2
Ο Αστικός Σχεδιασμός και η Κοινωνία Σχέση σύγκρουσης ή σχέση συνεργασίας;
Βασίλειος Ράπτης Επιβλέπων καθηγητής: Θ. Παγώνης
σχολή αρχιτεκτόνων μηχανικών ΕΜΠ
3
Περιεχόμενα Θέμα Μεθοδολογία 0 |12 Τι είναι ο Αστικός Σχεδιασμός; 1 | 14 Οι βάσεις του Αστικού Σχεδιασμού Ιδεολογικό Υπόβαθρο Κοινωνικές και Οικονομικές Συνθήκες Ο Ορθολογικός Σχεδιασμός Αποτίμηση του Ορθολογικού Σχεδιασμού
2 |28 Η δυναμική της Κοινωνίας Ο κοινωνικός αναβρασμός την δεκαετία του 1960 Θεωρία Σχέσεων Εξουσίας Θεωρία Κοινωνικών Σχέσεων Θεωρίες Διαδοχής του Μοντερνισμού Μεταμοντερνισμός
3 |42 Ο Εκδημοκρατισμός του Αστικού Σχεδιασμού Επικοινωνιακή Θεωρία Επεξήγηση του Επικοινωνιακού Ορθολογισμού Ο Συμμετοχικός Σχεδιασμός Αποτίμηση του Συμμετοχικού Σχεδιασμού
4 |54 Γενική Αποτίμηση του Ορθολογικού και του Συμμετοχικού Σχεδιασμού Το παράδειγμα του Slussen, στην Στοκχόλμη
5 |62 Ποιός είναι ο τύπος αστικού σχεδιασμού που χρειάζεται η πόλη και ποια η θέση της κοινωνίας σε αυτήν; Βιβλιογραφία
4
Ευχαριστώ τον καθηγητή μου Θάνο Παγώνη
“παίζοντας τρίλιζα με σχεδιασμένα κέντρα πόλεων και μή.”
«Ο αστικός χώρος είναι προϊόν συγκρούσεων» – Rosalyn Deutsche
5
6
Θέμα Στην διάλεξη μας θα ασχοληθούμε με ένα ζήτημα θεωρητικού προβληματισμού πάνω στη φύση του σχεδιασμού του χώρου, προσπαθώντας να κατανοήσουμε το πλαίσιο μέσα από το οποίο εφαρμόζεται ο αστικός σχεδιασμός και ποια είναι τα κριτήρια εφαρμογής του. Η διερεύνηση μας στο αντικείμενο του αστικού σχεδιασμού ξεκίνησε με τα ερωτήματα: Με ποιόν τρόπο ασκείται ο αστικός σχεδιασμός; Είναι δημοκρατικός αυτός ο τρόπος; Έχοντας μελετήσει παραδείγματα από το εξωτερικό και συγκρίνοντας τα με παραδείγματα από τον ελληνικό χώρο, βγαίνει το συμπέρασμα, ότι σίγουρα υπάρχει ένας πιό δημοκρατικός τρόπος για την άσκηση του αστικού σχεδιασμού. Αυτός όμως διαφέρει, ανάλογα με την χώρα και το σύστημα διακυβέρνησης αλλά και σίγουρα με τον φορέα σχεδιασμού και τους άμεσα εμπλεκόμενους φορείς. Στην Δυτική Ευρώπη, διαπιστώσαμε ότι εφαρμοζόταν πιο εκτενώς, ο συμμετοχικός σχεδιασμός, σε αντίθεση με την Ελλάδα στην οποία εφαρμόζεται ο ορθολογικός σχεδιασμός. Στη διάλεξη μας θα αναλύσουμε πώς αναπτύχθηκαν αυτές οι δυο μορφές και πώς κατέληξαν να έχουν επικρατήσει άλλων, στην πρακτική άσκηση αστικού σχεδιασμού και πως αυτές διαμορφώθηκαν, με βάση τα θεωρητικά θεμέλια και τα πολιτιστικά ρεύματα που τα έθεσαν. Αντιπαραβάλλοντας αυτούς τους δυο τρόπους, όπου συμμετοχικός σημαίνει συμμετοχή του πολίτη στην λήψη αποφάσεων, και ορθολογικός ότι την απόλυτη εξουσία την έχει το κράτος ή ο εκάστοτε φορέας, τέθηκαν τα ερωτήματα: Ποιός έχει την εξουσία ή την δικαιοδοσία να σχεδιάσει την πόλη; Πόση δύναμη έχει ο πολίτης και πώς θα εισακουστεί η άποψη του; Εν τέλει, ποιά είναι, η σχέση του φορέα σχεδιασμού με τον πολίτη; Στην σύγχρονη εποχή, αυτό που διαμορφώνει την κοινωνία είναι οι σχέσεις εξουσίας που, πολύ απλουστευμένα, καθορίζονται από οικονομικούς παράγοντες και αξιοκρατικές θέσεις. Ο φορέας σχεδιασμού έχει την οικονομική δύναμη να προβεί στην άσκηση αστικού σχεδιασμού και ο πολεοδόμος έχει μια θέση εξουσίας και ιεράρχησης στόχων στον τομέα του, ενώ ο πολίτης βρίσκεται σε κατώτερη θέση, ως απλός αποδέκτης του αποτελέσματος του Σχεδίου. Τι οδήγησε στην αλλαγή του τύπου σχεδιασμού; Οι αντιδράσεις της κοινωνίας εμφάνισαν τα προβλήματα και τις συνέπειες του ορθολογικού σχεδιασμού και επανέφεραν το θέμα της δημοκρατίας στο προσκήνιο. Εστιάζοντας στην σχέση του πολίτη με τον φορέα σχεδιασμού τίθεται το ερώτημα αν, όντως, ο συμμετοχικός σχεδιασμός είναι το πλέον αποτελεσματικό μοντέλο αστικού σχεδιασμού. Αναζητώντας τον λόγο που πρέπει να συμμετέχει ο πολίτης, θα κρίνουμε αν αυτή η συμμετοχή είναι η λύση στον εκδημοκρατισμό του σχεδιασμού ή αν πρέπει να οδηγηθούμε προς πιο ριζοσπαστικές μορφές και θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα: Ποια είναι η θέση του πολίτη στον σύγχρονο αστικό σχεδιασμό;
7
Μεθοδολογία
Η έρευνα μας στηρίζεται στην ανάλυση των δυο προαναφερθέντων τύπων σχεδιασμού, τον ορθολογικό και τον συμμετοχικό, με βάση τις θεωρίες που τους ενέπνευσαν και καθόρισαν την μορφή τους. Θα περιγράψουμε λοιπόν, την ατμόσφαιρα που επικρατεί στην κοινωνία και τον κόσμο για να κατανοηθούν οι θεωρητικές απόψεις που προέκυψαν. Ύστερα θα προχωρήσουμε στην ανάλυση των δυο επικρατέστερων τύπων σχεδιασμού του αιώνα, όπως ορίστηκαν ως αποτέλεσμα του θεωρητικού αναβρασμού σε κάθε περίοδο. Αυτή γίνεται σε δυο στάδια. Πρώτα ερευνούμε τις θεωρητικές βάσεις κάθε τύπου σχεδιασμού και έπειτα περιγράφουμε τον τρόπο εφαρμογής και την σχέση του με τον πολίτη. Η διάλεξη μας δομείται χρονολογικά ώστε να καταλάβουμε την φυσική συνέχεια που έχουν οι αλλαγές στην κοινωνία και την σχέση τους με αυτές που συμβαίνουν στον αστικό σχεδιασμό. Παρακολουθούμε την πορεία του αστικού σχεδιασμού και ανά σημεία επικεντρωνόμαστε σε συγκεκριμένα παραδείγματα της εποχής, ώστε να κατανοηθεί ειδικότερα η ατμόσφαιρα της και να διαμορφωθεί το πλαίσιο πάνω στο οποίο αναλύουμε τον σχεδιασμό. Η ανάλυση των τύπων σχεδιασμού γίνεται σε δυο επίπεδα. Πρώτα ερευνούμε τις θεωρητικές βάσεις κάθε τύπου σχεδιασμού και έπειτα περιγράφουμε τον τρόπο εφαρμογής και την σχέση του με τον πολίτη. Αρχικά, ξεκινάμε με την παρουσίαση της πρώτης αναφοράς στον αστικό σχεδιασμό ως επιστήμη κάτω από την επιρροή του ρεύματος του μοντερνισμού, που όπως θα δούμε θα αποτελέσει, με τις ιδέες του, τον θεμέλιο λίθο της θεωρίας του ορθολογικού σχεδιασμού, που υπήρξε και λειτουργεί ακόμα ως ο κυριότερος τρόπος άσκησης αστικού σχεδιασμού. Μέχρι την δεκαετία του 1970, ο ορθολογικός σχεδιασμός αποτελούσε, χωρίς ουσιαστική αμφισβήτηση, τη μοναδική μορφή αστικού σχεδιασμού. Στη συνέχεια όμως δέχτηκε έντονη κριτική με αποτέλεσμα την εμφάνιση ενός πλουραλισμού θεωριών, μαζί με το ρεύμα του μεταμοντερνισμού. Εμείς θα αναλύσουμε με την βοήθεια της θεωρίας για τις σχέσεις εξουσίας και των δυναμικών κοινωνικών σχέσεων, τον ορθολογικό και συμμετοχικό σχεδιασμό και με βάση αυτούς θα αναλυθεί η κριτική του αστικού σχεδιασμού. Θα εξετάσουμε την εμφάνιση εναλλακτικών τύπων θεωρίας αστικού σχεδιασμού, οι οποίοι επιχείρησαν να φέρουν το κοινό στο προσκήνιο, με πιο διαδεδομένο μέχρι σήμερα τον συμμετοχικό, που ενεργοποίησε τον ρόλο του πολίτη στον σχεδιασμό, βασισμένος σε θεωρίες κοινωνικών σχέσεων και επικοινωνίας προς επίλυση προβλημάτων. Συμπερασματικά, η κριτική στον συμμετοχικό σχεδιασμό θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε περαιτέρω την δυναμική της κοινωνίας και να εξετάσουμε τον αστικό σχεδιασμό συνολικά ως προς την αντιμετώπιση της.
8
“Melanie Lambrick - What is Urban Planning?” (2010)
9
0 | Τι είναι ο αστικός σχεδιασμός; «Ο αστικός σχεδιασμός αποτελεί μια πολύ σημαντική πράξη ορισμού της κοινωνίας. Δεν αποτελεί απλά μια πράξη διαμόρφωσης και αξιοποίησης χώρου αλλά αποτελεί μια πράξη νοηματοδότησής του και διαμόρφωσης σχέσεων χώρου και πολιτών.»
Ο αστικός σχεδιασμός δεν ήταν ανέκαθεν μια προσδιορισμένη επιστήμη. Πριν από τον αστικό σχεδιασμό, τα σχέδια πόλης ήταν σχέδια χρήσεων γης και τακτοποίησης του χώρου, τα λεγόμενα masterplan. Πρόκειται κατά βάση για μια στατική αντίληψη του χώρου που παραβλέπει ότι η εφαρμογή ενός προγράμματος σχεδίου χωρικής ανάπτυξης μπορεί να καθιστά αναγκαία την αναθεώρηση των αρχικών παραμέτρων του προβλήματος, των στόχων που είχαν τεθεί στο ξεκίνημα ή και των μέσων που είχαν επιλεγεί για την υλοποίηση αυτών των στόχων. Τα σχέδια αυτά όμως ήταν αδύνατο να παρακολουθήσουν τις αλλαγές της χωρο-κοινωνικής διάρθρωσης των πόλεων και των περιφερειών, και πολύ περισσότερο να τις κατευθύνουν προς κοινωνικά επιθυμητές κατευθύνσεις. Η δυναμική της αλλαγής και η διάθεση για νεωτερικότητα ακύρωναν τη στατική λογική των master plans. «Η προγενέστερη παράδοση χωρικού σχεδιασμού αντιλαμβάνεται την διαδικασία σχεδιασμού όχι ως συνεχή, κυκλική και αναδραστική, αλλά ως μια γραμμική πορεία που ξεκινώντας από κάποιο πρόβλημα ή συστοιχία προβλημάτων καταλήγει σε ένα οριστικό σχέδιο φυσικής «τακτοποίησης» και ανάπτυξης των δραστηριοτήτων στο χώρο, δηλαδή των χρήσεων γης (master plan).» (βλ. Healey 2006: 17-22).
Έγινε πλέον κατανοητό ότι ο σχεδιασμός του χώρου όφειλε να γίνεται αντιληπτός και να ασκείται ως μια συνεχής διαδικασία καθορισμού και επανακαθορισμού προβλημάτων, στόχων και μέσων ανάλογα με τις αποκλίσεις που προκύπτουν κατά την πορεία εφαρμογής του, πράγμα που προϋπέθετε την ενσωμάτωση στο σχεδιασμό και ενός μηχανισμού παρακολούθησης και ανατροφοδότησης (feed-back). Η προσέγγιση αυτή υποστήριξε ότι το δομημένο περιβάλλον έχει δομή σύνθετου ανοικτού συστήματος (McLoughlin 1978, Chadwick 1978), δηλαδή μια δομή που χαρακτηρίζεται από διαρκείς δράσεις και αναδράσεις μεταξύ των επιμέρους στοιχείων (ή υποσυστημάτων) που την αποτελούν και που για το λόγο αυτό βρίσκεται σε διαρκή μεταβολή. Σε γενικές γραμμές, ο σχεδιασμός είναι «μια δημόσια δραστηριότητα η οποία με συνειδητό και οργανωμένο τρόπο και μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα προσπαθεί από μια υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων να οδηγήσει σε μια άλλη κοινωνικά επιθυμητή μελλοντική κατάσταση».
10
Ο σχεδιασμός συνεπώς εμπεριέχει τις έννοιες: οργάνωση, συλλογικότητα, μεταβολή και μελλοντική προσδοκία. Κάτω απ’ αυτό το πρίσμα ο σχεδιασμός: 1) αξιολογεί μια υπάρχουσα κατάσταση της χωρο-δομικής πραγματικότητας που θεωρείται ως κοινωνικά μη ικανοποιητική (ή και προβληματική) συγκριτικά με κάποια άλλη που θεωρείται ως κοινωνικά επιθυμητή, 2) θέτει συγκεκριμένους στόχους που πρέπει να εκπληρωθούν μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα, ώστε να επιτευχθεί μελλοντικά η επιθυμητή αυτή κατάσταση, και 3) οργανώνει και συντονίζει τα κατάλληλα μέσα (οικονομικά, τεχνικά, οργανωτικά και θεσμικά) προκειμένου να εκπληρωθούν οι στόχοι αυτοί.
“Ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης του Durham, North Carolina” Herbert S. Swan
11
1 | Οι βάσεις του Αστικού Σχεδιασμού Οι μορφές αστικού σχεδιασμού τις οποίες επεξεργαζόμαστε εκτείνονται σε μια χρονική περίοδο ενός αιώνα. Είναι αρκετά σημαντικό να κατανοήσουμε τις επικρατούσες συνθήκες σε κάθε χρονική στιγμή του αιώνα και να καταλάβουμε ότι μπορούν να συμβούν πολλές αλλαγές μέσα σε ένα τέτοιο χρονικό διάστημα και ότι αυτές δεν μπορούν να μην επηρεάσουν τον αστικό σχεδιασμό που χωρικά και κοινωνικά είναι άμεσα συνδεδεμένος με αυτές. Ο αστικός σχεδιασμός λοιπόν, διαμορφώθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, αλλά οι θεωρητικές του βάσεις βρίσκονται δύο αιώνες πίσω, στον Διαφωτισμό. Ο Διαφωτισμός έθεσε τις βάσεις για την δύναμη της λογικής, της γνώσης και της αμφισβήτησης της θρησκευτικής εξουσίας στην κοινωνία. Η διατύπωση του διαφωτισμού στον 20ο αιώνα, ονομάστηκε μοντερνισμός. Ο μοντερνισμός χρησιμοποίησε την λογική και αντικειμενική προσέγγιση για να καταλήξει σε αποτελέσματα που δεν θα επιδέχονταν αμφισβήτηση καθώς θα είχαν επέλθει μετά από μια τεχνοκρατική επιλογή.
12
Le Corbusier, “La Ville Radieuse”
Art 223C project 2 “Αρχικά, πριν από την εποχή αυτήν ο μοντερνισμός βρισκόταν σε πειραματικό στάδιο αλλά στη συνέχεια μεταφέρθηκε από το σκίτσο στον πραγματικό κόσμο. Ο μοντερνισμός επέζησε για όλο αυτό το διάστημα και εξακολουθεί να παραμένει μια ισχυρή δύναμη στον κόσμο του σχεδιασμού, μέχρι σήμερα.” (Σχεδιάζοντας έναν καινούργιο κόσμο V & A: 1)
Αριστερά, σχέδιο μητρόπολης, της Siew Chong.
13
Ιδεολογικό Υπόβαθρο Το ρεύμα του μοντερνισμού είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τον Διαφωτισμό και παράγεται από τις πνευματικές κατακτήσεις της περιόδου αυτής. Κεντρική αρχή του ήταν η ιδέα της «ελευθερίας μέσω της γνώσης» και κύρια χαρακτηριστικά του αποτέλεσαν η «επικράτηση του ορθολογισμού και της επιστημονικής σκέψης, η αναζήτηση της απόλυτης αλήθειας και οι σταθερές αξίες και τα κριτήρια που μπορούν να παίξουν το ρόλο οδηγού στις κοινωνικές επιλογές». (Βασενχόβεν, 2003) Κατά τον G. Benko, η λογική του μοντερνισμού ακολουθεί τρεις βασικούς άξονες:
παραγωγή
οργάνωση
εξουσία
Τα θεμέλια για την θεωρία στην οποία θα βασιζόταν το κράτος σε όλες του τις εκφάνσεις και εφαρμογές την αποτέλεσαν οι ιδέες του μοντερνισμού. Μετέτρεψε τον αστικό σχεδιασμό από μια εργασία σε μια διαδικασία, όπου οι ακαδημαϊκές γνώσεις του πολεοδόμου και οι γενικά αποδεκτές αρετές και η επιστημονική αλήθεια θα αποτελούσαν τον κορμό με τον οποίο τα δεδομένα και η ανάλυση τους θα έφερναν ένα γενικά επιθυμητό αποτέλεσμα. Οι εξελίξεις του 20ού αιώνα καθιστούν το έργο του σχεδιαστή του χώρου πιο σύνθετο. Με την είσοδο στον 20ο αιώνα, συνέβησαν δύο σημαντικές αλλαγές που καθόρισαν την εποχή στην οποία ζούμε. Όπως αναφέρει και η Patsy Healey, η μία αλλαγή είναι η εμφάνιση του καθολικού σχεδιασμού, δηλαδή διαδικασιών που αναπτύσσονται μέσα από την ορθολογική σκέψη, και η δεύτερη η εξέλιξη της πολιτικής οικονομίας, των πολιτικών σχέσεων και της οικονομικής δυναμικής. Ο ορθολογικός τρόπος σκέψης του μοντερνισμού, διαμόρφωσε το σύστημα οργάνωσης και διακυβέρνησης της κοινωνίας με έναν διακριτό τρόπο και απελευθέρωσε το οικονομικό σύστημα με την εκτόνωση του καπιταλισμού, που ακόμη και στις μέρες μας αποτελεί ένα ισχυρό μοντέλο διαμόρφωσης σχέσεων εξουσίας. Ο προβληματισμός πάνω στον αστικό σχεδιασμό ξεκίνησε ουσιαστικά από αυτές τις δυο συνιστώσες.
14
Για να καταφέρει να οργανωθεί το κυβερνητικό και οικονομικό σύστημα και να σταθεροποιηθούν κοινωνικές αλλαγές θα έπρεπε να υπάρχει μια ισχυρή αρχή ή εξουσία η οποία θα αναλάμβανε την εργασία αυτή. Στις αρχές του αιώνα εκείνου, η πιο κατάλληλη και ισχυρή αρχή για να επιτευχθεί αυτό ήταν το κράτος. Όπως είχε οραματιστεί και ο Mannheim, ένας διακεκριμένος κοινωνιολόγος της εποχής, διαμορφώθηκε ένα κεντρικό κράτος το οποίο θα συμμετείχε στον κοινωνικό και οικονομικό σχεδιασμό. Διατυπώθηκε η έννοια του κράτους ως διεκπεραιωτής του αστικού σχεδιασμού, το οποίο με την ισχύ του λειτουργούσε υπέρ του δημοσίου, «κοινού», καλού. Επιπλέον, η οικονομική θεωρία του Κeynes, αποτέλεσε μέρος του ευρύτερου ιδεολογικού υποβάθρου όλων αυτών των δράσεων. Σύμφωνα με αυτήν, το κράτος οφείλει να παρεμβαίνει σε όλα τα επίπεδα οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας προκειμένου να διορθώνονται οι ατέλειες και οι στρεβλώσεις της ελεύθερης αγοράς και να εξασφαλίζεται η διατήρηση του «κοινωνικού συμβολαίου» μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας που είναι προϋπόθεση για την απρόσκοπτη οικονομική μεγέθυνση και την κοινωνική ευημερία. Ο καθορισμός ενός πλαισίου διακυβέρνησης και οικονομικής δυναμικής αποτέλεσαν τα στοιχεία που θα επηρεάσουν την εξέλιξη της κοινωνίας μέχρι την εποχή μας. Ορίστηκε ουσιαστικά η δομή της και ο τρόπος λειτουργίας με σαφή και διακριτό λογικό τρόπο. Αυτή η ορθολογική προσέγγιση αποτελεί το θεμέλιο θεωρητικό επίτευγμα της εποχής.Σημαντικό επίτευγμα είναι επίσης η τοποθέτηση του κράτους στην θέση του ύψιστου διεκπεραιωτή και της άρχουσας εξουσίας εφαρμογής πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών αποφάσεων. Μια θέση που, όπως θα δούμε παρακάτω, θα δημιουργήσει νέα δεδομένα στον αστικό και κοινωνικό χώρο και θα προκαλέσει αντιδράσεις από την μεριά της κοινωνίας.
15
Κοινωνικές και Οικονομικές Συνθήκες Στα τέλη του 19ου αιώνα η μορφή της πόλης είχε φτάσει σε ένα κρίσιμο σημείο: ήταν η περίοδος της ακμής της βιομηχανικής πόλης. Οι συνέπειες της μη συγκροτημένης και ανοργάνωτης εκμετάλλευσης του αστικού χώρου, που ήταν τότε συνηθισμένο φαινόμενο, είχαν αρχίσει να εμφανίζονται αισθητά με αποτελέσματα όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση, η σπίλωση της εικόνας της πόλης και τα κοινωνικά προβλήματα/ανισότητες. Μια γενικότερη αποστροφή προς τις συνθήκες αυτές, οδήγησε σε πολλές θεωρητικές συζητήσεις πάνω στο πρόβλημα της πόλης και πιο συγκεκριμένα στην μορφή και τον σχεδιασμό της. Στην διερεύνηση αυτή, ιδιαίτερη σημασία είχε ο εντοπισμός των κοινωνικών προβλημάτων και η περιγραφή των οικονομικών συνθηκών. Σε μια πόλη, όπως η βιομηχανική, στα τέλη του 19ου αιώνα, τα δυο αυτά θέματα ήταν ιδιαίτερα προβληματικά. Τις δεκαετίες του 1940 και του 1950 και ειδικότερα μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ο αστικός σχεδιασμός αντιμετώπισε την μεγάλη πρόκληση της ανοικοδόμησης των πόλεων. Εμποτισμένος με τις ιδέες του μοντερνισμού, ο αστικός σχεδιασμός, εκπορευόμενος από το κράτος, εφάρμοσε τις αρχές του ρεύματος αυτού κυρίως στη δημιουργία συγκροτημάτων κατοικιών και πολυκατοικιών (καθότι υπήρχε πρόβλημα στέγασης του πληθυσμού που μάλιστα αυξανόταν με την έλευση προσφύγων) αλλά και στην ανάπτυξη των προαστίων. Η ανοικοδόμηση αυτή προσέφερε πολύ «χώρο» για την εφαρμογή των ιδεών του μοντερνισμού και θα μπορούσε να τη καταφέρει μόνο μια διαδικασία που χρειαζόταν ισχυρή κεντρική διακυβέρνηση και μια λογική και επιστημονικά αντικειμενική οργάνωση, όπως ο αστικός σχεδιασμός και πιο συγκεκριμένα, της έκφρασης του ως ορθολογικός σχεδιασμός.
Τα ερείπια του Βερολίνου και της Βαρσοβίας “Ιανουάριος 1945”
Στην δεξιά σελίδα πάνω, “εργατικές κατοικίες στο Alton West Estate, Wandsworth, Αγγλία” κάτω εναέρια φωτογραφία του συγκροτήματος κατοικιών “Prui -Igoe” στο St. Louis, στις ΗΠΑ Ιδιοκτησία του State Historical Society of Missouri.
16
17
“Ο χώρος, το φως και η τάξη. Αυτά είναι τα πράγματα που χρειάζεται ο άνθρωπος, τόσο πολύ όσο χρειάζεται το ψωμί ή ένα μέρος για να κοιμηθεί.” - Le Corbusier
18
“Ville contemporaine” - Le Corbusier όψη μεγάλης κυκλοφοριακής οδού
19
Ο Ορθολογικός Σχεδιασμός
«Από τις αρχές του 20ου αιώνα κάνει την εμφάνισή του ένα σύνθετο κοινωνικό μοντέλο που ιστορικά σχετίστηκε με την ανάπτυξη του βιομηχανικού καπιταλισμού, την αστικοποίηση και την πορεία των δυτικών κοινωνιών προς τη νεωτερικότητα. Κατά το μοντέλο αυτό ο καταμερισμός της εργασίας οδήγησε στη διαφοροποίηση, την πολλαπλότητα και την ετερογένεια των ανθρώπινων δραστηριοτήτων και την αντίστοιχη κατανομή τους στον γεωγραφικό χώρο.» (Hall 1975, 1996).
Ο κρατικός χωρικός σχεδιασμός επιχείρησε να διαχειριστεί την πολλαπλότητα και την ετερογένεια των οικονομικο-κοινωνικών αυτών φαινομένων στο χώρο. Στις ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες γνώρισε σημαντική άνθηση κατά την διάρκεια των δύο πρώτων δεκαετιών μετά τη λήξη του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου, και είχε κατά κανόνα οικονομικό προσανατολισμό καθώς στόχευε στην ενίσχυση δυναμικών κλάδων της βαριάς κυρίως βιομηχανίας που λειτουργούσαν προωθητικά για το σύνολο των εθνικών οικονομιών. Αλλά και ο αστικός σχεδιασμός, που είχε ήδη αποκτήσει μια σαφή θεσμική υπόσταση σε αναπτυγμένες χώρες, όπως η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία, από τις αρχές του 20ού αιώνα, γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη. Στα πλαίσια ενός γενικότερου αναπτυξιακού κλίματος αναπτύχθηκε και ο αστικός σχεδιασμός σε πολλά επίπεδα που συμπεριέλαβαν το σύνολο των οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων και της χωρικής τους οργάνωσης σε όλες τις κλίμακες του γεωγραφικού χώρου, από την συνολική κλίμακα του εθνικού χώρου μέχρι την τοπική.
20
Ο σχεδιασμός έπαψε να γίνεται αντιληπτός ως η στατική εδαφική εικόνα μιας μελλοντικής κατάστασης, αλλά ως μια συνεχής ανατροφοδοτούμενη διαδικασία στοχοθέτησης, παρακολούθησης και ελέγχου της χωρικής ανάπτυξης.
Ο σχεδιαστής του χώρου λειτουργεί ως ο επιστημονικός διαχειριστής του μεταβαλλόμενου φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος, αλλά σε συνεργασία με τους πολιτικούς φορείς που ήταν αρμόδιοι για την υλοποίηση του Σχεδίου. Το δίδυμο «σχεδιαστές–πολιτικοί» αποτέλεσε την πεμπτουσία του καθολικού ορθολγικού σχεδιασμού ως διαρκούς κυλιόμενης διαδικασίας. Οι πρώτοι θεωρούντο ότι αποτελούσαν τους αδιαμφισβήτητους γνώστες και αντικειμενικούς αναλυτές των προβλημάτων της πραγματικότητας, λόγω της εξειδικευμένης επιστημονικής τους κατάρτισης και εμπειρίας, ενώ οι δεύτεροι διέθεταν την θεσμική εξουσία για την υλοποίηση των επιστημονικών πορισμάτων των πρώτων.
«Ο ορθολογισμός του καπιταλιστικού κράτους, βρήκε στο δίδυμο αυτό την ολοκληρωμένη έκφρασή του». (Sandercock 1998: 87-8)
21
Κύριος εκφραστής, οργανωτής και τελικός κριτής της απόφασης είναι το κράτος που σχεδιάζει για το «κοινό, δημόσιο, καλό» με την βοήθεια των πολεοδόμων και ως κύριο στοιχείο τις ακαδημαϊκές τους γνώσεις που λειτουργούν αντικειμενικά ως προς την λογική. Οι βάσεις του αστικού σχεδιασμού είχαν τεθεί υπό το πρίσμα του ορθολογικού τύπου και λειτούργησε με αυτόν τον τρόπο για πάνω από μισό αιώνα διαμορφώνοντας την κοινωνία με τις ίδιες αρχές του μοντερνισμού. Οι θέσεις αυτές αποπνέουν μια πίστη στο μέλλον, που εκφράζονται στην θετική και αισιόδοξη εκδοχή ορισμού του σχεδιασμού που δίνει ο Βασενχόβεν (2006): «Σχεδιασμός είναι η απάντηση (αλλά και το όργανο δράσης) της κοινωνίας, μπροστά στην ανάγκη για κατευθυνόμενη κοινωνική αλλαγή προς ανώτερα επίπεδα ανάπτυξης του κοινωνικού συνόλου. Είναι ένα εργαλείο για την υλοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και την απελευθέρωση της ανθρώπινης προσωπικότητας για το καλό όλων». Ο ορισμός αυτός απηχεί τις απόψεις του Karl Mannheim ο οποίος έβλεπε τον σχεδιασμό σαν ένα μηχανισμό απελευθέρωσης του ανθρώπου από την αυθαιρεσία και σαν μια κοινωνική δράση που θα έδινε σε όλους την ευκαιρία να αξιοποιήσουν και να αναδείξουν τις δυνατότητες τους. «Η νέα προσέγγιση επιδίωκε ακόμη να γεφυρώσει, με τρόπο ορθολογικό και, κατά το δυνατό, επιστημονικά απρόσβλητο, την απόσταση μεταξύ εξαντλητικής ανάλυσης και αυθαίρετης πρότασης, που εδράζεται αποκλειστικά στην έμπνευση του σχεδιαστή και σε ένα άλμα από την ανάλυση στην σύνθεση». (Βασενχόβεν 2006)
Το όνειρο μιας Αμερικανικής Πόλης “Επτά μέλη της Επιτροπής Σχεδιασμού της πόλης Omaha σε μια συνάντηση μπροστά από έναν εναέριο χάρτη της πόλης που δείχνει το ποταμό Missouri, καθώς σχεδιάζουν την τοποθέτηση 17 μεγάλων έργων για τη βελτίωση της πόλης τους.” Herbert Gehr, Ιούλιος 1947 Περιοδικό LIFE
22
“Η σύγχρονη πόλη είναι η πόλη των δεδομένων. Αρχιτεκτονικές αποδόσεις και μονογραφίες παρουσιάζουν μελέτες στα πλαίσια της πληροφορίας, με στατιστικά στοιχεία και γραφήματα, συμπληρώνοντας την παραδοσιακή οπτική. Η ουτοπία του αύριο θα είναι κορεσμένη από πληροφορίες και το πως θα περιηγηθεί κανείς σε αυτόν τον χώρο είναι το επίκεντρο σύγχρονων εικασιών για την τεχνολογία και την πόλη” - Ethel Baraona
23
Αποτίμηση του Ορθολογικού Σχεδιασμού Ο κοινωνιολόγος Mannheim, εμπλούτισε τον αστικό σχεδιασμό με ιδέες φιλελεύθερης μεταρρύθμισης, εμπνεύστηκε την συμμετοχή του εθνικού κράτους στον οικονομικό και κοινωνικό σχεδιασμό. Μπήκαν τα θεμέλια ώστε ο σχεδιασμός να μην είναι απλά ένα σχέδιο με προαποφασισμένους στόχους, αλλά να είναι ο αστικός σχεδιασμός μια διαδικασία. Αρκετά καινοτόμος στο ξεκίνημα του, ο ορθολογικός σχεδιασμός, δεν αποτέλεσε μόνο έναν τύπο πολεοδομικής πρακτικής, αλλά διαμόρφωσε το κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό και αστικό πρότυπο που συνεχίζει μέχρι σήμερα. Είναι πολύ σημαντικό το ότι ο σχεδιασμός απαλλάχθηκε από τις αυθαιρεσίες του παρελθόντος και οργανώθηκε σε μια επιστήμη, ένα προϊόν της ανθρώπινης λογικής, υπέρ του κοινού καλού. Ο σχεδιασμός αποτέλεσε επιτέλους μια διαδικασία ικανή να αναλύει με επιστημονικά αντικειμενικό τρόπο τα χωρο-κοινωνικά προβλήματα, να προτείνει εφαρμόσιμες λύσεις και να διορθώνει τυχόν αποκλίσεις κατά την πορεία εφαρμογής του σχεδιασμού στην πράξη.
Le Corbusier: Plan voisin pour Paris Κάτοψη και προοπτική όψη της μακέτας του οράματος του Le Corbusier για το Παρίσι. Κατεδαφίζοντας το μεγαλύτερο μέρος του κέντρου του Παρισιού βόρεια του Σηκουάνα θα αντικατασταθεί με σταυρόσχημους πύργους εξήντα ορόφων, το σχήμα των οποίων εμπνεύστηκιε από μέρη καλοριφέρ. Στα σχέδια του Le Corbusier φαίνεται ξεκάθαρα η αντίληψη των μοντερνιστών για την πόλη. Από το σχέδιο του απουσιάζει η πρόληψη για την κοινωνία.
24
Στα θεωρητικά πλαίσια του αστικού σχεδιασμού όμως, ο ορθολογικός τρόπος σκέψης και ο διαχωρισμός των εκπαιδευμένων πολεοδόμων από την κοινωνική βάση της πόλης, οδήγησε στην κριτική του σχεδιασμού που αναπτύχθηκε τις δεκαετίες του 1960 και του 1970. Η κριτική αυτή στοχοποιούσε και την διαδικασία αλλά και το αποτέλεσμα αυτής. Ο ορθολογικός σχεδιασμός κατηγορήθηκε ως τεχνοκρατικός, με καμία αντίληψη για τις συνθήκες της κοινωνίας και τις πραγματικές διαστάσεις των σχεδίων και τις συνέπειες πάνω στον κάτοικο. Οι πολεοδόμοι χρησιμοποιούσαν μη δημοκρατικές διαδικασίες αφού δεν συμβουλεύονταν τους πολίτες που άμεσα θα επηρεάζονταν από το αποτέλεσμα. Μέσα σε αυτό το κλίμα και με έντονη τη δυσαρέσκεια για την πρακτική και τα αποτελέσματα του ορθολογικού σχεδιασμού αναπτύχθηκαν και οι τάσεις αντίδρασης εκείνην την επόχη προς όλες τις μορφές εξουσίας και εξουσιοδοτικών αρχών.
«Οι προθέσεις ήταν καθαρά προοδευτικές και δημοκρατικές, υπονομεύθηκαν όμως από την δύναμη του καπιταλιστικού συστήματος και την δυνατότητα του να ελέγξει τις ευκαιρίες που είχε ο μέσος άνθρωπος στην ζωή του» (Βασενχόβεν 2003).
25
2 | Η Δυναμική της Κοινωνίας O όρος «κοινωνία πολιτών» δεν μπορεί να είναι απόλυτος και αναφέρεται στο πεδίο της μη-επιβαλλόμενης συλλογικής δράσης που προκύπτει από κοινά συμφέροντα, σκοπούς και αξίες. Θεωρητικά, οι θεσμικές της μορφές είναι ξέχωρες από αυτές του κράτους, της οικογένειας και της αγοράς ενώ πρακτικά, τα όρια μεταξύ του κράτους, της κοινωνίας πολιτών, της οικογένειας και της αγοράς είναι συχνά πολύπλοκα, θολά και υπό διαπραγμάτευση. Οι χώροι, συντελεστές και θεσμικές μορφές που εμπεριέχει η κοινωνία πολιτών ποικίλουν και διαφέρουν στο βαθμό της επισημότητας, αυτονομίας και δυναμικότητας τους. -London School of Economics and Political Science Στην παρούσα εργασία αντιλαμβανόμαστε την κοινωνία ως «κοινωνία πολιτών» αλλά μελετάται επίσης ως συνολική έννοια, που συνοψίζεται στο: «Η κοινωνία είναι το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων.»
Ο κοινωνικός αναβρασμός την δεκαετία του 1960 Στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 υπήρχε ένας γενικότερος κοινωνικός αναβρασμός. Εμφανίστηκαν, την εποχή εκείνη, κινήματα διαμαρτυρίας προς τον τρόπο ζωής και διακυβέρνησης και της δομής της κοινωνίας. Στα πανεπιστήμια και στα κολέγια, ακτιβιστές φοιτητές αγωνίστηκαν για το δικαίωμα άσκησης βασικών συνταγματικών δικαιωμάτων τους. Πολλοί άλλοι οργάνωσαν δράσεις για την καταπολέμηση της φτώχειας, και τη βοήθεια των άπορων σε περιοχές εντός αστικών κέντρων, απαιτώντας χρηματοδότηση από την πολιτεία. Βίαιες αντιπαραθέσεις μεταξύ φοιτητών (ή άλλων ακτιβιστών) και υπαλλήλων επιβολής του νόμου ήταν ένα συχνό φαινόμενο, και πολλοί νέοι άρχισαν να δείχνουν τη βαθιά δυσπιστία τους απέναντι στην αστυνομία.
Το αποκορύφωμα της αντιδραστικής κίνησης της φοιτητικής νεολαίας, σημειώνεται στο Παρίσι το Μάιο του 1968 με μαζικές εξεγέρσεις νέων που συσπειρώνουν εργαζόμενους και ανεξάρτητους πολίτες. Στο παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό πρωταγωνιστεί ο Ψυχρός Πόλεμος και ο πόλεμος του Βιετνάμ. Πολλές πορείες διαμαρτυρίας από φοιτητές και άλλους δηλώνουν την αντίθεση τους σε κάθε μορφή πολέμου. Είναι η εποχή που γιορτάζεται η ελευθερία και η κοινωνική απελευθέρωση και δίνονται μάχες για τα δικαιώματα των μαύρων, με τις ομιλίες του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, και των γυναικών. Αυτά τα κινήματα αποκάλυψαν τον τρόπο που η σύγχρονη ζωή, θεμελιωμένη στον ορθολογισμό, ήταν εμποτισμένη με αντιλήψεις για την φύση και τον ρόλο μειονοτήτων που τις δέσμευαν σε κατώτερες θέσεις στην κοινωνική τάξη. Στην τέχνη, την πρωτοπορία του πειραματισμού και της ανανέωσης ανέλαβε κυρίως η μουσική με τα συγκροτήματα να ανανεώνουν τον ήχο τους και να προωθούνται οι εναλλακτικοί τρόποι προσέγγισης της. Συναυλιακά φεστιβάλ όπως το Woodstock προσέφεραν χώρο για την έκφραση όλων αυτών των ιδεών. Αυτή η νέα ατμόσφαιρα οδήγησε σε νέες αφαιρετικές πρακτικές και μεγαλύτερη προώθηση της εξωτερίκευσης εσωτερικών συναισθημάτων και προσωπικών βιωμάτων. Ήταν η εποχή της απελευθέρωσης με κεντρικό στοιχείο τον άνθρωπο. Σιγά σιγά, άρχισαν να αναδύονται ερωτήματα σχετικά με την αντικειμενικότητα της επιστήμης. Η ίδια η επιστήμη ήταν κοινωνικό παράγωγο που πλαισιωνόταν από κατασκευές που στηρίζονταν μόνο και μόνο επειδή οι ομάδες των επιστημόνων πίστευαν σε αυτές.
26
27
Στον αστικό χώρο είχαν αρχίσει να εμφανίζονται τα αποτελέσματα της κατασκευαστικής λογικής του ρεύματος του μοντερνισμού και του ορθολογικού σχεδιασμού στην πόλη, με τα περισσότερα να κρίνονται αποτυχημένα, όχι απαραίτητα στους στόχους που είχε θέσει από πριν ο μοντερνισμός, αλλά περισσότερο στην ευημερία και την κοινωνική οργάνωση που ήθελε να φέρει. Μπορεί να έλυσε εν μέρει χρόνια προβλήματα όπως αυτό της στέγασης, του κοινωνικού καταμερισμού και της οικονομικής σταθερότητας, και πολύ περισσότερο της ενιαίας κρατικής δυναμικής, αλλά παρουσίασε σημαντικότατα προβλήματα σε μακροχρόνια οπτική, καθότι ρυθμίσεις που όριζαν κοινωνικές τάξεις και συνθήκες δεν ήταν δυνατόν να ισχύουν για αιώνες απαράλλαχτα, και αυτό έφερε σε πρώτο πλάνο κοινωνικά προβλήματα υπό το πρίσμα του ορθολογισμού και του οικονομικού καπιταλισμού. Οι κατοικίες και τα κτίρια τα οποία κτίστηκαν με τις αρετές του μοντερνισμού στέκονταν άδεια, ή δημιουργούσαν γκετοποιημένες γειτονιές.Στην αστική πόλη με πυρήνα-χρήστη τον κάτοικο, δεν πέτυχε την κοινωνική ευημερία που θα έκανε τον κάτοικο ευχαριστημένο και αφαίρεσε από αυτήν την ανθρώπινη κλίμακα. Υπήρχε γενικότερα, μια αμφισβήτηση των συνθηκών της κοινωνίας που αντικατόπτριζε τις θεωρητικές αρχές και εφαρμογές του μοντερνισμού. Οι κοινωνικές αλλαγές που συνέβησαν έφεραν αναπόφευκτα και την αλλαγή στον αστικό σχεδιασμό.
Στην θεωρία ο ορθολογισμός που πρέσβευε ο μοντερνισμός επικρίθηκε έντονα και κατηγορήθηκε ότι οδηγεί στον έλεγχο της κοινωνίας και σε μια απολυτη αρχή ότι υπάρχει μια κεντρική αρχή και θα έπρεπε όλοι να υποτάσσονται για το κοινό καλό. Ο ορθολογικός σχεδιασμός δεν μπορούσε να προσαρμοστεί στην νέα κοινωνία λόγω των ισχυρών διαφορών στις σχέσεις εξουσίας και με το υπάρχον καπιταλιστικό σύστημα και την γραφειοκρατία αμφισβητείτο η ουδετερότητα του πολεοδόμου ως εργαζόμενου για το κοινό καλό. Η θέση ισχύος του κράτους και το οικονομικό σύστημα που απαιτεί κέρδος, σε σύντομο χρονικό διάστημα, οδήγησε στην αλλοίωση των αρχών του ορθολογικού σχεδιασμού, πράγμα που επέφερε και την κοινωνική αντίδραση. Ο χώρος πια άρχισε να αναλύεται ως μια κοινωνική κατασκευή και δεν γινόταν αντιληπτός ως μια προϋπάρχουσα ουσία ή μια αδιάλλαχτη επιφάνεια, πάνω στην οποία εγκαταστάθηκε η κοινωνία, αλλά η δομή του χώρου θεωρήθηκε ως το αποτέλεσμα κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών διαδικασιών.Η θεωρία για τον χώρο υποβλήθηκε στην ίδια αλλαγή στην οποία υποβλήθηκαν και οι κοινωνικές επιστήμες.
28
Συνοπτικά λοιπόν, η δεκαετία του ’60 ξεκίνησε μεγάλες κοινωνικές αλλαγές, τις οποίες το υπάρχον σύστημα και πλαίσιο διακυβέρνησης, όπως είχε σχηματιστεί υπό τις αρχές του μοντερνισμού και του ορθολογικού τρόπου σκέψης αδυνατούσε να κατανοήσει και να ακολουθήσει. Η πολυπλοκότητα της διαδικασίας είχε αυξηθεί, επειδή η σύγχρονη, ανεπτυγμένη κοινωνία γίνεται όλο και πιο δυναμική σε σχέση με κοινωνικά, οικονομικά και θέματα βιωσιμότητας και χρειάζεται το αστικό περιβάλλον να αντανακλά της ανάγκες, τις προτιμήσεις και τις απαιτήσεις της. Το αστικό περιβάλλον, όμως, μεταβάλλεται με αργό ρυθμό και έτσι υπάρχουν εντάσεις μεταξύ αυτού που υπάρχει και αυτού που η κοινωνία ως σύνολο χρειάζεται. Αυτή η ένταση δυναμώνει καθώς η κοινωνία γίνεται πιο δυναμική. Θεωρητικά, η λύση σε αυτό το πρόβλημα είναι, είτε η κοινωνία να γίνει λιγότερο δυναμική, πράγμα το οποίο είναι πρακτικά αδύνατο και δύσκολα ελέγξιμο, είτε το αστικό περιβάλλον να προσαρμοστεί στην αύξουσα δυναμική της κοινωνίας. Η δεύτερη λύση είναι ο σκοπός του αστικού σχεδιασμού. Ο σχεδιασμός, λοιπόν, σαν λειτουργία πρέπει να συμπεριλάβει αυτήν την δυναμική στην διαδικασία εφαρμογής του και αυτό θα εμφανιστεί σαν αυτοσκοπός των θεωριών σχεδιασμού μετά την δεκαετία του 1960. Την δυναμική της κοινωνίας θα την αναλύσουμε παρακάτω, παραθέτοντας για αυτήν δυο θεωρίες: η πρώτη εστιάζει στις σχέσεις εξουσίας με τις οποίες ασχολήθηκε ο Γάλλος κοινωνιολόγος Michel Foucault και η δεύτερη στην δυναμική των κοινωνικών σχέσεων, την οποία αναλύει ο Βρετανός Anthony Giddens.
Πηγή πίνακα: P. Barendse, S. Duerink, Y. Govaart, A Μul Stakeholder Collabora ve Urban Planning Model, ENHR 2007 Interna onal Conference ‘Sustainable Urban Areas’
29
Θεωρία σχέσεων εξουσίας
Η δυναμική της κοινωνίας χαρακτηρίζεται από τις σχέσεις εξουσίας που την καθορίζουν. Με τον όρο «σχέσεις εξουσίας» δεν εννοούμε την έννοια ενός εξουσιαστή στον οποίο υποτάσσονται οι υπόλοιποι αλλά την έννοια του πλήθους των σχέσεων δύναμης που υπάρχουν στον χώρο και την κοινωνία.
Foucault
Ο γάλλος κοινωνιολόγος Foucault έχει ασχοληθεί με την ανάλυση, αυτών, των σχέσεων εξουσίας. Η οπτική του είναι απομακρυσμένη από την άποψη ότι η εξουσία είναι ένα μέσο καταναγκασμού και υποταγής και αντίθετα θεωρεί πως οι σχέσεις εξουσίας υπάρχουν παντού και διέπουν όλα τα κοινωνικά στρώματα. Το ερώτημα για τον Foucault είναι κυρίως «με ποιον τρόπο ασκείται η εξουσία» παρά το τι είναι και από πού πηγάζει. Η θέση του είναι ότι η εξουσία δεν πηγάζει από μια κεντρική αρχή, όπως το κράτος και επομένως δεν πρέπει να υπάρχει η σχέση εξουσιαστών και εξουσιαζόμενων. Αντιθέτως, οι «σχέσεις εξουσίας» ενυπάρχουν σε όλα τα στοιχεία της κοινωνίας και επομένως σε κάθε ανθρώπινη σχέση.
Οι σχέσεις εξουσίας είναι αυτές που καθορίζουν την ισχύ στις διαπροσωπικές σχέσεις και την κοινωνία. Προσδίσουν μια θεωρητική ισχύ στον καθένα, ώστε αυτή η εικόνα να μετουσιώνεται σε βαθμό εξουσίας στις κοινωνικές σχέσεις και αυτές να διαμορφώνουν την κατεύθυνση της ομιλίας ή της επαφής. Η κριτική του Foucault είναι ότι στην κοινωνία η εξουσία νοηματοδοτείται με λάθος τρόπο. Ο ορθολογισμός που επέφερε ο μοντερνισμός, δεν αντιπροσώπευε την απελευθέρωση, όπως διακήρυττε ο Διαφωτισμός, αλλά τοποθετούσε στην εξουσία έναν κεντρικό μηχανισμό, όπως το κράτος, και νομιμοποιούσε την ύπαρξη του. Η θεωρία του αποτελεί μια περιγραφή του τι γίνεται στην πραγματικότητα και δεν προσφέρει μια πρόταση του τι μπορεί να γίνει, επειδή θεωρεί ότι οι σχέσεις εξουσίας διέπουν όλη την κοινωνία, συνεπώς και οι δυνάμεις αντίστασης. Θεωρεί όμως ότι πρέπει να υπάρχει μια κατανόηση του πώς λειτουργούν αυτές οι σχέσεις στην κοινωνία για να παράγει κανείς σχεδιασμό. Ο Foucault θέλει να προσφέρει μια καλύτερη κατανόηση της πραγματικότητας και των αρνητικών στοιχείων που την διέπουν, με στόχο να δώσει έναυσμα στις αναζητήσεις μιας δημοκρατικής κοινωνικής αλλαγής μέσω του σχεδιασμού. Τα αντιδραστικά κινήματα της δεκαετίας του ’60 εμφάνισαν ακριβώς αυτά τα αρνητικά στοιχεία του ορθολογισμού καθώς αυτή η αντίδραση σε συγκεκριμένα θέματα εφαρμογής του επέφεραν και την αλλαγή στη αντίληψη και την μορφή του.
30
«Η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί η εξουσία, είναι προαπαιτούμενο για την δράση, επειδή η δράση είναι άσκηση εξουσίας.» Στον σχεδιασμό οι ιδέες του Foucault εφαρμόζονται ως προς το ιδεολογικό υπόβαθρο του χώρου. Ο χώρος είναι μια κοινωνική κατασκευή με διαφορετικούς τρόπους κάθε φορά, από διαφορετικούς ανθρώπους μέσα απο συγκρούσεις δυνάμεων και ενδιαφερόντων. Είναι ανάγκη να αναλύσουμε το πώς συζητήσεις και στρατηγικές ένταξης και αποκλεισμού συνδέονται με τέτοιους χώρους. Ο Foucault κατηγορεί τον σχεδιασμό πως λειτουργεί με καταναγκαστικό τρόπο και επιβάλει τις πράξεις του στην κοινωνία. Στην άποψη αυτή, το κράτος είναι ο σχεδιαστικός φορέας που αναλαμβάνει την τελική απόφαση για την οικονομική ή κοινωνική ανάπτυξη της πόλης και ο πολεοδόμος έχει την εξουσία, με τις ακαδημαϊκές του γνώσεις να καταστεί υλοποιήσιμα τα σχέδια του φορέα. Στη διαδικασία αυτή αγνοείται ο χρήστης και άμεσα ενδιαφερόμενος του σχεδίου της πόλης που είναι ο πολίτης, για την ανάγκη του δημοσίου, «κοινού» καλού. Κατά τον Foucault αυτό αποτελεί μια ξεκάθαρη επιβολή εξουσίας. Οι σχέσεις εξουσίας αποτελούν, λοιπόν, ένα μεγάλο ερωτηματικό στην θεωρία του αστικού σχεδιασμού. Είναι ένα ερώτημα που διστακτικά αναφέρουν οι θεωρητικοί του σχεδιασμού, αλλά αποτελεί μεγάλο παράγοντα της διαμόρφωσής του και η ενασχόληση με αυτό το θέμα μπορεί να αποτελέσει τη μεγαλύτερη δοκιμασία του σχεδιασμού. Matsumoto Taiyou Black & White (Tekkonkinkreet),1993 Στο γιαπωνέζικο manga “Black & White” η πόλη είναι γεμάτη κοινωνικές συγκρούσεις. Δύο άστεγα παιδιά αντιμετωπίζουν την μαφία, τις συμμορίες και την αστυνομία για το ποιός έχει την εξουσία στην πόλη τους.
Δυστυχώς, η νεοκλασσική ερμηνεία της οικονομίας δεν έχει καταφέρει να διατηρήσει την ρύθμιση της κοινωνίας, όπως προόριζε. Αντιθέτως, αυτή η ερμηνεία έχει συμβάλλει στην υπονόμευση των ορίων μεταξύ ιδιωτικότητας του πολίτη και του κράτους. “Το σύστημα της οικονομίας δεν μπορεί να εγγυηθεί τον ορθολογισμό. Οι οικονομικές συγκρούσεις διεισδύουν έτσι στο κοινό. Οι μεγάλοι ιδιωτικοί οργανισμοί μεταλλάσονται σε ημι-δημόσιοι και τους δίδεται δημόσια εξουσία ενώ παράλληλα το κράτος παρεμβαίνει στη κοινωνία των πολιτών που σημαίνει ότι το όριο μεταξύ της ιδιωτικότητας και του κράτους καταρρέει.” -Beck Jørgensen, 1978: 31-32
31
Θεωρία Κοινωνικών Σχέσεων Ο Giddens ισχυρίζεται οτι δεν είμαστε τόσο απομονωμένοι ή αυτόνομοι όσο νομίζουμε. Όλοι ζούμε μέσα σε κοινωνικές σχέσεις και αυτές αναπόφευκτα μας επηρεάζουν. Η συναναστροφή μας με άλλους ανθρώπους αλλά και με τον φυσικό κόσμο νοηματοδοτεί την αίσθηση του εαυτού μας. Οι κοινωνικές σχέσεις που δημιουργούνται μεταξύ ανθρώπων δημιουργούν ιστορίες και αναμνήσεις που χαρακτηρίζονται ως δεσμά που ενώνουν διάφορες πτυχές του εαυτού τους. Αυτά τα δεσμά μεταφέρουν σχέσεις εξουσίας από τη μία περίοδο της ζωής στην άλλη. Ως αποτέλεσμα, οι κοινωνικές σχέσεις ενσαρκώνουν τρόπους σκέψης και σύνολα αρχών. Οι τρόποι σκέψης φέρουν ίσως τη μεγαλύτερη δύναμη απ ‘όλα, για παράδειγμα, όπως ο ορθολογικός τρόπος σκέψης μπορούσε μέσα στον 20ο αιώνα να επιτρέπει την αντίληψη ότι η δημόσια σφαίρα ήταν ο τομέας των ανδρών, και του ιδιωτικού ο τομέας των γυναικών, ή ότι η κοινωνική κατάσταση και θέση είναι κληρονομική και ότι η επίτευξη του πλούτου είναι ο πρωταρχικός στόχος της κοινωνικής προσπάθειας και ότι όσοι πετύχουν θα πρέπει να τους δοθεί υψηλότερη θέση σε μια κοινωνία. Ο Foucault παρουσιάζει τη δομή των σχέσεων εξουσίας ως εξωτερικές δυνάμεις που ενεργούν πάνω σε αυτόνομα άτομα. Ο Giddens ισχυρίζεται αντίθετα οτι οι σχέσεις εξουσίας ενεργούν πάνω μας μέσω των κοινωνικών σχέσεων στις οποίες ζούμε και χρησιμοποιούμε και αποτελούν τις δομές που μας περιβάλλουν. Το ‘πλαίσιό’ μας είναι έτσι ενεργά συγκροτημένο μέσα από τις ενέργειές μας. Είμαστε εξίσου μπλεγμένοι και αποτελούμενοι από τις δομικές δυνάμεις που μας φτάνουν μέσω των κοινωνικών σχέσεων στις οποίες ζούμε. Η δομή βρίσκεται επομένως μέσα μας.
32
Το εξώφυλλο του δίσκου των Pink Floyd, “Wish You Were Here” (ΕΜΙ, 1975) είναι βασισμένο στην ιδέα ότι οι άνθρωποι τείνουν να κρύβουν τα αληθινά τους συναισθήματα υπό τον φόβο να “καούν”.
Στην εργασία αυτή αναγνωρίζεται ότι οι δυο αυτές σχέσεις συνυπάρχουν στην κοινωνία και διαμορφώνουν εξίσου τη δομή της. Οι σχέσεις εξουσίας και οι κοινωνικές σχέσεις κάποιες φορές ταυτίζονται και κάποιες φορές λειτουργούν αυτόνομα. Το σημαντικότερο είναι ότι επηρρεάζουν τη κοινωνική δομή αλλά και η κοινωνική δομή επηρρεάζει τις σχέσεις εξουσίας και τις κοινωνικές σχέσεις. Επειδή λοιπόν, διαμορφώνουν την κοινωνία θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν σε όλες τις πτυχές της κοινωνιολογίας και επιστημών που μπορούν να δημιουργήσουν χωρικές ή κοινωνικές μεταβολές που θα επηρρεάσουν αυτές τις σχέσεις και συνεπώς την κοινωνία. Έτσι, στις καλύτερες περιπτώσεις της πρακτικής του σχεδιασμού, οι σχεδιαστές, όχι μόνο φέρνουν στο φως τις σχέσεις ισχύος, όπως περιγράφει ο Foucault. Για τον Giddens, έχουν ακόμη την επιλογή να τις αλλάξουν. Έτσι, ακόμα και οι λεπτομέρειες περιλαμβάνουν λεπτούς χειρισμούς και καθημερινές επιλογές για το αν θα ακολουθήσουν τους κανόνες, ή θα τους αλλάξουν και θα επανασχεδιάσουν τη δομή. Οι δυο αυτές θεωρίες θα αποτελέσουν το κύριο μέσο αποτίμησης των τύπων αστικού σχεδιασμού που παρουσιάζουμε, με την προοπτική ότι αυτές οι σχέσεις ορίζουν την δυναμική της κοινωνίας και για να καταστεί δημοκρατικός ένας τύπος αστικού σχεδιασμού θα πρέπει να αποτελέσουν κυρίαρχο στοιχείο της διαδικασίας του.
33
Θεωρίες διαδοχής του Μοντερνισμού Το αποτύπωμα του κοινωνικού αναβρασμού στα πνευματικά ρεύματα και τον τρόπο σκέψης, το αναγνωρίζουμε στην εμφάνιση πολλών θεωριών που θα προσπαθήσουν να βελτιώσουν τον ήδη υπάρχοντα ορθολογικό τρόπο σκέψης ή να αποτελέσουν το νέο κίνημα στα πλαίσια της θεωρίας περι κοινωνίας και σχεδιασμού. Τα αποτελέσματα του μοντερνισμού και του ορθολογισμού ήταν εμφανή σε όλες τις πτυχές της κοινωνίας και του αστικού τοπίου. Τα κοινωνικά προβλήματα που μεγεθύνονταν συνεχώς αναζητούσαν μια νέα λύση. Η λύση αυτή, μεταφράστηκε θεωρητικά σε έναν νέο τρόπο σκέψης, ή μια διαφορετική προσέγγιση στο θέμα της κοινωνίας και της αντιμετώπισης της.
Μια πολύ σημαντική κριτική στον μοντερνισμό ασκεί η Jane Jacobs στο βιβλίο της: The Death and Life of Great American Ci es (Random House, 1961). Η Jane Jacobs εξετάζει παραδείγματα μοντερνιστικής λογικής και την πραγματική βιωματική εμπειρία σε αυτά. Υποστηρίζει ότι ήταν απάνθρωπα, επειδή αρνούνταν την ατομικότητα, προκαλούσαν κοινωνική δυσφορία και οδήγησαν στην εγκληματικότητα και τους βανδαλισμούς. Καταλήγει στο συμπερασμα ότι η μοντέρνα αρχιτεκτονική είναι διανοητικά και κοινωνικά επιζήμια.
34
“Η No-Stop City (1969) είναι μια ειρωνική κριτική της ιδεολογίας του μοντερνισμού εστιάζοντας στους παραλογισμούς του: «Η πραγματική επανάσταση στη ριζοσπαστική αρχιτεκτονική είναι η επανάσταση του κιτς: μαζική πολιτιστική κατανάλωση, pop αισθητική, μια βιομηχανική-εμπορική γλώσσα. Υπάρχει η ιδέα της ριζοσπαστικοποίησης του βιομηχανικού στοιχείου της σύγχρονης αρχιτεκτονικής στο έπακρο.“(Andrea Branzi)
Η αντίδραση στο ρεύμα του μοντερνισμού συνοψίζεται στις αρχές του μεταμοντερνισμού ώς το πιο ευρέως διαδεδομένο πνευματικό ρεύμα της σύγχρονης εποχής. Αποτέλεσε το κίνημα που ρητώς εναντιώθηκε στον μοντερνισμό, ωστόσο, αναπτύχθηκαν και θεωρίες που δεν συμβάδιζανμε τις ιδέες του μεταμοντερνισμού. Όλες αυτές οι θεωρίες έχουν έναν κοινό παρανομαστή, ο οποίος είναι η καθοδήγηση του αστικού σχεδιασμού σε πιο δημοκρατικές διαδικασίες ενσωμάτωσης της κοινωνίας στο πλαίσιο λειτουργίας του.
Πάνω αριστερά εικόνα:15:00, 16 Μαρτίου 1972. Η κατεδάφιση του συγκροτήματος κατοικιών Prui Igoe, σχεδιασμένων από τον Minoru Yamasaki σύμφωνα με τις αρχές σχεδιασμού του Le Corbusier και του Παγκοσμίου Συνεδρίου Μοντέρνων Αρχιτεκτόνων στο St. Louis, Misouri, στις ΗΠΑ. Το συγκρότημα αυτό που κτίστηκε το 1956 παρουσίασε τεράστια προβλήματα και ποτέ δεν κατοικήθηκε πλήρως. Η κατεδάφιση και των 33 κτιρίων το 1972 με 1976 αποτέλεσε το τέλος του μοντερνισμού όπως είπε χαρακτηριστικά ο ιστορικός Charles Jencks.
35
Μεταμοντερνισμός
Ο Moore Milroy υποστηρίζει ότι ο μεταμοντερνισμός ως φιλοσοφικό κίνημα:«Είναι αποδομητικό με την έννοια της αμφισβήτησης και της ίδρυσης μιας δύσπιστης απόστασης από τις συμβατικές αντιλήψεις και, πιο ενεργά, της προσπάθειας του να εξακριβωθεί ποιός αντλεί αξία από την υπεράσπιση της εξουσίας του και να τους εκτοπίζει, αντιθεμελιωτικό με την έννοια της απόρριψης των παγκόσμιων σταθερών ως βάσεις της αλήθειας, μη δυαδικό με την έννοια της άρνησης του διαχωρισμού μεταξύ υποκειμενικότητας και της αντικειμενικότητας, μαζί με την σειρά των ζευγαριών που αυτή επιφέρει, συμπεριλαμβανομένου του διαχωρισμού ανάμεσα στην αλήθεια και τη γνώμη, του γεγονότος και της αξίας, και της ενθάρρυνσης του πλουραλισμού και της διαφορετικότητας.» (Patsy Healey, 1997, σελ. 42)
Jeffery Keedy. Τυπογραφία: Booklet No 4: Keedy Sans
Ο μεταμοντερνισμός μεταξύ άλλων είναι μέρος μιας μεγάλης παράδοσης αμφισβήτησης της βάσης και των επιπτώσεων του μοντερνισμού και αποτέλεσε το κύριο πνευματικό ρεύμα σε συνέχεια του.Η κριτική στον μοντερνισμό και η αντίδραση στα αποτελέσματά του, οδήγησε σε αυτό το ρεύμα, το οποίο αντιτάχθηκε πλήρως στον μοντερνισμό κατηγορώντας τον για τα προβλήματα της σύγχρονης κοινωνίας και της πόλης γενικότερα.
Ο μεταμοντερνισμός έχει ως βασικές αρχές τις εξής: Την απόρριψη των μοντερνιστικών αντιλήψεων και μεθοδολογιών και τον εναγκαλισμό προσεγγίσεων που πλαισιώνουν θεωρίες και κλάδους σε ευρύτερα κοινωνικά και ιστορικά πλαίσια Κανονιστικά κριτήρια για την λήψη αποφάσεων μεταξύ δυο αντιθετικών θεωριών
Την αναγνώριση της πολλαπλότητας στις εξηγήσεις και τις θεωρίες
Την κατανόηση των ατόμων ως αυτο-οριζόμενα και αυτόνομα όντα (Philip Allmendinger, Planning Futures, 2002, σελ. 7)
36
Ο μεταμοντερνισμός αποτέλεσε περισσότερο ένα κίνημα αντίρρησης, παρά επίλυσης της υφιστάμενης κατάστασης. Αυτή η καθολική άρνηση, όμως δεν επέτρεψε να φανεί η ρίζα του προβλήματος του μοντερνισμού. Δεδομένου ότι ο μοντερνισμός αποτελεί ένα ρεύμα που επηρέασε έναν ολόκληρο αιώνα, έχει ισχυρές ρίζες στη διαμόρφωση της κοινωνίας και του κράτους με αποτέλεσμα, μια ριζική αναδιαμόρφωση να καθίσταται δύσκολη. Όπως θα δούμε, ένα ρεύμα παράλληλο του μεταμοντερνισμού ήταν οι αστικές θεωρίες οι οποίες δέχονταν το μοντερνιστικό ρεύμα και αρκούνταν στην βελτίωση του, με στόχο μια προοδευτική μεταβολή του να οδηγήσει στα επιθυμητά αποτελέσματα, μέσω παραμέτρων που θα όριζαν τον τρόπο διαδικασίας και εφαρμογής της θεωρίας.
Ένα παράδειγμα αρχιτεκτονικής που εκθέτει την δομή του κτιρίου, αποκαλύπτωντας τη κατασκευή του - όπως απαιτούσε ο μοντερνισμός - αλλά με πολύ πιο διαφορετικό τρόπο, ανοίγωντας την όψη. Είναι ένα μονολιθικό κτίριο που έχει ένα ψεύτικο ρήγμα στη δομή του. Θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως μια δήλωση πως ο Μοντερνισμός είναι υπό διάλυση. SITE (Sculpture in the Environment): Arden Fair Shopping Mall (1976)
37
Yves Marchand και Romain Meffre: Ερείπια του Detroit Το έργο τους αποτελεί ένα κολάζ φωτογραφιών που τεκμηριώνουν την μακρά,συνεχή κρίση και υποβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος του Detroit.
Οι θεωρίες που δέχθηκαν τον ορθολογικό τρόπο σκέψης σωστό στην βάση του και προτίμησαν να το βελτιώσουν ως προς το πρακτικό του μέρος ήταν αρκετές και οι εκφάνσεις τους φαίνονται στους τύπους αστικού σχεδιασμού που διαμορφώθηκαν εκείνη την περίοδο. Πρώτα, ας δούμε τις βασικές τους διαφορές με τις αρχές του μεταμοντερνισμού. Οι βασικές επικρίσεις έναντι του μεταμοντερνισμού είναι: Πρώτον, οι μεταμοντέρνοι έχουν μια διφορούμενη άποψη για το αν παράγουν σοβαρή θεωρία ή λογοτεχνία. Δεύτερον, οι μεταμοντέρνοι θεωρητικοί υποκινούνται από συναισθήματα κανονιστικά, αλλά η φύση αυτών των συναισθημάτων δεν είναι ορατή από τον αναγνώστη. Τρίτον, ο μεταμοντερνισμός εικονίζεται ως μια ολιστική προοπτική που αδυνατεί «να διαφοροποιήσει φαινόμενα και πρακτικές που συμβαίνουν μέσα στη μοντέρνα κοινωνία». της.
Τέλος, οι μεταμοντέρνοι αγνοούν την καθημερινή ζωή και τις πρακτικές
“Ο μεταμοντερνισμός δημιούργησε μια κρίση στον αστικό σχεδιασμό επειδή υπονομεύει και απορρίπτει τις μοντερνιστικές βάσεις για τον σχεδιασμό, και παράλληλα δεν προσφέρει καμία υποκατάστατη λογική.» (Harper and Stein, 1995b: 61). σελ.31
38
39
3 | Ο Εκδημοκρατισμός του Αστικού Σχεδιασμού Οι απαιτήσεις των αστικών διαμαρτυριών της περιόδου εκείνης, είχαν ως αιτήματα τον κοινωνικό έλεγχο αλλά και την δίκαιη διανομή των οφελών και ένα πιο ανθρώπινο αστικό περιβάλλον σε αντίθεση με τα μεγάλα σχέδια εκείνης της εποχής.Η εποχή καλούσε σε ένα πιο δραστικό μοντέλο αστικού σχεδιασμού που θα ενσωμάτωνε την συμμετοχή των κατοίκων στην διαδικασία εφαρμογής του. Έτσι, όπως και στον 19ο αιώνα η απέχθεια προς την βιομηχανική πόλη οδήγησε στον μοντέρνο τύπο σχεδιασμού, τον ορθολογικό σχεδιασμό, έτσι και το 1960 οι διαμαρτυρίες που διατυπώνονταν για τα αποτελέσματα αυτού του τύπου σχεδιασμού άνοιξε τον δρόμο για πιο δημοκρατικές συμμετοχικές διαδικασίες στον αστικό σχεδιασμό. Οι πρώτες προσπάθειες για να εισακουστεί η άποψη των πολιτών ήταν ο συνηγορικός σχεδιασμός, εμπνευσμένος από τον Paul Davidoff, και ο δίκαιος σχεδιασμός, από τον Norman Krumholz. Οι δύο αυτοί τύποι σχεδιασμού, τοποθετούσαν τον πολεοδόμο σε ρόλο συνηγόρου των μειονοτήτων και των αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων και αφού συγκέντρωναν τις απόψεις τους, συνδιαλλεγόταν την έκβαση του σχεδίου μαζί με τον φορέα σχεδιασμού.Καλούσαν τους σχεδιαστές να κατανοήσουν ότι οι ενέργειές τους δεν είναι ουδέτερες και ενθάρρυνε τις μειονότητες και αυτούς που υπο-εκπροσωπούνταν να πάρουν μέρος στις διαδικασίες σχεδιασμού. Το μοντέλο του συνηγορικού σχεδιασμού και το μοντέλο του δίκαιου σχεδιασμού, ενώ εστίαζαν στον ρόλο που θα έπαιζε ο πολεοδόμος, συνέδεσαν αυτόν τον ρόλο με συγκεκριμένους στόχους και στηρίχτηκαν στον σχεδιασμό ως διαδικασία εξεύρεσής των. Ο κύριος στόχος και των δυο θεωρητικών ήταν η κοινωνική ένταξη, όχι απαραίτητα στη συζήτηση αλλά στην πρόσβαση στα οφέλη της πόλης. Οι δυο αυτοί τύποι αστικού σχεδιασμού κατέρρευσαν μπροστά στις γραφειοκρατικές διαδικασίες, καθώς το πρόβλημα του συνηγορικού σχεδιασμού ήταν ότι, παρόλο που ζητούνταν η γνώμη των πολιτών, δεν λαμβάνονταν υπ’ όψιν στην διαδικασία σχεδιασμού. Ο πολεοδόμος αποτελούσε έναν εξωγενή παράγοντα, μη προερχόμενο απο την γειτονιά των ενδιαφερόντων, χωρίς βιωματική εμπειρία και αποτελώντας τον δικηγόρο τους ασχολούνταν αποκλειστικά με το επικοινωνιακό κομμάτι μεταξύ των δυο πλευρών, φορέα σχεδιασμού και ενδιαφερόμενων πολιτών και δεν μπορούσε να μετουσιώσει τις ανάγκες της κοινωνίας που εκπροσωπούσε σε ένα εφαρμόσιμο σχέδιο. «Το πρόβλημα με τον Μοντερνισμό δεν βρίσκεται στη θεωρία, αλλά στην εφαρμογή του.» (Philip Allmendinger, Modernism and post-modernism, Σελ.158 - 159)
40
«Κριτική που εστίασε στην μορφή διαδικασίας ήταν η μέθοδος των τμηματικών μικροβελτιώσεων που στηρίζεται στην επίλυση προβλημάτων την στιγμή που παρουσιάζονται παρά σε μια συνολική διαδικασία εφαρμογής λύσεων σε πακέτο προβλημάτων. Η μορφή αυτή μοιάζει με τις καθημερινές κινήσεις της ζωής του ανθρώπου, που αναγκάζεται να παίρνει μικροαποφάσεις κάθε στιγμή της ημέρας.»
Μικρά, μικρά κομμάτια συνθέτουν το όλον.
Οι δυο αυτοί τύποι, οδήγησαν τον αστικό σχεδιασμό ένα βήμα πιο μπροστά σε σχέση με την δημοκρατικότητα του και εντόπισαν πολύ σωστά το πρόβλημα στην διαδικασία και στην εφαρμογή του, αλλά δεν θα ήταν αυτοί το κυριότερο παράδειγμα της εποχής. Παρουσίασαν δυσκολίες στην εφαρμογή τους και κυρίως στην πραγματική πιθανότητα του να εισακουστεί η άποψη των κοινωνικών στρωμάτων. Η αλλαγή στις σχέσεις εξουσίας, λοιπόν, ήταν μηδαμινή και θα επιζητούνταν μια πιο ευρύτερη και αποδοτικότερη μορφή στην εφαρμογή της. «Ο τρόπος που θα ενσωματώνονταν πιο δημοκρατικές διαδικασίες στον σχεδιασμό έπρεπε να έρθει μέσω της αντιμετώπισης της διαρθρωτικής εξουσίας.» Ο Κάρλ Μάρξ στα μέσα του 19ου αιώνα έθεσε το ζήτημα των κοινωνικών αλλαγών μέσω της αντιμετώπισης του οικονομικού συστήματος. Ήταν φανερό για τον Μάρξ ότι το οικονομικό σύστημα δημιουργούσε διαφορές στις σχέσεις εξουσίας και ρήγματα στη κοινωνική δομή. Υποστήριζε ότι οι κοινωνικές αλλαγές θα έρχονταν μόνο αν αντιμετωπιζόταν το αίτιο παραγωγής τους. Σε αυτό το κείμενο δεν θα επεκταθούμε στην θεωρία του Μάρξ, διότι στην σύγχρονη θεωρία του αστικού σχεδιασμού δεν ελήφθη υπ’όψιν από τους θεωρητικούς. Εκείνοι πίστευαν ότι η αποδυνάμωση των σχέσεων εξουσίας έπρεπε να έρθει μέσω της αλλαγής του τρόπου επικοινωνίας μεταξύ κοινού και σχεδιαστικού φορέα. Είναι δυνατόν να κατασκευαστεί μια δημόσια σφαίρα μέσα στην οποία να μπορούμε να συζητήσουμε και να διαχειριστούμε τις συλλογικές ανησυχίες μας με όσο το δυνατόν περιεκτικότερο τρόπο; Η εικόνα είναι απόσπασμα από το σχέδιο για το Jalan Jenderal Sudirman, Bandung / Incremental Development
41
Το μέσο που θα κατάφερνε αυτόν τον στόχο ήταν η άμεση επικοινωνία μέσω συζήτησης, δημιουργώντας έναν δημόσιο «χώρο» διαλόγου. Η κοινωνική δύναμη εμπεριέχει την δυνατότητα να ελέγχεται και να μεταδίδεται η επικοινωνία. Υποθετικά εάν μια ισχυρή αρχή χάσει τα πλεονεκτήματα της μέσω μιας ανοικτής συζήτησης, είναι πολύ πιθανό να αποκρύψει ενοχλητικές αλήθειες ή να χειραγωγήσει αυτούς που τους εκποροσωπούν. Οδηγώντας την επιστήμη του αστικού σχεδιασμού στην κατεύθυνση του επικοινωνιακού συμμετοχικού σχεδιασμού, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ειλικρινής κατάθεση επιχειρημάτων. Έτσι μιλώντας ειλικρινά στην εξουσία, με επιχειρήματα και καλώντας όλους τους ενδιαφερόμενους στη συζήτηση, θα μπορούσε να επιτευχθεί ένα πιο δίκαιο αποτέλεσμα. Με αυτόν τον τρόπο διαμορφώθηκε η επικοινωνιακή θεωρία.
Ερμηνευτικοί πίνακες του Habermas, βασισμένοι στον Torben Beck Jørgensen, 1978: 12. Πηγή: Hans Peter Hansen “The Democra c Transforma on of Nature Conserva on and Public Planning”
42
Το πρόβλημα κατά τον Habermas βρίσκεται στην εφαρμογή του ορθολογισμού και όχι στην θεωρία. Η δομή της εξουσίας και της κοινωνίας δεν έχει διαμορφωθεί από κοινού, με αποτέλεσμα στον ορθολογικό σχεδιασμό, η κοινωνία (των πολιτών) να είναι απούσα από την διαδικασία με σημαντικές συνέπειες στην νομιμότητα του και στο κοινωνικό σύνολο. Αυτό που λείπει για να γίνει πιο δημοκρατικός ο σχεδιασμός είναι η “επικοινωνία”, ώστε η απομονωμένη μάζα να γίνει ενεργό και συμμετέχων στοιχείο του σχεδιασμού. Ο λόγος της σύγκρουσης είναι οι αλλαγές στον κοινωνικό χώρο και την λειτουργία του δημοσίου στην κοινωνία. Οι αλλαγές έχουν οδηγήσει στην περιθωριοποίηση των πολιτών και στην δημιουργία μιας κοινωνικής ‘ελίτ’ από πολιτικούς, μέλη των δημοσίων υπηρεσιών, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και οργανισμούς. Ο όρος “εποικισμός του κοινωνικού κόσμου” έχει άμεση σχέση με την τεχνοκρατία της λήψης αποφάσεων και τον δημόσιο σχεδιασμό. Καθώς η διαπλοκή του κράτους με την οικονομία αυξάνεται, παράλληλα με την αύξηση της πολυπλοκότητας και της γραφειοκρατίας του κοινωνικού συστήματος, ο ορθολογισμός της πολιτικής οικονομίας γίνεται όλο και διαδεδομένος στην οικογένεια και τον ‘δημόσιο χώρο’, αντικαθιστώντας τον διυποκειμενικό επικοινωνιακό ορθολογισμό που καθορίζει τον κοινωνικό κόσμο. (Fischer, 2000:17) Οι συνέπειες είναι ότι η επικοινωνιακή λογική και εμπειρία που υπάρχει στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων διαβρώνεται από τον ορθολογισμό των θεσμοθετημένων συστημάτων. Στο πλαίσιο ενός τεχνικού ορθολογισμού, αυτή η διάβρωση αφήνει τον κοινωνικό κόσμο φτωχό και χωρίς κοινωνικές αξίες. (Agger & Aggard Nielsen, 1997)
43
Επικοινωνιακή Θεωρία Στην επικοινωνιακή θεωρία, ο κύριος ρόλος των σχεδιαστών είναι να ακούσει τις ιστορίες των κατοίκων και να βοηθήσει στη διαμόρφωση συναίνεσης μεταξύ των διαφορετικών απόψεων. (Susan S. Fainstein, 1996, σελ.175)
Για να βελτιωθεί το υπάρχον σύστημα εφαρμογής αστικού σχεδιασμού και να κατανοηθούν οι κοινωνικές σχέσεις και οι σχέσεις εξουσίας πρέπει να διαμορφωθεί μια δημόσια σφαίρα επικοινωνίας, ένας δημόσιος χώρος συζήτησης, στον οποίο όλες οι απόψεις θα έχουν την ίδια σημασία και την ίδια δυνατότητα παρουσίασης και όπου οι άνθρωποι, πολίτες ή φορείς σχεδιασμού θα εξισώνονται. Σε έναν τέτοιο χώρο, ο πολεοδόμος θα έχει την δυνατότητα να αλλάξει τις σχέσεις εξουσίας ή και να μειώσει την επιρροή τους αισθητά. Έναν τέτοιο χώρο προσπαθεί να δημιουργήσει ο επικοινωνιακός ορθολογισμός. Εκφραστής της επικοινωνιακής θεωρίας, που αναλύεται παρακάτω, είναι ο Γερμανός κοινωνιολόγος Jurgen Habermas. Η κριτική θεωρία του, αν και προέρχεται από μια άλλη προσέγγιση από αυτή του Giddens, παρέχει μια πλούσια ποσότητα ιδεών για το πώς να ανασυσταθεί ο δημόσιος χώρος μέσα από την ανοικτή, δημόσια συζήτηση. Το έργο του σχετικά με τη φύση της επικοινωνιακής δράσης έχει έναν «μετασχηματιστικό αντίκτυπο» στον τομέα σχεδιασμού και στις αντιλήψεις της διαδικασίας σχεδιασμού. Όπως και ο Giddens, έτσι και ο Habermas απορρίπτει την οπισθοδρόμηση της κοινωνικής ζωής σε έναν υπαρξιακό ατομικισμό, όπως κάνει ο μεταμοντερνισμός. Κατά τον Habermas η συνείδησή μας είναι κοινωνικά σχηματισμένη στην αλληλεπίδραση με άλλους. Μέσω αυτών των αλληλεπιδράσεων, αναπτύσσουμε ιδέες υπευθυνότητας απέναντι σε άλλους.Ο Habermas προσπαθεί να διασώσει την έννοια του ορθολογισμού από τον ρόλο που έπαιζε στην εποχή του μοντερνισμού και να της δώσει νέα πνοή, με βάση τα νέα δεδομένα μιας δημοκρατικής και περιεκτικής συζήτησης. Στην συζήτηση, υποστηρίζει ότι υπάρχουν τρείς τρόποι συλλογισμού τους οποίους χρησιμοποιούμε: • Η οργανική/τεχνική λογική, • η ηθική λογική • και η συναισθηματική/αισθητική λογική.
44
Ο πρώτος τρόπος αφορά την επιστημονική λογική και το ορθολογικό σκεπτικό, το οποίο ενώνει τα αποτελέσματα με τα μέσα και τις αποδείξεις με τα συμπεράσματα. Ο δεύτερος αναφέρεται στην λογική που επικεντρώνεται γύρω από τις αξίες και την ηθική. Ο τρίτος τρόπος αναφέρεται στη λογική που προέρχεται από την συναισθηματική εμπειρία. Η οργανική-τεχνική λογική είναι αυτή που χρησιμοποιούνταν τόσο καιρό στον μοντερνισμό και τον ορθολογικό τρόπο σκέψης και έχει τη δυνατότητα να αποσιωπήσει τους άλλους δυο τρόπους λογικής. Αυτούς τους δυο τρόπους συλλογισμού θέλει να φέρει στο προσκήνιο ο Habermas, επειδή θεωρεί ότι παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση των εαυτών μας και συνεπώς της κοινωνίας. Οι τρεις αυτοί τρόποι συλλογισμού αποτελούν και ταυτόχρονα αποτελούνται από κοινωνικές σχέσεις και σχέσεις εξουσίας. Ωστόσο, αυτοί οι τρεις τρόποι θα πρέπει να σχετίζονται μεταξύ τους και να κατανοηθούν ως συμπληρωματικά κομμάτια σε μια ευρύτερη αντίληψη του ορθολογισμού. Πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι αυτοί οι τρόποι συλλογισμού λειτουργούν ταυτόχρονα και αποτελούν όλοι ικανοί και αποδεκτοί τρόποι έκφρασης και δικαιολόγησης επιχειρημάτων. Αν δεν γίνεται αποδεκτός ένας από αυτούς τους τρεις τρόπους συλλογισμού δεν θα πρέπει να χαρακτηρίζεται δημοκρατική και περιεκτική μια συζήτηση.
Επεξήγηση του Επικοινωνιακού Ορθολογισμού Ο επικοινωνιακός ορθολογισμός κινείται μαζί με τα σύγχρονα ρεύματα της φιλοσοφίας. Μπορούμε να πούμε ότι: «Ο επικοινωνιακός ορθολογισμός αναφέρεται κυρίως στην χρήση των γνώσεων στην γλώσσα και τη δράση, και όχι σε μια ιδιοκτησία της γνώσης. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι πρόκειται κατά κύριο λόγο για έναν τρόπο μεταχείρισης των αξιώσεων εγκυρότητας και ότι δεν είναι σε γενικές γραμμές ιδιοκτησία αυτών των ισχυρισμών. Επιπλέον ... αυτή η προοπτική δε δείχνει τίποτα περισσότερο από επίσημες προδιαγραφές των πιθανών μορφών ζωής ... δεν εκτείνεται σε συγκεκριμένες μορφές της ζωής ...» (Cooke, 1994). Ο Giddens και ο Foucault φέρνουν στο προσκήνιο τις κοινωνικές σχέσεις που διέπουν την καθημερινή ζωή των ανθρώπων και που καθορίζουν συμπεριφορές και σχέσεις εξουσίας, ενώ ο Habermas καθορίζει την μορφή επικοινωνίας μεταξύ ατόμων ώστε αυτές οι σχέσεις να γίνονται κατανοητές και να αποτελούν μέρος της συζήτησης και αυτός ο τρόπος επικοινωνίας να γίνεται πιο δημοκρατικά. Όλο το εννοιολογικό πλαίσιο του Habermas είναι βασισμένο στην κατανόησή του για την κοινωνική αλληλεπίδραση και των επικοινωνιακών πρακτικών, και τοποθετεί τον ορθολογισμό στην βάση της καθημερινής ομιλίας. Το πλαίσιο αυτό μεταφέρει την λογική στην καθημερινή πρακτική των ατόμων. Αυτό έρχεται σε αντιδιαστολή με τις θεωρίες του ορθολογισμού, που επιδιώκει ο λόγος να υφίσταται κατά τρόπο εύληπτο και σε μη χρονικά προσδιορισμένη πραγματικότητα, ή ως μια αντικειμενική «άποψη από το πουθενά», η οποία προϋποθέτει ότι η λογική είναι σε θέση να κρίνει επαρκώς την πραγματικότητα από μια αντικειμενική και ανιδιοτελής προοπτική. Βασισμένος στην θεωρία του Habermas, ο συμμετοχικός σχεδιασμός προσπάθησε να λύσει όλα τα προβλήματα του ορθολογικού σχεδιασμού και να συμπεριλάβει την κοινωνία στην διαδικασία του.
45
Ο Συμμετοχικός Σχεδιασμός Η Judith Innes σχολίασε οτι «αυτό που οι πολεοδόμοι, κάνουν τις περισσότερες φορές είναι να μιλάνε και να αλληλεπιδρούν, και αυτή η συζήτηση είναι μια μορφή πρακτικής επικοινωνιακής δράσης.» «Υποστηρίζει επίσης ότι το επικοινωνιακό μοντέλο, το οποίο καθορίζει τον πολεοδόμο ως διαπραγματευτή και ενδιάμεσο μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών έχει γίνει τόσο ευρέως αποδεκτό ώστε να αποτελεί το ανερχόμενο παράδειγμα της θεωρίας του σχεδιασμού.»
Ο Συμμετοχικός Σχεδιασμός ευδοκίμησε ως μια απάντηση στην ανικανότητα του παραδοσιακού τρόπου σχεδιασμού να μπορέσει να δώσει στους πολίτες πραγματικές ευκαιρίες κοινωνικής συμμετοχής στις αποφάσεις για τις κοινότητες τους. Βασισμένος στην επικοινωνιακή θεωρία, ο συμμετοχικός σχεδιασμός είναι μια μέθοδος σχεδιασμένη ώστε να ενισχύσει την δύναμη των ενδιαφερόμενων με το να τους εξισώνει στην θέση των υπεύθυνων λήψης αποφάσεων και της μέσω άμεσης ενασχόλησης και του διαλόγου μεταξύ τους να βγάλουν κοινές αποφάσεις στη διαδικασία του σχεδιασμού. Σε αυτόν τον τύπο σχεδιασμού, η σχέση μεταξύ του πολίτη και του κράτους ή του σχεδιαστικού φορέα μετατρέπεται σε σχέση συνεργασίας. Τις κοινωνικές συνέπειες που προκάλεσε ο ορθολογικός σχεδιασμός επιχειρείται να αποφύγει ο συμμετοχικός με την άμεση επαφή της κοινωνίας με την διαδικασία. Η ενεργός συμμετοχή του κοινού μπορεί να βοηθήσει τους σχεδιαστές στην επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων μέσω της επίγνωσης των αναγκών και των προτιμήσεων του κοινού και με τη χρήση των τοπικών γνώσεων για την ενημέρωση των σχεδίων. Ο πολεοδόμος αποκτάει έναν πιο πολύπλοκο ρόλο. Πρέπει να καταφέρει να αξιολογεί πληροφορίες ακαδημαϊκής προέλευσης και βιωματικής εμπειρίας καθώς και να επιτελέσει έναν αντικειμενικό ρόλο ανάμεσα στα συμφέροντα του εργοδότη του και αυτά του κοινού. Το κοινό αποτελεί πια μέλος του σχεδιασμού, αλλά ο πολεοδόμος έχει τον κεντρικό ρόλο της ισοστάθμισης των διαφορετικών αιτημάτων. Όταν γίνεται σωστή διαχείριση, η συνεργασία μπορεί να οδηγήσει σε πιο ουσιαστική συμμετοχή και καλύτερα, πιο δημιουργικά αποτελέσματα για προβλήματα που παραδοσιακές μεθόδοι συμμετοχής δεν θα μπορούσαν να πετύχουν. Ο συμμετοχικός σχεδιασμός, λειτουργεί σήμερα με τρείς μορφές, οι οποίες διαφέρουν στην διαδικασία με την οποία το κοινό συμμετέχει στην εκπόνηση του Σχεδίου. Μορφές διαδικασίας
46
1.
S.W.O.T. analysis
2.
Διαδικασία συμμετοχής
3.
Διαδικασία ανοικτής ακρόασης
1. S.W.O.T. Η Διαδικασία της S.W.O.T. ανάλυσης οργανώνεται γύρω απο τις ενέργειες Strengths, Weaknesses, Opportuni es, Threat - (Δυνατά σημεία, Αδυναμίες, Δυνατότητες, Απειλές). Περιλαμβάνει την συνεργασία του φορέα σχεδιασμού και των πολεοδόμων με το κοινό για την ακριβή ανάλυση χρησιμοποιώντας παραδείγματα για κάθε περίπτωση. Με το να αναγνωρίζουν κάθε θέμα στην ανάλυση, χρησιμοποιώντας στατιστικά στοιχεία και δεδομένα, αναπτύσσονται λεπτομερέστερα, εφαρμόσιμα σχέδια. Τα τέσσερα θέματα, σκοπό έχουν να εμβαθύνουν στα προβλήματα, τις δυνατότητες και τις απειλές ώστε να οργανωθούν οι πληροφορίες και μέσα απο μια λογική τοποθέτηση των στοιχείων να ληφθεί μια λεπτομερής λύση. Τα ερωτήματα που τίθενται μοιάζουν με μια ανάλυση που θα έκανε μια εταιρία για να γίνει πιο ανταγωνιστική. Παρόλα αυτά είναι ερωτήματα που οδηγούν στην κατανόηση μιας κατάστασης και την αυτογνωσία που στη συνέχεια οδηγεί προς την αντίληψη των πραγματικών προβλημάτων. Η λύση αυτών τίθεται στην επόμενη διαδικασία της εκπόνησης σχεδίου και εφαρμογής του. Η συμμετοχή του κοινού σε αυτήν την διαδικασία, ξεκινάει στην διατύπωση των ερωτημάτων αλλά σταματάει και στην ανάλυση τους. Το αποτέλεσμα της διαδικασίας παραμένει απόφαση του σχεδιαστικού φορέα και είναι δική του η αρμοδιότητα να αξιολογήσει ή όχι τις γνώσεις και τις απόψεις του κοινού. Ο σχεδιασμός χρησιμοποιώντας την ανάλυση τύπου S.W.O.T. είναι τόσο αποτελεσματικός, όσο οι πληροφορίες που χρησιμοποιούνται για την ανάλυση. Η ανάλυση αυτή στηρίζεται στην ομαδική δράση, επομένως υπάρχει ο κίνδυνος να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο μιας μοναδικής εξουσιαστικής αρχής και έτσι το αποτέλεσμα να είναι απλώς μια καταγραφή θετικών και αρνητικών σημείων και να χάνεται ο σκοπός της διαδικασίας.
Ο πίνακας των τεσσάρων τετραγώνων που παρουσιάζει γενικά τα ερωτήματα που τίθενται σε μια διαδικασία τύπου SWOT.
47
2. Διαδικασία Συμμετοχής Στην διαδικασία αυτή γίνεται μια επαφή μεταξύ των πολεοδόμων και του κοινού για την ακρόαση των απόψεων τους καθώς και των βλέψεων του εξουσιοδοτικού φορέα. Η συζήτηση αυτή συνήθως γίνεται πριν την εκπόνηση του Σχεδίου. Ο σκοπός της συζήτησης είναι να ακουστούν όλες οι απόψεις και τα αιτήματα του κοινού για την βελτίωση μιας περιοχής. Από το κοινό ζητάται να αξιολογήσει τις προτάσεις του σχεδιαστικού φορέα και παράλληλα να αντιπροτείνει λύσεις ή βελτιωτικές κινήσεις σε αυτές. Η συμμετοχή ορίζεται ως η συζήτηση μεταξύ του πολεοδόμου και του κοινού για την ανάλυση των προβλημάτων και την εξεύρεση λύσεων. Καλούνται όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη της κοινωνίας και όσοι επηρρεάζονται απο μια πιθανή πολεοδομική παρέμβαση να καταθέσουν την άποψη τους και να εκφράσουν τους προβληματισμούς τους. Η συζήτηση αυτή μπορεί εν μέρη να επιφέρει και αποφάσεις, αλλά ο ρόλος του πολεοδόμου είναι κυρίως το να ακούσει τις διαφορετικές απόψεις και παράλληλα να αξιοποιήσει τις γνώσεις του κοινού ώστε να καταφέρει να εκπονήσει ένα σχέδιο το οποίο θα συμβιβάζει τους στόχους του σχεδιαστικού φορέα με αυτούς του κοινού. Η διαδικασία αυτή είναι η πιο δημοκρατική απο τις τρείς διότι περιλαμβάνει τη συμμετοχή του κοινού από την αρχή της περιγραφής του προβλήματος και την ανάλυση των θέσεων και προκαλεί την ενδυνάμωση του κοινωνικού ατόμου ως προς την διαδικασία αλλά και την ταυτότητα του χώρου του. Το ιδανικότερο θα ήταν αντί να γίνεται μια συνάντηση μεταξύ πολεοδόμων και κοινού, να γίνονται πολλές κατά τη διάρκεια της εκπόνησης του Σχεδίου και αν είναι εφικτό και κατά τη διάρκεια υλοποίησης του.
48
3. Διαδικασία ανοικτής ακρόασης Σε αυτήν την διαδικασία , οι ενδιαφερόμενοι, καλούνται στην παρουσίαση ενός σχεδίου ώστε να πληροφορηθούν για το Σχέδιο και να το αξιολογήσουν. Η συνάντηση αυτή, γίνεται μετά την εκπόνηση του Σχεδίου και πριν την υλοποίηση του. Ο σκοπός της είναι να συζητηθούν οι προτάσεις των πολεοδόμων και να προβούν στην υλοποίηση όσων συμφωνηθούν και στην τροποποίηση όπου προκύψουν αντιρρήσεις από το κοινό. Η σχέση του κοινού με τον σχεδιαστικό φορέα, σε αυτήν την περίπτωση, βρίσκεται μόνο στην επαφή του με τους αντιπροσώπους του φορέα ή με τους πολεοδόμους κατά την διαδικασία της αξιολόγησης. Η ανοικτή ακρόαση αποτελεί μια διαδικασία της οποίας τα αποτελέσματα δεν είναι πάντα δικαιολογημένα. Υπάρχει ο κίνδυνος να χαρακτηριστεί τυπική μια τέτοια διαδικασία διότι δεν ενδυναμώνει απολύτως την σχέση του σχεδιαστικού φορέα με το κοινό και αποτελεί απλά μια ενημέρωση του κοινού και παράλληλα νομιμοποίηση του συμμετοχικού σχεδιασμού. Οι αποφάσεις στο τέλος λαμβάνονται από τον σχεδιαστικό φορέα είτε αξιολογήσει θετικά, είτε αρνητικά τις απόψεις του κοινού. Στην περίπτωση αυτή, ενθαρρύνεται η αξιολόγηση των προτάσεων των πολεοδόμων αλλά παραμένουν ισχυρές οι διαφορές στις σχέσεις εξουσίας διότι το κοινό αποκλείεται από την διαδικασία της εκπόνησης του Σχεδίου και της διατύπωσης προτάσεων, ενώ παράλληλα ενισχύεται ο ρόλος του πολεοδόμου ως εμπειρογνώμονα ο οποίος είναι ο μοναδικός που μπορεί να δημιουργήσει ένα σχέδιο προτάσεων.
49
Αποτίμηση του Συμμετοχικού Σχεδιασμού Ο συμμετοχικός σχεδιασμός, κατάφερε να γίνει ο πιο γνωστός και ευρέως διαδεδομένος τύπος αστικού σχεδιασμού μετά τον ορθολογικό. Οι αντιδράσεις και η αμφισβήτηση του προηγούμενου μοντέλου επέφερε τον απαραίτητο εκδημοκρατισμό του σχεδιασμού που οδήγησε σε αυτήν την νέα μορφή, στην οποία ο πολίτης και ο κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να εκφράσει την άποψη του στα πλαίσια της επικοινωνίας. Η κεντρική εξουσιαστική αρχή, που κάποτε ήταν το κράτος, έχει την δυνατότητα, τώρα πια, να είναι ένας ιδιωτικός φορέας ή μια κυβερνητική οργάνωση. Είναι ένα είδος απελευθέρωσης του στατικού και ορθολογικού σχεδιασμού. Η επικοινωνία με τους φορείς σχεδιασμού και τους πολεοδόμους, και η κατανόηση και ελάφρυνση των σχέσεων εξουσίας λειτούργησε καλά και για τους ασκητές της πολεοδομίας, αλλά και για τους πολίτες. Οι πολεοδόμοι χρειάζεται να αχοληθούν με αυτό το κομμάτι που αποτελεί τον πυρήνα της κοινωνίας και λειτουργώντας ως μεσάζοντες μεταξύ φορέα και ενδιαφερομένων πρέπει να έχουν τις απαραίτητες γνώσεις, όχι μόνο ακαδημαϊκές, αλλά και κοινωνικών και επικοινωνιακών χειρισμών, ώστε να πάρουν υπ’ όψιν τους όλες τις απόψεις και να μπορέσουν να παράγουν ένα αποτελεσματικό σχέδιο, πράγμα που τους προσδίδει μεγαλύτερες ευκαιρίες κατανόησης του πραγματικού πλαισίου στο οποίο δουλεύουν. Το σημαντικότερο που κατάφερε να επιτύχει όμως ήταν το να φέρει στο προσκήνιο τον απλό πολίτη και την κοινωνία, στην διαδικασία σχεδιασμού και να προσφέρει άνοιγμα σε αυτούς που αποτελούν τον ζωντανό οργανισμό της πόλης και άμεσα ενδιαφερόμενους από τα αποτελέσματα του σχεδιασμού.
Η εικόνα παρουσιάζει την περιοχή Islands Brygge στην Κοπεγχάγη. Με το κίτρινο χρώμα συμβολίζεται η πράσινη ακτή και με το μπλε η επιχειρηματική ακτή. Η περιοχή αποτελεί ένα παράδειγμα του συμβιβασμού του ιδιωτικού τομέα με τον κοινωνικό. Το πάρκο είχε ήδη δημιουργηθεί με απαίτηση των κατοίκων την δεκαετία του 1980. Ωστόσο από το 1990 και μετά αναπτύχθηκε στην απέναντι ακτή η επιχειρηματική δραστηριότητα. Πολύ απλουστευμένα μπορεί κανείς να υποθέσει ότι μοιραστήκανε οι δυο ακτές στους δύο ενδιαφερόμενος, με την μπλε στον ιδιωτικό τομέα και την κίτρινη στο κοινό.
50
Η βασικότερη κριτική που αποδίδεται στον συμμετοχικό σχεδιασμό είναι ότι αποτελεί μια μεταλλαγή του ορθολογικού σχεδιασμού. Κριτικοί της θεωρίας έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η επικοινωνιακή θεωρία αποτελεί συνέχεια των αρχών και των ιδεών του κλασσικού ορθολογικού τόπου σκέψης, τονίζοντας ότι αποτελεί απλά μια συνέχεια και όχι μια ολοκληρωμένη πρόταση διαμόρφωσης νέου πλαισίου του αστικού σχεδιασμού. Πάνω σε αυτήν την ιδέα βασίζονται και όλες οι μεμονωμένες επικρίσεις προς τον συμμετοχικό σχεδιασμό, καθώς βασίζονται στην κριτική που αναφέρει οτι το κενό μεταξύ ορθολογικού και συμμετοχικού σχεδιασμού στα πλαίσια της θεωρίας τους είναι πολύ μικρό. Ο Foucault διαφωνεί με την διαδικασία του συμμετοχικού σχεδιασμού ως προς την αντιμετώπιση των εμπλεκόμενων ατόμων καθώς ο συμμετοχικός σχεδιασμός υποθέτει ότι μέσω αμοιβαίων αποδεκτών συμφωνιών μια συζήτηση μπορεί να γίνει αντικειμενικά ανοικτή σε όλες τις απόψεις, ενώ ο ίδιος θεωρεί ότι οι σχέσεις εξουσίας πρέπει να αποκαλυφθούν και να αλλάξουν και όχι να κατανοηθούν και να μειωθεί η δυναμική τους. Θεωρεί οτι η εξουσία υπάρχει παντού και γι’ αυτό κατηγορεί τον συμμετοχικό σχεδιασμό ως αδαή που προσπαθεί να λειτουργήσει σε ένα ιδεατό πλαίσο όπου δεν υπάρχουν οι σχέσεις εξουσίας. Τέλος, παρουσιάζει παρόμοια προβλήματα με αυτά του ορθολογισμού καθώς η επικοινωνιακή θεωρία προσφέρει τον τρόπο ώστε να λυθούν κοινωνικά προβλήματα, δηλαδή μέσω της επικοινωνίας των παραγόντων, αλλά δεν εξηγεί τον τρόπο που η αιτία των προβλημάτων αυτών, που ουσιαστικά είναι οι σχέσεις εξουσίας θα αλλάξουν για να δώσουν λύση σε αυτά τα προβλήματα.
Η επικοινωνιακή θεωρία κάνει τον ρόλο του πολεοδόμου κεντρικό στοιχείο της συζήτησης. Τόσο το περιεχόμενο στο οποίο οι πολεοδόμοι δουλεύουν, όσο και το αποτέλεσμα του σχεδιασμού μένουν στην αφάνεια. Η διαδικασία του σχεδιασμού και η δομή του παραμένει η ίδια όπως και στον ορθολογικό σχεδιασμό και απλά αυξάνονται τα μέλη της συζήτησης της διαδικασίας.
51
4 | Γενική Αποτίμηση Ορθολογικού και Συμμετοχικού Σχεδιασμού Η θεωρία του αστικού σχεδιασμού αναζωογονείται κάθε φορά που ένα προηγούμενο μοντέλο θεωρίας εμφανίζει μειονεκτήματα, ή οι εφαρμογές του δεν αντέχουν στον χρόνο. Εκτός από μια πρόταση για βελτίωση του χώρου και της κοινωνίας της πόλης ο αστικός σχεδιασμός αποτελεί και μια κριτική στάση σε μια υπάρχουσα κατάσταση.
Οι δυο κυριότεροι τύποι αστικού σχεδιασμού τον τελευταίο αιώνα, αντανακλούν την κοινωνική κατάσταση και ταυτόχρονα την ορίζουν. Αποτελούν έκφραση των πνευματικών κινημάτων της εποχής και παράγονται από τις επιδραστικότερες θεωρίες που επικρατούν. Ο ορθολογικός σχεδιασμός κατάφερε να οργανώσει μια κοινωνία στα πρόθυρα της αποδιοργάνωσης και να συστήσει μια ισχυρή κεντρική εξουσία με σκοπό να τακτοποιήσει το πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό σύστημα. Την εποχή εκείνη, η ανοργάνωτη επέκταση της βιομηχανικής πόλης και οι καταστροφές των πολέμων, είχαν φέρει σε δεινή θέση την κοινωνία και την πόλη, μορφολογικά. Στη διάρκεια πολλών δεκαετιών, ο ορθολογικός σχεδιασμός αναστήλωσε την πόλη, την κοινωνία και την κρατική κυβέρνηση και έδωσε ώθηση στις τέχνες μέσω της ορθολογικής σκέψης. Η (ορθο)λογική σκέψη της χρήσης του δρόμου κυκλοφορίας για τα αυτοκίνητα και η επανάκτηση του “χαμένου” δημόσιου χώρου από τους πολίτες.
52
Η εξουσία που δόθηκε στο κράτος και η σκληρά ορθολογική οπτική της κοινωνίας που υιοθέτησε, οδήγησε σε προβλήματα σε όλους τους προαναφερθέντες τομείς. Το κράτος κατηγορήθηκε ως εξουσιαστικό και καταπιεστικό, η κοινωνία αντέδρασε στην αγνόησή της από το κράτος και απαίτησε κοινωνικά και ανθρώπινα δικαιώματα, και η πόλη είχε αποκτήσει μια ψυχρή και ορθολογική όψη που δημιουργούσε δυσφορία στους ίδιους της τους κατοίκους. Σε γενικές γραμμές όμως, ο ορθολογικός σχεδιασμός με λίγες αλλαγές αποτελεί ακόμα, σε πολλές χώρες, τον κύριο τρόπο σχεδιασμού και αυτό διότι ο μοντερνισμός και ο ορθολογικός τρόπος σκέψης είναι από τα πιο επιδραστικά πνευματικά κινήματα της εποχής. Η απογοήτευση που έφεραν τα αποτελέσματα του ορθολογισμού, οδήγησαν στην αντίδραση της κοινωνίας, που επέφερε την απελευθέρωση της. Την δεκαετία του 1960, μαζί με τις κοινωνικές αλλαγές, επετεύχθησαν και οι αλλαγές στον ορθολογικό σχεδιασμό και την θέση ισχύος που είχε το κράτος. Οι θεωρητικές συζητήσεις για την κοινωνία και τον τρόπο διακυβέρνησης μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον των θεωρητικών της εποχής με αποτέλεσμα να εμφανιστούν πολλές θεωρίες σχετικές με την κοινωνία και τον σχεδιασμό με κοινό στόχο την κριτική στον ορθολογικό σχεδιασμό. Οι θεωρίες που αναπτύχθηκαν, κάτω από την απόρριψη του μοντερνισμού, αλλά και την αποδοχή μα βελτίωση του ορθολογισμού, προσπάθησαν να φέρουν στο προσκήνιο τον πολίτη για το καλό της επιστήμης του αστικού σχεδιασμού και της κοινωνίας γενικότερα. Η αμφισβήτηση του κεντρικού ρόλου του κράτους στις αποφάσεις για τον αστικό σχεδιασμό οδήγησε σε νέους τύπους σχεδιασμού που θα προσέγγιζαν πιο δημοκρατικά τον πολίτη ως συμμέτοχο στην λήψη αποφάσεων. Από τον πλουραλισμό θεωριών που αναπτύχθηκαν επικρατέστερη είναι η επικοινωνιακή θεωρία που εκφράστηκε στον σχεδιασμό με τον τύπο του συμμετοχικού σχεδιασμού. Ο συμμετοχικός σχεδιασμός κατάφερε να συμπεριλάβει στην διαδικασία του την συμμετοχή των ενδιαφερόμενων ατόμων και να τους καθιστήσει συνυπεύθυνους των επιλογών και αποτελεσμάτων της διαδικασίας αυτής. Για τον αστικό σχεδιασμό, που μέχρι τότε, λειτουργούσε με την πλήρη απουσία του πολίτη και άλλων ενδιαφερόμενων από την διαδικασία και με την πλήρη εξουσία του κράτους, αυτό αποτέλεσε μια πολύ σημαντική κίνηση εκδημοκρατισμού του. Όπως φάνηκε όμως, ο συμμετοχικός σχεδιασμός, σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο, παρουσιάζει ελλείψεις και αδυναμίες. Η κριτική που του ασκείται είναι ήδη έντονη και έγκειται σε διάφορα επίπεδα. Το πιο καίριο είναι αυτό που αφορά την καινοτόμο φύση του.
53
Μπορεί ο συμμετοχικός σχεδιασμός να αποτελέσει τη δημοκρατική διέξοδο στα προβλήματα του αστικού σχεδιασμού; Ο συμμετοχικός σχεδιασμός είναι αλήθεια πως, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν έχει ανταποκριθεί στις προσδοκίες για εκδημοκρατισμό του αστικού σχεδιασμού. Σε τελευταία ανάλυση, θα μπορούσε κανείς να πει ότι αποτελεί απλώς μια εξελιγμένη μορφή του ορθολογικού σχεδιασμού που δεν μπορεί να αποτινάξει τις αρχές του καπιταλιστικού συστήματος και να φέρει την πραγματική αλλαγή στις σχέσεις εξουσίας. Είναι γεγονός, παρ’ όλα αυτά, πως στις μέρες μας υπάρχουν πολλά παραδείγματα εφαρμογής του συμμετοχικού σχεδιασμού που αποδεικνύουν πως οτύπος αυτός δεν ανήκει στη σφαίρα της φαντασίας, αλλά είναι εφαρμόσιμος. Η εφαρμογή του όμως σκοντάφτει σε προβλήματα τεχνικής φύσεως καθ’ ότι η διαδικασία δεν εφαρμόζεται πλήρως ως προς την συμμετοχή και την ενσωμάτωση του κοινωνικού στοιχείου παρά λειτουργεί ως ένα όχημα καταγραφής των απόψεων όλων των ενδιαφερομένων με την τελική απόφαση να παραμένει του σχεδιαστικού φορέα. Ωστόσο, αυτό που καθίσταται σαφές σε κάθε περίπτωση είναι το γεγονός πως οι εφαρμογές αυτές κατάφεραν να ενεργοποιήσουν τους πολίτες, να τους παρακινήσουν να ασχοληθούν με τα «κοινά» (είτε του άμεσου ενδιαφέροντός τους είτε όχι) και να τους ενδυναμώσουν με την άμεση συμμετοχή στην κοινωνική ζωή της πόλης τους. Με άλλα λόγια, ευαισθητοποίησαν τους πολίτες σχετικά με το ζήτημα της μορφής της πόλης, της εκμετάλλευσης και αξιοποίησης του αστικού χώρου, καθώς και της χωρικής οργάνωσης του συνόλου των κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων. Το γεγονός αυτό αποτελεί ουσιαστική κατάκτηση του συμμετοχικού σχεδιασμού: δημιουργεί ένα νέο τύπο ενεργού πολίτη, ο οποίος κατανοεί πως μέσω της κατάλληλης ενημέρωσης και με την ανάλογη ευαισθησία μπορεί να παίξει πρωταρχικό ρόλο σε σημαντικά κοινωνικά ζητήματα. Η κριτική όμως στον συμμετοχικό σχεδιασμό δεν άργησε να έρθει, καθώς κατηγορείται ως πολύ σεμνή διαδικασία και ως απλή συνέχεια του ορθολογικού σχεδιασμού, παρά ως μια νέα μορφή, η οποία θα αποτελέσει στο μέλλον τον δημοκρατικό πυρήνα του σχεδιασμού. Οι σκέψεις πάνω σε αυτόν τον τομέα δεν σταμάτησαν ποτέ και για αυτόν τον λόγο έχουν εμφανιστεί νέες απόψεις πάνω σε αυτό το θέμα που ασκούν κριτική στον συμμετοχικό σχεδιασμό και παραθέτουν τα σημεία στα οποία θα πρέπει να βελτιωθεί, ώστε να δικαιολογήσει πραγματικά τον δημοκρατικό του χαρακτήρα.
54
Οι δυο διαφορετικές απόψεις συνδιαλλέγονται μέσω της συζήτησης. Πηγή: Yale Project on Climate Change Communica on
55
Το παράδειγμα του Slussen, στην Στοκχόλμη Slussen 1935 “Εσείς, εσείς στην Στοκχόμη, έχετε δημιουργήσει το πρώτο έργο της μοντέρνας εποχής, τον κυκλοφοριακό κόμβο του Slussen” - Le Corbusier
Τo Slussen, στην Σουηδία, αποτελεί έναν κυκλοφοριακό κόμβο, κτισμένο το 1935 με όλες τις αρετές του μοντερνισμού, κατά τον κανόνα, «Form Follows Function» (Η μορφή ακολουθεί τη λειτουργία).
Η τοποθεσία του βρίσκεται στα νότια του παλαιού κέντρου της πόλης και συνδέει την παλαιά πόλη με την νότια επέκταση της.Είναι ένα άκρως επιτυχημένο παράδειγμα ορθολογικού σχεδιασμού, διότι είναι πανέξυπνη η λύση του κυκλοφοριακού με έναν απλό στρόβιλο που διοχετεύει την κίνηση σε τέσσερις κατευθύνσεις. Ο ίδιος ο Le Corbusier είχε εκφραστεί με θαυμασμό για αυτό το έργο. Το Slussen εκτός από τη λειτουργία του ως κυκλοφοριακός κόμβος, δημιουργεί και δημόσιους χώρους που επιβλέπουν τον θαλάσσιο χώρο. Στην μορφή του αυτή, βρίσκεται ακόμα και σήμερα μετά από 75 χρόνια. Ως κατασκευή του μοντερνισμού έχει δεχθεί και τις ανάλογες συνέπειες και την ανάλογη κριτική. Μετά την δεκαετία του ‘80, οι χώροι του Slussen άρχιζαν να παρακμάζουν και να υπόκεινται σε φθορές. Η περιοχή τώρα πια, αποτελεί άσχημη εικόνα για την πόλη και μη λειτουργικός δημόσιος χώρος. Τα καταστήματα που εντάσσονται σε αυτό είναι άδεια και η διάβαση απο αυτό το σημείο αρκετά ανυπόφορη.
56
Το Slussen στην σημερινή του κατάσταση.
Αυτήν την κατάσταση θέλησε να αλλάξει ο δήμος της Στοκχόλμης το 2009 όπου κάλεσε 5 αρχιτεκτονικά γραφεία να προτείνουν σχέδια για το σημείο αυτό. Πρέπει να σημειωθεί ότι στην Σουηδία ο τύπος αστικού σχεδιασμού είναι ο συμμετοχικός και αυτό ισχύει εδώ και αρκετές δεκαετίες. Στην προκειμένη περίπτωση, το αποτέλεσμα (που ήταν η πρόταση του Foster + partners) θα υπόκειντο σε ανοικτή ακρόαση, μία από τις μορφές διαδικασίας του συμμετοχικού σχεδιασμού. Τονίζεται ότι είναι από τις λιγότερο δημοκρατικές μορφές διαδικασίας και αυτό συμβαίνει διότι στις παρούσες συνθήκες είναι οικονομικά επιβαρυντικό και χρονοβόρο να προσκληθεί η συμμετοχή των πολιτών από την αρχή της διαδικασίας. Ο δήμος, όμως, δεν είχε λάβει υπ’ όψιν του την δυναμική της κοινωνίας. Οι πολίτες μετά την δημοσιοποίηση του επιτυχόντος σχεδίου αντέδρασαν δυναμικά για δύο λόγους: υπήρξαν αυτοί που νοσταλγούσαν την παλαιά μορφή του και αυτοί που όντως διαφωνούσαν με την συντηρητική και πυκνή, κατασκευαστικά, πρόταση του Foster. Το σημαντικό είναι όμως, ότι η συσπείρωση των κατοίκων για τον κοινό αυτό σκοπό κατάφερε να αλλάξει το σχέδιο (με αφαίρεση κτιρίων και άλλων στοιχείων) και να προβεί ο δήμος πάλι σε ανοικτή ακρόαση με το κοινό και την μεταβλημένη πρόταση. Η αντίδραση ήταν η ίδια, γιατί δεν είχε κατανοηθεί ότι, πέραν των νοσταλγών, οι υπόλοιποι όντως δεν συμφωνούσαν με το ίδιο το σχέδιο.
57
Ώσπου έφτασε το 2011, τρία χρόνια μετά τον πρώτο διαγωνισμό, να κατατίθεται ένα τρίτο σχέδιο, αυτήν την φορά τελείως διαφορετικό, με σημαντική μείωση των υψών των νέων κτιρίων, σημαντική αύξηση του πρασίνου και του δημόσιου χώρου και μεγάλη μείωση του εμπορικού στοιχείου. Η πρόταση αυτή κατατέθηκε τον Μάιο του 2011 και αναμένεται απόφαση. Η πορεία της αναδιαμόρφωσης του Slussen περιλαμβάνει όλες τις αναλύσεις της εργασίας μας. Από τον ορθολογικό σχεδιασμό που δημιούργησε έναν κόμβο του οποίου η λειτουργία ήταν λαμπρή ως προς την δομή του και τον στόχο του, στην παρακμή και την απαξίωση του από τον χρήστη μέχρι την προσέγγιση του με την διαδικασία του συμμετοχικού σχεδιασμού και την χρήση της ανοικτής ακρόασης που έφερε αρνητικά αποτελέσματα για το νέο σχέδιο. Η αποτυχής εφαρμογή του συμμετοχικού σχεδιασμού στις συγκεκριμένες συνθήκες ανέδειξη για άλλη μια φορά την δυναμική της κοινωνίας, ως στοιχείο ικανό να επιφέρει αλλαγές στην πόλη.
Πάνω:Η νικήτρια πρόταση του γραφείου Foster + partners, όπως ήταν στην πρώτη της δημοσιοποίηση. Κεντρικό στοιχείο της πρότασης του είναι η πεζογέφυρα πάνω από το νερό της θάλασσας. Στη διαμόρφωση των όχθεων της περιοχής Slussen, προτείνει να γίνονται όλες οι εμπορικές δραστηριότητες και οι εστίες αναψυχής και στην όχθη που καλείται να μεταλλάξει, προτείνει να κτιστούν κτίρια που εντάσσονται πλήρως σε χαράξεις και μεγέθη των παρακείμενων γειτονικών τους κτιρίων. Πάνω δεξιά: Η τροποποιημένη πρόταση, μετά τις αντιδράσεις των κατοίκων της Στοκχόλμης. Παρατηρείται η απλοποίηση του προτεινόμενου σχεδίου και των υποκείμενων στοιχείων σε πιο “ανεκτές” από το περιβάλλον μορφές. Κάτω δεξιά: Η τελευταία πρόταση που δημοσιοποιήθηκε την άνοιξη του 2011. Πρόκειται για μια κοινή κάτοψη ισογείου και υπογείου. Η αύξηση “πράσινων” χώρων και η μείωση κτισμένων είναι έκδηλη. Ο στόχος του νέου σχεδίου είναι να μετατραπεί το Slussen σε έναν δυναμικό δημόσιο χώρο.
58
59
5 | Ποιός είναι ο τύπος αστικού σχεδιασμού που χρειάζεται η πόλη και ποια η θέση της κοινωνίας σε αυτήν; Από τους δύο τύπους σχεδιασμού που παρατίθενται, είναι εύκολο κανείς να κατανοήσει τα σημεία τους καθώς και την αναγκαία εμφάνιση τους, αλλά δύσκολο να κατανοήσει αν είναι σωστή ή όχι η εφαρμογή τους, καθώς αυτό εξαρτάται από τις συνθήκες της κοινωνίας στις οποίες διαμορφώθηκαν. Μπορεί όμως, πολύ σωστά, κανείς να πει ότι σίγουρα είναι οι τύποι σχεδιασμού που σηματοδοτούν κάθε εποχή αντίστοιχα και την ορίζουν ως προς την επικρατούσα αντίληψη προς τις σχέσεις εξουσίας και την κοινωνία. Η παράθεσή τους, δικαιολογεί την φυσική τους συνέχεια στην ανάπτυξη του αστικού σχεδιασμού, αν αναλογιστεί κανείς ότι διαμορφώθηκαν κάτω από παρόμοιες πολιτικές και οικονομικές συνθήκες. Οι κοινωνικές συνθήκες είναι όμως αυτές που οδήγησαν στην αλλαγή και εξέλιξη του σχεδιασμού. Μέσα όμως, στις ίδιες σχέσεις εξουσίας και το ίδιο οικονομικό σύστημα, κάτω από το οποίο αυτές σχηματοποιούνται, είναι δύσκολο να επιτευχθεί αλλαγή μεγαλύτερη από τον συμμετοχικό σχεδιασμό. Αν δεν αλλάξουν οι σχέσεις εξουσίας και η αντίληψη του κοινού για αυτές δεν θα μπορέσει να εκδημοκρατιστεί ποτέ πλήρως ο αστικός σχεδιασμός. Στην σημερινή εποχή, με τον ορθολογικό σχεδιασμό να θεωρείται ξεπερασμένη πρακτική αλλά να εφαρμόζεται ακόμα και τον συμμετοχικό να κάνει δειλές κινήσεις και όχι ριζοσπαστικές προς τον εκδημοκρατισμό του σχεδιασμού, τίθεται εύλογα το ερώτημα: Ποιο είναι το μέλλον του αστικού σχεδιασμού και Ποια είναι η θέση της κοινωνίας στον σύγχρονο αστικό σχεδιασμό;
60
Το μέλλον του σχεδιασμού είναι αναπόφευκτα δεμένο με την κοινωνία. Η σχέση του, με την κοινωνία είναι αλληλένδετη και αυτό αποτυπώνεται στον 20ο αιώνα με τις αλλεπάλληλες κοινωνικές αλλαγές. Η δυναμική της κοινωνίας έχει αποδειχθεί ως το πιο σημαντικό στοιχείο της πόλης με την ικανότητα να διαμορφώνει και να απαιτεί αυτές τις αλλαγές. Μια ισχυρή δημοκρατία εγγυάται την ύπαρξη συγκρούσεων. Ο σχεδιασμός αναπόφευκτα σχετίζεται με την σύγκρουση: ερευνώντας τις συγκρούσεις στον σχεδιασμό και κατανοώντας ότι μπορεί να λειτουργήσει εποικοδομητικά μέσα σε συγκρουσιακές σχέσεις, μπορεί να δημιουργηθεί το ανερχόμενο παράδειγμα αστικού σχεδιασμού. Η κατανόηση της δημοκρατίας και του ρόλου του σχεδιασμού στα πλαίσιά της, πρέπει να βασίζεται σε σκέψεις που τοποθετούν την σύγκρουση και την εξουσία σε κεντρικό ρόλο, όπως προτείνει ο Foucault.Μια διαδικασία σχεδιασμού, που θα είναι πρακτική και έτοιμη για σύγκρουση αποτελεί ένα μεγαλύτερο παράδειγμα θεωρίας σχεδιασμού από μια που είναι ασυνάρτητη, ανεξάρτητη και εξαρτώμενη από την συναίνεση. Εξερευνώντας τις σχέσεις εξουσίας παρουσιάζεται η ιδέα ότι μπορεί να ασκηθεί αστικός σχεδιασμός με έναν εποικοδομητικό τρόπο, αλλά δεν μπορεί να γίνει αποφεύγοντας αυτές τις σχέσεις. Ο συμμετοχικός σχεδιασμός θεωρείται ότι αποτελεί μια πρόταση εκδημοκρατισμού της πολεοδομίας και απομάκρυνσης των ορίων στην εξουσιαστική δύναμη, μεταξύ ισχυρών και αδύναμων. Η πρόταση αυτή περιλαμβάνει την βελτίωση του τρόπου επικοινωνίας και όχι την σύγκρουση. Το πρόβλημα που παρουσιάζεται στο υπάρχον πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον είναι ακόμα η ύπαρξη σχέσεων εξουσίας και η μη αξιοποίηση της δυναμικής της κοινωνίας. Οι σχέσεις αυτές, όπως διαμορφώθηκαν από τον μοντερνισμό και υποστηρίχθηκαν από τον ορθολογικό σχεδιασμό, συνεχίζουν να υπάρχουν μέχρι σήμερα με κεντρικό χαρακτήρα επιρροής, το οικονομικό σύστημα. Αναγκαία προϋπόθεση για την εξέλιξη του αστικού σχεδιασμού προς μια πιο δημοκρατική διαδικασία είναι να κατανοηθεί ότι λειτουργεί με σχέσεις εξουσίας και μέσα σε αυτές. Πρέπει να γίνει αντιληπτό τι είναι αυτές οι σχέσεις, με ποιον τρόπο επηρεάζουν τον σχεδιασμό και από ποιόν ή ποιούς διαχέονται. Θεωρίες όπως αυτές της «δίκαιης πόλης» ξαναφέρνουν στο προσκήνιο τις σχέσεις εξουσίας του Foucault και την δυναμική της κοινωνίας ως την κινητήριο δύναμη μεταλλαγής του αστικού σχεδιασμού. Οι σχέσεις εξουσίας, ίσως περισσότερο απο ποτέ, όπως διαμορφώθηκαν και εξελίχθηκαν μετά τον μοντερνισμό, επηρεάζονται και καθορίζονται από το οικονομικό σύστημα. Λίγη σημασία θα είχε η επιρροή του οικονομικού συστήματος αν δεν αποτελούσε και φορέα διαμόρφωσης σχέσεων στην κοινωνία. Στην παρούσα εποχή είναι αναγκαίο να στραφεί ο αστικός σχεδιασμός στην κατανόηση και αναγνώριση της κοινωνικής διαστρωμάτωσης.
Η Δίκαιη Πόλη Οι θεωρητικοί της Δίκαιης Πόλης διαφέρουν από οτιδήποτε άλλο έχουμε αναφέρει στην εργασία μας, διότι αναγνωρίζουν τον συγκρουσιακό χαρακτήρα της κοινωνίας και τις υπάρχουσες σχέσεις εξουσίας. Πιστεύουν ότι κοινωνική αλλαγή μπορεί να επιτευχθεί μόνο από την ενσωμάτωση των μη προνομιακών ομάδων στην άσκηση του σχεδιασμού αλλά και στην αξιολόγηση του αποτελέσματος του. Ενώ στις άλλες θεωρίες, η δυναμική της εξουσίας της κεντρικής αρχής ή του φορέα σχεδιασμού, αντιμετωπίζεται με ομαλό τρόπο, στην Δίκαιη Πόλη, δεν είναι ένα πρόσωπο ή ο φορέας αυτό το κεντρικό στοιχείο, αλλά το οικονομικό σύστημα, και πολύ περισσότερο το καπιταλιστικό, το οποίο δημιουργεί ισχυρές σχέσεις εξουσίας με βάση την οικονομική δύναμη.Γι ‘αυτούς, ο σκοπός της θεωρίας είναι να κινητοποιηθεί το κοινό και να καθορίσει μόνο του την διαδικασία σχεδιασμού.
61
62
Η κοινωνία πρέπει ξανά να αποτελέσει σημαντικό δομικό στοιχείο διαμόρφωσης της πόλης. Η κοινωνική δυναμική έχει αναγνωριστεί από τα μέσα του 20ου αιώνα με τα κοινωνικά κινήματα εκείνης της εποχής, τα οποία κατάφεραν αποσπασματικά να αλλάξουν ένα μεγάλο μέρος της αντίληψης του εξουσιαστικού φορέα και των σχέσεων εξουσίας. Μια θεωρία που θα λειτουργεί με σωστούς όρους για το καλό της πόλης και της κοινωνίας, είναι αυτή που θα λαμβάνει υπόψιν την δυναμική της κοινωνίας, της πόλης και των σχέσεων εξουσίας. Το ενδιαφέρον για την ένταξη της κοινωνικής συμμετοχής στον αστικό σχεδιασμό έχει τις ρίζες του στη φιλελεύθερη δημοκρατία αλλά πολύ περισσότερο είναι συνέπεια της αυξανόμενης πίεσης από την κοινωνία ότι, μια πιο δυναμική συμμετοχή των κατοίκων είναι αναγκαία για να ενισχυθεί ο σχεδιασμός. Για να ολοκληρωθεί ο στόχος για μια ρεαλιστική συμμετοχή της κοινωνίας πρέπει να επαναπροσδιοριστεί ο ρόλος και η ικανότητα του πολίτη στην διαδικασία του. Πρέπει να εξαφανιστεί το όριο μεταξύ σχεδιαστικού φορέα και πολίτη και να αγνοηθεί η ιεραρχία της γνώσης για να επιτευχθεί ένας γνήσιος διάλογος με όλους τους ενδιαφερόμενους της διαδικασίας σχεδιασμού σχετικά με το περιεχόμενο και τον καθορισμό των προβλημάτων και των λύσεων. Ο πολίτης πρέπει να ενσωματωθεί στην διαδικασία σχεδιασμού νωρίς και με ενεργητικό τρόπο. Η συμμετοχή του πολίτη είναι μια συνθήκη θραύσης της υπεροχής των ‘ειδικών’ και πρέπει να γίνεται με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ισότητα διότι ούτε ο πολεοδόμος αλλά ούτε και ο σχεδιασμός είναι αντικειμενικοί γιατί υπάρχει μια υποκειμενική θεώρηση των πραγμάτων. Επίσης πρέπει να επαναπροσδιορισθεί η εξουσία της γνώσης και να δοκιμαστεί η αλληλεπίδραση διαφορετικών τύπων γνώσης. Η γνώση και η βιωματική εμπειρία του πολίτη είναι ένα στοιχείο διαφορετικό από την ακαδημαϊκή γνώση των ειδικών και μπορεί να προσφέρει μια πιο ρεαλιστική εικόνα για τις τοπικές συνθήκες που δεν εστιάζουν μόνο στα προβλήματα αλλά και στις λύσεις. Με αυτόν τον τρόπο θα επιτευχθεί και η εξάλειψη της υποκειμενικότητας των πολεοδόμων. Αυτό που χρειάζεται λοιπόν, δεν είναι συγκεκριμένα η αντίδραση του κοινού ώστε να διεκδικήσει την θέση του στον σχεδιασμό, όπως προτείνει ο Foucault, ούτε μια καλύτερη μορφή επικοινωνίας όπως προτείνουν ο Giddens και ο Habermas, αλλά είναι η θέσπιση της ισότητας και της δημοκρατίας σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας, ώστε να αξιοποιηθεί αυτή η δυναμική.
63
64
Aaron Zvi Felder - Ακολουθίες γύρω από την κυκλοφορία και την εξέλιξη
65
Βιβλιογραφία: Allmendinger Philip, (2002), Planning Theory, Palgrave Macmillan Allmendinger Philip and Tewdwr-Jones Mark, (2002), Planning Futures: New Direc ons for Planning Theory, Routledge, London Bajec Nada Lazarević, (2009), Ra onal or Collabora ve Model of Urban Planning in Serbia: Ins tu onal Limita ons, University of Belgrade - Faculty of Architecture Barendse P., Duerink S., Govaart Y., (2007), A Mul Stakeholder Collabora ve Urban Planning Model, ENHR Interna onal Conference ‘Sustainable Urban Areas’, Ro erdam Broadbent Geoffrey, (1995), Emerging concepts in urban space design, E & FN Spon Cliff Ellis, (2009) , History of Ci es and City Planning, Department of Urban and Regional Planning, Florida State University Dawson Layla, Power Dressing, (1998), survey ar cle at The Architectural Review, ABC Business Press Fainstein Susan S. , (1996), New Direc ons in Planning Theory, from Readings in Planning Theory by Sco Campbell and Susan S. Fainstein, Blackwell Publishers, pp. 173-191 Fainstein Susan S. , (2005), «Planning Theory and the City», από Journal of Planning Educa on and Research, Associa on of Collegiate Schools of Planning, pp. 121-128 Habermas Jurgen and Ben-Habib Seyla, (1981), «Modernity vs Postmodernity», New German Cri que - Duke University Press Habermas Jurgen, (1981), Modernity versus Postmodernity, No. 22, New German Cri que Hall Peter, (2002), Ci es of Tomorrow: An Intellectual History of Urban Planning and Design in the Twen eth Century, Blackwell Publishers Hansen Hans Peter, (2004), The Democra c Transforma on of Nature Conserva on and Public Planning, Department of Environment, Technology and Social Studies, University of Roskilde Healey Patsy, (1997), Collabora ve Planning: Shaping Places in Fragmented Socie es, MacMillan Press Healey Patsy, (1996), The Communica ve Turn in Planning Theory, από Readings in Planning Theory by Sco Campbell and Susan S. Fainstein, Blackwell Publishers, pp. 237-253
66
Innes Judith E. , Booher David E., (2000), Public Par cipa on in Planning: New Strategies for the 21st Century, IURD Working Paper Series, Ins tute of Urban and Regional Development, UC Berkeley Newman Peter, (1996), Urban Planning in Europe : Interna onal Compe Systems and Planning Projects, Routledge
on, Na onal
S el Bruce, (2000), Planning Theory» The Na onal AICP Examina on Prepara on Course Guidebook, Florida State University Wynn Mar n, (1984), Planning and Urban Growth in Southern Europe, Mansell, London, New York Αραβαντινός Αθανάσιος Ι., (2007), Πολεοδομικός Σχεδιασμός: Για μια Βιώσιμη Ανάπτυξη του Αστικού Χώρου, Εκδόσεις Συμμετρία, Αθήνα Βασενχόβεν Λ. Κουρλιούρος Η. , Κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις του σχεδιασμού του χώρου Βασενχόβεν Λουδοβίκος Κ. (2010), Η θεωρία του αστικού σχεδιασμού: Ποιο θα είναι το μέλλον της στον 21ο αιώνα; Βασενχόβεν Λουδοβίκος Κ. , Χωρική Διακυβέρνηση, Θεωρία, Ευρωπαϊκή Εμπειρία και η Περίπτωση της Ελλάδας, Εκδόσεις ΚΡΙΤΙΚΗ, Αθήνα Βρυχέα Άννη, (1993), Συμμετοχικός Σχεδιασμός : Θεωρητικές Διερευνήσεις, Ιστορία των Ιδεών & Πρακτικών – Μεθοδολογικές Προσεγγίσεις , Εκδόσεις ΕΜΠ - ΤΕΕ Παπούλιας Γεώργιος & Μακρυνικόλα Νεφέλη, (2010), Διάλεξη: ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ, ΑΝΑΤΡΟΠΗ, ΟΥΤΟΠΙΑ: ο φαντασιακός κόσμος του ‘60, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, ΕΜΠ
Ιστότοποι: h p://ladialec que.wordpress.com/ h p://www.skyscrapercity.com/ h p://www.wikipedia.org h p://www.dn.se h p://abstractcomics.blogspot.com h p://16mmprojector.tumblr.com/ http://archidialog.com/
67
68
Ευχαριστώ τον Δημήτρη, τον Μάριο, την Άννα και την Μαρία, την μαμά και τον μπαμπά και οποιονδήποτε άλλο συνέβαλλε έστω και λίγο στην πραγματοποίηση αυτής της εργασίας. Tack ll familjen i Gotland.
69