρέφω Φοβάμαι, Φοβάσαι. Προσπαθώ, δεν προσπαθείς. Σε χρειάζομαι, με χρειάζεσαι ....κάπου μοιάζουμε... Όμως Φοβάμαι Όμως Φοβάσαι.

Ήβη Τζανετοπούλου – Χρυσού Γ1


α και συμπεριφορά Συναντήσεις

ΚωστήςΠαπαϊωάννου

Εκπαιδευτικός Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου Πολλοί νέοι ανησυχούν κι αυτό μου γεννάει ελπίδες Ένα από τα πρόσωπα που προτείναμε να μας μιλήσουν για το κεντρικό θέμα αυτού του τεύχους ήταν και ο κ. Κωστής Παπαϊωάννου. Αποφάσισα, λοιπόν, να αναλάβω εγώ να τον συναντήσω και να καταγράψω τη συνομιλία μας, καθώς πίστευα, όπως και αποδείχτηκε, ότι θα είχαν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον οι απόψεις ενός εκπαιδευτικού και παράλληλα ενός ενεργού, ευαισθητοποιημένου και πολιτικοποιημένου πολίτη, ο οποίος έχει αγωνιστεί ιδιαίτερα ενάντια στην καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο κ. Παπαϊωάννου είναι Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ενώ διετέλεσε και Πρόεδρος του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας επί σειρά ετών. Έχει ασχοληθεί με θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως οι διακρίσεις, τα δικαιώματα των προσφύγων, οι καταστάσεις κρίσης λόγω μαζικών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η ρατσιστική βία στην Ευρώπη, η κατάργηση της θανατικής ποινής. Υπήρξε, επίσης, μέλος ομάδας προβληματισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με αντικείμενο τη μελέτη της πολιτιστικής διάστασης στην Ενωμένη Ευρώπη. Κατά πόσο τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι σεβαστά στη χώρα μας; Στη χώρα μας υπάρχουν σημαντικά ζητήματα δικαιωμάτων. Θα αναφέρω ενδεικτικά ορισμένα. Ξεκινώ από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης που έχουν θέσει μεγάλες ομάδες του πληθυσμού σε μια γκρίζα ζώνη, στο όριο της εξαθλίωσης. Η στέρηση βασικών αγαθών και η μη πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες (υγεία, κοινωνική πρόνοια) αποτελούν τεράστια απειλή για την κοινωνική ειρήνη. Φυσικά, προηγούνται οι πιο ευάλωτες ομάδες: ηλικιωμένοι, άτομα με αναπηρίες, εξαρτημένοι από ουσίες, άστεγοι, άποροι. Ζούμε μια έκρηξη κοινωνικού αποκλεισμού και φτώχειας. Στη συνέχεια, θα σταθώ στο σωφρονιστικό πεδίο: οι φυλακές με τον ασφυκτικό υπερπληθυσμό πάσχουν από έλλειμμα δικαιοσύνης, διαφάνειας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επίσης, η καλύτερη αστυνόμευση και η εμπέδωση αισθήματος ασφάλειας των πολιτών πρέπει να επιτευχθούν χωρίς εκπτώσεις σε επίπεδο δικαιωμάτων. Αυτό προϋποθέτει έμπρακτη παύση της ατιμωρησίας για τις πολλές περιπτώσεις ακραίας αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας. Σημαντικό θέμα είναι και το ζήτημα της ιθαγένειας των μεταναστών που ζουν μαζί μας νόμιμα εδώ και χρόνια και κυρίως των παιδιών τους που φοιτούν στο ελληνικό σχολείο. Ακόμα, θα τόνιζα την ανάγκη ρύθμισης των σχέσεων κράτους και εκκλησίας και τα ζητήματα θρησκευτικής ελευθερίας. Και βέβαια, κορυφαίο ζήτημα δικαιωμάτων αποτελεί η ανεξέλεγκτη έξαρση της ρατσιστικής βίας από συμμορίες νεοναζί. Θεωρείτε ότι το ισχύον εκπαιδευτικό σύστημα βοηθάει αρκετά στην αντιμετώπιση του ρατσισμού; Δεν είμαι πολύ ευχαριστημένος στο πεδίο αυτό. Δυστυχώς, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι παγιδευμένο σε πολλές αγκυλώσεις. Αρνητικά λειτουργεί ο δομικός εθνοκεντρισμός του που επιμένει να τονίζει την ιδεοληψία της μοναδικότητας της φυλής μας. Αρνητικά λειτουργεί και η μη στήριξη εκείνων ακριβώς των σχολείων που λειτουργούν σε υποβαθμισμένες περιοχές και αντιμετωπίζουν προβλήματα πολυπολιτισμικής συνύπαρξης. Αρνητικά λειτουργούν ακόμα οι ελλείψεις ουσιαστικών παρεμβάσεων στον τομέα της εκπαίδευσης στα δικαιώματα του ανθρώπου και στην πρόληψη της ενδοσχολικής βίας και του εκφοβισμού. Πού οφείλεται η έξαρση του ρατσισμού και με ποιο τρόπο πιστεύετε ότι θα μπορούσε να καταπολεμηθεί ο ρατσισμός στην Ελλάδα; Η έξαρση του ρατσισμού φυσικά έχει κοινωνικές αιτίες και σχετίζεται με την κρίση και την ύφεση. Έχει ακόμα και διαχρονικά αίτια. Δεν πιστεύω, δηλαδή ποτέ δεν πίστευα, στο στερεότυπο ότι οι Έλληνες δεν είναι ρατσιστές. Δεν ήμασταν ρατσιστές με τους ξένους όταν δεν υπήρχαν ξένοι, αλλά ήμασταν από τότε ρατσιστές με τους τσιγγάνους, τους ομοφυλόφιλους, τις μειονότητες κ.λπ. Όταν ήρθαν οι ξένοι φάνηκε πιο βίαια ο ρατσισμός μας. Είναι γνωστό πως σπανίως τα περιστατικά ρατσιστικής βίας καταγγέλλονται και ακόμα σπανιότερα διερευνώνται. Οι ένοχοι παραμένουν στη συντριπτική πλειονότητα ασύλληπτοι, ενώ, όταν προσαχθούν, αφήνονται σύντομα ελεύθεροι. Η καταδίκη για εγκλήματα με ρατσιστικά κίνητρα είναι έννοια άγνωστη στη χώρα μας. Τα παραπάνω αποκτούν ιδιαίτερη σημασία στη δίνη της μεγάλης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Η υποβάθμιση και η αυξημένη παραβατικότητα σε περιοχές με μεγάλο αριθμό περιθωριοποιημένων μεταναστών και προσφύγων αποτελούν πρόσφορο έδαφος για εντάσεις, ξενοφοβικές συμπεριφορές και ανοχή απέναντι στη ρατσιστική βία. Σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση, θα αναφέρω ενδεικτικά τη δημιουργία ενιαίου ειδικού συστήματος καταγραφής ρατσιστικών εγκλημάτων, τη δημιουργία ειδικής αστυνομικής δομής, την καθιέρωση ειδικών οδηγιών για την αστυνομική διερεύνηση του ρατσιστικού εγκλήματος, τη λογοδοσία και καταπολέμηση της ατιμωρησίας για οποιονδήποτε, ένστολο ή μη, ελέγχεται για εμπλοκή σε τέτοια περιστατικά. Κυρίως, όμως, χρειάζεται να αντιμετωπιστεί το νεοναζιστικό περιθώριο ως αυτό που πραγματικά είναι: συμμορίες του κοινού ποινικού δικαίου, δομές της μαφίας που πρέπει να συναντήσουν την αποφασιστικότητα του κράτους και των πολιτικών δυνάμεων. Ποια συναισθήματα και ποιες σκέψεις σάς γεννά η ύπαρξη μιας μορφής φασισμού στην εποχή μας; Θλίψη και απογοήτευση. Από την άλλη, όμως, το γεγονός ότι πολλοί νέοι ανησυχούν, οργίζονται και θέλουν να αντιδράσουν μου γεννάει ελπίδες. Σας ευχαριστώ πολύ. Ήβη Τζανετοπούλου - Χρυσού Γ1

29


30

Φασισμός: ιδεολογί Μάτια χαμένα Εγκλωβισμένη σε ένα τείχος μίσους Μια εχθρική μορφή του πλήθους Μάτια χαμένα Δάκρυα καλά φυλαγμένα Μονοπάτια θολά Τα διασχίζω γοργά Τις αλυσίδες μου σέρνω Κάθε τόσο έναν κρίκο ακόμα παίρνω Το φόβο έχω πάντα στην καρδιά Αφού ο θάνατος με κλείδωσε στη μοναξιά Δε θα τρέξω ούτε για ένα λεπτό Και ας είναι η ελευθερία δώρο ποθητό Με κυνηγούν μάτια αιμοβόρα Κορμιά που για σφαγή έχουν πάρει φόρα Η σκέψη να παραδοθώ Δεν μου περνά ποτέ απ’το μυαλό Τα φτερά μου κάποτε ρίχτηκαν στη φωτιά Από ανθρώπους που κλείσανε τα αυτιά Η δικαιοσύνη όμως θα λάμψει Και το κακό για πάντα θα θάψει Θα γίνει πέπλο της νύφης λευκό Θα σκεπάσει τον κόσμο τούτο δω Δε με νοιάζει αν στην προσπάθεια αυτή χαθώ Για την ταυτότητά μου δεν θα απολογηθώ!

Μιχαέλα – Ελένη Χριστοδουλάκη IB1


31

α και συμπεριφορά Σχ

κά ι λ ο

Κ

εγκλήμ

ι όμως, ο φασισμός είναι πίσω μας, δίπλα μας, μπροστά μας. Είναι τρομακτικό αν το σκεφτείς. Μπορείς, όμως, και να μην το σκεφτείς. Μπορείς να τον αγνοήσεις. Ή μπορείς να να τον κοιτάξεις κατάματα και να τον αντιμετωπίσεις. Ο φασισμός δεν είναι μόνο ολοκληρωτικό καθεστώς. Ο φασισμός είναι μέσα στη ζωή μας. Ακόμα και μέσα στο σχολείο… Tα παιδιά ‘τραμπουκίζουν’ και πολεμούν το διαφορετικό. Αλλά δεν μπορώ να καταλάβω γιατί. Η διαφορετικότητα είναι αυτή που μας κάνει μοναδικούς. Γιατί πρέπει να είμαστε όλοι ίδιοι; Κάποια παιδιά χλευάζουν τους συμμαθητές τους γι’ αυτό που είναι ή, τέλος πάντων, γι’ αυτό που δείχνουν. Η ψυχολογική βία είναι ισοδύναμη, ίσως και χειρότερη κάποιες φορές, με τη σωματική. Ένα πρόσφατο παράδειγμα είναι η αυτοκτονία του δεκαπεντάχρονου Αντρέα στην Ιταλία. Το έγκλημά του; Του άρεσε να ντύνεται εκκεντρικά. Γι’ αυτό το λόγο, ένα χρόνο οι συμμαθητές του τον διαπόμπευαν και, όπως λέγεται, δεχόταν ομοφοβικές επιθέσεις. Συγκεκριμένα, είχαν δημιουργήσει σελίδα στο facebook που λεγόταν ‘Το αγόρι με το ροζ παντελόνι’. Ακούγεται κάπως στην αρχή. Κι όμως, είναι πραγματικότητα. Κι αυτό το παιδί, παιδί στην ηλικία μας, δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή. Προφανώς, δεν άντεξε να είναι το αντικείμενο χλευασμού του σχολείου. Ο νεαρός ήταν ομοφυλόφιλος και δεν το έκρυβε. Ήταν δυνατός ή έτσι φαινόταν. Οι Ιταλοί τώρα κατάλαβαν ότι υπάρχει έλλειψη σεβασμού στη διαφορετικότητα και ζητούν νομοθεσία κατά της ομοφοβίας. Όμως, αναρωτιέμαι, έπρεπε να γίνει κάτι τόσο τραγικό για να καταλάβουν, να κινητοποιηθούν; Πρέπει να γίνει κάτι φρικτό για να καταλάβουμε, να κινητοποιηθούμε; Άλλες φορές, όμως, σκέφτομαι ότι ακόμη κι αυτό μπορεί να μην είναι αρκετό. Για να κάνουμε κάτι, για να αλλάξουμε τα πράγματα, κάτι θα πρέπει να συμβεί σ’ εμάς. Όμως, τότε θα είναι αργά. Μία άλλη τραγική περίπτωση είναι αυτή της Καρολίνας στην Ιταλία, μόλις δύο μήνες μετά την αυτοκτονία του Αντρέα. Η δεκατετράχρονη έπεσε θύμα εκφοβισμού στο σχολείο της, όπως κατήγγειλαν οι φίλοι της. Αδύναμη να αντιδράσει, η κοπέλα παραιτήθηκε από τη ζωή εξαιτίας του χλευασμού των συμμαθητών της. Γιατί; Γιατί ήταν ο εαυτός της και ζούσε όπως ήθελε, χωρίς να προσβάλλει κανένα. Δεν γνώριζα πως έχουμε λογοκρισία και περιορισμούς στην προσωπική έκφραση. Νόμιζα πως υπάρχει ελευθερία. Ίσως κάνω λάθος τελικά. Δυστυχώς, τέτοιες περιπτώσεις υπάρχουν πολλές. Το θέμα είναι πώς θα σταματήσουν να συμβαίνουν. Η αδιαφορία είναι ισοδύναμο έγκλημα. Η ζωή μας είναι δική μας ‘στην τελική’ και κανείς δεν μπορεί να μας την πάρει. Θεοδώρα Βαρελίδη - Στρατή ΙΒ1

ατα


32

Φασισμός: ιδεολογί Η «φασιστική» αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα (1912-1943)

έτος το καλοκαίρι επισκέφθηκα τη Ρόδο. Πέρα από τις ωραίες θάλασσες και τις άλλες ομορφιές, μου έκανε εντύπωση η πολύ ιδιαίτερη αρχιτεκτονική Φ του νησιού. Εκτός από τη μεσαιωνική πόλη με το κάστρο των Ιπποτών, που μοιάζει με σκηνικό ιπποτικής ταινίας, στην πόλη υπάρχουν πολλά επιβλητικά κτίσματα, που όμοιά τους δεν είχα δει πουθενά. Όταν ρώτησα, μου είπαν ότι τα κτήρια αυτά είναι χαρακτηριστικά δείγματα της «φασιστικής» αρχιτεκτονικής. «Φασιστική» αρχιτεκτονική; Ήξερα ότι υπάρχουν φασιστικά καθεστώτα, φασιστικές ιδέες και απόψεις, φασιστικές συμπεριφορές, ακόμη και φασιστικές φυσιογνωμίες, αλλά για «φασιστική» αρχιτεκτονική δεν είχα ξανακούσει. Έτσι, αποφάσισα να ερευνήσω λίγο το θέμα. Τα Δωδεκάνησα βρίσκονταν υπό ιταλική κατοχή από το 1912 έως το 1943. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από δυναμικές παρεμβάσεις στο δομημένο περιβάλλον των νησιών, που εξυπηρετούσαν τους πολιτικούς στόχους των κατακτητών. Οι Ιταλοί πραγματοποίησαν εκτεταμένα προγράμματα αναστήλωσης των μνημείων της Ιπποτοκρατίας (1309-1522), που είχαν ως στόχο να παρουσιάσουν τους φασίστες ως συνεχιστές των Ιπποτών (φωτο 1,2) και έχτισαν πολλά δημόσια κτήρια. Η αρχιτεκτονική των κτηρίων αυτών ακολούθησε άλλοτε ένα εξωτικό - ανατολίτικο ύφος (φωτο 3,4,5) και άλλοτε το μοντέρνο κίνημα που είχε αναπτυχθεί στην Ευρώπη τη δεκαετία 1920-1930 (φωτο 6,7, 8). Κατά την πρώτη περίοδο της ιταλικής κατοχής (1912-1923), τα νησιά διπλωματικά εξακολουθούν να ανήκουν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Όμως, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την άνοδο στην εξουσία του Μουσολίνι θα περάσουν οριστικά στην κατοχή των Ιταλών με τη συνθήκη της Λοζάννης. Κατά τη δεύτερη αυτή περίοδο (19231943), επιχειρείται ο εξιταλισμός των νησιών: οι κάτοικοι θεωρούνται Ιταλοί πολίτες με δωδεκανησιακή υπηκοότητα, τα κοινοτικά σχολεία δεν βρίσκονται πια υπό την εποπτεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η διδασκαλία της ιταλικής γλώσσας γίνεται υποχρεωτική και μεταφυτεύεται από την Ιταλία ο θεσμός των φασιστικών οργανώσεων των νέων. Ο ιταλικός σχεδιασμός, εκτός από την αναδιάρθρωση και ιταλοποίηση της οικονομίας, με την εισβολή επιχειρήσεων από την Ιταλία, θα δώσει ιδιαίτερο βάρος στην ανάπτυξη του τουρισμού. Αυτό, όμως, που αποτελεί τη σφραγίδα της ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα είναι η επέμβαση στο χώρο. Δεν είναι τυχαίο ότι η εντυπωσιακή χωροταξική, πολεοδομική και οικοδομική δραστηριότητα θα ονομαστεί από τον ίδιο τον κυβερνήτη Mario Lago (1923-1936) «πολιτική του λίθου». Η πολεοδομική επέμβαση δεν είναι της ιδίας κλίμακας σε όλα τα νησιά. Στη Ρόδο, την Κω και τη Λέρο η επέμβαση είναι εντυπωσιακή και σε μεγάλο βαθμό καθορίζει ακόμα τη σημερινή τους φυσιογνωμία. Το 1923 θα κληθεί από τη Ρώμη ο αρχιτέκτονας Florestano di Fausto, ο οποίος θα σχεδιάσει το νέο ρυθμιστικό σχέδιο της πόλης της Ρόδου. Μετά το σεισμό του 1933, η πόλη της Κω θα σχεδιαστεί από την αρχή. Ο Ιταλός αρχιτέκτονας θα σχεδιάσει εξαρχής και το Porto Lago, τη μοναδική νέα πόλη, στο Λακκί της Λέρου. Όλες αυτές οι πολεοδομικές επεμβάσεις, που συνοδεύονται από την ανέγερση εντυπωσιακών κτηρίων και αναβαθμίζουν τον αστικό ιστό, στηρίχθηκαν σε αναγκαστικές απαλλοτριώσεις οικοπέδων και κατοικιών, για τις οποίες οι πρώην ιδιοκτήτες αποζημιώθηκαν με ποσά πολύ μικρότερα της πραγματικής αξίας των ιδιοκτησιών τους. Με την ανακήρυξη της αυτοκρατορίας (imperio) από τον Μουσολίνι, το φασιστικό καθεστώς γίνεται πιο σκληρό και ο κυβερνήτης των Δωδεκανήσων M. Lago αντικαθίσταται από τον τετράρχη του φασισμού Cesare de Vecchi. Ο de Vecchi (1936-1940) είχε ως βασικό στόχο το ριζοσπαστικό εξιταλισμό και εκσυγχρονισμό των νησιών. Έτσι, επέβαλε ριζικές αλλαγές στην παιδεία με το νέο σχολικό κανονισμό, που καθιέρωνε την πλήρη κυριαρχία της ιταλικής γλώσσας στα σχολεία (η ελληνική διδασκόταν προαιρετικά και χωρίς βιβλία στις πρώτες τάξεις του δημοτικού). Όσον αφορά τα οικοδομικά προγράμματα, ο de Vecchi προχώρησε στην υλοποίηση των σχεδίων του προκατόχου του, τον οποίο, όμως, κατηγορούσε για «ανατολισμό». Η απέχθειά του γι’αυτό που θεωρούσε «ανατολίτικη αισθητική» του Mario Lago τον οδήγησε στην απόφαση να αλλάξει τη μορφή των κτηρίων της Ρόδου, τα οποία καλύφθηκαν με ένα επίχρισμα pietra finta (μείγμα τσιμέντου με σκόνη πωρόλιθου), που έμοιαζε σε χρώμα και υφή με τον πωρόλιθο της εποχής των Ιπποτών. Χαρακτηριστικά «θύματα» αυτής της επέμβασης ήταν το Ξενοδοχείο των Ρόδων (φωτο 8) και το Δικαστικό Μέγαρο που άλλαξαν εντελώς μορφή. Τα λίγα νέα κτήρια που οικοδομήθηκαν, χαρακτηρίζονται από τη μνημειακή φασιστική αρχιτεκτονική, που σκόπευε να επιβάλει αισθήματα δέους και σεβασμού στους κατοίκους (φωτο 7, 9). Δομνίκη Μαρή Β1

1, 2. Το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου. Πύλη και εσωτερική αυλή

3. Το λιμάνι της Ρόδου

4. Το Επαρχείο στην Κω

5. Τα Λουτρά της Καλλιθέας. Ρόδος

6. Το ενυδρείο της Ρόδου

7. Το Εθνικό Θέατρο της Ρόδου

8. Το Ξενοδοχείο των Ρόδων

9. Παρέλαση μπροστά στο Δημαρχείο της Ρόδου


α και συμπεριφορά Κατηγορία:

άγνωστο!

Στο πλαίσιο του κεντρικού θέματος σκέφτηκα να συζητήσω με μέλη της οικογένειάς μου που ζουν στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στην Αμερική. Ζήτησα να μου απαντήσουν πώς εκλαμβάνουν στη χώρα που ζουν λέξεις όπως έθνος, πατριώτης, φύλο, μετανάστης κτλ. Η αλήθεια είναι πως μέσα από αυτό δεν ήξερα τι θα προέκυπτε. Από όσα συζήτησα, αυτό που μου κίνησε περισσότερο το ενδιαφέρον ήταν η απάντηση του ξαδέλφου μου σχετικά με τη λέξη «μετανάστης». Ο ίδιος είπε πως ‘μετανάστες είμαστε όλοι. Δεν μπορούν να μην υπάρχουν μετανάστες. Είναι σαν να λες άνθρωπος. Δεν υπάρχει πια κανένας ντόπιος. Όλοι από κάπου ήρθαν. Για μένα είναι όλοι το ίδιο. Είτε είναι κάποιος που ζει δέκα γενιές σε έναν τόπο, είτε μόνο μία. Δεν μπορείς να πεις τον έναν μετανάστη και τον άλλο όχι ’. Όσο τα σκεφτόμουν μετά όλα αυτά, τόσο έβλεπα πόσο δίκιο είχε. Μετανάστης δεν είναι αναγκαστικά κάποιος που μεταναστεύει από μία χώρα σε μία άλλη. Μετανάστης, όμως, δεν θα έπρεπε να είναι και αυτός που φεύγει από το χωριό του, λόγου χάριν, για να πάει στην Αθήνα; Και οι δυο δεν φεύγουν από τα σπίτια τους για να ζήσουν, να εργαστούν, να μεγαλώσουν τα παιδιά τους σε ένα καλύτερο μέρος; Έχουμε φτάσει να κατηγοριοποιούμε τους ανθρώπους σε μετανάστες και μη μετανάστες. Έχουμε, όμως, σκεφτεί κατά πόσο είμαστε γηγενείς σε μια περιοχή;

Ας το πάρουμε πιο συγκεκριμένα. Η Αθήνα. Αν μας ρωτήσει κάποιος από πού είμαστε, οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, θα απαντήσουν ότι είναι Αθηναίοι. Οι ξένοι αντίθετα που ζουν εδώ, δεν είναι Αθηναίοι. Είναι μετανάστες. Τα παιδιά τους το ίδιο. Τα εγγόνια τους, όμως, σε ποια κατηγορία από τις δυο θα μπουν; Όσον αφορά τώρα εμάς, που απαντάμε ότι είμαστε Αθηναίοι, και οι δικοί μας πρόγονοι από κάπου δεν ήρθαν; Άλλοι από τη Μικρά Ασία, άλλοι από την Πελοπόννησο, άλλοι από τη Μακεδονία. Πολλοί ‘Αθηναίοι’, πάλι, λένε το καλοκαίρι ότι για διακοπές θα πάνε στο χωριό τους. Άρα, από πού είναι; Από την Αθήνα ή από το χωριό τους; Ύστερα, με όλα αυτά τα ερωτήματα που δημιουργούνται, δεν θα έπρεπε και εμείς να σκεφτούμε καλύτερα ποιον αποκαλούμε μετανάστη και ποιον όχι; Και στο κάτω-κάτω, δεν μπορούμε να κρίνουμε κάποιον από την καταγωγή του, αφού στο τέλος πάντα εκεί φτάνουμε. Να κρίνουμε τους ανθρώπους για το παραμικρό … και μετά λέμε ότι δεν κάνουμε διακρίσεις!

Μαρία Ραβαζούλα Α2

33


34

Φασισμός: ιδεολογί Φ α σ ι σ μ ό ς κ α ι Ε κ π α ί δ ευση Κύριος στόχος κάθε φασιστικού καθεστώτος είναι η μακροβιότητά του, η πρόληψη και η καταστολή κάθε προσπάθειας ανατροπής του. Επομένως, σε κάθε παρόμοιο καθεστώς η εκπαίδευση κατέχει ένα πολύ σημαντικό ρόλο. Οι ηγέτες των καθεστώτων αυτών προσπαθούν μέσω αυτής να δημιουργήσουν υποστηρικτές τους ή ακόμα και «άξιους» συνεχιστές τους. Τα διάφορα φασιστικά και δικτατορικά καθεστώτα της Ευρώπης του εικοστού αιώνα χρησιμοποίησαν κοινές μεθόδους για να επιτύχουν το παραπάνω και κυρίως την προπαγάνδα.

Αρχικά, σε όλα τα φασιστικά καθεστώτα η εκπαίδευση αποβλέπει στη διαμόρφωση ανθρώπων που θα υπακούν τυφλά στην εξουσία. Έτσι, είναι επόμενο πως η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στα σχολεία αποθαρρύνεται από τους ηγέτες, καθώς κάτι τέτοιο θέτει σε κίνδυνο την εξουσία τους. Παράλληλα, σε όλες τις δικτατορίες του προηγούμενου αιώνα στην Ευρώπη, ασκούνταν πλήρης έλεγχος και λογοκρισία στα βιβλία που εκδίδονταν, συμπεριλαμβανομένων και των σχολικών βιβλίων. Κατά συνέπεια, όλα τα βιβλία που διδάσκονταν υποστήριζαν το εκάστοτε φασιστικό καθεστώς. Τέλος, δίδασκαν στους μαθητές πως το πιο σημαντικό στη ζωή τους είναι η πατρίδα. Στο σημείο αυτό, τα φασιστικά καθεστώτα συμβάδισαν συχνά με τον εθνικισμό.

Ειδικότερα, στη ναζιστική Γερμανία, στόχος των ηγετών ήταν η δημιουργία ενός ισχυρού κράτους, στο οποίο θα ζούσαν μόνο οι πιο δυνατοί. Αυτοί οι «δυνατοί» θα συγκροτούσαν έναν ισχυρό στρατό που θα διεύρυνε την κυριαρχία του κράτους. Το μήνυμα αυτό το περνούσαν μέσω της εκπαίδευσης, στόχος της οποίας ήταν όχι η διαμόρφωση μαθητών που σκέφτονται, αλλά η δημιουργία μελλοντικών δυνατών στρατιωτών. Σύμφωνα με τους Ναζί, ο δάσκαλος δεν είναι απλώς ένας εκπαιδευτικός που μεταδίδει πληροφορίες. Είναι ένας στρατιώτης που υπηρετεί στο μέτωπο του Εθνικού Σοσιαλισμού. Ο ίδιος o Hitler θεωρούσε πως τα σχολεία είναι μια ενδεχόμενη απειλή για το φασιστικό καθεστώς και γι’ αυτό φρόντιζε οι δάσκαλοι να είναι υποστηρικτές του καθεστώτος. Όλοι οι δάσκαλοι που ασκούσαν κριτική στο φασιστικό καθεστώς απολύονταν, ενώ οι υπόλοιποι εκπαιδεύονταν για να γίνουν «καλοί φασίστες».


α και συμπεριφορά

Αντίστοιχα, στη φασιστική Ιταλία, τα περισσότερα παιδιά συμμετείχαν σε εξωσχολικές οργανώσεις που είχαν ιδρυθεί από το καθεστώς. Στόχος των οργανώσεων ήταν η ενίσχυση του καθεστώτος και για την επίτευξη αυτού του σκοπού προσπαθούσαν να τονίσουν τη λαμπρότητα της Ιταλίας και την υπεροχή της έναντι άλλων χωρών. Για να το καταφέρουν αυτό, συνέδεαν την Ιταλία της εποχής με τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Παράλληλα, στα σχολεία τα παιδιά μάθαιναν πως η Ιταλία έπρεπε να ξαναγίνει όπως η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και πως ο μόνος που θα μπορούσε να το καταφέρει αυτό ήταν ο Μουσολίνι. Ακόμα, στις οργανώσεις αυτές, στις οποίες συμμετείχαν πολλά παιδιά, μάθαιναν πως στόχος των αγοριών ήταν να γίνουν δυνατοί στρατιώτες, που θα μπορούσαν να υπερασπιστούν τη χώρα τους, ενώ των κοριτσιών ήταν να αναθρέψουν και να μεγαλώσουν τους μελλοντικούς αυτούς στρατιώτες. Θεωρούσαν πως για τα αγόρια ο πόλεμος είναι ό,τι για τα κορίτσια η ανατροφή των παιδιών. Το φασιστικό καθεστώς και σε αυτή την περίπτωση ασκούσε πλήρη έλεγχο στα σχολεία, των οποίων στόχος ήταν η προώθηση των εξωσχολικών αυτών οργανώσεων.

Η προπαγάνδα κυριάρχησε ως μέσο διαπαιδαγώγησης και στις δικτατορίες που γνώρισε η Ελλάδα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου (1936), είναι η ίδρυση της ΕΟΝ (Εθνική Οργάνωση Νεολαίας), μέσω της οποίας γινόταν προσπάθεια διαπαιδαγώγησης των νέων και προπαγάνδα υπέρ του καθεστώτος. Παράλληλα, και σε αυτό το καθεστώς, η δικτατορία συμβάδιζε συχνά με τον εθνικισμό. Τονίζονταν τα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη και, παράλληλα, το γεγονός ότι οι σύγχρονοι Έλληνες ήταν γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων. Οι Έλληνες όφειλαν, επομένως, να είναι συνεχιστές του αρχαίου ελληνικού και του βυζαντινού πολιτισμού, καθώς και να διατηρούν τη φυλετική ενότητα του έθνους.

Συνοψίζοντας, στα φασιστικά καθεστώτα η ηγεσία πάντα επιχειρεί να ασκεί ολοκληρωτικό έλεγχο στην κοινωνία και στις ζωές των ανθρώπων μέσω διαδικασιών που αποσκοπούν στη διαμόρφωση συγκεκριμένης ιδεολογίας και ταυτότητας στους πολίτες. Κατά συνέπεια, για την αποφυγή εδραίωσης φασιστικών καθεστώτων στο μέλλον, είναι σημαντικό η εκπαίδευση να εστιάζει στην αξία της δημοκρατίας και να διαμορφώνει πολίτες με κριτική σκέψη. Ιωάννα Ζημιανίτη Α5

35


36

Φασισμός: ιδεολογί Τα παραμύθια κρύβουν Κάποτε βρέθηκα σε μια δημόσια υπηρεσία. Περιμένοντας να εξυπηρετηθώ, κοίταξα τριγύρω για κάποιο άδειο κάθισμα και τότε το βλέμμα μου έπεσε πάνω σε μια όμορφη γυναίκα με ξανθά μαλλιά, η οποία κρατούσε σφιχτά από το χέρι ένα κοριτσάκι. Μια πανέμορφη μικρή δεσποινίδα που τα μάτια της με άγγιξαν από το πρώτο λεπτό. Μου έφεραν μνήμες οδυνηρές που χρόνια πάσχιζα να ξεχάσω… Πλησίασα την άδεια καρέκλα δίπλα της και κάθισα. Η μικρή κάρφωσε τα τεράστια γαλανά μάτια της επάνω μου και μου είπε: “Κάτι μου θυμίζεις εσύ”. Γύρισα το κεφάλι μου αργά προς το μέρος της και της απάντησα: «Αποκλείεται να έχουμε γνωριστεί. Άλλωστε, βρίσκομαι στο Παρίσι μόνο λίγες μέρες». Εκείνη, γεμάτη απορία και φανερή διάθεση να ανοίξει μαζί μου συζήτηση, με ξαναρώτησε αμέσως: «Πώς σε λένε; Από πού είσαι; Τι δουλειά κάνεις; Γιατί ήρθες εδώ;». Με ψυχραιμία (φαινομενικά πάντα) τής απάντησα με τόνο σοβαρό: «Με λένε Γιόχαν. Είμαι Γερμανός και ήρθα στη Γαλλία γιατί… γιατί… έχετε νόστιμα φαγητά…» Φυσικά και όχι. Αλλά τι να πω σε ένα μικρό παιδί; Μια ιστορία για ένα δράκο που έκαιγε με τη φωτιά του ανθρώπους; Τα παραμύθια όμως κρύβουν πάντα μέσα τους αλήθειες. Σωστά; Η ιστορία μου ουσιαστικά ξεκινά στη γενέτειρά μου, τη Γερμανία, και συγκεκριμένα στο Λάντσχουτ, δεκαπέντε χρόνια πριν. Όσο οδυνηρό και αν ακούγεται, όλα ξεκίνησαν πολύ πριν μάθω να περπατάω. Πατριαρχική οικογένεια και αυστηρά καθολική. Μεγαλώνοντας, ήθελα πάντα να παίζω με παιδιά που ήταν σαν και εμένα. Γερμανούς δηλαδή. Όταν ήμουν έφηβος και μόνο στη σκέψη να καθίσω δίπλα σε Εβραίους, πόσο μάλλον να τους μιλήσω, το αίμα μου έβραζε από θυμό. Δεν φανταζόμουν, όμως, ποτέ πως με το δικό τους αίμα, το δικό μου θα επανερχόταν στη φυσιολογική του θερμοκρασία. Σαν έκλεισα τα 16 μου χρόνια, εντάχτηκα σε μια ομάδα πατριωτισμού. Καθαρά εθνικιστική. Σίγουρα απαριθμούσε πάνω από 500 μέλη και είχαμε ένα κοινό σκοπό. Να διώξουμε τους Εβραίους από τα ιερά χώματα της πατρίδας μας. Να τους εξαφανίσουμε από προσώπου γης. Χωριζόμασταν σε ομάδες των 30 ατόμων και χτυπούσαμε αλύπητα τους «εχθρούς». Ορμούσαμε πάνω τους σαν λυσσασμένα σκυλιά έτοιμα να κατασπαράξουν το θήραμά τους. Μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες ανέλαβα αρχηγός της ομάδας. Οι ανώτεροί μου με θαύμαζαν και έλεγαν πως θα γίνω σπουδαίος και κάποια μέρα θα αναλάβω καθήκοντα πολύ υψηλά. Φούσκωνα από υπερηφάνεια και δεν έχανα την ευκαιρία να τους αποδεικνύω κάθε στιγμή την αξία μου. Ήμουν μάλιστα και το καμάρι του Γκρέγκορ Στράσσερ. Όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια, οι υπηρεσίες μου προς την πατρίδα ήταν πράγματι ανεκτίμητες. Τα μέλη της ομάδας μας αυξάνονταν καθημερινά. Από 500 γίναμε 3.000. Νέοι οργισμένοι, αιμοδιψείς που χειραγωγούνται χωρίς καμιά δυσκολία. Συνεχώς μου ανέθεταν και νέες αρμοδιότητες. Με όρισαν αρχηγό 1000 ατόμων και εκπαιδευτή όλων των καινούργιων που κατατάσσονταν. Θυμάμαι πως τους πότιζα με μίσος για τους καταπατητές, τους Εβραίους, τους δημιουργούσα την ψευδαίσθηση μιας κοινωνίας αποτελούμενης μόνο από την Ανώτερη Φυλή. Και αυτοί πίστευαν σε μένα και με θαύμαζαν. Επαναλάμβανα τα λόγια του Αδόλφου Χίτλερ, τον οποίο όλοι αγαπούσαμε και υποστηρίζαμε φανατικά. Όταν πλέον ενηλικιώθηκα, η οργή που υπήρχε στην ψυχή μου είχε ξεσπάσει σε πάνω από 3000 Εβραίους, πολλοί από τους οποίους δεν τα κατάφεραν. Φωτιζόταν το πρόσωπό μου κάθε φορά που ένας ακόμη Εβραίος είχε βρει το θάνατο. Ένιωθα ανείπωτη χαρά και ανεξέλεγκτη επιθυμία να σκοτώσω όσους περισσότερους «εχθρούς» μπορούσα. Αυτή, ωστόσο, η επιθυμία δεν πέρασε απαρατήρητη από τους ανωτέρους μου. Είχε έρθει η ώρα να οριστεί νέος Διοικητής των SS. Αυτός ο άνθρωπος δεν έπρεπε να έχει καρδιά, συναισθήματα. Ένα ανελέητο κτήνος. Αυτός ήμουν εγώ. Έπειτα από πλήρη ομοφωνία των ανώτερων στελεχών της ομάδας, εκλέχτηκα νέος αρχηγός των SS.


α και συμπεριφορά μέσα τους αλήθειες...

Δεν περιγράφονται με λόγια τα συναισθήματα που ένιωθα. Με κυρίευε ο θυμός, η επιθυμία για αίμα. Τέτοιος ήμουν. Ένα τέρας. Απογυμνωμένος από συναισθήματα. Πιο πέτρα από την σκληρότερη πέτρα. Με τον καιρό το όνομά μου ξεχάστηκε και μου δόθηκε το ψευδώνυμο ‘Stein’ (πέτρα). Όλη μου η ψυχή ήταν αυτή η ομάδα. Ο σκοπός της έγινε σκοπός της ζωής μου. Ακόμα και οι σύντροφοί μου με φοβούνταν. Οι εντολές μου ήταν νόμος και έπρεπε να εκτελούνται. Ήμουν ο φόβος και ο τρόμος των Εβραίων. Γνωστός σε κάθε γειτονιά, σε κάθε σπίτι που είχε παραδοθεί στις φλόγες και στο θάνατο. Κάθε άνθρωπος θέλει η ψυχή του να πάει στον Παράδεισο. Εμένα με άφηνε παγερά αδιάφορο. Ήξερα πως θα πήγαινα στην κόλαση, αλλά δεν με ένοιαζε. Ο σκοπός με είχε καταλάβει ολοκληρωτικά. Δε μετάνιωνα για τίποτα. Έλεγα πως ούτε στο Θεό δεν θα απολογηθώ. Ένιωθα ανώτερος και από αυτόν. Είχα επιλέξει ένα δρόμο χωρίς γυρισμό… Στα 7 χρόνια που ακολούθησαν την εκλογή μου, δεν παρευρέθηκα ξανά σε εξόρμηση για δολοφονία Εβραίων. Ήμουν τόσο ισχυρός που όποιον ήθελα νεκρό σήμερα, ήταν νεκρός χτες. Μου είχε λείψει πολύ αυτή η δραστηριότητα και αποφάσισα ξαφνικά ένα πρωινό να συνοδέψω μια ομάδα μου σε έφοδο. Στην έφοδο αυτή άκουσα κλάμα μωρού. Προσπάθησα να αγνοήσω το κλάμα και να στρέψω την προσοχή μου αλλού. Μάταια. Το κλάμα αντηχούσε στο κεφάλι μου και έγινε ο μόνος ήχος που μπορούσα να ακούσω. Προχώρησα στην αρχή αργά και έπειτα επιτάχυνα το βήμα μου, ώσπου άρχισα να τρέχω όσο πιο γρήγορα μπορούσα προς το σημείο που ακουγόταν το μωρό. Το βρήκα ξαπλωμένο με τα χεράκια του απλωμένα προς το μέρος μου και το κρεβατάκι του να καίγεται. Μόλις τα μάτια μου συναντήθηκαν με τα δικά του, κάτι συνέβη μέσα μου. Σαν όλη η οργή και το μίσος που ένιωθα να είχε εξαφανιστεί ή μάλλον σαν να μην είχε υπάρξει ποτέ. Λησμόνησα το λόγο που βρισκόμουν εκεί, λησμόνησα τους συντρόφους μου που φώναζαν να βγω έξω γρήγορα, λησμόνησα ποιος ήμουν. Ακόμη και το σκοπό για τον οποίο ζούσα μέχρι εκείνη τη στιγμή. Για πρώτη φορά στη ζωή μου κατάλαβα ότι ήμουν κενός. Ένα άδειο πουκάμισο. Τα λαμπερά, ικετευτικά μάτια αυτού του μωρού ήρθαν και κάλυψαν τα πάντα. Εγώ πια δεν υπήρχα! Αυτό το μωρό έπρεπε να το σώσω! Και το έσωσα. Γύρισα στο σπίτι μου σαν χαμένος. Μου έρχονταν στο μυαλό τα εγκλήματά μου, όλοι οι άνθρωποι που σκότωσα και όλοι αυτοί που έδωσα εντολή να δολοφονηθούν. Λάθη, λάθη, λάθη. Κοίταξα τον καθρέφτη και μετά από τόσα χρόνια δεν αναγνώριζα το είδωλό μου. Η εικόνα ενός ξένου. Με είδα όπως έβλεπα εγώ τους Εβραίους. Έπειτα από εκείνο το συγκλονιστικό πρωινό, η ζωή μου ξεκίνησε από την αρχή. Όχι, δεν μπορούσα να ξεχάσω ούτε ότι έσωσα το μωρό, ούτε ότι θα λειτουργούσε ως εξιλέωση της ψυχής μου… Άφησα το μωρό στο σπίτι ενός Γερμανού γιατρού. Τον γνώριζα προσωπικά. Ήταν καλός άνθρωπος και οικογενειάρχης. Θα φρόντιζε το μωρό, αφού εγώ ήμουν υπεύθυνος που έμεινε ορφανό. Τα μάτια της θα μείνουν για πάντα χαραγμένα στο μυαλό και στην καρδιά μου. Αυτά τα αγγελικά μάτια αντίκρισα μέσα στη δημόσια υπηρεσία. Ίσως το κοριτσάκι εκείνο να ήταν αυτό που έσωσα. Δεν θα το μάθω ποτέ. Σε μια βαλίτσα μάζεψα λίγα πράγματα και χωρίς κανείς να το καταλάβει το έσκασα. Ο προορισμός μου άγνωστος. Αρκεί να έφευγα μακριά για να αρχίσω μια νέα ζωή. Να τα αφήσω όλα πίσω μου και από εδώ και στο εξής να ευεργετώ τους ανθρώπους. Θέλω να μάθω να αγαπώ. Θα περάσουν πολλά χρόνια μέχρι να βγει το δηλητήριο από κάθε κύτταρό μου. Η φυγή μου μπορεί να μου κοστίσει ακόμα και την ίδια μου τη ζωή. Μετά από την καταστροφή που προκάλεσα, ίσως και να μου αξίζει να πεθάνω. Τουλάχιστον θα πεθάνω με τη σκέψη ότι, έστω και την τελευταία στιγμή, έσωσα μια ανθρώπινη ζωή. Κατάλαβα, έστω και αργά, πως το μίσος και η οργή για το διαφορετικό δεν ωφελούν. Το μόνο που κατάφερα ήταν να βλάψω όχι μόνο τον εαυτό μου, αλλά και αθώους ανθρώπους γύρω μου. Ανθρώπους με οικογένειες, σπίτια, εργασία και ζωή. Δεν θα συγχωρήσω ποτέ τον εαυτό μου. Θα ζήσω με τις τύψεις και τον πόνο για την αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής. Είμαι ο Γιόχαν, πρώην εχθρός του διαφορετικού, πρώην ναζί, πρώην διοικητής ενός φασιστικού κινήματος, πρώην δολοφόνος. Μιχαέλα – Ελένη Χριστοδουλάκη IB1

37


38

Ό,τι θέλω ν Ήταν η ώρα

να πετάξω...

(ή τουλάχιστον έτσι μου είπαν) Είχα τόσο ωραία, μεγάλα κάτασπρα φτερά. Τα ζήλευε κάθε νιότη, τα ήθελε κάθε επαναστάτης, τα νοσταλγούσε κάθε ενήλικας. Γεμάτα μαθήματα από το χθες, ελπίδες για το αύριο και, πάνω από όλα, σιγουριά για το σήμερα. Μα μου τα κόψατε. Με βεβαιώσατε ότι δεν τα χρειάζομαι για να πετάξω ψηλά, ότι το μόνο που έκαναν ήταν να μου προσφέρουν την ψευδαίσθηση ότι με βοηθούν, ενώ στην πραγματικότητα με βάραιναν. Το σύστημα με είχε μάθει να υποτάσσομαι στους σοφούς, να τους εμπιστεύομαι, όπως όλοι οι υπόλοιποι. Οπότε, χωρίς καμιά αντίσταση, τους άφησα να μου πάρουν τα αξιοζήλεφτα φτερά μου και, παράλληλα, να μου καλλιεργήσουν την αβεβαιότητα. Βλέποντας γύρω μου, συνειδητοποιούσα ότι κανένας δεν είχε φτερά, αλλά κανέναν δεν τον πείραζε όσο πείραζε εμένα. Με το καιρό το συνήθισα, άρχισα να ζω στην απάθεια, πιστεύοντας ότι αυτό είναι το σωστό, ότι έτσι θα τα καταφέρω στη ζωή μου. Έτσι, μας αντιμετώπιζαν όλους ως ίσους. Ανεξάρτητα από τις ικανότητες και τις ιδιαιτερότητες του καθενός. Το πιο γελοίο απ’ όλα ήταν ότι θεωρούσαν σίγουρη και εύκολη την επιτυχία. Θα πετύχαιναν το στόχο τους με κάθε κόστος, με όσα φτερά και αν χρειαζόταν να θυσιάσουν. Με ψηλά το κεφάλι, όπως μου είχαν μάθει, προχώρησα στην άκρη του κλαδιού, κοιτώντας κάτω το απέραντο κενό με ένα κόμπο στο λαιμό. Δεν έχει σημασία πόσο εύκολο νομίζατε ότι είναι. Αυτή τη στιγμή μου φαινόταν πολύ δύσκολο να πάρω μια βαθιά ανάσα και, αποφασισμένη να απομακρυνθώ από τη φωλιά, να αποδείξω σε όλους ότι μεγάλωσα αρκετά και μπορώ να ζήσω μόνη. Κοίταξα πίσω, αλλά οι αετοί της εξουσίας, οι κύκνοι της περηφάνιας και οι κουκουβάγιες της γνώσης μού έκαναν νεύμα κουνώντας το κεφάλι για να πιστέψω ότι όλα θα πάνε καλά. Μόνο ένα καναρίνι φώναζε απελπισμένο, φοβισμένο. Θα έλεγε κανείς ότι η συνείδησή μου ήξερε ότι κάτι δεν πάει καλά. Δεν ξέρω γιατί κλαψούριζε. Γιατί περίμενε την ήττα ή σκεφτότανε την πιθανότητα μιας τέτοιας νίκης; Έκανα ένα βήμα μπροστά, περπατώντας σχεδόν τυφλά, χωρίς καμιά συναίσθηση, και νομίζοντας ότι ακόμα έχω τα υπέροχα φτερά μου, πήδηξα, σχεδόν σίγουρη ότι θα πέταγα ψηλά. Για λίγα δευτερόλεπτα, όντως κόντεψα να φτάσω τον ήλιο, αλλά γρήγορα έχασα ύψος και άρχισα να πέφτω. Με κάθε μέτρο που έχανα, απελπιζόμουν όλο και περισσότερο για τις επιλογές μου μέχρι να καταλάβω ότι δεν είχα καν επιλογές. Φοβήθηκα πως θα σκάσω με τα μούτρα στο χώμα. Αλλά είχα εκνευριστεί τόσο πολύ που με ανάγκασαν να φύγω, ενώ δεν ήμουν έτοιμη, που σταμάτησα να νιώθω το οτιδήποτε. 5 μέτρα, 4 μέτρα, 3, 2, 1… και προσγειώθηκα! Λίγο άγαρμπα. Θα περίμενε κανείς περισσότερη δεξιοτεχνία από κάποιον που είχε κουραστεί τόσα χρόνια περιμένοντας αυτή τη στιγμή. Ένιωσα ευγνώμων που είχα καταφέρει να προσγειωθώ και να πετύχω τον τόσο δυσπρόσιτο στόχο που πολλοί πάσχιζαν και άλλοι είχαν αποτύχει ακόμα και να πλησιάσουν. Κοίταξα πάνω το κλαδί και είδα τους υπόλοιπους να πανηγυρίζουν για την επιτυχία μου, δίνοντας τα εύσημα στον εαυτό τους για την καλή δουλειά που έκαναν. Εγώ έσκυψα το κεφάλι λυπημένη. Δεν με είχαν βοηθήσει καθόλου. Αντίθετα, με απογοήτευσαν. Ένιωθα ένα μεγάλο κενό. Είχα καταφέρει τόσα πολλά, χάνοντας άλλα τόσα. Προχώρησα μπροστά αποφασισμένη να συνεχίσω από εδώ και πέρα χωρίς τα φτερά μου. Τους κοίταξα για μια τελευταία φορά. Το χειρότερο δεν ήταν ότι σταμάτησαν να πιστεύουν αυτοί σε μένα, αλλά ότι με έκαναν να σταματήσω να πιστεύω εγώ στον εαυτό μου... Αφιερωμένο στο Εκπαιδευτικό Σύστημα

Μαρίσσα Σούρα Β3


α μοιραστώ Παρατηρώ πως ολοένα και πληθαίνουν οι άνθρωποι που ζουν παγιδευμένοι στις ζωές τους και κλεισμένοι στον εαυτό τους. Είναι περίεργο, αλήθεια, με πόση ευκολία σήμερα παραμερίζεται ο άνθρωπος, πώς εκφυλίζονται οι σχέσεις, πώς χάνεται η προσωπική ελευθερία και επιλογή, η υπέροχη πολυμορφία. Ακόμη πιο περίεργο είναι το ότι μεγαλώνουμε για να ζήσουμε όπως και οι άλλοι, να συγκεντρώσουμε αυτό που λένε πως μας χρειάζεται για να είμαστε ευτυχισμένοι, ν’ ακολουθήσουμε ένα δρόμο σίγουρο και ασφαλή. Κι . όλα θεωρούνται ως κάτι το φυσικό η τυποποιημένη ζωή, οι έτοιμες αξίες, η απάνθρωπη πρόοδος, η υπερίσχυση του ωφέλιμου έναντι του ωραίου.

39

Angoisse... Η αλήθεια, βέβαια, είναι πως το ν’ ακολουθείς την «πεπατημένη» είναι πολύ πιο βολικό και σίγουρα ευκολότερο απ’ το να σταθείς έξω απ’ το σύνολο και να πάρεις τη ζωή σου στα χέρια σου για «να υποτάξεις τη μοίρα σου». Και συχνά συνυφαίνεται με την οδύνη της απόρριψης και της μοναξιάς, ενώ προϋποθέτει ισχυρή θέληση και βαθιά συνειδητοποίηση του ρίσκου. Παρ’όλη, όμως, τη δυσκολία, στο παρελθόν οι άνθρωποι επεδίωκαν την απελευθέρωση απ’ την επιβολή του καθιερωμένου στο μυαλό και στη ζωή τους. Μάχονταν για την ανεξαρτησία και την ελευθερία της σκέψης τους, διεκδικούσαν τα δικαιώματά τους, αντιπρότειναν με πάθος την προσωπικότητα και τις ιδέες τους στον κυνισμό της κάθε εξουσίας. Οι διεκδικήσεις αυτές εκφράστηκαν εν πολλοίς μέσα από την τέχνη. Ο Υπερρεαλισμός και η αντίληψη ότι το υποσυνείδητο συνιστά πηγή δημιουργίας, η rock, τα επαναστατικά blues και η γενιά των Beat, το κίνημα των hippies και ο Μάης του ‘68 άνοιξαν το δρόμο προς μια άλλη θέαση της ζωής και την αποδέσμευση του πνεύματος από τις αλυσίδες του.

Σήμερα που νοούμε την ελευθερία της σκέψης ως κάτι το δεδομένο, σήμερα που δεν υπάρχει κάποιος «Φύρερ» να αναγνωρίσουμε ως αυταρχικό καταπιεστή μας, στην πραγματικότητα είναι πολύ δύσκολο να διαφυλάξουμε την ανεξαρτησία της σκέψης μας απέναντι στους τόσους μηχανισμούς υποβολής και επιβολής. Η ανεξαρτησία, όμως, αυτή είναι απαραίτητη για να ζήσει κανείς αυθεντικά και να διεκδικήσει μια άλλη πραγματικότητα. Κι επειδή σε τέτοια προβλήματα δεν μπορούν να δοθούν μαζικές και γρήγορες λύσεις, εδώ είναι που η Τέχνη μπορεί να λειτουργήσει γι’άλλη μια φορά ως παράγοντας απελευθέρωσης και αυτογνωσίας. Γιατί, μες στην αβεβαιότητά της, είναι τελικά το πιο «σίγουρο» καταφύγιο της ψυχής και του νου, αυτή που μας βοηθά να εγκαταλείψουμε τις επιπόλαιες βεβαιότητες που μας φόρτωσαν, τις «συνταγές επιτυχίας» και τις έτοιμες αξίες για να μας επιτρέψει να δούμε το ωραίο και το άσχημο, το αυθεντικό και το αληθινό που μας στερεί η αποστειρωμένη ζωή μας. Γιατί γράφοντας, ζωγραφίζοντας, δοκιμάζοντας και, τελικά, δημιουργώντας, ανακαλύπτουμε τον εαυτό μας και μαθαίνουμε να ψάχνουμε και για τους άλλλους. Ασφαλώς, δεν ισχυρίζομαι πως μόνη της η Τέχνη μπορεί ν’ αλλάξει τον κόσμο. Μπορεί, ωστόσο, να βοηθήσει ν’αλλάξουν οι συνειδήσεις των ανθρώπων σε προσωπικό επίπεδο, οδηγώντας βαθμιαία σε συλλογικότερες διεκδικήσεις. Ας μη χάσουμε την ευκαιρία που μας δίνει η Τέχνη να δούμε τον κόσμο μας αλλιώς, ν’αντισταθούμε στην τυποποίηση της ζωής μας, ν’ανακαλύψουμε εκ νέου τον εαυτό μας και τον κόσμο και, ποιος ξέρει, ίσως έτσι ν’ αγγίξουμε την ευτυχία.

Ζήνα Μαριδάκη Γ2


40

Ό,τι θέλω ν

Κα ληνύ χ τ α Κε μ ά λ Ο Τζον Λένον έγραψε στο τραγούδι του Across the Universe, “Nothing’s gonna change my world.” Προσπαθείς να το εκλάβεις ως μια απαισιόδοξη, ίσως πιασάρικη ρήση, επενδεδυμένη με συμπαθητική μουσική. Υποσυνείδητα θα ήθελες να τα καταφέρεις, αλλά στο τέλος δεν πρόκειται. Πώς να πείσεις τον εαυτό σου ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο, όταν η μουσική είναι μαγική αντί για συμπαθητική, με αποτέλεσμα να μη σου αφήνει περιθώρια να προστατευτείς από τους στίχους τους οποίους ντύνει; Σε τρυπάνε σαν δηλητηριώδη βέλη, και ταυτόχρονα σε σαγηνεύουν και σημαδεύουν όλο σου το είναι. Ίσως μέχρι να μεγαλώσεις και να γίνεις ρεαλιστής. Ίσως και για πάντα, καθώς ελπίζεις ότι δεν θα γίνεις ποτέ. Κι αν όντως μια τέτοια ρήση είναι πιασάρικη, αυτό συμβαίνει απλώς επειδή είναι αληθινή. Πιο απλή και αυθεντική απ’ ό, τι άλλο έχεις ακούσει από τα στόματα των μεγαλύτερων φιλοσόφων, πιο αντιπροσωπευτική και δυνατή από τις μεγαλύτερες επαναστάσεις. Γιατί συνδέεται άμεσα με τις μεγαλύτερες επαναστάσεις. Οι άνθρωποι, από τότε που κατάλαβαν τον εαυτό τους, προσπαθούν να βελτιώσουν τη ζωή τους, τις αξίες, τις ιδέες και τα οράματα που τη διέπουν. Μάταια και απεγνωσμένα πιστεύουν σ’ έναν καλύτερο κόσμο, είτε εννοούν την οικουμένη, είτε τη χώρα τους, είτε το μικρόκοσμό τους, τον κόσμο της τέχνης, της επιστήμης, τον κόσμο της πολιτικής, της οικονομίας, ίσως και τον κόσμο των μάγων… Συχνά τα καταφέρνουν. Ζουν για να δουν την επιτυχία της προσπάθειάς τους, πεθαίνουν ευτυχισμένοι, χωρίς να γνωρίσουν ότι εκατό, πενήντα, ή και δύο χρόνια μετά, τα σύννεφα επανέρχονται πυκνότερα, «αγγαρεύοντας» τους απογόνους να αιματοκυλιστούν ξανά, ή δεν ζουν ούτε οι ίδιοι, χάνονται στην προσπάθεια, γιατί ήταν κουτοί που νόμιζαν ότι μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, ανόητοι που ένιωσαν ότι χρειάζεται να τον αλλάξουν, ξεροκέφαλοι που δεν προστάτευσαν τον εαυτό τους, που δεν έκατσαν στ’ αυγά τους.

Έντεκα χρόνια μετά την κυκλοφορία του Across the Universe, ο Τζον Λένον έπεσε νεκρός από τη σφαίρα του ψυχικά διαταραγμένου θαυμαστή του Ντέιβιντ Τσάπμαν, στον οποίο είχε υπογράψει ένα δίσκο λίγες ώρες πριν. Είναι γεγονός ότι τα κίνητρα του δολοφόνου ουδεμία σχέση είχαν με τις επαναστατικές διαθέσεις του Λένον. Ούτε με το συγκεκριμένο τραγούδι. Το «μυαλό» των Beatles στάθηκε απλώς φρικτά άτυχο. Ο συνειρμός σχετικά με το έργο τους, όμως, με οδήγησε στο να αρχίσω να σκέφτομαι την τύχη διάφορων άλλων ανθρώπων που κάποτε θέλησαν να αλλάξουν τον κόσμο. Η λίστα είναι τρομαχτικά μακροσκελής. Όποτε και όπου υπήρξε ανάγκη για αλλαγή, υπήρξε θάνατος. Λίγα ενδεικτικά παραδείγματα μπορούν να σε κάνουν να σκεφτείς, αν καταφέρεις να προσεγγίσεις το ζήτημα με όσο το δυνατόν λιγότερη συναισθηματική φόρτιση. Αν καταφέρεις να καταπνίξεις την αδικία που σε κάνει να κλαις σαν μωρό. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, Αφροαμερικανός πολιτικός που πάλεψε ενάντια στον φυλετικό ρατσισμό, στο λόγο του I have a dream, το 1963, είπε: I have a dream that one day this nation will rise up and live out the true meaning of its creed ... We hold these truths to be self-evident, that all men are created equal. Έξι χρόνια μετά, σε ηλικία 39 ετών, δολοφονήθηκε. Ο Μαχάτμα Γκάντι, Ινδός στοχαστής και πολιτικός, που επηρέασε έντονα το διεθνές ειρηνευτικό κίνημα με τον ακτιβισμό του, δολοφονήθηκε το 1948 από Ινδό εθνικιστή. Πριν από τρία περίπου χρόνια, η εντεκάχρονη τότε, Μαλάλα Γιουσαφζάι από το Πακιστάν, δημιούργησε ένα blog για το BBC, στο οποίο περιέγραφε τη ζωή υπό την εξουσία των Ταλιμπάν, οι οποίοι είχαν απαγορεύσει στα κορίτσια της περιοχής της να πηγαίνουν στο σχολείο, ενώ η ίδια συνέχιζε να πηγαίνει και να τονίζει τη σημασία της πρόσβασης στην εκπαίδευση για τον καθένα. Κέρδισε το πρώτο Παγκόσμιο Βραβείο Νέων για την Ειρήνη. Στις 9 Οκτωβρίου 2012 πυροβολήθηκε από έναν Ταλιμπάν την ώρα που γυρνούσε απ’ το σχολείο της, αλλά ευτυχώς επιβίωσε και αναρρώνει.

Παρά το φόβο των εφιαλτικών συνεπειών, πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα προσπαθούν να αλλάξουν τον κόσμο προς το καλύτερο. Εσύ όμως φοβάσαι. Φοβάσαι, γιατί ακούς ανθρώπους γύρω σου να τους απαξιώνουν. Ακούς ανθρώπους, οι οποίοι το 2012, και σε μια χώρα που δεν καλείται ακόμα επισήμως τριτοκοσμική, γελούν περιπαικτικά σε βάρος της ειρήνης, της ισότητας και της αγάπης, γιατί είναι αξίες ξεπερασμένες, γιατί δεν οδηγούν απαραιτήτως στο κέρδος, στην ανάπτυξη και στην πρόοδο. Βλέπεις ανθρώπους που βλέπουν το άσχημο, το λάθος, το κακοφτιαγμένο γύρω τους, το ζουν καθημερινά, μα έχουν συμβιβαστεί απόλυτα μαζί του, και όχι μόνο δεν κάνουν καμία προσπάθεια να το αλλάξουν, αλλά προσπαθούν να σταματήσουν και όποιον το αποφασίσει. Κατά βάθος τους ζηλεύεις. Είναι τυχεροί, γιατί ξέρουν ότι, όταν δεν μπορούν να αλλάξουν κάτι, πρέπει να συμφιλιωθούν μ’ αυτό, ώστε να κάνουν τη ζωή τους πιο εύκολη. Τους ζηλεύεις, γιατί θα ήθελες κι η δική σου ζωή να είναι εύκολη. Μετά νιώθεις τύψεις, γιατί αντικειμενικά η ζωή σου είναι πολύ πιο εύκολη από πολλών άλλων ανθρώπων. Αλλά αυτό νιώθεις πως τη δυσκολεύει. Το ότι δεν μπορείς να τους βοηθήσεις, το ότι δεν μπορείς να «φτιάξεις» τον κόσμο. Και μετά αυτοί οι άνθρωποι θυμώνουν μαζί σου. Σε λένε φωνακλά, γκρινιάρη, γραφικό, επαναστάτη χωρίς αιτία. Και εκνευρίζεσαι. Γιατί ούτε εσύ συμπαθείς τους επαναστάτες χωρίς αιτία. Άλλωστε, συνέχεια σκέφτεσαι τι άλλο είχε τραγουδήσει ειρωνικά ο Λένον: You say you want a revolution, well you know, we all want to change the world. Εύχεσαι να είναι αλήθεια. Μακάρι όλοι να θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο, έστω και ελάχιστα ο καθένας. Τότε θα έχει γίνει μια μεγάλη αρχή. Till then, you can still imagine all the people, living life in peace.

Καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμοςδε θ’ αλλάξει ποτέ.

Στέλλα Πανοπούλου Γ2


α μοιραστώ

Κλείνω τα μάτια. Ονειρεύομαι.

Σ ε έ να ν κ ό σμ ο πο υ ό λ ο α λ λ ά ζ ε ι κα ι ό λ ο ί δ ι ο ς μ έ νε ι

Σκέφτομαι. Ζω. Ανοίγω τα μάτια. Θυμώνω. Χάνομαι. Πονάω. Πότε θα σταματήσει αυτό; Πότε;

Ποτέ; Όχι, δεν μπορεί. Μαθαίνω για το σήμερα. Διαβάζω για το χθες. Και καταλήγω ότι τίποτα δεν αλλάζει. Πόνος, κακία, παρακμή, φρίκη. Παντού. Γιατί αυτοκαταστρεφόμαστε; Γιατί σκοτώνουμε ό,τι μας δίνει ζωή; Γιατί σπέρνουμε θάνατο, πόλεμο, μιζέρια; Γιατί βουλιάζουμε στην άβυσσο; Ερώτηση. Κατάφαση. Απάντηση. Γιατί έτσι είμαστε. Θα αλλάξουμε άραγε ποτέ;

Έμιλυ Λουΐζου ΙΒ2

41


42

Ό,τι θέλω ν

Ε

ίχε πάλι μία από τις κρίσεις του. Δεν ήμουν εκεί. Ήταν μόνος του μαζί της. Δεν έπρεπε να είχα φύγει. Αχ, αν δεν είχα φύγει… Τίποτα δεν θα είχε συμβεί. Τουλάχιστον εκείνη δεν θα πάθαινε τίποτα. Εγώ έχω συνηθίσει πλέον. Αλλά εκείνη τι φταίει; «Εσύ, όμως, τι φταις;», μου είχε πει κάποτε ένας φίλος. Ο μόνος άνθρωπος που ήξερε. Ο μόνος άνθρωπος που ήξερε κι όμως έφυγε. Ένιωσα προδομένη. Με άφησε μόνη… Τίποτα δεν θα είχε συμβεί. Γιατί έφυγα; Νύχτωσε. Έβλεπα την αδερφή μου να είναι ξαπλωμένη, σχεδόν αναίσθητη, στο κρεβάτι του νοσοκομείου. Την κοιτούσα με μάτια βουρκωμένα. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα τώρα. Κι αυτό με τρέλαινε περισσότερο. Το πρόσωπό της ήταν χτυπημένο, ανήσυχο, τρομαγμένο. Άκουγα τη φωνή της στο κεφάλι μου… «Άννα, Άννα, Άννα… Βοήθεια!» Δεν άντεχα άλλο μέσα στο ψυχρό δωμάτιο. Ένιωθα ότι πνίγομαι. Σηκώθηκα από τον καναπέ και βγήκα έξω από το δωμάτιο, έξω από το νοσοκομείο. Μόλις βγήκα έξω, ο κρύος αέρας χτύπησε το πρόσωπό μου. Δεν με ενοχλούσε πλέον. Το είχα συνηθίσει. Όπως είχα συνηθίσει και τόσα χρόνια τις κρίσεις του. Πόσα χρόνια να ήταν άραγε; Ήμουν 15 όταν η μαμά πέθανε. Γιατί, όμως, έμεινε μαζί του; Δεν έπρεπε να μας προστατέψει; Ίσως δεν μπορούσε, όπως δεν μπορώ κι εγώ τώρα. Τότε άρχισαν όλα. Τότε αναρωτιόμουν γιατί, αλλά μετά σταμάτησα. Μετά σώπασα. Απλώς περίμενα να τελειώσει. Κι όμως, θα τελειώσει. Πρέπει να τελειώσει. Μάλιστα, θα το τελειώσω εγώ. Ναι! Σε λίγο θα γίνω 18. Θα το τολμήσω. Θα πάρω την αδελφή μου και θα φύγουμε. Δεν μπορώ να φύγω και να την αφήσω πίσω. Δεν θα το αντέξει. Είναι ακόμα τόσο μικρή. Όταν μπήκα στο δωμάτιο να τη δω, είχε ξυπνήσει. Ήταν ακόμα σοκαρισμένη. Δεν μιλούσε σε κανέναν, ούτε στις νοσοκόμες, ούτε σε μενα. Δεν ήξερα τι να της πω. Γιατί έφυγα και την άφησα μόνη της, ενώ ήξερα για τι ήταν ικανός; Γιατί δεν την είχα προειδοποιήσει; Αλλά τι να της έλεγα; Της έδωσαν εξιτήριο. Επιστρέψαμε σπίτι. Τα τραύματα ήταν ακόμα εμφανή, αλλά θα μας πίστευαν αν λέγαμε πως έπεσε από τις σκάλες; Κι άλλα ψέματα… Το σπίτι ήταν ακόμα άνω κάτω. Ήταν κι αυτός εκεί. Καθόταν στην τηλεόραση… Μόλις μπήκαμε, δεν μας κοίταξε καν. Ακόμη δεν πιστεύω πόσο αναίσθητος είναι. Η μικρή πήγε στο δωμάτιό της. Ξέρω ότι ήθελε να τρέξει, αλλά δεν είχε δύναμη. Την ακολούθησα. Μόνο η σκέψη να μείνω λίγο ακόμη μαζί του μου έφερνε αναγούλα. Μπήκα στο δωμάτιό της. Είχε ήδη κουκουλιαστεί στο κρεβάτι της. Ξάπλωσα μαζί της. Μάλλον με πήρε ο ύπνος. Όταν άνοιξα τα μάτια μου, τον είδα να στέκεται στην πόρτα του δωματίου να μας κοιτάζει. Τρόμαξα. Την έσφιξα στην αγκαλιά μου. Ευτυχώς κοιμότανε. Με κοίταζε αμίλητος, αλλά επίμονα. Στο τέλος, μου έκανε νόημα να πάω προς το μέρος του. Πήγα αμέσως. Δεν ήθελα να είναι κοντά της. Έκλεισε την πόρτα σιγά σιγά σαν να μην ήθελε να την ξυπνήσει, σαν να νοιαζόταν. Πήγαμε στο δωμάτιό μου. Δεν μου άρεσε που ήμασταν μόνοι, αν και πάντα έτσι ήταν. Μου μίλησε σιωπηλά, με έναν σταθερό τόνο στη φωνή του, σχεδόν απειλητικό. -

Δεν τους είπες τίποτα; Στους γιατρούς. Δεν φαντάζομαι να τόλμησες να τους είπες τι έγινε.

-

Όχι τίποτα…, απάντησα δειλά.

Με κοίταζε με το ίδιο βλέμμα μίσους. Δεν ξέρω αν μισούσε εμένα ή αν μισούσε τα πάντα. Ποτέ δεν κατάλαβα. Φαινόταν δύσπιστος. Παρ’όλα αυτά, γύρισε κι έκανε να φύγει. Ανακουφίστηκα. Νόμιζα πως αυτό ήταν για σήμερα. Όμως, αυτά ήταν μόνο λίγα δευτερόλεπτα ανακούφισης που μετατράπηκαν σε δευτερόλεπτα κόλασης. Γύρισε και με χαστούκισε, τόσο δυνατά που έχασα την ισορροπία μου κι έπεσα κάτω. Εκείνη τη στιγμή φοβήθηκα τόσο πολύ. Νόμιζα ότι θα ξαναέχανε τον έλεγχο τελείως. Όσες φορές κι αν ζήσω τέτοιες παρόμοιες σκηνές, ο φόβος ποτέ δεν εξαφανίζεται, αλλά πάντα εμφανίζεται εντονότερος. Δεν με ξαναχτύπησε. Μόνο με απείλησε.

Άμα ποτέ μιλήσεις, θα με βρεις μπροστά σου, όπως δεν έχεις φανταστεί. Δεν θα γλιτώσεις από μένα. Να το ξέρεις. Ποτέ. Έφυγε. Ήμουν στο πάτωμα. Δεν μπορούσα να σηκωθώ. Δεν άντεχα άλλο. Ήθελα να ξεσπάσω. Ήθελα να τον κάνω να πληρώσει για όσα έχω περάσει. Πέρασε η ώρα κι η οργή μου ξεθώριασε. Σειρά είχε ο φόβος, η απελπισία, η απόγνωση. Τι θα απογίνω εγώ, η αδερφή μου; Υπάρχει μέλλον για μας; Απλώς, εύχομαι να ερχόταν κάποιος, οποιοσδήποτε, κάποιος να μας βοηθήσει… Αλλά ποιος; Θεοδώρα Βαρελίδη – Στρατή ΙΒ1


α μοιραστώ Για σένα...

«Όταν μεγαλώσω, θα αλλάξω τον κόσμο!» Αυτό σου είχα πει εκείνο το βράδυ. Και με κοιτούσες με τα μεγάλα σου μάτια. Τα μάτια σου μέσα στα μάτια μου. Τα χέρια σου μέσα στα χέρια μου. Ήταν ζεστά, όπως πάντα. Και τα μάτια και τα χέρια σου. «Θα τον αλλάξεις μωρό μου», μου είχες πει. Και το πίστευες. Δεν μου έλεγες ψέματα, σαν εκείνα που λένε οι μαμάδες στα παιδάκια τους. Αν ήσουν σήμερα εδώ, δεν ξέρω αν θα μπορούσα να σου πω το ίδιο. Μάλλον δεν είχα ξεκαθαρίσει τότε τι ακριβώς εννοούσα. Μεγαλώνοντας, κατάλαβα πως σημασία δεν έχει μόνο να προσπαθούμε να αλλάξουμε τον κόσμο, αλλά και να αλλάξουμε τον κόσμο μας. Ο καθένας τον δικό του. Δεν είμαι σίγουρη αν το έχω καταφέρει, αλλά ξέρω ότι προσπαθώ. Είναι δύσκολος ο κόσμος μας. Πολλές φορές με πιάνει απελπισία και μου έρχεται να σταματήσω να προσπαθώ, να ελπίζω... Αλλά μετά κάτι γίνεται και μια φλόγα ελπίδας γεννιέται μέσα μου. Είναι κάποιοι άνθρωποι που πράγματι άλλαξαν όλο τον κόσμο. Δημιούργησαν ή ανακάλυψαν πράγματα που έσωσαν εκατομμύρια ανθρώπους. Μερικές φορές εύχομαι να μπορούσα να κάνω το ίδιο. Αλλά τις περισσότερες φορές καταλήγω στο ότι δεν είναι τελικά αυτό που θέλω. Έχω καταλάβει πως τη μεγαλύτερη ουσία στη δική μου τη ζωή την έχουν δώσει εκείνοι που μπορεί να μην άλλαξαν την ανθρωπότητα, αλλά με το ταλέντο, το πάθος τους και τη δουλειά τους μου έχουν δώσει έμπνευση, κουράγιο και δύναμη πάρα πολλές φορές. Ήταν εκείνοι που άναψαν τη φλόγα της ελπίδας, όταν μέσα μου όλα κόντευαν να σβήσουν. Αυτό θέλω να κάνω και εγώ. Να δώσω κάτι. Να καταφέρω να ανάψω μία φλόγα – έστω μικρή – σε ανθρώπους που μπορεί να τη χρειάζονται. Γιατί, τελικά, ίσως έτσι καταφέρουμε να αλλάξουμε τον κόσμο!

Έμιλυ Λουΐζου ΙΒ2

43


44

Dear Diary

Ό,τι θέλω ν

32 billion dollar industry. Unlike drugs or guns, a person can be sold Human trafficking – commercial sexual exportation – is a business; a the world. This is more than any other time in history. Unfortunately, over and over again. It is estimated that today 27 million slaves exist in 99% of them are never rescued... Boyle, founder of The No Project with worldwide actions against Almost a year ago, I had the chance to watch a presentation by Mrs. Judy . Small or large events organized solely by us, the students, which Human Trafficking. After that presentation a series of events followed ss. Being a youth ambassador of The No Project since then, I have awarene helped not only to raise money, but more importantly to raise of people who totally ignore its existence. realized that the most serious problem in this phenomenon is the number The extract that follows is part of a play I’ve written called “Dear Diary.” ent in April 2013 in Thessaloniki. It is also going to be filmed “Dear Diary” is going to be performed at the Pan-Hellenic Forensics Tournam g. as part of a campaign for the fight against Human Traffickin

I have been bought. I have been used. I have been sold. I have been deprived of any right. I have been abused in every way. I have been made to hate myself, the others and the world.

I have realized that responsible for the flourish in this industry are not only the people in the indus try, but all of us; all of us who are afraid to react, to learn, to talk, to spread the word. As one teena ge girl says, in the end of the play, to her moth er– who insists on not calling the police despite the suspicions she has for the apartment next door“If you close your eyes and pretend you don’t see the problem, it doesn’t mean that the problem will stop existing. If we don’t pick up the phone and call somebody, this will never stop. Never.”

I used to have a name I used to be a free person.

Let us not be one of those people who remai n passive and who don’t react.

Girl: this is my name now. Slave: this is what I am now.

(For more information see www.thenoproject.org)

Dear Diary, I can’t live like that anymore. For the last two years I have been an object. Not a human.

Nobody cares for me. Nobody can help me. I can’t go anywhere. They have my passport. I can’t escape. They threaten they will kill my family. For the last two years I have lost sense of who I am, what I am, what I do. But I know that I never did harm to anybody. I never caused pain to anybody. I just wanted one thing: a new life. But what I have now is not even a life. I have lost my identity. I don’t know in which country I am, in which city I live. They move me every month. They never tell me where to. But I know that wherever I go there is no rescue, no way out, no hope. I once trusted a client. He seemed nice and eager to help me. But he did not. He never saved me from the hell I was in. He never saved me from this slavery. There is no rescue, no way out, no hope. I will never trust anybody again. Not even myself. I can’t live like that any more. I can’t. I don’t have the power. I want to run away. To find the life I never had. I want to. I have to.

Emily Louizou IB2


α μοιραστώ Τα μ ι κ ρά και όχι μόνο ψ έ μ α τ α

Οι περισσότεροι άνθρωποι, ακόμα και αν δεν το πιστεύουμε, αρχίζουμε να λέμε ψέματα - συνειδητά και μη από τα πρώτα χρόνια της ζωής μας. Φράσεις όπως ‘δεν έσπασα εγώ το βάζο’ και ‘πίστεψέ με, έκανα τα μαθήματά μου’ αποτελούν μόνο μερικά από τα πιο συνηθισμένα ψέματα, που αναπόφευκτα έχει πει κάποια στιγμή ο καθένας από εμάς στην παιδική του ηλικία. Το γεγονός αυτό εκ πρώτης όψεως φαίνεται ασήμαντο και μέσα στα όρια της αναμενόμενης συμπεριφοράς ενός παιδιού. Κατά συνέπεια, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι η κοινωνία δείχνει ανεκτικότητα προς τα ‘αθώα’ ψεματάκια, όπως αυτά αποκαλούνται. Αυτό συμβαίνει, γιατί είναι κυρίως ελάσσονος σημασίας και επειδή έχουν πολύ μικρό αντίκτυπο. Τι συμβαίνει όμως με τα ‘σοβαρά’ ψέματα; Λόγου χάρη, όταν κάποιος κρίνει απαραίτητη την επινόηση ενός ψέματος προκειμένου να πετύχει έναν απώτερο σκοπό σε επαγγελματικό, κοινωνικό ή διαπροσωπικό επίπεδο; Μπορεί σε αυτήν την περίπτωση να νίψει τας χείρας του, προβάλλοντας ως δικαιολογία πως ο σκοπός αγιάζει τα μέσα; Όσο και αν προσπαθήσει αυτό το άτομο να δικαιολογήσει τον εαυτό του, δεν μπορεί να αψηφήσει τις συνέπειες που θα επιφέρουν οι πράξεις του. Στην περίπτωση δημιουργίας ενός ‘μεγάλου’ ψέματος, υπάρχει πάντα η ανάγκη επινόησης και ενός δεύτερου ή τρίτου ψέματος για να υποστηριχτεί το αρχικό. Όπως και το να θυμάται όλα τα ψέματα που έχει πει. Σε κάθε περίπτωση, η αποκάλυψη ενός τέτοιου ψέματος είναι αναπόφευκτη και οδυνηρή.

Και χρησιμοποιώ τη λέξη ‘αναπόφευκτη’, γιατί κάποιος που έχει πει ψέματα πάντα προδίδει τον εαυτό του. Αρχικά, η γλώσσα του σώματος είναι ένας μεγάλος κίνδυνος γι’ αυτόν. Παρ’ όλο που χρησιμοποιεί συγκεκριμένες φράσεις και λεξιλόγιο για να κατασκευάσει μία πειστική ιστορία, η γλώσσα του σώματός του θα τον προδώσει, γιατί αυτή δεν μπορεί να ελεγχθεί σε αντίθεση με τα λόγια. Και, όπως είναι φυσικό, μερικοί άνθρωποι τείνουν να λένε ψέματα με μεγαλύτερη ευκολία από άλλους. Πρόκειται για τους ονομαζόμενους παθολογικούς ψεύτες, οι οποίοι αποτελούν και την πιο δεινή κατηγορία. Αυτό συμβαίνει, καθώς, όταν πουν μια ιστορία, πιστεύουν ακράδαντα ότι είναι αλήθεια, και γι’ αυτό το ψέμα γίνεται και πιο πειστικό. Κατά συνέπεια, θα μπορούσαν να χειραγωγούν και να εξαπατούν τους γύρω τους πολύ εύκολα. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν συμβαίνει, διότι αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν τη δυνατότητα να διατηρήσουν μακροχρόνιες σχέσεις και επαγγελματικές συνεργασίες. Τα ψέματα ανέκαθεν ήταν μέρος της ζωής μας. ‘Όμως, πώς θα ήταν μια κοινωνία χωρίς αυτά; Δήμητρα Ζούλη Α1

45


46

Ό,τι θέλω να μοιραστώ Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος

Η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου δεν αφορά απλώς την αστυνομική βία. Ο ρόλος της αστυνομίας αποτελεί πάντα εξάλλου ένα ταμπού στο πλαίσιο της δημοκρατίας. Η 6η Δεκεμβρίου, όμως, δεν είναι κάτι το μεμονωμένο. Το περιστατικό έχει τεράστιες κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις, τις οποίες δύσκολα συνειδητοποιούμε όταν μιλάμε γι’αυτό, ακριβώς επειδή δεν είναι κάτι το τόσο απλό, όσο ένα περιστατικό. Το 2008 λαμβάνει χώρα η περιβόητη χρηματοοικονομική κατάρρευση στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Aπό το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους τράπεζες-κολοσσοί αρχίζουν να καταρρέουν και το κράτος παλεύει ενάντια σε ένα οικονομικό ολοκαύτωμα. Κατά συνέπεια, αντίστοιχα προβλήματα οικονομικής φύσεως ξεπροβάλλουν σταδιακά σε διάφορες χώρες της Δύσης. Εκείνη τη χρονική περίοδο, «ανακαλύπτεται» ξαφνικά στην Ελλάδα ένα χρέος μεγαλύτερο από €240 δισεκατομμύρια. Οι ρυθμοί ανάπτυξης δεν επαρκούν, οι μισθοί δεν αντιστοιχούν στους ρυθμούς του πληθωρισμού και η ανεργία ξεκινά μία άνοδο, η οποία σήμερα βρίσκεται στο 26%. Ταυτόχρονα, μία φούσκα έχει σκάσει και ο κόσμος γίνεται όλο και πιο ανήσυχος. Τι θα συμβεί; Τι πρέπει να αλλάξει; Το άγνωστο της αλλαγής ή, ακόμα καλύτερα, της επικείμενης καταστροφής ασκεί ακόμα μεγαλύτερη πίεση τόσο στην οικονομία, όσο και στο λαό. Στις 6 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου, η δολοφονία του Αλέξανδρου τυλίγει την Αθήνα και άλλες πόλεις στις φλόγες. Μεταφορικά και κυριολεκτικά. Η οργή που υπάρχει και περιμένει να εκραγεί εκφράζεται συσσωρευμένη και ο κύριος αποδέκτης αυτής είναι το αστυνομικό σώμα. Πορείες ξεκινούν σε διάφορα σημεία της πρωτεύουσας και άλλων πόλεων, παράλληλα με βίαιες συγκρούσεις και καταστροφές. Η κατάσταση αυτή διαρκεί τρεις ολόκληρες μέρες.

Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης δεν χάνουν την ευκαιρία και προχωρούν σε σειρά από δημοσιεύματα που μερικές φορές ξεφεύγουν και από την πραγματικότητα. Ο μισός ελληνικός πληθυσμός είναι καθηλωμένος στις οθόνες του και απορροφά με περιέργεια και τρόμο αυτά που προβάλλονται. Δολοφονία ισούται με προπαγάνδα συν αύξηση τηλεθέασης και όλο στο τετράγωνο. Ο Αλέξανδρος μετατρέπεται σε Αλέξης και τα επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας σε εξέγερση από τα ξένα δίκτυα. Η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, επομένως, έγινε αφορμή για να εκφραστεί η ανησυχία, η επιθυμία για αλλαγή, η εξαθλίωση και η αγανάκτηση του κόσμου ως προς τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες στη χώρα. Κατά κάποιο τρόπο, έδειξε και την ανικανότητα του κοινωνικού συνόλου να συμβιβάσει τα προσωπικά του συμφέροντα και στόχους για ένα κοινό σκοπό. Είναι πραγματικά ένα γεγονός, το οποίο θα μπορούσε να αποτελεί καθοριστικό παράγοντα κοινωνικής αλλαγής. Κι όμως, μετά από τέσσερα χρόνια, βρισκόμαστε πιο χαμηλά από τότε. Αλλά έγραψα αυτό το κείμενο στον ενεστώτα, γιατί πάντα υπάρχει χρόνος για αλλαγή. Θάνος Δουκάκης ΙΒ1


Βγήκαμε και είδαμε

«Αχ, Αυτά τα Φαντάσματα»

του Εντουάρντο ντε Φιλίππο

Απόγευμα Τετάρτης και το θέατρο Βρετάνια στην Πανεπιστήμιου έχει γεμίσει από κόσμο. Επιτέλους, βρήκα και εγώ την ευκαιρία να πάω να δω μια παράσταση, για την οποία είχα ακούσει πολλά. Μπαίνοντας στο θέατρο, βλέπεις το εντυπωσιακό σκηνικό ενός ναπολιτάνικου μεγάρου να δεσπόζει στη σκηνή και ήδη πριν ξεκινήσει η παράσταση – αλλά και από τα πρώτα λεπτά του έργου – νιώθεις να αφήνεις πίσω σου την Αθήνα και να μεταφέρεσαι κάποια χρόνια πίσω στη Νάπολη της Ιταλίας. Παρά το γεγονός ότι το έργο είναι από τα πολύ γνωστά του Εντουάρντο ντε Φιλίππο, ομολογώ πως δεν το είχα διαβάσει και έτσι θα ήταν η πρώτη φορά που θα το έβλεπα. Αν και κατηγοριοποιείται ως κωμωδία (και σίγουρα είναι σε μεγάλο βαθμό), ο Ιταλός συγγραφέας καταφέρνει να αφήσει συγχρόνως στο θεατή και μια γεύση πικρίας, να τον προβληματίσει για την απληστία και τον εγωισμό της ανθρώπινης φύσης. Τα φαντάσματα που αναφέρονται στον τίτλο δεν αφορούν πραγματικά φαντάσματα, αλλά μεταφορικά φαντάσματα, τα φαντάσματα εκείνα που όλοι έχουμε μέσα στην ψυχή μας και που στην ουσία είναι πολύ χειρότερα από οποιαδήποτε άλλα. Οι χαρακτήρες του έργου είναι άνθρωποι που βασίζουν τη ζωή τους στο χρήμα, άνθρωποι ‘τραυματισμένοι’ που δεν ξέρουν – ή φοβούνται – να εκφράσουν την αγάπη τους και τα συναισθήματά τους στους ανθρώπους της ζωής τους. Σχέσεις χωρίς αγάπη, απληστία, μίσος, εγωισμός και απιστία είναι κάποια από τα στοιχεία που συνθέτουν τα φαντάσματα των χαρακτήρων του έργου. Θεωρώ ότι είναι ένα αριστουργηματικό έργο, το οποίο, ειδικά σήμερα, έχει να πει πολλά για τους ανθρώπους εκείνους που ζουν ‘παγιδευμένοι’ και ‘στοιχειωμένοι’ από ανύπαρκτα φαντάσματα, τα οποία δεν τους επιτρέπουν να δουν την αλήθεια που βρίσκεται μπροστά στα μάτια τους. Για μια καλή παράσταση, ωστόσο, ένα καλό έργο από μόνο του δεν αρκεί! Στη συγκεκριμένη, όμως, περίπτωση, μπορώ με σιγουριά να πω πως όλα τα στοιχεία δουλεύουν στην εντέλεια και το αποτέλεσμα είναι κάτι παραπάνω από καλό! Εκείνο που με εντυπωσιάζει πάντα στις παραστάσεις του Γιάννη Κακλέα είναι η αισθητική που έχουν. Το να πάρεις απλώς ένα έργο και να βάλεις πέντε ηθοποιούς να το παίξουν πάνω σε μια σκηνή για μένα δεν είναι θέατρο. Αντίθετα, αυτό που παρατηρείς σε όλη τη διάρκεια της παράστασης είναι πως υπάρχει μια ιδέα, υπάρχει σκέψη και έμπνευση πίσω από το κείμενο. Τα εντυπωσιακά σκηνικά του Μανόλη Παντελιδάκη και τα εμπνευσμένα κοστούμια της Ειρήνης Τσακίρη λειτουργούν και δένουν εξαιρετικά με τη σκηνοθεσία του Γιάννη Κακλέα, δίνοντας στο έργο μια πολύ ιδιαίτερη – και σουρεαλιστική – αισθητική. Τον κεντρικό ρόλο του χρεοκοπημένου Πασκουάλε, που πηγαίνει να ζήσει στη φημολογούμενη στοιχειωμένη βίλλα με τα φαντάσματα, κρατάει ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, ο οποίος υπηρετώντας ένα είδος που του ταιριάζει όσο σε λίγους, φέρνει εις πέρας το ρόλο του με τρομερή μαεστρία. Όλοι οι ηθοποιοί, όμως, συνθέτουν μια σειρά από πολύ ενδιαφέρουσες –κωμικοτραγικές– παρουσίες που ενισχύουν την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα της παράστασης και προσφέρουν, εκτός από στιγμές γέλιου, σκέψεις και προβληματισμούς για τη συμπεριφορά τους. Κλείνοντας, λοιπόν, είναι μια παράσταση που σίγουρα προτείνω, τόσο για το πολύ ωραίο έργο του Εντουάρντο ντε Φιλίππο, όσο και για την εξαιρετική δουλειά όλων των συντελεστών. Βγαίνοντας από το θέατρο Βρετάνια εκείνο το βράδυ της Τετάρτης, χαμογελούσα για πρώτη φορά μετά από μία πολύ δύσκολη ημέρα. Χαμογελούσα, όχι γιατί δεν είχα προβληματιστεί από τα μηνύματα που περνούσε ο συγγραφέας μέσα από τους ακραίους χαρακτήρες του, αλλά γιατί είχα δει μια παράσταση που είχε να προτείνει κάτι, είχα δει ανθρώπους που είχαν δουλέψει ομαδικά και με όρεξη για να δώσουν κάτι στο θεατή. Τελικά, μπορεί αληθινά φαντάσματα να μην υπάρχουν, όμως ο καθένας μας έχει τα δικά του προσωπικά φαντάσματα, τα οποία τις περισσότερες φορές είναι δύσκολο να τα καταπολεμήσει και, ακόμα πιο δύσκολο, να τα νικήσει. Έμιλυ Λουΐζου ΙΒ2

47


48

«Κάθε Πέμπτη Κύριε Γκρην»

Βγήκαμε

του Τζεφ Μπάρον

Πρόκειται για ένα από τα πιο σημαντικά έργα του σύγχρονου παγκόσμιου θεατρικού ρεπερτορίου, γραμμένο από τον πολυβραβευμένο Αμερικανό συγγραφέα Τζεφ Μπάρον το 1996. Ένας νέος έχει χτυπήσει μετά από επικίνδυνη οδήγηση με το αυτοκίνητό του έναν ηλικιωμένο κύριο. Με δικαστική απόφαση είναι υποχρεωμένος να τον επισκέπτεται κάθε Πέμπτη για ένα εξάμηνο και να τον φροντίζει. Αρχικά, η αναγκαστική συνύπαρξη των δύο ατόμων ξεκινά με συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις. Ο κ. Γκρην είναι ιδιόρρυθμος και μοναχικός, ενώ ο νέος Ρος φιλόδοξος και δραστήριος. Τις πρώτες φορές ο κ. Γκρην δυσανασχετεί και ενοχλείται από την παρουσία του νεαρού Ρος. Όμως, σιγά σιγά, πλησιάζει ο ένας τον άλλο, έρχονται πιο κοντά και μοιράζονται τα προβλήματά τους. Έτσι, έρχεται στην επιφάνεια το ζήτημα της μοναξιάς, της απόρριψης, της απομόνωσης. Στο τέλος, οι δύο αυτοί άνθρωποι, αν και ανήκουν σε διαφορετικές γενιές, θα αναπτύξουν μία ειλικρινή σχέση και θα βοηθήσουν ουσιαστικά ο ένας τον άλλο. Πρόκειται για ένα έργο ανθρώπινο, τρυφερό, ευαίσθητο, με χιούμορ, σκληρές αλήθειες και εναλλαγές συναισθημάτων. Τους δύο ρόλους ερμηνεύουν έξοχα οι Γιώργος Μιχαλακόπουλος, που σκηνοθετεί και το έργο, και ο Τάσος Ιορδανίδης.

Μετά το τέλος της παράστασης ο κ. Γιώργος Μιχαλακόπουλος έδωσε για το ΕΚΚΡΕΜΕΣ την παρακάτω συνέντευξη: Αυτή την περίοδο ανεβάζετε το θεατρικό έργο «Κάθε Πέμπτη κ. Γρην». Γιατί επιλέξατε αυτό το έργο; Καταρχάς, πρόκειται για ένα έργο του Τζεφ Μπάρον που είχα πρωτοδεί στη Ν. Υόρκη με τον Eli Wallach (Ο Kαλός, ο Kακός και ο Άσχημος). Με ενθουσίασε το έργο και νομίζω ότι θα ενδιέφερε το αθηναϊκό κοινό. Τo είχα ανεβάσει και πριν δεκατρία χρόνια, αρχικά στις Ροές και μετά στο Θέατρο Βασιλάκου με τον Γεράσιμο Σκιαδαρέση. Αυτό πήγε τρία χρόνια. Τώρα, επανερχόμαστε με καινούργια διανομή, γιατί νομίζω ότι το έργο είναι πιο επίκαιρο. Και είναι πιο επίκαιρο, γιατί τελευταία τα θέματα που αφορούν την αποδοχή της διαφορετικότητας είναι οξυμένα. Εδώ έχουμε ένα έργο που αποδέχεται τελικά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του καθένα μας. Κάποια στιγμή πρέπει οι άνθρωποι να συνεννοούνται μεταξύ τους. Αυτό το βλέπουμε καθαρά στο έργο με το γέρο και το νέο. Στο τέλος, πέφτουν τα ταμπού, πέφτουν τα τείχη και αυτή είναι και η ομορφιά του έργου. Το έργο σαν φόρμα παίζει στο «κρύο» και στο «ζεστό», έχει τα κωμικά του στοιχεία, έχει τα δραματικά του στοιχεία, έχει ταχύτατους ρυθμούς και αυτό κάνει το θεατή να παρακολουθεί το οδοιπορικό ενός έργου που σχεδόν έχει μία κινηματογραφική εναλλαγή λόγω των εννέα σκηνών. Είναι οι εννέα επισκέψεις του νεαρού στο σπίτι του κ. Γκρην. Οι επισκέψεις αυτές κάθε Πέμπτη γίνονται, επειδή έχει δικαστική υποχρέωση να το κάνει. Εκτίει μία κοινωνική ποινή, ο δικαστής τον υποχρέωσε να τον επισκέπτεται και να τον φροντίζει μία φορά την εβδομάδα, κάθε Πέμπτη. Αυτές οι Πέμπτες μάς ξετυλίγουν τις προσωπικότητες και των δύο και βλέπουμε μια ολόκληρη ζωή και μια ολόκληρη κοινωνία μέσα από αυτούς τους δύο ανθρώπους. Είναι ιδιαίτερα γοητευτικό για το θεατή, γιατί ο καθένας κάτω στην πλατεία έχει τα δικά του χαρακτηριστικά, τα δικά του βιώματα, τις δικές του πίκρες, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει στην οικογένειά του ή στον περίγυρό του. Από αυτή την άποψη, το έργο είναι οικείο. Αυτή νομίζω ότι είναι και η γοητεία του έργου, που παίζει με το κωμικό, το τραγικό και το δραματικό.


και είδαμε

49

Μπορούμε να πούμε ότι αναφέρεται στους ομοφοβικούς; Βεβαίως παίζει με τους ομοφοβικούς, ότι δεν μπορούμε να δεχτούμε άλλους, ότι εμείς είμαστε το κέντρο. Ακόμα και με τους μετανάστες παίζει. Άμα ανοίξεις τη βεντάλια, θα δεις ότι πάει παντού. Είσαστε από τους πιο καταξιωμένους Έλληνες ηθοποιούς. Πώς βλέπετε το ρόλο του θεάτρου στην πνευματική ζωή της χώρας; Δεν θα πρωτοτυπήσω. Είναι γνωστό ότι το θέατρο είναι κοινωνικό εργαλείο, αρκεί να υπηρετείται σωστά. Πιστεύω ότι αποτελεί πολιτική πράξη, πολιτική όχι με την έννοια της στρατευμένης πράξης, της αφίσας, αλλά με την ουσιαστική έννοια, που ανοίγει τα μάτια στο θεατή κάτω στην πλατεία και τον αφήνει κριτικά να επιλέγει. Το θέατρο με την εικαστική φόρμα της γραφής του, με τη φόρμα της υποκριτικής, δίνει την ευκαιρία στον πολίτη, στο θεατή να ανοίξει ‘’τα παράθυρά του’’ και να οξυγονωθεί ο εγκέφαλός του. Ποια πρέπει να είναι, κατά τη γνώμη σας, η στάση των διανοουμένων και των καλλιτεχνών απέναντι στη σημερινή πραγματικότητα; Νομίζω ότι πρέπει να βρίσκονται μπροστά, πρέπει να λειτουργούν με όποια εφόδια διαθέτουν. Η τέχνη είναι ένα κοινωνικό εργαλείο πολύ αποτελεσματικό από αρχαιοτάτων χρόνων. Στην πολύχρονη διαδρομή σας έχετε ανεβάσει πληθώρα αξιόλογων έργων. Τι στάθηκε για σας το θέατρο; Η ουσία της ζωής μου. Με βελτίωσε ως άνθρωπο, μου άνοιξε τα ‘’παράθυρά μου’’, είδα αγωνίες ανθρώπινες, κοινωνικές, ιδιαίτερες, για τις οποίες μπορεί να ήμουν ανυποψίαστος. Ασχολήθηκα με τον άνθρωπο, ασχολήθηκα με την αισθητική, ασχολήθηκα με κείμενα. Όλα αυτά είναι ένας πλούτος που τον φέρνω μέσα μου και δεν είναι ένας πλούτος μοναχικός, γιατί προσπάθησα να τον μεταλαμπαδεύσω σε κάποια πλατεία. Εφόσον είχα καλή επικοινωνία, αυτό ήταν για μένα ιδιαίτερη χαρά. Έβρισκα από κάτω ανθρώπους που είχαν τις ίδιες αγωνίες. Δεν χρειάζεται να είσαι καλλιτέχνης για να είσαι ευαίσθητος. Υπάρχουν και κάτω στην πλατεία άνθρωποι πολύ πιο ευαίσθητοι από αυτούς που είναι πάνω στη σκηνή. Όταν βρεις το σωστό μονοπάτι επικοινωνίας, η συμπόρευση θεατή και καλλιτέχνη είναι εκπληκτική. Ποιος είναι ο πιο σημαντικός σταθμός στην καλλιτεχνική σας πορεία; Η συνάντησή μου με το δάσκαλό μου, τον Κάρολο Κουν. Είναι γνωστό ότι ο Κάρολος Κουν ήταν ένα μεγαθήριο καλλιτέχνη, ένας πολύ μεγάλος δάσκαλος. Δεν ήταν για τα ελληνικά μέτρα μόνο, ήταν στην παγκόσμια σκηνή πολύ μεγάλος και εγώ ευτύχησα να τον έχω δάσκαλο. Ας κάνουμε μια αναδρομή στα νεανικά σας χρόνια. Τι σας ώθησε να ασχοληθείτε με το θέατρο και το επάγγελμα του ηθοποιού; Αυτό ήταν κάτι εντελώς τυχαίο. Ήμασταν μια ιδιαίτερη τάξη. Πήγαινα στο 5ο Γυμνάσιο Αρρένων στα Εξάρχεια. Συνέπεσε εκείνη η χρονιά να έχει πολλά παιδιά που έδειχναν πολύ ενδιαφέρον για την τέχνη γενικά. Συμμαθητής μου ήταν ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Γιάννης Φέρτης, δυο τάξεις πιο κάτω ο σκηνογράφος Διονύσης Φωτόπουλος, ο Ασημακόπουλος ο κιθαρίστας, ο Θεόδωρος Καλλιφατίδης, που είναι καθηγητής στη Σουηδία. Ήμασταν μία τάξη που άνθιζε. Κάναμε κάποιες παραστάσεις στο σχολείο. Αυτό ήταν το έναυσμα και οι περισσότεροι από μας κατεβήκαμε στο Θέατρο Τέχνης. Τι θα συμβουλεύατε τους νέους που θέλουν να ασχοληθούν επαγγελματικά με το θέατρο; Να το σκεφτούν πολύ. Γιατί δεν είναι μόνο η γοητεία των φώτων και των προβολέων, που φυσικό είναι να γοητεύουν τους νέους. Το θέατρο έχει πόνο, έχει πίκρες, απογοητεύσεις και απαιτεί ιδιαίτερες ικανότητες και πολλή άσκηση. Εκ μέρους του περιοδικού, σας ευχαριστούμε πολύ για το χρόνο που μας αφιερώσατε και σας ευχόμαστε ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ. Και εγώ σας ευχαριστώ. Θάνος Παπαδούδης Β2


50

«Οι Παραθεριστές»του Maxim Gorky

Βγήκαμε

Την Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012 είχα τη χαρά να παρακολουθήσω ένα πολύ ενδιαφέρον θεατρικό έργο, τους Παραθεριστές του Maxim Gorky, που παρουσιάστηκε μόνο για 5 μέρες στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Ήταν μία παραγωγή της βέλγικης ομάδας tgSTAN. Η παράσταση ήταν στα γαλλικά με ελληνικούς υπέρτιτλους. Οι Παραθεριστές είναι ένα πολύ σημαντικό έργο, το οποίο, αν και γραμμένο στις αρχές του 20ου αιώνα, λίγο πριν τη ρωσική επανάσταση, χαρακτηρίζεται από διαχρονικότητα. Πράγματι, μου έκανε εντύπωση πώς τα μηνύματα του έργου αφορούν και την εποχή μας. Σε αυτό συμβάλλει ιδιαίτερα κι η απουσία του πολιτικού στοιχείου από την παράσταση. Για να πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Το έργο αφορά ανθρώπους από την αριστοκρατική τάξη, που πηγαίνουν το καλοκαίρι διακοπές στις εξοχικές κατοικίες τους. Απομονώνονται εντελώς από την πραγματικότητα και ειδικά σε μία περίοδο κοινωνικοπολιτικής αναταραχής. Ο κάθε χαρακτήρας έχει τη δική του ιστορία. Τελικά, όμως, όλες συνδέονται με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο. Η Μαρί είναι παντρεμένη, αλλά παράλληλα ερωτευμένη με τον συγγραφέα, που τον πρωτογνώρισε μέσα από τα βιβλία του. Όσο τον συναναστρέφεται, όμως, καταλαβαίνει ότι κι εκείνος δεν είναι διαφορετικός από τους άλλους κι απογοητεύεται. Ο νεαρός της παρέας είναι ερωτευμένος με μία αρκετά μεγαλύτερή του γυναίκα, η οποία, ενώ μοιράζεται τα αισθήματά του, δεν ενδίδει λόγω της διαφοράς ηλικίας. Ακόμη, μία γυναίκα απατάει ασύστολα τον άντρα της και ζει έναν παθιασμένο έρωτα με τον εραστή της, ενώ, αντίθετα, μία άλλη παραπονιέται διαρκώς για τα παιδιά της, που δεν της αφήνουν ελεύθερο χρόνο και για τον άντρα της, που πίνει και είναι τζογαδόρος. Όλοι, λοιπόν, φαίνεται να έχουν χαθεί μέσα στο μικρόκοσμό τους. Δεν ξέρουν πού πάνε και ποιο είναι το νόημα της ζωής. Η ζωή τους χαρακτηρίζεται από απάθεια κι αδιαφορία. Η Μαρί είναι ίσως ο μοναδικός χαρακτήρας του έργου, που φιλοσοφεί ιδιαίτερα τη ζωή της, σκέφτεται τις χαμένες ευκαιρίες και την αδράνεια που τη χαρακτηρίζει. Οι ηθοποιοί ήταν εξαιρετικοί. Η παράσταση ήταν μινιμαλιστική, ευχάριστη και ιδιαίτερα χιουμοριστική. Βέβαια, υπήρχαν ορισμένες εντάσεις μεταξύ των χαρακτήρων, που ήταν απαραίτητες προκειμένου να αποφευχθεί η μονοτονία. Φαίνεται ότι ήταν όλοι εντελώς αποκομμένοι από τις κοινωνικές αλλαγές που λάμβαναν χώρα εκείνη την περίοδο. Ενδιαφέρονταν μόνο για τη θέση τους στην κοινωνία. Ωστόσο, όπως προανέφερα, στην παράσταση δεν υπάρχει κανένα πολιτικό στοιχείο, ώστε να γίνεται ξεκάθαρη η εποχή που βρισκόμαστε. Αυτοί είναι οι παραθεριστές, αλλά τελικά γινόμαστε εμείς! Στην καθημερινότητά μας, συμβαίνουν τόσες αλλαγές, τις οποίες σπανίως αντιλαμβανόμαστε. Η διάσημη δικαιολογία ‘θέλω, αλλά δεν μπορώ’, κυριαρχεί στο έργο και, κατά τη γνώμη μου, στις ζωές μας. Συνήθως, όταν είμαστε ικανοποιημένοι με τη θέση μας, δεν μας ενδιαφέρει να κάνουμε αλλαγές, ακόμη κι αν το απαιτεί η εποχή που ζούμε. Το θέμα, όμως, είναι, που πιθανώς αποτελεί και το μήνυμα του έργου, ότι πρέπει να αφυπνιστούμε, πρέπει να δράσουμε, πρέπει να γίνει αλλαγή. Είναι απαραίτητο να ξεφύγουμε από μία κοινωνική και ταυτόχρονα ιδεολογική κρίση. Θεοδώρα Βαρελίδη – Στρατή ΙΒ1


και είδαμε

51

«Η Οδύσσεια» του Robert Wilson Το ταξίδι του Οδυσσέα μας ξετυλίγει φέτος ο Bob Wilson μέσα από τη δική του μοναδική και αξιοθαύμαστη ματιά. Η παράσταση μάς ταξιδεύει σ’ ένα άλλο κόσμο, όπου τα συναισθήματα και τα γεγονότα περιγράφονται περισσότερο μέσα από τη μουσική, τα φώτα, τις κινήσεις και τα σκηνικά παρά μέσα από τα λόγια των ηθοποιών. Πιο συγκεκριμένα, θα νιώσουμε συναισθήματα θυμού και έντασης, όχι μόνο από τον τρόπο ερμηνείας των ηθοποιών, αλλά και λόγω των έντονων και ξαφνικών φωτισμών που θα χρησιμοποιηθούν για δευτερόλεπτα στη σκηνή, αναπαριστώντας τους κεραυνούς του Δία, καθώς και από τη μαγική μουσική που θα συμπληρώνει ολόκληρη τη σκηνή. Τη θλίψη και την κούραση θα τις κατανοήσουμε μέσα από τη σκιά στα πρόσωπα των ηρώων, την απαλή και ήπια μουσική και το σκούρο φόντο που θα τους πλαισιώνει. Λόγια δεν υπάρχουν πολλά, αλλά σκηνές αρκετές και διαφορετικές, όπως και τα σκηνικά που είναι πλούσια και εναλλακτικά, κάτι που δεν συναντάμε συχνά στο ελληνικό θέατρο. Η παράσταση αποτελεί ένα μέσο μετάδοσης της σημασίας του ταξιδιού, της πίστης, της υπομονής, της αγάπης και του αγώνα, αφού μάλιστα πρόκειται να ταξιδέψει και εκτός Ελλάδας, με πρώτο προορισμό τη γειτονική Ιταλία. Ο διευθυντής του Picollo Teatro Di Millano – Teatro Europa, όπου και πρόκειται να φιλοξενηθεί η παράσταση, γράφει για την Οδύσσεια: «Είναι ένα ταξίδι με συνεχή αναζήτηση για μια πιθανή Ιθάκη. Και, εάν η Ιθάκη είναι ο τελικός σκοπός, όπως γράφει ο Κωνσταντίνος Καβάφης, τότε: να εύχεσαι να είναι μακρύς ο δρόμος, γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις. Είναι η μόνη αξία που πρέπει να κληροδοτήσουμε στους νέους ανθρώπους».

Στο πλαίσιο της παράστασης συνάντησα τον πιανίστα Θοδωρή Οικονόμου, συνθέτη και αποκλειστικό μουσικό της θεατρικής παράστασης. Με ποια κριτήρια επέλεξε ο Bob Wilson εσάς για να γράψετε και να εκτελέσετε τη μουσική του θεατρικού του έργου; Ο Bob Wilson από την αρχή έψαχνε ένα συνθέτη που να παίζει πιάνο, μιας και η ιδέα του ήταν να υπάρχει πρωτότυπη μουσική στην παράσταση, η οποία να εκτελείται ζωντανά σε κάθε παράσταση από τον ίδιο το συνθέτη. Το Εθνικό Θέατρο συγκέντρωσε στην αρχή δοκιμαστικά demo από αρκετούς Έλληνες και ξένους συνθέτες, οι οποίοι είχαν συνεργαστεί με το Εθνικό στο παρελθόν. Ο Wilson επέλεξε πέντε απ’ αυτούς και έκανε μία οντισιόν, στην οποία ο κάθε συνθέτης έπαιξε πιάνο αυτοσχεδιάζοντας. Στη δική μας συνάντηση, μου ζήτησε να αυτοσχεδιάσω, κλείνοντας τα μάτια μου και παρακολουθώντας μία εικονική ταινία. Δηλαδή, μου ζήτησε να ξεδιπλώσω τη φαντασία μου. Αισθάνθηκα πολύ ελεύθερος, έπαιζα για μία ώρα μόνος μου ό,τι ήθελα. Μία ώρα μετά με ειδοποίησαν ότι είχε επιλέξει εμένα να γράψω τη μουσική της Οδύσσειας. Χάρηκα τρομερά. Πώς εμπνευστήκατε για να γράψετε τη μουσική; Ο Bob Wilson επέλεξε να κάνει ένα παραμύθι για μικρούς και μεγάλους. Αυτός ο μάγος της εικόνας στα 71 του χρόνια εξακολουθεί να είναι πηγή έμπνευσης για όλους του τους συνεργάτες. Τι καλύτερο μπορούσα να φανταστώ από το να είμαι με το πιάνο μου μπροστά στη σκηνή και να βλέπω να δημιουργούνται παραμυθένιες εικόνες, τις οποίες πρέπει να ντύσω με μουσική; Μαγεία! Πώς ήταν η συνεργασία σας με τον Bob Wilson; Σε τι διαφέρει από τους υπόλοιπους σκηνοθέτες; Η συνεργασία μας ήταν πολύ αληθινή και αυτό είναι το πιο σημαντικό για εμένα. Μόνο μέσα από την αλήθεια μπορεί να βγει κάτι ουσιαστικό. Ο Wilson ξέρει τι θέλει, έχει τον τρόπο να στο εξηγήσει, δεν προσπαθεί να σου επιβάλει κάτι, ξέρει πώς να αξιοποιήσει το εκατό τοις εκατό των συνεργατών του και όλα αυτά με ευγένεια και σεβασμό. Κάθε παράσταση είναι ίδια με την προηγούμενη; Οι παραστάσεις του Bob Wilson είναι πολύ ανατρεπτικές. Όλη του η έγνοια είναι να δημιουργήσει ένα τελείως διαφορετικό σύμπαν πάνω στη σκηνή μέσα από μία πολύ συγκεκριμένη φόρμα πάνω στην οποία δουλεύει. Αυτή η φόρμα είναι πολύ αυστηρή και όλα και όλοι πρέπει να λειτουργούμε σε κάθε παράσταση με έναν υποδειγματικό επαγγελματισμό, ώστε να μην διαλυθεί αυτός ο τόσο διαφορετικός κόσμος που έχουμε φτιάξει. Χρειάζεται καθημερινή υποστήριξη του έργου σου, εάν σέβεσαι τον εαυτό σου, την παράσταση που υπηρετείς και, κατά συνέπεια, και το κοινό που έρχεται να σε δει. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια, όμως, κάθε μέρα ο ένας παίρνει από τον άλλο και η παράσταση αναπνέει διαφορετικά, χωρίς όμως να «τσαλακώνεται» ο αρχικός της ιστός. Αυτή, άλλωστε, είναι η διαφορά του θεάτρου από το σινεμά. Ποια είναι η ανταπόκριση του κοινού σ’ αυτή τη διαφορετική εκτέλεση της Οδύσσειας; Ο Bob Wilson κάνει θέατρο για όλο τον κόσμο. Δεν τον αφορούν μόνο οι ειδικοί και οι γνώστες του χώρου. Αυτό το κοινό το έχει ήδη κερδίσει. Ο ενθουσιασμός του κοινού κάθε βράδυ είναι μεγάλος και συγκινητικός. Κάποιοι έχουν τις ενστάσεις τους για το πώς χρησιμοποιήθηκε ο ομηρικός λόγος, κάποιοι περίμεναν κάτι πιο επικό ως αποτέλεσμα. Το αυτονόητο είναι ο εχθρός του Wilson. Η φαντασία του ευτυχώς τους ξεπέρασε. Αυτός ο πολύ σημαντικός σκηνοθέτης επέλεξε σ’ αυτή την πολύ δύσκολη στιγμή για τη χώρα να ανεβάσει μία παράσταση ανάλαφρη, γεμάτη χρώμα, με χιούμορ, με μία εικαστικότητα πολύ υψηλού επιπέδου και με κάποιες κρυφές ρωγμές που ο καθένας, όσο μπορεί, τις ανακαλύπτει. Βρίσκω ευφυές όλο το εγχείρημα. Τι κερδίσατε απ’ αυτή τη συνεργασία; Είμαι πολύ τυχερός που γνώρισα και συνεργάστηκα μ’ έναν από τους σημαντικότερους ανθρώπους του θεάτρου σε μία παράσταση που θα ταξιδέψει στις σημαντικότερες αίθουσες του κόσμου. Η περίοδος των προβών θα μείνει για πάντα στο μυαλό μου και, νομίζω, θα ανατρέχω σ’ αυτές τις μέρες σε κάθε δύσκολη περίοδο της ζωής μου, αντλώντας δύναμη. Έμαθα να ρισκάρω, να έχω περισσότερη εμπιστοσύνη στον εαυτό μου, να παίζω, να ακούω και να βλέπω με όλο μου το σώμα κάθε στιγμή. Σας ευχαριστώ πολύ.

Έλυα Τσουβελεκάκη ΙΒ1


2ο ΤΕΥΧΟΣ ΑΦΙΕΡΩΜΑ: ΟΙ ΤΟΙΧΟΙ ΓΡΑΦΟΥΝ ΤΙΣ ΔΙΚΕΣ ΤΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.