Εγχειρίδιο στην αρχιτεκτονική πρακτική: αποκόλληση και συναρμολόγηση

Page 1

εγχειρίδιο στην αρχιτεκτονική πρακτική αποκόλληση και συναρμολόγηση

ToR:


Αλεξάνδρα Μανή Έλλη Ζιρώ

Επιβλέπων: Κωνσταντίνος Ντάφλος Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Φεβρουάριος 2022


Περιεχόμενα Εισαγωγή

01 Χάρτης “Το Ταξίδι του Ήρωα” 02 Εισαγωγή

Εγχειρίδιο αρχιτεκτονικής πρακτικής - Αποκόλληση (4) Status Quo (3-4) 05 07 09 11 13 17 18

Ο πολιτισμός της πλήξης Homo tool [άνθρωπος εργαλείο] Κατα - χρήστες Σώμα μου φτιαγμένο από μπετό Ήταν πολλά τα λεφτά, Άρη... Συμπέρασμα Συνεπώς

Ελιξίριο (19-20) 22 Συνταγή

Μέντορες (23-24)

24 Χάρτης Μεντόρων 25 Παιχνίδι 28 σκοπός του παινχιδιού 29 οι κανόνες 30 η παιγνιώδης συμπεριφορά και η έκφραση της υποκειμενικότητας 32 Παίκτης 33 Κατοίκιση 34 Τεχνίτης 37 Αρχιτέκτονας 37 ο ρόλος του αρχιτέκτονα 38 ενορχήστρωση 39 Makers, Pro-Ams, Soulitarians 41 Haker 44 το ήθος των haker 45 η αυτοπαροχή στην κοινότητα 47 Ηacking 49 Bricoleur, Bricolage 52 Hacktivism 53 Εργαστήριο 53 χώροι δράσης 53 εργαστήριο 53 μέσα στα χρόνια 55 σήμερα 56 fab labs 59 Συναρμολόγηση 60 Χάρτης Συναρμολόγησης

Change (61-62)

63 Το πέρα από τον ορίζοντα 64 Εφικτές ουτοπίες / μικρo- ουτοπίες 66 Ελληνική πόλη και μικρο- ουτοπίες 68 Συμπέρασμα, Συνεπώς

Βιβλιογραφία (71)


“A beginning is a very delicate time.” — from Dune, screenplay by David Lynch, based on the novel by Frank Herbert

Χάρτης του Ταξιδιού του Ήρωα

1


…ν’ αλλάξω το συνηθισµένο µου τρόπο αντίληψης των πραγµάτων… - Οι πύλες της αντίληψης, Aldus Huxley Η ερευνητική, αυτή, εργασία αποτελεί το πρώτο στάδιο μιας πορείας που θα ολοκληρώσει τον κύκλο της με τη διπλωματική μας εργασία που θα ακολουθήσει. Η δομή και η ροή της διερεύνησης, έχει βασιστεί στο αφηγηματικό μοντέλο “Το Ταξίδι του Ήρωα”, το οποίο διαδόθηκε από τον Joseph Campbell. Το πρώτο μέρος, το οποίο αποτελεί αυτή την ερευνητική, η “Αποκόλληση”, ολοκληρώνεται με την μετάβαση στο κατώφλι προς τον αναδυόμενο κόσμο. Η σειρά των σταδίων που παρουσιάζεται εδώ είναι μία από τις πολλές πιθανές παραλλαγές. Το ταξίδι δεν θα είναι χρονικά γραμμικό, ο σκοπός του δεν θα είναι ένας καταληκτικός αλλά, μια ίσως λιγάκι, απρόσμενη διαδρομή. Οι σύγχρονοι ερευνητές μπορεί πια να μην επισκέπτονται σπηλιές και λαβύρινθους προκειμένου να πολεμήσουν μυθικά θηρία, αλλά συνεχίζουν να αμφισβητούν και να αναρωτιούνται. Ταξιδεύουν πότε σε τόπους της φαντασίας, πότε στα βάθη μιας σύγχρονης πόλης και πότε εσωτερικά μέσα τους, ψάχνοντας το πολυπόθητο ελιξίριο. Έτσι και εμείς εδώ, εξαντλημένες από την επανάληψη και τη κοινότυπη ερμηνεία και χαρακτήρα των πραγμάτων στην ακαδημαϊκή σπουδή, αναζητήσαμε τρόπους και μέσα που θα μεταμορφώσουν την αρχιτεκτονική πρακτική από μια γραμμική και αναμενόμενη διαδικασία, σε μια συλλογική συνθήκη δημιουργίας και έκφρασης, ‘’πασπαλίζοντας‘’ την με αυτοσυνείδηση, παιχνίδι και δημιουργικότητα. Η παρούσα, λοιπόν, εργασία παίρνει πιο πολύ το χαρακτήρα ιστορίας. Δεν έχει το στόχο να προσηλυτίσει τους ακροατές της, ούτε να τους μετακινήσει προς μια ανώτερη, άλλη αλήθεια. Αγνοώντας, επί τούτου, πλήρως το φιλοσοφικό ζήτημα περί της εύρεσης της αλήθειας και του ψεύδους, επιθυμεί να σκιαγραφήσει, απλώς, κάποιο εναλλακτικό, πιθανό όραμα. Επομένως, η ερευνητική ‘’κατασκευή‘’ μας αυτή δεν χαρακτηρίζεται από επιθετικότητα και εριστικότητα στο πλαίσιο ανταγωνισμών. Δεν επιδιώκει να επιτύχει ή να αποτύχει μονομερώς. Ενώ, όπως κάθε ιστορία, έτσι κι αυτή δεν μπορεί να μας καθυποτάξει. Αντί να θέσει κάποιο σύνολο ορθής γνώσης, απέναντι σε κάποιο άλλο, προσπαθεί να μας κάνει να επιστρέψουμε από τη γνώση στη μεθοδευμένη σκέψη. Επίσης, από κάποιον, ίσως περιορισμένο τρόπο εντοπισμένης θέασης της πραγματικότητας προς έναν άλλο ‘ανοικτό’ τρόπο μέσα από την εμπειρία, όπως συμβαίνει όταν στρεφόμαστε προς τον μακρινό ορίζοντα. Καλεί τους πραγματιστές να ‘’χαλαρώσουν’’. Η ονειροπόληση δεν είναι και τόσο τρομακτική ή τόσο άχρηστη όσο μας έχουν κάνει να πιστεύουμε. Το πρώτο, λοιπόν, εμπόδιο προς την αποκόλληση δεν είναι ούτε τεχνολογικό ούτε πολιτικό, είναι ψυχολογικό και νοητικό. Τελικά, αν θέλουμε να διατηρούμε τις φιλοδοξίες μας, δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερα προφανής λόγος, σύμφωνα με τον οποίο δεν θα σχεδιάζουμε τα ‘’θαύματα’’ που επιθυμούμε μέσα από διαφορετικές τακτικές και μεθόδους. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει ότι καταφέρνουμε να δημιουργήσουμε έναν πιθανό ορισμό του θαύματος…

ToR:

2


3


εγχειρίδιο στην αρχιτεκτονική πρακτική

*η απόσπαση από μια έμμονη ιδέα ή κάτι που λειτουργεί δεσμευτικά κατά παρόμοιο τρόπο και περιορίζει την ελευθερία σκέψης, δράσης, επιλογής

12 4


Αυτό εδώ το εγχειρίδιο, είναι σαν ένα βιβλίο μαγειρικής. Τα συστατικά του, είναι πραγματικά, έχουν γεύση και συνοχή. Καθαρίζονται, αναμειγνύονται, πολλαπλασιάζονται, προστίθενται, διαιρούνται. Εεπιδιώκει όχι απλώς να παρουσιάσει μια συνταγή με τα υλικά που απαιτούνται για την υλοποίησή της, αλλά να δείξει πως μπορεί να δημιουργηθεί μια συνταγή με τα κατάλληλα βήματα. ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΕΓΧΕΙΡΊΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ. ΑΦΟΡΑ ΣΕ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΕΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ. ΑΠΕΥΘΥΝΕΤΑΙ, ΚΥΡΙΩΣ, ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΖΟΥΝ ΜΕΣΑ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΚΤΙΡΙΑ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΣΑΝ ΕΝΑ ΑΝΟΙΧΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ. ΚΑΛΕΙ ΤΟΝ ΑΠΟΔΕΚΤΗ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΣΥΝΕΙΔΗΤΑ ΕΝΕΡΓΟΣ ΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΒΗΜΑΤΑ. ΣΕ ΠΡΩΤΗ ΦΑΣΗ ΘΑ ΚΛΗΘΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΕΙ ΜΙΑ ΣΥΝΗΘΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ, ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΝΑ ΑΠΟΚΟΛΛΗΘΕΙ ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΑΝΑΖΗΤΏΝΤΑΣ ΕΝΑ ΕΛΙΞΙΡΙΟ, ΙΚΑΝΟΥΣ ΜΕΝΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ ΝΑ ΣΥΝΑΡΜΟΛΟΓΗΣΕΙ ΤΗ ΝΕΑ ΣΥΝΘΗΚΗ. ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ ΘΑ ΑΝΑΠΤΥΞΕΙ ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ, ΘΑ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΑΚΤΙΚΕΣ, ΘΑ ΕΠΙΝΟΗΣΕΙ ΕΡΓΑΛΕΙΑ. ΜΕ ΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ, Ο ΑΠΟΔΕΚΤΗΣ ΘΑ ΕΧΕΙ ΣΥΝΑΡΜΟΛΟΓΗΣΕΙ ΜΙΑ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ

3


Status Quo

Ελιξίριο Μέντορες

Change

Χάρτης Εγχειριδίου

12 4


Status Quo 3

Ι

Σε αυτό το βήμα, κατασκευάζεται από τον ερευνητή, μέσω της παρατήρησης και της αμφισβήτησης του περιβάλλοντός του, ο Συνηθισμένος Κόσμος. Αυτός, κυριαρχείται από μια θλιβερή, βαρετή εικόνα που δημιουργεί, τελικά, στον ερευνητή την ανάγκη για αλλαγή.

Κατασκεύασε το δικό σου


Εργαλεία για την κατασκευη του Status Quo *παρατήρησε το περιβάλλον γύρω σου *ξεκίνα να αμφισβητείς και ενεργοποίησε την κριτική σου σκέψη *εστίασε σε αυτά που ενστικτωδώς σε προβληματίζουν *εντόπισε το συνηθισμένο

Χαρακτηριστικά του Status Quo *παρουσιάζεται μια σκοτεινή οπτική της πραγματικότητας *παρουσιάζονται καταπιεσμένα απορριπτέα στοιχεία *αποτελεί το σύνηθες

12 4


3


4 12


Status Quo Σήμερα, ο σύγχρονος άνθρωπος έχει χάσει το αίσθημα της έκπληξης, ενός πιθανού θαύματος, λόγω της απώλειας της αίσθησης του προσωπικού αλλά και συλλογικού Σκοπού. Η εκρηκτική παραγωγή και κατανάλωση η οποία διακρίνει τη σύγχρονη εποχή, έχει αποπροσανατολίσει τον άνθρωπο και έχει συμβάλλει στην απώλεια του Σκοπού του. Αυτό, χαρακτηρίζει τόσο έντονα τον σύγχρονο κόσμο που είναι πλέον πολύ δύσκολο να αντιληφθεί κανείς το πόσο απίστευτο είναι το μυστήριο της ανθρώπινης νόησης, της ανθρώπινης υποκειμενικότητας, καθώς και η δύναμη της αντικειμενικότητας. Χρειάζεται μια, κιόλας, μέρα συνειδητού στοχασμού, ένας περίπατος στην πόλη, μια βαθιά παρατήρηση του περιβάλλοντος μας με ότι εμπεριέχει αυτό(κτίρια, άνθρωποι, ιδέες κτλ) προκειμένου να συνειδητοποιήσει κανείς την ισχυρή απουσία της παιγνιώδους νοοτροπίας και του στοιχείου της έκπληξης στη ζωή μας.

Ο πολιτισμός της πλήξης

5

Ο κόσμος μας μοιάζει συχνά με ένα απειλητικό πεδίο επιβίωσης, γεμάτο κίνδυνο και φόβο. Έχουμε τροφοδοτήσει αυτή του την όψη, τις ποιότητες της διχόνοιας, της ανασφάλειας και της διαφθοράς. Προς τι όλα αυτά; Μοιάζει σα να μην καταλαβαίνουμε πραγματικά πως λειτουργούν τα πράγματα γύρω μας, αλλά και μέσα μας. Στρεφόμαστε, συνεχώς, σε μια επιφάνεια πλασματική η οποία δεν μπορεί να εξυπηρετήσει ουσιωδώς τις βιολογικές μας ανάγκες για δημιουργία και ουσιαστική, προσωπική και συλλογική έκφραση. Έχουμε χάσει το νόημά μας, αυτό που τα συνδέει όλα. Εγκλωβισμένοι στα φαινόμενα, αρνούμαστε να παραδεχτούμε τη μιζέρια που κατακλύζει τον «μοντέρνο», κατά τα άλλα, κόσμο μας. Είμαστε μια κοινωνία που πεθαίνει υπό αναισθησία λόγω έλλειψης αυθεντικής σύνδεσης με τη φύση μας και μεταξύ μας. Παθητικότητα, αποχή από την ισότιμη δημιουργία του κόσμου μας είναι, πλέον, το νέο σύνηθες. Κατά την Hannah Arendt(Χάνα Άρεντ)1, ο ρόλος της κοινωνικής σφαίρας, ως κοινός κόσμος, είναι αυτός που από τη μία συγκεντρώνει τους ανθρώπους και από την άλλη βοηθά στο να μην καταπατάται η υποκειμενικότητα του καθενός. Το ζήτημα, όμως, που προκύπτει από την μαζική μας κοινωνία δεν είναι ο μεγάλος αριθμός των εμπλεκομένων, αλλά το γεγονός ότι η ικανότητα του κόσμου μας να συγκεντρώνει, να συσχετίζει και να διαχωρίζει τους ανθρώπους του, έχει πια χαθεί. Δηλαδή, ο καθένας από εμάς είναι, πλέον, απορροφημένος με εμμονή από την προσωπική του «ζωή», δίχως να συσχετιζόμαστε πια σε συλλογικά πλαίσια, πέραν από τα προκαθορισμένα. Δεν γνωρίζουμε πως και άρα δεν επιδιώκουμε να επαναπροσδιορίσουμε, την κοινότυπη πραγματικότητα στην οποία υπάρχουμε όλοι μαζί. Είμαστε αποκομμένοι από όλες οι διαδικασίες που παράγουν και καθορίζουν το περιβάλλον μας και την καθημερινότητα μας, τα οποία διαμορφώνονται από τις αποφάσεις των «ειδικών», αφήνοντας απ’ έξω την πλειονότητα των πολιτών. Τα προκαθορισμένα αυτά πλαίσια, δηλαδή οι κοινοί τόποι, διαμορφώνονται από μία 1

Hannah Arendt[1958], The Human Condition, σ.52


μικρή μειονότητα. Έτσι, λοιπόν, η κοινωνία μας αποτελείται από τις «αυθεντίες» και τους παρείσακτους, αυτούς που δεν γνωρίζουν αρκετά και άρα δεν επιτρέπεται να έχουν άποψη για τον κόσμο που ζουν. Κατά αυτόν τον τρόπο, καταλήγει καθένας από εμάς να καλλιεργείται κοινωνικά ώστε να επιτελέσει το ρόλο ενός εργαλείου που αποσκοπεί σε μια σαφώς οριοθετημένη δραστηριότητα- εργασία, και όχι ως ενεργός δημιουργός του περιβάλλοντός του και κατ’ επέκταση της ζωής του. Έκδηλα, οι ανάγκες στην καταναλωτική αυτή κοινωνία προσανατολίζονται προς μια υλιστική κατεύθυνση, δηλαδή τείνουν να ταυτιστούν απόλυτα με τις καταναλωτικές. Η προσοχή στρέφεται προς τα αντικείμενα, τα υλικά αγαθά, η πληθώρα των οποίων από τη μία πλευρά καλύπτει ένα σύνολο τεχνητών αναγκών, αλλά από την άλλη οδηγεί τους ανθρώπους σε πνευματικό τέλμα. Όντως, οι ανάγκες καθορίζουν τα θέλω του κάθε υποκειμένου διαμορφώνοντας τα κίνητρα του και ενώ υποστηρίζονται από μια οργανική διαδικασία που θέλει τον άνθρωπο να διεκδικεί τα θέλω του, μέσω των διαδικασιών απόκτησής τους, εξελίσσεται, μαθαίνει και τέλος εκπληρώνει την αίσθηση του σκοπού του. Αντίθετα, ο άνθρωποςκαταναλωτής λαθεμένα προσανατολισμένος, τείνει να γίνει ένα άβουλο όν, που βρίσκεται σε έναν ατέρμονο κύκλο, συνήθως, μη ομαδικής εργασίας, σπατάλης, κατανάλωσης και ρύπανσης, όπου πλέον αντί να χρησιμοποιεί εργαλεία μέσω της δημιουργικής σκέψης και διαδικασίας έχει γίνει ο ίδιος ένα μονοδιάστατο εργαλείο. Συνεπώς, οι ρόλοι που έχουν οικειοποιηθεί ως μοναδική ταυτότητα οι άνθρωποι, παρεμποδίζουν την υποκειμενική έκφραση και περισσότερο εξυπηρετούν μεμονωμένα συμφέροντα. Έτσι, οδηγούμαστε στο να θραυσματοποιούμε τους ίδιους μας τους εαυτούς, πιστεύοντας πως αυτή είναι η λογική εξέλιξη των πραγμάτων, εκφράζοντας μια μόνο εκδοχή μας και πάντα σε αυστηρά κοινωνικά πλαίσια που έχουν καθοριστεί από τους «άλλους». Παράλληλα, έχει έντονα καλλιεργηθεί η εμμονή του εργασιακού ήθους.Η πεποίθηση του εργασιακού ήθους αποτελεί κυρίαρχο γνώρισμα της βιομηχανικής νεωτερικότητας για πάνω από 250 χρόνια, ενώ από πολλές απόψεις συγκροτεί την πιο ισχυρή, αλλά και με τη μεγαλύτερη διάρκεια ιδεολογία της. Η ουσία της ιδέας αυτής είναι πως η εργασία, ανεξάρτητα από το πόσο αλλοτριωτική ή ακατάλληλη είναι για κάποιον, παραμένει από τη φύση της στη σφαίρα των υψηλών ιδανικών. Αυτή η ιδεολογία που εκφράστηκε στις απαρχές του καπιταλισμού και εδραιώθηκε εν καιρώ, λογικώς απαιτούσε την παθητικότητα και την απόλυτη αυτοπειθαρχία των εργατών της. Σε αυτή, λοιπόν, την παθητικότητα ο σύγχρονος άνθρωπος συνεχίζει να είναι εγκλωβισμένος χωρίς, όμως, να μπορεί ουσιαστικά να το αντιληφθεί. Μπορεί, πλέον, να μην υπάρχει η έννοια του εργάτη εργοστασίου, υπάρχει όμως, και σημαντικό είναι να το συνειδητοποιήσουμε πλήρως, αυτή του εργάτη σε μια πολυεθνική. Τη σήμερον ημέρα, καθένας μοιράζει τη ζωή του μεταξύ εργασίας και ελεύθερου χρόνου. Κατακερματίζεται και διαιρείται, μεταξύ επιβίωσης και απόλαυσης χωρίς ποτέ να αμφισβητήσει και να αναρωτηθεί εάν αυτό το μοντέλο ζωής είναι, τελικά, βιώσιμο.

6


HOMO TOOL (άνθρωπος εργαλείο) Παρουσιάζονται1 δύο εικόνες του ανθρώπου που εργάζεται, το an i m al laborans(το εργαζόμενο ζώο) και ο homo faber(ο άνθρωπος κατασκευαστής). Το εργαζόμενο ζώο είναι ένας είλωτας, καταδικασμένος στη διαδικασία της εργασίας του και στη ρουτίνα, τόσο απορροφημένος από το καθήκον του που απομονώνεται από τον έξω κόσμο. Όταν ενεργεί για έναν σκοπό, ενδιαφέρεται μόνο για την αποπεράτωση του σκοπού του, χωρίς να έχει ηθικά διλήμματα για τις χρήσεις του. Ο άνθρωπος ως κατασκευαστής, από την άλλη, είναι ο επεξεργαστής της ύλης και αυτός που κρίνεται με βάση αυτή. Σε αυτόν τον διαχωρισμό, απλουστεύεται η κατάσταση εργασίας, δεν υπολογίζεται ο άνθρωπος ως μία ολότητα, αλλά τεμαχισμένος και αποκόπτεται από την ανθρώπινη κατάσταση που υποδηλώνει τη σκέψη, τα συναισθήματα και την ηθική.2 Ο διαχωρισμός του ανθρώπου που δημιουργεί, από εκείνον που κατασκευάζει, από τον άλλον που αξιολογεί και τέλος από αυτόν που χρησιμοποιεί είναι ένα από τα ουσιαστικότερα ζητήματα της σύγχρονης εποχής. Έχει άμεση σύνδεση με την απλουστευτική λογική κατακερματισμού της εργασίας και, τελικά, άμεσο αντίκτυπο στο συλλογικό υποσυνείδητο. Απομονώνοντας τα μέρη της διαδικασίας και μοιράζοντας καθήκοντα μπορεί να πετυχαίνουμε από τη μία αύξηση της ταχύτητας και αυτοματισμό, αλλά από την άλλη στερείται η δυνατότητα της γνώσης και της επιλογής στους συμμετέχοντες. Είναι φυσικό κάποιος να μην γνωρίζει τα πάντα, αυτό θα ήταν άλλωστε περιττό, όμως η αποσπασματική γνώση που προωθείται έχει έντονες προσωπικές και συλλογικές επιπτώσεις στην κοινωνίας.

12 7

1Hannah Arendt[1958], The Human Condition, σ. 208 2Richard Sennett[2008], Ο Τεχνίτης, σ.18


Ο άνθρωπος, έχει αφήσει ολοκληρωτικά πίσω του τις διαδικασίες που απαιτούν από αυτόν πνευματικό μόχθο. Βρίσκεται σε θέσεις εργασίας που λειτουργούν με βάση τον ανταγωνισμό και τη διαταγή με συνέπεια να δουλεύει μηχανικά, να αποκλείει τη δημιουργία και άρα την παιγνιώδη νοοτροπία από την εργασία του. Συνεπώς, όντας ο ίδιος αυτοματοποιημένος, δεν προβληματίζεται ούτε αμφισβητεί. Δίχως να εμπλέκεται σε διαδικασίες ζύμωσης, τα κίνητρά του ανθρώπου-καταναλωτή για εμβάθυνση και αναζήτηση σκοπού και ηθικής εξασθενούν πλήρως. Το άμεσο αποτέλεσμα είναι να μην φτάνει ποτέ σε ένα σημείο καλλιέργειας δεξιοτήτων που να επιτρέπουν την ουσιώδη έκφραση της υποκειμενικότητας του. Φυσικά, γι αυτό ευθύνεται έντονα η ίδια η διαδικασία της εργασίας που αποτρέπει την ελεύθερη έκφραση και τον πειραματισμό. Επιπροσθέτως, το άτομο έχει το φορτίο του ανταγωνισμού, καθώς η εργασία έχει μετατραπεί σε ένα ρευστό σύστημα, όπου οι θέσεις εργασίας είναι παροδικές, μία επιπλέον κουκίδα στο βιογραφικό του καθενός, με την ανωνυμία, την ταχύτητα και την κατανάλωση να αποτελούν τα ισχυρότερα χαρακτηριστικά. Οι δομές εκπαίδευσης, από την άλλη, διέπονται και αυτές από την ίδια καταναλωτική λογική και λειτουργούν ως επιχειρήσεις, προθάλαμοι προετοιμασίας για το επόμενο κοινωνικό στάτους, αυτό του σύγχρονου εργάτη. Έτσι, λοιπόν, η ποιότητα της ζωής των εργαζομένων θυσιάζεται, ακριβώς γιατί το σύστημα εκπαίδευσης και εργασίας δεν αποτελούν οργανικές διαδικασίες, αλλά αυτοματοποιημένες και ταχείες, όπου δεν διατίθεται ο απαραίτητος χρόνος ώστε ο εργαζόμενος να αλληλεπιδράσει και να αναπτυχθεί μέσω αυτών. Αξίες όπως η προσφοράς, η εργασία ως αυτοσκοπός, η εξέλιξη της προσωπικότητας του εργαζομένου, δεν θα μπορούσαν με κανέναν τρόπο να θεωρηθούν δεδομένες. Δεν του προσφέρεται η δυνατότητα να προβληματιστεί σε ότι αφορά στην ηθική της εργασίας του και στο σύστημα αξιών που διέπει τον τρόπο ζωής του, ενώ παράλληλα δεν του δίνεται η ελευθερία να νιώσει πως κάνει κάτι καλά και πως εκφράζεται μέσω αυτού η υποκειμενικότητά του. Επομένως, δεν δημιουργεί. Οι άνθρωποι εργάζονται για μια εταιρία, όπου οι απολαβές δεν είναι ικανοποιητικές σε σχέση με το μέγεθος της πίεσης που τους ασκείται καθημερινά. Η αξία, λοιπόν, του καθενός αναλογεί με το πόσο κοστίζει και πόσο κέρδος αποδίδει στην εταιρεία και μεταξύ άλλων η μοναδικότητα του, οι εκφράσεις της προσωπικότητάς του και η συνεισφορά του στο σύνολο δεν προσμετρούνται. Επομένως, ο άνθρωπος που εργάζεται ίσως να μην καταφέρει ποτέ να αναπτύξει σωστά και σε βάθος μία δεξιότητα και άρα να μην αποτελέσει ποτέ ζωτικής σημασίας μέλος ενός συνόλου, μιας ομάδας. Η ιδέα της εργασίας και της ποιοτικής δουλειάς, της συνεργασίας και της ομαδικής εργασίας κατακερματίζονται και κατά αυτόν τον τρόπο, η έννοια της κοινότητας που συνδιαμορφώνει και παράγει καλούς εργαζόμενους, ποιοτικό αποτέλεσμα και ικανοποιημένες προσωπικότητες, αναιρείται. Το παραπάνω, αποτελεί ένα μοντέλο παραγωγής κλειστών και μη αναστρέψιμων συστημάτων.

8 12 8


Κατα - χρήστες Μετά τη βιομηχανική επανάσταση, όπου οι διαδικασίες αυτοματοποιήθηκαν και τα αντικείμενα τυποποιήθηκαν, η υλική κουλτούρα έγινε απότομα προσιτή και χωρίς ιδιαίτερο μόχθο, προσβάσιμη και έτσι απαξιώθηκε. Η παθητική στάση του εργαζόμενου/καταναλωτή γίνεται πιο έντονα αντιληπτή στην ισχυρότερη, ίσως, ταυτότητα του σύγχρονου ανθρώπου, αυτή του χρήστη. Ο χρήστης, λοιπόν, δεν υπάρχει πουθενά στη διαδικασία δημιουργίας και παραγωγής του περιβάλλοντός του, από την μικρή κλίμακα των αντικειμένων μέχρι και την μεγαλύτερη κλίμακα του χώρου. Αυτό αποδεικνύεται από την κυρίαρχη νοοτροπία που υποδεικνύει πως οτιδήποτε χρησιμοποιούμε, το διαχειριζόμαστε ως κάτι ευτελές, το οποίο σύντομα θα απορριφθεί και θα καταστραφεί. Παρατηρείται, λοιπόν, εδώ ένα παράδοξο, ενώ ζούμε σε μία κοινωνία που η ύλη είναι στο επίκεντρο των επιδιώξεων, η ίδια, απαξιώνεται από τους χρήστες/καταναλωτές.

9

barbara-kruger-untitled-(i-shop-therefore-i-am)


ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ

12 10


Σώμα μου φτιαγμένο από μπετό

12 11


Εξετάζοντας, επίσης, τον υλικό κόσμο γύρω μας συνειδητοποιούμε πως αυτό που θεωρούμε “σπίτι” μας, δεν έχει διαμορφωθεί πραγματικά από εμάς τους ίδιους και τείνει να έχει χαρακτήρα στατικό, μη ευέλικτο έως και απειλητικό. Ως αποτέλεσμα αυτού του κλειστού μοντέλου παραγωγής οι δομές της πόλης, έχουν προκαθορισμένο και αμετάβλητο χαρακτήρα, ενώ οι κάτοικοι της αγνοούν τη σημασία της εμπλοκής στη δημιουργία της. Πιο συγκεκριμένα, το αστικό περιβάλλον στο οποίο κατοικεί ο άνθρωπος, είναι ένα τεχνητό περιβάλλον, το οποίο δεν έχει δημιουργηθεί από το σύνολο των πολιτών και με γνώμονα τις ουσιαστικές ανάγκες της ανθρώπινης φύσης, αλλά είναι αποτέλεσμα υλικών, κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών υποκινήσεων που απαντάει σε έναν “μέσο” άνθρωπο. Δεν έχει αναπτυχθεί με οργανικές διαδικασίες σε βάθος χρόνου, αλλά έχει εκβιαστεί υπό συνθήκες οικονομο-τεχνικές. Οι οργανικές διαδικασίες θέλουν τον άνθρωπο να έχει καλή σχέση με τα πράγματα και την ύλη, ενώ οι τεχνητές, τον απομακρύνουν από αυτή την κατάσταση, εμποδίζοντας τον να εμπλακεί με αυτά. Επομένως, καθένας από εμάς, ως άτομο, έχει, τελικά συμβάλλει ελάχιστα στην εικόνα, τη λειτουργία και τη δομή του χώρου της πόλης σε όλες τις κλίμακές της. Οι αξίες της υποκειμενικότητας και της διαφοροποίησης έχουν χαθεί σε σημείο που σε κοινωνικό επίπεδο είναι προκλητικές και κατακριτέες. Έτσι, επακόλουθο είναι η έκφραση τους στον χώρο των κοινών τόπων, στις πόλεις να είναι καταπιεσμένη. Τόποι κοινοί, όχι όμως συλλογικοί, περισσότερο μαζικοί και ακατοίκητοι. Ένα αμετάβλητο στατικό απόθεμα κτιρίων, που μέσα σε αυτό σώματα κινούνται μεταξύ προκαθορισμένων ορίων και με συγκεκριμένους τρόπους.

12


Ήταν πολλά τα λεφτά, Άρη… Από τη σκοπιά, λοιπόν, της αρχιτεκτονικής, μπορεί κανείς εύκολα να διαπιστώσει πως οι πεποιθήσεις και τα κατάλοιπα της Μοντέρνας αρχιτεκτονικής συνεχίζουν να στοιχειώνουν το συλλογικό υποσυνείδητο των ανθρώπων. Η Μοντέρνα αρχιτεκτονική επιζητούσε, να δημιουργήσει από το μηδέν, μέσω των τακτικών της ένα πειθαρχημένο, ιδεατό ανθρωπογενές περιβάλλον1, με γνώμονα απλές και λογικές αρχές που συνολικά, απείχαν από ιστορικά πλαίσια και οικείες μορφές. Εξέταζε τις ανάγκες των ανθρώπων υπό το φίλτρο της πρακτικότητας, χωρίς όμως να αναλογίζεται τις προτιμήσεις και τις επιθυμίες τους. Αυτή, λοιπόν, φαίνεται να είναι και η αρχιτεκτονική της ελληνικής Μοντέρνας πόλης. Η αρχιτεκτονική για τη μεσαία τάξη, που γνωρίζουμε περίπου από τα μέσα του 20ου αιώνα και που διαμορφώνει την ελληνική πόλη, φαίνεται να καθοδηγείται από εμπορικές επιταγές της εκάστοτε οικονομίας. Εμφανίζεται ως μια αγορά που δεν είναι στα χέρια των αρχιτεκτόνων, ούτε όμως και των χρηστών. Η διχοτόμηση δημόσιου και ιδιωτικού κόσμου είναι σαφέστατη και η δημιουργία του χώρου και των οικοδομών αφήνεται σε μία αυτονομία των ιδιοκτητών και εργολάβων, που απαντάει σε ανάγκες στέγασης μεγάλης ταχύτητας με σκοπό το κέρδος και την κίνηση του κεφαλαίου. Δηλαδή, της μεταμόρφωσης της πόλης σε μία επιχείρηση. Ο ίδιος ο τόπος της πόλης παίρνει αυτή τη μορφή, καθώς όλα αλληλεπιδρούν και οργανώνονται με λόγο οικονομικό.2 Το ζήτημα, όμως, που προκύπτει δεν είναι η λειτουργία στα πλαίσια της αγοράς, αλλά η απουσία κριτικού λόγου, καθώς οι πόλεις από συλλογικές συσκευές και τόποι συνύπαρξης μεταμορφώθηκαν σε τόπους επανάληψης, αποξένωσης και απάθειας. Όπως, καυστικά, σχολιάζει ο Ηenri Lefebvre(Ανρί Λεφέβρ) την καλοκουρδισμένη καθημερινότητα των ανθρώπων που διημέρευαν στα γκέτο κατοικίας: «Αρκεί να ανοίξει κανείς τα μάτια του για να καταλάβει την καθημερινή ζωή εκείνου που τρέχει από το σπίτι του στον κοντινό ή μακρινό σταθμό, στο συνωστισμό του μετρό, στο γραφείο ή στο εργοστάσιο, για να ξαναπάρει το βράδυ τον ίδιο πάλι δρόμο και να γυρίσει στο σπίτι του να ανακτήσει δυνάμεις, ώστε να ξαναρχίσει την επομένη. Η ζοφερή εικόνα της γενικευμένης αθλιότητας συμπληρώνεται υποχρεωτικά με την εικόνα των «ικανοποιήσεων» που την αποκρύπτουν και γίνονται μέσα αποπλάνησης και αποπροσανατολισμού».3 Περιγραφές τέτοιες, συνεχίζουν να θυμίζουν εικόνες της παθητικής και μη αμφισβητούμενης καθημερινότητας της σύγχρονης ελληνικής πόλης.

13

1 Παύλος Λέφας[2008], Αρχιτεκτονική και Κατοίκηση, σ. 24 2 Γεώργιος Μ. Σαρηγιάννης[2000], ΑΘΗΝΑ 1830-2000, σ. 10-16 3 Ηenri Lefebvre[1968], Δικαίωμα στην πόλη, σ.153


Η αίσθηση του ανοίκειου, του ανέστιου, που καταδυναστεύει τον σύγχρονο άνθρωπο οφείλεται, στο ότι δεν επιλέγει, δεν οικειοποιείται, δεν φροντίζει, δεν κατοικεί πλέον με τον τρόπο που εξηγεί ο Heidegger (Χάιντεγκερ)4. Δηλαδή, έχει πάψει να ενδιαφέρεται για την ουσία των πραγμάτων, με την έννοια του να είναι κοντά σε αυτά, να τα καλλιεργεί, να τα προστατεύει, να τα φροντίζει. Η βιομηχανία, η τυποποίηση και η προκατασκευή, οι έτοιμες λύσεις, η μαζικότητα, η ομογενοποίηση τον αποκόπτουν από το παιχνίδι της κατοίκησης.

αριστερά_ανάγλυφο. Η «Σκεπτομένη Αθηνά», γύρω στο 460 π.Χ

πάνω_όψη της Αθήνας από Φιλοπάππου δεξιά_σχέδιο του Le Corbusier, Plan Voisin, 1925.

4

Martin Heidegger[1942], «…Ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος…»

14


15 12


16 12


Η σημασία της εμπλοκής του ανθρώπου στις διαδικασίες και τα πράγματα έχει τη βάση της στην έννοια της φροντίδας που οδηγεί, τελικά, στην οικειοποίηση. Αυτό ισχύει γιατί προκειμένου να αισθανθεί κανείς την ανάγκη να φροντίσει και να ενδιαφερθεί για κάτι χρειάζεται με κάποιον τρόπο να εμπλέκεται με αυτό κατά τη διάρκεια της δημιουργίας του. Άρα, συνειδητοποιούμε πως η εμπλοκή χρειάζεται να ξεκινά από τη διαδικασία παραγωγής- δημιουργίας, ώστε να συμβαίνει καλύτερη κατανόηση της ίδιας της διαδικασίας και του τρόπου με τον οποίο παράγεται κάτι. ‘Έτσι, επιτυγχάνεται κιόλας μια πιο πολυφωνική έκφραση στην παραγωγή, όπου το αποτέλεσμα εμπεριέχει την επιρροή περισσότερων απόψεων, συναισθημάτων και λογικών. Επομένως, αφορά πιο πολύ κόσμο και παράλληλα τον εκφράζει. Αυτή η διαδικασία εμπλοκής του ανθρώπου χαρακτηρίζεται ως ουσιαστική καθώς έχει την ανάγκη να εκφραστεί και να νιώσει δημιουργός, οπότε όταν αυτή η ιδιότητα του στερείται, αποπροσανατολίζεται και πιθανώς να χάνει το νόημα. Δίχως την εμπλοκή των ανθρώπων στη διαδικασία κατασκευής και παραγωγής των μοντέλων που χρησιμοποιούν, η σημαντική αναζωπύρωση μιας συλλογικής φαντασίας καθίσταται αδύνατη. Η ανάκτηση της πρωτοβουλίας θα μεταμορφώσει τους χρήστες σε δημιουργούς και έτσι, θα ενεργοποιηθεί η εμπλοκή στην παραγωγή αφηγήσεων που αφορούν όλους, για θέματα που αναδύονται στην καθημερινότητα και στους κοινούς χώρους διαβίωσης μας.

17


ΣΥΝΕΠΩΣ Συνολικά, διακρίνουμε πως το περιβάλλον που ζούμε, το Σύνηθες όπως γίνεται αντιληπτό, διακρίνεται από έλλειψη φαντασίας και ετερογένειας, ενώ λόγω της γραμμικότητάς που το διέπει έχει μονοδιάστατο χαρακτήρα από όλες τις πλευρές. Οι άνθρωποι, ζώντας ασυνείδητα καταπιεσμένοι, δεν εμπλέκονται στις διαδικασίες δημιουργίας του περιβάλλοντός τους και άρα δεν το οικειοποιούνται. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, πως είναι σημαντική η αναθεώρηση της συνήθους νοοτροπίας, ως προς το πως ζούμε, πως σκεφτόμαστε και συνεπώς πως κατασκευάζουμε. Της θέσης που έχουμε στον Κόσμο μας, του τρόπου με τον οποίο υπάρχουμε σε σχέση με τους εαυτούς μας, τους άλλους και, τέλος σε σχέση με την Φύση. Χρειάζεται να αντιληφθούμε τη σημασία των κοινών πρακτικών, σε πεδία που επιτρέπουν την ενεργή εμπλοκή μας στα κοινά, ώστε να μπορέσουν αναδειχθούν τα ουσιαστικά ζητήματα που επιζητούν λύση, αλλά και οι, όσο το δυνατόν, πληρέστερες απαντήσεις σε αυτά.

12 18


We refuse a world where the guarantee that we will not die of starvation entails the risk of dying of boredom . . . We can escape the commonplace only by manipulating it, controlling it, thrusting it into our dreams or surrendering it to the free play of our subjectivity. – Raoul Vaniegem, The Revolution of Everyday Life,1967

Umberto Boccioni - The streets enter the house, 1911

19


Μ

ια αρχιτεκτονική μέσω της οποίας κάθε υποκείμενο καλείται να συμμετέχει, να οικειοποιείται και επομένως να ενεργεί ως δημιουργός των περιβαλλόντων του. Ανοιχτό μοντέλο εύπλαστων, αλληλοτροφοδοτούμενων και οργανικών διαδικασιών, στο οποίο οι χρήστες εμπλεκόμενοι συμμετέχουν ενεργητικά και συνεργάζονται με ομάδες καταρτισμένων ανθρώπων. Αυτό, ώστε στη φάση που καθορίζεται το αποτέλεσμα, εκείνοι που θα εργάζονται για να απαντήσουν στο ζήτημα, απαντούν ταυτόχρονα στο πως, αλλά και στο γιατί. Συνεπώς, το τελικό αποτέλεσμαπεριβάλλον, εμπεριέχει την προσωπικότητα, τις απόψεις και τα συναισθήματα εκείνων που το κατασκευάζουν. Μιλάμε, δηλαδή, για την αντίληψη της προσωπικής και συλλογικής ζωής και του χώρου, που βασίζεται στην ανάδειξη της κάθε μιας υποκειμενικότητας και της καθημερινής εφευρετικότητας, ενώ παράλληλα εναντιώνεται στην σπατάλη της ύλης. θα συνεχίσεις βαδίζοντας Ακόμη, επισημαίνει μια κοινωνική συνείδηση που συνδέει τον κόσμο των ιδεών με τον κόσμο της ύλης και μια νοοτροπίας που αποφασιστικά, δημιουργώντας στοχεύει στην ανάδειξη των κοινοτήτων, της ελευθερίας, της ερωτήματακλειδιά που μπορούν έκφρασης και της αυτονομίας σε συλλογικό επίπεδο. να οδηγήσουν προς την αλλαγή Καλλιεργεί τα κοινά και μέσω της συνεργασίας και της αυτοπαροχής, η ανάπτυξη της νοοτροπίας αυτής, τροφοδοτείται, ακριβώς, από την εξέλιξη των ίδιων των εμπλεκομένων ατομικά, αλλά και συλλογικά. Αυτό το ανοιχτό σύστημα, λοιπόν, παράγει μια αρχιτεκτονική πρακτική με εργαλεία κοινωνικής ζύμωσης. Οι άμεσα ενδιαφερόμενοι μέσω της συμμετοχής τους, παίρνουν στάση ενεργητική, ενώ έχουν τη δυνατότητα να καθορίσουν τοπικά, το περιβάλλον στο οποίο ζουν. Είναι, έτσι, λογική η στροφή σε τεχνολογικές και κατασκευές, που αναδύουν τις θα επιτρέψειςμεθόδους στα στοιχεία αυτά πληρέστερες απαντήσεις εξίσου να σε απορροφήσουν καθολικά επιστημονικά. Επινοώντας συλλογικές και ανοιχτές δομές, συστήματα, πλατφόρμες και και να αποτελέσεις μέρος τους δίκτυα, τα οποία δέχονται επιδιόρθωση και μετασχηματισμό από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, αποκαλύπτουν, τελικά, νέες δυνατότητες στη σφαίρα του υλικού κόσμου. Όλα τα παραπάνω, λειτουργούν σαν οδηγός προς την αποκόλληση από την προκαθορισμένη στάση της πληκτικής και παθητικής επανάληψης και της επιρροής της πάνω στην Αν ναι γύρισε πίσω στην και τον χώρο. καθημερινότητα αρχή του Status Quo και ξαναδιάβασε αφαιρώντας τις παρωπίδες σου

22 12 20


Μερικά ερωτήματα που

μπορούν να σε βοηθήσουν στην αναζήτησή σου

Πώς αλλάζει η υπάρχουσα

Πώς αποκόπτεται κανείς από τις συνήθεις αντιλήψεις που τον εγκλωβίζουν στην στατικότητα και την παθητικότητα;

19


Μ

ια αρχιτεκτονική μέσω της οποίας κάθε υποκείμενο καλείται να συμμετέχει, να οικειοποιείται και επομένως να ενεργεί ως δημιουργός των περιβαλλόντων του. Ανοιχτό μοντέλο εύπλαστων, αλληλοτροφοδοτούμενων και οργανικών διαδικασιών, στο οποίο οι χρήστες εμπλεκόμενοι συμμετέχουν ενεργητικά και συνεργάζονται με ομάδες καταρτισμένων ανθρώπων. Αυτό, ώστε στη φάση που καθορίζεται το αποτέλεσμα, εκείνοι που θα εργάζονται για να απαντήσουν στο ζήτημα, απαντούν ταυτόχρονα στο πως, αλλά και στο γιατί. Συνεπώς, το τελικό αποτέλεσμαπεριβάλλον, εμπεριέχει την προσωπικότητα, τις απόψεις και τα συναισθήματα εκείνων που το κατασκευάζουν. Μιλάμε, δηλαδή, για την αντίληψη της προσωπικής και συλλογικής ζωής και του χώρου, που βασίζεται στην ανάδειξη της κάθε μιας υποκειμενικότητας και της καθημερινής εφευρετικότητας, ενώ παράλληλα εναντιώνεται στην σπατάλη της ύλης. Ακόμη, επισημαίνει μια κοινωνική συνείδηση που συνδέει τον κόσμο των ιδεών με τον κόσμο της ύλης και μια νοοτροπίας που στοχεύει στην για ανάδειξη των κοινοτήτων, της ελευθερίας, της Τι σημαίνει τον σύγχρονο έκφρασης και της αυτονομίας σε συλλογικό επίπεδο. άνθρωπο αποξενώνεται; Καλλιεργεί το τα να κοινά και μέσω της συνεργασίας και της αυτοπαροχής, η ανάπτυξη της νοοτροπίας αυτής, τροφοδοτείται, ακριβώς, από την εξέλιξη των ίδιων των εμπλεκομένων ατομικά, Nα απομακρύνεται από τις αλλά και συλλογικά. Αυτό το ανοιχτό επιλογής σύστημα, λοιπόν, διεργασίες που παράγει μια αρχιτεκτονική πρακτική με εργαλεία κοινωνικής ζύμωσης. Οι άμεσα διαμορφώνουν τη ζωή του; ενδιαφερόμενοι μέσω της συμμετοχής τους, παίρνουν στάση ενεργητική, ενώ έχουν τη δυνατότητα να καθορίσουν τοπικά, το περιβάλλον στο οποίο ζουν. Είναι, έτσι, λογική η στροφή Ποιο είναι το νόημα της σε τεχνολογικές μεθόδους και κατασκευές, που αναδύουν τις ανάμειξης τουαπαντήσεις με ενεργητικές και πληρέστερες εξίσου επιστημονικά. Επινοώντας συλλογικές και ανοιχτές δομές, συστήματα, πλατφόρμες και δημιουργικές πρακτικές; δίκτυα, τα οποία δέχονται επιδιόρθωση και μετασχηματισμό από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, αποκαλύπτουν, τελικά, νέες δυνατότητες στη σφαίρα του υλικού κόσμου. Όλα τα παραπάνω, λειτουργούν σαν οδηγός προς την αποκόλληση από την προκαθορισμένη στάση της πληκτικής και παθητικής επανάληψης και της επιρροής της πάνω στην καθημερινότητα και τον χώρο.

22 12 20


Ελιξίριο 19

ΙΙ

Ο ερευνητής, εδώ, αναζητεί το ελιξίριο που θα μοιραστεί και με άλλους και που θα θεραπεύσει τις πληγές του Status Quo που του αποκαλύφθηκαν. Το ελιξίριο αποτελεί παρασκεύασμα των αλχημιστών με θαυματουργές, θεραπευτικές και ευεργετικές ιδιότητες. Η αναζήτηση και η φύση των υλικών που θα συνθέσουν, τελικά, το ελιξίριο αυτό, καθορίζει και την κατεύθυνση προς την οποία θα στραφεί η πορεία του ερευνητή.

Παρασκεύασε το δικό σου


Μ

ια αρχιτεκτονική μέσω της οποίας κάθε υποκείμενο καλείται να συμμετέχει, να οικειοποιείται και επομένως να ενεργεί ως δημιουργός των περιβαλλόντων του. Ανοιχτό μοντέλο εύπλαστων, αλληλοτροφοδοτούμενων και οργανικών διαδικασιών, στο οποίο οι χρήστες εμπλεκόμενοι συμμετέχουν ενεργητικά και συνεργάζονται με ομάδες καταρτισμένων ανθρώπων. Αυτό, ώστε στη φάση που καθορίζεται το αποτέλεσμα, εκείνοι που θα εργάζονται για να απαντήσουν στο ζήτημα, απαντούν ταυτόχρονα στο πως, αλλά και στο γιατί. Συνεπώς, το τελικό αποτέλεσμαπεριβάλλον, εμπεριέχει την προσωπικότητα, τις απόψεις και τα συναισθήματα εκείνων που το κατασκευάζουν. Μιλάμε, δηλαδή, για την αντίληψη της προσωπικής και συλλογικής ζωής και του χώρου, που βασίζεται στην ανάδειξη ελιξιρίου της Ιδιότητες κάθε μιας υποκειμενικότητας και της καθημερινής εφευρετικότητας, ενώ παράλληλα εναντιώνεται στην σπατάλη της ύλης. *θεραπευτικό Ακόμη, επισημαίνει μια κοινωνική συνείδηση που συνδέει τον κόσμο των ιδεών με τον κόσμο της ύλης και μια νοοτροπίας που *ελπιδοφόρο στοχεύει στην ανάδειξη των κοινοτήτων, της ελευθερίας, της έκφρασης και της αυτονομίας σε συλλογικό επίπεδο. Καλλιεργεί *θαυματουργό τα κοινά και μέσω της συνεργασίας και της αυτοπαροχής, η ανάπτυξη της νοοτροπίας αυτής, τροφοδοτείται, ακριβώς, από την εξέλιξη των ίδιων των εμπλεκομένων ατομικά, αλλά και συλλογικά. Αυτό το ανοιχτό σύστημα, λοιπόν, παράγει μια αρχιτεκτονική πρακτική με εργαλεία κοινωνικής ζύμωσης. Οι άμεσα ενδιαφερόμενοι μέσω της συμμετοχής τους, παίρνουν στάση ενεργητική, ενώ έχουν τη δυνατότητα να καθορίσουν τοπικά, περιβάλλον στο οποίο ζουν. Είναι, έτσι, λογική η στροφή Υλικάτογια τη παρασκευή του ελιξιρίου σε τεχνολογικές μεθόδους και κατασκευές, που αναδύουν τις πληρέστερες απαντήσεις εξίσου επιστημονικά. Επινοώντας συλλογικές και ανοιχτές δομές, συστήματα, πλατφόρμες και *φαντασία δίκτυα, τα οποία δέχονται επιδιόρθωση και μετασχηματισμό από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, αποκαλύπτουν, τελικά, νέες σκέψη του υλικού κόσμου. δυνατότητες*κριτική στη σφαίρα Όλα τα παραπάνω, λειτουργούν σαν οδηγός προς την αποκόλληση από την προκαθορισμένη στάση της πληκτικής *ελεύθερη έκφραση και παθητικής επανάληψης και της επιρροής της πάνω στην καθημερινότητα και τον χώρο.

22 12 20


19

*θυμίσου το ελιξίριο κρύβει μέσα του τις μαγικες λέξεις


Μ

ια αρχιτεκτονική μέσω της οποίας κάθε υποκείμενο καλείται να συμμετέχει, να οικειοποιείται και επομένως να ενεργεί ως δημιουργός των περιβαλλόντων του. Ανοιχτό μοντέλο εύπλαστων, αλληλοτροφοδοτούμενων και οργανικών διαδικασιών, στο οποίο οι χρήστες εμπλεκόμενοι συμμετέχουν ενεργητικά και συνεργάζονται με ομάδες καταρτισμένων ανθρώπων. Αυτό, ώστε στη φάση που καθορίζεται το αποτέλεσμα, εκείνοι που θα εργάζονται για να απαντήσουν στο ζήτημα, απαντούν ταυτόχρονα στο πως, αλλά και στο γιατί. Συνεπώς, το τελικό αποτέλεσμαπεριβάλλον, εμπεριέχει την προσωπικότητα, τις απόψεις και τα συναισθήματα εκείνων που το κατασκευάζουν. Μιλάμε, δηλαδή, για την αντίληψη της προσωπικής και συλλογικής ζωής και του χώρου, που βασίζεται στην ανάδειξη της κάθε μιας υποκειμενικότητας και της καθημερινής εφευρετικότητας, ενώ παράλληλα εναντιώνεται στην σπατάλη της ύλης. Ακόμη, επισημαίνει μια κοινωνική συνείδηση που συνδέει τον κόσμο των ιδεών με τον κόσμο της ύλης και μια νοοτροπίας που στοχεύει στην ανάδειξη των κοινοτήτων, της ελευθερίας, της έκφρασης και της αυτονομίας σε συλλογικό επίπεδο. Καλλιεργεί τα κοινά και μέσω της συνεργασίας και της αυτοπαροχής, η ανάπτυξη της νοοτροπίας αυτής, τροφοδοτείται, ακριβώς, από την εξέλιξη των ίδιων των εμπλεκομένων ατομικά, αλλά και συλλογικά. Αυτό το ανοιχτό σύστημα, λοιπόν, παράγει μια αρχιτεκτονική πρακτική με εργαλεία κοινωνικής ζύμωσης. Οι άμεσα ενδιαφερόμενοι μέσω της συμμετοχής τους, παίρνουν στάση ενεργητική, ενώ έχουν τη δυνατότητα να καθορίσουν τοπικά, το περιβάλλον στο οποίο ζουν. Είναι, έτσι, λογική η στροφή σε τεχνολογικές μεθόδους και κατασκευές, που αναδύουν τις πληρέστερες απαντήσεις εξίσου επιστημονικά. Επινοώντας συλλογικές και ανοιχτές δομές, συστήματα, πλατφόρμες και δίκτυα, τα οποία δέχονται επιδιόρθωση και μετασχηματισμό από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, αποκαλύπτουν, τελικά, νέες δυνατότητες στη σφαίρα του υλικού κόσμου. Όλα τα παραπάνω, λειτουργούν σαν οδηγός προς την αποκόλληση από την προκαθορισμένη στάση της πληκτικής και παθητικής επανάληψης και της επιρροής της πάνω στην καθημερινότητα και τον χώρο.

22 12 20


22 21 12 21


Μ

ια αρχιτεκτονική μέσω της οποίας κάθε υποκείμενο καλείται να συμμετέχει, να οικειοποιείται και επομένως να ενεργεί ως δημιουργός των περιβαλλόντων του. Ανοιχτό μοντέλο εύπλαστων, αλληλοτροφοδοτούμενων και οργανικών διαδικασιών, στο οποίο οι χρήστες εμπλεκόμενοι συμμετέχουν ενεργητικά και συνεργάζονται με ομάδες καταρτισμένων ανθρώπων. Αυτό, ώστε στη φάση που καθορίζεται το αποτέλεσμα, εκείνοι που θα εργάζονται για να απαντήσουν στο ζήτημα, απαντούν ταυτόχρονα στο πως, αλλά και στο γιατί. Συνεπώς, το τελικό αποτέλεσμαπεριβάλλον, εμπεριέχει την προσωπικότητα, τις απόψεις και τα συναισθήματα εκείνων που το κατασκευάζουν. Μιλάμε, δηλαδή, για την αντίληψη της προσωπικής και συλλογικής ζωής και του χώρου, που βασίζεται στην ανάδειξη της κάθε μιας υποκειμενικότητας και της καθημερινής εφευρετικότητας, ενώ παράλληλα εναντιώνεται στην σπατάλη της ύλης. Ακόμη, επισημαίνει μια κοινωνική συνείδηση που συνδέει τον κόσμο των ιδεών με τον κόσμο της ύλης και μια νοοτροπίας που στοχεύει στην ανάδειξη των κοινοτήτων, της ελευθερίας, της έκφρασης και της αυτονομίας σε συλλογικό επίπεδο. Καλλιεργεί τα κοινά και μέσω της συνεργασίας και της αυτοπαροχής, η ανάπτυξη της νοοτροπίας αυτής, τροφοδοτείται, ακριβώς, από την εξέλιξη των ίδιων των εμπλεκομένων ατομικά, αλλά και συλλογικά. Αυτό το ανοιχτό σύστημα, λοιπόν, παράγει μια αρχιτεκτονική πρακτική με εργαλεία κοινωνικής ζύμωσης. Οι άμεσα ενδιαφερόμενοι μέσω της συμμετοχής τους, παίρνουν στάση ενεργητική, ενώ έχουν τη δυνατότητα να καθορίσουν τοπικά, το περιβάλλον στο οποίο ζουν. Είναι, έτσι, λογική η στροφή σε τεχνολογικές μεθόδους και κατασκευές, που αναδύουν τις πληρέστερες απαντήσεις εξίσου επιστημονικά. Επινοώντας συλλογικές και ανοιχτές δομές, συστήματα, πλατφόρμες και δίκτυα, τα οποία δέχονται επιδιόρθωση και μετασχηματισμό από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, αποκαλύπτουν, τελικά, νέες δυνατότητες στη σφαίρα του υλικού κόσμου. Όλα τα παραπάνω, λειτουργούν σαν οδηγός προς την αποκόλληση από την προκαθορισμένη στάση της πληκτικής και παθητικής επανάληψης και της επιρροής της πάνω στην καθημερινότητα και τον χώρο.

22


οργανικές διαδικασίες

περιβάλλον

συμμετοχή

ενεργητικότητα ανοιχτό μοντέλο

οικειοποίηση συνεργασία δημιουργία

χρήστης

ενεργός δημιουργός

23

Διάγραμμα ελιξιρίου


building mindset παιγνιώδης νοοτροπία

Παίκτης

παιγνιώδης συμπεριφορά

Κατοίκηση

Hacker

Τεχνίτης

Hacking Maker Bricolage Bricoleur

αρχιτέκτονας

ενορχήστρωση

*έχοντας τη συνταγή του ελιξιρίου, χρειάζεται να αναζητήσεις τουςHacktivism κατάλληλους μέντορες που θα σε καθοδηγήσουν προς την σύνθεσή του Assemblage

Εργαστήριο

24

κανόνες το


περιβάλλον

Μέντορες

οργανικές διαδικασίες

ανοιχτό μοντέλο

χρήστης

23

ΙΙI

συμμετοχή

Για την αναζήτηση του ελιξιρίου, απαιτείται η καθοδήγηση και η παρότρυνση του ερευνητή προς την πειθαρχία και την δράση. Για αυτό το σκοπό, χρησιμοποιείται ο ρόλος του Μέντορα. Λειτουργικά, ενεργητικότητα ο Μέντορας εφοδιάζει με πληροφορίες και στοιχεία τα οποία γίνονται χρήσιμα στη συνέχεια, όταν αυτά μεταχειριστούν κατάλληλα. Ο Μέντορας σε αυτή την περίπτωση, δεν είναι ένας, αλλά πολλαπλές «φιγούρες» και διαδικασίες που όμως εξυπηρετούν τη συνολική φιγούρα του Μέντορα. Άρα, τελικά δεν αντιπροσωπεύεται από έναν χαρακτήρα, αλλά από διάφορες λειτουργίες και τακτικές. οικειοποίηση Οι λειτουργίες αυτές παρέχουν στον ερευνητή τον χάρτη* προς τη νέα αρχιτεκτονική πρακτική και τις ερωτήσεις και πληροφορίεςκλειδιά που χρειάζεται για τοσυνεργασία ταξίδι αυτό. Παράλληλα, οι λειτουργίες αυτές λαμβάνουν τηνδημιουργία μορφή Συμμάχων, συνοδοιπόρων του ερευνητή σε όλο το ταξίδι. Είναι αυτοί που τον βοηθούν, αποκαλύπτοντάς του ερωτήματα που έχουν μεγάλη σημασία στο δρόμο προς τη νέα πρακτική. Συστήνουν ποιότητες του καινούργιου, άγνωστου αυτού “κόσμου”. ενεργός στοιχεία που δεν έχουν Υπενθυμίζουν χρησιμοποιηθεί ακόμα και δημιουργούν δημιουργός συσχετίσεις που αποτελούν βοήθεια για την πορεία της αναζήτησης. Ακόμη, προτείνουν εναλλακτικές επιλογές που εξυπηρετούν στη λύση ζητημάτων που προκύπτουν.

Αναζήτησε τους δικούς σου


building mindset παιγνιώδης νοοτροπία

Παίκτης

παιγνιώδης συμπεριφορά

Κατοίκηση

Hacker Hacking

Ιδιότητες μεντόρων Maker

Bricolage

*παρακινητικοί

Bricoleur *ενεργητικοί_δραστικοί *καθοδηγητικοί

Hacktivism

ενορχήστρωση

αρχιτέκτονας

Assemblage

για την αναζήτηση θα χρειαστεί να *εξετάσεις διεξοδικά το ελιξίριο *ακολουθήσεις το ένστικτό σου *συμφιλιωθείς με το άγνωστο

Εργαστήριο

24

κανόνες το


οργανικές διαδικασίες

περιβάλλον

συμμετοχή

ενεργητικότητα ανοιχτό μοντέλο

οικειοποίηση συνεργασία δημιουργία

χρήστης

ενεργός δημιουργός

23


building mindset παιγνιώδης νοοτροπία

Παίκτης

παιγνιώδης συμπεριφορά

Κατοίκηση

Hacker

Τεχνίτης

Hacking Maker Bricolage Bricoleur

Hacktivism

Χάρτης Μεντόρων

ενορχήστρωση

αρχιτέκτονας

Assemblage

Εργαστήριο

24

κανόνες το


ΠΑΙΧΝΙΔΙ « ας το ξεκαθαρίσουμε μια για πάντα: ο άνθρωπος παίζει μόνον εκεί που είναι άνθρωπος με την πλήρη σημασία της λέξης και είναι πλήρης άνθρωπος μόνο εκεί που παίζει». - F. Schiller, επιστολές για την αισθητική παιδεία

Ποικιλία απόψεων, αναφέρουν το παιχνίδι ως αναψυχή, αδράνεια, ως μηπαραγωγική δραστηριότητα που εκτελείται πάντα εκτός της καθημερινής ζωής. Μεγάλης σημασίας κατάλοιπο που καθορίζει τη νοοτροπία μας απέναντι στο παιχνίδι αποτελεί το γεγονός ότι από την εποχή της Μεταρρύθμισης, οι Πουριτανοί το προσδιορίζουν στην καλύτερη περίπτωση ασήμαντο, ενώ στη χειρότερη δαιμονικό. Ο Ολλανδός ιστορικός Johann Huizinga(Γιόχαν Χουιζίνγκα), παραδέχεται1 πως οι σοβαροφανείς τάσεις που αναδύθηκαν, από τον 18ο αιώνα, αυτές του ωφελιμισμού, του αστικού ιδεώδους μαζί με την Βιομηχανική Επανάσταση δεν άφησαν περιθώρια ανάπτυξης του παιγνιώδους πνεύματος. Παράλληλα, όμως αναφέρει το «παίζειν» ως κατάσταση ισάξια με το «λογίζεσθαι» και το «κατασκευάζειν» και θεωρεί πως ο ανθρώπινος πολιτισμός γεννιέται από την εγγενή τάση του ανθρώπου να παίζει. Αναγνωρίζει τον Homo Ludens( ο άνθρωπος που παίζει) ως ισάξιο του Homo Sapiens(ο λογικός άνθρωπος) και του Homo Faber(ο άνθρωπος κατασκευαστής) που τον διαδέχτηκε.2 Παρόλα αυτά, τοποθετεί το παιχνίδι εκτός πλαισίου καθημερινότητας. Ακόμη, ο Γάλλος θεωρητικός Roger Caillois, αρχικά επιχειρεί να διαχωρίσει τη θέση του από εκείνη του Huizinga, καθώς ναι μεν θεωρεί πως το παιχνίδι έχει ουσιαστική σημασία για τον πολιτισμό, αλλά «παιγνίδια και παιγνιακά εξαρτήματα στην πορεία της ιστορίας αποτελούν κατάλοιπα της τελευταίας»3, πιστεύει, δηλαδή, στην αντίστροφη σχέση πολιτισμού-παιχνιδιού. Βέβαια, ορίζει το παιχνίδι ως αβέβαιη, μη- παραγωγική, ελεύθερη, διαχωρισμένη, ρυθμισμένη από κανόνες, μυθοπλαστική διαδικασία, άποψη που τελικά πλησιάζει αυτή του Huizinga. Ο Caillois, όμως, εντοπίζει δύο διαφορετικούς πόλους στην έννοια του παιχνιδιού. Από τη μία, τονίζει πως η πηγή του χαρακτηρίζεται από την πρωταρχική ελευθερία που σχετίζεται με την ανάγκη για χαλάρωση, διασκέδαση, φαντασίωση, με ελαφρότητα και ανεμελιά, ονομάζοντάς την “paidia”.4

25

1 J.Huizinga [1980], Homo Ludens, κεφ. Western civilization 2 J.Huizinga [1980], Homo Ludens, πρόλογος 3 Roger Caillois, ”Τα παιγνίδια και οι άνθρωποι, Η μάσκα και ο ίλιγγος”, σ.111 4

Roger Caillois, ”Τα παιγνίδια και οι άνθρωποι, Η μάσκα και ο ίλιγγος”, σ.74


Από την άλλη, τον αντίθετο πόλο που την συγκρατεί και τη χαλιναγωγεί τον ονομάζει “ludus”, όπου παρουσιάζεται ως «το συμπλήρωμα και η επιμόρφωση της “paidia”. “ Προσφέρει την ευκαιρία μιας εξάσκησης και καταλήγει συνήθως στην κατάκτηση μιας ορισμένης ικανότητας (…) ή στην ευκολία του να ανακαλύπτεις μια ικανοποιητική λύση σε προβλήματα καθαρά συμβατικής τάξης”.5 Στην τοποθέτηση αυτή, φανερώνεται ο αμφίσημος χαρακτήρας που μπορεί να κατέχει το παιχνίδι. Ο Brian Sutton Smith6, λοιπόν, εργάζεται ώστε να αναδείξει τους λόγους για τους οποίους η φύση του παιχνιδιού είναι αμφίσημη, αλλά ότι ταυτόχρονα η έλλειψη σαφήνειας που το διακρίνει αποτελεί, γι’ αυτόν, το πρωτεύον διαρθρωτικό στοιχείο που το καθιστά ένα σύνολο, μια ενότητα. Άρα, παρουσιάζεται ως προτέρημα, παρά ως ζήτημα προς επίλυση. Αυτή του η θέση, εντάσσει το παιχνίδι σε ένα ευρύτερο φάσμα από εκείνο που το τοποθετούν οι Huizinga και Caillois. Συνεπώς, είναι φανερό πως η δυτικοευρωπαϊκή προσέγγιση τοποθετείται υπέρ του παιγνιδιού ως μια σαφώς οργανωμένη μορφή δραστηριότητας, αντιπαρερχόμενη τα ζωηρά και άναρχα γνωρίσματά του. Το παιχνίδι, εισέρχεται στις ζωές μας με πολύ πιο βαθείς και ουσιώδεις τρόπους παρά σαν μέσο απόσπασης από κάτι πιο σημαντικό, που εκτελείται σε πλαίσια εκτός του καθημερινού. Αντί, λοιπόν, να απαξιώνουμε το παιγνιώδες πνεύμα ως κάτι το οποίο διαταράζει την κοινωνική ευταξία, χρειάζεται να αντιληφθούμε ότι η ποικιλία και η πληθώρα τον ανθρώπινων παιχνιδιών είναι τα βασικά χαρακτηριστικά για μια υγιή και ζωντανή κοινωνία. Το παιχνίδι, ίσως να είναι η μόνη περίπτωση στην οποία το υποκείμενο είναι ουσιαστικά ελεύθερο να είναι δημιουργικό. Σύμφωνα με τον Donald Winnicott (Ντόναλντ Γουίνικοτ)7, στο παιχνίδι και μόνο στο παιχνίδι είναι που το άτομο, είτε παιδί, είτε ενήλικας μπορεί να είναι δημιουργικό και να χρησιμοποιεί ολόκληρη την προσωπικότητα του. Ενώ, μόνο με το να είναι δημιουργικό ανακαλύπτει τον εαυτό του και την υποκειμενικότητά του. Έτσι, εξετάζοντάς την παιγνιώδη νοοτροπία την απ’ τη σκοπιά της αυτοανάπτυξης, αυτή βοηθά στο να τείνει η πραγματικότητα μας να συμφωνεί με αυτό που επιθυμούμε ως δημιουργικά όντα. Το παιχνίδι, λοιπόν, είναι μια βαθιά, φυσική και διαρκής πηγή δημιουργίας για τους σύγχρονους ανθρώπους. Η διαδικασία του παιχνιδιού εκτιμάται ως παράγοντας πρωτοτυπίας, ενεργητικότητας και ανάπτυξης νέων δεδομένων, ώστε όπου υπάρχει παιχνίδι, να υπάρχουν νέες δυνατότητες. Τα παιχνίδια καθιστούν την καθημερινότητα μας ουσιώδη, γεμάτη νόημα και αποτελούν τους μόνους αγωγούς νέων ερμηνειών του κόσμου μας.8 Μας διδάσκουν πώς λειτουργούν πτυχές της πραγματικότητας, πώς να κατανοούμε και να συντονίζουμε τον ίδιο μας τον εαυτό, πώς να καταλαβαίνουμε τις πράξεις των άλλων και πώς να χρησιμοποιούμε τη φαντασία μας. 5 Roger Caillois [2001], ”Τα παιγνίδια και οι άνθρωποι, Η μάσκα και ο ίλιγγος”, σ.75 6 Brian Sutton Smith [2001] ,“The ambiguity of play” 7 D.Winnicott [1971], Playing and Reality, σελ.54 8 Pat Kane[2005], The Play Ethic, a manifesto for a different way of living, σ. 13

26


Κάθε παιχνίδι, όμως, εκφράζει μια διαφορετική όψη της πραγματικότητας ανάλογα με τον σκοπό του και με τον τρόπο με τον οποίο αυτό έχει δομηθεί. Τα παιχνίδια, μας δίνουν εργαλεία τα οποία εμείς μετά εφαρμόζουμε στον κόσμο μας. Επομένως, διαφορετικά παιχνίδια παράγουν διαφορετικά εργαλεία και συμπεριφορές και κατ’ επέκταση διαφορετικές κοινωνικές πρακτικές και συνειδήσεις.

ολιστικό σετ(jigsaw puzzle) vs

μη-ολιστικό

σετ(lego)

(architecture for the commons)

27

Κατά τον ακαδημαϊκό James Carse (Τζέιμς Κάρς)9, υπάρχουν, τουλάχιστον, δύο είδη παιχνιδιού. Το ένα αναφέρεται ως «πεπερασμένο», ενώ το άλλο ως «απεριόριστο». Ένα «πεπερασμένο» παιχνίδι παίζεται με τελικό σκοπό τη νίκη κάποιου, δηλώνοντας μια ανταγωνιστική νοοτροπία,, καθώς ένα «απεριόριστο» παίζεται με σκοπό τη συνέχιση του παιχνιδιού. Αν, λοιπόν, ένα «πεπερασμένο» παιχνίδι παίζεται ώστε κάποιος να νικήσει, αυτό σημαίνει πως όταν αυτό συμβεί το παιχνίδι θα τελειώσει. Εάν οι παίκτες δεν καταλήξουν σε κάποιον νικητή, τότε το παιχνίδι δεν έχει τελειώσει, ενώ, μία μόνο ομάδα ή παίκτης καταφέρνει, τελικά, να κερδίσει. Άρα, υπάρχει μια σαφής αρχή και ένα σαφές τέλος. Σε αυτά τα παιχνίδια τα αριθμητικά όρια είναι πάντοτε εμφανή, ενώ παίρνουν διάφορες μορφές, όπως για παράδειγμα χωρικούς περιορισμούς, αριθμό των παικτών κ.ο.κ. Οι παίκτες, τα όρια και γενικά οι κανόνες που επιλέγονται ορίζονται από εξωτερικούς παράγοντες. Αν και υπάρχει η εντύπωση πως όποιος παίζει ένα «πεπερασμένο» παιχνίδι παίζει ελεύθερα και με τη θέλησή του, συνήθως οι παίκτες αυτοί κυριεύονται από την ιδέα ότι «πρέπει, οφείλουν να παίξουν». Προκειμένου, όμως, να παίξουμε πραγματικά με τους άλλους χρειάζεται να έχει προηγηθεί η προσωπική, συνειδητή μας επιλογή σε αυτό. Δεδομένου ότι ένα παιχνίδι δεν αποτελείται από οτιδήποτε κάνει ξεχωριστά ένα άτομο, αλλά από ό,τι κάνουν τα άτομα μεταξύ τους, μπορούμε να πούμε ότι ένα παιχνίδι δημιουργείται κάθε φορά που τα άτομα επιλέγουν να αποτελέσουν ένα κοινό σύνολο. Ως κοινό σύνολο, λοιπόν, επινοούν μεταξύ τους, τους κανόνες, την ηθική τους και τους τρόπους επικοινωνίας τους. Είναι στη φύση του ανθρώπου, άρα και του παιχνιδιού, να υπάρχει διαχωρισμός και σύγκρουση. Το γεγονός αυτό δεν παρεμποδίζει τις βασικές ιδιότητες εκείνων των παιχνιδιών, που μας προσφέρουν ένα ανοιχτό, αλλά και διαχειρίσιμο πεδίο συνεργασίας και συν- δημιουργίας. Εδώ, λοιπόν, επιλέγουμε να στραφούμε προς ένα τέτοιο είδος παιχνιδιού, που αναφέρεται από τον Carse ως «απεριόριστο». 9 J.Carse [1986], Finite and Infinite Games, σ.3


σκοπός του παιχνιδιού Το παιχνίδι σε αυτήν την περίπτωση, αποτελεί ένα πεδίο ανοιχτής συμμετοχής όπου δεν τίθεται ζήτημα προκαθορισμένης επιλογής των παικτών, καθώς όποιος επιθυμεί να παίξει έχει τη δυνατότητα να συμμετέχει. Κάθε νέος συμμετέχων, εισέρχεται στο υπάρχον πλαίσιο, αλλά ταυτόχρονα το επηρεάζει και το αλλάζει, διότι οι κανόνες- περιορισμοί καθορίζονται από τους ίδιους τους παίκτες. Κατά την διαδικασία του παιχνιδιού, αυτοί δημιουργούν τους κανόνες οι οποίοι από τη μια προσδιορίζουν το πλαίσιο της δράσης τους προσφέροντάς τους ελευθερία κινήσεων και από την άλλη, θέτουν τον κοινό τους σκοπό. Πράγματι, μόνος σκοπός του παιχνιδιού αυτού είναι να αποτραπεί το τέλος του και να μείνουν όλοι οι παίκτες στο παιχνίδι. Οι παίκτες σε αυτή τη συνθήκη, δεν μπορούν να διακρίνουν πότε ξεκίνησε το παιχνίδι, αλλά ούτε φαίνεται να τους ενδιαφέρει κιόλας. Θεωρούν τις νίκες και τις ήττες τους απλές στιγμές μέσα στη ροή του παιχνιδιού και δεν καταλήγουν να χαρακτηρίζονται από αυτές.

The CITY KIT hybrid game by Hybrid Space Lab

Common- Hood_ video game

Minecraft

Επιτραπέζιο παιχνίδι

Common- Hood_ video game

28


οι κανόνες του παιχνιδιου «Κάθε παιχνίδι έχει δύο προϋποθέσεις:τους κανόνες παιχνιδιού και το παιχνίδι με τους κανόνες.» - Raoul Vaneigem

Δεν υπάρχουν χωρικά ή αριθμητικά όρια σε αυτού του είδους το παιχνίδι. Οι κανόνες λειτουργούν οργανωτικά και έτσι συντονίζουν το πλαίσιο, δεν έχουν ρόλο περιοριστικό, αλλά καθοδηγητικό και είναι ανοιχτοί προς αναδιατύπωση, καθώς οφείλουν να αλλάζουν και να αναπροσαρμόζονται κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού. Διαφορετικά, το παιχνίδι κινδυνεύει, μονίμως, από ένα πεπερασμένο αποτέλεσμαδηλαδή από τη νίκη ορισμένων παικτών και την ήττα κάποιων άλλων. Άρα, οι κανόνες αλλάζουν ώστε από τη μία να εμποδίσουν οποιονδήποτε να κερδίσει το παιχνίδι και από την άλλη, να εισέρθουν όσο περισσότερα άτομα γίνεται σε αυτό. Αν και οι κανόνες ενός τέτοιου παιχνιδιού μπορεί να αλλάξουν κατόπιν συμφωνίας σε οποιοδήποτε σημείο του, δεν συνεπάγεται πως επειδή είναι ένα “απεριόριστο” παιχνίδι κάποιος κανόνας θα αλλάξει οπωσδήποτε. Αυτό που θεσπίζουν οι κανόνες είναι μια σειρά περιορισμών για τους παίκτες. Εάν, λοιπόν, οι κανόνες ενός «πεπερασμένου» παιχνιδιού είναι οι συμβατικοί όροι με τους οποίους οι παίκτες μπορούν να συμφωνήσουν ποιος κέρδισε, οι κανόνες ενός «απεριόριστου» είναι οι συμβατικοί όροι κατά τους οποίους οι παίκτες συμφωνούν να συνεχίζουν να παίζουν. Για το λόγο αυτό, οι κανόνες ενός «απεριόριστου» παιχνιδιού έχουν διαφορετικό ρόλο από εκείνους ενός «πεπερασμένου». Είναι σαν τη γραμματική μιας ζωντανής γλώσσας.1 Οι κανόνες ή η γραμματική μιας ζωντανής γλώσσας εξελίσσονται πάντα για να εγγυηθούν το νόημα του λόγου, ενώ από την άλλη οι κανόνες λ.χ. μιας δημόσιας συζήτησης (debate) πρέπει να παραμένουν σταθεροί. Οι πρώτοι, λοιπόν, είναι πάντα σχεδιασμένοι ώστε να αντιμετωπίζουν συγκεκριμένες απειλές που αφορούν στη συνέχιση το υ παιχνιδιού. Έτσι, οι παίκτες χρησιμοποιούν τους κανόνες για να ρυθμίσουν τον τρόπο με τον οποίο θα δημιουργήσουν αυτά τα όρια «ασφαλείας», με τη διαφορά ότι αυτά δεν καθορίζουν το ίδιο το παιχνίδι, αλλά δημιουργούνται μέσα σε αυτό. Άρα, χρειάζεται να σχεδιάζουμε κανόνες που θα επιτρέπουν στους παίκτες να συνεχίζουν να παίζουν, λαμβάνοντας, όμως, υπόψην αυτά τα όρια. Επομένως, εφόσον αυτά τίθενται κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, αλλά δεν το χαρακτηρίζουν, το ίδιο το παιχνίδι δεν είναι δυνατό να περιοριστεί. Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ «πεπερασμένων» και «απεριόριστων» παικτών, οι πρώτοι παίζουν αποκλειστικά εντός ορίων, ενώ οι δεύτεροι παίζουν με τα όρια αυτά. Οι παίκτες αυτοί, γνωρίζουν πως υπάρχουν κανόνες, αλλά δεν ξεχνούν πως οι κανόνες είναι, ουσιαστικά, έκφραση της συμφωνίας μεταξύ τους και όχι η προϋπόθεση για συμφωνία.

29

1 J.Carse [1986], Finite and Infinite Games, σ.9


η παιγνιώδης συμπεριφορά και η έκφραση της υποκειμενικότητας Η Ινδοευρωπαϊκή ρίζα του plegian, από το οποίο προέρχεται η λέξη play(παιχνίδι), σημαίνει την διαδικασία του να εμπλέκει κανείς τον ίδιο του τον εαυτό σε κάτι.1 Το να υιοθετεί, κανείς, μια παιγνιώδη συμπεριφορά, δεν σημαίνει πως είναι επιπόλαιος, ή πως συμπεριφέρεται δίχως ουσία. Αντιθέτως, κατά αυτόν τον τρόπο είναι ευκολότερο να συσχετιστούμε μεταξύ μας ως ελεύθερα άτομα και να επιτρέψουμε στη σχέση μας να είναι ανοιχτή σε απρόσμενα γεγονότα. Επομένως, μια τέτοια στάση παρέχει το πεδίο ανάδυσης νέων πιθανοτήτων. Η απόλυτη σοβαρότητα, από την άλλη, είναι μια συμπεριφορά που αποκλείει τέτοια γεγονότα, εφόσον είναι μια στάση που εξαναγκάζει ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Έτσι, λοιπόν, οι παίκτες στη συνθήκη ενός «απεριόριστου» παιχνιδιού, συσχετίζονται με άλλους εκφραζόμενοι μέσα από τη δική τους ελευθερία, όχι από τις ασαφείς απαιτήσεις ενός ρόλου, ενώ παράλληλα διαφοροποιούνται από τους υπόλοιπους παίκτες. Κατευθείαν, αυτό, τους φέρνει πιο κοντά και τους τοποθετεί σε μια διαδικασία συνείδησης, κατανόησης της υποκειμενικότητάς τους και τους ενεργοποιεί. Αλληλεπιδρούν, δηλαδή, ως πλήρεις προσωπικότητες. Αυτού του είδους οι παίκτες, είναι προετοιμασμένοι για πιθανά απρόοπτα γεγονότα, επειδή χαρακτηρίζονται από μια διαφάνεια που αφορά στην ευαλωτότητα. Εμπλεκόμενοι σε μια τέτοια διαδικασία, οι παίκτες δεν διασκεδάζουν απλώς με τα στοιχεία της έκπληξης που μπορεί να προκύψουν, αλλά μέσα απ’ αυτά καταφέρνουν οι ίδιοι, να μεταμορφώνονται, καθώς αυτή η άμεση ανατροφοδότηση έχει τη δύναμη να σε απορροφήσει και μέσω κινήτρων να δημιουργήσει το αίσθημα του σκοπού. Ίσως, λοιπόν, το πιο σημαντικό ζήτημα στο οποίο παρέχει βαθύτερη κατανόηση το παιχνίδι είναι η δυνατότητα της προσωπικής εμπλοκής και της ποικιλομορφίας των συνειδήσεων και των υποκειμενικοτήτων στο συλλογικό πλαίσιο που δημιουργείται. Έτσι, η διαδικασία του παιχνιδιού εκτιμάται ως παράγοντας πρωτοτυπίας, ενεργητικότητας και ανάπτυξης νέων δεδομένων. Η οικουμενικότητα και η ανοικτότητα του παιχνιδιού έγκειται στο γεγονός ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ικανοί να παίξουν. Προκύπτει, λοιπόν, το ερώτημα του εάν όλοι οι άνθρωποι είναι σε θέση να παίξουν καλά. Ως ‘καλά’ εννοείται η ποιότητα που αναδύεται από το να “παίζει’’ κανείς με τους κανόνες που έχουν θεσπιστεί, αλλά και η δυνατότητα δημιουργίας νοήματος και συνοχής. Το παράδοξο, σε μια συνθήκη “απεριόριστου” παιχνιδιού είναι ότι οι παίκτες ενός τέτοιου παίζουν καλά, μόνο όταν ξέρουν πως οι υπόλοιποι παίκτες μπορούν να συνεχίσουν το παιχνίδι και χωρίς αυτούς. 1 P. Kane[2005], The Play Ethic, a manifesto for a different way of living, μετάφραση από αγγλικά, σ.9

30


Παράγεται, έτσι ένα παιγνιώδες ήθος, αντί του εργασιακού στο οποίο ο στόχος πια, δεν είναι η στείρα επίτευξη μονομερών στόχων, αλλά η απόλαυση της διαδικασίας και της εμπλοκής.

Pat Kane, The Play Ethic, 2004

31

Όπως αναφέρει ο Raph Koster1, η προέλευση της αγγλικής λέξης “fun” (διασκέδαση στα ελληνικά), προέρχεται είτε από το “fonne”, που σημαίνει “fool” (ανόητος) στα μεσαιωνικά Αγγλικά, είτε από το “fonn”, που σημαίνει ευχαρίστηση στη Σκωτική γαελική γλώσσα. Όπως και να χει, και στις δύο περιπτώσεις η διασκέδαση ορίζεται ως πηγή απόλαυσης. Η διασκέδαση, έτσι είναι απλώς μια άλλη λέξη για τη μάθηση.2 Η πλήξη είναι το αντίθετο της μάθησης. Όταν ένα παιχνίδι σταματά να μας διδάσκει, νιώθουμε ότι πλήττουμε και αυτό φανερώνει ότι αναζητούμε νέες πληροφορίες. Είναι η αίσθηση που νιώθεις όταν δεν υπάρχουν νέα φανερά δεδομένα για να απορροφήσεις. Μέσω της παιγνιώδους διαδικασίας, λοιπόν, μπορούμε να μάθουμε νέες πληροφορίες και να εξασκήσουμε δεξιότητες.

1 2

R. Koster [2013], A Theory of fun for game design, σ.40 R. Koster [2013], A Theory of fun for game design, σ. 42


Μέσα από το παιχνίδι, λοιπόν, δημιουργείται η φιγούρα του παίκτη, παράλληλα, όμως, και οι ίδιοι οι παίκτες καθορίζουν το παιχνίδι. Στη φιγούρα αυτή, ενσαρκώνονται χαρακτηριστικά που μετουσιώνονται σε χαρακτηριστικά συνόλων.

Παίκτης Η σύγχρονη άποψη βλέπει τους παίκτες ως την απόλυτη ενσάρκωση της ανθρώπινης ελευθερίας. 1Πορεύονται στον κόσμο μας γεμάτοι φαντασία, πάθος και αυτοπεποίθηση. Ονειρεύονται, συνεχώς, νέα ενδεχόμενα και έχουν την ενεργητικότητα να κάνουν κάποια, τουλάχιστον, από αυτά, πραγματικότητα. Ο παίκτης, αντίθετα με τον χρήστη, είναι φιγούρα που είναι σε θέση να συνδυάσει διάφορες πτυχές του παρελθόντος και του μέλλοντος, επί του παρόντος και να δημιουργήσει συνειδητά το περιβάλλον του με τρόπο ευρηματικό. Οι παίκτες μπορούν να λειτουργούν σε συλλογικά πλαίσια, όντας ευφάνταστοι και σίγουροι απέναντι σε έναν απρόβλεπτο, αμφιλεγόμενο, αναδυόμενο κόσμο. 1 Pat Kane[2005], The Play Ethic, a manifesto for a different way of living, μετάφραση από αγγλικά, σ. 46

32


Παίκτης

Παίκτης + Κατοίκηση = Τεχνίτης

+

Kατοίκηση

Η κατοίκηση είναι ένα ουσιαστικό, που αναφέρεται στην πράξη της διαμονής και της οικειοποίησης του χώρου. Προσεγγίζοντας την, όμως, από μια στοχαστική σκοπιά1, αποτελεί μία διαδικασία, εμπλοκής και δημιουργίας, που συνδέεται άμεσα με τις πνευματικές, πολιτιστικές και βιολογικές μας ανάγκες και επιθυμίες. Η διαδικασία κατασκευής των πραγμάτων, των κτισμάτων, των αντικειμένων, δεν είναι απλά μία μεταμόρφωση της ύλης από έναν κατασκευαστή που χρησιμοποιεί υλικά και εργαλεία. “Φροντίζοντας και μεριμνώντας για τη φύση, φτιάχνοντας πράγματα και οικοδομώντας κτίσματα, δενόμαστε με τη γη, μαθαίνουμε να σεβόμαστε τον ουρανό, συνειδητοποιούμε την ανάγκη μας να ακουμπήσουμε κάπου, γινόμαστε ικανοί να ζούμε ατενίζοντας τον θάνατο όχι ως μακρινό γεγονός αλλά ως παρούσα πραγματικότητα. Δηλαδή κατοικούμε…” 2 Από μόνος του ο στοχασμός πάνω στην κατοίκηση, δεν αρκεί για να μας κάνει ικανούς να κατοικούμε, καθώς η συνείδηση του ανθρώπου ότι Είναι3 στον κόσμο, είναι πιο σημαντική από τον ίδιο τον στοχασμό.4 Κατοικούμε έναν τόπο, όταν παράλληλα παράγουμε, χτίζουμε, φροντίζουμε ή κατασκευάζουμε κάτι, όχι ασυναίσθητα, αλλά ως άνθρωποι, μέσα από την ψυχή μας. Άρα, το χτίσιμο με την έννοια της φροντίδας και της κατασκευής, δεν αποτελεί την αιτία ή τη βάση της κατοίκησης, αλλά εμφανίζεται ως επακόλουθο της.5 Είναι, δηλαδή, μέρος της κατοίκησης ,έτσι όπως τη συλλαμβάνει ο Heidegger, με την έννοια ότι αποτελεί έναν προνομιακό τρόπο ένταξης του ανθρώπου στον κόσμο του.

33

1 “Η κατοίκηση είναι το αποτέλεσμα της εμπλοκής του ανθρώπου με τα πράγματα. Είναι απότοκος μιας σχέσης στην οποία δεν αντιμετωπίζει τον περίγυρό του με το ψύχραιμα αποστασιοποιημένο βλέμμα του εργαστηριακού ερευνητή ή με την απληστία του καταναλωτή, αλλά με τη ζεστασιά της συνύφανσης της ζωής και της καθημερινότητας του με αυτά. Η κατοίκηση είναι μια «διαμονή» στα πράγματα. Η κατοίκηση, πάντα κατά τον Heidegger, συγκεντρώνει σε ένα όλον γη και ουρανό, τα θεία και τους θνητούς, μέσα σ’ αυτό στο οποίο διαμένουν οι θνητοί: στα πράγματα.”, Παύλος Λέφας[2008], Αρχιτεκτονική και Κατοίκηση, σ.33 2 Παύλος Λέφας[2008], Αρχιτεκτονική και Κατοίκηση, σ.33 3 Dasein_ η συνειδητή ανθρώπινη ατομικότητα κατα τον Martin Heidegger 4 Παύλος Λέφας[2008], Αρχιτεκτονική και Κατοίκηση, σ. 53 5 Martin Heidegger, [2009] “…ΠΟΙΗΤΙΚΑ ΚΑΤΟΙΚΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ…”, σ.23


=

Εάν στην φιγούρα του παίκτη προστεθεί η νοοτροπία της κατοίκησης, τότε δημιουργείται η φιγούρα του τεχνίτη

τεχνίτης

Το να σκεφτόμαστε όπως ο τεχνίτης είναι κάτι παραπάνω από μία νοητική κατάσταση. Έχει μια οξεία κοινωνική αιχμή. -Ρίτσαρντ Σένετ

Ο τεχνίτης, ενστερνίζεται τη νοοτροπία της κατοίκησης, καθώς εμπλέκεται στη διαδικασία κατασκευής και δόμησης του κόσμου. Είναι ενεργός δημιουργός και κριτής της υλικής κουλτούρας, καθώς βρίσκεται σε δυναμική σχέση με τα αντικείμενα, το περιβάλλον τους και τα συμβάντα, ενώ η καθημερινότητά του είναι συνδεδεμένη με αυτά και τη ζεστασιά της συνύφανσης της ζωής. ‘Εχει ενσυναίσθηση και ευθύνη αυτού που κατασκευάζει, αλλά και απέναντι στην κοινωνία. Οι φιλοδοξίες και οι δοκιμασίες του μας φανερώνουν ευρύτερα ζητήματα του παρελθόντος και του μέλλοντος. Μέσα από τη διαδικασία της εμπλοκής του με τα πράγματα καταφέρνει και αποκτά σημαντικά χαρακτηριστικά για την αυτο-ανάπτυξη του. Στην εργασία του, ο τεχνίτης έχει τη δυνατότητα βελτίωσης και ανάπτυξης του πνεύματός του και της τεχνικής του, με γνώμονα τρεις βασικές ικανότητες που αποτελούν το θεμέλιο της εργασίας του: να εντοπίζει, να διερωτάται και να ανοίγει νέους ορίζοντες.1 Η εργασία του τεχνίτη αποτελεί μια ανθεκτική στο χρόνο, βασική ανθρώπινη ενόρμηση2, κατά την οποία οι λεπτομέρειες του καθημερινού μόχθου συνδέονται στο μυαλό του με το τελειωμένο αποτέλεσμα. Οι ενέργειες του κινούνται γύρω από την ενασχόληση με προβλήματα, ενώ κατά αυτή την παραγωγική διαδικασία το μυαλό με το σώμα είναι αδιαχώριστα. Παράλληλα, για να ανταπεξέλθει στις τεχνικές και δημιουργικές απαιτήσεις του προβλήματος, πρέπει να συντονίσει την ικανότητά του να συναισθάνεται την ύλη, να χειρίζεται τα εργαλεία, να είναι αποτελεσματικός και επινοητικός. Η διαδικασία της κατασκευής δεν είναι γραμμική, αλλά έχει απρόοπτα και αναπάντεχα συμβάντα που παρεμβάλλουν στη ροή της. Η εμφάνιση ενός απρόσμενου ζητήματος υποβάλλει τον τεχνίτη σε μία δημιουργική συνθήκη, κατά την οποία εμφανίζονται νέες δυνατότητες που προηγουμένως δεν ήταν πιθανές. Έτσι, καταφέρνει να εργάζεται λιγότερο επιθετικά και συμφιλιώνεται με την αμφισημαντότητα των γεγονότων. Είναι, λοιπόν, προετοιμασμένος για το απρόοπτο, ακριβώς επειδή δεν χρησιμοποιεί στείρα και μηχανικά την τεχνική του, αλλά με τρόπο εύπλαστο και αλληλοτροφοδοτούμενο από την υποκειμενικότητα και την παιδεία του. Άρα, αυτή του η στάση δεν του επιτρέπει να δράσει διεκπεραιωτικά και αυτόματα, αντιθέτως, χρησιμοποιεί τη φαντασία του ως εργαλείο για την επίλυση αυτών των ζητημάτων. Επομένως, η τακτική του συνδέεται άμεσα με την ελευθερία για πειραματισμό, ενώ οι επιλογές του τον οδηγούν σε λύσεις έξω 1 Richard Sennett[2011], Ο ΤΕΧΝΙΤΗΣ, σ.274 2 Richard Sennett[2011], Ο ΤΕΧΝΙΤΗΣ, σ.20

34


από τη συνήθη σφαίρα των κινήσεών και των τεχνικών του. Στο εσωτερικό αυτής της διαδικασίας , η ενασχόλησή του τεχνίτη με πρακτικές που εμπλέκουν το σώμα, καθώς και η τεχνική κατανόηση που καλλιεργεί όσο εργάζεται, έχουν ως αποτέλεσμα την βελτίωσή του και ,τελικά, την ανάπτυξη δεξιοτήτων. Αρχικά, η βασική παιδεία του τεχνίτη τροφοδοτείται από την κοινότητα των τεχνιτών που μοιράζεται μεθόδους και εμπειρίες με τις δικές τους ηθικές και πρακτικές εντός του εργαστηρίου. Πρακτικές που δεν χαρακτηρίζονται ως ολοκληρωμένες, τελειωμένες ή κλειστές, αλλά περισσότερο εν δυνάμει εξελίξιμες από τον κάθε τεχνίτη ξεχωριστά. Σε κάθε περίπτωση, όμως, καθένας από τη στιγμή που εργάζεται οδηγείται σε μία διαδικασία συνεχούς αυτο-ανακάλυψης, η οποία αναπτύσσεται μέσω των δυνάμεων της φαντασίας, ενώ ταυτόχρονα υπάρχει η ελευθερία χρήσεως όλων των εργαλείων που διατίθενται, νοητικών και χειροπιαστών. Χρησιμοποιούνται μανιέρες και δοκιμασμένες μέθοδοι, τεχνικές και ικανότητες που έχουν ήδη καλλιεργηθεί ή και η επινόηση καινούργιων μεθόδων. Άλλωστε, η διερεύνηση δομών σχετίζεται άμεσα με τη φύση και την τάση των ανθρώπων να κατασκευάζουν και να μελετούν πώς κουμπώνουν τα πράγματα μεταξύ τους.3 Η κατασκευή, λοιπόν, είναι μία δημιουργική δραστηριότητα που απαιτεί δεξιότητες οι οποίες αναπτύσσονται και, πολλές φορές, χρειάζεται να συνδυαστούν ευρηματικά. ‘Αρα, ο τεχνίτης, απαιτείται να είναι προετοιμασμένος, καθώς ο αυτοσχεδιασμός ζητά άρτια τεχνογνωσία. Όμως, η ροή της δραστηριότητας του σχετίζεται άμεσα και με τα ίδια τα εργαλεία που χρησιμοποιεί προκειμένου να δημιουργήσει και να επιδιορθώσει. Έτσι, οι προκλήσεις που αναδύονται κατά τη διαδικασία μπορούν να αντιμετωπιστούν, είτε εάν προσαρμόσει τη μορφή ενός εργαλείου κατάλληλα, είτε μεταχειρίζοντάς το όπως είναι και αυτοσχεδιάζοντας, χρησιμοποιώντας το με τρόπο για τον οποίο δεν προοριζόταν αρχικά. 4

35

3 R. Koster [2004], A Theory of fun for game design, σ. 54 4 Richard Sennett[2011], Ο ΤΕΧΝΙΤΗΣ, σ.193


Συνειδητοποιείται, έτσι, πως η μέθοδος του τεχνίτη εφόσον δεν είναι συγκεκριμένη και οριοθετημένη, επιτρέπει την χρήση ατελών και ανολοκλήρωτων εργαλείων που αντλούν από τη φαντασία, ώστε να αναπτυχθούν νέες δεξιότητες.5 Άρα, η χρησιμοποίηση περιορισμένων και αβέβαιων εργαλείων δύναται να παίξει θετικό ρόλο στην αυτοβελτίωση του. 6Για εκείνον η περιέργεια που προκαλείται λόγω της ασυμβατότητας εργαλείου- επιδίωξης7, αποτελεί κινητήριος δύναμη για την κατασκευή της μεθόδου του. Η διαδικασία και η μέθοδος στην εργασία του, συνθέτουν ένα ανοιχτό σύστημα, αποτελούμενο από παραμέτρους που επαναπροσδιορίζονται καθ’ολη τη διάρκεια της παραγωγής και της δράσης και τροφοδοτούμενο από το εφευρετικό και ευφάνταστο πνεύμα του τεχνίτη. Η χειρωνακτική παραγωγή παρέχει ευκαιρίες για πειραματισμό, δίνοντας το χώρο για δοκιμή, αποσυναρμολόγηση, μελέτη, επανασύνθεση κ.ο.κ. Είναι η ίδια η δομή της εργασίας που το επιτρέπει και που είναι ευέλικτη, προς αναδιατύπωση. Τελικά, η ικανοποίηση που λαμβάνεται από τον τεχνίτη, δεν είναι μόνο λόγω της αίσθησης του ότι “ κάνω κάτι με τα χέρια μου” και του ότι “προσθέτω ένα λιθαράκι σε τούτον τον κόσμο” , αλλά περισσότερο είναι η παιδεία που κατακτιέται με τον καιρό και οι ανταμοιβές που λαμβάνει μέσα από τη διαδικασία ανάπτυξης της ίδιας της μεθόδου του. Είναι η συνεχής αυτοβελτίωση και η ανάμειξη με διάφορα επίπεδα του κόσμου, που προσφέρεται μέσω του παιχνιδιού της κατοίκησης και μέσω της εμπλοκής με τα πράγματα και τις προκλήσεις που παρουσιάζονται.

One does not become an artist by acquiring certain skills or techniques, though one can use any number of skills and techniques in artistic activity. The creative is found in anyone who is prepared for surprise.

5 Richard Sennett[2011], Ο ΤΕΧΝΙΤΗΣ, σ.22 6 Richard Sennett[2011], Ο ΤΕΧΝΙΤΗΣ, σ.203 7 Richard Sennett[2011], Ο ΤΕΧΝΙΤΗΣ, σ.199

- James Carse

36


αρχιτέκτονας αρχιτέκτονας αρχιτέκ

ο ρόλος του αρχιτέκτονα

37

Θα μπορούσε κανείς να πει, πως ο αρχιτέκτονας διακρίνεται από χαρακτηριστικά και νοοτροπίες που σχετίζονται άμεσα με αυτά του τεχνίτη. Άρα, αποτελεί και αυτός έναν εν δυνάμει τεχνίτη, έχοντας καλλιεργήσει δεξιότητες, διαδικασίες και εργαλεία που χρησιμοποιούνται σε νοητικές και πρακτικές δραστηριότητες.

Σε αυτή την περίπτωση, το εύρος του ρόλου του αρχιτέκτονα διευρύνεται, λαμβάνοντας, πια, πολλαπλά χαρακτηριστικά. Δεν είναι ο θεϊκός δημιουργός του πρωτότυπου και του νέου, δεν αναλαμβάνει το σύνολο των ευθυνών της δημιουργίας, αλλά είναι ένας διαπραγματευτής που αμφισβητεί, υποστηρίζει, ενισχύει και προστατεύει την πρόοδο του σχεδιασμού καθ’ όλη τη διάρκειά της. Έχει τη μορφή του ενορχηστρωτή και συνθέτη διευκολύνοντας τις συμμετοχικές διεργασίες μέσω της οργάνωσης τους. Παράλληλα, επιδιώκει να ανατρέψει την καθιερωμένη πρακτική του μηχανικού, κοινοποιώντας στο σύνολο την τεχνική του γνώση και τις πληροφορίες που έχει συλλέξει με ελεύθερη και σε μεγαλύτερη κλίμακα προσβασιμότητα. Προκειμένου ο αρχιτέκτονας να διευρύνει τη συλλογή χρήσιμων πληροφοριών για τη διαδικασία, αλλά και να εντοπίσει, να αποκαλύψει και να εντείνει αφανείς, ωστόσο υπάρχουσες δυνατότητες των μερών και του συνόλου, αποκτά ιδιότητες ερευνητή και ενεργοποιητή. Αυτές οι επιμέρους αυτοβουλίες, αναδεικνύονται με την προσεκτική χαρτογράφηση και τη συστηματική περιέργεια, μέσω συνεργατικών διαδικασιών. Υποστηρίζοντάς τες στη συνέχεια, τεχνικά καθώς και πρακτικά, η ενεργοποίηση των υφιστάμενων και αναδυόμενων ιδεών και ενεργειών, ενισχύουν τις τοπικές δυνατότητες. Έτσι, η ερευνητική δραστηριότητα του αρχιτέκτονα, προάγει μια πιο δίκαιη, μικρής κλίμακας διαδικασία σχεδιασμού που ενθαρρύνει τη συμμετοχή των άμεσων ενδιαφερόντων, δίχως διαμεσολαβητές. Είναι, λοιπόν, ένας ρόλος που δουλεύει σκόπιμα με τον πειραματισμό εξερευνώντας και αναπτύσσοντας δεξιότητες, εργαλεία και υλικά. Είναι ένας συνδυασμός σχεδιασμού υλικών τεχνουργημάτων, καθώς και κοινωνικών πρωτοκόλλων. Τα πρωτόκολλα αυτά, έχουν τη μορφή κανόνων(δες παιχνίδι), ενώ διαμορφώνουν τη συμβιογένεση μέσα σε ένα δικτυακό σύστημα επιτρέποντας στο πλήθος των μερών να λειτουργεί και να σχηματίζει αμοιβαίες σχέσεις. Για να κατανοήσουμε και να χρησιμοποιήσουμε τις πλήρεις δυνατότητες των συμμετοχικών πρακτικών και τις συνέργειες μεταξύ των μικρών συνεισφορών σχεδιασμού, απαιτείται όλα τα μέρη να συμφωνούν σε έναν κοινό στόχο και έτσι να συγχρονίζονται με τα πρωτόκολλα που έχουν διαμορφωθεί από κοινού.1 Έτσι, γίνεται αντιληπτή η ιδιαίτερη λειτουργία του αρχιτέκτονα σε συμμετοχικές πρακτικές, που αφορά στην αποκωδικοποίηση των κανόνων που συνδιαμορφώνονται από τους εμπλεκόμενους και που επιτρέπουν την διαμόρφωση ενός κοινού πλαισίου για συνδημιουργία . 1 Otto von busch [2008], Fashion-able: hacktivism and engaged fashion design, μετάφραση από τα αγγλικά, σ.18


The Instigator - Original Lithograph by Ivo Pannaggi - 1975

ενορχήστρωση Ο ρόλος του αρχιτέκτονα, όπως αναφέρθηκε, λαμβάνει, επίσης, τις ποιότητες του ενορχηστρωτή μιας συμβιωτικής, αμοιβαίας προσπάθειας που γίνεται από πολλούς διαφορετικούς συμμετέχοντες. Μια τέτοια προσέγγιση, συνήθως, βρίσκεται εκτός της παραδοσιακής σχεδιαστικής διαδικασίας που καθοδηγείται από επιλεγμένους ειδικούς. Το ζήτημα, στην προκειμένη δεν είναι μόνο η λειτουργία ενός γραφείου σχεδιασμού με πληθώρα υπαλλήλων ή η μακρόθεν παρατήρηση της συμπεριφοράς των συμμετεχόντων στις διαδικασίες σχεδιασμού. Είναι μια πρακτική που φέρνει κοντά τους συμμετέχοντες, οι οποίοι συνεργάζονται, παράγουν, κατασκευάζουν και μοιράζονται τα ευρήματα. Αυτό εκφράζει μια άλλη μορφή διεπιστημονικής εργασίας που η συμβολή των εμπλεκόμενων ερασιτεχνών, αλλά και των τεχνικά καταρτισμένων ενσωματώνονται στις εξειδικευμένες εγκαταστάσεις παραγωγής γνώσης, πολιτισμού ή προϊόντων.2 Αυτό, λοιπόν, σημαίνει πως εκείνος που καθοδηγεί τις διαδικασίες σχεδιασμού δεν είναι ο αρχιτέκτονας που στηρίζεται στην από-πάνω-προς-τα-κάτω (top-down) προσέγγιση, αλλά αντίθετα είναι ένας διαχειριστής που καθοδηγεί την επικοινωνία και τις συνδέσεις μεταξύ των αλληλεπιδρώντων μερών. 3 Σε αυτό το πλαίσιο, ο διαχειριστής δεν ορίζεται από τον τεχνικό όρο που συναντάμε συνήθως όταν συζητάμε για δίκτυα υπολογιστών, ούτε από αυτόν του μηχανικού ενός ρομποτικού συστήματος, αλλά από εκείνον του διαπραγματευτή. Είναι, δηλαδή, ένας ρόλος που υποστηρίζει τη διαδικασία δημιουργώντας δυναμικές και ανοιχτές συμφωνίες και που διευκολύνει τις διαλειτουργικές σχέσεις. Τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων και οι συμφωνίες που καθοδηγούν και ρυθμίζουν τους χώρους δράσης, αποτελούν τα πρωτόκολλα με την έννοια που τους δόθηκε παραπάνω. 2 Otto von busch [2008], Fashion-able: hacktivism and engaged fashion design, μετάφραση από τα αγγλικά, σ.236- 237 3 Otto von busch [2008], Fashion-able: hacktivism and engaged fashion design, μετάφραση από τα αγγλικά, σ.181

38


Με την πάροδο των χρόνων και την άνθηση της βιομηχανίας και του διαδικτύου είναι λογικό, οι τεχνίτες με την έννοια που τους παρέχει ο Sennett, να μεταμορφώνονται.

Makers,

Pro-Ams, Soulitarians

Η νέα γενιά ερασιτεχνών τεχνιτών Ζούμε στην εποχή της πληροφορίας, του διαδικτύου, ζούμε και εκφραζόμαστε μέσω αυτού δίχως όρια και περιορισμούς. Επιδιώκουμε να έρθουμε σε επαφή με καινούργιους, νοηματικά κόσμους που εμπλουτίζουν τις πραγματικότητες μας και τις μορφές που μπορούν να έχουν στο μέλλον. Η εποχή της τεχνολογίας και της πληροφορίας μας προσφέρει τη δυνατότητα να σκεφτούμε και να υπάρχουμε ως αυτοσυνείδητοι δημιουργοί. Αυτό μπορεί να συμβεί κατανοώντας και χρησιμοποιώντας τις νέες τεχνολογίες προς όφελος μας προκειμένου να είμαστε ελεύθεροι από τη σκλαβιά της ελλιπούς πληροφόρησης. Κατά τον Chris Anderson1, οι Δημιουργοί (makers),κάνουν κάτι καινούργιο. Πρώτον, χρησιμοποιούν ψηφιακά εργαλεία, σχεδιάζουν σε οθόνες και έχουν ολοένα και περισσότερο τη δυνατότητα κατασκευής φυσικών αντικειμένων από την επιφάνεια εργασίας τους. Δεύτερον, είναι η γενιά του διαδικτύου και επομένως μοιράζονται ενστικτωδώς τις δημιουργίες τους μέσω αυτού. Συνδυάζοντας την κουλτούρα του διαδικτύου μαζί με τη συνεργασία στη διαδικασία δημιουργίας, εμφανίζεται μια νέα κλίμακα του DIY.2 Στην ουσία, η κουλτούρα των makers αντιπροσωπεύει μια επέκταση της σύγχρονης κουλτούρας DIY που βασίζεται στην τεχνολογία, μετατρέπει εργαλεία, ασχολείται με τη δημιουργία νέων συσκευών και διασταυρώνεται με την κουλτούρα των hackers παρεμβαίνοντας σε ήδη υπάρχοντα συστήματα, υποστηρίζοντας υλικό ανοιχτού κώδικα.

1 Chris Anderson[2012], Makers The New Industrial Revolution, σ. 20-21 2 Do It Yourself (ελληνικά: Κάντο µόνος σου) είναι ένας τρόπος κατασκευής και πώλησης προϊόντων, κατά τον οποιο ο αγοραστής συμμετέχει αναλαμβάνοντας κομμάτι της κατασκευής, όπως την συναρμολόγηση. Υπάρχουν και περιπτώσεις που ο καταναλωτής αγοράζει μόνο τα σχέδια ή την ιδέα, και κατασκευάζει το προϊόν εξ ολοκλήρου μόνος του.

39


Παράλληλα με το κίνημα των Δημιουργών(maker movement), αναδύεται και ένα νέο κοινωνικό υβρίδιο, οι Pro-Ams (Professional-Amateurs)3. Σύμφωνα με τους Leadbeater και Miller (Λιντμπίτερ και Μίλλερ)4, οι δραστηριότητές τους δεν εντάσσονται στα παραδοσιακά δίπολα της εργασίας και του ελεύθερου χρόνου, των επαγγελματιών και των ερασιτεχνών, της κατανάλωσης και της παραγωγής. Χαρακτηρίζονται από την έντονη θέλησή τους για δημιουργία και ενεργή συμμετοχή, ενώ για αυτούς ο ελεύθερος χρόνος δεν ταυτίζεται με τη παθητική κατανάλωση, αλλά προσφέρει την ευκαιρία για ανάπτυξη γνώσεων και δεξιοτήτων που κάποιος άλλος αναπτύσσει στο βάθος μιας επίπονης καριέρας. Αυτός ο τύπος ερασιτέχνη διαφέρει από αυτόν γνωρίζουμε και που ανήκει στον κόσμο των χόμπι. “Οι Pro-Ams είναι γνώστες, μορφωμένοι, αφοσιωμένοι και δικτυωμένοι, με βάση τη νέα τεχνολογία.” Ακόμη, εκφράζουν έναν αυτοοργανωμένο φορέα γνώσης και ένα από-κάτω-προς-τα-πάνω(bottom-up) τύπο κατανομής, ο οποίος διαταράσσει τη μοντερνιστική top-down άποψη για την κοινωνική οργάνωση. Επιπλέον, ο Pat Kane5 προτείνει τους σοουλιτάριους(soulitarians) απέναντι στους προλετάριους, οι οποίοι, όπως αναφέρει, έχουν ήδη ξεκινήσει να αντιλαμβάνονται την συλλογική τους δύναμη. Οι σοουλιτάριοι δεν ταυτίζονται μονάχα με τον τρόπο που χρησιμοποιούν την τεχνολογία, αλλά και με το πως ‘παίζουν’ και εκτός διαδικτύου επιλέγοντας δραστηριότητες που τους κατευθύνουν προς μια ζωή με νόημα. Ο σοουλιτάριος έχει μια ξεκάθαρη αντίληψη και μάλιστα μια ηθική και πνευματική δέσμευση προς μια πιο ικανοποιητική ζωή με νόημα μέσα στη νέα οικονομία. Οι σοουλιτάριοι είναι ενεργοί ονειροπόλοι με συγκεκριμένα εργαλεία, εμπνέονται από τις αλχημικές δυνατότητες της ψηφιοποίησης για να ζήσουν δημιουργικά.6

3 Δηλαδή, Επαγγελματίες- Ερασιτέχνες 4 Charles Leadbeater, Paul Miller[2004],The Pro-Am Revolution: How Enthusiasts are Changing Our Society and Economy, σ.20 5 Pat Kane [2004], The Play Ethic: A Manifesto For a Different Way of Living, σ. 146 6 Pat Kane [2004], The Play Ethic: A Manifesto For a Different Way of Living, σ. 48

40


“ acker Hacker Hacker Hacker Hacker H “

Ο επαυξημένος με ψηφιακές δεξιότητες δημιουργός, καθώς και ο ερασιτέχνης τεχνίτης χρησιμοποιούν χαρακτηριστικά και τακτικές που θυμίζουν τη φιγούρα του Hacker (χάκερ).

Ο hacker(χάκερ) είναι «ένα άτομο που του αρέσει να εξερευνά τις λεπτομέρειες των προγραμματιζόμενων συστημάτων και το πώς να επεκτείνει τις δυνατότητές τους, σε αντίθεση με τους περισσότερους χρήστες, που προτιμούν να μαθαίνουν τα ελάχιστα απαραίτητα»1. Αποτελεί ένα άτομο που εφοδιάζει τον εαυτό του με τις κατάλληλες γνώσεις και ικανότητες, με σκοπό να τροποποιήσει το περιβάλλον του με πληροφορίες, πρακτικές εισχωρήσεις και δράση. Ακόμη, μοιράζεται γνώσεις για τον κόσμο μας και συμμετέχει σε μετατροπές προς τη βελτίωσή του. Πολλές φορές, οι hackers συνεργάζονται και οργανώνονται σε ομάδες οι οποίες προάγουν το δημόσιο καλό στο εκάστοτε περιβάλλον, ενώ, η δραστηριότητα τους είναι ευχάριστη, έχοντας συχνά τις ρίζες της σε παιγνιώδεις εξερευνήσεις. Ο hacker που δημιουργεί ο McKenzie Wark (Μακένζι Γουόρκ)2, θα μπορούσε κανείς να πει πως είναι ένας αληθινός τεχνίτης από τη σκοπιά του Sennett, όπου έχοντας γνώσεις παραγωγής, εκτιμά τη δεξιοτεχνία, υπερηφανεύεται για τις δεξιότητες και τη δουλειά του και κάνει στόχο το ίδιο το ταξίδι της διαδικασίας του. Είναι ελεύθερος να αποφασίσει τι θέλει να κάνει, πότε εργάζεται και τι επιθυμεί να πετύχει, αντί να ακολουθήσει μια δομημένη πορεία. “Ο hacker είναι μια φιγούρα που μιλά για το ιδεώδες ενός είδους εργασίας, που βρίσκει τον δικό του χρόνο, θέτει τους δικούς του στόχους και εργάζεται πάνω στην κοινή ιδιοκτησία για το καλό όλων.”3 Ο Eric Raymond, από την άλλη, αναφέρει πως ένας hacker διακρίνεται από συγκεκριμένη στάση και συμπεριφορά και παραθέτει τα γνωρίσματα του.4 Κατ’ αρχάς, οι hackers λύνουν προβλήματα, κατασκευάζουν πράγματα και πιστεύουν στην ελευθερία και την αμοιβαία βοήθεια. Θεωρούν πως ο κόσμος είναι γεμάτος συναρπαστικά προβλήματα που περιμένουν να λυθούν και συνεπώς το να είσαι hacker είναι έντονα διασκεδαστικό. Παρόλα αυτά, αποτελεί ένα είδος διασκέδασης που απαιτεί μεγάλη προσπάθεια και που επιβάλλει την ύπαρξη κινήτρου.

12 41

1 Jargon File 2 Mckenzie Wark[2004], A Hacker Manifesto 3 Mckenzie Wark[200], Hacker’s, 321 4 Eric S.Raymond[1999], The Cathedral and the_Bazaar, σ.197-200


Hacker Hacker Hacker Hacker Hacker Άρα, για να είναι κάποιος hacker χρειάζεται η επίλυση προβλημάτων, η καλλιέργεια δεξιοτήτων, καθώς και η διεύρυνση της ευφυΐας να τον συναρπάζει. Στη συνέχεια, θεωρεί ηθικό καθήκον το διαμοιρασμό των πληροφοριών που προκύπτουν από τις λύσεις των προβλημάτων, ώστε να αποφεύγεται η σπατάλη ενέργειας και χρόνου στην επίλυση των ίδιων προβλημάτων ξανά και ξανά. Θα ήταν ωφέλιμο, δηλαδή, να χρησιμοποιούνται οι γνωστικές ικανότητες του συνόλου για καινοτομία και να μοιράζονται ελεύθερα, με βάση την ιδέα της οικοδόμησης του υπάρχοντα κώδικα. Υπογραμμίζει την πλήξη και την αγγαρεία εκφράζοντας ότι οι hackers δεν πρέπει ποτέ να βαριούνται ή να αναγκάζονται και να καταπονούνται στον ατέρμονο κύκλο μιας εργασίας που απλώς επαναλαμβάνεται, καθώς έτσι δεν λύνουν καινούργια προβλήματα. Τέλος, αναγνωρίζει τους hackers ως εκ φύσεως αντιεξουσιαστές και ολοκληρώνει με την άποψη πως ακόμη και αν κάποιος υιοθετήσει όλα τα παραπάνω γνωρίσματα αυτό δεν τον καθιστά hacker, αλλά θα χρειαστεί, επιπλέον, διανοητική οξύτητα, εξάσκηση, δεξιοτεχνία, αφοσίωση και σκληρή δουλειά. Ακόμη, ο Steven Levy (Στίβεν Λέβι), εξιστορεί τις ικανότητες του hacker για μάθηση και για αξιοποίηση των προϋπάρχουσων ιδεών και συστημάτων. Πιστεύει ότι η δυνατότητα πρόσβασης στα πράγματα του προσφέρει την ευκαιρία να τα αποσυναρμολογήσει, να τα διορθώσει, να τα βελτιώσει και να κατανοήσει το πώς λειτουργούν. Άλλωστε, αυτό είναι που του παρέχει τη γνώση με την οποία μπορεί να δημιουργήσει νέα και πιο ενδιαφέροντα πράγματα. Η πρόσβαση στο διαδίκτυο, αλλά και σε οτιδήποτε διδάσκει κάτι για τον τρόπο που λειτουργεί ο κόσμος, θα πρέπει να είναι απεριόριστη στο σύνολό της. Η αντίληψη που βλέπει τον hacker ως τον υπεύθυνο μιας εγκληματικής, συνήθως διαδικτυακής, ενέργειας είναι ανακριβής και αποτέλεσμα παραπληροφόρησης.5 Πρέπει, όμως, να σημειωθεί ότι οι hackers έχοντας έναν καθιερωμένο αντιεξουσιαστικό χαρακτήρα, χρειάζεται να διακρίνονται και από ηθικές παραμέτρους. 5

“hackers build things, crackers break them.”, Eric Raymond[2001]

12 42


43 12


/Το ήθος των haker\ Το ήθος του hacker δηλώνει και ορίζει πρωτίστως την ηθική του ευθύνη. Τα βασικά σημεία του ήθους αυτού είναι η ελεύθερη πρόσβαση, η ελευθερία της πληροφόρησης και η βελτίωση της ποιότητας ζωής. Μια ηθική του hacker κατασκευάζεται από τον S.Levy, που δηλώνει πως συνδέεται απόλυτα με μια φιλοσοφία της κοινής χρήσης και του διαμοιρασμού, της διαφάνειας, της συνεργασίας, της αποκέντρωσης και της επικράτησης επί των μηχανών με οποιοδήποτε κόστος για τη βελτίωση των ίδιων των μηχανών, αλλά και του κόσμου. Ταυτόχρονα, στηρίζεται στην επιτακτική ανάγκη του να “βάζεις χέρι” στα πράγματα(Hands-On Imperative), η οποία προαπαιτεί όλα τα παραπάνω.1 Πιο συγκεκριμένα, τονίζεται πως όλες οι πληροφορίες θα πρέπει να είναι προσβάσιμες και ελεύθερες προς διαμοιρασμό (Sharing, Openness)2. Μια ελεύθερη ανταλλαγή πληροφοριών επιτρέπει τη μεγαλύτερη και συνολική δημιουργικότητα, καθώς κάθε σύστημα μπορεί να επωφεληθεί από μια εύκολη ροή πληροφοριών, από την άποψη της διαφάνειας. Ακόμη, ως καλύτερος τρόπος για να προωθηθεί η ελεύθερη ανταλλαγή πληροφοριών θεωρείται η ύπαρξη ενός ανοικτού συστήματος που δεν θα περιορίζει σύνολα αυτών, ενώ η δυσπιστία προς τις αρχές προωθεί την αποκέντρωση, πράγμα που αποτελεί στόχο.(Decentralization, free access to computers) Οι hackers είναι ουσιαστικό να κρίνονται αποκλειστικά από τη δραστηριότητα τους, τοποθετώντας κριτήρια όπως η ηλικία, το φύλο, η φυλή, η κοινωνική θέση ως άνευ σημασίας στο πλαίσιο της κοινότητας τους. Κατά αυτόν τον τρόπο, προωθείται η ίδια η πρόοδος της τακτικής και η ανάπτυξη του λογισμικού. Συνεχίζοντας, ο προσεκτικά και επιδέξια συγκροτημένος και συντεθειμένος κώδικας ενός προγράμματος, θεωρείται ότι κατέχει ομορφιά από μόνος του, λ.χ. το να μαθαίνει να δημιουργεί κανείς προγράμματα που χρησιμοποιούν τον ελάχιστο δυνατό χώρο αποτέλεσε παιχνίδι ανάμεσα στους πρώιμους hackers. Τέλος, έχοντας ως πρωταρχικό σκοπό του ο hacker να διδάξει την κοινωνία ότι ο κόσμος που ανοίγεται μέσω του διαδικτύου είναι ένας κόσμος δίχως όρια, αντλώντας τα σωστά δεδομένα θεωρείται πως δύναται να βοηθήσει στην βελτίωση της ίδιας της ζωής.(World Improvement) Η ηθική των χάκερ, όπως κάθε σύστημα πεποιθήσεων, πρέπει να εξελίσσεται με την πάροδο του χρόνου. 1 2

Steven Levy[2010], Hackers: Heroes of the Computer revolution, εισαγωγή Steven Levy[2010], Hackers: Heroes of the Computer revolution, κεφ.2

12 44


1

//Η αυτοπαροχή στην κοινότητα του hacker\\ Δημιουργείται λοιπόν, μέσω του ηθικού πλαισίου και της συμπεριφοράς, μία συλλογική υποδομή προκειμένου να σχηματιστεί ένα πεδίο επικοινωνίας μεταξύ της κοινότητας των hackers με κοινό σκοπό και ενδιαφέρον. Η υποδομή αυτή έχει τη βάση της στην αυτοπαροχή. Ο Aaron Swartz (Άρον Σουόρτς,) hacker και ακτιβιστής του διαδικτύου, στόχευε να υπερασπιστεί τις προ-ατομικές ελευθερίες που είχαν αποκλειστεί από τα ψηφιακά δίκτυα, ελπίζοντας σε νέους δρόμους αυτοπαροχής.1 Ο Swartz, εξετάζοντας τις πιθανές ενέργειες των χρηστών στα πλαίσια ενός προκαθορισμένου πεδίου δράσης απέδειξε, τελικά, τη δυνατότητα των χρηστών να αλλάζουν δυναμικά το πεδίο αυτό στο οποίο δραστηριοποιούνται, καθώς, όπως πίστευε αυτή είναι η πηγή της αξίας και του νοήματος που αναδύεται από ένα δίκτυο. Πιο συγκεκριμένα, η πρακτική της αυτοπαροχής εφαρμόζεται από την κοινότητα που έχει δημιουργηθεί, υποδηλώνοντας την ανιδιοτελή προσφορά σε αυτήν, ενώ συνδιαμορφώνει κάτι κοινό. Οι εμπλεκόμενοι, έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν δυναμικά τον τομέα στον οποίο λειτουργούν, εμπλουτίζοντας τον και τροποποιώντας τον μέσω των αξιών, των νοημάτων και των πρακτικών που προσφέρουν. Οι μορφές αυτών των αξιών είναι τοπικές και καθορίζονται από τους άμεσα εμπλεκόμενους και το περιβάλλον, τα ερεθίσματα, τον πολιτισμό, τη θρησκεία και τα προσωπικά τους κίνητρα. Έτσι, η αυτοπαροχή σπάει το στερεότυπο της καθιερωμένης αντίληψης της εργασίας, καθώς το να κάνεις κάτι καλά και να το καταλαβαίνεις σε βάθος, αποτελεί πιθανόν, για μία εταιρεία, εγγύηση ότι ο εργαζόμενος δεν μπορεί να συμβαδίσει με τις πυρετώδεις αλλαγές και τις ταχύτητες παραγωγής. Οδηγεί, δηλαδή, σε αυτό που η αγορά θα μπορούσε να χαρακτηρίσει ως αναποτελεσματικό ή παράλογο μοντέλο παραγωγής. Το να επιτρέπεται, λοιπόν, στους χρήστες να αλλάζουν και να επαναπροσδιορίζουν τμήματα των πλατφορμών υποδηλώνει την παραβίαση του πρωτοκόλλου τυποποίησης των χρηστών που έχει τεθεί σε εφαρμογή από τις πλατφόρμες.2 Το θεμέλιο στο οποίο στηρίζεται η δυνατότητα αλλαγής των κανόνων του πεδίου δράσης μέσω της συναίνεσης της κοινότητας έχει, έτσι, δημοκρατικό χαρακτήρα. Η φύση της εργασίας του hacker, άρα, εξετάζοντάς την από τη συλλογική της σκοπιά, δηλώνει μια πρακτική που παράγεται από και για τα Κοινά, καθώς επίσης προωθεί και αναπτύσσει μια κοινωνική βάση για την περαιτέρω ανάπτυξή της. Σε αυτή την υποδομή, η γνώση και η πληροφορία βρίσκονται σε αμοιβαία εξάρτηση με μία συλλογική, ανοιχτού τύπου διαδικασία, που η προσφορά των εμπλεκομένων εμπλουτίζει συνεχώς τη δομή με νέα δεδομένα. Αυτή η διαδικασία, λοιπόν, ονομάζεται hacking(χάκινγκ).

12 45

1 Jose Sanchez[2020], Architecture for the Commons: Participatory Systems in the Age of Platforms,σ.114 2 Jose Sanchez[2020], Architecture for the Commons: Participatory Systems in the Age of Platforms, σ.115, 119


Lebbeus Woods. AA Files 11 Spring 1986, 86

12 46


Hacking Αρχικά, το hacking αποτελεί μια ηθική, αλλά ταυτόχρονα και μια αισθητική επιλογή. Όπως αναφέρεται από τον Otto von Busch(Ότο φον Μπους), “είναι μια πρακτική άμεσης παρέμβασης DIY και η εφαρμογή του είναι διπλή. Πρώτον, πρόκειται για την ικανότητα του να ανοίξεις ένα σύστημα, αποκτώντας πρόσβαση σε αυτό και να μάθεις να κυριαρχείς στις άμυνες και τη δομή του. Δεύτερον, είναι μια συγκεκριμένη τακτική σύνδεσης σε ένα σύστημα, μεταβολής αυτού και ανακατεύθυνσης των ροών του σε έναν πιο επιθυμητό στόχο, συνήθως χτίζοντας πάνω στο ήδη υπάρχον σύστημα”.1 Η πρακτική του hacking, λοιπόν, συνδιαλέγεται με την τεχνολογία μέσω αυτών των δύο προσεγγίσεων, ώστε μέσω της εκμετάλλευσης των υπαρχουσών υποδομών και δυνατοτήτων του συστήματος, να μπορέσουν να παραχθούν νέα, διαφορετικά δεδομένα. Το hacking, ακριβώς επειδή συνδέεται στενά με την κουλτούρα DIY, υποδηλώνει την ικανότητα κατασκευής ενός υπολογιστή, οποιουδήποτε εργαλείου ή συστήματος. Πρόκειται για μια δραστηριότητα που κάνει την τεχνολογία να λειτουργεί με τον τρόπο που επιθυμεί κάποιος, μέσω της άμεσης παρέμβασης στα λειτουργικά συστήματα ενός μηχανήματος ή συσκευής. Συχνά, χρησιμοποιείται για την παραγωγή μιας τεχνολογίας που υποστηρίζει τη διαφάνεια της διαδικασίας και τις πιθανές απροσδόκητες λειτουργίες. Αποτελεί μια παιγνιώδης δραστηριότητα που περιστρέφεται γύρω από μια προσέγγιση αφύπνισης της αλληλεπίδρασής μας με τον κόσμο, παρακάμπτοντας ανεπιθύμητους περιορισμούς και συστήματα ελέγχου που προτείνονται από άλλους. Κατά τον Florian Cramer (Φλόριαν Κράμερ), αυτό αναφέρεται ως “εξαπάτηση” και χειραγώγηση ενός συστήματος.2 Σύμφωνα με την Anne Galloway (Αν Γκάλοουέι)3 , το hacking είναι μια ευρεία πρακτική, ωστόσο μπορεί να συμπυκνωθεί σε ορισμένα κομβικά χαρακτηριστικά. Αρχικά, αυτά αφορούν στην ελεύθερη πρόσβαση στην υπάρχουσα τεχνολογία και στη γνώση σχετικά με αυτή. Η διάδοση της γνώσης, υπό αυτούς τους όρους, συζητιέται σε πλαίσια τεχνικών μηχανισμών όπως ο Ανοιχτός Κώδικας (Open Source)4, όπου βασικό χαρακτηριστικό είναι η διαφάνεια και η κατανόηση του ώστε να δύναται η αλλαγή του. Ακολούθως, αναφέρεται στην ενδυνάμωση των χρηστών της τεχνολογίας αυτής και στην αποκέντρωση ελέγχου.Τέλος, στην υπέρβαση περιορισμών και τη δημιουργία ομορφιάς, υπό το πρίσμα της καλής υλοποίησης πιθανών δυνατοτήτων, χρησιμοποιώντας υψηλό επίπεδο δεξιοτήτων και μαστοριάς.

12 47

1 Otto von busch [2008], Fashion-able: hacktivism and engaged fashion design, μετάφραση από τα αγγλικά, σ.59 2 Florian Cramer [2003], Social Hacking, revisited, μετάφραση από αγγλικά 3 Galloway Anne [2004] 4 Jose Sanchez[2020], Architecture for the Commons: Participatory Systems in the Age of Platforms, σ.115


Το hacking είναι, επίσης, μια πρακτική επανασχεδιασμού που εξελίσσει περαιτέρω κεντρικές εντολές του προγραμματισμού και της ψηφιακής σφαίρας. Δημιουργεί τεχνικές οι οποίες διασταυρώνουν και αναμιγνύουν, σχεδιάζοντας μωσαϊκά υπαρχουσών λειτουργιών, υποσυστημάτων και εξαρτημάτων και δεν δημιουργεί κάτι εντελώς καινούργιο ή μοναδικό. Μέρος του σκοπού του, λοιπόν, είναι να προσφέρει κομμάτια με τα οποία μπορούν να χτίσουν και άλλοι και όχι να δημιουργήσει κάτι ολοκληρωμένο, αμετάβλητο και κλειστό. Κατά αυτόν τον τρόπο, καταφέρνει να παράξει κάτι καινούργιο, ταυτόχρονα όμως, διατηρεί τα αυθεντικά μέρη που ενσωματώνονται σε αυτό, χρησιμοποιώντας τα εργαλεία και τον τρόπο λειτουργίας τους για ένα καινούργιο σκοπό πια. Σπάει τον έλεγχο, απελευθερώνει τη φαντασία και τις δεξιότητες, ενώ ξεφεύγει από τα δεσμά περιορισμένων διαδρομών και καθοδηγήσεων. Με αυτόν τον τρόπο το hacking υπερβαίνει την έννοια της εξατομίκευσης και τροποποιεί το προκαθορισμένο πεδίο σχεδίασης των αρχικών προθέσεων και των παραμέτρων της εξατομίκευσης αυτής. Χρησιμοποιεί απροσδόκητες μεθόδους καλώντας σε να βρεις έναν δικό σου τρόπο, ενθαρρύνει την εξερεύνηση, την περιέργεια και τη δράση, αλλά και το διαμοιρασμό του υλικού που μπορεί να αξιοποιηθεί και από άλλους. Έτσι, μπορεί να θεωρηθεί ως μια βαθύτερη εμπλοκή στο σύστημα, παρά ως μια εξατομίκευσή του. Είναι μια τακτική «πολιτισμικής αντικατασκοπίας»5, γλαφυρή και αντιεξουσιαστική, που διεκδικεί τη φαντασία που υποτάσσεται στην τεχνοκρατία και στις απόλυτες λύσεις συγκεκριμένων εταιρειών. Προάγοντας την κοινή χρήση, αποκεντρώνει τον έλεγχο και δίνει στους χρήστες πολλούς και νέους τρόπους χειρισμού του συστήματος. Σύμφωνα με τα λόγια του Richard Stallman (Ρίτσαρντ Στάλμαν), πρόκειται για μια «εξερεύνηση των ορίων του τι μπορεί να είναι δυνατό, σε ένα πνεύμα παιγνιώδους επινοητικότητας».6 Τα προγράμματα που δημιουργούνται μέσω αυτής της διαδικασίας δεν είναι μοντέλα που κατασκευάζονται εκ του μηδενός, αλλά μιμούνται προσεκτικά τον κόσμο και εξαρτώνται από την πραγματικότητα κατά την οποία δημιουργούνται. Όσο, λοιπόν, η πραγματικότητα κινείται με ροή, τόσο αυτά την ακολουθούν.

5 Konrad Becker, [2009], Strategic Reality Dictionary 6 Richard Stallman [2002], On Hacking Konrad Becker

12 48


Βricoleur Βricolage

Η φύση του hacker είναι, πολλές φορές ανεξάρτητη από το συγκεκριμένο Hacking μέσο το οποίο χρησιμοποιεί για την επίτευξη των στόχων του. Άρα, αν αφαιρέσουμε από αυτόν το μέσο της τεχνολογίας, τότε θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελεί έναν σύγχρονο bricoleur. «Φαίνεται ότι οι μυθολογικοί κόσμοι έχουν δημιουργηθεί, για να θρυμματιστούν ξανά, και ότι νέοι κόσμοι χτίστηκαν από θραύσματα» - Franz Boas

Σε φυσικό επίπεδο, ως bricolage (μπρικολάζ) αναφέρεται η κατασκευή ή η δημιουργία αντικειμένων διαφόρων κλιμάκων, χρησιμοποιώντας μια μεγάλη γκάμα διαθέσιμων υλικών και εργαλείων. Η φιγούρα που μεταχειρίζεται τη διαδικασία του bricolage, είναι ο bricoleur(μπρικολέρ), ο οποίος καθοδηγείται από την πορεία της ίδιας της δουλειάς του και δεν εμμένει σε ένα προκαθορισμένο σχέδιο. Σύμφωνα με τον Claude Levi- Strauss (Κλώντ Λεβί Στρός), διανοητικό bricolage ονομάζεται η μυθολογική, προ- επιστημονική σκέψη που βασίζεται στον αυτοσχεδιασμό και την τυχαιότητα, αντίθετα με την σύγχρονη σκέψη και την πολιτιστική πρακτική που αντλούν από τον ορθολογισμό και το μοντέλο του μηχανικού.1 Αποτελεί, δηλαδή, μία διαδικασία κατά την οποία η παραγωγή αντικειμένων γίνεται με βάση τον αυτοσχεδιασμό και χρησιμοποιώντας εργαλεία και υλικά που έχει ήδη στη διάθεσή του ο bricoleur . Το σύνολο των μέσων του είναι κλειστό και ο βασικός κανόνας με τον οποίο παίζει, είναι το να αρκείται πάντα σε ό,τι υπάρχει πρόχειρο.2 Έτσι, ως τεχνίτης ο bricoleur εργάζεται με ένα σύνολο εργαλείων και υλικών που είναι πάντοτε πεπερασμένο και ετερογενές, καθώς αυτά που περιέχει δεν σχετίζονται με το τρέχον έργο, ή με οποιοδήποτε συγκεκριμένο έργο, αλλά αποτελούν τη συλλογή υπολειμμάτων προηγούμενων κατασκευών.3 Η χρήση τους γίνεται στο εξειδικευμένο πλαίσιο μιας αυτοσυνείδητης, αισθητικής δραστηριότητας παραγωγής νοήματος.4 Αν βλέπαμε το bricolage σαν παιχνίδι, τότε θα λέγαμε πως η αυτονομία του βασίζεται σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο με κανόνες που λειτουργούν οργανωτικά και παρακινητικά προς τον συμμετέχοντα.

49

1 Martino Stierli[2018], Montage and the Metropolis: Architecture, Modernity, and the Representation of Space, σ.21 2 Claude Lévi-Strauss[1962], The Savage Mind, σ.17 3 Claude Lévi-Strauss[1962], The Savage Mind, σ.17 4 Martino Stierli[2018], Montage and the Metropolis: Architecture, Modernity, and the Representation of Space, σ.21


Ο αυτοσχεδιασμός στον οποίο βασίζεται η διαδικασία, απαιτεί διεργασίες που θέτουν σε λειτουργία την εφευρετικότητα, την τεχνική και καλλιτεχνική σκέψη, κάνοντας τον bricoleur ενεργητικό. Αρχικά, επιστρέφει στο σύνολο των εργαλείων και υλικών που ήδη διαθέτει. Εκεί, ξεκινάει μια διεργασία εξέτασης και διαλόγου με την εργαλειοθήκη του, που αφορά στην προσφορά και την αλληλεπίδραση μεταξύ των ετερογενών της αντικειμένων και του συνόλου που ακόμα δεν έχει υλοποιηθεί. 5 Η διαδικασία είναι, συνεχώς, υπό ανακατασκευή αφού σε κάθε βήμα τα τμήματα από τα οποία αποτελείται και το αποτέλεσμα αλληλοτροφοδοτούνται από τη μεταξύ τους σχέση. Κάθε απόφαση που αφορά στην τοποθέτηση ενός στοιχείου σε μια συγκεκριμένη θέση, είναι δυνατό να αναθεωρηθεί με την τοποθέτηση ενός άλλου στοιχείου σε αυτήν. Κάθε ενδεχόμενη επιλογή που πραγματοποιείται, προκαλεί μια πλήρη αναδιοργάνωση της δομής του αντικειμένου, που οδηγεί σε αναπάντεχα αποτελέσματα τα οποία δεν θα μπορούσαν να προβλεφθούν εξαρχής.6 Η αμφισημία και η έντονη μεταβλητότητα του συστήματος, αποτελούν χαρακτηριστικά που καθορίζουν τη δημιουργία και τη μορφή του τελικού αποτελέσματος. Ακόμα και τα στοιχεία που συλλέγει και χρησιμοποιεί ο bricoleur είναι προ-περιορισμένα, όπως οι συστατικές μονάδες του μύθου, οι πιθανοί συνδυασμοί των οποίων περιορίζονται ,καθώς προέρχονται από τη γλώσσα που τους προσδίδει ήδη μια έννοια και που θέτει ένα όριο.7 Βέβαια, τα όρια αυτά, είναι ήδη μεταβλητά και πολλές φορές δυσδιάκριτα εφόσον σχετίζονται, αλληλεπιδρούν και να αναμειγνύονται με άλλες μονάδες. Η πρακτική του bricolage παράγει, εν τέλει, κατασκευές που εμπεριέχουν πληθώρα κόσμων και ενώ απαρτίζεται από στοιχεία που αποτελούν μία οντότητα, τα ίδια έχουν ιδιότητες, πολλές φορές, δοσμένες από προηγούμενες χρήσεις τους. Εφόσον, αυτά αποκολληθούν και αναδιοργανωθούν θα δομήσουν ένα διαφορετικό σύστημα, στο οποίο μια αλλαγή που επηρεάζει ένα στοιχείο επηρεάζει αυτόματα και όλα τα άλλα. Κατά συνέπεια, η δημιουργία του bricoleur αποτελείται από μια νέα διάταξη στοιχείων που συντηρούν τις εσωτερικές ιδιότητές τους, αλλά παράλληλα αποκτούν και νέες σε σχέση με το νέο σύνολο που συγκροτούν. Little Bits, designed and created by Ayah Bdeir.The toy is an Open Source library of modular electronics that snap together using magnets. 5 Claude Lévi-Strauss[1962], The Savage Mind, σ.19 6 Claude Lévi-Strauss[1962], The Savage Mind, σ.19 7 Claude Lévi-Strauss[1962], The Savage Mind, σ.19

50


* αισθητική κατά της σπατάλης Συνεπώς, ο bricoleur είναι ικανός να εκτελεί μεγάλο αριθμό διαφορετικών εργασιών και η διαδικασία σύμφωνα με την οποία επιλέγει να δράσει, απαντάει σε μία αισθητική κατά της σπατάλης. Αντίθετα, αυτή του μηχανικού χαρακτηρίζεται από μια καταναλωτική λογική χρησιμοποιώντας αποκλειστικά νέα υλικά και εργαλεία . Έτσι, το σύνολο που θα δημιουργήσει ο πρώτος προϋπάρχει, καθώς προϋπάρχει η εργαλειοθήκη του και το σύνολο των πρώτων υλών που χρησιμοποιεί.8 Η λογική δηλαδή, ότι τίποτα δεν αχρηστεύεται, αλλά με αφαιρετικές, ή προσθετικές διαδικασίες, την επανανοηματοδότηση ή την επεξεργασία της φύσης των στοιχείων, αυτά είναι δυνατόν να συνθέσουν μία νέα οντότητα, η οποία όμως δεν αντιπροσωπεύει μια αισθητική της έλλειψης, της τυχαιότητας ή της λιτότητας, αλλά περισσότερο έχει την αίσθηση της φροντίδας.

πάνω_Η θεωρητική μηχανή του Χακτιβισμού, Otto Von Busche, Fashion-able

51

8

Claude Lévi-Strauss[1962], The Savage Mind, σ.17


hacktivism hacktivism hacktivism hacktivism hacktivism hacktivism hacktivism hacktivism hacktivism

is a mindset

Ο όρος του hacktivism(χακτιβισμός), επινοήθηκε αρχικά από τον Jason Sack (Τζέισον Σακ) 1 και προήγαγε τη χρήση τεχνικών που βασίζονται στη χρήση υπολογιστή, όπως το hacking, ως μορφή πολιτικής ανυπακοής για την προώθηση μιας πολιτικής ατζέντας ή κοινωνικής αλλαγής. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, από τα κυρίαρχα γνωρίσματα της κοινότητας του hacking είναι το αίτημα πως οι πληροφορίες θα πρέπει να είναι ελεύθερες και ότι η κοινή χρήση συστημάτων και η δημιουργία λογισμικών ανοιχτού κώδικα συντελούν στην εκμηδένιση του ελέγχου μέσα στην ίδια την κοινότητα των hackers. Μέσω τέτοιων ενεργειών, το hacking ξεκινά να υποστηρίζει μια ηθική στάση απέναντι στην κοινωνία. Στο hacktivism, η έννοια του hacking, ξεπερνάει τα όρια της μεμονωμένης πράξης που πραγματοποιείται στη αποκομμένη σφαίρα δράσης εντός της κοινότητας των hackers και ξεκινά να ενεργεί για κοινωνικές και πολιτικές επιδιώξεις που έχουν τη βάση τους τον ακτιβισμό. To hacktivism, λοιπόν, δεν πρέπει να θεωρείται φαινόμενο που περιορίζεται σε πρακτικές και πολιτικές αναφερόμενες σε ψηφιακά περιβάλλοντα, αλλά πιο πολύ ως μια νοοτροπία που αφορά στο πως ασκείται κριτική που επιδοκιμάζει και οικοδομεί συλλογικά έναν πιο επιθυμητό κόσμο.2 Ωστόσο, θα ήταν καλύτερο να περιγραφεί αυτή η νοοτροπία ως ένας συγκεκριμένος τρόπος δέσμευσης και δράσης με τον οποίο ξανασυναρμολογείς τον κόσμο, τοποθετώντας τα δεδομένα σε νέες θέσεις. Η θεωρητική μηχανή του hacktivism συνδέει ερασιτεχνικό και επαγγελματικό επίπεδο και δημιουργεί νέες μορφές υβριδίων.3

1 Ο συγγραφέας Jason Sack χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο hacktivism σε ένα άρθρο του 1995 για να συλλάβει την ταινία Fresh Kill του καλλιτέχνη των Νέων Μέσων, Shu Lea Cheang 2 Otto von busch [2008], Fashion-able: hacktivism and engaged fashion design, μετάφραση από τα αγγλικά σελ.37 3Otto von busch [2008], Fashion-able: hacktivism and engaged fashion design, μετάφραση από τα αγγλικά, σ.208

52


Εάν, λοιπόν, συνθέσουμε τις συμπεριφορές και τις τακτικές τεχνίτη, maker, αρχιτέκτονα, hacker, bricoleur, σε μια συνθήκη παιγνιώδους διαδικασίας, τότε ο χώρος δράσης που

εργαστήριο Χώροι δράσης

Eργαστήριο

Μέσα στα χρόνια

53

Μία πρακτική ή μία διαδικασία λαμβάνει τόπο μέσα σε έναν «χώρο δράσης». Οι πρακτικές ευκαιρίες προσφέρονται από τον συνδυασμό δεξιοτήτων, εργαλείων και υλικών. Σε έναν χώρο δράσης κινούμαστε, παίρνουμε αποφάσεις για τη ζωή μας, το καθημερινό μας περιβάλλον, τα πράγματα που σκεφτόμαστε και για το πως ενεργούμε. Είναι ένας τομέας χωρικός, πρακτικός καθώς και εννοιολογικός, όπου μέσα σε αυτόν νιώθουμε άνετα να παίρνουμε αποφάσεις ώστε να λαμβάνουμε δράση. Είναι ένας τόπος συσσώρευσης των δυνατοτήτων και των απεριόριστων πιθανοτήτων, του τι μπορούμε να κάνουμε με αυτά που έχουμε στα χέρια μας.1

Το εργαστήριο είναι ένας χώρος δράσης που δυνητικά τα πάντα είναι δυνατόν να συμβούν, εκεί που κάτι άυλο, μια ιδέα, μετατρέπεται σε ύλη. Το εργαστήριο συνδέεται άμεσα με την γοητεία του να φτιάχνουμε πράγματα. Είναι εκεί που συλλαμβάνονται και αναπτύσσονται όλες οι ιδέες, με έναν συλλογικό τρόπο, πια. Στο χώρο του εργαστηρίου και τη δημιουργική διαδικασία, συμβαίνει η πνευματική έκφραση που αναζητούμε στην σημερινή κοινωνία.

Η έννοια του εργαστηρίου, με την πάροδο της ιστορίας, αλλάζει. Διαδραμάτιζε, πάντοτε έναν σημαντικό ρόλο, κυρίως μετά τον Μεσαίωνα, όπου διαχωρίστηκε σταδιακά η έννοια του καλλιτέχνη από αυτή του τεχνίτη και κατ επέκταση, διαμορφώθηκαν με διαφορετικές δομές, τα αντίστοιχα εργαστήρια τους. Κατά την Αναγέννηση, τα εργαστήρια των καλλιτεχνών παρουσίαζαν τη μορφή ενός χώρου για τη συλλογική εργασία μιας ομάδας, τα μέλη της οποίας εργάζονταν υπό την επίβλεψη του “δασκάλου”, ενώ ταυτόχρονα ο χώρος αυτός είχε και τον ρόλο της σχολής. Εκεί, ξεκινώντας από αγγαρείες και μαθαίνοντας ταυτόχρονα να σχεδιάζουν, ανέπτυσσαν τριβή με όλα τα στάδια της διαδικασίας δημιουργίας και μάθαιναν τεχνικές. Η λειτουργία του εργαστηρίου βασιζόταν στη δημιουργία έργων που ανατίθονταν στον “δάσκαλο” ο οποίος είχε τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο, ενώ μια ομάδα μαθητευόμενων εργαζόταν ομαδικά, αλλά και σε εξειδικεύσεις, προς την υλοποίησή των έργων αυτών. 1 Otto von busch [2008], Fashion-able: hacktivism and engaged fashion design, μετάφραση από τα αγγλικά, σ.42


Η 12χρονη φοίτησή του μαθητή στο εργαστήριο, τον καθιστούσε έτοιμο για την ένταξή του στην αντίστοιχη συντεχνία, όντας, πλέον, ανεξαρτητοποιημένος. Κατά τον Walter Gropius (Βάλτερ Γκρόπιους) “ο καλλιτέχνης εμπλούτιζε όλες τις τέχνες και τις χειροτεχνίες μιας κοινότητας επειδή συμμετείχε στην επαγγελματική της ζωή και επειδή απέκτησε μέσω της πραγματικής πρακτικής τόση ικανότητα και κατανόηση όσο κάθε άλλος εργάτης που ξεκίνησε από χαμηλά και ανελίχθηκε.”2 Κατά τον 17ο αιώνα, η δημιουργία των ακαδημιών ανέπτυξε ένα αυστηρό σύστημα εκπαίδευσης γύρω από τις τέχνες, απομάκρυνε τον καλλιτέχνη από το εργαστήριο και από τον κόσμο της βιομηχανίας και της χειροτεχνίας και έτσι επέφερε την πλήρη απομόνωσή του από την κοινότητα.3 Αυτό που απέμεινε, λοιπόν, ήταν μια τέχνη του σαλονιού αποκομμένη από τη ζωή, αφού οι ικανότητες των καλλιτεχνών περιορίζονταν σε ένα είδος σχεδίου-ζωγραφικής που δεν είχε καμία σχέση με την πραγματικότητα των υλικών, των τεχνικών ή και της οικονομίας. Η έλλειψη κάθε σχέσης με τη ζωή της κοινότητας οδήγησε αναπόφευκτα σε άγονες αισθητικές εικασίες. Στις αρχές του 19ου αιώνα το άλλοτε πνεύμα της εργασίας του τεχνίτη και του καλλιτέχνη, υποβιβάστηκε σε ένα νανούρισμα για ένα όνειρο καλλιτεχνικής έπαρσης, που οι ίδιοι προετοιμάζονται για το «επάγγελμα» της αρχιτεκτονικής, της ζωγραφικής, της γλυπτικής ή της γραφικής τέχνης, χωρίς την απαραίτητη εμπλοκή με την πραγματική και ουσιαστική εκπαίδευση που γινόταν, προηγουμένως στα εργαστήρια.4 Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα παρατηρείται η αντίδραση ενάντια στην εξουθενωτική επιρροή των Ακαδημιών και ο πειραματισμός πέρα από τα ασφυκτικά πλαίσια αυτών. Κατά την περίοδο που επικράτησε το Bauhaus( Μπάουχαους) , η προσοχή στρέφεται ξανά στην σημασία της χειροτεχνίας και της εκπαίδευσης σε εργαστήρια, ως απαραίτητη προϋπόθεση για συλλογική εργασία στην αρχιτεκτονική, καθώς θεωρείται πως αυτή η πολύπλευρη προσέγγιση θα παράξει ολοκληρωμένη παιδεία πάνω στις εφαρμοσμένες τέχνες. Ο Walter Gropius, θεώρησε την εκπαίδευση πάνω στη χειροτεχνία στο Bauhaus ένα μέσο για την επίτευξη της κατανόησης της παραγωγικής διαδικασίας και καθιέρωσε την ταυτόχρονη εκπαίδευση του χεριού και του μυαλού ως τη βασική παιδαγωγική αρχή όλης της εκπαίδευσης της σχολής. Κατά τον Herbert Bayer (Χέρμπερτ Μπάιερ), “σε αντίθεση με άλλες σχολές σύγχρονης τέχνης των οποίων οι μαθητές εκπαιδεύτηκαν να μαθαίνουν από υπάρχουσες μορφές, που παρήχθησαν από καλλιτέχνες προηγούμενων περιόδων ή από δικούς τους δασκάλους, το Bauhaus έδωσε έμφαση στη μέθοδο της δημιουργικής προσέγγισης. Προσπάθησε να προσφέρει μια αντικειμενική εκπαίδευση στο σχεδιασμό στην οποία συμμετείχε το ίδρυμα στο σύνολό του. Οι μαθητευόμενοι προετοιμάζονταν για μια συνειδητή διαχείριση των υλικών και χρήση των μηχανημάτων και των σχεδιαστικών εργαλείων. Κάθε άτομο, λοιπόν, έπρεπε να βρει, έστω και έμμεσα, τον δικό του δρόμο προς τον κοινό σκοπό. 2 Herbert Bayer[2003], Bauhaus 1919-1928, The academy, σ.23 3 Herbert Bayer, Bauhaus 1919-1928, The academy, σ.23 4 Herbert Bayer, Bauhaus 1919-1928, “isolation of the artist”, σ. 23

54


Σήμερα

55

Αυτές οι παιδαγωγικές μέθοδοι εξασφάλιζαν μια αργή οργανική ανάπτυξη και επέφεραν την γνήσια ενότητα της μορφής που πέτυχαν όλα τα προϊόντα Bauhaus τα μετέπειτα χρόνια.”5 Η επιστροφή αυτή στα εργαστήρια, είχε ως στόχο την αποκατάσταση της χαμένης επαφής του καλλιτέχνη με τον κόσμο της παραγωγής και την αντίσταση στην υλιστική και μονόπλευρη προοπτική που προωθούσαν τα εργοστάσια. Θεωρούνταν, λοιπόν, πως η χειροτεχνία και η βιομηχανία πλησίαζαν σταθερά η μία την άλλη, προορισμένες, τελικά, να συγχωνευτούν και πως αυτή η ένωση θα έδινε σε κάθε άτομο την κατανόηση και την επιθυμία για συνεργασία που είναι απαραίτητη για τη δημιουργική διαδικασία. Μέσα λοιπόν, στα σύγχρονα αυτά εργαστήρια η συνεργασία και ο πειραματισμός θα οδηγούσε στην εξέλιξη νέων προτύπων για τη βιομηχανία. Όμως, η συλλογική εργασία, εδώ, αναφέρεται στη συνεργασία καλλιτεχνών, μηχανικών και επιχειρηματιών προκειμένου να καθοριστεί η προτυποποίηση προκατασκευασμένων τμημάτων των αρχιτεκτονημάτων. Ενώ, ο κοινός σκοπός, δεν είναι κοινός με την έννοια ενός αποτελέσματος που αφορά στα Κοινά, αλλά περισσότερο μεμονωμένα αποτελέσματα που, όμως, είχαν παραχθεί μέσω κοινών τακτικών χειροτεχνίας. Τα αποτελέσματα αυτά, είχαν την μορφή νορμών, οι οποίες θα εισέρχονταν, τελικά, στη μαζική παραγωγή. Άρα, ναι μεν από τη μία προαγόταν η επανασύνδεση του καλλιτέχνη με τα υλικά και τη διαδικασία παραγωγής και δημιουργίας, αλλά από την άλλη εδραιωνόταν η λογική της μαζικής παραγωγής και της μεγάλης κλίμακας. Η τυποποίηση και ο αρθρωτός συντονισμός δημιούργησαν μια αφήγηση αποτελεσματικότητας που θα προωθούσε την καινοτομία και την τεχνική ανάπτυξη. Υπήρχε όμως μία άρρητη πρόθεση ομογενοποίησης.6 Ζούμε στην εποχή που τα τεχνολογικά μέσα, τα μηχανήματα και τα ψηφιακά δίκτυα έχουν φτάσει στον χώρο του εργαστηρίου και έχουν γίνει μέρος της δημιουργικής διαδικασίας και των εφαρμοσμένων τεχνών. Η νέα γενιά των εργαστηρίων, έχει στην διάθεσή της εξαιρετικά εργαλεία που μπορεί να χρησιμοποιήσει στον φυσικό κόσμο ώστε να εξερευνήσει τις νέες δυνατότητες αυτών, αλλά και τη δυναμική και τη μορφή του ίδιου του εργαστηρίου στα πλαίσια των νέων συνθηκών. Ο χώρος του εργαστηρίου είναι ένας επαυξημένος χώρος, καθώς η διαδικασία της δημιουργίας έχει, πλέον, μεταφερθεί και σε ψηφιακά περιβάλλοντα. Η έννοια του χτίζω ή δημιουργώ μπορεί να σχετίζεται με το γράφω κώδικα ή σχεδιάζω ψηφιακά. Δηλαδή, η πράξη του “φτιάχνω” δεν συνδέεται απαραίτητα με κάτι εξαρχής χειροπιαστό. Ο χώρος των υλικών πραγμάτων και της παραγωγής εξερευνάται και επαναπροσδιορίζεται από τη σκοπιά των νέων μέσων και εργαλείων. Η χρήση του διαδικτύου επιτρέπει την ανάπτυξη μιας παγκόσμιας κοινότητας και της ελεύθερης διακίνησης δεδομένων και ιδεών, σχεδίων και αρχείων. 5 Herbert Bayer, Bauhaus 1919-1928, fundamental difference between the Bauhaus and other contemporary art schools, σ. 42 6 Jose Sanchez[2020], Architecture for the Commons,, σελ.25


Έτσι η χειρωνακτική δημιουργία και η εφευρετικότητα διεισδύουν ξανά στις ζωές των υποκειμένων, που η υλιστική μονομανία και η μαζική παραγωγή τους έχει στερήσει με την κλειστότητα της κατασκευαστικής διαδικασίας. Αντίθετα, προωθούνται τα κοινά, το ελεύθερο λογισμικό – λογισμικό ανοικτού κώδικα, οι κοινωνικές επιχειρήσεις, οι κοινότητες συνεργατικής παραγωγής, οι κοινότητες γνώσης και η έρευνα στην ψηφιακή αρχιτεκτονική επικεντρώνεται στη διαφοροποίηση, απορρίπτοντας κάθε μορφή τυποποίησης.

Τα “Fab Labs” είναι μικρές μονάδες έρευνας και διάδοσης τεχνολογίας ψηφιακής κατασκευής, ανοιχτά στο ευρύ κοινό. Στηρίζονται στην ευρεία, οριζόντια διάδοση ψηφιακών εργαλείων σχεδιασμού και παραγωγής μικρής κλίμακας. Η μετατροπή των καταναλωτών σε παραγωγούς είναι στους ιδεολογικούς στόχους της προσπάθειας των εργαστηρίων αυτών.”7 Προτείνουν την ομότιμη παραγωγή μέσω του εκδημοκρατισμού της. Αυτό, επιτυγχάνεται καθώς τα μηχανήματα που έχουν οι «επαυξημένοι με ψηφιακές δεξιότητες μάστορες», που εργάζονται στα εργαστήρια αυτά, είναι δημιουργημένα από τους ίδιους και έχουν την δυνατότητα να φτιάξουν στη συνέχεια και άλλες μηχανές, παράγοντας εξαρτήματα και συναρμολογώντας τα. Έτσι, η διαδικασία αποδεσμεύεται από την ανάγκη ύπαρξης μεσαζόντων. Αφορά ουσιαστικά μια πρόταση προσωπικού χαρακτήρα μιας εκ νέου εκκίνησης, που συνδυάζεται με χαρακτηριστικά αυτοοργάνωσης. Ακόμη, είναι σκόπιμο να αναφερθεί πως ο εκδημοκρατισμός της παραγωγής πλατφορμών, επιτρέπει νέες απόψεις να σχεδιάσουν εναλλακτικές μορφές αλληλεπιδράσεων, λαμβάνοντας υπόψη και σεβόμενες την αξία της κοινωνικής παραγωγής και αναπτύσσοντας αποτελεσματικά μηχανισμούς ώστε οι τοπικές αξίες να παραμείνουν στα χέρια εκείνων που την παράγουν.8 Με αυτό τον τρόπο, τα εργαστήρια και ο χώρος που συμβαίνει η παραγωγή, πλέον, απελευθερώνεται και ανήκει στους χώρους των χρηστών και των ερασιτεχνών. Με τη χρήση ανοιχτών ελεύθερων λογισμικών, που έχουν παραχθεί από τη συλλογική νοημοσύνη, τελικά, οι μάστορες ρυθμίζουν και εξατομικεύουν τις μηχανές. Ένα παράδειγμα είναι η τρισδιάστατη εκτύπωση, που διεκδικεί δυναμικά την θέση της ως νέο τεχνολογικό παράδειγμα, τροφοδοτεί ένα νέο τεχνολογικό φαντασιακό που συνδέει κατευθείαν και χωρίς διαμεσολάβηση την ιδέα του σχεδιαστή με την παραγωγή. “Στο τεχνολογικό αυτό φαντασιακό όλοι οι ενδιάμεσοι παράγοντες μεταξύ σχεδιασμού και παραγωγής μοιάζει να εξαφανίζονται.”9

7 Δημήτρης Παπαλεξόπουλος[2013], Fab Labs: συμπλέγματα γνώσης και τεχνολογίας 8 Jose Sanchez[2020], Architecture for the Commons: Participatory Systems in the Age of Platforms, σ.125 9 Δημήτρης Παπαλεξόπουλος[2013], Fab Labs: συμπλέγματα γνώσης και τεχνολογίας

Fab Labs

56


Δημιουργούνται, λοιπόν, τοπικά και μικρής κλίμακας εργαστήρια, αφού το οποιοδήποτε γραφείο ή οθόνη, μπορεί να μετατραπεί σε σχεδιαστικό εργαλείο και ο καταναλωτής να μετατραπεί, τελικά, σε δημιουργό. Χρησιμοποιείται μια τοπικά κατανεμημένη παραγωγή (με χρήση ψηφιακής παραγωγής, CNC εργαλειομηχανών, τρισδιάστατης εκτύπωσης) υποστηριζόμενη από παγκόσμια δίκτυα ψηφιακού σχεδιασμού, που επιτρέπει στον καθένα να εμπλακεί σε αυτά. Έτσι, επιτυγχάνεται μια οριζοντιοποίηση της ανθρώπινης συνεργατικότητας και προβάλλονται τα πλεονεκτήματα των οριζοντίων διασυνδέσεων γύρω από την συνεργασία, τον συλλογικό σχεδιασμό και την συν-οργάνωση.10 Ο Eric Raymond (Έρικ Ρέιμοντ)11, συζητά τις διαφορές μεταξύ της ιεραρχικής οργάνωσης έναντι της οριζόντιας, δικτυωμένης οργάνωσης. Για τον Raymond ο καθεδρικός ναός είναι το από πάνω-προς-τα κάτω-στρωματοποιημένο και κλειστό μοντέλο, όπου αυστηρές ιεραρχίες είναι ενσωματωμένες στην ίδια τη δομή. Το παζάρι, είναι αντίθετα μια ελεύθερη πολυσύχναστη αγορά, όπου όλοι μιλούν ταυτόχρονα, χαοτική αλλά με κάποιο τρόπο οργανωμένη, όπως μια λαϊκή αγορά ή μια μυρμηγκοφωλιά. Ακόμη, όπως είναι γνωστό, η συνεργασία επιδρά θετικά στη εργασία ενός μεμονωμένου ατόμου και την αναπτύσσει περαιτέρω. Αυτό που παρατηρείται, είναι παραδείγματα όπου οι σοβαροί “χομπίστες” συμπληρώνουν και ενισχύουν τη δουλειά των επαγγελματιών, προκαλώντας τη διασπορά των αυστηρών συνόρων μεταξύ των επιπέδων πρακτικής, προσφέροντας νέες μορφές γνώσης και κοινή ανάπτυξη μεθόδων, πρακτικών και δεξιοτήτων.12 Συνεπώς, το εργαστήριο εδώ, αποτελεί ένα αυτοοργανωμένο, παραγωγικό μοντέλο που προωθεί την καινοτομία, τον ελεύθερο πειραματισμό και υλοποίηση, ενώ ταυτόχρονα προάγει την ενεργητική και συμμετοχική εμπλοκή των υποκειμενικοτήτων στα πράγματα. Κάνει δυνατή τη συμβίωση μεταξύ επαγγελματιών και άμεσα ενδιαφερόμενων, θέτοντας πρωτόκολλα και οργανώνοντας τον κοινό σκοπό. Από τη μία οι αρχιτέκτονες που διανέμουν ελεύθερα την τεχνογνωσία τους και προσφέρουν, με τη φιγούρα ενορχηστρωτών, οργάνωση και συντονισμό του συστήματος του εργαστηρίου και από την άλλη οι ερασιτέχνες την έντονη θέλησή τους για δημιουργία και ενεργή συμμετοχή, Η λογική της μεθόδου μέσα στα εργαστήρια έχει εμπειρική προσέγγιση και επιδιώκει μια οργανική ανάπτυξη. Πως η γνώση δηλαδή, δεν μεταβιβάζεται από έναν δάσκαλο, αλλά δουλεύοντας σε ένα συλλογικό πλαίσιο, τα ερεθίσματα και οι επιρροές διαμορφώνονται από τους συμμετέχοντες και αναπτύσσονται όσο εξελίσσεται και η δημιουργική διαδικασία, ενώ είναι αντικειμενική γιατί είναι συλλογική.

57

10 Michel Bauwens[2013], A Synthetic Overview of the Collaborative Economy, σ. 20-23 11 Eric Raymond[1999],The Cathedral and the Bazaar 12 Otto von busch [2008], Fashion-able: hacktivism and engaged fashion design, μετάφραση από τα αγγλικά, σ.236-237


Πόίόί ανηκόύν στό εργαστηρίό? Όλοι, γιατί είμαστε όλοι Δημιουργοί. Είμαστε γεννημένοι Δημιουργοί.1 Αφορμομενοι από τον τρόπο που ένα παιδί παίζει, η σχεδιάζει, ζωγραφίζει, χρησιμοποιεί τα χέρια του για να κουμπώσει lego ή μια οποιαδήποτε κατασκευή, μπορούμε να διαπιστώσουμε πως η ιδιότητα της δημιουργίας υπάρχει σε κάθε υποκείμενο και είναι οικουμενική. Το μικρόβιο της δημιουργίας εντοπίζεται στην καθημερινή ευρηματικότητα, στην μαγειρική, στην κηπουρική, στο πλέξιμο, στο ραψιμο, ακόμα και στο ντύσιμο. είναι όλα κατασκευές. Η δημιουργία δεν είναι προνόμιο των σχεδιαστών, των αρχιτεκτόνων, ούτε των ειδικών. 1

Chris Anderson,Makers: The New Industrial Revolution, σελ.13

58


Συναρμολόγηση (assemblage) Στην τέχνη, το assemblage (ασεμπλάζ) είναι το έργο-κατασκευή που είναι αποτέλεσμα της συσσώρευσης πολλαπλών στοιχείων, ήδη κατασκευασμένων καθημερινών αντικειμένων, τα οποία έχει περισυλλέξει ο καλλιτέχνης. Η δημιουργία σχέσεων των αντικειμένων και των υλικών με την τοποθέτησή τους σε μία νέα συνθήκη, επιτρέπει σε νέους νοητικούς συνειρμούς να κατασκευαστούν.1 (Παράδειγμα, Kurt Schwitters 1887–1948) Ο Manuel Delanda(Μάνουελ ΝτεΛάντα) ορίζει το assemblage (ασεμπλάζ) ως ένα σύστημα μερών, τα οποία όταν αλληλεπιδρούν μεταξύ τους διατηρούν την αυτονομία τους, δηλαδή διατηρούν τις ιδιότητές τους και την ταυτότητά τους, αλλά έχουν και αναδυόμενα χαρακτηριστικά που προκύπτουν από τις μεταξύ τους σχέσεις στο ίδιο σύνολο. Η φύση του συνόλου του assemblage εξαρτάται από τις αναδυόμενες ιδιότητες που προκύπτουν από τη σχέση των μερών του.2 Η συναρμολόγηση( assemblage), λοιπόν, όλων αυτών των εξίσου σημαντικών μερών που προηγήθηκαν, σκοπό έχει τη δημιουργία ενός αυτοοργανωμένου συστήματος αρχιτεκτονικής πρακτικής, που μπορεί να αφομοιώσει βαθμούς πολυπλοκότητας και που αφορούν στην καθημερινότητα, παράγοντας συνθήκες οργανωμένης, πια, πολυπλοκότητας οι οποίες καταφέρνουν να εκφράζουν πληθώρα υποκειμενικοτήτων σε ένα, τελικά, ισότιμο συλλογικό πλαίσιο. Η πρόθεση της συναρμολόγησης αυτής είναι η εισαγωγή του εκδημοκρατισμού στη διαδικασία παραγωγής χώρου και περιβαλλόντων μέσω μιας αρχιτεκτονικής πρακτικής, ειδομένης από τη σκοπιά της ισότιμης δημιουργίας, της ελεύθερης έκφρασης, των αυτόνομων ατομικοτήτων και της συνδιαμόρφωσης κοινών που θα αναδείξουν τον χώρο της πόλης όχι ως έναν μαζικό, αλλά ως έναν κοινό τόπο.

1 συλλογικό, Η ΤΕΧΝΗ ΑΠΟ ΤΟ 1900,ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ - ΑΝΤΙΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ - ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ, δες “assemblage”

59

2 Manuel DeLanda, διάλεξη βιντεοσκοπημένη και δημοσιευμένη στο Youtube με τίτλο “Manuel DeLanda Assemblage Theory, Society, and Deleuze”. 2011 (https://youtu.be/J-I5e7ixw78) και “Manuel DeLanda, Assemblage Theory”, 2016


εργαστήριο

ΠΑΙΧΝΙΔΙ

παιγνιώδης νοοτροπία

ΚΑΝΟΝΕΣ

παίκτης

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ

ΚΑΤΟΙΚΙΣΗ αρχιτέκτονας

building mindset

ΕΝΟΡΧΗΣΤΡΩΣΗ hacker

bricoleur

ΗΘΙΚΗ

HACKING

BRICOLAGE

HACKTIVISM ερασιτέχνης maker

αυτοπαροχή

Χάρτης Συναρμολόγησης

κατασκευή

60


Building mindset

As I have mentioned previously, from my point of view, the mindset behind all these small assemblage works was constructive Otto Von Busche, Fashion-able

61


«Αν καθαριστούν οι πύλες της αντίληψης τότε ο άνθρωπος θα δει τα πράγματα όπως είναι, άπειρα.» - William Blake

*οι Μέντορες μπορούν να φτάσουν μέχρι εδώ στην πορεία του ερευνητή. Τελικά, θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει το επόμενο βήμα, μόνος. Μερικές φορές ο Μέντορας καλείται να “σπρώξει’’ τον ερευνητή μέσω των εμπνευστικών ιδεών του, ώστε να ξεκινήσει η περιπέτεια προς το κατώφλι και την αλλαγή.

62


Change Σε αυτο το βήμα, ο ερευνητής δεσμεύεται πλήρως στην περιπέτεια και μπαίνει στον κόσμο της αλλαγής για πρώτη φορά περνώντας το Κατώφλι. Συμφωνεί να θέσει σε ισχύ, έστω και θεωρητικά, το ελιξίριο, αντιμετωπίζοντας τις ανάλογες συνέπειες. Καθώς πλησιάζει το κατώφλι, είναι πιθανό να συναντήσει ιδέες και σκέψεις που προσπαθούν να τον αποτρέψουν από το εγχείρημα της αλλαγής. Αυτό, απλώς, σημαίνει ότι έχουμε φτάσει στα σύνορα των δύο κόσμων, στοχαστικού και υλικού. Όμως, με εργαλείο την πίστη, τη θέληση και το όραμα, ο ερευνητής καταφέρνει αποφασιστικά να φτάσει και να διασχίσει το κατώφλι. * Κατώφλι και πόρτα δείχνουν με άμεσο και συγκεκριμένο τρόπο της άρση της τοπικής συνέχειας κι εκεί ακριβώς βρίσκεται η μεγάλη θρησκευτική τους σημασία, γιατί είναι ταυτόχρονα σύμβολα και μεσολαβητές της μετάβασης.

61

IV

Διασχίζοντας το κατώφλι*


«Αν καθαριστούν οι πύλες της αντίληψης τότε ο άνθρωπος θα δει τα πράγματα όπως είναι, άπειρα.» - William Blake

Εργαλεία για την κατασκευη του Change *πίστη *θέληση *όραμα

Χαρακτηριστικά της νέας συνθήκης *θέτει θεωρητικά σε ισχύ το ελιξίριο *παρουσιάζει την αλλαγή *εμπεριέχει αποφασιστηκότητα παρά την αμφιβολία και το δισταγμό

62


61


«Αν καθαριστούν οι πύλες της αντίληψης τότε ο άνθρωπος θα δει τα πράγματα όπως είναι, άπειρα.» - William Blake

Έκδοση πρώτη, εξώφυλλο 1954

62


Το πέρα απο τον ορίζοντα Μπορεί να ειπωθεί πως ενώ μια κοινωνία ορίζεται από τα όριά της, ένας πολιτισμός ορίζεται από τον ορίζοντά του.1Το όριο είναι ένα φαινόμενο αντίθεσης. Το σύνορο από την άλλη πλευρά, είναι ο τόπος συνάντησης των εχθρικών δυνάμεων. Εκεί που τίποτα δεν αντιτίθεται, υπάρχει ένα στατικό όριο. Δεν μπορεί κανείς να ξεπεράσει ένα όριο δίχως αντίσταση, προκειμένου να το μετατρέψει σε συνοριακή γραμμή. Ο ορίζοντας, από την άλλη, είναι ένα φαινόμενο ορατότητας που πλησιάζει το όραμα. Δεν είναι δυνατό να δει κανείς πραγματικά τον ορίζοντα. Είναι απλώς το σημείο πέρα από το οποίο δεν μπορούμε να δούμε. Δεν υπάρχει τίποτα συγκεκριμένο σε αυτόν (στον ορίζοντα) που να περιορίζει την όραση, καθώς ανοίγεται σε όλα όσα βρίσκονται πέρα από την ίδια την κατάστασή. Αυτό που, μάλλον, περιορίζει την όραση είναι η μη πληρότητα του ίδιου του (εσωτερικού)οράματος. Ποτέ, κανείς δεν φτάνει σε έναν ορίζοντα. Δεν αποτελεί μια πραγματική αμετάβλητη γραμμή, δεν έχει σταθερή θέση, αλλά σχετική και μετακινούμενη, δεν περικλείει κάποιο πεδίο μόνιμα, αλλά μας περιβάλλει ως κυκλική γραμμή του επέκεινα. Το να κινείσαι προς έναν ορίζοντα σημαίνει, απλώς, το να έχεις πάντοτε έναν νέο ορίζοντα. Επομένως, ποτέ κανείς δεν μπορεί να βρεθεί κοντά στον ορίζοντά του, αν και σίγουρα μπορεί αυτός να είναι περιορισμένος, ενώ δεν είμαστε ποτέ κάπου συγκεκριμένα σε σχέση με αυτόν, αφού ο ορίζοντας κινείται μαζί με το όραμά μας. Συνεπώς είναι εκείνο το εφήμερο, ρευστό σύνορο που μας βοηθά να ξανα οραματιζόμαστε. Θα μπορούσαμε έτσι να πούμε, πως κάθε κίνηση που κάνει ένας παίκτης ενός «απεριόριστου» παιχνιδιού, είναι προς τον ορίζοντα ενώ κάθε κίνηση που γίνεται από έναν παίκτη «πεπερασμένου» παιχνιδιού, τοποθετείται πάντα εντός ορίων. Κάθε στιγμή ενός «απεριόριστου» παιχνιδιού παρουσιάζει, λοιπόν, ένα νέο όραμα, ένα νέο φάσμα δυνατοτήτων.

63

Οι πολίτες σήμερα ως μέλη μιας μονοδιάστατης κοινωνίας πια, και όχι ενός πολιτισμού, έχουν πάψει να οραματίζονται δυνατότητες νέες, πέρα από τις συνηθισμένες. Ποτέ στο πέρασμα των χρόνων, δεν είχαμε μεγαλύτερη πρόσβαση σε γνώσεις, τεχνολογία και πόρους και όμως, το ζήτημα αυτό από μόνο του δεν φαίνεται να μας οδηγεί κάπου. Η αιτία αφορά περισσότερο, στην έλλειψη της δημιουργικής σκέψης. Ο κόσμος, δεν είναι συνηθισμένος να αποτελεί μια ενότητα, της οποίας το κοινό όραμα χρησιμοποιείται για να σχεδιαστεί ο τρόπος που είναι ή που λειτουργούν τα πράγματα. Κάποιοι, μάλιστα, μόλις που έχουν αρχίσει να παρατηρούν πόσο κατακερματισμένη, δυσλειτουργική, αποξενωμένη και αποσυνδεδεμένη έχει γίνει η κοινωνία μας. Ακόμη, πολλοί περισσότεροι (αρκετοί) ενώ έχουν πλήρη γνώση των δικαιωμάτων τους, έχουν ελάχιστη ή καθόλου επίγνωση των αντίστοιχων ευθυνών που σχετίζονται με αυτά. Οι πιθανές, λοιπόν, απαντήσεις σε τούτα τα ζητήματα ίσως να μην είναι πολύ προφανείς, ίσως, όμως και να βρίσκονται γύρω μας. Τώρα, που σε αντίθεση με παλαιότερα, σχεδόν κάθε ένας έχει πρόσβαση στο διαδίκτυο και μπορεί γρήγορα και εύκολα να εκφραστεί μαζί με ομοϊδεάτες του(και πάλι όχι σε ένα ανεξάντλητο περιβάλλον), ο ορίζοντας, τού τι μπορεί να είναι δυνατό, έχει έντονα διευρυνθεί. Κάτι τέτοιο σημαίνει ότι οι πολίτες επιδιώκουν να ονειρεύονται τον κόσμο τους πέρα από εκείνο που μέχρι τώρα θεωρούνταν είτε αδύνατο είτε αδιανόητο. Ιδέες που κάποτε μπορεί να φαίνονταν ακατανόητες, γελοίες ή εκκεντρικές μπορούν στις μέρες μας να μοιραστούν στις διαδικτυακές πλατφόρμες ώστε να αποτελέσουν, τουλάχιστον, ενδεχόμενα σενάρια συνομιλίας και αμφισβήτησης. Αυτές οι ιδέες, μπορούν γρήγορα να εξελιχθούν σε ευκαιρίες για ευεργετικές αλλαγές. 1 James Carse[1986], Finite and infinite games, σ.57


Εφικτές ουτοπίες / μικρο - ουτοπίες Στον πεζό κόσμο της “πραγματικότητας”, η ουτοπία είναι μια “χώρα” που ανήκει στη σφαίρα της φαντασίας και, επομένως, αποτελεί μια ιδιαίτερα προκλητική ιδέα. Συνήθως, υποτίθεται ότι σημαίνει μια μόνιμη κατάσταση τελειότητας, μια ευτοπία. Σε έναν ταχέως κινούμενο, κυνικό κόσμο της αφθονίας σαν τον σημερινό, ακούγεται αφελές και υπερβολικά αισιόδοξο ως πλάνο υπόθεσης, θυμίζοντάς μας ότι η αφέλεια και ο ιδεαλισμός ίσως έχουν γίνει, συνώνυμα. Στη σημερινή, κουλτούρα, η ιδέα ενός ιδανικού χώρου ή χρόνου αποτελεί προϊόν ανούσιας και αβάσιμης αισιοδοξίας. Όμως εδώ, η έννοια της ουτοπίας, παίρνει τη μορφή μιας εργαλειακής μεθόδου. Μια ουτοπική μέθοδος αποτελεί, αρχικά, ένα σημαντικό εργαλείο φανέρωσης του περιορισμένου εύρους των σημερινών πολιτικών λόγων. Απελευθερώνει την, αυθεντικά ολιστική, σκέψη πιθανών όψεων του μέλλοντος, συνδυάζοντας αναστοχαστικότητα, προσωρινότητα και δημοκρατική δέσμευση στις ηθικές αξίες και πρακτικές αυτών των μελλόντων. Η ιδέα της ουτοπίας, εργαλειακά, απαιτεί από εμάς να αναλογιστούμε πραγματικά τις υπάρχουσες αντιλήψεις μας, τις ανάγκες μας και την ευημερία όλων των παραγόντων του κόσμου στα πιθανά μέλλοντα. Πυρήνα της ουτοπίας, αποτελεί η επιθυμία τα πράγματα να λειτουργήσουν διαφορετικά, τόσο σε ατομικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο (υποκειμενικά και αντικειμενικά). Έτσι, λοιπόν, η έκφραση της επιθυμίας για έναν καλύτερο εναρμονισμένο συμβιωτικό τρόπο ζωής αναδύεται μέσα από το πολιτισμικό απόθεμα. Οι εκφράσεις της ουτοπίας εξερευνούν και διαπραγματεύονται πλαίσια ανάπτυξης της ανθρώπινης ευημερίας. Συνεπώς, η ουτοπία, εδώ, γίνεται καλύτερα κατανοητή ως μια μέθοδος εφαρμογής, άσκησης τακτικών και πρακτικών, παρά ως στόχος που γίνεται αντιληπτός στο πλαίσιο μιας φαντασιακής ανασυγκρότησης της κοινωνίας.1 Στο βιβλίο του, Design for Micro-Utopias2, ο John Wood προτείνει την ιδέα της μικροουτοπίας (micro-utopia). Υποδεικνύει ένα δίκτυο μικροουτοπικών έργων, το οποίο θα έπρεπε να αντικαταστήσει τις ενιαίες, απομακρυσμένες μονολιθικές ουτοπίες που συναντάμε στον κλασικό ουτοπισμό. Ως μέθοδος συμμετοχής και όπως ορίστηκε παραπάνω, οι μικροουτοπίες δημιουργούν εμπειρίες στην πραγματική, καθημερινή ζωή που μετατοπίζουν τις δεδομένες κοινωνικές προσδοκίες, διευρύνοντας τη σφαίρα του δυνατού, και λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη στο περιεχόμενό της την σημαντική αντίληψη του Buckminster Fuller ότι “ποτέ δεν αλλάζεις τα πράγματα πολεμώντας την υπάρχουσα πραγματικότητα΄΄, αλλά αντιθέτως προβάλλεις ‘’ένα νέο μοντέλο που κάνει το υπάρχον μοντέλο ξεπερασμένο”. Τα ζητήματα που επιδιώκει να αντιμετωπίσει ο σχεδιασμός μέχρι και σήμερα είναι τόσο διευρυμένα και εκτεταμένα που είναι αδύνατον να γίνουν διαχειρίσιμα, στο πλαίσιο των διαφορετικών και απομονωμένων κλάδων του σχεδιασμού, ακόμη και από ειδικούς. Ο ίδιος ο σχεδιασμός και ο τρόπος που συμβαίνει χρειάζεται να μετατραπεί στη λύση, παρά να αποτελεί το μέσο ή το πρόβλημα. Αυτές, λοιπόν, οι προκλήσεις μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσω ευρύτερων ενδοκαλλιτεχνικών και ενδοεπιστημονικών(trans-disciplinary)συνεργασιών. Η άποψη του Wood είναι ότι «πολλές κοινές πρακτικές ανοιχτού σχεδιασμού θα πρέπει να αλληλεπιδράσουν μεταξύ τους και να συνυπάρξουν σε ένα οικοσύστημα εναρμονιστικών πρακτικών προκειμένου να ανταποκριθούμε στις μελλοντικές μας προκλήσεις». Συνεπώς, τονίζονται δύο παράγοντες που συνδιαμορφώνουν μια μικροουτοπία, με τον ένα, να ενέχει το ζήτημα της κλίμακας και τον άλλο την ύπαρξη ενός συνολικού οικοσυστήματος πρακτικών σχεδιασμού.

1 Ruth Levitas[2013], Utopia as Method: The Imaginary Reconstitution of Society, σ.xii 2 John Wood[2007], Design for Micro-Utopias: Making the Unthinkable Possible

Boris Artzybasheff, 1899 - 16 Jul 1965 (Buckminster Fuller, Jr., 12 Jul 1895 - 1 Jul 1983)

64


Orgyan Chopel, thangka paintings, 2011

Ο σχεδιασμός κατευθύνεται σκόπιμα στην μικρή κλίμακα σε μια προσπάθεια να παραμείνει ελεγχόμενος και περιορισμένος, ώστε να εργάζεται συνεχώς σε τοπικό επίπεδο, όμως με ελεύθερες ανοικτές διεπαφές για κάθε πιθανή εξέλιξη, παρά ξεκινώντας από κάποια ιδεολογία μεγάλης κλίμακας με γενικές λύσεις προς όλες τις κατευθύνσεις. Θα μπορούσε, βέβαια, κάποιος να υποστηρίξει ότι η προσέγγιση της μικρής κλίμακας αποτελεί και αυτή μια στοχευμένη ιδεολογία, παρόλα αυτά αφορά μια ιδεολογία που παραμένει ανοιχτή σε επιρροές και είναι πιο εύκολο να προσαρμοστεί καθ’ οδόν. Κάτι τέτοιο όμως, αποτελεί και το μεγαλύτερο πλεονέκτημά της. Όπως εξηγεί ο JohnThackara, «το να σκέφτεσαι τοπικά και να σκέφτεσαι σε μικρή κλίμακα δεν είναι στενόμυαλη προσέγγιση, αποποιούμενη της ευθύνης για την ευρύτερη εικόνα, αντιθέτως εκεί καταλήγουμε μέσω μιας σειράς από μικρότερα, αλλά προσεκτικά μελετημένα, βήματα».3 Η έννοια της «μικρής αλλαγής» (smallchange), κατά τον NabeelHamdi4 περιέχει τρεις σημαντικές αρχές: τον παράγοντα «μικρή» γιατί συνήθως έτσι ξεκινούν τα ‘μεγάλα’ οράματα, τον παράγοντα «αλλαγή» γιατί ουσιαστικά κάτι τέτοιο οδηγεί στην ανάπτυξη και τον αθροιστικό παράγοντα «μικρή αλλαγή», γιατί ουσιαστικά μπορεί να υλοποιείται χωρίς μεγάλους πόρους (χρηματικά ποσά, κλπ.) όπου συνήθως δαπανώνται σε προγράμματα και έργα. Αποτελεί, λοιπόν, μια περισσότερο δημοκρατική μέθοδο που μπορεί να εφαρμόζεται για την επίτευξη πραγματικής, διαρκούς αλλαγής, ώστε να προσεγγίζονται περισσότεροι άνθρωποι με λιγότερους πόρους. Έτσι, η «μικρή αλλαγή» συμμετέχει ως μια πρακτική που συνδυάζει τον ιδεαλισμό με τον πραγματισμό, όπου οι μεμονωμένες μικρές δράσεις, μπορούν να υποδέχονται άλλες, μεγαλύτερες. Στη συνέχεια, εξετάζοντας τον δεύτερο παράγοντα της μικροουτοπίας και σύμφωνα με τον Wood, αυτή η πρακτική σχεδιασμού δίνει έμφαση στον συν-σχεδιασμό και τη συνεργασία, ως το μόνο δρόμο προς την αλλαγή. Αποτελεί προώθηση της μορφής του συμμετοχικού σχεδιασμού που στοχεύει σε μια πολύ ευρύτερη συνεργασία συνσχεδιαστών(επαγγελματιών και ερασιτεχνών) και στην πρόσκλησή τους σε συζητήσεις και δράσεις μετασχεδιασμού (εξέλιξης και ενσωμάτωσης του σχεδιασμού στο προϊόν του σχεδιασμού).

65

3 John Thackara[2005], In the Bubble: Designing in a complex world, σ.96 4 Nabeel Hamdi[2004], Small Change, σ.23


Αν, λοιπόν, υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους μπορούμε να επιτύχουμε ρεαλιστικές μικροουτοπίες, ένας από αυτούς θα μπορούσε να είναι η ανάπτυξη ενός είδους δημοκρατικού συστήματος. Αυτό το σύστημα, θα εκφράζει τον τρόπο, σύμφωνα με τον οποίο οργανώνονται τα αναδυόμενα πλαίσια πρακτικής, τα οποία παράγουν, στη συνέχεια, τα περιβάλλοντα των μικροουτοπιών. Το δημοκρατικό αυτό σύστημα, εδώ εκφράζεται μέσω της συναρμολόγησης ενός εργαστηρίου, το οποίο επιχειρεί να προάγει μια αρχιτεκτονική πρακτική που εξαρτάται λιγότερο από την εκπροσώπηση κάποιου μέλους ή μέρους και περισσότερο από την αξιοποίηση ευρύτερων παραγόντων, όπως πηγών, πόρων, δεξιοτήτων, γνώσεων, απόψεων και οραμάτων. Ουσιαστικά, δεν επιχειρεί να καθιερώσει ολοκληρωτικές κατευθυντήριες γραμμές, αλλά να ενθαρρύνει διαλόγους μεταξύ αυτόνομων και αυταρκών μονάδων. Γι’ αυτόν τον λόγο, είναι δυνατό να ανατροφοδοτείται, να αναθεωρείται και να αλλάζει στο πλαίσιο του συστήματος η πορεία του σχεδιασμού. Μέσω αυτού, η συμμετοχή των άμεσα ενδιαφερόμενων συμπαραγωγών μπορεί να αυξάνεται. Υπό από αυτούς τους όρους σχεδιασμού, η αρχιτεκτονική πρακτική θα αλλάζει εκ των έσω, χρησιμοποιώντας επιμέρους και κατά περίπτωση τις δυνάμεις ενός πλήθους πρακτικών, ώστε να μεταποιηθεί διευρύνοντας τις διαδικασίες της προς δρόμους ουσιαστικής συνεργασίας στη συγκρότηση κάθε παραγωγής. Πράγματι, σε σχέση με τον δυνητικό σχεδιασμό, το ζήτημα που πιθανώς θα προέκυπτε αφορά την χαρτογράφηση των ορίων μεταξύ του «πιθανού» και του «απίθανου», μέσα από όρους πραγματοποίησης. Έστω και τοπικά, ο κόσμος θα αρχίσει να μοιάζει περισσότερο με έναν κόσμο που κατοικείται από πολλούς και στον οποίο η κοινή φαντασία, η συμμετοχή στα Κοινά και η συνδιαμόρφωση του κοινού περιβάλλοντός μας αποτελούν πια, το Σύνηθες.

Ελληνική πόλη και μικρο - ουτοπίες Η ελληνική πόλη, έχει σε απόλυτο βαθμό διαμορφωθεί από παράγοντες που δεν αφορούν στους ίδιους τους κατοίκους και στις άμεσες επιλογές τους, έτσι μπορεί να αποτελέσει χαρακτηριστική περίπτωση ενός υπόβαθρου, στο οποίο θα μπορούσαν να εξεταστούν ανάλογες πρακτικές. Το ερώτημα που προκύπτει είναι το πως τέτοιου τύπου εργαστήρια θα μπορούσαν να οργανωθούν και να λειτουργήσουν στο πλαίσιο της αθηναϊκής πόλης και αν, για παράδειγμα, η μέθοδος της μικροουτοπίας θα κατάφερνε να ενεργοποιήσει, να ανανεώσει και να μεταμορφώσει τοπικά, τόσο εκείνη, όσο και τους κατοίκους της.

66


67


Συμπεράσματα Συμπερασματικά, αναφερόμαστε σε μια αρχιτεκτονική πρακτική ικανή να προτείνει οργανικές συνεργασίες σε συμβιωτικές πρακτικές, προσελκύοντας συμμετέχοντες (συμπαραγωγούς), σε διαδικασίες συνδημιουργίας. Έτσι, όλοι είναι δυνητικά δημιουργοί, αρκεί να παρέχονται κατάλληλα εργαλεία και να προσφέρονται συνθήκες δράσης. Τέλος, συνειδητοποιούμε πως ο ρόλος του αρχιτέκτονα σε μια τέτοιου είδους πραγματικότητα είναι να γίνεται αγωγός ή διευκολυντής και υποκινητής καταστάσεων, σχεδιάζοντας συνθήκες, παρά αποκλειστικός δημιουργός που ξεκινά και ολοκληρώνει ο ίδιος (ως ανεξάρτητος εποπτεύον νους) το σχεδιασμό μέσα από αμετάβλητα καθιερωμένα πρότυπα.

Συνεπώς, • Αντί να ισχυριζόμαστε ότι η πρόσβαση στο σύστημα που δημιουργείται πρέπει να είναι απεριόριστη και συνολική, θα πρέπει αντ’ αυτού να αναρωτηθούμε «Ποιος μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτό που φτιάχνω; Ποιον αφήνω απ’ έξω; Πώς αυτό που κάνω διευκολύνει ή εμποδίζει την πρόσβαση;» • Αντί να ισχυριζόμαστε ότι όλες οι πληροφορίες πρέπει να είναι ελεύθερες, θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε «Τι είδους δεδομένα χρησιμοποιώ; Ποιανού η εργασία τα παρήγαγε και ποιες προκαταλήψεις και υποθέσεις ενσωματώνονται σε αυτή; Και ποιες περιοχές γνώσης αφήνουν έξω ή αποκλείουν αυτά τα δεδομένα;» • Αντί να λέμε σε πρώτη φάση παραμένοντας εκεί, ότι δεν εμπιστευόμαστε την εξουσία, και προάγουμε την αποκέντρωση, θα πρέπει να αναρωτηθούμε «Τι συστήματα εξουσίας θεσπίζω μέσω αυτού που φτιάχνω; Σε ποια συστήματα υποστήριξης βασίζομαι; Πώς αυτό που φτιάχνω υποστηρίζει τους άλλους;» • Και αντί να ισχυριζόμαστε ότι οι εμπλεκόμενοι δεν πρέπει να κρίνονται με βάση κριτήρια όπως πτυχία, ηλικία, φυλή ή θέση, θα πρέπει να αναρωτηθούμε«Τι είδους κοινότητα υποθέτω; Ποια (αδύνατη) κοινότητα προσκαλώ μέσω αυτού που φτιάχνω; Πώς αντικατοπτρίζονται οι προσωπικές μου αξίες σε αυτό που φτιάχνω;»

68


Να καθαρίζω την Ύλη

να ξαναβάζω στη θέση τους τα πράγματα που ανακάτεψαν οι άνθρωποι γιατί δεν κατάλαβαν σε τι χρησίμευαν

να τακτοποιώ, σαν καλή νοικοκυρά στο σπίτι της Πραγματικότητας, τις κουρτίνες στα παράθυρα της Αίσθησης

και τα χαλάκια στις πόρτες της Αντίληψης

να σκουπίζω τα δωμάτια της παρατήρησης και να ξεσκονίζω τις απλές ιδέες… Να η ζωή μου, στίχο το στίχο.

-Fernando Pessoa, τα ποιήματα του Αλμπέρτο Καέϊρο

69


to be continued...

70


69


The phenomenology of revelation, Paul Laffoley, 1988

70


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Το Ταξίδι του ήρωα

Christopher Vogler, The Writer’s Journey, Michael Wiese Productions, 2007

Status Quo

Georg Simmel, Η μητροπολιτική αίσθηση, μτφρ. Ιωάννα Μεϊτάνη, εκδόσεις Άγρα, 2017 Henri Lefebvre, Το δικαίωμα στην πόλη, μτφρ. Παναγιώτης Τουρνικιώτης, εκδόσεις Κουκκίδα, 2007 Arendt Hannah, The Human Condition, University of Chicago Press, 1998 Παύλος Λέφας, Αρχιτεκτονική και Κατοίκηση, εκδόσεις Πλέθρον, 2008 Martin Heidegger, ‘’...Ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος…’’, μτφρ.Ιωάννα Αβραμίδου, εκδόσεις Πλέθρον, 2009 Richard Sennett, Ο τεχνίτης, μτφρ. Βασίλης Τομανάς, εκδόσεις Νησίδες, 2008 Σαρηγιάννης Μ. Γεώργιος, ΑΘΗΝΑ 1830-2000, εκδόσεις Συμμετρία, 2000

Μέντορες

Roger Caillois, Τα παιγνίδια και οι άνθρωποι, Η μάσκα και ο ίλιγγος, μτφρ. Νίκος Κούρκουλος, εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2001 Johan Huizinga , Homo Ludens, Routledge & K. Paul, 1980 Brian Sutton-Smith, The ambiguity of play, Harvard University Press, 2001 Donald Winnicott, Playing and Reality, Tavistock Publications, 1971 James Carse, Finite and Infinite Games,THE FREE PRESS a division of macmillan inc, 1986 Pat Kane, The Play Ethic, a manifesto for a different way of living, Pan Books, 2005 Raph Koster, A Theory of fun for game design, Paraglyph, 2013 Παύλος Λέφας, Αρχιτεκτονική και Κατοίκηση, εκδόσεις Πλέθρον, 2008 Martin Heidegger, ‘’...Ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος…’’, μτφρ.Ιωάννα Αβραμίδου, εκδόσεις Πλέθρον, 2009 Richard Sennett, Ο τεχνίτης, μτφρ. Βασίλης Τομανάς, εκδόσεις Νησίδες, 2008 Otto von busch , Fashion-able: hacktivism and engaged fashion design, thesis for the degree of Doctor of Philosophy in design, University of Gothenburg, 2008 Chris Anderson, Makers The New Industrial Revolution, Crown Business, 2012 Charles Leadbeater, Paul Miller, The Pro-Am Revolution: How Enthusiasts are Changing Our Society and Economy, Demos, 2004 Jargon File, http://www.catb.org/jargon/html/ Mckenzie Wark, A Hacker Manifesto, Harvard University Press, 2004 Mckenzie Wark, Hacker’s, article, 2006 Eric S.Raymond, The Cathedral and the_Bazaar, O’Reilly Media, 1999 Steven Levy, Hackers: Heroes of the Computer revolution, O’Reilly Media, 2010 ose Sanchez, Architecture for the Commons: Participatory Systems in the Age of Platforms, Routledge, 2020 Florian Cramer [2003], Social Hacking, revisited, https://www.essaydocs.org/social-hacking-revisited-florian-cramer.html Galloway Anne, research work, 2004 Konrad Becker, Strategic Reality Dictionary, Autonomedia, 2009 Richard Stallman [2002], On Hacking, https://stallman.org Martino Stierli, Montage and the Metropolis: Architecture, Modernity, and the Representation of Space, Yale University Press, 2018 Claude Lévi-Strauss, The Savage Mind, The University Of Chicago Press, 1962

71


Herbert Bayer, Bauhaus 1919-1928, The Museum of Modern Art: Distributed by New York Graphic Society, 1938 Δημήτρης Παπαλεξόπουλος, Fab Labs: συμπλέγματα γνώσης και τεχνολογίας, 2013 Michel Bauwens[2013], A Synthetic Overview of the Collaborative Economy, σ. 20-23 Συλλογικό, Η ΤΕΧΝΗ ΑΠΟ ΤΟ 1900, Μοντερνισμός-Αντιμοντερνισμός-Μεταμοντερνισμός, μτφρ Ιουλία Τσοκαλίδου, εκδόσεις Επίκεντρο, 2018 Manuel DeLanda, https://youtu.be/J-I5e7ixw78 Manuel DeLanda, Assemblage Theory, Edinburgh University Press 2016 Aldous Huxley, Οι πύλες της αντίληψης, εκδόσεις Κάκτος, 1981

Change James Carse, Finite and Infinite Games,THE FREE PRESS a division of macmillan inc, 1986 Ruth Levitas, Utopia as Method: The Imaginary Reconstitution of Society, Palgrave Macmillan, 2013 John Wood, Design for Micro-Utopias: Making the Unthinkable Possible, Routledge, 2007 John Thackara, In the Bubble: Designing in a complex world, The MIT Press, 2005 Nabeel Hamdi, Small Change, Routledge, 2004

72



Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.