Το άλογο στην ποίηση και στη λογοτεχνία

Page 1

Σο άλογο ςτην ποίηςη και ςτη Λογοτεχνία Σα άλογα ςτο ζποσ τησ Ιλιάδασ Σο άλογο, τα είδη του, οι περιοχζσ εκτροφήσ του και η αξία του Ανάμεςα ςτα πρϊτα άγρια ηϊα που εξθμερϊνει ο άνκρωποσ είναι και το άλογο (ίπποσ). Είναι ηϊο όμορφο, γριγορο, περιφανο, πιςτό ςτον άνκρωπο και με ιςχυρι μνιμθ. Ηει κοντά του και τον ςυντροφεφει ςτθ δουλειά, ςτο κυνιγι, ςτο ταξίδι, ςτον πόλεμο, ςτθ χαρά και τθ λφπθ. Αγαπά τον άνκρωπο, αφοςιϊνεται ς' αυτόν και γιϋαυτό βρίςκει και τθν αντίςτοιχθ ανταπόκριςθ από τον άνκρωπο. Θ αγάπθ και θ εκτίμθςθ ανάμεςα ςτο άλογο και τον άνκρωπο είναι αμοιβαία. Ο Πμθροσ, κζλοντασ να εξάρει τισ αρετζσ του αλόγου, αναφζρεται ςυχνά ς' αυτό. Θ λζξθ ίπποσ, ςε όλεσ τισ πτϊςεισ, μνθμονεφεται 250 φορζσ. Με τον τρόπο αυτό ο ποιθτισ δείχνει όχι μόνο τθ ςυμπάκειά του ςτα ωραία ηϊα αλλά και το καυμαςμό του γι' αυτά. Αναφερόμενοσ ςτισ κατθγορίεσ αλόγων που γνωρίηει, διακρίνει τα άλογα ςε κοινά και ςε ακάνατα, ενϊ ταυτόχρονα προςδιορίηει και τισ περιοχζσ εκτροφισ των, που είναι: θ Αργολίδα, από όπου προζρχονται τα άλογα του Εχζπωλου και του Διομιδθ, θ Κεςςαλία και θ Ριερία, από όπου προζρχονται τα άλογα του Αχιλλζα και του Εφμθλου αντίςτοιχα, θ Κράκθ, από όπου προζρχονται τα λαμπρά άλογα του ΢ιςου, χωρίσ, βζβαια, να λθςμονεί τθν Θλεία και τθ Μεςςινθ, από όπου προζρχονται οι 150 ξανκζσ φοράδεσ, τισ οποίεσ φζρνει πίςω ςτθν Ρφλο ο Νζςτωρασ, μετά από νικθφόρα εκςτρατεία ςτθν περιοχι. Κατά τον ποιθτι, τα κοινά άλογα υπθρετοφν τουσ κνθτοφσ ανκρϊπουσ, ενϊ τα ξεχωριςτά, τα ακάνατα τουσ κεοφσ και τουσ βαςιλιάδεσ, όπωσ είναι τα άλογα του Αχιλλζα, δϊρα του Ροςειδϊνα ςτον Ρθλζα, προικιςμζνα με ανκρϊπινθ λαλιά και ςυναιςκιματα.

Ο Αχιλλζασ μιλά με περθφάνια για τα δικά του άλογα και τα χαρακτθρίηει γριγορα και ακάνατα, δϊρα των κεϊν."Ρόςο πιο γριγορα είναι τα δικά μου άλογα, το ξζρετε,γιατί είναι ακάνατα, δϊρο του Ροςειδϊνα ςτον Ρθλζα,τον πατζρα μου, κι εκείνοσ πάλι τα χάριςε ς' εμζνα"(Ψ 276-278).


Θ χρθςιμοποίθςθ του αλόγου από τον άνκρωπο ςτθν ομθρικι εποχι κεωρείται άκρωσ αναγκαία και ωφζλιμθ, γι' αυτό και ο ποιθτισ επιςθμαίνει τθν προςφορά του, τόςο ςτον καιρό τθσ ειρινθσ, όςο και ςτον καιρό του πολζμου. Κάτι που αποδεικνφεται περίτρανα από τθν υπόςχεςθ του Αγαμζμνονα ςτον Αχιλλζα, ςτον οποίο προςφζρει, εκτόσ των άλλων πλοφςιων δϊρων, και δϊδεκα άλογα ςτεφανθφόρα που νίκθςαν ςε αγϊνεσ, για να ςταματιςει τθν οργι του και να κατεβεί ςτον πόλεμο. ".............δϊδεκα δ' ίππουσ πθγοφσ, αεκλοφόρουσ, οι αζκλια ποςςίν άροντο" " Κα του δϊςω....και δϊδεκα άλογα γερά,ακλοφόρα, που ζχουν κερδίςει ςτο τρζξιμο βραβεία". Ρρόκειται για αργίτικα άλογα με προϊςτορία λαμπρι. Ζχουν νικιςει ςε αγϊνεσ αρματοδρομίασ. Ρρόκειται για αξιόλογα άλογα και όχι για άλογα τθσ ςειράσ. Κι όμωσ ο ποιθτισ δεν αποκαλφπτει όλθ τθν αλικεια γιϋαυτά, αφοφ δε διευκρινίηει ςε ποιεσ αρματοδρομίεσ ζλαβαν μζροσ και νίκθςαν τα άλογα αυτά. Γιατί, αν νίκθςαν ςε αρματοδρομίεσ που ζγιναν ςτθν Ελλάδα, τότε πρόκειται για γζρικα άλογα, άνω των δζκα ετϊν, για άλογα ςχεδόν άχρθςτα, αν όμωσ ζλαβαν μζροσ ςε αγϊνεσ που ζγιναν ςτα χρόνια του τρωικοφ πολζμου, τότε τα άλογα είναι νεαρά ςτθν θλικία και επομζνωσ αξιόλογα. Ο ποιθτισ όμωσ ςιωπά!

Η δράςη των αλόγων ςτον πόλεμο. Ο πολεμιςτήσ και ο ηνίοχοσ Τα άλογα ςτθν Λλιάδα περιγράφονται να παίρνουν κυρίωσ μζροσ ςτον πόλεμο ηεμζνα δφο μαηί ςε δίτροχο πολεμικό άρμα, όπου επιβαίνουν ο πολεμιςτισ και ο θνίοχοσ του άρματοσ, ι να ςζρνουν το άρμα κάποιου κνθτοφ ι κεοφ, όπωσ τα άλογα του Ροςειδϊνα. Τα πολεμικά άρματα χρθςιμοποιοφνται κυρίωσ ςτον πόλεμο ςε μζρθ, όπου το ζδαφοσ προςφζρεται, αφοφ ςε αντίκετθ περίπτωςθ θ αποτυχία τουσ είναι δεδομζνθ. Κι όμωσ, ο γενναίοσ Ζκτορασ, χωρίσ να λάβει υπόψθ τθ φφςθ του εδάφουσ, εκδθλϊνει επίκεςθ με τα άρματά του ςτο καςτροτείχι των Αχαιϊν και φυςικά γνωρίηει παταγϊδθ αποτυχία. Ρεριφρονεί τθ βακιά τάφρο, κάτι που υπολογίηουν ςοβαρά τα άλογα τα ηεμζνα ςτο άρμα. "ϋΕτςι ο Ζκτορασ ορμϊντασ μεσ ςτο πλικοσ παρακινοφςε


τουσ ςυντρόφουσ του τθν τάφρο να διαβοφνε, μα δεν τολμοφςαν τα γοργόποδα άλογα, μόνο ςτο χείλοσ άκρθ ςτζκονταν και δυνατά χλιμίντριηαν, γιατί τα τρόμαξε θ τάφροσ με το πλάτοσ τθσ..."(Μ 49-52).Στθν περίπτωςθ αυτι τα άλογα αποδεικνφονται πιο ςοφά από τον αρχθγό τουσ, που τα προςτάηει! Τα άλογα αντιλαμβάνονται το αδφνατο του εγχειριματοσ και διαμαρτφρονται. Χλιμιντρίηουν δυνατά για τθν παράλογθ διαταγι, γιατί φοβοφνται να διαβοφν τθν πλατιά και βακιά τάφρο, που περιβάλλει προςτατευτικά το καςτροτείχι των Αχαιϊν και τθν κακιςτά αδιάβατθ. Ο Ζκτορασ, τελικά, αλλάηει τακτικι, φςτερα όμωσ από τθν επζμβαςθ και τισ ςυμβουλζσ του Ρολυδάμα. Απομακρφνει τα άρματα από τθ μάχθ και ενεργεί επικζςεισ με τον πεηικό του ςτρατό. Το πολεμικό άρμα είναι ιςχυρό και αποτελεςματικό όπλο, όταν χρθςιμοποιείται εκεί που πρζπει και τθν ϊρα που πρζπει. Και ς' αυτό πάλι παίηουν ρόλο τόςο ο πολεμιςτισ, όςο και ο ικανόσ θνίοχοσ. Ο πολεμιςτισ αγωνίηεται ςυνικωσ πάνω από το άρμα, ενϊ ο θνίοχοσ το διευκφνει κατάλλθλα τθν ϊρα τθσ μάχθσ. Θ επιτυχία τουσ εξαρτάται από τθ γενναιότθτα του πολεμιςτι και τθν ικανότθτα του θνίοχου να κατευκφνει το άρμα ςτο ςθμείο που πρζπει ςτθ δεδομζνθ ςτιγμι. Γι' αυτό ςτο ζποσ, πάντοτε ςχεδόν, δίπλα ςτα ονόματα των γενναίων πολεμιςτϊν αναφζρονται και εκείνα των κυβερνθτϊν των αρμάτων, όπωσ είναι το όνομα του Ράτροκλου, θνίοχου του άρματοσ του Αχιλλζα, τον οποίο, μετά το κάνατό του, ο Αχιλλζασ αντικακιςτά με τον ικανό θνίοχο Αυτομζδοντα. Άλλοι ονομαςτοί θνίοχοι είναι ο Κοίρανοσ από τθ Λφχτο(΢ 410), κυβερνιτθσ του άρματοσ του Μθριόνθ, ο Θνιοπζασ, θνίοχοσ του άρματοσ του Ζκτορα, που ςκοτϊνεται από το Διομιδθ ςτθ μονομαχία του με τον Ζκτορα(Κ119), και ο τελευταίοσ τον αντικακιςτά με τον παράτολμο Αρχιπτόλεμο. Ο πολεμιςτισ και ο θνίοχοσ ζχουν ςτενι ςχζςθ, τόςο μεταξφ τουσ, όςο και με τα άλογα του άρματοσ. Μποροφν και ςυνεννοοφνται καλφτερα ςε δφςκολεσ ςτιγμζσ, ενϊ πολλζσ φορζσ τα άλογα, με δικι τουσ πρωτοβουλία, ςϊηουν τουσ αναβάτεσ τουσ. Θ επιβεβαίωςθ μασ ζρχεται από τθ ςυνομιλία Λυκάονα και Αινεία, όταν ο δεφτεροσ ηθτά από το Λυκάονα ι να οδθγιςει αυτόσ ωσ θνίοχοσ το άρμα του εναντίον του Διομιδθ ι να τον πολεμιςει ωσ πολεμιςτισ, ενϊ το άρμα κα το διευκφνει ο ίδιοσ ο Αινείασ. Τότε ο Λυκάων του λζει: "Αινεία, εςφ ο ίδιοσ κράτα τα χαλινάρια των αλόγων ςου, με το γνωςτό αμαξθλάτθ τουσ καλφτερα κα ςφρουν το καμπφλο αμάξι, αν του Τυδζα ο γιοσ(Διομιδθσ) μασ κυνθγιςει πάλι, μιπωσ τρομάξουν κι απ' το φόβο τουσ δε κζλουν να μασ βγάλουν ζξω απ' τθ μάχθ, ποκώντασ τθ φωνι ςου"(Ε 230-234). Τα άλογα υπακοφνε ςτισ εντολζσ των δικϊν τουσ ανκρϊπων, γι' αυτό και θ ςυνεργαςία αναβατϊν και αλόγων ενόσ άρματοσ είναι ςτενι και θ λφπθ των αλόγων μεγάλθ, αν ςκοτωκεί ςτθ μάχθ ο ζνασ των αναβατϊν. Τα άλογα π.χ. του Αιακίδθ νιϊκουν βακιά κλίψθ και κρθνοφν, όπωσ οι άνκρωποι, όταν ζνιωςαν πωσ ο αγαπθμζνοσ τουσ αμαξθλάτθσ, Ράτροκλοσ, ζπεςε νεκρόσ από το κοντάρι του Ζκτορα. "Στο μεταξφ του Αιακίδθ (Αχιλλζα) τ' άλογα μακριά από τθ μάχθ κρθνοφςαν, απ' τθ ςτιγμι που ζνιωςαν πωσ ο αμαξθλάτθσ τουσ ζπεςε μεσ ςτθ ςκόνθ απ' τον ανκρωποκτόνο Ζκτορα. .............. Με τα κεφάλια τουσ κάτω ςτθ γθ ςκυμμζνα, ηεςτά τρζχαν


τα δάκρυα απ' τα βλζφαρα ςτο χϊμα, κακϊσ κρθνοφςαν αποηθτϊντασ τον θνίοχο..."(΢ 426-439). Επομζνωσ, δικαιολογθμζνθ είναι θ περθφάνια που νιϊκει ο Αχιλλζασ για τα ακάνατα άλογά του, γιατί αγωνίηονται και ςυμπάςχουν μαηί με τον άνκρωπο που αγαποφν. Ο ρόλοσ των ξεχωριςτών αλόγων Εκτόσ από τον ξεχωριςτό ρόλο των ανκρϊπων ςτθ μάχθ, ο ποιθτισ επιςθμαίνει και τον ξεχωριςτό ρόλο των ακάνατων αλόγων, όπωσ είναι τα άλογα του Αχιλλζα, του Ζκτορα, του ΢ιςου, του Ροςειδϊνα τθσ Ιρασ και του Άρθ. Τα άλογα αυτά ζχουν τθ δικι τουσ ιςτορία, αφοφ μποροφν με τθ κζλθςθ των κεϊν να μιλοφν και να κλαίνε ακόμθ, όταν προαιςκάνονται τθ ςυμφορά ι το κάνατο αγαπθτοφ τουσ προςϊπου.Γι' αυτό θ Μοφςα,που αξιολογεί ποια από τα ξεχωριςτά άλογα των Αχαιϊν είναι τα καλφτερα, αποφαίνεται πωσ από τα πιο αξιόλογα άλογα των Αχαιϊν είναι τουΦθρθτιάδθ, ενϊ τα φθμιςμζνα άλογα του Αινεία,δϊρα του Δία ςτον Τρϊα, υπερζχουν από όλα τα άλογα που βρίςκονται πάνω ςτθ γθ και προκαλοφν τρόμο. Και μόνον από τθν αξιολόγθςθ αυτι είναι αρκετό να κατανοιςει κανείσ τθν αξία των αλόγων αυτϊν. Μοφςα:"Οι καλφτερεσ φοράδεσ ιταν του εγγονοφ του Φζρθτα, του Εφμθλου, κι αυτόσ τισ οδθγοφςε, γριγορεσ ςαν πουλιά,με ίδιο χρϊμα, τθσ ίδιασ θλικίασ και με το ίδιο ανάςτθμα. Ο αργυρότοξοσ Απόλλων τισ είχε μεγαλϊςει ςτθν Ρθρεία,και ιταν φοβερζσ ςτον πόλεμο, ςτισ μάχεσ"(Β 762-767). Τισ περίφθμεσ αυτζσ φοράδεσ που πετάνε ςαν πουλιά τισ ανζκρεψε ο Απόλλων και ιταν ικανότατεσ ςτον πόλεμο και ςτισ μάχεσ. Είναι όλεσ τθσ ίδιασ θλικίασ, που ςθμαίνει μεγαλφτερεσ από δζκα χρόνων, αφοφ γεννικθκαν ςτθν Ελλάδα κάτω από τθ φροντίδα του κεοφ Απόλλωνα και από εκεί ζφταςαν ςτθν Τροία. Οι φοράδεσ αυτζσ, αν και είναι μεγάλεσ ςτθν θλικία, είναι γριγορεσ, ζμπειρεσ και αξιόμαχεσ. Αγώνεσ προσ τιμήν του Πάτροκλου Σθμαντικζσ και πολλζσ πλθροφορίεσ για τα άλογα μασ παρζχει ο ποιθτισ ςτθ ραψωδία Ψ τθσ Λλιάδασ, όταν αφθγείται τον αγϊνααρματοδρομίασ, που οργάνωςε ο Αχιλλζασ, για να τιμιςει το νεκρό φίλο του, Ράτροκλο. Στον αγϊνα δθλϊνουν ςυμμετοχι πζντε άνδρεσ: Εφμθλοσ, Διομιδθσ, Μενζλαοσ, Αντίλοχοσ και Μθριόνθσ. Αγωνοκζτθσ και κριτι είναι ο Αχιλλζασ. Το ςφνκθμα για τον αγϊνα δίνεται και "Ρρϊτοσ απ' όλουσ ςθκϊκθκε ο βαςιλιάσ Εφμθλοσ, του Άδμθτου ο αγαπθμζνοσ γιοσ, που ξεχϊριηε ςτθν ιππικι του τζχνθ. Κατόπι του Τυδζα ο γιοσ ςθκϊκθκε, ο δυνατόσ Διομιδθσ, κι ζηευε του Τρϊα τ' άλογα, που κάποτε είχε αρπάξει απ' τον Αινεία, μα τον ίδιο τον γλίτωςε ο Φοίβοσ. Μετά ςθκϊκθκε ο ξανκόσ Μενζλαοσ ο διογζννθτοσ γιοσ του Ατρζα, κι ζηεψε τα γριγορα άλογά του, τον δικό του Ρόδαργο και τθν Αίκθ, που τθν είχε κάνει δϊρο ςτον Αγαμζμνονα ο Εχζπωλοσ ο γιοσ του Αγχίςθ,για να μθν πάει μαηί του ςτο ανεμόδαρτο Μλιο,αλλά να μείνει εκεί, ςτθ Σικυϊνα τθν απλόχωρθ, να χαίρεται πλοφτθ αμφκθτα, που του 'χε χαρίςει ο Δίασ. Αυτιν ζφερε κάτω απ' το ηυγό, τθν αςυγκράτθτθ, να τρζξει. Τζταρτοσ ετοίμαςε τα ομορφότριχα άλογά του ο Αντίλοχοσ, ο αρχοντογιόσ του Νζςτορα, του αντρειωμζνου βαςιλιά,


εγγόνι του Νθλζα. Δφο άλογα γοργά ςτθν Ρφλο γεννθμζνα ζςερναν το άρμα του. Ριγε ο πατζρασ του κοντά, του 'δινε ςυμβουλζσ για το καλό του, κι ασ ιτανε κι εκείνοσ ςυνετόσ"(Ψ 288-305) ............................ Ρζμπτοσ ο Μθριόνθσ ζηεψε τα καλλίτριχα άλογά του. Ανζβθκαν τότε ςτισ άμαξεσ και ρίξανε τουσ κλιρουσ"(Ψ 351-352). Θ περιγραφι του αγϊνα που ακολουκεί είναι καυμάςια. Οι άνδρεσ ςυναγωνίηονται με δφναμθ και πάκοσ για τθ νίκθ. Τελικά, πρϊτοσ τερματίηει ο Διομιδθσ και παίρνει δφο ζπακλα: τθ γυναίκα και τον τρίποδα με λαβζσ. Δεφτεροσ τερματίηει ο Αντίλοχοσ, ο οποίοσ, αν και προςπερνά με δόλο το αμάξι το Μενζλαου, παίρνει το ζπακλο, μια εξάχρονθ ετοιμόγεννθ φοράδα. Ο Μενζλαοσ τερματίηει τρίτοσ και παίρνει ζνα λζβθτα, ενϊ τον ακολουκεί ςτθν τζταρτθ κζςθ ο Μθριόνθσ, που είχε αργοκίνθτα άλογα και ςχετικι απειρία. Αυτόσ παίρνει δφο τάλαντα χρυςάφι. Τελευταίοσ τερματίηει ο Εφμθλοσ, που ςζρνει ο ίδιοσ το τςακιςμζνο αμάξι του.Ο Αχιλλζασ όμωσ, εκτιμϊντασ τθν προςπάκειά του, του προςφζρει το δεφτερο βραβείο, τθν ετοιμόγεννθ φοράδα. Στθν ενζργεια αυτι του Αχιλλζα αντιδρά ο Αντίλοχοσ. Ο Αχιλλζασ, τελικά, υποχωρϊντασ ςτισ αξιϊςεισ του Αντίλοχου, αλλάηει το ζπακλο και προςφζρει ςτον Εφμθλο τον περίφθμο χάλκινο κϊρακα που άρπαξε από τον Αςτεροπαίο, με λαμπερό καςςίτερο τριγφρω ςτολιςμζνο. Ο Αχιλλζασ ςτο τζλοσ τιμά και το Νζςτορα για τθ μεγάλθ του προςφορά ςτον πόλεμο, χωρίσ να αγωνιςτεί, γιατί είναι γζροσ. Ο Αχιλλζασ πλθςιάηει με ςεβαςμό τον αντρειωμζνο Νζςτορα και με αγάπθ περιςςι του προςφζρει ζνα κφπελλο χρυςό, για να του κυμίηει τθν ταφι του Ράτροκλου. Συγκινθτικι όμωσ είναι και θ ςκθνι Αντίλοχου-Μενζλαου. Ο Αντίλοχοσ, μετανιωμζνοσ για τον τρόπο που προςπζραςε το Μενζλαο, πλθςιάηει το βαςιλιά τθσ Σπάρτθσ και του ηθτά ςυγγνϊμθ για τθ ςυμπεριφορά του. Ο Μενζλαοσ, μεγαλόψυχοσ όπωσ είναι, τον ςυγχωρεί. Του αναγνωρίηει τθ ςφνεςθ και τθν προςφορά του ςτον πόλεμο και του ηθτά να κρατιςει τθν όμορφθ φοράδα κι ασ ιταν δικό του ζπακλο.

Σα αθάνατα άλογα του Αινεία και του Αχιλλζα είναι δώρα των θεών Ο ποιθτισ, αναφερόμενοσ ςτα ακάνατα άλογα, φροντίηει να αιτιολογεί τθν ιδιότθτά τουσ αυτι αλλά και τισ φανταςτικζσ ικανότθτζσ τουσ. Συγκεκριμζνα ςθμειϊνει πωσ τα φθμιςμζνα άλογα του Αινεία είναι δϊρο του Δία ςτον Τρϊα, αμείβοντάσ τον για το γιο του Γανυμιδθ, που τον πιρε ςτον Πλυμπο και υπθρετοφςε ωσ οινοχόοσ ςτο παλάτι του. "Γιατί είναι από τθ γενιά που ο βροντόφωνοσ ο Δίασ χάριςε ςτο Τρϊα ωσ πλθρωμι για το γιο του Γανυμιδθ, τα πρϊτ απ' όλα τ' άλογα ς' Ανατολι και Δφςθ. Από αυτι τθ ράτςα ζκλεψε ο βαςιλιάσ Αγχίςθσ και τα ηευγάρωςε, κρυφά απ' το Λαομζδοντα, με φοράδεσ, κι απ' τθ γενιά τουσ γεννικθκαν ζξι πουλάρια ςτο παλάτι του. Τζςςερα απ' αυτά τ' ανζτρεφε ςτθ φάτνθ για δικά του, τα άλλα δυο, φόβοσ και τρόμοσ των εχκρϊν, τα 'δωςε ςτον Αινεία. Αν τϊρα αυτά τ' αρπάξουμε, θ φιμθ μασ κα μείνει ςτουσ αιϊνεσ¨(Ε 265-272)Αυτά τα περίφθμα άλογα αρπάηει κάποτε ο Διομιδθσ, νικϊντασ τον Αινεία, χωρίσ να τον ςκοτϊςει, γιατί τον ζςωςε θ ζγκαιρθ επζμβαςθ του κεοφ. Γι' αυτό αργότερα, όταν ο


γερο-Νζςτορασ βρίςκεται ςε κίνδυνο και αδυνατεί να αντιμετωπίςει τον εχκρό με τα αργοκίνθτα άλογά του, ο Διομιδθσ ςπεφδει αμζςωσ ςε βοικειά του. Τον ανεβάηει ςτο δικό του άρμα, για να πολεμιςουν μαηί τουσ Τρϊεσ, που απειλοφν να πάρουν τθν ζνδοξθ αςπίδα του Νζςτορα και το κϊρακα του Διομιδθ. Τα άλογα του Διομιδθ είναι γριγορα και γνωρίηουν να κυνθγοφν μα και να φεφγουν πίςω."Γζροντα, αλικεια, πολφ ςε βαςανίηουν οι νζοι μαχθτζσ, τϊρα που δφναμι ςου χάκθκε και ς' ζχουν βρει τα μαφρα γθρατειά, κι ο θνίοχοσ ςου είναι αδφναμοσ, αργά τα άλογά ςου. Εμπρόσ, ανζβα ςτο αμάξι μου, να δεισ τι αξίηουν του Τρϊα τ' άλογα, που μεσ ςτον κάμπο ξζρουν μια εδϊ, μια εκεί να κυνθγοφνε γριγορα ι να γυρίηουν πίςω. Τα πιρα απ' τον Αινεία...." (Κ 102-108). Εξίςου λαμπρά και ικανά είναι και τα άλογα του γενναίου Ζκτορα, που λίγο πριν επιτεκεί ςτο Διομιδθ, για να του πάρει τθν αςπίδα και το κϊρακα, πλθςιάηει τα άλογά του, τα εγκαρδιϊνει και ηθτά από αυτά να δειχτοφν αντάξια τθσ αγάπθσ τθσ γυναίκασ του Ανδρομάχθσ, που τόςο πολφ τα αγαποφςε και τα φρόντιηε. "Ξάνκε και εςφ Ρόδαργε, και Αίκωνα και Λάμπε κεϊκζ, είναι ϊρα να μου ξεπλθρϊςετε τθν περιςςι φροντίδα που είχε για ςασ θ Ανδρομάχθ, θ κόρθ του μεγαλόψυχου Θετίωνα, που πρϊτα ζβαηε ςε ςασ γλυκό ςιτάρι και ςυγκερνοφςε το κραςί για ςασ, όποτε θ καρδιά ςασ το ηθτοφςε, παρά για μζνα, που καμαρϊνω πωσ είμαι ο λεβζντθσ άντρασ τθσ. Εμπρόσ, ορμάτε γριγορα να πάρουμε τθν αςπίδα του Νζςτορα, που θ φιμθ τθσ ςτα ουράνια ζχει φτάςει, πωσ είναι ολόχρυςθ, κι αυτι κι ο ςκελετόσ τθσ, κι από τουσ ϊμουσ του ιπποδαμαςτι Διομιδθ το κϊρακά του τον περίτεχνο, που ο Ιφαιςτοσ τον ζφτιαξε με κόπο. Αυτά τα δυο αν παίρναμε, κα 'χαμε ελπίδα ν' ανεβάςουμε τθ νφχτα αυτι τουσ Αχαιοφσ ςτα γοργοτάξιδα καράβια τουσ¨(Κ 185-197). Το άρμα του Ζκτορα, όπωσ δθλϊνεται ςτθν αρχι, είναι τζκριππο, δθλαδι το ςζρνουν τζςςερα άλογα, ενϊ ωσ τϊρα τα άρματα ςτα οποία αναφερκικαμε ςζρνονταν από δφο ίππουσ. Ο ϋΕκτορασ ςυνομιλεί με τα τζςςερα άλογά του και τα προτρζπει να κάνουν το κακικον τουσ ςαν να απευκφνεται ςε ςτρατιϊτεσ λίγο πριν από τθ μάχθ. Τονίηει ς' αυτά πωσ από τα ίδια εξαρτάται αν κα πάρουν οι Τρϊεσ τθ φθμιςμζνθ χρυςι αςπίδα του Νζςτορα και το κϊρακα του Διομιδθ και αν κα τελειϊςει ο πόλεμοσ. Με λίγα λόγια ο Ζκτορασ επιφορτίηει τα άλογά του με μεγάλθ ευκφνθ, γιατί ςτθν επικείμενθ μάχθ πρόκειται να παίξουν ςθμαντικό ρόλο. Θ μάχθ όμωσ που δίνεται ζχει τα αντίκετα αποτελζςματα για τουσ Τρϊεσ. Ο Δίασ ζδωςε τθ φορά αυτι τθ νίκθ ςτουσ Αχαιοφσ και ματαίωςε τα ςχζδια του Ζκτορα. Στθ μάχθ πολεμά γενναία και κριαμβεφει ο Διομιδθσ, κακϊσ και άλλοι γενναίοι θγιτορεσ, όπωσ είναι ο Αίασ, ο Λδομενζασ και ο Μθριόνθσ. Ακάνατα άλογα όμωσ διακζτει και ο Αχιλλζασ. Τα δικά του άλογα πετοφν ςαν πουλιά και ξεπερνοφν κάκε εμπόδιο και κάκε κίνδυνο. Είναι άλογα που χάριςε, ωσ γαμιλιο δϊρο, ο Ροςειδϊνασ ςτον Ρθλζα, τον πατζρα του Αχιλλζα. "Ρόςο γριγορα είναι τα δικά μου άλογα, το ξζρετε, γιατί είναι ακάνατα, δϊρο του Ροςειδϊνα ςτον Ρθλζα,


τον πατζρα μου, κι εκείνοσ πάλι τα χάριςε ςε μζνα. Στζκουν τϊρα και κλαιν τον Ράτροκλο, οι χαίτεσ τουσ ακουμποφν ςτθ γθ, και μζνουνε αςάλευτα με τθν καρδιά κλιμμζνθ"( Ψ 276-284). Τα άλογα, που ζχουν προαιςτανκεί το κάνατο του Ράτροκλου, μζνουν αςάλευτα, κλαίνε και κρθνοφν τον ςφντροφό τουσ. Ζτςι νιϊκουν τον Ράτροκλο, το γενναίο τουσ θνίοχο, που δεν υπάρχει πια. Ο ποιθτισ, αναφερόμενοσ ςτα καυμάςια αυτά άλογα, ςυμπλθρϊνει πωσ ιταν ατίκαςα και ότι μόνον ο Αχιλλζασ μποροφςε να τα δαμάςει. Το ομολογεί ο Οδυςςζασ, όταν ςυλλαμβάνει το Δόλωνα να καταςκοπεφει το ςτρατόπεδο των Αχαιϊν και, μετά από ιςχυρι πίεςθ, αναγκάηεται να αποκαλφψει πωσ για τθν αποςτολι του αυτι ο Ζκτορασ του υποςχζκθκε να του δϊςει τα ωραία άλογα του Αχιλλζα, αν κζρδιηε τον πόλεμο. Γι' αυτό, απαντϊντασ με ειρωνεία ο Οδυςςζασ, του λζει: "Αλικεια, θ καρδιά μεγάλα δϊρα πόκθςε, του αντρειωμζνου Αιακίδθ τ' άλογα, που δφςκολα οι κνθτοί μποροφν να τα δαμάςουν και να τα κυβερνιςουν άλλοσ κανείσ εξόν ο Αχιλλζασ, που ακάνατθ τον γζννθςε μθτζρα,"( Κ 400-403). Ο Οδυςςζασ, που αντιλαμβάνεται τθν άγνοια του Δόλωνα, γελϊντασ. του λζει πωσ μεγάλα δϊρα πόκθςε θ ψυχι του. Τα άλογα αυτά δεν είναι για τισ δικζσ του δυνάμεισ. Είναι ακάνατα και ατίκαςα και δφςκολα να τα τικαςεφςει κνθτόσ. Ρρόκειται για άλογα που διαφζρουν από τα άλλα, αφοφ ζχουν και μαντικζσ ικανότθτεσ. Ρροβλζπουν πράγματα, ζςτω κι αν είναι μακριά, γι' αυτό και προκαλοφν το καυμαςμό. Κρθνοφν απαρθγόρθτα τα άλογα αυτά, όταν αντιλαμβάνονται το κάνατο του Ράτροκλου "Στο μεταξφ του Αχιλλζα τ' άλογα μακριά από τθ μάχθ κρθνοφςαν, απ' τθ ςτιγμι που ζνιωςαν πωσ ο αμαξθλάτθσ τουσ ζπεςε μεσ ςτθ ςκόνθ απ' τον ανκρωποκτόνο Ζκτορα" . Κρθνοφςαν και δεν ικελαν να να γυρίςουν ςτον πόλεμο. " Μόνο, όπωσ μζνει αςάλευτθ μια ςτιλθ, που ςτικθκε ςε τφμβο ανδρόσ νεκροφ ι γυναικόσ, ζτςι ζμεναν αςάλευτα ηεμζνα ςτο πανζμορφο αμάξι, με τα κεφάλια τουσ κάτω ςτθ γθ ςκυμμζνα, ηεςτά τρζχαν τα δάκρυα απ' τα βλζφαρα ςτο χϊμα, κακϊσ κρθνοφςαν αποηθτϊντασ τον θνίοχο..... Τα είδε να υποφζρουν ο Δίασ και λυπικθκε. Κοφνθςε το κεφάλι του και είπε μονολογϊντασ: " Δφςτυχα, γιατί ςασ ζδωςα ςτο βαςιλιά Ρθλζα, ς' ζνα κνθτό, εςάσ τ' αγζραςτα κι ακάνατα; Να βαςανίηεςτε κι εςείσ με τουσ δφςτυχουσ κνθτοφσ; Από τον άνκρωπο δεν είναι άλλο πλάςμα πιο δφςμοιρο απ' όςα ςτθ γθ επάνω κινοφνται και αναπνζουν. Ωςτόςο, δε κ' αφιςω να ανεβεί ςτο ςτολιςμζνο άρμα ςασ ο γιοσ του Ρρίαμου, ο Ζκτορασ¨(΢ 426-449). Θ ομολογία λάκουσ από το Δία είναι ςθμαντικι. Μετανοεί και αναρωτιζται αν ιταν ορκι θ απόφαςι του, να δϊςει ςε κνθτό άνκρωπο τα ακάνατα άλογα, για να δθλϊςει πωσ δεν υπάρχει δυςτυχζςτερο πλάςμα από όςα υπάρχουν ςτθ γθ, από τον άνκρωπο. Δθλϊνει όμωσ πωσ δε κα επιτρζψει το γιο του Ρρίαμου να ανεβεί ςτο


άρμα των ακάνατων αλόγων του Αχιλλζα. Τα ίδια άλογα ζπραξαν το κακικον τουσ, όταν διαπίςτωςαν πωσ κινδφνευε ο νζοσ τουσ θνίοχοσ, ο Αυτομζδων, οπότε με μια τολμθρι κίνθςθ διζςπαςαν τθν εχκρικι παράταξθ και βγικαν ζξω από αυτι. " ...εκείνον όμωσ μακριά τον πιγαιναν τ' άκάνατα γριγορα άλογα δϊρα λαμπρά που οι κεοί είχαν δϊςει ςτον Ρθλζα"(Ρ 865-867). Ο ποιθτισ φαίνεται πωσ του άρεςε θ ςκθνι με τον Ζκτορα, που ςυνομιλεί με τα άλογά του, γι' αυτό και τθν επαναλαμβάνει και ςε άλλο ςθμείο του ζπουσ, πλθν όμωσ τϊρα με τον Αχιλλζα και τα άλογά του. Ο Αχιλλζασ απευκφνεται κι αυτόσ ςτα άλογά του και τα παρακινεί να φζρουν πίςω ηωντανό τον θνίοχό τουσ, τον Αυτομζδοντα. " Ξάνκε και Βαλίε, τζκνα τθσ Ροδαργθσ ξακουςτά, προςζξετε να φζρετε ςϊο τον θνίοχο πίςω ςτουσ Δαναοφσ, αφοφ χορτάςουμε τον πόλεμο. Μθν αφιςετε, όπωσ τον Ράτροκλο, εκεί πζρα ςκοτωμζνο' ( Τ 400-403).Θ Ιρα δίνει λαλιά ςτον Ξάνκο κι εκείνοσ απαντά ςτο παράπονο του Αχιλλζα. "Σίγουρα κα ςε ςϊςουμε και τοφτθ τθ φορά, κραταιζ Αχιλλζα,.................. Δεν ιταν από βραδφτθτα ι τεμπελιά δικι μασ που οι Τρϊεσ πιρανε τα όπλα ςου απ' τουσ ϊμουσ του Ράτροκλου, απ' τουσ κεοφσ ο άριςτοσ, που γζννθςε θ καλλίκομθ Λθτϊ, τον ςκότωςε μεσ ςτουσ προμάχουσ κι ζδωςε ςτον Ζκτορα τθ νίκθ" ( Τ 408-4112).Τα άλογα διαμαρτφρονται και υποςτθρίηουν πωσ ζνασ κεόσ ςκότωςε τον Ράτροκλο και όχι θ δικι τουσ βραδφτθτα ι τεμπελιά. Ο Κ. Καβάφθσ, που εμπνεφςκθκε ςτα νεότερα χρόνια από το περιςτατικό αυτό των αλόγων που κρθνοφν και βαςανίηονται, ςυνζκεςε το γνωςτό ποίθμά του με τίτλο:"Τα άλογα του Αχιλλζωσ", όπου παρουςιάηει κι αυτόσ το Δία να ανρωτιζται αν ζκανε καλά να δϊςει τα ακάνατα άλογα ςτον Ρθλζα, ςε ζνα κνθτό, και να τα μπλζξει, ακάνατα αυτά, ςε ανκρϊπινα βάςανα.

Σα άλογα του Αχιλλζωσ Τον Ράτροκλο ςαν είδαν ςκοτωμζνο, που ιταν τόςο ανδρείοσ, και δυνατόσ, και νζοσ, άρχιςαν τ' άλογα να κλαίνε του Αχιλλζωσ· θ φφςισ των θ ακάνατθ αγανακτοφςε για του κανάτου αυτό το ζργον που κωροφςε. Τίναηαν τα κεφάλια των και τεσ μακρυζσ χαίτεσ κουνοφςαν, τθν γθ χτυποφςαν με τα πόδια, και κρθνοφςαν τον Ράτροκλο που ενοιϊκανε άψυχο -αφανιςμζνομιά ςάρκα τϊρα ποταπι -το πνεφμα του χαμζνοανυπεράςπιςτο -χωρίσ πνοιεισ το μεγάλο Τίποτε επιςτραμζνο απ' τθν ηωι. Τα δάκρυα είδε ο Ηεφσ των ακανάτων αλόγων και λυπικθ. «Στου Ρθλζωσ τον γάμο» είπε «δεν ζπρεπ' ζτςι άςκεπτα να κάμω· καλφτερα να μθν ςασ δίναμε άλογά μου δυςτυχιςμζνα! Τι γυρεφατ' εκεί χάμου ςτθν άκλια ανκρωπότθτα ποφναι το παίγνιον τθσ μοίρασ.


Σεισ που ουδζ ο κάνατοσ φυλάγει, ουδζ το γιρασ πρόςκαιρεσ ςυμφορζσ ςασ τυραννοφν. Στα βάςανά των ςασ ζμπλεξαν οι άνκρωποι». -Πμωσ τα δάκρυά των για του κανάτου τθν παντοτεινι τθν ςυμφορά εχφνανε τα δφο τα ηϊα τα ευγενι Καβάφθσ Κωνςταντίνοσ. Σα αθάνατα άλογα των Θεών Ακάνατα άλογα διακζτουν και οι κεοί, όπωσ είναι: ο Ροςειδϊνασ, θ Ιρα, θ Ακθνά και ο Άρθσ. Ο Ροςειδϊνασ ταξιδεφει με άρμα που το ςζρνουν ακάνατα άλογα και φτάνει ςτο μζγα ςπιλαιο ανάμεςα ςτθν Τζνεδο και Μμβρο, όπου ξεηεφει τα άλογα από το άρμα και τα ταΐηει ακάνατθ τροφι. "Τα ξζηεψε απ' τ' άρμα, τα τάιςε ακάνατθ τροφι. Ρερνάει μετά ςτα πόδια τουσ πζδικλα χρυςαφζνια, γερά και άλυτα, εκεί να περιμζνουν το γυριςμό του κφρθ τουσ....." (Ν 35-38) Το αντίκετο ακριβϊσ πράττει, όταν φτάνει ςτισ Αιγζσ, όπου του ζχουν χτίςει παλάτι αςτραφτερό κι ολόχρυςο. " Φτάνοντασ εκεί, ςτ' αμάξι ηεφει δφο χαλκοπόδαρα άλογα ταχφποδα, με μακριζσ και χρυςαφζνιεσ χαίτεσ. Ντφκθκε κι ο ίδιοσ ςτα χρυςά, πιρε χρυςό μαςτίγιο, καλοφτιαγμζνο, ανζβθκε ςτο άρμα του κι ζτρεχε με ορμι ςτα κφματα επάνω.." (Ν 23-27).Στον πόλεμο κατεβαίνουν και οι δφο κεζσ Ιρα και θ Ακθνά. Κζλουν να βοθκιςουν τουσ Αχαιοφσ που πιζηονται από τον ζχκρό. Θ Ακθνά ετοιμάηετα να πολεμιςει. Φορά το χιτϊνα, που τα ςφννεφα πυκνϊνει, τθ κυςανωτι αςπίδα τθσ, που ςτεφανϊνει ο Φόβοσ, θ Ζριδα, θ Δφναμθ, ο παγερόσ Διωγμόσ, το απαίςιο κεφάλι τθσ Μζδουςασ, και τθν περικεφαλαία με τισ τζςςερισ προεξοχζσ, ςτολιςμζνθ με παραςτάςεισ πολεμιςτϊν από εκατό πόλεισ. Ανεβαίνει θ ίδια με το βαρφ τθσ δόρυ ςτο αμάξι, ενϊ θ Ιρα, που βρίςκεται ς' αυτό, χτυπά με το μαςτίγιο τα άλογα και γριγορα αυτά, ανοίγοντασ τισ πφλεσ του ςυννεφιαςμζνου Ολφμπου, τισ οδθγοφν ςτο Δία, που κάκεται παράμερα από τουσ άλλουσ κεοφσ (Ε 745-752). Ηθτοφν και παίρνουν από το Δία τθν άδεια να κατεβοφν ςτον πόλεμο, για να βοθκιςουν τουσ Αχαιοφσ. Στον Πλυμπο ςε λίγο φτάνει και ο Άρθσ, ο κεόσ του πολζμου, με το δικό του άρμα, όπου ζχει ηεμζνα τα δικά του άλογα το Δείμο και το Φόβο. Μ' αυτά πολεμά και δαμάηει γενναίουσ άνδρεσ και πολυάρικμουσ ςτρατοφσ, γι' αυτό και ο Δίασ δεν τον ςυμπακεί κακόλου. "Απ' όλουσ τουσ κεοφσ, που ηουν ςτον Πλυμπο, εςζνα πιο πολφ μιςϊ, γιατί ς' αρζςουν πάντα τα μαλϊματα, οι πόλεμοι και οι μάχεσ¨( Ε 890-891). Σα λαμπρά άλογα του Ρήςου Λαμπρά και ξεχωριςτά άλογα διακζτει και ο ΢ιςοσ, ο βαςιλιάσ τθσ Κράκθσ, γιοσ του Θιονζα και τθσ Μοφςασ Καλλιόπθσ ι Ευτζρπθσ, που φτάνει ςτθν Τροία, για να βοθκιςει τουσ ςυμμάχουσ του Τρϊεσ, καυχϊμενοσ πωσ θ επζμβαςι του κα ςυντελζςει πάραυτα ςτθ νίκθ των Τρϊων και ςτο τζλοσ του πολζμου.Αυτόν, λοιπόν, τον αλαηόνα βαςιλιά βρίςκουν ο Διομιδθσ και ο Οδυςςζασ ςτθ νυχτερινι τουσ καταδρομι ςτο ςτρατόπεδο των Τρϊων και τον ςκοτϊνουν μαηί με τθ φρουρά του,


του αρπάηουν τα ωράια άλογα και καβάλα ς' αυτά επιςτρζφουν ςτο ςτρατόπεδό τουσ, αποςπϊντασ το καυμαςμό και τθν εκτίμθςθ των ςυμπολεμιςτϊν τουσ. Τισ πλθροφορίεσ για τθν άφιξθ του ΢ιςου ζλαβαν οι δφο άνδρεσ από το Δόλωνα, που είχαν ςυλλάβει λίγο νωρίτερα, κατά τθ διάρκεια τθσ νφχτασ, και τουσ μίλθςε για τα καυμάςια άλογα του ΢ιςου. " Τα άλογα του είναι τα πιο όμορφα, τα πιο μεγάλα που είδα, από το χιόνι πιο λευκά, γοργά ςαν τουσ ανζμουσ. Πμορφα δουλεμζνο ιταν τ' άρμα του με αςιμι και χρυςό, κι ιρκε φορϊντασ μαλαματζνια άρματα, πελϊρια, καφμα ιδζςκαι. Κνθτοί να τα φοροφν δεν πάει, ςτουσ ακάνατουσ μοναχά ταιριάηουν" (Κ 436-441).Ο Δόλωνασ οφτε λίγο οφτε πολφ προδικάηει το τζλοσ του ΢ιςου, τονίηοντασ πωσ θ εμφάνιςθ του πολεμικοφ του άρματοσ είναι μια πρόκλθςθ όχι μόνον απζναντι ςτουσ κνθτοφσ αλλά και απζναντι ςτουσ κεοφσ. Θ πρόκλθςι του ξεπερνά τα ανκρϊπινα όρια και φτάνει ςτθν φβρθ, γιϋαυτό και θ τιμωρία του είναι αναπόφευκτθ. Και όντωσ τιμωροί του ςε λίγο αναδεικνφονται οι δφο άνδρεσ , Διομιδθσ και Οδυςςζασ, που όλωσ αιφνιδιαςτικά, χωρίσ άνωκεν εντολι ςκοτϊνουν το βαςιλιά. Το κζρδοσ τουσ δεν είναι μόνον υλικό, τα δφο λαμπρά ςαν χιόνι άλογα, αλλά και θκικό, ο καυμαςμόσ των ςυντρόφων τουσ και θ δόξα τουσ. Οι ςφντροφοί τουσ Αχαιοί, βλζποντασ τα άλογα του ΢ιςου, μζνουν ζκκαμβοι, ενϊ ο Νζςτορασ, για να ικανοποιιςει τθν απορία του ρωτά: "Ρϊσ πιρατε ετοφτα τ' άλογα; Χωκικατε μεσ ςτο ςτρατό των Τρϊων, ι ςασ τα ζδωςε κάποιοσ κεόσ που ςασ αντάμωςε; Είναι ολόιδια με τισ ακτίνεσ του Θλίου ........... Ροτζ ωσ τϊρα δεν είδα, δεν αντίκριςα άλογα ςαν ετοφτα"(Κ 547-550). Ο καυμαςμόσ του Νζςτορα είναι θ καλφτερθ και θ αςφαλζςτερθ επιβεβαίωςθ τθσ ομορφιάσ των αλόγων αυτϊν, που τϊρα δεμζνα ςτο παχνί τρϊνε τθν τροφι τουσ δίπλα ςτα ωραία άλογα του Διομιδθ. Επίλογοσ Τελικά, αποδεικνφεται πόςο ςθμαντικι είναι θ προςφορά του αλόγου ςτον άνκρωπο και ιδιαίτερα ςε περίοδο πολζμου. Είναι ζνα ηϊο που διακρίνεται για τθν αγάπθ και τθν αφοςίωςι του ςτον αφζντθ του, για τθ γενναιότθτά του και τθ ςυνδρομι του ςε δφςκολεσ κυρίωσ ςτιγμζσ ςτον κφριό του, γεγονόσ που ςυγκινεί βακιά τον άνκρωπο και προβαίνει ςτον δίκαιο ζπαινό του, χαρακτθρίηοντασ το άλογο εξαιρετικό και ακάνατο, κεότρεφτο και πιςτό, γενναίο και ευαίςκθτο. Εκείνο, που νιϊκει με τθ ςειρά του τθν αγάπθ και τθ φροντίδα του ανκρϊπου ς' αυτό, κλαίει και κρθνεί, όταν χάνει τον αφζντθ του αλλά και αγωνίηεται με απαράμιλλο κάρροσ να τον προςτατεφςει ι να τον ςϊςει, όταν βρίςκεται ςε δφςκολθ κζςθ, χρθςιμοποιϊντασ τθν αντιλθπτικότθτά του, τθν ταχφτθτά του και τθν τόλμθ του. Ο άνκρωποσ ταυτίηεται μαηί του, γι' αυτό το αγαπά και το φροντίηει ςαν παιδί του! Δθμιτρθσ Κ. Αραμπατηισ


Ο Δοφρειοσ Κπποσ

Ο δοφρειοσ ίπποσ (δοφρειοσ = ο καταςκευαςμζνοσ από ςανίδεσ ι δοκάρια, ξφλινοσ, πρβλ. δόρυ*261.283+) ςτθν Λλιάδα του Ομιρου είναι καταςκευι εμπνευςμζνθ από τον Οδυςςζα, ζνα ξφλινο άλογο-κρφπτθ. Σκοπόσ του Οδυςςζα ιταν να παραπλανθκοφν οι Τρϊεσ και να το εκλάβουν ωσ δϊρο και ωσ δείγμα καλισ κελιςεωσ και ειρινθσ από τουσ Αχαιοφσ. Στθν πραγματικότθτα επρόκειτο για μια καταςκευι που ζκρυβε εντόσ τθσ τουσ ςθμαντικότερουσ αρχαίουσ Ζλλθνεσ ιρωεσ. Εκείνοι, μετά τθν είςοδο του ίππου ςτθν Τροία, βγικαν από αυτόν και άνοιξαν τισ πφλεσ ςτουσ υπόλοιπουσ, προκειμζνου να ξεκινιςει θ άλωςθ και λεθλαςία τθσ πόλθσ. Μεταφορικά ςθμαίνει κάκε μζςον που ειςβάλει δολίωσ και κακοβοφλωσ. Κυρίωσ μια κατθγορία ιϊν των θλεκτρονικϊν υπολογιςτϊν.


Περί ιππικήσ Το Περί ἱππικῆσ(ςε λατ. απόδοςθ De Equis ι De Re Equestri Libellus) είναι μονογραφικοφ χαρακτιρα ζργο του Ξενοφϊντα. Τα θνία κρατοφνται με το αριςτερό χζρι για να μπορεί με το ελεφκερο δεξί χζρι ο ιππζασ να χειρίηεται το δόρυ ι να πετάει το ακόντιο. Ραράςταςθ ςε αμφορζα, Μουςείο του Λοφβρου.

Οι ίπποι του Φειδία παριςτάνονται να ζχουν προωκιςει τα πίςω πόδια, να κρατοφν ςε μια χαρακτθριςτικι ανυψωμζνθ ςτάςθ το κεφάλι και να τρζχουν με ςιγανό, ηωθρό και ςυντονιςμζνο καλπαςμό υπό τθν κακοδιγθςθ ενόσ χαλινοφ ικανοφ να τουσ κάνει να υπακοφςουν ςτισ εντολζσ του ιππζα. Ο ίπποσ με τα ανκρϊπινα μάτια και το ανκρϊπινο βλζμμα του Μουςείου τθσ Ακρόπολθσ είναι ζνασ ακόμθ πειςτικότεροσ μάρτυρασ για τον υψθλό πολιτιςμό και τον αυκεντικό ανκρωπιςμό του ελλθνικοφ κόςμου


Γενικά Ο Σόλων κα κοινωνικοποιιςει τον ίππο με τθν ζννοια ότι κα είναι το ςτοιχείο που κα προςδιορίςει τθν ιδιαίτερθ κοινωνικι τάξθ των ιππζων, των πολιτϊν δθλαδι που ζχουν ςτθν κατοχι τουσ ζναν τουλάχιςτον ίππο, ενϊ ο Ρερικλισ κα ςυςτιςει ζνα ςϊμα ιππικοφ, αποτελοφμενο από 200 τοξότεσ και ςτθ ςυνζχεια ζνα ςϊμα ιππικοφ από χίλιουσ οπλίτεσ Στθν Ακινα, όςοι ανικαν ςτισ δφο ανϊτερεσ ειςοδθματικζσ τάξεισ (πεντακοςιομζδιμνοι και ιππείσ) όφειλαν να διακζτουν ζναν πολεμικό ίππο και να υπθρετοφν ςτο ιππικό. Κάκε χρόνο ςυνταςςόταν για αυτόν τον ςκοπό από εκλεγμζνουσ άρχοντεσ (καταλογείσ) ζνασ κατάλογοσ εκείνων οι οποίοι φαίνονταν κατάλλθλοι για τθν υπθρεςία ςτο ιππικό. Οι ςχζςεισ του Ξενοφώντα με τον ίππο Οι ςχζςεισ του με τον ίππο χρονολογοφνται από τθν παιδικι του θλικία. Γόνοσ αριςτοκρατικισ οικογζνειασ με τον πατζρα του να υπθρετεί ςτο ιππικό και να ζχει ςτθν κατοχι του πολλοφσ ίππουσ, ςε μιά εποχι, όπου θ ιππαςία, εκτόσ από τθ ςθμαςία τθσ για τον ςτρατό, προςδίδει γενικά, μζςα από τουσ ιππικοφσ αγϊνεσ και τισ διαφορζσ, κρθςκευτικζσ ι άλλεσ, παρελάςεισ και τισ λοιπζσ ιππικζσ δραςτθριότθτεσ, ξεχωριςτι αίγλθ, ο Ξενοφϊν μεγάλωςε ςε άμεςθ επαφι με τον ίππο και δζκθκε μαηί του μϋ ζνα αίςκθμα αγάπθσ που κράτθςε ςε όλθ του τθ ηωι. Εκφράηει ρθτά ο ίδιοσ τθν αγάπθ του, όταν διθγείται, ότι αποφαςιςμζνοσ να επιςτρζψει ςτθν Ακινα μετά τθν καταςτροφικι εκςτρατεία ςτθν Αςία υπζρ του Κφρου, και κακϊσ δεν είχε κακόλου χριματα, αναγκάςτθκε με πόνο ςτθν ψυχι να πουλιςει το άλογό του που το «αγαποφςε πολφ». Δεν υπάρχει κείμενό του, με μοναδικι εξαίρεςθ τθν Απολογία του Σωκράτουσ, που να μθ γίνεται αναφορά ςτον ίππο, ζτςι που φαίνεται να αποδφεται ςε μια ςυνεχι και ςυςτθματικι υπζρ του ςυνθγορία όςο και υμνολογία. Στθν ιςτορία που ςυνεχίηει με τα Ελλθνικά από εκεί που τθν άφθςε ο Κουκυδίδθσ, «αυξάνει» το ακθναϊκό ιππικό και του αποδίδει μεγαλφτερθ αξία. Γενικζσ οδηγίεσ για την αγορά ενόσ ίππου Και πρϊτα κα γράψουμε για το πωσ κα μποροφςε κανείσ να εξαπατθκεί ελάχιςτα κατά τθν αγορά ενόσ ίππου· προκειμζνου, λοιπόν, για ζνα αδάμαςτο πουλάρι είναι ολοφάνερο ότι πρζπει κανείσ να δοκιμάηει το ςϊμα του, διότι ο ίπποσ που δεν ζχει ακόμα γνωρίςει αναβάτεσ δεν προςφζρει ςαφι ςθμάδια του καλοφ του χαρακτιρα. Μετά το πρϊτο που πρζπει να κοιτάξουμε είναι τα πόδια. Διότι, όπωσ ακριβϊσ μια οικία δεν κα ωφελοφςε ςε τίποτε, εάν είχε τα επάνω μζρθ καλά, όταν δεν είναι όπωσ πρζπει τα κεμζλια, ζτςι και προκειμζνου για ζναν πολεμικό ίππο ςε τίποτα δεν κα ωφελοφςε, ακόμθ κι αν είχε όλα τα άλλα καλά, τθ ςτιγμι που ιταν τα πόδια του κακά· διότι ςτθν περίπτωςθ αυτι δεν κα μποροφςε να χρθςιμοποιιςει τα προτεριματά του. Και όταν κάποιοσ κα δοκιμάηει τα πόδια κα πρζπει πρϊτα να εξετάηει τισ οπλζσ διότι τα παχιά νφχια υπερζχουν κατά πολφ ςε ςφγκριςθ με τα λεπτά για τθν ευπλαςία των ποδιϊν.


Η εκπαίδευςη του ίππου Το να μθ μεταχειρίηεται κανείσ τον ίππο με οργι αποτελεί ζνα άριςτο μάκθμα και μια άριςτθ ςυνικεια για τον ίππο. Θ οργι, πράγματι, είναι κάτι το απρομελζτθτο με αποτζλεςμα ςυχνά να δθμιουργεί καταςτάςεισ για τισ οποίεσ είναι κανείσ αναγκαςμζνοσ εκ των υςτζρων να μετανοιϊςει. Και πρζπει μάλιςτα να τον αγγίηει κανείσ ςϋεκείνα τα ςθμεία τα οποία όταν ψθλαφίηονται ο ίπποσ ευχαριςτείται περιςςότερο από κάκε τι άλλο· αυτά (τα ςθμεία) είναι τόςο τα μζρθ με το περιςςότερο τρίχωμα όςο και εκείνα ςτα οποία ο ίπποσ κα μποροφςε να προςτατευκεί, αν κάτι τον ενοχλεί. Κα πρζπει να δοκεί επίςθσ ακόμθ θ εντολι ςτον ιπποκόμο να μάκει ςτο πουλάρι να περνάει μζςα από κόςμο και να τον εξοικειϊνει με κάκε είδουσ εικόνεσ και κορφβουσ. Και όταν πάλι, επειδι φοβικθκε κάποιο αντικείμενο δεν κζλει να προχωριςει προσ αυτό πρζπει να του μακαίνει κανείσ με τθ βοικεια ενόσ άλλου τολμθροφ ίππου (ςφν ἵππῳ εὐυκαρδίῳ), ότι δεν είναι τίποτε το φοβερό αυτό, και αν όχι, κα πρζπει να ακουμπιςει ο ίδιοσ (ο αναβάτθσ) το αντικείμενο που φάνθκε ότι είναι φοβερό και να οδθγιςει εκεί τον ίππο ιςυχα. Εκείνοι, αντίκετα, που τον αναγκάηουν με κτυπιματα, του μεταδίδουν μεγαλφτερο ακόμθ φόβο γιατί ζτςι αιςκάνονται τθν αιτία κοινι. Τπερπήδηςη τάφρου Ρροκειμζνου, για ζναν ολότελα άπειρο ίππο ςτο να διαςκελίηει, πρζπει ο ιππζασ, αφοφ κα ζχει ξεπεηζψει, πιάνοντασ το ςχοινί του χαλινοφ, να διαβεί πρϊτοσ τθν τάφρο αυτόσ ο ίδιοσ και ζπειτα πρζπει να τον τραβιξει ζντονα με το χαλινάρι για να πθδιξει. Αν όμωσ τυχόν δεν κζλει, κάποιοσ που κρατάει ζνα μαςτίγιο ι ζνα ραβδί κα πρζπει να τον κτυπιςει όςο πιο δυνατά μπορεί· και ζτςι υπερπθδάει όχι μόνο ςτο απαιτοφμενο διάςτθμα, αλλά πολφ περιςςότερο απϋ ότι χρειάηεται· και ςτο μζλλον δεν κα υπάρχει καμία απολφτωσ ανάγκθ να τον κτυπιςει κανείσ, αλλά, αν μόνο δει κάποιον να εμφανίηεται ξαφνικά πίςω του, πθδάει Ο χαλινόσ Και για τθ ςφγχρονθ ιππολογία θ ακριβισ προςαρμογι του χαλινοφ ζχει εξαιρετικά μεγάλθ ςθμαςία. Ο Ξενοφϊν ςυνιςτά τον εφκαμπτο χαλινό, και υπάρχουν ςιμερα ειδικοί χαλινοί, που φαίνεται ότι ανταποκρίνονται ςτισ προδιαγραφζσ του Ξενοφϊντα. Πποιοσ και αν είναι ο αρικμόσ των χαλινϊν, αυτό που ενδιαφζρει, είναι να είναι εφκαμπτοι και ο αναβάτθσ να τον χρθςιμοποιεί πάντα με τον ίδιο τρόπο. Διότι όποτε ςυμβαίνει να πιάνει ο ίπποσ τον ςκλθρό χαλινό, τον κρατάει ολόκλθρο ςφικτά ςτισ γνάκουσ του - όπωσ ακριβϊσ και με μια μικρι ςοφβλα, τθν οποία απϋ όπου κι αν τυχόν κανείσ τθν πιάςει, τθν ςθκϊνει ολόκλθρθ. Ρρζπει να τραβάει κανείσ προσ τα πίςω με τον χαλινό το ςτόμα του ίππου οφτε υπερβολικά ζντονα, ςε ςθμείο που να δυςαναςχετεί, οφτε υπερβολικά απαλά, ζτςι που να μθν καταλαβαίνει τίποτε· από τθ ςτιγμι ωςτόςο που, όταν τραβιζται προσ τα πίςω, ςθκϊνει τον αυχζνα, πρζπει ευκφσ αμζςωσ να του αφινεται χαλαρόσ ο χαλινόσ. Κα πρζπει ακόμθ να μάκει και αυτά εδϊ ο ιπποκόμοσ, πρϊτον, ότι δεν πρζπει ποτζ να οδθγεί με το ζνα μόνο θνίο τον ίππο διότι αυτό διαφοροποιεί τισ γνάκουσ· ζπειτα πρζπει όςο είναι δυνατό να υπάρχει οριςμζνθ απόςταςθ ανάμεςα ςτο χαλινό και ςτισ γνάκουσ. Διότι ο χαλινόσ που είναι κοντά ςϋ αυτζσ κα ςκλθρφνει το ςτόμα ςε ςθμείο να μθν είναι πλζον ευαίςκθτο, ενϊ εκείνοσ, αντίκετα, που είναι υπερβολικά κρεμαςμζνοσ ςτο κάτω μζροσ του ςτόματοσ δίνει τθ δυνατότθτα ςτον ίππο με το να


δαγκϊνει ςφιχτά τον χαλινό να μθν υπακοφει. Και κατά τα άλλα, όπωσ ακριβϊσ δεν παφουμε να το λζμε, κακόςον ο ίπποσ μασ υπθρετεί ςωςτά, πρζπει να τον ανταμείβουμε. Και όταν τυχόν γίνεται αντιλθπτό ότι ο ίπποσ ευχαριςτείται από το ςικωμα του αυχζνα και από τθ χαλαρότθτα, ςτθν περίπτωςθ αυτι δεν πρζπει να του δθμιουργιςει κανείσ καμιά δυςκολία, ςαν να επρόκειτο να τον αναγκάςει να υποβλθκεί ςε κόπουσ, αλλά αντίκετα, να τον χαϊδεφει, ςαν να επρόκειτο να κζλει να ςταματιςει (να ιππεφει)· διότι ζτςι κα περάςει, ζχοντασ απόλυτθ εμπιςτοςφνθ, ςτθ γριγορθ ιππαςία. Η μεταχείριςη ενόσ αφηνιαςμζνου ίππου Πταν κα δϊςει κάποιοσ το ςιμα ςτον ίππο να προχωριςει κα πρζπει να πθγαίνει ςτθν αρχι ςε ρυκμό βάδθν· διότι αυτό κάνει τον ίππο να είναι εντελϊσ ιρεμοσ. Οτιδιποτε τυχόν το ξαφνικό παρουςιαςτεί, ταράηει τον οξφκυμο ίππο, όπωσ ακριβϊσ ταράηουν ζναν άνκρωπο τα απρόςμενα κεάματα, ακοφςματα και ςυμβάντα. Ρρζπει, εξάλλου, να γνωρίςει καλά κανείσ ότι και ςτον ίππο τα ξαφνικά ερεκίςματα προξενοφν ταραχι. Θ άςκθςθ βίασ κα ιταν εδϊ αναποτελεςματικι, κακότι ο ίπποσ είναι πιο δυνατόσ από τον άνκρωπο, αν τυχόν το αφινιαςμα τον κάνει να μζνει αδιάφοροσ ςτισ εντολζσ που του δίνει ο αναβάτθσ μζςω του επιςτομίου. Στθν περίπτωςθ αυτι μπορεί κανείσ να επιχειρεί να επαναφζρει ςϋζνα ρυκμό πιο ιρεμο τον ίππο που παραφζρεται ι που, τρόπον τινά, αφθνίαςε, με το να προςπακεί να τον βάλει ςϋ ζνα κφκλο ι να τον κάνει να ςτρίβει διαδοχικά πότε δεξιά και πότε αριςτερά, κάτι που είναι, άλλωςτε, αναγκαςμζνοσ να κάνει ο ιππζασ, αν ζχει λίγο χϊρο μπροςτά του. Διαφορετικά, αυτό που ενδείκνυται είναι ζνασ παρατεταμζνοσ καλπαςμόσ, ολοζνα και πιο ιρεμοσ, διότι αυτό εκτονϊνει και θςυχάηει τον ίππο. Οι αςθζνειεσ του ίππου Ο Αριςτοτζλθσ αναφζρει ςτα Οικονομικά τθν περίπτωςθ ενόσ Ρζρςθ δοφλου, ο

οποίοσ ςτθ ερϊτθςθ τι μάλιςτα ίππου πιαίνει (τι κυρίωσ παχαίνει τον ίππον) απάντθςε ο του δεςπότου οφκαλμόσ. Ο ίπποσ που είναι αδιάκετοσ λόγω δυςπεψίασ ι υπερκόπωςθσ δεν ζχει όρεξθ και εκνευρίηεται όταν βρίςκεται μπροςτά ςτθν τροφι του, τθν οποία και ςκορπίηει με τθ μουςοφδα ι τθ γλϊςςα του. Πταν κάποιοσ αντιλαμβάνεται ότι ςυμβαίνει αυτό κα είναι ςε κζςθ να γνωρίηει ι οτι το ςϊμα του ίππου παρουςιάηει υπεραιμία και χρειάηεται κεραπεία ι λόγω υπερκόπϊςεωσ ότι ο ίπποσ ζχει ανάγκθ από ξεκοφραςθ ι οτι υποβόςκει ςτον οργανιςμό του κρικίαςθ ι κάποια άλλθ αςκζνεια . Η ανώτερη ιππαςία Πολεμικόσ ίπποσ Κακϊσ όμωσ υποκζςουμε ότι αγοράηουμε ζνα πολεμικό ίππο, πρζπει αυτόσ να αποκτιςει πείρα ςε όλα εκείνα τα οποία και ο πόλεμοσ κζτει υπό δοκιμαςία. Αυτά είναι το να διαςχίηει τάφρουσ, να υπερπθδάει τειχία, να εκτινάςςεται πάνω από εμπόδια και να πθδάει χαμθλότερα και επιπλζον να μακαίνει να τρζχει γριγορα ςε ανθφοριζσ, ςε κατθφοριζσ και ςε πλαγιζσ. Διότι όλα αυτά δοκιμάηουν και αν θ ψυχι του είναι δυνατι και αν το ςϊμα του είναι υγιζσ. Ρρζπει και ο ίδιοσ ο ιππζασ και ο ίπποσ να τα μακαίνουν και να εξαςκοφνται ςϋαυτά. Διότι ζτςι κα μποροφςαν να είναι ςωτιριοι ο ζνασ για τον άλλον και ςυνεπϊσ κα μποροφςαν να κεωρθκοφν ότι


είναι χρθςιμότεροι Για να τρζχει κατθφόρεσ πρζπει πρϊτα να τον μάκει (να τρζχει) ςε μαλακό ζδαφοσ, και ςτο τζλοσ, όταν κα το ζχει αυτό ςυνθκίςει, κα τρζχει πολφ πιο ευχάριςτα ςτον κατιφορο παρά ςτον ανιφορο. Αυτό που φοβοφνται μερικοί μιπωσ δθλαδι βγάλουν τουσ ϊμουσ τουσ οι ίπποι που τουσ βάηουν να τρζχουν ςε κατιφορο κα πρζπει να μάκουν ότι οι Ρζρςεσ και οι Οδρφςεσ όλοι, όταν ςυναγωνίηονται ςτθν κατάβαςθ δεν διατθροφν κακόλου λιγότερο από τουσ Ζλλθνεσ υγιείσ τουσ ίππουσ τουσ. Ρρζπει επίςθσ να γνωρίηει κανείσ ότι μια διδαχι είναι το να κακθςυχάηει ο ίπποσ με ποππυςμό και να ξεκινάει με κλωγμό· κατϋ αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, πρζπει και ςε περίπτωςθ πολεμικισ κραυγισ και ιχου ςάλπιγγασ οφτε ο ίδιοσ (ιππζασ) να φαίνεται ςτον ίππο ότι ζχει κορυβθκεί οφτε ςϋ εκείνον βεβαίωσ να προκαλεί φόβο. Κπποσ των παρελάςεων Αν, πάλι, κελιςει κάποιοσ να ζχει ςτθν υπθρεςία του ζνα ίππο κατάλλθλο για παρζλαςθ, που ορκϊνεται και φανταχτερό, αυτζσ οι ιδιότθτεσ δεν απαντϊνται ςε κάκε ίππο, αλλά κα πρζπει να υπάρχει ςϋαυτόν και γενναία ψυχι και γερό ςϊμα. Ράνω ςε τζτοιουσ ίππουσ παρουςιάηονται από τουσ ηωγράφουσ να ιππεφουν κεοί και ιρωεσ, και οι άνκρωποι οι οποίοι μεταχειρίηονται αυτοφσ τουσ ίππουσ ωραία, φαίνονται μεγαλοπρεπείσ. Παραλειπόμενα Ρόςο πολφτιμα ιταν τα άλογα ςτθν κλαςικι εποχι αντιλαμβανόμαςτε από τον Σωκράτθ, ο οποίοσ ςυχνά χρθςιμοποιοφςε ςτισ παραβολζσ του τον ιπποκόμο, για να δθλϊςει πόςο ςθμαντικι ιταν θ ςυμβολι του ςτθν εκπαίδευςθ των αλόγων, ςυγκρίςιμθ με τθν ςυμβολι των ενάρετων φιλοςόφων ςτθν αγωγι των νζων.

Οι Ιππήσ είναι κωμωδία του Αριςτοφάνθ που διδάχτθκε το 424 π.Χ. ςτα Λιναια κερδίηοντασ το πρϊτο βραβείο. Το όνομά τθσ προζρχεται από το χορό του ζργου. Ιταν θ πρϊτθ κωμωδία που ανζβθκε με το όνομα του Αριςτοφάνθ. Ο Αριςτοφάνθσ άρχιςε να ςυγγράφει τουσ Λππισ για να ςτθλιτεφςει ζναν πολιτικό τθσ εποχισ, τον δθµαγωγό Κλζωνα, ο οποίοσ ιταν προςωπικόσ εχκρόσ του. Βριςκόμαςτε ςτον ζβδοµο χρόνο του Ρελοποννθςιακοφ Ρολζµου και ο Κλζωνασ, ο οποίοσ είναι υπεραςπιςτισ τθσ ςυνζχιςθσ του πολζμου, ζχει ψθφιςτεί ςτρατθγόσ των Ακθναίων. Στο ζργο, ο Κλζωνασ είναι ο Ραφλαγόνασ. Οι αντιπαλοί του προςπακοφν να τον αντικαταςτιςουν με ζνα αλλαντοπϊλθ τον οποίο και εκπαιδεφουν ςτθ δθμαγωγία ϊςτε να


πείςει τουσ Ακθναίουσ για ειρινθ. Το ςκεπτικό τουσ είναι ότι για να χτυπιςεισ ζναν φαφλο πολιτικό πρζπει να εφεφρεισ ζναν φαυλότερο, μια πρωτότυπθ αν και ιδιαίτερα απαιςιόδοξθ άποψθ. Ο πρϊθν αλλαντοπϊλθσ τελικά αποδεικνφεται χαριςματικόσ δθμαγωγόσ και υπεριςχφει του Ραφλαγόνα. Ο Αριςτοφάνθσ με τθν κωμωδία αυτι πραγματεφεται τθ φαυλότθτα αυτϊν που αςκοφν τθν εξουςία και πωσ αυτι οδθγεί μια χϊρα— ςτθν προκειμζνθ περίπτωςθ τθν Ακινα του Ρελοποννθςιακοφ Ρολζμου—ςτθν καταςτροφι. Οι καταςτάςεισ ςτισ οποίεσ το ζργο αναφζρεται ζχουν διαχρονικό χαρακτιρα. Στο πρόςωπο του Κλζωνα µποροφµε να δοφµε τον κάκε πολιτικό θγζτθσ μιασ χϊρασ ο οποίοσ αςκϊντασ ανεφκυνθ διοίκθςθ τθν οδθγεί ςτθν καταςτροφι. Τπόθεςη Ο Δθμοςκζνθσ και ο Νικίασ είναι δοφλοι και μάλιςτα ςτενοχωρθμζνοι. Αφζντθσ τουσ είναι ο Διμοσ που ζχει βζβαια τισ ιδιοτροπίεσ του. Μα από τότε που τον πλεφριςε ο κατεργάρθσ ο Ραφλαγόνασ , άλλαξε προσ το χειρότερο. Τον γλυκοπιάνει τον αφζντθ τουσ και τον εκίηει ςτθν ευκολία. Τον ξεγελάει, κλζβει αλλονϊν και τα ςερβίρει για δικά του. Τον ζχει γεμίςει με ψευτιζσ και ςυκοφαντίεσ. Ρωσ κα απαλλαγοφν από αυτόν; Αναρωτιοφνται. Ασ πιοφνε να κατεβάςουν καμία ιδζα. Για αρχι κλζβουν το χρθςμό που φυλάει με προςοχι ο Ραφλαγόνασ. Ο χρθςμόσ λζει ότι ο αχρείοσ κα χακεί από ζναν πωλθτι ςαλαμιϊν. Ο Αγοράκριτοσ, ο αλλαντοπϊλθσ, πλθςιάηει τουσ δφο δοφλουσ. Ο Δθμοςκζνθσ και ο Νικίασ τον πείκουν ότι αυτόσ είναι ο άξιοσ διεκδικθτισ τθσ εξουςίασ. Εκείνθ τθ ςτιγμι βγαίνει από το ςπίτι, οργιςμζνοσ ο Ραφλαγόνασ. Ο Αγοράκριτοσ ςτθν αρχι τρομοκρατείται, αλλά ζρχονται ςε ςυμπαράςταςι του οι Λππείσ. Ο καβγάσ ανάβει για τα καλά. Ο Ραφλαγόνασ και ο Αγοράκριτοσ αλλθλοκατθγοροφνται. Οι Λππείσ κατθγοροφν τον Ραφλαγόνα για ψεφτθ, δόλιο, απατεϊνα και κλζφτθ. Οι ςυκοφαντίεσ δίνουν και παίρνουν. Ο Ραφλαγόνασ υπερθφανεφεται ότι κανείσ δεν τον περνάει ςτθν αδιαντροπιά. Οι δφο άντρεσ τρζχουν ςτθ Βουλι για να καταδϊςει ο ζνασ τον άλλον και να πάρουν με το μζροσ τουσ τθν εφνοια του λαοφ. Ο Αγοράκριτοσ νικάει τον Ραφλαγόνα. Και οι δφο ζταξαν ςτο λαό και κζρδιςε αυτόσ που ζδωςε περιςςότερα. Ο Ραφλαγόνασ δεν μπορεί να το χωνζψει ότι ζχαςε. Και οι δφο πάνε ζξω από τθν πόρτα του Διμου. Τον καλοφν να βγει από το ςπίτι του και του λζνε πόςο τον αγαποφν. Γίνεται ζνασ διαγωνιςμόσ ςτα λόγια για να αποδείξουν ποιοσ νοιάηεται περιςςότερο. Ο Αγοράκριτοσ κατακτά και το Διμο. Οι δφο άντρεσ φζρνουν χρθςμοφσ, φςτερα φζρνουν από ζνα καλάκι γεμάτο με διάφορα τρόφιμα. Συνεχίηουν ποιοσ κα καλοπιάςει πιότερο το Διμο. Μζχρι που ο Ραφλαγόνασ παραδζχεται τθν ιττα του. Με τθ νίκθ του Αγοράκριτου, θ Ακινα αποκτά τθν παλιά τθσ αίγλθ. Ο Αγοράκριτοσ χαρίηει ςτο Διμο τθν τριαντάχρονθ ςυνκικθ που είχε φυλακιςμζνθ ο Ραφλαγόνασ.

Λαογραφία Στθ λαϊκι ελλθνικι ςυνείδθςθ ο ίπποσ ζχει ςυνδεκεί με ιδιαίτερα χαρίςματα αλλά και με πλικοσ από δοξαςίεσ. Ππωσ για παράδειγμα αν χλιμιντρίηει ςτον φπνο του το άλογο κα πεκάνει τϋ αφεντικό του, ι ανάλογα με το χλιμίτριςμα προαναγγζλει τθ μεταβολι του καιροφ.


Στα άλογα οι Ζλλθνεσ δίνουν διάφορεσ ονομαςίεσ όπωσ "Καράσ", "΢οφςοσ", "Ψαρρισ", "Ντορισ", "Μπάλιοσ", "Μελίςςθσ" που περιςςότερο ζχουν να κάνουν με το χρϊμα του τρίχωμά τουσ. Στα Μεςαιωνικά ποιιματα τα λεγόμενα Ακριτικά, κυριαρχοφν τα ονόματα "Γρίβασ", "Μαφροσ" και "Ρζπανοσ". Ρολλά επίςθσ κλζφτικα τραγοφδια κάνουν αναφορά ςε άλογα με τθν ζννοια του πιςτότερου ςφντροφου του πολεμιςτι που δεν τον εγκαταλείπει ακόμα και τραυματιςμζνο προτρζποντάσ τον μάλιςτα να καβαλικζψει και πάλι για να ςυνεχίςουν. Χαρακτθριςτικό το ακόλουκο λυρικό δθμοτικό ςε απάντθςθ του κατάκοιτου ιρωα προσ το αγαπθμζνο του άλογο: -Δεν μπορϊ καθμζνε "γρίβα", γιατί μϋ ζχουν λαβωμζνο, ςτθ καρδιά πετυχθμζνο. Σφρε ςκάψε με τα νφχια, με τϋ αργυροπζταλά ςου, τράβθξζ με, με τα δόντια, ρίξε με μζςα ςτο χϊμα. Ζπαρε και τϋ άρματά μου, δϊςε τα ςτα γονικά μου, Ζπαρε και το μαντιλι, το χρυςό μου δακτυλίδι, να τα δϊςεισ τθσ καλισ μου, να με κλαίει ςαν τα βλζπει. Tθ ςτενι ςχζςθ αλόγου και αφζντθ, τθ ςυναντάμε ςτθ δθμοτικι ποίθςθ ςυχνά, κυρίωσ ςτα κλζφτικα και ακριτικά τραγοφδια, με τθ διαφορά πωσ ο κλζφτθσ και ο ακρίτθσ πολεμά πάνω ςτο άλογο και δεν διακζτει οφτε άρμα, οφτε αμαξολάτθ. Τα χρθςιμοποιεί και κακθμερινά, να δείξει ότι αποτελοφν αναπόςπαςτο κομμάτι τθσ ηωισ του ι να επιδείξει τθν ομορφιά τουσ: Σων Κολοκοτρωναίων (Κλζφτικο) Καβάλλα τρϊνε το ψωμί, καβάλλα πολεμάνε, καβάλλα παν ςτθν εκκλθςιά, καβάλλα προςκυνάνε καβάλλα παίρν' αντίδωρο, απ' του παπά το χζρι. Σου μικροφ Βλαχόπουλου (Ακριτικό) Ο Κωνςταντίνοσ ο μικρόσ κι ο Αλζξθσ ο αντρειωμζνοσ, και το μικρό Βλαχόπουλο ο καςτροπολεμίτθσ, αντάμα τρων και πίνουνε και γλυκοκουβεντιάηουν, κι αντάμα ζχουν τουσ μαφρουσ των ςτον πλάτανο δεμζνουσ. Του Κϊςτα τρϊει τα ςίδερα, τ' Αλζξθ τα λικάρια, και του μικροφ Βλαχόπουλου τα δζντρα ξερριηϊνει. Το καφμα να μιλά το άλογο παρουςιάηεται και ςτο ακριτικό: Σου μικροφ Βλαχόπουλου: “Επιγε το βλαχόπουλο ςτθ βίγλα να βιγλίςει. Βλζπει Τουρκιά ςαρακθνοφσ κι Αράπθδεσ κουρςάρουσ, κι οι κάμποι επραςινίηανε,τα πλάγια κοκκινίηαν' άρχιςε να τουσ διαμετράει, διαμετρθμοφσ δεν είχαν. Να πάει πίςω ντρζπεται, να πάει μπροσ φοβάται. Σκφβει φιλεί το μαφρο του, ςτζκει και τον ρωτάει:


-Δφνεςαι μαφρε μ', δφνεςαι ςτο γαίμα για να πλζξεισ; -Δφνομαι, αφζντθ, δφνομαι ςτο γαίμα για να πλζξω, κι όςουσ κα κόψει το ςπακί, τόςουσ κενά πατιςω. Μόν' δζςε το κεφάλι ςου μ' ενα χρυςό μαντιλι, μθ τφχει λάκκοσ και ριχτϊ και πζςεισ απ' τθ ηάλθ. -Μαφρε μου,άιντε να μποφμε, κι όπου κεόσ τα βγάλει”.

Ο Ρόβασ Ο ΢όβασ εξεκίνθςε, μεσ τθν Βλαχιά να πάει, Νφχτα ςελϊνει τ’ άλογα, νφχτα τα καλιγϊνει, Βάηει τα πζταλα χρυςά, καρφιά μαλαματζνια.

Η αρπαγή τήσ γυναικόσ του ακρίτα Ο φμνοσ ςτισ ικανότθτεσ του αλόγου (μαφρου). Ωσ ζτρωγα κι' ωσ ζπινα ςε μαρμαρζνια τάβλα, ομαφροσ μου χλιμίντριςε και το ςπακί μου ερράθ, κ' εμζνα ο νουσ μου τό βαλε, παντρεφουν τθν καλι μου, με κάποιον άλλον τθ βλογοφν κ' εκείνθ δεν τον κζλει, παντρευαρραβωνιάηουν τθν κ' εμζνα μ' αςτοχοφνε. Ρερνϊ και πάω 'σ τουσ μαφρουσ μου, τουσ εβδομθνταπζντε. "Μαφροι μου ακριβοτάγιςτοι και μοςκανακρεμμζνοι, ποιοσ ειν' αψφσ και γλιγοροσ, να τον καβαλλικζψω, ν' αςτράψθ 'σ τθν ανατολι και να βρεκι 'σ τθ δφςθ;" Οι μαφροι μου όςοι τάκουςαν οφλοι βουβοί απομείναν, κι' όςαισ φοράδεσ τάκουςαν ζρρθξαν τα πουλάρια, κ' ζνασ γρίβασ παλιόγριβασ, ςαρανταπλθγιαςμζνοσ, κείνοσ απολογικθκε, γυρίηει και μου λζει. "Εγϊ είμαι αψφσ και γλιγοροσ να πάγω όκε κι' αν είναι. Οποφ είναι γάμοσ και χαρά πάνε τα νια πουλάρια, οποφ είναι πόλεμοσ φρικτόσ παίρνουν εμζ το γζρο. Εγϊ είμαι γζροσ κι' άχαροσ, ταξίδια δε μου πρζπουν, μα για χατίρι τθσ κυράσ να μακροταξιδζψω, οποφ μ' ακριβοτάγιηε 'σ το γφρο τθσ ποδιάσ τθσ, κι' οποφ μ' ακριβοπότιηε 'σ τθ χοφφτα του χεριοφ τθσ. Μόν' δζςε το κεφάλι ςου με δυο με τρία μαντιλια, και ςφίξε τθ μεςοφλα ςου με δυο με τρία ηουνάρια, να μθ ςε φάθ θ βουι και ντραλιςτισ και πζςθσ. Και μθ ςε πάρθ κουρτεςιά και βάλθσ φτερνιςτιρι, και κυμθκϊ τθ νιότθ μου και κάμω ςαν πουλάρι, και ςπείρω τα μυαλοφδια ςου 'σ εννιά μοδιϊ χωράφι."


Στρϊνει γοργά το μαφρο του, γοργά καβαλλικεφει. Δίνει βιτςιά του μαφρου του και πάει ςαράντα μίλλια, και μεταδευτερϊνει του και πάει ςαρανταπζντε. 'Σ τθ ςτράταν οποφ πιγαινε το κιον επαρακάλει. "Κζ μου να βρω τον κφρθ μου ςτϋαμπζλι να κλαδεφθ." Σα χριςτιανόσ που τόλεγε, ςαν άγιοσ εξακοφςτθ, κι' απάντθςε τον κφρθ του, που κλάδευε ςτϋαμπζλι. "Καλϊσ τα κάνεισ, γζροντα, το τίνοσ είν' ταμπζλι; -Τθσ ερθμιάσ, τθσ ςκοτεινιάσ, του γιου μου του φευγάτου. Σιμερα τθσ καλίτςασ του τθσ δίνουν άλλον άντρα, εψζσ επιραν τα προικιά και ςιμερα τθ νφφθ. -Ραρακαλϊ ςε, γζροντα, αλικεια να με δϊςθσ, τάχα κα φτάςω 'σ τθ χαρά, κα φτάςω και 'σ το γάμο; -Αν ζχθσ μαφρο γλιγορο 'σ ςπίτι τουσ προφτάνεισ, κι' αν είν' οκνόσ ο μαφροσ ςου 'σ τθν εκκλθςιά τουσ βρίςκεισ." Δίνει βιτςιά του μαφρου του και πάει ςαράντα μίλια, και μεταδευτερϊνει του και πάει ςαρανταπζντε. 'Σ τθ ςτράταν οποφ πιγαινε το κιον επαρακάλει. "Κε μου να βρω τθ μάννα μου 'σ τον κιπο να ποτίηθ!" Σα χριςτιανόσ που τόλεγε, ςαν άγιοσ εξακοφςτθ, κ'ευρικε τθ μαννοφλα του που πότιηε τον κιπο. "Ϊρα καλι, γερόντιςςα, το τίνοσ ειν' ό κιποσ; -Τθσ ερθμιάσ, τθσ ςκοτεινιάσ, του γιου μου του φευγάτου που ςιμερα θ γυναίκα του κα πάρθ νάλλον άντρα, εψζσ επιραν τα προικιά και ςιμερα τθ νφφθ. -Ρεσ μου να ηθσ, γερόντιςςα, φτάνω κ' εγϊ 'σ το γάμο; -Αν εχθσ μαφρο γλιγορο, 'σ το ςπίτι τουσ προφτάνεισ, κι' αν ειν' οκνόσ ο μαφροσ ςου, 'σ τθν εκκλθςιά τουσ βρίςκεισ." Δίνει του μαφρου του βιτςιά 'σ τθ χϊρα κατεβαίνει. Εκεί ςιμά, εκεί κοντά 'σ το ςπίτι του να φτάςθ, ο μαφροσ του χλιμίντριςε κ' θ κόρθ αναςτενάηει. "Τι ζχεισ, κόρθ μ', και κλίβεςαι και βαριαναςτενάηεισ, τα ροφχα ςου δεν είν' καλά, ι τα φλωριά ςου λίγα; -Φωτιά να κάψ' τα ροφχα ςου και λάβρα τα φλωριά ςου, τι ο μαφροσ που χλιμίντριςε ςαν του καλοφ μου μοιάηει. -Αν ειν' ο πρϊτοσ άντρασ ςου να βγω να τον ςκοτϊςω. -Δεν ειν' ο πρϊτοσ άντρασ μου να βγισ να τον ςκότωςθσ, μόν' είν' ο πρϊτοσ μου αδερφόσ, μου φζρνει τα προικιά μου. -Αν είν' ο πρϊτοσ ςου αδερφόσ, ζβγα να τον κζραςθσ." Χρυςό ποτιρι νάρπαξε να βγι να τον κεράςθ. "Δεξιά μου ςτζκα, λυγερι, ηερβά μου πζρνα, κόρθ." Το μαφρο του χαμιλωςε κ' θ κόρθ απάνω ευρζκθ. Βγάλλει και το χρυςό ςπακί και ταργυρό μαχαίρι, δίνει του μαφρου του βιτςιά κ' επιρε χίλια μίλλια, μθδζ το μαφρον είδανε, μιτε τον κορνιαχτό του. Οποφ είχε μαφρο γλιγορο νείδε τον κορνιαχτό του, κι' οποφ είχε μαφρο κ' είν' οκνόσ, μθδζ τον κορνιαχτό του.


Σου νεκροφ αδελφοφ Κάνει το ςφγνεφο άλογο και τ' άςτρο χαλινάρι και το φεγγάρι ςυντροφιά και πάει να τθν φζρει.

Ακρίτασ ( Πόντοσ) Το ζνοικο ς' εχάλαςαν, και τθν καλι ς' επαίραν. Τ' όλον καλλίον τ' άλογο ς', ςτρϊνε και καβαλκεφνε. Δίνει βιτςιά ςτο άλογο κι ανζμοι τον επαίρνουν μα είχε άλογο γοργό ςτο ςπίτι προλαβαίνει Άλλο τι δεν εηιλεψα μζς' ςτον απάνου κόςμο, παρά το γλιγορο άλογο και το γοργό ηευγάρι, και τθ γυναίκα τθν καλιν οποφ τιμάει τον άντρα. ...

Σ' αγαπημζνα αδζρφια και η κακή γυναίκα Το μαφρο καβαλλίκεψε και ςτο χωριό γυρίηει, τθ νφφθ του εφϊναξε, τθ νφφθ του φωνάηει.

ΚΑΡΤΩΣΑΚΗ΢ Κ.-ΕΛΕΓΕΙΑ ΚΑΙ ΢ΑΣΙΡΕ΢ (1927) Άλογα μαφρα, κίαςοσ ιπποδρομίου, πετοφνεοι ςκζψεισ τϊρα, φεφγοντασ τθ μάςτιγα του λόγου. Κι είμαι ζνασ κλόουν τραγικόσ, που οι άνκρωποι κα δοφνενα παίηει, να ςυντρίβεται με τθν οπλι του αλόγου.

ΓΙΩΡΓΗ΢ ΠΑΤΛΟΠΟΤΛΟ΢ (1924-2008) ΣΟ ΢ΑΚΙ(απόσπασμα) Ιμουν παιδί ακόμθ δεν τουσ καλοκυμάμαι. Μπικανε ςτο χωριό μου ζνα πρωίμα δε ςτακικανε. Ρεράςανε αργά πάνω ςτο χιόνι. Τα γζνια τουσανάμεςα ςτα ςφννεφα και τισ κοτρόνεσ κακϊσ τουσ χϊνευε το βουνό. Μονάχα ο τελευταίοσ δε φεφγει απ’ το μυαλό μου Κράτα το άλογο, μου είπε και βάηοντασ το ςκοφφο του ςτθν αμαςχάλθ ζςκυψε ςτο νερό να πιει και τό ’να μάτι του με κοίταηε απ’ το πλάι. Κοίταηε τα κουρζλια μουτα πόδια μου μεσ ςτισ λινάτςεσ τισ ξόβεργεσ ςτα ξυλιαςμζνα χζρια μου και πϊσ του χαμογζλαγα κρατϊντασ τ’ άλογο με περθφάνια.

ΑΞΙΟΝ Ε΢ΣΙ το φωσ και θ πρϊτθ χαραγμζνθ ςτθν πζτρα ευχι του ανκρϊπου θ αλκι μεσ ςτο ηϊο που οδθγεί τον ιλιο το φυτό που κελάθδθςε και βγικε θ μζρα


Θ ςτεριά που βουτά και υψϊνει αυχζνα ζνα λίκινο άλογο που ιππεφει ο πόντοσ οι μικρζσ κυανζσ φωνζσ μυριάδεσ θ μεγάλθ λευκι κεφαλι Ροςειδϊνοσ.... «Τότε είπε και γεννικθκεν θ κάλαςςα. Και είδα και καφμαςα.. Και ςτθ μζςθ τθσ ζςπειρε κόςμουσ μικροφσ κατ’ εικόνα και ομοίωςι μου .. Κπποι πζτρινοι με τθ χαίτθ ορκι και γαλινιοι αμφορείσ και λοξζσ δελφινιϊν ράχεσ..»

΢τίχοι: Οδυςςζασ Ελφτησ Μουςική: Μίκησ Θεοδωράκησ Ηλεκτρονική Βιβλιογραφία: http://blogdhm.blogspot.gr/2009/10/blog-post.html http://el.wikipedia.org/wiki/Ρερί_ιππικισ http://www.stougiannidis.gr/hypoglossal/32_alogo.htm


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.