ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Β’ ΛΥΚΕΙΟΥ 2014 – 2015 ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ 18ο αι. ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΡΡΟΕΣ ΤΟΥΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΖΑΦΕΙΡΑΤΟΣ ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ ΡΟΔΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΧΡΥΣΤΟΠΟΥΛΟΥ ΧΑΡΑ ΓΚΕΚΗ
Υπεύθυνος καθηγητής: Δρ. Παντελής Σ. Αποστολόπουλος
1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ.................................................................................3 1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ.............................................................................4-7 2ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ.............................................................................8-10 Κλασικισμός.........................................................8 Ιστορισμός...........................................................9 Εκπλετισμός.........................................................10 3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ............................................................................11-14 4o ΚΕΦΑΛΑΙΟ............................................................................15-19
2
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Στην παρούσα ερευνητική εργασία οι μαθητές της Β’ Λυκείου του Ιδιωτικού Εκπαιδευτηρίου «Αναγέννηση» υπό την επίβλεψη του εκπαιδευτικού μελέτησαν ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ 18ο αι. ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΡΡΟΕΣ ΤΟΥΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ. Μελετήθηκαν τόσο η αρχιτεκτονική των παλαιότερων εποχών όσο και της σύγχρονης εποχής. Επιλογή του θέματος έγινε λαμβάνοντας υπόψη δύο βασικές παραμέτρους: α) την ψηφοφορία των μαθητών και β) την εξειδίκευση του επιβλέποντα καθηγητή. Πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια εκπόνησης της Ερευνητικής Εργασίας-Project για το σχολικό έτος 2014-2015.
3
1ο Κεφάλαιο: Εισαγωγή ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ 18ου ΑΙΩΝΑ Η μπαρόκ αρχιτεκτονική εμφανίζεται στις αρχές του 17ου αιώνα στην Ιταλία και γρήγορα εξαπλώνεται και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Δανείζεται το αισθητικό λεξιλόγιο της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής και το χρησιμοποιεί με έναν πιο θεατρικό, πιο ρητορικό και πιο επιδεικτικό, εκφράζοντας τον θρίαμβο της απολυταρχικής εξουσίας και της εκκλησίας. Νέες αρχιτεκτονικές αντιλήψεις για το χρώμα, το φως και τη σκιά χαρακτηρίζουν το μπαρόκ. Σε γενικές γραμμές η μπαρόκ αρχιτεκτονική χαρακτηρίζεται από την άφθονη και υπερβολική χρήση των υλικών, παιχνιδιών σκιάς και φωτός, καθώς και χρώματος.Το μπαρόκ συχνά ταυτίζεται με την Αντιμεταρρύθμιση, αν και υιοθετήθηκε επίσης και από την ελίτ των προτεσταντικών χωρών της Βόρειας Ευρώπης και των σλαβικών ορθόδοξων χωρών. Ωστόσο είναι γενικώς αποδεδειγμένο και αποδεκτό πως η μπαρόκ αρχιτεκτονική γεννήθηκε στη Ρώμη, και πως η γέννησή της είναι συνεπακόλουθη της γέννησης της Αδελφότητας του Ιησού, η οποία ιδρύθηκε με απώτερο στόχο να ενισχύσει την χαμένη επιρροή της Καθολικής Εκκλησίας και να εκχριστιανίσει το Νέο Κόσμο. Το τελευταίο δημιούργημα του Μιχαήλ Άγγελου, η βασιλική του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό μπορεί να θεωρηθεί ως προάγγελος του μπαρόκ στην αρχιτεκτονική με τις κολοσσιαίες διαστάσεις της.
4
Στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα στην Ευρώπη η φιλοσοφία του Διαφωτισμού οδήγησε στη διαμόρφωση νέων αντιλήψεων για τον κόσμο, οι οποίες στηρίχτηκαν στη λογική και στην πίστη για τη διαρκή ανθρώπινη πρόοδο. Η επιστημονική έρευνα ανοίγει νέους δρόμους, ενώ οι αλλαγές στις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές δομές των κρατών είναι πολύ μεγάλες. Η εξέλιξη της τεχνολογίας και οι εφευρέσεις στοχεύουν στην ευτυχία του ανθρώπου και της ανθρώπινης κοινωνίας. Το πρώτο μισό του 19ου αιώνα ο δυτικός κόσμος γνωρίζει μια σειρά από ριζικές ανακατατάξεις. H Γαλλική Επανάσταση (1789-1796) θέτει νέες βάσεις στην οργάνωση της κοινωνίας, της πολιτείας και του κράτους, καθώς και στη σχέση του ανθρώπου με το κοινωνικό σύνολο. Τα δικαιώματα του ανθρώπου, η ατομική ελευθερία, η έννοια του έθνους και του ελεύθερου πολίτη, η πολιτική αρετή και η συλλογική πρόοδος χαρακτηρίζουν το τέλος του 18ου και την αρχή του 19ου αιώνα. Η ραγδαία εκβιομηχάνιση, που ξεκίνησε από την Αγγλία και στηριζόταν στις συνεχείς προόδους της επιστήμης και της τεχνικής, καθώς και η ανάπτυξη του εμπορίου οδήγησαν σε μια νέα κατανομή του κέρδους και στην κοινωνική άνοδο της αστικής τάξης. Πλήθη κόσμου συγκεντρώνονται στις πόλεις, οι οποίες γνωρίζουν τεράστια ανάπτυξη. Νέοι κόσμοι ανακαλύπτονται και καινούριες αποικίες προστίθενται στα κράτη της Ευρώπης. Με τον όρο "Νεοκλασικισμός" εννοούμε το ρεύμα της τέχνης που επικράτησε από το 1750 περίπουέως τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα και εξέφρασε το θεωρητικό προβληματισμό της εποχής, την επαναστατική ορμή και τα υψηλά οράματα της κοινωνίας. Σύμφωνα με τις αρχές του Διαφωτισμού, κάθε επιστημονική εξέλιξη θα έπρεπε να 5
οδηγεί τον άνθρωπο στην αθωότητα που χαρακτήριζε τα πρωτόγονα όντα και στη δημιουργία ενός κόσμου στον οποίο θα κυβερνά ο νόμος της λογικής και της ισότητας. Τα έργα τέχνης της κλασικής αρχαιότητας, σύμφωνα με τη φιλοσοφία της εποχής, θα μπορούσαν να αποτελέσουν το πρότυπο αυτής της θεωρητικής σκέψης. Η μίμηση της αρχαιότητας θα οδηγούσε έτσι στο πλησίασμα της απλότητας της φύσης, όπου κυριαρχεί το αληθινό, το μέτρο και ο κανόνας, με αποτέλεσμα την ηθική και την πολιτική αναγέννηση της ανθρωπότητας. H ελληνική τέχνη αναγνωρίζεται ως ο "ιδανικός τύπος" και, μέσα από τη μίμησή της, ο καλλιτέχνης του Νεοκλασικισμού στοχεύει στη μίμηση της φύσης και συνεπώς του ιδεώδους. Ως εκ τούτου, η μίμηση αυτού του "ιδανικού τύπου" μπορεί να διαφυλάξει τις αισθητικές και τις ηθικές αξίες που δε χάθηκαν με το πέρασμα του χρόνου. Το μεγαλείο της ψυχής, η ομορφιά των σωμάτων, οι ηθικές αξίες, η πολιτική αρετή, η μελωδικότητα της γλώσσας, το κλίμα είναι τα στοιχεία στα οποία βασίζεται ητελειότητα των έργων της ελληνικής τέχνης κατά το Βίνκελμαν (J.J. Winckelmann, 1717-1768), τον κυριότερο θεωρητικό του Νεοκλασικισμού. Τα έργα των καλλιτεχνών θα έπρεπε να διαποτίζονται από την "ευγενική απλότητα και το ήρεμο μεγαλείο" των έργων της κλασικής αρχαιότητας. H ελληνική αλλά και η ρωμαϊκή αρχαιότητα αποτέλεσαν αισθητικά αλλά και ηθικά πρότυπα, και οδήγησαν σε πολλές θεωρητικές διαμάχες, διεκδικώντας πότε η μία και πότε η άλλη τα πρωτεία της τέχνης. Τα κριτήρια εξαρτιόνταν κάθε φορά από τις ιστορικές επιλογές των κοινωνιών. Για παράδειγμα, η δημοκρατική 6
περίοδος της ρωμαϊκής ιστορίας θεωρήθηκε πρότυπο για τη Γαλλική Επανάσταση, ενώ η αυτοκρατορική Ρώμη υπήρξε το πρότυπο της ναπολεόντειας Γαλλίας. Για τους νέους καλλιτέχνες της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Γερμανίας το ταξίδι στη Νότια Ευ ρώπη αποτελούσε μέρος της εκπαίδευσής τους. Αρχιτέκτονες, ζωγράφοι, γλύπτες ταξίδευαν στις κοιτίδες των αρχαίων πολιτισμών και τροφοδοτούσαν τη φαντασία τους, ενώ ταυτόχρονα επιδίδονταν σε μια λεπτομερή μελέτη των αρχαιοτήτων. Παράλληλα, οι αρχαιολογικές ανασκαφές στην Ηράκλεια και την Πομπηία έφεραν στην επιφάνεια νέα ευρήματα και συνεπώς νέες ευκαιρίες μελέτης των αρχαιότερων πολιτισμών. Η προσέγγιση της κλασικής αρχαιότητας συνοδευόταν από την πίστη στα σύγχρονα ιδανικά και στη σύγχρονη πραγματικότητα των εθνών, που διαμορφώθηκαν στην αρχή του 19ου αιώνα. 0 Νεοκλασικισμός αντιτίθεται στον υπερβολικό χαρακτήρα και στην πολύπλοκη έκφραση της τέχνης του Μπαρόκ, καθώς και στην ελαφρότητα και τη διάσπαση της μορφής του Ροκοκό. Επιδιώκει τη μετάδοση των αισθητικών αρχών που πηγάζουν από την πίστη στην αρμονία της φύσης, στη λογική και στην αντανάκλαση της ηθικής διαύγειας, της απλότητας, της κάθαρσης.
7
2ο Κεφάλαιο:19ΟΥ ΑΙΩΝΑ ΚΛΑΣΙΚΙΣΜΟΣ Ο κλασικισμός είναι ένα πολιτισμικό, αισθητικό και καλλιτεχνικό κίνημα της Γαλλίας, αλλά και ευρύτερα της Ευρώπης, του 18ου και 19ου αιώνα . Γνώρισε μεγάλη άνθιση κατά τον 18ο αιώνα και εκφράστηκε σε όλες τις μορφές της τέχνης: την αρχιτεκτονική, τη μουσική, τη ζωγραφική και τη λογοτεχνία (κυρίως τη θεατρική). Αντικατέστησε το μπαρόκ και έδωσε τη θέση του στον ρομαντισμό, πριν γνωρίσει μία νέα άνθηση με τον νεοκλασικισμό.
8
ΙΣΤΟΡΙΣΜΟΣ OΙστορισμός ένα ρεύμα που αναπτύσσεται κατά το 19οαι. Και χαρακτηρίζεται απ΄υιοθέτηση και επαναδιαπραγμάτευση γνώριμων τεχνοτροπιών (στυλ) του παρελθόντος όπως την κλασσική, τη γοτθική,την αναγεννησιακή αρχιτεκτονική κ.α.Μέσα σε αυτα τα πλαίσια κινείται και η εμγάνιση της νεοκλασσικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα. Σημαντική φυσιογνωμία του ιστορισμού είναι αυτή του Ευγένιου – Εμμανουήλ Βιολέ-λε-Ντυκ, ενός συντηρητή – αναστηλωτή, του οποίου οι αρχιτεκτονικέ ς ερμηνείες κατά το τρίτο τέταρτο του 19ου αιώνα επηρέασαν σημαντικά τα εννοιολογικά εργαλεία της μοντέρνας αρχιτεκτονική ς. Η δεκάτομή του Λεπτομερής εγκυκλοπαίδεια της γαλλικής αρχιτεκτονικής από τον 11ο έως τον 16ο αιώνα που κυκλοφόρησε ανάμεσα στο 1854 και το 1868, εξέφρασε μια αρχιτεκτονική θεωρία βασισμένη σε μεγάλο βαθμό στην εξεύρεση των ιδανικών μορφών για συγκεκριμένα υλικά, και η χρήση αυτών των μορφών για τη δημιουργία κτηρίων. Έτσι στα κείμενά του επικεντρώνεται στην ιδέα ότι τα υλικά αυτά θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με «ειλικρίνεια», ενώ τονίζει ότι «η συνεπής εφαρμογή των αρχών της λογικής καθίσταται κινητήρια δύναμη της προόδου, φέρνοντας την αρχιτεκτονική στο επίκεντρο της νεωτερικής κοινωνίας»
9
ΕΚΛΕΠΤΙΣΜΟΣ Ο Εκπλετισμόςεμφανίστηκε στο β΄μισό του 19ου αι. Σαν μια προσπάθεια ανανέωσης του μορφολογικού λεξιλογίου με ανάμειξη διακοσμητικών στοιχείων από διάφορα στυλ.Επί της ουσίας εκφράζει μια διακοσμητική αντιμετώπιση της αρχιτεκτονικής μορφολογίας αποδεσμευμένη από τις αυστηρές αρχές οργάνωσης που χαρακτήριζαν τους ιστορικούς ρυθμούς.Κινείται σε ένα πνεύμα ανανέωσης με τη σύνθεση μορφών και στοιχείων από διαφορετικούς ιστορικούς ρυθμούς.Στην Ελλάδα εμφανίζεται λίγο ετεροχρονισμένα περίπου το 1900.Βέβαια στη Θεσσαλονίκη και γενικότερα στη Βόρειο Ελλάδα είχαν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται από τα μέσα του 19ουαιώνα δείγματα απελευθερωμένης αισθητικής αντίληψης και αισθητικού πλουραλισμού που φανερώνουν τον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα της περιοχής.Αυτή τη διάθεση ανανέωσης εκφράζεται κυρίως από το ύφος της Beaux-Arts.Την εποχή αυτή η παρίσινη σχολή έχει υιοθετήσει τον εκλεπτισμό και τον διαδίδει με την τεράστια επιρροή που ασκεί παγκοσμίως.
10
3ο Κεφάλαιο: 20ουΑΙΩΝΑ Μοντερνισμός Παρόλο που οι ρίζες της μοντέρνας αρχιτεκτονικής μπορούν να αναζητηθούν ακόμη και στα μέσα του 18ου αιώνα, οι μοντερνιστικές θεωρίες στην αρχιτεκτονική αναπτύχθηκαν κυρίως στο πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα. Η ανάπτυξη των σύγχρονων βιομηχανικών κοινωνιών και η ταχεία ανάπτυξη των πόλεων, οι τεχνολογικές καινοτομίες και οι μετέπειτα εξελίξεις στη φυσική, τη μηχανική και την αρχιτεκτονική τεχνολογία, επηρέασαν σημαντικά την αρχιτεκτονική θεωρία της εποχής, που άρχισε να απορρίπτει τα διάφορα «στυλ» αναζητά τον εαυτό της σε κινήματα όπως η βρετανική αρ νουβό. Ένας από τους σημαντικότερους στοχαστές του μοντέρνου κινήματος ήταν ο Αυστριακός Άντολφ Λόος, ο οποίος άφησε κείμενα εξίσου σημαντικά με την αρχιτεκτονική του. Το 1910 εξέδωσε το Διακόσμηση και έγκλημα (γερμ.: Ornament und Verbrechen), ένα έργο που, ύστερα από μια σύντομη εποπτεία της εξέλιξης της κοινωνίας και του ατόμου, ανάγει τις απαρχές της τέχνης στον ερωτισμό και στρέφεται σφοδρά εναντίον της διακόσμησης στην αρχιτεκτονική.Ο Λόος πίστευε ακράδαντα πως τα χρηστικά αντικείμενα – άρα και το αρχιτεκτονικό έργο ως τέτοιο – πρέπει να παραμείνουν εκτός τέχνης: «Ο σύγχρονος διάκοσμος δεν έχει ούτε προγόνους ούτε απογόνους, ούτε παρελθόν ούτε και μέλλον. Αρέσει στους ακαλλιέργητους εκείνους ανθρώπους, που αγνοούν το πραγματικό μεγαλείο των καιρών μας, σύντομα όμως θα τον απορρίπτουν και αυτοί.», αναφέρει μεταξύ άλλων στο Διακόσμηση και έγκλημα. 11
Λίγες δημοσιεύσεις έχουν προκαλέσει και καθορίσει την πορεία της αρχιτεκτονικής τόσο όσο το Για μια αρχιτεκτονική (Vers une Architecture) του Ελβετού Σαρλ-Εντουάρ Ζενερέ, γνωστού ως Λε Κορμπυζιέ. Το 1923 ο Λε Κορμπυζιέ συγκέντρωσε τις θεωρητικές του αρχές και πολυάριθμες υποθέσεις, αρχικά δημοσιευμένες στο περιοδικό Esprit Nouveau, σε ένα μανιφέστο που καθόρισε ολόκληρο το ρεύμα του μοντερνισμού. Για τον Λε Κορμπυζιέ η αναζήτηση του «νέου πνεύματος» από τον μηχανικό απορρίπτει το ακαδημαϊκό περιβάλλον, στηρίζεται σε παραδείγματα του αρχαίου κόσμου όπως ο Παρθενώνας, τα οποία επανερμηνεύονται σχεδόν προκλητικά μέσα στη σύγχρονη βιομηχανική παράδοση. Ο μηχανικός οφείλει να δώσει λύση στα προβλήματα μιας κοινωνίας στην οποία επικρατούν οι μηχανές. Και η λύση αυτή είναι το «σπίτι – μηχανή για να κατοικείς».Όπως αναφέρει για αυτό χαρακτηριστικά: «Αν[…] εξετάσουμε το ζήτημα από κριτική και αντικειμενική σκοπιά, θα φτάσουμε στην κατοικία- εργαλείο, την τυποποιημένη κατοικία, που θα είναι προσιτή σε όλους, υγιής[…] (και από ηθικής πλευράς) και όμορφη, με την αισθητική των εργαλείων που συνοδεύουν την ύπαρξή μας.». Ο Λε Κορμπυζιέ, σε αντίθεση με τον Λόος, αποκαθιστά την αρχιτεκτονική ως μορφή τέχνης, αναθέτοντας στον αρχιτέκτονα το καθήκον να αρθεί υπεράνω χρηστικών σκοπιμοτήτων και να εργαστεί δημιουργικά. Την ίδια περίοδο στη Σοβιετική Ένωση το ρωσικό φουτουριστικό κίνημα ενσωματώνει την ολομέτωπη αντιπαράθεση του ντανταϊσμού προς την κατεστημένη τέχνη, αλλά αναπτύσσεται προς μία αντίθετη κατεύθυνση: αυτήν του κονστρουκτιβισμού.Οι κονστρουκτιβιστές εμφανίστηκαν το 1919, τέθηκαν εξαρχής στην υπηρεσία της λενινιστικής σοβιετικής κυβέρνησης και στόχευαν στο να κάνουν τις εικαστικές τέχνες πρακτικά χρήσιμες για το κοινωνικό σύνολο και συμβατές με τη νεωτερικότητα, όπως αυτοί αντιλαμβάνονταν την τελευταία.Έδωσαν έμφαση σε αφηρημένες κατασκευές, λιτές γραμμές και απλά γεωμετρικά σχήματα και όγκους. Επηρέασαν ιδιαίτερα την αρχιτεκτονική των δημοσίων κτηρίων και των κρατικών σοβιετικών εργοστασίων, καθώς ενσωμάτωναν στο έργο τους μία βιομηχανική αισθητική και μία λατρεία της τεχνολογίας και των βιομηχανικών υλικών, όπως το ατσάλι και το 12
γυαλί. Έτσι εκφράστηκε ο συμβιβασμός του μοντερνισμού με τις αντιλήψεις του Διαφωτισμού. Ο υλιστικός, πρακτικός και χρησιμοθηρικός προσανατολισμός των κονστρουκτιβιστικών έργων έδωσε τροφή για αμφισβήτηση του κατά πόσον επρόκειτο για αυθεντικές μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης. Η επιρροή τους όμως πέρασε τα σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης και κατά τη δεκαετία του ’20 κονστρουκτιβιστές καλλιτέχνες εμφανίστηκαν στη μεσοπολεμική Γερμανία. Παράλληλα από το 1917 είχε ήδη ξεκινήσει, με κέντρο την Ολλανδία, την πορεία του στις εικαστικές τέχνες το ντε στιλ ή νεοπλαστικισμός, ένα ακόμα μοντερνιστικό καλλιτεχνικό κίνημα το οποίο τόνιζε την αφαίρεση, τη λιτότητα, τα απλά γεωμετρικά σχήματα και τη σχεδιαστική αναγωγή σε ευθείες γραμμές, σε μη τεμνόμενα επίπεδα και σε βασικά χρώματα χωρίς προσμείξεις.Οι νεοπλαστικιστές είχαν υποστεί την επίδραση του κυβισμού, αλλά και της πλατωνικής αντίληψης περί τέλειων γεωμετρικών μορφών ως αυθύπαρκτων και άυλων ιδεών. Σύντομα προέκυψε στη Γερμανία η σύνθεση του Μπάουχαους, ενός κινήματος εικαστικών τεχνών σαφώς επηρεασμένο τόσο από τον σοβιετικό κονστρουκτιβισμό όσο και από τον νεοπλαστικισμό. Με αυτό συνδέθηκε ένας από τους σημαντικότερους μοντερνιστές αρχιτέκτονες του 20ου αι., ο Βάλτερ Γκρόπιους, που από το 1919 βρέθηκε στα ηνία της Σχολής στη Βαϊμάρη, για μια περίοδο πυρετώδη και ιδεολογικά φορτισμένη. Στο Μανιφέστο του Μπάουχαους, ο Γκρόπιους, απευθυνόμενος σε ενδεχόμενους σπουδαστές του ιδρύματος, διατύπωσε με ωριμότητα ένα πρόγραμμα, που συνέδεε τον καλλιτέχνη με τον τεχνίτη σε έναν καινούριο τύπο δημιουργικής παραγωγικής εργασιακής διαδικασίας.Μέσα από αυτό διατυπωνόταν η θέση ότι οι πρώτες ύλες είχαν μία εγγενή διακοσμητική αξία και ότι στόχος ήταν η ενοποίηση καλών και εφαρμοσμένων τεχνών, μέσω μίας σύνθεσης της καλλιτεχνικής έκφρασης και της πρακτικής λειτουργικότητας η οποία θα απέρριπτε τα «περιττά» αισθητικά στολίδια και θα οδηγούσε σε μία νέα, καθαρά νεωτερική ενότητα τέχνης και τεχνολογίας.Δημιουργήθηκε έτσι η βάση μιας καλλιτεχνικής παράδοσης προσανατολισμένης στον 13
βιομηχανικό σχεδιασμό, σε μία σχολή όμως με δυσοίωνο μέλλον. Το 1924, τέσσερα χρόνια πριν εγκαταλείψει το Μπάουχαους, ο Γκρόπιους εξέδωσε το πρώτο βιβλίο της σχολής με τίτλο Διεθνής Αρχιτεκτονική (Internationale Architektur). Το βιβλίο προσπάθησε να προσελκύσει το ενδιαφέρον του κοινού στη σύγχρονη αρχιτεκτονική, αλλά αποτελούσε περισσότερο μια φωτογραφική και σχεδιαστική απογραφή αντιπροσωπευτικών παραδειγμάτων μιας προόδου εργασιών της σχολής και λιγότερο ένα αρχιτεκτονικό μανιφέστο.
14
4ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ: 21ου ΑΙΩΝΑ Ο αιώνας, ο οποίος ζούμε, χαρακτηρίζεται από τις όμορφες αρχιτεκτονικές κατασκευές.Η συνδρομή της τεχνολογίας θεωρείται τεράστια διότι μ΄αυτήν ο άνθρωπος κατόρθωσε πράγματα που τους παλαιότερους αιώνες δεν φανταζόταν.Με τη τεχνολογία κατάφερε να χτιίσει κτίρια σε περιοχές που δεν μπορούσε να φτιάξει λόγω των διάφορων καιρικών φαινομένων που δεν επέτρεπαν την κατασκευή. Ακόμη, για να μπορέσει να μετακινηθεί το άτομο σε διαφορτικές περιοχές έκτισε γέφυρες για να κάνει την μεταφορά του ποιο γρήγορα και ασφαλέστερα. Υπήρξαν στιγμές στην ιστορία ,που η κατασκευή μιας γέφυρας θεωρήθηκε ακόμα και προσβολή κάποιων μεταφυσικών δυνάμεων,οι οποίες έπαιρναν την εκδίκησή τους καταστρέφοντας το ανθρωπινο έργο.Έχουν δημιουργηθεί πολυάριθμοι μύθοι για το πώς ο διάβολος κατέστρεφε κατά τη διάρκεια της νύχτας τις εργασίες που είχαν πραγματοποιηθεί την ημέρα και για το πώς κάποιες γέφυρες ολοκληρώθηκαν χάρη στη φιλάνθρωπη παρέμβσαη ενός θεού ενάντια στις δυνάμεις του κακού.
15
Τα υλικά δόμησης μέχρι τον 19ο αιώνα ήταν ξύλο και πέτρες. Οι γέφυρες στον 6 αιώνα π.Χ. κατασκευάζονταν από ξύλο κυπαρισσιού και κέδρου. Την κατασκευή κυρτών γεφυρών κατείχαν οι Ρωμαίοι στα προχριστιανικά χρόνια και τα υλικά που χρησιμοποιούνταν ήταν φυσικοί λίθοι και σκυρόδεμα. Το 1779 κατασκευάστηκε η πρώτη γέφυρα από χυτοσίδηρο στην Αγγλία, πάνω από τον ποταμό Σέβερν (Severn) γνωστή και ως Ironbridge. H επόμενη εξέλιξη ήταν η αλυσόδετη κρεμαστή γέφυρα. Η πρώτη σημαντική γέφυρα αυτού του τύπου κατασκευάστηκε στην Ουαλία το 1826: η απόσταση των στηριγμάτων ήταν 177 μ. και το συνολικό της μήκος 521 μ. Με την εξέλιξη του μπετόν δημιουργήθηκαν νέες δυνατότητες στην κατασκευή γεφυρών στις αρχές του 20ού αιώνα.
16
Στη σύγχρονη εποχή είναι σύνηθες η κατασκευή κρεμαστών γεφυρών.Σε αυτόν τον τύπο γέφυρας είναι τα καλώδια που σηκώνουν το βάρος του καταστρώματος κάθετα ως προς το κατάστρωμα. Γέφυρα αυτού του τύπου χρησιμοποιείται περισσότερο για τη διάβαση υδάτινων εμποδίων τα οποία διασχίζονται από πλοία. Η πιο γνωστή κρεμαστή γέφυρα αυτού του τύπου είναι η Γέφυρα της Χρυσής Πύλης στο Σαν Φρανσίσκο.
Ακόμη,οι περισσότερες γέφυρες σήμερα είναι καλωδιακές.Τα καλώδια σε αυτό τον τύπο γέφυρας είναι λοξά ως προς το κατάστρωμα. Αυτές οι γέφυρες αποδείχτηκαν ιδανικές για μεγαλύτερες αποστάσεις, τόσο τεχνικά όσο και οικονομικά, αν και οι κρεμαστές είναι ιδανικότερες για ακόμα μεγαλύτερες αποστάσεις, εάν θεωρήσουμε ότι μία καλωδιωτή γέφυρα δεν αποτελείται από πολλαπλούς πυλώνες, καθιστώντας την τεχνικά ομάδα γεφυρών σε σειρά. Η απόσταση των πυλώνων είναι μεταξύ 200 και 1000 μέτρων. Μια από τις πιο γνωστές αυτού του τύπου, είναι η γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου, έχει 4 πυλώνες και η απόσταση μεταξύ των πυλώνων είναι 560 μέτρα, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη γέφυρα αυτού του τύπου στο κόσμο. Ενώ συχνά το μήκος μιας γέφυρας τέτοιου τύπου αναφέρεται ότι είναι το σύνολο των καταστρωμάτων της (π.χ. στο ΡίοΑντίρριο όπου υπάρχουν πολλαπλά), στην πραγματικότητα επιστημονικά κατά την στατική ανάλυση (και σε πολλές διεθνείς λίστες μεγαλύτερων γεφυρών), το ενεργό της μήκος 17
θεωρείται μόνο το μεγαλύτερο από τα οδοστρώματα από ένα "κατάρτι" (κάνοντας έτσι την Ρίο-Αντίρριοπολύ "μικρότερη" γέφυρα).
18
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CF%80%CE%B1% CF%81%CF%8C%CE%BA_%CE%B1%CF%81%CF%87%CE% B9%CF%84%CE%B5%CE%BA%CF%84%CE%BF%CE%BD%C E%B9%CE%BA%CE%AE http://digitalschool.minedu.gov.gr/modules/ebook/sho w.php/DSGL-C111/62/475,1800/ http://morfologia.arch.duth.gr/3o_etos/3o_exam_VI/ek lektikismos.pdf http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CF%81%CF%87% CE%B9%CF%84%CE%B5%CE%BA%CF%84%CE%BF%CE%B D%CE%B9%CE%BA%CE%AE#.CE.99.CF.83.CF.84.CE.BF.CF. 81.CE.B9.CF.83.CE.BC.CF.8C.CF.82__.CE.B5.CE.BA.CE.BB.CE.B5.CE.BA.CF.84.CE.B9.CE.BA.CE. B9.CF.83.CE.BC.CF.8C.CF.82
19