ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΤΗΛΗ MY STORIES ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΜΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΟΠΕΙΡΑ
Το ημερολόγιο ….μιας ζωής XP
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
Ήταν Τετάρτη 12 Μαΐου του 1947 όταν και ήρθε στη ζωή ένα αγόρι, ο Αλέξανδρος. Εγώ. Ήταν και η μόνη παρηγοριά στη δύσκολη ζωή των γονιών μου που μετά βίας τα βγάζανε πέρα οικονομικά. Ο πατέρας μου μόλις απολυμένος από τη δουλειά για ένα φταίξιμο και λάθος που δεν ήταν δικό του και απλώς ήθελαν να τον διώξουν από τη δουλειά ψάχνοντας μια αφορμή. Η μητέρα μου κουρασμένη μετά από δυο δύσκολες επεμβάσεις από χτυπήματα στη σπονδυλική στήλη του πρώην αφεντικού της που την έδερνε χωρίς να φταίει. Η είδηση του ερχομού ενός παιδιού στη ζωή τους, καρπό του, παιδικού, ερωτά τους για πρώτη φορά μετά από καιρό τους έκανε και πάλι να χαμογελάσουν. Η πρώτη σκέψη αμέσως μετά την γέννα ήταν να με δώσουν εξαιτίας των οικονομικών αλλά ευτυχώς δεν υπέπεσαν σε τέτοιο λάθος. Αυτή ήταν η αρχή μέσα σε πολλά χαρτιά που ήταν χωμένα μέσα σε ένα κουτί γεμάτο αναμνήσεις από τα παιδικά χρόνια του πατέρα μου από την εφηβεία, φωτογραφίες που έβλεπα πρώτη φορά στη ζωή μου, αντικείμενα ανεκτίμητης αξίας αλλά και πολλά χαρτιά με τον γραφικό του χαρακτήρα. Τα χαρτιά αυτά ήταν κάτι σαν ημερολόγιο, για τα οποία δεν γνώριζα καν την ύπαρξή τους και όσα ήταν γραμμένα μέσα με είχαν συνεπάρει καθώς τα διάβαζα. Δεν μπορούσα να σταματήσω να διαβάζω. Τα πρώτα Χριστούγεννα δεν τα θυμάμαι και κανείς δεν τα θυμάται παρά μόνο οι γονείς σου που στη συνέχεια της ζωή σου θα σου υπενθυμίζουν ότι έκανες όταν ήσουν μικρός. Οι δικοί μου όμως δεν μου είπαν τίποτα ποτέ και αυτό γιατί δεν ένιωσαν και δεν έζησαν γιορτές αφού λεφτά δεν υπήρχαν. Το μόνο που μου έλεγαν μέχρι να φύγουν από τη ζωή, ήταν ότι ήμουν αρκετά ζωηρός, και ποιο παιδί δεν είναι; Για να κάνω ΄΄φυσιολογικές΄΄ γιορτές ,Χριστούγεννα, Πάσχα, έπρεπε να γίνω 12 χρονών. Με το δικό μου χαρτζιλίκι, πλέον, αφού δούλευα σε ένα τσαγκαράδικο, κατάφερα να συντηρώ τη μητέρα μου μαζί με τον πατέρα μου που δούλευε σε ξυλουργείο απέναντι από το σπίτι. Τα οικονομικά είχαν φτιάξει εγώ όμως πάντα έβαζα κάτι στην άκρη. Το πρώτο καλοκαίρι το έζησα στην Αθήνα το 1959 όταν και κατεβήκαμε από το χωριό και με τα λεφτά που μαζέψαμε κάναμε το δικό μας σπίτι. Τότε ήταν που πήγα και για πρώτη φορά στο σχολείο. Στα μαθηματικά τα πήγαινα λίγο καλύτερα απ΄ότι στα άλλα μαθήματα αλλά ήμουν πολύ καλός μαθητής και με βάλανε σε 2
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
μεγαλύτερη τάξη. Έκανα γρήγορα φίλους παρά το γεγονός ότι όλοι τους ήταν από πλούσια τάξη και οι γονείς τους με κοιτούσαν περιφρονητικά. Ο Διονύσης και ο Οδυσσέας πάντα έπαιρναν το μέρος μου και τσακωνόντουσαν με τους γονείς τους. Ήταν πραγματικοί φίλοι και με βοήθησαν να ξεπεράσω το θάνατο του πατέρα μου που έπασχε όπως λέγανε και οι γιατροί από καρκίνο. Δεν γνώριζα την ύπαρξη του πραγματικού μου παππού ο οποίος έπασχε και πέθανε από καρκίνο, την επάρατη νόσο. Πόσο μάλλον ότι ο παππούς που γνώρισα όλα αυτά τα χρόνια δεν ήταν ο πραγματικός. Δεν μου είχε αναφέρει ποτέ ο πατέρας μου τίποτα για αυτόν αλλά ούτε και η γιαγιά μου. Η μικρή αναφορά στο θάνατο του και τίποτα παραπάνω μου έκανε εντύπωση. Μήπως δεν ήταν καλές οι σχέσεις πατέρα-γιου; Δεν πρόλαβα να σκεφτώ και η απάντηση ήταν γραμμένη λίγο παρακάτω. Το τελευταίο διάστημα με τις οικονομίες που έβαζα στην άκρη είχα σκοπό να πάρω ένα δώρο στη μητέρα μου της οποίας τα γενέθλια κόντευαν. Όταν πήγα στο μαγαζί να πληρωθώ από το αφεντικό –τσαγκάρη, τα λεφτά που μου έδωσε ήταν και τα τελευταία όπως μου είπε. Προσπάθησα να μάθω για ποιο λόγο με έδιωχνε από τη δουλειά αφού το τελευταίο καιρό είχαμε αρκετή πελατεία και στο μαγαζί δούλευα μόνο εγώ. Η μοναδική απάντηση που πήρα ήταν, ΄΄ρώτα τον πατέρα σου΄΄. Τι σχέση να είχε ο πατέρας μου; Λίγα λεπτά αργότερα κατέφτασα στο σπίτι, βλέποντας τον πατέρα μου στον κήπο, κατευθύνθηκα προς το μέρος του. Χωρίς να προλάβω να αρθρώσω λέξη άρχισε να μου φωνάζει, χωρίς να γνωρίζω καν το λόγο που ύψωσε τη φωνή του, να με χτυπάει και να με κλωτσάει. Ήταν η πρώτη αλλά και τελευταία φορά που με χτυπούσε και πονούσα πολύ. Ένα ,γιατί, βγήκε από το στόμα μου αλλά απάντηση δεν πήρα, ποτέ. Έμεινα αναίσθητος για αρκετή ώρα και όταν ξύπνησα είδα από πάνω μου τη μητέρα μου να με φροντίζει. Δεν πρόλαβα να τη ρωτήσω για ποιο λόγο με χτύπησε και με ρώτησε τι έκανα. Κατάλαβα ότι ο πατέρας μου δεν της έδωσε εξηγήσεις. Έκανα τρεις μέρες να συνέλθω από τα χτυπήματα και τρεις βδομάδες και λίγο παραπάνω για να φύγουν τα σημάδια από το κορμί μου. Το άγριο βλέμμα του πατέρα μου είχε τρομάξει και τη μητέρα μου και ο τρόπος που με κοιτούσε τρόμαζε κι εμένα. Ήμουν αποφασισμένος όμως να μάθω το λόγο που έφαγα τόσο ξύλο. 3
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
Γνώριζα πως οποιαδήποτε κίνηση μου μπορεί να τον θύμωνε περισσότερο αλλά ήθελα να μάθω τι είχε προηγηθεί πριν το τσακωμό μου μαζί του αλλά και τι είχε πει στο αφεντικό μου όπου δούλευα. Ήταν έτοιμος να σηκώσει και πάλι το χέρι του, επάνω μου όταν μπήκε μπροστά η μητέρα μου. Η ατμόσφαιρα ήταν αρκετά φορτισμένη. Οι γονείς μου για πρώτη φορά τσακωνόντουσαν και ο καυγάς τους είχε ξεσηκώσει όλη την γειτονιά. Δυο ώρες μετά όλα ηρέμησαν και εγώ κατάφερα να κοιμηθώ παρά την υπερένταση που είχα. Λίγες μέρες μετά και καθώς επέστρεφα νωρίτερα στο σπίτι από το σχολείο άκουσα φωνές που έρχονταν μέσα από το σπίτι μου. Τα βιβλία έπεσαν κάτω κι εγώ άρχισα να τρέχω προς το σπίτι για να δω τι γινόταν. Άνοιξα την πόρτα και έτρεξα κατευθείαν στο δωμάτιο των γονιών μου από όπου προέρχονταν και οι φωνές. Η θέα του πατέρα μου να κακοποιεί την μητέρα μου θόλωσαν το μυαλό μου και σε μια κίνηση απελπισίας άρπαξα ότι βαρύ βρήκα στα χέρια μου και το έφερα στο κεφάλι του πατέρα μου, ο οποίος έπεσε αναίσθητος. Η αγκαλιά στην μητέρα μου με συνέφερε και βλέποντας τον πατέρα μου πεσμένο κάτω αιμόφυρτο, πίστεψα ότι τον είχα σκοτώσει. Ευτυχώς ή δυστυχώς ήταν ζωντανός, η σκηνή όμως της κακοποίησης έμεινε χαραγμένη στη μνήμη μου. Με στιγμάτισε σε όλη μου τη ζωή. Τον πήγαμε εγκαίρως στο νοσοκομείο, λέγοντας στους γιατρούς, πως του επιτέθηκαν ληστές την ώρα που έφτανε στο σπίτι. Αν λεγόταν η αλήθεια πολύ φοβάμαι πως μπορεί και να τον έκλειναν στη φυλακή, και όχι μόνο αυτόν αλλά και εμένα. Το τραύμα στο κεφάλι όπως είπαν οι γιατροί του προκάλεσε μια ελαφριάς μορφής διάσειση κάτι που θα θεραπεύονταν. Οι γιατροί ωστόσο μας γνωστοποίησαν ότι βρισκόταν σε προχωρημένο στάδιο καρκίνου, και δεν θα θεραπεύονταν. Η είδηση ότι έπασχε από καρκίνο στον εγκέφαλο με έκανε να χάσω την γη κάτω από τα πόδια. Η μητέρα μου λιποθύμησε εγώ έμεινα να την κοιτάζω όσο ήταν αναίσθητη. Μια εβδομάδα αργότερα ο πατέρας μου έχασε τη ΄΄μάχη΄΄. Στις 18 Απριλίου του 1962 σε ηλικία 15 ετών , ήταν κι η τελευταία φορά που έβλεπα τον πατέρα μου κάτω από το άσπρο σεντόνι, στο νεκροτομείο.
4
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
Όλα όσα διάβαζα με είχαν αφήσει άφωνη και το δάκρυ άρχισε να κυλάει στο μάγουλο μου. Και ακόμα ήμουν στην αρχή. Είχε πολλά χαρτιά και δεν είχα φτάσει ούτε στη μέση. Είχα πια σιγουρευτεί πως όλες αυτές οι σημειώσεις είχαν γραφτεί από τον πατέρα μου αλλά δεν ήξερα το πότε και τα χαρτιά δεν το έλεγαν. Είχα αρκετές απορίες αλλά κάποιες σιγά σιγά άρχισαν να απαντιούνται. Για πρώτη φορά μάθαινα τον αληθινό λόγο που ο πατέρας μου δεν ήθελε τα πλούτη παρα το γεγονός ότι τα απόκτησε χωρίς να τα θέλει. Ήταν πολύ περήφανος ο πατέρας μου κάτι το οποίο κληρονόμησα κι εγώ. Από μικρός ήταν μέσα στη φτώχεια και ξαφνικά τα απέκτησε όλα δόξα, φήμη, πλούτη. Έλεγε συχνά στη μητέρα μου ότι ήθελε να επιστρέψει εκεί που ανήκει, στο χωριό του, εκεί που έζησε τα παιδικά του χρόνια. Δεν ανήκει στην ανώτερη τάξη, στην τάξη των ευγενών, όπως έλεγε κι ας μην ήτανε έτσι. Η μητέρα μου τον αγαπούσε πολύ και όσα της είχε πει για τη ζωή του όταν πρωτογνωρίστηκαν την έκαναν να τον συμπαθήσει και να τον αγαπήσει ακόμα πιο πολύ. Ο ίδιος πάντα της έλεγε ότι δεν μπορούν να είναι μαζί λόγω ΄΄τάξεων΄΄ όπως έλεγε. Αυτή στέλεχος εταιρείας και απόγονος ευγενών, αυτός ένα μήνα με δουλειά, ένα μήνα χωρίς. Η μητέρα μου όμως πάντα του έλεγε ότι θα βρεθεί λύση και βρέθηκε. Ευτυχώς τον έπεισε κι η γιαγιά μου, η μητέρα του, η Αποστολία από την οποία πήρα και το όνομα. Το διάβασμα συνεχίστηκε και η αγωνία ήταν ζωγραφισμένη στα χείλη μου για τη συνέχεια όσων διάβαζα. Μου είναι δύσκολο να περιγράψω τα συναισθήματα μου για την τελευταία στιγμή, πριν κλείσει το φέρετρο και τον κατεβάσουν έξι μέτρα κάτω από τη γη. Ήταν ο πατέρας μου αλλά δεν μπορούσα ούτε να κλάψω. Και όχι γιατί λυπόμουν που δεν θα τον ξαναέβλεπα. Τα τελευταία συμβάντα στη ζωή μου με έκαναν πολύ σκληρό και ήταν όλα ακόμη φρέσκα στη μνήμη μου. Η μητέρα μου έκανε αρκετό καιρό, σχεδόν πάνω από έξι μήνες να ξεπεράσει το θάνατό του σε αντίθεση με μένα που ήμουν προσηλυτισμένος στα μαθήματά μου. Έπρεπε να περάσει ένας χρόνος για να έρθει η μητέρα μου στο σχολείο να ενημερωθεί για την πρόοδο μου και οι καθηγητές μου δεν με διέψευσαν. Οι καλές κριτικές που έπαιρνα κατά καιρό αλλά και οι καλοί βαθμοί που είχα με καθιστούσαν στους πιο άριστους μαθητές του σχολείου. Για πρώτη φορά μετά από καιρό έβλεπα τη μητέρα μου να χαμογελάει. Ήταν αισιόδοξη πλέον. Όλα πήγαιναν από το καλό στο καλύτερο. Από το σπίτι που μέναμε, φύγαμε, δεν θέλαμε να θυμόμαστε τα άσχημα που περάσαμε σε εκείνο το σπίτι. Στην αρχή νοικιάσαμε 5
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
ένα σπίτι που κάλυπτε τις ανέσεις μας και ήταν αρκετά καλό και όσον αφορά και στο οικονομικό. Και εγώ και η μητέρα μου δουλεύαμε έτσι ώστε να μην λείψει τίποτα από το σπίτι. Πάντα υπήρχε πρωινό πάντα μεσημεριανό φαγητό και κάποιες φορές και το βραδινό και αυτό γιατί τόσο εγώ όσο και η μητέρα μου δουλεύαμε μέχρι τις 10 με 11 το βράδυ και τρώγαμε στη δουλειά, όπου και μας παρείχε φαγητό ειδικά σε όσους διανυκτέρευαν. Στο κλωστοϋφαντουργείο η μητέρα μου ήταν ευχαριστημένη όπως και εγώ αν και η δουλειά μου εκεί μέσα ήταν διαφορετική. Κλωστοϋφαντουργείο; Είχα καιρό να ακούσω τη λέξη αυτή. Την είχα διαβάσει σε ένα βιβλίο με αρχαία επαγγέλματα και μου είχε κάνει εντύπωση. Ρώτησα τον πατέρα μου να μάθω τι ήταν ακριβώς και μέχρι πότε υπήρχε ως επάγγελμα. Η απάντηση που πήρα με κάλυψε αλλά δεν ανέφερε ότι είχε δουλέψει σε κλωστοϋφαντουργείο. Αλλά ούτε και η γιαγιά μου, που για να πω την αλήθεια δεν την είχα για να δουλεύει, μου έδωσε κάποια απάντηση. Έτσι όπως την έζησα, εγώ, δεν φαινόταν ότι δούλεψε. Πάντα μου έλεγε ότι οι δουλειές ήταν μονάχα για άντρες, και οι γυναίκες είναι μόνο για το νοικοκυριό. Βέβαια αυτή τη συμβουλή της δεν την ακολούθησα. Με το που τελείωσα το λύκειο, ήθελα να μπω σε μια σχολή. Δεν είχα κάπου αδυναμία αλλά ήθελα πολύ να μπω σε κάποια σχολή και να έχω στο χέρι μου ένα πτυχίο, για να βρω μια σταθερή δουλειά. Στις 24 Αυγούστου του 1967, σε ηλικία 20 χρονών, κατάφερα μετά από εξετάσεις να μπω στη σχολή Φιλοσοφίας, στην Αθήνα. Η χαρά μου ήταν πολύ μεγάλη αλλά ήξερα ότι θα συναντήσω αρκετές δυσκολίες. Ωστόσο δεν προσήλθα αμέσως στη σχολή και αυτό γιατί έπρεπε να υπηρετήσω τη ΄΄μαμά΄΄ πατρίδα. Τα δυο χρόνια στο στρατό ήταν και αυτά από τα οποία έκανα αρκετές φιλίες οι οποίες διαρκούν μέχρι σήμερα. Με τον Διονύση και τον Οδυσσέα υπηρετούσαμε μαζί και μάλιστα εγώ κοιμόμουν κάτω από τον Διονύση, μελλοντικό κουμπάρο μου, που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν το γνώριζα. Μέσα από το Διονύση, στο στρατό, έμαθα την πρώτη μου ξένη γλώσσα, την αγγλική. Γενικότερα μέσα στο στρατό έμαθα πολλά καινούργια πράγματα όπως το να μαγειρεύω και ήμουν πολύ καλός στο μαγείρεμα. Πράγματα από τα οποία κάποια δεν τα έκανα στη συνέχεια της ζωής μου, παρα μόνο μέχρι να βρω την ιδανική σύντροφο, τη γυναίκα μου. 6
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
Μια μέρα μετά το τέλος της στρατιωτικής θητείας μου, σκόπευα να πάω στη σχολή που πέρασα να κάνω εγγραφή και να αρχίσω τα μαθήματα. Έπιασα και δουλειά ως υπάλληλος, σερβιτόρος σε ένα ταβερνάκι που μόλις είχε ανοίξει. Σαν φοιτητής θα νοίκιαζα σπίτι, όπως έκαναν οι περισσότεροι, αλλά δεν υπήρχε λόγος γιατί ήδη μέναμε με την μητέρα μου σε νοικιαζόμενο σπίτι και δεν ήθελα να την αφήσω μόνη της. Στις 1 Οκτωβρίου 1969 ξεκίνησα τα μαθήματα στη σχολή. Στο πρώτο εξάμηνο δεν συνάντησα δυσκολίες σε αντίθεση με το δεύτερο εξάμηνο στο οποίο δεν προλάβαινα να τελειώσω μια εργασία, μου έδιναν κι άλλη. Ευτυχώς δεν χρωστούσα μαθήματα σε σχέση με κάποιους άλλους που άλλες φορές έρχονταν στο μάθημα και άλλες φορές όχι. Με κάποιους από αυτούς όπως ο Μανώλης, ο Αποστόλης, ο Κυριάκος, ο Ηλίας και ο Γιάννης κάναμε αρκετή παρέα. Ειδικά με τους δυο τελευταίους δουλεύαμε και στο ίδιο ταβερνάκι ως γκαρσονάκια, όπως μας αποκαλούσαν οι υπόλοιποι. Η μητέρα μου ανησυχούσε που έκανα παρέα μαζί τους και αυτό γιατί δεν ήθελε να παρασυρθώ και να μην πηγαίνω ούτε κι εγώ στη σχολή. Εκείνο το καλοκαίρι ήταν και το καλύτερο που είχα ζήσει από τότε που γεννήθηκα. Καλοκαίρι με φίλους στην παραλία, διακοπές, για πρώτη φορά, σε νησιά του Αιγαίου. Στη Μύκονο και τη Σαντορίνη πήγα με τους φίλους μου από τη σχολή, τον Μανώλη, τον Τόλη, τον Κυριάκο, τον Ηλία και το Γιάννη. Στην Πάτμο πήγα με τους κολλητούς μου, από τον στρατό, τον Διονύση, τον Οδυσσέα, τον Κωνσταντίνο, τον Πάτροκλο και τον Ερμή. Στην Τήνο πήγα με τη μητέρα μου. Τα μέρη που έβλεπα για πρώτη φορά, μου άρεσαν πάρα πολύ και οι φωτογραφίες που έβγαζα ξεπερνούσαν τις τριακόσιες. Είχα βαρεθεί να αλλάζω φιλμ αλλά αυτές οι φωτογραφίες θα μου έμεναν για μια ζωή. Ωστόσο όλα τα καλά κάποτε τελειώνουν και εγώ έπρεπε να ετοιμαστώ για τη νέα περίοδο φοίτησης μου. Το καλοκαίρι τελείωσε. Τώρα τα κεφάλια μέσα. Τρίτο εξάμηνο. Ένα εξάμηνο που τα είχε όλα. Ξεκίνησε με συνεχόμενους βραδινούς καυγάδες με την μητέρα μου. Ο λόγος επειδή ξενυχτούσα, γυρνούσα αργά κοντά 4 το πρωί. Ένα βράδυ μάλιστα είχα πιει παραπάνω απ΄ότι έπρεπε και δεν ήξερα τι έλεγα 7
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
και τι έκανα. Λόγω και ακατάλληλης ώρας δεν ήθελε και πολύ να με συλλάβουν δυο αστυνομικοί με την κατηγορία ΄΄διατάραξη κοινής ησυχίας΄΄. Με άφησαν στο τμήμα έως ότου ξυπνήσω και με αφήσουν. Δυστυχώς είχαν ενημερώσει τη μητέρα μου να έρθει να με παραλάβει. Το ξύλο δεν το γλύτωσα. Πόσο μάλλον τις φωνές της. Μετά από μια βδομάδα έκανα και το πρώτο μου τσιγάρο. Δεν έμαθα ποτέ όμως ποιος το κάρφωσε στην μάνα μου. Σημασία έχει όμως ότι δεν το ξαναέβαλα στο στόμα μου. Τέλος μαλώσαμε με τον Οδυσσέα για λόγο που δεν κατάλαβα, προσπαθώντας να μάθω από τον ίδιο το λόγο που θύμωσε μαζί μου, σε σημείο να μη μιλιόμαστε για τρεις μήνες. Τέταρτο εξάμηνο. Ένα εξάμηνο που δεν είχε κάτι το συνταρακτικό. Εργασίες και πάλι εργασίες. Και η πρώτη φοιτητική εκδρομή στη Ρόδο. Πέρασα καταπληκτικά. Ωστόσο δεν θυμάμαι και πολλά πράγματα καθώς ήμουν επικεντρωμένος στην εξεταστική που ακολουθούσε και τα μαθήματα με είχαν ζορίσει. Ειδικά η Αρχαία και η Σύγχρονη Ιστορία. Δυστυχώς πέρασα μόνο στην Σύγχρονη Ιστορία και θα πήγαινα στην επόμενη εξεταστική. Θα έπρεπε να κάτσω όλο το καλοκαίρι να διαβάζω αλλά θα το συνήθιζα. Στην ηλικία των 24 ετών έδωσα για το πτυχίο της Αγγλικής Γλώσσας καθώς μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν κατάφερα να βρω χρόνο να ασχοληθώ και με εξωσχολικές δραστηριότητες. Από εκείνο το καλοκαίρι θυμάμαι την γνωριμία μου με την Άννα, την κοπέλα του Διονύση και μετέπειτα σύζυγο του. Βγήκαμε αρκετές φορές, με τον Διονύση να μου εκφράζει ότι βλέπει τη σχέση τους σοβαρή και πως θέλει να βρει την κατάλληλη στιγμή να της κάνει την πολυπόθητη πρόταση γάμου. Η οποία ήρθε λίγες μέρες αργότερα και το ΄΄ναι΄΄ που πήρε ως απάντηση από τα χείλη της Άννας ήταν πολύ εύκολο, όπως μου είπε. Η χαρά μου να είμαι και κουμπάρος, ήταν μεγάλη. Η Άννα με συμπάθησε από την πρώτη φορά και ο Διονύσης ήταν σίγουρος ότι ήθελε πολύ να είμαι εγώ αυτός που θα τον παντρέψει. Σταμάτησα να διαβάζω γιατί με διέκοψε η μητέρα μου λέγοντας μου να τελειώνω από το ξεκαθάρισμα των αρχείων του πατέρα μου και να κατέβω να φάω. Το μόνο που ήθελα εκείνη τη στιγμή ήταν να συνεχίσω το διάβασμα παρά να πάω να φάω. Είδα ότι είχα φτάσει στη μέση και ανυπομονούσα να μάθω τι έγραφε στη συνέχεια. Ήταν φανερό πως όλα αυτά που έγραφε ο πατέρας μου μέσα σε εκείνα τα 8
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
χαρτιά κάπου προορίζονταν. Όταν κατέβηκα στο σαλόνι, ο Αλέξανδρος, έπαιζε στο play station. Του είπα να το κλείσει γιατί είχε τρεις ώρες κοντά που έπαιζε. Τρεις ώρες. Και όσο έπαιζε ο γιος μου εγώ διάβαζα τις σημειώσεις του πατέρα μου. Την ώρα του φαγητού, ήμουν αφηρημένη. Αντί να τρώω σκεφτόμουν τη συνέχεια των σημειώσεων. Ήθελα να πάω να συνεχίσω. Ήμουν βέβαιη ότι σε εκείνα τα χαρτιά ήταν γραμμένη όλη του η ζωή μέχρι και το θάνατό του. Έγραφε και τις τελευταίες ώρες πριν πεθάνει. Και τις τελευταίες σκέψεις του ήθελα να τις διαβάσω. Έπρεπε όμως να κάνω υπομονή μέχρι αύριο που θα επέστρεφα από τη δουλειά και να ερχόμουν από το σπίτι της μητέρας μου για να συνεχίσω. Ξαφνικά άκουσα τον Ανδρέα να μου φωνάζει μέσα στο αυτί μου, αν θα έτρωγα το φαγητό αλλιώς να το φάει εκείνος. Αν δεν το έτρωγε δεν θα ησύχαζε. Αφού τελείωσε μαζέψαμε τα πράγματα και αποχωρίσαμε λέγοντας στη μητέρα μου να μην ανέβει στη σοφίτα με τη δικαιολογία ότι ήταν ακατάστατα και θα το καθάριζα αύριο που θα ερχόμουν ξανά. Όλο το βράδυ αλλά κι όλη την υπόλοιπη μέρα, ακόμη και στη δουλειά σκεφτόμουν τα χαρτιά. Δεν μπορούσα να δουλέψω για αυτό και σηκώθηκα να φύγω. Ενημέρωσα τους πελάτες μου ότι κάτι μου έτυχε και θα έπρεπε να αναβάλλουμε τα ραντεβού μας για άλλη μέρα εκτός αν ήθελαν να τους συστήσω ένα πολύ καλό δικηγόρο και συνάδελφο μου για να εξυπηρετηθούν. Η απάντηση ήταν αρνητική λέγοντας ότι θα περιμένουν. Κατέβηκα στο παρκινγκ, μπήκα στο αμάξι και κατευθύνθηκα στο πατρικό μου με ταχύτητα πάνω του ορίου για μέσα στη πόλη. Καταφτάνοντας στο σπίτι, είδα τη μητέρα μου στην αυλή να κάθεται με την νονά μου, την Εύα, να πίνουν καφέ. Η μητέρα μου παραξενεύτηκε που με είδε τόσο νωρίς στο σπίτι αλλά την καθησύχασα λέγοντας της ότι τελείωσα νωρίτερα τη δουλειά και ήρθα για το ξεκαθάρισμα των αρχείων του πατέρα μου, στη σοφίτα. Για την ακρίβεια να συνεχίσω το διάβασμα. Ανέβηκα τις σκάλες πολύ γρήγορα για να φτάσω στη σοφίτα. Ευτυχώς δεν μπήκε κανείς μέσα. Έψαξα να βρω τα χαρτιά και άρχισα να διαβάζω από εκεί που είχα σταματήσει. Μέχρι την μέρα που θα γίνονταν ο αρραβώνας, είχα αρκετά πράγματα στο μυαλό μου. Η εξεταστική μου πλησίαζε και τα μαθήματα με δυσκόλευαν αφάνταστα. Οι εργασίες αυτού του πέμπτου εξαμήνου μου έπαιρναν ώρες, μέρες αλλά και εβδομάδες για να τις ολοκληρώσω. Είχα σκεφτεί πολλές φορές να τα παρατήσω όλα αλλά έπρεπε να επιβιώσω. Η δουλειά στο ταβερνάκι, ήταν για μένα μια έξοδος από τις πολλές εργασίες που μας έβαζαν στην σχολή για να κερδίσουμε βαθμούς για το τέλος της εξεταστικής. Η μητέρα μου, ήταν και η αιτία. Ήταν η πρώτη που με στήριξε να μπω σε 9
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
μια σχολή και με βοήθησε. Πάντα προσπαθούσε να με βοηθάει αλλά οι γνώσεις της ήταν μέχρι και του δημοτικού. Με ενθάρρυνε πολύ και κάθε φορά που πήγαινα να τα παρατήσω, με σταματούσε, λέγοντας μου ότι πρέπει να σκεφτώ και το μέλλον μου. Δεν είχε και άδικο. Το μέλλον. Μια λέξη που δεν πολυσκεφτόμουν. Ο χρόνος μετά το παρόν. Άραγε ποιο είναι το μέλλον του ανθρώπου; Ποιος είναι αυτός που καθορίζει το μέλλον μας; Να είμαστε εμείς άραγε; Κι αν ήμαστε εμείς θα μπορούμε να το αλλάξουμε; Τέτοια ερωτήματα γυρνούσαν στο μυαλό μου. Απάντηση όμως δεν έβρισκα να δώσω. Το δικό μου μέλλον είναι το αύριο. Σκέφτομαι μόνο το αύριο. Δεν κάνω σχέδια ούτε για τον ίδιο μου τον εαυτό αλλά ούτε και για το μέλλον. Ποτέ δεν ξέρεις αν αύριο θα είσαι. Όπως λέει και το ρητό.. σήμερα ήμαστε αύριο δεν ήμαστε.... Η μητέρα μου είχε σε πολλά πράγματα δίκιο. Κάποιες φορές δεν την άκουγα. Άλλες φορές άκουγα μόνο το ένστικτό μου. Αλλά όμως μου έλεγε και η ίδια «καλύτερα να ακούω την καρδιά μου παρά τη λογική». Παραμονές Χριστουγέννων του 1971.Την ημέρα του αρραβώνα του Διονύση και της Άννας, ήταν η καλύτερη στιγμή της ζωής μου. Μια φιλία χρόνων που δένονταν με μια κουμπαριά. Πολλοί γνωστοί, φίλοι και συγγενείς του ζευγαριού, είχαν έρθει από πολύ νωρίς και το γλέντι είχε αρχίσει. Μια ματιά ήταν αρκετή για να δω την Βίκυ, κολλητή της Άννας. Η Άννα με είδε ότι την κοιτούσα όλο το βράδυ και πήρε την απόφαση να μας συστήσει. Χάρηκα παρα πολύ. Συζητούσαμε όλο το βράδυ. Χορέψαμε, γελάσαμε, βρήκαμε αρκετά κοινά και κάπου στο τέλος πριν φύγει, ανταλλάξαμε τηλέφωνα, για να κανονίσουμε την επόμενη συνάντησή μας. Οι γονείς μου, μου είχαν πει ακριβώς πως είχαν γνωριστεί, και αυτή την παράγραφο την ήξερα καλά όπως και τη συνέχεια. Ήθελα ωστόσο να μάθω πως δέχτηκαν αυτή τη σχέση ο παππούς και η γιαγιά μου, γονείς της μητέρας μου. Από τη συζήτηση που είχα με τους γονείς μου, οι γονείς της μητέρας μου δεν δέχτηκαν στην οικογένεια τους εύκολα τον πατέρα μου. Είχαν κάποιες αντιρρήσεις για τη σχέση αυτή ωστόσο άλλαξαν γρήγορα γνώμη, και ο λόγος ότι πατέρας μου είχε πολλά κέρδη από τη δουλειά του. Προσπέρασα κάποιες παραγράφους που ο πατέρας μου αναφερόταν κυρίως στις δυσκολίες που είχε με 10
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
κάποιες εργασίες στη σχολή του και στην εξεταστική του περίοδο. Και έφτασα στις πρώτες του διακοπές με τη μητέρα μου. Στις 12 Ιουλίου του 1972, έκανα τις πρώτες μου διακοπές με την κοπέλα μου. Η Λευκάδα, ήταν μέρος που προτιμούσε η Βίκυ, και δεν μπορούσα να της χαλάσω χατίρι. Εφτά μήνες μαζί και ένιωθα ότι είχε περάσει χρόνος. Δυστυχώς ένα ξαφνικό τηλεφώνημα μας χάλασε τις διακοπές. Ο πατέρας της Βίκυς είχε ένα ατύχημα και έπρεπε εσπευσμένα να επιστρέψουμε στην Αθήνα. Οι διακοπές μας είχαν διαρκέσει μόλις τέσσερις μέρες έναντι μιας εβδομάδας. Εκείνο το καλοκαίρι ήταν γεμάτο για μένα. Έζησα ταπείνωση που δεν την είχα ξαναζήσει ή μάλλον δεν ήθελα να ξαναζήσω. Στις 20 Ιουλίου ήταν η μέρα που γνώρισα τους γονείς της Βίκυς, μια μέρα που δεν μπορώ να ξεχάσω. Είχα πάει με όλη την καλή διάθεση να τους γνωρίσω και να τους πω ότι λατρεύω την κόρη τους. Αντίθετα μου έφεραν τα λουλούδια στο κεφάλι λέγοντας μου ότι ένας άντρας σαν και μένα, ένα χωριατόπαιδο για την ακρίβεια, δεν είναι ικανός να κάνει ευτυχισμένη την κόρη τους και να της δώσει όλες τις ανέσεις που της παρείχαν οι γονείς της. Ένας ξιπασμένος, ξυπόλητος όπως με αποκάλεσαν και οι δυο. Οι γονείς της ήταν το εντελώς αντίθετο από μένα. Τα βρήκαν όλα έτοιμα. Πλούσιοι, αριστοκράτες με φήμη, κύρος δεν μπορούσαν να δεχτούν στο κύκλο τους κάποιον σαν και μένα. Φτωχό και τίμιο. Κάτι που είχε δει η Βίκυ. H ταπείνωση που ένιωσα ήταν ανυπόφορη και δεν είχα το κουράγιο να αρθρώσω λέξη. Ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Να ανοίξει η πόρτα και να το βάλω στα πόδια. Πράγματι βρήκα το κουράγιο να γυρίσω, να ανοίξω την πόρτα και να φύγω. Ωστόσο κάτι πίσω μου ακουγόταν. Ήταν η Βίκυ που με φώναζε να την περιμένω. Σταμάτησα μόνο και μόνο για να την ακούσω και να της πω ότι δεν έγινε τίποτα απλά πρέπει να φύγω. Πριν κλείσω την πόρτα της αυλής, την άκουσα να μου λέει σ’αγαπώ και να μην στεναχωριέμαι…κάποια στιγμή θα δεχτούν τη σχέση μας. Η απάντηση που πήρε ήταν ένα χαμόγελο μου …κι ένα καληνύχτα της ήταν αρκετό. Μέχρι να δεχτούν οι γονείς της, της σχέση μας, είχε έρθει και η ώρα της ορκωμοσίας μου και η στιγμή που θα έπαιρνα, μετά από 11
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
τετραετή φοίτηση, το πτυχίο μου. Στις 12 Ιουλίου του 1973, φορώντας ένα καλό μαύρο παντελόνι, ένα άσπρο πουκάμισο με μια μαύρη ριγέ γραβάτα και ένα ζευγάρι μαύρα παπούτσια, που μου τα έκανε δώρο η μητέρα μου, πήρα το πρωινό, κατέβηκα τις σκάλες του σπιτιού και κατευθύνθηκα μαζί με τη μητέρα μου, στη σχολή. Την περίμενα πολύ εκείνη τη μέρα. Τα δάκρυα χαράς και υπερηφάνειας της μητέρας μου, ήταν για μένα το μεγαλύτερο δώρο που μπορούσα να της δώσω εκείνη τη στιγμή, το να με βλέπει να κρατώ στα χέρια μου το πτυχίο, που με τόσο κόπο και ιδρώτα κατάφερα να αποκτήσω. Ένας από τους στόχους που έθεσα στη ζωή μου είχε εκπληρωθεί. Κατά το μεσημεράκι, με πήρε τηλέφωνο από το ταβερνάκι που δούλευα ο ιδιοκτήτης ο κυρ Σπύρος, λέγοντας μου ότι έπεσε πολύ δουλειά και ότι έπρεπε να πάω γιατί χρειάζονταν άτομα. Θα προτιμούσα βέβαια, εκείνη τη μέρα, να την περάσω στο σπίτι με τη μητέρα μου να το γιορτάσουμε οι δύο μας. Τελικά το γιόρτασα!. Η δουλειά που έπεσε στο ταβερνάκι ήταν πρόφαση για αυτό που θα ακολουθούσε. Όταν άνοιξα την πόρτα το μαγαζί ήταν άδειο. Παραξενεύτηκα. Το ταμπελάκι στην πόρτα έξω έλεγε «Κλειστόν» πως γινόταν να είχε δουλειά αφού το μαγαζί ήταν κλειστό; Φώναξα αλλά απάντηση δεν πήρα. Έκανα να γυρίσω να φύγω όταν είδα τη Βίκυ με τους γονείς της. Από πίσω ακριβώς η μητέρα μου, ο Διονύσης με την Άννα, ο Οδυσσέας, ο Μανώλης, ο Τόλης, ο Κυριάκος, ο Ηλίας, ο Γιάννης, ο Κωνσταντίνος, ο Πάτροκλος και ο Ερμής. Ήταν όλοι εκεί. Η έκπληξη που μου είχαν ετοιμάσει δεν την περίμενα. Ευχάριστη. Όπως δεν περίμενα και τους γονείς της Βίκυς. Όπως μου εξήγησε και η ίδια όταν ήρθε προς το μέρος μου δίνοντας μου ένα φιλί στο στόμα, δεν υπήρχε πρόβλημα. Και πράγματι δεν υπήρχε. Την ρώτησα τι άλλαξε και αυτή μου απάντησε ότι για το καλό της κόρης τους, θα τον δεχόντουσαν θέτοντας όμως μια συμφωνία. Ποια; Να ακολουθήσω την κόρη τους στη Βενετία, σε κάτι ανοίγματα της εταιρείας που δούλευε και ταυτόχρονα να έκανα μεταπτυχιακό σε μια σχολή που διέθεταν οι γονείς της, δωρεάν. Φυσικά στην αρχή χάρηκα όταν άκουσα για μεταπτυχιακό, κάτι που δεν είχα σκεφτεί μέχρι τότε λόγω και της 12
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
οικονομικής μου κατάστασης αλλά προσγειώθηκα όταν είδα τη μητέρα μου. Δεν ήθελα να την αφήσω μόνη της αλλά όπως με διαβεβαίωσε η μητέρα της Βίκυς, η κυρία Σοφία, θα την έπαιρναν μαζί τους στην βίλα τους, θα της μάθαιναν να ζει στην πλούσια ζωή. Θα γινόταν μια κυρία. Η μητέρα μου πέταξε από τη χαρά της και άρχισαν να καταστρώνουν σχέδια για την επόμενη μέρα. Βέβαια όπως της είπε η Σοφία θα άφηνε τη δουλειά της και θα ζούσε τελείως διαφορετικά. Από εμένα απλώς περίμενε να απαντήσω θετικά. Κάτι που έκανα. Μετά από δυο εβδομάδες, η μητέρα μου εγκαταστάθηκε μόνιμα στην βίλα. Εγώ και η Βίκυ κάναμε τις βαλίτσες καθώς την επομένη θα αναχωρούσαμε για Ιταλία και από κει θα πηγαίναμε οδικώς Βενετία. Λίγες ώρες πριν την αναχώρησή μας, ο πατέρας της Βίκυς, ο κύριος Ανδρέας, ήρθε στον κήπο, κρατώντας ένα καφέ στο χέρι του, λέγοντας μου ότι θα ήθελε πολύ να είμαι με την κόρη του και πως όταν με το καλό θα επιστρέφαμε θα γίνονταν αμέσως οι αρραβώνες. Χάρηκα παρα πολύ που επιτέλους άκουγα από αυτούς τους ανθρώπους καλό λόγο. Η ώρα της αναχώρησης από το σπίτι έφτασε ωστόσο μέσα μου κάτι με έκανε να μην χαίρομαι και τόσο. Ό λόγος ήταν η μητέρα μου. Ήταν η πρώτη φορά που χωριζόμασταν. Θα έκανα να τη δω ξανά σχεδόν 1 χρόνο. Έτσι τουλάχιστον πίστευα και γνώριζα μέχρι εκείνη τη στιγμή. Όχι ένα ούτε δυο αλλά ούτε και τρία χρόνια δεν θα έκανα για να την ξαναδώ. Ο καιρός στη Βενετία περνούσε γρήγορα-πολύ γρήγορα. Τα ανοίγματα που θα έκανε η εταιρεία διήρκεσαν σχεδόν 5 χρόνια. Ενώ το μεταπτυχιακό και το διδακτορικό μου διήρκεσαν 4 χρόνια. Παράλληλα είχα πάρει το δίπλωμα στο αυτοκίνητο, στην ιταλική γλώσσα και στην χρήση υπολογιστών. Τον τελευταίο χρόνο είχα αρχίσει να δουλεύω σε ένα ιταλικό εκδοτήριο, όπου είχα αρχίσει μετάφραση κάποιων κειμένων. Παράλληλα δούλευα σε μια ιταλική εφημερίδα, γράφοντας άρθρα σε δική μου στήλη. Είχα βγάλει αρκετά χρήματα, ωστόσο πιο πολύ το έκανα για να έχει η Βίκυ ότι ήθελε. Την χαροποιούσε που ήμουν καλά και πάνω απ’όλα ερωτευμένος ακόμα μαζί της. Λογικό ήταν κάποια στιγμή αυτός ο έρωτας να ολοκληρωθεί. Ήταν στον πέμπτο και τελευταίο χρόνο παραμονής, στην Βενετία στο σπίτι μας, όταν ήρθε η Βίκυ και μου ανακοίνωσε ότι περίμενε 13
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
το παιδί μας. Χωρίς συζητήσεις πήγαμε στο δημαρχείο και παντρευτήκαμε με πολιτικό γάμο. Είχε έρθει όμως η στιγμή που θα φεύγαμε από την Ιταλία. Ευτυχώς οι εκδόσεις όπου δούλευα είχαν διασυνδέσεις και στην Ελλάδα, οπότε ήταν θέμα χρόνου να μιλήσουν με κάποιον ελληνικό σύλλογο εκδόσεων να μου δώσουν συστατική επιστολή και να απευθυνθώ σε αυτούς μόλις φτάσω. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1978, μετά από πέντε χρόνια, επέστρεψα στην Ελλάδα. Στο αεροπλάνο μας περίμενε αμάξι, λιμουζίνα για την ακρίβεια. Η Βίκυ είχε ενημερώσει τους γονείς της για την επιστροφή μας χωρίς να τους πει τα ευχάριστα. Επιβιβαστήκαμε στο αμάξι και κατευθυνθήκαμε στο σπίτι. Εκεί μας περίμεναν, η μητέρα της Βίκυς, η κυρά Σοφία, ο πατέρας της, ο κυρ Ανδρέας, η μητέρα μου, ο κηπουρός, οι δυο μαγείρισσες και ένας τύπος που δεν το γνώριζα τόσο εγώ όσο και η Βίκυ. Αρχικά δεν ρωτήσαμε να μάθουμε γιατί έπρεπε να ξεκουραστούμε, να κοιμηθούμε λιγάκι και το βραδάκι θα τα λέγαμε. Κι έτσι έγινε. Το βράδυ είχε φτάσει. Μόλις έκανα το μπάνιο μου, κατέβηκα κάτω στη τραπεζαρία όπου όλοι ήταν έτοιμοι για το βραδινό. Κατά τη διάρκεια του δείπνου δεν ανταλλάξαμε πολλά λόγια. Αμέσως μετά καθίσαμε στο σαλόνι για να πιούμε ένα τσάι. Εκεί αρχικά πήρε το λόγο η μητέρα μου, η οποία μου φαινόταν από την αρχή λίγο διστακτική μαζί μου. Κάτι ήθελε να μου πει αλλά δεν ήξερε πως θα μου το έλεγε και πως θα αντιδρούσα. Την ήξερα καλά. Τελικά την ρώτησα τι τρέχει μήπως και μου έλεγε τι την βασάνιζε. Με κοίταξε στα μάτια και με ρώτησε αν την αγαπώ και αν θέλω να είναι ευτυχισμένη. Φυσικά η απάντηση ήταν θετική. Τότε μου το είπε, δείχνοντας μου τον τύπο που δεν γνώριζα. «Είναι ο άντρας μου. Ο Γιάννης. Παντρεύτηκα ξανά θέλοντας να ξαναφτιάξω τη ζωή μου. Στην αρχή είχα αντιρρήσεις αλλά πραγματικά τον αγαπάω, μου φέρεται πολύ καλά. Ήθελα να σου το πω, πριν αποφασίσω να του απαντήσω θετικά στην πρόταση γάμου αλλά τα τηλέφωνα σας δεν λειτουργούσαν. Θέλω να με συγχωρήσεις που έκανα κάτι χωρίς την έγκρισή σου, και που δεν ήσουν παρών στο γάμο μου». Για να πω την αλήθεια, μου ήρθε ξαφνικό αλλά πάνω απ’ όλα ήθελα να είναι καλά η μητέρα μου. Από τη στιγμή που βρήκε κάποιον άντρα να την αγαπήσει και να της φέρεται καλά, εμένα 14
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
δεν μου έπεφτε λόγος. Όλοι όσοι ήταν μαζεμένοι στο σαλόνι, μας κοιτούσαν. Λογικό, όλοι περίμεναν να δουν την αντίδραση μου, η οποία τους έκανε να χαρούν. Κοίταξα, τον πατριό μου, που για πρώτη φορά μετά από αρκετά χρόνια, ξαναείπα τη λέξη «πατέρα» και του ζήτησα μια μεγάλη χάρη, να μην την πληγώσει ποτέ γιατί θα έκανε μαζί μου. Και το εννοούσα. Στράφηκα στο μέρος της Βίκυς, της χαμογέλασα και αμέσως μετά κοίταξα τους γονείς της, λέγοντας τους ότι ζητώ και επίσημα το χέρι της. Η απάντηση ήταν θετική, με τη μητέρα της να μας εύχεται καλούς απογόνους. Δεν πρόλαβα να πω κάτι και η Βίκυ τους είπε ότι η ευχή τους είχε εκπληρωθεί. Διένυε ήδη τον δεύτερο μήνα. Μετά από τις ΄΄αποκαλύψεις΄΄ αγκαλιαστήκαμε, φιληθήκαμε, καληνυχτίσαμε ο ένας τον άλλο και πήγαμε να ξαπλώσουμε να κοιμηθούμε. Την επομένη, είχαν αρχίσει οι ετοιμασίες για τον θρησκευτικό γάμο που θα γίνονταν σε ένα μήνα. Οι κουμπάροι θα ήταν, ποιοι άλλοι, ο κολλητός μου Ορέστης, με τη σύντροφο του και πολύ καλή φίλη της Βίκυς, Εύα. Όλες οι μέρες, μέχρι να έρθει η μέρα του γάμου, πέρασαν γρήγορα. Η Βίκυ, με τα ανοίγματα που έκανε η εταιρεία του πατέρα της, σε Βενετία, Παρίσι, Ρώμη, Άμστερνταμ, Βερολίνο, Λευκωσία, Σίδνεϊ και Καναδά. κατάφερε να γίνει, από στέλεχος, με την αξία της σε μεγαλομέτοχο, γενική διευθύντρια, της εταιρείας. Εγώ, πάλι, ήμουν από τα ικανά στελέχη, του μεγαλύτερου ελληνικού εκδοτηρίου στην Ελλάδα. Παράλληλα εργαζόμουν και σε μια εφημερίδα έχοντας τη δική μου στήλη, γράφοντας τα καλύτερα άρθρα της ζωής μου. Τα προσκλητήρια είχαν ήδη μοιραστεί δυο εβδομάδες πριν το γάμο. Στο προσκλητήριο, που θα μοιράζονταν σε όλους τους γνωστούς, φίλους και συγγενείς γραφόταν η ημέρα, η ώρα, η εκκλησία αλλά και οι κουμπάροι: Στην καλύτερη στιγμή της ζωής μας, στο γάμο μας,
θέλουμε να είστε εκεί. Το Σάββατο στις 21 Σεπτεμβρίου και ώρα 18:00 στον Ιερό Ναό Αγίου Στυλιανού.
Αλέξανδρος & Βασιλική Οικογένειες:
Σοφία & Ανδρέας Χριστόπουλος
Αποστολία & Ιωάννης Zακυνθινός
Κουμπάροι:
Οδυσσέας & Εύα Φωτοπούλου
15
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
Στις 20 Σεπτεμβρίου του ΄78, παραμονή του γάμου, με όλη την παρέα μου, που οργάνωσε το bachelor party, περνούσα τυπικά την τελευταία μέρα μου ως εργένης, παρά το γεγονός ότι παντρεύτηκα ήδη με πολιτικό, ο οποίος ωστόσο δεν μετρούσε τότε στην Ελλάδα. Αργότερα έγινε μόδα. Κάτι παρόμοιο έκανε και η Βίκυ. Εκείνο το βράδυ ήταν το μοναδικό, που χώρισα με την Βίκυ, κι αυτό λόγω παραμονής του γάμου, μέρα που δεν επιτρέπεται να δει ο γαμπρός τη νύφη. Η μέρα του γάμου, επιτέλους έφτασε. Η χαρά μου εκείνη τη στιγμή, ήταν απερίγραπτη. Το άγχος ήταν ελάχιστο και αυτό που ήθελα, ήταν να δω τη Βίκυ, με το πανέμορφο νυφικό. Πράγματι, πρώτη φορά την έβλεπα τόσο όμορφή. Ήταν θεά. Κυριολεκτικά. Η γυναίκα της ζωής μου, η πιο όμορφη του κόσμου, τουλάχιστον μέχρι εκείνη τη στιγμή. Εκεί σταμάτησα το διάβασμα. Τουλάχιστον μέχρι εκείνη τη στιγμή; Γιατί να το έγραφε αυτό. Υπήρξε κι άλλη γυναίκα στη ζωή του; Δεν πίστευα ότι ο πατέρας μου θα μπορούσε ποτέ να απιστήσει, να απατήσει τη μητέρα μου. Ήταν τίμιος, πολύ τίμιος. Εντάξει όλοι οι άντρες μπορεί να έχουν υποπέσει σε αυτήν την αμαρτία, την απιστία, αλλά όχι ο πατέρας μου. Προσπέρασα κάποια κομμάτια πολύ γρήγορα μήπως και δω κάποιο γυναικείο όνομα γραμμένο αλλά τίποτα. Ποιά να ήταν η άλλη γυναίκα της ζωής του; Επιτέλους κάτι είχα δει, ναι ήταν κάτι γραμμένο σε ένα χαρτί με τίτλο ΄΄η γυναίκα της ζωής μου΄΄.
Τίτλος Κεφαλαίου: Η ΄΄άλλη΄΄ γυναίκα της ζωής μου. Μου είχαν πει από τη δουλειά ότι είμαι πολύ καλός στα άρθρα και ότι θα ήταν καλύτερα να αρχίσω να γράφω κάποιο μυθιστόρημα. Μυθιστόρημα δεν ήταν. Ήταν κάτι σαν μια είδηση, ευχάριστη. Ο ερχομός της δεύτερης γυναίκας της ζωής μου, ήταν η πρώτη μου απόπειρα για το γράψιμο. Κυριακή 8 Απριλίου 1979. Η καλύτερη μέρα της ζωής μου, μετά τον γάμο μου. Η μέρα που ήρθε στον κόσμο μια γυναίκα που με ολοκλήρωσε σαν άνθρωπο, η κόρη μου. Οι στιγμές που έζησα μέσα κατά τη διάρκεια του τοκετού, ήταν συγκλονιστικές. Έβλεπα τη Βίκυ να κλαίει, να φωνάζει, να μου πιάνει το χέρι. Της έλεγα να πάρει βαθιές ανάσες, να εισπνέει από τη μύτη και να εκπνέει από το στόμα, μια άσκηση την οποία έκανα πολλές φορές κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, όλους εκείνους τους εννιά μήνες. Λίγα λεπτά αργότερα, έβλεπα τον μαιευτήρα να αρπάζει με τα δυο του χέρια το κεφαλάκι της μικρής 16
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
και με ήπιες κινήσεις να την βγάζει προς τα έξω, να την φέρνει στη ζωή. Η Βίκυ μόλις είχε σταματήσει τις φωνές και αποκοιμήθηκε. Ευτυχώς που ο τοκετός ήταν φυσιολογικός, γιατί η Βίκυ δεν ήθελε την καισαρική. Παρατηρούσα τη νοσηλεύτρια που της καθάριζε το στοματοφάρυγγα αλλά και την ίδια, όπως μου εξήγησε ο γιατρός. Μου πρότεινε μάλιστα αν ήθελα να είμαι εγώ αυτός που θα κόψει τον ομφάλιο λώρο. Δέχτηκα μετα χαράς. Αμέσως μετά την πήραν και την ξαναέφεραν δυο ώρες μετά, που είχε ξυπνήσει και η Βίκυ. Δεν ξεκολλούσα. Ήθελα να την κοιτάω για ώρες. Τρεις μέρες μετά, πήραμε εξιτήριο και από εκείνη τη στιγμή και μετά οι μοναδικές ώρες, που αποχωριζόμουν τις δυο γυναίκες της ζωής μου, ήταν οι ώρες που ήμουν στη δουλειά. Όσο ήμουν στη δουλειά μου έλειπαν τα παιχνίδια με την μικρή, κι όσο ήμουν σπίτι δεν την άφηνα στιγμή. Αρκετές φορές μαλώναμε με την Βίκυ, για το ποιος θα της κάνει μπάνιο, ποιος θα την άλλαζε, ποιος θα την κοίμιζε, ποιος θα πρωτόπαιζε μαζί της. Όταν δεν κοιμόταν εύκολα, μας έκανε τη ζωή δύσκολη, και ειδικά τις ώρες δώδεκα με τρεις ή τρεις με πέντε τα μεσάνυχτα. Ξυπνούσε κατά τη διάρκεια της νύχτας και κοιμόταν αφού μας είχε ξυπνήσει και δεν μπορούσαμε να ξανακοιμηθούμε. Ήταν όμως το μοναδικό της ελάττωμα. Αρκετοί είπαν ότι έμοιαζε στη μητέρα της και καθόλου στον πατέρα της. Ακόμα και η ίδια μου η μάνα, η οποία δεν ήξερε ότι κάποια στιγμή θα την φώναζε με το δικό της όνομα, Αποστολία, πάντα έλεγε ότι το παιδί μοιάζει μεν εξωτερικά στη μητέρα της, εσωτερικά δε στον πατέρα της. Και ήταν αλήθεια, από την αρχή της ζωής της, κατάφερα να την κάνω να σκέφτεται με το δικό μου τρόπο, να μην επαναπαύεται, να παλεύει για τα δικαιώματά της, να είναι σωστή απέναντι στους άλλους και πάνω απ’όλα να μην την διαφθείρει το χρήμα. Να μην εξαρτάται από αυτό. Στην βάπτισή της, στις 6 Οκτωβρίου 1979, και ενώ περιμέναμε όλοι να κλάψει την στιγμή που ο πάτερ την βουτούσε στο νερό, δεν ακούστηκε τίποτα. Στην εκκλησία επικρατούσε ησυχία, με την μικρή να απολαμβάνει το μπάνιο της. Η νονά της, η Εύα, η κουμπάρα μας που μαζί με τον άντρα της Οδυσσέα μας πάντρεψαν, ήταν τρισευτυχισμένη, αφού διένυε τον τρίτο μήνα
17
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
εγκυμοσύνης της και παραλίγο να μην την βάφτιζε. Τελικά ότι είπε έγινε «θα το βαφτίσω ότι και να γίνει» Στα πρώτα της βήματα απλά χάρηκα, στα πρώτα της λόγια επίσης. Όσο για τις πρώτες τις ζημιές, είδα τον εαυτό μου στο πρόσωπό της Είχε πάρει όλη τη ζωηράδα μου, έτρεχε όλη τη μέρα, πάνω-κάτω, με αποτέλεσμα να την κυνηγάμε όλοι, μήπως και τη σταματήσουμε αλλά τελικά δεν τα καταφέρναμε. Ήταν ζιζάνιο. Ήταν όμως η κόρη μου και ήταν αξιαγάπητη. Όταν ήρθε η στιγμή να μας αποχωριστεί, για πρώτη φορά, ήταν η στιγμή που πρωτοπήγε σχολείο. Κάθε μέρα, κάναμε αμάν και πως για να την πάμε σχολείο, αφού όλη την ώρα έκλαιγε, και δεν ξεκολλούσε από πάνω μας. Ωστόσο, στα μαθήματά της ήταν πολύ καλή. Τις περισσότερες φορές, κάναμε μαζί τα μαθήματα, αν και συχνά καταλήγαμε να παίζουμε και η Βίκυ να φωνάζει. Πάντα, εγώ ήμουν αυτός που θα την έλεγχα στα μαθήματα, θα την εξέταζα, θα της έκανα τη τσάντα, θα της έδινα ένα φιλί στο μάγουλο για καληνύχτα, θα την ξυπνούσα το πρωί επίσης με ένα φιλί στο μάγουλο, θα της έβαζα να πιει το γάλα της, θα της άλειφα τη φέτα του ψωμιού της με βούτυρο και μέλι, θα την πήγαινα στο σχολείο αλλά και θα την έπαιρνα, το μεσημεράκι που θα σχολούσε. Γενικότερα την είχα καλομάθει. Η Βίκυ πάλι ήταν πιο αυστηρή μαζί της. Στους πρώτους της βαθμούς, για δώρο την πήγα βόλτα στο λούνα παρκ. Τελείωσε το δημοτικό με άριστα το δέκα. Στο γυμνάσιο ήταν μαθήτρια του 20 και εκεί ήταν που αρχίσαμε να έχουμε τα πρώτα καβγαδάκια της εφηβείας, καθώς όλη την ώρα ήθελε να είναι με τις φίλες της. Στο λύκειο, πάλι αν και μαθήτρια του 19, άρχισε τις εξόδους με φίλες και φίλους. Η ώρα επιστροφής στο σπίτι, το βράδυ, αυστηρώς στις 12. Στην τρίτη λυκείου, είχε και το πρώτο φλερτ και εγώ, αρχικά δεν τον είδα με καλό μάτι, τον Κωνσταντίνο. Μετά τα πράγματα ηρέμησαν. Στις Πανελλαδικές εξετάσεις, ο στόχος που είχε βάλει με τον εαυτό της, εκπληρώθηκε. Κατάφερε να εισαχθεί στη σχολή της Νομικής και δεν μπορούσα πια να την ελέγχω για τίποτα. Είχα συγκινηθεί πραγματικά. Σε κάποια σημεία, τα δάκρυα, κυλούσαν στο μάγουλο αλλά ήταν δάκρυα χαράς. Η άλλη γυναίκα της ζωής του πατέρα μου, ήμουν εγώ και πραγματικά είχα θυμώσει μαζί 18
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
μου, για όσα σκέφτηκα όταν πρωτοδιάβασα για την ύπαρξη άλλης γυναίκας. Ήμουν πολύ περήφανη για τον πατέρα μου. Πάντα μου έλεγε πόσο με αγαπάει αλλά αυτά που έγραφε ήταν σαν να μην τα ήξερα. Μακάρι να ζούσε και να του έλεγα ξανά και ξανά πόσο τον αγαπάω. Συνέχιζα να διαβάζω, παρα το ότι τα περισσότερα γεγονότα πλέον τα ήξερα και τα είχα ζήσει από κοντά. Έπρεπε να περάσουν πέντε χρόνια από τη γέννηση της κόρης μου, και συνολικά δέκα χρόνια από τότε που άρχισα να δουλεύω, για να κερδίσω με το σπαθί μου, μια μεγάλη προαγωγή. Ήμουν πλέον γενικός διευθυντής στον εκδοτικό οίκο που δούλευα, και εκτός αυτού, είχα σχεδόν τη μισή ασφαλιστική εταιρεία, σε μετοχές, όπου δούλευε η Βίκυ. Ο λόγος; Ο ξαφνικός θάνατος του πεθερού μου, του πατέρα της Βίκυς. Ήταν αναπάντεχο. Όπως είπαν και οι γιατροί, το πούρο, τον είχε σκοτώσει. Με τις δουλειές, τόσο εγώ, όσο και η Βίκυ, το είχαμε ξεπεράσει. Η μικρή Αποστολία, ήταν το αντίδοτο για τη Βίκυ. Ο καιρός περνούσε. Η Βίκυ είχε εξ ολοκλήρου την ευθύνη της εταιρείας. Εγώ απλώς κρατούσα τις μισές μετοχές του πεθερού μου, που ουσιαστικά μου άνηκαν, αφού ο πεθερός μου μού τις είχε δώσει μέσω της διαθήκης του. Σαν γενικός διευθυντής στο εκδοτικό οίκο, είχα πολλές επιτυχίες στο ενεργητικό μου, καθώς τα περισσότερα βιβλία που εκδόθηκαν έγιναν best seller, οι μεγαλύτερες επιτυχίες στην Ελλάδα την εποχή εκείνη. Κάποια στιγμή, μου έγινε πρόταση από την εφημερίδα, να αφοσιωθώ στη συγγραφή ενός βιβλίου, γιατί αδικούμουν, όπως έλεγαν οι συνάδελφοι μου. Τελικά μετά από προτροπή και της γυναίκας μου, πείστηκα. Ήταν στα τέλη του ΄84, όταν και άρχισα να γράφω το πρώτο μου βιβλίο. Μετά από 3 μήνες, τον Φεβρουάριο του ΄85, το βιβλίο μου με τίτλο «Σκοτάδι και Χάος» ήταν πλέον σε όλα τα βιβλιοπωλεία της Ελλάδας και οι εκδόσεις φυσικά από τον εκδοτικό μου οίκο. Ένα τηλεφώνημα, τρεις εβδομάδες μετά την κυκλοφορία του βιβλίου μου, μου άλλαξε όλη τη ζωή. Το βιβλίο μου έγινε μεγάλη επιτυχία, σε σύντομο χρονικό διάστημα και πλέον ήμουν το επίκεντρο σε όλα τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Τηλεόραση, ραδιόφωνα, περιοδικά, εφημερίδες με κυνηγούσαν και όλοι περίμεναν με ανυπομονησία το επόμενο βιβλίο μου. Η δημοσιότητα, που με έκανε πανελληνίως γνωστό, με τρόμαξε. Δεν ήμουν 19
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
συνηθισμένος και μου ήρθαν όλα ξαφνικά. Η επιτυχία αυτή, ευτυχώς δεν είχε συνέπειες στην προσωπική μου ζωή. Είχα αρχίσει να σκέφτομαι τι θα έγραφα στο επόμενο βιβλίο, όταν ήρθε η μητέρα μου και μου είπε πως με αγαπάει και πως είναι πολύ περήφανη για μένα. Οι λέξεις αγάπη και περηφάνια ήταν οι κατάλληλες για τίτλο βιβλίου. «Αγάπη και Υπερηφάνεια» με θέμα πόσο μπορεί να αγαπήσει κάποιος κάποιον και να νιώσει για αυτόν υπερηφάνεια. Το άρχισα Απρίλιο και Ιούνιο το τελείωσα. Αρχές Ιουλίου κυκλοφόρησε και τον Αύγουστο ξεπέρασε σε πωλήσεις το πρώτο. Η επανέκδοση του βιβλίου δεν είχε προηγούμενο. Πουλήθηκε σε πέντε χώρες, Αγγλία, Γαλλία, Ισπανία, Γερμανία και Κύπρος. Είχα αρχίσει να γίνομαι πια, γνωστός και στην Ευρώπη. Ήταν θέμα χρόνου να αρχίσω να γράφω και το τρίτο βιβλίο, με την μητέρα μου να μου δίνει ιδέες και την Αποστολία να χαίρεται για την επιτυχία του μπαμπά της. Το τρίτο βιβλίο ήταν αφιερωμένο στις γυναίκες της ζωής μου, τη μητέρα μου, την γυναίκα μου και την κόρη μου Αποστολία. Ο ρόλος της γυναίκας στη ζωή ενός άνδρα αλλά και στην κοινωνία ήταν το θέμα που θα επικεντρωνόμουν στο τρίτο μου βιβλίο. Ο τίτλος πολλές φορές άλλαζε. Έπρεπε να περάσει σχεδόν ένας χρόνος για να αποφασίσω ποιο τίτλο θα έδινα. Τελικά κατέληξα στον τίτλο «Άρωμα Γυναίκας» Το κοινό που αγόραζε τα βιβλία μου σε κάθε βιβλίο μου αυξάνονταν και για μένα μια ακόμη επιτυχία ερχόταν. Το βιβλίο «Άρωμα Γυναίκας» έγινε όχι μόνο πανελλήνια επιτυχία αλλά best seller σε περισσότερες από πέντε χώρες. Η Σουηδία, η Ρωσία ήταν άλλες δυο ευρωπαϊκές χώρες που έγινε το βιβλίο επιτυχία ενώ και στο Σίδνευ και στη Μελβούρνη επανακυκλοφόρησε το «Σκοτάδι και Χάος». Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να αυξηθούν και οι πωλήσεις του πρώτου μου βιβλίου. Τα κέρδη, πολλά αλλά ποτέ δεν με διέφθειραν. Το «Άρωμα Γυναίκας» ήταν και είναι εξαιρετικά πολύ ωραίο βιβλίο. Ίσως από τα καλύτερα που είχε γράψει ο πατέρας μου. Το έχω διαβάσει αρκετές φορές και κάθε φορά είναι σαν το διαβάζω για πρώτη φορά. Μπορώ να πω ότι τα περισσότερα που έγραφε στο συγκεκριμένο βιβλίο, πηγή έμπνευσής του ήταν η μητέρα μου. Είχε ταυτίσει τη γυναίκα του βιβλίου με τη μητέρα μου. Όπως και μένα με το κοριτσάκι σε ένα από τα επόμενα του βιβλία μια συγκινητική ιστορία. Οι 20
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
περισσότερες ιστορίες στα βιβλία του ήταν αληθινές για αυτό και ο κόσμος του ήταν πιστός. Το τέταρτο βιβλίο μου, έπρεπε να περιμένει. Όχι ότι δεν είχα ιδέες , απλώς ήθελα να σταματήσω να γράφω για κάποιο χρονικό διάστημα. Μετά τις μεγάλες επιτυχίες, το όνομά μου ήταν γραμμένο δίπλα σε μεγάλους συγγραφείς της χώρας. Η δημοσιότητα και τα κέρδη, δεν με ενθουσίαζαν. Έγραφα για τον εαυτό μου, για την οικογένεια μου. Πάντα ήμουν προσγειωμένος ακόμη και μέχρι το τέλος μου. Τον Οκτώβριο του ΄85, έχασε την άνιση μάχη με τον καρκίνο, η πεθερά μου, η μητέρα της Βίκυς. Τρία χρόνια πριν ο ξαφνικός θάνατος του πατέρα της. Ο θάνατος, όμως, της πεθεράς μου, ήταν αναμενόμενος. Ήταν θέμα χρόνου. Δυστυχώς δεν κατάφερε να νικήσει τον καρκίνο που έκανε μετάσταση σχεδόν σε όλο της το σώμα παρά τις θεραπείες. Είχε ταλαιπωρηθεί πολύ. Η Βίκυ ήταν προετοιμασμένη όπως και η Αποστολία και εγώ. Αλλά δεν ήταν εύκολο να το ξεπεράσει. Ευτυχώς η δική μου μητέρα δεν είχε μέχρις στιγμή προβλήματα υγείας. Δύο χρόνια μετά, αποφάσισα να γράψω το βιβλίο μου. Το «Θεοί και Δαίμονες» ήταν ένας ελκυστικός τίτλος. Είχα συμμετάσχει σε αρκετά συνέδρια τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας αλλά και Ευρώπης. Η ύπαρξη του Θεού και του Χάρου, δαίμονα σχεδόν από όλες τις διαστάσεις. Ο Χριστός ως Υιός του Θεού, η ομορφιά αλλά και η καλοσύνη ως θεϊκές υπάρξεις, το όνειρο ως Θεός, ο δαίμονας όχι ως Χάρος αλλά και ως κακός μας σύμβουλος αλλά και ως εφιάλτης, τα σκοτεινά όνειρα. Είναι κάποια ερωτήματα που ήθελαν απάντηση και από τα συνέδρια που παρακολουθούσα μπορούσα να δώσω έστω και μια απάντηση σε ανθρώπους με απορίες πάνω σε τέτοια θέματα. Για το ποιοι είναι τελικά οι «Θεοί και Δαίμονες». Ολοκληρώθηκε αρχές του ΄88. Δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο του ΄88 και οι πωλήσεις ξεπέρασαν παγκοσμίως τα 14.238.00 αντίτυπα. Χίλια αντίτυπα λιγότερα από το «Άρωμα Γυναίκας». Για άλλη μια φορά ο κόσμος στάθηκε πιστός και μου το απέδειξε με τον αριθμό πωλήσεων στην Ελλάδα, 8.231.124 αντίτυπα. Το βιβλίο επανακυκλοφόρησε μετά από αρκετά χρόνια με διαφορετικό το εξώφυλλο. 21
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
«Σκοτάδι και Χάος»,«Αγάπη και Υπερηφάνεια», «Άρωμα Γυναίκας», «Θεοί και Δαίμονες». Τέσσερις μεγάλες μου επιτυχίες. Η συνέχεια ήταν ανάλογη. Ωστόσο αυτά τα βιβλία με έκαναν γνωστό και ήταν περισσότερο αγαπητά και σε μένα αλλά και σε όλον τον κόσμο. Χωρίς να σημαίνει ότι τα επακόλουθα βιβλία που έγραψα δεν αγαπήθηκαν από το κοινό. Μία ακόμη επιτυχία στο ενεργητικό μου ήταν το βιβλίο με τίτλο «Όνειρα, θερινής νυκτός». Ένα ακόμη, βιβλίο, το πέμπτο κατά σειρά, που έγινε γνωστό αλλά αγαπήθηκε ιδιαίτερα από το ελληνικό κοινό. Και αυτό γιατί η ιστορία του, είχε σχέση με τα όνειρα μιας κοπέλας, την εποχή του καλοκαιριού, που διαδραματίζονταν σε ένα νησί του Αιγαίου πελάγους. Συνδύαζε την παιδικότητα με την εφηβεία και την εφηβεία με την ενηλικίωση και την ενηλικίωση με τα γηρατειά. Ήταν από τα βιβλία που μπορούσαν να διαβάσουν όλες οι ηλικίες. Το συγκεκριμένο βιβλίο άρχισε να πουλάει περισσότερο, εκείνο το καλοκαίρι του’ 88. Εκείνο το καλοκαίρι, ήταν το πρώτο καλοκαίρι, που καταφέραμε να πάμε, οικογενειακώς, επιτέλους, διακοπές και αυτό γιατί λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων τόσο εγώ όσο και η Βίκυ, αδυνατούσαμε να βρούμε χρόνο για διακοπές. Είχε έρθει η ώρα, όμως, να πάμε ένα ταξιδάκι. Όπως πάντα, η Αποστολία ήταν αυτή που κανόνιζε που θα πάμε, πως θα πάμε, που θα μείνουμε και τι θα κάνουμε τις μέρες εκείνες. Με λίγα λόγια ότι και να λέγαμε, δεν άκουγε. Ήθελε να πάμε Μυτιλήνη και πήγαμε. Μείναμε για τέσσερις μέρες στη Μυτιλήνη και άλλες τέσσερις στη Λέσβο. Ήταν όμως από τα καλύτερα καλοκαίρια που είχα περάσει με την Βίκυ και την δεκάχρονη πλέον Αποστολία, η οποία όλη την ώρα έτρεχε πέρα δώθε και εγώ να την παρακολουθώ. Από το τέλος των διακοπών και του καλοκαιριού αλλά και μέχρι το τέλος του έτους 1988 η ζωή μας κυλούσε ήρεμα. Που και που είχαμε κάποια καβγαδάκια με την Βίκυ αλλά πάντα βρίσκαμε λύση. Όσο για την Αποστολία, απολάμβανε τα παιχνίδια και όταν έρχονταν η στιγμή για διάβασμα γκρίνιαζε. Ήθελε πάντα ένα αδελφάκι αλλά ποτέ δεν καταφέραμε με τη Βίκυ να της χαρίσουμε ένα. Οι επαγγελματικές υποχρεώσεις ήταν πολλές. 1989: Μια χρονιά που ίσως η επιτυχία που είχα στο κοινό πήρε διαστάσεις καθώς τα κανάλια στην τηλεόραση ολοένα και 22
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
αυξάνονταν. Εκτός της κρατικής τώρα είχαμε και την ιδιωτική. Πολλές νέες εκπομπές σε ΕΡΤ αλλά και σε νέα κανάλια όπως ο ANT1 και το MEGA έδιναν και έπαιρναν. Κάποιες από τις εκπομπές αυτές μου είχαν κάνει επανειλημμένως πρόταση να εμφανιστώ ζωντανά. Η απάντηση που έπαιρναν ήταν πάντα αρνητική. Ωστόσο η εκπομπή που έκανε ένας φίλος μου από το στρατό ο Ερμής, ήταν η αφορμή να εμφανιστώ για πρώτη φορά στην τηλεόραση. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα καθόλου καλές σχέσεις με την τηλεόραση και γενικά με τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Εκείνη τη χρονιά είχα γράψει δυο βιβλία. Το ένα βιβλίο εκδόθηκε στα τέλη Φεβρουαρίου με τίτλο «Ηλιοβασίλεμα» με απλές ιστορίες με επίκεντρο τον ήλιο, τη δύση του ήλιου. Το συγκεκριμένο βιβλίο μετά από χρόνια έγινε τηλεοπτική σειρά στο MEGA με διαφορετικό τίτλο αλλά με αυτοτελή επεισόδια όπως και οι ιστορίες στο βιβλίο μου. Στο δεύτερο βιβλίο ασχολήθηκα με το περιβάλλον, αρκετά σοβαρό θέμα για όλο τον πλανήτη. Το βιβλίο αυτό με τίτλο «Πλανήτης ΓΗ» ενημέρωνε τον κόσμο πως πρέπει να σώσει τον πλανήτη. Δεν ήταν παραμύθι ούτε μυθιστόρημα. Ήταν ένα βιβλίο σαν εγκυκλοπαίδεια και αυτό γιατί είχε διάφορα άρθρα από διάφορους συγγραφείς. Ήταν συνεργασία πολλών ανθρώπων. Ήταν για μένα η καλύτερη δουλειά που είχα κάνει και αυτό γιατί γνώρισα και συνεργάστηκα με πολλούς ανθρώπους με οικολογική συνείδηση. Το βιβλίο αυτό ήταν κι η αρχή για νέα ντοκιμαντέρ στην Ελλάδα αλλά και σε όλο τον κόσμο. Επτά βιβλία, επτά διαφορετικές ιστορίες, επτά εξώφυλλα που σχεδιάστηκαν από εξειδικευμένους σχεδιογράφους, επτά διαφορετικοί τίτλοι με ένα κοινό: εμένα τον συγγραφέα. Για όλες τις ηλικίες, όλα τα γούστα. Για επόμενο βιβλίο ούτε λόγος. Είχα τελειώσει από αυτό το κομμάτι. Επτά βιβλία ήταν αρκετά και δεν ήθελα να κουράσω και τον κόσμο που με πίστεψε και με στήριξε. Είχα φτάσει στα 42 μου, όταν πήρα την απόφαση να εγκαταλείψω οριστικά τη συγγραφή βιβλίων. Για τέσσερα χρόνια, μέχρι και τα 45 μου, άρχισα να μεταφράζω κάποια κείμενα, είτε ξένα είτε αρχαία. Συνολικά θυμάμαι έκανα κοντά στις σαράντα μεταφράσεις. Αυτό ονειρευόμουν από μικρός, να ασχοληθώ με τις
23
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
μεταφράσεις. Μόνο για τέσσερα χρόνια. Δεν ήταν αρκετό για μένα αλλά τουλάχιστον κατάφερα να εκπληρώσω το παιδικό μου όνειρο. Το 1994, η χρονιά που σταμάτησα τις μεταφράσεις κειμένων, ήταν και μια δύσκολη χρονιά για μένα. Την τελευταία μέρα και αφού παρέδωσα ολοκληρωμένη τη μετάφραση, επιστρέφοντας στο σπίτι μου, αντίκρισα τη μητέρα μου ΄΄χάμω΄΄ κάτω. Προσπάθησα να της βρω σφυγμό αλλά δεν έβρισκα. Πήρα τηλέφωνο στο νοσοκομείο να έρθουν γρήγορα. Την ώρα που έφτανε το ασθενοφόρο στο σπίτι και την έπαιρνε, επέστρεφε η Βίκυ με την Αποστολία. Τους εξήγησα ότι μπορούσα καθώς δεν ήξερα ούτε καν εγώ ο ίδιος τι είχε γίνει. Το μόνο που είχα καταλάβει και που μου είχαν πει και αυτοί που την μετέφεραν στο φορείο ήταν ότι είχε ΄΄φύγει΄΄. Μια λέξη που δεν ήθελα να ακούω αλλά και να πιστέψω για αρκετό καιρό. Δεν ήθελα να πιστέψω ότι ο άνθρωπος που με έφερε στη ζωή και αγάπησα περισσότερο δεν υπήρχε στη ζωή μου. Παρασκευή 13 Μαΐου 1994 μια μέρα που δεν θα ξεχάσω. Κάθε χρόνο τέτοια μέρα θα τη θυμάμαι. Δε θα τη ξεχάσω ποτέ τη γιαγιά μου. Μετά από πάρα πολλά χρόνια μου έρχεται στην μνήμη μου εκείνη η περίοδος…ήταν μια δύσκολη περίοδος για όλους μας. Το στήριγμα του πατέρα μου , το στήριγμα το δικό μου ήταν εκείνη. Η γιαγιά μου η Αποστολία. Έφυγε έτσι απλά χωρίς να έχει προβλήματα υγείας απλά από γεράματα. Δεν ξέρω πόσο καιρό έκανα για να πιστέψω κι εγώ τον χαμό της για να πιστέψω ότι δεν θα την ξαναέβλεπα…Ο πατέρας μου πάντως δεν το ξεπέρασε ποτέ κι ας το έκρυψε. Πολλές φορές τον έβλεπα να κλαίει και καταλάβαινα το λόγο. Σε κάθε γιορτή των Χριστουγέννων, το Πάσχα αλλά και μέρες άγιες τη θυμόμασταν και λέγαμε «τέτοιες μέρες ήταν εδώ ήμασταν όλοι μαζί…μακάρι να ήταν εδώ». Ένα χρόνο μετά τον Μάρτιο του 1995, γυρνώντας από τη δουλειά μαζί με τη Βίκυ και την Αποστολία, δέχτηκα ένα τηλέφωνο να παρευρεθώ σε μια απονομή βραβείων…Μια βδομάδα αργότερα με βράβευσαν για την προσφορά μου στην λογοτεχνία …Εκείνη τη βραδιά με παρακάλεσαν όλοι οι παρευρισκόμενοι να γράψω το όγδοο μου βιβλίο…Τους είπα ότι δεν έχω άλλες ιδέες και φαντασία για να γράψω κάτι αξιόλογο. Εκείνοι επέμειναν…εγώ απλά είπα «θα δούμε» Αυτά τα πέντε χρόνια, από τότε δηλαδή που σταμάτησε να γράφει ο πατέρας μου και μετά, για μένα ίσως να ήταν και τα καλύτερα. Αν και είχαν γίνει αρκετές προτάσεις στο πατέρα μου να γράψει και 24
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
άλλα βιβλία πάντα η απάντηση θα ήταν αρνητική. Εγώ απλά κατάφερα να τον κάνω να το ξανασκεφτεί. Ήμουν πλέον 16 χρονών και όπως έλεγε ο πατέρας μου, ήμουν αρκετά έξυπνη και κατάφερα να μην τον διαψεύσω αφού μέσα σε ένα χρόνο κατάφερα να πάρω το δίπλωμα στην Αγγλική και στη Γερμανική γλώσσα αλλά και στην χρήση υπολογιστών. Και δυο χρόνια μετά να μπω στην Νομική Σχολή Αθηνών. Ο πρώτος στόχος μου επετεύχθη αλλά ο δεύτερος μου που ήταν να κάνω τη δική μου οικογένεια δεν επετεύχθη αμέσως αφού με τον πατέρα μου είχαμε κάποιες διαφωνίες. Από το ΄95, που δέχτηκε ο πατέρας μου πρόταση να γράψει ένα ακόμη βιβλίο μέχρι και την ενηλικίωση μου αλλά και τη γνωριμία του με τον Κωνσταντίνο, έκανα ότι μπορούσα για να πείσω τελικά τον πατέρα μου να γράψει το όγδοο του βιβλίο. Ήμουν 22 χρονών όταν και τελικά είχε αρχίσει να γράφει το βιβλίο του. Μετά από πολλές προτάσεις αλλά κι επιμονή της κόρης μου είπα το ναι για ένα ακόμη βιβλίο μου, το όγδοο βιβλίο μου. Σε ηλικία 54 ετών το τελευταίο μου βιβλίο θα ήταν για τη ζωή μου…θα ήθελα να ξέρει ο κόσμος ότι παρά την αγάπη του ποτέ δεν ήθελα τα πολλά λεφτά και πολύ περισσότερο ότι δεν με ενδιέφερε η φήμη που είχα αποκτήσει. Δεν ήξερα από πού να αρχίσω κι αν έπρεπε να παραλείψω κάποια πράγματα από τη ζωή μου που δεν ήταν και τόσο σημαντικά όχι για μένα αλλά για τον κόσμο. Είχα σκεφτεί όμως ότι θα ήθελα να γράψω όλο το βιβλίο μου πάνω στη μητέρα μου, στην γυναίκα μου και στην κόρη μου. Ήθελα να το αφιερώσω στην κόρη μου και μέσα από το βιβλίο να μάθαιναν ο εγγονός μου ή τα εγγόνια μου για τον παππού τους για μένα. Για τα εγγόνια του; Ήξερε λοιπόν. Ναι ήξερε όλη την αλήθεια. Όταν πρωτάρχισε να γράφει το τελευταίο του βιβλίο ήμουν έγκυος αλλά δεν του το είπα. Αντίθετα μετά από ένα καβγά που είχαμε σχετικά με τον Κωνσταντίνο έφυγα από το σπίτι λέγοντας του ότι «εγώ τον Κωνσταντίνο θα τον πάρω , ο κόσμος να χαλάσει και δεν με ενδιαφέρει αν δεν είναι ισάξιος με μένα… κι εσύ όταν παντρεύτηκες την μητέρα μου στην ίδια μοίρα ήσουν…δεν είχες λεφτά μόνο μια σχολή τελείωσες αν δεν ήταν αυτή δεν θα έκανες τίποτα απ΄όσα έχεις καταφέρει» . Αυτά τα λόγια δεν ήθελα να τα πω αλλά εκείνη τη στιγμή είχα θολώσει είχα ένα παιδί μέσα μου και δεν θα το μεγάλωνα μόνη μου επειδή ο πατέρας μου δεν δεχόταν τη σχέση μου. Η μόνη που ήξερε την αλήθεια περί εγκυμοσύνης ήταν η μητέρα μου. Στον πατέρα μου δεν τόλμησα να πω την αλήθεια παρά μόνο όταν πια είχα στα χέρια μου τον γιό μου, τον Αλέξανδρο.
25
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
Ήταν 12 Οκτωβρίου του 2002 ,μετά από 1 χρόνο και κάτι, όταν δέχτηκα ένα τηλέφωνο στο σπίτι μου.. ήταν η μητέρα μου και μου έλεγε να πάω στο σπίτι τους τώρα αμέσως. Ταράχτηκα τι να ήθελαν να μετάνιωσαν. Για να μάθαινα έπρεπε να πάω… Δεν άργησα να φτάσω στο σπίτι που είχα μεγαλώσει όταν μου άνοιξε η μητέρα μου χωρίς να προλάβω να χτυπήσω το κουδούνι της πόρτας. Χάρηκε που με είδε. Όπως κι εγώ. Ρώτησα να μάθω τι έγινε και γρήγορα πήρα μια απάντηση που δεν περίμενα να ακούσω ή μάλλον ήλπιζα ότι κάποια στιγμή θα άκουγα « ο πατέρας σου σε θέλει, θέλει να σου ζητήσει συγνώμη και να σου ζητήσει να φέρεις να δει τον εγγονό του τον Αλέξανδρο…κάνε του τη χάρη σε παρακαλώ είναι στα τελευταία του» . Η μητέρα μου κλαίγοντας με αγκάλιασε και μένα στο μυαλό μου στριφογυρνούσε η τελευταία της λέξη «στα τελευταία του». Προσπάθησα να συνέλθω και να τη ρωτήσω που ήταν για να τον δώ… Ήταν επάνω στο γραφείο του εμφανώς κουρασμένος. Η μητέρα μου τον μάλωσε που σηκώθηκε από το κρεβάτι αλλά εκείνος δεν την άκουγε.. στη θέα του ότι ήμουν εκεί δεν άκουγε τίποτα… μόνο εμένα έβλεπε και μετά λιποθύμησε. Πίστεψα πως είχε πεθάνει και άρχισα να κλαίω αλλά η μαμά μου μού είπε ότι απλά έχασε τις αισθήσεις του. Έπρεπε να περάσουν είκοσι λεπτά όταν κι άνοιξε τα μάτια του και με είδε ξανά. «Ήρθες» μου είπε και εγώ του απάντησα θετικά. Ήμασταν οι δυο μας στο δωμάτιο πήγε κάτι να μου πει και μετά έπεσε σε λήθαργο. Εκείνο το βράδυ ευτυχώς δεν ήταν το τελευταίο του. Η κόρη μου ήρθε κι ο εγγονός μου ο συνονόματος ο Αλέξανδρος μου είναι εδώ μαζί μου και δεν τον χορταίνω. Ελπίζω να προλάβω να δω τον γάμο της κόρης μου και μετά να φύγω ήσυχος. Ναι την επομένη μέρα του είχα πάει τον μικρό Αλέξανδρο στο σπίτι να τον δει και από τότε δεν ξανάφυγα από το σπίτι…Συμφωνήσαμε και για το γάμο. Μέσα στο τέλος της εβδομάδος θα παντρευόμουν και με θρησκευτικό γάμο. Ο πατέρας μου για πρώτη φορά μετά από πάρα πολύ καιρό ήταν και πάλι πολύ χαρούμενος. Όσο για τη μέρα του γάμου ήταν πολύ ευτυχισμένος. Ο μικρός και ο μεγάλος Αλέξανδρος ήταν μαζί αχώριστοι…μέχρι τέλους του μήνα. Μετά θα ξαναχώριζαν αλλά αυτή τη φορά για πάντα. Την Πέμπτη 31 Οκτωβρίου του 2002 σε ηλικία 55 ετών , ο Αλέξανδρος Πετρόπουλος άφησε την τελευταία του πνοή, ο καρκίνος τον είχε νικήσει. Την επόμενη μέρα στις 1 Νοέμβρη τον είδα για τελευταία φορά, λίγο πριν τον κατεβάσουν κάτω «6 μέτρα κάτω από την γη» όπως έλεγε κι εκείνος. Έκανα να γυρίσω να δω τον μικρό Αλέξανδρο που τον κρατούσε ο πατέρας του, ο Κωνσταντίνος και είδα ότι οι άνθρωποι που πέρασαν από τη ζωή του πατέρα μου ήταν όλοι εκεί ο Διονύσης με την Άννα, ο νονός μου Οδυσσέας με την νονά μου 26
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
Εύα , ο Μανώλης, ο Αποστόλης, ο Κυριάκος, ο Ηλίας, ο Γιάννης, ο Κωνσταντίνος, ο Πάτροκλος και ο Ερμής με τις συζύγους τους. Να μπορούσε να τους δει όλους μαζί… Χρειάστηκα πολύ χρόνο ή καλύτερα χρόνια για να δεχτώ ότι ο πατέρας μου δεν ζούσε πια. Η μητέρα μου με χρειαζόταν κι εγώ δεν της στάθηκα όσο θα έπρεπε. Άργησα να πάω πάλι πίσω στο σπίτι που μεγάλωσα αλλά έπρεπε να το κάνω. Η μητέρα μου με παρακάλεσε να τη βοηθήσω να κατεβάσουμε στο υπόγειο κάτω κάποια πράγματα του ή καλύτερα να τα μεταφέρουμε στη σοφίτα εκεί που ο ίδιος κλεινόταν και έγραφε τα βιβλία του. Τα περισσότερα τα είχαμε μεταφέρει απλά χρειάστηκε κι ένα ξεσκόνισμα το οποίο θα το έκανα εγώ όπως υποσχέθηκα στη μητέρα μου. Πήγα κι αγόρασα μια μικρή βιβλιοθήκη για να βάλω τα βιβλία του πατέρα μου και κάποιες σημειώσεις του, για να μην είναι σκόρπια. Χρειάστηκα μέρες για αυτή τη δουλειά και ευτυχώς στο δικηγορικό γραφείο που είχα δεν είχα πολλά ραντεβού. Είχε πια καλοκαιριάσει κόντευαν και οι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αθήνα και το συμμάζεμα έμεινε λίγο πίσω. Ο Αλέξανδρος όσο μεγάλωνε τόσο ζωήρευε, η δουλειά μου ολοένα και αυξανόταν, η μητέρα μου μετά από καιρό ήταν και πάλι καλά χάρη στη στήριξη της νονάς μου Εύας , η οποία καθημερινώς την επισκεπτόταν. Κάποιες στιγμές κυρίως στα δύσκολα, θυμόμουν και τον μπαμπά μου μού έλειπε πολύ…τις τελευταίες του μέρες τις έζησα έντονα και θυμόμουν ακριβώς τι έκανε. Ακόμα και στο τέλος του κάτι έγραφε αλλά τι; Ήθελα να μάθω και ήμουν σίγουρη ότι κάτι θα έβρισκα στη σοφίτα. Παρασκευή θυμάμαι ήταν, τέλος Ιουλίου του 2004 όταν πήγα στο σπίτι και είδα στον κήπο τη μητέρα μου και τη νονά μου που έπιναν καφέ και μιλούσαν. Της χαιρέτησα, μιλήσαμε για λίγο και μετά μπήκα στο σπίτι όπου και ανέβηκα στη σοφίτα πολύ γρήγορα. Έψαχνα πολύ ώρα μήπως και βρω κάποια χαρτιά στα οποία ο πατέρας μου έγραφε λίγο πριν πεθάνει , όταν κι έπεσε το μάτι μου σε ένα χαρτί που έγραφε ΄΄δεν ξέρω αν θα καταφέρω να ολοκληρώσω το βιβλίο που υποσχέθηκα στην κόρη μου…πριν από λίγες μέρες έμαθα ότι έχω καρκίνο σε προχωρημένο στάδιο και δεν υπάρχει θεραπεία…αυτό το βιβλίο όμως είναι η επιστροφή της κόρης μου στο σπίτι της. Σήμερα έμαθα ότι γέννησε θέλω πολύ να δω τον εγγονό μου…θα προλάβω;΄΄ Μα από πού ήρθε αυτό το χαρτί ήταν σκισμένο. Έψαξα για 5 λεπτά μέχρι που βρήκα ένα κουτί και εκεί μέσα, μέσα σε χαρτιά γραμμένες όλες οι αναμνήσεις του πατέρα μου. Μου πήρε μέρες για να τα διαβάσω όλα και να τα βάλω σε μια σειρά. Στην αρχή πίστεψα ότι ήταν κάτι σαν ημερολόγιο αλλά όχι ήταν το τελευταίο του βιβλίο το 27
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΤΙΓΜΕΣ MY STORIES
οποίο δεν πρόλαβε να το τελειώσει και να το εκδώσει. Κι αυτό θα το κάνω εγώ. Είναι το μόνο που μπορώ να κάνω. Για να τον θυμάμαι. Τον Σεπτέμβριο είχα ολοκληρώσει το βιβλίο του αλλά ο τίτλος ήταν αυτός που με είχε δυσκολέψει. Τι τίτλο να έβαζα; ΄΄Τα απομνημονεύματα΄΄; Τι; Για μέρες έψαχνα τι τίτλο θα έδινα. Ο πιο ωραίος τίτλος ήταν ΄΄Το ημερολόγιο μιας… ζωής΄΄ μπορεί να μην ήταν ημερολόγιο αλλά ήταν η ζωή του και στο ημερολόγιο γράφουμε τη ζωή μας παραλείποντας κάποια πράγματα. Ο πατέρας μου δεν έγραφε όλη του τη ζωή είχε παραλείψει κάποια ασήμαντα πράγματα. Το βιβλίο κυκλοφόρησε στις 10 Οκτωβρίου σε όλον τον κόσμο και έγινε παγκόσμια επιτυχία. Για πρώτη φορά (αυτό)βιογραφία ελληνικού συγγραφέα έγινε τεράστια επιτυχία στα ελληνικά δεδομένα και έγινε μέχρι και σειρά σε πετυχημένο κανάλι της δημόσιας τηλεόρασης. Ο εκδοτικός οίκος του πατέρα μου είναι ο πιο γνωστός στην Ελλάδα και έχει εκδώσει πολλά βιβλία που έγιναν best seller. Τα βιβλία του πατέρα μου μέχρι και σήμερα κυκλοφορούν καθώς έχουν επανεκδοθεί με διαφορετικό εξώφυλλο. Για τον πατέρα μου….
28